Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 51995PC0272

    Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της οδηγίας 76/895/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 1976 περί του καθορισμού της μέγιστης περιεκτικότητας για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων επί και εντός των οπωροκηπευτικών της οδηγίας 86/362/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1986 που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά της οδηγίας 86/363/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1986 που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης και της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 1990 που αφορά τον καθορισμό των ανώτατων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων επάνω ή μέσα σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών (υποβληθείσα από την Επιτροπή)

    /* COM/95/272 τελικό - CNS 95/0154 */

    ΕΕ C 201 της 5.8.1995, p. 8–20 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    51995PC0272

    Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της οδηγίας 76/895/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 1976 περί του καθορισμού της μέγιστης περιεκτικότητας για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων επί και εντός των οπωροκηπευτικών της οδηγίας 86/362/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1986 που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά της οδηγίας 86/363/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1986 που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης και της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 1990 που αφορά τον καθορισμό των ανώτατων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων επάνω ή μέσα σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών (υποβληθείσα από την Επιτροπή) /* COM/95/272 Τελικο - CNS 95/0154 */

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 201 της 05/08/1995 σ. 0008


    Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για τροποποίηση της οδηγίας 76/895/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 1976 περί του καθορισμού της μέγιστης περιεκτικότητας για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων επί και εντός των οπωροκηπευτικών, της οδηγίας 86/362/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1986 που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά, της οδηγίας 86/363/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1986 που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης και της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 1990 που αφορά τον καθορισμό των ανώτατων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων επάνω ή μέσα σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών

    (95/C 201/07)

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    COM(95) 272 τελικό - 95/0154(CNS)

    (Υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 20 Ιουνίου 1995)

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 43,

    την πρόταση της Επιτροπής,

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

    τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

    Εκτιμώντας:

    ότι οι οδηγίες 86/362/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1986 που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά (1), 86/363/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1976 που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης (2) και 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 1990 που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων επάνω ή μέσα σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών (3) καθόρισαν ένα κοινό καθεστώς που προβλέπει την εφαρμογή υποχρεωτικών ανωτάτων ορίων καταλοίπων σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Κοινότητα 7

    ότι το καθεστώς αυτό προβλέπει βαθμιαία μεταφορά των ανωτάτων ορίων καταλοίπων που έχουν καθορισθεί στο πλαίσιο της οδηγίας 76/895/ΕΟΚ στην οδηγία 90/642/ΕΟΚ μετά από τεχνική επεξεργασία 7 ότι η μεταφορά αυτή έχει ήδη πραγματοποιηθεί για ορισμένα όρια και βρίσκεται στο στάδιο της προετοιμασίας για άλλα 7

    ότι η οδηγία 91/414/ΕΟΚ (4) σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων προβλέπει μηχανισμό που συνδέει την έγκριση φυτοφαρμάκου, το οποίο περιέχει δραστική ουσία που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι της εν λόγω οδηγίας, με την υποχρέωση, για το κράτος μέλος το οποίο χορήγησε την έγκριση, να θεσπίσει προσωρινό ανώτατο όριο καταλοίπου για τη συγκεκριμένη δραστική ουσία, στις καλλιέργειες στις οποίες χρησιμοποιείται 7 ότι ο μηχανισμός αυτός προβλέπει επίσης υποχρέωση για την Επιτροπή να καταρτίσει, βάσει του προσωρινού ανωτάτου ορίου καταλοίπων που έχει καθορισθεί από κράτος μέλος, προσωρινό ανώτατο όριο που ισχύει σε ολόκληρη την Κοινότητα 7 ότι, για λόγους σαφήνειας, τα προσωρινά ανώτατα όρια καταλοίπων τα οποία ορίζονται σύμφωνα με αυτόν τον μηχανισμό, πρέπει να ενσωματώνονται κατά τον ενδεδειγμένο τρόπο στα παραρτήματα των οδηγιών 86/362/ΕΟΚ, 86/363/ΕΟΚ και 90/642/ΕΟΚ 7

    ότι πρέπει να θεσπισθούν κανόνες σχετικά με τα ανώτατα όρια καταλοίπων τα οποία είναι αποδεκτά σε αποξηραμένα ή/και μεταποιημένα απλά γεωργικά προϊόντα ή σε σύνθετα τρόφιμα, προκειμένου να εξασφαλισθεί η προστασία της υγείας του ανθρώπου, καθώς επίσης και η ορθή λειτουργία της ενιαίας αγοράς όσον αφορά τέτοια προϊόντα 7

    ότι τα κράτη μέλη πρέπει να προβλέπουν τη δυνατότητα θέσπισης ανωτάτων ορίων καταλοίπων για εισαγόμενα προϊόντα, προκειμένου να προλαμβάνονται κατά το δυνατόν τα προβλήματα εμπορίου που οφείλονται στην έλλειψη εναρμονισμένων ανωτάτων ορίων καταλοίπων για ορισμένα κατάλοιπα/συνδυασμούς προϊόντων 7

    ότι είναι αναγκαία η διαδικασία συμβιβασμού σε περιπτώσεις όπου στην πράξη έχουν εμφανισθεί εμπόδια στο ενδοκοινοτικό εμπόριο λόγω της έλλειψης εναρμονισμένων ανωτάτων ορίων καταλοίπων για ορισμένα κατάλοιπα/συνδυασμούς προϊόντων 7

    ότι ο αποτελεσματικός έλεγχος των καταλοίπων φυτοφαρμάκων πρέπει να οργανώνεται συστηματικά τόσο στο εθνικό όσο και στο κοινοτικό επίπεδο, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι είναι σύμφωνος με τα υποχρεωτικά όρια που έχουν τεθεί και να συμβάλει το περισσότερο δυνατό στην εμπιστοσύνη του καταναλωτή και στην προστασία της υγείας του ανθρώπου 7

    ότι είναι ανάγκη να ενημερωθούν ορισμένες διατάξεις των οδηγιών 76/895/ΕΟΚ (1) περί του καθορισμού της μεγίστης περιεκτικότητας για τα κατάλοιπα των φαρμάκων επί και εντός των οπωροκηπευτικών, 86/362/ΕΟΚ και 86/363/ΕΟΚ με παρόμοιες διατάξεις της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ, για να εξασφαλισθεί η συνοχή στην εφαρμογή ολοκλήρου του καθεστώτος που αφορά τα ανώτατα όρια καταλοίπων 7

    ότι η εισαγωγή των τροποποιήσεων στα παραρτήματα, ως αποτέλεσμα των εξελίξεων στις επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, καθώς επίσης και η θέσπιση προσωρινών ανωτάτων ορίων καταλοίπων και ο καθορισμός των παραγόντων αραίωσης ή συγκέντρωσης που σχετίζονται με ορισμένες ενέργειες αποξήρανσης ή μεταποίησης είναι τεχνικά μέτρα 7 ότι, μια διαδικασία απόφασης επιτροπής κανονιστικών ρυθμίσεων φαίνεται ενδεδειγμένη για την έγκριση τέτοιων μέτρων, προκειμένου να εξασφαλίσει αποτελεσματική και εκσυγχρονισμένη λειτουργία της εφαρμογής των μέτρων στο πλαίσιο των οδηγιών 76/895/ΕΟΚ, 86/362/ΕΟΚ, 86/363/ΕΟΚ και 90/642/ΕΟΚ και την εφαρμογή μέτρων που λαμβάνονται στο πλαίσιο της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ και λοιπών σχετικών οδηγιών 7

    ότι η προστασία της υγείας του ανθρώπου και η ομαλή λειτουργία της ενιαίας αγοράς απαιτούν οι τροποποιήσεις των παραρτημάτων να εφαρμόζονται ταχέως από όλα τα κράτη μέλη,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    Άρθρο 1

    Η οδηγία 76/895/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 1976 περί του καθορισμού της μεγίστης περιεκτικότητας για τα κατάλοιπα των φυτοφαρμάκων επί και εντός των οπωροκηπευτικών, τροποποιείται ως εξής:

    1. Η πρώτη πρόταση του άρθρου 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Με την επιφύλαξη του άρθρου 4, οποιεσδήποτε τροποποιήσεις πρέπει να γίνονται στα παραρτήματα πρέπει να εγκρίνονται σύμφωνα με τη διακικασία που ορίζεται στο άρθρο 7.»

    2. Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 7 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της επί του σχεδίου εντός προθεσμίας που ορίζει ο πρόεδρός της, ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Η γνώμη πρέπει να διατυπώνεται από την πλειοψηφία που ορίζεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης, στην περίπτωση αποφάσεων τις οποίες καλείται να εκδώσει το Συμβούλιο κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής. Ο ψήφοι των εκπροσώπων των κρατών μελών στην επιτροπή πρέπει να σταθμίζονται κατά τον τρόπο που ορίζεται στο εν λόγω άρθρο. Ο πρόεδρος δεν ψηφίζει.

    3. Η Επιτροπή θεσπίζει τα προτεινόμενα μέτρα εάν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής.

    4. Εάν τα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή εάν δεν έχει διατυπωθεί γνώμη, η Επιτροπή υποβάλλει αμέσως στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

    5. Εάν, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της σύγκλησής του, το Συμβούλιο δεν θέσπισε μέτρα, η Επιτροπή θεσπίζει τα προταθέντα μέτρα.»

    3. Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 8 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της επί του σχεδίου εντός της προθεσμίας που μπορεί να ορίσει ο πρόεδρός της, ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Η γνώμη πρέπει να διατυπώνεται από την πλειοψηφία που ορίζεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης, στην περίπτωση αποφάσεων τις οποίες καλείται να λάβει το Συμβούλιο κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής. Οι ψήφοι των εκπροσώπων των κρατών μελών στην επιτροπή πρέπει να σταθμίζονται κατά τον τρόπο που ορίζεται στο εν λόγω άρθρο. Ο πρόεδρος δεν ψηφίζει.

    3. Η Επιτροπή θεσπίζει τα προταθέντα μέτρα εάν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής.

    4. Εάν τα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή εάν δεν έχει διατυπωθεί γνώμη, η Επιτροπή υποβάλλει αμέσως στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

    5. Εάν, εντός 15 ημερών από την ημερομηνία σύγκλησής του, το Συμβούλιο δεν θέσπισε μέτρα, η Επιτροπή θεσπίζει τα προτεινόμενα μέτρα.»

    4. Το κείμενο του άρθρου 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 και που προορίζονται για εξαγωγή σε τρίτες χώρες. Ωστόσο, τα ανώτατα όρια καταλοίπων που ορίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία δεν ισχύουν στην περίπτωση προϊόντων που υφίστανται επεξεργασία προ της εξαγωγής, όταν μπορεί να αποδειχθεί κατά τρόπο ικανοποιητικό ότι:

    α) η τρίτη χώρα προορισμού απαιτεί ειδική επεξεργασία προκειμένου να προληφθεί η εισαγωγή επιβλαβών οργανισμών στο έδαφός της, ή

    β) η επεξεργασία είναι αναγκαία για την προστασία των προϊόντων από επιβλαβείς οργανισμούς κατά τη διάρκεια της μεταφοράς προς την τρίτη χώρα προορισμού και την αποθήκευσή τους εκεί.

    2. Η παρούσα οδηγία δεν ισχύει για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 όταν δύνανται να παρέχονται οι ενδεδειγμένες αποδείξεις ότι προορίζονται για:

    α) την παρασκευή προϊόντων εκτός των τροφίμων και των ζωοτροφών, ή

    β) σπορά ή φύτευση.»

    5. Μετά το άρθρο 10 παρεμβάλλεται το ακόλουθο νέο άρθρο:

    «Άρθρο 10α

    Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις ώστε να εξασφαλίσουν ότι οι τροποποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 5 μπορούν να εφαρμοσθούν στην επικράτειά τους εντός μέγιστης προθεσμίας τεσσάρων μηνών το πολύ από την έγκρισή τους, και σε συντομότερο χρονικό διάστημα, εάν αυτό επιβάλλεται για λόγους προστασίας της υγείας του ανθρώπου.»

    Άρθρο 2

    Η οδηγία 86/362/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1986 που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά, τροποποιείται ως εξής:

    1. Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 1

    1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται για τα προϊόντα των σιτηρών που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι, εφόσον τα προϊόντα αυτά ενδέχεται να περιέχουν κατάλοιπα φυτοφαρμάκων.

    Η οδηγία εφαρμόζεται επίσης και για τα ίδια προϊόντα μετά την ξήρανση ή μεταποίηση ή αφού χρησιμοποιηθούν ως συστατικά σύνθετων τροφίμων, εφόσον μπορεί να περιέχουν κατάλοιπα φυτοφαρμάκων.

    2. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται με την επιφύλαξη:

    α) των διατάξεων της οδηγίας 74/63/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 1973 περί του καθορισμού των ανωτάτων ορίων περιεκτικότητας για τις ανεπιθύμητες ουσίες και προϊόντα στις ζωοτροφές (*) 7

    β) των διατάξεων της οδηγίας 76/895/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 1976 περί του καθορισμού της μέγιστης περιεκτικότητος για τα κατάλοιπα των φυτοφαρμάκων επί και εντός των οπωροκηπευτικών 7

    γ) των διατάξεων της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 1990 που αφορά τον καθορισμό των ανώτατων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων επάνω ή μέσα σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών.

    3. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης για τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και προορίζονται για εξαγωγή προς τρίτες χώρες. Ωστόσο, τα μέγιστα ανώτατα όρια καταλοίπων φυτοφαρμάκων που καθορίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε επεξεργασία προ της εξαγωγής, όταν μπορεί να αποδειχθεί κατά τρόπο ικανοποιητικό ότι:

    α) η τρίτη χώρα προορισμού απαιτεί αυτή την ειδική επεξεργασία προκειμένου να προληφθεί η εισαγωγή επιβλαβών οργανισμών στην επικράτειά της, ή

    β) η επεξεργασία είναι αναγκαία για να προστατευθούν τα προϊόντα από επιβλαβείς οργανισμούς κατά τη μεταφορά τους προς την τρίτη χώρα προορισμού και την αποθήκευσή τους εκεί.

    4. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται για τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 όταν μπορεί να αποδειχθεί με τα κατάλληλα στοιχεία ότι δεν προορίζονται για:

    α) την παρασκευή προϊόντων εκτός τροφίμων και ζωοτροφών, ή

    β) για σπορά ή φύτευση.

    (*) ΕΕ αριθ. L 38 της 11. 2. 1974, σ. 31 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 94/16/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 104 της 23. 4. 1994, σ. 32).»

    2. Στο άρθρο 2 παράγραφος 1, οι όροι «τα οποία απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ» διαγράφονται.

    3. Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 4

    «1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6, τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 δεν πρέπει να περιέχουν, από τη στιγμή που τίθενται σε κυκλοφορία, κατάλοιπα φυτοφαρμάκων σε επίπεδα υψηλότερα από εκείνα που ορίζονται στον κατάλογο που αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙ.

    Ο εν λόγω κατάλογος καταλοίπων φυτοφαρμάκων και τα ανώτατα όρια αυτών πρέπει να καταρτίζεται στο παράρτημα ΙΙ σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 12, λαμβάνοντας υπόψη την τρέχουσα επιστημονική και τεχνική γνώση.

    2. Στην περίπτωση αποξηραμένων και μεταποιημένων προϊόντων για τα οποία τα ανώτατα όρια δεν ορίζονται ρητώς στο παράρτημα ΙΙ, το μέγιστο ανώτατο όριο καταλοίπων που ισχύει πρέπει να είναι εκείνο που ορίζεται στο παράρτημα ΙΙ, λαμβανομένης υπόψη της συγκέντρωσης που προκαλείται από τη διαδικασία αποξήρανσης ή της συγκέντρωσης ή αραίωσης που προκαλείται από τη μεταποίηση. Σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 12, ο παράγοντας συγκέντρωσης ή αραίωσης που καλύπτει τη συγκέντρωση ή/και αραίωση που προκαλείται από ορισμένες διαδικασίες αποξήρανσης ή μεταποίησης δύναται να καθορίζεται, για ορισμένα αποξηραμένα ή μεταποιημένα προϊόντα.

    3. Στην περίπτωση των σύνθετων τροφίμων που περιέχουν μείγμα συστατικών και για τα οποία δεν έχουν καθορισθεί ανώτατα όρια καταλοίπων, τα ανώτατα όρια καταλοίπων που εφαρμόζονται δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα όρια που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές συγκεντρώσεις των συστατικών στο μείγμα και επίσης τις διατάξεις της παραγράφου 2.

    4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, τουλάχιστον με έλεγχο και δειγματοληπτικό έλεγχο, τη συμμόρφωση με τα ανώτατα όρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Οι αναγκαίες επιθεωρήσεις και τα μέτρα ελέγχου πρέπει να συμφωνούν με την οδηγία 89/397/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1989 σχετικά με τον επίσημο έλεγχο τροφίμων (*), και ιδίως το άρθρο 4, και την οδηγία 93/99/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 29ης Οκτωβρίου 1993 σχετικά με τα πρόσθετα μέτρα που αφορούν τον επίσημο έλεγχο των τροφίμων (**).

    (*) ΕΕ αριθ. L 186 της 30. 6. 1989, σ. 23.

    (**) ΕΕ αριθ. L 290 της 24. 11. 1993, σ. 14.»

    4. Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από τα ακόλουθα δύο άρθρα:

    «Άρθρο 5

    Σε περίπτωση προϊόντος που ανήκει σε ομάδα που ορίζεται στο παράρτημα Ι και για το οποίο έχει προβλεφθεί ανώτατο όριο καταλοίπων για ολόκληρη την Κοινότητα από την Επιτροπή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο στ) της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων, το όριο αυτό θα πρέπει να εμφαίνεται στο παράρτημα ΙΙ με αναφορά στην εν λόγω διαδικασία.

    Άρθρο 5α

    1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως κράτος μέλος καταγωγής ορίζεται το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου ένα προϊόν, το οποίο ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, έχει νομίμως παραχθεί και τεθεί σε εμπορία, και ως κράτος μέλος προορισμού νοείται το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου εισάγεται τέτοιο προϊόν και τίθεται σε κυκλοφορία για ενέργειες άλλες πλην της διαμετακόμισης σε άλλο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα.

    2. Τα κράτη μέλη προβλέπουν καθεστώς που διευκολύνει τη θέσπιση των ανωτάτων ορίων καταλοίπων για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, που έχουν εισαχθεί στο έδαφός τους από κράτος μέλος καταγωγής και λαμβάνοντας υπόψη την ορθή γεωργική πρακτική στο κράτος μέλος καταγωγής, σε περιπτώσεις όπου έχουν θεσπιστεί ανώτατα όρια καταλοίπων για τα εν λόγω προϊόντα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 ή του άρθρου 5.

    3. Επιπλέον, σε περιπτώσεις που δεν έχουν θεσπιστεί ανώτατα όρια καταλοίπων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 ή του άρθρου 5 ισχύουν τα εξής:

    1. Όταν ένα προϊόν που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, το οποίο πληροί τα ανώτατα όρια καταλοίπων που εφαρμόζονται από το κράτος μέλος καταγωγής, υπόκειται στο κράτος μέλος προορισμού σε μέτρα που έχουν ως αποτέλεσμα να απαγορεύεται ή να υποβάλλεται σε ειδικούς περιορισμούς η θέση του σε κυκλοφορία επειδή τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων που περιέχει υπερβαίνουν τα ανώτατα όρια καταλοίπων που είναι αποδεκτά στο κράτος μέλος προορισμού, το κράτος μέλος προορισμού ενημερώνει σχετικά το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και την Επιτροπή. Στην ανακοίνωση πρέπει να τεκμηριώνονται οι περιπτώσεις στις οποίες βασίζεται η πληροφορία.

    2. Βάσει της ανακοίνωσης που αναφέρεται το εδάφιο 1, τα δύο ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ξεκινούν αμέσως συζήτηση προκειμένου να εξαλειφθεί, όποτε είναι δυνατόν, το απαγορευτικό ή περιοριστικό αποτέλεσμα των μέτρων που εφαρμόζονται στο κράτος μέλος προορισμού, μέσω μέτρων που συμφωνούνται μεταξύ των κρατών μελών. Εντός τριών μηνών από την ανακοίνωση, γνωστοποιούν στην Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη το αποτέλεσμα των συζητήσεων αυτών, και ιδίως τα συμφωνηθέντα μέτρα, εάν υπάρχουν, συμπεριλαμβανομένου του ανωτάτου ορίου καταλοίπων το οποίο προτίθεται να καθορίσει το κράτος μέλος προορισμού στο πλαίσιο του καθεστώτος που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

    Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στα λοιπά κράτη μέλη τα απαιτούμενα στοιχεία 7 ειδικότερα, το κράτος μέλος παραγωγής αναφέρει τα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένης της τοξικολογικής αξιολόγησης και εκτίμησης οποιασδήποτε ADI (αποδεκτή ημερήσια λήψη), τις ορθές γεωργικές πρακτικές του και τα αντίστοιχα δεδομένα δοκιμών στα οποία βασίστηκε για να καθορίσει το ανώτατο όριο καταλοίπων 7 το κράτος μέλος προορισμού αναφέρει τους λόγους που αιτιολογούν τα μέτρα που εφαρμόζει.

    3. Η Επιτροπή αναφέρει το θέμα στη μόνιμη φυτοϋγειονομική επιτροπή. Μπορεί να καθορισθεί προσωρινό ανώτατο όριο στο παράρτημα ΙΙ για περιορισμένη χρονική περίοδο, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 12. Για τον καθορισμό αυτού του προσωρινού ανωτάτου ορίου, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη της το επίπεδο και την εξέλιξη των τεχνικών και επιστημονικών γνώσεων.

    Επιπλέον, το κράτος μέλος καταγωγής ή/και άλλο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δεσμεύεται, ενδεχομένως, ότι τα αναγκαία δεδομένα δοκιμών θα υποβληθούν εντός χρονικής προθεσμίας που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12 7 η προθεσμία συτή δεν πρέπει να υπερβαίνει τα τέσσερα χρόνια.

    4. Οποιοδήποτε από τα μέτρα που προβλέπονται στις παραγράφους 2 ή 3 πρέπει να λαμβάνεται από κράτος μέλος τηρουμένων των υποχρεώσεων του στα πλαίσια της συνθήκης, και ιδίως των άρθρων 30 έως 36.

    5. Οι διατάξεις της οδηγίας 83/189/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 28ης Μαρτίου 1983 για την καθιέρωση διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών (*) δεν ισχύει για τα μέτρα που εφαρμόζονται και γνωστοποιούνται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

    6. Λεπτομερή μέτρα για την εφαρμογή της διαδικασίας που ορίζεται στο παρόν άρθρο δύνανται να ληφθούν σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 12.

    (*) ΕΕ αριθ. L 109 της 26. 4. 1983, σ. 8 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 94/10/ΕΚ (ΕΕ αριθ. L 100 της 19. 4. 1994, σ. 30).»

    5. Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 7

    1. Τα κράτη μέλη ορίζουν μία αρχή που εξασφαλίζει ότι διεξάγεται ο έλεγχος που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 4 7 η καθορισθείσα αρχή μπορεί να είναι η ίδια με τον ενιαίο φορέα-σύνδεσμο που καθορίζεται στο πλαίσιο του άρθρου 6 της οδηγίας 93/99/ΕΟΚ.

    2. α) Έως τις 30 Ιουνίου κάθε έτους, τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή τις προβλέψεις τους για τα εθνικά προγράμματα ελέγχου του επομένου ημερολογιακού έτους. Στα προγράμματα αυτά πρέπει να προσδιορίζονται τουλάχιστον:

    - τα προϊόντα που πρόκειται να ελεγχθούν και ο αριθμός των επιθεωρήσεων που θα διενεργηθούν,

    - τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων για τα οποία θα γίνεται έλεγχος,

    - τα κριτήρια που ισχύουν για την κατάρτιση των προγραμμάτων αυτών.

    β) Έως τις 30 Σεπτεμβρίου κάθε έτους, η Επιτροπή διαβιβάζει στη μόνιμη φυτοϋγειονομική επιτροπή σχέδιο απόφασης, όπου καθορίζεται συντονισμένο πρόγραμμα ελέγχου. Η απόφαση εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 13. Ο βασικός στόχος του συντονισμένου προγράμματος ελέγχου πρέπει να είναι η μεγιστοποίηση των δειγματοληπτικών ελέγχων για τα σιτηρά που περιλαμβάνονται στις ομάδες που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι, που παράγονται στην Κοινότητα και εισάγονται σ' αυτήν, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι είναι σύμφωνα με τα ανώτατα όρια για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων που έχουν καθορισθεί στο παράρτημα ΙΙ. Αυτό το συντονισμένο πρόγραμμα ελέγχου μπορεί να προσαρμόζεται κατά τη διάρκεια της εφαρμογής του.

    γ) Έως τις 28 Φεβρουαρίου κάθε έτους, τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή εκθέσεις για την εφαρμογή κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου και του συντονισμένου προγράμματος ελέγχου που κοινοποιείται από την Επιτροπή σύμφωνα με το στοιχείο β). Οι εκθέσεις αυτές περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

    - τα ελεγχθέντα προϊόντα και τον αριθμό των επιθεωρήσεων που διεξήχθησαν,

    - τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων για τα οποία διενεργήθηκαν ή πρόκειται να διενεργηθούν αναλύσεις.

    3. Έως τις 31 Αυγούστου κάθε έτους, τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή τα αποτελέσματα των αναλύσεων των δειγματοληπτικών ελέγχων που διενεργήθηκαν κατά το προηγούμενο έτος στο πλαίσιο των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου και του συντονισμένου προγράμματος ελέγχου. Η Επιτροπή παραβάλλει και συνδυάζει τα στοιχεία αυτά και τα ανακοινώνει στα κράτη μέλη, στο πλαίσιο της μόνιμης φυτοϋγειονομικής επιτροπής, μαζί με οποιεσδήποτε συστάσεις για περαιτέρω δράση. Ειδικότερα, οι συστάσεις καλύπτουν:

    - οποιαδήποτε δράση πρέπει να αναληφθεί στην περίπτωση υπέρβασης των ανωτάτων ορίων,

    - το κατά πόσον είναι επιθυμητή η δημοσίευση των αντιπαραβαλλομένων και συνδυαζομένων στοιχείων,

    - ειδικά συμπεράσματα ως προς τις τροποποιήσεις που πρέπει, ενδεχομένως, να γίνουν στα εθνικά προγράμματα ελέγχου.

    4. Σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 12 δύνανται να θεσπισθούν τα εξής:

    α) τροποποιήσεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου, εφόσον οι τροποποιήσεις αυτές αφορούν τις ημερομηνίες κοινοποίησης 7

    β) λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής που είναι αναγκαίοι για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3.

    5. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 1999, η Επιτροπή θα διαβιβάσει στο Συμβούλιο έκθεση για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, συνοδευόμενη, εάν υπάρχει ανάγκη, από προτάσεις.»

    6. Το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 9

    1. Όταν κάποιο κράτος μέλος, κατόπιν νέων στοιχείων ή επαναξιολόγησης των υφιστάμενων στοιχείων, θεωρεί ότι το μέγιστο ανώτατο όριο που καθορίζεται στο παράρτημα ΙΙ θέτει σε κίνδυνο την υγεία των ανθρώπων ή των ζώων και, γι' αυτό το λόγο, απαιτείται να αναληφθεί άμεση δράση, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί προσωρινά να μειώσει το εν λόγω ανώτατο όριο για την επικράτειά του. Στην περίπτωση αυτή, ανακοινώνει αμελλητί στα λοιπά κράτη μέλη και την Επιτροπή τα ληφθέντα μέτρα, συνοδευόμενα από αιτιολογική έκθεση.

    2. Η Επιτροπή εξετάζει σύντομα τους λόγους που παραθέτει το κράτος μέλος το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 1 και συμβουλεύεται τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της μόνιμης φυτοϋγειονομικής επιτροπής, καλουμένης στο εξής "η επιτροπή" 7 διατυπώνει έπειτα τη γνώμη της και λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα. Η Επιτροπή γνωστοποιεί αμέσως στο Συμβούλιο και τα κράτη μέλη οποιαδήποτε μέτρα λαμβάνονται. Οποιοδήποτε κράτος μέλος μπορεί να προσφύγει κατά των μέτρων της Επιτροπής, στο Συμβούλιο, εντός 15 ημερών από την εν λόγω γνωστοποίηση. Το Συμβούλιο δύναται να λάβει, με ειδική πλειοψηφία, διαφορετική απόφαση εντός 15 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία υποβλήθηκε η πρόταση στο Συμβούλιο.

    3. Εάν η Επιτροπή θεωρεί ότι τα ανώτατα όρια που καθορίζονται στον κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 1 πρέπει να τροποποιηθούν για να αντιμετωπισθούν οι δυσκολίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και για να εξασφαλισθεί η προστασία της υγείας του ανθρώπου, κινεί τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 13 με στόχο τη θέσπιση των τροποποιήσεων αυτών. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη τα οποία έλαβαν μέτρα στο πλαίσιο της παραγράφου 1 δύνανται να τα διατηρήσουν μέχρις ότου το Συμβούλιο ή η Επιτροπή αποφασίσουν σύμφωνα με την εν λόγω διαδικασία.»

    7. Το άρθρο 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 10

    Με την επιφύλαξη του άρθρου 9, οι τροποποιήσεις των παραρτημάτων θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 12, λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη των τεχνικών και επιστημονικών γνώσεων.»

    8. Το άρθρο 11 διαγράφεται.

    9. Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 12 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της επί του σχεδίου εντός προθεσμίας που ορίζει ο πρόεδρός της, ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Η γνώμη πρέπει να διατυπώνεται από την πλειοψηφία που ορίζεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης, στην περίπτωση αποφάσεων τις οποίες καλείται να εκδώσει το Συμβούλιο κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής. Οι ψήφοι των εκπροσώπων των κρατών μελών στην επιτροπή πρέπει να σταθμίζονται κατά τον τρόπο που ορίζεται στο εν λόγω άρθρο. Ο πρόεδρος δεν ψηφίζει.

    3. Η Επιτροπή θεσπίζει τα προτεινόμενα μέτρα εάν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής.

    4. Εάν τα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή εάν δεν έχει διατυπωθεί γνώμη, η Επιτροπή υποβάλλει αμέσως στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

    5. Εάν, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της σύγκλησής του, το Συμβούλιο δεν θέσπισε μέτρα, η Επιτροπή θεσπίζει τα προταθέντα μέτρα.»

    10. Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 13 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της επί του σχεδίου εντός προθεσμίας που ορίζει ο πρόεδρός της, ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Η γνώμη πρέπει να διατυπώνεται από την πλειοψηφία που ορίζεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης, στην περίπτωση αποφάσεων τις οποίες καλείται να εκδώσει το Συμβούλιο κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής. Οι ψήφοι των εκπροσώπων των κρατών μελών στην επιτροπή πρέπει να σταθμίζονται κατά τον τρόπο που ορίζεται στο εν λόγω άρθρο. Ο πρόεδρος δεν ψηφίζει.

    3. Η Επιτροπή θεσπίζει τα προτεινόμενα μέτρα εάν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής.

    4. Εάν τα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή εάν δεν έχει διατυπωθεί γνώμη, η Επιτροπή υποβάλλει αμέσως στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

    5. Εάν, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της σύγκλησής του, το Συμβούλιο δεν θέσπισε μέτρα, η Επιτροπή θεσπίζει τα προταθέντα μέτρα.»

    11. Το άρθρο 14 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 14

    Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να εξασφαλίσουν ότι οι τροποποιήσεις του παραρτήματος ΙΙ που προκύπτουν από αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2, στο άρθρο 5, στο άρθρο 5α παράγραφος 3, στο άρθρο 9 παράγραφος 3 και στο άρθρο 10 μπορούν να εφαρμοσθούν στο έδαφός τους εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών το πολύ από τη θέσπισή τους, και σε συντομότερο χρονικό διάστημα, εάν αυτό επιβάλλεται για λόγους προστασίας της υγείας του ανθρώπου.»

    Άρθρο 3

    Η οδηγία 86/363/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1986 που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης, τροποποιείται ως εξής:

    1. Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 1

    1. Η παρούσα οδηγία αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι, εφόσον τα τρόφιμα αυτά ενδέχεται να περιέχουν ορισμένα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων.

    Η οδηγία εφαρμόζεται επίσης για τα ίδια προϊόντα μετά από ξήρανση ή μεταποίηση ή εφόσον συμπεριληφθούν σε σύνθετα τρόφιμα, εάν ενδέχεται να περιέχουν ορισμένα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων.

    2. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας 74/63/ΕΟΚ της 17ης Δεκεμβρίου 1973 περί καθορισμού των ανωτάτων ορίων περιεκτικότητας για τις ανεπιθύμητες ουσίες και προϊόντα στις ζωοτροφές, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 87/519/ΕΟΚ.

    3. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης και για τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και προορίζονται για εξαγωγή σε τρίτες χώρες.

    4. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται για τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, όταν δύναται να αποδειχθεί με τα ενδεδειγμένα στοιχεία ότι προορίζονται για την παρασκευή προϊόντων άλλων εκτός τροφίμων και ζωοτροφών.»

    2. Στο άρθρο 2 παράγραφος 1 οι όροι «τα οποία απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ» διαγράφονται.

    3. Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 4

    1. Τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 δεν περιέχουν, από τη στιγμή που τίθενται σε κυκλοφορία, κατάλοιπα φυτοφαρμάκων σε επίπεδα υψηλότερα από εκείνα που ορίζονται στον κατάλογο που αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙ.

    Ο κατάλογος των εν λόγω καταλοίπων φυτοφαρμάκων και τα ανώτατα όρια αυτών πρέπει να καταρτίζεται στο παράρτημα ΙΙ σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 12, λαμβανομένων υπόψη των εξελίξεων των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων.

    2. Στην περίπτωση αποξηραμένων και μεταποιημένων προϊόντων για τα οποία τα ανώτατα όρια δεν ορίζονται ρητώς στο παράρτημα ΙΙ, το μέγιστο ανώτατο όριο καταλοίπων που ισχύει πρέπει να είναι εκείνο που ορίζεται στο παράρτημα ΙΙ, λαμβανομένης υπόψη της συγκέντρωσης που προκαλείται από τη διαδικασία αποξήρανσης ή της συγκέντρωσης ή αραίωσης που προκαλείται από τη μεταποίηση. Σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 12, ο παράγοντας συγκέντρωσης ή αραίωσης που καλύπτει τη συγκέντρωση ή/και αραίωση που προκαλείται από ορισμένες διαδικασίες αποξήρανσης ή μεταποίησης δύναται να καθορίζεται για ορισμένα αποξηραμένα ή μεταποιημένα προϊόντα.

    3. Στην περίπτωση των σύνθετων τροφίμων που περιέχουν μείγμα συστατικών και για τα οποία δεν έχουν καθορισθεί ανώτατα όρια καταλοίπων, τα ανώτατα όρια καταλοίπων που εφαρμόζονται δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα όρια που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές συγκεντρώσεις των συστατικών στο μείγμα και επίσης τις διατάξεις της παραγράφου 2.

    4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, τουλάχιστον με έλεγχο και δειγματοληπτικό έλεγχο, τη συμμόρφωση με τα ανώτατα όρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Οι αναγκαίες επιθεωρήσεις και τα μέτρα ελέγχου πρέπει να συμφωνούν με την οδηγία 89/397/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1989 σχετικά με τον επίσημο έλεγχο τροφίμων, και ιδίως το άρθρο 4, και την οδηγία 93/99/ΕΟΚ σχετικά με τα πρόσθετα μέτραπου αφορούν τον επίσημο έλεγχο των τροφίμων και τη λοιπή σχετική νομοθεσία που αφορά τον έλεγχο των καταλοίπων σε τρόφιμα ζωικής προέλευσης.»

    4. Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από τα ακόλουθα δύο άρθρα:

    «Άρθρο 5

    Σε περίπτωση προϊόντος που ανήκει σε ομάδα που ορίζεται στο παράρτημα Ι και για το οποίο έχει προβλεφθεί ανώτατο όριο καταλοίπων για ολόκληρη την Κοινότητα από την Επιτροπή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο στ) της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων, το όριο αυτό θα πρέπει να εμφαίνεται στο παράρτημα ΙΙ με αναφορά στην εν λόγω διαδικασία.

    Άρθρο 5α

    1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως κράτος μέλος καταγωγής ορίζεται το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου ένα προϊόν, το οποίο ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, έχει νομίμως παραχθεί και τεθεί σε εμπορία, και ως κράτος μέλος προορισμού νοείται το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου εισάγεται ένα τέτοιο προϊόν και τίθεται σε κυκλοφορία για ενέργειες άλλες εκτός της διαμετακόμισης σε άλλο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα.

    2. Τα κράτη μέλη προβλέπουν καθεστώς που διευκολύνει τη θέσπιση των ανωτάτων ορίων καταλοίπων για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, τα οποία εισάγονται στο έδαφός τους από κράτος μέλος καταγωγής και λαμβάνοντας υπόψη την ορθή γεωργική πρακτική στο κράτος μέλος καταγωγής, σε περιπτώσεις όπου έχουν θεσπιστεί ανώτατα όρια καταλοίπων για τα εν λόγω προϊόντα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 ή του άρθρου 5.

    3. Επιπλέον, σε περιπτώσεις που δεν έχουν θεσπιστεί ανώτατα όρια καταλοίπων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 ή του άρθρου 5 ισχύουν τα εξής:

    1. Όταν ένα προϊόν που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, το οποίο πληροί τα ανώτατα όρια καταλοίπων που εφαρμόζονται από το κράτος μέλος καταγωγής, υπόκειται στο κράτος μέλος προορισμού σε μέτρα που έχουν ως αποτέλεσμα να απαγορεύεται ή να υποβάλλεται σε ειδικούς περιορισμούς η θέση του σε κυκλοφορία επειδή τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων που περιέχει υπερβαίνουν τα ανώτατα όρια καταλοίπων που είναι αποδεκτά στο κράτος μέλος προορισμού, το κράτος μέλος προορισμού ενημερώνει σχετικά το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και την Επιτροπή. Στην ανακοίνωση πρέπει να τεκμηριώνονται οι περιπτώσεις στις οποίες βασίζεται η πληροφορία.

    2. Βάσει της ανακοίνωσης που αναφέρεται το εδάφιο 1, τα δύο ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ξεκινούν αμέσως συζήτηση προκειμένου να εξαλειφθούν, όποτε είναι δυνατόν, το απαγορευτικό ή περιοριστικό αποτέλεσμα των μέτρων που εφαρμόζονται στο κράτος μέλος προορισμού, μέσω μέτρων που συμφωνούνται μεταξύ των κρατών μελών. Εντός τριών μηνών από την ανακοίνωση, γνωστοποιούν στην Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη το αποτέλεσμα των συζητήσεων αυτών, και ιδίως τα συμφωνηθέντα μέτρα εάν υπάρχουν, συμπεριλαμβανομένου του ανωτάτου ορίου καταλοίπων το οποίο προτίθεται να καθορίσει το κράτος μέλος προορισμού στο πλαίσιο του καθεστώτος που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

    Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στα λοιπά κράτη μέλη τα απαιτούμενα στοιχεία 7 ειδικότερα, το κράτος μέλος παραγωγής αναφέρει τα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένης της τοξικολογικής αξιολόγησης και εκτίμησης οποιασδήποτε ADI (αποδεκτή ημερήσια λήψη), τις ορθές γεωργικές πρακτικές του και τα αντίστοιχα δεδομένα δοκιμών στα οποία βασίστηκε για να καθορίσει το ανώτατο όριο καταλοίπων 7 το κράτος μέλος προορισμού αναφέρει τους λόγους που αιτιολογούν τα μέτρα που εφαρμόζει.

    3. Η Επιτροπή αναφέρει το θέμα στη μόνιμη φυτοϋγειονομική επιτροπή. Μπορεί να καθορισθεί προσωρινό ανώτατο όριο στο παράρτημα ΙΙ για περιορισμένη χρονική περίοδο, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 12. Για τον καθορισμό αυτού του προσωρινού ανωτάτου ορίου, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη της την εξέλιξη των τεχνικών και επιστημονικών γνώσεων.

    Επιπλέον, το κράτος μέλος καταγωγής ή/και άλλο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δεσμεύεται, ενδεχομένως, ότι τα αναγκαία δεδομένα δοκιμών θα υποβληθούν εντός χρονικής προθεσμίας που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12 7 η προθεσμία αυτή δεν πρέπει να υπερβαίνει τα τέσσερα χρόνια.

    4. Οποιοδήποτε από τα μέτρα που προβλέπονται στις παραγράφους 2 ή 3 πρέπει να λαμβάνεται από κράτος μέλος τηρουμένων των υποχρεώσεων του στα πλαίσια της συνθήκης, και ιδίως των άρθρων 30 έως 36.

    5. Οι διατάξεις της οδηγίας 83/189/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 28ης Μαρτίου 1983 για την καθιέρωση διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών δεν ισχύει για τα μέτρα που εφαρμόζονται και γνωστοποιούνται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

    6. Λεπτομερή μέτρα για την εφαρμογή της διαδικασίας που ορίζεται στο παρόν άρθρο δύνανται να ληφθούν σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 12.»

    5. Το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 9

    1. Όταν ένα κράτος μέλος, κατόπιν νέων στοιχείων ή επαναξιολόγησης των υφιστάμενων στοιχείων, θεωρεί ότι το ανώτατο όριο που καθορίστηκε στο παράρτημα ΙΙ θέτει σε κίνδυνο την υγεία των ανθρώπων ή των ζώων και γι' αυτό το λόγο απαιτείται να αναληφθεί άμεση δράση, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί προσωρινά να μειώσει το εν λόγω όριο στο έδαφός του. Στην περίπτωση αυτή, ανακοινώνει στα λοιπά κράτη μέλη και την Επιτροπή τα ληφθέντα μέτρα, συνοδευόμενα από αιτιολογική έκθεση.

    2. Η Επιτροπή εξετάζει σύντομα τους λόγους που παραθέτει το κράτος μέλος το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 1 και συμβουλεύεται τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της μόνιμης φυτοϋγειονομικής επιτροπής, καλουμένης στο εξής "η επιτροπή" 7 διατυπώνει έπειτα τη γνώμη της και λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα. Η Επιτροπή γνωστοποιεί αμέσως στο Συμβούλιο και τα κράτη μέλη οποιαδήποτε μέτρα λαμβάνονται. Οποιοδήποτε κράτος μέλος μπορεί να προσφύγει κατά των μέτρων της Επιτροπής, στο Συμβούλιο, εντός 15 ημερών από την εν λόγω γνωστοποίηση. Το Συμβούλιο δύναται να λάβει, με ειδική πλειοψηφία, διαφορετική απόφαση εντός 15 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία υποβλήθηκε η πρόταση στο Συμβούλιο.

    3. Εάν η Επιτροπή θεωρεί ότι τα ανώτατα όρια που καθορίζονται στον κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 1 πρέπει να τροποποιηθούν για να αντιμετωπισθούν οι δυσκολίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και για να εξασφαλισθεί η προστασία της υγείας του ανθρώπου, κινεί τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 13 με στόχο τη θέσπιση των τροποποιήσεων αυτών. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη τα οποία έλαβαν μέτρα στο πλαίσιο της παραγράφου 1 δύνανται να τα διατηρήσουν μέχρις ότου το Συμβούλιο ή η Επιτροπή αποφασίσουν σύμφωνα με την εν λόγω διαδικασία.»

    6. Το άρθρο 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 10

    Με την επιφύλαξη του άρθρου 9, οι τροποποιήσεις των παραρτημάτων θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 12, λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη των τεχνικών και επιστημονικών γνώσεων.»

    7. Το άρθρο 11 διαγράφεται.

    8. Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 12 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της επί του σχεδίου εντός προθεσμίας που ορίζει ο πρόεδρός της, ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Η γνώμη πρέπει να διατυπώνεται από την πλειοψηφία που ορίζεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης, στην περίπτωση αποφάσεων τις οποίες καλείται να εκδώσει το Συμβούλιο κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής. Οι ψήφοι των εκπροσώπων των κρατών μελών στην επιτροπή πρέπει να σταθμίζονται κατά τον τρόπο που ορίζεται στο εν λόγω άρθρο. Ο πρόεδρος δεν ψηφίζει.

    3. Η Επιτροπή θεσπίζει τα προτεινόμενα μέτρα εάν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής.

    4. Εάν τα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή εάν δεν έχει διατυπωθεί γνώμη, η Επιτροπή υποβάλλει αμέσως στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

    5. Εάν εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της σύγκλησής του, το Συμβούλιο δεν θέσπισε μέτρα, η Επιτροπή θεσπίζει τα προταθέντα μέτρα.»

    9. Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 13 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της επί του σχεδίου εντός προθεσμίας που ορίζει ο πρόεδρός της, ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Η γνώμη πρέπει να διατυπώνεται από την πλειοψηφία που ορίζεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης, στην περίπτωση αποφάσεων τις οποίες καλείται να εκδώσει το Συμβούλιο κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής. Οι ψήφοι των εκπροσώπων των κρατών μελών στην επιτροπή πρέπει να σταθμίζονται κατά τον τρόπο που ορίζεται στο εν λόγω άρθρο. Ο πρόεδρος δεν ψηφίζει.

    3. Η Επιτροπή θεσπίζει τα προτεινόμενα μέτρα εάν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής.

    4. Εάν τα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή εάν δεν έχει διατυπωθεί γνώμη, η Επιτροπή υποβάλλει αμέσως στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

    5. Εάν εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της σύγκλησής του, το Συμβούλιο δεν θέσπισε μέτρα, η Επιτροπή θεσπίζει τα προταθέντα μέτρα.»

    10. Το άρθρο 14 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 14

    Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να εξασφαλίσουν ότι οι τροποποιήσεις του παραρτήματος ΙΙ που προκύπτουν από αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2, στο άρθρο 5, στο άρθρο 5α παράγραφος 3, στο άρθρο 9 παράγραφος 3 και στο άρθρο 10 μπορούν να εφαρμοσθούν στο έδαφός τους εντός προθεσμίας τεσσάρων το πολύ μηνών από τη θέσπισή τους, και σε συντομότερο χρονικό διάστημα, εάν αυτό επιβάλλεται για λόγους προστασίας της υγείας του ανθρώπου.»

    Άρθρο 4

    Η οδηγία 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 1990 που αφορά τον καθορισμό των ανώτατων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων επάνω ή μέσα σε προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών, τροποποιείται ως εξής:

    1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα προϊόντα που υπάγονται στις ομάδες που απαριθμούνται στη στήλη 1 του παραρτήματος Ι, παραδείγματα των οποίων αναφέρονται στη στήλη 2, εφόσον τα προϊόντα των ομάδων αυτών ή τμήματα των προϊόντων που περιγράφονται στη στήλη 3, δύνανται να περιέχουν ορισμένα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων.

    Η οδηγία εφαρμόζεται επίσης στα ίδια προϊόντα μετά την ξήρανση ή τη μεταποίησή τους ή αφού χρησιμοποιηθούν στην παρασκευή σύνθετων τροφών, εφόσον δύνανται να περιέχουν ορισμένα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων.»

    2. Στο άρθρο 2, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «α) "κατάλοιπα φυτοφαρμάκων", τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων, καθώς και οι μεταβολίτες και τα προϊόντα που προκύπτουν από την αποσύνθεση ή την αντίδρασή τους, τα οποία βρίσκονται στην επιφάνεια ή τη μάζα (πάνω ή μέσα) των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 7»

    3. Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 3

    1. Τα προϊόντα που υπάγονται στις ομάδες ή, κατά περίπτωση, τμήματα των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1, δεν πρέπει να περιέχουν, από τη στιγμή που τίθενται στην κυκλοφορία, κατάλοιπα φυτοφαρμάκων που υπερβαίνουν τα όρια που καθαρίζονται στον κατάλογο που αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙ.

    Ο κατάλογος των εν λόγω καταλοίπων φυτοφαρμάκων και τα ανώτατα όρια αυτών πρέπει να ορίζεται στο παράρτημα ΙΙ σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 9, έχοντας υπόψη την εξέλιξη των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων. Δεν πρέπει να περιλαμβάνεται στον κατάλογο ανώτατο όριο φυτοφαρμάκου το οποίο έχει καθοριστεί ήδη στην οδηγία 76/895/ΕΟΚ.

    2. Στην περίπτωση των αποξηραμένων και μεταποιημένων προϊόντων για τα οποία δεν έχουν σαφώς καθοριστεί ανώτατα όρια στο παράρτημα ΙΙ, το ανώτατο όριο που θα ισχύει πρέπει να καθορίζεται στο παράρτημα ΙΙ, λαμβανομένης υπόψη της συγκέντρωσης που οφείλεται στη διαδικασία της αποξήρανσης ή της διάλυσης που οφείλεται στη μεταποίηση. Σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 9, ο παράγοντας συγκέντρωσης ή αραίωσης που καλύπτει τη συγκέντρωση ή/και αραίωση που οφείλεται σε ορισμένες διεργασίες αποξήρανσης ή μεταποίησης δύναται να καθοριστεί σε ό,τι αφορά ορισμένα αποξηραμένα ή μεταποιημένα προϊόντα.

    3. Στην περίπτωση των σύνθετων τροφίμων που περιέχουν μείγμα συστατικών και για τα οποία δεν έχουν καθοριστεί ανώτατα όρια καταλοίπων, τα ανώτατα όρια που εφαρμόζονται δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα όρια που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών συγκεντρώσεων των συστατικών στο μείγμα, καθώς επίσης και των διατάξεων της παραγράφου 2.

    4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, τουλάχιστον με δειγματοληπτικό έλεγχο, την τήρηση των ανωτάτων ορίων που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Οι αναγκαίες επιθεωρήσεις και έλεγχοι πρέπει να διενεργούνται σύμφωνα με την οδηγία 89/397/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1989 σχετικά με τον επίσημο έλεγχο τροφίμων, και ιδίως το άρθρο 4 και σύμφωνα με την οδηγία 93/99/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 29ης Οκτωβρίου 1993 σχετικά με τα πρόσθετα μέτρα που αφορούν τον επίσημο έλεγχο των τροφίμων.»

    4. Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 4

    1. Τα κράτη μέλη ορίζουν αρχή που εξασφαλίζει ότι διενεργείται ο έλεγχος που ορίζεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 3 7 η αρχή αυτή μπορεί να είναι η ίδια με τον ενιαίο φορέα-σύνδεσμο που προβλέπεται στο άρθρο 6 της οδηγίας 93/99/ΕΟΚ.

    2. α) Κάθε χρόνο, έως τις 30 Ιουνίου, τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή τα προβλεπόμενα προγράμματα παρακολούθησης για το επόμενο ημερολογιακό έτος. Οι προβλέψεις αυτές θα προσδιορίζουν τουλάχιστον:

    - τα προϊόντα που πρόκειται να ελεγχθούν και τον αριθμό των επιθεωρήσεων που θα διενεργηθούν,

    - τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων που θα αφορά ο έλεγχος,

    - τα κριτήρια που εφαρμόσθηκαν στην κατάρτιση των προγραμμάτων αυτών.

    β) Κάθε χρόνο, έως τις 30 Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή διαβιβάζει στη μόνιμη φυτοϋγειονομική επιτροπή σχέδιο απόφασης που θεσπίζει συντονισμένο πρόγραμμα ελέγχων. Η απόφαση εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 10. Ο βασικός στόχος του συντονισμένου προγράμματος ελέγχων θα είναι η μεγιστοποίηση των δειγματοληπτικών ελέγχων των προϊόντων φυτικής προέλευσης που περιλαμβάνονται στις ομάδες που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι, έχουν παραχθεί στην Κοινότητα και έχουν εισαχθεί, για να εξασφαλισθεί ότι συμφωνούν με τα ανώτατα όρια καταλοίπων φυτοφαρμάκων που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ. Το συντονισμένο αυτό πρόγραμμα ελέγχων δύναται να τροποποιηθεί κατά την εκτέλεσή του, εάν κριθεί αναγκαίο.

    γ) Κάθε χρόνο, έως τις 28 Φεβρουαρίου, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή εκθέσεις για την εφαρμογή, κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος, των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου που κοινοποιείται στην επιτροπή σύμφωνα με το στοιχείο β). Οι εκθέσεις αυτές περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

    - τα ελεγχθέντα προϊόντα και τον αριθμό ελέγχων που διενεργήθηκαν,

    - τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων για τα οποία διενεργήθηκαν ή πρόκειται να διενεργηθούν αναλύσεις.

    3. Κάθε χρόνο, έως τις 31 Αυγούστου, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή τα αποτελέσματα των αναλύσεων των δειγμάτων που ελήφθησαν τον προηγούμενο χρόνο στο πλαίσιο των εθνικών προγραμμάτων ελέγχων και του συντονισμένου προγράμματος ελέγχων. Η Επιτροπή παραβάλλει και συνδυάζει τα στοιχεία αυτά και τα ανακοινώνει στα κράτη μέλη στο πλαίσιο της μόνιμης φυτοϋγειονομικής επιτροπής μαζί με ενδεδειγμένες συστάσεις για μελλοντική δράση, εάν χρειαστεί.

    4. Σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 9, δύνανται να θεσπισθούν τα ακόλουθα:

    α) τροποποιήσεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου, εφόσον οι τροποποιήσεις αφορούν τις ημερομηνίες γνωστοποίησης 7

    β) λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής που είναι αναγκαίοι για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου.

    5. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 1999, το αργότερο, η Επιτροπή διαβιβάζει στο Συμβούλιο έκθεση επί της εφαρμογής του παρόντος άρθρου, συνοδευόμενη, εάν χρειαστεί, από οποιεσδήποτε αναγκαίες προτάσεις.»

    5. Μετά το άρθρο 5 παρεμβάλλονται τα ακόλουθα νέα άρθρα:

    «Άρθρο 5α

    Σε περίπτωση προϊόντος που υπάγεται σε ομάδα που αναφέρεται στο παράρτημα Ι και για το οποίο έχει καθοριστεί από την Επιτροπή, για ολόκληρη την Κοινότητα, προσωρινό ανώτατο όριο καταλοίπου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο στ) της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων, το όριο αυτό πρέπει να εμφαίνεται στο παράρτημα ΙΙ με αναφορά στην εν λόγω διαδικασία.

    Άρθρο 5β

    1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως κράτος μέλος καταγωγής ορίζεται το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου ένα προϊόν το οποίο ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο έχει νομίμως παραχθεί και τεθεί σε εμπορία, και ως κράτος μέλος προορισμού ορίζεται το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου εισάγεται τέτοιο προϊόν και τίθεται σε κυκλοφορία για ενέργειες άλλες πλην της διαμετακόμισης σε άλλο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα.

    2. Τα κράτη μέλη προβλέπουν καθεστώς διευκόλυνσης της θέσπισης μέγιστων ορίων καταλοίπων για προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, που έχουν εισαχθεί στο έδαφός του από κράτος μέλος καταγωγής και λαμβανομένης υπόψη της ορθής γεωργικής πρακτικής στο κράτος μέλος καταγωγής, σε περιπτώσεις που δεν έχουν καθοριστεί ανώτατα όρια καταλοίπων για τα εν λόγω προϊόντα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 παράγραφος 1 ή του άρθρου 5α.

    3. Επιπλέον, σε περιπτώσεις που δεν έχουν καθοριστεί ανώτατα όρια καταλοίπων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 παράγραφος 1 ή του άρθρου 5α, ισχύουν τα εξής:

    1. Όταν ένα προϊόν που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, το οποίο πληροί τα ανώτατα όρια καταλοίπων που εφαρμόζονται από το κράτος μέλος καταγωγής, υπόκειται στο κράτος μέλος προορισμού σε μέτρα που έχουν ως αποτέλεσμα να απαγορεύεται ή να υποβάλλεται σε ειδικούς περιορισμούς η θέση του σε κυκλοφορία επειδή τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων που περιέχει υπερβαίνουν τα ανώτατα όρια καταλοίπων που είναι αποδεκτά στο κράτος μέλος προορισμού, το κράτος μέλος προορισμού ενημερώνει σχετικά το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και την Επιτροπή. Στην ανακοίνωση πρέπει να τεκμηριώνονται οι περιπτώσεις στις οποίες βασίζεται η πληροφορία.

    2. Βάσει της ανακοίνωσης που αναφέρεται στο σημείο 1, τα δύο ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ξεκινούν αμέσως συζήτηση προκειμένου να εξαλειφθεί, όποτε είναι δυνατόν, το απαγορευτικό ή περιοριστικό αποτέλεσμα των μέτρων που εφαρμόζονται στο κράτος μέλος προορισμού, μέσω μέτρων που συμφωνούνται μεταξύ των κρατών μελών. Εντός τριών μηνών από την ανακοίνωση, γνωστοποιούν στην Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη το αποτέλεσμα των συζητήσεων αυτών, και ιδίως τα συμφωνηθέντα μέτρα, εάν υπάρχουν, συμπεριλαμβανομένου του ανωτάτου ορίου καταλοίπων το οποίο προτίθεται να καθορίσει το κράτος μέλος προορισμού στο πλαίσιο του καθεστώτος που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

    Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στα λοιπά κράτη μέλη τα απαιτούμενα στοιχεία 7 ειδικότερα, το κράτος μέλος παραγωγής αναφέρει τα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένης της τοξικολογικής αξιολόγησης και εκτίμησης οποιασδήποτε ADI (αποδεκτή ημερήσια λήψη), τις ορθές γεωργικές πρακτικές του και τα αντίστοιχα δεδομένα δοκιμών στα οποία βασίστηκε για να καθορίσει το ανώτατο όριο καταλοίπων 7 το κράτος μέλος προορισμού αναφέρει τους λόγους που αιτιολογούν τα μέτρα που εφαρμόζει.

    3. Η Επιτροπή αναφέρει το θέμα στη μόνιμη φυτοϋγειονομική επιτροπή. Μπορεί να καθορισθεί προσωρινό ανώτατο όριο στο παράρτημα ΙΙ για περιορισμένη χρονική περίοδο σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 9. Για τον καθορισμό αυτού του προσωρινού ανωτάτου ορίου, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη της το επίπεδο και την εξέλιξη των τεχνικών και επιστημονικών γνώσεων.

    Επιπλέον, το κράτος μέλος καταγωγής ή/και άλλο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δεσμεύεται, ενδεχομένως, ότι τα αναγκαία δεδομένα δοκιμών θα υποβληθούν εντός χρονικής προθεσμίας που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 9 7 η προθεσμία αυτή δεν πρέπει να υπερβαίνει τα τέσσερα χρόνια.

    4. Οποιοδήποτε από τα μέτρα που προβλέπονται στις παραγράφους 2 ή 3 πρέπει να λαμβάνεται από κράτος μέλος τηρουμένων των υποχρεώσεων του στα πλαίσια της συνθήκης, και ιδίως των άρθρων 30 έως 36.

    5. Οι διατάξεις τη οδηγίας 83/189/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 28ης Μαρτίου 1983 για την καθιέρωση διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών δεν ισχύει για τα μέτρα που εφαρμόζονται και γνωστοποιούνται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

    6. Λεπτομερή μέτρα για την εφαρμογή της διαδικασίας που ορίζεται στο παρόν άρθρο δύνανται να ληφθούν σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 9.»

    6. Το κείμενο του άρθρου 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 7

    Οι τροποποιήσεις των παραρτημάτων Ι και ΙΙ που είναι αποτέλεσμα της εξέλιξης των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 9.»

    7. Μετά το άρθρο 10 παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 10

    Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που χρειάζονται για να εξασφαλίσουν ότι οι τροποποιήσεις του παραρτήματος ΙΙ που προκύπτουν από αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2, στα άρθρα 5α, 5β, 7 και στο άρθρο 8 παράγραφος 3 μπορούν να εφαρμοσθούν στο έδαφός τους εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών το πολύ από τη θέσπισή τους, και σε συντομότερο χρονικό διάστημα, εάν αυτό επιβάλλεται για λόγους προστασίας της υγείας του ανθρώπου.»

    Άρθρο 5

    Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1996.

    Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τέτοια μέτρα πρέπει να περιλαμβάνεται παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή πρέπει να συνοδεύονται από τέτοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομέρειες της παραπομπής αυτής καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

    Άρθρο 6

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    (1) ΕΕ αριθ. L 221 της 7. 8. 1986, σ. 37 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 94/29/ΕΚ (ΕΕ αριθ. L 189 της 23. 7. 1994, σ. 67).

    (2) ΕΕ αριθ. L 221 της 7. 8. 1986, σ. 43 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 94/29/ΕΚ (ΕΕ αριθ. L 189 της 23. 7. 1994, σ. 67).

    (3) ΕΕ αριθ. L 350 της 14. 12. 1990, σ. 71 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 94/30/ΕΚ (ΕΕ αριθ. L 189 της 23. 7. 1994, σ. 70).

    (4) ΕΕ αριθ. L 230 της 19. 8. 1991, σ. 1 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 94/79/ΕΚ (ΕΕ αριθ. L 354 της 31. 12. 1994, σ. 16).

    (1) ΕΕ αριθ. L 340 της 9. 12. 1976, σ. 26, οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 93/58/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 211 της 23. 8. 1993, σ. 6).

    Top