Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 51995IE0320

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για τη "Χωροταξία και διαπεριφερειακή συνεργασία στη Μεσόγειο"

ΕΕ C 133 της 31.5.1995, p. 32–41 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)

51995IE0320

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για τη "Χωροταξία και διαπεριφερειακή συνεργασία στη Μεσόγειο"

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 133 της 31/05/1995 σ. 0032


Γνωμοδότηση για την χωροταξία και διαπεριφερειακή συνεργασία στη Μεσόγειο

(95/C 133/10)

Στις 20 Δεκεμβρίου 1994, και σύμφωνα με το άρθρο 23, παράγραφος 3 του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας για τη χωροταξία και διαπεριφερειακή συνεργασία στη Μεσόγειο.

Το τμήμα περιφερειακής ανάπτυξης, χωροταξίας και πολεοδομίας στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των εργασιών της ΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του που υιοθετήθηκε ομόφωνα στις 10 Μαρτίου 1995 (εισηγητής : ο κ. Vasco Cal, ο οποίος αντικατέστησε τον κ. Amato).

Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, στη διάρκεια της 324ης συνόδου ολομέλειας της 29ης και 30ής Μαρτίου 1995 (συνεδρίαση της 30ής Μαρτίου 1995), υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση κατά πλειοψηφία και με 2 αποχές.

ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Η χωροταξία και διαπεριφερειακή συνεργασία στη Μεσόγειο αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας γνωμοδότησης πρωτοβουλίας η οποία διαρθρώνεται ως ακολούθως :

1. Εισαγωγή

2. Η Μεσόγειος μεταξύ ολικής ανάπτυξης και περιθωριοποίησης

3. Μεταβολή του ευρωπαϊκού προτύπου ανάπτυξης : απαραίτητη προϋπόθεση για μια νέα οργάνωση του μεσογειακού χώρου

4. Οι στρατηγικοί άξονες μιας νέας οργάνωσης του μεσογειακού χώρου

5. Οι πολιτικές χωροταξίας στη Μεσόγειο

6. Διευρωπαϊκά και διαμεσογειακά δίκτυα

7. Η διαπεριφερειακή συνεργασία

8. Η συμμετοχή των οικονομικών και κοινωνικών δυνάμεων

9. Συμπεράσματα

1. Εισαγωγή

1.1. Η απαιτούμενη ανταγωνιστικότητα μιας οικονομίας η οποία βασίζεται σ` ένα νέο πρότυπο μόνιμης ανάπτυξης έχει φανερές επιπτώσεις στο χώρο, όπως προκύπτει από την σφαιρική στρατηγική του Λευκού Βιβλίου η οποία περιλαμβάνει ένα μεγάλο τμήμα χωροταξικών διατάξεων, προκειμένου ο ευρωπαϊκός χώρος να καταστεί πιο ανταγωνιστικός, βιώσιμος στην προοπτική μόνιμης ανάπτυξης και αλληλέγγυος προς μια μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική συνοχή.

1.2. Η ανάγκη για χωροταξικές παρεμβάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο υπογραμμίσθηκε από διάφορα όργανα και ειδικότερα από την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή () και αναγνωρίζεται πλέον γενικότερα. Η χωροταξία επιτρέπει όντως να συμφωνήσουν περισσότεροι εταίροι σε επίπεδο κρατών και περιφερειών επί ενός συνεκτικού σφαιρικού πλαισίου, γεγονός που διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ τους και επιτρέπει την επίλυση ορισμένων προβλημάτων τα οποία θα παρέμεναν άλυτα αν εξετάζοντο μεμονωμένως.

1.3. Η πολιτική ώθηση που είναι αναγκαία για την συγκεκριμενοποίηση αυτής της ανάγκης δόθηκε επανειλημμένα στη διάρκεια των διαφορετικών υπουργικών συναντήσεων και Συμβουλίων που πραγματοποιήθηκαν μετά την υιοθέτηση του πρώτου εγγράφου « Ευρώπη 2000 » το 1991.

Έτσι, οι υπουργοί που συνεδρίασαν στην Λισσαβώνα τον Μάιο του 1992 και στη συνέχεια στη Λιέγη το Νοέμβριο του 1993 - 1o άτυπο Συμβούλιο -, και στην Κέρκυρα τον Ιούνιο του 1994, δραστηριοποιήθηκαν προς την κατεύθυνση αυτή για να εξετάσουν τελικά στη Λειψία τον περασμένο Σεπτέμβριο, το νέο έγγραφο « Ευρώπη 2000+ » όπως επίσης τους πολιτικούς προσανατολισμούς σχετικά με το διάγραμμα οργάνωσης του κοινοτικού χώρου, έγγραφο που κατατέθηκε από την επιτροπή χωρικής ανάπτυξης που δημιουργήθηκε ύστερα από την υιοθέτηση του πρώτου εγγράφου « Ευρώπη 2000 ».

1.4. Διάφορες μελέτες που αναλήφθηκαν μετά τη δημοσίευση της « Ευρώπη 2000 », και των οποίων η ανάλυση περιέχεται στην έκθεση που επισυνάπτεται στη γνωμοδότηση αυτή (), υπογράμμισαν την εμφάνιση νέων αποκλίσεων εδαφικής ανάπτυξης που μπορούν να οδηγήσουν σε επιδείνωση των ανισοτήτων μεταξύ των περιφερειών της ΕΕ όπως και στο εσωτερικό τους. Χρειάζονται επίσης υπερεθνικά μέτρα για να διευκολυνθεί όπου είνια δυνατόν, η εδαφική ισορροπία της ΕΕ ενώ παράλληλα η εσωτερική και εξωτερική διαμεθοριακή συνεργασία καλείται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο.

Πέρα απ`αυτές τις υπερεθνικές δράσεις θα πρέπει να αντιμετωπισθεί υπερεθνική και διαπεριφερειακή συνεργασία με τις γειτονικές χώρες της Ένωσης προκειμένου να διευκολυνθεί η συνεκτική ανάπτυξη του συνόλου του ευρωπαϊκού χώρου.

1.5. Η παρούσα γνωμοδότηση θα επικεντρωθεί στα ζητήματα της χωροταξίας και της διαπεριφερειακής συνεργασίας στη μεσογειακή ζώνη. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έχει ασχοληθεί επανειλημμένα με την κατάσταση της Μεσογείου () και προτίθεται να προσφέρει μια νέα συμβολή για την ολοκληρωμένη ανάπτυξη των περιφερειών της μεσογειακής ζώνης, μέσα σε μια προοπτική μεγαλύτερης οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, που ευθυγραμμίζεται με τη στρατηγική που θεσπίζεται από το Λευκό Βιβλίο.

2. Η Μεσόγειος μεταξύ ολικής ανάπτυξης και περιθωριοποίησης

2.1. Οι επιπτώσεις της διαδικασίας ολικής ανάπτυξης της οικονομίας στη μεσογειακή περιφέρεια αποτέλεσαν αντικείμενο μελέτης εκ μέρους προηγούμενων γνωμοδοτήσεων της ΟΚΕ. Κατά ένα μεγάλο μέρος η ολική ανάπτυξη που παρατηρείται αφορά τις πιο προωθημένες από τεχνολογικής άποψης επιχειρήσεις, τομείς και περιφέρειες και θέτει προοδευτικά στο περιθώριο τις λιγότερο αναπτυγμένες επιχειρήσεις, τομείς και περιφέρειες.

Ο μεσογειακός χώρος είναι ασταθής και εξελίσσεται ταχέως. Υφίσταται, αφενός, τις συνέπειες μιας αυξανόμενης πόλωσης της ανάπτυξης προς το κέντρο της Ευρώπης. Αφετέρου, παρουσιάζει σημαντικές διαφορές ως προς την ανάπτυξη και τον πλούτο, γεγονός που επιτείνει τον ασυνεχή του χαρακτήρα.

2.2. Οι διαπεριφερειακές μελέτες που έγιναν από την Επιτροπή στα πλαίσια της Ευρώπης 2000, επιβεβαιώνουν αυτή την τάση για περιθωριοποίηση της μεσογειακής περιοχής.

Η απόκλιση μεταξύ των μεσογειακών περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του λεγόμενου « Κέντρου των πρωτευουσών » () ήταν ήδη σημαντική. Η απόκλιση είναι ακόμη πιο σημαντική έναντι των αλπικών περιφερειών () των οποίων το κατά κεφαλή ΑΕΠ σε σχέση με τον κοινοτικό μέσο όρο υπερβαίνει πλέον τον αντίστοιχο της περιοχής των πρωτευουσών.

Σε ό,τι αφορά τη Μεσόγειο δεν πρόκειται μόνο για απόκλιση που καταμετράται με μακροοικονομικούς δείκτες (κατά κεφαλήν ΑΕΠ, ποσοστό ανεργίας, κλπ.), αλλά με την οποία τονίζεται ένα σύνολο διαρθρωτικών παραγόντων που έχουν θεμελιώδη σημασία στην χωροταξική διάρθρωση. Δηλ. :

- διαρθρωτική ανεργία, που είναι κατ`εξοχήν ανεργία νέων στην οποία προστίθεται η ανεργία που προκύπτει από τη σημερινή κρίση 7

- σημαντική υποβιομηχανοποίηση και υποτονικές υπηρεσίες στη βιομηχανία 7

- ανάπτυξη του άτυπου τομέα 7

- αρχή κρίσης και απώλεια ανταγωνιστικότητας του τουριστικού τομέα 7

- ανεπάρκεια των δικτύων υποδομής 7

- ανώμαλη εξειδίκευση των μεταφορών με επικέντρωση στις οδικές μεταφορές και συμφόρηση των συστημάτων επικοινωνίας 7

- εύθραυστες γεωργικές διαρθρώσεις, που υφίστανται δυσμενή μεταχείριση από την ΚΓΠ, επιβιώνουν με ενισχύσεις και συνεχώς χάνουν ανταγωνιστικότητα 7

- οικολογικές κρίσεις μεγάλων διαστάσεων : διάβρωση του εδάφους, θαλάσσια και ατμοσφαιρική ρύπανση, αστική ρύπανση, εγκατάλειψη ορεινών περιοχών και εσωτερικών ζωνών, κερδοσκοπική αστικοποίηση των παράλιων περιοχών που χαρακτηρίζεται τόσο από την απώλεια βιομηχανιών όσο και από τον μαζικό τουρισμό, εμφάνιση σοβαρού προβλήματος πόσιμου ύδατος 7

- κρίση των συστημάτων κοινωνικής προνοίας και δημόσιας παρέμβασης (σημαντική στην Νότια Ιταλία, την Ελλάδα, την Ανδαλουσία, την Λιγουρία, την Προβηγκία-Άλπεις-Κυανή Ακτή) 7

- χαμηλή αποτελεσματικότητα των Δημόσιων Διοικήσεων και ουσιαστική έλλειψη δυνατοτήτων τοπικού σχεδιασμού (με ορισμένες μόνο εξαιρέσεις).

2.3. Η διεύρυνση των ανισοτήτων της ανάπτυξης στο εσωτερικό της Κοινότητας δημιουργεί τον κίνδυνο συνολικής απώλειας της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ προς το εξωτερικό : τα δύο φαινόμενα όχι μόνο αλληλοσυνδέονται όσον αφορά το παρελθόν, αλλά για το σύνολο της ΕΕ τίθεται εκ νέου το πρόβλημα (που είναι κλασσικό για την Ιταλία) της εσωτερικής καθυστέρησης ως εξωτερικού αρνητικού περιορισμού. Η οικονομική και κοινωνική συνοχή δεν αποτελεί μόνο θέμα αλληλεγγύης, αλλά και σημαντικό παράγοντα για τη σφαιρική ανταγωνιστικότητα του ευρωπαϊκού χώρου.

2.4. Στα πλαίσια αυτής της διαδικασίας πόλωσης προς το κέντρο παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές στο επίπεδο των αξόνων ανάπτυξης : το κέντρο μεταβάλλεται. Δεν είναι πλέον η Λοθαριγγία της μεγάλης βιομηχανίας 7 σ`αυτή την ευρεία κεντρική περιοχή δημιουργήθηκαν πλέον κενά : η κατάργηση της βαριάς βιομηχανίας περιθωριοποίησε ολόκληρες περιοχές, επιτρέποντας την εμφάνιση νέων αξόνων ανάπτυξης. Όμως « το κέντρο » δεν είναι ούτε και η « γαλάζια μπανάνα », ο άξονας (Λονδίνο-Βρυξέλλες-Φρανκφούρτη-Μιλάνο) που είχε εμφανιστεί στη δεκαετία του `80 και ο οποίος αποσυντέθηκε με την εμφάνιση του « κέντρου των πρωτευουσών ». Η αλπική περιφέρεια αποστασιοποιείται, προκαλώντας την προσέγγιση του Κέντρου προς τη Μεσόγειο, με αποτέλεσμα την αναπροσαρμογή των πιο κοντινών περιφερειών και την ανάπτυξη μιας εμπορικής και οικονομικής δυναμικής στο σύνολο της Μεσογείου.

2.5. Σε ό,τι αφορά τη μεσογειακή περιοχή που δεν ανήκει στην Κοινότητα, και, ειδικότερα, τις χώρες της Νοτίου και Δυτικής Μεσογείου (ΧΝΔΜ) (), η σχέση με την Ευρώπη όσον αφορά την πόλωση/περιθωριοποίηση εμφανίζεται με δύο όψεις.

Από τη μία πλευρά αυξάνονται οι ανισότητες λόγω της αποστράγγισης των πόρων που διενεργείται από την Ευρώπη μέσω της ασυμμετρίας των εμπορικών συναλλαγών, της δυσμενούς εξέλιξης των εμπορικών όρων και των χρηματοπιστωτικών ροών (λόγω του βάρους της εξυπηρετήσεως του χρέους).

Από την άλλη πλευρά, η εξάρτηση των ΧΝΔΜ αντικατοπτρίζει επίσης την ευρωπαϊκή πόλωση. Πράγματι, οι χώρες αυτές τείνουν να συναλλάσσονται περισσότερο με τις περιοχές της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης παρά με τις Νότιες, πράγμα που επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές επενδύσεις που πραγματοποιούνται στις ΧΝΔΜ έχουν κατά πλειονότητα την ίδια προέλευση. Πράγματι, οι εμπορικές ροές ακολουθούν τή δυναμική των επενδύσεων.

2.6. Τα αναπτυξιακά σενάρια που σκιαγραφούνται στις διαπεριφερειακές μελέτες δείχνουν ότι είναι απαραίτητο να αντιστραφούν ριζικώς οι σημερινές οικονομικές και κοινωνικές τάσεις. Η συνέχισή τους θα οδηγούσε αναπόφευκτα στην περιθωριοποίηση του λατινικού τόξου, στον κατακερματισμό και την περιθωριοποίηση της Νότιας Ιταλίας και της Ελλάδας, στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική ύφεση των νότιων και ανατολικών περιοχών της Μεσογείου που θα ερχόταν να προστεθεί στην ύφεση που επικρατεί σήμερα στη Βαλκανική Μεσόγειο.

Η μεσογειακή πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να διαδραματίσει ένα πολύ θετικό ρόλο στις σχέσεις μεταξύ των ΧΝΔΜ και των περιφερειών της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης συμβάλλοντας κατ`αυτό τον τρόπο στην εξουδετέρωση των αποτελεσμάτων της περιθωριοποίησης της Μεσογείου στο σύνολό της.

3. Μεταβολή του ευρωπαϊκού προτύπου ανάπτυξης : απαραίτητη προϋπόθεση για μία νέα οργάνωση του μεσογειακού χώρου

3.1. Από τα όσα αναφέρθηκαν έως τώρα, είναι προφανές ότι η περιθωριοποίηση της Μεσογείου ως ζώνης εγκατάστασης βιομηχανιών και ανάπτυξης της απασχόλησης στον τομέα των εμπορικών υπηρεσιών (πέρα από τον τουρισμό) συνδέεται στενά με το οικονομικό πρότυπο ανάπτυξης που έχει εδραιωθεί στην Ευρώπη και προπαντός με τον τρόπο κατά τον οποίο το πρότυπο αυτό έχει ενσωματωθεί στις πιο αρνητικές τάσεις της διαδικασίας συνολικής ανάπτυξης της οικονομίας. Ως παράδειγμα μπορεί να αναφερθεί πως οι επιπλέον δαπάνες των πυκνοκατοικημένων περιοχών βαρύνουν την ανταγωνιστικότητα πολλών από τις πιο ανεπτυγμένες περιφέρειες της Ευρώπης ή πως οι ελλείψεις σε έργα υποδομής επηρεάζουν τις διαφορές περιφερειακής ανάπτυξης καθώς και τη συνεπόμενη αποστράγγιση πόρων από τις πιο αδύναμες προς τις πιο πλούσιες περιοχές.

Είναι πλέον γενικώς παραδεκτό ότι η χωροταξία από κοινού με τις κατάλληλες περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές πολιτικές μπορεί να συμβάλλει στην αντιμετώπιση των σημερινών εδαφικών δυσλειτουργιών που βαρύνουν την ευρωπαϊκή οικονομία, αλλά δεν επαρκεί για την επίλυση των προβλημάτων.

3.2. Ότι είναι ανάγκη να αλλάξει το ευρωπαϊκό πρότυπο ανάπτυξης, αναγνωρίζεται και από το Λευκό Βιβλίο. Πρέπει όμως η αλλαγή αυτή να επιτευχθεί σε σχέση με τους στόχους της ανταγωνιστικότητας και της απασχόλησης, και κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να λαμβάνεται υπόψη η αρμονική ανάπτυξη των περιφερειών και να αντιμετωπίζεται η περιθωριοποίηση τις ζημίες της οποίας πληρώνουν σήμερα οι μεσογειακές περιφέρειες. Πρέπει, παράλληλα, να ενισχυθεί η μετάβαση προς μία πολυκεντρική ανάπτυξη εντός της οποίας η Μεσόγειος θα ενεργεί ως περιοχή αποκατάστασης της ισορροπίας και περιφερειακής συνεργασίας.

3.3. Οι περιφέρειες της Μεσογείου, ενώ έχουν κοινή ιστορία και πεπρωμένο, παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές από οικονομική, κοινωνική και οικολογική άποψη. Από καιρό η ΟΚΕ προτείνει τη δημιουργία μιας ευρωμεσογειακής στρατηγικής περιοχής (που θα περιλαμβάνει και τις χώρες της Ανατολής). Η πρόσφατη ανακοίνωση της Επιτροπής με θέμα την « Ενίσχυση της μεσογειακής πολιτικής της ΕΕ και δημιουργία μιας ευρωμεσογειακής εταιρικής σχέσης () », κάνει επιτέλους δεκτή την πρόταση της ΟΚΕ η οποία θέτει στόχο τη δημιουργία - μέσω της ευρωμεσογειακής εταιρικής σχέσης - μιας « ευρωμεσογειακής ζώνης πολιτικής σταθερότητας και ασφάλειας » καθώς και ενός « ευρωμεσογειακού οικονομικού χώρου ».

Τελικός στόχος της διαδικασίας αυτής θα είναι αναμφισβήτητα η διασύνδεση της ΕΕ με τις τρίτες χώρες της Μεσογείου.

3.3.1. Οι τρεις παγκόσμιες στρατηγικές περιοχές : της Αμερικής, της Ευρώπης και της Ασίας αναπτύσσουν σήμερα προνομιούχες σχέσεις με τους πιο κοντινούς τους γείτονες.

Κατά την τελευταία δεκαετία η διαδικασία αυτή προχώρησε με ριζικά νέες μορφές σε σύγκριση με την προηγούμενη εικοσαετία. Αυξήθηκαν λιγότερο οι συναλλαγές εμπορευμάτων μεταξύ ΕΕ, Ιαπωνίας και ΗΠΑ, σε σύγκριση με την αύξηση που σημείωσαν οι συναλλαγές των ΗΠΑ με τον Καναδά και το Μεξικό (σημερινή Nafta) και της Ιαπωνίας με τις λοιπές χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας. Κατ`απόλυτο αριθμό, οι συναλλαγές της ΕΕ αυξήθηκαν σε μικρότερο βαθμό από ό,τι οι συναλλαγές των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας. Πράγματι, η ΕΕ δεν μπόρεσε να ενδυναμώσει, όπως οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία, τις οικονομικές της σχέσεις με τις γειτονικές της χώρες της Μεσογείου και της Ανατολικής Ευρώπης.

3.4. Σύμφωνα με τις αναλύσεις του Λευκού Βιβλίου παρατηρούνται βαθιές αλλαγές στον τομέα της τεχνολογίας και της οργάνωσης της εργασίας καθώς και στην εμφάνιση νέων τομέων, υπηρεσιών και παραγωγών. Συνεπώς, η ανάπτυξη της μεσογειακής περιοχής πρέπει να λάβει υπόψη αυτές τις αλλαγές για να τοποθετηθεί καλύτερα στη συνολική οικονομία και να μην ακολουθήσει το δρόμο των υπερβολικά προωθημένων παραδοσιακών μορφών βιομηχανικών επενδύσεων των οποίων τα όρια είναι σήμερα προφανή.

3.5. Εκ παραλλήλου, η ΕΚ πρέπει να καταστεί η κινητήριος δύναμη πολιτικών που θα επιτρέψουν στις ΧΝΔΜ να αναπτυχθούν μέσω της δημιουργίας μιας εσωτερικής και περιφερειακής αγοράς, της ανύψωσης των βιοτικών επιπέδων και της υπέρβασης των διαρθρωτικών ανισοτήτων (ελλείμματα στον τομέα της διατροφής, της υγείας, της κατάρτισης, του ισοζυγίου πληρωμών κλπ.). Αυτή η διεργασία αντί να είναι ανταγωνιστική ως προς τις μεσογειακές περιοχές της ΕΚ, μπορεί να λάβει τη μορφή συνεργασίας και δεν θα πρέπει να περιορίζεται, όπως έγινε έως σήμερα, στον τομέα της ένδυσης, αλλά να αφορά την όσο το δυνατόν ευρύτερη παραγωγή διαρκών αγαθών. Μπορεί να δημιουργήσει μία συμπληρωματικότητα μεταξύ των δύο άκρων που θα τροφοδοτείται από οικονομικές συναλλαγές, από εμπορεύματα, από τεχνογνωσία, από πρότυπα κατανάλωσης και ανταγωνιστικό εργατικό δυναμικό υψηλού επιπέδου.

3.6. Η αρμονική ανάπτυξη των δύο άκρων της Μεσογείου αποτελεί προφανώς τη βασικότερη προϋπόθεση για την εδραίωση νέας συνεργασίας ανάπτυξης στην ευρωμεσογειακή περιοχή. Μολαταύτα, υπάρχουν τουλάχιστον άλλες 4 περιοχές παρέμβασης με σημαντικό αντίκτυπο στην οργάνωση του μεσογειακού χώρου, οι οποίες καθιστούν απαραίτητη την εμπεριστατωμένη αναθεώρηση των ευρωπαϊκών πολιτικών και των νέων πολιτικών συνανάπτυξης.

α)

Τα προβλήματα της άνυδρης γεωργίας και των ξηρών ζωνών. Η κατεύθυνση της βιοτεχνολογικής και αγρονομικής έρευνας προς αυτό τον τύπο της προβληματικής αποβαίνει αποφασιστική για την εξασφάλιση της διατροφής, για την καταπολέμηση της ερημοποίησης, καθώς και γι`αυτή την ίδια την ανάπτυξη των τεχνολογικών πάρκων. Η ΟΚΕ εφιστά εκ νέου την προσοχή στις επιπτώσεις των μέτρων που λαμβάνονται στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής τόσο επί του περιβάλλοντος όσο και επί των οικονομικών και αγροτικών περιοχών. Οι δραματικές αλλαγές που επέρχονται στις μεσογειακές αγροτικές περιοχές κινδυνεύουν εξάλλου να επιδεινώσουν περισσότερο την έξοδο των πληθυσμών και την απερήμωση των αγροτικών περιοχών.

β)

Αναχαίτιση της επιδείνωσης του περιβάλλοντος και εδαφική εξυγίανση : η ενότητα του Μεσογειακού χώρου και οι αυξανόμενες δαπάνες που προκαλούνται λόγω της ανάλωσης του εδάφους επιβάλλουν την εξεύρεση λύσεων προσανατολισμένων προς τη βιώσιμη ανάπτυξη. Η πολιτική για τον καθορισμό των υδάτων σε όλες τις χώρες έχει μεγάλη σημασία για την καταπολέμηση της ρύπανσης στη Μεσόγειο. Χρειάζεται μια διαφορετική κατανομή των προσπαθειών των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων έρευνας και κατάρτισης στον τομέα αυτό.

γ)

Τουρισμός : η Νότια Μεσόγειος καθίσταται ολοένα και πιο ανταγωνιστική σε σύγκριση με τις περιοχές της Βορείου Μεσογείου. Στον τομέα αυτό η συνεργασία που απαιτεί αποτελεσματικές διαρθρώσεις (όπως αυτές που υπάρχουν στην Αυστρία, στη Γερμανία και σε άλλες χώρες της Βόρειας Ευρώπης) θα επιτρέψει στη μεσογειακή λεκάνη να αυξήσει τη συνολική της ανταγωνιστικότητα σε σύγκριση με τις μεταβολές της ζήτησης που προέρχεται από άλλες ζώνες. Η συνεργασία αυτή θα έπρεπε επίσης να αποβλέπει στην εξάλειψη των περιβαλλοντικών κινδύνων που οφείλονται στην υπερβολικά υψηλή τουριστική συγκέντρωση σε περιοχές που από οικολογική άποψη είναι εύθραυστες.

δ)

Κατάρτιση του ανθρώπινων πόρων : επιβάλλεται η αμοιβαία και στενή συνεργασία σε όλα τα επίπεδα. Βασική εκπαίδευση, τεχνικά σχολεία, πανεπιστήμια, επαγγελματική κατάρτιση και συνεχής κατάρτιση στο νότο 7 αφομοίωση και εκπαίδευση των μεταναστών, νέα πανεπιστημιακή εκπαίδευση στο Βορρά.

3.6.1. Η αξιοποίηση των ανθρωπίνων πόρων αποτελεί τον κεντρικό παράγοντα για την προώθηση της ανάπτυξης του Μεσογειακού χώρου. Η συνεισφορά της Κοινότητας - που βασίζεται στις εσωτερικές της εμπειρίες - πρέπει να συμπεριλάβει την ενίσχυση της ικανότητας έρευνας και ανάπτυξης, την εκμάθηση των νέων τεχνολογιών και τη συνεχή κατάρτιση των εργαζομένων που έρχονται αντιμέτωποι με τις βιομηχανικές μεταβολές κατά τρόπο ώστε να διαμορφωθεί ένα εργατικό δυναμικό στραμμένο προς το μέλλον και ευπροσάρμοστο στα νέα δεδομένα.

4. Οι στρατηγικοί άξονες μιας νέας οργάνωσης του μεσογειακού χώρου

4.1. Η σχέση μεταξύ αλλαγής του προτύπου ανάπτυξης και αναθεώρησης των οικονομικών πολιτικών αφενός, και μιας πιο ισόρροπης χωροταξίας αφετέρου, εξασφαλίζεται μόνο με τον καθορισμό μιας πραγματικά ευρωπαϊκής πολιτικής χωροταξίας, δηλαδή με συγκεκριμένους προσανατολισμούς αποδεκτούς από όλες τις πλευρές που θα δεσμεύουν τις οικονομικές και χωροταξικές πολιτικές της ΕΕ, των κρατών μελών, των περιφερειών και των τοπικών αυτοδιοικήσεων.

Και μ`αυτή την έννοια η ΟΚΕ αντιμετωπίζει πολύ θετικά την εργασία που, στους κόλπους της « Επιτροπής Χωρικής Ανάπτυξης », εκτελούν η Επιτροπή και τα κράτη μέλη για τον προσδιορισμό του « Σχεδίου Ανάπτυξης του Κοινοτικού Χώρου ».

4.2. Όσον αφορά τον χώρο της Μεσογείου, ο κύριος στρατηγικός προσανατολισμός θα πρέπει να ανταποκρίνεται σε μια διαφορετική διάρθρωση των κατευθυντήριων γραμμών ανάπτυξης και επικοινωνίας, αρχής γενομένης από εκείνες που αφορούν τη Νότια Ευρώπη. Όπως είναι γνωστό οι υφιστάμενες κατευθυντήριες γραμμές προσανατολίζονται περισσότερο προς το Βορρά αφήνοντας στα μεσοδιαστήματα ευρείες ζώνες που χαρακτηρίζονται κατά το μάλλον ή ήττον από απομόνωση (που αποκαλούνται « οι ελλείποντες κρίκοι »).

Για να αλλάξει αυτή η πραγματικότητα πρέπει αφενός να αναπτυχθούν νέες λειτουργικές σχέσεις κατά μήκος κατευθυντήριων γραμμών Ανατολής-Δύσης και αφετέρου να αρθεί η κατάτμηση του χώρου, κυρίως στη Νότια Ιταλία και την Ελλάδα, με τη συμπλήρωση εκείνων των διασυνδέσεων Βορρά-Νότου που επιτρέπουν στις πλέον απομακρυσμένες ηπειρωτικές και νησιωτικές περιφέρειες να εξέλθουν από την απομόνωση.

Η κυριότερη κατευθυντήρια γραμμή που πρέπει να αναπτυχθεί σε γεωγραφικό πλάτος είναι εκείνη που θα ενώσει το Αλγκάρβε με την Θράκη περνώντας από τη Σεβίλλη, τη Μούρκια, τη Βαλέντσια, τη Βαρκελλώνη, τη Μασσαλία, τη Γένοβα, το Λιβόρνο, τη Ρώμη, τη Νεάπολη, το Μπρίντιζι, την Ηγουμενίτσα, τη Πάτρα, την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.

4.3. Από κοινού με τον στόχο της ευρωμεσογειακής ολοκλήρωσης πρέπει να αναπτυχθούν κατευθυντήριες γραμμές ανάπτυξης που θα συνδέουν την Ευρωπαϊκή Ένωση με τις τρίτες χώρες της Μεσογείου, αξιοποιώντας το διασυνδετικό ρόλο της ευρωπαϊκής Μεσογείου.

Πρόκειται κυρίως για εκείνες που ενώνουν τις βόρειες και νότιες ακτές της Μεσογείου : το νότο της Ιβηρικής Χερσονήσου με το Μαρόκο, τις περιφέρειες και τους κυριότερους λιμένες του Λατινικού Τόξου (που είχαν κυρίως βλέψεις προς το Βορρά) και τη Σικελία με τις χώρες Μαχρέμπ (και τη Μάλτα), τις ιταλικές περιφέρειες της Αδριατικής με την Ελλάδα, τα Βαλκάνια και την Τουρκία, την ηπειρωτική και νησιωτική Ελλάδα με τις χώρες της Νοτιοανατολικής Μεσογείου.

Ειδική προσοχή πρέπει να επιδειχτεί στην περίπτωση της Μάλτας και της Κύπρου ως νησιωτικές κοινότητες με ξεχωριστές και ειδικές ανάγκες. Επιπλέον, να ληφθούν υπόψη οι εμφανιζόμενες ανάγκες του Ισραήλ και των γειτονικών περιοχών στις οποίες η ανάπτυξη του εμπορίου και της οικονομίας γενικότερα έχει κεφαλαιώδη σημασία για την ανάπτυξη σταθερών και μόνιμων σχέσεων.

4.4.

Ένας δεύτερος στρατηγικός άξονας αφορά την αποσυμφόρηση των πόλεων

Η περιφέρεια της Μεσογείου αντιμετωπίζει τεράστια περιβαλλοντικά, οικονομικά, κοινωνικά προβλήματα και προβλήματα αστικής συνύπαρξης που οφείλονται στην άμετρο ανάπτυξη και στην υποβάθμιση των μεγάλων αστικών κέντρων, στην τερατώδη αύξηση πραγματικών μεγαλουπόλεων όπως η Αθήνα και το Κάιρο.

Για να λυθεί αυτό το πρόβλημα πρέπει αναγκαστικά να γίνει αποκέντρωση των αστικών λειτουργιών, με την επίτευξη μιας ισόρροπης και πολυκεντρικής θωράκισης, που θα απομακρύνει εξάλλου τον κίνδυνο της υπερβολικής διασποράς στην επικράτεια, και την ενίσχυση του ρόλου των μεσαίου μεγέθους πόλεων (« αποκεντρωμένη συγκέντρωση »). Παράλληλα απαιτείται μια συντονισμένη ανάπτυξη των πολιτικών για την εξυγίανση των πόλεων και του περιβάλλοντος καθώς και καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού στις μεγάλες πόλεις.

4.5. Η ολοκληρωμένη διαχείριση των ακτών αποτελεί μια ακόμη στρατηγική προτεραιότητα για τη Μεσόγειο. Τα προβλήματα της συμφόρησης, της τσιμεντοποίησης, της υπερβολικής τουριστικής κίνησης, της οικολογικής ευθραυστότητας που συχνά καταλήγει σε πραγματική υποβάθμιση, πρέπει να αντιμετωπισθούν μέσα από μια σφαιρική και ολοκληρωμένη προσέγγιση. Τούτο συνεπάγεται την από κοινού αναθεώρηση όλων των δραστηριοτήτων που αφορούν την παραγωγή, τις υπηρεσίες, την κατοικία, τον τουρισμό, την ψυχαγωγία, κλπ., και ασκούνται κατά μήκος των ακτών, στην ενδοχώρα και στα περιρρέοντα ύδατα.

4.6. Η αποσυμφόρηση των πόλεων και των ακτών συνεπάγεται την αναβίωση των εσωτερικών και ορεινών περιοχών. Πράγματι, αν για την Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη είναι σωστό να τίθεται ο στόχος της διατήρησης των αγροτικών ζωνών, στις μεσογειακές περιοχές πρέπει η έννοια αγροτικές ζώνες να αντικατασταθεί από τις εσωτερικές και ορεινές περιοχές. Εσωτερικές διότι αυτές οι περιοχές είναι μεταξύ των ακτών των χερσονήσων και των νησιών, ορεινές (σύμφωνα με την ευρέως αποδεκτή προσέγγιση που έχει εκφράσει η ΟΚΕ σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις της) διότι πρόκειται κυρίως για λοφώδεις και ορεινές περιοχές. Οι εν λόγω περιοχές χαρακτηρίζονται γενικά από εγκατάλειψη, ερήμωση, οικολογική υποβάθμιση καθώς και απερήμωση.

Το να αποκτήσουν εκ νέου αυτές οι ζώνες παραγωγικές δραστηριότητες στη γεωργία και τις άλλες οικονομικές δραστηριότητες και να αποτελέσουν τόπους εγκατάστασης θα σημάνει την απαρχή της γενικής αποκατάστασης της ισορροπίας του εδάφους των μεσογειακών περιφερειών.

4.7. Η ενσωμάτωση της θαλάσσιας διάστασης στην οργάνωση του μεσογειακού χώρου, αποτελεί μια ακόμη στρατηγική επιλογή δεδομένης μάλιστα της έντονης αύξησης του εμπορίου στην περιοχή αυτή κατά τα τελευταία χρόνια. Αυτό πριν απ`όλα σημαίνει την κατανόηση των σχέσεων μεταξύ δραστηριοτήτων που ασκούνται στη στεριά και δραστηριοτήτων που ασκούνται στη θάλασσα (αλιεία, υδατοκαλλιέργειες, εξορυκτικές εργασίες, μεταφορές, δραστηριότητες ψυχαγωγίας κλπ.) καθώς και όλων των αλληλεπιδράσεων θάλασσας-στεριάς αρχής γενομένης από κείνες που αφορούν το περιβάλλον. Σημαίνει επίσης συνειδητοποίηση των προβλημάτων κατάτμησης του χώρου και απομόνωσης τα οποία αντιμετωπίζουν τα νησιά και ιδιαίτερα τα πιο μικρά και τα πιο απομακρυσμένα.

4.8. Ο μεσογειακός χώρος διαθέτει μια τεράστια κληρονομιά φυσικών, περιβαλλοντικών, ιστορικών, καλλιτεχνικών και πολιτιστικών αγαθών. Πρόκειται για αγαθά που πρέπει να διαφυλαχθούν αλλά και για πόρους που πρέπει να αξιοποιηθούν. Μια προσεκτική οργάνωση του χώρου συνεπάγεται τις κατάλληλες στρατηγικές επιλογές όπως εκείνη της προστασίας, διατήρησης και αξιοποίησης αυτής της κληρονομιάς.

4.9. Η ΟΚΕ εκφράζει την επιθυμία να ενσωματωθούν οι προαναφερόμενοι στρατηγικοί άξονες σε μια νέα οργάνωση του μεσογειακού χώρου από την Επιτροπή Χωρικής Ανάπτυξης στο « Σχέδιο Ανάπτυξης του Κοινοτικού Χώρου ».

5. Οι πολιτικές χωροταξίας στη Μεσόγειο

5.1. Δεν υφίσταται προς το παρόν μια πραγματική κοινοτική πολιτική χωροταξίας. Ακόμα και αυτό το « Σχέδιο Ανάπτυξης του Κοινοτικού Χώρου » παραμένει στο πλαίσιο της συνεργασίας μεταξύ Επιτροπής και κρατών μελών. Η συνεργασία αυτή μπορεί να αποτελέσει την κατάλληλη μεθοδολογία για την επεξεργασία του « Σχεδίου », αλλά, κατά τη γνώμη της ΟΚΕ, το εν λόγω σχέδιο θα πρέπει να εκφραστεί μέσω ενός κοινοτικού πλαισίου αναφοράς που να είναι αποδεκτό από όλους. Κατ`αυτό τον τρόπο η διαπεριφερειακή συνεργασία θα γίνει πιό αποτελεσματική και θα καταστεί δυνατή η συμμετοχή των εταίρων, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών και κοινωνικών εταίρων σε όλα τα επίπεδα - εθνικό, περιφερειακό και τοπικό.

5.2. Μόνον με τον τρόπο αυτό η αναθεώρηση και η συνεχής προσαρμογή, από την πλευρά της Επιτροπής, των κοινοτικών πολιτικών η άσκηση των οποίων έχει σημαντικές χωροταξικές συνέπειες (δίκτυα, περιβάλλον, έρευνα, γεωργία, κλπ.) καθώς και ο έλεγχος των χωροταξικών συνεπειών των παρεμβάσεων των διαρθρωτικών ταμείων, μπορεί από τη φάση των ευσεβών πόθων και της γραφειοκρατείας να περάσει στη φάση της υλοποίησης μιας νέας και σημαντικής ευρωπαϊκής πολιτικής.

5.3. Το θέμα της ολοκλήρωσης με τις τρίτες μεσογειακές χώρες, άπτεται της μεσογειακής πολιτικής. Στην τελευταία ανακοίνωση, που έχει ήδη αναφερθεί, και όπου προτείνεται η σχέση ενίσχυσης/ανανέωσης, δεν γίνεται σαφής αναφορά σε πολιτική ευρωμεσογειακής χωροταξίας. Η πρόταση όμως δημιουργίας ενός ευρωμεσογειακού οικονομικού χώρου - με ελεύθερες συναλλαγές, με υποστήριξη της περιφερειακής συνεργασίας κυρίως στο πλαίσιο της προστασίας του περιβάλλοντος, με ενίσχυση της αποκεντρωμένης συνεργασίας και οικονομικής και τεχνικής συνεργασίας σε διάφορους τομείς - θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στην οργάνωση του μεσογειακού χώρου. Για το λόγο αυτό θα χρειαστεί η προετοιμασία ενός μηχανισμού προσανατολισμού και εποπτείας των παρεμβάσεων της μεσογειακής πολιτικής στη βάση ορισμένων στρατηγικών αξόνων για την οργάνωση του μεσογειακού χώρου.

5.4. Προς το παρόν, λαμβανομένου υπόψη του χρονικού διαστήματος που απαιτείται για την ενεργοποίηση παρόμοιων μηχανισμών, τόσο σε επίπεδο κοινοτικής πολιτικής όσο και μεσογειακής, το περιθώριο ελιγμών για την υλοποίηση μιας χωροταξικής πολιτικής εντοπίζεται από τη μια πλευρά στα διευρωπαϊκά δίκτυα, και από την άλλη στην διαπεριφερειακή συνεργασία.

6. Διευρωπαϊκά και διαμεσογειακά δίκτυα

6.1. Για μια λεπτομερή ανάλυση των διευρωπαϊκών και διαμεσογειακών δικτύων που προτείνονται σε κοινοτικό επίπεδο, καθώς και για ένα συνεκτικό πλαίσιο προτάσεων σχετικά με τους διαφόρους τύπους δικτύων, ο αναγνώστης παραπέμπεται στην σχετική έκθεση που υπάρχει στο παράρτημα. Εδώ θα περιοριστούμε σε μερικές γενικές παρατηρήσεις.

6.2. Στο πλαίσιο της διαδικασίας για την αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ των διαφόρων περιφερειών της Ευρώπης, το πρόβλημα των διευρωπαϊκών δικτύων αποκτά, με βάση το Λευκό Βιβλίο, στρατηγική αξία, διότι επί του συστήματος μεταφορών, τηλεπικοινωνιών και ενέργειας, θα επικεντρωθεί η δράση της Κοινότητας, και από την άποψη της συγκυρίας, με στόχο την υποστήριξη της ανάκαμψης της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας και της απασχόλησης. Το θέμα είναι κεφαλαιώδους σημασίας, στο βαθμό που, όπως όλοι γνωρίζουμε, οι επιλογές σχετικά με τα δίκτυα μεταφοράς και τηλεπικοινωνιών και ενέργειας συνεπάγονται μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις : πρόκειται συνεπώς για καθοριστικής σημασίας επιλογές που θα επηρεάσουν το μέλλον της Ευρώπης κατά τα προσεχή 30-50 έτη.

6.3. Είναι συνεπώς απαραίτητο να τονιστεί ότι το πρόβλημα επιλογής των δικτύων έχει επιπτώσεις στην ανάπτυξη, στην επανεξισορρόπηση και στην στρατηγική οργάνωση της ΕΕ. Απ`αυτή την άποψη, κρίνεται λυπηρό το γεγονός ότι η προβληματική και οι διάφορες προτάσεις του Λευκού Βιβλίου δεν έχουν καμιά σχέση με την ανάλυση της εδαφικής (περιφερειακής) διάστασης των ευρωπαϊκών προβληματικών.

6.4. Τα 14 σχέδια που υποβλήθηκαν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Έσσεν, που αφορούν όλα τον τομέα των μεταφορών, δεν έλαβαν υπόψη τα προβλήματα εδαφικής ανισορροπίας και δεν σεβάστηκαν τα προβλήματα που αφορούν τους ελλείποντες κρίκους και τις συνδυασμένες μεταφορές.

Η ΟΚΕ κατανοεί ότι επείγει η δρομολόγηση άμεσα χρηματοδοτούμενων σχεδίων, αλλά ζητεί να ενσωματωθεί ο πρώτος κατάλογος όσο το δυνατό συντομότερα σε άλλα σχέδια που συμβάλλουν σαφώς στην αποκατάσταση της εδαφικής ισορροπίας της ΕΕ και στην ολοκλήρωση των διασυνδέσεων της ευρωπαϊκής Μεσογείου με τις χώρες της Νοτιοανατολικής Μεσογείου.

6.5. Όσον αφορά τη σχέση μεταξύ « ανάπτυξης και ολοκλήρωσης των χωρών της Μεσογείου » και των « δικτύων υποδομών » θα περιοριστούμε στην ακόλουθη παρατήρηση : τα δίκτυα θα πρέπει να επιλεγούν και να τεθούν σε λειτουργία βάσει των επιδιωκόμενων κοινωνικοοικονομικών στόχων και όχι απλά ως οικονομικός και χρηματοδοτικός παράγοντας. Μέ άλλα λόγια η απόφαση για την ανάπτυξη ενός οδικού άξονα, ή ενός άξονα μεταφοράς ενέργειας, θα πρέπει να αξιολογηθεί κατά πρώτο λόγο με βάση τις επιπτώσεις της στη διάρθρωση του εδάφους, στη διαδικασία ανάπτυξης και ολοκλήρωσης των περιοχών που θα τον χρησιμοποιήσουν, και, μόνο κατά δεύτερο λόγο, με βάση τις επιπτώσεις της στην απασχόληση, στα περιφερειακά έσοδα, κλπ.

6.6. Κατά την επιλογή των προτεραιοτήτων, ο χρονολογικός παράγοντας είναι κεφαλαιώδους σημασίας. Αν για λόγους οικονομικής σκοπιμότητας δίνεται προτεραιότητα σε σχέδια που ευνοούν την ενίσχυση των υφιστάμενων τάσεων, όταν είναι γνωστό ότι πρέπει να καταπολεμηθούν αυτές οι τάσεις, όχι μόνο επιδεινώνονται οι υφιστάμενες εδαφικές ανισορροπίες αλλά μειώνονται επί μακρόν οι ευκαιρίες ανάκτησης με ενδεχόμενες διαδοχικές παρεμβάσεις αποκατάστασης της ισορροπίας.

7. Η διαπεριφερειακή συνεργασία

7.1. Η διαπεριφερειακή συνεργασία αντιπροσωπεύει, από κοινού με τα πανευρωπαϊκά και διαμεσογειακά δίκτυα το πιο συγκεκριμένο και ευέλικτο μέσο για να αρχίσει η υλοποίηση μιας χωροταξικής πολιτικής στη Μεσόγειο.

Για το σκοπό αυτό, χρειάζεται να διατεθεί στη Μεσόγειο ένα σημαντικό ποσοστό των κοινοτικών εσόδων, που με διαφορετικούς τρόπους χρηματοδοτούν τη διαπεριφερειακή συνεργασία, για να υλοποιηθεί η απαραίτητη αποκατάσταση της εδαφικής ισορροπίας. Σήμερα, το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων αυτών χρησιμοποιούνται υπέρ των περιοχών του Κέντρου και του Βορρά της ΕΕ.

7.2. Οι κοινοτικές δράσεις υποστήριξης της διαπεριφερειακής συνεργασίας στη Μεσόγειο θα πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στα προγράμματα που στρέφονται προς την κατεύθυνση :

α)

της οικονομικής ολοκλήρωσης και της κοινής ανάπτυξης, αντιμετωπίζοντας τις διαφορετικές διαστάσεις : τομεακές (βιομηχανία, γεωργία, τουρισμός), συντελεστικές (Ε και Α, κατάρτιση) και υποδομής (μεταφορές, τηλεπικοινωνίες, ενέργεια, υδάτινοι πόροι) 7

β)

της βιώσιμης ανάπτυξης και της εξυγίανσης του περιβάλλοντος και του χώρου.

Εξάλλου, τα προγράμματα αυτά πρέπει να λάβουν υπόψη τους στρατηγικούς άξονες οργάνωσης του Μεσογειακού χώρου που περιγράφονται στην παράγραφο 4, δηλαδή : νέες κατευθύνσεις ανάπτυξης, πολεοδομική αποσυμφόρηση, ολοκληρωμένη διαχείριση των ακτών, αναζωογόνηση των εσωτερικών και ορεινών περιοχών, ένταξη της θαλάσσιας διάταξης, προστασία και αξιοποίηση της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς.

7.3. Η διαπεριφερειακή συνεργασία που προωθείται από την Κοινότητα, μπορεί να καθορισθεί ως προς :

α)

τον τύπο των φορέων : περιφέρειες, μεγάλες πόλεις, τοπικές υποπεριφερειακές οργανώσεις 7

β)

τις χωρικές κατηγορίες : εδαφική συνέχεια ή ασυνέχεια (διαμεθοριακή ή διεθνική συνεργασία) 7

γ)

τη γεωγραφική περιοχή : συνεργασία στο εσωτερικό της ΕΕ ή μεταξύ κοινοτικών περιφερειών και γειτονικών περιοχών (ΕΖΕΣ, ΧΚΑΕ, προτείνονται τώρα επίσης οι ΤΜΧ) 7

δ)

τα επίπεδα συνεργασίας :

- ανταλλαγές εμπειριών και τα δίκτυα για τη μεταφορά τεχνογνωσίας 7

- τον εδαφικό προγραμματισμό (νέα προτεραιότητα για το 1994-99) 7

- τα σχέδια που περιλαμβάνουν επενδύσεις σε διαρθρώσεις και υποδομές.

Ως τώρα, ο συνδυασμός των διαφόρων τυπολογιών γίνονταν επιλεκτικά : για παράδειγμα μόνο ορισμένα επίπεδα με καθορισμένες εδαφικές κατηγορίες και καθορισμένες γεωγραφικές περιοχές κλπ. Η ΟΚΕ θεωρεί ότι όσον αφορά τη Μεσόγειο οι διάφοροι φορείς, εδαφικές κατηγορίες, γεωγραφικές περιοχές και τα επίπεδα συνεργασίας θα πρέπει να μπορούν να συνδυάζονται χωρίς κανένα περιορισμό. Οι προτάσεις που ακολουθούν διαρθρώνονται σύμφωνα με τα επίπεδα συνεργασίας, αλλά υπονοείται ότι κάθε επίπεδο μπορεί να περιλαμβάνει τους διαφορετικούς φορείς, τη διαμεθοριακή συνεργασία ή όχι, τη διαπεριφερειακή συνεργασία στο εσωτερικό της επικράτειας της ΕΕ, ή επίσης με τις ΤΜΧ.

7.4. Οι ανταλλαγές εμπειριών και τα δίκτυα μεταφοράς τεχνογνωσίας αποτελούν το πιο στοιχειώδες επίπεδο διαπεριφερειακής συνεργασίας, αλλά ωστόσο δεν είναι το λιγότερο σημαντικό.

Για την περίοδο 1994-1999, η Επιτροπή πρότεινε τη συνέχιση των προγραμμάτων Pacte και Recite τα οποία, κατά την άποψη επίσης της ΟΚΕ, έδωσαν καλά αποτελέσματα. Χρειάζεται, ωστόσο, να επιτραπεί η συμμετοχή μεγαλύτερου αριθμού περιφερειών και τοπικών οργανώσεων της Νότιας Ευρώπης με σχέδια που έχουν τους στόχους που αναφέρονται στην παράγραφο 7.2.

Η Επιτροπή προτίθεται να ενισχύσει επίσης τα προγράμματα Ouverture/Ecos (συνεργασία μεταξύ τοπικών οργανώσεων και περιφερειακών οργανώσεων της ΕΕ και των χωρών Phare και Tacis). Στα πλαίσια της υλοποίησης ενός Ευρωμεσογειακού χώρου θα πρέπει να υποστηριχθούν αποφασιστικά τα σχέδια συνεργασίας μεταξύ των τοπικών και περιφερειακών αρχών της Νότιας Ευρώπης και των Βαλκανικών Χωρών, καθώς και των χωρών της Μαύρης Θάλασσας. Κυρίως, όμως, η Επιτροπή ζητεί να επεκταθούν τα προγράμματα Ouverture/Ecos από το 1995 σε όλες τις ΤΜΧ.

Χρειάζεται, για το σκοπό αυτό, να αντιμετωπισθούν, με διαφορετική διάρθρωση των κοινοτικών πόρων, οι δυσκολίες κοινής χρηματοδότησης των οργάνων των εταιρικών χωρών, όπως ήδη συνέβη με τις ΧΚΑΕ.

7.5. Στα πλαίσια του Europe 2000+, η Επιτροπή προβλέπει την κοινή χρηματοδότηση στην επόμενη πενταετία των ακόλουθων σχεδίων :

α)

σχεδίων εδαφικής ανάπτυξης ή μελετών σκοπιμότητας που θα συμβάλουν στην προώθηση του εδαφικού προγραμματισμού, και τα οποία έχουν μια υπερεθνική διάσταση και παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την Κοινότητα 7

β)

πειραματικών σχεδίων επίδειξης υπερεθνικού χαρακτήρα για τη χωροταξία στις περιπτώσεις που υπάρχει μια σημαντική υπερεθνική διάσταση (υδρογραφικές λεκάνες, ορεινές ζώνες, ακτές, κλπ.), όπως επίσης για την προώθηση καινοτόμων προτύπων χωροταξίας.

Για τις προτάσεις αυτές εκφράζεται ομοφωνία στην ΟΚΕ, ακριβώς βάσει των απαιτήσεων της μεσογειακής περιοχής. Ειδική προσοχή θα πρέπει να δοθεί από την Επιτροπή στα πειραματικά σχέδια ή τις μελέτες σκοπιμότητας που αποβλέπουν στην ολοκλήρωση των υποπεριφερειών της Μεσογείου (Λατινικό Τόξο - Νότια Μεσόγειος - Αδριατική - Νοτιοδυτική Μεσόγειος), όπως επίσης και στον προγραμματισμό ολοκληρωμένης ανάπτυξης μεταξύ των μεσογειακών περιφερειών της ΕΕ και των ΤΜΧ.

7.6. Βάσει των σημερινών αποφάσεων, η μοναδική δυνατότητα κοινοτικής κοινής χρηματοδότησης αυτού του τύπου σχεδίων προέρχεται από το Interreg II. Αυτό συνεπάγεται ισχυρούς περιορισμούς στην υλοποίηση της διαπεριφερειακής συνεργασίας, όπως έχει ήδη υπογραμμίσει η ΟΚΕ στις τελευταίες γνωμοδοτήσεις για τα προγράμματα κοινοτικής πρωτοβουλίας, υποδεικνύοντας ειδικότερα τη διεύρυνση του πλαισίου του προγράμματος Interreg ().

Κυρίως γιατί η υλοποίησή τους επιτρέπεται μόνο στην περίπτωση εδαφικής συνέχειας, δηλαδή σε διαμεθοριακό πλαίσιο. Και αυτό γιατί επικρατεί μια αντίληψη για τη διαπεριφερειακή συνεργασία που αφορά κυρίως τις υποδομές, και η οποία αποκλείει σχέδια που επικεντρώνονται σε οικονομικές και παραγωγικές παρεμβάσεις, που επιχειρούνται από κοινού για την επίτευξη συμπληρωματικότητας και ολοκλήρωσης, τόσο στο επίπεδο ορισμένων κλάδων όσο και στο επίπεδο εδαφών (και τα οποία για το λόγο αυτό χρειάζεται να είναι γειτονικά).

Ένα δεύτερο όριο αφορά την αναγνώριση των θαλάσσιων συνόρων η οποία έχει γίνει μόνο σε δύο περιπτώσεις στη Μεσόγειο στο εσωτερικό της ΕΕ : ΚορσικήΣαρδηνία και Ιταλία-Ελλάδα. Βάσει των όσων έχουν λεχθεί προηγούμενα για την απαίτηση οικοδόμησης κατευθυντήριων αξόνων Ανατολής-Δύσης, διαμέσου επίσης συνδυασμένων μεταφορών και συνεπώς θαλάσσιων επικοινωνιών, προκύπτει η απαίτηση να θεωρηθούν ως επιλέξιμα θαλάσσια σύνορα τα σύνορα που χωρίζουν τις ιταλικές ακτές της Τυρρηνικής θάλασσας από τις αντίστοιχες γαλλικές και ισπανικές.

Το τρίτο όριο που επιβάλλει το Interreg ΙΙ είναι ότι έχει περιορίσει την επιλεξιμότητα των προγραμμάτων διαπεριφερειακής συνεργασίας με τις ΤΜΧ σε δύο μόνο περιπτώσεις : Ανδαλουσία/Μαρόκο και Πούλια/Αλβανία, αποκλείοντας καταστάσεις προφανούς θαλάσσιας συνέχειας όπως μεταξύ Σικελίας/Τυνησίας ή Κρήτης/Αιγύπτου ή ελληνικών νησιών του Αιγαίου/Τουρκίας.

Αυτός ο περιορισμός που επιβάλλεται από το Interreg II έναντι των ΤΜΧ είναι απαράδεκτος, κυρίως εάν ληφθεί υπόψη ότι με το συνδυασμό Interreg-Phare έχει ήδη παγιωθεί μια θετική εμπειρία συνεργασίας γειτονικών περιοχών, και δεν γίνεται κατανοητό για ποιό λόγο δεν θα πρέπει αυτή να επεκταθεί σε όλες τις ΤΜΧ. Η κατάσταση εξάλλου κινδυνεύει να γίνει παράδοξη τη στιγμή κατά την οποία, ήδη με τον προϋπολογισμό του 1994 και ακόμη περισσότερο με τις νέες προτάσεις μεσογειακής πολιτικής, παρέχονται στις TMX σημαντικές πιστώσεις για τη διαπεριφερειακή συνεργασία με τις περιφέρειες της ΕΕ, οι οποίες όμως δεν θα μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν γιατί λείπει η αντίστοιχη χρηματοδότηση εκ μέρους της κοινοτικής πλευράς.

Είναι αναγκαίο για το λόγο αυτό με την ευκαιρία της ενδιάμεσης εξέτασης του Interreg II, να αρθούν τα όρια αυτά. Αρκεί να επεκταθεί η παρέμβαση του Interreg II σε όλους τους τύπους υπερεθνικής συνεργασίας, και όχι μόνο της διαμεθοριακής που συνδέονται με την χωροταξία είτε μεταξύ των περιφερειών της ΕΕ, είτε μεταξύ αυτών και όλων των ΤΜΧ. Αυτό θα επιφέρει προφανώς ενίσχυση της χρηματοδοτικής ικανότητας του Interreg II.

Εν αναμονή της τροποποίησης αυτής, η Επιτροπή θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα στη χρηματοδότηση πειραματικών σχεδίων εδαφικού προγραμματισμού και μελετών σκοπιμότητας, τα οποία είναι προπαιδευτικά ως προς τα σχέδια επενδύσεων που δεν είναι σήμερα σε θέση να χρηματοδοτήσει το Interreg II : είτε στο εσωτερικό της ΕΕ (σχέδια ολοκλήρωσης μη γειτονικών περιοχών), είτε και μεταξύ περιφερειών της ΕΕ και των ΤΜΧ, αρχίζοντας από τα πιο προφανή μη αναγνωρισμένα θαλάσσια σύνορα όπως είναι αυτά της Σικελίας με την Τυνησία.

Κινούμενο στο ίδιο πνεύμα το ΕΚ εισήγαγε στον κοινοτικό προϋπολογισμό τη δυνατότητα να χρηματοδοτηθεί, μέσω του Interreg II, η προετοιμασία νέας κοινοτικής πρωτοβουλίας στα πλαίσια της διαπεριφερειακής συνεργασίας μεταξύ των περιφερειών της Λεκάνης της Μεσογείου. Η ΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να δώσει ταχύτατη συνέχεια σ`αυτή την προσπάθεια.

7.7. Η χρηματοδότηση σημαντικού αριθμού σχεδίων διαπεριφερειακής συνεργασίας (σχετικών με τα τρία επίπεδα συνεργασίας που προαναφέρθηκαν) θα θέσει στην Επιτροπή το πρόβλημα της συνοχής τους. Συνεπώς η ΟΚΕ επαναλαμβάνει την απαίτηση να υπάρξει ένα σχέδιο πλαίσιο για την οργάνωση του μεσογειακού χώρου, βάσει του οποίου θα μπορούν να αξιολογηθούν οι προσανατολισμοί και οι επιπτώσεις που θα έχουν τα προτεινόμενα σχέδια στην κοινοτική χρηματοδότηση καθώς και η συνοχή τους με τις χρηματοδοτήσεις που προέρχονται από άλλες πηγές όπως τα δάνεια της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.

8. Η συμμετοχή των οικονομικών και κοινωνικών δυνάμεων

8.1. Από τη γενική προσέγγιση που υιοθετήθηκε και από τις συγκεκριμένες προτάσεις που προωθήθηκαν, είναι προφανές ότι η ΟΚΕ υποστηρίζει μια διαδικασία οργάνωσης του μεσογειακού χώρου που έχει ως πρωταγωνιστές τους δημοκρατικούς θεσμούς, αρχίζοντας από τις περιφερειακές και τοπικές αρχές. Οι συγγένειες, τα κοινά ενδιαφέροντα, οι κοινές εξωτερικές προσδοκίες, που οι περιφέρειες μπορούν να κινητοποιήσουν, θα πρέπει να αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για το σχηματισμό ενός συνεκτικού εδαφικού, οικονομικού και κοινωνικού μεσογειακού χώρου, όπως επίσης η ικανότητά τους να προτείνουν, να συμμετάσχουν και να ελέγξουν την εφαρμογή των κοινοτικών και εθνικών μέτρων οικονομικής πολιτικής.

Ο ρόλος αυτός όμως των περιφερειακών και τοπικών αρχών αποκτά την πλήρη δημοκρατική αξία του μόνο εάν συνοδεύεται από διαβουλεύσεις με τους οικονομικούς και κοινωνικούς εταίρους ().

8.2. Από την άλλη μεριά, αυτές οι διαβουλεύσεις αποτελούν προϋπόθεση για την ίδια την αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων. Δεν είναι τυχαίο που τα μέσα που υποστηρίχθηκαν εδώ, τα δίκτυα και η διαπεριφερειακή συνεργασία συνεπάγονται μεγαλύτερη προσοχή στην ενδογενή ανάπτυξη, η επιτυχία της οποίας συνδέεται στενά με τη συμμετοχή των οικονομικών και κοινωνικών δυνάμεων. Σε πρόσφατη μελέτη του ΟΟΣΑ αποδεικνύεται πράγματι ότι στις περιοχές στις οποίες υλοποιείται η εταιρική σχέση μεταξύ συνδικάτων, επιχειρηματιών και τοπικών διοικητικών παραγόντων, η ανεργία είναι μικρότερη.

8.3. Η συμμετοχή των κοινωνικών δυνάμεων μπορεί, εξάλλου, να συμβάλει σε μεγαλύτερη διαφάνεια της διοικητικής διαχείρισης σε όλα τα επίπεδα.

8.4. Επίσης, όσον αφορά την οικοδόμηση ενός χώρου κοινής ανάπτυξης μεταξύ της ΕΕ και των ΤΜΧ, η κοινοπραξία των οικονομικών και των κοινωνικών δυνάμεων είναι αναπόφευκτη εάν δίπλα σε ένα οικονομικό χώρο επιδιώκεται η οικοδόμηση ενός ευρωμεσογειακού κοινωνικού χώρου, που αποτελεί τη μόνη εγγύηση για να αποφευχθεί μια ανταγωνιστικότητα που βασίζεται στη μείωση των επιπέδων κοινωνικής προστασίας.

8.5. Η συμμετοχή των οικονομικών και κοινωνικών δυνάμεων σε όλα τα επίπεδα και σε όλα τα στάδια της διαπεριφερειακής συνεργασίας θα αυξήσει την αποτελεσματικότητα και τη διαφάνεια των επιλογών των προς χρηματοδότηση διαφόρων σχεδίων και προγραμμάτων.

9. Συμπεράσματα

9.1. Η μεσογειακή περιοχή πλήττεται από αξιοσημείωτες περιφερειακές ανισότητες (εδαφικός κατακερματισμός, απομόνωση των πιο απομακρυσμένων περιοχών, κλπ.). Οι ανισότητες αυτές συνδέονται με το πρότυπο ευρωπαϊκής ανάπτυξης (σφαιρικοποίηση/πόλωση/περιθωριοποίηση). Μπορούν να ξεπερασθούν μόνο εάν επιβεβαιωθεί ένα πρότυπο πολυκεντρικής ανάπτυξης. Η Μεσόγειος θα πρέπει να καταστεί ένας από τους πόλους ανάπτυξης της μεγάλης ευρωμεσογειακής στρατηγικής ζώνης, με την ενίσχυση κυρίως της εσωτερικής συνοχής της, και με την οικοδόμηση της ολοκλήρωσης μεταξύ των υποπεριοχών, καθώς και με την κοινή ανάπτυξη Ευρώπης-Μεσογείου.

9.2. Η ΕΕ πρέπει να αποκτήσει μια χωροταξική πολιτική. Το « πρόγραμμα ανάπτυξης του κοινοτικού χώρου » αποτελεί μόνο το πρώτο βήμα που θα πρέπει να εκφρασθεί με την κατάρτιση, με την συμμετοχή των διαφόρων ενδιαφερόμενων αρχών, ενός κοινοτικού πλαισίου αναφοράς που θα καθορίζει τις προτεραιότητας και τους στόχους, και θα είναι αποδεκτό από όλα τα μέρη. Κατ`αυτό τον τρόπο η διαπεριφερειακή συνεργασία θα γίνει πιο αποτελεσματική και θα καταστεί δυνατή η συμμετοχή των εταίρων συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών και κοινωνικών εταίρων σε όλα τα επίπεδα - εθνικό, περιφερειακό και τοπικό.

9.3. Οι στρατηγικοί άξονες αυτού του γενικού σχεδίου-πλαίσιο θα είναι :

- νέες κατευθύνσεις ανάπτυξης (Ανατολή-Δύση και Βορράς-Νότος) μέσω νέων οικονομικών και παραγωγικών λειτουργιών (ειδικότερα βιομηχανία, γεωργία, τουρισμός, ΕΕ, επιμόρφωση), καθώς και εδαφικών (μεταφορές, τηλεπικοινωνίες, ενέργεια, υδάτινοι πόροι) 7

- βιώσιμη ανάπτυξη και εξυγίανση του περιβάλλοντος και του χώρου 7

- πολεοδομική αποσυμφόρηση 7

- ολοκληρωμένη διαχείριση των ακτών 7

- αναζωογόνηση των εσωτερικών και ορεινών ζωνών 7

- ενσωμάτωση της θαλάσσιας διάστασης 7

- προστασία και αξιολόγηση της περιβαλλοντικής και εδαφικής κληρονομιάς.

9.4. Προς το παρόν, τα περιθώρια χειρισμών για τη συγκεκριμένη υλοποίηση μιας μεσογειακής χωροταξικής πολιτικής, αντιπροσωπεύονται από :

- τα πανευρωπαϊκά και διαμεσογειακά δίκτυα 7

- την διαπεριφερειακή συνεργασία.

9.5. Οι λεπτομερείς προτάσεις σχετικά με τα διάφορα πανευρωπαϊκά και διαμεσογειακά δίκτυα περιλαμβάνονται στην έκθεση που επισυνάπτεται.

Η ΟΚΕ ζητεί, εξάλλου, να ολοκληρωθεί ο κατάλογος των πρωταρχικών σχεδίων του Λευκού Βιβλίου, που εγκρίθηκε στο Έσσεν, με άλλα σχέδια που αναφέρονται σαφέστατα στην αποκατάσταση της ισορροπίας της μεσογειακής περιοχής και στην ολοκλήρωση με τις ΤΜΧ.

9.6. Όσον αφορά τη διαπεριφερειακή συνεργασία η ΟΚΕ εύχεται να γίνει χρήση του συνόλου των υφισταμένων μέσων και ζητεί :

- να επαληθευθεί η συνοχή όλων των σχεδίων που προτείνονται για χρηματοδότηση από την Επιτροπή και αφορούν τη μεσογειακή περιοχή, σε σχέση με τις κοινές κατευθύνσεις χωροταξικής πολιτικής 7

- με την ευκαιρία της ενδιάμεσης επαλήθευσης του Interreg II, να επεκταθεί το πρόγραμμα αυτό σε όλους τους τύπους υπερεθνικής συνεργασίας και όχι μόνο στη διαμεθοριακή συνεργασία, που συνδέεται με τη χωροταξία μεταξύ των περιφερειών της ΕΕ και των περιφερειών όλων των ΤΜΧ 7

- να ενισχυθεί η μεσογειακή παρουσία στα προγράμματα Pacte και Recite 7

- να επεκταθούν τα προγράμματα Ouverture/Ecos σε όλες τις ΤΜΧ 7

- να δώσει η Επιτροπή προτεραιότητα στην κοινή χρηματοδότηση, στα πειραματικά σχέδια και στις μελέτες σκοπιμότητας που :

α) περιλαμβάνουν το στόχο της ολοκλήρωσης των υποπεριφερειών της Μεσογείου (Λατινικό τόξο - Νότια Μεσόγειος - Αδριατική - Νοτιοδυτική Μεσόγειος) 7

β) προωθούν τον προγραμματισμό της ολοκληρωμένης ανάπτυξης μεταξύ των μεσογειακών περιοχών της ΕΕ και των ΤΜΧ 7

γ) προετοιμάζουν τη χρηματοδότηση σχεδίων επενδύσεων που το Interreg II δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει σήμερα : τόσο στο εσωτερικό της ΕΕ (σχέδια ενσωμάτωσης μη γειτονικών εδαφών) όσο και μεταξύ περιφερειών της ΕΕ και των ΤΜΧ, αρχίζοντας από τα πιο προφανή θαλάσσια σύνορα που δεν είναι αναγνωρισμένα, όπως είναι η Σικελία-Τυνησία.

9.7. Η συμμετοχή των οικονομικών και κοινωνικών δυνάμεων, σε όλα τα επίπεδα, και σε όλα τα στάδια διαπεριφερειακής συνεργασίας, θα αυξήσει την αποτελεσματικότητα και την διαφάνεια των επιλογών των διαφόρων προς χρηματοδότηση προγραμμάτων και σχεδίων.

Βρυξέλλες, 30 Μαρτίου 1995.

Ο Πρόεδρος της

Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Carlos FERRER

() ΕΕ αριθ. C 339 της 31. 12. 1991 και ΕΕ C 287 της 4. 11. 1992.

() Έγγρ. CES 629/94 fin annexe.

() Έγγρ. CES 386/89 fin, ΕΕ αριθ. C 221 της 26. 3. 1990, ΕΕ αριθ. C 168 της 10. 7. 1990 και ΕΕ αριθ. C 40 της 17. 2. 1992.

() Στο έγγραφο της Επιτροπής Εuropa 2000+ αυτό περιλαμβάνει : νοτιο-ανατολική Αγγλία, τον νότιο ήμισυ της Ολλανδίας, το Βέλγιο, την βόρεια και βορειο-ανατολική Γαλλία (συμπεριλαμβανομένης της λεκάνης των Παρισίων), το Λουξεμβούργο, την κεντρο-δυτική και νοτιο-δυτική Γερμανία.

() Σύμφωνα με τη μελέτη της Επιτροπής, το « Αλπικό Τόξο » περιλαμβάνει :

- στη Γερμανία : Βάδη-Βυρτεμβέργη και Βαυαρία 7

- στη Γαλλία : Αλσατία, Franche-Comtι, Ρήνος-Άλπεις και τα αλπικά διαμερίσματα της Προβηγκίας-Άλπεων-Κυανής Ακτής 7

- στην Ιταλία : Πιεμόντε, Βαλ ντΆόστα, Λομβαρδία, Βένετο, Τρεντίνο-Άλτο Άντιτζε, Φριούλι-Βένετο-Τζούλια, Εμίλια-Ρομάνια, Μάρκε 7

- την Αυστρία 7

- την Ελβετία 7

- το Λιχτενστάιν.

() Οι ΧΝΔΜ περιλαμβάνουν τις χώρες του Μαγκρέμπ, του Μασράκ, το Ισραήλ και την Τουρκία. Στην παρούσα ανάλυση δεν λαμβάνεται υπόψη η Βαλκανική περιοχή, διότι τα γεωπολιτικά προβλήματα καθώς και το βάρος των σημερινών συγκρούσεων επισκιάζουν τις οικονομικές σχέσεις με την ΕΕ.

() Έγγρ. COM(94) 427 τελικό.

() Γνωμοδοτήσεις ΟΚΕ : ΕΕ αριθ. C 304 της 10. 11. 1993 7 ΕΕ αριθ. C 295 της 22. 10. 1994.

() ΕΕ αριθ. C 393 της 31. 12. 1994.

Top