Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32021L2118

    Οδηγία (ΕΕ) 2021/2118 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2021 για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/103/ΕΚ σχετικά με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    PE/60/2021/REV/1

    ΕΕ L 430 της 2.12.2021, p. 1–23 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/2021/2118/oj

    2.12.2021   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 430/1


    ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2021/2118 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    της 24ης Νοεμβρίου 2021

    για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/103/ΕΚ σχετικά με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Η ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων («ασφάλιση αυτοκινήτων») έχει ιδιαίτερη σημασία για τους Ευρωπαίους πολίτες, είτε είναι λήπτες της ασφάλισης είτε θα μπορούσαν να καταστούν ζημιωθέντες λόγω ατυχήματος. Επίσης αποτελεί βασική μέριμνα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, δεδομένου ότι συνιστά σημαντικό τμήμα δραστηριοτήτων στην αγορά ασφάλισης ζημιών στην Ένωση. Η ασφάλιση αυτοκινήτων έχει επίσης σημαντικές επιπτώσεις στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, των αγαθών και των οχημάτων, και συνεπώς στην εσωτερική αγορά. Επομένως, η ενίσχυση και η εδραίωση της εσωτερικής αγοράς ασφάλισης αυτοκινήτων θα πρέπει να αποτελέσει βασικό στόχο της δράσης της Ένωσης στο πεδίο των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.

    (2)

    Το 2017, η Επιτροπή διενήργησε αξιολόγηση της λειτουργίας της οδηγίας 2009/103/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), εξετάζοντας μεταξύ άλλων την αποδοτικότητα, την αποτελεσματικότητα και τη συνοχή της με άλλες πολιτικές της Ένωσης. Σύμφωνα με το συμπέρασμα της αξιολόγησης, η οδηγία 2009/103/ΕΚ αποδίδει ικανοποιητικά στο σύνολό της και οι περισσότερες πτυχές της δεν χρειάζεται να τροποποιηθούν. Ωστόσο, εντοπίστηκαν τέσσερις τομείς στους οποίους κρίθηκε σκόπιμο να υπάρξουν στοχευμένες τροποποιήσεις: αποζημίωση των ζημιωθέντων λόγω ατυχημάτων σε περιπτώσεις αφερεγγυότητας ασφαλιστικής επιχείρησης, ελάχιστα υποχρεωτικά ποσά ασφαλιστικής κάλυψης, έλεγχοι ασφάλισης των οχημάτων από κράτη μέλη και η χρήση των βεβαιώσεων ιστορικού αξιώσεων των ληπτών της ασφάλισης από νέες ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Εκτός από τους τέσσερις αυτούς τομείς, οι ακόλουθοι τομείς, δηλαδή τα αποστελλόμενα οχήματα, τα ατυχήματα στα οποία εμπλέκεται ρυμουλκούμενο ελκόμενο από όχημα, τα ανεξάρτητα εργαλεία σύγκρισης τιμών ασφάλισης αυτοκινήτων, και τα κέντρα πληροφοριών και οι πληροφορίες για τους ζημιωθέντες, προσδιορίστηκαν επίσης ως τομείς στους οποίους θα ήταν σκόπιμο να γίνουν στοχευμένες τροποποιήσεις. Επιπλέον, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί η οδηγία 2009/103/ΕΚ, με την αντικατάσταση του όρου «θύμα», ο οποίος χρησιμοποιείται στην εν λόγω οδηγία ως συνώνυμο του «ζημιωθέντος», από τον όρο «ζημιωθείς» ή «μέρος που ζημιώθηκε», κατά περίπτωση, μέσω κατάλληλων τροποποιήσεων. Οι τροποποιήσεις αυτές έχουν ως αποκλειστικό στόχο την εναρμόνιση της ορολογίας που χρησιμοποιείται στην εν λόγω οδηγία και δεν συνιστούν ουσιαστική αλλαγή.

    (3)

    Από την έναρξη ισχύος της οδηγίας 2009/103/ΕΚ, έχουν εμφανιστεί στην αγορά πολλοί νέοι τύποι αυτοκίνητων οχημάτων. Ορισμένα από αυτά τροφοδοτούνται από αμιγώς ηλεκτρικό κινητήρα, ορισμένα δε τροφοδοτούνται από βοηθητικό εξοπλισμό. Τα οχήματα αυτά θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον ορισμό της έννοιας «όχημα». Ο ορισμός αυτός θα πρέπει να βασίζεται στα γενικά χαρακτηριστικά των εν λόγω οχημάτων, ιδίως στη μέγιστη ταχύτητα εκ κατασκευής και στο καθαρό βάρος τους, και θα πρέπει να προβλέπει ότι καλύπτονται μόνο τα οχήματα που κινούνται αποκλειστικά με μηχανική ισχύ. Ο ορισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται ανεξάρτητα από τον αριθμό των τροχών που έχει το όχημα. Τα αναπηρικά αμαξίδια που προορίζονται για χρήση από άτομα με σωματικές αναπηρίες δεν θα πρέπει να περιλαμβάνονται στον ορισμό.

    (4)

    Τα ελαφρά ηλεκτρικά οχήματα που δεν εμπίπτουν στον ορισμό του «οχήματος» θα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2009/103/ΕΚ. Ωστόσο, καμία διάταξη της εν λόγω οδηγίας δεν θα πρέπει να εμποδίζει τα κράτη μέλη να απαιτούν, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, την ασφάλιση αυτοκινήτων, υπό όρους που καθορίζουν τα ίδια, για οποιοδήποτε μηχανοκίνητο εξοπλισμό που χρησιμοποιείται στην ξηρά και δεν εμπίπτει στον ορισμό της εν λόγω οδηγίας για το «όχημα» και για τον οποίο, κατά συνέπεια, η εν λόγω οδηγία δεν απαιτεί τέτοια ασφάλιση. Ούτε θα πρέπει η εν λόγω οδηγία να εμποδίζει τα κράτη μέλη να προβλέπουν, στην εθνική τους νομοθεσία, την πρόσβαση των θυμάτων ατυχημάτων που προκαλούνται από οποιονδήποτε άλλο μηχανοκίνητο εξοπλισμό στον οργανισμό αποζημίωσης του κράτους μέλους, όπως ορίζεται στο κεφάλαιο 4. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να μπορούν να αποφασίζουν ότι, όταν διαμένοντες εντός της επικράτειάς τους είναι ζημιωθέντες σε ατύχημα που προκλήθηκε από τον εν λόγω άλλο μηχανοκίνητο εξοπλισμό σε άλλο κράτος μέλος όπου δεν απαιτείται ασφάλιση αυτοκινήτων για τον εν λόγω μηχανοκίνητο εξοπλισμό, οι εν λόγω κάτοικοι πρέπει να έχουν πρόσβαση στον οργανισμό αποζημίωσης που καθορίζεται στο κεφάλαιο 4 στο κράτος μέλος στο οποίο διαμένουν. Οι οργανισμοί αποζημίωσης των κρατών μελών θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να συνάπτουν αμοιβαία συμφωνία σχετικά με τους τρόπους με τους οποίους θα συνεργάζονται σε αυτό το είδος καταστάσεων.

    (5)

    Σε πρόσφατες αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και πιο συγκεκριμένα στις υποθέσεις Vnuk (4), Rodrigues de Andrade (5) και Torreiro (6), το Δικαστήριο αποσαφήνισε τη σημασία της έννοιας «κυκλοφορία οχημάτων». Για την ακρίβεια, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι τα αυτοκίνητα οχήματα, ανεξαρτήτως των χαρακτηριστικών τους, μπορούν συνήθως να χρησιμεύουν ως μέσα μεταφοράς και αποσαφήνισε ότι η κυκλοφορία αυτών των οχημάτων καλύπτει κάθε χρήση οχήματος η οποία ανταποκρίνεται στη συνήθη λειτουργία του ως μέσου μεταφοράς, ανεξαρτήτως του εδάφους στο οποίο χρησιμοποιείται το αυτοκίνητο όχημα και του αν αυτό είναι εν στάσει ή κινείται. Η οδηγία 2009/103/ΕΚ δεν εφαρμόζεται εάν, κατά τον χρόνο του ατυχήματος, η συνήθης λειτουργία ενός τέτοιου οχήματος είναι «η χρήση του όχι ως μέσου μεταφοράς». Αυτό θα μπορούσε να συμβεί εάν το όχημα δεν χρησιμοποιείται κατά την έννοια του άρθρου 3 πρώτο εδάφιο της εν λόγω οδηγίας, δεδομένου ότι η συνήθης λειτουργία του είναι, για παράδειγμα, «η χρήση του ως βιομηχανικής ή γεωργικής πηγής ενέργειας». Για λόγους ασφάλειας δικαίου, κρίνεται σκόπιμο να ληφθεί υπόψη η συγκεκριμένη νομολογία στην οδηγία 2009/103/ΕΚ μέσω της προσθήκης ορισμού για την έννοια «κυκλοφορία οχήματος».

    (6)

    Ορισμένα αυτοκίνητα οχήματα είναι μικρότερα και, συνεπώς, είναι λιγότερο πιθανό να προκαλέσουν σημαντικές σωματικές βλάβες ή υλικές ζημιές σε σχέση με άλλα. Το να συμπεριληφθούν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2009/103/ΕΚ θα ήταν δυσανάλογο χωρίς καν να αποκλείει μελλοντικές περιπλοκές. Η συμπερίληψή τους θα υπονόμευε επίσης την υιοθέτηση νεότερων οχημάτων, όπως τα ηλεκτρικά ποδήλατα που δεν προωθούνται αποκλειστικά από μηχανική ισχύ, και θα αποθάρρυνε την καινοτομία. Επιπλέον, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι τα μικρότερα αυτά οχήματα θα μπορούσαν να προκαλέσουν ατυχήματα με ζημιωθέντες στην ίδια κλίμακα με άλλα οχήματα, όπως αυτοκίνητα ή φορτηγά. Σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, οι απαιτήσεις σε επίπεδο Ένωσης θα πρέπει να καλύπτουν συνεπώς μόνο εκείνα τα οχήματα που ορίζονται στην οδηγία 2009/103/ΕΚ.

    (7)

    Κατ’ αρχήν, η ασφάλιση αυτοκινήτων οχημάτων θα πρέπει να καλύπτει τα ατυχήματα σε όλες τις περιοχές των κρατών μελών. Ωστόσο, ορισμένα κράτη μέλη έχουν διατάξεις που διέπουν τα οχήματα που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά σε συγκεκριμένες περιοχές με περιορισμένη πρόσβαση. Τα εν λόγω κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν περιορισμένες παρεκκλίσεις από το άρθρο 3 της οδηγίας 2009/103/ΕΚ όσον αφορά τις περιοχές περιορισμένης πρόσβασης στις οποίες δεν θα πρέπει να εισέρχονται μη εξουσιοδοτημένα άτομα, όπως σε συγκεκριμένες τοποθεσίες και περιοχές με εξοπλισμό σε λιμένες και αερολιμένες. Το κράτος μέλος που αποφασίζει να προβλέπει τέτοιες παρεκκλίσεις θα πρέπει επίσης να λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίζει ότι καταβάλλεται αποζημίωση για τυχόν ζημίες που προκαλούνται από τέτοιο όχημα.

    (8)

    Ένα κράτος μέλος θα πρέπει επίσης να έχει τη δυνατότητα να μην απαιτεί υποχρεωτική ασφάλιση αυτοκινήτων για οχήματα η κυκλοφορία των οποίων στο δημόσιο οδικό δίκτυο δεν επιτρέπεται σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο. Ωστόσο, το εν λόγω κράτος μέλος θα πρέπει να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι καταβάλλεται αποζημίωση για τυχόν ζημίες που προκαλούνται από τα οχήματα αυτά, εκτός εάν το κράτος μέλος αποφασίσει να παρεκκλίνει επίσης από το άρθρο 10 της οδηγίας 2009/103/ΕΚ όσον αφορά την αποζημίωση για ζημίες που προκαλούνται από τέτοια οχήματα σε περιοχές στις οποίες δεν έχει πρόσβαση το κοινό λόγω νομικού ή φυσικού περιορισμού της πρόσβασης στις περιοχές αυτές, όπως ορίζεται από την εθνική νομοθεσία του. Τέτοια παρέκκλιση από το άρθρο 10 θα πρέπει να εφαρμόζεται σε οχήματα για τα οποία ένα κράτος μέλος έχει αποφασίσει να παρεκκλίνει από την υποχρέωση ασφάλισης επειδή τα εν λόγω οχήματα δεν επιτρέπεται να κυκλοφορούν στο δημόσιο οδικό δίκτυο σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, ακόμη κι αν η υποχρέωση ασφάλισης για τα εν λόγω οχήματα θα μπορούσε επίσης να τύχει διαφορετικής παρέκκλισης, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 5 της οδηγίας 2009/103/ΕΚ.

    (9)

    Σε ορισμένα κράτη μέλη υπάρχουν διατάξεις σχετικά με τη χρήση οχημάτων ως μέσου για την εσκεμμένη πρόκληση σωματικών βλαβών ή υλικών ζημιών. Κατά περίπτωση, όσον αφορά τα σοβαρότερα αδικήματα, θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να συνεχίσουν τη νομική πρακτική τους να εξαιρούν τις ζημίες και βλάβες αυτές από την υποχρεωτική ασφάλιση αυτοκινήτων ή να ανακτούν το ποσό της ασφαλιστικής αποζημίωσης που καταβάλλεται στους ζημιωθέντες από τα πρόσωπα που ευθύνονται για τις εν λόγω βλάβες ή ζημίες. Ωστόσο, προκειμένου να μην μειωθεί η προστασία που παρέχεται από την οδηγία 2009/103/ΕΚ, οι εν λόγω νομικές πρακτικές θα πρέπει να επιτρέπονται μόνον εάν ένα κράτος μέλος διασφαλίζει ότι στις περιπτώσεις αυτές οι ζημιωθέντες αποζημιώνονται για τη ζημία ή βλάβη κατά τρόπο όσο το δυνατόν πλησιέστερο προς τον τρόπο με τον οποίο θα αποζημιώνονταν βάσει της οδηγίας 2009/103/ΕΚ. Εκτός εάν το κράτος μέλος έχει προβλέψει έναν τέτοιο εναλλακτικό μηχανισμό αποζημίωσης ή εγγύηση, διασφαλίζοντας την αποζημίωση των ζημιωθέντων για την εν λόγω ζημία ή βλάβη κατά τρόπο όσο το δυνατόν πλησιέστερο προς τον τρόπο με τον οποίο θα αποζημιώνονταν βάσει της οδηγίας 2009/103/ΕΚ, η ζημία ή βλάβη αυτή θα πρέπει να καλύπτεται σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία.

    (10)

    Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να εφαρμόζουν την οδηγία 2009/103/ΕΚ όσον αφορά τη χρήση οχημάτων σε εκδηλώσεις και δραστηριότητες μηχανοκίνητου αθλητισμού, περιλαμβανομένων αγώνων ταχύτητας και διαγωνισμών, καθώς και σε εκπαιδεύσεις, δοκιμές και επιδείξεις, συμπεριλαμβανομένων των εκπαιδεύσεων, δοκιμών και επιδείξεων ταχύτητας, αξιοπιστίας ή δεξιοτήτων, που επιτρέπονται σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο. Οι εν λόγω εξαιρούμενες δραστηριότητες θα πρέπει να πραγματοποιούνται σε περιορισμένη και οριοθετημένη περιοχή κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι η συνήθης κυκλοφορία, το κοινό και οποιοδήποτε μέρος που δεν σχετίζεται με τη δραστηριότητα δεν είναι σε θέση, πραγματικά ή δυνητικά, να χρησιμοποιήσουν τον δρόμο όπου πραγματοποιείται η διαδρομή. Στις δραστηριότητες αυτές περιλαμβάνονται συνήθως οι δραστηριότητες σε καθορισμένες γραμμές ή διαδρομές μηχανοκίνητου αθλητισμού και οι περιοχές που βρίσκονται σε άμεση γειτνίαση, όπως οι χώροι ασφαλείας, οι χώροι στάσεων ανεφοδιασμού και οι χώροι στάθμευσης, όπου ο κίνδυνος ατυχήματος είναι πολύ υψηλότερος σε σύγκριση με το κανονικό οδικό δίκτυο και όπου δεν θα πρέπει να εισέρχονται μη εξουσιοδοτημένα άτομα.

    (11)

    Μια τέτοια εξαίρεση για αγώνες και δραστηριότητες μηχανοκίνητου αθλητισμού θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνο όταν το κράτος μέλος διασφαλίζει ότι ο διοργανωτής της εκδήλωσης ή της δραστηριότητας, ή οποιοδήποτε άλλο μέρος, έχει συνάψει εναλλακτικό ασφαλιστήριο συμβόλαιο ή εγγύηση που καλύπτει τη ζημία οποιουδήποτε τρίτου προσώπου, συμπεριλαμβανομένων των θεατών και άλλων παρευρισκομένων, αλλά όχι απαραίτητα τη ζημία των συμμετεχόντων οδηγών και των οχημάτων τους. Εκτός εάν οι διοργανωτές ή άλλα μέρη έχουν συνάψει, ως προϋπόθεση της εν λόγω εξαίρεσης, εναλλακτικό ασφαλιστήριο συμβόλαιο ή εγγύηση, η ζημία, με την πιθανή εξαίρεση της ζημίας των συμμετεχόντων οδηγών και των οχημάτων τους, θα πρέπει να καλύπτεται σύμφωνα με την οδηγία 2009/103/ΕΚ.

    (12)

    Προκειμένου να μην μειωθεί η προστασία που παρέχεται από την οδηγία 2009/103/ΕΚ, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι, στις εκδηλώσεις και δραστηριότητες μηχανοκίνητου αθλητισμού που επιτρέπονται σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο και είναι επιλέξιμες για την εν λόγω εξαίρεση, οι ζημιωθέντες αποζημιώνονται για τις εν λόγω ζημίες κατά τρόπο όσο το δυνατόν πλησιέστερο προς τον τρόπο με τον οποίο θα αποζημιώνονταν βάσει της οδηγίας 2009/103/ΕΚ.

    (13)

    Κατά την κατασκευή και τη μεταφορά τους, τα οχήματα στερούνται μεταφορικών λειτουργιών και δεν θεωρείται ότι βρίσκονται σε κυκλοφορία κατά την έννοια του άρθρου 3 πρώτο εδάφιο της οδηγίας 2009/103/ΕΚ. Ωστόσο, εάν ένα κράτος μέλος επιλέξει να μην εφαρμόσει την απαίτηση ασφάλισης αυτοκινήτων όσον αφορά τα εν λόγω οχήματα σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 1 της οδηγίας 2009/103/ΕΚ, θα πρέπει να προβλέπει ασφάλιση επιχειρηματικής ευθύνης για την κάλυψη των ζημιών που ενδέχεται να προκαλέσουν τα εν λόγω οχήματα.

    (14)

    Επί του παρόντος, οι εθνικές νομοθεσίες πολλών κρατών μελών συνδέουν την υποχρέωση ασφάλισης με την κυκλοφορία οχήματος κατά την έννοια του άρθρου 3 πρώτο εδάφιο της οδηγίας 2009/103/ΕΚ. Στα εν λόγω κράτη μέλη, η κυκλοφορία ενός οχήματος επιτρέπεται μόνον όταν το όχημα είναι εγγεγραμμένο. Η νομοθεσία των εν λόγω κρατών μελών ορίζει ότι το όχημα πρέπει να καλύπτεται από ασφάλιση αυτοκινήτων κατά την ενεργό εγγραφή και κυκλοφορία του οχήματος κατά την έννοια του άρθρου 3 πρώτο εδάφιο της οδηγίας 2009/103/ΕΚ. Συνεπώς, τα εν λόγω κράτη μέλη δεν απαιτούν ασφαλιστική κάλυψη για τη χρήση οχημάτων που έχουν απεγγραφεί μόνιμα ή προσωρινά, επειδή, για παράδειγμα, βρίσκονται σε μουσείο, σε στάδιο αποκατάστασης ή δεν έχουν χρησιμοποιηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα για άλλο λόγο, όπως η εποχιακή χρήση. Τα εν λόγω κράτη μέλη πρέπει να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι καταβάλλεται αποζημίωση ανάλογη με την αποζημίωση που προβλέπεται στην οδηγία 2009/103/ΕΚ για κάθε απώλεια ή ζημία που προκλήθηκε στο έδαφός τους και στο έδαφος άλλων κρατών μελών από οχήματα, όπως ορίζονται στην εν λόγω οδηγία, τα οποία κυκλοφορούν κατά την έννοια του άρθρου 3 πρώτο εδάφιο της εν λόγω οδηγίας.

    (15)

    Επί του παρόντος, ορισμένα κράτη μέλη, στα οποία η υποχρέωση ασφάλισης αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτου οχήματος δεν συνδέεται με την εγγραφή ενός οχήματος, επιλέγουν να μην απαιτούν υποχρεωτική ασφάλιση αυτοκινήτων για οχήματα που έχουν επίσημα αποσυρθεί από την κυκλοφορία, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο. Παραδείγματα τέτοιας επίσημης απόσυρσης από την κυκλοφορία περιλαμβάνουν την αποστολή κοινοποίησης στην αρμόδια αρχή ή σε άλλα ορισθέντα μέρη που εκτελούν καθήκοντα της αρμόδιας αρχής ή τη λήψη άλλων επαληθεύσιμων υλικών μέτρων. Τα εν λόγω κράτη μέλη πρέπει να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι καταβάλλεται αποζημίωση ανάλογη με την αποζημίωση που προβλέπεται στην οδηγία 2009/103/ΕΚ για κάθε απώλεια ή ζημία που προκλήθηκε στο έδαφός τους και στο έδαφος άλλων κρατών μελών από τέτοια οχήματα.

    (16)

    Επί του παρόντος, τα κράτη μέλη πρέπει να μη διενεργούν ελέγχους ασφάλισης σε οχήματα που έχουν συνήθη στάθμευση στο έδαφος άλλου κράτους μέλους και σε οχήματα που έχουν συνήθη στάθμευση στο έδαφος τρίτης χώρας και εισέρχονται στο έδαφός τους προερχόμενα από το έδαφος άλλου κράτους μέλους. Οι νέες τεχνολογικές εξελίξεις, όπως η τεχνολογία αυτόματης αναγνώρισης πινακίδων αριθμού κυκλοφορίας, επιτρέπουν τον έλεγχο της ασφάλισης χωρίς την ακινητοποίηση των οχημάτων και, ως εκ τούτου, χωρίς να θίγεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να επιτρέπονται οι εν λόγω έλεγχοι της ασφάλισης σε οχήματα, αλλά μόνον εφόσον δεν εισάγουν διακρίσεις, είναι αναγκαίοι και αναλογικοί, εντάσσονται σε γενικό σύστημα ελέγχων στην εθνική επικράτεια που διενεργούνται επίσης για οχήματα με συνήθη στάθμευση στο έδαφος του κράτους μέλους που πραγματοποιεί τους ελέγχους, και δεν απαιτούν την ακινητοποίηση του οχήματος.

    (17)

    Όσα κράτη μέλη επιλέξουν να δημιουργήσουν ένα σύστημα το οποίο θα επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και θα επιτρέπει στη συνέχεια την κοινοποίηση των δεδομένων αυτών σε άλλα κράτη μέλη, όπως π.χ. δεδομένα από την τεχνολογία αναγνώρισης πινακίδων αριθμού κυκλοφορίας, πρέπει να θεσπίσουν σχετική νομοθεσία που θα επιτρέπει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό την καταπολέμηση του φαινομένου της οδήγησης ανασφάλιστων οχημάτων, θεσπίζοντας παράλληλα και πρόσφορα μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων, των ελευθεριών και των έννομων συμφερόντων των υποκειμένων των δεδομένων. Οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) εφαρμόζονται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό την καταπολέμηση του φαινομένου της οδήγησης ανασφάλιστων οχημάτων. Συγκεκριμένα, η νομοθεσία των κρατών μελών θα πρέπει να ορίζει τον ακριβή σκοπό, να λαμβάνει υπόψη τη σχετική νομική βάση, να συμμορφώνεται με τις αντίστοιχες απαιτήσεις ασφάλειας και να συνάδει με τις αρχές της αναγκαιότητας, της αναλογικότητας και του περιορισμού του σκοπού, ενώ θα πρέπει να ορίζει αναλογική περίοδο διατήρησης των δεδομένων. Επιπλέον, οι αρχές της προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ήδη από τον σχεδιασμό και της προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εξ ορισμού θα πρέπει να ισχύουν σε όλα τα συστήματα επεξεργασίας δεδομένων που αναπτύσσονται και χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της νομοθεσίας των κρατών μελών.

    (18)

    Σύμφωνα με τις αρχές αυτές, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να διατηρούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία επεξεργάζονται αποκλειστικά με σκοπό την πραγματοποίηση ενός ελέγχου ασφάλισης για διάστημα μεγαλύτερο από το χρονικό διάστημα που απαιτείται για να εξακριβωθεί κατά πόσον ένα όχημα διαθέτει έγκυρη ασφαλιστική κάλυψη. Όταν διαπιστώνεται ότι ένα όχημα διαθέτει κάλυψη, όλα τα δεδομένα που σχετίζονται με την εν λόγω επαλήθευση θα πρέπει να διαγράφονται. Όταν ένα σύστημα επαλήθευσης δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει κατά πόσον ένα όχημα είναι ασφαλισμένο, τα δεδομένα αυτά θα πρέπει να διατηρούνται μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα, που δεν θα υπερβαίνει τον αριθμό των ημερών που απαιτούνται για να διαπιστωθεί αν υπάρχει ασφαλιστική κάλυψη. Όσον αφορά τα οχήματα για τα οποία έχει διαπιστωθεί ότι δεν καλύπτονται από έγκυρο ασφαλιστήριο συμβόλαιο, είναι εύλογο να απαιτείται η διατήρηση των εν λόγω δεδομένων έως ότου ολοκληρωθούν οποιεσδήποτε διοικητικές ή δικαστικές διαδικασίες και το όχημα καλυφθεί από έγκυρο ασφαλιστήριο συμβόλαιο.

    (19)

    Η οδηγία 2009/103/ΕΚ προβλέπει επί τους παρόντος διαφορετικές ημερομηνίες αναφοράς για τον τακτικό επανυπολογισμό των ελάχιστων ποσών κάλυψης στα επιμέρους κράτη μέλη, με αποτέλεσμα τα ελάχιστα ποσά κάλυψης να είναι διαφορετικά στο εκάστοτε κράτος μέλος. Προκειμένου να διασφαλίζεται η παροχή ίσης ελάχιστης προστασίας στους ζημιωθέντες σε όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης, τα εν λόγω ελάχιστα ποσά θα πρέπει να εναρμονιστούν. Παράλληλα, θα πρέπει να θεσπιστεί ενιαία ρήτρα επανεξέτασης που χρησιμοποιεί ως σημείο αναφοράς τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή που δημοσιεύεται από τη Eurostat, ενώ θα πρέπει να καθιερωθούν διαδικαστικοί κανόνες που θα διέπουν την εν λόγω επανεξέταση και θα ορίζουν ενιαίο χρονοδιάγραμμα.

    (20)

    Για την αποτελεσματική και αποδοτική προστασία των ζημιωθέντων λόγω τροχαίων ατυχημάτων απαιτείται οι εν λόγω ζημιωθέντες να έχουν δικαίωμα να αξιώνουν αποζημίωση στο κράτος μέλος διαμονής τους και να λαμβάνουν απάντηση εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Απαιτείται επίσης, όταν οι αξιώσεις τους είναι αιτιολογημένες, να καταβάλλονται πάντα στους ζημιωθέντες τα ποσά που τους οφείλονται ως αποζημίωση για τις σωματικές βλάβες ή τις υλικές ζημίες που υφίστανται, ανεξαρτήτως του αν η ασφαλιστική επιχείρηση του υπαίτιου μέρους είναι φερέγγυα. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ιδρύσουν ή να εγκρίνουν οργανισμό, ο οποίος θα χορηγεί την αρχική αποζημίωση στους ζημιωθέντες που έχουν τόπο διαμονής στο έδαφός τους και ο οποίος έχει το δικαίωμα να ζητήσει την επιστροφή της εν λόγω αποζημίωσης από τον οργανισμό που ιδρύθηκε ή εγκρίθηκε για τον ίδιο σκοπό στο κράτος μέλος καταγωγής της αφερέγγυας ασφαλιστικής επιχείρησης η οποία εξέδωσε το ασφαλιστήριο συμβόλαιο του οχήματος του υπαίτιου μέρους. Όταν ένα κράτος μέλος διαθέτει ήδη μηχανισμό αποζημίωσης, θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εγκρίνει τη διατήρησή του.

    (21)

    Μια ασφαλιστική επιχείρηση μπορεί να καταστεί αφερέγγυα με διάφορους τρόπους, για παράδειγμα, λόγω της κήρυξης σε πτώχευση, της αθέτησης των υποχρεώσεών της από τη στιγμή που παραιτείται από την άδεια λειτουργίας της στο κράτος μέλος καταγωγής της ή να αποτελέσει αντικείμενο μέτρου ανάκλησης ή απόφασης απαγόρευσης της δραστηριότητάς της. Όταν εκδίδεται διαταγή ή λαμβάνεται απόφαση για την έναρξη της διαδικασίας πτώχευσης ή εκκαθάρισης, η εν λόγω διαταγή ή απόφαση θα πρέπει να δημοσιοποιείται. Ο οργανισμός που έχει ιδρυθεί ή έχει εγκριθεί να αποζημιώνει τους ζημιωθέντες σε περίπτωση αφερεγγυότητας ασφαλιστικής επιχείρησης στο κράτος μέλος καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης θα πρέπει να ενημερώνει τους αντίστοιχους οργανισμούς σε όλα τα άλλα κράτη μέλη σχετικά με την εν λόγω εντολή ή απόφαση.

    (22)

    Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο οργανισμός που ιδρύεται ή εγκρίνεται να αποζημιώνει ζημιωθέντες σε περίπτωση αφερεγγυότητας ασφαλιστικής επιχείρησης στο κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου διαμένει ο ζημιωθείς, είναι αρμόδιος σε όλα τα στάδια της διαδικασίας να ζητεί πληροφορίες, να ενημερώνει και να ενημερώνεται από τους άλλους σχετικούς οργανισμούς, αρχές και ενδιαφερόμενα μέρη στην Ένωση, καθώς και να συνεργάζεται μαζί τους. Οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να είναι επαρκείς ώστε ο αποδέκτης να αποκτά τουλάχιστον γενική κατανόηση της κατάστασης. Οι πληροφορίες αυτές είναι σημαντικές προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο οργανισμός που αποζημιώνει τον ζημιωθέντα είναι σε θέση, πριν από την καταβολή της αποζημίωσης, να εξακριβώσει ο ίδιος ή από κοινού με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, αν η ασφαλιστική επιχείρηση έχει ήδη αποζημιώσει τον αιτούντα για την αξίωσή του. Η αξίωση που υποβάλλεται στον εν λόγω οργανισμό μπορεί ακόμη και να μεταβιβαστεί στην ασφαλιστική επιχείρηση για περαιτέρω έλεγχο ή για λήψη απόφασης, εφόσον αυτό απαιτείται από το εθνικό δικονομικό δίκαιο. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο οργανισμός ζητεί και λαμβάνει λεπτομερέστερες πληροφορίες σχετικά με συγκεκριμένες αξιώσεις.

    (23)

    Το σύστημα αποζημίωσης λειτουργεί με επιφύλαξη του δικαίου που εφαρμόζεται όσον αφορά τα επίπεδα κάλυψης των ζημιωθέντων. Οι ίδιες αρχές θα πρέπει να ισχύουν για τις αξιώσεις ανεξάρτητα από το αν η ασφαλιστική επιχείρηση είναι φερέγγυα ή αφερέγγυα. Ο οργανισμός του κράτους μέλους καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης που εξέδωσε το ασφαλιστήριο συμβόλαιο του υπαίτιου μέρους θα πρέπει να καταβάλει την πληρωμή στον οργανισμό του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου διαμένει ο ζημιωθείς εντός εύλογου χρονικού διαστήματος αφότου ο οργανισμός του κράτους μέλους καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης λάβει αίτηση επιστροφής της αποζημίωσης που κατέβαλε ο οργανισμός του κράτους μέλους διαμονής του ζημιωθέντος στον ζημιωθέντα.

    (24)

    Ανάλογα με τα διάφορα στάδια της διεκπεραίωσης των αξιώσεων, τις πληρωμές προς τους ζημιωθέντες και τις διαδικασίες επιστροφής αποζημιώσεων που ακολουθούν διάφοροι οργανισμοί, μπορεί να υπάρχουν ανεξόφλητες υποχρεώσεις μεταξύ οργανισμών που έχουν συσταθεί ή είναι εξουσιοδοτημένοι να αποζημιώνουν τους ζημιωθέντες σε περίπτωση αφερεγγυότητας ασφαλιστικής επιχείρησης. Το δικαίωμα υποκατάστασης θα πρέπει να μεταβιβάζεται από τον οργανισμό που κατέβαλε αποζημίωση πρώτα στον οργανισμό του άλλου κράτους μέλους καθώς προχωρά η διαδικασία επιστροφής αποζημιώσεων στους οργανισμούς. Ως εκ τούτου, ο οργανισμός, στον βαθμό που έχει παράσχει αποζημίωση για τη ζημία ή σωματική βλάβη που υπέστη ο ζημιωθείς και δεν έχει ακόμη λάβει επιστροφή της εν λόγω αποζημίωσης, θα πρέπει να υποκαθίσταται στα δικαιώματα του ζημιωθέντος κατά του προσώπου που προκάλεσε το ατύχημα ή κατά της ασφαλιστικής του επιχείρησης. Ωστόσο, ο εν λόγω οργανισμός δεν θα πρέπει να υποκαθίσταται στα δικαιώματα του ζημιωθέντος έναντι του λήπτη της ασφάλισης ή άλλου ασφαλισμένου που προκάλεσε το ατύχημα, εφόσον η ευθύνη του λήπτη της ασφάλισης ή του ασφαλισμένου θα καλυπτόταν από την αφερέγγυα ασφαλιστική επιχείρηση σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο. Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να υποχρεούται να αναγνωρίζει την υποκατάσταση αυτή, όπως προβλέπεται από οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος.

    (25)

    Για να εξασφαλιστεί η αποδοτική και αποτελεσματική προστασία των ζημιωθέντων σε περίπτωση αφερεγγυότητας ασφαλιστικής επιχείρησης, είναι αναγκαίο τα κράτη μέλη να προβούν στις κατάλληλες ρυθμίσεις ώστε να εξασφαλίσουν ότι τα κεφάλαια που απαιτούνται για την αποζημίωση των ζημιωθέντων είναι διαθέσιμα όταν οφείλονται αποζημιώσεις. Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, οι εν λόγω ρυθμίσεις θα πρέπει να αποφασίζονται από τα κράτη μέλη καταγωγής σε εθνικό επίπεδο. Θα πρέπει, ωστόσο, να συμμορφώνονται με το δίκαιο της Ένωσης και ιδίως με αρχές όπως οι lex specialis και lex posterior. Προκειμένου να αποφευχθεί η επιβολή αδικαιολόγητης και δυσανάλογης επιβάρυνσης στους ασφαλιστές, εάν ένα κράτος μέλος απαιτεί χρηματοδοτικές συνεισφορές από ασφαλιστικές επιχειρήσεις, οι εν λόγω εισφορές θα πρέπει να εισπράττονται μόνο από ασφαλιστικές επιχειρήσεις που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από το εν λόγω κράτος μέλος. Αυτό δεν θα πρέπει να θίγει τη χρηματοδότηση οποιωνδήποτε άλλων καθηκόντων που θα μπορούσαν να ανατεθούν στον οργανισμό που έχει συσταθεί ή εξουσιοδοτηθεί να αποζημιώνει τους ζημιωθέντες σε περίπτωση αφερεγγυότητας ασφαλιστικής επιχείρησης.

    (26)

    Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των απαιτήσεων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία σχετικά με την αποζημίωση των ζημιωθέντων σε περίπτωση αφερεγγυότητας ασφαλιστικής επιχείρησης, οι οργανισμοί που είναι επιφορτισμένοι με το καθήκον αυτό θα πρέπει να επιδιώκουν να συνάψουν συμφωνία σχετικά με τα καθήκοντα, τις υποχρεώσεις τους και τις διαδικασίες επιστροφής των καταβληθέντων ποσών. Εάν δεν έχει επιτευχθεί η εν λόγω συμφωνία εντός 24 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) όσον αφορά τον ορισμό των διαδικαστικών καθηκόντων και υποχρεώσεων των εν λόγω οργανισμών σχετικά με την επιστροφή των καταβληθέντων ποσών.

    (27)

    Σε περίπτωση αφερεγγυότητας ασφαλιστικής επιχείρησης, οι ζημιωθέντες θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να αξιώσουν αποζημίωση από οργανισμό στο κράτος μέλος διαμονής τους, ακόμη και όταν έχουν υποστεί σωματική βλάβη λόγω ατυχήματος που συνέβη σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος διαμονής τους. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να αναθέτουν το καθήκον της αποζημίωσης των εν λόγω ζημιωθέντων σε νέο οργανισμό ή σε ήδη υφιστάμενο οργανισμό, συμπεριλαμβανομένου του οργανισμού αποζημίωσης που έχει ιδρυθεί ή εγκριθεί βάσει του άρθρου 24 της οδηγίας 2009/103/ΕΚ. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να μπορούν, σε περίπτωση αφερεγγυότητας ασφαλιστικής επιχείρησης, να αναθέτουν σε έναν και μόνο οργανισμό τα καθήκοντα αποζημίωσης των ζημιωθέντων λόγω ατυχημάτων στο κράτος μέλος διαμονής τους και των ζημιωθέντων λόγω ατυχημάτων σε κράτη μέλη εκτός του κράτους μέλους διαμονής τους. Στην περίπτωση ζημιωθέντων σε κράτη μέλη εκτός του κράτους μέλους διαμονής τους, είναι επίσης σημαντικό να εξασφαλιστεί η ανταλλαγή πληροφοριών και η συνεργασία με τους οργανισμούς αποζημίωσης που έχουν ιδρυθεί ή εγκριθεί δυνάμει του άρθρου 24 της οδηγίας 2009/103/ΕΚ σε όλα τα κράτη μέλη και με τους αντιπροσώπους για τον διακανονισμό των αξιώσεων.

    (28)

    Τα κράτη μέλη μπορούν να ιδρύσουν ή να εγκρίνουν περισσότερους από έναν οργανισμούς αποζημίωσης δυνάμει της οδηγίας 2009/103/ΕΚ, γεγονός που θα μπορούσε ενδεχομένως να δυσχεράνει τον προσδιορισμό του οργανισμού στον οποίο πρέπει να υποβάλουν τις αξιώσεις τους οι ζημιωθέντες. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη που ιδρύουν ή εγκρίνουν περισσότερους από έναν οργανισμούς αποζημίωσης θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι ζημιωθέντες έχουν πρόσβαση σε βασικές πληροφορίες σχετικά με τους πιθανούς τρόπους υποβολής αίτησης αποζημίωσης κατά τρόπο που να τους επιτρέπει να κατανοήσουν εύκολα σε ποιον οργανισμό θα πρέπει να υποβάλουν αίτηση.

    (29)

    Στην περίπτωση αποστελλόμενου οχήματος, ο υπεύθυνος για την κάλυψη αστικής ευθύνης θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να επιλέξει αν θα συνάψει ασφαλιστήριο συμβόλαιο στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγγεγραμμένο το όχημα ή, για περίοδο 30 ημερών από την ημερομηνία αποδοχής της παράδοσης από τον αγοραστή, στο κράτος μέλος προορισμού, ακόμη και αν το όχημα δεν είναι επισήμως εγγεγραμμένο στο κράτος μέλος προορισμού. Το κέντρο πληροφοριών του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγγεγραμμένο το όχημα και, εάν είναι διαφορετικό, του κράτους μέλους προορισμού, καθώς και κάθε άλλου σχετικού κράτους μέλους, όπως το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου συνέβη το ατύχημα, ή στο οποίο κατοικεί ο ζημιωθείς, θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους για να διασφαλίζεται ότι οι αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με το αποστελλόμενο όχημα, τις οποίες έχουν σύμφωνα με το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/103/ΕΚ, είναι διαθέσιμες.

    (30)

    Σε περίπτωση ατυχημάτων στα οποία εμπλέκονται ρυμουλκούμενα για τα οποία έχει εκδοθεί ασφάλιση αστικής ευθύνης διακριτή από εκείνη του έλκοντος οχήματος, ο ζημιωθείς θα πρέπει να μπορεί να προβάλει αξίωση έναντι του ασφαλιστή του ρυμουλκούμενου, εφόσον αυτό προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο. Κατόπιν αιτήματος, ο ζημιωθείς θα πρέπει να είναι σε θέση να λάβει από τον ασφαλιστή του ρυμουλκούμενου πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα του ασφαλιστή του έλκοντος οχήματος ή σε περίπτωση που ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου δεν είναι σε θέση να εντοπίσει τον ασφαλιστή του έλκοντος οχήματος, παρότι κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια, σχετικά με τον μηχανισμό αποζημίωσης που προβλέπεται στο άρθρο 10 της οδηγίας 2009/103/ΕΚ.

    (31)

    Θα πρέπει να είναι δυνατό να εξακριβώνεται εύκολα η γνησιότητα των προηγούμενων ιστορικών αξιώσεων των ληπτών της ασφάλισης που επιθυμούν να συνάψουν νέες ασφαλιστικές συμβάσεις με ασφαλιστικές επιχειρήσεις προκειμένου να διευκολύνεται η αναγνώριση του εκάστοτε ιστορικού αξιώσεων κατά τη σύναψη νέου ασφαλιστήριου συμβολαίου. Προκειμένου να απλουστευτούν η επαλήθευση και η εξακρίβωση της γνησιότητας των βεβαιώσεων του ιστορικού αξιώσεων, είναι σημαντικό το περιεχόμενο και η μορφή τους να είναι κοινά σε όλα τα κράτη μέλη. Επιπλέον, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που λαμβάνουν υπόψη τις βεβαιώσεις ιστορικού αξιώσεων προκειμένου να καθορίσουν τα ασφάλιστρα των αυτοκινήτων οχημάτων δεν θα πρέπει να προβαίνουν σε διακρίσεις λόγω ιθαγένειας ή αποκλειστικά και μόνο λόγω του προηγούμενου κράτους μέλους διαμονής του λήπτη της ασφάλισης. Επιπρόσθετα, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να θεωρούν μια βεβαίωση ιστορικού αξιώσεων από άλλο κράτος μέλος ισότιμη με εγχώρια βεβαίωση ιστορικού αξιώσεων και να εφαρμόζουν σε πελάτη από άλλο κράτος μέλος τυχόν εκπτώσεις που θα ήταν διαθέσιμες για έναν κατά τα άλλα πανομοιότυπο εγχώριο πελάτη, συμπεριλαμβανομένων των εκπτώσεων που απαιτούνται από την εθνική νομοθεσία ενός κράτους μέλους, όπως οι εκπτώσεις στο πλαίσιο του συστήματος «bonus-malus». Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παραμένουν ελεύθερα να θεσπίζουν εθνική νομοθεσία για τα συστήματα bonus-malus, δεδομένου ότι τα συστήματα αυτά έχουν εθνικό χαρακτήρα και δεν έχουν κανένα διασυνοριακό στοιχείο και, ως εκ τούτου, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η λήψη αποφάσεων όσον αφορά τα εν λόγω συστήματα θα πρέπει να εξακολουθήσει να εναπόκειται στα κράτη μέλη. Για να μπορούν τα κράτη μέλη να ελέγχουν κατά πόσον και με ποιον τρόπο οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις μεταχειρίζονται τις βεβαιώσεις ιστορικού αξιώσεων, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να δημοσιεύουν μια γενική επισκόπηση των πολιτικών που ακολουθούν όσον αφορά τη χρήση του ιστορικού αξιώσεων κατά τον υπολογισμό των ασφαλίστρων. Με την επιφύλαξη της οδηγίας (ΕΕ) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις δεν υποχρεούνται να δημοσιεύουν εμπορικά ευαίσθητες πληροφορίες, όπως λεπτομέρειες σχετικά με τους τιμολογιακούς κανόνες.

    (32)

    Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις εφαρμογής της οδηγίας 2009/103/ΕΚ, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές εξουσίες στην Επιτροπή σχετικά με τη μορφή και το περιεχόμενο της βεβαίωσης ιστορικού αξιώσεων. Οι εκτελεστικές αυτές αρμοδιότητες πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9).

    (33)

    Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να επιλέγουν να πιστοποιούν εργαλεία που επιτρέπουν στους καταναλωτές να συγκρίνουν τις τιμές, τα τιμολόγια και την κάλυψη μεταξύ παρόχων ασφάλισης αυτοκινήτων τα οποία συμμορφώνονται με τους όρους που καθορίζονται στην οδηγία 2009/103/ΕΚ. Εάν πιστοποιηθούν δεόντως, τα εργαλεία αυτά θα μπορούσαν να περιγράφονται ως «ανεξάρτητα εργαλεία σύγκρισης τιμών ασφάλισης αυτοκινήτων οχημάτων». Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να δημιουργούν δημόσια εργαλεία σύγκρισης τιμών, τα οποία θα διαχειρίζεται δημόσια αρχή.

    (34)

    Για να εξασφαλιστεί η ομαλή διεκπεραίωση των αξιώσεων όταν απαιτείται έκθεση ατυχήματος βάσει της εθνικής νομοθεσίας η οποία διασφαλίζει το δικαίωμα του ζημιωθέντος να λαμβάνει αντίγραφο της έκθεσης ατυχήματος από τις αρμόδιες αρχές, είναι σημαντικό ο ζημιωθείς να έχει πρόσβαση σε αυτήν εγκαίρως.

    (35)

    Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα ελάχιστα ποσά κάλυψης της ασφάλισης αυτοκινήτων δεν υφίστανται διάβρωση με την πάροδο του χρόνου, η εξουσία έγκρισης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή όσον αφορά την προσαρμογή των ελάχιστων ποσών, ώστε να λαμβάνεται υπόψη η οικονομική πραγματικότητα όπως εξελίσσεται.

    (36)

    Κατά την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων βάσει παραχωρήσεων αρμοδιοτήτων στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι οποίες να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (10). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

    (37)

    Στο πλαίσιο της αξιολόγησης της λειτουργίας της οδηγίας 2009/103/ΕΚ, η Επιτροπή θα πρέπει να παρακολουθεί την εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας, λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των ζημιωθέντων, το ποσό των εκκρεμών αξιώσεων λόγω καθυστερήσεων στην καταβολή των αποζημιώσεων που προέκυψαν από διασυνοριακές υποθέσεις αφερεγγυότητας, το ύψος των ελάχιστων ποσών κάλυψης στα κράτη μέλη, το ποσό των αξιώσεων που οφείλονται σε οδήγηση ανασφάλιστου οχήματος εκτός συνόρων και τον αριθμό των καταγγελιών που αφορούν βεβαιώσεις ιστορικού αξιώσεων.

    (38)

    Επιπλέον, η Επιτροπή θα πρέπει να εκπονήσει έκθεση για την αξιολόγηση της λειτουργίας, της συνεργασίας και της χρηματοδότησης των οργανισμών αποζημίωσης που ιδρύθηκαν ή εγκρίθηκαν για την παροχή αποζημίωσης στους ζημιωθέντες στην περίπτωση της αφερεγγυότητας ασφαλιστικής επιχείρησης. Εάν κρίνεται σκόπιμο, η έκθεση θα πρέπει να συνοδεύεται από νομοθετική πρόταση.

    (39)

    Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να παρακολουθεί και να επανεξετάζει την οδηγία 2009/103/ΕΚ υπό το φως των τεχνολογικών εξελίξεων, συμπεριλαμβανομένης της αυξημένης χρήσης αυτόνομων και ημιαυτόνομων οχημάτων, ώστε να διασφαλίζεται ότι εξακολουθεί να εξυπηρετεί τον σκοπό της, δηλαδή να προστατεύει τους δυνητικούς ζημιωθέντες από ατυχήματα στα οποία εμπλέκονται αυτοκίνητα οχήματα. Θα πρέπει επίσης να αναλύει τη χρήση από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις συστημάτων στα οποία τα ασφάλιστρα επηρεάζονται από τις βεβαιώσεις ιστορικού αξιώσεων των ληπτών της ασφάλισης. Επιπρόσθετα, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα των συστημάτων ανταλλαγής πληροφοριών που χρησιμοποιούνται με σκοπό τους διασυνοριακούς ελέγχους ασφάλισης.

    (40)

    Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, που αφορούν κυρίως την παροχή ίσης ελάχιστης προστασίας στους ζημιωθέντες λόγω τροχαίων ατυχημάτων σε όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης, τη διασφάλιση της προστασίας τους στις περιπτώσεις στις οποίες οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις καθίστανται αφερέγγυες και τη διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης των βεβαιώσεων ιστορικού αξιώσεων από ασφαλιστές για δυνητικούς λήπτες ασφάλισης που διασχίζουν τα εσωτερικά σύνορα της Ένωσης, είναι αδύνατο να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη αλλά μπορούν αντίθετα, λόγω των επιπτώσεών τους, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων αυτών.

    (41)

    Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα (11), τα κράτη μέλη δεσμεύτηκαν να επισυνάπτουν στην κοινοποίηση των εθνικών μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, όταν δικαιολογείται, ένα ή περισσότερα έγγραφα που διευκρινίζουν τη σχέση ανάμεσα στα στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα τμήματα των εθνικών πράξεων μεταφοράς. Για την παρούσα οδηγία ο νομοθέτης εκτιμά ότι η διαβίβαση των εγγράφων αυτών είναι δικαιολογημένη.

    (42)

    Ως εκ τούτου, η οδηγία 2009/103/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    Άρθρο 1

    Η οδηγία 2009/103/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

    1)

    Το άρθρο 1 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1)

    ως “όχημα” νοείται:

    α)

    οιοδήποτε αυτοκίνητο όχημα κινούμενο επί του εδάφους αποκλειστικά διά μηχανικής ισχύος και μη κινούμενο επί σιδηροτροχιών με:

    i)

    μέγιστη ταχύτητα εκ κατασκευής άνω των 25 km/h· ή

    ii)

    μέγιστο καθαρό βάρος άνω των 25 kg και μέγιστη ταχύτητα εκ κατασκευής άνω των 14 km/h·

    β)

    οιοδήποτε ρυμουλκούμενο που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί με όχημα αναφερόμενο στο στοιχείο α), συζευγμένο ή μη μετά του εν λόγω οχήματος.

    Με την επιφύλαξη των στοιχείων α) και β), τα αναπηρικά αμαξίδια που προορίζονται αποκλειστικά για χρήση από άτομα με σωματικές αναπηρίες δεν θεωρούνται οχήματα που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία·»·

    β)

    παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

    «1α)

    ως “κυκλοφορία οχήματος” νοείται οποιαδήποτε χρήση οχήματος, η οποία ανταποκρίνεται στη λειτουργία του οχήματος ως μέσου μεταφοράς τη στιγμή του ατυχήματος, ανεξαρτήτως των χαρακτηριστικών του οχήματος και ανεξαρτήτως του εδάφους στο οποίο χρησιμοποιείται το αυτοκίνητο όχημα και του αν το όχημα είναι ακινητοποιημένο ή κινείται·»·

    γ)

    το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2)

    ως “ζημιωθείς” και “μέρος που ζημιώθηκε” νοείται το πρόσωπο το οποίο δικαιούται αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε από οχήματα·»·

    δ)

    προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

    «8)

    ως “κράτος μέλος καταγωγής” νοείται το “κράτος μέλος καταγωγής” όπως ορίζεται στο άρθρο 13 παράγραφος 8 στοιχείο α) της οδηγίας 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1).

    (*1)  Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ. 1).»."

    2)

    Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει, υπό την επιφύλαξη εφαρμογής του άρθρου 5, όλα τα κατάλληλα μέτρα ώστε η αστική ευθύνη, η σχετική με την κυκλοφορία οχήματος με συνήθη στάθμευση στο έδαφός του να καλύπτεται από ασφάλιση.»·

    β)

    το ακόλουθο εδάφιο παρεμβάλλεται μετά το πρώτο εδάφιο:

    «Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στη χρήση οχήματος σε εκδηλώσεις και δραστηριότητες μηχανοκίνητου αθλητισμού, περιλαμβανομένων αγώνων ταχύτητας, διαγωνισμών, εκπαιδεύσεων, δοκιμών και επιδείξεων σε περιορισμένη και οριοθετημένη περιοχή κράτους μέλους, όταν το κράτος μέλος διασφαλίζει ότι ο διοργανωτής της δραστηριότητας ή οποιοδήποτε άλλο μέρος έχει συνάψει εναλλακτικό ασφαλιστήριο συμβόλαιο ή εγγύηση που καλύπτει τη ζημία οποιουδήποτε τρίτου, συμπεριλαμβανομένων των θεατών και άλλων παρευρισκομένων, αλλά δεν καλύπτει κατ’ ανάγκη τη ζημία των συμμετεχόντων οδηγών και των οχημάτων τους.».

    3)

    Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 4

    Έλεγχοι ασφάλισης

    1.   Τα κράτη μέλη απέχουν από τη διενέργεια ελέγχων ασφάλισης της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία οχημάτων που έχουν συνήθη στάθμευση στο έδαφος άλλου κράτους μέλους και οχημάτων που έχουν συνήθη στάθμευση στο έδαφος τρίτης χώρας και εισέρχονται στο έδαφός τους προερχόμενα από το έδαφος άλλου κράτους μέλους.

    Ωστόσο, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να διενεργούν τέτοιους ελέγχους ασφάλισης υπό τον όρο ότι οι έλεγχοι αυτοί δεν εισάγουν διακρίσεις, είναι αναγκαίοι και αναλογικοί για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, και:

    α)

    διενεργούνται στο πλαίσιο ελέγχου που δεν αποσκοπεί αποκλειστικά στην εξακρίβωση της ασφάλισης· ή

    β)

    αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου συστήματος ελέγχων στην εθνική επικράτεια που διενεργούνται επίσης όσον αφορά οχήματα με συνήθη στάθμευση στο έδαφος του κράτους μέλους που διενεργεί τον έλεγχο, και δεν προϋποθέτουν την ακινητοποίηση του οχήματος.

    2.   Με βάση τη νομοθεσία του κράτους μέλους στην οποία υπόκειται ο ελεγκτής, μπορούν να υπόκεινται σε επεξεργασία δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, αν αυτό κρίνεται αναγκαίο για τον σκοπό της καταπολέμησης της οδήγησης ανασφάλιστων οχημάτων σε κράτη μέλη διαφορετικά από το κράτος μέλος στο οποίο τα οχήματα αυτά έχουν τη συνήθη στάθμευση. Η εν λόγω νομοθεσία είναι σύμφωνη με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2) και επίσης προβλέπει πρόσφορα μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων, των ελευθεριών και των έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων.

    Συγκεκριμένα, τα εν λόγω μέτρα των κρατών μελών ορίζουν τον ακριβή σκοπό για τον οποίο τα δεδομένα θα αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας, λαμβάνουν υπόψη τη σχετική νομική βάση, συμμορφώνονται προς τις σχετικές απαιτήσεις ασφάλειας και συνάδουν με τις αρχές της αναγκαιότητας, της αναλογικότητας και του περιορισμού του σκοπού, ενώ ορίζουν αναλογική περίοδο διατήρησης των δεδομένων. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία σύμφωνα με το παρόν άρθρο αποκλειστικά για τον σκοπό πραγματοποίησης ενός ελέγχου ασφάλισης διατηρούνται μόνο για όσο διάστημα είναι αναγκαία για τον σκοπό αυτό και μόλις επιτευχθεί αυτός ο έλεγχος διαγράφονται πλήρως. Σε περίπτωση που από τον έλεγχο ασφάλισης προκύψει ότι το όχημα καλύπτεται από υποχρεωτική ασφάλιση σύμφωνα με το άρθρο 3, ο υπεύθυνος επεξεργασίας διαγράφει αμέσως τα εν λόγω δεδομένα. Όταν ο έλεγχος δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει κατά πόσον ένα όχημα καλύπτεται από υποχρεωτική ασφάλιση σύμφωνα με το άρθρο 3, τα δεδομένα διατηρούνται μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα, που δεν υπερβαίνει τον αριθμό των ημερών που απαιτούνται για να διαπιστωθεί αν υπάρχει ασφαλιστική κάλυψη.

    (*2)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).»."

    4)

    Στο άρθρο 5 προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

    «3.   Ένα κράτος μέλος μπορεί να παρεκκλίνει από το άρθρο 3 όσον αφορά οχήματα τα οποία έχουν ανακληθεί προσωρινά ή οριστικά και στα οποία απαγορεύεται η κυκλοφορία, υπό τον όρο ότι έχει θεσπιστεί επίσημη διοικητική διαδικασία ή άλλο επαληθεύσιμο μέτρο σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

    Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα οχήματα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, να αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο με τα οχήματα για τα οποία δεν έχει εκπληρωθεί η υποχρέωση ασφάλισης που αναφέρεται στο άρθρο 3.

    Εν συνεχεία, το ταμείο εγγύησης του κράτους μέλους στο οποίο συνέβη το ατύχημα, έχει αξίωση κατά του ταμείου εγγυήσεων στο κράτος μέλος στο οποίο το όχημα έχει τη συνήθη στάθμευση.

    4.   Ένα κράτος μέλος μπορεί να παρεκκλίνει από το άρθρο 3 όσον αφορά τα οχήματα που κυκλοφορούν αποκλειστικά σε περιοχές περιορισμένης πρόσβασης, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο.

    Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα οχήματα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο να αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο με τα οχήματα για τα οποία δεν έχει εκπληρωθεί η υποχρέωση ασφάλισης που αναφέρεται στο άρθρο 3.

    Εν συνεχεία, το ταμείο εγγύησης του κράτους μέλους στο οποίο συνέβη το ατύχημα, έχει αξίωση κατά του ταμείου εγγυήσεων στο κράτος μέλος στο οποίο το όχημα έχει τη συνήθη στάθμευση.

    5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν από το άρθρο 3 όσον αφορά τα οχήματα που δεν επιτρέπεται να κυκλοφορούν στο δημόσιο οδικό δίκτυο σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο.

    Τα κράτη μέλη που παρεκκλίνουν από το άρθρο 3 όσον αφορά τα οχήματα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, μεριμνούν ώστε τα οχήματα αυτά να αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο με τα οχήματα για τα οποία δεν έχει εκπληρωθεί η υποχρέωση ασφάλισης που αναφέρεται στο άρθρο 3.

    Εν συνεχεία, το ταμείο εγγύησης του κράτους μέλους στο οποίο συνέβη το ατύχημα, έχει αξίωση κατά του ταμείου εγγυήσεων στο κράτος μέλος στο οποίο το όχημα έχει τη συνήθη στάθμευση.

    6.   Όταν ένα κράτος μέλος παρεκκλίνει, δυνάμει της παραγράφου 5, από το άρθρο 3 για οχήματα που δεν επιτρέπεται να κυκλοφορούν στο δημόσιο οδικό δίκτυο, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί επίσης να παρεκκλίνει από το άρθρο 10 όσον αφορά την αποζημίωση για ζημίες που προκαλούνται από τα εν λόγω οχήματα σε περιοχές στις οποίες δεν έχει πρόσβαση το κοινό λόγω νομικού ή φυσικού περιορισμού της πρόσβασης στις περιοχές αυτές, όπως ορίζεται από την εθνική του νομοθεσία.

    7.   Όσον αφορά τις παραγράφους 3 έως 6, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τη χρήση της παρέκκλισης και τις ειδικές ρυθμίσεις σχετικά με την εφαρμογή της. Η Επιτροπή δημοσιεύει τον κατάλογο των εν λόγω παρεκκλίσεων.».

    5)

    Το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 9

    Ελάχιστα ποσά

    1.   Με την επιφύλαξη μεγαλύτερων ποσών εγγύησης που ενδεχομένως ορίζουν τα κράτη μέλη, κάθε κράτος μέλος απαιτεί η ασφάλιση που αναφέρεται στο άρθρο 3 να είναι υποχρεωτική όσον αφορά τα ακόλουθα ελάχιστα ποσά:

    α)

    σε περίπτωση σωματικής βλάβης: 6 450 000 EUR για κάθε ατύχημα, ανεξάρτητα από τον αριθμό των ζημιωθέντων ή 1 300 000 EUR για κάθε ζημιωθέντα·

    β)

    σε περίπτωση υλικών ζημιών, 1 300 000 EUR για κάθε ατύχημα, ανεξάρτητα από τον αριθμό των ζημιωθέντων.

    Όσον αφορά τα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ, τα ελάχιστα ποσά μετατρέπονται στο εθνικό τους νόμισμα με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει στις 22 Δεκεμβρίου 2021 και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    2.   Κάθε πέντε έτη από τις 22 Δεκεμβρίου 2021, η Επιτροπή επανεξετάζει τα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σύμφωνα με τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή (ΕνΔΤΚ) που καθιερώθηκε δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/792 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3).

    Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 28β όσον αφορά την προσαρμογή των εν λόγω ποσών στον ΕνΔΤΚ εντός έξι μηνών από τη λήξη εκάστης πενταετούς περιόδου.

    Όσον αφορά τα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ, τα ποσά μετατρέπονται στο εθνικό τους νόμισμα με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει κατά την ημερομηνία υπολογισμού των νέων ελάχιστων ποσών που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    (*3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/792 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τους εναρμονισμένους δείκτες τιμών καταναλωτή και τον δείκτη τιμών κατοικιών και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2494/95 του Συμβουλίου (ΕΕ L 135 της 24.5.2016, σ. 11).»."

    6)

    Ο τίτλος του κεφαλαίου 4 αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο:

    «ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

    ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΤΩΝ ΖΗΜΙΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΟΥΝΤΑΙ ΑΠΟ ΟΧΗΜΑ ΑΓΝΩΣΤΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ Ή ΓΙΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΕΚΠΛΗΡΩΘΕΙ Η ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΚΑΙ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ».

    7)

    Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Το πρώτο εδάφιο δεν θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να προσδίδουν στην αποζημίωση του οργανισμού αυτού επικουρικό ή μη επικουρικό χαρακτήρα, ούτε το δικαίωμά τους να ρυθμίζουν τον διακανονισμό των αξιώσεων μεταξύ του οργανισμού αυτού και του προσώπου ή των προσώπων που ευθύνονται για το ατύχημα και των άλλων ασφαλιστών ή οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης που υποχρεούνται να αποζημιώσουν τον ζημιωθέντα για το ίδιο ατύχημα. Ωστόσο, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επιτρέπουν στον οργανισμό, προκειμένου να καταβάλει την αποζημίωση στον ζημιωθέντα, να απαιτεί από αυτόν να αποδείξει καθ’ οιονδήποτε τρόπο ότι ο υπαίτιος αδυνατεί ή αρνείται να πληρώσει.»·

    β)

    στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «2.   Ο ζημιωθείς μπορεί σε κάθε περίπτωση να στραφεί απευθείας στον οργανισμό, ο οποίος, με βάση τις πληροφορίες που ζητεί και λαμβάνει από τον ζημιωθέντα, είναι υποχρεωμένος να του δίδει αιτιολογημένη απάντηση σχετικά με την καταβολή τυχόν αποζημίωσης.»·

    γ)

    στην παράγραφο 3, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Ωστόσο, όταν ο οργανισμός έχει καταβάλει αποζημίωση για σοβαρές σωματικές βλάβες σε κάποιον ζημιωθέντα λόγω του ίδιου ατυχήματος στο οποίο προκλήθηκαν υλικές ζημίες από όχημα αγνώστων στοιχείων, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να αποκλείουν την καταβολή αποζημίωσης για υλικές ζημίες με την αιτιολογία ότι το όχημα ήταν αγνώστων στοιχείων. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ιδία συμμετοχή του ζημιωθέντος που υπέστη τις υλικές ζημίες, μέχρι ανώτατου ποσού 500 EUR.»·

    δ)

    η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4.   Κάθε κράτος μέλος εφαρμόζει τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις του κατά την καταβολή αποζημιώσεων από τον οργανισμό αυτόν, με την επιφύλαξη κάθε άλλης πρακτικής ευνοϊκότερης για τον ζημιωθέντα.».

    8)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 10α

    Προστασία των ζημιωθέντων έναντι ζημιών που προκαλούνται από ατυχήματα που συμβαίνουν στο κράτος μέλος διαμονής τους στην περίπτωση της αφερεγγυότητας ασφαλιστικής επιχείρησης

    1.   Κάθε κράτος μέλος ιδρύει ή εγκρίνει οργανισμό επιφορτισμένο με το καθήκον παροχής αποζημίωσης σε ζημιωθέντες που κατοικούν στο έδαφός του, τουλάχιστον έως τα όρια της υποχρεωτικής ασφάλισης, για υλικές ζημίες ή σωματικές βλάβες που προκαλούνται από όχημα που έχει ασφαλιστεί από ασφαλιστική επιχείρηση, από τη στιγμή που:

    α)

    η ασφαλιστική επιχείρηση τελεί υπό διαδικασία πτώχευσης· ή

    β)

    η ασφαλιστική επιχείρηση τελεί υπό διαδικασία εκκαθάρισης, όπως ορίζεται στο άρθρο 268 παράγραφος 1 στοιχείο δ) της οδηγίας 2009/138/ΕΚ.

    2.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 διαθέτει επαρκείς χρηματοδοτικούς πόρους για την αποζημίωση των ζημιωθέντων σύμφωνα με τους κανόνες της παραγράφου 10, όταν οφείλονται αποζημιώσεις σε καταστάσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β). Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν απαιτήσεις για οικονομικές συνεισφορές, υπό την προϋπόθεση ότι επιβάλλονται μόνο σε ασφαλιστικές επιχειρήσεις που έχουν λάβει άδεια από το κράτος μέλος που επιβάλλει τις εν λόγω συνεισφορές.

    3.   Με την επιφύλαξη τυχόν υποχρέωσης δυνάμει του άρθρου 280 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι, όταν εκδίδεται διαταγή ή λαμβάνεται απόφαση από αρμόδιο δικαστήριο ή οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή να κινηθεί η διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) ή β), σε σχέση με ασφαλιστική επιχείρηση της οποίας το εν λόγω κράτος μέλος είναι το κράτος μέλος καταγωγής, η εν λόγω εντολή ή απόφαση δημοσιοποιείται. Ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και έχει συσταθεί στο κράτος μέλος καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης διασφαλίζει ότι όλοι οι οργανισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σε όλα τα κράτη μέλη ενημερώνονται αμέσως σχετικά με την εν λόγω εντολή ή απόφαση.

    4.   Ο ζημιωθείς μπορεί να αιτηθεί αποζημίωση απευθείας από τον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

    5.   Μετά την παραλαβή της αίτησης αποζημίωσης, ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ενημερώνει τον αντίστοιχο οργανισμό του κράτους μέλους καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης και της ασφαλιστικής επιχείρησης που υπόκειται σε διαδικασία πτώχευσης ή εκκαθάρισης, ή τον διαχειριστή ή τον εκκαθαριστή της, όπως ορίζεται στο άρθρο 268 παράγραφος 1 στοιχεία ε) και στ) της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, αντίστοιχα, ότι έλαβε αίτηση αποζημίωσης από τον ζημιωθέντα.

    6.   Η ασφαλιστική επιχείρηση που υπόκειται σε διαδικασία πτώχευσης ή εκκαθάρισης, ή ο διαχειριστής ή ο εκκαθαριστής της, ενημερώνει τον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 όταν αποζημιώνει ή αρνείται την ευθύνη για αξίωση που έχει επίσης ληφθεί από τον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

    7.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 βάσει, μεταξύ άλλων, πληροφοριών που παρέχονται κατόπιν αιτήματός του από τον ζημιωθέντα, παρέχει στον ζημιωθέντα αιτιολογημένη προσφορά αποζημίωσης ή αιτιολογημένη απάντηση, όπως προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ο ζημιωθείς υπέβαλε στον οργανισμό την αίτησή του για αποζημίωση

    Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, ο οργανισμός:

    α)

    προβαίνει σε αιτιολογημένη προσφορά αποζημίωσης, όταν έχει διαπιστώσει ότι είναι υπόχρεος να παράσχει αποζημίωση σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο α) ή β), η αξίωση δεν αμφισβητείται και οι ζημίες έχουν ποσοτικοποιηθεί εν μέρει ή πλήρως·

    β)

    παρέχει αιτιολογημένη απάντηση στα σημεία που αναφέρονται στην αξίωση, όταν έχει διαπιστώσει ότι δεν υποχρεούται να καταβάλει αποζημίωση σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο α) ή β), ή όταν η ευθύνη απορρίπτεται ή δεν έχει προσδιοριστεί με σαφήνεια ή δεν έχουν ποσοτικοποιηθεί πλήρως οι ζημίες.

    8.   Όταν οφείλεται αποζημίωση σύμφωνα με την παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α), ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 καταβάλλει την αποζημίωση στον ζημιωθέντα χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση εντός τριών μηνών από την αποδοχή από τον ζημιωθέντα της αιτιολογημένης προσφοράς αποζημίωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α).

    Όταν η ζημία έχει ποσοτικοποιηθεί μόνο εν μέρει, οι απαιτήσεις σχετικά με την καταβολή της αποζημίωσης που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο ισχύουν για την εν λόγω μερικώς ποσοτικοποιημένη ζημία, και από τη στιγμή της αποδοχής της αντίστοιχης αιτιολογημένης προσφοράς αποζημίωσης.

    9.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν προκειμένου ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 να διαθέτει όλες τις αναγκαίες εξουσίες και αρμοδιότητες, ώστε να είναι σε θέση να συνεργάζεται εγκαίρως με άλλους παρόμοιους οργανισμούς σε άλλα κράτη μέλη, με οργανισμούς που έχουν ιδρυθεί ή εγκριθεί δυνάμει του άρθρου 25α σε όλα τα κράτη μέλη και με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων της ασφαλιστικής επιχείρησης που υπόκειται σε διαδικασία πτώχευσης ή εκκαθάρισης, του διαχειριστή ή του εκκαθαριστή της, και των εθνικών αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας που αναφέρεται στο παρόν άρθρο. Η συνεργασία αυτή περιλαμβάνει την αίτηση, την παραλαβή και την παροχή πληροφοριών, μεταξύ άλλων σχετικά με τις λεπτομέρειες συγκεκριμένων αξιώσεων, κατά περίπτωση.

    10.   Όταν το κράτος μέλος καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι διαφορετικό από το κράτος μέλος στο οποίο διαμένει ο ζημιωθείς, ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στο κράτος μέλος στο οποίο διαμένει ο ζημιωθείς, ο οποίος αποζημίωσε τον ζημιωθέντα σύμφωνα με την παράγραφο 8, δικαιούται να ζητήσει την πλήρη επιστροφή του ποσού που καταβλήθηκε ως αποζημίωση από τον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στο κράτος μέλος καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης.

    Ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στο κράτος μέλος καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης καταβάλλει την πληρωμή στον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στο κράτος μέλος όπου διαμένει ο ζημιωθείς, που αποζημίωσε τον ζημιωθέντα σύμφωνα με την παράγραφο 8 εντός εύλογου χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες, εκτός εάν οι οργανισμοί αυτοί συμφωνήσουν διαφορετικά γραπτώς, αφού λάβει αίτηση για την επιστροφή αυτή.

    Ο οργανισμός που κατέβαλε αποζημίωση σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο υποκαθίσταται στα δικαιώματα του ζημιωθέντος κατά του υπαίτιου του ατυχήματος ή της ασφαλιστικής του επιχείρησης, με εξαίρεση έναντι του λήπτη της ασφάλισης ή άλλου ασφαλισμένου που προκάλεσε το ατύχημα, εφόσον η ευθύνη του λήπτη της ασφάλισης ή του ασφαλισμένου θα καλυπτόταν από την αφερέγγυα ασφαλιστική επιχείρηση σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο. Κάθε κράτος μέλος υποχρεούται να αναγνωρίσει την υποκατάσταση αυτή, όπως προβλέπεται σε οιοδήποτε άλλο κράτος μέλος.

    11.   Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 10 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών:

    α)

    να προσδίδουν στην αποζημίωση που καταβλήθηκε από τον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 επικουρικό ή μη επικουρικό χαρακτήρα·

    β)

    να ρυθμίζουν τον διακανονισμό των αξιώσεων που προκύπτουν από το ίδιο ατύχημα μεταξύ:

    i)

    του οργανισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 1·

    ii)

    του προσώπου ή των προσώπων που ευθύνονται για το ατύχημα·

    iii)

    άλλων ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης που υποχρεούνται να αποζημιώσουν τον ζημιωθέντα.

    12.   Τα κράτη μέλη δεν επιτρέπουν στον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 να εξαρτά την καταβολή της αποζημίωσης από άλλους όρους εκτός αυτών που ορίζει η παρούσα οδηγία. Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη δεν επιτρέπουν στον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 να εξαρτά την καταβολή της αποζημίωσης από τον όρο σύμφωνα με τον οποίο ο ζημιωθείς πρέπει να αποδείξει ότι το υπαίτιο νομικό ή φυσικό πρόσωπο αδυνατεί ή αρνείται να πληρώσει.

    13.   Οι οργανισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή οι οντότητες που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου επιδιώκουν να συνάψουν συμφωνία έως τις 23 Δεκεμβρίου 2023 για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, όσον αφορά τα καθήκοντα, τις υποχρεώσεις και τις διαδικασίες για την επιστροφή των καταβληθέντων ποσών δυνάμει του παρόντος άρθρου.

    Για τον σκοπό αυτό, έως τις 23 Ιουνίου 2023 κάθε κράτος μέλος:

    α)

    ιδρύει ή εγκρίνει τον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και τον εξουσιοδοτεί να διαπραγματεύεται και να συνάπτει μια τέτοια συμφωνία· ή

    β)

    ορίζει μια οντότητα και την εξουσιοδοτεί να διαπραγματεύεται και να συνάπτει μια τέτοια συμφωνία, στην οποία ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 θα καταστεί συμβαλλόμενο μέρος μετά την ίδρυση ή την έγκρισή του.

    Η συμφωνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο κοινοποιείται αμέσως στην Επιτροπή.

    Σε περίπτωση που η συμφωνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο δεν συναφθεί έως τις 23 Δεκεμβρίου 2023, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 28β προκειμένου να καθορίζει τα διαδικαστικά καθήκοντα και τις διαδικαστικές υποχρεώσεις των οργανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σε σχέση με την επιστροφή του ποσού της αποζημίωσης.».

    9)

    Στο άρθρο 11, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ του οργανισμού που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 και του ασφαλιστή αστικής ευθύνης για το ποιος πρέπει να αποζημιώσει τον ζημιωθέντα, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να ορισθεί ποιο από τα μέρη αυτά υποχρεούται, σε πρώτη φάση, να καταβάλει αποζημίωση στον ζημιωθέντα αμελλητί.».

    10)

    Ο τίτλος του Κεφαλαίου 5 αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο:

    «ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

    ΕΙΔΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΖΗΜΙΩΘΕΝΤΩΝ, ΡΗΤΡΕΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΥ, ΕΝΙΑΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΡΟ, ΟΧΗΜΑΤΑ ΑΠΟΣΤΕΛΛΟΜΕΝΑ ΑΠΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ ΣΕ ΑΛΛΟ».

    11)

    Ο τίτλος του άρθρου 12 αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο:

    «Ειδικές κατηγορίες ζημιωθέντων».

    12)

    Το άρθρο 13 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 1:

    i)

    το εισαγωγικό μέρος του πρώτου εδάφιου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.

    Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να θεωρείται ανίσχυρη όσον αφορά την προσφυγή τρίτων μερών που ζημιώθηκαν λόγω ατυχήματος, κάθε διάταξη του νόμου ή συμβατική ρήτρα που περιλαμβάνεται σε ασφαλιστήριο συμβόλαιο εκδιδόμενο σύμφωνα με το άρθρο 3 και αποκλείει την ασφάλιση της χρήσης ή της οδήγησης οχημάτων από πρόσωπα:»·

    ii)

    το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια, όσον αφορά τα ατυχήματα που συμβαίνουν στο έδαφός τους, να μην εφαρμόζουν τη διάταξη της πρώτης παραγράφου, εάν και εφόσον ο ζημιωθείς μπορεί να αποζημιωθεί για τη ζημία που υπέστη από οργανισμό κοινωνικής ασφάλισης.»·

    β)

    στην παράγραφο 2, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Τα κράτη μέλη τα οποία, για την περίπτωση οχημάτων που έχουν κλαπεί ή αποκτηθεί με χρήση βίας, προβλέπουν την παρέμβαση του οργανισμού που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1, μπορούν να καθορίσουν, όσον αφορά τις υλικές ζημίες, μια απαλλαγή, αντιτάξιμη στον ζημιωθέντα, όχι ανώτερη από 250 EUR.».

    13)

    Στο άρθρο 15, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 13 σημείο 13 στοιχείο β) της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, όταν όχημα αποστέλλεται από κράτος μέλος σε άλλο, κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται ο κίνδυνος θεωρείται, ανάλογα με την επιλογή του προσώπου που είναι υπεύθυνο για την κάλυψη της αστικής ευθύνης, είτε το κράτος μέλος εγγραφής είτε, αμέσως μετά την αποδοχή της παράδοσης από τον αγοραστή, το κράτος μέλος προορισμού, για χρονικό διάστημα τριάντα ημερών, ακόμη και αν το όχημα δεν είναι επισήμως εγγεγραμμένο στο κράτος μέλος προορισμού.

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το κέντρο πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 23 του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγγεγραμμένο το όχημα, του κράτους μέλους προορισμού, εάν είναι διαφορετικό, και οποιουδήποτε άλλου σχετικού κράτους μέλους, όπως το κράτος μέλος στο οποίο συνέβη το ατύχημα ή στο οποίο διαμένει ο ζημιωθείς, συνεργάζονται μεταξύ τους για να εξασφαλίσουν ότι είναι διαθέσιμες οι απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με το αποστελλόμενο όχημα, τις οποίες διαθέτουν σύμφωνα με το άρθρο 23.».

    14)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 15α

    Προστασία των ζημιωθέντων σε ατυχήματα στα οποία εμπλέκεται ρυμουλκούμενο ελκόμενο από όχημα

    1.   Σε περίπτωση ατυχήματος που προκαλείται από σύνολο οχημάτων το οποίο αποτελείται από όχημα που έλκει ρυμουλκούμενο, όταν το ρυμουλκούμενο έχει χωριστή ασφάλιση αστικής ευθύνης, ο ζημιωθείς μπορεί να στραφεί απευθείας κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης που ασφάλισε το ρυμουλκούμενο, εάν:

    α)

    το ρυμουλκούμενο μπορεί να ταυτοποιηθεί, αλλά το όχημα που το ρυμούλκησε δεν μπορεί να ταυτοποιηθεί· και

    β)

    το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο προβλέπει ότι ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου καταβάλει αποζημίωση.

    Η ασφαλιστική επιχείρηση που έχει αποζημιώσει τον ζημιωθέντα προσφεύγει στην επιχείρηση που ασφάλισε το έλκον όχημα ή στον οργανισμό που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1, εφόσον και στον βαθμό που αυτό προβλέπεται βάσει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου.

    Η παρούσα παράγραφος ισχύει με την επιφύλαξη του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου που προβλέπει ευνοϊκότερες διατάξεις για τον ζημιωθέντα.

    2.   Σε περίπτωση ατυχήματος που προκαλείται από σύνολο οχημάτων αποτελούμενο από όχημα που έλκει ρυμουλκούμενο, ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου, εκτός εάν το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο τον υποχρεώνει σε καταβολή πλήρους αποζημίωσης, οφείλει, κατόπιν αιτήματος του ζημιωθέντος, να τον ενημερώσει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση για:

    α)

    την ταυτότητα του ασφαλιστή του έλκοντος οχήματος· ή

    β)

    όταν ο ασφαλιστής του ρυμουλκούμενου δεν μπορεί να ταυτοποιήσει τον ασφαλιστή του έλκοντος οχήματος, τον μηχανισμό αποζημίωσης που προβλέπεται στο άρθρο 10.».

    15)

    Το άρθρο 16 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 16

    Βεβαίωση σχετικά με τις αξιώσεις αποζημίωσης τρίτων

    Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο συμβαλλόμενος σε ασφαλιστική σύμβαση να έχει το δικαίωμα να ζητεί ανά πάσα στιγμή βεβαίωση σχετικά με τις αξιώσεις αποζημίωσης τρίτων που αφορούν το όχημα ή τα οχήματα που καλύπτονταν από αυτή τη σύμβαση τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας της συμβατικής σχέσης, ή την ανυπαρξία τέτοιων αξιώσεων (“βεβαίωση ιστορικού αξιώσεων”).

    Η ασφαλιστική επιχείρηση ή ο οργανισμός που ενδεχομένως έχει οριστεί από το κράτος μέλος για την παροχή υποχρεωτικής ασφαλιστικής κάλυψης ή για τη χορήγηση αυτών των βεβαιώσεων, χορηγεί την εν λόγω βεβαίωση ιστορικού αξιώσεων στον συμβαλλόμενο εντός δεκαπέντε ημερών από την υποβολή της σχετικής αίτησης. Η βεβαίωση που χορηγούν έχει τη μορφή της βεβαίωσης ιστορικού αξιώσεων.

    Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις να μην μεταχειρίζονται τους λήπτες της ασφάλισης κατά τρόπο που εισάγει διακρίσεις ή να μην αυξάνουν τα ασφάλιστρά τους λόγω της ιθαγένειας τους ή αποκλειστικά και μόνο λόγω του προηγούμενου κράτους μέλους διαμονής τους, όταν λαμβάνουν υπόψη τις βεβαιώσεις ιστορικού αξιώσεων που εκδίδονται από άλλες ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή άλλους οργανισμούς, όπως αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο.

    Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όταν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις λαμβάνουν υπόψη τις βεβαιώσεις ιστορικού αξιώσεων για τον καθορισμό των ασφαλίστρων, να θεωρούν τις βεβαιώσεις που εκδίδονται σε άλλα κράτη μέλη ισότιμες με εκείνες που εκδίδονται από ασφαλιστική επιχείρηση ή οργανισμούς όπως αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο εντός του ίδιου κράτους μέλους, μεταξύ άλλων κατά την εφαρμογή τυχόν εκπτώσεων.

    Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις να δημοσιοποιούν γενική επισκόπηση των πολιτικών τους σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούν τις βεβαιώσεις ιστορικού αξιώσεων κατά τον υπολογισμό των ασφαλίστρων.

    Η Επιτροπή εκδίδει έως τις 23 Ιουλίου 2023 κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ορίζοντας, μέσω υποδείγματος, τη μορφή και το περιεχόμενο της βεβαίωσης ιστορικού αξιώσεων που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο. Το εν λόγω υπόδειγμα περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τα ακόλουθα:

    α)

    την ταυτότητα της ασφαλιστικής επιχείρησης ή του οργανισμού που εκδίδει τη βεβαίωση ιστορικού αξιώσεων·

    β)

    την ταυτότητα του λήπτη της ασφάλισης, περιλαμβανομένων των στοιχείων επικοινωνίας του·

    γ)

    το ασφαλισμένο όχημα και τον αναγνωριστικό αριθμό του οχήματος·

    δ)

    την ημερομηνία έναρξης και λήξης της ασφαλιστικής κάλυψης του οχήματος·

    ε)

    τον αριθμό των αξιώσεων αποζημίωσης αστικής ευθύνης που διευθετήθηκαν βάσει της ασφαλιστικής σύμβασης του λήπτη της ασφάλισης κατά το χρονικό διάστημα που καλύπτεται από τη βεβαίωση ιστορικού αξιώσεων, συμπεριλαμβανομένης της ημερομηνίας κάθε αξίωσης·

    στ)

    πρόσθετες πληροφορίες που έχουν σημασία σύμφωνα με τους κανόνες ή τις πρακτικές που ισχύουν στα κράτη μέλη.

    Η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη και συνεργάζεται στενά με τα κράτη μέλη πριν από την έκδοση των εν λόγω εκτελεστικών πράξεων.

    Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 28α παράγραφος 2.».

    16)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 16α

    Εργαλεία σύγκρισης τιμών ασφάλισης αυτοκινήτων οχημάτων

    1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να πιστοποιούν τα εργαλεία που επιτρέπουν στους καταναλωτές να συγκρίνουν δωρεάν τις τιμές, τα τιμολόγια και την κάλυψη μεταξύ των παρόχων της υποχρεωτικής ασφάλισης που αναφέρονται στο άρθρο 3 ως “ανεξάρτητα εργαλεία σύγκρισης τιμών ασφάλισης αυτοκινήτων οχημάτων”, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2.

    2.   Το εργαλείο σύγκρισης κατά την έννοια της παραγράφου 1:

    α)

    λειτουργεί ανεξάρτητα από τους παρόχους υποχρεωτικής ασφάλισης που αναφέρονται στο άρθρο 3 και διασφαλίζει ότι οι πάροχοι υπηρεσιών έχουν ίση μεταχείριση στα αποτελέσματα της αναζήτησης·

    β)

    δημοσιοποιεί με σαφήνεια την ταυτότητα των ιδιοκτητών και των φορέων εκμετάλλευσης του εργαλείου σύγκρισης·

    γ)

    ορίζει τα σαφή, αντικειμενικά κριτήρια επί των οποίων βασίζεται η σύγκριση·

    δ)

    χρησιμοποιεί απλή και σαφή γλώσσα·

    ε)

    παρέχει ακριβή και επικαιροποιημένη πληροφόρηση και αναφέρει την ώρα της τελευταίας ενημέρωσης·

    στ)

    είναι ανοιχτό για οποιονδήποτε πάροχο της υποχρεωτικής ασφάλισης που αναφέρεται στο άρθρο 3, καθιστά διαθέσιμες τις σχετικές πληροφορίες, περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα προσφορών που καλύπτουν σημαντικό μέρος της αγοράς ασφάλισης αυτοκινήτων οχημάτων και, εάν οι προβαλλόμενες πληροφορίες δεν προσφέρουν πλήρη επισκόπηση της εν λόγω αγοράς, παρέχει στον χρήστη σαφή σχετική δήλωση, πριν από την παρουσίαση των αποτελεσμάτων·

    ζ)

    προβλέπει αποτελεσματική διαδικασία για την αναφορά εσφαλμένων πληροφοριών·

    η)

    περιλαμβάνει δήλωση ότι οι τιμές βασίζονται στις παρεχόμενες πληροφορίες και δεν είναι δεσμευτικές για τους παρόχους ασφαλιστικών υπηρεσιών.».

    17)

    Το άρθρο 23 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

    «1α.

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή άλλες οντότητες υποχρεούνται να παρέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) σημεία i), ii) και iii) στα κέντρα πληροφοριών και να τα ενημερώνουν όταν ένα ασφαλιστήριο συμβόλαιο καθίσταται άκυρο ή δεν καλύπτει πλέον όχημα με αριθμό κυκλοφορίας.»·

    β)

    η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «6.   Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει των παραγράφων 1 έως 5 πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.».

    18)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 25α

    Προστασία των ζημιωθέντων σε περίπτωση ζημιών λόγω ατυχημάτων που συμβαίνουν σε κράτος μέλος εκτός του κράτους μέλους διαμονής τους στην περίπτωση της αφερεγγυότητας ασφαλιστικής επιχείρησης

    1.   Κάθε κράτος μέλος ιδρύει ή εγκρίνει οργανισμό επιφορτισμένο με το καθήκον της παροχής αποζημίωσης σε ζημιωθέντες που διαμένουν στο έδαφός του, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 1, τουλάχιστον εντός των ορίων της υποχρέωσης ασφάλισης, για υλικές ζημίες ή σωματικές βλάβες που προκαλούνται από όχημα ασφαλισμένο από ασφαλιστική επιχείρηση, από τη στιγμή που:

    α)

    η ασφαλιστική επιχείρηση τελεί υπό διαδικασία πτώχευσης· ή

    β)

    η ασφαλιστική επιχείρηση τελεί υπό διαδικασία εκκαθάρισης, όπως ορίζεται στο άρθρο 268 παράγραφος 1 στοιχείο δ) της οδηγίας 2009/138/ΕΚ.

    2.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 έχει στη διάθεσή του επαρκή κεφάλαια για την αποζημίωση των ζημιωθέντων σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στην παράγραφο 10, όταν οφείλονται αποζημιώσεις σε καταστάσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β). Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν απαιτήσεις για οικονομικές συνεισφορές, υπό την προϋπόθεση ότι επιβάλλονται μόνο σε ασφαλιστικές επιχειρήσεις που έχουν λάβει άδεια από το κράτος μέλος που επιβάλλει τις εν λόγω συνεισφορές.

    3.   Με την επιφύλαξη τυχόν υποχρέωσης δυνάμει του άρθρου 280 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι, όταν εκδίδεται διαταγή ή λαμβάνεται απόφαση από αρμόδιο δικαστήριο ή οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή να κινηθεί η διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) ή β), σε σχέση με ασφαλιστική επιχείρηση της οποίας το εν λόγω κράτος μέλος είναι το κράτος μέλος καταγωγής, η εν λόγω εντολή ή απόφαση δημοσιοποιείται. Ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο οποίος είναι εγκατεστημένος στο κράτος μέλος καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης, εξασφαλίζει ότι όλοι οι οργανισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και όλοι οι οργανισμοί αποζημίωσης που αναφέρονται στο άρθρο 24 σε όλα τα κράτη μέλη ενημερώνονται αμέσως σχετικά με την εν λόγω εντολή ή απόφαση.

    4.   Ο ζημιωθείς μπορεί να υποβάλει αίτηση αποζημίωσης απευθείας στον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

    5.   Μόλις παραλάβει την αίτηση αποζημίωσης, ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ενημερώνει τον αντίστοιχο οργανισμό στο κράτος μέλος καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης, τον οργανισμό αποζημίωσης βάσει του άρθρου 24 στο κράτος μέλος διαμονής του ζημιωθέντα και την ασφαλιστική επιχείρηση που υπόκειται σε διαδικασία πτώχευσης ή εκκαθάρισης, ή τον διαχειριστή ή τον εκκαθαριστή της, όπως ορίζεται στο άρθρο 268 παράγραφος 1 στοιχεία ε) και στ) της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, αντίστοιχα, ότι έλαβε αίτηση αποζημίωσης από τον ζημιωθέντα.

    6.   Η ασφαλιστική επιχείρηση που υπόκειται σε διαδικασία πτώχευσης ή εκκαθάρισης, ή ο διαχειριστής ή ο εκκαθαριστής της, ενημερώνει τον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 όταν αποζημιώνει ή αρνείται την ευθύνη για αίτηση αποζημίωσης που έχει επίσης ληφθεί από τον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

    7.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1, βάσει, μεταξύ άλλων, πληροφοριών που παρέχονται κατόπιν αιτήματός του από τον ζημιωθέντα, παρέχει στον ζημιωθέντα αιτιολογημένη προσφορά αποζημίωσης ή αιτιολογημένη απάντηση, όπως προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ο ζημιωθείς υπέβαλε στον οργανισμό την αίτησή του για αποζημίωση.

    Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, ο οργανισμός:

    α)

    προβαίνει σε αιτιολογημένη προσφορά αποζημίωσης, όταν έχει διαπιστώσει ότι είναι υπόχρεος να παράσχει αποζημίωση σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο α) ή β), η αξίωση δεν αμφισβητείται και οι ζημίες έχουν ποσοτικοποιηθεί εν μέρει ή πλήρως·

    β)

    παρέχει αιτιολογημένη απάντηση στα σημεία που αναφέρονται στην αξίωση, όταν έχει διαπιστώσει ότι δεν υποχρεούται να καταβάλει αποζημίωση σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο α) ή β), ή όταν η ευθύνη απορρίπτεται ή δεν έχει προσδιοριστεί με σαφήνεια ή δεν έχουν ποσοτικοποιηθεί πλήρως οι ζημίες.

    8.   Όταν οφείλεται αποζημίωση σύμφωνα με την παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α), ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 καταβάλλει την αποζημίωση στον ζημιωθέντα χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και, σε κάθε περίπτωση, εντός τριών μηνών από την αποδοχή από τον ζημιωθέντα της αιτιολογημένης προσφοράς αποζημίωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 7 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α).

    Όταν η ζημία έχει ποσοτικοποιηθεί μόνο εν μέρει, οι απαιτήσεις σχετικά με την καταβολή της αποζημίωσης που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο ισχύουν για την εν λόγω μερικώς ποσοτικοποιημένη ζημία, και από τη στιγμή της αποδοχής της αντίστοιχης αιτιολογημένης προσφοράς αποζημίωσης.

    9.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 διαθέτει όλες τις αναγκαίες εξουσίες και αρμοδιότητες ώστε να είναι σε θέση να συνεργάζεται εγκαίρως με άλλους παρόμοιους οργανισμούς σε άλλα κράτη μέλη, με οργανισμούς που έχουν ιδρυθεί ή εγκριθεί σύμφωνα με τα άρθρα 10α και 24 σε όλα τα κράτη μέλη και με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως μια ασφαλιστική επιχείρηση που υπόκειται σε διαδικασία πτώχευσης ή εκκαθάρισης, τον αντιπρόσωπο της για τον διακανονισμό των αξιώσεων ή τον διαχειριστή ή τον εκκαθαριστή της, καθώς και με τις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας που αναφέρεται στο παρόν άρθρο. Η συνεργασία αυτή περιλαμβάνει την αίτηση, την παραλαβή και την παροχή πληροφοριών, μεταξύ άλλων σχετικά με τις λεπτομέρειες συγκεκριμένων αξιώσεων, κατά περίπτωση.

    10.   Όταν το κράτος μέλος καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι διαφορετικό από το κράτος μέλος στο οποίο διαμένει ο ζημιωθείς, ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στο κράτος μέλος στο οποίο διαμένει ο ζημιωθείς, ο οποίος έχει αποζημιώσει τον ζημιωθέντα σύμφωνα με την παράγραφο 8, δικαιούται να ζητήσει την πλήρη επιστροφή του ποσού που καταβλήθηκε ως αποζημίωση από τον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στο κράτος μέλος καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης.

    Ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στο κράτος μέλος καταγωγής της ασφαλιστικής επιχείρησης καταβάλλει την πληρωμή στον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στο κράτος μέλος όπου διαμένει ο ζημιωθείς, που αποζημίωσε τον ζημιωθέντα σύμφωνα με την παράγραφο 8 εντός εύλογου χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες, εκτός εάν οι οργανισμοί αυτοί συμφωνήσουν διαφορετικά γραπτώς, αφού λάβει αίτηση για την επιστροφή αυτή.

    Ο οργανισμός που κατέβαλε αποζημίωση σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο υποκαθίσταται στα δικαιώματα του ζημιωθέντος κατά του υπαίτιου του ατυχήματος ή της ασφαλιστικής του επιχείρησης, με εξαίρεση έναντι του λήπτη της ασφάλισης ή άλλου ασφαλισμένου που προκάλεσε το ατύχημα, εφόσον η ευθύνη του λήπτη της ασφάλισης ή του ασφαλισμένου θα καλυπτόταν από την αφερέγγυα ασφαλιστική επιχείρηση σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο. Κάθε κράτος μέλος υποχρεούται να αναγνωρίσει την υποκατάσταση αυτή, όπως προβλέπεται σε οιοδήποτε άλλο κράτος μέλος.

    11.   Οι παράγραφοι 1 έως 10 ισχύουν με την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών:

    α)

    να προσδίδουν στην αποζημίωση που καταβλήθηκε από τον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 επικουρικό ή μη επικουρικό χαρακτήρα·

    β)

    να ρυθμίζουν τον διακανονισμό των αξιώσεων που προκύπτουν από το ίδιο ατύχημα μεταξύ:

    i)

    του οργανισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 1·

    ii)

    του προσώπου ή των προσώπων που ευθύνονται για το ατύχημα·

    iii)

    άλλων ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης που υποχρεούνται να αποζημιώσουν τον ζημιωθέντα.

    12.   Τα κράτη μέλη δεν επιτρέπουν στον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 να εξαρτά την καταβολή της αποζημίωσης από άλλους όρους εκτός αυτών που ορίζει η παρούσα οδηγία. Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη δεν επιτρέπουν στον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 να εξαρτά την καταβολή της αποζημίωσης από τον όρο σύμφωνα με τον οποίο ο ζημιωθείς πρέπει να αποδείξει ότι το υπαίτιο νομικό ή φυσικό πρόσωπο αδυνατεί ή αρνείται να πληρώσει.

    13.   Οι οργανισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή οι οντότητες που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου επιδιώκουν να συνάψουν συμφωνία έως τις 23 Δεκεμβρίου 2023 για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, όσον αφορά τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις τους, καθώς και τις διαδικασίες για την επιστροφή των καταβληθέντων ποσών δυνάμει του παρόντος άρθρου.

    Για τον σκοπό αυτό, έως τις 23 Ιουνίου 2023 κάθε κράτος μέλος:

    α)

    ιδρύει ή εγκρίνει τον οργανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και τον εξουσιοδοτεί να διαπραγματευτεί και να συνάψει μια τέτοια συμφωνία· ή

    β)

    ορίζει μια οντότητα και την εξουσιοδοτεί να διαπραγματεύεται και να συνάπτει μια τέτοια συμφωνία, στην οποία ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 θα καταστεί συμβαλλόμενο μέρος μετά την ίδρυση ή την έγκρισή του.

    Η συμφωνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο κοινοποιείται αμέσως στην Επιτροπή.

    Όταν η συμφωνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο δεν έχει συναφθεί έως τις 23 Δεκεμβρίου 2023, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 28β προκειμένου να προσδιοριστούν τα διαδικαστικά καθήκοντα και οι διαδικαστικές υποχρεώσεις των οργανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 όσον αφορά την επιστροφή των καταβληθέντων ποσών.».

    19)

    Στο άρθρο 26, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα ώστε να είναι εγκαίρως διαθέσιμα στους ζημιωθέντες, στους ασφαλιστές ή στους νόμιμους εκπροσώπους τους τα βασικά στοιχεία που απαιτούνται για τη διευθέτηση των αξιώσεων.».

    20)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 26α

    Πληροφορίες στους ζημιωθέντες

    Τα κράτη μέλη που ιδρύουν ή εγκρίνουν διαφορετικούς οργανισμούς αποζημίωσης δυνάμει του άρθρου 10 παράγραφος 1, του άρθρου 10α παράγραφος 1, του άρθρου 24 παράγραφος 1 και του άρθρου 25α παράγραφος 1 εξασφαλίζουν ότι οι ζημιωθέντες έχουν πρόσβαση σε ουσιώδεις πληροφορίες σχετικά με τους πιθανούς τρόπους υποβολής αίτησης αποζημίωσης.».

    21)

    Στο άρθρο 28 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

    «Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν ασφάλιση αυτοκινήτων, η οποία πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας για κάθε μηχανοκίνητο εξοπλισμό που χρησιμοποιείται στην ξηρά και δεν καλύπτεται από τον ορισμό του «οχήματος» στο άρθρο 1 σημείο 1 και για τον οποίο δεν εφαρμόζεται το άρθρο 3.».

    22)

    Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

    «Άρθρο 28α

    Διαδικασία επιτροπής

    1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την ευρωπαϊκή επιτροπή ασφαλίσεων και επαγγελματικών συντάξεων που συστάθηκε με την απόφαση 2004/9/ΕΚ της Επιτροπής (*4). Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*5).

    2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

    Άρθρο 28β

    Άσκηση των κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων

    1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

    2.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον από τις 22 Δεκεμβρίου 2021.

    Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που προβλέπεται στο άρθρο 10α παράγραφος 13 τέταρτο εδάφιο και στο άρθρο 25α παράγραφος 13 τέταρτο εδάφιο ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο επτά ετών από τις 22 Δεκεμβρίου 2021. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

    3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2, στο άρθρο 10α παράγραφος 13 τέταρτο εδάφιο και στο άρθρο 25α παράγραφος 13 τέταρτο εδάφιο μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

    4.   Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (*6).

    5.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 2, του άρθρου 10α παράγραφος 13 τέταρτο εδάφιο, και του άρθρου 25α παράγραφος 13 τέταρτο εδάφιο τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός τριών μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά τρεις μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

    Άρθρο 28γ

    Αξιολόγηση και επανεξέταση

    1.   Το αργότερο πέντε έτη μετά τις αντίστοιχες ημερομηνίες εφαρμογής των άρθρων 10α και 25α που αναφέρονται στο άρθρο 30 δεύτερο, τρίτο και τέταρτο εδάφιο, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τη λειτουργία, τη συνεργασία και τη χρηματοδότηση των οργανισμών που αναφέρονται στα άρθρα 10α και 25α. Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, η έκθεση συνοδεύεται από νομοθετική πρόταση. Όσον αφορά τη χρηματοδότηση των εν λόγω οργανισμών, η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει τουλάχιστον:

    α)

    αξιολόγηση των δυνατοτήτων χρηματοδότησης και των χρηματοδοτικών αναγκών των οργανισμών αποζημίωσης σε σχέση με τις δυνητικές υποχρεώσεις τους, λαμβάνοντας υπόψη τον κίνδυνο αφερεγγυότητας των ασφαλιστών αυτοκινήτων οχημάτων στις αγορές των κρατών μελών·

    β)

    αξιολόγηση της εναρμόνισης της προσέγγισης χρηματοδότησης των οργανισμών αποζημίωσης·

    γ)

    εάν η έκθεση συνοδεύεται από νομοθετική πρόταση, αξιολόγηση των επιπτώσεων των εισφορών στα ασφάλιστρα των ασφαλιστηρίων συμβολαίων αυτοκινήτων.

    2.   Το αργότερο στις 24 Δεκεμβρίου 2030, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, που αξιολογεί την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, εξαιρουμένων των στοιχείων που σχετίζονται με την αξιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ιδίως όσον αφορά:

    α)

    την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας όσον αφορά τις τεχνολογικές εξελίξεις, ιδίως όσον αφορά τα αυτόνομα και ημιαυτόνομα οχήματα·

    β)

    την επάρκεια του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων ατυχήματος που ενέχουν τα διάφορα αυτοκίνητα οχήματα·

    γ)

    υπό τη μορφή επισκόπησης, την αποτελεσματικότητα των συστημάτων ανταλλαγής πληροφοριών για τον σκοπό ελέγχων της ασφάλισης σε διασυνοριακές καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένης, εφόσον απαιτείται, αξιολόγησης, για τις περιπτώσεις αυτές, της σκοπιμότητας χρήσης των υφιστάμενων συστημάτων ανταλλαγής πληροφοριών και, σε κάθε περίπτωση, ανάλυσης των στόχων των συστημάτων ανταλλαγής πληροφοριών και εκτίμηση του κόστους τους· και

    δ)

    τη χρήση από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις συστημάτων στα οποία τα ασφάλιστρα επηρεάζονται από τις βεβαιώσεις ιστορικού αξιώσεων των ληπτών της ασφάλισης, μεταξύ άλλων από συστήματα bonus-malus ή την πριμοδότηση λόγω απουσίας αξιώσεων.

    Η έκθεση αυτή συνοδεύεται, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, από νομοθετική πρόταση.

    (*4)  Απόφαση 2004/9/ΕΚ της Επιτροπής, της 5ης Νοεμβρίου 2003, για τη σύσταση της ευρωπαϊκής επιτροπής ασφαλίσεων και επαγγελματικών συντάξεων (ΕΕ L 3 της 7.1.2004, σ. 34)."

    (*5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13)."

    (*6)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.»."

    23)

    Στο άρθρο 30 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

     

    «Το άρθρο 10α παράγραφοι 1 έως 12 εφαρμόζεται από την ημερομηνία της συμφωνίας που αναφέρεται στο άρθρο 10α παράγραφος 13 πρώτο εδάφιο, ή από την ημερομηνία εφαρμογής της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 10α παράγραφος 13 τέταρτο εδάφιο.

     

    Το άρθρο 25α παράγραφοι 1 έως 12 εφαρμόζεται από την ημερομηνία της συμφωνίας που αναφέρεται στο άρθρο 25α παράγραφος 13 πρώτο εδάφιο, ή από την ημερομηνία εφαρμογής της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 25α παράγραφος 13 τέταρτο εδάφιο.

     

    Ωστόσο, το άρθρο 10α παράγραφοι 1 έως 12 και το άρθρο 25α παράγραφοι 1 έως 12 δεν εφαρμόζονται πριν από τις 23 Δεκεμβρίου 2023.

     

    Το άρθρο 16 δεύτερο εδάφιο δεύτερη περίοδος και το τρίτο, τέταρτο και πέμπτο εδάφιο εφαρμόζονται από τις 23 Απριλίου 2024 ή από την ημερομηνία εφαρμογής της εκτελεστικής πράξης της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 16 έκτο εδάφιο, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.».

    Άρθρο 2

    Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

    1.   Έως τις 23 Δεκεμβρίου 2023 τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

    Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα μέτρα αυτά από τις 23 Δεκεμβρίου 2023.

    Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, έως τις 23 Ιουνίου 2023 τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν με τις τροποποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 σημεία 8 και 18 της παρούσας οδηγίας όσον αφορά το άρθρο 10α παράγραφος 13 δεύτερο εδάφιο, και το άρθρο 25α παράγραφος 13 δεύτερο εδάφιο, αντιστοίχως, της οδηγίας 2009/103/ΕΚ.

    Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα μέτρα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

    2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο με τις κύριες προβλέψεις του εθνικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα ο οποίος καλύπτεται από την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 3

    Έναρξη ισχύος

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Άρθρο 4

    Αποδέκτες

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Στρασβούργο, 24 Νοεμβρίου 2021.

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    D. M. SASSOLI

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    A. LOGAR


    (1)  ΕΕ C 440 της 6.12.2018, σ. 85.

    (2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Οκτωβρίου 2021 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 9ης Νοεμβρίου 2021.

    (3)  Οδηγία 2009/103/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, σχετικά με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής (ΕΕ L 263 της 7.10.2009, σ. 11).

    (4)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 4ης Δεκεμβρίου 2014, Vnuk, C-162/13, ECLI:EU:C:2014:2146.

    (5)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 28ης Νοεμβρίου 2017, Rodrigues de Andrade, C-514/16, ECLI:EU:C:2017:908.

    (6)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 20ής Δεκεμβρίου 2017, Torreiro, C-334/16, ECLI:EU:C:2017:1007.

    (7)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

    (8)  Οδηγία (EE) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, περί προστασίας της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους (ΕΕ L 157 της 15.6.2016, σ. 1).

    (9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

    (10)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

    (11)  ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.


    Δήλωση της Επιτροπής

    Η Επιτροπή εξακολουθεί να επιδιώκει τη διατήρηση ενός υψηλού επιπέδου προστασίας για τα θύματα στο πλαίσιο της οδηγίας για την ασφάλιση αυτοκινήτων. Στόχος μας είναι η διασφάλιση ότι τα θύματα, συμπεριλαμβανομένων των διασυνοριακών περιπτώσεων, αποζημιώνονται το συντομότερο δυνατόν και δεν υπόκεινται σε δυσανάλογες διαδικαστικές απαιτήσεις, οι οποίες μπορεί να παρεμποδίσουν την πρόσβασή τους σε αποζημίωση. Η αποτελεσματικότητα της αποζημίωσης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το εάν έχει δοθεί εγκαίρως. Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνουμε τις ανησυχίες που εξέφρασε επανειλημμένα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσον αφορά τις διαφορές μεταξύ των κρατών μελών σε σχέση με την προθεσμία παραγραφής, ήτοι το σχετικό χρονικό πλαίσιο κατά τη διάρκεια του οποίου ο ζημιωθείς μπορεί να υποβάλει αίτηση αποζημίωσης. Η Επιτροπή θα αναλύσει προσεκτικά το ζήτημα αυτό και θα εξετάσει πιθανά διορθωτικά μέτρα, προκειμένου να ενισχυθεί η προστασία των θυμάτων, σε περίπτωση που αποδειχθεί ότι απαιτούνται ενέργειες σε ενωσιακό επίπεδο.


    Top