Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32017R1972

    Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1972 της Επιτροπής, της 30ής Οκτωβρίου 2017, για την τροποποίηση των παραρτημάτων I και III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά πρόγραμμα επιτήρησης για τη χρόνια εξασθενητική νόσο (ΧΕΝ) στους ελαφίδες στην Εσθονία, στη Φινλανδία, στη Λετονία, στη Λιθουανία, στην Πολωνία και στη Σουηδία, και για την κατάργηση της απόφασης 2007/182/ΕΚ της Επιτροπής (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ )

    C/2017/7140

    ΕΕ L 281 της 31.10.2017, p. 14–20 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2017/1972/oj

    31.10.2017   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 281/14


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/1972 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

    της 30ής Οκτωβρίου 2017

    για την τροποποίηση των παραρτημάτων I και III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά πρόγραμμα επιτήρησης για τη χρόνια εξασθενητική νόσο (ΧΕΝ) στους ελαφίδες στην Εσθονία, στη Φινλανδία, στη Λετονία, στη Λιθουανία, στην Πολωνία και στη Σουηδία, και για την κατάργηση της απόφασης 2007/182/ΕΚ της Επιτροπής

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (1), και ιδίως το άρθρο 23 πρώτο εδάφιο,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2001 θεσπίζει κανόνες πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης των μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (ΜΣΕ) σε βοοειδή και αιγοπρόβατα. Εφαρμόζεται στην παραγωγή και διάθεση στην αγορά ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης και, σε ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις, στις εξαγωγές τους.

    (2)

    Η χρόνια εξασθενητική νόσος (ΧΕΝ) είναι ένα είδος ΜΣΕ που προσβάλλει τους ελαφίδες και η οποία είναι ευρέως διαδεδομένη στη Βόρεια Αμερική. Μέχρι στιγμής, δεν έχουν αναφερθεί κρούσματα ΧΕΝ στην επικράτεια της Ένωσης· ωστόσο, η νόσος εντοπίστηκε για πρώτη φορά στη Νορβηγία τον Απρίλιο του 2016, σε έναν τάρανδο. Στη συνέχεια, η Νορβηγία ενίσχυσε το πρόγραμμα επιτήρησης για την ανίχνευση ΧΕΝ σε ελαφίδες και εντόπισε και άλλα κρούσματα ΧΕΝ σε ταράνδους και άλκες.

    (3)

    Στις 2 Δεκεμβρίου 2016 η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) εξέδωσε επιστημονική γνώμη σχετικά με τη χρόνια εξασθενητική νόσο (ΧΕΝ) στους ελαφίδες («η γνώμη της EFSA») (2). Η γνώμη της EFSA παρέχει συστάσεις για την εφαρμογή τριετούς προγράμματος επιτήρησης για τη χρόνια εξασθενητική νόσο (ΧΕΝ) στους ελαφίδες στην Εσθονία, στη Φινλανδία, στη Λετονία, στη Λιθουανία, στην Πολωνία και στη Σουηδία, οι οποίες είναι οι χώρες της Ένωσης και του ΕΟΧ με πληθυσμό ταράνδων και/ή αλκών. Στη γνώμη της EFSA υπογραμμίζεται ότι οι στόχοι του εν λόγω τριετούς προγράμματος επιτήρησης για τη ΧΕΝ είναι η επιβεβαίωση ή ο αποκλεισμός της παρουσίας ΧΕΝ σε χώρες στις οποίες η νόσος δεν έχει ανιχνευθεί ποτέ και σε χώρες στις οποίες έχει ανιχνευθεί (μόνον η Νορβηγία μέχρι σήμερα), ώστε να εκτιμηθεί ο επιπολασμός και η γεωγραφική εξάπλωση της ΧΕΝ.

    (4)

    Το άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 ορίζει ότι κάθε κράτος μέλος εφαρμόζει ετήσιο πρόγραμμα επιτήρησης για τις ΜΣΕ βασιζόμενο στην ενεργητική και παθητική επιτήρηση, σύμφωνα με το παράρτημα III του εν λόγω κανονισμού.

    (5)

    Συνεπώς, οι απαιτήσεις για τριετές πρόγραμμα επιτήρησης για τη ΧΕΝ στην Εσθονία, στη Φινλανδία, στη Λετονία, στη Λιθουανία, στην Πολωνία και στη Σουηδία θα πρέπει να προστεθούν στο παράρτημα III κεφάλαιο Α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, με βάση τις συστάσεις που περιλαμβάνονται στη γνώμη της EFSA. Οι απαιτήσεις αυτές θα πρέπει να θεωρηθούν ως οι ελάχιστες απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν τα οικεία κράτη μέλη. Ωστόσο, καθένα από τα εν λόγω κράτη μέλη μπορεί να επεξεργαστεί περαιτέρω το δικό του πρόγραμμα επιτήρησης για τη ΧΕΝ, ώστε να το προσαρμόσει στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του.

    (6)

    Επιπλέον, τα πρωτόκολλα και οι μέθοδοι δοκιμών που πρέπει να χρησιμοποιούνται σε επίπεδο εργαστηρίου για το πρόγραμμα επιτήρησης για τη ΧΕΝ, καθώς και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται έπειτα από τις δοκιμές που θα διενεργούνται για τη ΧΕΝ, θα πρέπει να διευκρινιστούν στο παράρτημα III κεφάλαιο Α μέρος III.

    (7)

    Όπως συνιστάται στη γνώμη της EFSA, το τριετές πρόγραμμα επιτήρησης για τη ΧΕΝ θα πρέπει να επικεντρωθεί, αφενός, στους εκτρεφόμενους και στους υπό αιχμαλωσία ελαφίδες, και, αφετέρου, στους άγριους και στους ημιεξημερωμένους ελαφίδες. Για να εξασφαλιστεί ασφάλεια δικαίου, θα πρέπει να προστεθούν στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 οι ορισμοί των «εκτρεφόμενων και των υπό αιχμαλωσία ελαφιδών», των «άγριων ελαφιδών» και των «ημιεξημερωμένων ελαφιδών».

    (8)

    Το άρθρο 6 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 προβλέπει ότι τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή ετήσια έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες επιτήρησης για τις ΜΣΕ τις οποίες αναλαμβάνουν. Το παράρτημα III κεφάλαιο Β μέρος I τμήμα Α του εν λόγω κανονισμού καθορίζει τις πληροφορίες τις οποίες τα κράτη μέλη πρέπει να περιλαμβάνουν στην ετήσια έκθεσή τους, με την υποβολή στοιχείων ανά τακτά χρονικά διαστήματα στη βάση δεδομένων της ΕΕ για τις ΜΣΕ και/ή με τη συμπερίληψη των εν λόγω πληροφοριών στην ετήσια έκθεση. Το μέρος II του εν λόγω κεφαλαίου προβλέπει ότι η EFSA πρέπει να αναλύει τις πληροφορίες που περιλαμβάνουν τα κράτη μέλη στην ετήσια έκθεσή τους και να δημοσιεύει ετησίως έκθεση σχετικά με τις τάσεις και τις πηγές των ΜΣΕ στην Ένωση. Οι απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων που καλύπτουν το τριετές πρόγραμμα επιτήρησης για τη ΧΕΝ θα πρέπει να προστεθούν στο παράρτημα III κεφάλαιο Β μέρος I τμήμα Α, ώστε να εξασφαλιστεί ότι τα στοιχεία που θα λαμβάνονται από το εν λόγω πρόγραμμα θα υποβάλλονται από τα οικεία κράτη μέλη στη βάση δεδομένων της ΕΕ για τις ΜΣΕ και, ως εκ τούτου, θα μπορούν να περιλαμβάνονται και να αναλύονται στην ετήσια συνοπτική έκθεση για την επιτήρηση των ΜΣΕ, η οποία θα καταρτίζεται από την EFSA σύμφωνα με το μέρος II του εν λόγω κεφαλαίου.

    (9)

    Η απόφαση 2007/182/ΕΚ της Επιτροπής (3) προβλέπει τις απαιτήσεις για έρευνα για ΧΕΝ στους ελαφίδες, που πραγματοποιήθηκε από το 2007 έως το 2010. Δεδομένου ότι η εν λόγω έρευνα έχει ολοκληρωθεί και για να αποφευχθούν αποκλίσεις στους ορισμούς που αφορούν την επιτήρηση για τη ΧΕΝ μεταξύ του παραρτήματος I της εν λόγω απόφασης και του παρόντος κανονισμού, η απόφαση 2007/182/ΕΚ θα πρέπει να καταργηθεί. Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Τα παραρτήματα I και III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

    Άρθρο 2

    Η απόφαση 2007/182/ΕΚ καταργείται.

    Άρθρο 3

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 30 Οκτωβρίου 2017,

    Για την Επιτροπή

    Ο Πρόεδρος

    Jean-Claude JUNCKER


    (1)  ΕΕ L 147 της 31.5.2001, σ. 1.

    (2)  Scientific Opinion on Chronic wasting disease (CWD) in cervids [Επιστημονική γνώμη σχετικά με τη χρόνια εξασθενητική νόσο (ΧΕΝ) στους ελαφίδες], The EFSA Journal (2017)· 15(1):46.

    (3)  Απόφαση 2007/182/ΕΚ της Επιτροπής, της 19ης Μαρτίου 2007, σχετικά με έρευνα για τη χρόνια εξασθενητική νόσο (ΧΕΝ) στις ελαφίδες (ΕΕ L 84 της 24.3.2007, σ. 37).


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    Τα παραρτήματα I και III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 τροποποιούνται ως εξής:

    1.

    Στο παράρτημα I, στο σημείο 2 προστίθενται οι ακόλουθοι ορισμοί:

    «ιε)   “εκτρεφόμενοι και υπό αιχμαλωσία ελαφίδες”: τα ζώα της οικογένειας Cervidae που εκτρέφονται από τον άνθρωπο σε κλειστή περιοχή·

    ιστ)   “άγριοι ελαφίδες”: τα ζώα της οικογένειας Cervidae που δεν εκτρέφονται από τον άνθρωπο·

    ιζ)   “ημιεξημερωμένοι ελαφίδες”: τα ζώα της οικογένειας Cervidae που εκτρέφονται από τον άνθρωπο αλλά όχι σε κλειστή περιοχή.».

    2.

    Το παράρτημα III τροποποιείται ως εξής:

    α)

    Στο κεφάλαιο Α, το μέρος III αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «ΙΙΙ.   ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ ΕΛΑΦΙΔΩΝ

    Α.   Τριετές πρόγραμμα επιτήρησης για τη χρόνια εξασθενητική νόσο (ΧΕΝ)

    1.   Γενικά

    1.1.

    Τα κράτη μέλη που έχουν στο φυσικό τους περιβάλλον άγριο και/ή εκτρεφόμενο και/ή ημιεξημερωμένο πληθυσμό αλκών και/ή ταράνδων (Εσθονία, Φινλανδία, Λετονία, Λιθουανία, Πολωνία και Σουηδία) εφαρμόζουν τριετές πρόγραμμα επιτήρησης για τη ΧΕΝ στους ελαφίδες, από την 1η Ιανουαρίου 2018 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020. Οι δοκιμές για ΜΣΕ που διενεργούνται για τους σκοπούς του παρόντος προγράμματος επιτήρησης θα πραγματοποιηθούν από την 1η Ιανουαρίου 2018 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020· ωστόσο, η συλλογή δειγμάτων για τους σκοπούς του προγράμματος επιτήρησης μπορεί να αρχίσει το 2017.

    1.2.

    Το τριετές πρόγραμμα επιτήρησης για τη ΧΕΝ καλύπτει τα ακόλουθα είδη ελαφιδών:

    τάρανδος ευρασιατικής τούνδρας (Rangifer tarandus tarandus

    τάρανδος φινλανδικών δασών (Rangifer tarandus fennicus

    άλκη (Alces alces

    ζαρκάδι (Capreolus capreolus

    ελάφι της Βιρτζίνια (Odocoileus virginianus

    ευρωπαϊκό ελάφι (Cervus elaphus).

    1.3.

    Κατά παρέκκλιση από το σημείο 1.2, ένα κράτος μέλος μπορεί, βάσει τεκμηριωμένης εκτίμησης κινδύνου που υποβάλλεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, να επιλέξει για το τριετές πρόγραμμα επιτήρησης για τη ΧΕΝ υποσύνολο των ειδών που απαριθμούνται στο εν λόγω σημείο.

    2.   Σχεδιασμός δειγματοληψίας

    2.1.

    Τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο σημείο 1.1 προσδιορίζουν τις πρωτογενείς μονάδες δειγματοληψίας (ΠΜΔ), οι οποίες καλύπτουν όλα τα εδάφη στα οποία υπάρχουν πληθυσμοί ελαφιδών, με βάση τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    για τους εκτρεφόμενους και τους υπό αιχμαλωσία ελαφίδες, κάθε εκμετάλλευση και κάθε εγκατάσταση στην οποία εκτρέφονται ελαφίδες σε κλειστή περιοχή θεωρείται ΠΜΔ·

    β)

    για τους άγριους και τους ημιεξημερωμένους ελαφίδες, οι ΠΜΔ ορίζονται γεωγραφικά με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

    i)

    οι περιοχές στις οποίες άγρια και ημιεξημερωμένα ζώα είδους που καλύπτεται από το πρόγραμμα επιτήρησης συγκεντρώνονται τουλάχιστον μια ορισμένη περίοδο του έτους·

    ii)

    αν δεν συγκεντρώνονται ζώα κάποιου είδους, οι περιοχές που οριοθετούνται από φυσικά ή τεχνητά εμπόδια και εντός των οποίων βρίσκονται ζώα των ειδών που καλύπτονται από το πρόγραμμα επιτήρησης·

    iii)

    οι περιοχές στις οποίες θηρεύονται ζώα των ειδών που καλύπτονται από το πρόγραμμα επιτήρησης και οι περιοχές που συνδέονται με άλλες σχετικές δραστηριότητες που συνδέονται με τα είδη που καλύπτονται από το πρόγραμμα επιτήρησης.

    2.2.

    Τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο σημείο 1.1 επιλέγουν εκτρεφόμενους, υπό αιχμαλωσία, άγριους και ημιεξημερωμένους ελαφίδες για δοκιμές ΜΣΕ, χρησιμοποιώντας την ακόλουθη μέθοδο δειγματοληψίας δύο σταδίων:

    α)

    στο πρώτο στάδιο, τα κράτη μέλη:

    i)

    για τους εκτρεφόμενους και τους υπό αιχμαλωσία ελαφίδες:

    επιλέγουν, σε τυχαία βάση, ώστε να εξασφαλίζεται γεωγραφική αντιπροσωπευτικότητα, και, ανάλογα με την περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη τους σχετικούς παράγοντες κινδύνου που προσδιορίζονται σε τεκμηριωμένη εκτίμηση κινδύνου που πραγματοποιεί το κράτος μέλος, 100 ΠΜΔ που πρέπει να καλυφθούν κατά τη διάρκεια της τριετούς περιόδου του προγράμματος επιτήρησης, ή

    αν κράτος μέλος δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει 100 ΠΜΔ για τους εκτρεφόμενους και τους υπό αιχμαλωσία ελαφίδες, επιλέγει όλες τις ΠΜΔ που έχουν προσδιοριστεί·

    ii)

    για τους άγριους και τους ημιεξημερωμένους ελαφίδες:

    επιλέγουν, σε τυχαία βάση, ώστε να εξασφαλίζεται γεωγραφική αντιπροσωπευτικότητα, και, ανάλογα με την περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη τους σχετικούς παράγοντες κινδύνου που προσδιορίζονται σε τεκμηριωμένη εκτίμηση κινδύνου που πραγματοποιεί το κράτος μέλος, 100 ΠΜΔ που πρέπει να καλυφθούν κατά τη διάρκεια της τριετούς περιόδου του προγράμματος επιτήρησης, ή

    αν κράτος μέλος δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει 100 ΠΜΔ για τους άγριους και τους ημιεξημερωμένους ελαφίδες, επιλέγει όλες τις ΠΜΔ που έχουν προσδιοριστεί·

    β)

    στο δεύτερο στάδιο:

    i)

    για τους εκτρεφόμενους και τους υπό αιχμαλωσία ελαφίδες:

    κράτος μέλος που έχει επιλέξει 100 ΠΜΔ λαμβάνει, εντός κάθε επιλεγμένης ΠΜΔ, δείγμα όλων των ζώων που ανήκουν στις ομάδες-στόχους που αναφέρονται στο σημείο 2.4 στοιχείο α) κατά τη διάρκεια της τριετούς περιόδου, έως ότου επιτευχθεί ο στόχος εξέτασης 30 ζώων ανά ΠΜΔ. Ωστόσο, αν για κάποιες ΠΜΔ δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί ο στόχος εξέτασης 30 ζώων κατά τη διάρκεια της τριετούς περιόδου λόγω του περιορισμένου μεγέθους των πληθυσμού ελαφιδών, η δειγματοληψία των ζώων που ανήκουν στις ομάδες-στόχους που αναφέρονται στο σημείο 2.4 στοιχείο α) μπορεί να συνεχιστεί σε μεγαλύτερη ΠΜΔ, ακόμη και αφού επιτευχθεί ο στόχος των 30 εξετασθέντων ζώων, ώστε να επιτευχθεί εξέταση συνολικού αριθμού έως 3 000 εκτρεφόμενων και υπό αιχμαλωσία ελαφιδών, εφόσον είναι δυνατόν, σε εθνικό επίπεδο κατά τη διάρκεια της τριετούς περιόδου του προγράμματος επιτήρησης·

    κράτος μέλος που έχει προσδιορίσει λιγότερες από 100 ΠΜΔ λαμβάνει, εντός κάθε ΠΜΔ, δείγμα όλων των ζώων που ανήκουν στις ομάδες-στόχους που αναφέρονται στο σημείο 2.4 στοιχείο α) κατά τη διάρκεια της τριετούς περιόδου, με σκοπό να προσεγγίσει έναν συνολικό αριθμό 3 000 εξετασθέντων εκτρεφόμενων και υπό αιχμαλωσία ελαφιδών, εφόσον είναι δυνατόν, σε εθνικό επίπεδο κατά τη διάρκεια της τριετούς περιόδου του προγράμματος επιτήρησης.

    ii)

    για τους άγριους και τους ημιεξημερωμένους ελαφίδες:

    κράτος μέλος που έχει επιλέξει 100 ΠΜΔ, λαμβάνει, εντός κάθε ΠΜΔ, δείγμα όλων των ζώων που ανήκουν στις ομάδες-στόχους που αναφέρονται στο σημείο 2.4 στοιχείο α) κατά τη διάρκεια της τριετούς περιόδου έως ότου επιτευχθεί ο στόχος εξέτασης 30 ζώων ανά ΠΜΔ, με σκοπό να προσεγγίσει έναν συνολικό αριθμό 3 000 εξετασθέντων άγριων και ημιεξημερωμένων ελαφιδών σε εθνικό επίπεδο κατά τη διάρκεια της τριετούς περιόδου·

    κράτος μέλος που έχει προσδιορίσει λιγότερες από 100 ΠΜΔ λαμβάνει, εντός κάθε ΠΜΔ, δείγμα όλων των ζώων που ανήκουν στις ομάδες-στόχους που αναφέρονται στο σημείο 2.4 στοιχείο α) κατά τη διάρκεια της τριετούς περιόδου, με σκοπό να προσεγγίσει έναν συνολικό αριθμό 3 000 εξετασθέντων άγριων και ημιεξημερωμένων ελαφιδών σε εθνικό επίπεδο κατά τη διάρκεια της τριετούς περιόδου του προγράμματος επιτήρησης.

    2.3.

    Όλοι οι επιλεγόμενοι ελαφίδες πρέπει να είναι ηλικίας άνω των 12 μηνών. Η ηλικία των ζώων εκτιμάται βάσει της οδοντοφυΐας, εμφανών ενδείξεων ωριμότητας ή τυχόν άλλων αξιόπιστων πληροφοριών.

    2.4.

    Οι ελαφίδες πρέπει να επιλέγονται από τις ακόλουθες ομάδες-στόχους:

    α)

    για τους εκτρεφόμενους και τους υπό αιχμαλωσία ελαφίδες:

    i)

    νεκροί/θανατωθέντες εκτρεφόμενοι ή υπό αιχμαλωσία ελαφίδες, οι οποίοι ορίζονται ως οι εκτρεφόμενοι ή υπό αιχμαλωσία ελαφίδες που βρέθηκαν νεκροί στην κλειστή περιοχή στην οποία εκτρέφονται, κατά τη μεταφορά ή σε σφαγείο, καθώς και οι εκτρεφόμενοι ή υπό αιχμαλωσία ελαφίδες που θανατώθηκαν για λόγους υγείας/ηλικίας·

    ii)

    εκτρεφόμενοι ή υπό αιχμαλωσία ελαφίδες που παρουσιάζουν κλινικά συμπτώματα ή νοσούν, οι οποίοι ορίζονται ως οι εκτρεφόμενοι ή υπό αιχμαλωσία ελαφίδες που παρουσιάζουν ενδείξεις μη φυσιολογικής συμπεριφοράς και/ή διαταραχές του κινητικού συστήματος και/ή βρίσκονται εν γένει σε κακή φυσική κατάσταση·

    iii)

    σφαγέντες εκτρεφόμενοι ελαφίδες που κρίθηκαν ακατάλληλοι για κατανάλωση από τον άνθρωπο·

    iv)

    σφαγέντες εκτρεφόμενοι ελαφίδες που κρίθηκαν κατάλληλοι για κατανάλωση από τον άνθρωπο, αν κράτος μέλος προσδιορίσει λιγότερους από 3 000 εκτρεφόμενους και υπό αιχμαλωσία ελαφίδες από τις ομάδες i) έως iii)·

    β)

    για τους άγριους και τους ημιεξημερωμένους ελαφίδες:

    i)

    νεκροί/θανατωθέντες άγριοι ή ημιεξημερωμένοι ελαφίδες, οι οποίοι ορίζονται ως οι ελαφίδες που βρέθηκαν νεκροί στο φυσικό περιβάλλον καθώς και οι ημιεξημερωμένοι ελαφίδες που βρέθηκαν νεκροί ή θανατώθηκαν για λόγους υγείας/ηλικίας·

    ii)

    τραυματισμένοι ή φονευμένοι από όχημα ή θηρευτή ελαφίδες, οι οποίοι ορίζονται ως οι άγριοι ή ημιεξημερωμένοι ελαφίδες που κτυπήθηκαν από οδικό όχημα ή τρένο ή δέχτηκαν επίθεση από θηρευτή·

    iii)

    άγριοι και ημιεξημερωμένοι ελαφίδες που παρουσιάζουν κλινικά συμπτώματα ή νοσούν, οι οποίοι ορίζονται ως οι άγριοι και ημιεξημερωμένοι ελαφίδες που παρουσιάζουν ενδείξεις μη φυσιολογικής συμπεριφοράς και/ή διαταραχές του κινητικού συστήματος και/ή βρίσκονται εν γένει σε κακή φυσική κατάσταση·

    iv)

    άγριοι θηρευθέντες ελαφίδες και σφαγέντες ημιεξημερωμένοι ελαφίδες που κρίθηκαν ακατάλληλοι για κατανάλωση από τον άνθρωπο·

    v)

    άγρια θηράματα και σφαγέντες ημιεξημερωμένοι ελαφίδες που κρίθηκαν κατάλληλοι για κατανάλωση από τον άνθρωπο, αν κράτος μέλος προσδιορίσει λιγότερους από 3 000 άγριους και ημιεξημερωμένους ελαφίδες από τις ομάδες i) έως iv).

    2.5.

    Σε περίπτωση θετικού ευρήματος ΜΣΕ σε ελαφίδα, πρέπει να αυξηθεί ο αριθμός των δειγμάτων από ελαφίδες που συλλέγονται στην περιοχή στην οποία διαπιστώθηκε το θετικό κρούσμα ΜΣΕ, βάσει εκτίμησης που διενεργεί το οικείο κράτος μέλος.

    3.   Δειγματοληψία και εργαστηριακές δοκιμές

    3.1.

    Για κάθε ελαφίδα που επιλέγεται σύμφωνα με το σημείο 2, συλλέγεται δείγμα από τον μοχλό της τέταρτης κοιλίας και υποβάλλεται σε εργαστηριακή δοκιμή για ΜΣΕ.

    Επιπλέον, αν είναι δυνατόν, συλλέγεται δείγμα ενός από τους κατωτέρω ιστούς, με την ακόλουθη σειρά προτεραιότητας:

    α)

    οπισθοφαρυγγικοί λεμφαδένες·

    β)

    αμυγδαλές·

    γ)

    άλλοι λεμφαδένες της κεφαλής.

    Οι ταχείες δοκιμές πραγματοποιούνται σε νωπό ή κατεψυγμένο ήμισυ του μοχλού της τέταρτης κοιλίας. Το άλλο ήμισυ θα πρέπει να μονιμοποιείται. Οι λεμφαδένες και οι αμυγδαλές, όταν συλλέγονται, θα πρέπει να μονιμοποιούνται.

    Μέρος νωπού ιστού από κάθε τύπο δείγματος φυλάσσεται κατεψυγμένο έως ότου ληφθεί αρνητικό αποτέλεσμα, για την περίπτωση που θα χρειαστεί βιολογική δοκιμασία.

    3.2.

    Έως ότου δημοσιευτούν από το Εργαστήριο Αναφοράς της ΕΕ για τις ΜΣΕ κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις δοκιμές για ΜΣΕ σε ελαφίδες, θα πρέπει να χρησιμοποιείται η ακόλουθη εργαστηριακή μέθοδος για τους σκοπούς του προγράμματος επιτήρησης για τη ΧΕΝ:

    α)

    ταχείες δοκιμές:

    οι ταχείες δοκιμές που αναφέρονται στο σημείο 4 του κεφαλαίου Γ του παραρτήματος X και οι οποίες χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση ΜΣΕ στον μοχλό της τέταρτης κοιλίας βοοειδών ή μικρών μηρυκαστικών θεωρούνται κατάλληλες για την ανίχνευση ΜΣΕ στον μοχλό της τέταρτης κοιλίας ελαφιδών. Οι ταχείες δοκιμές που αναφέρονται στο σημείο 4 του κεφαλαίου Γ του παραρτήματος X και οι οποίες χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση ΜΣΕ στους λεμφαδένες βοοειδών ή μικρών μηρυκαστικών θεωρούνται κατάλληλες για την ανίχνευση ΜΣΕ στους λεμφαδένες ελαφιδών. Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιήσουν και ανοσοϊστοχημεία για σκοπούς διαλογής και στην περίπτωση αυτή πρέπει να υποβάλλονται σε δοκιμή επάρκειας από το Εργαστήριο Αναφοράς της ΕΕ για τις ΜΣΕ·

    β)

    δοκιμές επιβεβαίωσης:

    αν το αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής είναι ασαφές ή θετικό, το δείγμα υποβάλλεται σε εξετάσεις επιβεβαίωσης με τη χρήση τουλάχιστον μίας από τις ακόλουθες μεθόδους και πρωτόκολλα που ορίζονται στην τελευταία έκδοση του εγχειριδίου για τις δοκιμές διάγνωσης και τα εμβόλια χερσαίων ζώων του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Υγεία των Ζώων (OIE):

    της ανοσοϊστοχημικής (IHC) μεθόδου·

    της αποτύπωσης Western.

    Αν κράτος μέλος δεν είναι σε θέση να επιβεβαιώσει θετικό αποτέλεσμα ταχείας δοκιμής, αποστέλλει κατάλληλο ιστό στο Εργαστήριο Αναφοράς της ΕΕ για επιβεβαίωση·

    γ)

    χαρακτηρισμός απομονωθέντος στελέχους:

    σε περίπτωση θετικών ευρημάτων ΜΣΕ, θα πρέπει να διενεργείται περαιτέρω χαρακτηρισμός του απομονωθέντος στελέχους, σε συνεργασία με το Εργαστήριο Αναφοράς της ΕΕ για τις ΜΣΕ.

    3.3.

    Προσδιορίζεται ο γονότυπος της πρωτεΐνης πρίον για κάθε θετικό εύρημα ΜΣΕ σε ελαφίδες.

    Επιπλέον, για κάθε ελαφίδα που υποβάλλεται σε δοκιμή με αποτελέσματα αρνητικά για ΜΣΕ, είτε:

    προσδιορίζεται ο γονότυπος της πρωτεΐνης πρίον του ζώου που υποβλήθηκε σε δοκιμή με αποτελέσματα αρνητικά για ΜΣΕ, είτε

    διατηρείται κατεψυγμένο δείγμα ιστού, που μπορεί να είναι ο μοχλός της τέταρτης κοιλίας, τουλάχιστον έως την 31η Δεκεμβρίου 2021, ώστε να καταστεί δυνατή η διενέργεια γονοτυπικής ανάλυσης εφόσον ληφθεί σχετική απόφαση.

    Β.   Λοιπή επιτήρηση ελαφιδών

    Τα κράτη μέλη διενεργούν πρόσθετη επιτήρηση για ΜΣΕ σε ελαφίδες βάσει εκτίμησης κινδύνου που μπορεί να λαμβάνει υπόψη την ανίχνευση της παρουσίας ΜΣΕ σε ελαφίδες στην ίδια ή σε γειτονικές περιφέρειες.

    Τα κράτη μέλη, εκτός εκείνων που αναφέρονται στο σημείο 1.1 του μέρους Α, μπορούν σε εθελοντική βάση να επιτηρούν ελαφίδες για ΜΣΕ.

    Μετά το πέρας του τριετούς προγράμματος επιτήρησης που αναφέρεται στο μέρος Α, τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο σημείο 1.1 μπορούν σε εθελοντική βάση να επιτηρούν ελαφίδες για ΜΣΕ.».

    β)

    Στο κεφάλαιο Α προστίθεται το ακόλουθο μέρος IV:

    «IV.   ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ ΑΛΛΩΝ ΖΩΙΚΩΝ ΕΙΔΩΝ

    Τα κράτη μέλη μπορούν σε εθελοντική βάση να επιτηρούν άλλα είδη ζώων για ΜΣΕ πλην των βοοειδών, των αιγοπροβάτων και των ελαφιδών.».

    γ)

    Στο κεφάλαιο Β μέρος I τμήμα Α, το σημείο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «7.

    Σε ζώα άλλα από τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα, καθώς και σε ελαφίδες άλλους από εκείνους που καλύπτονται από το τριετές πρόγραμμα επιτήρησης για τη ΧΕΝ το οποίο αναφέρεται στο κεφάλαιο Α μέρος III τμήμα Α του παρόντος παραρτήματος, ο αριθμός των δειγμάτων και των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων ΜΣΕ ανά είδος.».

    δ)

    Στο κεφάλαιο Β μέρος I τμήμα Α προστίθεται το ακόλουθο σημείο 9:

    «9.

    Για τα κράτη μέλη που καλύπτονται από το τριετές πρόγραμμα επιτήρησης για τη ΧΕΝ το οποίο αναφέρεται στο κεφάλαιο Α μέρος III τμήμα Α του παρόντος παραρτήματος, η ετήσια έκθεση για τα έτη 2018, 2019 και 2020 πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

    α)

    τον αριθμό των δειγμάτων ελαφιδών που υποβάλλονται για δοκιμή, ταξινομημένων ανά ομάδα-στόχο, σύμφωνα με τα ακόλουθα κριτήρια:

    κωδικός ταυτοποίησης πρωτογενούς μονάδας δειγματοληψίας (ΠΜΔ),

    είδος,

    σύστημα διαχείρισης: εκτρεφόμενοι, σε αιχμαλωσία, άγριοι ή ημιεξημερωμένοι ελαφίδες,

    ομάδα-στόχος,

    φύλο·

    β)

    τα αποτελέσματα από τις ταχείες δοκιμές και τις δοκιμές επιβεβαίωσης (αριθμός θετικών και αρνητικών αποτελεσμάτων), και, κατά περίπτωση, από τις περαιτέρω έρευνες χαρακτηρισμού απομονωθέντων στελεχών, ο ιστός που αποτέλεσε αντικείμενο δειγματοληψίας καθώς και η ταχεία δοκιμή και τεχνική επιβεβαίωσης που χρησιμοποιήθηκαν·

    γ)

    τη γεωγραφική κατανομή των θετικών κρουσμάτων ΜΣΕ, συμπεριλαμβανομένης της χώρας καταγωγής αν διαφέρει από το κράτος μέλος που υποβάλλει τα στοιχεία·

    δ)

    τον γονότυπο και το είδος κάθε ελαφίδα που βρίσκεται θετικός για ΜΣΕ·

    ε)

    όταν υποβάλλονται σε δοκιμή, τον γονότυπο των ελαφιδών που υποβλήθηκαν σε δοκιμή για ΜΣΕ με αρνητικά αποτελέσματα.».


    Top