Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32016R0090

    Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/90 της Επιτροπής, της 26ης Ιανουαρίου 2016, για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 102/2012 του Συμβουλίου για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ σε εισαγωγές συρματόσχοινων και καλωδίων από χάλυβα καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ουκρανίας, ύστερα από μερική ενδιάμεση επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου

    ΕΕ L 19 της 27.1.2016, p. 22–27 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 20/04/2018

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2016/90/oj

    27.1.2016   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 19/22


    ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/90 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

    της 26ης Ιανουαρίου 2016

    για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 102/2012 του Συμβουλίου για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ σε εισαγωγές συρματόσχοινων και καλωδίων από χάλυβα καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ουκρανίας, ύστερα από μερική ενδιάμεση επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου

    Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) («ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 3,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    1.1.   Ισχύοντα μέτρα

    (1)

    Τα μέτρα αντιντάμπινγκ που ισχύουν για τις εισαγωγές ορισμένων συρματόσχοινων και καλωδίων από χάλυβα καταγωγής Ουκρανίας επιβλήθηκαν αρχικά με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1796/1999 του Συμβουλίου (2) («ο αρχικός κανονισμός») και παρατάθηκαν τελευταία με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 102/2012 του Συμβουλίου (3) («τα ισχύοντα μέτρα»).

    (2)

    Τα ισχύοντα μέτρα συνίστανται σε κατ' αξίαν δασμό με συντελεστή 51,8 %.

    1.2.   Αίτηση επανεξέτασης

    (3)

    Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή («η Επιτροπή») έλαβε αίτηση μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Η αίτηση υποβλήθηκε από την PJSC «PA»«Stalkanat-Silur» («ο αιτών»), παραγωγό-εξαγωγέα από την Ουκρανία.

    (4)

    Το αντικείμενο της αίτησης περιοριζόταν στην εξέταση της πρακτικής ντάμπινγκ όσον αφορά τον αιτούντα.

    (5)

    Ύστερα από αίτημα της Επιτροπής, ο αιτών υπέβαλε αποδεικτικά, εκ πρώτης όψεως, στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι οι αλλαγές στην παρούσα δομή του, βάσει της συγχώνευσης, μεταξύ άλλων, δύο μη συνδεδεμένων παραγωγών-εξαγωγέων στην Ουκρανία (εκ των οποίων μόνο ο ένας είχε προηγουμένως διερευνηθεί ατομικά), είναι διαρκούς χαρακτήρα.

    (6)

    Επιπλέον, ο αιτών υποστήριξε ότι, βάσει των εγχώριων τιμών του αιτούντος ή της κατασκευασμένης κανονικής αξίας [κόστος κατασκευής, έξοδα πώλησης, γενικά και διοικητικά έξοδα («έξοδα ΠΓ & Δ») και κέρδος], αντί της κανονικής αξίας ανάλογης χώρας που είχε προηγούμενα χρησιμοποιηθεί, το περιθώριο ντάμπινγκ του αιτούντος είναι σημαντικά χαμηλότερο από το τρέχον επίπεδο των μέτρων.

    (7)

    Επομένως, ο αιτών ισχυρίστηκε ότι η συνέχιση της επιβολής μέτρων στο υπάρχον επίπεδο δεν είναι πλέον αναγκαία για την αντιστάθμιση των επιπτώσεων του ζημιογόνου ντάμπινγκ, όπως είχε καθοριστεί προηγουμένως.

    1.3.   Έναρξη επανεξέτασης

    (8)

    Η Επιτροπή, αφού ενημέρωσε τα κράτη μέλη, έκρινε ότι υφίστανται επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την έναρξη μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης και ανήγγειλε, με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 18 Νοεμβρίου 2014 (4), την έναρξη έρευνας σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, περιορίζοντας το πεδίο της έρευνας στην πρακτική ντάμπινγκ όσον αφορά τον αιτούντα.

    1.4.   Υπό εξέταση προϊόν και ομοειδές προϊόν

    (9)

    Το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της τρέχουσας έρευνας είναι ίδιο με αυτό της αρχικής έρευνας και της τελευταίας έρευνας, που οδήγησαν στην επιβολή των υφιστάμενων μέτρων, δηλαδή συρματόσχοινα και καλώδια από χάλυβα συμπεριλαμβανομένων των καλωδίων κλειστής σπείρας, εκτός των συρματόσχοινων και καλωδίων από ανοξείδωτο χάλυβα, των οποίων η μεγαλύτερη διάσταση της εγκάρσιας τομής υπερβαίνει τα 3 mm, καταγωγής Ουκρανίας («το υπό εξέταση προϊόν» ή «ΣΚΧ»), που προς το παρόν υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 7312 10 81, ex 7312 10 83, ex 7312 10 85, ex 7312 10 89 και ex 7312 10 98.

    (10)

    Το προϊόν που παράγεται και πωλείται στην Ουκρανία, καθώς και σε τρίτες χώρες, και αυτό που εξάγεται στην Ένωση έχουν τα ίδια βασικά φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρήσεις και, συνεπώς, θεωρούνται ομοειδή κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

    1.5.   Ενδιαφερόμενα μέρη

    (11)

    Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τον αιτούντα, τις γνωστές ενώσεις του κλάδου παραγωγής της Ένωσης και τις ουκρανικές αρχές για την έναρξη της ενδιάμεσης επανεξέτασης. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να γίνουν δεκτά σε ακρόαση.

    (12)

    Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγιο στον αιτούντα και έλαβε απάντηση εντός της ταχθείσας προθεσμίας. Η Επιτροπή αναζήτησε επίσης και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε απαραίτητες για τον προσδιορισμό του ντάμπινγκ. Πραγματοποίησε, επίσης, επιτόπια επαλήθευση στις εγκαταστάσεις του αιτούντος στην Οδησσό, Ουκρανία.

    1.6.   Περίοδος της έρευνας επανεξέτασης

    (13)

    Η έρευνα στο πλαίσιο της επανεξέτασης καλύπτει την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2013 έως την 30ή Σεπτεμβρίου 2014.

    2.   ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

    2.1.   Ντάμπινγκ

    2.1.1.   Κανονική αξία

    (14)

    Ο συνολικός όγκος των εξαγωγικών πωλήσεων στην Ένωση κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης περιορίστηκε σε δύο πωλήσεις μόνον και, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 26, οι συναλλαγές αυτές δεν θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικές. Όπως αναφέρεται, επίσης, στην αιτιολογική σκέψη 26, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε, επομένως, με βάση τις εξαγωγικές πωλήσεις του αιτούντος σε τρίτες χώρες κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού. Ο όγκος των πωλήσεων σε αγορές τρίτων χωρών χρησιμοποιήθηκε για να αξιολογηθεί η αντιπροσωπευτικότητα των εγχώριων πωλήσεων για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, για τους σκοπούς του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού

    (15)

    Για τον καθορισμό της κανονικής αξίας εξετάστηκε αρχικά κατά πόσον ο συνολικός όγκος των εγχώριων πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος από τον αιτούντα σε ανεξάρτητους πελάτες ήταν αντιπροσωπευτικός σε σύγκριση με τον συνολικό όγκο των εξαγωγών σε τρίτες χώρες. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, διαπιστώθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις ήταν αντιπροσωπευτικές, δεδομένου ότι ο συνολικός όγκος των εγχώριων πωλήσεων αντιστοιχούσε τουλάχιστον στο 5 % του συνολικού όγκου των εξαγωγικών πωλήσεων σε τρίτες χώρες κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης.

    (16)

    Για κάθε τύπο προϊόντος που πωλήθηκε από τον αιτούντα στην εγχώρια αγορά του και που αποδείχθηκε ότι ήταν άμεσα συγκρίσιμος με τον τύπο του προϊόντος που πωλήθηκε προς εξαγωγή σε τρίτες χώρες, εξετάστηκε κατά πόσον οι εγχώριες πωλήσεις ήταν επαρκώς αντιπροσωπευτικές κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Οι εγχώριες πωλήσεις ενός συγκεκριμένου τύπου προϊόντος κρίθηκαν επαρκώς αντιπροσωπευτικές, δεδομένου ότι ο συνολικός όγκος του εν λόγω τύπου προϊόντος που πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά σε ανεξάρτητους πελάτες κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας της επανεξέτασης αντιπροσώπευε τουλάχιστον το 5 % του συνολικού όγκου των πωλήσεων του συγκρίσιμου τύπου προϊόντος που εξήχθη σε τρίτες χώρες κατά την ίδια περίοδο.

    (17)

    Εξετάστηκε επίσης εάν οι εγχώριες πωλήσεις κάθε τύπου προϊόντος θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Αυτό έγινε με τον προσδιορισμό της αναλογίας των επικερδών εγχώριων πωλήσεων σε ανεξάρτητους πελάτες για κάθε εξαγόμενο τύπο προϊόντος προς τρίτες χώρες κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας της επανεξέτασης.

    (18)

    Για εκείνους τους τύπους του προϊόντος για τους οποίους άνω του 80 % του όγκου των πωλήσεων στην εγχώρια αγορά πραγματοποιήθηκαν σε τιμές άνω του κόστους και η μέση σταθμισμένη τιμή πώλησης αυτού του τύπου ήταν ίση ή μεγαλύτερη του μοναδιαίου κόστους παραγωγής του, η κανονική αξία, ανά τύπο προϊόντος, υπολογίστηκε ως ο σταθμισμένος μέσος όρος του συνόλου των πραγματικών εγχώριων τιμών πώλησης του εν λόγω τύπου προϊόντος, ανεξάρτητα από το εάν οι πωλήσεις αυτές ήταν επικερδείς ή όχι.

    (19)

    Στις περιπτώσεις που ο όγκος των επικερδών πωλήσεων ενός τύπου προϊόντος αντιπροσώπευε το 80 % ή λιγότερο των συνολικών πωλήσεων, ή η μέση σταθμισμένη τιμή του συγκεκριμένου τύπου ήταν κατώτερη από το μοναδιαίο κόστος παραγωγής, η κανονική αξία βασίστηκε στην πραγματική εγχώρια τιμή, η οποία υπολογίστηκε ως μέση σταθμισμένη τιμή μόνον των επικερδών εγχώριων πωλήσεων του εν λόγω τύπου προϊόντος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας της επανεξέτασης.

    (20)

    Αν οι εγχώριες τιμές ενός συγκεκριμένου τύπου προϊόντος που πωλείται από τον αιτούντα δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, η κανονική αξία κατασκευάζεται σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

    (21)

    Αν η κανονική αξία κατασκευάστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, τα ποσά για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα και τα κέρδη βασίστηκαν, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού, στα πραγματικά στοιχεία που αφορούν την παραγωγή και τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος, κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, από τον αιτούντα.

    (22)

    Μετά την τελική κοινοποίηση ο αιτών ισχυρίστηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις σε κρατικές εταιρείες θα πρέπει να εξαιρεθούν από τον καθορισμό της κανονικής αξίας. Ο αιτών προέβαλε το επιχείρημα ότι οι τιμές που χρεώνονται στις κρατικές εταιρείες ήταν συστηματικά υψηλότερες από τις τιμές που χρεώνονται σε άλλους πελάτες στην εγχώρια αγορά, λόγω του υψηλότερου κινδύνου μη πληρωμής ή σημαντικής καθυστέρησης πληρωμής, γεγονός που αντικατοπτρίστηκε επίσης στην εσωτερική πολιτική τιμολόγησης της εταιρείας. Προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι, ως εκ τούτου, οι υψηλότερες τιμές δεν συνδέονταν με τα χαρακτηριστικά του υπό εξέταση προϊόντος. Επιπλέον, ο αιτών ισχυρίστηκε ότι, όταν η κανονική αξία κατασκευάστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν μόνο οι δαπάνες πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα («ΠΓ&Δ») που σημειώθηκαν στις εγχώριες πωλήσεις σε ανεξάρτητους διανομείς, ώστε να εξασφαλίζεται η συγκρισιμότητα με τις εξαγωγικές πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν αποκλειστικά στον ίδιο τύπο πελατών.

    (23)

    Όσον αφορά το αίτημα του αιτούντος για εξαίρεση των εγχώριων πωλήσεων σε κρατικές εταιρείες από τον καθορισμό της κανονικής αξίας, τα αποδεικτικά στοιχεία που συλλέχθηκαν κατά την έρευνα επιβεβαιώνουν ότι οι τιμές πώλησης σε κρατικές εταιρείες, ανά είδος προϊόντος, ήταν κατά μέσο όρο σταθερά υψηλότερες από αυτές που επιβάλλονταν σε κάθε άλλο τύπο πελατών στην εγχώρια αγορά. Αυτή η σταθερή διαφορά στην τιμή ήταν αποτέλεσμα ενός συνδυασμού διαφόρων επιμέρους παραγόντων που αφορούσαν μόνο τον εν λόγω τύπο πελατών στην εγχώρια αγορά: i) ο χαρακτηρισμός, από τον αιτούντα, των πωλήσεων σε κρατικές εταιρείες ως υψηλού κινδύνου μη πληρωμής ή σοβαρής καθυστέρησης πληρωμής· ii) το γεγονός ότι η πολιτική αυτή εφαρμόζεται αποτελεσματικά για τη χορήγηση μεγαλύτερων πιστωτικών περιόδων σε κρατικές εταιρείες (συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας περαιτέρω αναβολής της πληρωμής που αναφέρεται στη σύμβαση)· iii) το ιστορικό καθυστερημένων πληρωμών· iv) το γεγονός ότι η ουκρανική νομοθεσία εξαιρεί τις κρατικές εταιρείες από την υποχρέωση ικανοποίησης των απαιτήσεων των πιστωτών σε περίπτωση χρεωκοπίας· v) το γεγονός ότι οι πωλήσεις σε κρατικές εταιρείες πραγματοποιούνται μέσω σύνθετων διαδικασιών υποβολής προσφορών, με τις ρήτρες της σύμβασης να μην είναι διαπραγματεύσιμες και με τη χρήση προκαθορισμένης και τυποποιημένης σύμβασης· και, τέλος, vi) το γεγονός ότι, από το νόμο, δεν επιτρέπεται στις κρατικές εταιρείες να χορηγούν προκαταβολές για την αγορά προϊόντων. Επομένως, βάσει αυτών των ειδικών συνθηκών, το αίτημα του αιτούντος έγινε δεκτό.

    (24)

    Όσον αφορά το αίτημα να χρησιμοποιηθούν κατά την κατασκευή της κανονικής αξίας μόνο τα έξοδα ΠΓ&Δ που σημειώθηκαν στις πωλήσεις προς ανεξάρτητους διανομείς, το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού προβλέπει ότι τα ποσά για τα έξοδα ΠΓ&Δ θα πρέπει να βασίζονται στα πραγματικά στοιχεία του αιτούντος όσον αφορά την παραγωγή και τις πωλήσεις, στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, του ομοειδούς προϊόντος. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, τα στοιχεία του αιτούντος χρησιμοποιήθηκαν αναφορικά με όλες τις πωλήσεις στην εγχώρια αγορά (με εξαίρεση τις πωλήσεις σε κρατικές εταιρείες). Επειδή οι τιμές πώλησης σε τελικούς χρήστες στην εγχώρια αγορά προσαρμόστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο δ) σημείο i) του βασικού κανονισμού (όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 30 και 31 παρακάτω), τέθηκαν σε συγκρίσιμο επίπεδο με τις εγχώριες πωλήσεις σε ανεξάρτητους διανομείς. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

    (25)

    Ο αιτών προέβαλε επίσης το επιχείρημα ότι, κατά την κατασκευή της κανονικής αξίας σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί ένα εύλογο περιθώριο κέρδους της τάξης του 5 %. Έγινε αναφορά σε προηγούμενη έρευνα τα ΣΚΧ, κατά την οποία κρίθηκε εύλογο αυτό το περιθώριο κέρδους. Ο αιτών ισχυρίστηκε επίσης ότι, εναλλακτικά, το επίπεδο του κέρδους δεν θα έπρεπε να υπερβαίνει το επίπεδο του κέρδους που επιτυγχάνεται στις πωλήσεις προς ανεξάρτητους διανομείς, αφού αυτό το επίπεδο πωλήσεων είναι συγκρίσιμο με το επίπεδο των εξαγωγικών πωλήσεων. Ωστόσο, το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού προβλέπει ότι τα ποσά για τα έξοδα ΠΓ&Δ και για τα κέρδη θα πρέπει να βασίζονται στα πραγματικά στοιχεία του αιτούντος όσον αφορά την παραγωγή και τις πωλήσεις, στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, του ομοειδούς προϊόντος. Δεδομένου ότι τα στοιχεία αυτά ήταν διαθέσιμα χρησιμοποιήθηκαν σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο. Επομένως, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

    2.1.2.   Τιμή εξαγωγής

    (26)

    Υπήρξαν μόνο δύο πωλήσεις προς την Ένωση κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης. Δεν θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικές, δεδομένου του περιορισμένου όγκου τους και του γεγονότος ότι πραγματοποιήθηκαν σε ένα μόνο πελάτη με συγκεκριμένες τεχνικές προδιαγραφές προϊόντος. Ως εκ τούτου, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, το οποίο προβλέπει την κατασκευή της τιμής εξαγωγής με βάση οποιαδήποτε άλλη εύλογη μέθοδο. Στην περίπτωση αυτή, ως βάση για τον υπολογισμό της τιμής εξαγωγής χρησιμοποιήθηκαν οι πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος από τον αιτούντα σε τρίτες χώρες κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης. Πράγματι, οι πωλήσεις σε τρίτες χώρες χαρακτηρίζονταν από έναν σημαντικό όγκο σε μεγάλο αριθμό πελατών και από την έρευνα δεν προέκυψαν στρεβλώσεις των τιμών ή άλλοι παράγοντες στις αγορές των τρίτων χωρών που να υπαγορεύουν τη μη χρησιμοποίηση των πωλήσεων του αιτούντος στις αγορές αυτές για τον καθορισμό της τιμής εξαγωγής.

    2.1.3.   Σύγκριση

    (27)

    Η μέση κανονική αξία και η μέση τιμή εξαγωγής συγκρίθηκαν σε επίπεδο τιμών εκ του εργοστασίου. Για να εξασφαλιστεί δίκαιη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής, πραγματοποιήθηκαν οι δέουσες προσαρμογές, ώστε να ληφθεί υπόψη η διαφορά στα έξοδα μεταφοράς και πίστωσης, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού.

    (28)

    Επιπλέον, ο αιτών ζήτησε να γίνει προσαρμογή της κανονικής αξίας για τη διαφορά στο επίπεδο του εμπορίου με το επιχείρημα ότι οι πωλήσεις του στην εγχώρια αγορά σε εμπόρους λιανικής πώλησης και σε τελικούς χρήστες μέσω περιφερειακών κέντρων πώλησης δεν ήταν συγκρίσιμες με τις πωλήσεις σε ανεξάρτητους διανομείς. Επιπλέον, ο αιτών ισχυρίστηκε ότι όλες οι εξαγωγικές πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν σε ανεξάρτητους διανομείς και ότι, ως εκ τούτου, ήταν συγκρίσιμες μόνο με τις εγχώριες πωλήσεις σε ανεξάρτητους διανομείς. Ως βάση για τον υπολογισμό της προσαρμογής σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο δ) σημείο i) του βασικού κανονισμού, ζητήθηκε να χρησιμοποιηθεί η διαφορά της σταθμισμένης μέσης τιμής μεταξύ των τιμών στα δύο επίπεδα εμπορίου στην εγχώρια αγορά.

    (29)

    Μετά την τελική κοινοποίηση, ο αιτών επανέλαβε την απαίτηση προσαρμογής λόγω διαφορών στο επίπεδο του εμπορίου. Επίσης, προέβαλε το επιχείρημα ότι ο καθορισμός της προσαρμογής του επιπέδου του εμπορίου θα έπρεπε να γίνει σε τριμηνιαία βάση, έτσι ώστε να εξαλείφεται ο αντίκτυπος της υποτίμησης του ουκρανικού νομίσματος έναντι ξένων νομισμάτων που επηρεάζει τις τιμές των πρώτων υλών, καθώς και του υψηλού πληθωρισμού κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης.

    (30)

    Η έρευνα έδειξε ότι οι πωλήσεις σε πωλητές λιανικής (μέσω περιφερειακών κέντρων πώλησης) πραγματοποιήθηκαν όντως σε διαφορετικό επίπεδο εμπορίου σε σχέση με τις εξαγωγικές πωλήσεις και ότι η διαφορά αυτή αντικατοπτριζόταν στις τιμές πώλησης. Οι εγχώριες τιμές πώλησης σε τελικούς χρήστες μέσω περιφερειακών κέντρων πώλησης ήταν σταθερά υψηλότερες και οι ποσότητες σταθερά χαμηλότερες απ' ό,τι στις πωλήσεις προς ανεξάρτητους διανομείς. Επιπλέον, οι τελικοί χρήστες επωφελήθηκαν από πρόσθετες υπηρεσίες που πρόσφεραν τα περιφερειακά κέντρα πώλησης. Ως εκ τούτου χορηγήθηκε προσαρμογή για τις διαφορές στο επίπεδο εμπορίου, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 10 στοιχείο δ) σημείο i) του βασικού κανονισμού.

    (31)

    Ο αιτών στήριξε τον υπολογισμό της ζητούμενης προσαρμογής στη συνολική διαφορά της μέσης τιμής μεταξύ των δύο επιπέδων εμπορίου, σταθμισμένη με βάση τον όγκο που πωλήθηκε σε ανεξάρτητους διανομείς. Ωστόσο, ο όγκος που πωλήθηκε σε ανεξάρτητους διανομείς δεν θα έπρεπε να επηρεάζει το επίπεδο της προσαρμογής. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή υπολόγισε την προσαρμογή με βάση τη διαφορά της σταθμισμένης μέσης τιμής ανά τόνο και είδος προϊόντος που εφαρμόζεται στον όγκο πωλήσεων μόνο προς τελικούς χρήστες.

    (32)

    Τέλος, η προσαρμογή δεν υπολογίστηκε σε τριμηνιαία βάση, όπως είχε προταθεί από τον αιτούντα, αφού διαπιστώθηκε ότι δεν θα εξουδετερωνόταν ο αντίκτυπος των στρεβλώσεων που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 29.

    2.1.4.   Περιθώριο ντάμπινγκ

    (33)

    Όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, η σταθμισμένη μέση κανονική αξία ανά τύπο συγκρίθηκε με τη σταθμισμένη μέση τιμή εξαγωγής του αντίστοιχου τύπου του ομοειδούς προϊόντος. Με τη σύγκριση αυτή αποδείχθηκε η ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ.

    (34)

    Το περιθώριο ντάμπινγκ του αιτούντος, εκφραζόμενο ως ποσοστό της καθαρής τιμής, ελεύθερο στα σύνορα της Ένωσης, πριν από την καταβολή δασμού, διαπιστώθηκε ότι είναι 10,5 %.

    2.2.   Διαρκής χαρακτήρας της αλλαγής των συνθηκών

    (35)

    Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον η μεταβολή των συνθηκών όσον αφορά την πρακτική ντάμπινγκ θα μπορούσε να θεωρηθεί ευλόγως ότι έχει διαρκή χαρακτήρα.

    (36)

    Ο δασμός αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται επί του παρόντος καθορίστηκε κατά την αρχική έρευνα. Κατά τη διάρκεια της περιόδου εξέτασης στο πλαίσιο της εν λόγω έρευνας, η Ουκρανία θεωρήθηκε χώρα με οικονομία σε μεταβατική φάση και, ως εκ τούτου, η κανονική αξία καθορίστηκε με βάση το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού. Κατά συνέπεια, η κανονική αξία καθορίστηκε με βάση τις τιμές που καταβλήθηκαν σε αγορά ανάλογης χώρας η οποία είναι χώρα με οικονομία αγοράς, δηλαδή την Πολωνία.

    (37)

    Το 2005 χορηγήθηκε στην Ουκρανία καθεστώς οικονομίας αγοράς και, επομένως, το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού δεν ισχύει πλέον. Ως εκ τούτου, το περιθώριο ντάμπινγκ του αιτούντος κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας επανεξέτασης βασίστηκε στα δικά του επαληθευμένα στοιχεία.

    (38)

    Τα αποδεικτικά στοιχεία που συγκεντρώθηκαν και επαληθεύτηκαν κατά την έρευνα επιβεβαίωσαν τις αλλαγές στην παρούσα εταιρική του διάρθρωση, βάσει της συγχώνευσης δύο μη συνδεδεμένων παραγωγών-εξαγωγέων και μιας τρίτης οντότητας που είναι υπεύθυνη για τις πωλήσεις και το μάρκετινγκ. Η συγχώνευση έλαβε χώρα το 2010. Η αλλαγή θεωρείται ότι έχει μόνιμο χαρακτήρα, αφού οι εργασίες που εκτελούσαν προηγουμένως οι ξεχωριστές οντότητες μεταβιβάστηκαν ουσιαστικά στον αιτούντα. Δεν υπήρξαν ενδείξεις που να υποδεικνύουν πιθανές μελλοντικές αλλαγές.

    (39)

    Με βάση τα προαναφερθέντα, εκτιμάται επομένως ότι οι περιστάσεις που οδήγησαν στην έναρξη της παρούσας επανεξέτασης δεν είναι πιθανό να αλλάξουν στο άμεσο μέλλον κατά τρόπο που να επηρεάζει τα συμπεράσματα της παρούσας επανεξέτασης. Συνεπώς, συμπεραίνεται ότι οι αλλαγές έχουν μόνιμο χαρακτήρα και ότι η εφαρμογή των μέτρων στο σημερινό τους επίπεδο δεν είναι πλέον δικαιολογημένη.

    (40)

    Μετά την τελική κοινοποίηση, η Liaison Committee of EU Wire Rope Industries (EWRIS) ισχυρίστηκε ότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη στην περιφέρεια της Ουκρανίας, όπου εδρεύει η μία από τις δύο εγκαταστάσεις παραγωγής του αιτούντος, δεν συνηγορούν στο συμπέρασμα ότι η αλλαγή που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 38 είναι μόνιμου χαρακτήρα. Ως προς αυτό, πρώτον, σημειώνεται ότι το συμπέρασμα όσον αφορά το μόνιμο χαρακτήρα των αλλαγμένων περιστάσεων σχετικά με το ντάμπινγκ βασιζόταν σε δύο στοιχεία που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 37 και 38, εκ των οποίων η EWRIS αμφισβητεί μόνο το ένα. Δεύτερον, η έρευνα κατέδειξε ότι η εγκατάσταση παραγωγής του αιτούντος στην περιφέρεια του Donetsk δεν λειτουργούσε από το καλοκαίρι του 2014, μειώνοντας έτσι την παραγωγική ικανότητα του αιτούντος. Αυτή η απόφαση του αιτούντος, λόγω θεμάτων ασφαλείας, δεν αντίκειται στο συμπέρασμα ότι η συγχώνευση δύο παραγωγών ΣΚΧ έχει πραγματοποιηθεί από το 2010 και ότι συνιστά διαρθρωτική αλλαγή μόνιμου χαρακτήρα στη λειτουργία των δύο εταιρειών. Επομένως, το επιχείρημα απορρίφθηκε.

    3.   ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

    (41)

    Με βάση τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας επανεξέτασης, θεωρείται σκόπιμο να τροποποιηθεί ο δασμός αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος από την Ουκρανία, με την εισαγωγή δασμού εφαρμοστέου στην PJSC «PA»«Stalkanat-Silur» στο επίπεδο του 10,5 %.

    (42)

    Τα εθνικά μέτρα που ισχύουν δεν επηρεάζονται από το συμπέρασμα αυτό.

    4.   ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

    (43)

    Τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό που οδήγησαν στα ανωτέρω συμπεράσματα, και τους δόθηκε η δυνατότητα να υποβάλουν σχόλια. Οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν ελήφθησαν υπόψη, όπου αυτό ήταν σκόπιμο. Δεδομένου ότι αυτά τα σχόλια οδήγησαν σε ουσιώδεις αλλαγές στα συμπεράσματα της Επιτροπής σχετικά με το περιθώριο ντάμπινγκ, πραγματοποιήθηκε δεύτερη κοινοποίηση στα ενδιαφερόμενα μέρη στις 8 Δεκεμβρίου 2015. Οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν μετά τη δεύτερη κοινοποίηση ελήφθησαν υπόψη, όπου αυτό ήταν σκόπιμο.

    (44)

    Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕK) αριθ. 1225/2009,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Το άρθρο 1 παράγραφος 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 102/2012 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3.   Ο συντελεστής του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή “ελεύθερο στα σύνορα της Ένωσης”, πριν από την επιβολή δασμού, για το προϊόν που περιγράφεται στην παράγραφο 1, καταγωγής Ουκρανίας, καθορίζεται ως εξής:

    Εταιρεία

    Δασμός αντιντάμπινγκ (%)

    Πρόσθετος κωδικός TARIC

    PJSC “PA”“Stalkanat-Silur”

    10,5

    C052

    Όλες οι άλλες εταιρείες

    51,8

    C999

    Η εφαρμογή των ατομικών δασμολογικών συντελεστών που καθορίζονται για την εταιρεία που αναφέρεται στον παραπάνω πίνακα εξαρτάται από την προσκόμιση στις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών έγκυρου εμπορικού τιμολογίου, στο οποίο να υπάρχει δήλωση που να φέρει ημερομηνία και υπογραφή υπαλλήλου της οντότητας που εκδίδει το τιμολόγιο, με αναφορά του ονόματος και της θέσης του/της, με την ακόλουθη διατύπωση: “Ο υπογεγραμμένος πιστοποιώ ότι (ο όγκος) συρματόσχοινων και καλωδίων από χάλυβα που πωλήθηκαν προς εξαγωγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και καλύπτονται από το παρόν τιμολόγιο, παράχθηκαν από (επωνυμία και διεύθυνση της εταιρείας) (πρόσθετος κωδικός Taric) στην Ουκρανία. Δηλώνω ότι τα στοιχεία που αναγράφονται στο παρόν τιμολόγιο είναι πλήρη και ακριβή. Εάν δεν προσκομιστεί αυτό το τιμολόγιο, ισχύει ο δασμολογικός συντελεστής που επιβάλλεται σε ‘όλες τις άλλες εταιρείες’”.»

    Άρθρο 2

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 26 Ιανουαρίου 2016.

    Για την Επιτροπή

    Ο Πρόεδρος

    Jean-Claude JUNCKER


    (1)  ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51.

    (2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1796/1999 του Συμβουλίου, της 12ης Αυγούστου 1999, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη των προσωρινών δασμών που επιβλήθηκαν στις εισαγωγές συρματόσχοινων και καλωδίων από χάλυβα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Ουγγαρίας, Ινδίας, Μεξικού, Πολωνίας, Νότιας Αφρικής και Ουκρανίας, και για την περάτωση της διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές, καταγωγής Δημοκρατίας της Κορέας (ΕΕ L 217 της 17.8.1999, σ. 1).

    (3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 102/2012 του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2012, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ σε εισαγωγές συρματόσχοινων και καλωδίων από χάλυβα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Ουκρανίας όπως επεκτάθηκε σε εισαγωγές συρματόσχοινων και καλωδίων από χάλυβα προέλευσης Μαρόκου, Μολδαβίας και Δημοκρατίας της Κορέας, είτε δηλώνονται ως καταγωγής αυτών των χωρών είτε όχι, ύστερα από έρευνα επανεξέτασης ενόψει της λήξης των μέτρων δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 και για τον τερματισμό της διαδικασίας επανεξέτασης ενόψει της λήξης των μέτρων σχετικά με εισαγωγές συρματόσχοινων και καλωδίων από χάλυβα καταγωγής Νότιας Αφρικής δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 (ΕΕ L 36 της 9.2.2012, σ. 1).

    (4)  Ανακοίνωση για την έναρξη μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης των μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές συρματόσχοινων και καλωδίων από χάλυβα καταγωγής Ουκρανίας (ΕΕ C 410 της 18.11.2014, σ. 15).


    Top