EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32011H0715(01)

Σύσταση του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2011 , σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων για το 2011 του Βελγίου και την έκδοση γνώμης του Συμβουλίου σχετικά με το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας του Βελγίου 2011-2014

ΕΕ C 209 της 15.7.2011, p. 1–4 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

15.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 209/1


ΣΫΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 12ης Ιουλίου 2011

σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων για το 2011 του Βελγίου και την έκδοση γνώμης του Συμβουλίου σχετικά με το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας του Βελγίου 2011-2014

2011/C 209/01

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 121 παράγραφος 2 και το άρθρο 148 παράγραφος 4,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 3,

Έχοντας υπόψη τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής Απασχόλησης,

Μετά από διαβούλευση με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 26 Μαρτίου 2010, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε με την πρόταση της Επιτροπής για την δρομολόγηση της στρατηγικής για την Ευρώπη 2020, μιας νέας στρατηγικής για την ανάπτυξη και την απασχόληση, η οποία, βασιζόμενη στο μεγαλύτερο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών, θα εστιαστεί σε νευραλγικούς τομείς στους οποίους απαιτείται δράση ώστε να ενισχυθεί το δυναμικό διατηρήσιμης ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης.

(2)

Στις 13 Ιουλίου 2010, το Συμβούλιο εξέδωσε σύσταση σχετικά με τους γενικούς προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής των κρατών μελών και της Ένωσης (2010 έως 2014) και στις 21 Οκτωβρίου 2010 το Συμβούλιο εξέδωσε απόφαση σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών (2), οι οποίες από κοινού αποτελούν τις «ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές». Τα κράτη μέλη κλήθηκαν να λάβουν υπόψη τις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές στις εθνικές οικονομικές πολιτικές και στις πολιτικές απασχόλησης.

(3)

Στις 12 Ιανουαρίου 2011, η Επιτροπή εξέδωσε την πρώτη Ετήσια Επισκόπηση Ανάπτυξης, η οποία σηματοδοτεί την έναρξη ενός νέου κύκλου οικονομικής διακυβέρνησης στην ΕΕ και του πρώτου Ευρωπαϊκού Εξαμήνου εκ των προτέρων και ολοκληρωμένου συντονισμού πολιτικής, το οποίο εντάσσεται στη στρατηγική «Ευρώπη 2020».

(4)

Στις 25 Μαρτίου 2011, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προσυπέγραψε τις προτεραιότητες για τη δημοσιονομική εξυγίανση και τη διαρθρωτική μεταρρύθμιση (σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 15ης Φεβρουαρίου και της 7ης Μαρτίου 2011 και κατόπιν της Ετήσιας Επισκόπησης της Ανάπτυξης που εκπόνησε η Επιτροπή). Τόνισε ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην αποκατάσταση υγιών προϋπολογισμών και στη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών, στη μείωση της ανεργίας μέσω μεταρρυθμίσεων της αγοράς εργασίας και στην καταβολή νέων προσπαθειών για την ενίσχυση της οικονομικής μεγέθυνσης. Ζήτησε από τα κράτη μέλη να ενσωματώσουν αυτές τις προτεραιότητες σε συγκεκριμένα μέτρα που θα ενταχθούν στα αντίστοιχά τους προγράμματα σταθερότητας ή σύγκλισης και στα εθνικά τους προγράμματα μεταρρυθμίσεων.

(5)

Στις 25 Μαρτίου 2011, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε επίσης τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στο Σύμφωνο για το Ευρώ + να υποβάλουν εγκαίρως τις δεσμεύσεις τους, προκειμένου να συμπεριληφθούν στα δικά τους προγράμματα σταθερότητας ή σύγκλισης και στα εθνικά τους προγράμματα μεταρρυθμίσεων.

(6)

Στις 15 Απριλίου 2011, το Βέλγιο υπέβαλε το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας 2011 που καλύπτει την περίοδο 2011-2014 και το εθνικό του πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων 2011. Για να ληφθεί υπόψη η αλληλεξάρτησή τους, τα δύο προγράμματα αξιολογήθηκαν ταυτόχρονα.

(7)

Το Βέλγιο σημείωσε εύρωστους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ ανερχόμενους κατά μέσο σε 2,3 % ανά έτος κατά την προηγούμενη του 2008 δεκαετία. Η παγκόσμια οικονομική ύφεση έγινε πλήρως αισθητή το 2009 και το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 2,8 %. Οι επιπτώσεις της ύφεσης στην απασχόληση υπήρξαν σχετικά περιορισμένες. Η προσωρινή μείωση των ωρών εργασίας που πραγματοποιήθηκαν και η μείωση της παραγωγικότητας ανά ώρα εργασίας λειτούργησαν εξισορροπητικά. Μετά από μείωση ανερχόμενη σε 0,4 % το 2009, η απασχόληση αυξήθηκε εκ νέου το 2010. Εντούτοις, η ανεργία αυξήθηκε από 7 % πριν από την ύφεση σε 8,3 % το 2010. Χάρη στην ανάκαμψη του παγκοσμίου εμπορίου, η ανάκαμψη το 2010 ήταν ισχυρότερη από την αναμενόμενη, με το ΑΕΠ να αυξάνεται κατά 2,2 %. Λόγω των αυτόματων σταθεροποιητών και των μέτρων διακριτικής ευχέρειας που ελήφθησαν σε αντίδραση προς την κρίση, το γενικό δημόσιο έλλειμμα αυξήθηκε από 1,3 % το 2008 σε 5,9 % του ΑΕΠ το 2009.

(8)

Βασιζόμενο στην αξιολόγηση του επικαιροποιημένου προγράμματος σταθερότητας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97, το Συμβούλιο είναι της γνώμης ότι το μακροοικονομικό σενάριο στο οποίο στηρίζονται οι προβλέψεις του προϋπολογισμού στο πρόγραμμα σταθερότητας είναι ρεαλιστικό. Παρά το γεγονός ότι βασίζεται σε ελαφρά λιγότερο ευνοϊκές αναπτυξιακές προοπτικές για το 2011, ευθυγραμμίζεται σε μεγάλο βαθμό με τις τελευταίες εαρινές οικονομικές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2011. Μετά από ένα καλύτερο από το αναμενόμενο έλλειμμα ανερχόμενο σε 4,1 % το 2010, ο στόχος της δημοσιονομικής στρατηγικής που προβλέπεται στο πρόγραμμα είναι η περαιτέρω μείωση του ελλείμματος σε 3,6 % το 2011 και κάτω από την τιμή αναφοράς του 3 % μέχρι το 2012, που αποτελεί την ορισθείσα από το Συμβούλιο προθεσμία για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος. Η μείωση του ελλείμματος που σχεδιάζεται για το 2011 φαίνεται εφικτή ενόψει των μάλλον επιφυλακτικών οικονομικών προβλέψεων. Εντούτοις, η φορολογική προσπάθεια είναι πιθανόν να υπολείπεται από την ανερχόμενη στο 0,75 % του ΑΕΠ μέση ετήσια προσπάθεια που συνέστησε το Συμβούλιο, ιδιαίτερα κατά το 2011 και 2012 όπου θα ανέλθει μόνο στο 0,4 και 0,3 % του ΑΕΠ με διαρθρωτικούς όρους αντίστοιχα. Επιπλέον, οι στόχοι σχετικά με το έλλειμμα για το 2012 και τα επόμενα έτη δεν υποστηρίζονται από ειδικά μέτρα προσαρμογής. Τέλος, ο μεσοπρόθεσμος στόχος, που συνίσταται σε διαρθρωτικό πλεόνασμα ανερχόμενο σε 0,5 % του ΑΕΠ, δεν αναμένεται να επιτευχθεί εντός της καλυπτόμενης από το πρόγραμμα σταθερότητας περιόδου 2011-2014.

(9)

Ενόψει του καλύτερου από τα αναμενόμενα αποτελέσματος που σημειώθηκε το 2010, θα ήταν ενδεδειγμένη η πιο φιλόδοξη μείωση του ελλείμματος το 2011 και η ταχύτερη από την αρχικά προβλεφθείσα πρόοδος προς το κατώφλι του 3 % του ΑΕΠ. Επιπλέον, δεν θα σταθεί δυνατόν να δοθεί τέλος στο υπερβολικό έλλειμμα μέχρι το 2012 και να συνεχιστεί η πρόοδος προς το μεσοπρόθεσμο στόχο χωρίς περαιτέρω μέτρα εξυγίανσης. Δεδομένου ότι η φορολογία, και ιδιαίτερα η φορολογία του εισοδήματος από εργασία, είναι ήδη ιδιαίτερα υψηλή στο Βέλγιο, αυτά τα μέτρα εξυγίανσης θα πρέπει ουσιαστικά να βασίζονται στις δαπάνες.

(10)

Η οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση ανέτρεψε την προηγούμενη μακροπρόθεσμη τάση μείωσης του δημοσίου χρέους. Το χρέος, το οποίο παρουσίαζε πτωτική τάση από το 1993 (έτος κατά το οποίο ανήλθε στο 134 % του ΑΕΠ, ενώ στη συνέχεια συνέχισε να μειώνεται μέχρι που έφθασε το 84 % του ΑΕΠ το 2007), αυξήθηκε εκ νέου από το 2008 και ανήλθε στο 96,8 % του ΑΕΠ κατά τα τέλη του 2010. Το υψηλό επίπεδο δημόσιου χρέους συνεχίζει να αποτελεί μέγιστη πρόκληση, ιδιαίτερα λόγω του ότι ο μακροπρόθεσμος δημοσιονομικός αντίκτυπος της δημογραφικής γήρανσης είναι πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ, κυρίως εξαιτίας της σχετικώς μεγάλης αύξησης των συνταξιοδοτικών δαπανών, που θα δημιουργήσει περαιτέρω πιέσεις στα δημόσια οικονομικά. Στο πρόγραμμα σταθερότητας, οι αρχές παρουσιάζουν μια στρατηγική τριών στόχων για να μειώσουν τη σημαντική αύξηση που αναμένεται στις δαπάνες λόγω ηλικίας (μείωση του δημοσίου χρέους, αύξηση απασχόλησης και ποσοστού συμμετοχής στην απασχόληση και διαμόρφωση ενός ισχυρού συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων, βασιζομένου στην αλληλεγγύη). Η εξασφάλιση επαρκών πρωτογενών πλεονασμάτων μακροπρόθεσμα και η περαιτέρω μεταρρύθμιση του βελγικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, ιδιαίτερα του συνταξιοδοτικού συστήματος, θα βελτίωνε την μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Κατά την Επιτροπή, στην τελευταία της αξιολόγηση, οι κίνδυνοι για τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημοσίων οικονομικών φαίνονται σημαντικοί.

(11)

Μια σημαντική πρόκληση για το Βέλγιο είναι η εξασφάλιση σταθερού και εύρυθμου χρηματοπιστωτικού τομέα, ικανού να ανταποκριθεί στις ανάγκες χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης της πραγματικής οικονομίας. Κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών, ο βελγικός χρηματοπιστωτικός τομέας επλήγη σοβαρά από την χρηματοοικονομική κρίση, με αποτέλεσμα μειωμένους ισολογισμούς, σημαντικές ενισχύσεις και τροποποίηση της εποπτείας των τραπεζών. Η χρηματοπιστωτική κατάσταση στον τραπεζικό τομέα παραμένει ευαίσθητη. Επιπλέον, στο Βέλγιο ο τραπεζικός τομέας παρουσιάζει υψηλή συγκέντρωση και είναι σχετικά ευρύς σε σύγκριση με το μέγεθος της οικονομίας.

(12)

Ο νόμος τους 1996 για την «προώθηση της απασχόλησης και τα προληπτικά μέτρα προστασίας της ανταγωνιστικότητας» ορίζει ότι η τάση των μισθών στο Βέλγιο θα πρέπει να ευθυγραμμίζεται με την τάση των μισθών στις γειτονικές χώρες (Γαλλία, Γερμανία, Κάτω Χώρες) διατηρώντας τοιουτοτρόπως υπό έλεγχο το κόστος εργασίας. Εντούτοις, ο συγκεκριμένος νόμος δεν στάθηκε ικανός να αποτρέψει μία κατάσταση όπου, κατά την περίοδο 2005-2010, οι μισθοί αυξήθηκαν ταχύτερα στο Βέλγιο απ’ ότι στις τρεις γειτονικές χώρες, ενώ η αύξηση της παραγωγικότητας υπήρξε βραδύτερη. Ως συνέπεια, το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος αυξήθηκε με ταχύτερο ρυθμό στο Βέλγιο σε σύγκριση με τις γειτονικές χώρες και το μέσο όρο της ευρωζώνης. Αυτό είναι ιδιαίτερα προβληματικό δεδομένου ότι το Βέλγιο εξειδικεύεται σε προϊόντα σχετικά χαμηλού τεχνολογικού περιεχομένου, αντιμετωπίζοντας το σκληρό ανταγωνισμό χωρών χαμηλότερου κόστους. Παρά το γεγονός ότι ο κανόνας για τους μισθούς χρησιμεύει ως πλαίσιο για τις διαπραγματεύσεις που αφορούν τους μισθούς, θα μπορούσε να βελτιωθεί λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορές που υπάρχουν όσον αφορά την αύξηση της παραγωγικότητας και προβλέποντας ένα πιο αποτελεσματικό σύστημα για την εφαρμογή εκ των υστέρων διορθώσεων σε περίπτωση που δεν επιτευχθούν οι στόχοι.

(13)

Η αγορά εργασίας χαρακτηρίζεται από ορισμένες δυσκαμψίες που δημιουργούν σημαντικά αντικίνητρα για την αναζήτηση εργασίας: απεριόριστη διάρκεια του επιδόματος ανεργίας, υψηλοί οριακοί φορολογικοί συντελεστές και υψηλή φορολογική επιβάρυνση (ιδιαίτερα για τους χαμηλόμισθους) και τέλος, κατά την ανάληψη εργασίας, συνδυασμός της αφαίρεσης των κοινωνικών παροχών και της υψηλής φορολογίας. Επιπλέον, διάφορες οδοί εξόδου για τους μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενους παρέχουν κίνητρα για την εγκατάλειψη της αγοράς εργασίας πριν από το νόμιμο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης των 65 ετών. Η περαιτέρω μεταρρύθμιση των ενεργητικών πολιτικών για την αγορά εργασίας και η επέκτασή τους για να καλύψουν τους άνω των 50 θα βοηθήσει στην αύξηση του συνολικού ποσοστού απασχόλησης και στη βελτίωση των κινήτρων για την αναζήτηση εργασίας. Επιπλέον, περαιτέρω μειώσεις όσον αφορά το επίπεδο και τη διάρκεια των παροχών ανεργίας θα δώσουν στους νεότερους εργαζόμενους ισχυρότερα κίνητρα για να εισέλθουν στην αγορά εργασίας. Αν τα κριτήρια προσυνταξιοδότησης καταστούν αυστηρότερα θα ενθαρρυνθούν οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι να παραμείνουν στην αγορά εργασίας και οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι που έχουν βρεθεί εκτός εργασίας για ορισμένη χρονική περίοδο να επιστρέψουν στην αγορά εργασίας. Τέλος, οι υπήκοοι χωρών εκτός ΕΕ έχουν ένα ποσοστό απασχόλησης (40,9 %) πολύ χαμηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(14)

Η συνολική φορολογική επιβάρυνση της εργασίας στο Βέλγιο είναι από τις υψηλότερες στην ΕΕ· ως εκ τούτου η μείωσή της θα συμβάλει στο να καταστήσει περισσότερο ελκυστική την εργασία. Εντούτοις, δεδομένης της συνεχιζόμενης ουσιαστικής προσπάθειας εξυγίανσης, αυτό χρειάζεται να αντισταθμιστεί με ισοδύναμες αυξήσεις των φόρων που έχουν λιγότερο στρεβλωτικά αποτελέσματα, όπως για παράδειγμα ο φόρος κατανάλωσης ή με τη μεταστροφή προς φόρους φιλικούς προς το περιβάλλον. Το Βέλγιο έχει πολύ χαμηλότερους έμμεσους φορολογικούς συντελεστές για την ενέργεια από τις γειτονικές χώρες. Σε συνδυασμό με την υψηλή φορολογική επιβάρυνση της εργασίας, ο λόγος των περιβαλλοντικών φόρων προς τους φόρους εργασίας στο Βέλγιο είναι ο χαμηλότερος για το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό έχει συμβάλει στη δημιουργία μιας κατάστασης στην οποία η υψηλή ανεργία συνυπάρχει με την σχετικά υψηλή χρήση ενέργειας, καθιστώντας ακόμα πιο δύσκολη την επίτευξη των στόχων όσον αφορά την απασχόληση και την ενεργειακή απόδοση.

(15)

Οι τιμές για πολλά αγαθά και υπηρεσίες είναι γενικότερα υψηλότερες απ’ ό,τι στα άλλα κράτη μέλη, αντικατοπτρίζοντας χαμηλές ανταγωνιστικές πιέσεις — ιδιαίτερα στον τομέα λιανικής πώλησης και στις βιομηχανίες δικτύου — και ένα αδύναμο εποπτικό πλαίσιο. Στον τομέα λιανικής, υπάρχουν υψηλοί φραγμοί εισόδου και λειτουργικοί περιορισμοί. Ιδιαίτερα, ρυθμίσεις που περιορίζουν τον ανταγωνισμό συνεχίζουν να περιορίζουν τις ώρες λειτουργίας, να προστατεύουν τις εθνικές επιχειρήσεις από νέες εισόδους και να εμποδίζουν την διάδοση νέων επιχειρηματικών μοντέλων και τεχνολογιών. Ένα κοινό πρόβλημα ανταγωνισμού στους τομείς δικτύου στο Βέλγιο είναι η ισχυρή θέση των εθνικών επιχειρήσεων και οι υψηλοί φραγμοί εισόδου σε σύγκριση με άλλα κράτη μέλη, που σημαίνει ότι τα προηγούμενα μονοπώλια στους συγκεκριμένους τομείς μπορούν ακόμα να αποκομίζουν υψηλότερα κέρδη εφαρμόζοντας υψηλότερες τιμές από αυτό που θα επέτρεπε μια ανταγωνιστική αγορά.

(16)

Οι βελγικές αρχές ανέλαβαν ορισμένες δεσμεύσεις σε σχέση με το Σύμφωνο για το Ευρώ+. Οι δεσμεύσεις αναφέρονται σε τέσσερις τομείς του Συμφώνου. Επικεντρώνονται σε μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος, τη διατήρηση υπό έλεγχο των τιμών ενέργειας και την ενθάρρυνση του ανταγωνισμού, τον έλεγχο των πραγματικών μισθολογικών αυξήσεων, την εφαρμογή ενός εποπτικού πλαισίου για τον έλεγχο του χρηματοπιστωτικού τομέα και την εισαγωγή μέτρων για την αύξηση της πραγματικής ηλικίας συνταξιοδότησης. Εντούτοις, δεν υπάρχουν πληροφορίες για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για να επιτευχθεί ο απαιτούμενος στόχος από φορολογικής πλευράς ούτε υπάρχουν πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαν να ελεγχθούν οι πραγματικές μισθολογικές αυξήσεις ή οι τιμές ενέργειας. Όσον αφορά τα καθεστώτα πρόωρης συνταξιοδότησης, δεν είναι σαφές το κατά πόσον και πότε θα αναθεωρηθεί το «Σύμφωνο μεταξύ γενεών» και ποιος θα είναι αντίκτυπος αυτής της αναθεώρησης από την άποψη συγκεκριμένων μέτρων. Αυτές οι δεσμεύσεις έχουν αξιολογηθεί και έχουν ληφθεί υπόψη στις συστάσεις.

(17)

Η Επιτροπή αξιολόγησε το πρόγραμμα σταθερότητας και το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένου του Συμφώνου για το Ευρώ. Έλαβε υπόψη τη σημασία που έχουν για μια διατηρήσιμη δημοσιονομική και κοινωνικοοικονομική πολιτική στο Βέλγιο και τη συμμόρφωσή τους με τους ενωσιακούς κανόνες και κατευθύνσεις, δεδομένης της ανάγκης ενδυνάμωσης τη όλης οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω της συνεκτίμησης στοιχείων σε επίπεδο ΕΕ κατά τη διαμόρφωση μελλοντικών εθνικών αποφάσεων. Υπό το πρίσμα αυτό, η Επιτροπή θεωρεί ότι θα ήταν δυνατή μια πιο φιλόδοξη μείωση του ελλείμματος το 2011 και ότι θα πρέπει να καθοριστούν πρόσθετα μέτρα εξυγίανσης για την περίοδο από το 2012 και μετέπειτα. Για να βελτιωθεί η μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημοσίων οικονομικών, χρειάζεται περαιτέρω μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος. Θα πρέπει επίσης να ληφθούν περαιτέρω μέτρα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, για την υποστήριξη των ατόμων κατά την αναζήτηση εργασίας και για την μεταφορά του φορολογικού βάρους από την εργασία στην κατανάλωση και την ενέργεια, καθώς και για το άνοιγμα περισσότερων ευκαιριών για επενδύσεις και ανάπτυξη στον τομέα των υπηρεσιών και των βιομηχανιών δικτύου.

(18)

Βάσει της αξιολόγησης αυτής και λαμβάνοντας υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 ΣΛΕΕ της 2ας Ιουνίου 2010, το Συμβούλιο εξέτασε την επικαιροποίηση για το 2011 του προγράμματος σταθερότητας του Βελγίου και η γνώμη του (3) αντικατοπτρίζεται ιδιαίτερα στις κατωτέρω συστάσεις του με αριθμό 1 και 2,

ΣΥΝΙΣΤΑ να αναλάβει το Βέλγιο δράση κατά την περίοδο 2011-2012 ούτως ώστε:

1)

Να επωφεληθεί από τη συνεχιζόμενη οικονομική ανάκαμψη για να επιταχύνει την διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος. Προς το σκοπό αυτό, να λάβει τα απαραίτητα εξειδικευμένα μέτρα — κυρίως από την άποψη των δαπανών — κατά τη διάρκεια του προϋπολογισμού για το 2012 για να επιτύχει μια μέση ετήσια φορολογική προσπάθεια ευθυγραμμισμένη με τις συστάσεις στα πλαίσια της ΔΥΕ, μειώνοντας έτσι το υψηλό ποσοστό δημοσίου χρέους. Αυτό θα μειώσει το δημόσιο έλλειμμα σαφώς κάτω από την τιμή αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ μέχρι το 2012 το αργότερο. Να εξασφαλίσει την πρόοδο προς τον μεσοπρόθεσμο στόχο με τουλάχιστον 0,5 % του ΑΕΠ ετησίως.

2)

Να λάβει μέτρα για να βελτιώσει την μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Στα πλαίσια της ενωσιακής στρατηγικής τριών στόχων, θα πρέπει να δώσει έμφαση στη μείωση των δαπανών που έχουν σχέση με την ηλικία, κυρίως εμποδίζοντας την πρόωρη έξοδο από την αγορά εργασίας προκειμένου να αυξήσει σημαντικά την πραγματική ηλικία συνταξιοδότησης. Εδώ θα μπορούσαν να εξετασθούν μέτρα όπως σύνδεση της νόμιμης ηλικίας συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο ζωής.

3)

Να αντιμετωπίσει τις διαρθρωτικές αδυναμίες του χρηματοπιστωτικού τομέα, ιδίως με την οριστικοποίηση της αναδιάρθρωσης των τραπεζών που έχουν ανάγκη από ένα επαρκώς χρηματοδοτούμενο και βιώσιμο επιχειρηματικό μοντέλο.

4)

Να λάβει μέτρα για να μεταρρυθμίσει, σε συνεννόηση με τους κοινωνικούς εταίρους και σύμφωνα με την εθνική πρακτική, το σύστημα συλλογικής διαπραγμάτευσης και τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των μισθών, ούτως ώστε η αύξηση των μισθών να αντικατοπτρίζει καλύτερα τις εξελίξεις της παραγωγικότητας της εργασίας και της ανταγωνιστικότητας.

5)

Να βελτιώσει τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας μέσω της μείωσης των υψηλών φορολογικών και κοινωνικών εισφορών των χαμηλόμισθων με δημοσιονομικά ουδέτερο τρόπο και με την εισαγωγή ενός συστήματος στο οποίο το επίπεδο παροχών ανεργίας μειώνεται σταδιακά ανάλογα με τη διάρκεια της ανεργίας. Να λάβει μέτρα για να μεταθέσει την φορολογική επιβάρυνση από την εργασία στην κατανάλωση και να καταστήσει το φορολογικό σύστημα πιο φιλικό προς το περιβάλλον. Να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης λαμβάνοντας μέτρα που έχουν σαν στόχο εργαζόμενους μεγαλύτερης ηλικίας και ευάλωτες ομάδες.

6)

Να θεσπίσει μέτρα για την τόνωση του ανταγωνισμού στον τομέα του λιανικού εμπορίου, μειώνοντας τους φραγμούς εισόδου και τους λειτουργικούς περιορισμούς και να θεσπίσει μέτρα για την ενίσχυση του ανταγωνισμού στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου με την περαιτέρω βελτίωση της αποτελεσματικότητας των τομεακών ρυθμιστικών αρχών και των αρχών του ανταγωνισμού.

Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2011.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. VINCENT-ROSTOWSKI


(1)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1.

(2)  Διατηρήθηκαν για το 2011 με την απόφαση 2011/308/ΕΕ του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2011, για τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών (ΕΕ L 138 της 26.5.2011, σ. 56).

(3)  Προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97.


Top