EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32010D0607

2010/607/ΕΕ: Απόφαση της Επιτροπής, της 27ης Απριλίου 2010 , σχετικά με την κρατική ενίσχυση την οποία έθεσε σε εφαρμογή το Βέλγιο υπέρ της αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας της Οστάνδης [κρατική ενίσχυση C 30/08 (πρώην NN 21/08)] [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2010) 2520] Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

ΕΕ L 274 της 19.10.2010, p. 103–138 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2010/607/oj

19.10.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 274/103


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 27ης Απριλίου 2010

σχετικά με την κρατική ενίσχυση την οποία έθεσε σε εφαρμογή το Βέλγιο υπέρ της αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας της Οστάνδης

[κρατική ενίσχυση C 30/08 (πρώην NN 21/08)]

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2010) 2520]

(Τα κείμενα στην ολλανδική και τη γαλλική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2010/607/ΕΕ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 108 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (1), και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (2), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 5 και το άρθρο 14,

Αφού, κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους (3), σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, (ΣΛΕΕ) (4), και λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Με επιστολή της 16ης Φεβρουαρίου 2006, η Επιτροπή έλαβε καταγγελία σχετικά με την κρατική ενίσχυση που χορήγησαν οι βελγικές αρχές στην ιχθυόσκαλα της Οστάνδης, η οποία πρωτοκολλήθηκε με αριθμό CP 40/2006. Στις 31 Ιουλίου 2007, η Επιτροπή έλαβε περαιτέρω καταγγελία για το ίδιο θέμα.

(2)

Με επιστολές της από 13 Μαρτίου 2006, στις 26 Ιουνίου 2006 και στις 11 Ιουλίου 2007, η Επιτροπή ζήτησε από τις βελγικές αρχές να παράσχουν πληροφορίες για τα σχετικά μέτρα. Οι βελγικές αρχές απάντησαν στις επιστολές της Επιτροπής με επιστολές της 11ης Μαΐου 2006, της 20ής Οκτωβρίου 2006 και της 27ης Νοεμβρίου 2007 αντίστοιχα.

(3)

Αφού εξέτασε τις πληροφορίες και τα έγγραφα που διαβίβασαν οι βελγικές αρχές, στις 3 Ιουλίου 2008 η Επιτροπή γνωστοποίησε στις βελγικές αρχές την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ και στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999.

(4)

Με επιστολή τους στις 16 Ιουλίου 2008, οι βελγικές αρχές διαβίβασαν στην Επιτροπή ορισμένα έγγραφα σχετικά με την ιδιωτικοποίηση της ιχθυόσκαλας της Οστάνδης την οποία προγραμμάτιζε ο δήμος της Οστάνδης.

(5)

Με επιστολή τους από 25 Ιουλίου 2008, οι βελγικές αρχές ζήτησαν παράταση μέχρι τις 8 Σεπτεμβρίου 2008 προκειμένου να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Η παράταση χορηγήθηκε στις 4 Αυγούστου 2008.

(6)

Με επιστολή της 8ης Σεπτεμβρίου 2008, οι βελγικές αρχές υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την απόφαση κίνησης επίσημης διαδικασίας έρευνας.

(7)

Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (5). Η Επιτροπή κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σε διάστημα ενός μηνός από την ημερομηνία της δημοσίευσης.

(8)

Στις 9 Οκτωβρίου 2008 πραγματοποιήθηκε συνάντηση της Επιτροπής με τις βελγικές αρχές κατά τη διάρκεια της οποίας οι τελευταίες έδωσαν πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίον σκόπευαν να οργανώσουν την ιδιωτικοποίηση της ιχθυόσκαλας.

(9)

Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από τους ακόλουθους τρίτους ενδιαφερόμενους: Ευρωπαϊκή ένωση αλιευτικών λιμένων και ιχθυοσκαλών (EAFPA), Nationaal Overleg Visafslagen (NOVA), Flanders Ship Repair, Zeebrugse Vis Promotie vzw (ZVP), ιχθυαγορά Grimskby, Zeebrugse Visveiling (ZV) και Ευρωπαϊκό Κέντρο Αλιείας (EFC), και την επιχείρηση επισκευής πλοίων Gardec.

(10)

Με επιστολή της από 4 Νοεμβρίου 2008, η Επιτροπή διαβίβασε τις εν λόγω παρατηρήσεις στο Βέλγιο, δίνοντάς του την ευκαιρία να απαντήσει. Το Βέλγιο δεν προέβη σε σχολιασμό των παρατηρήσεων των τρίτων ενδιαφερομένων.

(11)

Με επιστολή της 8ης Σεπτεμβρίου 2009, με στοιχεία C(2009)6907, η Επιτροπή εξέδωσε εντολή παροχής πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, ζητώντας ολοκληρωμένη απάντηση στα ζητήματα που είχε θέσει με τις επιστολές της από 13 Μαρτίου 2006, 26 Ιουνίου 2006 και 11 Ιουλίου 2007, καθώς και με την απόφαση κίνησης της επίσημης διαδικασίας έρευνας.

(12)

Με επιστολή τους από 7 Οκτωβρίου 2009, οι βελγικές αρχές ζήτησαν παράταση της προθεσμίας, μέχρι τις 9 Νοεμβρίου 2009, προκειμένου να παράσχουν τις ζητηθείσες πληροφορίες. Η παράταση χορηγήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2009. Στην επιστολή τους, οι βελγικές αρχές ζήτησαν επίσης από την Επιτροπή να τους διαβιβάσει τις παρατηρήσεις των τρίτων ενδιαφερομένων. Ταυτόχρονα με τη χορήγηση της παράτασης της σχετικής προθεσμίας, η Επιτροπή διαβίβασε εκ νέου τις παρατηρήσεις των τρίτων ενδιαφερομένων καθώς και αντίγραφο της επιστολής της 4ης Νοεμβρίου 2008.

(13)

Με επιστολή τους από 22 Οκτωβρίου 2009 οι βελγικές αρχές ενημέρωσαν την Επιτροπή ότι δεν έλαβαν ποτέ την επιστολή της Επιτροπής της 4ης Νοεμβρίου 2008. Για τον λόγο αυτόν, ζήτησαν νέα παράταση διάρκειας ενός μηνός προκειμένου να προβούν σε σχολιασμό των παρατηρήσεων των τρίτων ενδιαφερομένων.

(14)

Με επιστολή της από 5 Νοεμβρίου 2009 η Επιτροπή χορήγησε στις βελγικές αρχές παράταση της προθεσμίας μέχρι τις 27 Νοεμβρίου 2009, δίνοντάς τους έτσι την ευκαιρία να προβούν σε σχολιασμό των παρατηρήσεων των τρίτων ενδιαφερομένων.

(15)

Οι βελγικές αρχές απάντησαν στην εντολή παροχής πληροφοριών και παρείχαν πρόσθετες πληροφορίες για την ιδιωτικοποίηση της ιχθυόσκαλας.

(16)

Με επιστολή του από 30 Νοεμβρίου 2009, το Βέλγιο διαβίβασε τις παρατηρήσεις του σχετικά με τις απόψεις που υπέβαλαν οι τρίτοι ενδιαφερόμενοι.

2.   ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΗΣ ΙΧΘΥΟΣΚΑΛΑΣ ΤΗΣ ΟΣΤΑΝΔΗΣ ΤΟ 2001

(17)

Η ιχθυόσκαλα της Οστάνδης, πρώην κρατική επιχείρηση, είχε κατακερματιστεί σε μεγάλο βαθμό και —σύμφωνα με τις βελγικές αρχές— υφίστατο κακοδιαχείριση επί σειρά ετών. Η λειτουργία της ήταν κακή. Από το 1991 μέχρι το 2001, το μερίδιό της σε σχέση με τους υπόλοιπους βελγικούς λιμένες όσον αφορά τις εκφορτώσεις ιχθύων μειώθηκε κατά περίπου 37 % στο 20 % (6). Από το 1997 μέχρι το 2001 ο κύκλος εργασιών της ιχθυόσκαλας μειώθηκε από 20 550 000 σε 13 440 000 ευρώ (7). Επί σειρά ετών ο δήμος της Οστάνδης (εφεξής «ο δήμος») κατέγραφε, όσον αφορά την ιχθυόσκαλα, κατά μέσο όρο ετήσιες ζημίες ύψους 1 850 000 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου του 2001).

(18)

Το 2001, ο δήμος κλήθηκε να αποφασίσει εάν θα κλείσει την ιχθυόσκαλα ή εάν θα προβεί στην αναδιάρθρωσή της. Στις 23 Νοεμβρίου 2001, ο δήμος αποφάσισε να προβεί σε αναδιάρθρωση της ιχθυόσκαλας της Οστάνδης συστήνοντας αυτόνομη δημοτική εταιρεία βάσει του βελγικού δικαίου, στην οποία μοναδικός μέτοχος θα ήταν ο δήμος.

(19)

Η απόφαση αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας βασίστηκε σε σχέδιο χρηματοδότησης, το οποίο ανέπτυσσε μία υπόθεση (που χαρακτηρίστηκε θετική), και σε επιχειρηματικό σχέδιο δύο σελίδων, το οποίο κατάρτισε η εταιρεία HAMA Consult NV. Σύμφωνα με τα εν λόγω έγγραφα, η ιχθυόσκαλα μπορούσε να καταστεί κερδοφόρα μέσα σε διάστημα εννέα ετών υπό την προϋπόθεση μετατροπής της σε ξεχωριστή νομική οντότητα με αρχικό κεφάλαιο ύψους 250 εκατ. βελγικών φράγκων (περίπου 6,2 εκατ. ευρώ), το οποίο θα καταβαλλόταν στο ακέραιο εντός πέντε ετών. Η διακριτή αυτή εταιρεία έλαβε την επωνυμία «Autonoom Gemeentebedrijf Vismijn Oostende» (εφεξής «AGVO»). Η AGVO επωμίστηκε την οικονομική επιβάρυνση της εξόφλησης των διαφόρων τραπεζικών δανείων που είχε λάβει η πρώην ιχθυόσκαλα της Οστάνδης.

2.1.   ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

2.1.1.   AGVO

(20)

Όπως αναφέρεται στην παράγραφο 18, στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας, ο δήμος σύστησε, στις 23 Νοεμβρίου 2001 (8), την αυτόνομη δημοτική εταιρεία AGVO. Μια αυτόνομη δημοτική εταιρεία είναι διακριτή νομική οντότητα, ιδρυόμενη σύμφωνα με το άρθρο 261 του νέου δημοτικού νόμου, που έχει ως σκοπό την οργάνωση δημοτικών φορέων και υπηρεσιών εκτός των γενικών δημοτικών υπηρεσιών, δίνοντας έμφαση σε φορείς ή υπηρεσίες εμπορικού ή βιομηχανικού χαρακτήρα των οποίων η διαχείριση θα γίνεται σύμφωνα με βιομηχανικές και εμπορικές μεθόδους.

(21)

Όσον αφορά τα μετοχικά μερίδια και τα διοικητικά όργανα, ο δήμος, ως η δημοτική αρχή η οποία σύστησε την εταιρεία, υποχρεούται βάσει της νομοθεσίας να έχει την πλειοψηφία των ψήφων. Ο δήμος κατέχει το 100 % των μετοχών της AGVO, ενώ —σύμφωνα με το καταστατικό της τελευταίας— διορίζει όλα τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου. Η πλειοψηφία των μελών του διοικητικού συμβουλίου της AGVO πρέπει να αποτελείται από μέλη του δημοτικού συμβουλίου.

(22)

Στην AGVO ανήκουν επί του παρόντος εξ ολοκλήρου δύο θυγατρικές: η NV Exploitatie Vismijn Oostende (εφεξής «EVO»), και η NV Pakhuizen (εφεξής «Pakhuizen»).

2.1.2.   EVO

(23)

Η EVO ιδρύθηκε στις 8 Αυγούστου 2002 για να διαχειρίζεται τις δημοπρασίες και όλες τις σχετικές δραστηριότητες, με αρχικό κεφάλαιο ύψους 371 840 ευρώ. Το μετοχικό κεφάλαιο, που αποτελείτο από 15 000 ισότιμες μετοχές χωρίς ονομαστική αξία, ανήκε στην AGVO, η οποία κατείχε τις 14 999 μετοχές, και στον κ. Miroir, μέλος του δημοτικού συμβουλίου, ο οποίος κατείχε μία μετοχή.

(24)

Υπεύθυνο για τη διαχείριση της EVO είναι το διοικητικό της συμβούλιο. Τα μέλη του συμβουλίου διορίζονται από τους μετόχους για διάστημα έξι ετών, με δυνατότητα ανανέωσης. Όσον αφορά την κατανομή των μετοχών, η AGVO έχει τον πλήρη έλεγχο της EVO.

2.1.3.   PAKHUIZEN

(25)

Η Pakhuizen ιδρύθηκε το 1988 από διάφορους πλοιοκτήτες με στόχο τη διαχείριση κινητής και ακίνητης περιουσίας. Το 2005, η Pakhuizen μεταβιβάστηκε στην AGVO, η οποία αγόρασε όλες τις μετοχές της έναντι 350 000 ευρώ.

(26)

Υπεύθυνο για τη διαχείριση της Pakhuizen είναι το διοικητικό της συμβούλιο. Τα μέλη του συμβουλίου διορίζονται από τους μετόχους για διάστημα έξι ετών, με δυνατότητα ανανέωσης. Από το 2005, η Pakhuizen τελεί υπό την ιδιοκτησία και τον έλεγχο της AGVO.

2.2.   ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ

2.2.1.   AGVO

(27)

Δυνάμει του καταστατικού της, η AGVO είναι επιφορτισμένη με την επιτέλεση καθηκόντων τα οποία, σύμφωνα με τις βελγικές αρχές, εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον, αλλά και με εμπορικά καθήκοντα. Τα «δημόσια καθήκοντα» επιτελούνται από την ίδια την AGVO, ενώ τα «εμπορικά καθήκοντα» επιτελούνται από τις θυγατρικές που της ανήκουν εξ ολοκλήρου, ήτοι την EVO και, από το 2005, την Pakhuizen.

(28)

Όσον αφορά τα «δημόσια καθήκοντα» οι βελγικές αρχές ανέφεραν ότι η AGVO ήταν υπεύθυνη για τη διαχείριση του αλιευτικού λιμένα της Οστάνδης (ήτοι, μεταξύ άλλων, για τη διαχείριση και τη συντήρηση των δημόσιων και ιδιωτικών εγκαταστάσεων που βρίσκονται εντός των ορίων του αλιευτικού λιμένα), για την επιθεώρηση των εκφορτωθέντων αλιευμάτων που προορίζονταν για κατανάλωση, για τον καθορισμό φόρων επί των τιμών δημοπράτησης καθώς και για τον έλεγχο της καταβολής ΦΠΑ για τα εκφορτωθέντα αλιεύματα, για τη λειτουργία των κλεισιάδων μεταξύ του καναλιού και της αλιευτικής αποβάθρας (η οποία δεν χρησιμοποιείται μόνο από αλιευτικά σκάφη), για τις δημόσιες σχέσεις για λογαριασμό των τοπικών αρχών, και για την ανακαίνιση και διάθεση ακινήτων σε οργανισμούς δημοσίου ή ημι-δημοσίου δικαίου, όπως η Περιφέρεια της Φλάνδρας, η Επαρχία της Δυτικής Φλάνδρας κ.λπ.

2.2.2.   EVO

(29)

Η EVO είναι ο φορέας εκμετάλλευσης της ιχθυόσκαλας της Οστάνδης. Στις δραστηριότητές της συγκαταλέγονται κατά κύριο λόγο η οργάνωση και η λειτουργία της ιχθυόσκαλας, η εκμίσθωση αποθηκών και λοιπές δευτερεύουσες δραστηριότητες. Όσον αφορά τη λειτουργία της ιχθυόσκαλας, η EVO επιβάλλει σχετικό τέλος της τάξης του 6 % επί της τιμής. Οι αγοραστές που κάνουν χρήση της ιχθυόσκαλας οφείλουν να καταβάλουν προμήθεια η οποία κυμαίνεται από 1 % έως 3 %, και να αναλάβουν τα έξοδα μίσθωσης των τελάρων αποθήκευσης ιχθύων. Το ποσό για τα τελευταία δεν είναι γνωστό.

(30)

Επιπλέον, η EVO χορηγεί δάνεια σε πελάτες πλοιοκτήτες. Ορισμένα από τα πρόσφατα δάνεια χορηγήθηκαν με το διατραπεζικό επιτόκιο δανεισμού σε ευρώ (Euribor) προσαυξημένο κατά 2 %, υπό όρους οι οποίοι, προφανώς, δεν εφαρμόστηκαν σε όλα τα δάνεια. Σε αντάλλαγμα για τη χορήγηση του δανείου, οι πλοιοκτήτες οφείλουν να δημοπρατούν τα αλιεύματά τους στην Οστάνδη.

(31)

Επίσης, η EVO παρέχει στους πλοιοκτήτες διάφορες διευκολύνσεις, όπως κάλυψη μέρους ή του συνόλου των δαπανών της μεταφοράς των αλιευμάτων με φορτηγά-ψυγεία.

2.2.3.   PAKHUIZEN

(32)

Οι δραστηριότητες της Pakhuizen αφορούν κατά κύριο λόγο τη μετατροπή, αποκατάσταση, (εκ νέου) διακόσμηση, (ανα)κατασκευή και κατεδάφιση, εκμετάλλευση, διαχείριση και μίσθωση της ακίνητης περιουσίας.

2.3.   ΤΑ ΕΠΙΜΑΧΑ ΜΕΤΡΑ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

2.3.1.   ΑΡΧΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΑΙ ΑΥΞΗΣΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

(33)

Με τη σύστασή της, στις 23 Νοεμβρίου 2001, ο δήμος διέθεσε στην AGVO αρχικό κεφάλαιο ύψους 250 εκατ. βελγικών φράγκων (6 179 338,12 ευρώ), το οποίο θα καταβαλλόταν σε πέντε ισόποσες ετήσιες δόσεις. Από το 2002 και μετά, καταβλήθηκαν έξι δόσεις του αρχικού κεφαλαίου, ήτοι συνολικά 3 596 665,62 ευρώ: στις 28 Ιουνίου 2002 καταβλήθηκαν 619 734 ευρώ, στις 26 Ιουνίου 2003570 155 ευρώ, στις 25 Ιουνίου 2004570 155 ευρώ και στις 26 Ιουνίου 2005570 155 ευρώ. Στις παρατηρήσεις του σχετικά με την κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας το Βέλγιο ανέφερε ότι κατά τα έτη 2006 και 2007 καταβλήθηκαν δύο ακόμη δόσεις ύψους 619 734 ευρώ η καθεμία. Εξ όσων γνωρίζει η Επιτροπή, η AGVO δεν έχει αξιώσει ακόμη την καταβολή του υπολοίπου του αρχικού κεφαλαίου ύψους 2 582 672,5 ευρώ.

(34)

Οι βελγικές αρχές ανέφεραν ότι η AGVO διέθεσε μέρος του αρχικού κεφαλαίου για «δημόσιους σκοπούς» και για την αποπληρωμή του κεφαλαίου και των τόκων τρεχόντων τραπεζικών δανείων, καθώς και για την αγορά των μετοχών της Pakhuizen. Τέλος, μέρος του αρχικού κεφαλαίου διατέθηκε για την αποπληρωμή του αρχικού κεφαλαίου της EVO και για τη χορήγηση δανείων στην EVO τα οποία μετατράπηκαν αργότερα (31 Δεκεμβρίου 2004, 31 Δεκεμβρίου 2005 και 21 Δεκεμβρίου 2007) σε κεφάλαιο μέσω διαγραφής χρεών.

(35)

Με την ίδρυσή της, στις 8 Αυγούστου 2002, διατέθηκε στην EVO αρχικό κεφάλαιο ύψους 371 840,29 ευρώ. Στη συνέχεια, η AGVO αύξησε το κεφάλαιο της EVO μέσω διαγραφής χρεών. Στις 31 Δεκεμβρίου 2004, το κεφάλαιο της EVO αυξήθηκε κατά 1 387 044 ευρώ, στις 31 Δεκεμβρίου 2005 κατά 710 000,75 ευρώ και στις 21 Δεκεμβρίου 2007 κατά 1 500 114,96 ευρώ. Συνολικά, η AGVO διέθεσε στην EVO κεφάλαιο ύψους 3 969 000 ευρώ.

(36)

Οι βελγικές αρχές είχαν μεν ενημερώσει την Επιτροπή ότι το αρχικό κεφάλαιο της EVO αυξήθηκε και ότι ανήρχετο, στις 31 Δεκεμβρίου 2006, σε 2 468 885 ευρώ, αλλά δεν την είχαν ενημερώσει για τον τρόπο με τον οποίον έγιναν οι αυξήσεις του κεφαλαίου. Την προσοχή της Επιτροπής προσέλκυσε η αύξηση του κεφαλαίου της 21ης Δεκεμβρίου 2007 και το γεγονός ότι οι αυξήσεις κεφαλαίου επήλθαν μέσω διαγραφής χρεών, όπως ανέφεραν οι τρίτοι ενδιαφερόμενοι στις παρατηρήσεις τις οποίες υπέβαλαν στην Επιτροπή. Το Βέλγιο δεν προέβη σε σχολιασμό των σχετικών παρατηρήσεων των τρίτων ενδιαφερομένων.

2.3.2.   ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΔΑΝΕΙΑ

(37)

Εκτός από το αρχικό κεφάλαιο, ο δήμος στήριξε την AGVO και την EVO παρέχοντας δωρεάν εγγυήσεις για τη λήψη ιδιωτικών δανείων.

(38)

Η AGVO έλαβε εγγυήσεις για τρία δάνεια, τα οποία εγκρίθηκαν στις 26 Μαρτίου (609 379,40 ευρώ), στις 23 Απριλίου 2004 (2 117 500 ευρώ) και στις 22 Απριλίου 2005 (550 000 ευρώ), συνολικής αξίας 132 199 987 βελγικών φράγκων (3 276 879 ευρώ).

(39)

Η EVO έλαβε εγγυήσεις για δάνεια τα οποία εγκρίθηκαν στις 28 Ιουνίου και στις 27 Σεπτεμβρίου 2002. Ωστόσο, σύμφωνα με τις πληροφορίες που υπέβαλαν οι βελγικές αρχές, τα προαναφερθέντα δάνεια δεν ελήφθησαν τελικά. Στις 23 Απριλίου 2004 και στις 22 Απριλίου 2005, ο δήμος χορήγησε εκ νέου στην EVO δωρεάν εγγυήσεις για δάνεια. Τα σχετικά δάνεια ελήφθησαν και το ύψος τους ανήρχετο σε 145 505 820 βελγικά φράγκα (3 606 995 ευρώ). Χωρίς να προσδιορίζουν ημερομηνία, οι βελγικές αρχές ανέφεραν ότι ο δήμος χορήγησε επίσης εγγύηση για ένα ακόμη δάνειο ύψους 78 000 ευρώ. Δεδομένου ότι η αναφορά αυτή περιλαμβανόταν στις παρατηρήσεις των βελγικών αρχών της 4ης Σεπτεμβρίου 2008 και ότι οι προηγούμενες παρατηρήσεις είχαν ημερομηνία 23 Νοεμβρίου 2007, η Επιτροπή υποθέτει ότι η πρόσθετη αυτή εγγύηση χορηγήθηκε εντός του προαναφερθέντος χρονικού διαστήματος.

(40)

Η AGVO παρείχε επίσης δωρεάν εγγυήσεις στην EVO για δύο δάνεια συνολικού ύψους 600 000 ευρώ. Δεν δόθηκαν πληροφορίες σχετικά με την ημερομηνία έγκρισης της απόφασης χορήγησης της δωρεάν εγγύησης. Δεδομένου ότι η EVO συστάθηκε στις 22 Αυγούστου 2002 και ότι το υποβληθέν από τις βελγικές αρχές έγγραφο όπου αναφέρονταν τα δύο δάνεια περιέγραφε την κατάσταση όπως ήταν διαμορφωμένη στις 3 Αυγούστου 2006, η Επιτροπή υποθέτει ότι η εγγύηση παρασχέθηκε εντός του προαναφερθέντος χρονικού διαστήματος.

2.3.3.   ΓΗ ΚΑΙ ΑΚΙΝΗΤΑ

(41)

Σύμφωνα με το άρθρο 30 του καταστατικού της, της 23ης Νοεμβρίου 2001, η AGVO διαθέτει το αποκλειστικό δικαίωμα να χρησιμοποιεί δωρεάν τη γη και τα ακίνητα του αλιευτικού λιμένα της Οστάνδης (9).

(42)

Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 30 του καταστατικού, ο δήμος δύναται σε μεταγενέστερο στάδιο να μεταβιβάσει στην AGVO την κυριότητα (ή άλλα δικαιώματα) της γης και των ακινήτων του λιμένα.

(43)

Αυτό συνέβη στις 26 Μαρτίου 2004, όταν ο δήμος μεταβίβασε στην AGVO την κυριότητα διαφόρων ακινήτων συνολικού εμβαδού 57 500 τ.μ. που βρίσκονται στον αλιευτικό λιμένα της Οστάνδης. Η εν λόγω μεταβίβαση έγινε βάσει της αξίας της απογραφής που αναφερόταν στους λογαριασμούς του δήμου, ήτοι 14 891 524 ευρώ. Η μεταβίβαση αφορούσε αποκλειστικά ακίνητα (ιχθυόσκαλα, γραφεία και αποθήκες) και όχι τη γη πάνω στην οποία είχαν αναγερθεί τα ακίνητα αυτά. Τη χρήση της γης διατηρεί ο δήμος βάσει σύμβασης εκχώρησης αορίστου χρόνου που έχει υπογραφεί με την Περιφέρεια της Φλάνδρας, τον ιδιοκτήτη των γεωτεμαχίων. Η AGVO διατήρησε το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης της γης αυτής βάσει του άρθρου 30 του καταστατικού της.

(44)

Μεταξύ των ακινήτων που μεταβιβάστηκαν στις 26 Μαρτίου 2004 περιλαμβάνονταν και ορισμένα ακίνητα συνολικού εμβαδού 14 754 τ.μ. για τα οποία είχε συναφθεί το 1989 σύμβαση μακροχρόνιας μίσθωσης μεταξύ του δήμου και της Pakhuizen για διάστημα 45 ετών. Σύμφωνα με την εν λόγω σύμβαση, η Pakhuizen καταβάλλει συμβολικό μίσθωμα ύψους 1 000 βελγικών φράγκων (25 ευρώ) ετησίως για τη χρήση των ακινήτων. Σε αντάλλαγμα, η Pakhuizen αναλαμβάνει τη συμβατική δέσμευση να ανακαινίζει, με δικές της δαπάνες και χωρίς δικαίωμα αποζημίωσης, τις αποθήκες που περιγράφονται στη σύμβαση μακροχρόνιας μίσθωσης ώστε να ανταποκρίνονται στους εκάστοτε μελλοντικούς κανονισμούς. Ακόμη, ύστερα από 27 χρόνια μίσθωσης (το 2016), ο δήμος θα εισπράττει ετησίως το 50 % των ετήσιων καθαρών κερδών της εταιρείας Pakhuizen. Οι βελγικές αρχές ανέφεραν ότι η Pakhuizen δεν ανακαίνιζε, κατά παράβαση των συμβατικών της υποχρεώσεων, τις καθορισμένες αποθήκες, τουλάχιστον όχι πριν το 2005. Ωστόσο, σύμφωνα με τις βελγικές αρχές, μετά την αγορά των μετοχών της Pakhuizen από την AGVO δαπανήθηκαν 257 872 ευρώ το 2005 και 68 816 ευρώ το 2006 για εργασίες ανακαίνισης και συντήρησης. Το ακριβές ύψος του κόστους των εργασιών που πραγματοποιήθηκαν το 2007 δεν είναι γνωστό.

(45)

Από τις 26 Μαρτίου 2004, όταν ο δήμος μεταβίβασε την κυριότητα των ακινήτων στην AGVO, η τελευταία αντικατέστησε τον δήμο ως συμβαλλόμενη στη σύμβαση μακροχρόνιας μίσθωσης με την Pakhuizen. Έτσι, η AGVO απέκτησε το δικαίωμα να λαμβάνει ετησίως το συμβολικό μίσθωμα των 25 ευρώ, και να εισπράττει ετησίως, ύστερα από 27 χρόνια μίσθωσης, το 50 % των ετήσιων καθαρών κερδών της εταιρείας Pakhuizen.

(46)

Όσον αφορά τα ακίνητα συνολικού εμβαδού 57 500 τ.μ. που τέθηκαν έτσι στη διάθεση της AGVO, το Βέλγιο ανέφερε συγκεκριμένα τα ακόλουθα:

13 600 τ.μ. χρησιμοποιούνται από τη θυγατρική EVO για τη λειτουργία της ιχθυόσκαλας, για χώρους εργασίας/υπόστεγα και για διοικητικές υπηρεσίες,

14 754 τ.μ. έχουν εκμισθωθεί στην Pakhuizen, εκ των οποίων 955 τ.μ. χρησιμοποιούνται για λιμενικές δραστηριότητες,

2 700 τ.μ. αποθηκών έχουν εκμισθωθεί σε οργανισμούς (ημι)δημοσίου δικαίου,

8 156 τ.μ. χρησιμοποιούνται ως δημόσιες οδικές αρτηρίες,

2 488 τ.μ. χρησιμοποιούνται ως δημόσιοι χώροι δωρεάν στάθμευσης,

2 400 τ.μ. χρησιμοποιούνται ως χώρος αποθήκευσης εμπορευματοκιβωτίων που σχετίζονται με αλιευτικές δραστηριότητες,

13 402 τ.μ. είναι αποβάθρες.

(47)

Η EVO δεν καταβάλλει μίσθωμα για τη χρήση των εν λόγω ακινήτων. Το Βέλγιο έχει δηλώσει ότι, σε αντάλλαγμα, η EVO καλύπτει όλες τις δαπάνες συντήρησης και ανακαίνισής τους. Η Pakhuizen εξακολουθεί να καταβάλλει 25 ευρώ ετησίως.

(48)

Οι βελγικές αρχές ανέφεραν ότι από τις 31 Δεκεμβρίου 2002 μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2007, η EVO και η Pakhuizen κατέβαλαν αντίστοιχα 182 377,31 και 381 835,16 ευρώ για εργασίες ανακαίνισης και υποδομών, και 193 255,70 και 133 895,35 ευρώ για εργασίες συντήρησης.

2.4.   ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ

(49)

Μετά την αναδιάρθρωση, οι εταιρείες AGVO και EVO κατέγραφαν κάθε χρόνο ζημίες οι οποίες συνέχισαν να αυξάνονται παρά τα μικρά κέρδη της AGVO την περίοδο 2003/2004. Στα τέλη 2006, η AGVO είχε συσσωρεύσει ζημίες ύψους σχεδόν 3 000 000 ευρώ, καθώς και βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα χρέη που υπερέβαιναν τα 4 000 000 ευρώ, ενώ στα τέλη 2006 η EVO έπρεπε να μεταφέρει ζημίες ύψους 3 400 000 ευρώ τουλάχιστον, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα χρέη που υπερέβαιναν τα 5 800 000 ευρώ και αρνητικό κεφάλαιο ύψους σχεδόν 1 000 000 ευρώ.

(50)

Παρά τις συσσωρευμένες ζημίες, οι εταιρείες AGVO και EVO συνέχισαν να προβαίνουν σε κερδοσκοπικές δραστηριότητες και να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους. Για παράδειγμα, το 2006 η AGVO αγόρασε το 51 % των μετοχών της εταιρείας HAF Holding BO με έδρα στην Ισλανδία, ενώ η EVO συμμετείχε σε ένα σχέδιο για τον βασιλικό κάβουρα (10) το 2006 (επιχείρηση Polardrift με έδρα στη Νορβηγία). Η EVO συμμετείχε επίσης στην ισλανδική εταιρεία HAF Holding. Ακόμη, η EVO υπέγραψε το 2005 σύμβαση με αντιπρόσωπο πωλήσεων σύμφωνα με την οποία ο τελευταίος αναλάμβανε την υποχρέωση να αγοράζει υψηλής ποιότητας αλιεύματα από τις ισλανδικές ιχθυόσκαλες με σκοπό τη μεταπώλησή τους στην ιχθυόσκαλα της Οστάνδης.

(51)

Η εμπορική στρατηγική της EVO χαρακτηρίστηκε από τους διάφορους ενδιαφερόμενους ως αθέμιτος ανταγωνισμός καθώς, μεταξύ άλλων, κάλυπτε το σύνολο ή μέρος του κόστους μεταφοράς στην Οστάνδη των αλιευμάτων που εκφορτώνονταν σε ξένους λιμένες και χορηγούσε δάνεια σε πλοιοκτήτες με ευνοϊκούς όρους υπό την προϋπόθεση να δημοπρατούν τα εκφορτωθέντα αλιεύματά τους στην Οστάνδη.

(52)

Από τα σχέδια αυτά καθώς και από την εμπορική στρατηγική της όπως την περιέγραψαν τρίτοι ενδιαφερόμενοι, προκύπτει ότι η EVO επιχειρούσε να αυξήσει με κάθε δυνατό τρόπο το μερίδιό της στην αγορά και τον κύκλο εργασιών της. Σε κάθε περίπτωση, από τους ετήσιους λογαριασμούς των εταιρειών AGVO και EVO προκύπτει ότι η EVO διατηρούσε την παρουσία στην αγορά, παρά την επισφαλή οικονομική της κατάσταση, μόνο χάρη στη στήριξη του δήμου (11).

3.   ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

3.1.   ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΧΟΡΗΓΗΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ AGVO

(53)

Η AGVO έλαβε αρχικό κεφάλαιο 250 βελγικών φράγκων (6 179 338 ευρώ). Λαμβάνοντας υπόψη τις μεγάλες ζημιές που είχε καταγράψει η AGVO στο παρελθόν και το άκρως συνοπτικό και ατελές επιχειρηματικό της σχέδιο, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα, στην απόφασή της για κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας, ότι κανένας ιδιώτης επενδυτής δεν θα επένδυε ποτέ τέτοιο ποσό στην ιχθυόσκαλα και ότι το εν λόγω αρχικό κεφάλαιο συνιστά συνεπώς κρατική ενίσχυση. Η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες ως προς το συμβιβάσιμο της εν λόγω ενίσχυσης με την εσωτερική αγορά καθώς δεν πληρούνταν, απ’ όσο φαίνεται, οι προϋποθέσεις των κατευθυντήριων γραμμών για τις ενισχύσεις υπέρ της διάσωσης και της αναδιάρθρωσης προβληματικών επιχειρήσεων (εφεξής, «κατευθυντήριες γραμμές του 1999») (12), οι οποίες ίσχυαν κατά το χρονικό διάστημα χορήγησης της ενίσχυσης.

(54)

Ακόμη, ο δήμος μεταβίβασε τα ακίνητά του στην AGVO χωρίς να ζητήσει αμοιβή για αυτά και χωρίς να επιβάλει στην AGVO υποχρεώσεις αντίστοιχης αξίας. Η Επιτροπή έκρινε ότι οποιοσδήποτε ιδιώτης επενδυτής θα είχε ζητήσει εύλογο τίμημα για τη μεταβίβαση των ακινήτων και ότι η μεταβίβαση έπρεπε επομένως να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση. Η ενίσχυση μείωσε, κατά τα φαινόμενα, το κόστος παραγωγής της AGVO και συνιστούσε ενίσχυση λειτουργίας. Η Επιτροπή δεν μπόρεσε να εντοπίσει στο άρθρο 107 της ΣΛΕΕ ούτε στις κατευθυντήριες γραμμές για την εξέταση των κρατικών ενισχύσεων στον τομέα της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας (13) (εφεξής «κατευθυντήριες γραμμές για την αλιεία») καμία διάταξη που να της επιτρέπει να εγκρίνει την ενίσχυση.

(55)

Επίσης, ο δήμος παρείχε στην AGVO εγγυήσεις για δάνεια. Ενώ ο ιδιώτης επιχειρηματίας θα απαιτούσε προμήθεια για τις εγγυήσεις, ο δήμος τις χορήγησε δωρεάν. Συνεπώς, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εγγυήσεις αυτές έπρεπε να θεωρηθούν κρατική ενίσχυση. Συν τοις άλλοις, η ενίσχυση μείωσε, κατά τα φαινόμενα, το κόστος παραγωγής της AGVO και συνιστούσε ενίσχυση λειτουργίας. Η Επιτροπή δεν μπόρεσε να εντοπίσει στο άρθρο 107 της ΣΛΕΕ ούτε στις κατευθυντήριες γραμμές καμία διάταξη για την αλιεία καμία διάταξη που να της επιτρέπει να θεωρήσει την ενίσχυση συμβιβάσιμη με την εσωτερική αγορά.

(56)

Τέλος, ο δήμος παραχώρησε στην AGVO το δικαίωμα καθορισμού και είσπραξης κοινοτικών φόρων, καθώς και αξιοποίησης των συναφών προσόδων, πλεονέκτημα το οποίο δεν έχουν συνήθως οι ιδιωτικές επιχειρήσεις. Η Επιτροπή έκρινε ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις της απόφασης Altmark (14) και ότι τα οφέλη που απέρρεαν από το δικαίωμα επιβολής και είσπραξης των κοινοτικών φόρων έπρεπε να θεωρηθούν κρατική ενίσχυση. Καθώς δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τους προαναφερθέντες φόρους, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πρέπει εκ πρώτης όψης να εξετασθούν ως ενίσχυση λειτουργίας και ότι καμία διάταξη στο άρθρο 107 της ΣΛΕΕ ούτε στις κατευθυντήριες γραμμές για την αλιεία δεν καθιστά την εν λόγω ενίσχυση συμβιβάσιμη με την εσωτερική αγορά.

3.2.   ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΧΟΡΗΓΗΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ EVO

(57)

Τα πλεονεκτήματα που χορηγήθηκαν στην EVO Ο δήμος και η AGVO παρείχαν στην EVO εγγυήσεις για δάνεια. Ενώ κάθε ιδιώτης επιχειρηματίας θα απαιτούσε προμήθεια για τις εγγυήσεις, ο δήμος και η AGVO τις χορήγησαν δωρεάν. Η Επιτροπή κατέληξε επομένως στο συμπέρασμα ότι οι εν λόγω εγγυήσεις πρέπει να θεωρηθούν κρατική ενίσχυση. Η ενίσχυση μείωσε, κατά τα φαινόμενα, το κόστος παραγωγής της EVO και συνιστούσε ενίσχυση λειτουργίας. Η Επιτροπή δεν μπόρεσε να εντοπίσει στο άρθρο 107 της ΣΛΕΕ ούτε στις κατευθυντήριες γραμμές καμία διάταξη για την αλιεία καμία διάταξη που να της επιτρέπει να θεωρήσει την ενίσχυση συμβιβάσιμη με την εσωτερική αγορά. Η Επιτροπή διατύπωσε συνεπώς αμφιβολίες ως προς το συμβιβάσιμο του εν λόγω μέτρου με την εσωτερική αγορά.

(58)

Η AGVO παραχώρησε στην EVO το δικαίωμα συνεχούς δωρεάν χρήσης των ακινήτων συνολικού εμβαδού 13 600 τ.μ. που είχε στην κατοχή της. Η Επιτροπή έκρινε ότι οποιοσδήποτε ιδιώτης επενδυτής θα είχε ζητήσει εύλογο τίμημα για την παραχώρηση του προαναφερθέντος δικαιώματος και ότι η δυνατότητα δωρεάν χρήσης των ακινήτων έπρεπε επομένως να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση. Η ενίσχυση μείωσε, κατά τα φαινόμενα, το κόστος παραγωγής της EVO και συνιστούσε ενίσχυση λειτουργίας. Η Επιτροπή δεν μπόρεσε να εντοπίσει στο άρθρο 107 της ΣΛΕΕ ούτε στις κατευθυντήριες γραμμές καμία διάταξη για την αλιεία καμία διάταξη που να της επιτρέπει να θεωρήσει την ενίσχυση συμβιβάσιμη με την εσωτερική αγορά. Η Επιτροπή διατύπωσε συνεπώς αμφιβολίες ως προς το συμβιβάσιμο του εν λόγω μέτρου με την εσωτερική αγορά.

3.3.   ΤΟ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑ ΠΟΥ ΧΟΡΗΓΗΘΗΚΕ ΣΤΗΝ PAKHUIZEN

(59)

Οι όροι της σύμβασης μακροχρόνιας μίσθωσης μεταξύ του δήμου και της Pakhuizen είχαν ως αποτέλεσμα όφελος της Pakhuizen από την ετήσια μείωση του κόστους λειτουργίας της. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το πλεονέκτημα αυτό συνιστούσε κρατική ενίσχυση και ότι δεν ενέπιπτε στο πεδίο εφαρμογής κανενός από τα μέτρα που αναφέρονται στις κατευθυντήριες γραμμές για την αλιεία ή στους στόχους άλλων οριζόντιων ή ειδικών κατευθυντήριων γραμμών που θα μπορούσαν να ισχύουν σε αυτού του είδους τις επιχειρήσεις. Βάσει των συναφών κατευθυντήριων γραμμών για την αλιεία και των οριζόντιων κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις, αυτού του είδους η ενίσχυση θεωρείται ενίσχυση λειτουργίας και δεν συμβιβάζεται με την εσωτερική αγορά. Η Επιτροπή διατύπωσε συνεπώς αμφιβολίες ως προς το συμβιβάσιμο του εν λόγω μέτρου με την εσωτερική αγορά.

3.4.   ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΧΟΡΗΓΗΘΗΚΑΝ ΣΤΙΣ ΑΛΙΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

(60)

Η Επιτροπή παρατήρησε ακόμη ότι οι αλιευτικές επιχειρήσεις που χρησιμοποιούσαν την ιχθυόσκαλα της Οστάνδης απολάμβαναν πλεονεκτήματα τα οποία τους χορηγούσε η EVO, υπό τη μορφή παροχής υπηρεσιών σε τιμές χαμηλότερες από αυτές που θα ζητούσε ένας μέσος ιδιώτης επιχειρηματίας, αλλά και η Pakhuizen, υπό τη μορφή εκμίσθωσης ακινήτων σε τιμές χαμηλότερες από αυτές που θα ζητούσε ένας μέσος ιδιώτης επιχειρηματίας.

(61)

Η Επιτροπή έκρινε ότι τα πλεονεκτήματα αυτά συνιστούσαν κρατική ενίσχυση, καθώς δεν μπόρεσε να εντοπίσει στο άρθρο 107 της ΣΛΕΕ ούτε στις κατευθυντήριες γραμμές για την αλιεία καμία διάταξη που να καθιστά τις προαναφερθείσες ενισχύσεις συμβιβάσιμες, και ως εκ τούτου διατύπωσε αμφιβολίες ως προς το συμβιβάσιμο των μέτρων αυτών με την εσωτερική αγορά.

3.5.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(62)

Βάσει των προαναφερθέντων αλλά και βάσει των πληροφοριών που έχει στη διάθεσή της, η Επιτροπή έκρινε ότι όλα τα μέτρα που αναφέρονται στο τμήμα 3 έπρεπε να θεωρηθούν κρατικές ενισχύσεις και διατύπωσε αμφιβολίες ως προς το συμβιβάσιμο των εν λόγω ενισχύσεων με την εσωτερική αγορά.

4.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΕΒΑΛΑΝ ΤΡΙΤΟΙ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟΙ

(63)

Όλοι οι τρίτοι ενδιαφερόμενοι που υπέβαλαν παρατηρήσεις σχετικά με την απόφαση κίνησης επίσημης διαδικασίας έρευνας συμφώνησαν με τα επιχειρήματα που διατυπώθηκαν στην εν λόγω απόφαση. Επιπλέον, ανέφεραν ότι έχουν υποστεί ζημίες λόγω των παράνομων ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στις εταιρείες AGVO, EVO και Pakhuizen (απώλεια πελατών και εσόδων) και κάλεσαν μετ’ επιτάσεως την Επιτροπή να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες για την απαγόρευση των ενισχύσεων και την ανάκτησή τους.

4.1.   EAFPA

(64)

Η EAFPA τονίζει ότι οι επίμαχες ενισχύσεις προκαλούν στρέβλωση της αγοράς και καλεί την Επιτροπή να τις απαγορεύσει και να ζητήσει την ανάκτησή τους.

4.2.   NOVA

(65)

Ως καταγγέλλων, η NOVA τάσσεται υπέρ της απόφασης της Επιτροπής να κινήσει επίσημη έρευνα. Κατά τη γνώμη της, είναι σημαντική η διασφάλιση διαφάνειας στην αγορά των δημοπρασιών και η διαμόρφωση ισότιμων όρων ανταγωνισμού. Καλεί ακόμη την Επιτροπή να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την ανάκτηση των ασυμβίβαστων ενισχύσεων.

4.3.   FLANDERS SHIP REPAIr

(66)

Η επιχείρηση επισκευής πλοίων Flanders Ship Repair διευκρινίζει ότι, λόγω της κρατικής ενίσχυσης, οι επιχειρήσεις θαλάσσιων εμπορευματικών μεταφορών μεταφέρθηκαν στην Οστάνδη. Σύμφωνα με την Flanders Ship Repair, αυτό είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια εσόδων, καθώς οι επιχειρήσεις θαλάσσιων εμπορευματικών μεταφορών που μεταφέρθηκαν στην Οστάνδη δεν επιδιόρθωναν πια τα σκάφη τους στην πόλη Zeebrugge. Η Flanders Ship Repair ζητά την έκδοση αρνητικής απόφασης με ανάκτηση των ενισχύσεων καθώς και τη λήψη προσωρινών μέτρων.

4.4.   ZVP

(67)

Η ZVP, ένωση αγοραστών και μεταποιητών αλιευμάτων στην ανατολική ακτή του Βελγίου, δηλώνει ότι οι παράνομες κρατικές ενισχύσεις, σε συνδυασμό με άλλα πλεονεκτήματα, επέτρεψαν στην ιχθυόσκαλα της Οστάνδης να προσελκύσει με τεχνητό τρόπο ξένα σκάφη και σκάφη από την πόλη Zeebrugge. Επιπλέον, τοπικοί πολιτικοί και μέλη του διοικητικού συμβουλίου της EVO, μέσω πολυάριθμων συνεντεύξεων και δελτίων Τύπου (όπου δήλωναν με έμφαση ότι στο Βέλγιο υπάρχει χώρος μόνο για μία ιχθυόσκαλα, αυτή της Οστάνδης), έσπειραν αμφιβολίες σχετικά με το μέλλον της ιχθυόσκαλας της πόλης Zeebrugse και, κατ’ επέκταση, της περιβάλλουσας βιομηχανικής ζώνης, με αποτέλεσμα την απώλεια εσόδων, και τη μείωση, την αναβολή ή την απόσυρση επενδύσεων και δραστηριοτήτων εμπορικής προώθησης.

(68)

Η ZVP αναφέρει μάλιστα ότι προσπάθησε, πλην όμως ανεπιτυχώς, να ευαισθητοποιήσει τις τοπικές αρχές σχετικά με το πρόβλημα.

(69)

Τέλος, η ZVP αναφέρει ότι η EVO ίδρυσε —με δημόσια κονδύλια και με άνθρωπο - βιτρίνα— επιχείρηση τεμαχισμού ιχθύων σε φιλέτα, με την επωνυμία Ostend Filleting Factory, η οποία επίσης ασκεί αθέμιτο ανταγωνισμό.

4.5.   ΙΧΘΥΑΓΟΡΑ GRIMSBY

(70)

Η ιχθυαγορά Grimsby, ιχθυόσκαλα του Ηνωμένου Βασιλείου, αναφέρει ότι την περίοδο 2005-2006 περίπου, η EVO άρχισε να αγοράζει αλιεύματα απευθείας από ισλανδούς αλιείς σε (υψηλές) σταθερές τιμές και να τα δημοπρατεί ανοιχτά μέσω συστημάτων οθόνης στην Οστάνδη, συνήθως σε χαμηλότερες τιμές, και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι ζημίες αυτές καλύπτονταν με δημόσια κονδύλια. Η ιχθυαγορά Grimsby ζητεί έλεγχο των οικονομικών καταστάσεων της EVO ώστε να διαλευκανθούν οι μέθοδοι χρηματοδότησης των αλιευμάτων που αγοράζονταν από ισλανδούς αλιείς και να προσδιοριστούν οι ζημίες που υπέστη η EVO λόγω των μεθόδων πώλησης που εφήρμοζε.

4.6.   ZV ΚΑΙ EFC

(71)

Η ZV και το EFC (Ευρωπαϊκό Κέντρο Αλιείας) επέστησαν την προσοχή της Επιτροπής σε άλλες αθέμιτες πρακτικές και μέτρα κρατικής ενίσχυσης που ενδεχομένως εφαρμόστηκαν, όπως η δωρεάν χρησιμοποίηση των δημοτικών υπαλλήλων από τις εταιρείες AGVO και EVO και η χορήγηση εγγυήσεων τιμών από την EVO βάσει της τιμής δημοπράτησης στην Zeebrugse Visveiling.

(72)

Παράθεσαν ακόμη τους λόγους για τους οποίους θεωρούν ότι υπάρχει στρέβλωση του ανταγωνισμού και ότι επηρεάζονται οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών.

(73)

Επέστησαν ακόμη την προσοχή της Επιτροπής στην πρόσθετη εισφορά κεφαλαίου στις εταιρείες AGVO και EVO (μέσω διαγραφής χρεών).

(74)

Τόνισαν, τέλος, ότι οι βελγικές αρχές δεν προέβησαν σε αναστολή της ενίσχυσης.

4.7.   GARDEC

(75)

Η Gardec είναι επιχείρηση επισκευής πλοίων με έδρα στην πόλη Zeebrugge. Τάσσεται υπέρ της απόφασης της Επιτροπής. Προσθέτει ότι έχει υποστεί ζημίες από τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές της Οστάνδης (μείωση κύκλου εργασιών) και επισημαίνει ότι οι προβληματικές επιχειρήσεις επιβίωναν στην Οστάνδη χάρη στα δάνεια που έπαιρναν, ενώ τα χρέη τους παρέμεναν απλήρωτα στο Zeebrugge.

5.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗ ΔΙΑΤΥΠΩΣΗ ΑΜΦΙΒΟΛΙΩΝ ΣΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΚΙΝΗΣΗ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ

(76)

Στις παρατηρήσεις τους με ημερομηνία 8 Σεπτεμβρίου 2008, κατόπιν της κίνησης της επίσημης διαδικασίας εξέτασης, οι βελγικές αρχές διατυπώνουν την άποψη ότι η Επιτροπή πρέπει να περιορίσει την εξέτασή της στην αγορά δημοπράτησης ιχθύων. Δεδομένου ότι δεν δραστηριοποιούνται στη συγκεκριμένη αγορά ούτε η AGVO ούτε η Pakhuizen, τα μέτρα που ελήφθησαν υπέρ τους δεν έχουν καμία σχέση με την τρέχουσα διαδικασία. Γενικότερα, διατυπώνουν την άποψη ότι η Επιτροπή δεν έχει καθορίσει ορθά το πεδίο της εξέτασης και ότι υπάρχει κίνδυνος διπλού υπολογισμού των ενισχύσεων. Σχετικά με την ενίσχυση που έλαβε η AGVO

5.1.   ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΠΟΥ ΕΛΑΒΕ Η AGVO

(77)

Οι βελγικές αρχές υπογραμμίζουν ότι η AGVO δεν αναπτύσσει καμία εμπορική δραστηριότητα και ότι, κατ’ επέκταση, δεν είναι δυνατόν να έχει καμία επίπτωση στον ανταγωνισμό. Η ενίσχυση που χορηγήθηκε στην AGVO δεν μπορεί συνεπώς να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση. Προσθέτουν επίσης ότι θα μπορούσαν ενδεχομένως να ληφθούν υπόψη στο πλαίσιο της εξέτασης μόνο τα κονδύλια που διατέθηκαν στην EVO (π.χ. το τμήμα του αρχικού κεφαλαίου που μεταβιβάστηκε στην EVO μέσω της AGVO). Δηλώνουν ότι τα υπόλοιπα κονδύλια διατέθηκαν για καθήκοντα δημοσίου συμφέροντος και δεν επηρεάζουν τον ανταγωνισμό στους κόλπους της αγοράς δημοπράτησης ιχθύων.

(78)

Οι βελγικές αρχές επισημαίνουν ότι από το αρχικό κεφάλαιο εκκίνησης που προβλεπόταν να διατεθεί στην AGVO, το οποίο ανήρχετο σε 6 197 338,12 ευρώ, η εταιρεία έχει εισπράξει μέχρι στιγμής μόνο 3 569 667 ευρώ.

(79)

Όσον αφορά το δικαίωμα επιβολής φόρων ή τελών, οι βελγικές αρχές εκτιμούν ότι το δικαίωμα επιβολής φόρων συνδέεται με τα καθήκοντα δημοσίου συμφέροντος της AGVO και δεν μπορεί να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση και ότι, σε κάθε περίπτωση, η AGVO δεν έχει την αρμοδιότητα να επιβάλλει φόρους για τις κλεισιάδες και το νεωλκείο.

(80)

Όσον αφορά τα ακίνητα, υποστηρίζουν ότι δεν έχει σημασία εάν η κυριότητα των ακινήτων ανήκει στον δήμο ή σε άλλον δημόσιο φορέα. Θεωρούν τη μεταβίβαση των ακινήτων στην AGVO απλώς ως έναν εσωτερικό καταμερισμό ακίνητης περιουσίας. Οι βελγικές αρχές υπενθυμίζουν ότι η AGVO δεν αναπτύσσει εμπορικές δραστηριότητες και συνεπώς η μεταβίβαση των ακινήτων δεν μπορεί να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση. Προσθέτουν δε ότι η μεταβίβαση των ακινήτων συνοδεύεται από την υποχρέωση επισκευής και διατήρησής τους σε καλή κατάσταση. Συνεπώς, η μεταβίβαση δεν συνιστά ευνοϊκή μεταχείριση της AGVO.

(81)

Εκτιμούν ακόμη ότι οι δωρεάν εγγυήσεις δεν μπορούν να θεωρηθούν κρατική ενίσχυση διότι χορηγήθηκαν για δάνεια τα οποία έλαβε η AGVO για την επισκευή ακινήτων εκμισθωμένων σε δημόσιες αρχές. Παραδέχονται, πάντως, ότι ένα από τα δάνεια (ύψους 550 000 ευρώ) για τα οποία χορηγήθηκαν εγγυήσεις χρησιμοποιήθηκε όντως για την EVO.

(82)

Τέλος, οι βελγικές αρχές επισημαίνουν ότι η απόφαση Altmark είναι εν προκειμένω ανεφάρμοστη, καθώς τα δημόσια καθήκοντα της AGVO δεν είναι οικονομικής φύσης. Προσθέτουν δε ότι δεν υπάρχει κίνδυνος σταυροειδούς επιδότησης διότι η AGVO δεν αναπτύσσει εμπορική δραστηριότητα.

5.2.   ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΠΟΥ ΕΛΑΒΕ Η PAKHUIZEN

(83)

Το Βέλγιο υποστηρίζει ότι η Οστάνδη έχει περιορισμένα μόνο δικαιώματα επί της γης και ότι η σύμβαση εμφύτευσης έχει ως εκ τούτου μειωμένη εμπορική αξία. Επιπλέον, η Pakhuizen βαρύνεται με την υποχρέωση επισκευής και ανακαίνισης των ακινήτων, η οποία είναι ιδιαιτέρως δαπανηρή και αντισταθμίζει, κατ’ αυτόν τον τρόπο, σε μεγάλο βαθμό το συμβολικό μίσθωμα.

(84)

Οι βελγικές αρχές προσθέτουν ότι η Pakhuizen δραστηριοποιείται μόνο στην αγορά διαχείρισης ακινήτων που χρησιμοποιούνται στον αλιευτικό κλάδο. Εκτιμούν ότι η δραστηριότητα της Pakhuizen πολύ δύσκολα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εμπορική λόγω των υποχρεώσεων ανακαίνισης που βαρύνουν την εταιρεία και λόγω της χαμηλής αξίας των ακινήτων. Τέλος, επειδή τα ακίνητα που διαχειρίζεται η Pakhuizen μπορούν να εκμισθωθούν μόνο για δραστηριότητες συναφείς με τον αλιευτικό κλάδο, υποστηρίζουν ότι η Pakhuizen δεν ανταγωνίζεται με άλλες επιχειρήσεις.

(85)

Τέλος, οι βελγικές αρχές παρατηρούν ότι η AGVO αγόρασε τις μετοχές της Pakhuizen σε τιμή αγοράς και ότι η Pakhuizen εκμισθώνει τα ακίνητα σε τιμές αγοράς (λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι δεν ήταν καλή κατάσταση καθώς δεν είχαν γίνει οι αναγκαίες επισκευές).

5.3.   ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΠΟΥ ΕΛΑΒΕ Η EVO

(86)

Οι βελγικές αρχές αναφέρουν ότι το γεγονός της δωρεάν διάθεσης των ακινήτων στην EVO αντισταθμίζεται από την υποχρέωση της τελευταίας να καλύπτει τις δαπάνες ανακαίνισης οι οποίες κανονικά βαρύνουν τον ιδιοκτήτη των ακινήτων.

(87)

Υποστηρίζουν στη συνέχεια ότι οι δωρεάν εγγυήσεις που χορηγήθηκαν στην EVO για δάνεια πρέπει να εξεταστούν στο πλαίσιο του σχεδίου ιδιωτικοποίησης και αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας. Εκτιμούν ότι στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας ο δήμος ενήργησε ως ιδιώτης επενδυτής, καθώς η ανακεφαλαιοποίηση της ιχθυόσκαλας κρίθηκε περισσότερο αποδοτική από οικονομικής άποψης σε σύγκριση με το κλείσιμό της και ότι, μέσω της ιδιωτικοποίησης, ο δήμος θα είχε τη δυνατότητα να αποσβέσει την επένδυσή του μέσω του μισθώματος που θα ζητούσε από τον ιδιώτη ιδιοκτήτη της ιχθυόσκαλας. Οι βελγικές αρχές τονίζουν ακόμη ότι σχέδια ιδιωτικοποίησης της ιχθυόσκαλας υπήρχαν ήδη από το 2002 και ότι η ιδιωτικοποίηση ήταν δυνατή μόνο κατόπιν αναδιάρθρωσης.

(88)

Όσον αφορά τη δωρεάν εγγύηση συγκεκριμένα, επισημαίνουν ότι τα δάνεια χρησιμοποιήθηκαν για τη συμπλήρωση της χρηματοδότησης της ιχθυόσκαλας, η οποία χρηματοδοτήθηκε κατά κύριο λόγο μέσω της εισφοράς κεφαλαίου (στην AGVO και μέσω της AGVO στην EVO) από τον δήμο. Οι βελγικές αρχές επισημαίνουν ότι μέσω της εγγύησης ο δήμος μείωσε σημαντικά το κόστος της αναδιάρθρωσης. Προσθέτουν δε ότι χωρίς την εγγύηση του δήμου δεν θα είχε δοθεί κανένα δάνειο και υπογραμμίζουν ότι αποτελεί συνήθη εμπορική πρακτική η μητρική επιχείρηση να παρέχει εγγύηση για δάνεια τα οποία συνάπτει η θυγατρική της.

5.4.   ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΠΟΥ ΕΛΑΒΑΝ ΟΙ ΑΛΙΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ/ΟΙ ΠΛΟΙΟΚΤΗΤΕΣ

(89)

Οι βελγικές αρχές διαπιστώνουν ότι η Επιτροπή έχει υπολογίσει την ίδια ενίσχυση δύο φορές και ότι ουσιαστικά πρόκειται για μία ενίσχυση είτε προς την EVO είτε προς τους αλιείς, όχι όμως προς αμφότερους. Θεωρούν ότι αν τα σχετικά μέτρα συνιστούν κρατική ενίσχυση, τότε η τελευταία αφορά την EVO και την Pakhuizen –καθώς δυσχεραίνει τον ανταγωνισμό σε αυτό το επίπεδο– και όχι τους πλοιοκτήτες και τις αλιευτικές επιχειρήσεις. Προσθέτουν πάντως ότι, σε κάθε περίπτωση, η EVO και η Pakhuizen δεν παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε τιμές χαμηλότερες της αγοράς. Συγκεκριμένα, για την EVO, διευκρινίζουν ότι η τελευταία παρέχει υπηρεσίες που παρέχονται και από άλλες επιχειρήσεις. Παρατηρούν ακόμη ότι η EVO δεν προσφέρει εγκαταστάσεις αποθήκευσης, δεν παρέχει δωρεάν ηλεκτρική ενέργεια ούτε είναι υπεύθυνη για τον λιμένα και το νεωλκείο. Αναφέρουν δε ότι το κόστος της ύδρευσης είναι ενσωματωμένο στο τέλος δημοπρασίας και ότι η EVO δεν χορηγεί δάνεια σε τιμές αγοράς σε πλοιοκτήτες. Δηλώνουν, τέλος, ότι, στην πράξη, η EVO δεν έχει εφαρμόσει ποτέ τα άρθρα της σύμβασης που υποχρεώνουν τους πλοιοκτήτες να δημοπρατήσουν τα αλιεύματά τους στην EVO.

6.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΟΥ ΞΕΚΙΝΗΣΕ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ

(90)

Το Βέλγιο ενημέρωσε την Επιτροπή ότι, στις 22 Μαΐου 2008, αποφασίστηκε η ιδιωτικοποίηση της ιχθυόσκαλας της Οστάνδης και ότι ο δήμος ξεκίνησε δημόσια διαδικασία επιλογής με σκοπό την προσέλκυση επιχειρησιακού εταίρου για την εκμετάλλευση της EVO.

(91)

Στις παρατηρήσεις του, το Βέλγιο διευκρινίζει ότι η ιδιωτικοποίηση θα πραγματοποιηθεί μέσω της ίδρυσης νέας οντότητας η οποία θα αναλάβει επ’ ονόματί της την εκμετάλλευση της ιχθυόσκαλας. Τα ακίνητα της ιχθυόσκαλας θα επιστραφούν στον δήμο, ενώ η νέα οντότητα θα κληθεί να υπογράψει συμφωνία μίσθωσης με τον δήμο. Η τελευταία, δεν θα είναι υποχρεωμένη να εξαγοράσει τα λοιπά στοιχεία ενεργητικού της ιχθυόσκαλας (υπαλλήλους, περιέκτες ιχθύων, συμβάσεις, δάνεια σε πλοιοκτήτες κ.λπ.).

(92)

Καθώς η διαπραγμάτευση της πώλησης και της συμφωνίας μίσθωσης θα γίνει σε τιμές αγοράς, καμία ενίσχυση δεν θα μεταβιβαστεί στη νέα οντότητα και καμία ενίσχυση δεν μπορεί να ανακτηθεί από αυτήν.

(93)

Με την επιστολή του της 16ης Νοεμβρίου 2009, το Βέλγιο ενημέρωσε την Επιτροπή για τις εξελίξεις στη διαδικασία της ιδιωτικοποίησης.

(94)

Στην εν λόγω επιστολή, το Βέλγιο αναφέρει ότι, σαν πρώτο βήμα, επιστράφηκε στον δήμο στις 4 Σεπτεμβρίου 2009 η κυριότητα των ακινήτων που ανήκαν στην AGVO, καθώς και τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που σχετίζονταν με τα εν λόγω ακίνητα (μισθωτήρια συμβόλαια). Ο δήμος ανέλαβε επίσης διάφορα δάνεια της AGVO και της Pakhuizen. Ακολούθως, η κυριότητα των ακινήτων μεταβιβάστηκε στην Περιφέρεια της Φλάνδρας η οποία με τη σειρά της κατέβαλε αποζημίωση στον δήμο με διάφορους τρόπους: η Περιφέρεια της Φλάνδρας κατέβαλε στον δήμο 3 500 000 ευρώ ενώ του παραχώρησε το δικαίωμα να εισπράττει μέχρι την 1η Ιανουαρίου ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, μέχρι την 30ή Ιουνίου 2010 τα μισθώματα που κατέβαλαν οι δημόσιοι και ημι-δημόσιοι οργανισμοί οι οποίοι μίσθωναν τα ακίνητα. Τέλος, η Περιφέρεια της Φλάνδρας ανέλαβε διάφορα χρέη ή/και δάνεια του δήμου.

(95)

Το Βέλγιο υποστηρίζει ότι με την ανάκτηση της κυριότητας των ακινήτων από τον δήμο τίθεται τέλος στο ζήτημα της κρατικής ενίσχυσης.

(96)

Το Βέλγιο ανέφερε ακόμη ότι η Pakhuizen αποφάσισε να τερματίσει τη σύμβαση μακροχρόνιας μίσθωσης που είχε συνάψει με τον δήμο το 1989. Το Βέλγιο αναμένει σύντομα την εκκαθάριση της Pakhuizen και έτσι, κατά την άποψή του, θα καταστεί άνευ αντικειμένου η διαδικασία που αφορά τις κρατικές ενισχύσεις.

(97)

Όσον αφορά την EVO, το Βέλγιο διευκρίνισε ότι ο υποψήφιος που πληρούσε τα κριτήρια επιλογής δεν πρότεινε ικανοποιητικούς για τον δήμο όρους. Η EVO θα συνεχίσει επομένως να υπάρχει μέχρις ότου βρεθεί κατάλληλος υποψήφιος ο οποίος θα εξαγοράσει τα στοιχεία ενεργητικού της EVO.

(98)

Το Βέλγιο αναφέρει, τέλος, ότι η AGVO θα συνεχίσει να υπάρχει μέχρις ότου τακτοποιηθούν όλα τα εναπομένοντα χρέη και όλες οι εναπομένουσες υποχρεώσεις.

(99)

Το Βέλγιο ζητεί από την Επιτροπή να αναβάλει την απόφασή της μέχρις ότου ολοκληρωθεί η ιδιωτικοποίηση.

7.   ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ ΣΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΩΝ ΤΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΜΕΡΩΝ

(100)

Το Βέλγιο αναφέρει, όσον αφορά το ζήτημα της Ισλανδίας, ότι η EVO δεν αγόρασε ποτέ αλιεύματα απευθείας από ισλανδούς πλοιοκτήτες ή αλιείς παρά μόνο από ισλανδικές ιχθυόσκαλες, μέσω αντιπροσώπου πωλήσεων.

(101)

Το Βέλγιο προσθέτει δε ότι πολύ σύντομα διαπιστώθηκε ότι η μεταπώληση των ισλανδικών αλιευμάτων δεν ήταν επικερδής. Έτσι, ύστερα από έναν χρόνο περίπου, στις 17 Μαρτίου 2006, αποφασίστηκε να δοθεί τέλος στην τακτική αυτή των αγορών και των μεταπωλήσεων αλιευμάτων. Το Βέλγιο υπέβαλε αντίγραφο της εν λόγω απόφασης.

(102)

Το Βέλγιο διευκρινίζει ότι η αγορά αλιευμάτων από ισλανδικές ιχθυόσκαλες σε υψηλές τιμές και η μεταπώλησή τους στην Οστάνδη σε χαμηλότερες τιμές δεν εντασσόταν στο πλαίσιο κάποιας στρατηγικής που αποσκοπούσε στην προσέλκυση ισλανδικών αλιευμάτων στην Οστάνδη, αλλά οφειλόταν στο γεγονός ότι τα αλιεύματα υψηλότερης ποιότητας που αγόραζε ο αντιπρόσωπος πωλήσεων στην Ισλανδία και που προορίζονταν για την EVO δεν έφταναν ποτέ σε αυτήν. Αντιθέτως, αγοράζονταν απευθείας από ιδιωτική επιχείρηση τεμαχισμού ιχθύων σε φιλέτα, με την επωνυμία Luna Fish, ενώ τα ισλανδικά αλιεύματα χαμηλότερης ποιότητας έφταναν μεν στην EVO χωρίς όμως να μπορούν να πωληθούν σε προσοδοφόρες τιμές ακριβώς λόγω της χαμηλότερης ποιότητάς τους. Το Βέλγιο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η EVO έπεσε μάλλον θύμα αυτών των πρακτικών. Ο εντεταλμένος διαχειριστής των εταιρειών AGVO και EVO και ο εμπορικός διευθυντής απολύθηκαν όταν αποκαλύφθηκε το πρόβλημα.

(103)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό περί δωρεάν διάθεσης δημοσίων υπαλλήλων για την επιτέλεση διοικητικών και λογιστικών καθηκόντων καθώς και εργασιών συντήρησης, το Βέλγιο απαντά ότι οι δηλώσεις της ZV παραμένουν απλοί ισχυρισμοί και ότι η EVO έχει δικούς της υπαλλήλους για την επιτέλεση αυτών των καθηκόντων και ότι, επιπλέον, ορισμένοι υπάλληλοι της EVO εκτελούν ενίοτε καθήκοντα δημοσίου συμφέροντος (συντήρηση της οδικής αρτηρίας της ιχθυόσκαλας).

(104)

Το Βέλγιο αναφέρει ακόμη ότι κανένα στοιχείο δεν συνηγορεί υπέρ του ισχυρισμού της ZV ότι η EVO παρείχε εγγυήσεις ελάχιστης τιμής βάσει της τιμής δημοπράτησης στην ιχθυόσκαλα Zeebrugse. Το Βέλγιο προσθέτει δε ότι οι αλιευτικές επιχειρήσεις ενδέχεται να είχαν προβάλει τον ισχυρισμό αυτόν κατά τις διαπραγματεύσεις με την ZV, στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν καλύτερους εμπορικούς όρους από την ZV.

(105)

Σχετικά με την επιχείρηση τεμαχισμού ιχθύων σε φιλέτα με την επωνυμία Ostend Filleting Factory (OFF), το Βέλγιο τονίζει ότι τα έγγραφα που υπέβαλαν οι τρίτοι ενδιαφερόμενοι αναφέρουν απλώς ότι η OFF συστάθηκε από ιδιώτες, χωρίς να διευκρινίζουν πώς ακριβώς προέβη σε πράξεις αθέμιτου ανταγωνισμού. Το Βέλγιο αναφέρει ότι η Pakhuizen απέκτησε το 60 % των μετοχών της OFF μόλις τον Μάρτιο του 2006. Η επωνυμία «OFF» τροποποιήθηκε στη συνέχεια σε «Ostend Premium Fish bvba» και η επιχείρηση τελικά κηρύχθηκε σε πτώχευση στις 14 Ιανουαρίου 2008.

(106)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό περί ζημιών λόγω των κρατικών ενισχύσεων, τον οποίο διατύπωσαν οι επιχειρήσεις επισκευής πλοίων Gardec και Flanders Ship Repair, το Βέλγιο εκτιμά ότι, ακόμη και αν οι κρατικές ενισχύσεις προσέλκυαν όντως τα σκάφη στην Οστάνδη και όχι στην πόλη Zeebrugge, η αιτιώδης συνάφεια με τις ζημίες δεν μπορεί να αποδειχθεί σε καμία περίπτωση. Το Βέλγιο υποστηρίζει ότι οι πλοιοκτήτες δεν επισκευάζουν πάντοτε τα σκάφη τους στον λιμένα νηολόγησής τους αλλά, αντιθέτως, αναζητούν φθηνότερες υπηρεσίες επισκευής στην Ανατολική Ευρώπη (Πολωνία). Το Βέλγιο σημειώνει ότι στην Οστάνδη παρατηρείται σαφής μείωση των επιχειρήσεων επισκευής πλοίων.

8.   ΕΝΤΟΛΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

(107)

Με επιστολές της στις 13 Μαρτίου και στις 26 Ιουνίου 2006, η Επιτροπή ζήτησε από τις βελγικές αρχές πληροφορίες για τη νομική κατάσταση της ιχθυόσκαλας της Οστάνδης και την ανάμειξη του κράτους, καθώς και αναλυτικές πληροφορίες για τα οικονομικά ποσά που διακινήθηκαν μεταξύ του κράτους και της ιχθυόσκαλας.

(108)

Στην επιστολή τους με ημερομηνία 19 Οκτωβρίου 2006, οι βελγικές αρχές επεσήμαναν ότι παράλληλα με την εμπορική της δραστηριότητα (εκμετάλλευση της ιχθυόσκαλας), η AGVO ήταν επίσης επιφορτισμένη με καθήκοντα δημοσίου συμφέροντος. Οι πληροφορίες που παρείχαν οι βελγικές αρχές για το συγκεκριμένο θέμα δεν ήταν, ωστόσο, επαρκείς και δεν περιείχαν στοιχεία από τα οποία να μπορεί η Επιτροπή να εκτιμήσει κατά πόσον τα πλεονεκτήματα που χορήγησε ο δήμος στην AGVO μπορούσαν ή όχι να θεωρηθούν αντιστάθμιση για καθήκοντα γενικού (οικονομικού) συμφέροντος και κατά πόσον υπήρξε υπερβολική αποζημίωση και κίνδυνος σταυροειδούς επιδότησης.

(109)

Συνεπώς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, η Επιτροπή ζήτησε από τις βελγικές αρχές, με επιστολή της 11ης Ιουλίου 2007, να παράσχουν αναλυτικές πληροφορίες για τα δημόσια καθήκοντα που είχαν ανατεθεί στην AGVO. Συγκεκριμένα, ζήτησε να μάθει εάν και επί ποιας βάσης τα εν λόγω καθήκοντα μπορούσαν να θεωρηθούν καθήκοντα δημοσίου συμφέροντος κατά την έννοια της απόφασης 2005/842/ΕΚ της Επιτροπής, της 28ης Νοεμβρίου 2005, για την εφαρμογή του άρθρου 86 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις υπό μορφή αντιστάθμισης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας που χορηγούνται σε ορισμένες επιχειρήσεις επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος (15).

(110)

Στην επιστολή που απέστειλαν στις 27 Νοεμβρίου 2007, οι βελγικές αρχές ανέφεραν απλώς ότι κανένα από τα καθήκοντα που είχαν ανατεθεί στην AGVO δεν ήταν οικονομικό και ότι η απόφαση αριθ. 2005/842/ΕΚ δεν είχε σχέση με το θέμα. Διευκρίνιζαν δε ότι η AGVO δεν λαμβάνει αποζημίωση για κανένα από τα δημόσια καθήκοντα που επιτελεί.

(111)

Στην απόφαση που εξέδωσε στις 2 Ιουλίου 2008 για κίνηση της επίσημης διαδικασίας εξέτασης, η Επιτροπή έκρινε ότι οι εταιρείες AGVO, EVO και Pakhuizen συγκρότησαν όμιλο επιχειρήσεων ο οποίος δραστηριοποιούταν στην αγορά δημοπράτησης ιχθύων και επικουρικών υπηρεσιών και ότι τους χορηγούνταν από το δήμο διάφορα πλεονεκτήματα τα οποία προκαλούσαν στρέβλωση του ανταγωνισμού στην αγορά. Όσον αφορά την αποζημίωση για την επιτέλεση δημόσιων καθηκόντων, η Επιτροπή επεσήμανε ότι ο φάκελος δεν περιείχε κανένα στοιχείο από το οποίο να προκύπτει ότι πληρούνταν τα κριτήρια που είχε καθορίσει το Δικαστήριο στη νομολογία Altmark. Επιπλέον, λόγω της έλλειψης πληροφοριών για το συγκεκριμένο θέμα, η Επιτροπή δεν μπορούσε να αποφανθεί εάν ειδικά το δικαίωμα καθορισμού και είσπραξης φόρων μπορούσε να θεωρηθεί αποζημίωση για την παροχή υπηρεσιών δημοσίου συμφέροντος και εξέφρασε αμφιβολίες ως προς το συμβιβάσιμο της ενίσχυσης. Έτσι, στην αιτιολογική σκέψη 121 της απόφασής της για κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας, η Επιτροπή κάλεσε τις βελγικές αρχές να υποβάλουν κάθε πληροφορία που θα μπορούσε να συμβάλει στην αξιολόγηση των εξεταζόμενων μέτρων.

(112)

Στις παρατηρήσεις τους, τις οποίες έλαβε η Επιτροπή στις 8 Σεπτεμβρίου 2008, και στη συνάντηση παρακολούθησης που πραγματοποιήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2008, οι βελγικές αρχές δεν παρείχαν πρόσθετα στοιχεία τα οποία επέτρεπαν στην Επιτροπή να εκτιμήσει κατά πόσον μπορούσαν τα πλεονεκτήματα που χορηγήθηκαν στην AGVO να θεωρηθούν αποζημίωση για την επιτέλεση καθηκόντων γενικού (οικονομικού) συμφέροντος. Αντίθετα, οι βελγικές αρχές επανέλαβαν ότι τα κριτήρια της νομολογίας Altmark δεν ήταν συναφή διότι η AGVO επιτελούσε μόνο δημόσια καθήκοντα.

(113)

Η συγκεκριμένη απάντηση δεν κρίθηκε, ωστόσο, ικανοποιητική καθώς η AGVO συμμετείχε και σε οικονομικές δραστηριότητες.

(114)

Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, η Επιτροπή ζήτησε με εντολή παροχής πληροφοριών η οποία εκδόθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2009 κάθε χρήσιμη πληροφορία, και συγκεκριμένα:

κατάλογο των διαφόρων δραστηριοτήτων που είχαν ανατεθεί στην AGVO με διάκριση μεταξύ οικονομικών δραστηριοτήτων, καθηκόντων μη οικονομικού δημόσιου συμφέροντος και καθηκόντων γενικού οικονομικού συμφέροντος,

τις παραμέτρους υπολογισμού, ελέγχου και αναθεώρησης της αποζημίωσης για την επιτέλεση των καθηκόντων μη οικονομικού δημόσιου συμφέροντος αφενός, και της αποζημίωσης για την επιτέλεση των καθηκόντων οικονομικού δημόσιου συμφέροντος αφετέρου,

τις ρυθμίσεις για την αποφυγή και επιστροφή τυχόν υπερβολικής αποζημίωσης,

το κόστος εκπλήρωσης της υποχρέωσης παροχής των οικονομικών δημόσιων υπηρεσιών, των μη οικονομικών δημόσιων υπηρεσιών και των λοιπών υπηρεσιών, καθώς και τα συναφή έσοδα,

αποσπάσματα εσωτερικών λογαριασμών από τα οποία να προκύπτουν ξεχωριστά οι δαπάνες και αποδείξεις για την παροχή υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος, για την παροχή υπηρεσιών γενικού μη οικονομικού συμφέροντος και για την παροχή λοιπών υπηρεσιών, καθώς και τις παραμέτρους κατανομής εξόδων και εσόδων,

εάν υπάρχουν, έγγραφα από τα οποία να αποδεικνύεται ότι η AGVO συμμορφώνεται με το τέταρτο κριτήριο της νομολογίας Altmark, σύμφωνα με το οποίο το επίπεδο της απαραίτητης αντισταθμίσεως πρέπει να καθορίζεται βάσει αναλύσεως των δαπανών στις οποίες θα προέβαινε μια μέση επιχείρηση του ίδιου κλάδου, με χρηστή διαχείριση και κατάλληλη εξοπλισμένη, λαμβάνοντας υπόψη τα σχετικά έσοδα και ένα εύλογο κέρδος από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων αυτών.

(115)

Στην επιστολή τους με ημερομηνία 16 Νοεμβρίου 2009, οι βελγικές αρχές επαναλαμβάνουν ότι η AGVO είναι επιφορτισμένη με τα ακόλουθα καθήκοντα δημοσίου συμφέροντος: διαχείριση του αλιευτικού λιμένα, ανακαίνιση και εκμίσθωση ακινήτων σε δημόσιους και ημι-δημόσιους οργανισμούς, και διαχείριση και συντήρηση των δημόσιων εγκαταστάσεων (συμπεριλαμβανομένης της συντήρησης της οδικής αρτηρίας που οδηγεί στην ιχθυόσκαλα). Υποστηρίζουν ότι τα εν λόγω καθήκοντα είναι δημοσίου συμφέροντος καθώς δεν επιτελούνται προς όφελος συγκεκριμένων αποδεκτών. Δεν κάνουν διάκριση μεταξύ καθηκόντων γενικού μη οικονομικού συμφέροντος και υπηρεσιών δημόσιου οικονομικού συμφέροντος, παραδέχονται όμως ότι κάποια ή όλα τα δημόσια καθήκοντα μπορεί να είναι οικονομικής φύσης.

(116)

Οι βελγικές αρχές παραδέχονται ότι η AGVO ασκεί, μέσω της θυγατρικής της EVO, εμπορικές δραστηριότητες, δηλαδή την εκμετάλλευση της ιχθυόσκαλας η οποία δεν συνιστά δραστηριότητα δημοσίου συμφέροντος.

(117)

Οι βελγικές αρχές δηλώνουν ότι η AGVO δεν λαμβάνει ουσιαστικά αποζημίωση για τα καθήκοντα γενικού συμφέροντος που επιτελεί. Τα εν λόγω καθήκοντα χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό της AGVO. Συνεπώς, δεν υπάρχει συγκεκριμένη μέθοδος υπολογισμού της αποζημίωση. Οι βελγικές αρχές προσθέτουν ότι από τους λογαριασμούς της AGVO και της EVO δεν είναι δυνατόν να γίνει διάκριση μεταξύ των εξόδων και των εσόδων που σχετίζονται με τα καθήκοντα γενικού συμφέροντος και τα εμπορικά καθήκοντα.

9.   ΠΕΔΙΟ ΤΗΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ

(118)

Όπως συνάγεται από διάφορες παραγράφους της απόφασης κίνησης της διαδικασίας επίσημης εξέτασης (π.χ. από την αιτιολογική σκέψη 85), το πεδίο της εξέτασης δεν αφορά μόνο την αγορά δημοπράτησης ιχθύων, αλλά περιλαμβάνει και δραστηριότητες άμεσα συνυφασμένες με αυτήν (εκμίσθωση ακινήτων γύρω από την ιχθυόσκαλα, διαχείριση του αλιευτικού λιμένα κ.λπ.). Συνεπώς, η τρέχουσα διαδικασία αφορά και τα πλεονεκτήματα που απολαμβάνουν η AGVO και η Pakhuizen τα οποία δεν έχουν άμεση σχέση με τη λειτουργία της ιχθυόσκαλας.

(119)

Η Επιτροπή εξέτασε επίσης τα πλεονεκτήματα που χορηγήθηκαν στην EVO, είτε απευθείας από τον δήμο είτε από την AGVO. Στην απόφαση κίνησης της επίσημης διαδικασίας εξέτασης, το αρχικό κεφάλαιο της EVO και οι επακόλουθες αυξήσεις κεφαλαίου δεν εξετάστηκαν ως μέτρα ξεχωριστά από την τμηματική καταβολή κεφαλαίου στην AGVO. Ελήφθησαν απλώς υπόψη ως ένας από τους τρόπους με τους οποίους χρησιμοποίησε η AGVO την τμηματική καταβολή κεφαλαίου από τον δήμο. Ωστόσο, στις παρατηρήσεις τους, οι βελγικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή δεν είχε προβεί σε επαρκή διάκριση μεταξύ των δραστηριοτήτων και των καθηκόντων που ασκούσαν οι εταιρείες AGVO, Pakhuizen και EVO και ότι, λόγω του καταμερισμού των καθηκόντων μεταξύ της AGVO και της EVO, τα πλεονεκτήματα που απολάμβανε η AGVO σχετίζονται με την τρέχουσα εξέταση μόνο στον βαθμό στον οποίον είχαν «μεταβιβαστεί» στην EVO. Συνεπώς, για λόγους σαφήνειας και σε απάντηση των ισχυρισμών των βελγικών αρχών, η παροχή αρχικού κεφαλαίου στην EVO και οι επακόλουθες αυξήσεις κεφαλαίου εξετάζονται ξεχωριστά στο σημείο 10.1.2.1.3. Το ζήτημα του πραγματικού δικαιούχου της ενίσχυσης εξετάζεται στην αιτιολογική σκέψη 319.

10.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

10.1.   ΥΠΑΡΞΗ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(120)

Σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ: «Ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχείρισης ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ των κρατών μελών συναλλαγές, εκτός αν η παρούσα συνθήκη ορίζει διαφορετικά».

10.1.1.   ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

(121)

Όπως προαναφέρθηκε, η συγκεκριμένη εξέταση αφορά τις κρατικές ενισχύσεις που ενδεχομένως χορηγήθηκαν στις εταιρείες AGVO, EVO και Pakhuizen, και στις αλιευτικές επιχειρήσεις που κάνουν χρήση της ιχθυόσκαλας της Οστάνδης και των υπηρεσιών της EVO και της Pakhuizen. Όλες οι οντότητες αυτές πρέπει να χαρακτηριστούν επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 107 της ΣΛΕΕ. Η μόνη οντότητα για την οποία οι βελγικές αρχές αμφισβητούν σοβαρά τον ανωτέρω χαρακτηρισμό είναι η AGVO, η οποία σύμφωνα με τις βελγικές αρχές επιτελεί απλώς καθήκοντα δημοσίου συμφέροντος.

(122)

Σύμφωνα με τις βελγικές αρχές η AGVO επιτελεί «καθήκοντα δημόσιου συμφέροντος» («taken van openbaar belang»). Από τα στοιχεία, ωστόσο, προκύπτει ότι η AGVO συμμετέχει σε οικονομικές δραστηριότητες και πρέπει επομένως να θεωρηθεί επιχείρηση (16) κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της συνθήκης ΛΕΕ, για τους λόγους που αναπτύσσονται αναλυτικά στις παραγράφους 123 έως και 129.

(123)

Η AGVO εκμισθώνει ακίνητα σε δημόσιους και ημιδημόσιους οργανισμούς και σε επιχειρήσεις. Συνεπώς, η AGVO παρέχει απευθείας υπηρεσίες στην αγορά (υπηρεσίες εκμίσθωσης).

(124)

Η AGVO είναι επίσης επιφορτισμένη με την εκμετάλλευση και τη διαχείριση του αλιευτικού λιμένα. Όπως επιβεβαίωσαν το Γενικό Δικαστήριο και το Δικαστήριο στην υπόθεση Aeroports de Paris (17), η διαχείριση υποδομών συνιστά οικονομική δραστηριότητα. Όσον αφορά τις λιμενικές υποδομές, αυτό έχει επιβεβαιωθεί, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση των φλαμανδικών λιμένων και στην υπόθεση του λιμένα του Ρότερνταμ (18). Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η AGVO παρέχει υπηρεσίες, αγαθά και υποδομές έναντι τιμήματος. Πράγματι, σύμφωνα με το καταστατικό της, η AGVO δικαιούται να καθορίζει και να επιβάλλει τέλη για τις υπηρεσίες που παρέχει.

(125)

Επιπλέον, η AGVO διαθέτει εμμέσως στην αγορά αγαθά και υπηρεσίες μέσω των θυγατρικών της EVO και Pakhuizen.

(126)

Η AGVO έχει ελέγχουσα συμμετοχή στην EVO και στην Pakhuizen και ασκεί τον έλεγχο αυτόν στην πράξη συμμετέχοντας άμεσα ή έμμεσα στη διαχείριση:

Όλα σχεδόν τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της AGVO είναι επίσης μέλη των διοικητικών συμβουλίων της EVO και της Pakhuizen. Κατά την περίοδο 2005-2007, η AGVO και η EVO ήταν μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Pakhuizen.

Σύμφωνα με το καταστατικό της, η AGVO είναι επιφορτισμένη με τη διαχείριση, την ανάπτυξη και την εκμετάλλευση της ιχθυόσκαλας και της αλιευτικής αποβάθρας της Οστάνδης και των παραρτημάτων της, καθώς και με την ανάπτυξη κάθε άλλης δραστηριότητας που σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με τις προαναφερθείσες. Με άλλα λόγια, η AGVO υποχρεούται, βάσει του καταστατικού της, να συμμετέχει στη διαχείριση της ιχθυόσκαλας.

(127)

Μεταξύ της AGVO, της EVO και της Pakhuizen υπάρχουν και άλλοι δεσμοί οι οποίοι καταδεικνύουν περαιτέρω την ύπαρξη οργανικών και λειτουργικών σχέσεων μετα της AGVO και των θυγατρικών της: Η AGVO παρείχε εγγυήσεις για τη χορήγηση δανείων στην EVO, η AGVO θέτει ακίνητα στη διάθεση της EVO και της Pakhuizen, ενώ από τους ετήσιους λογαριασμούς της AGVO προκύπτει ότι η τελευταία χορηγούσε τακτικά δάνεια στην EVO και στην Pakhuizen.

(128)

Όλα αυτά τα στοιχεία επιτρέπουν στην AGVO α επιδίδεται σε δραστηριότητες που σχετίζονται με τον έλεγχο, αλλά και με την καθοδήγηση και την οικονομική στήριξη της EVO και της Pakhuizen (19). Για τους λόγους αυτούς, και η AGVO πρέπει να θεωρηθεί επιχείρηση για τους σκοπούς της νομοθεσίας ανταγωνισμού, ιδίως λόγω της συμμετοχής της στην EVO και στην Pakhuizen.

(129)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι βελγικές αρχές παραδέχθηκαν ότι η EVO και η Pakhuizen είναι τα επιχειρησιακά σκέλη της AGVO, ότι η AGVO συμμετείχε σε εμπορικές δραστηριότητες μέσω της EVO και ότι τα μέτρα που ευνοούν την AGVO μπορούν να έχουν επιπτώσεις στην αγορά μέσω της EVO. Στις παρατηρήσεις και στις απαντήσεις τους τείνουν να αναφέρονται στην AGVO, στην Pakhuizen και στην EVO σαν να είναι μία ενιία επιχείρηση, και έχουν επίσης δηλώσει ρητώς ότι η AGVO και η EVO πρέπει να αντιμετωπίζονται ως μία και μοναδική οντότητα.

(130)

Επισημαίνεται, τέλος, ότι η AGVO δεν τηρεί ξεχωριστούς λογαριασμούς για τα οικονομικά και μη οικονομικά της καθήκοντα με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο σταυροειδούς επιδότησης.

10.1.2.   ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

10.1.2.1.    Πλεονεκτήματα που απολάμβανε η AGVO

10.1.2.1.1.   Αρχικό κεφάλαιο

(131)

Οι δημόσιες επενδύσεις θεωρούνται κρατικές ενισχύσεις όταν καθίσταται προφανές ότι η δημόσια αρχή που εισφέρει κεφάλαιο σε μια επιχείρηση δεν παρέχει απλώς μετοχικό κεφάλαιο υπό κανονικές οικονομικές συνθήκες αγοράς. Αυτό ισχύει όταν η οικονομική θέση της εταιρείας, και συγκεκριμένα η διάρθρωση και ο όγκος των χρεών της, είναι τέτοια ώστε δεν είναι δυνατόν να αναμένεται κανονική απόδοση (σε μερίσματα ή σε κεφαλαιακά κέρδη) εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την επένδυση του κεφαλαίου. Πρέπει επομένως να εκτιμηθεί κατά πόσον, υπό παρόμοιες περιστάσεις, ένας ιδιώτης επιχειρηματίας μεγέθους συγκρίσιμου προς το μέγεθος των οργανισμών που διαχειρίζονται τον δημόσιο τομέα, θα μπορούσε να λάβει την απόφαση να προβεί σε εισφορές κεφαλαίου τέτοιας έκτασης στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης της εν λόγω επιχείρησης ή θα προτιμούσε τη θέση της υπό εκκαθάριση αν ληφθούν κυρίως υπόψη τα διαθέσιμα κατά τον χρόνο των εισφορών στοιχεία και οι τότε προβλέψεις για τις εξελίξεις (20).

(132)

Οι βελγικές αρχές εκτιμούν ότι η απόφαση του δήμου να διαθέσει στην AGVO αρχικό κεφάλαιο ύψους 250 εκατ. βελγικών φράγκων (6 179 338 ευρώ) ήταν εύλογη από οικονομικής άποψης. Η απόφαση αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας ελήφθη βάσει χρηματοδοτικού και επιχειρηματικού σχεδίου από τα οποία προέκυπτε ότι, με περιορισμένες επενδύσεις, η ιχθυόσκαλα μπορούσε να καταστεί εκ νέου κερδοφόρα ύστερα από οκτώ χρόνια εάν απαλλασσόταν από τις ζημίες του παρελθόντος. Οι βελγικές αρχές υποστηρίζουν ότι την ίδια απόφαση θα είχε λάβει σε παρόμοια κατάσταση και ένας ιδιώτης επιχειρηματίας.

(133)

Βάσει των πληροφοριών που τέθηκαν στη διάθεσή της, η Επιτροπή δεν συμμερίζεται την άποψη αυτή.

(134)

Όπως προαναφέρθηκε, η ιχθυόσκαλα της Οστάνδης είχε κακή λειτουργία και το μερίδιό της στην αγορά μειωνόταν διαρκώς το χρονικό διάστημα πριν από την αναδιάρθρωση. Η Επιτροπή εκτιμά ότι, σε παρόμοια περίπτωση, ένας μέσος ιδιώτης επιχειρηματίας δεν θα είχε επιλέξει να διαθέσει αρχικό κεφάλαιο άνω των έξι εκατ. ευρώ βασιζόμενος αποκλειστικά και μόνο σε ένα σχέδιο χρηματοδότησης που ανέπτυσσε ένα «αισιόδοξο σενάριο» για τις οικονομικές προβλέψεις της περιόδου 2002/2010 και σε ένα επιχειρηματικό σχέδιο δύο μόλις σελίδων.

(135)

Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο δεδομένου ότι, όπως αναφέρεται αναλυτικά στην αιτιολογική σκέψη 259, η AGVO, ως φυσική συνέχεια της ιχθυόσκαλας της Οστάνδης, χαρακτηριζόταν ως προβληματική επιχείρηση κατά την εποχή που διατέθηκε το αρχικό κεφάλαιο. Σε περίπτωση προβληματικής επιχείρησης, ο μέσος ιδιώτης επιχειρηματίας θα επεδίωκε να λάβει επαρκείς διασφαλίσεις για τις μελλοντικές προοπτικές της εταιρείας και δεν θα αρκούταν στα έγγραφα βάσει των οποίων έλαβε την απόφασή του ο δήμος.

(136)

Η Επιτροπή επισημαίνει αφενός το ύψος της επένδυσης και αφετέρου τις διαρκείς ζημιές που κατέγραφε η ιχθυόσκαλα της Οστάνδης επί σειρά ετών (21). Υπό το φως, ειδικότερα, των δύο αυτών στοιχείων, στα οποία προστίθεται το γεγονός ότι η επιχείρηση λειτουργούσε σε μία ιδιαίτερα ανταγωνιστική αλλά συρρικνούμενη αγορά, ο μέσος ιδιώτης επιχειρηματίας θα είχε βασίσει την απόφασή του σε πολύ λεπτομερέστερα χρηματοδοτικά και επιχειρηματικά σχέδια που θα ανέπτυσσαν διάφορες υποθέσεις και σενάρια, αντί να λάβει υπόψη του ένα σχέδιο χρηματοδότησης το οποίο βασιζόταν σε μία μόνο υπόθεση, η οποία, επιπλέον, χαρακτηρίστηκε «αισιόδοξη».

(137)

Ο μέσος ιδιώτης επιχειρηματίας θα ζητούσε επίσης την εκπόνηση μελέτης ειδικά για τις δυνατότητες που υφίσταντο εκείνη τη χρονική περίοδο για τον συγκεκριμένο βιομηχανικό κλάδο στην αγορά, βάσει των υφιστάμενων τιμών των εκφορτωνόμενων αλιευμάτων και της τοπικής ζήτησης και, επιπλέον, θα ζητούσε την εκπόνηση σχεδίου στο οποίο θα περιγράφονταν αναλυτικά ο τρόπος αναδιάρθρωσης της δραστηριότητας, και τα αναγκαία μέτρα για την αποφυγή εκ νέου καταγραφής των τεράστιων ζημιών του παρελθόντος και για την τόνωση της παραγωγικότητας (νέες επενδύσεις, νέα στρατηγική εμπορικής προώθησης κ.λπ.)

(138)

Το επιχειρηματικό σχέδιο, πάντως, δεν περιέχει κανένα από τα προαναφερθέντα στοιχεία.

(139)

Επιπλέον, βασίζεται σε διάφορες υποθέσεις και περιστατικά τα οποία θεωρούνται δεδομένα και δεν αποσαφηνίζονται ούτε αιτιολογούνται, ενώ ορισμένες φορές φαίνεται να είναι υπερβολικά υποθετικά ή μη ρεαλιστικά. Για παράδειγμα, είναι δύσκολο να γίνει δεκτή η υπόθεση ότι ο κύκλος εργασιών των δραστηριοτήτων δημοπράτησης αναμένεται να αυξηθεί κατά 10 % μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, τη στιγμή που κατά το χρονικό διάστημα πριν από την αναδιάρθρωση οι εκφορτώσεις αλιευμάτων και ο κύκλος εργασιών παρουσίαζαν σταθερή μείωση, η αγορά είχε καταστεί ιδιαίτερα ανταγωνιστική και οι αλιευτικές ποσοστώσεις σημείωναν πτωτική τάση. Εξηγήσεις δεν παρέχονται ούτε σχετικά με τον υπολογισμό των κοινωνικών δαπανών, του κόστους εξωτερικής ανάθεσης και των δαπανών για υδροδότηση και ηλεκτροδότηση. Επιπλέον, στο επιχειρηματικό σχέδιο οι δαπάνες εμφανίζονται απολύτως σταθερές κατά τα εννέα χρόνια από τη σύσταση της AGVO. Αυτό είναι όμως σχεδόν αδύνατο, ιδίως δε από τη στιγμή που ο κύκλος εργασιών αναμένεται να διπλασιαστεί κατά την ίδια περίοδο.

(140)

Συνεπώς, το χρηματοδοτικό και το επιχειρηματικό σχέδιο, εκτός του ότι δεν είναι αναλυτικά και παρουσιάζουν ελλείψεις, στερούνται συν τοις άλλοις αξιοπιστίας. Ο μέσος ιδιώτης επενδυτής δεν θα είχε βασιστεί ποτέ σε αυτά τα σχέδια προκειμένου να επενδύσει 250 εκατ. βελγικά φράγκα σε μια ζημιογόνα επιχείρηση που δραστηριοποιείται σε μια συρρικνούμενη αγορά (22).

(141)

Ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι το χρηματοδοτικό και το επιχειρηματικό σχέδιο ήταν ολοκληρωμένα και αξιόπιστα —κάτι που δεν ισχύει— η Επιτροπή επισημαίνει ότι και πάλι ο ιδιώτης επιχειρηματίας θα είχε επενδύσει το ποσό που επένδυσε ο δήμος. Από το χρηματοδοτικό και το επιχειρηματικό σχέδιο προκύπτει δε ότι αρκούσε κάλλιστα μικρότερο κεφάλαιο. Δεδομένης της χαμηλής απόδοσης του κεφαλαίου, ο μέσος ιδιώτης επιχειρηματίας δεν θα είχε επενδύσει τόσο μεγάλο ποσό εάν δεν ήταν αναγκαίο.

(142)

Οι βελγικές αρχές εκτιμούν ότι η απόφαση συνέχισης των υπό εξέλιξη δραστηριοτήτων της ιχθυόσκαλας ήταν περισσότερο λογική από το κλείσιμό της.

(143)

Ωστόσο, οι βελγικές αρχές δεν παρέχουν κανένα στοιχείο για το κόστος τερματισμού των δραστηριοτήτων αυτών ούτε εξηγούν γιατί το κλείσιμο της ιχθυόσκαλας δεν ήταν λογική απόφαση.

(144)

Οι βελγικές αρχές επιχειρούν ακόμη να αιτιολογήσουν τον ορθολογικό χαρακτήρα της απόφασης που ελήφθη το 2001 σχετικά με τη διάθεση 250 εκατ. βελγικών φράγκων στην AGVO μέσω της απόφασης ιδιωτικοποίησης της ιχθυόσκαλας. Υποστηρίζουν ότι η υπό εξέλιξη ιδιωτικοποίηση ήταν μέρος του σχεδίου αναδιάρθρωσης που αποφασίστηκε το 2001 και ότι η ιδιωτικοποίηση της ιχθυόσκαλας δεν ήταν δυνατή χωρίς την αναδιάρθρωση.

(145)

Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με την πάγια νομολογία και πρακτική, προκειμένου να εξακριβώνεται αν το Δημόσιο επέδειξε συμπεριφορά συνετού επενδυτή που ενεργεί υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς, το ζήτημα κατά πόσον η συμπεριφορά του Δημοσίου ήταν ορθολογική από οικονομική άποψη πρέπει να κρίνεται εντός του χρονικού πλαισίου εντός του οποίου ελήφθησαν τα μέτρα χρηματοδοτικής στήριξης και να αποφεύγεται συνεπώς οποιαδήποτε εκτίμηση με βάση μεταγενέστερες καταστάσεις (23).

(146)

Οι βελγικές αρχές δηλώνουν ότι η υπό εξέλιξη ιδιωτικοποίηση εντάσσεται στο πλαίσιο της απόφασης αναδιάρθρωσης η οποία ελήφθη το 2001 και ότι ο ορθολογικός χαρακτήρας της απόφασης για την αναδιάρθρωση της ιχθυόσκαλας θα πρέπει να αξιολογηθεί υπό το φως αυτής της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός είναι αβάσιμος, όπως προκύπτει από τα διάφορα έγγραφα που υπέβαλαν οι βελγικές αρχές. Συγκεκριμένα, η πρόθεση ιδιωτικοποίησης της ιχθυόσκαλας δεν αναφέρεται στην απόφαση αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας, ούτε στο επιχειρηματικό ή στο χρηματοδοτικό σχέδιο. Από κανένα στοιχείο των εγγράφων αυτών δεν προκύπτει ότι η απόφαση επένδυσης 6 200 000 ευρώ στην ιχθυόσκαλα είχε (μεταξύ άλλων) ως κίνητρο –ή αιτιολογείτο από– το γεγονός ότι η εν λόγω επένδυση θα καθιστούσε δυνατή την ιδιωτικοποίηση της ιχθυόσκαλας μετά το πέρας συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος. Ο ισχυρισμός τους δύσκολα συμβιβάζεται άλλωστε και με το καταστατικό της AGVO σύμφωνα με το οποίο η AGVO ιδρύεται για αόριστο χρονικό διάστημα, με το γεγονός ότι πρόθεση του δήμου είναι να διατηρεί τον έλεγχο της AGVO, και του ότι οι θυγατρικές ή οι εταιρείες στις οποίες έχει συμφέροντα η AGVO πρέπει να ελέγχονται από την AGVO (και συνεπώς από τον δήμο).

(147)

Επιπλέον, λογικότερο θα ήταν να εξεταζόταν το ενδεχόμενο ιδιωτικοποίησης της ιχθυόσκαλας μόλις η τελευταία καθίστατο εκ νέου κερδοφόρα, προκειμένου έτσι να διατεθεί σε καλύτερη τιμή και συγκεκριμένα σε τιμή που θα επέτρεπε την ανάκτηση τουλάχιστον της πρόσθετης επένδυσης ύψους 250 εκατ. βελγικών φράγκων. Ωστόσο, όχι μόνο δεν αναφερόταν η ιδιωτικοποίηση στο χρηματοδοτικό και στο επιχειρηματικό σχέδιο, αλλά επιπλέον η απόφαση ιδιωτικοποίησης δεν ελήφθη καν σε χρονική στιγμή κατά την οποία ήταν κερδοφόρα η ιχθυόσκαλα. Αντιθέτως, ελήφθη ύστερα από δύο χρόνια καταγραφής σημαντικών ζημιών τόσο από την AGVO όσο και από την EVO και αφότου είχε κινηθεί από την Επιτροπή η διαδικασία εξέτασης. Η προοπτική ιδιωτικοποίησης της ιχθυόσκαλας δεν φαίνεται, ως εκ τούτου, να αποτελούσε μέρος της απόφασης αναδιάρθρωσης που έλαβε ο δήμος το 2001.

(148)

Επιπλέον, οι βελγικές αρχές ανέφεραν ότι ο μελλοντικός ιδιώτης εταίρος θα μπορούσε να εξαγοράσει την υπεραξία της EVO και θα είχε τη δυνατότητα να επιλέξει κατά βούληση ποια στοιχεία του ενεργητικού της θα εξαγόραζε ή όχι (εργαζόμενους, μηχανήματα, περιέκτες ιχθύων κ.λπ.). Δεν θα ήταν υποχρεωμένος να εξαγοράσει το παθητικό της EVO. Υπό αυτές τις περιστάσεις, δύσκολα γίνεται κατανοητό το γιατί δεν υιοθετήθηκε μια τέτοια προσέγγιση την περίοδο 2001/2002 (προτού επενδυθούν άλλα 250 εκατ. βελγικά φράγκα).

(149)

Επιπλέον, εάν όλα αυτά αποτελούσαν μέρος του σχεδίου αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας του 2002, κανένας ιδιώτης επενδυτής δεν θα είχε συμφωνήσει να επενδύσει 250 εκατ. βελγικά φράγκα στην ιχθυόσκαλα με σκοπό τη μεταγενέστερη μεταπώλησή της, καθώς θα γνώριζε λογικά, βάσει του επιχειρηματικού σχεδίου, ότι δεν θα μπορούσε να ανακτήσει την επένδυση αυτή μέσω της πώλησης της υπεραξίας της ιχθυόσκαλας μερικά χρόνια αργότερα. Ως προς τούτο, το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι ιδιώτης επενδυτής που εφαρμόζει σφαιρικώς ή σε συγκεκριμένο τομέα μια διαρθρωτική πολιτική, οδηγούμενος από προοπτικές μακροπρόθεσμης αποδοτικότητας, δεν μπορεί λογικά να αποφασίσει, μετά από σειρά ετών με συνεχείς ζημίες, να προβεί σε εισφορά κεφαλαίου συνδεόμενη με την πώληση της επιχείρησης, πράγμα που του αφαιρεί οποιαδήποτε προοπτική -έστω σε εύθετο χρόνο- πραγματοποίησης κέρδους (24).

(150)

Οι βελγικές αρχές προσθέτουν ότι η αναδιάρθρωση και ακολούθως η ιδιωτικοποίηση θα καταστήσουν δυνατή την ανάκτηση των επενδύσεων μέσω των μισθωμάτων που θα εισπράττονται για τα ακίνητα της ιχθυόσκαλας.

(151)

Ωστόσο, ούτε αυτό το επιχείρημα είναι πειστικό. Σύμφωνα με το χρηματοδοτικό σχέδιο, κατά τα επόμενα οκτώ χρόνια, ο δήμος θα κατέγραφε ζημίες της τάξης των 121 603 000 βελγικών φράγκων (εκτός των συσσωρευμένων ζημιών του παρελθόντος) προτού μπορέσει να ανακτήσει μέρος του κεφαλαίου των 250 εκατ. βελγικών φράγκων που αποφασίστηκε να διατεθεί το 2001. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι ο δήμος θα μπορούσε να αποφασίσει ήδη το 2002 να εκμισθώσει τα ακίνητα της ιχθυόσκαλας σε τρίτους. Μια τέτοια απόφαση θα είχε επιτρέψει ενδεχομένως στον δήμο να ανακτήσει ήδη από το 2002 το σημαντικό χρηματικό ποσό που είχε δαπανηθεί για την ιχθυόσκαλα της Οστάνδης πριν από την αναδιάρθρωσή της ή τουλάχιστον να καλύψει το οικονομικό βάρος της εξόφλησης των τραπεζικών δανείων αντί να διατρέξει τον ιδιαίτερα σοβαρό κίνδυνο – δεδομένης ιδίως της πρότερης κακής απόδοσης της ιχθυόσκαλας – να αυξηθούν οι ζημιές και να κληθεί να τις καλύψει σε μεταγενέστερο στάδιο.

(152)

Οι βελγικές αρχές τονίζουν ακόμη ότι η έγκριση της απόφασης αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας δεν ήταν εύκολη, καθώς η απόφαση είχε αρχικά απορριφθεί από τη δημόσια αρχή εποπτείας του δήμου (toezichtautoriteit), δεδομένων των ισχνών προοπτικών επανόδου της ιχθυόσκαλας σε κερδοφορία. Πράγματι, από τα έγγραφα που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή προκύπτει ότι η απόφαση αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας είχε απορριφθεί αρχικά διότι, βάσει ενός πρώτου χρηματοδοτικού σχεδίου, προβλέπονταν συσσωρευμένες ζημίες ύψους 190 000 000 βελγικών φράγκων μετά από πέντε χρόνια.

(153)

Αντί να συνηγορεί στον ορθολογικό χαρακτήρα της απόφασης, το στοιχείο αυτό αποκαλύπτει πράγματι, ότι εξαρχής η πρόθεση αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας και χορήγησης σε αυτήν νέου πρόσθετου κεφαλαίου δεν βασιζόταν καν στην προοπτική ότι η ιχθυόσκαλα θα καθίστατο ξανά κερδοφόρα ύστερα από ορισμένο χρονικό διάστημα. Επιπλέον, η πληρότητα και η αξιοπιστία του δεύτερου χρηματοδοτικού σχεδίου πλήττονται ακόμη περισσότερο, καθώς δεν παρέχεται καμία εξήγηση σχετικά με το πώς είναι δυνατό να καταλήγουν σε τόσο διαφορετικά μεταξύ τους συμπεράσματα το πρώτο και το δεύτερο σχέδιο. Έτσι, μειώνονται ακόμη περισσότερο οι πιθανότητες να αποφάσιζε ο ιδιώτης επενδυτής, υπό τις ίδιες περιστάσεις, να επενδύσει επιπλέον 250 εκατ. βελγικά φράγκα στην ιχθυόσκαλα.

(154)

Βάσει των προαναφερθέντων στοιχείων, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι κανένας μέσος ιδιώτης επενδυτής δεν θα λάμβανε την απόφαση να διαθέσει 250 εκατ. βελγικά φράγκα στην ιχθυόσκαλα υπό τις ίδιες περιστάσεις. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τα έγγραφα που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή, από τα οποία προκύπτει ότι η απόφαση αναδιάρθρωσης –και όχι εκκαθάρισης– της ιχθυόσκαλας ελήφθη και για πολιτικούς και κοινωνικούς λόγους μεταξύ άλλων, καθώς η αναδιάρθρωση θα συνέβαλε στη διατήρηση των θέσεων εργασίας σε έναν δήμο όπου η ανεργία είχε υπερβεί το 12 % (25), λόγους τους οποίους δεν θα λάμβανε ποτέ υπόψη ο ιδιώτης επενδυτής (26).

(155)

Κατά συνέπεια, η ενέργεια αυτή παρέχει στην AGVO πλεονέκτημα σε σχέση με τους ανταγωνιστές της και συνεπώς ευνοεί τη συγκεκριμένη επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της συνθήκης ΛΕΕ.

10.1.2.1.2.   Γη και ακίνητα

(156)

Σύμφωνα με το άρθρο 30 του καταστατικού της, η AGVO διαθέτει από της συστάσεώς της το αποκλειστικό δικαίωμα να χρησιμοποιεί δωρεάν τη γη και τα ακίνητα του αλιευτικού λιμένα της Οστάνδης.

(157)

Το 2004, μεταβιβάστηκε στην AGVO η πλήρης κυριότητα διαφόρων ακινήτων και υποδομών που βρίσκονται στον αλιευτικό λιμένα της Οστάνδης συνολικού εμβαδού, σύμφωνα με τα τότε αρχεία του δήμου, 57 500 τ.μ. Σύμφωνα με τους δημοτικούς λογαριασμούς, τα προαναφερθέντα περιουσιακά στοιχεία είχαν την εποχή εκείνη λογιστική αξία ύψους 14 891 524 ευρώ. Δεν υποβλήθηκαν στην Επιτροπή στοιχεία που να της επιτρέπουν να προσδιορίσει την εμπορική αξία των ακινήτων που μεταβιβάστηκαν την εποχή εκείνη στην AGVO.

(158)

Οι βελγικές αρχές υποστηρίζουν ότι η απόφαση μεταβίβασης της κυριότητας των ακινήτων στην AGVO δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση διότι αφορά απλώς μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας μεταξύ δύο δημόσιων αρχών καθώς η AGVO δεν συμμετέχει σε καμία εμπορική δραστηριότητα.

(159)

Ωστόσο, όπως καταδεικνύεται στο σημείο 10.1.1 της παρούσας απόφασης, η AGVO συμμετέχει άμεσα και έμμεσα, μέσω των θυγατρικών της, σε εμπορικές δραστηριότητες και πρέπει επομένως να θεωρείται επιχείρηση. Η απόφαση μεταβίβασης της κυριότητας των ακινήτων στην AGVO δεν μπορεί, συνεπώς, να θεωρηθεί απλή μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας μεταξύ δύο δημόσιων αρχών, ιδίως δε διότι τα υπό εξέταση ακίνητα χρησιμοποιούνται ευρέως για τις σχετικές οικονομικές δραστηριότητες (υπηρεσίες εκμίσθωσης, λειτουργία της ιχθυόσκαλας, διαχείριση του αλιευτικού λιμένα).

(160)

Η Επιτροπή εκτιμά ότι κανένας μέσος ιδιώτης επιχειρηματίας δεν θα συμφωνούσε να μεταβιβάσει την κυριότητα ακινήτων αυτής της αξίας χωρίς να λάβει εύλογο τίμημα ως αντάλλαγμα.

(161)

Οι βελγικές αρχές δήλωσαν ότι τα ακίνητα ήταν σε πολύ κακή κατάσταση και ότι, συνεπώς, η λογιστική αξία τους είχε υπερεκτιμηθεί. Επιπλέον, υποστήριξαν ότι οι δαπάνες ανακαίνισης, τις οποίες θα κατέβαλε η AGVO, ήταν τόσο υψηλές που η μεταβίβαση της κυριότητας μπορούσε κάλλιστα να θεωρηθεί ως μια πράξη η οποία δεν απέφερε οφέλη.

(162)

Ωστόσο, οι βελγικές αρχές δεν υπέβαλαν στην Επιτροπή στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι η λογιστική αξία των υπό εξέταση στοιχείων ενεργητικού είχε όντως υπερεκτιμηθεί, ούτε στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι οι δαπάνες ανακαίνισης ισούνται με την πραγματική αξία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας επί των εν λόγω ακινήτων.

(163)

Από τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή δεν φαίνεται, αντιθέτως, να ευσταθεί το επιχείρημα των βελγικών αρχών.

(164)

Επισημαίνεται καταρχάς ότι η AGVO διέθετε από συστάσεώς της και πριν από τη μεταβίβαση της κυριότητας το αποκλειστικό δικαίωμα να χρησιμοποιεί δωρεάν τη γη και τα ακίνητα του αλιευτικού λιμένα, συμπεριλαμβανομένης της ιχθυόσκαλας. Στο καταστατικό της AGVO δεν περιλαμβάνεται κανένα ίχνος υποχρέωσης προς εκτέλεση εργασιών ανακαίνισης. Σύμφωνα με το άρθρο 3 του καταστατικού της, η AGVO έχει το δικαίωμα να προβαίνει, εφόσον το επιθυμεί, σε εργασίες συντήρησης, επισκευής και εκσυγχρονισμού των ακινήτων (27), όμως το καταστατικό της δεν περιέχει καμία διάταξη που να την υποχρεώνει ρητά να ανακαινίζει τα ακίνητα.

(165)

Η AGVO είχε επομένως στη διάθεσή της, εκ συστάσεώς της, τη γη και τα ακίνητα του αλιευτικού λιμένα χωρίς να υποχρεούται να καταβάλλει μίσθωμα ή οποιοδήποτε άλλο τίμημα. Κανένας ιδιώτης επιχειρηματίας δεν θα συμφωνούσε να παραχωρήσει αποκλειστικά δικαιώματα χρήσης σε κάποια επιχείρηση χωρίς να εισπράττει εύλογο τίμημα.

(166)

Ούτε η πράξη μεταβίβασης ακίνητης περιουσίας της 30ής Δεκεμβρίου 2004, με την οποία μεταβιβάστηκε το δικαίωμα της κυριότητας των ακινήτων από τον δήμο στην AGVO, περιέχει ειδικές προϋποθέσεις ή υποχρεώσεις εκτέλεσης συγκεκριμένων εργασιών ανακαίνισης που να βαρύνουν την AGVO. Ουσιαστικά, πρόκειται για μια γενική πράξη με την οποία ο δήμος παραχωρεί στην AGVO όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που σχετίζονται με τα συγκεκριμένα ακίνητα. Οι υποχρεώσεις που βαρύνουν την AGVO δυνάμει της εν λόγω πράξης δεν αιτιολογούν, κατά τα φαινόμενα, τη μη καταβολή τιμήματος για τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων.

(167)

Επιπλέον, δεν αμφισβητείται το γεγονός ότι η AGVO έχει επίσης το δικαίωμα να εκμισθώνει τα ακίνητα ή να παραχωρεί το δικαίωμα χρήσης τους. Τα ακίνητα, ή τουλάχιστον κάποια από αυτά, έχουν εμπορική αξία. Οι βελγικές αρχές παραδέχθηκαν ότι ορισμένα ακίνητα εκμισθώθηκαν σε δημόσιους και ημι-δημόσιους οργανισμούς ενώ άλλα για ιδιωτικούς σκοπούς (βλέπε αιτιολογική σκέψη 46 της παρούσας απόφασης).

(168)

Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η AGVO απολάμβανε ένα ακόμη πλεονέκτημα σε σχέση με τις υπό συζήτηση δαπάνες ανακαίνισης. Οι βελγικές αρχές διαβίβασαν στην Επιτροπή κατάλογο των εγγυήσεων που χορηγήθηκαν δωρεάν για ορισμένα δάνεια. Σύμφωνα με τον κατάλογο που υποβλήθηκε στην Επιτροπή, σκοπός ορισμένων εκ των δανείων αυτών για το οποία χορηγήθηκαν εγγυήσεις ήταν η χρηματοδότηση των δαπανών ανακαίνισης. Ως εκ τούτου, πέραν του γεγονότος ότι η AGVO δεν ήταν υποχρεωμένη να προβαίνει σε εργασίες ανακαίνισης των ακινήτων, οι δαπάνες κάποιων τουλάχιστον από τις ανακαινίσεις στις οποίες προέβη η AGVO μειώθηκαν χάρη στις εγγυήσεις. Για τον λόγο αυτόν επίσης, δεν μπορεί να γίνει δεκτό το επιχείρημα ότι η μεταβίβαση της κυριότητας, που πραγματοποιήθηκε δωρεάν, ήταν ένα είδος «αποζημίωσης» για τις ιδιαίτερα υψηλές δαπάνες ανακαίνισης που ήταν υποχρεωμένη να καταβάλλει η AGVO.

(169)

Ακόμη και εάν γίνει δεκτό το ότι οι δαπάνες ανακαίνισης ήταν ιδιαίτερα υψηλές και ότι συνιστούν κάποιου είδους αποζημίωση για τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων, κάτι που δεν έχουν αποδείξει οι βελγικές αρχές, το γεγονός ότι η AGVO διέθετε ήδη εκ συστάσεώς της το αποκλειστικό δικαίωμα να χρησιμοποιεί δωρεάν τη γη και τα ακίνητα του αλιευτικού λιμένα της Οστάνδης εξακολουθεί να θεωρείται πλεονέκτημα το οποίο μπορεί κάλλιστα να χαρακτηριστεί κρατική ενίσχυση. Είναι, πάντως, γεγονός ότι το κατά πόσον ο δήμος ενήργησε ή όχι ως μέσος ιδιώτης επενδυτής πρέπει να εξεταστεί υπό το φως των στοιχείων που ήταν διαθέσιμα κατά τη χρονική στιγμή λήψης της απόφασης (28). Στην προκειμένη περίπτωση, κατά τη χρονική στιγμή λήψης της απόφασης, ο δήμος πρέπει να γνώριζε ότι παρείχε πλεονέκτημα στην AGVO, καθώς στο σημείο 11 του επιχειρηματικού σχεδίου, το οποίο εκπόνησε η εταιρεία HAMA Consult NV στις 9 Νοεμβρίου 2001, αναφέρεται σαφώς ότι η ιχθυόσκαλα είχε εκσυγχρονιστεί προσφάτως και ότι δεν αναμένονταν σημαντικές επενδύσεις κατά την επόμενη δεκαετία.

(170)

Συν τοις άλλοις, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με στοιχεία κρατικής ενίσχυσης στις πωλήσεις γηπέδων-οικοπέδων και ακινήτων από τις δημόσιες αρχές, για να θεωρείται συμβατή με την αγοραία αξία η μεταβίβαση της κυριότητας ακινήτων που ανήκουν στο δημόσιο (29), η πώληση πρέπει κανονικά να πραγματοποιείται είτε με άνευ όρων διαγωνισμό είτε κατόπιν αποτίμησης ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα. Καμία από τις προαναφερθείσες διαδικασίες δεν ακολουθήθηκε. Στην προκειμένη περίπτωση ήταν σκόπιμη η αποτίμηση από εμπειρογνώμονα της αξίας των ακινήτων και του κατάλληλου τιμήματος για τη χορήγηση του αποκλειστικού δικαιώματος χρήσης τους στην AGVO και επακόλουθα για τη μεταβίβαση της κυριότητας, δεδομένου ότι οι βελγικές αρχές ήταν της άποψης ότι η λογιστική αξία δεν αντιστοιχούσε στην πραγματική αξία.

(171)

Προκύπτει, επομένως, ότι η δωρεάν διάθεση και στη συνέχεια η μεταβίβαση των ακινήτων από τον δήμο στην AGVO είναι ενέργειες που δεν μπορούν να θεωρηθούν συμβατές με τα συνήθη οικονομικά πρότυπα βάσει των οποίων θα ενεργούσε ένας μέσος ιδιώτης επενδυτής σε παρόμοια περίπτωση.

(172)

Οι βελγικές αρχές θεωρούν ότι εφόσον τα ακίνητα επιστράφηκαν στον δήμο (χωρίς αποζημίωση) δεν τίθεται πλέον ζήτημα κρατικής ενίσχυσης.

(173)

Η θέση αυτή βρίσκει, ωστόσο, αντίθετη την Επιτροπή.

(174)

Πράγματι, η Επιτροπή επιθυμεί να τονίσει ότι η επιστροφή των ακινήτων στον δήμο δεν αλλάζει τίποτε στο γεγονός ότι, από το 2002 μέχρι το 2009, η AGVO απολάμβανε δωρεάν το αποκλειστικό δικαίωμα να χρησιμοποιεί τα υπό συζήτηση ακίνητα, είτε βάσει του άρθρου 30 του καταστατικού της είτε βάσει της πράξης μεταβίβασης ακίνητης περιουσίας της 30ής Δεκεμβρίου 2004. Συγκεκριμένα, δεν είναι βέβαιο ότι η αξία της ακίνητης περιουσίας, όπως αυτή επιστράφηκε προσφάτως στον δήμο, ισούται τουλάχιστον με την αξία των πλεονεκτημάτων που αναφέρονται στην προηγούμενη πρόταση, συν τον οφειλόμενο τόκο για επιστρεπτέες παράνομες και μη συμβατές ενισχύσεις δυνάμει των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων.

(175)

Επιπλέον, η Επιτροπή εκτιμά ότι εάν η AGVO συνέχιζε ενδεχομένως και μετά τη μεταβίβαση της κυριότητας να χρησιμοποιεί τα κτίρια αυτά δωρεάν ή με μισθώματα χαμηλότερα αυτών της αγοράς, τότε η AGVO θα συνέχιζε να αποτελεί τον αποδέκτη κρατικής ενίσχυσης (30).

10.1.2.1.3.   Δωρεάν εγγυήσεις για τη λήψη δανείων

(176)

Σύμφωνα με το σημείο 2.1.1 της ανακοίνωσης της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων (εφεξής «ανακοίνωση για τις εγγυήσεις») (31), η κρατική εγγύηση θεωρείται ότι ωφελεί μία επιχείρηση όταν παρέχει τη δυνατότητα στον δανειζόμενο να εξασφαλίσει ευνοϊκότερους όρους χρηματοδότησης για ένα δάνειο από αυτούς που συνήθως ισχύουν στις κεφαλαιαγορές χωρίς να καταβάλλει την προμήθεια που προβλέπεται στην αγορά για την εγγύηση. Προκειμένου να καθοριστούν οι συνήθεις συνθήκες της αγοράς, η συμπεριφορά του δήμου πρέπει να συγκριθεί με τη συμπεριφορά ιδιώτη πιστωτή ο οποίος θα ενεργούσε με γνώμονα την επίτευξη εύλογου κέρδους (32).

(177)

Η ανακοίνωση για τις εγγυήσεις παρέχει αρκετές πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο αξιολόγησης των εγγυήσεων στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι, για να μην συνιστά κρατική ενίσχυση, μία εγγύηση πρέπει να πληροί ορισμένα κριτήρια. Ορισμένα εξ αυτών δημιουργούν προβλήματα στην προκειμένη περίπτωση.

(178)

Πράγματι, δεν καταβλήθηκε το τίμημα που προβλέπει η αγορά για τις εγγυήσεις, καθώς οι τελευταίες χορηγήθηκαν τελείως δωρεάν.

(179)

Επιπλέον, οι εγγυήσεις κάλυπταν ποσοστό υψηλότερο του 80 % του οφειλόμενου δανείου, καθώς κάλυπταν ολόκληρο το δάνειο. Τα ανωτέρω ενισχύουν το πλεονέκτημα που απολάμβανε η AGVO διότι στην περίπτωση 100 % κρατικής εγγύησης ο δανειστής δεν έχει κίνητρο να εκτιμήσει ορθά την αξιοπιστία της AGVO και να καθορίσει επομένως ορθά τους όρους χρηματοδότησης του δανείου σύμφωνα με το προφίλ κινδύνου της AGVO (33).

(180)

Είναι καθ’ όλα προφανές ότι οι εν λόγω εγγυήσεις παρείχαν στην AGVO τη δυνατότητα να εξασφαλίσει ευνοϊκότερους όρους χρηματοδότησης από αυτούς που συνήθως ισχύουν στις κεφαλαιαγορές (34), δεδομένων, ιδίως, των μη ικανοποιητικών και συχνά αρνητικών αποτελεσμάτων της AGVO και των θυγατρικών της.

(181)

Οι βελγικές αρχές απαντούν ότι είναι σύνηθες να παρέχει ένας μέτοχος δωρεάν εγγύηση υπέρ επιχείρησης την οποία ελέγχει. Ο ισχυρισμός αυτός, ωστόσο, δεν αποδεικνύεται από κανένα αποδεικτικό στοιχείο ή παράδειγμα. Επιπλέον, πολύ δύσκολα συμβαδίζει με τη συμπεριφορά των ιδιωτών πιστωτών.

(182)

Είναι γεγονός ότι η απόφαση του δήμου να παράσχει εγγυήσεις σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για δάνεια που σύναψε η AGVO χωρίς κανένα τίμημα δεν απαντάται καθόλου συχνά υπό τις συνήθεις συνθήκες στις κεφαλαιαγορές. Υπό κανονικές συνθήκες, για τη χορήγηση μιας τέτοιας εγγύησης καταβάλλεται κατάλληλη προμήθεια η οποία αντικατοπτρίζει τους κινδύνους που συνδέονται με την εγγύηση (35), ακόμη και αν ο εγγυητής είναι μέτοχος της πλειοψηφίας που έχει τον έλεγχο της επιχείρησης (36). Επιπλέον, ο μέσος ιδιώτης πιστωτής που παρέχει εγγυήσεις ζητά διασφαλίσεις πριν από τη χορήγηση της εγγύησης και ελέγχει εκ των προτέρων τους όρους του δανείου, τους κινδύνους που συνδέονται με το δάνειο κ.λπ. Από τις πληροφορίες που παρείχε το Βέλγιο, όμως, προκύπτει ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν συνέβη κάτι τέτοιο (37). Αυτό είναι και το πλέον προβληματικό στοιχείο της συγκεκριμένης υπόθεσης δεδομένης της οικονομικής κατάστασης της ιχθυόσκαλας και του γεγονότος ότι είχε υποστεί επαναλαμβανόμενες και σημαντικές ζημιές στο παρελθόν και ότι δραστηριοποιείται σε μία ιδιαίτερα ανταγωνιστική και συρρικνούμενη αγορά (38).

(183)

Όπως αναφέρεται αναλυτικότερα στην αιτιολογική σκέψη 259, η AGVO έπρεπε να θεωρηθεί επιχείρηση που αντιμετώπιζε οικονομικές δυσχέρειες κατά την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση. Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, οι εγγυήσεις που χορηγούνται σε προβληματικές επιχειρήσεις θεωρείται ότι συνιστούν πιθανώς κρατικές ενισχύσεις (39).

(184)

Οι βελγικές αρχές υποστηρίζουν ότι οι εγγυήσεις χορηγήθηκαν για δάνεια τα οποία προορίζονταν για την πραγματοποίηση μελλοντικών εργασιών ανακαίνισης σε ακίνητα εκμισθωμένα σε δημόσιους και ημι-δημόσιους οργανισμούς. Προσθέτουν δε ότι εφόσον οι εργασίες αυτές συγκαταλέγονται στα δημόσια καθήκοντα της AGVO, η εγγύηση πρέπει να ιδωθεί ως συμμετοχή στα εν λόγω δημόσια καθήκοντα και συνεπώς δεν μπορεί να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση.

(185)

Επισημαίνεται καταρχάς ότι δεν είναι βέβαιο ότι τα δάνεια για τα οποία δόθηκαν εγγυήσεις χρησιμοποιήθηκαν πράγματι για τον σκοπό για τον οποίο συνάφθηκαν. Ακόμη και αν αληθεύει, από τις πληροφορίες που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή, ότι ο δήμος χορήγησε τις εγγυήσεις με γνώμονα την πρόθεση της AGVO να χρησιμοποιήσει τα δάνεια για τη χρηματοδότηση εργασιών ανακαίνισης, προκύπτει επίσης ότι ο δήμος δεν συνέδεσε τις δωρεάν εγγυήσεις με την επιτέλεση των εργασιών ανακαίνισης, και μάλιστα δεν τις απέσυρε ούτε ζήτησε αποζημίωση όταν διαπιστώθηκε αργότερα ότι τα δάνεια αυτά είχαν χρησιμοποιηθεί για άλλους σκοπούς.

(186)

Οι βελγικές αρχές έχουν διευκρινίσει ότι υπήρξαν περιπτώσεις δανείων τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για άλλους σκοπούς από τον αρχικώς προβλεπόμενο. Για παράδειγμα, ένα δάνειο από την Fortis το οποίο προοριζόταν αρχικά για τη χρηματοδότηση της αγοράς των μετοχών της Pakhuizen δεν χρησιμοποιήθηκε τελικά για τον σκοπό αυτόν αλλά —καθώς φαίνεται— για εργασίες ανακαίνισης.

(187)

Οι βελγικές αρχές παραδέχθηκαν ακόμη ότι το δάνειο ύψους 550 000 ευρώ από την τράπεζα ING, το οποίο προοριζόταν αρχικά για εργασίες ανακαίνισης, χρησιμοποιήθηκε τελικά για τη στήριξη της EVO. Αναμφισβήτητα, η δωρεάν εγγύηση που χορηγήθηκε για το εν λόγω δάνειο δεν μπορεί να θεωρηθεί συνεισφορά στις εργασίες ανακαίνισης. Με άλλα λόγια, δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι ο δήμος συμπεριφέρθηκε όπως θα συμπεριφερόταν ένας μέσος ιδιώτης εγγυητής (ακόμη και εγγυητής που θα είχε τον έλεγχο της εταιρείας). Συγκεκριμένα, ο ιδιώτης εγγυητής θα εξέταζε πρώτα εάν το δάνειο για το οποίο χορηγήθηκε η εγγύηση μπορούσε να αποπληρωθεί, και ακολούθως θα ήλεγχε εάν το δάνειο χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά για τον σκοπό για τον οποίο προοριζόταν αρχικά.

(188)

Όσον αφορά τα δάνεια για τα οποία χορηγήθηκαν εγγυήσεις που χρησιμοποιήθηκαν όντως (εν όλω ή εν μέρει) για τη χρηματοδότηση εργασιών ανακαίνισης, υπενθυμίζεται ότι η δραστηριότητα εκμίσθωσης στην οποία επιδίδεται η AGVO συνιστά οικονομική δραστηριότητα και ότι η χορήγηση δωρεάν εγγύησης ευνοεί την AGVO στην αγορά υπηρεσιών εκμίσθωσης. Επιπλέον, η δωρεάν εγγύηση βελτιώνει την οικονομική κατάσταση της AGVO γενικά, καθώς της επιτρέπει να χρησιμοποιεί τους οικονομικούς πόρους τους οποίους, υπό συνήθεις συνθήκες, θα χρησιμοποιούσε για την καταβολή του τιμήματος για άλλους σκοπούς πέραν της ανακαίνισης των εκμισθωμένων σε δημόσιους και ημι-δημόσιους οργανισμούς ακινήτων.

(189)

Τέλος, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι η εκμίσθωση ακινήτων σε δημόσιους και ημι-δημόσιους οργανισμούς μπορεί ενδεχομένως να θεωρηθεί υπηρεσία γενικού οικονομικού συμφέροντος η οποία είχε ανατεθεί στην AGVO, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην υπόθεση Altmark. Συνάγεται συνεπώς το συμπέρασμα ότι οι δωρεάν εγγυήσεις συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της συνθήκης ΛΕΕ.

(190)

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, στην απόφασή του στην υπόθεση Altmark, έκρινε ότι η αντιστάθμιση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας δεν συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, εφόσον πληρούνται σωρευτικά τέσσερα κριτήρια. Πρώτον, η δικαιούχος επιχείρηση πρέπει να είναι πράγματι επιφορτισμένη με την εκπλήρωση υποχρεώσεως παροχής δημόσιας υπηρεσίας, ενώ η υποχρέωση αυτή πρέπει να είναι σαφώς καθορισμένη […]. […]; «Δεύτερον, οι βασικές παράμετροι βάσει των οποίων θα υπολογιστεί η αντιστάθμιση πρέπει να έχουν προσδιοριστεί προηγουμένως αντικειμενικά και με διαφάνεια. η αντιστάθμιση δεν πρέπει να υπερβαίνει το μέτρο του αναγκαίου για την κάλυψη του συνόλου ή μέρους των δαπανών που πραγματοποιούνται για την εκπλήρωση υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών εσόδων και ενός εύλογου κέρδους· […] Τέταρτον, όταν η επιλογή της επιχειρήσεως στην οποία πρόκειται να ανατεθεί η εκπλήρωση υποχρεώσεως παροχής δημόσιας υπηρεσίας σε συγκεκριμένη περίπτωση δεν πραγματοποιείται στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως δημοσίας συμβάσεως, παρέχουσας τη δυνατότητα επιλογής του υποψηφίου που είναι σε θέση να παράσχει τις σχετικές υπηρεσίες με το μικρότερο, για το κοινωνικό σύνολο κόστος, το επίπεδο της απαραίτητης αντισταθμίσεως πρέπει να καθορίζεται βάσει αναλύσεως των δαπανών στις οποίες θα προέβαινε μια μέση επιχείρηση, με χρηστή διαχείριση και κατάλληλα εξοπλισμένη με μεταφορικά μέσα προς ικανοποίηση των απαιτήσεων σχετικά με την παροχή δημόσιας υπηρεσίας προκειμένου να εκπληρώσει τις ως άνω υποχρεώσεις, λαμβάνοντας υπόψη τα σχετικά έσοδα και ένα εύλογο κέρδος από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων αυτών». […]

(191)

Τα προαναφερθέντα κριτήρια δεν πληρούνται στην προκειμένη περίπτωση. Εκτός του ότι μπορεί κάλλιστα να αμφισβητηθεί το γεγονός ότι η AGVO ήταν επιφορτισμένη με την εκπλήρωση υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας όσον αφορά την εκμίσθωση ακινήτων σε δημόσιους και ημι-δημόσιους οργανισμούς, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι βελγικές αρχές επιβεβαίωσαν ρητώς ότι δεν είχαν προσδιοριστεί παράμετροι αντιστάθμισης. Επιπλέον, η AGVO δεν επέλεξε τη λύση της τήρησης ξεχωριστών λογαριασμών και συνεπώς τίποτα δεν εμπόδιζε την υπέρμετρη αντιστάθμιση και τις σταυροειδείς επιδοτήσεις μεταξύ των διαφόρων δραστηριοτήτων της AGVO. Επίσης, η AGVO δεν επιλέχθηκε μέσω διαδικασίας σύναψης δημόσιας σύμβασης, και οι βελγικές αρχές δεν μπόρεσαν να αποδείξουν ότι οι υπηρεσίες παρέχονται με το μικρότερο για το κοινωνικό σύνολο κόστος.

10.1.2.1.4.   Φόροι

(192)

Ο δήμος παρείχε στην AGVO το δικαίωμα να καθορίζει και να εισπράττει κοινοτικούς φόρους για τη χρήση του αλιευτικού λιμένα και της ιχθυόσκαλας.

(193)

Οι φόροι που συλλέγονταν συνεπώς από την AGVO αποτελούν, κατά τα φαινόμενα, πόρους στη διάθεση του δημοσίου, οι οποίοι είχαν εν μέρει μεταβιβαστεί στην AGVO (40). Επιπλέον, συνιστούν πλεονέκτημα το οποίο δεν θα είχε κανονικά η συγκεκριμένη επιχείρηση και, κατά συνέπεια, την ευνοούν κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της συνθήκης ΛΕΕ.

(194)

Στη προκειμένη περίπτωση, οι βελγικές αρχές ανέφεραν ότι η είσπραξη των φόρων εμπίπτει στα καθήκοντα δημόσιου συμφέροντος που έχουν ανατεθεί στην AGVO, και συγκεκριμένα στο καθήκον διαχείρισης του αλιευτικού λιμένα, και μάλιστα συνιστά ανταπόδοση για αυτά. Οι ίδιες, υποστηρίζουν ότι η μεταβίβαση των καθηκόντων και του δικαιώματος είσπραξης των φόρων πρέπει να εκτιμηθεί απλώς ως κατανομή καθηκόντων στους κόλπους του δημοσίου και δεν μπορεί να εξομοιωθεί με κρατική ενίσχυση.

(195)

Ωστόσο, όπως αποδείχθηκε ήδη στο σημείο 10.1.1 της παρούσας απόφασης, η AGVO θεωρείται ως επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της συνθήκης ΛΕΕ, γεγονός το οποίο οι βελγικές αρχές παραδέχθηκαν στην επιστολή τους της 27ης Νοεμβρίου 2009. Όπως αυτό διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 124, η διαχείριση του αλιευτικού λιμένα συνιστά οικονομική δραστηριότητα.

(196)

Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον το δικαίωμα είσπραξης των φόρων και χρήσης των εσόδων μπορούσε να θεωρηθεί ως αντιστάθμισμα της παροχής υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος και κατά πόσον πληρούνταν, συλλήβδην, τα κριτήρια της απόφασης Altmark.

(197)

Ωστόσο, όπως έχει ήδη διαπιστωθεί στην αιτιολογική σκέψη 191 της παρούσας απόφασης, τα κριτήρια αυτά δεν πληρούνται, εφόσον π.χ. δεν προσδιορίστηκαν παράμετροι αντιστάθμισης.

(198)

Τέλος, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι το δικαίωμα είσπραξης φόρων και χρήσης των συναφών προσόδων πρέπει να θεωρηθεί αντιστάθμιση/αποζημίωση για την παροχή καθηκόντων δημόσιου (μη οικονομικού) συμφέροντος, εξακολουθεί να ισχύει το γεγονός ότι η AGVO ασκεί επίσης εμπορικές δραστηριότητες, όπως ρητώς αναγνώρισαν οι βελγικές αρχές. Καθώς οι βελγικές αρχές παραδέχθηκαν επίσης ότι η AGVO δεν τηρούσε ξεχωριστούς λογαριασμούς και ότι ήταν επομένως αδύνατος ο διαχωρισμός των εξόδων και των εσόδων που σχετίζονταν με τα μη εμπορικά καθήκοντά της, δεν μπορεί να αποφευχθεί το ενδεχόμενο σταυροειδών επιδοτήσεων. Ως εκ τούτου, οι φόροι πρέπει να θεωρηθούν πλεονέκτημα.

10.1.2.1.5.   Συμπέρασμα

(199)

Βάσει των προαναφερθεισών αιτιολογικών σκέψεων, οι ενέργειες που περιγράφονται στα σημεία 10.1.2.1.1 έως και 10.1.2.1.4, παρείχαν πλεονέκτημα στην AGVO κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της συνθήκης ΛΕΕ.

10.1.2.2.    Πλεονεκτήματα που απολάμβανε η EVO

(200)

Η Επιτροπή εκτιμά ότι η EVO έλαβε ενισχύσεις απευθείας από τον δήμο, με τη μορφή της χορήγησης στην EVO δωρεάν εγγυήσεων για τη λήψη δανείων από ιδιωτικές τράπεζες, αλλά και μέσω της AGVO, με τη μορφή της παροχής άδειας δωρεάν χρήσης ακινήτων συνολικού εμβαδού 13 600 τ.μ., της δωρεάν χορήγησης εγγυήσεων για τη λήψη δανείων από ιδιωτικές τράπεζες και της διάθεσης αρχικού κεφαλαίου και αυξήσεων κεφαλαίου.

10.1.2.2.1.   Δωρεάν εγγυήσεις για τη λήψη δανείων

(201)

Όσον αφορά τις εγγυήσεις που χορηγήθηκαν από τον δήμο και την AGVO, η Επιτροπή παρατηρεί ότι δεν καταβλήθηκε το αγοραίο τίμημα για αυτές, καθώς χορηγήθηκαν τελείως δωρεάν. Επιπλέον, καλύπτουν ποσοστό υψηλότερο του 80 % του οφειλόμενου δανείου.

(202)

Οι βελγικές αρχές υποστηρίζουν ότι είναι συνηθισμένο να χορηγεί ένας μέτοχος δωρεάν εγγύηση υπέρ επιχείρησης την οποία ελέγχει. Ο ισχυρισμός αυτός, ωστόσο, δεν επαληθεύεται από κανένα αποδεικτικό στοιχείο. Επιπλέον, πολύ δύσκολα συμβαδίζει με τη συμπεριφορά ενός ιδιώτη επενδυτή. Υπό κανονικές συνθήκες, για τη χορήγηση μιας εγγύησης αυτού του είδους καταβάλλεται κατάλληλη προμήθεια η οποία αντικατοπτρίζει τους κινδύνους που συνδέονται με την εγγύηση (41), ακόμη και αν ο εγγυητής είναι μητρική εταιρεία (42). Επιπλέον, το Δικαστήριο έχει ήδη αποφανθεί ότι πρέπει να καταβάλλεται τίμημα για τις εμπορικές δραστηριότητες σύμφωνα με τις συνήθεις συνθήκες της αγοράς ακόμη και στους κόλπους ομίλων δημόσιων επιχειρήσεων (43).

(203)

Επισημαίνεται ακόμη, όπως αναφέρεται αναλυτικά στην αιτιολογική σκέψη 306, ότι η EVO έπρεπε να θεωρηθεί επιχείρηση που αντιμετώπιζε οικονομικές δυσχέρειες κατά την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση και των κατευθυντήριων γραμμών του 2004 για τις ενισχύσεις υπέρ της διάσωσης και της αναδιάρθρωσης προβληματικών επιχειρήσεων (44) («κατευθυντήριες γραμμές του 2004 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση»). Η οικονομική της κατάσταση ήταν δυσχερής καθ’ όλη την περίοδο 2003-2008. Στα τέλη του 2003, είχε εξανεμιστεί τουλάχιστον το ήμισυ του εγγεγραμμένου κεφαλαίου της και η κατάσταση αυτή δεν άλλαξε τα επόμενα χρόνια παρά τις διαδοχικές αυξήσεις κεφαλαίου.

(204)

Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, οι εγγυήσεις που χορηγούνται σε προβληματικές επιχειρήσεις θεωρείται ότι συνιστούν πιθανώς κρατικές ενισχύσεις (45).

(205)

Οι βελγικές αρχές πρόσθεσαν ότι χωρίς τη δωρεάν εγγύηση από τον δήμο, η EVO δεν θα μπορούσε να λάβει τα δάνεια. Κατά την άποψη της Επιτροπής, από την παραδοχή αυτή και από τη διαρκή οικονομική δυσπραγία της EVO προκύπτει ότι χωρίς την εν λόγω εγγύηση δεν θα είχαν συναφθεί ούτε τα δάνεια που χορήγησαν οι ιδιωτικές τράπεζες στηριζόμενες στη δωρεάν εγγύηση την οποία παρείχε ο δήμος (ή η AGVO). Συνεπώς, πλεονέκτημα στην EVO παρέχουν και τα δάνεια για τα οποία χορηγήθηκαν εγγυήσεις (46).

(206)

Τέλος, οι βελγικές αρχές υποστηρίζουν ότι οι εγγυήσεις πρέπει να εξεταστούν στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας.

(207)

Η Επιτροπή επισημαίνει, ωστόσο, ότι στο επιχειρηματικό σχέδιο δεν αναφέρονται ούτε η δωρεάν εγγύηση, ούτε οι επενδύσεις για τις οποίες συνάφθηκαν, κατά τα φαινόμενα, τα δάνεια. Επιπλέον, τα υπό εξέταση δάνεια και οι υπό εξέταση εγγυήσεις (που χρησιμοποιήθηκαν, δηλαδή, στην πράξη) δεν χορηγήθηκαν το 2002, κατά τη χρονική στιγμή σύστασης της EVO, αλλά αργότερα, το 2004 και το 2005. Από τις πολυάριθμες εγγυήσεις που χορηγήθηκαν προκύπτει επίσης ότι οι εγγυήσεις αυτές χορηγούνταν κατόπιν αιτήματος κάθε φορά που προβαλλόταν ο ισχυρισμός ότι η EVO χρειάζεται εγγύηση για να λάβει δάνειο από πιστωτικό ίδρυμα. Η Επιτροπή παρατηρεί επίσης ότι ένα από τα δάνεια που χορήγησε η Fortis, για το οποίο είχε δοθεί εγγύηση από τον δήμο, χρησιμοποιήθηκε τελικά για τη δανειοδότηση πλοιοκτητών. Η Επιτροπή δυσκολεύεται να κατανοήσει πώς η ενέργεια αυτή μπορεί να ενταχθεί στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης ή, έστω, του σχεδίου μελλοντικής ιδιωτικοποίησης της ιχθυόσκαλας.

(208)

Συνεπώς, κατά τη γνώμη της Επιτροπής, οι δωρεάν εγγυήσεις που χορήγησαν ο δήμος και η AGVO παρείχαν πλεονέκτημα στην EVO κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

10.1.2.2.2.   Ακίνητα

(209)

Οι βελγικές αρχές υποστήριξαν ότι η απόφαση της AGVO να παραχωρήσει στην EVO το δικαίωμα δωρεάν χρήσης των κτιρίων μπορεί να θεωρηθεί ότι συμβαδίζει με τα συνήθη πρότυπα της αγοράς βάσει των οποίων θα ενεργούσε ένας μέσος ιδιώτης επενδυτής σε παρόμοιες περιστάσεις.

(210)

Η Επιτροπή δεν μπορεί να δεχθεί τον ισχυρισμό αυτόν. Ο εν λόγω ισχυρισμός έρχεται ήδη σε αντίφαση με το γεγονός ότι οι ίδιες οι βελγικές αρχές υπέδειξαν ότι ο μελλοντικός στρατηγικός εταίρος θα καλείτο να συνάψει συμφωνία εκμίσθωσης για τη χρήση των ακινήτων της ιχθυόσκαλας και να καταβάλλει μίσθωμα. Επιπλέον, δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι η AGVO, η οποία είχε την πλήρη κυριότητα της EVO (47), προσδοκούσε ότι τα κέρδη της τελευταίας θα ήταν τόσο σημαντικά ώστε τα κεφαλαιακά κέρδη που θα αποκόμιζε από αυτήν να δικαιολογούν τη μη επιβολή μισθώματος. Εξάλλου, η ιχθυόσκαλα κατέγραφε κάθε χρόνο υψηλές κατά μέσο όρο ζημίες.

(211)

Οι βελγικές αρχές υποστήριξαν ότι η μη καταβολή μισθώματος αντισταθμιζόταν από το γεγονός ότι η EVO επιβαρυνόταν με τις δαπάνες ανακαίνισης και επισκευής της ιχθυόσκαλας οι οποίες κανονικά θα βάρυναν τον ιδιοκτήτη. Σύμφωνα με τις βελγικές αρχές, η EVO δαπάνησε 182 377,31 ευρώ από το 2002 και μετά για εργασίες ανακαίνισης και υποδομής στην ιχθυόσκαλα.

(212)

Η Επιτροπή επισημαίνει καταρχάς ότι οι βελγικές αρχές δεν υπέβαλαν έγγραφα τα οποία επιβεβαιώνουν ότι η EVO είχε την υποχρέωση να καλύπτει όλες τις δαπάνες ανακαίνισης των ακινήτων της ιχθυόσκαλας. Ούτε υπέβαλαν έγγραφα τα οποία να επιβεβαιώνουν ότι η EVO δαπάνησε πράγματι 182 377,31 ευρώ για εργασίες ανακαίνισης.

(213)

Η Επιτροπή επισημαίνει περαιτέρω ότι οι βελγικές αρχές δεν απέδειξαν ούτε ότι είναι ασυνήθιστο να επιβαρύνεται ο μισθωτής με τις δαπάνες ανακαίνισης ούτε ότι δεν οφείλει να καταβάλλει μίσθωμα όταν συμβαίνει αυτό. Ούτε διευκρίνισαν, τέλος, τι είδους εργασίες πραγματοποιήθηκαν, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κρίνει η Επιτροπή εάν οι εν λόγω εργασίες ήταν πράγματι ασυνήθιστες για έναν μισθωτή. Επιπλέον, από το υποβληθέν σχετικό έγγραφο προκύπτει ότι κατά την περίοδο 2004-2007 η AGVO πραγματοποίησε εργασίες ανακαίνισης της ιχθυόσκαλας αξίας 36 497,40 ευρώ. Αυτό δεν φαίνεται να συμβαδίζει με τη δήλωση των βελγικών αρχών βάσει της οποίας η EVO επιβαρυνόταν με όλες τις δαπάνες συντήρησης και ανακαίνισης.

(214)

Επιπλέον, οι βελγικές αρχές δεν προσκόμισαν κανένα αποδεικτικό στοιχείο από το οποίο να προκύπτει ότι το ποσό των 182 377,31 ευρώ που ισχυρίζεται ότι δαπάνησε η EVO για εργασίες ανακαίνισης αντιστοιχούσε στο μίσθωμα που έπρεπε κανονικά να εισπραχθεί για πέντε τουλάχιστον χρόνια χρήσης ακινήτων συνολικού εμβαδού 13 600 τ.μ. υπό τις συνήθεις συνθήκες της αγοράς.

(215)

Επιπλέον, ακόμη και αν οι δαπάνες ανακαίνισης θεωρηθούν ιδιαίτερα υψηλές καθώς και ότι αποτελούν κάποιο είδος αποζημίωσης για τη χρήση των ακινήτων, κάτι που δεν αποδείχθηκε από τις βελγικές αρχές, το επιχειρηματικό σχέδιο της 21ης Νοεμβρίου 2001 ανέφερε σαφώς ότι δεδομένου η ιχθυόσκαλα είχε εκσυγχρονιστεί προσφάτως, δεν αναμένονταν σημαντικές επενδύσεις κατά την επόμενη δεκαετία. Κατά συνέπεια, η AGVO παρείχε πλεονέκτημα στην EVO με την απόφαση που έλαβε το 2002 να θέσει δωρεάν στη διάθεση της τελευταίας τα ακίνητα, χωρίς την εύλογη προσδοκία οι δαπάνες που θα προέκυπταν από την υποτιθέμενη υποχρέωση της EVO να καλύπτει οικονομικώς τη συντήρησή τους να ισούνταν τουλάχιστον με το μίσθωμα που θα προτίθετο να καταβάλει μια επιχείρηση για τα εν λόγω ακίνητα. Δεδομένου ότι το κατά πόσον η AGVO ενήργησε ως μέσος ιδιώτης επενδυτής πρέπει να εξεταστεί υπό το φως των στοιχείων που ήταν διαθέσιμα κατά τη χρονική στιγμή λήψης της απόφασης (48), συνάγεται το συμπέρασμα ότι, κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, η EVO έλαβε το 2002 κρατική ενίσχυση εφόσον της παραχωρήθηκε δωρεάν η χρήση ακινήτων συνολικού εμβαδού 13 600 τ.μ.

10.1.2.2.3.   Αρχικό κεφάλαιο και επακόλουθες αυξήσεις κεφαλαίου

(216)

Όσον αφορά το αρχικό κεφάλαιο ύψους περίπου 370 000 ευρώ που χορηγήθηκε στην EVO, η Επιτροπή παραπέμπει στην ανάλυση του σχετικού θέματος στο σημείο 10.1.2.1.1 της παρούσας απόφασης. Οι βελγικές αρχές επιβεβαίωσαν πράγματι ότι το αρχικό κεφάλαιο της EVO χρηματοδοτήθηκε μέσω του αρχικού κεφαλαίου της AGVO. Όπως έχει επισημάνει ήδη η Επιτροπή, κανένας ιδιώτης επενδυτής δεν θα επέλεγε να αναδιαρθρώσει την ιχθυόσκαλα και να επενδύσει σε αυτήν 250 εκατ. βελγικά φράγκα. Δεν θα επέλεγε δε πολύ περισσότερο να πράξει κάτι τέτοιο και να συστήσει μια εξ ολοκλήρου θυγατρική με μέρος του νέου κεφαλαίου.

(217)

Όσον αφορά τις αυξήσεις κεφαλαίου μέσω της διαγραφής χρεών εκ μέρους της AGVO, η Επιτροπή παραπέμπει επίσης στην ανάλυση του σχετικού θέματος στο σημείο 10.1.2.1.1 της παρούσας απόφασης. Οι βελγικές αρχές επιβεβαίωσαν πράγματι ότι οι αυξήσεις κεφαλαίου είχαν επίσης (εν μέρει) (49) χρηματοδοτηθεί μέσω του αρχικού κεφαλαίου της AGVO.

(218)

Υπάρχουν πάντως και άλλοι λόγοι για τους οποίους πρέπει να θεωρηθεί ότι η AGVO δεν ενήργησε όπως θα ενεργούσε ένας ιδιώτης επενδυτής στην ίδια περίπτωση.

(219)

Οι δημόσιες επενδύσεις θεωρούνται κρατικές ενισχύσεις όταν καθίσταται προφανές ότι η οικονομική θέση της ενδιαφερόμενης εταιρείας, και συγκεκριμένα η διάρθρωση και ο όγκος των χρεών της, είναι τέτοια ώστε δεν είναι δυνατόν να αναμένεται κανονική απόδοση (σε μερίσματα ή σε κεφαλαιακά κέρδη) εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την επένδυση του κεφαλαίου.

(220)

Η Επιτροπή παρατηρεί ότι η πρώτη αύξηση κεφαλαίου μέσω διαγραφής χρέους πραγματοποιήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2004, δηλαδή ενάμιση περίπου χρόνο μετά τη σύσταση της EVO. Η αύξηση του κεφαλαίου επιλέχθηκε προφανώς ως μέτρο για την αντιστάθμιση των σοβαρών ζημιών της EVO. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για τις αυξήσεις κεφαλαίου το 2005 και το 2007. Τα μέτρα αυτά δεν ελήφθησαν προφανώς με σκοπό τη βραχυπρόθεσμη ή έστω μακροπρόθεσμη απόδοση κεφαλαίου αλλά απλώς με σκοπό την αντιστάθμιση παλαιών ζημιών. Κανένας ιδιώτης επενδυτής δεν θα αποφάσιζε να προβεί σε αυξήσεις κεφαλαίου, πόσο μάλλον στις δύο τελευταίες αυξήσεις. Η EVO δεν ήταν σε καλή χρηματοπιστωτική και οικονομική θέση και δεν αναμενόταν βελτίωση της κατάστασης όπως αναφερόταν στο επιχειρηματικό σχέδιο το οποίο προέβλεπε σταθερή μείωση –αντί για ταχεία αύξηση– των ζημιών. Πράγματι, στα τέλη του 2003 είχε ήδη εξανεμιστεί τουλάχιστον το ήμισυ του εγγεγραμμένου κεφαλαίου της EVO, κατάσταση η οποία δεν άλλαξε τα επόμενα χρόνια παρά τις διαδοχικές αυξήσεις κεφαλαίου. Χωρίς καμία προοπτική μελλοντικής απόδοσης του κεφαλαίου, κανένας ιδιώτης επενδυτής δεν θα επέλεγε να αυξήσει το κεφάλαιο της εταιρείας προκειμένου να αντισταθμίσει τις ζημίες (50). Αντιθέτως, θα εξέταζε σοβαρά άλλες διαθέσιμες επιλογές (κλείσιμο, πώληση κ.λπ.) και θα ζητούσε τουλάχιστον ορισμένες εγγυήσεις ή μέτρα αναδιάρθρωσης. Επίσης, η συγκεκριμένη μορφή αύξησης του κεφαλαίου (διαγραφή χρέους) επιβεβαιώνει ότι οι εν λόγω αυξήσεις κεφαλαίου δεν μπορούν να εξετασθούν στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης που είχε σχεδιαστεί το 2001.

(221)

Επίσης, επισημαίνεται ότι η EVO πρέπει να θεωρηθεί εταιρεία που αντιμετώπιζε οικονομικές δυσχέρειες (51). Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, οι αυξήσεις κεφαλαίου που χορηγούνται σε προβληματικές επιχειρήσεις θεωρείται ότι συνιστούν κρατικές ενισχύσεις (52).

(222)

Κατά συνέπεια, οι διαδοχικές αυξήσεις κεφαλαίου που χορηγήθηκαν στην EVO της παρείχαν ευνοϊκή μεταχείριση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της συνθήκης ΛΕΕ.

10.1.2.3.    Πλεονεκτήματα που απολάμβανε η Pakhuizen

(223)

Βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών, η Επιτροπή εκτιμά ότι η σύμβαση μακροχρόνιας μίσθωσης που είχε συνάψει η Pakhuizen για τη χρήση των ακινήτων (53) της παρέχει πλεονέκτημα. Πρώτον, η χρέωση ποσού ύψους μόνο 25 ευρώ κατ’ έτος δεν μπορεί να θεωρηθεί σύνηθες τίμημα για μια μακροχρόνια (45 χρόνια) μίσθωση ακινήτων συνολικού εμβαδού 14 754 τ.μ., ακόμη και αν τα ακίνητα είναι σε πολύ κακή κατάσταση και χρειάζονταν ανακαίνιση. Το γεγονός ότι η Pakhuizen βαρύνεται με την ευθύνη της ανακαίνισης των ακινήτων δεν επηρεάζει τα προαναφερθέντα. Πράγματι, σύμφωνα με το βελγικό δίκαιο (54), ο ιδιοκτήτης των ακινήτων δεν υποχρεούται να επισκευάζει τα ακίνητα. Ο μισθωτής, αντιθέτως, υποχρεούται να διατηρεί τα ακίνητα σε καλή κατάσταση και να πραγματοποιεί όλες τις συνήθεις εργασίες επισκευής. Οι βελγικές αρχές δεν απέδειξαν ότι οι εργασίες ανακαίνισης που όφειλε να πραγματοποιεί η Pakhuizen δυνάμει της σύμβασης μακροχρόνιας μίσθωσης υπερέβαιναν τις «συνήθεις εργασίες επισκευής», ούτε παρείχαν αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι το κόστος που απορρέει από τη συγκεκριμένη υποχρέωση ισούται με το μίσθωμα που θα μπορούσε να εισπράττεται για τα ακίνητα υπό τις συνήθεις συνθήκες της αγοράς.

(224)

Ακόμη, οι βελγικές αρχές παραδέχθηκαν ότι η Pakhuizen δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις ανακαίνισης που τη βάρυναν ούτε σεβάστηκε τον σκοπό για τον οποίο προορίζονταν τα ακίνητα. Ο δήμος δεν έλαβε, κατά τα φαινόμενα, κανένα μέτρο κατά της Pakhuizen για την εκτέλεση της σύμβασης, παρότι είχε το δικαίωμα να το πράξει. Συνεπώς, ακόμη και αν το μίσθωμα των 25 ευρώ κατ’ έτος θεωρηθεί, σε σχέση με τα έξοδα ανακαίνισης, αντίστοιχο των τιμών της αγοράς –κάτι που δεν ισχύει– η Pakhuizen απολαμβάνει σε κάθε περίπτωση πλεονέκτημα από τη στιγμή που καθίσταται προφανές ότι ο δήμος παραιτήθηκε από την εκτέλεση της σύμβασης.

(225)

Επιπλέον, όσον αφορά την εκμίσθωση των ακινήτων στην Pakhuizen υπό τον όρο να συντηρεί και να ανακαινίζει τα ακίνητα επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με την αρχή του ιδιώτη επενδυτή σε συνθήκες οικονομίας της αγοράς, και λαμβανομένων επίσης υπόψη των προϋποθέσεων που αναφέρονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με στοιχεία κρατικής ενίσχυσης στις πωλήσεις γηπέδων-οικοπέδων και ακινήτων από τις δημόσιες αρχές, η δημόσια αρχή μπορεί να θεωρηθεί ότι ενεργεί ως επιχείρηση σε συνθήκες οικονομίας της αγοράς όταν αναθέτει τις συμβάσεις της στην υψηλότερη δυνατή τιμή μέσω ανοιχτής, διαφανούς πρόσκλησης υποβολής προσφορών χωρίς διακρίσεις, στον πλειοδοτούντα ή κατόπιν εκτίμησης της αγοραίας αξίας από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα. Στην προκειμένη περίπτωση δεν φαίνεται, όμως, να τηρήθηκαν τα ανωτέρω.

(226)

Τέλος, η προαναφερθείσα ανάλυση δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι ύστερα από 27 χρόνια ο ιδιοκτήτης των ακινήτων (αρχικά ο δήμος, στη συνέχεια η AGVO) δικαιούται το ήμισυ των ετήσιων κερδών της Pakhuizen. Αυτό το πλεονέκτημα είναι πολύ μακρινό και αβέβαιο ώστε να έχει οποιαδήποτε απτή καθαρή αξία για τον ιδιοκτήτη των ακινήτων στο παρόν. Επιπλέον, ακόμη και αν έχει αξία, οι βελγικές αρχές δεν απέδειξαν ότι η εν λόγω αξία –ακόμη και σε συνδυασμό με το μίσθωμα των 25 ευρώ το έτος συν τις (μη τακτικές) δαπάνες ανακαίνισης– είναι τόσο υψηλή ώστε να αντιστοιχεί στο μίσθωμα που προβλέπεται στην αγορά για τη χρήση των ακινήτων από την Pakhuizen.

(227)

Κατά συνέπεια, η Pakhuizen επωφελείται σε ετήσια βάση όσον αφορά τις δαπάνες λειτουργίας της, γεγονός που συνιστά ευνοϊκή μεταχείριση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

(228)

Όσον αφορά το διάστημα μετά τις 26 Μαρτίου 2004, την ημερομηνία κατά την οποία η AGVO απέκτησε την πλήρη κυριότητα των υπό συζήτηση ακινήτων, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η σύμβαση εκμίσθωσης συνέχισε να ισχύει με τους ίδιους ακριβώς όπως και στο παρελθόν όρους, και ότι η Pakhuizen συνέχισε επομένως να έχει πλεονέκτημα.

10.1.2.4.    Πλεονεκτήματα που απολάμβαναν οι αλιευτικές επιχειρήσεις οι οποίες έκαναν χρήση των υπηρεσιών της EVO και της Pakhuizen

(229)

Στην απόφασή της για κίνηση της επίσημης διαδικασίας εξέτασης, η Επιτροπή παρατηρεί ότι η EVO και πιθανώς και η Pakhuizen παρείχαν τις υπηρεσίες τους σε αλιευτικές επιχειρήσεις που χρησιμοποιούσαν την ιχθυόσκαλα σε τιμές χαμηλότερες από αυτές που θα πρότεινε μία μέση ιδιωτική επιχείρηση.

(230)

Κατά τα φαινόμενα, η EVO καλύπτει το σύνολο ή μέρος των δαπανών μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων με αλιεύματα από διάφορα μέρη της Ευρώπης προς δημοπράτηση στην Οστάνδη. Επιπλέον, η EVO χορηγεί δάνεια σε τιμές χαμηλότερες, κατά τα φαινόμενα, από αυτές που ισχύουν στην αγορά υπό τον όρο η δανειοδοτούμενη επιχείρηση να διαθέτει τα αλιεύματά της προς πώληση στην ιχθυόσκαλα της Οστάνδης.

(231)

Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις των τρίτων ενδιαφερομένων, η EVO εφαρμόζει πρακτικές που διαταράσσουν την ομαλή λειτουργία του ανταγωνισμού στην αγορά, όμως η Επιτροπή δεν έχει στη διάθεσή της σχετικά αποδεικτικά στοιχεία. Οι βελγικές αρχές αμφισβήτησαν το γεγονός ότι η EVO παρείχε υπηρεσίες σε τιμές χαμηλότερες της αγοράς.

(232)

Παρότι η Επιτροπή έχει στη διάθεσή της ελάχιστα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τους εμπορικούς όρους βάσει των οποίων παρείχε τις υπηρεσίες της η EVO, δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο οι επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν την ιχθυόσκαλα της Οστάνδης να ευνοούνται, κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της συνθήκης ΛΕΕ. Πάντως, στην παρούσα χρονική στιγμή, η Επιτροπή θεωρεί ότι ευσταθεί σε κάποιον βαθμό το επιχείρημα των βελγικών αρχών σύμφωνα με το οποίο το γεγονός ότι, χάρη στις κρατικές ενισχύσεις, η EVO μπορούσε να παρέχει τις υπηρεσίες της με καλύτερους όρους από ό,τι εάν δεν λάμβανε τις ενισχύσεις δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι οι κρατικές ενισχύσεις ευνοούσαν τους πλοιοκτήτες και τις αλιευτικές επιχειρήσεις.

(233)

Για τους λόγους αυτούς, η Επιτροπή εκτιμά ότι δεν είναι δυνατό να συναχθεί με βεβαιότητα το συμπέρασμα ότι οι πλοιοκτήτες απολάμβαναν πλεονεκτήματα. Επιπλέον, είναι πιθανό τα πλεονεκτήματα αυτά να παύσουν ή τουλάχιστον να μειωθούν σημαντικά καθώς η Επιτροπή με την παρούσα απόφαση διατάσσει τον τερματισμό και την ανάκτηση των κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στις εταιρείες AGVO, EVO και Pakhuizen. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο βασικός δικαιούχος των κρατικών ενισχύσεων είναι η αναδιαρθρωμένη ιχθυόσκαλα η οποία χρησιμοποίησε τις ενισχύσεις για να διατηρηθεί στην αγορά και να αυξήσει το μερίδιό της σε αυτήν παρέχοντας υπηρεσίες με ζημίες και διαταράσσοντας έτσι την ομαλή λειτουργία της αγοράς.

10.1.3.   ΚΡΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ

(234)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι υπό συζήτηση δραστηριότητες αφορούν ενέργειες του ίδιου του δήμου καθώς και ενέργειες χρηματοδοτούμενες από κρατικούς πόρους και καταλογιστέες στον δήμο.

10.1.3.1.    Χορήγηση ενισχύσεων από τη δημόσια αρχή

(235)

Πρώτον, ο δήμος χορήγησε ενισχύσεις στην AGVO διαθέτοντάς της αρχικό κεφάλαιο χρηματοδοτούμενο από τον προϋπολογισμό του, παρέχοντάς της δωρεάν εγγυήσεις για δάνεια από ιδιωτικές τράπεζες, μεταβιβάζοντάς της την κυριότητα των ακινήτων του και παρέχοντάς της το δικαίωμα να καθορίζει και να εισπράττει κοινοτικούς φόρους. Ενισχύσεις χορήγησε επίσης στην Pakhuizen μέσω της σύμβασης μακροχρόνιας μίσθωσης για τη χρήση των ακινήτων του, όπως και στην EVO στην οποία παρείχε δωρεάν εγγυήσεις για δάνεια από ιδιωτικές τράπεζες.

(236)

Τα μέτρα αυτά χρηματοδοτούνται συνεπώς από κρατικούς πόρους και καταλογίζονται στο κράτος.

10.1.3.2.    Ενέργειες καταλογιστέες στη δημόσια αρχή

(237)

Δεύτερον, όσον αφορά τα πλεονεκτήματα που χορηγήθηκαν από την AGVO στην EVO και από την AGVO στην Pakhuizen, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, σύμφωνα με τα αντίστοιχα καταστατικά, η AGVO είναι ο μοναδικός μέτοχος της EVO (πέραν του κ. Miroir, ο οποίος είναι κάτοχος μιας και μόνον από τις δεκαπέντε χιλιάδες μετοχές και είναι μέλος του δημοτικού συμβουλίου) και της Pakhuizen και διορίζει όλα τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των δύο αυτών επιχειρήσεων. Ο δήμος είναι ο μοναδικός μέτοχος της AGVO και το δημοτικό συμβούλιο διορίζει όλα τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της AGVO. Ως εκ τούτου, ο δήμος είναι σε θέση να ασκεί καθοριστική επιρροή στην AGVO.

(238)

Επιπλέον, σύμφωνα με το καταστατικό της, η AGVO είναι επιφορτισμένη με τη διαχείριση, την ανάπτυξη και την εκμετάλλευση της ιχθυόσκαλας και της αλιευτικής αποβάθρας της Οστάνδης και των παραρτημάτων της, καθώς και με την ανάπτυξη κάθε άλλης δραστηριότητας που σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με τις προαναφερθείσες. Με άλλα λόγια, η AGVO υποχρεούται, βάσει του καταστατικού της, να συμμετέχει στη διαχείριση της ιχθυόσκαλας.

(239)

Όσον αφορά συγκεκριμένα τη μακροχρόνια μίσθωση ακινήτων στην Pakhuizen, η μίσθωση αυτή παραχωρήθηκε απευθείας από τον δήμο.

(240)

Συνεπώς, λαμβανομένης υπόψη της υπόθεσης Stardust  (55) και δεδομένης της κρατικής στήριξης που παρασχέθηκε στις επιχειρήσεις αυτές όπως προαναφέρθηκε, η AGVO πρέπει να θεωρηθεί οργανισμός ελεγχόμενος από το κράτος και οι αποφάσεις της σχετικά με την εισφορά κεφαλαίων και με τη χορήγηση δωρεάν εγγυήσεων για δάνεια στην EVO, καθώς και οι αποφάσεις σχετικά με την εκχώρηση στην EVO του δικαιώματος να χρησιμοποιεί δωρεάν ακίνητα, θεωρήθηκαν αποφάσεις χρηματοδοτούμενες από κρατικούς πόρους και καταλογιστέες στη δημόσια αρχή.

(241)

Οι βελγικές αρχές δεν αμφισβήτησαν τα συμπεράσματα αυτά. Αντιθέτως, επιβεβαίωσαν ότι ο δήμος ήλεγχε την EVO και την Pakhuizen, μέσω της AGVO (56).

10.1.4.   ΣΤΡΕΒΛΩΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ

(242)

Οι δραστηριότητες του δήμου ευνοούν τις εταιρείες AGVO, EVO και Pakhuizen, οι οποίες συγκροτούν όμιλο επιχειρήσεων που δραστηριοποιείται σε μια κοινή αγορά, δημοπρατώντας αλιεύματα και παρέχοντας συναφείς υπηρεσίες στον αλιευτικό κλάδο.

(243)

Η αγορά δημοπράτησης ιχθύων είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστική. Υπάρχει έντονος άμεσος ανταγωνισμός μεταξύ των ιχθυοσκαλών των γειτονικών κρατών μελών για την προσέλκυση αλιέων από διάφορα κράτη μέλη. Κατά συνέπεια, η παροχή ευνοϊκής μεταχείρισης σε κάποιον από τους παράγοντες της αγοράς στρεβλώνει ή απειλεί να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στις ιχθυόσκαλες και δύναται έτσι να επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών.

(244)

Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται και από τις παρατηρήσεις των τρίτων ενδιαφερομένων. Πράγματι, ιχθυόσκαλες ή ενώσεις ιχθυοσκαλών από το Ηνωμένο Βασίλειο, τις Κάτω Χώρες και άλλες ευρωπαϊκές χώρες εκδήλωσαν ενδιαφέρον για τη συγκεκριμένη υπόθεση και περιέγραψαν αναλυτικά τις επιπτώσεις που αντιλήφθηκαν ότι είχαν οι κρατικές ενισχύσεις στις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες.

(245)

Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, σύμφωνα με τις βελγικές αρχές, ενδιαφέρον για την αγορά της ιχθυόσκαλας της Οστάνδης είχαν εκδηλώσει όχι μόνο βελγικές αλλά και άλλες ιχθυαγορές από άλλα κράτη μέλη.

(246)

Όσον αφορά τις αγορές υπηρεσιών εκμίσθωσης, η παροχή ενισχύσεων σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους κλάδους αυτούς μπορεί να προκαλέσει στρέβλωση του ανταγωνισμού με επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες εκμίσθωσης σε άλλους αλιευτικούς λιμένες, ακόμη και άλλων κρατών μελών, και με επιχειρήσεις που διαθέτουν ακίνητα προς εκμίσθωση κοντά στον αλιευτικό λιμένα της Οστάνδης (στις οποίες μπορεί κάλλιστα να συγκαταλέγονται επιχειρήσεις από άλλα κράτη μέλη). Επίσης, οι κρατικές ενισχύσεις ενδέχεται να συνέβαλαν στη διατήρηση ή στην ενίσχυση της θέσης της AGVO και της Pakhuizen στην αγορά, των οποίων οι δραστηριότητες θα εξαγοράζονταν ή θα μπορούσαν να εξαγοραστούν από άλλη επιχείρηση, σε περίπτωση που δεν υπήρχαν οι ενισχύσεις. Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, η ύπαρξη κινδύνου στρέβλωσης του ανταγωνισμού φαίνεται από το γεγονός και μόνο ότι η ανταγωνιστικότητα μιας επιχείρησης ενισχύεται σε σχέση με ανταγωνίστριες επιχειρήσεις μέσω της εξασφάλισης οικονομικού πλεονεκτήματος το οποίο δεν θα απολάμβανε διαφορετικά κατά την κανονική πορεία των επιχειρηματικών της δραστηριοτήτων (57).

(247)

Όσον αφορά τις δραστηριότητες διαχείρισης των αλιευτικών λιμένων, η Επιτροπή εκτιμά ότι η παροχή ενισχύσεων σε επιχειρήσεις αυτού του κλάδου μπορεί κάλλιστα να προκαλέσει στρέβλωση του ανταγωνισμού με επιχειρήσεις οι οποίες διαχειρίζονται άλλους αλιευτικούς λιμένες που είναι ανταγωνιστές του αλιευτικού λιμένα της Οστάνδης. Επίσης, οι κρατικές ενισχύσεις ενδέχεται να συμβάλλουν στη διατήρηση ή στην ενίσχυση της θέσης μιας επιχείρησης στην αγορά, της οποίας οι δραστηριότητες θα εξαγοράζονταν ή θα μπορούσαν να εξαγοραστούν από άλλη επιχείρηση, σε περίπτωση που δεν υπήρχαν οι ενισχύσεις (58).

(248)

Η Επιτροπή επιθυμεί να προσθέσει ότι παρότι η AGVO και η Pakhuizen δεν δραστηριοποιούνται άμεσα στην αγορά δημοπράτησης ιχθύων, παρέχουν επικουρικές υπηρεσίες οι οποίες έχουν μάλιστα επιπτώσεις στην ελκυστικότητα της ιχθυόσκαλας. Η Επιτροπή επισημαίνει ακόμη ότι η AGVO δραστηριοποιείται εμμέσως στην αγορά δημοπράτησης ιχθύων μέσ της θυγατρικής της EVO. Οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στην AGVO και στην Pakhuizen μπορούν επομένως όχι μόνο να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό και να επηρεάσουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές στη συγκεκριμένη αγορά όπου δραστηριοποιούνται (αγορά υπηρεσιών εκμίσθωσης και αγορά αλιευτικών λιμένων), αλλά και στην αγορά δημοπράτησης ιχθύων.

10.1.5.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(249)

Βάσει των προαναφερθέντων, η Επιτροπή εκτιμά ότι οι ακόλουθες δραστηριότητες πρέπει να θεωρηθούν ότι πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 107 παράγραφος 1 της συνθήκης ΛΕΕ και ότι συνιστούν συνεπώς κρατικές ενισχύσεις:

α)

τα πλεονεκτήματα που χορηγήθηκαν στην AGVO με τις ακόλουθες αποφάσεις του δήμου:

να εισφέρει στην AGVO αρχικό κεφάλαιο 250 εκατ. βελγικών φράγκων (6 179 338 ευρώ),

να παραχωρήσει στην AGVO το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης της γης και των ακινήτων που βρίσκονται εντός του αλιευτικού λιμένα,

να μεταβιβάσει ακίνητα στην AGVO,

να παράσχει δωρεάν εγγυήσεις για δάνεια στην AGVO,

να παραχωρήσει στην AGVO το δικαίωμα είσπραξης και χρήσης των κοινοτικών φόρων·

β)

τα πλεονεκτήματα που χορηγήθηκαν στην EVO με την απόφαση:

του δήμου να χορηγήσει στην EVO δωρεάν εγγυήσεις για τη λήψη δανείων υπέρ της EVO,

της AGVO να μην ζητήσει μισθώματα από την EVO για τη χρήση των ακινήτων της και

της AGVO να διαθέσει στην EVO αρχικό κεφάλαιο και αυξήσεις κεφαλαίου συνολικού ύψους 3 969 000 ευρώ·

γ)

τα πλεονεκτήματα που χορηγήθηκαν στην Pakhuizen, από τον δήμο ή/και στη συνέχεια από την AGVO, μέσω της σύμβασης μακροχρόνιας μίσθωσης για τη χρήση των ακινήτων της.

10.2.   ΣΥΜΒΙΒΑΣΙΜΟ

(250)

Οι κρατικές ενισχύσεις μπορούν να χαρακτηριστούν συμβιβάσιμες με την εσωτερική αγορά εφόσον συμμορφώνονται με κάποια από τις εξαιρέσεις που αναφέρονται στη ΣΛΕΕ. Οι υπό συζήτηση επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται κατά κύριο λόγο στον αλιευτικό κλάδο. Δραστηριοποιούνται επίσης στην αγορά υπηρεσιών εκμίσθωσης. Η Επιτροπή εκτιμά ότι η AGVO, ως υπεύθυνη για τη διαχείριση του αλιευτικού λιμένα, και η EVO, ως υπεύθυνη για τη λειτουργία της ιχθυόσκαλας, είναι επιχειρήσεις των οποίων μεγάλο μέρος των δραστηριοτήτων πρέπει να θεωρηθεί ότι εμπίπτει στο πεδίο του αλιευτικού κλάδου. Όσον αφορά, πάντως, τη Pakhuizen, η δραστηριοποίησή της στον αλιευτικό κλάδο δεν είναι εξίσου προφανής.

(251)

Όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις στον αλιευτικό κλάδο, οι τελευταίες δύνανται να θεωρηθούν συμβατές με την εσωτερική αγορά μόνον όταν συμμορφώνονται με τις προϋποθέσεις των κατευθυντήριων γραμμών για την αλιεία. Σύμφωνα με το σημείο 5.3 των σήμερα ισχυουσών κατευθυντήριων γραμμών, κάθε «παράνομη ενίσχυση» κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 θα εξετάζεται με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές που ίσχυαν τη χρονική στιγμή έναρξης ισχύος της διοικητικής πράξης θέσπισης της ενίσχυσης. Ως εκ τούτου, οι ενισχύσεις πρέπει να αξιολογηθούν βάσει των κατευθυντήριων γραμμών για την αλιεία, των ετών 2001, 2004 και 2008.

(252)

Δεδομένου ότι η Pakhuizen δεν μπορεί να θεωρηθεί αλιευτική επιχείρηση, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η αξιολόγηση των ενισχύσεων πρέπει να βασιστεί στους γενικούς κανόνες που ισχύουν για όλους τους κλάδους και στους στόχους των ενισχύσεων.

(253)

Η Επιτροπή επισημαίνει, τέλος, ότι οι βελγικές αρχές δεν αμφισβήτησαν την ανάλυση της Επιτροπής σχετικά με το συμβιβάσιμο.

10.2.1.   ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΠΟΥ ΧΟΡΗΓΗΘΗΚΕ ΣΤΗΝ AGVO

(254)

Όσον αφορά την κρατική ενίσχυση που χορήγησε ο δήμος στην AGVO, στο πλαίσιο της αξιολόγησης επιβάλλεται να γίνει διάκριση μεταξύ των διαφόρων ενεργειών και των ημερομηνιών στις οποίες πραγματοποιήθηκαν.

10.2.1.1.    Αρχικό κεφάλαιο

(255)

Οι βελγικές αρχές υποστήριξαν ότι η διάθεση του αρχικού κεφαλαίου πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας της Οστάνδης.

(256)

Σύμφωνα με το σημείο 2.2.4 των κατευθυντήριων γραμμών του 2001 για την αλιεία, που ίσχυαν κατά τη χρονική στιγμή της αναδιάρθρωσης, οι ενισχύσεις για την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων πρέπει να αξιολογούνται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις ενισχύσεις υπέρ της διάσωσης και της αναδιάρθρωσης προβληματικών επιχειρήσεων που ίσχυαν τη χρονική στιγμή χορήγησης της ενίσχυσης, ήτοι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του 1999, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας (59).

(257)

Κατά την έννοια του σημείου 2.1 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999, μια εταιρεία θεωρείται προβληματική όταν δεν είναι σε θέση, με ίδιους πόρους ή με πόρους που μπορεί να λάβει από τους ιδιοκτήτες/μετόχους της ή από πιστωτές, να περιορίσει ζημίες οι οποίες, απουσία εξωτερικής παρέμβασης των δημοσίων αρχών, θα την οδηγούσαν προς μία σχεδόν βέβαιη οικονομική κατάρρευση, βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα. Τα χαρακτηριστικά μιας προβληματικής επιχείρησης είναι το αυξανόμενο επίπεδο ζημίας, η μείωση του κύκλου εργασιών, η αύξηση των αποθεμάτων, το πλεόνασμα ικανότητας, η μείωση των ταμειακών ρευστών, η αύξηση της χρέωσης και των επιβαρύνσεων λόγω τόκων, καθώς και η μείωση ή ο μηδενισμός της καθαρής αξίας των δραστηριοτήτων.

(258)

Κατά την άποψη της Επιτροπής, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, το 2001, η ιχθυόσκαλα της Οστάνδης παρουσίαζε όλα τα χαρακτηριστικά μιας «προβληματικής επιχείρησης». Πράγματι, όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 17, από το 1991 μέχρι το 2001, το μερίδιό της όσον αφορά τις εκφορτώσεις ιχθύων σε βελγικούς λιμένες μειώθηκε κατά 37 % στο 20 % περίπου. Από το 1997 μέχρι το 2001 ο κύκλος εργασιών της ιχθυόσκαλας μειώθηκε από 20 550 000 ευρώ σε 13 440 000 ευρώ και επί σειρά ετών ο δήμος είχε κατά μέσο όρο ετήσιες ζημίες ύψους 1 850 000 ευρώ. Ως εκ τούτου, το 2001 ο δήμος κλήθηκε να αποφασίσει εάν θα έκλεινε την ιχθυόσκαλα ή εάν θα προέβαινε στην αναδιάρθρωσή της. Η Επιτροπή εκτιμά συνεπώς ότι η ιχθυόσκαλα της Οστάνδης χαρακτηρίζεται «προβληματική επιχείρηση» κατά την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση. Οι βελγικές αρχές δεν αμφισβήτησαν το συμπέρασμα αυτό.

(259)

Παρότι η AGVO είναι νεοσυσταθείσα νομική οντότητα, η Επιτροπή σημειώνει ότι ο σχηματισμός του αρχικού κεφαλαίου της AGVO ήταν μέρος του σχεδίου αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας της Οστάνδης. Δεδομένου ότι η ιχθυόσκαλα της Οστάνδης ήταν προβληματική επιχείρηση και ότι η AGVO συστάθηκε με μοναδικό σκοπό την αναδιάρθρωσή της και επίσης δεδομένου ότι η AGVO επωμίσθηκε όχι μόνο τα στοιχεία ενεργητικού της ιχθυόσκαλας της Οστάνδης αλλά και την οικονομική επιβάρυνση των διαφόρων τραπεζικών δανείων, η AGVO μπορεί να θεωρηθεί προβληματική επιχείρηση κατά τη χρονική στιγμή χορήγησης του αρχικού κεφαλαίου. Συνεπώς, το αρχικό κεφάλαιο μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά ενίσχυση αναδιάρθρωσης (60) κατά την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών του 1999.

(260)

Παρότι η AGVO είναι επιλέξιμη για ενίσχυση δυνάμει του σημείου 30 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999, η ενίσχυση για την αναδιάρθρωση της ιχθυόσκαλας, μέσω της σύστασης της AGVO, με την οποία παρασχέθηκε στην ιχθυόσκαλα κεφάλαιο έναρξης ύψους 250 εκατ. βελγικών φράγκων (6 179 338 ευρώ), δεν πληροί τις προϋποθέσεις συμβιβάσιμου με την εσωτερική αγορά, οι οποίες καθορίζονται στην παράγραφο 32 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999.

(261)

Ειδικότερα, σύμφωνα με το σημείο 32 των κατευθυντήριων γραμμών, «το σχέδιο αναδιάρθρωσης, του οποίου η διάρκεια πρέπει να είναι όσο το δυνατόν βραχύτερη, πρέπει να επιτρέπει την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας της επιχείρησης μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα και να βασίζεται σε ρεαλιστικές υποθέσεις όσον αφορά τις μελλοντικές συνθήκες λειτουργίας». Η Επιτροπή θεωρεί ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 19 δεν πληροί αυτές τις προϋποθέσεις· αναφέρει μάλιστα σχετικά ότι το σχέδιο δεν περιλαμβάνει συγκεκριμένα εσωτερικά μέτρα για τη βελτίωση της λειτουργίας της ιχθυόσκαλας και για τον τερματισμό των ζημιογόνων δραστηριοτήτων.

(262)

Επιπλέον, αντίθετα με τα προβλεπόμενα στο σημείο 32 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999, η αναδιάρθρωση δεν φαίνεται να βασίστηκε σε έρευνα της αγοράς που να παρέχει πληροφορίες για τις μελλοντικές προοπτικές της προσφοράς και της ζήτησης, ούτε σε μελέτη της σχετικής αγοράς και ούτε στις λοιπές πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα Ι των κατευθυντήριων γραμμών του 1999.

(263)

Το σχέδιο αναδιάρθρωσης δεν περιλαμβάνει ούτε τα στοιχεία που αναφέρονται στο σημείο 33 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999, ήτοι τις περιστάσεις που προκάλεσαν τις δυσχέρειες της επιχείρησης, ούτως ώστε να είναι δυνατόν να εξακριβωθεί κατά πόσον τα προτεινόμενα μέτρα είναι ενδεδειγμένα, την παρούσα κατάσταση και τις μελλοντικές προοπτικές της προσφοράς και της ζήτησης στην αγορά των σχετικών προϊόντων, με προβλέψεις που αντικατοπτρίζουν την αισιόδοξη, την απαισιόδοξη και την ενδιάμεση εκδοχή και προσδιορίζουν τα ιδιαίτερα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες της επιχείρησης.

(264)

Επιπλέον, η Επιτροπή κρίνει ότι οι διαθέσιμες πληροφορίες δεν περιέχουν κανένα αποδεικτικό στοιχείο από το οποίο να προκύπτει ότι η ενίσχυση περιορίστηκε στο ελάχιστο απαραίτητο σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο σημείο 40 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 ή ότι ο δικαιούχος αναγκάστηκε να συνεισφέρει από τους δικούς του πόρους. Ως προς αυτό, επισημαίνεται ακόμη ότι, σύμφωνα με το σημείο 41 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999, η ενίσχυση πρέπει να χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνο για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας της επιχείρησης και δεν πρέπει να δίνει στον αποδέκτη τη δυνατότητα να αυξάνει την παραγωγική του ικανότητα κατά την εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης. Ωστόσο, όπως αναφέρεται ανωτέρω, το χρηματοδοτικό σχέδιο που συντάχθηκε το 2001 αναφέρει ότι η ιχθυόσκαλα θα μπορούσε να ανακάμψει μέσα σε διάστημα οκτώ ετών χωρίς να χρειαστεί να δαπανηθεί ολόκληρο το ποσό των 250 εκατ. βελγικών φράγκων. Το επιχειρηματικό σχέδιο προβλέπει επίσης 10 % αύξηση του κύκλου εργασιών τα πέντε πρώτα χρόνια λειτουργίας της αναδιαρθρωμένης ιχθυόσκαλας στην αγορά, γεγονός που υποδηλώνει ενδεχομένως ότι η ιχθυόσκαλα σκόπευε να επεκταθεί. Ως εκ τούτου, φαίνεται ότι το σχέδιο ανάκαμψης δεν σχεδιάστηκε με τρόπο που να διασφαλίζει την αξιοποίηση της ενίσχυσης αποκλειστικά και μόνο για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας της επιχείρησης, ενώ εμφανίζει την ιχθυόσκαλα ικανή να χρησιμοποιήσει την πρόσθετη ρευστότητα για να αυξήσει την παραγωγική της ικανότητα, να επεκτείνει τις δραστηριότητές της ή/και να δραστηριοποιηθεί επιθετικά στην αγορά. Από τις ληφθείσες πληροφορίες προκύπτει ότι η ενίσχυση χρησιμοποιήθηκε όντως για την επέκταση των δραστηριοτήτων της ιχθυόσκαλας (61) και για επιθετικές δραστηριότητες που προκαλούσαν στρέβλωση στην αγορά (62).

(265)

Η Επιτροπή παρατηρεί ακόμη ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης δεν προβλέπει μέτρα διασφάλισης της πλήρους εφαρμογής του σχεδίου και τήρησης όλων ανεξαιρέτως των όρων του.

(266)

Επιπλέον, το Βέλγιο δεν απέδειξε ότι ελήφθησαν αντισταθμιστικά μέτρα σε συμφωνία με τα σημεία 35-39 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 ούτε, εναλλακτικά, ότι πληρούνταν οι ειδικοί (εναλλακτικοί) όροι για τη γεωργία (συμπεριλαμβανομένης της αλιείας) που προβλέπονταν στα σημεία 73-82 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 (63). Πράγματι, φαίνεται ότι ο δήμος δεν έλαβε μέτρα για την άμβλυνση, στο μέτρο του δυνατού, των τυχόν δυσμενών συνεπειών των ενισχύσεων στους ανταγωνιστές, σε αντίθεση με τα προβλεπόμενα στο σημείο 35 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999. Ωστόσο, λαμβανομένης υπόψη της ιδιαίτερης κατάστασης των ιχθυαγορών ιδίως όσον αφορά τον εφοδιασμό τους με περιορισμένες ποσότητες αλιευμάτων λόγω των περιοριστικών μέτρων διατήρησης που λαμβάνονται ετησίως σε επίπεδο Ένωσης, είναι πολύ πιθανό οι ενισχύσεις να είχαν δυσμενείς επιπτώσεις στις ανταγωνιστικές ιχθυαγορές και ο δήμος όφειλε να δώσει ιδιαίτερη προσοχή σε αυτό το σημείο.

(267)

Κατά συνέπεια, οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στην AGVO για την αναδιάρθρωση της ιχθυαγοράς δεν συμβιβάζονται με τις προϋποθέσεις των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση ούτε με τις κατευθυντήριες γραμμές του 2001 για την αλιεία οι οποίες παραπέμπουν στις κατευθυντήριες γραμμές για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση.

(268)

Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο θεώρησης της χορήγησης κεφαλαίου ως αντιστάθμιση για τις υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας, η Επιτροπή παραπέμπει στην ανάλυση του σχετικού θέματος στο σημείο 10.2.1.4 της παρούσας απόφασης.

10.2.1.2.    Μεταβίβαση κυριότητας ακινήτων και χορήγηση αποκλειστικών δικαιωμάτων χρήσης της γης και των ακινήτων

(269)

Όπως αναφέρεται στο σημείο 10.1.2.2.2 της παρούσας απόφασης, η χορήγηση του αποκλειστικού δικαιώματος δωρεάν χρήσης των ακινήτων από τις 14 Μαρτίου 2002 και, εν συνεχεία, η μεταβίβαση, από τον δήμο, της κυριότητας διαφόρων ακινήτων συνολικού εμβαδού 57 500 τ.μ. πραγματοποιήθηκαν χωρίς την επιβολή υποχρεώσεων αντίστοιχης αξίας στην AGVO. Όπως ήδη επισημάνθηκε, ούτε το καταστατικό ούτε η πράξη μεταβίβασης φαίνεται να συνδέονται με κάποια συγκεκριμένη και μη συνηθισμένη προϋπόθεση ή υποχρέωση που θα δικαιολογούσε την απουσία καταβολής μισθώματος ή αμοιβής.

(270)

Η ενέργεια αυτή πρέπει ως εκ τούτου να θεωρηθεί ενίσχυση που σκόπευε να βελτιώσει την κατάσταση της επιχείρησης και να ενισχύσει τη ρευστότητά της, με αποτέλεσμα τη μείωση του κόστους παραγωγής του αποδέκτη.

(271)

Από την έρευνα της Επιτροπής δεν προέκυψε συμμόρφωση της εν λόγω ενίσχυσης προς τους κανόνες συμβιβάσιμου με την εσωτερική αγορά που προβλέπονται στις κατευθυντήριες γραμμές του 2001 για την αλιεία, ούτε οι βελγικές αρχές υπέβαλαν κάποιο σχετικό στοιχείο.

(272)

Σε ό,τι αφορά το ερώτημα κατά πόσον μπορούν να εξεταστούν τόσο η δωρεάν χορήγηση των αποκλειστικών δικαιωμάτων χρήσης όσο και η μεταβίβαση της κυριότητας στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας, η Επιτροπή έχει ήδη καταδείξει στην αιτιολογική σκέψη 260 και επ. της παρούσας απόφασης, ότι, παρότι η AGVO θα μπορούσε να είναι επιλέξιμη για ενίσχυση αναδιάρθρωσης κατά τη χρονική στιγμή έγκρισης των μέτρων (καθώς χαρακτηριζόταν προβληματική επιχείρηση), δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις των κατευθυντήριων γραμμών του 1999.

(273)

Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο να θεωρηθούν η χορήγηση αποκλειστικών δικαιωμάτων χρήσης και η μεταβίβαση της κυριότητας ως αντιστάθμισμα των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, η Επιτροπή παραπέμπει στην ανάλυση του σχετικού θέματος στο σημείο 10.2.1.4 της παρούσας απόφασης.

10.2.1.3.    Εγγυήσεις δανείων

(274)

Οι βελγικές αρχές εκτιμούν ότι πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των δωρεάν εγγυήσεων για δάνεια που χρησιμοποιήθηκαν για εργασίες ανακαίνισης και των δωρεάν εγγυήσεων που χρησιμοποιήθηκαν για τη στήριξη της EVO.

(275)

Οι βελγικές αρχές παραδέχθηκαν σχετικά ότι για τη στήριξη της EVO χρησιμοποιήθηκε δάνειο ύψους 550 000 ευρώ.

(276)

Οι βελγικές αρχές υποστήριξαν ότι οι δωρεάν εγγυήσεις για δάνεια που χρησιμοποιήθηκαν για τη στήριξη της EVO πρέπει να εξετασθούν στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας.

(277)

Η Επιτροπή παρατηρεί, ωστόσο, ότι όπως καταδεικνύεται στις αιτιολογικές σκέψεις 260 και επ. της παρούσας απόφασης, παρότι η AGVO θα μπορούσε να είναι επιλέξιμη για ενίσχυση αναδιάρθρωσης κατά τη στιγμή της έγκρισης των μέτρων (καθώς χαρακτηριζόταν προβληματική επιχείρηση), δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις συμβιβάσιμου που προβλέπονται στις κατευθυντήριες γραμμές του 1999 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση.

(278)

Επιπλέον, η Επιτροπή παρατηρεί ότι οι δωρεάν εγγυήσεις συνιστούν ουσιαστικά κρατικές που δεν αναφέρονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης. Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι σύμφωνα με το σημείο 3.2.3 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 και σύμφωνα με το σημείο 3.3 των κατευθυντήριων γραμμών του 2004 (64), οι ενισχύσεις αναδιάρθρωσης πρέπει να χορηγούνται μόνον άπαξ. Συνεπώς, ακόμη και αν υποτεθεί ότι η αρχική ενίσχυση, ως επί το πλείστον με τη μορφή αρχικού κεφαλαίου κ.λπ., συμμορφωνόταν προς τις ισχύουσες κατευθυντήριες γραμμές για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση, κάτι που δεν ισχύει, οι δωρεάν εγγυήσεις δεν συμμορφώνονται προς την αρχή της «εφάπαξ ενίσχυσης».

(279)

Οι βελγικές αρχές φαίνεται να επικαλούνται ότι τελικά ο δήμος επέλεξε να χορηγήσει δωρεάν εγγυήσεις για δάνεια αντί να καταβάλει τις υπόλοιπες ετήσιες δόσεις του αρχικού κεφαλαίου. Η Επιτροπή παρατηρεί, ωστόσο, ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης δεν αναθεωρήθηκε σύμφωνα με το σημείο 52 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση ούτε σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του 2004 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση. Επιπλέον, δεν είναι σαφές εάν αυξήθηκε ή μειώθηκε το ύψος της ενίσχυσης ή εάν τροποποιήθηκε η μορφή της. Πράγματι, παρότι οι δόσεις του αρχικού κεφαλαίου δεν καταβάλλονταν όλες ετησίως όπως προβλεπόταν αρχικά, η AGVO είχε εκ του νόμου το δικαίωμα να απαιτήσει από τους μετόχους της να καταβάλουν το υπόλοιπο του αρχικού κεφαλαίου. Η AGVO άσκησε όντως το δικαίωμα αυτό το 2006 και το 2007, όταν της καταβλήθηκαν επιπλέον δόσεις.

(280)

Συνεπώς, η Επιτροπή εκτιμά ότι η δωρεάν εγγύηση για τη λήψη δανείου ύψους 550 000 ευρώ δεν είναι συμβιβάσιμη με τις προϋποθέσεις των κατευθυντήριων γραμμών ούτε του 1999 ούτε του 2004, ούτε με τις κατευθυντήριες γραμμές του 2004 σε θέματα διάσωσης και αναδιάρθρωσης.

(281)

Όσον αφορά τις δωρεάν εγγυήσεις για δάνεια που χρησιμοποιήθηκαν για εργασίες ανακαίνισης, η Επιτροπή παραπέμπει στην ανάλυση του σχετικού θέματος στο σημείο 10.2.1.4 της παρούσας απόφασης.

10.2.1.4.    Φόροι και αντισταθμίσεις για παροχή δημόσιας υπηρεσίας

(282)

Οι βελγικές αρχές υποστήριξαν ότι μέρος του αρχικού κεφαλαίου, μέρος των ακινήτων και μέρος των δανείων για τα οποία χορηγήθηκαν εγγυήσεις χρησιμοποιήθηκαν για την παροχή υπηρεσιών γενικού (οικονομικού) συμφέροντος, και συγκεκριμένα για τη διαχείριση του αλιευτικού λιμένα και για την εκμίσθωση ακινήτων σε δημόσιους και ημι-δημόσιους οργανισμούς. Υποστήριξαν ακόμη ότι το δικαίωμα είσπραξης (και χρήσης) φόρων από τους χρήστες του αλιευτικού λιμένα εντάσσεται στο πλαίσιο των δημόσιων καθηκόντων της AGVO.

(283)

Οι βελγικές αρχές δεν απέδειξαν ότι τα εν λόγω μέτρα μπορούν να θεωρηθούν συμβιβάσιμα σύμφωνα με το άρθρο 106 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ. Υπενθυμίζεται δε ότι είναι ευθύνη του κράτους μέλους που επικαλείται το άρθρο 106 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ ως παρέκκλιση από τους θεμελιώδεις κανόνες της συνθήκης να αποδείξει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης αυτής (65). Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή εξέτασε εάν οι ενισχύσεις μπορούσαν να θεωρηθούν σε κάποιον βαθμό αντιστάθμιση για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 106 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ.

(284)

Ως προς το θέμα αυτό, η Επιτροπή έχει διατυπώσει αναλυτικά –στις ανακοινώσεις του 1996 (66) και του 2001 (67) -Οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας στην Ευρώπη- καθώς και στο πλαίσιο του 2005 (68) για τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται προκειμένου να χαρακτηριστεί μία κρατική ενίσχυση συμβιβάσιμη σύμφωνα με το άρθρο 106 παράγραφος 2.

(285)

Σύμφωνα με μία από τις προϋποθέσεις αυτές η επιχείρηση που δικαιούται την ενίσχυση πρέπει να έχει επιφορτιστεί ειδικά από το κράτος μέλος με τη διαχείριση συγκεκριμένης υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος. Στη σχετική πράξη ή πράξεις ανάθεσης πρέπει να προσδιορίζεται, κατ’ ελάχιστον, η ακριβής φύση, το πεδίο και η διάρκεια των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας που επιβάλλονται, καθώς και η ταυτότητα της επιχείρησης.

(286)

Η Επιτροπή θα μπορούσε ενδεχομένως να δεχθεί ότι, μέσω του καταστατικού της, η AGVO είχε επιφορτιστεί με τη διαχείριση του αλιευτικού λιμένα και ότι η εν λόγω ανάθεση συνοδεύεται από συγκεκριμένες υποχρεώσεις.

(287)

Όμως, όσον αφορά τις δραστηριότητες εκμίσθωσης στις οποίες επιδιδόταν η AGVO, η Επιτροπή παρατηρεί ότι οι υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που επιβλήθηκαν στην AGVO δεν είναι σαφώς καθορισμένες. Συγκεκριμένα, δεν μπόρεσε να εντοπίσει καμία διάταξη που να επιβάλλει συγκεκριμένες υποχρεώσεις στην AGVO στο πλαίσιο αυτό, ενώ οι βελγικές αρχές δεν υπέβαλαν πρόσθετες πληροφορίες για το θέμα. Οι τελευταίες φαίνεται να θεωρούν ότι, επειδή οι οργανισμοί που μισθώνουν τα ακίνητα είναι δημόσιοι ή ημι-δημόσιοι, αυτομάτως οι επιχειρήσεις που τους εκμισθώνουν τα ακίνητα επιτελούν και αυτές δημόσια υπηρεσία. Η Επιτροπή δεν δύναται, ωστόσο, να συμφωνήσει με αυτή την άποψη, καθώς το γεγονός αυτό καθαυτό δεν συνεπάγεται ανάθεση ή επιβολή συγκεκριμένων υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας που διαφέρουν ενδεχομένως από τις υποχρεώσεις οι οποίες βαρύνουν τους ιδιώτες εκμισθωτές. Η Επιτροπή καταλήγει επομένως στο συμπέρασμα ότι οι βελγικές αρχές δεν απέδειξαν ότι η AGVO είχε επιφορτιστεί με υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας όσον αφορά τις δραστηριότητες εκμίσθωσης που ανέπτυσσε.

(288)

Επιπροσθέτως, η Επιτροπή εκτιμά ότι οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στην AGVO δεν συμβαδίζουν ούτε με τις απαιτήσεις αναγκαιότητας και αναλογικότητας.

(289)

Οι απαιτήσεις αναγκαιότητας και αναλογικότητας της αντιστάθμισης ορίζονται ως ακολούθως (βλέπε κυρίως σημεία 14, 15 και 17 του κοινοτικού πλαισίου του 2005 για τις κρατικές ενισχύσεις υπό τη μορφή αντισταθμίσεων παροχής δημόσιων υπηρεσιών):

το ύψος της αντιστάθμισης δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό που απαιτείται για να καλυφθούν οι δαπάνες που προκύπτουν από την εκτέλεση των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών εσόδων καθώς και ευλόγου κέρδους για την εκτέλεση των εν λόγω υποχρεώσεων,

το ύψος της αντιστάθμισης περιλαμβάνει όλα τα πλεονεκτήματα που παρέχονται από το κράτος ή από κρατικούς πόρους υπό οιαδήποτε μορφή, ανεξαρτήτως του χαρακτηρισμού τους σε σχέση με το άρθρο 107 της ΣΛΕΕ,

το ύψος της αντιστάθμισης πρέπει να χρησιμοποιηθεί πράγματι για τη λειτουργία της σχετικής υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος. Η αντιστάθμιση για παροχή δημόσιας υπηρεσίας που χρησιμοποιείται στην πραγματικότητα σε δραστηριότητες σε άλλες αγορές, δεν δικαιολογείται και κατά συνέπεια συνιστά μη συμβιβάσιμη κρατική ενίσχυση.

(290)

Η Επιτροπή παρατηρεί ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν τηρήθηκαν οι απαιτήσεις αναγκαιότητας και αναλογικότητας. Το Βέλγιο παραδέχθηκε ότι δεν καθορίστηκαν παράμετροι για την αντιστάθμιση. Οι βελγικές αρχές ανέφεραν επιπλέον στην Επιτροπή ότι δεν δυνατόν να καθοριστούν οι δαπάνες που σχετίζονταν με την εκτέλεση των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας ούτε οι αποδείξεις εκτέλεσης των εν λόγω υποχρεώσεων. Η Επιτροπή παρατηρεί ακόμη ότι η AGVO δεν διατηρεί ξεχωριστούς λογαριασμούς για τις διάφορες κατηγορίες των δραστηριοτήτων της. Ως εκ τούτου, η αντιστάθμιση για υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί για δραστηριότητες σε άλλες αγορές. Από διάφορα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι υπήρξε όντως υπέρμετρη αντιστάθμιση. Για παράδειγμα, όσον αφορά τις δωρεάν εγγυήσεις για δάνεια, όπως καταδείχθηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 186 και επ. της παρούσας απόφασης, τα δάνεια για τα οποία χορηγήθηκαν εγγυήσεις μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και χρησιμοποιήθηκαν τελικά για σκοπούς διαφορετικούς από τον αρχικά προβλεπόμενο σκοπό. Δεδομένου ότι το συνολικό κεφάλαιο που διατέθηκε στην EVO (3 969 000 ευρώ) και το τίμημα που καταβλήθηκε για την αγορά των μετοχών της Pakhuizen (350 000 ευρώ) [ήτοι συνολικά: 4 319 000 ευρώ] υπερβαίνουν το συνολικό κεφάλαιο που καταβλήθηκε στην AGVO [ήτοι 3 596 665,62 ευρώ], συνάγεται υποχρεωτικά το συμπέρασμα ότι η AGVO χρησιμοποίησε δάνεια και πιθανώς φόρους για την κάλυψη των ποσών αυτών.

(291)

Για τους προαναφερθέντες λόγους, η Επιτροπή δεν μπορεί να θεωρήσει τα μέτρα ενίσχυσης συμβιβάσιμα με τις προϋποθέσεις που έχουν τεθεί με το άρθρο 106 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ.

10.2.2.   ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΠΟΥ ΧΟΡΗΓΗΘΗΚΕ ΣΤΗΝ EVO

(292)

Όσον αφορά την κρατική ενίσχυση που χορήγησαν ο δήμος και η AGVO στην EVO, στο πλαίσιο της αξιολόγησης επιβάλλεται να γίνει διάκριση μεταξύ των διαφόρων ενεργειών και των ημερομηνιών στις οποίες αυτές πραγματοποιήθηκαν.

(293)

Οι ακόλουθες αποφάσεις πρέπει να αξιολογηθούν βάσει των κατευθυντήριων γραμμών του 2001:

οι αποφάσεις που έλαβε ο δήμος σχετικά με τη χορήγηση δωρεάν εγγυήσεων για δάνεια στις 28 Ιουνίου και στις 27 Σεπτεμβρίου 2002, καθώς και στις 23 Απριλίου 2004,

η απόφαση που έλαβε η AGVO σχετικά με την παραχώρηση στην EVO από τις 8 Αυγούστου 2002 και εφεξής του δικαιώματος συνεχούς δωρεάν χρήσης των ακινήτων συνολικής επιφάνειας 13 600 τ.μ. που είχε στην κυριότητά της η AGVO,

η απόφαση που έλαβε η AGVO στις 22 Αυγούστου 2002 να εισφέρει στην EVO κεφάλαιο έναρξης ύψους 371 840 ευρώ.

(294)

Οι ακόλουθες αποφάσεις πρέπει να αξιολογηθούν βάσει των κατευθυντήριων γραμμών του 2004:

οι αποφάσεις που έλαβε ο δήμος σχετικά με τη χορήγηση δωρεάν εγγύησης για δάνειο στις 22 Απριλίου 2005,

οι αποφάσεις που έλαβε η AGVO στις 31 Δεκεμβρίου 2004, στις 31 Δεκεμβρίου 2005 και στις 21 Δεκεμβρίου 2007 όσον αφορά την αύξηση του κεφαλαίου της EVO μέσω διαγραφής χρεών.

(295)

Οι ακόλουθες αποφάσεις πρέπει να αξιολογηθούν βάσει των κατευθυντήριων γραμμών του 2001 και του 2004:

οι αποφάσεις που έλαβε η AGVO σχετικά με τη δωρεάν παροχή εγγυήσεων για δάνεια ύψους 600 000 ευρώ κατά την περίοδο 22 Αυγούστου 2002 - 3 Αυγούστου 2006.

(296)

Η ακόλουθη απόφαση πρέπει να αξιολογηθεί βάσει των κατευθυντήριων γραμμών του 2004 και του 2008:

η απόφαση που έλαβε ο δήμος για τη χορήγηση δωρεάν εγγύησης για δάνειο ύψους 78 000 ευρώ κατά την περίοδο 27 Σεπτεμβρίου 2007 - 4 Σεπτεμβρίου 2008.

10.2.2.1.    Εγγυήσεις για δάνεια, δικαίωμα δωρεάν χρήσης της ιχθυόσκαλας

(297)

Σύμφωνα με το σημείο 1.2 των κατευθυντήριων γραμμών του 2001 για την αλιεία και σύμφωνα με το σημείο 3.7 των κατευθυντήριων γραμμών του 2004 για την αλιεία, οι κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται χωρίς την επιβολή οποιασδήποτε υποχρέωσης στους αποδέκτες και οι οποίες αποσκοπούν στη βελτίωση της κατάστασης των επιχειρήσεων και στην αύξηση της ρευστότητας τους, ή υπολογίζονται επί των παραγόμενων ή διατιθέμενων στο εμπόριο ποσοτήτων, των τιμών των προϊόντων, των παραγόμενων μονάδων ή των μέσων παραγωγής και οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση του κόστους παραγωγής του δικαιούχου ή τη βελτίωση του εισοδήματος των δικαιούχων, είναι, ως λειτουργικές ενισχύσεις, ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά. Σύμφωνα με το σημείο 3.4 των κατευθυντήριων γραμμών για την αλιεία του 2008, οι ενισχύσεις λειτουργίας, οι οποίες π.χ. αυξάνουν την επιχειρηματική ρευστότητα του δικαιούχου ή υπολογίζονται επί των παραγόμενων ή διατιθέμενων στο εμπόριο ποσοτήτων, των τιμών των προϊόντων, των παραγόμενων μονάδων ή των μέσων παραγωγής και οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση του κόστους παραγωγής του δικαιούχου ή τη βελτίωση των εσόδων του, είναι καταρχήν ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά. Μπορεί να θεωρηθεί ότι συμβιβάζονται με την εσωτερική αγορά, μόνον εάν οι ενισχύσεις σαφώς και σταθερά συμβάλλουν στην εξυπηρέτηση των στόχων της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

(298)

Πάντως, από τις διαθέσιμες πληροφορίες προκύπτει ότι οι δωρεάν εγγυήσεις για δάνεια και το δικαίωμα δωρεάν χρήσης της ιχθυόσκαλας χορηγήθηκαν χωρίς την επιβολή οποιασδήποτε συγκεκριμένης υποχρέωσης στην EVO η οποία θα καθιστούσε την ενίσχυση συμβιβάσιμη με κάποια από τις προϋποθέσεις των κατευθυντήριων γραμμών για την αλιεία.

(299)

Πράγματι, οι δωρεάν εγγυήσεις για δάνεια φαίνεται ότι χορηγήθηκαν βάσει απλής αίτησης δανείου και ότι τα ληφθέντα δάνεια εξυπηρετούσαν άλλους σκοπούς, ενώ δεν φαίνεται να συνοδεύονταν από την επιβολή συγκεκριμένων προϋποθέσεων ή υποχρεώσεων.

(300)

Από τις πληροφορίες που παρείχαν οι βελγικές αρχές προκύπτει μάλιστα ότι η χρήση, εντέλει, του δανείου για το οποίο χορηγήθηκαν εγγυήσεις για σκοπό διαφορετικό από τον αρχικά ανακοινωθέντα δεν επέσυρε κυρώσεις ούτε ανάκληση της εγγύησης. Για παράδειγμα, από ό,τι φαίνεται, το δάνειο ύψους 1 795 000 ευρώ που χορήγησε η Fortis, παρότι είχε αρχικά ανακοινωθεί ότι προοριζόταν, μεταξύ άλλων, για την αγορά πρόσθετων μηχανημάτων και τελάρων αποθήκευσης ιχθύων, και για τη χρηματοδότηση διαφόρων εργασιών τροποποίησης, χρησιμοποιήθηκε τελικά (τουλάχιστον μέρος αυτού) για τη χορήγηση δανείων σε πλοιοκτήτες. Η εγγύηση δεν ανακλήθηκε, ενώ εγγυήσεις χορηγήθηκαν και μετά το γεγονός αυτό χωρίς, όπως φαίνεται, να επιβάλει ο δήμος όρους στην EVO για την εγγύηση.

(301)

Η χορήγηση των δωρεάν εγγυήσεων αύξησε τη ρευστότητα της EVO, καθώς δεν χρειαζόταν να πληρώσει για την εγγύηση και, επιπλέον, όπως φαίνεται, χωρίς την εγγύηση, η EVO δεν θα λάμβανε τα δάνεια.

(302)

Επίσης το δικαίωμα δωρεάν χρήσης των ακινήτων της ιχθυόσκαλας αύξησε τη ρευστότητα της EVO, καθώς απαλλάχθηκε από τη δαπάνη του μισθώματος το οποίο θα όφειλε σε αντίθετη περίπτωση να καταβάλλει υπό συνθήκες αγοράς.

(303)

Η Επιτροπή δεν κατανοεί πώς η χορήγηση δωρεάν εγγυήσεων ή η παραχώρηση του δικαιώματος δωρεάν χρήσης των ακινήτων μπορούν να θεωρηθούν ότι συμβάλλουν στην εξυπηρέτηση των στόχων της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Οι βελγικές αρχές δεν υπέβαλαν κανένα στοιχείο για το συγκεκριμένο θέμα.

(304)

Οι βελγικές αρχές δήλωσαν ότι τα μέτρα θα έπρεπε να αξιολογηθούν στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας.

(305)

Κατά πρώτον, πρέπει να εκτιμηθεί εάν η EVO μπορούσε να είναι επιλέξιμη δυνάμει των κατευθυντήριων γραμμών για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση. Η EVO μπορούσε ενδεχομένως να θεωρηθεί προβληματική επιχείρηση κατά την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση του 1999 και του 2004 αντίστοιχα.

(306)

Σύμφωνα με το σημείο 8 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση και σύμφωνα με το σημείο 13 των κατευθυντήριων γραμμών του 2004 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση, μια εταιρεία που ανήκει σε ευρύτερο επιχειρηματικό όμιλο δεν είναι καταρχήν επιλέξιμη για ενισχύσεις διάσωσης ή αναδιάρθρωσης. Μπορεί, ωστόσο, να είναι επιλέξιμη εάν συστάθηκε από προβληματική εταιρεία. Η EVO συστάθηκε από την AGVO, η οποία με τη σειρά της είναι η νέα νομική μορφή της ιχθυόσκαλας της Οστάνδης που αναδιαρθρώθηκε το 2001. Επισημαίνεται δε ότι η AGVO αποτελεί τη συνέχεια της παλαιάς ιχθυόσκαλας της Οστάνδης, η οποία ήταν ιδιοκτησίας του Δημοσίου και δεν διέθετε νομική προσωπικότητα. Όπως επισημάνθηκε στην αιτιολογική σκέψη 259 της παρούσας απόφασης, η Επιτροπή εκτιμά ότι η AGVO, αν και νεοσυσταθείσα, χαρακτηρίζεται ως προβληματική επιχείρηση και είναι επιλέξιμη δυνάμει των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση. Δεδομένου ότι συστάθηκε στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης της AGVO, η EVO, αλλά και η AGVO, μπορούν να θεωρηθούν προβληματικές επιχειρήσεις και θα μπορούσαν να λάβουν ενισχύσεις υπό τους όρους που προβλέπονται στις κατευθυντήριες γραμμές για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση.

(307)

Ωστόσο, ακόμη και αν η EVO είναι επιλέξιμη δυνάμει των κατευθυντήριων γραμμών για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση, υπενθυμίζεται ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις συμβιβάσιμου που προβλέπονται στις κατευθυντήριες γραμμές του 1999 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση, όπως καταδεικνύεται στις αιτιολογικές σκέψεις 260 και επόμενες της παρούσας απόφασης. Επιπλέον, τα σχετικά μέτρα ενίσχυσης δεν προβλέπονταν στο σχέδιο αναδιάρθρωσης και ως εκ τούτου εγείρουν τις ίδιες ανησυχίες με εκείνες που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 278 και επόμενες της παρούσας απόφασης.

(308)

Οι δωρεάν εγγυήσεις για δάνεια και το δικαίωμα δωρεάν χρήσης της ιχθυόσκαλας πρέπει επομένως να θεωρηθούν ενίσχυση λειτουργίας κατά την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών του 2001, του 2004 και του 2008 για την αλιεία και ως εκ τούτου δεν συμβάλλουν στην εξυπηρέτηση των στόχων της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Δεν είναι επομένως συμβιβάσιμες με την εσωτερική αγορά.

10.2.2.2.    Αρχικό κεφάλαιο και επακόλουθες αυξήσεις κεφαλαίου

(309)

Η EVO συστάθηκε στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης της ιχθυόσκαλας της Οστάνδης. Οι βελγικές αρχές επιβεβαίωσαν επιπλέον ότι μέρος του αρχικού κεφαλαίου της AGVO (ήτοι 371 840 ευρώ) χρησιμοποιήθηκε ως αρχικό κεφάλαιο για τη σύσταση της EVO και για επακόλουθες αυξήσεις κεφαλαίου.

(310)

Συνεπώς, πρέπει να αξιολογηθεί εάν το αρχικό κεφάλαιο και οι επακόλουθες αυξήσεις κεφαλαίου μπορούν ενδεχομένως να θεωρηθούν ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης κατά την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 και του 2004 αντίστοιχα για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση.

(311)

Η EVO, αλλά και η AGVO, μπορούν να θεωρηθούν προβληματικές επιχειρήσεις κατά την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 και του 2004 αντίστοιχα για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση όπως αναφέρεται στο σημείο 10.2.2.1.

(312)

Ωστόσο, όπως ήδη αναφέρεται στις ανωτέρω αιτιολογικές σκέψεις 260 και επ. της παρούσας απόφασης, δεν πληρούνται στην προκειμένη περίπτωση οι προϋποθέσεις συμβιβάσιμου για τη χορήγηση ενισχύσεων αναδιάρθρωσης.

(313)

Το αρχικό κεφάλαιο και οι επακόλουθες αυξήσεις κεφαλαίου δεν μπορούν επομένως να θεωρηθούν ότι συμβιβάζονται με την εσωτερική αγορά.

10.2.3.   ΟΙ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΠΟΥ ΧΟΡΗΓΗΘΗΚΑΝ ΣΤΗΝ PAKHUIZEN

(314)

Οι όροι της σύμβασης μίσθωσης μεταξύ του δήμου και της Pakhuizen είχαν ως αποτέλεσμα να επωφελείται ενδεχομένως η Pakhuizen από ετήσια μείωση του κόστους λειτουργίας της. Αυτού του είδους οι ενισχύσεις δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής κανενός από τα μέτρα που αναφέρονται στις κατευθυντήριες γραμμές για την αλιεία ή στους στόχους άλλων οριζόντιων ή ειδικών κατευθυντήριων γραμμών που θα μπορούσαν να ισχύουν σε αυτού του είδους τις επιχειρήσεις. Τόσο βάσει των συναφών κατευθυντήριων γραμμών για την αλιεία όσο και βάσει των οριζόντιων κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις, αυτού του είδους η ενίσχυση θεωρείται ενίσχυση λειτουργίας και είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά.

10.2.4.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(315)

Βάσει των προαναφερθέντων, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι ενισχύσεις που αναφέρονται στο σημείο 10.1.5 της παρούσας απόφασης πρέπει να θεωρηθούν κρατικές ενισχύσεις, ότι δεν είναι συμβιβάσιμες με την εσωτερική αγορά και ότι πρέπει να ανακτηθούν, σύμφωνα με τους όρους που παρατίθενται στην ενότητα 11.

11.   ΑΝΑΚΤΗΣΗ

(316)

Σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, σε περίπτωση αρνητικής απόφασης για υπόθεση παράνομων ενισχύσεων, η Επιτροπή αποφασίζει την εκ μέρους του οικείου κράτους μέλους λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για την ανάκτηση της ενίσχυσης από τον δικαιούχο. Ο σκοπός της ανάκτησης επιτυγχάνεται εφόσον οι επίμαχες ενισχύσεις, προσαυξημένες ενδεχομένως με τόκους υπερημερίας, επιστραφούν από τον δικαιούχο, ή άλλως ειπείν, από τις επιχειρήσεις οι οποίες πράγματι τις καρπώθηκαν.

(317)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999 δεν καθορίζει προθεσμία παραγραφής όσον αφορά την εξέταση των φακέλων παράνομων ενισχύσεων κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο στ), δηλαδή ενισχύσεων που χορηγούνται προτού η Επιτροπή αποφανθεί ως προς το συμβιβάσιμό τους με την κοινή αγορά. Εντούτοις, σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού αυτού, οι εξουσίες της Επιτροπής για ανάκτηση της ενίσχυσης υπόκεινται σε δεκαετή προθεσμία παραγραφής. Επίσης, η προθεσμία αυτή αρχίζει να προσμετράται από την ημέρα κατά την οποία η ενίσχυση χορηγείται στον δικαιούχο. Τέλος, κάθε ενέργεια της Επιτροπής διακόπτει την περίοδο παραγραφής.

(318)

Η περίοδος παραγραφής διακόπηκε με το αίτημα παροχής πληροφοριών που απεστάλη στο Βέλγιο στις 13 Μαρτίου 2006. Συνεπώς, η ανάκτηση αφορά μόνο τις ενισχύσεις που ελήφθησαν μετά τις 13 Μαρτίου 1996.

(319)

Για τον καθορισμό των ποσών που πρέπει να ανακτηθούν από τις εταιρείες AGVO, EVO και Pakhuizen, πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι μέρος των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στην AGVO μεταβιβάστηκε στην EVO. Όπως επεσήμαναν οι βελγικές αρχές, οι εν λόγω ενισχύσεις πρέπει να ανακτηθούν άπαξ από τον πραγματικό δικαιούχο.

(320)

Για τον λόγο αυτόν, στις περιπτώσεις που οι χορηγηθείσες από τον δήμο ενισχύσεις ωφέλησαν τελικά την EVO, από την AGVO πρέπει να ανακτηθεί εκείνο μόνο το μέρος των ενισχύσεων, το οποίο δεν αποτέλεσε το αντικείμενο μεταβίβασης στην EVO.

11.1.   ΑΝΑΚΤΗΣΗ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ EVO

(321)

Οι προς ανάκτηση ενισχύσεις από την EVO είναι:

το αρχικό κεφάλαιο ύψους 371 840 ευρώ,

οι επακόλουθες αυξήσεις κεφαλαίου ύψους 1 387 044 ευρώ, 710 000,75 ευρώ και 1 500 114,96 ευρώ,

το πλεονέκτημα που αντιστοιχούσε στη δωρεάν λήψη εγγυήσεων για δάνεια και

το πλεονέκτημα που αντιστοιχούσε στη δωρεάν χρήση της ιχθυόσκαλας από τις 22 Αυγούστου 2002 μέχρι την τελευταία ημερομηνία κατά την οποία είχε η EVO την ιχθυόσκαλα στη διάθεσή της.

(322)

Σε ό,τι αφορά το στοιχείο ενίσχυσης των δωρεάν εγγυήσεων, αυτό αντιστοιχεί καταρχήν στο ύψος των δανείων για τα οποία χορηγήθηκαν εγγυήσεις, εκτός και αν οι βελγικές αρχές υποβάλουν στοιχεία από τα οποία να αποδεικνύεται ότι η EVO θα μπορούσε να λάβει παρόμοιες εγγυήσεις από την αγορά. Σε αυτήν την περίπτωση, το στοιχείο ενίσχυσης θα αντιστοιχεί στο ύψος της προμήθειας που θα προβλεπόταν στην αγορά για την εγγύηση.

(323)

Οι βελγικές αρχές δήλωσαν ότι η EVO δεν έλαβε τελικά τα δύο δάνεια για τα οποία χορηγήθηκε εγγύηση το 2002. Κατά συνέπεια, αν και οι ενισχύσεις χορηγήθηκαν (η απόφαση χορήγησης της δωρεάν εγγύησης εγκρίθηκε), η EVO δεν επωφελήθηκε στην πράξη από αυτές. Οι ενισχύσεις που αντιστοιχούν στις δωρεάν εγγυήσεις για δάνεια οι οποίες εγκρίθηκαν στις 28 Ιουνίου και στις 27 Σεπτεμβρίου 2002 δεν χρειάζεται επομένως να ανακτηθούν. Ως εκ τούτου, το προς ανάκτηση ποσό ανέρχεται σε 4 284 995 ευρώ (3 606 995 ευρώ + 78 000 ευρώ + 600 000 ευρώ).

11.2.   ΑΝΑΚΤΗΣΗ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ PAKHUIZEN

(324)

Οι προς ανάκτηση ενισχύσεις από την Pakhuizen συνίστανται στο πλεονέκτημα που απολάμβανε η εταιρεία αυτή λόγω του ότι η σύμβαση μακροχρόνιας μίσθωσης δεν είχε συναφθεί σε τιμή αγοράς.

(325)

Σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, η ανάκτηση υπόκειται σε δεκαετή προθεσμία παραγραφής η οποία αρχίζει να τρέχει από τις 13 Μαρτίου 2006.

(326)

Το πλεονέκτημα συνίσταται συγκεκριμένα στην αμοιβή (μίσθωμα) που θα καταβαλλόταν υπό κανονικές συνθήκες αγοράς για τη σύμβαση μακροχρόνιας μίσθωσης των ακινήτων μείον α) τα 25 ευρώ που καταβάλλονταν ετησίως και β) τις δαπάνες ανακαίνισης που κατέβαλε ενδεχομένως η Pakhuizen και τις οποίες δεν θα ήταν υποχρεωμένη να καταβάλει υπό κανονικές συνθήκες δυνάμει της βελγικής νομοθεσίας (69). Η υπό εξέταση χρονική περίοδος εκτείνεται μέχρι την ημερομηνία ανάκτησης ή —σε περίπτωση λήξης της σύμβασης μίσθωσης προτού διαταχθεί η ανάκτηση— την ημερομηνία λήξης της ισχύος της σύμβασης μίσθωσης.

11.3.   ΑΝΑΚΤΗΣΗ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ AGVO

(327)

Οι προς ανάκτηση ενισχύσεις από την AGVO αποτελούνται από το αρχικό κεφάλαιο, από το πλεονέκτημα που απέρρεε από τη δωρεάν λήψη εγγυήσεων για τη σύναψη δανείων, από το πλεονέκτημα που απέρρεε από την αποκλειστική χρήση της γης και των ακινήτων του αλιευτικού λιμένα της Οστάνδης από τις 14 Μαρτίου 2002 έως τις 25 Μαρτίου 2004 (για τα ακίνητα που μεταβιβάστηκαν στη συνέχεια στην AGVO) και από τις 14 Μαρτίου 2002 έως την ημερομηνία ανάκτησης (για τη γη και τα υπόλοιπα ακίνητα που δεν περιλαμβάνονταν στην πράξη μεταβίβασης ακίνητης περιουσίας που συνάφθηκε στις 26 Μαρτίου 2004) και από το πλεονέκτημα που απέρρεε από τη δωρεάν μεταβίβαση στις 26 Μαρτίου 2004 της κυριότητας ακινήτων συνολικού εμβαδού 57 500 τ.μ. που βρίσκονται στον αλιευτικό λιμένα της Οστάνδης.

(328)

Σχετικά με το αρχικό κεφάλαιο, από τις πληροφορίες που παρασχέθηκαν στην Επιτροπή συνάγεται ότι παρόλο που εγκρίθηκε ενίσχυση ύψους 250 εκατ. βελγικών φράγκων (6 200 000 ευρώ), δεν έχει καταβληθεί ακόμη ολόκληρο το ποσό. Συνεπώς, η διαταγή ανάκτησης πρέπει να αφορά μόνο το ποσό που πραγματικά καταβλήθηκε στην AGVO, ήτοι 3 596 665,62 ευρώ σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή. Εάν έχουν καταβληθεί στην AGVO περισσότερα χρήματα, τότε πρέπει και αυτά να ανακτηθούν.

(329)

Σε ό,τι αφορά το στοιχείο ενίσχυσης των δωρεάν εγγυήσεων, αυτό αντιστοιχεί καταρχήν στο ύψος των δανείων για τα οποία χορηγήθηκαν εγγυήσεις, εκτός και αν οι βελγικές αρχές παράσχουν στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι η AGVO θα μπορούσε να λάβει παρόμοιες εγγυήσεις από την αγορά. Σε αυτήν την περίπτωση, το στοιχείο ενίσχυσης θα αντιστοιχεί στο ύψος της προμήθειας που θα ίσχυε στην αγορά για την εγγύηση (26 Μαρτίου 2004, 23 Απριλίου 2004 και 22 Απριλίου 2005).

(330)

Όταν η αγορά δεν παρέχει καμία εγγύηση για τη συγκεκριμένη κατηγορία συναλλαγών, το στοιχείο ενίσχυσης πρέπει να υπολογιστεί με τον ίδιο τρόπο όπως το ισοδύναμο επιχορήγησης ενός δανείου υπό ευνοϊκούς όρους, δηλαδή ως η διαφορά μεταξύ του συγκεκριμένου επιτοκίου της αγοράς που θα έπρεπε να καταβάλει η AGVO χωρίς την εγγύηση και του επιτοκίου που επιτεύχθηκε χάρη στην κρατική εγγύηση. Όταν δεν υφίσταται επιτόκιο της αγοράς και το κράτος μέλος επιθυμεί να χρησιμοποιήσει ως προσεγγιστική τιμή το επιτόκιο αναφοράς, η Επιτροπή τονίζει ότι για τον υπολογισμό της έντασης της ενίσχυσης μιας μεμονωμένης ενίσχυσης ισχύουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στην ανακοίνωσή της σχετικά με την αναθεώρηση της μεθόδου καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης (70). Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να καταβάλλεται η δέουσα προσοχή στην προσαύξηση που πρέπει να προστεθεί στο βασικό επιτόκιο έτσι ώστε να ληφθούν υπόψη τα σχετικά χαρακτηριστικά κινδύνου που συνδέονται με την καλυπτόμενη πράξη, την επιχείρηση στην οποία παρέχεται η εγγύηση και τις εξασφαλίσεις που χορηγούνται.

(331)

Σε ό,τι αφορά το πλεονέκτημα που απέρρεε της δωρεάν αποκλειστικής χρήσης της γης και των κτιρίων του αλιευτικού λιμένα της Οστάνδης, οι ενισχύσεις αντιστοιχούν στο μίσθωμα το οποίο θα όφειλε να καταβάλλει η AGVO υπό συνθήκες αγοράς για την αποκλειστική χρήση της γης και των κτιρίων του αλιευτικού λιμένα της Οστάνδης από τις 14 Μαρτίου 2002 μέχρι την ημερομηνία ανάκτησης ή μέχρι την τελευταία ημερομηνία κατά την οποία είχε το δικαίωμα η AGVO να χρησιμοποιεί δωρεάν τα ακίνητα, βάσει είτε του καταστατικού της είτε της πράξης μεταβίβασης της κυριότητας των ακινήτων για άλλο λόγο.

(332)

Η Επιτροπή έχει επίγνωση του ότι κάποιο τμήμα της γης και των κτιρίων είχε ελάχιστη ή μηδενική εμπορική αξία (π.χ. οι οδικές αρτηρίες). Η Επιτροπή παρατηρεί, ωστόσο, ότι άλλο τμήμα της γης και των κτιρίων είχε σαφή εμπορική αξία (ιχθυόσκαλα, γραφεία, αποθήκες) και ότι κάποιο άλλο τμήμα της γης και των κτιρίων (υποδομή του αλιευτικού λιμένα) έδινε στην AGVO τη δυνατότητα να παρέχει υπηρεσίες σε πλοιοκτήτες παρέχοντάς της έτσι το δικαίωμα να επιβάλλει τέλος σε αντάλλαγμα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Τα στοιχεία αυτά πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά τον υπολογισμό του μισθίου.

(333)

Σε ό,τι αφορά το πλεονέκτημα που απολάμβανε λόγω της είσπραξης φόρων, οι ενισχύσεις αντιστοιχούν στους φόρους που εισέπραξε από την ημερομηνία σύστασής της μέχρι την ημερομηνία ανάκτησης ή μέχρι την τελευταία ημερομηνία που είχε η AGVO το δικαίωμα να εισπράττει αυτούς τους φόρους.

(334)

Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει ότι από το ποσό που πρέπει να ανακτηθεί από την AGVO πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό της ενίσχυσης που μεταφέρθηκε στην EVO με τη μορφή κεφαλαίου (3 969 000 ευρώ) και δωρεάν διάθεσης των κτιρίων στα οποία λειτουργεί η ιχθυόσκαλα.

(335)

Η Επιτροπή έχει επίγνωση του ότι η AGVO ήταν επιφορτισμένη με ορισμένα μη οικονομικά δημόσια καθήκοντα (επιθεώρηση των εκφορτωθέντων αλιευμάτων που προορίζονταν για κατανάλωση, έλεγχο της καταβολής ΦΠΑ για τα εκφορτωθέντα αλιεύματα, δημόσιες σχέσεις) και με τη διαχείριση του αλιευτικού λιμένα. Η Επιτροπή εκτιμά ότι από το ποσό προς ανάκτηση από την AGVO πρέπει να αφαιρεθούν τα ποσά τα οποία, βάσει αποδείξεων, δαπανήθηκαν για την εκτέλεση αυτών των καθηκόντων.

11.4.   ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΤΗΣ ΙΧΘΥΟΣΚΑΛΑΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΚΤΗΣΗ ΤΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

(336)

Οι βελγικές αρχές είχαν ενημερώσει την Επιτροπή ότι ο δήμος και η AGVO σκόπευαν να προβούν σε ιδιωτικοποίηση της ιχθυόσκαλας, και είχαν υποστηρίξει ότι, με την ολοκλήρωση της ιδιωτικοποίησης, δεν θα υπήρχε πλέον ζήτημα κρατικής ενίσχυσης και ότι η διαδικασία εξέτασης θα ήταν άνευ αντικειμένου.

(337)

Η Επιτροπή επιθυμεί να υπενθυμίσει σχετικά με αυτό το θέμα ότι παρόλο που με την ιδιωτικοποίηση τίθεται ενδεχομένως τέλος στις υπό εξέταση ενισχύσεις, αυτό δεν σημαίνει ότι διαγράφονται τα πλεονεκτήματα που απολάμβαναν οι δικαιούχοι των ενισχύσεων κατά το χρονικό διάστημα πριν από τον τερματισμό των ενισχύσεων. Η ανάκτηση αποσκοπεί ακριβώς στην επαναφορά των πραγμάτων στην πρότερη κατάσταση με στόχο την εξασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά. Ως προς αυτό, η Επιτροπή εφιστά την προσοχή των βελγικών αρχών στην ανακοίνωση της Επιτροπής «Για μια αποτελεσματική εφαρμογή των αποφάσεων της Επιτροπής με τις οποίες τα κράτη μέλη διατάσσονται να ανακτήσουν παράνομες και ασυμβίβαστες κρατικές ενισχύσεις» (71), - και ιδίως στο σημείο 3.2.4 το οποίο αφορά την ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων από επιχειρήσεις υπό εκκαθάριση και από αφερέγγυους αποδέκτες. Όσον αφορά το αίτημα αναβολής λήψης της παρούσας απόφασης (που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 99), κάτι τέτοιο δεν θα ήταν ενδεδειγμένο να ικανοποιηθεί, καθώς θεωρείται σημαντική η αμελλητί ανάκτηση των παράνομων και ασυμβίβαστων κρατικών ενισχύσεων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1.   Η ενίσχυση ύψους 3 969 000 ευρώ που χορηγήθηκε στην NV Exploitatie Vismijn Oostende (EVO) με τη μορφή ορισμένου αρχικού κεφαλαίου και δανείων τα οποία σε μεταγενέστερο χρόνο μετατράπηκαν σε αυξήσεις κεφαλαίου είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά.

2.   Η χορηγηθείσα στην EVO ενίσχυση ύψους 4 284 995 ευρώ, με τη μορφή χορήγησης δωρεάν εγγυήσεων για τη σύναψη δανείων, είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά.

3.   Η χορηγηθείσα στην EVO ενίσχυση με τη μορφή του δικαιώματος δωρεάν χρήσης των κτιρίων της ιχθυόσκαλας που βρίσκονται στον αλιευτικό λιμένα της Οστάνδης είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά.

Άρθρο 2

1.   Η ενίσχυση ύψους 6 200 000 ευρώ που χορηγήθηκε στην «Autonoom Gemeentebedrijf Vismijn Oostende» (AGVO) με τη μορφή αρχικού κεφαλαίου είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά.

2.   Η ενίσχυση που χορηγήθηκε στην AGVO με τη μορφή δωρεάν εγγυήσεων για δάνεια είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά.

3.   Η ενίσχυση που χορηγήθηκε στην AGVO με τη μορφή του δικαιώματος δωρεάν χρήσης ή/και χρήσης σε τιμές χαμηλότερες από την αγοραία τιμή της γης και των ακινήτων του αλιευτικού λιμένα της Οστάνδης είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά.

4.   Η ενίσχυση που χορηγήθηκε στην AGVO με τη μορφή της δωρεάν μεταβίβασης της κυριότητας, από τις 26 Μαρτίου 2004 έως τις 4 Σεπτεμβρίου 2009, ακινήτων συνολικού εμβαδού 57 500 τ.μ. που βρίσκονται στον αλιευτικό λιμένα της Οστάνδης είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά.

5.   Η ενίσχυση που χορηγήθηκε στην AGVO με τη μορφή του δικαιώματος είσπραξης φόρων από τις 14 Μαρτίου 2002 και εξής είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά.

Άρθρο 3

Η ενίσχυση που χορηγήθηκε στην NV Pakhuizen (Pakhuizen) και απορρέει από τη σύμβαση μακροχρόνιας μίσθωσης που συνάφθηκε το 1989 με τον δήμο της Οστάνδης είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά.

Άρθρο 4

1.   Το Βέλγιο ανακτά από τους δικαιούχους τις ενισχύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 και στο άρθρο 2 παράγραφοι 2 έως 5.

2.   Το Βέλγιο προβαίνει, στην ανάκτηση, του μέρους της ενίσχυσης που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 το οποίο έχει ήδη καταβληθεί στην AGVO (3 596 665,62 ευρώ).

3.   Το Βέλγιο προβαίνει στην ανάκτηση του μέρους της ενίσχυσης που αναφέρεται στο άρθρο 3, το οποίο καταβλήθηκε μετά τις 13 Μαρτίου 1996.

4.   Τα προς ανάκτηση ποσά τοκίζονται από την ημερομηνία κατά την οποία τέθηκαν στη διάθεση των δικαιούχων μέχρι την ημερομηνία της πραγματικής ανάκτησής τους ή μέχρι την τελευταία ημερομηνία που ήταν στη διάθεση των δικαιούχων, σε περίπτωση που οι ενισχύσεις είχαν τερματιστεί πραγματοποιηθεί η ανάκτηση.

5.   Οι τόκοι υπολογίζονται με τη μέθοδο του ανατοκισμού σύμφωνα με το κεφάλαιο V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της Επιτροπής (72) και σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 271/2008 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004 (73).

6.   Το Βέλγιο ακυρώνει, από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης, όλες τις εκκρεμείς πληρωμές ή/και άλλες μορφές χορήγησης της ενίσχυσης αυτής, οι οποίες αναφέρονται στα άρθρα 1, 2 και 3.

Άρθρο 5

1.   Η ανάκτηση των ενισχύσεων που αναφέρονται στα άρθρα 1, 2 και 3 είναι άμεση και πραγματική.

2.   Το Βέλγιο διασφαλίζει την εφαρμογή της παρούσας απόφασης εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης.

Άρθρο 6

1.   Εντός δυο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης, το Βέλγιο υποβάλλει τις ακόλουθες πληροφορίες στην Επιτροπή:

α)

το συνολικό ποσό (κεφάλαιο και τόκους) που πρέπει να ανακτηθεί από τις εταιρείες AGVO, EVO και Pakhuizen·

β)

λεπτομερή περιγραφή των μέτρων που έχει λάβει και έχει προγραμματίσει να λάβει ώστε να συμμορφωθεί με την παρούσα απόφαση·

γ)

έγγραφα τα οποία να αποδεικνύουν ότι δόθηκε στις εταιρείες AGVO, EVO και Pakhuizen διαταγή να επιστρέψουν τις ενισχύσεις.

2.   Το Βέλγιο ενημερώνει την Επιτροπή για την πρόοδο των εθνικών μέτρων που λαμβάνονται για την εκτέλεση της παρούσας απόφασης, και τούτο μέχρι την ολοσχερή ανάκτηση των ενισχύσεων που αναφέρονται στα άρθρα 1, 2 και 3. Υποβάλλει αμέσως, μετά από απλή αίτηση της Επιτροπής, πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που έχει ήδη λάβει ή σχεδιάζει να λάβει προς συμμόρφωσή του με την παρούσα απόφαση. Παρέχει επίσης λεπτομερείς πληροφορίες για τα ποσά που έχουν ήδη ανακτηθεί από τις εταιρείες AGVO, EVO και Pakhuizen όσον αφορά τις ενισχύσεις και τους οφειλόμενους τόκους.

Άρθρο 7

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο του Βελγίου.

Βρυξέλλες, 27 Απριλίου 2010.

Για την Επιτροπή

Maria DAMANAKI

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 1 της 3.1.1994, σ. 3.

(2)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

(3)  ΕΕ C 238 της 17.9.2008, σ. 12.

(4)  Από την 1η Δεκεμβρίου 2009, τα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ έγιναν αντίστοιχα άρθρα 107 και 108 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ»). Οι δύο δέσμες διατάξεων είναι, ουσιαστικά, πανομοιότυπες. Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, οι αναφορές στα άρθρα 107 και 108 της ΣΛΕΕ θεωρείται ότι αφορούν αντίστοιχα τα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ.

(5)  Βλέπε υποσημείωση 4.

(6)  De Belgische Zeevisserij — Anvoer en Besomming 2007, Vlaamse overheid, Departement Landbouw en Visserij, http://www2.vlaanderen.be/landbouw/downloads/vis/aanvoer_besomming_2007.pdf, σ. 12.

(7)  Vlaamse overheid, Departement Landbouw en Visserij, Jaaroverzicht Zeevisserij 1998, 1999, 2000 en 2001, (http://lv.vlaanderen.be/nlapps/docs/default.asp?fid = 122).

(8)  Η AGVO συστάθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2001 από την πόλη της Οστάνδης, της οποίας την απόφαση ενέκρινε στις 14 Μαρτίου 2002 ο φλαμανδός υπουργός Εσωτερικών.

(9)  «De Stad Oostende kan aan het AG Vismijn Oostende de volle eigendom, respectievelijk de bestaande zakelijke rechten en beheersrechten overdragen van de goederen die zich bevinden binnen of behoren bij het in artikel 3.1 omschreven Visserhavengebied of die nodig en/of nuttig zijn voor de realisatie van de doelstellingen van het AG Vismijn Oostende […]. In afwachting van de overdracht van de onroerende goederen krijgt het AG Vismijn Oostende het uitsluitend recht deze goederen zonder vergoeding te gebruiken.»

(10)  Το σχέδιο αφορούσε την αλιεία/αγορά κάβουρα στη Νορβηγία με σκοπό την (προσπάθεια) πώλησή(-ς) του στην ασιατική αγορά.

(11)  Jaarrekening AGVO 2005, σ. 26 (verslag van de Raad van Bestuur aan de aandeelhouders over de waardering van de aandelen in EVO): «Tenslotte is het niet onbelangrijk dat in deze fase de engagementen van de Stad Oostende een wezenlijke buffer vormen om op verantwoorde wijze een waardering in going concern toe te passen zodat de waardering zoals beschreven in art. 66§2 mag aangehouden worden en niet naar een waardering in discontinuïteit moet overgegangen worden».

(12)  ΕΕ C 288 της 9.10.1999, σ. 2.

(13)  ΕΕ C 19 της 20.1.2001, σ. 7, ΕΕ C 229 της 14.9.2004, σ. 5, ΕΕ C 84 της 3.4.2008, σ. 10.

(14)  Απόφαση της 24ης Ιουλίου 2003, Altmark Trans GmbH και Regierungspräsidium Magdeburg κατά Nahverkehrsgesellschaft Altmark GmbH, C-280/00, Συλλογή της νομολογίας του Δικαστηρίου, σ. I-7747.

(15)  ΕΕ L 312 της 29.11.2005, σ. 67.

(16)  Απόφαση της 23ης Απριλίου 1991 Höfner και Elser, C-41/90, Συλλογή, σ. I-1979, σκέψη 21· απόφαση της 10ης Μαρτίου 2004 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-264/01, C-306/01, C-354/01 και C-355/01 AOK Bundesverband, Συλλογή, σ. I-2493, σκέψη 46· απόφαση της 10ης Ιανουαρίου 2006 Ministero dell’Economia κατά Cassa di Risparmio και λοιποί, C-222/04, Συλλογή σ. I-289, σκέψεις 107-112.

(17)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Οκτωβρίου 2002 Aéroports de Paris κατά Επιτροπής, C-82/01 P, Συλλογή, σ. I-9297, σκέψη 78· απόφαση της 12ης Δεκεμβρίου 2000 Aéroports de Paris κατά Επιτροπής, T-128/98, Συλλογή, σ. II-3929, σκέψεις 122-124

(18)  Απόφαση αριθ. 520/03 της 20ής Οκτωβρίου 2004 (φλαμανδικοί λιμένες), απόφαση αριθ. 60/06, της 24ης Απριλίου 2007, (έργο Mainportontwikkeling).

(19)  Προαναφερθείσα απόφαση C-222/04, αιτιολογικές σκέψεις 110-117.

(20)  Απόφαση της 28ης Ιανουαρίου 2003, Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας κατ Επιτροπής, C-334/99, Συλλογή, σ. I-01139, σκέψη 133, απόφαση της 16ης Μαΐου 2002 Γαλλία κατά Επιτροπής (Stardust Marine), C-482/99, Συλλογή, σ. I-4397, σκέψη 70· απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 1990, Ιταλία κατά Επιτροπής, C-261/89 Συλλογή, σ. I-4437, σκέψη 8· απόφαση της 14ης Σεπτεμβρίου 1994 Ισπανία κατά Επιτροπής, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-278/92 έως C-280/92, Συλλογή, σ. I-4103, σκέψη 21· απόφαση της 14ης Σεπτεμβρίου 1994 Ισπανία κατά Επιτροπής, C-42/93, Συλλογή, σ. I-4175, σκέψη 13.

(21)  Την εποχή εκείνη, ο δήμος είχε κατά μέσο όρο ετήσιες ζημίες ύψους 1 850 000 ευρώ.

(22)  Απόφαση της 11ης Ιουλίου 2002 HAMSA κατά Επιτροπής, T-152/99, Συλλογή, σ. II-3049, σκέψη 132· απόφαση της 8ης Μαΐου 2003 Ιταλία και SIM 2 Multimedia κατά Επιτροπής,στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-328/99 και C-399/00, Συλλογή, σ. I-4035, σκέψη 44· απόφαση της 21ης Μαρτίου 1991 Ιταλία κατά Επιτροπής, C-303/88, Συλλογή, σ. I-1433, σκέψη 18 και επόμενες.

(23)  Προαναφερθείσα απόφαση Γαλλία κατά Επιτροπής (Stardust Marine), C-482/99, σκέψη 71, απόφαση 30ής Απριλίου 1998 Cityflyer Express κατά Επιτροπής, T-16/96 Συλλογή, σ. II-757, σκέψη 76, απόφαση της 6ης Μαρτίου 2003 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-228/99 και T-233/99 Westdeutsche Landesbank Girozentrale κατά Επιτροπής, Συλλογή, σ. II-435, σκέψη 246.

(24)  Απόφαση Neue Maxhütte Stahlwerke κατά Επιτροπής, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-129/95, T-2/96 και T-97/96, Συλλογή, σ. II-17, σκέψη 124· προαναφερθείσα απόφαση Ισπανία κατά Επιτροπής, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-278/92, C-279/92 και 280/92, σκέψη 26.

(25)  Απάντηση των βελγικών αρχών της 19ης Οκτωβρίου 2006, σ. 2: «De Stad koos voor deze laatste oplossing: […] — de locale economie rondom de vismijn scheepsherstel, scheepsbenodigheden, opslag- en diepvriesbedrijven, ijsfabrieken, groot- en kleinhandels, toerisme …) bleef behouden, wat in de naweeën van de sluiting (1997) van de plaatselijke (verlieslatende) Regie der Maritiem Transport (verlies van 1 700 arbeidsplaatsen) een belangrijke considerans was binnen een Stad met meer dan 12 % werkloosheid». Απάντηση των βελγικών αρχών της 19/10/2006, σ. 6: «Dit belet niet dat de gedelegeerd bestuurder van een bedrijf dat voor 100 % gehouden wordt door een lokale overheid ook oog heeft voor de maatschappelijke en sociale rol die de vismijn van Oostende binnen de regio kan vervullen en die de Stad anno 2001 heeft gemotiveerd om niet radicaal tot sluiting over te gaan.»

(26)  Προαναφερθείσα απόφαση στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-328/99 και C-399/00, σκέψη 44· προαναφερθείσα απόφαση Ιταλία κατά Επιτροπής, C-303/88, σκέψη 18 και επόμενες.

(27)  «Het AG Vismijn Oostende beslist vrij over het aanleggen, het bouwen, het onderhouden, het herstellen, het verbeteren, het bedienen, het zelf exploiteren en het aan derden ter beschikking stellen van roerende en onroerende goederen».

(28)  Προαναφερθείσα απόφαση Γαλλία κατά Επιτροπής (Stardust Marine), C-482/99, σκέψη 71· προαναφερθείσα απόφαση Cityflyer Express κατά Επιτροπής, T-16/96, σκέψη 76· προαναφερθείσα απόφαση Westdeutsche LB κατά Επιτροπής, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-228/99 και T-233/99, σκέψη 246.

(29)  ΕΕ C 209 της 10.7.1997, σ. 3.

(30)  Για τον λόγο αυτόν, το διατακτικό της παρούσας απόφασης καλύπτει και το ενδεχόμενο να έχουν, επί του παρόντος, τεθεί τα ακίνητα στη διάθεση της AGVO έναντι τιμήματος, αλλά σε τιμές χαμηλότερες από τις τιμές της αγοράς.

(31)  ΕΕ C 71 της 11.3.2000, σ. 14.

(32)  Απόφαση της 29ης Απριλίου 1999 Βασίλειο της Ισπανίας κατά Επιτροπής, C-342/96 Συλλογή, σ. I-2459, απόφαση της 29ης Ιουνίου 1999 DTM Transports SA, C-256/97 Συλλογή, σ. I-3913, και προαναφερθείσα απόφαση στην υπόθεση T-152/99, HAMSA κατά Επιτροπής.

(33)  Βλέπε σημείο 3.4 της ανακοίνωσης για τις εγγυήσεις

(34)  Απόφαση C 5/03 (ex NN 115/02) της 21ης Ιανουαρίου 2003 — Ενίσχυση υπέρ της MobilCom AG, ΕΕ C 80 της 3.4.2003, σ. 5.

(35)  Απόφαση EPAC κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-204/97 και T-270/97, Συλλογή, σ. II-2267, σκέψη 82.

(36)  Όσον αφορά την υπόθεση τη σχετική με τη χορήγηση εγγύησης από τη μητρική εταιρεία, βλέπε την εγγύηση που χορήγησε η CDC στη θυγατρική της CDC IXIS, απόφαση της 21ης Ιανουαρίου 2003 και της 30ής Απριλίου 2003, E 50/2001 (ΕΕ C 154 της 2.7.2003, σ. 13). Καταβλήθηκε μεν τίμημα για την εγγύηση, όχι όμως σύμφωνα με τις συνθήκες της αγοράς, και συνεπώς κρίθηκε ότι συνιστούσε κρατική ενίσχυση.

(37)  Οι βελγικές αρχές παραδέχθηκαν ότι ο δήμος δεν διαθέτει πάντοτε αντίγραφα των συμβατικών εγγράφων που σχετίζονται με το δάνειο και την εγγύηση, βλέπε παράρτημα Β της επιστολής της 27ης Νοεμβρίου 2007.

(38)  Απόφαση Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας κατά Επιτροπής, C-334/99 όπ. π., σκέψη 138, απόφαση 1999/720/ΕΚ, ΕΚΑΧ της 8ης Ιουλίου 1999 — Ενίσχυση προς την Gröditzer Stahlwerke (ΕΕ L 292 της 13.11.1999, σ. 27, αιτιολογική σκέψη 45).

(39)  Βλέπε π.χ. σημείο 17 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση.

(40)  Το Βέλγιο έχει τονίσει επανειλημμένως ότι ο δήμος διατήρησε το δικαίωμα καθορισμού και είσπραξης φόρων για τη χρήση των νεωλκείων και των κλεισιάδων του λιμένα.

(41)  Απόφαση EPAC κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-204/97 και T-270/97 όπ.π., σκέψη 82.

(42)  Σχετικά με τη χορήγηση εγγύησης από μητρική εταιρεία, βλέπε την εγγύηση που χορήγησε η CDC στην CDC IXIS, απόφαση της 17ης Ιανουαρίου 2003, ενίσχυση 50/01. Καταβλήθηκε μεν τίμημα για την εγγύηση, όχι όμως σύμφωνα με τις συνθήκες της αγοράς, και συνεπώς κρίθηκε ότι συνιστούσε κρατική ενίσχυση.

(43)  Απόφαση SFEI κατά La Poste, C-39/94 [1996], Συλλογή, σ. I-3547, σκέψη 61.

(44)  ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2.

(45)  Βλέπε π.χ. σημείο 17 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση.

(46)  Απόφαση 96/563/ΕΚ — Jadecost (ΕΕ L 246 της 27.9.1996), η οποία επιβεβαιώθηκε με την απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 2000 Γερμανία κατά Επιτροπής (Jadecost), C-288/96, Συλλογή, σ. I-8237, σκέψη 41.

(47)  Με εξαίρεση μία από τις δεκαπέντε χιλιάδες μετοχές.

(48)  Προαναφερθείσα απόφαση Γαλλία κατά Επιτροπής (Stardust Marine), C-482/99, σκέψη 71· απόφαση Cityflyer Express κατά Επιτροπής, όπ.π. T-16/96, σκέψη 76, απόφαση Westdeutsche LB κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-228/99 και T-233/99 όπ.π., σκέψη 246.

(49)  Το κεφάλαιο της EVO χρηματοδοτήθηκε και με άλλους τρόπους πέραν του αρχικού κεφαλαίου της AGVO. Πράγματι, η εισφορά κεφαλαίου προς την EVO είναι μεγαλύτερη από την εισφορά κεφαλαίου προς την AGVO.

(50)  Βλέπε επίσης αιτιολογική σκέψη 99 της απόφασης 2006/740/ΕΚ της Επιτροπής της 20ής Οκτωβρίου 2004, στην υπόθεση Hamburgische Landesbank — Girozentrale, ΕΕ L 307 της 7.11.2006, σ. 110.

(51)  Βλέπε παραγράφους 203 και 306 της παρούσας απόφασης.

(52)  Βλέπε π.χ. σημείο 17 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση.

(53)  Βλέπε αιτιολογική σκέψη 44 της παρούσας απόφασης

(54)  Άρθρο 5 του νόμου της 10ης Ιανουαρίου 1824 σχετικά με το δικαίωμα εμφύτευσης, Εφημερίδα της Κυβέρνησης του Βελγίου XIX, αριθ. 14.

(55)  Προαναφερθείσα απόφαση Γαλλία κατά Επιτροπής, C 482/99.

(56)  Βλέπε απάντηση των βελγικών αρχών από 19/10/2006, σ. 3: «zowel op het niveau van aandeelhouderschap als dat van de organen (bestuur) dient de Gemeente (achter AGVO) krachtens de wet de meerderheid te hebben in de stemrechten. Dit is hier het geval.»

(57)  Βλέπε απόφαση της 17ης Σεπτεμβρίου 1980 Philip Morris, 730/79, Συλλογή σ. 2671, σημεία 11 και 12.

(58)  Βλέπε την προαναφερθείσα απόφαση Philip Morris.

(59)  Βλέπε επίσης σημείο 12 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 σύμφωνα με το οποίο οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές ισχύουν επίσης για τον γεωργικό και τον αλιευτικό κλάδο.

(60)  Απόφαση 2008/849/ΕΚ της Επιτροπής, της 16ης Ιουλίου 2008, σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 14/07 (ex NN 15/07), Ιταλία, ενίσχυση για την αναδιάρθρωση της NGP (ΕΕ L 301 της 12.11.2008, σ. 14).

(61)  Εξαγορά από την AGVO της Pakhuizen το 2004 και εξαγορά του 51 % των μετοχών της Haf Holding BO (Ijsland) το 2006. Η EVO συμμετείχε επίσης σε διάφορα έργα, όπως το Pollar Drift (πρόγραμμα για τον βασιλικό κάβουρα) και το έργο Novafish (HAF Holding), που αναφέρονται στους ετήσιους λογαριασμούς για το 2005. Βλέπε επίσης τις παρατηρήσεις της αγοράς του Grimsby και συγκεκριμένα τη δήλωσή της ότι «την περίοδο 2005-2006 περίπου, η EVO άρχισε να αγοράζει αλιεύματα απευθείας από ισλανδούς αλιείς σε (υψηλές) σταθερές τιμές και να τα δημοπρατεί ανοιχτά μέσω συστημάτων οθόνης στην Οστάνδη, συνήθως σε χαμηλότερες τιμές». Οι βελγικές αρχές δεν αμφισβήτησαν καμία από τις παρατηρήσεις των τρίτων ενδιαφερομένων. Επιπλέον, από τη συγγραφή υποχρεώσεων που υπέβαλαν οι βελγικές αρχές επιβεβαιώνεται ότι η EVO είχε συμμετάσχει πριν το 2007 σε δραστηριότητες στην αλλοδαπή τις οποίες όμως σταμάτησε το 2007 (βλέπε αιτιολογική έκθεση, σ. 39).

(62)  Χορήγηση δανείων υπό τον όρο ότι ο δανειολήπτης θα δημοπρατεί τα αλιεύματά του στην Οστάνδη, συμμετοχή (ενίοτε έως και 100 %) στο κόστος μεταφοράς όταν τα αλιεύματα δημοπρατούνταν στην ιχθυόσκαλα της Οστάνδης, εγγυημένη ελάχιστη τιμή δημοπράτησης κ.λπ.

(63)  Σύμφωνα με το σημείο 70 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση, τα σημεία 35 έως 39 αυτών των κατευθυντήριων γραμμών ισχύουν για όλες τις επιχειρήσεις του γεωργικού κλάδου, συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ. Στον γεωργικό κλάδο, όσον αφορά τα αντισταθμιστικά μέτρα, τα κράτη μέλη έχουν την επιλογή να συμμορφωθούν είτε με τα σημεία 35 έως 39 των κατευθυντήριων γραμμών του 1999 είτε με τους ειδικούς κανόνες για τον γεωργικό κλάδο που προβλέπονται στα σημεία 73 έως 82 των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών του 1999.

(64)  ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2.

(65)  Απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 1997, Επιτροπή κατά Ιταλίας, C-158/94, Συλλογή, σ. I-5789, σκέψη 54.

(66)  ΕΕ C 281 της 26.9.1996, σ. 3.

(67)  ΕΕ C 17 της 19.1.2001, σ. 4.

(68)  ΕΕ C 297 της 29.11.2005, σ. 4.

(69)  Όπως επισημάνθηκε ήδη, είναι τόσο αβέβαιο ότι έχει κάποια πραγματική αξία ο όρος σύμφωνα με τον οποίο ύστερα από 27 χρόνια ο εκμισθωτής δικαιούται το ήμισυ των κερδών της Pakhuizen, ώστε κανένα ποσό να μη μπορεί να αφαιρεθεί επί αυτής της βάσης. Επιπλέον, υπήρξε καταγγελία του συμβολαίου μίσθωσης, και άρα η ρήτρα αυτή δεν θα τύχει εφαρμογής ποτέ.

(70)  ΕΕ C 14 της 19.1.2008, σ. 6.

(71)  ΕΕ C 272 της 15.11.2007, σ. 4.

(72)  ΕΕ L 140 της 30.4.2004, σ. 1.

(73)  ΕΕ L 82 της 25.3.2008, σ. 1.


Top