Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32006R0366

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 366/2006 του Συμβουλίου, της 27ης Φεβρουαρίου 2006 , για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1676/2001 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ταινιών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου (PET), καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ινδίας

    ΕΕ L 68 της 8.3.2006, p. 6–14 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (BG, RO)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 08/03/2011

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2006/366/oj

    8.3.2006   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 68/6


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 366/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 27ης Φεβρουαρίου 2006

    για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1676/2001 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ταινιών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου (PET), καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ινδίας

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής «βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 3,

    την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    A.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    1.   Ισχύοντα μέτρα και έρευνες που έχουν περατωθεί όσον αφορά το ίδιο προϊόν

    (1)

    Το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2597/1999 (2), επέβαλε οριστικό αντισταθμιστικό δασμό στις εισαγωγές ταινιών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου (ΡΕΤ) που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 3920 62 19 και ex 3920 62 90, καταγωγής Ινδίας (εφεξής «οριστικά αντισταθμιστικά μέτρα»). Τα μέτρα είχαν τη μορφή δασμού κατ’ αξία που κυμαινόταν μεταξύ 3,8 % και 19,1 %, ο οποίος επιβλήθηκε στις εισαγωγές από εξαγωγείς που κατονομάζονται ατομικά, με υπόλοιπο δασμού 19,1 % που επιβλήθηκε στις εισαγωγές από όλες τις άλλες εταιρείες.

    (2)

    Το Συμβούλιο επέβαλε, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1676/2001 (3), οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ταινιών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου (PET), καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ινδίας, εφεξής «οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ». Πραγματοποιήθηκε δειγματοληψία στους ινδούς παραγωγούς-εξαγωγείς και επιβλήθηκαν ατομικοί δασμοί από 0 % έως 62,6 % στις εταιρείες που συμμετείχαν στο δείγμα, ενώ σε άλλες συνεργαζόμενες εταιρείες που δεν περιλαμβάνονταν στο δείγμα επιβλήθηκε δασμός βάσει του μέσου σταθμισμένου περιθωρίου ντάμπινγκ ύψους 57,7 % μειωμένου κατά το ατομικό περιθώριο επιδότησης εξαγωγής. Σε όλες τις άλλες εταιρείες, επιβλήθηκε δασμός ύψους 53,3 %. Η αρχική περίοδος έρευνας ήταν από την 1η Απριλίου 1999 έως την 31η Μαρτίου 2000, εφεξής «αρχική ΠΕ».

    (3)

    Στις 22 Αυγούστου 2001 η Επιτροπή αποδέχθηκε, με την απόφαση 2001/645/ΕΚ (4), την ανάληψη υποχρεώσεων που προσέφεραν πέντε Ινδοί παραγωγοί: Ester Industries Limited (Ester), Flex Industries Limited (Flex), Garware Polyester Limited (Garware), MTZ Polyfilms Limited (MTZ), και Polyplex Corporation Limited (Polyplex). Στις 17 Φεβρουαρίου 2005, η Επιτροπή ανακοίνωσε την αλλαγή της επωνυμίας MTZ βάσει ανακοίνωσης που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (5).

    (4)

    Το Συμβούλιο επέκτεινε, με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1975/2004 και (ΕΚ) αριθ. 1976/2004, τα οριστικά αντισταθμιστικά μέτρα και τα μέτρα αντιντάμπινγκ των εισαγωγών ταινιών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου (PET), καταγωγής Ινδίας, στις εισαγωγές του ίδιου προϊόντος που αποστέλλονται από τη Βραζιλία και το Ισραήλ, είτε δηλώνονται ως καταγωγής Βραζιλίας ή Ισραήλ είτε όχι.

    (5)

    Στις 28 Ιουνίου 2002 (6), η Επιτροπή άρχισε μερική ενδιάμεση επανεξέταση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2597/1999 που περιοριζόταν στη μορφή των οριστικών αντισταθμιστικών μέτρων, και ιδίως στην εξέταση του αποδεκτού μιας ανάληψης υποχρέωσης από έναν ινδό εξαγωγέα-παραγωγό, βάσει του άρθρου 19 του βασικού κανονισμού. Αυτή η έρευνα περατώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 365/2006 (7).

    (6)

    Στις 22 Νοεμβρίου 2003 (8), η Επιτροπή άρχισε μερική ενδιάμεση επανεξέταση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1676/2001 που περιοριζόταν στη μορφή των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ. Η εν λόγω έρευνα περατώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 365/2006, ο οποίος τροποποίησε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1676/2001.

    (7)

    Στις 10 Δεκεμβρίου 2004 (9), η Επιτροπή ξεκίνησε διαδικασία επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των αντισταθμιστικών μέτρων. Η εν λόγω έρευνα περατώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 367/2006 του Συμβουλίου (10), ο οποίος διατήρησε τα οριστικά αντισταθμιστικά μέτρα.

    (8)

    Στις 23 Αυγούστου 2005 (11), η Επιτροπή κίνησε διαδικασία επανεξέτασης των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1975/2004 και (ΕΚ) αριθ. 1976/2004 όσον αφορά την αίτηση που υπέβαλε ένας παραγωγός του Ισραήλ για απαλλαγή από τα επεκταθέντα μέτρα. Αυτή η έρευνα περατώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 101/2006 (12) του Συμβουλίου.

    2.   Αίτηση επανεξέτασης

    (9)

    Στις 5 Νοεμβρίου 2004, οι κάτωθι αναφερόμενοι κοινοτικοί παραγωγοί υπέβαλαν αίτημα για μερική ενδιάμεση επανεξέταση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1676/2001, που περιοριζόταν στο επίπεδο του ντάμπινγκ: Du Pont Teijin Films, Mitsubishi Polyester Film GmbH και Nuroll SpA («αιτούντες»). Οι αιτούντες αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο τμήμα της κοινοτικής παραγωγής ταινιών ΡΕΤ. Η Toray Plastics Europe δήλωσε ότι υποστήριζε την αίτηση παρόλο που δεν συγκαταλεγόταν μεταξύ των επισήμων αιτούντων.

    (10)

    Οι αιτούντες ισχυρίσθηκαν ότι, όσον αφορά τις εισαγωγές ταινιών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου (PET) από τους πέντε ινδούς παραγωγούς των οποίων έγιναν δεκτές οι αναλήψεις υποχρεώσεων βάσει της απόφασης 2001/645/ΕΚ, το επίπεδο των υφιστάμενων μέτρων δεν επαρκεί πλέον για να αντισταθμίσει το ζημιογόνο ντάμπινγκ.

    3.   Έρευνα

    (11)

    Αφού διαπίστωσε, ύστερα από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή, ότι υφίστανται επαρκή στοιχεία που δικαιολογούν την έναρξη μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης, η Επιτροπή ανήγγειλε, στις 4 Ιανουαρίου 2005, με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (13), την έναρξη μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

    (12)

    Η επανεξέταση περιορίσθηκε στην εξέταση της πρακτικής ντάμπινγκ των πέντε ινδών παραγωγών-εξαγωγέων οι αναλήψεις υποχρεώσεων των οποίων έγιναν αποδεκτές και στο επίπεδο του υπολοίπου δασμού, με στόχο την αξιολόγηση της ανάγκης για τη συνέχιση, κατάργηση ή τροποποίηση του επιπέδου των υφιστάμενων μέτρων. Η περίοδος έρευνας διήρκεσε από την 1η Οκτωβρίου 2003 έως την 30ή Σεπτεμβρίου 2004.

    (13)

    Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τους παραγωγούς-εξαγωγείς, τους εκπροσώπους της χώρας εξαγωγής και τους κοινοτικούς παραγωγούς για την έναρξη της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να εκθέσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που προβλεπόταν στην ανακοίνωση σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας.

    (14)

    Για να συγκεντρώσει τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για την έρευνα, η Επιτροπή έστειλε ερωτηματολόγια στους ενδιαφερόμενους εξαγωγείς-παραγωγούς, εκ των οποίων όλοι συνεργάσθηκαν απαντώντας στο ερωτηματολόγιο. Πραγματοποιήθηκαν επίσης επιτόπιοι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εξαγωγών-παραγωγών στην Ινδία:

    Ester Industries Limited, Νέο Δελχί,

    Flex Industries Limited, Νέο Δελχί,

    Garware Polyester Limited, Aurangabad,

    MTZ Polyfilms Limited, Mumbai,

    Polyplex Corporation Limited, Νέο Δελχί.

    B.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

    1.   Υπό εξέταση προϊόν

    (15)

    Το υπό εξέταση προϊόν είναι, όπως ορίζεται στην αρχική έρευνα, ταινίες τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου (PET), καταγωγής Ινδίας, που υπάγεται κανονικά στους κωδικούς ΣΟ ex 3920 62 19 και ex 3920 62 90.

    2.   Ομοειδές προϊόν

    (16)

    Όπως και κατά την αρχική έρευνα, διαπιστώθηκε ότι οι ταινίες PET που παράγονται και πωλούνται στην εγχώρια αγορά στην Ινδία και οι ταινίες PET που εξάγονται από την Ινδία στην Κοινότητα έχουν τα ίδια βασικά φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και τις ίδιες χρήσεις. Συνεπώς, είναι ομοειδή προϊόντα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

    Γ.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

    1.   Κανονική αξία

    (17)

    Για να καθορισθεί η κανονική αξία, εξετάσθηκε πρώτα κατά πόσον ήταν αντιπροσωπευτικές οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις κάθε παραγωγού-εξαγωγέα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, δηλαδή εάν αντιπροσώπευαν το 5 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου πωλήσεων του οικείου προϊόντος που εξήχθη στην Κοινότητα. Οι συνολικές πωλήσεις διαπιστώθηκε ότι ήταν αντιπροσωπευτικές για όλες τις εταιρείες.

    (18)

    Εν συνεχεία εξετάσθηκε αν οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις κάθε τύπου προϊόντος αντιστοιχούσαν στο 5 % ή περισσότερο του όγκου των πωλήσεων του ιδίου τύπου που εξήχθη προς την Κοινότητα. Για δύο εταιρείες διαπιστώθηκε ότι πωλούσαν ταινίες δεύτερης ποιότητας στην εγχώρια αγορά αλλά όχι στην Κοινότητα. Εφόσον οι ταινίες δεύτερης ποιότητας δεν είναι άμεσα συγκρίσιμες με τις ταινίες πρώτης ποιότητας, οι πωλήσεις των ταινιών δεύτερης ποιότητας αποκλείσθηκαν από τον υπολογισμό της κανονικής τιμής. Μια άλλη εταιρεία πώλησε ταινίες τριών διαφορετικών ποιοτήτων στην εγχώρια αγορά αλλά μόνον ταινίες της καλύτερης ποιότητας στην Κοινότητα. Κατά την πώληση των τριών ειδών ποιότητας ταινιών, η εταιρεία συχνά πωλούσε τις ταινίες πρώτης και δεύτερης ποιότητας χύμα μαζί με ταινίες τρίτης ποιότητας αλλά όλες στην τιμή της ταινίας τρίτης ποιότητας. Αυτό ερμηνεύθηκε ως μια μορφή εκκαθάρισης αποθέματος. Και σε αυτή την περίπτωση, οι πωλήσεις αποκλείστηκαν από τον υπολογισμό.

    (19)

    Μια εταιρεία πώλησε σε εμπόρους στην εγχώρια αγορά προϊόντα που προορίζονταν για εξαγωγή. Τα προϊόντα αυτά εντοπίσθηκαν εύκολα ως προοριζόμενα για εξαγωγή, καθώς υπέκειντο σε διαφορετικό φορολογικό καθεστώς σε σχέση με τις κανονικές τιμές της εγχώριας αγοράς. Η εταιρεία δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει εάν ο τελικός προορισμός των προϊόντων θα ήταν η Κοινότητα ή τρίτη χώρα. Συνεπώς, οι πωλήσεις αυτές αποκλείστηκαν από τον υπολογισμό.

    (20)

    Για τους συγκεκριμένους τύπους του προϊόντος οι εγχώριες πωλήσεις των οποίων αντιστοιχούσαν στο 5 % ή περισσότερο του όγκου των πωλήσεων του ιδίου τύπου που εξήχθη στην Κοινότητα, εξετάσθηκε εν συνεχεία εάν είχαν πραγματοποιηθεί επαρκείς πωλήσεις κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Για κάθε τύπο προϊόντος στην περίπτωση που ο όγκος εγχώριων πωλήσεων του προϊόντος που πωλήθηκε σε καθαρή τιμή πώλησης ίση ή ανώτερη του κόστους παραγωγής αντιπροσώπευε πάνω από το 80 % του συνολικού όγκου πωλήσεων αυτού του τύπου, και η μέση σταθμισμένη τιμή αυτού του τύπου ήταν ίση ή ανώτερη του κόστους παραγωγής, η κανονική αξία προσδιορίσθηκε βάσει του σταθμισμένου μέσου όρου των τιμών που πράγματι καταβλήθηκαν για όλες τις εγχώριες πωλήσεις αυτού του τύπου, ανεξαρτήτως του αν οι εν λόγω πωλήσεις ήταν ή όχι επικερδείς. Για εκείνους τους τύπους προϊόντων όπου ο όγκος επικερδών πωλήσεων ήταν ίσος ή χαμηλότερος από το 80 %, αλλά όχι χαμηλότερος του 10 % των πωλήσεων, ή όπου η μέση σταθμισμένη τιμή αυτού του τύπου ήταν κατώτερη του κόστους παραγωγής, η κανονική αξία προσδιορίσθηκε βάσει του σταθμισμένου μέσου όρου των τιμών που έχουν πράγματι καταβληθεί για τις επικερδείς πωλήσεις αυτού του τύπου μόνον.

    (21)

    Για τους τύπους του προϊόντος των οποίων οι εγχώριες τιμές των παραγωγών-εξαγωγέων δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, λόγω του γεγονότος ότι δεν ήταν επαρκώς αντιπροσωπευτικές ή επειδή δεν είχαν πραγματοποιηθεί επαρκείς πωλήσεις κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, η κανονική αξία κατασκευάσθηκε με βάση το κόστος κατασκευής για τους τύπους των προϊόντων που εξάγονται στην Κοινότητα που επιβάρυνε τους εν λόγω παραγωγούς-εξαγωγείς, συν ένα εύλογο ποσό για να ληφθούν υπόψη τα έξοδα πωλήσεων και τα γενικά και διοικητικά έξοδα («ΓΔΕΠ») και το κέρδος, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 3 και 6 του βασικού κανονισμού.

    (22)

    Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού, τα ΓΔΕΠ βασίσθηκαν στις δαπάνες αυτές που επιβάρυναν τους εξαγωγείς-παραγωγούς όσον αφορά τις εγχώριες πωλήσεις τους για το εν λόγω προϊόν, που διαπιστώθηκε ότι ήταν αντιπροσωπευτικές. Το περιθώριο κέρδους υπολογίσθηκε με βάση το μέσο σταθμισμένο περιθώριο κέρδους κάθε εταιρείας γι’ αυτούς τους τύπους του προϊόντος που πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά σε επαρκείς ποσότητες κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις.

    (23)

    Μετά την κοινολόγηση, ένας παραγωγός εξαγωγέας αμφισβήτησε την προσαρμογή που έγινε στην τιμή που καταβλήθηκε για την εν λόγω πρώτη ύλη. Η υπό αμφισβήτηση προσαρμογή επανεξετάσθηκε και κατόπιν το επίπεδο της προσαρμογής αναθεωρήθηκε και το περιθώριο ντάμπινγκ υπολογίσθηκε εκ νέου κατά τον ενδεικνυόμενο τρόπο.

    (24)

    Μια άλλη εταιρεία ισχυρίσθηκε ότι έπρεπε να συμπεριληφθεί στον υπολογισμό η ταινία που δεν ήταν υψηλής ποιότητας και ότι οι προσαρμογές έπρεπε να γίνουν έτσι ώστε η εν λόγω ταινία να είναι συγκρίσιμη με το επίπεδο της ταινίας πρώτης ποιότητας. Ισχυρίσθηκε επίσης ότι εκτός από τη συμπερίληψη αυτών των συναλλαγών θα ήταν απαραίτητος ένας εκ νέου υπολογισμός του περιθωρίου κέρδους.

    (25)

    Ο όγκος της ταινίας δεύτερης και τρίτης ποιότητας που είχε εξαιρεθεί από τον υπολογισμό αντιπροσώπευε λιγότερο από ποσοστό 3 % επί όλων των εγχώριων πωλήσεων. Έτσι, θεωρείται ότι οι υπόλοιπες εγχώριες συναλλαγές είναι επαρκώς αντιπροσωπευτικές για έναν ακριβή υπολογισμό της κανονικής τιμής. Συνεπώς, δεν απαιτείται εκ νέου υπολογισμός του περιθωρίου κέρδους.

    (26)

    Οι εξαγωγείς παραγωγοί παρέλαβαν κοινολόγηση των υπολογισμών και υπέβαλαν ορισμένα σχόλια. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τα εν λόγω σχόλια και στις περιπτώσεις στις οποίες ήταν δικαιολογημένα προσάρμοσε ανάλογα τους υπολογισμούς.

    2.   Τιμή εξαγωγής

    (27)

    Όσον αφορά τον καθορισμό των τιμών εξαγωγής, θα πρέπει να υπενθυμισθεί ότι η παρούσα έρευνα επιδιώκει να προσδιορίσει εάν τα επίπεδα ντάμπινγκ έχουν μεταβληθεί και εάν αυτές οι μεταβολές μπορεί να θεωρηθεί ότι έχουν διαρκή χαρακτήρα. Στο πλαίσιο αυτό, ο καθορισμός των τιμών εξαγωγής δεν μπορεί να περιορισθεί στην εξέταση της στάσης των εξαγωγών στο παρελθόν, αλλά πρέπει να εξετάσει και την ενδεχόμενη εξέλιξη των τιμών εξαγωγής στο μέλλον. Δηλαδή, θα πρέπει να προσδιορισθεί εάν οι προηγούμενες τιμές εξαγωγής είναι αξιόπιστες ως ένδειξη πιθανών τιμών εξαγωγής στο μέλλον. Στην περίπτωση αυτή και δεδομένου ότι έγιναν δεκτές οι αναλήψεις υποχρεώσεων, εξετάσθηκε ιδίως εάν η ύπαρξη ανάληψης υποχρεώσεων επηρέασε στο παρελθόν τις τιμές εξαγωγής, ώστε να τις καταστήσει αναξιόπιστες για τον προσδιορισμό της εξέλιξης των εξαγωγών στο μέλλον.

    (28)

    Για να εξετασθεί εάν οι τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα ήταν αξιόπιστες και δεδομένης της ύπαρξης ανανήψεων υποχρεώσεων, οι τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα αναλύθηκαν σε σχέση με τις ελάχιστες τιμές εισαγωγής (ΕΤΕ) των αναλήψεων υποχρεώσεων. Πράγματι, ήταν απαραίτητο να επιβεβαιωθεί εάν οι τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα είχαν ορισθεί σε συγκεκριμένο επίπεδο, κυρίως λόγω της ύπαρξης των ΕΤΕ που καθορίσθηκαν από τις αναλήψεις υποχρεώσεων και, συνεπώς, εάν έπρεπε να διατηρηθούν ή όχι. Ως εκ τούτου, εξετάσθηκε, με βάση τη μέση σταθμισμένη τιμή στο επίπεδο κάθε εταιρείας, εάν οι τιμές που εφαρμόζονταν στις πωλήσεις στην κοινοτική αγορά ήταν πολύ υψηλότερες σε σχέση με τις ΕΤΕ ή όχι, αφού λήφθηκαν υπόψη οι ιδιαιτερότητες του εν λόγω προϊόντος και οι αγορές στις οποίες πωλούνταν κατά τη διάρκεια της ΠΕ και πώς οι τιμές αυτές συνδέονταν με τις τιμές εξαγωγής σε τρίτες χώρες. Όταν οι τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα ήταν κατά μέσο όρο μεγαλύτερες από τις ΕΤΕ σε επίπεδο εταιρείας, εκτιμήθηκε ότι αυτές οι τιμές εξαγωγής καθορίζονταν ανεξάρτητα από τις αναλήψεις υποχρεώσεων και ότι, συνεπώς, ήταν αξιόπιστες ως ένδειξη της στάσης των εξαγωγέων στο μέλλον ως προς τον καθορισμό των τιμών. Αντίθετα, όταν οι τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα ήταν κατά μέσο όρο μη επαρκώς μεγαλύτερες από τις ΕΤΕ και επιπλέον μεγαλύτερες από τις τιμές εξαγωγής σε τρίτες χώρες, εκτιμήθηκε ότι οι πρώτες είχαν επηρεασθεί από τις αναλήψεις υποχρεώσεων και συνεπώς ότι δεν ήταν αρκετά αξιόπιστες για να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό του ντάμπινγκ, βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, στο πλαίσιο μιας ενδιάμεσης επανεξέτασης.

    (29)

    Όσον αφορά δύο Ινδούς εξαγωγείς, την Flex και την Polyplex, διαπιστώθηκε ότι οι τιμές εξαγωγής τους στην Κοινότητα ήταν αρκετά υψηλότερες από τις ΕΤΕ. Συνεπώς, αυτές οι τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα θεωρήθηκαν αξιόπιστες και χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό του ντάμπινγκ.

    (30)

    Για τους υπόλοιπους τρεις εξαγωγείς παραγωγούς, την Ester, την Garware και την MTZ, διαπιστώθηκε ότι οι τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα πλησίαζαν πολύ τις ΕΤΕ. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι οι τιμές εξαγωγής αυτών των τριών εταιρειών σε λοιπές τρίτες χώρες ήταν, όταν εξετάζονταν ανά τύπο προϊόντος, αρκετά χαμηλότερες σε σχέση με τις τιμές της Κοινότητας, καθιστώντας έτσι πιθανή, ελλείψει ανάληψης υποχρεώσεων, την ευθυγράμμιση των τιμών αυτών στην Κοινότητα με τις τιμές που ισχύουν για τα ίδια είδη σε λοιπές τρίτες χώρες. Συνήχθη, συνεπώς, το συμπέρασμα ότι οι τιμές εξαγωγής αυτών των τριών εταιρειών στην Κοινότητα δεν ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό αξιόπιστων τιμών εξαγωγής κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, στο πλαίσιο της παρούσας ενδιάμεσης επανεξέτασης.

    (31)

    Εντούτοις, εκτιμήθηκε ότι, η έλλειψη αξιόπιστης τιμής για αυτούς τους τρεις ινδούς εξαγωγείς, λόγω της ύπαρξης της ανάληψης υποχρεώσεων στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν θα πρέπει να οδηγήσει στην περάτωση της επανεξέτασης για αυτούς, εάν είναι δυνατόν να διαπιστωθεί μόνιμη αλλαγή όσον αφορά τη στάση τους στο θέμα του ντάμπινγκ, ειδικότερα όσον αφορά τις τιμές εξαγωγής. Για το λόγο αυτό και δεδομένου ότι οι εξαγωγείς παραγωγοί πωλούσαν το εν λόγω προϊόν στην παγκόσμια αγορά, αποφασίσθηκε να καθορισθεί η τιμή εξαγωγής βάσει των τιμών που καταβάλλονται ή που πρέπει να καταβάλλονται πραγματικά σε όλες τις τρίτες χώρες για τους τύπους που πωλούνται στην Κοινότητα.

    (32)

    Ύστερα από την κοινολόγηση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και των παρατηρήσεων βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1676/2001, διάφορα μέρη υπέβαλαν τα σχόλιά τους.

    (33)

    Πολλοί ινδοί εξαγωγείς παραγωγοί καθώς και η ινδική κυβέρνηση ισχυρίσθηκαν ότι δεν υφίστατο νομική βάση σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 8 ή 9 του βασικού κανονισμού ώστε οι τιμές εξαγωγής να βασισθούν σε εκείνες προς τις τρίτες χώρες. Ισχυρίσθηκαν ότι υφίσταντο τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα και ότι δεν είχε αποδειχθεί ικανοποιητικά ότι υπήρχε επαρκής βάση για την απόρριψη της χρήσης των εν λόγω τιμών εξαγωγής. Ισχυρίσθηκαν ότι οι τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα ήταν αξιόπιστες και ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν αντί για τις τιμές σε τρίτες χώρες.

    (34)

    Όσον αφορά τη χρήση εξαγωγικών τιμών σε τρίτες χώρες, θα πρέπει να αναφερθεί ότι ο σκοπός της παρούσας επανεξέτασης βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού είναι να καθορίσει εάν η συνέχιση της επιβολής των μέτρων εξακολουθεί να είναι απαραίτητη για την αντιστάθμιση του ντάμπινγκ. Εξετάζοντας το επίπεδο του ντάμπινγκ των εν λόγω εξαγωγέων, είναι απαραίτητο να εξετάσουμε και τη μεταβολή στο επίπεδο του ντάμπινγκ σε σύγκριση με τα αρχικά πορίσματα σχετικά με το ντάμπινγκ. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η χρήση τιμών σε τρίτες χώρες και όχι των τιμών στην Κοινότητα στην περίπτωση των τριών ινδών εξαγωγέων παραγωγών δεν βασίζεται στην εφαρμογή του άρθρου 2, παράγραφοι 8 και 9 του βασικού κανονισμού. Όπως εξηγείται στις προαναφερόμενες αιτιολογικές σκέψεις 27 και 28, αυτό δικαιολογείται βάσει της ανάγκης να αξιολογηθεί η πιθανότητα διατήρησης στο μέλλον των εν λόγω τιμών στην Κοινότητα και, κατά συνέπεια, η πιθανότητα επανάληψης του ντάμπινγκ.

    (35)

    Το συμπέρασμα που προέκυψε από αυτή την αξιολόγηση ήταν ότι, στην περίπτωση των τριών ινδών εξαγωγέων παραγωγών, οι τιμές τους στην Κοινότητα είχαν επηρεασθεί από την ύπαρξη των ΕΤΕ, εφόσον είχαν οριστεί πολύ κοντά στα επίπεδα των ΕΤΕ. Συνεπώς, δεν προέκυψαν αποκλειστικά ως αποτέλεσμα των δυνάμεων της αγοράς και δεν ήταν πιθανόν να διατηρηθούν στο ίδιο επίπεδο στο μέλλον. Συνεπώς, θεωρήθηκε ότι δεν υπήρχαν τιμές στην Κοινότητα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό του ντάμπινγκ. Ελλείψει μιας τιμής εξαγωγής στην Κοινότητα, θεωρήθηκε ότι οι τιμές στις τρίτες χώρες αποτελούσαν ακριβή και εύλογη εναλλακτική βάση για την καθιέρωση τιμών εξαγωγής κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας καθώς και για τον υπολογισμό του ντάμπινγκ.

    (36)

    Ένας ινδός εξαγωγέας-παραγωγός ισχυρίσθηκε ότι η απόρριψη των τιμών πώλησής του στην Κοινότητα και η χρήση των τιμών του σε τρίτες χώρες συνιστούσε διάκριση υπό την έννοια ότι αντιμετωπίσθηκε διαφορετικά από ό,τι οι εξαγωγείς εκείνοι για τους οποίους χρησιμοποιήθηκαν οι πραγματικές τους τιμές πώλησης στην Κοινότητα.

    (37)

    Από την άποψη αυτή, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ουδεμία διάκριση προέκυψε κατά τον καθορισμό τιμών εξαγωγής εφόσον ακολουθήθηκε η ίδια προσέγγιση όσον αφορά όλους τους ινδούς εξαγωγείς. Όσον αφορά τον κάθε εξαγωγέα-παραγωγό, αξιολογήθηκε η ύπαρξη ορθών τιμών εξαγωγής στην Κοινότητα για τους σκοπούς του υπολογισμού του ντάμπινγκ. Η αξιολόγηση αυτή έγινε συγκρίνοντας τις τιμές εξαγωγής κάθε εξαγωγέα-παραγωγού στην Κοινότητα με τις ΕΤΕ ώστε να διαπιστωθεί εάν μπορούσε να θεωρηθεί ότι είχαν ορισθεί ανεξάρτητα από τις εν λόγω ΕΤΕ. Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 28, σε περιπτώσεις στις οποίες οι εν λόγω τιμές ήταν αρκετά άνω των ΕΤΕ, συνήχθη το συμπέρασμα ότι δεν είχαν επηρεασθεί από τις ΕΤΕ και ότι οι τιμές δεν ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό του ντάμπινγκ καθώς ήταν αξιόπιστες ως ένδειξη της στάσης του εξαγωγέα παραγωγού στο μέλλον σχετικά με τον καθορισμό της τιμής.

    (38)

    Στις περιπτώσεις στις οποίες εκτιμήθηκε πως οι τιμές στην Κοινότητα είχαν επηρεαστεί από την ύπαρξη των ΕΤΕ, οι εν λόγω τιμές δεν θεωρήθηκαν αξιόπιστες ως ένδειξη της στάσης των εξαγωγέων στο μέλλον ως προς τον καθορισμό των τιμών και δεν χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό του ντάμπινγκ, καθώς χρησιμοποιήθηκαν ως εναλλακτική λύση οι τιμές προς τρίτες χώρες. Συνεπώς, το γεγονός ότι χρησιμοποιήθηκαν οι πραγματικές τιμές εξαγωγής ορισμένων εξαγωγέων, ενώ για άλλους εξαγωγείς χρησιμοποιήθηκαν οι τιμές εξαγωγής τους προς τρίτες χώρες, δεν αποτελεί διακριτική μεταχείριση μεταξύ εξαγωγέων.

    (39)

    Πολλοί ινδοί εξαγωγείς παραγωγοί διαφώνησαν με το συμπέρασμα ότι οι τιμές εξαγωγής τους στην Κοινότητα ήταν πολύ κοντά στις ΕΤΕ και, συνεπώς, δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό του ντάμπινγκ. Εκτίμησαν ότι οι τιμές τους υπερέβαιναν αρκετά τις ΕΤΕ και σημείωσαν ότι βάσει της ανάληψης υποχρεώσεων ως προς την τιμή τους ζητήθηκε μόνον να μην πωλούν κάτω των ΕΤΕ. Σύμφωνα με έναν εξαγωγέα, η σύγκριση σε σχέση με τις ΕΤΕ δεν αποτελούσε ικανοποιητική βάση για τον καθορισμό του εάν οι τιμές στην Κοινότητα ήταν λογικές και αξιόπιστες, αλλά ότι ενδείκνυται περισσότερο μια σύγκριση με τις τιμές άλλων ινδών εξαγωγέων-παραγωγών ή με του κοινοτικού κλάδου.

    (40)

    Από την άποψη αυτή, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 30, τα όργανα της Κοινότητας διαπίστωσαν ότι οι τιμές τριών εξαγωγέων παραγωγών δεν υπερέβαιναν αρκετά τις ΕΤΕ ώστε να φαίνεται πως είχαν καθορισθεί ανεξάρτητα από αυτές. Συνεπώς, οι τιμές αυτές δεν αποτελούσαν κατάλληλη βάση για τον υπολογισμό του ντάμπινγκ. Το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις αναλήψεις υποχρεώσεων, ζητήθηκε απλώς από τους εξαγωγείς παραγωγούς να μην πωλούν σε τιμές κάτω από τις ΕΤΕ, όχι μόνον δεν αμφισβητήθηκε αλλά ήταν και άσχετο για αυτού του τύπου την ανάλυση.

    (41)

    Στο πλαίσιο της εξέτασης του εάν οι τιμές στην Κοινότητα είχαν επηρεασθεί ή όχι από την ύπαρξη των ΕΤΕ, θα πρέπει να σημειωθεί ότι όταν υφίστανται αναλήψεις υποχρεώσεων είναι απαραίτητο να εξετάζεται το εάν οι τιμές εξαγωγής είναι ή όχι αξιόπιστες και εάν αποτελούν κατάλληλη βάση για τον υπολογισμό των περιθωρίων ντάμπινγκ. Όταν οι τιμές στην Κοινότητα επηρεάζονται από παράγοντες άλλους, εκτός των δυνάμεων της αγοράς, όπως είναι οι αναλήψεις υποχρεώσεων για ΕΤΕ, τότε οι τιμές αυτές δεν θεωρούνται λογικές ούτε αξιόπιστες. Στην εν λόγω περίπτωση, θα πρέπει να τονισθεί ότι μια σύγκριση με τις τιμές κάθε εξαγωγέα-παραγωγού σε άλλες τρίτες χώρες, όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 28, κρίθηκε ως πιο κατάλληλη για τον καθορισμό της στάσης ως προς τον καθορισμό των τιμών ενός συγκεκριμένου εξαγωγέα-παραγωγού, συγκριτικά με τις τιμές άλλων ινδών εξαγωγέων-παραγωγών ή του κοινοτικού κλάδου, επειδή παρείχε καλύτερη εικόνα για την επιχειρηματική συμπεριφορά του εκάστοτε εξαγωγέα-παραγωγού.

    (42)

    Σύμφωνα με τον κοινοτικό κλάδο, λόγω της στρέβλωσης που προκαλεί η ανάληψη υποχρεώσεων για τις ΕΤΕ, οι πραγματικές τιμές πώλησης στην Κοινότητα έπρεπε να είχαν απορριφθεί και να είχαν χρησιμοποιηθεί αντίστοιχα οι τιμές σε τρίτες χώρες στην περίπτωση όλων των ινδών εξαγωγέων-παραγωγών. Εξέφρασαν επίσης την ανησυχία τους ως προς το ότι οι ινδοί εξαγωγείς/παραγωγοί με χαμηλά περιθώρια ντάμπινγκ που υπολογίσθηκαν χρησιμοποιώντας τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα, δεν θα συνέχιζαν να διατηρούν τις τιμές τους στο ίδιο επίπεδο στο μέλλον.

    (43)

    Όσον αφορά αυτό τον ισχυρισμό και όπως εξηγήθηκε στην αιτιολογική σκέψη 32, η ίδια προσέγγιση ακολουθήθηκε όσον αφορά όλους τους ινδούς εξαγωγείς-παραγωγούς. Η χρήση ή μη των τιμών του κάθε εξαγωγέα στην Κοινότητα βασίσθηκε στο αποτέλεσμα της αξιολόγησης του εάν οι εν λόγω τιμές επηρεάσθηκαν ή όχι από την ύπαρξη των ΕΤΕ και στη διαφορά μεταξύ της τιμής τους στην Κοινότητα και των τιμών εξαγωγής σε τρίτες χώρες, όπως εξηγήθηκε στην αιτιολογική σκέψη 28.

    (44)

    Ο κοινοτικός κλάδος ισχυρίσθηκε επίσης ότι η σύγκριση των τιμών εξαγωγής με τις ΕΤΕ σε βάση μέσης σταθμισμένης κανονικής αξίας, με στόχο να καθορισθεί εάν οι τιμές στην Κοινότητα ήταν ενδεικτικές της μελλοντικής στάσης και αξιόπιστες για την αξιολόγηση του ντάμπινγκ, ήταν αντίθετη προς τα πορίσματα της εξέτασης της μορφής των μέτρων, σύμφωνα με την οποία οι ΕΤΕ δεν ήταν πλέον κατάλληλες.

    (45)

    Από την άποψη αυτή, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το υπό εξέταση ερώτημα σχετικά με τη μορφή των μέτρων αντιντάμπινγκ ήταν εάν οι αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές εξακολουθούσαν να είναι κατάλληλες ή σκόπιμες (υπό την έννοια ότι θα είχαν το ίδιο αποτέλεσμα με την επιβολή δασμού αντιντάμπινγκ) στα προϊόντα που εξάγονται με βάσει τα μέτρα αυτά [βλέπε αιτιολογική σκέψη 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 365/2006]. Στην εν λόγω εξέταση διαπιστώθηκε ότι, για ορισμένες ομάδες προϊόντων, το εύρος των πραγματικών τιμών στην ΕΚ είχε μεταβληθεί (είχε είτε διευρυνθεί είτε στενέψει) σημαντικά σε σχέση με την αρχική έρευνα και συνήχθη το συμπέρασμα ότι οι συγκεκριμένες ΕΤΕ που βασίζονταν στις αρχικές τιμές ήταν ακατάλληλες για να αντισταθμίσουν το επιζήμιο αποτέλεσμα του ντάμπινγκ όσον αφορά τις τρέχουσες πωλήσεις. Βάσει της παρούσας εξέτασης, το ερώτημα ήταν εάν οι τιμές στην Κοινότητα επηρεάστηκαν ή όχι από την ύπαρξη των αναλήψεων υποχρεώσεων για τις ΕΤΕ, ήτοι εάν θα είχαν διάρκεια ή όχι. Εξακολουθεί να ισχύει ότι στις περιπτώσεις στις οποίες οι τιμές υπερβαίνουν αρκετά τις ΕΤΕ, τότε οι τιμές αυτές δεν επηρεάζονται από τις ΕΤΕ. Αυτό ισχύει ανεξαρτήτως του εάν οι αναλήψεις υποχρεώσεων για τις τιμές είναι κατάλληλες για το προϊόν. Συνεπώς, στην περίπτωση αυτή, οι τιμές καθορίζονται από δυνάμεις της αγοράς και αποτελούν την κατάλληλη βάση για την αξιολόγηση της στάσης ως προς το ντάμπινγκ. Άρα, το επιχείρημα απορρίπτεται.

    3.   Σύγκριση

    (46)

    Η κανονική αξία και η τιμή εξαγωγής συγκρίθηκαν σε επίπεδο τιμών εκ του εργοστασίου. Έγιναν οι δέουσες προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές που επηρεάζουν τις τιμές και τη συγκρισιμότητα των τιμών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού. Κατά συνέπεια, έγιναν προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές στο κόστος μειώσεων τιμών, εκπτώσεων, μεταφοράς, ασφάλισης, διεκπεραίωσης, φόρτωσης και τα παρεπόμενα έξοδα, στο κόστος πίστωσης και στις προμήθειες, όπου κρίθηκε απαραίτητο και αιτιολογημένο με επαληθευμένα αποδεικτικά στοιχεία. Προσαρμογές στην τιμή εξαγωγής έγιναν και για κάποιους τύπους των εταιρειών Ester, Garware και MTZ, όσον αφορά διαφορές σε φυσικά χαρακτηριστικά του προϊόντος που πωλείται σε αγορές τρίτων χωρών σε σχέση με το προϊόν που πωλείται στην Κοινότητα, βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 10 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

    (47)

    Δυο παραγωγοί-εξαγωγείς ζήτησαν επίσης να γίνει προσαρμογή της τιμής εξαγωγής, για μικρό αριθμό εξαγωγών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο κ) του βασικού κανονισμού για να ληφθούν υπόψη τα οφέλη που αποκομίστηκαν δυνάμει του καθεστώτος πιστώσεων εισαγωγικών δασμών (DEPB) μετά την εξαγωγή. Ως προς το θέμα αυτό, διαπιστώθηκε ότι, βάσει του εν λόγω καθεστώτος, οι πιστώσεις που λαμβάνονταν κατά την εξαγωγή του εν λόγω προϊόντος ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για την αντιστάθμιση δασμών οφειλόμενων για εισαγωγές οιωνδήποτε προϊόντων ή να πωληθούν ελεύθερα σε άλλες εταιρείες. Επιπλέον, κανένας περιορισμός δεν επιβάλλει να χρησιμοποιούνται τα εισαγόμενα εμπορεύματα μόνον για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος. Οι παραγωγοί, συνεπώς, δεν απέδειξαν ότι το όφελος που προέκυψε βάσει του καθεστώτος DEPB μετά την εξαγωγή επηρέασε τη συγκρισιμότητα των τιμών, και ιδίως ότι οι πελάτες κατέβαλαν διαφορετικές τιμές στην εγχώρια αγορά λόγω των οφελών του εν λόγω καθεστώτος. Συνεπώς, το αίτημα αυτό απορρίφθηκε.

    4.   Περιθώριο ντάμπινγκ

    (48)

    Το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίσθηκε με βάση τη σύγκριση μιας σταθμισμένης μέσης κανονικής αξίας με ένα σταθμισμένο μέσο όρο τιμών εξαγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού. Στις περιπτώσεις στις οποίες οι τιμές εξαγωγής βασίζονταν σε τιμές που ίσχυαν σε τρίτες χώρες, οι κατάλληλες τιμές CIF υπολογίσθηκαν με αύξηση της τιμής εκ του εργοστασίου σε τρίτες χώρες βάσει της μέσης σταθμισμένης διαφοράς, ανά τύπο προϊόντος, μεταξύ των επιπέδων τιμών εκ του εργοστασίου και των τιμών CIF στην Κοινότητα.

    (49)

    Λόγω της σημαντικής μείωσης των μεμονωμένων περιθωρίων ντάμπινγκ σε σύγκριση με τα αρχικά μέτρα, θεωρήθηκε σκόπιμο να τροποποιηθεί και ο υπόλοιπος δασμός. Αυτός υπολογίσθηκε, βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, βάσει του υψηλότερου περιθωρίου ντάμπινγκ που καθορίσθηκε για τους πέντε ινδούς εξαγωγείς-παραγωγούς που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας επανεξέτασης, εφόσον οι πέντε ενδιαφερόμενες εταιρείες θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικές του δείγματος των συνεργαζόμενων παραγωγών στη βάση του οποίου υπολογίσθηκε ο αρχικός υπόλοιπος δασμός, όσον αφορά τις ποσότητες εξαγωγής.

    (50)

    Τα περιθώρια ντάμπινγκ, εκφρασμένα ως ποσοστό της τιμής CIF στα κοινοτικά σύνορα, πριν από την καταβολή του δασμού, καθορίζονται ως εξής:

    Ester Industries Ltd

    29,3 %

    Flex Industries Ltd.

    3,2 %

    Garware Polyester Ltd

    20,1 %

    MTZ Polyfilms Ltd

    26,7 %

    Polyplex Corporation Ltd

    3,7 %

    Λοιπές εταιρείες

    29,3 %

    Δ.   ΔΙΑΡΚΗΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ

    (51)

    Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, εξετάσθηκε επίσης κατά πόσον η μεταβολή στις περιστάσεις όσον αφορά την πρακτική ντάμπινγκ θα μπορούσε να θεωρηθεί ευλόγως ότι έχει διαρκή χαρακτήρα.

    (52)

    Ως προς το θέμα αυτό, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η κανονική αξία καθορίσθηκε βάσει του κόστους και των τιμών των αιτούντων. Οι εξαγωγείς διαθέτουν σημαντική εγχώρια αγορά για το εν λόγω προϊόν και οι εγχώριες τιμές αυξήθηκαν σε σχέση με την αρχική έρευνα. Κανένα στοιχείο, στο πλαίσιο της παρούσας επανεξέτασης, δεν έδειξε ότι η καθορισθείσα κανονική αξία δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι έχει διαρκή χαρακτήρα.

    (53)

    Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η εξέλιξη των τιμών των πρώτων υλών, που συνδέονται άμεσα με την τιμή του πετρελαίου, θα ήταν δυνατό να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό την κανονική αξία. Ωστόσο, εκτιμήθηκε ότι εφόσον οι πρώτες ύλες είναι προϊόντα για τα οποία η τιμή καθορίζεται σε διεθνές επίπεδο, η επιρροή της αύξησης των τιμών θα επηρέαζε όλους τους παράγοντες στην αγορά και, συνεπώς, θα επιδρούσε τόσο στην κανονική αξία όσο και στην τιμή εξαγωγής.

    (54)

    Όπως αναφέρθηκε ήδη στις αιτιολογικές σκέψεις 22 και 23, λόγω της ύπαρξης αναλήψεων υποχρεώσεων, για να εξετασθεί εάν οι τιμές εξαγωγής στην Κοινότητας μπορεί να θεωρηθεί ότι έχουν διαρκή χαρακτήρα ή όχι, αυτές πρέπει να αναλύονται σε σχέση με τις ελάχιστες τιμές εισαγωγής (ΕΤΕ) που έχουν ορισθεί στις αναλήψεις υποχρεώσεων. Επίσης, πραγματοποιήθηκε σύγκριση μεταξύ των τιμών του υπό εξέταση προϊόντος, όταν αυτό επωλείτο για εξαγωγή στην Κοινότητα και όταν επωλείτο για εξαγωγή σε τρίτες χώρες, κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Όπως εξηγήθηκε στην αιτιολογική σκέψη 23, εκτιμήθηκε ότι όταν οι τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα δεν ήταν μεγαλύτερες από τις ΕΤΕ και ήταν αρκετά μεγαλύτερες από τις τιμές εξαγωγής σε τρίτες χώρες, οι πρώτες δεν θεωρούνταν αξιόπιστη ένδειξη της στάσης των εξαγωγέων στο μέλλον ως προς τον καθορισμό των τιμών. Αντίθετα, οι τιμές εξαγωγής σε τρίτες χώρες χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό των μελλοντικών τιμών εξαγωγής που μπορεί να θεωρηθεί όταν έχουν διαρκή χαρακτήρα.

    (55)

    Με βάση τα ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι η μεταβολή των περιστάσεων όσον αφορά την αρχική έρευνα σχετικά με το ντάμπινγκ μπορεί εύλογα να θεωρηθεί ότι έχει χαρακτήρα διαρκείας με την ιδιαιτερότητα ότι, για τρεις ινδούς εξαγωγείς, όπως συμπεραίνεται στην αιτιολογική σκέψη (26), η διαρκής μεταβολή στις περιστάσεις όσον αφορά τη στάση τους στο θέμα του ντάμπινγκ, ιδίως όσον αφορά τις τιμές εξαγωγής, θα έπρεπε να αποδειχθεί βάσει των τιμών που καταβάλλονται ή που πρέπει να καταβάλλονται πραγματικά σε όλες τις τρίτες χώρες για τους τύπους προϊόντος που πωλούνται στην Κοινότητα.

    (56)

    Η σημαντική μείωση των ατομικών περιθωρίων ντάμπινγκ των εταιρειών του δείγματος, σε σύγκριση με τα αρχικά μέτρα, και ο διαρκής χαρακτήρας τους είναι δυνατόν να θεωρηθούν ότι είναι αντιπροσωπευτικά για όλες τις άλλες εταιρείες. Συνεπώς, ο υπόλοιπος δασμός θα έπρεπε να μεταβληθεί ανάλογα, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 30.

    E.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

    (57)

    Βάσει των συμπερασμάτων τα οποία εξήχθησαν όσον αφορά το ντάμπινγκ και του διαρκή χαρακτήρα της αλλαγής των συνθηκών και έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 365/2006, όσον αφορά τη μορφή των μέτρων αντιντάμπινγκ (ανάκληση των αναλήψεων υποχρεώσεων σε ισχύ), τα μέτρα αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος καταγωγής Ινδίας, θα πρέπει να τροποποιηθούν ώστε να αντικατοπτρίζουν τα νέα περιθώρια ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν.

    (58)

    Εφόσον, βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, κανένα προϊόν δεν υπόκειται ταυτόχρονα σε δασμούς αντιντάμπινγκ και σε αντισταθμιστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της ίδιας κατάστασης που προκύπτει από ντάμπινγκ ή από εξαγωγική επιδότηση, ο ισχύων αντισταθμιστικός δασμός που αντιστοιχεί σε εξαγωγικές επιδοτήσεις αφαιρέθηκε από τον δασμό αντιντάμπινγκ που θα πρέπει να επιβληθεί. Όσον αφορά τον υπόλοιπο δασμό, η αφαίρεση αντιστοιχεί στο περιθώριο εξαγωγικής επιδότησης της εταιρείας βάσει της οποίας καθορίσθηκε το υπόλοιπο περιθώριο ντάμπινγκ.

    (59)

    Βάσει των προαναφερομένων και λαμβάνοντας υπόψη τα πορίσματα της διαδικασίας επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των αντισταθμιστικών δασμών [κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 367/2006], οι προτεινόμενοι δασμοί, εκφρασμένοι σε τιμή CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή του δασμού, έχουν ως εξής:

    Εταιρεία

    Περιθώριο επιδότησης κατά την εξαγωγή

    Συνολικό περιθώριο επιδότησης

    Περιθώριο ντάμπινγκ

    Αντισταθμιστικός δασμός

    Δασμός αντιντάμπινγκ

    Συνολικός δασμός

    Ester Industries Ltd.

    12,0 %

    12,0 %

    29,3 %

    12,0 %

    17,3 %

    29,3 %

    Flex Industries Ltd.

    12,5 %

    12,5 %

    3,2 %

    12,5 %

    0, %

    12,5 %

    Garware Polyester Ltd.

    2,7 %

    3,8 %

    20,1 %

    3,8 %

    17,4 %

    21,2 %

    MTZ Polyfilms Ltd.

    8,7 %

    8,7 %

    26,7 %

    8,7 %

    18,0 %

    26,7 %

    Polyplex Corporation Ltd.

    19,1 %

    19,1 %

    3,7 %

    19,1 %

    0 %

    19,1 %

    Λοιπές εταιρείες

    12,0 % (14)

    19,1 %

    29,3 %

    19,1 %

    17,3 %

    36,4 %

    (60)

    Όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 4, τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ επεκτάθηκαν για να καλύψουν επιπλέον τις εισαγωγές ταινιών ΡΕΤ που αποστέλλονται από την Βραζιλία και το Ισραήλ, είτε δηλώνονται ως καταγωγής Βραζιλίας ή Ισραήλ είτε όχι. Τα τροποποιημένα μέτρα αντιντάμπινγκ, όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 59, θα πρέπει να συνεχίσουν να επεκτείνονται στις εισαγωγές ταινιών ΡΕΤ που αποστέλλονται από την Βραζιλία και το Ισραήλ, είτε δηλώνονται ως καταγωγής Βραζιλίας ή Ισραήλ είτε όχι. Οι παραγωγοί-εξαγωγείς της Βραζιλίας και του Ισραήλ, οι οποίοι εξαιρέθηκαν από τα μέτρα, όπως επεκτάθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1975/2004 και τροποποιήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 101/2006, θα πρέπει επίσης να εξαιρεθούν από τα μέτρα, όπως τροποποιήθηκαν από τον παρόντα κανονισμό.

    (61)

    Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και τις παρατηρήσεις, βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1676/2001 και τους δόθηκε η ευκαιρία να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους.

    (62)

    Οι μεμονωμένοι δασμολογικοί συντελεστές αντιντάμπινγκ που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό, καθορίσθηκαν με βάση τα πορίσματα της παρούσας έρευνας. Επομένως, οι δασμοί αυτοί αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της έρευνας όσον αφορά τις εν λόγω εταιρείες. Αυτοί οι δασμολογικοί συντελεστές (σε αντίθεση με τον δασμό σε επίπεδο χώρας που εφαρμόζεται στις «λοιπές εταιρείες») εφαρμόζονται, συνεπώς, αποκλειστικά στις εισαγωγές προϊόντων καταγωγής της εν λόγω χώρας που παράγονται από τις εταιρείες και, κατά συνέπεια, από τις συγκεκριμένες νομικές οντότητες στις οποίες γίνεται αναφορά. Τα εισαγόμενα προϊόντα που παράγονται από οιαδήποτε άλλη εταιρεία που δεν αναφέρεται ρητά στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού με την επωνυμία και τη διεύθυνσή της, συμπεριλαμβανομένων των οντοτήτων που συνδέονται με τις εταιρείες που αναφέρονται ρητά, δεν δύνανται να επωφελούνται από τους παρόντες συντελεστές και υπόκεινται στο δασμολογικό συντελεστή που εφαρμόζεται στις «λοιπές εταιρείες».

    (63)

    Οποιοδήποτε αίτημα για την επιβολή των εν λόγω δασμών αντιντάμπινγκ για μεμονωμένες εταιρείες, π.χ. μετά από αλλαγή της επωνυμίας της επιχείρησης ή μετά τη δημιουργία νέας επιχείρησης παραγωγής ή πωλήσεων, θα πρέπει να απευθύνεται πάραυτα στην Επιτροπή μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες, και ιδίως οποιαδήποτε αλλαγή των δραστηριοτήτων της εταιρείας που σχετίζεται με την παραγωγή, τις εγχώριες και εξαγωγικές πωλήσεις, όπως για παράδειγμα, αλλαγή της επωνυμίας ή των εν λόγω επιχειρήσεων παραγωγής και πωλήσεων. Όποτε ενδείκνυται, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1676/2001 θα τροποποιείται ανάλογα με αναπροσαρμογή του καταλόγου των εταιριών που απολαύουν ατομικών δασμών.

    (64)

    Για να εξασφαλισθεί η ορθή επιβολή της εφαρμογής του δασμού αντιντάμπινγκ, το επίπεδο υπόλοιπου δασμού δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνο στους μη συνεργαζόμενους εξαγωγείς, αλλά επίσης και στις εταιρείες οι οποίες δεν είχαν πραγματοποιήσει εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος κατά την ΠΕ.

    (65)

    Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο ινδός εξαγωγέας MTZ άλλαξε τη διεύθυνσή του από τον Ιούλιο του 2005, χωρίς άλλες αλλαγές είτε στην ιδιοκτησία της εταιρείας, είτε στη δομή των λειτουργιών. Συνεπώς, η διεύθυνση της εταιρείας θα πρέπει να τροποποιηθεί.

    (66)

    Με σκοπό τη διαφάνεια και έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 365/2006, ο οποίος θεσπίσθηκε την ίδια ημέρα με τον παρόντα κανονισμό και όσον αφορά την επανεξέταση των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ, μια νέα ενοποιημένη απόδοση του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1676/2001 θα πρέπει να περιληφθεί στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Το άρθρο 1 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1676/2001, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 365/2006, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 1

    1.   Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ταινιών τερεφθαλικού πολυαιθυλενίου (ΡΕΤ) που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ ex 3920 62 19 (κωδικοί Taric 3920621903, 3920621906, 3920621909, 3920621913, 3920621916, 3920621919, 3920621923, 3920621926, 3920621929, 3920621933, 3920621936, 3920621939, 3920621943, 3920621946, 3920621949, 3920621953, 3920621956, 3920621959, 3920621963, 3920621969, 3920621976 και 3920621994) και ex 3920 62 90 (κωδικοί Taric 3920629033 και 3920629094), καταγωγής Ινδίας και Δημοκρατίας της Κορέας.

    2.   Ο οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται στην καθαρή τιμή, “ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας”, πριν από την επιβολή δασμού, για τα ακόλουθα προϊόντα καταγωγής, είναι:

    Χώρα

    Εταιρεία

    Οριστικός δασμός (%)

    Taric Πρόσθετος κωδικός

    Ινδία

    Ester Industries Limited

    75-76, Amrit Nagar,

    Behind South Extension Part-1,

    Νέο Δελχί - 110 003,

    Ινδία

    17,3 %

    A026

    Ινδία

    Flex Industries Limited

    A-1, Sector 60,

    Noida 201 301, (U.P.),

    Ινδία

    0,0 %

    A027

    νδία

    Garware Polyester Limited

    Garware House,

    50-A, Swami Nityanand Marg,

    Vile Parle (East),

    Mumbai 400 057,

    Ινδία

    17,4 %

    A028

    Ινδία

    Jindal Poly Films Limited

    56 Hanuman Road,

    New Delhi 110 001,

    Ινδία

    0,0 %

    A030

    Ινδία

    MTZ Polyfilms Limited

    New Ινδία Centre, 5th floor,

    17 Co-operage Road,

    Mumbai 400 039,

    Ινδία

    18,0 %

    A031

    Ινδία

    Polyplex Corporation Limited

    B-37, Sector-1,

    Noida 201 301,

    Dist. Gautam Budh Nagar,

    Uttar Pradesh

    Ινδία

    0,0 %

    A032

    Ινδία

    Λοιπές εταιρείες

    17,3 %

    A999

    Κορέα

    Kolon Industries Inc.

    Kolon Tower,

    1-23, Byulyang-dong,

    Kwacheon-city,

    Kyunggi-do,

    Κορέα

    0,0 %

    A244

    Κορέα

    SKC Co. Ltd.

    Kyobo Gangnam Tower,

    1303-22, Seocho 4 Dong,

    Seocho Gu,

    Seoul 137-074,

    Κορέα

    7,5 %

    A224

    Κορέα

    Toray Saehan Inc.

    17F, LG Mapo B/D

    275 Kongdug-Dong

    Mapo-Gu

    Seoul 121-721

    Κορέα

    0,0 %

    A222

    Κορέα

    HS Industries Co. Ltd.

    Kangnam Building, 5th floor

    1321, Seocho-Dong

    Seocho-Ku

    Seoul

    Κορέα

    7,5 %

    A226

    Κορέα

    Hyosung Corporation

    450, Kongduk-Dong

    Mapo-Ku

    Seoul

    Κορέα

    7,5 %

    A225

    Κορέα

    KP Chemical Corporation

    No. 89-4, Kyungun-Dong

    Chongro-Ku

    Seoul

    Κορέα

    7,5 %

    A223

    Κορέα

    Λοιπές εταιρείες

    13,4 %

    A999

    3.   Στις περιπτώσεις που ένα μέρος παρέχει επαρκή στοιχεία στην Επιτροπή που αποδεικνύουν ότι:

    δεν εξήγαγε τα εμπορεύματα που περιγράφονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 κατά την περίοδο της έρευνας,

    δεν συνδέεται με εξαγωγείς ή παραγωγούς, οι οποίοι υπόκεινται στα μέτρα που επιβάλλονται με τον παρόντα κανονισμό

    και

    έχει εξαγάγει τα εν λόγω εμπορεύματα μετά την περίοδο της έρευνας, ή έχει συνάψει ανέκκλητο συμβατική υποχρέωση να εξαγάγει σημαντικές ποσότητες στην Κοινότητα,

    το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με απλή πλειοψηφία κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής που υποβάλλεται αφού ζητηθεί η γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής, μπορεί να τροποποιήσει το άρθρο 1 παράγραφος 2 προσθέτοντας το εν λόγω μέρος στον κατάλογο των εταιρειών που υπόκεινται σε μέτρα αντιντάμπινγκ, όπως αυτός εμφανίζεται στον πίνακα του άρθρου 1 παράγραφος 2.

    4.   Εκτός εάν ορίζεται άλλως, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους δασμούς.»

    Άρθρο 2

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 27 Φεβρουαρίου 2006.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    U. PLASSNIK


    (1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2117/2005 (ΕΕ L 340 της 23.12.2005, σ. 17).

    (2)  ΕΕ L 316 της 10.12.1999, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1976/2004 (ΕΕ L 342 της 18.11.2004, σ. 8).

    (3)  ΕΕ L 227 της 23.8.2001, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1975/2004 (ΕΕ L 342 της 18.11.2004, σ. 1).

    (4)  ΕΕ L 227 της 23.8.2001, σ. 56.

    (5)  ΕΕ C 40 της 17.2.2005, σ. 8.

    (6)  ΕΕ C 154 της 28.6.2002, σ. 2.

    (7)  Βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

    (8)  ΕΕ C 281 της 22.11.2003, σ. 4.

    (9)  ΕΕ C 306 της 10.12.2004, σ. 2.

    (10)  Βλέπε σελίδα 15 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

    (11)  ΕΕ L 218 της 23.8.2005, σ. 3.

    (12)  ΕΕ L 17 της 21.1.2006, σ. 1.

    (13)  ΕΕ C 1 της 4.1.2005, σ. 5.

    (14)  Για τον υπολογισμό του τελικού δασμού αντιντάμπινγκ για τις «λοιπές εταιρείες», ελήφθη υπόψη το περιθώριο εξαγωγικής επιδότησης της εταιρείας με βάση το οποίο υπολογίζεται το περιθώριο ντάμπινγκ για τις «λοιπές εταιρείες».


    Top