Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32005D0407

    2005/407/EK: Απόφαση της Επιτροπής, της 22ας Σεπτεμβρίου 2004, για την κρατική ενίσχυση την οποία σκοπεύει να χορηγήσει το Ηνωμένο Βασίλειο στην British Energy plc [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 3474] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    ΕΕ L 142 της 6.6.2005, p. 26–80 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2005/407/oj

    6.6.2005   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 142/26


    ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

    της 22ας Σεπτεμβρίου 2004

    για την κρατική ενίσχυση την οποία σκοπεύει να χορηγήσει το Ηνωμένο Βασίλειο στην British Energy plc

    [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 3474]

    (Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    (2005/407/ΕΚ)

    Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

    τη συνθήκη για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

    Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τα προαναφερθέντα άρθρα (1) και έχοντας υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    I.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    (1)

    Στις 9 Σεπτεμβρίου 2002, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου (εφεξής «ΗΒ») διέθεσε δέσμη ενισχύσεων διάσωσης για τη βρετανική επιχείρηση ηλεκτρισμού British Energy plc (εφεξής «BE»). Η Επιτροπή αποφάσισε στις 27 Νοεμβρίου 2002 να μην προβάλει αντιρρήσεις σχετικά με αυτή την υπόθεση (2). Βάσει αυτής της απόφασης οι βρετανικές αρχές είχαν προθεσμία μέχρι τις 9 Μαρτίου 2003 για να υποβάλουν ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης ή εκκαθάρισης για την BE, ή να αποδείξουν ότι η ενίσχυση είχε επιστραφεί.

    (2)

    Στις 7 Μαρτίου 2003, οι βρετανικές αρχές κοινοποίησαν ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης στην Επιτροπή. Το σχέδιο που υπέβαλε η βρετανική κυβέρνηση πρωτοκολλήθηκε στο μητρώο κρατικών ενισχύσεων με αριθμό NN 45/03 αφού ορισμένα διαρθρωτικά μέτρα που πιθανόν περιέχουν ενίσχυση είχαν ήδη τεθεί σε εφαρμογή. Περαιτέρω πληροφορίες υποβλήθηκαν στις 13 Μαρτίου 2003. Στις 28 Μαρτίου 2003 έλαβε χώρα συνεδρίαση μεταξύ των εκπροσώπων της Επιτροπής και των βρετανικών αρχών. Η Επιτροπή έστειλε στις βρετανικές αρχές αίτημα για πληροφορίες στις 21 Απριλίου 2003 στο οποίο οι βρετανικές αρχές απάντησαν στις 2 Μαΐου 2003.

    (3)

    Με επιστολή της 23ης Ιουλίου 2003, η Επιτροπή πληροφόρησε το Ηνωμένο Βασίλειο σχετικά με την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ σχετικά με αυτή την ενίσχυση.

    (4)

    Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (3). Η Επιτροπή κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

    (5)

    Οι βρετανικές αρχές υπέβαλαν στην Επιτροπή τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την κίνηση της διαδικασίας, με επιστολή της 22ας Αυγούστου 2003 η οποία πρωτοκολλήθηκε από την Επιτροπή την ίδια μέρα.

    (6)

    Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από ενδιαφερόμενους, τις οποίες διαβίβασε στο ΗΒ, στο οποίο δόθηκε η δυνατότητα να αντιδράσει· οι παρατηρήσεις του ελήφθησαν με επιστολή της 29ης Οκτωβρίου 2003, η οποία πρωτοκολλήθηκε από την Επιτροπή στις 30 Οκτωβρίου 2003.

    (7)

    Η Επιτροπή συνάντησε τις βρετανικές αρχές στις 7 Οκτωβρίου 2003. Σε συνέχεια αυτής της συνεδρίασης, το ΗΒ υπέβαλε πληροφορίες με επιστολή της 5ης Νοεμβρίου 2003, η οποία πρωτοκολλήθηκε στις 10 Νοεμβρίου 2003. Μια άλλη συνεδρίαση έλαβε χώρα στις 28 Νοεμβρίου 2003. Η Επιτροπή έστειλε αίτημα για πληροφορίες στο ΗΒ στις 5 Δεκεμβρίου 2003 στο οποίο το ΗΒ απάντησε στις 22 Δεκεμβρίου 2003. Μια άλλη συνεδρίαση έλαβε χώρα στις 2 Φεβρουαρίου 2004. Το ΗΒ υπέβαλε πληροφορίες στις 4 Φεβρουαρίου 2004. Νέες πληροφορίες υποβλήθηκαν από το ΗΒ στις 10 Μαρτίου 2004. Στις 22 Μαρτίου 2004 έλαβε χώρα μια άλλη συνεδρίαση. Η Επιτροπή έστειλε νέο αίτημα στις 19 Απριλίου 2004 στο οποίο το ΗΒ απάντησε στις 11 Μαΐου 2004. Μια άλλη συνεδρίαση έλαβε χώρα στις 7 Ιουνίου 2004. Νέες πληροφορίες υποβλήθηκαν την 1η Ιουλίου 2004 και μια συνεδρίαση έλαβε χώρα στις 29 Ιουλίου 2004. Το ΗΒ υπέβαλε συμπληρωματικές πληροφορίες στις 23 Αυγούστου 2004.

    II.   ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

    1.   Δικαιούχος της ενίσχυσης

    α)   Ο όμιλος British Energy plc

    (8)

    Η BE είναι ένας παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας ο οποίος ιδιωτικοποιήθηκε από τις βρετανικές αρχές το 1996. Η BE ανήκει σήμερα εξ ολοκλήρου σε ιδιώτες επενδυτές εκτός από τρία ειδικά εταιρικά μερίδια που ανήκουν στις βρετανικές αρχές (ένα στην BE και ένα στην καθεμία από τις δύο κύριες βρετανικές θυγατρικές της).

    (9)

    Την εποχή της ιδιωτικοποίησης οι βασικές μονάδες της BE ήταν έξι πυρηνικοί σταθμοί στην Αγγλία και δύο πυρηνικοί σταθμοί στη Σκωτία. Η BE συνεχίζει να λειτουργεί αυτούς τους σταθμούς οι οποίοι έχουν συνολική επίσημη παραγωγική ικανότητα 9 820 MW, εκ των οποίων 7 281 MW στην Αγγλία και στην Ουαλία και 2 539 MW στη Σκωτία. Η BE είναι η μοναδική επιχείρηση του ιδιωτικού τομέα που κατέχει πυρηνικούς σταθμούς στο ΗΒ. Η ΒΕ χορηγεί ηλεκτρικό ρεύμα στη χονδρική αγορά και σε ορισμένους μεγάλους βιομηχανικούς και εμπορικούς («I&C») πελάτες, αλλά όχι λιανικώς.

    (10)

    Αφότου ιδιωτικοποιήθηκε, η ΒΕ σύστησε μια κοινή επιχείρηση κατά 50 % στις ΗΠΑ (με την επωνυμία Amergen) για την αγορά και λειτουργία αμερικανικών πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και απέκτησε δικαίωμα στο 82,4 % της μίσθωσης της Bruce Power LP στο Οντάριο, Καναδά. Στο ΗΒ η ΒΕ απέκτησε το 1999 την επιχείρηση παροχής στη λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας South Wales Electricity (την οποία ακολούθως πώλησε το 2000) και, το 2000, τον δυναμικότητας 1 970 MW θερμοηλεκτρικό σταθμό με καύση άνθρακα στο Eggborough, για να αποκτήσει μεγαλύτερη ευελιξία και ασφάλεια όσον αφορά τη διακοπή των πυρηνικών σταθμών της.

    (11)

    Από τους οκτώ πυρηνικούς σταθμούς της ΒΕ στο ΗΒ εφτά είναι αερόψυκτοι αντιδραστήρες προηγμένης τεχνολογίας («AGR»), αποκλειστικού σχεδιασμού και τεχνολογίας στο ΗΒ. Ο όγδοος, Sizewell B, είναι αντιδραστήρας πεπιεσμένου ύδατος («PWR»), με ευρέως χρησιμοποιούμενο διεθνώς σχεδιασμό και τεχνολογία.

    (12)

    Οι κύριες βρετανικές θυγατρικές της ΒΕ είναι:

    η British Energy Generation Ltd (εφεξής «BEG»), η οποία κατέχει και λειτουργεί τους έξι πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Αγγλία και διαθέτει την άδεια για την άμεση παροχή,

    η British Energy Generation (UK) Ltd (εφεξής «BEGUK»), η οποία κατέχει και λειτουργεί τους δύο πυρηνικούς σταθμούς ηλεκτρικής ενέργειας στη Σκωτία,

    η Eggborough Power (Holdings) Ltd (εφεξής «EPL»), η οποία κατέχει και λειτουργεί τον θερμοηλεκτρικό σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα στο Eggborough στην Αγγλία

    και

    η British Energy Power & Energy Trading Ltd (εφεξής «BEPET»), η οποία πωλεί όλη την παραγωγή της ΒΕ (εκτός από την παραγωγή που σχετίζεται με την άμεση παροχή) και διαχειρίζεται τους κινδύνους της αγοράς.

    β)   Οι πρόσφατες εξελίξεις

    (13)

    Η σημαντική πτώση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας στην αγορά στην οποία δραστηριοποιείται η ΒΕ, σε συνδυασμό με την έλλειψη προγραμμάτων αντιστάθμισης των κινδύνων και τις απρογραμμάτιστες διακοπές των ηλεκτρικών σταθμών, είχαν ως αποτελέσματα τα προερχόμενα από τους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της ΒΕ έσοδα να μειωθούν σημαντικά κατά τη διάρκεια του 2002. Το υψηλό ποσοστό των αναπόφευκτων εξόδων (4) στη διάρθρωση του κόστους των πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της ΒΕ δεν της έδωσε τη δυνατότητα να ανταποκριθεί στις χαμηλές τιμές μέσω μείωσης του κόστους.

    (14)

    Η πτώση της τιμής σε GBP 8,56/MWh, που παρουσιάστηκε κατά τα δύο έτη που προηγούνται του 2002, ισοδυναμεί με ετήσια μείωση εσόδων κατά 642 εκατ. λίρες στερλίνες (εφεξής «GBP») επί παραγωγής 75 TWh (παραγωγή των σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της ΒΕ κατά το οικονομικό έτος). Ούτε οι συμβάσεις εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας ούτε και οι άμεσες πωλήσεις δεν άμβλυναν επαρκώς την επίπτωση αυτής της πτώσης της τιμής στα έσοδα της ΒΕ.

    (15)

    Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω, η ταμειακή θέση της ΒΕ επιδεινώθηκε σημαντικά το καλοκαίρι του 2002, με τα χρηματικά διαθέσιμα να μειώνονται από 231 εκατ. GBP στην αρχή του Απριλίου 2002 σε μόνο 78 εκατ. GBP στο τέλος του Αυγούστου 2002, με επιτάχυνση της πτώσης από το τέλος του Ιουνίου 2002. Επιπλέον της σημαντικής μείωσης των χρηματικών διαθεσίμων, η ΒΕ προέβλεψε σημαντικές εκταμιεύσεις για την περίοδο από τον Σεπτέμβριο 2002 μέχρι τον Μάρτιο 2003. Αυτές οι εκταμιεύσεις περιελάμβαναν πληρωμές στην British Nuclear Fuel Limited (εφεξής «BNFL») στα πλαίσια των συμβάσεων διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων, σημαντικές κεφαλαιακές δαπάνες στο σταθμό της ΒΕ Bruce Power στον Καναδά και την εξόφληση της πρώτης δόσης των ομολόγων της μέχρι την 25η Μαρτίου 2003.

    (16)

    Στις 5 Σεπτεμβρίου 2002, ως επακόλουθο της αποτυχημένης προσφοράς ομολόγων το καλοκαίρι και της ανησυχίας όσον αφορά την ικανότητα πρόσβασής της στα αδιάθετα χρηματικά τραπεζικά αποθέματά της, το διοικητικό συμβούλιο της ΒΕ έλαβε νομική γνωμάτευση που αποφαινόταν ότι η επιχείρηση δεν θα ήταν σε θέση να πραγματοποιήσει αναλήψεις χρηματικών ποσών από τις πιστωτικές διευκολύνσεις της. Πράγματι, επειδή τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου δεν ήταν σε θέση να δηλώσουν ότι θεωρούσαν πως η επιχείρηση θα μπορούσε να εξοφλήσει αυτές τις πιστώσεις, η ανάληψή τους θα ισοδυναμούσε με συνέχιση της λειτουργίας χωρίς καμία λογική προοπτική αποφυγής της πτώχευσης λόγω αφερεγγυότητας. Τούτο οδήγησε την ΒΕ να αναζητήσει χρηματοοικονομική στήριξη από τις βρετανικές αρχές ούτως ώστε να αποφύγει την κήρυξη σε αφερεγγυότητα. Αυτή η χρηματοοικονομική στήριξη εγκρίθηκε ως ενίσχυση για τη διάσωση με την απόφαση της Επιτροπής της 27ης Νοεμβρίου 2002.

    (17)

    Αυτή η απόφαση αναφέρεται στην ανάληψη υποχρέωσης εκ μέρους της βρετανικής κυβέρνησης να γνωστοποιήσει στην Επιτροπή, εντός έξι μηνών από την έγκριση της ενίσχυσης για τη διάσωση, ένα σχέδιο εκκαθάρισης ή αναδιάρθρωσης, ή να αποδείξει ότι οι πιστώσεις είχαν επιστραφεί πλήρως ή/και ότι η εγγύηση είχε λήξει. Στις 7 Μαρτίου 2003, η βρετανική κυβέρνηση γνωστοποίησε στην Επιτροπή το σχέδιο αναδιάρθρωσης της ΒΕ.

    2.   Το σχέδιο αναδιάρθρωσης

    α)   Προέλευση των δυσχερειών της ΒΕ

    (18)

    Σύμφωνα με τη βρετανική κυβέρνηση οι δυσχέρειες της ΒΕ οφείλονται:

    (19)

    Αντίθετα με τις άλλες μεγάλες επιχειρήσεις παραγωγής ενέργειας του ιδιωτικού τομέα η ΒΕ δεν διαθέτει λιανικές πωλήσεις οι οποίες παρέχουν φυσική κάλυψη από τους κινδύνους που απορρέουν από τη χονδρική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας. Αντιθέτως, η ΒΕ πωλεί την ηλεκτρική ενέργειά της κυρίως στη χονδρική αγορά και μόνο ένα μικρό μέρος σε μεγάλους βιομηχανικούς και εμπορικούς («I&C») καταναλωτές.

    (20)

    Η θέση της ΒΕ στην αγορά λιανικής παροχής σε μεγάλους I&C καταναλωτές δεν παρείχε κάλυψη κατά της πτώσης των χονδρικών τιμών. Αυτή η αγορά άνοιξε πλήρως στον ανταγωνισμό από το 1994 και είναι ανταγωνιστική, οι δε καταναλωτές είναι ευαίσθητοι στις τιμές. Και σ' αυτή την αγορά οι τιμές έπεσαν, με άμεση μετακύλιση της πτώσης στους καταναλωτές. Κατ' ακολουθία, δεν υπήρξε αύξηση των περιθωρίων της λιανικής πώλησης για να αντισταθμιστούν οι επιπτώσεις της πτώσης στις χονδρικές τιμές.

    (21)

    Η διάρθρωση του κόστους των πυρηνικών σταθμών χαρακτηρίζεται από πολύ υψηλά μη αποφευκταία έξοδα και χαμηλά αποφευκταία έξοδα (5).

    (22)

    Μερικές από τα μη αποφευκταία έξοδα της ΒΕ είναι χαρακτηριστικά των πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Πρώτον, οι υποχρεώσεις παροπλισμού των πυρηνικών σταθμών δεν συνδέονται με την παραγωγή, εκτός σε ό,τι αφορά το χρονοδιάγραμμά τους, το οποίο βασίζεται στο χρονοδιάγραμμα του κλεισίματος των σταθμών. Δεύτερον, οι δαπάνες διαχείρισης των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων, οι δαπάνες επανεπεξεργασίας, αποθήκευσης και τελικής διάθεσης των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων είναι επίσης μη αποφευκταίες για τα πυρηνικά καύσιμα με τα οποία έχει ήδη φορτωθεί ο αντιδραστήρας.

    (23)

    Από την άλλη πλευρά, τα αποφευκταία έξοδα των πυρηνικών σταθμών είναι μικρότερες των εξόδων άλλων σταθμών του συστήματος, συμπεριλαμβανομένων άλλων σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας βασικού φορτίου.

    (24)

    Η πτώση των τιμών στην αγορά οδήγησε σε μεγάλη μείωση των περιθωρίων κέρδους της ΒΕ σε σχέση με τα αποφευκταία έξοδα. Κατά συνέπεια, τα διαθέσιμα ποσά για την αντιστάθμιση των υψηλών μη αποφευκταίων εξόδων μειώθηκαν σημαντικά, αφού κυρίως αφορούν έξοδα χρηματοδότησης και πυρηνικών ευθυνών που προκύπτουν από προηγούμενες δράσεις. Τούτο οδήγησε σε δυσχέρειες πραγματοποίησης πληρωμών στους πιστωτές οι οποίοι απαίτησαν τη χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση της επιχείρησης.

    (25)

    Επιπλέον των μακροπρόθεσμων μη αποφευκταίων εξόδων που προκύπτουν από τις πυρηνικές ευθύνες, η ΒΕ έπασχε επίσης από υψηλά βραχυπρόθεσμα μη αποφευκταία έξοδα υπό μορφή χρηματοοικονομικών εξόδων, αυξημένων ως αποτέλεσμα της επιστροφής κεφαλαίου στους μετόχους της και των εξαγορών στο Eggborough και στη Βόρεια Αμερική, καθώς και του κόστους των συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

    (26)

    Η μείωση εσόδων της ΒΕ που ακολούθησε την πτώση των χονδρικών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας επιδεινώθηκε από σημαντικές απρογραμμάτιστες διακοπές στους σταθμούς της ΒΕ Torness 2 και Dungeness B. Στις 13 Αυγούστου 2002, η ΒΕ ανακοίνωσε ότι, λόγω των απρογραμμάτιστων διακοπών στο Torness, ο στόχος για πυρηνική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στο ΗΒ είχε μειωθεί από 67,5 TWh σε 63 TWh (± 1 TWh).

    β)   Τα μέτρα αναδιάρθρωσης

    (27)

    Η δέσμη αναδιάρθρωσης συνίσταται στα ακόλουθα 7 μέτρα, τα οποία συμφωνήθηκαν μεταξύ της ΒΕ, των κυρίων πιστωτών της (συμπεριλαμβανομένης της επιχείρησης επεξεργασίας πυρηνικών καυσίμων που ανήκει στο κράτος) και της βρετανικής κυβέρνησης:

    — Μέτρο A

    :

    μέτρα συνδεόμενα με τη χρηματοδότηση των πυρηνικών ευθυνών,

    — Μέτρο B

    :

    μέτρα που αφορούν τον κύκλο των πυρηνικών καυσίμων που συμφωνήθηκαν με την BNFL,

    — Μέτρο Γ

    :

    μέτρα αναστολής πληρωμών,

    — Μέτρο Δ

    :

    δέσμη αναδιάρθρωσης των σημαντικών πιστωτών,

    — Μέτρο E

    :

    εισαγωγή νέας εμπορικής στρατηγικής,

    — Μέτρο ΣΤ

    :

    πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων για βοήθεια στη χρηματοδότηση της αναδιάρθρωσης,

    — Μέτρο Ζ

    :

    αναβολή καταβολής τοπικών φόρων.

    (28)

    Αυτά τα μέτρα περιγράφονται λεπτομερέστερα στις αιτιολογικές σκέψεις 29 έως 102.

    (29)

    Οι πυρηνικές ευθύνες προκύπτουν κυρίως από την ανάγκη επεξεργασίας ή αποθήκευσης και τελικής διάθεσης των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων («υποχρεώσεις Back-end») και από την ανάγκη παροπλισμού των πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο τέλος της εμπορικής ζωής τους («ευθύνες παροπλισμού»).

    (30)

    Για ορισμένες από τις «Υποχρεώσεις Back-end», η BE διαθέτει συμβάσεις με την ΒNFL για την παροχή υπηρεσιών διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων (εφεξής «συμβατικές ευθύνες»). Οι συμβατικές ευθύνες αντιπροσωπεύουν ποσά τα οποία η ΒΕ οφείλει συμβατικά να καταβάλλει στην BNFL στο μέλλον για την επεξεργασία ή/και την αποθήκευση αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων AGR και άλλες υπηρεσίες σε σχέση με τη διαχείριση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων. Οι συμβάσεις καλύπτουν την επεξεργασία και την αποθήκευση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων και συναφών αποβλήτων για τα πυρηνικά καύσιμα των σταθμών AGR μέχρι τουλάχιστον το 2038 ή το 2086. Αυτές οι συμβάσεις προβλέπουν κυρίως σταθερή τιμή για όλους τους σχετικούς τεχνικούς κινδύνους που αφορούν την αποθήκευση και την επεξεργασία αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων από την BNFL. Η ιδιοκτησία και η ευθύνη για όλα τα αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα και για το μεγαλύτερο μέρος των πυρηνικών αποβλήτων βαρύνουν την BE καθ' όλη τη διάρκεια των συμβάσεων.

    (31)

    Υπάρχουν άλλες «υποχρεώσεις Back-end», οι οποίες δύνανται ή δεν δύνανται να είναι συνδεδεμένες με τα ίδια αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα για τα οποία δεν υπάρχει επί του παρόντος σύμβαση για παροχή υπηρεσιών (εφεξής «μη συμβατικές ευθύνες»). Οι μη συμβατικές ευθύνες αναφέρονται κυρίως στην τελική διάθεση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων, πλουτωνίου, ουρανίου και αποβλήτων που προκύπτουν από την επεξεργασία των πυρηνικών καυσίμων AGR, την αποθήκευση και την τελική διάθεση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων PWR συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής μιας στεγανής αποθήκης στο Sizewell B, και την αποθήκευση και διάθεση των αποβλήτων λειτουργίας.

    (32)

    Οι ευθύνες παροπλισμού αναφέρονται στις δαπάνες εκκένωσης των πυρηνικών καυσίμων, απομόλυνσης και αποξήλωσης των πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, αφότου οι σταθμοί έπαυσαν να παράγουν ηλεκτρικό ρεύμα. Συνήθως ο παροπλισμός πραγματοποιείται σε τρεις φάσεις:

    φάση 1: εκκένωση των πυρηνικών καυσίμων από τον αντιδραστήρα αμέσως μετά το κλείσιμο του εργοστασίου και μεταφορά των πυρηνικών καυσίμων από το σταθμό παραγωγής,

    φάση 2: αποξήλωση των περιττών βοηθητικών κτιρίων και ασφάλιση του συνόλου του αντιδραστήρα και από πλευράς καιρικών συνθηκών, μετά από το οποίο διατηρείται και παρακολουθείται συνήθως κατά τη διάρκεια μακρών περιόδων και

    φάση 3: παροπλισμός του αντιδραστήρα ώστε να επιτραπεί στον χώρο να επαναχρησιμοποιηθεί (τουλάχιστον 85 έτη μετά το τέλος της παραγωγής για τους σταθμούς AGR και μέχρι 50 έτη για τους σταθμούς PWR).

    (33)

    Μέχρι τώρα έχουν συσταθεί ορισμένοι μηχανισμοί για τη χρηματοδότηση των πυρηνικών ευθυνών. Κατά την εποχή της ιδιωτικοποίησης, ένα ξεχωριστό ταμείο, το ταμείο πυρηνικού παροπλισμού (Nuclear Decommissioning Fund) (εφεξής «NDF») συστάθηκε υπό μορφή ανώνυμης εταιρείας που ανήκει σε μια ανεξάρτητη ένωση εταιρειών. Ο σκοπός του ήταν να συσσωρεύσει ένα ξεχωριστό ποσό που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την απαλλαγή μέρους των ευθυνών παροπλισμού. Η χρηματοδότηση όλων των άλλων πυρηνικών ευθυνών αναμενόταν να πραγματοποιηθεί από λειτουργικές ταμειακές εισροές που προέρχονταν από τις τρέχουσες επιχειρηματικές πράξεις της ΒΕ. Ωστόσο, ως αποτέλεσμα της πτώσης των εσόδων της ΒΕ, οι ισχύουσες συμφωνίες δεν είναι επαρκείς για τη χρηματοδότηση των πυρηνικών ευθυνών..

    (34)

    Η βρετανική κυβέρνηση συμπεριέλαβε στο σχέδιο αναδιάρθρωσης μια σειρά μέσων ώστε να αναλάβει τη χρηματοοικονομική ευθύνη για τουλάχιστον ένα μέρος της χρηματοδότησης των πυρηνικών ευθυνών. Αυτά τα νέα μέσα θα συσταθούν παράλληλα με νέες διευθετήσεις για τη χρηματοοικονομική συνεισφορά της ΒΕ στα έξοδα των πυρηνικών ευθυνών μαζί με τη διαχείριση των πυρηνικών ευθυνών της ΒΕ.

    (35)

    Το σχέδιο αναδιάρθρωσης προβλέπει τη διεύρυνση του υφισταμένου NDF σε, ή τη συμπλήρωσή του από, ένα νέο ταμείο, το ταμείο πυρηνικών ευθυνών (Nuclear Liabilities Fund) (εφεξής «NLF»). Το ΤΠΕ νοείται ως ανώνυμη εταιρεία που ανήκει σε ανεξάρτητη ομάδα επιχειρήσεων. Το ΤΠΕ θα καλύψει τα έξοδα των μη συμβατικών ευθυνών και των ευθυνών παροπλισμού για:

    α)

    όλα τα πυρηνικά καύσιμα AGR που φορτώθηκαν στους αντιδραστήρες της ΒΕ πριν από την ημερομηνία κατά την οποία επληρούντο όλοι οι προ της αναδιάρθρωσης προβλεπόμενοι όροι, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης της Επιτροπής σχετικά με το σχέδιο αναδιάρθρωσης (εφεξής «η πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωσης») για όλα τα πυρηνικά καύσιμα PWR, καθώς και για την αποθήκευση και διάθεση των αποβλήτων λειτουργίας από τους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας·

    β)

    όλες τις ευθύνες της ΒΕ για τη φάση 1

    και

    γ)

    όλες τις ευθύνες της ΒΕ για τη φάση 2 και 3 στο βαθμό που η αυξημένη αξία του NDF είναι ανεπαρκής για να αντιμετωπίσει τις ευθύνες παροπλισμούτης φάσης 2 και 3 όταν η πληρωμή καθίσταται υποχρεωτική.

    (36)

    Όταν θα έχει τεθεί σε εφαρμογή η αναδιάρθρωση η ΒΕ θα συνεισφέρει στο NLF, καταβάλλοντας:

    α)

    σταθερές συνεισφορές 20 εκατ. GBP ετησίως για παροπλισμό – ποσό αναπροσαρμοσμένο σύμφωνα με τον δείκτη τιμών λιανικής (εφεξής «RPI») – αλλά μειούμενες σταδιακά με το κλείσιμο των σταθμών·

    β)

    150 000 GBP, ποσό αναπροσαρμοσμένο σύμφωνα με τον RPI, για κάθε τόνο πυρηνικών καυσίμων PWR που φορτώθηκε στον αντιδραστήρα Sizewell B μετά την ημερομηνία κατά την οποία πληρούνται όλοι οι όροι που προηγούνται της πραγματικής ημερομηνίας αναδιάρθρωσης. Σύμφωνα με τις βρετανικές αρχές το ποσό των 150 000 GBP ανά τόνο είναι συγκρίσιμο με το διεθνές κόστος για τη διαχείριση αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων·

    γ)

    275 εκατ. GBP σε νέα ομόλογα του NFL. Τα νέα ομόλογα θα είναι υψηλού επιπέδου και μη εγγυημένα·

    δ)

    πληρωμές που αρχικά ανέρχονται στο 65 % των ενοποιημένων ταμειακών εισροών μετά από φόρους και χρηματοδότηση των εξόδων και μετά τη χρηματοδότηση των ταμειακών αποθεματικών (εφεξής «οι πληρωμές NLF»). Οι πληρωμές αυτές θα ορίζονται εφεξής ως «the cash sweep». Οι διαχειριστές του ΤΠΕ θα έχουν επίσης το δικαίωμα, κάθε τόσο, να μετατρέπουν όλες τις πληρωμές του ΤΠΕ ή μέρος τους σε σειρά μετοχών της ΒΕ. Για όσο διάστημα το ΤΠΕ θα κατέχει αυτές τις μετοχές, αυτές θα είναι χωρίς δικαίωμα ψήφου, αφού θα μπορούσαν διαφορετικά να έχουν το 30 % ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου της ΒΕ.

    (37)

    Το ποσοστό ταμειακών εισροών στο οποίο στηρίζονται οι πληρωμές ΤΠΕ μπορεί να προσαρμοστεί από καιρού σε καιρό σε μια ορθή και λογική βάση, ούτως ώστε οι μέτοχοι να δύνανται να επωφεληθούν από την ταμειακή εισροή που δεν έχει διανεμηθεί και από τα έσοδα νέων εγγραφών για μετοχές της ΒΕ ούτως ώστε το ΤΠΕ και οι μέτοχοι να μην θίγονται αρνητικά από οποιοδήποτε εταιρικό διαχωρισμό, έκδοση τίτλων για τους μετόχους ή άλλες πράξεις.

    (38)

    Η πληρωμή των σταθερών συνεισφορών των 20 εκατ. GBP ετησίως (προσαρμοσμένων και σε φθίνουσα κλίμακα ανάλογη με το κλείσιμο των σταθμών) στο ΤΠΕ ή στο NDF για ευθύνες παροπλισμού θα επιταχυνθεί με βάση μια καθαρή παρούσα αξία (με κατάλληλη έκπτωση προς το ΤΠΕ ή στο NDF, ανάλογα με την περίπτωση) και θα καταστεί άμεσα οφειλόμενη και προς πληρωμή σε περίπτωση αφερεγγυότητας της BEG ή της BEGUK. Οι βασικές επιχειρήσεις του ομίλου ΒΕ θα εγγυηθούν τις επιταχυνόμενες πληρωμές οι οποίες θα καλύπτονται και από εγγυήσεις επί του ενεργητικού τους.

    (39)

    Οι διαχειριστές του ΤΠΕ δεν θα έχουν άλλους ρόλους ή καθήκοντα εκτός από τη διαχείριση του ταμείου και των επενδύσεων του και θα πραγματοποιούν πληρωμές για πιστοποιημένες δαπάνες. Τούτο θα περιλαμβάνει την εκτίμηση κατά πόσο θα συμφέρει στο ΤΠΕ να καθυστερήσει τις πληρωμές ΤΠΕ ή να μετατρέψει τις πληρωμές ΤΠΕ σε κεφάλαια. Οι διαχειριστές του ΤΠΕ δεν θα διαθέτουν εξουσία αναθεώρησης των ευθυνών, χρηματοδότησης των απαιτήσεων ή καθορισμού των συνεισφορών της ΒΕ.

    (40)

    Η βρετανική κυβέρνηση θα λάβει τα ακόλουθα τέσσερα μέτρα σε σχέση με τη χρηματοδότηση των πυρηνικών ευθυνών:

    —   Ανάληψη της ευθύνης για τις υποχρεώσεις της BE στα πλαίσια των ιστορικών συμβάσεων αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων

    (41)

    Η βρετανική κυβέρνηση δεσμεύεται να αναλάβει την ευθύνη για τις υποχρεώσεις της ΒΕ στα πλαίσια των συμβάσεων μεταξύ ΒΕ και BNFL (εφεξής οι «ιστορικές συμβάσεις αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων»), αναφορικά με: i) την επεξεργασία ή/και την αποθήκευση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων AGR που φορτώθηκαν στους αντιδραστήρες πριν την πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωσης και ii) άλλες υπηρεσίες σχετικά με τη συντήρηση του κάδου, τη διαχείριση του οξειδίου και τη σιδηροδρομική μεταφορά στα πλαίσια των ισχυουσών συμβάσεων με την BNFL.

    (42)

    Αυτή η ανάληψη υποχρεώσεων δεν καλύπτει τις πληρωμές για πυρηνικά καύσιμα που φορτώνονται στα AGR μετά την πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωσης, οι δαπάνες των οποίων θα συνεχίσουν να καλύπτονται από την ΒΕ στα πλαίσια νέων συμβάσεων στις οποίες κατέληξαν οι εμπορικές διαπραγματεύσεις της ΒΕ και της BNFL. Η ανάληψη υποχρεώσεων δεν καλύπτει πληρωμές για τα πυρηνικά καύσιμα PWR, αφού τα PWR δεν τα επεξεργάζεται η BNFL, αλλά τα διαχειρίζεται άμεσα η ΒΕ, η οποία στην ουσία τα αποθηκεύει.

    —   Ανάληψη υποχρεώσεων για την κάλυψη οιασδήποτε ανεπάρκειας στη χρηματοδότηση από το ΤΠΕ των ευθυνών παροπλισμού και των μη συμβατικών ευθυνών της φάσης 1

    (43)

    Η βρετανική κυβέρνηση αναλαμβάνει να καλύψει οποιαδήποτε ανεπάρκεια στη χρηματοδότηση από το ΤΠΕ των ευθυνών παροπλισμού και των μη συμβατικών ευθυνών της φάσης 1 (συμπεριλαμβανομένης της δαπάνης κατασκευής της στεγνής αποθήκης του Sizewell B και της τελευταίας διάθεσης των πυρηνικών καυσίμων).

    —   Ανάληψη υποχρεώσεων για την κάλυψη οιασδήποτε ανεπάρκειας στη χρηματοδότηση από το ΤΠΕ των φάσεων 2 και 3 του παροπλισμού

    (44)

    Η βρετανική κυβέρνηση αναλαμβάνει την υποχρέωση να καλύψει οποιαδήποτε ανεπάρκεια στη χρηματοδότηση από το ΤΠΕ των φάσεων 2 και 3 του παροπλισμού.

    —   Απαλλαγή ειδικού φόρου

    (45)

    Οι προαναφερθείσες αναλήψεις υποχρεώσεων της βρετανικής κυβέρνησης θα καταχωριστούν ως ένα στοιχείο του ενεργητικού στον ισολογισμό της ΒΕ με αντίστοιχη πίστωση στον λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως. Σε κανονικές συνθήκες η ανάληψη υποχρεώσεων θα υπέκειτο σε φόρο. Σύμφωνα με τη βρετανική κυβέρνηση, τούτο θα απαιτήσει από τη βρετανική κυβέρνηση να «αυξήσει» το ύψος της ενίσχυσης που χορηγείται στην ΒΕ για τη διαδικασία της αναδιάρθρωσης κατά το ποσό του φόρου που προκύπτει από τη χορήγηση της ανάληψης υποχρεώσεων ούτως ώστε να εξασφαλίσει ότι η ΒΕ θα είναι φερέγγυα μετά από την αναδιάρθρωση.

    (46)

    Για να αποφύγουν αυτή την κατάσταση οι βρετανικές αρχές έχουν κινήσει τη διαδικασία θέσπισης νομοθεσίας για την απαλλαγή από ειδικό φόρο μέσω του νόμου περί ηλεκτροδότησης. Χωρίς αυτή τη νομοθεσία φοροαπαλλαγής ενδέχεται να προκύψουν φορολογήσιμες εισπράξεις ύψους περίπου 3 152 εκατ. GBP. Σύμφωνα με τη βρετανική κυβέρνηση η νομοθεσία φοροαπαλλαγής συντάχθηκε ούτως ώστε να εξασφαλίζει ότι στο μέλλον δεν θα δοθεί στην ΒΕ ασυμμετρική φοροαπαλλαγή. Οποιεσδήποτε επακόλουθες αυξήσεις της αξίας της ανάληψης υποχρεώσεων, είτε αυτές οφείλονται σε αλλαγές τιμών είτε σε επανεκτίμηση, θα είναι φορολογήσιμες ούτως ώστε να εναρμονίζονται με τη φοροαπαλλαγή που θα λάβει η ΒΕ όταν θα καταχωρίζεται μια έκτακτη δαπάνη στον λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως.

    (47)

    Ο πίνακας 1 κατωτέρω περιέχει εκτίμηση των βρετανικών αρχών όσον αφορά τα μέσα ενίσχυσης που περιγράφονται ανωτέρω. Αυτές οι εκτιμήσεις της αξίας παρουσιάζουν σημαντική αβεβαιότητα. Τόσο οι ελαφρυμένες δαπάνες των πυρηνικών ευθυνών όσο και η συμμετοχή της ΒΕ σ' αυτές τις δαπάνες παρουσιάζουν υψηλό βαθμό αβεβαιότητας. Πράγματι, η απαλλαγή από τις ευθύνες θα συμβεί κατά τη διάρκεια πολύ μακρών περιόδων. Για παράδειγμα, η ΒΕ δεν αναμένει να αρχίσει τον παροπλισμό ενός AGR τουλάχιστον 85 χρόνια αφότου έχει παύσει η παραγωγή, ενώ η διαχείριση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων θα συνεχίσει επ' αόριστον. Επιπλέον, υπάρχουν πολλά καθήκοντα, συμπεριλαμβανομένης του παροπλισμού των AGR, για τα οποία μέχρι τώρα δεν υπάρχει άμεση εμπειρία. Η εκτιμηθείσα αξία της ενίσχυσης άλλαξε μετά από τη γνωστοποίηση. Οι κύριοι λόγοι είναι οι αυξημένες επιστροφές από τα cash sweeps, που οφείλονται στις βελτιώσεις όσον αφορά την προβλεπόμενη απόδοση της ΒΕ, η επίπτωση του πληθωρισμού, η ενημέρωση των χρηματικών ποσών που οφείλονται στα πλαίσια της ανάληψης υποχρεώσεων για συμβάσεις ιστορικών αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων, οι αυξημένες ποσότητες των ιστορικών αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων AGR που οφείλονται στη μετέπειτα πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωσης και η αύξηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων που λαμβάνει υπόψη του το ταμείο παροπλισμού της πυρηνικής παραγωγής (Nuclear Generation Decommissioning Fund) για να αντικατοπτρίσει την τελευταία αξία στην αγορά.

    Πίνακας 1

    Εκτίμηση των μέσων ενίσχυσης του μέτρου Α με βάση τις προβλέψεις του Ιουλίου 2004 (6)

    (εκατ. GBP)

     

    Αρχική υποβολή

    Τρέχουσες προβολές

    ΚΠΑ

    [προεξοφλημένο με ονομαστικό 5,4 % (7)]

    Σύνολο μελλοντικών ταμειακών πληρωμών

    (μη προεξοφλημένες)

    ΚΠΑ

    [προεξοφλημένο με ονομαστικό 5,4 % (7)]

    Σύνολο μελλοντικών ταμειακών πληρωμών

    (μη προεξοφλημένες)

    Ανάληψη υποχρεώσεων για συμβάσεις ιστορικών αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων

    2 185

    3 218

    2 377

    3 067

    Ανάληψη υποχρεώσεων για μη συμβατικές ευθύνες

    750

    3 166

    951

    3 375

    Ανάληψη υποχρεώσεων για ευθύνες παροπλισμού

    879

    4 917

    1 115

    5 062

    Ποσά συνεισφοράς της ΒΕ στο NLF

    – 1 432

    – 1 845

    – 2 007

    – 2 510

    Καθαρά ποσά πληρωτέα από το Υπουργείο

    197

    6 238

    59

    5 927

    Απαλλαγή φόρου

    916

    946

    1 047

    1 077

    Σύνολο

    3 298

    10 402

    3 483

    10 071

    Αρχική υποβολή: ταμειακές εισροές και εκροές που εκτιμήθηκαν τον Μάρτιο 2003, σε τιμές του Δεκεμβρίου 2002.

    Τρέχουσες προβολές: ταμειακές εισροές και εκροές που εκτιμήθηκαν τον Μάρτιο του 2004, σε τιμές του Μαρτίου 2004.

    (48)

    Η BNFL προμηθεύει με πυρηνικά καύσιμα την ΒΕ για όλους τους αντιδραστήρες της AGR και επεξεργάζεται ή αποθηκεύει αυτά τα καύσιμα όταν έχουν εξαντληθεί (8).

    (49)

    Ως ένα μέρος του σχεδίου αναδιάρθρωσης, η BNFL, η οποία αποτελεί τον μεγαλύτερο πιστωτή της ΒΕ, συμφώνησε να τροποποιήσει τις συμβάσεις της με την ΒΕ τόσο όσον αφορά την προμήθεια πυρηνικών καυσίμων όσο και την επεξεργασία των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων.

    (50)

    Οι συμφωνίες προμήθειας πυρηνικών καυσίμων μεταξύ της ΒΕ και της BNFL, πριν από την αναδιάρθρωση, ανάγονται στο 1997 και στο 1995 για την BEG και την BEGUK αντιστοίχως. Οι συμφωνίες αυτές προβλέπεται να συνεχίσουν να ισχύουν μέχρι τις 31 Μαρτίου 2006, αλλά υπάρχει πρόθεση επαναδιαπραγμάτευσης και παράτασης των συμβάσεων αυτών από την εν λόγω ημερομηνία όσον αφορά την BEG και δικαίωμα παράτασης όσον αφορά την BEGUK.

    (51)

    Οι τιμές για την προμήθεια του πυρηνικού καυσίμου συμπεριελάμβαναν μια ετήσια σταθερή τιμή και μια συμπληρωματική μεταβλητή τιμή για κάθε παράδοση πυρηνικού καυσίμου. Οι τιμές, υποκείμενες σε προσαρμογή, καθορίζονταν σε συμφωνία με ένα δείκτη πληθωρισμού.

    (52)

    Η ισχύς των επαναδιαπραγματευθέντων όρων προμήθειας πυρηνικών καυσίμων άρχισε την 1η Απριλίου 2003 μέσω συμπληρώματος στις προηγούμενες συμφωνίες. Οι νέοι όροι θα αποτελέσουν επίσης τη βάση νέων συμφωνιών για την προμήθεια πυρηνικών καυσίμων που θα ισχύουν για ολόκληρη τη ζωή του AGR μετά από τις 31 Μαρτίου 2006, συμφωνίες που θα αρχίσουν να ισχύουν την 1η Απριλίου 2006.

    (53)

    Στα πλαίσια των νέων όρων η σταθερή ετήσια πληρωμή σύμφωνα με τις προηγούμενες συμφωνίες θα μειωθεί κατά 5 εκατ. GBP ετησίως και θα υπάρχει περαιτέρω έκπτωση που θα συνδέεται με τις βασικές τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά θα υπόκειται σε ένα όριο 15 εκατ. GBP (και οι δύο σε τιμές του 2003 και υποκείμενες στον RPI). Διαφορετικά οι τιμές θα παραμείνουν όπως έχουν στις προηγούμενες συμβάσεις.

    (54)

    Όσον αφορά την προμήθεια πυρηνικών καυσίμων από την 1η Απριλίου 2006, και υπό τον όρο ότι τουλάχιστον 4 από τους 7 σταθμούς AGR θα παραμείνουν ενεργοί, η σταθερή τιμή που θα καταβάλλει η ΒΕ θα ανέρχεται σε 25,5 εκατ. GBP, μείον την έκπτωση που περιγράφτηκε ανωτέρω, με μια μεταβλητή τιμή (όπως και για τις υφιστάμενες συμβάσεις) ισοδύναμη με 191 000 GBP ανά τόνο ουρανίου. Αυτές οι τιμές είναι σε αξίες του Ιουλίου 2002 και θα προσαρμόζονται σύμφωνα με τον RPI.

    (55)

    Για την περίοδο κατά την οποία μόνο τρεις ή λιγότεροι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής παραμένουν ενεργοί, η τιμή θα καθορίζεται με βάση τις συστάσεις μιας κοινής ομάδας ΒΕ και BNFL, μετά από μελέτη για πρόγραμμα βελτιστοποίησης του τέλους ζωής του εργοστασίου παραγωγής πυρηνικών καυσίμων της BNFL.

    (56)

    Το 1995, οι νόμιμοι προκάτοχοι της BEG και BEGUK (Nuclear Electric και Scottish Nuclear αντιστοίχως) συνομολόγησαν μακροπρόθεσμες συμβάσεις με την BNFL για την αποθήκευση και την επεξεργασία ακτινοβολημένων πυρηνικών καυσίμων AGR και συναφών υπηρεσιών. Η BEGUK (τότε Scottish Nuclear) συνομολόγησε μια περαιτέρω σύμβαση το 1995 για τη μακρόχρονη αποθήκευση όλων των πλεοναστικών πυρηνικών καυσίμων AGR πέραν των ποσοτήτων που αποτέλεσαν αντικείμενο συμφωνίας για την επεξεργασία. Το 1997, η BEG συνομολόγησε επίσης μία ακόμα σύμβαση για υπηρεσίες διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων, σύμβαση που είχε ως αντικείμενο όλα τα πλεοναστικά ακτινοβολημένα πυρηνικά καύσιμα AGR κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής πέραν εκείνων που παραδόθηκαν στα πλαίσια της σύμβασης του 1995 από τους αντιδραστήρες της BEG. Όλες οι προαναφερθείσες συμβάσεις θα αναφέρονται εφεξής ως «οι ισχύουσες συμφωνίες διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων». Αυτές οι συμβάσεις προβλέπουν την παροχή υπηρεσιών μέχρι τουλάχιστον το 2038 ή το 2086 (ανάλογα με την κατηγορία των αποβλήτων).

    (57)

    Σύμφωνα με τις ισχύουσες συμφωνίες για τα αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα η ΒΕ διατηρεί την κυριότητα όλων των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων, από δε την BEG και την BEGUK θα απαιτηθεί να παραλάβουν από τις αποθήκες της BNFL τα υψηλώς ραδιενεργά εξυαλωμένα απόβλητα, αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα, ορισμένα μέσου επιπέδου απόβλητα και επανεπεξεργασμένο ουράνιο και πλουτώνιο για να εκπληρώσουν τις ευθύνες τους όσον αφορά τη διαθεσιμότητα.

    (58)

    Οι τιμές για αυτές τις συμφωνίες είναι κυρίως σταθερές, υποκείμενες σε προσαρμογή σύμφωνα με τον πληθωρισμό και, στην περίπτωση αναλήψεων υποχρεώσεων για αποθήκευση και επεξεργασία, βασίζονται στις ποσότητες του παραδοθέντος πυρηνικού καυσίμου. Ο τιμοκατάλογος των αρχικών συμβάσεων του 1995 περιλαμβάνει επίσης ποσά για τον παροπλισμό της θερμικής μονάδας επεξεργασίας οξειδίου (THORP) (the Thermal Oxide Reprocessing Plant) στο Sellafield, στην οποία τα πυρηνικά καύσιμα AGR επανεπεξεργάζονται. Δεδομένης της φύσης των υπηρεσιών που προσφέρει η BNFL, η BE υποχρεούται να συνεχίσει τις πληρωμές του παραδοθέντος πυρηνικού καυσίμου είτε αυτή θέσει τέλος είτε όχι στις συμβάσεις για το μη παραδοθέν πυρηνικό καύσιμο.

    (59)

    Οι πληρωμές για τις συμβάσεις αποθήκευσης και επανεπεξεργασίας του 1995 είναι σταθερές και θα συνεχίσουν να καταβάλλονται, μηνιαίως, μέχρι τη λήξη των συμβάσεων το 2086. Οι πληρωμές για τη σύμβαση του 1997 βασίζονται στο χρονοδιάγραμμα και στην ποσότητα πυρηνικών καυσίμων που παραδίδεται στην BNFL. Αυτές οι σταθερές πληρωμές αντιστοιχούν σε κατ' αποκοπή ποσό που καταβάλλεται με βάση ένα καθορισμένο χρονοδιάγραμμα.

    (60)

    Οι επαναδιαπραγματευθείσες συμφωνίες διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων (εφεξής «οι νέες συμφωνίες διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων») εφαρμόζονται κατά τρόπο ανάλογο με το εάν πρόκειται για διαχείριση πυρηνικών καυσίμων που φορτώθηκαν πριν ή μετά την πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωσης.

    (61)

    Οι σημαντικές τροποποιήσεις για τα πυρηνικά καύσιμα που φορτώθηκαν πριν από την πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωσης θα είναι οι ακόλουθες:

    α)

    ο προγραμματισμός των πληρωμών θα μειωθεί χρονικά ούτως ώστε η καθαρή τρέχουσα αξία των μελλοντικών πληρωμών, υπολογισμένη με βάση τα προεξοφλητικά επιτόκια του βρετανικού δημοσίου τομέα, να παραμείνει αμετάβλητη·

    β)

    οι ρήτρες λήξης των συμβάσεων θα τροποποιηθούν κατά τρόπον ώστε, σε περίπτωση που η ΒΕ καταστεί αφερέγγυα παρά την αναδιάρθρωση, οι συμβάσεις θα λήξουν χωρίς προσφυγή στην ΒΕ. Οι βρετανικές αρχές έδειξαν ότι σ' αυτή την περίπτωση θα μπορούσε πιθανόν να είναι αναγκαίο να συνεχιστεί η διαχείριση αυτού του πυρηνικού καυσίμου στην έδρα της BNFL, στο Sellafield, και ότι γι' αυτόν τον σκοπό η βρετανική κυβέρνηση ή το ΤΠΕ θα πρέπει να συνάψει συμβατικές συμφωνίες με την BNFL, ή οποιαδήποτε διάδοχο εταιρεία. Εάν συμβεί αυτό, οι βρετανικές αρχές επεσήμαναν ότι ανέμεναν οι νέες αυτές συμφωνίες να είναι βασισμένες σε μια εξέταση όλων των σημαντικών περιστάσεων εκείνης της περιόδου, συμπεριλαμβανομένων των ισχυόντων συμβατικών όρων.

    (62)

    Οι σημαντικές τροποποιήσεις για τα πυρηνικά καύσιμα που φορτώθηκαν κατά ή μετά την πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωση θα είναι οι ακόλουθες:

    α)

    τα δικαιώματα επί των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων θα περάσουν στην BNFL στο χρονικό διάστημα κατά το οποίο αυτή αναλαμβάνει τον κίνδυνο της διαχείρισης των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων (δηλαδή κατά την παράδοση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων σ' αυτή), Μετά από αυτό η ΒΕ δεν θα έχει πλέον καμία ευθύνη γι' αυτό·

    β)

    η πληρωμή για τις υπηρεσίες αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων θα καταβάλλεται ανάλογα με τον χρόνο φόρτωσης των μη ακτινοβολημένων πυρηνικών καυσίμων στους αντιδραστήρες της ΒΕ, και όχι σε μεταγενέστερη φάση (για παράδειγμα κατά την παράδοση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων στην BNFL) και θα βασίζεται σε ένα πρόγραμμα φόρτωσης με ετήσιο διακανονισμό·

    γ)

    η βασική τιμή για τα αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα θα είναι 150 000 GBP ανά τόνο ουρανίου πληρωτέα κατά τη φόρτωση των μη ακτινοβολημένων πυρηνικών καυσίμων, σε τιμές του 2003. Κατόπιν θα προσαρμόζεται σύμφωνα με τον RPI. Κάθε έτος θα πραγματοποιείται επίσης προσαρμογή προς τα άνω ή προς τα κάτω, σύμφωνα με ένα τύπο που βασίζεται στο ύψος της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής AGR και την αξία του βασικού φορτίου ηλεκτρικής ενέργειας στην Αγγλία και την Ουαλία, προσφέροντας έτσι στην ΒΕ προστασία από τις διακυμάνσεις της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας. Η βασική τιμή για τη διαχείριση αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων ανέρχεται περίπου σε 0,6, GBP ανά MWh, πριν την προσαρμογή προς τα άνω ή προς τα κάτω.

    (63)

    Ο πίνακας 2 δείχνει το αποτέλεσμα για την ΒΕ των τροποποιήσεων στις συμβάσεις προμήθειας πυρηνικών καυσίμων της BNFL, όπως εκτιμήθηκαν από τις βρετανικές αρχές στα πλαίσια τριών διαφορετικών υποθέσεων για την εξέλιξη της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

    Πίνακας 2

    Αποτέλεσμα των τροποποιήσεων των συμβάσεων προμήθειας πυρηνικών καυσίμων της BNFL

    (εκατ. GBP)

    Υπολογισμός των οικονομιών προμήθειας πυρηνικών καυσίμων

    Έτος μέχρι τις 31 Μαρτίου

    2004

    2005

    2006

    2007

    2008

    Δαπάνες πριν την αναδιάρθρωση

    Υπόθεση των τραπεζών και αισιόδοξη υπόθεση

    221

    247

    232

    203

    213

    μη ευνοϊκή υπόθεση

    216

    241

    227

    198

    208

    Δαπάνες μετά την αναδιάρθρωση

    Υπόθεση των τραπεζών

    206

    231

    218

    188

    201

    Αισιόδοξη υπόθεση

    207

    231

    227

    198

    207

    Απαισιόδοξη υπόθεση

    200

    220

    205

    176

    186

    Οικονομίες

    Υπόθεση των τραπεζών

    15

    16

    14

    15

    12

    Αισιόδοξη υπόθεση

    14

    16

    5

    5

    6

    Απαισιόδοξη υπόθεση

    16

    21

    22

    22

    22

    (64)

    Οι βρετανικές αρχές υποστήριξαν ότι θα ήταν δύσκολη η πραγματοποίηση ακριβών εκτιμήσεων για τις οικονομίες από την ΒΕ μετά το 2006, αφού οι συμβάσεις προμήθειας πυρηνικών καυσίμων πριν την αναδιάρθρωση θα έληγαν στο τέλος του 2006. Συνεπώς, οποιαδήποτε εκτίμηση του οφέλους της ΒΕ από τις τροποποιήσεις θα πρέπει να λάβει υπόψη της κατά κάποιο τρόπο το όφελος για την BNFL από την παράταση των συμβάσεων μέχρι το τέλος του κύκλου ζωής των πυρηνικών σταθμών της ΒΕ, γεγονός που αντικατοπτρίζεται στις τιμές των νέων συμβάσεων. Λαμβανομένων υπόψη αυτών των αβεβαιοτήτων, οι βρετανικές αρχές έδειξαν ότι η εσωτερική εκτίμηση της ΒΕ για τις οικονομίες εξόδων κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής των πυρηνικών μονάδων θα ανέρχεται σε 239 εκατ. GBP (χωρίς έκπτωση) και 140 εκατ. GBP [με έκπτωση σε πραγματικό ποσοστό 3,5 % (9)]. Ο πίνακας 3 δείχνει το αποτέλεσμα για την ΒΕ των τροποποιήσεων στις συμβάσεις προμήθειας αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων AGR της BNFL, όπως εκτιμήθηκαν από τις βρετανικές αρχές, στα πλαίσια των ιδίων τριών πιθανών υποθέσεων (10). Η καθαρή παρούσα αξία υπολογίζεται χρησιμοποιώντας το πραγματικό προεξοφλητικό επιτόκιο 3,5 % του βρετανικού δημοσίου τομέα. Αυτός ο πίνακας ασχολείται μόνο με την επίπτωση των τιμολογιακών τροποποιήσεων στις συμβάσεις για πυρηνικά καύσιμα που φορτώνονται κατά ή μετά την πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωσης. Η επίπτωση των τροποποιήσεων στις συμβάσεις για πυρηνικά καύσιμα φορτωμένα πριν από την πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωσης είναι δύσκολο να υπολογιστεί, αφού θα μπορούσε να εμφανιστεί μόνο σε περίπτωση που η ΒΕ καθίστατο αφερέγγυα. Άλλωστε, το όφελος για την ΒΕ από τη μεταφορά των δικαιωμάτων αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων, καθώς και των ευθυνών που αυτό συνεπάγεται, στην BNFL, είναι δύσκολο να εκτιμηθεί σύμφωνα με τις βρετανικές αρχές. Ωστόσο, οι βρετανικές αρχές υποστήριξαν ότι μία υποκειμενική εκτίμηση του οφέλους για την ΒΕ αυτής της μεταφοράς δικαιωμάτων θα μπορούσε να ανέρχεται σε περίπου 1 421 εκατ. GBP (χωρίς έκπτωση) και 148 εκατ. GBP (με έκπτωση 5,4 % ονομαστικό). Αυτό το όφελος δεν περιλαμβάνεται στον πίνακα 3.

    Πίνακας 3

    Επίπτωση των τροποποιήσεων της ΚΠΑ στις μελλοντικές συμβάσεις αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων AGR (11)

    (εκατ. GBP)

     

    NPV

    Συνολικές πληρωμές χωρίς έκπτωση

    Πριν την αναδιάρθρωση

    Υπόθεση των τραπεζών

    592

    1 117

    Μετά την αναδιάρθρωση

    Υπόθεση των τραπεζών

    418

    558

    Αισιόδοξη υπόθεση

    881

    1 204

    Απαισιόδοξη υπόθεση

    3

    4

    Οικονομίες

    Υπόθεση των τραπεζών

    174

    559

    Αισιόδοξη υπόθεση

    – 289

    – 87

    Απαισιόδοξη υπόθεση

    589

    1 113

    (65)

    Αρχικώς οι εταιρείες που αποτελούν τώρα τη BEG και τη BEGUK αγόραζαν και οι δύο ενώσεις ουρανίου για μεταφορά στην BNFL και τις χρησιμοποιούσαν στην παραγωγή και την κατασκευή των πυρηνικών καυσίμων για τις δικές τους μονάδες AGR. Η εταιρεία που αποτελεί τώρα τη BEGUK μετέφερε τότε τις συμβάσεις της αγοράς ενώσεων ουρανίου στην BNFL. Οι προϋπάρχουσες συμβάσεις ήταν μακροπρόθεσμες και επαρκείς μόνο για τις σχετικά μικρές ποσότητες υλικού που ζητούσε η BEGUK και κατά συνέπεια αυτή η αλλαγή έδωσε στην BNFL μόνο μια περιορισμένη βάση για την ανάπτυξη επιχειρηματικής μονάδας προμήθειας και παροχής ενώσεων ουρανίου.

    (66)

    Ως μέρος της επαναδιαπραγμάτευσης μεταξύ ΒΕ και BNFL των συμβάσεων για τη μελλοντική προμήθεια παραχθέντος πυρηνικού καυσίμου από την BNFL στην BE, συμφωνήθηκε ότι η BEG θα έπρεπε επίσης να μεταφέρει τις συμβάσεις της αγορών ενώσεων ουρανίου στην BNFL η οποία έτσι καθίσταται υπεύθυνη για τον καθορισμό των μελλοντικών διευθετήσεων για την αγορά ενώσεων ουρανίου για πυρηνικά καύσιμα για τις μονάδες AGR της BEG.

    (67)

    Ταυτόχρονα, η BNFL θα αγοράσει τα αποθέματα ενώσεων ουρανίου της BEG των οποίων η λογιστική αξία εκτιμάται μέχρι 67 εκατ. GBP.

    (68)

    Ως μέρος του σχεδίου αναδιάρθρωσης η ΒΕ συνήψε συμφωνίες («οι συμφωνίες αναστολής πληρωμών») όσον αφορά την αναστολή, υπό ορισμένους όρους, των πληρωμών που οφείλονται στην BNFL και σε ορισμένους σημαντικούς χρηματοοικονομικούς πιστωτές («the Significant Creditors») στους οποίους περιλαμβάνονται οι κάτοχοι της πλειοψηφίας των ομολόγων σε στερλίνες το 2003, 2006 και 2016 που εκδόθηκαν από την ΒΕ («οι ομολογιούχοι»), η κοινοπραξία τραπεζών για το Eggborough στην οποία περιλαμβάνεται η Royal Bank of Scotland που παρέχει πιστωτική επιστολή («RBS») (από κοινού οι «δανειοδότριες τράπεζες») και οι αντισυμβαλλόμενοι για τις τρεις -εκτός χρηματιστηριακής τιμής- συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (Power Purchase Agreements) («PPA») και τις προθεσμιακές συμβάσεις διαφοράς: Teaside Power Limited («TPL»), Total Fina Elf («TFE») και Enron (εφεξής, συλλογικά, «οι αντίκλητοι PPA»).

    (69)

    Στα πλαίσια των συμφωνιών αναστολής πληρωμών, η περίοδος αναστολής πληρωμών αρχίζει στις 14 Φεβρουαρίου 2003 και λήγει το νωρίτερο στις 30 Σεπτεμβρίου 2004 ή λόγω ενός γεγονότος που θέτει τέλος στις συμφωνίες ή λόγω της περάτωσης της αναδιάρθρωσης. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η BNFL και οι σημαντικοί πιστωτές συμφώνησαν με την ΒΕ ότι δεν θα κινήσουν διαδικασίες αφερεγγυότητας ούτε θα απαιτήσουν ή θα επιταχύνουν την καταβολή των ποσών που οφείλονται από την ΒΕ.

    (70)

    Οι υποχρεώσεις της BE, της BNFL και των σημαντικών πιστωτών στα πλαίσια των συμφωνιών αναστολής πληρωμών περιγράφονται στις αιτιολογικές σκέψεις 71 έως 73.

    (71)

    Στα πλαίσια των συμφωνιών αναστολής πληρωμών:

    α)

    θα συνεχίσουν να καταβάλλονται τόκοι στους κατόχους ομολόγων και στις τράπεζες Eggborough σε συμφωνία με τις ισχύουσες συμφωνίες·

    β)

    στην RBS (για την πιστωτική της επιστολή) θα καταβάλλεται 6 % ετησίως επί ενός ποσού 34 εκατ. GBP και στους αντίκλητους PPA για τα αντίστοιχα ποσά (RBS 37,5 εκατ. GBP· TPL 159 εκατ. GBP· TFE 85 εκατ. GBP· Enron 72 εκατ. GBP)·

    γ)

    στην EPL θα καταβάλλονται ποσά που εγγράφονται στα λειτουργικά της έξοδα και στις δαπάνες κεφαλαίου·

    δ)

    η BE θα συνεχίσει να αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια από την TPL σε σταθερές τιμές, σε επίπεδα που βασίζονται στην τρέχουσα καμπύλη των προθεσμιακών τιμών για το ηλεκτρικό ρεύμα μέχρι την περάτωση της αναδιάρθρωσης·

    ε)

    οι τόκοι θα προστίθενται στα ποσά που οφείλονται στην BNFL στα πλαίσια των ισχυουσών συμφωνιών διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων από την 1η Απριλίου 2003 και θα διακοπούν εάν πραγματοποιηθεί η αναδιάρθρωση. Τα ποσά που προστίθενται στα πλαίσια των ισχυουσών συμφωνιών διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων όσον αφορά τα πυρηνικά καύσιμα που φορτώθηκαν πριν από την πραγματική ημερομηνία της αναδιάρθρωσης θα παγώσουν στον βαθμό που υπερβαίνουν τα ποσά τα οποία θα έπρεπε να καταβληθούν εάν οι νέες συμφωνίες διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων είχαν τεθεί σε ισχύ την 1η Απριλίου 2003 και θα καταργηθούν εάν πραγματοποιηθεί η αναδιάρθρωση.

    (72)

    Στα πλαίσια των συμφωνιών αναστολής πληρωμών:

    α)

    Από τον Νοέμβριο 2002 έως τις 31 Μαρτίου 2003, η BNFL θα παγώσει όλες τις πληρωμές που οφείλονται στα πλαίσια των ισχυουσών συμφωνιών διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων από την 1η Απριλίου 2003, η BNFL θα αναστείλει την πληρωμή της διαφοράς μεταξύ των ισχυουσών και των νέων συμφωνιών διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων που οφείλονται·

    β)

    οι κάτοχοι ομολόγων θα αναστείλουν την πληρωμή των κυρίων ποσών που οφείλονται για τα ομόλογα 2003·

    γ)

    οι τράπεζες Eggborough θα αναστείλουν τις κύριες εξοφλήσεις και άλλες πληρωμές που οφείλονται στα πλαίσια της συμφωνίας «παραγωγική ικανότητα και υπεργολαβία» («CTA») εκτός από εκείνες που περιλαμβάνονται στις συνεχιζόμενες υποχρεώσεις της BE·

    δ)

    η RBS θα αναστείλει την πληρωμή όλων των ποσών σχετικά με την αντεγγύηση RBS, τη σύνθετη εγγύηση ή την πιστωτική επιστολή

    και

    ε)

    οι αντίκλητοι PPA θα αναστείλουν την πληρωμή όλων των ποσών που προκύπτουν στα πλαίσια των PPA, εκτός από εκείνα που περιλαμβάνονται στις συνεχιζόμενες υποχρεώσεις της BE.

    (73)

    Οι υποχρεώσεις ενός σημαντικού πιστωτή στα πλαίσια της συμφωνίας αναστολής πληρωμών θα παύσουν να εφαρμόζονται εάν παρουσιαστεί μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις ή εάν ένας σημαντικός πιστωτής ανακοινώσει στην ΒΕ το τέλος της συμφωνίας:

    α)

    αθέτηση πληρωμής των μη παραταθέντων χρηματικών ποσών που οφείλονται σ' αυτόν τον σημαντικό πιστωτή η οποία συνεχίζεται για περισσότερο από 20 εργάσιμες ημέρες·

    β)

    πραγματοποιείται εκκαθάριση ή διοικητική προσφυγή ή εντολή κατά της ΒΕ ή οποιασδήποτε από τις θυγατρικές της·

    γ)

    η βρετανική κυβέρνηση υποβάλλει γραπτή αίτηση για εξόφληση της πιστωτικής διευκόλυνσης ή οιασδήποτε διευκόλυνσης αντικατάστασης χορηγηθείσας από εμπορικές τράπεζες και εγγυημένης από τη βρετανική κυβέρνηση, καθώς και για τη σχετική αντεγγύηση από την ΒΕ και τις θυγατρικές της υπέρ της βρετανικής κυβέρνησης·

    δ)

    οι απαιτούμενες εγκρίσεις δεν έχουν χορηγηθεί από το τμήμα πιστωτικής διευκόλυνσης της Eggborough, την RBS, την κοινοπραξία τραπεζών TPL ή την Enron·

    ε)

    η ΒΕ ή οποιαδήποτε από τις θυγατρικές της εκδίδει έγγραφα τα οποία προβλέπουν διανομή στους σημαντικούς πιστωτές διαφορετική από εκείνη που προβλέπει το προσύμφωνο που συνομολογήθηκε με τους σημαντικούς πιστωτές.

    (74)

    Ο πίνακας 4 εμφανίζει το ύψος των ρευστών που θα έπρεπε να εξοικονομηθούν από την ΒΕ μέσω των συμφωνιών αναστολής πληρωμών σύμφωνα με τις βρετανικές αρχές, σε περίπτωση που η πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωσης είναι η 31η Μαρτίου 2004.

    Πίνακας 4

    Οικονομίες σε ρευστά που πραγματοποιήθηκαν από την ΒΕ μέσω των συμφωνιών αναστολής πληρωμών

    (εκατ. GBP)

     

     

    Έτος που λήγει τον Μάρτιο 2003

    Έτος που λήγει τον Μάρτιο 2004

    BNFL

     

    132

    265

    Κάτοχοι ομολόγων

     

    110

    0

    Τράπεζες Eggborough

     

    47

    40

    TPL

     

    13

    33

    TFE

     

    3

    14

    Enron

     

    4

    19

    Επίπτωση ΦΠΑ

     

    0

    – 8

    Επίπτωση τόκων

     

    – 9

    – 21

    Επίπτωση αναστολής πληρωμών

     

    300

    342

    Συνολικά ποσά

     

    300

    642

    (75)

    Επιπλέον των συμφωνιών αναστολής πληρωμών, η δέσμη αναδιάρθρωσης προβλέπει την αναδιάρθρωση και τον επαναπρογραμματισμό των απαιτήσεων των σημαντικών πιστωτών. Στις 14 Φεβρουαρίου 2003 η ΒΕ συνήψε μη δεσμευτική συμφωνία με τους σημαντικούς πιστωτές για τον συμβιβασμό και την κατανομή των απαιτήσεων τους.

    (76)

    Οι προς συμβιβασμό υποχρεώσεις των σημαντικών πιστωτών, όπως αντικατοπτρίζονται στις μη ελεγμένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις της ΒΕ που αφορούν το εξάμηνο που λήγει στις 30 Σεπτεμβρίου 2002, έχουν ως εξής:

    κάτοχοι ομολόγων: 408 εκατ. GBP

    δανειοδότριες τράπεζες: 490 εκατ. GBP

    αντισυμβαλλόμενοι PPA: 365 εκατ. GBP

    (77)

    Σύμφωνα με το προσύμφωνο τα απαιτούμενα ποσά για τις PPA καθορίσθηκαν έκτοτε σε 316 εκατ. GBP για τους σκοπούς της δέσμης αναδιάρθρωσης.

    (78)

    Οι υποχρεώσεις θα αναδιαρθρωθούν και θα αναπρογραμματιστούν ως εξής:

    α)

    275 εκατ. GBP σε νέα ομόλογα θα εκδοθούν για τους κατόχους ομολόγων, δανειοδότριες τράπεζες, RBS, TPL, TFE, και Enron·

    β)

    μια αναθεωρημένη CTA θα τεθεί σε ισχύ με τις τράπεζες Eggborough, με χρηματική επιστροφή για τις τράπεζες ισοδύναμη με 150 εκατ. GBP σε νέα ομόλογα·

    γ)

    θα εκδοθούν κοινές μετοχές της ΒΕ για τους κατόχους ομολόγων, δανειοδότριες τράπεζες, RBS, TPL, TFE, και Enron.

    (79)

    Η BE αναθεώρησε την εμπορική της στρατηγική, προσπαθώντας να μειώσει την έκθεσή της σε κινδύνους που μπορούν να ανακύψουν από την παραγωγή και τις τιμές. Η αναθεώρηση αυτή συνιστά ένα από τα στοιχεία της δέσμης αναδιάρθρωσης το οποίο αυξάνει τη χρηματοοικονομική ευρωστία της ΒΕ.

    (80)

    Η BE είναι ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς ηλεκτρικούς ενέργειας στο ΗΒ και συνεισφέρει άνω του 20 % της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο ΗΒ. Αυτή η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας συνίσταται σε πυρηνική παραγωγή ενέργειας (83 % της παραγωγικής ικανότητας) και παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα (17 % της παραγωγικής ικανότητας), με δυνατότητα παραγωγής περίπου 75 TWh ετησίως.

    (81)

    Το εμπορικό τμήμα της ΒΕ η BEPET είναι υπεύθυνο για την πώληση της παραγωγής της ΒΕ, τη διαχείριση της έκθεσης της ΒΕ στις διακυμάνσεις της τιμής στην αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας και τη μεγιστοποίηση των τιμών πωλήσεων που επιτυγχάνει η ΒΕ στην αγορά. Επειδή το 83 % της παραγωγικής ικανότητας της ΒΈ προέρχεται από τον πυρηνικό τομέα η πώληση αυτής της κυρίως συνεχούς παραγωγής είναι βασική για την BEPET.

    (82)

    Ο σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα του Eggborough αποτελεί επίσης ένα σημαντικό στοιχείο της εμπορικής στρατηγικής της ΒΕ. Αυτός ο σταθμός προσφέρει ευελιξία διάθεσης της παραγωγής για την αντιμετώπιση της αλλαγής επιπέδου στη ζήτηση των πελατών και σταθερή εγγύηση σε περίπτωση ελλείμματος παραγωγής από τους πυρηνικούς σταθμούς. Επίσης προσφέρει ευελιξία όσον αφορά τη ζήτηση από τους μεγάλους I&C πελάτες και ενός μέρους των χονδρικών πωλήσεων.

    (83)

    Η BEPET προπωλεί την παραγωγή για να ελέγξει την έκθεση της ΒΕ στις τιμές της αγοράς, μεγιστοποιώντας ταυτόχρονα τις τιμές πώλησης στην αγορά. Κατά το χρόνο παραγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας η BEPET, από κοινού με άλλους παραγωγούς, προσπαθεί να προπωλήσει την παραγωγή της κατά 100 %, ώστε να αποφύγει την έκθεση στις συνήθως ασταθείς τιμές του Μηχανισμού Εξισορρόπησης. Μέσω των προπωλήσεων, η εταιρεία είναι σε θέση να εξασφαλίσει ότι οι μελλοντικές ποσότητες παραγωγής θα έχουν προπωληθεί στην τιμή που θα ισχύει εκείνη την περίοδο στην αγορά και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ότι οι τιμές για τη μελλοντική παραγωγή θα είναι καθορισμένες.

    (84)

    Η BEPET διαθέτει μία σειρά δικτύων μέσω των οποίων μπορεί να πωλήσει την παραγωγή της ΒΕ και πωλεί το 32 % της συνολικής παραγωγής μέσω του τμήματος αμέσων πωλήσεων (Direct Supply Business) («DSB»). Το DSB αναπτύχθηκε οργανικά και αντιπροσωπεύει ένα βασικό στοιχείο της επιχειρηματικής στρατηγικής της ΒΕ.

    (85)

    Το μερίδιο της BE στη λιανική αγορά της Μεγάλης Βρετανίας αντιπροσωπεύει ένα μικρό μέρος της παραγωγής της σε σχέση με άλλους σημαντικούς παραγωγούς. Η ανάπτυξη της ΒΕ σ' αυτή την αγορά εξαρτάται από τον στόχο της διαφοροποίησης του κυκλώματος διανομής της παραγωγής της παρά από οποιοδήποτε στόχο που αφορά αυτή καθαυτή την αγορά λιανικής πώλησης. Η ΒΕ επιτυγχάνει ένα ακαθάριστο περιθώριο περίπου 2 % (12) επί των αμέσων πωλήσεων της, γεγονός που αντικατοπτρίζει την ανταγωνιστική φύση αυτής της αγοράς.

    (86)

    Στους λόγους για τις χρηματοπιστωτικές δυσκολίες που αντιμετώπισε η ΒΕ τον Σεπτέμβριο 2002 περιλαμβάνονταν ουσιαστικά τρεις, εκτός χρηματιστηριακής τιμής, συμφωνίες αγοράς ενέργειας και προθεσμιακές συμβάσεις διαφοράς τις οποίες η ΒΕ συνομολόγησε ως μέρος προγενέστερων εμπορικών και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Ο καθένας από τους λόγους συμπεριλαμβανόταν στη συμφωνία συμβιβασμού με σημαντικούς πιστωτές που επιτεύχθηκε ως μέρος της δέσμης αναδιάρθρωσης.

    (87)

    Ο πρώτος είναι η σύμβαση με την TFE. Η τιμή άσκησης που προβλέπεται στη σύμβαση είναι πολύ υψηλή σε σύγκριση με τις σημερινές τιμές που ισχύουν στην αγορά. Η συμφωνία επικυρώθηκε το 1997, περίοδο κατά την οποία οι τιμές ήταν κατά μέσο όρο πολύ υψηλότερες από τις τρέχουσες. Η συμφωνία είναι ουσιαστικά εκτός χρηματιστηριακής τιμής για την ΒΕ και το ποσό που οφείλεται στην TFE ανέρχεται σε 85 εκατ. GBP.

    (88)

    Ο δεύτερος αφορά τη σύμβαση ανταλλαγής με την Enron, της 1ης Απριλίου 1996, που είναι ένα χρηματοοικονομικώς καθορισμένο μέσον το οποίο βασίζεται στη διαφορά μεταξύ των τιμών κοινοπραξίας αιχμής και εκτός αιχμής. Η σύμβαση συνομολογήθηκε από την ΒΕ πριν την εξαγορά του Eggborough. Η σύμβαση είχε θέση κάλυψης κινδύνου κατά της μεταβαλλόμενης μορφής των αυξανόμενων δραστηριοτήτων της ΒΕ στην αγορά καταναλωτή I&C. Το οφειλόμενο επίσημο ποσό στην Enron όσον αφορά αυτή την εκτός χρηματιστηριακής τιμή PPA στη δέσμη αναδιάρθρωσης είναι 72 εκατ. GBP.

    (89)

    Ο τρίτος αφορά συμφωνία που κληρονομήθηκε μέσω της εξαγοράς, το 1999, της SWALEC, από κοινού με την TPL, από την ΒΕ. Η σύμβαση υπογράφηκε αρχικά στις 26 Ιουνίου 1991, και είναι ουσιαστικά εκτός χρηματιστηριακής τιμής. Το ποσό που οφείλεται στην TPL επισήμως όσον αφορά αυτό το PPA στη δέσμη αναδιάρθρωσης είναι 159 εκατ. GBP.

    (90)

    Ως μέρος της δέσμης αναδιάρθρωσης η ΒΕ αποφάσισε να εξασφαλίσει περισσότερες μεσοπρόθεσμες πωλήσεις της παραγωγής της σε σταθερή τιμή. Σύμφωνα με τη βρετανική κυβέρνηση η εφαρμογή αυτής της στρατηγικής θα μειώσει την αστάθεια των ταμειακών εισπράξεων και θα ενισχύσει τη μακροπρόθεσμη χρηματοπιστωτική βιωσιμότητα της εταιρείας.

    (91)

    Στα πλαίσια της νέας στρατηγικής η προπώληση της παραγωγής σε σταθερή τιμή θα έχει ως αποτέλεσμα την προπώληση σε σταθερή τιμή υψηλότερου μεριδίου της παραγωγής της εταιρείας για τα επόμενα 3-5 έτη, ούτως ώστε η BEPET να προκαθορίζει την αξία ενός μεγαλύτερου μεριδίου της μελλοντικής παραγωγής.

    (92)

    Οι βασικοί στόχοι της νέας εμπορικής στρατηγικής είναι: i) να περιορίσει τους τιμολογιακούς κινδύνους εξασφαλίζοντας περισσότερες συμβάσεις σταθερής τιμής, ii) να διατηρήσει βιώσιμα κανάλια πωλήσεων για σημαντικές ποσότητες παραγωγής και iii) να παράσχει συμπληρωματική ρευστότητα για τη διατήρηση καταλλήλων χρηματικών αποθεμάτων.

    (93)

    Αφότου χαράχθηκε η νέα στρατηγική στις αρχές Δεκεμβρίου 2002, η ΒΕ επέτυχε να πωλήσει ή να επεκτείνει συμπληρωματικές πωλήσεις 14,8 TWh DSB για την περίοδο 2003-2006 μέσω της ανανέωσης των ετησίων συμβάσεων και ορισμένων παρατάσεων σε πολυετείς συμφωνίες. Στις 6 Μαρτίου 2003, η ΒΕ είχε ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις με σειρά αντισυμβαλλόμενων στη χονδρική αγορά αναφορικά με το διαρθρωμένο εμπόριο.

    (94)

    Στις 6 Φεβρουαρίου 2003 συνομολογήθηκε μια σημαντική σύμβαση με την British Gas Trading Limited για την πώληση περίπου 10 TWh ετησίως μέχρι την 1η Απριλίου 2007, εκ των οποίων περισσότερο από το ήμισυ σε σταθερή τιμή.

    (95)

    Και οι νέες συμβάσεις με την BNFL παρέχουν στην ΒΕ κάλυψη όσον αφορά την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας, γεγονός που οφείλεται στη μεταβλητή τιμή, προσαρμοσμένης στις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας, που θα καταβληθεί για την προμήθεια πυρηνικών καυσίμων AGR και υπηρεσιών διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων AGR. Σε τρέχουσες τιμές της αγοράς οι νέες συμφωνίες με την BNFL παρέχουν μερική κάλυψη κατά περίπου 60 % της παραγωγής AGR της ΒΕ για περίπου 58 TWh ετησίως.

    (96)

    Η BE προτείνει να επικεντρώσει την μεσοπρόθεσμη στρατηγική της στους ακόλουθους στόχους:

    α)

    να εξασφαλιστεί ότι οι πυρηνικοί σταθμοί της ΒΕ λειτουργούν με ασφάλεια και σε αποδοτικά επίπεδα·

    β)

    να αυξηθεί η ασφάλεια ταυτόχρονα με τη βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας·

    γ)

    να μειωθεί η έκθεση σε κινδύνους που προέρχονται από τις χονδρικές τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στο ΗΒ συνεχίζοντας τη διατήρηση μιας εξασφαλισμένης παροχής στην αγορά. Αυτό θα επιτευχθεί μέσω του συνδυασμού των συμβατικών όρων, της πρόσβασης σε ελαστική παραγωγή μέσω του Eggborough και του DSB, καθώς και της επικέντρωσης στον τομέα καταναλωτών I&C·

    δ)

    να αναπτυχθούν νέες ανανεώσιμες δραστηριότητες για τη στήριξη της ανταγωνιστικότητας του DSB·

    ε)

    να συνεχισθεί η δέσμευση για τη στήριξη των δραστηριοτήτων που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ και οι οποίες συνδέονται με την ασφάλεια στην πρώην Σοβιετική Ένωση και την Ανατολική Ευρώπη.

    (97)

    Στις 23 Δεκεμβρίου 2002 η ΒΕ ανακοίνωσε ότι είχε συνομολογήσει ένα δεσμευτικό προσύμφωνο για τη διάθεση του 82,4 % της Bruce Power που κατείχε, ως εξής: 79,8 % σε μια κοινοπραξία που συστήθηκε από την Cameco, την BPC Generation Infrastructure Trust and TransCanada PipeLines Limited (εφεξής «κοινοπραξία») και 2,6 % στην Power Workers' Union Trust No1 and The Society. Επιπλέον, η κοινοπραξία συμφώνησε να αγοράσει από την ΒΕ το 50 % της Huron Wind ένα πρόγραμμα κατασκευής ανεμοστρόβιλου στο Ontario. Η πώληση της Bruce Power και της Huron Wind στην κοινοπραξία ολοκληρώθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2003. Κατά το κλείσιμο, η ΒΕ εισέπραξε 678 εκατ. CAD σε μετρητά. Επιπλέον, η ΒΕ αναμένει να εισπράξει ακόμη 140 εκατ. CAD από κατανεμηθείσες μερίδες κατά την επανέναρξη των δύο μονάδων παραγωγής της Bruce A και από αποδεσμευμένους λογαριασμούς.

    (98)

    Οι αρχικές εισπράξεις 275 εκατ. GBP, μείον ορισμένα ποσά για δαπάνες πράξεων, καταβλήθηκαν σε ένα λογαριασμό που εγκρίθηκε και καταχωρίστηκε υπέρ του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας στα πλαίσια της συμφωνίας πιστωτικής διευκόλυνσης για τη διάσωση («CFA»).

    (99)

    Η Exelon Generation Company, LLC (εφεξής «Exelon») και η British Energy Investment Ltd. αναζήτησαν προσφορές για τα αντίστοιχα μερίδιά τους στην AmerGen για την πώληση αυτής. Στις 22 Δεκεμβρίου 2003 οι μέτοχοι της ΒΕ ενέκριναν την εκχώρηση του 50 % των μετοχών της Amergen, κατοχής της ΒΕ, στην Exelon Generation Company LLC, για το οποίο η ΒΕ έλαβε περίπου 277 εκατ. USD σε μετρητά.

    (100)

    Ορισμένες τοπικές αρχές συμφώνησαν να δώσουν παράταση, χωρίς επιβολή τόκων, στην καταβολή των επιχειρηματικών εισφορών που τους όφειλε η ΒΕ.

    (101)

    Αυτές οι τοπικές αρχές σύμφωνα με τις πληροφορίες που διαβίβασαν οι βρετανικές αρχές είναι:

    το Lancaster City Council, όσον αφορά το σταθμό Heysham, για ποσό 1 775 240 GBP,

    το Shepway District Council, όσον αφορά τον σταθμό Dungeness, για ποσό 578 524 GBP,

    το Hartlepool Borough Council, όσον αφορά τον σταθμό Hartlepool, για ποσό 447 508 GBP,

    το North Ayrshire Council, όσον αφορά τον σταθμό Hunterston, για ποσό 735 947 GBP,

    το East Lothian Council, όσον αφορά τον σταθμό Torness, για ποσό 765 986 GBP.

    (102)

    Συνολικά, αναβλήθηκε η καταβολή ποσού 4 303 205 GBP από τον Νοέμβριο 2002 ως τον Φεβρουάριο 2003. Όσον αφορά το μέτρο Ζ, τα ποσά καταβλήθηκαν πλήρως από την ΒΕ τον Φεβρουάριο 2003 και τόκοι ύψους 65 656,24 GBP για καθυστέρηση πληρωμών καταβλήθηκαν στις 7 Οκτωβρίου 2003. Ο υπολογισμός του επιτοκίου βασίζεται στο επιτόκιο αναφοράς της Επιτροπής για το ΗΒ 6,01 % μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2002 και 5,42 % κατόπιν.

    γ)   Χρηματοπιστωτικές επιπτώσεις της δέσμης αναδιάρθρωσης

    (103)

    Πριν παρουσιάσουν το αποτέλεσμα του σχεδίου αναδιάρθρωσης για τη βιωσιμότητα της ΒΕ, οι βρετανικές αρχές περιέγραψαν τα οικονομικά της παραγωγής πυρηνικής ενέργειας. Στην αξιολόγηση των οικονομικών της παραγωγής ενέργειας της ΒΕ, η κοινοποίηση διακρίνει μεταξύ των αποφευκταίων και αναπόφευκτων εξόδων λειτουργίας των πυρηνικών σταθμών της ΒΕ. Οι πυρηνικοί σταθμοί χαρακτηρίζονται από πολύ υψηλά αναπόφευκτα έξοδα και συγκριτικά χαμηλά αποφευκταία έξοδα, και ιδίως από βραχυπρόθεσμο οριακό κόστος λειτουργίας. Σύμφωνα με τις βρετανικές αρχές, αφού η απόφαση παραγωγής ενέργειας δικαιολογείται από το ύψος των αποφευκταίων εξόδων και ενόψει του γεγονότος ότι οι πυρηνικοί σταθμοί έχουν το χαμηλότερο βραχυπρόθεσμο οριακό κόστος λειτουργίας, η λειτουργία πυρηνικών σταθμών είναι οικονομικώς ορθολογική.

    (104)

    Οι βρετανικές αρχές υποστηρίζουν κατόπιν ότι αν η αναδιάρθρωση της ΒΕ επιτύχει η εταιρεία δεν θα είναι πλέον διαρθρωτικά ζημιογόνος. Σύμφωνα με τις βρετανικές αρχές, το σχέδιο είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις αιτίες των δυσχερειών της ΒΕ και να την οδηγήσει σε μια μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα. Ιδίως, θα βελτιώσει την εμπορική στρατηγική της ΒΕ όσον αφορά την αντιμετώπιση της ακάλυπτης θέσης, θα ελαφρύνει την ΒΕ από ορισμένα από τα πολύ υψηλά σταθερά έξοδα αναλαμβάνοντας πυρηνικές ευθύνες του παρελθόντος και καθιστώντας την ικανή να συστήσει ικανά αποθεματικά ρευστών για να εξασφαλίσει τις δραστηριότητές της.

    (105)

    Στόχος του σχεδίου της ΒΕ είναι να αναδιαρθρώσει τα έξοδα και τις υποχρεώσεις της και να συστήσει μια σταθερή δομή κεφαλαίου ώστε να συνεχίσει να λειτουργεί μακροπρόθεσμα ως μια χρηματοοικονομικώς βιώσιμη οντότητα. Για να θεωρηθεί η ΒΕ χρηματοοικονομικώς βιώσιμη, η βρετανική κυβέρνηση υπέθεσε ότι για μια ορισμένη χρονική περίοδο η εταιρεία πρέπει να είναι κερδοφόρος, με θετικές ταμειακές ροές και σε θέση να χρηματοδοτήσει τις δραστηριότητές της σε συνεχή βάση.

    (106)

    Τα ακόλουθα στοιχεία του σχεδίου αναδιάρθρωσης θεωρήθηκαν απαραίτητα για να επιτευχθεί ο στόχος της χρηματοπιστωτικής βιωσιμότητας:

    α)

    πώληση της συμμετοχής της ΒΕ στην Bruce Power και την AmerGen, ώστε να συσταθούν πόροι ρευστότητας στην επιχείρηση, να αυξηθεί η ευρωστία της και να μειωθεί το πεδίο των δραστηριοτήτων της·

    β)

    μείωση της βάσης του κόστους της ΒΕ μέσω εμπορικών διαπραγματεύσεων με τους υπάρχοντες σημαντικούς πιστωτές για επίτευξη συμβιβασμού των ιστορικών τους απαιτήσεων και σύναψη συμφωνιών αναστολής πληρωμών έως ότου πραγματοποιηθεί η αναδιάρθρωση, με αντάλλαγμα ένα συνδυασμό νέου χρέους και νέων ιδίων κεφαλαίων στην ΒΕ μετά από την περάτωση της αναδιάρθρωσης·

    γ)

    ανάληψη των δαπανών ορισμένων πυρηνικών ευθυνών από τη βρετανική κυβέρνηση και εμπορική αναδιαπραγμάτευση των συμβάσεων front end και back end με την BNFL για τα πυρηνικά καύσιμα· οι νέες εμπορικές συμφωνίες με την BNFL μείωσαν επίσης την έκθεση της ΒΕ στις αρνητικές διακυμάνσεις της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας·

    δ)

    εφαρμογή της νέας εμπορικής στρατηγικής για τη μείωση της έκθεσης της ΒΕ σε κινδύνους όσον αφορά την ποσότητα και τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αγορά.

    (107)

    Σύμφωνα με τις βρετανικές αρχές, το σχέδιο αναδιάρθρωσης εκπονήθηκε κατά τρόπο ώστε να λάβει υπόψη τη βασική απαίτηση της χρηματοοικονομικής βιωσιμότητας, δηλαδή την ικανότητα της εταιρείας να χρηματοδοτήσει τις δραστηριότητές της. Επειδή η εταιρεία θα ανέμενε αντιμετώπιση δυσκολιών όσον αφορά την προσέλκυση χρηματοδότησης από τις τράπεζες ή τις χρηματαγορές, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη τον σχετικά μικρό αριθμό δανειστών που είναι έτοιμοι να χρηματοδοτήσουν μια εταιρεία που παράγει ηλεκτρική ενέργεια σε πυρηνικούς σταθμούς, το σχέδιο αναδιάρθρωσης πρέπει να θεωρηθεί ως εναλλακτική λύση της προσέλκυσης εξωτερικής χρηματοδότησης. Το σχέδιο προβλέπει τη δημιουργία και τη σύσταση χρηματικών αποθεμάτων. Αυτά τα χρηματικά αποθέματα θα προορίζονται να επιτρέψουν στην εταιρεία να συνάψει συμβάσεις εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας που απαιτούν εγγυήσεις και να στηρίξουν τις ελλείψεις σε μετρητά, χωρίς την ανάγκη να αναζητήσει εξωτερική χρηματοδότηση. Ακολούθως, το σχέδιο αναδιάρθρωσης προβλέπει τη δημιουργία δύο αποθεματικών: ένα αποθεματικό μετρητών και ένα αποθεματικό διακοπής και ρευστότητας. Αν και εντοπίστηκαν δύο ξεχωριστές ομάδες αποθεματικών, εννοείται ότι αυτά τα αποθεματικά θα είναι αντικαταστατά, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα προσφυγής στο αποθεματικό διακοπής και ρευστότητας για την αντιμετώπιση συμπληρωματικών απαιτήσεων και αντιστρόφως. Αυτό προβλέπεται για να παράσχει συμπληρωματική ευρωστία στην ΒΕ.

    (108)

    Η BE ανέλαβε διάφορες δράσεις για να βελτιώσει την ταμειακή της θέση μέσω:

    α)

    μείωσης της επίπτωσης της εποχικότητας με τη διαχείριση των μορφών πληρωμής, όπου αυτό είναι δυνατόν·

    β)

    περαιτέρω πρωτοβουλιών για οικονομίες στις δαπάνες·

    γ)

    τιτλοποίησης των προς είσπραξη ποσών που προέρχονται από άμεσες πωλήσεις.

    (109)

    Επιπλέον η ΒΕ εξέτασε μια διαδικασία επιχειρηματικού προγραμματισμού η οποία κατέληξε σε ενημερωμένες χρηματοοικονομικές προβολές και οδήγησε σε λεπτομερή αναθεώρηση των ζητημάτων που αφορούν την απόδοση των σταθμών της.

    (110)

    Στην περίοδο που έληξε στις 31 Μαρτίου 2004, τα χρηματικά αποθεματικά συστήθηκαν μέσω δύο πηγών πόρων: των συμφωνιών αναστολής πληρωμών (Μέτρο Γ) και της εκχώρησης περιουσιακών στοιχείων (Μέτρο ΣΤ), μετά από την πληρωμή των εκκρεμών υποχρεώσεων μέσω της συμφωνίας ενίσχυσης στη διάσωση CFA.

    (111)

    Οι βρετανικές αρχές εκπόνησαν τρία χρηματοοικονομικά σενάρια για να λάβουν υπόψη τις μεταβλητές στις οποίες η χρηματοοικονομική θέση της ΒΕ είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη: συνολική παραγωγή και τιμές ηλεκτρικής ενέργειας. Οι χρηματοοικονομικές προβολές επανεξετάστηκαν από την Deloitte & Touche υπό την ιδιότητά της ως συμβούλου οικονομικών και αγοράς ενέργειας της βρετανικής κυβέρνησης. Οι προβλέψεις παραγωγής και εξόδων κεφαλαίου που περιλαμβάνονται στις υποθέσεις επιχειρηματικού προγραμματισμού επανεξετάστηκαν από την WS Atkins υπό την ιδιότητά της ως τεχνικού συμβούλου της ΒΕ και από την Citigroup, καθώς και από την Stone & Webster Management Consultants, Inc. υπό την ιδιότητά της ως τεχνικού συμβούλου της βρετανικής κυβέρνησης.

    (112)

    Η επανεξέταση έλαβε υπόψη τις τρεις κύριες τροποποιήσεις που έλαβαν χώρα από την υποβολή της αρχικής κοινοποίησης τον Μάρτιο 2003, δηλαδή το επίπεδο των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας, το πρόγραμμα βελτίωσης απόδοσης (Performance Improvement Programme) (PIP) που στοχεύει στη βελτίωση της αξιοπιστίας των πυρηνικών σταθμών και τις εμπορικές εγγυήσεις.

    (113)

    Οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκαν σημαντικά τους τελευταίους μήνες. Σύμφωνα με τις βρετανικές αρχές οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας είναι σήμερα άνω των 28 GBP/MWh έναντι 16,4 GBP/MWh τον Μάρτιο 2003. Οι βασικοί παράγοντες των αλλαγών στις προβλέψεις της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας είναι η μεταβολή των τιμών των υποκείμενων προϊόντων των πυρηνικών καυσίμων (άνθρακας, φωταέριο, πετρέλαιο), η τιμολόγηση του άνθρακα που εισήγαγε το σύστημα εμπορίας των ευρωπαϊκών εκπομπών αερίων και τα περιθώρια αποθέματος της παραγωγικής ικανότητας.

    (114)

    Οι πυρηνικοί σταθμοί της ΒΕ ήταν ιστορικώς λιγότερο αποδοτικοί από τους αντίστοιχους διεθνείς. Οι παλαιότεροι σταθμοί έπασχαν από χαμηλές επενδύσεις και όλοι οι σταθμοί παρουσίαζαν μεγαλύτερο δυναμικό για βελτίωση και υψηλότερους βραχυπρόθεσμους κινδύνους διακοπής. Γι' αυτό, η ΒΕ ανέπτυξε σχέδια ανάκαμψης των σταθμών. Τα οφέλη από τα PIP θα μπορούσαν να προκύψουν από αλλαγή στην επιχειρηματική αντίληψη και την οργάνωση και τις αυξημένες επενδύσεις σε κεφάλαια και προσωπικό. Σε συνάρτηση με τον χρόνο, θα έπρεπε να έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της αναξιοπιστίας των σταθμών και την αύξηση της παραγωγής.

    (115)

    Η ΒΕ έλαβε επίσης υπόψη την πρόσφατη σημαντική αύξηση σε απαιτήσεις εγγυήσεων που προκύπτουν από τις αυξήσεις της τιμής στην αγορά.

    (116)

    Για να καθορίσει την επίπτωση των εναλλακτικών υποθέσεων για την παραγωγή και τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στη χρηματοπιστωτική θέση της, η ΒΕ έλαβε υπόψη μία υπόθεση (sensitivity) αισιόδοξη και μία απαισιόδοξη οι οποίες λαμβάνουν υπόψη την εξέλιξη των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας, τα οφέλη από το PIP και τις εκτιμήσεις προβολών εγγυήσεων:

    α)

    η «αισιόδοξη υπόθεση» που αποτελεί τη βάση του ετήσιου προϋπολογισμού της ΒΕ και χρησιμεύει για τη θέση των στόχων αποδοτικότητας, είναι σε μεγάλο βαθμό ισοδύναμη με την «αισιόδοξη υπόθεση» που περιγράφεται στην απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας·

    β)

    η «υπόθεση επανακαθορισμού της χρηματιστηριακής τιμής» που αποτελεί τη βάση για τη δημοσίευση σε δημόσια έγγραφα και για το προς έκδοση φυλλάδιο για τις χρηματιστηριακές τιμές· αυτή η υπόθεση πρέπει να θεωρηθεί ως η «τραπεζική υπόθεση». Οι τιμές της «υπόθεσης επανακαθορισμού της χρηματιστηριακής τιμής» προκύπτουν από την καμπύλη προβλέψεων που χρησιμοποιεί ένα πρότυπο της αγοράς το οποίο ενσωματώνει τις απόψεις της ΒΕ σχετικά με το κόστος των καυσίμων και των τιμών του άνθρακος·

    γ)

    η «χειρότερη λογική υπόθεση» (RWC) ισοδυναμεί με την απαισιόδοξη υπόθεση και λαμβάνει υπόψη τις αβεβαιότητες όσον αφορά τις τιμές και την παραγωγή· οι τιμές RWC βασίζονται σε μια καμπύλη τιμών που εκπόνησε η ΒΕ.

    (117)

    Η βρετανική κυβέρνηση έλαβε ως βάση για τη δοκιμή βιωσιμότητας της ΒΕ τα στοιχεία της διαφοράς ανάμεσα στο επίσημο όριο δανείων και στην αξία των δανείων της επιχείρησης και απ' αυτό προέκυψαν οι ακόλουθες εκτιμήσεις για την περίοδο 2005-2010:

    Πίνακας 5

    Ανώτατα στοιχεία

    (σε εκατ. GBP)

    Υπόθεση επανακαθορισμού της χρηματιστηριακής τιμής/Τραπεζική υπόθεση

    2005

    2006

    2007

    2008

    2009

    2010

    Αποθεματικό ρευστότητας

    […] (14)

    Επίπτωση της εποχικότητας και των ποσών προς είσπραξη

    Διαφορά ανάμεσα στο επίσημο όριο δανείων και στην αξία των δανείων της επιχείρησης μετά την εποχικότητα

    Σωρευτική επίπτωση της έκθεσης όσον αφορά την ταμειακή θέση, την παραγωγή και τις εγγυήσεις vulnerabilities (13)

    Διαφορά ανάμεσα στο επίσημο όριο δανείων και στην αξία των δανείων της επιχείρησης μετά τις vulnerabilities

    Σωρευτική επίπτωση των διαχειριστικών ενεργειών στην ταμειακή θέση και στις εγγυήσεις

    Διαφορά ανάμεσα στο επίσημο όριο δανείων και στην αξία των δανείων της επιχείρησης μετά τις διαχειριστικές ενέργειες

    RWC/Χειρότερη υπόθεση

    Αποθεματικό ρευστότητας

    Επίπτωση της εποχικότητας και των ποσών προς είσπραξη

    Διαφορά ανάμεσα στο επίσημο όριο δανείων και στην αξία των δανείων της επιχείρησης μετά την εποχικότητα

    Σωρευτική επίπτωση της έκθεσης όσον αφορά την ταμειακή θέση, την παραγωγή και τις εγγυήσεις vulnerabilities

    Διαφορά ανάμεσα στο επίσημο όριο δανείων και στην αξία των δανείων της επιχείρησης μετά τις vulnerabilities

    Σωρευτική επίπτωση των διαχειριστικών ενεργειών στην ταμειακή θέση και στις εγγυήσεις

    Διαφορά ανάμεσα στο επίσημο όριο δανείων και στην αξία των δανείων της επιχείρησης μετά τις διαχειριστικές ενέργειες

    (118)

    Οι βρετανικές αρχές παρείχαν επίσης ένα κατ' εκτίμηση Λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως για την περίοδο 2005/2009 αναφορικά με την υπόθεση επανακαθορισμού της χρηματιστηριακής τιμής.

    Πίνακας 6

    Λογαριασμός αποτελεσμάτων χρήσεως στην υπόθεση επανακαθορισμού της χρηματιστηριακής τιμής

     

    Πενταετής περίοδος πρόβλεψης

    Λογαριασμός αποτελεσμάτων χρήσεως

    2005

    2006

    2007

    2008

    2009

    Πυρηνική παραγωγή TWh

    […]

    Έσοδα

    Πωλήσεις παραγωγής

    Μικτές πωλήσεις

    Σύνολο εσόδων

    Λειτουργικά έξοδα

    Έξοδα καυσίμων

    Έξοδα προσωπικού

    Υλικά και υπηρεσίες

    Κεφάλαιο εγγεγραμμένο στον λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως

    Αποσβέσεις

    Σύνολο λειτουργικών εξόδων

    Αποτέλεσμα χρήσης

    Συνεισφορές από νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες (PBIT):

    AmerGen (πριν την επανεκτίμηση)

    Κέρδη προ χρηματοοικονομικών εξόδων και φόρων

    Χρηματοοικονομικές δαπάνες

    Επανεκτίμηση (καθαρό)

    Καθαροί τόκοι και άλλες χρηματοοικονομικές δαπάνες

    Σύνολο χρηματοοικονομικών εξόδων

    Κέρδη προ φόρων

    17

    171

    186

    336

    355

    Συμμετοχή μειοψηφίας(μερίδιο της PBT)

    0

    0

    0

    0

    0

    Κέρδη προ φόρων (και αποζημίωση HMG)

    17

    171

    186

    336

    355

    Κίνηση της αποζημίωσης HMG

    0

    – 96

    – 133

    – 206

    – 156

    Κέρδη προ φόρων (και έκτακτα)

    17

    75

    53

    130

    199

    Έκτακτα

    4 068

    0

    0

    – 40

    0

    Κέρδη προ φόρων (μετά από έκτακτα)

    4 085

    75

    53

    90

    199

    Φόροι

    0

    0

    0

    – 26

    – 87

    Κέρδη μετά από φόρους και έκτακτα (πριν από τους φόρους στα έκτακτα)

    4 085

    75

    53

    64

    112

    Πηγή: BE

    Σημείωση: Τα στοιχεία για το 2004/2005 ετοιμάσθηκαν σε προσωρινή βάση (για να καταστήσουν τη σύγκριση ευκολότερη· για λογιστικούς σκοπούς οι δαπάνες καυσίμων και τα στοιχεία επανεκτίμησης αντικατοπτρίζουν τις νέες συμβάσεις για καύσιμα, αν και από τεχνική άποψη αυτές δεν θα ισχύσουν μέχρι την πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωσης).

    (119)

    Αυτές οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι τα κέρδη προ φόρων, οι συμμετοχές μειοψηφίας, οι δεσμεύσεις της βρετανικής κυβέρνησης και τα έκτακτα έξοδα βελτιώνονται από 17 εκατ. GBP το 2005 σε 171 εκατ. GBP έως 355 εκατ. GBP τα επόμενα έτη. Το 2005, τα έκτακτα έξοδα αναφέρονται στη λογιστική καταχώριση της δέσμευσης της βρετανικής κυβέρνησης για τη χρηματοδότηση των πυρηνικών ευθυνών που αναφέρονται στο μέτρο A.

    (120)

    Τα κέρδη προ φόρων μειώνονται ουσιαστικά από τις εισφορές στο ΤΠΕ από το 2005. Ωστόσο, αυτές οι εισφορές ανέρχονται στο 65 % των διαθέσιμων ταμειακών εισροών μετά την εξυπηρέτηση του δανείου και δεν είναι καταβλητέες όταν οι ταμειακές ροές είναι αρνητικές ή απαιτούνται μεταφορές για την τήρηση του ύψους ταμειακού αποθεματικού που έχει ορισθεί ως στόχος.

    (121)

    Μια ανάλυση των χρηματοοικονομικών προβολών της ΒΕ αποδεικνύει ότι στα πλαίσια της υπόθεσης επανακαθορισμού της τιμής, η αναδιαρθρωμένη επιχείρηση αναμένεται να παράγει κέρδη και ταμειακές εισροές για την εξυπηρέτηση των διαφόρων μετόχων και ότι σημαντικές συνεισφορές αναμένονται να πραγματοποιηθούν στην κατεύθυνση της απαλλαγής των μη συμβατικών υποχρεώσεων και υποχρεώσεων παροπλισμού πριν από τη χορήγηση οποιουδήποτε μερίσματος στους μετόχους.

    3.   Λόγοι για την κίνηση της διαδικασίας

    (122)

    Στην απόφασή της για την κίνηση της διαδικασίας η Επιτροπή επισήμανε ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης παρείχε ένα επιλεκτικό πλεονέκτημα ανταγωνισμού στην ΒΕ σε ένα τομέα όπου υπάρχει ενδοκοινοτικό εμπόριο. Τα μέτρα Α και Ζ εμπλέκουν άμεσα τους προϋπολογισμούς των κεντρικών ή τοπικών αρχών της Μεγάλης Βρετανίας, ήτοι κρατικούς πόρους. Άρα, αυτά τα μέτρα αποτελούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης. Είναι επίσης δυνατόν, το μέτρο Β και, τουλάχιστον μερικώς, το μέτρο Γ να έχουν χαρακτήρα κρατικών πόρων στον βαθμό που η κατεχόμενη από το δημόσιο εταιρεία BNFL δεν θα συμπεριφερόταν σύμφωνα με την αρχή του ιδιώτη επενδυτή σε οικονομία της αγοράς. Κατά συνέπεια, φαίνεται ότι αυτά τα μέτρα συνιστούν επίσης κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης.

    (123)

    Η Επιτροπή ανέλυσε την ενίσχυση υπό το πρίσμα των κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (15) (εφεξής «οι κατευθυντήριες γραμμές»).

    (124)

    Αυτή η ανάλυση ήγειρε τις ακόλουθες αμφιβολίες όσον αφορά τη συμβιβασιμότητα της ενίσχυσης με την κοινή αγορά.

    (125)

    Η Επιτροπή έχει αμφιβολίες για το κατά πόσον το σχέδιο θα μπορούσε να καταλήξει σε αποκατάσταση της βιωσιμότητας της ΒΕ σε ένα λογικό χρονικό διάστημα. Πράγματι, μερικά από τα μέτρα έχουν πολύ μεγάλη χρονική διάρκεια (μέχρι τουλάχιστον το 2086). Επιπλέον, η βελτίωση της θέσης της ΒΕ θα μπορούσε να οφείλεται μόνο στην εξωτερική στήριξη που χορηγήθηκε από την κυβέρνηση και τους κύριους πιστωτές και όχι στην εσωτερική πραγματική αναδιάρθρωση. Επιπλέον, εάν επρόκειτο για κρατική ενίσχυση, η επαναδιαπραγμάτευση της προμήθειας πυρηνικών καυσίμων και των τιμών διαχείρισης των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων με την BNFL θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια ενίσχυση καθ' όλη τη διάρκεια ζωής των πυρηνικών σταθμών, γεγονός που θα ήταν ασυμβίβαστο με την απαίτηση σύμφωνα με την οποία η ΒΕ πρέπει να αντιμετωπίσει την αγορά με τις δικές της δυνάμεις μετά το πέρας της αναδιάρθρωσης και σύμφωνα με την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».

    (126)

    Η Επιτροπή έχει αμφιβολίες για το κατά πόσο η ενίσχυση θα μπορούσε να εγκριθεί χωρίς να προσφερθεί κανένα αντισταθμιστικό μέτρο ώστε να αντιμετωπιστεί η επίπτωση της ενίσχυσης στους ανταγωνιστές. Γι' αυτό, η Επιτροπή αναγνώρισε ότι είναι πιθανόν ότι δεν υπήρχε ή υπήρχε μικρή διαρθρωτική υπερβολική παραγωγική ικανότητα στη σχετική αγορά. Ωστόσο, η Επιτροπή θεώρησε ότι, ενόψει της υψηλής ανταγωνιστικής φύσης αυτής της αγοράς και του υψηλού ποσού της ενίσχυσης, ήταν πιθανό κάποιο είδος αντισταθμιστικού μέτρου να είναι αναγκαίο ώστε η ενίσχυση να είναι συμβιβάσιμη, ακόμη και εάν αυτό το αντισταθμιστικό μέτρο δεν συνίστατο σε οριστικό κλείσιμο των πυρηνικών σταθμών.

    (127)

    Η Επιτροπή έχει αμφιβολίες για το κατά πόσο η ενίσχυση περιοριζόταν στο ελάχιστο αναγκαίο. Σχετικά μ' αυτό, η Επιτροπή σημείωσε ότι το σχέδιο προέβλεπε ένα μηχανισμό με τον οποίο η ΒΕ θα μπορούσε να συμμετάσχει στις δαπάνες αναδιάρθρωσης μέσω ενός ποσοστού της δικής της ταμειακής εισροής. Ωστόσο, ενόψει ειδικότερα της μεγάλης αβεβαιότητας όσον αφορά τα ποσά της ενίσχυσης που είναι προς χορήγηση, η Επιτροπή δεν ήταν τότε σε θέση να αξιολογήσει κατά πόσο αυτή η ενίσχυση περιοριζόταν στο ελάχιστο.

    (128)

    Λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω παρατηρήσεις, η Επιτροπή συμπέρανε ότι υπήρχαν αμφιβολίες για το κατά πόσο το σχέδιο αναδιάρθρωσης πληρούσε τα κριτήρια που ορίζουν οι κατευθυντήριες γραμμές και για το κατά πόσο η χορηγούμενη ή προς χορήγηση ενίσχυση από τη βρετανική κυβέρνηση στην ΒΕ θα μπορούσε να θεωρηθεί συμβατή με την κοινή αγορά. Συνεπώς, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης.

    (129)

    Στην ίδια απόφαση η Επιτροπή πρόσθεσε επίσης ότι η απόφαση κίνησης της διαδικασίας ήταν ανεξάρτητη από την εφαρμογή της συνθήκης Ευρατόμ. Ορισμένα μέτρα, ιδίως τα μέτρα Α και Β, πρέπει να αξιολογηθούν υπό το πρίσμα των στόχων της συνθήκης Ευρατόμ. Συνεπώς, η Επιτροπή ζήτησε από το ΗΒ να της χορηγήσει όλες τις πληροφορίες που θα μπορούσαν να τη βοηθήσουν να αξιολογήσει τα μέτρα, ιδίως τα μέτρα Α και Β, υπό το πρίσμα των στόχων της συνθήκης Ευρατόμ.

    III.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ

    (130)

    Μετά τη δημοσίευση της απόφασης για την κίνηση της διαδικασίας και εντός της προβλεπόμενης από αυτή τη δημοσίευση προθεσμίας, η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από 20 τρίτα μέρη συμπεριλαμβανομένης της ίδιας της ΒΕ. Οι παρατηρήσεις αυτές μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:

    (131)

    Η BE τονίζει ότι η υπόθεση είναι ασυνήθιστη λόγω του τρόπου με τον οποίο η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας λειτουργεί και λόγω της οικονομικής δομής των πυρηνικών σταθμών.

    (132)

    Η BE τονίζει το γεγονός ότι οι δαπάνες του παρελθόντος που αντιπροσωπεύονται από τις πυρηνικές ευθύνες της ΒΕ δεν μπορούν να αναληφθούν από την ΒΕ λόγω της ουσιαστικής πτώσης των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας που έλαβε χώρα στο ΗΒ. Στα πλαίσια του σχεδίου αναδιάρθρωσης, απαιτείται επίσης από την ΒΕ να πραγματοποιήσει μεγάλες εισφορές έναντι των δαπανών του παρελθόντος. Όσον αφορά το κόστος παροπλισμού και τις άλλες πυρηνικές ευθύνες που δεν καλύπτονται από τις νέες συμβάσεις με την BNFL, θα καταβληθεί εισφορά μέσω του NDF/NLF. Άλλα μέτρα που επηρεάζουν την ΒΕ και τους επενδυτές της περιλαμβάνουν την πώληση των περιουσιακών στοιχείων της ΒΕ στη Βόρεια Αμερική, τη ζημία, από τους προϋπάρχοντες μετόχους κεφαλαίου, του συνόλου των επενδύσεων τους, τη συμφωνία με τους προϋπάρχοντες επενδυτές, καθώς και την έκδοση νέων ομολόγων.

    (133)

    Η BE τονίζει ότι η πληρωμή ενός κατ' αποκοπή ποσού στον δικαιούχο δεν θα ήταν εφαρμόσιμη, ιδίως επειδή ορισμένες απ' αυτές τις δαπάνες θα παρουσιάζονται σε ημερομηνίες στο απώτερο μέλλον. Η απόρριψη του σχεδίου αναδιάρθρωσης της ΒΕ λόγω της απαλλαγής της ΒΕ άπαξ και δια παντός για ορισμένες υποχρεώσεις της, αν και επί του παρόντος δεν μπορεί να καθοριστεί το ύψος τους, θα δημιουργούσε ένα προηγούμενο κατά της έγκρισης ενίσχυσης αναδιάρθρωσης που θα ήταν απαραίτητη λόγω της ύπαρξης δαπανών του παρελθόντος.

    (134)

    Η BE είναι της γνώμης ότι δεν μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα από τη σύγκριση των διευθετήσεων με τους ιδιώτες πιστωτές. Ιδίως, στην περίπτωση της BNFL, ένα σημαντικό μέρος της βασικής επιχειρηματικής της δραστηριότητας θα μπορούσε να απειληθεί και ίσως να καταστεί μη βιώσιμο εάν ήταν μη βιώσιμη η λειτουργία των σταθμών της ΒΕ.

    (135)

    Η BE τονίζει ότι η BNFL υιοθέτησε μια άκρως σκληρή στάση και ακολούθως υποχρεώθηκε σε αναθεώρηση της στάσης της μόνο λόγω της ανησυχίας ότι διαφορετικά η ΒΕ θα καθίστατο αφερέγγυος. Οι όροι οι οποίοι επαναδιαπραγματεύθηκαν είναι οι ελάχιστοι που η ΒΕ πίστευε ότι θα μπορούσε να επιτύχει σε επιχειρηματικό επίπεδο εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την οικονομική της ευρωστία μετά την αναδιάρθρωση. Σύμφωνα με την ΒΕ, η Επιτροπή πιθανόν να έχει παρανοήσει την επιχειρηματική φύση των νέων συμβάσεων BNFL ως αποτέλεσμα της παρανόησης των γεγονότων και ιδίως της χρονολογίας τους. Το παράρτημα που υποβάλλει η ΒΕ δείχνει γιατί αυτή πιστεύει ότι οι τιμές στα πλαίσια των νέων συμβάσεων δεν είναι ιδιαιτέρως ευνοϊκές για την ίδια.

    (136)

    Η BE υπενθυμίζει ότι το πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί από το σχέδιο αναδιάρθρωσης ήταν ουσιαστικά ότι στο νέο περιβάλλον των πολύ χαμηλότερων χονδρικών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας, η ΒΕ δεν θα μπορούσε να στηρίξει το «κόστος του παρελθόντος». Σύμφωνα με την ΒΕ το σχέδιο αναδιάρθρωσης αντιμετωπίζει επιτυχώς αυτό το πρόβλημα.

    (137)

    Όσον αφορά την επίπτωση στον ανταγωνισμό της δέσμης ενισχύσεων η ΒΕ υποστηρίζει ότι επειδή τα SRMC των πυρηνικών σταθμών της ΒΕ είναι πολύ χαμηλότερα από εκείνα άλλων βασικών προμηθευτών, οι πυρηνικοί σταθμοί της ΒΕ είναι υποχρεωμένοι να λειτουργούν συνεχώς. Όμως το ακριβές επίπεδο των SRMC της ΒΕ είναι αμελητέο για τον καθορισμό των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας, γεγονός που αντικατοπτρίζει το υψηλότερο SRMC του οριακού προμηθευτή.

    (138)

    Η BE εξηγεί ότι οι πυρηνικοί σταθμοί είναι τεχνικώς και οικονομικώς ανελαστικοί και ότι η λειτουργία σταθμών διαφορετικών από εκείνων του βασικού φορτίου είναι αντιοικονομική. Όσον αφορά την εμπορική στρατηγική της, η ΒΕ εξηγεί ότι τα οικονομικά της πυρηνικής παραγωγής τείνουν να οδηγήσουν την ΒΕ να επικεντρωθεί στην πώληση της παραγωγής της σε μακροπρόθεσμες αγορές.

    (139)

    Κατά την άποψη της ΒΕ δεν υπάρχει υπερβολική παραγωγική ικανότητα ηλεκτρικής ενέργειας στη Μεγάλη Βρετανία. Όσον αφορά τα αντισταθμιστικά μέτρα, η ΒΕ υποστηρίζει ότι η απαίτηση πρώιμου κλεισίματος ενός από τους πυρηνικούς σταθμούς της ΒΕ θα ήταν οικονομικώς αναποτελεσματική, αφού ο λόγος της δέσμης ενισχύσεων είναι να διατηρήσει την πυρηνική ικανότητα της ΒΕ η οποία, σε όρους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με την ελάχιστη αποφευκταία δαπάνη πόρων, είναι η περισσότερο αποδοτική παραγωγική ικανότητα στη βρετανική αγορά σε σχέση με το κόστος. Επιπλέον η ΒΕ θα συγκρουόταν με την άσκηση εκ μέρους της βρετανικής κυβέρνησης της αρμοδιότητάς της σχετικά με την παροχή των πηγών ενέργειας στο ΗΒ και θα αύξανε την εκπομπή στην ατμόσφαιρα περιβαλλοντικώς επιβλαβών αερίων.

    (140)

    Η BNFL είναι μια δημόσια επιχείρηση που δραστηριοποιείται στον πυρηνικό τομέα, η οποία προμηθεύει και επανεπεξεργάζεται ή αποθηκεύει τα πυρηνικά καύσιμα AGR της ΒΕ. Εκτός από τις δραστηριότητές της στον κύκλο των καυσίμων, η BNFL διαχειρίζεται επίσης τη λειτουργία ορισμένων πυρηνικών σταθμών Magnox και έχει δραστηριότητες σχεδιασμού πυρηνικών σταθμών.

    (141)

    Οι παρατηρήσεις της BNFL επικεντρώνονται στα ζητήματα της ύπαρξης ενίσχυσης στην ΒΕ στο μέτρο Β και Γ. Η BNFL υποστηρίζει ότι όλες οι παρεμβάσεις της BNFL στο σχέδιο αναδιάρθρωσης της ΒΕ ακολούθησαν την αρχή του ιδιώτη επενδυτή σε οικονομία της αγοράς και συνεπώς δεν περιέχουν στοιχεία ενίσχυσης.

    (142)

    Η BNFL εξηγεί ότι, κατόπιν της συμβουλής των οικονομικών της συμβούλων (NM Rothschild & Sons Limited – «Rothschild»), ήδη τον Απρίλιο 2002 συμπέρανε ότι μια «τακτική δέσμη διάσωσης», με πλεονεκτήματα και για την BNFL, ήταν προτιμητέα παρά να αφεθεί η ΒΕ να καταστεί αφερέγγυα, λόγω της άκρως ευαίσθητης θέσης της BNFL ως του μεγαλύτερου πιστωτή της ΒΕ, της έλλειψης ασφάλειας και της αδυναμίας της νομικής θέσης της. Ωστόσο, η BNFL προσθέτει ότι το διοικητικό της συμβούλιο συμφώνησε για την αναδιάρθρωση των ισχυουσών συμβάσεων με την ΒΕ υπό τον όρο ότι η ΒΕ δεν θα έπρεπε να διατηρηθεί φερέγγυα με οιοδήποτε κόστος και ότι για κάθε δέσμη που προτεινόταν στην ΒΕ θα έπρεπε να καθοριστεί το εμπορικό πλεονέκτημα της BNFL, δεδομένου του ελλείμματος στον ισολογισμό της.

    (143)

    Η BNFL χορηγεί λεπτομέρειες για καθεμία από τις ακόλουθες προτάσεις και αντιπροτάσεις κάθε μέρους, μαζί με την άποψη της Rothschild γι' αυτές. Η BNFL, επίσης, καθορίζει λεπτομερώς τη χρονολογία και το περιεχόμενο των συζητήσεων που έλαβαν χώρα μεταξύ της ΒΕ και της BNFL, εκ των οποίων προκύπτει ότι η BNFL ήδη εξέφρασε τη βούλησή της να βοηθήσει την ΒΕ πριν η ΒΕ στραφεί στη βρετανική κυβέρνηση για βοήθεια, αλλά διαπίστωσε ότι αυτό δεν ήταν δυνατόν χωρίς ένα συνολικό σχέδιο αναδιάρθρωσης. Οι συζητήσεις άρχισαν ήδη τον Μάιο 2000, όταν η ΒΕ ζήτησε για πρώτη φορά – χωρίς επιτυχία – την εφαρμογή της ρήτρας ανωτέρας βίας που περιέχεται στις συμβάσεις. Νέες συζητήσεις άρχισαν κατά τη διάρκεια του 2002.

    (144)

    Η BNFL τονίζει επίσης ότι δεν είχε καμία συμμετοχή στις συζητήσεις μεταξύ της ΒΕ και της βρετανικής κυβέρνησης. Με βάση την ανάλυση των νομικών και των οικονομικών συμβούλων της, η BNFL συμπέρανε ότι το να προβεί σε αναδιάρθρωση που θα προάσπιζε τη φερεγγυότητα της ΒΕ ήταν προς το επιχειρηματικό συμφέρον της και, στις 28 Νοεμβρίου 2002, κατέληξε σε συμφωνία με την ΒΕ όσον αφορά τους τελικούς όρους. Μόνο μετά από αυτή τη συμφωνία για τους τελικούς όρους με την ΒΕ, η BNFL ενημερώθηκε με συγκεκριμένα λεπτομερή στοιχεία για τη συμμετοχή του Ηνωμένου Βασιλείου.

    (145)

    Η σύγκριση που πραγματοποίησε η BNFL μεταξύ εγγράφων περί των όρων της 3ης Σεπτεμβρίου και των τελικών εγγράφων περί των όρων καταλήγει στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν σημαντικές ομοιότητες μεταξύ των δύο εγγράφων περί των όρων και ότι το τελικό συμπέρασμα ήταν πλησιέστερο στην αρχική θέση της BNFL παρά σε εκείνη της BE.

    (146)

    Η BNFL δίδει λεπτομέρειες για την αξιολόγηση των επιχειρηματικών οφελών που απεκόμισε από μια αναδιάρθρωση που διαφυλάσσει τη φερεγγυότητα της ΒΕ σε σύγκριση με την κήρυξή της ΒΕ σε αφερεγγυότητα, με βάση την ανάλυση των οικονομικών και των νομικών συμβούλων της. Εντοπίστηκαν σημαντικοί κίνδυνοι για την BNFL σε περίπτωση αφερεγγυότητας της ΒΕ, ιδίως λόγω του ό,τι η ΒΕ έχει πολλά μη τεκμηριωμένα διασταυρούμενα δάνεια μεταξύ των διαφόρων επιχειρήσεων του ομίλου της και του ό,τι οι συμβατικές συμφωνίες της BNFL με την ΒΕ ήταν μοναδικές και δεν μπορούσε να εξαχθεί σαφές προηγούμενο από προγενέστερες αφερεγγυότητες. Επιπλέον, η βρετανική κυβέρνηση ως ο μόνος πιστωτής που είχε όφελος από την ασφάλεια των πυρηνικών σταθμών της ΒΕ, θα είχε ένα κεντρικό ρόλο στο αποτέλεσμα της αφερεγγυότητας. Ωστόσο, στην BNFL δεν χορηγήθηκε καμία πληροφορία για την πιθανή προσέγγιση που θα ακολουθούσε η βρετανική κυβέρνηση σε περίπτωση αφερεγγυότητας.

    (147)

    Ενώ ο ρόλος της BNFL ως κυρίου προμηθευτή της ΒΕ θα μπορούσε να τη θέσει σε ισχυρή διαπραγματευτική θέση σε περίπτωση αφερεγγυότητας, η ικανότητά της να πραγματοποιήσει μια αξιόπιστη απειλή για την παύση χορήγησης αγαθών και υπηρεσιών στην ΒΕ υπονομεύθηκε από ορισμένους παράγοντες. Ιδίως, η BNFL επισημαίνει ότι η ίδια, ως ο μεγαλύτερος ατομικός πιστωτής της ΒΕ, θα μπορούσε να είναι εκείνη που θα υφίστατο τη μεγαλύτερη χρηματοοικονομική ζημία εάν οι πυρηνικοί σταθμοί της ΒΕ έκλειναν ως συνέπεια της πραγματοποίησης αυτής της απειλής. Επιπλέον, είναι αμφίβολο κατά πόσο θα μπορούσε νομίμως να καταγγείλει τις συμβάσεις και να επιστρέψει στην ΒΕ τα αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα και απόβλητα που ήδη είχε παραλάβει από αυτή, αφού τούτο δεν θα επιτρεπόταν από τη βρετανική νομοθεσία για την πυρηνική ασφάλεια. Τέλος, η BNFL ως εταιρεία παροχής πυρηνικών υπηρεσιών θα έπρεπε να συνεχίσει να παρέχει υπηρεσίες στην ΒΕ γιατί εάν δεν το έπραττε θα έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια ή τα τρίτα μέρη θα μπορούσαν να το εκλάβουν ως έλλειψη ασφαλείας.

    (148)

    Η ανάλυση της BNFL σχετικά με την αφερεγγυότητα της ΒΕ επικεντρώθηκε σε τρεις πιθανές υποθέσεις: το κλείσιμο των πυρηνικών σταθμών της ΒΕ με μια ελάχιστη ανάκτηση· η BNFL αποκτά την ιδιοκτησία των πυρηνικών σταθμών της ΒΕ που σημαίνει ότι αυτή θα επωμιζόταν όλες τις πυρηνικές ευθύνες της ΒΕ (πράξη υψηλού κινδύνου και καθόλου ελκυστική)· η βρετανική κυβέρνηση αποκτά την ιδιοκτησία και ζητά από τους υπάρχοντες πιστωτές να αποδεχθούν μεγάλη μείωση των απαιτήσεών τους.

    (149)

    Κατά συνέπεια, η προταθείσα αναδιάρθρωση που διαφυλάσσει τη φερεγγυότητα φαινόταν να είναι επιχειρηματικώς η περισσότερο ελκυστική, αφού μείωνε την έκθεση της BNFL έναντι της ΒΕ και προσέφερε υψηλότερη και περισσότερο βεβαία ροή εσόδων για την BNFL παρά η κήρυξη της ΒΕ σε αφερεγγυότητα. Συνεπώς, η BNFL θεωρείται ότι συμπεριφέρθηκε με ίδιο τρόπο που θα ενεργούσε οποιοσδήποτε άλλος ιδιώτης πιστωτής.

    (150)

    Τέλος, η BNFL συνέκρινε την απόδοση άλλων κυρίων πιστωτών συνολικά με τη δική της απόδοση για να διασφαλίσει ότι οι όροι πρόσφεραν στην BNFL μια λογική λύση. Για να προστατεύσει περισσότερο τη θέση της, η BNFL εξασφάλισε επίσης τη συμπερίληψη μιας ρήτρας στους τελικούς όρους η οποία της επιτρέπει να άρει τις προτεινόμενες παραχωρήσεις σε περίπτωση που σε οποιονδήποτε άλλον σημαντικό πιστωτή προσφερθούν περισσότερο ευνοϊκοί όροι απ' ό,τι στην BNFL. Η Rothschild επικαιροποίησε την ανάλυσή της όταν η ΒΕ συμφώνησε λεπτομερείς όρους με άλλους κύριους πιστωτές και επιβεβαίωσε ότι οι συμφωνίες της BNFL παρουσιάζονταν εκείνη την περίοδο ως μη χειρότερες από εκείνες άλλων μεγάλων πιστωτών. Επιπλέον, καμία από τις αναθεωρηθείσες συμβατικές συμφωνίες δεν θα τεθεί σε εφαρμογή έως ότου περατωθεί η αναδιάρθρωση.

    (151)

    Όσον αφορά το μέτρο Γ, η BNFL υποστηρίζει ότι, με τη βοήθεια της Rothschild, έλεγξε ότι δεν προέβη σε μεγαλύτερες παραχωρήσεις απ' τους άλλους σημαντικούς πιστωτές όσον αφορά την αναστολή πληρωμής του χρέους. Όταν η BNFL αντιλήφθηκε ότι άλλοι πιστωτές επετύγχαναν περισσότερο ευνοϊκούς όρους απ' ό,τι η ίδια στα πλαίσια των συμφωνιών αναστολής πληρωμής του χρέους (μολονότι η θέση της BNFL δεν ήταν άμεσα συγκρίσιμη με τη θέση των άλλων μεγάλων πιστωτών της ΒΕ), εξέτασε το ενδεχόμενο εάν θα έπρεπε να επιδιώξει επαναδιαπραγμάτευση και να απαιτήσει τόκους. Η BNFL συμπέρανε ότι δεν ήταν δυνατόν η ΒΕ να μπορέσει να πληρώσει τόκους στην BNFL και να παράγει επαρκές ταμειακό πλεόνασμα, κατά τη διάρκεια της περιόδου αναστολής πληρωμών, ώστε να προβεί σε αναδιάρθρωση και ταυτόχρονα να διατηρήσει τη φερεγγυότητά της. Επιπλέον, παρά τη θέση της στα πλαίσια των συμφωνιών αναστολής πληρωμών, η BNFL θα μπορούσε να επιτύχει καλύτερη συνολική ανάκτηση των απαιτήσεών της εάν υλοποιείτο η αναδιάρθρωση με ταυτόχρονη επιστροφή της ΒΕ στη φερεγγυότητα.

    (152)

    Η BNFL υποστηρίζει ότι η απόφασή της να έλθει σε συμφωνία με την ΒΕ ήταν μια δική της αυτόνομη απόφαση και δεν της υπαγορεύθηκε από τη βρετανική κυβέρνηση. Το γεγονός ότι η BNFL είναι μια δημόσια επιχείρηση δεν επαρκεί για να θεωρηθεί ότι οι αποφάσεις της BNFL οφείλονται στη βρετανική κυβέρνηση. Παρόλο που η βρετανική κυβέρνηση είναι ο μοναδικός μέτοχος της BNFL, η BNFL είναι αυτόνομη από τη βρετανική κυβέρνηση όσον αφορά τις τρέχουσες επιχειρηματικές δραστηριότητες και απαιτείται από αυτή να λειτουργεί σε επιχειρηματική βάση. Η BNFL υποβάλλει το νομικό της καθεστώς ως επεξηγηματικό έγγραφο. Η BNFL προσθέτει ότι κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεών της με την ΒΕ συνέχισε να ενημερώνει τον μέτοχό της (Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας) σχετικά με τις συζητήσεις της με την ΒΕ, και περιγράφει αυτό το γεγονός ως μια κλασσική επιχειρηματική κατάσταση στην οποία μια επιχείρηση έχει έναν ελέγχοντα μέτοχο. Το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας δήλωσε στην BNFL ότι θα ενέκρινε (στα πλαίσια των συμφωνιών εταιρικής διακυβέρνησης της BNFL με το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας) μόνο τις αναθεωρημένες συμφωνίες με την ΒΕ που είχαν συναφθεί σε εμπορική βάση για την BNFL.

    (153)

    Η Greenpeace Limited είναι το βρετανικό τμήμα της Greenpeace International, της οποίας δύο από τις κύριες δραστηριότητες είναι η εκστρατεία για να δοθεί τέλος στη χρήση πυρηνικής ενέργειας και η προαγωγή της χρήσης πηγών καθαρής και ανανεώσιμης ενέργειας στο ΗΒ.

    (154)

    Η Greenpeace υποστηρίζει ότι, περιοριορίζοντας τις εισφορές της ΒΕ στη χρηματοδότηση των πυρηνικών ευθυνών, το μέτρο Α συνιστά αδικαιολόγητη λειτουργική ενίσχυση στην ΒΕ ή/και στους μετόχους της ΒΕ ως μέσο που καθιστά την επιχείρηση περισσότερο ελκυστική για τους επενδυτές στην αγορά.

    (155)

    Σύμφωνα με την Greenpeace, τα μέτρα Β και Γ συνιστούν αδικαιολόγητη λειτουργική ενίσχυση αφού παρέχουν διαρκή υποστήριξη από την BNFL που ενεργεί ή υποτίθεται ότι ενεργεί εξ ονόματος ή κατ' εντολή του κράτους σε περιστάσεις στις οποίες:

    α)

    η BNFL είναι μια προβληματική επιχείρηση η οποία επιβιώνει μόνο από κρατικές ενισχύσεις·

    β)

    η BNFL συμμετείχε στις τριμερείς διαπραγματεύσεις μεταξύ της κυβέρνησης της ΒΕ και της ίδιας, οι οποίες οδήγησαν στην εκπόνηση της δέσμης αναδιάρθρωσης της ΒΕ αμέσως μετά την άρνηση της BNFL να τροποποιήσει τους όρους των συμβάσεών της με την ΒΕ· γι' αυτό, η Greenpeace κάλεσε την Επιτροπή να ζητήσει από την BNFL να παρουσιάσει αντίγραφα των εσωτερικών της εγγράφων για να διαπιστώσει κατά πόσο η BNFL ήταν εν γνώσει των συζητήσεων της ΒΕ με τη βρετανική κυβέρνηση·

    γ)

    Οι συμφωνίες σε κάθε περίπτωση στερούνται πραγματικού εμπορικού χαρακτήρα· σύμφωνα με την Greenpeace, οι συμβάσεις της BNFL με την ΒΕ δεν είναι και δεν ήταν εμπορικές συμφωνίες από την αρχή και φαίνονται περισσότερο ως ένα τέχνασμα για να χορηγηθεί στην BNFL μια εγγυημένη ροή εσόδων· η δέσμη ενισχύσεων αναδιάρθρωσης συνεχίζει να χορηγεί στην BNFL αυτή τη ροή εσόδων·

    δ)

    οι επαναδιαπραγματευθέντες όροι τιμολόγησης δεν αντικατοπτρίζουν τα πραγματικά έξοδα που συνδέονται με την υπηρεσία που χορηγείται, αλλά συνδέονται με τις χονδρικές τιμές· επειδή το πλεονέκτημα που χορηγείται από τις συμβάσεις είναι συνεχές και προέρχεται από μια συμφωνία αορίστου χρόνου, η ενίσχυση συνεπάγεται μακροπρόθεσμη στήριξη στην ΒΕ και όχι μια εφάπαξ εισφορά για την επιστροφή της στη βιωσιμότητα· κατά συνέπεια, το όφελος είναι «λειτουργικό» και όχι «ενίσχυση αναδιάρθρωσης» και δεν μπορεί να είναι συμβατό με την κοινή αγορά.

    (156)

    Η Greenpeace στηρίζει όλες τις αμφιβολίες της Επιτροπής και συμπεραίνει ότι η ενίσχυση είναι ασυμβίβαστη με τη συνθήκη ΕΚ. Αυτή τονίζει ιδίως ότι η ενίσχυση αναδιάρθρωσης δεν θα είχε επίπτωση μόνο στους υπάρχοντες παραγωγούς, αλλά ότι επίσης δεν θα επέτρεπε την είσοδο νέων παραγωγών στην αγορά προς ενίσχυση του ανταγωνισμού επειδή άλλοι ιστορικοί παραγωγοί και νεοεισερχόμενοι θα αποτρέπονταν από το να εκμεταλλευθούν την αποτελεσματικότητά τους. Η στήριξη σε παραγωγούς πυρηνικής ενέργειας θα ήταν επιπλέον ανακόλουθη με τη δήλωση της κυβέρνησης σχετικά με την ποικιλία των πηγών ενέργειας συμπεριλαμβανομένων των ανανεώσιμων.

    (157)

    Όσον αφορά το ζήτημα της υπερβολικής παραγωγικής ικανότητας η Greenpeace είναι της άποψης ότι το «περιθώριο προγραμματισμού» που χρησιμοποιήθηκε από το National Grid για τον προγραμματισμό της ανάγκης για μελλοντική παραγωγή ώστε να διατηρηθεί μια ασφαλής παραγωγική ικανότητα δεν είναι το κατάλληλο στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη για την αξιολόγηση του κατά πόσο υπάρχει υπερβολική παραγωγική ικανότητα στην αγορά. Σύμφωνα με την Greenpeace, είναι πιθανόν να υπάρχει ήδη σημαντική διαρθρωτική υπερβολική παραγωγική ικανότητα στη σχετική αγορά, η οποία προορίζεται να αυξηθεί.

    (158)

    Η Greenpeace αμφιβάλλει ότι το κλείσιμο ορισμένων από τους σταθμούς της ΒΕ θα είναι περισσότερο δαπανηρό για τους φορολογουμένους, αφού η ικανότητα της ΒΕ να συνεισφέρει στην εξόφληση των υπαρχουσών ευθυνών της είναι αμφίβολη. Η Greenpeace προσθέτει ότι σε μια βραχυπρόθεσμη προοπτική δεν υπάρχει λόγος να πιστεύει κανείς ότι το ΗΒ δεν θα είναι σε θέση να επιτύχει τους στόχους του στα πλαίσια του πρωτοκόλλου του Κυότο.

    (159)

    Η Greenpeace υποστηρίζει ότι σύμφωνα με εκθέσεις που ζήτησε η ίδια, το άμεσο ή σταδιακό κλείσιμο πυρηνικών σταθμών είναι τόσο εφαρμόσιμο όσο και ασφαλές. Η Greenpeace συμπεραίνει ότι η εναλλακτική λύση του μερικού ή σταδιακού κλεισίματος των σταθμών της ΒΕ μπορεί να καταλήξει σε μια περισσότερο περιορισμένη ένταση της απαιτούμενης ενίσχυσης.

    (160)

    Η Greenpeace είναι της άποψης ότι η συνθήκη Ευρατόμ δεν αποκλείει την αξιολόγηση των κρατικών ενισχύσεων στα πλαίσια της συνθήκης ΕΚ. Ελλείψει τομεακών κανόνων στη συνθήκη Ευρατόμ που να εφαρμόζονται στις ενισχύσεις στην πυρηνική βιομηχανία, μπορούν να εφαρμοστούν οι γενικές διατάξεις περί κρατικών ενισχύσεων της συνθήκης ΕΚ. Η Greenpeace αναφέρει τις συνεκδικασθείσες υποθέσεις 188 και 190/80 Γαλλία και άλλοι κατά της Επιτροπής (16). Η Greenpeace αντιτείνει περαιτέρω ότι τα μέτρα ενισχύσεων αναφέρονται σε ζητήματα τα οποία μπορούν να ρυθμιστούν από τη συνθήκη Ευρατόμ, μόνο στον βαθμό που αυτά αναφέρονται στην ασφάλεια των πυρηνικών εγκαταστάσεων σχετικά με τις πλευρές ασφαλείας του παροπλισμού. Η Greenpeace συμπεραίνει ότι τα εν λόγω μέτρα δεν είναι αναγκαία για να επιτευχθούν οι δηλωθέντες στόχοι και ότι η συνέχιση χορήγησης λειτουργικής ενίσχυσης οποιουδήποτε είδους, δεν μπορεί να θεωρηθεί αναγκαία για να διαφυλάξει την ασφάλεια σε περιστάσεις όπου υπάρχει μια ασφαλής, βιώσιμη εναλλακτική λύση σταδιακού, μερικού ή ολικού κλεισίματος των σταθμών της ΒΕ. Σύμφωνα με την Greenpeace, η Επιτροπή θα έπρεπε να λάβει υπόψη της τις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για περιβαλλοντική προστασία (17).

    (161)

    Η Powergen είναι μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του τομέα ηλεκτρικής ενέργειας στην Αγγλία και την Ουαλία. Κατέχει το 11 % της παραγωγικής ικανότητας (η ΒΕ κατέχει το 14 %) και διαθέτει επίσης σημαντική ικανότητα παροχής σε μεγάλους βιομηχανικούς και εμπορικούς πελάτες, καθώς και σε ΜΜΕ και σε νοικοκυριά. Η Powergen ανήκει στην E-ON.

    (162)

    Η Powergen είναι κατά της δέσμης ενισχύσεων. Η εν λόγω επιχείρηση ισχυρίζεται ότι η ενίσχυση θα επιτρέψει στην ΒΕ να συνεχίσει τη λειτουργία των πυρηνικών της σταθμών οι οποίοι διαφορετικά θα έκλειναν. Σχετικά με αυτό η Powergen αμφισβητεί την άποψη των βρετανικών αρχών ότι οι σταθμοί θα μπορούσαν να λειτουργήσουν σε κάθε περίπτωση. Η Powergen φοβάται ότι η ενίσχυση θα επιτρέψει στην ΒΕ να προσφέρει τεχνητώς χαμηλές τιμές ώστε να κερδίσει μερίδιο αγοράς στην παροχή σε μεγάλους πελάτες και να αρχίσει την παροχή σε νοικοκυριά. Επίσης, η ΒΕ μπορεί να είναι σε θέση να χρηματοδοτήσει επενδύσεις σε μη πυρηνική παραγωγή.

    (163)

    Όσον αφορά τα αντισταθμιστικά μέτρα, η Powergen επιθυμεί να της ζητηθεί η γνώμη για οποιοδήποτε αντισταθμιστικό μέτρο τεθεί σε εφαρμογή και προτείνει τρία πιθανά μέτρα:

    (164)

    Πρώτον, επίσπευση του κλεισίματος του πυρηνικού αντιδραστήρα Dungeness B τον Απρίλιο 2004. Σύμφωνα με την Powergen εάν αυτό το επισπευσμένο κλείσιμο γίνει γνωστό αρκετά νωρίς θα υπάρξει χρόνος για την αγορά να δημιουργήσει την αντίστοιχη παραγωγική ικανότητα ώστε να διαθέτει επαρκές περιθώριο δυναμικού παραγωγής.

    (165)

    Δεύτερον, η οροθέτηση της ενίσχυσης, απαγορεύοντας τη διασταυρωμένη επιδότηση μεταξύ των ζημιογόνων περιουσιακών στοιχείων της ΒΕ (οι σταθμοί AGR) και άλλων επιχειρήσεων της ΒΕ, διαχωρίζοντας την παραγωγή και την παροχή σε δύο ξεχωριστές επιχειρήσεις με ξεχωριστή λογιστική και επιβάλλοντας ειδικούς ελέγχους στη χρήση των κεφαλαίων εκ μέρους της ΒΕ ώστε να εξασφαλιστεί ότι αυτή δεν θα εκτρέψει κεφάλαια που της καταβλήθηκαν από το κράτος για τη χρηματοδότηση των δικών της πυρηνικών ευθυνών σε άλλες χρήσεις. Αυτά τα μέτρα θα πρέπει να παραμείνουν σε ισχύ για όσο διάστημα θα είναι σε ισχύ τα μέτρα του σχεδίου αναδιάρθρωσης.

    (166)

    Τρίτον, αποτροπή της νόθευσης του ανταγωνισμού στην λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, απαγορεύοντας στην ΒΕ να πωλήσει ενέργεια κάτω από το κόστος (το κόστος αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από τη χονδρική αγορά συν τα άλλα έξοδα πωλήσεων), επιβάλλοντας ένα όριο στο μερίδιο αγοράς της ΒΕ όσον αφορά την παροχή σε βιομηχανίες και εμπορικές επιχειρήσεις (γι' αυτό τον σκοπό προτείνεται ένα ενδεικτικό όριο 20 %) και απαγορεύοντας στην ΒΕ να μπει σε νέες λιανικές αγορές. Αυτά τα μέτρα θα έπρεπε να παραμείνουν σε ισχύ για όλο το χρονικό διάστημα που θα είναι σε ισχύ τα μέτρα του σχεδίου αναδιάρθρωσης και η αποτελεσματικότητά τους θα επανεξετασθεί από την Επιτροπή μετά από 5 έτη από την εφαρμογή τους.

    (167)

    Όσον αφορά την επιστροφή στη βιωσιμότητα, η Powergen ισχυρίζεται ότι οι υποθέσεις που ελήφθησαν υπόψη από τις βρετανικές αρχές για να αποδείξουν τη μελλοντική βιωσιμότητα της ΒΕ είναι πολύ αισιόδοξες, ιδίως όσον αφορά τη διαθεσιμότητα των σταθμών της ΒΕ σε σύγκριση με το παρελθόν.

    (168)

    Τέλος, η Powergen θεωρεί ότι «είναι σαφώς καθορισμένο ότι οι κανόνες κρατικών ενισχύσεων που περιέχονται στη συνθήκη ΕΚ εφαρμόζονται στην πυρηνική βιομηχανία, παρά την ύπαρξη της συνθήκης Ευρατόμ». Η Powergen αναφέρεται στην ίδια υπόθεση του 1990 στην οποία αναφέρθηκε η Greenpeace.

    (169)

    Η InterGen είναι μια παγκόσμια επιχείρηση παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με δραστηριότητες σε όλες τις ηπείρους. Κατέχει το 2 % της παραγωγικής ικανότητας στην Αγγλία και στην Ουαλία με δύο σταθμούς που λειτουργούν και ένα υπό κατασκευή (η ΒΕ κατέχει το 14 %). Η InterGen πωλεί το μεγαλύτερο μέρος από την ηλεκτρική ενέργεια που παράγει στη χονδρική αγορά και ένα μέρος αυτής μέσω μακροπρόθεσμων συμβάσεων. Δραστηριοποιείται επίσης στην αγορά εμπορίας φυσικού αερίου. Ανήκει δε από κοινού στην Shell και στην Bechtel.

    (170)

    Η Intergen υποστηρίζει ότι υπάρχει πρόβλημα ασφάλειας παροχής στο ΗΒ και ότι την πυρηνική ασφάλεια θα έπρεπε να διαχειρίζονται οι σύνδικοι πτωχεύσεων. Η Intergen επισύρει την προσοχή της Επιτροπής στο γεγονός ότι η ενίσχυση στην ΒΕ ήταν και είναι ζημιογόνος για την InterGen και στο γεγονός ότι άλλοι ανταγωνιστές της InterGen όπως η Teeside Power Limited, οι οποίοι είναι μεταξύ των πιστωτών της ΒΕ, ευνοούνται επίσης σε σύγκριση με την InterGen στα πλαίσια του σχεδίου αναδιάρθρωσης. Η InterGen υποστηρίζει ότι, σε περίπτωση που η Επιτροπή εγκρίνει την ενίσχυση, αυτή και η θυγατρική της θα έπρεπε να αποζημιωθούν για τη ζημία που θα έχουν υποστεί.

    (171)

    Αυτό το τρίτο μέρος υποστηρίζει ότι κατά το παρελθόν αναφέρθηκε στον τύπο τιμή επανεπεξεργασίας προγενέστερη της αναδιάρθρωσης της ΒΕ που ανερχόταν σε περίπου 1 000 GBP/kg βαρέος μετάλλου (HM). Μετά από την αναδιάρθρωση της ΒΕ συμφωνήθηκε μεταξύ της BNFL και της ΒΕ μια τιμή περίπου 150 GBP/kg HM, τιμή η οποία είναι κατά 85 % χαμηλότερη της αρχικής συμφωνίας. Το τρίτο μέρος προσθέτει ότι οι αρχικές συμβάσεις επανεπεξεργασίας μεταξύ της BNFL και της ΒΕ αφορούσαν τιμές στην αξία συν το κόστος επανεπεξεργασίας, το οποίο σημαίνει ότι οι βασικοί πελάτες μπορούσαν εκ της συμβάσεως να επιτύχουν επανεπεξεργασία μόνο εάν αποδέχονταν (αναλογικά) ανάληψη του πλήρους κόστους της επανεπεξεργασίας συν ένα ποσοστό κέρδους. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, εάν οι δαπάνες επανεπεξεργασίας που συμφωνήθηκαν με τους βασικούς πελάτες καλύπτουν τις δαπάνες μόνο μέχρι ένα επίπεδο 1 000 GBP/kg HM, τούτο σημαίνει ότι η νέα τιμή που συμφωνήθηκε τώρα με την ΒΕ δεν μπορεί κατά κανένα τρόπο να προσεγγίσει το κόστος κάλυψης. Ακόμη και σε περίπτωση νέων συμβάσεων η τιμή ανέρχεται σε 1 000 GBP/kg HM (τιμές 2003).

    (172)

    Το τρίτο μέρος συμπεραίνει ότι αυτές οι τιμές καταδεικνύουν ότι η BNFL δεν συμπεριφέρθηκε ως ιδιώτης επενδυτής σε οικονομία της αγοράς κατά τις διαπραγματεύσεις της με την ΒΕ, εκτός εάν η BNFL ήταν διατεθειμένη να επεκτείνει αυτούς τους ευνοϊκούς όρους και σε άλλους πελάτες.

    (173)

    Η Drax είναι η μεγαλύτερη στη Δυτική Ευρώπη παραγωγική επιχείρηση ηλεκτρικής ενέργειας με σταθμούς με καύση άνθρακα. Παλαιότερα αποτελούσε μέρος της AES Corporation, ένα όμιλο παραγωγής ενέργειας με έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες με συμφέροντα στην παραγωγή, διανομή και παροχή ηλεκτρικής ενέργειας σε όλο τον κόσμο. Στις 5 Αυγούστου η AES Corporation εκχώρησε τον έλεγχο της Drax στους πιστωτές της. Στις 30 Αυγούστου 2003 η Drax ανακοίνωσε ότι είχε συνομολογήσει μια συμφωνία αποκλειστικότητας με την International Power plc για τη συμμετοχή της στην αναδιάρθρωση της Drax.

    (174)

    Σύμφωνα με την DRAX, τα μέτρα Α, Β και Ζ συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. Η DRAX συμφωνεί ότι τα μέτρα Δ, Ε και ΣΤ δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση, Η DRAX είναι της άποψης ότι το ποσό της ενίσχυσης είναι δύσκολο να εκτιμηθεί. Όσον αφορά το μέτρο Α, η DRAX πιστεύει ότι το ποσό θα μπορούσε να είναι σημαντικά μεγαλύτερο από ό,τι εκτιμάται σήμερα, ιδίως λόγω του ό,τι οι ευθύνες παροπλισμού στο ΗΒ δεν είναι καταγεγγραμμένες και ότι δεν είναι πιθανόν η ΒΕ να μπορέσει να συνεισφέρει στις δαπάνες πυρηνικών ευθυνών. Η βρετανική κυβέρνηση θα φέρει πάντοτε την τελική ευθύνη για το back-end και για τις ευθύνες παροπλισμού. Η βρετανική κυβέρνηση δεν θα επιτρέψει ποτέ στην ΒΕ να πτωχεύσει. Η DRAX είναι της γνώμης ότι η φορολογική απαλλαγή θα μπορούσε από μόνη της να γνωστοποιηθεί ως ενίσχυση.

    (175)

    Η DRAX θεωρεί ότι όσον αφορά την επαναδιαπραγμάτευση των συμβάσεων με την BNFL, κανένας ιδιώτης επενδυτής δεν θα συμφωνούσε ποτέ για τέτοιους μη εμπορικούς όρους που δεσμεύουν σε σημαντικές παρούσες και μελλοντικές ζημίες, ανεξάρτητα από τη ρήτρα ανωτέρας βίας και από το γεγονός ότι η ΒΕ είναι ο μεγαλύτερος πελάτης της. Είναι σαφές ότι η επαναδιαπραγμάτευση κατέστησε σημαντικά μειονεκτική τη θέση της BNFL. Τούτο θα οδηγήσει σε μείωση της σταθερής ετήσιας καταβολής όσον αφορά τη συμφωνία παροχής καυσίμων μεταξύ 5 εκατ. και 20 εκατ. GBP ετησίως. Αυτή η άποψη επιβεβαιώνεται και από τη λογιστική έκθεση της BNFL για το 2004. Άλλωστε, φαίνεται ότι ακόμη και αν η ΒΕ χρειαζόταν να τεθεί υπό αναγκαστική διαχείριση, οι σταθμοί της ΒΕ θα συνέχιζαν να λειτουργούν και θα είχαν την ίδια ανάγκη για παροχή καυσίμων καθώς και για υπηρεσίες διαχείρισης, επεξεργασίας και διάθεσης αυτών των καυσίμων αφότου είχαν χρησιμοποιηθεί. Το ζήτημα θα ήταν στην περίπτωση αυτή κατά πόσο ο διαχειριστής θα ήταν σε θέση να αποσπάσει αυτούς τους όρους από την BNFL. Επιπλέον, η BNFL θα έπρεπε να ακολουθήσει άλλες επιχειρηματικές ευκαιρίες εάν οι δοσοληψίες της με την ΒΕ μειώνονταν. Η BNFL δεν είναι οργανωμένη με βάση την αρχή του ιδιώτη επενδυτή στην ελεύθερη αγορά. Συνεπώς το μέτρο Β συνιστά κρατική ενίσχυση.

    (176)

    Η DRAX είναι της γνώμης ότι η συμφωνία αναστολής πληρωμών της BNFL που περιέχεται στο μέτρο Γ συνιστά επίσης κρατική ενίσχυση, αφού η BNFL δεν εισπράττει τόκους κατά τη διάρκεια της περιόδου αναστολής πληρωμών όπως οι άλλοι συμμετέχοντες πιστωτές.

    (177)

    Η Drax διατύπωσε και άλλες παρατηρήσεις όσον αφορά το συμβιβάσιμο της δέσμης ενισχύσεων. Η DRAX δεν αμφισβητεί το γεγονός ότι η ΒΕ είναι μια προβληματική επιχείρηση. Ωστόσο, είναι της άποψης ότι η κακή θέση της ΒΕ οφείλεται συνολικά σε μια περίεργη απόφαση από μέρους των διαχειριστών της να πωλήσουν το τμήμα λιανικών πωλήσεων. Επιπλέον, η ΒΕ θα μπορούσε να μειώσει τα έξοδά της κλείνοντας μερικούς ή όλους τους σταθμούς της, αφού είναι πιο δαπανηρή η λειτουργία ορισμένων πυρηνικών σταθμών παρά το προσωρινό κλείσιμό τους.

    (178)

    Όσον αφορά την αποκατάσταση της βιωσιμότητας της ΒΕ, η DRAX είναι της γνώμης ότι το προτεινόμενο σχέδιο δεν είναι ένα πραγματικό σχέδιο αναδιάρθρωσης. Επιπλέον, η ΒΕ είναι και θα συνεχίσει να είναι σε διαφορετική θέση από τους ανταγωνιστές της δεδομένου ότι θα συνεχίσει να παράγει ηλεκτρική ενέργεια και να την πωλεί στην αγορά σε οποιαδήποτε τιμή και θα ασκεί μια συνεχή πίεση προς τα κάτω στις τιμές εις βάρος όλων των άλλων ανταγωνιστών της.

    (179)

    Η DRAX αντιτίθεται στη χρήση εκ μέρους της βρετανικής κυβέρνησης των SRMC ως του κατάλληλου μέτρου για τη βιωσιμότητα της ΒΕ. Η αναδιάρθρωση απαλλάσσει την ΒΕ από τις ευθύνες για το υψηλότερο κόστος της πυρηνικής παραγωγής. Μια απόφαση της εταιρείας για το κατά πόσο θα εισέλθει ή μη σε μια επιμέρους αγορά ή αν πράγματι συνεχίσει να ανταγωνίζεται σε αυτή την αγορά θα βασίζεται στο κατά πόσο αυτή μπορεί, κατά τη διάρκεια μιας λογικής περιόδου, να καλύψει το μέσο κόστος της, συν ένα λογικό ποσοστό κέρδους επί της επενδύσεώς της. Δεν είναι η περίπτωση της ΒΕ η οποία είναι απαλλαγμένη από οποιοδήποτε εμπορικό κίνδυνο.

    (180)

    Όσον αφορά τη διάρκεια της ενίσχυσης, η DRAX είναι της γνώμης ότι η επ' αόριστο χρηματοδότηση των ευθυνών στο μέλλον δεν είναι συμβατή με τις κατευθυντήριες γραμμές. Η DRAX αντέτεινε επίσης ότι η συνεχιζόμενη λειτουργική ενίσχυση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι περιορίζεται στο ελάχιστο αναγκαίο. Επιπλέον, όσον αφορά τη συνεισφορά της ίδιας της ΒΕ, η DRAX σημειώνει ότι υπάρχει μια αβεβαιότητα όσον αφορά τη διαδικασία πώλησης περιουσιακών στοιχείων και ότι η συνεισφορά της ΒΕ στο ΤΠΕ προκύπτει από τις ταμειακές εισροές που τυγχάνουν ενίσχυσης οι οποίες δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη.

    (181)

    Όσον αφορά το ζήτημα της υπερβολικής παραγωγικής ικανότητας και της αντιστάθμισης στους πιστωτές, η DRAX σημειώνει ότι το περιθώριο παραγωγικής ικανότητας 20 % που αναφέρεται στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας αφορά μόνο την ανώτατη χειμερινή ζήτηση. Σύμφωνα με την NGC, το περιθώριο παραγωγικής ικανότητας πάνω από τη μέση ανώτατη χειμερινή ζήτηση είναι 20,3 %. Σύμφωνα με την DRAX, θα ήταν μια λογική προσέγγιση για κάθε σταθμό της ΒΕ να σταματήσει ένα μέρος της παραγωγικής ικανότητας κατά τους θερινούς μήνες. Τούτο θα κατέληγε σε μια καθαρή οικονομία.

    (182)

    Η DRAX πιστεύει ότι υπάρχει ένας αριθμός αντισταθμιστικών μέτρων ή/και τροποποιήσεων στο σχέδιο αναδιάρθρωσης που θα μπορούσαν κατά κάποιο τρόπο να εξασφαλίσουν ότι η αναδιάρθρωση είναι σύμφωνη με τις κατευθυντήριες γραμμές και προσφέρει αντισταθμίσεις σε μη ενισχυόμενους ανταγωνιστές. Η DRAX προτείνει τα ακόλουθα:

    α)

    την έξοδο της ΒΕ από την ανταγωνιστική αγορά δημιουργώντας ένα σύστημα υποχρεωτικής αγοράς πυρηνικής ενέργειας σε σταθερή τιμή, που θα μπορούσε να είναι παρόμοιο με τις υποχρεώσεις σχετικά με την ανανεώσιμη ενέργεια (Renewable Obligation). Η ΒΕ δεν θα μπορέσει ποτέ να αναδιαρθρωθεί πραγματικά για να μπορέσει να ανταγωνιστεί μόνο με τις δικές της δυνάμεις τους άλλους παραγωγούς της αγοράς που δεν απολαύουν ενισχύσεων. Η καλύτερη λύση, εάν δεν μπορεί να αποσυρθεί η παραγωγή της ΒΕ από την αγορά, είναι ο διαχωρισμός της παραγωγής της ΒΕ από την ανταγωνιστική αγορά. Η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από τους πυρηνικούς σταθμούς θα πρέπει να ρυθμίζεται και θα μπορούσε να καθορίζεται σε συνάρτηση με το κόστος του κεφαλαίου και άλλων κλασικών παραμέτρων ρύθμισης των τιμών. Τούτο θα άμβλυνε τις ανησυχίες της βρετανικής κυβέρνησης όσον αφορά την ασφάλεια παροχής και την πυρηνική ασφάλεια και δεν θα νόθευε πλέον τον ανταγωνισμό·

    β)

    τη μείωση της διάρκειας και την εξισορρόπηση του κινδύνου των συμβάσεων της BNFL υπέρ της BNFL·

    γ)

    την εκχώρηση του Eggborough·

    δ)

    την απαγόρευση περαιτέρω αγορών ή συμπεριφοράς ως leader της αγοράς·

    ε)

    την επίτευξη δέσμευσης εκ μέρους της βρετανικής κυβέρνησης σχετικά με την αρχή της εφάπαξ και μη επαναλαμβανόμενης ενίσχυσης.

    (183)

    Η DRAX διατύπωσε επίσης παρατηρήσεις για τη σχέση με τη συνθήκη Ευρατόμ. Η DRAX είναι της γνώμης ότι οι συνθήκες ΕΚ και Ευρατόμ επιδιώκουν στόχους συμπληρωματικούς και όχι αντίθετους.

    (184)

    Παρατηρήσεις υποβλήθηκαν επίσης από: Trade Unionists for Safe Nuclear Energy (within a Balanced Energy Policy) – TUSNE (18), Mr Robert Freer (19), The UK Chemical Industries Association («CIA») (20), John Hall Associates («JHA») (21), the Energy Intensive Users Group («EIUG») (22), Terra Nitrogen (23), Energywatch (24), Teollisuuden Voima Oy («TVO») (25), National Grid Transco (26), the Royal Academy of Engineering (27), Enfield Energy Centre Limited («EECL») (28), the Energy Information Centre Ltd («EIC») (29), Major Energy Users' Council Ltd («MEUC») (30) και ακόμα ένα τρίτο μέρος που επιθυμεί να παραμείνει ανώνυμο.

    (185)

    Οι TUSNE, Robert Freer, CIA, JHA, EUIG, Terra Nitrogen, EIC και MEUC είναι όλοι ενδιαφερόμενοι για την ασφάλεια παροχής στο ΗΒ και υποστηρίζουν ότι το κλείσιμο των πυρηνικών σταθμών της ΒΕ θα προξενούσε κίνδυνο διακοπών ηλεκτρικής ενέργειας και θα ήταν ενάντιο στα συμφέροντα των καταναλωτών. Μερικοί από αυτούς τονίζουν ιδιαίτερα ότι το κλείσιμο των πυρηνικών σταθμών της ΒΕ θα δυσχέραινε την επίτευξη της δέσμευσης του ΗΒ στα πλαίσια του πρωτοκόλλου του Κιότο, αφού αυτοί οι σταθμοί συμμετέχουν στη διαφοροποίηση της παροχής ενέργειας. Οι οργανισμοί αυτοί υποστηρίζουν ότι το κόστος που συνεπάγεται για την οικονομία να επιτραπεί η πτώχευση της ΒΕ, θα αντιστάθμιζε κατά πολύ την τιμή της αναδιάρθρωσής της και ότι η ενίσχυση είναι αναγκαία.

    (186)

    Το ανώνυμο τρίτο μέρος υποστηρίζει ότι η ΒΕ χρησιμοποιεί επιθετικώς την κρατική ενίσχυση για να κερδίσει μερίδιο της αγοράς σε τιμές dumping. Αυτό το τρίτο μέρος αναφέρει περιπτώσεις στις οποίες, όπως ισχυρίζεται, η ΒΕ προσέφερε τιμές κατά 10 με 15 % κάτω των τιμών των ανταγωνιστών της. Επίσης υποστηρίζει ότι αυτές οι προσφορές δεν μπορούσαν να στηριχθούν χωρίς κρατική ενίσχυση και συνεπώς δεν ευσταθεί ότι αποκαθιστούν τη βιωσιμότητα της επιχείρησης.

    (187)

    Ο TVO υποστηρίζει ότι από τις δυσκολίες που αντιμετώπισε η ΒΕ δεν τεκμαίρεται ότι η πυρηνική ενέργεια δεν μπορεί να είναι ανταγωνιστική σε μια απελευθερωμένη αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

    (188)

    Ο National Grid Transco υποστηρίζει ότι το παρόν περιθώριο παραγωγικής ικανότητας στην Αγγλία και την Ουαλία είναι μικρότερο απ' ό,τι είχε προβλεφθεί αρχικά και δεν μπορεί να θεωρηθεί ως διαρθρωτική υπερβολική παραγωγική ικανότητα. Ο National Grid Transco αναφέρει το περιθώριο ασφαλείας 20 % ως το επίπεδο υπεράνω του οποίου μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάρχει υπερβολική πραγματική ικανότητα. Ο National Grid Transco προβλέπει ότι το περιθώριο ασφάλειας θα είναι κάτω του 20 % μέχρι τουλάχιστον το 2006 σε μια υπεραισιόδοξη υπόθεση. Οι απαισιόδοξες υποθέσεις θα δείξουν πάντοτε περιθώριο ασφαλείας κάτω του 20 %, ακόμη και μέχρι 8,5 % το 2009. Ο National Grid Transco συμπεραίνει ότι εάν απαιτηθεί οποιοδήποτε κλείσιμο σταθμού ως αντισταθμιστικό μέτρο, τούτο θα χρειαστεί να ανακοινωθεί στις αγορές εγκαίρως (3-4 έτη) ώστε να επιτρέψει στην αγορά να το αντισταθμίσει.

    (189)

    Η EECL υποστηρίζει ότι όλη η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας (όχι μόνο της ΒΕ) επλήγη από τις χαμηλές χονδρικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στο ΗΒ. Η EECL θέτει υπό αμφισβήτηση την άποψη των βρετανικών αρχών ότι το SRMC θα έπρεπε να είναι το σημείο αναφοράς για τον καθορισμό της στρεβλωτικής επίπτωσης της ενίσχυσης, αφού αυτά τα έξοδα δεν αντικατοπτρίζουν την μεσομακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του σταθμού. Η EECL υποστηρίζει ότι οι προθεσμιακές χαμηλές τιμές της αγοράς είναι ο καλύτερος δείκτης ότι υπάρχει διαρθρωτική υπερβολική παραγωγική ικανότητα στην αγορά.

    IV.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

    (190)

    Οι βρετανικές αρχές πληροφόρησαν την Επιτροπή ότι οι τοπικοί φόροι πληρώθηκαν τελικά με κανονικό επιτόκιο.

    (191)

    Ως προκαταρκτική παρατήρηση οι βρετανικές αρχές υποστηρίζουν ότι ακόμη και σε περίπτωση που η Επιτροπή συμπεράνει ότι το μέτρο Β περιέχει ενίσχυση, ο τρόπος που οι συμβάσεις έχουν συνταχθεί εξασφαλίζει ότι οποιοδήποτε ακόλουθο όφελος που απολαύει προσωρινά η ΒΕ θα εξαλειφθεί αυτόματα με καταβολή τόκου εάν η δέσμη ενισχύσεων δεν έχει εγκριθεί. Οι νέες συμβάσεις προβλέπουν ότι οι νέες συμβάσεις δεν θα έχουν συνεχές αποτέλεσμα εάν η δέσμη ενισχύσεων δεν εγκριθεί.

    (192)

    Το ΗΒ υπέβαλε παρατηρήσεις όσον αφορά ακόμη το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή. Το ΗΒ υποστηρίζει ότι η BNFL συμπεριφέρθηκε με τον ίδιο τρόπο που θα συμπεριφερόταν οποιοσδήποτε ιδιώτης πιστωτής. Ιδίως, οι αρχές του ΗΒ υποστηρίζουν ότι δεν μπορεί να λεχθεί πως οι όροι που συμφωνήθηκαν από την BNFL είναι περισσότερο ευνοϊκοί από εκείνους που θα είχαν χορηγηθεί από ένα ιδιώτη πιστωτή σε παρόμοιες καταστάσεις. Το ΗΒ υποστηρίζει ότι είναι αναγκαίο να αναλυθεί κατά πόσο η BNFL συμπεριφέρθηκε κατά την επαναδιαπραγμάτευση των συμβάσεών της ως ιδιώτης πιστωτής, όπως όρισε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στην απόφασή του για την DM Transport (31).

    (193)

    Το ΗΒ υποστηρίζει ότι η Επιτροπή φαίνεται να έχει παρανοήσει την εξέλιξη των γεγονότων. Σύμφωνα με τις βρετανικές αρχές, η BNFL δεν επικαλέσθηκε τη ρήτρα ανωτέρας βίας αλλά, αντίθετα με τη γνώμη της Επιτροπής, είχε εκφράσει αφ' εαυτού της τη βούληση να θεωρήσει τις πιθανές τροποποιήσεις των ισχυουσών συμβάσεων, που προϋπήρχαν της ανακοίνωσης, ως έναρξη διαπραγματεύσεων της ΒΕ με τη βρετανική κυβέρνηση. Ωστόσο, μετά από συζητήσεις με την ΒΕ κατέστη σαφές ότι καμία εμπορική προσφορά που η BNFL ήταν λογικά σε θέση να κάνει δεν ήταν να ικανή να αντιμετωπίσει, από μόνη της, την οικονομική κρίση της ΒΕ. Η εκπόνηση ενός ευρύτερου σχεδίου αναδιάρθρωσης επέτρεψε στις διαπραγματεύσεις μεταξύ της ΒΕ και της BNFL να ξαναρχίσουν και επιτεύχθηκε μια συμφωνία με όρους οι οποίοι παρουσίαζαν πολλές ομοιότητες με την αρχική προσφορά της BNFL. Το ΗΒ θεωρεί ότι οι δράσεις της BNFL είναι σύμφωνες με εκείνες ενός ιδιώτη πιστωτή.

    (194)

    Το ΗΒ προσθέτει ότι η BNFL, ως ο μόνος βρετανός εμπορικός προμηθευτής υπηρεσιών για τον κύκλο πυρηνικών καυσίμων που έχει παραμείνει, θα εκτίθετο ιδιαιτέρως σε περίπτωση αφερεγγυότητας της ΒΕ· δεν θα είχε άμεση είσπραξη εσόδων από την αποθήκευση ή επανεπεξεργασία των μεγάλων ποσοτήτων καυσίμων AGR που ήδη της παραδόθηκαν και περιορισμένες προοπτικές ανάκτησης σημαντικών ποσών σε περίπτωση αφερεγγυότητας. Αυτή θα έπρεπε να επαναδιαπραγματευθεί μια νέα συμφωνία για αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα με τον εκκαθαριστή ή την κυβέρνηση με σημαντική αβεβαιότητα σχετικά με το ύψος της τρέχουσας αμοιβής της. Το ΗΒ υποστηρίζει ότι ένας ιδιώτης πιστωτής αντιμετωπίζοντας τον ίδιο κίνδυνο διάλυσης και αβεβαιότητας, θα είχε αναμφιβόλως προσπαθήσει να συμμετάσχει σε μια αναδιάρθρωση που θα είχε απαραιτήτως συμπεριλάβει την επαναδιαπραγμάτευση των συμβολαίων του με την ΒΕ με σκοπό να μεγιστοποιήσει τα συνολικά έσοδά του και να διασφαλίσει την αποκατάσταση της βιωσιμότητας της ΒΕ.

    (195)

    Επιπλέον, το ΗΒ υποστηρίζει ότι το γεγονός ότι η BNFL είναι δημόσια επιχείρηση δεν σημαίνει ότι η προσέγγισή της ήταν λιγότερο εμπορική. Το ΗΒ σημειώνει ότι η BNFL είναι μια δημόσια ανώνυμη εταιρεία που διέπεται από τον εταιρικό νόμο 1985 (Companies Act 1985). To διοικητικό συμβούλιό της αποτελείται από συμβούλους με εκτελεστικά καθήκοντα που είναι υπεύθυνοι για τις εμπορικές δραστηριότητές της και από συμβούλους με μη εκτελεστικά καθήκοντα με εταιρική εμπειρία σε άλλες δραστηριότητες του ιδιωτικού τομέα. Το διοικητικό συμβούλιο της BNFL έχει ως καθήκον να δρα αυτόνομα προς το συμφέρον της εταιρείας. Το ΗΒ προσθέτει ότι η βρετανική κυβέρνηση δεν παρενέβη για να κατευθύνει τη λήψη αποφάσεων της BNFL και να την ενθαρρύνει να μη συμπεριφερθεί εμπορικά.

    (196)

    Τέλος, το ΗΒ υπέβαλε ανάλυση των απαιτήσεων των πιστωτών και των ποσών που δεσμεύθηκαν στα πλαίσια της δέσμης αναδιάρθρωσης.

    (197)

    Οι βρετανικές αρχές συμπεραίνουν ότι το μέτρο Β πρέπει να θεωρηθεί ότι δεν περιέχει στοιχεία κρατικής ενίσχυσης.

    (198)

    Το ΗΒ υποστηρίζει ότι πολλά από τα ίδια επιχειρήματα που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 191 έως 197 όσον αφορά το μέτρο Β, ισχύουν και για το μέτρο Γ. Ιδίως, το ΗΒ υποστηρίζει ότι είναι αναγκαίο να αξιολογηθεί η συμπεριφορά της BNFL στα πλαίσια της έκτακτης θέσης της ως κυρίου πιστωτή της ΒΕ, της δε ΒΕ ως του μεγαλύτερου πελάτη της BNFL. Δεδομένης της μακρόχρονης συνεχιζόμενης εμπορικής σχέσης μεταξύ των δύο και του ύψους των χρεών της ΒΕ προς την BNFL, δεν εκπλήσσει ότι η αναστολή πληρωμών των χρεών προς την BNFL αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μερίδιο του πλεονεκτήματος που αποκομίζει η ΒΕ από τις συμφωνίες αναστολής πληρωμών. Ένας ιδιώτης πιστωτής στην θέση της BNFL –με τη μεγαλύτερη έκθεση σε περίπτωση αφερεγγυότητας της ΒΕ– θα είχε συμπεριφερθεί με τον ίδιο τρόπο.

    (199)

    Επίσης, το ΗΒ υποστηρίζει ότι δεν είναι σωστό να παραβληθούν οι συμφωνίες αναστολής πληρωμών της BNFL με εκείνες όλων των άλλων ιδιωτών πιστωτών, αφού χωρίς τη συμμετοχή όλων των σημαντικών πιστωτών οι συμφωνίες, στο σύνολό τους, δεν θα μπορούσαν να ισχύουν. Το ΗΒ υποβάλλει σύγκριση όλων των εκκρεμών χρεών της ΒΕ, με τη συμμετοχή κάθε μέρους στις συμφωνίες αναστολής πληρωμών και συμπεραίνει ότι πραγματικά η BNFL συνεισφέρει λιγότερο, σε ποσοστό των εκκρεμών πιστώσεών της, από το μεγαλύτερο μέρος των ιδιωτών πιστωτών.

    (200)

    Οι βρετανικές αρχές υποστηρίζουν ότι το σημείο 32 των κατευθυντηρίων γραμμών δεν απαιτεί από τα μέτρα ενίσχυσης να είναι περιορισμένης διάρκειας. Οι κατευθυντήριες γραμμές απαιτούν από το σχέδιο αναδιάρθρωσης να είναι το βραχύτερο δυνατό και ότι η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα θα αποκατασταθεί «εντός ενός λογικού χρονικού ορίου». Σύμφωνα με το ΗΒ στόχος των κατευθυντηρίων γραμμών φαίνεται να είναι η άπαξ και δια παντός χορήγηση της ενίσχυσης η οποία δεν πρέπει να είναι συνεχιζόμενη λειτουργική ενίσχυση. Η πρόθεση είναι να μην αποκλεισθούν οι ενισχύσεις που προορίζονται για την ελάφρυνση μακροπρόθεσμων ευθυνών.

    (201)

    Το ΗΒ υποστηρίζει ότι η αναδιάρθρωση θα είναι ολοκληρωμένη, ότι η βιωσιμότητα θα έχει αποκατασταθεί εντός ενός λογικού χρονικού ορίου και ότι η ενίσχυση είναι άπαξ και δια παντός, ακόμη και αν τα χρέη της ΒΕ είναι μακροπρόθεσμα. Η ΒΕ θα είναι ισοσκελισμένη από το 2004 και θα έχει θετικές ταμειακές ετήσιες λειτουργικές εισροές από το 2005. Στα πλαίσια της υπόθεσης επανακαθορισμού της χρηματιστηριακής τιμής η ΒΕ επιστρέφει στη βιωσιμότητα το 2005. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης αποβλέπει στη διασφάλιση της αυτοδυναμίας της ΒΕ χωρίς περαιτέρω στήριξη υπό μορφή διευκολύνσεων από τη βρετανική κυβέρνηση από την ημέρα της αναδιάρθρωσης· το σχέδιο αναδιάρθρωσης αποδεικνύει ότι το επίπεδο αποθεμάτων που παράγει η επιχείρηση επαρκεί για την αντιμετώπιση λογικών μη ευνοϊκών υποθέσεων και συνεπώς εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα.

    (202)

    Όσον αφορά το ζήτημα της συνεχιζόμενης απαλλαγής από τις τρέχουσες δαπάνες, η βρετανική κυβέρνηση υπενθυμίζει ότι η ανάληψη υποχρεώσεων της κυβέρνησης καλύπτει μόνο τις συμβατικές ευθύνες του παρελθόντος, τις ευθύνες παροπλισμού και τις μη συμβατικές ευθύνες που συνδέονται με αναλωμένα στο παρελθόν πυρηνικά καύσιμα AGR, όλα τα αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα PWR, τα λειτουργικά απόβλητα και άλλες συμπληρωματικές ευθύνες. Το ΗΒ υποστηρίζει ότι οι συμβατικές ιστορικές ευθύνες αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων σχετίζονται με τα καύσιμα AGR που φορτώθηκαν στους αντιδραστήρες πριν από την πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωσης. Η ΒΕ έχει υποχρέωση δυνάμει της άδειας λειτουργίας πυρηνικού σταθμού να διαχειριστεί αυτά τα καύσιμα και κατά συνέπεια αντιμετωπίζει τα σχετικά έξοδα. Συνεπώς, αυτά τα έξοδα δεν μπορούν να αποφευχθούν.

    (203)

    Ένα παρόμοιο επιχείρημα ισχύει και για τον παροπλισμό των σταθμών. Η ΒΕ έναντι αυτών των εξόδων θα καταβάλει εισφορές για τον παροπλισμό των αντιδραστήρων στο Nuclear Decommissioning Fund και θα συνεισφέρει ακολούθως σημαντικά στα συνολικά έξοδα παροπλισμού.

    (204)

    Όσον αφορά τις μη συμβατικές υποχρεώσεις που σχετίζονται με αναλωμένα στο παρελθόν πυρηνικά καύσιμα AGR, το ΗΒ υποστηρίζει ότι αυτές οι υποχρεώσεις σχετίζονται μόνο με τα πυρηνικά καύσιμα AGR που φορτώθηκαν στους αντιδραστήρες πριν την πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωσης. Οι ευθύνες που σχετίζονται με αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα PWR αφορούν όλες τις ευθύνες που σχετίζονται με τα πυρηνικά καύσιμα PWR με τα οποία φορτώθηκε ο αντιδραστήρας Sizewell B. Για τις μελλοντικές ευθύνες η ΒΕ θα καταβάλλει 150 000 GBP για κάθε τόνο πυρηνικών καυσίμων PWR που φορτώνονται στο Sizewell B μετά την πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωσης. Το επίπεδο εισφοράς καθορίστηκε λαμβάνοντας ως σημείο αναφοράς ένα συγκρίσιμο διεθνές κόστος για τη διαχείριση αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων, ώστε να καλυφθούν όλα τα μελλοντικά έξοδα του πυρηνικού καυσίμου PWR. Οι υπόλοιπες μη συμβατικές ευθύνες σχετίζονται με διαφόρους τύπους αποβλήτων, που δεν προέρχονται από πυρηνικά καύσιμα, της λειτουργίας των σταθμών της ΒΕ και δεν αναμένεται να είναι σημαντικές.

    (205)

    Το κόστος παροπλισμού και των μη συμβατικών υποχρεώσεων είναι σε μεγάλο βαθμό σταθερό και η ΒΕ έχει μικρό περιθώριο να το αυξήσει σημαντικά μέσω κανονικής λειτουργίας του σταθμού. Επιπλέον, οποιαδήποτε σημαντική αύξηση των υποχρεώσεων που προκύπτει από την ηθελημένη αλλαγή των λειτουργικών διαδικασιών για οικονομικό όφελος της ΒΕ ή που προκύπτει από μια παρέκκλιση από ένα πρότυπο ελάχιστης απόδοσης, θα πρέπει να καταβληθεί από την ΒΕ. Επιπλέον, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ακόμη και εάν η κυβέρνηση πληρώνει απευθείας τις συμβατικές υποχρεώσεις της ΒΕ, η κυβερνητική στήριξη για τον παροπλισμό και τις μη συμβατικές υποχρεώσεις είναι υπό μορφή εγγυημένου ποσού. Το ΗΒ υποστηρίζει ότι κατά συνέπεια το μέτρο Α δεν θα έπρεπε να καταταγεί στην κατηγορία της συνεχιζόμενης απαλλαγής από τρέχουσες δαπάνες. Η λογιστική αντιμετώπιση του μέτρου Α, το οποίο καταχωρίζεται στον ισολογισμό της ΒΕ ως περιουσιακό στοιχείο, είναι συνεπής με αυτό το συμπέρασμα. Η ΒΕ δεν λαμβάνει μια συνεχιζόμενη επιδότηση επειδή το μέτρο Α κατά κανένα τρόπο δεν σχετίζεται με συνεχιζόμενες πράξεις της ΒΕ και τα έξοδα που καλύπτονται από το μέτρο Α θα πρέπει να καλυφθούν ανεξάρτητα από τη διάρκεια και το μέγεθος των μελλοντικών πράξεων της ΒΕ.

    (206)

    Όσον αφορά το μέτρο Β το ΗΒ δεν δέχεται ότι αυτό συνιστά κρατική ενίσχυση.

    (207)

    Επίσης, το ΗΒ υποστηρίζει ότι δεν είναι σωστό να αμφισβητηθεί το μέτρο Α με την αιτιολογία ότι απαλλάσσει την ΒΕ από μέρος των υποχρεώσεών της που απορρέουν από την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Στα πλαίσια του σχεδίου αναδιάρθρωσης η ΒΕ θα πληρώνει για τα έξοδα ρύπανσης που θα προκαλείται από μελλοντικές δράσεις της. Επιπλέον, αυτή θα συνεισφέρει στα έξοδα ιστορικής ρύπανσης μέσω «the cash sweep» και των άλλων συνεισφορών της στο NLF. Χωρίς την ανάληψη υποχρεώσεων της κυβέρνησης η ΒΕ θα καθίστατο αφερέγγυα και δεν θα ήταν σε θέση να πληρώσει οποιαδήποτε μελλοντική υποχρέωση απορρέουσα από την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».

    (208)

    Το ΗΒ αντιδρά περαιτέρω στις αμφιβολίες που εξέφρασε η Επιτροπή στην απόφασή της για την κίνηση της διαδικασίας όσον αφορά το κατά πόσο η αποκατάσταση της βιωσιμότητας της ΒΕ μπορεί να θεωρηθεί ως προερχόμενη κυρίως από εσωτερικούς πόρους. Το ΗΒ εξηγεί ότι ο κύριος λόγος για την τρέχουσα δυσχερή θέση της ΒΕ είναι η ανικανότητά της να αντιμετωπίσει αναπόφευκτες ιστορικές υποχρεώσεις, καθώς και να τηρήσει κανονιστικές απαιτήσεις και απαιτήσεις ελάχιστης ασφάλειας. Παρόλα ταύτα το ΗΒ υποστηρίζει ότι τα εσωτερικά μέτρα που έλαβε η ΒΕ δεν είναι αμελητέα. Η ΒΕ πώλησε το μερίδιό της στην Bruce Power και στην Amergen και αναλαμβάνει σημαντική εσωτερική αναδιάρθρωση η οποία θα περιλαμβάνει […]. Επίσης, αύξησε το ποσοστό των μεσοπρόθεσμων συμβάσεων σταθερής τιμής, με μεγάλους βιομηχανικούς και εμπορικούς πελάτες, για να μειώσει τους κινδύνους από τις τιμές στη χονδρική αγορά. Επιπλέον, τα περισσότερο σημαντικά εσωτερικά μέτρα είναι η επαναδιαπραγμάτευση των συμβάσεων παροχής πυρηνικών καυσίμων και διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων με την BNFL.

    (209)

    Τέλος, το ΗΒ θεωρεί ότι οι κατευθυντήριες γραμμές απαιτούν την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ των κρατικών συνεισφορών, των ιδιωτικών συνεισφορών και της ιδίας συμμετοχής της επιχείρησης, αλλά δεν εννοούν ότι η εταιρεία πρέπει να είναι σε θέση να είναι αυτάρκης χωρίς την κρατική παρέμβαση.

    (210)

    Αφού υπενθύμισαν γιατί δεν είναι δυνατό να προσδιορισθεί ποσοτικώς και επακριβώς το κόστος των πυρηνικών ευθυνών, οι βρετανικές αρχές υποστήριξαν ότι δεν είναι αναγκαίο σ' αυτή την περίπτωση να είναι γνωστό το ακριβές ποσό της ενίσχυσης ή να καθορισθεί ποια μέτρα συνιστούν ενίσχυση για να καθορισθεί κατά πόσο η δέσμη περιορίζεται στο ελάχιστο αναγκαίο. Η ανάληψη υποχρεώσεων της κυβέρνησης, η οποία καλύπτει συγκεκριμένες κατηγορίες ευθυνών, είναι θεμελιώδης για τη δέσμη αναδιάρθρωσης και την αποκατάσταση της βιωσιμότητας της ΒΕ. Οι βρετανικές αρχές υποστήριξαν ότι το επίπεδο της ενίσχυσης στην ΒΕ είναι διαρθρωτικά ελαχιστοποιημένο από την πώληση των στοιχείων ενεργητικού (Bruce Power και Amergen), τη μείωση των οφειλομένων χρεών στους πιστωτές, τη συνεχιζόμενη συνεισφορά της ΒΕ στη χρηματοδότηση των πυρηνικών ευθυνών της, άλλα εσωτερικά μέτρα μείωσης του κόστους και τον μηχανισμό μέσω του οποίου η ΒΕ θα συνεισφέρει στο μέλλον το 65 % της ελεύθερης ταμειακής εισροής της στη χρηματοδότηση των πυρηνικών ευθυνών της.

    (211)

    Οι βρετανικές αρχές υπενθύμισαν τα επιχειρήματα που παρουσιάστηκαν στη γνωστοποίηση σύμφωνα με τα οποία η ενίσχυση δεν έχει καμία επίπτωση στη δομή του ανταγωνισμού, αφού δεν έχει επίπτωση στο οριακό βραχυπρόθεσμο κόστος της ΒΕ το οποίο καθορίζει σε καθημερινή βάση τις λειτουργίες του σταθμού. Οι βρετανικές αρχές υπενθύμισαν, βασιζόμενες σε ενημερωμένα στοιχεία και συγκρίσεις με άλλα κράτη μέλη, ότι η αγορά δεν παρουσιάζει διαρθρωτική υπερβολική παραγωγική ικανότητα και απαίτησαν ακολούθως να μην επιβληθεί κανένα αντισταθμιστικό μέτρο.

    V.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ

    (212)

    Οι βρετανικές αρχές επικεντρώνονται σε εκείνες τις παρατηρήσεις που αμφισβητούν τις θέσεις τους, ενώ σημειώνουν άλλες παρατηρήσεις που στηρίζουν τις θέσεις τους.

    (213)

    Πρώτον, οι βρετανικές αρχές υπενθυμίζουν τη συλλογιστική τους όσον αφορά τα SRMC της ΒΕ και τη θέση τους σύμφωνα με την οποία η δέσμη ενισχύσεων δεν θα είχε καμία επίπτωση στους ανταγωνιστές. Το επιχείρημα ενισχύεται περαιτέρω από στοιχεία σχετικά με τις προσφορές της ΒΕ στην αγορά DSB, τα οποία δείχνουν ότι η ΒΕ δεν έχει κανένα κίνητρο για να μη μεγιστοποιήσει τα κέρδη της από την τιμολόγηση σε οριακό κόστος. Οι βρετανικές αρχές συνεχίζουν σημειώνοντας ότι η ΒΕ δεν έχει κανένα κίνητρο να διατηρήσει στην αγορά πυρηνικούς σταθμούς οι οποίοι δεν θα ανακτούσαν τα αποφευκταία έξοδά τους. Γι' αυτό, οι βρετανικές αρχές παρουσιάζουν μια ανάλυση κόστους που στοχεύει να αποδείξει ότι ο σταθμός Dungeness B δεν καλύπτει τα αποφευκταία έξοδά του με βάση λογικές υποθέσεις για τις τιμές αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

    (214)

    Οι βρετανικές αρχές συνεχίζουν υπενθυμίζοντας την άποψή τους για το γεγονός ότι δεν υπάρχει διαρθρωτική υπερβολική παραγωγική ικανότητα στην αγορά. Οι βρετανικές αρχές εξηγούν ότι η Powergen επανενεργοποίησε πυρηνικούς σταθμούς τον χειμώνα 2003-2004, γεγονός που δείχνει ότι η ίδια η Powergen θεωρεί ότι δεν υπάρχει υπερβολική διαρθρωτική παραγωγική ικανότητα στην αγορά. Οι βρετανικές αρχές υπενθυμίζουν την άποψή τους για την απουσία ανάγκης αντισταθμιστικών μέτρων και δίνουν την άποψή τους για καθένα από τα μέτρα που πρότεινε η Powergen.

    (215)

    Κατόπιν, οι βρετανικές αρχές υπενθυμίζουν τη θέση τους για τα μέτρα B και Γ και τονίζουν ιδίως ότι η BNFL βασίστηκε σε εξωτερικούς συμβούλους. Οι βρετανικές αρχές διατείνονται ότι η θέση της Powergen αναφορικά με αυτά τα μέτρα βασίζεται σε λανθασμένες υποθέσεις όσον αφορά τις ημερομηνίες.

    (216)

    Σχετικά με τη βιωσιμότητα, οι βρετανικές αρχές αμφισβητούν τη γνώμη της Powergen όσον αφορά την αξιοπιστία των σταθμών της ΒΕ και υπέβαλαν στην Επιτροπή έκθεση των εξωτερικών συμβούλων τους για τον έλεγχο της υπόθεσης της βιωσιμότητας.

    (217)

    Τέλος οι βρετανικές αρχές δηλώνουν, ενάντια σε ό,τι διατείνεται η Powergen, ότι εάν ανέκαμπταν οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας ο διπλός μηχανισμός θα εξασφάλιζε ότι καμία μη αναγκαία ενίσχυση δεν χορηγήθηκε στην ΒΕ.

    (218)

    Οι βρετανικές αρχές δεν αποδέχονται την άποψη της Greenpeace σύμφωνα με την οποία η ενίσχυση θα έπρεπε να εξεταστεί ως ενίσχυση στους μετόχους. Μια τέτοια θεωρία θα σήμαινε ότι οποιαδήποτε ενίσχυση σε μια εισηγμένη εταιρεία θα ήταν ενίσχυση στους μετόχους της. Οι βρετανικές αρχές σημειώνουν ότι οι μέτοχοι της ΒΕ καταθέτουν 97,5 % των μερισμάτων που τους αντιστοιχούν στον λογαριασμό ιδίων κεφαλαίων της ΒΕ.

    (219)

    Οι βρετανικές αρχές δηλώνουν ξανά ότι δεν θεωρούν πως η BNFL ενήργησε υπό την πίεση της κυβέρνησης κατά την επαναδιαπραγμάτευση των συμβάσεων της με την ΒΕ και σημειώνουν ότι η αναλυτική έκθεση των γεγονότων από την BNFL, η οποία παράλληλα απεστάλη στην Επιτροπή, θα αποδείκνυε το αντίθετο. Το απόσπασμα από την έκθεση 2002/2003 της ΒΕ και το άρθρο στην «The Business», που αναφέρονται στη διακοπή των συνομιλιών μεταξύ της BNFL και της ΒΕ τον Αύγουστο/αρχές Σεπτεμβρίου 2002 έχουν ερμηνευθεί λανθασμένα από την Greenpeace ως ένδειξη ότι η BNFL έδρασε αργότερα υπό κυβερνητική πίεση. Αντιθέτως, αυτά θα αποδείκνυαν ότι η BNFL δεν ήταν έτοιμη να συμμετάσχει στα σχέδια της ΒΕ εάν άλλοι πιστωτές δεν πραγματοποιούσαν παρόμοιες συνεισφορές. Οι βρετανικές αρχές σημειώνουν ότι η BNFL είχε ήδη υποβάλει τα εσωτερικά έγγραφα που η Greenpeace καλεί την Επιτροπή να απαιτήσει από αυτή. Όσον αφορά τις συμβάσεις μεταξύ της ΒΕ και της BNFL, οι οποίες σύμφωνα με την Greenpeace έχουν συνταχθεί για να χορηγήσουν στην BNFL μια εγγυημένη ροή εσόδων, οι βρετανικές αρχές σημειώνουν ότι οι περισσότερες από αυτές τις συμβάσεις είχαν συνομολογηθεί ή επαναδιαπραγματευθεί μετά την ιδιωτικοποίηση της ΒΕ και ότι κατά συνέπεια (αυτές οι συμβάσεις) δεν θα μπορούσαν να έχουν επιβληθεί στην ΒΕ από την κυβέρνηση. Τέλος, οι βρετανικές αρχές επισημαίνουν ότι η σχέση μεταξύ της εκχώρησης της BNFL και των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί απόδειξη, ότι η BNFL συμπεριφέρθηκε εμπορικά απαιτώντας από την ΒΕ να μοιράζει μαζί της ορισμένα από τα πιθανά οφέλη και όχι το αντίθετο.

    (220)

    Οι βρετανικές αρχές υπενθυμίζουν την άποψή τους σχετικά με την εφαρμογή σ' αυτή την υπόθεση της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει». Οι βρετανικές αρχές θεωρούν ότι η Greenpeace δεν πρόσθεσε κανένα νέο τεκμήριο ή επιχείρημα σ' αυτό το θέμα.

    (221)

    Όσον αφορά την επίπτωση της ενίσχυσης στον ανταγωνισμό, οι βρετανικές αρχές πρώτον αμφισβητούν την άποψη της Greenpeace ότι η επίπτωση της δέσμης ενισχύσεων είναι η διατήρηση ενός αναποτελεσματικού παραγωγού στην αγορά. Η ΒΕ δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αναποτελεσματικός παραγωγός, αφού τα αποφευκταία έξοδα της είναι μεταξύ των χαμηλότερων στην αγορά. Τα προβλήματά της είναι συνδεδεμένα μόνο με ευθύνες του παρελθόντος. Επιπλέον, οι βρετανικές αρχές υπενθυμίζουν την άποψή τους ότι η ενίσχυση δεν νοθεύει τον ανταγωνισμό και συνεπώς δεν εμποδίζει την είσοδο στην αγορά νέων παραγωγών.

    (222)

    Οι βρετανικές αρχές δηλώνουν ότι οι παρατηρήσεις της Greenpeace σχετικά με την υπερβολική παραγωγική ικανότητα στην αγορά ήταν λανθασμένες γιατί ήταν βασισμένες σε εκτός χρόνου προβλέψεις, ερμήνευσαν λανθασμένα το όριο του NGTransco για το περιθώριο παραγωγικής ικανότητας, χρησιμοποίησαν λανθασμένα στοιχεία για το παρόν περιθώριο παραγωγικής ικανότητας, έλαβαν υπόψη μόνο την περισσότερο αισιόδοξη από τις τρεις δυνατές υποθέσεις για το μέλλον και αγνόησαν τις δυσκολίες για την επανενεργοποίηση ορισμένων σταματημένων σταθμών στην αγορά.

    (223)

    Οι βρετανικές αρχές συνεχίζουν θέτοντας υπό αμφισβήτηση την οικονομική πλευρά των επιχειρημάτων της Greenpeace σχετικά με την επίπτωση στους φορολογούμενους του πιθανού κλεισίματος των σταθμών της ΒΕ. Οι βρετανικές αρχές εξηγούν ότι η Greenpeace αφ' εαυτού της αναγνώρισε ότι αυτό το κλείσιμο θα ηύξανε τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας. Επιπλέον, μια μελέτη της Deloitte and Touche έδειξε ότι το πρώιμο κλείσιμο ενός πυρηνικού σταθμού παραγωγής ενέργειας θα μπορούσε να δημιουργήσει συμπληρωματικά έξοδα. Το πρώιμο κλείσιμο περισσοτέρων του ενός σταθμών θα δημιουργούσε ακόμη περισσότερα έξοδα λόγω των περιορισμών στο σταθμό Sellafield ο οποίος χρησιμοποιείται για την επεξεργασία ραδιενεργού υλικού. Τέλος, οι βρετανικές αρχές αναφέρουν ότι και οι δύο εκθέσεις που είναι συνημμένες στα σχόλια της Greenpeace (από την Large & Associates και την ILEX) βασίζονται σε εκτός χρόνου στοιχεία για την παραγωγική ικανότητα από την NGTransco και σε υπεραισιόδοξες υποθέσεις. Οι βρετανικές αρχές επισυνάπτουν στις παρατηρήσεις τους μια αντίθετη πραγματογνωμοσύνη των George Yarrow και Tim Keyworth της DKY Limited σχετικά με τις εκθέσεις.

    (224)

    Τέλος, με βάση τα ανωτέρω, οι βρετανικές αρχές αμφισβητούν την άποψη της Greenpeace ότι η ενίσχυση δεν είναι αναλογική.

    (225)

    Πρώτον, οι βρετανικές αρχές αμφισβητούν την άποψη της Drax ότι η δέσμη ενισχύσεων δείχνει ότι η βρετανική κυβέρνηση δεν θα επιτρέψει ποτέ την πτώχευση της ΒΕ. Οι βρετανικές αρχές υπενθυμίζουν ότι η δέσμη ενισχύσεων υπόκειται στην έγκριση, από πλευράς της κυβέρνησης, των προοπτικών της ΒΕ για βιωσιμότητα.

    (226)

    Όσον αφορά το μέτρο Α, οι βρετανικές αρχές υπενθυμίζουν ότι η βρετανική κυβέρνηση δεν θα αναλάβει όλες τις ευθύνες για τον παροπλισμό της ΒΕ παρά μόνο το έλλειμμα στο NLF. Όσον αφορά το ζήτημα της εκτίμησης των εξόδων του μέτρου Α, το ΗΒ σημειώνει ότι η απαίτηση να μην υπάρχει απολύτως καμία αβεβαιότητα στον υπολογισμό τους θα καθιστούσε αδύνατον να χορηγηθεί ελάφρυνση για τόσο μακρόχρονες ευθύνες, γεγονός που θα οδηγούσε σε διαστρεβλωμένη εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων και θα αντέκειτο στους στόχους της συνθήκης Ευρατόμ. Οι βρετανικές αρχές απορρίπτουν επίσης την αξίωση της Drax ότι το γεγονός ότι η βρετανική κυβέρνηση φέρει την τελευταία ευθύνη για την πυρηνική ασφάλεια στα πλαίσια των διεθνών συμφωνιών συνιστά κρατική εγγύηση και υπενθυμίζουν ότι η τελευταία συμμετοχή του εθνικού οργανισμού λογιστικού ελέγχου είναι αμελητέα, αφού ο οργανισμός είναι ανεξάρτητος από την κυβέρνηση.

    (227)

    Όσον αφορά το μέτρο Β, οι βρετανικές αρχές σημειώνουν ότι οι παρατηρήσεις της BNFL αντικρούουν τη γνώμη της Drax ότι η BNFL θα μπορούσε να ήταν εύρωστη ακόμη και αν η ΒΕ ήταν αφερέγγυα. Οι βρετανικές αρχές υπενθυμίζουν επίσης ότι η επαναδιαπραγμάτευση των συμφωνιών της BNFL με την ΒΕ ήταν ανεξάρτητη. Όσον αφορά το μέτρο Γ οι βρετανικές αρχές δείχνουν ότι η απουσία πληρωμής τόκων από την ΒΕ στην BNFL κατά τη διάρκεια της αναστολής πληρωμών πρέπει να αναλυθεί ως μέρος της συνολικής συμμετοχής της BNFL στο σχέδιο αναδιάρθρωσης παρά ως ένα ξεχωριστό στοιχείο, αφού η διαπραγμάτευση για τη δέσμη ήταν συνολική. Συνολικά, η δέσμη δεν είναι κατά της BNFL σε σύγκριση με άλλους πιστωτές της ΒΕ.

    (228)

    Όσον αφορά το μέτρο Ζ, οι βρετανικές αρχές υπενθυμίζουν ότι είχαν προηγουμένως παρουσιάσει αποδείξεις ότι οι φόροι επιχειρήσεων είχαν πληρωθεί τελικά από την ΒΕ μαζί με τους αναλογούντες τόκους.

    (229)

    Όσον αφορά τη συμβιβασιμότητα του σχεδίου αναδιάρθρωσης με τις κατευθυντήριες γραμμές οι βρετανικές αρχές αμφισβητούν την άποψη της Drax ότι το σχέδιο δεν θα αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα της ΒΕ επειδή η ΒΕ δεν θα καλύψει όλα τα παρόντα αποφευκταία και μη αποφευκταία έξοδά της. Το ΗΒ υπενθυμίζει ότι για να επιβιώσει η ΒΕ είναι αναγκαίο να τύχει ελάφρυνσης μέρους των χρεών του παρελθόντος, και συγκεκριμένα τα μη αποφευκταία έξοδα. Μόλις πραγματοποιηθεί αυτό η ΒΕ θα καταστεί βιώσιμη ξανά, αφού δεν θα είναι μόνο σε θέση να πληρώσει όλα τα τρέχοντα έξοδά της, αλλά επίσης να πραγματοποιήσει σημαντική συνεισφορά έναντι των μη αποφευκταίων εξόδων της του παρελθόντος. Συνεπώς, είναι αποδοτικότερο οικονομικώς να λειτουργήσουν οι πυρηνικοί σταθμοί της ΒΕ προκειμένου να συμβάλουν στην πληρωμή των μη αποφευκταίων εξόδων του παρελθόντος. Το κλείσιμο των σταθμών της ΒΕ θα προξενούσε ουσιαστικά περισσότερα έξοδα.

    (230)

    Οι βρετανικές αρχές απορρίπτουν το επιχείρημα της Drax σύμφωνα με το οποίο η ενίσχυση θα υποχρεώσει την ΒΕ να πωλήσει την παραγωγή της στην αγορά σε οποιαδήποτε τιμή. Οι βρετανικές αρχές αντιτείνονται ότι, ως ένας βασικός παραγωγός, η ΒΕ δεν διαθέτει αποθεματικό παραγωγής που θα μπορούσε να πωλήσει επιπλέον, περικόπτοντας τις τιμές. Απεναντίας, αυτή έχει συμφέρον να πωλήσει την παραγωγή της στην ανώτερη δυνατή τιμή. Οι κάτοχοι ομολόγων και μετοχών της ΒΕ θα μεριμνήσουν ώστε η ΒΕ να μεγιστοποιήσει τα κέρδη της, αφού έτσι θα αυξήσουν οι ίδιοι την αξία των μερισμάτων τους.

    (231)

    Οι βρετανικές αρχές απορρίπτουν επίσης το επιχείρημα της Drax ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης είναι πολύ μακράς διαρκείας. Οι βρετανικές αρχές εξηγούν ότι η πραγματική απαίτηση που απορρέει από τις κατευθυντήριες γραμμές είναι η βιωσιμότητα της ΒΕ να αποκατασταθεί εντός ενός λογικού χρονικού ορίου. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές, η επίπτωση του μέτρου Α, που κατά τη γνώμη τους είναι το μόνο που συνιστά κρατική ενίσχυση, θα εμφανιστεί αμέσως στον ισολογισμό της ΒΕ.

    (232)

    Όσον αφορά την ύπαρξη υπερβολικής παραγωγικής ικανότητας στην αγορά, οι βρετανικές αρχές επισημαίνουν ότι η εκτίμηση της Drax βασίζεται σε εκτός χρόνου στοιχεία και σε ένα λάθος σχετικά με το ανώτατο όριο που ο NGTransco εφαρμόζει για το όριο της παραγωγικής ικανότητας. Η υπόδειξη της Drax να κλείσουν οι πυρηνικοί σταθμοί το καλοκαίρι θα ήταν οικονομικώς αμφίβολη και θα μπορούσε επίσης να εγείρει ανησυχίες σχετικά με την πυρηνική ασφάλεια ή τη βεβαιότητα παροχής. Οι βρετανικές αρχές λοιπόν εξετάζουν το καθένα από τα τέσσερα αντισταθμιστικά μέτρα και συμπεραίνουν ότι θέτοντάς τα σε εφαρμογή θα μπορούσαν είτε να θέσουν σε κίνδυνο την ισορροπία του σχεδίου αναδιάρθρωσης είτε να πλήξουν τις προοπτικές βιωσιμότητας της ΒΕ.

    (233)

    Οι βρετανικές αρχές εξηγούν ότι η τιμή που αναφέρεται από το τρίτο μέρος (περίπου 1 000 GBP/kgU) αφορά τις τιμές για βασικές συμβάσεις διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων. Οι βασικές συμβάσεις ήταν η πρώτη δέσμη συμβάσεων που συνομολογήθηκαν μεταξύ της BNFL και της ΒΕ ή με εταιρείες που τώρα αποτελούν μέρος της ΒΕ. Αυτές οι συμβάσεις προβλεπόταν να καλύψουν ευρέως τα σταθερά έξοδα που συνδέονται με τις εγκαταστάσεις της BNFL για τη διαχείριση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων. Αργότερα, η BNFL συνήψε με την ΒΕ, ή με εταιρείες που τώρα ανήκουν στην ΒΕ, συμπληρωματικές συμβάσεις, πέραν των βασικών συμβάσεων, που δεν ήταν απαραίτητο να περιλαμβάνουν στοιχείο κόστους συνδεδεμένο με την εξόφληση των σταθερών εξόδων. Οι τιμές των νέων συμβάσεων ορίστηκαν σε […], και κατά συνέπεια σε μια πολύ χαμηλότερη τιμή από εκείνη που αναφέρεται από το τρίτο μέρος. Οποιαδήποτε σύγκριση των τιμών που χρέωνε η BNFL στην ΒΕ πριν και μετά την επαναδιαπραγμάτευση των συμφωνιών τους θα πρέπει να βασιστεί στις τιμές των συμβάσεων πέραν του βασικού φορτίου, οι οποίες ήταν οι μόνες που ίσχυαν την περίοδο ακριβώς πριν από την επαναδιαπραγμάτευση, παρά εκείνες των τιμών των συμβάσεων βασικού φορτίου.

    (234)

    Οι βρετανικές αρχές αμφισβητούν την παρατήρηση της EECL ότι η ανακοίνωση της δέσμης ενισχύσεων προκάλεσε την πτώση των χονδρικών τιμών. Σύμφωνα με τις βρετανικές αρχές οι τιμές για άμεση παράδοση ήταν ασταθείς τόσο πριν όσο και μετά την ανακοίνωση της βρετανικής κυβέρνησης σχετικά με τη συμμετοχή της στη διάσωση της ΒΕ, στις 9 Σεπτεμβρίου 2002. Ωστόσο, η πτώση των τιμών δεν ήταν κάθετη. Όσον αφορά τις προθεσμιακές τιμές παρέμειναν σχετικά ανεπηρέαστες. Τέλος, οι προκαθορισμένες τιμές για το καλοκαίρι του 2004 αυξήθηκαν από τον Σεπτέμβριο 2003 παρά τη συμφωνία για τη δέσμη αναδιάρθρωσης.

    (235)

    Κατόπιν, οι βρετανικές αρχές αμφισβητούν την παρατήρηση της EECL ότι είχαν βασίσει λανθασμένα το συμπέρασμά τους στον συλλογισμό ότι η ΒΕ θα αποφάσιζε κατά πόσον θα κλείσει τους πυρηνικούς σταθμούς της εξετάζοντας το SRMC τους παρά τα αποφευκταία έξοδά τους. Οι βρετανικές αρχές εξέτασαν την επίπτωση της δέσμης ενισχύσεων στα αποφευκταία έξοδα της ΒΕ και απέδειξαν ότι αυτά παρέμειναν κάτω των προκαθορισμένων τιμών της αγοράς, οι οποίες αποτελούν τη σωστή βάση για έναν επιχειρηματία να αποφασίσει εάν θα κλείσει ή όχι ένα σταθμό.

    (236)

    Τέλος, οι βρετανικές αρχές υπενθυμίζουν τα επιχειρήματά τους για την απουσία υπερβολικής παραγωγικής ικανότητας στην αγορά.

    (237)

    Οι βρετανικές αρχές αμφισβητούν την άποψη της Intergen ότι η κατάλληλη ασφάλεια παροχής θα μπορούσε να επιτευχθεί ακόμη και αν η ΒΕ ήταν αφερέγγυα μέσω μιας συμφωνίας ασφαλείας με τον σύνδικο πτώχευσης. Οι βρετανικές αρχές συνεχίζουν επισημαίνουν ακόμη ότι οι κατευθυντήριες γραμμές δεν προβλέπουν κανένα τύπο χρηματικής αντιστάθμισης του είδους που η Intergen ζητεί να της δοθεί. Τέλος, όσον αφορά τους διάφορους τύπους συμφωνιών μεταξύ της ΒΕ και των πιστωτών της, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων, της Intergen, της TFE και της Centrica, οι βρετανικές αρχές δηλώνουν ότι αυτές ήταν πολύπλοκες συμφωνίες για τις οποίες οι εμπορικές διαπραγματεύσεις είχαν διεξαχθεί πριν από την αναδιάρθρωση. Αυτές οι συμφωνίες δεν σχετίζονται με τη δέσμη κρατικής ενίσχυσης.

    (238)

    Οι βρετανικές αρχές υπέβαλαν ποσοτικά στοιχεία που έχουν ως στόχο να καταδείξουν ότι οι τιμές της ΒΕ στο τμήμα DSB ήταν σημαντικά άνω των προκαθορισμένων χονδρικών τιμών και ότι η ΒΕ εξασφάλισε λιγότερο από το 20 % της επιχείρησης για την οποία υπέβαλε προσφορά, γεγονός που αντίκειται στον ισχυρισμό του τρίτου μέρους ότι η ΒΕ προσέφερε υπερβολικά χαμηλές τιμές. Οι βρετανικές αρχές συνεχίζουν υπενθυμίζοντας ότι θεωρούν πως η ΒΕ, ως βασικός παραγωγός, δεν έχει κανένα κίνητρο να προσφέρει τεχνητές χαμηλές τιμές.

    VI.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

    (239)

    Τουλάχιστον ένα μέρος των εν λόγω μέτρων αφορούν ζητήματα που καλύπτονται από τη συνθήκη Ευρατόμ και κατά συνέπεια πρέπει να αξιολογηθούν αναλόγως (32). Ωστόσο, στο βαθμό που αυτά δεν είναι αναγκαία ή ξεπερνούν τους στόχους της συνθήκης Ευρατόμ ή νοθεύουν ή απειλούν με νόθευση τον ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά πρέπει να αξιολογηθούν σύμφωνα με τη συνθήκη ΕΚ.

    1.   Συνθήκη Ευρατόμ

    (240)

    Τα υπό εξέταση μέτρα, ιδίως τα μέτρα Α και Β, θα είχαν επίπτωση στη χρηματοδότηση πυρηνικών ευθυνών και της επανεπεξεργασίας των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων. Ο παροπλισμός και η διαχείριση των αποβλήτων αποτελούν έξοδα τα οποία είναι αναγκαία για μια σωστή και υπεύθυνη λειτουργία της πυρηνικής βιομηχανίας. Στο πλαίσιο της πυρηνικής βιομηχανίας, η ανάγκη αντιμετώπισης των κινδύνων που συνδέονται με τους κινδύνους που προκύπτουν από ακτινοβολίες ιονισμού αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες προτεραιότητες. Πράγματι, η Επιτροπή σημειώνει ότι αυτές οι δύο πλευρές της πυρηνικής αλυσίδας καθίστανται όλο και περισσότερο σημαντικές και αναγκαίες για τη διασφάλιση της ασφάλειας των εργαζομένων και του πληθυσμού.

    (241)

    Ειδικά γι' αυτό, η συνθήκη Ευρατόμ φροντίζει ιδιαίτερα αυτόν τον στόχο ενώ ταυτόχρονα αποσκοπεί στη δημιουργία των «απαραίτητων συνθηκών για την ανάπτυξη μιας ισχυρής πυρηνικής βιομηχανίας η οποία θα προμηθεύει εκτεταμένες πηγές ενέργειας …». Αυτοί οι στόχοι επαναλαμβάνονται περαιτέρω στο άρθρο 1 της συνθήκης Ευρατόμ το οποίο ορίζει ότι «η Κοινότητα έχει ως αποστολή να συμβάλει στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου εντός των κρατών μελών… δια της δημιουργίας των αναγκαίων προϋποθέσεων στην ταχεία ίδρυση και ανάπτυξη των πυρηνικών βιομηχανιών». Η σπουδαιότητα αυτού του στόχου σήμερα έχει υπογραμμιστεί στην πρόσφατη Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής «ευρωπαϊκή στρατηγική ασφάλειας ενεργειακού εφοδιασμού» [COM (2002) 321 τελικό της 22ας Ιουνίου 2002]. Επιπλέον, το άρθρο 2 στοιχείο β) της συνθήκης Ευρατόμ ορίζει ότι η Κοινότητα, για την εκπλήρωση της αποστολής της, οφείλει να θεσπίζει ομοιόμορφους κανόνες ασφαλείας για την προστασία της υγείας του πληθυσμού και των εργαζομένων και να μεριμνά για την εφαρμογή τους. Το άρθρο 2 στοιχείο ε) της συνθήκης Ευρατόμ ορίζει επίσης ότι η Κοινότητα εγγυάται, δια των καταλλήλων ελέγχων, ότι τα πυρηνικά υλικά δεν χρησιμοποιούνται για σκοπούς διαφόρους από εκείνους για τους οποίους προορίζονται. Σ' αυτή τη βάση η συνθήκη Ευρατόμ ορίζει ότι η Κοινότητα Ευρατόμ, προβλέπει για τα κατάλληλα μέσα και την ανάθεση αρμοδιοτήτων για την επίτευξη αυτών των στόχων. Γι' αυτό τον σκοπό, όπως επίσης επιβεβαιώθηκε και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, η πυρηνική ασφάλεια αποτελεί κοινοτική αρμοδιότητα η οποία πρέπει να συνδέεται με την προστασία από τους κινδύνους που προκύπτουν από τις ακτινοβολίες ιονισμού όπως ορίζει το άρθρο 30 του κεφαλαίου 3 της συνθήκης Ευρατόμ σχετικά με την υγεία και τον εφοδιασμό (33). Η Επιτροπή πρέπει να εξασφαλίσει ότι οι διατάξεις αυτής της συνθήκης εφαρμόζονται και συνεπώς μπορεί να εκδίδει αποφάσεις κατά τρόπο σύμφωνο με τη συνθήκη ή να γνωμοδοτεί εάν το θεωρεί αναγκαίο.

    (242)

    Η Επιτροπή σημειώνει ότι τα στοιχεία που χορήγησαν οι βρετανικές αρχές δείχνουν ότι το αποτέλεσμα των υπό εξέταση μέτρων είναι, μεταξύ άλλων, η προστασία της ασφάλειας των πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, η εξασφάλιση της ασφαλούς διαχείρισης των πυρηνικών ευθυνών, η ανάπτυξη της ασφάλειας παροχής μέσω διατήρησης της ποικιλίας των πηγών καυσίμων στη Μεγάλη Βρετανία, καθώς και η αποφυγή των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακος. Στα τμήματα III και IV ανωτέρω δίδονται λεπτομέρειες για τα επιχειρήματα που παρουσίασαν οι βρετανικές αρχές και τα τρίτα μέρη γι' αυτό τον σκοπό.

    (243)

    Κατά την αξιολόγηση αυτών των πληροφοριών και ιδίως κατά τον καθορισμό του κατά πόσο αυτά τα μέτρα είναι αναγκαία ή εμπίπτουν στους στόχους της συνθήκης Ευρατόμ, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι κρατικές ενισχύσεις και μέτρα προορίζονται για την αντιμετώπιση των κινδύνων που συνδέονται με την τρέχουσα κατάσταση της British Energy και την ενδεχόμενη επίπτωσή τους στους προαναφερθέντες στόχους της συνθήκης. Πράγματι, οι βρετανικές αρχές αποφάσισαν να παρέμβουν για να στηρίξουν την British Energy, μεταξύ άλλων, με σκοπό τη διασφάλιση της συνέχειας των συνθηκών για ασφαλή πυρηνική βιομηχανία, διατηρώντας ταυτοχρόνως τη λειτουργία των πυρηνικών σταθμών ως μιας εκτεταμένης πηγής ενέργειας. Η παρέμβαση αυτή έλαβε χώρα στα πλαίσια του κινδύνου πτώχευσης του μεγαλύτερου πυρηνικού παραγωγού του ΗΒ. Η συνέχεια ύπαρξης ενός συγκεκριμένου οικονομικού φορέα δεν είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη συνέχεια των πυρηνικών του δραστηριοτήτων. Ωστόσο, σε περίπτωση αφερεγγυότητας, η ασφάλεια ή/και η ασφάλεια των ζητημάτων εφοδιασμού πρέπει να αντιμετωπισθούν. Συνεπώς, η Επιτροπή κατανοεί ότι οι βρετανικές αρχές αντιμετώπισαν αυτούς τους κινδύνους σωστά και υπεύθυνα κατά τρόπο συμβατό με τους στόχους της συνθήκης Ευρατόμ.

    (244)

    Τα τρία αντισταθμιστικά μέτρα τα οποία θα περιγραφούν κατωτέρω ενισχύουν ακόμα περισσότερο την τήρηση των στόχων της συνθήκης Ευρατόμ, εξασφαλίζοντας ότι η δημόσια παρέμβαση δεν θα χρησιμοποιηθεί για σκοπούς διαφορετικούς από την πληρωμή των πυρηνικών ευθυνών. Τέλος, ένα σύστημα ανωτάτου ορίου και κατωφλίου για τους τρεις τύπους πληρωμής των ιστορικών ευθυνών θα εξασφαλίσει ότι είναι διαθέσιμα επαρκή ποσά για την τήρηση αυτών των στόχων, περιορίζοντας ταυτοχρόνως την παρέμβαση για την επίτευξή τους στο ελάχιστο αναγκαίο.

    (245)

    Η Επιτροπή συμπεραίνει ότι τα μέτρα που προβλέπουν οι βρετανικές αρχές είναι κατάλληλα για την αντιμετώπιση του συνδυασμού των επιδιωκόμενων στόχων οι οποίοι είναι πλήρως σύμφωνοι με τη συνθήκη Ευρατόμ.

    2.   Ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ

    (246)

    Σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, ορίζονται ως κρατικές ενισχύσεις οι ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη μέλη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό δια της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής και επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές.

    (247)

    Είναι πρόδηλο ότι η κρατική παρέμβαση στο σχέδιο αναδιάρθρωσης της ΒΕ είναι επιλεκτική, αφού ευνοεί μόνο μια επιχείρηση.

    (248)

    Η ηλεκτρική ενέργεια διατίθεται από το ΗΒ σε άλλα κράτη μέλη μέσω αγωγών διασύνδεσης και συγκεκριμένα στη Γαλλία και την Ιρλανδία. Η ηλεκτρική ενέργεια αποτελεί αντικείμενο εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών από αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα και ιδίως μετά από τη θέση σε ισχύ της οδηγίας 96/92/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (34). Σύμφωνα με τα στοιχεία που υπέβαλε το ΗΒ με τη γνωστοποίηση, η ΒΕ είναι ο δεύτερος σε μέγεθος παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας όσον αφορά την παραγωγική ικανότητα στην Αγγλία και στην Ουαλία και ο τρίτος στη Σκωτία. Κατά συνέπεια, η κρατική παρέμβαση στο σχέδιο αναδιάρθρωσης μπορεί σαφώς να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών.

    (249)

    Μεταξύ των επτά μέτρων αναδιάρθρωσης, τρία και συγκεκριμένα το μέτρο Δ («Δέσμη αναδιάρθρωσης σημαντικών πιστωτών»), το μέτρο Ε («Η νέα εμπορική στρατηγική») και το μέτρο ΣΤ («Εκχώρηση περιουσιακών στοιχείων») δεν συνεπάγονται χρήση δημόσιων πόρων. Κατά συνέπεια, αυτά τα μέτρα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

    (250)

    Αντιθέτως, το μέτρο Α συνεπάγεται χρήση δημόσιων πόρων αφού συνίσταται σε πληρωμές ή αναλήψεις υποχρεώσεων για πραγματοποίηση πληρωμών από τη βρετανική κυβέρνηση. Επειδή οι πληρωμές από πλευράς της βρετανικής κυβέρνησης θα καλύψουν ένα μέρος των πυρηνικών ευθυνών που η ΒΕ θα έπρεπε κανονικά να καλύψει, το μέτρο Α χορηγεί ένα πλεονέκτημα στην ΒΕ. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι το μέτρο Α συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. Αυτό το συμπέρασμα δεν αμφισβητείται από το ΗΒ.

    (251)

    Τα μέτρα Β και Γ περιλαμβάνουν πόρους από την BNFL (συνολικώς για το μέτρο Β και μερικώς για το μέτρο Γ) η οποία είναι δημόσια επιχείρηση. Οι πόροι που ανήκουν σε δημόσια επιχείρηση αποτελούν κρατικούς πόρους. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, τα μέτρα Β και Γ συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ εάν και μόνο εάν χορηγούν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην ΒΕ και η χορήγηση αυτού του πλεονεκτήματος καταλογίζεται στο κράτος. Επειδή αυτό το ζήτημα ηγέρθη στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας, θα αναλυθεί ενδελεχώς στο τμήμα VI.2.β) κατωτέρω.

    (252)

    Και το μέτρο Ζ προβλέπει χρήση πόρων από τοπικές αρχές. Οι πόροι από τις τοπικές αρχές συνιστούν κρατικούς πόρους. Συνεπώς, το μέτρο Ζ συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ εάν και μόνο εάν χορηγεί ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην ΒΕ και η χορήγηση αυτού του πλεονεκτήματος δύναται να καταλογιστεί στο κράτος. Επειδή αυτό το ζήτημα ηγέρθη επίσης στην απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας θα αναλυθεί ενδελεχώς στο τμήμα VI.2.α) κατωτέρω.

    α)   Σχετικά με την ύπαρξη ενίσχυσης στο μέτρο Ζ

    (253)

    Οι βρετανικές αρχές απέδειξαν ότι οι τοπικοί φόροι του μέτρου Ζ καταβλήθηκαν από την ΒΕ με τόκους και υπολογίσθηκαν με τη χρήση του επιτοκίου αναφοράς και του προεξοφλητικού επιτοκίου που προβλέπονται από την Επιτροπή για το ΗΒ. Δεν υπάρχει καμία ειδική διάταξη σε νόμο του ΗΒ που να απαιτεί τη χρήση κάποιου υψηλότερου επιτοκίου σε περίπτωση που η είσπραξη των τοπικών φόρων αναβάλλεται από τις τοπικές αρχές. Συνεπώς, η Επιτροπή θεωρεί ότι το επιτόκιο που χρησιμοποιήθηκε αποτελεί μια κατάλληλη αναφορά για την απόφαση του κατά πόσο η αναβολή της καταβολής του φόρου παρέχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην ΒΕ. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω η Επιτροπή συμπεραίνει ότι το μέτρο Ζ δεν συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

    β)   Σχετικά με την ύπαρξη ενίσχυσης στα μέτρα Β και Γ

    (254)

    Στην απόφασή της για την κίνηση της διαδικασίας, η Επιτροπή όρισε ότι «σ' αυτό το στάδιο της αξιολόγησης θεωρεί ότι η επαναδιαπραγμάτευση των συμβάσεων μεταξύ της BNFL και της BE μπορεί να θεωρηθεί ως κρατική ενίσχυση». Αυτό το συμπέρασμα βασίστηκε στο γεγονός ότι η BNFL, μια δημόσια επιχείρηση, ανακοίνωσε τη βούλησή της να τροποποιήσει τους εμπορικούς όρους των ισχυουσών συμβάσεών της με την ΒΕ μόνο αφού η ΒΕ ανακοινώσει την έναρξη συνομιλιών με τη βρετανική κυβέρνηση για να επιτύχει χρηματοοικονομική υποστήριξη. Φαινόταν αμφίβολο ότι η επαναδιαπραγμάτευση αυτών των συμβάσεων είχε πραγματοποιηθεί κατά τρόπο ανεξάρτητο. Η Επιτροπή κατέληξε στα ίδια προκαταρκτικά συμπεράσματα όσον αφορά το μέτρο Γ.

    (255)

    Χρησιμοποιώντας τα στοιχεία που είχε στη διάθεσή της από την κίνηση της διαδικασίας, η Επιτροπή διεξήγαγε μια περισσότερο ενδελεχή ανάλυση σχετικά με το κατά πόσο τα μέτρα Β και Γ πληρούσαν τα κριτήρια για να θεωρηθεί ή μη ότι συνιστούν κρατική ενίσχυση και ιδίως για το κατά πόσο αυτά τα μέτρα εξασφάλιζαν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για την ΒΕ. Η Επιτροπή κατέληξε στα ακόλουθα συμπεράσματα.

    (256)

    Το μέτρο Β συνίσταται στην επαναδιαπραγμάτευση των συμβάσεων μεταξύ της BNFL, μιας δημόσια εταιρείας, και της ΒΕ. Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσο το μέτρο Β παρέχει στην ΒΕ πλεονέκτημα που ένας ιδιωτικός φορέας δεν θα είχε παράσχει σ' αυτή την προβληματική εταιρεία σε παρόμοιες συνθήκες. Δηλαδή, η Επιτροπή θεώρησε κατά πόσο η BNFL συμπεριφέρθηκε σύμφωνα με την αρχή του πιστωτή σε οικονομία της αγοράς όταν συμφώνησε με το μέτρο Β.

    (257)

    Γι' αυτό τον σκοπό, η Επιτροπή εξέτασε ιδιαιτέρως κατά πόσο η επαναδιαπραγμάτευση των συμβάσεων της BNFL με την ΒΕ είχαν γίνει ανεξάρτητα και κατά πόσο οι παραχωρήσεις που πραγματοποίησε η BNFL ήταν εμπορικής φύσης.

    (258)

    Το πρώτο ζήτημα που η Επιτροπή έχει να εξετάσει είναι κατά πόσο οι νέες συμφωνίες μεταξύ της BNFL και της ΒΕ έγιναν με ανεξάρτητες διαπραγματεύσεις. Υπενθυμίζεται ότι η BNFL αποτελεί τον μεγαλύτερο ξεχωριστό πιστωτή της ΒΕ και ότι η ΒΕ είναι ο μεγαλύτερος πελάτης της BNFL. Συνεπώς, η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσο οι όροι που αποδέχθηκε η BNFL θα μπορούσαν να είχαν γίνει αποδεκτοί από ένα ιδιωτικό φορέα σε μια παρόμοια κατάσταση. Επειδή πρόκειται για προμηθευτή που βρίσκεται μπροστά σε δυσκολίες του μεγαλύτερού του πελάτη, για να απαντηθεί το ερώτημα πρέπει να ελεγχθεί κατά πόσο η BNFL συμπεριφέρθηκε ως ένας σώφρων ιδιώτης πιστωτής που προσπαθεί να μεγιστοποιήσει τις πιθανότητες να ανακτήσει τις απαιτήσεις του (35).

    (259)

    Η Επιτροπή εξέτασε τις σχετικές εκθέσεις των νομικών και οικονομικών συμβούλων της BNFL και αποσπάσματα των πρακτικών των συνεδριάσεων του διοικητικού συμβουλίου της BNFL που είχε υποβάλει η ίδια.

    (260)

    Πρώτον, η Επιτροπή σημειώνει ότι η BNFL ήδη ζήτησε από τους συμβούλους της να εξετάσουν τη θέση της έναντι της ΒΕ στις αρχές του 2002, όταν η ΒΕ για πρώτη φορά επικαλέστηκε τη ρήτρα ανωτέρας βίας που περιεχόταν στις συμφωνίες της με την BNFL. Δεν υπήρξε τρόπος να εξαχθεί οριστικό συμπέρασμα ότι οι όροι της ρήτρας ανωτέρας βίας πληρούνταν πράγματι, αλλά το διοικητικό της συμβούλιο της BNFL έδωσε εντολή στα στελέχη της να εξετάσουν τις πιθανές λύσεις στις δυσκολίες της ΒΕ, στα πλαίσια του ρητού όρου ότι οποιαδήποτε συμφωνία πρέπει να είναι παρέχει εμπορικό πλεονέκτημα στη BNFL.

    (261)

    Οι εκθέσεις που συντάχθηκαν εκείνη την περίοδο και υποβλήθηκαν από την BNFL επεξηγούν την ειδική κατάσταση της BNFL ως πιστωτή και προμηθευτή της ΒΕ και αναλύουν την επίπτωση της αφερεγγυότητας της ΒΕ στην BNFL. Οι εκθέσεις συμπεραίνουν ότι, ενόψει της μεγάλης έκθεσης της BNFL σε κινδύνους, η καλύτερη λύση για την επιχείρηση θα ήταν μια αναδιάρθρωση που θα διαφύλασσε τη φερεγγυότητα της ΒΕ, αλλά όμως όχι πάση θυσία. Συνεπώς, οι εκθέσεις ορίζουν μία προτεινόμενη δέσμη εκχωρήσεων στην ΒΕ και ακολουθούν την εξέλιξη αυτής της δέσμης κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με την ΒΕ. Είναι σαφές από αυτές τις εκθέσεις ότι κατά τη διάρκεια αυτών των διαπραγματεύσεων η BNFL διατήρησε την αρχικό της προσανατολισμό που ήταν να προσπαθήσει να διαφυλάξει κατά τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντά της αποφεύγοντας τη θέση της ΒΕ υπό αναγκαστική διαχείριση, αλλά όμως όχι πάση θυσία, και στα πλαίσια μιας ισόρροπης συμφωνίας.

    (262)

    Οι βρετανικές αρχές υποστήριξαν ότι οι επαναδιαπραγματευθείσες συμφωνίες της BNFL πρέπει να θεωρηθούν στο σύνολό τους και να συγκριθούν με τη θέση που θα μπορούσε να έχει η BNFL εάν η ΒΕ είχε καταστεί αφερέγγυα, παρά να θεωρηθούν ξεχωριστά εξετάζοντας τα επί μέρους στοιχεία. Οι εκθέσεις που υποβλήθηκαν από τις βρετανικές αρχές και από την BNFL συμπεραίνουν ότι οι τελικοί όροι είναι περισσότερο ευνοϊκοί για την BNFL από οποιαδήποτε υπόθεση αφερεγγυότητας.

    (263)

    Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η Επιτροπή κατέληξε στο πρώτο συμπέρασμα ότι, σε περίπτωση αφερεγγυότητας της ΒΕ, η BNFL θα ήταν σε μια πολύ αβέβαιη και πολύ πιθανόν μειονεκτική θέση.

    (264)

    Είναι αληθές ότι η αφερεγγυότητα της ΒΕ δεν θα σήμαινε αυτομάτως ότι όλοι οι πυρηνικοί σταθμοί της θα έκλειναν αμέσως, ούτε ότι θα θιγόταν εντελώς η ανάγκη παροπλισμού των υφισταμένων σταθμών και η διαχείριση των αναλωμένων ιστορικών πυρηνικών καυσίμων.

    (265)

    Όμως, σε περίπτωση αφερεγγυότητας της ΒΕ, η Επιτροπή θεωρεί ότι η BNFL θα ήταν σε πολύ δύσκολη θέση για να διαπραγματευθεί με τον οποιονδήποτε διάδοχο της ΒΕ, είτε για να λειτουργήσει τους σταθμούς είτε για να τους παροπλίσει. Τούτο θα συνεπάγετο πολλούς κινδύνους και αβεβαιότητες, που ένας ιδιώτης επενδυτής οφείλει να λάβει υπόψη όταν αντιμετωπίζει την επαναδιαπραγμάτευση συμφωνιών, ιδίως τη διαπραγμάτευση με τον κύριο πελάτη του. Το γεγονός ότι οι σύμβουλοι της BNFL μελέτησαν με πολύ προσοχή αυτή την εναλλακτική λύση δίδει μια σαφή ένδειξη ότι η BNFL έδωσε μεγάλη σημασία σ' αυτά τα γεγονότα.

    (266)

    Η προσπάθεια επίτευξης μιας αναδιάρθρωσης της ΒΕ που θα διαφύλασσε τη φερεγγυότητά της ήταν κατά συνέπεια πραγματικά προς το επιχειρηματικό συμφέρον της BNFL.

    (267)

    Αφού κατέληξε στο πρώτο συμπέρασμά της, η Επιτροπή εξέτασε την επίπτωση των επαναδιαπραγματευθεισών συμφωνιών στα εισοδήματα της BNFL, ενόψει ιδίως των παρατηρήσεων των τρίτων μερών, ώστε να ελέγξει σε περισσότερο μικροοικονομικούς όρους κατά πόσο αυτές οι επαναδιαπραγματευθείσες συμφωνίες θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτές από μια ιδιωτική επιχείρηση σε μια παρόμοια κατάσταση.

    (268)

    Όσον αφορά τη διαχείριση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων, οι υποχρεώσεις αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων διακρίνονται σε υποχρεώσεις του παρελθόντος και μελλοντικές υποχρεώσεις.

    (269)

    Στα πλαίσια του μέτρου Α του σχεδίου αναδιάρθρωσης, η βρετανική κυβέρνηση θα αναλάβει όλες τις υποχρεώσεις ιστορικών αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων της BE (36).

    (270)

    Όσον αφορά τη μελλοντική διαχείριση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων οι υφιστάμενες συμφωνίες έχουν τροποποιηθεί. Η BNFL υπέβαλε τον ακόλουθο πίνακα που αφορά τις νέες συμφωνίες διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων, πίνακας ο οποίος δείχνει ότι η ΒΕ θα καταβάλλει την πληρωμή στην BNFL με βάση μια αναλογική κλίμακα. Τα στοιχεία σε πλάγια γράμματα προστέθηκαν από την Επιτροπή.

    Πίνακας 7

    Συμφωνία για τις τιμές διαχείρισης νέων αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων

    Απολογιστικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας (38) σε GBP/MWh πραγματικές τιμές 2003

    Ύψος μονάδας (έκπτωσης)/συμπλήρωμα τιμής σε GBP/MWh πραγματικές τιμές 2003

    (σε σύγκριση με τις αρχικές συμβάσεις)

    Καθαρό ύψος μονάδας πληρωμής αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων σε GBP/MWh Πραγματικές τιμές 2003

    Πληρωμή σε GBP/kgU (37)

    14,8 και κάτω

    – 0,6

    […]

    15

    – 0,5

    16

    0

    17

    0,5

    18

    1

    19

    1,5

    20

    1,75

    21 και άνω

    2,0

    (271)

    Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι εκπτώσεις και οι πρόσθετες τιμές στον πίνακα 7 είναι σε σύγκριση με τις συμφωνίες για τη διαχείριση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων που ίσχυαν ακριβώς πριν από την αναδιάρθρωση και όχι με παλαιότερες συμφωνίες. Αυτό είναι το σωστό σημείο αναφοράς για την ανάλυση των παραχωρήσεων της BNFL στην ΒΕ, αφού αντιστοιχεί σε όσα θα είχε λάβει η BNFL από την ΒΕ σε περίπτωση που η ΒΕ δεν αντιμετώπιζε δυσκολίες. Αντιθέτως, συγκρίνοντας τις νέες συμφωνίες με τις παλαιότερες συμβάσεις, όπως οι αρχικές συμβάσεις βασικού φορτίου στις οποίες αναφέρεται το πρώτο ανώνυμο τρίτο μέρος, δεν θα είχε νόημα να αναλυθούν οι πραγματικές παραχωρήσεις που πραγματοποίησε η BNFL κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης του σχεδίου αναδιάρθρωσης.

    (272)

    Ο πίνακας 7 δείχνει ότι εάν η απολογιστική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας ήταν μικρότερη από την τιμή άσκησης των 16 GBP/MWh, η BNFL θα χορηγούσε έκπτωση στην ΒΕ σε σύγκριση με τις συμφωνίες διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων πριν από την αναδιάρθρωση. Εάν η τιμή ηλεκτρικής ενέργειας είναι μεγαλύτερη από την τιμή άσκησης, η BNFL θα καταβάλει μια πρόσθετη τιμή σε σχέση με τις πληρωμές που αυτή έλαβε στα πλαίσια των αρχικών συμφωνιών διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων.

    (273)

    Όπως παρατηρήθηκε στην αιτιολογική σκέψη 270, η αμοιβή που λαμβάνει η BNFL για τη διαχείριση και τη διάθεση των μελλοντικών αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων εξαρτάται από τις βρετανικές χονδρικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας. Μια τέτοια διάταξη δεν μπορεί να ερμηνευθεί αφ' εαυτού της ως μη εμπορική. Είναι μάλλον σύνηθες γεγονός στον τομέα όπου οι φορείς επιθυμούν να μοιραστούν τους κινδύνους που σχετίζονται με εν δυνάμει μεγάλες διακυμάνσεις των τιμών.

    (274)

    Για να εξετάσει κατά πόσο αυτά τα επίπεδα τιμών θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτά από μια ιδιωτική επιχείρηση, η Επιτροπή εξέτασε σε ποιο βαθμό αυτά θα επέτρεπαν στην BNFL να καλύψει τα αποφευκταία έξοδά της ενόψει της προβλεπόμενης εξέλιξης των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας. Πράγματι, μπροστά στην ενδεχόμενη πιθανότητα να χάσει ένα τέτοιο σημαντικό πελάτη όπως είναι η ΒΕ για την BNFL, μια ιδιωτική εταιρεία θα ήταν διατεθειμένη να προβεί σε μείωση των τιμών της κάτω από το κόστος, γεγονός που θα μπορούσε να αποφύγει διακόπτοντας τις λειτουργίες της. Αυτό το κόστος είναι ακριβώς το αποφευκταίο κόστος.

    (275)

    Στην παρούσα περίπτωση, στα πλαίσια των νέων συμφωνιών διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων, η BNFL θα αποκτήσει δικαιώματα επί των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων όταν της παραδίδονται από την ΒΕ. Αυτό σημαίνει ότι η τελική διάθεση αυτών των πυρηνικών καυσίμων θα πραγματοποιείται από την BNFL, ενώ τούτο δεν συνέβαινε στα πλαίσια των προηγουμένων συμφωνιών (39). Επειδή τούτο αποτελεί μια πρόσθετη επιβάρυνση για την BNFL σε σύγκριση με τις προηγούμενες συμφωνίες, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μια απλή σύγκριση μεταξύ των προηγουμένων και των νέων πληρωμών και να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η BNFL ανακτά τα αποφευκταία έξοδά της αμέσως μόλις η χονδρική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας υπερβαίνει τα GBP […]/MWh. Από την άλλη πλευρά, οι νέες συμφωνίες αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων δεν περιγράφουν τον τρόπο με τον οποίο η BNFL πρέπει να διαχειρίζεται τα αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα επί των οποίων έχει δικαιώματα. Η BNFL μπορεί να επιλέξει εάν επιθυμεί να επανεπεξεργασθεί τα πυρηνικά καύσιμα πριν από την τελική διάθεση ή όχι.

    (276)

    Είναι αναγκαία μια περαιτέρω ανάλυση βασισμένη στα πραγματικά αποφευκταία έξοδα της BNFL, συμπεριλαμβανομένων των επιβαρύνσεων για την τελική διάθεση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων.

    (277)

    Η Επιτροπή ζήτησε από τις βρετανικές αρχές να της χορηγήσουν λεπτομερή περιγραφή αυτών των εξόδων. Τα σχετικά έγγραφα που χορήγησαν οι βρετανικές αρχές δείχνουν ότι η BNFL θα καλύψει τα αποφευκταία έξοδά της αμέσως μόλις οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας υπερβούν τα GBP […]/MWh έως GBP […]/MWh, σε συνάρτηση με το κατά πόσο η BNFL λαμβάνει υπόψη διατάξεις κινδύνων. Η ελαφρά διαφορά με το ποσό GBP […]/MWh στην αιτιολογική σκέψη 275 οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι ήδη υπάρχουν εγκαταστάσεις για μακρόχρονη αποθήκευση στην έδρα της BNFL και είναι τώρα σε χρήση για αποθήκευση πυρηνικών καυσίμων πριν την επανεπεξεργασία. […].

    (278)

    Για να πραγματοποιήσει διασταυρωμένο έλεγχο αυτής της εκτίμησης, η Επιτροπή συνέκρινε τα αποφευκταία έξοδα, όπως αυτά υπολογίστηκαν από τις βρετανικές αρχές με τα έξοδα που αναφέρθηκαν από άλλη πηγή.

    (279)

    Η Greenpeace δημοσίευσε στην ιστοσελίδα της μια έκθεση του Gordon MacKerron των National Economic Research Associates (40). Αυτή η έκθεση αναφέρει τιμή 200 USD/kgU [110 GBP/kgU (41)] για την προσωρινή αποθήκευση αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων και 400 USD/kgU (220 GBP/kg) για την τελική αποθήκευσή τους. Σύμφωνα με τον συντάκτη αυτής της έκθεσης τα στοιχεία αυτά προέκυψαν από μια αμερικανική μελέτη (42). Υπάρχουν πολλές διαφορές μεταξύ του αμερικανικού τύπου αντιδραστήρων (κυρίως LWR) και εκείνων της ΒΕ. Επιπλέον, δεν είναι σαφές από την έκθεση εάν τα έξοδα στα οποία αυτή αναφέρεται είναι αποφευκταία έξοδα ή περιλαμβάνουν στοιχεία σταθερού κόστους, τα οποία θα ήταν εκτός του πεδίου της κατωτέρω ανάλυσης. Αυτά εξαρτώνται επίσης από τους συντελεστές αναγωγής, αφού πολλά από τα έξοδα τελικής διάθεσης θα προκύψουν στο απώτερο μέλλον. Παρόλα ταύτα, η Επιτροπή χρησιμοποίησε αυτά τα στοιχεία επειδή θεώρησε ότι τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν από ένα τρίτο μέρος ήταν μια αξιόπιστη πηγή για τον διασταυρωμένο έλεγχο των στοιχείων που έστειλαν οι βρετανικές αρχές.

    (280)

    Υπό το πρίσμα των στοιχείων που αναφέρθηκαν στην αιτιολογική σκέψη 279, η τιμή ηλεκτρικής ενέργειας επάνω από την οποία η BNFL θα ανακτούσε τα έξοδά της πρέπει να είναι GBP […]/MWh. Αυτά τα στοιχεία πρέπει τώρα να συγκριθούν με την προβλεπόμενη εξέλιξη των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας.

    (281)

    Το κατάλληλο σημείο αναφοράς γι' αυτή τη σύγκριση είναι η εξέλιξη των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας τώρα και στο μέλλον όπως ανέμενε η BNFL κατά τις διαπραγματεύσεις της με την ΒΕ για τις νέες συμφωνίες. Η BNFL εκτίμησε την αξία των παραχωρήσεών της στην ΒΕ με βάση αυτή την προοπτική.

    (282)

    Από τα έγγραφα που χορήγησε η BNFL φαίνεται ότι οι γενικές προσδοκίες ήταν ότι οι τιμές θα κυμαίνονταν μεταξύ16 GBP/MWh και 19 GBP/MWh στο άμεσο μέλλον και κατόπιν θα ανερχόταν σε περισσότερο υψηλές και σταθερές τιμές.

    (283)

    Στην αξιολόγησή των τελικών όρων του σχεδίου, η BNFL έλαβε υπόψη τέσσερις πιθανές υποθέσεις. Μόνο η πιο απαισιόδοξη από αυτές τις υποθέσεις εμφάνισε τιμές ηλεκτρικής ενέργειας σημαντικά κάτω των 17 GBP/MWh, φθάνοντας μόνο στη μεσοπρόθεσμη περίοδο περίπου στα 16,5 GBP/MWh. Οι τρεις άλλες υπέθεσαν ότι αυτές οι τιμές θα έπρεπε να φθάσουν σε αξίες περίπου 18 GBP/MWh το νωρίτερο το 2007, και κατόπιν βαθμιαία θα φθάσουν σε τιμές που θα κυμαίνονται μεταξύ 19,5 GBP/MWh και 23 GBP/MWh.

    (284)

    Συνεπώς, η αξιολόγηση από την BNFL της επαναδιαπραγμάτευσης των συμφωνιών της με την ΒΕ έγινε με βάση τέτοιες προβλέψεις εξέλιξης τιμών που, ακόμη και στις πιο απαισιόδοξες υποθέσεις, οι τιμές να την καθιστούσαν ικανή να ανακτήσει τα αποφευκταία έξοδά της όπως υπολογίσθηκαν εσωτερικώς και σε όλες εκτός από την περισσότερο απαισιόδοξη των υποθέσεων, οι τιμές θα ήταν σε θέση να την καταστήσουν ικανή να ανακτήσει τα αποφευκταία έξοδά της όπως υπολογίσθηκαν από τον Gordon MacKerron.

    (285)

    Η πραγματική εξέλιξη των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας ήταν τελικά υψηλότερη ακόμη και από την πιο αισιόδοξη από τις τέσσερις υποθέσεις που χρησιμοποίησε η BNFL. Πράγματι, τα διάφορα γραφεία παρακολούθησης των τιμών ανέφεραν τιμές άνω των 20 GBP/MWh για τις χειμερινές τιμές στο εγγύς μέλλον, ακόμη και τιμές του ύψους των 27 GBP/MWh (43). Όσον αφορά τις θερινές τιμές αναφέρθηκε από τα ίδια γραφεία τιμή περίπου 20 GBP/MWh. Οι υποθέσεις που χρησιμοποίησε η BNFL ήταν κατά συνέπεια στο σύνολό τους αρκετά απαισιόδοξες.

    (286)

    Απ' αυτά συμπεραίνεται ότι η BNFL ανέμενε να είναι σε θέση να καλύψει τα αποφευκταία έξοδά της στα πλαίσια των νέων συμφωνιών, παρά το γεγονός ότι θα επωμιζόταν τα έξοδα της τελικής διάθεσης των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων.

    (287)

    Παρομοίως, η ανάλυση των νέων συμφωνιών παροχής πυρηνικών καυσίμων, συμφωνίες που είναι απλούστερες αφού περιέχουν μια μεταβλητή επιβάρυνση η οποία δεν είναι συνδεδεμένη με τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας, δείχνουν ότι η BNFL θα καλύψει τα αποφευκταία έξοδά της για παροχή πυρηνικών καυσίμων σε όλες τις περιπτώσεις.

    (288)

    Συνεπώς, μια ενδελεχής εξέταση των αποφευκταίων εξόδων αποκαλύπτει ότι κατά κανένα τρόπο η BNFL δεν συμπεριφέρθηκε μη εμπορικώς. Απεναντίας, η πραγματική εξέλιξη των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας δείχνει ότι η BNFL μπορεί κάλλιστα να βελτιώσει τη θέση της σε σύγκριση με την προηγούμενη κατάσταση, ενώ κατά το ίδιο χρονικό διάστημα έδειξε αρκετή ευελιξία ώστε να επιτρέψει στον κύριο πελάτη της να παραμείνει στην αγορά.

    (289)

    Αφού εξέτασε την επαναδιαπραγμάτευση από μικροοικονομική σκοπιά, η Επιτροπή έλεγξε κατά πόσο η BNFL είχε αντιμετωπιστεί κατά τον ίδιο τρόπο με εκείνον των ιδιωτών πιστωτών της ΒΕ. Σ' αυτό το δεύτερο μέρος της ανάλυσης, η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσο οι παραχωρήσεις που πραγματοποίησε η BNFL ήταν ίδιες με εκείνες των ιδιωτών πιστωτών.

    (290)

    Οι πληροφορίες που υπέβαλε το ΗΒ και η BNFL δείχνουν ότι:

    α)

    ακόμη και αν η BNFL καθόρισε τους όρους με την ΒΕ πριν από τη διαπραγμάτευση των ατομικών όρων της ΒΕ με καθέναν από τους κύριους πιστωτές της, η ίδια απαίτησε να περιληφθεί μια ρήτρα που επιτρέπει την ανάκληση των σχετικών παραχωρήσεων σε περίπτωση που σε οποιονδήποτε άλλον σημαντικό πιστωτή προσφέρθηκαν περισσότερο ευνοϊκοί όροι απ' ό,τι στην BNFL·

    β)

    σε όλη τη διαδικασία διαπραγματεύσεων η BNFL έλεγχε πάντοτε εάν εζητείτο από άλλους ιδιώτες πιστωτές της ΒΕ θα να συνεισφέρουν κατά τον ίδιο τρόπο με την BNFL·

    γ)

    μια λεπτομερής σύγκριση του ύψους των απαιτήσεων των πιστωτών και των δεσμευμένων ποσών στα πλαίσια της τελικής συμφωνίας της δέσμης αναδιάρθρωσης δείχνει ότι σε σύγκριση με τους άλλους πιστωτές, η BNFL απέφυγε ένα μικρότερο ποσοστό εκκρεμών ευθυνών. Πρέπει επίσης να σημειωθεί σχετικά ότι η BNFL δεν διέθετε καμία εμπράγματη εγγύηση επί των περιουσιακών στοιχείων της ΒΕ για διαφύλαξη των απαιτήσεών της.

    (291)

    Συνεπώς, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η BNFL έτυχε της ίδιας συμπεριφοράς με τους ιδιώτες πιστωτές. Τούτο δείχνει περαιτέρω ότι η BNFL δεν συμπεριφέρθηκε, κατά τη διαπραγμάτευση του σχεδίου αναδιάρθρωσης, διαφορετικά από τους ιδιώτες πιστωτές.

    (292)

    Η Επιτροπή θεωρεί ότι το ανωτέρω συμπέρασμα αποδεικνύει επαρκώς ότι η BNFL έδρασε σύμφωνα με την αρχή του πιστωτή στην ελεύθερη αγορά και ότι κατά συνέπεια το μέτρο Β δεν συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

    (293)

    Επιπλέον, η Επιτροπή θεωρεί ότι στην παρούσα υπόθεση δεν υπάρχει καμία ένδειξη σχετικά με τη δυνατότητα καταλογισμού της συμπεριφοράς της BNFL στο κράτος. Τον όρο της δυνατότητας καταλογισμού στο κράτος επικαλέσθηκε το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην απόφασή του στην υπόθεση Stardust (44). Όπως αποφάνθηκε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, δεν μπορεί αυτομάτως να υποτεθεί ότι ένα μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση επειδή χορηγήθηκε σε δημόσια επιχείρηση. Δεν αρκεί ότι ο οργανισμός που χορηγεί την ενίσχυση είναι μια δημόσια επιχείρηση σύμφωνα με την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 80/723/EΟΚ της Επιτροπής, της 25ης Ιουνίου 1980, περί της διαφάνειας των οικονομικών σχέσεων μεταξύ των κρατών μελών και των δημοσίων επιχειρήσεων (45). Το γεγονός ότι οι δημόσιες αρχές δύνανται να ασκήσουν άμεσα ή έμμεσα μια δεσπόζουσα επιρροή δεν αποδεικνύει ότι αυτές πραγματικά άσκησαν αυτή την επιρροή σε μια συγκεκριμένη υπόθεση. Όπως εξήγησε ο γενικός εισαγγελέας στις προτάσεις του σχετικά με την υπόθεση Stardust (46), ο καταλογισμός στο κράτος ενός μέτρου ενίσχυσης που ελήφθη από μια δημόσια επιχείρηση μπορεί να συνάγεται από μια δέσμη δεικτών, από τις περιστάσεις της υπόθεσης και από το πλαίσιο στο οποίο τα μέτρα αυτά ελήφθησαν. Ο γενικός εισαγγελέας χορηγεί κατάσταση γεγονότων και περιστάσεων που θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη κατά την γνώμη του, όπως η ένδειξη ότι το μέτρο ελήφθη κατ' εντολή του κράτους, το μέγεθος και η φύση του μέτρου, ο βαθμός ελέγχου που το κράτος ασκεί στην εν λόγω δημόσια επιχείρηση, και μια γενική πρακτική χρησιμοποίησης της εν λόγω επιχείρησης για σκοπούς διαφορετικούς από επιχειρηματικούς ή επιρροής των αποφάσεών της.

    (294)

    Με βάση την υποβολή των στοιχείων από τη βρετανική κυβέρνηση και τα τρίτα μέρη, η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσο το μέτρο Β (και το μέτρο Γ) θα μπορούσε να καταλογισθεί στο κράτος. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη της το γεγονός ότι η BNFL αποφάσισε, πολύ νωρίτερα από τη δημόσια ανακοίνωση των χρηματοοικονομικών δυσχερειών της ΒΕ και πολύ νωρίτερα από την ανακοίνωση εκ μέρους της βρετανικής κυβέρνησης του ρόλου της σε μια εν δυνάμει αναδιάρθρωση, πως ήταν προς το συμφέρον της να πραγματοποιήσει παραχωρήσεις για να εξασφαλισθεί η συνέχιση της φερεγγυότητας της ΒΕ. Από χρονολογική άποψη δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η επαναδιαπραγμάτευση πραγματοποιήθηκε κατόπιν παρότρυνσης του κράτους. Απεναντίας, το γεγονός ότι η BNFL στο τέλος δεν δέχθηκε να συμμετάσχει στο σχέδιο αναδιάρθρωσης πριν η βρετανική κυβέρνηση ανακοινώσει τη συμμετοχή της μπορεί να εκληφθεί ως απόδειξη ότι η BNFL δεν ήταν έτοιμη να διασώσει πάση θυσία την ΒΕ και προτιμούσε να περιμένει την κρατική παρέμβαση όπως έπραξαν άλλοι πιστωτές.

    (295)

    Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη της ότι σύμφωνα με τον βρετανικό νόμο αποτελεί διαχειριστική υποχρέωση των διευθυντών της BNFL να ενεργήσουν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο προς το συμφέρον της BNFL ώστε να μεγιστοποιήσουν την αξία και να ελαχιστοποιήσουν τη χρηματοπιστωτική έκθεση, με βάση τις πληροφορίες που διέθεταν κατά τη σχετική περίοδο. Τούτο τεκμηριώνεται από τα σχετικά αποσπάσματα των πρακτικών των συνεδριάσεων του διοικητικού συμβουλίου που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή.

    (296)

    Με βάση όλα τα ανωτέρω στοιχεία η Επιτροπή συμπεραίνει ότι το μέτρο Β δεν συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

    (297)

    Το μέτρο Γ συνίσταται σε συμφωνίες αναστολής πληρωμών όσον αφορά πληρωμές που οφείλονται στην BNFL και σε ορισμένους σημαντικούς οικονομικούς πιστωτές της ΒΕ, για την περίοδο που αρχίζει από τις 14 Φεβρουαρίου 2003 και τελειώνει το νωρίτερο στις 30 Σεπτεμβρίου 2004. Αντίθετα με άλλους συμμετέχοντες πιστωτές, η BNFL δεν θα εισπράξει τόκους κατά τη διάρκεια της περιόδου αναστολής πληρωμών.

    (298)

    Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι εκθέσεις των οικονομικών συμβούλων της BNFL, που συντάχθηκαν την περίοδο κατά την οποία η BNFL διαπραγματευόταν με την ΒΕ, συμπεραίνουν ότι στο μερίδιό της τής δέσμης αναδιάρθρωσης η BNFL δεν προέβη σε παραχωρήσεις μεγαλύτερες από τους άλλους πιστωτές, όπως φαίνεται από τη σύγκριση της εισφοράς των σημαντικών πιστωτών. Όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 290, η BNFL δεν διέθετε καμία εγγύηση επί των περιουσιακών στοιχείων της ΒΕ.

    (299)

    Επιπλέον, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι συναινώντας να μην απαιτηθεί η καταβολή τόκων ώστε να προστατευθεί η συμφωνηθείσα λύση αναδιάρθρωσης που διαφυλάσσει τη φερεγγυότητα της ΒΕ, η BNFL συμπεριφέρθηκε ως ιδιώτης επενδυτής που στοχεύει να διαφυλάξει την καλύτερη διαθέσιμη δυνατή εμπορική λύση. Η ανάλυση των οικονομικών και νομικών συμβούλων της BNFL δείχνει ότι η απαίτηση επαναδιαπραγμάτευσης των συνθηκών αναστολής πληρωμών θα είχε θέσει σε κίνδυνο το σύνολο των συμφωνιών με την ΒΕ και πάνω απ' όλα τη φερεγγυότητα της ΒΕ. Ο κίνδυνος θα μπορούσε να ήταν σημαντικός επειδή η απαίτηση καταβολής τόκων θα είχε οδηγήσει την ΒΕ σε αφερεγγυότητα, γεγονός που η BNFL θεωρούσε ως μη ευνοϊκό προς τα συμφέροντά της. Παραιτούμενη αυτών των τόκων η BNFL ενήργησε κατά τρόπο σύμφωνο με τη συμπεριφορά ενός ιδιώτη επενδυτή που επιθυμεί να εξασφαλίσει το υψηλότερο δυνατό εισόδημα.

    (300)

    Κλείνοντας, η Επιτροπή δεν ήταν σε θέση να καθορίσει εάν το μέρος του μέτρου Γ που αφορούσε την BNFL μπορούσε να καταλογιστεί στο κράτος για τους λόγους που εκτέθηκαν στην αξιολόγηση του μέτρου Β στις αιτιολογικές σκέψεις 256 έως 296.

    (301)

    Συνεπώς, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το μέτρο Γ δεν συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

    3.   Αξιολόγηση του συμβιβάσιμου σύμφωνα με τη συνθήκη ΕΚ

    (302)

    Το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ ορίζει τη γενική αρχή απαγόρευσης των κρατικών ενισχύσεων στην Κοινότητα.

    (303)

    Το άρθρο 87 παράγραφοι 2 και 3 της συνθήκης ΕΚ προβλέπει εξαιρέσεις στη γενική αρχή του μη συμβιβάσιμου που ορίζεται στο άρθρο 87 παράγραφος 1.

    (304)

    Οι εξαιρέσεις του άρθρου 87 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ δεν εφαρμόζονται στη συγκεκριμένη περίπτωση διότι τα μέτρα ενισχύσεων δεν έχουν κοινωνικό χαρακτήρα, δεν χορηγούνται σε ατομικούς καταναλωτές, δεν επανορθώνουν τις ζημίες που προκλήθηκαν από θεομηνίες ή άλλα έκτακτα γεγονότα και δεν χορηγούνται στην οικονομία ορισμένων περιοχών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας που εθίγησαν από τη διαίρεσή της.

    (305)

    Περαιτέρω εξαιρέσεις προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ. Οι εξαιρέσεις στα άρθρα 87 παράγραφος 3 στοιχεία α), β) και δ) δεν εφαρμόζονται στη συγκεκριμένη περίπτωση επειδή η ενίσχυση δεν προάγει την οικονομική ανάπτυξη περιοχών στις οποίες το βιοτικό επίπεδο είναι ασυνήθως χαμηλό ή στις οποίες επικρατεί σοβαρή υποαπασχόληση, ούτε προάγει την εκτέλεση σημαντικών σχεδίων κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ή την άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας κράτους μέλους και δεν προάγει τον πολιτισμό και τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς.

    (306)

    Συνεπώς, μπορεί να εφαρμοστεί μόνο η εξαίρεση του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ. Το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) προβλέπει την έγκριση της κρατικής ενίσχυσης που χορηγείται για να προάγει την ανάπτυξη ορισμένων οικονομικών τομέων, εφόσον αυτές οι ενισχύσεις δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον.

    (307)

    Στις κατευθυντήριες γραμμές η Επιτροπή επεξήγησε τις προϋποθέσεις για μια ευνοϊκή άσκηση των εξουσιών της αξιολόγησης στα πλαίσια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) σε περιπτώσεις όπως η παρούσα.

    (308)

    Στην απόφασή της για την κίνηση της διαδικασίας η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες σχετικά με τη συμβιβασιμότητα του σχεδίου αναδιάρθρωσης με τις κατευθυντήριες γραμμές. Στο τμήμα ΙΙ.3 ανωτέρω έγινε υπόμνηση αυτών των αμφιβολιών. Τα ακόλουθα τμήματα παρουσιάζουν την αξιολόγηση και τα τελικά συμπεράσματα της Επιτροπής για καθεμία απ' αυτές τις αμφιβολίες.

    α)   Σχετικά με την αποκατάσταση της βιωσιμότητας της ΒΕ

    (309)

    Η χορήγηση ενίσχυσης αναδιάρθρωσης απαιτεί ένα εφικτό, συγκροτημένο και διεξοδικό σχέδιο αναδιάρθρωσης που δύναται να αποκαταστήσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της επιχείρησης σε λογικό χρονικό διάστημα και με βάση ρεαλιστικές υποθέσεις. Σύμφωνα με το σημείο 32 των κατευθυντηρίων γραμμών, η βελτίωση της βιωσιμότητας πρέπει να προκύπτει κατά κύριο λόγο από τη λήψη εσωτερικών μέτρων που περιλαμβάνονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης και μπορεί να βασίζεται σε εξωγενείς παράγοντες τους οποίους η επιχείρηση δεν μπορεί να επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό, όπως διακυμάνσεις των τιμών ή της ζήτησης, αλλά μόνον εφόσον οι υποθέσεις, που διατυπώνονται για την αγορά, τυγχάνουν γενικής αποδοχής.

    (310)

    Το σημείο 33 των κατευθυντηρίων γραμμών απαιτεί από το κράτος μέλος να υποβάλει ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης που να περιγράφει τις περιστάσεις που προκάλεσαν τις δυσχέρειες της επιχείρησης και να λαμβάνει υπόψη προβλέψεις που αντικατοπτρίζουν μια αισιόδοξη, μια απαισιόδοξη και μια ενδιάμεση εκδοχή. Το σημείο 34 των κατευθυντηρίων γραμμών προσθέτει ότι το σχέδιο θα έπρεπε να προβλέπει μετατροπή της επιχείρησης που να της παρέχει τη δυνατότητα να καλύπτει, μετά την ολοκλήρωση της αναδιάρθρωσης, όλα της τα έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των αποσβέσεων και των χρηματοοικονομικών επιβαρύνσεων. Η προσδοκώμενη απόδοση των κεφαλαίων πρέπει να είναι τέτοια ώστε η αναδιαρθρωμένη επιχείρηση να μπορεί να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό στην αγορά με τις δικές της δυνάμεις.

    (311)

    Στην απόφασή της για κίνηση της διαδικασίας, η Επιτροπή ήγειρε αρκετές αμφιβολίες σχετικά με την αποκατάσταση της βιωσιμότητας της ΒΕ. Αυτές οι αμφιβολίες βασίζονταν σε δύο παρατηρήσεις. Πρώτον, το χρονικό διάστημα για ορισμένα τμήματα του μέτρου Α και του μέτρου Β φαινόταν μα μην προσδιορίζεται χρονικά, γεγονός που ήγειρε αμφιβολίες για το κατά πόσον το σχέδιο αναδιάρθρωσης θα επέτρεπε στην ΒΕ να καταστεί ικανή να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό με τις δικές της μόνο δυνάμεις μέσα σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα. Δεύτερον, φαινόταν ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης δεν περιελάμβανε αρκετά εσωτερικά μέτρα της ΒΕ.

    (312)

    Οι αμφιβολίες της Επιτροπής αφορούσαν ιδίως τα μέτρα Α και Β. Ενόψει της μακράς διάρκειας του μέτρου Α και της απροσδιόριστης λήξης του μέτρου Β, η Επιτροπή αναρωτήθηκε εάν η ενίσχυση στην αναδιάρθρωση υπέρ της ΒΕ δεν χορηγείτο υπό μορφή μιας συνεχιζόμενης επιδότησης η οποία θα ήταν ενάντια στις απαιτήσεις των κατευθυντηρίων γραμμών. Αυτή την ανησυχία συμμερίζονταν και τρίτα μέρη όπως η Drax.

    (313)

    Όσον αφορά το μέτρο Β, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν περιέχει στοιχεία κρατικής ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. Συνεπώς, το θέμα που αφορούσε τον αόριστο χρόνο του μέτρου Β δεν τίθεται πλέον.

    (314)

    Όσον αφορά το μέτρο Α, η Επιτροπή ήταν ανήσυχη για το γεγονός ότι οι δαπάνες σχετικά με τον παροπλισμό των πυρηνικών σταθμών θα μπορούσαν να προκύψουν μέχρι το 2086 και ότι η χρηματοδότηση των δαπανών σχετικά με τη διαχείριση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων PWR που είχαν φορτωθεί στον αντιδραστήρα Sizewell B της ΒΕ ήταν επίσης αορίστου χρόνου διαρκείας.

    (315)

    Όσον αφορά τις δαπάνες παροπλισμού, η Επιτροπή επισημαίνει ότι αυτές θα προκύψουν στο μέλλον αλλά αφορούν στην κατασκευή των πυρηνικών σταθμών που πραγματοποιήθηκε στο παρελθόν. Η Επιτροπή δέχεται το επιχείρημα του ΗΒ ότι δεν είναι δυνατόν να υπολογισθεί επακριβώς το ποσό που συνδέεται με τον παροπλισμό λόγω της απουσίας προηγουμένου στους σταθμούς AGR και του γεγονότος ότι θα πραγματοποιηθεί στο απώτερο μέλλον με πιθανή τεχνολογική εξέλιξη. Επιπλέον, το ΗΒ υποστηρίζει ότι οι δαπάνες παροπλισμού είναι ήδη ευρέως καθορισμένες και ότι οποιαδήποτε σημαντική αύξηση των ευθυνών που προέρχεται από μια προαιρετική αλλαγή των διαδικασιών λειτουργίας για οικονομικό όφελος της ΒΕ ή που προκύπτει από αθέτηση του ελαχίστου προτύπου απόδοσης θα πρέπει να πληρωθεί από την ΒΕ. Επιπλέον, είναι σημαντικό να αναφερθεί εκ νέου ότι η παρέμβαση του κράτους προβλέπεται σε περίπτωση ανεπαρκούς χρηματοδότησης μέσω του NLF.

    (316)

    Λαμβάνοντας υπόψη την ειδική φύση της πυρηνικής βιομηχανίας, η οποία δεν επιτρέπει την επεξεργασία ραδιενεργού υλικού πριν το ποσοστό ραδιενέργειάς του να έχει φθάσει σε ασφαλέστερα επίπεδα και την αναπόφευκτη χρονική περίοδο χρηματοδότησης των ευθυνών παροπλισμού, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι μέρος του μέτρου Α σχετικά με εκείνες τις ευθύνες δεν μπορεί να θεωρηθεί ως συνεχιζόμενη επιδότηση στην ΒΕ, αφού αυτές είναι ορισμένες και σχετίζονται με δαπάνες που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί. Μια πρόβλεψη γι' αυτές τις δαπάνες έχει ήδη πραγματοποιηθεί στον ισολογισμό της ΒΕ. Η Επιτροπή συμπεραίνει περαιτέρω ότι καθυστερημένη πληρωμή της ενίσχυσης που συνδέεται με αυτές τις δαπάνες δεν μπορεί να εκληφθεί ως αναβολή της αποκατάστασης της βιωσιμότητας στο μέλλον.

    (317)

    Όσον αφορά τη χρηματοδότηση από το κράτος της διαχείρισης των πυρηνικών καυσίμων PWR που είχαν φορτωθεί στο Sizewell B, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι η ΒΕ θα συνεισφέρει στο ΤΠΕ ποσό ύψους 150 GBP/kgU για πυρηνικά καύσιμα PWR που φορτώθηκαν στον αντιδραστήρα Sizewell B μετά την πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωσης.

    (318)

    Αυτή η τιμή είναι βεβαίως χαμηλότερη από τις συνολικές δαπάνες διαχείρισης των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων PWR συμπεριλαμβανομένης της τελικής διάθεσης. Πράγματι, αυτή η συνολική δαπάνη εκτιμήθηκε από την ίδια την ΒΕ στους λογαριασμούς της 2001/2002 σε 240 GBP/kgU. Το γεγονός ότι μόνο ένα μέρος αυτών των εξόδων καλύπτεται από τις πληρωμές της ΒΕ στο ΤΠΕ επιβεβαιώνει ότι η συμμετοχή του ΤΠΕ στη διαχείριση αυτών των πυρηνικών καυσίμων περιέχει στοιχεία κρατικής ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

    (319)

    Για να αποφασίσει κατά πόσο αυτή η ενίσχυση είναι αορίστου χρόνου, η Επιτροπή πρέπει να καθορίσει τον διαχωρισμό των συνολικών εξόδων σε αποφευκταία και αναπόφευκτα έξοδα.

    (320)

    Τα αναπόφευκτα έξοδα είναι μη ανακτήσιμα. Συνεπώς, είναι οικονομικώς λογικό για μια εταιρεία να λειτουργήσει όσο το δυνατόν περισσότερο για να καλύψει τα αποφευκταία έξοδά της, ούτως ώστε να μπορούν να πληρωθούν όσο το δυνατόν περισσότερες μη ανακτήσιμες δαπάνες. Κατά συνέπεια, η χορήγηση ενίσχυσης για αναπόφευκτα έξοδα σαφώς παρέχει πλεονέκτημα στη δικαιούχο επιχείρηση, αφού μετατοπίζει το νεκρό σημείο εκμετάλλευσης αυτής. Για τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν δυσχέρειες, τούτο έχει ως ακριβή στόχο να τις βοηθήσει να επιστρέψουν το συντομότερο δυνατό στη βιωσιμότητα. Όμως, αφού η επιχείρηση θα λειτουργούσε οπωσδήποτε αμέσως μόλις κάλυπτε τα αποφευκταία έξοδά της, η ενίσχυση για την κάλυψη αναπόφευκτων εξόδων δεν θα έχει ως αποτέλεσμα την τεχνητή παράταση της ζωής της επιχείρησης. Συνεπώς, αυτή η ενίσχυση δεν είναι αορίστου χρόνου.

    (321)

    Απεναντίας, η ενίσχυση που έχει ως στόχο να καλύψει τα αποφευκταία έξοδα, ιδίως τα μεταβλητά έξοδα, έχει ως στόχο να διατηρήσει τεχνητώς σε λειτουργία μια επιχείρηση η οποία διαφορετικά δεν θα είχε οικονομικούς λόγους να συνεχίσει τις δραστηριότητές της. Μια τέτοια ενίσχυση είναι αορίστου χρόνου επειδή διασφαλίζει τη βιωσιμότητα της επιχείρησης, μόνο εάν αυτή δεν είναι περιορισμένη χρονικά.

    (322)

    Οι βρετανικές αρχές έδειξαν ότι, έξοδα περίπου […] GBP/kgU πέραν των 240 GBP/kgU που αναφέρθηκαν στην αιτιολογική σκέψη 318, ήταν αποφευκταία. Τα υπόλοιπα έξοδα αναφέρονταν κυρίως στα αναπόφευκτα έξοδα που συνδέονται με την κατασκευή του τελικού χώρου εναπόθεσης, τόσο των παρελθόντων όσο και των μελλοντικών αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων PWR, ο οποίος θα κατασκευαστεί στην έδρα του Sizewell B. Αυτός ο χώρος εναπόθεσης είναι προγραμματισμένος να είναι διαθέσιμος προς το τέλος αυτού του αιώνα γεγονός που, ενόψει των αναλογιστικών αποτελεσμάτων, εξηγεί τη σχετικά χαμηλή αξία αυτών των εξόδων σε σύγκριση με τα έξοδα σε άλλες χώρες.

    (323)

    Τα στοιχεία που παρείχε η έκθεση Gordon MacKerron, τα οποία αναφέρονται στην υποσημείωση 38, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον σκοπό του διασταυρωμένου ελέγχου αυτής της εκτίμησης, αφού η έκθεση δεν δείχνει τον βαθμό στον οποίο τα στοιχεία περιλαμβάνουν αναπόφευκτα έξοδα.

    (324)

    Για να πραγματοποιήσει διασταυρωμένο έλεγχο της αξιολόγησης των βρετανικών αρχών, η Επιτροπή χρησιμοποίησε πληροφορίες σχετικά με το φινλανδικό πυρηνικό πρόγραμμα που ήταν διαθέσιμες στο κοινό, το οποίο είναι ένα από τα περισσότερο διαφανή πυρηνικά προγράμματα στον κόσμο. Τα απόβλητα που παράγονται από τους φινλανδικούς πυρηνικούς αντιδραστήρες, όπως και τα απόβλητα του Sizewell, δεν θα υποστούν επανεπεξεργασία πριν την τελική διάθεσή τους. Τα έξοδα διαχείρισης των φινλανδικών αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων εκτιμώνται από τη φινλανδική εταιρεία που είναι υπεύθυνη για τη διάθεση σε 325 ευρώ/kgU [217 GBP/kgU (47)], εκ των οποίων 217 ευρώ/kgU (145 GBP/kgU) αφορούν αποφευκταία έξοδα (48).

    (325)

    Η Επιτροπή σημειώνει ότι αυτά τα στοιχεία είναι παρόμοια με εκείνα που χορήγησαν οι βρετανικές αρχές. Η Επιτροπή θεωρεί ότι τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν την επισήμανση ότι τιμή 150 GBP/kgU είναι επαρκής για να καλύψει τα αποφευκταία έξοδα της διαχείρισης αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων, συν ένα μέρος των σχετικών αναπόφευκτων εξόδων.

    (326)

    Έχοντας υπόψη τα ανωτέρω, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης δεν προβλέπει συνεχιζόμενη επιδότηση στην ΒΕ και ότι η διάρκειά του είναι συμβατή με τις κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις ιδιαιτερότητες της πυρηνικής βιομηχανίας και τις υποχρεώσεις του ΗΒ στα πλαίσια της συνθήκης Ευρατόμ (49).

    (327)

    Η Επιτροπή σημειώνει ότι η βρετανική κυβέρνηση υπέβαλε ένα λεπτομερές σχέδιο που περιέχει μια έρευνα της αγοράς και υποθέσεις που αντικατοπτρίζουν την πιο αισιόδοξη, την πιο απαισιόδοξη και μια ενδιάμεση εκδοχή, όπως απαιτείται από το σημείο 33 των κατευθυντηρίων γραμμών. Επιπλέον, η βρετανική κυβέρνηση χορήγησε λεπτομερή ανάλυση των ταμειακών ροών ενημερωμένη τον Ιούλιο 2004.

    (328)

    Το σχέδιο περιγράφει λεπτομερώς την προέλευση των δυσχερειών της ΒΕ και τα μέτρα τα οποία ελήφθησαν ή θα ληφθούν για την αντιμετώπιση αυτών, όπως ήδη συνοψίστηκαν στο τμήμα ΙΙ.2.γ) της παρούσας απόφασης. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης προβλέπει την υλοποίηση μιας νέας εμπορικής στρατηγικής (μέτρο Ε) που επιδιώκει να αντιμετωπίσει την ακάλυπτη θέση της ΒΕ. Εξασφαλίζοντας περισσότερες μεσοπρόθεσμες πωλήσεις της παραγωγής της σε σταθερές τιμές η ΒΕ έχει ως στόχο να μειώσει την αστάθεια των ταμειακών εισροών της και να ενισχύσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά της. Επίσης, η ΒΕ θα μειώσει την έκθεσή της στους κινδύνους από τις χονδρικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στο ΗΒ, ενώ θα συνεχίσει να ακολουθεί μια αξιόπιστη πρόσβαση στην αγορά μέσω ενός συνδυασμού συμβατικών όρων, ευέλικτης παραγωγής χάρη στο Eggborough και αμέσων πωλήσεων στις επιχειρήσεις επικεντρωμένων στους καταναλωτές I&C. Τα μέτρα Α και Β έχουν ως στόχο να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα του υψηλού ποσοστού των μη αποφευκταίων εξόδων που αντιμετωπίζει η ΒΕ ως πυρηνικός φορέας, ελαφρύνοντας μερικώς την ΒΕ από τις ιστορικές πυρηνικές ευθύνες της, συμπεριλαμβανομένων των ιστορικών ευθυνών αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων και των εξόδων παροπλισμού και μειώνοντας τα έξοδά της για μελλοντικές αρχικές και τελικές συμβάσεις πυρηνικών καυσίμων με την BNFL. Επιπλέον, το σχέδιο προβλέπει την επαναδιαπραγμάτευση τριών συμφωνιών αγοράς εκτός χρηματιστηριακής τιμής και την πώληση των περιουσιακών στοιχείων της North American, ιδιοκτησίας της ΒΕ, τα οποία θα συνεισέφεραν στην επίλυση του προβλήματος της ΒΕ που συνδέεται με τα υψηλά βραχυπρόθεσμα μη αποφευκταία έξοδα υπό μορφή χρηματοπιστωτικών εξόδων. Όσον αφορά την τρίτη αιτία των δυσχερειών της ΒΕ, δηλαδή τις σημαντικές απρογραμμάτιστες διακοπές, η ΒΕ εκπόνησε ένα σχέδιο, το PIP, που προορίζεται να βελτιώσει την αξιοπιστία των πυρηνικών σταθμών της ΒΕ. Ιδίως, το PIP προβλέπει αυξημένη επένδυση σε κεφάλαια και προσωπικό για τη βελτίωση της ποιότητας της συντήρησης και της διαθεσιμότητας των σταθμών της. Ακόμη, ένα από τα ευάλωτα σημεία που ελήφθησαν υπόψη είναι η υπόθεση κατά την οποία η διαθεσιμότητα των σταθμών της ΒΕ δεν βελτιώνεται. Ακόμη και σ' αυτή την υπόθεση η ΒΕ θα μπορούσε να παράγει ρευστότητα.

    (329)

    Οι οικονομικές προβολές που υπέβαλε η βρετανική κυβέρνηση δείχνουν ότι η βιωσιμότητα θα μπορούσε να αποκατασταθεί εντός ενός λογικού χρονικού ορίου, αφού η ΒΕ από το 2004 θα παράγει ρευστότητα και από το 2005 θα έχει θετικές ετήσιες λειτουργικές ταμειακές εισροές.

    (330)

    Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης διορθώνει τα προβλήματα που αποτελούν την αιτία των δυσχερειών της ΒΕ και βασίζεται σε ρεαλιστικές υποθέσεις όπως απαιτείται από τις κατευθυντήριες γραμμές, ιδίως ενόψει της εξέλιξης των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας και της υλοποίησης του PIP.

    (331)

    Στην απόφασή της για την κίνηση της διαδικασίας, η Επιτροπή αμφέβαλε κατά πόσο η αποκατάσταση της βιωσιμότητας θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι προέρχεται κυρίως από εσωτερικά μέτρα. Ιδίως, η Επιτροπή διερωτάτο κατά πόσο οι οικονομίες που πραγματοποίησε η ΒΕ ακολουθώντας αυτά τα μέτρα οφείλονταν μόνο στις παραχωρήσεις εκ μέρους των πιστωτών και των προμηθευτών και όχι στην ορθολογική οργάνωση των δραστηριοτήτων της ΒΕ.

    (332)

    Η Drax σχολίασε αυτό το σημείο μετά από την κίνηση της διαδικασίας. Η ίδια είναι της γνώμης ότι η αναδιάρθρωση της ΒΕ δεν είναι μια πραγματική αναδιάρθρωση, αφού δεν προκύπτει από εσωτερικά μέτρα και εγγυάται στην ΒΕ ότι δεν θα αφεθεί ποτέ να πτωχεύσει. Ακόμη, προσθέτει ότι υπάρχει κάποια αβεβαιότητα σχετικά με τη συνεισφορά της ΒΕ στην αναδιάρθρωση και ότι το κλείσιμο ορισμένων πυρηνικών σταθμών θα ήταν μια καλύτερη εναλλακτική λύση. Η Greenpeace συμμερίζεται την τελευταία παρατήρηση. Το ΗΒ αμφισβητεί αυτή την άποψη και απάντησε ότι η δέσμη υπόκειται στην έγκριση εκ μέρους της κυβέρνησης των προοπτικών βιωσιμότητας της ΒΕ. Επίσης, η βρετανική κυβέρνηση τόνισε ότι οι κατευθυντήριες γραμμές απαιτούν την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ των κρατικών συνεισφορών, των ιδιωτικών συνεισφορών και της συνεισφοράς της ίδιας της επιχείρησης, αλλά δεν υπαγορεύουν ότι η επιχείρηση οφείλει να είναι σε θέση να λειτουργεί με τις δικές της δυνάμεις χωρίς την παρέμβαση του κράτους.

    (333)

    Η Επιτροπή δέχεται ότι η αναδιάρθρωση δεν πρέπει μόνο να βασίζεται σε εσωτερικά μέτρα, αλλά μπορεί επίσης να περιλαμβάνει μέτρα από το κράτος και από ιδιώτες, όπως πιστωτές και προμηθευτές. Η Επιτροπή σημειώνει ότι η ΒΕ έχει ήδη εφαρμόσει τα ακόλουθα μέτρα: εκχώρησε τα περιουσιακά της στοιχεία στη North American (μέτρο ΣΤ) και […]. Από εμπορική άποψη η Επιτροπή σημειώνει το γεγονός ότι σε συμφωνία με τη νέα εμπορική στρατηγική (μέτρο Ζ) η ΒΕ αύξησε τον αριθμό των μεσοπρόθεσμων σταθερών συμβάσεων για τη μείωση της ακάλυπτης θέσης της. Επιπλέον, η ΒΕ δεν είναι απελευθερωμένη από τις πυρηνικές ευθύνες της, αλλά θα συμβάλλει στη χρηματοδότηση του NLF.

    (334)

    Όπως εξηγείται κατωτέρω στο τμήμα VI.3.γ).v), η Επιτροπή λαμβάνει επίσης υπόψη της το γεγονός ότι το κλείσιμο ενός ή μερικών πυρηνικών σταθμών της ΒΕ δεν είναι μια εφικτή εναλλακτική λύση και ότι η εκχώρηση του Eggborough θα απειλούσε τις προοπτικές της ΒΕ για επιστροφή στη βιωσιμότητα και θα ήταν δυσανάλογη.

    (335)

    Λαμβάνοντας υπόψη τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί ή που θα ληφθούν από την ΒΕ και το γεγονός ότι τα προβλήματα από τα οποία προέρχονται οι δυσχέρειες της ΒΕ αντιμετωπίζονται από το σχέδιο αναδιάρθρωσης, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι πληρούται η απαίτηση του σημείου 32 των κατευθυντηρίων γραμμών.

    (336)

    Ορισμένα τρίτα μέρη αμφισβήτησαν ειδικότερα τις προοπτικές επιστροφής στη βιωσιμότητα του σταθμού Dungeness B, ο οποίος είναι ο παλαιότερος από τους πυρηνικούς σταθμούς της ΒΕ.

    (337)

    Η Powergen, το τρίτο μέρος που τεκμηρίωσε καλώς τον συλλογισμό του βάσισε την ανάλυσή της για την κατάσταση του Dungeness B σε μια επανεξέταση της δομής του κόστους του πυρηνικού εργοστασίου, όπως αρχικά είχε υποβληθεί από τις βρετανικές αρχές και περιλήφθηκε στην απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας.

    (338)

    Σύμφωνα με την Powergen, ο Dungeness B είναι ένας πάρα πολύ αναποτελεσματικός πυρηνικός σταθμός. Τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν ότι ο συντελεστής φορτίου του είναι μικρός και η Powergen τον εκτιμά στο 46 %. Με ένα τέτοιο συντελεστή φορτίου ο πυρηνικός σταθμός θα παρήγαγε περίπου 4,5 TWh ετησίως. Σύμφωνα με την Powergen, η παραγωγή αυτής της ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας θα κόστιζε περίπου 73,8 εκατ. GBP, λαμβάνοντας υπόψη μόνο τα αποφευκταία έξοδα. Η Powergen συμπεραίνει ότι τα αποφευκταία έξοδα του Dungeness B ανέρχονται σε περίπου 16,4 GBP/MWh ενώ η τιμή βασικού φορτίου ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αγορά ανέρχεται σε 16 GBP/MWh (50).

    (339)

    Οι αρχές του ΗΒ, στις παρατηρήσεις τους όσον αφορά την ανάλυση της Powergen, γνωστοποίησαν την άποψή τους σχετικά με την αντίθετη ανάλυση της Powergen όσον αφορά τη βιωσιμότητα του Dungeness B. Σύμφωνα με τις βρετανικές αρχές, η ανάλυση της Powergen περιέχει δύο λάθη. Πρώτον, η υπόθεση της Powergen για το συνολικό κόστος του σταθμού ήταν προς τα κάτω. Τα στοιχεία της ΒΕ υποδεικνύουν ότι το πραγματικό κόστος του Dungeness B είναι υψηλότερο από εκείνο που υπολόγισε η Powergen, ιδίως για έξοδα λειτουργίας και συντήρησης. Τούτο τείνει να αυξήσει το κόστος της Dungeness B ανά MWh.

    (340)

    Απεναντίας, οι βρετανικές αρχές θεωρούν ότι η αποδοτικότητα του Dungeness B βελτιώθηκε κατά πολύ τα τελευταία χρόνια. Οι βρετανικές αρχές υποστηρίζουν ότι, επειδή τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν βελτίωση, δεν θα έπρεπε για το μέλλον να υποτεθεί ότι Dungeness B θα έχει την απόδοση που είχε στα χειρότερα έτη, αλλά μάλλον ότι θα έχει την απόδοση που είχε κατά τα πιο πρόσφατα έτη. Τούτο θα ηύξανε τον συντελεστή φορτίου του πυρηνικού σταθμού σε 61 % και τείνει να μειώσει το κόστος του Dungeness B ανά MWh.

    (341)

    Λαμβάνοντας υπόψη και τα δύο σκεπτικά των αιτιολογικών σκέψεων 339 και 340, οι βρετανικές αρχές υπολογίζουν τα αποφευκταία έξοδα του Dungeness B σε περίπου […] GBP/MWh ενώ η τιμή βασικού φορτίου ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αγορά είναι […] GBP/MWh.

    (342)

    Η Επιτροπή εξέτασε τα αποφευκταία έξοδα του Dungeness B λαμβάνοντας υπόψη διάφορες υποθέσεις, ανάλογα με το ποιες εκτιμήσεις είναι σωστές για το συνολικό κόστος και για τον συντελεστή φόρου και κατέληξε στον ακόλουθο πίνακα:

    Πίνακας 8

    Αποφευκταία έξοδα του Dungeness B ανά MWh όταν η τιμή βασικού φορτίου ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αγορά είναι 16 GBP/MWh.

     

    Υπόθεση των βρετανικών αρχών για παραγωγή

    Υπόθεση της Powergen για παραγωγή

    Υπόθεση των βρετανικών αρχών για έξοδα

    […]

    […]

    Υπόθεση της Powergen για έξοδα.

    […]

    16,4 GBP/MWh

    (343)

    Λαμβάνοντας υπόψη τη διανομή του οφέλους, μεταξύ της ΒΕ και της BNFL, που προκύπτει από τις αυξήσεις της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας όταν η τιμή βασικού φορτίου ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αγορά διαφέρει από τις 16 GBP/MWh, η Επιτροπή υπολόγισε την ανωτέρω τιμή άσκησης για την ηλεκτρική ενέργεια με την οποία ο Dungeness B καλύπτει τα αποφευκταία έξοδα στις διάφορες υποθέσεις:

    Πίνακας 9

    Τιμή βασικού φορτίου ηλεκτρικής ενέργειας για την ανωτέρω χονδρική αγορά με την οποία ο Dungeness B καλύπτει τα αποφευκταία έξοδά του

     

    Υπόθεση των βρετανικών αρχών για παραγωγή

    Υπόθεση της Powergen για παραγωγή

    Υπόθεση των βρετανικών αρχών για έξοδα

    […]

    […]

    Υπόθεση της Powergen για έξοδα

    […]

    GBP 16,8/MWh

    (344)

    Λαμβανομένου υπόψη του πίνακα 9, φαίνεται ότι σε όλες τις υποθέσεις, εκτός από τις χειρότερες, ο Dungeness B είναι σε θέση να ανακτήσει τα αποφευκταία έξοδά του και κατά συνέπεια δεν είναι ζημιογόνος όταν η τιμή βασικού φορτίου ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αγορά είναι άνω περίπου των […] GBP/MWh. Αυτή η τιμή άσκησης αντιστοιχεί στις τιμές βασικού φορτίου ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αγορά που, όπως εμφανίστηκε στις αιτιολογικές σκέψεις από 282 έως 285, μερικές φορές ήταν πολύ ανώτερη των 20 GBP/MWh, και που πάντοτε σύμφωνα με τις προβλέψεις έπρεπε να κυμαίνεται μεταξύ 16 και 19 GBP/MWh ακόμη και στη βραχεία περίοδο κατά την οποία ο Dungeness B θα παραμείνει σε λειτουργία. Επιπλέον, η Επιτροπή σημειώνει ότι, με τις παρούσες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, ο Dungeness B είναι σε θέση να καλύπτει τα αποφευκταία έξοδά του ακόμα και στην πιο απαισιόδοξη υπόθεση.

    (345)

    Συνεπώς, η Επιτροπή θεωρεί ότι ο Dungeness B αποτελεί ένα βιώσιμο περιουσιακό στοιχείο.

    β)   Σχετικά με το ερώτημα κατά πόσο η ενίσχυση περιορίζεται στο ελάχιστο αναγκαίο

    (346)

    Στην απόφασή της για κίνηση της διαδικασίας η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες σχετικά με το κατά πόσο η ενίσχυση περιοριζόταν στο ελάχιστο αναγκαίο, επειδή η φύση κρατικής ενίσχυσης του μέτρου Β, Γ και Ζ δεν είχε καθοριστεί και επειδή το ακριβές ύψος της ενίσχυσης του μέτρου Α δεν είχε καθοριστεί επίσης.

    (347)

    Η Επιτροπή σημειώνει ότι η ίδια συμπέρανε στα τμήματα VI.2.α) και VI.2.β) ανωτέρω ότι τα μέτρα Β, Γ και Ζ δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. Συνεπώς, η δέσμη ενισχύσεων περιορίζεται μόνο στο μέτρο Α.

    (348)

    Το μέτρο Α περιλαμβάνει μια κρατική ενίσχυση που έχει ως στόχο να επωμισθεί τρεις κατηγορίες ευθυνών: τη διαχείριση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων του παρελθόντος, τη διαχείριση των μη συμβατικών ευθυνών και τον παροπλισμό των πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Την περίοδο της κίνησης της διαδικασίας, οι ευθύνες που συνδέονταν με καθεμία απ' αυτές τις τρεις κατηγορίες, κατά συνέπεια και η κρατική ενίσχυση σε σχέση μ' αυτές, ήταν μόνο κατ' εκτίμηση και όχι καθορισμένη.

    (349)

    Οι ευθύνες που συνδέονται με τη διαχείριση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος των συνολικών ευθυνών. Αυτές συνίστανται σε πληρωμή στην BNFL για τις υπηρεσίες διαχείρισης που αφορούν τη φόρτωση πυρηνικών καυσίμων στους αντιδραστήρες της ΒΕ πριν από την πραγματική ημερομηνία του σχεδίου αναδιάρθρωσης. Γι' αυτές τις υπηρεσίες έχουν ήδη συνομολογηθεί συμβάσεις και το ποσό που οφείλεται από την ΒΕ στην BNFL γι' αυτές είναι επακριβώς καθορισμένο για τις περισσότερες περιπτώσεις.

    (350)

    Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή θεωρεί ακόμη ότι θα έπρεπε να προσδιοριστεί ο βαθμός στον οποίο οι εν λόγω ευθύνες θα μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν από τη βρετανική κυβέρνηση. Συνεπώς, οι βρετανικές αρχές αποδέχθηκαν να μεταβάλουν την αρχική εκτίμηση τους γι' αυτές τις ευθύνες, δηλαδή 2 185 000 000 GBP (51) σε ένα ανώτατο ύψος για την ενίσχυση σχετικό με αυτές τις ευθύνες.

    (351)

    Αντιθέτως, οι ευθύνες που συνδέονται με τον παροπλισμό πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και σε μη συμβατικές ευθύνες είναι δύσκολο να καθοριστούν επακριβώς.

    (352)

    Ο παροπλισμός πυρηνικών σταθμών είναι μια άκρως εξειδικευμένη δραστηριότητα. Σε παγκόσμια κλίμακα η εμπειρία σχετικά με πλήρως περατωθείσες εργασίες σ' αυτό το πεδίο είναι πολύ μικρή (52). Οι ειδικοί αναφέρουν ότι το σχετικό κόστος μπορεί να ανέρχεται στο 15 % ή και περισσότερο των συνολικών επενδύσεων (53) ή στο 50 % του πυρηνικού μέρους της επένδυσης (54). Ακόμη και αν αυτές οι εκτιμήσεις αποδεικνύονταν τελείως συναφείς και ακριβείς, θα χρειαζόταν να υπολογισθεί το ακριβές αρχικό κόστος επένδυσης σε ένα σταθμό παραγωγής ώστε να εκτιμηθεί το κόστος παροπλισμού αυτού, γεγονός που θα μπορούσε να είναι ιδιαιτέρως δυσχερές για παλιούς σταθμούς παραγωγής όπως εκείνους της ΒΕ, για τους οποίους το ιστορικό κόστος είναι πολύ ασαφές.

    (353)

    Επιπλέον, πολλοί από τους σταθμούς της ΒΕ είναι σταθμοί AGR, οι οποίοι όχι μόνο είναι διαφορετικοί από τους σταθμούς που υπάρχουν σε άλλες χώρες, αλλά σε κάποιο βαθμό είναι διαφορετικοί και μεταξύ τους. Συνεπώς, δεν θα μπορούσε να βασιστεί κανείς στην εμπειρία που αποκτήθηκε είτε σε άλλες χώρες είτε στο ΗΒ για να βελτιώσει την ακρίβεια της εκτίμησης του κόστους παροπλισμού των αντιδραστήρων ΒΕ.

    (354)

    Ομοίως, οι μη συμβατικές ευθύνες είναι από τη φύση τους δύσκολο να καθοριστούν. Αυτές συνδέονται κυρίως με την τελική διάθεση των αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων. Ο τρόπος με τον οποίο τα πυρηνικά καύσιμα θα διατεθούν τελικώς στο ΗΒ παραμένει αβέβαιος, όπως έδειξε η εμπειρία του χώρου εναπόθεσης Nirex Intermediate Level Waste. Η εμπειρία σε άλλες χώρες έδειξε επίσης ότι το να βρεθούν χώροι για τη διάθεση ορισμένων τύπων αποβλήτων μπορεί να είναι τόσο τεχνικώς όσο και πολιτικώς δύσκολο. Είναι δύσκολο να καθοριστεί με επαρκή ακρίβεια το ύψος του κόστους μιας δραστηριότητας, για την οποία υπάρχουν τόσο λίγες διαθέσιμες πληροφορίες για τον τρόπο επίτευξής της. Πληροφορίες που έστειλαν οι βρετανικές αρχές δείχνουν επίσης ότι οι εκτιμήσεις για το κόστος αποθήκευσης, από θεσμικά όργανα άλλων κρατών μελών, μπορεί να κυμαίνονται αισθητά.

    (355)

    Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι η προσπάθεια καθορισμού του μέγιστου κόστους για τον παροπλισμό και τις μη συμβατικές ευθύνες θα ήταν δυνατή μόνο με μεγάλο περιθώριο λάθους και θα υπήρχε σοβαρός κίνδυνος υπερεκτίμησης της αξίας.

    (356)

    Αυτός είναι ο λόγος που, σ' αυτή την περίπτωση, η Επιτροπή θεωρεί ότι ο ορισμός ως ανώτατου ύψους της ενίσχυσης μιας πολύ αβέβαιης και πιθανώς υπερεκτιμημένης αξίας θα ήταν εναντίον της απαίτησης περιορισμού της ενίσχυσης στο ελάχιστο απαραίτητο, αφού τα περιθώρια αβεβαιότητας μπορούν, όταν δεν πραγματοποιούνται, να οδηγήσουν στη χορήγηση μη απαραίτητης ενίσχυσης.

    (357)

    Ένας καλύτερος τρόπος για να διασφαλισθεί η τήρηση της αρχής του ελάχιστου αναγκαίου θα ήταν να μην γίνει προσπάθεια να υπολογισθεί ένα ανώτατο όριο για την ενίσχυση, αλλά μάλλον να συσταθεί ένας μηχανισμός με στόχο να διασφαλισθεί ότι οι μελλοντικές δαπάνες θα περιοριστούν στο ελάχιστο.

    (358)

    Κατά συνέπεια, οι βρετανικές αρχές ανέλαβαν να συστήσουν σειρά μηχανισμών γι' αυτό τον σκοπό. Ιδίως:

    α)

    οι κατηγορίες ευθυνών το κόστος των οποίων μπορεί να αναληφθεί από το κράτος θα καθορίζονται ακριβώς·

    β)

    οι βρετανικές αρχές θα παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς αυτά τα έξοδα μέσω του οργανισμού πυρηνικού παροπλισμού (NDA)· αυτή η παρακολούθηση θα είναι τόσο εκ των προτέρων όσο και εκ των υστέρων·

    γ)

    θα προκηρύσσεται διαγωνισμός από τον NDA, για δραστηριότητες παροπλισμού, γεγονός που θα εξασφαλίζει ότι τα έξοδα θα παραμένουν στα επίπεδα της αγοράς·

    δ)

    οι ίδιες οι δραστηριότητες του NDA θα ελέγχονται στο τέλος από το βρετανικό Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας, καθώς και από τον εθνικό οργανισμό λογιστικού ελέγχου·

    ε)

    για την περαιτέρω ενίσχυση του ελέγχου της Επιτροπής επί των δαπανών, η αρχική συνολική εκτίμηση και των δύο ευθυνών [δηλαδή 1 629 000 000 GBP (55)] θα χρησιμοποιείται ως τιμή αναφοράς κατωφλίου. Σε περίπτωση που η συνολική δαπάνη που συνδέεται με τις δύο ευθύνες υπερβαίνει το εν λόγω όριο αναφοράς, η Επιτροπή θα λαμβάνει λεπτομερή έκθεση τόσο για τις πληρωμές που πραγματοποιήθηκαν για την κάλυψη αυτών των δαπανών όσο και για τα μέτρα που ελήφθησαν για την ελαχιστοποίηση αυτών των δαπανών. Η έκθεση αυτή θα βασίζεται σε μια ανάλυση που θα έχει πραγματοποιηθεί από ανεξάρτητους λογιστές.

    (359)

    Είναι πιθανόν μερικές πολύ περιορισμένες πληρωμές που οφείλει η ΒΕ στην BNFL στα πλαίσια των ευθυνών αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων να υπερβαίνουν το ποσό που είχε εκτιμηθεί αρχικά γι' αυτές. Συγκεκριμένα, είναι η περίπτωση όπου ορισμένα στοιχεία αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων δεν πληρούν τις προδιαγραφές και απαιτούν ειδική επεξεργασία. Πράγματι, σε μια τέτοια περίπτωση, οι υφιστάμενες συμβατικές συμφωνίες μεταξύ της ΒΕ και της BNFL επιτρέπουν την αύξηση της κανονικής τιμής για τη διαχείριση αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων. Εφόσον συμβεί αυτό, τα ποσά που πρέπει να καταβάλλει το κράτος για να απελευθερώσει την ΒΕ από αυτές τις επιπλέον ευθύνες σε σύγκριση με την αρχική εκτίμηση, πρέπει να υπολογίζονται στα πλαίσια του ορίου αναφοράς των 1 629 000 000 GBP που αναφέρθηκαν ανωτέρω, χωρίς τροποποίηση αυτού του ορίου αναφοράς.

    (360)

    Για τον σκοπό του υπολογισμού των ποσών που αναφέρθηκαν στις αιτιολογικές σκέψεις 350 και 358, η Επιτροπή θεωρεί ότι πρέπει να χρησιμοποιηθεί το κανονικό επιτόκιο αναφοράς της Επιτροπής. Ωστόσο, δεδομένης της μεγάλης διάρκειας της σχετικής περιόδου, το επιτόκιο αναφοράς θα πρέπει να προσαρμόζεται ανά πέντε έτη (56).

    (361)

    Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι το ανώτατο και το κατώτατο όριο αναφοράς που αναφέρθηκαν στις αιτιολογικές σκέψεις 350 και 358 εφαρμόζονται σε όλες τις δαπάνες που πραγματοποιούνται για την κάλυψη των ευθυνών, είτε αυτές χρηματοδοτούνται από το ΤΠΕ είτε από το κράτος. Αυτό σημαίνει ότι ο μηχανισμός του ανωτάτου και του κατωτάτου ορίου αναφοράς θα λαμβάνει αυτομάτως υπόψη τα διαθέσιμα κονδύλια του ταμείου.

    (362)

    Τέλος, η δέσμη αναδιάρθρωσης περιέχει επίσης μια απαλλαγή φόρου όσον αφορά την αύξηση της λογιστικής αξίας των πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της ΒΕ, που οφείλεται στο γεγονός ότι μέρος των ευθυνών που συνδέονται με αυτά θα πληρωθούν από τη βρετανική κυβέρνηση. Επειδή η ΒΕ συνήθιζε να καταχωρίζει στους λογαριασμούς της αυτές τις ευθύνες, η μερική και εν δυνάμει ελάφρυνσή τους από τη δέσμευση της βρετανικής κυβέρνησης, αυξάνει την αξία τους μέχρι και την ανώτατη τιμή για την οποία έχει δεσμευθεί η βρετανική κυβέρνηση.

    (363)

    Σύμφωνα με τους λογιστικούς και χρηματοοικονομικούς κανόνες του ΗΒ αυτή η αύξηση πρέπει να φορολογηθεί. Κατά συνέπεια, η φορολογική απαλλαγή που παραχωρήθηκε σχετικά εκ μέρους της κυβέρνησης, συνιστά πιθανό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για την ΒΕ κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. Ωστόσο, η πιθανή φορολόγηση θα μείωνε την ικανότητα της ΒΕ να χρηματοδοτήσει μόνη της τις ευθύνες, γεγονός που θα ηύξανε τις πραγματικές ευθύνες της βρετανικής κυβέρνησης. Συνεπώς, το σύνολο ή μέρος του στοιχείου κρατικής ενίσχυσης στη φορολογική απαλλαγή θα μπορούσε να αντισταθμισθεί από την αύξηση στην τελική χρηματοδότηση των ευθυνών που θα καλύπτεται από την κυβέρνηση. Το πραγματικό στοιχείο κρατικής ενίσχυσης στη φορολογική απαλλαγή ισούται μόνο με εκείνο το μέρος της απαλλαγής που δεν αντισταθμίζεται από την αύξηση των πληρωμών που πρέπει να πραγματοποιήσει η βρετανική κυβέρνηση για να τηρήσει την ανάληψη υποχρεώσεως για τις πυρηνικές ευθύνες.

    (364)

    Αυτή η αύξηση της αξίας των πυρηνικών σταθμών είναι τεχνητή, επειδή οι ευθύνες θα παραμείνουν έως ότου ζητηθεί από τη βρετανική κυβέρνηση η τήρηση της δέσμευσής της, στο βαθμό που είναι πραγματικά διαθέσιμη και θα πρέπει να καλυφθούν όσο το δυνατό περισσότερο από το NLF, ταμείο στο οποίο συνεισφέρει η ΒΕ. Επιπλέον, σε περίπτωση που η κυβέρνηση είχε πληρώσει για την ανεπάρκεια στη χρηματοδότηση της ευθύνης με άλλο τρόπο ή σε άλλο χρονικό διάστημα, για παράδειγμα μέσω ad hoc επιδοτήσεων που καταβλήθηκαν την περίοδο κατά την οποία οι ευθύνες παρουσιάστηκαν πραγματικά, ενδέχεται να μην είχε χρειαστεί καμία φοροαπαλλαγή.

    (365)

    Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι το στοιχείο κρατικής ενίσχυσης στη φοροαπαλλαγή δεν υπερβαίνει το αναγκαίο ώστε η ενίσχυση να επιτύχει τον στόχο της αναδιάρθρωσης.

    (366)

    Τέλος, η Επιτροπή σημειώνει ότι οποιαδήποτε αύξηση στα κέρδη της ΒΕ, όπως στην περίπτωση αύξησης των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας, θα προορίζεται ευρέως για τη χρηματοδότηση της συνεισφοράς της ΒΕ στο NLF. Τέτοια αύξηση στη συνεισφορά της ΒΕ θα συνεπάγεται αυτομάτως μείωση του ποσού της ενίσχυσης.

    (367)

    Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι μηχανισμοί που περιγράφηκαν ανωτέρω θα εξασφαλίσουν από κοινού ότι η κρατική ενίσχυση που περιέχεται στο μέτρο Α θα μειωθεί στο ελάχιστο αναγκαίο.

    γ)   Σχετικά με την αποφυγή αδικαιολόγητης νόθευσης του ανταγωνισμού

    (368)

    Το σημείο 35 των κατευθυντηρίων γραμμών προβλέπει ότι «Θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για τον περιορισμό, στο μέτρο του δυνατού, των δυσμενών συνεπειών που θα έχει η ενίσχυση για τους ανταγωνιστές».

    (369)

    Εκτός από ειδικές περιπτώσεις, στις οποίες το μέγεθος της σχετικής αγοράς είναι αμελητέο σε κοινοτικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΟΧ ή το μερίδιο της επιχείρησης στη σχετική αγορά είναι αμελητέο, τέτοια μέτρα πρέπει να εφαρμοστούν για να καταστεί το στοιχείο ενίσχυσης του σχεδίου αναδιάρθρωσης συμβατό με την κοινή αγορά. Τα μέτρα αυτά πρέπει να λάβουν τη μορφή περιορισμού της παρουσίας της επιχείρησης στην αγορά και να είναι αναλογικά με το στρεβλωτικό αποτέλεσμα της ενίσχυσης. Μπορεί να ληφθεί υπόψη μια χαλάρωση της ανάγκης αυτών των μέτρων εκεί όπου αυτά θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια εμφανή επιδείνωση της δομής της αγοράς.

    (370)

    Εκεί όπου τα αντισταθμιστικά μέτρα είναι αναγκαία, η μορφή και ο βαθμός τους εξαρτώνται από την κατάσταση της παραγωγικής ικανότητας της αγοράς. Εκεί όπου υπάρχει υπερβολική διαρθρωτική παραγωγική ικανότητα στην αγορά πρέπει να ληφθούν αντισταθμιστικά μέτρα υπό μορφή οριστικής μείωσης της παραγωγικής ικανότητας. Εκεί όπου δεν υπάρχει υπερβολική διαρθρωτική παραγωγική ικανότητα, μπορεί να εξακολουθήσουν να απαιτούνται αντισταθμιστικά μέτρα, όμως αυτά μπορούν να λάβουν μορφές διαφορετικές από την οριστική μείωση της παραγωγικής ικανότητας.

    i)   Η σχετική αγορά

    (371)

    Η υποσημείωση 20 των κατευθυντηρίων γραμμών αναφέρει ότι η σχετική γεωγραφική αγορά περιλαμβάνει συνήθως τον ΕΟΧ ή, εναλλακτικώς, οποιοδήποτε σημαντικό τμήμα αυτού εάν οι συνθήκες ανταγωνισμού σ' αυτό το τμήμα διακρίνονται ικανοποιητικά από εκείνες άλλων τμημάτων του ΕΟΧ.

    (372)

    Η ηλεκτρική ενέργεια αποτελεί αντικείμενο συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών από μακρού και ιδίως αφότου τέθηκε σε ισχύ η οδηγία 96/92/EΚ.

    (373)

    Ωστόσο, η εμπορία ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ κρατών μελών περιορίζεται από φυσικά εμπόδια που οφείλονται στις ελλείψεις της ικανότητας διασύνδεσης. Αυτά τα εμπόδια είναι μεγαλύτερα εκεί όπου τα γεωγραφικά χαρακτηριστικά περιορίζουν περαιτέρω τις ευκαιρίες για την ανάπτυξη νέων διασυνδέσεων.

    (374)

    Στα πλαίσια της πολιτικής των πανευρωπαϊκών δικτύων η Επιτροπή συνέταξε πίνακα τέτοιων δυσχερών καταστάσεων στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Το παράρτημα 1 της απόφασης αριθ. 1229/2003/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, για καθορισμό συνόλου προσανατολισμών σχετικά με τα διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα της ενέργειας και για την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1254/96/ΕΚ (57) δείχνει ότι το ΗΒ είναι μία από εκείνες τις γεωγραφικές περιφέρειες οι οποίες είναι ανεπαρκώς συνδεδεμένες με το υπόλοιπο δίκτυο ώστε η ενιαία αγορά να δύναται να λειτουργεί ως μια αδιάσπαστη ενότητα.

    (375)

    Η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας του ΗΒ, πέραν της απομόνωσής της από το υπόλοιπο κοινοτικό δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, χαρακτηρίζεται από το πολύ ιδιάζον σύστημά της εμπορίας. Αυτό το ιδιάζον εμπορικό σύστημα, γνωστό ως New Electricity Trading Arrangements («NETA») (Νέες συμφωνίες εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας), βασίζεται κυρίως σε διμερείς συμβάσεις μεταξύ παραγωγών, προμηθευτών και πελατών, σε αντίθεση με τις περισσότερο κλασσικές κοινοπρακτικές αγορές. Οι συνθήκες ανταγωνισμού στο NETA είναι πολύ διαφορετικές από εκείνες μιας κοινοπρακτικής αγοράς, όπως επισημαίνεται από το γεγονός ότι η μετάβαση στο ΗΒ από μια κοινοπρακτική δομή στο NETA το 2001 είχε ως κατάληξη μεγάλη πτώση των χονδρικών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας.

    (376)

    Σήμερα, το NETA καλύπτει μόνο την Αγγλία και την Ουαλία. Ωστόσο, η αγορά της Σκωτίας είναι στενά συνδεδεμένη με το NETA μέσω της τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας στη Σκωτία με τιμές που διαπιστώνονται στην Αγγλία και την Ουαλία. Επιπλέον, το ΝΕΤΑ είναι προγραμματισμένο να επεκταθεί σύντομα και στη Σκωτία. Η βρετανική αγορά που θα προκύψει προβλέπεται να αρχίσει τη λειτουργία της το 2005. Πρέπει να σημειωθεί ωστόσο ότι η Σκωτία αντιπροσωπεύει μόνο ένα μικρό μέρος αυτής της αγοράς, αφού η εγκατεστημένη παραγωγική ικανότητα στη Σκωτία μόλις υπερβαίνει το 10 % της εγκατεστημένης παραγωγικής ικανότητας στην Αγγλία και την Ουαλία.

    (377)

    Η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στη Βόρεια Ιρλανδία δεν θα ενωθεί με την αγορά της Μεγάλης Βρετανίας στο άμεσο μέλλον. Πράγματι, η ηλεκτρική σύνδεση μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας είναι προς το παρόν αδύνατη (η ονομαστική της ισχύς είναι 0,5 GW, που αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 1 % της καταγεγραμμένης εγκατεστημένης παραγωγικής ικανότητας στη Μεγάλη Βρετανία). Κατά συνέπεια, οι ανταγωνιστικές συνθήκες στη Βόρεια Ιρλανδία θα παραμείνουν πολύ διαφορετικές από εκείνες της Μεγάλης Βρετανίας.

    (378)

    Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω και επειδή η ΒΕ λειτουργεί μόνο στη Μεγάλη Βρετανία, η Επιτροπή θεωρεί ότι η σχετική γεωγραφική αγορά για το σκοπό της παρούσας απόφασης είναι η Μεγάλη Βρετανία (58).

    (379)

    Σύμφωνα με τα στοιχεία που υποβλήθηκαν από τις βρετανικές αρχές, η συνολική εγκατεστημένη παραγωγική ικανότητα στα 15 κράτη που είχαν καθεστώς κράτους μέλους κατά το χρονικό διάστημα που κοινοποιήθηκε το σχέδιο αναδιάρθρωσης ανερχόταν σε 565 GW. Η συνολική καταγεγραμμένη εγκατεστημένη παραγωγική ικανότητα στη Μεγάλη Βρετανία ανέρχεται στο 10 % περίπου αυτής της παραγωγικής ικανότητας. Επιπλέον, η αγορά του ΗΒ, στην οποία η αγορά της Μεγάλης Βρετανίας αντιπροσωπεύει περίπου το 95 %, είναι μία από τις μεγαλύτερες του ΕΟΧ, και είναι μικρότερη μόνο από τις αγορές της Γερμανίας και της Γαλλίας. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αυτή η αγορά είναι αμελητέα σε κοινοτικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΟΧ.

    (380)

    Η παραγωγική ικανότητα της ΒΕ αντιπροσωπεύει περίπου το 14 % της καταγεγραμμένης παραγωγικής ικανότητας στην Αγγλία και την Ουαλία και περίπου το 24 % στη Σκωτία. Συνεπώς, η ΒΕ δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι κατέχει ένα αμελητέο μερίδιο στη σχετική αγορά.

    (381)

    Κλείνοντας, υπάρχουν πολλοί άλλοι παραγωγοί στη σχετική αγορά πέραν της ΒΕ: η BNFL, η EDF-Energy, η Innogy, η Scottish and Southern Electricity, η Scottish Power και η Powergen για να αναφερθούν μόνο οι μεγαλύτεροι. Εάν εξαφανιστεί η ΒΕ, η σχετική αγορά δεν θα καταστεί ούτε μονοπώλιο ούτε ολιγοπώλιο υπό τη στενή έννοια.

    (382)

    Τα ανωτέρω στοιχεία επιβεβαιώνουν την αρχική ανάλυση της αγοράς που διεξήγαγε η Επιτροπή, όπως περιγράφηκε στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας. Η Επιτροπή σημειώνει ότι κανένα από τα τρίτα μέρη που υπέβαλαν παρατηρήσεις δεν έθεσε υπό αμφισβήτηση αυτά τα προκαταρκτικά αποτελέσματα.

    ii)   Κατάσταση της παραγωγικής ικανότητας στην αγορά

    (383)

    Στην απόφασή της για την κίνηση της διαδικασίας, η Επιτροπή κατέστησε σαφές ότι η αξιολόγηση της κατάστασης της παραγωγικής ικανότητας σε μια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας θα έπρεπε να λάβει υπόψη τις φυσικές ιδιαιτερότητες της ηλεκτρικής ενέργειας και τις πιθανές τεράστιες διαταραχές που η διακοπή ηλεκτρικής ενέργειας θα μπορούσε να προξενήσει τόσο στην οικονομία όσο και στην καθημερινή ζωή των πολιτών. Η αξιολόγηση της ύπαρξης υπερβολικής διαρθρωτικής παραγωγικής ικανότητας θα έπρεπε κατά συνέπεια να περιλαμβάνει ένα επαρκές περιθώριο παραγωγικής ικανότητας το οποίο θα επέτρεπε την ικανοποίηση μίας λογικής ζήτησης αιχμής.

    (384)

    Η Επιτροπή επισήμανε ότι το περιθώριο παραγωγικής ικανότητας που υπήρχε στη σχετική αγορά δεν ήταν ιδιαιτέρως υψηλό σε σύγκριση με τα διεθνή επίπεδα και με το παρελθόν. Ωστόσο, αυτή επισήμανε ότι θα μπορούσε να υπάρχει δυνατότητα για μικρή μείωση αυτού του περιθωρίου παραγωγικής ικανότητας σε σύγκριση με ορισμένα άλλα κράτη μέλη ή με τις τιμές στο ΗΒ το 1995/1996.

    (385)

    Όσον αφορά την ύπαρξη υπερβολικής διαρθρωτικής παραγωγικής ικανότητας, οι παρατηρήσεις των τρίτων μελών επικεντρώθηκαν στην εξέλιξη των τιμών και στην αξιολόγηση του υπάρχοντος περιθωρίου παραγωγικής ικανότητας στη Μεγάλη Βρετανία.

    (386)

    Ορισμένα τρίτα μέρη ανέφεραν ότι υπήρχε σχέση μεταξύ της εξέλιξης των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας και της ύπαρξης υπερβολικής διαρθρωτικής παραγωγικής ικανότητας στην αγορά. Αυτά τα τρίτα μέρη θεωρούν ότι σε μια τέτοια ανταγωνιστική αγορά όπως το ΝΕΤΑ, η τιμή παίζει τον ρόλο της ένδειξης για ανάγκη νέας παραγωγικής ικανότητας. Εκεί όπου θα χρειαστεί νέα παραγωγική ικανότητα σε μια συγκεκριμένη περίοδο στο μέλλον, η προβλεπόμενη ανεπάρκεια σε παραγωγική ικανότητα σε εκείνη την περίοδο θα πυροδοτούσε αύξηση των αντίστοιχων προθεσμιακών τιμών. Οι τιμές θα μπορούσαν να φθάσουν σε ένα επίπεδο που θα επέτρεπε την ανάκτηση των εξόδων κατασκευής του νέου σταθμού, γεγονός που θα αποτελούσε κίνητρο για είσοδο νέων παραγωγών στην αγορά.

    (387)

    Σήμερα, σύμφωνα με αυτά τα τρίτα μέρη, παρόλο που οι τιμές έχουν αυξηθεί στο πρόσφατο παρελθόν, δεν έχουν φθάσει σε ένα επίπεδο που θα ευνοούσε νέα είσοδο στην αγορά. Αυτό αποδεικνύει ότι μάλλον υπάρχει υπερβολική παραγωγική ικανότητα στην αγορά.

    (388)

    Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι υπάρχει σχέση μεταξύ των τιμών σε μια αγορά και της κατάστασης της παραγωγικής ικανότητας στην ίδια αγορά. Ωστόσο, αυτή θεωρεί ότι οι αγορές ηλεκτρικής ενέργειας όπως το ΝΕΤΑ είναι πολύ σύνθετες για να επιτρέψουν την εξαγωγή οριστικού συμπεράσματος σε ό,τι αφορά την ύπαρξη υπερβολικής διαρθρωτικής παραγωγικής ικανότητας στην αγορά με βάση μόνο τις παρατηρήσεις επί των τιμών.

    (389)

    Πρώτον, αντίθετα με τις αγορές που είναι δομημένες γύρω από μία κοινοπραξία, δεν υπάρχει παρόμοια κατάσταση σε μια τιμή αντιστάθμισης στα πλαίσια του NETA. Το NETA βασίζεται σε διμερείς συμβάσεις, οι οποίες μπορούν να λάβουν διάφορες μορφές και δεν παρέχουν πάντοτε πολύ διαφανείς μηχανισμούς αναφοράς τιμών. Οι ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας όπως UKPX είναι περισσότερο διαφανείς, αλλά δεν αντιπροσωπεύουν ικανό μερίδιο της αγοράς που θα έδινε τη δυνατότητα να εξαχθούν σημαντικά συμπεράσματα. Επιπλέον, αυτά επικεντρώνονται στη βραχυπρόθεσμη περίοδο και είναι συνεπώς περιορισμένης χρησιμότητας για εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με τις μελλοντικές τάσεις. Συνεπώς, πρέπει να δοθεί βάση στους δείκτες τιμών που αναφέρονται από ανεξάρτητες πηγές όπως η Heren ή η Argus. Αυτοί οι δείκτες τιμών έχουν τα όριά τους, αφού αναφέρονται μόνο στη χονδρική αγορά, η οποία συνιστά περίπου τα δύο τρίτα της συνολικής ανταλλαγείσας ηλεκτρικής ενέργειας και κατά συνέπεια δεν είναι σε θέση να προβλέψουν μη ακραίες ελλείψεις στην προβλεπόμενη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

    (390)

    Δεύτερον, ο συλλογισμός στην αιτιολογική σκέψη 389 βασίζεται στην υπόθεση ότι οι προθεσμιακές τιμές αντικατοπτρίζουν αξιόπιστα την κατάσταση της αγοράς στο μέλλον. Η Επιτροπή θεωρεί ότι πιθανόν να μην είναι πάντοτε έτσι. Πράγματι, αυτές οι τιμές αντικατοπτρίζουν μια περισσότερο σύνθετη κατάσταση, βασισμένη μάλλον σε ό,τι ο αγοραστής και ο πωλητής πιστεύουν ότι θα είναι η θέση τους στο μέλλον. Τούτο σημαίνει ότι αυτές οι τιμές βασίζονται σε προσδοκίες όσον αφορά τη μελλοντική αγορά οι οποίες μπορούν να απέχουν από την πραγματικότητα, αφού τόσο η ζήτηση όσο και η προσφορά υπόκεινται σε πολλές διακυμάνσεις στην αγορά. Με άλλα λόγια, οι προθεσμιακές τιμές δεν αντικατοπτρίζουν πραγματικά την ισορροπία μεταξύ ζήτησης και προσφοράς στο μέλλον, αλλά μάλλον εκείνο που οι τωρινοί φορείς πιστεύουν ότι θα είναι η ισορροπία. Εξαιρουμένης της διακύμανσης της τιμής των πυρηνικών καυσίμων, αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους οι προθεσμιακές τιμές μπορούν να διακυμανθούν, έντονα στον χρόνο, ακόμα και σε μια καθορισμένη μελλοντική περίοδο.

    (391)

    Τρίτον, ακόμη και αν γίνει αποδεκτό ότι οι αναφερόμενες τιμές είναι πλήρως συνεπείς και αντικατοπτρίζουν πιστά την προσφορά και τη ζήτηση, υπάρχει μια λογική διαφορά μεταξύ του συμπεράσματος ότι οι τιμές δεν επιτρέπουν την πλήρη εξόφληση των εξόδων των νεοεισερχομένων και του συμπεράσματος ότι υπάρχει υπερβολική παραγωγική ικανότητα στην αγορά και ακόμη περισσότερο του συμπεράσματος ότι υπάρχει υπερβολική διαρθρωτική παραγωγική ικανότητα στην αγορά.

    (392)

    Δεδομένων των ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι η παρατήρηση των τιμών από μόνη της δεν αποτελεί ικανώς αξιόπιστο δείκτη για να κριθεί κατά πόσο μια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας όπως το NETA είναι παρουσιάζει μια κατάσταση υπερβολικής διαρθρωτικής παραγωγικής ικανότητας.

    (393)

    Ωστόσο, η Επιτροπή επισημαίνει ότι από τον καιρό που η ΒΕ αντιμετώπισε δυσχέρειες, οι προθεσμιακές χειμερινές τιμές αυξήθηκαν πάρα πολύ. Ορισμένες εταιρείες τιμοληψιών ανέφεραν αξίες άνω των 20 GBP/MWh για χειμερινές τιμές βασικού φορτίου στα αμέσως επόμενα έτη, ακόμα και τιμές έως 27 GBP/MWh (59). Η ανοδική τάση φαίνεται να είναι συνεχής και διαρκής. Οι εκτιμήσεις για τις δαπάνες νεοεισερχόμενων κυμαίνονται μεταξύ 20 GBP/MWh και 25 GBP/MWh (60).

    (394)

    Η Επιτροπή πιστεύει ότι η ύπαρξη υπερβολικής παραγωγικής ικανότητας είναι ευκολότερο να αξιολογηθεί αναλύοντας τα πραγματικά φυσικά στοιχεία εγκατεστημένης παραγωγικής ικανότητας και ζήτησης αιχμής. Το περιθώριο κατά το οποίο η εγκατεστημένη παραγωγική ικανότητα υπερβαίνει την αιχμή της μέσης ζήτησης κατά την περίοδο ψύχους (61) είναι γνωστό ως περιθώριο της παραγωγικής ικανότητας του συστήματος. Σ' αυτό το πλαίσιο, η αξιολόγηση του κατά πόσο η αγορά βρίσκεται σε υπερβολική διαρθρωτική παραγωγική ικανότητα σημαίνει την αξιολόγηση του κατά πόσο το παρόν και προβλεπόμενο περιθώριο παραγωγικής ικανότητας είναι κατάλληλο.

    (395)

    Είναι εμφανές ότι ο καθορισμός ενός οριστικού ποσοτικού κανόνα για κατάλληλο περιθώριο παραγωγικής ικανότητας αποτελεί πολύ δύσκολο καθήκον. Ο κανόνας θα πρέπει να εξαρτάται από τον αριθμό των παραμέτρων που μεταβάλλονται από το ένα δίκτυο στο άλλο. Θα εξαρτάται επίσης πάρα πολύ από τον βαθμό βεβαιότητας προμήθειας που θα έχει επιτευχθεί, ο οποίος με τη σειρά του θα είναι συνδεδεμένος με λιγότερο αντικειμενικές έννοιες, όπως η ψυχολογική επίπτωση μιας δεδομένης περιόδου χωρίς ηλεκτρική ενέργεια σε μια συγκεκριμένη περιφέρεια.

    (396)

    Επιπλέον, ακόμη και αν όλες οι φυσικές και ψυχολογικές παράμετροι ήταν υπό έλεγχο, το αναγκαίο περιθώριο παραγωγικής ικανότητας θα εξαρτιόταν επίσης πάρα πολύ από τη δομή της αγοράς. Μερικοί ειδικοί πιστεύουν ότι περισσότερο απελευθερωμένες αγορές χρειάζονται μικρότερο περιθώριο παραγωγικής ικανότητας απ' ό,τι κεντρικές αγορές ρυθμισμένες σε μεγάλο βαθμό, παρόλο που οι περισσότεροι συμφωνούν ότι η ποσοτική εκτίμηση αυτού του αποτελέσματος δεν είναι δυνατή προς το παρόν λόγω της έλλειψης ιστορικών στοιχείων.

    (397)

    Επίσης, οι παρατηρήσεις των τρίτων μερών παρέχουν διαφορετικές απόψεις για το περιθώριο παραγωγικής ικανότητας που θα ήταν κατάλληλο για τη Μεγάλη Βρετανία. Οι περισσότερες από τις παρατηρήσεις που ασχολούνται μ' αυτό το ζήτημα αναφέρουν στοιχεία από τις εκθέσεις επτά ετών του φορέα του δικτύου (NGTransco) για την Αγγλία και την Ουαλία. Σ' αυτές τις εκθέσεις ο NGTransco δηλώνει ότι θεωρεί πως το περιθώριο του 20 % της παραγωγικής ικανότητας θα έπρεπε να αποτελεί το ονομαστικό όριο αναφοράς για τους σκοπούς του προγραμματισμού. Ωστόσο, αναφέρει ότι ένα μικρότερο περιθώριο παραγωγικής ικανότητας θα ήταν δυνατό για τη διαχείριση σε πραγματικό χρόνο του συστήματος και αναφέρεται σε ένα πιθανό επίπεδο 10 % για μια τέτοια χρήση.

    (398)

    Η Drax και η Greenpeace υπέδειξαν ότι το επίπεδο του 10 % θα έπρεπε να αποτελεί την αρμόζουσα αναφορά για ένα κατάλληλο περιθώριο παραγωγικής ικανότητας για τον στόχο της αξιολόγησης της ύπαρξης υπερβολικής διαρθρωτικής παραγωγικής ικανότητας. Άλλες οργανώσεις, συμπεριλαμβανομένων και ινστιτούτων από τα οποία η Greenpeace ζήτησε να της υποβάλουν εκθέσεις γι' αυτό το αντικείμενο (62), προτίμησαν να διατηρηθεί η αναφορά στο 20 %.

    (399)

    Στις παρατηρήσεις του, ο NGTransco κατέστησε σαφές ποιο από τα δύο στοιχεία θεώρησε ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί για τους σκοπούς της αξιολόγησης της ύπαρξης υπερβολικής διαρθρωτικής παραγωγικής ικανότητας, δηλώνοντας «Στο ρόλο μας ως διαχειριστού συστήματος για την Αγγλία και την Ουαλία, θα θεωρούσαμε ότι οποιοδήποτε περιθώριο πυρηνικού σταθμού κάτω του επιπέδου του 20 % δεν μπορεί να αντιπροσωπεύει υπερβολική παραγωγική ικανότητα στην αγορά της Αγγλίας και της Ουαλίας».

    (400)

    Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι το επίπεδο του 20 % είναι ένα κατάλληλο όριο αναφοράς για την αξιολόγηση της κατάστασης της παραγωγικής ικανότητας στην αγορά της Αγγλίας και της Ουαλίας. Παρόλο που η αγορά της Σκωτίας σύντομα θα ενωθεί με την αγορά της Αγγλίας και της Ουαλίας, είναι ακόμη από φυσική άποψη πολύ απομονωμένη από αυτές. Η διασύνδεση 2 200 MW μεταξύ των δύο περιφερειών είναι πολύ μικρή για να επιτρέψει μια εντελώς ευέλικτη χρήση για την εξισορρόπηση της έλλειψης ή του πλεονάσματος ενέργειας κάθε περιφέρειας. Στην πραγματικότητα, αυτή χρησιμοποιείται σχεδόν πάντοτε για εξαγωγή ενέργειας από τη Σκωτία στην Αγγλία και την Ουαλία. Λόγω αυτού του μεγάλου περιορισμού, η Επιτροπή θεωρεί ότι το όριο αναφοράς του 20 % θα έπρεπε να αυξηθεί κατά την εξέταση των συνολικών στοιχείων της Μεγάλης Βρετανίας.

    (401)

    Η αγορά της Αγγλίας και της Ουαλίας αποτελεί με πολύ μεγάλη διαφορά το μεγαλύτερο γεωγραφικό τμήμα της αγοράς της Μεγάλης Βρετανίας. Είναι επίσης το τμήμα στο οποίο καθορίζονται τα περισσότερα οικονομικά στοιχεία, αφού οι τιμές στη Σκωτία καθορίζονται σε συμφωνία με τα στοιχεία της Αγγλίας και της Ουαλίας. Η μεγάλη πλειοψηφία των παρατηρήσεων των τρίτων μερών επικεντρώνεται επίσης στο τμήμα αγοράς της Αγγλίας και της Ουαλίας. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή άρχισε την ανάλυση της αγοράς από αυτό το τμήμα.

    (402)

    Η ιστορική εμπειρία απέδειξε ότι ο διασυνδετής μεταξύ των δύο τμημάτων χρησιμοποιήθηκε σχεδόν αποκλειστικά για εξαγωγή από τη Σκωτία στην Αγγλία και την Ουαλία. Ο NGTransco θεωρεί ότι αυτή η ικανότητα του διασυνδετή αποτελεί πηγή ενέργειας για την Αγγλία και την Ουαλία. Αντιστρόφως, η Scottish Power, η οποία είναι ο φορέας της Σκωτίας που είναι υπεύθυνος για την περιοχή που συνορεύει με την Αγγλία, θεωρεί ότι αυτή η ικανότητα διασύνδεσης πρέπει να προορίζεται για την εξαγωγή. Βάσει των ανωτέρω και σε συμφωνία τόσο με την εμπειρία του παρελθόντος όσο και με την υπόθεση που υπέβαλαν οι τοπικοί φορείς, η Επιτροπή θα θεωρήσει στο υπόλοιπο της παρούσας απόφασης ότι η ικανότητα διασύνδεσης της Αγγλίας και της Ουαλίας με τη Σκωτία αποδίδεται στην Αγγλία και την Ουαλία.

    (403)

    Υπάρχει μόνο ένας χειριστής δικτύου για ολόκληρη την Αγγλία και την Ουαλία, ο NGTransco. Η Επιτροπή βάσισε την ανάλυσή της, για την κατάσταση της παραγωγικής ικανότητας σ' αυτό το τμήμα, στην πρόβλεψη του NGTransco, η οποία δημοσιεύεται περιοδικώς στην Seven Year Statement της επιχείρησης.

    (404)

    Από την κίνηση της διαδικασίας ο NGTransco αναθεώρησε την πρόβλεψή του για το περιθώριο παραγωγικής ικανότητας όσον αφορά την αγορά της Αγγλίας και της Ουαλίας. Μαζί με την υποβολή του, ο NGTransco έστειλε στην Επιτροπή μια νέα πρόβλεψη. Μια ακόμα νεώτερη έκδοση της ίδιας πρόβλεψης δημοσιεύτηκε από την NGTransco για το 2004 στο Seven Year Statement (63).

    (405)

    Η Επιτροπή χρησιμοποίησε αυτή την τελευταία νεώτερη έκδοση για τους σκοπούς της ανάλυσής της. Πράγματι, αυτή η νεώτερη έκδοση βασίζεται στην ίδια θεμελιώδη υπόθεση, ιδίως για στοιχεία εισόδου, με εκείνη που ελήφθη υπόψη στην πρόβλεψη που είχε θεωρηθεί ως αξιόπιστη από τον NGTransco στην υποβολή του στην Επιτροπή. Αυτή περιέχει μόνο περισσότερα ενημερωμένα στοιχεία σχετικά με την εξέλιξη της αγοράς.

    (406)

    Αυτή η πρόβλεψη περιέχει τρεις υποθέσεις. Σύμφωνα με την περισσότερο αισιόδοξη («SYS background») η διαθεσιμότητα της παραγωγής θα αντιστοιχεί σε συνομολογημένες συμβάσεις μετάδοσης. Κατά την περισσότερο απαισιόδοξη («existing or under construction background») δεν θα είναι διαθέσιμοι άλλοι σταθμοί εκτός εκείνων που υπάρχουν ή που είναι υπό κατασκευή. Σύμφωνα με την ενδιάμεση υπόθεση («consents background») οι διαθέσιμοι σταθμοί θα είναι οι υπάρχοντες σταθμοί, οι σταθμοί υπό κατασκευή και οι σταθμοί για τους οποίους έχει ήδη χορηγηθεί άδεια στα πλαίσια του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και του νόμου περί ενέργειας.

    (407)

    Ο ακόλουθος πίνακας συνοψίζει τις προβλέψεις των τριών υποθέσεων.

    Πίνακας 10

    Υποθέσεις της NGTransco για το περιθώριο παραγωγικής ικανότητας κατά το 2004 στην Αγγλία και την Ουαλία

    Υπόθεση

    2004/05

    2005/06

    2006/07

    2007/08

    2008/09

    2009/10

    2010/11

    SYS background

    22

    21

    23,1

    26,8

    24,5

    25,6

    22,5

    Consents background

    22

    21,1

    22,8

    24,3

    21,6

    22,5

    19,1

    Existing and under construction background

    22

    21,1

    18,7

    17,1

    14,5

    12,8

    9,5

    Σημείωση: Το περιθώριο παραγωγικής ικανότητας είναι άνω της ζήτησης αιχμής ACS. Οι διασυνδετές με τη Γαλλία και τη Σκωτία θεωρείται ότι χρησιμοποιούνται πλήρως για εισαγωγή.

    (408)

    Οι τρεις υποθέσεις διαφέρουν κυρίως όσον αφορά τα τελευταία έτη, γεγονός που δεν εκπλήσσει δεδομένου ότι οι υφιστάμενες υποθέσεις τονίζουν τις διαφορές κυρίως στο μέλλον. Ωστόσο, αυτά τα έτη δεν είναι τόσο σημαντικά για την αξιολόγηση της ύπαρξης υπερβολικής διαρθρωτικής παραγωγικής ικανότητας σήμερα στην αγορά.

    (409)

    Για τα επόμενα τρία έτη οι τρεις υποθέσεις προβλέπουν ένα περιθώριο παραγωγικής ικανότητας μεταξύ 18,7 % και 23,1 %, με μέσο όρο περίπου 21,5 %. Αυτό το επίπεδο είναι ελαφρά ανώτερο του ορίου αναφοράς του 20 %. Ωστόσο, η διαφορά μεταξύ 21,5 % και 20 % της ζήτησης αιχμής ACS είναι 1,5 % επί 57 000 MW (64), δηλαδή, 855 MW. Αυτή η τιμή είναι μικρότερη από οποιαδήποτε παραγωγική ικανότητα των πυρηνικών σταθμών της British Energy. Επειδή επιπλέον είναι αποτέλεσμα ενός στατιστικού μέσου όρου, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί στατιστικώς αρκετά σημαντική για να αντικατοπτρίσει την υπερβολική διαρθρωτική παραγωγική ικανότητα.

    (410)

    Τα επόμενα έτη, η διαφορά μεταξύ των τριών υποθέσεων αυξάνεται γεγονός που καθιστά ακόμα δυσκολότερη την εξαγωγή αξιόπιστων συμπερασμάτων. Ωστόσο, η Επιτροπή επισημαίνει ότι κατά τη διάρκεια αυτών των ετών ο μέσος όρος των τριών υποθέσεων κυμαίνεται μεταξύ 17,0 % και 22,7 %, με δύο έτη σε περίπου 20,2 % Από τα στοιχεία αυτά φαίνεται να υπάρχει μια συνολική τάση για το περιθώριο παραγωγικής ικανότητας να πλησιάζει στο 20 %, συμπεριλαμβανομένου κάποιου περιθωρίου λάθους.

    (411)

    Η Επιτροπή συμπεραίνει από τα ανωτέρω ότι δεν υπάρχει υπερβολική διαρθρωτική παραγωγική ικανότητα στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας της Αγγλίας και της Ουαλίας.

    (412)

    Σε αντίθεση με την Αγγλία και την Ουαλία, στη Σκωτία υπάρχουν δύο χειριστές δικτύου: η Scottish and Southern Electricity και η Scottish Power. Αυτοί οι δύο φορείς δημοσιεύουν προβλέψεις για τη δική τους περιφέρεια. Αυτές οι προβλέψεις είναι ωστόσο λιγότερο λεπτομερείς από εκείνες του NGTransco σε ό,τι αφορά τις υποθέσεις για το μέλλον. Γι' αυτούς τους λόγους, η Επιτροπή επικέντρωσε την ανάλυσή της για τη Σκωτία στην παρούσα κατάσταση για την οποία υπάρχει μικρότερη ανάγκη να ληφθούν υπόψη διάφορες υποθέσεις.

    (413)

    Επειδή κανένας από τους δύο φορείς της Σκωτίας δεν υπέβαλε παρατηρήσεις στην Επιτροπή στα πλαίσια αυτών των διαδικασιών, η ανάλυση βασίστηκε σε έγγραφα που είναι διαθέσιμα στο κοινό. Για την Scottish and Southern Electricity, η Επιτροπή χρησιμοποίησε τα στοιχεία που περιέχονται στο Seven Year Statement του 2003 (65). Για τη Scottish Power, η Επιτροπή χρησιμοποίησε τα στοιχεία που παρέχονται στην Transmission Seven Year Statement του Απριλίου 2003 (66).

    (414)

    Ο ακόλουθος πίνακας συνοψίζει την πρόβλεψη για τη ζήτηση αιχμής και την εγκατεστημένη παραγωγική ικανότητα στις διάφορες γεωγραφικές περιφέρειες για το 2004/2005.

    Πίνακας 11

    Προβλέψεις για την παραγωγική ικανότητα και τη ζήτηση της Μεγάλης Βρετανίας για το 2004/2005. Όλα τα στοιχεία είναι σε MW

    Παραγωγική ικανότητα συνδεδεμένη με το δίκτυο της Scottish Power

    7 127

    Παραγωγική ικανότητα συνδεδεμένη με το δίκτυο της Southern Electricity

    2 844

    Παραγωγική ικανότητα συνδεδεμένη με το δίκτυο του NGTransco, εξαιρουμένων των διασυνδετών

    63 998

    Παραγωγική ικανότητα διασυνδετή Ιρλανδία/Σκωτία

    500

    Παραγωγική ικανότητα διασυνδετή Γαλλία/Αγγλία

    2 000

    Διαθέσιμη παραγωγική ικανότητα στη Μεγάλη Βρετανία

    76 469

    Ανώτατη ζήτηση στην περιοχή της Scottish Power

    4 269

    Ανώτατη ζήτηση στην περιοχή της Scottish and Southern Electricity

    1 684

    Ζήτηση αιχμής ACS στην περιοχή του NGTransco

    55 900

    Συνολική ζήτηση αιχμής (67)

    61 853

    (415)

    Συνεπώς, το περιθώριο παραγωγικής ικανότητας στη Μεγάλη Βρετανία ανέρχεται σε περίπου 23,6 % (68). Αυτό το επίπεδο είναι υψηλότερο του ορίου αναφοράς του 20 % που αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 400, αλλά όπως επισημάνθηκε, το όριο αναφοράς 20 %, που εφαρμόζεται σε ελαστικό δίκτυο όπως εκείνο της Αγγλίας και της Ουαλίας, πρέπει να αυξηθεί για να αντιμετωπίσει περιορισμούς στα δίκτυα που παρουσιάζουν επιβράδυνση. Επιπλέον, αυτά τα στοιχεία υπολογίζονται βάσει της υπόθεσης ότι και οι δύο διασυνδετές με τη Βόρειο Ιρλανδία και τη Γαλλία είναι διαθέσιμοι σε πλήρη ικανότητα για εισαγωγή, γεγονός που δεν συμβαίνει πάντοτε. Εάν αυτοί οι διασυνδετές χρησιμοποιούνται για εξαγωγή κατά τη χρονική περίοδο της ζήτησης αιχμής ACS, η ικανότητά τους θα έπρεπε να καλυφθεί από τη διαθέσιμη ικανότητα και ταυτοχρόνως να προστεθεί στη ζήτηση ενέργειας, γεγονός που θα μείωνε το περιθώριο παραγωγικής ικανότητας στο 15,5 %.

    (416)

    Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν υπάρχει στατιστικώς σημαντική υπερβολική διαρθρωτική παραγωγική ικανότητα στην αγορά της Μεγάλης Βρετανίας.

    (417)

    Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν υπάρχει υπερβολική διαρθρωτική παραγωγική ικανότητα στη σχετική αγορά.

    (418)

    Συνεπώς, αντισταθμιστικά μέτρα υπό μορφή οριστικής μείωσης της παραγωγικής ικανότητας δεν είναι υποχρεωτικά.

    iii)   Επίπτωση της ενίσχυσης στον ανταγωνισμό στη σχετική αγορά

    (419)

    Επειδή δεν υπάρχει υπερβολική διαρθρωτική παραγωγική ικανότητα στη σχετική αγορά, η Επιτροπή πρέπει να αξιολογήσει την αναγκαιότητα αντισταθμιστικών μέτρων και τη μορφή τους ανάλογα με την περίπτωση. Πιθανά αντισταθμιστικά μέτρα πρέπει να λάβουν υπόψη τους τα εν δυνάμει στρεβλωτικά αποτελέσματα της ενίσχυσης στον ανταγωνισμό.

    (420)

    Οι βρετανικές αρχές υποστηρίζουν ότι η δέσμη ενισχύσεων δεν έχει επίπτωση στον ανταγωνισμό. Σύμφωνα με αυτές, στα πλαίσια του NETA, η οικονομική ικανότητα των πυρηνικών σταθμών να παράγουν καθορίζεται από το βραχυπρόθεσμο οριακό κόστος τους («SRMC»). Σε μια δεδομένη χρονική στιγμή, η αγορά λειτουργεί ως εάν οι πυρηνικοί σταθμοί να ήταν καταταγμένοι σύμφωνα με το SRMC τους, από το μικρότερο στο μεγαλύτερο, έως ότου η συνολική παραγωγική ικανότητά τους καλύψει τη ζήτηση. Η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας για εκείνη την περίοδο καθορίζεται από το SRMC του τελευταίου πυρηνικού σταθμού της κατάταξης, ο οποίος είναι γνωστός ως ο οριακός πυρηνικός σταθμός.

    (421)

    Σύμφωνα με τις βρετανικές αρχές η ενίσχυση στοχεύει μόνο στους πυρηνικούς σταθμούς. Η ενίσχυση δεν θα αλλάξει το SRMC τους σε βαθμό ώστε να τροποποιήσει τη θέση τους στην κατάταξη του SRMC. Επιπλέον, το SRMC των πυρηνικών σταθμών της ΒΕ θα ήταν τέτοιο ώστε αυτοί θα ήταν πάντοτε κάτω από το SRMC του οριακού σταθμού. Η ενίσχυση δεν θα είχε ποτέ επίδραση στην παραγωγική ικανότητα των ανταγωνιστών της ΒΕ, ούτε στην τιμή στην οποία αυτή μπορούν να πωλήσουν την παραγόμενη απ' αυτούς ηλεκτρική ενέργεια. Συνεπώς, δεν θα υπήρχε επίδραση στους ανταγωνιστές της ΒΕ.

    (422)

    Η Επιτροπή θεωρεί ότι ο συλλογισμός των βρετανικών αρχών θα ευσταθούσε σε μια τέλεια αγορά βασισμένη σε μια μοναδική διαδικασία πλειστηριασμών εξ ολοκλήρου διαφανή. Ωστόσο, όπως εξηγήθηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 389 και 390, η NETA δεν είναι μια τέτοια αγορά.

    (423)

    Η Επιτροπή θεωρεί ότι η ενίσχυση μπορεί να έχει επίδραση στους ανταγωνιστές της ΒΕ κατά διαφόρους τρόπους. Δύο απ' αυτούς τους τρόπους μπορεί να έχουν μεγάλη επίδραση στον ανταγωνισμό.

    (424)

    Πρώτον, η ΒΕ δεν κατέχει μόνο πυρηνικούς σταθμούς ηλεκτρικής ενέργειας, κατέχει επίσης τον σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα στο Eggborough, ο οποίος από μόνος του διαθέτει παραγωγική ικανότητα ίση με τη συνολική παραγωγική ικανότητα των ανταγωνιστών της ΒΕ.

    (425)

    Η BE θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την ενίσχυση που λαμβάνει για τους πυρηνικούς της σταθμούς υπέρ του σταθμού παραγωγής στο Eggborough.

    (426)

    Για παράδειγμα, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει αυτά τα χρήματα για να εξοπλίσει τον σταθμό παραγωγής στο Eggborough με μια εγκατάσταση αποθείωσης καυσαερίων που θα επέτρεπε σ' αυτόν να τηρήσει τους νέους περιβαλλοντικούς κανονισμούς, γεγονός που θα παρέτεινε σημαντικά τη ζωή του.

    (427)

    Εναλλακτικά, η ΒΕ θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιήσει τα ποσά που είναι διαθέσιμα από την ενίσχυση, για να αγοράσει περισσότερα μη πυρηνικής παραγωγής περιουσιακά στοιχεία.

    (428)

    Είναι βέβαιο ότι η BE χρειάζεται μια περισσότερο ευέλικτη πηγή παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας για να αντισταθμίσει την έλλειψη ευελιξίας των πυρηνικών σταθμών της. Κάθε φορά που η ενίσχυση επιτρέπει στην ΒΕ να επεκτείνει τις πυρηνικές της μονάδες, της επιτρέπει επίσης να έχει περισσότερη εσωτερική πρόσβαση σε ευέλικτη παραγωγή και κατά συνέπεια αυξάνει τις δυνατότητές της να προσφέρει πιο συμφέροντες όρους στους πελάτες της, ενώ ταυτόχρονα μειώνει την ανάγκη της για αγορά ευέλικτης παραγωγής από τους ανταγωνιστές της.

    (429)

    Δεύτερον, η NETA δεν είναι μια ενιαία αγορά. Η NETA περιλαμβάνει ιδίως ένα χονδρικό τμήμα αγοράς στο οποίο οι παραγωγοί πωλούν ηλεκτρική ενέργεια στους προμηθευτές και ένα τμήμα αμέσων πωλήσεων στις επιχειρήσεις (Direct Sales to Business «DSB»), στο οποίο οι παραγωγοί πωλούν ηλεκτρική ενέργεια απευθείας στους μεγάλους τελικούς καταναλωτές.

    (430)

    Οι παραγωγοί συνήθως πωλούν την ηλεκτρική ενέργεια στην αγορά DSB σε τιμή ανώτερη εκείνης της χονδρικής αγοράς (69). Κατά συνέπεια είναι προτιμητέο για τον παραγωγό να πωλεί ηλεκτρική ενέργεια στο τμήμα της αγοράς DSB.

    (431)

    Κατά την ανάλυση της επίπτωσης της ενίσχυσης θα έπρεπε κατά συνέπεια να ληφθεί υπόψη όχι μόνο η συνολική ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που επώλησε κάθε παραγωγός, αλλά επίσης η κατανομή των πωλήσεων του στα τμήματα της χονδρικής αγοράς και DSB.

    (432)

    Ένα στοιχείο του σχεδίου αναδιάρθρωσης της ΒΕ στοχεύει στην αύξηση του μεριδίου της εταιρείας στο τμήμα DSB. Για να το πράξει η εταιρεία θα πρέπει να προσπαθήσει να προσφέρει στους πελάτες DSB μία ανταγωνιστική χαμηλή τιμή σε σχέση με τη χονδρική τιμή πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας. Η ΒΕ θα είναι σε θέση να χρηματοδοτήσει μέρος ή το σύνολο αυτής της ανταγωνιστικής προσφοράς μέσω της μείωσης των SRMC των πυρηνικών της σταθμών.

    (433)

    Συνεπώς, ακόμη και αν η κατάταξη των SRMC των σταθμών της ΒΕ παραμείνει η ίδια, και ως εκ τούτου δεν έχει καμία επίπτωση στη ζήτηση ισχύος των ανταγωνιστών της, η διακύμανση του επιπέδου της θα επιτρέψει στην ΒΕ να στρέψει μέρος των πωλήσεων της από τη χονδρική αγορά στην αγορά DSB. Αυτό από πλευράς του θα στρέψει μέρος της παραγωγής των ανταγωνιστών από την αγορά DSB στη χονδρική αγορά. Κατ' αυτό τον τρόπο η ενίσχυση θα μπορούσε να αυξήσει τα κέρδη της ΒΕ και να μειώσει εκείνα των ανταγωνιστών της.

    (434)

    Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι η ενίσχυση έχει σημαντική επίπτωση στους ανταγωνιστές της ΒΕ και συνεπώς είναι απαραίτητα τα αντισταθμιστικά μέτρα για να αμβλυνθεί αυτή η επίπτωση.

    iv)   Αντισταθμιστικά μέτρα που πρέπει να εφαρμοσθούν

    (435)

    Τα αντισταθμιστικά μέτρα πρέπει να επιτύχουν μια ισορροπία μεταξύ της ανάγκης άμβλυνσης της επίπτωσης της ενίσχυσης στους ανταγωνιστές και την ανάγκη διαφύλαξης των προοπτικών βιωσιμότητας της δικαιούχου επιχείρησης.

    (436)

    Για αυτό τον σκοπό, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα αντισταθμιστικά μέτρα θα πρέπει να στοχεύουν ακριβώς τους μηχανισμούς με τους οποίους η ενίσχυση θα μπορούσε να αποβεί επιζήμια για τους ανταγωνιστές της ΒΕ.

    (437)

    Αυτό σημαίνει ότι τα αντισταθμιστικά μέτρα σ' αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να στοχεύουν στην εξασφάλιση ότι η ΒΕ δεν θα χρησιμοποιήσει την ενίσχυση που της χορηγεί η κυβέρνηση για τον σκοπό της αδικαιολογήτου αύξησης της ευέλικτης παραγωγής της ή για να κερδίσει μερίδια στην αγορά DSB.

    (438)

    Αυτός ο στόχος οδήγησε την Επιτροπή να ζητήσει τρία αντισταθμιστικά μέτρα. Αυτά τα αντισταθμιστικά μέτρα είχαν προταθεί από τις βρετανικές αρχές με βάση τα μέτρα που υπέδειξαν οι ανταγωνιστές της ΒΕ στην υποβολή τους.

    (439)

    Όπως εξηγήθηκε στην αιτιολογική σκέψη 437, ένας τρόπος με τον οποίο η ενίσχυση θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερη επίπτωση στους ανταγωνιστές της ΒΕ θα ήταν εάν, αντί να πραγματοποιηθεί πληρωμή για τις επιβαρύνσεις στις οποίες υποβλήθηκαν οι πυρηνικοί σταθμοί της ΒΕ όπως είχε προβλεφθεί, χρησιμοποιείτο η ενίσχυση για τη βελτίωση της μη πυρηνικής παραγωγικής ικανότητας της ΒΕ.

    (440)

    Τούτο θα επέτρεπε στην ΒΕ να ανταγωνιστεί ευκολότερα τους σταθμούς των ανταγωνιστών της (70) και θα της έδινε καλύτερη πρόσβαση από αυτή που διαθέτει στην ευέλικτη παραγωγή, γεγονός που θα μείωνε την ανάγκη της ΒΕ να αγοράσει από εξωτερικές πηγές αυτή την ευελιξία.

    (441)

    Για να αποφευχθεί αυτό, οι διάφορες επιχειρήσεις της ΒΕ θα έπρεπε να διαχωριστούν σε ξεχωριστά νομικά πρόσωπα με ξεχωριστούς λογαριασμούς.

    (442)

    Για αυτό τον σκοπό, η δομή της ΒΕ θα έπρεπε να τροποποιηθεί έτσι ώστε να συσταθούν ξεχωριστές θυγατρικές για τις πωλήσεις της πυρηνικής και της μη πυρηνικής παραγωγής στη χονδρική αγορά, καθώς και για τις πωλήσεις DSB. Η ενίσχυση θα έπρεπε να χορηγηθεί μόνο στην επιχείρηση πυρηνικής παραγωγής.

    (443)

    Θα έπρεπε να απαγορευθεί η διασταυρούμενη επιδότηση μεταξύ των διαφόρων θυγατρικών της ΒΕ.

    (444)

    Αυτή η απαγόρευση θα έπρεπε να εφαρμοστεί όσο το δυνατόν περισσότερο μέσω του συστήματος έκδοσης αδειών στις επιχειρήσεις και να εποπτεύεται από τον ρυθμιστή του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας: OFGEM. Ωστόσο, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι οι άδειες των φορέων δεν μπορούν να τροποποιηθούν ελεύθερα από τον OFGEM, ο οποίος έχει ως καθήκον να διαβουλεύεται με τα τρίτα μέρη γι' αυτές τις μετατροπές και να λαμβάνει υπόψη του τις παρατηρήσεις που δέχεται.

    (445)

    Εάν δεν ήταν δυνατόν για τον OFGEM να τροποποιήσει μια από τις άδειες της ΒΕ κατά τρόπο ώστε να απαγορεύσει τη διασταυρούμενη επιδότηση, η βρετανική κυβέρνηση θα έπρεπε να παράσχει στην Επιτροπή μια αορίστου χρόνου ανάληψη υποχρεώσεων που να έχει το ίδιο αποτέλεσμα. Σ' αυτή την περίπτωση, για να διασφαλιστεί περαιτέρω ότι η εμπορία μεταξύ των θυγατρικών δεν συμπεριλαμβάνει στοιχεία διασταυρούμενης επιδότησης, οι βρετανικές αρχές θα έπρεπε να παράσχουν στην Επιτροπή ετήσια έκθεση που θα παρουσιάζει αποδείξεις ότι δεν έχει λάβει χώρα μια τέτοια διασταυρούμενη επιδότηση. Η έκθεση θα πρέπει να βασίζεται σε μια ανάλυση ανεξάρτητων λογιστών εμπειρογνωμόνων.

    (446)

    Οι βρετανικές αρχές ανέλαβαν την υποχρέωση να υλοποιήσουν αυτό το αντισταθμιστικό μέτρο.

    (447)

    Το αντισταθμιστικό μέτρο αριθ. 1 θα έπρεπε καταρχήν να επαρκεί ώστε να εξασφαλίσει ότι η ΒΕ δεν χρησιμοποιεί την ενίσχυση που λαμβάνει για τους πυρηνικούς αντιδραστήρες της για να βελτιώσει ή να επεκτείνει τα υπάρχοντα μη πυρηνικά εργοστάσιά της.

    (448)

    Ωστόσο, λόγω της πολυπλοκότητας του τομέα ηλεκτρικής ενέργειας και ιδίως του πολύ ευρέος φάσματος των πιθανών σχέσεων μεταξύ των διαφόρων φορέων που η NETA επιτρέπει, η Επιτροπή θεωρεί ότι είναι αναγκαίο να εφαρμοστούν άλλα, πιο εξειδικευμένα μέτρα για να διασφαλιστεί περαιτέρω ότι η ΒΕ δεν χρησιμοποιεί την ενίσχυση που λαμβάνει για τους πυρηνικούς αντιδραστήρες της σε άλλους τομείς των επιχειρήσεών της.

    (449)

    Επιπλέον, παρόλο που η κατάσταση της παραγωγικής ικανότητας στην αγορά δεν δικαιολογεί οικονομικώς την επιβολή μείωσης της παραγωγικής ικανότητας στην ΒΕ, η Επιτροπή κρίνει ότι παρόλα ταύτα θα έπρεπε να ζητηθεί από την ΒΕ να μην αυξήσει το πεδίο των δραστηριοτήτων της.

    (450)

    Για να καθησυχασθούν αυτές οι ανησυχίες, θα έπρεπε να επιβληθούν στην ΒΕ μια σειρά από απαγορεύσεις όσον αφορά την πιθανή εξάπλωσή της σε πεδία παραγωγής όπου δραστηριοποιούνται οι ανταγωνιστές της.

    (451)

    Για αυτό τον σκοπό, θα έπρεπε να οριστεί ένας ειδικός τύπος παραγωγικής ικανότητας («περιορισμένη παραγωγική ικανότητα»). Αυτή η παραγωγική ικανότητα αποτελείται από:

    α)

    καταγεγραμμένη λειτουργική παραγωγική ικανότητα από φυσικά ορυκτά καύσιμα που βρίσκεται στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο

    και

    β)

    καταγεγραμμένη λειτουργική υδροηλεκτρική παραγωγική ικανότητα μεγάλης κλίμακας (71) που βρίσκεται στο ΗΒ.

    (452)

    Στην ΒΕ θα πρέπει να απαγορευθεί, για περίοδο έξι ετών από την ημερομηνία αυτής της απόφασης, η ιδιοκτησία ή η κατοχή του δικαιώματος ελέγχου σε μια περιορισμένη παραγωγική ικανότητα που υπερβαίνει τα 2 020MW, η οποία αντιστοιχεί στην παραγωγική ικανότητα των σταθμών του Eggborough (1 970 MW) και της District Energy (50 MW).

    (453)

    Ο λόγος για την ανάγκη απαγόρευσης οποιασδήποτε αύξησης της παραγωγικής ικανότητας της ΒΕ από ορυκτά καύσιμα εξηγήθηκε στην αιτιολογική σκέψη 437. Η Επιτροπή θεωρεί ότι υπάρχει ανάγκη επέκτασης της απαγόρευσης σε μεγάλης κλίμακας υδροηλεκτρικούς σταθμούς, ώστε να αποφευχθεί ο οποιοσδήποτε κίνδυνος ότι η ΒΕ θα μπορούσε να αποκτήσει υπάρχοντες μεγάλης κλίμακας υδροηλεκτρικούς σταθμούς, ιδίως στη Σκωτία.

    (454)

    Η απαγόρευση θα πρέπει να διαρκέσει έξι έτη, χρονικό διάστημα που είναι περίπου διπλάσιο του χρόνου που είναι απαραίτητος για την κατασκευή ενός σταθμού ηλεκτροπαραγωγής με αεριοστρόβιλο συνδυασμένου κύκλου.

    (455)

    Στόχος αυτής της απαγόρευσης είναι να εμποδίσει την ΒΕ να αποκτήσει περισσότερη ευελιξία απ' ό,τι διαθέτει προς το παρόν με τον σταθμό παραγωγής στο Eggborough, γεγονός που θα ήταν αρκετό για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητά της.

    (456)

    Ωστόσο, η Επιτροπή είναι εν γνώσει του γεγονότος ότι, στα πλαίσια του σχεδίου αναδιάρθρωσης, η κοινοπραξία τραπεζών που χορήγησε τη χρηματοδότηση για το σχέδιο Eggborough, θα διατηρήσει το δικαίωμα επιλογής να αγοράσει το Eggborough από την ΒΕ. Εάν οι τράπεζες αποφασίσουν να ασκήσουν αυτό το δικαίωμα επιλογής, η ΒΕ θα στερηθεί τη μόνη πηγή ευελιξίας που διαθέτει, ευελιξία που η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι είναι αναγκαία για την επιτυχία του σχεδίου αναδιάρθρωσης. Σ' αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να επιτραπεί στην ΒΕ να ετοιμαστεί για την αντικατάσταση του Eggborough αμέσως μόλις της ανακοινωθεί από τις τράπεζες η πρόθεση τους να ασκήσουν αυτό το δικαίωμα επιλογής.

    (457)

    Γι' αυτό τον λόγο, η Επιτροπή θεωρεί ότι θα έπρεπε να υπάρξει μια εξαίρεση στην απαγόρευση, σε περίπτωση που οι τράπεζες ασκήσουν αυτό το δικαίωμα επιλογής τους ούτως ώστε να επιτραπεί στην ΒΕ να αποκτήσει μια πηγή ευελιξίας με την οποία θα αντικαταστήσει το Eggborough ή σε περίπτωση που το Eggborough καταστεί οριστικά μη διαθέσιμο για λόγους που ξεφεύγουν από τον έλεγχο της ΒΕ. Ωστόσο, τούτο δεν θα έπρεπε να έχει ως τελική επίπτωση να επιτραπεί στην ΒΕ να αποκτήσει περισσότερη ευελιξία παραγωγικής ικανότητας απ' ό,τι διαθέτει σήμερα, ούτε να χρησιμοποιήσει αυτή την αντικατασταθείσα παραγωγική ικανότητα για να πραγματοποιήσει κέρδη κατά τη διάρκεια της πιθανής περιόδου επικάλυψης μεταξύ του τέλους κατασκευής του και της εκχώρησης του Eggborough.

    (458)

    Κατόπιν των ανωτέρω, στην ΒΕ θα έπρεπε να επιτραπεί να κατέχει ή να διαθέτει δικαιώματα ελέγχου σε άνω των 2 020 MW περιορισμένης παραγωγικής ικανότητας για την περίοδο μεταξύ της ημερομηνίας που θα λάβει την ανακοίνωση των τραπεζών και της ημερομηνίας στην οποία η παραγωγική ικανότητα του Eggborough δεν είναι πλέον διαθέσιμη για την ΒΕ, ή το τέλος της εξαετούς περιόδου που αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 452 εάν αυτό είναι προγενέστερο της ημερομηνίας στην οποία η παραγωγική ικανότητα του Eggborough δεν θα είναι πλέον διαθέσιμη για την ΒΕ, υπό τον όρο ότι δεν θα θέσει σε λειτουργία την περιορισμένη ικανότητα πέραν των 2 020 MW ή ότι εκχωρεί κάθε επιχειρησιακό έλεγχο και συμφέρον σ' αυτή την επιπλέον περιορισμένη παραγωγική ικανότητα.

    (459)

    Αφ' ότου το Eggborough καταστεί μη διαθέσιμο για την ΒΕ, είτε όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 458 είτε λόγω ανωτέρας βίας είτε ακόμη και από μια ανεπανόρθωτη βλάβη, θα έπρεπε να επιτραπεί στην ΒΕ να κατέχει ή να διαθέτει το δικαίωμα ελέγχου μέχρι 2 222 MW περιορισμένης παραγωγικής ικανότητας, υπό τον όρο ότι, μέχρι το τέλος της εξαετούς περιόδου που αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 452, αυτή θα δηλώνει την περιορισμένη παραγωγική ικανότητά της στον φορέα εκμετάλλευσης δικτύου ως 2 020 MW και δεν θα λειτουργεί περισσότερο από 2 020 MW αυτής της παραγωγικής ικανότητας. Αυτή η διάταξη έχει ως στόχο να επιτρέψει στην ΒΕ να έχει περισσότερη ευελιξία για την αντικατάσταση του Eggborough, χωρίς να χαλαρώσει στην ουσία την απαγόρευση.

    (460)

    Τέλος, επιπλέον των περιορισμών στην περιορισμένη παραγωγική ικανότητα όπως αυτοί ορίστηκαν στην αιτιολογική σκέψη 451, και με σκοπό την τήρηση του πνεύματος των κατευθυντηρίων γραμμών σχετικά με την ανάγκη να μην επιτρέπεται στους δικαιούχους να χρησιμοποιούν την κρατική ενίσχυση με σκοπό την επέκταση του μεριδίου τους στην αγορά, στην ΒΕ θα έπρεπε να απαγορευθεί να κατέχει περιουσιακά στοιχεία πυρηνικής παραγωγής πέραν εκείνων που σήμερα κατέχει στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, χωρίς την εκ των προτέρων εξουσιοδότηση της Επιτροπής, για έξι έτη μετά από την ημερομηνία έγκρισης της παρούσας απόφασης.

    (461)

    Οι βρετανικές αρχές έχουν αναλάβει την υποχρέωση να εφαρμόσουν αυτό το αντισταθμιστικό μέτρο.

    (462)

    Όπως εξηγήθηκε στην αιτιολογική σκέψη 437, η ενίσχυση θα ήταν κακώς χρησιμοποιημένη εάν, αντί να στοχεύει στην κάλυψη των επιβαρύνσεων των πυρηνικών αντιδραστήρων της ΒΕ, εχρησιμοποιείτο από την ΒΕ για αδικαιολόγητη απόκτηση μεριδίων στην περισσότερο κερδοφόρα αγορά DSB.

    (463)

    Ο βαθμός ευαισθησίας αυτής της πιθανής κακής χρήσης αποδεικνύεται ιδιαίτερα από το περιεχόμενο των παρατηρήσεων που εστάλησαν στην Επιτροπή από ένα τρίτο μέρος το οποίο επιθυμούσε να παραμείνει ανώνυμο (72). Ακόμη και αν η ΒΕ σήμερα δεν προσφέρει τιμές ασυνήθιστα χαμηλότερες από εκείνες της αγοράς, ο υπαινιγμός και μόνο ότι αυτή θα μπορούσε να είναι σε θέση να το πράξει χάρη στην ενίσχυση θα ήταν επίσης επιζήμιος για τους ανταγωνιστές της ΒΕ, αφού αυτοί θα είχαν να αντιμετωπίσουν πελάτες οι οποίοι θα είχαν εσφαλμένες εμπορικές προσδοκίες.

    (464)

    Συνεπώς, η Επιτροπή θεωρεί ότι είναι αναγκαίο να ενισχυθούν οι εγγυήσεις που έχουν ήδη παρασχεθεί από το αντισταθμιστικό μέτρο αριθ. 1, από ένα περισσότερο εξειδικευμένο αντισταθμιστικό μέτρο το οποίο θα έχει ως στόχο τη συμπεριφορά της ΒΕ στην αγορά DSB. Πρέπει να ζητηθεί από την ΒΕ να μην ενεργήσει σ' αυτή την αγορά κατά τρόπο που δεν προσομοιάζει με τη συμπεριφορά των ανταγωνιστών της.

    (465)

    Για να εξασφαλιστεί αυτό θα έπρεπε να απαγορευθεί στην ΒΕ να προσφέρει στην αγορά DSB τιμές κάτω των τιμών που επικρατούν στη χονδρική αγορά. Η διάρκεια αυτού του μέτρου θα έπρεπε να είναι 6 έτη από την ημερομηνία της παρούσας απόφασης, όπως και για το αντισταθμιστικό μέτρο αριθ. 2.

    (466)

    Η τήρηση της απαγόρευσης, εκ μέρους της ΒΕ, θα έπρεπε να εποπτεύεται από έναν ανεξάρτητο οργανισμό ο οποίος θα πρέπει να επιλεγεί μέσω ενός διαφανούς διαγωνισμού που θα οργανωθεί από τις βρετανικές αρχές. Ο ανεξάρτητος οργανισμός θα υποβάλλει ετήσια έκθεση στην Επιτροπή.

    (467)

    Στο παρελθόν, οι τιμές στην αγορά DSB ακολούθησαν πάντοτε την εξέλιξη των χονδρικών τιμών συν ένα πριμ. Συνεπώς, αυτή η απαγόρευση θα εξασφαλίσει ότι η ΒΕ δεν συμπεριφέρεται εμπορικώς κατά διαφορετικό τρόπο από τους ανταγωνιστές της.

    (468)

    Ωστόσο, η NETA υπάρχει μόνο εδώ και 3 έτη. Δεν είναι απίθανο, ότι κατά τα επόμενα 6 έτη, η σχέση μεταξύ της αγοράς DSB και της χονδρικής αγοράς σε κάποιες περιόδους να διαφέρει απ' ό,τι έχει παρατηρηθεί μέχρι σήμερα. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να υποτεθεί ότι η χονδρική αγορά μπορεί να καταστεί αρευστοποίητη για κάποια χρονική περίοδο, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ασυνήθεις υψηλές τιμές σ' αυτή την αγορά. Σ' αυτή την περίπτωση, η Επιτροπή θεωρεί ότι για να μην χάσουν τους πελάτες τους, οι παραγωγοί θα μπορούσαν να προσφέρουν βεβαίως τιμές στην αγορά DSB οι οποίες θα ήταν ελαφρά χαμηλότερες της τιμής στην χονδρική αγορά. Εάν συμβεί τούτο και η ΒΕ δεν έχει την ικανότητα να αντιδράσει αναλόγως, τότε είναι πιθανόν να χάσει τη βάση των πελατών της στην αγορά DSB, γεγονός που θα έθετε σε κίνδυνο τον στόχο της αναδιάρθρωσης.

    (469)

    Συνεπώς, είναι αναγκαίο να διαθέτει η ΒΕ κάποια ευελιξία για να προσαρμοστεί σε ορισμένα έκτακτα περιστατικά. Ωστόσο, το περιθώριο κινήσεών της θα έπρεπε να είναι πολύ περιορισμένο, περιγεγραμμένο σε αντικειμενικούς όρους και να εποπτεύεται ενδελεχώς ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε κατάχρηση. Τα κριτήρια που θα επιτρέψουν στην ΒΕ να χρησιμοποιήσει το περιθώριο ευελιξίας της θα έπρεπε να μπορούν να δοκιμαστούν εκ των προτέρων ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε κατάχρηση.

    (470)

    Επειδή τα στοιχεία που αφορούν τις τιμές της αγοράς DSB είναι πολύ λιγότερο αξιόπιστα απ' ό,τι τα στοιχεία που αφορούν τις τιμές χονδρικής αγοράς, είναι πολύ δύσκολο να γίνει γνωστό, κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης μιας σύμβασης DSB κατά πόσο οι τιμές αγοράς DSB που θα προσφερθούν θα είναι χαμηλότερες της χονδρικής τιμής της αγοράς. Τούτο σημαίνει ότι τα αντικειμενικά κριτήρια που αναφέρθηκαν στην αιτιολογική σκέψη 469 δεν μπορούν να βασίζονται άμεσα στον έλεγχο του κατά πόσο οι ανταγωνιστές της ΒΕ προσφέρουν τιμές DSB χαμηλότερες από τις χονδρικές τιμές. Αντιθέτως, τα κριτήρια πρέπει να στηρίζονται σε έμμεσες ενδείξεις προσβάσιμες μεσοπρόθεσμα από την ΒΕ και οι οποίες μπορούν να καταδείξουν ότι η χονδρική αγορά έχει καταστεί αρευστοποίητη και η επιβολή τιμών στο ύψος ή άνω της χονδρικής τιμής αγοράς στην αγορά DSB δεν είναι πλέον εμπορικά βιώσιμη.

    (471)

    Τα κριτήρια θα πρέπει να είναι τα ακόλουθα:

    α)

    σε οποιαδήποτε περίοδο […], (η οποία δεν λήγει πέραν […] πριν την ημερομηνία κατά την οποία η ΒΕ επικαλείται έκτακτες συνθήκες της αγοράς) […] από εκείνες που υπάρχουν, οι τελικοί χρήστες (όχι νοικοκυριά), στους οποίους η ΒΕ προσέφερε εφοδιασμό σε όρους που το περιθώριο στο στοιχείο παροχής ενέργειας της σύμβασης άνω της χονδρικής τιμής που ισχύει στην αγορά είναι […], απέρριψαν την προσφορά της ΒΕ·

    β)

    οι διακινηθείσες ποσότητες στη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας πέραν της […] περιόδου μειώθηκαν σε λιγότερο από […] του μέσου όρου εκείνων που διακινήθηκαν κατά την ίδια περίοδο στην τελευταία […] για την οποία υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία·

    γ)

    η BE προσφέρει για εφοδιασμό ένα ελάχιστο […] ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αγορά […] και αυτή η ποσότητα δεν πωλείται εντός μιας περιόδου […] ωρών.

    (472)

    Ο ίδιος ανεξάρτητος οργανισμός, που εποπτεύει την τήρηση εκ μέρους της ΒΕ της απαγόρευσης, θα έπρεπε να είναι υπεύθυνος να ελέγξει κατά πόσον η ΒΕ γνωρίζει ότι τα πληρούνται τα κριτήρια. Ο ανεξάρτητος οργανισμός θα επαληθεύσει ότι το κριτήριο α) μαζί με το κριτήριο β) ή γ) πληρούνται. Εάν αυτό ισχύει, η ΒΕ θα έπρεπε να έχει το δικαίωμα να προσφέρει τιμές στην αγορά DSB κάτω από τη χονδρική τιμή για […] από τη στιγμή της απόφασης του ανεξάρτητου οργανισμού. Αυτή η προθεσμία μπορεί να παραταθεί με απόφαση του ανεξάρτητου οργανισμού εάν συνεχίζουν να υφίστανται έκτακτες συνθήκες στην αγορά. Κατά τη διάρκεια του […], η ΒΕ θα έπρεπε να υποχρεωθεί να συμπεριφερθεί καλόπιστα και να προσφέρει εκπτώσεις οι οποίες θα είναι συγκρίσιμες με ότι μπορεί να θεωρηθεί ως λογική προσφορά των ανταγωνιστών της. Ο ανεξάρτητος οργανισμός θα πρέπει να εκτιμήσει την εκ των υστέρων τήρηση του κριτηρίου από την ΒΕ, όταν έχει παρέλθει ο […].

    (473)

    Χάρη της διαφάνειας, ο ανεξάρτητος οργανισμός θα πρέπει να δημοσιεύσει μια έκθεση στο τέλος των διαπραγματεύσεων για τις συμβάσεις που θα επιβεβαιώνει ότι πράγματι έλαβαν χώρα οι έκτακτες συνθήκες στην αγορά και που θα διασαφηνίζει τη διάρκεια της περιόδου των εκτάκτων συνθηκών. Οι λεπτομέρειες της εκτίμησης θα πρέπει να αποσταλούν στην Επιτροπή.

    (474)

    Οι βρετανικές αρχές συμφώνησαν να εφαρμόσουν αυτό το αντισταθμιστικό μέτρο.

    v)   Αντισταθμιστικά μέτρα που έλαβε υπόψη η Επιτροπή αλλά τα απέρριψε

    (475)

    Η Επιτροπή κρίνει ότι τα τρία αντισταθμιστικά μέτρα που περιγράφηκαν στο τμήμα VI.3.γ).iv) επαρκούν για να αμβλύνουν την πιθανή στρεβλωτική επίπτωση της ενίσχυσης στον ανταγωνισμό και κατά συνέπεια πληρούν τις απαιτήσεις του σημείου 39.ii) των κατευθυντηρίων γραμμών. Τα μέτρα αυτά πρέπει επίσης να θεωρηθούν ως ειδικοί όροι που ακολουθούν την έγκριση της ενίσχυσης κατά την έννοια του σημείου 42.ii) αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών.

    (476)

    Τα τρίτα μέρη είχαν εισηγηθεί άλλα πιθανά αντισταθμιστικά μέτρα.

    (477)

    Η Greenpeace εισηγήθηκε το κλείσιμο των πυρηνικών σταθμών της ΒΕ σε περισσότερα στάδια. Η Επιτροπή θεωρεί ότι ενόψει της απουσίας υπερβολικής παραγωγικής ικανότητας στη σχετική αγορά, η αίτηση του κλεισίματος των περιουσιακών στοιχείων παραγωγής της ΒΕ θα ήταν δυσανάλογη προς τη στρέβλωση του ανταγωνισμού που προκαλεί η ενίσχυση.

    (478)

    Η Powergen εισηγήθηκε ότι ο αντιδραστήρας Dungeness B θα μπορούσε να κλείσει, αφού είναι ο λιγότερο κερδοφόρος από τα περιουσιακά στοιχεία της ΒΕ. Η βιωσιμότητα του Dungeness B συζητήθηκε ήδη στο τμήμα VI.3.α) ανωτέρω. Η Επιτροπή σημειώνει ότι έχει ήδη προγραμματιστεί το κλείσιμο του Dungeness B για το 2008 και ότι σύμφωνα με τα στοιχεία που χορήγησε ο NGTransco στην ανακοίνωση σχετικά με σημαντικά κλεισίματα, ο Dungeness B θα μπορούσε, στην καλύτερη περίπτωση, να κλείσει στα μέσα του 2007. Η Επιτροπή θεωρεί ότι μια τέτοια μικρή διαφορά δεν θα δικαιολογούσε τα έξοδα που θα προκαλούσε.

    (479)

    Η Drax εισηγήθηκε την έξοδο των πυρηνικών σταθμών της ΒΕ από την ανταγωνιστική αγορά με τη σύσταση ενός συστήματος υποχρεωτικής αγοράς πυρηνικής ενέργειας σε σταθερή τιμή, το οποίο θα μπορούσε να είναι παρόμοιο με την ανανεώσιμη υποχρέωση. Τούτο θα σήμαινε ότι η ΒΕ θα καθίστατο στην ουσία, ολοκληρωτικά και για αόριστο χρόνο, ενισχυόμενη από το κράτος, γεγονός που θα ήταν σε πλήρη αντίθεση με την κοινοτική πολιτική ανταγωνισμού.

    (480)

    Η Drax εισηγήθηκε να χορηγηθεί στην BNFL ένα μεγαλύτερο μερίδιο στα εν δυνάμει κέρδη της ΒΕ εάν οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας αυξηθούν, ούτως ώστε να μειωθεί το ποσό της ενίσχυσης. Όπως συζητήθηκε στο τμήμα VI.2.β) ανωτέρω, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το μέτρο Β δεν περιείχε στοιχεία κρατικής ενίσχυσης. Το να χορηγηθεί στην BNFL μεγαλύτερο μερίδιο στα εν δυνάμει κέρδη της ΒΕ θα είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της ενίσχυσης, αφού θα μείωνε την διαθέσιμη ρευστότητα της ΒΕ και συνεπώς τη συνεισφορά στο NLF. Τούτο δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό από την Επιτροπή.

    (481)

    Η Drax εισηγήθηκε ότι ο σταθμός του Eggborough θα έπρεπε να εκχωρηθεί. Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι η εκχώρηση του Eggborough δεν θα αντιτίθετο στην ανάγκη διατήρησης ενός περιθωρίου παραγωγικής ικανότητας στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας, αφού ο σταθμός παραγωγής πολύ πιθανό να λειτουργούσε από το νέο ιδιοκτήτη του. Ωστόσο, για να είναι σε θέση να περαιώσει το σχέδιο αναδιάρθρωσης και να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητά της, η ΒΕ χρειάζεται να έχει πρόσβαση σε ορισμένες πηγές ευέλικτης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Σε περίπτωση που η ΒΕ πωλούσε το Eggborough, θα έπρεπε να αποκτήσει αυτή τη ευελιξία από άλλες εξωτερικές πηγές.

    (482)

    Με βάση τα κριτήρια, οι βρετανικές αρχές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι δεν θα ήταν οικονομικό για την ΒΕ να αγοράσει τις υπηρεσίες που λαμβάνει από το Eggborough από άλλους παραγωγούς. Αυτές οι υπηρεσίες συνίστανται σε ασφάλεια κατά των απροσδόκητων βλαβών των πυρηνικών αντιδραστήρων, σε προσαρμογή των παροχών ηλεκτρικής ενέργειας σε συνάρτηση με τις επιχειρηματικές συμβάσεις και σε ευελιξία στην τήρηση της προγραμματισμένης συντήρησης των αντιδραστήρων. Οι βρετανικές αρχές επεσήμαναν ότι η ΒΕ θα εξοικονομούσε συνολικά 11 εκατ. GBP ετησίως εάν διατηρούσε το Eggborough. Αυτή η εκτίμηση βασίζεται στο κόστος του Eggborough, που σημαίνει ότι η ΒΕ θα μπορούσε πιθανόν να λάβει τις ίδιες υπηρεσίες στο ίδιο κόστος μόνο εάν είχε στην ιδιοκτησία της άλλους σταθμούς. Η απόκτηση αυτών των υπηρεσιών στην αγορά θα ήταν πολύ περισσότερο δαπανηρή, εάν ήταν πράγματι δυνατή.

    (483)

    Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι το να ζητηθεί από την ΒΕ να εκχωρήσει το Eggborough θα απειλούσε τις προοπτικές της ΒΕ για επιστροφή στη βιωσιμότητα και θα ήταν δυσανάλογο. Η Επιτροπή κρίνει ότι τα αντισταθμιστικά μέτρα αριθ. 1 και αριθ. 2 ανωτέρω επιβάλλουν τον ίδιο τύπο περιορισμού με πιο αναλογικό τρόπο.

    (484)

    Η Powergen εισηγήθηκε την επιβολή ενός ανωτάτου ορίου στο μερίδιο της αγοράς DSB εκ μέρους της ΒΕ. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η επιβολή ενός τέτοιου ανωτάτου ορίου θα ήταν επιζήμια για τον ανταγωνισμό σ' αυτή την αγορά. Το αντισταθμιστικό μέτρο αριθ. 3 θα είναι περισσότερο αποδοτικό για την άμβλυνση της επίπτωσης της ενίσχυσης στους ανταγωνιστές αυτής της αγοράς, χωρίς να περιορίζεται η ικανότητα της ΒΕ να προσφέρει ανταγωνιστικές ευκαιρίες στην αγορά με μόνες τις δυνάμεις της.

    (485)

    Η Powergen εισηγήθηκε την απαγόρευση εισόδου της ΒΕ σε νέες αγορές λιανικής. Αυτό το προτεινόμενο μέτρο θα μπορούσε κυρίως να επηρεάσει την αγορά των νοικοκυριών, αγορά η οποία επί του παρόντος εξυπηρετείται μόνο από προμηθευτές. Η Επιτροπή θεωρεί ότι ένας τέτοιος περιορισμός θα στερούσε τους πελάτες από μια ενδεχόμενη πηγή ανταγωνισμού στην αγορά, η οποία είναι ήδη το λιγότερο ανταγωνιστικό τμήμα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στο ΗΒ (73). Η Επιτροπή θεωρεί ότι το αντισταθμιστικό μέτρο αριθ. 1 θα επαρκεί για να εξασφαλίσει ότι, σε περίπτωση που η ΒΕ θα επιθυμούσε να εισέλθει σ' αυτή την αγορά, θα το έπραττε με βάση τις δικές της δυνάμεις, χωρίς αδικαιολόγητη στρέβλωση του ανταγωνισμού.

    (486)

    Συμπερασματικά, η Επιτροπή θεωρεί ότι όλα τα άλλα αντισταθμιστικά μέτρα που προτάθηκαν από τρίτα μέρη τα οποία υπέβαλαν παρατηρήσεις περιέχονται στα τρία αντισταθμιστικά μέτρα που επελέγησαν από την Επιτροπή.

    δ)   Πλήρης υλοποίηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης

    (487)

    Η εταιρεία πρέπει να προβεί στην πλήρη υλοποίηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης που υποβλήθηκε στην Επιτροπή. Η βρετανική κυβέρνηση δεσμεύθηκε να εξασφαλίσει την πλήρη υλοποίηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης εάν αυτό εγκριθεί.

    ε)   Παρακολούθηση και ετήσια έκθεση

    (488)

    Εάν η δέσμη ενισχύσεων εγκριθεί, η βρετανική κυβέρνηση δεσμεύθηκε να διαβιβάσει στην Επιτροπή μια έκθεση όχι αργότερα από έξι μήνες μετά την έγκριση της δέσμης ενισχύσεων και, κατόπιν, ετήσιες εκθέσεις ούτως ώστε η Επιτροπή να μπορεί να παρακολουθεί την πρόοδο της ΒΕ έως ότου η κατάσταση εδραιωθεί σε βαθμό που η Επιτροπή να μη θεωρεί απαραίτητες περαιτέρω εκθέσεις.

    VII.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

    (489)

    Η Επιτροπή συμπεραίνει ότι οι εν λόγω ενισχύσεις είναι συμβατές με την κοινή αγορά εφόσον πληρούν τις κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά την ενίσχυση αναδιάρθρωσης και είναι σύμφωνες με τους στόχους της συνθήκης Ευρατόμ,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

    Άρθρο 1

    Η ενίσχυση που το Ηνωμένο Βασίλειο σκοπεύει να χορηγήσει στα πλαίσια του μέτρου Α του σχεδίου αναδιάρθρωσης για την British Energy plc («British Energy»), που γνωστοποιήθηκε στην Επιτροπή στις 7 Μαρτίου 2003, και η οποία συνίσταται στην ανάληψη υποχρεώσεων εκ μέρους της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασίλειου να χρηματοδοτήσει:

    α)

    την πληρωμή των ευθυνών που σχετίζονται με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων που φορτώθηκαν στους πυρηνικούς αντιδραστήρες της British Energy πριν από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ του σχεδίου αναδιάρθρωσης, καθώς και των δαπανών που σχετίζονται με αυτές τις ευθύνες, με εξαίρεση τις συμπληρωματικές ευθύνες όπως αυτές ορίστηκαν στη συμφωνία για τη χρηματοδότηση των συμπληρωματικών ευθυνών του παρελθόντος μεταξύ της British Energy και της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου, που δεν υπερβαίνουν τα 2 185 000 000 GBP σε αξία τον Δεκέμβριο 2002,

    και

    β)

    κάθε ανεπάρκεια του Ταμείου Πυρηνικών Ευθυνών όσον αφορά την πληρωμή των ευθυνών που σχετίζονται με τον παροπλισμό των πυρηνικών περιουσιακών στοιχείων της British Energy, των μη συμβατικών ευθυνών της British Energy και των συμπληρωματικών ευθυνών του παρελθόντος όπως αυτές ορίστηκαν στη συμφωνία για τη χρηματοδότηση των συμπληρωματικών ευθυνών του παρελθόντος μεταξύ της British Energy και της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου,

    είναι συμβατή με την κοινή αγορά και τους στόχους της συνθήκης Ευρατόμ, εφόσον πληροί τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 2 έως 10.

    Άρθρο 2

    1.   Το Ηνωμένο Βασίλειο θα εξασφαλίσει την πλήρη εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης όπως αυτό ανακοινώθηκε στην Επιτροπή από το Ηνωμένο Βασίλειο.

    2.   Το Ηνωμένο Βασίλειο θα υποβάλει μια έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της αναδιάρθρωσης πριν παρέλθουν έξι μήνες από την έκδοση της παρούσας απόφασης και κάθε έτος που ακολουθεί, έως ότου η Επιτροπή το πληροφορήσει ότι δεν είναι πλέον αναγκαίες περαιτέρω εκθέσεις.

    Άρθρο 3

    Αμέσως μόλις οι δαπάνες που αντιστοιχούν στις ευθύνες που αναφέρθηκαν στο στοιχείο β) του άρθρου 1 υπερβούν το ποσό των 1 629 000 000 GBP σε αξία Δεκεμβρίου 2002, το Ηνωμένο Βασίλειο θα υποβάλει πρόσθετες εκθέσεις στην Επιτροπή που θα αποδεικνύουν ότι οι πληρωμές της κυβέρνησης περιορίζονται στην κάλυψη των ευθυνών που αναφέρθηκαν στο σημείο αυτό και ότι έχουν ληφθεί τα κατάλληλα μέτρα για τη μείωση των εξόδων στο ελάχιστο αναγκαίο που χρειάζεται για αυτές τις ευθύνες. Αυτές οι εκθέσεις θα υποβάλλονται ετησίως. Αυτές θα προσαρτώνται στις ετήσιες εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 2.

    Άρθρο 4

    Με σκοπό τον υπολογισμό των ποσών σε αξία του Δεκεμβρίου 2002 που αναφέρεται στο άρθρο 1 και στο άρθρο 3, το Ηνωμένο Βασίλειο θα χρησιμοποιήσει το επιτόκιο αναφοράς και το προεξοφλητικό επιτόκιο που έχει δημοσιεύσει η Επιτροπή για το Ηνωμένο Βασίλειο, επικαιροποιώντας τα κάθε πέντε έτη.

    Άρθρο 5

    1.   Το Ηνωμένο Βασίλειο θα ζητήσει από την British Energy να αναλάβει την υποχρέωση όχι αργότερα από την 1η Απριλίου 2005:

    α)

    να διαχωρίσει την επιχείρηση παροχής ηλεκτρικής ενέργειας από την British Energy Generation Limited και να την ενσωματώσει σε μια ξεχωριστή θυγατρική εταιρεία της British Energy plc (ή τις διαδόχους μητρικές εταιρείες)·

    β)

    να ενοποιήσει τις υπάρχουσες πυρηνικές παραγωγές σε μια και μόνη εταιρεία

    και

    γ)

    να καταβάλει όλες τις θεμιτές προσπάθειες για να επιτύχει τροποποιήσεις της αδείας στα πλαίσια του Electricity Act 1989 ή, εάν αυτές οι τροποποιήσεις αδείας δεν μπορούν να επιτευχθούν, να προσφέρει στην κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου δεσμευτικές αναλήψεις υποχρεώσεων, μη περιορισμένες χρονικά που θα εγγυώνται ότι: i) η British Energy θα αντιμετωπίσει τις υπάρχουσες επιχειρήσεις της πυρηνικής και μη πυρηνικής παραγωγής ως ξεχωριστές επιχειρήσεις σε ό,τι αφορά την έκδοση αδείας (ή για τους σκοπούς οποιασδήποτε ανάληψης υποχρεώσεων έναντι της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου) και ii) οι υπάρχουσες επιχειρήσεις πυρηνικής παραγωγής δεν θα προσφέρουν καμία διασταυρούμενη επιδότηση σε οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση του ομίλου British Energy.

    2.   Σε περίπτωση που η ανάληψη υποχρεώσεων του στοιχείου γ) δεν εφαρμοστεί μέσω ρήτρας αδειοδότησης, το Ηνωμένο Βασίλειο θα υποβάλει ετήσια έκθεση στην Επιτροπή που θα τεκμηριώνει τις αποδείξεις πως δεν έχουν πραγματοποιηθεί διασταυρούμενες επιδοτήσεις από τις υπάρχουσες επιχειρήσεις πυρηνικής παραγωγής σε οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση του ομίλου British Energy. Αυτή η έκθεση θα βασίζεται σε μια ανάλυση που θα έχει πραγματοποιηθεί από ανεξάρτητους λογιστές εμπειρογνώμονες και θα μπορεί να προστεθεί στην έκθεση που αναφέρθηκε στο άρθρο 2. Αυτό δεν πρέπει να εμποδίσει τη δυνατότητα μεταγενέστερης εφαρμογής της ρήτρας αδειοδότησης, εάν τούτο καταστεί δυνατό.

    3.   Το Ηνωμένο Βασίλειο θα πληροφορήσει την Επιτροπή μόλις εφαρμοστούν οι αναλήψεις υποχρεώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.

    Άρθρο 6

    Το Ηνωμένο Βασίλειο θα ζητήσει από την British Energy να δεσμευθεί, για μια περίοδο έξι ετών από την ημερομηνία της παρούσας απόφασης, να μην κατέχει ή να μην διαθέτει δικαιώματα ελέγχου σε:

    καταγεγραμμένη λειτουργική ικανότητα παραγωγής ενέργειας (74) με ορυκτά καύσιμα στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο

    ή

    μεγάλης κλίμακας καταγεγραμμένη υδροηλεκτρική παραγωγική ικανότητα, όπως ορίστηκε στο Renewables Obligation Order 2002, στο Ηνωμένο Βασίλειο,

    (και οι δύο τύποι παραγωγικής ικανότητας θα αναφέρονται εφεξής ως «Περιορισμένη παραγωγική ικανότητα») που αθροιστικά υπερβαίνει τα 2 020 MW υπό την προϋπόθεση ότι:

    α)

    κατά τη διάρκεια της εκκρεμούς περιόδου διάθεσης (όπως ορίζεται κατωτέρω) η British Energy θα δικαιούται να κατέχει ή να διαθέτει δικαιώματα ελέγχου στην περιορισμένη παραγωγική ικανότητα πέραν των 2 020 MW υπό τον όρο ότι δεν θα θέσει σε λειτουργία αυτή την πλεοναστική περιορισμένη παραγωγική ικανότητα ή θα εκχωρήσει όλους τους επιχειρησιακούς ελέγχους και συμφέροντα εκ της πλεοναστικής περιορισμένης παραγωγικής ικανότητας ή της ενέργειας που παράγεται από την πλεοναστική περιορισμένη παραγωγική ικανότητα. Γι' αυτό τον σκοπό, μια «εκκρεμής περίοδος διάθεσης» είναι η περίοδος μεταξύ:

    i)

    της παραλαβής από την Eggborough Power Limited ή την Eggborough Power Holdings Limited μιας ανακοίνωσης ότι: 1. πρόκειται να ασκηθεί το δικαίωμα απόκτησης μεριδίων της Eggborough Power Limited ή του σταθμού Eggborough, ή 2. οποιαδήποτε εγγύηση στα μερίδια της Eggborough Power Limited ή στο σταθμό Eggborough πρόκειται να ασκηθεί

    και

    ii)

    της ημερομηνίας στην οποία η καταγεγραμμένη παραγωγική ικανότητα του σταθμού Eggborough δεν είναι πλέον διαθέσιμη για τον όμιλο British Energy·

    β)

    εάν ένα από τα δικαιώματα διάθεσης των μεριδίων του Eggborough Power Limited ή του σταθμού Eggborough ασκείται, η British Energy εξουσιοδοτείται να κατέχει ή να διαθέτει δικαιώματα ελέγχου σε περιορισμένη παραγωγική ικανότητα που δεν υπερβαίνει τα 2 222 MW υπό τον όρο ότι δηλώνει την περιορισμένη παραγωγική ικανότητά της στον εκμεταλλευόμενο το εθνικό δίκτυο ως ίση με 2 020 MW και δεν θέτει σε λειτουργία περισσότερα από 2 020 MW περιορισμένης παραγωγικής ικανότητας

    ή

    γ)

    εάν η παραγωγική ικανότητα των σταθμών Eggborough καθίσταται μη διαθέσιμη στο όμιλο British Energy κατόπιν ανεπανόρθωτης βλάβης ή ανωτέρας βίας, η British Energy θα έχει το δικαίωμα να κατέχει ή να διαθέτει δικαιώματα ελέγχου στην περιορισμένη παραγωγική ικανότητα που δεν υπερβαίνει τα 2 222 MW, υπό τον όρο ότι δηλώνει την περιορισμένη παραγωγική ικανότητά της στον εκμεταλλευόμενο το εθνικό δίκτυο ως ίσης με 2 020 MW και δεν θέτει σε λειτουργία περισσότερα από 2 020 MW περιορισμένης παραγωγικής ικανότητας.

    Άρθρο 7

    Το Ηνωμένο Βασίλειο θα ζητήσει από την British Energy να δεσμευθεί, για μια περίοδο έξι ετών από την ημερομηνία της παρούσας απόφασης, να μην κατέχει ή να μην διαθέτει δικαιώματα ελέγχου σε καταγεγραμμένη λειτουργική παραγωγική ικανότητα πυρηνικής παραγωγής στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο πέραν από τα υπάρχοντα περιουσιακά της στοιχεία πυρηνικής παραγωγής ή συμβάσεις λειτουργίας και συντήρησης εκεί όπου η British Energy δεν έχει συμφέρον στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, χωρίς την εκ των προτέρων γραπτή συγκατάθεση της Επιτροπής.

    Άρθρο 8

    Το Ηνωμένο Βασίλειο θα διορίσει, εντός τεσσάρων μηνών από την παρούσα απόφαση και ακολουθώντας μια ανοικτή και διαφανή διαδικασία, έναν ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα για τον σκοπό της παρακολούθησης της τήρησης εκ μέρους της ΒΕ των όρων που ορίζονται στο άρθρο 9 (εφεξής «ο ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας»). Το Ηνωμένο Βασίλειο θα πληροφορήσει αμέσως την Επιτροπή γι' αυτόν τον διορισμό.

    Άρθρο 9

    1.   Το Ηνωμένο Βασίλειο θα ζητήσει από την British Energy να δεσμευθεί:

    α)

    ότι για μια περίοδο έξι ετών μετά από τον διορισμό του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα, δεν θα προσφερθεί να τροφοδοτήσει τελικούς χρήστες εκτός των νοικοκυριών οι οποίοι αγοράζουν την ηλεκτρική ενέργεια απευθείας από την British Energy με όρους σύμφωνα με τους οποίους η τιμή του στοιχείου της ενέργειας στη σύμβαση με τους χρήστες είναι χαμηλότερη από την επικρατούσα χονδρική τιμή, υπό την προϋπόθεση ότι σε έκτακτες συνθήκες της αγοράς όπου ο ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας κρίνει ότι πληρούνται ορισμένα αντικειμενικά κριτήρια όπως προβλέπονται στο άρθρο 10 («έκτακτες συνθήκες αγοράς»), η British Energy θα έχει το δικαίωμα, εφόσον αυτές οι έκτακτες συνθήκες συνεχίζουν να υφίστανται, να τιμολογήσει, καλόπιστα, το στοιχείο ενέργειας της σύμβασης κάτω από την ισχύουσα χονδρική τιμή της αγοράς, όπου είναι αναγκαίο να δοθεί η δυνατότητα στην British Energy να ανταποκριθεί στον ανταγωνισμό, στα πλαίσια των όρων του άρθρου 10

    και

    β)

    να συνεργαστεί καλόπιστα με τον ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα και να τηρήσει όλα τα λογικά αιτήματα του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα εγκαίρως, συμπεριλαμβανομένων των αιτημάτων για πληροφορίες, έγγραφα ή πρόσβαση στο προσωπικό ή στη διοίκηση.

    2.   Ο ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας θα υποβάλλει ετήσια έκθεση στο Ηνωμένο Βασίλειο σχετικά με την τήρηση εκ μέρους της British Energy αυτών των όρων. Το Ηνωμένο Βασίλειο θα θέτει αυτές τις εκθέσεις στη διάθεση της Επιτροπής.

    Άρθρο 10

    1.   Τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται προκειμένου να αποφασιστεί κατά πόσον συντρέχουν οι έκτακτες συνθήκες αγοράς θα είναι τα ακόλουθα:

    α)

    σε οποιαδήποτε περίοδο […], [η οποία λήγει όχι πέραν […] πριν από την ημερομηνία προειδοποίησης (Amber Notice) όπως ορίζεται κατωτέρω] […] από τους τελικούς χρήστες (όχι νοικοκυριά) στους οποίους η ΒΕ προσέφερε εφοδιασμό σε όρους που το περιθώριο στο στοιχείο παροχής ενέργειας της σύμβασης άνω της χονδρικής τιμής που ισχύει στην αγορά είναι […], απέρριψαν την προσφορά της ΒΕ·

    β)

    διακινηθείσες ποσότητες στη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας πέραν της […] περιόδου μειώθηκαν σε λιγότερο από […] του μέσου όρου εκείνων που διακινήθηκαν κατά την ίδια περίοδο στην τελευταία […] για την οποία υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία·

    γ)

    η BE προσφέρει για εφοδιασμό ένα ελάχιστο […] ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αγορά […] και αυτή η ποσότητα δεν πωλείται εντός μιας περιόδου […] ωρών.

    2.   Η British Energy όταν αντιμετωπίσει συνθήκες που πλησιάζουν σ' αυτές που περιγράφηκαν ανωτέρω και εάν θεωρεί ότι μπορεί να επικαλεσθεί τις έκτακτες συνθήκες της αγοράς, θα πρέπει κατά πρώτον να πληροφορήσει τον ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα εξηγώντας την ανάλυσή της σχετικά με την κατάσταση και τη θέση σε σχέση με τα αντικειμενικά κριτήρια («Amber Notice»).

    3.   Εάν οι συνθήκες δεν βελτιώνονται μετά από την Amber Notice, και εάν το κριτήριο α) μαζί με το κριτήριο β) ή το κριτήριο γ) ανωτέρω πληρούνται, η British Energy γνωστοποιεί στον ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα ότι πρόκειται να ανταποκριθεί στον ανταγωνισμό τιμολογώντας κάτω από την χονδρική τιμή και χορηγεί τα πιο πρόσφατα τεκμήρια που έχει στη διάθεσή της. Ο ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας θα έχει στη διάθεσή του μέχρι 24 ώρες για να επιβεβαιώσει ή μη ότι το κριτήριο α) μαζί με το κριτήριο β) ή και το κριτήριο γ) ανωτέρω πληρούνται και κατά συνέπεια κηρύσσει την ύπαρξη έκτακτων συνθηκών της αγοράς.

    4.   Εάν ο ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας κηρύξει την ύπαρξη έκτακτων συνθηκών της αγοράς, η British Energy θα έχει το δικαίωμα για μια περίοδο […] από την απόφαση του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα να πραγματοποιήσει καλόπιστα προσφορές τιμών οι οποίες θα ανταποκρίνονται στον ανταγωνισμό στην αγορά των άμεσων πωλήσεων στις επιχειρήσεις.

    5.   Η […] περίοδος μπορεί να ανανεωθεί από τον ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα για όσο διάστημα πληρούται το ανωτέρω κριτήριο γ).

    6.   Στο τέλος της περιόδου, ο περιορισμός της τιμής που ορίστηκε στο άρθρο 9 θα εφαρμόζεται εκ νέου στην British Energy.

    7.   Μετά απ' αυτή την περίοδο, η British Energy θα διαβιβάσει μια έκθεση στον ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα, συνοψίζοντας τις δραστηριότητες των πωλήσεών της κατά τη διάρκεια της περιόδου. Αυτές οι πληροφορίες θα εξεταστούν στην ετήσια έκθεση του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα.

    8.   Μετά από τη λήξη της σύμβασης, κατά τη διάρκεια της οποίας έλαβαν χώρα έκτακτες συνθήκες της αγοράς, ο ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας θα καθιστά γνωστά τα στοιχεία που τον ώθησαν να κηρύξει την ύπαρξη αυτών των συνθηκών και τη διάρκειά τους.

    Άρθρο 11

    Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας.

    Βρυξέλλες, 22 Σεπτεμβρίου 2004.

    Για την Επιτροπή

    Mario MONTI

    Μέλος της Επιτροπής


    (1)  ΕΕ C 180 της 31.7.2003, σ. 5.

    (2)  ΕΕ C 39 της 18.2.2003, σ. 15.

    (3)  Βλέπε υποσημείωση 1.

    (4)  Δηλαδή, εκείνες οι δαπάνες που δεν μπορούν να αποφευχθούν παύοντας την παραγωγή ή κλείνοντας τους σταθμούς παραγωγής.

    (5)  Δηλαδή, εκείνες οι δαπάνες που δεν μπορούν να αποφευχθούν παύοντας την παραγωγή ή κλείνοντας τους σταθμούς παραγωγής.

    (6)  Αρχική υποβολή: οι ταμειακές ροές υπολογίσθηκαν τον Μάρτιο 2003, σε τιμές Δεκεμβρίου 2002. Τρέχουσες προβολές: οι ταμειακές ροές υπολογίσθηκαν τον Μάρτιο 2004, σε τιμές Μαρτίου 2002.

    (7)  Το προεξοφλητικό επιτόκιο είναι το ονομαστικό επιτόκιο 5,4 % που συστήνεται ως επιτόκιο αναφοράς από την 1η Ιανουαρίου 2003 σε συμφωνία με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μέθοδο καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης (ΕΕ C 273 της 9.9.1997, σ. 3).

    Αρχική υποβολή: ταμειακές εισροές και εκροές που εκτιμήθηκαν τον Μάρτιο 2003, σε τιμές του Δεκεμβρίου 2002.

    Τρέχουσες προβολές: ταμειακές εισροές και εκροές που εκτιμήθηκαν τον Μάρτιο του 2004, σε τιμές του Μαρτίου 2004.

    (8)  Η BE αγοράζει τα πυρηνικά καύσιμα από ένα άλλο προμηθευτή μόνο για το πυρηνικό εργοστάσιο PWR και δεν έχει καμία σύμβαση για τα αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα PWR αφού τα αποθηκεύει επιτόπου.

    (9)  Αυτό το ποσοστό αντιστοιχεί στο προεξοφλητικό επιτόκιο του δημοσίου τομέα.

    (10)  Ο ορισμός αυτών των τριών υποθέσεων δίδεται στην αιτιολογική σκέψη 111 κατωτέρω.

    (11)  Τούτο προϋποθέτει ότι η πραγματική ημερομηνία αναδιάρθρωσης είναι η 1η Απριλίου 2004. ΚΠΑ κατά τον μήνα Μάρτιο 2003.

    (12)  Το ακαθάριστο περιθώριο βασίζεται στα συνολικά έξοδα πριν από τους τόκους και τους φόρους μείον το άμεσο κόστος προμήθειας (συμπεριλαμβανομένου του κόστους για ηλεκτρική ενέργεια και παράδοση). Πηγή BE.

    (13)  Οι vulnerabilities αφορούν τομείς όπου η BE και οι σύμβουλοί της αισθάνονται ότι υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος να μην επιτευχθούν οι υποκείμενες υποθέσεις. Οι sensitivities αφορούν τα επίπεδα παραγωγής στις διάφορες υποθέσεις για να αντικατοπτρίσουν τις ιστορικώς χαμηλές αποδόσεις των σταθμών.

    (14)  Επιχειρηματικό απόρρητο.

    (15)  ΕΕ C 368 της 23.12.1994, σ. 12.

    (16)  [1982] ΣΥΛ. 2545.

    (17)  ΕΕ C 37 της 3.2.2001, σ. 3.

    (18)  Η TUSNE περιγράφει εαυτήν ως «μια ανεπίσημη οργάνωση συνδικάτων που στηρίζουν την αστική χρήση της πυρηνικής ενέργειας ως μέσο παραγωγής ενέργειας στα πλαίσια μιας εξισορροπημένης ενεργειακής πολιτικής και ένα ασφαλές και καθαρό περιβάλλον».

    (19)  Ο κύριος Robert Freer είναι σύμβουλος.

    (20)  Η CIA είναι μια εμπορική ένωση που περιλαμβάνει εκατόν ογδόντα εν ενεργεία επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων μερικούς από τους μεγαλύτερους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας στο Ηνωμένο Βασίλειο.

    (21)  Η JHA είναι ένα σημαντικός αναλυτής της βρετανικής αγοράς ενεργείας.

    (22)  Η EIUG είναι μια οργάνωση που αντιπροσωπεύει καταναλωτές στους τομείς εντατικής κατανάλωσης ενέργειας της βρετανικής βιομηχανίας.

    (23)  Η Terra Nitrogen είναι ένας παραγωγός αζώτου, μέρος του ομίλου Terra, ο οποίος παράγει επίσης μεθανόλη. Είναι ένας μεγάλος καταναλωτής ηλεκτρικής ενέργειας στο Ηνωμένο Βασίλειο.

    (24)  Ο Energywatch είναι ένας μη κυβερνητικός δημόσιος οργανισμός που εκπροσωπεί τα συμφέροντα των καταναλωτών φωταερίου και ηλεκτρικής ενέργειας σε όλη τη Μεγάλη Βρετανία.

    (25)  Ο TVO είναι ένας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και λειτουργός πυρηνικού σταθμού στη Φινλανδία.

    (26)  Ο National Grid Transco είναι ο ιδιοκτήτης και ο διαχειριστής του συστήματος μετάβασης στην Αγγλία και στην Ουαλία. Είναι μια ιδιωτική εταιρεία η οποία είναι ανεξάρτητη από επιχειρηματικά συμφέροντα παραγωγής και παροχής.

    (27)  Η Royal Chartered academy ιδρύθηκε το 1976 με στόχο την προαγωγή της τελειότητα στη μηχανική.

    (28)  Η EECL λειτουργεί ένα CCGT 396 MW στο Βόρειο Λονδίνο. Αυτή ανήκει στην αμερικανική εταιρεία Indeck Energy Services Inc.

    (29)  Ο EIC είναι ένας ανεξάρτητο οργανισμός του οποίου ο στόχος είναι η παροχή στήριξης και πληροφορίες αγοράς στους επιχειρηματικούς χρήστες ενέργειας στο Ηνωμένο Βασίλειο.

    (30)  Οργανισμός που αντιπροσωπεύει τα συμφέροντα περίπου 200 μεγάλων βιομηχανικών, λιανεμπορικών και δημοσίων τομέων για τους οποίους το κόστος της ενέργειας και του φωταερίου αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα.

    (31)  Υπόθεση C-256/97 [1999] I – ΣΥΛ. 3913.

    (32)  Το άρθρο 305 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ ορίζει ότι «οι διατάξεις της συνθήκης ΕΚ δεν θίγουν τις διατάξεις της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας».

    (33)  Απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου της 10ης Δεκεμβρίου 2002, υπόθεση C-29/99.

    (34)  ΕΕ L 27, 30.1.1997, σ. 20.

    (35)  Βλέπε απόφαση του Δικαστηρίου της 29ης Απριλίου 1999 στην υπόθεση C-342/96, Βασίλειο της Ισπανίας κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. ΣΥΛ. [1999] I-2459.

    (36)  Συμπεριλαμβανομένων όλων των υποχρεώσεων σε σχέση με την τελική διάθεση αυτών των εξαντλημένων στο παρελθόν πυρηνικών καυσίμων.

    (37)  Που καθορίζεται με βάση τα αποτελέσματα αποδοτικότητας της ΒΕ σε GBP […]/MWh που ισοδυναμεί με GBP […]/kgU.

    (38)  Η απολογιστική τιμή ενέργειας αντικατοπτρίζει την αξία του βασικού φόρτου ηλεκτρικής ενέργειας που διατίθεται σε ΝΕΤΑ (New electricity trading arrangements – Νέες συμφωνίες εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας).

    (39)  Η BE προς το παρόν δεν διαθέτει τελικώς κανένα από τα εξαντλημένα πυρηνικά καύσιμά της, γεγονός που οφείλεται στο ότι δεν έχει ακόμα οριστεί πώς θα διατίθενται τελικά τα εξαντλημένα πυρηνικά καύσιμα στο Ηνωμένο Βασίλειο.

    (40)  Αυτή η έκθεση είναι διαθέσιμη στη βρετανική ιστοσελίδα της Greenpeace στην ακόλουθη διεύθυνση: http://www.greenpeace.org.uk/MultimediaFiles/Live/FullReport/6273.pdf.

    (41)  Χρησιμοποιώντας την ίδια συναλλαγματική ισοτιμία 1 GBP = 1,82 USD όπως στην έκθεση.

    (42)  Μ. Bunn et al. The Economics of Reprocessing vs. Direct Disposal of Spent Nuclear Fuel. Final Report December 2003.

    (43)  Τον Ιούλιο 2003, η Argus ανέφερε για τον χειμώνα 2003/2004 σύμβαση βασικού φόρτου σε 20,96 GBP/MWh. ΣΤις 7 Αυγούστου 2003, η UKPX ανέφερε τιμές βασικού φόρτου για μελλοντικές συμβάσεις για την ίδια περίοδο σε 22,55 GBP/MWh. Την ίδια μέρα, η UKPX ανέφερε για το καλοκαίρι 2006 μελλοντική σύμβαση βασικού φόρτου 20,50 GBP/MWh και τιμή διευθέτησης για τον χειμώνα 2006 27,15 GBP/MWh. Πηγή: Argus και UKPX όπως αναφέρθηκαν από την έκθεση της Frontier Economics «Περιθώρια σταθμών στις αγορές όπου λειτουργεί η ΒΕ στη Μεγάλη Βρετανία», Αύγουστος 2003, συνημμένο στην υποβολή της.

    (44)  Βλέπε απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Μαΐου 2002 στην υπόθεση C-482/99, Γαλλική Δημοκρατία κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΣΥΛ. [2002], I-04397), στην παράγραφο 24.

    (45)  ΕΕ L 195 της 29.7.1980, σ. 35· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2000/52/EΚ (ΕΕ L 193 της 29.7.2000, σ. 75).

    (46)  Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Jacobs στην υπόθεση C-482/99, Γαλλική Δημοκρατία κατά της Επιτροπής, ΣΥΛ [2002], I-04397.

    (47)  Με συναλλαγματική ισοτιμία 1 GBP = 1,5 ευρώ.

    (48)  Πηγή: ιστοσελίδα της Posiva Oy. www.posiva.fi. Αυτή η εκτίμηση βασίζεται στο κόστος ανά kg εξαντλημένου πυρηνικού καυσίμου. Μετατρέποντας αυτή την αξία σε τόνους ουρανίου (που έχει φορτωθεί πριν από τη χρήση) μπορεί να προκύπτει ελαφρώς χαμηλότερη εκτίμηση των πραγματικών δαπανών αφού τα στοιχεία των εξαντλημένων πυρηνικών καυσίμων περιλαμβάνουν επίσης ένα μικρό ποσοστό υλικού που δεν είναι ουράνιο σε διαχωριστήρες και σωλήνες.

    (49)  Βλέπε επίσης τμήμα VI.1 ανωτέρω.

    (50)  Η τιμή φόρτου ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρεμπορική αγορά έχει μια επίπτωση στη δομή του κόστους του σταθμού της ΒΕ, αφού αποτελεί ένα στοιχείο για την τιμή που η ΒΕ καταβάλλει στην BNFL για τη διαχείριση των εξαντλημένων πυρηνικών καυσίμων της.

    (51)  Καθαρή παρούσα αξία τον Δεκέμβριο 2002 με ονομαστική έκπτωση 5,4 %.

    (52)  Σύμφωνα με το διεθνή οργανισμό ατομικής ενέργειας μόνο 6 πυρηνικοί σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας παγκοσμίως είχαν ολοκληρωτικά παροπλιστεί το 2003. Πηγή: IAEA - Nuclear Technology Review 2003.

    (53)  Βλέπε «A European Perspective on the Funding of Decommissioning and Related Activities of the End of the Nuclear Cycle». José A. Hoyos Pérez. NEA International Seminar on «Strategy Selection for the Decommissioning of Nuclear Facilities»; Tarragona, Spain; 1 – 5 September 2003.

    (54)  Radioactive Waste Management and Decommissioning in an Enlarged European Union. Derek M. Taylor. 19th Residential Summer School on Decommissioning and Radioactive Waste Management; Cambridge UK; 30 June – 4 July 2003.

    (55)  Καθαρή τρέχουσα αξία τον Δεκέμβριο του 2002 με ονομαστική έκπτωση 5,4 %.

    (56)  Βλέπε ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μέθοδο καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης (ΕΕ C 273 της 9.9.1997, σ. 3) σε συνδυασμό με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη τεχνική προσαρμογή της μεθόδου καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης (ΕΕ C 241 της 26.8.1999, σ. 9) και άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (ΕΕ L 140 της 30.4.2004, σ. 1).

    (57)  ΕΕ L 176 της 15.7.2003, σ. 11.

    (58)  Αυτό το συμπέρασμα είναι επίσης σε συμφωνία με το συμπέρασμα που εξήχθη από την Επιτροπή στις υποθέσεις συγκεντρώσεων όπου η γεωγραφική αγορά θεωρήθηκε ως εθνική.

    (59)  Τον Ιούλιο 2003, η Argus ανέφερε σύμβαση βασικού φορτίου για τον χειμώνα 2003/2004 ύψους 20,96 GBP/MWh. Στις 7 Αυγούστου 2003, η UKPX ανέφερε τιμές μελλοντικών συμβάσεων βασικού φόρτου για την ίδια περίοδο 22,55 GBP/MWh. Την ίδια μέρα, η UKPX ανέφερε για το καλοκαίρι του 2006 μελλοντική σύμβαση βασικού φόρτου 20,50 GBP/MWh και τιμή διευθέτησης για το χειμώνα 2006 σε 27,15 GBP/MWh. Πηγή: η Argus και η UKPX όπως αναφέρθηκε από την έκθεση της Frontier Economics «Περιθώρια σταθμού παραγωγής στις αγορές όπου δραστηριοποιείται η ΒΕ στη Μεγάλη Βρετανία», Αύγουστος 2003, συνημμένο στην υποβολή στοιχείων της ΒΕ.

    (60)  Έκθεση της PowerInk «Έρευνα στις αγορές που εξυπηρετούνται από την British Energy», Μάρτιος 2003, συνημμένη στη γνωστοποίηση των βρετανικών αρχών αναφέρει τις καλύτερες τιμές νεοεισερχόμενου μεταξύ 20 και 25 GBP/MWh. Προγενέστερες αποφάσεις της Επιτροπής στον τομέα βασίστηκαν στις καλύτερες εκτιμήσεις των δαπανών νέας εισόδου των 35,5 ευρώ/MWh (περίπου 23,7 GBP/MWh). Βλέπε για παράδειγμα την απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση N133/01 – Stranded costs in Greece. ΕΕ C 9 της 15.1.2003, σ. 6 .

    (61)  Αιχμή της μέσης ζήτησης κατά την περίοδο ψύχους είναι εκείνη η υπόθεση της χειμερινής ζήτησης αιχμής η οποία έχει 50 % πιθανότητα να ξεπεραστεί για λόγους καιρού και μόνο. Αυτός είναι ο ορισμός που χρησιμοποιείται από τον φορέα του δικτύου Αγγλίας και Ουαλίας: National Grid Transco.

    (62)  20 % στην έκθεση «Το κλείσιμο των βρετανικών πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της British Energy» του John H Large της Large & Associates, Απρίλιος 2003, που επισυνάπτεται στα στοιχεία που υπέβαλε η Greenpeace. 20 % στην έκθεση «Το κλείσιμο των βρετανικών πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της British Energy»από το σύμβουλο επί της ενέργειας ILEX, Σεπτέμβριος 2002, που επισυνάπτεται στα στοιχεία που υπέβαλε η Greenpeace.

    (63)  Η έκθεση δημοσιεύεται στο Διαδίκτυο στην ακόλουθη διεύθυνση:

    http://www.nationalgrid.com/uk/library/documents/sys_04/default.asp?action=&sNode=SYS&Exp=Y.

    (64)  57 000 MW είναι ο μέσος όρος της πρόβλεψης για τη ζήτηση αιχμής ACS για τα τρία σχετικά έτη.

    (65)  Διαθέσιμο στη http://www.scottish-southern.co.uk/popups/7yearstatement.asp.

    (66)  Διαθέσιμη στη http://www.scottishpower.com/applications/publish/downloadPublicDocument.jsp?guid=2e0a12_fa5719a547_-7ff60a026463&folderPath=/root/ScottishPower Media Library/Documents and Reports/&downloadParameter=Attachment.

    (67)  Η ζήτηση αιχμής ACS σε κάθε ζώνη μπορεί να διαφέρει ελαφρώς από την προβλεφθείσα ανώτατη αιχμή που εξαρτάται από το πόσο βαρύς θα είναι ο αναμενόμενος χειμώνας σε σύγκριση με τον καιρό ACS. Η πραγματική ζήτηση αιχμής ACS στη Μεγάλη Βρετανία μπορεί να διαφέρει ελαφρώς από το κάθετο άθροισμα των τριών γεωγραφικών αξιών. Για να μετρηθεί αυτό ακριβώς θα απαιτούσε μια ανάλυση των συσχετισμών μεταξύ των ζητήσεων στις τρεις περιφέρειες, για τις οποίες δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία. Ωστόσο, είναι λογικό να υπάρξει εμπιστοσύνη ότι οι αιχμές συσχετίζονται πράγματι αφού δεν υπάρχει σημαντική διαφορά χρόνου μεταξύ των γεωγραφικών περιοχών και οι τρεις περιφέρειες υπόκεινται στο ίδιο τύπο καιρού.

    (68)  Το 76 469 υπερβαίνει το 61 853 κατά 23,6 %.

    (69)  Τούτο μπορεί να παραμείνει προς όφελος του πελάτη αφού δεν υπάρχει ενδιάμεσος μεταξύ του παραγωγού και του πελάτη.

    (70)  Εκτός από την BNFL, κανένας από τους ανταγωνιστές της ΒΕ δεν λειτουργεί πυρηνικούς αντιδραστήρες στη Μεγάλη Βρετανία.

    (71)  Κατά την έννοια τoυ Renewable Obligation Order 2002.

    (72)  Βλέπε αιτιολογική σκέψη 186 ανωτέρω.

    (73)  Βλέπε γι' αυτό το σκοπό την ετήσια έκθεση Energywatch Απρίλιος 2002-Μάρτιος 2003, διαθέσιμη στον ιστότοπο http://www.energywatch.org.uk/uploads/20022003_Annual_Report.pdf.

    (74)  Εξαιρουμένης της συμπληρωματικής παραγωγικής ικανότητας με ορυκτά καύσιμα στους πυρηνικούς σταθμούς της.


    Top