EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32002D0865

2002/865/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 30ής Οκτωβρίου 2001, σχετικά με την κρατική ενίσχυση την οποία χορήγησε η Γερμανία στην Graf von Henneberg Porzellan GmbH, Ilmenau (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ.) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό E(2001) 3303]

ΕΕ L 307 της 8.11.2002, p. 1–27 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2002/865/oj

32002D0865

2002/865/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 30ής Οκτωβρίου 2001, σχετικά με την κρατική ενίσχυση την οποία χορήγησε η Γερμανία στην Graf von Henneberg Porzellan GmbH, Ilmenau (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ.) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό E(2001) 3303]

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 307 της 08/11/2002 σ. 0001 - 0027


Απόφαση της Επιτροπής

της 30ής Οκτωβρίου 2001

σχετικά με την κρατική ενίσχυση την οποία χορήγησε η Γερμανία στην Graf von Henneberg Porzellan GmbH, Ilmenau

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό E(2001) 3303]

(Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2002/865/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους(1) σύμφωνα με τα προαναφερθέντα άρθρα και αφού έλαβε υπόψη τις εν λόγω παρατηρήσεις,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1) Στις 16 Νοεμβρίου 1998 και στις 24 Μαρτίου 1999 η Επιτροπή έλαβε καταγγελίες από ανταγωνιστές, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι έγινε καταχρηστική χορήγηση κρατικών ενισχύσεων προς την εταιρεία Graf von Henneberg Porzellan GmbH με έδρα το Ιlmenau της Θουριγγίας.

(2) Στην αίτηση παροχής πληροφοριών της Επιτροπής της 6ης Ιανουαρίου 1999 οι γερμανικές αρχές απάντησαν στις 3 και 25 Μαΐου 1999. Οι καταγγέλλοντες έστειλαν συμπληρωματικές πληροφορίες και μετά τη συνάντηση των εκπροσώπων της Επιτροπής με τις γερμανικές αρχές στις 23 Σεπτεμβρίου 1999 η Επιτροπή ζήτησε στις 30 Σεπτεμβρίου 1999 την κοινοποίηση της πράξης. Κατόπιν υπόμνησης της Επιτροπής στις 9 Νοεμβρίου 1999 η Γερμανία υπέβαλε συμπληρωματικές πληροφορίες, αλλά αρνήθηκε να κοινοποιήσει την ενίσχυση. Στις 10 Νοεμβρίου 1999 η υπόθεση καταχωρήθηκε ως μη κοινοποιηθείσα ενίσχυση με τα στοιχεία ΝΝ 135/99.

(3) Με επιστολή της 13ης Ιουλίου 2000 η Επιτροπή ενημέρωσε τη Γερμανία για την κίνηση της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ και ταυτόχρονα την κάλεσε να υποβάλει όλα τα απαραίτητα έγγραφα και στοιχεία που θα επιτρέψουν στην Επιτροπή να αποφανθεί κατά πόσον ορισμένες ενισχύσεις ήταν σύμφωνες με τους όρους των εγκεκριμένων καθεστώτων ενισχύσεων βάσει των οποίων υποτίθεται ότι χορηγήθηκαν.

(4) Η απόφαση της Επιτροπής για την κίνηση της διαδικασίας δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(2). Η Επιτροπή κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν παρατηρήσεις σχετικά με την παραπάνω υπόθεση. Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις εκ μέρους του Συνδέσμου Ευρωπαϊκών Βιομηχανιών Κεραμικής (Cerame-Unie) και της εμπλεκόμενης επιχείρησης. Οι παρατηρήσεις αυτές κοινοποιήθηκαν στις γερμανικές αρχές με επιστολή της 18ης Δεκεμβρίου 2000.

(5) Στις 18 Σεπτεμβρίου 2000 οι γερμανικές αρχές απάντησαν στην εντολή παροχής πληροφοριών και ενημέρωσαν την Επιτροπή για τη χορήγηση και άλλων ενισχύσεων προς την επιχείρηση, οι οποίες δεν είχαν κοινοποιηθεί προηγουμένως. Στις 13 Νοεμβρίου 2000 η Επιτροπή έθεσε ερωτήσεις, στις οποίες οι γερμανικές αρχές απάντησαν στις 19 Δεκεμβρίου 2000. Στις 9 Ιανουαρίου 2001 πραγματοποιήθηκε συνάντηση με εκπροσώπους των γερμανικών αρχών. Στις 24 Ιανουαρίου 2001 τέθηκαν συμπληρωματικές ερωτήσεις, στις οποίες δόθηκαν απαντήσεις την 6η Μαρτίου 2001.

(6) Με επιστολή της 25ης Απριλίου 2001 η Επιτροπή κοινοποίησε στη Γερμανία την απόφασή της να επεκτείνει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις που δεν είναι σύμφωνες με τους όρους των καθεστώτων ενισχύσεων βάσει των οποίων υποτίθεται ότι χορηγήθηκαν, καθώς και στις ενισχύσεις που δεν είχαν κοινοποιηθεί προηγουμένως στην Επιτροπή.

(7) Η απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την επέκταση της διαδικασίας δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(3). Η Επιτροπή κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τις εν λόγω ενισχύσεις. Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από κάποιον καταγγέλλοντα, αλλά και από το δικαιούχο της ενίσχυσης. Οι εν λόγω παρατηρήσεις κοινοποιήθηκαν με επιστολές της 28ης και 30ής Αυγούστου 2001 στις γερμανικές αρχές, στις οποίες επετράπη κατ' αυτόν τον τρόπο να διατυπώσουν τις απόψεις τους.

(8) Στις 28 Ιουνίου 2001 η Γερμανία απάντησε στην απόφαση της Επιτροπής να κινήσει την τυπική διαδικασία έρευνας, αποστέλλοντας γενικές πληροφορίες για τα προαναφερθέντα μέτρα ενίσχυσης.

ΙΙ. ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

Α. Η επιχείρηση

(9) Η Graf von Henneberg Porzellan GmbH κατασκευάζει διακοσμητικά και οικιακά σκεύη από πορσελάνη. Είναι εγκατεστημένη στη Θουριγγία, σε περιφέρεια επιλέξιμη για ενίσχυση σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης ΕΚ. Τα στοιχεία που ακολουθούν σχετικά με την επιχειρηματική δραστηριότητα της εταιρείας συμφωνούν με τις ετήσιες εκθέσεις οικονομικής κατάστασης που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή:

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(10) Η εταιρεία ιδρύθηκε την 1η Μαρτίου 1990 κατόπιν μετατροπής της κρατικής εταιρείας Ηenneberg Porzellan Ilmenau σε ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία με την επωνυμία Graf von Henneberg Porzellan GmbH ("GvH1"). Στις 23 Αυγούστου 1990 η εν λόγω εταιρεία καταχωρήθηκε στο πρωτοδικείο του Meiningen με αριθμό ΗRB 327.

(11) Η εταιρεία GvH1 ιδιωτικοποιήθηκε στις 23 Αυγούστου 1991 από την Treuhandanstalt ("THA") μετά από διαδικασία προκήρυξης διαγωνισμού και μεταβιβάστηκε στον κ. Jamalian έναντι του ποσού των 7,5 εκατ. DEM. Η πώληση της εταιρείας έγινε υπό την αναβλητική αίρεση της καταβολής του τιμήματος, από την οποία όμως η THA παραιτήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 1992. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1992 ο κ. Jamalian έγινε μοναδικός διαχειριστής και εταίρος της επιχείρησης.

(12) Στις 7 Ιανουαρίου 1993 η THA αναθεώρησε τη σύμβαση ιδιωτικοποίησης, παραιτούμενη από την καταβολή του τιμήματος και από άλλες υποχρεώσεις που είχαν συμφωνηθεί κατά την ιδιωτικοποίηση. Ο κ. Jamalian συμφώνησε να εισφέρει στο μετοχικό κεφάλαιο το ποσό των 7,5 εκατ. DEM. Η αύξηση αυτή του μετοχικού κεφαλαίου δεν έγινε ποτέ.

(13) Στις 11 Ιουλίου 1995 η GvH1 υπέβαλε δήλωση πτώχευσης. Στα τέλη του ίδιου μήνα η Thüringen Landesentwicklungsgesellschaft ("LEG") ανέθεσε στην εταιρεία συμβούλων Projekt Management Eschbach ("PME") να επεξεργαστεί κάποια λύση για την επιχείρηση, λαμβάνοντας υπόψη μια κρατική συμμετοχή. Στις 17 Αυγούστου 1995 το πρωτοδικείο του Meiningen ξεκίνησε την πτωχευτική διαδικασία και η επιχείρηση έφερε πλέον την επωνυμία Graf von Henneberg Porzellan in Abwicklung ("GvHiA"). Στις 24 Αυγούστου 1995 η PME γνωστοποίησε τις προτάσεις της στις τοπικές αρχές και στους εκπροσώπους της κρατικής Thüringer Industriebeteiligungs GmbH & Co. KG ("TIB"), στους οποίους περιλαμβανόταν και ο κ. Frowein, που ήταν τότε υπάλληλος της TIB. Σύμφωνα με τη Γερμανία ο σύνδικος της πτώχευσης συνέχισε την επιχειρηματική δραστηριότητα και αναζητούσε επενδυτή. Ορισμένοι δυναμικοί επενδυτές έδειξαν ενδιαφέρον, αλλά κανένας δεν υπέβαλε προσφορά. Στις 30 Νοεμβρίου 1995 καταγγέλθηκαν όλες οι συμβάσεις εργασίας με το προσωπικό της επιχείρησης.

(14) Στις 18 Δεκεμβρίου 1995 ιδρύθηκε νέα εταιρεία με την ίδια επωνυμία, η Graf von Henneberg Porzellan GmbH ("GvH2"). Η GvHiA απέκτησε το 51 % των μετοχών της εταιρείας αυτής και η TIB το υπόλοιπο 49 %. Το αρχικό μετοχικό κεφάλαιο της GvH2 ανερχόταν σε 1 εκατ. DEM, από τα οποία τα 0,51 εκατ. DEM προέρχονταν από την GvHiA και τα 0,49 εκατ. DEM συνεισέφερε η TIB. Η GvH2 δεν αντιμετώπιζε πλέον δυσχέρειες σύμφωνα με τη Γερμανία. Την 1η Ιανουαρίου 1996 η πλειοψηφία του προσωπικού της GvHiA προσλήφθηκε από την GvH2. Στις 8 Ιανουαρίου 1996 η GvH2 απέκτησε τα πάγια περιουσιακά στοιχεία(4) της GvHiA έναντι του ποσού των 8,5 εκατ. DEM. Η τιμή καλύφθηκε πλήρως με δάνειο της Thüringer Aufbaubank ("TAB"). Το ύψος της τιμής αναφέρεται σε έκθεση της PME, αλλά δεν αιτιολογείται ο προσδιορισμός της. Στις 18 Ιανουαρίου 1996 η εταιρεία καταχωρήθηκε στο πρωτοδικείο του Meiningen με αριθμό ΗRB 3738.

(15) Σύμφωνα με τη Γερμανία αναζητείτο επενδυτής από τότε που ιδρύθηκε η GvH2, αλλά βρέθηκε μόλις στις 28 Αυγούστου 1998, όταν όλες οι μετοχές της GvH2 πωλήθηκαν στον κ. Frowein έναντι του ποσού των 0,2 εκατ. DEM. Δεν υπάρχουν στοιχεία για τον προσδιορισμό της τιμής. Μετά την πώληση των μετοχών η Γερμανία ονομάζει την εταιρεία GvH3. Το Σεπτέμβριο του 1999 ο κ. Frowein απέκτησε, σύμφωνα με δημοσιεύματα, τις μετοχές της Glashütte Schmiedefeld GmbH, μιας ανταγωνίστριας εταιρείας υπό πτώχευση, και η επιχείρηση με 30 εργαζόμενους έγινε θυγατρική εταιρεία της GvH2/3.

B. Η αναδιάρθρωση

α) Σχέδια αναδιάρθρωσης της GvH1

(16) Το πρώτο ολοκληρωμένο σχέδιο αναδιάρθρωσης που επεξεργάστηκε η THA και αναπροσαρμόστηκε από τον κ Jamalian κάλυπτε την περίοδο από το δεύτερο εξάμηνο του 1990 μέχρι το 1993. Κύρια σημεία του ήταν τα εξής: βασικός προσανατολισμός προς τα νέα ομόσπονδα κράτη και τις αγορές της Ανατολικής Ευρώπης, καθιέρωση του σήματος "Graf von Henneberg" στο κατώτερο έως μεσαίο τμήμα της αγοράς, μείωση του κόστους (σε προσωπικό, υλικά και ενέργεια), βελτίωση της αποτελεσματικότητας (εκπαίδευση, χρήση υπολογιστών, νέο σύστημα παραγγελιών και πωλήσεων, ανακύκλωση, αναδιοργάνωση της διαχείρισης αποθεμάτων), βελτίωση της παραγωγικότητας. Το σχέδιο προέβλεπε επενδύσεις ύψους 22,259 εκατ. DEM, προκειμένου να καλυφθούν απώλειες ύψους 44,410 εκατ. DEM και να καταβληθούν τόκοι ύψους 8,927 εκατ. DEM. Η χρηματοδότηση θα γινόταν με τη λήψη δανείων ύψους 60 εκατ. DEM περίπου και με την απόσβεση χρεών. Συνοπτική εικόνα:

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(17) Μέχρι το τέλος του 1992 η GvH1 έχασε παραγγελίες από τη Ρωσία και το Ιράν και είχε να αντιμετωπίσει τεχνικά προβλήματα σ' έναν κλίβανό της, γεγονός που οδήγησε σε οξεία κρίση και αναθεώρηση του σχεδίου για την περίοδο 1993-1996. Κεντρικά του σημεία ήταν τα εξής: Αναδιάρθρωση της GvH1, μείωση δαπανών, προσωπικού και χώρων, άμεσες πωλήσεις προϊόντων και τηλεφωνική εμπορία στη Γερμανία, εκπόνηση νέας στρατηγικής πωλήσεων στις αγορές της Νότιας Ευρώπης. Επισημάνθηκε ότι αν δεν υπήρχε νέα ρευστότητα, η πτώχευση θα ήταν αναπόφευκτη. Βάση του σχεδίου αποτελούσε εισφορά κεφαλαίου ύψους 7,5 εκατ. DEM από τον κ. Jamalian, η οποία όμως δεν έγινε. Συνοπτική εικόνα:

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

β) Σχέδια αναδιάρθρωσης της GvH2/3

(18) Τα πρώτα σχέδια αναδιάρθρωσης της GvH2 υποβλήθηκαν με τρεις εκθέσεις της PME. Στην πρώτη έκθεση παρουσιάζονται διάφορα σενάρια, συμπεριλαμβανομένης και μιας πολύπλοκης λύσης που θα κάλυπτε πολλούς παραγωγούς πορσελάνης στη Θουριγγία, η οποία ωστόσο δεν επιλέχθηκε. Σε μέρος της δεύτερης έκθεσης εξετάζεται ένα μοντέλο συνέχισης της επιχείρησης, το οποίο γίνεται πλέον συγκεκριμένο στην τρίτη έκθεση που περιλαμβάνει ανάλυση κόστους, με πρόβλεψη των αποτελεσμάτων για την περίοδο 1996-1997, υπό την προϋπόθεση συμμετοχής της TIB. Τα κύρια σημεία ήταν τα εξής: πώληση των παγίων στοιχείων ενεργητικού έναντι του ποσού των 8,5 εκατ. DEM, 317-329 εργαζόμενοι (συν 8 μαθητευόμενοι), μεταφορά σε άλλο μέρος της μαζικής παραγωγής πορσελάνης το 1997, 4 % αύξηση τιμών, μέτρα αναδιοργάνωσης (συγκέντρωση της παραγωγής με την εγκατάλειψη πολλών τομέων δραστηριότητας και μείωση της έκτασης των εγκαταστάσεων, εξοικονόμηση ενέργειας, επενδύσεις ύψους 4,685 εκατ. DEM και επισκευές). Προβλέφθηκαν τρία πιθανά αποτελέσματα για τα έτη 1996-1997 με βάση διάφορους κύκλους εργασιών. Συνοπτική εικόνα:

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(19) Όταν ο κ. Frowein ανέλαβε την εταιρεία, το σχέδιο αναθεωρήθηκε. Η αποτυχία των προηγούμενων αναδιαρθρώσεων αποδόθηκε σε πολλά αίτια: προβλήματα διοίκησης, υπερβολικά αισιόδοξες προβλέψεις και μη υλοποίηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης. Για τη βραχυπρόθεσμη σταθεροποίηση της κατάστασης της επιχείρησης σχεδιάστηκαν πολλά μέτρα: μείωση του προσωπικού, ιδίως στις διευθυντικές θέσεις και σύσταση ενός Profit Center για τον τομέα της εφοδιαστικής. Για τη βραχυπρόθεσμη ισχυροποίηση της επιχείρησης δόθηκε έμφαση στα ακόλουθα σημεία: διεύρυνση του φάσματος παραγωγής, άμεσες πωλήσεις προϊόντων, συνεργασία με παραγωγούς πορσελάνης και επενδύσεις ύψους 3 εκατ. DEM.

(20) Σωρευτικές απώλειες ύψους 0,8 εκατ. DEM αναμένονταν μέχρι τον Ιούνιο του 1998, σύμφωνα με το αναθεωρημένο σχέδιο. Ωστόσο, δύο μήνες αργότερα, οι απώλειες ανέρχονταν ήδη σε 3,169 εκατ. DEM, ενώ η συνεργασία με άλλους παραγωγούς πορσελάνης δεν είχε δρομολογηθεί. Το σχέδιο τροποποιήθηκε εκ νέου και προέβλεπε τώρα μέτρια ανάπτυξη, στηριζόμενη στην παραγωγή ειδών πορσελάνης για ξενοδοχεία, στην αύξηση της παραγωγής στη Γερμανία, στη σταθεροποίηση των εξαγωγών και σε επενδύσεις ύψους 1,750 εκατ. DEM. Συνοπτική εικόνα:

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Γ. Τα χρηματοοικονομικά μέτρα

(21) Στους ακόλουθους πίνακες περιλαμβάνονται συγκεντρωτικά όλα τα χρηματοοικονομικά μέτρα υπέρ της GvH1, της GvHiA και της GvH2/3. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα χρηματικά ποσά και οι χρόνοι καταβολής τους είναι σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που υποβλήθηκαν από τη Γερμανία.

α) Χρηματοοικονομικά μέτρα υπέρ της GvH1((Δεν έχουν συνυπολογισθεί οι εγγυήσεις δανείων που το ύψος τους περιλαμβάνεται στο συνολικό ποσό του δανείου, για να μην προσμετρηθούν διπλά. Η εγγύηση για το μέτρο 10 έχει συνυπολογισθεί, επειδή κανένα από τα σχετικά δάνεια δεν αναφέρεται στον πίνακα.))

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Μέτρα της THA

(22) Μέτρα 1-3: Η THA ανέλαβε την εξόφληση τριών χρεών: των παλαιών χρεών πριν από την 1η Ιουλίου 1990 και των δανείων από την Deutsche Bank Ilmenau.

(23) Μέτρο 9: Η καταβολή της τιμής παρατάθηκε πολλές φορές και τελικά ματαιώθηκε, στο πλαίσιο της αναθεώρησης της σύμβασης ιδιωτικοποίησης.

(24) Μέτρο 10: Εγγύηση για 8,629 εκατ. DEM, συμπεριλαμβανομένων των τόκων και των εξόδων φακέλου.

(25) Μέτρο 11: Οι επιχορηγήσεις δόθηκαν για να αντισταθμιστούν, σύμφωνα με τη Γερμανία, απώλειες ύψους 17,5 εκατ. DEM λόγω των παραγγελιών που χάθηκαν από τη Ρωσία και ύψους 26,337 εκατ. DEM λόγω ενός κλιβάνου που υπέστη βλάβη. Η THA συμφώνησε αρχικά στην καταβολή ποσού 25 εκατ. DEM, αλλά εκταμιεύθηκαν μόνο 13,871 εκατ. DEM, σύμφωνα με τη Γερμανία, ενώ το υπόλοιπο υπολογίστηκε στην εγγύηση που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 24.

Μέτρα του ομόσπονδου κράτους της Θουριγγίας

(26) Μέτρο 4: Επιχορηγήσεις επενδύσεων ύψους 6,812 εκατ. DEM.

(27) Μέτρο 13: Επιχορήγηση ύψους 5 εκατ. DEM.

(28) Μέτρα 15, 16 και 19: Εγγυήσεις για το υπόλοιπο οφειλής δανείων σε ποσοστό 90 %, στα πλαίσια των μέτρων 12, 17 και 21.

(29) Μέτρο 25: Επενδυτικά κίνητρα ύψους 1,7 εκατ. DEM.

Μέτρα κρατικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων

(30) Μέτρα 5, 20 και 21: Πιστώσεις της Ηessische Landesbank ("HeLaBa").

(31) Μέτρο 6: Εγγύηση υπολοίπου οφειλής σε ποσοστό 80 % ύψους 7,68 εκατ. DEM της Berliner Industriebank που ονομάζεται τώρα Deutsche Ausgleichsbank ("DtA").

(32) Μέτρα 7, 8, 12, 17 και 18: Πιστώσεις της Bayerische Landesbank. Το μέτρο 12 ήταν προχρηματοδότηση των επιχορηγήσεων που αναμένονταν από την THA, στα πλαίσια του μέτρου 11.

(33) Μέτρα 22 και 23: Πιστώσεις της Sparkasse Ilmenau και Sparkasse Erfurt.

(34) Μέτρο 24: Προκαταβολή ύψους 2 εκατ. DEM για την απόκτηση ακινήτου αξίας 4,6 εκατ. DΕΜ, τα οποία θα καλύπτονταν από το Υπουργείο Οικονομικών της Θουριγγίας. Η τιμή καθορίστηκε από κρατικό μεσιτικό γραφείο ακινήτων.

Άλλα μέτρα

(35) Μέτρο 14: Επιχορήγηση που δόθηκε για βραχυπρόθεσμη ρευστότητα χωρίς να μπορεί να επιστραφεί. Η Γερμανία ισχυρίστηκε ότι η επιχορήγηση αυτή δε δόθηκε ποτέ και κατά συνέπεια το ποσό δεν ελήφθη υπόψη στον παραπάνω πίνακα.

(36) Μέτρο 26: Επιχορηγήσεις για έρευνα και ανάπτυξη από το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας.

(37) Μέτρο 27: Επιχορηγήσεις στα πλαίσια του νόμου για την ενίσχυση της εργασίας, ενός προγράμματος για την προώθηση της απασχόλησης.

Εξασφαλίσεις

(38) Οι πιστώσεις των μέτρων 5, 7, 8, 18, 20 και 22 ήταν ασφαλισμένες με σύμβαση εγγυητικής κοινοπραξίας την οποία είχαν συνάψει οι πιστώτριες τράπεζες. Παρασχέθηκαν οι ακόλουθες πρόσθετες ασφάλειες: υποθήκες σε τρία ακίνητα της GvH1 αξίας 5 εκατ. DEM, 16 εκατ. DEM και 17,2 εκατ. DEM, εγγύηση υπολοίπου οφειλής 80 % στο μέτρο 6, καθώς και εκχώρηση της κυριότητας των μηχανημάτων και των εγκαταστάσεων της GvH1 (αξίας 2,280 εκατ. DEM σύμφωνα με έκθεση εμπειρογνωμόνων). Επιπλέον, ο κ. Jamalian έδωσε εγγυήσεις έναντι όλων των τραπεζών το ύψος των οποίων ορίζεται επακριβώς.

(39) Τα δάνεια των μέτρων 12(5), 17 και 21 ήταν εξασφαλισμένα με κρατικές εγγυήσεις που κάλυπταν το 90 % του υπολοίπου της οφειλής.

β) Αναγγελθείσες απαιτήσεις στην πτωχευτική περιουσία και χρηματοοικονομικά μέτρα υπέρ της GvHiA

(40) Η Bayerische Landesbank ανήγγειλε απαιτήσεις ύψους 47 εκατ. DEM περίπου συν τόκους.

(41) Η Bundesanstalt für vereinigungsbedingte Sonderaufgaben (BvS) ανήγγειλε απαιτήσεις ύψους 1,430 εκατ. DEM περίπου. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γερμανίας 0,942 εκατ. DEM για έσοδα από την πώληση ακινήτου (βλέπε μέτρο 30), 0,4 εκατ. DEM για αποζημίωση που είχε συμφωνηθεί κατά την αναθεώρηση της σύμβασης ιδιωτικοποίησης συν τους τόκους.

(42) Το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας ανήγγειλε απαιτήσεις ύψους 0,467 εκατ. DEM συν τόκους (μέτρο 26).

(43) Η ΗeLaBa ανήγγειλε απαιτήσεις ύψους 31,707 εκατ. DEM περίπου. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γερμανίας το ποσό αυτό προκύπτει από τα μέτρα 5, 20 και 21 συν τους τόκους υπερημερίας.

(44) Η Sparkasse Ilmenau ανήγγειλε απαίτηση για το δάνειό της στο μέτρο 22 συν τόκους.

(45) Η Sparkasse Erfurt ανήγγειλε απαιτήσεις ύψους 1,995 εκατ. DEM περίπου συν τόκους. Στις πληροφορίες που παρασχέθηκαν αναφέρεται μόνον το δάνειο ύψους 1,5 εκατ. DEM. Συνεπώς, το εν λόγω ίδρυμα χορήγησε στην GvH1 0,4 εκατ. DEM επιπλέον κατά τα φαινόμενα. Η Γερμανία δεν έδωσε καμιά εξήγηση για τη διαφορά.

(46) Η TAB ανήγγειλε απαιτήσεις ύψους 8,824 εκατ. DEM, από τα οποία τα 2 εκατ. DEM περίπου αντιστοιχούσαν στο μέτρο 24 συν τόκους. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γερμανίας το υπόλοιπο ποσό αντιστοιχεί στις επενδυτικές επιχορηγήσεις του μέτρου 4, τις οποίες ανήγγειλε η TAB υπέρ του ομόσπονδου κράτους της Θουριγγίας.

(47) Η Επιτροπή διαπιστώνει επίσης ότι ο δήμος Ιlmenau ανήγγειλε φορολογικές απαιτήσεις ύψους 0,557 εκατ. DEM περίπου στην πτωχευτική περιουσία για την περίοδο 1991-1995.

(48) Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες το κράτος ήταν ο κύριος πιστωτής της GvH1. Υπάρχουν ενδείξεις ότι μέρος των χρημάτων εισπράχθηκε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας πτώχευσης, αλλά βάσει των στοιχείων που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή δε δύναται να προσδιορίσει επακριβώς τα ποσά που ανέκτησαν οι εμπλεκόμενοι χρηματοδότες.

γ) Χρηματοοικονομικά μέτρα υπέρ της GvHiA((Η εγγύηση στο μέτρο 29 δεν έχει συνυπολογισθεί, επειδή αναφέρεται στο δάνειο του μέτρου 28, που έχει ληφθεί υπόψη εξ ολοκλήρου.))

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(49) Μέτρο 28: Δάνειο ύψους 2 εκατ. DEM το οποίο σύμφωνα με τη Γερμανία αποπληρώθηκε στις 30 Ιουνίου 1996.

(50) Μέτρο 29: Το δάνειο που αναφέρεται στην παράγραφο 49 ήταν εξασφαλισμένο σε ποσοστό 50 % από την TAB.

(51) Μέτρο 30: Σύμφωνα με τη σύμβαση ιδιωτικοποίησης, όπως τροποποιήθηκε το 1993, θα πωλούνταν ακίνητο της GvH1 και τα έσοδα από την πώληση αυτή θα καταβάλλονταν στην THA. Βάσει του όρου αυτού αναγγέλθηκε απαίτηση 0,942 εκατ. DEM στην πτωχευτική περιουσία - πιθανώς το 9 % των εσόδων από την πώληση ακινήτου που δεν περιήλθε στην GvH2. Η BvS παραιτήθηκε από την απαίτηση αυτή στο πλαίσιο της διαδικασίας πτώχευσης.

δ) Χρηματοοικονομικά μέτρα υπέρ της GvH2/GvH3((Το ποσό του μέτρου 43 δεν έχει συμπεριληφθεί στο σύνολο, επειδή αναφέρεται σε πιστώσεις που ελήφθησαν εξ ολοκλήρου υπόψη στο τελικό σύνολο.))

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Μέτρα κρατικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων

(52) Μέτρο 31: Συμμετοχή της TIB στο αρχικό κεφάλαιο της GvH2.

(53) Μέτρο 32: Δάνειο της TIB ύψους 0,5 εκατ. DEM. Σύμφωνα με πληροφορίες από τη Γερμανία το δάνειο, συμπεριλαμβανομένων και των τόκων, εξοφλήθηκε τον ίδιο μήνα που χορηγήθηκε.

(54) Μέτρο 33: Δάνειο της TAB για την απόκτηση παγίων στοιχείων ενεργητικού. Η Γερμανία δήλωσε ότι μέρος του δανείου εξοφλήθηκε μέσω επενδυτικών επιχορηγήσεων (βλέπε παρακάτω, στο μέτρο 36).

(55) Μέτρα 34, 35, 37 και 38: Πιστώσεις της TAB.

(56) Στις 27 Αυγούστου 1998 η TAB προσφέρθηκε να παραιτηθεί από την επιστροφή δανείων ύψους 11,467 εκατ. DEM, αν τα μελλοντικά κέρδη της περιόδου 1998-2002 ήταν λιγότερα των 2 εκατ. DEM (έγγραφη υπόσχεση πληρωμής με την επάνοδο στην κερδοφορία). Η πρόταση δεν έγινε ακόμη αποδεκτή και γι' αυτό δε λαμβάνεται υπόψη στην αξιολόγηση.

(57) Μέτρο 41: Για να μην υπάρξει αδυναμία πληρωμών, η TAB παραιτείται από την απαίτησή της στον πίνακα πιστωτών για τα δάνεια των μέτρων 33 και 35.

Μέτρα του ομόσπονδου κράτους της Θουριγγίας

(58) Μέτρο 36: Επενδυτικές επιχορηγήσεις.

(59) Μέτρο 40: Επενδυτικά κίνητρα ύψους 0,090 εκατ. DEM μέχρι το 1998. Η Επιτροπή δεν έχει πληροφορίες για το κατά πόσον καταβλήθηκαν και άλλα 0,023 εκατ. DEM που ζητήθηκαν για το 1999.

Άλλα μέτρα

(60) Μέτρο 39: Η GvH2 ως νόμιμη διάδοχος της GvH1 έλαβε επιχορηγήσεις ύψους 2,044 εκατ. DEM στο πλαίσιο του προγράμματος ενίσχυσης της εργασίας, για προώθηση της απασχόλησης.

(61) Μέτρο 42: Σειρά επιχορηγήσεων που χορηγήθηκαν κατά την περίοδο 1996-2000.

(62) Μέτρο 43: Επιχορηγήσεις για έρευνα και ανάπτυξη που χορηγήθηκαν κατά την περίοδο 1997-2000.

Δ. Η αγορά

(63) Η εταιρεία Graf von Henneberg GmbH παράγει προϊόντα πορσελάνης για οικιακή και επαγγελματική χρήση, ιδίως για ξενοδοχεία και για σκοπούς διακόσμησης (NACE 26.21). Γίνονται επίσης εξαγωγές προϊόντων.

(64) Στον τομέα των επιτραπέζιων σκευών και των διακοσμητικών κεραμικών διεξάγονται έντονες εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών. Διακοσμητικά κεραμικά κατασκευάζονται σ' όλη την Ευρώπη, ενώ η παραγωγή επιτραπέζιων σκευών συγκεντρώνεται κυρίως στη Βόρεια Βαυαρία (Γερμανία), στο Staffordshire (Μεγάλη Βρετανία) και στη Limousin (Γαλλία). Εκτός από την πληθώρα παραγωγών μεσαίου μεγέθους στην Ευρώπη υπάρχει και μια σειρά μεγάλων επιχειρήσεων. Στις τελευταίες περιλαμβάνονται η Villeroy & Boch (Γερμανία/Λουξεμβούργο), η Ηutschenreuther και η Rosenthal (Γερμανία), καθώς και η Royal Doulton και η Wedgewood (Μεγάλη Βρετανία), οι οποίες συγκεντρώνουν πάνω από το ένα τρίτο της συνολικής παραγωγής της Κοινότητας. Οι ιδιαίτερες απαιτήσεις του τομέα ξενοδοχείων και εστιατορίων οδήγησαν στη δημιουργία του κλάδου "ξενοδοχειακά σκεύη" που περιλαμβάνει ειδικής μορφής ανθεκτικά σκεύη. Κύριοι παραγωγοί και αγοραστές είναι η Μεγάλη Βρετανία, η Γερμανία και η Ιταλία. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτού του εξαιρετικά μεγάλης εντάσεως εργασίας κλάδου με το τεράστιο εύρος φάσματος προϊόντων είναι η στενή σχέση με τον τελικό αγοραστή και ο υφιστάμενος ανταγωνισμός στη σχεδίαση. Από άποψη αξίας οι πωλήσεις προς τρίτες χώρες υπερβαίνουν τις ευρωπαϊκές εισαγωγές, αλλά από ποσοτική άποψη υπερέχουν οι εισαγωγές και μάλιστα κυρίως λόγω των ιδιαίτερα χαμηλών τιμών των εισαγωγών από την Κίνα(6).

(65) Στον κλάδο της πορσελάνης υπάρχει πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα. Παραγωγή και κατανάλωση σημείωσαν συνεχή αύξηση κατά την περίοδο 1984-1991, αλλά ακολούθησε κάμψη κατά τα έτη 1992 και 1993. Η ανάκαμψη που αναμενόταν το 1994 δεν ήλθε. Το εμπορικό ισοζύγιο των τελευταίων ετών ήταν θετικό, ωστόσο το μερίδιο των εισαγωγών αυξήθηκε αισθητά, ιδίως στα οικιακά σκεύη. Η αύξηση των εξαγωγών δεν μπορεί να αντισταθμίσει την πίεση του ανταγωνισμού στον τομέα αυτό. Αντίθετα, η τεταμένη κατάσταση λόγω ανταγωνισμού, συνδυαζόμενη με την πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα, θα μπορούσε να οξυνθεί ακόμη περισσότερο λόγω της εισόδου στην αγορά νέων παραγωγών από τη Νοτιοανατολική Ασία και την Ανατολική Ευρώπη (κυρίως από την Τσεχική Δημοκρατία και την Ουγγαρία), οι οποίοι επωφελούνται από τις εμπορικές τους συμφωνίες με την Κοινότητα(7).

ΙΙΙ. ΛΟΓΟΙ ΚΙΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

(66) Κατά την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας η Επιτροπή εξέτασε τα χρηματοοικονομικά μέτρα υπέρ της GvH1, της GvHiA και της GvH2 βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η χρηματοδότηση έγινε από κρατικούς πόρους και εξέφρασε σοβαρές αμφιβολίες για το κατά πόσον τα χρηματοοικονομικά μέτρα συμβιβάζονταν με την κοινή αγορά.

(67) Η Επιτροπή εξέφρασε επίσης σοβαρές αμφιβολίες για το κατά πόσον ορισμένες ενισχύσεις ήταν σύμφωνες με τους όρους των εγκεκριμένων καθεστώτων ενισχύσεων βάσει των οποίων υποτίθεται ότι χορηγήθηκαν. Γι' αυτό και η Επιτροπή εξέδωσε εντολή παροχής πληροφοριών στο πλαίσιο της επίσημης διαδικασίας έρευνας.

(68) Από τα στοιχεία που υπέβαλε η Γερμανία μετά την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας η Επιτροπή διαπίστωσε ότι δεν είχαν κοινοποιηθεί οι λεπτομέρειες πολλών μέτρων ενίσχυσης. Οι παρασχεθείσες πληροφορίες δεν μπόρεσαν επίσης να άρουν τις αμφιβολίες της Επιτροπής όσον αφορά τη συμφωνία των ενισχύσεων που υποτίθεται ότι χορηγήθηκαν στο πλαίσιο των εγκεκριμένων καθεστώτων ενισχύσεων με τα αντίστοιχα καθεστώτα. Γι' αυτό και η Επιτροπή επέκτεινε την τυπική διαδικασία έρευνας και στα προαναφερθέντα μέτρα ενίσχυσης.

IV. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ

(69) Στο πλαίσιο της κίνησης της επίσημης διαδικασίας έρευνας η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις εκ μέρους του Συνδέσμου Ευρωπαϊκών Βιομηχανιών Κεραμικής (Cerame-Unie) και της GvH3. Οι παρατηρήσεις αυτές κοινοποιήθηκαν στις γερμανικές αρχές με επιστολή της 18ης Δεκεμβρίου 2000, στις οποίες επετράπη κατ' αυτόν τον τρόπο να διατυπώσουν τις απόψεις τους.

(70) Στο πλαίσιο της απόφασης για την επέκταση της επίσημης διαδικασίας έρευνας η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από κάποιον καταγγέλλοντα, από τις οποίες προέκυψε ότι δεν του επιτράπηκε να υποβάλει προσφορά για τα πάγια στοιχεία ενεργητικού της GvH1. Εκτός τούτου υποβλήθηκαν παρατηρήσεις και από το δικαιούχο της ενίσχυσης. Οι παρατηρήσεις αυτές κοινοποιήθηκαν στη Γερμανία με επιστολές της 28ης και 30ής Αυγούστου 2001.

V. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ

(71) Η Γερμανία εξέφρασε την άποψή της σχετικά με την απόφαση κίνησης της επίσημης διαδικασίας έρευνας, αλλά και σχετικά με την επέκτασή της, επισημαίνοντας ότι η GvH1 και η GvH2 είναι δύο διαφορετικές επιχειρήσεις με ανεξάρτητες επιχειρηματικές δραστηριότητες και θα έπρεπε να αντιμετωπιστούν με ξεχωριστές διαδικασίες. Η Γερμανία πρόσθεσε ακόμη ότι τα οικονομικά μέτρα υπέρ της GvH1 δεν συνιστούν ενίσχυση ή υφιστάμενη ενίσχυση. Όσον αφορά την GvH2, ανέφερε ότι η επιχείρηση δεν αντιμετώπιζε δυσχέρειες, αφού τα χρηματοοικονομικά μέτρα υπέρ αυτής δεν συνιστούσαν ενίσχυση ή υφιστάμενη ενίσχυση ή θα μπορούσαν να θεωρηθούν ενισχύσεις ήσσονος σημασίας.

(72) Η Γερμανία δεν απάντησε στις παρατηρήσεις των ενδιαφερομένων οι οποίες υποβλήθηκαν στο πλαίσιο της κίνησης της επίσημης διαδικασίας έρευνας, αλλά στις παρατηρήσεις που ελήφθησαν στο πλαίσιο της επέκτασης της επίσημης διαδικασίας έρευνας επιβεβαίωσε με τις απαντήσεις της στις 5 και 21 Σεπτεμβρίου 2001 τις πληροφορίες που έδωσε η επιχείρηση και αρνήθηκε ότι αποκλείσθηκαν από την πώληση κάποιοι ανταγωνιστές.

VI. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

Α. Ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ

(73) Στις εταιρείες GvH1, GvHiV και GvH2/3 χορηγήθηκαν οικονομικές ενισχύσεις από κρατικούς πόρους που προσέφεραν πλεονεκτήματα στις επιχειρήσεις αυτές έναντι των ανταγωνιστών τους. Επειδή η αγορά πορσελάνης είναι μια σκληρή αγορά της Ευρώπης που πάσχει από πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα, τα οικονομικά πλεονεκτήματα που προσφέρονται σε μια επιχείρηση έναντι των ανταγωνιστών της απειλούν να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό και να επηρεάσουν το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών.

(74) Κατά την επέκταση της επίσημης διαδικασίας έρευνας η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το μέτρο 1 δεν συνιστά ενίσχυση. Αντίθετα, τα υπόλοιπα μέτρα θεωρούνται κρατικές ενισχύσεις. Η Γερμανία δεν αμφισβήτησε την άποψη που εξέφρασε η Επιτροπή κατά την κίνηση και επέκταση της επίσημης διαδικασίας έρευνας ότι οι εταιρείες GvH1 και GvHiA είναι προβληματικές. Βεβαίως, η Γερμανία ισχυρίζεται ότι ορισμένα από τα μέτρα υπέρ των εν λόγω επιχειρήσεων δε συνιστούν ενισχύσεις. Με την παρούσα η Επιτροπή αιτιολογεί εκ νέου την άποψή της.

(75) Τα μέτρα 9 και 11: Η Γερμανία ισχυρίστηκε καταρχήν ότι τα μέτρα καλύπτονται από το αντίστοιχο καθεστώς της THA. Όταν η Επιτροπή έκρινε ότι τα μέτρα προφανώς δεν εμπίπτουν σ' αυτό το καθεστώς ενισχύσεων, η Γερμανία αντέτεινε ότι δε συνιστούσαν ενισχύσεις. Σύμφωνα με τη Γερμανία η THA ήταν υποχρεωμένη να αποκαταστήσει τις ζημιές που προέκυψαν από την απώλεια παραγγελιών από τη Ρωσία και από έναν κλίβανο που υπέστη βλάβη. Σύμφωνα με τη Γερμανία η THA διακινδύνευε να υπάρξουν μεγαλύτερες ζημιές αν προσέφευγε στα δικαστήρια κατά του κ. Jamalian, αφού ο κ. Jamalian απειλούσε με ακύρωση της σύμβασης ιδιωτικοποίησης, αντί να δεχτεί την αναθεώρησή της. Η Γερμανία ισχυρίστηκε ότι ένας ιδιώτης επενδυτής θα συμπεριφερόταν κατά τον ίδιο τρόπο.

(76) Η υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης λόγω απώλειας παραγγελιών δεν προβλεπόταν στη σύμβαση ιδιωτικοποίησης. Στα τέλη του 1992, όταν διαπιστώθηκε η απώλεια των παραγγελιών, είχε ήδη ολοκληρωθεί η ιδιωτικοποίηση υπέρ του κ. Jamalian. Γι' αυτό και δεν ευσταθεί το επιχείρημα ότι η THA ήταν υποχρεωμένη να αποκαταστήσει τις ζημιές αυτές ή ότι ο κ. Jamalian μπορούσε να ακυρώσει τη σύμβαση ιδιωτικοποίησης. Όσον αφορά την αποζημίωση για τον κλίβανο που υπέστη βλάβη, στη σύμβαση ιδιωτικοποίησης προβλεπόταν ότι οιαδήποτε εγγύηση περιορίζεται στο 10 % της τιμής αγοράς και ότι η ευθύνη της THA παύει τρεις μήνες μετά τη διαπίστωση της βλάβης και το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 1992. Η Επιτροπή δεν έμαθε πότε διαπιστώθηκε η βλάβη ή πότε ξεκίνησαν τα ένδικα μέσα κατά του κ. Jamalian. Δεν υπήρχαν υπολογισμοί ή εκθέσεις από τις οποίες θα μπορούσε να εξαχθεί ότι το ποσό που καταβλήθηκε πραγματικά στηρίχτηκε σ' έναν δίκαιο διακανονισμό αποζημίωσης. Τέλος, η συμφωνία επήλθε μετά τη λήξη της ευθύνης από την εγγυοδοσία της THA και το ύψος της αποζημίωσης ξεπέρασε το ανώτατο όριο που προέβλεπε η σύμβαση. Γι' αυτό και η Επιτροπή δεν μπορεί να αποκλείσει ότι τα προαναφερθέντα μέτρα δεν συνιστούν ενίσχυση.

(77) Όσον αφορά το μέτρο 9, με την παραίτηση από την καταβολή της τιμής αγοράς ευνοήθηκε ο κ. Jamalian, γι' αυτό και η Επιτροπή δεν θεωρεί το εν λόγω μέτρο ως ενίσχυση υπέρ της GvH1.

(78) Μέτρο 10: Όσον αφορά την εγγύηση της THA, η Γερμανία ισχυρίστηκε καταρχήν ότι εμπίπτει στο αντίστοιχο καθεστώς της THA. Όταν η Επιτροπή έκρινε ότι τα μέτρα δεν εμπίπτουν προφανώς σ' αυτό το καθεστώς ενισχύσεων, η Γερμανία αντέτεινε ότι δε συνιστούσαν ενισχύσεις. Η Γερμανία ανέφερε ότι η ρευστότητα της επιχείρησης θα εξασφαλιζόταν από τις τράπεζες με βάση την ακίνητη περιουσία της GvH1. Βεβαίως, λόγω απρόβλεπτων καθυστερήσεων των αρχών στη μεταβίβαση των ακινήτων, η ακίνητη περιουσία δεν ήταν άμεσα διαθέσιμη, απαλλαγμένη βαρών και η THA εγγυήθηκε για να εξασφαλιστεί η ρευστότητα της GvH1.

(79) Η Επιτροπή λαμβάνει, ωστόσο, υπόψη ότι η σύμβαση ιδιωτικοποίησης δεν υποχρέωνε την THA να εξασφαλίσει τη ρευστότητα της GvH1. Επιπλέον, η ευθύνη της THA δεν κάλυπτε την καταβολή αποζημίωσης λόγω καθυστερήσεων των αρχών. Η Επιτροπή διαπίστωσε την έλλειψη νομικής βάσης για την παροχή της εγγύησης, γι' αυτό και δεν μπορεί να επανεξεταστεί ο σκοπός ή η έκτασή της. Εκτός τούτου, σημειώθηκε ότι η κατάπτωση της εν λόγω εγγύησης μπορούσε να ζητηθεί αμέσως μετά την αποδέσμευση της ακίνητης περιουσίας ή το αργότερο το 1994. Κατόπιν τούτου η Επιτροπή θεώρησε το μέτρο ως πρόσθετο πλεονέκτημα υπέρ της GvH1, το οποίο δε στηρίζεται σε νομική βάση, δεν εναρμονίζεται με τον αρχικά προβλεπόμενο σκοπό και δεν ανταποκρίνεται στη συμπεριφορά ενός ιδιώτη επενδυτή.

(80) Μέτρα 5, 7, 12, 17, 18, και 20-23 από κρατικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα: Η Γερμανία ισχυρίζεται ότι τα προαναφερθέντα μέτρα δε συνιστούν ενισχύσεις. Όπως αναφέρεται ήδη στην απόφαση της Επιτροπής να κινήσει και να επεκτείνει την επίσημη διαδικασία έρευνας, η Επιτροπή ξεκινά από το γεγονός ότι η GvH1 αντιμετώπιζε δυσχέρειες και είχε σοβαρά προβλήματα χρέους. Συνεπώς, κατά την άποψη της Επιτροπής, είναι άκρως αμφίβολο κατά πόσον ένας ιδιώτης επενδυτής θα παρείχε τέτοια οικονομική στήριξη με τους συνήθεις όρους της αγοράς. Εκτός τούτου, από τις υπάρχουσες πληροφορίες προκύπτει ότι τα δάνεια αυτά δε χορηγήθηκαν με τους συνήθεις όρους της αγοράς.

(81) Οι πιστώσεις των μέτρων 17, 18, 20 και 21 χορηγήθηκαν με διετή περίοδο χάριτος. Όπως προκύπτει από τον πίνακα που ακολουθεί, ορισμένες πιστώσεις χορηγήθηκαν με επιτόκιο μικρότερο του επιτοκίου αναφοράς, το οποίο σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής της 9ης Σεπτεμβρίου 1997 σχετικά με τη μέθοδο καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης(8) θα έπρεπε να αυξηθεί τουλάχιστον κατά 4 % για επιχείρηση που αντιμετωπίζει δυσχέρειες. Συνεπώς, καμιά από τις εν λόγω πιστώσεις δε χορηγήθηκε με τα συνήθη επιτόκια της αγοράς.

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(82) Οι πιστώσεις των μέτρων 5, 7, 8, 18, 20 και 22 ήταν εξασφαλισμένες από εγγυητική κοινοπραξία που αναφέρεται στο κεφάλαιο 38. Όσον αφορά την παρασχεθείσα ασφάλεια, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η ίδια ακίνητη περιουσία υποθηκεύτηκε στη συνέχεια για διαφορετικές αξίες που δεν επαληθεύτηκαν με ανεξάρτητη εκτίμηση. Εκτός τούτου, η σύσταση των εμπραγμάτων αυτών δικαιωμάτων έγινε μόνο για την ΗeLaBa. Η εκτιμηθείσα αξία των μηχανολογικών εγκαταστάσεων και κτιρίων είναι πολύ μικρή για να παράσχει επαρκή ασφάλεια. Εκτός τούτου, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι τα προαναφερθέντα πάγια στοιχεία ενεργητικού χρηματοδοτήθηκαν αμέσως ή εμμέσως με ενισχύσεις που χορηγήθηκαν μετά την ιδιωτικοποίηση. Οι ιδιωτικές εγγυήσεις του κ. Jamalian, απροσδιορίστου ύψους, θα μπορούσαν να καταπέσουν, μόνον αν δεν μπορούσαν να επιβληθούν όλες οι υπόλοιπες εξασφαλίσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γερμανίας μετά την πώληση των παγίων στοιχείων της GvH1 στην GvH2 τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έλαβαν 7 εκατ. DEM περίπου (το 17 % των δανείων). Το ποσό αυτό αντιστοιχεί σε μέρος του δανείου της TAB στο μέτρο 33. Η Επιτροπή έχει την άποψη ότι το μειωμένο ποσό που εισπράχθηκε αποτελεί μία μόνο ένδειξη της μικρής αξίας των ασφαλειών που παρείχε ένας επιχειρηματίας που αντιμετωπίζει δυσχέρειες και δεν αλλάζει τίποτε στο γεγονός ότι η GvH1 απέκτησε πλεονέκτημα που δε θα μπορούσε να έχει κανένας άλλος ιδιώτης επενδυτής.

(83) Τα δάνεια των μέτρων 12, 17 και 21 ήταν ασφαλισμένα για το υπόλοιπο της οφειλής σε ποσοστό 90 % με εγγύηση του κράτους. Συνεπώς, το 90 % του κινδύνου μη εξόφλησης του υπολοίπου των δανείων αυτών σε επιχειρήσεις που αντιμετώπιζαν δυσχέρειες αναλαμβανόταν από το κράτος. Η Επιτροπή επιμένει ότι η παροχή των εγγυήσεων αυτών αποτελεί σημαντικό κίνητρο για τις τράπεζες στη χορήγηση των δανείων αυτών. Το υπόλοιπο του κινδύνου μη εξόφλησης ενός δανείου σε υπερχρεωμένη επιχείρηση αναλαμβανόταν από πιστωτικά ιδρύματα δημοσίου δικαίου χωρίς την παροχή πρόσθετων ασφαλειών. Γι' αυτό και η Επιτροπή συμπεραίνει ότι τα πιστωτικά ιδρύματα δημοσίου δικαίου δεν ενήργησαν ως ιδιώτες επενδυτές.

(84) Δε δόθηκε καμιά πληροφορία για τους όρους με τους οποίους χορηγήθηκε το δάνειο του μέτρου 23. Γι' αυτό και η Επιτροπή έχει την άποψη ότι δε χορηγήθηκε με τα συνήθη επιτόκια της αγοράς. Το προαναφερθέν δάνειο χορηγήθηκε καταρχήν χωρίς την παροχή ασφαλειών, γεγονός που δεν ταιριάζει στη συμπεριφορά ιδιωτών επενδυτών, ιδιαίτερα ενόψει της οικονομικής κατάστασης της επιχείρησης την εποχή εκείνη. Κατόπιν αιτήματος της Sparkasse στις 17 Αυγούστου 1994, η επιχείρηση ενέγραψε εμπράγματα βάρη ύψους 1,6 εκατ. DEM. Δεν υπάρχουν λεπτομερείς πληροφορίες για την εγγραφή των εν λόγω εμπράγματων βαρών. Γι' αυτό και η Επιτροπή δεν αποκλείει ότι αναφέρονται στα ίδια πάγια στοιχεία που προσφέρθηκαν ως ασφάλεια στο πλαίσιο της κοινοπραξίας. Η Επιτροπή έχει την άποψη ότι η σύσταση του εμπράγματου βάρους δεν αλλάζει τίποτε στο γεγονός ότι χορηγήθηκε δάνειο σε επιχείρηση που αντιμετώπιζε δυσχέρειες, με άγνωστους όρους και χωρίς την παροχή ασφαλειών για ένα χρόνο. Μετά την περάτωση της πτωχευτικής διαδικασίας επεστράφη στην Sparkasse το ποσό των 0,75 εκατ. DEM. Όπως αναφέρθηκε ήδη, το εμπράγματο βάρος αναφερόταν στα πάγια στοιχεία ενεργητικού που αμέσως ή εμμέσως χρηματοδοτήθηκαν με κρατικές ενισχύσεις υπέρ της GvH1. Η μερική επιστροφή κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας δεν αλλάζει ex post την αξία της πίστωσης.

(85) Λόγω των σοβαρών δυσχερειών που αντιμετώπιζε η επιχείρηση, του επιτοκίου και της έλλειψης αποδεκτών ιδιωτικών ασφαλειών, η Επιτροπή δεν μπορεί παρά να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα δάνεια αυτά συνιστούσαν κρατική ενίσχυση, ενδεχομένως σ' όλο τους το ύψος. Το ύψος των κρατικών εγγυήσεων δε θεωρείται νέα ενίσχυση, για να αποφευχθεί η διπλή προσμέτρηση.

(86) Μέτρο 24: Η Γερμανία ισχυρίζεται ότι η προκαταβολή που έδωσε η TAB για την απόκτηση ακινήτου από δημόσιο ίδρυμα δε συνιστά ενίσχυση. Η Επιτροπή ωστόσο, κατ' αναλογίαν της ανακοίνωσής της στις 10 Ιουλίου 1997 σχετικά με τα στοιχεία κρατικής ενίσχυσης στις πωλήσεις γηπέδων-οικοπέδων και κτιρίων από δημόσιες αρχές(9), έχει την άποψη ότι η τιμή του ακινήτου δεν καθορίστηκε από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα. Εκτός τούτου, η Επιτροπή δεν μπορεί να θεωρήσει ότι ένας επενδυτής υπό συνθήκες ελεύθερης οικονομίας θα έδινε προκαταβολή τέτοιου ύψους σε επιχείρηση που βρισκόταν στα όρια της αφερεγγυότητας και τα περιουσιακά της στοιχεία ήταν ήδη βεβαρημένα στο σύνολό τους, χωρίς να υπογράψει σύμβαση ή να ζητήσει πρόσθετες ασφάλειες. Γι' αυτό και η Επιτροπή δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο ότι η προκαταβολή αυτή συνιστά ενίσχυση.

(87) Μέτρο 28: Όπως αναφέρεται ήδη στην κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας, το εν λόγω δάνειο κρατικής τράπεζας σε επιχείρηση υπό πτώχευση θεωρείται ενίσχυση ίση με το ύψος του δανείου. Η Επιτροπή έχει την άποψη ότι κανένας ιδιώτης επενδυτής δε θα χορηγούσε δάνειο σε επιχείρηση υπό πτώχευση, χωρίς να ζητήσει πρόσθετες ασφάλειες, εκτός από την κρατική εγγύηση. Το γεγονός ότι το δάνειο αποπληρώθηκε πλήρως, συμπεριλαμβανομένων και των τόκων, δεν αλλάζει τίποτε στην παρούσα αξιολόγηση, επειδή η επιχείρηση αποκόμισε οφέλη τα οποία δε θα ήταν σε θέση να αποκομίσει από ιδιώτες επενδυτές υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς.

(88) Μέτρο 30: Σύμφωνα με τη Γερμανία ο σύνδικος πτώχευσης δε χαρακτήρισε το χρέος προνομιούχο απαίτηση. Η Γερμανία δεν υπέβαλε ένσταση κατά της απόφασης αυτής, επειδή ο σύνδικος πτώχευσης έκανε γνωστό ότι οι μη προνομιούχες απαιτήσεις δε θα λάβουν ποσόστωση. Η Επιτροπή διαπιστώνει, ωστόσο, ότι οι μη προνομιούχες απαιτήσεις έλαβαν στην πραγματικότητα ποσόστωση. Η Γερμανία δεν μπόρεσε να αποδείξει ότι το πιθανό κόστος μιας έφεσης θα ήταν υψηλότερο από την ποσόστωση που θα ελάμβανε, αν η απαίτηση αυτή χαρακτηριζόταν προνομιούχος απαίτηση. Εκτός τούτου, η Γερμανία δεν εξέτασε καθόλου τη δυνατότητα άσκησης έφεσης με επιτυχία. Γι' αυτό και η Επιτροπή δεν μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι παραιτήθηκε, ενεργώντας σύμφωνα με την αρχή του ιδιώτη επενδυτή. Συνεπώς, το εν λόγω ποσό θεωρείται ενίσχυση.

(89) Η Γερμανία ισχυρίζεται ότι η εταιρεία GvH2/3 δεν αντιμετώπιζε ποτέ δυσχέρειες, γι' αυτό και τα διάφορα χρηματοοικονομικά μέτρα υπέρ της επιχείρησης δε συνιστούσαν ενίσχυση. Τόσο κατά την κίνηση όσο και κατά την επέκταση της επίσημης διαδικασίας έρευνας η GvH2 θεωρείται επιχείρηση που αντιμετώπιζε δυσχέρειες από τότε που ιδρύθηκε. Η Επιτροπή παραπέμπει στο σημείο αυτό στη διεξοδική ανάλυση που έκανε κατά την κίνηση και την επέκταση της επίσημης διαδικασίας έρευνας και επισημαίνει ότι από την ετήσια έκθεση οικονομικής κατάστασης που έχει στη διάθεσή της προκύπτει σαφώς ότι η GvH2/3 ήταν υπερχρεωμένη και παρά τη διαγραφή των χρεών και τις μετέπειτα εισφορές κεφαλαίου από το κράτος λειτουργούσε με ζημίες από τότε που ιδρύθηκε. Γι' αυτό και τα χρηματοοικονομικά μέτρα υπέρ της επιχείρησης που προέρχονταν από κρατικούς πόρους εξακολουθούν να θεωρούνται ενίσχυση. Η Επιτροπή παραπέμπει εδώ στην αξιολόγησή της σχετικά με τα διάφορα μέτρα που εφαρμόστηκαν.

(90) Μέτρα 31 και 32: Η Γερμανία υπέβαλε τις εκθέσεις που συνέταξε η PME οι οποίες θα αποδείκνυαν ότι η GvH2 δεν αντιμετώπιζε δυσχέρειες από τότε που ιδρύθηκε και συνεπώς η TIB ενήργησε ως ιδιώτης επενδυτής με στόχο την επίτευξη κέρδους. Όπως ήδη αναφέρθηκε, μόνον η έκθεση της 15ης Δεκεμβρίου 1995 λαμβάνει υπόψη τη συμμετοχή της TIB σε ποσοστό 49 % στην πρόβλεψη των αποτελεσμάτων της επιχείρησης για το 1996 και το 1997. Οι προβλέψεις της έκθεσης έχουν εκτεθεί παραπάνω.

(91) Η Επιτροπή έχει την άποψη ότι οι κύκλοι εργασιών που προβλέφθηκαν δεν είναι ρεαλιστικοί, αφού δε στηρίχτηκαν σε κατάλληλη ανάλυση και έρευνα των συνθηκών της αγοράς. Λόγω των προηγούμενων επιδόσεων της επιχείρησης και ενόψει του γεγονότος ότι ο κλάδος της πορσελάνης πάσχει από πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα μετά το 1992, δεν μπορούν να επιτευχθούν με ρεαλιστικό τρόπο ακόμη και οι κύκλοι εργασιών που προβλέφθηκαν για τη δυσμενέστερη των περιπτώσεων. Εκτός τούτου, η GvH1 δεν αναδιαρθρώθηκε επιτυχώς, έτσι ώστε θα έπρεπε να είναι σαφές ότι, αν συνεχίζονταν οι επιχειρηματικές δραστηριότητες, θα χρειαζόταν ριζική αναδιάρθρωση, προκειμένου να επιτευχθεί θετικό έργο. Πρέπει να αμφισβητηθεί το ότι μια τέτοια διαδικασία θα διαρκούσε μόνο δύο χρόνια και επιπλέον θα ήταν απαραίτητη σημαντική οικονομική συμμετοχή των εταίρων. Ακόμη και τα αισιόδοξα αποτελέσματα που προαναφέρθηκαν δε θα αποτελούσαν κέρδος για το κράτος. Γι' αυτό και η Επιτροπή δεν μπορεί να υποθέσει ότι η TIB ενήργησε ως επενδυτής υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς.

(92) Μέτρα 33-35, 37 και 38 από κρατικές τράπεζες: Παρά τους ισχυρισμούς της Γερμανίας η Επιτροπή διαπιστώνει ότι τα οικονομικά αποτελέσματα της GvH2 δείχνουν ότι η επιχείρηση αντιμετώπιζε δυσχέρειες την εποχή που εφαρμόστηκαν τα μέτρα. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν ένας ιδιώτης επενδυτής θα χορηγούσε στην επιχείρηση τέτοια οικονομική υποστήριξη, ακόμη και με τους συνήθεις όρους της αγοράς. Επιπλέον, όπως προκύπτει από τον πίνακα που ακολουθεί, κανένα δάνειο δε χορηγήθηκε με τα συνήθη επιτόκια της αγοράς.

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

(93) Τα δάνεια αυτά της TAB εξασφαλίστηκαν με διάφορα εμπράγματα δικαιώματα επί των παγίων στοιχείων του ενεργητικού της επιχείρησης. Η Επιτροπή επισημαίνει και πάλι ότι τα περιουσιακά στοιχεία της GvH1 δεν αποκτήθηκαν στο πλαίσιο ενός ανοικτού, διαφανούς και ανεπιφύλακτου διαγωνισμού. Τα περιουσιακά αυτά στοιχεία χρηματοδοτήθηκαν αμέσως με ενίσχυση και δεν μπορούν να θεωρηθούν ιδιωτικές εξασφαλίσεις. Επιπλέον, μια έκθεση εμπειρογνωμόνων του 1998 εκτιμά την αξία των οικοπέδων, των κτιρίων και των εγκαταστάσεων σε 3,560 εκατ. DEM. Το ποσό αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί επαρκής εξασφάλιση ενόψει του ύψους των δανείων που έλαβε η επιχείρηση. Παράλληλα, η παραίτηση της TAB από τη θέση της στον πίνακα των πιστωτών (μέτρο 41) αποδεικνύει ότι η παροχή της εξασφάλισης είχε καθαρά τυπικό χαρακτήρα, χωρίς να υπάρχει πρόθεση εκτέλεσης.

(94) Λόγω των σοβαρών δυσχερειών που αντιμετώπιζε η επιχείρηση, του επιτοκίου και της έλλειψης αποδεκτών ιδιωτικών ασφαλειών, η Επιτροπή δεν μπορεί παρά να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα δάνεια αυτά συνιστούσαν κρατική ενίσχυση, ενδεχομένως σ' όλο τους το ύψος.

(95) Μέτρο 41: Παραίτηση της TAB από τη θέση της στον πίνακα των πιστωτών. Το μέτρο αυτό προσέφερε στην επιχείρηση όφελος, επειδή δεν ήταν υποχρεωμένη να αποπληρώσει αμέσως τα δάνεια αυτά και γι' αυτό θα έπρεπε να θεωρηθεί ενίσχυση. Το ποσό δε λαμβάνεται υπόψη, για να μην προσμετρηθεί διπλά.

Β. Ενισχύσεις που υποτίθεται ότι καλύπτονται από εγκεκριμένα καθεστώτα ενισχύσεων

(96) Μέρος των ενισχύσεων υπέρ της GvH1, της GvHiA και της GvH2/3 υποτίθεται ότι χορηγήθηκε στο πλαίσιο εγκεκριμένων καθεστώτων ενισχύσεων. Επειδή η Επιτροπή εξέφρασε σοβαρές αμφιβολίες για το κατά πόσον τα μέτρα των ενισχύσεων αυτών ήταν σύμφωνα με τους όρους των καθεστώτων βάσει των οποίων υποτίθεται ότι χορηγήθηκαν, εξέδωσε διαταγή παροχής πληροφοριών κατά την έννοια του άρθρου 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ(10), με την οποία απαιτεί να της διαβιβαστούν όλα τα κατάλληλα για την αξιολόγηση έγγραφα, στοιχεία και δεδομένα.

(97) Κατά την επέκταση της επίσημης διαδικασίας έρευνας η Επιτροπή διαπίστωσε ότι σύμφωνα με τις πληροφορίες που είχε στη διάθεσή της τα μέτρα 2, 3 και 4 πληρούσαν τους όρους των εγκεκριμένων καθεστώτων ενισχύσεων βάσει των οποίων χορηγήθηκαν. Γι' αυτό και τα μέτρα αυτά θεωρήθηκαν ως υφιστάμενη ενίσχυση που δεν έπρεπε να αξιολογηθεί εκ νέου από την Επιτροπή. Η Επιτροπή διαπίστωσε επίσης ότι με βάση τις πληροφορίες που είχε στη διάθεσή της δεν μπορεί να συμπεράνει ότι τα μέτρα 6, 8, 13, 15, 16, 19, 25, 26, 36, 40 και 43 ήταν σύμφωνα με τους όρους των εγκεκριμένων καθεστώτων βάσει των οποίων υποτίθεται ότι χορηγήθηκαν. Η αξιολόγηση αυτή αναθεωρείται μερικώς βάσει των πληροφοριών που υποβλήθηκαν μετά την επέκταση της επίσημης διαδικασίας έρευνας.

(98) Μέτρο 6: Εγγύηση της DtA για 7,68 εκατ. DEM που υποτίθεται ότι χορηγήθηκε στο πλαίσιο ενός εγκεκριμένου καθεστώτος ενισχύσεων(11). Παρά τους ισχυρισμούς της Γερμανίας, η Επιτροπή διαπιστώνει στην αξιολόγησή της ότι η εγγύηση υπερβαίνει το ανώτατο όριο του 1 εκατομμυρίου DEM που προβλέπεται στο εγκεκριμένο καθεστώς ενισχύσεων και αγνοεί τους κανόνες σώρευσης. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή υποθέτει ότι η εν λόγω εγγύηση δεν καλυπτόταν προφανώς από το καθεστώς και θα πρέπει να αξιολογηθεί ως ad-hoc ενίσχυση.

(99) Μέτρο 8: Δάνειο 1 εκατομμυρίου DEM που χορηγήθηκε στο πλαίσιο ενός εγκεκριμένου καθεστώτος ενισχύσεων(12). Η Επιτροπή θεωρεί βάσει των πληροφοριών που είχε στη διάθεσή της ότι το δάνειο καλυπτόταν προφανώς από το καθεστώς σύμφωνα με το οποίο χορηγήθηκε και συνεπώς θα πρέπει να αξιολογηθεί ως υφιστάμενη ενίσχυση.

(100) Μέτρο 13: Η Επιτροπή επισημαίνει και πάλι ότι το μέτρο αυτό εφαρμόστηκε στο πλαίσιο ενός καθεστώτος ενισχύσεων, κατά του οποίου η Επιτροπή κίνησε την επίσημη διαδικασία έρευνας λόγω καταχρηστικής εφαρμογής(13). Η Επιτροπή επισημαίνει επίσης ότι το καθεστώς αυτό προοριζόταν αποκλειστικά για μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δεν αντιμετώπιζαν δυσχέρειες(14). Με βάση τα στοιχεία που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή η GvH1 δε θα μπορούσε ποτέ να χαρακτηριστεί ως μικρομεσαία επιχείρηση και την εποχή που δόθηκε η εν λόγω επιχορήγηση αντιμετώπιζε δυσχέρειες. Γι' αυτό και η Επιτροπή θεωρεί ότι η επιχορήγηση δεν καλυπτόταν προφανώς από το καθεστώς βάσει του οποίου υποτίθεται ότι χορηγήθηκε και θα πρέπει να αξιολογηθεί ως ad-hoc ενίσχυση.

(101) Μέτρα 15, 16 και 19: Η Γερμανία ισχυρίζεται ότι το καθεστώς σύμφωνα με το οποίο χορηγήθηκαν οι εγγυήσεις αυτές ήταν γνωστό στην Επιτροπή και γι' αυτό θα πρέπει να αξιολογηθούν ως υφιστάμενη ενίσχυση(15). Η Επιτροπή διαπιστώνει, ωστόσο, ότι από μια καταχώρηση μιας μη κοινοποιηθείσας ενίσχυσης δεν επιτρέπεται να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι εγκρίθηκε το καθεστώς και γι' αυτό οι εγγυήσεις αυτές θα πρέπει να αξιολογηθούν ως ad-hoc ενίσχυση.

(102) Μέτρο 25: Επενδυτικά κίνητρα που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο εγκεκριμένων περιφερειακών καθεστώτων εγγυήσεων(16). Η Επιτροπή, μετά την αξιολόγηση των πληροφοριών που έθεσε στη διάθεσή της η Γερμανία, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι με τα εν λόγω μέτρα τηρήθηκαν τα ανώτατα όρια που προβλέπονται στα καθεστώτα σύμφωνα με τα οποία χορηγήθηκαν τα επενδυτικά κίνητρα και γι' αυτό τα εν λόγω κίνητρα συνιστούν υφιστάμενη ενίσχυση.

(103) Μέτρο 26: Η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες οι επιχορηγήσεις για έρευνα και ανάπτυξη ήταν σύμφωνες με τους όρους του καθεστώτος βάσει του οποίου δόθηκαν(17), και ιδίως με τους όρους για την επιτρεπόμενη ανώτατη ενίσχυση κατ' έτος και ένταση. Συνεπώς, συνιστούν υφιστάμενη ενίσχυση.

(104) Μέτρο 27: Όπως αναφέρθηκε κατά την επέκταση της επίσημης διαδικασίας έρευνας, οι επιχορηγήσεις για την προώθηση της απασχόλησης δεν είναι προφανώς σύμφωνες με τους όρους του καθεστώτος σύμφωνα με το οποίο δόθηκαν(18). Η Επιτροπή επισημαίνει ότι στο καθεστώς είχε προβλεφθεί να μη θεωρούνται ενίσχυση τέτοια μέτρα, εφόσον δεν παραχωρούσαν όφελος σε μια συγκεκριμένη επιχείρηση. Ως εκ τούτου, οι ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις δεν μπορούν να κάνουν χρήση τέτοιων μέτρων, επειδή τα προγράμματα που καταστρώθηκαν μετά την ιδιωτικοποίηση εξυπηρετούσαν ίδιον και όχι κοινό συμφέρον. Οι διαθέσιμες πληροφορίες δείχνουν ότι το πρόγραμμα συνίστατο κυρίως στο να απαλλάξει μέρος των παγίων της GvH1 από παλιές μηχανές και εγκαταστάσεις. Κατά συνέπεια το πρόγραμμα έγινε προς ίδιον συμφέρον. Έτσι, η Επιτροπή δεν μπορεί παρά να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το πρόγραμμα απέφερε οικονομικό όφελος στην GvH1. Επιπλέον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις δεν επιτρέπεται να συμμετέχουν σε τέτοια προγράμματα και ότι οι επιχορηγήσεις δόθηκαν εν μέρει από το ομόσπονδο κράτος της Θουριγγίας, παρόλο που μοναδική εξουσιοδοτημένη υπηρεσία για τη χορήγηση τέτοιου είδους επιχορηγήσεων είναι η Bundesanstalt für Arbeit. Γι' αυτό και η Επιτροπή υποστηρίζει στην αξιολόγησή της ότι οι εν λόγω επιχορηγήσεις συνιστούν ενίσχυση που θεωρούνται ως ad-hoc ενίσχυση.

(105) Μέτρο 36: Άμεσες επιχορηγήσεις επενδύσεων που υποτίθεται ότι δόθηκαν βάσει ενός περιφερειακού καθεστώτος ενισχύσεων(19) μέχρι το ανώτατο όριο για ΜΜΕ σύμφωνα με τη σύσταση 96/280/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Απριλίου 1996, σχετικά με τον ορισμό των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων(20). Όπως αναφέρει ήδη η Επιτροπή στην επέκταση της επίσημης διαδικασίας έρευνας, η GvH2 δεν ενέπιπτε στην κατηγορία των ΜΜΕ την εποχή που χορηγήθηκε η ενίσχυση. Γι' αυτό και η Επιτροπή, παρά τις αντιρρήσεις της Γερμανίας στο ότι σημασία πρέπει να έχει ο χρόνος υποβολής της αίτησης για ενίσχυση, επιμένει ότι η ενίσχυση δεν πληροί προφανώς τους όρους του καθεστώτος και αξιολογείται ως ad-hoc ενίσχυση(21).

(106) Μέτρο 39: Η Επιτροπή αναθεωρεί μερικώς την αξιολόγησή της όσον αφορά τις επιχορηγήσεις που δόθηκαν μετά το 1997. Οι επιχορηγήσεις που δόθηκαν το 1996, ύψους 0,686 εκατ. DEM περίπου, υποτίθεται ότι βασίζονταν στο καθεστώς του μέτρου 27 και για τους ίδιους λόγους δεν πληρούν τους όρους του καθεστώτος αυτού. Από την άλλη πλευρά, οι επιχορηγήσεις που δόθηκαν το 1997, ύψους 1,358 εκατ. DEM περίπου, βασίζονταν σε άλλο εγκεκριμένο καθεστώς ενισχύσεων(22). Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, οι όροι του καθεστώτος αυτού πληρούνταν. Συνεπώς, το ποσό που αναφέρθηκε τελευταία συνιστά υφιστάμενη ενίσχυση.

(107) Μέτρο 40: Μετά την αξιολόγηση των πληροφοριών που διέθεσε η Γερμανία, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, με τις εν λόγω επιστροφές φόρων λόγω επενδύσεων τηρήθηκαν τα ανώτατα όρια που προβλέπονταν στο καθεστώς(23). Ως εκ τούτου, οι επιχορηγήσεις συνιστούν υφιστάμενη ενίσχυση.

(108) Μέτρο 43: Οι επιχορηγήσεις για έρευνα και ανάπτυξη που δόθηκαν κατά την περίοδο 1997-2000, οι οποίες κατά την επέκταση της διαδικασίας έρευνας κρίθηκαν ότι δεν καλύπτονταν προφανώς από το ανάλογο καθεστώς για τις ΜΜΕ(24). Σύμφωνα με τις ετήσιες εκθέσεις οικονομικής κατάστασης, η GvH2 δεν ξεπερνούσε το 2000 τα ανώτατα όρια που χαρακτηρίζουν τις ΜΜΕ, αλλά προφανώς στις εκθέσεις δε λαμβάνονται υπόψη οι εργαζόμενοι της Glashütte Schmiedenfeld. Εκτός τούτου, μια επιχείρηση μπορεί να χαρακτηριστεί ως ΜΜΕ μόνον όταν το φαινόμενο εμφανίζεται δύο συνεχόμενα χρόνια και συνεπώς οι εν λόγω επιχορηγήσεις πρέπει να αξιολογηθούν, όπως και προηγουμένως, ως νέα ενίσχυση.

(109) Λόγω της προαναφερθείσας κατάστασης των πραγμάτων τα μέτρα 2, 3, 4, 8, 25, 26, καθώς και μέρος των μέτρων 39 και 40 συνιστούν υφιστάμενη ενίσχυση, σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες. Το ποσό των ενισχύσεων αυτών θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στην αξιολόγηση της αναλογικότητας.

Γ. Ενισχύσεις ήσσονος σημασίας

(110) Η Γερμανία ισχυρίζεται ότι τα μέτρα 15, 16, 21 και 42 εμπίπτουν στο καθεστώς των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας. Σύμφωνα με το καθεστώς αυτό το ανώτατο όριο κάτω από το οποίο οι ενισχύσεις θεωρούνται ήσσονος σημασίας ανέρχεται σε 100000 EUR για μια τριετία, αρχής γενομένης από τη χορήγηση της πρώτης ενίσχυσης ήσσονος σημασίας. Το ανώτατο όριο ισχύει για το συνολικό ποσό της υποστήριξης που χορηγεί ο δημόσιος τομέας και θεωρείται ενίσχυση ήσσονος σημασίας. Ο κανόνας για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας δε θίγει τη δυνατότητα των δικαιούχων να λάβουν ενίσχυση βάσει άλλου εγκεκριμένου από την Επιτροπή καθεστώτος ενισχύσεων.

(111) Όσον αφορά τις εγγυήσεις στα πλαίσια των μέτρων 15, 16 και 21, η Επιτροπή έχει την άποψη ότι από το γεγονός ότι το ποσό τους δε λαμβάνεται υπόψη, για να μην προσμετρηθούν διπλά, δεν μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι δε συνιστούν ενίσχυση. Στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 11ης Μαρτίου 2000 για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων(25) αναφέρεται το εξής: "Στην περίπτωση στην οποία, κατά το χρόνο χορήγησης του δανείου υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες ότι ο οφειλέτης, δε θα είναι σε θέση να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, επειδή λ.χ. αντιμετωπίζει οικονομικές δυσχέρειες, η αξία της εγγύησης μπορεί να φθάνει μέχρι και το ποσό που καλύπτει η εν λόγω εγγύηση". Αυτό σημαίνει ότι το ποσό της ενίσχυσης στις εγγυήσεις αυτές ανέρχεται στο 90 % του ποσού των δανείων που καλύπτουν οι εν λόγω εγγυήσεις. Κατά συνέπεια, υπάρχει σοβαρή υπέρβαση των ανωτάτων ορίων που ορίζει το καθεστώς των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας.

(112) Όσον αφορά το μέτρο 42, κατά τις περιόδους 1996-2000 και 1999-2000 δόθηκαν επιχορηγήσεις που εμπίπτουν στο καθεστώς των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας. Η Γερμανία ανέφερε ότι πληρούνταν οι όροι για την εφαρμογή του εν λόγω καθεστώτος. Γι' αυτό και η Επιτροπή υποθέτει ότι τα εν λόγω ποσά καλύπτονται από το καθεστώς των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας.

Δ. Εξαίρεση από την απαγόρευση χορήγησης ενισχύσεων σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ

(113) Στο πλαίσιο της εξέτασης της παρούσας υπόθεσης η Επιτροπή πρέπει να θεωρήσει ως Αd-hoc ενίσχυση ποσό ύψους 139,399 εκατ. DEM περίπου. Στο άρθρο 87 παράγραφοι 2 και 3 της συνθήκης ΕΚ ρυθμίζονται εξαιρέσεις από τη γενική απαγόρευση χορήγησης ενισχύσεων σύμφωνα με την παράγραφο 1.

(114) Οι διατάξεις εξαιρέσεων του άρθρου 87 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ δεν έχουν ισχύ στην προκειμένη περίπτωση, επειδή τα μέτρα ενίσχυσης δεν είναι κοινωνικού χαρακτήρα, δε δόθηκαν σε μεμονωμένους καταναλωτές, δεν εξυπηρετούν επανόρθωση ζημιών που προκλήθηκαν από θεομηνίες ή άλλα έκτακτα γεγονότα, ούτε χορηγήθηκαν προς την οικονομία ορισμένων περιοχών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.

(115) Πρόσθετες εξαιρέσεις από την απαγόρευση χορήγησης ενισχύσεων ρυθμίζονται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχεία α) και γ) της συνθήκης ΕΚ. Επειδή κύριος στόχος των ενισχύσεων δεν είναι η προώθηση της περιφερειακής ανάπτυξης, αλλά η αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας μιας προβληματικής επιχείρησης, έχουν εφαρμογή μόνον οι διατάξεις του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ. Οι εν λόγω διατάξεις προβλέπουν τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων που εξυπηρετούν την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον. Για την αξιολόγηση των κρατικών ενισχύσεων που χορηγούνται για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων η Επιτροπή εξέδωσε ειδικές κατευθυντήριες γραμμές. Σύμφωνα με την έρευνά της η Επιτροπή συμπεραίνει ότι καμιά άλλη από τις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά π.χ. με τις ενισχύσεις για έρευνα και ανάπτυξη, την προστασία του περιβάλλοντος, τις ΜΜΕ, την προώθηση της απασχόλησης ή την επιμόρφωση, δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην προκειμένη περίπτωση.

(116) Επειδή σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία η ενίσχυση δόθηκε πριν από την 30η Απριλίου 2000, πρέπει να εφαρμοστούν οι κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων της 23ης Δεκεμβρίου 1994(26) ("κατευθυντήριες γραμμές")(27). Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές κωδικοποιούν τις πρακτικές της Επιτροπής για την αξιολόγηση του συμβιβάσιμου των ενισχύσεων διάσωσης και αναδιάρθρωσης με την κοινή αγορά. Γι' αυτό και οι κατευθυντήριες γραμμές μπορούν να εφαρμοστούν και στις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν πριν από το 1994, καθώς αποτελούν έκφραση των μακροχρόνιων πρακτικών της Επιτροπής.

α) Αποκατάσταση της βιωσιμότητας

(117) Η χορήγηση ενισχύσεων αναδιάρθρωσης απαιτεί ένα ρεαλιστικό, συναφές και εκτεταμένο σχέδιο αναδιάρθρωσης για την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας της εταιρείας εντός εύλογου χρονικού διαστήματος και βάσει ρεαλιστικών υποθέσεων. Οι ενισχύσεις αναδιάρθρωσης θα πρέπει υπό κανονικές συνθήκες να χορηγούνται μόνο μία φορά.

(118) Στην προκειμένη περίπτωση οι εταιρείες GvH1, GvHiA και GvH2/3 έτυχαν της συνεχούς χορήγησης ενισχύσεων, οι οποίες δόθηκαν πιθανόν με σκοπό την αναδιάρθρωση βάσει σειράς σχεδίων που διαβιβάστηκαν στην Επιτροπή. Με εξαίρεση το τελευταίο, όλα τα σχέδια απέτυχαν και είναι δύσκολο να διαπιστωθεί ποια μέτρα εκτελέστηκαν πραγματικά. Η Επιτροπή διακρίνει δύο κύριες περιόδους αναδιάρθρωσης: την περίοδο 1990-1995 και την περίοδο μετά το 1995. Η πτώχευση της GvH1 και η αλλαγή του επενδυτή αποτέλεσαν σημαντική τομή για τη διαδικασία της αναδιάρθρωσης. Εξίσου σημαντικές αλλαγές συντελέστηκαν και κατά τις δύο χρονικές περιόδους.

Η πρώτη περίοδος αναδιάρθρωσης

(119) Στο πρώτο σχέδιο επιβεβαιώθηκε ο κορεσμός της αγοράς και προβλέφθηκε μείωση της παραγωγικής ικανότητας στη Θουριγγία και τη Σαξονία κατά 50-70 %. Παρόλα αυτά η GvH1 προϋπέθεσε το διπλασιασμό των πωλήσεών της εντός δύο ετών και στηρίχτηκε κατ' αυτόν τον τρόπο στις θετικές επιπτώσεις της κοινής αγοράς. Οι αριθμοί αυτοί φαίνονται υπερβολικά αισιόδοξοι από τη σκοπιά της Επιτροπής και το πρώτο αυτό σχέδιο που χρηματοδοτήθηκε καθ' ολοκληρίαν με κρατικούς πόρους και με λογιστικά μέτρα έδειχνε να μη στηρίζεται σε εσωτερικά μέτρα, αλλά σε εξωτερικούς παράγοντες στους οποίους η εταιρεία δεν είχε καμιά επίδραση.

(120) Το σχέδιο που αναθεωρήθηκε για την περίοδο 1993-1996 περιελάμβανε την εκ νέου χορήγηση ενισχύσεων. Κατά την άποψη της Επιτροπής, οι απώλειες των παραγγελιών από τη Ρωσία και το Ιράν δεν πρέπει να καταλογιστούν σε εξωτερικά και απρόβλεπτα για την επιχείρηση αίτια, αλλά σε λανθασμένες προβλέψεις της αγοράς. Η αντικατάσταση ενός κλιβάνου που υπέστη βλάβη δεν εξαρτιόταν από εξωτερικούς παράγοντες και επειδή ο επενδυτής επικαλέστηκε στην THA τους όρους της εγγύησης, μπορεί εύκολα να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι σαφώς και θα μπορούσε να προβλεφθεί η αντικατάσταση αυτή κατά το χρόνο της ιδιωτικοποίησης. Εκτός τούτου, εξαίρεση από την αρχή της "εφάπαξ χορήγησης" των ενισχύσεων αναδιάρθρωσης θα πρέπει να υπάρξει, μόνον όταν το σχέδιο αναδιάρθρωσης εξασφαλίζει την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας. Λόγω των αποτελεσμάτων που πέτυχε μέχρι τώρα η GvH1, του ύψους της υπερχρέωσής της, του κορεσμού της αγοράς και της κατάρρευσης των παραδοσιακών αγορών της GvH1, η Επιτροπή αμφιβάλει κατά πόσον ήταν ρεαλιστικό το αναθεωρημένο σχέδιο. Οι προβλέψεις πωλήσεων φαίνονται και πάλι υπερβολικά αισιόδοξες(28), δε στηρίζονται σε καμιά ανάλυση και έρευνα των συνθηκών της αγοράς και παρόλο που επισημαίνεται η επείγουσα ανάγκη επαναδιαπραγμάτευσης των χρεών δεν παρατίθενται συγκεκριμένα μέτρα. Οι αμφιβολίες επιβεβαιώνονται με το ότι η GvH1 ζήτησε το 1995 να κηρυχθεί σε πτώχευση.

(121) Κατά το χρόνο χορήγησης των ενισχύσεων υπέρ της GvHiA δεν υπήρχε σ' αυτή κανένα σχέδιο αναδιάρθρωσης ή εκκαθάρισης για την πτωχευτική περιουσία. Όπως αναφέρεται κατά την επέκταση της επίσημης διαδικασίας έρευνας, τα δάνεια των μέτρων 28 και 29 δεν πληρούν τα κριτήρια που ορίστηκαν για μια ενίσχυση διάσωσης. Στην προκειμένη περίπτωση υπήρξε μεγάλη υπέρβαση της γενικώς αποδεκτής προθεσμίας των έξι μηνών, χωρίς καμιά αιτιολογία. Η Γερμανία δεν προσκόμισε αποδείξεις ότι τα δάνεια χορηγήθηκαν με τους συνήθεις όρους της αγοράς. Η παραίτηση από την είσπραξη εσόδων στο μέτρο 30 δεν συνεπάγεται ρευστότητα. Δεν υπάρχει απόδειξη ότι το ποσό των δανείων περιορίστηκε στο ύψος που απαιτείται για τη διατήρηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης. Τέλος, λόγω του γενικού πλεονάζοντος παραγωγικού δυναμικού στη βιομηχανία της πορσελάνης είναι απίθανο τα μέτρα αυτά να μην είχαν αδικαιολόγητες αρνητικές επιπτώσεις στις οικονομικές δραστηριότητες των υπολοίπων κρατών μελών. Επειδή δεν υπάρχει κανένα σχέδιο αναδιάρθρωσης για την GvHiA, τα εν λόγω μέτρα ακόμη και ως ενισχύσεις αναδιάρθρωσης δεν πληρούν τα κριτήρια του συμβιβάσιμου με την κοινή αγορά.

Η δεύτερη περίοδος αναδιάρθρωσης

(122) Λόγω της εξέλιξης της GvH1 πρέπει να αμφισβητηθεί ότι η πτώχευσή της ήταν απρόβλεπτη. Η ίδρυση της GvH2 συνδυάστηκε με τη μετέπειτα χορήγηση των ενισχύσεων αναδιάρθρωσης που δεν ήταν αιτιολογημένες. Επιπλέον, σύμφωνα με τις υποβληθείσες εκθέσεις φαίνεται αμφίβολη η αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας. Στην έκθεση της 15ης Δεκεμβρίου 1995, στην οποία αναλύεται η κατάσταση υπό το πρίσμα μιας συμμετοχής της TIB, δεν περιλαμβανόταν ανάλυση και έρευνα των συνθηκών της αγοράς, παρουσίαση του κόστους αναδιάρθρωσης (εκτός των επενδύσεων) ούτε δίνει καμιά εξήγηση για την προβλεπόμενη χρηματοδότηση του κόστους αναδιάρθρωσης. Η σχεδιαζόμενη επάνοδος στη βιωσιμότητα παρουσιάστηκε με τη βοήθεια τριών πιθανών σεναρίων, με διαφορετικούς εκάστοτε όγκους πωλήσεων, τα οποία φαίνονται να μη βασίζονται σε ρεαλιστικές υποθέσεις. Αν ληφθεί υπόψη ότι ο κλάδος της πορσελάνης πάσχει από πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα μετά το 1992, μόλις και μετά βίας μπορούσαν να υλοποιηθούν ακόμη και οι κύκλοι εργασιών που προβλέφθηκαν για τη δυσμενέστερη των περιπτώσεων. Τόσο μεγάλοι κύκλοι εργασιών δεν είχαν επιτευχθεί ποτέ και δεν ήταν δυνατόν να υποθέτει κανείς ότι θα πετύχαινε κάτι τέτοιο μια επιχείρηση που είχε προέλθει από διαδικασία πτώχευσης. Εκτός τούτου, η GvH1 δεν είχε αναδιαρθρωθεί επιτυχώς, ώστε θα έπρεπε να είναι σαφές ότι σε περίπτωση συνέχισης των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων θα ήταν απαραίτητη μια γενική αναδιάρθρωση, προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική λειτουργία της επιχείρησης. Πρέπει να αμφισβητηθεί ότι μια τέτοια διαδικασία θα διαρκούσε μόνο δύο χρόνια.

(123) Οι αμφιβολίες αυτές επιβεβαιώθηκαν με την εκτίμηση ενός εξωτερικού ελεγκτή για το 1997, ο οποίος στην έκθεσή του της 3ης Ιουλίου 1998 καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να διαπιστώσει κανείς κατά πόσον η GvH2 θα μπορούσε να αναδιαρθρωθεί επιτυχώς. Ως κύριος λόγος για την εκτίμηση αυτή αναφέρεται η υπερβολικά αισιόδοξη πρόβλεψη ως προς την εξέλιξη του κύκλου εργασιών σε σύγκριση με τον περιορισμένο αριθμό παραγγελιών στα βιβλία.

(124) Το σχέδιο αναθεωρήθηκε το 1998, με την ανάληψη της επιχείρησης από τον κ. Frowein, ο οποίος υπολόγιζε για το 1999 θετικά αποτελέσματα εκμετάλλευσης αποτέλεσμα ύψους 0,195 εκατ. DEM και για το 2000 ύψους 0,655 εκατ. DEM. Αυτή η πρόβλεψη των αποτελεσμάτων έγινε με βάση συσσωρευμένες απώλειες ύψους 0,8 εκατ. DEM τον Ιούνιο 1998. Δύο μήνες αργότερα, ωστόσο, οι ζημιές είχαν ήδη τετραπλασιαστεί. Ο σχεδιασμός αναθεωρήθηκε εκ νέου. Ο υπολογισμός των αποτελεσμάτων που αναμένονταν βασιζόταν σε διαγραφή χρεών την οποία είχαν υποσχεθεί προφανώς στον κ. Frowein κατά την ανάληψη της εταιρείας,(29) αλλά κατά τα φαινόμενα δεν έγινε ακόμη. Εκτός τούτου, η επιχείρηση ανέμενε νέα δάνεια από τράπεζες, που επίσης δε δόθηκαν. Προφανώς οι τράπεζες απέσυραν την υποστήριξή τους, με εξαίρεση την TAB, η οποία το 1999 ακόμη συμφώνησε να παραιτηθεί από τη θέση της στον πίνακα των πιστωτών, προκειμένου να αποφευχθεί αδυναμία πληρωμών. Αυτό θεωρείται πρόσθετη ενίσχυση αναδιάρθρωσης, που σύμφωνα με τις μέχρι τώρα ενισχύσεις αναδιάρθρωσης δεν μπορεί να δικαιολογηθεί. Δεν υπήρξε καμιά αιτιολογία για τη μη τήρηση της αρχής της "εφάπαξ ενίσχυσης".

(125) Η δεύτερη αναθεώρηση του σχεδίου αυτού έγινε το 1999 από μια εταιρεία συμβούλων επιχειρήσεων. Στην έκθεσή τους καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1998 ζημιές ύψους 8,166 εκατ. DEM της επιχείρησης δεν ήταν καλυμμένες με κεφάλαιο, ώστε να απαιτούνται διαγραφή χρεών, νέες εισφορές κεφαλαίου και η υλοποίηση επενδύσεων για να διατηρηθεί η λειτουργία της επιχείρησης. Στην έκθεση δεν εξετάστηκε η φερεγγυότητα της επιχείρησης. Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η επιχείρηση βάσει ισολογισμού σημείωσε λειτουργικό αποτέλεσμα ύψους 24000 DEM για το 2000. Στην ετήσια έκθεση πεπραγμένων, ωστόσο, αναφέρεται για το ίδιο έτος υπερχρέωση ύψους 9,298 εκατ. DEM. Κατ' αυτόν τον τρόπο επιβεβαιώνονται οι αμφιβολίες της Επιτροπής όσον αφορά την αποκατάσταση της βιωσιμότητας της GvH2/3, οι οποίες αναφέρθηκαν τόσο κατά την κίνηση όσο και την επέκταση της επίσημης διαδικασίας έρευνας.

(126) Ξεκινώντας από το γεγονός αυτό η Επιτροπή καταλήγει στην άποψη ότι η επανειλημμένη χορήγηση ενισχύσεων δεν αιτιολογείται από εξωτερικά και απρόβλεπτα αίτια. Επίσης, η ενίσχυση δεν χορηγήθηκε βάσει ενός σχεδίου αναδιάρθρωσης που στηριζόταν σε ρεαλιστικές υποθέσεις και επιτρέπει την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας της επιχείρησης.

β) Πρόληψη των αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού

(127) Το σχέδιο αναδιάρθρωσης πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα για την αντιστάθμιση των δυσμενών συνεπειών που θα έχει η ενίσχυση στους ανταγωνιστές, επειδή διαφορετικά θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον και δε θα μπορούσε να χορηγηθεί σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ. Αν συνεπώς η αξιολόγηση προσφοράς και ζήτησης δείχνει ότι υπάρχει διαρθρωτική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα σε κλίμακα Κοινότητας σε μια σημαντική αγορά στην οποία ασκεί δραστηριότητες η επιχείρηση, το σχέδιο αναδιάρθρωσης πρέπει να συμβάλλει στην εξυγίανσή της, σε συνάρτηση με τη λαμβανόμενη ενίσχυση και τις επιπτώσεις στην εν λόγω αγορά, μέσω μιας μη αναστρέψιμης μείωσης ή παύσης της παραγωγικής ικανότητας.

(128) Η αγορά πορσελάνης είναι κορεσμένη και πάσχει από πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα. Γι' αυτό και ενισχύσεις που χορηγούνται σε μια επιχείρηση του εν λόγω τομέα τείνουν αναγκαστικά να στρεβλώσουν σοβαρά τον ανταγωνισμό και να επηρεάσουν τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών. Λόγω του μεγάλου ύψους των ενισχύσεων στην προκειμένη περίπτωση, η συμβολή του δικαιούχου της ενίσχυσης στον περιορισμό της παραγωγικής ικανότητας θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα σημαντική.

(129) Τα διάφορα σχέδια αναδιάρθρωσης που διαβιβάστηκαν προβλέπουν περιορισμό της παραγωγικής ικανότητας τόσο ως προς το προσωπικό όσο και ως προς τις παραγόμενες ποσότητες. Σύμφωνα με το πρώτο σχέδιο αναδιάρθρωσης το Δεκέμβριο του 1991 η GvH1 απασχολούσε 626 εργαζόμενους και 269 εργαζόμενους το Δεκέμβριο του 1999. Όσον αφορά την παραγωγή, η Γερμανία αναφέρει ότι μειώθηκε κατά την πρώτη περίοδο αναδιάρθρωσης από 8000-6500 τόνους σε 4000 τόνους ετησίως. Η Γερμανία αναφέρει περαιτέρω ότι η αντικατάσταση πολλών κλιβάνων μ' έναν απέφερε πρόσθετη μείωση 2300 τόνων περίπου ετησίως. Η Γερμανία παρατηρεί ακόμη ότι οι κλίβανοι καταστράφηκαν και το εμβαδόν των χώρων παραγωγής μειώθηκε.

(130) Βάσει των νεότερων πληροφοριών που υπέβαλε η Γερμανία, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι πράγματι υπήρξε συνεχής μείωση της παραγωγικής ικανότητας.

γ) Σχέση κόστους-οφέλους της αναδιάρθρωσης

(131) Το ύψος και η ένταση της ενίσχυσης πρέπει να περιορίζονται στο ελάχιστο απαραίτητο που θα επιτρέψει την αναδιάρθρωση και την ύπαρξη αναλογικότητας μεταξύ αυτών και του οφέλους που αναμένεται από κοινοτική σκοπιά. Γι' αυτό και ζητείται από τους επενδυτές ένα ποσό από ίδιους πόρους για το σχέδιο αναδιάρθρωσης. Εκτός τούτου, η μορφή με την οποία χορηγείται η ενίσχυση πρέπει να είναι τέτοια ώστε να μην προκύψουν για την επιχείρηση πλεονάζοντα ρευστά διαθέσιμα, τα οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει σε επιθετικές και στρεβλωτικές δραστηριότητες στην αγορά και σε τομείς που δε συνδέονται με τη διαδικασία της αναδιάρθρωσης.

(132) Όπως αναφέρεται κατά την επέκταση της επίσημης διαδικασίας έρευνας, σε κανένα σημείο των διαφόρων σχεδίων που υποβλήθηκαν στο μεταξύ δεν υπάρχει ακριβής υπολογισμός του κόστους αναδιάρθρωσης. Τα σχέδια άλλαζαν συνεχώς και είναι δύσκολο να προσδιοριστεί το κόστος των μέτρων αναδιάρθρωσης που εφαρμόστηκαν πραγματικά. Ελλείψει ενός συνολικού υπολογισμού του κόστους αναδιάρθρωσης δεν μπορεί να διαπιστωθεί κατά πόσον οι ενισχύσεις περιορίστηκαν στο ελάχιστο απαραίτητο και δεν είναι σαφές για ποιο σκοπό χρησιμοποιήθηκαν.

(133) Η Επιτροπή σημειώνει κατά την κίνηση και την επέκταση της επίσημης διαδικασίας έρευνας ότι δεν υποβλήθηκαν στοιχεία για τη συμμετοχή του επενδυτή. Στην GvH1 ο επενδυτής δεν κατέβαλε ούτε το τίμημα της αγοράς της GvH1 ούτε την εισφορά του στο κεφάλαιο της GvH1, όπως συμφωνήθηκε με την THA κατά την αναθεώρηση της σύμβασης ιδιωτικοποίησης. Δεν μπόρεσε να ζητηθεί η κατάπτωση καμιάς από τις εγγυήσεις που προσφέρθηκαν στο πλαίσιο της κοινοπραξίας ασφαλιστικών εταιρειών μαζί με άλλες εξασφαλίσεις. Στην GvH2/3 ο κ. Frowein κατέβαλε μόνον 0,2 εκατ. DEM ως τιμή αγοράς. Η Γερμανία ισχυρίζεται τώρα ότι θα καταβληθούν 6 εκατ. DEM ως ιδιωτική συνεισφορά αμέσως μετά την ολοκλήρωση της επίσημης διαδικασίας έρευνας. Η Επιτροπή επισημαίνει, ωστόσο, ότι η χορήγηση της ενίσχυσης και όχι η συνεισφορά του επενδυτή πρέπει να εξαρτάται από την απόφαση της Επιτροπής. Λόγω της επιφύλαξης αυτής δεν είναι σαφής η υποστήριξη της επιχείρησης από τον επενδυτή. Επιπλέον, δεν προσκομίστηκε καμιά απόδειξη ότι το ποσό αυτό θα καταβληθεί πραγματικά. Λόγω της πρόσφατης πτώχευσης της GvH2/3 είναι πολύ αμφίβολο αν θα καταβληθούν ποτέ κάποια ποσά.

(134) Κατά συνέπεια, η Επιτροπή δεν μπορεί να διαπιστώσει αν οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν έχουν κάποια σχέση με το κόστος και το όφελος της αναδιάρθρωσης. Επιπλέον, το γεγονός ότι σημαντικό μέρος των ενισχύσεων που δόθηκαν είχε τη μορφή ενίσχυσης ρευστότητας δίνει αφορμή να σκεφθούμε ότι πιθανόν με την ενίσχυση να εισέρευσαν στην επιχείρηση πρόσθετα ρευστά, τα οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για επιθετικές και στρεβλωτικές δραστηριότητες στην αγορά, όπως π.χ. για την αθέμιτη συμπίεση τιμών ή την απόκτηση πλειοψηφικού πακέτου μετοχών από ανταγωνίστριες επιχειρήσεις. Η Επιτροπή επισημαίνει ιδιαίτερα ότι αυτές τις δύο πρακτικές ανέφεραν ειδικά οι καταγγέλλοντες.

(135) Η Επιτροπή, με βάση τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της, δεν μπορεί να σχηματίσει άποψη για το κατά πόσον υπήρξε αθέμιτη συμπίεση τιμών εκ μέρους της εταιρείας. Στην περίπτωση, ωστόσο, της εξαγοράς μετοχών της Glashütte Schmiedefeld GmbH δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήθηκαν για το σκοπό αυτό οι ενισχύσεις προς την GvH2/3.

δ) Πλήρης εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης

(136) Λαμβανομένων υπόψη των πολλών σχεδίων, από τα οποία τα περισσότερα απέτυχαν, και λόγω της συνεχούς τροποποίησής τους, η Επιτροπή δεν μπορεί να διαπιστώσει κατά πόσον τηρήθηκε η εν λόγω προϋπόθεση των κατευθυντηρίων γραμμών.

VII. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

(137) Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η Γερμανία χορήγησε την εξεταζόμενη ενίσχυση παρανόμως, κατά παράβαση του άρθρου 83, παράγραφος 3, της Συνθήκης ΕΚ. Επιπλέον, η ενίσχυση είναι ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά και πρέπει να ανακτηθεί. Σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική της Επιτροπής και τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων μια ενίσχυση πρέπει να ανακτηθεί από την επιχείρηση που πραγματικά ευνοήθηκε. Λαμβάνοντας υπόψη τις αλλαγές που σημειώθηκαν όσον αφορά τον δικαιούχο της ενίσχυσης, η Επιτροπή θεωρεί σκόπιμο να καθορίσει το μέγεθος της υποχρέωσης ανάκτησης.

(138) Στην απόφασή της να κινήσει και να επεκτείνει την επίσημη διαδικασία έρευνας η Επιτροπή έκρινε ότι η GvH2 συνέχισε την επιχειρηματική δραστηριότητα της GvH1. Και οι δύο επιχειρήσεις είχαν τα ίδια περιουσιακά στοιχεία, ασκούσαν δραστηριότητες στην ίδια αγορά, είχαν ακριβώς την ίδια εμπορική επωνυμία, κατασκεύαζαν τα ίδια προϊόντα στις ίδιες εγκαταστάσεις με το ίδιο εργατικό δυναμικό (αν και υπήρξε μείωση του αριθμού των εργαζομένων). Εκτός τούτου, δεν υπήρξε καμιά ένδειξη ότι τρίτοι αντελήφθησαν οτιδήποτε για τη νέα κατάσταση.

(139) Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι η GvH1 και η GvH2 είναι δύο διαφορετικά νομικά πρόσωπα. Βεβαίως, η επιχειρηματική δραστηριότητα της GvH1 συνεχίστηκε κατά τη διαδικασία της πτώχευσης και πάγια στοιχεία της πωλήθηκαν στην GvH2 στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης επιχειρηματικής δραστηριότητας. Η Επιτροπή διαπίστωσε, εκτός τούτου, ότι η πώληση των παγίων στοιχείων της GvHiA στην GvH2 δεν έγινε με ανοικτή και άνευ όρων διαδικασία υποβολής προσφορών. Η δήθεν αναζήτηση επενδυτή διήρκεσε μόνο τέσσερις μήνες. Σύμφωνα με τα στοιχεία που υποβλήθηκαν πριν από την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας, το ομόσπονδο κράτος της Θουριγγίας αναζητούσε μέσω της LEG, πριν ακόμη ξεκινήσει η διαδικασία πτώχευσης, μια λύση για την GvHiA, η οποία περιελάμβανε μια κρατική συμμετοχή, όπως και συνέβη στη συνέχεια. Γι' αυτό και η Επιτροπή δεν μπορεί να δεχθεί ότι οι νέοι επενδυτές της GvH2 - GvHiA και TIB - επιλέχτηκαν ως υποβάλλοντες την καλύτερη προσφορά μετά από ανοικτό και άνευ όρων διαγωνισμό. Παρόλο που η Γερμανία δήλωσε ότι είχαν ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με πολλούς δυναμικούς επενδυτές, η Επιτροπή έχει στη διάθεσή της την απάντηση ενός ανταγωνιστή, ο οποίος αναφέρει ότι αποκλείστηκε από την υποβολή προσφοράς.

(140) Κατά τον έλεγχο η Επιτροπή διεπίστωσε ειδικότερα ότι υπήρχε κάποια συμφωνία μεταξύ GvH1 και GvH2, όπου τυπικά το 51 % ήταν στην κατοχή της GvHiA - της πτωχευτικής περιουσίας της GvH1. Επιπλέον, το αρχικό κεφάλαιο της GvH2 χρηματοδοτήθηκε με χρήματα από την πτωχευτική περιουσία της GvH1. Τα εναπομείναντα 0,49 εκατ. DEM και το τίμημα των 8,5 εκατ. DEM που καταβλήθηκε για τα πάγια στοιχεία συνεισέφερε το κράτος, ο κύριος πιστωτής της GvH1. Μετά την πώληση ή την εκχώρηση των παγίων στοιχείων, χρήματα, πάγια στοιχεία και ο έλεγχος του νέου νομικού προσώπου παρέμειναν στα ίδια χέρια.

(141) Σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική της Επιτροπής, σε περίπτωση πώλησης σε τιμή αγοράς μιας επιχείρησης που έλαβε ενίσχυση, το όφελος της ενίσχυσης παραμένει στον πωλητή. Επειδή στην προκειμένη περίπτωση δεν έγινε διαγωνισμός άνευ όρων, η Επιτροπή δεν μπορεί a contrario να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το τίμημα που καταβλήθηκε για τα πάγια στοιχεία της GvH1 αντιστοιχούσε σε συνήθη τιμή της αγοράς. Συνεπώς, και ο αγοραστής, η GvH2, επωφελήθηκε από την ενίσχυση που χορηγήθηκε στην GvH1.

(142) Εκτός τούτου, το κράτος, ως κύριος πιστωτής της υπό εκκαθάριση ευρισκόμενης εταιρείας, θα έπρεπε να είχε συμπεριφερθεί όπως ένας ιδιώτης επενδυτής, για να αποκλειστεί η υποψία ότι μεσολαβούσαν κρατικές ενισχύσεις. Ένας ιδιώτης πιστωτής θα είχε επισπεύσει πιθανόν την εκκαθάριση της εταιρείας, για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις του, εφόσον η ίδρυση μιας νέας εταιρείας και η εν συνεχεία μεταβίβαση των παγίων στοιχείων δεν αποσκοπεί στην πώλησή της στον καλύτερο προσφέροντα, προκειμένου να επιτευχθεί η καλύτερη τιμή και να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις του. Η Επιτροπή δεν μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι συνέβη κάτι τέτοιο, διότι ολοφάνερα το ίδιο το κράτος ανέλαβε το 49 % της επιχείρησης, χρηματοδότησε την αγορά των παγίων και μόλις δύο χρόνια μετά πώλησε τις μετοχές σε πολύ χαμηλότερη τιμή από εκείνη που είχε καταβάλει.

(143) Τέλος, η Επιτροπή στην απόφασή της να επεκτείνει την επίσημη διαδικασία έρευνας και στην GvH3 επισημαίνει ότι οι μεταβολές των ιδιοκτησιακών συνθηκών στα εταιρικά μερίδια δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός νέου, απαλλαγμένου από απαιτήσεις, νομικού προσώπου. Οι αγοραστές μπορούν να προστατευθούν, ενεργώντας με τη συνήθη συναλλακτική επιμέλεια. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τον κ. Frowein ο οποίος γνώριζε την κατάσταση της εταιρείας από την έναρξη της πτωχευτικής διαδικασίας. Γι' αυτό και η GvH3 πρέπει να θεωρηθεί ίδια επιχείρηση με την GvH2(30). Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι ο κ. Frowein δεν επιλέχτηκε μετά από ανοικτό, άνευ όρων και διαφανή διαγωνισμό.

(144) Η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Γερμανία πρέπει να συμπεριφερθεί ως ιδιώτης πιστωτής που ενεργεί επιμελώς για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης. Η εθνική νομοθεσία πρέπει να εφαρμόζεται με τρόπο ώστε η ανάκτηση να μην καθίσταται αδύνατη ή εξαιρετικά δυσχερής. Αυτό σημαίνει κατά βάση ότι η Γερμανία θα πρέπει να επιδιώξει την άμεση ανάκτηση των χρεών και να χρησιμοποιήσει γι' αυτό όλα τα διαθέσιμα μέσα. Καμιά αρχή εθνικού δικαίου δεν μπορεί να παρεμποδίσει την πλήρη εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου(31).

(145) Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα της παρούσας απόφασης και για να αποφευχθεί η συνέχιση της στρέβλωσης της αγοράς, η Επιτροπή μπορεί να αναγκαστεί να απαιτήσει να μην περιοριστεί η ανάκτηση στην αρχική εταιρεία, αλλά να επεκταθεί και στην επιχείρηση που συνεχίζει ενδεχομένως τις δραστηριότητες της αρχικής, χρησιμοποιώντας τα μέσα παραγωγής που της έχουν μεταβιβαστεί, όταν ορισμένα στοιχεία της μεταβίβασης οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υφίσταται οικονομική συνέχεια μεταξύ των δύο επιχειρήσεων(32).

(146) Η Επιτροπή έχει την άποψη ότι οι εταιρείες GvH2/3 εκτός από την άμεση υπέρ αυτών ενίσχυση επωφελούνται και από την ενίσχυση υπέρ του προκατόχου τους. Για την κανονική εκτέλεση της παρούσας απόφασης θα πρέπει η Γερμανία να στραφεί όχι μόνον κατά του άμεσου δικαιούχου της ενίσχυσης, αλλά και κατά του νόμιμου διαδόχου του. Κατά συνέπεια, η GvH2/3 υποχρεούται να επιστρέψει όχι μόνο την παράνομη ενίσχυση που έλαβε η ίδια, αλλά και την παράνομη ενίσχυση υπέρ της GvH1, συμπεριλαμβανομένης και της ενίσχυσης που χορηγήθηκε κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας. Η Γερμανία, εκτός τούτου, θα πρέπει να στραφεί και κατά των υπολοίπων εταιρειών που θα μπορούσαν να αποκομίσουν οφέλη από τη μεταβίβαση των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων και να συμβάλουν με τον τρόπο αυτό στο να διαφύγουν των συνεπειών της παρούσας απόφασης(33),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1. Η κρατική ενίσχυση την οποία χορήγησε η Γερμανία υπέρ της Graf von Henneberg Porzellan GmbH είναι ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά.

2. Η αναφερόμενη στην παράγραφο 1 ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά ενίσχυση περιλαμβάνει τα ακόλουθα μέτρα υπέρ της Graf von Henneberg Porzellan GmbH που ιδρύθηκε το 1990 και αργότερα μετονομάστηκε σε Graf von Henneberg in Abwicklung:

α) δάνεια της Ηessischen Landesbank (HeLaBa) που ανέρχονταν αρχικά στο συνολικό ποσό των 28,530 εκατ. DEM, στα πλαίσια των μέτρων 5, 20 και 21·

β) δάνεια της Bayerischen Landesbank που ανέρχονταν αρχικά στο συνολικό ποσό των 43,023 εκατ. DEM, στα πλαίσια των μέτρων 7, 12, 17 και 18·

γ) εγγύηση της Treuhandanstalt (THA) ύψους 8,629 εκατ. DEM, στα πλαίσια του μέτρου 10·

δ) επιχορηγήσεις της THA ύψους 13,871 εκατ. DEM, στα πλαίσια του μέτρου 11·

ε) επιχορήγηση ύψους 5 εκατ. DEM, στα πλαίσια του μέτρου 13·

στ) δάνειο της Sparkasse Ilmenau που ανερχόταν αρχικά στο συνολικό ποσό των 3,2 εκατ. DEM, στα πλαίσια του μέτρου 22·

ζ) δάνειο της Sparkasse Erfurt που ανερχόταν αρχικά στο συνολικό ποσό των 1,5 εκατ. DEM, στα πλαίσια του μέτρου 23·

η) προκαταβολή της Thüringer Aufbaubank (TAB) ύψους 2 εκατ. DEM, στα πλαίσια του μέτρου 24·

θ) επιχορηγήσεις ύψους 2,077 εκατ. DEM για την ενίσχυση της απασχόλησης, στα πλαίσια του μέτρου 27.

Η ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά ενίσχυση περιλαμβάνει επίσης και τα ακόλουθα μέτρα υπέρ της Graf von Henneberg Porzellan GmbH που ιδρύθηκε το 1995 και εξακολουθεί να δραστηριοποιείται στην αγορά:

α) δάνειο της ΗeLaBa ύψους 2 εκατ. DEM, στα πλαίσια του μέτρου 28·

β) διαγραφή χρέους 0,940 εκατ. DEM εκ μέρους της Bundesanstalt für vereinigungsbedingte Sonderaufgaben, στα πλαίσια του μέτρου 30·

γ) συμμετοχή της Thüringer Industriebeteiligungs GmbH & Co KG (TIB) στο αρχικό κεφάλαιο της GvH2 ύψους 0,490 εκατ. DEM, στα πλαίσια του μέτρου 31·

δ) εταιρικό δάνειο της TIB ύψους 0,490 εκατ. DEM, στα πλαίσια του μέτρου 32·

ε) δάνεια της TAB που ανέρχονταν αρχικά στο συνολικό ποσό των 20,521 εκατ. DEM, στα πλαίσια των μέτρων 33, 34, 35, 37 και 38·

στ) άμεσες επιχορηγήσεις επενδύσεων ύψους 5,981 εκατ. DEM, στα πλαίσια του μέτρου 36·

ζ) ποσό ύψους 0,686 εκατ. DEM που καταβλήθηκε μέχρι το 1996 από τις επιχορηγήσεις για την προώθηση της απασχόλησης, στα πλαίσια του μέτρου 39·

η) επιχορηγήσεις για έρευνα και ανάπτυξη ύψους 0,451 εκατ. DEM, στα πλαίσια του μέτρου 43.

Άρθρο 2

1. Η Γερμανία λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την ανάκτηση από το δικαιούχο των αναφερομένων στο άρθρο 1 ενισχύσεων που χορηγήθηκαν παράνομα, εξαιρουμένων των μέτρων ενίσχυσης και των τόκων από την ημερομηνία χορήγησής τους που έχουν ήδη επιστραφεί.

2. Η ανάκτηση της ενίσχυσης πραγματοποιείται αμέσως, σύμφωνα με τις διαδικασίες της εθνικής νομοθεσίας, εφόσον αυτές επιτρέπουν την άμεση και πραγματική εκτέλεση της απόφασης. Τα ποσά που πρέπει να ανακτηθούν περιλαμβάνουν και τους τόκους που αναλογούν στο χρονικό διάστημα από τη διάθεση της παράνομης ενίσχυσης στο δικαιούχο μέχρι την πραγματική τους ανάκτηση. Οι τόκοι υπολογίζονται με βάση το επιτόκιο αναφοράς που χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό του ισοδύναμου επιδότησης των περιφερειακών ενισχύσεων.

3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, ως "δικαιούχος" νοείται η Graf von Henneberg Porzellan GmbH που ιδρύθηκε το 1990 και επί του παρόντος υπό πτώχευση, η Graf von Henneberg Porzellan GmbH που ιδρύθηκε το 1995 και ευθύνεται και για την ενίσχυση που χορηγήθηκε στην προκάτοχό της, καθώς και κάθε άλλη επιχείρηση στην οποία μεταβιβάστηκαν ή πρόκειται να μεταβιβαστούν περιουσιακά στοιχεία των προαναφερομένων νομικών προσώπων, προκειμένου να διαφύγουν των συνεπειών της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 3

Οι γερμανικές αρχές ενημερώνουν την Επιτροπή εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης σχετικά με τα μέτρα που έχουν λάβει για να συμμορφωθούν με αυτή.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.

Βρυξέλλες, 30 Οκτωβρίου 2001

Για την Επιτροπή

Mario Monti

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ C 272 της 23.9.2000, σ. 30.

(2) Βλέπε υποσημείωση 1.

(3) ΕΕ C 211 της 28.7.2001, σ. 27.

(4) Εξαιρουμένου ενός οικοπέδου που είχε πωληθεί σύμφωνα με τη Γερμανία.

(5) Το δάνειο ήταν προκαταβολή έναντι των επιχορηγήσεων της THA στο μέτρο 11. Δόθηκε όλο το ποσό του δανείου. Απαιτήσεις ανάκτησης δεν υπήρξαν προφανώς, αφού έγινε περικοπή των επιχορηγήσεων, ούτε μετά την παρέλευση των δύο μηνών για τους οποίους χορηγήθηκε το δάνειο. Από την άλλη μεριά, το δάνειο παρατάθηκε για έξι μήνες τουλάχιστον.

(6) Στοιχεία από την ηλεκτρονική σελίδα της Cerame-Unie (http://www.cerameunie.org).

(7) Πανόραμα της βιομηχανίας της ΕΕ 1997, 9-20, NACE (αναθεώρηση 1). Βλέπε επίσης την απόφαση 1999/157/ΕΚ της Επιτροπής στην υπόθεση C 35/97, Triptis Porzellan GmbH (ΕΕ L 52 της 27.2.1999, σ. 48).

(8) ΕΕ C 273 της 9.9.1997, σ. 3.

(9) ΕΕ C 209 της 10.7.1997, σ. 3.

(10) ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

(11) N 591/90, SG (90) D/91620 της 20ής Δεκεμβρίου 1990.

(12) N 318/90, SG (90) D/ 27178 της 14ης Νοεμβρίου 1990.

(13) C 69/98, ex N 408/93.

(14) Σύμφωνα με το εν λόγω καθεστώς, ως ΜΜΕ ορίζονται οι επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από 250 εργαζόμενους και έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών 40 εκατ. DEM ή πάγια στοιχεία ενεργητικού αξίας 20 εκατ. DEM.

(15) NN 25/95.

(16) Νόμοι περί επενδυτικών κινήτρων του 1991 (C 59/91, SG (92) D/8068 της 18ης Ιουνίου 1993) και του 1993 (N 561/92, SG (92) D/16623 της 24ης Νοεμβρίου 1992). Στα καθεστώτα αυτά προβλέπονται διαφορετικές εντάσεις ενίσχυσης για μεγάλες και μικρές επιχειρήσεις. Επίσης πρέπει να τηρούνται οι κανόνες συσσώρευσης με άλλες περιφερειακές ενισχύσεις.

(17) N 477/91, SG (91) D/22704, της 25ης Νοεμβρίου 1991.

(18) NN 117/92, SG (95) D/341 της 13ης Ιανουαρίου 1995.

(19) 24ο Σχέδιο-πλαίσιο της ενέργειας κοινού ενδιαφέροντος "Βελτίωση των περιφερειακών οικονομικών υποδομών" N 531/95, ΕΕ C 291 της 4.10.1996, σ. 4.

(20) ΕΕ L 107 της 30.4.1996, σ. 4.

(21) Βλέπε στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 69/2001 της Επιτροπής: "Η ενίσχυση πρέπει να θεωρείται ότι έχει χορηγηθεί κατά το χρόνο απονομής στο δικαιούχο του νομίμου δικαιώματος να λάβει την ενίσχυση" (ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 30). Βλέπε επίσης στο παράρτημα II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001 της Επιτροπής, όπου πάντα γίνεται αναφορά στη χορήγηση της ενίσχυσης (ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 33). Βλέπε επίσης στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 659/1999 στον οποίο χρησιμοποιείται συνεχώς ο όρος "χορήγηση" της ενίσχυσης (υποσημείωση 16).

(22) NN 107/97, σε ισχύ από την 1η Απριλίου 1997, εγκεκριμένο με την επιστολή SG (98) 1049 της 6ης Φεβρουαρίου 1993.

(23) Στο νόμο του 1996 σχετικά με τα επενδυτικά κίνητρα προβλέπονται διαφορετικές εντάσεις ενίσχυσης για μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις [N494/95, SG (95) D/17154 της 27ης Δεκεμβρίου 1995].

(24) N 331/96, SG (97) D/482 της 23ης Ιανουαρίου 1997.

(25) ΕΕ C 71 της 11.3.2000, σ. 14, σημείο 3.2.

(26) ΕΕ C 368 της 23.12.1994, σ. 12.

(27) Στο κεφάλαιο 7.5 των κατευθυντηρίων γραμμών του 1999 αναφέρονται τα εξής: "Η Επιτροπή θα εξετάζει κατά πόσον συμβιβάζεται με την κοινή αγορά κάθε ενίσχυση διάσωσης και αναδιάρθρωσης η οποία χορηγείται χωρίς την άδειά της: [...] με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές που ισχύουν κατά το χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης". (ΕΕ C 288 της 9.10.1999, σ. 2).

(28) Χωρίς καμιά αιτιολογία στηρίχθηκαν στην αύξηση του ετήσιου κύκλου εργασιών από 14 εκατ. DEM σε πάνω από 40 εκατ. DEM μέσα σ' ένα χρόνο.

(29) Σύμφωνα με επιστολή του κ. Frowein στις 3.1.1998, που βρίσκεται στην κατοχή της Επιτροπής.

(30) Σε περίπτωση πώλησης του μεριδίου μιας επιχείρησης η υποχρέωση ανάκτησης της ενίσχυσης παραμένει στην επιχείρηση. Βλέπε π.χ την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου της 21ης Μαρτίου 1991 στην υπόθεση. C-303/88, Ιταλία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1991, σ. I-1433.

(31) Βλέπε υποσημείωση 33 αιτιολογική σκέψη 60.

(32) Απόφαση 2000/536/ΕΚ της Επιτροπής, Seleco SpA, (ΕΕ L 227 της 7.9.2000, σ. 24).

(33) Βλέπε αποφάσεις 2000/567/ΕΚ της Επιτροπής, SMI (ΕΕ L 238 της 22.9.2000, σ. 50) και 2000/796/ΕΚ της Επιτροπής, CDA (ΕΕ L 318 της 16.12.2000, σ. 62).

Top