This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 32001R0609
Commission Regulation (EC) No 609/2001 of 28 March 2001 laying down detailed rules for the application of Council Regulation (EC) No 2200/96 as regards operational programmes, operational funds and Community financial assistance, and repealing Regulation (EC) No 411/97
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 609/2001 της Επιτροπής, της 28ης Μαρτίου 2001, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 του Συμβουλίου όσον αφορά τα επιχειρησιακά προγράμματα και ταμεία και την κοινοτική χρηματοδοτική ενίσχυση και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 411/97
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 609/2001 της Επιτροπής, της 28ης Μαρτίου 2001, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 του Συμβουλίου όσον αφορά τα επιχειρησιακά προγράμματα και ταμεία και την κοινοτική χρηματοδοτική ενίσχυση και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 411/97
ΕΕ L 90 της 30.3.2001, p. 4–16
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV) Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση
(CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL)
No longer in force, Date of end of validity: 14/08/2003; καταργήθηκε από 32003R1433
Relation | Act | Comment | Subdivision concerned | From | To |
---|---|---|---|---|---|
Repeal | 31997R0411 |
Relation | Act | Comment | Subdivision concerned | From | To |
---|---|---|---|---|---|
Corrected by | 32001R0609R(01) | (EL,EN,ES,FI,IT,NL,PT,SV) | |||
Corrected by | 32001R0609R(02) | (SV) | |||
Derogated in | 32001R1120 | παρέκκλιση | άρθρο 11.4 | 15/12/2001 | |
Derogated in | 32001R1120 | παρέκκλιση | άρθρο 14.2 | 31/12/2001 | |
Derogated in | 32001R1120 | παρέκκλιση | παράρτημα 2 | 31/12/2001 | |
Repealed by | 32003R1433 |
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 609/2001 της Επιτροπής, της 28ης Μαρτίου 2001, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 του Συμβουλίου όσον αφορά τα επιχειρησιακά προγράμματα και ταμεία και την κοινοτική χρηματοδοτική ενίσχυση και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 411/97
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 090 της 30/03/2001 σ. 0004 - 0016
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 609/2001 της Επιτροπής της 28ης Μαρτίου 2001 σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 του Συμβουλίου όσον αφορά τα επιχειρησιακά προγράμματα και ταμεία και την κοινοτική χρηματοδοτική ενίσχυση και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 411/97 Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2200/96 του Συμβουλίου, της 28ης Οκτωβρίου 1996, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα των οπωροκηπευτικών(1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2826/2000(2) και ιδίως το άρθρο 48, Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 προβλέπει την παροχή χρηματοδοτικής ενίσχυσης στις οργανώσεις παραγωγών που προβαίνουν στη σύσταση επιχειρησιακού ταμείου σύμφωνα με ορισμένους κανόνες και εντός ορισμένων ορίων. Το άρθρο 13 παρέχει χρηματοδοτική ενίσχυση στις υπάρχουσες οργανώσεις παραγωγών, οι οποίες χρήζουν μεταβατικής περιόδου προκειμένου να αναγνωρισθούν. Το άρθρο 16 θεσπίζει ορισμένους κανόνες για την εφαρμογή των επιχειρησιακών προγραμμάτων και των σχεδίων δράσης στην περίπτωση των οργανώσεων παραγωγών που έχουν αναγνωρισθεί σύμφωνα με το άρθρο 13. Πρέπει να θεσπισθούν λεπτομέρειες εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων. (2) Προκειμένου να προαχθεί η συγκέντρωση της προσφοράς και να διευκολυνθεί η εφαρμογή ορισμένων μέτρων στο πλαίσιο των επιχειρησιακών προγραμμάτων, οι οργανώσεις παραγωγών πρέπει να είναι σε θέση να αναθέτουν την εφαρμογή, εν όλω ή εν μέρει, των ενεργειών που περιλαμβάνονται στα επιχειρησιακά τους προγράμματα σε μια αναγνωρισμένη ένωση οργανώσεων παραγωγών. Ωστόσο, πρέπει να προβλεφθούν ειδικές διατάξεις προκειμένου να αποφευχθούν καταχρήσεις ή διπλή χρηματοδότηση. (3) Προκειμένου να διευκολυνθεί η χρήση του καθεστώτος, η παραγωγή των οργανώσεων παραγωγών που έχει διατεθεί στο εμπόριο θα πρέπει να ορίζεται σαφώς, συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού της επιλεξιμότητας του προϊόντος και του σταδίου εμπορίας στο οποίο πρέπει να υπολογίζεται η αξία της παραγωγής. Προκειμένου να εξασφαλισθεί ίση μεταχείριση όλων των προϊόντων που προορίζονται για μεταποίηση, η οποία είναι επιλέξιμη στο πλαίσιο ενός καθεστώτος ενίσχυσης σύμφωνα με τους κανονισμούς του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2201/96, της 28ης Οκτωβρίου 1996, για την κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα των μεταποιημένων προϊόντων με βάση τα οπωροκηπευτικά(3) όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2699/2000(4) και (ΕΚ) αριθ. 2202/96, της 28ης Οκτωβρίου 1996, περί καθεστώτος ενίσχυσης των παραγωγών ορισμένων εσπεριδοειδών(5), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2699/2000, η ενίσχυση που αναφέρεται στο αρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2202/96 πρέπει να προστίθεται στην κατάλληλη αξία της παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο. Κατά συνέπεια, τα όρια της κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης θα πρέπει να υπολογίζονται βάσει της αξίας της παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο εντός δωδεκάμηνης περιόδου. Προκειμένου να εξασφαλισθεί η ελαστικότητα του συστήματος αυτού για τους συναλλασσομένους, τα κράτη μέλη πρέπει να ορίσουν συγκεκριμένες εναλλακτικές λύσεις για τον υπολογισμό της εν λόγω δωδεκάμηνης περιόδου. Θα μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται επιπλέον μέθοδοι υπολογισμού της παραγωγής που δύναται να διατεθεί σε εμπορία στην περίπτωση ετησίων διακυμάνσεων ή ανεπαρκών στοιχείων. Προκειμένου να αποφευχθεί η κατάχρηση του καθεστώτος, δεν θα πρέπει να επιτρέπεται στις οργανώσεις παραγωγών να τροποποιούν τις περιόδους αναφοράς κατά τη διάρκεια του προγράμματος. (4) Προκειμένου να εξασφαλισθεί η ορθή χρήση των κοινοτικών ταμείων, θα πρέπει να θεσπισθούν κανόνες για τη διαχείριση των επιχειρησιακών ταμείων και των χρηματοδοτικών συνδρομών των μελών προς τα εν λόγω ταμεία. Ειδικότερα, θα πρέπει να καθορισθεί ότι οι συνδρομές των μελών της οργάνωσης παραγωγών βασίζονται στην παραγωγή που έχει διατεθεί στο εμπόριο και που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό της κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης. Μπορούν να καθορισθούν διαφορετικά επίπεδα συνδρομών προκειμένου να ληφθούν υπόψη τα διαφορετικά επίπεδα συμμετοχής σε ένα επιχειρησιακό πρόγραμμα από διαφορετικές ομάδες μελών, υπό τον όρο ότι δεν αλλοιώνεται η συλλογική φύση του επιχειρησιακού προγράμματος. (5) Για λόγους καλής διαχείρισης, θα πρέπει να καθορισθούν οι διαδικασίες για την υποβολή και την έγκριση των επιχειρησιακών προγραμμάτων, συμπεριλαμβανομένων των προθεσμιών, κατά τρόπο ώστε να καταστεί δυνατή η κατάλληλη αξιολόγηση των πληροφοριών από τις αρμόδιες αρχές, και προκειμένου να συμπεριληφθούν ή να εξαιρεθούν τα μέτρα και οι ενέργειες από τα προγράμματα. Δεδομένου ότι η διαχείριση των προγραμμάτων πραγματοποιείται επί ετήσιας βάσης, θα πρέπει να ορισθεί ότι τα προγράμματα που δεν έχουν εγκριθεί πριν από μια συγκεκριμένη ημερομηνία θα πρέπει να μετατίθενται κατά ένα έτος. (6) Θα πρέπει να προβλεφθεί μια ετήσια διαδικασία για την τροποποίηση των επιχειρησιακών προγραμμάτων για το επόμενο έτος, κατά τρόπο ώστε να μπορούν να προσαρμοσθούν λαμβανομένων υπόψη των νέων συνθηκών που δεν θα έχουν προβλεφθεί κατά την αρχική τους υποβολή. Επιπλέον, θα πρέπει να είναι δυνατή η τροποποίηση των μέτρων κατά το έτος εκτέλεσης ενός προγράμματος. Όλες αυτές οι τροποποιήσεις θα πρέπει να υπόκεινται σε ορισμένα όρια και σε ορισμένους όρους, οι οποίοι θα πρέπει να καθορισθούν από τα κράτη μέλη, καθώς και σε υποχρεωτική κοινοποίηση των τροποποιήσεων στις αρμόδιες αρχές, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι τα εγκεκριμένα προγράμματα διατηρούν τους γενικούς τους στόχους. (7) Για λόγους δημοσιονομικής και νομικής ασφάλειας, πρέπει να καταρτισθούν οι κατάλογοι των ενεργειών και των δαπανών οι οποίες ενδέχεται ή όχι να καλύπτονται από τα επιχειρησιακά προγράμματα. Οι κατάλογοι αυτοί πρέπει να είναι μη εξαντλητικοί. Για λόγους διαφάνειας και διευκόλυνσης της εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων, τα κριτήρια επιλεξιμότητας ορισμένων μέτρων πρέπει, κατά περίπτωση, να ακολουθούν τις κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, περί γενικών διατάξεων για τα Διαρθρωτικά Ταμεία(6). Ορισμένες ενέργειες και δαπάνες θα πρέπει να επιτρέπονται προσωρινά ή εντός ορισμένων ορίων. (8) Με σκοπό την καλή διαχείριση των κοινοτικών χρηματοδοτικών πόρων, η οργάνωση παραγωγών θα πρέπει να αναλαμβάνει γραπτώς τη δέσμευση, για λογαριασμό της και για λογαριασμό των μελών της, να μη λαμβάνει διπλή κοινοτική ή εθνική χρηματοδότηση όσον αφορά τα μέτρα που μπορεί να τύχουν κοινοτικής χρηματοδότησης σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. (9) Προκειμένου να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική εφαρμογή των επιχειρησιακών προγραμμάτων, στις οργανώσεις παραγωγών θα κοινοποιούνται οι αποφάσεις των αρμοδίων αρχών σχετικά με τα επιχειρησιακά προγράμματα και το ποσό της εγκριθείσας χρηματοδοτικής ενίσχυσης έως και τις 15 Δεκεμβρίου του έτους που προηγείται της εφαρμογής του προγράμματος. (10) Προκειμένου να αποφευχθούν δυσχέρειες ταμειακής ροής, θα πρέπει να προβλεφθεί για τις οργανώσεις παραγωγών ένα σύστημα προκαταβολών που θα συνοδεύεται από τις κατάλληλες εγγυήσεις. Θα πρέπει να ορισθεί ότι, προκειμένου να αποφευχθεί η συστηματική ανάκτηση των προκαταβολών, οι πληρωμές αυτές δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν το ελάχιστο επίπεδο της χρηματοδοτικής συνδρομής. Όσον αφορά τις παρεχόμενες εγγυήσεις, θα είναι δυνατή η προοδευτική αποδέσμευση τους κατά τη διάρκεια της εφαρμογής του επιχειρησιακού προγράμματος μέχρι ποσοστού 80 % της προκαταβολής που έχει πληρωθεί, ενώ το υπόλοιπο θα διατηρείται μέχρι την εξόφληση της ενίσχυσης. Θα πρέπει να προβλεφθεί ένα εναλλακτικό σύστημα για την απόδοση, κατά περιόδους καθόλη τη διάρκεια του έτους, των δαπανών που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί. (11) Για να εξασφαλισθεί η ορθή εφαρμογή του καθεστώτος, πρέπει να καθορισθούν τα στοιχεία που πρέπει να εμφαίνονται στις αιτήσεις ενίσχυσης. Προκειμένου να αντιμετωπισθούν απρόοπτες καταστάσεις κατά την εφαρμογή των επιχειρησιακών προγραμμάτων, οι αιτήσεις για προκαταβολή ή για την εξόφληση του υπολοίπου πρέπει να μεταφέρονται στο επόμενο έτος για ενέργειες οι οποίες, για λόγους ανεξάρτητους της θέλησης της οργάνωσης παραγωγών, δεν μπόρεσαν να εφαρμοσθούν εντός των προβλεπομένων προθεσμιών. Όλες οι αιτήσεις πρέπει να υπόκεινται σε διοικητικούς ελέγχους. Για λόγους καλής οικονομικής διαχείρισης θα πρέπει να ορισθούν κυρώσεις για την καθυστερημένη υποβολή αιτήσεων χρηματοδοτικής ενίσχυσης. (12) Τα ανώτατα όρια της κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης που εφαρμόζονται σε όλες τις αιτήσεις είναι αυτά που καθορίζονται από το άρθρο 15 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96. (13) Οι δραστηριότητες των οργανώσεων παραγωγών καθώς και η αποτελεσματικότητά τους θα πρέπει να ελέγχονται μέσω εκθέσεων κατά τακτά χρονικά διαστήματα και μέσω αξιολόγησης. (14) Θα πρέπει να καθορισθούν αυστηρές διαδικασίες ελέγχου, παράλληλα με αποτρεπτικές κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης, δεδομένου του υψηλού βαθμού ευθυνών και πρωτοβουλιών που ανατίθενται στις οργανώσεις παραγωγών. Οι κυρώσεις αυτές πρέπει να σταθμίζονται σύμφωνα με τη σοβαρότητα της παράβασης. Προκειμένου να εξασφαλισθεί ίση μεταχείριση, θα πρέπει να καθορισθούν όροι για την αντιμετώπιση των μη επιλέξιμων ενεργειών οι οποίες έχουν κατά λάθος συμπεριληφθεί εκ μέρους των οργανώσεων παραγωγών σε ένα επιχειρησιακό πρόγραμμα και έχουν εγκριθεί από το κράτος μέλος, ενώ τα κράτη μέλη δεν θα είναι υποχρεωμένα να αρνούνται την καταβολή των ενισχύσεων ή να ανακτούν τα ποσά που έχουν καταβληθεί, σύμφωνα με την νομολογία του Δικαστηρίου. (15) Οι αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για τον έλεγχο της επιλεξιμότητας των μέτρων που προτείνονται στο πλαίσιο επιχειρησιακών προγραμμάτων και της εκτέλεσής τους πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να θεσπίζουν συμπληρωματικά νομοθετικά μέτρα για την εξασφάλιση της ορθής εφαρμογής του εν λόγω καθεστώτος. (16) Ο παρών κανονισμός πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα επιχειρησιακά προγράμματα που θα εφαρμόζονται από το 2001. Προγράμματα που έχουν ήδη εγκριθεί και των οποίων η εφαρμογή συνεχίζεται κατά τη διάρκεια του 2001 πρέπει να τροποποιηθούν, εκτός αν το προηγμένο στάδιο εφαρμογής τους καθιστά ακατάλληλη την τροποποίηση. (17) Προκειμένου να εξασφαλισθεί η ορθή εφαρμογή του καθεστώτος, τα κράτη μέλη πρέπει να ανακοινώνουν όλα τα στοιχεία που αφορούν συμπληρωματικά και επιπρόσθετα μέτρα που έχουν ληφθεί στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή θα πρέπει να έχει πρόσβαση στα στοιχεία που αφορούν τις δραστηριότητες των οργανώσεων παραγωγών και τη χρήση των επιχειρησιακών ταμείων για στατιστικούς και δημοσιονομικούς λόγους και για λόγους ελέγχου. (18) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης οπωροκηπευτικών, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ Άρθρο 1 1. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής οι οποίες καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό αφορούν την κοινοτική χρηματοδοτική ενίσχυση, τα επιχειρησιακά ταμεία και προγράμματα τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 και παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, καθώς και τα σχέδια δράσης τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο α) του ίδιου κανονισμού. 2. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού και εφόσον δεν υπάρχουν αντίθετες ενδείξεις, τα σχέδια δράσης εξομοιούνται προς τα επιχειρησιακά προγράμματα. Άρθρο 2 1. Οι οργανώσεις παραγωγών οι οποίες αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό είναι εκείνες οι οποίες αναγνωρίζονται σύμφωνα με το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 καθώς και εκείνες οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 13 του ίδιου κανονισμού υπό τους όρους που αναφέρονται σ' αυτόν. 2. Εφόσον οι αναγνωρισμένες ενώσεις οργανώσεων παραγωγών υποκαθιστούν τα μέλη τους κατά την πλήρη διαχείριση του επιχειρησιακού ταμείου, σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, εξομοιούνται με τις οργανώσεις παραγωγών όσον αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. 3. Μια αναγνωρισμένη ένωση παραγωγών μπορεί να ενεργεί για λογαριασμό των μελών της όσον αφορά τη μερική εφαρμογή των επιχειρησιακών τους προγραμμάτων. Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν στις ενώσεις αυτές να υποβάλουν οι ίδιες ένα μερικό επιχειρησιακό πρόγραμμα: i) το οποίο αποτελείται από συγκεκριμένες ενέργειες που δεν εφαρμόζονται όμως από τις συμμετέχουσες οργανώσεις παραγωγών στο πλαίσιο των επιχειρησιακών τους προγραμμάτων, ii) το οποίο δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 4, 5, 6, 7 και 8 λαμβάνεται υπόψη μαζί με τα επιχειρησιακά προγράμματα των συμμετεχουσών οργανώσεων παραγωγών. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε: α) οι ενέργειες αυτές να χρηματοδοτούνται πλήρως από συνεισφορές των συμμετεχουσών οργανώσεων παραγωγών οι οποίες πληρώνονται από το επιχειρησιακό ταμείο των εν λόγω οργανώσεων· β) οι ενέργειες αυτές και η χρηματοδοτική συμμετοχή που συνεπάγονται να αναφέρονται στο επιχειρησιακό πρόγραμμα κάθε συμμετέχουσας οργάνωσης παραγωγών· γ) να αποκλείεται κάθε κίνδυνος διπλής χρηματοδότησης. 4. Οι οργανώσεις παραγωγών τυγχάνουν κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης σύμφωνα με τους όρους που αναφέρονται στα άρθρα 15 και 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 καθώς και με αυτούς που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 και του παρόντος κανονισμού σχετικά με τους ελέγχους και τις κυρώσεις εφαρμόζονται τόσο στις ενώσεις των οργανώσεων παραγωγών όσο και στα μέλη των οργανώσεων παραγωγών. 5. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ο όρος "η αξία της παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο" βασίζεται στην παραγωγή των μελών των οργανώσεων παραγωγών: α) για την οποία έχουν αναγνωρισθεί οι οργανώσεις παραγωγών, β) η οποία έχει διατεθεί στο εμπόριο σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο του άρθρου 11 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, εξαιρέσει: i) της πρώτης περίπτωσης αυτού, ii) της δεύτερης περίπτωσης αυτού, σε περίπτωση οριακών ποσοτήτων προϊόντων που διατίθενται στο εμπόριο νωπά ή στη μεταποιητική βιομηχανία από τους ίδιους τους παραγωγούς-μέλη· γ) στο στάδιο της "εξόδου από την οργάνωση παραγωγών": i) ενδεχομένως, του "συσκευασμένου ή προετοιμασμένου, μη μεταποιημένου προϊόντος", ii) εκτός ΦΠΑ, iii) εξαιρουμένων των εξόδων εσωτερικής μεταφοράς(7), ενδεχομένως, τα κράτη μέλη καθορίζουν τις μειώσεις που πρέπει να εφαρμοσθούν στην κοστολογημένη αξία των προϊόντων στα διάφορα στάδια μεταποίησης ή παράδοσης/μεταφοράς· δ) συμπεριλαμβανομένου, κατά περίπτωση, του ποσού της ενίσχυσης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2202/96, που έχει εισπραχθεί από την οργάνωση παραγωγών κατά τη διάρκεια της ιδίας περιόδου· ε) συμπεριλαμβανομένης, υπό τους όρους που καθορίζονται από τα κράτη μέλη προκειμένου να αποφευχθεί ο διπλός υπολογισμός, της παραγωγής των μελών που εγκαταλείπουν ή προσχωρούν στην οργάνωση παραγωγών μέχρι τη στιγμή της υποβολής του επιχειρησιακού προγράμματος ή της υποβολής των τροποποιήσεων του προγράμματος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού. 6. Τα ετήσια ανώτατα όρια της χρηματοδοτικής συνδρομής που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, πρέπει να υπολογίζονται κάθε έτος βάσει της αξίας της παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο κατά τη διάρκεια δωδεκάμηνης περιόδου αναφοράς, η οποία καθορίζεται από τα κράτη μέλη και μπορεί να βασίζεται: α) σε μια περίοδο δώδεκα μηνών, η οποία αρχίζει μετά την 1η Ιανουαρίου των δύο ετών που προηγούνται του έτους κατά το οποίο το επιχειρησιακό πρόγραμμα έχει τεθεί σε εφαρμογή και λήγει πριν από τις 30 Ιουνίου του έτους που προηγείται του έτους του επιχειρησιακού προγράμματος, ή β) στη μέση αξία τριών διαδοχικών δωδεκάμηνων περιόδων μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου του τέταρτου έτους και της 30ής Ιουνίου του έτους που προηγείται του έτους του επιχειρησιακού προγράμματος. 7. Μπορούν να ορισθούν διαφορετικές περίοδοι αναφοράς από τα κράτη μέλη για διαφορετικές οργανώσεις παραγωγών, προκειμένου να ληφθούν υπόψη ποικίλες περίοδοι παραγωγής, αγοράς και υπολογισμού για διαφορετικά προϊόντα ή ομάδες προϊόντων. Η περίοδος αναφοράς δεν ποικίλλει κατά τη διάρκεια του επιχειρησιακού προγράμματος, πλην δεόντως αιτιολογημένων περιπτώσεων. 8. Σε περίπτωση που προκύπτει μείωση της αξίας ενός προϊόντος, η οποία οφείλεται σε λόγους που δεν εμπίπτουν στην ευθύνη και τον έλεγχο της οργάνωσης παραγωγών, η αξία της παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο και που αναφέρεται στην παράγραφο 6 δεν μπορεί να είναι κατώτερη από 65 % της αξίας της προηγούμενης περιόδου αναφοράς. 9. Στην περίπτωση που πρόσφατα αναγνωρισμένες οργανώσεις παραγωγών διαθέτουν ανεπαρκή χρονολογικά στοιχεία σχετικά με την παραγωγή που έχει διατεθεί στο εμπόριο για την εφαρμογή της παραγράφου 6, η αξία της εν λόγω παραγωγής θεωρείται ότι είναι η αξία της εμπορεύσιμης παραγωγής που παρέχεται από την οργάνωση παραγωγών για το σκοπό της αναγνώρισης. 10. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συγκεντρώσουν πληροφορίες σχετικά με την αξία της παραγωγής, η οποία έχει διατεθεί στο εμπόριο κατά την έννοια της παραγράφου 5, των οργανώσεων παραγωγών που δεν έχουν υποβάλει επιχειρησιακά προγράμματα. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΑΜΕΙΑ Άρθρο 3 Επιχειρησιακά ταμεία 1. Επιχειρησιακά ταμεία που έχουν συσταθεί από τις οργανώσεις παραγωγών σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96: α) χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τις οικονομικές συναλλαγές που συνδέονται με: 1. τη θέση σε εφαρμογή του επιχειρησιακού προγράμματος, 2. τη διαχείριση του επιχειρησιακού ταμείου, και 3. τη χρηματοδότηση των αποσύρσεων από την αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96· β) τυγχάνουν διαχείρισης: 1. σ' έναν τραπεζικό λογαριασμό ο οποίος έχει ανοιχθεί σε ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα στο κράτος μέλος, όπου η οργάνωση παραγωγών έχει την έδρα της ή, 2. μετά από αίτηση της οργάνωσης παραγωγών και έγκριση του κράτους μέλους, σε λογαριασμούς τους οποίους διαχειρίζεται η οργάνωση, συμπεριλαμβανομένων των λογαριασμών για κάθε συναλλαγή, όπου είναι αναγνωρίσιμη κάθε θέση δαπάνης και εσόδου που αφορά το επιχειρησιακό ταμείο και που μπορεί να ελεγχθεί και να πιστοποιηθεί ετησίως από εξωτερικούς ελεγκτές. 2. Οι χρηματοδοτικές συνδρομές προς τα επιχειρησιακά ταμεία συγκεντρώνονται σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96. Οι οργανώσεις παραγωγών μπορούν να ορίσουν τις εισφορές ως εξής: α) βάσει του όγκου ή της αξίας της παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο ή συνδυασμού των δύο· β) σε διαφορετικά επίπεδα για διαφορετικά προϊόντα ή ομάδες μελών βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που καθορίζονται από την οργάνωση παραγωγών, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των διαφορετικών επιπέδων συμμετοχής σε ένα επιχειρησιακό πρόγραμμα εκ μέρους διαφόρων ομάδων μελών σύμφωνα με τους ακόλουθους όρους: i) εφόσον δεν αλλοιώνεται η συλλογική φύση των επιχειρησιακών προγραμμάτων, ii) εφόσον η συνδρομή εκάστου μεμονωμένου μέλους της εν λόγω ομάδας υπολογίζεται βάσει όσων αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α). 3. Ένα επιχειρησιακό πρόγραμμα θεωρείται ότι έχει συλλογική φύση εφόσον οι ενέργειες που περιλαμβάνει: i) συνεπάγονται σημαντικό αριθμό ή μεγάλη αναλογία μελών, και ii) έχουν εγκριθεί σύμφωνα με δημοκρατικές διαδικασίες από τα μέλη της οργάνωσης παραγωγών. 4. Υπό όρους που καθορίζονται από τα κράτη μέλη, οι οργανώσεις παραγωγών μπορούν να προκαταβάλλουν τις συνδρομές των μελών τους στο ταμείο για ένα συγκεκριμένο έτος εφαρμογής του επιχειρησιακού προγράμματος υπό τον όρο ότι μπορούν να τις ανακτήσουν από τις εισφορές που συγκεντρώνουν τα μέλη τους έως τις 31 Ιανουαρίου του επόμενου έτους. 5. Οποιαδήποτε άλλη πίστωση στο επιχειρησιακό ταμείο εκτός των συνδρομών των μελών δεν είναι επιλέξιμη για τη χρηματοδοτική ενίσχυση που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96. Άρθρο 4 Υποβολή των επιχειρισιακών προγραμμάτων στα κράτη μέλη Τα προτεινόμενα επιχειρησιακά προγράμματα υποβάλλονται για έγκριση στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει την έδρα της η οργάνωση παραγωγών, το αργότερο στις 15 Σεπτεμβρίου του έτους που προηγείται εκείνου της θέσης σε εφαρμογή τους. Ωστόσο, τα κράτη μέλη δύνανται να μεταθέσουν την ημερομηνία αυτή αργότερα. Άρθρο 5 Εγκριση των επιχειρησιακών προγραμμάτων από τα κράτη μέλη 1. Η αρμόδια εθνική αρχή αποφασίζει, όσον αφορά το σχέδιο προγράμματος, το αργότερο στις 15 Δεκεμβρίου του έτους κατά το οποίο της υποβάλλεται το σχέδιο. 2. Η αρμόδια εθνική αρχή επαληθεύει: α) με κάθε χρήσιμο μέσο, συμπεριλαμβανομένων και των επιτοπίων ελέγχων, την ακρίβεια των πληροφοριών οι οποίες της παρέχονται δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και ε)· β) τη συμφωνία των στόχων του προγράμματος προς τις διατάξεις του άρθρου 15 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 ή, στην περίπτωση των σχεδίων δράσης, την ανταπόκριση των στόχων του σχεδίου προς τις διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού· γ) την επιλεξιμότητα των εργασιών και των προτεινόμενων δαπανών, λαμβάνοντας υπόψη τις εργασίες που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 και τον μη διεξοδικό κατάλογο μη επιλέξιμων ενεργειών και δαπανών που εμφαίνεται στο παράρτημα Ι· δ) την οικονομική συνέπεια, την άρτια τεχνική ποιότητα των προτεινόμενων προγραμμάτων, την εγκυρότητα των εκτιμήσεων και του σχεδίου χρηματοδότησης καθώς και του προγραμματισμού της υλοποίησής του. 3. Η αρμόδια εθνική αρχή, αναλόγως της περιπτώσεως: α) εγκρίνει το πρόγραμμα το οποίο ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των άρθρων 15 και 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 καθώς και σε εκείνες του παρόντος κεφαλαίου· β) ζητά τις τροποποιήσεις των σχεδίων προγραμμάτων· στην περίπτωση αυτή, η έγκριση δίδεται μόνον για προγράμματα στα οποία έχουν ενσωματωθεί οι ζητούμενες τροποποιήσεις· γ) απορρίπτει το πρόγραμμα. Η αρμόδια εθνική αρχή κοινοποιεί στις οργανώσεις παραγωγών την απόφασή της. 4. Η θέση σε εφαρμογή ενός επιχειρησιακού προγράμματος που εγκρίθηκε έως και τις 15 Δεκεμβρίου, αρχίζει την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους. Η θέση σε εφαρμογή των σχεδίων προγραμμάτων, για τα οποία έχει ληφθεί απόφαση έγκρισης μετά τις 15 Δεκεμβρίου, μετατίθεται κατά ένα χρόνο. Άρθρο 6 Τροποποίηση των επιχειρησιακών προγραμμάτων 1. Οι οργανώσεις παραγωγών μπορούν να ζητήσουν τροποποιήσεις για το(τα) επόμενο(-α) έτος(-η) των επιχειρησιακών προγραμμάτων κάθε έτος, το αργότερο στις 15 Σεπτεμβρίου, ενόψει εφαρμογής την προσεχή 1η Ιανουαρίου. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να μεταθέσουν την ημερομηνία υποβολής των αιτήσεων. 2. Κάθε αίτηση τροποποίησης συνοδεύεται από δικαιολογητικά στοιχεία τα οποία αναφέρουν το λόγο, τη φύση και τις επιπτώσεις των προτεινομένων τροποποιήσεων. Για κάθε αίτηση τροποποίησης ενός επιχειρησιακού προγράμματος, η αρμόδια αρχή λαμβάνει απόφαση έως και την 15η Δεκεμβρίου, αφού έχει προηγουμένως εξετάσει τα υποβαλλόμενα δικαιολογητικά στοιχεία βάσει των επαληθεύσεων των αρχών που έχουν πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2. Ελλείψει απόφασης εντός της προαναφερθείσας προθεσμίας, η αίτηση τροποποίησης θεωρείται ότι έχει απορριφθεί. 3. Σε ορισμένες περιπτώσεις που ορίζονται από τα κράτη μέλη και υπόκεινται στην έγκριση των κρατών μελών, οι οργανώσεις παραγωγών μπορούν να εξουσιοδοτηθούν, για ένα συγκεκριμένο έτος: α) να θέτουν σε εφαρμογή εν μέρει μόνο τα επιχειρησιακά τους προγράμματα· β) να τροποποιούν το περιεχόμενο του επιχειρησιακού προγράμματος οι τροποποιήσεις μπορούν να περιλαμβάνουν παράταση των επιχειρησιακών προγραμμάτων υπό τον όρο ότι η συνολική τους διάρκεια δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη· γ) να τροποποιούν το ποσό του επιχειρησιακού ταμείου το οποίο έχει εγκριθεί για τη χρηματοδότηση αποσύρσεων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 15 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, εντός των ορίων που καθορίζονται στο άρθρο 15 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο και στο άρθρο 23 παράγραφοι 3, 4 και 5, υπό τον όρο ότι διατηρούνται οι γενικοί στόχοι του επιχειρησιακού προγράμματος και δεν σημειώνεται υπέρβαση του ποσού του επιχειρησιακού ταμείου που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1. 4. Τα κράτη μέλη ορίζουν τους όρους υπό τους οποίους οι τροποποιήσεις των επιχειρησιακών προγραμμάτων κατά τη διάρκεια ενός δεδομένου έτους, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 3 στοιχεία α) και β) του παρόντος άρθρου, μπορούν να εφαρμοσθούν, χωρίς την προηγούμενη έγκριση των κρατών μελών. Οι τροποποιήσεις αυτές είναι επιλέξιμες για χρηματοδότηση εφόσον ανακοινώνονται αμέσως από την οργάνωση παραγωγών στις αρμόδιες αρχές, 5. Οιαδήποτε αύξηση του ποσού του επιχειρησιακού ταμείου που έχει εγκριθεί για τη χρηματοδότηση αποσύρσεων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 πρέπει οπωσδήποτε να υπόκειται σε προηγούμενη έγκριση των αρμοδίων αρχών. Άρθρο 7 Μορφή των επιχειρησιακών προγραμμάτων Τα επιχειρησιακά προγράμματα εφαρμόζονται κατά ετήσιες περιόδους που εκτείνονται από την 1η Ιανουαρίου μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου. Άρθρο 8 Περιεχόμενο των επιχειρησιακών προγραμμάτων 1. Το σχέδιο επιχειρησιακού προγράμματος πρέπει να περιέχει τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 ή, στην περίπτωση σχεδίων δράσης, τα απαραίτητα στοιχεία για την εξασφάλιση, κατά το πέρας του σχεδίου δράσης, της τήρησης των διατάξεων του άρθρου 11 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού. Πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία: α) διάρκεια του επιχειρησιακού προγράμματος· β) περιγραφή της κατάστασης εκκίνησης όσον αφορά κυρίως την παραγωγή, την εμπορία και τον εξοπλισμό· γ) στόχους που επιδιώκονται από το επιχειρησιακό πρόγραμμα λαμβανομένων υπόψη των προοπτικών παραγωγής και των δυνατοτήτων διάθεσης· δ) ενέργειες που πρέπει να αναληφθούν και μέσα που πρέπει να εφαρμοστούν για την επίτευξη των στόχων για κάθε έτος εφαρμογής του προγράμματος· ε) χρηματοοικονομικοί παράγοντες, και ιδίως: i) τρόπος υπολογισμού και επίπεδο των χρηματοδοτικών συνεισφορών, ii) διαδικασία με την οποία τροφοδοτείται το επιχειρησιακό ταμείο που αναφέρεται στο άρθρο 3, iii) εφόσον συνάδουν, όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την αιτιολόγηση των διαφορετικών επιπέδων συνδρομής, όπως ορίζεται στο άρθρο 3, iv) προϋπολογισμός και χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης των ενεργειών για κάθε έτος εφαρμογής του προγράμματος. 2. Τα προτεινόμενα βάσει του άρθρου 1 επιχειρησιακά προγράμματα πρέπει να καλύπτουν ιδίως: α) κόστος που συνδέεται με τα φυτά προς φύτευση για πολυετείς καλλιέργειες (πολυετή φυτά, δένδρα, δενδρύλλια)· β) το ειδικό κόστος για: i) βιολογική, ολοκληρωμένη ή πειραματική παραγωγή(8), ii) βιολογικά προϊόντα φυτοπροστασίας(9), iii) περιβαλλοντικά μέτρα (συμπεριλαμβανομένης της χρησιμοποίησης ανακυκλώσιμων συσκευασιών), iv) μέτρα βελτίωσης της ποιότητας (συμπεριλαμβανομένης της χρησιμοποίησης πιστοποιημένων σπόρων προς σπορά και φυτών προς φύτευση), για ανώτατο όριο δέκα ετών κατά μέτρο, από την έναρξη του πρώτου επιχειρησιακού προγράμματος· γ) γενικά έξοδα που αφορούν ειδικότερα το επιχειρησιακό ταμείο ή το επιχειρησιακό πρόγραμμα(10) μέσω πληρωμής κατ' αποκοπή ποσού ίσου με το 2 % του εγκεκριμένου επιχειρησιακού ταμείου και μέχρις ανωτάτου ορίου 180000 ευρώ(11)· δ) έξοδα προσωπικού (συμπεριλαμβανομένων των επιβαρύνσεων για μισθούς και ημερομίσθια εφόσον βαρύνουν την οργάνωση παραγωγών), όταν προκύπτουν από μέτρα που αποσκοπούν: i) στη βελτίωση ή στη διατήρηση ενός υψηλού επιπέδου ποιότητας ή προστασίας του περιβάλλοντος, ii) στη βελτίωση του επιπέδου εμπορίας, και των οποίων η εφαρμογή συνεπάγεται κυρίως την χρησιμοποίηση εξειδικευμένου προσωπικού. Αν, υπό τις συνθήκες αυτές, η οργάνωση παραγωγών προσφεύγει στους εργαζομένους της ή στα μέλη της, ο χρόνος εργασίας πρέπει να καταγράφεται· ε) επενδύσεις σε οχήματα με ψυκτικό εξοπλισμό ή μεταφοράς υπό ελεγχόμενη ατμόσφαιρα· στ) συμπληρωματικά έξοδα εξωτερικής μεταφοράς, σε σχέση με το κόστος μιας συγκρίσιμης οδικής μεταφοράς, όταν επιλέγεται η σιδηροδρομική ή/και θαλάσσια μεταφορά στο πλαίσιο ενός μέτρου προστασίας του περιβάλλοντος· τα έξοδα αυτά καθορίζονται από το κράτος μέλος κατ' αποκοπή ανά χιλιόμετρο· ζ) έξοδα σχετικά με την πραγματοποίηση συνεδριάσεων και προγραμμάτων κατάρτισης που αφορούν τη θέση σε εφαρμογή των ενεργειών του επιχειρησιακού προγράμματος, συμπεριλαμβανομένων των ημερήσιων αποζημιώσεων των συμμετεχόντων καθώς και, ενδεχομένως, των εξόδων μετάβασης και στέγης (κατά περίπτωση επί κατ' αποκοπή βάσεως)· η) εν γένει προώθηση ή/και προώθηση συλλογικών σημάτων(12). Οι γεωγραφικές ονομασίες επιτρέπονται μόνο εφόσον: i) διέπονται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92 του Συμβουλίου(13) και χρησιμοποιούν ειδικότερα μια προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή μια προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη, ή ii) αν οι εν λόγω γεωγραφικές ονομασίες έχουν δευτερεύοντα χαρακτήρα σε σχέση με την βασική ένδειξη και δεν προορίζονται για χρήση από τη σχετική οργάνωση παραγωγών. Το υλικό πρέπει να φέρει το έμβλημα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (μόνο στην περίπτωση οπτικών μέσων) και να περιέχει την ακόλουθη σημείωση: "Εκστρατεία χρηματοδοτούμενη με τη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Κοινότητας "· θ) διοικητικό και νομικό κόστος συγχωνεύσεων των οργανώσεων παραγωγών ή των αγορών στις οποίες προβαίνουν μελέτες σκοπιμότητας και προτάσεις που ανατίθενται από την οργάνωση παραγωγών σχετικά με αυτό το θέμα· ι) μεταχειρισμένο υλικό υπό τους όρους που καθορίζονται στον κανόνα αριθ. 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1685/2000 της Επιτροπής(14)· ια) αγορά οικοπέδων, η κτήση των οποίων είναι αναγκαία για την πραγματοποίηση μιας επένδυσης που εμφαίνεται στο πρόγραμμα, υπό τους όρους που καθορίζονται στην παράγραφο 1.1 στοιχεία α), β) και γ) και στην παράγραφο 1.2 του κανόνα αριθ. 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1685/2000(15), ιβ) χρηματοδοτική μίσθωση εντός των ορίων της καθαρής ανταλλακτικής αξίας του αγαθού και σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στην παράγραφο 3 του κανόνα αριθ. 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1685/2000· ιγ) μίσθωση όταν προτιμάται της αγοράς, εφόσον είναι οικονομικά δικαιολογημένη· ιδ) αγορά ακινήτων σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στις παραγράφους 2.1, 2.2 και 2.3 του κανόνα αριθ. 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1685/2000· ιε) επενδύσεις ή ενέργειες που αφορούν μεμονωμένες εκμεταλλεύσεις υπό τον όρο ότι: i) δεν αλλοιώνεται η συλλογική φύση του επιχειρησιακού προγράμματος κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, και ii) λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να ανακτηθεί η επένδυση ή η αξία της, σε περίπτωση που το μέλος εγκαταλείψει την οργάνωση· ιστ) αντικαταστάσεις για επενδύσεις, υπό τον όρο ότι η απομένουσα αξία των επενδύσεων: i) είτε προστίθεται στο επιχειρησιακό ταμείο της οργάνωσης παραγωγών, ii) είτε αφαιρείται από το κόστος της αντικατάστασης. Οι επενδύσεις, συμπεριλαμβανομένων αυτών στο πλαίσιο συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης, των οποίων η διάρκεια απόσβεσης ξεπερνά τη διάρκεια του επιχειρησιακού προγράμματος, μπορούν να μετατεθούν σε ένα μετέπειτα επιχειρησιακό πρόγραμμα για οικονομικούς λόγους δεόντως αιτιολογημένους, και ιδίως στις περιπτώσεις όπου η περίοδος φορολογικής απόσβεσης υπερβαίνει τα πέντε έτη. 3. Τα προτεινόμενα επιχειρησιακά προγράμματα δεν καλύπτουν τις ενέργειες ή τις δαπάνες που εμφαίνονται στο μη διεξοδικό κατάλογο των μη επιλέξιμων ενεργειών και δαπανών που περιλαμβάνεται στο παράρτημα I. 4. Ένα σχέδιο επιχειρησιακού προγράμματος είναι αποδεκτό εφόσον συνοδεύεται από: α) στοιχεία που αποδεικνύουν ότι έχει συσταθεί ένα επιχειρησιακό ταμείο σύμφωνα με το άρθρο 3· β) ένα έγγραφο με το οποίο η οργάνωση παραγωγών δεσμεύεται να τηρήσει τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 καθώς και του παρόντος κανονισμού και να μην τύχει η ίδια ή τα μέλη της, άμεσα ή έμμεσα, διπλής κοινοτικής ή εθνικής χρηματοδότησης για τα μέτρα ή/και τις ενέργειες που τυγχάνουν κοινοτικής χρηματοδότησης βάσει του παρόντος κανονισμού. ΚΕΦΑΛΑΙΟ III ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗ Άρθρο 9 Εκτιμήσεις των επιχειρησιακών προγραμμάτων 1. Οι οργανώσεις παραγωγών οι οποίες θέτουν σε εφαρμογή επιχειρησιακό πρόγραμμα διαβιβάζουν στα κράτη μέλη, κάθε χρόνο, το αργότερο στις 15 Σεπτεμβρίου, ενδεχομένως, συγχρόνως με τα σχέδια επιχειρησιακών προγραμμάτων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 του παρόντος κανονισμού, ή τις αιτήσεις τροποποιήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, το προβλεπόμενο ποσό των επιχειρησιακών ταμείων για τον επόμενο χρόνο, σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96. Ο υπολογισμός του προβλεπομένου ποσού του επιχειρησιακού ταμείου βασίζεται: α) στα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 και περιέχονται στο σχέδιο επιχειρησιακού προγράμματος καθώς και στις προβλέψεις δαπανών των αποσύρσεων που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 3 του προαναφερθέντος κανονισμού· β) στην εκτίμηση της αξίας της παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού. 2. Τα κράτη μέλη καθορίζουν, κατά τη στιγμή της έγκρισης ενός σχεδίου προγράμματος, το προβλεπόμενο ποσό της χρηματοδοτικής ενίσχυσης το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96. 3. Μέχρι και τις 15 Δεκεμβρίου, τα κράτη μέλη ενημερώνουν τις οργανώσεις παραγωγών σχετικά με: α) το εγκριθέν ποσό της χρηματοδοτικής ενίσχυσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου· β) τις αποφάσεις που έχουν ληφθεί όσον αφορά τα επιχειρησιακά προγράμματα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 ή τις τροποποιήσεις των επιχειρησιακών προγραμμάτων οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96. 4. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή τις εκτιμήσεις τους όσον αφορά τα επιχειρησιακά ταμεία εντός του πλαισίου που προβλέπεται στο άρθρο 17 του παρόντος κανονισμού. Άρθρο 10 Προκαταβολές 1. Κατόπιν αιτήσεως, οι οργανώσεις παραγωγών μπορούν να τύχουν ενός συστήματος προκαταβολών, όσον αφορά το μέρος του επιχειρησιακού ταμείου το οποίο προορίζεται για τη χρηματοδότηση του επιχειρησιακού προγράμματος. Οι αιτήσεις προκαταβολών υποβάλλονται στη διάρκεια του Ιανουαρίου, Απριλίου, Ιουλίου και Οκτωβρίου. Αφορούν τις προβλέψιμες δαπάνες οι οποίες προκύπτουν από το επιχειρησιακό πρόγραμμα, για περίοδο τριών μηνών, η οποία αρχίζει από το μήνα της υποβολής της αίτησης προκαταβολής. Το συνολικό ποσό των προκαταβολών βάσει ενός συγκεκριμένου οικονομικού έτους δεν μπορεί να υπερβεί το 90 % του ποσού που έχει εγκριθεί βάσει της χρηματοδοτικής ενίσχυσης για το σχετικό επιχειρησιακό πρόγραμμα. 2. Η χορήγηση προκαταβολής υπόκειται στη σύσταση εγγύησης ίσης προς το 110 του ποσού της και σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται από τα κράτη μέλη: i) για να εξασφαλισθεί ότι οι χρηματοδοτικές συνδρομές στο επιχειρησιακό ταμείο έχουν πιστωθεί σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 2, 3 και 4, ii) για να εξασφαλιστεί ότι έχουν όντως χρησιμοποιηθεί προηγούμενες προκαταβολές. Οι αιτήσεις ελευθέρωσης των εγγυήσεων δύνανται να υποβληθούν στη διάρκεια του έτους, συνοδευόμενες από τα δέοντα δικαιολογητικά. Οι εγγυήσεις ελευθερώνονται έως το 80 % του ποσού των προκαταβολών. 3. Η σύσταση της εγγύησης πραγματοποιείται σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85(16) της Επιτροπής. Η βασική απαίτηση, κατά την έννοια του άρθρου 20 του εν λόγω κανονισμού, είναι η εκτέλεση των ενεργειών που περιέχονται στο επιχειρησιακό πρόγραμμα, τηρουμένων των δεσμεύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 4 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού. Σε περίπτωση μη τήρησης της βασικής απαίτησης ή σε περίπτωση σοβαρής παράλειψης όσον αφορά τις δεσμεύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 4 στοιχείο β), η εγγύηση καταπίπτει, με την επιφύλαξη άλλων κυρώσεων που πρόκειται να καθοριστούν σύμφωνα με το άρθρο 48 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 και το άρθρο 15 του παρόντος κανονισμού. Σε περίπτωση μη τήρησης άλλων απαιτήσεων, η εγγύηση καταπίπτει και κατ' αναλογία της σοβαρότητας της διαπραχθείσας παρατυπίας. 4. Σε αντικατάσταση του συστήματος αυτού, οι οργανώσεις παραγωγών μπορούν να επιλέξουν, μετά από αίτησή τους, ένα σύστημα αιτήσεων που αφορούν μέρος της κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης που αποσκοπεί στην κάλυψη: α) των δαπανών που έχουν αναληφθεί βάσει του επιχειρησιακού προγράμματος οι αιτήσεις υποβάλλονται τον Απρίλιο, τον Ιούλιο και τον Οκτώβριο για τις δαπάνες που έχουν αναληφθεί κατά τη διάρκεια των τριών προηγουμένων μηνών. Συνοδεύονται από τα κατάλληλα δικαιολογητικά έγγραφα. Το σύνολο των πληρωμών βάσει των αιτήσεων μέρους της χρηματοδοτικής ενίσχυσης δεν μπορεί να υπερβεί το 90 % του ποσού που έχει εγκριθεί για τη χρηματοδοτική ενίσχυση και που προορίζεται για το επιχειρησιακό πρόγραμμα, ή των πραγματικών εξόδων εφόσον αυτά είναι κατώτερα από το εν λόγο ποσό· β) των αποσύρσεων· οι σχετικές αιτήσεις μπορούν, ενδεχομένως, να υποβληθούν συγχρόνως με τις αιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχείο α). Οι αιτήσεις αυτές υπόκεινται στα όρια που καθορίζονται στο άρθρο 15 παράγραφος 3 εδάφιο τρίτο και στο άρθρο 23 παράγραφοι 3, 4 και 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96. Άρθρο 11 Αιτήσεις χρηματοδοτικής ενίσχυσης 1. Οι αιτήσεις για χρηματοδοτική ενίσχυση ή για την εξόφληση του υπολοίπου υποβάλλονται εφάπαξ για το συγκεκριμένο πρόγραμμα, το αργότερο στις 31 Ιανουαρίου του έτους που ακολουθεί εκείνο στο οποίο αναφέρονται οι αιτήσεις. 2. Οι αιτήσεις συνοδεύονται από δικαιολογητικά τα οποία πιστοποιούν: α) την αξία της παραγωγής η οποία διετέθη στο εμπόριο, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 5· β) το ποσό των χρηματοδοτικών συνδρομών των μελών οι οποίες καταβλήθηκαν στο επιχειρησιακό ταμείο σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 και το άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού, για την παραγωγή η οποία διετέθη στο εμπόριο κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού· γ) τις δαπάνες οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος· δ) το τμήμα του επιχειρησιακού ταμείου που έχει διατεθεί για τη χρηματοδότηση των αποσύρσεων από την αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, το επίπεδο των αντισταθμίσεων ή/και των συμπληρωματικών ποσών τα οποία κατεβλήθησαν στα μέλη καθώς και την τήρηση των ορίων αυτών, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο και στο άρθρο 23 παράγραφοι 3, 4 και 5 του προαναφερθέντος κανονισμού. 3. Οι αιτήσεις για χρηματοδοτική ενίσχυση ή για την εξόφληση του υπολοίπου της χρηματοδοτικής ενίσχυσης μπορούν να καλύπτουν προγραμματισμένες δαπάνες, οι οποίες δεν έχουν ακόμη πραγματοποιηθεί, σχετικά με ενέργειες για τις οποίες η αρμόδια εθνική αρχή έχει την απόδειξη ότι: i) οι ενέργειες αυτές δεν μπορούσαν να εφαρμοστούν μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου του έτους εφαρμογής του επιχειρησιακού προγράμματος, για λόγους ανεξάρτητους της θέλησης της σχετικής οργάνωσης παραγωγών, και ότι μπορούν να εφαρμοστούν μέχρι και τις 30 Απριλίου του επόμενου έτους, ii) η αντίστοιχη συνδρομή της οργάνωσης παραγωγών θα παραμείνει στο επιχειρησιακό ταμείο. Η πληρωμή της ενίσχυσης και η αποδέσμευση της εγγύησης που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 μπορούν να επέλθουν μόνο κατόπιν προσκόμισης των αποδείξεων ότι οι προγραμματισμένες δαπάνες που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο έχουν πράγματι υλοποιηθεί, μέχρι και τις 30 Απριλίου του έτους που έπεται αυτού, για το οποίο έχουν προγραμματισθεί οι σχετικές δαπάνες, και βάσει αποδεδειγμένων δικαιωμάτων για ενίσχυση. 4. Οι αιτήσεις και τα συνοδευτικά τους έγγραφα υπόκεινται σε διοικητικό έλεγχο. Τα κράτη μέλη καταβάλλουν τη χρηματοδοτική ενίσχυση που οφείλεται στις οργανώσεις παραγωγών το αργότερο στις 30 Ιουνίου του έτους που έπεται του έτους εφαρμογής του προγράμματος. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να μεταθέσουν την ημερομηνία αυτή μέχρι τις 31 Αυγούστου. 5. Σε περίπτωση που οι αιτήσεις για χρηματοδοτική ενίσχυση ή για το υπόλοιπο αυτής υποβάλλονται αργότερα από την ημερομηνία που καθορίζεται στην παράγραφο 1, η ενίσχυση μειώνεται κατά 1 % για κάθε ημέρα καθυστέρησης. 6. Σε εξαιρετικές και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις τα κράτη μέλη μπορούν να δεχθούν οι αιτήσεις για χρηματοδοτική ενίσχυση ή για το υπόλοιπο αυτής να υποβάλλονται αργότερα από την ημερομηνία που καθορίζεται στην παράγραφο 1 και να μην εφαρμόζουν τις διατάξεις της παραγράφου 5, εφόσον αυτό δεν θίγει ούτε τη διεξαγωγή των ελέγχων ούτε την προθεσμία πληρωμής από τα κράτη μέλη που ορίζεται στην παράγραφο 4. Άρθρο 12 Ανακοίνωση των αιτήσεων για ενίσχυση Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τις αιτήσεις για ενίσχυση εντός του πλαισίου που προβλέπεται σχετικά στο άρθρο 17 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού. ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 13 Εκθέσεις της οργάνωσης παραγωγών 1. Η υλοποίηση του επιχειρησιακού προγράμματος και οι επιλέξιμες ενέργειες απόσυρσης για κοινοτική χρηματοδότηση, στο πλαίσιο του επιχειρησιακού ταμείου, αποτελούν αντικείμενο ετήσιας έκθεσης, η οποία: α) συνοδεύει τις αιτήσεις για χορήγηση χρηματοδοτικής ενίσχυσης ή, αναλόγως της περιπτώσεως, τις αιτήσεις εξόφλησής της· β) αναφέρεται στα επιχειρησιακά προγράμματα που εφαρμόστηκαν στη διάρκεια του προηγούμενου έτους καθώς και στις αποσύρσεις, γ) περιλαμβάνει αιτιολογημένα στοιχεία σχετικά με: i) ουσιαστικές τροποποιήσεις των επιχειρησιακών προγραμμάτων, ii) αποκλίσεις μεταξύ της εκτιμώμενης και της τρέχουσας ενίσχυσης. 2. Μια τελική έκθεση αντικαθιστά την έκθεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο σχετικά με το τελευταίο έτος εφαρμογής του επιχειρησιακού προγράμματος. Η τελική αυτή έκθεση συνοδεύεται από μελέτη αξιολόγησης του εκπονηθέντος επιχειρησιακού προγράμματος με τη βοήθεια, ενδεχομένως, ενός ειδικευμένου γραφείου εμπειρογνωμόνων-συμβούλων. Οφείλει να ελέγχει την υλοποίηση των επιδιωκομένων στόχων του προγράμματος και, ενδεχομένως, να προβλέπει τροποποιήσεις των ενεργειών ή/και των μέτρων που έχουν ή πρόκειται να ληφθούν υπόψη κατά την κατάρτιση των επομένων επιχειρησιακών προγραμμάτων. Άρθρο 14 Έλεγχοι 1. Τα κράτη μέλη διενεργούν ελέγχους των οργανώσεων παραγωγών με ή χωρίς προειδοποίηση, συμπεριλαμβανομένων και επιτόπου ελέγχων, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ο αποτελεσματικός έλεγχος της τήρησης των όρων για την χορήγηση των ενισχύσεων, και ιδίως: α) της εφαρμογής των μέτρων που περιλαμβάνονται στο επιχειρησιακό πρόγραμμα, και ειδικότερα αυτών που αφορούν τις επενδύσεις· β) των πραγματικών εξόδων και των πραγματοποιηθεισών δαπανών σε σύγκριση με τα ποσά που έχουν δηλωθεί. 2. Οι έλεγχοι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διενεργούνται ετησίως, τουλάχιστον, επί ενός σημαντικού δείγματος αιτήσεων. Το δείγμα αυτό πρέπει να εκπροσωπεί τουλάχιστον 20 % των οργανώσεων παραγωγών και 30 % του συνόλου της κοινοτικής ενίσχυσης. Στην περίπτωση κατά την οποία διαπιστωθούν κατά τους ελέγχους σημαντικές παρατυπίες όσον αφορά μια περιφέρεια ή μια συγκεκριμένη οργάνωση παραγωγών, οι αρμόδιες αρχές διενεργούν συμπληρωματικούς ελέγχους εντός του τρέχοντας έτους και αυξάνουν το ποσοστό των αντίστοιχων προς έλεγχο αιτήσεων τον επόμενο χρόνο. 3. Οι αρμόδιες αρχές ορίζουν τις οργανώσεις παραγωγών οι οποίες πρόκειται να ελεγχθούν, κυρίως βάσει ανάλυσης των κινδύνων καθώς και του αντιπροσωπευτικού χαρακτήρα των ενισχύσεων. Κατά την ανάλυση των κινδύνων λαμβάνονται υπόψη: α) τα ποσά των ενισχύσεων· β) η εξέλιξη των ετήσιων προγραμμάτων σε σύγκριση με τον προηγούμενο χρόνο· γ) οι διαπιστώσεις οι οποίες έγιναν κατά τους ελέγχους στη διάρκεια των προηγούμενων χρόνων· δ) άλλες παράμετροι, οι οποίες θα διευκρινισθούν από τα κράτη μέλη. 4. Πρέπει να πραγματοποιείται τουλάχιστον ένας έλεγχος σε κάθε οργάνωση παραγωγών πριν από την πληρωμή της ενίσχυσης ή του υπολοίπου αυτής που έχει σχέση με το τελικό έτος του επιχειρησιακού της προγράμματος. 5. Τα κράτη μέλη πρέπει να ανακοινώνουν στην Επιτροπή λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τους ελέγχους εντός του πλαισίου που προβλέπεται σχετικά στο άρθρο 17 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού. Άρθρο 15 Ανάκτηση και κυρώσεις 1. Τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά πρέπει να ανακτώνται και να εφαρμόζονται κυρώσεις στη σχετική οργάνωση παραγωγών, ιδίως εφόσον προκύπτει ότι: α) η πραγματική αξία της παραγωγής η οποία διετέθη στο εμπόριο, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 5, είναι κατώτερη από το χρησιμοποιηθέν ποσόν για τον υπολογισμό της χρηματοδοτικής κοινοτικής ενίσχυσης ή, β) το επιχειρησιακό ταμείο τροφοδοτείται κατά τρόπο μη σύμφωνο με τις διατάξεις του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 ή χρησιμοποιείται για άλλους σκοπούς από εκείνους που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 2 του ίδιου κανονισμού, ή γ) το επιχειρησιακό πρόγραμμα εκτελέσθηκε κατά τρόπο μη σύμφωνο με τους όρους της έγκρισής του από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άθρου 6 του παρόντος κανονισμού. 2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 του Συμβουλίου(17), σε περίπτωση μέτρου το οποίο αποδεικνύεται στη συνέχεια ως μη επιλέξιμο και έχει εφαρμοσθεί σύμφωνα με επιχειρησιακό πρόγραμμα που έχει εγκριθεί από το κράτος μέλος, αυτό μπορεί: α) να καταβάλει τη σχετική οφειλόμενη ενίσχυση· β) να μην προβεί στην ανάκτηση της ήδη καταβληθείσας ενίσχυσης, εφόσον η διαδικασία αυτή είναι συνήθης σε συγκρίσιμες περιπτώσεις που χρηματοδοτούνται από τον εθνικό προϋπολογισμό και εφόσον η οργάνωση παραγωγών δεν ενήργησε εξ αμελείας. 3. Σε περίπτωση ανάκτησης ή/και επιβολής κυρώσεων όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1, ο δικαιούχος/αιτών καλείται: α) εφόσον έχει καταβληθεί ήδη η ενίσχυση: i) στην περίπτωση εμφανούς σφάλματος, να αποδώσει τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά συν τους τόκους, ii) στην περίπτωση απάτης, να αποδώσει το διπλάσιο των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών συν τους τόκους, iii) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, να αποδώσει τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά, προσαυξημένα κατά 20 %, συν τους τόκους. β) εφόσον έχουν υποβληθεί αιτήσεις για χρηματοδοτική ενίσχυση σύμφωνα με το άρθρο 11 του παρόντος κανονισμού, αλλά δεν έχει καταβληθεί ενίσχυση: i) στην περίπτωση απάτης, να αποδώσει τα ποσά για τα οποία αχρεωστήτως έχει υποβάλει αίτηση, ii) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις εκτός αυτής του εμφανούς σφάλματος, να καταβάλει 20 % των ποσών για τα οποία αχρεωστήτως έχει υποβάλει αίτηση. 4. Ο τόκος που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο α) μπορεί να υπολογιστεί ως εξής: α) βάσει της περιόδου που διανύθηκε μεταξύ της πληρωμής και της απόδοσης από το δικαιούχο· β) το επιτόκιο που εφαρμόζεται είναι εκείνο που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις κυριότερες πράξεις αναχρηματοδότησης και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σειρά C, κατά την ημερομηνία της αχρεωστήτως καταβληθείσας πληρωμής, επαυξημένο κατά τρεις εκατοστιαίες μονάδες. 5. Τα ανακτηθέντα ποσά καθώς και οι τόκοι καταβάλλονται στον αρμόδιο οργανισμό πληρωμής και αφαιρούνται από τις δαπάνες που χρηματοδοτεί το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων. 6. Σε περίπτωση ψευδούς δήλωσης είτε εκ δόλου είτε εκ βαρείας αμελείας, η ενδιαφερόμενη οργάνωση παραγωγών αποκλείεται από το ευεργέτημα της κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης κατά το έτος που ακολουθεί εκείνο κατά το οποίο διαπιστώθηκε η ψευδής δήλωση. 7. Οι παράγραφοι 1 έως 6 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη και άλλων κυρώσεων οι οποίες αποφασίζονται σύμφωνα με το άρθρο 48 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96. 8. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή λεπτομερή στοιχεία σχετικά με την ανάκτηση των ποσών και την επιβολή κυρώσεων εντός του πλαισίου που προβλέπεται σχετικά στο άρθρο 17 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού. ΚΕΦΑΛΑΙΟ V Άρθρο 16 Εθνικές διατάξεις 1. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν συμπληρωματικούς κανόνες όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2200/96 και τον παρόντα κανονισμό, σχετικά με ενέργειες ή δαπάνες που τυγχάνουν χρηματοδοτικής συνδρομής. 2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τις λεπτομέρειες σχετικά με τις διατάξεις που θεσπίζουν εντός του πλαισίου που προβλέπεται στο άρθρο 17 του παρόντος κανονισμού. Άρθρο 17 Εκθέσεις των κρατών μελών 1. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν τα οικονομικά και ποιοτικά στοιχεία που αφορούν τις οργανώσεις παραγωγών, τα επιχειρησιακά ταμεία, τα επιχειρησιακά προγράμματα και τους ελέγχους, όπως προβλέπεται στο παράρτημα II. 2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή όλα τα μέτρα και τους όρους που καθορίζουν εντός του πλαισίου που προβλέπεται σχετικά στον παρόντα κανονισμό, και ιδίως: α) τη διαδικασία για την χρηματοδότηση των επιχειρησιακών ταμείων σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο ε) σημεία i), ii) και iii), β) τους όρους που έχουν καθορισθεί προκειμένου να καταστούν δυνατές οι τροποποιήσεις εντός ενός συγκεκριμένου έτους που πρέπει να πραγματοποιηθούν στα επιχειρησιακά προγράμματα σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφοι 3 και 4, γ) τα μέτρα που έχουν ενδεχομένως ληφθεί για την εφαρμογή του άρθρου 15 παράγραφος 2, δ) τις διατάξεις που έχουν θεσπισθεί κατ' εφαρμογή του άρθρου 16 παράγραφος 1. Άρθρο 18 Καταργείται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 411/97 της Επιτροπής(18). Εντούτοις, οι διατάξεις του άρθρου 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 411/97 εξακολουθούν να ισχύουν για τα επιχειρησιακά ταμεία που αφορούν το έτος 2000. Άρθρο 19 Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ισχύουν, ωστόσο, τα ακόλουθα: α) τα επιχειρησιακά προγράμματα που έχουν εγκριθεί από τα κράτη μέλη πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και των οποίων η εφαρμογή συνεχίζεται κατά το έτος 2001 πρέπει να ανταποκρίνονται στον παρόντα κανονισμό, εν ανάγκη μέσω μιας τροποποίησης η οποία θα ζητείται από τις οργανώσεις παραγωγών πριν από την 15η Σεπτεμβρίου 2001· β) τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν τη διατήρηση προγραμμάτων που έχουν εγκριθεί πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος κανονισμού στις περιπτώσεις που λαμβανομένου υπόψη του σταδίου προόδου τους, δεν θα ήταν σκόπιμη η προσαρμογή τους· γ) μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων μερών, είναι δυνατή η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 15 σε περιπτώσεις που ανέκυψαν πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος κανονισμού. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. Βρυξέλλες, 28 Μαρτίου 2001. Για την Επιτροπή Franz Fischler Μέλος της Επιτροπής (1) ΕΕ L 297 της 21.11.1996, σ. 1. (2) ΕΕ L 328 της 23.12.2000, σ. 2. (3) ΕΕ L 297 της 21.11.1996, σ. 29. (4) ΕΕ L 311 της 12.12.2000, σ. 9. (5) ΕΕ L 297 της 21.11.1996, σ. 49. (6) ΕΕ L 161 της 26.6.1999, σ. 1. (7) Σε περίπτωση που η απόσταση μεταξύ των κέντρων συλλογής ή συσκευασίας της οργάνωσης παραγωγών και του σημείου διανομής της οργάνωσης παραγωγών είναι σημαντική. (8) Η αρμόδια εθνική αρχή ορίζει τα κριτήρια επιλεξιμότητας των πειραματικών ενεργειών λαμβάνοντας υπόψη τον καινοτόμο χαρακτήρα της διαδικασίας ή της εννοίας, καθώς και τους συνδεόμενους κινδύνους. (9) Βιολογικά προϊόντα φυτοπροστασίας (φερορμόνη και αρπακτικά), ανεξάρτητα εάν πρόκειται για βιολογική, ολοκληρωμένη ή συμβατική παραγωγή. (10) Συμπεριλαμβανομένων των εξόδων διαχείρισης και προσωπικού, των εκθέσεων και των μελετών αξιολόγησης, καθώς και των εξόδων τήρησης των λογαριασμών που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος Ι στοιχείο β). (11) Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν τη χρηματοδότηση στα πραγματικά έξοδα· στην περίπτωση αυτή, πρέπει να ορίζουν τις επιλέξιμες δαπάνες. (12) Τα συλλογικά σήματα δεν πρέπει να περιορίζονται στα μέλη των οργανώσεων παραγωγών και δεν πρέπει να αντιπροσωπεύουν την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα μιας μεμονωμένης οργάνωσης παραγωγών. (13) ΕΕ L 208 της 24.7.1992, σ. 1. (14) ΕΕ L 193 της 29.7.2000, σ. 39. (15) Προκειμένου να αποφευχθεί κάθε είδους κερδοσκοπία, η αρμόδια εθνική αρχή καθορίζει τους συμπληρωματικούς όρους σε σχέση με τον κανόνα αριθ. 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1685/2000 για την αποδοχή του εν λόγω τύπου δαπανών οι όροι αυτοί μπορούν κυρίως να περιλαμβάνουν την απαγόρευση πώλησης της επένδυσης/οικοπέδου κατά τη διάρκεια μιας ελάχιστης περιόδου και τον καθορισμό μιας μέγιστης σχέσης μεταξύ της αξίας της γης και της αξίας της επένδυσης. (16) ΕΕ L 205 της 3.8.1985, σ. 5. (17) ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 103. (18) ΕΕ L 62 της 4.3.1997, σ. 9. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I ΜΗ ΕΠΙΛΕΞΙΜΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΙ ΔΑΠΑΝΕΣ Εφόσον δεν καλύπτονται από το άρθρο 8 παράγραφος 2, οι ακόλουθες ενέργειες και δαπάνες δεν είναι επιλέξιμες: 1. Γενικά έξοδα παραγωγής, και ιδίως: - κόστος που συνδέεται με τους σπόρους προς σπορά και τα φυτά προς φύτευση, - το κόστος που συνδέεται με προϊόντα φυτοπροστασίας, συμπεριλαμβανομένων των μέσων ολοκληρωμένης καταπολέμησης, λιπασμάτων και άλλων ενδιάμεσων προϊόντων, - τα έξοδα πρώτης συσκευασίας, αποθήκευσης, δεύτερης συσκευασίας, ακόμα και στο πλαίσιο νέων διαδικασιών, - τα έξοδα συλλογής ή μεταφοράς (εσωτερικής ή εξωτερικής), - τα έξοδα λειτουργίας (ιδίως ηλεκτρικού ρεύματος, καυσίμων, συντήρησης). 2. Γενικά έξοδα. 3. Συμπληρώματα εισοδημάτων ή τιμών. 4. Έξοδα ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένων των ατομικών ή συλλογικών ασφαλίστρων και της σύστασης ασφαλιστικών ταμείων εντός μιας οργάνωσης παραγωγών. 5. Αποπληρωμή πιστώσεων (κυρίως υπό μορφή ετήσιας δόσης) που έχουν συνομολογηθεί για μια ενέργεια η οποία πραγματοποιείται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει πριν από την έναρξη του επιχειρησιακού προγράμματος. 6. Αγορά οικοπέδων. 7. Πληρωμές στους παραγωγούς που συμμετέχουν στις συνεδριάσεις και στα προγράμματα κατάρτισης για την αντιστάθμιση της απώλειας εισοδημάτων τους. 8. Ενέργειες ή έξοδα που αφορούν ποσότητες που έχουν παραχθεί από τα μέλη της οργάνωσης παραγωγών εκτός της Κοινότητας. 9. Ενέργειες που μπορούν να επιφέρουν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στις άλλες οικονομικές δραστηριότητες της οργάνωσης παραγωγών. Οι ενέργειες ή τα μέτρα που επωφελούνται, άμεσα ή έμμεσα, από τις άλλες οικονομικές δραστηριότητες της οργάνωσης παραγωγών χρηματοδοτούνται κατ' αναλογία της χρησιμοποίησής τους υπέρ τομέων ή προϊόντων σχετιζομένων με την αναγνώριση της οργάνωσης παραγωγών. 10. Μεταχειρισμένο υλικό. 11. Επενδύσεις σε μέσα μεταφοράς που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν από την οργάνωση παραγωγών για εμπορία ή διανομή. 12. Μίσθωση, όταν προτιμάται της αγοράς κόστος λειτουργίας του μισθωμένου αγαθού. 13. Δαπάνες που συνδέονται με τη σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης (επιβαρύνσεις, τόκοι, έξοδα ασφάλισης κ.λπ.) και τα έξοδα λειτουργίας. 14. Προώθηση ατομικών εμπορικών σημάτων ή σημάτων που περιέχουν γεωγραφικές ενδείξεις. 15. Συμβάσεις υπεργολαβίας που αφορούν ενέργειες ή δαπάνες που κατονομάζονται στον παρόντα κατάλογο. 16. ΦΠΑ και άλλοι φόροι ή επιβαρύνσεις, υπό τους όρους που καθορίζονται στην παράγραφο 4 του κανόνα αριθ. 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1685/2000. 17. Επενδύσεις για τη μεταποίηση νωπών προϊόντων (εργασίες που πραγματοποιούνται απο τις οργανώσεις παραγωγών για την προετοιμασία του προϊόντος ενόψει της διάθεσής τους στο εμπόριο, ήτοι κυρίως ο καθαρισμός, η κοπή, η αφαίρεση άχρηστων τμημάτων, η αποξήρανση και η συσκευασία δεν θεωρούνται ως εργασίες μεταποίησης). ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΙΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΟΒΑΛΛΟΥΝ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ Πληροφορίες που πρέπει να διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή έως την 1η Ιουνίου κάθε έτους, σύμφωνα με την τυπολογία που παρέχεται από την Επιτροπή ΜΕΡΟΣ 1: Οργανώσεις παραγωγών 1. Διοικητικής φύσεως πληροφορίες (κυρίως όσον αφορά τον αριθμό έγκρισης, τη νομική μορφή, τον αριθμό των φυσικών και νομικών προσώπων που τυγχάνουν μέλη). 2. Πληροφορίες όσον αφορά την παραγωγή (συμπεριλαμβανομένου του υπολογισμού της αξίας της παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο, υπολογισμοί και ενημέρωση σχετικά με βασικά προϊόντα). ΜΕΡΟΣ 2: Επιχειρησιακά ταμεία και επιχειρησιακά προγράμματα 1. Χρησιμοποιούμενη(-ες) περίοδος(-οι) αναφοράς. 2. Εκτιμήσεις όσον αφορά την ενίσχυση (άρθρο 9). 3. Αιτήσεις ενίσχυσης και πληρωμές εξόφλησης του υπολοίπου της ενίσχυσης (άρθρο 11) συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του επιχειρησιακού ταμείου που χρησιμοποιείται για τις αποσύρσεις. 4. Βασικές κατηγορίες δαπανών (συμπεριλαμβανομένων σημαντικών τροποποιήσεων που πραγματοποιήθηκαν εντός ενός συγκεκριμένου έτους). ΤΜΗΜΑ 3: Έλεγχοι (άρθρο 14) - ανάκτηση και κυρώσεις (άρθρο 15) 1. Οργανώσεις παραγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ελέγχου. 2. Αρμόδια αρχή ελέγχου και συνοπτική παρουσίαση, συμπεριλαμβανομένων των αποτελεσμάτων των ελέγχων (μόνο τα κυριότερα σημεία). Ενημερωμένα οριστικά αριθμητικά στοιχεία όσον αφορά τις πληρωμές εξόφλησης της ενίσχυσης που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με το μέρος 2 σημείο 3 μπορούν να υποβληθούν έως την 1η Οκτωβρίου το αργότερο.