Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32000D0240

    2000/240/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 22ας Δεκεμβρίου 1999, σχετικά με το καθεστώς ενίσχυσης που εφαρμόζεται από την Ισπανία στη χρηματοδότηση κεφαλαίου κίνησης για τον γεωργικό τομέα στην Extremadura [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1999) 5201] (Το κείμενο στην ισπανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

    ΕΕ L 76 της 25.3.2000, p. 16–21 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2000/240/oj

    32000D0240

    2000/240/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 22ας Δεκεμβρίου 1999, σχετικά με το καθεστώς ενίσχυσης που εφαρμόζεται από την Ισπανία στη χρηματοδότηση κεφαλαίου κίνησης για τον γεωργικό τομέα στην Extremadura [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1999) 5201] (Το κείμενο στην ισπανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 076 της 25/03/2000 σ. 0016 - 0021


    Απόφαση της Επιτροπής

    της 22ας Δεκεμβρίου 1999

    σχετικά με το καθεστώς ενίσχυσης που εφαρμόζεται από την Ισπανία στη χρηματοδότηση κεφαλαίου κίνησης για τον γεωργικό τομέα στην Extremadura

    [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1999) 5201]

    (Το κείμενο στην ισπανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

    (2000/240/ΕΚ)

    Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

    Έχοντας υπόψη

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

    Αφού κάλεσε τους ενδιαφερομένους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο(1),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    I. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

    (1) Το διάταγμα αριθ. 35/1993 της 13ης Απριλίου, της Αυτόνομης Περιφέρειας της Extremadura, σχετικά με τη χρηματοδότηση του κεφαλαίου κίνησης για τον γεωργικό τομέα της εν λόγω περιφέρειας δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Extremadura(2).

    (2) Η Επιτροπή, καθώς δεν έλαβε κοινοποίηση της κρατικής ενίσχυσης από τις ισπανικές αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης, έστειλε επιστολή, με ημερομηνία 8 Φεβρουαρίου 1999, με την οποία τους ζητούσε να επιβεβαιώσουν την ύπαρξη της εν λόγω ενίσχυσης και την ημερομηνία έναρξης ισχύος της.

    (3) Με επιστολή της 26ης Φεβρουαρίου 1999, η Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ισπανίας ανακοίνωσε στην Επιτροπή τις πληροφορίες που εκείνη είχε ζητήσει με την επιστολή της 8ης Φεβρουαρίου 1999.

    (4) Με επιστολή της 4ης Ιουνίου 1999, η Επιτροπή ενημέρωσε την Ισπανία για την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης σχετικά με το εν λόγω καθεστώς ενισχύσεων. Στην επιστολή αυτή, η Επιτροπή ζήτησε επειγόντως από την Ισπανία να στείλει τις παρατηρήσεις της.

    (5) Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(3). Η Επιτροπή κάλεσε τους ενδιαφερομένους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με το εν λόγω καθεστώς ενισχύσεων.

    (6) Η Ισπανία υπέβαλε τις παρατηρήσεις της με επιστολή της 19ης Ιουλίου 1999.

    (7) Η Επιτροπή δεν έχει λάβει σχετικές παρατηρήσεις από τους ενδιαφερομένους.

    II. ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

    (8) Το διάταγμα αριθ. 35/1993 προβλέπει τη χορήγηση χρηματοδότησης για την κάλυψη των αναγκών σε κεφάλαια λειτουργίας, για μια μόνο περίοδο, για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων στον γεωργικό τομέα και τον τομέα των γεωργικών προϊόντων διατροφής στην Extremadura.

    (9) Δικαιούχοι είναι οι κάτοχοι γεωργικών εκμεταλλεύσεων της Extremadura, οι γεωργικοί συνεταιρισμοί και άλλες ενώσεις, οι γεωργικές επιχειρήσεις της Extremadura οι οποίες συνάπτουν συμβάσεις με κατόχους γεωργικών και κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων της Extremadura με σκοπό την αγορά πρώτων υλών για την μεταποίηση.

    (10) Η ενίσχυση χορηγείται με τη μορφή επιδότησης επιτοκίου των δανείων διάρκειας μικρότερης του ενός έτους και το ύψος της κυμαίνεται ανάλογα με τον δικαιούχο.

    (11) Στην περίπτωση των κατόχων γεωργικών εκμεταλλεύσεων, η επιδότηση επιτοκίου φθάνει έως 5 μονάδες όταν πρόκειται για γεωργούς που ασχολούνται με τη γεωργία ως κύρια δραστηριότητα και έως 4 μονάδες για τους υπόλοιπους· όταν υπάρχει κρατική ή κοινοτική συγχρηματοδότηση, ο δικαιούχος πρέπει να καταβάλει ελάχιστο τόκο 6 % (4 % όταν πρόκειται για γεωργούς που ασχολούνται με τη γεωργία ως κύρια δραστηριότητα).

    (12) Στην περίπτωση γεωργικών συνεταιρισμών και άλλων ενώσεων, η επιδότηση φθάνει έως 1 μονάδα για την απόκτηση μέσων παραγωγής (με 0,5 % επιπλέον για την απόκτηση πιστοποιημένων φυτών και σπόρων προς σπορά και άλλο 0,5 % για την απόκτηση απλών λιπασμάτων) και έως 5 μονάδες στην περίπτωση δανείων σχετικών με το κεφάλαιο κίνησης με προορισμό τις πληρωμές της περιόδου στα μέλη.

    (13) Στην περίπτωση των βιομηχανιών, η επιδότηση φθάνει έως 5 μονάδες για τα δάνεια με προορισμό την απόκτηση πρώτων υλών, μέσω συμβάσεων με κατόχους γεωργικών εκμεταλλεύσεων, στους τομείς που ορίζονται ετήσια με διάταξη της Αυτόνομης Περιφέρειας, και για τα δάνεια με προορισμό τη χρηματοδότηση του κεφαλαίου κίνησης γενικά στους τομείς που ορίζονται ετήσια με διάταξη της Αυτόνομης Περιφέρειας.

    (14) Στο πλαίσιο αυτό, η διάταξη της 29ης Σεπτεμβρίου 1998, του Υπουργείου Γεωργίας και Εμπορίου της Αυτόνομης Περιφέρειας της Extremadura(4), ορίζει για την περίοδο εμπορίας 1997/1998 τα ακόλουθα προϊόντα: ξερά σύκα και πολτός σύκου, πιπεριά για την παρασκευή πάπρικας, ιβηρικός χοίρος, ελιές για την παρασκευή ελαιολάδου και τομάτες για αφυδάτωση άλλες εκτός τοματοπολτού. Η επιδότηση των δανείων ανέρχεται σε 5 μονάδες για ανώτατη διάρκεια ενός έτους. Το επιτόκιο των δανείων είναι τύπου MIBOR (Madrid Interbank Offered Rate) 365 ημερών, συν μια μονάδα.

    (15) Προβλέπονται ανώτατα όρια για την ενίσχυση, τα οποία είναι για τους γεωργούς ανώτατα όρια ανά εκτάριο, προϊόν και ζώο· για τους συνεταιρισμούς η μέση τιμή των αποκτηθέντων μέσων παραγωγής της τελευταίας τριετίας συν 10 % και για τις βιομηχανίες το ποσόν του δανείου.

    (16) Το καθεστώς ενισχύσεων έχει ετήσιο προϋπολογισμό που ανέρχεται σε 107 εκατομμύρια ισπανικές πεσέτες και αόριστη διάρκεια.

    (17) Η Επιτροπή ενημέρωσε την Ισπανία, με την επιστολή της 4ης Ιουνίου 1999, ότι το εν λόγω καθεστώς ενισχύσεων (εκτός από τις ενισχύσεις σε κατόχους γεωργικών εκμεταλλεύσεων και σε συνεταιρισμούς και λοιπές ενώσεις συσταθείσες πριν από τις 30 Ιουνίου 1998) δεν φαινόταν να πληροί τις απαιτήσεις για να τύχει κάποιας από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 της συνθήκης. Στην περίπτωση των ενισχύσεων στους κατόχους γεωργικών εκμεταλλεύσεων και στους συνεταιρισμούς και λοιπές ενώσεις συσταθείσες πριν από τις 30 Ιουνίου 1998, ανακοίνωσε στην Ισπανία ότι μπορούσαν να υπαχθούν στην εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ), εφόσον επρόκειτο για την ανάπτυξη του τομέα.

    III. ΣΧΟΛΙΑ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ

    (18) Η Ισπανία θεωρεί ότι το εν λόγω καθεστώς ενισχύσεων αποτελεί γενικό πλαίσιο ενίσχυσης με μορφή επιδοτούμενων δανείων (πιστώσεις καλλιεργητικής περιόδου) χωρίς διακρίσεις και εφαρμόζεται σε ολόκληρο τον γεωργικό τομέα της Extremadura. Το καθεστώς αυτό εφαρμόζεται ετήσια με διάταξη η οποία ορίζει τους τομείς που μειονεκτούν σε σχέση με τους υπόλοιπους και θέτει ως προϋπόθεση για την καταβολή της ενίσχυσης τη σύναψη, ανάμεσα στον πωλητή και τον αγοραστή, σύμβασης εγκεκριμένης από το Υπουργείο Γεωργίας το οποίο εγγυάται στους παραγωγούς ελάχιστη τιμή ανώτερη από την τιμή της αγοράς, και στο εργοστάσιο μεταποίησης την παροχή πρώτης ύλης που ανταποκρίνεται σε ελάχιστα ποιοτικά κριτήρια.

    (19) Οι τομείς προτεραιότητας αντιστοιχούν σε προϊόντα με τοπική ή περιφερειακή ταυτότητα ή τα οποία παρουσιάζουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά λόγω του τρόπου παραγωγής ή επεξεργασίας. Η ενίσχυση αυτή, από τη φύση της, δεν μπορεί να θίγει τον ελεύθερο ανταγωνισμό στο κοινοτικό εμπόριο άλλων προϊόντων, δεδομένου ότι το μέτρο έχει περιφερειακό πεδίο εφαρμογής.

    (20) Η εφαρμογή του διατάγματος αριθ. 35/1993 για τη χρηματοδότηση του κεφαλαίου κίνησης για τον γεωργικό τομέα της Extremadura έχει ανασταλεί και το διάταγμα προβλέπεται να καταργηθεί και να αντικατασταθεί από άλλο περισσότερο συμβατό με την ανακοίνωση της Επιτροπής για τις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή βραχυπρόθεσμων δανείων με επιδότηση επιτοκίου για τον γεωργικό τομέα (διαχειριστικά δάνεια)(5)(6).

    IV. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

    Άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης

    (21) Το άρθρο 36 της συνθήκης προβλέπει ότι οι κανόνες του ανταγωνισμού δεν θα εφαρμόζονται στην παραγωγή και στο εμπόριο των γεωργικών προϊόντων παρά μόνο κατά το μέτρο που ορίζεται από το Συμβούλιο.

    (22) Όσον αφορά τις ενισχύσεις για τα γεωργικά προϊόντα του παραρτήματος Ι της συνθήκης, τα οποία δεν υπάγονται στην κοινή οργάνωση αγοράς (πατάτες άλλες εκτός από αυτές που προορίζονται για την παραγωγή αμύλου, κρέας αλόγου, μέλι, καφές, αλκοόλη οινικής προέλευσης, ξύδι από οινόπνευμα και φελλός), εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού αριθ. 26 του Συμβουλίου, περί εφαρμογής ορισμένων κανόνων του ανταγωνισμού στην παραγωγή και την εμπορία γεωργικών προϊόντων(7), όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό αριθ. 49(8). Οι μόνες διατάξεις που εφαρμόζονται είναι οι διατάξεις του άρθρου 88 παράγραφος 1 και η πρώτη φράση της παραγράφου 3 της συνθήκης, και επομένως μόνο η Επιτροπή μπορεί να διατυπώνει παρατηρήσεις.

    (23) Όλα τα υπόλοιπα γεωργικά προϊόντα του παραρτήματος Ι της συνθήκης διέπονται από κοινές οργανώσεις αγοράς και οι κανονισμοί με τους οποίους θεσπίζονται οι εν λόγω οργανώσεις προβλέπουν ρητά την εφαρμογή των άρθρων 87, 88 και 89 της συνθήκης στην παραγωγή και το εμπόριο των προϊόντων αυτών.

    (24) Σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη μέλη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές.

    (25) Ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών ανάμεσα στην Κοινότητα και την Ισπανία είναι σημαντικός: η Ισπανία εισάγει από τα υπόλοιπα κράτη μέλη 10290178 τόνους και εξάγει σε αυτά 12648802 τόνους. Η αξία των συναλλαγών αυτών για την Ισπανία ανέρχεται σε 6810477000 ευρώ και σε 10308134000 ευρώ αντίστοιχα(9).

    (26) Συνεπώς, τα εν λόγω μέτρα μπορούν να επηρεάσουν το εμπόριο γεωργικών προϊόντων ανάμεσα στα κράτη μέλη, εφόσον το εμπόριο αυτό επηρεάζεται από ενισχύσεις ευνοϊκές για οικονομικούς παράγοντες οι οποίοι δρουν σε ένα κράτος μέλος που έχει σχέσεις με τα υπόλοιπα. Τα εν λόγω μέτρα επηρεάζουν άμεσα και έμμεσα το κόστος παραγωγής των ισπανικών επιχειρήσεων παραγωγής και μεταποίησης γεωργικών προϊόντων. Ως εκ τούτου, τους παρέχουν οικονομικό πλεονέκτημα έναντι των επιχειρήσεων που δεν έχουν πρόσβαση σε παρόμοιες ενισχύσεις σε άλλα κράτη μέλη. Κατά την έννοια αυτή, στρεβλώνουν ή απειλούν με στρέβλωση τον ανταγωνισμό.

    (27) Με βάση όσα προαναφέρθηκαν οι εν λόγω ενισχύσεις πρέπει να θεωρηθούν κρατικές ενισχύσεις οι οποίες πληρούν τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης.

    Πιθανές παρεκκλίσεις στο πλαίσιο του άρθρου 87 της συνθήκης

    (28) Η αρχή του ασυμβίβαστου που θεσπίζεται με το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, επιδέχεται, εντούτοις, εξαιρέσεις.

    (29) Στην προκειμένη περίπτωση, είναι προφανές ότι οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 2 δεν εφαρμόζονται. Εξάλλου, ούτε οι ισπανικές αρχές τις επικαλέστηκαν.

    (30) Οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 της συνθήκης πρέπει να ερμηνευτούν επακριβώς κατά την εξέταση ενός περιφερειακού ή τομεακού προγράμματος ενισχύσεων ή κάθε επιμέρους εφαρμογής γενικών καθεστώτων ενίσχυσης. Ιδιαίτερα, μπορούν να παρέχονται μόνον όταν η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η ενίσχυση είναι αναγκαία για την επίτευξη ενός από τους στόχους που επιδιώκουν οι εξαιρέσεις. Η έγκριση οποιωνδήποτε άλλων ενισχύσεων μπορεί να ζημιώσει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών και να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό, χωρίς αυτό να δικαιολογείται από το κοινοτικό συμφέρον, καθώς και να παράσχει αχρεωστήτως πλεονεκτήματα στους οικονομικούς παράγοντες ορισμένων κρατών μελών.

    (31) Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι εν λόγω ενισχύσεις δεν χορηγήθηκαν ως περιφερειακές ενισχύσεις για την υλοποίηση νέων επενδύσεων ή για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, ούτε για την οριζόντια αντιστάθμιση μειονεκτημάτων από άποψη υποδομής του συνόλου των επιχειρήσεων της περιφέρειας, αλλά ως ενισχύσεις λειτουργίας του γεωργικού τομέα. Κατά συνέπεια, πρόκειται για ενισχύσεις τομεακού, κυρίως, χαρακτήρα, οι οποίες πρέπει να αξιολογηθούν σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ).

    (32) Το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) προβλέπει ότι δύνανται να θεωρηθούν ότι συμβιβάζονται με την κοινή αγορά οι ενισχύσεις για την προώθηση της αναπτύξεως ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο αντίθετο προς το κοινό συμφέρον.

    (33) Το καθεστώς ενισχύσεων πρέπει να αξιολογηθεί ιδίως υπό το φως της διάταξης αυτής.

    (34) Οι προβλεπόμενες ενισχύσεις έχουν τη μορφή επιδότησης επιτοκίου των δανείων της περιόδου μέγιστης διάρκειας ενός έτους. Η Επιτροπή εγκρίνει αυτό το είδος ενισχύσεων ως μέτρο για την προώθηση της αναπτύξεως του τομέα, δηλαδή, ενισχύσεις που καλύπτονται από το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ), αρκεί να είναι σύμφωνες με την ανακοίνωσή της σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις υπό μορφή βραχυπρόθεσμου δανείου με επιδότηση επιτοκίου στον γεωργικό τομέα (διαχειριστικά δάνεια).

    (35) Η ενίσχυση πρέπει να χορηγείται σε όλους τους οικονομικούς παράγοντες αδιακρίτως, ανεξάρτητα από τη γεωργική δραστηριότητα για την οποία ο παράγων χρειάζεται βραχυπρόθεσμο δάνειο. Εντούτοις, είναι δυνατόν ορισμένες δραστηριότητες ή οικονομικοί παράγοντες να εξαιρεθούν εφόσον το κράτος μέλος μπορέσει να αποδείξει ότι όλες αυτές οι περιπτώσεις εξαίρεσης δικαιολογούνται από το γεγονός ότι τα προβλήματα χορήγησης βραχυπρόθεσμων δανείων τα οποία αντιμετωπίζουν οι εξαιρούμενοι είναι ουσιαστικά λιγότερο σημαντικά από ότι στην υπόλοιπη γεωργική οικονομία.

    (36) Η ενίσχυση πρέπει να περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο για την αντιστάθμιση των μειονεκτημάτων της γεωργίας. Το κράτος μέλος που επιθυμεί να χορηγήσει επιδοτούμενα δάνεια πρέπει να υπολογίσει ποσοτικά τα μειονεκτήματα με τη μέθοδο που θεωρεί πλέον ενδεδειγμένη, περιοριζόμενο πάντως στη διαφορά ανάμεσα στο χορηγούμενο επιτόκιο σε έναν τυπικό οικονομικό φορέα του γεωργικού τομέα και το εφαρμοζόμενο στα βραχυπρόθεσμα δάνεια, για παρόμοια ποσά ανεξάρτητα από επενδύσεις, στους υπόλοιπους οικονομικούς τομείς του κράτους μέλους. Με επιστολή της 19ης Δεκεμβρίου 1997, η Επιτροπή διευκρίνισε στα κράτη μέλη ότι η μοναδική δυνατή ερμηνεία είναι ότι η επιδότηση επιτοκίου που αναλαμβάνεται από τους δημόσιους πόρους για βραχυπρόθεσμα δάνεια στη γεωργία δεν μπορεί να υπερβαίνει την προαναφερθείσα διαφορά.

    (37) Το ποσόν των επιδοτούμενων δανείων που χορηγούνται σε συγκεκριμένο δικαιούχο δεν μπορεί να υπερβαίνει τις ταμειακές ανάγκες που οφείλονται στο γεγονός ότι το κόστος παραγωγής πρέπει να καλυφθεί προτού εισπραχθούν τα έσοδα από την πώληση της παραγωγής.

    (38) Η Επιτροπή, μέχρι να αρχίσει να εφαρμόζει εκ νέου την προαναφερθείσα ανακοίνωση στις 30 Ιουνίου 1998(10), επέτρεπε, σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική της, τις ενισχύσεις που είχαν τη μορφή επιδότησης επιτοκίου για τα βραχυπρόθεσμα διαχειριστικά δάνεια, εφόσον αυτά είχαν μέγιστη διάρκεια ενός έτους και δεν χορηγούντο σε ένα μόνο προϊόν ούτε σχετίζονταν με μια μόνο πράξη(11).

    (39) Συνεπώς, για να αξιολογηθεί το διάταγμα αναφοράς, πρέπει να γίνει διάκριση ανάμεσα στην περίοδο πριν από τις 30 Ιουνίου 1998 και μετά.

    (40) Επίσης, στην περίοδο πριν από τις 30 Ιουνίου 1998 πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των δικαιούχων.

    (41) Οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν σε κατόχους γεωργικών εκμεταλλεύσεων και σε γεωργικούς συνεταιρισμούς και λοιπές ενώσεις ανταποκρίνονται στα κριτήρια που εφαρμόζει η Επιτροπή σε αυτό το είδος ενισχύσεων. Ιδιαίτερα, επρόκειτο για ενισχύσεις με μορφή επιδότησης επιτοκίου των διαχειριστικών δανείων μέγιστης διάρκειας ενός έτους και, επιπλέον, δεν χορηγούντο σε ένα μόνο προϊόν ούτε σε μια μόνο πράξη. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή ενημέρωσε την Ισπανία, με την επιστολή της 4ης Ιουνίου 1999, ότι οι ενισχύσεις αυτές μπορούσαν να τύχουν της εξαίρεσης που προβλέπεται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) εφόσον θεωρούνται μέτρα για την προώθηση της ανάπτυξης του τομέα.

    (42) Οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στις βιομηχανίες αποτελούνταν από επιδότηση επιτοκίου των διαχειριστικών δανείων μέγιστης διάρκειας ενός έτους, η οποία δεν περιοριζόταν σε ένα μόνο προϊόν ούτε σε μια μόνο πράξη, οπότε ανταποκρίνονταν στα κριτήρια που εφάρμοζε η Επιτροπή σε αυτό το είδος ενισχύσεων πριν από τις 30 Ιουνίου 1998· εντούτοις, οι εν λόγω ενισχύσεις περιορίζονται στις βιομηχανίες που υπογράφουν συμβάσεις με γεωργικές και κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις της Extremadura για την απόκτηση πρώτων υλών με προορισμό τη μεταποίηση. Η απαίτηση αυτή αποτελεί περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας εμπορευμάτων ανάμεσα στα κράτη μέλη και παραβίαση του άρθρου 28 της συνθήκης στον βαθμό που οι βιομηχανίες χρησιμοποιούν πρώτες ύλες προερχόμενες από τα υπόλοιπα κράτη μέλη που δεν δικαιούνται αυτές τις ενισχύσεις. Επίσης, αποτελεί περιορισμό της εισαγωγής προϊόντων προερχόμενων από άλλα κράτη μέλη, τα οποία δεν θα αγοραστούν από τις βιομηχανίες της Extremadura οι οποίες δικαιούνται τις ενισχύσεις. Ως εκ τούτου, οι ενισχύσεις αυτές μπορούν να νοθεύσουν τους όρους των εμπορικών συναλλαγών κατά τρόπο αντίθετο με το κοινοτικό συμφέρον και, άρα, δεν μπορούν να υπαχθούν σε καμία από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 της συνθήκης.

    (43) Μετά τις 30 Ιουνίου 1998, η ανακοίνωση της Επιτροπής για τις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή βραχυπρόθεσμων δανείων με επιδότηση επιτοκίου στον γεωργικό τομέα εφαρμόζεται στις εν λόγω ενισχύσεις.

    (44) Οι χορηγούμενες ενισχύσεις δεν πληρούν τα κριτήρια που θεσπίζονται στην προαναφερθείσα ανακοίνωση, ιδίως ότι η ενίσχυση πρέπει να χορηγείται σε όλους τους οικονομικούς παράγοντες του γεωργικού τομέα αδιακρίτως, ότι η ενίσχυση περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο για την αντιστάθμιση των μειονεκτημάτων που πλήττουν τη γεωργία και ότι το ποσόν των επιδοτούμενων δανείων που χορηγούνται σε έναν δικαιούχο δεν πρέπει να υπερβαίνει τις ταμειακές ανάγκες που προέρχονται από το γεγονός ότι το κόστος παραγωγής πρέπει να καλυφθεί προτού εισπραχθούν τα έσοδα από την πώληση των προϊόντων.

    (45) Η ενίσχυση δεν χορηγείται σε όλους τους οικονομικούς παράγοντες του γεωργικού τομέα αδιακρίτως. Οι ισπανικές αρχές διαβεβαίωσαν στις παρατηρήσεις τους ότι το καθεστώς ενισχύσεων εφαρμόζεται κάθε χρόνο μέσω διάταξης στην οποία επιλέγονται οι γεωργικοί τομείς που μειονεκτούν σε σχέση με τους υπόλοιπους και οι οποίοι θα μπορούν να λάβουν ενισχύσεις.

    (46) Η ενίσχυση δεν περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο για την αντιστάθμιση των μειονεκτημάτων της γεωργίας, Αντίθετα, γίνονται διακρίσεις εφόσον, στο διάταγμα, η επιδότηση επιτοκίου των δανείων της περιόδου, που κυμαίνεται από 0,5 έως 5 %, ορίζεται ανάλογα με τον δικαιούχο.

    (47) Το καθεστώς ενισχύσεων δεν προβλέπει μέτρα που να διασφαλίζουν ότι το ποσόν των επιδοτούμενων δανείων που χορηγούνται σε έναν δικαιούχο δεν υπερβαίνει τις ταμειακές ανάγκες που οφείλονται στο γεγονός ότι το κόστος παραγωγής πρέπει να καλυφθεί προτού εισπραχθούν τα έσοδα από την πώληση της παραγωγής.

    (48) Επιπλέον, στην περίπτωση των ενισχύσεων στις γεωργικές βιομηχανίες της Extremadura, εφαρμόζεται επίσης το αναφερόμενο στην αιτιολογική σκέψη 42 σχετικά με την απαίτηση να συνάπτονται συμβάσεις για την απόκτηση πρώτων υλών με εκμεταλλεύσεις της περιοχής.

    (49) Κατά συνέπεια, οι ενισχύσεις αυτές πρέπει να θεωρηθούν ενισχύσεις λειτουργίας ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά. Τέτοιες ενισχύσεις δεν έχουν κανένα διαρκές αποτέλεσμα στην ανάπτυξη του εν λόγω τομέα, εφόσον τα άμεσα αποτελέσματά τους παύουν να υφίστανται όταν παύσει να υφίσταται το ίδιο το μέτρο [βλέπε απόφαση του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 8ης Ιουνίου 1995, στην υπόθεση Τ-459/93, Siemens SA κατά της Επιτροπής(12)]. Εξάλλου, έχουν ως άμεση συνέπεια τη βελτίωση των δυνατοτήτων παραγωγής και εμπορίας των προϊόντων για τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς παράγοντες, από την οποία δεν επωφελούνται οι οικονομικοί παράγοντες που δεν δικαιούνται παρόμοιες ενισχύσεις (τόσο στην εθνική επικράτεια όσο και στα υπόλοιπα κράτη μέλη).

    (50) Συνεπώς, με εξαίρεση τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν πριν από τις 30 Ιουνίου 1998 σε κατόχους γεωργικών εκμεταλλεύσεων, συνεταιρισμούς και λοιπές γεωργικές ενώσεις, αυτό το καθεστώς ενισχύσεων δεν μπορεί να υπαχθεί σε καμία από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 της συνθήκης.

    (51) Εξάλλου, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι αυτές οι ενισχύσεις σε γεωργικά προϊόντα του παραρτήματος Ι της συνθήκης (εξαιρουμένων των ενισχύσεων για πατάτες άλλες εκτός από αυτές που προορίζονται για την παραγωγή αμύλου, για κρέας αλόγου, μέλι, καφέ, αλκοόλη οινικής προέλευσης, ξύδι από οινόπνευμα και φελλό) αναφέρονται σε προϊόντα που διέπονται από κοινή οργάνωση αγοράς και ότι τα κράτη μέλη έχουν περιορισμένη εξουσία παρέμβασης στη λειτουργία των εν λόγω οργανώσεων, πράγμα που είναι αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας. Το Δικαστήριο έχει επανειλημμένα αποφανθεί [βλέπε, μεταξύ άλλων, την απόφαση της 26ης Ιουνίου 1979 στην υπόθεση 177/78, Pigs and Bacon κατά Mc Carren(13)], ότι οι κοινές οργανώσεις αγοράς πρέπει να θεωρούνται πλήρη και διεξοδικά συστήματα που απαγορεύουν στα κράτη μέλη να εγκρίνουν εξαιρέσεις ή μέτρα αντίθετα με αυτές. Συνεπώς, οι ενισχύσεις αυτές πρέπει να θεωρηθούν παραβίαση των κοινών οργανώσεων αγοράς και, ως εκ τούτου, της κοινοτικής νομοθεσίας.

    Συμπέρασμα

    (52) Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα και τους εφαρμοζόμενους κοινοτικούς κανόνες, η Επιτροπή εκτιμά ότι, όσον αφορά τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχεία α) και γ) σχετικά με τις ενισχύσεις για την προώθηση της οικονομικής αναπτύξεως ορισμένων περιοχών ή οικονομικών δραστηριοτήτων, οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν πριν από τις 30 Ιουνίου 1998 στις βιομηχανίες, και όσες χορηγήθηκαν σε κατόχους γεωργικών εκμεταλλεύσεων, σε συνεταιρισμούς και λοιπές γεωργικές ενώσεις καθώς και στις βιομηχανίες μετά τις 30 Ιουνίου 1998 μπορούν να αλλοιώσουν τους όρους των εμπορικών συναλλαγών κατά τρόπο αντίθετο προς το κοινό συμφέρον. Ιδίως, οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν μετά από τις 30 Ιουνίου 1998 δεν είναι σύμφωνες με την ανακοίνωση για τις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή βραχυπρόθεσμων δανείων με επιδότηση επιτοκίου στον γεωργικό τομέα (διαχειριστικά δάνεια).

    (53) Συνεπώς, αυτές οι ενισχύσεις (εξαιρουμένων των ενισχύσεων για πατάτες άλλες εκτός από αυτές που προορίζονται για την παραγωγή αμύλου, για κρέας αλόγου, μέλι, καφέ, αλκοόλη οινικής προέλευσης, ξύδι από οινόπνευμα και φελλό) πρέπει να θεωρούνται παράβαση των κοινών οργανώσεων αγοράς. Εξάλλου, οι ενισχύσεις στις γεωργικές βιομηχανίες αποτελούν παράβαση των διατάξεων του άρθρου 28 της συνθήκης.

    (54) Συνεπώς, οι ενισχύσεις αυτές, οι οποίες πρέπει να θεωρούνται ενισχύσεις λειτουργίας ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά και παραβαίνουσες την κοινοτική νομοθεσία, δεν μπορούν να υπάγονται σε καμία από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 της συνθήκης.

    V. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

    (55) Καθώς δεν έχουν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή οι ενισχύσεις που αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης, η χορήγησή τους ήταν παράνομη, δεδομένου ότι χορηγήθηκαν προτού αποφανθεί η Επιτροπή κατά πόσον είναι συμβατές με την κοινή αγορά.

    (56) Οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν πριν από τις 30 Ιουνίου 1998 στις βιομηχανίες και όσες χορηγήθηκαν μετά τις 30 Ιουνίου 1998 (εξαιρουμένων των ενισχύσεων για πατάτες άλλες εκτός από αυτές που προορίζονται για την παραγωγή αμύλου, για κρέας αλόγου, μέλι, καφέ, αλκοόλη οινικής προέλευσης, ξύδι από οινόπνευμα και φελλό) είναι, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, διότι καλύπτονται από το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, χωρίς να υπάγονται σε καμία από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του εν λόγω άρθρου.

    (57) Σε περίπτωση που οι ενισχύσεις είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, η Επιτροπή πρέπει να κάνει χρήση της δυνατότητας που της προσφέρει η απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Ιουλίου 1973 στην υπόθεση 70/72, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας(14), η οποία επιβεβαιώθηκε από τις αποφάσεις της 24ης Φεβρουαρίου 1987 στην υπόθεση 310/85, Deufil κατά της Επιτροπής(15), και της 20ής Σεπτεμβρίου 1990 στην υπόθεση C-5/89, Επιτροπή ων Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας(16), και να υποχρεώσει το κράτος μέλος να ανακτήσει από τους δικαιούχους το συνολικό ποσόν της παράνομα χορηγηθείσας ενίσχυσης. Αυτή η υποχρέωση ανάκτησης της ενίσχυσης αναφέρεται επίσης στο άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ(17) (σημερινό άρθρο 88). Η επιστροφή αυτή είναι αναγκαία για την επαναφορά της προηγούμενης κατάστασης, καταργώντας όλα τα οικονομικά πλεονεκτήματα από τα οποία είχαν επωφεληθεί αχρεωστήτως οι δικαιούχοι αφότου τους χορηγήθηκε ενίσχυση.

    (58) Όσον αφορά τις ενισχύσεις για πατάτες άλλες εκτός από αυτές που προορίζονται για την παραγωγή αμύλου, για κρέας αλόγου, μέλι, καφέ, αλκοόλη οινικής προέλευσης, ξύδι από οινόπνευμα και φελλό, η Επιτροπή συνιστά στην ισπανική κυβέρνηση να τις καταργήσει.

    (59) Οι υπόλοιπες ενισχύσεις που χορηγήθηκαν πριν από τις 30 Ιουνίου 1998 στις βιομηχανίες και όσες χορηγήθηκαν μετά από την εν λόγω ημερομηνία σε κατόχους γεωργικών εκμεταλλεύσεων, συνεταιρισμούς και λοιπές γεωργικές ενώσεις, πρέπει να επιστραφούν εξ ολοκλήρου.

    (60) Οι ενισχύσεις πρέπει να επιστρέφονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται από την ισπανική νομοθεσία. Στα προς ανάκτηση ποσά πρέπει να περιλαμβάνονται οι τόκοι από την ημερομηνία της χορήγησης έως την πραγματική ανάκτησή τους. Οι εν λόγω τόκοι υπολογίζονται με βάση το επιτόκιο της αγοράς και σε συνάρτηση με το επιτόκιο που εφαρμόζεται για τον υπολογισμό του ισοδυνάμου επιχορήγησης στο πλαίσιο των ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα(18).

    (61) Η παρούσα απόφαση δεν προδικάζει τα ενδεχόμενα συμπεράσματα της Επιτροπής σε σχέση με τη χρηματοδότηση της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής για το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ),

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

    Άρθρο 1

    Οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν πριν από τις 30 Ιουνίου 1998 στις βιομηχανίες και όσες χορηγήθηκαν μετά τις 30 Ιουνίου 1998 στους κατόχους γεωργικών εκμεταλλεύσεων, τους γεωργικούς συνεταιρισμούς και άλλες ενώσεις καθώς και στις βιομηχανίες, στο πλαίσιο του καθεστώτος κρατικών ενισχύσεων που εφαρμόζει η Ισπανία μέσω του διατάγματος αριθ. 35/1993 της 13ης Απριλίου, της Αυτόνομης Περιφέρειας της Extremadura, για τη χρηματοδότηση του κεφαλαίου κίνησης για τον γεωργικό τομέα της εν λόγω περιφέρειας, εξαιρουμένων των ενισχύσεων για πατάτες άλλες εκτός από αυτές που προορίζονται για την παραγωγή αμύλου, για κρέας αλόγου, μέλι, καφέ, αλκοόλη οινικής προέλευσης, ξύδι από οινόπνευμα και φελλό, είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά.

    Άρθρο 2

    Η Ισπανία θα καταργήση το αναφερόμενο στο άρθρο 1 καθεστώς ενισχύσεων.

    Άρθρο 3

    1. Η Ισπανία θα εγκρίνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να ανακτήσει από τους δικαιούχους τους τις εξεταζόμενες στο άρθρο 1, οι οποίες χορηγήθηκαν παράνομα.

    2. Η ανάκτηση πρέπει να πραγματοποιηθεί το συντομότερο και σύμφωνα με τις διαδικασίες της ισπανικής νομοθεσίας, εφόσον αυτές επιτρέπουν την άμεση και πραγματική εκτέλεση της παρούσας απόφασης. Η προς ανάκτηση ενίσχυση πρέπει να περιλαμβάνει τόκους από την ημερομηνία χορήγησής της στους δικαιούχους έως την ημερομηνία ανάκτησής της. Οι εν λόγω τόκοι υπολογίζονται με βάση το επιτόκιο αναφοράς που εφαρμόζεται για τον υπολογισμό του ισοδυνάμου επιχορήγησης στην περίπτωση των περιφερειακών ενισχύσεων.

    Άρθρο 4

    Η Ισπανία θα ενημερώσει την Επιτροπή, εντός διμήνου από την ημερομηνία κοινοποίησης της παρούσας απόφασης, για τα μέτρα που έλαβε για την εκτέλεσή της.

    Άρθρο 5

    Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο της Ισπανίας.

    Βρυξέλλες, 22 Δεκεμβρίου 1999.

    Για την Επιτροπή

    Franz Fischler

    Μέλος της Επιτροπής

    (1) ΕΕ C 225 της 7.8.1999, σ. 6.

    (2) Diario Oficial de Extremadura αριθ. 45 της 15ης Απριλίου 1993, σ. 1027.

    (3) Βλέπε υποσημείωση 1.

    (4) Diario Oficial de Extremadura αριθ. 114 της 6ης Οκτωβρίου 1998, σ. 7412.

    (5) ΕΕ C 44 της 16.2.1996, σ. 2.

    (6) Με επιστολή της 4ης Ιουλίου 1997, η Επιτροπή ενημέρωσε τα κράτη μέλη για την απόφασή της να αναστείλει την εφαρμογή της ανακοίνωσης αυτής και, με επιστολή της 19ης Δεκεμβρίου 1997, τα ενημέρωσε ότι η εν λόγω ανακοίνωση θα εφαρμοζόταν εκ νέου από τις 30 Ιουνίου 1998.

    (7) ΕΕ 30 της 20.4.1962, σ. 993/62.

    (8) ΕΕ 53 της 1.7.1962, σ. 1571/62.

    (9) Πηγή:

    Eurostat 1998.

    (10) Βλέπε υποσημείωση 5.

    (11) Προηγούμενες ενισχύσεις: Ν 603/93, Ν 377/91, Ν 29/91, Ν 394/92, ΝΝ 90/93, Ν 109/94, Ν 768/93, Ν 423/93, Ν 218/93, Ν 108/92, Ν 598/93 και Ν 644/92

    (12) Συλλογή 1995 ΙΙ, σ. 1675.

    (13) Συλλογή 1979 σ. 2161.

    (14) Συλλογή 1973, σ. 813.

    (15) Συλλογή 1987, σ. 901.

    (16) Συλλογή 1990 Ι, σ. 3437.

    (17) ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

    (18) ΕΕ C 74 της 10.3.1998, σ. 9.

    Top