This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 31999D0275
1999/275/EC: Commission Decision of 25 November 1998 on State aid granted by Germany to Draiswerke GmbH (Text with EEA relevance) (notified under document number C(1998) 3800)
1999/275/ΕΚ: Aπόφαση της Επιτροπής, της 25ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με κρατικές ενισχύσεις τις οποίες η Γερμανία χορήγησε στη Draiswerke GmbH (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
1999/275/ΕΚ: Aπόφαση της Επιτροπής, της 25ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με κρατικές ενισχύσεις τις οποίες η Γερμανία χορήγησε στη Draiswerke GmbH (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΕΕ L 108 της 27.4.1999, p. 44–51
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
In force
1999/275/ΕΚ: Aπόφαση της Επιτροπής, της 25ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με κρατικές ενισχύσεις τις οποίες η Γερμανία χορήγησε στη Draiswerke GmbH (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 108 της 27/04/1999 σ. 0044 - 0051
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 25ης Νοεμβρίου 1998 σχετικά με κρατικές ενισχύσεις τις οποίες η Γερμανία χορήγησε στη Draiswerke GmbH [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(1998) 3800] (Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (1999/275/ΕΚ) Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο, τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α), Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, Εκτιμώντας ότι: 1. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ Με επιστολή της 30ής Αυγούστου 1996, η Δανία πληροφόρησε την Επιτροπή ότι σύμφωνα με άρθρο που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung στις 8 Αυγούστου 1996, η εταιρεία Draiswerke GmbH, Mannheim (στο εξής: Draiswerke) είχε λάβει κρατικές ενισχύσεις. Με επιστολή της 26ης Σεπτεμβρίου 1996, η Επιτροπή ζήτησε από τη Γερμανία να σχολιάσει το θέμα. Η Γερμανία απάντησε με επιστολή της 18ης Φεβρουαρίου 1997 και επιβεβαίωσε ότι είχαν πραγματοποιηθεί διάφορες συναλλαγές με δημόσια χρήματα. Η Επιτροπή είναι της άποψης ότι οι συναλλαγές αυτές ενδέχεται να περικλείουν κρατικές ενισχύσεις μη καλυπτόμενες από εγκεκριμένο πρόγραμμα ενίσχυσης. Ως εκ τούτου, η υπόθεση καταχωρήθηκε στις 19 Μαρτίου 1997 ως "μη κοινοποιηθείσα ενίσχυση". Με επιστολή της 21ης Μαρτίου 1997, η Επιτροπή ζήτησε από τη Γερμανία να παράσχει τις απαραίτητες πληροφορίες για την αξιολόγηση της ενίσχυσης αναδιάρθρωσης. H Γερμανία απάντησε στο αίτημα αυτό στις 2 Ιουνίου 1997. Η Επιτροπή ζήτησε περαιτέρω στοιχεία με επιστολή της 18ης Ιουλίου 1997, δεδομένου ότι έλλειπαν ορισμένα σημαντικά στοιχεία. Με επιστολή της 8ης Σεπτεμβρίου 1997, η Γερμανία απάντησε ότι ορισμένες από τις πληροφορίες που είχαν υποβληθεί προηγουμένως είχαν αναθεωρηθεί και αναφέρθηκε σε μια περαιτέρω συναλλαγή. Με επιστολή της 26ης Ιανουαρίου 1998, η Επιτροπή ζήτησε από τη Γερμανία να παράσχει διευκρινίσεις. Η Γερμανία απάντησε με επιστολή της 16ης Φεβρουαρίου 1998. Με επιστολή της 25ης Μαρτίου 1998, η Επιτροπή πληροφόρησε τη Γερμανία ότι αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 93 παράγραφος 2 της συνθήκης σε σχέση με τα μη κοινοποιηθέντα μέτρα. Προς τον σκοπό αυτό δημοσιεύθηκε ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(1). Η Επιτροπή κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Δεν λήφθηκαν παρατηρήσεις από ενδιαφερόμενους. 2. ΑΝΑΛΥΤΙΚH ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ Η επιχείρηση αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα ρευστότητας το 1996. Η πόλη του Mannheim μεσολάβησε για τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων μεταξύ τραπεζών και των ιδιοκτητών προκειμένου να διατηρηθεί η επιχείρηση εν ζωή. Τα μέρη αποφάσισαν να λάβουν μέτρα αναδιάρθρωσης αποφεύγοντας με τον τρόπο αυτόν την κήρυξη της εταιρείας σε πτώχευση. Στην απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 93 παράγραφος 2, η Επιτροπή σημειώνει τα ακόλουθα μέτρα: α) Τον Αύγουστο του 1996, οι δημοτικές αρχές του Mannheim χορήγησαν δάνειο 0,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (0,4 εκατομμύρια Ecu) με επιτόκιο 5 % για περίοδο δέκα μηνών. β) Στις 21 Αυγούστου 1996, η Landeskreditbank Baden-Württemberg (στο εξής: "Lakra") χορήγησε εγγύηση 50 % για 6 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα (3 εκατομμύρια Ecu). Αρχικά προβλεπόταν ότι η εγγύηση αυτή θα έληγε στις 30 Ιουνίου 1997, αλλά παρατάθηκε μέχρι τις 27 Ιουνίου 1997 για ένα ακόμη έτος μέχρι τις 30 Ιουνίου 1998. Η εγγύηση έφερε εφάπαξ τέλος 1 % και ετήσια επιβάρυνση 0,5 % για το υπόλοιπο ποσό της εγγύησης. γ) Η δημόσια τράπεζα Sparkasse Mannheim χορήγησε δάνεια καλυπτόμενα από την προαναφερθείσα εγγύηση. Τα δάνεια αυτά έλαβαν τη μορφή πιστωτικής διευκόλυνσης ύψους 4 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (2 εκατομμύρια Ecu) με αρχικό επιτόκιο 8 % (σήμερα 8,25 %) και εγγυημένου δανείου 2 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (1 εκατομμύριο Ecu) με επιτόκιο 1 %. Η αρχική λήξη των δανείων ήταν στις 30 Ιουνίου 1996 αλλά στη συνέχεια παρατάθηκε η διάρκειά τους μέχρι τις 30 Ιουνίου 1998. Η Sparkasse Mannheim δεν συγκαταλεγόταν στους παλαιότερους δανειστές της επιχείρησης. δ) Τον Αύγουστο του 1996, οι δημοτικές αρχές του Mannheim αγόρασαν έκταση 5944 m2 από την ιδιωτική περιουσία των πρώην μετόχων. Οι πρώην μέτοχοι εισέφεραν τα έσοδα από την πώληση αυτή, συνολικού ύψους 1,2 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (0,6 εκατομμύρια Ecu) στην επιχείρηση ως τελευταία συνεισφορά για την αναδιάρθρωση. Στην απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία, η Επιτροπή έκρινε ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών η Γερμανία δεν είχε αποδείξει ότι τα μέτρα αναδιάρθρωσης πληρούσαν τις προϋποθέσεις που θεσπίζουν οι κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για τη διάσωση και αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (στο εξής "κατευθυντήριες γραμμές"(2). Η Επιτροπή καταρχήν θεώρησε ότι το δάνειο που χορήγησαν οι αρχές του Mannheim και η εγγύηση εκ μέρους της Lakra συνιστούν κρατικές ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 92 της συνθήκης και ότι είναι παράνομες, δεδομένου ότι η Γερμανία παρέλειψε να τις κοινοποιήσει σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 3 της συνθήκης. Επιπλέον, η Επιτροπή θεώρησε ότι το δάνειο της Sparkasse Mannheim και η τιμή πώλησης του οικοπέδου ενδέχεται να περιλαμβάνουν στοιχεία ενίσχυσης. 3. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ Η Γερμανία υπέβαλε τις παρατηρήσεις της σχετικά με την απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία με επιστολή της 17ης Ιουλίου 1998. Η Γερμανία επεσήμανε ότι είχε ήδη υποβάλει έκθεση της Deutsche Gesellschaft fur Mittelstandsberatung mbH ("DGM"), η οποία είχε συνταχθεί τον Αύγουστο του 1996. Η Γερμανία εξήγησε ότι το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης χρησίμευε στο να αποδειχθεί ότι η επιχείρηση είναι άξια αναδιάρθρωσης. Επιπλέον, η Γερμανία προσκόμισε λεπτομερή στοιχεία για ένα πιο εκτεταμένο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης (της 16ης Δεκεμβρίου 1996), ένα περιεκτικό πρόγραμμα επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της Draiswerke (της 20ής Μαΐου 1998), τους ετήσιους λογαριασμούς της Draiswerke για το 1997, τις μηνιαίες προβλέψεις ταμειακών ροών, τις προβλέψεις λογαριασμού κερδών-ζημιών και τις προβλέψεις ως προς τον ισολογισμό για τα έτη 1998 έως 2001. Η Γερμανία είναι της άποψης ότι το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης είναι πλέον ρεαλιστικό και συνεκτικό. Η Γερμανία κατέθεσε επιστολές των τραπεζών της Draiswerke, δηλαδή της Deutsche Bank (4 Ιουνίου 1998), της Dresdner Bank (12 Ιουνίου 1998) και της Sparkasse Mannheim (19 Ιουνίου 1998). Στις επιστολές τους οι τράπεζες έδωσαν ευνοϊκή γνώμη για τις προοπτικές της Draiswerke. Η Γερμανία επεσήμανε ότι το δάνειο των 0,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (0,4 εκατομμύρια Ecu) από τις αρχές του Mannheim, το οποίο ήταν δεκάμηνης διάρκειας, είχε εξοφληθεί με τους τόκους εμπρόθεσμα στα τέλη Μαΐου 1997. Η Γερμανία προέβαλε το επιχείρημα ότι παρά τα προβλήματα που αντιμετώπιζε η επιχείρηση το ποσό του δανείου δεν είναι δυνατό να εκληφθεί ως κρατική ενίσχυση. Τα οφέλη από την εξοικονόμηση τόκων καλύφθηκαν από τον κανόνα de minimis. Η Γερμανία ανέφερε ότι η χορήγηση της εγγύησης από την Lakra καλυπτόταν από τις κατευθυντήριες γραμμές του ομόσπονδου κράτους Baden-Württemberg για την παροχή εγγυήσεων σε επιχειρήσεις (Richtlinien für die Übernahme von Bürgschaften des Landes Baden-Württemberg für die gewerbliche Wirtschaft). Η Γερμανία υπέβαλε αναλυτικά στοιχεία όσον αφορά το προσωπικό για την περίοδο 1996-1998, αποδεικνύοντας ότι την εποχή της παράτασης της εγγύησης, η Draiswerke απασχολούσε 279 άτομα, δηλαδή κάτω από το όριο των 300 ατόμων, άνω του οποίου η Γερμανία είχε αναλάβει την υποχρέωση να κοινοποιεί τις εγγυήσεις μεμονωμένα. Η Γερμανία εξήγησε ότι η Draiswerke είχε αναθέσει την αναζήτηση επενδυτών στην εταιρεία Β. Metzler και κατέθεσε έκθεση της Β. Metzler, της 23ης Ιουνίου 1998. Η Γερμανία επεσήμανε ότι η ύπαρξη ενός νέου επενδυτή θα ωφελούσε την αναδιάρθρωση της εταιρείας τονίζοντας, όμως, ότι δεν αποτελούσε όρο sine qua non. Η Γερμανία κατέθεσε επιστολή της Sparkasse Mannheim, με ημερομηνία 16 Ιουνίου 1998, στην οποία η τράπεζα δήλωνε ότι κατά την παροχή δανείων στην Draiswerke είχε ακολουθήσει την "αρχή του επενδυτή της ελεύθερης αγοράς". Η Γερμανία ήταν της άποψης ότι η τιμή πώλησης του οικοπέδου δεν περιέκλειε στοιχεία κρατικής ενίσχυσης και ως αποδεικτικό στοιχείο κατέθεσε εκτίμηση της αρμόδιας επιτροπής -Gutachterausschuss für die Ermittlung von Grundstückswerten des Stadtkreises Mannheim. Η Γερμανία, ως μέρος των παρατηρήσεών της, κατέθεσε δήλωση της Draiswerke, της 30ής Ιουνίου 1998, ότι ήταν πεπεισμένη ότι η αναδιάρθρωση θα ήταν επιτυχής. 4. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΠΟ ΑΠΟΨΗ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ Η Επιτροπή εξέτασε την υπόθεση βάσει των πληροφοριών που της διαβίβασε η Γερμανία με επιστολή της 17ης Ιουλίου 1998. 4.1. Η αποδέκτρια επιχείρηση Η Draiswerke είναι εγκατεστημένη στο ομόσπονδο κράτος Baden-Württemberg, εκτός ενισχυόμενης περιοχής. Το 1996, η Draiswerke απασχόλησε κατά μέσο όρο 334 άτομα και σημείωσε κύκλο εργασιών 55 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (27,5 εκατομμύρια Ecu) ενώ το σύνολο του ισολογισμού της στα τέλη του έτους έφθασε τα 41 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα (20,5 εκατομμύρια Ecu). Σύμφωνα με τον ορισμό της σύστασης της Επιτροπής της 3ης Απριλίου 1996 σχετικά με τον ορισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων(3) η εταιρεία αποτελούσε μεγάλη επιχείρηση υπερβαίνουσα το όριο των 250 εργαζομένων. Οι πρώην μέτοχοι, μέλη της ίδιας οικογένειας, πώλησαν τις μετοχές τους στο προσωπικό της εταιρείας το 1996. Η Draiswerke κατασκευάζει ειδικά μηχανήματα, για δύο τομείς παραγωγής: μέσα διασποράς και υγρής μικροαλέσεως και μηχανήματα ανάμειξης και αντίδρασης. Προμηθεύει με τα προϊόντα της τους κλάδους της χημείας, της επικάλυψης, των τροφίμων, του χαρτιού, των φαρμακευτικών, των απορρυπαντικών και της κεραμικής. Κατά το πρώτο ήμισυ του 1996, σημείωσε σοβαρότατες ζημίες. Ο κύριος δανειστής της έχασε την εμπιστοσύνη του σε αυτήν και στις 31 Ιουλίου 1996 ζήτησε την εξόφληση του δανείου που της είχε χορηγήσει. Ως συνέπεια, ένα άλλο πιστωτικό ίδρυμα ζήτησε επίσης την εξόφληση δανείου, με αποτέλεσμα η Draiswerke να περιέλθει σε αδυναμία εκπλήρωσης των υποχρεώσεών της. Συνεπώς, την εποχή εκείνη η Draiswerke αποτελούσε προβληματική επιχείρηση. 4.2. Κρατικές ενισχύσεις Η Draiswerke κινείται σε δύο υποτομείς του κλάδου ειδικευμένων μηχανημάτων στους οποίους υπάρχουν διάφοροι ανταγωνιστές εντός του ΕΟΧ. Στην αγορά προϊόντος της μέσων διασποράς και υγρής μικροαλέσεως, ο οποίος αντιστοιχεί σε 60 % περίπου του συνολικού κύκλου εργασιών της επιχείρησης, κυριότεροι ανταγωνιστές της Draiswerke είναι η ελβετική Bühler AG και η γερμανική Erich NETZSCH GmbH & Holding KG. Αμφότερες οι εταιρείες διαθέτουν θυγατρικές επιχειρήσεις σε διάφορα κράτη μέλη. Η δεύτερη αγορά προϊόντος, μηχανήματα ανάμειξης και αντίδρασης, αντιστοιχεί στο 40 % του κύκλου εργασιών της επιχείρησης. Κυριότερος ανταγωνιστής της Draiswerke στην αγορά αυτή είναι η γερμανική Gebrüder Lödige Maschinenbau GmbH, οποία επίσης διαθέτει θυγατρικές επιχειρήσεις σε διάφορα κράτη μέλη. Το δάνειο που χορήγησαν οι αρχές του Mannheim και η εγγύηση από την Lakra προέρχονται από κρατικούς φορείς. Αμφότερα τα μέτρα, συνεπώς, χρηματοδοτήθηκαν από δημόσιους πόρους. Το δάνειο και η εγγύηση χορηγήθηκαν με σκοπό τη διατήρηση εν ζωή της ασθενούσας επιχείρησης με αποτέλεσμα εκ τούτου τα μέτρα να φέρουν την Draiswerke σε πλεονεκτικότερη θέση σε σχέση με τους ανταγωνιστές της. Για το λόγο αυτό, αμφότερα τα κρατικά μέτρα δύνανται να επηρεάσουν την οικονομική θέση των ανταγωνιστών της σε άλλα κράτη μέλη. Συνεπώς, το δάνειο των αρχών της πόλης του Mannheim και η εγγύηση της Lakra στρεβλώνουν ή απειλούν με στρέβλωση το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών και συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 92 παράγραφος 1 της συνθήκης και του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Οι αρχές της πόλης του Mannheim δεν χορήγησαν το δάνειο αναδιάρθρωσης στην Draiswerke στο πλαίσιο εγκεκριμένου προγράμματος ενισχύσεων. Η Επιτροπή δεν δύναται να συμφωνήσει με την άποψη της Γερμανίας ότι το ποσό του δανείου δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση και ότι τα τυχόν οφέλη από την εξοικονόμηση τόκων καλύπτονται από τον κανόνα de minimis. Σύμφωνα με την πάγια τακτική της Επιτροπής, το δάνειο των 0,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (0,4 εκατομμύρια Ecu) πρέπει να θεωρηθεί ως κρατική ενίσχυση, δεδομένου ότι η επιχείρηση αντιμετωπίζει δυσκολίες και δεν ήταν σε θέση να δανεισθεί κεφάλαια στην αγορά. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής για τον κανόνα de minimis στις κρατικές ενισχύσεις(4) το ποσό των 0,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (0,4 εκατομμύρια Ecu) υπερβαίνει το όριο de minimis των 100000 Ecu επί μια τριετία. Εκτός αυτού, η Επιτροπή υπενθυμίζει στη Γερμανία ότι το δάνειο πρέπει να προστεθεί σε άλλα μέτρα αναδιάρθρωσης, και συγκεκριμένα στην εγγύηση εκ μέρους της Lakra. Συνεπώς, η Γερμανία όφειλε να κοινοποιήσει το δάνειο στην Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 93 παράγραφος 3 της συνθήκης. Η Γερμανία δεν εκπλήρωσε την υποχρέωση αυτή, με αποτέλεσμα το μέτρο να είναι παράνομο. Η κρατική τράπεζα Lakra χορήγησε την εγγύηση στο πλαίσιο των κατευθυντήριων γραμμών του ομόσπονδου κράτους Baden-Württemberg για τη χορήγηση εγγυήσεων σε επιχειρήσεις. Το πρόγραμμα εγκρίθηκε από την Επιτροπή με επιστολή της 5ης Ιουνίου 1984. Στο πλαίσιο της διαδικασίας για την υπόθεση C 57/86, η Γερμανία ανέλαβε, με επιστολή της 6ης Φεβρουαρίου 1987, την υποχρέωση να κοινοποιεί μεμονωμένα τις χορηγούμενες υπό το υπόψη πρόγραμμα εγγυήσεις σε προβληματικές επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 300 άτομα. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της εταιρείας, η Draiswerke απασχολούσε το 1996, 334 άτομα. Η Επιτροπή, κατά συνέπεια, έπρεπε να ειδοποιηθεί σχετικά με την εγγύηση δυνάμει του άρθρου 93 παράγραφος 3 της συνθήκης. Όταν η Lakra χορήγησε την παράταση της εγγύησης τον Ιούνιο του 1997, η επιχείρηση απασχολούσε 279 άτομα, δηλαδή κάτω του ορίου των 300. Ωστόσο, η παράταση της εγγύησης συνδέεται με την αρχική χορήγηση της εγγύησης το 1996, όταν η Draiswerke απασχολούσε πάνω από 300 άτομα. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν δύναται να συμμερισθεί την άποψη της Γερμανίας ότι η παράταση της εγγύησης από την Lakra καλυπτόταν από τις κατευθυντήριες γραμμές του ομόσπονδου κράτους Baden-Württemberg για τη χορήγηση εγγυήσεων σε επιχειρήσεις. Συνεπώς, η παράταση έπρεπε επίσης να κοινοποιηθεί μεμονωμένα δυνάμει του άρθρου 93 παράγραφος 3 της συνθήκης. Η Γερμανία δεν εκπλήρωσε την υποχρέωση αυτή. Κατά συνέπεια, η αρχική χορήγηση της εγγύησης και η παράτασή της ήταν παράνομες. Η Γερμανία δήλωσε ότι η Sparkasse Mannheim και οι άλλες δύο τράπεζες της Draiswerke, Deutsche Bank και Dresdner Bank, αποτελούσαν κοινοπραξία τραπεζών. Τα δάνεια χορηγήθηκαν υπό τον όρο ότι οι τρεις τράπεζες θα ενεργούσαν με ομοφωνία. Στο πλαίσιο αυτό, η Sparkasse Mannheim χορήγησε τα δάνεια υπό τον όρο ότι οι άλλες δύο τράπεζες θα συμφωνούσαν να χορηγήσουν εκ νέου πιστωτικές διευκολύνσεις. Επιπλέον, η Sparkasse Mannheim συνέχισε να χορηγεί δάνεια μόνον εφόσον οι άλλες τράπεζες άνοιγαν τις πιστωτικές τους διευκολύνσεις και εφόσονο oi προοπτικές της Draiswerke δικαιολογούσαν τη χορήγηση περαιτέρω κεφαλαίων σε αυτή(5). Επιπλέον, η Sparkasse Mannheim και οι άλλες δύο τράπεζες χορήγησαν τα δάνεια βασιζόμενες στο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης που είχε καταρτίσει η Draiswerke από κοινού με τη σύμβουλο επιχειρήσεων DGM(6). Εκτός αυτού, η Sparkasse Mannheim διαθέτει εκπρόσωπο στο εποπτικό συμβούλιο της Draiswerke και με τον τρόπο αυτόν αποκτά έγκυρες πληροφορίες σχετικά με την οικονομική και στρατηγική κατάσταση της επιχείρησης. Τέλος, τα δάνεια από την Sparkasse Mannheim καλύφθηκαν με εγγύηση της Lakra. Με βάση τα παραπάνω, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι οι χρηματοδοτικές δραστηριότητες της Sparkasse Mannheim ανταποκρίνονταν στην αρχή του επενδυτή της ελεύθερης αγοράς και δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά τη έννοια του άρθρου 92 της συνθήκης. Η Γερμανία κατέθεσε αποδείξεις ότι η τιμή των 1,2 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (0,6 εκατομμύρια Ecu), που κατέβαλαν οι αρχές του Mannheim για το οικόπεδο των 5944 m2 στους πρώην μετόχους, βασιζόταν σε εκτίμηση της αρμόδιας υπηρεσίας του Mannheim. Η Επιτροπή αναθεώρησε την εκτίμησή της και επαλήθευσε ότι έγινε σύμφωνα με τους κανόνες που γενικά εφαρμόζονται στην εκτίμηση της αξίας οικοπέδων. Πέραν αυτού, ο εκτιμητής έλαβε υπόψη τη χαμηλότερη και συντηρητικότερη ακαθάριστη αξία εκμίσθωσης (Ertragswert) αντί της υλικής αξίας (Sachwert). Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα στοιχεία αυτά, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η τιμή ανταποκρίνεται στην τιμή της αγοράς και ότι δεν περικλείει στοιχεία κρατικής ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 92 της συνθήκης. 4.3. Εξαιρέσεις Το άρθρο 92 παράγραφος 1 της συνθήκης και το άρθρο 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ ορίζουν τα χαρακτηριστικά που καθιστούν τις ενισχύσεις ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά. Το άρθρο 92 παράγραφοι 2 και 3 της συνθήκης και το άρθρο 61 παράγραφοι 2 και 3 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ αναφέρουν τις ενισχύσεις οι οποίες δύνανται να χαρακτηρισθούν συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά. Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον η κρατική ενίσχυση των 3,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (1,9 εκατομμύρια Ecu), δηλαδή το δάνειο των 0,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (0,4 εκατομμύρια Ecu) από το Mannheim και η εγγύηση 50 % της Lakra για 6,0 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα (3,0 εκατομμύρια Ecu), δύναται να κριθεί συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά βάσει κάποιας των εξαιρέσεων αυτών. Οι απαλλαγές που αναφέρονται στο άρθρο 92 παράγραφος 2 της συνθήκης και στο άρθρο 61 παράγραφος 2 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ δεν ισχύουν, δεδομένου ότι η ενίσχυση δεν είναι κοινωνικού χαρακτήρα προς μεμονωμένους καταναλωτές, δεν αφορά την αποκατάσταση ζημιών από φυσικές καταστροφές ούτε αφορά την οικονομία ορισμένων περιοχών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας που θίγονται από τη διαίρεση της Γερμανίας. Οι απαλλαγές του άρθρου 92 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης και του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ και ο περιφερειακός χαρακτήρας των απαλλαγών που προβλέπονται στο άρθρο 92 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης και στο άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ δεν έχουν σχέση με την παρούσα περίπτωση, δεδομένου ότι η επιχείρηση βρίσκεται εκτός ενισχυόμενης περιοχής. Όσον αφορά τις απαλλαγές του άρθρου 92 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συνθήκης και του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το υπό εξέταση μέτρο δεν πληροί τα κριτήρια που η Επιτροπή κατά κανόνα εφαρμόζει για σχέδια κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και ότι, πέραν αυτού, η ενίσχυση δεν αποσκοπεί στην άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας κράτους μέλους. Παρομοίως, οι απαλλαγές που προβλέπονται στο άρθρο 92 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της συνθήκης και στο άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ δεν ισχύουν, δεδομένου ότι η ενίσχυση δεν αφορά την προώθηση του πολιτισμού και της διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς. Συνεπώς, μόνον το πρώτο σκέλος των εξαιρέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 92 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης και στο άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, ενδέχεται να ισχύει εφόσον η ενίσχυση συμβάλλει στην ανάπτυξη ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον. 4.4. Κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές Η Draiswerke αποτελεί προβληματική επιχείρηση. Το δάνειο που χορήγησαν οι αρχές του Mannheim και η εγγύηση από τη Lakra συνιστούν ενίσχυση αναδιάρθρωσης. Οι κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για τι κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων(7) θεσπίζουν τους όρους υπό τους οποίους οι ενισχύσεις αναδιάρθρωσης δύνανται να θεωρηθούν συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά. Βάσει των κατευθυντήριων γραμμών, η αναδιάρθρωση οφείλει να εντάσσεται στο πλαίσιο ενός εφικτού, συνεκτικού και εκτεταμενου προγράμματος σχεδιασμένου να αποκαταστήσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα μιας επιχείρησης μέσα σε λογικό χρονικό διάστημα βάσει ρεαλιστικών υποθέσεων ως προς τις μελλοντικές συνθήκες λειτουργίας της επιχείρησης. Τα σχέδια αναδιάρθρωσης λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων, τις συνθήκες που προκάλεσαν τα προβλήματα της επιχείρησης, τη ζήτηση και προσφορά στην αγορά για τα σχετικά προϊόντα, καθώς και την αναμενόμενη εξέλιξή τους και τα αδύνατα και δυνατά σημεία της επιχείρησης. Τα εν λόγω σχέδια επιτρέπουν την ομαλή μετάβαση της επιχείρησης σε μια νέα διάρθρωση που θα της προσφέρει βιώσιμες μακροπρόθεσμες προοπτικές και θα της επιτρέπει να αναπτύξει τις δραστηριότητές της βασιζόμενη σε ίδιους πόρους χωρίς να χρειάζεται περαιτέρω κρατική βοήθεια. Η αναδιάρθρωση συνήθως περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα στοιχεία: την αναδιοργάνωση και τον εξορθολογισμό των δραστηριοτήτων της επιχείρησης σε μια αποτελεσματικότερη βάση που κατά κανόνα συνεπάγεται την εγκατάλειψη δραστηριοτήτων που δεν είναι πλέον βιώσιμες ή είναι ήδη ζημιογόνες, την αναδιάρθρωση των υπόλοιπων δραστηριοτήτων που μπορούν να καταστούν εκ νέου ανταγωνιστικές και, ενδεχομένως, την ανάπτυξη ή τη διαφοροποίηση νέων βιώσιμων δραστηριοτήτων. Συνήθως η φυσική αναδιάρθρωση της επιχείρησης πρέπει να συνοδεύεται από χρηματοοικονομική αναδιάρθρωση. Σύμφωνα με το μέρος 3 των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών, η Επιτροπή πρέπει να εξετάσει κατά πόσον η αναδιάρθρωση πληροί τα παρακάτω κριτήρια: πρώτον, πρέπει να αποκαθιστά τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της επιχείρησης, δεύτερον, πρέπει να αποφευχθούν αδικαιολόγητες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού εξαιτίας της ενίσχυσης και, τρίτον, οι ενισχύσεις πρέπει να είναι ανάλογες με τις δαπάνες και τα οφέλη της αναδιάρθρωσης. 4.5. Αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας Με επιστολή της 17ης Ιουλίου 1998, η Γερμανία υπέβαλε ένα ρεαλιστικό, συνεκτικό και εκτεταμένο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης το οποίο είχε καταστρώσει η Draiswerke από κοινού με τη σύμβουλό της, DGM. Το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης λαμβάνει υπόψη τις συνθήκες που οδήγησαν την επιχείρηση στην προβληματική αυτή κατάσταση, και κυρίως τη μειονεκτική διάθρωση του κόστους, την ανεπάρκεια διαφάνειας ως προς το κόστος και την ασθενή οικονομική κατάσταση της εταιρείας. Προκειμένου να βελτιώσει τη διάρθρωση του κόστους της η Draiswerke έπρεπε καταρχήν να μειώσει τις δαπάνες προσωπικού οι οποίες αντιπροσώπευαν σχεδόν το 50 % του κύκλου εργασιών της το 1996. Όπως αναφέρεται στο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης, οι εργαζόμενοι της Draiswerke συγκατατέθηκαν σε μία σημαντική περικοπή των ωρομισθίων. Πέραν αυτού, η Draiswerke μείωσε το προσωπικό της κατά 62 άτομα. Ως αποτέλεσμα, οι μισθολογικές δαπάνες ήταν το 1998 κατά 5,2 εκατομμυρία γερμανικά μάρκα (2,6 εκατομμύρια Ecu) χαμηλότερες από το 1996, δηλαδή μείωση 18 %. Εκτός αυτού, η Draiswerke έλαβε διάφορα μέτρα για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της παραγωγής της. Για μεγαλύτερη διαφάνεια ως προς το κόστος, η Draiswerke αναβάθμισε τις λογιστικές μεθόδους και τον έλεγχο του κόστους. Ως αποτέλεσμα, η Draiswerke έπαυσε να παράγει ετοιμοπαράδοτες μονάδες παραγωγής, μείωσε το φάσμα των προϊόντων που παρήγαγε και αποφάσισε να εστιάσει τις προσπάθειές της στις βασικές της δραστηριότητες. Η αποκατάσταση της οικονομικής κατάστασης της επιχείρησης χρηματοδοτήθηκε κατά κύριο λόγο από τους πρώην μετόχους της, το προσωπικό της και τα μέτρα που έλαβε η ίδια η επιχείρηση. Οι πρώην μέτοχοι κατέθεσαν δήλωση υπόταξης απαίτησης για ένα δάνειο των μετόχων ύψους 7,2 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (3,6 εκατομμύρια Ecu) στις αρχές του Αυγούστου 1996. Ταυτόχρονα, η Gustav Eirich ΚG, η οποία ανήκει στους πρώην μετόχους, κατέθεσε επίσης δήλωση υπόταξης απαίτησης για ένα δάνειο ύψους 2 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (1 εκατομμύριο Ecu). Τέλος, οι πρώην μέτοχοι εισέφεραν τα έσοδα από την πώληση του οικοπέδου, συνολικού ύψους 1,2 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (0,6 εκατομμύρια Ecu) στην επιχείρηση ως τελευταία συνεισφορά για την αναδιάρθρωση. Τον Νοέμβριο του 1996, οι εργαζόμενοι προσέφεραν στην επιχείρηση άτοκο δάνειο μειωμένης εξασφάλισης ύψους 746000 γερμανικών μάρκων (373000 Ecu). Η Draiswerke ήταν επίσης σε θέση να μειώσει τους εισπρακτέους λογαριασμούς από πωλήσεις και υπηρεσίες από 17,8 εκατομμυρία γερμανικά μάρκα (8,9 εκατομμύρια Ecu) στα τέλη του 1996 σε 9,3 εκατομμυρία γερμανικά μάρκα (4,6 εκατομμύρια Ecu) στα τέλη του 1997. Η αξία των αποθεμάτων μειώθηκε επίσης από 6,5 εκατομμυρία γερμανικά μάρκα (3,2 εκατομμύρια Ecu) σε 3,5 εκατομμυρία γερμανικά μάρκα (1,7 εκατομμύρια Ecu) την ίδια περίοδο. Τέλος, οι αρχές του Mannheim χορήγησαν δάνειο 0,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (0,4 εκατομμύρια Ecu) με επιτόκιο 5 %, ενώ η Lakra χορήγησε εγγύηση 50 % για ποσό 6,0 εκατομυρίων γερμανικών μάρκων (3,0 εκατομμύρια Ecu). Η αναδιάρθρωση συνοδεύθηκε από αλλαγή των μέτοχων. Το προσωπικό της Draiswerke αγόρασε την επιχείρηση για ένα γερμανικό μάρκο από τους πρώην μετόχους. Διορίσθηκαν δύο νέοι διευθυντές με πείρα σε θέματα αναδιάρθρωσης ενώ το διοικητικό συμβούλιο και οι νέοι μέτοχοι της Draiswerke αποφάσισαν να βρουν νέο στρατηγικό επενδυτή. Η Draiswerke ανέθεσε την αναζήτηση επενδυτή στην εταιρεία B. Metzler GmbH. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι κατά τη γνώμη της Γερμανίας ένας νέος επενδυτής θα βοηθούσε τη στρατηγική θέση της εταιρείας χωρίς αυτό να αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για την επιτυχή αναδιάρθρωση της επιχείρησης. Η Επιτροπή εξέτασε τις προβλέψεις για τον ισολογισμό, τους λογαριασμούς κερδών και ζημιών και τις ταμειακές ροές για την περίοδο μέχρι το 2001 προκειμένου να αξιολογήσει κατά πόσοντα μέτρα αναδιάρθρωσης θα οδηγούσαν στην αποκατάσταση της βιωσιμότητας της Draiswerke. Η Επιτροπή σημειώνει ότι οι προβλέψεις ήταν λεπτομερείς και αναλυτικές και συνοδεύονταν από εξηγήσεις όσον αφορά τις υποθέσεις στις οποίες βασίζονταν. Στο πλαίσιο της στρατηγικής της εγκατάλειψης των ζημιογόνων δραστηριοτήτων και της εστίασης στις βασικές δραστηριότητές της, η Draiswerke μείωσε την παραγωγή της το 1997 κατά περισσότερο από 10 % σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Η Επιτροπή σημειώνει ότι, παρά τη μείωση της παραγωγής, τα αποτελέσματα λειτουργίας ήταν ήδη θετικά το 1997. Τα καθαρά αποτελέσματα το έτος εκείνο ήταν αρνητικά εξαιτίας μέτρων αναδιάρθρωσης που κόστισαν 4,7 εκατομμυρία γερμανικά μάρκα (2,4 εκατομμύρια Ecu). Σύμφωνα με το πρόγραμμα, η Draiswerke θα καταστεί και πάλι κερδοφόρα το 1998 οπότε αναμένεται ότι τα θετικά αποτελέσματα των συνήθων δραστηριοτήτων της θα ανέλθουν σε 1,2 εκατομμυρία γερμανικά μάρκα (0,6 εκατομμύρια Ecu), δηλαδή 2,2 % του κύκλου εργασιών. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, τα κέρδη της Draiswerke θα αυξηθούν σε 8,8 εκατομμυρία γερμανικά μάρκα (4,4 εκατομμύρια Ecu) μέχρι το 2001 (12,8 % του κύκλου εργασιών). Αυτό σημαίνει ότι μέχρι το 2001 η επιχείρηση θα καταστεί εξαιρετικά κερδοφόρα και ανταγωνιστική. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Draiswerke ο κύκλος εργασιών της θα αυξηθεί κατά μέσο όρο 9 % κατ' έτος μέχρι το 2001 παράλληλα με συνεχή μείωση των δαπανών προσωπικού σε 35 % του κύκλου εργασιών μέχρι τότε, ενώ τα άλλα στοιχεία κόστους θα παραμείνουν αμετάβλητα. Συνεπώς, η αναδιάρθρωση θα επιτευχθεί κατά κύριο λόγο με μείωση των δαπανών προσωπικού, η οποία ήδη βρίσκεται καθ' οδόν, και βελτιώσεις στον τομέα της παραγωγής. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι υποθέσεις αυτές είναι αισιόδοξες μεν αλλά εφικτές. Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι η Draiswerke υπέβαλε αναλυτική γεωγραφική κατανομή του κύκλου εργασιών για αμφότερους τους τομείς δραστηριοτήτων από όπου προκύπτει ότι έχει μειώσει σημαντικά τις προσδοκίες της όσον αφορά τον κύκλο εργασιών στην Ασία εξαιτίας της επικρατούσας οικονομικής κρίσης και των νομισματικών υποτιμήσεων. Η εταιρεία θα συνεχίσει να έχει αρνητικό μετοχικό κεφάλαιο το 1998. Ωστόσο, σύμφωνα με τα λεγόμενα της Γερμανίας, από άποψη συνέχισης των δραστηριοτήτων της η επιχείρηση διαθέτει σημαντικά αφανή αποθεματικά ύψους 16,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (8,4 εκατομμύρια Ecu) όπως επιβεβαιώνει η εταιρεία ορκωτών λογιστών Schitag Ernst & Young. Ως εκ τούτου, η Draiswerke δεν χρειάσθηκε να κηρύξει πτώχευση. Πέραν αυτού, σύμφωνα με το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης η Draiswerke θα συνεχίσει να είναι επικερδής στο μέλλον. Η τακτική αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου σε 15,4 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα (7,7 εκατομμύρια Ecu) (37,7 % του συνόλου του ισολογισμού) μέχρι το 2001. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι η Draiswerke δεν προγραμματίζει την πραγματοποίηση σημαντικών επενδύσεων μέχρι τότε. Συνεπώς θα είναι σε θέση να μειώσει τις υποχρεώσεις της και να περιέλθει σε υγιή οικονομική κατάσταση μέχρι το 2001. Κατά τη γνώμη της Επιτροπής οι προβλέψεις δείχνουν ότι η επιχείρηση έχει βιώσιμες μακροπρόθεσμες προοπτικές και είναι σε θέση να βασισθεί σε ίδιους πόρους χωρίς περαιτέρω κρατική βοήθεια. Οι πίνακες που ακολουθούν συνοψίζουν τους κύριους παράγοντες της ανάλυσης της Επιτροπής: >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η Draiswerke είναι αποφασισμένη να εφαρμόσει το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης. Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι οι τράπεζες της Draiswerke, Deutsche Bank, Dresdner Bank και Sparkasse Mannheim, έχουν θετική γνώμη για τις προοπτικές της Draiswerke και εξέφρασαν την ετοιμότητά τους να της χορηγήσουν δάνεια. 4.6. Πρόληψη της αθέμιτης στρέβλωσης του ανταγωνισμού μέσω των ενισχύσεων Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον πρέπει να ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων της ενίσχυσης αναδιάρθρωσης για τους ανταγωνιστές. Η ενίσχυση υπό μορφή δανείου εκ μέρους των αρχών του Mannheim και η εγγύηση εκ μέρους της Lakra δύνανται να έχουν δύο διαφορετικά στρεβλωτικά αποτελέσματα. Πρώτον, η ενίσχυση επηρεάζει την αγορά, δεδομένου ότι η Draiswerke εξακολουθεί να λειτουργεί. Δεύτερον, η ενίσχυση αναδιάρθρωσης δύναται να μειώσει τις χρηματοδοτικές δαπάνες της Draiswerke. Ως προς το πρώτο, η Επιτροπή επισκόπησε τα στοιχεία που διαθέτει και την έκθεση επί της αγοράς που υπέβαλε η Γερμανία. Όσον αφορά την πρώτη αγορά προϊόντος, μέσα διασποράς και υγρής μικροαλέσεως, η ζήτηση αναμένεται ότι θα αυξηθεί κατά τα επόμενα έτη. Όσον αφορά τη δεύτερη αγορά προϊόντος, μηχανήματα ανάμειξης και αντίδρασης, η ζήτηση εξαρτάται κατά μεγάλο μέρος από επενδύσεις στον τομέα της χημικής βιομηχανίας, όπου υπάρχουν καλές προοπτικές ανάπτυξης. Σε καμία από τις δύο αγορές δεν υπάρχουν ενδείξεις πλεονασματικού δυναμικού. Η άποψη αυτή υπογραμμίζεται από το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν έλαβε παρατηρήσεις από τρίτους ενδιαφερομένους. Όπως αναφέρεται στο σημείο 3.2.2 στοιχείο ii) των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών, όταν δεν υπάρχει διαρθρωτικό πλεόνασμα δυναμικού στη σχετική αγορά της Κοινότητας που εξυπηρετείται από τον αποδέκτη, η Επιτροπή κανονικά δεν απαιτεί μείωση του παραγωγικού δυναμικού ως αντάλλαγμα για την ενίσχυση. Επιπλέον, η Επιτροπή σημειώνει ότι η Draiswerke έχει παραιτηθεί από ορισμένες δραστηριότητες και ότι έχει μειώσει τον αριθμό των προϊόντων που παράγει. Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η Draiswerke, η οποία σήμερα αποτελεί μικρομεσαία επιχείρηση, διαθέτει μικρό μερίδιο στη σχετική αγορά και ότι οι κυριότεροι ανταγωνιστές της Bühler AG, Erich NETZSCH GmbH & Holding KG και Gebruder Lödige Maschinenbau GmbH, είναι κατά πολύ μεγαλύτεροί της από άποψη κύκλου εργασιών και αριθμού απασχολουμένων. Όσον αφορά το δεύτερο δυνατό αποτέλεσμα, η Επιτροπή σημειώνει ότι η Draiswerke κατέβαλε τόκο 5 % για το δεκάμηνο δάνειο των 0,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (0,4 εκατομμύρια Ecu) που έλαβε από τις αρχές του Mannheim. Το επιτόκιο αυτό ήταν λιγότερο από επιτόκιο αναφοράς 6,7 % για τη Γερμανία το 1996. Επομένως, το όφελος της Draiswerke από το χαμηλότερο επιτόκιο για το συγκεκριμένο δάνειο ανέρχεται σε 11000 γερμανικά μάρκα (5500 Ecu). Ακόμη και στην περίπτωση που η Επιτροπή συνέκρινε το επιτόκιο του δανείου με το υψηλότερο επιτόκιο, 8,25 %, που χρεώνει η Sparkasse Mannheim, το όφελος από τη μείωση των χρηματοδοτικών δαπανών εξακολουθεί να είναι μικρό (21000 Ecu ή 10500 Ecu). Όσον αφορά την εγγύηση του 50 % από την Lakra, η Επιτροπή σημειώνει ότι η Draiswerke κατέβαλε εφάπαξ τέλος 1 % και ετήσια επιβάρυνση 0,5 % για το υπόλοιπο της εγγύησης. Η επιβάρυνση 0,5 % δύναται να συγκριθεί με το επιτόκιο 1 % για το εγγυημένο δάνειο των 2 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (1 εκατομμύριο Εcu) της Sparkasse Mannheim στην Draiswerke. Δεδομένου ότι η Lakra και η Sparkasse Mannheim μοιράζονται εξίσου τον κίνδυνο, η Επιτροπή θεωρεί ότι η αμοιβή 0,5 % της Lakra είναι μικρότερη από την τρέχουσα αμοιβή της αγοράς πράγμα το οποίο έχει ως αποτέλεσμα όφελος της τάξεως των 50000 γερμανικών μάρκων (25000 Ecu) για την 22μηνη διάρκεια της εγγύησης. Το ποσό του δανείου των 0,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (0,4 εκατομμύρια Ecu) και η εγγύηση των 3 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (1,5 εκατομμύριο Ecu) (50 % των 6 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων) συνιστούν κρατική ενίσχυση, δεδομένου ότι η εταιρεία αντιμετωπίζει προβλήματα και δεν θα είχε λάβει το δάνειο και την εγγύηση στην αγορά κεφαλαίων. Ωστόσο, η Επιτροπή είναι της άποψης ότι τα οφέλη που προσφέρει το δάνειο και η εγγύηση υπό μορφή μειωμένων χρηματοδοτικών δαπανών είναι μικρά (0,1 % του κύκλου εργασιών) και δεν πρόκειται να επηρεάσουν αισθητά το λειτουργικό κόστος της επιχείρησης ή την αποδοτικότητά της. Επιπλέον, ενδείξεις πλεονασματικού δυναμικού παραγωγής δεν υπάρχουν, το μερίδιο αγοράς της επιχείρησης είναι μικρό και έχει παύσει να ασκεί ορισμένες δραστηριότητές της. Συνεπώς, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν είναι απαραίτητο να ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων της ενίσχυσης αναδιάρθρωσης για τους ανταγωνιστές. 4.7. Ενισχύσεις ανάλογες με τις δαπάνες και τα οφέλη της αναδιάρθρωσης Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον η ενίσχυση περιοριζόταν στο ελάχιστο απαιτούμενο για την αναδιάρθρωση της επιχείρησης. Η ενίσχυση αναδιάρθρωσης συνέβαλε στην αντιμετώπιση της περιορισμένης ρευστότητας της Draiswerke από τις μεγάλες ζημίες των περασμένων ετών. Το 1995, η Draiswerke κατέγραψε ζημίες επί των τακτικών της δραστηριοτήτων ύψους 8,9 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (4,4 εκατομμύρια Ecu), δηλαδή 18 % του κύκλου εργασιών. Το 1996, η Draiswerke κατέγραψε ζημίες 1,9 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (1 εκατομμύριο Ecu), δηλαδή 3,3 % του κύκλου εργασιών. Το 1997, η Draiswerke κατέγραψε ζημίες 4,3 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (2,2 εκατομμύρια Ecu), κυρίως εξαιτίας εξόδων αναδιάρθρωσης αντίστοιχου ύψους. Οι ζημίες μείωσαν τη ρευστότητα της Draiswerke κατά 14 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα περίπου (7 εκατομμύρια Ecu) για την περίοδο 1995 έως 1997. Η αξιολόγηση της Επιτροπής για τον υπολογισμό της ρευστότητας και τις προβλέψεις του ισολογισμού δείχνεί ότι το δάνειο των 0,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (0,4 εκατομμύρια Ecu) εκ μέρους των αρχών του Mannheim και η εγγύηση 50 % εκ μέρους της Lakra για τα 6 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα (3 εκατομμύρια Ecu) της πιστωτικής διευκόλυνσης που χορήγησε η Sparkasse Mannheim δεν είχαν ως αποτέλεσμα πλεόνασμα ρευστότητας, αλλά περιορίζονταν στο ποσό που απαιτείτο για τη συνέχιση των δραστηριοτήτων της Draiswerke και τη χρηματοδότηση των αναγκαίων μέτρων αναδιάρθρωσης. Η Επιτροπή σημειώνει ότι η Draiswerke έλαβε το ποσό των 0,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (0,4 εκατομμύρια Ecu) μόνον επί δέκα μήνες και ότι το εξόφλησε τον Ιούνιο του 1997 όταν η οικονομική της κατάσταση ήταν ακόμη ασθενέστατη και η επιχείρηση είχε ακόμη αρνητικό κεφάλαιο. Η εγγύηση, η οποία διήρκεσε μέχρι τον Ιούνιο του 1998, ήταν αναγκαία προκειμένου η επιχείρηση να εξεύρει προσωρινή χρηματοδότηση για τις τακτικές της δραστηριότητες στις αγορές κεφαλαίων, πράγμα το οποίο αποτελούσε προϋπόθεση για τη συνέχιση των δραστηριοτήτων της. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι η ενίσχυση αναδιάρθρωσης συνοδευόταν από σημαντικές συνεισφορές από πλευράς τόσο των πρώην μετόχων (10,4 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα ή 5,2 εκατομμύρια Ecu) και όσο και των νυν (746000 γερμανικά μάρκα ή 373000 Ecu). Σημειώνει επίσης ότι στις αρχές του Αυγούστου 1996, οι πρώην μέτοχοι κατέθεσαν δήλωση υπόταξης απαίτησης για ένα μετοχικό δάνειο 7,2 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (3,6 εκατομμύρια Ecu) και ότι η Gustav Eirich KG, η οποία επίσης ανήκει στους πρώην μετόχους εξέδωσε και αυτή επιστολή υπόταξης για ένα δάνειο 2 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (1 εκατομμύριο Ecu). Επιπλέον, οι πρώην μέτοχοι εισέφεραν τα έσοδα από την πώληση του οικοπέδου, συνολικού ύψους 1,2 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (0,6 εκατομμύρια Ecu) στην επιχείρηση ως τελευταία συνεισφορά για την αναδιάρθρωση. Τον Νοέμβριο του 1996, το προσωπικό, ως νέοι μέτοχοι της επιχείρησης, προσέφεραν άτοκο δάνειο μειωμένης εξασφάλισης 746000 γερμανικών μάρκων (373000 Ecu). Το προσωπικό συγκατατέθηκε σε μία σοβαρή περικοπή των μισθών και του αριθμού των εργαζομένων μέτρα τα οποία συνέβαλαν στη μείωση του εργατικού κόστους κατά 5,2 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα (2,6 εκατομμύρια Ecu) το 1998 σε σχέση με το 1996. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα μέτρα κρατικής ενίσχυσης ήταν ανάλογα προς το κόστος της αναδιάρθρωσης και τις συνεισφορές των μετόχων. 5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Η Επιτροπή θεωρεί ότι το δάνειο και η εγγύηση χορηγήθηκαν παράνομα, κατά παράβαση του άρθρου 93 παράγραφος 3 της συνθήκης. Ωστόσο, λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι ήταν η πρώτη φορά που η Draiswerke έλαβε ενίσχυση αναδιάρθρωσης και ότι το δάνειο που χορήγησαν οι αρχές του Mannheim και η εγγύηση της Lakra ανταποκρίνονται στις προϋποθέσεις που θεσπίζουν οι κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για τις προβληματικές επιχειρήσεις, δηλαδή ότι η ενίσχυση αναδιάρθρωσης θα αποκαταστήσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της επιχείρησης μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, ότι αποφεύγονται αδικαιολόγητες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και ότι είναι ανάλογη προς το κόστος και τα οφέλη της αναδιάρθρωσης. Κατόπιν αυτού, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η κρατική ενίσχυση συνέβαλε στην ανάπτυξη οικονομικών δραστηριοτήτων χωρίς να αλλοιώνει τους όρους των εμπορικών συναλλαγών σε βαθμό που αντίκειται προς το κοινό συμφέρον. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η κρατική ενίσχυση δύναται να θεωρηθεί συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά βάσει του πρώτου μέρους των απαλλαγών του άρθρου 92 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης και του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Η Επιτροπή καλεί τη Γερμανία να παράσχει αναλυτικές ετήσιες εκθέσεις που να αποδεικνύουν την ορθή εφαρμογή του προγράμματος αναδιάρθρωσης, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ: Άρθρο 1 Η κρατική ενίσχυση την οποία χορήγησε η Γερμανία στην Draiswerke υπό μορφή δανείου 0,8 εκατομμυρίων γερμανικών μάρκων (0,4 εκατομμύρια Ecu) εκ μέρους των αρχών της πόλης Mannheim και εγγύησης 50 % εκ μέρους της Lakra κηρύσσεται συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά. Άρθρο 2 Η Γερμανία θα υποβάλει αναλυτικές ετήσιες εκθέσεις προς την Επιτροπή που να αποδεικνύουν την ορθή εφαρμογή του προγράμματος αναδιάρθρωσης. Άρθρο 3 Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Βρυξέλλες, 25 Νοεμβρίου 1998. Για την Επιτροπή Karel VAN MIERT Μέλος της Επιτροπής (1) ΕΕ C 207 της 3.7.1998, σ. 14. (2) ΕΕ C 368 της 23.12.1994, σ. 12. (3) ΕΕ L 107 της 30.4.1996, σ. 4. (4) ΕΕ C 68 της 6.3.1996, σ. 9. (5) Στις επιστολές τους οι τράπεζες έδωσαν ευνοϊκή γνώμη για τις προοπτικές της επιχείρησης. (6) Όπως εξηγείται παρακάτω, η Επιτροπή θεωρεί ότι το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης είναι εφικτό, συνεκτικό και εκτεταμένο και ότι σκοπός του είναι να αποκαταστήσει την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της επιχείρησης μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα. (7) Βλέπε υποσημείωση 2.