Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 02002R0006-20070101

    Consolidated text: Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 6/2002 του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2001 για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2002/6/2007-01-01

    2002R0006 — EL — 01.01.2007 — 002.001


    Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

    ►B

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 6/2002 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 12ης Δεκεμβρίου 2001

    για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα

    (ΕΕ L 003, 5.1.2002, p.1)

    Τροποποιείται από:

     

     

    Επίσημη Εφημερίδα

      No

    page

    date

    ►M1

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριδ 1891/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 18ης Δεκεμβρίου 2006

      L 386

    14

    29.12.2006


    Τροποποιείται από:

    ►A1

    Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λετονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των Συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση

      L 236

    33

    23.9.2003

    ►A2

      L 157

    203

    21.6.2005


    Διορθώνεται από:

    ►C1

    Διορθωτικό, ΕΕ L 179, 9.7.2002, σ. 31  (6/02)




    ▼B

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 6/2002 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 12ης Δεκεμβρίου 2001

    για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα



    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 308,

    την πρόταση της Επιτροπής ( 1 ),

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ( 2 ),

    τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( 3 ),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Ένα ενιαίο σύστημα για την απόκτηση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος στο οποίo χορηγείται ενιαία προστασία με ομοιόμορφα αποτελέσματα σε όλο το έδαφος της Κοινότητας προωθεί την επίτευξη των στόχων της Κοινότητας που καθορίζονται από τη συνθήκη.

    (2)

    Μόνο οι χώρες Μπενελούξ έχουν εισαγάγει ενιαίο νόμο προστασίας των σχεδίων και υποδειγμάτων. Σε όλα τα άλλα κράτη μέλη, η προστασία των σχεδίων και υποδειγμάτων ρυθμίζεται από το εθνικό δίκαιο και περιορίζεται στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους. Ταυτόσημα σχέδια ή υποδείγματα μπορούν να προστατεύονται, συνεπώς, κατά τρόπο διαφορετικό ανάλογα με το κράτος μέλος και επ' ωφελεία διαφορετικών δικαιούχων. Αυτό οδηγεί αναπόφευκτα σε συγκρούσεις κατά τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών.

    (3)

    Οι ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των νομοθεσιών των κρατών μελών που διέπουν τα σχέδια και υποδείγματα παρεμποδίζουν και στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό σε κοινοτικό επίπεδο. Αντιθέτως προς το εσωτερικό εμπόριο των προϊόντων τα οποία ενσωματώνουν ένα σχέδιο ή υπόδειγμα και του ανταγωνισμού μεταξύ των προϊόντων αυτών σε εθνικό επίπεδο, οι συναλλαγές και ο ανταγωνισμός στην Κοινότητα παρεμποδίζονται και στρεβλώνονται από τον μεγάλο αριθμό αιτήσεων, υπηρεσιών, διαδικασιών, νομοθεσιών, αποκλειστικών δικαιωμάτων που περιορίζονται σε μια χώρα καθώς και από τα σωρευμένα διοικητικά έξοδα τα οποία επιφέρουν για τον αιτούντα υψηλά έξοδα και τέλη. Η οδηγία 98/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 1998, για τη νομική προστασία σχεδίων και υποδειγμάτων ( 4 ) συμβάλλει στην αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής.

    (4)

    Ο περιορισμός της προστασίας των σχεδίων ή υποδειγμάτων στο έδαφος των διαφόρων κρατών μελών, ανεξάρτητα αν έχει επέλθει προσέγγιση των νομοθεσιών τους ή όχι, οδηγεί σε κατάτμηση της εσωτερικής αγοράς όσον αφορά προϊόντα που ενσωματώνουν σχέδιο ή υπόδειγμα το οποίο αποτελεί αντικείμενο εθνικών δικαιωμάτων ασκουμένων από διαφορετικά πρόσωπα και, ως εκ τούτου, αποτελεί εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων.

    (5)

    Είναι συνεπώς επιβεβλημένη η δημιουργία κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος που να ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος, διότι μόνο με τον τρόπο αυτό θα καταστεί δυνατή η απόκτηση, με ενιαία αίτηση στο γραφείο εναρμόνισης στην εσωτερική αγορά (σήματα, σχέδια, υποδείγματα) σύμφωνα με μια ενιαία διαδικασία βάσει ενιαίας νομοθεσίας, προστασίας σχεδίου ή υποδείγματος για έναν ενιαίο χώρο που θα περικλείει όλα τα κράτη μέλη.

    (6)

    Δεδομένου ότι οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης, ήτοι ιδίως η προστασία σχεδίου ή υποδείγματος, για έναν ενιαίο χώρο, που θα περικλείει όλα τα κράτη μέλη, είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, λόγω της σπουδαιότητας και των αποτελεσμάτων της δημιουργίας ενός κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος και μιας κοινοτικής αρχής στον τομέα αυτό και δύνανται, συνεπώς, να επιτευχθούν καλλίτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, που διακηρύσσεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

    (7)

    Η ενισχυμένη προστασία της βιομηχανικής αισθητικής έχει ως αποτέλεσμα όχι μόνο να προάγει τη συμβολή μεμονωμένων δημιουργών ώστε να καθιερωθεί η υπεροχή της Κοινότητας στον τομέα αυτό, αλλά επίσης ενθαρρύνει την καινοτομία και την ανάπτυξη νέων προϊόντων και τις επενδύσεις στην παραγωγή τους.

    (8)

    Ένα πιο προσιτό σύστημα προστασίας των σχεδίων και υποδειγμάτων και καλλίτερα προσαρμοσμένο στις ανάγκες της εσωτερικής αγοράς, είναι, ως εκ τούτου, απαραίτητο για την κοινοτική βιομηχανία.

    (9)

    Οι ουσιαστικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού για το δίκαιο περί σχεδίων και υποδειγμάτων, θα πρέπει να ευθυγραμμισθούν με τις αντίστοιχες διατάξεις της οδηγίας 98/71/ΕΚ.

    (10)

    Η τεχνολογική καινοτομία δεν θα πρέπει να παρακωλύεται από τη χορήγηση προστασίας σε χαρακτηριστικά του σχεδίου ή υποδείγματος που υπαγορεύονται αποκλειστικά από μια τεχνική λειτουργία, εξυπακουουμένου ότι αυτό δεν συνεπάγεται ότι ένα σχέδιο ή υπόδειγμα πρέπει να έχει αισθητική αξία. Επιπλέον, η διαλειτουργικότητα των προϊόντων διαφόρων κατασκευαστών δεν θα πρέπει να εμποδίζεται από την επέκταση της προστασίας στα σχέδια και υποδείγματα μηχανικών εξαρτημάτων. Συνεπώς, τα χαρακτηριστικά ενός σχεδίου ή υποδείγματος τα οποία αποκλείονται της προστασίας για τους λόγους αυτούς, δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν σταθμίζεται κατά πόσον άλλα χαρακτηριστικά του εν λόγω σχεδίου ή υποδείγματος πληρούν τους όρους προστασίας.

    (11)

    Τα μηχανικά εξαρτήματα των αρθρωμένων προϊόντων είναι, εν τούτοις, δυνατόν να αποτελούν σημαντικό στοιχείο των καινοτόμων χαρακτηριστικών των αρθρωμένων προϊόντων και να παρουσιάζουν σημαντικό εμπορικό ενδιαφέρον και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να είναι επιλέξιμα για προστασία.

    (12)

    Η προστασία δεν θα πρέπει να επεκτείνεται σε εκείνα τα συστατικά του προϊόντος τα οποία δεν είναι ορατά κατά τη συνήθη χρήση του ούτε στα χαρακτηριστικά του συστατικού τα οποία δεν είναι ορατά όταν το προϊόν συναρμολογείται ή τα οποία δεν θα πληρούσαν αυτά καθαυτά τις προϋποθέσεις νεωτερισμού και ατομικού χαρακτήρα του προϊόντος. Συνεπώς, τα χαρακτηριστικά του σχεδίου ή υποδείγματος τα οποία, για τους λόγους αυτούς, δεν είναι δεκτικά προστασίας, δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν σταθμίζεται κατά πόσον άλλα χαρακτηριστικά του εν λόγω σχεδίου ή υποδείγματος πληρούν τους όρους προστασίας.

    (13)

    Η οδηγία 98/71/ΕΚ δεν επιτρέπει την πλήρη προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί της χρήσεως προστατευόμενων σχεδίων ή υποδειγμάτων για την επισκευή σύνθετου προϊόντος με σκοπό την αποκατάσταση της αρχικής του εμφάνισης, όταν το σχέδιο ή το υπόδειγμα εφαρμόζεται ή ενσωματώνεται σε προϊόν που αποτελεί συστατικό σύνθετου προϊόντος από την εμφάνιση του οποίου εξαρτάται το προστατευόμενο σχέδιο ή υπόδειγμα. Στο πλαίσιο της διαδικασίας συνδιαλλαγής σχετικά με την εν λόγω οδηγία, η Επιτροπή ανέλαβε να αναλύσει τον αντίκτυπο των διατάξεων της εν λόγω οδηγίας τρία χρόνια μετά τη λήξη της προθεσμίας μεταφοράς της στα εθνικά δίκαια, ιδίως όσον αφορά τον αντίκτυπό τους στους οικείους βιομηχανικούς τομείς. Υπό τις συνθήκες αυτές, θα πρέπει να μην προστατεύεται ως κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα, το σχέδιο ή το υπόδειγμα που εφαρμόζεται ή ενσωματώνεται σε προϊόν που αποτελεί συστατικό σύνθετου προϊόντος από του οποίου την εμφάνιση εξαρτάται το σχέδιο ή το υπόδειγμα, και το οποίο χρησιμοποιείται για να καταστήσει δυνατή την επισκευή σύνθετου προϊόντος προς αποκατάσταση της αρχικής του εμφάνισης, μέχρις ότου το Συμβούλιο, προτάσει της Επιτροπής, καθορίσει την πολιτική του επί του θέματος.

    (14)

    Η εκτίμηση του κατά πόσον ένα σχέδιο ή υπόδειγμα έχει ατομικό χαρακτήρα θα πρέπει να βασίζεται στο κατά πόσο η συνολική εντύπωση που προκαλεί στον ενημερωμένο χρήστη διαφέρει από αυτήν που του προκαλεί οποιοδήποτε άλλο από το σύνολο των υπαρχόντων σχεδίων ή υποδειγμάτων, λαμβανομένης υπόψη της φύσης του προϊόντος στο οποίο έχει εφαρμοσθεί ή ενσωματωθεί το σχέδιο ή το υπόδειγμα, και, ιδίως, του βιομηχανικού κλάδου στον οποίο εντάσσεται και του βαθμού της ελευθερίας του δημιουργού κατά την εκπόνηση του σχεδίου ή υποδείγματος.

    (15)

    Το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα θα πρέπει, όσο το δυνατόν περισσότερο, να εξυπηρετεί τις ανάγκες όλων των βιομηχανικών κλάδων στην Κοινότητα.

    (16)

    Μερικοί από αυτούς τους κλάδους παράγουν μεγάλο αριθμό σχεδίων και υποδειγμάτων για προϊόντα που συχνά έχουν σύντομη ζωή στην αγορά, για τα οποία η προστασία χωρίς την υποχρεωτική τήρηση των διατυπώσεων καταχώρισης είναι πλεονέκτημα και η διάρκεια προστασίας μικρότερης σημασίας. Αντίθετα, υπάρχουν κλάδοι οι οποίοι εκτιμούν τα πλεονεκτήματα της καταχώρισης λόγω του υψηλότερου βαθμού ασφάλειας δικαίου που παρέχει και ζητούν να απολαύουν προστασία μεγαλύτερης διάρκειας, ανάλογη με την προβλεπόμενη διάρκεια ζωής των προϊόντων τους στην αγορά.

    (17)

    Η κατάσταση αυτή απαιτεί δύο μορφές προστασίας, ήτοι προστασία για ένα βραχυπρόθεσμο μη καταχωρισμένο σχέδιο ή υπόδειγμα και προστασία για ένα άλλο μακροπρόθεσμο καταχωρισμένο σχέδιο ή υπόδειγμα.

    (18)

    Το καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα απαιτεί τη δημιουργία και την τήρηση ενός μητρώου στο οποίο θα καταχωρίζονται όλες οι αιτήσεις που πληρούν τις τυπικές προϋποθέσεις και στις οποίες έχει δοθεί ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης καταχώρησης. Το εν λόγω σύστημα καταχώρισης δεν θα πρέπει κατ' αρχήν να βασίζεται σε εξέταση, η οποία θα αποβλέπει να προσδιορίσει πριν από την καταχώρηση, εάν το σχέδιο ή υπόδειγμα πληροί τους όρους προστασίας, μειώνοντας έτσι στο ελάχιστο τη διαδικασία καταχώρισης και τις άλλες διαδικαστικές ενέργειες στις οποίες υποβάλλεται ο αιτών.

    (19)

    Για να είναι έγκυρο, το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα θα πρέπει να εγκρίνεται μόνο εφόσον είναι νέο, και εφόσον διαθέτει ατομικό χαρακτήρα σε σύγκριση με άλλα σχέδια και υποδείγματα.

    (20)

    Είναι επίσης απαραίτητο να επιτρέπεται στο δημιουργό ή τον εξ αυτού έλκοντα δικαίωμα να δοκιμάζει στην αγορά προϊόντα που ενσωματώνουν το σχέδιο ή υπόδειγμα, πριν αποφασίσει αν επιθυμεί την προστασία που παρέχεται από την κοινοτική καταχώρηση. Για τον σκοπό αυτό, είναι ανάγκη να προβλεφθεί ότι η γνωστοποίηση του σχεδίου ή υποδείγματος, στην οποία προβαίνει ο δημιουργός ή ο εξ αυτού έλκων δικαίωμα, ή η καταχρηστική γνωστοποίηση, κατά το δωδεκάμηνο που προηγείται της ημερομηνίας κατάθεσης της αίτησης για καταχώριση, δεν θα πρέπει να επηρεάζουν την αξιολόγηση του νεωτερισμού ή του ατομικού χαρακτήρα του συγκεκριμένου σχεδίου ή υποδείγματος.

    (21)

    Η αποκλειστική φύση του δικαιώματος το οποίο απορρέει από το καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα ανταποκρίνεται στην ανάγκη μεγαλύτερης ασφάλειας δικαίου. Αντιθέτως, το μη καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα θα πρέπει να συνιστά δικαίωμα μόνο για την αποφυγή της αντιγραφής. Συνεπώς, δεν είναι δυνατόν να επεκτείνεται η προστασία σε προϊόντα στα οποία εφαρμόζονται σχέδια ή υποδείγματα απορρέοντα από σχέδιο ή υπόδειγμα που αποτελεί ανεξάρτητη σύλληψη δεύτερου δημιουργού. Το δικαίωμα αυτό θα πρέπει επίσης να επεκτείνεται στο εμπόριο προϊόντων στα οποία εφαρμόζονται σχέδια ή υποδείγματα που αποτελούν προϊόν παράβασης.

    (22)

    Τα μέτρα για την εξασφάλιση της άσκησης αυτών των δικαιωμάτων εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του εθνικού νομοθέτη. Είναι συνεπώς αναγκαίο να προβλέπονται ορισμένες βασικές ενιαίες κυρώσεις σε όλα τα κράτη μέλη. Οι κυρώσεις αυτές θα πρέπει να καθιστούν δυνατή, όποιο και αν είναι το επιληφθέν δικαστήριο, την παύση των παραβάσεων.

    (23)

    Οιοσδήποτε τρίτος ο οποίος μπορεί να αποδείξει ότι είχε αρχίσει να χρησιμοποιεί καλόπιστα έστω και στο εμπόριο, εντός της Κοινότητας —ή είχε προβεί σε σοβαρές και αποτελεσματικές προπαρασκευαστικές ενέργειες προς τούτο— σχέδιο ή υπόδειγμα το οποίο περιλαμβάνεται στην εμβέλεια της προστασίας καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, και το οποίο δεν αποτελεί αντιγραφή του τελευταίου τούτου, έχει δικαίωμα περιορισμένης εκμετάλλευσης του εν λόγω σχεδίου ή υποδείγματος.

    (24)

    Αποτελεί θεμελιώδη στόχο του παρόντος κανονισμού η διαδικασία που ακολουθείται για την καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος να συνεπάγεται ελάχιστο κόστος και δυσχέρειες για τον αιτούντα, ώστε να καθίσταται προσιτή και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς και στους ανεξάρτητους δημιουργούς.

    (25)

    Οι κλάδοι της βιομηχανίας που παράγουν μεγάλο αριθμό ενδεχομένως βραχύβιων σχεδίων και υποδειγμάτων μέσα σε σύντομα χρονικά διαστήματα, από τα οποία ενδεχομένως μόνο μερικά διατίθενται στο εμπόριο, θα θεωρήσουν προσφορότερη τη χρήση μη καταχωρισμένων κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων. Για τους κλάδους αυτούς είναι ανάγκη να μπορούν να καταφεύγουν ευκολότερα στα καταχωρισμένα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα. Κατά συνέπεια, η δυνατότητα συνδυασμού περισσοτέρων σχεδίων και υποδειγμάτων σε μία πολλαπλή αίτηση ανταποκρίνεται στην ανάγκη αυτή. Εντούτοις, τα σχέδια ή υποδείγματα που περιλαμβάνονται σε πολλαπλή αίτηση μπορούν να εξετάζονταιανεξάρτητα το ένα του άλλου όσον αφορά την εφαρμογή, τις άδειες εκμετάλλευσης, τα εμπράγματα δικαιώματα, την αναγκαστική εκτέλεση, τις διαδικασίες αφερεγγυότητας, την παραίτηση, την ανανέωση, την εκχώρηση, την αναστολή της δημοσίευσης ή την κήρυξη της ακυρότητας.

    (26)

    Η συνήθης δημοσίευση που ακολουθεί την καταχώριση ενός κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος μπορεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, να ματαιώσει ή να διακυβεύσει την επιτυχία του εμπορικού εγχειρήματος στο οποίο περιλαμβάνεται το σχέδιο ή υπόδειγμα. Συνεπώς, η δυνατότητα αναστολής της δημοσίευσης για ένα εύλογο χρονικό διάστημα αποτελεί λύση σε τέτοιες περιπτώσεις.

    (27)

    Η εξέταση προσφυγών περί ακυρότητας ενός καταχωρημένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος από ένα όργανο, θα οδηγήσει σε εξοικονόμηση χρόνου και χρήματος σε σύγκριση με τις διαδικασίες ενώπιον διαφορετικών εθνικών δικαστηρίων.

    (28)

    Είναι, συνεπώς, αναγκαίο να προβλεφθούν εχέγγυα που θα περιλαμβάνουν δικαίωμα προσφυγής ενώπιον ενός συμβουλίου προσφυγών και, ως ύστατο μέσο, ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Μια τέτοια λύση θα προωθήσει την ομοιόμορφη ερμηνεία των προϋποθέσεων κύρους των κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων.

    (29)

    Είναι ουσιώδες τα δικαιώματα που παρέχει κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα να μπορούν να ασκούνται κατά τρόπο αποτελεσματικό σε ολόκληρο το έδαφος της Κοινότητας.

    (30)

    Το σύστημα επίλυσης των δικαστικών διαφορών θα πρέπει να αποφεύγει, στο μέτρο του δυνατού, την άγρα αρμόδιου δικαστηρίου (forum shopping). Απαιτείται, συνεπώς, η θέσπιση σαφών κανόνων διεθνούς δικαιοδοσίας.

    (31)

    Ο παρών κανονισμός δεν αποκλείει την εφαρμογή, σε σχέδια ή υποδείγματα που προστατεύονται ως κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα, των νόμων περί βιομηχανικής ιδιοκτησίας ή άλλων συναφών νόμων των κρατών μελών, όπως εκείνων που αφορούν την προστασία σχεδίων ή υποδειγμάτων με καταχώριση ή εκείνων που αφορούν μη καταχωρισμένα σχέδια ή υποδείγματα, εμπορικά σήματα, διπλώματα ευρεσιτεχνίας και υποδείγματα χρησιμότητας, αθέμιτο ανταγωνισμό ή αστική ευθύνη.

    (32)

    Ελλείψει πλήρους εναρμόνισης του δικαιώματος του δημιουργού, είναι σημαντικό να θεσπισθεί η αρχή της σώρευσης της ειδικής προστασίας των κοινοτικών σχεδίων ή υποδειγμάτων με την προστασία, δυνάμει του δικαιώματος του δημιουργού, αφήνοντας τα κράτη μέλη ελεύθερα να καθορίσουν την έκταση της προστασίας δυνάμει του δικαιώματος του δημιουργού και τις προϋποθέσεις σύμφωνα με τις οποίες αυτή παρέχεται.

    (33)

    Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή ( 5 ),

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:



    ΤΙΤΛΟΣ I

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 1

    Κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα

    1.  Τα σχέδια και υποδείγματα τα οποία πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπει ο παρών κανονισμός, αναφέρονται εφεξής ως «κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα».

    2.  Τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα προστατεύονται:

    α) ως «μη καταχωρισμένα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα», εάν έχουν διατεθεί στο κοινό, υπό τους όρους που προβλέπει ο παρών κανονισμός,

    β) ως «καταχωρισμένα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα», εάν έχουν καταχωρισθεί, υπό τους όρους που προβλέπει ο παρών κανονισμός.

    3.  Το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα έχει ενιαίο χαρακτήρα. Παράγει τα αυτά αποτελέσματα σε ολόκληρη την Κοινότητα. Δεν δύναται να καταχωρείται, να μεταβιβάζεται, να γίνεται αντικείμενο παραίτησης ή απόφασης περί ακυρότητας ούτε να απαγορεύεται η χρήση του, παρά μόνο σε ολόκληρη την Κοινότητα. Η αρχή αυτή εφαρμόζεται πλην αντιθέτου διατάξεως του παρόντος κανονισμού.

    Άρθρο 2

    Γραφείο

    Το γραφείο εναρμόνισης στην εσωτερική αγορά (σήματα, σχέδια, υποδείγματα), εφεξής καλούμενο «Γραφείο», το οποίο ιδρύθηκε δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα ( 6 ), που καλείται εφεξής «κανονισμός για το κοινοτικό σήμα», επιτελεί το έργο που του ανατίθεται από τον παρόντα κανονισμό.



    ΤΙΤΛΟΣ II

    ΔΙΚΑΙΟ ΠΕΡΙ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΩΝ



    Τμήμα 1

    Όροι προστασίας

    Άρθρο 3

    Ορισμοί

    Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

    α) «σχέδιο ή υπόδειγμα»: η εικόνα την οποία παρουσιάζει το σύνολο ή μέρος ενός προϊόντος η οποία προκύπτει από τα χαρακτηριστικά του, και ιδίως από τη γραμμή, το περίγραμμα, το χρώμα, το σχήμα, την υφή ή/και τα υλικά του ίδιου του προϊόντος ή/και της διακόσμησης που φέρει,

    β) «προϊόν»: κάθε βιομηχανικό αντικείμενο ή χειροτέχνημα, περιλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των εξαρτημάτων που προορίζονται για συναρμολόγηση σε ένα σύνθετο προϊόν, της συσκευασίας και της παρουσίασης, των γραφικών συμβόλων και των τυπογραφικών στοιχείων, αποκλειομένων όμως των προγραμμάτων ηλεκτρονικού υπολογιστή,

    γ) «σύνθετο προϊόν»: το προϊόν που αποτελείται από πολλά συστατικά δυνάμενα να αντικατασταθούν, επιτρέποντας την αποσυναρμολόγηση και την επανασυναρμολόγηση του προϊόντος.

    Άρθρο 4

    Προϋποθέσεις προστασίας

    1.  Το σχέδιο ή υπόδειγμα προστατεύεται ως κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα εφόσον είναι νέο και έχει ατομικό χαρακτήρα.

    2.  Το σχέδιο ή υπόδειγμα που εφαρμόζεται ή ενσωματώνεται σε ένα προϊόν το οποίο αποτελεί συστατικό σύνθετου προϊόντος λογίζεται ότι είναι νέο και έχει ατομικό χαρακτήρα μόνο εάν:

    α) το συστατικό, αφού ενσωματωθεί στο σύνθετο προϊόν, παραμένει ορατό κατά τη συνήθη χρήση του προϊόντος, και

    β) τα ορατά χαρακτηριστικά του συστατικού πληρούν, αυτά καθαυτά, τις προϋποθέσεις ως προς το νεωτερισμό και τον ατομικό χαρακτήρα.

    3.  Ως «συνήθης χρήση» κατά την έννοια της παραγράφου 2, στοιχείο α), νοείται η χρήση από τον τελικό καταναλωτή, εκτός από τις εργασίες συντήρησης, εξυπηρέτησης ή επισκευής.

    Άρθρο 5

    Νεωτερισμός

    1.  Ένα σχέδιο ή υπόδειγμα θεωρείται νέο εάν δεν έχει διατεθεί στο κοινό ταυτόσημο σχέδιο ή υπόδειγμα:

    α) στην περίπτωση μη καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, πριν από την ημερομηνία κατά την οποία το σχέδιο ή το υπόδειγμα για το οποίο διεκδικείται προστασία διατέθηκε για πρώτη φορά στο κοινό,

    β) στην περίπτωση καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης για την καταχώριση ή, αν διεκδικείται προτεραιότητα, πριν από την ημερομηνία προτεραιότητας.

    2.  Τα σχέδια ή υποδείγματα λογίζονται ως ταυτόσημα αν τα χαρακτηριστικά τους διαφέρουν μόνο σε επουσιώδεις λεπτομέρειες.

    Άρθρο 6

    Ατομικός χαρακτήρας

    1.  Ένα σχέδιο ή υπόδειγμα θεωρείται ότι παρουσιάζει ατομικό χαρακτήρα εάν η συνολική εντύπωση που προκαλεί στον ενημερωμένο καταναλωτή διαφέρει από τη συνολική εντύπωση που προκαλεί στον εν λόγω καταναλωτή κάθε σχέδιο ή υπόδειγμα που έχει διατεθεί στο κοινό:

    α) στην περίπτωση μη καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, πριν από την ημερομηνία κατά την οποία το σχέδιο ή το υπόδειγμα για το οποίο διεκδικείται προστασία διατέθηκε για πρώτη φορά στο κοινό,

    β) στην περίπτωση καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης για την καταχώριση ή, εάν διεκδικείται προτεραιότητα, πριν από την ημερομηνία προτεραιότητας.

    2.  Προκειμένου να εκτιμηθεί ο ατομικός χαρακτήρας, λαμβάνεται υπόψη ο βαθμός της ελευθερίας του δημιουργού κατά την εκπόνηση του σχεδίου ή υποδείγματος.

    Άρθρο 7

    Γνωστοποίηση

    1.  Για την εφαρμογή των άρθρων 5 και 6, ένα σχέδιο ή υπόδειγμα θεωρείται ότι έχει διατεθεί στο κοινό αν έχει δημοσιευθεί κατόπιν καταχώρισής του ή με άλλον τρόπο, ή έχει εκτεθεί, έχει χρησιμοποιηθεί στο εμπόριο ή κατέστη γνωστό με άλλο τρόπο, πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) και στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β), κατά περίπτωση, εκτός εάν τα γεγονότα αυτά λογικά δεν θα ήταν δυνατόν να γίνουν γνωστά κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων στους ειδικευμένους κύκλους του συγκεκριμένου κλάδου οι οποίοι δραστηριοποιούνται εντός της Κοινότητας. Ωστόσο, δεν θεωρείται ότι το σχέδιο ή το υπόδειγμα έχει διατεθεί στο κοινό μόνο και μόνο επειδή διατέθηκε σε τρίτον με τη ρητή ή σιωπηρή προϋπόθεση να παραμείνει απόρρητο.

    2.  Η γνωστοποίηση δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για την εφαρμογή των άρθρων 5 και 6, αν ένα σχέδιο ή υπόδειγμα για το οποίο ζητείται προστασία στο πλαίσιο ενός καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος έχει διατεθεί στο κοινό:

    α) από το δημιουργό, τον έλκοντα εξ αυτού δικαίωμα ή τρίτο πρόσωπο συνεπεία παρασχεθείσας πληροφορίας ή ενέργειας στην οποία προέβη ο δημιουργός ή ο εξ αυτού έλκων δικαίωμα, και

    β) κατά τους 12 μήνες που προηγούνται της ημερομηνίας κατάθεσης της αίτησης καταχώρισης ή, αν διεκδικείται προτεραιότητα, κατά την ημερομηνία προτεραιότητας.

    3.  Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται επίσης στην περίπτωση όπου το σχέδιο ή υπόδειγμα διατέθηκε στο κοινό συνεπεία καταχρηστικής συμπεριφοράς όσον αφορά το δημιουργό ή τον εξ αυτού έλκοντα δικαίωμα.

    Άρθρο 8

    Σχέδια και υποδείγματα υπαγορευόμενα από την τεχνική λειτουργία τους και σχέδια ή υποδείγματα διασυνδέσεων

    1.  Κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα δεν παρέχει δικαιώματα επί των χαρακτηριστικών της εμφάνισης ενός προϊόντος, τα οποία υπαγορεύονται αποκλειστικά από την τεχνική λειτουργία του.

    2.  Κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα δεν παρέχει δικαιώματα επί των χαρακτηριστικών της εμφάνισης ενός προϊόντος, τα οποία πρέπει υποχρεωτικώς να αναπαράγονται με την ακριβή μορφή και τις διαστάσεις τους ώστε το προϊόν στο οποίο ενσωματώνεται ή εφαρμόζεται το σχέδιο ή υπόδειγμα να μπορεί να συνδέεται μηχανικά με άλλο προϊόν ή να τοποθετείται εντός, γύρω ή επάνω σε άλλο προϊόν ώστε κάθε ένα από αυτά να μπορεί να επιτελεί τη λειτουργία του.

    3.  Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 2, κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα, παρέχει δικαιώματα επί σχεδίου ή υποδείγματος το οποίο πληροί τις προϋποθέσεις των άρθρων 5 και 6, το οποίο καθιστά δυνατή την πολλαπλή συναρμολόγηση ή σύνδεση αμοιβαίως υποκαταστάσιμων προϊόντων σε ένα σύστημα δομοστοιχείων.

    Άρθρο 10

    Σχέδια ή υποδείγματα αντιβαίνοντα προς τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη

    Κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα δεν παρέχει δικαιώματα επί σχεδίου ή υποδείγματος αντιβαίνοντος προς τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη.



    Τμήμα 2

    Έκταση και διάρκεια της προστασίας

    Άρθρο 10

    Έκταση της προστασίας

    1.  Η προστασία που παρέχει το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα εκτείνεται σε οποιοδήποτε σχέδιο ή υπόδειγμα το οποίο δεν προκαλεί στον ενημερωμένο χρήστη διαφορετική συνολική εντύπωση.

    2.  Προκειμένου να εκτιμάται η έκταση της προστασίας, λαμβάνεται υπόψη ο βαθμός της ελευθερίας του δημιουργού κατά την εκπόνηση του σχεδίου ή υποδείγματος.

    Άρθρο 11

    Διάρκεια προστασίας του μη καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος

    1.  Το σχέδιο ή υπόδειγμα που πληροί τις προϋποθέσεις του τμήματος 1 προστατεύεται ως μη καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα επί μία τριετία που αρχίζει από την ημερομηνία κατά την οποία διατέθηκε για πρώτη φορά στο κοινό εντός της Κοινότητας.

    2.  Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, θεωρείται ότι ένα σχέδιο ή υπόδειγμα διατέθηκε στο κοινό εντός της Κοινότητας εάν δημοσιεύθηκε, εκτέθηκε, χρησιμοποιήθηκε στο εμπόριο ή κατέστη γνωστό με άλλο τρόπο, έτσι ώστε, κατά τη συνήθη πορεία των επιχειρηματικών εργασιών, τα γεγονότα αυτά θα μπορούσαν ευλόγως να καταστούν γνωστάστους ειδικευμένους κύκλους του συγκεκριμένου κλάδου οι οποίοι δραστηριοποιούνται εντός της Κοινότητας. Ωστόσο, δεν θεωρείται ότι το σχέδιο ή το υπόδειγμα έχει διατεθεί στο κοινό μόνο και μόνο επειδή διατέθηκε σε τρίτον με τη ρητή ή σιωπηρή προϋπόθεση να παραμείνει απόρρητο.

    Άρθρο 12

    Διάρκεια προστασίας του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος

    Με την καταχώρισή του από το Γραφείο, ένα σχέδιο ή υπόδειγμα που πληροί τις προϋποθέσεις του τμήματος 1, προστατεύεται ως καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα για μια πενταετία από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης καταχώρισης. Ο δικαιούχος δύναται να παρατείνει τη διάρκεια προστασίας για μία ή περισσότερες περιόδους πέντε ετών, με όριο τα 25 έτη από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης.

    Άρθρο 13

    Ανανέωση καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος

    1.  Η καταχώριση του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ανανεώνεται κατ' αίτηση του δικαιούχου ή κάθε προσώπου ρητά εξουσιοδοτημένου από αυτόν, εφόσον έχει καταβληθεί το τέλος ανανέωσης.

    2.  Το Γραφείο ενημερώνει έγκαιρα, πριν από τη λήξη ισχύος της καταχώρισης, τον δικαιούχο καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος και κάθε κάτοχο δικαιώματος επ' αυτού του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος εγγεγραμένου στο μητρώο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, που αναφέρεται στο άρθρο 72, εφεξής αποκαλούμενο «Μητρώο». Αν δεν γίνει αυτή η ενημέρωση, το Γραφείο δεν υπέχει ευθύνη.

    3.  Η αίτηση για ανανέωση υποβάλλεται και το τέλος ανανέωσης καταβάλλεται εντός προθεσμίας έξι μηνών, η οποία λήγει την τελευταία ημέρα του μηνός κατά τον οποίο λήγει η προστασία. Σε περίπτωση παράλειψης, η αίτηση μπορεί να υποβάλλεται και το τέλος να καταβάλλεται εντός συμπληρωματικής προθεσμίας έξι μηνών από την επόμενη της ημέρας που αναφέρεται στην πρώτη φράση, υπό την επιφύλαξη ότι θα καταβληθεί πρόσθετο τέλος εντός αυτής της συμπληρωματικής προθεσμίας.

    4.  Η ανανέωση ισχύει από την επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία λήγει η καταχώριση. Η ανανέωση καταχωρίζεται στο Μητρώο.



    Τμήμα 3

    Δικαίωμα επί κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος

    Άρθρο 14

    Δικαίωμα επί κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος

    1.  Δικαίωμα σε κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα έχει ο δημιουργός ή ο εξ αυτού έλκων δικαίωμα.

    2.  Εάν ένα σχέδιο ή υπόδειγμα έχει γίνει από κοινού από πλείονα πρόσωπα, το δικαίωμα στο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα ανήκει σε όλους από κοινού.

    3.  Ωστόσο, όταν το σχέδιο ή υπόδειγμα έχει γίνει από μισθωτό κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ή σύμφωνα με τις οδηγίες του εργοδότη του, το δικαίωμα επί του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ανήκει στον εργοδότη, εκτός αντίθετου συμφωνίας ή διάταξης της εφαρμοστέας εθνικής νομοθεσίας.

    Άρθρο 15

    Διεκδίκηση του δικαιώματος επί του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος

    1.  Εάν ένα μη καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα διατεθεί στο κοινό ή διεκδικηθεί από μη δικαιούχο βάσει του άρθρου 14, ή εάν ένα καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα κατατέθηκε ή καταχωρήθηκε επ' ονόματι μη δικαιούχου, ο δικαιούχος βάσει του εν λόγω άρθρου δύναται να διεκδικεί την αναγνώρισή του ως νομίμου δικαιούχου του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, με την επιφύλαξη άλλων δικαιωμάτων ή αγωγών.

    2.  Ο έχων από κοινού με άλλον δικαίωμα επί κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος δύναται να διεκδικεί την αναγνώρισή του ως συνδικαιούχου σύμφωνα με την παράγραφο 1.

    3.  Οι αγωγές οι οποίες αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 παραγράφονται εντός τριών ετών από την ημερομηνία δημοσίευσης καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ή από την ημερομηνία κατά την οποία το μη καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα διατέθηκε στο κοινό. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται εάν ο μη δικαιούχος του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ήταν κακόπιστος κατά το χρόνο της κατάθεσης ή της προς αυτόν μεταβίβασης του σχεδίου ή του υποδείγματος ή κατά το χρόνο κατά τον οποίο το εν λόγω σχέδιο ή υπόδειγμα διατέθηκε στο κοινό.

    4.  Στην περίπτωση καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, αναγράφονται στο Μητρώο, τα ακόλουθα στοιχεία:

    α) μνεία ότι έχει κινηθεί νόμιμη διαδικασία δυνάμει της παραγράφου 1,

    β) η απόφαση με ισχύ δεδικασμένου που αφορά τη νόμιμη διαδικασία ή οποιοσδήποτε άλλος τρόπος περάτωσης της διαδικασίας,

    γ) οιαδήποτε μεταβολή της κυριότητας επί του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος απορρέουσα από την απόφαση με ισχύ δεδικασμένου.

    Άρθρο 16

    Συνέπειες της απόφασης περί του δικαιούχου καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος

    1.  Σε περίπτωση πλήρους μεταβολής της κυριότητας επί ενός καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος συνεπεία νόμιμης διαδικασίας που κινήθηκε βάσει του άρθρου 15, παράγραφος 1, οι άδειες εκμετάλλευσης και τα άλλα δικαιώματα παύουν να ισχύουν από την καταχώριση του δικαιούχου στο Μητρώο.

    2.  Εάν, πριν από την καταχώριση στο Μητρώο της έναρξης νόμιμης διαδικασίας βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 1, ο δικαιούχος του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ή ο κάτοχος άδειας εκμετάλλευσης έχει εκμεταλλευθεί το σχέδιο ή υπόδειγμα εντός της Κοινότητας ή έχει προβεί σε σοβαρές και αποτελεσματικές προπαρασκευαστικές ενέργειες προς το σκοπό αυτό, μπορεί να συνεχίσει την εν λόγω εκμετάλλευση, υπό τον όρο ότι θα ζητήσει, εντός της προθεσμίας που προβλέπει ο εκτελεστικός κανονισμός, μη αποκλειστική άδεια εκμετάλλευσης από τον νέο δικαιούχο, ο οποίος έχει καταχωρισθεί στο Μητρώο. Η άδεια χορηγείται για εύλογο χρονικό διάστημα και υπό εύλογους όρους.

    3.  Η παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται εάν ο δικαιούχος του καταχωρημένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ή ο κάτοχος άδειας εκμετάλλευσης ενήργησε κακόπιστα κατά το χρόνο έναρξης της εκμετάλλευσης ή των σχετικών προπαρασκευαστικών ενεργειών για τον σκοπό αυτό.

    Άρθρο 17

    Τεκμήριο υπέρ του δικαιούχου που έχει καταχωρηθεί

    Το πρόσωπο στο όνομα του οποίου έχει καταχωρισθεί το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα ή, πριν από την καταχώριση, το πρόσωπο στο όνομα του οποίου έχει κατατεθεί η αίτηση καταχώρισης κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, θεωρείται ως ο δικαιούχος για οποιαδήποτε διαδικασία ενώπιον του Γραφείου, καθώς και για οποιαδήποτε άλλη διαδικασία.

    Άρθρο 18

    Δικαίωμα μνείας του δημιουργού

    Ο δημιουργός του σχεδίου ή υποδείγματος έχει δικαίωμα, έναντι του υποβάλλοντος την αίτηση για καταχώριση ή του δικαιούχου καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, να μνημονεύεται ως έχων αυτή την ιδιότητα ενώπιον του Γραφείου και στο Μητρώο. Αν το σχέδιο ή υπόδειγμα είναι αποτέλεσμα συλλογικής εργασίας, η μνεία της ομάδας αντικαθιστά τη μνεία του ονόματος του δημιουργού.



    Τμήμα 4

    Αποτελέσματα του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος

    Άρθρο 19

    Δικαιώματα που παρέχει το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα

    1.  Το καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα παρέχει στο δικαιούχο του δικαίωμα αποκλειστικής χρήσεως και δικαίωμα να απαγορεύει σε οιονδήποτε τρίτο τη χρήση χωρίς τη συγκατάθεσή του. Κατά την έννοια της παρούσας διάταξης, ως χρήση νοείται ιδίως η κατασκευή, προσφορά, η διάθεση στην αγορά, η εισαγωγή, η εξαγωγή ή η χρήση προϊόντος στο οποίο είναι ενσωματωμένο ή εφαρμόζεται το σχέδιο ή υπόδειγμα, καθώς και αποθεματοποίηση του προϊόντος για τους σκοπούς αυτούς.

    2.  Το μη καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα παρέχει στο δικαιούχο του το δικαίωμα απαγόρευσης των πράξεων της παραγράφου 1, μόνον εάν η αμφισβητούμενη χρήση απορρέει από αντίγραφο του προστατευόμενου σχεδίου ή υποδείγματος.

    Δεν θεωρείται ότι η αμφισβητούμενη χρήση απορρέει από αντίγραφο προστατευόμενου σχεδίου ή υποδείγματος, εάν το αντίγραφο προέκυψε από ανεξάρτητη δημιουργική εργασία δημιουργού για τον οποίο εύλογο είναι να θεωρείται ότι δεν γνώριζε το σχέδιο ή το υπόδειγμα το οποίο ο δικαιούχος διέθεσε στο κοινό.

    3.  Η παράγραφος 2 ισχύει και για το καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα του οποίου έχει αναβληθεί η δημοσίευση, μέχρις ότου διατεθούν στο κοινό σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 4, οι δέουσες εγγραφές στο Μητρώο και ο φάκελος.

    Άρθρο 20

    Περιορισμός των δικαιωμάτων που παρέχει το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα

    1.  Τα δικαιώματα που παρέχει το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα δεν πρέπει να ασκούνται:

    α) σε ιδιωτικές πράξεις που γίνονται για μη εμπορικούς σκοπούς,

    β) σε πράξεις που γίνονται για πειραματικούς σκοπούς,

    γ) σε πράξεις αναπαραγωγής του σχεδίου ή υποδείγματος χάριν παραδείγματος ή διδασκαλίας, εφόσον αυτές οι πράξεις δεν αντίκεινται στα συναλλακτικά ήθη, δεν βλάπτουν παρανόμως τη συνήθη εκμετάλλευση του σχεδίου ή υποδείγματος και εφόσον μνημονεύεται η πηγή από την οποία ελήφθησαν.

    2.  Εξάλλου, τα δικαιώματα που παρέχει το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα δεν πρέπει να ασκούνται:

    α) στον εξοπλισμό πλοίων και αεροσκαφών εγγεγραμμένων σε τρίτη χώρα, όταν αυτά εισέρχονται προσωρινά στο έδαφος της Κοινότητας,

    β) στην εισαγωγή στην Κοινότητα ανταλλακτικών και εξαρτημάτων με σκοπό την επισκευή των εν λόγω πλοίων και αεροσκαφών,

    γ) στην εκτέλεση επισκευών επ' αυτών.

    Άρθρο 21

    Ανάλωση δικαιωμάτων

    Τα δικαιώματα που παρέχει ένα κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα δεν εκτείνονται στις πράξεις που αφορούν προϊόν στο οποίο έχει ενσωματωθεί ή επί του οποίου έχει εφαρμοσθεί σχέδιο ή υπόδειγμα που προστατεύεται ως κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα, όταν το προϊόν έχει διατεθεί στην αγορά, στο έδαφος της Κοινότητας από τον δικαιούχο του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ή με τη συγκατάθεσή του.

    Άρθρο 22

    Δικαιώματα λόγω προγενέστερης χρήσης καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος

    1.  Δικαίωμα βασιζόμενο σε προγενέστερη χρήση μπορεί να επικαλείται κάθε τρίτος ο οποίος αποδεικνύει ότι, πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης, ή, εάν διεκδικείται προτεραιότητα, πριν από την ημερομηνία προτεραιότητας, είχε αρχίσει να χρησιμοποιεί καλόπιστα εντός της Κοινότητας —ή είχε προβεί σε σοβαρές και αποτελεσματικές προπαρασκευαστικές ενέργειες προς τούτο— σχέδιο ή υπόδειγμα το οποίο περιλαμβάνεται στο πεδίο προστασίας καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, και το οποίο δεν αποτελεί αντιγραφή του τελευταίου τούτου.

    2.  Το δικαίωμα που βασίζεται σε προγενέστερη χρήση δίνει στον εν λόγω τρίτο τη δυνατότητα να εκμεταλλεύεται το σχέδιο ή το υπόδειγμα για τους σκοπούς για τους οποίους είχε αρχίσει να το χρησιμοποιεί ή είχε προβεί σε σοβαρές και αποτελεσματικές προπαρασκευαστικές ενέργειες πριν από την ημερομηνία κατάθεσης ή πριν από την ημερομηνία προτεραιότητας του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος.

    3.  Το δικαίωμα που βασίζεται σε προγενέστερη χρήση δεν παρέχει τη δυνατότητα χορήγησης άδειας εκμετάλλευσης του σχεδίου ή υποδείγματος σε άλλο πρόσωπο.

    4.  Το δικαίωμα που βασίζεται σε προγενέστερη χρήση μεταβιβάζεται μόνον εάν ο οικείος τρίτος είναι επιχείρηση, μαζί με το τμήμα της δραστηριότητας της εν λόγω επιχείρησης στα πλαίσια της οποίας έγινε η χρήση ή πραγματοποιήθηκαν οι προπαρασκευαστικές ενέργειες.

    Άρθρο 23

    Χρησιμοποίηση από την κυβέρνηση

    Οποιαδήποτε νομοθετική διάταξη κράτους μέλους που επιτρέπει τη χρησιμοποίηση εθνικών σχεδίων ή υποδειγμάτων από την κυβέρνηση ή για λογαριασμό της, είναι δυνατόν να εφαρμόζεται στα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα μόνο στο βαθμό που η χρησιμοποίηση αυτή απαιτείται για σοβαρούς λόγους άμυνας ή ασφάλειας.



    Τμήμα 5

    Ακυρότητα

    Άρθρο 24

    Κήρυξη ακυρότητας

    1.  Το καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα κηρύσσεται άκυρο κατόπιν υποβολής αίτησης στο Γραφείο, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στους τίτλους VI και VII ή από δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων βάσει ανταγωγής που ασκείται στο πλαίσιο αγωγής περί παραποίησης/απομίμησης.

    2.  Η κήρυξη της ακυρότητας της καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος είναι δυνατή ακόμη και μετά την απόσβεση του δικαιώματος ή την παραίτηση από αυτό.

    3.  Το μη καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα κηρύσσεται άκυρο από δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων κατόπιν υποβολής αίτησης στο εν λόγω δικαστήριο ή βάσει ανταγωγής που ασκείται στο πλαίσιο αγωγής περί παραποίησης/απομίμησης.

    Άρθρο 25

    Λόγοι ακυρότητας

    1.  Το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα κηρύσσεται άκυρο μόνο εάν:

    α) δεν αντιστοιχεί στον ορισμό του άρθρου 3, στοιχείο α),

    β) δεν πληροί τις προϋποθέσεις των άρθρων 4 έως 9,

    γ) βάσει δικαστικής αποφάσεως, ο δικαιούχος δεν έχει δικαίωμα επί του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος κατά την έννοια του άρθρου 14,

    ▼M1

    δ) το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα συγκρούεται με προγενέστερο σχέδιο ή υπόδειγμα το οποίο διατέθηκε στο κοινό μετά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης για καταχώριση ή, εάν διεκδικείται προτεραιότητα, μετά την ημερομηνία προτεραιότητας του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, και του οποίου η προστασία αρχίζει πριν από την προαναφερθείσα ημερομηνία

    i) με καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ή με κατάθεση αίτησης καταχώρισής του,

    ή

    ii) με καταχώριση σχεδίου ή υποδείγματος σε κράτος μέλος ή με κατάθεση αίτησης προς απόκτηση του σχετικού δικαιώματος,

    ή

    iii) με καταχώριση σχεδίου ή υποδείγματος στο πλαίσιο της Πράξης της Γενεύης του Διακανονισμού της Χάγης για τη διεθνή καταχώριση των βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων, εφεξής «πράξη της Γενεύης», η οποία θεσπίστηκε στη Γενεύη στις 2 Ιουλίου 1999, εγκρίθηκε με την απόφαση954/2006 του Συμβουλίου και έχει ισχύ στην Κοινότητα, ή με κατάθεση αίτησης προς απόκτηση του σχετικού δικαιώματος·

    ▼B

    ε) σε μεταγενέστερο σχέδιο ή υπόδειγμα γίνεται χρήση διακριτικού σημείου, ενώ το κοινοτικό δίκαιο ή η νομοθεσία του συγκεκριμένου κράτους μέλους που διέπει το σημείο αυτό, παρέχει στο δικαιούχο του εν λόγω διακριτικού σημείου δικαίωμα απαγόρευσης αυτής της χρήσης,

    στ) το σχέδιο ή το υπόδειγμα αποτελεί μη επιτρεπόμενη χρησιμοποίηση έργου προστατευόμενου από τη νομοθεσία περί του δικαιώματος του δημιουργού σε ένα κράτος μέλος,

    ζ) το σχέδιο ή το υπόδειγμα αποτελεί καταχρηστική χρησιμοποίηση ενός από τα στοιχεία τα απαριθμούμενα στο άρθρο 6β της Σύμβασης των Παρισίων για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας (εφεξής αποκαλούμενης «Σύμβασης των Παρισίων»), ή καταχρηστική χρησιμοποίηση διακριτικών σημείων, εμβλημάτων και θυρεών πέραν των προβλεπομένων στο άρθρο 6β της εν λόγω Συμβάσεως, τα οποία όμως έχουν ιδιαίτερη σημασία για το δημόσιο συμφέρον σε ένα κράτος μέλος.

    2.  Το λόγο του στοιχείου γ) της παραγράφου 1 μπορεί να επικαλείται μόνον ο δικαιούχος κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος δυνάμει του άρθρου 14.

    3.  Τους λόγους των στοιχείων δ), ε) και στ) της παραγράφου 1 δικαιούνται να επικαλεσθούν μόνον ο υποβάλλων την αίτηση ή ο δικαιούχος του προγενέστερου δικαιώματος.

    4.  Το λόγο του στοιχείου ζ) της παραγράφου 1 δικαιούται να επικαλείται μόνον το πρόσωπο ή όργανο το οποίο αφορά η χρήση.

    5.  Οι παράγραφοι 3 και 4 δεν θίγουν την ευχέρεια των κρατών μελών να προβλέπουν ότι τους λόγους που προβλέπονται στα στοιχεία δ) και ζ) της παραγράφου 1 μπορεί να επικαλείται επίσης αυτεπαγγέλτως η αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους.

    6.  Το καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα που έχει κηρυχθεί άκυρο δυνάμει των στοιχείων β), ε), στ) ή ζ) της παραγράφου 1, μπορεί να διατηρείται σε τροποποιημένη μορφή, εάν με τη μορφή αυτή πληρούνται οι προϋποθέσεις παροχής προστασίας και διατηρείται η ταυτότητα του σχεδίου ή υποδείγματος. Ως «διατήρηση σε τροποποιημένη μορφή» νοείται η καταχώριση συνοδευόμενη από μερική παραίτηση εκ μέρους του δικαιούχου του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, ή εγγραφή στο Μητρώο δικαστικής απόφασης ή απόφασης του Γραφείου με την οποία κηρύσσεται η μερική ακυρότητα του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος.

    Άρθρο 26

    Συνέπειες της ακυρότητας

    1.  Ένα κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα λογίζεται ότι δεν έχει επιφέρει, εξ υπαρχής, τα αποτελέσματα τα οποία προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, εφόσον έχει κηρυχθεί άκυρο.

    2.  Με την επιφύλαξη των εθνικών διατάξεων σχετικά με τις αγωγές αποζημίωσης για ζημία που προκλήθηκε από πταίσμα ή κακή πίστη εκ μέρους του δικαιούχου του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ή λόγω αδικαιολόγητου πλουτισμού, το αναδρομικό αποτέλεσμα της ακυρότητας του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος δεν θίγει:

    α) τις αποφάσεις περί παραποίησης/απομίμησης που έχουν αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου και έχουν εκτελεσθεί πριν από την έκδοση της απόφασης περί ακυρότητας,

    β) τις συμβάσεις που έχουν συναφθεί πριν από την απόφαση περί ακυρότητας, εφόσον έχουν εκτελεσθεί πριν από την έκδοσή της· εντούτοις, για λόγους ευθυδικίας, μπορεί να απαιτείται η επιστροφή ποσών που καταβλήθηκαν βάσει της σύμβασης, εφόσον δικαιολογείται από τις περιστάσεις.



    ΤΙΤΛΟΣ III

    ΚΟΙΝΟΤΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΚΑΙ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΩΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ

    Άρθρο 27

    Εξομοίωση των κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων με εθνικά σχέδια και υποδείγματα

    1.  Εκτός αντιθέτων διατάξεων των άρθρων 28, 29, 30, 31 και 32, το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα ως αντικείμενο κυριότητας θεωρείται στο σύνολό του και σε όλη την Κοινότητα ως καταχώρηση σχεδίου ή υποδείγματος του κράτους μέλους στο οποίο:

    α) έχει την έδρα ή την κατοικία του ο δικαιούχος κατά τον κρίσιμο χρόνο, ή

    β) εάν δεν ισχύει το στοιχείο α), έχει την εγκατάσταση ο δικαιούχος κατά τον κρίσιμο χρόνο.

    2.  Στην περίπτωση καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, η παράγραφος 1 ισχύει σύμφωνα με τις εγγραφές στο Μητρώο.

    3.  Στην περίπτωση δύο ή περισσοτέρων συνδικαιούχων, αν δύο ή περισσότεροι εξ αυτών πληρούν την προϋπόθεση της παραγράφου 1, το κράτος μέλος που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο ορίζεται:

    α) στην περίπτωση μη καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, με βάση το συνδικαιούχο τον οποίο υποδεικνύουν οι υπόλοιποι δικαιούχοι με κοινή συμφωνία,

    β) στην περίπτωση καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, με βάση τον πρώτο συνδικαιούχο με τη σειρά εγγραφής τους στο Μητρώο.

    4.  Εφόσον οι παράγραφοι 1, 2 και 3 δεν τυγχάνουν εφαρμογής, το κράτος μέλος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η έδρα του Γραφείου.

    Άρθρο 28

    Μεταβίβαση του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος

    Η μεταβίβαση καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος διέπεται από τις ακόλουθες διατάξεις:

    α) κατόπιν αιτήσεως ενός εκ των μερών, η μεταβίβαση σημειώνεται στο Μητρώο και δημοσιεύεται,

    β) εφόσον η μεταβίβαση δεν έχει σημειωθεί στο Μητρώο, ο δικαιοδόχος δεν μπορεί να επικαλείται τα δικαιώματα που απορρέουν από την καταχώριση του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος,

    γ) εφόσον υπάρχουν προθεσμίες που πρέπει να τηρηθούν έναντι του Γραφείου, ο δικαιοδόχος μπορεί να υποβάλει στο Γραφείο τις προβλεπόμενες προς τούτο δηλώσεις, αφού παραλάβει από το Γραφείο την αίτηση για καταχώριση της μεταβίβασης,

    δ) όλα τα έγγραφα τα οποία, δυνάμει του άρθρου 66, χρήζουν κοινοποίησης στο δικαιούχο του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, απευθύνονται από το Γραφείο στο πρόσωπο το οποίο έχει καταχωρισθεί ως δικαιούχος ή στον αντιπρόσωπό του, ανάλογα με την περίπτωση.

    Άρθρο 29

    Εμπράγματα δικαιώματα επί καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος

    1.  Το καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα μπορεί να αποτελεί αντικείμενο ενεχύρου ή άλλων εμπράγματων δικαιωμάτων.

    2.  Κατόπιν αιτήσεως ενός εκ των μερών, τα δικαιώματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σημειώνονται στο Μητρώο και δημοσιεύονται.

    Άρθρο 30

    Αναγκαστική εκτέλεση

    1.  Επί καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, μπορούν να λαμβάνονται μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης.

    2.  Αποκλειστική αρμοδιότητα για τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης επί καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος έχουν τα δικαστήρια και οι αρχές του κράτους μέλους που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 27.

    3.  Κατόπιν αιτήσεως ενός εκ των μερών, η αναγκαστική εκτέλεση σημειώνεται στο Μητρώο και δημοσιεύεται.

    Άρθρο 31

    Διαδικασία αφερεγγυότητας

    1.  Η μόνη διαδικασία αφερεγγυότητας στην οποία μπορεί να συμπεριληφθεί ένα κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα είναι εκείνη που κινήθηκε στο κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου ο οφειλέτης έχει το κύριο κέντρο των συμφερόντων του.

    2.  Σε περίπτωση συγκυριότητας ενός κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, η παράγραφος 1 εφαρμόζεται στο μερίδιο του συνδικαιούχου.

    3.  Εφόσον ένα κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα συμπεριλαμβάνεται σε διαδικασία αφερεγγυότητας, κατ' αίτηση της αρμόδιας εθνικής αρχής πρέπει να γίνεται σχετική σημείωση στο Μητρώο, και αντίστοιχη δημοσίευση στο δελτίο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, που αναφέρεται στο άρθρο 73 παράγραφος 1.

    Άρθρο 32

    Άδεια εκμετάλλευσης

    1.  Η άδεια εκμετάλλευσης κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος μπορεί να παραχωρείται για το σύνολο ή για μέρος της Κοινότητας. Οι άδειες εκμετάλλευσης μπορούν να είναι αποκλειστικές ή μη αποκλειστικές.

    2.  Με την επιφύλαξη ενδεχόμενων αγωγών εκ του ενοχικού δικαίου, ο δικαιούχος μπορεί να επικαλείται τα δικαιώματα που απορρέουν από το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα κατά κατόχου της άδειας εκμετάλλευσης ο οποίος παραβιάζει ρήτρα της σύμβασης για την παραχώρηση της άδειας εκμετάλλευσης όσον αφορά τη διάρκειά της, τη μορφή με την οποία μπορεί να χρησιμοποιείται το σχέδιο ή υπόδειγμα, το φάσμα των προϊόντων για τα οποία έχει παραχωρηθεί η άδεια και την ποιότητα των προϊόντων που κατασκευάζει ο κάτοχος της άδειας.

    3.  Με την επιφύλαξη των διατάξεων της σύμβασης για την παραχώρηση άδειας εκμετάλλευσης, ο κάτοχος της άδειας εκμετάλλευσης δύναται να κινεί διαδικασία περί παραποίησης/απομίμησης κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος μόνο με τη συγκατάθεση του νόμιμου δικαιούχου. Ωστόσο, ο κάτοχος αποκλειστικής άδειας εκμετάλλευσης δύναται να κινεί τέτοια διαδικασία, όταν ο δικαιούχος του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, μετά από όχληση, δεν προσφύγει στο δικαστήριο για παραποίηση/απομίμηση εντός ευλόγου προθεσμίας.

    4.  Ο κάτοχος της άδειας μπορεί να παρεμβαίνει στη διαδικασία για παραποίηση/απομίμηση που κίνησε ο δικαιούχος του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος προκειμένου να επιτύχει αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη ο ίδιος.

    5.  Κατ' αίτηση ενός εκ των μερών, η παραχώρηση ή η μεταβίβαση άδειας εκμετάλλευσης καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος σημειώνεται στο Μητρώο και δημοσιεύεται.

    Άρθρο 33

    Το αντιτάξιμο έναντι τρίτων

    1.  Το αντιτάξιμο έναντι τρίτων των πράξεων που αναφέρονται στα άρθρα 28, 29, 30, και 32 διέπεται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 27.

    2.  Ωστόσο, όσον αφορά τα καταχωρισμένα κοινοτικά σχέδια ή υποδείγματα, οι νομικές πράξεις που αναφέρονται στα άρθρα 28, 29 και 32 αντιτάσσονται έναντι τρίτων σε όλα τα κράτη μέλη μόνον αφού σημειωθούν στο Μητρώο. Πάντως, τέτοια πράξη αντιτάσσεται, και πριν από τη σημείωσή της, έναντι των τρίτων οι οποίοι απέκτησαν μεν δικαιώματα επί του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος μετά την ημερομηνία της πράξης αυτής, είχαν όμως γνώση αυτής κατά το χρόνο κατά τον οποίο απέκτησαν τα δικαιώματά τους.

    3.  Η παράγραφος 2 δεν ισχύει για το πρόσωπο το οποίο αποκτά το καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα ή δικαίωμα επί καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος με μεταβίβαση του συνόλου επιχείρησης ή με άλλο είδος καθολικής διαδοχής.

    4.  Μέχρις ότου τεθούν σε ισχύ στα κράτη μέλη κοινοί κανόνες στον τομέα της αφερεγγυότητας, το αντιτάξιμο έναντι τρίτων που επιφέρει η διαδικασία αφερεγγυότητας διέπεται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο κινήθηκε για πρώτη φορά αυτή η διαδικασία κατά την έννοια του εθνικού νόμου ή των σχετικών κανονιστικών διατάξεων.

    Άρθρο 34

    Αίτηση για καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ως αντικείμενο κυριότητας

    1.  Η αίτηση για καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ως αντικείμενο κυριότητας αντιμετωπίζεται στο σύνολό της και σε όλο το έδαφος της Κοινότητας, ως καταχώριση εθνικού σχεδίου ή υποδείγματος του κράτους μέλους το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 27.

    2.  Τα άρθρα 28, 29, 30, 31, 32 και 33 εφαρμόζονται, mutatis mutandis, στις αιτήσεις για καταχώριση κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων. Όταν η εφαρμογή μιας από τις διατάξεις αυτές εξαρτάται από τη σημείωση στο Μητρώο, η διατύπωση αυτή πρέπει να διεκπεραιώνεται κατά την καταχώριση του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος.



    ΤΙΤΛΟΣ IV

    ΑΙΤΗΣΗ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ Ή ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΟΣ



    Τμήμα 1

    Κατάθεση των αιτήσεων και προϋποθέσεις οι οποίες πρέπει να πληρούνται

    Άρθρο 35

    Κατάθεση και διεκπεραίωση των αιτήσεων καταχώρισης

    1.  Η αίτηση για καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος κατατίθεται κατ' επιλογήν του αιτούντος:

    α) στο Γραφείο, ή

    β) στην κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας κράτους μέλους, ή

    γ) για τις χώρες της Benelux, στο γραφείο σχεδίων και υποδειγμάτων της Benelux.

    2.  Εφόσον η αίτηση κατατίθεται στην κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας κράτους μέλους ή στο γραφείο σχεδίων και υποδειγμάτων της Benelux, η υπηρεσία αυτή λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διαβίβαση της αίτησης στο Γραφείο εντός προθεσμίας δύο εβδομάδων από την κατάθεσή της. Στον αιτούντα μπορεί να επιβάλλεται τέλος το οποίο δεν υπερβαίνει τις διοικητικές δαπάνες παραλαβής και διεκπεραίωσης της αίτησης.

    3.  Μόλις το Γραφείο παραλάβει αίτηση που διεκπεραιώθηκε από την κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησία κράτους μέλους ή από το γραφείο σχεδίων και υποδειγμάτων της Benelux, ενημερώνει σχετικώς τον αιτούντα, αναφέροντας την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης από το Γραφείο.

    4.  Δέκα έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή συντάσσει έκθεση σχετικά με τη λειτουργία του συστήματος κατάθεσης αιτήσεων για καταχώριση κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, η οποία ενδεχομένως συνοδεύεται από προτάσεις για την τροποποίηση του συστήματος αυτού.

    Άρθρο 36

    Προϋποθέσεις τις οποίες πρέπει να πληροί η αίτηση

    1.  Η αίτηση για καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος πρέπει να περιλαμβάνει:

    α) αίτημα καταχώρισης,

    β) τα στοιχεία που επιτρέπουν την αναγνώριση του αιτούντος,

    γ) αναπαράσταση του σχεδίου ή υποδείγματος κατάλληλη για αναπαραγωγή. Εάν όμως η αίτηση αφορά σχέδιο δύο διαστάσεων και περιέχει αίτημα αναστολής της δημοσίευσης βάσει του άρθρου 50, η αναπαράσταση του σχεδίου ή υποδείγματος μπορεί να αντικαθίσταται από δείγμα.

    2.  Επιπλέον, η αίτηση πρέπει να περιλαμβάνει μνεία των προϊόντων στο οποία πρόκειται να ενσωματωθεί ή να εφαρμοσθεί το σχέδιο ή υπόδειγμα.

    3.  Επιπροσθέτως, η αίτηση μπορεί να περιλαμβάνει:

    α) επεξηγηματική περιγραφή της αναπαράστασης ή του δείγματος,

    β) αίτημα για αναστολή της δημοσίευσης της καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 50,

    γ) τα στοιχεία που επιτρέπουν την αναγνώριση του εκπροσώπου που έχει ενδεχομένως ορίσει ο αιτών,

    δ) ταξινόμηση των προϊόντων στα οποία πρόκειται να ενσωματωθεί ή να εφαρμοσθεί το σχέδιο ή υπόδειγμα σε κατηγορίες,

    ε) μνεία του δημιουργού ή της ομάδας των δημιουργών ή υποδείγματος ή υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος με την οποία να βεβαιώνεται ότι ο δημιουργός ή η ομάδα των δημιουργών του σχεδίου ή υποδείγματος έχει/έχουν παραιτηθεί από το δικαίωμα ονομαστικής μνείας.

    4.  Η αίτηση υπόκειται σε καταβολή τέλους καταχώρισης και τέλους δημοσίευσης. Εφόσον υποβληθεί αίτημα για αναστολή σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο β), το τέλος δημοσίευσης αντικαθίσταται από το τέλος αναστολής της δημοσίευσης.

    5.  Η αίτηση πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στον εκτελεστικό κανονισμό.

    6.  Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και στην παράγραφο 3, στοιχεία α) και δ), δεν θίγουν την έκταση της προστασίας του σχεδίου ή υποδείγματος αυτή καθαυτή.

    Άρθρο 37

    Πολλαπλή αίτηση

    1.  Περισσότερα του ενός σχέδια και υποδείγματα μπορούν να περιλαμβάνονται σε μία πολλαπλή αίτηση για καταχώριση κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων. Εκτός εάν πρόκειται για διακοσμητικά στοιχεία, αυτή η δυνατότητα προϋποθέτει ότι τα προϊόντα στα οποία πρόκειται να ενσωματωθούν ή να εφαρμοσθούν τα σχέδια ή υποδείγματα ανήκουν όλα στην ίδια κατηγορία της διεθνούς ταξινόμησης βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων.

    2.  Η πολλαπλή αίτηση καταχώρισης κοινοτικών σχεδίων ή υποδειγμάτων υπόκειται, εκτός από την καταβολή τελών βάσει του άρθρου 36 παράγραφος 4, και σε καταβολή πρόσθετου τέλους καταχώρισης και πρόσθετου τέλους δημοσίευσης. Εφόσον η πολλαπλή αίτηση καταχώρισης περιέχει αίτημα αναστολής της δημοσίευσης, το πρόσθετο τέλος δημοσίευσης αντικαθίσταται από το πρόσθετο τέλος αναστολής της δημοσίευσης. Τα πρόσθετα τέλη αντιστοιχούν σε ποσοστό επί των βασικών τελών που απαιτούνται για κάθε επιπλέον σχέδιο ή υπόδειγμα.

    3.  Η πολλαπλή αίτηση καταχώρισης κοινοτικών σχεδίων ή υποδειγμάτων πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στον εκτελεστικό κανονισμό.

    4.  Κάθε σχέδιο ή υπόδειγμα που περιλαμβάνεται σε πολλαπλή αίτηση ή πολλαπλή καταχώριση είναι δυνατόν να αντιμετωπίζεται ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού. Συγκεκριμένα, μπορεί, ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα, να αποτελεί αντικείμενο αδειών εκμετάλλευσης, εμπράγματων δικαιωμάτων, αναγκαστικής εκτέλεσης ή διαδικασίας αφερεγγυότητας, παραίτησης, ανανέωσης, εκχώρησης, αναστολής της δημοσίευσης ή να κηρύσσεται άκυρο. Μια πολλαπλή αίτηση ή καταχώριση είναι δυνατόν να χωρίζεται σε ξεχωριστές αιτήσεις ή καταχωρίσεις μόνο υπό τους όρους του εκτελεστικού κανονισμού.

    Άρθρο 38

    Ημερομηνία κατάθεσης

    1.  Ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης για την καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος είναι η ημερομηνία κατά την οποία τα έγγραφα που περιέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 36, παράγραφος 1 κατατίθενται στο Γραφείο ή, εάν η αίτηση έχει κατατεθεί στην κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας κράτους μέλους ή στο γραφείο σχεδίων και υποδειγμάτων της Benelux, στην υπηρεσία ή στο Γραφείο αυτό.

    2.  Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης που κατατέθηκε στην κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας κράτους μέλους ή στο δραφείο σχεδίων και υποδειγμάτων της Benelux και η οποία έφθασε στο Γραφείο μετά την πάροδο δύο μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία είχαν κατατεθεί τα έγγραφα με τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 36, παράγραφος 1, είναι η ημερομηνία παραλαβής αυτών των εγγράφων από το Γραφείο.

    Άρθρο 39

    Ισοδυναμία της κοινοτικής κατάθεσης με εθνική κατάθεση αίτησης

    Η αίτηση για την καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος στην οποία έχει δοθεί ημερομηνία κατάθεσης ισοδυναμεί, στα κράτη μέλη, με συνήθη εθνική κατάθεση, λαμβάνοντας, κατά περίπτωση, υπόψη το δικαίωμα προτεραιότητας του οποίου γίνεται επίκληση προς επίρρωση αυτής της αίτησης.

    Άρθρο 40

    Ταξινόμηση

    Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ακολουθείται το παράρτημα της συμφωνίας για την καθιέρωση διεθνούς ταξινόμησης των βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων του Λοκάρνο της 8ης Οκτωβρίου 1968.



    Τμήμα 2

    Προτεραιότητα

    Άρθρο 41

    Δικαίωμα προτεραιότητας

    1.  Το πρόσωπο το οποίο έχει νομοτύπως καταθέσει αίτηση για την καταχώριση σχεδίου ή υποδείγματος ή υποδείγματος χρησιμότητας σε ένα ή για ένα από τα κράτη της σύμβασης των Παρισίων ή της συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου ή ο εξ αυτού έλκων δικαίωμα, έχει, ως προς την κατάθεση της αίτησης για την καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος για το ίδιο σχέδιο ή υπόδειγμα, ή για το υπόδειγμα χρησιμότητας, δικαίωμα προτεραιότητας επί έξι μήνες από την ημερομηνία κατάθεσης της πρώτης αίτησης.

    2.  Δικαίωμα προτεραιότητας θεωρείται ότι παρέχει κάθε κατάθεση που ισοδυναμεί με συνήθη εθνική κατάθεση βάσει της εθνικής νομοθεσίας του κράτους στο οποίο πραγματοποιήθηκε ή βάσει διμερών ή πολυμερών συμφωνιών.

    3.  Ως «συνήθης εθνική κατάθεση», νοείται κάθε κατάθεση η οποία επιτρέπει να διαπιστώνεται η ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης, ανεξάρτητα από την μετέπειτα πορεία της αίτησης αυτής.

    4.  Μεταγενέστερη αίτηση για καταχώριση σχεδίου ή υποδείγματος για το οποίο έχει υποβληθεί προηγουμένως αίτηση καταχώρισης στο ίδιο και για το ίδιο κράτος, θεωρείται ως πρώτη αίτηση υπό την επιφύλαξη ότι, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της μεταγενέστερης αίτησης, η προγενέστερη αίτηση έχει αποσυρθεί, εγκαταλειφθεί ή απορριφθεί χωρίς να έχει προσφερθεί για δημόσια έρευνα και να έχει δημιουργήσει εκκρεμή δικαιώματα και εφόσον δεν έχει χρησιμεύσει ως βάση για τη διεκδίκηση δικαιώματος προτεραιότητας. Η προγενέστερη αίτηση δεν μπορεί πλέον να χρησιμεύσει για τη διεκδίκηση δικαιώματος προτεραιότητας.

    5.  Εάν η πρώτη κατάθεση πραγματοποιήθηκε σε κράτος το οποίο δεν είναι μέρος της σύμβασης των Παρισίων, ή στη συμφωνία για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, οι παράγραφοι 1 έως 4 εφαρμόζονται μόνο εφόσον το κράτος αυτό παρέχει, σύμφωνα με δημοσιευμένες διαπιστώσεις, βάσει κατάθεσης που έγινε στο Γραφείο, δικαίωμα προτεραιότητας, υπό προϋποθέσεις και με αποτελέσματα ισοδύναμα με τα προβλεπόμενα στον παρόντα κανονισμό.

    Άρθρο 42

    Διεκδίκηση προτεραιότητας

    Ο υποβάλλων αίτηση για την καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ο οποίος προτίθεται να διεκδικήσει την προτεραιότητα προγενέστερης αίτησης, υποχρεούται να προσκομίζει δήλωση προτεραιότητας και αντίγραφο της προηγούμενης αίτησης. Αν η γλώσσα της προγενέστερης αίτησης δεν είναι μία από τις γλώσσες του Γραφείου, τότε μπορεί να ζητά μετάφραση της προγενέστερης αίτησης σε μία από αυτές τις γλώσσες.

    Άρθρο 43

    Αποτέλεσμα του δικαιώματος προτεραιότητας

    Αποτέλεσμα του δικαιώματος προτεραιότητας είναι ότι η ημερομηνία προτεραιότητας θεωρείται ως η ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης για την καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος για τους σκοπούς των άρθρων 5, 6, 7 και 22, του άρθρου 25 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και του άρθρου 50 παράγραφος 1.

    Άρθρο 44

    Προτεραιότητα λόγω έκθεσης

    1.  Αν ο υποβάλλων αίτηση για την καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος έχει διαθέσει στο κοινό προϊόντα στα οποία έχει ενσωματωθεί ή εφαρμοσθεί σχέδιο ή υπόδειγμα, σε επίσημη ή επίσημα αναγνωρισμένη διεθνή έκθεση, σύμφωνα με τη Σύμβαση περί των διεθνών εκθέσεων που υπογράφηκε στο Παρίσι στις 22 Noεμβρίου 1928, δύναται, εφόσον υποβάλλει την αίτηση εντός έξι μηνών από την ημερομηνία της πρώτης γνωστοποίησης των προϊόντων αυτών, να επικαλείται δικαίωμα προτεραιότητας από την ημερομηνία αυτή κατά την έννοια του άρθρου 43.

    2.  Ο υποβάλλων αίτηση ο οποίος επιθυμεί να επικαλεσθεί προτεραιότητα σύμφωνα με την παράγραφο 1, πρέπει να προσκομίζει αποδεικτικά στοιχεία ότι τα προϊόντα στα οποία έχει ενσωματωθεί ή εφαρμοσθεί το σχέδιο ή υπόδειγμα παρουσιάστηκαν στην έκθεση βάσει των προϋποθέσεων που ορίζει ο εκτελεστικός κανονισμός.

    3.  Η προτεραιότητα λόγω έκθεσης που χορηγείται σε ένα κράτος μέλος ή σε μια τρίτη χώρα δεν παρατείνει την προθεσμία προτεραιότητας που ορίζει το άρθρο 41.



    ΤΙΤΛΟΣ V

    ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ

    Άρθρο 45

    Εξέταση των τυπικών προϋποθέσεων κατάθεσης των αιτήσεων

    1.  Το Γραφείο εξετάζει αν η αίτηση πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 36 παράγραφος 1 προκειμένου να του χορηγήσει ημερομηνία κατάθεσης.

    2.  Το Γραφείο εξετάζει:

    α) εάν η αίτηση πληροί τις άλλες προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 36 παράγραφοι 2, 3, 4 και 5 και, στην περίπτωση πολλαπλής αίτησης, στο άρθρο 37 παράγραφοι 1 και 2,

    β) εάν η αίτηση πληροί τις τυπικές προϋποθέσεις που ορίζονται στον εκτελεστικό κανονισμό για την εφαρμογή των άρθρων 36 και 37,

    γ) εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 77 παράγραφος 2,

    δ) σε περίπτωση διεκδίκησης προτεραιότητας, εάν πληρούνται οι σχετικές απαιτήσεις.

    3.  Οι προϋποθέσεις για την εξέταση των τυπικών προϋποθέσεων κατάθεσης ορίζονται στον εκτελεστικό κανονισμό.

    Άρθρο 46

    Θεραπεύσιμα ελαττώματα

    1.  Όταν, κατά τη διενέργεια της εξέτασης δυνάμει του άρθρου 45, το Γραφείο διαπιστώνει ελαττώματα που είναι δυνατόν να διορθωθούν, τότε καλεί τον αιτούντα να τα θεραπεύσει εντός της καθορισμένης προθεσμίας.

    2.  Αν τα ελαττώματα αφορούν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 36 παράγραφος 1 και ο αιτών συμμορφωθεί με την πρόσκληση του Γραφείου εντός της ταχθείσας προθεσμίας, το Γραφείο θεωρεί ως ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης την ημερομηνία κατά την οποία θεραπεύθηκαν τα ελαττώματα. Εάν τα ελαττώματα δεν θεραπευθούν εντός της ταχθείσας προθεσμίας, η αίτηση δεν εξετάζεται ως αίτηση για την καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος.

    3.  Αν τα ελαττώματα αφορούν τις προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένης της καταβολής των τελών, που αναφέρονται στο άρθρο 45 παράγραφος 2, στοιχεία α), β) και γ) και ο αιτών συμμορφωθεί με την πρόσκληση του Γραφείου εντός της ταχθείσας προθεσμίας, το Γραφείο χορηγεί ως ημερομηνία κατάθεσης την ημερομηνία κατά την οποία είχε κατατεθεί αρχικά η αίτηση. Αν τα ελαττώματα ή η μη καταβολή του τέλους δεν θεραπευθούν εντός της ταχθείσας προθεσμίας, το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση.

    4.  Αν τα ελαττώματα αφορούν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 45, παράγραφος 2, στοιχείο δ), και ο αιτών δεν τα θεραπεύσει εντός της ταχθείσας προθεσμίας, απόλλυται το δικαίωμα προτεραιότητας για την αίτηση.

    Άρθρο 47

    Λόγοι απόρριψης των αιτήσεων καταχώρισης

    1.  Εάν το Γραφείο, κατά τη διενέργεια της εξέτασης δυνάμει του άρθρου 45, διαπιστώσει ότι το σχέδιο ή υπόδειγμα για το οποίο ζητείται προστασία:

    α) δεν ανταποκρίνεται στον ορισμό του άρθρου 3 στοιχείο α), ή

    β) αντιβαίνει στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη,

    απορρίπτει την αίτηση.

    2.  Η αίτηση δεν απορρίπτεται εάν δεν δοθεί προηγουμένως στον αιτούντα η δυνατότητα να αποσύρει ή να τροποποιήσει την αίτηση ή να υποβάλει τις παρατηρήσεις του.

    Άρθρο 48

    Καταχώριση

    Αν πληρούνται οι απαραίτητες προϋποθέσεις για την αίτηση καταχώρισης κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος και εφόσον η αίτηση δεν έχει απορριφθεί δυνάμει του άρθρου 47, το Γραφείο καταχωρεί την αίτηση στο μητρώο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων ως καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα. Η καταχώριση στο Μητρώο φέρει την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 38.

    Άρθρο 49

    Δημοσίευση

    Μετά την καταχώριση, το Γραφείο δημοσιεύει το καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα στο δελτίο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων σύμφωνα με το άρθρο 73 παράγραφος 1. Το περιεχόμενο της δημοσίευσης ορίζεται στον εκτελεστικό κανονισμό.

    Άρθρο 50

    Αναστολή της δημοσίευσης

    1.  Ο υποβάλλων αίτηση για την καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος μπορεί να ζητεί, κατά την κατάθεση της αίτησης, να αναστέλλεται η δημοσίευση του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος για διάστημα 30 μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης ή, αν διεκδικείται προτεραιότητα, από την ημερομηνία προτεραιότητας.

    2.  Κατόπιν του αιτήματος αυτού, εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 48, το καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα καταχωρίζεται στο Μητρώο, όμως ούτε η αναπαράσταση του σχεδίου ή υποδείγματος ούτε άλλος φάκελος σχετικά με την αίτηση προσφέρονται για δημόσια έρευνα, με την επιφύλαξη του άρθρου 74 παράγραφος 2.

    3.  Το Γραφείο δημοσιεύει στο δελτίο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων μνεία της αναστολής της δημοσίευσης του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος. Η μνεία αυτή συνοδεύεται από πληροφορίες που καθιστούν γνωστή την ταυτότητα του δικαιούχου του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης και όσες άλλες πληροφορίες απαιτεί ο εκτελεστικός κανονισμός.

    4.  Κατά τη λήξη της προθεσμίας αναστολής ή οποτεδήποτε πριν από τη λήξη της, αιτήσει του δικαιούχου, το Γραφείο προσφέρει για δημόσια έρευνα το φάκελο και τις εγγραφές στο Μητρώο που αφορούν την αίτηση καταχώρισης και δημοσιεύει το καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα στο δελτίο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, εφόσον, εντός της προθεσμίας που ορίζει ο εκτελεστικός οργανισμός:

    α) καταβάλλεται το τέλος δημοσίευσης και, στην περίπτωση πολλαπλής αίτησης, το συμπληρωματικό τέλος δημοσίευσης,

    β) αν γίνει χρήση της ευχέρειας που παρέχει το άρθρο 36 παράγραφος 1 στοιχείο γ), εφόσον ο δικαιούχος καταθέτει στο Γραφείο αναπαράσταση του σχεδίου.

    Αν ο δικαιούχος δεν συμμορφωθεί με αυτές τις διατάξεις, το καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα λογίζεται ότι δεν παρήγαγε εξ υπαρχής κανένα από τα αποτελέσματα που ορίζει ο παρών κανονισμός.

    5.  Στην περίπτωση πολλαπλής αίτησης, η παράγραφος 4 είναι δυνατόν να εφαρμόζεται σε ορισμένα μόνο από τα σχέδια και υποδείγματα που συμπεριλαμβάνονται σε αυτή.

    6.  Η έναρξη δίκης βάσει του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, διαρκούσης της περιόδου αναστολής της δημοσίευσης, υπόκειται στην προϋπόθεση ότι οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο Μητρώο και το φάκελο σχετικά με την αίτηση έχουν ανακοινωθεί στο πρόσωπο κατά του οποίου στρέφεται η δικαστική ενέργεια.



    ΤΙΤΛΟΣ VI

    ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΜΕΝΟ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ Ή ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΚΑΙ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ

    Άρθρο 51

    Παραίτηση

    1.  Η παραίτηση από καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα δηλώνεται εγγράφως στο Γραφείο από το δικαιούχο. Παράγει αποτελέσματα μόνο μετά την καταχώρισή της στο Μητρώο.

    2.  Εάν το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα που υπόκειται σε αναστολή της δημοσίευσης αποτελέσει αντικείμενο παραίτησης, λογίζεται ότι δεν υπέφερε, εξ υπαρχής, κανένα από τα αποτελέσματα τα οποία προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό.

    3.  Το καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα δύναται να αποτελέσει αντικείμενο μερικής παραίτησης, με τον όρο ότι η τροποποιημένη μορφή του πληροί τις προϋποθέσεις χορήγησης προστασίας και ότι η ταυτότητα του σχεδίου ή υποδείγματος διατηρείται.

    4.  Η παραίτηση καταχωρείται μόνο με τη συναίνεση του δικαιούχου ενός δικαιώματος που έχει σημειωθεί στο Μητρώο. Εάν έχει καταχωρισθεί άδεια εκμετάλλευσης στο Μητρώο, η παραίτηση σημειώνεται στο Μητρώο μόνο εάν ο δικαιούχος του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος αποδεικνύει ότι έχει ενημερώσει τον κάτοχο της άδειας εκμετάλλευσης για την πρόθεσή του να παραιτηθεί. Η σημείωση γίνεται κατά την εκπνοή της προθεσμίας που προβλέπει ο εκτελεστικός κανονισμός.

    5.  Εάν ασκηθεί αγωγή προς διεκδίκηση του δικαιώματος επί καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 14, ενώπιον δικαστηρίου κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, το Γραφείο δεν καταχωρεί την παραίτηση στο Μητρώο χωρίς τη συναίνεση του αιτούντος.

    Άρθρο 52

    Αίτηση ακυρότητας

    1.  Με την επιφύλαξη του άρθρου 25, παράγραφοι 2, 3, 4 και 5, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε δημόσια αρχή που νομιμοποιείται προς τούτο, μπορεί να υποβάλλει στο Γραφείο αίτηση ακυρότητας καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος.

    2.  Η αίτηση κατατίθεται εγγράφως και είναι αιτιολογημένη. Η αίτηση θεωρείται ότι κατατέθηκε μόνο μετά την καταβολή του τέλους της αίτησης ακυρότητας.

    3.  Η αίτηση ακυρότητας είναι απαράδεκτη εάν δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων έχει εκδώσει απόφαση μεταξύ των ιδίων διαδίκων επί αιτήσεως η οποία έχει το ίδιο αντικείμενο και για τους αυτούς λόγους και η εν λόγω απόφαση έχει αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου.

    Άρθρο 53

    Εξέταση της αίτησης

    1.  Εάν το Γραφείο διαπιστώσει ότι η αίτηση ακυρότητας είναι παραδεκτή, εξετάζει κατά πόσον οι λόγοι ακύρωσης που αναφέρονται στο άρθρο 25 δεν επιτρέπουν τη διατήρηση του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος.

    2.  Κατά την εξέταση της αίτησης, η οποία γίνεται σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό, το Γραφείο καλεί τα μέρη, όσες φορές κρίνει αναγκαίο, να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους, εντός της προθεσμίας που τάσσει, σχετικά με τις προτάσεις των άλλων διαδίκων ή τις δικές του.

    3.  Η απόφαση με την οποία κηρύσσεται η ακυρότητα καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος σημειώνεται στο Μητρώο μόλις καταστεί τελεσίδικη.

    Άρθρο 54

    Συμμετοχή του εικαζόμενου προσβολέα στη διαδικασία

    1.  Σε περίπτωση κατάθεσης αίτησης ακυρότητας καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος και μέχρις ότου εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση από το Γραφείο, οποιοσδήποτε τρίτος αποδεικνύει ότι έχει κινηθεί κατ' αυτού διαδικασία παραποίησης/απομίμησης του ιδίου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος μπορεί να συμμετάσχει στη διαδικασία ακυρότητας, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται εντός τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία ασκήθηκε η αγωγή παραποίησης/απομίμησης.

    Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται ως προς οποιονδήποτε τρίτο ο οποίος αποδεικνύει τόσο ότι ο δικαιούχος του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ζήτησε την παύση της εικαζόμενης παραποίησης/απομίμησης του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος όσο και ότι άσκησε κατά του εν λόγω κατόχου αγωγή, προκειμένου να διαπιστωθεί δικαστικώς ότι δεν διαπράττει προσβολή.

    2.  Η αίτηση συμμετοχής στη διαδικασία κατατίθεται εγγράφως και είναι αιτιολογημένη. Παράγει αποτελέσματα μόνο μετά την καταβολή του τέλους που αναφέρεται στο άρθρο 52 παράγραφος 2. Ακολούθως, η αίτηση αντιμετωπίζεται ως αίτηση περί ακυρότητας, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται από τον εκτελεστικό κανονισμό.



    ΤΙΤΛΟΣ VII

    ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

    Άρθρο 55

    Αποφάσεις που υπόκεινται σε προσφυγή

    1.  Οι αποφάσεις των εξεταστών, του τμήματος διαχείρισης των σημάτων, σχεδίων και υποδειγμάτων και των νομικών θεμάτων καθώς και του ακυρωτικού τμήματος, υπόκεινται σε προσφυγή η οποία έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.

    2.  Κατά απόφασης που δεν περατώνει τη διαδικασία ως προς έναν εκ των διαδίκων μπορεί να ασκείται προσφυγή μόνο από κοινού με την οριστική απόφαση, εκτός εάν η εν λόγω απόφαση επιτρέπει την άσκηση χωριστής προσφυγής.

    Άρθρο 56

    Πρόσωπα νομιμοποιούμενα να ασκήσουν προσφυγή και να είναι διάδικοι

    Κάθε διάδικος σε διαδικασία για την οποία εκδόθηκε απόφαση μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατ' αυτής, κατά το μέρος που η απόφαση αυτή δεν τον δικαιώνει. Οι λοιποί διάδικοι στην εν λόγω διαδικασία καθίστανται αυτοδικαίως διάδικοι στη διαδικασία προσφυγής.

    Άρθρο 57

    Προθεσμία και τύπος της προσφυγής

    Η προσφυγή πρέπει να ασκείται εγγράφως στο Γραφείο εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης. Η προσφυγή λογίζεται ότι έχει ασκηθεί μόνο μετά την καταβολή του τέλους προσφυγής. Εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης, κατατίθεται υπόμνημα όπου εκτίθενται οι λόγοι προσφυγής.

    Άρθρο 58

    Προδικαστική αναθεώρηση

    1.  Εάν το τμήμα του οποίου προσβάλλεται η απόφαση θεωρήσει ότι η προσφυγή είναι παραδεκτή και βάσιμη, διορθώνει την απόφασή του. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται όταν κατά τη διαδικασία ο προσφεύγων είναι αντιμέτωπος με άλλο διάδικο.

    2.  Εάν η απόφαση δεν διορθωθεί εντός ενός μηνός από την παραλαβή του υπομνήματος που εκθέτει τους λόγους της προσφυγής, η προσφυγή παραπέμπεται αμέσως στο συμβούλιο προσφυγών, χωρίς να διατυπωθεί γνώμη επί της ουσίας.

    Άρθρο 59

    Εξέταση της προσφυγής

    1.  Εάν η προσφυγή είναι παραδεκτή, το συμβούλιο προσφυγών εξετάζει εάν είναι και κατ' ουσίαν βάσιμη.

    2.  Κατά την εξέταση της προσφυγής, το συμβούλιο προσφυγών καλεί τους διαδίκους, όσες φορές κρίνει αναγκαίο, να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους, εντός της προθεσμίας που τάσσει, σχετικά με τις γνωστοποιήσεις που τους έχει απευθύνει ή που προέρχονται από τους λοιπούς διαδίκους.

    Άρθρο 60

    Αποφάσεις επί προσφυγών

    1.  Μετά την εξέταση της προσφυγής επί της ουσίας, το συμβούλιο προσφυγών εκδίδει απόφαση. Δύναται είτε να ασκήσει τις αρμοδιότητες του τμήματος που εξέδωσε την προσβληθείσα απόφαση είτε να αναπέμψει την υπόθεση στο τμήμα αυτό για τα περαιτέρω.

    2.  Εάν το συμβούλιο προσφυγών αναπέμψει την υπόθεση στο τμήμα που εξέδωσε την προσβληθείσα απόφαση, το τμήμα αυτό δεσμεύεται από το σκεπτικό και το διατακτικό της απόφασης του συμβουλίου προσφυγών, εφόσον τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης παραμένουν τα ίδια.

    3.  Οι αποφάσεις του συμβουλίου προσφυγών παράγουν αποτελέσματα μόνο από τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 61 παράγραφος 5 ή, αν εντός της προθεσμίας αυτής έχει ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, από της απορρίψεώς της.

    Άρθρο 61

    Προσφυγές ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    1.  Ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων μπορούν να ασκούνται προσφυγές κατά αποφάσεων του συμβουλίου προσφυγών.

    2.  Η προσφυγή μπορεί να ασκείται για λόγους αναρμοδιότητας, παράβασης ουσιώδους τύπου, παράβασης της συνθήκης, του παρόντος κανονισμού και οποιουδήποτε κανόνα δικαίου σχετικού με την εφαρμογή τους ή λόγω κατάχρησης εξουσίας.

    3.  Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δύναται να ακυρώνει ή να τροποποιεί την προσβαλλόμενη απόφαση.

    4.  Δικαίωμα προσφυγής έχει κάθε συμμετέχων στη διαδικασία ενώπιον του συμβουλίου προσφυγών, κατά το μέρος που η απόφαση αυτή δεν τον δικαιώνει.

    5.  Η προσφυγή ασκείται ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης του συμβουλίου προσφυγών.

    6.  Το Γραφείο υποχρεούται να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεση της απόφασης του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.



    ΤΙΤΛΟΣ VIII

    ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ



    Τμήμα 1

    Γενικές διατάξεις

    Άρθρο 62

    Αιτιολόγηση των αποφάσεων

    Οι αποφάσεις του Γραφείου είναι αιτιολογημένες. Στηρίζονται μόνο στους λόγους ή στα αποδεικτικά στοιχεία επί των οποίων οι διάδικοι είχαν τη δυνατότητα να λάβουν θέση.

    Άρθρο 63

    Αυτεπάγγελτη εξέταση των πραγματικών περιστατικών από το Γραφείο

    1.  Κατά την ενώπιόν του διαδικασία, το Γραφείο εξετάζει αυτεπαγγέλτως τα πραγματικά περιστατικά. Εντούτοις, σε αγωγή ακυρότητας, η εξέταση περιορίζεται στα επιχειρήματα που προβάλλουν οι διάδικοι καθώς και τα υποβληθέντα από αυτούς αιτήματα.

    2.  Το Γραφείο μπορεί να μη λαμβάνει υπόψη τα πραγματικά περιστατικά που δεν επικαλέστηκαν ή τα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία δεν προσεκόμισαν εγκαίρως οι διάδικοι.

    Άρθρο 64

    Προφορική διαδικασία

    1.  Το Γραφείο αποφασίζει τη διεξαγωγή προφορικής διαδικασίας, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατ' αίτηση ενός εκ των διαδίκων, εάν το θεωρήσει σκόπιμο.

    2.  Η προφορική διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης της απαγγελίας της απόφασης, είναι δημόσια, εφόσον δεν υπάρχει αντίθετη απόφαση του επιληφθέντος τμήματος, σε περίπτωση όπου η δημοσιότητα θα μπορούσε να έχει ιδίως για ένα εκ των διαδίκων, σοβαρές και άδικες επιπτώσεις.

    Άρθρο 65

    Αποδεικτική διαδικασία

    1.  Σε κάθε διαδικασία ενώπιον του Γραφείου, επιτρέπονται ιδίως τα ακόλουθα αποδεικτικά μέσα:

    α) εξέταση των διαδίκων,

    β) αίτηση παροχής πληροφοριών,

    γ) προσκόμιση εγγράφων και αποδεικτικών στοιχείων,

    δ) εξέταση μαρτύρων,

    ε) πραγματογνωμοσύνη,

    στ) έγγραφες, ένορκες ή υπεύθυνες δηλώσεις ή δηλώσεις οι οποίες έχουν ισοδύναμο αποτέλεσμα, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους στο οποίο συντάσσονται.

    2.  Το επιληφθέν τμήμα του Γραφείου μπορεί να αναθέτει σε ένα από τα μέλη του τη διεξαγωγή της αποδεικτικής διαδικασίας.

    3.  Εάν το Γραφείο κρίνει απαραίτητη την προφορική εξέταση διαδίκου, μάρτυρα ή πραγματογνώμονα, κλητεύει το εν λόγω πρόσωπο να εμφανισθεί ενώπιόν του.

    4.  Οι διάδικοι ενημερώνονται για την εξέταση μάρτυρα ή πραγματογνώμονα ενώπιον του Γραφείου. Έχουν το δικαίωμα να παρίστανται και να υποβάλλουν ερωτήσεις στο μάρτυρα ή πραγματογνώμονα.

    Άρθρο 66

    Κοινοποίηση

    Το Γραφείο κοινοποιεί αυτεπάγγελτα στους ενδιαφερόμενους όλες τις αποφάσεις και κλητεύσεις για εμφάνιση ενώπιόν του καθώς και τις γνωστοποιήσεις που αποτελούν αφετηρία προθεσμιών ή των οποίων η κοινοποίηση προβλέπεται από άλλες διατάξεις του παρόντος κανονισμού και του εκτελεστικού κανονισμού ή διατάσσεται από τον πρόεδρο του Γραφείου.

    Άρθρο 67

    Επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση (Restitutio in integrum)

    1.  Ο αιτών ή ο δικαιούχος καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ή οποιοσδήποτε άλλος διάδικος σε διαδικασία ενώπιον του Γραφείου ο οποίος, παρ' ότι απέδειξε όλη την επιμέλεια που επιβάλλουν οι περιστάσεις, δεν μπόρεσε να τηρήσει μια προθεσμία έναντι του Γραφείου, αποκαθίσταται, μετά από αίτησή του, στα δικαιώματά του, εάν το κώλυμα είχε ως άμεση συνέπεια, δυνάμει του παρόντος κανονισμού, την απώλεια δικαιώματος ή ένδικου μέσου.

    2.  Η αίτηση πρέπει να υποβληθεί εγγράφως εντός δύο μηνών αφότου έπαυσε να υφίσταται το κώλυμα. Η μη διενεργηθείσα πράξη πρέπει να πραγματοποιείται μέσα στην προθεσμία αυτή. Αν η αίτηση δεν υποβληθεί εντός έτους από τη λήξη της μη τηρηθείσας προθεσμίας, θεωρείται απαράδεκτη. Σε περίπτωση μη υποβολής αίτησης για ανανέωση της καταχώρισης ή μη καταβολής του τέλους ανανέωσης, η πρόσθετη προθεσμία των έξι μηνών που προβλέπεται από το άρθρο 13 παράγραφος 3, αφαιρείται από την ετήσια προθεσμία.

    3.  Η αίτηση πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να αναφέρει τα πραγματικά περιστατικά και τους λόγους που προβάλλονται για την υποστήριξή της. Θεωρείται ότι έχει υποβληθεί μόνον αφού καταβληθεί το τέλος επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση.

    4.  Το τμήμα που είναι αρμόδιο να αποφασίσει για τη μη διενεργηθείσα πράξη, αποφασίζει και για την αίτηση.

    5.  Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στις προθεσμίες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 και στο άρθρο 41 παράγραφος 1.

    6.  Εφόσον ο αιτών ή ο δικαιούχος καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος αποκατασταθεί στα δικαιώματά του, δεν μπορεί να τα επικαλείται έναντι τρίτου, ο οποίος, κατά το διάστημα μεταξύ της απώλειας του δικαιώματος σχετικά με την αίτηση ή την καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος και της δημοσίευσης της μνείας για την αποκατάσταση του δικαιώματος αυτού, έθεσε καλόπιστα σε εμπορία προϊόντα στα οποία έχει ενσωματωθεί ή εφαρμοσθεί σχέδιο ή υπόδειγμα το οποίο εμπίπτει στο πεδίο προστασίας του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος.

    7.  Ο τρίτος που μπορεί να επικαλεσθεί την παράγραφο 6, μπορεί να ασκεί τριτανακοπή κατά της απόφασης για αποκατάσταση των δικαιωμάτων του αιτούντος ή του δικαιούχου του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος εντός δύο μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης της μνείας για την αποκατάσταση του δικαιώματος.

    8.  Το παρόν άρθρο δεν επηρεάζει το δικαίωμα κράτους μέλους να διατάσσει επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση ως προς τις προθεσμίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και που πρέπει να τηρούνται έναντι των αρχών του εν λόγω κράτους.

    Άρθρο 68

    Παραπομπή στις γενικές αρχές

    Στις περιπτώσεις για τις οποίες δεν υπάρχει δικονομική διάταξη στον παρόντα κανονισμό, τον εκτελεστικό κανονισμό, τον κανονισμό για τα τέλη ή τον κανονισμό διαδικασίας των τμημάτων προσφυγών, το Γραφείο λαμβάνει υπόψη του τις σχετικές αρχές που γίνονται γενικά δεκτές στα κράτη μέλη.

    Άρθρο 69

    Λήξη των οικονομικών υποχρεώσεων

    1.  Το δικαίωμα του Γραφείου να απαιτεί την καταβολή τελών, παραγράφεται τέσσερα έτη από το τέλος του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο το τέλος κατέστη απαιτητό.

    2.  Τα δικαιώματα κατά του Γραφείου όσον αφορά την επιστροφή τελών ή ποσών που εισπράχθηκαν απ' αυτό καθ' υπέρβαση των οφειλομένων, παραγράφονται τέσσερα έτη από το τέλος του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο γεννήθηκε το δικαίωμα.

    3.  Η προθεσμία που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 διακόπτεται στην περίπτωση της παραγράφου 1, με πρόσκληση εξόφλησης του τέλους και, στην περίπτωση της παραγράφου 2, με ειδική προς τούτο γραπτή αίτηση. Η προθεσμία αυτή αρχίζει εκ νέου να μετράται από την ημερομηνία της διακοπής και λήγει το αργότερο έξι έτη μετά το τέλος του ημερολογιακού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου άρχισε για πρώτη φορά να μετράται, εκτός εάν, εν τω μεταξύ, ασκηθεί αγωγή για την ικανοποίηση αυτού του δικαιώματος. Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία λήγει το νωρίτερο ένα έτος από την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση απέκτησε ισχύ δεδικασμένου.



    Τμήμα 2

    Έξοδα

    Άρθρο 70

    Κατανομή των εξόδων

    1.  Ο ηττηθείς διάδικος σε διαδικασία ακυρότητας καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος ή σε διαδικασία προσφυγής βαρύνεται με τα τέλη που κατέβαλε ο αντίδικος καθώς και όλα τα συναφή δικαστικά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των οδοιπορικών και εξόδων διαμονής καθώς και της αμοιβής αντιπροσώπου, συμβούλου ή δικηγόρου, εντός των ορίων που έχουν επιβληθεί για κάθε κατηγορία εξόδων σύμφωνα με τους όρους που προβλέπει ο εκτελεστικός κανονισμός.

    2.  Εντούτοις, στο βαθμό που τυχόν οι διάδικοι ενίκησαν και ηττήθηκαν μερικώς, ή εάν αυτό υπαγορεύεται από λόγους ευθυδικίας, το ακυρωτικό τμήμα ή το συμβούλιο προσφυγών αποφασίζει διαφορετική κατανομή των εξόδων.

    3.  Ο διάδικος ο οποίος περατώνει τη διαδικασία παραιτούμενος από καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα ή μη ανανεώνοντας την καταχώρισή του ή αποσύροντας την αίτηση περί ακυρότητας ή την προσφυγή του, βαρύνεται με τα τέλη και τα έξοδα στα οποία έχει υποβληθεί ο αντίδικος, όπως ορίζεται στις παραγράφους 1 και 2.

    4.  Σε περίπτωση καταργήσεως της δίκης, το ακυρωτικό τμήμα ή το συμβούλιο προσφυγών κανονίζει τα έξοδα κατά την κρίση του.

    5.  Εφόσον οι διάδικοι συμφωνήσουν ενώπιον του ακυρωτικού τμήματος ή του συμβουλίου προσφυγών για κατανομή των εξόδων διαφορετική από εκείνη που προβλέπεται στις παραγράφους 1, 2, 3 και 4, το οικείο τμήμα λαμβάνει υπό σημείωση αυτή τη συμφωνία.

    6.  Η γραμματεία του ακυρωτικού τμήματος ή του συμβουλίου προσφυγών ορίζει, κατόπιν αιτήσεως, το ποσό των εξόδων που πρέπει να καταβληθεί σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2, 3, 4 και 5. Το ποσό αυτό μπορεί να επανεξετάζεται με απόφαση του ακυρωτικού τμήματος ή του συμβουλίου προσφυγών κατόπιν αιτήσεως που υποβάλλεται εντός της τασσόμενης από τον εκτελεστικό κανονισμό προθεσμίας.

    Άρθρο 71

    Εκτέλεση των αποφάσεων για τον καθορισμό των εξόδων

    1.  Η τελεσίδικη απόφαση του Γραφείου σχετικά με τον καθορισμό του ποσού των εξόδων είναι τίτλος εκτελεστός.

    2.  Η αναγκαστική εκτέλεση διέπεται από τους κανόνες της πολιτικής δικονομίας που ισχύουν στο κράτος στο έδαφος του οποίου διεξάγεται η εκτέλεση. Ο εκτελεστήριος τύπος περιάπτεται στην απόφαση, χωρίς άλλο έλεγχο πέρα από τον έλεγχο της γνησιότητας του τίτλου, από την εθνική αρχή την οποία ορίζει η κυβέρνηση κάθε κράτους μέλους για το σκοπό αυτό, η οποία τη γνωστοποιεί στο Γραφείο και στο Δικαστήριο.

    3.  Μετά την ολοκλήρωση των διατυπώσεων αυτών κατ' αίτηση του ενδιαφερομένου, ο επισπεύδων μπορεί να προβαίνει σε αναγκαστική εκτέλεση σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, προσφεύγοντας απευθείας στο αρμόδιο όργανο.

    4.  Η αναγκαστική εκτέλεση μπορεί να αναστέλλεται μόνο με απόφαση του Δικαστηρίου. Εντούτοις, ο έλεγχος της νομιμότητας των μέσων εκτέλεσης υπάγεται στην αρμοδιότητα των δικαστηρίων του οικείου κράτους μέλους.



    Τμήμα 3

    Ενημέρωση του κοινού και των αρχών των κρατών μελών

    Άρθρο 72

    Μητρώο Κοινοτικών Σχεδίων και Υποδειγμάτων

    Το Γραφείο τηρεί Μητρώο με την ονομασία «Μητρώο Κοινοτικών Σχεδίων και Υποδειγμάτων», όπου σημειώνονται όλα τα στοιχεία των οποίων η καταχώριση προβλέπεται από τον παρόντα κανονισμό ή από τον εκτελεστικό κανονισμό. Το Μητρώο προσφέρεται για δημόσια έρευνα υπό την επιφύλαξη του άρθρου 50 παράγραφος 2.

    Άρθρο 73

    Περιοδικές εκδόσεις

    1.  Το Γραφείο δημοσιεύει περιοδικά ένα «Δελτίο Κοινοτικών Σχεδίων και Υποδειγμάτων», το οποίο περιλαμβάνει τις καταχωρίσεις του Μητρώου που προσφέρονται σε δημόσια έρευνα καθώς και άλλα στοιχεία των οποίων η δημοσίευση προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό ή στον εκτελεστικό κανονισμό.

    2.  Ανακοινώσεις και πληροφορίες γενικής φύσεως από τον πρόεδρο του Γραφείου, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία σχετική με τον παρόντα κανονισμό ή την εφαρμογή του, δημοσιεύονται στην επίσημη εφημερίδα του Γραφείου.

    Άρθρο 74

    Δημόσια έρευνα

    1.  Οι φάκελοι σχετικά με αιτήσεις για την καταχώριση κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων που δεν έχουν δημοσιευθεί ακόμη ή οι φάκελοι σχετικά με καταχωρημένα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα για τα οποία έχει ληφθεί το μέτρο της αναστολής της δημοσίευσης σύμφωνα με το άρθρο 50 ή για τα οποία, κατά την εφαρμογή του μέτρου αυτού, υποβλήθηκε παραίτηση πριν ή κατά τη λήξη της περιόδου αναστολής, δεν προσφέρονται για δημόσια έρευνα χωρίς τη συγκατάθεση του αιτούντος ή του δικαιούχου του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου και υποδείγματος.

    2.  Οποιοσδήποτε αποδεικνύει έννομο συμφέρον μπορεί, χωρίς τη συγκατάθεση του αιτούντος ή του δικαιούχου του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, να μελετά το φάκελο πριν από τη δημοσίευση ή μετά την παραίτηση από αυτόν, στην περίπτωση της παραγράφου 1.

    Η διάταξη αυτή ισχύει ιδίως εάν ο ενδιαφερόμενος αποδείξει ότι ο αιτών ή ο δικαιούχος καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος έχει προβεί σε ενέργειες προκειμένου να επικαλεσθεί έναντι αυτού δικαιώματα βάσει του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος.

    3.  Μετά τη δημοσίευση της καταχώρισης του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, ο φάκελος προσφέρεται σε δημόσια έρευνα, κατόπιν αιτήματος.

    4.  Εντούτοις, όταν ένας φάκελος προσφέρεται σε δημόσια έρευνα σύμφωνα με τις παραγράφους 2 ή 3, ορισμένα από τα έγγραφά του μπορεί να εξαιρούνται σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό.

    Άρθρο 75

    Διοικητική συνεργασία

    Εκτός αντιθέτων διατάξεων του παρόντος κανονισμού ή των εθνικών νομοθεσιών, το Γραφείο και τα δικαστήρια ή άλλες αρμόδιες αρχές των κρατών μελών παρέχουν, κατόπιν αιτήσεως, αμοιβαία συνδρομή ανταλλάσσοντας πληροφορίες ή φακέλους.

    Η δημόσια έρευνα φακέλων από τα δικαστήρια, τις εισαγγελίες ή τις κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας, δεν υπόκειται στους περιορισμούς που προβλέπονται στο άρθρο 74.

    Άρθρο 76

    Ανταλλαγή δημοσιεύσεων

    1.  Το Γραφείο και οι κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών ανταλλάσσουν δωρεάν κατόπιν αιτήματος και για την κάλυψη των αναγκών τους ένα ή περισσότερα αντίτυπα των αντίστοιχων δημοσιεύσεών τους.

    2.  Το Γραφείο μπορεί να συνάπτει συμφωνίες σχετικά με την ανταλλαγή ή την αποστολή δημοσιεύσεων.



    Τμήμα 4

    Εκπροσώπηση

    Άρθρο 77

    Γενικές αρχές εκπροσώπησης

    1.  Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, ουδείς υποχρεούται να ορίζει αντιπρόσωπο ενώπιον του Γραφείου.

    2.  Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, δεύτερο εδάφιο, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δεν έχουν την κατοικία τους ή την έδρα τους ή πραγματική και ενεργό βιομηχανική ή εμπορική εγκατάσταση στην Κοινότητα, πρέπει να εκπροσωπούνται ενώπιον του Γραφείου, σύμφωνα με το άρθρο 78 παράγραφος 1 σε κάθε διαδικασία που προβλέπει ο παρών κανονισμός, εκτός από την κατάθεση αίτησης για καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος. Στον εκτελεστικό κανονισμό μπορούν να προβλεφθούν και άλλες εξαιρέσεις.

    3.  Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν την κατοικία ή την έδρα τους ή πραγματική και ενεργό βιομηχανική ή εμπορική εγκατάσταση στην Κοινότητα, μπορούν να εκπροσωπούνται ενώπιον του Γραφείου από υπάλληλό τους, ο οποίος πρέπει να καταθέτει στο εν λόγω Γραφείο πληρεξούσιο που εισάγεται στο φάκελο. Οι σχετικές λεπτομέρειες καθορίζονται στον εκτελεστικό κανονισμό.

    Ο υπάλληλος νομικού προσώπου που αναφέρει η παρούσα παράγραφος μπορεί να εκπροσωπεί και άλλα νομικά πρόσωπα που συνδέονται οικονομικά με το πρόσωπο αυτό, ακόμη και αν δεν έχουν την κατοικία τους, την έδρα τους ή άλλη πραγματική και ενεργό βιομηχανική ή εμπορική εγκατάσταση εντός της Κοινότητας.

    Άρθρο 78

    Επαγγελματική εκπροσώπηση

    1.  Η εκπροσώπηση φυσικών ή νομικών προσώπων σε διαδικασίες ενώπιον του Γραφείου δυνάμει του παρόντος κανονισμού, αναλαμβάνεται μόνον:

    α) από δικηγόρο ο οποίος δικαιούται να ασκεί δικηγορία σε ένα από τα κράτη μέλη και είναι εγκατεστημένος εντός της Κοινότητας, εφόσον, στο συγκεκριμένο κράτος, μπορεί να ενεργεί ως πληρεξούσιος σε θέματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας, ή

    β) από εγκεκριμένο πληρεξούσιο, ο οποίος είναι εγγεγραμμένος στον κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 89 παράγραφος 1 σημείο β) του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα,

    γ) από κάθε άλλο πρόσωπο εγγεγραμμένο στον ειδικό κατάλογο των εγκεκριμένων πληρεξουσίων για θέματα σχεδίων και υποδειγμάτων, που αναφέρεται στην παράγραφο 4.

    2.  Τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, στοιχείο γ), έχουν μόνον εξουσία εκπροσώπησης τρίτων στις διαδικασίες για θέματα σχεδίων και υποδειγμάτων ενώπιον του Γραφείου.

    3.  Ο εκτελεστικός κανονισμός παρέχει πληροφορίες σχετικά με το αν και υπό ποιες προϋποθέσεις οι πληρεξούσιοι πρέπει να υποβάλλουν στο Γραφείο ενυπόγραφο πληρεξούσιο που εισάγεται στο φάκελο.

    4.  Στον ειδικό κατάλογο εγκεκριμένων πληρεξουσίων για θέματα σχεδίων και υποδειγμάτων μπορεί να εγγράφεται κάθε φυσικό πρόσωπο, το οποίο:

    α) είναι υπήκοος κράτους μέλους,

    β) έχει την επαγγελματική του κατοικία ή τον τόπο εργασίας του στην Κοινότητα,

    γ) δικαιούται να εκπροσωπεί φυσικά ή νομικά πρόσωπα σε θέματα σχεδίων και υποδειγμάτων ενώπιον της κεντρικής υπηρεσίας βιομηχανικής ιδιοκτησίας κράτους μέλους ή ενώπιον του Γραφείου Σχεδίων και Υποδειγμάτων της Benelux. Όταν, στο συγκεκριμένο κράτος μέλος, η απονομή της ιδιότητας εκπροσώπησης φυσικών ή νομικών προσώπων σε θέματα σχεδίων και υποδειγμάτων δεν εξαρτάται από την κατοχή ειδικών επαγγελματικών προσόντων, τα πρόσωπα τα οποία ζητούν την εγγραφή τους στον κατάλογο πρέπει να έχουν ασχοληθεί συστηματικά με θέματα σχεδίων και υποδειγμάτων ενώπιον της κεντρικής υπηρεσίας βιομηχανικής ιδιοκτησίας του εν λόγω κράτους τουλάχιστον επί πέντε χρόνια. Ωστόσο, τα πρόσωπα των οποίων τα επαγγελματικά προσόντα για να εξασφαλίζουν, σε θέματα σχεδίων ή υποδειγμάτων, την εκπροσώπηση φυσικών ή νομικών προσώπων, ενώπιον της κεντρικής υπηρεσίας βιομηχανικής ιδιοκτησίας, ενός εκ των κρατών μελών, αναγνωρίζονται επισήμως σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού, εξαιρούνται από αυτό τον όρο άσκησης επαγγέλματος.

    5.  Η εγγραφή στον κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 4 πραγματοποιείται κατόπιν αιτήσεως, συνοδευόμενης από βεβαίωση της κεντρικής υπηρεσίας βιομηχανικής ιδιοκτησίας του οικείου κράτους μέλους, η οποία πρέπει να πιστοποιεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της εν λόγω παραγράφου.

    6.  Ο πρόεδρος του Γραφείου μπορεί να επιτρέπει παρέκκλιση από:

    α) τη διάταξη της παραγράφου 4 στοιχείο α), σε ειδικές περιπτώσεις,

    β) τη διάταξη της παραγράφου 4 στοιχείο γ) δεύτερο εδάφιο, αν ο αιτών αποδεικνύει ότι έχει αποκτήσει την απαιτούμενη ιδιότητα με άλλο τρόπο.

    7.  Ο εκτελεστικός κανονισμός καθορίζει τις προϋποθέσεις διαγραφής ενός προσώπου από τον κατάλογο των εγκεκριμένων πληρεξουσίων.



    ΤΙΤΛΟΣ IX

    ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΕ ΑΓΩΓΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΚΟΙΝΟΤΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΚΑΙ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ



    Τμήμα 1

    Δικαιοδοσία και εκτέλεση

    Άρθρο 79

    Εφαρμογή της σύμβασης για την εκτέλεση

    1.  Εφόσον δεν ορίζεται άλλως στον παρόντα κανονισμό, στις διαδικασίες σχετικά με τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα και στις αιτήσεις για την καταχώριση κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων καθώς και στις διαδικασίες σχετικά με αγωγές που ασκούνται βάσει κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων και εθνικών σχεδίων ή υποδειγμάτων που απολαύουν σωρευτικής προστασίας, εφαρμόζεται η σύμβαση για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 27 Σεπτεμβρίου 1968 ( 7 ), εφεξής αποκαλούμενη «σύμβαση για την εκτέλεση».

    2.  Οι διατάξεις της σύμβασης για την εκτέλεση που εφαρμόζονται δυνάμει της παραγράφου 1, παράγουν αποτελέσματα σε κάθε κράτος μέλος αποκλειστικά στο κείμενο της σύμβασης το οποίο ισχύει για το συγκεκριμένο κράτος σε δεδομένη στιγμή.

    3.  Στην περίπτωση των διαδικασιών όσον αφορά τις αγωγές και αιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 81:

    α) δεν εφαρμόζονται το άρθρο 2, το άρθρο 4, το άρθρο 5 παράγραφοι 1, 3, 4 και 5 το άρθρο 16 παράγραφος 3 και το άρθρο 24 της σύμβασης για την εκτέλεση,

    β) τα άρθρα 17 και 18 της σύμβασης για την εκτέλεση εφαρμόζονται, τηρουμένων των ορίων ►C1  του άρθρου 82 παράγραφος 4 ◄ του παρόντος κανονισμού,

    γ) οι διατάξεις του τίτλου II της σύμβασης για την εκτέλεση οι οποίες εφαρμόζονται σε πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους σε κράτος μέλος, εφαρμόζονται και στα πρόσωπα που δεν έχουν μεν την κατοικία τους σε κράτος μέλος έχουν όμως εγκατάσταση σε αυτό.

    4.  Οι διατάξεις της σύμβασης για την εκτέλεση δεν παράγουν αποτελέσματα σε κράτος μέλος στο οποίο η εν λόγω σύμβαση δεν έχει ακόμη τεθεί σε εφαρμογή. Μέχρι να τεθεί σε ισχύ η σύμβαση για την εκτέλεση, οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, διέπονται στο συγκεκριμένο κράτος μέλος από οποιαδήποτε διμερή ή πολυμερή σύμβαση που διέπει τη σχέση του με ένα άλλο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή, αν δεν υπάρχει ανάλογη σύμβαση, από το εθνικό δίκαιο για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων.



    Τμήμα 2

    Διαφορές σχετικά με την παραποίηση/απομίμηση και με την ακυρότητα των κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων

    Άρθρο 80

    Δικαστήρια κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων

    1.  Τα κράτη μέλη ορίζουν στο έδαφός τους τον μικρότερο δυνατό αριθμό πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων εθνικών δικαστηρίων (εφεξής καλούνται «δικαστήρια κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων»), τα οποία ασκούν τα καθήκοντα που τους ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό.

    2.  Κάθε κράτος μέλος ανακοινώνει στην Επιτροπή το αργότερο στις 6 Μαρτίου 2005 *, τον κατάλογο των δικαστηρίων κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων με τις ονομασίες τους και την κατά τόπο αρμοδιότητά τους.

    3.  Κάθε μεταβολή που επέρχεται μετά την προβλεπόμενη στην παράγραφο 2 ανακοίνωση και που έχει σχέση με τον αριθμό, τις ονομασίες και την κατά τόπο αρμοδιότητα των δικαστηρίων κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, γνωστοποιείται αμελλητί από το οικείο κράτος μέλος στην Επιτροπή.

    4.  Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 κοινοποιούνται από την Επιτροπή στα κράτη μέλη και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    5.  Μέχρις ότου το κράτος μέλος γνωστοποιήσει τον κατάλογο που ορίζεται στην παράγραφο 2, κάθε διαδικασία που προκύπτει από αγωγή βάσει του άρθρου 81 και για την οποία τα δικαστήρια του κράτους αυτού είναι αρμόδια κατ' εφαρμογήν του άρθρου 82, φέρεται ενώπιον του δικαστηρίου του εν λόγω κράτους που θα ήταν κατά τόπον και καθ' ύλην αρμόδιο εάν επρόκειτο για διαδικασία σχετική με καταχώριση σχεδίου ή υποδείγματος του κράτους αυτού.

    Άρθρο 81

    Δικαιοδοσία σε υπόθεση παραποίησης/απομίμησης και ακυρότητας

    Τα δικαστήρια κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων έχουν αποκλειστική δικαιοδοσία:

    α) επί αγωγών περί παραποίησης/απομίμησης και —αν επιτρέπεται βάσει του εθνικού δικαίου— αγωγών για επαπειλούμενη παραποίηση/απομίμηση κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων,

    β) επί αγωγών για την διαπίστωση μη παραποίησης/απομίμησης κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, αν επιτρέπεται βάσει του εθνικού δικαίου,

    γ) επί αγωγών περί ακυρότητας ενός μη καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος,

    δ) επί ανταγωγών περί ακυρότητας ενός κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, οι οποίες ασκούνται στο πλαίσιο των αγωγών βάσει του στοιχείου α).

    Άρθρο 82

    Διεθνής δικαιοδοσία

    1.  Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού καθώς και των διατάξεων της σύμβασης για την εκτέλεση που εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 79, οι διαδικασίες που απορρέουν από αγωγές και αιτήσεις οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 81, διεξάγονται ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο έχει την κατοικία του ο εναγόμενος ή, αν δεν έχει κατοικία σε ένα από τα κράτη μέλη, σε οποιοδήποτε κράτος μέλος στο οποίο έχει εγκατάσταση.

    2.  Αν ο εναγόμενος δεν έχει ούτε κατοικία ούτε εγκατάσταση στο έδαφος κράτους μέλους, οι διαδικασίες αυτές διεξάγονται ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο έχει την κατοικία του ο ενάγων ή, αν δεν έχει κατοικία σε ένα από τα κράτη μέλη, σε οποιοδήποτε κράτος μέλος έχει εγκατάσταση.

    3.  Αν ούτε ο εναγόμενος ούτε ο ενάγων έχουν τέτοια κατοικία ή εγκατάσταση, τότε οι διαδικασίες αυτές διεξάγονται ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους όπου εδρεύει το Γραφείο.

    4.  Παρά τις παραγράφους 1, 2 και 3:

    α) εφαρμόζεται το άρθρο 17 της σύμβασης για την εκτέλεση, όταν οι διάδικοι συμφωνούν να έχει δικαιοδοσία ένα άλλο δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων,

    β) εφαρμόζεται το άρθρο 18 της σύμβασης για την εκτέλεση, όταν ο εναγόμενος παρίσταται ενώπιον άλλου δικαστηρίου κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων.

    5.  Οι διαδικασίες που απορρέουν από αγωγές και αιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 81, στοιχεία α) και δ) μπορούν επίσης να διεξάγονται ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο διαπράχθηκε ή επαπειλείται να διαπραχθεί η παραποίηση/απομίμηση.

    Άρθρο 83

    Έκταση δικαιοδοσίας σε περίπτωση παραποίησης/απομίμησης

    1.  Ένα δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, η δικαιοδοσία του οποίου βασίζεται στο άρθρο 82, παράγραφοι 1, 2, 3 ή 4, είναι αρμόδιο να αποφαίνεται για πράξεις παραποίησης/απομίμησης που διεπράχθησαν ή επαπειλούνται να διαπραχθούν στο έδαφος οποιουδήποτε κράτους μέλους.

    2.  Ένα δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, η δικαιοδοσία του οποίου βασίζεται στο άρθρο 82, παράγραφος 5, είναι αρμόδιο να αποφαίνεται μόνο για τις πράξεις που διεπράχθησαν ή επαπειλούνται να διαπραχθούν στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο εδρεύει το εν λόγω δικαστήριο.

    Άρθρο 84

    Αγωγή ή ανταγωγή ακυρότητας κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος

    1.  Η αγωγή ή ανταγωγή ακυρότητας ενός κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος μπορεί να βασίζεται μόνο στους λόγους ακύρωσης που αναφέρονται στο άρθρο 25.

    2.  Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 25, παράγραφοι 2, 3, 4 και 5, η αγωγή ή η ανταγωγή ακυρότητας ασκείται μόνο από το πρόσωπο που νομιμοποιείται δυνάμει των διατάξεων αυτών.

    3.  Αν η ανταγωγή ασκείται στο πλαίσιο δίκης στην οποία ο δικαιούχος του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος δεν είναι διάδικος, του ανακοινώνεται η δίκη και δικαιούται να παρέμβει σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπει η νομοθεσία του κράτους μέλους όπου εδρεύει το δικαστήριο.

    4.  Το κύρος ενός κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση με αγωγή για τη διαπίστωση μη παραποίησης/απομίμησης.

    Άρθρο 85

    Τεκμήριο εγκυρότητας — Αντίκρουση επί της ουσίας

    1.  Στις διαδικασίες που απορρέουν από αγωγές παραποίησης/απομίμησης ή επαπειλούμενης παραποίησης/απομίμησης καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, τα δικαστήρια κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων θεωρούν το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα έγκυρο. Το κύρος αμφισβητείται μόνον με ανταγωγή περί ακυρότητας. Παρά ταύτα, η ένσταση περί ακυρότητας του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, η οποία υποβάλλεται με άλλο τρόπο πλην της ασκήσεως ανταγωγής, είναι παραδεκτή μόνον στο βαθμό που ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα θα μπορούσε να κηρυχθεί άκυρο λόγω υπάρξεως προγενέστερου δικαιώματός του βάσει του εθνικού δικαίου, κατά την έννοια του άρθρου 25 παράγραφος 1 στοιχείο δ).

    2.  Στις διαδικασίες που απορρέουν από αγωγές παραποίησης/απομίμησης ή επαπειλούμενης παραποίησης/απομίμησης μη καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, τα δικαστήρια κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων θεωρούν το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα έγκυρο, εάν ο δικαιούχος του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος αποδεικνύει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 11 ή εάν προσκομίζει αποδεικτικά στοιχεία για τον ατομικό χαρακτήρα του κοινοτικού σχεδίου ή του υποδείγματός του. Ο εναγόμενος δύναται, εντούτοις, να προσβάλει το κύρος δι'ενστάσεως ή ανταγωγής ακυρότητας.

    Άρθρο 86

    Αποφάσεις περί ακυρότητας

    1.  Όταν σε διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, το κύρος κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος αμφισβητείται με ανταγωγή περί ακυρότητας:

    α) το δικαστήριο διατάσσει την ακύρωση του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, αν ένας από τους λόγους ακύρωσης που αναφέρονται στο άρθρο 25, αντιτίθεται στη διατήρηση του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος,

    β) το δικαστήριο απορρίπτει την ανταγωγή, αν κανείς από τους λόγους ακύρωσης που αναφέρονται στο άρθρο 25 δεν αντιτίθεται στη διατήρηση του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος.

    2.  Το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων το οποίο επιλαμβάνεται ανταγωγής περί ακυρότητας καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, ενημερώνει το Γραφείο σχετικά με την ημερομηνία κατάθεσης της ανταγωγής. Το Γραφείο σημειώνει το γεγονός στο Μητρώο.

    3.  Το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων το οποίο επιλαμβάνεται ανταγωγής περί ακυρότητας καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος δύναται, κατ' αίτηση του δικαιούχου του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος και κατόπιν ακροάσεως των άλλων διαδίκων, να αναστέλλει τη διαδικασία και να ζητάει από τον εναγόμενο να υποβάλει στο Γραφείο αίτηση περί ακυρότητας, εντός προθεσμίας την οποία τάσσει το δικαστήριο. Αν δεν υποβληθεί η αίτηση αυτή εμπρόθεσμα, η διαδικασία συνεχίζεται και η ανταγωγή λογίζεται ότι αποσύρθηκε. Εφαρμόζεται το άρθρο 91 παράγραφος 3.

    4.  Όταν ένα δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων εκδώσει απόφαση με ισχύ δεδικασμένου επί ανταγωγής περί ακυρότητας καταχωρισμένου σχεδίου ή υποδείγματος, αποστέλλεται στο Γραφείο αντίγραφο της απόφασης. Οποιοσδήποτε από τους διαδίκους δύναται να ζητάει πληροφορίες ως προς τη διαβίβαση αυτή. Το Γραφείο σημειώνει την απόφαση στο Μητρώο, υπό τους όρους που προβλέπονται από τον εκτελεστικό κανονισμό.

    5.  Δεν ασκείται ανταγωγή περί ακυρότητας καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, αν το Γραφείο έχει ήδη εκδώσει απόφαση με ισχύ δεδικασμένου επί αιτήσεως με το ίδιο αντικείμενο και τους αυτούς λόγους μεταξύ των αυτών διαδίκων.

    Άρθρο 87

    Αποτελέσματα της απόφασης για την κήρυξη της ακυρότητας

    Όταν η απόφαση δικαστηρίου κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων η οποία διατάσσει την ακύρωση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου, επιφέρει τα αποτελέσματα που ορίζει το άρθρο 26 σε όλα τα κράτη μέλη.

    Άρθρο 88

    Εφαρμοστέο δίκαιο

    1.  Τα δικαστήρια κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων εφαρμόζουν τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

    2.  Το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων εφαρμόζει, σε όσα θέματα δεν καλύπτονται από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, το εθνικό του δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου.

    3.  Εφόσον ο παρών κανονισμός δεν ορίζει άλλως, το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων εφαρμόζει τους δικονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται για διαδικασίες του αυτού τύπου όσον αφορά την καταχώρηση σχεδίου ή υποδείγματος στο κράτος μέλος στο οποίο εδρεύει το δικαστήριο.

    Άρθρο 89

    Κυρώσεις σε περίπτωση αγωγής περί παραποίησης/ απομίμησης

    1.  Όταν, σε περίπτωση αγωγής περί παραποίησης/απομίμησης ή επαπειλούμενης παραποίησης/απομίμησης, το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων διαπιστώσει ότι ο εναγόμενος παραποίησε/απομιμήθηκε ή επαπειλεί να παραποιήσει/απομιμηθεί κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα, αν δεν υπάρχουν ειδικοί λόγοι συνηγορούντες υπέρ του αντιθέτου, εκδίδει τις ακόλουθες διατάξεις:

    α) διάταξη που απαγορεύει στον εναγόμενο να συνεχίσει τις ενέργειες που παραποιούν/απομιμούνται ή επαπειλούν να παραποιήσουν/απομιμηθούν,

    β) διάταξη περί κατασχέσεως των προϊόντων παραποίησης/απομίμησης,

    γ) διάταξη περί κατασχέσεως υλικών και εφαρμογών που χρησιμοποιούνται πρωτίστως για την κατασκευή των αγαθών παραποίησης/απομίμησης, αν ο κάτοχός τους γνώριζε τον σκοπό της χρησιμοποίησης αυτών των υλικών και εφαρμογών ή αν αυτός ο σκοπός είναι προφανής από τις περιστάσεις,

    δ) οποιαδήποτε διάταξη επιβάλλει άλλες κυρώσεις που κρίνονται σκόπιμες εν προκειμένω και προβλέπονται από το δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, του κράτους μέλους στο οποίο διαπράχθηκαν ή επαπειλούνται να διαπραχθούν οι πράξεις παραποίησης/απομίμησης.

    2.  Το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων λαμβάνει, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, μέτρα με τα οποία εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τις διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

    Άρθρο 90

    Ασφαλιστικά μέτρα

    1.  Ενώπιον των δικαστηρίων ενός κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένων των δικαστηρίων κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων του κράτους μέλους αυτού, μπορεί να κατατίθεται αίτηση για λήψη ασφαλιστικών μέτρων σχετικά με κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα, όπως προβλέπεται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους αυτού για τα εθνικά σχέδια και υποδείγματα, ακόμη και αν, βάσει του παρόντος κανονισμού, αρμόδιο να αποφανθεί είναι δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων άλλου κράτους μέλους.

    2.  Κατά την εκδίκαση της αίτησης για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων, είναι παραδεκτή η ένσταση περί ακυρότητας κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος την οποία προβάλλει ο εναγόμενος με άλλο τρόπο, εκτός από ανταγωγή. Το άρθρο 85 παράγραφος 2 εφαρμόζεται mutatis mutandis.

    3.  Το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, η δικαιοδοσία του οποίου βασίζεται στο άρθρο 82, παράγραφοι 1, 2, 3 ή 4, είναι αρμόδιο να διατάσσει ασφαλιστικά μέτρα τα οποία εφαρμόζονται στο έδαφος οποιουδήποτε κράτους μέλους, τηρουμένης της διαδικασίας για αναγνώριση και εκτέλεση σύμφωνα με τον τίτλο III της σύμβασης για την εκτέλεση. Αυτή η δικαιοδοσία είναι αποκλειστική.

    Άρθρο 91

    Ειδικοί κανόνες συνάφειας

    1.  Το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων που έχει επιληφθεί αγωγής η οποία προβλέπεται από το άρθρο 81, πλην αναγνωριστικής αγωγής περί μη παραποίησης/απομίμησης, αναστέλλει τη διαδικασία, αν δεν υπάρχουν ειδικοί λόγοι για τη συνέχιση της δίκης, είτε αυτεπαγγέλτως κατόπιν ακροάσεως των διαδίκων είτε κατόπιν αιτήματος ενός των διαδίκων κατόπιν ακροάσεως των λοιπών, εφόσον το κύρος του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος έχει αμφισβητηθεί ήδη ενώπιον άλλου δικαστηρίου κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων με ανταγωγή ή εφόσον έχει κατατεθεί ήδη αίτηση στο Γραφείο περί ακυρότητας καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος.

    2.  Το Γραφείο, όταν έχει επιληφθεί αίτησης ακυρότητας καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, αν δεν υπάρχουν ειδικοί λόγοι για τη συνέχιση της δίκης, αναστέλλει τη διαδικασία είτε αυτεπαγγέλτως, αφού ακούσει τους διαδίκους ή κατόπιν αιτήματος ενός εκ των διαδίκων και έπειτα από ακρόαση των λοιπών, εφόσον το κύρος του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος έχει αμφισβητηθεί ήδη δι' ανταγωγής ενώπιον δικαστηρίου κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων. Αν ωστόσο το ζητήσει ένας από τους διαδίκους στην ενώπιον του δικαστηρίου κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων δίκη, το δικαστήριο δύναται, αφού ακούσει τους άλλους διαδίκους, να αναστέλλει τη διαδικασία. Στην περίπτωση αυτή, το Γραφείο συνεχίζει τη διαδικασία που εκκρεμεί ενώπιόν του.

    3.  Όταν το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων αναστέλλει τη διαδικασία, δύναται να διατάσσει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων για όσο διάστημα διαρκεί η αναστολή.

    Άρθρο 92

    Δικαιοδοσία των δευτεροβάθμιων δικαστηρίων κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων — Αναίρεση

    1.  Οι αποφάσεις των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων στις διαδικασίες που διεξάγονται στο πλαίσιο αγωγών και ανταγωγών που αναφέρονται στο άρθρο 81, υπόκεινται σε έφεση ενώπιον των δευτεροβάθμιων δικαστηρίων κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων.

    2.  Οι προϋποθέσεις άσκησης εφέσεως ενώπιον δευτεροβάθμιου δικαστηρίου κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο εδρεύει το δικαστήριο αυτό.

    3.  Στις αποφάσεις των δευτεροβάθμιων δικαστηρίων κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, εφαρμόζονται οι εθνικές διατάξεις περί αναιρέσεως.



    Τμήμα 3

    Άλλες διαφορές σχετικά με τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα

    Άρθρο 93

    Συμπληρωματικές διατάξεις περί δικαιοδοσίας των εθνικών δικαστηρίων, πλην των δικαστηρίων κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων

    1.  Στο κράτος μέλος του οποίου τα δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία βάσει του άρθρου 79, παράγραφοι 1 ή 4, οι αγωγές για κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα πέραν εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 81, εκδικάζονται από τα δικαστήρια τα οποία θα ήταν κατά τόπο και καθ' ύλην αρμόδια εάν επρόκειτο για αγωγές σχετικά με εθνικές καταχωρήσεις σχεδίων και υποδειγμάτων στο κράτος αυτό.

    2.  Όταν, βάσει του άρθρου 79, παράγραφοι 1 και 4 και της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, κανένα δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία για την εκδίκαση αγωγής σχετικά με κοινοτικό υπόδειγμα ή σχέδιο πλην των αναφερομένων στο άρθρο 81, η αγωγή αυτή μπορεί να ασκείται ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο έχει την έδρα του το Γραφείο.

    Άρθρο 94

    Υποχρέωση του εθνικού δικαστηρίου

    Το εθνικό δικαστήριο που επιλαμβάνεται αγωγής σχετικά με κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα πλην των αναφερομένων στο άρθρο 81, θεωρεί το σχέδιο ή υπόδειγμα έγκυρο. Το άρθρο 85, παράγραφος 2 και το άρθρο 90, παράγραφος 2, εφαρμόζονται ωστόσο, mutatis mutandis.



    ΤΙΤΛΟΣ X

    ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

    Άρθρο 95

    Παράλληλες αγωγές για κοινοτικά σχέδια ή υποδείγματα και για εθνικές καταχωρίσεις σχεδίων ή υποδειγμάτων

    1.  Εφόσον ενώπιον των δικαστηρίων διαφορετικών κρατών μελών έχουν ασκηθεί με βάση τα ίδια πραγματικά περιστατικά και μεταξύ των αυτών διαδίκων αγωγές περί παραποίησης/απομίμησης ή επαπειλούμενης παραποίησης/απομίμησης, η μία για κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα και η άλλη σχετικά με εθνική καταχώριση σχεδίου ή υποδείγματος, το οποίο παρέχει ταυτόχρονη προστασία, το δικαστήριο, το οποίο επιλαμβάνεται δεύτερο, κηρύσσει αυτεπαγγέλτως εαυτό αναρμόδιο υπέρ του πρώτου επιληφθέντος δικαστηρίου. Το δικαστήριο που αποποιείται τη δικαιοδοσία του, μπορεί να αναστέλλει τη διαδικασία, αν αμφισβητείται η δικαιοδοσία του άλλου δικαστηρίου.

    2.  Το δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων που επιλαμβάνεται αγωγής περί παραποίησης/απομίμησης ή επαπειλούμενης παραποίησης/απομίμησης κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, απορρίπτει την αγωγή, αν έχει εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της ουσίας με τα ίδια πραγματικά περιστατικά μεταξύ των αυτών διαδίκων σχετικά με εθνική καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος που γεννά δικαίωμα συσσωρευμένης προστασίας.

    3.  Το δικαστήριο που επιλαμβάνεται αγωγής περί παραποίησης/απομίμησης ή επαπειλούμενης παραποίησης/απομίμησης σχετικά με εθνική καταχώριση σχεδίου ή υποδείγματος, απορρίπτει την αγωγή, αν έχει εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της ουσίας με τα ίδια πραγματικά περιστατικά μεταξύ των αυτών διαδίκων σχετικά με κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα που γεννά δικαίωμα συσσωρευμένης προστασίας.

    4.  Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 δεν εφαρμόζονται στα ασφαλιστικά μέτρα.

    Άρθρο 96

    Σχέση με άλλες μορφές προστασίας βάσει του εθνικού δικαίου

    1.  Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του κοινοτικού δικαίου ή του δικαίου του οικείου κράτους μέλους που εφαρμόζεται επί των καταχωρισμένων σχεδίων ή υποδειγμάτων, των εμπορικών σημάτων ή άλλων διακριτικών σημάτων, των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και των υποδειγμάτων χρησιμότητας, των τυπογραφικών στοιχείων, της αστικής ευθύνης και του αθέμιτου ανταγωνισμού.

    2.  Το σχέδιο ή υπόδειγμα που προστατεύεται από κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα είναι επίσης δεκτικό προστασίας βάσει της νομοθεσίας περί του δικαιώματος του δημιουργού των κρατών μελών, από την ημερομηνία κατά την οποία το σχέδιο ή υπόδειγμα δημιουργήθηκε ή αποτυπώθηκε με οποιαδήποτε μορφή. Η έκταση και οι προϋποθέσεις παροχής της προστασίας, καθώς και ο απαιτούμενος βαθμός πρωτοτυπίας, καθορίζονται από κάθε κράτος μέλος.



    ΤΙΤΛΟΣ XI

    ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ



    Τμήμα 1

    Γενικές διατάξεις

    Άρθρο 97

    Γενική διάταξη

    Εκτός αντιθέτων διατάξεων του παρόντος τίτλου, ο Τίτλος XII του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα εφαρμόζεται στο Γραφείο όσον αφορά τα καθήκοντα που αναλαμβάνει στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού.

    Άρθρο 98

    Γλώσσα διαδικασίας

    1.  Η αίτηση για την καταχώριση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος κατατίθεται σε μια από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας.

    2.  Ο αιτών δηλώνει και μια δεύτερη γλώσσα που να είναι γλώσσα του Γραφείου, την οποία δέχεται ως πιθανή γλώσσα διαδικασίας σε διαδικασίες ενώπιον του Γραφείου.

    Εάν η αίτηση κατατέθηκε σε γλώσσα η οποία δεν είναι μια από τις γλώσσες του Γραφείου, το Γραφείο μεριμνά ώστε η αίτηση να μεταφράζεται στη γλώσσα που υπέδειξε ο καταθέτης.

    3.  Εάν ο συντάκτης αίτησης καταχώρισης κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος είναι ο μοναδικός διάδικος στις διαδικασίες ενώπιον του Γραφείου, τότε ως γλώσσα της διαδικασίας χρησιμοποιείται η γλώσσα στην οποία κατατέθηκε η αίτηση καταχώρισης. Εάν η αίτηση έχει γίνει σε γλώσσα άλλη από τις γλώσσες του Γραφείου, τότε το Γραφείο μπορεί να επικοινωνεί γραπτώς με τον αιτούντα στη δεύτερη γλώσσα την οποία υπέδειξε αυτός στην αίτησή του.

    4.  Σε περίπτωση διαδικασίας ακυρότητας, γλώσσα διαδικασίας είναι η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε για την κατάθεση της αίτησης καταχώρισης, εάν αυτή είναι μια από τις γλώσσες του Γραφείου. Εάν η κατάθεση έγινε σε γλώσσα άλλη εκτός από τις γλώσσες του Γραφείου, γλώσσα διαδικασίας είναι η δεύτερη γλώσσα που υποδείχθηκε στην αίτηση.

    Η αίτηση για κήρυξη ακυρότητας κατατίθεται στη γλώσσα διαδικασίας.

    Εάν η γλώσσα διαδικασίας δεν είναι η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε για την κατάθεση, ο δικαιούχος του κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος μπορεί να υποβάλλει παρατηρήσεις στη γλώσσα της κατάθεσης. Το Γραφείο μεριμνά ώστε οι παρατηρήσεις αυτές να μεταφράζονται στη γλώσσα διαδικασίας.

    Ο εκτελεστικός κανονισμός μπορεί να ορίζει ότι τα μεταφραστικά έξοδα τα οποία φέρει το Γραφείο δεν μπορούν, εκτός παρεκκλίσεως την οποία επιτρέπει το Γραφείο εφόσον αυτό δικαιολογείται από την πολυπλοκότητα της υπόθεσης, να υπερβαίνουν ένα ποσό το οποίο καθορίζεται για κάθε τύπο διαδικασίας βάσει του μέσου ύψους των υπομνημάτων τα οποία παραλαμβάνει το Γραφείο. Οι δαπάνες πάνω από το ποσό αυτό μπορούν να καταλογίζονται στον ηττηθέντα διάδικο, σύμφωνα με το άρθρο 70.

    5.  Στις διαδικασίες ακυρότητας, τα μέρη μπορούν να συμφωνούν να χρησιμοποιηθεί ως γλώσσα διαδικασίας μια άλλη επίσημη γλώσσα της Κοινότητας.

    Άρθρο 99

    Δημοσίευση και καταχώριση

    1.  Όλες οι πληροφορίες, η δημοσίευση των οποίων απαιτείται από τον παρόντα κανονισμό ή τον εκτελεστικό κανονισμό, δημοσιεύονται σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας.

    2.  Όλες οι καταχωρίσεις στο Μητρώο πραγματοποιούνται σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας.

    3.  Σε περίπτωση αμφιβολίας, ως αυθεντικό θεωρείται το κείμενο που είναι συντεταγμένο στη γλώσσα του Γραφείου στην οποία κατατέθηκε η αίτηση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος. Εάν η κατάθεση έγινε σε επίσημη γλώσσα της Κοινότητας, η οποία δεν είναι μια από τις γλώσσες του Γραφείου, ως αυθεντικό θεωρείται το κείμενο που είναι συντεταγμένο στη δεύτερη γλώσσα την οποία υπέδειξε ο αιτών.

    Άρθρο 100

    Πρόσθετες αρμοδιότητες του προέδρου

    Παράλληλα με τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες που ανατίθενται στον πρόεδρο του Γραφείου δυνάμει του άρθρου 119 του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα, ο πρόεδρος δύναται να υποβάλλει στην Επιτροπή σχέδιο για τροποποίηση του παρόντος κανονισμού, του εκτελεστικού κανονισμού, του κανονισμού για τα τέλη και κάθε άλλου κανόνα, στο βαθμό που εφαρμόζονται στα καταχωρισμένα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα, έπειτα από διαβούλευση με το Διοικητικό Συμβούλιο και, στην περίπτωση του κανονισμού για τα τέλη, με την επιτροπή προϋπολογισμού.

    Άρθρο 101

    Πρόσθετες αρμοδιότητες του Διοικητικού Συμβουλίου

    Επιπροσθέτως των αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στο Διοικητικό Συμβούλιο από το άρθρο 121 και επόμενα του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα ή από άλλες διατάξεις του παρόντος κανονισμού:

    α) το Διοικητικό Συμβούλιο ορίζει την ημερομηνία από την οποία οι αιτήσεις καταχώρησης κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων δύναται να καταχωρούνται σύμφωνα με το άρθρο 111 παράγραφος 2,

    β) ζητείται η γνώμη του πριν από τη θέσπιση των κατευθυντήριων οδηγιών για την εξέταση των τυπικών προϋποθέσεων, την εξέταση των λόγων άρνησης καταχώρισης και των αγωγών περί ακυρότητας που διεξάγονται ενώπιον του Γραφείου, καθώς και στις άλλες περιπτώσεις που προβλέπει ο παρών κανονισμός.



    Τμήμα 2

    Εφαρμογή των διαδικασιών

    Άρθρο 102

    Αρμοδιότητα

    Αρμόδιοι για τη λήψη αποφάσεων στα πλαίσια των διαδικασιών που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, είναι οι ακόλουθοι φορείς:

    α) οι εξεταστές,

    β) το τμήμα διαχείρισης των σημάτων, σχεδίων και υποδειγμάτων και νομικών θεμάτων,

    γ) τα ακυρωτικά τμήματα,

    δ) τα συμβούλια προσφυγών.

    Άρθρο 103

    Εξεταστές

    Οι εξεταστές είναι αρμόδιοι για τη λήψη απόφασης εξ ονόματος του Γραφείου όσον αφορά τις αιτήσεις καταχώρισης κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος.

    Άρθρο 104

    Τμήμα διαχείρισης των σημάτων, σχεδίων και υποδειγμάτων και νομικών θεμάτων

    1.  Το τμήμα διαχείρισης των σημάτων και νομικών θεμάτων που προβλέπεται στο άρθρο 128 του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα, καθίσταται το τμήμα διαχείρισης των σημάτων, σχεδίων και υποδειγμάτων και νομικών θεμάτων.

    2.  Επιπροσθέτως των αρμοδιοτήτων που του ανατίθενται δυνάμει του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα, το εν λόγω τμήμα είναι αρμόδιο για τη λήψη των αποφάσεων που απαιτούνται από τον παρόντα κανονισμό, οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο της αρμοδιότητας εξεταστή ή ακυρωτικού τμήματος. Είναι αρμόδιο ιδίως για τις αποφάσεις σχετικά με τις εγγραφές στο Μητρώο.

    Άρθρο 105

    Ακυρωτικά τμήματα

    1.  Τα ακυρωτικά τμήματα είναι αρμόδια για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τις αιτήσεις περί ακυρότητας καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος.

    2.  Το ακυρωτικό τμήμα απαρτίζεται από τρία μέλη. Τουλάχιστον το ένα εκ των μελών του είναι νομικός.

    Άρθρο 106

    Συμβούλια προσφυγών

    Επιπροσθέτως των αρμοδιοτήτων που τους ανατίθενται από το άρθρο 131 του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα, τα συμβούλια προσφυγών που συγκροτούνται δυνάμει του εν λόγω κανονισμού, είναι αρμόδια να αποφαίνονται επί προσφυγών κατά αποφάσεων των εξεταστών, των ακυρωτικών τμημάτων και του τμήματος διαχείρισης των σημάτων, σχεδίων και υποδειγμάτων και νομικών υποθέσεων όσον αφορά τις αποφάσεις τους σχετικά με τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα.

    ▼M1



    ΤΙΤΛΟΣ XΙα

    ΔΤΕθΥΉΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΣΧΕΔΙΩΥ ΚΑΙ ΝΠΟΔΕΙΓΜΑΤΩΥ



    Τμήμα 1

    Γενικές διατάξεις

    Άρθρο 106α

    Εφαρμογή των διατάξεων

    1.  Εφόσον δεν ορίζεται αλλιώς στον παρόντα τίτλο, ο παρών κανονισμός και κάθε κανονισμός εφαρμογής του που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 109 εφαρμόζεται, mutatis mutandis, στις καταχωρίσεις βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων στο διεθνές μητρώο που τηρείται από το Διεθνές Γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας (τα οποία καλούνται στο εξής «διεθνής καταχώριση» και «Διεθνές Γραφείο») στις οποίες προσδιορίζεται η Κοινότητα, στο πλαίσιο της πράξης της Γενεύης.

    2.  Οποιαδήποτε καταγραφή διεθνούς καταχώρισης στην οποία προσδιορίζεται η Κοινότητα στο διεθνές μητρώο, παράγει το ίδιο αποτέλεσμα όπως εάν είχε γίνει στο μητρώο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων του Γραφείου, και οποιαδήποτε δημοσίευση διεθνούς καταχώρισης στην οποία προσδιορίζεται η Κοινότητα στο Δελτίο του Διεθνούς Γραφείου, παράγει το ίδιο αποτέλεσμα όπως εάν είχε δημοσιευθεί στο Δελτίο Κοινοτικών Σχεδίων και Υποδειγμάτων.



    Τμήμα 2

    Διεθνείς καταχωρίσεις στις οποίες προσδιορίζεται η Κοινότητα

    Άρθρο 106β

    Διαδικασία κατάθεσης διεθνούς αίτησης

    Δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 1 της πράξης της Γενεύης, οι διεθνείς αιτήσεις κατατίθενται απευθείας στο Διεθνές Γραφείο.

    Άρθρο 106γ

    Τέλη προσδιορισμού

    Τα τέλη προσδιορισμού που προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 της πράξης της Γενεύης αντικαθίστανται από ένα ατομικό τέλος προσδιορισμού.

    Άρθρο 106δ

    Αποτελέσματα διεθνούς καταχώρισης στην οποία προσδιορίζεται η Ευρωπαϊκή Κοινότητα

    1.  Διεθνής καταχώριση στην οποία προσδιορίζεται η Κοινότητα έχει, από την ημερομηνία καταχώρισής της, όπως προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 της πράξης της Γενεύης, το ίδιο αποτέλεσμα με μια αίτηση για καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα.

    2.  Εάν δεν έχει κοινοποιηθεί άρνηση ή εάν έχει ανακληθεί μια τέτοια άρνηση, η διεθνής καταχώριση σχεδίου ή υποδείγματος στην οποία προσδιορίζεται η Κοινότητα παράγει, από την ημερομηνία της παραγράφου 1, το ίδιο αποτέλεσμα με την καταχώριση σχεδίου ή υποδείγματος ως καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος.

    3.  Το Γραφείο παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις διεθνείς καταχωρίσεις της παραγράφου 2, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στον κανονισμό εφαρμογής.

    Άρθρο 106ε

    Άρνηση

    1.  Το Γραφείο διαβιβάζει κοινοποίηση άρνησης στο Διεθνές Γραφείο το πολύ εντός έξι μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης της διεθνούς καταχώρισης, εάν, κατά την εξέταση μιας διεθνούς καταχώρισης, το Γραφείο διαπιστώσει ότι το σχέδιο ή το υπόδειγμα για το οποίο ζητείται προστασία δεν ανταποκρίνεται στον ορισμό του άρθρου 3 στοιχείο α), ή ότι αντίκειται στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη.

    Στην κοινοποίηση πρέπει να δηλώνονται οι λόγοι στους οποίους στηρίζεται η άρνηση.

    2.  Δεν χωρεί άρνηση των αποτελεσμάτων μιας διεθνούς καταχώρισης στην Κοινότητα πριν να δοθεί η ευκαιρία στον δικαιούχο να παραιτηθεί από τη διεθνή καταχώριση όσον αφορά την Κοινότητα ή να υποβάλει τις παρατηρήσεις του.

    3.  Οι όροι της εξέτασης των λόγων άρνησης καθορίζονται στον κανονισμό εφαρμογής.

    Άρθρο 106στ

    Ακύρωση των αποτελεσμάτων μιας διεθνούς καταχώρισης

    1.  Τα αποτελέσματα μιας διεθνούς καταχώρισης στην Κοινότητα μπορούν να κηρυχθούν άκυρα εν μέρει ή στο σύνολό τους σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στους τίτλους VI και VII ή από ένα δικαστήριο κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων, βάσει ανταγωγής στο πλαίσιο μιας διαδικασίας επί παραβάσει.

    2.  Όταν το Γραφείο λάβει γνώση της ακύρωσης, την κοινοποιεί στο Διεθνές Γραφείο.

    ▼B



    ΤΙΤΛΟΣ XII

    ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 107

    Εκτελεστικός κανονισμός

    1.  Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος κανονισμού καθορίζονται στον εκτελεστικό κανονισμό.

    2.  Εκτός από τα τέλη που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, επιβάλλονται τέλη, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες εφαρμογής που ορίζονται στον εκτελεστικό κανονισμό και στον κανονισμό για τα τέλη, στις κατωτέρω περιπτώσεις:

    α) εκπρόθεσμη καταβολή του τέλους καταχώρισης,

    β) εκπρόθεσμη καταβολή του τέλους δημοσίευσης,

    γ) εκπρόθεσμη καταβολή του τέλους αναστολής της δημοσίευσης,

    δ) εκπρόθεσμη καταβολή πρόσθετου τέλους για πολλαπλές αιτήσεις,

    ε) έκδοση αντιγράφου του πιστοποιητικού καταχώρισης,

    στ) καταχώριση της μεταβίβασης καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος,

    ζ) καταχώριση άδειας εκμετάλλευσης ή άλλου δικαιώματος σχετικά με καταχωρισμένο κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα,

    η) ακύρωση της καταχώρισης άδειας εκμετάλλευσης ή άλλου δικαιώματος,

    θ) έκδοση αποσπάσματος από το Μητρώο,

    ι) μελέτη των φακέλων,

    ια) έκδοση αντιγράφων από έγγραφα του φακέλου,

    ιβ) κοινοποίηση πληροφοριακών στοιχείων φακέλου,

    ιγ) επαναπροσδιορισμός των αποδοτέων εξόδων διαδικασίας,

    ιδ) έκδοση επικυρωμένων αντιγράφων της αίτησης.

    3.  Ο εκτελεστικός κανονισμός και ο κανονισμός για τα τέλη θεσπίζονται και τροποποιούνται σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 125.

    Άρθρο 108

    Καταστατικό του συμβουλίου προσφυγών

    Το Καταστατικό του συμβουλίου προσφυγών εφαρμόζεται στις προσφυγές των οποίων επιλαμβάνονται τα συμβούλια αυτά δυνάμει του παρόντος κανονισμού, με την επιφύλαξη οποιασδήποτε απαραίτητης τροποποίησης ή συμπληρωματικής διάταξης και εγκρίνεται σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 109 παράγραφος 2.

    Άρθρο 109 (νέο)

    Επιτροπή

    1.  Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

    2.  Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

    Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, είναι τρίμηνη.

    3.  Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

    Άρθρο 110

    Μεταβατική διάταξη

    1.  Μέχρις ότου αρχίσουν να ισχύουν οι σχετικές τροποποιήσεις του παρόντος κανονισμού, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, δεν προστατεύεται ως κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα ένα σχέδιο ή υπόδειγμα που αποτελεί συστατικό σύνθετου προϊόντος, το οποίο χρησιμοποιείται κατά την έννοια του άρθρου 19 παράγραφος 1 για την επισκευή του εν λόγω σύνθετου προϊόντος, προς αποκατάσταση της αρχικής του εμφάνισης.

    2.  Η Επιτροπή θα υποβάλει την πρόταση η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1 ταυτόχρονα με τις τροποποιήσεις που θα υποβάλει για το ίδιο θέμα, σύμφωνα με το άρθρο 18 της οδηγίας 98/71/ΕΚ, λαμβάνοντας υπόψη τις τροποποιήσεις αυτές.

    ▼A1

    Άρθρο 110α

    Διατάξεις σχετικές με τη διεύρυνση της Κοινότητας

    ▼A2

    1.  Από την ημερομηνία προσχώρησης της Βουλγαρίας, της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Εσθονίας, της Κύπρου, της Λετονίας, της Λιθουανίας, της Ουγγαρίας, της Μάλτας, της Πολωνίας, της Ρουμανίας, της Σλοβενίας και της Σλοβακίας (εφεξής «νέο κράτος μέλος» ή «νέα κράτη μέλη»), κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα το οποίο προστατεύεται ή για το οποίο έχει υποβληθεί αίτηση σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό πριν από την εκάστοτε ημερομηνία της προσχώρησης, επεκτείνεται στο έδαφος των εν λόγω κρατών μελών προκειμένου να παράγει ισοδύναμα αποτελέσματα σε ολόκληρη την Κοινότητα.

    ▼A1

    2.  Η αίτηση καταχώρησης κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος δεν μπορεί να απορρίπτεται βάσει κανενός από τους λόγους απαραδέκτου που απαριθμούνται στο άρθρο 47, παράγραφος 1, εάν οι λόγοι αυτοί κατέστησαν εφαρμοστέοι απλώς και μόνο λόγω της προσχώρησης νέου κράτους μέλους.

    3.  Ένα κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα, σύμφωνα με την παράγραφο 1, μπορεί να μην κηρύσσεται άκυρο βάσει του άρθρου 25, παράγραφος 1, εφόσον οι λόγοι της ακυρότητας κατέστησαν εφαρμοστέοι απλώς και μόνο λόγω της προσχώρησης νέου κράτους μέλους.

    4.  Ο αιτών ή ο κάτοχος προγενέστερου δικαιώματος σε νέο κράτος μέλος μπορεί να αντιτάσσεται στη χρήση κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος που εμπίπτει στο άρθρο 25, παράγραφος 1, σημεία δ), ε) ή στ), στο έδαφος στο οποίο προστατεύεται το προγενέστερο δικαίωμα. Για τον σκοπό της διάταξης αυτής, ως «προγενέστερο δικαίωμα» νοείται το δικαίωμα το οποίο έχει αποκτηθεί ή ασκηθεί καλόπιστα πριν από την προσχώρηση.

    5.  Οι παράγραφοι 1, 3 και 4 ισχύουν επίσης για μη καταχωρημένα κοινοτικά σχέδια ή υποδείγματα. Σύμφωνα με το άρθρο 11, σχέδιο ή υπόδειγμα το οποίο δεν έχει καταστεί δημόσιο στο έδαφος της Κοινότητας, δεν απολαύει προστασίας ως μη καταχωρηθέν κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα.

    ▼B

    Άρθρο 111

    Έναρξη ισχύος

    1.  Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εξηκοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    2.  Αιτήσεις για την καταχώριση κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων μπορούν να κατατίθενται στο Γραφείο από την ημερομηνία που ορίζει το Διοικητικό Συμβούλιο κατόπιν συστάσεως του προέδρου του Γραφείου.

    3.  Αιτήσεις για την καταχώριση κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων που κατατίθενται εντός του τριμήνου που προηγείται της ημερομηνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 2, θεωρείται ότι έχουν κατατεθεί κατά την ημερομηνία αυτή.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.



    ( 1 ) ΕΕ C 29 της 31.1.1994, σ. 20, ΕΕ C 248 της 29.8.2000, σ. 3.

    ( 2 ) ΕΕ C 67 της 1.3.2001, σ. 318.

    ( 3 ) ΕΕ C 110 της 2.5.1995, ΕΕ C 75 της 15.3.2000, σ. 35.

    ( 4 ) ΕΕ L 289 της 28.10.1998, σ. 28.

    ( 5 ) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

    ( 6 ) ΕΕ L 11 της 14.1.1994, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3288/94 (ΕΕ L 349 της 31.12.1994, σ. 83).

    ( 7 ) ΕΕ L 299 της 31.12.1972, σ. 32. Σύμβαση όπως τροποποιήθηκε από τις συμβάσεις προσχώρησης στη σύμβαση αυτή των κρατών που προσχώρησαν στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες.

    Top