EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 02002L0059-20110316

Consolidated text: Οδηγία 2002/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλιου και του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 2002 για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης της κυκλοφορίας των πλοίων και ενημέρωσης και την κατάργηση της οδηγίας 93/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου

ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/2002/59/2011-03-16

2002L0059 — EL — 16.03.2011 — 002.001


Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

►B

ΟΔΗΓΊΑ 2002/59/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 27ης Ιουνίου 2002

για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης της κυκλοφορίας των πλοίων και ενημέρωσης και την κατάργηση της οδηγίας 93/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 208, 5.8.2002, p.10)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  No

page

date

►M1

ΟΔΗΓΊΑ 2009/17/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ της 23ης Απριλίου 2009

  L 131

101

28.5.2009

►M2

ΟΔΗΓΊΑ 2009/18/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ της 23ης Απριλίου 2009

  L 131

114

28.5.2009

►M3

ΟΔΗΓΊΑ 2011/15/ΕΕ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ της 23ης Φεβρουαρίου 2011

  L 49

33

24.2.2011




▼B

ΟΔΗΓΊΑ 2002/59/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 27ης Ιουνίου 2002

για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης της κυκλοφορίας των πλοίων και ενημέρωσης και την κατάργηση της οδηγίας 93/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου



ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 80 παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής ( 1 ),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( 2 ),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών ( 3 ),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 251 της συνθήκης ( 4 ),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της, της 24ης Φεβρουαρίου 1993, για μια κοινή πολιτική ασφάλειας στη θάλασσα, δήλωσε ότι στόχος σε κοινοτικό επίπεδο είναι η δημιουργία ενός υποχρεωτικού συστήματος ενημέρωσης, χάρη στο οποίο τα κράτη μέλη θα διαθέτουν ταχεία πρόσβαση σε όλες τις σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τις μετακινήσεις των πλοίων που μεταφέρουν επικίνδυνες ή ρυπογόνες ουσίες και με την ακριβή φύση του φορτίου τους.

(2)

Η οδηγία 93/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Σεπτεμβρίου 1993, για τις ελάχιστες προδιαγραφές που απαιτούνται για τα πλοία τα οποία κατευθύνονται σε ή αποπλέουν από κοινοτικούς λιμένες μεταφέροντας επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα ( 5 ), θεσπίζει ένα σύστημα ενημέρωσης των αρμόδιων αρχών για τα πλοία που μεταφέρουν επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα και κατευθύνονται σε ή αποπλέουν από κοινοτικούς λιμένες, καθώς και για τα περιστατικά που συμβαίνουν στη θάλασσα. Η εν λόγω οδηγία ορίζει ότι η Επιτροπή οφείλει να παρουσιάσει νέες προτάσεις για τη δημιουργία πληρέστερου συστήματος υποβολής αναφορών για την Κοινότητα, το οποίο θα μπορεί να περιλαμβάνει επίσης και τα πλοία που διέρχονται στα ανοικτά των ακτών των κρατών μελών.

(3)

Το ψήφισμα του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 1993, σχετικά με μια κοινή πολιτική για την ασφάλεια στη θάλασσα ( 6 ), συμφωνεί ότι οι κύριοι στόχοι της κοινοτικής δράσης περιλαμβάνουν τη δημιουργία ενός πληρέστερου συστήματος ενημέρωσης.

(4)

Η δημιουργία ενός κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης της κυκλοφορίας των πλοίων και ενημέρωσης θα πρέπει να συμβάλει στην πρόληψη των ατυχημάτων και της θαλάσσιας ρύπανσης και στην ελαχιστοποίηση των συνεπειών στο θαλάσσιο και το παράκτιο περιβάλλον, την οικονομία και την υγεία των τοπικών κοινοτήτων. Η αποτελεσματικότητα της θαλάσσιας κυκλοφορίας, και ιδίως της διαχείρισης του κατάπλου των πλοίων στους λιμένες, εξαρτάται επίσης από τις προειδοποιήσεις των πλοίων οι οποίες υποβάλλονται αρκετό χρόνο πριν από την άφιξή τους.

(5)

Πλείονα συστήματα υποχρεωτικής υποβολής αναφορών από τα πλοία έχουν θεσπιστεί κατά μήκος των ευρωπαϊκών ακτών, σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες που εγκρίθηκαν από το Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΙΜΟ). Είναι απαραίτητο να εξασφαλίζεται ότι τα πλοία συμμορφώνονται με τις ισχύουσες υποχρεώσεις υποβολής αναφορών στο πλαίσιο των εν λόγω συστημάτων.

(6)

Έχουν δημιουργηθεί επίσης υπηρεσίες εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων και συστήματα οργάνωσης της κυκλοφορίας, τα οποία διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην πρόληψη των ατυχημάτων και της ρύπανσης σε ορισμένες πυκνής κυκλοφορίας ή επικίνδυνες για τη ναυσιπλοΐα περιοχές. Είναι απαραίτητο τα πλοία να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων και να συμμορφώνονται με τους κανονισμούς που ισχύουν στα πλαίσια των συστημάτων οργάνωσης της κυκλοφορίας που έχουν εγκριθεί από τον ΙΜΟ.

(7)

Σημειώθηκαν σημαντικές τεχνολογικές πρόοδοι στον τομέα του ναυτιλιακού εξοπλισμού, οι οποίες επιτρέπουν τον αυτόματο εντοπισμό των πλοίων (συστήματα AIS) και τη βελτιωμένη παρακολούθησή τους, καθώς και την καταγραφή των δεδομένων ταξιδιού (συστήματα VDR ή «μαύρα κουτιά») προκειμένου να διευκολύνονται οι έρευνες κατόπιν ατυχημάτων. Δεδομένης της σημασίας του στο πλαίσιο της επεξεργασίας μιας πολιτικής πρόληψης των ναυτικών ατυχημάτων, ο εν λόγω εξοπλισμός θα πρέπει να καταστεί υποχρεωτικός στα πλοία που εκτελούν εσωτερικά ή διεθνή δρομολόγια και καταπλέουν σε λιμένες της Κοινότητας. Τα δεδομένα που παρέχει το σύστημα VDR μπορούν να χρησιμοποιούνται, τόσο ύστερα από ένα ατύχημα για την αναζήτηση των αιτιών του όσο και προληπτικά προκειμένου να συναχθούν τα απαραίτητα διδάγματα από παρόμοιες καταστάσεις. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν τη χρησιμοποίηση των δεδομένων αυτών και για τους δύο αυτούς σκοπούς.

(8)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν ώστε, επιπλέον του κατάλληλου τεχνικού εξοπλισμού, οι παράκτιοι σταθμοί των αρμοδίων αρχών να διαθέτουν επαρκές και κατάλληλα ειδικευμένο προσωπικό.

(9)

Η ακριβής γνώση σχετικά με τα επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα που μεταφέρονται από τα πλοία καθώς και οι πληροφορίες που αφορούν θέματα ασφάλειας, όπως οι πληροφορίες για τα συμβάντα σχετικά με τη ναυσιπλοΐα, αποτελούν βασικά στοιχεία για την προετοιμασία και την αποτελεσματικότητα των επιχειρήσεων επέμβασης σε περιπτώσεις ρύπανσης ή κινδύνου ρύπανσης στη θάλασσα. Τα πλοία που κατευθύνονται προς ή αποπλέουν από λιμένες κρατών μελών οφείλουν να κοινοποιούν τις εν λόγω πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές ή στις λιμενικές αρχές των εν λόγω κρατών μελών.

(10)

Προκειμένου να απλοποιηθεί και να επισπευσθεί η μετάδοση και η αξιοποίηση των πληροφοριών σχετικά με το φορτίο, ο όγκος των οποίων ενίοτε είναι πολύ μεγάλος, οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει, εφόσον είναι εφικτό, να μεταδίδονται ηλεκτρονικά στην αρμόδια αρχή ή στην ενδιαφερόμενη λιμενική αρχή. Για τους ίδιους λόγους, οι πληροφορίες μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών θα πρέπει να ανταλλάσσονται ηλεκτρονικά.

(11)

Εάν τα κράτη μέλη διαπιστώσουν ότι οι ενδιαφερόμενες εταιρείες έχουν καθιερώσει εσωτερικές διαδικασίες για να εξασφαλίζουν τη μετάδοση των προβλεπόμενων από την παρούσα οδηγία πληροφοριών στην αρμόδια αρχή, αμελλητί, πρέπει να είναι δυνατό τα τακτικά δρομολόγια που εκτελούνται μεταξύ δύο ή περισσοτέρων κρατών, εκ των οποίων ένα τουλάχιστον είναι κράτος μέλος, να απαλλάσσονται από την υποχρέωση υποβολής αναφοράς σε κάθε ταξίδι.

(12)

Ορισμένα πλοία παρουσιάζουν δυνητικούς κινδύνους, λόγω της συμπεριφοράς ή της κατάστασής τους, για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και το περιβάλλον. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στην παρακολούθηση των εν λόγω πλοίων, να λαμβάνουν τα ενδεικνυόμενα μέτρα, προκειμένου να αποφευχθεί η επιδείνωση των κινδύνων που δημιουργούν, και να μεταδίδουν τις σχετικές πληροφορίες που διαθέτουν για τα εν λόγω πλοία στα λοιπά ενδιαφερόμενα κράτη μέλη. Τα εν λόγω ενδεικνυόμενα μέτρα μπορεί να είναι μέτρα που προβλέπονται στα πλαίσια των δραστηριοτήτων ελέγχου κράτους του λιμένα.

(13)

Τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν προφυλάξεις για την προστασία από τις απειλές κατά της ασφάλειας στη θάλασσα, την ασφάλεια των προσώπων και το θαλάσσιο και παράκτιο περιβάλλον που προκαλούνται από συμβάντα, ατυχήματα ή άλλα περιστατικά στη θάλασσα και από την παρουσία κηλίδων ρύπανσης ή συσκευασιών που παρασύρονται στη θάλασσα. Για το σκοπό αυτό, οι πλοίαρχοι των πλοίων που πλέουν εντός της ζώνης έρευνας και διάσωσης ή της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης ή ανάλογης περιοχής των κρατών μελών, θα πρέπει να ειδοποιούν τις παράκτιες αρχές για τέτοια γεγονότα, παρέχοντας όλες τις σχετικές πληροφορίες. Ανάλογα με τις ιδιαίτερές τους συνθήκες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν την ευχέρεια να επιλέγουν ποια από τις προαναφερόμενες γεωγραφικές περιοχές θα πρέπει να καλυφθεί από την υποχρέωση υποβολής αναφοράς.

(14)

Σε περίπτωση συμβάντος ή ατυχήματος στη θάλασσα, η πλήρης και ολοκληρωμένη συνεργασία των ενεχομένων μερών όσον αφορά τις μεταφορές συμβάλλει σημαντικά στην αποτελεσματικότητα των επεμβάσεων των αρμόδιων αρχών.

(15)

Εφόσον αρμόδια αρχή, η οποία έχει ορισθεί από κράτος μέλος, εκτιμά, βάσει της κατάστασης της θάλασσας και της πρόγνωσης του καιρού που πραγματοποιείται από αρμόδια μετεωρολογική υπηρεσία, ότι οι ιδιαίτερα δυσμενείς μετεωρολογικές συνθήκες ή η κατάσταση της θάλασσας συνιστούν σοβαρό κίνδυνο για την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής ή κίνδυνο ρύπανσης, θα πρέπει να ενημερώνει σχετικά τον πλοίαρχο του πλοίου που επιθυμεί να καταπλεύσει στο λιμένα ή να αποπλεύσει από αυτόν και μπορεί να λαμβάνει κάθε άλλο ενδεικνυόμενο μέτρο. Υπό την επιφύλαξη της υποχρέωσης παροχής βοήθειας σε πλοία που βρίσκονται σε κίνδυνο, τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν την απαγόρευση του κατάπλου ή του απόπλου, έως ότου η κατάσταση ομαλοποιηθεί. Σε περίπτωση πιθανού κινδύνου για την ασφάλεια ή κινδύνου ρύπανσης, και λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη κατάσταση του συγκεκριμένου λιμένα, η αρμόδια αρχή μπορεί να συνιστά στα πλοία να μην αποπλεύσουν. Εάν ο πλοίαρχος αποφασίσει να εγκαταλείψει το λιμένα, το πράττει σε κάθε περίπτωση υπ' ευθύνη του/της και θα πρέπει να αναφέρει τους λόγους της απόφασής του/της.

(16)

Η έλλειψη διαθεσιμότητας καταφυγίου μπορεί να έχει, ενδεχομένως, σοβαρές συνέπειες σε περίπτωση θαλάσσιου ατυχήματος. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταρτίζουν σχέδια που θα επιτρέπουν, εφόσον το απαιτούν οι περιστάσεις, τα πλοία που διατρέχουν κίνδυνο, να ευρίσκουν καταφύγιο στους λιμένες τους ή σε οιοδήποτε άλλο προστατευμένο θαλάσσιο μέρος υπό τις καλύτερες δυνατές συνθήκες. Όπου είναι αναγκαίο και εφικτό, τα σχέδια αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνουν την πρόβλεψη επαρκών μέσων και εγκαταστάσεων με σκοπό τη συνδρομή προς τα πλοία, τη διάσωσή τους και την αντιμετώπιση της ρύπανσης. Οι λιμένες που υποδέχονται πλοίο το οποίο ευρίσκεται σε κίνδυνο θα πρέπει να μπορούν να υπολογίζουν στην άμεση αντιστάθμιση των σχετικών εξόδων και των πιθανών ζημιών που συνεπάγεται η εν λόγω επιχείρηση. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάζει τις δυνατότητες θέσπισης ενός αποτελεσματικού συστήματος αποζημιώσεων για τους κοινοτικούς λιμένες που υποδέχονται πλοίο το οποίο βρίσκεται σε κίνδυνο, καθώς και κατά πόσον είναι σκόπιμο να απαιτείται από κάθε πλοίο που καταπλέει σε κοινοτικό λιμένα να είναι επαρκώς ασφαλισμένο.

(17)

Είναι αναγκαία η δημιουργία, μέσω της ανάπτυξης κατάλληλων τηλεπικοινωνιακών συνδέσεων μεταξύ των αρμόδιων αρχών και των λιμένων των κρατών μελών, ενός πλαισίου συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής προκειμένου να βελτιωθεί η λειτουργία του συστήματος παρακολούθησης και ενημέρωσης για τη θαλάσσια κυκλοφορία. Επιπλέον, η κάλυψη του συστήματος εντοπισμού και παρακολούθησης των πλοίων πρέπει να επεκταθεί στις περιοχές ναυσιπλοΐας της Κοινότητας, όπου αυτή είναι ανεπαρκής. Εξάλλου, πρέπει να δημιουργηθούν κέντρα διαχείρισης των πληροφοριών στις θαλάσσιες περιφέρειες της Κοινότητας, προκειμένου να διευκολύνεται η ανταλλαγή ή η κατανομή των χρήσιμων δεδομένων που σχετίζονται με την παρακολούθηση της κυκλοφορίας και την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να καταβάλλουν προσπάθειες για να συνεργάζονται με τρίτες χώρες για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(18)

Η αποτελεσματικότητα της παρούσας οδηγίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αυστηρή επιβολή της εφαρμογής της από τα κράτη μέλη. Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη οφείλουν να πραγματοποιούν τακτικά κατάλληλες επιθεωρήσεις ή να διεξάγουν κάθε άλλη κατάλληλη ενέργεια, προκειμένου να εξασφαλίζουν ότι οι τηλεπικοινωνιακές συνδέσεις που δημιουργήθηκαν για την πλήρωση των απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας λειτουργούν ικανοποιητικά. Θα πρέπει επίσης να καθιερωθεί ένα σύστημα κυρώσεων προκειμένου να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση των αφορωμένων μερών με τις υποχρεώσεις υποβολής αναφορών και εξοπλισμού που ορίζονται από την παρούσα οδηγία.

(19)

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή ( 7 ).

(20)

Ορισμένες διατάξεις της παρούσας οδηγίας μπορούν να τροποποιούνται με την εν λόγω διαδικασία, προκειμένου να λαμβάνεται υπόψη η εξέλιξη των κοινοτικών και των διεθνών πράξεων και της εμπειρίας που αποκτάται κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, εφόσον οι τροποποιήσεις αυτές δεν διευρύνουν το πεδίο εφαρμογής της. Η κατάλληλη υποβολή αναφορών εκ μέρους των κρατών μελών όσον αφορά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για την Επιτροπή προκειμένου να εκτιμήσει την εμπειρία που αποκτάται από την εφαρμογή της.

(21)

Οι διατάξεις της οδηγίας 93/75/ΕΟΚ ενισχύονται, επεκτείνονται και τροποποιούνται σημαντικά από την παρούσα οδηγία. Κατά συνέπεια, είναι σκόπιμο να καταργηθεί η οδηγία 93/75/ΕΟΚ.

(22)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης, ήτοι η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας της θαλάσσιας κυκλοφορίας, είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύνανται, συνεπώς, λόγω των διαστάσεων ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως εκτίθεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως εκτίθεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:



Άρθρο 1

Σκοπός

Ο σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η δημιουργία στην Κοινότητα ενός συστήματος παρακολούθησης της κυκλοφορίας των πλοίων και ενημέρωσης, προκειμένου να ενισχυθούν η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της θαλάσσιας κυκλοφορίας να βελτιωθεί η ανταπόκριση των αρχών σε συμβάντα, ατυχήματα, ή ενδεχομένως επικίνδυνα περιστατικά στη θάλασσα, μεταξύ άλλων με επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης, και να διευκολυνθούν η πρόληψη και η ανίχνευση της ρύπανσης από πλοία.

Τα κράτη μέλη παρακολουθούν και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο και κατάλληλο μέτρο ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι πλοίαρχοι, οι εκμεταλλευόμενοι πλοία ή οι πράκτορες καθώς και οι φορτωτές ή οι κύριοι επικίνδυνων ή ρυπογόνων εμπορευμάτων τα οποία μεταφέρονται με τα εν λόγω πλοία, συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.  Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα πλοία χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 300 τόνων, εκτός εάν ορίζεται άλλως.

 

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στα κατωτέρω, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά:

 ◄

α) πολεμικά πλοία, βοηθητικά πολεμικά πλοία και άλλα πλοία που ανήκουν σε κράτος μέλος ή πλοία η εκμετάλλευση των οποίων διενεργείται από κράτος μέλος, και χρησιμοποιούνται για την παροχή δημόσιων μη εμπορικών υπηρεσιών·

β) αλιευτικά πλοία, παραδοσιακά πλοία και σκάφη αναψυχής μήκους κάτω των 45 μέτρων·

▼M1

γ) δεξαμενές σε πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω των 1 000 μονάδων, καθώς και εφόδια πλοίων και εξοπλισμός που χρησιμοποιείται επί όλων των πλοίων.

▼B

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

α)

►M1  «σχετικές διεθνείς πράξεις», οι ακόλουθες πράξεις, στην επικαιροποιημένη τους εκδοχή: ◄

 η «MARPOL», η διεθνής σύμβαση του 1973 για την πρόληψη της ρύπανσης από τα πλοία και το πρωτόκολλό της του 1978,

 η «SOLAS», η διεθνής σύμβαση περί ασφαλείας της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα καθώς και τα πρωτόκολλα και οι τροποποιήσεις της,

 η διεθνής σύμβαση του 1969 για την καταμέτρηση της χωρητικότητας των πλοίων,

 η διεθνής σύμβαση του 1969 για την επέμβαση στην ανοικτή θάλασσα σε περίπτωση απωλειών λόγω πετρελαϊκής ρύπανσης και το πρωτόκολλό της του 1973 σχετικά με την επέμβαση στην ανοικτή θάλασσα σε περίπτωση ρύπανσης από ουσίες άλλες από τις πετρελαϊκές,

 η «σύμβαση SAR», η διεθνής σύμβαση του 1979 για τη ναυτική έρευνα και διάσωση,

 ο «κώδικας ISM», ο διεθνής θαλάσσιος κώδικας διαχείρισης της ασφάλειας,

 ο «κώδικας IMDG», ο διεθνής ναυτιλιακός κώδικας για τη μεταφορά των επικίνδυνων εμπορευμάτων,

 ο «κώδικας IBC», ο διεθνής κώδικας του IMO, ο σχετικός με τη ναυπήγηση και τον εξοπλισμό των πλοίων που μεταφέρουν χύδην επικίνδυνες ουσίες,

 ο «κώδικας IGC», ο διεθνής κώδικας του IMO, ο σχετικός με τη ναυπήγηση και τον εξοπλισμό των πλοίων που μεταφέρουν χύδην υγροποιημένα αέρια,

 ο «κώδικας BC», ο κώδικας πρακτικών κανόνων του IMO για την ασφαλή μεταφορά στερεών φορτίων χύδην,

 ο «κώδικας INF», ο κώδικας του IMO για την ασφαλή μεταφορά, σε δοχεία, επί πλοίων, ακτινοβολημένων πυρηνικών καυσίμων, πλουτωνίου και εντόνως ραδιενεργών αποβλήτων,

 το «ψήφισμα A.851 (20) του ΙΜΟ», το ψήφισμα 851 (20) του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Γενικές αρχές για συστήματα υποβολής αναφορών των πλοίων και για απαιτήσεις σχετικά με την υποβολή αναφορών των πλοίων, συμπεριλαμβανομένων των οδηγιών για την αναφορά συμβάντων που αφορούν επικίνδυνα εμπορεύματα, επιβλαβείς ουσίες ή/και ουσίες που ρυπαίνουν τη θάλασσα»·

▼M1

 το «ψήφισμα Α.917(22) του ΙΜΟ», το ψήφισμα Α.917(22) του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού με τίτλο «Κατευθυντήριες γραμμές για την επί του πλοίου χρήση των AIS», όπως τροποποιήθηκε με το ψήφισμα Α.956(23) του ΙΜΟ·

 το «ψήφισμα A.949(23) του ΙΜΟ», το ψήφισμα 949(23) του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού με τίτλο «Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα καταφύγια για τα πλοία που χρήζουν συνδρομής»·

 το «ψήφισμα A.950(23) του ΙΜΟ», το ψήφισμα 950(23) του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού με τίτλο «Υπηρεσίες συνδρομής στη θάλασσα (MAS) »·

 «κατευθυντήριες γραμμές του ΙΜΟ για τη δίκαιη μεταχείριση των πληρωμάτων σε περίπτωση ναυτικού ατυχήματος»: οι κατευθυντήριες γραμμές που επισυνάπτονται στο ψήφισμα LEG.3(91) της Νομικής Επιτροπής του ΙΜΟ, της 27ης Απριλίου 2006, όπως εγκρίθηκε από τη διοικητική επιτροπή του ΔΟΕ κατά τη 296η σύνοδό της, στις 12 με 16 Ιουνίου 2006·

▼B

β)

«εκμεταλλευόμενος το πλοίο»ο ιδιοκτήτης ή ο εφοπλιστής του πλοίου·

γ)

«πράκτορας»κάθε πρόσωπο που εντέλλεται ή εξουσιοδοτείται να παρέχει πληροφορίες για λογαριασμό του εκμεταλλευόμενου το πλοίο·

δ)

«φορτωτής»το πρόσωπο από το οποίο ή επ' ονόματι ή για λογαριασμό του οποίου έχει συναφθεί σύμβαση μεταφοράς εμπορευμάτων με μεταφορέα·

ε)

«εταιρεία»η εταιρεία κατά την έννοια του κανόνα 1 παράγραφος 2 του κεφαλαίου IX της σύμβασης SOLAS·

στ)

«πλοίο»κάθε θαλασσοπόρο πλοίο ή θαλάσσιο σκάφος·

ζ)

«επικίνδυνα εμπορεύματα»

 τα εμπορεύματα που αναφέρονται στον κώδικα IMDG,

 τα υγροποιημένα αέρια που απαριθμούνται στο κεφάλαιο 17 του κώδικα IBC,

 τα υγρά αέρια που απαριθμούνται στο κεφάλαιο 19 του κώδικα IGC,

 οι στερεές ύλες που αναφέρονται στο προσάρτημα Β του κώδικα BC.

Περιλαμβάνονται επίσης τα εμπορεύματα για τη μεταφορά των οποίων καθορίσθηκαν κατάλληλες προϋποθέσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1.1.3 του κώδικα IBC ή την παράγραφο 1.1.6 του κώδικα IGC·

η)

«ρυπογόνα εμπορεύματα»:

 τα πετρελαιοειδή, όπως ορίζονται στο παράρτημα I της σύμβασης MARPOL,

 οι υγρές τοξικές ουσίες, όπως ορίζονται στο παράρτημα II της σύμβασης MARPOL,

 οι επιβλαβείς ουσίες, όπως ορίζονται στο παράρτημα III της σύμβασης MARPOL·

θ)

«μέσο μεταφοράς φορτίου»όχημα για την οδική μεταφορά φορτίου, βαγόνι για τη σιδηροδρομική μεταφορά φορτίου, εμπορευματοκιβώτιο, βυτίο, βαγόνι-βυτίο ή φορητή δεξαμενή·

ι)

«διεύθυνση»η ονομασία και οι τηλεπικοινωνιακές συνδέσεις που επιτρέπουν την επαφή, οσάκις χρειάζεται, με τον εκμεταλλευόμενο το πλοίο, τον πράκτορα, τη λιμενική αρχή, την αρμόδια αρχή ή κάθε άλλο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο ή οργανισμό που διαθέτει λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με το φορτίο του πλοίου·

▼M1

ια)

«αρμόδιες αρχές»οι αρχές και οι οργανισμοί οι οποίοι ορίζονται από τα κράτη μέλη προκειμένου να εκτελούν καθήκοντα δυνάμει της παρούσας οδηγίας·

▼B

ιβ)

«λιμενική αρχή»η αρμόδια αρχή ή ο οργανισμός ο οποίος ορίζεται από τα κράτη μέλη για κάθε λιμένα προκειμένου να λαμβάνει και να διαθέτει τις πληροφορίες που αναφέρονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας·

ιγ)

«καταφύγιο»λιμένας, τμήμα λιμένα ή άλλο ασφαλές σημείο προσόρμισης ή αγκυροβόλιο ή οποιοσδήποτε άλλος προφυλαγμένος χώρος τον οποίο έχει ορίσει κράτος μέλος για την υποδοχή πλοίων που αντιμετωπίζουν κίνδυνο·

ιδ)

«παράκτιο κέντρο»υπηρεσία εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων, εγκατάσταση στην ξηρά που είναι υπεύθυνη για τη λειτουργία ενός συστήματος υποχρεωτικής υποβολής αναφορών εγκεκριμένου από τον IMO ή αρμόδιος φορέας για το συντονισμό των επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης ή καταπολέμησης της θαλάσσιας ρύπανσης, που ορίζονται από τα κράτη μέλη δυνάμει της παρούσας οδηγίας·

ιε)

«υπηρεσία εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων (VTS)»υπηρεσία στην οποία ανατίθεται να βελτιώσει την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα της κυκλοφορίας των πλοίων και να προστατεύει το περιβάλλον, έχει δε τη δυνατότητα αλληλεπίδρασης με την κυκλοφορία και ανταπόκρισης σε καταστάσεις κυκλοφορίας που παρουσιάζονται στη ζώνη VTS·

ιστ)

«σύστημα οργάνωσης της κυκλοφορίας των πλοίων»οποιοδήποτε σύστημα μιας ή περισσοτέρων γραμμών ή ενός ή περισσοτέρων μέτρων δρομολόγησης με στόχο τη μείωση του κινδύνου ατυχημάτων· περιλαμβάνει μηχανισμούς διαχωρισμού της κυκλοφορίας, αμφίδρομες οδούς, συνιστώμενα δρομολόγια, περιοχές προς αποφυγή, ζώνες παράκτιας κυκλοφορίας, παρακάμψεις, περιοχές προφύλαξης και οδούς σε ύδατα με μεγάλο βάθος·

ιζ)

«παραδοσιακά πλοία»ιστορικά πλοία κάθε είδους και τα αντίγραφά τους, περιλαμβανομένων εκείνων που σχεδιάζονται προκειμένου να ενθαρρυνθούν και να προωθηθούν παραδοσιακές ικανότητες και στοιχεία της ναυτικής τέχνης, τα οποία χρησιμεύουν ως ζωντανά πολιτιστικά μνημεία, λειτουργούν δε σύμφωνα με τις πατροπαράδοτες ναυτικές αρχές και τεχνικές·

ιη)

«ατύχημα»οποιοδήποτε ατύχημα κατά την έννοια του κώδικα του IMO για την έρευνα για θαλάσσια συμβάντα και ατυχήματα·

▼M1

ιθ)

«SafeSeaNet», κοινοτικό σύστημα ανταλλαγής ναυτιλιακών πληροφοριών, το οποίο έχει αναπτυχθεί από την Επιτροπή σε συνεργασία με τα κράτη μέλη για την εξασφάλιση της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας·

κ)

«προγραμματισμένη γραμμή», μια σειρά δρομολογίων οργανωμένη κατά τρόπο που να εξασφαλίζει σύνδεση μεταξύ δύο ή περισσότερων ίδιων λιμένων, είτε σύμφωνα με δημοσιευμένο χρονοδιάγραμμα ή με δρομολόγια τόσο τακτικά ή συχνά ώστε να συνιστούν αναγνωρίσιμη συστηματική σειρά·

κα)

«αλιευτικό σκάφος», οποιοδήποτε σκάφος το οποίο είναι εξοπλισμένο για την εμπορική εκμετάλλευση έμβιων υδρόβιων πόρων·

κβ)

«πλοίο χρήζον συνδρομής» με την επιφύλαξη των διατάξεων της σύμβασης SAR για τη διάσωση προσώπων, το πλοίο σε κατάσταση που θα μπορούσε να καταλήξει σε ναυάγιο ή σε κίνδυνο για το περιβάλλον ή τη ναυσιπλοΐα·

κγ)

«LRIT»: σύστημα μεγάλου βεληνεκούς για την αναγνώριση και τον εντοπισμό πλοίων, σύμφωνα με τον κανονισμό V/19-1, της σύμβασης SOLAS.

▼B



ΤΙΤΛΟΣ Ι



ΥΠΟΒΟΛΗ ΑΝΑΦΟΡΩΝ ΓΙΑ ΠΛΟΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΑΥΤΩΝ

Άρθρο 4

Κοινοποίηση πριν από τον κατάπλου στους λιμένες των κρατών μελών

1.  Ο εκμεταλλευόμενος, ο πράκτορας ή ο πλοίαρχος πλοίου με προορισμό λιμένα κράτους μέλους κοινοποιεί τις πληροφορίες του παραρτήματος I σημείο 1 στη λιμενική αρχή:

α) τουλάχιστον είκοσι τέσσερις ώρες προηγουμένως, ή

β) το αργότερο, κατά το χρόνο απόπλου του πλοίου από τον προηγούμενο λιμένα, εφόσον η διάρκεια του ταξιδιού είναι μικρότερη από είκοσι τέσσερις ώρες, ή

γ) εάν ο λιμένας κατάπλου είναι άγνωστος ή μεταβλήθηκε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, ευθύς μόλις η πληροφορία αυτή έγινε γνωστή.

2.  Τα πλοία που αποπλέουν από λιμένα εκτός της Κοινότητας με προορισμό λιμένα σε κράτος μέλος και μεταφέρουν επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις κοινοποίησης του άρθρου 13.

Άρθρο 5

Παρακολούθηση των πλοίων που εισέρχονται στη ζώνη των συστημάτων υποχρεωτικής υποβολής αναφορών από τα πλοία

1.  Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος παρακολουθεί και λαμβάνει κάθε αναγκαίο και κατάλληλο μέτρο ώστε να εξασφαλίζει ότι όλα τα πλοία που εισέρχονται στη ζώνη συστήματος υποχρεωτικής υποβολής αναφορών από τα πλοία, το οποίο έχει υιοθετηθεί από τον IMO σύμφωνα με τον κανόνα 11 του κεφαλαίου V της σύμβασης SOLAS και λειτουργεί σε ένα ή περισσότερα κράτη, εκ των οποίων ένα τουλάχιστον είναι κράτος μέλος, σύμφωνα με τις σχετικές οδηγίες και τα κριτήρια που έχει διαμορφώσει ο IMO, συμμορφώνονται με το σύστημα αυτό υποβάλλοντας τις απαιτούμενες πληροφορίες, με την επιφύλαξη των πρόσθετων πληροφοριών που απαιτούνται από κράτος μέλος σύμφωνα με το ψήφισμα A.851 (20) του ΙΜΟ.

2.  Κατά την υποβολή νέου συστήματος υποχρεωτικής υποβολής αναφορών προς έγκριση από τον IMO ή προτάσεως για την τροποποίηση υφισταμένου συστήματος υποβολής αναφορών, το κράτος μέλος περιλαμβάνει στην πρότασή του τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα I σημείο 4.

Άρθρο 6

Χρήση συστημάτων αυτόματου εντοπισμού

1.  Κάθε πλοίο που καταπλέει σε λιμένα κράτους μέλους πρέπει να διαθέτει, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που παρατίθεται στο παράρτημα II μέρος I, AIS που συνάδει με τα πρότυπα επιδόσεων τα οποία έχει καταρτίσει ο IMO.

2.  Τα πλοία που διαθέτουν AIS, το διατηρούν πάντοτε εν λειτουργία, εκτός από τις περιπτώσεις για τις οποίες διεθνείς συμφωνίες, κανόνες ή πρότυπα προβλέπουν την προστασία των σχετικών με τη ναυσιπλοΐα πληροφοριών.

▼M1

Άρθρο 6α

Χρήση συστημάτων αυτόματης αναγνώρισης (AIS) από αλιευτικά πλοία

Κάθε αλιευτικό πλοίο συνολικού μήκους άνω των 15 μέτρων που φέρει σημαία κράτους μέλους και είναι νηολογημένο στην Κοινότητα ή αναπτύσσει δραστηριότητα στα εσωτερικά ύδατα ή στα χωρικά ύδατα κράτους μέλους, ή που εκφορτώνει το αλίευμά του σε λιμάνι κράτους μέλους είναι, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα του παραρτήματος II μέρος I σημείο 3, εξοπλισμένο με σύστημα αυτόματης αναγνώρισης (AIS) (κατηγορίας Α), το οποίο να ανταποκρίνεται στα πρότυπα επιδόσεων του ΙΜΟ.

Τα αλιευτικά πλοία που είναι εξοπλισμένα με AIS, το διατηρούν πάντοτε εν λειτουργία. Σε εξαιρετικές περιστάσεις, ο κυβερνήτης μπορεί να σταματήσει τη λειτουργία του AIS όταν το θεωρεί αναγκαίο για την ασφαλή ναυσιπλοΐα ή ασφάλεια του πλοίου του.

Άρθρο 6β

Χρήση συστημάτων ευρείας εμβέλειας αναγνώρισης και εντοπισμού πλοίων (LRIT)

1.  Πλοία επί των οποίων εφαρμόζονται ο κανονισμός V/19-1 της σύμβασης SOLAS και τα πρότυπα επιδόσεων και τις λειτουργικές απαιτήσεις που έχει καθιερώσει ο ΙΜΟ, φέρουν εξοπλισμό LRIT πληρούν τον εν λόγω κανονισμό όταν καταπλέουν σε λιμένα κράτους μέλους.

Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συνεργάζονται για τον προσδιορισμό των απαιτήσεων που αφορούν την εγκατάσταση του εξοπλισμού για μετάδοση πληροφοριών LRIT επί πλοίων που πλέουν σε ύδατα που καλύπτονται από σταθερούς σταθμούς AIS των κρατών μελών και υποβάλλουν στον ΙΜΟ κάθε κατάλληλο μέτρο.

2.  Η Επιτροπή συνεργάζεται με τα κράτη μέλη για την ίδρυση Ευρωπαϊκού Κέντρου Δεδομένων LRIT για την επεξεργασία των πληροφοριών του συστήματος ευρείας εμβέλειας αναγνώρισης και εντοπισμού πλοίων.

▼B

Άρθρο 7

Χρήση των συστημάτων οργάνωσης της κυκλοφορίας των πλοίων

1.  Τα κράτη μέλη παρακολουθούν και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο και κατάλληλο μέτρο ώστε να εξασφαλίζουν ότι όλα τα πλοία που εισέρχονται στη ζώνη υποχρεωτικού συστήματος οργάνωσης της κυκλοφορίας των πλοίων, το οποίο έχει υιοθετηθεί από τον IMO σύμφωνα με τον κανόνα 10 του κεφαλαίου V της σύμβασης SOLAS και λειτουργεί σε ένα ή περισσότερα κράτη, εκ των οποίων ένα τουλάχιστον είναι κράτος μέλος, χρησιμοποιούν το σύστημα σύμφωνα με τις σχετικές οδηγίες και τα κριτήρια που έχει διαμορφώσει ο IMO.

2.  Κατά την εφαρμογή συστήματος οργάνωσης της κυκλοφορίας των πλοίων το οποίο δεν έχει υιοθετηθεί από τον ΙΜΟ, υπ' ευθύνη τους, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη, εφόσον είναι δυνατόν, τις οδηγίες και τα κριτήρια που έχει διαμορφώσει ο ΙΜΟ και γνωστοποιούν όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την ασφαλή και αποτελεσματική χρήση του συστήματος οργάνωσης της κυκλοφορίας των πλοίων.

Άρθρο 8

Παρακολούθηση της συμμόρφωσης των πλοίων με τις υπηρεσίες εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων

Τα κράτη μέλη παρακολουθούν και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο και κατάλληλο μέτρο ώστε να εξασφαλίζουν ότι:

α) τα πλοία που εισέρχονται στη ζώνη εφαρμογής VTS, που λειτουργεί σε ένα ή περισσότερα κράτη, εκ των οποίων ένα τουλάχιστον είναι κράτος μέλος, εντός των χωρικών τους υδάτων και σύμφωνα με τις οδηγίες που έχει διαμορφώσει ο IMO, συμμετέχουν στη συγκεκριμένη VTS και συμμορφώνονται με τους κανόνες της·

β) τα πλοία που φέρουν τη σημαία κράτους μέλους ή τα πλοία με προορισμό λιμένα κράτους μέλους, τα οποία εισέρχονται στη ζώνη εφαρμογής VTS, εκτός των χωρικών υδάτων κράτους μέλους και σύμφωνα με τις οδηγίες που έχει διαμορφώσει ο IMO, συμμορφώνονται με τους κανόνες της εν λόγω VTS·

γ) Τα πλοία που φέρουν τη σημαία τρίτου κράτους και δεν έχουν ως προορισμό λιμένα κράτους μέλους, εισέρχονται δε σε ζώνη VTS εκτός των χωρικών υδάτων κράτους μέλους, ακολουθούν, εφόσον είναι δυνατόν, τους κανόνες της εν λόγω VTS. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αναφέρουν στο αφορώμενο κράτος της σημαίας, οποιαδήποτε εκ πρώτης όψεως σοβαρή παράβαση των σχετικών κανόνων στη συγκεκριμένη ζώνη εφαρμογής VTS.

Άρθρο 9

Υποδομή των συστημάτων υποβολής αναφορών από τα πλοία, των συστημάτων οργάνωσης της κυκλοφορίας των πλοίων και των υπηρεσιών εξυπηρέτησης της κυκλοφορίας πλοίων

1.  Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κάθε αναγκαίο και κατάλληλο μέτρο ώστε να αποκτήσουν βαθμιαία, εντός χρονικού διαστήματος συμβατού προς το χρονοδιάγραμμα του παραρτήματος II μέρος I, τον κατάλληλο εξοπλισμό και τις εγκαταστάσεις ξηράς που απαιτούνται για να λαμβάνουν και να αξιοποιούν τις πληροφορίες AIS, λαμβανομένης υπόψη της απαιτούμενης εμβέλειας μετάδοσης των αναφορών.

2.  Η διαδικασία δημιουργίας όλου του απαιτούμενου εξοπλισμού και των εγκαταστάσεων ξηράς για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας πρέπει να ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2007. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι λειτουργεί ο κατάλληλος εξοπλισμός για τη μεταβίβαση των πληροφοριών στα εθνικά συστήματα των κρατών μελών και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ τους, το αργότερο ένα έτος μετά.

3.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα παράκτια κέντρα στα οποία ανατίθεται η παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τις υπηρεσίες εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων και τα συστήματα οργάνωσης της κυκλοφορίας των πλοίων διαθέτουν επαρκές και κατάλληλα ειδικευμένο προσωπικό καθώς και κατάλληλα μέσα επικοινωνίας και παρακολούθησης πλοίων και ότι λειτουργούν σύμφωνα με τις σχετικές οδηγίες του IMO.

Άρθρο 10

Συστήματα καταγραφής δεδομένων ταξιδιού

1.  Τα κράτη μέλη παρακολουθούν και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο και κατάλληλο μέτρο ώστε να εξασφαλίζουν ότι τα πλοία που καταπλέουν σε λιμένα κράτους μέλους διαθέτουν σύστημα καταγραφής δεδομένων ταξιδιού (VDR) σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζονται στο παράρτημα II μέρος II. Οι απαλλαγές που χορηγούνται, κατά περίπτωση, στα οχηματαγωγά RO-RO ή τα ταχύπλοα επιβατηγά σκάφη, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο δ) της οδηγίας 1999/35/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1999, σχετικά με ένα σύστημα υποχρεωτικών επιθεωρήσεων για την ασφαλή εκτέλεση τακτικών δρομολογίων από οχηματαγωγά RO-RO και ταχύπλοα επιβατηγά σκάφη ( 8 ), λήγουν στις 5 Αυγούστου 2002.

2.  Τα δεδομένα που συλλέγονται από ένα σύστημα VDR τίθενται στη διάθεση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους στην περίπτωση ερευνών για ατύχημα που συνέβη στα ύδατα υπό τη δικαιοδοσία κράτους μέλους. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα δεδομένα αυτά χρησιμοποιούνται στην έρευνα και αναλύονται δεόντως. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα πορίσματα της έρευνας δημοσιεύονται, το συντομότερο δυνατόν, μετά την περάτωσή της.

▼M2 —————

▼B



ΤΙΤΛΟΣ II



ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ Ή ΡΥΠΟΓΟΝΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΕΥΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΕΠΙ ΤΩΝ ΠΛΟΙΩΝ (ΗΑΖΜΑΤ)

▼M1

Άρθρο 12

Απαιτήσεις πληροφοριών που αφορούν τη μεταφορά επικινδύνων ουσιών

1.  Τα επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα δεν παραδίδονται προς μεταφορά ούτε φορτώνονται επί οιουδήποτε πλοίου, ανεξαρτήτως των διαστάσεών του, σε λιμένα κράτους μέλους, εάν δεν παραδοθεί στον πλοίαρχο ή στον εκμεταλλευόμενο το πλοίο δήλωση, πριν από τη φόρτωση των εμπορευμάτων στο πλοίο, που περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α) τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι σημείο 2·

▼M3

β) για τις ουσίες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι της σύμβασης Marpol, το δελτίο των δεδομένων ασφαλείας όπου αναφέρονται τα φυσικο-χημικά χαρακτηριστικά των προϊόντων, συμπεριλαμβανομένου, κατά περίπτωση, του ιξώδους τους σε cSt στους 50 °C και της πυκνότητάς τους στους 15 °C, καθώς και τα άλλα δεδομένα που περιέχονται στο δελτίο των δεδομένων ασφαλείας σύμφωνα με το ψήφισμα MSC.286(86) του ΙΜΟ·

▼M1

γ) τους αριθμούς κλήσης έκτακτης ανάγκης του φορτωτή ή κάθε άλλου προσώπου ή οργανισμού που διαθέτει πληροφορίες σχετικά με τα φυσικο-χημικά χαρακτηριστικά των προϊόντων και τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.

2.  Τα πλοία που προέρχονται από λιμένα εκτός της Κοινότητας, κατευθύνονται σε λιμένα κράτους μέλους ή στα χωρικά ύδατα κράτους μέλους και μεταφέρουν επικίνδυνες ή ρυπογόνους ουσίες, πρέπει να είναι εφοδιασμένα με δήλωση εκ μέρους του φορτωτή, περιέχουσα πληροφορίες όπως ορίζονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α), β) και γ).

3.  Ο φορτωτής έχει καθήκον και ευθύνη να παραδίδει στον πλοίαρχο ή στον εκμεταλλευόμενο το πλοίο τη δήλωση αυτή και να εξασφαλίζει ότι το φορτίο που παραδίδεται προς μεταφορά είναι πράγματι αυτό που έχει δηλωθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1.

▼B

Άρθρο 13

Κοινοποίηση επικίνδυνων ή ρυπογόνων εμπορευμάτων που ευρίσκονται επί του πλοίου

1.  Ο εκμεταλλευόμενος, ο πράκτορας ή ο πλοίαρχος πλοίου, ανεξαρτήτως των διαστάσεών του, που μεταφέρει επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα και αποπλέει από λιμένα κράτους μέλους, κοινοποιεί, το αργότερο κατά τον απόπλου, τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα I σημείο 3 στην αρμόδια αρχή που ορίζεται από το εν λόγω κράτος μέλος.

2.  Ο εκμεταλλευόμενος, ο πράκτορας ή ο πλοίαρχος πλοίου, ανεξαρτήτως των διαστάσεών του, που μεταφέρει επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα και προέρχεται από λιμένα εκτός της Κοινότητας με προορισμό λιμένα κράτους μέλους ή με κατεύθυνση προς αγκυροβόλιο εντός των χωρικών υδάτων κράτους μέλους, κοινοποιεί τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα I σημείο 3 στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο ευρίσκεται ο πρώτος λιμένας προορισμού ή το πρώτο αγκυροβόλιο, το αργότερο μόλις αποπλεύσει από το λιμένα φόρτωσης ή μόλις γίνει γνωστός ο λιμένας προορισμού ή η θέση αγκυροβολίου, εφόσον η εν λόγω πληροφορία δεν είναι διαθέσιμη κατά τον απόπλου.

3.  Τα κράτη μέλη δύνανται να εφαρμόζουν διαδικασία που επιτρέπει στον εκμεταλλευόμενο, τον πράκτορα ή τον πλοίαρχο πλοίου που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 να κοινοποιεί τις απαριθμούμενες στο παράρτημα I σημείο 3 πληροφορίες στη λιμενική αρχή του λιμένα απόπλου ή προορισμού εντός της Κοινότητας, κατά περίπτωση.

Η ακολουθούμενη διαδικασία πρέπει να εγγυάται ανά πάσα στιγμή την πρόσβαση της αρμόδιας αρχής στις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα I σημείο 3, σε περίπτωση ανάγκης. Για το σκοπό αυτό, η ενδιαφερόμενη λιμενική αρχή διατηρεί τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα I σημείο 3 για χρονικό διάστημα που καθιστά δυνατή την αξιοποίησή τους σε περίπτωση θαλάσσιου συμβάντος ή ατυχήματος. Η λιμενική αρχή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την ηλεκτρονική μετάδοση των εν λόγω πληροφοριών στην αρμόδια αρχή, αμελλητί, κατόπιν αιτήσεώς της, επί εικοσιτετραώρου βάσεως.

4.  Ο εκμεταλλευόμενος, ο πράκτορας ή ο πλοίαρχος του πλοίου οφείλει να κοινοποιεί τις σχετικές με το φορτίο πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα I σημείο 3 στη λιμενική αρχή ή την αρμόδια αρχή.

Οι πληροφορίες πρέπει να μεταδίδονται ηλεκτρονικά, εφόσον είναι εφικτό. Κατά την ηλεκτρονική ανταλλαγή μηνυμάτων, πρέπει να χρησιμοποιούνται η σύνταξη και οι διαδικασίες που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ.

Άρθρο 14

Ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών

Τα κράτη μέλη συνεργάζονται προκειμένου να εξασφαλίζουν τη διασύνδεση και τη διαλειτουργικότητα των εθνικών συστημάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για τη διαχείριση των πληροφοριών που αναφέρονται στο παράρτημα I.

Τα συστήματα επικοινωνίας που δημιουργούνται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, πρέπει να διαθέτουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α) η ανταλλαγή δεδομένων πρέπει να διενεργείται ηλεκτρονικά και να επιτρέπει τη λήψη και την επεξεργασία των μηνυμάτων που κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 13·

β) το σύστημα πρέπει να επιτρέπει τη μετάδοση των πληροφοριών επί εικοσιτετραώρου βάσεως·

▼M1

γ) κατόπιν αιτήσεως, μέσω του SafeSeaNet και εφόσον απαιτείται για τους σκοπούς της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας ή της ασφάλειας ή της προστασίας του θαλασσίου περιβάλλοντος, τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να διαβιβάζουν αμελλητί στις αρμόδιες εθνικές και τοπικές αρχές άλλου κράτους μέλους πληροφορίες για το πλοίο και για τα επικίνδυνα ή ρυπογόνα φορτία του.

Άρθρο 15

Εξαιρέσεις

1.  Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν τα τακτικά δρομολόγια τα οποία εκτελούνται μεταξύ λιμένων που βρίσκονται στο έδαφός τους από την απαίτηση των άρθρων 4 και 13 εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) η εταιρεία που εκμεταλλεύεται τα προαναφερθέντα τακτικά δρομολόγια καταρτίζει και ενημερώνει τον κατάλογο των σχετικών πλοίων και τον διαβιβάζει στην ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή·

β) για κάθε ταξίδι που πραγματοποιείται, οι πληροφορίες κατά το παράρτημα Ι σημείο 1) ή 3), είναι στη διάθεση της αρμόδιας αρχής κατόπιν αιτήματός της. Η εταιρεία διαμορφώνει εσωτερικό σύστημα που να εγγυάται τη διαβίβαση, ηλεκτρονικώς, επί εικοσιτετραώρου βάσεως και χωρίς καμία καθυστέρηση από τη στιγμή της λήψης του αιτήματος, των εν λόγω πληροφοριών στην αρμόδια αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 ή το άρθρο 13 παράγραφος 4, κατά περίπτωση·

γ) κάθε απόκλιση τριών ή περισσοτέρων ωρών από τον υπολογιζόμενο χρόνο άφιξης στον λιμένα προορισμού ή τον σταθμό πλοήγησης γνωστοποιείται στο λιμένα άφιξης ή στην αρμόδια αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 4 ή το άρθρο 13, κατά περίπτωση·

δ) εξαιρέσεις εγκρίνονται για μεμονωμένα πλοία και σε συγκεκριμένο δρομολόγιο·

Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, τακτικό θεωρείται το δρομολόγιο εφόσον προβλέπεται να εκτελείται επί ένα τουλάχιστον μήνα.

Οι εξαιρέσεις από τις επιταγές των άρθρων 4 και 13 περιορίζονται σε ταξίδια με προβλεπόμενη διάρκεια έως 12 ώρες.

2.  Όταν δύο ή περισσότερα κράτη, εκ των οποίων ένα τουλάχιστον είναι κράτος μέλος, εκμεταλλεύονται από κοινού διεθνές τακτικό δρομολόγιο, οποιοδήποτε από τα οικεία κράτη μέλη μπορεί να ζητήσει από τα άλλα κράτη μέλη την εξαίρεση αυτού του δρομολογίου. Όλα τα εμπλεκόμενα κράτη μέλη, περιλαμβανομένων των οικείων παράκτιων κρατών, συνεργάζονται από κοινού για την εξαίρεση του εν λόγω δρομολογίου από αυτή την υποχρέωση σύμφωνα με τους προβλεπόμενους στην παράγραφο 1 όρους.

3.  Τα κράτη μέλη ελέγχουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα εάν πληρούνται οι όροι των παραγράφων 1 και 2. Εφόσον δεν πληρούται ένας τουλάχιστον από τους όρους αυτούς, τα κράτη μέλη αφαιρούν αμέσως το προνόμιο εξαίρεσης από την οικεία εταιρεία.

4.  Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή κατάσταση των εταιρειών και των πλοίων που έχουν εξαιρεθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο καθώς και κάθε ενημερωμένη έκδοση της κατάστασης αυτής.

▼B



ΤΙΤΛΟΣ III



ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΥΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ ΠΛΟΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ ΚΑΙ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ

Άρθρο 16

Διαβίβαση πληροφοριών όσον αφορά ορισμένα πλοία

1.  Τα πλοία που πληρούν τα κατωτέρω κριτήρια θεωρείται ότι παρουσιάζουν δυνητικό κίνδυνο για τη ναυσιπλοΐα ή ότι συνιστούν απειλή για την ασφάλεια στη θάλασσα, την ασφάλεια των προσώπων ή το περιβάλλον:

α) Πλοία τα οποία, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους:

 έχουν εμπλακεί στα θαλάσσια συμβάντα ή ατυχήματα που αναφέρονται στο άρθρο 17, ή

 δεν συμμορφώθηκαν με τις απαιτήσεις κοινοποίησης και υποβολής αναφορών που επιβάλλονται από την παρούσα οδηγία, ή

 δεν συμμορφώθηκαν με τους κανόνες που ισχύουν στο πλαίσιο των συστημάτων οργάνωσης της κυκλοφορίας των πλοίων και των VTS που λειτουργούν υπ' ευθύνη κράτους μέλους·

β) πλοία για τα οποία υπάρχουν αποδείξεις ή ενδείξεις εσκεμμένων απορρίψεων πετρελαίου ή άλλων παραβάσεων της σύμβασης MARPOL στα ύδατα υπό τη δικαιοδοσία κράτους μέλους·

γ) πλοία στα οποία απαγορεύθηκε ο κατάπλους στους λιμένες των κρατών μελών ή για τα οποία υποβλήθηκε έκθεση ή κοινοποίηση από κράτος μέλος σύμφωνα με το παράρτημα I σημείο 1 της οδηγίας 95/21/ΕΚ του Συμβουλίου, της 19ης Ιουνίου 1995, σχετικά με τον έλεγχο των πλοίων από το κράτος του λιμένα ( 9

▼M1

δ) πλοία που δεν έχουν κοινοποιήσει, ή που δεν διαθέτουν, πιστοποιητικά ασφάλισης ή χρηματοοικονομικές εγγυήσεις σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία και τους διεθνείς κανόνες·

ε) πλοία που έχουν επισημανθεί από τους πλοηγούς ή από τις λιμενικές αρχές ότι παρουσιάζουν εμφανείς ανωμαλίες που είναι ικανές να διακυβεύσουν την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας ή να προκαλέσουν κίνδυνο για το περιβάλλον.

▼B

2.  Οι πληροφορίες που διαθέτουν τα παράκτια κέντρα σχετικά με τα πλοία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διαβιβάζονται στα ενδιαφερόμενα παράκτια κέντρα των άλλων κρατών μελών που ευρίσκονται επί της προβλεπόμενης πορείας του πλοίου.

3.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που λαμβάνουν δυνάμει της παραγράφου 2 διαβιβάζονται στις αρχές του εκάστοτε λιμένα ή/και σε οποιαδήποτε άλλη αρχή που έχει ορίσει το κράτος μέλος. Τα κράτη μέλη διεξάγουν, ανάλογα με το διαθέσιμο προσωπικό τους, κάθε ενδεδειγμένη επιθεώρηση ή εξακρίβωση στους λιμένες τους, είτε με δική τους πρωτοβουλία είτε κατ' αίτηση άλλου κράτους μέλους, με την επιφύλαξη οποιασδήποτε υποχρέωσης ελέγχου του κράτους του λιμένα. Ενημερώνουν όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη για τα αποτελέσματα της αναληφθείσας δράσης.

Άρθρο 17

Υποβολή αναφορών σχετικά με τα θαλάσσια συμβάντα και ατυχήματα

1.  Με την επιφύλαξη του διεθνούς δικαίου και προκειμένου να διευκολύνεται η πρόληψη ή η μείωση κάθε σημαντικής απειλής της ασφάλειας στη θάλασσα, της ασφάλειας των προσώπων ή της ασφάλειας του περιβάλλοντος, τα κράτη μέλη παρακολουθούν και λαμβάνουν κάθε κατάλληλο μέτρο ώστε να εξασφαλίζουν ότι ο πλοίαρχος πλοίου που πλέει εντός της ζώνης έρευνας και διάσωσης/αποκλειστικής οικονομικής ζώνης ή ανάλογης περιοχής, ειδοποιεί αμέσως το κατά τόπον αρμόδιο παράκτιο κέντρο σχετικά με τα ακόλουθα γεγονότα:

α) κάθε συμβάν ή ατύχημα που επηρεάζει την ασφάλεια του πλοίου, όπως σύγκρουση, προσάραξη, αβαρία, δυσλειτουργία ή βλάβη, κατάκλιση ή μετατόπιση φορτίου, καθώς και κάθε ελάττωμα του κύτους ή αστοχία των δομικών στοιχείων του πλοίου·

β) κάθε συμβάν ή ατύχημα που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, όπως βλάβες που ενδέχεται να επηρεάσουν τη δυνατότητα ελιγμών ή πλεύσης του πλοίου, καθώς και κάθε δυσλειτουργία στα συστήματα προώθησης ή τα πηδάλια, στην ηλεκτρογεννήτρια, στο ναυτιλιακό ή τον τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό·

γ) κάθε περιστατικό που ενδέχεται να προκαλέσει ρύπανση των υδάτων ή των ακτών κράτους μέλους, όπως απόρριψη ή απειλή απόρριψης ρυπογόνων προϊόντων στη θάλασσα·

δ) κάθε κηλίδα ρυπογόνων υλικών και εμπορευματοκιβώτια ή συσκευασίες που παρασύρονται στη θάλασσα.

2.  Το ειδοποιητήριο μήνυμα που μεταδίδεται δυνάμει της παραγράφου 1 πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τα στοιχεία του πλοίου, τη θέση του, το λιμένα απόπλου, το λιμένα προορισμού, τη διεύθυνση στην οποία μπορούν να ληφθούν πληροφορίες σχετικά με τα επικίνδυνα και ρυπογόνα εμπορεύματα που μεταφέρει, τον αριθμό των ατόμων που επιβαίνουν στο πλοίο, τις λεπτομέρειες του συμβάντος καθώς και κάθε σχετική πληροφορία που αναφέρεται στο ψήφισμα A.851 (20) του ΙΜΟ.

Άρθρο 18

Μέτρα που λαμβάνονται σε περίπτωση ιδιαίτερα δυσμενών μετεωρολογικών συνθηκών

1.  Εφόσον οι αρμόδιες αρχές οι οποίες έχουν ορισθεί από τα κράτη μέλη εκτιμούν, σε περίπτωση που οι μετεωρολογικές συνθήκες ή η κατάσταση της θάλασσας είναι ιδιαίτερα δυσμενείς, ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ρύπανσης των περιοχών ναυσιπλοΐας ή των παράκτιων υδάτων τους ή των περιοχών ναυσιπλοΐας ή των παράκτιων υδάτων άλλων κρατών ή ότι κινδυνεύει η ασφάλεια ανθρώπινης ζωής:

α) θα πρέπει, εφόσον είναι δυνατόν, να ενημερώνουν τον πλοίαρχο του πλοίου που ευρίσκεται στη συγκεκριμένη περιοχή του λιμένα και που προτίθεται να καταπλεύσει στο λιμένα ή να αποπλεύσει από αυτόν, σχετικά με τις μετεωρολογικές και τις θαλάσσιες συνθήκες και, όπου απαιτείται και είναι δυνατόν, σχετικά με τους κινδύνους που αυτές μπορούν να παρουσιάζουν για το πλοίο του/της, το φορτίο, το πλήρωμα και τους επιβάτες·

β) μπορούν να λαμβάνουν, με την επιφύλαξη της υποχρέωσης παροχής βοήθειας σε πλοία που ευρίσκονται σε κίνδυνο και, σύμφωνα με το άρθρο 20, οιαδήποτε άλλα κατάλληλα μέτρα, τα οποία ενδέχεται να περιλαμβάνουν σύσταση ή απαγόρευση απόπλου ή κατάπλου, είτε ενός συγκεκριμένου πλοίου είτε όλων γενικώς των πλοίων στις θιγόμενες περιοχές, έως ότου διαπιστωθεί ότι δεν υφίσταται πλέον κίνδυνος για την ανθρώπινη ζωή ή/και το περιβάλλον·

γ) πρέπει να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να περιορίζουν όσο το δυνατόν περισσότερο ή, αν χρειάζεται, να απαγορεύουν τον ανεφοδιασμό των πλοίων σε καύσιμα στα χωρικά τους ύδατα.

2.  Ο πλοίαρχος πρέπει να ενημερώνει την εταιρεία σχετικά με τα κατάλληλα μέτρα ή συστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Τα εν λόγω μέτρα και συστάσεις δεν προδικάζουν ωστόσο την απόφαση του πλοιάρχου, η οποία βασίζεται στην επαγγελματική του/της κρίση σύμφωνα με τη σύμβαση SOLAS. Εάν η απόφαση που έλαβε ο πλοίαρχος του πλοίου δεν συμφωνεί με τα μέτρα τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 1, πρέπει να ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές σχετικά με τους λόγους που τον/την οδήγησαν στην απόφαση αυτή.

3.  Τα κατάλληλα μέτρα ή συστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 βασίζονται στην κατάσταση της θάλασσας και την πρόγνωση του καιρού που παρέχει αρμόδια μετεωρολογική υπηρεσία μετεωρολογικών πληροφοριών αναγνωρισμένη από το κράτος μέλος.

▼M1

Άρθρο 18α

Μέτρα σε περίπτωση κινδύνων από την ύπαρξη πάγου

1.  Εφόσον οι αρμόδιες αρχές εκτιμούν, ενόψει της κατάστασης των πάγων, ότι υφίσταται σοβαρός κίνδυνος για την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα ή για την προστασία των θαλάσσιων ή παράκτιων περιοχών τους, ή θαλάσσιων ή παράκτιων περιοχών άλλων κρατών:

α) παρέχουν στους κυβερνήτες των πλοίων που βρίσκονται στις περιοχές αρμοδιότητάς τους ή που προτίθενται να καταπλεύσουν ή να αποπλεύσουν από λιμένα τους, κατάλληλες πληροφορίες για την κατάσταση των πάγων, τις συνιστώμενες διαδρομές και τις υπηρεσίες παγοθραυστικών στην περιοχή αρμοδιότητάς τους·

β) μπορούν, με την επιφύλαξη του καθήκοντος παροχής συνδρομής σε πλοία χρήζοντα συνδρομής και άλλων υποχρεώσεων που απορρέουν από σχετικούς διεθνείς κανόνες, να ζητούν από τα πλοία που βρίσκονται στην εν λόγω περιοχή και που προτίθενται να καταπλεύσουν ή να αποπλεύσουν από λιμένα ή τερματικό σταθμό ή να αναχωρήσουν από περιοχή αγκυροβολίου, να πληρούν τις απαιτήσεις ανθεκτικότητας και ισχύος που αντιστοιχούν στην κατάσταση των πάγων στην εν λόγω περιοχή.

2.  Τα μέτρα που λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1 βασίζονται, όσον αφορά τα δεδομένα για την κατάσταση των πάγων, σε προγνώσεις καιρού και πάγων προερχόμενες από ειδικευμένη μετεωρολογική υπηρεσία, αναγνωρισμένη από το κράτος μέλος.

▼B

Άρθρο 19

Μέτρα σχετικά με τα θαλάσσια συμβάντα ή ατυχήματα

1.  Στην περίπτωση των θαλάσσιων συμβάντων ή ατυχημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 17, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα, τα οποία συνάδουν με το διεθνές δίκαιο, οσάκις χρειάζεται, προκειμένου να εξασφαλίζονται η ασφάλεια στη ναυσιπλοΐα, η ασφάλεια των προσώπων και η προστασία του θαλάσσιου και παράκτιου περιβάλλοντος.

Στο παράρτημα ΙV, παρατίθεται μη περιοριστικός κατάλογος των μέτρων που δύνανται να λαμβάνουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

2.  Ο εκμεταλλευόμενος, ο πλοίαρχος του πλοίου και ο κύριος των επικίνδυνων ή ρυπογόνων εμπορευμάτων που μεταφέρει, υποχρεούνται, σύμφωνα με το εθνικό και το διεθνές δίκαιο, να συνεργάζονται πλήρως με τις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτήσεώς τους, προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι συνέπειες ενός θαλάσσιου συμβάντος ή ατυχήματος.

▼M1

Για τον σκοπό αυτό διαβιβάζουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν σχετικού αιτήματος, τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο άρθρο 12.

▼B

3.  Ο πλοίαρχος πλοίου στο οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του κώδικα ISM ενημερώνει την εταιρεία, σύμφωνα με τον εν λόγω κώδικα, για κάθε συμβάν ή ατύχημα, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 17 παράγραφος 1, που συντελείται στη θάλασσα. Η εταιρεία, μόλις ενημερωθεί για το γεγονός αυτό, οφείλει να έρχεται σε επαφή με το αρμόδιο παράκτιο κέντρο και να τίθεται στη διάθεσή του, σε περίπτωση ανάγκης.

▼M1

4.  Κατ’ εφαρμογή της εθνικής τους νομοθεσίας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές του ΙΜΟ σχετικά με τη δίκαιη μεταχείριση των ναυτικών σε περίπτωση ναυτικού ατυχήματος στα ύδατα που βρίσκονται υπό την δικαιοδοσία τους.

▼M1

Άρθρο 20

Αρμόδια αρχή για την υποδοχή πλοίου χρήζοντος συνδρομής

1.  Κάθε κράτος μέλος ορίζει μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές με την απαιτούμενη εμπειρία και την αρμοδιότητα, κατά την επιχείρηση συνδρομής, να λαμβάνει ανεξάρτητες αποφάσεις εξ ιδίας πρωτοβουλίας, όσον αφορά την υποδοχή των πλοίων που χρήζουν βοηθείας.

2.  Η αρχή ή οι αρχές περί των οποίων η παράγραφος 1 δύνανται, εφόσον απαιτείται και ιδίως εφόσον απειλείται η ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και η προστασία του περιβάλλοντος, να λάβουν οιοδήποτε από τα μέτρα του μη εξαντλητικού καταλόγου του παραρτήματος IV.

3.  Η αρχή ή οι αρχές περί των οποίων η παράγραφος 1 συνέρχονται τακτικά με σκοπό την ανταλλαγή γνώσεων και τη βελτίωση των μέτρων που λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος άρθρου. Δύνανται να συνέρχονται οποτεδήποτε, αν συντρέχουν ειδικές περιστάσεις.

▼M1

Άρθρο 20α

Σχέδια για την υποδοχή πλοίων που χρήζουν συνδρομής

1.  Τα κράτη μέλη καταρτίζουν σχέδια για την υποδοχή πλοίων προκειμένου να αντιμετωπίσουν απειλές που προκαλούνται από την παρουσία πλοίων που χρήζουν συνδρομής σε ύδατα που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους, περιλαμβανομένου, κατά περίπτωση, επαπειλουμένου κινδύνου κατά της ανθρώπινης ζωής και κατά του περιβάλλοντος. Η αρχή ή οι αρχές περί των οποίων το άρθρο 20 παράγραφος 1, συμμετέχουν στην κατάρτιση και εφαρμογή των σχεδίων.

2.  Τα σχέδια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εκπονούνται έπειτα από διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη, βάσει των ψηφισμάτων Α.949(23) και Α.950(23) του ΙΜΟ, και περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α) την ταυτότητα της αρμόδιας αρχής ή αρχών που είναι επιφορτισμένες με τη λήψη και διαχείριση των συναγερμών·

β) την ταυτότητα της αρμόδιας αρχής που είναι υπεύθυνη για την αξιολόγηση της κατάστασης και για τη λήψη απόφασης σχετικά με την αποδοχή ή την άρνηση εισόδου πλοίου χρήζοντος συνδρομής στο επιλεγμένο καταφύγιο·

γ) πληροφορίες σχετικά με την ακτογραμμή των κρατών μελών και όλα τα στοιχεία που διευκολύνουν την προκαταρκτική αξιολόγηση και την ταχεία απόφαση σχετικά με τον τόπο του καταφυγίου πλοίου, καθώς και σχετικά με τους περιβαλλοντικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες και τις φυσικές συνθήκες·

δ) τις διαδικασίες αξιολόγησης για την αποδοχή ή την άρνηση εισόδου πλοίου χρήζοντος συνδρομής σε καταφύγιο·

ε) τα κατάλληλα μέσα και εγκαταστάσεις για συνδρομή, διάσωση και καταπολέμηση της ρύπανσης·

στ) διαδικασίες για τον διεθνή συντονισμό και τη λήψη αποφάσεων·

ζ) τις διαδικασίες χρηματοοικονομικών εγγυήσεων και ευθύνης που υφίστανται όσον αφορά πλοία που γίνονται δεκτά σε καταφύγια.

3.  Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν το όνομα και τις διευθύνσεις επικοινωνίας των αρμοδίων αρχών περί των οποίων το άρθρο 20 παράγραφος 1, και των αρχών που ορίζονται για τη λήψη και διαχείριση των συναγερμών.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στα γειτονικά κράτη μέλη, κατόπιν σχετικού αιτήματος, τις πληροφορίες που αφορούν τα σχέδια.

Κατά την υλοποίηση των διαδικασιών που προβλέπονται στα σχέδια για την υποδοχή των πλοίων που χρήζουν συνδρομής, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι σχετικές πληροφορίες τίθενται στη διάθεση των εμπλεκομένων στις επιχειρήσεις μερών.

Εφόσον ζητηθεί από τα κράτη μέλη, οι κατά το δεύτερο και τρίτο εδάφιο παραλήπτες των πληροφοριών δεσμεύονται από υποχρέωση εμπιστευτικότητας.

4.  Μέχρι τις 30 Νοεμβρίου 2010, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τα μέτρα που έχουν ληφθεί κατ’ εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 20β

Απόφαση για την υποδοχή πλοίων

Η αρχή ή οι αρχές περί των οποίων το άρθρο 20 παράγραφος 1, αποφασίζουν επί της αποδοχής εισόδου πλοίου χρήζοντος συνδρομής σε καταφύγιο κατόπιν αξιολογήσεως της κατάστασης βάσει του σχεδίου στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 20α. Η αρχή ή οι αρχές διασφαλίζουν ότι πλοία γίνονται δεκτά σε καταφύγιο εφόσον θεωρούν ότι η εν λόγω υποδοχή συνιστά την καλύτερη δυνατή ενέργεια για την προστασία της ανθρώπινης ζωής και του περιβάλλοντος.

Άρθρο 20γ

Χρηματοοικονομική ασφάλεια και αποζημίωση

1.  Η έλλειψη πιστοποιητικού ασφάλισης υπό την έννοια του άρθρου 6 της οδηγίας 2009/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την ασφάλιση των πλοιοκτητών για ναυτικές απαιτήσεις ( 10 ) δεν απαλλάσσει τα κράτη μέλη από την προκαταρκτική αξιολόγηση και τη λήψη απόφασης κατά το άρθρο 20β και δεν αποτελεί αποχρώντα λόγο που μπορεί να επικαλεστεί ένα κράτος μέλος για να αρνηθεί την υποδοχή πλοίου σε καταφύγιο.

2.  Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, όταν κράτος μέλος υποδέχεται σε καταφύγιο πλοίο που διατρέχει κίνδυνο, δύναται να ζητήσει από τον εκμεταλλευόμενο το πλοίο, τον πράκτορα ή τον πλοίαρχο να παρουσιάσουν πιστοποιητικό ασφάλισης υπό την έννοια του άρθρου 6 της οδηγίας 2009/20/ΕΚ. Η απαίτηση του εν λόγω πιστοποιητικού δεν επιτρέπεται να οδηγεί σε καθυστέρηση της διαδικασίας για την υποδοχή πλοίου.

Άρθρο 20δ

Εξέταση από την Επιτροπή

Η Επιτροπή εξετάζει τους υφιστάμενους μηχανισμούς εντός των κρατών μελών για την αποζημίωση ενδεχόμενης οικονομικής απώλειας που υπέστη λιμένας ή φορέας συνεπεία απόφασης βάσει του άρθρου 20, παράγραφος 1. Βάσει αυτής της εξέτασης, παρουσιάζει και αξιολογεί διάφορες επιλογές πολιτικής. Η Επιτροπή ανακοινώνει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο τα αποτελέσματα αυτής της εξέτασης έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011.

▼B

Άρθρο 21

Ενημέρωση των ενδιαφερόμενων μερών

1.  Το αρμόδιο παράκτιο κέντρο του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους αναγγέλλει, σε περίπτωση ανάγκης, μέσω ασυρμάτου εντός των θιγόμενων περιοχών, κάθε συμβάν ή ατύχημα που κοινοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 καθώς και πληροφορίες σχετικά με κάθε πλοίο που συνιστά απειλή για την ασφάλεια στη θάλασσα, την ασφάλεια των προσώπων ή το περιβάλλον.

2.  Οι αρμόδιες αρχές, οι οποίες διαθέτουν τις πληροφορίες που κοινοποιήθηκαν σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 17, λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την ανά πάσα στιγμή παροχή των εν λόγω πληροφοριών, εφόσον ζητηθούν για λόγους ασφαλείας από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους.

3.  Το κράτος μέλος οι αρμόδιες αρχές του οποίου έχουν ενημερωθεί, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή με άλλο τρόπο, για περιστατικά που συνεπάγονται ή αυξάνουν, για άλλο κράτος μέλος, τον κίνδυνο ατυχήματος σε ορισμένες περιοχές ναυσιπλοΐας και παράκτιες ζώνες, λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα για να ενημερώσει σχετικά, το ταχύτερο δυνατόν, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και να διαβουλευθεί μαζί του όσον αφορά την εξεταζόμενη δράση. Κατά περίπτωση, τα κράτη μέλη συνεργάζονται για τον κοινό καθορισμό των όρων μιας κοινής δράσης.

Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να αξιοποιεί πλήρως τις αναφορές τις οποίες υποχρεούνται να του διαβιβάζουν τα πλοία δυνάμει του άρθρου 17.



ΤΙΤΛΟΣ IV



ΣΥΝΟΔΕΥΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

Άρθρο 22

Ορισμός και δημοσίευση του καταλόγου των αρμόδιων οργανισμών

1.  Κάθε κράτος μέλος καθορίζει τις αρμόδιες αρχές, τις λιμενικές αρχές και τα παράκτια κέντρα στα οποία πρέπει να υποβάλλονται οι κοινοποιήσεις που επιβάλλονται από την παρούσα οδηγία.

2.  Κάθε κράτος μέλος μεριμνά για την κατάλληλη πληροφόρηση του τομέα της ναυτιλίας, κυρίως μέσω ναυτιλιακών δημοσιεύσεων σχετικά με τις αρχές και τα κέντρα που ορίζονται δυνάμει της παραγράφου 1, συμπεριλαμβανομένης, ανάλογα με την περίπτωση, της ζώνης της κατά τόπον αρμοδιότητάς τους, καθώς και σχετικά με τις καθιερωμένες διαδικασίες για την κοινοποίηση των πληροφοριών που επιβάλλονται από την παρούσα οδηγία, ενημερώνει δε τακτικά τις εν λόγω πληροφορίες.

3.  Τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή τον κατάλογο των αρχών και των κέντρων που ορίζονται δυνάμει της παραγράφου 1, καθώς και κάθε ενημέρωση του εν λόγω καταλόγου.

▼M1

Άρθρο 22α

Ευρωπαϊκό σύστημα ανταλλαγής ναυτιλιακών πληροφοριών (SafeSeaNet)

1.  Τα κράτη μέλη εγκαθιστούν συστήματα διαχείρισης ναυτιλιακών πληροφοριών, σε εθνικό ή τοπικό επίπεδο, με σκοπό την επεξεργασία των πληροφοριών που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία.

2.  Τα συστήματα που καθιερώνονται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1 καθιστούν δυνατή την επιχειρησιακή αξιοποίηση των συλλεγόμενων πληροφοριών και πληρούν ιδίως τους όρους του άρθρου 14.

3.  Για την εξασφάλιση αποτελεσματικής ανταλλαγής των αναφερομένων στην παρούσα οδηγία πληροφοριών, τα κράτη μέλη βεβαιώνονται ότι τα εθνικά ή τοπικά συστήματα, που έχουν τεθεί σε λειτουργία για τη συλλογή, επεξεργασία και διατήρηση των εν λόγω πληροφοριών, μπορούν να διασυνδεθούν με το SafeSeaNet. Η Επιτροπή διασφαλίζει ότι το SafeSeaNet λειτουργεί επί 24ώρου βάσεως. Η περιγραφή και οι αρχές του SafeSeaNet καθορίζονται στο παράρτημα III.

4.  Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, τα κράτη μέλη, όταν ενεργούν στο πλαίσιο ενδοκοινοτικών συμφωνιών ή στο πλαίσιο διασυνοριακών, διαπεριφερειακών ή διεθνικών έργων εντός της Κοινότητος, διασφαλίζουν ότι τα συστήματα ή δίκτυα πληροφοριών συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και είναι συμβατά και συνδεδεμένα με το SafeSeaNet.

▼B

Άρθρο 23

Συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής

Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συνεργάζονται για την επίτευξη των ακόλουθων στόχων:

α) βελτιστοποίηση της χρήσης των πληροφοριών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, κυρίως μέσω της ανάπτυξης των κατάλληλων τηλεματικών συνδέσεων μεταξύ των παράκτιων κέντρων και των λιμενικών αρχών με σκοπό την ανταλλαγή δεδομένων σχετικά με τις κινήσεις και τις προβλέψεις κατάπλου σε λιμένες των πλοίων καθώς και με το φορτίο τους·

β) ανάπτυξη και βελτίωση της αποτελεσματικότητας των τηλεματικών συνδέσεων μεταξύ των παράκτιων κέντρων των κρατών μελών, με στόχο μια σαφέστερη εικόνα της κυκλοφορίας, την καλύτερη παρακολούθηση των διερχόμενων πλοίων και την εναρμόνιση και, ει δυνατόν, την απλοποίηση των αναφορών που απαιτούνται από τα πλοία εν πλω·

▼M1

γ) επέκταση της κάλυψης ή/και αναβάθμιση του κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης της θαλάσσιας κυκλοφορίας και ενημέρωσης προκειμένου να βελτιωθούν η αναγνώριση και η παρακολούθηση των πλοίων, λαμβανομένων υπόψη των εξελίξεων στις τεχνολογίες των πληροφοριών και των επικοινωνιών. Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συνεργάζονται για τη δημιουργία, όπου χρειάζεται, συστημάτων υποχρεωτικής υποβολής αναφορών, υπηρεσιών υποχρεωτικής εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων και κατάλληλων συστημάτων οργάνωσης της θαλάσσιας κυκλοφορίας, με σκοπό να τα υποβάλλουν στον IMO προς έγκριση. Συνεργάζονται επίσης, στο πλαίσιο των οικείων περιφερειακών ή διεθνών φορέων, για την ανάπτυξη συστημάτων ευρείας εμβέλειας αναγνώρισης και εντοπισμού πλοίων·

▼B

δ) κατάρτιση, ενδεχομένως, συντονισμένων σχεδίων για την υποδοχή πλοίων που διατρέχουν κίνδυνο·

▼M1

ε) εξασφάλιση της διασύνδεσης και διαλειτουργικότητας των εθνικών συστημάτων που χρησιμοποιούνται για τη διαχείριση των πληροφοριών που αναφέρονται στο παράρτημα I, και για την ανάπτυξη και αναβάθμιση του SafeSeaNet.

Άρθρο 23α

Επεξεργασία και διαχείριση των πληροφοριών για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας

1.  Η Επιτροπή εξασφαλίζει, εφόσον απαιτείται, την επεξεργασία, αξιοποίηση και διάθεση, στις αρχές που έχουν οριστεί από τα κράτη μέλη, των πληροφοριών που συλλέγονται στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.

2.  Κατά περίπτωση, η Επιτροπή συμβάλλει στην ανάπτυξη και λειτουργία συστημάτων συλλογής και διάδοσης δεδομένων σχετικών με την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, ιδίως μέσω του συστήματος «Equasis» ή κάθε άλλου αντίστοιχου συστήματος δημόσιου χαρακτήρα.

▼M1

Άρθρο 24

Εμπιστευτικότητα των πληροφοριών

1.  Τα κράτη μέλη, σύμφωνα με την κοινοτική ή την εθνική νομοθεσία, λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν το απόρρητο των πληροφοριών που τους διαβιβάζονται στο πλαίσιο της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και χρησιμοποιούν τις εν λόγω πληροφορίες μόνον σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

2.  Η Επιτροπή ερευνά πιθανά προβλήματα ασφαλείας του δικτύου και των πληροφοριών και προτείνει τις κατάλληλες τροποποιήσεις στο παράρτημα ΙΙΙ για τη βελτίωση της ασφαλείας του δικτύου.

▼B

Άρθρο 25

Έλεγχος της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και κυρώσεις

1.  Τα κράτη μέλη εκτελούν τακτικές επιθεωρήσεις και οποιαδήποτε άλλη απαιτούμενη ενέργεια προκειμένου να ελέγχουν τη λειτουργία των τηλεματικών συστημάτων ξηράς που δημιουργούνται για την πλήρωση των απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας, ιδίως τη δυνατότητά τους να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της λήψης ή μετάδοσης, αμελλητί, επί εικοσιτετραώρου βάσεως, των πληροφοριών που κοινοποιούνται δυνάμει των άρθρων 13 και 15.

2.  Τα κράτη μέλη εισάγουν σύστημα κυρώσεων για την παράβαση των εθνικών διατάξεων που θεσπίζουν δυνάμει της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο προκειμένου να εξασφαλίζουν την εφαρμογή των εν λόγω κυρώσεων. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

3.  Τα κράτη μέλη ενημερώνουν αμελλητί το κράτος της σημαίας και κάθε άλλο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος για τα μέτρα που λαμβάνουν έναντι των πλοίων που δεν φέρουν τη σημαία τους, σύμφωνα με τα άρθρα 16 και 19 και την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

4.  Όταν ένα κράτος μέλος διαπιστώνει, σε περίπτωση θαλάσσιου συμβάντος ή ατυχήματος που αναφέρεται στο άρθρο 19, ότι η εταιρεία δεν κατόρθωσε να επικοινωνήσει και να διατηρήσει την επαφή με το πλοίο ή τα σχετικά παράκτια κέντρα, ενημερώνει το κράτος μέλος που χορήγησε ή για λογαριασμό του οποίου χορηγήθηκε το έγγραφο συμμόρφωσης ISM και το συναφές πιστοποιητικό διαχείρισης της ασφάλειας.

Όταν η σοβαρότητα της δυσλειτουργίας αποδεικνύει την ύπαρξη σημαντικής παρατυπίας στη λειτουργία του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας εταιρείας που είναι εγκατεστημένη σε κράτος μέλος, το κράτος μέλος που χορήγησε το έγγραφο συμμόρφωσης ή το πιστοποιητικό διαχείρισης της ασφάλειας στο πλοίο λαμβάνει αμέσως τα αναγκαία μέτρα κατά της εμπλεκόμενης εταιρείας ενόψει της ανακλήσεως του εγγράφου συμμόρφωσης και του συναφούς πιστοποιητικού διαχείρισης της ασφάλειας.

Άρθρο 26

Αξιολόγηση

1.  Τα κράτη μέλη υποβάλλουν έως τις 5 Φεβρουαρτίου 2007 έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με την πρόοδο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, και, ιδίως, των διατάξεων των άρθρων 9, 10, 18, 20, 22, 23 και 25. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009, έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με την πλήρη εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

2.  Με βάση τις εκθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή υποβάλλει εκθέσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έξι μήνες μετά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Στην έκθεση αυτή, η Επιτροπή αναφέρει επακριβώς εάν και σε ποιο βαθμό οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας, όπως εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη, βοηθούν στη βελτίωση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας των θαλάσσιων μεταφορών και στην πρόληψη της ρύπανσης από τα πλοία.

3.  Η Επιτροπή εξετάζει κατά πόσον είναι αναγκαίο και σκόπιμο να ληφθούν μέτρα σε κοινοτικό επίπεδο με στόχο να διευκολυνθεί η επιστροφή των εξόδων ή η αποζημίωση για ενδεχόμενες ζημίες που συνεπάγεται η υποδοχή πλοίων τα οποία ευρίσκονται σε κίνδυνο, στα οποία συμπεριλαμβάνονται κατάλληλες απαιτήσεις για ασφάλιση ή άλλη οικονομική εγγύηση.

Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για τα αποτελέσματα αυτής της εξέτασης μέχρι τις 5 Φεβρουαρίου 2007.



ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

▼M1

Άρθρο 27

Τροποποιητική διαδικασία

1.  Οι αναφορές σε πράξεις της Κοινότητας και του IMO στην παρούσα οδηγία, οι ορισμοί του άρθρου 3 και τα παραρτήματα μπορούν να τροποποιούνται προκειμένου να υπάρξει συμβατότητα με την κοινοτική ή τη διεθνή νομοθεσία η οποία έχει εγκριθεί, τροποποιηθεί ή τεθεί σε ισχύ, στο βαθμό που τέτοιες τροπολογίες δεν διευρύνουν το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 2.

2.  Επιπλέον, τα παραρτήματα I, III και IV της παρούσας οδηγίας μπορούν να τροποποιηθούν υπό το φως της κτηθείσας πείρας, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω τροπολογίες δεν διευρύνουν το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

Τα μέτρα αυτά, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 2.

Άρθρο 28

Επιτροπή

1.  Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή ασφάλειας στη ναυτιλία και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία (COSS) η οποία έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2099/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 11 ).

2.  Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4, και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

▼B

Άρθρο 29

1.  Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο στις 5 Φεβρουαρίου 2004. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Οι εν λόγω διατάξεις, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομέρειες της αναφοράς αυτής καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.  Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις διατάξεις εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 30

Η οδηγία 93/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου καταργείται από τις 5 Φεβρουαρίου 2004.

Άρθρο 31

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 32

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΠΡΟΣ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

1.   Πληροφορίες που κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 4 - Γενικές πληροφορίες

α) Στοιχεία του πλοίου (όνομα, σήμα κλήσης, αριθμός αναγνώρισης του ΙΜΟ ή αριθμός MMSI).

β) Λιμένας προορισμού.

γ) Πιθανή ώρα κατάπλου στο λιμένα προορισμού ή στο σταθμό πλοηγίας, όπως απαιτείται από την αρμόδια αρχή, και πιθανή ώρα απόπλου από τον εν λόγω λιμένα.

δ) Συνολικός αριθμός των ατόμων που επιβαίνουν στο πλοίο.

2.   Πληροφορίες που κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 12 - Πληροφορίες σχετικά με το φορτίο

α) Οι ορθές τεχνικές ονομασίες των επικίνδυνων ή ρυπογόνων εμπορευμάτων, οι αριθμοί Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), εφόσον υπάρχουν, οι κλάσεις κινδύνου ΙΜΟ σύμφωνα με τους διεθνείς κώδικες IMDG, IBC και IGC και, ενδεχομένως, η κλάση του πλοίου που απαιτείται για τα φορτία INF σύμφωνα με τον κανόνα VII/14.2, οι ποσότητες των εμπορευμάτων αυτών και, όταν τα εμπορεύματα περιέχονται σε μονάδες μεταφοράς εκτός των φορητών δεξαμενών, ο αναγνωριστικός τους αριθμός.

β) Διεύθυνση στην οποία μπορούν να αναζητηθούν αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με το φορτίο.

3.   Πληροφορίες που κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 13

Α.   Γενικές πληροφορίες

α) Στοιχεία του πλοίου (όνομα, σήμα κλήσης, αριθμός αναγνώρισης του IMO ή αριθμός MMSI).

β) Λιμένας προορισμού.

γ) Για τα πλοία που αποπλέουν από λιμένα κράτους μέλους: πιθανή ώρα απόπλου από το λιμένα ή το σταθμό πλοηγίας, όπως απαιτείται από την αρμόδια αρχή, και πιθανή ώρα κατάπλου στο λιμένα προορισμού.

δ) Για τα πλοία που προέρχονται από λιμένα εκτός της Κοινότητας με προορισμό λιμένα κράτους μέλους: πιθανή ώρα κατάπλου στο λιμένα προορισμού ή στο σταθμό πλοηγίας, όπως απαιτείται από την αρμόδια αρχή.

ε) Συνολικός αριθμός των ατόμων που επιβαίνουν στο πλοίο.

Β.   Πληροφορίες σχετικά με το φορτίο

α) Οι ορθές τεχνικές ονομασίες των επικίνδυνων ή ρυπογόνων εμπορευμάτων, οι αριθμοί Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), εφόσον υπάρχουν, οι κλάσεις κινδύνου ΙΜΟ σύμφωνα με τους διεθνείς κώδικες IMDG, IBC και IGC και, ενδεχομένως, η κλάση του πλοίου όπως ορίζεται από τον κώδικα INF, οι ποσότητες των εμπορευμάτων αυτών και η θέση τους επί του πλοίου και, όταν τα εμπορεύματα περιέχονται σε μονάδες μεταφοράς εκτός των φορητών δεξαμενών, ο αναγνωριστικός τους αριθμός.

β) Βεβαίωση ότι υπάρχει στο πλοίο κατάλογος, κατάσταση ή κατάλληλο σχέδιο φόρτωσης το οποίο αναφέρει λεπτομερώς τα επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα που μεταφέρονται καθώς και τη θέση τους στο πλοίο.

γ) Διεύθυνση στην οποία μπορούν να αναζητηθούν αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με το φορτίο.

4.   Πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 5

Α.Στοιχεία του πλοίου (όνομα, σήμα κλήσης, αριθμός αναγνώρισης του ΙΜΟ ή αριθμός MMSI).

Β.Ημερομηνία και ώρα.

C. ή D.Θέση βάσει γεωγραφικού πλάτους και μήκους ή πραγματική θέση και απόσταση σε ναυτικά μίλια από σαφώς προσδιορισμένο σημείο.

E.Πορεία.

F.Ταχύτητα.

I.Λιμένας προορισμού και πιθανή ώρα κατάπλου.

P.Φορτίο και, εφόσον υπάρχουν στο πλοίο επικίνδυνα εμπορεύματα, ποσότητα και κλάση ΙΜΟ.

T.Διεύθυνση για την ανακοίνωση πληροφοριών σχετικά με το φορτίο.

W.Συνολικός αριθμός των ατόμων που επιβαίνουν στο πλοίο.

▼M1

X.

Διάφορα:

 χαρακτηριστικά και κατ’ εκτίμηση μεταφερόμενη ποσότητα καυσίμων δεξαμενής για όλα τα σκάφη, με ολική χωρητικότητα μεγαλύτερη των 1 000 μονάδων,

 καθεστώς πλοήγησης.

▼B

5.

Ο πλοίαρχος του πλοίου ενημερώνει αμέσως την ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή ή λιμενική αρχή σε περίπτωση μεταβολής των πληροφοριών που κοινοποιούνται σύμφωνα με το παρόν παράρτημα.

▼M3




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Ισχύουσες προδιαγραφές εξοπλισμού πλοίων

I.   ΑΛΙΕΥΤΙΚΑ ΣΚΑΦΗ

Τα αλιευτικά σκάφη ολικού μήκους άνω των 15 μέτρων είναι εξοπλισμένα με σύστημα αυτόματης αναγνώρισης (AIS) όπως προβλέπεται στο άρθρο 6α, σύμφωνα με το ακόλουθο χρονοδιάγραμμα:

 αλιευτικά σκάφη με ολικό μήκος ίσο ή μεγαλύτερο από 24 μέτρα και μικρότερο από 45 μέτρα: το αργότερο στις 31 Μαΐου 2012,

 αλιευτικά σκάφη με ολικό μήκος ίσο ή μεγαλύτερο από 18 μέτρα και μικρότερο από 24 μέτρα: το αργότερο στις 31 Μαΐου 2013,

 αλιευτικά σκάφη με ολικό μήκος μεγαλύτερο από 15 μέτρα και μικρότερο από 18 μέτρα: το αργότερο στις 31 Μαΐου 2014,

 τα νεότευκτα αλιευτικά σκάφη με ολικό μήκος άνω των 15 μέτρων υπόκεινται στην υποχρέωση εξοπλισμού που προβλέπει το άρθρο 6α από τις 30 Νοεμβρίου 2010.

II.   ΠΛΟΙΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΠΛΟΩΝ

Τα επιβατηγά πλοία, ανεξαρτήτως του μεγέθους τους, και όλα τα πλοία, πλην των επιβατηγών πλοίων, ολικής χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 300 GT, που εκτελούν διεθνείς πλόες, τα οποία καταπλέουν σε λιμένα κράτους μέλους της Κοινότητας, πρέπει να είναι εξοπλισμένα με σύστημα αυτόματης αναγνώρισης (AIS) το οποίο πληροί τα τεχνικά πρότυπα και τα πρότυπα επιδόσεων που καθορίζονται στο κεφάλαιο V της σύμβασης SOLAS. Τα επιβατηγά πλοία, ανεξαρτήτως του μεγέθους τους, και όλα τα πλοία, πλην των επιβατηγών πλοίων, ολικής χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 3 000 GT που εκτελούν διεθνείς πλόες, τα οποία καταπλέουν σε λιμένα κράτους μέλους, πρέπει να είναι εξοπλισμένα με σύστημα καταγραφής δεδομένων ταξιδιού (VDR), το οποίο πληροί τα τεχνικά πρότυπα και τα πρότυπα επιδόσεων που καθορίζονται στο κεφάλαιο V της σύμβασης SOLAS. Για τα φορτηγά πλοία, τα οποία ναυπηγήθηκαν πριν την 1η Ιουλίου 2002, το VDR επιτρέπεται να είναι ένα απλουστευμένο σύστημα καταγραφής δεδομένων ταξιδιού (S-VDR), το οποίο πληροί τα τεχνικά πρότυπα και τα πρότυπα επιδόσεων που καθορίζονται στο κεφάλαιο V της σύμβασης SOLAS.

III.   ΠΛΟΙΑ ΜΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΠΛΟΩΝ

1.    Συστήματα αυτόματης αναγνώρισης (AIS)

Επιβατηγά πλοία, ανεξαρτήτως του μεγέθους τους, και όλα τα άλλα πλοία ολικής χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 300 GT, τα οποία εκτελούν μη διεθνείς πλόες, είναι εξοπλισμένα με σύστημα αυτόματης αναγνώρισης (AIS), το οποίο πληροί τα τεχνικά πρότυπα και τα πρότυπα επιδόσεων που καθορίζονται στο κεφάλαιο V της σύμβασης SOLAS.

2.    Συστήματα καταγραφής δεδομένων ταξιδιού (VDR)

α) Τα επιβατηγά πλοία, ανεξαρτήτως του μεγέθους τους, και τα πλοία, πλην των επιβατηγών πλοίων, ολικής χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 3 000 GT, που έχουν ναυπηγηθεί την 1η Ιουλίου 2002, ή μεταγενέστερα, τα οποία εκτελούν μη διεθνείς πλόες, εξοπλίζονται με σύστημα καταγραφής δεδομένων ταξιδιού (VDR), το οποίο πληροί τα τεχνικά πρότυπα και τα πρότυπα επιδόσεων που καθορίζονται στο κεφάλαιο V της σύμβασης SOLAS.

β) Τα φορτηγά πλοία ολικής χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 3 000 GT, που έχουν ναυπηγηθεί πριν από την 1η Ιουλίου 2002, τα οποία εκτελούν μη διεθνείς πλόες, εξοπλίζονται με σύστημα καταγραφής δεδομένων ταξιδιού (VDR) ή με ένα απλουστευμένο σύστημα καταγραφής δεδομένων ταξιδιού (S-VDR) το οποίο πληροί τα τεχνικά πρότυπα και τα πρότυπα επιδόσεων που καθορίζονται στο κεφάλαιο V της σύμβασης SOLAS.

IV.   ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ

1.    Απαλλαγή από την απαίτηση εξοπλισμού του πλοίου με AIS

α) Τα κράτη μέλη δύνανται να απαλλάσσουν τα επιβατηγά πλοία, μήκους κάτω των 15 μέτρων ή ολικής χωρητικότητας μικρότερης των 300 GT, που εκτελούν μη διεθνή δρομολόγια, από την εφαρμογή των απαιτήσεων σχετικά με το AIS που καθορίζονται στο παρόν παράρτημα.

β) Τα κράτη μέλη δύνανται να απαλλάσσουν από τις απαιτήσεις εξοπλισμού με ΑΙS τα πλοία, πλην των επιβατηγών πλοίων, ολικής χωρητικότητας ίσης ή μεγαλύτερης των 300 GT αλλά κατώτερης των 500 GT, τα οποία ναυσιπλοούν αποκλειστικά εντός των εσωτερικών υδάτων ενός κράτους μέλους και εκτός των διαδρομών που συνήθως ακολουθούν άλλα πλοία εξοπλισμένα με ΑΙS, από τις απαιτήσεις σχετικά με το AIS που καθορίζονται στο παρόν παράρτημα.

2.    Απαλλαγές από την απαίτηση εξοπλισμού του πλοίου με VDR ή S-VDR

Τα κράτη μέλη δύνανται να χορηγούν απαλλαγές από την απαίτηση εξοπλισμού του πλοίου με VDR ή S-VDR στις εξής περιπτώσεις:

α) επιβατηγά πλοία που εκτελούν πλόες αποκλειστικά σε θαλάσσιες περιοχές διαφορετικές από εκείνες που καλύπτονται από την κατηγορία Α, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 της οδηγίας 2009/45/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 12 ), δύναται να απαλλάσσονται από την απαίτηση εξοπλισμού τους με VDR·

β) πλοία, πλην των επιβατηγών πλοίων RO/RO, τα οποία έχουν ναυπηγηθεί πριν από την 1η Ιουλίου 2002, δύναται να απαλλάσσονται από την απαίτηση εξοπλισμού τους με VDR, εφόσον είναι δυνατόν να αποδειχθεί ότι είναι παράλογη και ανέφικτη η διασύνδεση ενός VDR με τον υπάρχοντα εξοπλισμό του πλοίου·

γ) φορτηγά πλοία, τα οποία έχουν ναυπηγηθεί πριν την 1η Ιουλίου 2002, τα οποία εκτελούν διεθνείς ή μη διεθνείς πλόες, δύναται να απαλλάσσονται από την απαίτηση εξοπλισμού τους με S-VDR, εφόσον τα πλοία αυτά πρόκειται να τεθούν οριστικά εκτός λειτουργίας εντός δύο ετών από την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής που καθορίζεται στο κεφάλαιο V της σύμβασης SOLAS.

▼M1




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΚΑΙ SAFESEANET

1.    Γενική θεώρηση και αρχιτεκτονική

Το κοινοτικό σύστημα ανταλλαγής ναυτιλιακών πληροφοριών SafeSeaNet καθιστά δυνατή τη λήψη, αποθήκευση, ανάκτηση και ανταλλαγή πληροφοριών για τους σκοπούς της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας, της ασφάλειας των πλοίων και των λιμένων, της προστασίας του θαλάσσιου περιβάλλοντος και της αποτελεσματικότητας της θαλάσσιας κυκλοφορίας και των θαλάσσιων μεταφορών.

Το SafeSeaNet είναι εξειδικευμένο σύστημα που έχει δημιουργηθεί για να εξυπηρετήσει την ανταλλαγή πληροφοριών σε ηλεκτρονική μορφή μεταξύ των κρατών μελών και να παράσχει στην Επιτροπή τις σχετικές πληροφορίες σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία. Απαρτίζεται από ένα δίκτυο εθνικών συστημάτων SafeSeaNet στα κράτη μέλη και ένα κεντρικό σύστημα SafeSeaNet, το οποίο λειτουργεί ως κομβικό σημείο.

Το δίκτυο SafeSeaNet συνδέει όλα τα εθνικά συστήματα SafeSeaNet και περιλαμβάνει το κεντρικό σύστημα SafeSeaNet.

2.    Διαχείριση, λειτουργία, ανάπτυξη και συντήρηση του SafeSeaNet

2.1.    Ευθύνες

2.1.1.    Εθνικά συστήματα SafeSeaNet

Τα κράτη μέλη δημιουργούν και διατηρούν ένα εθνικό σύστημα SafeSeaNet που καθιστά δυνατή την ανταλλαγή ναυτιλιακών πληροφοριών μεταξύ εξουσιοδοτημένων χρηστών υπό την ευθύνη της οικείας Εθνικής Αρμόδιας Αρχής (ΕΑΑ).

Η ΕΑΑ είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση του εθνικού συστήματος, η οποία περιλαμβάνει τον εθνικό συντονισμό των χρηστών και των παρόχων των δεδομένων, καθώς και για να διασφαλίζει ότι έχουν καθοριστεί οι κωδικοί UN LOCODES και ότι έχουν δημιουργηθεί και συντηρούνται η αναγκαία εθνική υποδομή πληροφορικής και οι διαδικασίες που περιγράφονται στο έγγραφο ελέγχου διεπαφής και λειτουργικότητας που αναφέρεται στο σημείο 2.3.

Το εθνικό σύστημα SafeSeaNet καθιστά δυνατή τη διασύνδεση όλων των εξουσιοδοτημένων χρηστών υπό την ευθύνη κάθε ΕΑΑ και μπορεί να καταστεί προσβάσιμο από καθορισμένους ναυτιλιακούς παράγοντες (πλοιοκτήτες, πράκτορες, πλοιάρχους, ναυλωτές και άλλους) όταν εξουσιοδοτούνται προς τούτο από την ΕΑΑ, συγκεκριμένα προκειμένου να εξυπηρετηθεί η ηλεκτρονική υποβολή αναφορών σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία.

2.1.2.    Κεντρικό σύστημα SafeSeaNet

Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση και ανάπτυξη σε επίπεδο πολιτικής του κεντρικού συστήματος SafeSeaNet καθώς και για την επίβλεψη του συστήματος SafeSeaNet σε συνεργασία με κράτη μέλη ενώ, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 13 ), ο οργανισμός είναι υπεύθυνος για την τεχνική υλοποίηση, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη και την Επιτροπή.

Το κεντρικό σύστημα SafeSeaNet λειτουργώντας ως κομβικό σημείο, διασυνδέει όλα τα εθνικά συστήματα SafeSeaNet και δημιουργεί την αναγκαία υποδομή πληροφορικής και τις αναγκαίες διαδικασίες όπως περιγράφονται στο «έγγραφο ελέγχου διεπαφής και λειτουργικότητας» που αναφέρεται στο σημείο2.3.

2.2.    Αρχές διαχείρισης

Η Επιτροπή συγκροτεί διευθύνουσα ομάδα υψηλού επιπέδου, η οποία υιοθετεί τον εσωτερικό της κανονισμό, αποτελείται από εκπροσώπους των κρατών μελών και της Επιτροπής και έχει την αποστολή:

 να διατυπώνει συστάσεις με στόχο τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας του συστήματος SafeSeaNet,

 να προσφέρει την κατάλληλη καθοδήγηση για την ανάπτυξη του συστήματος SafeSeaNet,

 να επικουρεί την Επιτροπή κατά την εποπτεία της απόδοσης του συστήματος SafeSeaNet,

 να εγκρίνει το έγγραφο ελέγχου διεπαφής και λειτουργικότητας που αναφέρεται στο σημείο 2.3. και κάθε μελλοντική του τροποποίηση.

2.3.    Έγγραφο ελέγχου διεπαφής και λειτουργικότητας και τεχνική τεκμηρίωση SafeSeaNet

Η Επιτροπή καταρτίζει και διατηρεί, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη, «έγγραφο ελέγχου διεπαφής και λειτουργικότητας» (IFCD).

Το IFCD περιγράφει λεπτομερώς τις απαιτήσεις απόδοσης και τις διαδικασίες που έχουν εφαρμογή στα εθνικά και στο κεντρικό στοιχείο του SafeSeaNet, που είναι σχεδιασμένα ώστε να εξασφαλίζεται συμμόρφωση με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία.

Το IFCD περιλαμβάνει κανόνες:

 για την καθοδήγηση όσον αφορά τα δικαιώματα πρόσβασης των χρηστών για τη διαχείριση της ποιότητας των δεδομένων,

 για τις προδιαγραφές ασφαλείας για τη μετάδοση και ανταλλαγή δεδομένων και

 για την αρχειοθέτηση των πληροφοριών σε εθνικό και κεντρικό επίπεδο.

Το IFCD αναφέρει τους τρόπους αποθήκευσης και τη διαθεσιμότητα των πληροφοριών για επικίνδυνα ή ρυπογόνα εμπορεύματα σχετικά με τακτικά δρομολόγια για τα οποία έχει χορηγηθεί εξαίρεση σύμφωνα με το άρθρο 15.

Η τεχνική τεκμηρίωση σχετικά με το SafeSeaNet, όπως πρότυπα για τη μορφή ανταλλαγής δεδομένων, εγχειρίδια χρηστών και προδιαγραφές ασφαλείας δικτύου, καταρτίζεται και διατηρείται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Ασφάλειας της Ναυσιπλοΐας σε συνεργασία με τα κράτη μέλη.

3.    Ανταλλαγή δεδομένων μέσω του SafeSeaNet

Το σύστημα χρησιμοποιεί βιομηχανικά πρότυπα και έχει την ικανότητα αλληλεπίδρασης με δημόσια και ιδιωτικά συστήματα που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία, την παροχή ή τη λήψη πληροφοριών εντός του SafeSeaNet.

Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη συνεργάζονται προκειμένου να εξετάσουν κατά πόσον είναι εφικτό καθώς και την ανάπτυξη λειτουργιών οι οποίες, κατά το μέτρο του δυνατού, διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των πλοιάρχων, πλοιοκτητών, πρακτόρων, εκμεταλλευόμενων τα πλοία, ναυλωτών και των αρμόδιων αρχών, χρειάζεται να υποβάλλουν τις πληροφορίες μόνον μία φορά. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υποβληθείσες πληροφορίες είναι διαθέσιμες προς χρήση σε όλα τα σχετικά συστήματα ενημέρωσης και ειδοποίησης, καθώς και πληροφοριακά συστήματα παρακολούθησης της θαλάσσιας κυκλοφορίας (VTMIS).

Τα ηλεκτρονικά μηνύματα που ανταλλάσσονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και τη σχετική κοινοτική νομοθεσία διανέμονται μέσω του SafeSeanet. Προς τούτο, τα κράτη μέλη αναπτύσσουν και συντηρούν τις αναγκαίες διεπαφές για την αυτόματη μετάδοση δεδομένων με ηλεκτρονικά μέσα προς το SafeSeaNet.

Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες διεθνώς αναγνωρισμένοι κανόνες επιτρέπουν τη δρομολόγηση πληροφοριών LRIT σχετικά με σκάφη τρίτων χωρών, τα δίκτυα του SafeSeaNet θα χρησιμοποιούνται για τη διανομή μεταξύ των κρατών μελών, με κατάλληλο επίπεδο ασφάλειας, των πληροφοριών LRIT που έχουν ληφθεί σύμφωνα με το άρθρο 6β της παρούσας οδηγίας.

4.    Ασφάλεια και δικαιώματα πρόσβασης

Το κεντρικό και τα εθνικά συστήματα SafeSeaNet συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών καθώς και με τις αρχές και προδιαγραφές ασφαλείας που περιγράφονται στο IFCD, ιδίως όσον αφορά τα δικαιώματα πρόσβασης.

Τα κράτη μέλη προσδιορίζουν όλους τους χρήστες για τους οποίους αναγνωρίζεται ρόλος και δέσμη δικαιωμάτων πρόσβασης σύμφωνα με το IFCD.

▼M3




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι IV

Μέτρα που δύνανται να λαμβάνουν τα κράτη μέλη σε περίπτωση απειλής κατά της ασφάλειας στη θάλασσα και για την προστασία του περιβάλλοντος

(δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφος 1)

Όταν ύστερα από κάποιο συμβάν ή περιστάσεις που περιγράφονται στο άρθρο 17 και επηρεάζουν πλοίο, η αρμόδια αρχή του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους κρίνει ότι, στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, είναι αναγκαίο να προληφθεί, να μετριασθεί ή να αποφευχθεί σοβαρή και άμεση απειλή για τις ακτές ή τα σχετικά συμφέροντά του, την ασφάλεια άλλων πλοίων και των πληρωμάτων και των επιβατών τους ή ατόμων στην ξηρά ή για να προστατευθεί το θαλάσσιο περιβάλλον, η εν λόγω αρχή αυτή δύναται ειδικότερα:

α) να περιορίσει τις κινήσεις του πλοίου ή να του επιβάλει συγκεκριμένη πορεία. Η απαίτηση αυτή δεν θίγει την ευθύνη του πλοιάρχου για ασφαλή διακυβέρνηση του πλοίου του·

β) να ειδοποιήσει τον πλοίαρχο του πλοίου ώστε να θέσει τέρμα στην απειλή κατά του περιβάλλοντος ή της ασφάλειας στη θάλασσα·

γ) να αποστείλει στο πλοίο ομάδα αξιολόγησης με αποστολή να εκτιμήσει το βαθμό του κινδύνου, να παράσχει βοήθεια στον πλοίαρχο προκειμένου να αντιμετωπίσει την κατάσταση και να κρατά ενήμερο σχετικά το αρμόδιο παράκτιο κέντρο·

δ) να διατάξει τον πλοίαρχο να πλεύσει σε καταφύγιο σε περίπτωση άμεσου κινδύνου ή να επιβάλει την πλοήγηση ή τη ρυμούλκηση του πλοίου.

Σε περίπτωση πλοίου που ρυμουλκείται βάσει συμφωνίας ρυμούλκησης ή διάσωσης, τα μέτρα που λαμβάνει η αρμόδια αρχή κράτους μέλους βάσει των στοιχείων α) και δ) δύναται να έχουν ως αποδέκτες και τις εμπλεκόμενες εταιρείες παροχής βοήθειας, διάσωσης και ρυμούλκησης.



( 1 ) ΕΕ της C 120 E της 24.4.2001, σ. 67 και

ΕΕ της C 362 Ε της 18.12.2001, σ. 255.

( 2 ) ΕΕ C 221 της 7.8.2001, σ. 54.

( 3 ) ΕΕ C 357 της 14.12.2001, σ. 1.

( 4 ) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιουνίου 2001 (ΕΕ C 53 Ε της 28.2.2002, σ. 304), κοινή θέση του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 2001 (ΕΕ C 58 Ε της 5.3.2002, σ. 14), και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Απριλίου 2002. Απόφαση του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 2002.

( 5 ) ΕΕ L 247 της 5.10.1993, σ. 19· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 98/74/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 276 της 13.10.1998, σ. 7).

( 6 ) ΕΕ C 271 της 7.10.1993, σ. 1.

( 7 ) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

( 8 ) ΕΕ L 138 της 1.6.1999, σ. 1.

( 9 ) ΕΕ L 157 της 7.7.1995, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2001/106/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 19 της 22.1.2002, σ. 17).

( 10 ) ΕΕ L 131 της 28.5.2009, σ. 128

( 11 ) ΕΕ L 324 της 29.11.2002, σ. 1

( 12 ) ΕΕ L 163 της 25.6.2009, σ. 1.

( 13 ) ΕΕ L 208 της 5.8.2002, σ. 1.

Top