This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 01999L0032-20090420
Council Directive 1999/32/EC of 26 April 1999 relating to a reduction in the sulphur content of certain liquid fuels and amending Directive 93/12/EEC
Consolidated text: Οδηγία 1999/32/ΕΚ του Συμβουλίου της 26ης Απριλίου 1999 σχετικά με τη μείωση της περιεκτικότητας ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο και για την τροποποίηση της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ
Οδηγία 1999/32/ΕΚ του Συμβουλίου της 26ης Απριλίου 1999 σχετικά με τη μείωση της περιεκτικότητας ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο και για την τροποποίηση της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ
1999L0032 — EL — 20.04.2009 — 003.001
Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα
ΟΔΗΓΊΑ 1999/32/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 26ης Απριλίου 1999 (ΕΕ L 121, 11.5.1999, p.13) |
Τροποποιείται από:
|
|
Επίσημη Εφημερίδα |
||
No |
page |
date |
||
L 284 |
1 |
31.10.2003 |
||
ΟΔΗΓΊΑ 2005/33/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 6 Ιουλίου 2005 |
L 191 |
59 |
22.7.2005 |
|
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 219/2009 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 11ης Μαρτίου 2009 |
L 87 |
109 |
31.3.2009 |
ΟΔΗΓΊΑ 1999/32/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 26ης Απριλίου 1999
σχετικά με τη μείωση της περιεκτικότητας ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο και για την τροποποίηση της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 130 Σ, παράγραφος 1,
την πρόταση της Επιτροπής ( 1 ),
τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( 2 ),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 189 Γ της συνθήκης ( 3 ),
Εκτιμώντας:
(1) |
ότι οι στόχοι και οι αρχές της περιβαλλοντικής πολιτικής της Κοινότητας, όπως καθορίστηκαν στα προγράμματα δράσης για το περιβάλλον, και ειδικότερα στο πέμπτο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον ( 4 ) βάσει των αρχών που διατυπώνονται στο άρθρο 130 Ρ της συνθήκης, αποσκοπούν ιδίως στη διασφάλιση αποτελεσματικής προστασίας όλων των ατόμων από τους αναγνωρισμένους κινδύνους που προέρχονται από τις εκπομπές διοξειδίου του θείου και στην προστασία του περιβάλλοντος μέσω της πρόληψης της εναπόθεσης θείου σε ποσότητες οι οποίες υπερβαίνουν τα κρίσιμα φορτία και επίπεδα· |
(2) |
ότι το άρθρο 129 της συνθήκης προβλέπει ότι οι απαιτήσεις στον τομέα της προστασίας της υγείας αποτελούν συνιστώσα των άλλων πολιτικών της Κοινότητας· ότι στο άρθρο 3 στοιχείο ξ) της συνθήκης επίσης προβλέπεται ότι η δράση της Κοινότητας πρέπει να περιλαμβάνει συμβολή στην επίτευξη υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας· |
(3) |
ότι οι εκπομπές διοξειδίου του θείου συμβάλλουν σημαντικά στο πρόβλημα της όξινης βροχής στην Κοινότητα και ότι οι εκπομπές διοξειδίου του θείου έχουν επίσης άμεση επίπτωση στην ανθρώπινη υγεία και στο περιβάλλον· |
(4) |
ότι η όξινη βροχή και το ατμοσφαιρικό διοξείδιο του θείου βλάπτουν ευαίσθητα οικοσυστήματα, μειώνουν τη βιοποικιλότητα και υποβαθμίζουν τα ευχάριστα στοιχεία του περιβάλλοντος ενώ επίσης έχουν αρνητικές επιπτώσεις στη γεωργική παραγωγή και στην ανάπτυξη των δασών· ότι η όξινη βροχή στις πόλεις μπορεί να προκαλέσει σημαντικές βλάβες στα κτίρια και στην αρχιτεκτονική κληρονομιά· ότι η ρύπανση από το διοξείδιο του θείου μπορεί να έχει σοβαρή επίδραση στην ανθρώπινη υγεία, ιδίως στα τμήματα του πληθυσμού που υποφέρουν από αναπνευστικές παθήσεις· |
(5) |
ότι η όξινη βροχή είναι ένα διαμεθοριακό φαινόμενο το οποίο απαιτεί λύσεις σε κοινοτικό καθώς και σε εθνικό και τοπικό επίπεδο· |
(6) |
ότι οι εκπομπές διοξειδίου του θείου συμβάλλουν στο σχηματισμό αιωρούμενων σωματιδίων στην ατμόσφαιρα· |
(7) |
ότι η Κοινότητα και κάθε κράτος μέλος αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη στη σύμβαση της UNECE για τη διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας σε μεγάλη απόσταση· ότι το δεύτερο πρωτόκολλο UNECE για τη διαμεθοριακή ρύπανση από διοξείδιο του θείου προβλέπει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη θα πρέπει να μειώσουν τις εκπομπές διοξειδίου του θείου σύμφωνα ή πέραν της μείωσης του 30 % που ορίζεται στο πρώτο πρωτόκολλο και ότι το δεύτερο πρωτόκολλο UNECE βασίζεται στην υπόθεση ότι θα συνεχισθεί η υπέρβαση των κρίσιμων φορτίων και επιπέδων σε μερικές ευαίσθητες περιοχές· ότι θα χρειασθεί να ληφθούν και άλλα μέτρα για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του θείου εάν πρόκειται να τηρηθούν οι στόχοι στο πέμπτο πρόγραμμα περιβαλλοντικής δράσης· ότι τα συμβαλλόμενα μέρη οφείλουν συνεπώς να μειώσουν περαιτέρω σημαντικά τις εκπομπές διοξειδίου του θείου· |
(8) |
ότι η φυσική παρουσία μικρών ποσοτήτων θείου στο πετρέλαιο και τους γαιάνθρακες έχει από δεκαετίες αναγνωρισθεί ως η σημαντικότερη πηγή εκπομπών διοξειδίου του θείου οι οποίες αποτελούν μία από τις σπουδαιότερες αιτίες του φαινομένου της όξινης βροχής και μία από τις κύριες αιτίες της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που εμφανίζεται σε πολλές αστικές και βιομηχανικές περιοχές· |
(9) |
ότι η Επιτροπή προσφάτως δημοσίευσε ανακοίνωση σχετικά με μια αποτελεσματική ως προς το κόστος, στρατηγική καταπολέμησης της όξινης βροχής στην Κοινότητα· ότι ο έλεγχος των εκπομπών διοξειδίου του θείου οι οποίες προέρχονται από την καύση ορισμένων υγρών καυσίμων έχει προσδιορισθεί ως συστατικό στοιχείο της εν λόγω αποτελεσματικής ως προς το κόστος στρατηγικής· ότι η Κοινότητα αναγνωρίζει την ανάγκη λήψης μέτρων σχετικά με όλα τα άλλα καύσιμα· |
(10) |
ότι ειδικές μελέτες κατέδειξαν ότι τα πλεονεκτήματα από τη μείωση των εκπομπών θείου διά της μειώσεως της περιεκτικότητας των καυσίμων σε θείο θα είναι σημαντικά μεγαλύτερα σε σχέση με το κόστος για τη βιομηχανία δυνάμει της παρούσας οδηγίας· ότι η τεχνολογία για τη μείωση του επιπέδου του θείου των υγρών καυσίμων υπάρχει και είναι καλά εδραιωμένη· |
(11) |
ότι σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας και την αρχή της αναλογικότητας που διατυπώνονται στο άρθρο 3 Β της συνθήκης, ο στόχος της μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του θείου που προκύπτουν από την καύση ορισμένων τύπων υγρών καυσίμων δεν μπορεί να επιτευχθεί αποτελεσματικά εάν το κάθε κράτος μέλος ενεργεί μεμονωμένα· ότι η μη εναρμονισμένη δράση δεν παρέχει εγγυήσεις για την επίτευξη του επιθυμητού στόχου, είναι εν δυνάμει αντιπαραγωγική και θα επιφέρει σημανπκή αβεβαιότητα στην αγορά των εν λόγω πετρελαιοειδών· ότι, ενόψει της ανάγκης μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του θείου στην Κοινότητα, είναι αποτελεσματικότερο να ληφθεί δράση στο επίπεδο της Κοινότητας· ότι η παρούσα οδηγία περιορίζεται στις ελάχιστες απαιτήσεις που είναι απαραίτητες για την επίτευξη του επιθυμητού στόχου· |
(12) |
ότι στην οδηγία 93/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1993, σχετικά με την περιεκτικότητα ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο ( 5 ), ζητείται από την Επιτροπή να υποβάλει στο Συμβούλιο πρόταση που να προβλέπει χαμηλότερα όρια για την περιεκτικότητα σε θείο του πετρελαίου εσωτερικής καύσης και νέα όρια για την κηροζίνη των αεροσκαφών· ότι είναι σκόπιμο να καθορισθούν όρια για την περιεκτικότητα σε θείο κι άλλων υγρών καυσίμων, ιδιαίτερα για το βαρύ μαζούτ, τα πετρέλαια δεξαμενών πλοίων, το ντίζελ πλοίων και τα πετρέλαια εσωτερικής καύσης, με βάση μελέτη για τη σχέση κόστους-αποτελέσματος· |
(13) |
ότι, σύμφωνα με το άρθρο 130 Γ της συνθήκης, η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να διατηρούν και να θεσπίζουν μέτρα ενισχυμένης προστασίας· ότι τα μέτρα αυτά πρέπει να συμβιβάζονται με τη συνθήκη και να κοινοποιούνται στην Επιτροπή· |
(14) |
ότι ένα κράτος μέλος, πριν τη θέσπιση νέων μέτρων ενισχυμένης προστασίας, θα πρέπει να κοινοποιεί τα σχέδια μέτρων στην Επιτροπή σύμφωνα με την οδηγία 83/189/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών ( 6 )· |
(15) |
ότι, όσον αφορά το όριο περιεκτικότητας του βαρέος μαζούτ σε θείο, ενδείκνυται να προβλεφθούν παρεκκλίσεις για τα κράτη μέλη και τις περιοχές των οποίων οι περιβαλλοντικές συνθήκες επιτρέπουν παρόμοια παρέκκλιση· |
(16) |
ότι, όσον αφορά τη θέσπιση ορίου περιεκτικότητας του βαρέος μαζούτ σε θείο, ενδείκνυται να προβλεφθούν επίσης παρεκκλίσεις για τη χρησιμοποίησή του σε εγκαταστάσεις καύσης οι οποίες συμμορφούνται με τις οριακές τιμές εκπομπών που θέτει η οδηγία 88/609/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 1988, για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων από μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης ( 7 )· ότι στα πλαίσια προσεχούς αναθεώρησης της οδηγίας 188/609/ΕΟΚ μπορεί να είναι απαραίτητο να επανεξεταθούν και, εάν χρειάζεται, να αναθεωρηθούν ορισμένες διατάξεις της παρούσας οδηγίας· |
(17) |
ότι, όσον αφορά τις μονάδες καύσης διυλιστηρίων που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3 παράγραφος 3 σημείο i) στοιχείο γ) της παρούσας οδηγίας, ο μέσος όρος εκπομπών διοξειδίων θείου αυτών των μονάδων δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα όρια που ορίζονται από την οδηγία 88/609/ΕΟΚ ή οποιασδήποτε μελλοντικής αναθεωρημένης μορφής της εν λόγω οδηγίας· ότι κατά την εφαρμογή αυτής της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι η αντικατάσταση από καύσιμα άλλα από αυτά που ορίζονται στο άρθρο 2 δεν θα επιφέρει αύξηση εκπομπών των όξινων ρυπογόνων ουσιών· |
(18) |
ότι έχει ήδη θεσπισθεί οριακή τιμή 0,2 % για την περιεκτικότητα των πετρελαίων εσωτερικής καύσης σε θείο βάσει της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ· ότι η εν λόγω οριακή τιμή θα πρέπει να μεταβληθεί σε 0,1 % μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2008· |
(19) |
ότι, σύμφωνα με την πράξη προσχώρησης του 1994, έχει χορηγηθεί παρέκκλιση στην Αυστρία και στη Φινλανδία, για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών από την ημερομηνία προσχώρησης, όσον αφορά τις διατάξεις της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ σχετικά με την περιεκτικότητα ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο· |
(20) |
ότι οι οριακές τιμές 0,2 % (από το έτος 2000) και 0,1 % (από το έτος 2008) για την περιεκτικότητα σε θείο των πετρελαίων εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιούνται στη ναυτιλία, στα θαλασσοπόρα πλοία, ενδεχομένως παρουσιάζουν τεχνικά και οικονομικά προβλήματα για την Ελλάδα, σε όλη την επικράτειά της, για την Ισπανία στις Καναρίους Νήσους, για τη Γαλλία στα υπερπόντια διαμερίσματα, για την Πορτογαλία στα αρχιπελάγη της Μαδέρας και των Αζορών· ότι μια παρέκκλιση για την Ελλάδα, τις Καναρίους Νήσους, τα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα και τα αρχιπελάγη της Μαδέρας και των Αζορών δεν θα πρέπει να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην αγορά πετρελαίων εσωτερικής καύσης που προορίζονται για ναυτιλιακή χρήση, δεδομένου ότι τα εν λόγω πετρέλαια που εξάγονται από την Ελλάδα και τις Καναρίους Νήσους, τα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα και τα αρχιπελάγη της Μαδέρας και των Αζορών προς άλλα κράτη μέλη θα πληρούν τις απαιτήσεις που ισχύουν στο κράτος μέλος εισαγωγής· ότι ως εκ τούτου θα πρέπει να επιτραπεί στην Ελλάδα και τις Καναρίους Νήσους, τα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα και τα αρχιπελάγη της Μαδέρας και των Αζορών παρέκκλιση από τις οριακές τιμές θείου κατά βάρος για τα πετρέλαια εσωτερικής καύσης ναυτιλιακής χρήσης· |
(21) |
ότι οι εκπομπές θείου από τα πλοία λόγω της καύσης καυσίμων δεξαμενών με υψηλή περιεκτικότητα σε θείο συμβάλλουν στην ρύπανση από διοξείδιο του θείου και στα προβλήματα οξίνισης· ότι, στις περαιτέρω διαπραγματεύσεις της σχετικά με τη συμφωνία MARPOL στο πλαίσιο του διεθνούς ναυτιλιακού οργανισμού (ΔΝΟ), η Κοινότητα θα προωθήσει περισσότερο αποτελεσματική προστασία των περιοχών που παρουσιάζουν μεγαλύτερη ευαισθησία στις εκπομπές SOX καθώς και μείωση της γενικά καθιερωμένης οριακής τιμής για το πετρέλαιο δεξαμενών πλοίων (που σήμερα είναι 4,5 %)· ότι θα πρέπει να συνεχισθούν οι κοινοτικές πρωτοβουλίες για τον χαρακτηρισμό της περιοχής της Βόρειας Θάλασσας/Μάγχης ως ειδικής περιοχής ελέγχου των εκπομπών SOX· |
(22) |
ότι πρέπει να εμβαθυνθεί η έρευνα σχετικά με τις επιπτώσεις της οξίνισης στο οικοσύστημα και στον ανθρώπινο οργανισμό· ότι η Κοινότητα θα προωθήσει την εν λόγω έρευνα στο πλαίσιο του πέμπτου ερευνητικού προγράμματος-πλαισίου ( 8 )· |
(23) |
ότι σε περίπτωση διατάραξης της προσφοράς αργού πετρελαίου, προϊόντων πετρελαίου ή άλλων υδρογονανθράκων, η Επιτροπή ενδέχεται να επιτρέψει την εφαρμογή υψηλότερου ορίου στην επικράτεια ενός κράτους μέλους· |
(24) |
ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν τους κατάλληλους μηχανισμούς για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας· ότι θα πρέπει να υποβάλλονται στην Επιτροπή τακτικές εκθέσεις σχετικά με την περιεκτικότητα των υγρών καυσίμων σε θείο· |
(25) |
ότι, για λόγους σαφήνειας, είναι αναγκαία η τροποποίηση της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Σκοπός και πεδίο εφαρμογής
1. Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η μείωση των εκπομπών διοξειδίου του θείου οι οποίες οφείλονται στην καύση ορισμένων τύπων υγρών καυσίμων και, εξ αυτού, η μείωση των επιβλαβών συνεπειών των εκπομπών αυτών στον άνθρωπο και το περιβάλλον.
2. Η μείωση των εκπομπών διοξειδίου του θείου, οι οποίες οφείλονται στην καύση ορισμένων υγρών καυσίμων παραγώγων πετρελαίου, επιτυγχάνεται με την επιβολή ορίων περιεκτικότητας των εν λόγω καυσίμων σε θείο, ως προϋπόθεση για τη χρήση τους εντός της επικράτειας, των χωρικών υδάτων και των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών ή των ζωνών ελέγχου της ρύπανσης των κρατών μελών.
Ωστόσο, οι περιορισμοί στην περιεκτικότητα σε θείο ορισμένων υγρών καυσίμων παραγώγων πετρελαίου, οι οποίοι θεσπίζονται με την παρούσα οδηγία, δεν ισχύουν για:
α) τα καύσιμα που προορίζονται για έρευνα και δοκιμές·
β) τα καύσιμα που προορίζονται να υποστούν επεξεργασία πριν από την τελική καύση·
γ) τα καύσιμα που προορίζονται να υποστούν επεξεργασία στη βιομηχανία διύλισης·
δ) τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται και διατίθενται στην αγορά στις εξόχως απόκεντρες περιοχές της Κοινότητας, εφόσον τα κράτη μέλη μπορούν να εξασφαλίσουν ότι στις περιοχές αυτές:
— τηρούνται τα πρότυπα ποιότητας του αέρα,
— το βαρύ μαζούτ δεν χρησιμοποιείται εάν η περιεκτικότητά του σε θείο υπερβαίνει το 3 % κατά μάζα·
ε) τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται από πολεμικά πλοία και άλλα σκάφη που εκτελούν στρατιωτική υπηρεσία. Ωστόσο, με τη θέσπιση κατάλληλων μέτρων τα οποία δεν δυσχεραίνουν την επιχειρησιακή δραστηριότητα ή ικανότητα των εν λόγω πλοίων, τα κράτη μέλη επιδιώκουν να διασφαλίζουν ότι τα πλοία αυτά λειτουργούν κατά τρόπο συμβιβαζόμενο με την παρούσα οδηγία, εφόσον αυτό είναι εύλογο και πρακτικά εφικτό·
στ) οιαδήποτε χρήση καυσίμων σε σκάφος που είναι αναγκαία ειδικά για την ασφάλεια του πλοίου ή για τη διάσωση ανθρώπινων ζωών στη θάλασσα·
ζ) οιαδήποτε χρήση καυσίμων σε πλοίο που καθίσταται αναγκαία λόγω βλάβης του σκάφους ή του εξοπλισμού του, υπό τον όρο ότι, μετά την εμφάνιση της βλάβης, έχουν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα για την πρόληψη ή την ελαχιστοποίηση των υπερβολικών εκπομπών και ότι λαμβάνονται, το ταχύτερο δυνατό, μέτρα για την αποκατάσταση της βλάβης. Τούτο δεν εφαρμόζεται εάν ο πλοιοκτήτης ή ο πλοίαρχος προκάλεσαν τη βλάβη εκ προθέσεως ή εξ αμελείας·
η) τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται σε πλοία τα οποία χρησιμοποιούν εγκεκριμένες τεχνολογίες μείωσης των εκπομπών σύμφωνα με το άρθρο 4γ.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας νοούνται ως:
1. «βαρύ μαζούτ (heavy fuel oil)»:
— κάθε υγρό καύσιμο παράγωγο του πετρελαίου, εξαιρουμένων των καυσίμων πλοίων, το οποίο υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 2710 19 51 έως 2710 19 69, ή
— κάθε υγρό καύσιμο παράγωγο του πετρελαίου (εκτός από το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που ορίζεται στα σημεία 2 και 3, το οποίο, λόγω των ορίων απόσταξής του, υπάγεται στην κατηγορία των βαρέων ελαίων που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα και του οποίου λιγότερο από 65 % κατ' όγκον (περιλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 250 oC, με τη μέθοδο ASTM D86. Εάν η απόσταξη δεν μπορεί να προσδιοριστεί με τη μέθοδο ΑSΤΜ D86, το πετρελαϊκό προϊόν ομοίως κατατάσσεται στην κατηγορία του βαρέος μαζούτ·
2. «πετρέλαιο εσωτερικής καύσης»:
— κάθε υγρό καύσιμο παράγωγο του πετρελαίου, εξαιρουμένων των καυσίμων πλοίων, το οποίο υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 2710 19 25, 2710 19 29 ή 2710 19 45 ή 2710 19 49, ή
— κάθε υγρό καύσιμο παράγωγο του πετρελαίου, εξαιρουμένων των καυσίμων πλοίων, του οποίου λιγότερο από το 65 % κατ' όγκο (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 250 oC και του οποίου τουλάχιστον 85 % κατ' όγκον (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 350 oC με τη μέθοδο ASTM D86.
Τα πετρέλαια ντίζελ που ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 της οδηγίας 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 1998, σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων βενζίνης και ντίζελ και για την τροποποίηση της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ ( 9 ), αποκλείονται από τον παρόντα ορισμό. Επίσης εξαιρούνται από τον ορισμό αυτό τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται από μη οδικά κινητά μηχανήματα και γεωργικούς ελκυστήρες·
3. «καύσιμα πλοίων»: κάθε υγρό καύσιμο παράγωγο του πετρελαίου που προορίζεται για πλοία ή χρησιμοποιείται επ' αυτών, συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων που ορίζονται στο πρότυπο ISO 8217·
3α. «ντίζελ πλοίων»: κάθε καύσιμο πλοίων το ιξώδες ή η πυκνότητα του οποίου εμπίπτουν στο εύρος του ιξώδους ή της πυκνότητας που καθορίζονται για τις ποιότητες DMB και DMC στον πίνακα I του ISO 8217·
3β. «πετρέλαιο εσωτερικής καύσης πλοίων»: κάθε καύσιμο πλοίων το ιξώδες ή η πυκνότητα του οποίου εμπίπτουν στο εύρος του ιξώδους ή της πυκνότητας που καθορίζονται για τις ποιότητες DMX και DMA στον πίνακα I του ISO 8217·
3γ. «MARPOL»: η διεθνής σύμβαση για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία του 1973, όπως τροποποιήθηκε από το σχετικό πρωτόκολλο του 1978·
3δ. «παράρτημα VI της MARPOL»: το παράρτημα με τίτλο “Κανονισμοί για την πρόληψη ρύπανσης του αέρα από πλοία”, το οποίο προστίθεται στη MARPOL με το πρωτόκολλο του 1997·
3ε. «περιοχές ελέγχου των εκπομπών SOx»: θαλάσσιες περιοχές που ορίζονται με αυτόν τον τρόπο από το Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΔΝΟ) δυνάμει του παραρτήματος VI της MARPOL·
3στ. «επιβατηγά πλοία»: πλοία που μεταφέρουν περισσότερους από 12 επιβάτες· ως επιβάτης νοείται οιοδήποτε άτομο, εκτός από:
i) τον πλοίαρχο και τα μέλη του πληρώματος ή άλλα άτομαπου απασχολούνται ή έχουν προσληφθεί υπό οποιαδήποτε ιδιότητα στο πλοίο για τις ανάγκες του εν λόγω πλοίου, και
ii) παιδιά κάτω του ενός έτους·
3ζ. «τακτικό δρομολόγιο»: σειρά διαπλεύσεων επιβατηγού πλοίου που εξυπηρετεί τη συγκοινωνία μεταξύ των αυτών δύο ή περισσότερων λιμανιών, ή σειρά ταξιδιών από και προς το ίδιο λιμάνι χωρίς ενδιάμεσες στάσεις, είτε:
i) σύμφωνα με δημοσιευμένο πρόγραμμα δρομολογίων είτε
ii) όταν οι διαπλεύσεις είναι τόσο τακτικές ή συχνές που να συνιστούν αναγνωρίσιμο πρόγραμμα·
3η. «πολεμικό πλοίο»: πλοίο το οποίο ανήκει στις ένοπλες δυνάμεις ενός κράτους και φέρει τα εξωτερικά χαρακτηριστικά που διακρίνουν τέτοια πλοία της εθνικότητάς του, υπό τη διοίκηση αξιωματικού δεόντως τοποθετημένου από την κυβέρνηση του κράτους και του οποίου το όνομα εμφαίνεται στη σχετική επετηρίδα ή ανάλογο πίνακα, και το οποίο πλοίο είναι επανδρωμένο με πλήρωμα που τελεί υπό κανονική στρατιωτική πειθαρχία·
3θ. «ελλιμενισμένα πλοία»: πλοία που βρίσκονται ασφαλώς προσδεδεμένα ή αγκυροβολημένα σε κοινοτικό λιμένα κατά τη διάρκεια της παραμονής τους για φόρτωση, εκφόρτωση ή διανυκτέρευση, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου που διανύουν όταν δεν εκτελούν εργασίες φορτοεκφόρτωσης·
3ι. «σκάφος εσωτερικής ναυσιπλοΐας»: σκάφος που προορίζεται ιδίως να χρησιμοποιηθεί σε εσωτερική πλωτή οδό, όπως ορίζεται στην οδηγία 82/714/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 4 Οκτωβρίου 1982, για τη θέσπιση τεχνικών προδιαγραφών για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας ( 10 ), συμπεριλαμβανομένων όλων των σκαφών που διαθέτουν:
i) κοινοτικό πιστοποιητικό εσωτερικής ναυσιπλοΐας, όπως ορίζεται στην οδηγία 82/714/ΕΟΚ,
ii) πιστοποιητικό που έχει εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 22 της αναθεωρημένης σύμβασης για τη ναυσιπλοΐα του Ρήνου·
3ια. «Διάθεση στην αγορά»: η προμήθεια ή η διάθεση σε τρίτους, επί πληρωμή ή δωρεάν, οπουδήποτε εντός της δικαιοδοσίας των κρατών μελών, καυσίμων πλοίων προς καύση επ' αυτών. Εξαιρείται η προμήθεια ή η διάθεση καυσίμων πλοίων προς εξαγωγή στις δεξαμενές φορτίου των πλοίων·
3ιβ. «εξόχως απόκεντρες περιοχές της Κοινότητας»: τα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα, οι Αζόρες, η Μαδέρα και οι Κανάριες Νήσοι, όπως προβλέπεται στο άρθρο 299 της συνθήκης·
3ιγ. «τεχνολογία μείωσης των εκπομπών»: σύστημα καθαρισμού των καυσαερίων ή κάθε άλλη εξακριβώσιμη και αναγκαστικής εφαρμογής τεχνολογική μέθοδος.
4. «μέθοδος ASTM»: οι μέθοδοι οι οποίες έχουν καθοριστεί από την αμερικανική εταιρεία δοκιμών υλικών στην έκδοση 1976 των προτύπων ορισμών και προδιαγραφών για τα πετρελαϊκά και τα λιπαντικά προϊόντα·
5. «μονάδα καύσης»: οποιαδήποτε τεχνική συσκευή εντός της οποίας διενεργείται η οξείδωση των καυσίμων προκειμένου να χρησιμοποιηθεί η εκλυόμενη θερμότητα.
▼M2 —————
Άρθρο 3
Μέγιστη περιεκτικότητα του βαρέος μαζούτ σε θείο
1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν ότι, από την 1η Ιανουαρίου 2003, δεν χρησιμοποιείται, εντός της επικράτειάς τους, βαρύ μαζούτ περιεκτικότητας σε θείο άνω του 1 % κατά μάζα.
2.
i) Με την επιφύλαξη της κατάλληλης παρακολούθησης των εκπομπών εκ μέρους των αρμόδιων αρχών, η απαίτηση αυτή δεν εφαρμόζεται για το βαρύ μαζούτ που χρησιμοποιείται:
α) στις εγκαταστάσεις καύσης, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2001/80/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23 Οκτωβρίου 2001, για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων ( 11 ), οι οποίες θεωρούνται νέες εγκαταστάσεις σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 2 παράγραφος 9 της εν λόγω οδηγίας και οι οποίες τηρούν τις οριακές τιμές εκπομπών διοξειδίου του θείου που ισχύουν για αυτές τις εγκαταστάσεις, κατά τα οριζόμενα στο παράρτημα ΙV, της εν λόγω οδηγίας, και σύμφωνα με το άρθρο 4 αυτής·
β) στις εγκαταστάσεις καύσης, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2001/80/ΕΚ, οι οποίες θεωρούνται υφιστάμενες εγκαταστάσεις σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 2 παράγραφος 10 της εν λόγω οδηγίας, όταν οι εκπεμπόμενες από αυτές ποσότητες διοξειδίου του θείου είναι το πολύ 1 700 mg/Nm3, όταν το καυσαέριο έχει περιεκτικότητα οξυγόνου 3 % κατ' όγκο σε ξηρή βάση, και όταν, από την 1η Ιανουαρίου 2008, οι εκπεμπόμενες ποσότητες διοξειδίου του θείου από τις εγκαταστάσεις καύσης που εμπίπτουν στο άρθρο 4 παράγραφος 3 στοιχείο α) της οδηγίας 2001/80/ΕΚ είναι ίσες ή μικρότερες από εκείνες οι οποίες προκύπτουν λόγω συμμόρφωσης προς τις οριακές τιμές εκπομπών διοξειδίου του θείου για νέες εγκαταστάσεις που περιέχονται στο μέρος A του παραρτήματος IV της εν λόγω οδηγίας, καθώς και όταν είναι σκόπιμο να εφαρμόζονται τα άρθρα 5, 7 και 8 αυτής·
γ) σε άλλες εγκαταστάσεις καύσης, οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των στοιχείων α) ή β), όταν οι εκπεμπόμενες από αυτές ποσότητες διοξειδίου του θείου δεν υπερβαίνουν τα 1 700 mg/Nm3, όταν το καυσαέριο έχει περιεκτικότητα οξυγόνου 3 % κατ' όγκο σε ξηρή βάση·
δ) για την καύση σε διυλιστήρια, όταν ο μηνιαίος μέσος όρος των εκπομπών διοξειδίου του θείου όλων των εγκαταστάσεων του διυλιστηρίου, ανεξαρτήτως του τύπου του χρησιμοποιούμενου καυσίμου ή συνδυασμού καυσίμων, είναι εντός ορίου το οποίο ορίζει κάθε κράτος μέλος και το οποίο δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 1 700 mg/Nm3. Αυτό δεν εφαρμόζεται σε εγκαταστάσεις καύσης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του στοιχείου α) ή, από την 1η Ιανουαρίου 2008, στις εγκαταστάσεις καύσης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του στοιχείου β).
ii) Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν ότι οι εγκαταστάσεις καύσης που χρησιμοποιούν βαρύ μαζούτ με συγκέντρωση σε θείο μεγαλύτερη από την προβλεπόμενη στην παράγραφο 1, λειτουργούν μόνο με άδεια εκδιδόμενη από την αρμόδια αρχή, στην οποία ορίζονται τα όρια εκπομπής.
3. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 επανεξετάζονται και, εάν χρειάζεται, τροποποιούνται, υπό το πρίσμα κάθε τυχόν μελλοντικής τροποποίησης της οδηγίας 2001/80/ΕΚ.
Άρθρο 4
Μέγιστη περιεκτικότητα του πετρελαίου εσωτερικής καύσης σε θείο
1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι, εντός της επικράτειάς τους, δεν χρησιμοποιούνται πετρέλαια εσωτερικής καύσης, περιλαμβανομένου και του ντίζελ πλοίων, από:
— την 1η Ιουλίου 2000, αν η περιεκτικότητά τους σε θείο είναι άνω του 0,20 % κατά μάζα,
— την 1η Ιανουαρίου 2008, αν η περιεκτικότητά τους σε θείο είναι άνω του 0,10 % κατά μάζα.
2. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, η Ισπανία, όσον αφορά τις Καναρίους Νήσους, η Γαλλία, για τα υπερπόντια διαμερίσματα, η Ελλάδα, όσον αφορά το σύνολο ή τμήματα της επικράτειάς της και η Πορτογαλία, για τα αρχιπελάγη της Μαδέρας και των Αζορών έχουν το δικαίωμα να επιτρέψουν τη χρήση στη ναυτιλία πετρελαίων εσωτερικής καύσης περιεκτικότητας σε θείο άνω των ορίων που ορίζονται στην παράγραφο 1.
▼M2 —————
Άρθρο 4α
Μέγιστη περιεκτικότητα σε θείο των καυσίμων πλοίων που χρησιμοποιούνται σε περιοχές ελέγχου των εκπομπών SΟx και από επιβατηγά πλοία που εκτελούν τακτικά δρομολόγια από ή προς λιμένες της Κοινότητας.
1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν ότι, στα χωρικά τους ύδατα, στις αποκλειστικές οικονομικές ζώνες τους και στις ζώνες τους ελέγχου ρύπανσης που ανήκουν σε περιοχές ελέγχου των εκπομπών SOx, δεν χρησιμοποιούνται καύσιμα πλοίων εάν η περιεκτικότητα των καυσίμων αυτών σε θείο υπερβαίνει το 1,5 % κατά μάζα. Αυτό ισχύει για όλα τα σκάφη κάθε σημαίας, συμπεριλαμβανομένων των σκαφών το ταξίδι των οποίων άρχισε εκτός της Κοινότητας.
2. Οι ημερομηνίες εφαρμογής για την παράγραφο 1 είναι οι ακόλουθες:
α) για την περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας που αναφέρεται στον κανονισμό 14 παράγραφος 3 στοιχείο α) του παραρτήματος VI της MARPOL, 11 Αυγούστου 2006·
β) για τη Βόρεια Θάλασσα:
— 12 μήνες μετά την έναρξη ισχύος του ορισμού ΔΝΟ, σύμφωνα με τις θεσμοθετημένες διαδικασίες, ή
— 11 Αυγούστου 2007,
εάν η ημερομηνία αυτή είναι προγενέστερη·
γ) για οιεσδήποτε άλλες θαλάσσιες περιοχές, συμπεριλαμβανομένων των λιμένων, τις οποίες ο ΔΝΟ ορίζει μεταγενεστέρως ωςπεριοχές ελέγχου των εκπομπών SOx σύμφωνα με τον κανονισμό 14 παράγραφος 3 στοιχείο β) του παραρτήματος VI της MARPOL: 12 μήνες από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ του εν λόγω ορισμού.
3. Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για την επιβολή της εφαρμογής της παραγράφου 1 τουλάχιστον όσον αφορά:
— τα σκάφη που φέρουν τη σημαία τους, και
— στην περίπτωση κρατών μελών που συνορεύουν με περιοχές ελέγχου των εκπομπών SOx, τα σκάφη κάθε σημαίας ενόσω βρίσκονται στους λιμένες τους.
Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβαίνουν σε πρόσθετες ενέργειες επιβολής του νόμου για άλλα σκάφη, σύμφωνα με το διεθνές ναυτιλιακό δίκαιο.
4. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι, από την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α), δεν χρησιμοποιούνται στα χωρικά τους ύδατα, στις αποκλειστικές οικονομικές ζώνες τους και στις ζώνες τους ελέγχου της ρύπανσης, από επιβατηγά πλοία που εκτελούν τακτικά δρομολόγια από ή προς οποιονδήποτε κοινοτικό λιμένα, καύσιμα πλοίων των οποίων η περιεκτικότητα σε θείο υπερβαίνει το 1,5 % κατά μάζα. Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για την επιβολή της εφαρμογής της απαίτησης αυτής τουλάχιστον όσον αφορά τα σκάφη που φέρουν τη σημαία τους και τα σκάφη κάθε σημαίας ενόσω βρίσκονται στους λιμένες τους.
5. Από την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α), τα κράτη μέλη απαιτούν τη σωστή συμπλήρωση των ημερολογίων των πλοίων, συμπεριλαμβανομένων των εργασιών αλλαγής καυσίμων, ως προϋπόθεση για την είσοδο των πλοίων σε λιμένες της Κοινότητας.
6. Από την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 2, στοιχείο α), και σύμφωνα με το άρθρο 18 του παραρτήματος VI της MARPOL, τα κράτη μέλη:
— τηρούν μητρώο των τοπικών προμηθευτών καυσίμων πλοίων,
— εξασφαλίζουν ότι η περιεκτικότητα σε θείο όλων των καυσίμων πλοίων που πωλούνται στην επικράτειά τους αναγράφεται στο δελτίο παράδοσης της αποθήκης καυσίμων, που συνοδεύεται από σφραγισμένο δείγμα που φέρει την υπογραφή του εκπροσώπου του παραλαμβάνοντος πλοίου,
— λαμβάνουν τα δέοντα μέτρα κατά των προμηθευτών καυσίμων πλοίων για τους οποίους διαπιστώνεται ότι παραδίδουν καύσιμα που δεν συμφωνούν με τις προδιαγραφές που αναφέρονται στο δελτίο παράδοσης της αποθήκης καυσίμων,
— εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται τα δέοντα μέτρα θεραπείας ώστε τα καύσιμα πλοίων που δεν είναι σύμφωνα με τις προδιαγραφές να συμμορφωθούν με αυτές.
7. Από την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α), τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι δεν διατίθεται στην αγορά, στην επικράτειά τους, ντίζελ πλοίων, εάν η περιεκτικότητα σε θείο του εν λόγω ντίζελ πλοίων υπερβαίνει το 1,5 % κατά μάζα.
8. Η Επιτροπή κοινοποιεί στα κράτη μέλη τις ημερομηνίες εφαρμογής που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο β) και δημοσιεύει τις εν λόγω ημερομηνίες στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 4β
Μέγιστη περιεκτικότητα σε θείο των καυσίμων πλοίων που χρησιμοποιούνται από σκάφη εσωτερικής ναυσιπλοΐας και από σκάφη ελλιμενισμένα σε κοινοτικούς λιμένες
1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι, από την 1η Ιανουαρίου 2010, τα ακόλουθα σκάφη δεν χρησιμοποιούν καύσιμα πλοίων με περιεκτικότητα σε θείο που να υπερβαίνει το 0,1 % κατά μάζα:
α) σκάφη εσωτερικής ναυσιπλοΐας, και
β) σκάφη ελλιμενισμένα σε κοινοτικούς λιμένες, παρέχεται στο πλήρωμα επαρκής χρόνος για να ολοκληρώσει κάθε αναγκαία εργασία αλλαγής καυσίμων, το συντομότερο δυνατόν, μετά την άφιξη στη θέση ελλιμενισμού και, όσο το δυνατόν αργότερα, πριν από την αναχώρηση.
Τα κράτη μέλη απαιτούν να καταχωρίζεται στα ημερολόγια των πλοίων η χρονική στιγμή κάθε εργασίας αλλαγής καυσίμων.
2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται:
α) όταν, σύμφωνα με τα δημοσιευμένα προγράμματα δρομολογίων, τα πλοία αναμένεται να παραμείνουν ελλιμενισμένα για λιγότερο από δύο ώρες·
β) στα σκάφη εσωτερικής ναυσιπλοΐας που διαθέτουν πιστοποιητικό συμμόρφωσης προς τη διεθνή σύμβαση για την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα, του 1974, όπως τροποποιήθηκε, ενόσω τα σκάφη αυτά βρίσκονται στη θάλασσα·
γ) μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2012, για τα σκάφη τα οποία απαριθμούνται στο παράρτημα και τα οποία εκτελούν υπηρεσία αποκλειστικά εντός της επικράτειας της Ελληνικής Δημοκρατίας·
δ) στα πλοία που κλείνουν όλες τις μηχανές και συνδέονται με παροχή ηλεκτρικής ενεργείας όσο είναι ελλιμενισμένα.
3. Από την 1η Ιανουαρίου 2010, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι δεν διατίθεται στην αγορά, εντός της επικράτειάς τους, πετρέλαιο εσωτερικής καύσης πλοίων, εάν η περιεκτικότητα σε θείο του εν λόγω πετρελαίου εσωτερικής καύσης πλοίων υπερβαίνει το 0,1 % κατά μάζα.
Άρθρο 4γ
Δοκιμές και χρήση νέων τεχνολογιών μείωσης των εκπομπών
1. Κράτη μέλη, σε συνεργασία με άλλα κράτη μέλη, μπορούν, κατά περίπτωση, να εγκρίνουν δοκιμές τεχνολογιών μείωσης των εκπομπών σε πλοία που φέρουν τη σημαία τους ή σε θαλάσσιες περιοχές εντός της δικαιοδοσίας τους. Κατά τις δοκιμές αυτές, η χρησιμοποίηση καυσίμων πλοίων που πληρούν τις απαιτήσεις των άρθρων 4α και 4β δεν είναι υποχρεωτική, υπό τον όρο ότι:
— στην Επιτροπή και σε κάθε ενδιαφερόμενο κράτος λιμένα απευθύνεται κοινοποίηση γραπτώς τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την έναρξη των δοκιμών,
— η διάρκεια της άδειας για τη διενέργεια των δοκιμών δεν υπερβαίνει τους 18 μήνες,
— όλα τα πλοία τα οποία συμμετέχουν στις δοκιμές είναι εφοδιασμένα με απαραβίαστο εξοπλισμό για τη συνεχή παρακολούθηση των εκπομπών καυσαερίων και τον χρησιμοποιούν καθ' όλη τη διάρκεια των δοκιμών,
— όλα τα πλοία τα οποία συμμετέχουν στις δοκιμές επιτυγχάνουν μειώσεις των εκπομπών τουλάχιστον ισοδύναμες προς εκείνες που θα μπορούσαν να επιτευχθούν μέσω των ορίων περιεκτικότητας των καυσίμων σε θείο που καθορίζονται με την παρούσα οδηγία,
— υπάρχουν τα κατάλληλα συστήματα διαχείρισης αποβλήτων για όλα τα απόβλητα που παράγονται από τις τεχνολογίες μείωσης των εκπομπών καθ' όλη τη διάρκεια των δοκιμών,
— διενεργείται εκτίμηση των επιπτώσεων στο θαλάσσιο περιβάλλον, ιδίως όσον αφορά τα οικοσυστήματα σε περίκλειστους εσωτερικούς και σε εξωτερικούς λιμένες και εκβολές ποταμών καθ' όλη τη διάρκεια των δοκιμών, και
— παρέχονται στην Επιτροπή και δημοσιεύονται πλήρη αποτελέσματα, εντός έξι μηνών από το τέλος των δοκιμών.
2. Οι τεχνολογίες μείωσης των εκπομπών για τα πλοία που φέρουν σημαία κράτους μέλους εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2099/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5 Νοεμβρίου 2002, για την επιτροπή ασφάλειας στη ναυτιλία και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία (COSS) ( 12 ), λαμβάνοντας υπόψη:
— τις κατευθυντήριες γραμμές που συντάσσει ο ΔΝΟ,
— τα αποτελέσματα τυχόν δοκιμών που έχουν διενεργηθεί δυνάμει της παραγράφου 1,
— τις συνέπειες για το περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων των εφικτών μειώσεων των εκπομπών και τις επιπτώσεις στα οικοσυστήματα σε περίκλειστους εσωτερικούς και σε εξωτερικούς λιμένες και εκβολές ποταμών,
— τη δυνατότητα παρακολούθησης και εξακρίβωσης.
3. Η Επιτροπή καθορίζει τα κριτήρια για τη χρήση τεχνολογιών μείωσης των εκπομπών από τα πλοία κάθε σημαίας σε περίκλειστους εσωτερικούς και εξωτερικούς λιμένες και σε εκβολές ποταμών στην Κοινότητα. Τα μέτρα που έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας με τη συμπλήρωσή της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 9 παράγραφος 2. Η Επιτροπή γνωστοποιεί τα κριτήρια αυτά στον IMO.
4. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στα πλοία να χρησιμοποιούν εγκεκριμένες τεχνολογίες μείωσης των εκπομπών, αντί της χρήσης καυσίμων πλοίων με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο που πληρούν τις απαιτήσεις των άρθρων 4α και 4β, υπό τον όρο ότι τα εν λόγω πλοία:
— επιτυγχάνουν συνεχώς μειώσεις των εκπομπών οι οποίες είναι τουλάχιστον ισοδύναμες προς εκείνες που θα μπορούσαν να επιτευχθούν μέσω των ορίων περιεκτικότητας των καυσίμων σε θείο που προβλέπει η παρούσα οδηγία,
— έχουν εγκατεστημένο εξοπλισμό συνεχούς παρακολουθήσεως των εκπομπών, και
— αποδεικνύουνσαφώς ότι τα τυχόν απόβλητα που απορρίπτουν σε περίκλειστους εσωτερικούς και εξωτερικούς λιμένες και σε εκβολές ποταμών, δεν έχουν επιπτώσεις επί των οικοσυστημάτων, βάσει κριτηρίων τα οποία οι αρχές του κράτους του λιμένα γνωστοποιούν στον ΔΝΟ.
Άρθρο 5
Αλλαγή στην προμήθεια καυσίμων
Εάν, ως αποτέλεσμα ξαφνικής αλλαγής στην προμήθεια αργού πετρελαίου, προϊόντων πετρελαίου ή άλλων υδρογονανθράκων καταστεί δυσχερής για ένα κράτος μέλος η εφαρμογή των ορίων μέγιστης περιεκτικότητας σε θείο που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 4, το εν λόγω κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά. Η Επιτροπή μπορεί να επιτρέψει την εφαρμογή υψηλότερου ορίου εντός της επικράτειας του εν λόγω κράτους μέλους για περίοδο όχι μεγαλύτερη των έξι μηνών και κοινοποιεί την απόφασή της στο Συμβούλιο και στα κράτη μέλη. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να παραπέμψει την ανωτέρω απόφαση στο Συμβούλιο εντός μηνάς. Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία, μπορεί να εκδώσει διαφορετική απόφαση εντός δύο μηνών.
Άρθρο 6
Δειγματοληψία και ανάλυση
1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να ελέγχουν δειγματοληπτικά την περιεκτικότητα των χρησιμοποιούμενων καυσίμων σε θείο σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 4. Η δειγματοληψία αρχίζει εντός έξι μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία αρχίζει να ισχύει το σχετικό όριο μέγιστης περιεκτικότητας του καυσίμου σε θείο. Πραγματοποιείται επαρκώς συχνά και με τρόπο ώστε τα δείγματα να είναι αντιπροσωπευτικά του εξεταζόμενου καυσίμου.
1α. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζουν ότι η περιεκτικότητα των καυσίμων πλοίων σε θείο είναι σύμφωνη προς τις απαιτήσεις που ορίζονται στις σχετικές διατάξεις των άρθρων 4α και 4β.
Χρησιμοποιείται, ανάλογα με την περίπτωση, καθένα από τα ακόλουθα μέσα δειγματοληψίας, ανάλυσης και επιθεώρησης:
— δειγματοληψία των καυσίμων πλοίων που προορίζονται για καύση επί των πλοίων κατά την παράδοσή τους στα πλοία, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του ΔΝΟ, και ανάλυση της περιεκτικότητάς τους σε θείο,
— δειγματοληψία και ανάλυση της περιεκτικότητας σε θείο των καυσίμων πλοίων που προορίζονται για καύση επί των πλοίων και τα οποία περιέχονται σε δεξαμενές, εφόσον είναι εφικτό, και σε δείγματα από σφραγισμένες αποθήκες καυσίμων επί πλοίων,
— επιθεώρηση των ημερολογίων των πλοίων και των δελτίων παράδοσης αποθηκών καυσίμων.
Η δειγματοληψία αρχίζει από την ημερομηνία κατά την οποία τίθεται σε ισχύ το σχετικό όριο για τη μέγιστη περιεκτικότητα των καυσίμων σε θείο. Διεξάγεται με επαρκή συχνότητα, σε επαρκείς ποσότητες και κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι τα δείγματα είναι αντιπροσωπευτικά των εξεταζόμενων καυσίμων και των καυσίμων που χρησιμοποιούνται από τα πλοία ενώ βρίσκονται σε σχετικές θαλάσσιες περιοχές, λιμένες και εσωτερικές πλωτές οδούς.
Τα κράτη μέλη λαμβάνουν επίσης εύλογα μέτρα, ανάλογα με την περίπτωση, για να παρακολουθούν την περιεκτικότητα σε θείο των καυσίμων πλοίων, πλην εκείνων για τα οποία εφαρμόζονται τα άρθρα 4α και 4β.
2. Η χρησιμοποιούμενη μέθοδος αναφοράς για τον προσδιορισμό της περιεκτικότητας σε θείο είναι η οριζόμενη από:
α) τη μέθοδο ISO 8754 (1992) και τη μέθοδο PrEN ISO 14596 για το βαρύ μαζούτ και τα καύσιμα πλοίων·
β) τη μέθοδο ΕΝ 24260 (1987), ISO 8754 (1992) και PrEN ISO 14596 για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης.
Η μέθοδος διαιτησίας θα είναι η ΡrΕΝ ISO 14596. Η στατιστική ερμηνεία του ελέγχου της περιεκτικότητας σε θείο των χρησιμοποιούμενων πετρελαίων εσωτερικής καύσης πραγματοποιείτα σύμφωνα με το πρότυπο ISO 4259 (1992).
Άρθρο 7
Σύνταξη εκθέσεων και επανεξέταση
1. Με βάση τα αποτελέσματα της δειγματοληψίας, της ανάλυσης και των επιθεωρήσεων που διενεργούνται σύμφωνα με το άρθρο 6, τα κράτη μέλη, έως τις 30 Ιουνίου κάθε έτους, υποβάλλουν στην Επιτροπή σύντομη έκθεση σχετικά με την περιεκτικότητα σε θείο των υγρών καυσίμων τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και τα οποία χρησιμοποιήθηκαν εντός της επικράτειάς τους κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Η έκθεση αυτή αναφέρει τον συνολικό αριθμό δειγμάτων που ελέγχθηκαν ανά τύπο καυσίμων καθώς και την αντίστοιχη ποσότητα καυσίμων που χρησιμοποιήθηκε και την υπολογισμένη μέση περιεκτικότητα σε θείο. Τα κράτη μέλη αναφέρουν επίσης τον αριθμό των επιθεωρήσεων που διενεργήθηκαν επί των πλοίων, καθώς και τη μέση περιεκτικότητα σε θείο των καυσίμων πλοίων τα οποία χρησιμοποιούνται στην επικράτειά τους και τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας στις 11 Αυγούστου 2005.
2. Με βάση, μεταξύ άλλων:
α) τις ετήσιες εκθέσεις οι οποίες υποβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1·
β) τις παρατηρούμενες τάσεις της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα, της οξίνισης, του κόστους των καυσίμων και της μεταστροφής από έναν τρόπο μεταφοράς σε άλλον, και
γ) την πρόοδο όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών οξειδίων του θείου από τα πλοία μέσω των μηχανισμών του ΔΝΟ, κατόπιν των σχετικών κοινοτικών πρωτοβουλιών·
δ) μια νέα ανάλυση κόστους-αποτελεσματικότητας, που συμπεριλαμβάνει τα άμεσα και έμμεσα οφέλη στο περιβάλλον, τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 4α παράγραφος 4, και τυχόν μέτρα για περαιτέρω μείωση των εκπομπών, και
ε) την εφαρμογή του άρθρου 4γ·
η Επιτροπή, έως το 2008, υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
Η Επιτροπή μπορεί να συνοδεύσει την εν λόγω έκθεση με προτάσεις τροποποίησης της παρούσας οδηγίας, ιδίως όσον αφορά:
— ένα δεύτερο στάδιο οριακών τιμών για το θείο, οι οποίες θεσπίζονται για κάθε κατηγορία καυσίμων και,
— λαμβάνοντας υπόψη τις εργασίες, στο πλαίσιο του ΔΝΟ, τις θαλάσσιες περιοχές όπου πρέπει να χρησιμοποιούνται καύσιμα πλοίων με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο.
Η Επιτροπή αποδίδει ιδιαίτερη σημασία σε προτάσεις σχετικά με:
α) τον ορισμό επιπρόσθετων περιοχών ελέγχου των εκπομπών SOx·
β) τη μείωση, ει δυνατόν, σε 0,5 % των ορίων περιεκτικότητας σε θείο για τα καύσιμα πλοίων που χρησιμοποιούνται στις περιοχές ελέγχου των εκπομπών SOx·
γ) εναλλακτικά ή συμπληρωματικά μέτρα.
3. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2005, η Επιτροπή υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την ενδεχόμενη χρήση οικονομικών μέσων, στα οποία συμπεριλαμβάνονται μηχανισμοί, όπως διαφοροποιημένες επιβαρύνσεις και χιλιομετρικά τέλη, εμπορεύσιμες άδειες εκπομπών και αντισταθμίσεις.
Η Επιτροπή μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο να υποβάλει προτάσεις για οικονομικά μέσα, ως εναλλακτικά ή συμπληρωματικά μέτρα, στο πλαίσιο της επανεξέτασης του 2008, υπό την προϋπόθεση ότι τα οφέλη για το περιβάλλον και την υγεία μπορούν να αποδειχθούν σαφώς.
4. Τυχόν απαιτούμενες τροποποιήσεις για την τεχνική προσαρμογή του άρθρου 2 σημεία 1, 2, 3, 3α, 3β και 4, ή του άρθρου 6 παράγραφος 2, υπό το πρίσμα της επιστημονικής και τεχνολογικής προόδου, θεσπίζονται από την Επιτροπή. Τα μέτρα που έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 9 παράγραφος 2. Οι προσαρμογές αυτές δεν οδηγούν σε άμεσες αλλαγές όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας ή τα όρια για την περιεκτικότητα των καυσίμων σε θείο που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία.
Άρθρο 8
Τροποποήση της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ
1. Η οδηγία 93/12/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:
α) στο άρθρο 1, η παράγραφος 1 στοιχείο α) και η παράγραφος 2 διαγράφονται·
β) στο άρθρο 2, το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 και η παράγραφος 3 διαγράφονται·
γ) τα άρθρα 3 και 4 διαγράφονται.
2. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2000.
Άρθρο 9
Διαδικασία επιτροπής
1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.
2. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.
Άρθρο 10
Μεταφορά στην εθνική νομοθεσία
Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονίστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από την 1η Ιουλίου 2000. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.
Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομέρειες της αναφοράς αυτής καθορίζονται από τα κράτη μέλη.
Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τα κείμενα των διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 11
Ποινές
Τα κράτη μέλη ορίζουν τις κυρώσεις που εφαρμόζονται στις περιπτώσεις παράβασης των θεσπιζόμενων δυνάμει της παρούσας οδηγίας εθνικών διατάξεων. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.
Άρθρο 12
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Άρθρο 13
Αποδέκτες
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΣΚΑΦΗ
Όνομα σκάφους |
Έτος παράδοσης |
Αριθμός ΔΝΟ |
ARIADNE PALACE |
2002 |
9221310 |
IKARUS PALACE |
1997 |
9144811 |
KNOSSOS PALACE |
2001 |
9204063 |
OLYMPIA PALACE |
2001 |
9220330 |
PASIPHAE PALACE |
1997 |
9161948 |
FESTOS PALACE |
2001 |
9204568 |
EUROPA PALACE |
2002 |
9220342 |
BLUE STAR I |
2000 |
9197105 |
BLUE STAR II |
2000 |
9207584 |
BLUE STAR ITHAKI |
1999 |
9203916 |
BLUE STAR NAXOS |
2002 |
9241786 |
BLUE STAR PAROS |
2002 |
9241774 |
HELLENIC SPIRIT |
2001 |
9216030 |
OLYMPIC CHAMPION |
2000 |
9216028 |
LEFKA ORI |
1991 |
9035876 |
SOPHOKLIS VENIZELOS |
1990 |
8916607 |
( 1 ) ΕΕ C 190 της 21.6.1997, σ. 9 και
ΕΕ C 259 της 18.8.1998, σ. 5.
( 2 ) ΕΕ C 355 της 21.11.1997, σ. 1.
( 3 ) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαΐου 1998 (ΕΕ C 167 της 1.6.1998, σ. 111), κοινή θέση του Συμβουλίου της 6ης Οκτωβρίου 1998 (ΕΕ C 364 της 25.11.1998, σ. 20) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Φεβρουαρίου 1999 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).
( 4 ) ΕΕ C 138 της 17.5.1993, σ. 5.
( 5 ) ΕΕ L 74 της 27.3.1993, σ. 81.
( 6 ) ΕΕ L 109 της 26.4.1983, σ. 8· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 96/139/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 32 της 10.2.1996, σ. 31).
( 7 ) ΕΕ L 336 της 7.12.1988, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 94/66/ΕΚ (ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 83).
( 8 ) ΕΕ L 26 της 1.2.1999, σ. 1.
( 9 ) ΕΕ L 350 της 28.12.1998, σ. 58.
( 10 ) ΕΕ L 301 της 28.10.1982, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.
( 11 ) ΕΕ L 309 της 27.11.2001, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.
( 12 ) ΕΕ L 324 της 29.11.2002, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 415/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 68 της 6.3.2004, σ. 10).