Šis dokuments ir izvilkums no tīmekļa vietnes EUR-Lex.
Η οδηγία αποσκοπεί στη διασφάλιση της δίκαιης φορολόγησης των πληρωμών που γίνονται μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών* σε διαφορετικές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), και στην αποφυγή παράλληλα της διπλής φορολογίας μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Η οδηγία εφαρμόζεται:
Ο σκοπός της οδηγίας είναι η κατάργηση των φόρων που επιβάλλονται στη χώρα μέλος προέλευσης όταν η χώρα μέλος παραλαβής φορολογεί την ίδια πληρωμή.
Ως εκ τούτου, ο βασικός στόχος είναι να διασφαλιστεί ότι οι πληρωμές δεν θα φορολογούνται σε περισσότερες από μία χώρες (διπλή φορολογία).
Οι πληρωμές τόκων και δικαιωμάτων που γίνονται σε μια χώρα της ΕΕ απαλλάσσονται από ενδεχόμενους φόρους επ’ αυτών στην εν λόγω χώρα εφόσον ο δικαιούχος* των τόκων ή των δικαιωμάτων είναι:
Το παράρτημα της οδηγίας περιλαμβάνει κατάλογο των μορφών εταιρειών στις οποίες εφαρμόζεται η οδηγία. Η οδηγία τροποποιήθηκε προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι μορφές εταιρειών στις χώρες που προσχώρησαν στην ΕΕ το 2004, το 2007 και το 2013.
Όταν μια συνδεδεμένη εταιρεία ή μόνιμη εγκατάσταση καταβάλλει υπερβάλλον ποσό φόρου για τόκους ή δικαιώματα σε μια χώρα της ΕΕ, εκτός της δικής της, πρέπει να υποβάλλει αίτηση επιστροφής. Η χώρα πρέπει να επιστρέψει το υπερβάλλον ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε στην πηγή εντός 1 έτους από την παραλαβή της αίτησης και τυχόν συμπληρωματικών πληροφοριών που μπορεί εύλογα να απαιτήσει από την εταιρεία ή τη μόνιμη εγκατάσταση. Εάν ο παρακρατηθείς φόρος δεν έχει επιστραφεί εντός της προθεσμίας αυτής, η εταιρεία ή η μόνιμη εγκατάσταση μπορεί (από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας ενός έτους) να απαιτήσει τόκους επί του επιστρεπτέου φόρου. Αυτοί οι τόκοι υπολογίζονται με επιτόκιο ίσο με εκείνο που προβλέπεται σε ανάλογες περιπτώσεις από τη νομοθεσία της εν λόγω χώρας.
Η οδηγία δεν απαγορεύει την εφαρμογή εσωτερικών ή άλλων κανόνων που επιβάλλονται από συμφωνίες και είναι απαραίτητοι για την πρόληψη της απάτης και των καταχρήσεων. Οι χώρες της ΕΕ μπορούν να άρουν το ευεργέτημα της παρούσας οδηγίας ή να αρνηθούν την εφαρμογή της σε περιπτώσεις συναλλαγών των οποίων το κύριο κίνητρο, ή ένα από τα κύρια κίνητρα, είναι η φοροδιαφυγή, η φοροαποφυγή ή η κατάχρηση.
Ορισμένες χώρες επωφελήθηκαν για μια περίοδο από τους μεταβατικούς κανόνες, οι οποίοι καθυστέρησαν την εφαρμογή της οδηγίας.
Το Διεθνές Γραφείο Φορολογικής Τεκμηρίωσης διεξήγαγε έρευνα σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2006, και η Επιτροπή δημοσίευσε τη δική της έκθεση για την εφαρμογή της οδηγίας το 2009. Το 2011 η Επιτροπή ενέκρινε πρόταση για την αναδιατύπωση της οδηγίας, με σκοπό τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής της και την αποφυγή χορήγησης φορολογικής ελάφρυνσης όταν το αντίστοιχο εισόδημα δεν υπόκειται πράγματι σε φορολογία (διπλή μη φορολόγηση).
Η οδηγία εφαρμόζεται από την 26η Ιουνίου 2003 και έπρεπε να γίνει νόμος στις χώρες της ΕΕ έως την 1η Ιανουαρίου 2004.
Για περισσότερες πληροφορίες, βλέπε:
Οι πληρωμές για τη χρήση ή για το δικαίωμα χρήσης βιομηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού θεωρούνται δικαιώματα.
Σε περίπτωση μόνιμης εγκατάστασης, όταν η πληρωμή έχει πραγματική συνάφεια με την εν λόγω μόνιμη εγκατάσταση.
Οδηγία 2003/49/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για την καθιέρωση κοινού συστήματος φορολόγησης των τόκων και των δικαιωμάτων που καταβάλλονται μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών διαφορετικών κρατών μελών (ΕΕ L 157 της 26.6.2003, σ. 49-54)
Οι διαδοχικές τροποποιήσεις και αλλαγές της οδηγίας 2003/49/ΕΚ έχουν ενσωματωθεί στο αρχικό κείμενο. Η παρούσα ενοποιημένη έκδοση έχει μόνο αξία τεκμηρίωσης.
Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την καθιέρωση κοινού συστήματος φορολόγησης των τόκων και των δικαιωμάτων που καταβάλλονται μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών διαφορετικών κρατών μελών [COM(2011) 714 τελικό της 11.11.2011]
τελευταία ενημέρωση 04.07.2018