Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52001PC0784

    Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής συνδρομής σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ακύρωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης

    /* COM/2001/0784 τελικό - COD 2001/0305 */

    ΕΕ C 103E της 30.4.2002, p. 225–229 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    52001PC0784

    Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής συνδρομής σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ακύρωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης /* COM/2001/0784 τελικό - COD 2001/0305 */

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 103 E της 30/04/2002 σ. 0225 - 0229


    Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής συνδρομής σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ακύρωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης

    (υποβληθείσα από την Επιτροπή)

    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    Εισαγωγή

    1. Η ελευθέρωση των αερομεταφορών δημιούργησε πολλά πλεονεκτήματα για το επιβατικό κοινό. Άρχισε ανταγωνισμός σε πολλά δρομολόγια, οι τιμές έπεσαν σε πραγματικούς όρους και η ζήτηση αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς. Αυτή δυστυχώς είναι η μια πλευρά της κατάστασης. Παρά τις προόδους που έχουν επιτευχθεί, οι αερομεταφορές δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες των πελατών, οι οποίοι πολύ συχνά δικαιολογημένα δεν μένουν ικανοποιημένοι. Η άρνηση επιβίβασης και η ακύρωση πτήσεων, για εμπορικούς λόγους, προκαλούν μεγάλη αγανάκτηση, όχι μόνον διότι δημιουργούν σοβαρή καθυστέρηση και αναταραχή στα σχεδιαζόμενα ταξίδια αλλά και επειδή δείχνουν ότι ο αερομεταφορέας παραλείπει να τηρήσει τη δέσμευσή του να μεταφέρει επιβάτες με εύλογη ταχύτητα (ακόμη και εάν προστατεύεται από τη σύμβασή του). Οι μεγάλες καθυστερήσεις είναι ένα άλλο πρόβλημα. Μολονότι οι αερομεταφορείς και οι ταξιδιωτικοί πράκτορες συχνά δεν ευθύνονται για τις καθυστερήσεις, δεν πρέπει να τους επιτρέπεται να αφήνουν στα αεροδρόμια τους επιβάτες τους επί ώρες, χωρίς αυτοί να μπορούν να αλλάξουν τις κρατήσεις τους ή να ακυρώσουν το ταξίδι τους εφόσον δεν εξυπηρετεί πλέον κανένα σκοπό.

    2. Το Μάιο του 2001 οι ενώσεις ευρωπαϊκών αερογραμμών ανέλαβαν εθελούσια δεσμεύσεις να βελτιώσουν την ποιότητα εξυπηρέτησης και συνέστησαν στα μέλη τους να τις υιοθετήσουν, δεδομένου ότι η πλειονότητα αυτών αναμένεται ότι έτσι θα πράξει. Οι δεσμεύσεις αποτελούν πραγματικό βήμα και, όταν εφαρμοσθούν πλήρως, θα ανεβάσουν το επίπεδο εξυπηρέτησης των επιβατών. Πρόκειται για την παροχή συνδρομής στους επιβάτες των καθυστερημένων πτήσεων στα αεροδρόμια και μέσα στο αεροσκάφος, μεταξύ άλλων, δεν καλύπτουν όμως την αποζημίωση και την παροχή συνδρομής στους επιβάτες που υπέστησαν άρνηση επιβίβασης ή των οποίων η πτήση ακυρώθηκε. Χρειάζεται νομοθεσία για να προστατεύονται καλύτερα οι επιβάτες αυτοί και, στην ανακοίνωσή της για την προστασία των επιβατών στις αερομεταφορές στην Ευρωπαϊκή Ένωση [1], η Επιτροπή εξήγγειλε ότι θα αποσύρει την πρόταση του 1998 για τροποποίηση του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 295/91 για ένα σύστημα αντισταθμιστικών παροχών σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης [2], η οποία κάλυπτε και τις ακυρώσεις πτήσεων, και ότι θα την αντικαταστήσει από μια άλλη αυστηρότερη. Εξήγγειλε επίσης ότι θα προτείνει νομοθέτημα που θα επιτρέπει στους επιβάτες, των οποίων η πτήση σημείωσε καθυστέρηση, να ακυρώνουν τις μετακινήσεις τους ή να τις συνεχίζουν υπό πιο ικανοποιητικές συνθήκες. Αυτό είναι και το αντικείμενο της παρούσας πρότασης.

    [1] Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Προστασία των επιβατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. COM(2000) 365 τελικό, 21.6.2000.

    [2] Κανονισμός (EΟΚ) του Συμβουλίου αριθ. 295/91 της 4ης Φεβρουαρίου 1991 για τη θέσπιση κοινών κανόνων σχετικών με ένα σύστημα αντισταθμιστικών παροχών σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης κατά τις τακτικές αεροπορικές μεταφορές. ΕΕ L 36, 8.2.1991, σ. 5.

    Ισχύουσα κατάσταση

    3. Πριν δέκα χρόνια, η Κοινότητα αναγνώρισε ότι είναι αναγκαίο να θεσπισθούν κοινοί κανόνες για ένα σύστημα αντισταθμιστικών παροχών και συνδρομής σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης, όταν εξέδωσε τον κανονισμό (EΟΚ) αριθ. 295/91. Ο κανονισμός έδινε στους επιβάτες το δικαίωμα να αξιώνουν χρηματοδοτική αντιστάθμιση, επιλογή μεταξύ άλλης όσο το δυνατόν ενωρίτερης πτήσης ή την επιστροφή της αξίας του εισιτηρίου (σημαντικό εάν το ταξίδι χάνει το σκοπό του εξαιτίας της καθυστέρησης) και παροχής συνδρομής για να μετριασθεί η αναστάτωση από την αναμονή για άλλη επόμενη πτήση. Το 1998, η Επιτροπή κατέληξε ότι χρειαζόταν να επεκταθεί και να αποσαφηνισθεί ο κανονισμός και πρότεινε την τροποποίησή του [3]. Δυστυχώς, το Συμβούλιο δεν μπόρεσε να εκδώσει την πρόταση αυτή διότι προέκυψε διαφωνία σχετικά με την εφαρμογή της στον αερολιμένα του Γιβραλτάρ.

    [3] Πρόταση κανονισμού (EΚ) του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 295/91 για τη θέσπιση κοινών κανόνων σχετικών με ένα σύστημα αντισταθμιστικών παροχών σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης κατά τις τακτικές αεροπορικές μεταφορές. COM(1998) 41 τελικό, 30.1.1998.

    4. Η πρόταση, όπως είχε τροποποιηθεί σύμφωνα με τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου [4], θα διεύρυνε αισθητά το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού. Συγκεκριμένα, το πεδίο θα συμπεριελάμβανε τις μη προγραμματισμένες πτήσεις, τις πτήσεις από κοινοτικούς σε μη κοινοτικούς αερολιμένες, τις ακυρώσεις πτήσεων για λόγους που δεν σχετίζονται με την προστασία επιβατών ή την ασφάλεια των πτήσεων και τις μη έντυπες μορφές εισιτηρίου. προέβλεπε επίσης καλύτερη πληροφόρηση των επιβατών σχετικά με τα δικαιώματά τους.

    [4] Τροποποιημένη πρόταση κανονισμού (EΚ) του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 295/91 για τη θέσπιση κοινών κανόνων σχετικών με ένα σύστημα αντισταθμιστικών παροχών σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης κατά τις τακτικές αεροπορικές μεταφορές. COM(1998) 580 τελικό, 19.10.1998.

    5. Η Επιτροπή πιστεύει ότι, ακόμη και εάν τροποποιηθεί, ο κανονισμός (EΟΚ) αριθ. 295/91 δεν θα προστετεύει κατάλληλα τους επιβάτες όταν αυτοί αντιμετωπίζουν την άρνηση επιβίβασης ή την ακύρωση πτήσων. Ο αρχικός και ο τροποποιητικός κανονισμός υποχρέωναν τους αερομεταφορείς και τους ταξιδιωτικούς πράκτορες (στο εξής αναφερόμενοι αμφότεροι ως αερομεταφορείς) να καταβάλλουν αποζημίωση και να παρέχουν συνδρομή στους επιβάτες. Δεν τους εμποδίζουν όμως να μην εφαρμόζουν την υπέρμετρη άρνηση επιβίβασης ή την ακύρωση πτήσεων, ούτε τους δίνουν κίνητρα να ισορροπήσουν τα οικοινομικά τους πλεονεκτήματα με το κόστος που προκαλείται στους επιβάτες. Έτσι, πάρα πολλοί επιβάτες θα εξακολουθούσαν να υπομένουν τις πρακτικές αυτές.

    6. Ένα άλλο μειονέκτημα των κανονισμών αυτών είναι ότι ορίζουν κατ'αποκοπήν ποσοστά αποζημίωσης. Αγνοούν επομένως το γεγονός ότι κάθε επιβάτης προσδίδει διαφορετική αξία στην αναστάτωσή του και την απώλεια χρόνου. Ορισμένοι θα παραχωρούσαν οικειοθελώς τη θέση τους εάν έμεναν ικανοποιημένοι από την αποζημίωσή τους. Άλλοι, όπως οι επιχειρηματίες, προσδίδουν μεγαλύτερη αξία στο χρόνο τους και έτσι θα επέμεναν να τηρηθεί η κράτηση της θέσης τους, ακόμη και εάν τους προσφερόταν γεννεόδωρη αποζημίωση. Τέλος, οι κανονισμοί δεν παρέχουν δικαιώματα στους επιβάτες σε περίπτωση μεγάλης καθυστέρησης, έτσι ώστε να μπορούν να ακυρώσουν τα εισιτήριά τους ή να επιβιβάζονται σε άλλες πτήσεις. Αν και οι αιτίες είναι διαφορετικές, οι επιβάτες αναστατώνονται και χάνουν χρόνο όταν η πτήση τους καθυστερεί, όπως και και στην περίπτωση άρνησης επιβίβασης ή ακύρωσης της πτήσης τους. Συνεπώς, η Επιτροπή πιστεύει ότι χρειάζεται να υποβάλει άλλη πρόταση που θα προστατεύει καλύτερα τους επιβάτες (η οποία συνοψίζεται στο τέλος της αιτιολογικής έκθεσης), με βάση την ανάλυση που ακολουθεί.

    Αιτίες άρνησης επιβίβασης

    7. Παρά το γεγονός ότι οι αρνήσεις επιβίβασης είναι πάρα πολλές, η πρακτική είναι αδύνατον να εξαλειφθεί. Στην πραγματικότητα δύο είναι οι αιτίες. Η πρώτη είναι η μεταφορά σε επόμενη πτήση επιβατών που δεν μπόρεσαν να επιβιβασθούν στην πτήση για την οποία είχαν κράτηση θέση, εξαιτίας τεχνικών προβλημάτων, όπως είναι η αργοπορημένη άφιξη ή η ακύρωση πτήσης ανταπόκρισης ή η αντικατάσταση αεροσκάφους που υπέστη βλάβη από μικρότερο. Οι μεταφερόμενοι επιβάτες δημιουργούν απροσδόκητη ζήτηση θέσεων, σε βαθμό που ορισμένες φορές να μην επιτρέπεται η επιβίβαση σε επιβάτες της επόμενης πτήσης. Στο ήμισυ των περιπτώσεων η άρνηση επιβίβασης οφείλεται σε τεχνικούς λόγους.

    8. Η δεύτερη αιτία είναι η πρακτική της "μη εμφάνισης" όπως αποκαλείται, δηλαδή η τάση των επιβατών να μην εμφανίζονται ακόμη και εάν έχουν επικυρώσει τις κρατήσεις τους. Οι ανοικειοθελώς μη εμφανιζόμενοι επιβάτες προκαλούν τα τεχνικά προβλήματα που προαναφέρθηκαν: οι επιβάτες απλώς δεν είναι σε θέση να πάρουν την πτήση που έχουν κλείσει. Οι οικειοθελώς μη εμφανιζόμενοι επιβάτες δημιουργούνται από ορισμένες πρακτικές μάρκετιγκ, οι οποίες διαχωρίζουν την κράτηση θέσεων από την πώληση των εισιτηρίων. Αυτό επιτρέπει σε επιβάτες με ευέλικτα, επιστρεφόμενα εισιτήρια (με υψηλή τιμή πώλησης) να τα χρησιμοποιούν για άλλη πτήση ή να τους επιστρέφεται το αντίτιμο του εισιτηρίου εάν δεν το χρησιμοποιήσουν. Επιτρέπει επίσης σε ορισμένους πράκτορες να κάνουν καταχρηστικές κρατήσεις θέσεων για μελλοντική πώληση των εισιτηρίων σε πελάτες, χωρίς πληρωμή. Οι πράκτορες στις περιπτώσεις αυτές παραλείπουν να ακυρώσουν τις αχρησιμοποίητες κρατήσεις ή το πράττουν πολύ αργά.

    9. Oι αερομεταφορείς προβλέπουν λοιπόν τον πιθανό αριθμό μη εμφανιζόμενων σε μια πτήση. Μπορούν να δεχθούν κρατήσεις έως τον αριθμό χωρητικότητας του αεροσκάφους συν τον υπολογιζόμενο αριθμό μη εμφανιζόμενων, δηλαδή κάνουν υπερκράτηση θέσεων. Ωστόσο, απρόσμενα συμβάντα μπορούν να αλλάξουν τους υπολογισμούς πιθανοτήτων ή ενδεχομένως αποβλέπουν σε πολύ υψηλό και κερδοφόρο συντελεστή πληρότητας, μειώνοντας έτσι το περιθώριο σφάλματος. Τότε είναι υποχρεωμένοι να αρνηθούν την επιβίβαση. Σύμφωνα με τα δεδομένα που διαθέτει η Επιτροπή, το 1999 υπολογίζεται ότι 250.000 επιβάτες υπέστησαν τη μεταχείριση αυτή από τους κύριους κοινοτικούς αερομεταφορείς (τακτικές πτήσεις), ήτοι το 1,1 τοις χιλίοις.

    10. Εάν οι αερομεταφορείς δεν εφάρμοζαν τη υπερκράτηση θέσεων, θα άφηναν άδειες θέσεις που θα μπορούσαν να είχαν πωληθεί σε άλλους πελάτες. Τα έσοδα και τα κέρδη τους θα έπεφταν και γι'αυτό να ανέβαζαν τις τιμές. Αυτό δεν θα ωφελούσε κανέναν. Οι αερομεταφορείς χρειάζονται λειτουργική ευελιξία για να αντιμετωπίζουν τα απροσδόκητα συμβάντα αλλά δεν έχουν καμιά αναστολή στην επιδίωξη υπερβολικά υψηλών συντελεστών πληρότητας και δεν τους παρέχονται αρκετά κίνητρα για να αποκαθιστούν προσεκτικά ισορροπία μεταξύ περιθωρίου υπερκράτησης και μη εμφανιζόμενων επιβατών.

    Έκκληση για εθελοντές

    11. Η Επιτροπή προτείνει τώρα διαφορετική προσέγγιση για την άρνηση επιβίβασης, σύμφωνα με την οποία οι επιβάτες θα καλούνται να παραχωρούν οικειοθελώς τις κρατήσεις τους και θα αποζημιώνονται με αποτρεπτικού ύψους ποσά οι επιβάτες στους οποίους δεν επετράπη η επιβίβαση παρά τη θέλησή τους. Θα ήταν μεγάλη πρόοδος ένα εθελοντικό σύστημα που θα παρέχει τόση ευελιξία. Όταν περιμένουν ότι θα προβούν σε άρνηση επιβίβασης, οι αερομεταφορείς θα είναι πρώτον υποχρεωμένοι να ρωτούν ποιοι επιβάτες μπορούν να παραχωρήσουν εθεντικά τις θέσεις τους έναντι κάποιου οφέλους (είτε χρηματικού είτε άλλου πλεονεκτήματος). Ο αερομεταφορέας και οι πιθανοί εθελοντές θα διαπραγματεύονται και θα συμφωνούν τότε τους όρους ανταλλαγής. οι όροι θα αντανακλούν την αξία που προσδίδει κάθε επιβάτης στην απώλεια χρόνου και τη σχετική αναστάτωσή του.

    12. Ο εθελοντής επιβάτης δεν θα εξαναγκάζεται να παραχωρήσει τη θέση του στο αεροσκάφος αλλά θα το πράττει αυτό μόνον εφόσον συμφωνεί. Έτσι, για τους επιβάτες που θα δέχονται την ανταλλαγή δεν θα υπάρχει άρνηση επιβίβασης διότι θα ενεργούν αυτόβουλα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το εθελοντικό σύστημα είναι υποχρεωτικό και φέρει καλά αποτελέσματα. Το 2000 ο αριθμός επιβατών που δεν τους επετράπη να επιβιβασθούν ανερχόταν σε περίπου 18.000, 0,1 τοις χιλίοις. ο αριθμός των εθελοντών έφθασε τις 330.000, σχεδόν είκοσι φορές περισσότεροι από εκείνους στους οποίους δεν επετράπη η επιβίβαση (πρόκειται μόνον για μεγάλες αεροπορικές εταιρείες).

    13. Εάν, και μόνον εάν, δεν παρουσιασθούν αρκετοί εθελοντές, θα μπορούν οι αερομεταφορείς να αρνηθούν την επιβίβαση. Tότε θα πρέπει να αποζημιώνουν τους επιβάτες με ένα πάγιο ποσοστό, αρκετά υψηλό ώστε να αντισταθμίζεται η καθυστέρηση και η ταλαιπωρία που προκλήθηκε και να αποτρέπονται οι αερομεταφορείς να εφαρμόζουν τη διπλοκράτηση σε βαθμό που να καταλήγει στη συνήθη άρνηση επιβίβασης. Για να επιτευχθεί αυτό, η αποζημίωση πρέπει να είναι τέτοιου ύψους ώστε οι αερομεταφορείς να μην κερδίζουν αλλά να χάνουν έσοδα από την πρακτική αυτή.

    Ποσά αποζημίωσης

    14. Στην πρότασή της η Επιτροπή προσπάθησε να καθορίσει ποσά αποζημίωσης των επιβατών που θα αποτρέπουν τους αερομεταφορείς από τις υπερβολικές διπλοκρατήσεις, έπρεπε όμως να στηριχθεί στα γενικά στοιχεία περί ναύλων και στις πολύ περιορισμένες πληροφορίες των αεροπορικών εταιρειών σχετικά με τα έσοδά τους από την υπερκράτηση θέσεων. Πέρυσι ο μέσος σταθμικός όρος των ναύλων διακεκριμένης θέσης ήταν περίπου 310 Eυρώ για τις ενδοκοινοτικές πτήσεις, όταν οι περισσότεροι ναύλοι κυμαίνονται από 150 έως 600 Eυρώ. Tο κόστος μεταφοράς των επιβατών που υπέστησαν υπερκράτηση χωρίς άρνηση επιβίβασης θεωρείται οριακό, καθόσον οι αερομεταφορείς επιφορτίζονται σχεδόν όλο, πάγιο και μεταβλητό, κόστος μεταφοράς των υπολοίπων επιβατών. είναι επομένως δικαιολογημένο να συσχετισθεί η αποζημίωση με τους ναύλους. Για να μην εφαρμόζουν οι αερομεταφορείς την άρνηση επιβίβασης σε σε κανέναν επιβάτη, χωρίς διάκριση της θέσης ταξιδίου τους, η Επιτροπή προτείνει η πάγια αποζημίωση να καθορισθεί στο διπλάσιο των περισσότερων ναύλων της διακεκριμένης θέσης, δηλαδή σε 750 Eυρώ για τις πτήσεις κάτω των 3.500 χιλιομέτρων. Επιτρεπόμενης της διάκρισης μεταξύ ενδοευρωπαϊκών και διηπειρωτικών πτήσεων, προτείνει 1.500 Eυρώ για τις πτήσεις 3.500 χιλιομέτρων και άνω.

    15. Το ύψος αυτό της αποζημίωσης δεν θα αποτρέψει τις αεροπορικές εταιρείες να εφαρμόζουν την υπερκράτηση απλώς για να μην έχουν κενές θέσεις, διότι ειδάλλως τα έσοδά τους θα έπεφταν και οι τιμές θα ανέβαιναν. Η πρόταση της Επιτροπής βασίζεται στην έκκληση για εθελοντές. μόνον εάν εμφανισθούν πολύ λίγοι επιβάτες, θα αρνείται ένας αερομεταφορέας την επιβίβαση και θα πληρώνει την πάγια αποζημίωση. Στις Ηνωμένες Πολιτείες η αναλογία εθελοντών προς επιβάτες που δεν ταξιδεύουν τελικά είναι σχεδόν είκοσι προς ένας, και μάλιστα με χαμηλό επίπεδο αποζημίωσης. Συνεπάγεται λοιπόν ότι οι αερομεταφορείς δεν θα πληρώνουν συχνά αποζημίωση, εφόσον δεν εφαρμόζουν υπερβολικά την υπερκράτηση και είναι αποτελεσματικοί στην ανεύρεση εθελοντών.

    16. Θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς ωστόσο ότι οι ενδεχόμενοι εθελοντές θα ζητούν σε σταθερή βάση τη νέα πάγια αποζημίωση με αποτέλεσμα να μην λειτουργήσουν τα συστήματα εθελοντών. Ωστόσο, εάν οι εθελοντές επιμείνουν στην πάγια αποζημίωση, διατρέχουν τον κίνδυνο άλλοι επιβάτες να αποδεχθούν τη χαμηλότερη προσφορά που θα γίνει για αριθμό θέσεων αρκετό ώστε να εκλείψει το πρόβλημα της υπερκράτησης. Στην περίπτωση αυτή, οι εθελοντές δεν θα λάβουν αποζημίωση αλλά θα ταξιδεύσουν κανονικά. Τέλος, δεν πρέπει να παραβλέπεται ο βασικός στόχος της πρότασης της Επιτροπής, ο οποίος είναι να παροτρυνθούν οι αερομεταφορείς να είναι περισσότερο προσεκτικοί στην πολιτική κρατήσεων που ακολουθούν, έτσι ώστε η άρνηση επιβίβασης να γίνεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις και να μην είναι συστηματική. Το θέμα δεν είναι να εγκριθεί εν γένει η πρακτική και να δοθούν δικαιολογίες στους επιβάτες.

    Λοιπά δικαιώματα

    17. Εάν υπάρξει τελικά άρνηση επιβίβασης, οι επιβάτες πρέπει να έχουν το δικαίωμα να συνεχίσουν το ταξίδι τους όσο το δυνατόν ταχύτερα (αναδρμολόγηση) υπό συνθήκες ανάλογες εκείνων της αρχικής τους πτήσης. Ειδάλλως, εάν αποφασίσουν ότι το ταξίδι τους δεν έχει πλέον νόημα, πρέπει να είναι σε θέση να το ακυρώνουν και να τους επιστρέφεται το αντίτιμο του εισιτηρίου τους. Η Επιτροπή πιστεύει ότι τα δικαιώματα αυτά πρέπει να καλύπτονται ορθά από το νόμο και γι'αυτό προτείνει να καταστεί αυστηρότερο το σχετικό άρθρο του κανονισμού του 1991: συγκεκριμένα, να αποκτήσουν οι επιβάτες το δικαίωμα πτήσης επιστροφής επιπροσθέτως της επιστροφής του αντιτίμου του εισιτηρίου τους (όταν επιλέγουν αυτό αντί να επιβιβασθούν στην αμέσως επόμενη πτήση). Οι εθελοντές επιβάτες θα έχουν τα ίδια δικαιώματα διότι αντιμετωπίζουν παρόμοιες δυσχέρειες στο ταξίδι τους. Η Επιτροπή προτείνει επίσης για τους επιβάτες στους οποίους δεν επιτράπηκε να επιβιβασθούν να διατηρηθούν τα δικαιώματα μέριμνας κατά την αναμονή επόμενης πτήσης, υπό μορφή γευμάτων, αναψυκτικών και παραμονής τους σε ξενοδοχεία, αναλόγως της περίπτωσης.

    18. Tα δικαιώματα αυτά πρέπει να συνοδεύονται από την υποχρέωση να συμπεριφέρονται σωστά οι επιβάτες και να αποφεύγεται η ανάρμοστη συμπεριφορά κατά την πτήση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να επιτρέπεται στους αερομεταφορείς να αρνούνται τη μεταφορά επιβατών των οποίων η συμπεριφορά μπορεί να απειλήσει την ασφάλεια ή την άνεση των υπολοίπων επιβατών και του πληρώματος. Είναι σημαντικό να θεσπισθεί το δικαίωμα αυτό και να καθορισθούν οι συνθήκες υπό τις οποίες οι αερομεταφορείς μπορούν να αρνούνται τη μεταφορά επιβατών με έγκυρα εισιτήρια και επικυρωμένη θέση, προς το συμφέρον το δικό τους και των επιβατών συνολικά. Το εν λόγω δικαίωμα θα είναι αποτελεσματικότερο εάν θεσπισθεί σε κοινοτικό επίπεδο έτσι ώστε οι επιβάτες να έχουν την ίδια υποχρέωση για σωστή συμπεριφορά - και να το γνωρίζουν- και οι αερομεταφορείς να υπόκεινται στους ίδιους κανόνες σε όλη την ενιαία αγορά. Κατά την εκπόνηση των νομοθετικών της προτάσεων σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για τις συμβάσεις των αεροπορικών εταιρειών, η Επιτροπή θα εξετάσει προσεκτικά πώς θα θεσπισθούν κατά τον καλύτερο τρόπο τα εν λόγω δικαιώματα και υποχρεώσεις.

    Νέα πρόταση

    19. Η Επιτροπή αποφάσισε να αποσύρει την πρόταση του 1998, έτσι ώστε να παρουσιάσει αυτήν τη νέα προσέγγιση. Η νέα της πρόταση, όμως, διατηρεί σχεδόν όλες τις καινοτομίες που περιείχαν το κείμενο του 1998 και οι τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Μεταξύ αυτών είναι η επέκταση του πεδίου ρύθμισης στις έκτακτες πτήσεις, ακόμη και σε εκείνες των οργανωμένων ταξιδίων και το μη έντυπο εισιτήριο, και οι απαιτήσεις πληροφόρησης. Η κύρια διαφορά έγκειται στην εφαρμογή του κανονισμού σε πτήσεις εκτελούμενες από κοινοτικούς αερομεταφορείς που αναχωρούν από τρίτες χώρες με προορισμό αερολιμένες στα κράτη μέλη. Η πρόταση του 1998 συμπεριελάμβανε όλες αυτές τις πτήσεις. Συνεπώς οι αερομεταφορείς θα υπόκειντο σε δύο συστήματα κανόνων, ένα της Κοινότητας και ένα της τρίτης χώρας. Αυτό θα τους έθετε σε μια φοβερή κατάσταση και θεωρήθηκε από ορισμένες χώρες ως απαράδεκτη εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου εκτός εδάφους της Κοινότητας. Συνεπώς, η Κοινότητα προτείνει ο κανονισμός να καλύπτει τις πτήσεις από τρίτες χώρες προς αερολιμένες των κρατών μελών μόνον όταν οι επιβάτες δεν δικαιούνται αποζημίωση και παροχή συνδρομής στην τρίτη χώρα.

    Ακύρωση πτήσεων

    20. Η ακύρωση από τον αερομεταφορέα αποτελεί και αυτή άρνηση από πλευράς του να παρέχει την υπηρεσία για την οποία έχει συνάψει σύμβαση, εξαιρουμένων των εξαιρετικών περιπτώσεων για τις οποίες δεν φέρει ευθύνη, όπως πολιτική αστάθεια, κακές καιρικές συνθήκες, έλλειψη ασφαλείας των πτήσεων και απροσδόκητες ελλείψεις προστασίας των επιβατών. Η ακύρωση της πτήσης υπό συνήθεις συνθήκες, για εμπορικούς λόγους, προκαλεί σον επιβάτη απαράδεκτη ταλαιπωρία και καθυστέρηση, ιδίως όταν δεν έχει ειδοποιηθεί προηγουμένως.

    21. Η Επιτροπή προτείνει λοιπόν να διατηρηθεί ένα σημαντικό στοιχείο της πρότασης του 1998, όπως τροποποιήθηκε σύμφωνα με τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου: να συμπεριληφθούν στις διατάξεις η αποζημίωση, η επιστροφή της αξίας του εισιτηρίου ή η μεταφορά των επιβατών με άλλη πτήση και η παροχή συνδρομής στο αεροδρόμιο στους επιβάτες των οποίων η πτήση ακυρώθηκε. Φυσικά θα εξαιρούνται οι ακυρώσεις για τις οποίες αποδεδειγμένα ο αερομεταφορέας δεν φέρει ευθύνη. Θα μπορεί έτσι ένας αερομεταφορέας να χρησιμοποιήσει ως πρόσχημα την προστασία ή την ασφάλεια μιας πτήσης για την ακύρωσή της, όταν στην πραγματικότητα πρόκειται για εμπορικούς λόγους; Στην πράξη, με βάση το πιστοποιητικό αερρομεταφορέα, απαιτείται από έναν αερομεταφορέα να τηρεί αρχεία για τέτοια συμβάντα, τα οποία υπόκεινται σε επιθεώρηση από τις αρχές. Έτσι επιτρέπεται αποτελεσματικός έλεγχος και η κατάχρηση θα είναι μάλλον ελάχιστη.

    22. Όταν η ακύρωση γίνεται λίγο πριν την ημερομηνία αναχώρησης, η ταλαιπωρία και η αναστάτωση οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι οι επιβάτες συχνά δεν ειδοποιούνται προηγουμένως και δεν είναι επομένως σε θέση να αλλάξουν τον προγραμματισμό του ταξιδιού τους. Η τροποποιημένη πρόταση του 1998 δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα αυτό. Η Επιτροπή προτείνει να αντιμετωπισθεί τώρα το θέμα, ζητώντας από τους αερομεταφορείς να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να επικοινωνούν με τους επιβάτες πριν την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης - και να τους δοθούν κίνητρα ώστε να υπάρξει επιτυχία, όπως είναι η δυνατότητα να ζητούν ποιοι επιβάτες θα αφήσουν εθελοντικά τις θέσεις τους με αντάλλαγμα κάποιο όφελος που θα διαπραγματευθούν, όπως γίνεται και με την άρνηση επιβίβασης. Tο πλεονέκτημα για τους επιβάτες δεν θα είναι μόνον τα υπό διαπραγμάτευση οφέλη αλλά και η εκ των προτέρων προειδοποίησή τους και η ελευθερία τους να κανονίσουν εκ νέου το ταξίδι τους εφόσον το επιθυμούν. Βέβαια, ορισμένες φορές θα είναι αδύνατη η επικοινωνία με όλους τους επιβάτες, ενώ άλλοι θα απορρίψουν τα οφέλη που θα τους προσφέρει ο αερομεταφορέας για να παραχωρήσουν τις θέσεις τους. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον οι επιβάτες παρουσιασθούν στον έλεγχο εισιτηρίων, θα έχουν τα ίδια δικαιώματα αποζημίωσης, επιστροφής του αντίτιμου του εισιτηρίου τους ή επιβίβασής τους σε άλλη πτήση και της λήψης μέριμνας αυτών για το χρονικό διάστημα που περιμένουν επόμενη πτήση, όπως συμβαίνει με την άρνηση επιβίβασης. Η πρόταση θα προσφέρει κάποια ευελιξία, προς όφελος τόσο των αερομεταφορέων όσο και των επιβατών, και ταυτόχρονα θα προστατεύει τα βασικά δικαιώματα των επιβατών.

    Μεγάλες καθυστερήσεις

    23. Μολονότι οι επιβάτες υφίστανται την ίδια ταλαιπωρία και αγανάκτηση με την καθυστέρηση πτήσης ή την ακύρωσή της, υπάρχει η διαφορά ότι ο μεταφορέας είναι εκείνος που ευθύνεται για την άρνηση επιβίβασης και την ακύρωση (εκτός εάν πρόκειται για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται), όχι όμως πάντοτε και για τις καθυστερήσεις. Άλλες συνήθεις αιτίες είναι τα συστήματα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας και η περιορισμένη χωρητικότητα των αερολιμένων. Όπως ανέφερε στην ανακοίνωσή της για την προστασία των επιβατών των αερομεταφορών, η Επιτροπή πιστεύει ότι στις περιπτώσεις αυτές οι μεταφορείς δεν πρέπει να είναι υποχρεωμένοι να αποζημιώνουν τους επιβάτες των καθυστερημένων πτήσεων.

    24. Ωστόσο, είναι απαράδεκτο για τους μεταφορείς να αφήνουν τους επιβάτες εγκαταλελειμμένους επί ώρες, όταν έχουν αναλάβει να τους μεταφέρουν αρκετά έγκαιρα. Το επιβατικό κοινό πρέπει να μπορεί να επιλέξει μεταξύ μιας όσο δυνατόν ενωρίτερης πτήσης ή της επιστροφής του εισιτηρίου, εφόσον κρίνει ότι το ταξίδι είναι πλέον άσκοπο (όπως με την άρνηση πτήσης ή την ακύρωση). Η Επιτροπή προτείνει λοιπόν να επεκταθούν οι διατάξεις και στους επιβάτες που αντιμετωπίζουν μεγάλη καθυστέρηση. Για την παροχή συνδρομής σε αυτήν την περίπτωση η έκταση της καθυστέρησης θα συνδέεται με την απόσταση της πτήσης, καθόσον η καθυστέρηση κάποιου δεδομένου χρόνου δημιουργεί εν γένει περισσότερη ταλαιπωρία και αγανάκτηση όταν η πτήση είναι μικρής απόστασης παρά μεγάλης.

    25. Η παροχή συνδρομής στους επιβάτες καθυστερημένων πτήσεων στα αεροδρόμια ή στο αεροσκάφος είναι ένα άλλο θέμα. Η Επιτροπή πιστεύει ότι πρέπει να επιτρέπεται στους αερομεταφορείς να αποφασίζουν σχετικά με την εξυπηρέτηση που θα παρέχουν στους επιβάτες των καθυστερημένων πτήσεων (π.χ. προσφορά αναψυκτικών, γευμάτων ή καταλύματος σε ξενοδοχείο), ούτως ώστε να μην υποστούν οι επιβάτες αυτοί μεγάλη ταλαιπωρία ή αναστάτωση. Είναι ενθαρρυντικό ότι πολλοί αερομεταφορείς, όχι όμως όλοι, προτίθενται να να συμπεριλάβουν την παροχή συνδρομής στους επιβάτες καθυστερημένων πτήσεων στις εθελούσιες δεσμεύσεις τους. Η Επιτροπή θα παρακολουθήσει στενά την εφαρμογή των κωδίκων αυτών αλλά, εάν τα αποτελέσματα δεν είναι ικανοποιητικά και μόνον τότε, θα εξετάσει το ενδεχόμενο θέσπισης νομοθετήματος. Επειδή οι επιβάτες πάντως με μειωμένη κινητικότητα, τα ασυνόδευτα παιδιά ή άλλα άτομα με ειδικές ανάγκες δεν μπορούν να φροντίσουν πλήρως τον εαυτό τους, πρέπει η νομοθεσία να υποχρεώνει τους αερομεταφορείς να μεριμνούν γι'αυτούς.

    Eφαρμογή

    26. Οι καταγγελίες δείχνουν ότι οι επιβάτες δεν αποζημιώνονται πάντοτε όπως θα έπρεπε με βάση τη νομοθεσία που ισχύει σήμερα, οπότε είναι σημαντικά τα μέτρα που θα εξασφαλίσουν εξ αρχής πλήρη τήρηση ενός νέου κανονισμού. Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή συμπεριέλαβε ένα άρθρο το οποίο απαιτεί από τα κράτη μέλη να καθορίσουν κυρώσεις αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές και να ορίσουν τους φορείς που θα είναι αρμόδιοι για την επιβολή του νέου κανονισμού. Οι φορείς αυτοί θα κάνουν έρευνα για τις καταγγελίες των επιβατών και θα διασφαλίζουν την τήρηση των δικαιωμάτων τους όταν διαπιστώνονται παραβάσεις. Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις θα επιτρέπουν σε έναν επιβάτη να καταγγέλλει μια πιθανή παράβαση, όταν συμβαίνει αυτό, στο φορέα του κράτους μέλους του οποίου είναι κάτοικος. Εφόσον χρειάζεται, ο φορέας αυτός θα παραπέμπει την καταγγελία στον αρμόδιο φορέα, ο οποίος θα αναλαμβάνει τις κατάλληλες ενέργειες. Με τη ρύθμιση αυτή θα υπερβληθούν οι γλωσσικές δυσχέρειες και οποιεσδήποτε άλλες αποθαρρύνουν τους επιβάτες να υποβάλλουν καταγγελία σε χώρα άλλη από την πατρίδα τους.

    Παρακολούθηση

    27. Ο κανονισμός θα ωφελήσει σε μεγάλο βαθμό τους επιβάτες, μεταξύ άλλων, διότι θα μειωθεί η συχνότητα της άρνησης επιβίβασης και των ακυρώσεων. Η Επιτροπή θα παρακολουθεί επισταμένα τη λειτουργία του κανονισμού και των οφελών του για τους επιβάτες, καθώς και τη μείωση της άρνησης επιβίβασης και των ακυρώσεων. Το αργότερο εντός πέντε ετών από την έναρξη ισχύος του κανονισμού, η Επιτροπή θα εκδώσει έκθεση και θα προτείνει και άλλα μέτρα εάν τα οφέλη δεν είναι πειστικά.

    Επικουρικότητα και αναλογικότητα

    28. Η Κοινότητα δημιούργησε μια εσωτερική αγορά στις υπηρεσίες αερομεταφορών μέσα στην οποία οι αερομεταφορείς ανταγωνίζονται με ομοιόμορφους κανόνες. Οι κανόνες αυτοί όχι μόνον διέπουν την πρόσβαση στην αγορά και την ασφάλεια αλλά προάγουν και την προστασία των δικαιωμάτων των επιβατών, πράγμα που αποτελεί και στόχο πάντοτε ύψιστης σημασίας. Χωρίς εναρμόνιση, οι αερομεταφορείς θα εργάζονταν υπό διαφορετικά καθεστώτα, θα αυξάνονταν τα έξοδά τους και θα εξουδετερωνόταν ο ανταγωνισμός. Οι επιβάτες θα εξαρτώνταν από πολλούς κανόνες και θα τους ήταν δύσκολο να γνωρίζουν και να εμμένουν στα δικαιώματά τους. Επίσης, θα ίσχυαν πιθανώς διάφορα καθεστώτα για τις πτήσεις μεταξύ κρατών μελών, πράγμα που θα προκαλούσε νομική αβεβαιότητα σε βάρος των επιβατών, όπως και των αερομεταφορέων. Για τους λόγους αυτούς, οι εθνικοί κανόνες, ακόμη και εάν υποτεθεί ότι θα παρείχαν υψηλό επίπεδο προστασίας στους επιβάτες, δεν θα επιτύγχαναν βασικούς κοινοτικούς στόχους και θα παρεμπόδιζαν ακόμη περισσότερο την επίτευξή τους.

    29. Η Κοινότητα έχει αναγνωρίσει προ πολλού ότι χρειάζονται εναρμονισμένοι κανόνες για την προστασία του επιβατικού κοινού των αερομεταφορών και έχει εκδώσει νομοθεσία για την αποζημίωση σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης [5] και για την ευθύνη του αερομεταφορέα σε περίπτωση ατυχήματος [6]. Βάσει του άρθρου 100A, εξέδωσε νομοθεσία για τα οργανωμένα ταξίδια, με την πρόθεση να παρέχεται στους καταναλωτές υψηλό επίπεδο προστασίας και ταυτόχρονα να διαμορφωθούν κοινοί κανόνες [7]. Ο προτεινόμενος κανονισμός θα είναι επομένως ο πλέον πρόσφατος μιας σειράς που αφορά πεδία στα οποία η Κοινότητα ασκεί αποκλειστική δικαιοδοσία. Η Κοινότητα διαθέτει μόνον ως μέσο δράσης τη θέσπιση νομοθεσίας που θα δίδει δικαιώματα στους επιβάτες των αερομεταφορών.

    [5] Κανονισμός (EΟΚ) του Συμβουλίου αριθ. 295/91, βλέπε ανωτέρω.

    [6] Κανονισμός (EΚ) του Συμβουλίου αριθ. 2027/97 της 9ης Οκτωβρίου 1997 για την ευθύνη του αερομεταφοέας σε περίπτωση ατυχήματος. ΕΕ L 285, 17.10.1997, σ. 1.

    [7] Οδηγία 90/314/EΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου για τα οργανωμένα ταξίδια, τις οργανωμένες διακοπές και περιηγήσεις.ΕΕ L 158, 23.6.1990, σ. 59.

    30. Τόσο οι αερομεταφορείς όσο και το επιβατικό κοινό θα ωφεληθούν από την ύπαρξη σαφών και ολοκληρωμένων κανόνων. Οι αερομεταφορές είναι διεθνείς και ομοιογενείς υπηρεσίες, οπότε οι αποκλίσεις μπορούν να δημιουργήσουν σοβαρές δυσχέρειες. Επίσης, οι αποφάσεις για τα δικαιώματα των επιβατών σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης ή ακύρωσης της πτήσης συχνά πρέπει να λαμβάνονται γρήγορα και γι'αυτό οι ακριβείς κανόνες σε κοινοτική κλίμακα αποκτούν μεγαλύτερη αξία. Συνεπώς, ένας κανονισμός είναι καλύτερος ως μέσο από μια οδηγία, όπως διαπιστώθηκε και με άλλα μέτρα που αποβλέπουν στην προστασία των δικαιωμάτων επιβατών των αερομεταφορών. Οι διατάξεις του είναι ανάλογες τού στόχου του και αρμόζουν για τις αντιμετωπιζόμενες καταστάσεις.

    ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ

    >ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

    ΣΧΟΛΙΑ ΑΝΑ ΑΡΘΡΟ

    Το άρθρο 1 ορίζει το βασικό στόχο του κανονισμού.

    Το άρθρο 2 δίδει τους ορισμούς που χρησιμοποιούνται στον κανονισμό.

    Το άρθρο 3 καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους ο κανονισμός εφαρμόζεται ή δεν εφαρμόζεται στους επιβάτες. Διευκρινίζει επίσης ότι ο κανονισμός εφαρμόζεται τόσο στους αερομεταφορείς όσο και στους ταξιδιωτικούς πράκτορες και πραγματεύεται τις πτήσεις με τον ίδιο κωδικό.

    Το άρθρο 4 απαιτεί από τους αερομεταφορείς ή τους ταξιδιωτικούς πράκτορες να καθορίσουν και να γνωστοποιήσουν τους κανόνες που ακολουθούν σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης.

    Το άρθρο 5 καθορίζει τι πρέπει να πράττει ένας αερομεταφορέας ή ταξιδιωτικός πράκτορας όταν εκτιμά ότι θα προβεί σε άρνηση επιβίβασης, και με ποια σειρά, θεσπίζοντας την υποχρέωση πρώτα να ρωτήσει ένα υπάρχουν εθελοντές και κατόπιν να αρνηθεί την επιβίβαση μόνον εφόσον δεν παρουσιασθεί ικανοποιητικός αριθμός εθελοντών. Θεσπίζει το δικαίωμα αποζημίωσης του επιβάτη στον οποίο δεν επετράπη να επιβιβασθεί σύμφωνα με το άρθρο 7 και παροχής συνδρομής σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 9, καθώς και το δικαίωμα των εθελοντών επιβατών στην παροχή συνδρομής σύμφωνα με το άρθρο 8.

    Tο άρθρο 6 προστατεύει επίσης τα μειονεκτούντα άτομα και άλλους επιβάτες με ειδικές ανάγκες από την άρνηση επιβίβασης.

    Το άρθρο 7 καθορίζει το ύψος της αποτρεπτικής αποζημίωσης που πρέπει να καταβάλλεται στον επιβάτη, η οποία θα ποικίλλει ανάλογα με την απόσταση της πτήσης.

    Το άρθρο 8 διευκρινίζει ότι οι επιβάτες πρέπει να έχουν επιλογή μεταξύ άλλης πτήσης όσο το δυνατόν ενωρίτερα, έτσι ώστε να είναι σε θέση να συνεχίσουν το ταξίδι τους υπό ικανοποιητικές συνθήκες, και επιστροφής της αξίας του εισιτηρίου τους εφόσον το ταξίδι τους αποβαίνει άσκοπο.

    Το άρθρο 9 καθορίζει την παροχή συνδρομής η οποία πρέπει να παρέχεται στους επιβάτες που υπόκεινται σε μεγάλες καθυστερήσεις έτσι ώστε να ελαττώνεται η ταλαιπωρία τους κατά την αναμονή επόμενης πτήσης.

    Το άρθρο 10 απαιτεί από τους αερομεταφορείς ή τους ταξιδιωτικούς πράκτορες, όταν δεν ευθύνονται για την ακύρωση μιας πτήσης, να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για να ενημερώνουν τους ενδιαφερόμενους επιβάτες και να αναζητούν εθελοντές που θα παραχωρήσουν τις θέσεις τους. Θεσπίζει επίσης το δικαίωμα αποζημίωσης των μη εθελοντών επιβατών σύμφωνα με το άρθρο 7 και της παροχής συνδρομής σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 9.

    Το άρθρο 11 θεσπίζει το δικαίωμα παροχής συνδρομής των επιβατών που υπόκεινται σε μεγάλες καθυστερήσεις όπως προδιαγράφει το άρθρο 8. Οι επιβάτες με ειδικές ανάγκες δικαιούνται επίσης την παροχή συνδρομής που ορίζει το άρθρο 9.

    Το άρθρο 12 διευκρινίζει ότι ο κανονισμός δεν θίγει τα δικαιώματα περαιτέρω αποζημίωσης των επιβατών.

    Το άρθρο 13 διευκρινίζει ότι ο κανονισμός δεν περιορίζει το δικαίωμα ενός αερομεταφορέα ή ταξιδιωτικού πράκτορα να αξιώσει επανόρθωση από τρίτο μέρος, εφόσον οφείλει να εκπληρώσει υποχρεώσεις βάσει του κανονισμού.

    Το άρθρο 14 δημιουργεί υποχρεώσεις ενημέρωσης των επιβατών για τα δικαιώματά τους τόσο κατά τον έλεγχο των εισιτηρίων όσο και κατά την άρνηση επιβίβασης, την ακύρωση πτήσης ή σε περίπτωση μεγάλης καθυστέρησης.

    Το άρθρο 15 αποτρέπει τον περιορισμό των δικαιωμάτων που θεσπίζει ο κανονισμός ή την παραίτηση από αυτά μέσω συμβάσεων.

    Το άρθρο 16 απαιτεί από τα κράτη μέλη να καθορίσουν αποτελεσματικές κυρώσεις για την παραβίαση του κανονισμού.

    Το άρθρο 17 απαιτεί από τα κράτη μέλη να καθορίσουν τους φορείς που είναι αρμόδιοι για την εφαρμογή του κανονισμού.

    Το άρθρο 18 πραγματεύεται το δικαίωμα των επιβατών να υποβάλλουν καταγγελία σε φορέα που έχει καθορίσει κράτος μέλος και την επεξεργασία των καταγγελιών πέραν των συνόρων.

    Το άρθρο 19 απαιτεί από την Επιτροπή να συντάξει έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα του κανονισμού και να προτείνει περαιτέρω μέτρα, εφόσον χρειασθεί.

    Το άρθρο 20 καταργεί τον κανονισμό (EΟΚ) αριθ. 295/91.

    Το άρθρο 21 ορίζει την ημερομηνία έναρξης ισχύος του κανονισμού.

    2001/0305 (COD)

    Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής συνδρομής σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ακύρωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    TΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη ίδρυσης της Ευρωπαϊκής´Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 80 παράγραφος 2,

    την πρόταση της Επιτροπής [8],

    [8] ΕΕ C ..., ..., σ. ...

    τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [9],

    [9] ΕΕ C ..., ..., σ. ...

    τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών [10]

    [10] ΕΕ C ..., ..., σ. ...

    Ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης [11],

    [11] ΕΕ C ..., ..., σ. ...

    Εκτιμώντας τα εξής:

    (1) Η ανάληψη δράσης από την Κοινότητα στο πεδίο των αερομεταφορών πρέπει να αποβλέπει, μεταξύ άλλων, στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας του επιβατικού κοινού. πρέπει να ληφθούν πλήρως υπόψη οι απαιτήσεις προστασίας των καταναλωτών.

    (2) Η άρνηση επιβίβασης και οι ακυρώσεις πτήσων ή οι μεγάλες καθυστερήσεις προκαλούν σοβαρή αναστάτωση και ταλαιπωρία στους επιβάτες.

    (3) Η Κοινότητα οφείλει να ορίσει ελάχιστα κοινά πρότυπα προστασίας για να ενισχυθούν τα δικαιώματα των επιβατών, αφενός, και, αφετέρου, για να εξασφαλισθεί ότι οι αερομεταφορείς δρουν υπό εναρμονισμένους όρους μέσα σε μια ελευθερωμένη αγορά.

    (4) Παρά το γεγονός ότι ο κανονισμός (EΟΚ) αριθ. 295/91 του Συμβουλίου της 4ης Φεβρουαρίου 1991 για τη θέσπιση κοινών κανόνων σχετικών με ένα σύστημα αντισταθμιστικών παροχών σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης κατά τις τακτικές αεροπορικές μεταφορές [12] διαμόρφωσε τις βασικές προϋποθέσεις προστασίας των επιβατών, ο αριθμός επιβατών στους οποίους παρά τη θέλησή τους δεν επιτρέπεται να επιβιβασθούν παραμένει απαράδεκτα υψηλός. Ο αριθμός αυτός μπορεί να μειωθεί κατά τον καλύτερο τρόπο εφόσον απαιτηθεί από τους αερομεταφορείς να αναζητούν επιβάτες που θα παραχωρούν οικειοθελώς τις θέσεις τους, έναντι κάποιου οφέλους, και εφόσον ταυτόχρονα αποθαρρυνθούν οι αερομεταφορείς να εφαρμόζουν την άρνηση επιβίβασης στους επιβάτες παρά τη θέλησή τους με την καταβολή αποζημίωσης αποτρεπτικού ύψους.

    [12] ΕΕ L 36, 8.2.1991,σ. 5.

    (5) Οι επιβάτες στους οποίους επιβάλλεται παρά τη θέλησή τους η άρνηση επιβίβασης πρέπει να είναι σε θέση είτε να ακυρώνουν το ταξίδι τους, με επιστροφή του αντιτίμου τού εισιτηρίου τους, είτε να το συνεχίζουν υπό ικανοποιητικές συνθήκες, και να λαμβάνεται κατάλληλη μέριμνα αυτών κατά την αναμονή τους για επόμενη πτήση.

    (6) Οι εθελοντές επιβάτες πρέπει επίσης να είναι σε θέση να ακυρώνουν το ταξίδι τους ή να το συνεχίζουν υπό ικανοποιητικές συνθήκες, όταν αντιμετωπίζουν δυσχέρειες στο ταξίδι τους παρεμφερείς με εκείνες των επιβατών που υπόκεινται σε άρνηση επιβίβασης.

    (7) Πρέπει επίσης να μειωθεί η ταλαιπωρία και η αναστάτωση των επιβατών που προκαλείται από την ακύρωση πτήσεων, εξαιρουμένων των εξαιρετικών περιπτώσεων ακύρωσης για τις οποίες δεν ευθύνεται ο αερομεταφορέας ή ο συνεργαζόμενος ταξιδιωτικός πράκτορας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί εφόσον απαιτηθεί από τους αερομεταφορείς να επικοινωνούν, πριν την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης, με τους ενδιαφερόμενους επιβάτες και να έρχονται σε συμφωνία με αυτούς σχετικά με τους όρους υπό τους οποίους οι εν λόγω επιβάτες οικειοθελώς θα παραχωρήσουν τις κρατήσεις τους.

    (8) Οι επιβάτες των ακυρωνόμενων πτήσεων, οι οποίοι δεν παραχωρούν οικειοθελώς τις θέσεις τους, πρέπει να είναι σε θέση να ακυρώνουν το ταξίδι τους ή να το συνεχίζουν υπό ικανοποιητικές συνθήκες, και να δέχονται κατάλληλη συνδρομή κατά την αναμονή τους για επόμενη πτήση.

    (9) Ομοίως, οι επιβάτες, των οποίων οι πτήσεις παρουσιάζουν συγκεκριμένη καθυστέρηση, πρέπει να είναι σε θέση να ακυρώνουν το ταξίδι τους ή να το συνεχίζουν υπό ικανοποιητικές συνθήκες.

    (10) Καθόσον εξασθενεί η διάκριση μεταξύ τακτικών και έκτακτων αεροπορικών δρομολογίων, η προστασία των επιβατών πρέπει να ισχύει όχι μόνον για τις τακτικές πτήσεις αλλά και για τις έκτακτες, ακόμη και για εκείνες των οργανωμένων ταξιδίων, διακοπών και περιηγήσεων.

    (11) Καθόσον οι ταξιδιωτικοί πράκτορες ευθύνονται εν γένει για τις αποφάσεις εμπορικού χαρακτήρα σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια, διακοπές και περιηγήσεις, πρέπει να ευθύνονται για την αποζημίωση και την παροχή συνδρομής στους επιβάτες των πτήσεων οργανωμένων ταξιδίων διακοπών και περιηγήσεων, σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ακύρωσης ή μεγάλης καθυστέρησης.

    (12) Καθόσον καθίσταται όλο και πιο συνήθης η χρήση μη έντυπων εισιτηρίων, ο παρών κανονισμός πρέπει να καλύπτει όλες τις μορφές εισιτηρίων έτσι ώστε να εξασφαλισθεί ολοκληρωμένη προστασία των επιβατών.

    (13) Οι επιβάτες πρέπει να είναι πλήρως ενήμεροι για τα δικαιώματά τους σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ακύρωσης ή μεγάλης καθυστέρησης, έτσι ώστε να μπορούν να τα ασκούν πραγματικά.

    (14) Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες επιβολής κυρώσεων για την παραβίαση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και εξασφαλίζουν την εφαρμογής τους. Οι κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

    (15) Ο κανονισμός (EΟΚ) αριθ. 295/91 πρέπει συνεπώς να καταργηθεί,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1 Αντικείμενο

    Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τα ελάχιστα δικαιώματα των επιβατών των αερομεταφορών σε περίπτωση:

    (α) άρνησης επιβίβασης,

    (β) ακύρωσης της πτήσης, εκτός των περιπτώσεων για τος οποίες δεν ευθύνεται ο αερομεταφορέας η ο συνεργαζόμενος ταξιδιωτικός πράκτορας,

    (γ) συγκεκριμένης καθυστέρησης της πτήσης.

    Άρθρο 2 Ορισμοί

    Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού νοείται ως:

    (α) "αερομεταφορέας", μια αεροπορική εταιρεία με έγκυρη άδεια εκμετάλλευσης.

    (β) "κοινοτικός αερομεταφορέας", ο αερομεταφορέας που διαθέτει έγκυρη άδεια εκμετάλλευσης, την οποία έχει χορηγήσει κράτος μέλος σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 2407/92 του Συμβουλίου [13]

    [13] ΕΕ L 240, 24.8.1992, σ. 8.

    (γ) "ταξιδιωτικός πράκτορας", εξαιρουμένων των αερομεταφορέων, ο διοργανωτής ή ο πωλητής υπό την έννοια του άρθρου 2 σημεία 2 και 3 της οδηγίας 90/314/EΟΚ [14]

    [14] ΕΕ L 158, 23.6.1990, σ 59.

    (δ) "οργανωμένο ταξίδι", οι υπηρεσίες που ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 1 της οδηγίας 90/314/EΟΚ

    (ε) "εισιτήριο", το έγκυρο έγγραφο που παρέχει δικαίωμα μεταφοράς, ή το ισοδύναμό του σε μη έντυπη μορφή ή ακόμη και ηλεκτρονική μορφή, το οποίο έχει εκδοθεί ή εγκριθεί από τον αερομεταφορέα ή τον εξουσιοδοτημένο πράκτορά του.

    (στ) "επικυρωμένη κράτηση", ότι ο επιβάτης έχει εισιτήριο, ή άλλο στοιχείο, το οποίο αποδεικνύει ότι η κράτηση έχει καταγραφεί και επικυρωθεί από τον αερομεταφορέα ή τον ταξιδιωτικό πράκτορα.

    (ζ) "κοινός κωδικός", η κατάσταση κατά την οποία ένας επιβάτης έχει σύμβαση και επικυρωμένη κράτηση με έναν αερομεταφορέα, τον αερομεταφορέα εμπορίας, αλλά η μεταφορά του εκτελείται από άλλον αερομεταφορέα, τον αερομεταφορέα εκμετάλλευσης.

    (η) "τελικός προορισμός", ο προορισμός ο οποίος αναγράφεται στο εισιτήριο που προσκομίζεται στον έλεγχο εισιτηρίων ή, στην περίπτωση απευθείας πτήσεων ανταπόκρισης, ο προορισμός της τελευταίας πτήσης.

    Άρθρο 3 Πεδίο εφαρμογής

    1. Ο παρών κανονισμός ισχύει για τον επιβάτη ο οποίος αναχωρεί από αερολιμένα στο έδαφος κράτους μέλους, όπου ισχύει η Συνθήκη, και για τον επιβάτη που έχει σύμβαση με κοινοτικό αερομεταφορέα ή με ταξιδιωτικό πράκτορα για οργανωμένο ταξίδι προσφερόμενο προς πώληση στο έδαφος της Κοινότητας και αναχωρεί από αερολιμένα ευρισκόμενο σε τρίτη χώρα με προορισμό έναν αερολιμένα ευρισκόμενο στο έδαφος κράτους μέλους, όπου ισχύει η Συνθήκη, εκτός εάν ο επιβάτης τυγχάνει αποζημίωσης και παροχής συνδρομής στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα, ο οποίος:

    α) έχει επικυρωμένη κράτηση και παρουσιάζεται στον έλεγχο εισιτηρίων, είτε όπως έχει ορίσει και την ώρα που έχει υποδείξει προηγουμένως γραπτώς ο αερομεταφορέας, ο ταξιδιωτικός πράκτορας ή ο εξουσιοδοτημένος πράκτοράς του, ή εφόσον δεν αναγράφεται η ώρα, το αργότερο τριάντα λεπτά πριν την αναγραφόμενη αναχώρηση της πτήσης. ή

    (β) έχει μεταφερθεί από τον αερομεταφορέα ή τον ταξιδιωτικό πράκτορα από την πτήση για την οποία είχε επικυρωμένη κράτηση σε άλλη πτήση, ανεξαρτήτως αιτίας.

    2. Ο παρών κανονισμός δεν ισχύει για τα δωρεάν ταξίδια ή τα ταξίδια με μειωμένο ναύλο που δεν διατίθεται άμεσα ή έμμεσα στο κοινό. Ωστόσο, οι επιβάτες που ταξιδεύουν με εισιτήρια που εκδίδονται με βάση το πρόγραμμα τακτικών επιβατών ή άλλων εμπορικών προγραμμάτων ενός αερομεταφορέα ή ταξιδιωτικού πράκτορα καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό.

    3. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε κάθε αερομεταφορέα ή ταξιδιωτικό πράκτορα με τον οποίο έχει σύμβαση ένας επιβάτης υπό τους όρους της παραγράφου 1 και της δεύτερης υποπαραγράφου της παραγράφου 2. Ο ταξιδιωτικός πράκτορας, ή στην περίπτωση πτήσης με κοινό κωδικό, ο αερομεταφορέας εμπορίας και ο αερομεταφορέας εκμετάλλευσης προβαίνουν σε όλες τις ρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για να εξασφαλισθεί η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

    4. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν θίγουν τα δικαιώματα των επιβατών με βάση την οδηγία 90/314/EΟΚ.

    Άρθρο 4 Κανόνες καθοριζόμενοι από τον αερομεταφορέα ή τον ταξιδιωτικό πράκτορα

    Οι αερομεταφορείς ή ταξιδιωτικοί πράκτορες, βάσει του παρόντος κανονισμού, καθορίζουν τους κανόνες που ακολουθούν σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται οι κανόνες σχετικά με την προτεραιότητα επιβίβασης, και τους γνωστοποιούν στο κοινό. Οι εν λόγω κανόνες αποτελούν μέρος της σύμβασης ή των όρων μεταφοράς του αερομεταφορέα ή του ταξιδιωτικού πράκτορα.

    Άρθρο 5 Υποχρεώσεις έναντι των επιβατών σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης

    1. Όταν ένας αερομεταφορέας ή ταξιδιωτικός πράκτορας εκτιμά εύλογα ότι θα προβεί σε άρνηση επιβίβασης, εξακριβώνει ποιοι επιβάτες περιμένουν ακόμη στον έλεγχο εισιτηρίων για τη συγκεκριμένη πτήση τη στιγμή που κλείνει ο έλεγχος εισιτηρίων και κατόπιν αναζητεί επιβάτες που οικειοθελώς θα παραχωρήσουν τις επικυρωμένες κρατήσεις τους με αντάλλαγμα κάποιο όφελος υπό όρους ανταλλαγής οι οποίοι θα συμφωνηθούν μεταξύ ενδιαφερόμενου επιβάτη και αερομεταφορέα ή ταξιδιωτικού πράκτορα.

    2. Στους εθελοντές επιβάτες παρέχεται συνδρομή σύμφωνα με το άρθρο 8, η οποία είναι επιπρόσθετη των οφελών που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Εάν δεν παρουσιασθεί αρκετός αριθμός εθελοντών έτσι ώστε να επιτραπεί στους εναπομένοντες επιβάτες με επικυρωμένες κρατήσεις να επιβιβασθούν στο αεροσκάφος, ο αερομεταφορέας ή ο ταξιδιωτικός πράκτορας μπορεί τότε να αρνηθεί σε επιβάτες την επιβίβαση παρά τη θέλησή τους, σύμφωνα με τους κανόνες που έχει καθορίσει ο αερομεταφορέας ή ο ταξιδιωτικός πράκτορας, όπως ορίζει το άρθρο 4.

    3. Ο αερομεταφορέας ή ο ταξιδιωτικός πράκτορας εάν προβεί σε άρνηση επιβίβασης σε επιβάτες, τους αποζημιώνει αμέσως σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 και τους παρέχει συνδρομή σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 8 και 9.

    4. Εάν ένας αερομεταφορέας τοποθετήσει επιβάτη σε θέση ανώτερη από εκείνη για την οποία αγοράσθηκε το εισιτήριο, δεν μπορεί να απαιτήσει επιπλέον ποσό ή πληρωμή. Εάν ένας αερομεταφορέας τοποθετήσει επιβάτη σε θέση κατώτερη από εκείνη για την οποία αγοράσθηκε το εισιτήριο, επιστρέφει τη διαφορά αντιτίμου μεταξύ του εισιτηρίου του επιβάτη και του φθηνότερου δημοσιευμένου ναύλου που διατίθεται για τη θέση στην οποία τοποθετήθηκε ο επιβάτης για το συγκεκριμένο τμήμα του ταξιδίου.

    Άρθρο 6 Επιβίβαση μειονεκτούντων επιβατών και άλλων με ειδικές ανάγκες

    Ένας αερομεταφορέας ή ταξιδιωτικός πράκτορας δεν αρνείται την επιβίβαση σε επιβάτη με ειδικές ανάγκες και στον τυχόν συνοδό του, σε επιβάτη με μειωμένη κινητικότητα ή σε ασυνόδευτο παιδί.

    Άρθρο 7 Δικαίωμα αποζημίωσης

    1. Σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης, ο επιβάτης λαμβάνει αποζημίωση ύψους:

    (α) 750 ευρώ για πτήσεις κάτω των 3.500 χιλιομέτρων,

    (β) 1.500 ευρώ για πτήσεις 3.500 χιλιομέτρων και άνω.

    Για τον καθορισμό της σχετικής απόστασης, λαμβάνεται ως βάση ο τελικός προορισμός, στον οποίο ο επιβάτης θα φθάσει καθυστερημένα μετά την προγραμματισμένη ώρα εξαιτίας της άρνησης επιβίβασης.2. Όταν ένας επιβάτης αποδέχεται να συνεχίσει τη μεταφορά του στον τελικό του προορισμό με άλλη πτήση σύμφωνα με το άρθρο 8, η ώρα άφιξης της οποίας δεν υπερβαίνει τις δύο ώρες την προγραμματισμένη ώρα άφιξης της πτήσης για την οποία είχε αρχικά κρατηθεί η θέση για πτήσεις κάτω των 3.500 χιλιόμετρα και τις τέσσερις ώρες για πτήσεις 3.500 χιλιομέτρων και άνω, ο αερομεταφορέας ή ο ταξιδιωτικός πράκτορας μπορεί να μειώσει την αποζημίωση που προβλέπεται στην παράγραφος 1 κατά 50%.

    3. Η αποζημίωση που ναναφέρεται στην παράγραφο 1 καταβάλλεται σε ρευστό ή, εφόσον συμφωνήσει γραπτώς ο επιβάτης, με τραπεζικές εντολές, τραπεζικές επιταγές, με απόδειξη καταβολής του αντιτίμου του εισιτηρίου ή/και άλλες υπηρεσίες.

    4. Οι αποστάσεις που δίδονται στις παραγράφους 1 και 2 μετρώνται με τη μέθοδο της ορθοδρομίας (μεγιστοκύκλια διαδρομή).

    Άρθρο 8 Δικαίωμα στην παροχή συνδρομής

    1. Σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης, ο επιβάτης μπορεί να επιλέξει:

    (α) την ενωρίτερη δυνατή πτήση επιστροφής στο αρχικό σημείο αναχώρησής του, επιπροσθέτως της επιστροφής όλου του αντιτίμου του εισιτηρίου του, σύμφωνα με τους όρους που το πλήρωσε, για το μέρος ή τα μέρη του ταξιδίου που δεν πραγματοποιήθηκαν και για το μέρος ή τα μέρη του ταξιδίου που ήδη πραγματοποιήθηκαν, εφόσον το αρχικό σχέδιο ταξιδίου του έχει αποβεί άσκοπο.

    (β) τη μεταφορά του με την ενωρίτερη δυνατή πτήση, υπό συγκρίσιμες συνθήκες μεταφοράς, στον τελικό του προορισμό. ή

    (γ) τη μεταφορά του, υπό συγκρίσιμες συνθήκες μεταφοράς, στον τελικό του προορισμό άλλη ημέρα η οποία θα αρμόζει στον επιβάτη.

    Παρέχεται επίσης στον επιβάτη η δυνατότητα μιας δωρεάν τηλεφωνικής κλήσης ή/και αποστολής μυνήματος με τηλέτυπο ή φωτογραφικό ή/και με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο στο σημείο του τελικού του προορισμού.

    2. Σε περίπτωση που μια πόλη ή μια περιοχή εξυπηρετείται από περισσότερα του ενός αεροδρόμια, όταν ο αερομεταφορέας ή ο ταξιδιωτικός πράκτορας προσφέρει σε έναν επιβάτη μια πτήση προς άλλο αεροδρόμιο από εκείνο για το οποίο είχε γίνει η κράτηση, ο αερομεταφορέας ή ο ταξιδιωτικός πράκτορας αναλαμβάνει το κόστος μεταφοράς του επιβάτη από το αεροδρόμιο αυτό έως εκείνο για το οποίο είχε γίνει η κράτηση είτε σε άλλο κοντά στον προορισμό με τη σύμφωνη γνώμη του επιβάτη.

    Άρθρο 9 Δικαίωμα στην παροχή συνδρομής κατά την αναμονή για επόμενη πτήση

    1. Σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης, προσφέρονται δωρεάν στους επιβάτες:

    (α) γεύματα και αναψυκτικά ανάλογα του χρόνου αναμονής τους,

    (β) διανυκτέρευση σε ξενοδοχείο όταν είναι αναγκαία η παραμονή τους για μια ή -περισσότερες νύκτες, ή πρόσθετη δπαραμονή.

    Άρθρο 10 Ακύρωση

    1. Σε περίπτωση ακύρωσης μιας πτήσης, ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις εκτός εάν ο αερομεταφορέας ή ο ταξιδωτικός πράκτορας μπορεί να αποδείξει ότι η ακύρωση οφείλεται σε εξαιρετικές περιστάσεις για τις οποίες δεν ευθύνεται.

    2. Όταν, πριν την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης, ένας αερομεταφορέας ή ταξιδιωτικός πράκτορας ακυρώνει μια πτήση ή αναμένει ότι εύλογα θα προβεί σε ακύρωση πτήσης, καταβάλλει κάθε προσπάθεια να επικοινωνήσει με τους ενδιαφερόμενους επιβάτες και συμφωνεί με αυτούς τους όρους υπό τους οποίους μπορούν να δεχθούν να παραχωρήσουν τις επικυρωμένες κρατήσεις τους. Οι επιβάτες θα μπορούν να επιλέγουν τουλάχιστον μεταξύ:

    α) είτε της επιστροφής του πλήρους αντιτίμου του εισιτηρίου τους, υπό τους όρους που το πλήρωσαν, για το μη πραγματοποιηθέν τμήμα ή τμήματα του ταξιδίου τους και για το ήδη πραγματοποιηθέν τμήμα ή τμήματα του ταξιδίους τους, εφόσον για οιοδήποτε λόγο το αρχικό σχέδιο ταξιδίου του επιβάτη αποβαίνει άσκοπο, και της επιστροφής του στο αρχικό σημείο αναχώρησης το γρηγορότερο δυνατόν. ή

    β) της δρομολόγησής τους, υπό παρεμφερείς συνθήκες μεταφοράς, στον τελικό τους προορισμό το γρηγορότερο δυνατόν. ή

    γ) της δρομολόγησής τους, υπό παρεμφερείς συνθήκες μεταφοράς, στον τελικό τους προορισμό άλλη ημέρα, με τη σύμφωνη γνώμη του επιβάτη.

    3. Στους επιβάτες, με τους οποίους ο αερομεταφορέας ή ο ταξιδιωτικός πράκτορας δεν κατέληξε σε συμφωνία σύμφωνα με την παράγραφο 2 και οι οποίοι παρουσιάζονται στον έλεγχο εισιτηρίων σύμφωνα με το άρθρο 3, παρέχεται η αποζημίωση και η συνδρομή που προδιαγράφονται στα άρθρα 7, 8 και 9.

    Άρθρο 11 Καθυστέρηση

    1. Όταν ένας αερομεταφορέας ή ταξιδιωτικός πράκτορας εκτιμά εύλογα ότι μια πτήση θα έχει καθυστέρηση δύο ώρες ή περισσότερο ως προς την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησής(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) της για τις πτήσεις κάτω των 3.500 χιλιομέτρων ή τέσσερις ώρες για τις πτήσεις 3.500 χιλιομέτρων και άνω, παρέχει στους επιβάτες τη συνδρομή που προδιαφράφεται στο άρθρο 8 στην περίπτωση άρνησης επιβίβασης.

    Και στις δύο περιπτώσεις, παρέχει τη συνδρομή το αργότερο εντός δύο ωρών μετά την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης για τις πτήσεις κάτω των 3.500 χιλιομέτρων και το αργότερο εντός τεσσάρων ωρών μετά την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησης για τις πτήσεις 3.500 χιλιομέτρων και άνω.

    2. Όταν ένας αερομεταφορέας ή ταξιδιωτικός πράκτορας εκτιμά εύλογα ότι μια πτήση θα έχει καθυστέρηση δύο ώρες ή περισσότερο ως προς την προγραμματισμένη ώρα αναχώρησής της, παρέχει αμέσως τη συνδρομή, όπως προδιαφράφεται στο άρθρο 9 στην περίπτωση άρνησης επιβίβασης, στους επιβάτες με ειδικές ανάγκες και τους τυχόν συνοδούς τους, στους επιβάτες με μειωμένη κινητικότητα ή στα ασυνόδευτα παιδιά, καθώς επίσης παρέχει κάθε άλλη εύλογα απαραίτητη συνδρομή για την εκπλήρωση των ειδικών αναγκών των επιβατών αυτών.

    Άρθρο 12 Περαιτέρω αποζημίωση

    Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται με την επιφύλαξη μετέπειτα προσφυγής ενός επιβάτη σε αρμόδιο δικαστήριο προκειμένου να τύχει μεγαλύτερης αποζημίωσης.

    Άρθρο 13 Αποζημίωση από τρίτο μέρος

    Σε περίπτωση που ένας αερομεταφορέας ή ταξιδιωτικός πράκτορας καταβάλει την αποζημίωση ή εκπληρώσει τις υπόλοιπες υποχρεώσεις του βάσει του παρόντος κανονισμού, καμια διάταξη του παρόντος κανονισμού δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως περιοριστική του δικαιώματός του να απαιτήσει αποζημίωση από τρίτο μέρος σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

    Άρθρο 14 Υποχρέωση ενημέρωσης των επιβατών για τα δικαιώματά τους

    1. Η νομική οντότητα που είναι αρμόδια για τον έλεγχο εισιτηρίων των επιβατών διασφαλίζει ότι στην περιοχή ελέγχου των εισιτηρίων υπάρχει ανηρτημένη με ευδιάκριτο για τους επιβάτες τρόπο ευανάγνωστη γνωστοποίηση, η οποία περιέχει το εξής κείμενο: "Σε περίπτωση άρνησης επιβίβασής σας ή τουλάχιστον δίωρης καθυστέρησης της πτήσης σας, ζητήστε στη θυρίδα ελέγχου των εισιτηρίων ή στη θύρα εξόδου το κείμενο όπου δηλώνονται τα δικαιώματά σας, ιδίως όσον αφορά την αποζημίωση και την παροχή συνδρομής".

    2. Ο αερομεταφορέας ή ο ταξιδιωτικός πράκτορας, ο οποίος αρνείται την επιβίβαση ή ακυρώνει μια πτήση, παρέχει σε κάθε ενδιαφερόμενο επιβάτη γραπτή γνωστοποίηση με τους κανόνες αποζημίωσης και την παροχή συνδρομής σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Την ίδια γνωστοποίηση παρέχει επίσης σε κάθε επιβάτη που έχει υποστεί τουλάχιστον δίωρη καθυστέρηση.

    Άρθρο 15 Αποκλεισμός αποποίησης

    Οι αερομεταφορείς ή ταξιδιωτικοί πράκτορες δεν μπορούν να περιορίζουν ή να αποποιούνται των υποχρέωσεών τους έναντι των επιβατών, ιδίως με ρήτρα περιορισμού ή παρέκκλισης στη σύμβαση μεταφοράς.

    Άρθρο 16 Κυρώσεις

    Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες επιβολής κυρώσεων που ισχύουν για την παραβίαση του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις σχετικές διατάξεις στην Επιτροπή το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2004, καθώς επίσης κοινοποιούν χωρίς καθυστέρηση τις τυχόν μετέπειτα τροποποιήσεις τους.

    Άρθρο 17 Εφαρμογή

    Κάθε κράτος μέλος ορίζει τον φορέα που είναι αρμόδιος για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και τον δημοσιοποιεί. Ο φορέας είναι αρμόδιος για την επιβολή του κανονισμού στους αερολιμένες που βρίσκονται στο έδαφός του κράτους μέλους και για τις πτήσεις από τρίτες χώρες προς τους αερολιμένες σε αυτό το έδαφος. Είναι αρμόδιος, μεταξύ άλλων, για την έρευνα των καταγγελιών που αφορούν την τήρηση του παρόντος κανονισμού και για τη λήψη των μέτρων που είναι αναγκαία για να καταστούν σεβαστά τα δικαιώματα των επιβατών.

    Άρθρο 18 Καταγγελίες

    Ένας επιβάτης μπορεί να υποβάλλει καταγγελία σε οιοδήποτε φορέα έχει ορίσει ένα κράτος μέλος σχετικά με τυχόν παραβίαση του κανονισμού σε οιοδήποτε αερολιμένα ή σχετικά με οιαδήποτε πτήση από τρίτη χώρα προς αερολιμένα του κράτους μέλους [όπου ισχύει η Συνθήκη] ή σχετικά με πτήση από τρίτη χώρα προς αερολιμένα σε αυτό το έδαφος. Ο φορέας, εφόσον δεν είναι ο αρμόδιος, κοινοποιεί την καταγγελία σε εκείνον που είναι αρμόδιος για την επιβολή του κανονισμού στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ο αρμόδιος φορέας ερευνά την καταγγελία και λαμβάνει τα μέτρα που είναι αναγκαία για να καταστούν σεβαστά τα δικαιώματα του επιβάτη.

    Άρθρο 19 Έκθεση

    Η Επιτροπή θα συντάξει έκθεση προς το Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έως την 1η Ιανουαρίου 2008 το αργότερο σχετικά με τη λειτουργία και τα αποτελέσματα του παρόντος κανονισμού, ιδίως σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις του στην άρνηση επιβίβασης και την ακύρωση πτήσεων.

    Η έκθεση θα συνοδεύεται από νομοθετικές προτάσεις, εφόσον χρειασθεί.

    Άρθρο 20 Κατάργηση

    Ο κανονισμός (EΟΚ) αριθ. 295/91 καταργείται.

    Άρθρο 21 Έναρξη ισχύος

    Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και εφαρμόζεται άμεσα σε κάθε κράτος μέλος

    Bρυξέλλες,

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

    Η Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

    ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΑ ΣΤΙΣ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

    Ονομασία της πρότασης

    Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση αποζημίωσης και παροχής συνδρομής των επιβατών αεροπορικών μεταφορών σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ακύρωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης.

    Αριθμός αναφοράς του εγγράφου

    Η πρόταση

    Ο κανονισμός παρέχει στους επιβάτες το δικαίωμα χρηματικής αποζημίωσης, αλλαγής πτήσης ή επιστροφής του αντιτίμου του εισητηρίου τους, και συνδρομής στον αερολιμένα σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης ή ακύρωσης της πτήσης. Παρέχει στους επιβάτες που η πτήση τους έχει μεγάλη καθυστέρηση το δικαίωμα αλλαγής πτήσης ή επιστροφής του αντιτίμου του εισητηρίου τους. Θα ισχύει για όλους τους αερομεταφορείς που εκτελούν πτήσεις οι οποίες αναχωρούν από κοινοτικούς αερολιμένες και για όλους τους κοινοτικούς αερομεταφορείς που εκτελούν πτήσεις από μη κοινοτικούς αερολιμένες προς κοινοτικούς αερολιμένες (υπό ορισμένες προϋποθέσεις). Ο κανονισμός θα αντικαταστήσει τον κανονισμό αριθ. 295/91 του Συμβουλίου της 4ης Φεβρουαρίου 1991 για τη θέσπιση κοινών κανόνων σχετικών με ένα σύστημα αντισταθμιστικών παροχών σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης κατά τις τακτικές αεροπορικές μεταφορές.

    Επιπτώσεις στις επιχειρήσεις

    Οι κοινοτικοί αερομεταφορείς και ταξιδιωτικοί πράκτορες και οι μη κοινοτικοί αερομεταφορείς οι οποίοι εκτελούν πτήσεις που αναχωρούν από λιμένες της Κοινότητας οφείλουν να συμμορφωθούν προς τον προτεινόμενο κανονισμό και επομένως πρέπει να αλλάξουν τους όρους μεταφοράς που εφαρμόζουν.

    Ο τομέας των αερομεταφορών χαρακτηρίζεται από ορισμένες μεγάλες αεροπορικές εταιρείες οι οποίες μεταφέρουν την πλειονότητα των επιβατών. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη γεωγραφική συγκέντρωση των εταιρειών αυτών.

    Tο κόστος αποζημίωσης και παροχής συνδρομής στους επιβάτες που υπόκεινται σε άρνηση επιβίβασης, επιπροσθέτως εκείνου για την εκπλήρωση των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού δεν πρέπει να είναι υπέρογκο, αν και είναι δύσκολο να προβλεφθεί επακριβώς. Δεν υφίστανται σοβαροί λόγοι να πιστεύεται ότι οι επιβάτες θα λαμβάνουν συστηματικά αποζημίωση υψηλότερη από αυτήν που ισχύει σήμερα ως προϋπόθεση για την οικειοθελή παραίτησή από την κράτησή τους. Ωστόσο, το ύψος της αποζημίωσης των επιβατών που δεν παραχωρούν οικειοθελώς την κράτησή τους και υπόκεινται σε άρνηση επιβίβασης θα είναι υψηλότερο από εκείνο που ορίζει ο παρών κανονισμός. Επίσης, το πεδίο εφαρμογής του προτεινόμενου κανονισμού είναι ευρύτερο από εκείνο του ισχύοντος κανονισμού: επεκτείνει την παροχή αποζημίωσης στην ακύρωση πτήσεων για λόγους που δεν είναι υπό τον έλγχο του αερομεταφορέα ή του ταξιδιωτικού πράκτορα.

    Επειδή πάντως η άρνηση επιβίβασης αφορά σε χονδρικές γραμμές έναν στους χίλιους επιβάτες, οι συνέπειες επί των εσόδων και κερδών δεν θα είναι σοβαρές. Επίσης οι επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα των αεροπορικών εταιρειών στην Κοινότητα θα είναι μικρές, διότι θα καλύπτονται όλοι οι αερομεταφορείς που εκτελούν πτήσεις με αναχώρηση από τους κοινοτικούς αερολιμένες, είτε αυτοί είναι της Κοινότητας είτε τρίτων χωρών.

    Οι συνέπειες στην απασχόληση, τις επενδύσεις ή τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων δεν θα είναι σημαντικές.

    Σημειώνεται ότι οι αερομεταφορείς στις Ηνωμένες Πολιτείες υπόκεινται σε νομοθεσία για την αποζημίωση σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης βασιζόμενη σε εθελούσιο σύστημα το οποίο έχει αποδειχθεί αποτελεσματικό.

    Top