This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Συμβούλιο») είναι ένα από τα κύρια θεσμικά όργανα λήψης αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στις συνεδριάσεις του συμμετέχουν υπουργοί από τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ. Ασκεί καθήκοντα χάραξης πολιτικών και συντονισμού.
Η έδρα του Συμβουλίου βρίσκεται στις Βρυξέλλες, αλλά, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο αριθ. 6 των Συνθηκών και τον εσωτερικό κανονισμό του, οι συνεδριάσεις του πραγματοποιούνται στο Λουξεμβούργο τον Απρίλιο, τον Ιούνιο και τον Οκτώβριο. Οι σύνοδοι του Συμβουλίου (εκτός από τις συνόδους του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων) συγκαλούνται και προεδρεύονται από την εξάμηνη προεδρία.
Το Συμβούλιο συνεδριάζει σε 10 συνθέσεις, στο πλαίσιο των οποίων συνέρχονται οι αρμόδιοι υπουργοί των κρατών μελών:
Το Συμβούλιο «Γενικών Υποθέσεων» προετοιμάζει και παρακολουθεί τις συνόδους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, μαζί με τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και την Επιτροπή (άρθρο 16 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση). Είναι υπεύθυνο για τον συνολικό συντονισμό των πολιτικών, θεσμικών και διοικητικών θεμάτων και τομέων που επηρεάζουν περισσότερες από μία πολιτικές της ΕΕ, όπως το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και τη διεύρυνση. Εξασφαλίζει τη συνοχή και τη συνεχή ροή των εργασιών των διαφόρων συνθέσεων του Συμβουλίου.
Οι εργασίες του Συμβουλίου προετοιμάζονται από την Επιτροπή Μόνιμων Αντιπροσώπων των κρατών μελών (Coreper). Προκειμένου να συνδράμει στην προετοιμασία των εργασιών του Συμβουλίου, η Coreper μπορεί να συστήσει ομάδες εργασίας ή επιτροπές.
Η Coreper χωρίζεται σε 2 μέρη:
Το Συμβούλιο ασκεί, μαζί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα νομοθετικά και δημοσιονομικά καθήκοντα. Αποτελεί επίσης το κύριο θεσμικό όργανο για τη λήψη αποφάσεων σε θέματα κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ). Τα κράτη μέλη συντονίζουν τις οικονομικές πολιτικές τους στο Συμβούλιο.
Το Συμβούλιο, στις περισσότερες περιπτώσεις, αποφασίζει κατόπιν πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, από κοινού με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία. Ανάλογα με το θέμα, αποφασίζει με απλή πλειοψηφία, με ειδική πλειοψηφία ή ομοφωνία. Η ειδική πλειοψηφία είναι ο εξ ορισμού κανόνας ψηφοφορίας.
Σύμφωνα με τις Συνθήκες, ορισμένες αποφάσεις δεν λαμβάνονται από το Συμβούλιο, αλλά με κοινή συμφωνία των κυβερνήσεων των κρατών μελών, για παράδειγμα, οι διορισμοί των δικαστών και των γενικών εισαγγελέων στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή ο καθορισμός των εδρών των θεσμικών οργάνων και των οργανισμών. Οι αποφάσεις αυτές λαμβάνονται γενικά στο πλαίσιο των συνεδριάσεων του Συμβουλίου ή της Coreper. Δεν συνιστούν πράξεις της ΕΕ και επομένως δεν μπορεί να γίνει προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ