EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52002SC0278

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 251 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης ΕΚ σχετικά με την κοινή θέση που καθόρισε το Συμβούλιο σχετικά με την έκδοση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας

/* SEC/2002/0278 τελικό - COD 2001/0086 */

52002SC0278

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 251 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης ΕΚ σχετικά με την κοινή θέση που καθόρισε το Συμβούλιο σχετικά με την έκδοση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας /* SEC/2002/0278 τελικό - COD 2001/0086 */


ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ σύμφωνα με το άρθρο 251 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης ΕΚ σχετικά με την Κοινή θέση που καθόρισε το Συμβούλιο σχετικά με την έκδοση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας

2001/0086 (COD)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ σύμφωνα με το άρθρο 251 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης ΕΚ σχετικά με την Κοινή θέση που καθόρισε το Συμβούλιο σχετικά με την έκδοση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας

1. ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Ημερομηνία υποβολής της πρότασης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (έγγραφο COM(2001)168 τελικό - 2001/0086 (COD)): // 27.3.2001

Ημερομηνία της γνώμης της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [1] : // 28.11.2001

[1] ΕΕ C ..., ..., σ. ...

Ημερομηνία της γνώμης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πρώτη ανάγνωση [2] : // 13.12.2001

[2] ΕΕ C ..., ..., σ. ... Εισηγητής: Fernαndez Perez Royo

Ημερομηνία έγκρισης της κοινής θέσης [3] : // 5.3.2002

[3] ΕΕ C ..., ..., σ. ...

2. Ο ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Η προτεινόμενη οδηγία αποβλέπει στην επίλυση των κυριότερων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η διασυνοριακή χρήση ασφαλειών στις χρηματοοικονομικές αγορές υπηρεσιών χονδρικής. Συνεπώς συμβάλει στην ενοποίηση της ευρωπαϊκής χρηματοοικονομικής αγοράς και επιτρέπει την πλήρη αξιοποίηση του ενιαίου νομίσματος. Καταργεί ορισμένες χρονοβόρες και πολύπλοκες διοικητικές διαδικασίες και δημιουργεί ένα σαφές πλαίσιο το οποίο συνεπάγεται νομική ασφάλεια στους τομείς των ασφαλειών:

- εγκαθιδρύοντας έναν αποτελεσματικό και απλό κοινοτικό καθεστώς για την παροχή ασφαλειών.

- προστατεύοντας εν μέρει τις συμβάσεις παροχής ασφαλειών έναντι ορισμένων διατάξεων του πτωχευτικού δικαίου, ειδικότερα έναντι όσων θα μπορούσαν να αποτελέσουν εμπόδιο για τη ρευστοποίηση της ασφάλειας ή να καταστήσουν αβέβαιη την ισχύ των σημερινών τεχνικών.

- διασφαλίζοντας τη νομική ασφάλεια σε ό,τι αφορά τη διασυνοριακή παροχή ασφαλειών με τη μορφή άυλων τίτλων επεκτείνοντας τις αρχές που εφαρμόζονται ήδη βάσει της οδηγίας 98/26/EΚ [4] σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού για να καθοριστεί που βρίσκονται οι εν λόγω τίτλοι

[4] ΕΕ L 166, 11.6.1998, σ. 45.

- περιορίζοντας τις πολύπλοκες δαπανηρές διαδικασίες στις οποίες υπόκειται η δημιουργία και η εκτέλεση συμβάσεων παροχής ασφαλειών.

- διασφαλίζοντας τη σύναψη αποτελεσματικών συμφωνιών που θα επιτρέπουν στον ασφαλειολήπτη να επαναχρησιμοποιεί την ασφάλεια για δικούς της σκοπούς στο πλαίσιο ενεχυρίασης, μέθοδος που είναι κλασική για τις εγγυοδοσίες.

3. ΣΧΟΛΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

3.1. Γενικά σχόλια

Αν και ορισμένα σημαντικά τμήματα του αρχικού κειμένου της πρότασης έχουν επαναδιατυπωθεί, η κοινή θέση διατηρεί την ουσία της αρχικής πρότασης της Επιτροπής. Συνεπώς, η Επιτροπή ενέκρινε το κείμενο της ομόφωνης πολιτικής συμφωνίας του συμβουλίου ECOFIN της 13ης Δεκεμβρίου 2001, τροποποιώντας προφορικά την αρχική της πρόταση (αντί να υποβάλει τροποποιημένη πρόταση γραπτώς). Οι ελάχιστες σημαντικές τροποποιήσεις ως προς την κοινή θέση αφορούν:

- το πεδίο εφαρμογής.

- τους όρους που πρέπει να πληρούν τα μέρη τα οποία συνάπτουν συμφωνίες χρηματοοικονομικής ασφάλειας ώστε να προστατεύονται από την οδηγία, για παράδειγμα τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να πιστοποιείται και να υπογράφεται η συμφωνία από τα μέρη.

- τη διάθεση της ασφάλειας από τον ασφαλειολήπτη όταν συμβαίνει γεγονός που συνεπάγεται την εκτέλεση της ασφάλειας.

- το άρθρο 9 (άρθρο 10 της αρχικής πρότασης) σχετικά με τη σύγκρουση των νομοθεσιών, που καθορίζει που βρίσκονται οι ασφάλειες με τη μορφή άυλων τίτλων και, συνεπώς, ποιο είναι το δίκαιο που διέπει τις περιουσιακές πτυχές αυτών των τίτλων, όπως στο άρθρο 9, παράγραφος 2 της οδηγίας 98/26/EΚ.

Οι τροποποιήσεις αυτές, που βασίζονται στον ίδιο γενικό προβληματισμό με τις τροποποιήσεις του Κοινοβουλίου, σχολιάζονται λεπτομερώς στη συνέχεια. Περιγράφονται επίσης και οι άλλες τροποποιήσεις που επιφέρει η κοινή θέση στην αρχική πρόταση.

3.2. Τροποποιήσεις του Κοινοβουλίου η ουσία των οποίων περιλαμβάνεται στην κοινή θέση

3.2.1. Αιτιολογική σκέψη

3.2.1.1. Γενικό σχόλιο

Κατά την ψηφοφορία σε πρώτη ανάγνωση, η Επιτροπή δέχθηκε τις τροπολογίες του Κοινοβουλίου στο προοίμιο. Οι υπόλοιπες τροποποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο κείμενο της κοινής θέσης αντικατοπτρίζουν τις τροποποιήσεις στα άρθρα, ή διευκρινίζουν την ερμηνεία των υπαρχόντων άρθρων, στο πνεύμα της αρχικής πρότασης.

3.2.1.2. Αιτιολογικές σκέψεις που τροποποιήθηκαν για να ληφθούν υπόψη οι τροπολογίες του Κοινοβουλίου

Η τροπολογία 1 του Κοινοβουλίου έγινε δεκτή στην κοινή θέση. Συνεπώς, η δεύτερη φράση της αιτιολογικής σκέψης 11, που υπογράμμιζε ότι η οδηγία δεν προστατεύει τις λεγόμενες συμπληρωματικές ασφάλειες που καλύπτουν τον πιστοληπτικό κίνδυνο (ασφάλειες που είναι απαραίτητες σε περίπτωση επιδείνωσης της πιστοληπτικής ικανότητας του ασφαλειοδότη), καταργήθηκε, ώστε να επαφίεται η προστασία αυτού του είδους των ασφαλειών στο εθνικό δίκαιο.

Η τροπολογία 2 που συνιστούσε την κατάργηση της αιτιολογικής σκέψης σχετικά με την επιτροπολογία εγκρίθηκε και αυτή, γεγονός που αντιστοιχεί στην κατάργηση των άρθρων 10 και 11 που αφορούν το ίδιο θέμα.

3.2.1.3. Τροποποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν στις αιτιολογικές σκέψεις της κοινής θέσης ανεξάρτητα από τις τροποποιήσεις του Κοινοβουλίου

Οι αιτιολογικές σκέψεις του κειμένου της κοινής θέσης που παρατίθενται στη συνέχεια είναι σχεδόν ταυτόσημες με αυτές του κειμένου της αρχικής πρότασης: 1-3, 5 (4 στην αρχική πρόταση), 7 (5), 12 (7), 14 (10), 21 (15) και 22 (16). Οι αιτιολογικές αυτές σκέψεις εκθέτουν κυρίως τα θεμελιώδη αίτια και τους στόχους της πρότασης.

Οι νέες αιτιολογικές σκέψεις που παρατίθενται στη συνέχεια διευκρινίζουν την ερμηνεία της αρχικής πρότασης της Επιτροπής: 4, 6, 10 (το μισό του κειμένου βασίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της αρχικής πρότασης), 13, 15, 16 (η πρώτη φράση βασίζεται στην παλαιά αιτιολογική σκέψη 11), 17, 19 και 20. Ειδικότερα, το κείμενο αυτών των αιτιολογικών σκέψεων διατηρεί την ισόρροπη προσέγγιση που εγκρίθηκε στην πρόταση: να δημιουργηθούν μη τυπολατρικές διαδικασίες εκτέλεσης προστατεύοντας ορισμένες από τις υπάρχουσες χρηματοοικονομικές πρακτικές (όπως την παροχή συμπληρωματικών χρηματοοικονομικών ασφαλειών ή το δικαίωμα χρήσης της ασφάλειας σε περίπτωση ενεχυριασμένων στοιχείων ενεργητικού) έναντι ορισμένων αυτόματων διαλυτικών ρητρών με την επιφύλαξη των δικαστικών ελέγχων ex post, που παραμένουν απαραίτητοι στην περίπτωση πράξεων που έχουν συναφθεί κακή τη πίστη ή που αποτελούν καταχρηστική εμπορική πρακτική.

Οι ακόλουθες αιτιολογικές σκέψεις είναι νέες ή έχουν τροποποιηθεί βάσει των τροποποιήσεων των άρθρων : 8 (αντιστοιχεί στην αιτιολογική σκέψη 8 της αρχικής πρότασης), 9 (6), 11 και 18 (13). Οι τροποποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν στις αιτιολογικές σκέψεις 8-9 είναι σύμφωνες με τις τροπολογίες 3 και 17 του Κοινοβουλίου. αφορούν το άρθρο σχετικά με τη σύγκρουση νομοθεσιών και την απαίτηση να έχει χορηγηθεί η ασφάλεια ώστε να εντάσσεται στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας (η αιτιολογική σκέψη 11 διευκρινίζει επιπλέον ότι για την παροχή χρηματοοικονομικής ασφάλειας πρέπει να υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία). Η αιτιολογική σκέψη 18 διευκρινίζει τη χρήση των ασφαλειών σε μετρητά.

Η αιτιολογική σκέψη 9 της αρχικής πρότασης (σχετικά με τους αντισυμβαλλόμενους τρίτων χωρών) καταργήθηκε.

3.2.2. Βασικές διατάξεις

3.2.2.1. Γενικό σχόλιο

Οι τροποποιήσεις του Κοινοβουλίου στα άρθρα έγιναν δεκτές από την Επιτροπή κατά την ψηφοφορία σε πρώτη ανάγνωση, μέσω ορισμένων συντακτικών τροποποιήσεων, ώστε να επιτευχθεί η τελική συμφωνία για το κείμενο της κοινής θέσης.

3.2.2.2. Άρθρα που τροποποιήθηκαν ώστε να ληφθούν υπόψη οι τροπολογίες του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση

- Τροπολογίες 3, 4, 10, 11 και 12 - Άρθρα 1 και 2 (2 και 3 της αρχικής πρότασης)

Οι απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν τα μέρη που συνάπτουν συμφωνία χρηματοοικονομικής ασφάλειας βάσει της οδηγίας συμφωνήθηκαν μετά από μακρές και πολύπλοκες διαπραγματεύσεις. Το άρθρο 2 της αρχικής πρότασης της Επιτροπής απαιτούσε απλώς γραπτή συμφωνία (περιλαμβανομένης και της ηλεκτρονικής μορφής) που να διευκρινίζει τους όρους χορήγησης της ασφάλειας. Εξάλλου, η ίδια συμφωνία έπρεπε να υπογράφεται από τον ασφαλειοδότη (περιλαμβανομένης και πιστοποιημένης ηλεκτρονικής υπογραφής). Ωστόσο, οι απαιτήσεις αυτές προσαρμόστηκαν ώστε να διαθέτουν οι συναλλασσόμενοι ένα ακόμη πιο ευέλικτο πλαίσιο, όπως δείχνουν οι τροπολογίες 3 και 10 του Κοινοβουλίου καθώς και το άρθρο 1 παράγραφος 5 της κοινής θέσης, που προβλέπει ότι η παροχή της ασφάλειας πρέπει να πιστοποιείται εγγράφως. Επιπλέον, το ίδιο άρθρο διευκρινίζει επίσης ότι η συμφωνία αυτή πιστοποιείται εγγράφως ή "με νομικά ισοδύναμο τρόπο", κάτι που είναι τόσο εφικτό όσο και ικανοποιητικό από εποπτική άποψη και επαρκώς ευέλικτο ώστε να ανταποκρίνεται στις απόψεις του Κοινοβουλίου και να ικανοποιεί την Επιτροπή.

Ο ορισμός της έννοιας του "εγγράφως" αναθεωρήθηκε ανάλογα: έτσι, το άρθρο 2, παράγραφος 3 της κοινής θέσης αντικατοπτρίζει γενικά την τροπολογία 12 του Κοινοβουλίου. Μια άλλη βασική προϋπόθεση που έπρεπε να τηρείται ώστε η χρηματοοικονομική ασφάλεια να εισέρχεται στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας είναι η μη κυριότητα, δηλαδή η μεταφορά της κυριότητας της ασφάλειας ή του ελέγχου της στον ασφαλειολήπτη ή σε πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό του. Το γεγονός αυτό υπογραμμίζεται στον ορισμό της "παροχής ασφάλειας" άρθρο 2, παράγραφος 2 της κοινής θέσης κατά τον ίδιο περίπου τρόπο με την τροπολογία 11. Τέλος, οι διατάξεις της κοινής θέσης αναφέρονται σε συμφωνία "χρηματοοικονομικής" ασφάλειας, όπως προέβλεπε η τροπολογία 4.

- Τροπολογίες . 5 έως 9, 18 και 19 - Άρθρο 1, παράγραφος 2, (Άρθρο 2, παράγραφος 4 της αρχικής πρότασης)

Προσαρμόστηκε επίσης το προσωπικό πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, ώστε να ληφθούν υπόψη οι γνώμες που εκφράστηκαν με επιμονή τόσο από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και από το Συμβούλιο. Η αρχική πρόταση της Επιτροπής κάλυπτε τις δημόσιες αρχές, τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα που υπόκεινται σε εποπτεία και τις μεγάλες εταιρείες οι οποίες ορίζονται βάσει ορισμένων ορίων, που θα μπορούσαν να ενημερώνονται με διαδικασία επιτροπολογίας. Ωστόσο, η τελευταία αυτή προσέγγιση δεν επελέγη από το Κοινοβούλιο, οι τροπολογίες 5 έως 9 του οποίου διευρύνουν το πεδίο εφαρμογής περιλαμβάνοντας όλα τα είδη εταιρειών, εφόσον το αντισυμβαλλόμενο μέρος είναι, γενικά, χρηματοοικονομικό ίδρυμα ή δημόσια αρχή. Το άρθρο 1, παράγραφος 2 της κοινής θέση αντικατοπτρίζει τόσο την ίδια ανησυχία εποπτικού επιπέδου όσο και έναν πολιτικό συμβιβασμό, ενσωματώνοντας μία ρήτρα απαλλαγής που επιτρέπει στα κράτη μέλη να εξαιρέσουν μη χρηματοοικονομικές εταιρείες από το πεδίο εφαρμογής: ορισμένα κράτη μέλη θεωρούσαν ότι η ένταξη όλων των ειδών μη χρηματοοικονομικών εταιρειών θα μπορούσε να δημιουργήσει δυσκολίες σε περίπτωση πτώχευσης σχετικά με την σειρά προτεραιότητας των πιστωτών.

Η Επιτροπή δέχθηκε αυτή τη ρήτρα απαλλαγής ελπίζοντας ότι δεν θα χρησιμοποιηθεί υπερβολικά και ότι αν χρησιμοποιηθεί, θα έχει περιορισμένες μόνο επιπτώσεις. Κατά τη γνώμη της Επιτροπής, θα είναι πολύ δύσκολο ή αρνητικό για ένα κράτος μέλος να εξαιρέσει οριστικά εταιρείες από το πλεονέκτημα της οδηγίας, πόσο μάλλον που ορισμένες μεγάλες εταιρείες χρησιμοποιούν ήδη εγγυοδοτικές τεχνικές στις χρηματοοικονομικές αγορές υπηρεσιών χονδρικής.

Πέραν από τις τροποποιήσεις αυτές στη διάρθρωση του προσωπικού πεδίου εφαρμογής, το άρθρο 1, παράγραφος 2 της κοινής θέσης περιλαμβάνει επίσης και άλλες διευκρινίσεις για τους ορισμούς των συγκεκριμένων οργανισμών, επαναλαμβάνοντας στην πράξη τα κείμενα των τροπολογιών 6 έως 8 του Κοινοβουλίου.

Σύμφωνα με την τροπολογία 9 του Κοινοβουλίου, καταργούνται τα όρια που καθορίζουν το είδος των εταιρειών που εισέρχονται στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας. Συνεπώς, καταργήθηκαν τα πρώην άρθρα 11 και 12 για την επιτροπολογία που δεν είχαν πλέον λόγο ύπαρξης, σύμφωνα με τις τροπολογίες του Κοινοβουλίου 18 και 19.

- Τροπολογίες . 13 και 14 - Άρθρο 4 (5 της αρχικής πρότασης)

Στην περίπτωση "γεγονότος που συνεπάγεται αναγκαστική εκτέλεση", δηλαδή που επιτρέπει στον ασφαλειολήπτη να ρευστοποιήσει την ασφάλεια, η πρόταση που υποβλήθηκε αρχικά από την Επιτροπή επέτρεπε ήδη στον ασφαλειολήπτη να πωλήσει την ασφάλεια που αποτελείτο από χρηματοοικονομικά μέσα. Εναλλακτικά, η κοινή θέση επιτρέπει επίσης την απόκτηση κυριότητας, με την επιφύλαξη συμφωνίας των μερών, ειδικότερα σχετικά με την αποτίμηση της ασφάλειας, σύμφωνα με τις τροπολογίες 13 και 14 που κατέθεσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ωστόσο, ορισμένα κράτη μέλη αναφέρθηκαν στη θεμελιώδη αρχή, σύμφωνα με την οποία οποιαδήποτε ασφάλεια ρευστοποιείται, για να αποτιμάται δίκαια πρέπει να αποτιμάται ανεξάρτητα. Συνεπώς φάνηκε απαραίτητο, στο κείμενο της κοινής θέσης, να μπορούν τα κράτη μέλη που δεν επιτρέπουν την απόκτηση κυριότητας της ασφάλειας κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας να μην αναγνωρίζουν την τεχνική αυτή.

- Τροπολογία 15 - Άρθρο 5 (6 της αρχικής πρότασης)

Το κείμενο της κοινής θέσης προβλέπει ότι για ασφάλεια που αποτελεί αντικείμενο συμφωνίας εγγυοδοσίας με παροχή ασφάλειας ο ασφαλειολήπτης μπορεί να ασκήσει δικαίωμα χρήσης της ασφάλειας μόνο αν αυτό έχει συμφωνηθεί μεταξύ των μερών, σύμφωνα με την τροπολογία 15 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

- Τροπολογία 17 - Άρθρο 9 (10 της αρχικής πρότασης)

Το άρθρο με στόχο τον διακανονισμό ενδεχόμενης σύγκρουσης νομοθεσιών τροποποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό: η παλιά παράγραφος 2 καταργήθηκε στην κοινή θέση, σύμφωνα με την τροπολογία 17 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε παρεμβολή με τις συνεχιζόμενες συζητήσεις στη Διάσκεψη της Χάγης για το διεθνές ιδιωτικό δίκαιο που αφορούν το ίδιο θέμα. Εξάλλου, βελτιώθηκαν οι υπόλοιπες διατάξεις του άρθρου, ώστε να ληφθούν υπόψη οι τροποποιήσεις από το σχέδιο σύμβασης της Χάγης.

- Τροπολογία 20 - Άρθρο 11 (12 της αρχικής πρότασης )

Στην τροπολογία 20, το Κοινοβούλιο υπερασπιζόταν την ιδέα εφαρμογής της οδηγίας ένα χρόνο νωρίτερα απ' ότι προέβλεπε η αρχική πρόταση της Επιτροπής (δηλαδή τέλη του 2003 αντί για τέλη του 2004). Λόγω των πολύπλοκων επιπτώσεων της οδηγίας σε ό,τι αφορά τα περιουσιακά δικαιώματα, την νομοθεσία για τις πτωχεύσεις και τους κανόνες για τις συγκρούσεις νομοθεσιών, το κείμενο της κοινής θέσης απαιτεί απλώς να την εφαρμόσουν τα κράτη μέλη εντός προθεσμίας 18 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Στοκχόλμης (2001), τα κράτη μέλη συμφωνούν ότι τα θα πρέπει να καταβάλουν κάθε προσπάθεια ώστε να ολοκληρώσουν την ενοποίηση των αγορών κινητών αξιών ως τα τέλη του 2003. Η κοινή αυτή δέσμευση οδηγεί στην ταχεία έγκριση και, στη συνέχεια, εφαρμογή της οδηγίας.

3.2.2.3. Νέες διατάξεις που εισήχθησαν από το Συμβούλιο

- Άρθρο 1 (1 και 2 της αρχικής πρότασης )

Το άρθρο 1, παράγραφος 4 στοιχείο β) της κοινής θέσης επιτρέπει στα κράτη μέλη να αποκλείσουν από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας τα χρηματοοικονομικά μέσα που συνδέονται άμεσα με τα παραγωγικά μέσα του ασφαλειοδότη. Σκοπός είναι να μη τεθούν σε κίνδυνο ενδεχόμενα μέτρα εξυγίανσης για τον εν λόγω ασφαλειοδότη. Ο στόχος αυτός συμβιβάζεται απόλυτα με την αρχική πρόταση: Η Επιτροπή δεν θέλησε ποτέ να εισέλθουν τα ακίνητα και κινητά περιουσιακά στοιχεία στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.

Εξάλλου, ο ορισμός των "σχετικών χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων" από την οδηγία μεταφέρθηκε από το άρθρο 1 παράγραφος 6 (αρχική πρόταση) στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο στ) (κοινή θέση).

- Άρθρο 2 (3 της αρχικής πρότασης)

Ο ορισμός των ακόλουθων όρων, που δεν θεωρήθηκε χρήσιμος, καταργήθηκε: "συμφωνίες επαναγοράς", "ασφαλειοδότης" "ασφαλειολήπτης", "χρηματοοικονομική ασφάλεια", "σχετικός ενδιάμεσος" και "εγγυοδοτικός λογαριασμός τίτλων". Ωστόσο, η "χρηματοοικονομική ασφάλεια" ορίζεται στο άρθρο 1, παράγραφος 4 στοιχείο α), της κοινής θέσης, που εισάγει, επιπλέον, τον ορισμό του όρου "μετρητά" στο άρθρο 2, παράγραφος 1 στοιχείο δ), ώστε να αποκλειστούν τα τραπεζογραμμάτια από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.

- Άρθρο 3 (4 της αρχικής πρότασης )

Για να διευκολυνθεί η μη τυπολατρική εφαρμογή των συμφωνιών χρηματοοικονομικής ασφάλειας, η αρχική πρόταση της Επιτροπής περιείχε έναν (μη εξαντλητικό κατάλογο) μη απαραίτητων τυπικών πράξεων, στο μέτρο όπου υπερέβαιναν τις απαιτήσεις του άρθρου 2 της πρότασης (βλ. σημείο 3.2.2.2 παραπάνω). Αυτός ο κατάλογος παραδειγμάτων, που περιλαμβανόταν αρχικά στο άρθρο 4, παράγραφος 2 περιλαμβάνεται πλέον στην αιτιολογική σκέψη 10. Η αντίστοιχη διάταξη είναι το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κειμένου, που προβλέπει ότι η παροχή χρηματοοικονομικής ασφάλειας δυνάμει συμφωνίας δεν μπορεί να εξαρτάται από την εκπλήρωση οιασδήποτε τυπικής πράξης. Εξάλλου, το παλαιό άρθρο 4, παράγραφος 1, που αναφερόταν στις απαιτήσεις που διατύπωνε τότε το άρθρο 2 και διευκρίνιζε ότι δεν απαιτείτο κανένα μέτρο για να αντιταχθεί η συμφωνία χρηματοοικονομικής ασφάλειας σε τρίτους, αντικαταστάθηκε από ένα νέο άρθρο 3 παράγραφος 2.

- Άρθρο 4 (5 της αρχικής πρότασης)

Το άρθρο 5, παράγραφος 1 της αρχικής πρότασης διευκρίνιζε με ποιο τρόπο ο ασφαλειολήπτης μπορεί να ρευστοποιήσει την ασφάλεια σε περίπτωση γεγονότος που συνεπάγεται αναγκαστική εκτέλεση (βλ. παραπάνω "απόκτηση κυριότητας"). Οι διατάξεις του εν λόγω άρθρου χωρίστηκαν στο άρθρο 4, παράγραφος 1, και στο άρθρο 4, παράγραφος 4 της κοινής θέσης, όπου το παλαιό άρθρο 5, παράγραφος 2 που επέτρεπε την ανανέωση με τη λήξη της ισχύος έγινε, εξάλλου, το άρθρο 7, παράγραφος 2.

Τέλος, το άρθρο 4, παράγραφος 6 της κοινής θέσης (παλαιό άρθρο 5, παράγραφος 4) που προβλέπει την υποχρέωση αποτίμησης της χρηματοοικονομικής ασφάλειας με εμπορικά εύλογο τρόπο, επεκτάθηκε στον συμψηφισμό με επίσπευση των σχετικών χρηματοοικονομικών ασφαλειών σύμφωνα με τα άρθρα 5 έως 7 του κειμένου.

- Άρθρο 5 (6 της αρχικής πρότασης )

Το άρθρο 5 της κοινής θέσης ορίζει το πλαίσιο άσκησης, τον ασφαλειολήπτη του δικαιώματος χρήσης "ενεχυριασμένων" τίτλων. Η παράγραφος 2 του άρθρου διευκρινίζει ότι ο ασφαλειολήπτης, όταν ασκεί το δικαίωμα αυτό, μπορεί, εφόσον έχει συμφωνηθεί με τον ασφαλειοδότη, να συμψηφίσει την αξία της ισοδύναμης ασφάλειας με τις σχετικές χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις αντί να επαναμεταβιβάσει την εν λόγω εγγύηση στον ασφαλειοδότη, γεγονός που του επιτρέπει να απαιτήσει την επιστροφή του δανείου. Η παράγραφος 3 της αρχικής πρότασης, που θεωρήθηκε περιττή, καταργήθηκε.

Η νέα παράγραφος 4 καθορίζει για τον ασφαλειολήπτη, ότι το γεγονός ότι τη χρησιμοποιεί δεν καθιστά ανίσχυρα ή ανεφάρμοστα τα δικαιώματα του ασφαλειολήπτη έναντι τρίτων βάσει της συμφωνίας εγγυοδοσίας λόγω του γεγονότος ότι δεν είναι κάτοχος ή δεν έχει την κυριότητα της ασφάλειας σύμφωνα με το άρθρο 1, παράγραφος 5 και το άρθρο 2, παράγραφος 2.

- Άρθρο 6 (7 της αρχικής πρότασης )

Δεδομένης της σημασίας της ανανέωσης για τις μεταβιβάσεις τίτλων και τις συμφωνίες επαναγοράς, η νέα παράγραφος 2 στο άρθρο 6 της κοινής θέσης επιβεβαιώνει ότι μπορεί να τεθεί τέρμα, με το μηχανισμό αυτό, σε τέτοιες συμφωνίες ή συμβάσεις, με την επιφύλαξη ότι έχει συμφωνηθεί μεταξύ των μερών.

- Άρθρο 7 (8 της αρχικής πρότασης)

Οι διατάξεις του άρθρου 8, παράγραφοι 1 και 2, της αρχικής πρότασης, σχετικά με τη γενική προστασία που προσφέρεται στις ρήτρες συμψηφισμού με επίσπευση, συγκεντρώθηκαν στο άρθρο 7, παράγραφος 1 της κοινής θέση. Το άρθρο 7, παράγραφος 2, που απαλλάσσει συγκεκριμένα τον συμψηφισμό με επίσπευση από ορισμένες τυπικές απαιτήσεις, αντλήθηκε από το άρθρο 5, παράγραφος 2 της αρχικής πρότασης.

- Άρθρο 8 (9 της αρχικής πρότασης )

Ο στόχος της αρχικής πρότασης, που ήταν να προστατεύσει ορισμένες από τις κυριότερες τεχνικές που χρησιμοποιούνται στην αγορά, (τις συμπληρωματικές ασφάλειες ή τις ασφάλειες αντικατάστασης) από τις διαδικασίες αφερεγγυότητας και ειδικότερα τον κανόνα της "ώρας μηδέν" (που αποδίδει αναδρομική ισχύ στη διαδικασία αφερεγγυότητας, η οποία θεωρείται ότι ξεκινά τα μεσάνυχτα), υποστηρίχθηκε ευρέως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Ωστόσο, μετά από τεχνικές συζητήσεις στο Συμβούλιο, το αντίστοιχο άρθρο αναδιατυπώθηκε πλήρως στην κοινή θέση, μολονότι δεν τροποποιήθηκε η ουσία του.

Πάντως, προστέθηκε μία νέα παράγραφος 2 στο άρθρο 8 της κοινής θέσης προκειμένου να προστατευθούν οι ασφαλειολήπτες όταν η ασφάλεια έχει παρασχεθεί μετά τη στιγμή έναρξης διαδικασιών αφερεγγυότητας, με την επιφύλαξη ότι μπορεί να αποδειχθεί η καλή πίστη. Η Επιτροπή εκφράζει την ικανοποίησή της για την εισαγωγή της διάταξης, η οποία αντιστοιχεί σε παρόμοια διάταξη του άρθρου 3, παράγραφος 1 της οδηγίας 98/26/EΚ.

- Άρθρο 10

Το άρθρο 10 της κοινής θέσης εισάγει την υποχρέωση, για την Επιτροπή να υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας και ειδικότερα τις ρήτρες απαλλαγής της (βλ. παραπάνω) και το άρθρο 5, σχετικά με το δικαίωμα χρήσης της ασφάλειας βάσει συμφωνίας εγγυοδοσίας με παροχή χρηματοοικονομικής ασφάλειας, το αργότερο 3 έτη μετά την έναρξη ισχύος του κειμένου.

4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η Επιτροπή εκτιμά ότι το κείμενο της κοινής θέσης περιέχει τα βασικά στοιχεία της αρχικής της πρότασης και των τροπολογιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που εγκρίθηκαν κατά τις διαπραγματεύσεις του Συμβουλίου. Συνεπώς, η Επιτροπή υποστηρίζει το κείμενο της κοινής θέσης για μια οδηγία η οποία ήταν απαραίτητη από καιρό, λόγω της σημασίας που έχει για την καλή λειτουργία των χρηματοοικονομικών αγορών υπηρεσιών χονδρικής και για την ενοποίηση της αγοράς κινητών αξιών ως το 2003.

Top