EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32006R0199

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 199/2006 της Επιτροπής, της 3ης Φεβρουαρίου 2006 , για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 466/2001 για τον καθορισμό μέγιστων τιμών ανοχής για ορισμένες προσμείξεις στα τρόφιμα όσον αφορά τις διοξίνες και τα παρόμοια με τις διοξίνες πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCB) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

OJ L 32, 4.2.2006, p. 34–38 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)
OJ L 330M, 28.11.2006, p. 92–96 (MT)
Special edition in Bulgarian: Chapter 15 Volume 015 P. 207 - 211
Special edition in Romanian: Chapter 15 Volume 015 P. 207 - 211

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 28/02/2007

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2006/199/oj

4.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 32/34


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 199/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Φεβρουαρίου 2006

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 466/2001 για τον καθορισμό μέγιστων τιμών ανοχής για ορισμένες προσμείξεις στα τρόφιμα όσον αφορά τις διοξίνες και τα παρόμοια με τις διοξίνες πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCB)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 315/93 του Συμβουλίου, της 8ης Φεβρουαρίου 1993, για τη θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών για τις προσμείξεις των τροφίμων (1), και ιδίως το άρθρο 2 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 466/2001 της Επιτροπής (2) ορίζει τις μέγιστες τιμές ανοχής για ορισμένες προσμείξεις στα τρόφιμα.

(2)

Ο όρος «διοξίνες», όπως αναφέρεται στον εν λόγω κανονισμό, καλύπτει μια ομάδα 75 πολυχλωριωμένων διβενζο-παρα-διοξινών (PCDD) και 135 πολυχλωριωμένων διβενζοφουρανίων (PCDF), 17 από τις οποίες παρουσιάζουν τοξικολογικό ενδιαφέρον. Τα πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCB) είναι μια ομάδα 209 διαφορετικών ομοειδών ουσιών, οι οποίες μπορούν να διαιρεθούν σε δύο υποομάδες ανάλογα με τις τοξικολογικές τους ιδιότητες: ορισμένες από αυτές τις ουσίες, περιορισμένες σε αριθμό, εμφανίζουν τοξικολογικές ιδιότητες συναφείς με εκείνες των διοξινών και ονομάζονται συνεπώς «παρόμοια με τις διοξίνες PCB». Η πλειονότητα δεν εμφανίζει τοξικότητα παρόμοια με εκείνη των διοξινών, αλλά έχει διαφορετικά τοξικολογικά χαρακτηριστικά.

(3)

Κάθε ομοειδής ουσία της ομάδας των διοξινών ή των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB παρουσιάζει διαφορετικό επίπεδο τοξικότητας. Για να γίνει δυνατός ο υπολογισμός της συνολικής τοξικότητας των διαφόρων αυτών ομοειδών ουσιών, καθιερώθηκε η έννοια των συντελεστών τοξικής ισοδυναμίας (TEF), προκειμένου να διευκολυνθεί η αξιολόγηση του κινδύνου και ο ρυθμιστικός έλεγχος. Αυτό σημαίνει ότι τα αναλυτικά αποτελέσματα που αφορούν όλες τις μεμονωμένες ομοειδείς ουσίες της ομάδας των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB, εκφράζονται με βάση μια ενιαία μετρήσιμη μονάδα, το «ισοδύναμο τοξικότητας TCDD» (TEQ).

(4)

Στις 30 Μαΐου 2001, η επιστημονική επιτροπή τροφίμων (ΕΕΤ) εξέδωσε γνωμοδότηση με θέμα την αξιολόγηση του κινδύνου όσον αφορά τις διοξίνες και τα παρόμοια με τις διοξίνες PCB στα τρόφιμα, με την οποία επικαιροποιεί τη γνωμοδότηση που είχε εκδώσει στις 22 Νοεμβρίου 2000 για το ίδιο θέμα, βάσει νέων επιστημονικών στοιχείων που έγιναν γνωστά ύστερα από την έκδοση της πρώτης αυτής γνωμοδότησης (3). Η ΕΕΤ όρισε ως ανεκτό όριο εβδομαδιαίας πρόσληψης (ΑΟΕΠ) για τις διοξίνες και τα παρόμοια με τις διοξίνες PCB τα 14 pg WHO-TEQ/kg σωματικού βάρους. Οι εκτιμήσεις της έκθεσης δείχνουν ότι σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού της Κοινότητας προσλαμβάνει μέσω των τροφών ποσότητες που υπερβαίνουν το ΑΟΕΠ. Ορισμένες ομάδες του πληθυσμού σε μερικές χώρες ενδέχεται να εκτίθενται σε μεγαλύτερο κίνδυνο λόγω των διατροφικών συνηθειών τους.

(5)

Από τοξικολογική άποψη, οποιαδήποτε μέγιστη τιμή καθοριστεί πρέπει να ισχύει τόσο για τις διοξίνες όσο και για τα παρόμοια με τις διοξίνες PCB. Όμως το 2001 είχαν καθοριστεί μέγιστες τιμές ανοχής μόνον για τις διοξίνες και όχι για τα παρόμοια με τις διοξίνες PCB, δεδομένων των πολύ περιορισμένων στοιχείων που υπήρχαν την εποχή εκείνη όσον αφορά τη διάδοση των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB. Εν τω μεταξύ, ωστόσο, έγιναν διαθέσιμα περισσότερα στοιχεία σχετικά με την παρουσία των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB.

(6)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 466/2001, η Επιτροπή επρόκειτο να αναθεωρήσει τις διατάξεις περί διοξινών με βάση τα νέα στοιχεία σχετικά με την παρουσία διοξινών και παρόμοιων με τις διοξίνες PCB και ειδικότερα με σκοπό να περιληφθούν τα παρόμοια με τις διοξίνες PCB στις τιμές που πρόκειται να καθοριστούν.

(7)

Όλες οι επιχειρήσεις στην αλυσίδα τροφίμων και ζωοτροφών πρέπει να εξακολουθήσουν να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια και να λαμβάνουν κάθε δυνατό μέτρο προκειμένου να περιορίζονται οι διοξίνες και τα PCB που απαντώνται στις ζωοτροφές και τα τρόφιμα. Στο θέμα αυτό, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 466/2001 προβλέπει ότι οι μέγιστες τιμές ανοχής που ισχύουν θα αναθεωρηθούν περαιτέρω το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2006, με σκοπό τη σημαντική μείωση των μέγιστων τιμών και πιθανότατα τον καθορισμό μέγιστων τιμών για άλλα τρόφιμα. Δεδομένου του χρόνου που απαιτείται για την απόκτηση επαρκών στοιχείων παρακολούθησης ώστε να καθοριστούν αυτές οι σημαντικά χαμηλότερες τιμές, πρέπει να παραταθεί το χρονικό αυτό περιθώριο.

(8)

Προτείνεται να καθοριστούν μέγιστες τιμές ανοχής για το σύνολο των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB, εκφραζόμενο σε τοξικά ισοδύναμα της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) με την εφαρμογή των συντελεστών τοξικής ισοδυναμίας (WHO-TEF), λόγω του ότι αυτή είναι η πλέον ενδεδειγμένη προσέγγιση από τοξικολογική άποψη. Για να εξασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση, οι υπάρχουσες τιμές για τις διοξίνες πρέπει να εξακολουθήσουν να ισχύουν για μια μεταβατική περίοδο, παράλληλα με τις νέες καθορισμένες τιμές ανοχής για το σύνολο των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB. Στη διάρκεια της περιόδου αυτής, τα τρόφιμα που αναφέρονται στο τμήμα 5 του παραρτήματος I πρέπει να συμμορφώνονται με τις μέγιστες τιμές για τις διοξίνες και με τις μέγιστες τιμές για το σύνολο των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2008 θα έχει εξεταστεί το θέμα της κατάργησης των ξεχωριστών μέγιστων τιμών ανοχής για τις διοξίνες.

(9)

Έχει πρωτεύουσα σημασία τα αποτελέσματα των αναλύσεων να καταγράφονται και να ερμηνεύονται κατά τρόπο ομοιόμορφο, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η εναρμονισμένη εφαρμογή των κανόνων σε όλη την Κοινότητα. Η οδηγία 2002/69/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Ιουλίου 2002, για τον καθορισμό των μεθόδων δειγματοληψίας και των μεθόδων ανάλυσης για τον επίσημο έλεγχο των διοξινών και τον προσδιορισμό των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB στα τρόφιμα (4), προβλέπει ότι μία παρτίδα θα πρέπει να θεωρείται ως μη συμμορφούμενη με τη θεσμοθετημένη μέγιστη τιμή, εάν το αποτέλεσμα των αναλύσεων, το οποίο έχει επιβεβαιωθεί με μια δεύτερη ανάλυση και υπολογίζεται ως η μέση τιμή τουλάχιστον δύο διαφορετικών προσδιορισμών, υπερβαίνει τη μέγιστη τιμή πέραν κάθε λογικής αμφιβολίας, λαμβανομένης υπόψη της αβεβαιότητας των μετρήσεων. Μπορούν να εφαρμοστούν διαφορετικές διαδικασίες για την εκτίμηση της αβεβαιότητας των μετρήσεων (5).

(10)

Για να ενθαρρυνθεί μια προδραστική προσέγγιση για τη μείωση των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB στα τρόφιμα και τις ζωοτροφές, η σύσταση 2002/201/ΕΚ της Επιτροπής, της 4ης Μαρτίου 2002, για τη μείωση της παρουσίας διοξινών, φουρανίων και πολυχλωριωμένων διφαινυλίων στις ζωοτροφές και στα τρόφιμα (6), καθόρισε επίπεδα δράσης. Τα εν λόγω επίπεδα δράσης αποτελούν εργαλείο για τις αρμόδιες αρχές και τις επιχειρήσεις τροφίμων και ζωοτροφών, για την επισήμανση των περιπτώσεων εκείνων στις οποίες είναι σκόπιμο να προσδιοριστεί η πηγή μόλυνσης και να ληφθούν μέτρα για τη μείωση ή την εξάλειψή της. Λόγω του ότι οι πηγές των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB διαφέρουν, πρέπει να καθοριστούν ξεχωριστά επίπεδα δράσης, αφενός για τις διοξίνες και αφετέρου για τα παρόμοια με τις διοξίνες PCB. Συνεπώς, η σύσταση 2002/201/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(11)

Επιτρέπονται παρεκκλίσεις στη Φινλανδία και στη Σουηδία για να θέσουν στην αγορά ψάρια που προέρχονται από τη Βαλτική και προορίζονται για κατανάλωση στην επικράτειά τους, τα οποία εμφανίζουν τιμές διοξινών υψηλότερες από εκείνες που ορίζονται στο σημείο 5.2 του τμήματος 5 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 466/2001. Τα εν λόγω κράτη μέλη πληρούν τις προϋποθέσεις όσον αφορά την παροχή πληροφοριών στους καταναλωτές σχετικά με διατροφικές συστάσεις. Κοινοποιούν σε ετήσια βάση στην Επιτροπή τα αποτελέσματα της παρακολούθησης των τιμών των διοξινών στα ψάρια της Βαλτικής και έχουν υποβάλει εκθέσεις σχετικά με τα μέτρα που έχουν λάβει για τη μείωση της έκθεσης του ανθρώπου στις διοξίνες από την περιοχή της Βαλτικής.

(12)

Με βάση τα αποτελέσματα της παρακολούθησης, από τη Φινλανδία και τη Σουηδία, των τιμών των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB, πρέπει να παραταθεί η μεταβατική περίοδος κατά την οποία ισχύουν οι παρεκκλίσεις που επιτράπηκαν στα εν λόγω κράτη μέλη, αλλά οι παρεκκλίσεις αυτές πρέπει να περιορίζονται σε ορισμένα είδη ψαριών. Οι παρεκκλίσεις αυτές ισχύουν, αφενός, για τις μέγιστες τιμές ανοχής για τις διοξίνες και, αφετέρου, για τις μέγιστες τιμές ανοχής για το σύνολο των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB που καθορίζονται στο σημείο 5.2 του τμήματος 5 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 466/2001.

(13)

Για να εξασφαλιστεί η προστασία των καταναλωτών, είναι σημαντικό και αναγκαίο να περιοριστεί η έκθεση του ανθρώπου στις διοξίνες και τα παρόμοια με τις διοξίνες PCB από την κατανάλωση τροφίμων. Επειδή η μόλυνση των τροφίμων συνδέεται άμεσα με τη μόλυνση των ζωοτροφών, πρέπει να υιοθετηθεί μια συνολική προσέγγιση για τον περιορισμό της εμφάνισης των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB σε όλη την τροφική αλυσίδα, δηλαδή από τις πρώτες ύλες των ζωοτροφών μέσω των τροφοπαραγωγών ζώων έως τον άνθρωπο. Μια προδραστική προσέγγιση ακολουθείται με σκοπό την ενεργό μείωση των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB στις ζωοτροφές και τα τρόφιμα και επομένως οι μέγιστες ισχύουσες τιμές ανοχής πρέπει να αναθεωρηθούν εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος με στόχο τον καθορισμό χαμηλότερων τιμών. Συνεπώς, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2008 το αργότερο θα εξεταστεί η πιθανότητα σημαντικής μείωσης των μέγιστων τιμών ανοχής για το σύνολο των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB.

(14)

Οι επιχειρήσεις τροφίμων πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες για την ενίσχυση της ικανότητάς τους να αφαιρούν αποτελεσματικά τις διοξίνες, τα φουράνια και τα παρόμοια με τις διοξίνες PCB από τα έλαια θαλάσσιας προέλευσης. Η σημαντικά χαμηλότερη τιμή, η οποία θα εξεταστεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 2008, θα βασίζεται στις τεχνικές δυνατότητες της πλέον αποτελεσματικής διαδικασίας απολύμανσης.

(15)

Όσον αφορά τον καθορισμό μέγιστων τιμών ανοχής για άλλα τρόφιμα έως τις 31 Δεκεμβρίου 2008, θα δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην ανάγκη να καθοριστούν ειδικές χαμηλότερες μέγιστες τιμές για τις διοξίνες και τα παρόμοια με τις διοξίνες PCB σε τρόφιμα που προορίζονται για βρέφη και μικρά παιδιά, υπό το πρίσμα των στοιχείων παρακολούθησης που συγκεντρώθηκαν στη διάρκεια των προγραμμάτων των ετών 2005, 2006 και 2007 για την παρακολούθηση των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB σε τρόφιμα για βρέφη και μικρά παιδιά.

(16)

Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 466/2001 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(17)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 466/2001 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1α.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, επιτρέπεται στη Φινλανδία και στη Σουηδία, για μεταβατική περίοδο που λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2011, να διαθέτουν στην αγορά τους σολωμό (Salmo salar), ρέγγα (Clupea harengus), λάμπρενα (Lampetra fluviatilis), πέστροφα (Salmo trutta), σαλβελίνο (Salvelinus spp) και αυγά κορέγονου (Coregonus albula) που προέρχονται από τη Βαλτική και προορίζονται για κατανάλωση στην επικράτειά τους με τιμές διοξινών ή/και τιμές για το σύνολο διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB υψηλότερες από εκείνες που καθορίζονται στο σημείο 5.2 του τμήματος 5 του παραρτήματος I, με την προϋπόθεση ότι υπάρχει σύστημα με το οποίο να εξασφαλίζεται ότι οι καταναλωτές είναι πλήρως ενημερωμένοι σχετικά με τις διατροφικές συστάσεις, όσον αφορά τους περιορισμούς στην κατανάλωση των εν λόγω ειδών ψαριών από τη Βαλτική από αναγνωρισμένες ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, ώστε να αποφεύγονται οι δυνητικοί κίνδυνοι για την υγεία.

Το αργότερο την 31η Μαρτίου κάθε έτους, η Φινλανδία και η Σουηδία κοινοποιούν στην Επιτροπή τα αποτελέσματα της παρακολούθησης που ασκούν στα επίπεδα των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB στα ψάρια από τη Βαλτική που αλιεύθηκαν το προηγούμενο έτος και υποβάλλουν έκθεση σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνουν για να μειώσουν την έκθεση του ανθρώπου στις διοξίνες και στα παρόμοια με τις διοξίνες PCB από ψάρια που προέρχονται από τη Βαλτική. Η Φινλανδία και η Σουηδία εξακολουθούν να εφαρμόζουν τα μέτρα που είναι αναγκαία για να εξασφαλιστεί ότι τα ψάρια και τα προϊόντα ψαριών που δεν συμμορφώνονται με το σημείο 5.2 του τμήματος 5 του παραρτήματος I δεν διατίθενται στην αγορά άλλων κρατών μελών.».

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οι μέγιστες τιμές ανοχής που καθορίζονται στο παράρτημα Ι εφαρμόζονται στο βρώσιμο μέρος των τροφίμων, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στο εν λόγω παράρτημα».

2)

Το άρθρο 4α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4α

Όσον αφορά τις διοξίνες και τα παρόμοια με τις διοξίνες PCB σε προϊόντα που αναφέρονται στο τμήμα 5 του παραρτήματος I, απαγορεύονται τα ακόλουθα:

α)

να αναμειγνύονται προϊόντα που συμμορφώνονται με τις μέγιστες τιμές ανοχής με προϊόντα που υπερβαίνουν τις τιμές αυτές·

β)

να χρησιμοποιούνται προϊόντα που δεν συμμορφώνονται με τις μέγιστες τιμές ανοχής ως συστατικά για την παρασκευή άλλων τροφίμων.»

3)

Στο άρθρο 5 διαγράφεται η παράγραφος 3.

4)

Το παράρτημα Ι τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 4 Νοεμβρίου 2006.

Όσον αφορά τις μέγιστες τιμές ανοχής για το σύνολο των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB, ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε προϊόντα που διατέθηκαν στην αγορά πριν από τις 4 Νοεμβρίου 2006 σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διατάξεις. Το βάρος της απόδειξης σχετικά με το πότε διατέθηκαν τα προϊόντα στην αγορά φέρουν οι υπεύθυνοι των επιχειρήσεων τροφίμων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 3 Φεβρουαρίου 2006.

Για την Επιτροπή

Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΫ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 37 της 13.2.1993, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 77 της 16.3.2001, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1822/2005 (ΕΕ L 293 της 9.11.2005, σ. 11).

(3)  Γνωμοδότηση της επιστημονικής επιτροπής τροφίμων σχετικά με την αξιολόγηση κινδύνου όσον αφορά τις διοξίνες και τα παρόμοια με τις διοξίνες PCB στα τρόφιμα, η οποία εκδόθηκε στις 30 Μαΐου 2001 –— Επικαιροποιημένη έκδοση βάσει νέων επιστημονικών στοιχείων που έγιναν γνωστά ύστερα από την έκδοση της γνωμοδότησης της ΕΕΤ της 22ας Νοεμβρίου 2000: (http://europa.eu.int/comm/food/fs/sc/scf/out90_en.pdf).

(4)  ΕΕ L 209 της 6.8.2002, σ. 5· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2004/44/ΕΚ (ΕΕ L 113 της 20.4.2004, σ. 17).

(5)  Διαδικασίες για την εκτίμηση της αβεβαιότητας των μετρήσεων και για την τιμή της αβεβαιότητας των μετρήσεων παρατίθενται στο έγγραφο «Report on the relationship between analytical results, measurement uncertainty, recovery factors and the provisions of EU food and feed legislation» (Έκθεση για τη σχέση μεταξύ αναλυτικών αποτελεσμάτων, αβεβαιότητας των μετρήσεων, συντελεστών ανάκτησης και των διατάξεων της κοινοτικής νομοθεσίας για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές) — http://europa.eu.int/comm/food/food/chemicalsafety/contaminants/report-sampling_analysis_2004_en.pdf

(6)  ΕΕ L 67 της 9.3.2002, σ. 69.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το τμήμα 5 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 466/2001 αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«Τμήμα 5.   Διοξίνες [σύνολο των πολυχλωριωμένων διβενζο-παρα-διοξινών (PCDD) και των πολυχλωριωμένων διβενζοφουρανίων (PCDF), εκφραζόμενο σε τοξικά ισοδύναμα της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (WHO) με την εφαρμογή των TEF-WHO (συντελεστές τοξικής ισοδυναμίας, 1997)], και σύνολο διοξινών και παρόμοιων με τις διοξίνες PCB [σύνολο των πολυχλωριωμένων διβενζο-παρα-διοξινών (PCDD), των πολυχλωριωμένων διβενζοφουρανίων (PCDF) και των πολυχλωριωμένων διφαινυλίων (PCB), εκφραζόμενο σε τοξικά ισοδύναμα της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (WHO) με την εφαρμογή των TEF-WHO (συντελεστές τοξικής ισοδυναμίας, 1997 (1)]

Τρόφιμα

Ανώτατα όρια

Σύνολο διοξινών και φουρανίων (WHO-PCDD/F-TEQ) (2)

Ανώτατα όρια

Σύνολο διοξινών, φουρανίων και παρομοίων με τις διοξίνες PCB (WHO-PCDD/F-PCB-TEQ) (2)

Μέθοδοι δειγματοληψίας και κριτήρια απόδοσης των μεθόδων ανάλυσης

5.1.1.

Κρέας και προϊόντα με βάση το κρέας (3)

 

 

Οδηγία 2002/69/ΕΚ (5)

μυρηκαστικών (βοοειδών, προβάτων)

3,0 pg/g λίπους (4)

4,5 pg /g λίπους (4)

πουλερικών και εκτρεφόμενων θηραμάτων

2,0 pg/g λίπους (4)

4,0 pg/g λίπους (4)

χοίρων

1,0 pg/g λίπους (4)

1,5 pg/g λίπους (4)

5.1.2.

Συκώτι και παράγωγα προϊόντα χερσαίων ζώων

6,0 pg/g λίπους (4)

12,0 pg/g λίπους (4)

5.2.

Σάρκα ψαριού και αλιευτικά προϊόντα και παράγωγα προϊόντα με εξαίρεση τα χέλια (6)  (7)

4,0 pg/g βάρος νωπού προϊόντος

8,0 pg/g βάρος νωπού προϊόντος

Οδηγία 2002/69/ΕΚ (5)

Σάρκα χελιών (Anguilla anguilla) και προϊόντα αυτής

4,0 pg/g βάρος νωπού προϊόντος

12,0 pg/g βάρος νωπού προϊόντος

5.3.

Γάλα (8) και γαλακτοκομικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του βουτύρου

3,0 pg/g λίπους (4)

6,0 pg/g λίπους (4)

Οδηγία 2002/69/ΕΚ (5)

5.4.

Αυγά κότας και προϊόντα αυγών (9)

3,0 pg/g λίπους (4)

6,0 pg/g λίπους (4)

Οδηγία 2002/69/ΕΚ (5)

5.5.

Έλαια και λίπη

 

 

Οδηγία 2002/69/ΕΚ (5)

Ζωικό λίπος

 

 

– –

μυρηκαστικών

3,0 pg/g λίπους

4,5 pg/g λίπους

– –

πουλερικών και εκτρεφόμενων θηραμάτων

2,0 pg/g λίπους

4,0 pg/g λίπους

– –

χοίρων

1,0 pg/g λίπους

1,5 pg/g λίπους

– –

ανάμικτα ζωικά λίπη

2,0 pg/g λίπους

3,0 pg/g λίπους

Φυτικά έλαια και λίπη

0,75 pg/g λίπους

1,5 pg/g λίπους

έλαια θαλάσσιας προέλευσης (λάδι από το σώμα ψαριών, λάδι από το συκώτι ψαριών και έλαια άλλων θαλάσσιων οργανισμών που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο)

2,0 pg/g λίπους

10,0 pg/g λίπους


(1)  TEF της ΠΟΥ για την αξιολόγηση του κινδύνου για τον άνθρωπο με βάση τα συμπεράσματα της συνεδρίασης της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας στη Στοκχόλμη της Σουηδίας, 15-18 Ιουνίου 1997 [(Van den Berg et al., 1998) Toxic Equivalency Factors (TEFs) for PCBs, PCDDs, PCDFs for Humans and for Wildlife. Environmental Health Perspectives, 106(12), 775].

Image

(2)  Ανώτατα όρια συγκεντρώσεων: Τα ανώτατα όρια συγκεντρώσεων υπολογίζονται βάσει της υπόθεσης ότι όλες οι τιμές των διαφόρων ομοειδών ουσιών που είναι μικρότερες από το όριο προσδιορισμού είναι ίσες με το όριο προσδιορισμού.

(3)  Κρέας βοοειδών, προβάτων, χοίρων, πουλερικών και εκτρεφόμενων θηραμάτων όπως ορίζεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 139 της, 30.4.2004· διορθωμένη έκδοση στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 22)· σε αυτό δεν περιλαμβάνονται τα βρώσιμα εντόσθια όπως ορίζονται στο εν λόγω παράρτημα.

(4)  Οι μέγιστες τιμές δεν ισχύουν για τρόφιμα που περιέχουν λίπος σε ποσοστό μικρότερο από το 1 %.

(5)  ΕΕ L 209 της 6.8.2002, σ. 5· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/44/ΕΚ (ΕΕ L 113 της 20.4.2004, σ. 17).

(6)  Σάρκα ψαριού και αλιευτικά προϊόντα, όπως ορίζονται στις κατηγορίες α), β), γ), ε) και στ) του καταλόγου του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000 του Συμβουλίου (ΕΕ L 17 της 21.1.2000, σ. 22· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης του 2003.) Οι μέγιστες τιμές εφαρμόζονται στα μαλακόστρακα, εξαιρουμένου του καφέ κρέατος των καβουριών, του κρέατος από το κεφάλι και τον θώρακα του αστακού και άλλων παρεμφερών μεγάλων μαλακοστράκων (γένη Nephropidae και Palinuridae) καθώς και των κεφαλόποδων χωρίς εντόσθια.

(7)  Όταν το ψάρι πρόκειται να καταναλωθεί ολόκληρο, η μέγιστη τιμή ανοχής ισχύει για ολόκληρο το ψάρι.

(8)  Γάλα [νωπό γάλα, γάλα που προορίζεται για την παρασκευή προϊόντων με βάση το γάλα και θερμικά επεξεργασμένο γάλα όπως ορίζονται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004].

(9)  Αυγά κότας και προϊόντα αυγών όπως ορίζονται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.».


Top