Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31997L0013

    Οδηγία 97/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Απριλίου 1997 σχετικά με κοινό πλαίσιο γενικών και ειδικών αδειών στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών

    ΕΕ L 117 της 7.5.1997, p. 15–27 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 24/07/2003; καταργήθηκε από 32002L0021

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/1997/13/oj

    31997L0013

    Οδηγία 97/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Απριλίου 1997 σχετικά με κοινό πλαίσιο γενικών και ειδικών αδειών στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 117 της 07/05/1997 σ. 0015 - 0027


    ΟΔΗΓΙΑ 97/13/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 10ης Απριλίου 1997 σχετικά με κοινό πλαίσιο γενικών και ειδικών αδειών στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 57 παράγραφος 2, 66 και 100 Α,

    την πρόταση της Επιτροπής (1),

    τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

    αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 189 Β της συνθήκης (3),

    Εκτιμώντας:

    (1) ότι το ψήφισμα του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 1993, σχετικά με την επισκόπηση της κατάστασης στον τομέα των τηλεπικοινωνιών και την ανάγκη περαιτέρω αναπτύξεως της αγοράς αυτής (4) και το ψήφισμα του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις αρχές και το χρονοδιάγραμμα της ελευθέρωσης της τηλεπικοινωνιακής υποδομής (5) καθώς και τα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 20ής Απριλίου 1993 (6), της 7ης Απριλίου 1995 (7) και της 19ης Μαΐου 1995 (8), υποστήριξαν τη διαδικασία πλήρους ελευθέρωσης των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και υποδομών έως την 1η Ιανουαρίου 1998, με μεταβατικές περιόδους για ορισμένα κράτη μέλη 7

    (2) ότι η ανακοίνωση της Επιτροπής, της 25ης Ιανουαρίου 1995, για τις διαβουλεύσεις επί της Πράσινης Βίβλου για την ελευθέρωση της τηλεπικοινωνιακής υποδομής και των δικτύων καλωδιακής τηλεόρασης επιβεβαίωσε την ανάγκη αρχών σε επίπεδο Κοινότητας, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι τα καθεστώτα γενικών και ειδικών αδειών βασίζονται στην αρχή της αναλογικότητας και είναι ανοικτά, διαφανή και αμερόληπτα 7 ότι, με το ψήφισμα της 18ης Σεπτεμβρίου 1995 σχετικά με την εφαρμογή του μελλοντικού κανονιστικού πλαισίου για τις τηλεπικοινωνίες (9), το Συμβούλιο αναγνωρίζει ως καίριο παράγοντα για το εν λόγω κανονιστικό πλαίσιο στην Ένωση τη θέσπιση, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, κοινών αρχών για καθεστώτα γενικών και ειδικών αδειών στα κράτη μέλη, που θα βασίζονται σε ισόρροπες κατηγορίες δικαιωμάτων και υποχρεώσεων 7 ότι οι εν λόγω αρχές καλύπτουν όλες τις άδειες που απαιτούνται για την παροχή οποιωνδήποτε τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και για την εγκατάσταση ή/και την εκμετάλλευση οποιασδήποτε υποδομής για την παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών 7

    (3) ότι θα πρέπει να καθιερωθεί κοινό πλαίσιο για γενικές και ειδικές άδειες που χορηγούνται από τα κράτη μέλη στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών 7 ότι, σύμφωνα με την κοινή νομοθεσία και, ιδιαίτερα, με την οδηγία 90/388/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 1990, σχετικά με τον ανταγωνισμό στις αγορές των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών (10), η είσοδος στην αγορά πρέπει να περιορίζεται μόνον βάσει αντικειμενικών, αμερολήπτων, διαφανών και αναλόγων κριτηρίων επιλογής όταν πρόκειται για τη χρησιμοποίηση πόρων εν ανεπαρκεία καθώς και βάσει της εφαρμογής, από πλευράς εθνικών κανονιστικών αρχών, διαδικασιών χορήγησης αντικειμενικών, αμερολήπτων και διαφανών 7 ότι με την εν λόγω οδηγία καθορίζονται επίσης αρχές οι οποίες, μεταξύ άλλων, αφορούν τέλη, αριθμούς και δικαιώματα διέλευσης 7 ότι οι κανόνες αυτοί θα πρέπει να συμπληρωθούν και να τύχουν επεξεργασίας στην παρούσα οδηγία ώστε να καθοριστεί το εν λόγω κοινό πλαίσιο 7

    (4) ότι για την επίτευξη στόχων δημοσίου συμφέροντος προς όφελος των τηλεπικοινωνιακών χρηστών απαιτείται η θέσπιση όρων που θα συνοδεύουν τις άδειες 7 ότι, σύμφωνα με τα άρθρα 52 και 59 της συνθήκης, το κανονιστικό καθεστώς στο πεδίο των τηλεπικοινωνιών θα πρέπει να συμβιβάζεται με τις αρχές περί ελευθερίας εγκατάστασης και παροχής υπηρεσιών και θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την ανάγκη διευκόλυνσης της εισαγωγής νέων υπηρεσιών καθώς και την εκτεταμένη εφαρμογή των τεχνολογικών βελτιώσεων 7 ότι κατά συνέπεια τα καθεστώτα γενικών και ειδικών αδειών πρέπει να προβλέπουν τις απλούστερες δυνατές κανονιστικές ρυθμίσεις που συμβιβάζονται με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις 7 ότι τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να υποχρεωθούν να εισαγάγουν ή να διατηρήσουν καθεστώτα αδειών, ιδιαίτερα όταν η παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών ή η εγκατάσταση ή/και η εκμετάλλευση τηλεπικοινωνιακών δικτύων δεν υπόκεινται, κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, σε καθεστώς αδειών 7

    (5) ότι η παρούσα οδηγία πρόκειται, κατά συνέπεια, να συμβάλει σημαντικά στην είσοδο νέων φορέων στην αγορά, με την προοπτική της ανάπτυξης της κοινωνίας των πληροφοριών 7

    (6) ότι τα κράτη μέλη δύνανται να καθορίζουν και να χορηγούν διαφορετικές κατηγορίες αδειών 7 ότι αυτό δεν πρέπει να εμποδίζει τις επιχειρήσεις να καθορίζουν τον τύπο τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών ή δικτύων που επιθυμούν να προσφέρουν, εφόσον τηρούν τις σχετικές κανονιστικές υποχρεώσεις 7

    (7) ότι, προκειμένου να διευκολυνθεί η παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών σε κοινοτική κλίμακα, πρέπει να δίδεται προτεραιότητα σε καθεστώτα πρόσβασης στην αγορά που δεν απαιτούν άδειες ή βασίζονται σε γενικές άδειες, οι οποίες θα πρέπει να συμπληρώνονται εν ανάγκη από δικαιώματα και υποχρεώσεις που απαιτούν ειδικές άδειες για τα στοιχεία που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν κατάλληλα μέσω γενικών αδειών 7

    (8) ότι οι γενικές άδειες επιτρέπουν την παροχή μιας υπηρεσίας και τη σύσταση ή/και τη λειτουργία ενός δικτύου χωρίς ρητή άδεια της εθνικής κανονιστικής αρχής 7 ότι οι γενικές αυτές άδειες μπορούν εν γένει να λαμβάνουν τη μορφή συνόλου ειδικών προκαθορισμένων όρων, όπως άδεια ανά κατηγορία, ή γενικής νομοθεσίας που μπορεί να επιτρέπει την παροχή της υπηρεσίας και τη σύσταση ή/και τη λειτουργία του σχετικού δικτύου 7

    (9) ότι τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν όρους σε άδειες ώστε να εξασφαλίζουν την τήρηση των βασικών απαιτήσεων 7 ότι τα κράτη μέλη μπορούν, να επιβάλλουν και άλλους όρους σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας 7

    (10) ότι οποιοδήποτε όροι συνοδεύουν τις άδειες θα πρέπει να δικαιολογούνται αντικειμενικά ως προς τη σχετική υπηρεσία και να είναι διαφανείς, ανάλογοι προς τον επιδιωκόμενο σκοπό και αμερόληπτοι 7 ότι οι άδειες δύνανται να είναι το μέσο για την επιβολή των απαιτούμενων από την κοινοτική νομοθεσία όρων, ιδίως στο πεδίο της παροχής ανοικτού δικτύου 7

    (11) ότι η εναρμόνιση διαδικασιών χορήγησης αδειών και των όρων που συνοδεύουν αυτές τις άδειες θα διευκολύνει σημαντικά την ελεύθερη παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στην Κοινότητα 7

    (12) ότι οποιαδήποτε τέλη ή επιβαρύνσεις που επιβάλλονται σε επιχειρήσεις στα πλαίσια διαδικασιών χορήγησης αδειών θα πρέπει να βασίζονται σε κριτήρια αντικειμενικά, αμερόληπτα και διαφανή 7

    (13) ότι η εισαγωγή καθεστώτων ειδικών αδειών πρέπει να περιορίζεται σε ολιγάριθμες προκαθορισμένες περιπτώσεις 7 ότι τα κράτη μέλη δύνανται να περιορίζουν τον αριθμό ειδικών αδειών για οποιαδήποτε κατηγορία τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών μόνον όταν αυτό το επιβάλλει η αποδοτική χρήση ραδιοσυχνοτήτων ή επί το χρονικό διάστημα που είναι αναγκαίο για να καταστούν διαθέσιμοι επαρκείς αριθμοί σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο 7

    (14) ότι θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να επιβάλλουν ειδικούς όρους σε επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα και τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες στο κοινό, λόγω της ισχύος τους στην αγορά 7 ότι η δύναμη μιας επιχείρησης στην αγορά ορίζεται από τις διατάξεις της οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη διασύνδεση στο χώρο των τηλεπικοινωνιών προκειμένου να διασφαλισθεί καθολική υπηρεσία και διαλειτουργικότητα με εφαρμογή των αρχών παροχής ανοικτού δικτύου (οδηγία «διασύνδεση») 7

    (15) ότι οι τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες μπορούν να συμβάλλουν στην ενίσχυση της κοινωνικής και οικονομικής συνοχής, μεταξύ άλλων με την προώθηση της καθολικής υπηρεσίας, ιδίως σε απομακρυσμένες, περιφερειακές, μεσόγειες, αγροτικές και νησιωτικές περιοχές 7 ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει συνεπώς να μπορούν να επιβάλλουν υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας μέσω ειδικών αδειών που θα απαιτούν από τον κάτοχο της άδειας την παροχή καθολικής υπηρεσίας 7 ότι οι υποχρεώσεις όσον αφορά τη συμβολή στη χρηματοδότηση της καθολικής υπηρεσίας δεν δικαιολογούν αυτές καθεαυτές την επιβολή ειδικών αδειών 7

    (16) ότι, για να διευκολυνθεί τόσο η χορήγηση ειδικών αδειών σε επιχειρήσεις που ζητούν τέτοια άδεια σε πλείονα κράτη μέλη όσο και η διαδικασία κοινοποίησης στην περίπτωση γενικών αδειών, θα πρέπει να καθορισθεί εξυπηρέτηση μέσω μονοαπευθυντικής διαδικασίας 7

    (17) ότι οι εθνικές κανονιστικές αρχές πρέπει να προσπαθούν, στο μέτρο του δυνατού, βάσει της μονοαπευθυντικής διαδικασίας, να επιταχύνουν τη λήψη απόφασης για τη χορήγηση ειδικών αδειών για ορισμένες κατηγορίες υπηρεσιών προκειμένου να ανταποκριθούν σε εμπορικές ανάγκες 7

    (18) ότι η «μονοαπευθυντική διαδικασία» εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των εθνικών διατάξεων για τη γλώσσα που χρησιμοποιείται στις σχετικές διαδικασίες 7

    (19) ότι κάποιος βαθμός εναρμονίσεως των διαδικασιών προβλέπεται ήδη στην παρούσα οδηγία 7 ότι περαιτέρω εναρμόνιση μπορεί να είναι επιθυμητή προκειμένου να επιτευχθεί μία μεγαλύτερη ολοκλήρωση της αγοράς τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών 7 ότι η δυνατότητα αυτή θα πρέπει να αξιολογηθεί στην έκθεση που θα εκπονήσει η Επιτροπή 7

    (20) ότι κάθε καθεστώς αδειών πρέπει να λαμβάνει υπόψη της δημιουργία των διευρωπαϊκών δικτύων τηλεπικοινωνιών, όπως προβλέπεται στον τίτλο ΧΙΙ της συνθήκης 7 ότι, προς το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές κανονιστικές αρχές τους συντονίζουν όσο μπορούν τις διαδικασίες τους για τη χορήγηση αδειών κατόπιν αιτήσεως μιας επιχείρησης που σκοπεύει να παράσχει τηλεπικοινωνιακή υπηρεσία ή να εγκαταστήσει και θέσει σε λειτουργία τηλεπικοινωνιακό δίκτυο σε πλείονα κράτη μέλη 7

    (21) ότι στις επιχειρήσεις της Κοινότητας πρέπει να παρέχεται αποτελεσματική και ανάλογη πρόσβαση στις αγορές τρίτων χωρών και να τους επιφυλάσσεται εκεί μεταχείριση παρόμοια με την προσφερομένη από την Κοινότητα σε επιχειρήσεις που ανήκουν πλήρως ή κατά πλειοψηφία ή ελέγχονται ουσιαστικά από πολίτες της εν λόγω τρίτης χώρας 7

    (22) ότι θα πρέπει να συγκροτηθεί επιτροπή για να συνδράμει την Επιτροπή 7

    (23) ότι αφενός απαιτούνται κοινές αρχές περί απορρήτου που θα εφαρμόζονται από τις εθνικές κανονιστικές αρχές λόγω της ιδιαίτερης εμπορικής ευαισθησίας των πληροφοριών οι οποίες δύνανται να περιέλθουν στις εν λόγω αρχές κατά την χορήγηση, διαχείριση, εποπτεία και επιβολή της εφαρμογής των αδειών 7 ότι αφετέρου στον τομέα αυτό τα μέλη των θεσμικών οργάνων της Κοινότητας, τα μέλη επιτροπών, καθώς και οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό της Κοινότητας υποχρεούνται δυνάμει του κοινοτικού δικαίου και ειδικότερα του άρθρου 214 της συνθήκης να μην αποκαλύπτουν πληροφορίες που καλύπτονται από την υποχρέωση επαγγελματικού απορρήτου, ιδίως πληροφορίες σχετικές με επιχειρήσεις, τις εμπορικές τους σχέσεις ή τα κοστολογικά τους στοιχεία 7

    (24) ότι η λειτουργία της παρούσας οδηγίας πρέπει να επανεξετασθεί εν ευθέτω χρόνω, ενόψει των εξελίξεων του τηλεπικοινωνιακού τομέα και των διευρωπαϊκών δικτύων, καθώς και υπό το φως της εμπειρίας από τις διαδικασίες εναρμόνισης και μονοαπευθυντικής εξυπηρέτησης, οι οποίες καθορίζονται στην παρούσα οδηγία 7

    (25) ότι, βάσει της πλήρους εφαρμογής ενός ανταγωνιστικού πλαισίου προς επίτευξη του βασικού στόχου που είναι η ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς τηλεπικοινωνιών και, ειδικότερα, η ελεύθερη παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και δικτύων σε ολόκληρη την Κοινότητα, η θέσπιση της παρούσας οδηγίας θα συμβάλει σημαντικά στην επίτευξη του στόχου αυτού 7 ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει, ιδίως μέσω των οικείων εθνικών κανονιστικών αρχών, να εφαρμόσουν το εν λόγω κοινό πλαίσιο 7

    (26) ότι η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται τόσο στις υφιστάμενες όσο και στις μελλοντικές άδειες, δεδομένου ότι ορισμένες άδειες έχουν χορηγηθεί για περιόδους πέραν της 1ης Ιανουαρίου 1999 7 ότι οι ρήτρες των αδειών αυτών, οι οποίες αντιβαίνουν προς την κοινοτική νομοθεσία, ιδίως δε οι παρέχοντες στους κατόχους των αδειών ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα, καθίστανται ανενεργές, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, από την ημερομηνία που αναφέρεται στα σχετικά κοινοτικά μέτρα 7 ότι όσον αφορά άλλα δικαιώματα, τα οποία δεν θίγουν τα συμφέροντα άλλων επιχειρήσεων σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, τα κράτη μέλη μπορούν να παρατείνουν τη διάρκεια ισχύος τους ώστε να αποφεύγονται αξιώσεις αποζημίωσης 7

    (27) ότι καταρχήν οι υποχρεώσεις που απορρέουν από υφιστάμενες, κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, συμβάσεις οι οποίες δεν έχουν ευθυγραμμιστεί προς τις διατάξεις αυτής της οδηγίας έως την 1η Ιανουαρίου 1999 καθίστανται ανενεργές 7 ότι κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους η Επιτροπή μπορεί να μεταθέσει αυτή την ημερομηνία,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    ΤΜΗΜΑ Ι

    ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΑΡΧΕΣ

    Άρθρο 1

    Πεδίο εφαρμογής

    1. Η παρούσα οδηγία αφορά τις διαδικασίες χορήγησης αδειών παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και τους όρους που συνοδεύουν τις άδειες αυτές, περιλαμβανομένων των αδειών εγκατάστασης ή/και λειτουργίας των τηλεπικοινωνιακών δικτύων των απαιτούμενων για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών.

    2. Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τους ειδικούς κανόνες που θεσπίζονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία και διέπουν τη διανομή οπτικοακουστικών προγραμμάτων απευθυνομένων στο ευρύ κοινό καθώς και το περιεχόμενο αυτών των προγραμμάτων. Δεν θίγει ούτε τα μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη για θέματα άμυνας ούτε τα μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις απαιτήσεις του δημοσίου συμφέροντος που αναγνωρίζονται από τη συνθήκη, ιδίως τα άρθρα 36 και 56, και ειδικώς για λόγους δημόσιας ηθικής, δημόσιας ασφάλειας, στην οποία συμπεριλαμβάνεται η διερεύνηση εγκληματικών ενεργειών, και δημόσιας τάξης.

    Άρθρο 2

    Ορισμοί

    1. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

    α) «άδεια»: κάθε άδεια διαλαμβάνουσα δικαιώματα και υποχρεώσεις που άπτονται των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, βάσει της οποίας οι επιχειρήσεις επιτρέπεται να παρέχουν τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες και, ενδεχομένως, να εγκαθιστούν ή/και να εκμεταλλεύονται τηλεπικοινωνιακά δίκτυα παροχής τέτοιων υπηρεσιών, και η οποία έχει τη μορφή είτε «γενικής» είτε «ειδικής» άδειας, κατά τα οριζόμενα κατωτέρω:

    - «γενική άδεια»: κάθε άδεια, ανεξάρτητα από το αν διέπεται από ρυθμίσεις «άδειας κατά κατηγορίες» ή από γενική νομοθετική ρύθμιση και ανεξάρτητα από το αν οι ρυθμίσεις αυτές απαιτούν εγγραφή σε μητρώο, η οποία δεν επιβάλλει στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση την υποχρέωση να προκαλέσει ρητή απόφαση της εθνικής κανονιστικής αρχής προκειμένου να ασκήσει τα εκ της αδείας δικαιώματα,

    - «ειδική άδεια»: κάθε χορηγούμενη από εθνική κανονιστική αρχή άδεια με την οποία παρέχονται ειδικά δικαιώματα σε επιχείρηση, ή η οποία εξαρτά την άσκηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης από ειδικές υποχρεώσεις που συμπληρώνουν τη γενική άδεια, ανάλογα με την περίπτωση, χωρίς η επιχείρηση να δικαιούται να ασκεί τα συναφή δικαιώματα πριν εκδοθεί η απόφαση της εθνικής κανονιστικής αρχής 7

    β) «εθνική κανονιστική αρχή»: ο ή οι φορείς - νομικώς διάφοροι και λειτουργικώς ανεξάρτητοι από τους τηλεπικοινωνιακούς οργανισμούς - στους οποίους κάθε κράτος μέλος αναθέτει την εκπόνηση και την εποπτεία τήρησης των όρων της άδειας 7

    γ) «εξυπηρέτηση με μονοαπευθυντική διαδικασία»: διαδικαστικός διακανονισμός που διευκολύνει τη χορήγηση ειδικών αδειών από ή, επί γενικών αδειών και εφόσον απαιτείται, τη γνωστοποίηση προς πλείονες εθνικές κανονιστικές αρχές, με συντονισμένη διαδικασία και σε ένα και μόνο τόπο 7

    δ) «βασικές απαιτήσεις»: οι λόγοι γενικού συμφέροντος και μη οικονομικού χαρακτήρα βάσει των οποίων ένα κράτος μέλος μπορεί να επιβάλει όρους για την σύσταση ή/και τη λειτουργία τηλεπικοινωνιακών δικτύων ή την παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Οι λόγοι αυτοί είναι η ασφάλεια λειτουργίας του δικτύου, η διατήρηση της ακεραιότητάς του και, σε δικαιολογημένες περιπτώσεις, η διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών, η προστασία των δεδομένων, η προστασία του περιβάλλοντος και οι πολεοδομικοί και χωροταξικοί στόχοι καθώς και η αποτελεσματική χρήση του φάσματος συχνοτήτων και η αποφυγή των επιβλαβών παρεμβολών μεταξύ συστημάτων ραδιοεπικοινωνιών και άλλων, διαστημικών ή επίγειων, τεχνικών συστημάτων. Στην προστασία των δεδομένων μπορεί να περιλαμβάνεται η προστασία των προσωπικών στοιχείων, η εμπιστευτικότητα των μεταδιδόμενων ή αποθηκευμένων πληροφοριών καθώς και η προστασία της ιδιωτικής ζωής.

    2. Για την παρούσα οδηγία ισχύουν, επίσης, κατά περίπτωση, και άλλοι ορισμοί που περιέχονται στην οδηγία 90/387/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1990, για τη δημιουργία της εσωτερικής αγοράς στον τομέα των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών μέσω της εφαρμογής της παροχής ανοικτού δικτύου (Open Network Provision- ONP) (11) και στην οδηγία «διασύνδεση».

    Άρθρο 3

    Αρχές που διέπουν τις άδειες

    1. Όταν τα κράτη μέλη εξαρτούν την παροχή μιας τηλεπικοινωνιακής υπηρεσίας από άδεια, η χορήγηση οποιασδήποτε τέτοιας άδειας και οι σχετικοί όροι τηρούν τις αρχές που καθορίζονται στις παραγράφους 2, 3 και 4.

    2. Οι άδειες μπορούν να περιέχουν μόνον τους όρους που παρατίθενται στο παράρτημα. Επιπλέον, οι όροι αυτοί πρέπει να είναι αντικειμενικά δικαιοληγμένοι ως προς τη σχετική υπηρεσία αμερόληπτοι, ανάλογοι με τον επιδιωκόμενο σκοπό και διαφανείς.

    3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών ή/και τηλεπικοινωνιακών δικτύων μπορεί να γίνεται είτε χωρίς άδεια είτε δυνάμει γενικών αδειών, οι οποίες συμπληρώνονται, όπου είναι αναγκαίο, με δικαιώματα και υποχρεώσεις βάσει των οποίων απαιτείται κατ' ιδίαν αξιολόγηση των αιτήσεων και απ' όπου προκύπτουν μία ή περισσότερες ειδικές άδειες. Τα κράτη μέλη μπορούν να εκδίδουν ειδική άδεια μόνο όταν παρέχεται στον δικαιούχο πρόσβαση σε φυσικούς και άλλους πόρους εν ανεπαρκεία ή όταν ο δικαιούχος υπόκειται σε ειδικές υποχρεώσεις ή απολαύει ειδικών δικαιωμάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του τμήματος ΙΙΙ.

    4. Κατά τη διαμόρφωση και την εφαρμογή των αντίστοιχων συστημάτων αδειών, τα κράτη μέλη διευκολύνουν την παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών μεταξύ κρατών μελών.

    ΤΜΗΜΑ ΙΙ

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ

    Άρθρο 4

    Όροι που συνοδεύουν τις γενικές άδειες

    1. Όταν τα κράτη μέλη εξαρτούν την παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών από τη λήψη γενικών αδειών, οι όροι οι οποίοι μπορούν να συνοδεύουν, όπου δικαιολογείται, τις εν λόγω άδειες, παρατίθενται στο παράρτημα, σημεία 2 και 3. Οι εν λόγω άδειες πρέπει να προβλέπουν το κατά το δυνατό λιγότερο επαχθές σύστημα το οποίο θα συμβαδίζει με την εφαρμογή των σχετικών βασικών απαιτήσεων και λοιπών απαιτήσεων δημοσίου συμφέροντος που παρατίθενται στο παράρτημα, σημεία 2 και 3.

    2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν καταλλήλως τη δημοσίευση, των όρων που συνοδεύουν τις γενικές άδειες, ούτως ώστε να είναι ευχερώς προσιτοί στους ενδιαφερόμενους. Μνεία της δημοσίευσης των πληροφοριών αυτών γίνεται στην εφημερίδα της κυβερνήσεως του αντίστοιχου κράτους μέλους και στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    3. Τα κράτη μέλη μπορούν να τροποποιούν τους όρους που συνοδεύουν μια γενική άδεια σε αντικειμενικές αιτιολογημένες περιπτώσεις και κατ' αναλογικό τρόπο. Κατά την τροποποίηση αυτή, τα κράτη μέλη γνωστοποιούν καταλλήλως τη σχετική πρόθεσή τους και παρέχουν τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να εκφράσουν τις απόψεις τους επί των προτεινομένων τροποποιήσεων.

    Άρθρο 5

    Διαδικασίες επί γενικών αδειών

    1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του τμήματος ΙΙΙ, τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν μια επιχείρηση, η οποία πληροί τους ισχύοντες όρους μιας γενικής άδειας σύμφωνα με το άρθρο 4, να παρέχει την προβλεπόμενη τηλεπικοινωνιακή υπηρεσία ή/και τηλεπικοινωνιακά δίκτυα.

    2. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτήσουν από μια επιχείρηση στην οποία έχει χορηγηθεί γενική άδεια, να γνωστοποιήσει στην εθνική κανονιστική αρχή πριν παράσχει την τηλεπικοινωνιακή υπηρεσία ή/και τα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα, την πρόθεσή της και να ανακοινώσει τις πληροφορίες περί της σχετικής υπηρεσίας που είναι αναγκαίες για τη συμμόρφωση προς τους προβλεπόμενους όρους σύμφωνα με το άρθρο 4. Είναι δυνατόν να απαιτηθεί από την επιχείρηση να αναμείνει επί τέσσερις το πολύ εβδομάδες από τη στιγμή που θα παραληφθούν όλες οι απαιτούμενες πληροφορίες, όπως δημοσιεύονται σύμφωνα με την παράγραφο 4, πριν αρχίσει να παρέχει τις υπηρεσίες που καλύπτονται από τη γενική άδεια.

    3. Όταν μια επιχείρηση διαθέτουσα γενική άδεια δεν πληροί όρο που περιλαμβάνεται στη γενική άδεια σύμφωνα με το άρθρο 4, η εθνική κανονιστική αρχή μπορεί να ενημερώσει την εν λόγω επιχείρηση ότι δεν δικαιούται να κάνει χρήση της γενικής άδειας, ή/και να της επιβάλει δεόντως, τα ενδεδειγμένα μέτρα για τη συμμόρφωσή της. Η εθνική κανονιστική αρχή παρέχει ταυτόχρονα στη συγκεκριμένη επιχείρηση εύλογη δυνατότητα να εκθέσει τις απόψεις της όσον αφορά την εφαρμογή των όρων και να επανορθώσει εντός ενός μηνός από την παρέμβαση της εθνικής κανονιστικής αρχής. Εάν η εν λόγω επιχείρηση επανορθώσει, η εθνική κανονιστική αρχή, εντός δύο μηνών από την αρχική παρέμβασή της, ακυρώνει ή τροποποιεί την απόφασή της και αιτιολογεί την απόφασή της. Εάν η εν λόγω επιχείρηση δεν επανορθώσει, η εθνική κανονιστική αρχή, εντός δύο μηνών από την αρχική παρέμβασή της, επιβεβαιώνει την απόφασή της, την οποία αιτιολογεί και κοινοποιεί στη συγκεκριμένη επιχείρηση εντός εβδομάδος από την έκδοσή της. Τα κράτη μέλη προβλέπουν διαδικασία προσφυγής κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον οργάνου ανεξάρτητου από την εθνική κανονιστική αρχή.

    4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την προσήκουσα δημοσίευση πληροφοριών για τις διαδικασίες που σχετίζονται με τις γενικές άδειες, ώστε οι πληροφορίες αυτές να είναι ευχερώς προσιτές. Μνεία της δημοσίευσης των εν λόγω πληροφοριών γίνεται στην εφημερίδα της κυβερνήσεως του αντίστοιχου κράτους μέλους και στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Άρθρο 6

    Τέλη και επιβαρύνσεις διαδικασιών γενικών αδειών

    Με την επιφύλαξη των διατάξεων περί χρηματοδοτικών συνεισφορών στην παροχή καθολικής υπηρεσίας σύμφωνα με το παράρτημα, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα τέλη που επιβάλλονται σε επιχειρήσεις στα πλαίσια των διαδικασιών χορήγησης αδειών αποσκοπούν αποκλειστικά στην κάλυψη των διοικητικών δαπανών, χορήγησης, διαχείρισης, ελέγχου και εκτέλεσης του εφαρμοστέου συστήματος γενικών αδειών. Τα τέλη αυτά δημοσιεύονται κατά ενδεδειγμένο και επαρκώς λεπτομερή τρόπο, ώστε να είναι ευχερώς προσιτά.

    ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ

    ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ

    Άρθρο 7

    Πεδίο εφαρμογής

    1. Τα κράτη μέλη μπορούν να εκδίδουν ειδικές άδειες μόνο:

    α) για να επιτρέψουν στον κάτοχο της άδειας πρόσβαση σε ραδιοσυχνότητες ή αριθμούς 7

    β) για να παραχωρήσουν στον κάτοχο της άδειας ειδικά δικαιώματα όσον αφορά την πρόσβαση σε δημόσιες ή ιδιωτικές εκτάσεις 7

    γ) για να επιβάλουν στον κάτοχο της άδειας υποχρεώσεις και απαιτήσεις σχετικές με την υποχρεωτική παροχή προς το κοινό τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών ή/και δημόσιων τηλεπικοινωνιακών δικτύων, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεων που επιβάλλουν στον κάτοχο να παράσχει καθολική υπηρεσία, καθώς και άλλων υποχρεώσεων εκ της νομοθεσίας περί παροχής ανοικτού δικτύου 7

    δ) για να επιβάλουν ειδικές υποχρεώσεις, σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες ανταγωνισμού, στην περίπτωση που ο κάτοχος της άδειας διαθέτει σημαντική ισχύ στην αγορά κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της οδηγίας «διασύνδεση» ως προς την παροχή δημόσιων τηλεπικοινωνιακών δικτύων και τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών προς το κοινό.

    2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, μπορούν να ζητούνται ειδικές άδειες για την παροχή προσβάσιμων στο κοινό υπηρεσιών φωνητικής τηλεφωνίας, τη δημιουργία και την εκμετάλλευση δημόσιων τηλεπικοινωνιακών δικτύων καθώς και άλλων δικτύων που συνεπάγονται τη χρήση ραδιοσυχνοτήτων.

    Άρθρο 8

    Όροι που συνοδεύουν τις ειδικές άδειες

    1. Οι όροι, πέραν των προαναφερθέντων για τις γενικές άδειες, που δύνανται να επιβληθούν σε ειδικές άδειες, όπου τούτο δικαιολογείται, εκτίθενται στο παράρτημα σημεία 2 και 4.

    Οι εν λόγω όροι σχετίζονται μόνον με τις καταστάσεις που δικαιολογούν τη χορήγηση της εν λόγω αδείας, όπως ορίζονται στο άρθρο 7.

    2. Τα κράτη μέλη δύνανται να ενσωματώνουν τους όρους των ισχυουσών γενικών αδειών στην ειδική άδεια, υποβάλλοντας την ειδική άδεια σε όρους που εκτίθενται στο παράρτημα.

    Τα δικαιώματα που παραχωρούνται σύμφωνα με τις γενικές άδειες, καθώς και οι όροι που τις συνοδεύουν, δεν πρέπει να περιορίζονται ή να συμπληρώνονται με τη χορήγηση ειδικής αδείας, πλην αντικειμενικώς δικαιολογημένων περιπτώσεων και κατά ανάλογο τρόπο, ιδίως λόγω υποχρεώσεων που έχουν σχέση με την παροχή καθολικής υπηρεσίας ή/και τον έλεγχο σημαντικής ισχύος στην αγορά ή για να τηρηθούν οι υποχρεώσεις που αντιστοιχούν σε προσφορές που υποβάλλονται κατά τη διαδικασία πρόσκλησης για υποβολή προσφορών.

    3. Με την επιφύλαξη του άρθρου 20, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στους όρους κάθε ειδικής αδείας έχουν δημοσιευθεί προσηκόντως ώστε να είναι ευχερώς προσιτές. Αναφορά στην εν λόγω δημοσίευση γίνεται στην Επίσημη Εφημερίδα του οικείου κράτους μέλους και στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    4. Τα κράτη μέλη δύνανται να τροποποιούν τους όρους που συνοδεύουν την ειδική άδεια, σε αντικειμενικώς δικαιολογημένες περιπτώσεις και κατ' αναλογικό τρόπο. Σ' αυτή την περίπτωση, τα κράτη μέλη κοινοποιούν δεόντως αυτή την πρόθεσή τους και δίνουν στα ενδιαφερόμενα μέρη τη δυνατότητα να εκφράσουν τις απόψεις τους σχετικά με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις.

    Άρθρο 9

    Διαδικασίες για τη χορήγηση ειδικών αδειών

    1. Όταν ένα κράτος μέλος χορηγεί ειδικές άδειες, εξασφαλίζει την εκ των προτέρων δημοσίευση, κατά τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο, πληροφοριών που αφορούν τις διαδικασίες για ειδικές άδειες, ώστε οι εν λόγω πληροφορίες να είναι ευχερώς προσιτές.

    Αναφορά στην εν λόγω δημοσίευση γίνεται στην εφημερίδα της κυβερνήσεως του οικείου κράτους μέλους και στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    2. Όταν ένα κράτος μέλος σκοπεύει να χορηγήσει ειδικές άδειες:

    - τις χορηγεί μέσω ανοικτών, αμερόληπτων και διαφανών διαδικασιών και, για τον σκοπό αυτόν, όλοι οι αιτούντες υπόκεινται στις ίδιες διαδικασίες, εκτός εάν συντρέχει αντικειμενικός λόγος διαφοροποίησης, και

    - θέτει εύλογα χρονικά όρια 7 μεταξύ άλλων, ανακοινώνει στον αιτούντα το συντομότερο δυνατόν την απόφαση επί της αιτήσεώς του και το αργότερο έξι εβδομάδες από την παραλαβή της. Στις διατάξεις εφαρμογής της παρούσας οδηγίας τα κράτη μέλη μπορούν να αυξήσουν την προθεσμία έως τέσσερις μήνες σε αντικειμενικώς δικαιολογημένες περιπτώσεις που ορίζονται ρητά στις εν λόγω διατάξεις. Ειδικά στην περίπτωση των διαδικασιών πρόσκλησης για υποβολή προσφορών, τα κράτη μέλη μπορούν να αυξήσουν αυτό το όριο έως τους οκτώ μήνες. Αυτό το όριο δεν επηρεάζει τις εφαρμοστέες διεθνείς συμφωνίες σχετικά με το συντονισμό των διεθνών συχνοτήτων και των δορυφόρων.

    3. Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 10 παράγραφος 1, κάθε επιχείρηση η οποία πληροί τους όρους που αποφασίζονται και δημοσιεύονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας οδηγίας, δικαιούται ειδικής άδειας. Εάν όμως η επιχείρηση που υποβάλλει αίτηση για ειδική άδεια δεν παράσχει τις πληροφορίες που εύλογα απαιτούνται προκειμένου να αποδειχθεί ότι όντως πληροί τις εκ της παρούσας οδηγίας προϋποθέσεις, η εθνική κανονιστική αρχή δικαιούται να αρνηθεί την έκδοση της άδειας.

    4. Όταν ο δικαιούχος ειδικής αδείας δεν τηρεί όρο περιληφθέντα στην άδεια σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας οδηγίας, η εθνική κανονιστική αρχή μπορεί να αποσύρει, να τροποποιεί ή να αναστέλλει την ισχύ ειδικής αδείας, ή να επιβάλλει προσήκοντα μέτρα με σκοπό την αποκατάσταση της νομιμότητας. Η εθνική κανονιστική αρχή παρέχει ταυτόχρονα στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση την ευκαιρία να εκθέσει τις απόψεις της όσον αφορά την εφαρμογή των όρων και, εκτός από την περίπτωση επανειλημμένων παραβάσεων από την εν λόγω επιχείρηση, οπότε η εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να λαμβάνει αμέσως τα προσήκοντα μέτρα, να αποκαταστήσει τη νομιμότητα εντός ενός μηνός από την παρέμβασή της. Εάν η επιχείρηση συμμορφωθεί, η εθνική κανονιστική αρχή, εντός δύο μηνών από την αρχική παρέμβασή της, ακυρώνει ή τροποποιεί την απόφασή της κατά περίπτωση και αιτιολογεί την απόφασή της. Εάν η επιχείρηση δεν συμμορφωθεί, η εθνική κανονιστική αρχή, εντός δύο μηνών από την αρχική παρέμβασή της, οριστικοποιεί την απόφασή της την οποία αιτιολογεί και κοινοποιεί στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση εντός εβδομάδας από την έκδοσή της. Τα κράτη μέλη προβλέπουν διαδικασία προσφυγής κατά της απόφασης αυτής ενώπιον οργάνου ανεξάρτητου από την εθνική κανονιστική αρχή.

    5. Σε περίπτωση ανεπιθύμητης παρεμβολής μεταξύ ενός τηλεπικοινωνιακού δικτύου που χρησιμοποιεί ραδιοσυχνότητες και άλλων τεχνικών συστημάτων, η εθνική κανονιστική αρχή δύναται να λάβει άμεσα διορθωτικά μέτρα. Σ' αυτή την περίπτωση η ενδιαφερόμενη επιχείρηση πρέπει να έχει εύλογη δυνατότητα να εκφράσει την άποψή της και να προτείνει λύσεις για την ανεπιθύμητη παρεμβολή.

    6. Κράτη μέλη τα οποία αρνούνται να χορηγήσουν, ή ανακαλούν, τροποποιούν ή αναστέλλουν μία ειδική άδεια γνωστοποιούν στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση τους λόγους. Τα κράτη μέλη προβλέπουν διαδικασία προσφυγής κατά των εν λόγω απαρνήσεων, ανακλήσεων, τροποποιήσεων ή αναστολών ενώπιον οργάνου ανεξάρτητου από την εθνική κανονιστική αρχή.

    Άρθρο 10

    Περιορισμός του αριθμού ειδικών αδειών

    1. Τα κράτη μέλη δύνανται να περιορίζουν τον αριθμό των ειδικών αδειών για οποιαδήποτε κατηγορία τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και για την εγκατάσταση ή/και εκμετάλλευση τηλεπικοινωνιακής υποδομής, μόνο αν το επιβάλλει η αποδοτική χρήση των ραδιοσυχνοτήτων ή για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται για την παροχή αριθμών, σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία.

    2. Όταν κράτος μέλος σκοπεύει να περιορίσει τον αριθμό των ειδικών αδειών των χορηγουμένων σύμφωνα με την παράγραφο 1:

    - αποδίδει τη δέουσα βαρύτητα στην ανάγκη να μεγιστοποιούνται τα οφέλη για τους χρήστες και να διευκολύνεται η ανάπτυξη του ανταγωνισμού,

    - επιτρέπει σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να εκφράζουν τις απόψεις τους σχετικά με οποιονδήποτε περιορισμό,

    - δημοσιεύει και αιτιολογεί την απόφασή του να περιορίσει τον αριθμό ειδικών αδειών,

    - επανεξετάζει τον περιορισμό κατά εύλογα χρονικά διαστήματα,

    - απευθύνει πρόσκληση υποβολής αιτήσεων για χορήγηση αδειών.

    3. Τα κράτη μέλη χορηγούν ειδικές άδειες βάσει κριτηρίων επιλογής, τα οποία πρέπει να είναι αντικειμενικά, αμερόληπτα, λεπτομερή, διαφανή, και ανάλογα. Κάθε τέτοια επιλογή πρέπει να δίδει τη δέουσα βαρύτητα στην ανάγκη να διευκολύνεται η ανάπτυξη του ανταγωνισμού και να μεγιστοποιούνται τα οφέλη για τους χρήστες.

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την εκ των προτέρων δέουσα δημοσίευση πληροφοριών όσον αφορά τα εν λόγω κριτήρια, ώστε να είναι ευχερώς προσιτές. Αναφορά στην εν λόγω δημοσίευση γίνεται στην εφημερίδα της κυβερνήσεως του οικείου κράτους μέλους.

    4. Σε περίπτωση που κράτος μέλος διαπιστώσει, είτε κατόπιν δικής του πρωτοβουλίας, ή κατόπιν αιτήματος μιας επιχειρήσεως, είτε κατά την έναρξη της ισχύος της οδηγίας ή αργότερα, ότι είναι δυνατόν να αυξηθεί ο αριθμός ειδικών αδειών, δημοσιεύει το στοιχείο αυτό και καλεί να υποβληθούν αιτήσεις για επιπλέον άδειες.

    Άρθρο 11

    Τέλη και επιβαρύνσεις ειδικών αδειών

    1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα τέλη που επιβάλλονται σε επιχειρήσεις ως μέρος των διαδικασιών χορήγησης αδειών αποσκοπούν αποκλειστικά στην κάλυψη των διοικητικών δαπανών που συνεπάγεται η έκδοση, διαχείριση, έλεγχος και εκτέλεση της εκάστοτε ειδικής αδείας. Τα τέλη των ειδικών αδειών είναι ανάλογα προς τις σχετικές εργασίες και δημοσιεύονται κατά ενδεδειγμένο και επαρκώς λεπτομερή τρόπο ώστε οι εν λόγω πληροφορίες να είναι ευχερώς προσιτές.

    2. Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 1, όταν χρησιμοποιούνται πόροι εν ανεπαρκεία, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν στις εθνικές κανονιστικές αρχές τους να επιβάλλουν πρόσθετα τέλη που αντανακλούν την ανάγκη βελτίστης χρήσης των πόρων αυτών 7 τα τέλη δεν εισάγουν διακρίσεις ενώ δι' αυτών λαμβάνεται ιδίως υπόψιν η ανάγκη παροχής κινήτρων ανάπτυξης καινοτόμων υπηρεσιών και του ανταγωνισμού.

    ΤΜΗΜΑ IV

    ΠΑΡΟΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

    Άρθρο 12

    Εναρμόνιση

    1. Όποτε είναι απαραίτητο, οι όροι που συνοδεύουν τις γενικές άδειες και οι διαδικασίες γενικών αδειών εναρμονίζονται.

    Η εναρμόνιση αυτών των όρων και διαδικασιών αποσκοπεί στη διαμόρφωση του κατά το δυνατόν λιγότερο επαχθούς καθεστώτος που εξασφαλίζει την τήρηση της παρούσας οδηγίας, ιδίως δε των άρθρων 3, 4 και 5, και τη συμμόρφωση προς τις βασικές απαιτήσεις και τις λοιπές απαιτήσεις δημοσίου συμφέροντος που καθορίζονται στο παράρτημα, σημεία 1, 2 και 3.

    Η εναρμόνιση αποσκοπεί, περαιτέρω, στη διαμόρφωση ισόρροπων συνόλων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων για τους δικαιούχους των αδειών.

    2. Η Επιτροπή, με τη διαδικασία του άρθρου 16, αναθέτει εντολές στην ευρωπαϊκή διάσκεψη των ταχυδρομικών και τηλεπικοινωνιακών οργανισμών (CEPT) στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τηλεπικοινωνιακών ρυθμιστικών αρχών (ECTRA) στην ευρωπαϊκή επιτροπή ραδιοεπικοινωνιών (ERC) ή σε άλλους σχετικούς φορείς εναρμόνισης. Στις εντολές αυτές καθορίζονται οι εργασίες που πρέπει να εκτελεσθούν και οι προς εναρμόνιση κατηγορίες γενικών αδειών, καθώς και χρονοδιάγραμμα για την κατάρτιση εναρμονισμένων όρων και διαδικασιών.

    3. Ανάλογα με τις εργασίες που εκτελούνται βάσει της παραγράφου 2, και με την επιφύλαξη του άρθρου 7, εκδίδεται, με τη διαδικασία του άρθρου 17, απόφαση με την οποία διαπιστώνεται ότι μια εναρμονισμένη γενική άδεια ισχύει για τις οικείες τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες.

    Άρθρο 13

    Μονοαπευθυντική διαδικασία

    1. Όταν είναι σκόπιμο και σε συνεργασία με την CEPT/ECTRA και την CEPT/ERC, η Επιτροπή μεριμνά για τη χρήση μονοαπευθυντικής διαδικασίας στη χορήγηση ειδικών αδειών, και, στην περίπτωση των γενικών αδειών, για τις διαδικασίες γνωστοποίησης, συμπεριλαμβανομένων καταλλήλων διακανονισμών για τη διαχείρισή της, με τη διαδικασία του άρθρου 17. Πληροφορίες για τη λειτουργία των εν λόγω μονοαπευθυντικών διαδικασιών δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    2. Η μονοαπευθυντική διαδικασία πληροί τους ακόλουθους όρους:

    α) είναι ανοικτή σε όλες τις επιχειρήσεις που επιθυμούν να παράσχουν τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες στην Κοινότητα,

    β) είναι δυνατή η υποβολή αιτήσεων και γνωστοποιήσεων και ορίζονται ένας ή περισσότεροι φορείς στους οποίους δύνανται να υποβληθούν οι αιτήσεις και οι κοινοποιήσεις,

    γ) επί ειδικών αδειών, οι αιτήσεις διαβιβάζονται εντός επτά εργάσιμων ημερών αφότου παραληφθούν αρμοδίως στις αρμόδιες εθνικές κανονιστικές αρχές από τον ή τους φορείς στους οποίους υποβάλλονται.

    Επί γενικών αδειών, οι γνωστοποιήσεις διαβιβάζονται, δύο εργάσιμες ημέρες αφότου παραληφθούν αρμοδίως, στις αρμόδιες εθνικές κανονιστικές αρχές από τον ή τους φορείς στους οποίους υποβάλλονται,

    δ) επί ειδικών αδειών, οι αρμόδιες εθνικές κανονιστικές αρχές αποφασίζουν για τη χορήγηση της εν λόγω αδείας εντός της κατ' άρθρο 9 παράγραφος 2 προθεσμίας. Ενημερώνουν για την απόφαση εντός εβδομάδος τον αιτούντα και τον ή τους φορείς στους οποίους υπεβλήθη η σχετική αίτηση.

    Επί γενικών αδειών, οι εθνικές κανονιστικές αρχές τηρούν την προθεσμία του άρθρου 5 παράγραφος 2,

    ε) το άρθρο 9 και το άρθρο 5 εφαρμόζονται αντιστοίχως για αιτήσεις ειδικών αδειών και για γνωστοποιήσεις που υποβάλλονται μέσω εξυπηρέτησης με μονοαπευθυντική διαδικασία,

    στ) ο ή οι φορείς στους οποίους δύνανται να υποβληθούν αιτήσεις και γνωστοποιήσεις υποβάλλουν ετησίως έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τη λειτουργία της μονοαπευθυντικής διαδικασίας, δίδοντας ιδίως πληροφορίες για τις απορρίψεις αιτήσεων και τις προβαλλόμενες αντιρρήσεις στις γνωστοποιήσεις,

    ζ) οι φορείς που συμμετέχουν στη μονοαπευθυντική διαδικασία τηρούν το επίπεδο εμπιστευτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 20.

    ΤΜΗΜΑ V

    ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΔΕΙΩΝ

    Άρθρο 14

    Σύσταση της επιτροπής αδειών

    Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή, την οποία αποτελούν αντιπρόσωποι των κρατών μελών και της οποίας προεδρεύει αντιπρόσωπος της Επιτροπής. Η επιτροπή καλείται επιτροπή αδειών (εφεξής καλούμενη «επιτροπή»).

    Άρθρο 15

    Ανταλλαγή πληροφοριών

    Η Επιτροπή ενημερώνει, όπου είναι απαραίτητο, την επιτροπή για το αποτέλεσμα τακτικών διαβουλεύσεων με τους αντιπροσώπους τηλεπικοινωνιακών οργανισμών, χρηστών, καταναλωτών, κατασκευαστών, παροχών υπηρεσιών και συνδικαλιστικών οργανώσεων.

    Επιπλέον, η επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη την τηλεπικοινωνιακή πολιτική της Κοινότητας, ενθαρρύνει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με την κατάσταση και την εξέλιξη των κανονιστικών ρυθμίσεων όσον αφορά την άδεια παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών.

    Άρθρο 16

    Διαδικασία επιτροπής αριθ. Ι (12*)

    Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην εν λόγω επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρόκειται να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο αυτό, μέσα σε προθεσμία που μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος και, αν χρειασθεί, προβαίνει σε ψηφοφορία.

    Η γνώμη καταχωρείται στα πρακτικά. Επιπλέον κάθε κράτος μέλος έχει το δικαίωμα να ζητήσει να καταχωρηθεί η θέση του στα πρακτικά.

    Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη τη γνώμη της επιτροπής και την ενημερώνει για τον τρόπο με τον οποίο έλαβε υπόψη τη γνώμη αυτή.

    Άρθρο 17

    Διαδικασία επιτροπής αριθ. ΙΙ β (13*)

    Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή σχέδιο των ληπτέων μέτρων. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο εντός προθεσμίας που μπορεί να καθορίζει ο πρόεδρος ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Η επιτροπή αποφαίνεται με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης για τις αποφάσεις που πρέπει να λαμβάνει το Συμβούλιο προτάσει της Επιτροπής. Στο πλαίσιο της επιτροπής, οι ψήφοι των αντιπροσώπων των κρατών μελών σταθμίζονται όπως προβλέπεται στο προαναφερόμενο άρθρο. Ο πρόεδρος δεν ψηφίζει.

    Η Επιτροπή θεσπίζει μέτρα τα οποία μπορούν να εφαρμοστούν αμέσως. Εάν όμως τα μέτρα αυτά δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη που διατύπωσε η επιτροπή, ανακοινώνονται αμέσως από την Επιτροπή στο Συμβούλιο. Στην περίπτωση αυτή:

    - η Επιτροπή αναβάλλει την εφαρμογή των μέτρων που αποφάσισε για περίοδο τριών μηνών από την ημερομηνία της ανακοίνωσης,

    - το Συμβούλιο μπορεί, με ειδική πλειοψηφία, να λάβει διαφορετική απόφαση μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο.

    ΤΜΗΜΑ VI

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 18

    Τρίτες χώρες

    1. Τα κράτη μέλη μπορούν να γνωστοποιήσουν στην Επιτροπή τις υποπίπτουσες στην αντίληψή τους τυχόν γενικές δυσκολίες που συναντούν, εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων, οι κοινοτικοί οργανισμοί όσον αφορά τη λήψη αδειών και τη λειτουργία βάσει αδειών σε τρίτες χώρες.

    2. Όταν η Επιτροπή πληροφορείται ότι υπάρχουν τέτοιες δυσκολίες, μπορεί να υποβάλλει, εάν είναι αναγκαίο, προτάσεις στο Συμβούλιο για να της ανατεθεί η δέουσα εντολή να διαπραγματευθεί συγκρίσιμα δικαιώματα και για τους κοινοτικούς οργανισμούς στις εν λόγω τρίτες χώρες. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

    3. Τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 ισχύουν υπό την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που υπέχουν η Κοινότητα και τα κράτη μέλη δυνάμει των σχετικών διεθνών συμφωνιών.

    Άρθρο 19

    Νέες υπηρεσίες

    Με την επιφύλαξη του μέρους ΙΙ και του μέρους ΙΙΙ, όταν η παροχή τηλεπικοινωνιακής υπηρεσίας δεν καλύπτεται ακόμη από γενική άδεια και εφόσον η παροχή αυτής της υπηρεσίας ή/και του δικτύου δεν μπορούν να εκτελεσθούν χωρίς άδεια, τα κράτη μέλη θεσπίζουν προσωρινούς όρους επιτρέποντας στην επιχείρηση να αρχίσει να παρέχει την υπηρεσία ή απορρίπτουν την αίτηση και ενημερώνουν την ενδιαφερόμενη επιχείρηση για τους σχετικούς λόγους, το αργότερο έξι μήνες από την παραλαβή της αίτησης. Εν συνεχεία, και το ταχύτερο δυνατόν, τα κράτη μέλη θεσπίζουν οριστικούς όρους ή επιτρέπουν την παροχή της υπηρεσίας χωρίς άδεια ή αιτιολογούν την ενδεχόμενη άρνησή τους. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κατάλληλη διαδικασία προσφυγής σε οργανισμό ανεξάρτητο από την εθνική ρυθμιστική αρχή κατά των αρνήσεων για έγκριση προσωρινών ή οριστικών όρων, απορρίψεων αιτήσεων ή αρνήσεων να επιτραπεί η παροχή της υπηρεσίας χωρίς άδεια.

    Άρθρο 20

    Απόρρητο

    1. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές δεν αποκαλύπτουν οποιαδήποτε πληροφορία καλυπτόμενη από το επαγγελματικό απόρρητο, ιδίως δε τις πληροφορίες σχετικά με επιχειρήσεις, τις επιχειρηματικές τους σχέσεις ή τα στοιχεία κόστους τους.

    2. Η παράγραφος 1 δεν θίγει το δικαίωμα των εθνικών κανονιστικών αρχών να προβαίνουν σε αποκάλυψη πληροφοριών αναγκαία για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους. Στην περίπτωση αυτή η αποκάλυψη θα είναι σύμμετρη και θα συνεκτιμά τα νόμιμα συμφέροντα των επιχειρήσεων για προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου τους.

    3. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εμποδίζουν τη δημοσίευση πληροφοριών σχετικά με τους όρους χορήγησης αδειών, οι οποίες δεν έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα.

    Άρθρο 21

    Κοινοποίηση

    1. Πέραν των πληροφοριών που απαιτούνται ήδη βάσει της οδηγίαςς 90/388/ΕΟΚ, τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή τις ακόλουθες πληροφορίες:

    - τις ονομασίες και τις διευθύνσεις των εθνικών αρχών και φορέων που είναι αρμόδιοι για την έκδοση εθνικών αδειών,

    - τις πληροφορίες για τα εθνικά καθεστώτα αδειών.

    2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν οποιεσδήποτε αλλαγές σχετικά με τις πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, εντός μηνός από την έναρξη ισχύος τους.

    Άρθρο 22

    Άδειες υφιστάμενες κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας

    1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να εναρμονίσουν τις άδειες που ισχύουν κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, με τις διατάξεις αυτής πριν την 1η Ιανουαρίου 1999.

    2. Όταν, λόγω τις εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, τροποποιούνται οι όροι ήδη υφιστάμενων αδειών, τα κράτη μέλη μπορούν να παρατείνουν την ισχύ όρων διαφορετικών από εκείνους που παρέχουν ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα καταργηθέντα ή καταργητέα βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας, εφόσον η παράσταση αυτή δεν θίγει τα δικαιώματα άλλων επιχειρήσεων δυνάμει της κοινοτικής νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένης της παρούσας οδηγίας. Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα μέτρα που λαμβάνουν προς το σκοπό αυτόν, αναφέροντας τους σχετικούς λόγους.

    3. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, οι υποχρεώσεις που απορρέουν από άδειες υφιστάμενες κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας οι οποίες δεν έχουν ευθυγραμμιστεί με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας την 1η Ιανουαρίου 1999, καθίστανται ανενεργές.

    Σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί να παρέχει, στα κράτη μέλη, κατόπιν σχετικής αιτήσεως, παράταση της ημερομηνίας αυτής.

    Άρθρο 23

    Διαδικασίες επανεξέτασης

    Πριν από την 1η Ιανουαρίου 2000, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, η οποία συνοδεύεται, εφόσον είναι απαραίτητο, από νέες νομοθετικές προτάσεις. Η εν λόγω έκθεση θα περιλαμβάνει αξιολόγηση, βάσει της κτηθείσας εμπειρίας, της ανάγκης για περαιτέρω εξέλιξη των κανονιστικών δομών όσον αφορά τις άδειες, ιδιαίτερα σε σχέση με το πεδίο εφαρμογής των ειδικών αδειών, την εναρμόνιση των διαδικασιών και τις διευρωπαϊκές υπηρεσίες και δίκτυα. Η έκθεση θα περιλάβει επίσης προτάσεις που αποβλέπουν στη συγχώνευση των διαφόρων επιτροπών που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία περί τηλεπικοινωνιών σε μια ενιαία επιτροπή που θα είναι αρμόδια για τον συντονισμό όλων των σχετικών εργασιών. Στην έκθεση αυτή εξετάζεται κάθε αναγκαία τροποποίηση για την προσαρμογή του παραρτήματος της παρούσας οδηγίας σε νέες τεχνολογικές εξελίξεις, καθώς και οι ενδεδειγμένες πρακτικές διαδικασίες, σε συνδυασμό με το άρθρο 7 παράγραφος 2.

    Άρθρο 24

    Προσωρινή απαλλαγή

    Προσωρινή απαλλαγή από τις υποχρεώσεις του άρθρου 3 παράγραφος 3, των άρθρων 7, 9, του άρθρου 10 παράγραφος 1, και των άρθρων 12, 13 και 22, χορηγείται στα κράτη μέλη που αναφέρονται στο ψήφισμα του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 1993 και της 22ας Δεκεμβρίου 1994, τα οποία δικαιούνται πρόσθετη μεταβατική περίοδο για την φιλελευθεροποίηση των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, αν και εφόσον κάνουν χρήση αυτής. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για την πρόθεσή τους να κάνουν χρήση αυτής της μεταβατικής περιόδου.

    Άρθρο 25

    Εφαρμογή

    Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το συντομότερο δυνατό και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο έως 31 Δεκεμβρίου 1997, ενημερώνουν δε αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

    Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

    Άρθρο 26

    Έναρξη ισχύος

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από την δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Άρθρο 27

    Αποδέκτες

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες, 10 Απριλίου 1997.

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβουλίο

    Ο Πρόεδρος

    J. M. GIL-ROBLES

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    A. VAN DOK VAN WEELE

    (1) ΕΕ αριθ. C 90 της 27. 3. 1996, σ. 5 και ΕΕ αριθ. C 291 της 4. 10. 1996, σ. 12.

    (2) ΕΕ αριθ. C 204 της 15. 7. 1996, σ. 17.

    (3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 22ας Μαΐου 1996, (ΕΕ αριθ. C 166 της 10. 6. 1996, σ. 78), κοινή θέση του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 1966, (ΕΕ αριθ. C 41 της 10. 2. 1997, σ. 48) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 1997, (ΕΕ αριθ. C 88 της 17. 3. 1997). Απόφαση του Συμβουλίου, της 6ης Μαρτίου 1997.

    (4) ΕΕ αριθ. C 213 της 6. 8. 1993, σ. 1.

    (5) ΕΕ αριθ. C 379 της 31. 12. 1994, σ. 4.

    (6) ΕΕ αριθ. C 150 της 31. 5. 1993, σ. 39.

    (7) ΕΕ αριθ. C 109 της 1. 5. 1995, σ. 310.

    (8) ΕΕ αριθ. C 151 της 19. 6. 1995, σ. 479.

    (9) ΕΕ αριθ. C 258 της 3. 10. 1995, σ. 1.

    (10) ΕΕ αριθ. L 192 της 24. 7. 1990, σ. 10. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/19/ΕΚ (ΕΕ αριθ. L 74 της 22. 3. 1996, σ. 13).

    (11) ΕΕ αριθ. L 192 της 24. 7. 1990, σ. 1.

    (12*) Διαδικασία της απόφασης 87/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 1987, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (ΕΕ αριθ. L 197 της 18. 7. 1987, σ. 33).

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    ΟΡΟΙ ΠΟΥ ΔΥΝΑΝΤΑΙ ΝΑ ΣΥΝΟΔΕΥΟΥΝ ΤΙΣ ΑΔΕΙΕΣ

    1. Κάθε όρος που συνοδεύει άδειες πρέπει να συμμορφούται προς τους κανόνες περί ανταγωνισμού της συνθήκης.

    2. Όροι που δύνανται να συνοδεύουν όλες τις άδειες, οσάκις είναι δικαιολογημένο, και με την επιφύλαξη της αρχής της αναλογικότητας.

    2.1. Όροι που αποσκοπούν στη διασφάλιση των βασικών απαιτήσεων.

    2.2. Όροι που συνδέονται με την παροχή ευλόγως απαιτουμένων πληροφοριών ώστε να επαληθεύεται η συμμόρφωση προς τους εφαρμοστέους όρους και για στατιστικούς λόγους.

    2.3. Όροι για την αποτροπή αθέμιτου ανταγωνισμού στις αγορές τηλεπικοινωνιών συμπεριλαμβανομένων μέτρων για να εξασφαλιστεί αμερόληπτη τιμολόγηση και να αποφευχθούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.

    2.4. Όροι που συνδέονται με την αποτελεσματική και αποδοτική χρήση των δυνατοτήτων αριθμοδότησης.

    3. Ειδικοί όροι που δύνανται να συνοδεύουν τις γενικές άδειες για την παροχή δημόσιων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών προς το κοινό καθώς και των προς αυτό το σκοπό δημόσιων τηλεπικοινωνιακών δικτύων, όπου αυτό είναι δικαιολογημένο και με την επιφύλαξη της αρχής της αναλογικότητας:

    3.1. Όροι σχετιζόμενοι με την προστασία των χρηστών και των συνδρομητών, ιδίως ως προς:

    - την προτέρα έγκριση από την εθνική κανονιστική αρχή της τυποποιημένης σύμβασης με τον συνδρομητή,

    - την παροχή λεπτομερούς και επακριβούς χρέωσης,

    - την πρόβλεψη διαδικασίας επίλυσης των διαφορών,

    - τη δημοσίευση και κατάλληλη γνωστοποίηση της αλλαγής των συνθηκών πρόσβασης, περιλαμβανομένων των τιμολογίων, της ποιότητας και της διαθεσιμότητας υπηρεσιών.

    3.2. Χρηματοδοτική συμμετοχή στην παροχή καθολικής υπηρεσίας σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία.

    3.3. Ανακοίνωση των πληροφοριών βάσης δεδομένων πελάτη που είναι απαραίτητες για την παροχή πληροφοριών καθολικού καταλόγου.

    3.4. Παροχή υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης.

    3.5. Ειδικοί διακανονισμοί για άτομα με ειδικές ανάγκες.

    3.6. Όροι σχετιζόμενοι με τη διασύνδεση των δικτύων και τη διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών, σύμφωνα με την οδηγία για τη διασύνδεση και τις υποχρεώσεις του κοινοτικού δικαίου.

    4. Ειδικοί όροι που δύνανται να τεθούν στις ειδικές άδειες, όπου δικαιολογούνται, και με την επιφύλαξη της αρχής της αναλογικότητας.

    4.1. Ειδικοί όροι συνδεόμενοι με την κατανομή δικαιωμάτων αριθμοδότησης (συμμόρφωση με εθνικά συστήματα αριθμοδότησης).

    4.2. Ειδικοί όροι συνδεόμενοι με την αποδοτική χρήση και την αποτελεσματική διαχείριση ραδιοσυχνοτήτων.

    4.3. Ειδικές περιβαλλοντικές απαιτήσεις και ειδικές απαιτήσεις πολεοδομικού και χωροταξικού σχεδιασμού μεταξύ των οποίων όροι χορήγησης πρόσβασης σε δημόσιες ή ιδιωτικές εκτάσεις και όροι συστέγασης και από κοινού χρήσεως των εγκαταστάσεων.

    4.4. Μέγιστη διάρκεια, η οποία δεν πρέπει να είναι υπερβολικά σύντομη, ιδίως προς εξασφάλιση αποδοτικής χρήσης ραδιοσυχνοτήτων ή αριθμών ή πρόσβασης σε δημόσιες και ιδιωτικές εκτάσεις και με την επιφύλαξη άλλων διατάξεων όσον αφορά την ανάκληση ή την αναστολή αδειών.

    4.5. Υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας, σύμφωνα με την οδηγία «διασύνδεση» και την οδηγία 95/62/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, για την εφαρμογή των αρχών της παροχής ανοικτού δικτύου στη φωνητική τηλεφωνία (1).

    4.6. Όροι που ισχύουν για φορείς εκμετάλλευσης που κατέχουν σημαντική θέση στην αγορά, όπως κοινοποιείται από κράτη μέλη βάσει της οδηγίας «διασύνδεση» με σκοπό την εξασφάλιση διασύνδεσης ή σημαντικής ισχύος στην αγορά.

    4.7. Όροι σχετικά με την κυριότητα, οι οποίοι εναρμονίζονται με την κοινοτική νομοθεσία ή και τις υποχρεώσεις της Κοινότητας έναντι τρίτων χωρών.

    4.8 Απαιτήσεις σχετιζόμενες με την ποιότητα, διαθεσιμότητα και μονιμότητα της υπηρεσίας ή του δικτύου, καθώς και τη χρηματοοικονομική, διαχειριστική και τεχνική ικανότητα του αιτούντος, και όροι που καθορίζουν ένα ελάχιστο χρονικό διάστημα λειτουργίας, μεταξύ των οποίων, εάν ενδείκνυται και δεν αντιβαίνει στο κοινοτικό δίκαιο, και η υποχρεωτική προς το κοινό παροχή δημοσίων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και δημοσίων δικτύων.

    4.9. Ειδικοί όροι που αφορούν την παροχή μισθωμένων γραμμών σύμφωνα με την οδηγία 92/44/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 1992, σχετικά με την εφαρμογή της παροχής ανοικτού δικτύου στις μισθωμένες γραμμές (2).

    Ο παραπάνω κατάλογος όρων ισχύει με την επιφύλαξη:

    - τυχόν άλλων νομικών όρων που δεν αφορούν ειδικά τον τομέα των τηλεπικοινωνιών, και

    - μέτρων ληφθέντων από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις απαιτήσεις του δημοσίου συμφέροντος που αναγνωρίζονται στη συνθήκη, ιδίως στα άρθρα 36 και 56, και ιδίως μέτρων σχετικών με τη δημόσια ηθική, τη δημόσια ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένης της διερεύνησης εγκληματικών δραστηριοτήτων, και τη δημόσια τάξη.

    (1) ΕΕ αριθ. L 321 της 30. 12. 1995, σ. 6.

    (2) ΕΕ αριθ. L 165 της 19. 6. 1992, σ. 27 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 94/439/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ αριθ. L 181 της 15. 7. 1994, σ. 40).

    Top