EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52011PC0860

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τις ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου

/* COM/2011/0860 τελικό - 2011/0417 (COD) */

52011PC0860

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τις ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου /* COM/2011/0860 τελικό - 2011/0417 (COD) */


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Σε σύγκριση με τα ανταγωνιστικά παγκόσμια κέντρα υψηλής τεχνολογίας και καινοτομίας, και ιδίως τις Ηνωμένες Πολιτείες, ο ευρωπαϊκός κλάδος επιχειρηματικού κεφαλαίου είναι κατακερματισμένος και διασκορπισμένος. Αυτός ο κατακερματισμός και η διασπορά οδηγούν σε στατιστικά σημαντική απροθυμία από μέρους των επενδυτών να επενδύσουν σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου: Ορισμένα κράτη μέλη έχουν ειδικά καθεστώτα για τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου με κανόνες για τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου, τις επενδυτικές τεχνικές και τους επιλέξιμους επενδυτικούς στόχους. Ωστόσο, τα περισσότερα κράτη μέλη δεν διαθέτουν τέτοιου είδους ειδικά καθεστώτα για τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου αλλά, αντίθετα, εφαρμόζουν γενικούς κανόνες εταιρικού δικαίου και υποχρεώσεις σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο στις δραστηριότητες όλων των διαχειριστών που επιθυμούν να προσφέρουν «ιδιωτικές τοποθετήσεις» επιχειρηματικού κεφαλαίου εντός της δικαιοδοσίας τους.

Ως αποτέλεσμα των αποσπασματικών ρυθμίσεων, οι δυνητικοί επενδυτές «επιχειρηματικού κεφαλαίου», όπως εύποροι ιδιώτες, συνταξιοδοτικά ταμεία ή ασφαλιστικές επιχειρήσεις, θεωρούν ότι είναι δύσκολο και δαπανηρό να ξεκινήσουν να διοχετεύουν ορισμένες από τις επενδύσεις τους προς το επιχειρηματικό κεφάλαιο. Οι αποσπασματικές ρυθμίσεις εμποδίζουν επίσης τις εξειδικευμένες εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου να συγκεντρώνουν σημαντικά χρηματικά ποσά από το εξωτερικό.

Στενά συνδεδεμένο με το πρόβλημα που περιγράφεται ανωτέρω είναι το ζήτημα του κατά πόσον η Ευρώπη αφιερώνει ανεπαρκή κεφάλαια για τη χρηματοδότηση καινοτόμων εκκινούντων κλάδων. Ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες, την περίοδο από το 2003 έως το 2010, διοχέτευσαν περίπου 131 δις ευρώ σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου (ΕΕΚ), οι ευρωπαϊκές ΕΕΚ κατάφεραν να συγκεντρώσουν μόλις 28 δις ευρώ κατά την αντίστοιχη περίοδο.

Οι δυνητικοί επενδυτές προτιμούν σήμερα τις επενδύσεις σε ιδιωτικό μετοχικό κεφάλαιο έναντι των επενδύσεων επιχειρηματικού κεφαλαίου. Κατά την περίοδο αναφοράς 2003-2010, τα ποσά που επενδύθηκαν σε επιχειρηματικό κεφάλαιο ανήλθαν σε 64 δις ευρώ έναντι 437 δις ευρώ που επενδύθηκαν συνολικά στο ευρύτερο πεδίο των ιδιωτικών μετοχικών κεφαλαίων. Ως εκ τούτου, τα επιχειρηματικά κεφάλαια αντιστοιχούσαν μόλις στο 14,6% του κοινού κορμού επενδύσεων, ενώ το ιδιωτικό μετοχικό κεφάλαιο αντιστοιχούσε στο 85,4%. Εξετάζοντας αυτή την περίοδο αναφοράς σε ετήσια βάση, τα χρήματα που συγκέντρωναν οι ιδιωτικές επενδύσεις σε μετοχές κάθε έτος υπερέβαιναν κατά πολύ τα χρήματα που συγκέντρωναν τα επιχειρηματικά κεφάλαια.

Όσο εξακολουθεί να υπάρχει αυτή η προκατάληψη υπέρ των ιδιωτικών επενδύσεων σε μετοχές – ενός τομέα που επενδύει σε ώριμες εταιρείες και οργανώνει μοχλευμένες εξαγορές, τα διαθέσιμα κεφάλαια δεν διοχετεύονται στη χρηματοδότηση της αρχικής ώθησης και της έναρξης λειτουργίας επιχειρήσεων που βρίσκονται στην πρώτη κρίσιμη φάση της εταιρικής τους ανάπτυξης. Η έλλειψη χρηματοδοτικών πόρων που σήμερα κατευθύνονται προς τα επιχειρηματικά κεφάλαια ευθύνεται άμεσα για το κατώτερο του βέλτιστου μέγεθος της μέσης ευρωπαϊκής ΕΕΚ.

Το μέσο μέγεθος μιας ευρωπαϊκής εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου είναι σημαντικά κατώτερο του βέλτιστου μεγέθους γι’αυτό το είδος χρηματοδοτικού μέσου. Παρόλο που η μέση αμερικανική εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου (ΕΕΚ) συγκεντρώνει υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία ύψους 130 εκατομμυρίων ευρώ, το μέγεθος της μέσης ευρωπαϊκής ΕΕΚ είναι περίπου 60 εκατομμύρια ευρώ.

Κατά συνέπεια, το επιχειρηματικό κεφάλαιο παίζει, σε αυτή τη φάση, δευτερεύοντα ρόλο στη χρηματοδότηση των ΜΜΕ. Οι ΜΜΕ εξαρτώνται κυρίως από τραπεζικά δάνεια. Τα τραπεζικά δάνεια αντιστοιχούν σε ποσοστό άνω του 80% της χρηματοδότησής τους, ενώ μόνο το 2% της χρηματοδότησής τους προέρχεται από εξειδικευμένες εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου. Το αντίστοιχο ποσοστό για τις ΗΠΑ είναι 14%.

Τα ευρήματα αυτά είναι ιδιαιτέρως εντυπωσιακά δεδομένου ότι πολλές ΜΜΕ, μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και του 2009, έπρεπε να πληρώνουν πολύ υψηλότερα επιτόκια για τα τραπεζικά τους δάνεια[1]. Επίσης, λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 και του 2009, η χορήγηση και η επέκταση πιστωτικών ορίων από τις τράπεζες σε ΜΜΕ μειώθηκαν σημαντικά, οπότε η αναζήτηση και η ζήτηση εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης από τις ΜΜΕ έχουν αποκτήσει πιεστικό χαρακτήρα[2]. Μολαταύτα, το επιχειρηματικό κεφάλαιο, απουσία επαρκών κεφαλαιακών πόρων, δεν έχει καταφέρει να εκμεταλλευτεί αυτό το εμφανές κενό.

Η απουσία ενός αποδοτικού τομέα επιχειρηματικού κεφαλαίου αναγκάζει τους ευρωπαϊκούς φορείς καινοτομίας και τις καινοτόμες επιχειρήσεις να μην αξιοποιούν πλήρως το εμπορικό τους δυναμικό. Το γεγονός αυτό επηρεάζει αρνητικά, με τη σειρά του, τη συνολική ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Αυτό το στοιχείο αποδεικνύεται συγκρίνοντας τη σχετική σημασία των επενδύσεων επιχειρηματικού κεφαλαίου ως εργαλείο χρηματοδότησης (εκφραζόμενο ως ποσοστό του ΑΕΠ) σε μια ιδιαιτέρως καινοτόμα αγορά όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες (0,14%) με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (0,03%).

Η κατάσταση αυτή επιβεβαιώνεται επίσης όταν αξιολογείται από την οπτική του συνολικού χαρτοφυλακίου των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που διαχειρίζεται ένας συγκεκριμένος διαχειριστής. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που είναι διαθέσιμα από την Ευρωπαϊκή Ένωση Ιδιωτικών Επενδύσεων και Επιχειρηματικού Κεφαλαίου (EVCA), το 98% των διαχειριστών ευρωπαϊκών εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου διαχειρίζονται χαρτοφυλάκιο εταιρειών που ενδέχεται να είναι κατώτερο του ορίου των 500 εκατομμυρίων ευρώ που προβλέπεται στην οδηγία για τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΟΔΟΕΕ).[3]

Ως εκ τούτου, η αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών και η υποστήριξη των Ευρωπαίων επιχειρηματιών είναι ζωτικής σημασίας. Μια ακμάζουσα ευρωπαϊκή αγορά επιχειρηματικού κεφαλαίου αποτελεί στόχο της συνολικής στρατηγικής «Ευρώπη 2020»[4], ενώ το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Φεβρουαρίου 2011 ζήτησε την άρση των υπολειπόμενων ρυθμιστικών εμποδίων για τις διασυνοριακές επενδύσεις επιχειρηματικού κεφαλαίου. Κατόπιν των ανωτέρω, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεσμεύθηκε με την πράξη για την ενιαία αγορά[5] (ΠΕΑ) να διασφαλίσει ότι, έως το 2012, οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που έχουν συσταθεί σε οποιοδήποτε κράτος μέλος θα μπορούν να συγκεντρώνουν κεφάλαια και να επενδύουν ελεύθερα σε όλη την ΕΕ. Ένα νέο πλαίσιο για τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου αποτελεί επίσης μια από τις βασικές προτεραιότητες του σχεδίου δράσης για τις ΜΜΕ [εισαγάγετε παραπομπή] το οποίο στοχεύει στην ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης των ΜΜΕ βελτιώνοντας την πρόσβασή τους σε πηγές χρηματοδότησης. Η ανακοίνωση της Επιτροπής «Οδικός χάρτης για σταθερότητα και ανάπτυξη» που εκδόθηκε στις 12 Οκτωβρίου 2011 ανέφερε επίσης τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε επιχειρηματικά κεφάλαια ως ένα σημαντικό εργαλείο για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης εντός της ΕΕ και, ως εκ τούτου, ζητούσε την άμεση έγκριση των σχετικών προτάσεων από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο[6].

Ο προτεινόμενος κανονισμός πραγματεύεται τα προβλήματα αυτά. Θεσπίζει ενιαίες απαιτήσεις για τους διαχειριστές οργανισμών συλλογικών επενδύσεων που λειτουργούν υπό τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου». Θεσπίζει απαιτήσεις σχετικά με το επενδυτικό χαρτοφυλάκιο, τις επενδυτικές τεχνικές και τους επιλέξιμους οργανισμούς στους οποίους επιτρέπεται να στοχεύσει μια εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις. Επίσης θεσπίζει ενιαίους κανόνες σχετικά με τις κατηγορίες επενδυτών στις οποίες επιτρέπεται να στοχεύσει μια εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις και για την εσωτερική οργάνωση των διαχειριστών που εμπορεύονται τις εν λόγω εταιρείες που πληρούν τις προϋποθέσεις. Δεδομένου ότι οι διαχειριστές οργανισμών συλλογικών επενδύσεων που λειτουργούν υπό τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» θα υπόκεινται σε πανομοιότυπους ουσιαστικούς κανόνες σε όλη την ΕΕ, θα επωφελούνται ενιαίων απαιτήσεων καταχώρισης και διαβατηρίου με ισχύ σε όλη την ΕΕ, γεγονός που θα βοηθήσει στη δημιουργία ισότιμων όρων ανταγωνισμού για όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών.

Οι ενιαίοι κανόνες που διέπουν τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου μπορούν να δώσουν επίσης σημαντική ώθηση στην ανάπτυξη άλλων τομέων ρύθμισης των επενδύσεων σε επιχειρηματικά κεφάλαια. Τα πλαίσια εποπτείας για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις (Φερεγγυότητα II) και τις τράπεζες (κανονισμός και οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις) αντιμετωπίζουν τις επενδύσεις σε επιχειρηματικά κεφάλαια ως υψηλού κινδύνου για σκοπούς υπολογισμού των κεφαλαιακών απαιτήσεων. Η Επιτροπή θα αξιολογήσει τις επιπτώσεις των εν λόγω απαιτήσεων, ώστε να προσδιορίσει εάν οι εν λόγω κεφαλαιακές επενδύσεις χρειάζονται αλλαγή μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα. Η θέσπιση ενός πλαισίου σε επίπεδο ΕΕ για τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου βάσει ενός ενιαίου συνόλου κανόνων σχετικά με τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου και τους όρους λειτουργίας, όπως προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό, μπορεί να διευκολύνει την εν λόγω αξιολόγηση.

Όπως έχει επίσης υπογραμμιστεί στο σχέδιο δράσης για τις ΜΜΕ, η διαμόρφωση μιας κοινής έννοιας της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου θα αποτελέσει καλό σημείο εκκίνησης για την περαιτέρω διερεύνηση λύσεων με τα κράτη μέλη στα φορολογικά προβλήματα που ενδέχεται να εμποδίζουν τις διασυνοριακές επενδύσεις από τις εν λόγω εταιρείες. Η Επιτροπή θα ολοκληρώσει το 2012 την εξέταση των φορολογικών εμποδίων στις διασυνοριακές επενδύσεις σε επιχειρηματικό κεφάλαιο με στόχο την παρουσίαση λύσεων το 2013 για την εξάλειψη των εμποδίων, ενώ ταυτόχρονα θα προλαμβάνεται η φοροαποφυγή και η φοροδιαφυγή. Οι εν λόγω λύσεις, παρόλο που είναι ανεξάρτητες του παρόντος κανονισμού, αποτελούν σημαντικό συμπλήρωμά του, με στόχο την ανάπτυξη μιας πλήρως λειτουργικής αγοράς για τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου και τις ΜΜΕ εντός της ΕΕ. Θα διασφαλίζουν επαρκείς ροές κεφαλαίων σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις και, τελικά, στις επιχειρήσεις χαρτοφυλακίου που πληρούν τις προϋποθέσεις και στις οποίες επενδύουν οι εν λόγω εταιρείες.

Ο προτεινόμενος κανονισμός είναι συμπληρωματικός του προτεινόμενου κανονισμού για τας ευρωπαϊκά ταμεία κοινωνικής επιχειρηματικότητας (ΕΤΚΕ). Αμφότερες οι προτάσεις στοχεύουν στην επίτευξη διαφορετικών στόχων και αμφότερες οι προτάσεις, εάν εγκριθούν, θα συνυπάρχουν ως αυτόνομες νομικές πράξεις αμοιβαία εξαρτώμενες.

2. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ 2.1. Διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Οι εργασίες για το επιχειρηματικό κεφάλαιο χρονολογούνται από το 1998, όταν η σημασία της δημιουργίας μιας αγοράς επιχειρηματικού κεφαλαίου που θα λειτουργεί ορθά[7], με το κεφάλαιο επιχειρηματικών συμμετοχών να παίζει ουσιαστικό ρόλο σε αυτή, είχε ήδη αναγνωριστεί στην ανακοίνωση της Επιτροπής για το σχέδιο δράσης για το επιχειρηματικό κεφάλαιο (ΣΔΕΚ)[8]. Έκτοτε, η Επιτροπή έχει συγκεντρώσει περαιτέρω αποδεικτικά στοιχεία μέσω ειδικών σεμιναρίων, διαβουλεύσεων και ομάδων εμπειρογνωμόνων, για την αντιμετώπιση των υφιστάμενων νομικών, κανονιστικών και φορολογικών φραγμών που εμποδίζουν τη βέλτιστη λειτουργία των αγορών επιχειρηματικού κεφαλαίου.

Στις 15 Ιουνίου 2011, οι υπηρεσίες της Επιτροπής ξεκίνησαν δημόσια διαβούλευση[9] για τα βασικά στοιχεία ενός πιθανού ευρωπαϊκού πλαισίου για τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, η οποία ολοκληρώθηκε στις 10 Αυγούστου 2011. Σαράντα οχτώ απαντήσεις ελήφθησαν και είναι διαθέσιμες στον ακόλουθο ιστότοπο http://ec.europa.eu/internal_market/consultations/2011/venture_capital_en.htm..

2.2. Εκτίμηση επιπτώσεων

Σύμφωνα με την πολιτική της για τη «βελτίωση της νομοθεσίας», η Επιτροπή πραγματοποίησε εκτίμηση επιπτώσεων των εναλλακτικών λύσεων πολιτικής. Αυτές οι εναλλακτικές περιλαμβάνουν μεγάλο εύρος πιθανών επιλογών:

· Θέσπιση ενός νέου διαβατηρίου επιχειρηματικού κεφαλαίου στο πλαίσιο της οδηγίας 2011/61/ΕΚ (ΟΔΟΕΕ)

· Μείωση ή κατάργηση των ορίων της ΟΔΟΕΕ

· Δημιουργία ειδικών κανόνων για το επιχειρηματικό κεφάλαιο στο πλαίσιο των διατάξεων εφαρμογής της ΟΔΟΕΕ («2ο επίπεδο»)

· Δημιουργία διαβατηρίου επιχειρηματικού κεφαλαίου ως ανεξάρτητο νομικό μέσο

· Δημιουργία ενός διοικητικού δικτύου για την επιβολή της αμοιβαίας αναγνώρισης εθνικών κανόνων που διέπουν το επιχειρηματικό κεφάλαιο ή τις «ιδιωτικές τοποθετήσεις».

Όλες αυτές οι εναλλακτικές επιλογές αναλύθηκαν σε σχέση με τους γενικούς στόχους, ήτοι να καταστούν οι ευρωπαϊκές ΜΜΕ περισσότερο ανταγωνιστικές σε μια παγκόσμια αγορά, αλλά και σε σχέση με τους πιο συγκεκριμένους και επιχειρησιακούς στόχους της παρούσας πρωτοβουλίας: (i) να καθοριστεί η ευρωπαϊκή έννοια της «εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου»∙ (ii) να δημιουργηθεί ένα ευρωπαϊκό σύστημα για την προώθηση της διασυνοριακής συγκέντρωσης κεφαλαίων από τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου∙ (iii) να δημιουργηθεί μια κοινή ρυθμιστική προσέγγιση που διέπει τις εν λόγω εταιρείες, συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας ενός δικτύου ρυθμιστικής συνεργασίας για την εποπτεία των εν λόγω επενδυτικών κεφαλαίων.

Αναλύθηκαν επίσης οι επιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένου του κόστους και των οφελών, για τους διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου, τις ΜΜΕ, την κοινωνία, τη συνολική οικονομία, το περιβάλλον και το παγκόσμιο πλαίσιο. Η εν λόγω ανάλυση κατέληξε υπέρ της δημιουργίας ενός διαβατηρίου επιχειρηματικού κεφαλαίου ως ανεξάρτητο μέσο. Οι επιπτώσεις της προτιμώμενης επιλογής αναμένεται να ωφελήσουν τους διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου βελτιώνοντας τους όρους λειτουργίας τους στην ΕΕ, γεγονός που θα οδηγήσει στη συνέχεια σε μείωση του κόστους της συμμόρφωσης και του διοικητικού κόστους και τη δημιουργία νέων ευκαιριών συγκέντρωσης κεφαλαίων. Αυτό θα οδηγήσει σε περισσότερες επιχειρηματικές ευκαιρίες και περισσότερη χρηματοδότηση που θα διοχετεύεται σε νέες και καινοτόμες ΜΜΕ που, με τη σειρά τους, θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας.

Ελήφθησαν υπόψη τα σχόλια της επιτροπής εκτίμησης των επιπτώσεων, τα οποία εκφράστηκαν στη γνώμη που εξέδωσε στις 11 Νοεμβρίου. Συγκεκριμένα, η ανάλυση των προβλημάτων έχει ενισχυθεί επεξηγώντας τον βαθμό στον οποίο τα χαμηλά επίπεδα διασυνοριακής συγκέντρωσης κεφαλαίων επιχειρηματικού κινδύνου δύνανται να αποδοθούν στους αποσπασματικούς κανόνες εντός της ΕΕ. Οι επιλογές συνδέθηκαν καλύτερα με τα συγκεκριμένα προβλήματα που έχουν εντοπιστεί και υπήρξε εμβάθυνση της ανάλυσης των επιπτώσεών τους. Τέλος, αποσαφηνίστηκαν περαιτέρω ρυθμίσεις παρακολούθησης και συμμόρφωσης.

3. ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ 3.1. Νομική βάση

Η πρόταση βασίζεται στο άρθρο 114 της ΣΛΕΕ ως την καταλληλότερη νομική βάση στο πεδίο αυτό. Η πρόταση στοχεύει κυρίως στη βελτίωση της αξιοπιστίας και της ασφάλειας δικαίου των δραστηριοτήτων εμπορίας που αναλαμβάνουν οι φορείς εκμετάλλευσης που χρησιμοποιούν τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου». Για την επιδίωξη του στόχου αυτού, η πρόταση καθορίζει ενιαία πρότυπα σχετικά με τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου των «ευρωπαϊκών εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου», τα επενδυτικά μέσα που οι εν λόγω εταιρείες επιτρέπεται να χρησιμοποιούν και τους επενδυτικούς στόχους που είναι επιλέξιμοι για χρηματοδότηση από οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων που λειτουργούν υπό τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου».

Η πρόταση καθορίζει επίσης ενιαίους κανόνες για τις κατηγορίες επενδυτών που θεωρούνται επιλέξιμοι να επενδύουν σε «ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου». Ο κανονισμός θεωρείται ότι είναι το καταλληλότερο νομικό μέσο για τον καθορισμό ενιαίων απαιτήσεων για όλους τους συμμετέχοντες της αγοράς επιχειρηματικού κεφαλαίου - επενδυτές επιχειρηματικού κεφαλαίου, εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου και εταιρείες-στόχους της χρηματοδότησης με επιχειρηματικό κεφάλαιο. Ο κανονισμός θεωρείται επίσης το καταλληλότερο μέσο για τη δημιουργία ενιαίων κανόνων σχετικά με το ποιος μπορεί να γίνει επενδυτής επιχειρηματικού κεφαλαίου, ποιος μπορεί να χρησιμοποιεί τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» και σχετικά με τους τύπους των επιχειρήσεων που δύνανται να λάβουν χρηματοδότηση από τις εν λόγω εταιρείες που πληρούν τις προϋποθέσεις. Τέλος, ο κανονισμός θεωρείται το καταλληλότερο μέσο ώστε να διασφαλιστεί ότι όλοι οι συμμετέχοντες υπόκεινται σε ενιαίες απαιτήσεις σχετικά με την εγγραφή σε «ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου», τις επενδυτικές στρατηγικές που επιδιώκονται και τα επενδυτικά εργαλεία που χρησιμοποιούνται από «ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου».

3.2. Επικουρικότητα και αναλογικότητα

Η πρόταση στοχεύει ουσιαστικά στη δημιουργία ενός αξιόπιστου, ασφαλούς και νομικά σταθερού περιβάλλοντος εμπορίας για την προώθηση ευρωπαϊκών εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου στην αγορά. Ο καθορισμός των βασικών χαρακτηριστικών μιας ευρωπαϊκής εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου, όσον αφορά τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου της, τα επενδυτικά εργαλεία, τους επενδυτικούς στόχους και τις επιλέξιμες ομάδες επενδυτών, δεν δύναται να αφεθεί στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών, καθώς αυτό θα προκαλούσε διαφορετική και αντιφατική εφαρμογή αυτών των καθοριστικών απαιτήσεων σε όλη την ΕΕ. Ως εκ τούτου, οι ενιαίοι ορισμοί και οι ενιαίες απαιτήσεις λειτουργίας πρέπει να διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο στον καθορισμό ενός συνόλου κοινών κανόνων για την ευρωπαϊκή αγορά όσον αφορά τις ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου και τους διαχειριστές τους. Επιπροσθέτως, όλοι οι διαχειριστές οργανισμών συλλογικών επενδύσεων στην αγορά αυτή που χρησιμοποιούν τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» πρέπει να υπόκεινται στις ίδιες απαιτήσεις οργάνωσης και επιχειρηματικής δεοντολογίας.

Όσον αφορά την καταχώριση και την εποπτεία των διαχειριστών «ευρωπαϊκών εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου», η πρόταση στοχεύει στην επίτευξη ισορροπίας μεταξύ της ανάγκης για αποτελεσματική εποπτεία των ευρωπαϊκών εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου, του συμφέροντος των αρμόδιων εθνικών αρχών όπου οι εν λόγω εταιρείες εδρεύουν ή προσφέρονται στις επιλέξιμες κατηγορίες επενδυτών και του συντονιστικού ρόλου της ΕΑΚΑΑ. Για να διασφαλιστεί μια άψογη διαδικασία εποπτείας, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο εδρεύει ο διαχειριστής της «ευρωπαϊκής εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου» που πληροί τις προϋποθέσεις, θα επαληθεύσει τα έγγραφα καταχώρισης που υποβάλλει ο αιτών διαχειριστής και, αφού αξιολογήσει εάν ο αιτών παρέχει επαρκείς εγγυήσεις της ικανότητάς του να εκπληρώσει τις απαιτήσεις του κανονισμού, καταχωρίζει τον αιτούντα. Κατά την εποπτεία του καταχωρισμένου διαχειριστή, η αρμόδια αρχή που έχει καταχωρίσει το διαχειριστή θα συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στα οποία πραγματοποιείται η εμπορική προώθηση του οργανισμού που πληροί τις προϋποθέσεις. Η ΕΑΚΑΑ θα διατηρεί μια κεντρική βάση δεδομένων με όλους τους καταχωρισμένους διαχειριστές που είναι επιλέξιμοι να χρησιμοποιούν τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου».

Όσον αφορά την αναλογικότητα, η πρόταση επιτυγχάνει κατάλληλη ισορροπία μεταξύ του δημόσιου συμφέροντος της προώθησης της ανάπτυξης πιο ρευστών αγορών επιχειρηματικού κεφαλαίου και της αποδοτικότητας ως προς το κόστος των προτεινόμενων μέτρων. Προβλέποντας ένα απλό σύστημα καταχώρισης, η πρόταση έχει λάβει πλήρως υπόψη την ανάγκη εξισορρόπησης της ασφάλειας και της αξιοπιστίας που συνδέονται με τη χρήση του χαρακτηρισμού «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» με την αποδοτική λειτουργία της αγοράς επιχειρηματικού κεφαλαίου και το κόστος για τα διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη.

3.3. Συμμόρφωση με τα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ

Στις 23 Σεπτεμβρίου 2009, η Επιτροπή εξέδωσε προτάσεις κανονισμών για τη σύσταση της ΕΑΤ, της ΕΑΑΕΣ και της ΕΑΚΑΑ. Σχετικά με αυτές, η Επιτροπή επιθυμεί να υπενθυμίσει τις δηλώσεις σε σχέση με τα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ στις οποίες προέβη κατά την έκδοση των κανονισμών για την ίδρυση των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών, σύμφωνα με τις οποίες: «Όσον αφορά τη διαδικασία για την έγκριση ρυθμιστικών προτύπων, η Επιτροπή υπογραμμίζει τον μοναδικό χαρακτήρα του τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, που απορρέει από τον μηχανισμό Lamfalussy και αναγνωρίζεται ρητά στη Δήλωση 39 που προσαρτήθηκε στη ΣΛΕΕ. Ωστόσο, η Επιτροπή έχει σοβαρές αμφιβολίες εάν οι περιορισμοί του ρόλου της κατά την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων και εκτελεστικών μέτρων είναι σύμφωνοι με τα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ.»

3.4. Παρουσίαση της πρότασης

Άρθρο 1 - Αντικείμενο

Το άρθρο 1 καθορίζει το αντικείμενο του προβλεπόμενου κανονισμού. Το άρθρο καθιστά σαφές ότι ο προσδιορισμός «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» αποδίδεται στους διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου οι οποίοι συμμορφώνονται με ένα σύνολο ενιαίων ποιοτικών κριτηρίων που ισχύουν για την εμπορία των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου τους, οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις σε όλη την Ένωση. Σχετικά με αυτό, το άρθρο 1 υπογραμμίζει το στόχο καθορισμού μιας ενιαίας έννοιας του τι συνιστά εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις. Η έννοια αυτή αναπτύσσεται για να διασφαλιστεί η ομαλή εμπορική προώθηση των εν λόγω οργανισμών σε όλη την Ένωση.

Άρθρο 2 – Πεδίο εφαρμογής

Το άρθρο 2 προσδιορίζει ότι ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε διαχειριστές οργανισμών συλλογικών επενδύσεων που ορίζονται στο άρθρο 3 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, εφόσον αυτοί ιδρύονται στην Ένωση και καταχωρίζονται στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής τους σύμφωνα με την οδηγία 2011/61/ΕΚ και ότι διαχειρίζονται χαρτοφυλάκια εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις, τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία των οποίων δεν υπερβαίνουν στο σύνολό τους όριο ύψους 500 εκατομμυρίων ευρώ.

Άρθρο 3 - Ορισμοί

Το άρθρο 3 περιέχει βασικούς ορισμούς που καθορίζουν το πεδίο εφαρμογής του προτεινόμενου κανονισμού. Ορίζονται βασικές έννοιες, όπως η εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις, τα ειδικά επενδυτικά εργαλεία και οι ειδικοί επενδυτικοί στόχοι. Ουσιαστικά, οι ορισμοί αποσκοπούν στη χάραξη μιας σαφούς διαχωριστικής γραμμής μεταξύ της έννοιας μιας εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις και άλλων εταιρειών διαχείρισης κεφαλαίου που αναλαμβάνουν άλλες, λιγότερο εξειδικευμένες επενδυτικές στρατηγικές, παραδείγματος χάριν, ιδιωτικές επενδύσεις.

Σύμφωνα με το στόχο της σαφούς περιγραφής των εταιρειών διαχείρισης κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις σε σχέση με τις οποίες ένας διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου επωφελείται των δικαιωμάτων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, το άρθρο 3 στοιχείο α) ορίζει ότι μια εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις είναι μια εταιρεία που αφιερώνει ελάχιστο ποσοστό 70% των συνολικών εισφορών κεφαλαίου της και του δεσμευμένου κεφαλαίου της που δεν έχουν κληθεί να καταβάλλουν τα μέλη της σε επενδύσεις σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) που εκδίδουν μέσα ιδίων κεφαλαίων ή οιονεί ιδίων κεφαλαίων απευθείας στους επενδυτές επιχειρηματικού κεφαλαίου («επενδυτικοί στόχοι»). Αυτό υποδηλώνει ότι, παραδείγματος χάριν, οι λειτουργικές δαπάνες που θα χρεωθούν στην εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις, όπως μπορεί να συμφωνούνται με τους επενδυτές, πρέπει να προέρχονται από το υπολειπόμενο 30% των δεσμευμένων εισφορών κεφαλαίου.

Είναι σημαντικό να διευκρινιστεί ότι η εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου πρέπει να αποκτά τα μέσα αυτά απευθείας από την ΜΜΕ που τα εκδίδει. Η απευθείας απόκτηση είναι βασική ασφαλιστική δικλείδα, καθώς στοχεύει στη διαφοροποίηση των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις από την ευρύτερη κατηγορία των εταιρειών ιδιωτικών επενδύσεων (οι οποίες εμπορεύονται εκδοθέντα χρεόγραφα σε δευτερεύουσες αγορές). Το άρθρο 3 περιλαμβάνει περαιτέρω ορισμούς απαραίτητους για την εφαρμογή του προτεινόμενου κανονισμού.

Άρθρο 4 – Χρήση του χαρακτηρισμού «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου»

Το άρθρο 4 περιέχει τη βασική αρχή ότι μόνο οι εταιρείες που συμμορφώνονται με τα ενιαία κριτήρια που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι επιλέξιμες να χρησιμοποιούν τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» για την εμπορία εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις σε ολόκληρη την Ένωση.

Άρθρο 5 – Σύνθεση χαρτοφυλακίου

Το άρθρο 5 περιέχει αναλυτικές διατάξεις για τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου που χαρακτηρίζει μια ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου. Σχετικά με αυτή, το άρθρο 5 περιέχει ενιαίους κανόνες για τους επενδυτικούς στόχους εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις, τα επιλέξιμα επενδυτικά εργαλεία, κανόνες για τα όρια βάσει των οποίων μια εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις μπορεί να αυξήσει το άνοιγμά της. Για να μπορέσουν οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις να αποκτήσουν έναν βαθμό ευελιξίας στη διαχείριση των επενδύσεων και της ρευστότητάς τους, θα πρέπει να επιτρέπεται δευτερεύουσα εμπορία έως μέγιστο όριο που δεν υπερβαίνει το 30% του συνόλου των εισφορών κεφαλαίου και επενδύσεων κεφαλαίου που δεν έχουν κληθεί να καταβάλουν τα μέλη της εταιρείας.

Άρθρο 6 – Επιλέξιμοι επενδυτές

Το άρθρο 6 περιέχει αναλυτικές διατάξεις για τους επενδυτές που είναι επιλέξιμοι να επενδύουν σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, οι εταιρείες κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις επιτρέπεται να διατίθενται εμπορικά μόνο σε επενδυτές που είναι αναγνωρισμένοι ως επαγγελματίες επενδυτές σύμφωνα με την οδηγία 2004/39/ΕΚ. Η εμπορική προώθηση σε άλλους επενδυτές, όπως ορισμένους ιδιώτες υψηλής καθαρής θέσης, επιτρέπεται μόνο εάν δεσμεύουν ένα ελάχιστο ποσό «εισιτηρίου» ύψους 100.000 ευρώ στον οργανισμό και εάν ο διαχειριστής του οργανισμού ακολουθεί ορισμένες διαδικασίες έτσι ώστε να μπορεί εύλογα να διασφαλίζει ότι οι εν λόγω άλλοι επενδυτές μπορούν να λαμβάνουν τις δικές τους επενδυτικές αποφάσεις και να κατανοούν τους ενεχόμενους κινδύνους.

Άρθρο 7 – Κανόνες δεοντολογίας και αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων

Το άρθρο 7 περιέχει γενικές αρχές που διέπουν τη συμπεριφορά ενός διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις, ιδίως κατά την εκτέλεση των δραστηριοτήτων του και στις σχέσεις του με τους επενδυτές.

Άρθρο 8 – Συγκρούσεις συμφερόντων

Το άρθρο 8 περιέχει κανόνες για την αντιμετώπιση περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων από τους διαχειριστές επιχειρηματικού κεφαλαίου. Σύμφωνα με τους κανόνες αυτούς, ο διαχειριστής πρέπει επίσης να εφαρμόζει κατάλληλα οργανωτικά και διοικητικά μέτρα ώστε να διασφαλίζει την ορθή αντιμετώπιση περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων.

Άρθρο 9 – Άλλες οργανωτικές απαιτήσεις

Σύμφωνα με το άρθρο 9, ένας διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου πρέπει να διατηρεί επαρκείς ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους, καθώς και επαρκή ίδια κεφάλαια, που απαιτούνται για την ορθή διαχείριση εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις.

Άρθρο 10 - Αποτίμηση

Το άρθρο 10 καλύπτει την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων μιας εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις. Οι σχετικοί κανόνες θα πρέπει να προβλέπονται στα καταστατικά έγγραφα κάθε εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις. Άρθρο 11 – Ετήσια έκθεση

Το άρθρο 11 περιέχει κανόνες για τις ετήσιες εκθέσεις που πρέπει να καταρτίζουν οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου σε σχέση με τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου τις οποίες διαχειρίζονται. Η έκθεση περιγράφει τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου του οργανισμού και τις δραστηριότητες του προηγούμενου έτους.

Άρθρο 12 – Γνωστοποίηση στους επενδυτές

Το άρθρο 12 περιέχει τις βασικές απαιτήσεις γνωστοποίησης που πρέπει να εκπληρώνουν οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου σε σχέση με τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις. Κυρίως, με τις απαιτήσεις αυτές ορίζονται προσυμβατικές υποχρεώσεις γνωστοποίησης σε σχέση με την επενδυτική στρατηγική και τους επενδυτικούς στόχους της εταιρείας που πληροί τις προϋποθέσεις, τα επενδυτικά μέσα που χρησιμοποιούνται, πληροφορίες για τα έξοδα και τις συναφείς δαπάνες και το προφίλ κινδύνου/ απόδοσης της επένδυσης που προτείνει μια εταιρεία που πληροί τις προϋποθέσεις. Στις υποχρεώσεις αυτές περιλαμβάνονται και πληροφορίες για τον τρόπο υπολογισμού της αμοιβής του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου.

Άρθρο 13 - Εποπτεία

Στο άρθρο 13, για να διασφαλιστεί ότι η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής θα είναι σε θέση να εποπτεύει τη συμμόρφωση του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου με τις ενιαίες απαιτήσεις που προβλέπονται στον κανονισμό, ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου ενημερώνει την αρμόδια αρχή σχετικά με την πρόθεσή του να εμπορευθεί εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις υπό τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου». Ο διαχειριστής οφείλει επίσης να παρέχει τις απαραίτητες πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών για τα μέτρα συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό και τους οργανισμούς που σκοπεύει να προωθήσει εμπορικά. Μόλις η αρμόδια αρχή θεωρήσει ότι οι απαιτούμενες πληροφορίες είναι πλήρεις και ότι τα μέτρα είναι κατάλληλα για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, καταχωρίζει το διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου. Η καταχώριση αυτή έχει ισχύ σε όλη την Ένωση και επιτρέπει στο διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου να εμπορεύεται εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις υπό τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου».

Άρθρο 14 – Ενημέρωση των πληροφοριών για εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις

Το άρθρο 14 περιέχει κανόνες για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες πρέπει να ενημερώνονται οι παρεχόμενες στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής πληροφορίες.

Άρθρο 15 – Διασυνοριακές ειδοποιήσεις

Το άρθρο 15 περιγράφει τη διαδικασία διασυνοριακής αποστολής ειδοποιήσεων μεταξύ των αρμόδιων εποπτικών αρχών η οποία πυροδοτείται από την καταχώριση του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου.

Άρθρο 16 – Βάση δεδομένων της ΕΑΚΑΑ

Το άρθρο 16 αναθέτει στην ΕΑΚΑΑ το καθήκον να διατηρεί μια κεντρική βάση δεδομένων με όλες τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις και είναι καταχωρισμένες σε όλη την Ένωση.

Άρθρο 17 – Εποπτεία από την αρμόδια αρχή

Το άρθρο 17 προβλέπει ότι η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής εποπτεύει την τήρηση των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 18 – Εξουσίες εποπτείας

Το άρθρο 18 προσδιορίζει έναν κατάλογο εξουσιών εποπτείας που έχουν οι αρμόδιες αρχές στη διάθεσή τους ώστε να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τα ενιαία κριτήρια που προβλέπει ο κανονισμός.

Άρθρο 19 – Κυρώσεις

Το άρθρο 19 περιέχει διατάξεις για τις κυρώσεις που επιβάλλονται για να διασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 20 – Παράβαση βασικών διατάξεων

Το άρθρο 20 προσδιορίζει ότι η παράβαση βασικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού, όπως των διατάξεων σχετικά με τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου, τους επιλέξιμους επενδυτές και τη χρήση του χαρακτηρισμού «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου», θα πρέπει να τιμωρείται με απαγόρευση χρήσης του χαρακτηρισμού και διαγραφή του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου από το μητρώο.

Άρθρο 21 – Εποπτική συνεργασία

Το άρθρο 21 περιέχει κανόνες για την ανταλλαγή εποπτικών πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους καταγωγής και του κράτους μέλους υποδοχής και της ΕΑΚΑΑ.

Άρθρο 22 – Επαγγελματικό απόρρητο

Το άρθρο 22 περιέχει διατάξεις σχετικά με το απαιτούμενο επίπεδο επαγγελματικού απορρήτου που θα πρέπει να εφαρμόζεται σε όλες τις συναφείς εθνικές αρχές και στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ).

Άρθρο 23 – Προϋποθέσεις εκχώρησης εξουσιών

Στο άρθρο 23 καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες η Επιτροπή αναλαμβάνει εξουσίες έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

Άρθρο 24 - Επανεξέταση

Το άρθρο 24 περιλαμβάνει ρήτρες για την επανεξέταση του προτεινόμενου κανονισμού και για πιθανές προτάσεις της Επιτροπής για την τροποποίηση αυτού.

4. ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Δεν υπάρχουν δημοσιονομικές επιπτώσεις.

2011/0417 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τις ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής[10],

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας[11],

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[12],

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Το επιχειρηματικό κεφάλαιο παρέχει χρηματοδότηση σε επιχειρήσεις που είναι γενικά πολύ μικρές, στα αρχικά στάδια της εταιρικής τους ύπαρξης, οι οποίες παρουσιάζουν μεγάλο δυναμικό οικονομικής ανάπτυξης και επέκτασης. Επιπροσθέτως, οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου παρέχουν στις εν λόγω επιχειρήσεις πολύτιμη τεχνογνωσία και γνώσεις, επιχειρηματικές επαφές, αξία στην εταιρική επωνυμία και στρατηγικές συμβουλές. Παρέχοντας χρηματοδότηση και συμβουλές στις επιχειρήσεις αυτές, οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου τονώνουν την οικονομική ανάπτυξη, συμβάλλουν στη δημιουργία θέσεων εργασίας, ενισχύουν τις καινοτόμες επιχειρήσεις, αυξάνουν την επένδυσή τους σε έρευνα και ανάπτυξη και ενισχύουν την επιχειρηματικότητα, την καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα στην Ένωση.

(2) Είναι απαραίτητο να διαμορφωθεί ένα κοινό πλαίσιο κανόνων σχετικά με τη χρήση του προσδιορισμού «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου», ιδίως για τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου εταιρειών που λειτουργούν υπό τον προσδιορισμό αυτόν, τους επιλέξιμους επενδυτικούς τους στόχους, τα επενδυτικά εργαλεία που επιτρέπεται να χρησιμοποιούν και τις κατηγορίες επενδυτών που είναι επιλέξιμοι να επενδύουν στις εν λόγω εταιρείες μέσω ενιαίων κανόνων στην Ένωση. Χωρίς ένα τέτοιο κοινό πλαίσιο υπάρχει κίνδυνος να λάβουν τα κράτη μέλη αποκλίνοντα μέτρα σε εθνικό επίπεδο, τα οποία θα έχουν άμεσο αρνητικό αντίκτυπο και θα δημιουργούν εμπόδια στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, καθώς οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν σε ολόκληρη την Ένωση θα υπόκεινται σε διαφορετικούς κανόνες στα διάφορα κράτη μέλη. Επιπλέον, οι διαφορετικές ποιοτικές απαιτήσεις σχετικά με τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου, τους επενδυτικούς στόχους και τους επιλέξιμους επενδυτές θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε διαφορετικά επίπεδα προστασίας των επενδυτών και να προκαλέσουν σύγχυση ως προς την επενδυτική πρόταση που συνδέεται με μια «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου». Επιπροσθέτως, οι επενδυτές θα πρέπει να μπορούν να συγκρίνουν τις επενδυτικές προτάσεις διαφόρων εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου. Είναι απαραίτητο να αρθούν σημαντικά εμπόδια στη διασυνοριακή συγκέντρωση κεφαλαίων από τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου και να αποφεύγονται στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό μεταξύ αυτών των εταιρειών, καθώς και να προλαμβάνονται στο μέλλον οποιαδήποτε περαιτέρω πιθανά εμπόδια στις συναλλαγές και σημαντικές στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό. Κατά συνέπεια, το άρθρο 114 της ΣΛΕΕ, όπως ερμηνεύεται σύμφωνα με τη συναφή νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποτελεί την κατάλληλη νομική βάση.

(3) Είναι απαραίτητο να εκδοθεί ένας κανονισμός για τον καθορισμό ενιαίων κανόνων για τις ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, ο οποίος θα επιβάλλει αντίστοιχες υποχρεώσεις στους διαχειριστές τους σε όλα τα κράτη μέλη που επιθυμούν να συγκεντρώσουν κεφάλαιο σε όλη την Ένωση με τη χρήση του προσδιορισμού «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου». Οι απαιτήσεις αυτές θα πρέπει να διασφαλίζουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών που επιθυμούν να επενδύσουν σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου.

(4) Ο καθορισμός των ποιοτικών απαιτήσεων για τη χρήση του προσδιορισμού «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» με τη μορφή κανονισμού διασφαλίζει ότι οι απαιτήσεις αυτές θα ισχύουν άμεσα για τους διαχειριστές οργανισμών συλλογικών επενδύσεων που συγκεντρώνουν κεφάλαια χρησιμοποιώντας αυτόν τον προσδιορισμό. Με τον τρόπο αυτόν διασφαλίζονται ενιαίοι όροι χρήσης του προσδιορισμού αυτού, προλαμβάνοντας τυχόν αποκλίνουσες εθνικές απαιτήσεις ως αποτέλεσμα της μεταφοράς μιας οδηγίας στο αντίστοιχο εθνικό δίκαιο. Ο παρών κανονισμός συνεπάγεται ότι οι διαχειριστές οργανισμών συλλογικών επενδύσεων που χρησιμοποιούν τον προσδιορισμό αυτό θα πρέπει να ακολουθούν τους ίδιους κανόνες σε όλη την Ένωση, γεγονός που ενισχύει επίσης την εμπιστοσύνη των επενδυτών που επιθυμούν να επενδύσουν σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου. Ένας κανονισμός θα μείωνε επίσης την πολυπλοκότητα των ρυθμίσεων και το κόστος συμμόρφωσης των διαχειριστών με συχνά αποκλίνοντες εθνικούς κανόνες που διέπουν τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, ιδίως για τους διαχειριστές που επιθυμούν να συγκεντρώσουν κεφάλαια σε διασυνοριακή βάση. Ο κανονισμός θα συμβάλει επίσης στην εξάλειψη στρεβλώσεων στον ανταγωνισμό.

(5) Για να διασαφηνιστεί η σχέση μεταξύ του παρόντος κανονισμού και των κανόνων για τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων και τους διαχειριστές τους, είναι απαραίτητο να προσδιοριστεί ότι ο παρών κανονισμός ισχύει μόνο για τους διαχειριστές οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, πέραν των ΟΣΕΚΑ σύμφωνα με το άρθρο 1 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ)[13], οι οποίοι έχουν συσταθεί στην Ένωση και είναι καταχωρισμένοι από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής τους σύμφωνα με την οδηγία 2011/61/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και την τροποποίηση των οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010[14]. Επιπλέον, θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνο σε διαχειριστές που διαχειρίζονται χαρτοφυλάκια εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις, τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία των οποίων δεν υπερβαίνουν στο σύνολό τους όριο ύψους 500 εκατομμυρίων ευρώ. Για να είναι λειτουργικός ο υπολογισμός του ορίου αυτού, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τον καθορισμό του υπολογισμού του ορίου αυτού. Κατά την άσκηση της εξουσίας αυτής, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη μέτρα που έχουν εκδοθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το στοιχείο α) του άρθρου 3 παράγραφος 6 της οδηγίας 2011/61/ΕΚ, ώστε να διασφαλίζεται η συνέπεια στους κανόνες για τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων.

(6) Στην περίπτωση που οι διαχειριστές οργανισμών συλλογικών επενδύσεων δεν επιθυμούν να χρησιμοποιούν τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου», ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται. Στις περιπτώσεις αυτές, θα πρέπει να συνεχίσουν να εφαρμόζονται οι υφιστάμενοι εθνικοί κανόνες και οι γενικοί κανόνες της Ένωσης.

(7) Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθορίζει ενιαίους κανόνες σχετικά με τη φύση εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις, ιδίως σχετικά με τους οργανισμούς χαρτοφυλακίου στις οποίες οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις επιτρέπεται να επενδύουν, καθώς και σχετικά με τα επενδυτικά μέσα που θα χρησιμοποιούνται. Αυτό είναι απαραίτητο για να είναι δυνατή η χάραξη μιας σαφούς διαχωριστικής γραμμής μεταξύ μιας εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις και άλλων οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων που επιδιώκουν άλλες, λιγότερο εξειδικευμένες, επενδυτικές στρατηγικές, όπως, παραδείγματος χάριν, τις ιδιωτικές επενδύσεις.

(8) Σύμφωνα με το στόχο της σαφούς οριοθέτησης των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό και για να διασφαλιστεί η εστίασή τους στην παροχή κεφαλαίου σε μικρές επιχειρήσεις στα αρχικά στάδια της εταιρικής τους ύπαρξης, ο προσδιορισμός «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» θα πρέπει να περιορίζεται μόνο στις εταιρείες που αφιερώνουν ελάχιστο ποσοστό ύψους 70% του συνόλου των εισφορών κεφαλαίου τους και του δεσμευμένου κεφαλαίου που δεν έχουν κληθεί να καταβάλουν τα μέλη τους σε επενδύσεις στους εν λόγω οργανισμούς υπό μορφή μέσων ιδίων κεφαλαίων ή οιονεί ιδίων κεφαλαίων.

(9) Για να τεθεί σε εφαρμογή μια απαραίτητη ασφαλιστική δικλείδα που διαφοροποιεί τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό από την ευρύτερη κατηγορία των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων που εμπορεύονται εκδοθέντα χρεόγραφα σε δευτερεύουσες αγορές, είναι απαραίτητο να περιοριστούν οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προδιαγραφές στις εταιρείες που πραγματοποιούν επενδύσεις μόνο σε απευθείας εκδοθέντα μέσα.

(10) Για να μπορούν οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου να αποκτήσουν έναν ορισμένο βαθμό ευελιξίας στη διαχείριση των επενδύσεων και της ρευστότητας των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου τους που πληρούν τις προϋποθέσεις, θα πρέπει να επιτρέπεται δευτερεύουσα εμπορική προώθηση έως μέγιστο όριο που δεν υπερβαίνει το 30% του συνόλου των εισφορών κεφαλαίου και επενδύσεων κεφαλαίου που δεν έχουν κληθεί να καταβάλουν τα μέλη τους. Η βραχυπρόθεσμη κατοχή διαθεσίμων ή ισοδυνάμων διαθεσίμων δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό του ορίου αυτού.

(11) Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο προσδιορισμός «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» είναι αξιόπιστος και εύκολα αναγνωρίσιμος από τους επενδυτές σε όλη την Ένωση, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να προβλέπει ότι μόνο οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που συμμορφώνονται με τα ενιαία ποιοτικά κριτήρια που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι επιλέξιμοι να χρησιμοποιούν τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» κατά την εμπορική προώθηση εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις σε όλη την Ένωση.

(12) Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις έχουν διακριτό και αναγνωρίσιμο προφίλ το οποίο ταιριάζει στο σκοπό τους, θα πρέπει να εφαρμόζονται ενιαίοι κανόνες για τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου και τις επενδυτικές τεχνικές που επιτρέπεται να εφαρμόζουν οι εν λόγω εταιρείες που πληρούν τις προϋποθέσεις.

(13) Για να διασφαλιστεί ότι οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις δεν συμβάλλουν στην ανάπτυξη συστημικών κινδύνων και για να διασφαλιστεί ότι οι εν λόγω εταιρείες επικεντρώνονται, κατά τις επενδυτικές τους δραστηριότητες, στην υποστήριξη εταιρειών χαρτοφυλακίου που πληρούν τις προϋποθέσεις, δεν θα πρέπει να επιτρέπεται δανεισμός ή μόχλευση σε επίπεδο εταιρείας. Ωστόσο, για να είναι σε θέση ο οργανισμός να καλύπτει έκτακτες ανάγκες ρευστότητας που μπορεί να ανακύπτουν μεταξύ της κλήσης για καταβολή του δεσμευμένου κεφαλαίου από τους επενδυτές και της πραγματικής λήψης του στους λογαριασμούς του οργανισμού, θα πρέπει να επιτρέπεται βραχυπρόθεσμος δανεισμός.

(14) Προκειμένου να διασφαλιστεί η εμπορική προώθηση εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις σε επενδυτές που διαθέτουν τις γνώσεις, την πείρα και την ικανότητα να αναλαμβάνουν τους κινδύνους που φέρουν αυτές οι εταιρείες και για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις, θα πρέπει να καθοριστούν ορισμένες συγκεκριμένες ασφαλιστικές δικλείδες. Ως εκ τούτου, οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις θα πρέπει γενικά να προωθούνται εμπορικά μόνο σε επενδυτές που είναι επαγγελματίες επενδυτές ή που μπορεί να αντιμετωπίζονται ως επαγγελματίες επενδυτές σύμφωνα με την οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου[15]. Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που επενδύουν οι ίδιοι σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου. Ωστόσο, για να επιτευχθεί μια επαρκώς ευρεία επενδυτική βάση για επενδύσεις σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, είναι επίσης επιθυμητό να έχουν πρόσβαση σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις και ορισμένοι άλλοι επενδυτές, συμπεριλαμβανομένων ιδιωτών υψηλής καθαρής θέσης. Ωστόσο, για τους εν λόγω άλλους επενδυτές θα πρέπει να προβλέπονται ειδικές ασφαλιστικές δικλείδες ώστε να διασφαλίζεται η εμπορική προώθηση εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις μόνο σε επενδυτές που έχουν το απαραίτητο προφίλ για να πραγματοποιούν τέτοιου είδους επενδύσεις. Αυτές οι ασφαλιστικές δικλείδες αποκλείουν την εμπορική προώθηση μέσω της χρήσης προγραμμάτων περιοδικής αποταμίευσης.

(15) Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι μόνο διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου οι οποίοι εκπληρώνουν ενιαία ποιοτικά κριτήρια σχετικά με τη συμπεριφορά τους στην αγορά χρησιμοποιούν τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου», ο παρών κανονισμός θα πρέπει να θεσπίζει κανόνες για την επαγγελματική δεοντολογία και τη σχέση του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου με τους επενδυτές του. Για τον ίδιο λόγο, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να προβλέπει ενιαίους όρους σχετικά με την αντιμετώπιση περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων από τους εν λόγω διαχειριστές. Σύμφωνα με τους κανόνες αυτούς, ο διαχειριστής θα πρέπει να εφαρμόζει τα απαραίτητα οργανωτικά και διοικητικά μέτρα ώστε να διασφαλίζει την ορθή αντιμετώπιση περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων.

(16) Προκειμένου να διασφαλιστεί η ακεραιότητα του προσδιορισμού «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου», ο παρών κανονισμός θα πρέπει να περιέχει επίσης ποιοτικά κριτήρια σχετικά με την οργάνωση ενός διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να ορίζει ενιαίες, αναλογικές απαιτήσεις για την ανάγκη διατήρησης επαρκών τεχνικών και ανθρώπινων πόρων, καθώς και επαρκών ίδιων κεφαλαίων, για την κατάλληλη διαχείριση των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις.

(17) Για την προστασία των επενδυτών, είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί η κατάλληλη αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις. Ως εκ τούτου, τα καταστατικά έγγραφα των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις θα πρέπει να περιέχουν κανόνες για την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων. Με τον τρόπο αυτόν διασφαλίζεται η ακεραιότητα και η διαφάνεια της αποτίμησης.

(18) Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που χρησιμοποιούν τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» λογοδοτούν επαρκώς για τις δραστηριότητές τους, θα πρέπει να καθοριστούν ενιαίοι κανόνες για τις ετήσιες εκθέσεις.

(19) Προκειμένου να διασφαλιστεί η ακεραιότητα του προσδιορισμού «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» στα μάτια των επενδυτών, ο προσδιορισμός αυτός θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο από διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που χαρακτηρίζονται από απόλυτη διαφάνεια όσον αφορά την επενδυτική πολιτική τους και τους επενδυτικούς τους στόχους. Ως εκ τούτου, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να προβλέπει ενιαίους κανόνες για τις απαιτήσεις γνωστοποίησης που επιβάλλονται στους διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου σε σχέση με τους επενδυτές τους. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να οριστούν προ-συμβατικές υποχρεώσεις γνωστοποίησης σε σχέση με την επενδυτική στρατηγική και τους στόχους των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις, τα επενδυτικά μέσα που χρησιμοποιούν, πληροφορίες για τα έξοδα και τις συναφείς δαπάνες και το προφίλ κινδύνου/ απόδοσης της επένδυσης που προτείνει μια εταιρεία που πληροί τις προϋποθέσεις. Για την επίτευξη υψηλού επιπέδου διαφάνειας, οι εν λόγω απαιτήσεις γνωστοποίησης θα πρέπει να περιλαμβάνουν επίσης πληροφορίες για τον τρόπο υπολογισμού της αμοιβής του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου.

(20) Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εποπτεία των ενιαίων απαιτήσεων που προβλέπει ο παρών κανονισμός, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής θα εποπτεύει τη συμμόρφωση του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου με τις ενιαίες απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Για το σκοπό αυτό, ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις, ο οποίος επιθυμεί να προωθήσει εμπορικά τις εταιρείες του που πληρούν τις προϋποθέσεις υπό τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» θα πρέπει να ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του σχετικά με την πρόθεσή του. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να καταχωρίσει το διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου, εφόσον έχουν παρασχεθεί όλες οι απαραίτητες πληροφορίες και εφόσον έχουν ληφθεί κατάλληλα μέτρα για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Η καταχώριση αυτή θα πρέπει να έχει ισχύ σε ολόκληρη την Ένωση.

(21) Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εποπτεία της συμμόρφωσης με τα ενιαία κριτήρια που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, ο κανονισμός θα πρέπει να περιέχει κανόνες για τις περιστάσεις στις οποίες θα πρέπει να επικαιροποιούνται οι πληροφορίες που έχουν παρασχεθεί στην αρμόδια αρχή στο κράτος μέλος καταγωγής.

(22) Για την αποτελεσματική εποπτεία των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού, ο κανονισμός θα πρέπει να προβλέπει επίσης μια διαδικασία για αποστολή διασυνοριακών ειδοποιήσεων μεταξύ των αρμόδιων εποπτικών αρχών, η οποία θα ενεργοποιείται από την καταχώριση του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου στο κράτος μέλος καταγωγής του.

(23) Προκειμένου να διατηρηθούν συνθήκες διαφάνειας για την εμπορική προώθηση εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις σε ολόκληρη την Ένωση, η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) θα αναλάβει το καθήκον να διατηρεί μια κεντρική βάση δεδομένων που θα περιλαμβάνει όλες τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις οι οποίες έχουν καταχωριστεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

(24) Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εποπτεία των ενιαίων κριτηρίων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να περιλαμβάνει κατάλογο των εποπτικών εξουσιών που έχουν στη διάθεσή τους οι αρμόδιες αρχές.

(25) Για να διασφαλιστεί η κατάλληλη επιβολή του, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να προβλέπει κυρώσεις στην περίπτωση παράβασης των βασικών διατάξεών του, ήτοι των κανόνων για τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου, για τις ασφαλιστικές δικλείδες σχετικά με την ταυτότητα των επιλέξιμων επενδυτών και για τη χρήση του προσδιορισμού «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» μόνο από καταχωρισμένους διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου. Θα πρέπει να προσδιοριστεί ότι η παράβαση αυτών των βασικών διατάξεων συνεπάγεται απαγόρευση χρήσης του προσδιορισμού και διαγραφή του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου από το μητρώο.

(26) Πληροφορίες εποπτείας θα πρέπει να ανταλλάσσονται μεταξύ των αρμόδιων αρχών στο κράτος μέλος καταγωγής και στα κράτη μέλη υποδοχής και της ΕΑΚΑΑ.

(27) Η αποτελεσματική κανονιστική συνεργασία μεταξύ των φορέων που έχουν επιφορτιστεί με την εποπτεία της συμμόρφωσης με τα ενιαία κριτήρια που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό απαιτεί την τήρηση υψηλού επιπέδου επαγγελματικού απορρήτου από όλες τις συναφείς εθνικές αρχές και την ΕΑΚΑΑ.

(28) Τα τεχνικά πρότυπα για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες θα πρέπει να διασφαλίζουν συνεκτική εναρμόνιση και υψηλό επίπεδο εποπτείας σε όλη την Ένωση. Δεδομένου ότι πρόκειται για έναν φορέα με ιδιαιτέρως εξειδικευμένη τεχνογνωσία, θα ήταν αποδοτικό και ενδεδειγμένο να ανατεθεί στην ΕΑΚΑΑ η κατάρτιση σχεδίων εκτελεστικών τεχνικών προτύπων, στην περίπτωση που αυτά δεν περιλαμβάνουν επιλογές πολιτικής, και η υποβολή τους στην Επιτροπή.

(29) Η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την εξουσία να εκδίδει εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα μέσω εκτελεστικών πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 291 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ[16]. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να αναλάβει το καθήκον της κατάρτισης εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τη μορφή και τη μέθοδο της διαδικασίας αποστολής ειδοποιήσεων του άρθρου 15.

(30) Προκειμένου να προσδιοριστούν οι απαιτήσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τον προσδιορισμό των μεθόδων που θα χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό και την παρακολούθηση του ορίου που αναφέρεται στον παρόντα κανονισμό και σχετικά με τον προσδιορισμό των τύπων περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων τις οποίες θα πρέπει να αποφεύγουν οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου, καθώς και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται προς την κατεύθυνση αυτή. Έχει ιδιαίτερη σημασία να προβαίνει η Επιτροπή σε κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια του προπαρασκευαστικού έργου της, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων.

(31) Κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

(32) Εντός τεσσάρων ετών το αργότερο από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να επανεξεταστεί ώστε να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις της αγοράς επιχειρηματικού κεφαλαίου. Βάσει της επανεξέτασης, η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο συνοδευόμενη, αν χρειάζεται, από νομοθετικές αλλαγές.

(33) Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που έχουν αναγνωριστεί ιδίως στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (άρθρο 7) και της επιχειρηματικής ελευθερίας (άρθρο 16).

(34) Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[17] διέπει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που εκτελείται στα κράτη μέλη στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού και υπό την εποπτεία των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, ιδίως των δημόσιων ανεξάρτητων αρχών που διορίζουν τα κράτη μέλη. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[18], διέπει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που εκτελείται από την ΕΑΚΑΑ στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού και υπό την εποπτεία του Ευρωπαϊκού Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.

(35) Ο παρών κανονισμός ισχύει με την επιφύλαξη της εφαρμογής των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων σε εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις.

(36) Ο στόχος του παρόντος κανονισμού, ιδίως η διασφάλιση της εφαρμογής ενιαίων απαιτήσεων για την εμπορική προώθηση εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις, δεν δύναται να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου, η Ένωση ενδέχεται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός προβλέπει ένα απλό σύστημα καταχώρισης των διαχειριστών εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου, λαμβάνοντας, συνεπώς, πλήρως υπόψη του την ανάγκη εξισορρόπησης της ασφάλειας και της αξιοπιστίας που συνδέεται με τη χρήση του προσδιορισμού «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» με την αποδοτική λειτουργία της αγοράς επιχειρηματικού κεφαλαίου και το κόστος για τους διάφορους εμπλεκόμενους φορείς. Σχετικά με αυτό, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για το σκοπό αυτό,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Ο παρών κανονισμός καθορίζει ενιαίες απαιτήσεις για τους διαχειριστές οργανισμών συλλογικών επενδύσεων που επιθυμούν να χρησιμοποιούν τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου και τους όρους εμπορικής προώθησης οργανισμών συλλογικών επενδύσεων υπό τον προσδιορισμό αυτόν στην Ένωση, συμβάλλοντας, ως εκ τούτου, στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Προβλέπει ενιαίους κανόνες για την εμπορική προώθηση εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις σε επιλέξιμους επενδυτές σε όλη την Ένωση, για τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις, για τα επιλέξιμα επενδυτικά μέσα και τις τεχνικές που θα χρησιμοποιηθούν από εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις, καθώς και για την οργάνωση, τη δεοντολογία και τη διαφάνεια των διαχειριστών εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που εμπορεύονται εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις σε όλη την Ένωση.

Άρθρο 2

1. Ο παρών κανονισμός ισχύει για τους διαχειριστές οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, όπως ορίζονται στο στοιχείο β) του άρθρου 3, οι οποίοι έχουν συσταθεί στην Ένωση και υπόκεινται σε καταχώριση από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής τους σύμφωνα με το στοιχείο α) του άρθρου 3 παράγραφος 3 της οδηγίας 2011/61/ΕΚ, εφόσον οι εν λόγω διαχειριστές διαχειρίζονται χαρτοφυλάκια εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις, τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία των οποίων δεν υπερβαίνουν στο σύνολό τους όριο ύψους 500 εκατομμυρίων ευρώ ή, στα κράτη μέλη όπου το ευρώ δεν είναι το επίσημο νόμισμα, την αντίστοιχη αξία στο εθνικό νόμισμα κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

2. Κατά τον υπολογισμό του ορίου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, οι διαχειριστές οργανισμών συλλογικών επενδύσεων που διαχειρίζονται εταιρείες πέραν των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις δεν χρειάζεται να εξετάζουν συγκεντρωτικά τα περιουσιακά στοιχεία που διαχειρίζονται στις εν λόγω άλλες εταιρείες.

3. Η Επιτροπή αναλαμβάνει την εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 23 για τον προσδιορισμό των μεθόδων υπολογισμού του ορίου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και για την παρακολούθηση της συνεχούς συμμόρφωσης με το όριο αυτό.

Άρθρο 3

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)      «εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις»: οργανισμός συλλογικών επενδύσεων που επενδύει ελάχιστο ποσοστό 70% του συνόλου των εισφορών κεφαλαίου του και του δεσμευμένου κεφαλαίου που δεν έχουν κληθεί να καταβάλλουν τα μέλη του σε περιουσιακά στοιχεία που είναι ειδικές επενδύσεις∙

β)      «οργανισμός συλλογικών επενδύσεων»: οργανισμός που συγκεντρώνει κεφάλαια από διάφορους επενδυτές με σκοπό την επένδυσή τους σύμφωνα με μια καθορισμένη επενδυτική πολιτική προς όφελος των επενδυτών αυτών και ο οποίος δεν χρειάζεται άδεια σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ∙

γ)      «ειδικές επενδύσεις»: μέσα ιδίων κεφαλαίων ή οιονεί ιδίων κεφαλαίων που:

i)        εκδίδονται από έναν οργανισμό χαρτοφυλακίου που πληροί τις προϋποθέσεις και τους αποκτά απευθείας η εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις από τον οργανισμό χαρτοφυλακίου που πληροί τις προϋποθέσεις∙ ή

ii)       εκδίδονται από έναν οργανισμό χαρτοφυλακίου που πληροί τις προϋποθέσεις ως αντάλλαγμα ενός συμμετοχικού τίτλου που εκδίδεται από τον οργανισμό χαρτοφυλακίου που πληροί τις προϋποθέσεις∙ ή

iii)      εκδίδονται από οργανισμό ο οποίος κατέχει την πλειοψηφία των μετοχών του οργανισμού χαρτοφυλακίου που πληροί τις προϋποθέσεις, ο οποίος είναι θυγατρική του, και που αποκτώνται από την εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις ως αντάλλαγμα ενός μέσου ιδίων κεφαλαίων που εκδίδεται από τον οργανισμό χαρτοφυλακίου που πληροί τις προϋποθέσεις∙

δ)      «οργανισμός χαρτοφυλακίου που πληροί τις προϋποθέσεις»: οργανισμός που, κατά το χρόνο που πραγματοποιείται η επένδυση από την εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις, δεν είναι εισηγμένος σε ρυθμιζόμενη αγορά, όπως αυτή ορίζεται στο σημείο 14 του άρθρου 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, ο οποίος απασχολεί λιγότερα από 250 άτομα και είτε έχει ετήσιο κύκλο εργασιών που δεν υπερβαίνει τα 50 εκατομμύρια ευρώ είτε έχει ετήσιο σύνολο ισολογισμού που δεν υπερβαίνει τα 43 εκατομμύρια ευρώ και ο οποίος δεν είναι ο ίδιος οργανισμός συλλογικών επενδύσεων∙

ε)      «ίδια κεφάλαια»: δικαιώματα ιδιοκτησίας δεν μια επιχείρηση, τα οποία αντιπροσωπεύουν οι μετοχές ή άλλης μορφής συμμετοχή στο κεφάλαιο του οργανισμού χαρτοφυλακίου που πληροί τις προϋποθέσεις που εκδίδονται στους επενδυτές∙

στ)    «οιονεί ίδια κεφάλαια»: οποιοδήποτε μέσο του οποίου η απόδοση εξαρτάται κυρίως από τα κέρδη ή τις ζημίες του οργανισμού χαρτοφυλακίου που πληροί τις προϋποθέσεις και το οποίο δεν είναι εξασφαλισμένο σε περίπτωση αφερεγγυότητας∙

ζ)      «εμπορία» ή «εμπορική προώθηση»: κάθε άμεση ή έμμεση προσφορά ή τοποθέτηση, με πρωτοβουλία του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου ή εξ ονόματος του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου, μεριδίων ή μετοχών μιας εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου την οποία διαχειρίζεται σε επενδυτές εγκατεστημένους ή με εγκατεστημένο γραφείο στην Ένωση∙

η)      «δεσμευμένο κεφάλαιο»: οποιαδήποτε δέσμευση σύμφωνα με την οποία ένα πρόσωπο υποχρεούται να αποκτήσει δικαίωμα στην εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου ή να πραγματοποιήσει εισφορά κεφαλαίου στην εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου∙

θ)      «διαχειριστής εταιριών επιχειρηματικού κεφαλαίου»: νομικό πρόσωπο το οποίο δραστηριοποιείται τακτικά στη διαχείριση τουλάχιστον μιας εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις∙

ι)       «κράτος μέλος καταγωγής»: το κράτος μέλος στο οποίο έχει συσταθεί ή διατηρεί την επίσημη έδρα του ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου∙

ια)     «κράτος μέλος υποδοχής»: το κράτος μέλος, πέραν του κράτους μέλους καταγωγής, στο οποίο ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου προωθεί εμπορικά εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό∙

ιβ)     «αρμόδια αρχή»: η εθνική αρχή την οποία ορίζει το κράτος μέλος καταγωγής, βάσει νομοθετικών ή κανονιστικών διατάξεων, για την ανάληψη του καθήκοντος καταχώρισης των διαχειριστών οργανισμών συλλογικών επενδύσεων σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΥ «ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ»

Άρθρο 4

Οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο παρόν κεφάλαιο δικαιούνται να χρησιμοποιούν τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» σε σχέση με την εμπορική προώθηση εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις στην Ένωση.

Άρθρο 5

1. Ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου διασφαλίζει ότι, κατά την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων πέραν των ειδικών επενδύσεων, ποσοστό έως το 30% του συνόλου των εισφορών κεφαλαίου της εταιρείας και του δεσμευμένου κεφαλαίου που δεν έχουν κληθεί να καταβάλουν τα μέλη της χρησιμοποιείται για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων πέραν των ειδικών επενδύσεων∙ η βραχυπρόθεσμη κατοχή διαθεσίμων και ισοδυνάμων διαθεσίμων δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του ορίου αυτού.

2. Ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου δεν δανείζεται, δεν εκδίδει χρεωστικές υποχρεώσεις, δεν παρέχει εγγυήσεις, στο επίπεδο της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις, ούτε χρησιμοποιεί, στο επίπεδο της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις, οποιαδήποτε μέθοδο βάσει της οποίας θα αυξηθεί η έκθεση της εταιρείας, είτε μέσω δανεισμού διαθεσίμων ή χρεογράφων είτε μέσω της συμμετοχής σε παράγωγες θέσεις είτε με άλλα μέσα.

3. Η απαγόρευση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 δεν ισχύει για δανεισμό μη ανανεώσιμης διάρκειας έως 120 ημερολογιακών ημερών για την παροχή ρευστότητας μεταξύ της κλήσης για καταβολή και της λήψης δεσμευμένου κεφαλαίου από επενδυτές.

Άρθρο 6

Οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου εμπορεύονται μερίδια και μετοχές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις αποκλειστικά σε επενδυτές που θεωρούνται επαγγελματίες πελάτες σύμφωνα με το μέρος Ι του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 2004/39/ΕΚ ή που μπορεί, εάν ζητηθεί, να αντιμετωπιστούν ως επαγγελματίες πελάτες σύμφωνα με το μέρος ΙΙ του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, ή σε άλλους επενδυτές, στην περίπτωση που:

α)      οι εν λόγω άλλοι επενδυτές δεσμεύονται να επενδύσουν ελάχιστο ποσό 100.000 ευρώ∙

β)      οι εν λόγω άλλοι επενδυτές δηλώνουν εγγράφως, σε ξεχωριστό έγγραφο από τη σύμβαση που θα συναφθεί για τη δέσμευση επένδυσης, ότι έχουν λάβει γνώση των κινδύνων που συνδέονται με τη σχεδιαζόμενη δέσμευση ή επένδυση∙

γ)      ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου πραγματοποιεί εκτίμηση της τεχνογνωσίας, της πείρας και των γνώσεων του επενδυτή, χωρίς να προϋποτίθεται ότι ο επενδυτές έχει γνώσεις της αγοράς και πείρα στα ζητήματα που αναφέρονται στο μέρος Ι του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 2004/39/ΕΚ∙

δ)      ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου έχει λάβει εύλογη διασφάλιση, βάσει της φύσης της δέσμευσης ή της επένδυσης που σχεδιάζεται, ότι ο επενδυτής μπορεί να λαμβάνει τις δικές του επενδυτικές αποφάσεις και να κατανοεί τους ενεχόμενους κινδύνους και ότι μια τέτοιου είδους δέσμευση είναι κατάλληλη για τον εν λόγω επενδυτή∙

ε)      ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου επιβεβαιώνει εγγράφως ότι έχει πραγματοποιήσει την εκτίμηση που αναφέρεται στο στοιχείο γ) και ότι πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στο στοιχείο δ).

Άρθρο 7

Οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου οφείλουν, σε σχέση με τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις τις οποίες διαχειρίζονται:

α)      να ενεργούν επιδεικνύοντας δέουσες δεξιότητες, μέριμνα και επιμέλεια κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους∙

β)      να εφαρμόζουν κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες για την πρόληψη εσφαλμένων πρακτικών που ενδέχεται εύλογα να αναμένεται να επηρεάσουν τα συμφέροντα επενδυτών και των οργανισμών χαρτοφυλακίου που πληρούν τις προϋποθέσεις∙

γ)      να διενεργούν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες έτσι ώστε να προωθούν τα βέλτιστα συμφέροντα των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις τις οποίες διαχειρίζονται, των επενδυτών σε αυτές τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις τις οποίες διαχειρίζονται και την ακεραιότητα της αγοράς∙

δ)      να επιδεικνύουν υψηλό επίπεδο επιμέλειας κατά την επιλογή και τη συνεχή παρακολούθηση επενδύσεων σε επιχειρήσεις χαρτοφυλακίου που πληρούν τις προϋποθέσεις∙

ε)      να διαθέτουν επαρκή γνώση και κατανόηση των επιχειρήσεων χαρτοφυλακίου που πληρούν τις προϋποθέσεις και στις οποίες επενδύουν.

Άρθρο 8

1. Οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου εντοπίζουν και αποφεύγουν περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων και, όταν αυτές δεν δύνανται να αποφευχθούν, διαχειρίζονται και παρακολουθούν και, σύμφωνα με την παράγραφο 4, γνωστοποιούν τις εν λόγω περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων ώστε να προλαμβάνουν την πιθανότητα πρόκλησης δυσμενών επιπτώσεων στα συμφέροντα των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις και των επενδυτών τους και να διασφαλίζουν τη δίκαιη μεταχείριση των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις και τις οποίες διαχειρίζονται.

2. Ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου εντοπίζει ιδίως τις περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων που μπορεί να ανακύψουν μεταξύ:

α)      διαχειριστών εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου, των προσώπων που ουσιαστικά ασκούν τις δραστηριότητες του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου, εργαζομένων ή οποιουδήποτε προσώπου που άμεσα ή έμμεσα ελέγχει ή ελέγχεται από το διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου, και της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις και βρίσκεται υπό τη διαχείριση των διαχειριστών εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου ή των επενδυτών σε αυτές τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις∙

β)      της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις ή των επενδυτών σε αυτή την εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις και άλλης εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις που βρίσκεται υπό τη διαχείριση του ίδιου διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου ή των επενδυτών σε αυτή την άλλη εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις.

3. Οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου διατηρούν και εφαρμόζουν αποτελεσματικά οργανωτικά και διοικητικά μέτρα ώστε να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2.

4. Γνωστοποιήσεις περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 πραγματοποιούνται στην περίπτωση που τα οργανωτικά μέτρα που εφαρμόζει ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου για τον εντοπισμό, την πρόληψη, τη διαχείριση και την παρακολούθηση περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων δεν επαρκούν ώστε να διασφαλίζουν εύλογα την πρόληψη των κινδύνων πρόκλησης ζημίας στα συμφέροντα των επενδυτών. Οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου γνωστοποιούν με σαφήνεια τη γενική φύση ή τις πηγές πρόκλησης σύγκρουσης συμφερόντων στους επενδυτές προτού να αναλάβουν οποιαδήποτε επιχείρηση εκ μέρους τους.

5. Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα έκδοσης πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 23, όσον αφορά:

α)      τους τύπους σύγκρουσης συμφερόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου∙

β)      τα μέτρα που αναμένεται να λάβουν οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου όσον αφορά τις δομές και τις οργανωτικές και διοικητικές διαδικασίες για τον εντοπισμό, την πρόληψη, τη διαχείριση, την παρακολούθηση και τη γνωστοποίηση περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων.

Άρθρο 9

Ανά πάσα στιγμή, οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου οφείλουν να διαθέτουν επαρκή ίδια κεφάλαια και να χρησιμοποιούν κατάλληλους και επαρκείς ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους, όπως αυτοί απαιτούνται για την ορθή διαχείριση των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις.

Άρθρο 10

Οι κανόνες για την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων καθορίζονται στα καταστατικά έγγραφα της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις.

Άρθρο 11

1. Ο διαχειριστής εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου υποβάλλει ετήσια έκθεση στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής για κάθε εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις και βρίσκεται υπό τη διαχείρισή του εντός 6 μηνών από το τέλος του οικονομικού έτους. Η έκθεση περιγράφει τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις και τις δραστηριότητες του προηγούμενου έτους. Περιλαμβάνει τους ελεγμένους οικονομικούς λογαριασμούς της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις. Καταρτίζεται σύμφωνα με τα υφιστάμενα πρότυπα αναφοράς και τους όρους που συμφωνούνται μεταξύ του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου και των επενδυτών. Ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου παρέχει την έκθεση στους επενδυτές κατόπιν αίτησης. Οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου και οι επενδυτές μπορεί να συμφωνήσουν μεταξύ τους πρόσθετες γνωστοποιήσεις.

2. Στην περίπτωση που ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου πρέπει να δημοσιεύει ετήσια οικονομική έκθεση σύμφωνα με την οδηγία 2004/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[19] σε σχέση με την εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις, οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μπορεί να παρέχονται είτε χωριστά είτε ως πρόσθετη ενότητα στην ετήσια οικονομική έκθεση.

Άρθρο 12

1. Οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου ενημερώνουν τους επενδυτές τους τουλάχιστον για τα ακόλουθα στοιχεία πριν από τη λήψη της επενδυτικής τους απόφασης:

α)      την ταυτότητα του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου και οποιωνδήποτε άλλων παρόχων υπηρεσιών συμβεβλημένων με το διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου σε σχέση με τη διαχείριση των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις, καθώς και περιγραφή των καθηκόντων τους∙

β)      περιγραφή της επενδυτικής στρατηγικής και των στόχων της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένης περιγραφής των τύπων επιχειρήσεων χαρτοφυλακίου που πληρούν τις προϋποθέσεις και άλλων περιουσιακών στοιχείων στα οποία μπορεί να επενδύει η εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις, τις τεχνικές που μπορεί να χρησιμοποιήσει, καθώς και οποιονδήποτε επιβαλλόμενο επενδυτικό περιορισμό∙

γ)      περιγραφή της κατατομής κινδύνου της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις και οποιωνδήποτε κινδύνων συνδέονται με τα περιουσιακά στοιχεία στα οποία μπορεί να επενδύει η εταιρεία ή τις επενδυτικές τεχνικές που μπορεί να χρησιμοποιούνται∙

δ)      περιγραφή της διαδικασίας αποτίμησης και της μεθοδολογίας τιμολόγησης για την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων των μεθόδων που χρησιμοποιούνται για την αποτίμηση επιχειρήσεων χαρτοφυλακίου που πληρούν τις προϋποθέσεις∙

ε)      περιγραφή του τρόπου υπολογισμού της αμοιβής του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου∙

στ)    περιγραφή του συνόλου των αμοιβών, χρεώσεων και δαπανών και των μέγιστων ποσών τους, τα οποία αναλαμβάνουν άμεσα ή έμμεσα οι επενδυτές∙

ζ)      εάν είναι διαθέσιμη, την ιστορική απόδοση της εταιρείας επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις∙

η)      περιγραφή των διαδικασιών βάσει των οποίων η εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις μπορεί να αλλάξει την επενδυτική της στρατηγική ή την επενδυτική της πολιτική ή και τα δύο.

2. Στην περίπτωση που η εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις πρέπει να δημοσιεύει ενημερωτικό δελτίο σύμφωνα με την οδηγία 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[20] ή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο σε σχέση με την εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις, οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μπορεί να παρέχονται είτε χωριστά είτε στο πλαίσιο του ενημερωτικού δελτίου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III ΕΠΟΠΤΕΙΑ, ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

Άρθρο 13

1. Οι διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που προτίθενται να χρησιμοποιήσουν τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» για την εμπορική προώθηση των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου τους που πληρούν τις προϋποθέσεις ενημερώνουν την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής τους για την πρόθεσή τους αυτή και παρέχουν τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)      την ταυτότητα των προσώπων που ουσιαστικά διενεργούν την επιχείρηση της διαχείρισης εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις∙

β)      την ταυτότητα των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις των οποίων τα μερίδια ή οι μετοχές προωθούνται εμπορικά και τις επενδυτικές τους στρατηγικές∙

γ)      πληροφορίες για τα μέτρα που έχουν ληφθεί για σκοπούς συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του κεφαλαίου ΙΙ∙

δ)      κατάλογο των κρατών μελών στα οποία ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου προτίθεται να προωθήσει εμπορικά κάθε εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις.

2. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής καταχωρίζει το διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου μόνο εάν έχει διασφαλίσει ικανοποιητικά ότι

α)      οι πληροφορίες που απαιτούνται βάσει της παραγράφου 1 είναι πλήρεις και

β)      τα μέτρα που έχουν κοινοποιηθεί σύμφωνα με το στοιχείο γ) της παραγράφου 1 είναι κατάλληλα για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του κεφαλαίου ΙΙ.

3. Η καταχώριση έχει ισχύ σε ολόκληρη την επικράτεια της Ένωσης και επιτρέπει στους διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου να εμπορεύονται εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις υπό τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» σε όλη την Ένωση.

Άρθρο 14

Ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής στην περίπτωση που ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου προτίθεται να προωθήσει εμπορικά:

α)      μια νέα εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις∙

β)      μια υφιστάμενη εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις σε κράτος μέλος που δεν αναφέρεται στον κατάλογο που προβλέπεται στο στοιχείο δ) του άρθρου 13 παράγραφος 1.

Άρθρο 15

1. Αμέσως μετά την καταχώριση ενός διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής κοινοποιεί το γεγονός ότι ο διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου είναι καταχωρισμένος στα κράτη μέλη που δηλώνονται σύμφωνα με το στοιχείο δ) του άρθρου 13 παράγραφος 1 και στην ΕΑΚΑΑ.

2. Τα κράτη μέλη υποδοχής που δηλώνονται σύμφωνα με το στοιχείο δ) του άρθρου 13 παράγραφος 1 δεν επιβάλουν, στους διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που έχουν καταχωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 13, οποιεσδήποτε απαιτήσεις ή διοικητικές διαδικασίες σχετικά με την εμπορική προώθηση των εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου τους που πληρούν τις προϋποθέσεις και δεν απαιτούν οποιαδήποτε έγκριση της εμπορικής προώθησης πριν από την έναρξή της.

3. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ενιαία εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων ώστε να καθοριστεί η μορφή της ειδοποίησης.

4. Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων έως την [εισαγάγετε ημερομηνία].

5. Ανατίθενται εξουσίες στην Επιτροπή για την έκδοση των εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 16

Η ΕΑΚΑΑ διατηρεί κεντρική βάση δεδομένων, προσβάσιμη από το κοινό μέσω του διαδικτύου, η οποία περιέχει όλους τους διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που είναι καταχωρισμένοι στην Ένωση σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 17

Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής εποπτεύει τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 18

Σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, στις αρμόδιες αρχές παρέχονται όλες οι εξουσίες εποπτείας και διερεύνησης που είναι αναγκαίες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους. Οι εν λόγω αρχές θα έχουν ιδίως την εξουσία:

α)      να αιτούνται πρόσβασης σε οποιαδήποτε έγγραφα υπό οποιαδήποτε μορφή και να λαμβάνουν τα έγγραφα ή αντίγραφα αυτών,

β)      να απαιτούν την άμεση παροχή πληροφοριών από τον διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου,

γ)      να ζητούν πληροφορίες από οποιοδήποτε πρόσωπο σχετίζεται με τις δραστηριότητες του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου ή την εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις,

δ)      να διενεργούν επιτόπιους ελέγχους κατόπιν προηγούμενης ειδοποίησης ή χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση,

ε)      να εκδίδουν εντολή ώστε να διασφαλίζουν ότι ένας διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και ότι δεν επαναλαμβάνει οποιαδήποτε συμπεριφορά που μπορεί να συνιστά παράβαση του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 19

1. Τα κράτη μέλη καθορίζουν κανόνες για τα διοικητικά μέτρα και τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να διασφαλιστεί η εφαρμογή τους. Οι εν λόγω κυρώσεις και τα μέτρα πρέπει να είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά.

2. Έως την [24 μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού] τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και την ΕΑΚΑΑ τους κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Κοινοποιούν αμελλητί στην Επιτροπή και την ΕΑΚΑΑ οποιαδήποτε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.

Άρθρο 20

1. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στην περίπτωση που ένας διαχειριστής εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου:

α)      δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που ισχύουν για τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου κατά παράβαση του άρθρου 5∙

β)      δεν προωθεί εμπορικά την εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληροί τις προϋποθέσεις σε επιλέξιμους επενδυτές κατά παράβαση του άρθρου 6∙

γ)      δεν καταχωρίζεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του κατά παράβαση των απαιτήσεων του άρθρου 13.

2. Στις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 περιπτώσεις, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής λαμβάνει τα ακόλουθα μέτρα, κατά περίπτωση:

α)      απαγορεύει τη χρήση του προσδιορισμού «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» για την εμπορική προώθηση μιας ή περισσότερων εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου∙

β)      διαγράφει το διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου από το μητρώο.

3. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής που δηλώνονται σύμφωνα με το στοιχείο δ) του άρθρου 13 παράγραφος 1 για τη διαγραφή του διαχειριστή εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου από το μητρώο που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

4. Τα δικαίωμα εμπορικής προώθησης μιας ή περισσότερων εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις υπό τον προσδιορισμό «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» στην Ένωση δεν ισχύει άμεσα από τη λήψη της απόφασης της αρμόδιας αρχής που προβλέπεται στα στοιχεία α) ή β) της παραγράφου 2.

Άρθρο 21

1. Οι αρμόδιες αρχές και η ΕΑΚΑΑ συνεργάζονται μεταξύ τους όποτε είναι απαραίτητο για την επιτέλεση των αντίστοιχων καθηκόντων τους σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2. Ανταλλάσσουν κάθε πληροφορία και δικαιολογητικό έγγραφο που απαιτείται για να εντοπίζουν και να αποκαθιστούν παραβάσεις του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 22

1. Όλα τα πρόσωπα που εργάζονται ή έχουν εργαστεί για τις αρμόδιες αρχές ή την ΕΑΚΑΑ, καθώς και οι εντεταλμένοι από τις αρμόδιες αρχές ελεγκτές ή εμπειρογνώμονες, υποχρεούνται στην τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου. Δεν επιτρέπεται η γνωστοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών τις οποίες λαμβάνουν τα πρόσωπα αυτά στο πλαίσιο των καθηκόντων τους σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή αρχή, εκτός από την περίπτωση γνωστοποίησης σε συνοπτική ή συγκεντρωτική μορφή υπό την οποία οι εν λόγω διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου και οι εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις δεν δύνανται να αναγνωριστούν μεμονωμένα, με την επιφύλαξη των περιπτώσεων που καλύπτονται από το ποινικό δίκαιο και των περιπτώσεων ποινικής δίωξης σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2. Πρέπει να διασφαλίζεται ότι οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ή η ΕΑΚΑΑ μπορούν να ανταλλάσσουν πληροφορίες σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό ή άλλες νομικές πράξεις της Ένωσης που ισχύουν για τους διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου και τις εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις.

3. Στην περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές και η ΕΑΚΑΑ λαμβάνουν εμπιστευτικές πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 2, επιτρέπεται να τις χρησιμοποιούν μόνο κατά τη διάρκεια των καθηκόντων τους και για το σκοπό της εκτέλεσης διοικητικών και δικαστικών διαδικασιών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 23

1. Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2. Η εξουσία που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 2 και στην παράγραφο 5 του άρθρου 8 ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο τεσσάρων ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση σχετικά με την ανάθεση εξουσιών εντός διαστήματος εννέα μηνών πριν από το τέλος της τετραετούς περιόδου. Η ανάθεση εξουσιών παρατείνεται σιωπηρά για περιόδους ίσης διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο αντιτεθεί στην εν λόγω παράταση κατά τους τρεις τελευταίους μήνες πριν από το τέλος κάθε περιόδου.

3. Οι ανατιθέμενες εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 και στο άρθρο 8 παράγραφος 5 μπορεί να ανακληθούν οποιαδήποτε χρονική στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την ανάθεση της εξουσίας που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Τίθεται σε ισχύ την επομένη της ημέρας δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιωνδήποτε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ.

4. Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

5. Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 ή το άρθρο 8 παράγραφος 5 τίθενται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν υποβληθεί ένσταση είτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είτε από το Συμβούλιο, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της περιόδου αυτής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να υποβάλουν ενστάσεις. Η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 24

1. Εντός τεσσάρων ετών από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή επανεξετάζει τον κανονισμό. Η επανεξέταση περιλαμβάνει γενική έρευνα της λειτουργίας των κανόνων του παρόντος κανονισμού και την πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή τους, συμπεριλαμβανομένων των εξής:

α)      του βαθμού στον οποίο ο προσδιορισμός «ευρωπαϊκή εταιρεία επιχειρηματικού κεφαλαίου» έχει χρησιμοποιηθεί από διαχειριστές εταιρειών επιχειρηματικού κεφαλαίου σε διάφορα κράτη μέλη, είτε σε εγχώρια είτε σε διασυνοριακή βάση∙

β)      του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένου του ορίου των 500 εκατομμυρίων ευρώ.

2. Κατόπιν διαβούλευσης με την ΕΑΚΑΑ, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, συνοδευόμενη, εάν απαιτείται, από νομοθετική πρόταση.

Άρθρο 25

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εφαρμόζεται από την 22α Ιουλίου 2013 εκτός από το άρθρο 2 παράγραφος 3 και το άρθρο 8 παράγραφος 5 που εφαρμόζονται από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο                     Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος                                                   Ο Πρόεδρος

[1]               Σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), κατά την οποία περισσότερες από τις μισές ΜΜΕ της ζώνης του ευρώ που αποτέλεσαν το δείγμα δήλωσαν ότι αυξήθηκαν τα επιτόκια που χρεώνουν οι τράπεζες και ότι συνολικώς έγιναν αυστηρότεροι οι πιστωτικοί κανόνες για τη χορήγηση τραπεζικών δανείων σε ΜΜΕ.

[2]               Στην τελευταία έρευνα (09/2010-02/2011), που διενεργήθηκε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και αναπτύχθηκε από κοινού με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με αντικείμενο την πρόσβαση των ΜΜΕ της ευρωζώνης σε χρηματοδότηση, περίπου το 15% των ΜΜΕ που ερωτήθηκαν ανέφεραν την «πρόσβαση στη χρηματοδότηση» ως το πιο πιεστικό τους πρόβλημα, κάτι που δεν έχει αλλάξει σε σύγκριση με προηγούμενες έρευνες. http://www.ecb.europa.eu/pub/pdf/other/accesstofinancesmallmediumsizedenterprises201104en.pdf?b704f6b228e071bea9507d7569412805

[3]               Πηγή: Εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ιδιωτικών Επενδύσεων και Επιχειρηματικού Κεφαλαίου (EVCA) 2011.

[4]               http://ec.europa.eu/europe2020/index_en.htm, 3 Μαρτίου 2010, και επίσης έχει αναγνωριστεί στο πλαίσιο της Ένωσης καινοτομίας, http://ec.europa.eu/research/innovation-union/index_en.cfm?pg=keydocs 6 Οκτωβρίου 2010.

[5]               http://ec.europa.eu/internal_market/smact/docs/20110413-communication_en.pdf 13 Απριλίου 2011

[6]               http://ec.europa.eu/commission_2010-2014/president/news/speeches-statements/pdf/20111012communication_roadmap_en.pdf

[7]               Το κεφάλαιο επιχειρηματικού κινδύνου καλύπτει τρία είδη χρηματοδότησης: (i) άτυπες επενδύσεις από επιχειρηματικούς «αγγέλους», (ii) επιχειρηματικό κεφάλαιο και (iii) χρηματιστήρια ειδικευμένα σε ΜΜΕ και ταχέως αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις.

[8]               Τελική έκθεση ΣΔΕΚ 2003: http://ec.europa.eu/internal_market/securities/riskcapital/index_en.htm

[9]               http://ec.europa.eu/internal_market/investment/venture_capital_en.htm

[10]             ΕΕ C , σ. .

[11]             ΕΕ C … σ..

[12]             ΕΕ C , σ. .

[13]             EE L 302 της 17.11.2009, σ. 32.

[14]             ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 1.

[15]             ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1.

[16]             ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84.

[17]             ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

[18]             ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

[19]             EE L 390 της 31.12.2004, σ. 38.

[20]             ΕΕ L 345 της 31.12.2003, σ. 64.

Top