2001R0999 — EL — 26.04.2008 — 027.001


Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 999/2001 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 22ας Μαΐου 2001

για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών

(ΕΕ L 147, 31.5.2001, p.1)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  No

page

date

 M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1248/2001 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 22ας Ιουνίου 2001

  L 173

12

27.6.2001

 M2

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1326/2001 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 29ης Ιουνίου 2001

  L 177

60

30.6.2001

 M3

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 270/2002 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 14ης Φεβρουαρίου 2002

  L 45

4

15.2.2002

 M4

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1494/2002 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 21ης Αυγούστου 2002

  L 225

3

22.8.2002

►M5

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 260/2003 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 12ης Φεβρουαρίου 2003

  L 37

7

13.2.2003

 M6

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 650/2003 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 10ης Απριλίου 2003

  L 95

15

11.4.2003

 M7

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1053/2003 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 19ης Ιουνίου 2003

  L 152

8

20.6.2003

 M8

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1128/2003 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 16ης Ιουνίου 2003

  L 160

1

28.6.2003

 M9

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1139/2003 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 27ης Ιουνίου 2003

  L 160

22

28.6.2003

►M10

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1234/2003 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 10ης Ιουλίου 2003

  L 173

6

11.7.2003

 M11

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1809/2003 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 15ης Οκτωβρίου 2003

  L 265

10

16.10.2003

►M12

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1915/2003 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 30ής Οκτωβρίου 2003

  L 283

29

31.10.2003

►M13

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2245/2003 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 19ης Δεκεμβρίου 2003

  L 333

28

20.12.2003

►M14

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 876/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 29ης Απριλίου 2004

  L 162

52

30.4.2004

 M15

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1471/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 18ης Αυγούστου 2004

  L 271

24

19.8.2004

►M16

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1492/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 23ης Αυγούστου 2004

  L 274

3

24.8.2004

 M17

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1993/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 19ης Νοεμβρίου 2004

  L 344

12

20.11.2004

►M18

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 36/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 12ης Ιανουαρίου 2005

  L 10

9

13.1.2005

 M19

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 214/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ τις 9ης Φεβρουαρίου 2005

  L 37

9

10.2.2005

 M20

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 260/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 16ης Φεβρουαρίου 2005

  L 46

31

17.2.2005

►M21

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 932/2005 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 8ης Ιουνίου 2005

  L 163

1

23.6.2005

►M22

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1292/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 5ης Αυγούστου 2005

  L 205

3

6.8.2005

►M23

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1974/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 2ας Δεκεμβρίου 2005

  L 317

4

3.12.2005

 M24

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 253/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 14ης Φεβρουαρίου 2006

  L 44

9

15.2.2006

 M25

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 339/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 24ης Φεβρουαρίου 2006

  L 55

5

25.2.2006

►M26

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 657/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 10ης Απριλίου 2006

  L 116

9

29.4.2006

►M27

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 688/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 4ης Μαΐου 2006

  L 120

10

5.5.2006

 M28

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1041/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 7ης Ιουλίου 2006

  L 187

10

8.7.2006

►M29

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 20ής Νοεμβρίου 2006

  L 363

1

20.12.2006

►M30

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1923/2006 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 18ης Δεκεμβρίου 2006

  L 404

1

30.12.2006

►M31

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 722/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 25ης Ιουνίου 2007

  L 164

7

26.6.2007

►M32

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 727/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 26ης Ιουνίου 2007

  L 165

8

27.6.2007

►M33

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1275/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 29ης Οκτωβρίου 2007

  L 284

8

30.10.2007

►M34

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1428/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 4ης Δεκεμβρίου 2007

  L 317

61

5.12.2007

 M35

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 21/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 11ης Ιανουαρίου 2008

  L 9

3

12.1.2008

►M36

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 315/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 4ης Απριλίου 2008

  L 94

3

5.4.2008

►M37

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 357/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 22ας Απριλίου 2008

  L 111

3

23.4.2008


Τροποποιείται από:

 A1

Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λετονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των Συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση

  L 236

33

23.9.2003




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 999/2001 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 22ας Μαΐου 2001

για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών



ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 152 παράγραφος 4 σημείο β),

την πρόταση της Επιτροπής ( 1 ),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( 2 ),

Αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης ( 3 ),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Από πολλών ετών έχει διαπιστωθεί η εμφάνιση ορισμένων διακεκριμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (ΜΣΕ) χωριστά στον άνθρωπο και τα ζώα. Η σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών (ΣΕΒ) αναγνωρίστηκε αρχικά στα βοοειδή το 1986, τα δε επόμενα έτη, σε άλλα είδη ζώων. Μια νέα μορφή της νόσου Creutzfeldt-Jakob (CJD) διαπιστώθηκε το 1996. Εξακολουθούν να σωρεύονται αποδείξεις όσον αφορά την ομοιότητα του παράγοντα της ΣΕΒ με τον παράγοντα που είναι υπεύθυνος για τη νέα μορφή της νόσου Creutzfeldt-Jakob.

(2)

Από το 1990, η Κοινότητα θέσπισε ορισμένα μέτρα προστασίας της υγείας του ανθρώπου και των ζώων από τον κίνδυνο της ΣΕΒ. Τα μέτρα αυτά βασίζονται στις ρήτρες διασφάλισης των οδηγιών σχετικά με τα μέτρα υγειονομικού ελέγχου. Λόγω της επικινδυνότητας ορισμένων ΜΣΕ για την υγεία του ανθρώπου και των ζώων, θα πρέπει να θεσπιστούν ειδικοί κανόνες για την πρόληψη, την καταπολέμηση και την εξάλειψή τους.

(3)

O παρών κανονισμός αφορά άμεσα τη δημόσια υγεία και σχετίζεται με τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Καλύπτει προϊόντα που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι της συνθήκης, καθώς και προϊόντα εκτός του παραρτήματος αυτού. Επομένως, ως νομική βάση θα πρέπει να επιλεγεί το άρθρο 152 παράγραφος 4 σημείο β).

(4)

Η Επιτροπή έχει λάβει επιστημονικές γνωμοδοτήσεις, ιδίως από την επιστημονική συντονιστική επιτροπή και από την επιστημονική επιτροπή κτηνιατρικών μέτρων που αφορούν τη δημόσια υγεία, σχετικά με διάφορες πλευρές των ΜΣΕ. Οι γνωμοδοτήσεις αυτές περιλαμβάνουν συμβουλές για μέτρα μείωσης του δυνητικού κινδύνου για ανθρώπους και ζώα που απορρέει από την έκθεση σε μολυσμένα ζωικά προϊόντα.

(5)

Οι κανόνες αυτοί θα πρέπει να ισχύουν για την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης. Ωστόσο, οι κανόνες αυτοί δεν χρειάζεται να εφαρμόζονται στα καλλυντικά, τα φάρμακα ή τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα ούτε τα οικεία υλικά εκκίνησης ή ενδιάμεσα προϊόντα, για τα οποία ισχύουν άλλοι ειδικοί κανόνες σχετικά ιδίως με τη μη χρησιμοποίηση ειδικών υλικών κινδύνου. Δεν χρειάζεται επίσης να εφαρμόζονται στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που δεν συνιστούν κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου ή των ζώων εφόσον δεν χρησιμοποιούνται σε τρόφιμα, ζωοτροφές ή λιπάσματα. Θα πρέπει, αντιθέτως, να εξασφαλιστεί ότι τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που εξαιρούνται του παρόντος κανονισμού διατηρούνται χωριστά από εκείνα που καλύπτονται από αυτόν, εκτός εάν πληρούν τουλάχιστον τα ίδια υγειονομικά πρότυπα.

(6)

Θα πρέπει να προβλεφθεί ότι η Επιτροπή θα μπορεί να λαμβάνει μέτρα διασφάλισης όταν ο κίνδυνος μιας ΜΣΕ δεν έχει αντιμετωπιστεί επαρκώς από την αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους ή μιας τρίτης χώρας.

(7)

Θα πρέπει να θεσπιστεί μια διαδικασία επιδημιολογικού χαρακτηρισμού των κρατών μελών, των τρίτων χωρών ή περιοχών τους («χώρες ή περιοχές») όσον αφορά την ΣΕΒ, με βάση την αξιολόγηση του κινδύνου εμφάνισης («incident risk»), διάδοσης και έκθεσης του ανθρώπου, χρησιμοποιώντας τις διαθέσιμες πληροφορίες. Τα κράτη μέλη και οι τρίτες χώρες που επιλέγουν να μην ζητήσουν το χαρακτηρισμό τους πρέπει να ταξινομούνται από την Επιτροπή σε μια κατηγορία με βάση όλα τα στοιχεία που διαθέτει η Επιτροπή.

(8)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν προγράμματα κατάρτισης των αρμόδιων για την πρόληψη και την καταπολέμηση των ΜΣΕ, καθώς και για τους κτηνιάτρους, τους γεωργούς και τους εργάτες που ασχολούνται με τη μεταφορά, την εμπορία και τη σφαγή εκτρεφόμενων ζώων.

▼M30

(8α)

Η χορήγηση σε μη μηρυκαστικά ορισμένων μεταποιημένων ζωικών πρωτεϊνών προερχομένων από μη μηρυκαστικά θα πρέπει να επιτρέπεται λαμβάνοντας υπόψη την απαγόρευση της ανακύκλωσης εντός του ιδίου είδους, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 2002, για τον καθορισμό υγειονομικών κανόνων σχετικά με τα ζωικά υποπροϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπo ( 4 ), καθώς και τις πτυχές ελέγχου που συνδέονται ιδίως με τη διαφοροποίηση μεταποιημένων ζωικών πρωτεϊνών ειδικών για ορισμένα είδη, όπως ορίζεται στην ανακοίνωση για τον οδικό χάρτη ΜΣΕ που θέσπισε η Επιτροπή στις 15 Ιουλίου 2005.

▼B

(9)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν ετήσιο πρόγραμμα επιτήρησης της ΣΕΒ και της τρομώδους νόσου και να ενημερώνουν την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα αποτελέσματα του προγράμματος και για την εμφάνιση οιουδήποτε κρούσματος άλλης ΜΣΕ.

(10)

Ορισμένοι ιστοί μηρυκαστικών θα πρέπει να χαρακτηριστούν ειδικό υλικό κινδύνου με βάση την παθογένεση των ΜΣΕ και τον επιδημιολογικό χαρακτηρισμό της χώρας ή περιοχής καταγωγής ή διαμονής του συγκεκριμένου ζώου. Τα ειδικά υλικά κινδύνου θα πρέπει να αφαιρούνται και να καταστρέφονται κατά τρόπο αποκλείοντα οποιοδήποτε κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου ή των ζώων. Ειδικότερα, δεν θα πρέπει να διατίθενται στην αγορά για την παραγωγή τροφίμων, ζωοτροφών ή λιπασμάτων. Ωστόσο, θα πρέπει να προβλεφθεί η επίτευξη ισοδύναμου επιπέδου υγειονομικής προστασίας μέσω δοκιμής ανίχνευσης των ΜΣΕ σε μεμονωμένα ζώα, μόλις αυτή επικυρωθεί πλήρως. Οι τεχνικές σφαγής που μπορούν να προκαλέσουν την μόλυνση άλλων ιστών με εγκεφαλικό υλικό δεν θα πρέπει να επιτρέπονται σε άλλες χώρες ή περιοχές πλην εκείνων που παρουσιάζουν τον χαμηλότερο κίνδυνο για ΣΕΒ.

(11)

Θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για την πρόληψη της μετάδοσης των ΜΣΕ στον άνθρωπο ή τα ζώα, μέσω της απαγόρευσης της χορήγησης ορισμένων κατηγοριών ζωικών πρωτεϊνών σε ορισμένες κατηγορίες ζώων, και μέσω της απαγόρευσης της χρήσης στα τρόφιμα ορισμένων υλικών που προέρχονται από μηρυκαστικά. Οι απαγορεύσεις θα πρέπει να είναι ανάλογες προς τους κινδύνους.

▼M30

(11α)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με το ψήφισμά του στις 28 Οκτωβρίου 2004 ( 5 ), εξέφρασε ανησυχίες για τη χορήγηση ζωικών πρωτεϊνών σε μηρυκαστικά, δεδομένου ότι οι πρωτεΐνες δεν αποτελούν μέρος της φυσικής διατροφής των ενηλίκων βοοειδών. Μετά την έξαρση της κρίσης της ΣΕΒ και του αφθώδους πυρετού καθιστάται συνεχώς περισσότερο αποδεκτό ότι ο καλύτερος τρόπος για την προστασία της υγείας του ανθρώπου και των ζώων είναι η διατροφή των ζώων με σεβασμό στις ιδιαιτερότητες κάθε είδους. Σύμφωνα με την αρχή της πρόληψης, τη φυσική διατροφή και τις συνθήκες διαβίωσης των μηρυκαστικών, είναι, επομένως, αναγκαίο να διατηρηθεί η απαγόρευση της χορήγησης ζωικών πρωτεϊνών στα μηρυκαστικά μέσω της τροφής, σε μορφές που δεν συνιστούν κανονικά μέρος της φυσικής διατροφής τους.

(11β)

Κατά τον μηχανικό διαχωρισμό, το κρέας απομακρύνεται από τα οστά με τρόπο που καταστρέφει ή αλλοιώνει τη δομή των μυϊκών ινών. Το κρέας αυτό μπορεί να περιέχει τμήματα οστών και περιοστέου (η μεμβράνη των οστών). Κατ' αυτόν τον τρόπο, το μηχανικά διαχωριζόμενο κρέας δεν είναι συγκρίσιμο με το κανονικό κρέας. Συνεπώς, θα πρέπει να αναθεωρηθεί η χρήση του για ανθρώπινη κατανάλωση.

▼B

(12)

Κάθε υπόνοια ΜΣΕ σε ένα ζώο θα πρέπει να κοινοποιείται στην αρμόδια αρχή, η οποία πρέπει αμέσως να λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα, ιδίως δε να υποβάλλει το ύποπτο ζώο σε περιορισμούς μετακίνησης εν αναμονή των αποτελεσμάτων της εξέτασης ή να διατάσσει τη σφαγή του υπό επίσημη επιτήρηση. Εάν η αρμόδια αρχή δεν μπορεί να αποκλείσει την πιθανότητα ΜΣΕ, διενεργεί τις κατάλληλες έρευνες και διατηρεί το σφάγιο υπό επίσημη επίβλεψη μέχρι τη διάγνωση.

(13)

Σε περίπτωση επίσημης επιβεβαίωσης της παρουσίας ΜΣΕ, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα, ιδίως διατάσσοντας την καταστροφή του σφαγίου, διενεργώντας έρευνα για να εντοπίσει όλα τα επικίνδυνα ζώα και επιβάλλοντας περιορισμούς μετακίνησης για τα επικίνδυνα ζώα και προϊόντα ζωικής προέλευσης. Οι ιδιοκτήτες θα πρέπει να αποζημιώνονται πλήρως, και το συντομότερο δυνατόν, για την απώλεια ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης που καταστρέφονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

(14)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταρτίσουν σχέδια έκτακτης ανάγκης με τα εφαρμοστέα εθνικά μέτρα στην περίπτωση εμφάνισης μιας εστίας ΣΕΒ. Τα σχέδια αυτά θα πρέπει να εγκρίνονται από την Επιτροπή. Θα πρέπει να προβλεφθεί η επέκταση της διάταξης αυτής και στις άλλες ΜΣΕ εκτός της ΣΕΒ.

(15)

Θα πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις για την διάθεση στην αγορά ορισμένων ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης. Οι ισχύοντες κοινοτικοί κανόνες για την αναγνώριση και την καταγραφή των βοοειδών προβλέπουν ένα σύστημα εντοπισμού της προέλευσης των ζώων έως την μητέρα τους και την αγέλη καταγωγής σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα. Θα πρέπει να προβλεφθούν ισοδύναμες εγγυήσεις για βοοειδή εισαγόμενα από τρίτες χώρες. Τα ζώα και τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που καλύπτονται από τους εν λόγω κανόνες και μετακινούνται στο πλαίσιο του ενδοκοινοτικού εμπορίου ή εισάγονται από τρίτες χώρες, θα πρέπει να συνοδεύονται από τα πιστοποιητικά που απαιτούν οι κοινοτικοί κανόνες, συμπληρούμενα, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

(16)

Θα πρέπει να απαγορευθεί η διάθεση στην αγορά ορισμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης που προέρχονται από βοοειδή περιοχών υψηλού κινδύνου. Ωστόσο, η απαγόρευση αυτή δεν θα πρέπει να ισχύει για ορισμένα προϊόντα ζωικής προέλευσης που παράγονται υπό ελεγχόμενες συνθήκες από ζώα τα οποία μπορεί να αποδειχθεί ότι δεν συνιστούν υψηλό κίνδυνο μόλυνσης από ΜΣΕ.

(17)

Για να εξασφαλιστεί η τήρηση των κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης των ΜΣΕ, θα πρέπει να λαμβάνονται δείγματα για τη διενέργεια εργαστηριακών δοκιμών ανίχνευσης βάσει προκαθορισμένου πρωτοκόλλου το οποίο να επιτρέπει τη λήψη πλήρους επιδημιολογικής εικόνας της κατάστασης όσον αφορά τις ΜΣΕ. Για να εξασφαλιστούν ομοιόμορφες διαδικασίες και αποτελέσματα των δοκιμών ανίχνευσης, θα πρέπει να καθοριστούν εθνικά και κοινοτικά εργαστήρια αναφοράς, καθώς και αξιόπιστες επιστημονικές μέθοδοι, μεταξύ των οποίων ταχείες δοκιμές ειδικές για τις ΜΣΕ. Στο μέτρο του δυνατού, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται ταχείες δοκιμές.

(18)

Στα κράτη μέλη, θα πρέπει να διενεργούνται κοινοτικές επιθεωρήσεις για να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των απαιτήσεων που αφορούν την πρόληψη, την καταπολέμηση και την εξάλειψη των ΜΣΕ και να προβλεφθεί η εφαρμογή διαδικασιών ελέγχου. Για να εξασφαλιστεί ότι οι τρίτες χώρες παρέχουν, κατά την εισαγωγή στην Κοινότητα ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης, εγγυήσεις των ΜΣΕ ισοδύναμες προς τις ισχύουσες στην Κοινότητα, θα πρέπει να διενεργούνται κοινοτικές επιθεωρήσεις και έλεγχοι για να επαληθεύεται ότι οι εξάγουσες τρίτες χώρες τηρούν τις προϋποθέσεις εισαγωγής.

(19)

Τα εμπορικά μέτρα για τις ΜΣΕ θα πρέπει να βασίζονται σε διεθνείς κανόνες, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, εφόσον υπάρχουν ωστόσο, μπορούν να θεσπίζονται επιστημονικώς αιτιολογημένα μέτρα που δίδουν σε υψηλότερο επίπεδο υγειονομικής προστασίας, εάν τα μέτρα που βασίζονται στους σχετικούς διεθνείς κανόνες, κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις δεν θα επετύγχαναν το ενδεδειγμένο επίπεδο υγειονομικής προστασίας.

(20)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να επανεξεταστεί ανάλογα με τις διαθέσιμες νέες επιστημονικές πληροφορίες.

(21)

Θα πρέπει να προβλεφθούν στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού τα αναγκαία μεταβατικά μέτρα, μεταξύ άλλων, για τη ρύθμιση της χρησιμοποίησης ειδικών υλικών κινδύνου.

(22)

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή ( 6 ).

(23)

Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να καθοριστούν διαδικασίες στενής και αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ Επιτροπής και κρατών μελών στο πλαίσιο της μόνιμης κτηνιατρικής επιτροπής, της μόνιμης επιτροπής ζωοτροφών και της μόνιμης επιτροπής τροφίμων.

(24)

Επειδή οι διατάξεις εφαρμογής του παρόντος κανονισμού είναι γενικά μέτρα κατά την έννοια του άρθρου 2 της απόφασης 1999/468/ΕΚ θα πρέπει να θεσπίζονται με τη διαδικασία κανονιστικής επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 5 της εν λόγω απόφασης,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:



ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.  Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τους κανόνες για την πρόληψη, την καταπολέμηση και την εξάλειψη ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (ΜΣΕ) στα ζώα και εφαρμόζεται στην παραγωγή και διάθεση στην αγορά ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης και, σε ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις, στις εξαγωγές τους.

2.  Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται:

α) στα καλλυντικά, φαρμακευτικά ή ιατροτεχνολογικά προϊόντα, στα υλικά εκκίνησης ή τα ενδιάμεσα προϊόντα τους,

β) στα προϊόντα, στα υλικά εκκίνησης ή τα ενδιάμεσα προϊόντα τους, τα οποία δεν προορίζονται για χρήση σε τρόφιμα, ζωοτροφές ή λιπάσματα,

γ) στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για έκθεση, διδασκαλία, επιστημονική έρευνα, ειδικές μελέτες ή αναλύσεις, εφόσον αυτά τα προϊόντα δεν καταναλώνονται ούτε χρησιμοποιούνται από τον άνθρωπο ή από ζώα, εκτός εκείνων που σταβλίζονται για τα οικεία ερευνητικά σχέδια,

δ) στα ζώντα ζώα που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται για έρευνα.

Άρθρο 2

Διαχωρισμός ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης

Για να αποφευχθεί η αλληλομόλυνση ή η υποκατάσταση ζώντων ζώων ή προϊόντων ζωικής προέλευσης που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 από τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ) ή από ζώντα ζώα αναφερόμενα στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο δ), πρέπει να διαχωρίζονται μονίμως, εκτός εάν τα ζώντα ζώα ή τα προϊόντα ζωικής προέλευσης παράγονται υπό τις ίδιες τουλάχιστον συνθήκες υγειονομικής προστασίας όσον αφορά τις ΜΣΕ.

Οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Άρθρο 3

Ορισμοί

1.  Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι εξής ορισμοί:

α) «ΜΣΕ»: όλες οι μεταδοτικές σπογγώδεις εγκεφαλοπάθειες πλην εκείνων που προσβάλλουν τον άνθρωπο,

β) διάθεση στην αγορά: κάθε πράξη παροχής, σε τρίτον εντός της Κοινότητας, ζώντων ζώων, ή προϊόντων ζωικής προέλευσης υπαγομένων στον παρόντα κανονισμό, προς πώληση ή οποιαδήποτε άλλη μορφή μεταβίβασης σε τρίτον έναντι πληρωμής ή δωρεάν, καθώς και κάθε πράξη αποθήκευσης ενόψει μελλοντικής μεταβίβασης σε τέτοιον τρίτο,

γ) προϊόντα ζωικής προέλευσης: τα προϊόντα που προέρχονται ή περιέχουν προϊόντα προερχόμενα από τα ζώα που καλύπτονται από τις οδηγίες 89/662/ΕΟΚ ( 7 ) ή 90/425/ΕΟΚ ( 8 ),

δ) υλικά εκκίνησης: οι πρώτες ύλες ή οποιοδήποτε άλλο προϊόν ζωικής προέλευσης από το οποίο, ή μέσω του οποίου, παράγονται τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2, στοιχεία α) και β),

ε) αρμόδια αρχή: η κεντρική αρχή κράτους μέλους, η οποία είναι αρμόδια να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, ή κάθε άλλη κτηνιατρική αρχή στην οποία η εν λόγω κεντρική αρχή έχει αναθέσει την αρμοδιότητα αυτή, ιδίως για τον έλεγχο των ζωοτροφών ο ορισμός αυτός καλύπτει, ενδεχομένως, την αντίστοιχη αρχή μιας τρίτης χώρας,

στ) κατηγορίες: οι κατηγορίες ταξινόμησης που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ κεφάλαιο Γ,

ζ) ειδικά υλικά κινδύνου: οι ιστοί που ορίζονται στο παράρτημα V στον ορισμό αυτόν, δεν περιλαμβάνονται τα προϊόντα που τα περιέχουν ή παράγονται από τους ιστούς αυτούς, εκτός εάν αναφέρεται διαφορετικά,

η) ζώο για το οποίο υπάρχουν υπόνοιες μόλυνσης από ΜΣΕ: κάθε ζώο, ζωντανό, σφαγμένο ή νεκρό που παρουσιάζει ή έχει παρουσιάσει νευρολογικές διαταραχές ή διαταραχές της συμπεριφοράς ή προοδευτική υποβάθμιση της γενικής κατάστασης που συνδέεται με προσβολή του κεντρικού νευρικού συστήματος, για το οποίο οι πληροφορίες που συλλέγονται βάσει κλινικής εξέτασης, ανταπόκρισης σε μια θεραπευτική αγωγή, νεκροψίας ή εργαστηριακής εξέτασης πριν ή μετά το θάνατο δεν επιτρέπουν άλλη διάγνωση. Ως ζώο για το οποίο υπάρχουν υπόνοιες μόλυνσης από τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών (ΣΕΒ) θεωρείται και κάθε βοοειδές το οποίο έδωσε θετικό αποτέλεσμα σε ταχεία δοκιμή ειδική για την ΣΕΒ,

θ) εκμετάλλευση: κάθε εγκατάσταση στην οποία σταβλίζονται, κατέχονται, εκτρέφονται, διακινούνται ή εκτίθενται στο κοινό ζώα τα οποία υπάγονται στον παρόντα κανονισμό,

ι) δειγματοληψία: η λήψη δειγμάτων, που εξασφαλίζουν τη στατιστικώς ορθή αντιπροσωπευτικότητα, από ζώα ή από το περιβάλλον τους, ή από προϊόντα ζωικής προέλευσης με σκοπό τη διάγνωση νόσου, τον καθορισμό γενεαλογικών σχέσεων, την επιτήρηση της υγείας, ή τον έλεγχο της απουσίας μικροβιολογικών παραγόντων ή ορισμένων υλικών σε προϊόντα ζωικής προέλευσης,

ια) λιπάσματα: ουσίες περιέχουσες προϊόντα ζωικής προέλευσης, οι οποίες χρησιμοποιούνται στη γη για να βοηθηθεί η ανάπτυξη της βλάστησης είναι δυνατό να περιέχουν κατάλοιπα χωνέματος από παραγωγή βιομεθανίου ή λιπασματοποίηση,

▼M30

ιβ) ταχείες δοκιμές: οι διαγνωστικές μέθοδοι που αναγράφονται στο Παράρτημα X, τα αποτελέσματα των οποίων γίνονται γνωστά εντός 24 ωρών,

▼B

ιγ) εναλλακτικές δοκιμές: οι δοκιμές κατ' άρθρο 8 παράγραφο 2 οι οποίες χρησιμοποιούνται αντί της απόσυρσης των ειδικών υλικών κινδύνου,

▼M30

ιδ) μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας ή ΜΔΚ: το προϊόν που λαμβάνεται με την αφαίρεση κρέατος από οστά που φέρουν σάρκα μετά την αποστέωση, με τη χρήση μηχανικών μέσων που οδηγούν στην απώλεια ή στη μεταβολή της δομής των μυϊκών ινών,

(ιε) παθητική επιτήρηση: η δήλωση όλων των ζώων για τα οποία υπάρχει υπόνοια ότι έχουν προσβληθεί από ΜΣΕ και, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι ΜΣΕ δεν μπορούν να αποκλεισθούν με κλινική διερεύνηση, εργαστηριακός έλεγχος των ζώων αυτών,

(ιστ) ενεργητική επιτήρηση: ο έλεγχος ζώων για τα οποία δεν έχει δηλωθεί υπόνοια ότι έχουν προσβληθεί από ΜΣΕ, όπως ζώα που οδηγούνται σε επείγουσα σφαγή, ζώα για τα οποία προέκυψαν ευρήματα κατά τον έλεγχο προ σφαγής (ante mortem), νεκρά ζώα, υγιή ζώα που σφάζονται και ζώα που σφάζονται λόγω εμφάνισης κρούσματος ΜΣΕ προκειμένου να προσδιορισθούν η εξέλιξη και ο επιπολασμός ΜΣΕ σε μια χώρα ή σε περιοχή της.

▼B

2.  Εφαρμόζονται και οι ειδικοί ορισμοί που προβλέπονται στο παράρτημα Ι.

3.  Όταν οι όροι του παρόντος κανονισμού δεν ορίζονται στην παράγραφο 1 ή στο παράρτημα Ι ισχύουν οι σχετικοί ορισμοί του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000 ( 9 ) και οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στις οδηγίες 64/432/ΕΟΚ ( 10 ), 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ και 91/68/ΕΟΚ ( 11 ) ή που ισχύουν δυνάμει αυτών, στο μέτρο που το παρόν κείμενο παραπέμπει σε αυτούς.

Άρθρο 4

Μέτρα διασφάλισης

1.  Όσον αφορά την εφαρμογή των μέτρων διασφάλισης, ισχύουν οι αρχές και οι διατάξεις του άρθρου 9 της οδηγίας 89/662/ΕΟΚ, του άρθρου 10 της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ, του άρθρου 18 της οδηγίας 91/496/ΕΟΚ ( 12 ), καθώς και του άρθρου 22 της οδηγίας 97/78/ΕΚ ( 13 ).

2.  Τα μέτρα διασφάλισης θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2 και κοινοποιούνται, μαζί με την αιτιολογία τους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗ ΣΕΒ

Άρθρο 5

Ταξινόμηση

▼M30

1.  Ο χαρακτηρισμός κρατών μελών ή τρίτων χωρών, ή περιοχών τους, εφεξής αποκαλούμενων «χώρες ή περιοχές», ως προς τη ΣΕΒ, πραγματοποιείται με την κατάταξή τους σε μια από τις εξής τρεις κατηγορίες:

 αμελητέος κίνδυνος ΣΕΒ, όπως ορίζεται στο Παράρτημα ΙΙ,

 ελεγχόμενος κίνδυνος ΣΕΒ, όπως ορίζεται στο Παράρτημα ΙΙ,

 απροσδιόριστος κίνδυνος ΣΕΒ, όπως ορίζεται στο Παράρτημα ΙΙ.

Ο χαρακτηρισμός χωρών ή περιοχών ως προς τη ΣΕΒ μπορεί να πραγματοποιείται μόνον βάσει των κριτηρίων του Παραρτήματος ΙΙ, Κεφάλαιο Α. Τα κριτήρια αυτά πρέπει να περιλαμβάνουν το αποτέλεσμα ανάλυσης κινδύνου εμφάνισης σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας βοοειδών, με βάση όλους τους δυνητικούς παράγοντές του, όπως ορίζεται στο Παράρτημα ΙΙ, Κεφάλαιο Β, και τη χρονική εξέλιξή τους, καθώς επίσης ολοκληρωμένα μέτρα ενεργητικής και παθητικής επιτήρησης, τα οποία λαμβάνουν υπόψη την κατηγορία κινδύνου της χώρας ή της περιοχής.

Τα κράτη μέλη, καθώς και οι τρίτες χώρες που επιθυμούν να διατηρηθούν στους καταλόγους τρίτων χωρών που είναι εγκεκριμένες για την εξαγωγή ζώντων ζώων ή προϊόντων που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό προς την Κοινότητα, υποβάλλουν στην Επιτροπή αίτηση χαρακτηρισμού τους όσον αφορά τη ΣΕΒ, συνοδευόμενη από σχετικές πληροφορίες που αφορούν τα κριτήρια που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙ, Κεφάλαιο Α, καθώς και τους δυνητικούς παράγοντες κινδύνου του Παραρτήματος ΙΙ, Κεφάλαιο Β και τη χρονική εξέλιξή τους.

▼B

2.  Η απόφαση για κάθε αίτηση ταξινόμησης του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας ή της περιοχής του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας που υπέβαλε την αίτηση, σε μια από τις κατηγορίες του παραρτήματος ΙΙ, κεφάλαιο Γ, λαμβάνεται βάσει των κριτηρίων και των δυνητικών παραγόντων κινδύνου που αναφέρονται στην παράγραφο 1 με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Η εν λόγω απόφαση εκδίδεται εντός έξι μηνών από την υποβολή της αίτησης και των σχετικών πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο. Εάν κρίνει ότι τα αποδεικτικά στοιχεία δεν περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ, κεφάλαια Α και Β, η επιτροπή ζητά πρόσθετες πληροφορίες εντός προθεσμίας που θα καθοριστεί. Στην περίπτωση αυτή, η τελική απόφαση λαμβάνεται εντός έξι μηνών από την υποβολή των πλήρων πληροφοριακών στοιχείων.

Αφού το Διεθνές Γραφείο Επιζωοτιών (ΔΓΕ) καθορίσει διαδικασία ταξινόμησης των χωρών σε κατηγορίες και κατατάξει την αιτούσα χώρα σε μία κατηγορία, μπορεί να αποφασίζεται η επανεξέταση της κοινοτικής ταξινόμησης της συγκεκριμένης τρίτης χώρας σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, εάν συντρέχει λόγος, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

3.  Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι οι πληροφορίες που διαβιβάζει ένα κράτος μέλος ή μια τρίτη χώρα σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος ΙΙ, κεφάλαια Α και Β είναι ανεπαρκείς ή ασαφείς, μπορεί να προβεί, με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2, στο χαρακτηρισμό του κράτους μέλους ή της τρίτης χώρας ως προς τη ΣΕΒ βάσει πλήρους ανάλυσης του κινδύνου.

Η ανάλυση συμπεριλαμβάνει τεκμηριωμένη στατιστική έρευνα της επιδημιολογικής κατάστασης ως προς τη ΣΕΒ στο κράτος μέλος ή την τρίτη χώρα με τη χρήση ταχείας δοκιμής, στο πλαίσιο διαδικασίας ανίχνευσης. Η Επιτροπή συνεκτιμά τα κριτήρια ταξινόμησης που εφαρμόζει το ΔΓΕ.

Οι ταχείες δοκιμές εγκρίνονται προς το σκοπό αυτόν με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2 και εγγράφονται στον κατάλογο του παραρτήματος Χ, κεφάλαιο Γ σημείο 4.

Η διαδικασία ανίχνευσης μπορεί επίσης να χρησιμοποιείται από τα κράτη μέλη ή τις τρίτες χώρες που επιθυμούν να εγκριθεί από την Επιτροπή —με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2— η ταξινόμηση στην οποία έχουν προβεί βάσει αυτής της ανίχνευσης.

Οι δαπάνες της διαδικασίας βαρύνουν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα.

▼M30

4.  Τα κράτη μέλη και οι τρίτες χώρες που δεν έχουν υποβάλει αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 1, τρίτο εδάφιο, συμμορφώνονται, όσον αφορά την αποστολή από το έδαφός τους ζώντων ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης, με τις απαιτήσεις εισαγωγής που εφαρμόζονται στις χώρες με απροσδιόριστο κίνδυνο για εκδήλωση της ΣΕΒ, μέχρι να υποβάλουν τέτοια αίτηση και μέχρι να ληφθεί τελική απόφαση σχετικά με την κατάστασή τους όσον αφορά τη ΣΕΒ.

▼B

5.  Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, το συντομότερο δυνατόν, κάθε επιδημιολογική ή άλλη πληροφορία που ενδέχεται να οδηγήσει σε μεταβολή κατάστασης όσον αφορά τη ΣΕΒ, ιδίως δε τα αποτελέσματα των προγραμμάτων επιτήρησης κατ' άρθρο 6.

6.  Η διατήρηση μιας τρίτης χώρας σε έναν από τους καταλόγους που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία για να μπορεί να εξάγει προς την Κοινότητα ζώντα ζώα και προϊόντα ζωικής προέλευσης, για τα οποία ο παρών κανονισμός προβλέπει ειδικούς κανόνες, αποφασίζεται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2 και εξαρτάται —ανάλογα με τις διαθέσιμες πληροφορίες ή σε περίπτωση τεκμαιρόμενης παρουσίας ΜΣΕ— από την παροχή των πληροφοριών που προβλέπονται στην παράγραφο 1. Σε περίπτωση άρνησης παροχής των πληροφοριών αυτών εντός τριμήνου από το αίτημα της Επιτροπής, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου εφόσον οι πληροφορίες αυτές δεν έχουν ακόμη υποβληθεί και δεν έχουν αξιολογηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή 3.

Η επιλεξιμότητα των τρίτων χωρών για εξαγωγές, προς την Κοινότητα, ζώντων ζώων ή προϊόντων ζωικής προέλευσης για τα οποία ο παρών κανονισμός προβλέπει ειδικούς κανόνες, υπό τους όρους που βασίζονται στην κατηγορία που τους απονέμεται από την Επιτροπή, εξαρτάται από τη δέσμευσή τους να κοινοποιήσουν γραπτώς στην Επιτροπή, το συντομότερο δυνατόν, κάθε επιδημιολογικό ή άλλο αποδεικτικό στοιχείο δυνάμενο να οδηγήσει σε μεταβολή κατάστασης όσον αφορά τη ΣΕΒ.

7.  Με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2, είναι δυνατόν να αποφασισθεί η αλλαγή της ταξινόμησης κράτους μέλους, τρίτης χώρας ή περιοχής τους όσον αφορά τη ΣΕΒ, ανάλογα με τα αποτελέσματα των ελέγχων που προβλέπονται στο άρθρο 21.

8.  Οι αποφάσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3, 4, 6, και 7 βασίζονται σε αξιολόγηση του κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που συνιστώνται στο παράρτημα ΙΙ κεφάλαια Α και Β.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΩΝ ΜΣΕ

Άρθρο 6

Σύστημα επιτήρησης

▼M30

1.  Κάθε κράτος μέλος εφαρμόζει ετήσιο πρόγραμμα επιτήρησης για τις ΜΣΕ βασιζόμενο στην ενεργητική και παθητική επιτήρηση, σύμφωνα με το Παράρτημα III. Το εν λόγω πρόγραμμα περιλαμβάνει διαδικασία ανίχνευσης με ταχείες δοκιμές, εφόσον υπάρχει τέτοια διαδικασία για το συγκεκριμένο είδος ζώου.

Οι ταχείες δοκιμές εγκρίνονται για τον σκοπό αυτό σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 3, και περιλαμβάνονται στον κατάλογο του Παραρτήματος X.

▼M30

1α.  Το ετήσιο πρόγραμμα επιτήρησης, που αναφέρεται στην παράγραφο 1, καλύπτει κατ' ελάχιστο τους ακόλουθους υποπληθυσμούς:

α) όλα τα βοοειδή ηλικίας άνω των 24 μηνών που υπέστησαν επείγουσα σφαγή ή για τα οποία προέκυψαν ευρήματα κατά τον έλεγχο προ σφαγής (ante mortem),

β) όλα τα βοοειδή ηλικίας άνω των 30 μηνών που σφαγιάζονται κανονικά, για ανθρώπινη κατανάλωση,

γ) όλα τα βοοειδή ηλικίας άνω των 24 μηνών, που δεν σφαγιάζονται για ανθρώπινη κατανάλωση, τα οποία πέθαναν ή θανατώθηκαν στην κτηνοτροφική μονάδα, κατά τη μεταφορά ή στο σφαγείο (νεκρά ζώα).

Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν παρεκκλίσεις από τη διάταξη του στοιχείου γ) σε απομακρυσμένες περιοχές με χαμηλή πυκνότητα ζωικού πληθυσμού, στις οποίες δεν γίνεται οργανωμένη αποκομιδή πτωμάτων ζώων. Τα κράτη μέλη που κάνουν χρήση της δυνατότητας αυτής ενημερώνουν την Επιτροπή και υποβάλλουν κατάλογο των σχετικών περιοχών μαζί με την αιτιολόγηση της παρέκκλισης. Η παρέκκλιση δεν πρέπει να καλύπτει περισσότερο από το 10 % των βοοειδών ενός κράτους μέλους.

1β.  Μετά από διαβούλευση της αρμόδιας επιστημονικής επιτροπής, η ηλικία που ορίζεται στην παράγραφο 1α, στοιχεία (α) και (γ), μπορεί να αναπροσαρμοσθεί με βάση την πρόοδο της επιστήμης, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 3.

Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, το οποίο μπορεί να αποδείξει ότι έχει βελτιωθεί η επιδημιολογική κατάσταση της χώρας, με βάση ορισμένα κριτήρια που θα καθορισθούν σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 3, τα ετήσια προγράμματα παρακολούθησης μπορούν να αναθεωρούνται για το συγκεκριμένο κράτος μέλος.

Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος παρέχει απόδειξη της ικανότητάς του να διαπιστώνει την αποτελεσματικότητα των μέτρων που λαμβάνει επιτόπου, και να διασφαλίζει την προστασία της υγείας των ανθρώπων και των ζώων με βάση εμπεριστατωμένη ανάλυση κινδύνου. Ειδικότερα, το κράτος μέλος αποδεικνύει:

α) σαφώς φθίνοντα ή συστηματικά χαμηλό επιπολασμό ΣΕΒ, με βάση πρόσφατα αποτελέσματα δοκιμών·

β) ότι έχει υλοποιήσει και επιβάλει τουλάχιστον επί έξι έτη ολοκληρωμένο πρόγραμμα ελέγχου της ΣΕΒ (κοινοτική νομοθεσία για την ανιχνευσιμότητα και τον εντοπισμό ζώντων ζώων και την επιτήρηση της ΣΕΒ)·

γ) ότι έχει υλοποιήσει και επιβάλει τουλάχιστον επί έξι έτη την κοινοτική νομοθεσία για την ολοσχερή απαγόρευση των ζωοτροφών για εκτρεφόμενα ζώα.

▼B

2.  Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη, στο πλαίσιο της μόνιμης κτηνιατρικής επιτροπής, για την εμφάνιση κρούσματος ΜΣΕ, πλην ΣΕΒ.

3.  Όλες οι επίσημες έρευνες και οι εργαστηριακές εξετάσεις καταχωρούνται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ, κεφάλαιο Β.

4.  Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή ετήσια έκθεση η περιλαμβάνουσα τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ κεφάλαιο Β μέρος Ι. Η έκθεση για κάθε ημερολογιακό έτος υποβάλλεται το αργότερο στις 31 Μαρτίου του επομένου έτους. Εντός τριμήνου από την παραλαβή των εκθέσεων, η Επιτροπή υποβάλλει στη μόνιμη κτηνιατρική επιτροπή σύνοψη των εκθέσεων για κάθε περίοδο, στην οποία περιλαμβάνονται τουλάχιστον οι πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ κεφάλαιο Β μέρος ΙΙ.

▼M30

5.  Οι κανόνες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 2.

Άρθρο 6α

Προγράμματα αναπαραγωγής

1.  Τα κράτη μέλη δύνανται να καταρτίζουν προγράμματα αναπαραγωγής προβάτων ανθεκτικών στις ΜΣΕ. Τα προγράμματα αυτά περιλαμβάνουν πλαίσιο για την αναγνώριση της ανθεκτικότητας ορισμένων αγελών στις ΜΣΕ και μπορούν να επεκτείνονται και σε άλλα ζωικά είδη βάσει επιστημονικών στοιχείων τα οποία αποδεικνύουν την ανθεκτικότητα των συγκεκριμένων γονότυπων των ειδών αυτών στις ΜΣΕ.

2.  Οι ειδικοί κανόνες για τα προγράμματα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 2.

3.  Τα κράτη μέλη, τα οποία καταρτίζουν προγράμματα αναπαραγωγής, υποβάλλουν τακτικά στην Επιτροπή εκθέσεις, ούτως ώστε να είναι δυνατόν να αξιολογούνται τα επιστημονικά προγράμματα, ιδίως όσον αφορά τις επιπτώσεις τους στη συχνότητα της εμφάνισης ΜΣΕ, αλλά και στη γενετική ποικιλότητα και ποικιλομορφία καθώς και στη διατήρηση παλιών ή σπάνιων φυλών προβάτων ή φυλών καλά προσαρμοσμένων στο τοπικό περιβάλλον. Τα επιστημονικά ευρήματα και οι γενικότερες επιπτώσεις των προγραμμάτων αναπαραγωγής αξιολογούνται τακτικά και, εφόσον απαιτείται, τα προγράμματα αυτά τροποποιούνται αναλόγως.

▼B

Άρθρο 7

Απαγορεύσεις για τη διατροφή των ζώων

▼M30

1.  Οι μεταποιημένες πρωτεΐνες ζωικής προελεύσεως απαγορεύονται στη διατροφή των μηρυκαστικών.

2.  Η απαγόρευση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 επεκτείνεται και σε ζώα εκτός των μηρυκαστικών και περιορίζεται όσον αφορά τη διατροφή των εν λόγω ζώων με προϊόντα ζωικής προέλευσης, σύμφωνα με το Παράρτημα IV.

3.  Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των διατάξεων του Παραρτήματος IV που ορίζουν τις παρεκκλίσεις από την απαγόρευση που περιλαμβάνεται σε αυτές τις παραγράφους.

Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίζει σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 3, βάσει επιστημονικής αξιολόγησης των διατροφικών αναγκών νεαρών μηρυκαστικών που υπόκεινται στους κανόνες που θεσπίσθηκαν για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 5 αυτού του άρθρου, και κατόπιν αξιολόγησης των πτυχών ελέγχου αυτής της παρέκκλισης, να επιτρέπει τη διατροφή νεαρών μηρυκαστικών ζώων με πρωτεΐνες που προέρχονται από ψάρια.

4.  Τα κράτη μέλη ή οι περιοχές τους με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ απαγορεύεται να εξάγουν ή να αποθηκεύουν ζωοτροφές που προορίζονται για εκτρεφόμενα ζώα, οι οποίες περιέχουν πρωτεΐνες προερχόμενες από θηλαστικά ή ζωοτροφές για θηλαστικά, εκτός από τις ζωοτροφές για σκύλους, γάτες και γουνοφόρα ζώα, που περιέχουν μεταποιημένες πρωτεΐνες από θηλαστικά.

Οι τρίτες χώρες ή οι περιοχές τους με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ απαγορεύεται να εξάγουν προς την Κοινότητα ζωοτροφές για εκτρεφόμενα ζώα που περιέχουν πρωτεΐνες προερχόμενες από θηλαστικά ή ζωοτροφές για θηλαστικά, εκτός από τις ζωοτροφές για σκύλους, γάτες και γουνοφόρα ζώα, οι οποίες περιέχουν μεταποιημένες ζωικές πρωτεΐνες προερχόμενες από θηλαστικά.

Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας, μπορεί να λαμβάνεται απόφαση σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 2, κατόπιν λεπτομερών κριτηρίων που ορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 3, για τη χορήγηση μεμονωμένων εξαιρέσεων από τους περιορισμούς που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο. Κάθε εξαίρεση λαμβάνει υπόψη τις διατάξεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

▼M30

4α.  Με βάση ευνοϊκή εκτίμηση κινδύνου, η οποία λαμβάνει υπόψη τουλάχιστον την ποσότητα και την πιθανή πηγή μόλυνσης, και τον τελικό προορισμό της παρτίδας, μπορεί να λαμβάνεται απόφαση σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 3, για την καθιέρωση ορίων ανοχής για αμελητέες ποσότητες ζωικής πρωτεΐνης στις ζωοτροφές που οφείλονται σε τυχαία και τεχνικώς αναπόφευκτη μόλυνση.

▼M30

5.  Οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, ιδίως οι κανόνες για την πρόληψη της αλληλομόλυνσης και για τις μεθόδους δειγματοληψίας και ανάλυσης των δειγμάτων για τον έλεγχο της τήρησης του παρόντος άρθρου, θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 2. Οι κανόνες αυτοί πρέπει να βασίζονται σε έκθεση της Επιτροπής η οποία καλύπτει την προμήθεια πρώτων υλών, τη μεταποίηση, τον έλεγχο και την ανιχνευσιμότητα για τις ζωοτροφές ζωικής προέλευσης.

▼B

Άρθρο 8

Ειδικά υλικά κινδύνου

▼M30

1.  Η αφαίρεση και η διάθεση του υλικού ειδικού κινδύνου πραγματοποιούνται σύμφωνα με το Παράρτημα V του παρόντος κανονισμού και με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002. Το εν λόγω υλικό δεν εισάγεται στην Κοινότητα. Ο κατάλογος των υλικών ειδικού κινδύνου του Παραρτήματος V πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τον εγκέφαλο, το νωτιαίο μυελό, τους οφθαλμούς και τις αμυγδαλές των βοοειδών ηλικίας άνω των 12 μηνών, και τη σπονδυλική στήλη των βοοειδών μετά από ηλικία που προσδιορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 3. Λαμβάνοντας υπόψη τις διάφορες κατηγορίες κινδύνου που ορίζονται στο άρθρο 5, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, και τις απαιτήσεις του άρθρου 6, παράγραφοι 1α και 1β, στοιχείο β), ο κατάλογος των υλικών ειδικού κινδύνου του Παραρτήματος V τροποποιείται αναλόγως.

2.  Η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται σε ιστούς ζώων που έχουν υποστεί εναλλακτική δοκιμή εγκεκριμένη για τον συγκεκριμένο σκοπό σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 3, υπό την προϋπόθεση ότι η δοκιμή αυτή που περιλαμβάνεται στον κατάλογο του Παραρτήματος X πραγματοποιείται σύμφωνα με τους όρους του Παραρτήματος V και ότι τα αποτελέσματα της δοκιμής είναι αρνητικά.

Τα κράτη μέλη που εγκρίνουν τη χρήση εναλλακτικής δοκιμής σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο ενημερώνουν τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή.

3.  Στα κράτη μέλη ή σε περιοχές αυτών, στις οποίες υπάρχει ελεγχόμενος ή απροσδιόριστος κίνδυνος ΣΕΒ, ο τεμαχισμός, κατόπιν αναισθητοποίησης, του κεντρικού νευρικού ιστού με την εισαγωγή επιμήκους ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα, ή με έγχυση αερίου στην κρανιακή κοιλότητα σε συνδυασμό με την αναισθητοποίηση, δεν χρησιμοποιείται σε βοοειδή και αιγοπρόβατα το κρέας των οποίων προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο ή τα ζώα.

4.  Τα στοιχεία σχετικά με την ηλικία που καθορίζονται στο Παράρτημα V μπορούν να αναπροσαρμόζονται. Η αναπροσαρμογή βασίζεται στα πλέον πρόσφατα αποδεδειγμένα επιστημονικά ευρήματα σχετικά με τη στατιστική πιθανότητα εκδήλωσης ΜΣΕ στις συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες του ζωικού πληθυσμού βοοειδών και αιγοπροβάτων της Κοινότητας.

5.  Οι κανόνες που προβλέπουν εξαιρέσεις από τις παραγράφους 1 έως 4 του παρόντος άρθρου μπορούν να θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 3, όσον αφορά την ημερομηνία της πραγματικής επιβολής της εφαρμογής της απαγόρευσης για τη διατροφή των ζώων η οποία προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, ή, όπως αρμόζει στην περίπτωση τρίτων χωρών ή περιοχών αυτών, που παρουσιάζουν ελεγχόμενο κίνδυνο για ΣΕΒ, όσον αφορά την ημερομηνία της πραγματικής επιβολής της εφαρμογής της απαγόρευσης χρήσης πρωτεϊνών θηλαστικών στις ζωοτροφές μηρυκαστικών για τα ζώα που γεννήθηκαν πριν από την ημερομηνία αυτή σε αυτές τις τρίτες χώρες ή τις περιοχές τους, με σκοπό τον περιορισμό των απαιτήσεων για την απόσυρση και την καταστροφή του υλικού ειδικού κινδύνου.

▼B

6.  Οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Άρθρο 9

Προϊόντα ζωικής προέλευσης που προέρχονται από υλικά μηρυκαστικών ή περιέχουν τέτοια υλικά

▼M30

1.  Τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που απαριθμούνται στο Παράρτημα VI παράγονται ακολουθώντας εγκεκριμένες διαδικασίες παραγωγής σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 3.

2.  Τα οστά βοοειδών και αιγοπροβάτων από χώρες ή περιοχές με ελεγχόμενο ή απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή μηχανικώς διαχωρισμένου κρέατος (ΜΔΚ). Πριν από την 1η Ιουλίου 2008, τα κράτη μέλη υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τη χρήση και τη μέθοδο παραγωγής ΜΔΚ στην επικράτειά τους. Η έκθεση περιλαμβάνει δήλωση σχετικά με το αν το κράτος μέλος προτίθεται να συνεχίσει την παραγωγή ΜΔΚ.

Με βάση τα στοιχεία αυτά, η Επιτροπή υποβάλλει ανακοίνωση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τη μελλοντική ανάγκη και χρήση ΜΔΚ στην Κοινότητα, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής για την πληροφόρηση των καταναλωτών.

▼B

3.  Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 δεν εφαρμόζονται, όσον αφορά τα κριτήρια του παραρτήματος V σημείο 5 στα μηρυκαστικά που έχουν υποβληθεί σε εναλλακτική δοκιμή εγκριθείσα με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2 και της οποίας τα αποτελέσματα είναι αρνητικά.

4.  Οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Άρθρο 10

Προγράμματα εκπαίδευσης

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το προσωπικό της αρμόδιας αρχής, των διαγνωστικών εργαστηρίων και των γεωργικών και κτηνιατρικών ινστιτούτων, οι επίσημοι κτηνίατροι, οι κτηνίατροι, το προσωπικό των σφαγείων και οι κτηνοτρόφοι, οι κάτοχοι και τα πρόσωπα στα οποία ανατίθεται ο χειρισμός των ζώων να εκπαιδεύονται για να ανιχνεύουν τα κλινικά σημεία, την επιδημιολογία και, στην περίπτωση του ελεγκτικού προσωπικού, για να ερμηνεύουν τα αποτελέσματα των εργαστηριακών μελετών που αφορούν τις ΜΣΕ.

2.  Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των προγραμμάτων εκπαίδευσης της παραγράφου 1, η Κοινότητα μπορεί να χορηγεί οικονομική ενίσχυση, το ποσό της οποίας καθορίζεται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΩΝ ΜΣΕ

Άρθρο 11

Κοινοποίηση

Με την επιφύλαξη της οδηγίας 82/894/ΕΟΚ ( 14 ), τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να κοινοποιείται αμέσως στις αρμόδιες αρχές οποιαδήποτε περίπτωση ζώου για το οποίο υπάρχουν υπόνοιες ότι έχει μολυνθεί από ΜΣΕ.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν τακτικά τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή για τα κοινοποιημένα κρούσματα ΜΣΕ.

Η αρμόδια αρχή λαμβάνει χωρίς καθυστέρηση τα μέτρα του άρθρου 12 του παρόντος κανονισμού, καθώς και κάθε άλλο ενδεδειγμένο μέτρο.

Άρθρο 12

Μέτρα έναντι των ύποπτων ζώων

▼M30

1.  Κάθε ζώο ύποπτο για μόλυνση από ΜΣΕ είτε υποβάλλεται σε επίσημο περιορισμό μετακίνησης μέχρι να γνωστοποιηθούν τα αποτελέσματα της κλινικής και επιδημιολογικής εξέτασης που διεξάγεται από την αρμόδια αρχή είτε θανατώνεται για εργαστηριακή εξέταση υπό επίσημο έλεγχο.

Αν υπάρχουν επίσημες υπόνοιες ΣΕΒ σε βοοειδές σε εκμετάλλευση ενός κράτους μέλους, όλα τα άλλα βοοειδή στην εκμετάλλευση αυτή πρέπει να τίθενται υπό επίσημο περιορισμό μετακίνησης μέχρι να γνωστοποιηθούν τα αποτελέσματα της εξέτασης. Αν υπάρχουν επίσημες υπόνοιες ΜΣΕ σε αιγοπρόβατο σε εκμετάλλευση ενός κράτους μέλους, όλα τα άλλα αιγοπρόβατα στην εκμετάλλευση αυτή πρέπει να τίθενται υπό επίσημο περιορισμό μετακίνησης μέχρι να γνωστοποιηθούν τα αποτελέσματα της εξέτασης.

Ωστόσο, αν υπάρχουν αποδείξεις ότι η εκμετάλλευση στην οποία βρισκόταν το ζώο όταν εμφανίσθηκαν οι υπόνοιες για ΜΣΕ δεν μπορεί να είναι η εκμετάλλευση στην οποία το ζώο θα μπορούσε να εκτεθεί σε ΜΣΕ, η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει ότι μόνον το ύποπτο για μόλυνση ζώο θα τεθεί υπό επίσημο περιορισμό μετακίνησης.

Εφόσον κριθεί αναγκαίο, η αρμόδια αρχή μπορεί επίσης να αποφασίσει ότι και άλλες εκμεταλλεύσεις ή ότι μόνον η εκμετάλλευση στην οποία έγινε η έκθεση σε ΜΣΕ, θα τεθεί υπό επίσημο έλεγχο ανάλογα με τα διαθέσιμα επιδημιολογικά στοιχεία.

Σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 2 και κατά παρέκκλιση των επίσημων περιορισμών μετακίνησης που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο, ένα κράτος μέλος μπορεί να εξαιρεθεί από την επιβολή τέτοιων περιορισμών αν εφαρμόζει μέτρα που παρέχουν ισοδύναμες διασφαλίσεις βάσει της δέουσας εκτίμησης των πιθανών κινδύνων για την υγεία του ανθρώπου και των ζώων.

▼B

2.  Εάν η αρμόδια αρχή αποφασίσει ότι η πιθανότητα μόλυνσης από ΜΣΕ δεν μπορεί να αποκλειστεί, το ζώο —εάν είναι ακόμη εν ζωή— θανατώνεται και ο εγκέφαλός του καθώς και όλοι οι άλλοι ιστοί που καθορίζει η αρμόδια αρχή αφαιρούνται και αποστέλλονται σε επίσημα εγκεκριμένο εργαστήριο, στο εθνικό εργαστήριο αναφοράς κατ' άρθρο 19 παράγραφος 1 ή στο κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς κατ' άρθρο 19 παράγραφος 2, για να εξακριβωθεί η παρουσία της ΜΣΕ με τις μεθόδους του άρθρου 20.

▼M30

3.  Όλα τα μέρη του σώματος του ύποπτου ζώου είτε παραμένουν υπό επίσημο έλεγχο μέχρι να γίνει αρνητική διάγνωση είτε διατίθενται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002.

▼B

4.  Οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Άρθρο 13

Μέτρα μετά τη διαπίστωση ΜΣΕ

1.  Όταν η παρουσία μιας ΜΣΕ επιβεβαιωθεί επισήμως, εφαρμόζονται αμελλητί τα ακόλουθα μέτρα:

▼M30

α) η διάθεση όλων των τμημάτων του σώματος του ζώου γίνεται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002, εκτός από το υλικό που κρατείται για τα μητρώα σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ, Κεφάλαιο Β, του παρόντος κανονισμού,

▼B

β) διενεργείται έρευνα για τον εντοπισμό όλων των ζώων που παρουσιάζουν κίνδυνο σύμφωνα με το παράρτημα VΙΙ, σημείο 1,

▼M30

γ) όλα τα ζώα και τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που παρουσιάζουν κινδύνους, όπως περιγράφονται στο Παράρτημα VII, σημείο 2 του παρόντος κανονισμού και εντοπίζονται με την έρευνα που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου, θανατώνονται και διατίθενται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002.

▼M30

Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους και με βάση ευνοϊκή εκτίμηση κινδύνου στην οποία λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη τα μέτρα ελέγχου του συγκεκριμένου κράτους μέλους, μπορεί να ληφθεί απόφαση σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 2, να επιτραπεί η διατήρηση βοοειδών που μνημονεύεται στην παρούσα παράγραφο, έως το τέλος της παραγωγικής τους ζωής.

▼B

Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, ένα κράτος μέλος μπορεί να εφαρμόζει άλλα μέτρα τα οποία παρέχουν ισοδύναμο επίπεδο προστασίας, εφόσον αυτά έχουν εγκριθεί με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

2.  Έως ότου ολοκληρωθεί η εφαρμογή των μέτρων της παραγράφου 1, στοιχείο β) και γ), η εκμετάλλευση όπου βρισκόταν το ζώο όταν επιβεβαιώθηκε η παρουσία ΜΣΕ τίθεται υπό επίσημη επίβλεψη και, για κάθε μετακίνηση των επιρρεπών στις ΜΣΕ ζώων και των προϊόντων ζωικής προέλευσης που προέρχονται από αυτά από και προς τη συγκεκριμένη εκμετάλλευση, απαιτείται άδεια της αρμόδιας αρχής, ώστε να εξασφαλισθεί ο άμεσος εντοπισμός και ο προσδιορισμός της προέλευσης των εν λόγω ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης.

Εάν υπάρχουν ενδείξεις ότι η εκμετάλλευση όπου βρισκόταν το ζώο όταν ανέκυψαν οι υπόνοιες ΜΣΕ, δεν είναι, κατά πάσα πιθανότητα, η εκμετάλλευση στην οποία το ζώο ενδέχεται να μολύνθηκε με ΜΣΕ, η αρμόδια αρχή μπορεί να θέσει σε επίσημη επιτήρηση και τις δύο εκμεταλλεύσεις ή μόνον την εκμετάλλευση μόλυνσης.

3.  Τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν μέτρα τα οποία προσφέρουν ισοδύναμες εγγυήσεις όπως προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 πέμπτο εδάφιο μπορούν, κατά παρέκκλιση από τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 στοιχεία β) και γ) να απαλλάσσονται, με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2, από την υποχρέωση εφαρμογής των επίσημων μέτρων απαγόρευσης των μετακινήσεων των ζώων και από την απαίτηση να θανατώνουν και να καταστρέφουν τα ζώα.

4.  Οι ιδιοκτήτες αποζημιώνονται αμελλητί για την απώλεια των ζώων που θανατώνονται η τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που καταστρέφονται κατά το άρθρο 12 παράγραφος 2 και την παράγραφο 1 στοιχεία α) και γ) του παρόντος άρθρου.

5.  Με την επιφύλαξη της οδηγίας 82/894/ΕΟΚ, κάθε επιβεβαίωση κρούσματος ΜΣΕ πλην της ΣΕΒ κοινοποιείται στην Επιτροπή επί ετησίας βάσεως.

6.  Οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Άρθρο 14

Σχέδιο έκτακτης ανάγκης

1.  Τα κράτη μέλη καταρτίζουν —σύμφωνα με τα γενικά κριτήρια της κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα της καταπολέμησης των ζωικών νόσων— κατευθυντήριες γραμμές στις οποίες ορίζονται τα ληπτέα εθνικά μέτρα και διευκρινίζονται οι αρμοδιότητες και οι ευθύνες όταν επιβεβαιώνονται κρούσματα ΜΣΕ.

2.  Όταν απαιτείται για την ομοιόμορφη εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας, οι κατευθυντήριες γραμμές μπορούν να εναρμονίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΔΙΑΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΚΑΙ ΕΞΑΓΩΓΗ

Άρθρο 15

Ζώντα ζώα, το σπέρμα, τα έμβρυα και τα ωάριά τους

1.  Η διάθεση στην αγορά, ή, ενδεχομένως, οι εξαγωγές βοοειδών ή αιγοπροβάτων και του σπέρματος, των ωαρίων και εμβρύων τους, υπόκειται στις προϋποθέσεις του παραρτήματος VΙΙΙ ή, κατά τις εισαγωγές, στις προϋποθέσεις του παραρτήματος IX. Τα ζώντα ζώα και τα έμβρυα και τα ωάριά τους συνοδεύονται από τα κατάλληλα υγειονομικά πιστοποιητικά που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία, σύμφωνα με το άρθρο 17 ή, κατά τις εισαγωγές, σύμφωνα με το άρθρο 18.

2.  Η διάθεση στην αγορά των απογόνων πρώτης γενεάς, του σπέρματος, των εμβρύων και των ωαρίων τους για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ή τα οποία επιβεβαιωμένα έχουν μολυνθεί με ΜΣΕ, υπόκειται στους όρους του παραρτήματος VΙΙΙ, κεφάλαιο Β.

▼M30

3.  Σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 3, οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 μπορούν να επεκταθούν και σε άλλα ζωικά είδη.

4.  Οι κανόνες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου μπορούν να θεσπισθούν σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, παράγραφος 2.

▼B

Άρθρο 16

Διάθεση προϊόντων ζωικής προέλευσης στην αγορά

1.  Τα ακόλουθα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προέρχονται από υγιή μηρυκαστικά δεν υπόκεινται σε περιορισμούς διάθεσης στην αγορά, ή ενδεχομένως εξαγωγής, σύμφωνα με το παρόν άρθρο και τις διατάξεις του παραρτήματος VIII, κεφάλαια Γ και Δ και του παραρτήματος ΙΧ, κεφάλαια Α, Γ, ΣΤ και Ζ:

α) τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που καλύπτονται από το άρθρο 15, ιδίως δε το σπέρμα, τα έμβρυα και τα ωάρια,

▼M30

β) γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα, δέρματα, ζελατίνη και κολλαγόνο που προέρχονται από δέρματα,

2.  Τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που εισάγονται από τρίτες χώρες που παρουσιάζουν ελεγχόμενο ή απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ πρέπει να προέρχονται από υγιή βοοειδή και αιγοπρόβατα που δεν έχουν υποβληθεί σε τεμαχισμό του κεντρικού νευρικού ιστού ή σε έγχυση αερίου στην κρανιακή κοιλότητα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 8, παράγραφος 3.

3.  Τα προϊόντα διατροφής ζωικής προέλευσης που περιέχουν υλικό από βοοειδή τα οποία προέρχονται από χώρα ή περιοχή με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ δεν διατίθενται στην αγορά, εκτός εάν προέρχονται:

α) από ζώα που γεννήθηκαν οκτώ έτη μετά την ημερομηνία από την οποία εφαρμόσθηκε όντως η απαγόρευση χρησιμοποίησης μεταποιημένων πρωτεϊνών θηλαστικών για τη διατροφή των μηρυκαστικών, και

β) από ζώα που γεννήθηκαν, εκτράφηκαν και έχουν διαμείνει σε αγέλες απαλλαγμένες, βάσει αποδεδειγμένου ιστορικού, από ΣΕΒ επί 7 τουλάχιστον έτη.

Περαιτέρω, τα προϊόντα διατροφής που προέρχονται από μηρυκαστικά δεν αποστέλλονται από κράτος μέλος ή περιοχή του που παρουσιάζει απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ σε άλλο κράτος μέλος ούτε εισάγονται από τρίτη χώρα που παρουσιάζει απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ.

Η απαγόρευση αυτή δεν ισχύει για τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που απαριθμούνται στο Παράρτημα VIII, Κεφάλαιο Γ και τα οποία ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του Παραρτήματος VIII, Κεφάλαιο Γ.

Τα προϊόντα αυτά πρέπει να συνοδεύονται από υγειονομικό πιστοποιητικό που εκδίδει επίσημος κτηνίατρος, με το οποίο βεβαιώνεται ότι έχουν παραχθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

▼B

4.  Όταν ένα ζώο μετακινείται από χώρα ή περιοχή προς χώρα ή περιοχή διαφορετικής κατηγορίας, ταξινομείται στην ανώτερη κατηγορία χωρών ή περιοχών στις οποίες έχει διαμείνει για περισσότερες από είκοσι τέσσερις ώρες, εκτός εάν δίδονται κατάλληλες εγγυήσεις ότι το ζώο δεν έλαβε τροφή από τη χώρα ή την περιοχή αυτή η οποία ταξινομείται στην ανώτερη κατηγορία.

5.  Τα προϊόντα ζωικής προέλευσης, για τα οποία το παρόν άρθρο προβλέπει συγκεκριμένους κανόνες, πρέπει να συνοδεύονται από τα κατάλληλα υγειονομικά πιστοποιητικά ή εμπορικά έγγραφα, όπως απαιτείται από την κοινοτική νομοθεσία σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 18 ή, εάν δεν υπάρχει τέτοια απαίτηση στην κοινοτική νομοθεσία, από υγειονομικό πιστοποιητικό ή εμπορικό έγγραφο του οποίου το πρότυπο καταρτίζεται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

6.  Για να εισαχθούν στην Κοινότητα, τα προϊόντα ζωικής προέλευσης πληρούν τις απαιτήσεις του παραρτήματος ΙΧ κεφάλαια Α, Γ, ΣΤ και Ζ.

7.  Με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2, οι παράγραφοι 1 έως 6 μπορούν να επεκταθούν και σε άλλα προϊόντα ζωικής προέλευσης. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με την ίδια διαδικασία.

Άρθρο 17

Με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2, τα υγειονομικά πιστοποιητικά του παραρτήματος ΣΤ της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ και τα υποδείγματα ΙΙ και ΙΙΙ του παραρτήματος Ε της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ, καθώς και τα κατάλληλα υγειονομικά πιστοποιητικά που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία περί εμπορίου σπέρματος, ωαρίων και εμβρύων βοοειδών ή αιγοπροβάτων συμπληρώνονται, αν απαιτείται, με την αναγραφή της κατηγορίας στην οποία ταξινομήθηκε το κράτος μέλος ή η περιοχή καταγωγής σύμφωνα με το άρθρο 5.

Τα κατάλληλα υγειονομικά πιστοποιητικά που αφορούν το εμπόριο προϊόντων ζωικής προέλευσης συμπληρώνονται, αν απαιτείται, με την αναγραφή της κατηγορίας του κράτους μέλους ή της περιοχής προέλευσης η οποία δίδεται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 5.

Άρθρο 18

Με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2, τα κατάλληλα υγειονομικά πιστοποιητικά σχετικά με τις εισαγωγές, τα οποία προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία συμπληρώνονται, για τις τρίτες χώρες που ταξινομούνται σε μια κατηγορία σύμφωνα με το άρθρο 5, με τις ειδικές απαιτήσεις του παραρτήματος ΙΧ κεφάλαιο Ζ, μόλις η ταξινόμηση αποφασιστεί.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ, ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ, ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΙ

Άρθρο 19

Εργαστήρια αναφοράς

1.  Το εθνικό εργαστήριο αναφοράς κάθε κράτους μέλους, οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντά του ορίζονται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Α.

2.  Το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς, οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντά του ορίζονται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Β.

Άρθρο 20

Δειγματοληψία και μέθοδοι εργαστηριακής ανάλυσης

1.  Η δειγματοληψία και οι δοκιμές εργαστηριακής ανίχνευσης της παρουσίας μιας ΜΣΕ διενεργούνται με τις μεθόδους και τα πρωτόκολλα που ορίζονται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Γ.

2.  Όταν απαιτείται για την ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος άρθρου, θεσπίζονται λεπτομέρειες εφαρμογής —συμπεριλαμβανομένης της μεθόδου για την επιβεβαίωση της ΣΕΒ στα αιγοπρόβατα— με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

Άρθρο 21

Κοινοτικοί έλεγχοι

1.  Όταν απαιτείται για την ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, εμπειρογνώμονες της Επιτροπής μπορούν να διεξάγουν επιτόπιους ελέγχους, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Το κράτος μέλος όπου διενεργείται έλεγχος παρέχει κάθε βοήθεια στους εμπειρογνώμονες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Η Επιτροπή ενημερώνει την αρμόδια αρχή για τα αποτελέσματα των ελέγχων.

Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, ιδίως δε εκείνες που αποσκοπούν στη ρύθμιση των διαδικασιών συνεργασίας με τις εθνικές αρχές, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

2.  Οι κοινοτικοί έλεγχοι έναντι τρίτων χωρών διενεργούνται σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21 της οδηγίας 97/78/ΕΚ.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 22

Μεταβατικά μέτρα για τα ειδικά υλικά κινδύνου

1.  Οι διατάξεις του παραρτήματος ΧΙ μέρος Α εφαρμόζονται επί 6 τουλάχιστον μήνες από την 1η Ιουλίου 2001, παύουν δε να εφαρμόζονται μόλις ληφθεί απόφαση σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2 ή 4 του άρθρου 5, οπότε και αρχίζει να εφαρμόζεται το άρθρο 8.

2.  Τα αποτελέσματα μιας τεκμηριωμένης στατιστικής έρευνας διεξαγόμενης βάσει της παραγράφου 3 του άρθρου 5 κατά τη μεταβατική περίοδο χρησιμοποιούνται προς επιβεβαίωση ή διάψευση των συμπερασμάτων της ανάλυσης κινδύνου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 5, λαμβανομένων υπόψη των κριτηρίων ταξινόμησης που καθορίζει το ΔΓΕ.

3.  Οι λεπτομερείς κανόνες για τη στατιστική έρευνα θεσπίζονται, ύστερα από διαβούλευση της αρμόδιας επιστημονικής επιτροπής, με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

4.  Τα στοιχειώδη κριτήρια που πληροί η εν λόγω στατιστική έρευνα ορίζονται στο παράρτημα ΧΙ μέρος Β.

Άρθρο 23

Τροποποίηση παραρτημάτων και μεταβατικά μέτρα

Ύστερα από διαβούλευση με την αρμόδια επιστημονική επιτροπή για κάθε θέμα δυνάμενο να έχει επιπτώσεις στην δημόσια υγεία, τα παραρτήματα τροποποιούνται ή συμπληρώνονται, θεσπίζεται δε κάθε κατάλληλο μεταβατικό μέτρο με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

▼M21

Σύμφωνα με τη διαδικασία αυτή, θεσπίζονται μεταβατικά μέτρα για την περίοδο, η οποία λήγει την 1η Ιουλίου 2007 το αργότερο, ώστε να καταστεί δυνατή η μετάβαση από τις τρέχουσες ρυθμίσεις στις ρυθμίσεις που θεσπίζει ο παρών κανονισμός.

▼M30

Άρθρο 23α

Τα ακόλουθα μέτρα τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση ορισμένων μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της συμπλήρωσής του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 24, παράγραφος 3:

α) έγκριση των ταχειών δοκιμών που αναφέρονται στο άρθρο 6, παράγραφος 1 και στο άρθρο 8, παράγραφος 2,

β) προσαρμογή της ηλικίας κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 6, παράγραφος 1β,

γ) κριτήρια για την επίδειξη της βελτίωσης της επιδημιολογικής κατάστασης που αναφέρεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1β,

δ) απόφαση για τη διατροφή νεαρών μηρυκαστικών ζώων με πρωτεΐνες που προέρχονται από ψάρια κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 7, παράγραφος 3,

ε) κριτήρια για τη χορήγηση εξαιρέσεων από τους περιορισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 7, παράγραφος 4,

στ) απόφαση για την καθιέρωση ορίων ανοχής κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 7, παράγραφος 4α,

ζ) απόφαση για την ηλικία κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 8, παράγραφος 1,

η) κανόνες που προβλέπουν εξαιρέσεις από την απόσυρση ή την καταστροφή του υλικού ειδικού κινδύνου κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 8, παράγραφος 5,

θ) διαδικασίες παραγωγής που αναφέρονται στο άρθρο 9, παράγραφος 1,

ι) απόφαση για την επέκταση ορισμένων διατάξεων σε άλλα ζωικά είδη κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 15, παράγραφος 3.

▼M30

Άρθρο 24

Επιτροπές

1.  Η Επιτροπή επικουρείται από τη Μόνιμη Επιτροπή για την Τροφική Αλυσίδα και την Υγεία των Ζώων. Ωστόσο, η Επιτροπή συμβουλεύεται επίσης τη Μόνιμη Επιτροπή Ζωοτεχνικών Θεμάτων όσον αφορά το άρθρο 6α.

2.  Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1994/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

Οι προθεσμίες του άρθρου 5, παράγραφος 6 της εν λόγω απόφασης είναι τρεις μήνες, και στην περίπτωση των μέτρων διασφάλισης του άρθρου 4, παράγραφος 2, του παρόντος κανονισμού, 15 ημέρες.

3.  Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται το άρθρο 5α, παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

▼M30

Άρθρο 24α

Οι αποφάσεις που λαμβάνονται σύμφωνα με μία από τις διαδικασίες του άρθρου 24 βασίζονται στη δέουσα εκτίμηση των πιθανών κινδύνων για την υγεία του ανθρώπου και των ζώων και, λαμβανομένων υπόψη των διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων, διατηρούν ή, αν δικαιολογείται επιστημονικά, αυξάνουν το επίπεδο προστασίας της υγείας του ανθρώπου και των ζώων που διασφαλίζεται στην Κοινότητα.

▼B

Άρθρο 25

Διαβούλευση με τις επιστημονικές επιτροπές

Για κάθε θέμα εφαρμογής του παρόντος κανονισμού το οποίο ενδέχεται να έχει επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία ζητείται η γνώμη των αρμόδιων επιστημονικών επιτροπών.

Άρθρο 26

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2001.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

▼M10




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΕΙΔΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

1.

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι εξής ορισμοί που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 15 ), τον κανονισμό (ΕΚ) 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 16 ) και την οδηγία 79/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου ( 17 ):

α) κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1774/2002:

i) «εκτρεφόμενα ζώα» στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο στ)·

ii) «τροφές ζώων συντροφιάς» στο σημείο 41 του παραρτήματος Ι·

iii) «μεταποιημένες ζωικές πρωτεΐνες» στο σημείο 42 του παραρτήματος Ι·

iv) «ζελατίνη» στο σημείο 26 του παραρτήματος Ι·

v) «προϊόντα αίματος» στο σημείο 4 του παραρτήματος Ι·

vi) «αιματάλευρο» στο σημείο 6 του παραρτήματος I και

vii) «ιχθυάλευρο» στο σημείο 24 του παραρτήματος Ι·

β) ο ορισμός των «ζωοτροφών» στο άρθρο 3 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002·

γ) ο ορισμός των «πλήρων ζωοτροφών» στο άρθρο 2 στοιχείο δ) της οδηγίας 79/373/ΕΟΚ.

▼M32

2.

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν επίσης οι ακόλουθοι ορισμοί:

α) «αυτόχθονο κρούσμα ΣΕΒ» είναι το κρούσμα σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας βοοειδών για το οποίο δεν έχει αποδειχθεί σαφώς ότι οφείλεται σε μόλυνση πριν από την εισαγωγή του ζωντανού ζώου·

β) «διακριτός λιπώδης ιστός» είναι το εσωτερικό και εξωτερικό σωματικό λίπος που αφαιρείται κατά τη σφαγή και τη διαδικασία τεμαχισμού, ιδίως το νωπό λίπος της καρδιάς, του μείζονος επίπλου και των νεφρών των βοοειδών, καθώς και το λίπος από τις αίθουσες τεμαχισμού·

γ) «κλάση» είναι μια ομάδα βοοειδών η οποία περιλαμβάνει:

i) τα ζώα που γεννήθηκαν στο ίδιο κοπάδι με το ασθενές βοοειδές κατά τους δώδεκα μήνες πριν ή μετά την ημερομηνία γέννησης του ασθενούς ζώου, και

ii) τα ζώα που οποιαδήποτε στιγμή κατά το πρώτο έτος της ζωής τους εκτράφηκαν μαζί με το ασθενές βοοειδές κατά το πρώτο έτος της ζωής του·

δ) «κρούσμα-δείκτης» είναι το πρώτο ζώο σε μια εκμετάλλευση ή σε μια επιδημιολογικώς ορισμένη ομάδα στο οποίο επιβεβαιώνεται μόλυνση από ΜΣΕ.

ε) «ΜΣΕ σε μικρά μηρυκαστικά» είναι το κρούσμα μεταδοτικής σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας που ανιχνεύθηκε σε αιγοπρόβατο κατόπιν δοκιμής επιβεβαίωσης για μη φυσιολογική πρωτεΐνη PrP.

στ) «κρούσμα τρομώδους νόσου» είναι το επιβεβαιωμένο κρούσμα μεταδοτικής σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας σε αιγοπρόβατο, στην περίπτωση του οποίου έχει αποκλεισθεί το ενδεχόμενο ΣΕΒ, σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται στο τεχνικό εγχειρίδιο του κοινοτικού εργαστηρίου αναφοράς σχετικά με το χαρακτηρισμό στελέχους ΜΣΕ σε μικρά μηρυκαστικά ( 18 ).

ζ) «κρούσμα κλασικής τρομώδους νόσου» είναι το επιβεβαιωμένο κρούσμα τρομώδους νόσου που κατηγοριοποιείται ως κλασική σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται στο τεχνικό εγχειρίδιο του κοινοτικού εργαστηρίου αναφοράς σχετικά με το χαρακτηρισμό στελέχους ΜΣΕ σε μικρά μηρυκαστικά.

η) «κρούσμα άτυπης τρομώδους νόσου» είναι το επιβεβαιωμένο κρούσμα τρομώδους νόσου που διαφοροποιείται από την κλασική τρομώδη νόσο σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται στο τεχνικό εγχειρίδιο του κοινοτικού εργαστηρίου αναφοράς σχετικά με το χαρακτηρισμό στελέχους ΜΣΕ σε μικρά μηρυκαστικά.

▼M31




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗ ΣΕΒ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

Κριτήρια

Ο χαρακτηρισμός κρατών μελών ή τρίτων χωρών ή περιοχών τους (εφεξής αποκαλούμενων «χώρες ή περιοχές»), ως προς τη ΣΕΒ, πραγματοποιείται με βάση τα κριτήρια που ορίζονται στα στοιχεία α) έως ε).

Στη χώρα ή στην περιοχή:

α) πραγματοποιείται ανάλυση της επικινδυνότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου Β, με την οποία εντοπίζονται όλοι οι δυνητικοί παράγοντες εκδήλωσης της ΣΕΒ καθώς και η εξέλιξή τους διαχρονικώς στη χώρα ή στην περιοχή·

β) λειτουργεί ένα σύστημα συνεχούς επιτήρησης και παρακολούθησης της ΣΕΒ που επικεντρώνεται κυρίως στους κινδύνους που προσδιορίζονται στο κεφάλαιο Β και το οποίο τηρεί τις ελάχιστες απαιτήσεις επιτήρησης που ορίζονται στο κεφάλαιο Δ·

γ) λειτουργεί ένα σύστημα συνεχούς επαγρύπνησης για τους κτηνιάτρους, τους κτηνοτρόφους και τους εργάτες που ασχολούνται με τη μεταφορά, την εμπορία και τη σφαγή βοοειδών, με σκοπό να ενθαρρύνεται η κοινοποίηση όλων των περιπτώσεων ζώων με κλινικά συμπτώματα που δημιουργούν υπόνοιες ΣΕΒ σε υποπληθυσμούς-στόχους, όπως ορίζεται στο κεφάλαιο Δ αυτού του παραρτήματος·

δ) υπάρχει υποχρέωση κοινοποίησης και έρευνας όλων των περιπτώσεων βοοειδών με κλινικά συμπτώματα που δημιουργούν υπόνοιες ΣΕΒ·

ε) η εξέταση του εγκεφάλου και άλλων ιστών που συλλέγονται στο πλαίσιο του συστήματος επιτήρησης και παρακολούθησης το οποίο αναφέρεται στο στοιχείο β) διεξάγεται σε εγκεκριμένο εργαστήριο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

Ανάλυση της επικινδυνότητας

1.   Διάρθρωση της ανάλυσης της επικινδυνότητας

Στις αναλύσεις επικινδυνότητας πρέπει να περιλαμβάνεται εκτίμηση της απελευθέρωσης και εκτίμηση της έκθεσης.

2.   Εκτίμηση της απελευθέρωσης (εξωτερική πρόκληση)

2.1. Εκτίμηση της απελευθέρωσης/διοχέτευσης είναι η εκτίμηση της πιθανότητας ο παράγοντας ΣΕΒ είτε να έχει εισαχθεί στη χώρα ή στην περιοχή μέσω εμπορευμάτων μολυσμένων με παράγοντα ΣΕΒ, είτε να είναι ήδη παρών στη χώρα ή στην περιοχή.

Λαμβάνονται υπόψη οι ακόλουθοι παράγοντες επικινδυνότητας:

α) η παρουσία ή η απουσία του παράγοντα ΣΕΒ στη χώρα ή στην περιοχή και, αν ο παράγοντας είναι παρών, ο επιπολασμός του με βάση το αποτέλεσμα των δραστηριοτήτων επιτήρησης·

β) η παραγωγή κρεαταλεύρων και οστεαλεύρων ή ινωδών καταλοίπων ξιγκιών από τον αυτόχθονα πληθυσμό μηρυκαστικών·

γ) εισαγόμενα κρεατάλευρα και οστεάλευρα ή ινώδη κατάλοιπα ξιγγιών·

δ) εισαγόμενα βοοειδή και αιγοπρόβατα·

ε) εισαγόμενες ζωοτροφές και συστατικά ζωοτροφών·

στ) εισαγόμενα προϊόντα που προέρχονται από μηρυκαστικά για ανθρώπινη κατανάλωση, τα οποία ενδέχεται να περιείχαν ιστούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παραρτήματος V και τα οποία ενδέχεται να καταναλώθηκαν από βοοειδή ως ζωοτροφές·

ζ) εισαγόμενα προϊόντα που προέρχονται από μηρυκαστικά για in vivo χρήση σε βοοειδή.

2.2. Κατά τη διενέργεια της εκτίμησης της απελευθέρωσης πρέπει να συνεκτιμώνται τα ειδικά προγράμματα εξάλειψης, η επιτήρηση και άλλες επιδημιολογικές έρευνες (ιδίως η επιτήρηση για ΣΕΒ επί του πληθυσμού βοοειδών) που συνδέονται με τους παράγοντες επικινδυνότητας οι οποίοι αναφέρονται στην παράγραφο 2.1.

3.   Εκτίμηση της έκθεσης

Εκτίμηση της έκθεσης είναι η εκτίμηση της πιθανότητας έκθεσης των βοοειδών στον παράγοντα ΣΕΒ και για τη διενέργειά της εξετάζονται τα εξής:

α) η ανακύκλωση και ο πολλαπλασιασμός του παράγοντα ΣΕΒ μέσω της κατανάλωσης, από βοοειδή, κρεαταλεύρων και οστεαλεύρων ή ινωδών καταλοίπων ξιγγιών που προέρχονται από μηρυκαστικά ή άλλων ζωοτροφών ή συστατικών ζωοτροφών που είχαν μολυνθεί με αυτά·

β) η χρησιμοποίηση σφαγίων μηρυκαστικών (συμπεριλαμβανομένων των σφαγίων από νεκρά ζώα), υποπροϊόντων και αποβλήτων σφαγείων, οι παράμετροι των διαδικασιών τήξης και οι μέθοδοι παραγωγής ζωοτροφών·

γ) η χορήγηση ή η μη χορήγηση σε μηρυκαστικά κρεαταλεύρων και οστεαλεύρων, καθώς και ινωδών καταλοίπων ξιγγιών που προέρχονται από μηρυκαστικά, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για την πρόληψη της αλληλομόλυνσης των ζωοτροφών·

δ) το επίπεδο επιτήρησης για ΣΕΒ επί του πληθυσμού βοοειδών έως τη συγκεκριμένη στιγμή και τα αποτελέσματα αυτής της επιτήρησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

Ορισμός των κατηγοριών

I.    ΧΩΡΑ Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕ ΑΜΕΛΗΤΕΟ ΚΙΝΔΥΝΟ ΣΕΒ

Μια χώρα ή μια περιοχή:

1. όπου έχει διεξαχθεί ανάλυση της επικινδυνότητας σύμφωνα με το κεφάλαιο Β με στόχο τον προσδιορισμό των προγενέστερων και των υφιστάμενων παραγόντων επικινδυνότητας,

2. στην οποία αποδείχθηκε ότι λαμβάνονται κατάλληλα ειδικά μέτρα για τη σχετική χρονική περίοδο που ορίζεται στη συνέχεια, με σκοπό τη διαχείριση κάθε προσδιοριζόμενου κινδύνου,

3. στην οποία αποδείχθηκε ότι πραγματοποιείται επιτήρηση του τύπου Β σύμφωνα με το κεφάλαιο Δ και ότι έχουν επιτευχθεί οι σχετικές τιμές-στόχοι σύμφωνα με τον πίνακα 2, και

4. στην οποία:

α) είτε επικρατεί η ακόλουθη κατάσταση:

i) στη χώρα ή στην περιοχή δεν έχει σημειωθεί κρούσμα ΣΕΒ ή κάθε κρούσμα ΣΕΒ έχει αποδειχθεί ότι σημειώθηκε σε εισαγόμενο ζώο το οποίο καταστράφηκε ολοσχερώς,

ii) τα κριτήρια που αναφέρονται στα στοιχεία γ), δ) και ε) του κεφαλαίου Α του παρόντος παραρτήματος τηρούνται τουλάχιστον την τελευταία επταετία, και

iii) μέσω του κατάλληλου επιπέδου ελέγχων και εσωτερικών ελέγχων έχει αποδειχθεί ότι, επί οκτώ τουλάχιστον έτη, τα μηρυκαστικά δεν έχουν καταναλώσει κρεατάλευρα, οστεάλευρα ή ινώδη κατάλοιπα ξιγγιών που προέρχονταν από μηρυκαστικά·

β) είτε επικρατεί η ακόλουθη κατάσταση:

i) στη χώρα ή στην περιοχή υπήρξε ένα ή περισσότερα αυτόχθονα κρούσματα ΣΕΒ αλλά κάθε αυτόχθονο κρούσμα ΣΕΒ παρουσιάστηκε πριν από έντεκα τουλάχιστον έτη,

ii) τα κριτήρια που αναφέρονται στα στοιχεία γ), δ) και ε) του κεφαλαίου Α τηρούνται τουλάχιστον την τελευταία 7ετία,

iii) μέσω του κατάλληλου επιπέδου ελέγχων και εσωτερικών ελέγχων έχει αποδειχθεί ότι, επί οκτώ τουλάχιστον έτη, τα μηρυκαστικά δεν έχουν καταναλώσει κρεατάλευρα, οστεάλευρα ή ινώδη κατάλοιπα ξιγγιών που προέρχονταν από μηρυκαστικά·

iv) τα κατωτέρω ζώα, αν ζουν στη Χώρα ή στην περιοχή, είναι μονίμως αναγνωρίσιμα και οι κινήσεις τους είναι ελεγχόμενες, ενώ μετά τη σφαγή ή το θάνατο, καταστρέφονται ολοσχερώς:

 όλα τα κρούσματα ΣΕΒ,

 όλα τα βοοειδή τα οποία, κατά το πρώτο έτος ζωής τους εκτράφηκαν μαζί με τα βοοειδή που προσβλήθηκαν από ΣΕΒ κατά το πρώτο έτος ζωής και για τα οποία η έρευνα έδειξε ότι κατανάλωσαν την ίδια, ενδεχομένως μολυσμένη, ζωοτροφή κατά την ίδια περίοδο ή

 αν τα αποτελέσματα της έρευνας που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο είναι ασαφή, όλα τα βοοειδή που γεννήθηκαν στην ίδια αγέλη με εκείνα στα οποία εκδηλώθηκε ΣΕΒ ταυτόχρονα με αυτά ή σε διάστημα δώδεκα μηνών.

II.    ΧΩΡΑ Η ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΜΕ ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟ ΚΙΝΔΥΝΟ ΣΕΒ

Μια χώρα ή μια περιφέρεια:

1. όπου έχει διεξαχθεί ανάλυση της επικινδυνότητας με βάση τις πληροφορίες που αναφέρονται στο κεφάλαιο Β με στόχο τον προσδιορισμό των προγενέστερων και των υφιστάμενων παραγόντων επικινδυνότητας,

2. στην οποία αποδείχθηκε ότι λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα για τη διαχείριση όλων των προσδιοριζόμενων κινδύνων, αλλά ότι τα μέτρα αυτά δεν ελήφθησαν για τη σχετική χρονική περίοδο,

3. στην οποία αποδείχθηκε ότι πραγματοποιείται επιτήρηση τύπου Α σύμφωνα με το κεφάλαιο Δ και ότι έχουν επιτευχθεί οι σχετικές τιμές-στόχοι σύμφωνα με τον πίνακα 2. Η επιτήρηση τύπου Β μπορεί να αντικαταστήσει την επιτήρηση τύπου Α εφόσον έχουν επιτευχθεί οι σχετικές τιμές-στόχοι, και

4. στην οποία:

α) είτε επικρατεί η ακόλουθη κατάσταση:

i) στη χώρα ή στην περιφέρεια δεν υπήρξε κρούσμα ΣΕΒ ή κάθε κρούσμα ΣΕΒ αποδείχθηκε ότι προερχόταν από εισαγωγή ζώου το οποίο έχει καταστραφεί ολοσχερώς, τηρούνται τα κριτήρια των στοιχείων γ), δ) και ε) του κεφαλαίου Α και μπορεί να αποδειχθεί μέσω του ενδεδειγμένου επιπέδου ελέγχου και εσωτερικού ελέγχου ότι δεν είχαν χορηγηθεί στα μηρυκαστικά κρεατάλευρα και οστεάλευρα ούτε ινώδη κατάλοιπα ξιγγιών προερχόμενα από μηρυκαστικά,

ii) τα κριτήρια που αναφέρονται στα στοιχεία γ), δ) και ε) του κεφαλαίου Α τηρούνται επί τα τελευταία επτά τουλάχιστον έτη ή/και

iii) δεν είναι δυνατό να αποδειχθεί ότι επί οκτώ έτη πραγματοποιούντο έλεγχοι σχετικά με τη χορήγηση ως ζωοτροφών σε μηρυκαστικά κρεαταλεύρων, οστεαλεύρων ή ινωδών καταλοίπων ξιγγιών προερχομένων από μηρυκαστικά·

β) είτε επικρατεί η ακόλουθη κατάσταση:

i) στη χώρα ή στην περιφέρεια υπήρξε αυτόχθονο κρούσμα ΣΕΒ, τηρούνται τα κριτήρια των στοιχείων γ), δ) και ε) του κεφαλαίου Α και μπορεί να αποδειχθεί μέσω του ενδεδειγμένου επιπέδου ελέγχου και εσωτερικού ελέγχου ότι δεν είχαν χορηγηθεί στα μηρυκαστικά κρεατάλευρα και οστεάλευρα ούτε ινώδη κατάλοιπα ξιγγιών προερχόμενα από μηρυκαστικά,

ii) τα κριτήρια που αναφέρονται στα στοιχεία γ) έως ε) του κεφαλαίου Α του παρόντος παραρτήματος τηρούνται επί περίοδο μικρότερη των επτά ετών, ή/και

iii) δεν είναι δυνατό να αποδειχθεί ότι επί οκτώ τουλάχιστον έτη πραγματοποιούντο έλεγχοι σχετικά με τη χορήγηση ως ζωοτροφών σε μηρυκαστικά κρεαταλεύρων, οστεαλεύρων ή ινωδών καταλοίπων ξιγγιών προερχομένων από μηρυκαστικά,

iv) τα κατωτέρω ζώα, αν ζουν στη χώρα ή στην περιοχή, είναι μονίμως αναγνωρίσιμα και οι κινήσεις τους είναι ελεγχόμενες, ενώ μετά τη σφαγή ή το θάνατο, καταστρέφονται ολοσχερώς:

 όλα τα κρούσματα ΣΕΒ, και

 όλα τα βοοειδή τα οποία, κατά το πρώτο έτος ζωής τους εκτράφηκαν μαζί με τα βοοειδή που προσβλήθηκαν από ΣΕΒ κατά το πρώτο έτος ζωής και για τα οποία η έρευνα έδειξε ότι κατανάλωσαν την ίδια, ενδεχομένως μολυσμένη, ζωοτροφή κατά την ίδια περίοδο, ή

 αν τα αποτελέσματα της έρευνας που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο είναι ασαφή, όλα τα βοοειδή που γεννήθηκαν στην ίδια αγέλη με εκείνα στα οποία εκδηλώθηκε ΣΕΒ ταυτόχρονα με αυτά ή σε διάστημα δώδεκα μηνών.

III.    ΧΩΡΑ Η ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΜΕ ΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΟ ΚΙΝΔΥΝΟ ΣΕΒ

Μια χώρα ή μια περιοχή για την οποία δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία καθορισμού της κατάστασης ως προς τη ΣΕΒ ή η οποία δεν πληροί τις προϋποθέσεις που ισχύουν για την ταξινόμηση των χωρών ή των περιοχών σε μία από τις άλλες κατηγορίες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ

Ελάχιστες απαιτήσεις επιτήρησης

1.   Είδη επιτήρησης

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α) Επιτήρηση τύπου Α

Η εφαρμογή της επιτήρησης τύπου Α θα καταστήσει δυνατή την ανίχνευση της ΣΕΒ σε ονομαστικό επιπολασμό ( 19 ) τουλάχιστον ενός κρούσματος ανά 100 000 στον πληθυσμό των ενήλικων βοοειδών στη συγκεκριμένη χώρα ή περιοχή, με επίπεδο εμπιστοσύνης 95 %.

β) Επιτήρηση τύπου Β

Η εφαρμογή της επιτήρησης τύπου Β θα καταστήσει δυνατή την ανίχνευση της ΣΕΒ σε ονομαστικό επιπολασμό τουλάχιστον ενός κρούσματος ανά 50 000 στον πληθυσμό των ενήλικων βοοειδών στη συγκεκριμένη χώρα ή περιοχή, σε επίπεδο εμπιστοσύνης 95 %.

Η επιτήρηση τύπου Β μπορεί να διεξάγεται από χώρες ή περιοχές στις οποίες ο κίνδυνος της ΣΕΒ είναι αμελητέος με σκοπό να επιβεβαιωθούν τα συμπεράσματα της ανάλυσης επικινδυνότητας, για παράδειγμα καταδεικνύοντας την αποτελεσματικότητα των μέτρων άμβλυνσης κάθε προσδιοριζόμενου παράγοντα επικινδυνότητας, μέσω στόχευσης της επιτήρησης στη μεγιστοποίηση της πιθανότητας εντοπισμού τυχόν αδυναμιών αυτών των μέτρων.

Η επιτήρηση τύπου Β μπορεί επίσης να διεξάγεται από χώρες ή περιοχές με ελεγχόμενο κίνδυνο για ΣΕΒ, ύστερα από την επίτευξη των σχετικών στόχων χρησιμοποιώντας την επιτήρηση τύπου Α, ώστε να διατηρείται η εμπιστοσύνη στη γνώση που έχει αποκτηθεί μέσω της επιτήρησης τύπου Α.

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος, έχουν προσδιοριστεί οι ακόλουθοι τέσσερις υποπληθυσμοί βοοειδών ως προς την επιτήρηση:

α) βοοειδή ηλικίας άνω των 30 μηνών που παρουσιάζουν διαταραχές της συμπεριφοράς ή κλινικά συμπτώματα που δημιουργούν υπόνοιες ΣΕΒ (κλινικές υπόνοιες)·

β) βοοειδή ηλικίας άνω των 30 μηνών που δεν μετακινούνται, βρίσκονται σε κατάκλιση, δεν μπορούν να σταθούν όρθια ή να περπατήσουν χωρίς βοήθεια· βοοειδή ηλικίας άνω των 30 μηνών που αποστέλλονται για επείγουσα σφαγή ή με μη φυσιολογικές παρατηρήσεις κατά τον έλεγχο προ σφαγής (υποχρεωτική ή επείγουσα σφαγή)·

γ) βοοειδή ηλικίας άνω των 30 μηνών που βρέθηκαν νεκρά ή θανατώθηκαν στην εκμετάλλευση, κατά τη μεταφορά ή σε σφαγείο (νεκρά ζώα)·

δ) βοοειδή ηλικίας άνω των 36 μηνών κατά τη συνήθη σφαγή.

2.   Στρατηγική επιτήρησης

2.1. Η στρατηγική επιτήρησης σχεδιάζεται κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα δείγματα είναι αντιπροσωπευτικά της αγέλης της χώρας ή της περιοχής και περιλαμβάνουν εξέταση δημογραφικών παραγόντων όπως του είδους παραγωγής και της γεωγραφικής θέσης, καθώς και της δυνητικής επιρροής ειδικών παραδοσιακών κτηνοτροφικών πρακτικών. Η προσέγγιση που χρησιμοποιείται και οι υποθέσεις που αναπτύσσονται πρέπει να τεκμηριώνονται πλήρως, ενώ τα έγγραφα τεκμηρίωσης φυλάσσονται επί επτά έτη.

2.2. Για να εφαρμοστεί η στρατηγική επιτήρησης για ΣΕΒ, κάθε χώρα πρέπει να χρησιμοποιεί τεκμηριωμένα μητρώα ή αξιόπιστες εκτιμήσεις σχετικά με την ηλικιακή κατανομή του πληθυσμού ενήλικων βοοειδών και τον αριθμό των βοοειδών που έχουν εξεταστεί για ΣΕΒ κατά ηλικία και υποπληθυσμό εντός της χώρας ή της περιοχής.

3.   Βαθμοί και τιμές-στόχοι

Τα δείγματα της επιτήρησης πρέπει να πληρούν τις τιμές-στόχους που παρατίθενται στον πίνακα 2, με βάση τους «βαθμούς» που καθορίζονται στον πίνακα 1. Όλες οι κλινικές υπόνοιες διερευνώνται, ανεξαρτήτως των βαθμών που έχουν συγκεντρώσει. Κάθε χώρα πρέπει να επιλέγει δείγμα προερχόμενο από τουλάχιστον τρεις από τους τέσσερις υποπληθυσμούς. Το σύνολο των βαθμών για τα δείγματα που έχουν συλλεγεί σωρεύεται για ανώτατη περίοδο επτά συναπτών ετών ώστε να επιτευχθούν οι τιμές-στόχοι. Το σύνολο των βαθμών που έχουν σωρευθεί συγκρίνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα με τις τιμές-στόχους για μια συγκεκριμένη χώρα ή περιοχή.



Πίνακας 1

Τιμές των βαθμών επιτήρησης για δείγματα που συλλέγονται από ζώα στο συγκεκριμένο υποπληθυσμό και ηλικιακή κατηγορία

Υποπληθυσμός επί του οποίου ασκείται επιτήρηση

Συνήθης σφαγή (1)

Νεκρά ζώα (2)

Υποχρεωτική σφαγή (3)

Κλινικές υπόνοιες (4)

Ηλικία ≥ 1 έτους και < 2 ετών

0,01

0,2

0,4

Άνευ αντικειμένου

Ηλικία ≥ 2 ετών και < 4 ετών (νεαρό ενήλικο ζώο)

0,1

0,2

0,4

260

Ηλικία ≥ 4 ετών και < 7 ετών (μέσης ηλικίας ζώο)

0,2

0,9

1,6

750

Ηλικία ≥ 7 ετών και < 9 ετών (μεγαλύτερης ηλικίας ζώο)

0,1

0,4

0,7

220

Ηλικία ≥ 9 ετών (ηλικιωμένο ζώο)

0,0

0,1

0,2

45

(1)   Βοοειδή ηλικίας άνω των 36 μηνών κατά τη συνήθη σφαγή.

(2)   Βοοειδή ηλικίας άνω των 30 μηνών που βρέθηκαν νεκρά ή θανατώθηκαν στην εκμετάλλευση, κατά τη μεταφορά ή σε σφαγείο (νεκρά ζώα).

(3)   Βοοειδή ηλικίας άνω των 30 μηνών που δεν μετακινούνται, βρίσκονται σε κατάκλιση, δεν μπορούν να σταθούν όρθια ή να περπατήσουν χωρίς βοήθεια· βοοειδή ηλικίας άνω των 30 μηνών που αποστέλλονται για επείγουσα σφαγή ή με μη φυσιολογικές παρατηρήσεις κατά τον έλεγχο προ σφαγής (υποχρεωτική ή επείγουσα σφαγή).

(4)   Βοοειδή ηλικίας άνω των 30 μηνών που παρουσιάζουν διαταραχές της συμπεριφοράς ή κλινικά συμπτώματα που δημιουργούν υπόνοιες ΣΕΒ (κλινικές υπόνοιες).



Πίνακας 2

Τιμές-στόχοι για διαφορετικά μεγέθη πληθυσμών ενήλικων βοοειδών σε μια χώρα ή σε μια περιοχή

Τιμές-στόχοι για τις χώρες ή τις περιοχές

Μέγεθος πληθυσμού ενήλικων βοοειδών

(24 μηνών και άνω)

Επιτήρηση τύπου Β

Επιτήρηση τύπου Β

≥ 1 000 000

300 000

150 000

800 000 – 1 000 000

240 000

120 000

600 000 – 800 000

180 000

90 000

400 000 – 600 000

120 000

60 000

200 000 – 400 000

60 000

30 000

100 000 – 200 000

30 000

15 000

50 000 – 100 000

15 000

7 500

25 000 – 50 000

7 500

3 750

4.   Ειδική επιτήρηση

Στο εσωτερικό καθενός από τους ανωτέρω υποπληθυσμούς μιας χώρας ή μιας περιοχής, μια χώρα μπορεί να στοχεύει στα βοοειδή που μπορούν να αναγνωριστούν ως εισαχθέντα από χώρες ή περιφέρειες στις οποίες έχει ανιχνευθεί ΣΕΒ και στα βοοειδή που έχουν καταναλώσει δυνητικά μολυσμένες ζωοτροφές από χώρες ή περιοχές στις οποίες έχει ανιχνευθεί ΣΕΒ.

5.   Υπόδειγμα επιτήρησης για ΣΕΒ

Μια χώρα μπορεί να επιλέξει να χρησιμοποιεί το υπόδειγμα BsurvE ή εναλλακτική μέθοδο με βάση το υπόδειγμα BsurvE με σκοπό την εκτίμηση της παρουσίας/του επιπολασμού της ΣΕΒ.

6.   Επιτήρηση της διατήρησης

Αφού επιτευχθούν οι τιμές-στόχοι και με σκοπό να συνεχιστεί ο καθορισμός της κατάστασης μιας χώρας ή μιας περιοχής ως προς τον ελεγχόμενο κίνδυνο ή τον αμελητέο κίνδυνο, η επιτήρηση μπορεί να περιοριστεί στην επιτήρηση τύπου Β (εφόσον όλοι οι λοιποί δείκτες παραμένουν θετικοί). Εν τούτοις, για να συνεχιστεί η τήρηση των απαιτήσεων που ορίζονται στο παρόν κεφάλαιο, η τρέχουσα ετήσια επιτήρηση πρέπει να εξακολουθήσει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τρεις από τους τέσσερις υποπληθυσμούς που περιγράφηκαν. Επιπροσθέτως διερευνώνται όλες οι περιπτώσεις βοοειδών για τα οποία υπάρχουν κλινικές υπόνοιες για ΣΕΒ, ανεξαρτήτως των βαθμών που έχουν συγκεντρώσει. Η ετήσια επιτήρηση σε μια χώρα ή σε μια περιοχή μετά την επίτευξη των απαιτούμενων τιμών-στόχων δεν μπορεί να είναι κατώτερη από το ποσό που απαιτείται για το ένα έβδομο του συνολικού στόχου για την επιτήρηση τύπου Β..

▼M13




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ A

I.   ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ ΣΕ ΒΟΟΕΙΔΗ

1.   Γενικά

Η επιτήρηση σε βοοειδή διεξάγεται σύμφωνα με τις εργαστηριακές μεθόδους που ορίζονται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Γ σημείο 3.1 στοιχείο β).

2.   Επιτήρηση σε ζώα που σφάζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο

2.1. Όλα τα βοοειδή ηλικίας άνω των 24 μηνών:

 που υποβάλλονται σε «ειδική επείγουσα σφαγή», όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο ιδ) της οδηγίας 64/433/ΕΟΚ του Συμβουλίου ( 20 ), ή

 που σφάζονται σύμφωνα με το παράρτημα I κεφάλαιο VI σημείο 28 στοιχείο γ) της οδηγίας 64/433/ΕΟΚ, εκτός των ζώων χωρίς κλινικά σημεία της νόσου που σφάζονται στο πλαίσιο εκστρατείας εκρίζωσης της νόσου,

υποβάλλονται σε δοκιμή για ΣΕΒ.

2.2. Όλα τα βοοειδή ηλικίας άνω των 30 μηνών:

 που υποβάλλονται σε συνήθη σφαγή για κατανάλωση από τον άνθρωπο, ή

 που σφάζονται στο πλαίσιο εκστρατείας εκρίζωσης της νόσου, σύμφωνα με το παράρτημα Ι κεφάλαιο IV σημείο 28 στοιχείο γ) της οδηγίας 64/433/ΕΟΚ, αλλά δεν παρουσιάζουν κλινικά σημεία της νόσου,

υποβάλλονται σε δοκιμή για ΣΕΒ.

▼M27 —————

▼M13

3.   Επιτήρηση σε ζώα που δεν σφάζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο

3.1. Όλα τα βοοειδή ηλικίας άνω των 24 μηνών που πέθαναν ή θανατώθηκαν, τα οποία όμως:

 δεν θανατώθηκαν για καταστροφή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 716/96 της Επιτροπής ( 21 ),

 δεν θανατώθηκαν στο πλαίσιο επιδημίας, όπως του αφθώδους πυρετού,

 δεν έχουν σφαγεί για κατανάλωση από τον άνθρωπο,

υποβάλλονται σε δοκιμή για ΣΕΒ.

3.2. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να παρεκκλίνουν των διατάξεων του σημείου 3.1 σε απομακρυσμένες περιοχές με μικρή πυκνότητα ζώων, όπου δεν υπάρχει οργανωμένη συλλογή νεκρών ζώων. Τα κράτη μέλη που κάνουν χρήση της παρέκκλισης αυτής πρέπει να ειδοποιούν σχετικά την Επιτροπή και να υποβάλουν κατάλογο των κατά παρέκκλιση περιοχών. Η παρέκκλιση δεν πρέπει να καλύπτει πάνω από 10 % του πληθυσμού βοοειδών στο κράτος μέλος.

▼M26

4.   Επιτήρηση ζώων που αγοράζονται για καταστροφή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 716/96

Όλα τα ζώα που γεννήθηκαν μεταξύ της 1ης Αυγούστου 1995 και της 1ης Αυγούστου 1996 και θανατώθηκαν για καταστροφή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 716/96 υποβάλλονται σε δοκιμή για ΣΕΒ.

▼M13

5.   Επιτήρηση σε άλλα ζώα

Εκτός από τη δοκιμή που αναφέρεται στα σημεία 2 έως 4, τα κράτη μέλη μπορούν, σε εθελοντική βάση, να αποφασίσουν τη δοκιμή σε άλλα βοοειδή στην επικράτειά τους, ιδίως όταν τα ζώα αυτά προέρχονται από χώρες με γηγενή ΣΕΒ, έχουν καταναλώσει μολυσμένες ζωοτροφές ή έχουν γεννηθεί ή προέρχονται από μολυσμένες με ΣΕΒ μητέρες.

6.   Μέτρα μετά τη δοκιμή

6.1. Όταν ένα ζώο που σφάζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο υποβάλλεται σε δοκιμή για ΣΕΒ, στο σφάγιο του εν λόγω ζώου δεν δίδεται σήμανση υγειονομικού ελέγχου, όπως προβλέπεται στο κεφάλαιο ΧΙ του παραρτήματος Ι της οδηγίας 64/433/ΕΟΚ, έως ότου υπάρξει αρνητικό αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής.

6.2. Τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις του σημείου 6.1 εφόσον υπάρχει επίσημο σύστημα στο σφαγείο, με το οποίο εξασφαλίζεται ότι κανένα τεμάχιο των εξεταζόμενων ζώων που φέρουν σήμανση υγειονομικού ελέγχου δεν εγκαταλείπει το σφαγείο έως ότου υπάρξει αρνητικό αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής.

6.3. Όλα τα τεμάχια σώματος ζώου που υποβάλλεται σε δοκιμή για ΣΕΒ, συμπεριλαμβανομένης της δοράς, παραμένουν υπό επίσημο έλεγχο έως ότου υπάρξει αρνητικό αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής, εκτός αν η τελική τους διάθεση γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 22 ).

▼M32

6.4. Η τελική διάθεση όλων των τεμαχίων σώματος ζώου για το οποίο το αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής είναι θετικό ή ασαφές, συμπεριλαμβανομένης της δοράς, γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002, εκτός από το υλικό που διατηρείται για τα μητρώα, σύμφωνα με το κεφάλαιο Β τμήμα ΙΙΙ.

6.5. Όταν το αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής είναι θετικό ή ασαφές για ζώο που σφάζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο, τουλάχιστον το αμέσως προηγούμενο σφάγιο και τα δύο αμέσως επόμενα σφάγια από το σφάγιο που βρέθηκε θετικό ή ασαφές, στην ίδια αλυσίδα παραγωγής του σφαγείου, καταστρέφονται σύμφωνα με το σημείο 6.4. Κατά παρέκκλιση, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν την καταστροφή των προαναφερθέντων σφαγίων μόνον εάν το αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής επιβεβαιώνεται ως θετικό ή ασαφές με δοκιμές επιβεβαίωσης σύμφωνα με το παράρτημα Χ κεφάλαιο Γ σημείο 3.1 στοιχείο β).

▼M13

6.6. Τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις του σημείου 6.5 όταν στο σφαγείο υπάρχει σύστημα πρόληψης της μόλυνσης μεταξύ των σφαγίων.

▼M32

II.   ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ ΑΙΓΟΠΡΟΒΑΤΩΝ

1.   Γενικά

Η επιτήρηση αιγοπροβάτων διεξάγεται σύμφωνα με τις εργαστηριακές μεθόδους που ορίζονται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Γ σημείο 3.2 στοιχείο β).

2.   Επιτήρηση αιγοπροβάτων που σφάζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο

α) Τα κράτη μέλη, στα οποία ο πληθυσμός προβατίνων και νεογέννητων προβατίνων που βρίσκονται σε φάση ζευγαρώματος υπερβαίνει τα 750 000 ζώα, υποβάλλουν σε δοκιμή, σύμφωνα με τους κανόνες δειγματοληψίας που ορίζονται στο σημείο 4, ένα ετήσιο ελάχιστο δείγμα 10 000 προβάτων που σφάζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

β) Τα κράτη μέλη, στα οποία ο πληθυσμός αιγών που έχουν ήδη γεννήσει και των αιγών που ζευγαρώνουν υπερβαίνει τα 750 000 ζώα, υποβάλλουν σε δοκιμή, σύμφωνα με τους κανόνες δειγματοληψίας που ορίζονται στο σημείο 4, ένα ετήσιο ελάχιστο δείγμα 10 000 αιγών που σφάζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

γ) Εάν ένα κράτος μέλος αντιμετωπίζει δυσκολίες όσον αφορά τη συλλογή ικανοποιητικού αριθμού υγιών σφαγέντων προβάτων ή αιγών προκειμένου να επιτύχει το καθορισμένο στα στοιχεία α) και β) ελάχιστο μέγεθος δείγματος, μπορεί να επιλέξει να αντικαταστήσει έως το 50 %, κατ’ ανώτατο όριο, του ελάχιστου μεγέθους του δείγματός του υποβάλλοντας σε δοκιμή νεκρά πρόβατα ή αίγες ηλικίας άνω των 18 μηνών κατ’ αναλογία ένα προς ένα και επιπροσθέτως προς το ελάχιστο μέγεθος δείγματος που ορίζεται στο σημείο 3. Επίσης, ένα κράτος μέλος μπορεί να επιλέξει να αντικαταστήσει το 10 % του ελάχιστου μεγέθους δείγματος, κατ’ ανώτατο όριο, με δοκιμές σε πρόβατα ή αίγες που έχουν θανατωθεί στο πλαίσιο εκστρατείας εκρίζωσης νόσου, ηλικίας άνω των 18 μηνών, κατ’ αναλογία ένα προς ένα.

3.   Επιτήρηση αιγοπροβάτων που δεν σφάζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο

Τα κράτη μέλη υποβάλλουν σε δοκιμές σύμφωνα με τους κανόνες δειγματοληψίας που ορίζονται στο σημείο 4 και τα ελάχιστα μεγέθη δείγματος που αναφέρονται στους πίνακες Α και Β, αιγοπρόβατα που έχουν πεθάνει ή θανατωθεί, αλλά:

 δεν θανατώθηκαν στο πλαίσιο εκστρατείας εκρίζωσης νόσου, ή

 δεν εσφάγησαν για κατανάλωση από τον άνθρωπο.



Πίνακας A

Πληθυσμός, στο κράτος μέλος, προβατίνων και των νεογέννητων προβατίνων που βρίσκονται σε φάση ζευγαρώματος

Ελάχιστο μέγεθος δείγματος νεκρών προβάτων (1)

> 750 000

10 000

100 000-750 000

1 500

40 000-100 000

100 % έως 500

< 40 000

100 % έως 100

(1)   Τα ελάχιστα μεγέθη δείγματος καθορίστηκαν λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος των πληθυσμών προβάτων σε κάθε κράτος μέλος και αποσκοπούν στον καθορισμό εφικτών στόχων.



Πίνακας B

Πληθυσμός, στο κράτος μέλος, αιγών που έχουν ήδη γεννήσει και των αιγών που ζευγαρώνουν

Ελάχιστο μέγεθος δείγματος νεκρών αιγών (1)

> 750 000

10 000

250 000-750 000

1 500

40 000-250 000

100 % έως 500

< 40 000

100 % έως 100

(1)   Τα ελάχιστα μεγέθη δείγματος καθορίστηκαν λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος των πληθυσμών αιγών σε κάθε κράτος μέλος και αποσκοπούν στον καθορισμό εφικτών στόχων.

4.   Κανόνες δειγματοληψίας που εφαρμόζονται στα ζώα που αναφέρονται στα σημεία 2 και 3

Τα ζώα πρέπει να είναι ηλικίας άνω των 18 μηνών ή να έχουν περισσότερους από δύο μόνιμους κοπτήρες που έχουν ανατείλει από τα ούλα.

Η ηλικία των ζώων εκτιμάται βάσει της οδοντοφυΐας, εμφανών ενδείξεων ωριμότητας ή άλλων αξιόπιστων πληροφοριών.

Η επιλογή των δειγμάτων πρέπει να γίνεται κατά τρόπο που να αποφεύγεται η υπερεκπροσώπηση μιας ομάδας, όσον αφορά την προέλευση, την ηλικία, τη φυλή, το είδος παραγωγής ή άλλα χαρακτηριστικά.

Η δειγματοληψία πρέπει να είναι αντιπροσωπευτική για κάθε περιοχή και εποχή. Πρέπει να αποφεύγεται, ει δυνατόν, η πολλαπλή δειγματοληψία στο ίδιο κοπάδι.

Τα κράτη μέλη επιδιώκουν μέσω των προγραμμάτων επιτήρησης να επιτύχουν, στις περιπτώσεις που αυτό είναι δυνατό, ότι, κατά διαδοχικά έτη δειγματοληψίας, όλες οι επισήμως καταγεγραμμένες εκμεταλλεύσεις με περισσότερα από 100 ζώα στις οποίες δεν ανιχνεύθηκε ποτέ κρούσμα ΜΣΕ, υπόκεινται σε δοκιμές για ΜΣΕ.

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν σύστημα ελέγχου, σε στοχοθετημένη ή άλλη βάση, για τη μη εκτροπή των ζώων από τη δειγματοληψία. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρέσουν από τη δειγματοληψία απομακρυσμένες περιοχές με μικρή πυκνότητα ζώων όπου δεν υπάρχει οργανωμένη συλλογή νεκρών ζώων. Τα κράτη μέλη που προβαίνουν σε αυτή την παρέκκλιση ενημερώνουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά και υποβάλλουν κατάλογο των περιοχών στις οποίες ισχύει η παρέκκλιση. Η παρέκκλιση δεν πρέπει να καλύπτει πάνω από το 10 % του πληθυσμού αιγοπροβάτων σε ένα κράτος μέλος.

5.   Επιτήρηση σε μολυσμένα κοπάδια

Τα ζώα ηλικίας άνω των 18 μηνών ή των οποίων περισσότεροι από δύο μόνιμοι κοπτήρες έχουν ανατείλει από τα ούλα, τα οποία θανατώνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος VII σημείο 2.3 στοιχείο β) i) ή ii) ή σημείο 5 στοιχείο α), υποβάλλονται σε δοκιμή με βάση την επιλογή απλού τυχαίου δείγματος σύμφωνα με το μέγεθος του δείγματος που αναφέρεται στον ακόλουθο πίνακα.



Αριθμός ζώων ηλικίας άνω των 18 μηνών ή των οποίων περισσότεροι από δύο μόνιμοι κοπτήρες έχουν ανατείλει από τα ούλα, τα οποία θανατώθηκαν για καταστροφή στην αγέλη ή το κοπάδι

Ελάχιστο μέγεθος δείγματος

70 ή λιγότερα

Όλα τα επιλέξιμα ζώα

80

68

90

73

100

78

120

86

140

92

160

97

180

101

200

105

250

112

300

117

350

121

400

124

450

127

500 ή περισσότερα

150

6.   Επιτήρηση άλλων ζώων

Εκτός από τα προγράμματα επιτήρησης που αναφέρονται στα σημεία 2, 3 και 4, τα κράτη μέλη μπορούν, σε εθελοντική βάση, να επιτηρούν άλλα ζώα και συγκεκριμένα:

 ζώα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων,

 ζώα που προέρχονται από χώρες με αυτόχθονα κρούσματα ΜΣΕ,

 ζώα που έχουν πιθανώς καταναλώσει μολυσμένες ζωοτροφές,

 ζώα που έχουν γεννηθεί ή προέρχονται από μητέρες που έχουν μολυνθεί από ΜΣΕ.

7.   Μέτρα μετά τη δοκιμή σε αιγοπρόβατα

7.1. Όταν ένα πρόβατο ή μια αίγα που σφάζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο υποβάλλεται σε δοκιμή για ΜΣΕ, σύμφωνα με το σημείο 2, στο σφάγιο του εν λόγω ζώου δεν δίδεται σήμανση υγειονομικού ελέγχου, όπως προβλέπεται στο μέρος Ι κεφάλαιο ΙΙΙ του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004, έως ότου υπάρξει αρνητικό αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής.

7.2. Τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις του σημείου 7.1 εφόσον στο σφαγείο υπάρχει σύστημα εγκεκριμένο από την αρμόδια αρχή, με το οποίο εξασφαλίζεται ότι όλα τα τεμάχια του ζώου μπορούν να ανιχνευθούν και κανένα τεμάχιο των εξεταζόμενων ζώων που φέρουν σήμανση υγειονομικού ελέγχου δεν εγκαταλείπει το σφαγείο έως ότου υπάρξει αρνητικό αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής.

7.3. Όλα τα μέρη του σώματος ζώου που έχει υποβληθεί σε δοκιμή, συμπεριλαμβανομένης της δοράς, παραμένουν υπό επίσημο έλεγχο έως ότου υπάρξει αρνητικό αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής, εκτός αν η τελική τους διάθεση γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) ή ε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002.

7.4. Η τελική διάθεση όλων των τεμαχίων σώματος ζώου για το οποίο το αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής είναι θετικό, συμπεριλαμβανομένης της δοράς, γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) ή ε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002, εκτός από το υλικό που διατηρείται για τα μητρώα, σύμφωνα με το κεφάλαιο Β μέρος ΙΙΙ του παρόντος παραρτήματος.

8.   Γονοτυπική ανάλυση

8.1. Ο γονότυπος της πρωτεΐνης πριόν για τα κωδικόνια 136, 154 και 171 καθορίζεται για κάθε θετικό κρούσμα ΜΣΕ σε πρόβατα. Αναφέρονται αμέσως στην Επιτροπή περιπτώσεις ΜΣΕ σε πρόβατα με γονότυπους που κωδικοποιούν αλανίνη και στα δύο αλληλόμορφα στο κωδικόνιο 136, αργινίνη και στα δύο αλληλόμορφα στο κωδικόνιο 154 και αργινίνη και στα δύο αλληλόμορφα στο κωδικόνιο 171. Στις περιπτώσεις που το θετικό κρούσμα ΜΣΕ είναι άτυπο κρούσμα τρομώδους νόσου, προσδιορίζεται ο γονότυπος της πρωτεΐνης πριόν για το κωδικόνιο 141.

8.2. Επιπλέον των ζώων που υποβάλλονται σε γονοτυπική ανάλυση δυνάμει των διατάξεων του σημείου 8.1, προσδιορίζεται ο γονότυπος της πρωτεΐνης πριόν για τα κωδικόνια 136, 141, 154 και 171 ελαχίστου δείγματος προβάτων. Στην περίπτωση κρατών μελών με πληθυσμό ενήλικων προβάτων που υπερβαίνει τα 750 000 ζώα, το ελάχιστο αυτό δείγμα περιλαμβάνει τουλάχιστον 600 ζώα. Στην περίπτωση άλλων κρατών μελών, το ελάχιστο δείγμα περιλαμβάνει τουλάχιστον 100 ζώα. Τα δείγματα μπορεί να επιλέγονται από ζώα που θανατώνονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο, από ζώα που πεθαίνουν στην εκμετάλλευση ή από ζώντα ζώα. Η δειγματοληψία πρέπει να είναι αντιπροσωπευτική του συνολικού πληθυσμού προβάτων..

▼M18

III.   ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ ΑΛΛΩΝ ΖΩΙΚΩΝ ΕΙΔΩΝ

Τα κράτη μέλη μπορούν σε εθελοντική βάση να επιτηρούν άλλα είδη ζώων για ΜΣΕ πλην των βοοειδών και των αιγοπροβάτων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

ΑΠΑΙΤΉΣΕΙς ΥΠΟΒΟΛΉς ΕΚΘΈΣΕΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΓΡΑΦΉς

I.   ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

Α.   Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνουν τα κράτη μέλη στην ετήσια έκθεσή τους όπως προβλέπεται από το άρθρο 6 παράγραφος 4

1. Ο αριθμός των ύποπτων κρουσμάτων, ανά είδος ζώου που υπόκεινται σε επίσημο περιορισμό μετακίνησης σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1.

2. Ο αριθμός των ύποπτων κρουσμάτων ανά είδος ζώου που υπόκειται σε εργαστηριακή εξέταση σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 και το αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής και της δοκιμής επιβεβαίωσης (αριθμός θετικών και αρνητικών αποτελεσμάτων) και, όσον αφορά τα βοοειδή, εκτίμηση της ηλικιακής κατανομής όλων των ζώων που έχουν υποβληθεί σε δοκιμή. Η ηλικιακή κατανομή πρέπει να ομαδοποιείται, όταν είναι δυνατόν, ως εξής: «κάτω των 24 μηνών», κατανομή ανά 12 μήνες μεταξύ 24 και 155 μηνών, και «άνω των 155 μηνών».

3. Ο αριθμός των κοπαδιών αιγοπροβάτων για τα οποία έχουν αναφερθεί και διερευνηθεί ύποπτα κρούσματα αιγοπροβάτων σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 2.

4. Ο αριθμός των βοοειδών κάθε υποπληθυσμού που έχουν υποβληθεί σε δοκιμή αναφέρεται στο κεφάλαιο Α μέρος Ι σημεία 2.1, 2.2, 2.3, 3.1, 4.1, 4.2, 4.3 και 5. Σύμφωνα με το σημείο 2, υποβάλλεται η μέθοδος επιλογής των δειγμάτων, τα αποτελέσματα της ταχείας δοκιμής και της δοκιμής επιβεβαίωσης και η κατανομή ανά ηλικιακή ομάδα των ζώων που υποβλήθηκαν σε δοκιμές.

5. Ο αριθμός των αιγοπροβάτων και των κοπαδιών κάθε υποπληθυσμού που υποβλήθηκαν σε δοκιμή, όπως αναφέρεται στο κεφάλαιο Α μέρος ΙΙ σημεία 2, 3 και 5, η μέθοδος επιλογής των δειγμάτων και τα αποτελέσματα της ταχείας δοκιμής και της δοκιμής επιβεβαίωσης.

6. Η γεωγραφική κατανομή των θετικών κρουσμάτων ΣΕΒ και τρομώδους νόσου και η χώρα προέλευσης, αν διαφέρει από τη χώρα υποβολής της έκθεσης. Το έτος και, αν είναι δυνατόν, ο μήνας γέννησης των βοοειδών και αιγοπροβάτων που έχουν προσβληθεί από τη ΜΣΕ. Πρέπει να αναφέρονται τα κρούσματα ΜΣΕ που θεωρούνται άτυπα και οι λόγοι για τους οποίους θεωρούνται άτυπα. Για τα κρούσματα τρομώδους νόσου αναφέρονται τα αποτελέσματα της κύριας μοριακής δοκιμής με δοκιμή ανοσοκαθήλωσης ειδικής διαγνωστικής ικανότητας, όπως προβλέπεται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Γ σημείο 3.2 στοιχεία γ) και ι).

7. Σε άλλα ζώα πλην των βοοειδών και των αιγοπροβάτων, ο αριθμός των δειγμάτων και των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων ΜΣΕ ανά είδος.

8. Ο γονότυπος και, αν είναι δυνατόν, η φυλή κάθε αίγας για την οποία το αποτέλεσμα της δοκιμής για ΜΣΕ ήταν θετικό ή η δειγματοληψία έγινε σύμφωνα με το κεφάλαιο Α μέρος ΙΙ σημεία 8.1 και 8.2.

B.   Περίοδοι υποβολής εκθέσεων

Η συλλογή των εκθέσεων που περιέχουν τις πληροφορίες οι οποίες αναφέρονται στο τμήμα Α και υποβάλλονται στην Επιτροπή σε μηνιαία βάση ή, για τις πληροφορίες που αναφέρονται στο σημείο 8 σε τριμηνιαία βάση, επιτρέπεται να αποτελέσουν την ετήσια έκθεση, όπως προβλέπεται από το άρθρο 6 παράγραφος 4, υπό την προϋπόθεση ότι οι πληροφορίες επικαιροποιούνται όταν διατίθενται συμπληρωματικές πληροφορίες.

▼M13

II.   ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Η συνοπτική έκθεση υποβάλλεται υπό τη μορφή πινάκων που καλύπτουν τουλάχιστον τα στοιχεία που αναφέρονται στο τμήμα Ι για κάθε κράτος μέλος.

III.   ΜΗΤΡΩΑ

1. Η αρμόδια αρχή διατηρεί για επτά χρόνια μητρώα σχετικά με:

 τον αριθμό και το είδος των ζώων που υπόκεινται στους περιορισμούς μετακίνησης που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1,

 τον αριθμό και τα αποτελέσματα των κλινικών και επιδημιολογικών εξετάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1,

 τον αριθμό και τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 2,

 τον αριθμό, την ταυτότητα και την καταγωγή των ζώων που αποτέλεσαν αντικείμενο δειγματοληψίας στο πλαίσιο των προγραμμάτων επιτήρησης που αναφέρονται στο κεφάλαιο Α και, εάν είναι δυνατόν, την ηλικία, την φυλή και τα αναμνηστικά στοιχεία,

 το γονότυπο της πρωτεΐνης πριόν των θετικών ως προς ΜΣΕ κρουσμάτων στα πρόβατα.

2. Το εργαστήριο το οποίο πραγματοποιεί τις εξετάσεις τηρεί, επί επτά έτη, όλα τα στοιχεία των δοκιμών, ιδίως τους φακέλους του εργαστηρίου και, εάν είναι αναγκαίο, τους όγκους παραφίνης και φωτογραφίες των Western bl πρωτεts.

▼M22




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΖΩΩΝ

I.   Επέκταση της απαγόρευσης που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1

Η απαγόρευση που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 επεκτείνεται στη χορήγηση:

α) σε εκτρεφόμενα ζώα, με εξαίρεση τα σαρκοβόρα ζώα που εκτρέφονται για την παραγωγή γούνας:

i) μεταποιημένων ζωικών πρωτεϊνών,

ii) ζελατίνης που προέρχεται από μηρυκαστικά,

iii) προϊόντων αίματος,

iv) προϊόντων υδρόλυσης πρωτεϊνών,

v) όξινου φωσφορικού ασβεστίου και φωσφορικού ασβεστίου ζωικής προέλευσης (όξινου φωσφορικού ασβεστίου και φωσφορικού ασβεστίου),

vi) ζωοτροφών που περιέχουν τις πρωτεΐνες που αναφέρονται στα σημεία i) έως v).

β) σε μηρυκαστικά ζωικών πρωτεϊνών και ζωοτροφών που περιέχουν τέτοιες πρωτεΐνες.

II.   Παρεκκλίσεις από τις απαγορεύσεις που προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2 και ειδικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή των παρεκκλίσεων αυτών

Α. Οι απαγορεύσεις που προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2 δεν ισχύουν για τα ακόλουθα:

α) τη χορήγηση σε εκτρεφόμενα ζώα των πρωτεϊνών που αναφέρονται στα σημεία i), ii), iii) και iv), και ζωοτροφών που προέρχονται από τις πρωτεΐνες αυτές:

i) γάλα, προϊόντα με βάση το γάλα και πρωτόγαλα,

ii) αβγά και προϊόντα αβγών,

iii) ζελατίνη που προέρχεται από μη μηρυκαστικά,

iv) προϊόντα υδρόλυσης πρωτεϊνών που προέρχονται από μέρη μη μηρυκαστικών και από δορές και δέρματα μηρυκαστικών·

β) τη χορήγηση σε εκτρεφόμενα μη μηρυκαστικά ζώα των πρωτεϊνών που αναφέρονται στα σημεία i), ii) και iii), και προϊόντων που προέρχονται από τις πρωτεΐνες αυτές:

i) ιχθυάλευρα, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο σημείο Β,

ii) όξινο φωσφορικό ασβέστιο και φωσφορικό ασβέστιο, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο σημείο Γ,

iii) προϊόντα αίματος που προέρχονται από μη μηρυκαστικά, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο σημείο Δ·

γ) τη χορήγηση σε ιχθύες αιματαλεύρων που προέρχονται από μη μηρυκαστικά, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο σημείο Δ·

δ) τη χορήγηση σε εκτρεφόμενα ζώα κονδυλωδών και ριζωματωδών φυτών και ζωοτροφών που περιέχουν τέτοια προϊόντα, έπειτα από την ανίχνευση θραυσμάτων οστών. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν τη χορήγηση των προαναφερόμενων εφόσον έχει προηγηθεί θετική εκτίμηση διακινδύνευσης. Κατά την εκτίμηση διακινδύνευσης λαμβάνεται υπόψη τουλάχιστον η έκταση και η πιθανή πηγή της επιμόλυνσης, καθώς και ο τελικός προορισμός της αποστολής.

Β. Οι ακόλουθοι όροι ισχύουν για τη χρήση των ιχθυαλεύρων που αναφέρονται στο σημείο A στοιχείο β) περίπτωση i), καθώς και ζωοτροφών που περιέχουν ιχθυάλευρα, στη διατροφή εκτρεφόμενων μη μηρυκαστικών ζώων (δεν ισχύουν για τη διατροφή σαρκοβόρων ζώων που εκτρέφονται για την παραγωγή γούνας):

α) τα ιχθυάλευρα παράγονται σε μονάδες επεξεργασίας που παράγουν αποκλειστικά προϊόντα προερχόμενα από ιχθύες·

β) πριν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα, κάθε αποστολή εισαγόμενων ιχθυαλεύρων αναλύεται μικροσκοπικά σύμφωνα με την οδηγία 2003/126/ΕΚ·

γ) οι ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα παράγονται σε εγκαταστάσεις που δεν παράγουν ζωοτροφές για μηρυκαστικά και έχουν εγκριθεί για τον σκοπό αυτό από την αρμόδια αρχή.

Κατά παρέκκλιση από το στοιχείο γ):

i) δεν απαιτείται ειδική άδεια για την παραγωγή πλήρων ζωοτροφών από ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα για τους κατ’ οίκον παρασκευαστές, οι οποίοι:

 έχουν καταχωριστεί σε μητρώο από την αρμόδια αρχή,

 συντηρούν μόνον μη μηρυκαστικά,

 παράγουν πλήρεις ζωοτροφές που προορίζονται για χρήση μόνον στην ίδια εκμετάλλευση, και

 υπό τον όρο ότι οι ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα και χρησιμοποιούνται στην παραγωγή περιέχουν ανεπεξέργαστες πρωτεΐνες σε ποσοστό μικρότερο από 50 %·

ii) η παραγωγή ζωοτροφών για μηρυκαστικά σε εγκαταστάσεις που παράγουν επίσης ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα για άλλα είδη ζώων μπορεί να επιτραπεί από την αρμόδια αρχή, υπό τους ακόλουθους όρους:

 οι ασυσκεύαστες και οι συσκευασμένες ζωοτροφές που προορίζονται για μηρυκαστικά φυλάσσονται σε εγκαταστάσεις που διαχωρίζονται φυσικά από εγκαταστάσεις για ασυσκεύαστα ιχθυάλευρα και ασυσκεύαστες ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα κατά την αποθήκευση, μεταφορά και συσκευασία,

 οι ζωοτροφές που προορίζονται για μηρυκαστικά παράγονται σε εγκαταστάσεις που διαχωρίζονται φυσικά από εγκαταστάσεις όπου παράγονται ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα,

 τα αρχεία που καταγράφουν λεπτομερώς τις αγορές και χρήσεις των ιχθυαλεύρων και τις πωλήσεις των ζωοτροφών που περιέχουν ιχθυάλευρα τίθενται στη διάθεση της αρμόδιας αρχής για μια πενταετία τουλάχιστον, και

 διεξάγονται έλεγχοι ρουτίνας στις ζωοτροφές που προορίζονται για μηρυκαστικά για να εξασφαλίζεται η απουσία απαγορευμένων πρωτεϊνών που περιέχουν ιχθυάλευρα·

δ) η ετικέτα και το συνοδευτικό έγγραφο των ζωοτροφών που περιέχουν ιχθυάλευρα αναφέρουν σαφώς τη φράση «περιέχει ιχθυάλευρα — να μη χορηγείται σε μηρυκαστικά»·

ε) οι ασυσκεύαστες ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα μεταφέρονται με οχήματα που δεν μεταφέρουν ταυτόχρονα ζωοτροφές για μηρυκαστικά. Εάν το όχημα χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια για τη μεταφορά ζωοτροφών που προορίζονται για μηρυκαστικά, καθαρίζεται επιμελώς σύμφωνα με διαδικασία που έχει εγκρίνει η αρμόδια αρχή για να αποφεύγεται η αλληλομόλυνση·

στ) η χρήση και αποθήκευση ζωοτροφών που περιέχουν ιχθυάλευρα απαγορεύεται στις εκμεταλλεύσεις όπου συντηρούνται μηρυκαστικά.

Κατά παρέκκλιση από τον όρο αυτό, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει τη χρήση και αποθήκευση ζωοτροφών που περιέχουν ιχθυάλευρα σε εκμεταλλεύσεις όπου συντηρούνται μηρυκαστικά, εάν έχει πεισθεί σχετικά με την εφαρμογή μέτρων στην εκμετάλλευση που εμποδίζουν τη σίτιση των μηρυκαστικών με ζωοτροφές που περιέχουν ιχθυάλευρα.

Γ. Οι ακόλουθοι όροι ισχύουν για τη χρήση όξινου φωσφορικού ασβεστίου και φωσφορικού ασβεστίου που αναφέρονται στο σημείο A στοιχείο β) σημείο ii), καθώς και ζωοτροφών που περιέχουν αυτές τις πρωτεΐνες, στη διατροφή εκτρεφόμενων μη μηρυκαστικών ζώων (δεν ισχύουν για τη διατροφή σαρκοβόρων ζώων που εκτρέφονται για την παραγωγή γούνας):

α) οι ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο παράγονται σε εγκαταστάσεις που δεν παράγουν ζωοτροφές για μηρυκαστικά και έχουν εγκριθεί για το σκοπό αυτό από την αρμόδια αρχή.

Κατά παρέκκλιση από τον όρο αυτό:

i) δεν απαιτείται ειδική άδεια για την παραγωγή πλήρων ζωοτροφών από ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο για τους κατ’ οίκον παρασκευαστές, οι οποίοι:

 έχουν καταχωριστεί σε μητρώο από την αρμόδια αρχή,

 συντηρούν μόνον μη μηρυκαστικά,

 παράγουν πλήρεις ζωοτροφές που προορίζονται για χρήση μόνον στην ίδια εκμετάλλευση, και

 υπό τον όρο ότι οι ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο και χρησιμοποιούνται στην παραγωγή περιέχουν ολικό φώσφορο σε ποσοστό μικρότερο από 10 %·

ii) η παραγωγή ζωοτροφών για μηρυκαστικά σε εγκαταστάσεις που παράγουν επίσης ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο για άλλα είδη ζώων μπορεί να επιτραπεί από την αρμόδια αρχή, υπό τους ακόλουθους όρους:

 οι ασυσκεύαστες και οι συσκευασμένες ζωοτροφές που προορίζονται για μηρυκαστικά παράγονται σε εγκαταστάσεις που διαχωρίζονται φυσικά από εγκαταστάσεις όπου παράγονται ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο,

 οι ασυσκεύαστες ζωοτροφές που προορίζονται για μηρυκαστικά φυλάσσονται –κατά την αποθήκευση, μεταφορά και συσκευασία– σε εγκαταστάσεις που διαχωρίζονται φυσικά από εγκαταστάσεις για ασυσκεύαστο όξινο φωσφορικό ασβέστιο, ασυσκεύαστο φωσφορικό ασβέστιο και ασυσκεύαστες ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο,

 τα αρχεία που καταγράφουν λεπτομερώς τις αγορές και χρήσεις του όξινου φωσφορικού ασβεστίου και του φωσφορικού ασβεστίου και τις πωλήσεις των ζωοτροφών που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο φυλάσσονται στη διάθεση της αρμόδιας αρχής για μια πενταετία τουλάχιστον·

β) η ετικέτα και το συνοδευτικό έγγραφο των ζωοτροφών που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο αναφέρουν σαφώς τη φράση «περιέχει όξινο φωσφορικό ασβέστιο/φωσφορικό ασβέστιο ζωικής προέλευσης — να μη χορηγείται σε μηρυκαστικά»·

γ) οι ασυσκεύαστες ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο μεταφέρονται με οχήματα που δεν μεταφέρουν ταυτόχρονα ζωοτροφές για μηρυκαστικά. Εάν το όχημα χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια για τη μεταφορά ζωοτροφών που προορίζονται για μηρυκαστικά, καθαρίζεται επιμελώς σύμφωνα με διαδικασία που έχει εγκρίνει η αρμόδια αρχή για να αποφεύγεται η αλληλομόλυνση·

δ) η χρήση και αποθήκευση ζωοτροφών που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο απαγορεύεται στις εκμεταλλεύσεις όπου συντηρούνται μηρυκαστικά.

Κατά παρέκκλιση από τον όρο αυτό, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει τη χρήση και αποθήκευση ζωοτροφών που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο σε εκμεταλλεύσεις όπου συντηρούνται μηρυκαστικά, εάν έχει πεισθεί σχετικά με την εφαρμογή μέτρων στην εκμετάλλευση που εμποδίζουν τη σίτιση των μηρυκαστικών με ζωοτροφές που περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο.

Δ. Οι ακόλουθοι όροι ισχύουν για τη χρήση των προϊόντων αίματος που αναφέρονται στο σημείο A στοιχείο β) σημείο iii) και των αιματαλεύρων που αναφέρονται στο σημείο Α στοιχείο γ), καθώς και των ζωοτροφών που περιέχουν τέτοιες πρωτεΐνες, στη διατροφή εκτρεφόμενων μη μηρυκαστικών ζώων και ιχθύων αντιστοίχως:

α) το αίμα προέρχεται από σφαγεία εγκεκριμένα από την ΕΕ, τα οποία δεν σφάζουν μηρυκαστικά και έχουν καταχωριστεί ως σφαγεία που δεν σφάζουν μηρυκαστικά, και μεταφέρεται απευθείας στη μονάδα μεταποίησης με οχήματα που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τη μεταφορά αίματος μη μηρυκαστικών. Εάν το όχημα χρησιμοποιήθηκε προηγουμένως για τη μεταφορά αίματος μηρυκαστικών, καθαρίζεται και στη συνέχεια επιθεωρείται από την αρμόδια αρχή πριν από τη μεταφορά αίματος μη μηρυκαστικών.

Κατά παρέκκλιση από τον όρο αυτό, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει τη σφαγή μηρυκαστικών σε σφαγείο που συλλέγει αίμα μη μηρυκαστικών προοριζόμενο για την παραγωγή προϊόντων αίματος και αιματαλεύρων για χρήση στη σίτιση εκτρεφόμενων μη μηρυκαστικών ζώων και ιχθύων αντιστοίχως, εφόσον το σφαγείο αυτό διαθέτει αναγνωρισμένο σύστημα ελέγχου. Το εν λόγω σύστημα ελέγχου περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

 η σφαγή των μη μηρυκαστικών παραμένει φυσικά διαχωρισμένη από τη σφαγή των μηρυκαστικών,

 το αίμα που προέρχεται από μηρυκαστικά συλλέγεται, αποθηκεύεται, μεταφέρεται και συσκευάζεται σε εγκαταστάσεις που παραμένουν φυσικά διαχωρισμένες από τις εγκαταστάσεις για το αίμα που προέρχεται από μη μηρυκαστικά, και

 διενεργείται τακτική δειγματοληψία και ανάλυση του αίματος που προέρχεται από μη μηρυκαστικά για την ανίχνευση της παρουσίας πρωτεϊνών μηρυκαστικών·

β) τα προϊόντα αίματος και τα αιματάλευρα παράγονται σε εγκαταστάσεις οι οποίες μεταποιούν αποκλειστικά αίμα μη μηρυκαστικών.

Κατά παρέκκλιση από τον όρο αυτό, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει την παραγωγή προϊόντων αίματος και αιματαλεύρων για χρήση στη σίτιση εκτρεφόμενων μη μηρυκαστικών ζώων και ιχθύων αντιστοίχως σε εγκαταστάσεις που μεταποιούν αίμα μηρυκαστικών και διαθέτουν αναγνωρισμένο σύστημα ελέγχου που εμποδίζει την αλληλομόλυνση. Το εν λόγω σύστημα ελέγχου περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

 μεταποίηση του αίματος μη μηρυκαστικών σε κλειστό σύστημα που διαχωρίζεται φυσικά από τη μεταποίηση του αίματος μηρυκαστικών,

 τοποθέτηση των ασυσκεύαστων πρώτων υλών και των ασυσκεύαστων τελικών προϊόντων που προέρχονται από μηρυκαστικά κατά την αποθήκευση, μεταφορά και συσκευασία σε εγκαταστάσεις που διαχωρίζονται φυσικά από τις εγκαταστάσεις για τις ασυσκεύαστες πρώτες ύλες και τα ασυσκεύαστα τελικά προϊόντα που προέρχονται από μη μηρυκαστικά, και

 τακτική δειγματοληψία και ανάλυση προϊόντων αίματος και αιματαλεύρων προέλευσης μη μηρυκαστικών για την ανίχνευση της παρουσίας πρωτεϊνών μηρυκαστικών·

γ) οι ζωοτροφές που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα παράγονται σε εγκαταστάσεις που δεν παράγουν ζωοτροφές για μηρυκαστικά ή εκτρεφόμενα ζώα εκτός των ιχθύων αντιστοίχως και έχουν εγκριθεί για τον σκοπό αυτό από την αρμόδια αρχή.

Κατά παρέκκλιση από τον όρο αυτό:

i) δεν απαιτείται ειδική άδεια για την παραγωγή πλήρων ζωοτροφών από ζωοτροφές που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα για τους κατ’ οίκον παρασκευαστές, οι οποίοι:

 έχουν καταχωριστεί σε μητρώο από την αρμόδια αρχή,

 συντηρούν μόνον μη μηρυκαστικά στις περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται προϊόντα αίματος, ή μόνον ιχθύες στις περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται αιματάλευρα,

 παράγουν πλήρεις ζωοτροφές που προορίζονται για χρήση μόνον στην ίδια εκμετάλλευση, και

 υπό τον όρο ότι οι ζωοτροφές που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα και χρησιμοποιούνται στην παραγωγή περιέχουν ολική πρωτεΐνη σε ποσοστό μικρότερο από 50 %·

ii) η παραγωγή ζωοτροφών για μηρυκαστικά σε εγκαταστάσεις που παράγουν επίσης ζωοτροφές που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα για εκτρεφόμενα μη μηρυκαστικά ζώα ή ιχθύες αντιστοίχως μπορεί να επιτραπεί από την αρμόδια αρχή, υπό τους ακόλουθους όρους:

 οι ασυσκεύαστες και οι συσκευασμένες ζωοτροφές που προορίζονται για μηρυκαστικά ή εκτρεφόμενα ζώα εκτός των ιχθύων παράγονται σε εγκαταστάσεις που διαχωρίζονται φυσικά από εγκαταστάσεις όπου παράγονται ζωοτροφές που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα αντιστοίχως,

 οι ασυσκεύαστες ζωοτροφές φυλάσσονται, κατά την αποθήκευση, μεταφορά και συσκευασία, σε φυσικά διαχωρισμένες εγκαταστάσεις ως εξής:

 

α) οι ζωοτροφές που προορίζονται για μηρυκαστικά φυλάσσονται χωριστά από τα προϊόντα αίματος και από τις ζωοτροφές που περιέχουν προϊόντα αίματος·

β) οι ζωοτροφές που προορίζονται για εκτρεφόμενα ζώα εκτός των ιχθύων φυλάσσονται χωριστά από τα αιματάλευρα και από τις ζωοτροφές που περιέχουν αιματάλευρα.

 τα αρχεία που καταγράφουν λεπτομερώς τις αγορές και χρήσεις των προϊόντων αίματος και των αιματαλεύρων, καθώς και τις πωλήσεις των ζωοτροφών που περιέχουν τέτοια προϊόντα, φυλάσσονται στη διάθεση της αρμόδιας αρχής για μια πενταετία τουλάχιστον·

δ) η ετικέτα, το συνοδευτικό εμπορικό έγγραφο ή το υγειονομικό πιστοποιητικό, ανάλογα με την περίπτωση, των ζωοτροφών που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα αναφέρουν σαφώς τη φράση «περιέχει προϊόντα αίματος — να μη χορηγείται σε μηρυκαστικά» ή «περιέχει αιματάλευρα — να χορηγείται μόνον σε ιχθύες», ανάλογα με την περίπτωση·

ε) οι ασυσκεύαστες ζωοτροφές που περιέχουν προϊόντα αίματος μεταφέρονται με οχήματα που δεν μεταφέρουν ταυτόχρονα ζωοτροφές για μηρυκαστικά, και οι ασυσκεύαστες ζωοτροφές που περιέχουν αιματάλευρα μεταφέρονται με οχήματα που δεν μεταφέρουν ταυτόχρονα ζωοτροφές για εκτρεφόμενα ζώα εκτός των ιχθύων. Εάν το όχημα χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια για τη μεταφορά ζωοτροφών που προορίζονται για μηρυκαστικά ή εκτρεφόμενα ζώα εκτός των ιχθύων αντιστοίχως, καθαρίζεται επιμελώς σύμφωνα με διαδικασία για την αποφυγή αλληλομόλυνσης που έχει εγκρίνει η αρμόδια αρχή·

στ) η χρήση και αποθήκευση ζωοτροφών που περιέχουν προϊόντα αίματος απαγορεύεται στις εκμεταλλεύσεις όπου συντηρούνται μηρυκαστικά, ενώ η χρήση και αποθήκευση ζωοτροφών που περιέχουν αιματάλευρα απαγορεύεται στις εκμεταλλεύσεις όπου συντηρούνται εκτρεφόμενα ζώα εκτός των ιχθύων.

Κατά παρέκκλιση, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει τη χρήση και αποθήκευση ζωοτροφών που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα αντιστοίχως στις εκμεταλλεύσεις όπου συντηρούνται μηρυκαστικά ή εκτρεφόμενα ζώα εκτός των ιχθύων αντιστοίχως, εάν έχει πεισθεί σχετικά με την εφαρμογή μέτρων στην εκμετάλλευση που εμποδίζουν τη χορήγηση ζωοτροφών που περιέχουν προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα αντιστοίχως σε μηρυκαστικά ή είδη ζώων εκτός των ιχθύων αντιστοίχως.

III.   Γενικοί όροι σχετικά με την εφαρμογή

A. Το παρόν παράρτημα εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002.

B. Τα κράτη μέλη τηρούν ενημερωμένους καταλόγους για τα ακόλουθα:

α) σφαγεία εγκεκριμένα για τη συλλογή αίματος σύμφωνα με το σημείο Δ στοιχείο α) του μέρους ΙΙ·

β) εγκεκριμένες μονάδες μεταποίησης που παράγουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο, φωσφορικό ασβέστιο, προϊόντα αίματος ή αιματάλευρα, και

γ) εγκαταστάσεις, με εξαίρεση τους κατ’ οίκον παρασκευαστές, οι οποίες έχουν λάβει άδεια για την παραγωγή ζωοτροφών που περιέχουν τα ιχθυάλευρα και τις πρωτεΐνες που αναφέρονται στο στοιχείο β) και οι οποίες λειτουργούν σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο σημείο B στοιχείο γ), στο σημείο Γ στοιχείο α) και στο σημείο Δ στοιχείο γ) του μέρους II.

Γ. 

α) Οι ασυσκεύαστες μεταποιημένες ζωικές πρωτεΐνες με εξαίρεση τα ιχθυάλευρα, και τα ασυσκεύαστα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των ζωοτροφών, των οργανικών λιπασμάτων και των βελτιωτικών εδάφους, τα οποία περιέχουν τέτοιες πρωτεΐνες, αποθηκεύονται και μεταφέρονται σε ειδικές εγκαταστάσεις. Η αποθήκη ή το όχημα μπορούν να χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς μόνον αφού προηγουμένως καθαριστούν και επιθεωρηθούν από την αρμόδια αρχή.

β) Τα ασυσκεύαστα ιχθυάλευρα που αναφέρονται στο σημείο Α στοιχείο β) σημείο i) του μέρους ΙΙ, το ασυσκεύαστο όξινο φωσφορικό ασβέστιο και το ασυσκεύαστο φωσφορικό ασβέστιο που αναφέρονται στο σημείο Α στοιχείο β) σημείο ii) του μέρους ΙΙ, τα προϊόντα αίματος που αναφέρονται στο σημείο Α στοιχείο β) σημείο iii) του μέρους ΙΙ και τα αιματάλευρα που αναφέρονται στο σημείο Α στοιχείο γ) του μέρους II αποθηκεύονται και μεταφέρονται σε αποθήκες και οχήματα ειδικά για τον σκοπό αυτό.

γ) Κατά παρέκκλιση από το στοιχείο β):

i) οι αποθήκες ή τα οχήματα μπορούν να χρησιμοποιούνται για την αποθήκευση και τη μεταφορά ζωοτροφών που περιέχουν την ίδια πρωτεΐνη,

ii) οι αποθήκες ή τα οχήματα, αφού καθαριστούν, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για άλλους σκοπούς εφόσον επιθεωρηθούν προηγουμένως από την αρμόδια αρχή, και

iii) οι αποθήκες και τα οχήματα που μεταφέρουν ιχθυάλευρα μπορούν να χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς εάν η επιχείρηση εφαρμόζει σύστημα ελέγχου, αναγνωρισμένο από την αρμόδια αρχή, για να εμποδίζεται η αλληλομόλυνση. Το σύστημα ελέγχου περιλαμβάνει τουλάχιστον:

 αρχεία των υλικών που μεταφέρονται και των καθαρισμών του οχήματος, και

 τακτική δειγματοληψία και ανάλυση των ζωοτροφών που μεταφέρονται για την ανίχνευση της παρουσίας ιχθυαλεύρων.

Η αρμόδια αρχή διεξάγει συχνούς επιτόπιους ελέγχους για να διαπιστώνει εάν το ανωτέρω σύστημα ελέγχου εφαρμόζεται σωστά.

Δ. Οι ζωοτροφές, συμπεριλαμβανομένων των τροφών για ζώα συντροφιάς, οι οποίες περιέχουν προϊόντα αίματος προέλευσης μηρυκαστικών ή μεταποιημένες ζωικές πρωτεΐνες εκτός από ιχθυάλευρα, δεν παράγονται σε εγκαταστάσεις που παράγουν ζωοτροφές για εκτρεφόμενα ζώα, με εξαίρεση τις ζωοτροφές για σαρκοβόρα ζώα που εκτρέφονται για την παραγωγή γούνας.

Οι ασυσκεύαστες ζωοτροφές, συμπεριλαμβανομένων των τροφών για ζώα συντροφιάς, οι οποίες περιέχουν προϊόντα αίματος προέλευσης μηρυκαστικών ή μεταποιημένες ζωικές πρωτεΐνες εκτός από ιχθυάλευρα, φυλάσσονται κατά την αποθήκευση, μεταφορά και συσκευασία σε εγκαταστάσεις που διαχωρίζονται φυσικά από εγκαταστάσεις για ασυσκεύαστες ζωοτροφές για εκτρεφόμενα ζώα, με εξαίρεση τις ζωοτροφές για σαρκοβόρα ζώα που εκτρέφονται για την παραγωγή γούνας.

Οι τροφές για ζώα συντροφιάς και οι ζωοτροφές που προορίζονται για σαρκοβόρα ζώα που εκτρέφονται για την παραγωγή γούνας, οι οποίες περιέχουν όξινο φωσφορικό ασβέστιο ή φωσφορικό ασβέστιο που αναφέρονται στο σημείο Α στοιχείο β) σημείο ii) του μέρους ΙΙ και προϊόντα αίματος που αναφέρονται στο σημείο Α στοιχείο β) σημείο iii) του μέρους ΙΙ, παρασκευάζονται και μεταφέρονται σύμφωνα με τις διατάξεις του σημείου Γ στοιχεία α) και γ) και του σημείου Δ στοιχεία γ) και ε) αντιστοίχως, του μέρους II.

Ε. 

1. Απαγορεύεται η εξαγωγή σε τρίτες χώρες μεταποιημένων ζωικών πρωτεϊνών προέλευσης μηρυκαστικών και προϊόντων που περιέχουν αυτές τις μεταποιημένες ζωικές πρωτεΐνες.

2. Η εξαγωγή μεταποιημένων ζωικών πρωτεϊνών που προέρχονται από μη μηρυκαστικά και προϊόντων που περιέχουν τέτοιες πρωτεΐνες επιτρέπεται μόνον από την αρμόδια αρχή και υπό τους ακόλουθους όρους:

 προορίζονται για χρήσεις που δεν απαγορεύονται με το άρθρο 7,

 συνάπτεται γραπτή συμφωνία με την τρίτη χώρα πριν από την εξαγωγή, η οποία περιλαμβάνει τη δέσμευση της τρίτης χώρας να σεβαστεί την τελική χρήση και να μην επανεξάγει τη μεταποιημένη ζωική πρωτεΐνη και τα προϊόντα που περιέχουν τέτοιες πρωτεΐνες για χρήσεις που απαγορεύονται με το άρθρο 7.

3. Τα κράτη μέλη που επιτρέπουν εξαγωγές σύμφωνα με το σημείο 2 ενημερώνουν, χάριν της αποτελεσματικής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη σχετικά με όλους τους όρους και τις προϋποθέσεις που συμφωνήθηκαν με την εκάστοτε τρίτη χώρα, στο πλαίσιο της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων.

Τα σημεία 2 και 3 δεν εφαρμόζονται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

 εξαγωγές ιχθυαλεύρων, εφόσον πληρούν τους όρους που καθορίζονται στο σημείο Β του μέρους II,

 προϊόντα που περιέχουν ιχθυάλευρα,

 τροφές για ζώα συντροφιάς.

ΣΤ. Η αρμόδια αρχή διεξάγει ελέγχους βάσει εγγράφων και φυσικούς ελέγχους, στους οποίους περιλαμβάνονται και δοκιμές στις ζωοτροφές, σε ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής και διανομής σύμφωνα με την οδηγία 95/53/ΕΚ για να εξακριβώσει τη συμμόρφωση με τις διατάξεις της και με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Όπου ανιχνευθεί παρουσία απαγορευμένων ζωικών πρωτεϊνών, εφαρμόζεται η οδηγία 95/53/ΕΚ. Η αρμόδια αρχή ελέγχει τακτικά τα εργαστήρια που πραγματοποιούν αναλύσεις ως προς την ικανότητά τους για τη διενέργεια τέτοιων επίσημων ελέγχων, και ιδίως αξιολογώντας τα αποτελέσματα δοκιμών δακτυλίου. Εάν ο βαθμός ικανότητας κριθεί ανεπαρκής, το ελάχιστο διορθωτικό μέτρο που λαμβάνεται είναι η επανακατάρτιση του προσωπικού του εργαστηρίου.

▼M31




ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ V

ΕΙΔΙΚΑ ΥΛΙΚΑ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

1.   Ορισμός των ειδικών υλικών κινδύνου

Οι ακόλουθοι ιστοί καθορίζονται ως ειδικά υλικά κινδύνου εάν προέρχονται από ζώα με καταγωγή από ένα κράτος μέλος ή μια τρίτη χώρα ή σε μία από τις περιοχές τους με ελεγχόμενο ή απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ:

α) όσον αφορά τα βοοειδή:

i) το κρανίο, εκτός της κάτω γνάθου και συμπεριλαμβανομένων του εγκεφάλου και των οφθαλμών, και η σπονδυλική στήλη ζώων ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών,

▼M37

ii) η σπονδυλική στήλη εκτός από τους σπονδύλους της ουράς, τις ακανθώδεις και τις εγκάρσιες αποφύσεις των αυχενικών, των θωρακικών και των οσφυϊκών σπονδύλων και τη μέση ιερά ακρολοφία και τις πτέρυγες του ιερού, αλλά συμπεριλαμβανομένων των γαγγλίων της ραχιαίας ρίζας, των βοοειδών ηλικίας άνω των 30 μηνών· και

▼M31

iii) οι αμυγδαλές, τα έντερα από το δωδεκαδάκτυλο έως το ορθό και το μεσεντέριο των ζώων οποιασδήποτε ηλικίας·

β) όσον αφορά τα αιγοπρόβατα

i) το κρανίο, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου και των οφθαλμών, οι αμυγδαλές και ο νωτιαίος μυελός ζώων ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών ή των οποίων ένας μόνιμος κοπτήρας έχει ανατείλει μέσω των ούλων, και

ii) η σπλήνα και ο ειλεός ζώων οποιασδήποτε ηλικίας.

2.   Παρέκκλιση για τα κράτη μέλη

Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι ιστοί που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο και έχουν καταγωγή από τα κράτη μέλη με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ, εξακολουθούν να θεωρούνται ως ειδικά υλικά κινδύνου.

3.   Σήμανση και απόρριψη

Τα ειδικά υλικά κινδύνου βάφονται με χρωστική ουσία ή, κατά περίπτωση, καθίστανται αναγνωρίσιμα με άλλο τρόπο, αμέσως μετά την αφαίρεσή τους, και διατίθενται ως απόβλητα σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 2.

4.   Αφαίρεση των ειδικών υλικών κινδύνου

4.1. Τα ειδικά υλικά κινδύνου αφαιρούνται:

α) στα σφαγεία, ή, εφόσον είναι αναγκαίο, σε άλλους χώρους σφαγής·

β) στα εργαστήρια τεμαχισμού, στην περίπτωση της σπονδυλικής στήλης των βοοειδών·

γ) όπου ενδείκνυται, σε μονάδες ενδιάμεσου χειρισμού που αναφέρονται στο άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 ή σε χρήστες και κέντρα συλλογής που έχουν εγκριθεί και καταχωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 στοιχείο γ) σημεία iv), vi) και vii) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002.

4.2. Κατά παρέκκλιση από το σημείο 4.1, η χρήση εναλλακτικής δοκιμής αντί της αφαίρεσης των ειδικών υλικών κινδύνου μπορεί να επιτρέπεται υπό τους εξής όρους:

α) οι δοκιμές πρέπει να διενεργούνται στα σφαγεία σε όλα τα ζώα που επιλέγονται για την αφαίρεση των ειδικών υλικών κινδύνου·

β) κανένα προϊόν βοοειδών ή αιγοπροβάτων που προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση δεν επιτρέπεται να εξέλθει από το σφαγείο πριν η αρμόδια αρχή λάβει και δεχθεί τα αποτελέσματα των δοκιμών για όλα τα σφαγέντα ζώα που είναι δυνητικώς μολυσμένα εάν μια ΣΕΒ έχει επιβεβαιωθεί σε ένα από αυτά·

γ) όταν το αποτέλεσμα μιας εναλλακτικής δοκιμής είναι θετικό, όλα τα υλικά βοοειδών και αιγοπροβάτων που έχουν δυνητικώς μολυνθεί στο σφαγείο καταστρέφονται σύμφωνα με το σημείο 3, εκτός εάν όλα τα μέρη του σώματος του μολυσμένου ζώου, συμπεριλαμβανομένου του δέρματος, μπορούν να αναγνωρίζονται και να διατηρούνται χωριστά.

4.3. Κατά παρέκκλιση από το σημείο 4.1, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να επιτρέψουν:

α) την αφαίρεση του νωτιαίου μυελού των αιγοπροβάτων σε εργαστήρια τεμαχισμού που έχουν εγκριθεί ειδικά για το σκοπό αυτό·

β) την αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης βοοειδών από σφάγια ή μέρη σφαγίων σε κρεοπωλεία που έχουν ειδική άδεια, ελέγχονται και καταχωρίζονται για το σκοπό αυτό·

γ) τη συγκομιδή του κρέατος από την κεφαλή των βοοειδών σε εργαστήρια τεμαχισμού που έχουν εγκριθεί ειδικά για το σκοπό αυτό, σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται στην παράγραφο 9.

4.4. Οι κανόνες για την αφαίρεση των ειδικών υλικών κινδύνου που προβλέπονται στο παρόν κεφάλαιο δεν ισχύουν για το υλικό της κατηγορίας 1 όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 που χρησιμοποιείται υπό την επίβλεψη των επίσημων αρχών για τη σίτιση ειδών νεκροφάγων πτηνών που απειλούνται με εξαφάνιση και προστατευόμενων ειδών νεκροφάγων πτηνών.

5.   Μέτρα που αφορούν το μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας

Παρά τις ξεχωριστές αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 και κατά παρέκκλιση από το άρθρο 9 παράγραφος 3, απαγορεύεται, σε όλα τα κράτη μέλη, η χρησιμοποίηση οστών ή τεμαχίων οστών βοοειδών και αιγοπροβάτων για την παραγωγή μηχανικώς διαχωρισμένου κρέατος.

6.   Μέτρα σχετικά με τον τεμαχισμό των ιστών

Παρά τις ξεχωριστές αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 και κατά παρέκκλιση από το άρθρο 8 παράγραφος 3, σε όλα τα κράτη μέλη, έως ότου αυτά ταξινομηθούν στο σύνολό τους ως χώρες με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ, απαγορεύεται ο τεμαχισμός του κεντρικού νευρικού ιστού διά της εισαγωγής επιμήκους ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα, ύστερα από αναισθητοποίηση, στα βοοειδή ή τα αιγοπρόβατα των οποίων το κρέας προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο ή τα ζώα.

7.   Συγκομιδή γλωσσών από βοοειδή

Η συγκομιδή των γλωσσών βοοειδών οποιασδήποτε ηλικίας που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο ή τα ζώα πραγματοποιείται στο σφαγείο μέσω εγκάρσιας σπληνοειδούς τομής της έκφυσης της γλώσσας από το σώμα του υοειδούς οστού.

8.   Συγκομιδή κρέατος από την κεφαλή βοοειδών

8.1. Η συγκομιδή κρέατος από την κεφαλή των βοοειδών ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών στα σφαγεία πραγματοποιείται σύμφωνα με ένα σύστημα ελέγχου αναγνωρισμένο από την αρμόδια αρχή, ώστε να εξασφαλίζεται η πρόληψη ενδεχόμενης μόλυνσης του κρέατος της κεφαλής με ιστούς του κεντρικού νευρικού συστήματος. Το σύστημα περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες διατάξεις:

α) η συγκομιδή πραγματοποιείται σε ειδικά καθορισμένο χώρο, μόνιμα διαχωρισμένο από τα άλλα μέρη της αλυσίδας σφαγής·

β) όταν οι κεφαλές αφαιρούνται από τον ιμάντα μεταφοράς ή τα άγκιστρα πριν από τη συγκομιδή του κρέατος από την κεφαλή, το μετωπιαίο τρήμα και το ινιακό τρήμα σφραγίζονται με αδιάβροχο και στερεό πώμα. Όταν λαμβάνεται δείγμα από το εγκεφαλικό στέλεχος για εργαστηριακή δοκιμή για ΣΕΒ, το ινιακό τρήμα σφραγίζεται αμέσως μετά τη δειγματοληψία·

γ) απαγορεύεται η συγκομιδή κρέατος από την κεφαλή εάν οι οφθαλμοί έχουν υποστεί ζημία ή έχουν απολεσθεί αμέσως πριν ή μετά τη σφαγή, ή εάν η κεφαλή έχει υποστεί άλλου είδους ζημία που ενδέχεται να συνεπάγεται τη μόλυνσή της από ιστούς του κεντρικού νευρικού συστήματος·

δ) απαγορεύεται η συγκομιδή κρέατος από την κεφαλή εάν η κεφαλή δεν έχει σφραγιστεί κατάλληλα σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο·

ε) με την επιφύλαξη των γενικών κανόνων υγιεινής, θεσπίζονται ειδικές οδηγίες για την εργασία ώστε να εμποδίζεται η μόλυνση του κρέατος της κεφαλής κατά τη συγκομιδή, ιδίως στην περίπτωση που το πώμα σφράγισης που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο έχει απολεσθεί ή οι οφθαλμοί έχουν υποστεί ζημία στη διάρκεια αυτής της δραστηριότητας:

στ) θεσπίζεται πρόγραμμα δειγματοληψίας με τη χρήση κατάλληλης εργαστηριακής δοκιμής για τον εντοπισμό των ιστών του κεντρικού νευρικού συστήματος, ώστε να επαληθεύεται η ορθή εφαρμογή των μέτρων για τον περιορισμό της μόλυνσης.

8.2. Κατά παρέκκλιση από τις απαιτήσεις του σημείου 8.1, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν την εφαρμογή, στα σφαγεία, εναλλακτικού συστήματος ελέγχου για τη συγκομιδή κρέατος από την κεφαλή των βοοειδών, το οποίο θα συνεπάγεται ισοδύναμη μείωση του επιπέδου μόλυνσης του κρέατος από την κεφαλή με ιστούς του κεντρικού νευρικού συστήματος. Θεσπίζεται πρόγραμμα δειγματοληψίας με τη χρήση κατάλληλης εργαστηριακής δοκιμής για τον εντοπισμό των ιστών του κεντρικού νευρικού συστήματος, ώστε να επαληθεύεται η ορθή εφαρμογή των μέτρων για τον περιορισμό της μόλυνσης. Τα κράτη μέλη που κάνουν χρήση αυτής της παρέκκλισης ενημερώνουν την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη, στο πλαίσιο της μόνιμης κτηνιατρικής επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων, σχετικά με το σύστημα ελέγχου που εφαρμόζουν και τα αποτελέσματα της δειγματοληψίας.

8.3. Αν η συγκομιδή πραγματοποιείται χωρίς απομάκρυνση της κεφαλής των βοοειδών από τον ιμάντα μεταφοράς ή τα άγκιστρα, τα σημεία 8.1 και 8.2 δεν εφαρμόζονται.

9.   Συγκομιδή κρέατος από την κεφαλή βοοειδών σε εγκεκριμένες εγκαταστάσεις τεμαχισμού

Κατά παρέκκλιση από το σημείο 8, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν να επιτρέπουν τη συγκομιδή κρέατος από την κεφαλή των βοοειδών σε εργαστήρια τεμαχισμού που έχουν εγκριθεί ειδικά για το σκοπό αυτό, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) οι κεφαλές που προορίζονται για μεταφορά στο εργαστήριο τεμαχισμού αναρτώνται σε σχάρα κατά τη διάρκεια της περιόδου αποθήκευσης και της μεταφοράς από το σφαγείο στο εργαστήριο τεμαχισμού·

β) το μετωπιαίο τρήμα και το ινιακό τρήμα σφραγίζονται κατάλληλα με αδιάβροχο και στερεό πώμα πριν από τη μετακίνηση από τον ιμάντα μεταφοράς ή τα άγκιστρα στις σχάρες. Όταν λαμβάνεται δείγμα από το εγκεφαλικό στέλεχος για εργαστηριακή δοκιμή για ΣΕΒ, το ινιακό τρήμα σφραγίζεται αμέσως μετά τη δειγματοληψία·

γ) οι κεφαλές που δεν έχουν σφραγισθεί κατάλληλα σύμφωνα με το στοιχείο β), των οποίων οι οφθαλμοί έχουν υποστεί ζημία ή έχουν απολεσθεί αμέσως πριν ή μετά τη σφαγή, ή οι κεφαλές που έχουν υποστεί άλλου είδους ζημία που ενδέχεται να συνεπάγεται τη μόλυνση του κρέατος της κεφαλής από ιστούς του κεντρικού νευρικού συστήματος, εξαιρούνται από τη μεταφορά στα ειδικά εγκεκριμένα εργαστήρια τεμαχισμού·

δ) θεσπίζεται πρόγραμμα δειγματοληψίας στα σφαγεία, με τη χρήση κατάλληλης εργαστηριακής δοκιμής για τον εντοπισμό των ιστών του κεντρικού νευρικού συστήματος, ώστε να επαληθεύεται η ορθή εφαρμογή των μέτρων για τον περιορισμό της μόλυνσης·

ε) η συγκομιδή του κρέατος από την κεφαλή πραγματοποιείται σύμφωνα με ένα σύστημα ελέγχου αναγνωρισμένο από την αρμόδια αρχή ώστε να εξασφαλίζεται η πρόληψη ενδεχόμενης μόλυνσης του κρέατος της κεφαλής. Το σύστημα αυτό περιλαμβάνει, τουλάχιστον, τα ακόλουθα:

i) πριν από την έναρξη της συγκομιδής του κρέατος από την κεφαλή, όλες οι κεφαλές ελέγχονται οπτικά για σημεία μόλυνσης ή ζημίας και για να διαπιστωθεί εάν έχουν σφραγιστεί κατάλληλα,

ii) δεν πραγματοποιείται συγκομιδή του κρέατος εάν η κεφαλή δεν έχει σφραγιστεί κατάλληλα, ή εάν οι οφθαλμοί έχουν υποστεί ζημία, ή εάν η κεφαλή έχει υποστεί άλλου είδους ζημία που ενδέχεται να συνεπάγεται τη μόλυνση του κρέατος της κεφαλής από ιστούς του κεντρικού νευρικού συστήματος. Δεν πραγματοποιείται, επίσης, συγκομιδή του κρέατος από οποιαδήποτε κεφαλή για την οποία υπάρχουν υπόνοιες μόλυνσης από τέτοιες κεφαλές,

iii) με την επιφύλαξη των γενικών κανόνων υγιεινής, θεσπίζονται ειδικές οδηγίες για την εργασία ώστε να εμποδίζεται η μόλυνση του κρέατος της κεφαλής κατά τη μεταφορά και τη συγκομιδή, ιδίως στην περίπτωση που το πώμα σφράγισης έχει απολεσθεί ή οι οφθαλμοί έχουν υποστεί ζημία στη διάρκεια αυτής της δραστηριότητας·

στ) θεσπίζεται πρόγραμμα δειγματοληψίας για τα εργαστήρια τεμαχισμού, με τη χρήση κατάλληλης εργαστηριακής δοκιμής για τον εντοπισμό των ιστών του κεντρικού νευρικού συστήματος, ώστε να επαληθεύεται η ορθή εφαρμογή των μέτρων για τον περιορισμό της μόλυνσης.

10.   Κανόνες για το εμπόριο και την εξαγωγή

10.1. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν την αποστολή, προς άλλο κράτος μέλος, κεφαλών ή μη τεμαχισμένων σφαγίων που περιέχουν ειδικά υλικά κινδύνου, εφόσον το κράτος μέλος αυτό έχει δεχθεί να τα παραλάβει και έχει εγκρίνει τους όρους που ισχύουν για τη συγκεκριμένη αποστολή και μεταφορά.

10.2. Κατά παρέκκλιση από το σημείο 10.1, σφάγια, ημιμόρια σφαγίων ή ημιμόρια σφαγίων που τεμαχίζονται σε όχι περισσότερα από τρία τεμάχια, και τεταρτημόρια που δεν περιλαμβάνουν άλλα ειδικά υλικά κινδύνου εκτός από τη σπονδυλική στήλη, συμπεριλαμβανομένων και των γαγγλίων της ραχιαίας ρίζας, μπορούν να αποσταλούν από ένα κράτος μέλος σε ένα άλλο χωρίς προηγούμενη συμφωνία του τελευταίου.

10.3. Οι εξαγωγές εκτός Κοινότητας κεφαλών και νωπού κρέατος βοοειδών ή αιγοπροβάτων που περιέχουν ειδικά υλικά κινδύνου απαγορεύονται.

11.   Έλεγχοι

11.1. Τα κράτη μέλη διενεργούν συχνά επίσημους ελέγχους για να διαπιστώνουν την ορθή εφαρμογή του παρόντος παραρτήματος, μεριμνούν δε για τη θέσπιση μέτρων ώστε να αποφεύγεται οποιαδήποτε μόλυνση, ιδίως στα σφαγεία, στα εργαστήρια τεμαχισμού ή σε άλλους χώρους απομάκρυνσης ειδικών υλικών κινδύνου όπως τα κρεοπωλεία ή οι εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο σημείο 4.1 στοιχείο γ).

11.2. Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη θεσπίζουν σύστημα με το οποίο εξασφαλίζεται και ελέγχεται ότι ο χειρισμός και η διάθεση των ειδικών υλικών κινδύνου πραγματοποιούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 999/2001 και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002.

11.3. Τίθεται σε εφαρμογή ένα σύστημα ελέγχου για την αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης, όπως ορίζεται στο σημείο 1 στοιχείο α). Το σύστημα περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα μέτρα:

α) όταν δεν απαιτείται η αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης, τα σφάγια ή τα κομμάτια σφαγίων των βοοειδών που περιέχουν μέρος της σπονδυλικής στήλης, επισημαίνονται με μια ευδιάκριτη γαλάζια ταινία στην ετικέτα όπως αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1760/2000·

β) στο εμπορικό έγγραφο που συνοδεύει τις παρτίδες κρέατος πρέπει να παρατίθενται ειδικές πληροφορίες για τον αριθμό των σφαγίων βοοειδών ή των τεμαχίων σφαγίων από τα οποία απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης καθώς και για τον αριθμό εκείνων από τα οποία δεν απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης. Ανάλογα με την περίπτωση, οι ειδικές πληροφορίες προστίθενται στο έγγραφο που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 136/2004 της Επιτροπής ( 23 ) στην περίπτωση εισαγωγών·

γ) τα κρεοπωλεία διατηρούν, για τουλάχιστον ένα έτος, τα εμπορικά παραστατικά που αναφέρονται στο στοιχείο β).




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙ

ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΖΩΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΠΟΥ ΠΡΟΕΡΧΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΑ Η ΠΕΡΙΕΧΟΥΝ ΥΛΙΚΟ ΑΠΟ ΜΗΡΥΚΑΣΤΙΚΑ, ΟΠΩΣ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 9 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

▼B

Απαγορεύεται η χρήση υλικού μηρυκαστικών, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1, για την παραγωγή των εξής προϊόντων ζωικής προέλευσης:

α) μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας,

β) όξινο φωσφορικό ασβέστιο προοριζόμενο για τη διατροφή των εκτρεφόμενων ζώων,

γ) ζελατίνη, εκτός εάν παράγεται από δέρματα μηρυκαστικών,

δ) παράγωγα τετηγμένου λίπους μηρυκαστικών,

ε) τετηγμένο λίπος μηρυκαστικών, εκτός εάν παράγεται από:

i) διακριτό λιπώδη ιστό, που έχει ο ίδιος κριθεί κατάλληλος για ανθρώπινη κατανάλωση,

ii) πρώτες ύλες που έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία σύμφωνα με τα πρότυπα της οδηγίας 90/667/ΕΟΚ.

▼M32




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

Εξάλειψη της μεταδοτικής σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας

ΚΕΦΑΛΑΙΟ A

Μέτρα μετά την επιβεβαίωση της παρουσίας ΜΣΕ

1. Κατά την έρευνα που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο β) προσδιορίζονται:

α) για τα βοοειδή:

 όλα τα άλλα μηρυκαστικά που βρίσκονται στην εκμετάλλευση όπου εκτράφηκε το ζώο στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος,

 σε περίπτωση που η νόσος επιβεβαιώνεται σε θηλυκό ζώο, οι απόγονοί του που γεννήθηκαν κατά τα δύο έτη πριν ή μετά την κλινική εκδήλωση της νόσου,

 όλα τα ζώα της κλάσης του ζώου στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος,

 η πιθανή προέλευση της νόσου,

 άλλα ζώα στην εκμετάλλευση όπου εκτράφηκε το ζώο στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος ή σε άλλες εκμεταλλεύσεις, τα οποία μπορεί να έχουν μολυνθεί από τον παράγοντα της ΜΣΕ, να έχουν λάβει τις ίδιες ζωοτροφές ή να έχουν εκτεθεί στην ίδια πηγή μόλυνσης,

 η διακίνηση δυνητικώς μολυσμένων ζωοτροφών, άλλων υλικών ή οποιουδήποτε άλλου μέσου μετάδοσης, που ενδέχεται να έχουν μεταδώσει τον παράγοντα της ΜΣΕ προς ή από την εν λόγω εκμετάλλευση·

β) για τα αιγοπρόβατα:

 όλα τα μηρυκαστικά, πλην των αιγοπροβάτων, στην εκμετάλλευση όπου εκτράφηκε το ζώο στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος,

 οι γονείς, εφόσον μπορούν να ευρεθούν, και σε περίπτωση θηλυκών ζώων, όλα τα έμβρυα, τα ωάρια και οι τελευταίοι απόγονοι του θηλυκού ζώου στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος,

 όλα τα άλλα αιγοπρόβατα στην εκμετάλλευση όπου εκτράφηκε το ζώο στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος, πέραν των αναφερομένων στη δεύτερη περίπτωση,

 η πιθανή προέλευση της νόσου και ο εντοπισμός άλλων εκμεταλλεύσεων στις οποίες υπάρχουν ζώα, έμβρυα ή ωάρια τα οποία ενδέχεται να έχουν μολυνθεί από τον παράγοντα της ΜΣΕ, να έχουν λάβει τις ίδιες ζωοτροφές ή να έχουν εκτεθεί στην ίδια πηγή μόλυνσης,

 η διακίνηση δυνητικώς μολυσμένων ζωοτροφών, άλλων υλικών ή οποιουδήποτε άλλου μέσου μετάδοσης, τα οποία έχουν ενδεχομένως μεταδώσει τον παράγοντα της ΜΣΕ προς ή από την εν λόγω εκμετάλλευση.

2. Τα μέτρα του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο γ) περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

2.1. Σε περίπτωση επιβεβαίωσης της ΣΕΒ σε βοοειδές, τη θανάτωση και την ολοσχερή καταστροφή των βοοειδών που έχουν εντοπιστεί κατά την έρευνα που αναφέρεται στη δεύτερη και τρίτη περίπτωση του σημείου 1 στοιχείο α)· ωστόσο, το κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει:

 να μη θανατώσει και καταστρέψει ζώα της κλάσης που αναφέρεται στην τρίτη περίπτωση του σημείου 1 στοιχείο α), εάν έχει τεκμηριωθεί ότι τα ζώα αυτά δεν είχαν πρόσβαση στις ίδιες ζωοτροφές με το ασθενές ζώο,

 να αναβάλει τη θανάτωση και την καταστροφή ζώων της κλάσης που αναφέρεται στην τρίτη περίπτωση του σημείου 1 στοιχείο α) έως το τέλος της παραγωγικής τους ζωής, εφόσον πρόκειται περί ταύρων που φυλάσσονται διαρκώς σε κέντρο συλλογής σπέρματος και μπορεί να διασφαλισθεί ότι θα καταστραφούν ολοσχερώς ύστερα από το θάνατό τους.

2.2. Αν υπάρχουν υπόνοιες για ΜΣΕ σε αιγοπρόβατο μιας εκμετάλλευσης ενός κράτους μέλους, όλα τα άλλα αιγοπρόβατα της εκμετάλλευσης αυτής υπόκεινται σε επίσημο περιορισμό των μετακινήσεων μέχρις ότου είναι διαθέσιμα τα αποτελέσματα της εξέτασης. Εάν υπάρχουν ενδείξεις ότι η εκμετάλλευση όπου το ζώο ενδέχεται να μολύνθηκε από ΜΣΕ δεν είναι η εκμετάλλευση όπου βρισκόταν όταν ανέκυψαν οι υπόνοιες για ΜΣΕ, η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίζει εάν θα εφαρμοστεί επίσημος έλεγχος και σε άλλες εκμεταλλεύσεις ή μόνον στην εκμετάλλευση όπου μολύνθηκε το ζώο, ανάλογα με τα διαθέσιμα επιδημιολογικά στοιχεία.

2.3. Σε περίπτωση επιβεβαίωσης μιας ΜΣΕ σε ένα από τα αιγοπρόβατα της εκμετάλλευσης:

α) εάν, βάσει των αποτελεσμάτων δοκιμής δακτυλίου που διεξήχθη σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Γ σημείο 3.2 στοιχείο γ), δεν είναι δυνατόν να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο ΣΕΒ, τη θανάτωση και ολοσχερή καταστροφή όλων των ζώων, εμβρύων και ωαρίων που εντοπίσθηκαν βάσει της έρευνας που αναφέρεται στο σημείο 1 στοιχείο β) δεύτερη έως πέμπτη περίπτωση·

β) εάν το ενδεχόμενο ΣΕΒ έχει αποκλεισθεί σύμφωνα με τη διαδικασία που παρατίθεται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Γ σημείο 3.2 στοιχείο γ), ανάλογα με την απόφαση της αρμόδιας αρχής:

είτε

i) τη θανάτωση και ολοσχερή καταστροφή όλων των ζώων, εμβρύων και ωαρίων που εντοπίζονται από την έρευνα που αναφέρεται στο σημείο 1 στοιχείο β) δεύτερη και τρίτη περίπτωση. Οι όροι που παρατίθενται στο σημείο 3 ισχύουν για την εκμετάλλευση,

είτε

ii) τη θανάτωση και ολοσχερή καταστροφή όλων των ζώων, των εμβρύων και των ωαρίων που εντοπίζονται από την έρευνα που αναφέρεται στο σημείο 1 στοιχείο β) δεύτερη και τρίτη περίπτωση, εξαιρουμένων των:

 κριαριών αναπαραγωγής με γονότυπο ARR/ARR,

 προβατίνων αναπαραγωγής που φέρουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ και, σε περίπτωση που οι εν λόγω προβατίνες αναπαραγωγής κυοφορούν την εποχή της έρευνας, των αρνιών που θα γεννηθούν στη συνέχεια, εάν ο γονότυπός τους πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου αυτής,

 προβάτων που φέρουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR και προορίζονται αποκλειστικά για σφαγή,

 εάν αποφασίσει σχετικά η αρμόδια αρχή, αιγοπροβάτων ηλικίας κάτω των τριών μηνών τα οποία προορίζονται αποκλειστικά για σφαγή.

Οι όροι που παρατίθενται στο σημείο 3 ισχύουν για την εκμετάλλευση,

είτε

iii) ένα κράτος μέλος δύναται να αποφασίσει τη μη θανάτωση και καταστροφή των ζώων που εντοπίσθηκαν μέσω της έρευνας που αναφέρεται στο σημείο 1 στοιχείο β) δεύτερη και τρίτη περίπτωση όταν είναι δύσκολο να υπάρξει αντικατάσταση των προβάτων γνωστού γονοτύπου ή στις περιπτώσεις που η συχνότητα του αλληλομόρφου ARR στη φυλή ή την εκμετάλλευση είναι μικρή, ή όπου κριθεί αναγκαίο για να αποφευχθεί η αιμομικτική διασταύρωση ή μετά από στάθμιση όλων των επιδημιολογικών παραγόντων. Οι όροι που παρατίθενται στο σημείο 4 ισχύουν για την εκμετάλλευση·

γ) κατά παρέκκλιση από τα μέτρα που προβλέπονται στο στοιχείο β) και μόνον στις περιπτώσεις που το επιβεβαιωμένο κρούσμα ΜΣΕ σε εκμετάλλευση είναι κρούσμα άτυπης τρομώδους νόσου, τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν την εφαρμογή των μέτρων που παρατίθενται στο σημείο 5·

δ) τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν:

i) την αντικατάσταση της θανάτωσης και της ολοσχερούς καταστροφής όλων των ζώων που αναφέρονται στο στοιχείο β) σημείο i) με τη σφαγή για κατανάλωση από τον άνθρωπο·

ii) την αντικατάσταση της θανάτωσης και της ολοσχερούς καταστροφής των ζώων που αναφέρονται στο στοιχείο β) σημείο ii) με τη σφαγή για κατανάλωση από τον άνθρωπο

υπό τον όρο ότι:

 τα ζώα σφάζονται εντός της επικράτειας του οικείου κράτους μέλους,

 όλα τα ζώα ηλικίας άνω των 18 μηνών ή των οποίων περισσότεροι από δύο μόνιμοι κοπτήρες έχουν ανατείλει από τα ούλα, και τα οποία σφάζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο υποβάλλονται σε δοκιμή για την παρουσία ΜΣΕ σύμφωνα με τις εργαστηριακές μεθόδους που προβλέπονται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Γ σημείο 3.2 στοιχείο β)·

ε) Προσδιορίζεται ο γονότυπος της πρωτεΐνης πριόν των προβάτων, 50 το πολύ τον αριθμόν, που θανατώθηκαν και καταστράφηκαν ή εσφάγησαν για κατανάλωση από τον άνθρωπο σύμφωνα με το στοιχείο β) σημεία i) και iii)·

▼M34

στ) Όταν η συχνότητα εμφάνισης αλληλόμορφου ARR μέσα στη φυλή ή στην εκμετάλλευση είναι μικρή, ή όπου κριθεί αναγκαίο για να αποφευχθεί η αιμομικτική διασταύρωση, ένα κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να καθυστερήσει την καταστροφή των ζώων, όπως αναφέρεται στο σημείο 2.3 στοιχείο β) σημεία i) και ii) έως και για πέντε έτη αναπαραγωγής.

▼M32

2.4. Εάν το μολυσμένο ζώο έχει εισαχθεί από άλλη εκμετάλλευση, το κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει, βάσει του ιστορικού του κρούσματος, την εφαρμογή μέτρων εξάλειψης στην εκμετάλλευση προέλευσης επιπλέον ή αντί της εφαρμογής μέτρων εξάλειψης στην εκμετάλλευση στην οποία επιβεβαιώθηκε η μόλυνση· στην περίπτωση που χρησιμοποιείται γη ως κοινός βοσκότοπος πολλών κοπαδιών, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να περιορίσουν την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων σε ένα μόνον κοπάδι, αφού σταθμίσουν όλους τους επιδημιολογικούς παράγοντες· σε περίπτωση που διατηρούνται περισσότερα από ένα κοπάδια σε μία εκμετάλλευση, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να περιορίσουν την εφαρμογή των μέτρων στο κοπάδι στο οποίο επιβεβαιώθηκε το κρούσμα ΜΣΕ, υπό τον όρο ότι έχει εξακριβωθεί ότι τα κοπάδια ήταν απομονωμένα το ένα από το άλλο και η εξάπλωση της μόλυνσης μεταξύ των κοπαδιών μέσω άμεσης ή έμμεσης επαφής είναι απίθανη·

3. Κατά την εφαρμογή σε μια εκμετάλλευση των μέτρων που αναφέρονται στο σημείο 2.3 στοιχείο α) και στοιχείο β) i) και ii):

3.1. Μόνον τα ακόλουθα ζώα εισάγονται στην (στις) εκμετάλλευση(-εις):

α) αρσενικά πρόβατα με γονότυπο ARR/ARR·

β) θηλυκά πρόβατα που φέρουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ·

γ) αίγες υπό την προϋπόθεση ότι:

i) δεν υπάρχουν στην εκμετάλλευση άλλα πρόβατα αναπαραγωγής πλην αυτών με τους γονότυπους που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β),

ii) πραγματοποιήθηκε διεξοδικός καθαρισμός και απολύμανση όλων των χώρων στέγασης των ζώων της εκμετάλλευσης ύστερα από τη μείωση του ζωικού πληθυσμού.

3.2. Μόνον τα ακόλουθα σπερμικά προϊόντα προβάτων μπορούν να χρησιμοποιούνται στην (στις) εκμετάλλευση(-εις):

α) σπέρμα κριαριών με γονότυπο ARR/ARR·

β) έμβρυα με τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ.

3.3. Η μετακίνηση των ζώων από την εκμετάλλευση υπόκειται στους ακόλουθους όρους:

α) η μετακίνηση προβάτων ARR/ARR από την εκμετάλλευση δεν υπόκειται σε κανένα περιορισμό·

β) τα πρόβατα που φέρουν μόνο ένα αλληλόμορφο ARR μπορούν να μετακινούνται από την εκμετάλλευση μόνο για σφαγή με προορισμό την κατανάλωση από τον άνθρωπο ή για καταστροφή· ωστόσο,

 προβατίνες με ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ μπορούν να μετακινούνται σε άλλες εκμεταλλεύσεις που υπόκεινται σε περιορισμούς ύστερα από την εφαρμογή μέτρων σύμφωνα με το σημείο 2.3 στοιχείο β) ii) ή το σημείο 4,

 εάν αποφασίσει σχετικά η αρμόδια αρχή, τα αμνοερίφια μπορούν να μετακινηθούν σε μια άλλη εκμετάλλευση με μοναδικό σκοπό την πάχυνση πριν από τη σφαγή· η εκμετάλλευση προορισμού δεν περιέχει άλλα αιγοπρόβατα από εκείνα που παχύνονται πριν από τη σφαγή και δεν αποστέλλει ζώντα αιγοπρόβατα σε άλλες εκμεταλλεύσεις, παρά μόνον για άμεση σφαγή·

γ) οι αίγες μπορούν να μετακινηθούν υπό τον όρο ότι η εκμετάλλευση υπάγεται σε καθεστώς εντατικής παρακολούθησης των ΜΣΕ, που περιλαμβάνει την πραγματοποίηση δοκιμών σε όλες τις αίγες ηλικίας άνω των 18 μηνών οι οποίες:

i) εσφάγησαν για ανθρώπινη κατανάλωση στο τέλος της παραγωγικής τους ζωής,

ii) απεβίωσαν ή θανατώθηκαν στην εκμετάλλευση και πληρούν τα κριτήρια που αναφέρονται στο παράρτημα III κεφάλαιο A μέρος II σημείο 3·

δ) εάν το κράτος μέλος αποφασίσει σχετικά, αμνοερίφια κάτω των τριών μηνών μπορούν να μετακινηθούν από την εκμετάλλευση για άμεση σφαγή για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

3.4. Οι περιορισμοί που αναφέρονται στα σημεία 3.1, 3.2 και 3.3 εξακολουθούν να εφαρμόζονται σε μια εκμετάλλευση για περίοδο τριών ετών από:

α) την ημερομηνία που όλα τα πρόβατα της εκμετάλλευσης έχουν φθάσει σε καθεστώς ARR/ARR ή

β) την τελευταία ημερομηνία κατά την οποία υπήρχε στην εγκατάσταση ένα πρόβατο ή αίγα ή

γ) την ημερομηνία έναρξης της εντατικής επιτήρησης των ΜΣΕ σύμφωνα με το σημείο 3.3 στοιχείο γ), ή

δ) την ημερομηνία που όλα τα κριάρια αναπαραγωγής της εκμετάλλευσης έχουν γονότυπο ARR/ARR και όλες οι προβατίνες αναπαραγωγής φέρουν ένα τουλάχιστον αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ, υπό τον όρο ότι κατά τη διάρκεια της διετίας οι δοκιμές για ΜΣΕ στα εξής ζώα ηλικίας άνω των 18 μηνών δίνουν αρνητικά αποτελέσματα:

 ετήσιο δείγμα προβάτων που έχουν σφαγεί για κατανάλωση από τον άνθρωπο στο τέλος της παραγωγικής τους ζωής σύμφωνα με το μέγεθος του δείγματος που αναφέρεται στον πίνακα του παραρτήματος ΙΙΙ κεφάλαιο Α μέρος ΙΙ σημείο 5, και

 όλα τα πρόβατα που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ κεφάλαιο Α μέρος ΙΙ σημείο 3 τα οποία απεβίωσαν ή θανατώθηκαν στην εκμετάλλευση.

4. Μετά την εφαρμογή στην εκμετάλλευση των μέτρων που αναφέρονται στο σημείο 2.3 στοιχείο β) iii) και για περίοδο δύο ετών αναπαραγωγής μετά την ανίχνευση του τελευταίου κρούσματος ΜΣΕ:

α) ταυτοποιούνται όλα τα αιγοπρόβατα στην εκμετάλλευση·

β) όλα τα αιγοπρόβατα στην εκμετάλλευση μπορούν να μετακινηθούν μόνον εντός της επικράτειας του οικείου κράτους μέλους για σφαγή για κατανάλωση από τον άνθρωπο ή για σκοπούς καταστροφής· όλα τα ζώα άνω της ηλικίας των 18 μηνών που εσφάγησαν για κατανάλωση από τον άνθρωπο υποβάλλονται σε δοκιμές για την παρουσία ΜΣΕ σύμφωνα με τις εργαστηριακές μεθόδους που αναφέρονται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Γ σημείο 3.2 στοιχείο β)·

γ) η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει ότι δεν πραγματοποιείται αποστολή εμβρύων και ωαρίων εκτός της εκμετάλλευσης·

δ) μόνον το σπέρμα κριαριών με γονότυπο ARR/ARR και έμβρυα με τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται στην εκμετάλλευση·

ε) όλα τα αιγοπρόβατα άνω της ηλικίας των 18 μηνών τα οποία απεβίωσαν ή θανατώθηκαν στην εκμετάλλευση υποβάλλονται σε δοκιμή για ΜΣΕ·

στ) μόνον αρσενικά πρόβατα με γονότυπο ARR/ARR και θηλυκά πρόβατα από εκμεταλλεύσεις όπου δεν ανιχνεύθηκαν κρούσματα ΜΣΕ ή από κοπάδια που πληρούν τους όρους που παρατίθενται στο σημείο 3.4 μπορούν να εισάγονται στην εκμετάλλευση·

ζ) μόνον αίγες από εκμεταλλεύσεις όπου δεν ανιχνεύθηκαν κρούσματα ΜΣΕ ή από κοπάδια που πληρούν τους όρους που παρατίθενται στο σημείο 3.4 μπορούν να εισάγονται στην εκμετάλλευση·

η) όλα τα αιγοπρόβατα της εκμετάλλευσης υπόκεινται σε περιορισμούς όσον αφορά τους κοινούς βοσκότοπους, τους οποίους καθορίζει η αρμόδια αρχή ύστερα από στάθμιση όλων των επιδημιολογικών παραμέτρων·

θ) κατά παρέκκλιση από το στοιχείο β), εάν αποφασίσει σχετικά η αρμόδια αρχή, τα αμνοερίφια μπορούν να μετακινηθούν σε άλλη εκμετάλλευση εντός του ίδιου κράτους μέλους με μοναδικό σκοπό την πάχυνση πριν από τη σφαγή· υπό τον όρο ότι η εκμετάλλευση προορισμού δεν περιέχει άλλα αιγοπρόβατα από εκείνα που παχύνονται πριν από τη σφαγή και δεν αποστέλλει ζώντα αιγοπρόβατα σε άλλες εκμεταλλεύσεις, παρά μόνον για άμεση σφαγή.

5. Μετά την εφαρμογή της παρέκκλισης που προβλέπεται στο σημείο 2.3 στοιχείο γ), ισχύουν τα ακόλουθα μέτρα:

α) θανάτωση και ολοσχερής καταστροφή όλων των ζώων, εμβρύων και ωαρίων που εντοπίζονται από την έρευνα που αναφέρεται στο σημείο 1 στοιχείο β) δεύτερη και τρίτη περίπτωση. Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν τον προσδιορισμό του γονοτύπου της πρωτεΐνης πριόν των προβάτων που θανατώθηκαν ή καταστράφηκαν·

β) είτε, για δύο έτη αναπαραγωγής μετά την ανίχνευση του τελευταίου κρούσματος ΜΣΕ, τα ακόλουθα μέτρα τουλάχιστον:

i) ταυτοποιούνται όλα τα αιγοπρόβατα στην εκμετάλλευση,

ii) η εκμετάλλευση υπάγεται για δύο έτη σε καθεστώς εντατικής επιτήρησης των ΜΣΕ, που περιλαμβάνει την πραγματοποίηση δοκιμών σε όλα τα αιγοπρόβατα ηλικίας άνω των 18 μηνών τα οποία εσφάγησαν για κατανάλωση από τον άνθρωπο και όλα τα αιγοπρόβατα ηλικίας άνω των 18 μηνών τα οποία πέθαναν ή θανατώθηκαν στην εκμετάλλευση,

iii) η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει ότι τα ζωντανά αιγοπρόβατα, τα έμβρυα και τα ωάρια της εκμετάλλευσης δεν αποστέλλονται σε άλλα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες.

6. Όταν τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα μέτρα που προβλέπονται στο σημείο 2.3 στοιχείο β) iii) ή τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στα σημείο 2.3 στοιχεία γ) και δ), κοινοποιούν στην Επιτροπή έγγραφο με τους όρους και τα κριτήρια που χρησιμοποίησαν για την εφαρμογή τους. Στις περιπτώσεις ανίχνευσης περαιτέρω κρουσμάτων ΜΣΕ σε κοπάδια όπου εφαρμόσθηκαν παρεκκλίσεις, επανεξετάζονται οι όροι χορήγησης των παρεκκλίσεων αυτών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ B

Ελάχιστες απαιτήσεις για ένα πρόγραμμα αναπαραγωγής προβάτων ανθεκτικών στις ΜΣΕ σύμφωνα με το άρθρο 6α

ΜΕΡΟΣ 1

Γενικές υποχρεώσεις

1. Το πρόγραμμα αναπαραγωγής επικεντρώνεται σε κοπάδια υψηλής γενετικής αξίας.

2. Δημιουργείται βάση δεδομένων που περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

α) την ταυτότητα, τη φυλή και τον αριθμό των ζώων όλων των κοπαδιών που συμμετέχουν στο πρόγραμμα αναπαραγωγής·

β) την ταυτοποίηση των συγκεκριμένων ζώων που συμμετείχαν στη δειγματοληψία στο πλαίσιο του προγράμματος αναπαραγωγής·

γ) τα αποτελέσματα όλων των γονοτυπικών δοκιμών.

3. Καθιερώνεται σύστημα ενιαίας πιστοποίησης σύμφωνα με το οποίο ο γονότυπος κάθε ζώου από το οποίο έγινε δειγματοληψία στο πλαίσιο του προγράμματος αναπαραγωγής πιστοποιείται με αναφορά στο μοναδικό αριθμό ταυτοποίησής του.

4. Καθιερώνεται σύστημα ταυτοποίησης των ζώων και των δειγμάτων, της επεξεργασίας των δειγμάτων και της παράδοσης των αποτελεσμάτων με το οποίο ελαχιστοποιείται η πιθανότητα ανθρώπινου λάθους. Η αποτελεσματικότητα του συστήματος αυτού υπόκειται σε τακτικό τυχαίο έλεγχο.

5. Διενεργείται γονοτυπικός έλεγχος του αίματος ή άλλων ιστών που συλλέγονται για τους σκοπούς του προγράμματος αναπαραγωγής στα εργαστήρια που έχουν διαπιστευθεί για το πρόγραμμα.

6. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους μπορεί να συνδράμει τις ενώσεις εκτροφέων με σκοπό τη δημιουργία γενετικών τραπεζών σπέρματος, ωαρίων ή/και εμβρύων αντιπροσωπευτικών γονοτύπων της πρωτεΐνης πριόν που κινδυνεύουν να εκλείψουν εξαιτίας του προγράμματος αναπαραγωγής.

7. Για κάθε φυλή δημιουργούνται προγράμματα αναπαραγωγής, λαμβανομένων υπόψη:

α) των συχνοτήτων των διαφόρων αλληλομόρφων εντός της φυλής·

β) της σπανιότητας της φυλής·

γ) της αποφυγής της αιμομιξίας ή της γενετικής παρέκκλισης.

ΜΕΡΟΣ 2

Ειδικοί κανόνες για τα κοπάδια που συμμετέχουν στο πρόγραμμα

1. Το πρόγραμμα αναπαραγωγής αποσκοπεί στην αύξηση της συχνότητας του αλληλομόρφου ARR μέσα στο κοπάδι προβάτων και ταυτόχρονα στη μείωση της συχνότητας εμφάνισης εκείνων των αλληλομόρφων που έχει αποδειχθεί ότι συμβάλλουν στην ευπάθεια του κοπαδιού ως προς τις ΜΣΕ.

2. Οι ελάχιστες απαιτήσεις για τη συμμετοχή των κοπαδιών είναι οι εξής:

α) όλα τα ζώα του κοπαδιού για τα οποία πρόκειται να καθοριστεί ο γονότυπος ταυτοποιούνται καθένα ξεχωριστά με ασφαλή τρόπο·

β) είναι υποχρεωτικό να καθορίζεται ο γονότυπος όλων των κριαριών που προορίζονται για αναπαραγωγή εντός του κοπαδιού, προτού αυτά χρησιμοποιηθούν για το σκοπό αυτό·

γ) είναι υποχρεωτικό να σφάζεται ή να ευνουχίζεται, εντός έξι μηνών από τον προσδιορισμό του γονοτύπου του, κάθε αρσενικό ζώο που φέρει το αλληλόμορφο VRQ· το ζώο δεν μπορεί να εγκαταλείψει την εκμετάλλευση εκτός εάν προορίζεται για σφαγή·

δ) τα θηλυκά ζώα για τα οποία είναι γνωστό ότι φέρουν αλληλόμορφο VRQ απαγορεύεται να απομακρυνθούν από την εκμετάλλευση, εκτός εάν προορίζονται για σφαγή·

ε) απαγορεύεται η χρησιμοποίηση αρσενικών ζώων, συμπεριλαμβανομένων των δωρητών σπέρματος για τεχνητή γονιμοποίηση, για την αναπαραγωγή του κοπαδιού, εκτός από αυτά που έχουν πιστοποιηθεί στο πλαίσιο του προγράμματος.

3. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να χορηγήσουν παρεκκλίσεις από τις απαιτήσεις που ορίζονται στο σημείο 2 στοιχεία γ) και δ) για σκοπούς προστασίας των φυλών και των χαρακτηριστικών παραγωγής.

4. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τις παρεκκλίσεις που χορηγήθηκαν δυνάμει του σημείου 3 καθώς και σχετικά με τα κριτήρια που εφαρμόσθηκαν για το σκοπό αυτό.

ΜΕΡΟΣ 3

Πλαίσιο για την αναγνώριση του καθεστώτος κοπαδιών προβάτων ανθεκτικών στις ΜΣΕ

1. Το πλαίσιο αναγνωρίζει το καθεστώς κοπαδιών προβάτων ανθεκτικών στις ΜΣΕ, τα οποία, ως αποτέλεσμα της συμμετοχής τους σε πρόγραμμα αναπαραγωγής βάσει του άρθρου 6α, πληρούν τα κριτήρια που απαιτούνται από το πρόγραμμα.

Η αναγνώριση αυτή χορηγείται σε δύο τουλάχιστον επίπεδα:

α) τα κοπάδια του επιπέδου Ι είναι τα κοπάδια που αποτελούνται αποκλειστικά από πρόβατα με γονότυπο ARR/ARR·

β) τα κοπάδια του επιπέδου ΙΙ είναι κοπάδια των οποίων οι απόγονοι προέρχονται αποκλειστικά από κριάρια με γονότυπο ARR/ARR.

Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να χορηγήσουν αναγνώριση σε περισσότερα επίπεδα για τη συμμόρφωση με εθνικές απαιτήσεις.

2. Η τακτική τυχαία δειγματοληψία προβάτων από κοπάδια που είναι ανθεκτικά στις ΜΣΕ διεξάγεται:

α) στην εκμετάλλευση ή στο σφαγείο για την επαλήθευση του γονοτύπου·

β) στην περίπτωση κοπαδιών του επιπέδου Ι, στα ζώα ηλικίας άνω των 18 μηνών στο σφαγείο, για δοκιμές ΜΣΕ, σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ.

ΜΕΡΟΣ 4

Εκθέσεις που υποβάλλουν τα κράτη μέλη στην Επιτροπή

Τα κράτη μέλη που ξεκινούν εθνικά προγράμματα αναπαραγωγής στους πληθυσμούς προβάτων τους με στόχο την επιλογή βάσει της ανθεκτικότητας στις ΜΣΕ κοινοποιούν στην Επιτροπή τις απαιτήσεις που ισχύουν για τα προγράμματα αυτά και υποβάλλουν ετήσια έκθεση προόδου. Η έκθεση για κάθε ημερολογιακό έτος υποβάλλεται το αργότερο στις 31 Μαρτίου του επόμενου έτους..

▼B




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙΙΙ

ΕΜΠΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΞΑΓΩΓΗ

▼M5

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

▼M16

Προϋποθέσεις για το ενδοκοινοτικό εμπόριο ζώντων ζώων, σπέρματος και εμβρύων

▼M31

I.   Όροι που ισχύουν για τα αιγοπρόβατα, το σπέρμα και τα έμβρυά τους

▼M5

Οι ακόλουθοι όροι ισχύουν για το εμπόριο αιγοπροβάτων:

▼M14

α) τα αιγοπρόβατα αναπαραγωγής πρέπει:

είτε να πρόκειται για πρόβατα με γονότυπο της πρωτεΐνης πριόν ARR/ARR, όπως ορίζεται στο παράρτημα Ι της απόφασης της Επιτροπής 2002/1003/ΕΚ ( 24 ) είτε να έχουν παραμείνει συνεχώς από τη γέννησή τους ή κατά την τελευταία τριετία σε εκμετάλλευση ή εκμεταλλεύσεις που κατά τα τρία τουλάχιστον τελευταία έτη πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

i) έως τις 30 Ιουνίου 2007:

 υπόκειται σε τακτικούς επίσημους κτηνιατρικούς ελέγχους,

 τα ζώα της είναι αναγνωρισμένα,

 δεν έχει επιβεβαιωθεί κρούσμα τρομώδους νόσου,

 διενεργείται δειγματοληπτικός έλεγχος επί των ηλικιωμένων προβατίνων που προορίζονται για σφαγή,

 στην εν λόγω εκμετάλλευση εισάγονται μόνον θηλυκά ζώα, με εξαίρεση πρόβατα με γονότυπο της πρωτεΐνης πριόν ARR/ARR, προερχόμενα από εκμετάλλευση που πληροί τις ίδιες απαιτήσεις.

Από την 1η Ιουλίου 2004 το αργότερο, η εκμετάλλευση ή οι εκμεταλλεύσεις πληρούν τις ακόλουθες πρόσθετες απαιτήσεις:

 όλα τα ζώα που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ κεφάλαιο Α μέρος ΙΙ σημείο 3 ηλικίας άνω των 18 μηνών που πέθαναν ή θανατώθηκαν στην εκμετάλλευση εξετάζονται για την τρομώδη νόσο, σύμφωνα με τις εργαστηριακές μεθόδους που ορίζονται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Γ σημείο 3.2 στοιχείο β), και

 αιγοπρόβατα, με εξαίρεση προβάτων με γονότυπο της πρωτεΐνης πριόν ARR/ARR, εισάγονται στην εκμετάλλευση μόνο εάν προέρχονται από εκμετάλλευση που συμμορφώνεται με τις αυτές προδιαγραφές.

ii) από την 1η Ιουλίου 2007:

 υπόκειται σε τακτικούς επίσημους κτηνιατρικούς ελέγχους,

 έχει διαπιστωθεί ότι τα ζώα της είναι σύμμορφα με την κοινοτική νομοθεσία,

 δεν έχει επιβεβαιωθεί κρούσμα τρομώδους νόσου,

 όλα τα ζώα που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ κεφάλαιο Α μέρος ΙΙ σημείο 3 ηλικίας άνω των 18 μηνών που πέθαναν ή θανατώθηκαν στην εκμετάλλευση έχουν εξεταστεί για την τρομώδη νόσο, σύμφωνα με τις εργαστηριακές μεθόδους που ορίζονται στο παράρτημα Χ κεφάλαιο Γ σημείο 3.2 εδάφιο β),

 αιγοπρόβατα, με εξαίρεση προβάτων με γονότυπο της πρωτεΐνης πριόν ARR/ARR, εισάγονται στην εκμετάλλευση μόνο εάν προέρχονται από εκμετάλλευση που συμμορφώνεται με τις αυτές προδιαγραφές.

Όταν προορίζονται για κράτος μέλος για το οποίο ισχύουν οι διατάξεις του στοιχείου β) ή γ), για ολόκληρη την επικράτειά του ή μέρος αυτής, τα αιγοπρόβατα αναπαραγωγής πληρούν τις πρόσθετες εγγυήσεις, γενικές ή ειδικές, που προβλέπονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 24 παράγραφος 2.

▼M5

β) Ένα κράτος μέλος που διαθέτει, για ολόκληρη την επικράτειά του ή μέρος αυτής, υποχρεωτικό ή εθελοντικό εθνικό πρόγραμμα καταπολέμησης της τρομώδους νόσου:

i) μπορεί να το υποβάλει στην Επιτροπή, αναφέροντας ιδίως:

 την κατανομή της νόσου στο κράτος μέλος,

 την αιτιολόγηση του προγράμματος, ανάλογα με τη διάδοση της νόσου και το λόγο κόστους/ωφελείας,

 τη γεωγραφική ζώνη όπου θα εφαρμοστεί το πρόγραμμα,

 τους διαφόρους χαρακτηρισμούς που ισχύουν για τις εκμεταλλεύσεις και τα πρότυπα που πρέπει να επιτυγχάνονται για κάθε κατηγορία,

 τις διαδικασίες που πρέπει να χρησιμοποιούνται για τις δοκιμές,

 τις διαδικασίες ελέγχου του προγράμματος,

 τις συνέπειες της απώλειας του χαρακτηρισμού της εκμετάλλευσης, για οποιοδήποτε λόγο,

 τα ληπτέα μέτρα σε περίπτωση θετικών αποτελεσμάτων κατά τους ελέγχους που διενεργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του προγράμματος.

ii) Το πρόγραμμα που αναφέρεται στο σημείο i) μπορεί να εγκρίνεται εφόσον συμμορφώνεται με τα κριτήρια που αναφέρονται στο εν λόγω σημείο και με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2. Οι συμπληρωματικές γενικές ή περιορισμένες εγγυήσεις που ενδεχομένως απαιτούνται κατά τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές καθορίζονται ταυτόχρονα ή το αργότερο τρεις μήνες μετά την έγκριση του προγράμματος με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2. Οι εγγυήσεις αυτές δεν πρέπει να είναι αυστηρότερες από τις εγγυήσεις τις οποίες εφαρμόζει στο έδαφός του το κράτος μέλος.

iii) Τροποποιήσεις ή προσθήκες στα προγράμματα που υποβάλλουν τα κράτη μέλη μπορούν να εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2. Τροποποιήσεις στις εγγυήσεις που ορίστηκαν σύμφωνα με το σημείο ii) μπορούν να εγκρίνονται σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.

γ) Ένα κράτος μέλος που κρίνει ότι είναι πλήρως ή μερικώς απαλλαγμένο από την τρομώδη νόσο των προβάτων:

i) υποβάλλει στην Επιτροπή τη δέουσα αιτιολόγηση, διευκρινίζοντας ιδίως:

 το ιστορικό της εμφάνισης της νόσου στην επικράτειά του,

 τα αποτελέσματα των δοκιμών επιτήρησης που βασίζονται σε ορολογική, μικροβιολογική, παθολογική ή επιδημιολογική έρευνα,

 τη διάρκεια της πραγματοποιηθείσας επιτήρησης,

 τους κανόνες που επιτρέπουν τον έλεγχο της απουσίας της νόσου.

ii) Οι συμπληρωματικές γενικές ή περιορισμένες εγγυήσεις που είναι δυνατόν να απαιτούνται κατά τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2. Οι εγγυήσεις αυτές δεν πρέπει να είναι αυστηρότερες από τις εγγυήσεις τις οποίες εφαρμόζει στο έδαφός του το κράτος μέλος.

iii) Το οικείο κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή κάθε τροποποίηση της αιτιολόγησης σχετικά με τη νόσο, κατά το σημείο i). Βάσει των κοινοποιούμενων πληροφοριών, οι εγγυήσεις που καθορίζονται σύμφωνα με το σημείο ii) μπορούν να τροποποιούνται ή να καταργούνται με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

▼M16

δ) Από την 1η Ιανουαρίου 2005 το σπέρμα και τα έμβρυα αιγοπροβάτων:

i) συλλέγονται από ζώα που έχουν παραμείνει διαρκώς από τη γέννησή τους ή κατά την τελευταία τριετία της ζωής τους σε εκμετάλλευση ή εκμεταλλεύσεις οι οποίες πληρούσαν τις απαιτήσεις του στοιχείου α) σημείο i) ή του στοιχείου α) σημείο ii), ανάλογα με την περίπτωση, επί τρία έτη, ή

ii) στην περίπτωση σπέρματος προβατοειδών, συλλέγεται από αρσενικά ζώα με γονότυπο ARR/ARR για την πρωτεΐνη πρίον όπως ορίζεται στο παράρτημα I της απόφασης 2002/1003/ΕΚ της Επιτροπής ( 25 ), ή

iii) στην περίπτωση εμβρύων προβατοειδών, έχουν γονότυπο ARR/ARR για την πρωτεΐνη πρίον όπως ορίζεται στο παράρτημα I της απόφασης 2002/1003/ΕΚ.

▼M31

II.   όροι που ισχύουν για τα βοοειδή

Το Ηνωμένο Βασίλειο εξασφαλίζει ότι τα βοοειδή που έχουν γεννηθεί ή εκτραφεί στο έδαφός του πριν από την 1η Αυγούστου 1996 δεν αποστέλλονται από το έδαφός του σε άλλα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες.

▼B

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

Προϋποθέσεις για τους απογόνους ζώων για τα οποία υπάρχει υπόνοια ή επιβεβαιωμένη μόλυνση με ΜΣΕ, κατά το άρθρο 15 παράγραφος 2

Απαγορεύεται να διατίθενται στην αγορά τα ζώα τα οποία γεννήθηκαν τελευταία από θηλυκά βοοειδή προσβεβλημένα από ΜΣΕ ή από αιγοπρόβατα και χοιροειδή στα οποία έχει επιβεβαιωθεί κρούσμα ΜΣΕ κατά τα δύο έτη που προηγούνται ή κατά την περίοδο που ακολουθεί την εμφάνιση των πρώτων κλινικών σημείων της νόσου.

▼M31

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

Προϋποθέσεις για το ενδοκοινοτικό εμπόριο ορισμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης

ΤΜΗΜΑ Α

Προϊόντα

Τα κατωτέρω προϊόντα ζωικής προέλευσης εξαιρούνται από την απαγόρευση του άρθρου 16 παράγραφος 3, εφόσον προέρχονται από βοοειδή και αιγοπρόβατα που πληρούν τις απαιτήσεις του τμήματος Β:

 νωπό κρέας

 κιμάς

 παρασκευάσματα κρέατος

 προϊόντα με βάση το κρέας.

ΤΜΗΜΑ Β

Απαιτήσεις

Οι υπηρεσίες που αναφέρονται στο κεφάλαιο Α πρέπει να πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α) τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα από τα οποία προέρχονται τα προϊόντα ζωικής προέλευσης δεν έχουν καταναλώσει κρεατάλευρα και οστεάλευρα ούτε ινώδη κατάλοιπα ξιγγιών προερχόμενων από μηρυκαστικά και έχουν υποβληθεί σε έλεγχο προ σφαγής και μετά τη σφαγή·

β) τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα από τα οποία προέρχονται τα προϊόντα ζωικής προέλευσης δεν εσφάγησαν ύστερα από αναισθητοποίηση με έγχυση αερίου στην κρανιακή κοιλότητα ούτε έχουν θανατωθεί με την ίδια μέθοδο ούτε έχουν σφαγεί με τεμαχισμό ύστερα από αναισθητοποίηση του κεντρικού νευρικού ιστού διά της εισαγωγής επιμήκους ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα·

γ) τα προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή και αιγοπρόβατα δεν προέρχονται από:

i) ειδικά υλικά κινδύνου, όπως ορίζονται στο παράρτημα V,

ii) νευρικούς και λεμφικούς ιστούς που ήταν εκτεθειμένοι στη διάρκεια της διαδικασίας αποστέωσης, και

iii) μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας που έχει παραχθεί από οστά βοοειδών ή αιγοπροβάτων.

▼B

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ

Προϋποθέσεις για τις εξαγωγές

Τα ζώντα βοοειδή και τα εξ αυτών προερχόμενα προϊόντα ζωικής προέλευσης υπόκεινται —για τις εξαγωγές τους προς τρίτες χώρες— στους κανόνες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό για το ενδοκοινοτικό εμπόριο.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΧ

ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΖΩΝΤΩΝ ΖΩΩΝ, ΕΜΒΡΥΩΝ, ΩΑΡΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΖΩΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ

▼M31 —————

▼M31

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

Εισαγωγές βοοειδών

ΤΜΗΜΑ Α

Εισαγωγές από μια χώρα ή μια περιοχή με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ

Οι εισαγωγές βοοειδών από χώρα ή περιοχή με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α) τα ζώα γεννήθηκαν και εκτράφηκαν αποκλειστικά σε μια χώρα ή περιοχή που έχει ταξινομηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, ως χώρα ή περιοχή με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ·

β) τα ζώα αναγνωρίζονται μέσω συστήματος μόνιμης αναγνώρισης το οποίο επιτρέπει τον καθορισμό της μητέρας τους και της αγέλης προέλευσής τους και δεν πρόκειται για εκτεθειμένα σε κίνδυνο βοοειδή σύμφωνα με το κεφάλαιο Γ μέρος Ι σημείο 4 στοιχείο β) iv) του παραρτήματος ΙΙ, και

γ) εάν στη συγκεκριμένη χώρα υπήρξαν αυτόχθονα κρούσματα ΣΕΒ, τα ζώα έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία κατά την οποία εφαρμόστηκε στην πράξη η απαγόρευση χορήγησης κρεαταλεύρων, οστεαλεύρων και ινωδών καταλοίπων ξιγγιών προερχομένων από μηρυκαστικά, ή έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία γέννησης του τελευταίου αυτόχθονου κρούσματος ΣΕΒ εάν γεννήθηκαν μετά την ημερομηνία πρακτικής εφαρμογής της απαγόρευσης.

ΤΜΗΜΑ Β

Εισαγωγές από μια χώρα ή μια περιοχή με ελεγχόμενο κίνδυνο ΣΕΒ

Οι εισαγωγές βοοειδών από χώρα ή περιοχή με ελεγχόμενο κίνδυνο ΣΕΒ εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α) η χώρα ή η περιοχή έχει ταξινομηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, ως χώρα ή περιοχή με ελεγχόμενο κίνδυνο ΣΕΒ·

β) τα ζώα αναγνωρίζονται μέσω συστήματος μόνιμης αναγνώρισης το οποίο επιτρέπει τον καθορισμό της μητέρας τους και της αγέλης προέλευσής τους και δεν πρόκειται για εκτεθειμένα σε κίνδυνο βοοειδή σύμφωνα με το κεφάλαιο Γ μέρος ΙΙ σημείο 4 στοιχείο β) iv) του παραρτήματος ΙΙ·

γ) τα ζώα έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία κατά την οποία εφαρμόστηκε στην πράξη η απαγόρευση χορήγησης κρεαταλεύρων, οστεαλεύρων και ινωδών καταλοίπων ξιγγιών προερχομένων από μηρυκαστικά, ή έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία γέννησης του τελευταίου αυτόχθονου κρούσματος ΣΕΒ εάν γεννήθηκαν μετά την ημερομηνία πρακτικής εφαρμογής της απαγόρευσης.

ΤΜΗΜΑ Γ

Εισαγωγές από μια χώρα ή μια περιοχή με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ

Οι εισαγωγές βοοειδών από χώρα ή περιοχή με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α) η χώρα ή η περιοχή δεν έχει ταξινομηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, ή έχει ταξινομηθεί ως χώρα ή περιοχή με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ·

β) τα ζώα αναγνωρίζονται μέσω συστήματος μόνιμης αναγνώρισης το οποίο επιτρέπει τον καθορισμό της μητέρας τους και της αγέλης προέλευσής τους και δεν πρόκειται για εκτεθειμένα σε κίνδυνο βοοειδή σύμφωνα με το κεφάλαιο Γ μέρος ΙΙ σημείο 4 στοιχείο β) iv) του παραρτήματος ΙΙ·

γ) τα ζώα έχουν γεννηθεί τουλάχιστον δύο έτη μετά την ημερομηνία κατά την οποία εφαρμόστηκε στην πράξη η απαγόρευση χορήγησης κρεαταλεύρων, οστεαλεύρων και ινωδών καταλοίπων ξιγγιών προερχομένων από μηρυκαστικά, ή έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία γέννησης του τελευταίου αυτόχθονου κρούσματος ΣΕΒ εάν γεννήθηκαν μετά την ημερομηνία πρακτικής εφαρμογής της απαγόρευσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

Εισαγωγές προϊόντων ζωικής προέλευσης από βοοειδή ή αιγοπρόβατα

▼M33

ΤΜΗΜΑ Α

Προϊόντα

Τα ακόλουθα προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή και αιγοπρόβατα, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 26 ) που αναφέρονται κατωτέρω υπόκεινται στους όρους των τμημάτων Β, Γ και Δ ανάλογα με την κατηγορία κινδυνου για ΣΕΒ της χώρας καταγωγής:

 νωπό κρέας,

 κιμάς και παρασκευάσματα κρέατος,

 προϊόντα με βάση το κρέας,

 επεξεργασμένα έντερα,

 τετηγμένα ζωικά λίπη,

 ξίγγκια, και

 Ζελατίνη.

▼M31

ΤΜΗΜΑ Β

Εισαγωγές από μια χώρα ή μια περιοχή με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ

Οι εισαγωγές βοοειδών και αιγοπροβάτων που αναφέρονται στο τμήμα Α από μια χώρα ή μια περιφέρεια με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α) η χώρα ή η περιοχή έχει ταξινομηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, ως χώρα ή περιοχή με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ·

β) τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα από τα οποία προέρχονται τα προϊόντα ζωικής προέλευσης έχουν γεννηθεί, εκτραφεί συνεχώς και σφαγεί στη χώρα με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ και έχουν υποβληθεί σε έλεγχο προ σφαγής και μετά τη σφαγή·

γ) εάν στη χώρα ή στην περιοχή έχουν σημειωθεί αυτόχθονα κρούσματα ΣΕΒ:

i) τα ζώα έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία κατά την οποία εφαρμόστηκε στην πράξη η απαγόρευση χορήγησης στα μηρυκαστικά κρεαταλεύρων, οστεαλεύρων και ινωδών καταλοίπων ξιγγιών προερχομένων από μηρυκαστικά, ή

ii) τα προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή και αιγοπρόβατα δεν περιέχουν ούτε προέρχονται από ειδικά υλικά κινδύνου, όπως αυτά ορίζονται στο παράρτημα V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, ή μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας που προέρχεται από οστά βοοειδών ή αιγοπροβάτων·

ΤΜΗΜΑ Γ

Εισαγωγές από μια χώρα ή μια περιοχή με ελεγχόμενο κίνδυνο ΣΕΒ

1. Οι εισαγωγές βοοειδών και αιγοπροβάτων που αναφέρονται στο τμήμα Α από μια χώρα ή μια περιφέρεια με ελεγχόμενο κίνδυνο ΣΕΒ εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α) η χώρα ή η περιοχή έχει ταξινομηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, ως χώρα ή περιοχή με ελεγχόμενο κίνδυνο ΣΕΒ·

β) τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα από τα οποία προέρχονται τα προϊόντα ζωικής προέλευσης έχουν υποβληθεί σε έλεγχο προ σφαγής και μετά τη σφαγή·

γ) τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα από τα οποία προέρχονται τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για εξαγωγές δεν εσφάγησαν ύστερα από αναισθητοποίηση με έγχυση αερίου στην κρανιακή κοιλότητα ούτε έχουν θανατωθεί με την ίδια μέθοδο ούτε έχουν σφαγεί με τεμαχισμό ύστερα από αναισθητοποίηση του κεντρικού νευρικού ιστού διά της εισαγωγής επιμήκους ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα·

δ) τα προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή και αιγοπρόβατα δεν περιέχουν ούτε προέρχονται από ειδικά υλικά κινδύνου, όπως αυτά ορίζονται στο παράρτημα V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, ή μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας που προέρχεται από οστά βοοειδών ή αιγοπροβάτων.

2. Κατά παρέκκλιση από το σημείο 1 στοιχείο δ), σφάγια, ημιμόρια σφαγίων ή ημιμόρια σφαγίων που τεμαχίζονται σε όχι περισσότερα από τρία τεμάχια, και τεταρτημόρια που δεν περιλαμβάνουν άλλα ειδικά υλικά κινδύνου εκτός από τη σπονδυλική στήλη, συμπεριλαμβανομένων και των γαγγλίων της ραχιαίας ρίζας, μπορούν να εισάγονται.

3. Όταν δεν απαιτείται η αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης, τα σφάγια ή τα κομμάτια σφαγίων των βοοειδών που περιέχουν μέρος της σπονδυλικής στήλης, επισημαίνονται με μια γαλάζια ταινία στην ετικέτα όπως αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1760/2000.

4. Στην περίπτωση εισαγωγών, στο έγγραφο που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 136/2004 της Επιτροπής, προστίθεται ο αριθμός των σφαγίων βοοειδών ή των τεμαχίων σφαγίων από τα οποία απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης και ο αριθμός εκείνων από τα οποία δεν απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης.

▼M33

5. Στην περίπτωση εντέρων που προέρχονται αρχικά από χώρα ή περιοχή με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ, οι εισαγωγές επεξεργασμένων εντέρων εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α) η χώρα ή η περιοχή έχει ταξινομηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, ως χώρα ή περιοχή με ελεγχόμενο κίνδυνο ΣΕΒ·

β) τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα από τα οποία προέρχονται τα προϊόντα ζωικής προέλευσης έχουν γεννηθεί, εκτραφεί συνεχώς και σφαγεί στη χώρα με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ και έχουν υποβληθεί σε έλεγχο προ σφαγής και μετά τη σφαγή·

γ) εάν τα έντερα προέρχονται από χώρα ή περιοχή όπου έχουν σημειωθεί αυτόχθονα κρούσματα ΣΕΒ:

i) τα ζώα έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία κατά την οποία εφαρμόστηκε στην πράξη η απαγόρευση χορήγησης στα μηρυκαστικά κρεαταλεύρων, οσταλεύρων και ινωδών καταλοίπων ξιγγιών προερχομένων από μηρυκαστικά· ή

ii) τα προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή και αιγοπρόβατα δεν περιέχουν ή δεν προήλθαν από ειδικό υλικό κινδύνου όπως ορίζεται στο παράρτημα V.

▼M31

ΤΜΗΜΑ Δ

Εισαγωγές από μια χώρα ή μια περιοχή με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ

1. Οι εισαγωγές βοοειδών και αιγοπροβάτων που αναφέρονται στο τμήμα Α από μια χώρα ή μια περιοχή με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α) τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα από τα οποία προέρχονται τα προϊόντα ζωικής προέλευσης δεν έχουν καταναλώσει κρεατάλευρα και οστεάλευρα ούτε ινώδη κατάλοιπα ξιγγιών προερχόμενων από μηρυκαστικά και έχουν υποβληθεί σε έλεγχο προ σφαγής και μετά τη σφαγή·

β) τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα από τα οποία προέρχονται τα προϊόντα ζωικής προέλευσης δεν εσφάγησαν ύστερα από αναισθητοποίηση με έγχυση αερίου στην κρανιακή κοιλότητα ούτε έχουν θανατωθεί με την ίδια μέθοδο ούτε έχουν σφαγεί με τεμαχισμό ύστερα από αναισθητοποίηση του κεντρικού νευρικού ιστού διά της εισαγωγής επιμήκους ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα·

γ) τα προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή και αιγοπρόβατα δεν προέρχονται από:

i) ειδικά υλικά κινδύνου, όπως ορίζονται στο παράρτημα V,

ii) νευρικούς και λεμφικούς ιστούς που ήταν εκτεθειμένοι στη διάρκεια της διαδικασίας αποστέωσης,

iii) μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας που έχει παραχθεί από οστά βοοειδών ή αιγοπροβάτων.

2. Κατά παρέκκλιση από το σημείο 1 στοιχείο γ), σφάγια, ημιμόρια σφαγίων ή ημιμόρια σφαγίων που τεμαχίζονται σε όχι περισσότερα από τρία τεμάχια, και τεταρτημόρια που δεν περιλαμβάνουν άλλα ειδικά υλικά κινδύνου εκτός από τη σπονδυλική στήλη, συμπεριλαμβανομένων και των γαγγλίων της ραχιαίας ρίζας, μπορούν να εισάγονται.

3. Όταν δεν απαιτείται η αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης, τα σφάγια ή τα κομμάτια σφαγίων των βοοειδών που περιέχουν μέρος της σπονδυλικής στήλης, επισημαίνονται με μια γαλάζια λωρίδα τοποθετημένη εμφανώς στην ετικέτα όπως αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1760/2000.

4. Στην περίπτωση εισαγωγών, στο έγγραφο που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 136/2004, προστίθενται ειδικές πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των σφαγίων βοοειδών ή των τεμαχίων σφαγίων από τα οποία απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης και εκείνων από τα οποία δεν απαιτείται αφαίρεση της σπονδυλικής στήλης.

▼M33

5. Στην περίπτωση εντέρων που προέρχονται αρχικά από χώρα ή περιοχή με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ, οι εισαγωγές επεξεργασμένων εντέρων εξαρτώνται από την προσκόμιση πιστοποιητικού υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνεται ότι:

α) η χώρα ή η περιοχή έχει ταξινομηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 ως χώρα ή περιοχή με απροσδιόριστο κίνδυνο ΣΕΒ·

β) τα βοοειδή και τα αιγοπρόβατα από τα οποία προέρχονται τα προϊόντα ζωικής προέλευσης έχουν γεννηθεί, εκτραφεί συνεχώς και σφαγεί σε χώρα με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ και έχουν υποβληθεί σε έλεγχο προ σφαγής και μετά τη σφαγή·

γ) εάν τα έντερα προέρχονται από χώρα ή περιοχή όπου έχουν σημειωθεί αυτόχθονα κρούσματα ΣΕΒ:

i) τα ζώα έχουν γεννηθεί μετά την ημερομηνία κατά την οποία εφαρμόστηκε στην πράξη η απαγόρευση χορήγησης στα μηρυκαστικά κρεαταλεύρων, οστεαλεύρων και ινωδών καταλοίπων ξιγγιών προερχομένων από μηρυκαστικά· ή

ii) τα προϊόντα ζωικής προέλευσης από βοοειδή και αιγοπρόβατα δεν περιέχουν ή δεν προήλθαν από ειδικό υλικό κινδύνου όπως ορίζεται στο παράρτημα V.

▼M31

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ

Εισαγωγές ζωικών υποπροϊόντων και μεταποιημένων προϊόντων που προέρχονται από ζωικά υποπροϊόντα από βοοειδή και αιγοπρόβατα

ΤΜΗΜΑ Α

Ζωικά υποπροϊόντα

Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται για τα ακόλουθα ζωικά υποπροϊόντα και μεταποιημένα προϊόντα αυτών τα οποία προέρχονται από βοοειδή και αιγοπρόβατα, όπως αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002:

 τετηγμένα λίπη

 ζωοτροφές για ζώα συντροφιάς

 προϊόντα αίματος

 μεταποιημένες ζωικές πρωτεΐνες

 οστά και προϊόντα οστών

 υλικά της κατηγορίας 3, και

 ζελατίνη.

ΤΜΗΜΑ Β

Οι εισαγωγές των ζωικών υποπροϊόντων και μεταποιημένων προϊόντων που προέρχονται από ζωικά υποπροϊόντα από βοοειδή και αιγοπρόβατα και αναφέρονται στο τμήμα Α συνοδεύονται από πιστοποιητικό υγείας των ζώων με το οποίο βεβαιώνονται τα εξής:

α) το ζωικό υποπροϊόν δεν περιέχει και δεν προέρχεται από ειδικά υλικά κινδύνου όπως αυτά ορίζονται στο παράρτημα V ούτε από μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας που προέρχεται από οστά βοοειδών ή αιγοπροβάτων·

β) τα ζώα από τα οποία προέρχεται το συγκεκριμένο προϊόν ζωικής προέλευσης δεν εσφάγησαν ύστερα από αναισθητοποίηση με έγχυση αερίου στην κρανιακή κοιλότητα ούτε έχουν θανατωθεί με την ίδια μέθοδο ούτε έχουν σφαγεί με τεμαχισμό του κεντρικού νευρικού ιστού διά της εισαγωγής επιμήκους ραβδοειδούς οργάνου στην κρανιακή κοιλότητα·

ή

γ) το ζωικό υποπροϊόν δεν περιέχει και δεν προέρχεται από υλικό βοοειδών και αιγοπροβάτων πλην αυτού που προέρχεται από ζώα που έχουν γεννηθεί, εκτραφεί συνεχώς και σφαγεί σε μια χώρα ή περιοχή που έχει ταξινομηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001, ως χώρα ή περιοχή με αμελητέο κίνδυνο ΣΕΒ.

▼M12

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε

Εισαγωγές αιγοπροβάτων

Οι εισαγωγές αιγοπροβάτων στην Κοινότητα μετά την 1η Οκτωβρίου 2003 εξαρτώνται από την προσκόμιση ζωοϋγειονομικού πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται:

α) είτε ότι αυτά έχουν γεννηθεί και εκτραφεί διαρκώς σε εκμεταλλεύσεις στις οποίες δεν έχει ποτέ διαγνωσθεί κρούσμα τρομώδους νόσου, και στην περίπτωση αιγοπροβάτων αναπαραγωγής πληρούν τις απαιτήσεις του παραρτήματος VIII κεφάλαιο Α τμήμα I στοιχείο α) περιπτώσεις i) και ii)·

β) είτε ότι είναι πρόβατα με γονότυπο της πρωτενης πριόν ARR/ARR, όπως ορίζεται στο παράρτημα Ι της απόφασης 2002/1003/EK, που προέρχονται από μια εκμετάλλευση στην οποία δεν έχει αναφερθεί κρούσμα της τρομώδους νόσου του προβάτου τους τελευταίους έξι μήνες.

Στην περίπτωση που προορίζονται για ένα κράτος μέλος το οποίο, για το σύνολο της επικράτειάς του ή μέρος αυτής, κάνει χρήση των διατάξεων του παραρτήματος VIII κεφάλαιο Α τμήμα Ι στοιχείο β) ή γ), οι εισαγωγές αιγοπροβάτων συμμορφώνονται με πρόσθετες, γενικές ή ειδικές, εγγυήσεις, οι οποίες καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24 παράγραφος 2.

▼M31

ΚΕΦΆΛΑΙΟ ΣΤ

Εισαγωγές προϊόντων ζωικής προέλευσης από εκτρεφόμενες και άγριες ελαφίδες

1. Κατά την εισαγωγή στην Κοινότητα από τον Καναδά ή τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής νωπού κρέατος, κιμά, παρασκευασμάτων κρέατος και προϊόντων με βάση το κρέας που προέρχεται από εκτρεφόμενες ελαφίδες, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, τα υγειονομικά πιστοποιητικά συνοδεύονται από την ακόλουθη δήλωση που υπογράφεται από την αρμόδια αρχή της χώρας παραγωγής:

«Αυτό το προϊόν περιέχει ή προέρχεται αποκλειστικά από κρέας εκτρεφόμενων ελαφίδων, εξαιρουμένων των εντοσθίων και του νωτιαίου μυελού, που έχουν εξεταστεί για χρόνια εξασθενητική νόσο με ιστοπαθολογική, ανοσοϊστοχημική ή άλλη διαγνωστική μέθοδο αναγνωρισμένη από την αρμόδια αρχή με αρνητικά αποτελέσματα, και δεν προέρχεται από ζώα αγέλης που έχει προσβληθεί ή για την οποία υπάρχει επίσημη υπόνοια προσβολής από χρόνια εξασθενητική νόσο.».

2. Κατά την εισαγωγή από τον Καναδά ή τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής στην Κοινότητα νωπού κρέατος, κιμά, παρασκευασμάτων κρέατος και προϊόντων με βάση το κρέας που προέρχεται από άγριες ελαφίδες όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 853/2004, το υγειονομικό πιστοποιητικό συνοδεύεται από την ακόλουθη δήλωση που υπογράφεται από την αρμόδια αρχή της χώρας παραγωγής:

«Αυτό το προϊόν περιέχει ή προέρχεται αποκλειστικά από κρέας άγριων ελαφίδων, εξαιρουμένων των εντοσθίων και του νωτιαίου μυελού, που έχουν εξεταστεί για χρόνια εξασθενητική νόσο με ιστοπαθολογική, ανοσοϊστοχημική ή άλλη διαγνωστική μέθοδο αναγνωρισμένη από την αρμόδια αρχή με αρνητικά αποτελέσματα, και δεν προέρχεται από ζώα περιοχής που έχει προσβληθεί κατά τα τελευταία τρία έτη ή για την οποία υπάρχει επίσημη υπόνοια προσβολής από χρόνια εξασθενητική νόσο.».

▼M31 —————

▼M16

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η

Εισαγωγές σπέρματος και εμβρύων αιγοπροβάτων

Το σπέρμα και τα έμβρυα αιγοπροβάτων που εισάγονται στην Κοινότητα από την 1η Ιανουαρίου 2005 πληρούν τις απαιτήσεις του παραρτήματος VIII κεφάλαιο A μέρος I στοιχείο δ).

▼B




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ, ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

ΕΘΝΙΚΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ

1. Το οριζόμενο εθνικό εργαστήριο αναφοράς:

α) διαθέτει εγκαταστάσεις και ειδικευμένο προσωπικό που του επιτρέπουν να προσδιορίζει ανά πάσα στιγμή, και ιδίως κατά τις πρώτες εκδηλώσεις της νόσου, τον τύπο και το στέλεχος του παθογόνου παράγοντα των ΜΣΕ και επιβεβαιώνει τα αποτελέσματα των περιφερειακών διαγνωστικών εργαστηρίων. Εάν αδυνατεί να αναγνωρίσει το στέλεχος του παθογόνου παράγοντα, καθορίζει διαδικασία που να εξασφαλίζει ότι η αναγνώριση του στελέχους ανατίθεται στο κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς,

β) ελέγχει τις διαγνωστικές μεθόδους που χρησιμοποιούνται στα περιφερειακά διαγνωστικά εργαστήρια,

γ) είναι υπεύθυνο για το συντονισμό των κανόνων και των μεθόδων διάγνωσης στο κράτος μέλος. Για το σκοπό αυτό:

 μπορεί να προμηθεύει διαγνωστικά αντιδραστήρια στα εργαστήρια που εγκρίνονται από το κράτος μέλος,

 ελέγχει την ποιότητα όλων των διαγνωστικών αντιδραστηρίων που χρησιμοποιούνται στο κράτος μέλος,

 διενεργεί περιοδικούς συγκριτικούς ελέγχους,

 διατηρεί απομονώματα των παθογόνων παραγόντων ή αντίστοιχους ιστούς που τους περιέχουν, που προέρχονται από επιβεβαιωμένα κρούσματα στο κράτος μέλος,

 εξασφαλίζει την επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων των διαγνωστικών εργαστηρίων που ορίζονται από το κράτος μέλος,

δ) συνεργάζεται με το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς.

2. Ωστόσο, κατά παρέκκλιση από το σημείο 1, τα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν εθνικό εργαστήριο αναφοράς πρέπει να προσφεύγουν στις υπηρεσίες του κοινοτικού εργαστηρίου αναφοράς ή του εθνικού εργαστηρίου αναφοράς των άλλων κρατών μελών.

▼M23

3. Τα εθνικά εργαστήρια αναφοράς είναι:



Αυστρία:

Österreichische Agentur für Gesundheit und Ernährungssicherheit GmbH, Institut für veterinärmedizinische Untersuchungen MödlingRobert Koch Gasse 17A-2340 Mödling

Βέλγιο:

CERVA -CODA-VARCentre d'Étude et de Recherches Vétérinaires et AgrochimiquesCentrum voor Onderzoek in Diergeneeskunde en AgrochemieVeterinary and Agrochemical Research CentreGroeselenberg 99B-1180 Bruxelles

▼M29

Βουλγαρία

Национален диагностичен научноизследователски ветеринарномедицински институт «Проф. Д-р Георги Павлов»Национална референтна лаборатория «Tрансмисивни спонгиформни енцефалопатии»бул. «Пенчо Славейков» 15София 1606(National Diagnostic Veterinary Research Institute «Prof. Dr. Georgi Pavlov» National Reference Laboratory for Transmissible Spongiform Encephalopathies15, Pencho Slaveykov Blvd.1606 Sofia)

▼M23

Κύπρος:

State Veterinary LaboratoriesVeterinary ServicesCY-1417 AthalassaNicosia

Τσεχική Δημοκρατία:

Státní veterinární ústav JihlavaRantířovská 93586 05 Jihlava

Δανία:

Danmarks FødevareforskningBülowsvej 27DK-1790 København V

Εσθονία:

Veterinaar- ja ToidulaboratooriumKreutzwaldi 30Tartu 51006

Φινλανδία:

Eläinlääkintä- ja elintarvikelaitosHämeentie 57FIN-00550 Helsinki

Γαλλία:

Agence française de sécurité sanitaire des alimentsLaboratoire de pathologie bovine31, avenue Tony Garnier69 364 LYON CEDEX 07

Γερμανία:

Friedrich-Loeffler-Institut, Bundesforschungsinstitut für TiergesundheitAnstaltsteil Insel Riems Boddenblick 5AD-17498 Insel Riems

Ελλάδα:

Ministry of Agriculture — Veterinary Laboratory of Larisa7th km of Larisa — Trikala HighwayGR-411 10 Larisa

Ουγγαρία:

Országos Állategészségügyi Intézet (OÁI)Pf. 2.Tábornok u. 2.H-1581 Budapest

Ιρλανδία:

Central Veterinary Research LaboratoryYoung's CrossCelbridgeCo. Kildare

Ιταλία:

Istituto Zooprofilattico Sperimentale del Piemonte, Liguria e Valle d’Aosta — CEAVia Bologna, 148I-10154 Torino

Λεττονία:

State Veterinary Medicine Diagnostic CentreLejupes Str. 3Riga LV 1076

Λιθουανία:

Nacionalinė veterinarijos laboratorijaJ. Kairiūkščio g. 10LT-08409 Vilnius

Λουξεμβούργο:

CERVA -CODA-VARCentre d'Étude et de Recherches Vétérinaires et AgrochimiquesCentrum voor Onderzoek in Diergeneeskunde en AgrochemieVeterinary and Agrochemical Research CentreGroeselenberg 99B-1180 Bruxelles

Μάλτα:

National Veterinary Laboratory

Albert Town Marsa

Κάτω Χώρες:

Centraal Instituut voor Dierziektecontrole-LelystadHoutribweg 3g8221 RA LelystadPostbus 20048203 AA Lelystad

Πολωνία:

Państwowy Instytut Weterynaryjny (PIWet)24-100 Puławyal. Partyzantów 57

Πορτογαλία:

Laboratório Nacional de Investigação Veterinária Estrada de Benfica701 P-1500 Lisboa

▼M29

Ρουμανία

Institutul de Diagnostic și Sănătate AnimalăStrada Dr. Staicovici nr. 63, sector 5codul 050557, București

▼M23

Σλοβακία:

State Veterinary Institute ZvolenPod dráhami 918SK-960 86, Zvolen

Σλοβενία:

National Veterinary InstituteGerbičeva 601000 Ljubljana

Ισπανία:

Laboratorio Central de Veterinaria (Algete)Ctra. de Algete km. 828110 Algete (Madrid)

Σουηδία:

National Veterinary InstituteS-751 89 Uppsala

Ηνωμένο Βασίλειο:

Veterinary Laboratories AgencyWoodham LaneNew Haw Addlestone Surrey KT15 3NB

▼B

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΑΝΑΦΟΡΑΣ

1. Το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για τις ΜΣΕ είναι:

The Veterinary Laboratories Agency

Woodham Lane

New Haw

Addlestone

Surrey KT15 3NB

United Kingdom

2. Οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του κοινοτικού εργαστηρίου αναφοράς είναι τα εξής:

α) συντονίζει, σε συνεργασία με την Επιτροπή, τις μεθόδους που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη για τη διάγνωση των ΜΣΕ, ιδίως:

 διατηρώντας και προμηθεύοντας τους αντίστοιχους ιστούς που περιέχουν τον παθογόνο παράγοντα, για την εκπόνηση ή την παραγωγή των σχετικών διαγνωστικών δοκιμασιών, ή για την ταξινόμηση των στελεχών του παθογόνου παράγοντα,

 προμηθεύοντας στα εθνικά εργαστήρια αναφοράς ορούς αναφοράς και άλλα αντιδραστήρια αναφοράς, για την τυποποίηση των δοκιμασιών και των αντιδραστηρίων που χρησιμοποιούνται σε κάθε κράτος μέλος,

 δημιουργώντας και διατηρώντας συλλογή των αντίστοιχων ιστών που περιέχουν τους παθογόνους παράγοντες και τα στελέχη των ΜΣΕ,

 διοργανώνοντας περιοδικές συγκριτικές δοκιμές των διαγνωστικών μεθόδων, σε κοινοτικό επίπεδο,

 συλλέγοντας και ταξινομώντας δεδομένα και πληροφορίες που αφορούν τις χρησιμοποιούμενες διαγνωστικές μεθόδους και τα αποτελέσματα των δοκιμασιών που διενεργούνται στην Κοινότητα,

 χαρακτηρίζοντας απομονώματα του παθογόνου παράγοντα των ΜΣΕ βάσει των πλέον προηγμένων μεθόδων για πληρέστερη κατανόηση της επιδημιολογίας της νόσου,

 παρακολουθώντας τις διεθνείς εξελίξεις στην επιτήρηση, την επιδημιολογία και την πρόληψη των ΜΣΕ,

 λειτουργώντας ως παρακαταθήκη εμπειρογνωμοσύνης επί των νόσων που οφείλονται σε προϊόν για ταχεία διαφορική διάγνωση,

 αποκτώντας βαθιά γνώση της παρασκευής και της χρήσης των διαγνωστικών μεθόδων που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση και την εξάλειψη των ΜΣΕ,

β) συμμετέχει ενεργώς στον εντοπισμό των εστιών των ΜΣΕ που εκδηλώνονται στα κράτη μέλη, μελετώντας δείγματα ζώων προσβεβλημένων από ΜΣΕ που του αποστέλλονται προς επιβεβαίωση της διάγνωσης, χαρακτηρισμό και επιδημιολογικές μελέτες,

γ) διευκολύνει την εκπαίδευση ή την μετεκπαίδευση εμπειρογνωμόνων στο πεδίο της εργαστηριακής διάγνωσης με σκοπό την εναρμόνιση των διαγνωστικών μεθόδων σε ολόκληρη την Κοινότητα.

▼M18

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΔΟΚΙΜΕΣ

▼M32

1.   Δειγματοληψία

Τα δείγματα που προορίζονται για εξέταση όσον αφορά την ύπαρξη ΜΣΕ συλλέγονται σύμφωνα με τις μεθόδους και τα πρωτόκολλα που καθορίζονται στην τελευταία έκδοση του Εγχειριδίου προτύπων για τις δοκιμές διάγνωσης και τα εμβόλια χερσαίων ζώων του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Υγεία των Ζώων (ΟΙΕ) (εφεξής «εγχειρίδιο»). Εκτός από τις μεθόδους και τα πρωτόκολλα του ΟΙΕ ή ελλείψει αυτών και για να εξασφαλιστεί ότι διατίθεται επαρκές υλικό, η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει τη χρήση μεθόδων δειγματοληψίας και πρωτοκόλλων σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που εξέδωσε το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς. Ειδικότερα, η αρμόδια αρχή συλλέγει τους κατάλληλους ιστούς, σύμφωνα με τις διαθέσιμες επιστημονικές υποδείξεις και οδηγίες του κοινοτικού εργαστηρίου αναφοράς, έτσι ώστε να εξασφαλισθεί η ανίχνευση όλων των γνωστών στελεχών ΜΣΕ σε μικρά μηρυκαστικά και διατηρεί τουλάχιστον τους μισούς από τους συλλεγόμενους ιστούς νωπούς αλλά όχι κατεψυγμένους, έως να εμφανιστεί αρνητικό το αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής ή της δοκιμής επιβεβαίωσης. Στις περιπτώσεις που το αποτέλεσμα είναι θετικό ή ασαφές, οι εναπομείναντες ιστοί πρέπει να υποβληθούν σε επεξεργασία σύμφωνα με τις οδηγίες του κοινοτικού εργαστηρίου αναφοράς.

Τα δείγματα επισημαίνονται ορθώς, όσον αφορά την ταυτότητα των ζώων που χρησιμοποιήθηκαν στη δειγματοληψία..

▼M18

2.   Εργαστήρια

Κάθε εργαστηριακή εξέταση για ΜΣΕ πραγματοποιείται σε εργαστήρια που έχουν εγκριθεί για το σκοπό αυτό από την αρμόδια αρχή.

3.   Μέθοδοι και πρωτόκολλα

3.1.   Εργαστηριακές δοκιμές για την ύπαρξη ΣΕΒ σε βοοειδή

α)   Ύποπτα κρούσματα

Δείγματα βοοειδών που αποστέλλονται για εργαστηριακές δοκιμές σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 παράγραφος 2, υποβάλλονται σε ιστοπαθολογική εξέταση, όπως προβλέπεται στην τελευταία έκδοση του εγχειριδίου, εκτός εάν το υλικό έχει υποστεί αυτόλυση. Αν τα αποτελέσματα της ιστοπαθολογικής εξέτασης είναι ασαφή ή αρνητικά ή αν το υλικό έχει υποστεί αυτόλυση, οι ιστοί υποβάλλονται σε εξέταση με κάποια από τις άλλες διαγνωστικές μεθόδους που αναφέρονται στο ανωτέρω εγχειρίδιο (ανοσοκυτταροχημεία, ανοσοκαθήλωση ή ανίχνευση χαρακτηριστικών ινιδίων με ηλεκτρονική μικροσκοπία). Ωστόσο, οι ταχείες δοκιμές δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό αυτό.

Εάν το αποτέλεσμα μιας από τις ανωτέρω εξετάσεις είναι θετικό, τα ζώα θεωρούνται θετική περίπτωση ΣΕΒ.

β)   Επιτήρηση ΣΕΒ

Τα δείγματα βοοειδών που αποστέλλονται για εργαστηριακές δοκιμές σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος ΙΙΙ κεφάλαιο Α μέρος Ι (επιτήρηση βοοειδών) εξετάζονται με ταχεία δοκιμή.

Αν τα αποτελέσματα της ταχείας δοκιμής είναι ασαφή ή θετικά, το δείγμα υποβάλλεται σε εξετάσεις επιβεβαίωσης σε επίσημο εργαστήριο. Η εξέταση επιβεβαίωσης αρχίζει με ιστοπαθολογική εξέταση του εγκεφαλικού στελέχους, όπως ορίζεται στην τελευταία έκδοση του εγχειριδίου, εκτός αν το υλικό έχει υποστεί αυτόλυση ή δεν είναι κατάλληλο για ιστοπαθολογική εξέταση για άλλους λόγους. Αν τα αποτελέσματα της ιστοπαθολογικής εξέτασης είναι ασαφή ή αρνητικά ή αν το υλικό έχει υποστεί αυτόλυση, το δείγμα υποβάλλεται σε εξέταση με κάποια από τις άλλες διαγνωστικές μεθόδους που αναφέρονται στο στοιχείο α).

Ένα ζώο θεωρείται θετική περίπτωση ΣΕΒ, αν το αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής είναι θετικό ή ασαφές και:

 το αποτέλεσμα της επακόλουθης ιστοπαθολογικής εξέτασης είναι θετικό, ή

 το αποτέλεσμα μιας άλλης διαγνωστικής μεθόδου που αναφέρεται στο στοιχείο α) είναι θετικό.

3.2.   Εργαστηριακή δοκιμή για την ύπαρξη ΜΣΕ σε αιγοπρόβατα

α)   Ύποπτα κρούσματα

Τα δείγματα από αιγοπρόβατα που αποστέλλονται για εργαστηριακές δοκιμές σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 παράγραφος 2, υποβάλλονται σε ιστοπαθολογική εξέταση όπως ορίζεται στην τελευταία έκδοση του εγχειριδίου, εκτός αν το υλικό έχει υποστεί αυτόλυση. Αν το αποτέλεσμα της ιστοπαθολογικής εξέτασης είναι ασαφές ή αρνητικό ή αν το υλικό έχει υποστεί αυτόλυση, το δείγμα υποβάλλεται σε εξέταση με ανοσοκυτταροχημεία ή ανοσοκαθήλωση ή ανίχνευση χαρακτηριστικών ινιδίων με ηλεκτρονική μικροσκοπία, όπως ορίζεται στο εγχειρίδιο. Ωστόσο, οι ταχείες δοκιμές δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό αυτό.

Αν το αποτέλεσμα μιας από τις ανωτέρω εξετάσεις είναι θετικό, το ζώο θεωρείται θετικό κρούσμα τρομώδους νόσου.

▼M32

β)   Επιτήρηση ΣΕΒ

Τα δείγματα αιγοπροβάτων που αποστέλλονται για εργαστηριακές δοκιμές σύμφωνα με τις διατάξεις του παραρτήματος ΙΙΙ, κεφάλαιο Α, μέρος ΙΙ (επιτήρηση αιγοπροβάτων) εξετάζονται με ταχεία δοκιμή με χρήση των κατάλληλων μεθόδων και πρωτοκόλλων, σύμφωνα με τις διαθέσιμες επιστημονικές υποδείξεις και οδηγίες του κοινοτικού εργαστηρίου αναφοράς, έτσι ώστε να ανιχνευθούν όλα τα γνωστά στελέχη ΜΣΕ.

Αν το αποτέλεσμα της ταχείας δοκιμής είναι ασαφές ή θετικό, οι ιστοί-δείγματα αποστέλλονται αμέσως σε επίσημο εργαστήριο για εξετάσεις επιβεβαίωσης με ανοσοκυτταροχημεία, ανοσοκαθήλωση ή ανίχνευση χαρακτηριστικών ινιδίων με ηλεκτρονική μικροσκοπία, όπως αναφέρεται στο στοιχείο α). Αν το αποτέλεσμα της εξέτασης επιβεβαίωσης είναι αρνητικό ή ασαφές, διεξάγονται συμπληρωματικές δοκιμές επιβεβαίωσης σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του κοινοτικού εργαστηρίου αναφοράς.

Αν το αποτέλεσμα μιας από τις ανωτέρω εξετάσεις είναι θετικό, το ζώο θεωρείται θετική περίπτωση ΜΣΕ..

▼M18

γ)   Περαιτέρω εξέταση θετικών περιπτώσεων τρομώδους νόσου

i) Κύρια μοριακή δοκιμή με ανοσοκαθήλωση ειδικής διαγνωστικής ικανότητας

Τα δείγματα από κλινικά ύποπτα κρούσματα και από ζώα που έχουν υποβληθεί σε δοκιμές σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ κεφάλαιο Α μέρος ΙΙ σημεία 2 και 3 και θεωρούνται θετικά κρούσματα τρομώδους νόσου ύστερα από εξετάσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) ή β), ή που εμφανίζουν χαρακτηριστικά τα οποία σύμφωνα με την εργαστηριακή δοκιμή αξίζει να ερευνηθούν, υποβάλλονται για περαιτέρω εξέταση με την κύρια μέθοδο προσδιορισμού της μοριακής δομής στα ακόλουθα εργαστήρια:

 Agence Française de Sécurité Sanitaire des Aliments, Laboratoire de pathologie bovine, 31, avenue Tony Garnier, BP 7033F-69342, Lyon cedex, Γαλλία, ή

 –Veterinary Laboratories Agency, Woodham Lane, New Haw, Addlestone, Surrey KT15 3NB, Ηνωμένο Βασίλειο, ή

 σε εργαστήριο που έχει ορίσει η αρμόδια αρχή, το οποίο έχει συμμετάσχει επιτυχώς στη δοκιμή επάρκειας που έχει οργανώσει το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για τη χρήση μεθόδου προσδιορισμού της μοριακής δομής, ή

 προσωρινά έως την 1η Μαΐου 2005, τα εργαστήρια που έχουν εγκριθεί για το σκοπό αυτό από την επιτροπή εμπειρογνωμόνων του ΚΕΑ.

ii) Δοκιμή δακτυλίου με συμπληρωματικές μεθόδους μοριακών δοκιμών

Τα δείγματα από κρούσματα τρομώδους νόσου στα οποία δεν μπορεί να αποκλειστεί η παρουσία ΣΕΒ σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που εξέδωσε το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς με κύρια μοριακή δοκιμή όπως προβλέπεται στο στοιχείο ι), προωθούνται αμέσως στα εργαστήρια που αναφέρονται στο στοιχείο δ), κατόπιν διαβούλευσης με το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς και με όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες. Θα υποβληθούν σε δοκιμή δακτυλίου με τουλάχιστον:

 μια δεύτερη δοκιμή ανοσοκαθήλωσης ειδικής διαγνωστικής ικανότητας,

 μια δοκιμή ανοσοκυτταροχημείας ειδικής διαγνωστικής ικανότητας, και

 μια δοκιμή Elisa (δοκιμή ενζυματικής ανοσοαπορρόφησης) ειδικής διαγνωστικής ικανότητας

οι οποίες διεξάγονται σε εργαστήρια που έχουν εγκριθεί για τη σχετική μέθοδο όπως αναφέρεται στο στοιχείο δ). Αν τα δείγματα είναι ακατάλληλα για ανοσοκυτταροχημεία, το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς δίνει κατευθύνσεις για κατάλληλες εναλλακτικές δοκιμές στο πλαίσιο της δοκιμής δακτυλίου.

Τα αποτελέσματα ερμηνεύονται από το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς με τη συνδρομή επιτροπής εμπειρογνωμόνων όταν θα συμμετέχει εκπρόσωπος του αντίστοιχου εθνικού εργαστηρίου αναφοράς. Η Επιτροπή ενημερώνεται αμέσως για το αποτέλεσμα αυτής της ερμηνείας. Τα δείγματα για τα οποία υπάρχουν ενδείξεις για ΣΕΒ με τρεις διαφορετικές μεθόδους και τα δείγματα που είναι ασαφή στη δοκιμή δακτυλίου αναλύονται περαιτέρω με βιοδοκιμή σε ποντίκια για τελική επιβεβαίωση.

▼M32

Επιπλέον δοκιμές σε δείγματα που αποδείχθηκαν θετικά για ΜΣΕ, τα οποία έχουν ληφθεί από μολυσμένα κοπάδια της ίδιας εκμετάλλευσης, διενεργούνται τουλάχιστον για τα δύο πρώτα θετικά κρούσματα ΜΣΕ που ανιχνεύονται κάθε έτος μετά το κρούσμα-δείκτη.

▼M18

δ)   Τα εργαστήρια που έχουν εγκριθεί για τη διεξαγωγή περαιτέρω εξέτασης με μεθόδους προσδιορισμού μοριακής δομής

Τα εργαστήρια που έχουν εγκριθεί για περαιτέρω προσδιορισμό της μοριακής δομής είναι τα ακόλουθα:

Agence Française de Sécurité Sanitaire des Aliments

Laboratoire de pathologie bovine

31, avenue Tony Garnier

BP 7033

F-69342 Lyon Cedex

Centre CEA Fontenay-aux-Roses, BP 6

F-92265 Fontenay-aux-Roses Cedex

Service de Pharmacologie et d’Immunologie

Centre CEA Saclay, bâtiment 136

F-91191 Gif-sur-Yvette Cedex

Veterinary Laboratories Agency

Woodham Lane

New Haw

Addlestone

Surrey KT15 3NB

United Kingdom

3.3.   Εργαστηριακές δοκιμές για την παρουσία άλλων ΜΣΕ πλην αυτών που αναφέρονται στα σημεία 3.1 και 3.2

Οι μέθοδοι και τα πρωτόκολλα που έχουν θεσπιστεί για δοκιμές οι οποίες πραγματοποιούνται για την επιβεβαίωση της υπόνοιας παρουσίας μιας ΜΣΕ σε άλλα είδη ζώων εκτός από βοοειδή και αιγοπρόβατα, περιλαμβάνουν τουλάχιστον μια ιστοπαθολογική εξέταση εγκεφαλικού ιστού. Η αρμόδια αρχή δύναται επίσης να απαιτήσει εργαστηριακές δοκιμές, όπως η ανοσοκυτταροχημεία, η ανοσοκαθήλωση, η ανίχνευση χαρακτηριστικών ινιδίων με ηλεκτρονική μικροσκοπία ή άλλες μέθοδοι που αποβλέπουν στην ανίχνευση της σχετιζόμενης με τη νόσο μορφής της πρωτεΐνης πριόν. Σε κάθε περίπτωση πραγματοποιείται τουλάχιστον μια άλλη εργαστηριακή εξέταση, αν η αρχική ιστοπαθολογική εξέταση είναι αρνητική ή ασαφής. Στην περίπτωση της πρώτης εκδήλωσης της νόσου πραγματοποιούνται τουλάχιστον τρεις διαφορετικές εξετάσεις.

Ειδικότερα, όταν υπάρχουν υπόνοιες για ΣΕΒ σε άλλο είδος πλην των βοοειδών, υποβάλλονται δείγματα για τον προσδιορισμό στελέχους, εφόσον είναι δυνατόν.

▼M36

4.   Ταχείες δοκιμές

Για την εκτέλεση των ταχειών δοκιμών σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 και το άρθρο 6 παράγραφος 1, χρησιμοποιούνται ως ταχείες δοκιμές για την επιτήρηση της ΣΕΒ στα βοοειδή οι ακόλουθες μέθοδοι:

 δοκιμή ανοσοκαθήλωσης, με βάση τη διαδικασία Western blotting για την ανίχνευση του ανθεκτικού στην πρωτεϊνάση K τμήματος PrPRes (Prionics Check Western test),

 δοκιμή ELISA χημειοφωταύγειας που περιλαμβάνει διαδικασία εκχύλισης και τεχνική ELISA με χρήση αντιδραστηρίου ενισχυμένης χημειοφωταύγειας (Enfer test & Enfer TSE Kit version 2.0, αυτοματοποιημένη παρασκευή δείγματος),

 ανοσολογική δοκιμή με μικροπλάκες για την ανίχνευση του PrPSc (Enfer TSE Version 3),

 ανοσολογική δοκιμή τύπου σάντουιτς για το τμήμα PrPRes, η οποία εκτελείται ύστερα από μετουσίωση και συμπύκνωση (Bio-Rad Te-SeE test),

 ανοσολογική δοκιμή (ELISA) με μικροπλάκες, η οποία ανιχνεύει το ανθεκτικό στην πρωτεϊνάση Κ PrPRes με μονοκλωνικά αντισώματα (Prionics-Check LIA test),

 ανοσολογική δοκιμή εξαρτώμενη από τη διαμόρφωση, BSE antigen test kit (Beckman Coulter InPro CDI kit),

 δοκιμή ELISA χημειοφωταύγειας για τον ποιοτικό προσδιορισμό του PrPSc (CediTect BSE test),

 ανοσολογική δοκιμή με τη χρήση χημικού πολυμερούς για την επιλεκτική δέσμευση του PrPSc και ενός μονοκλωνικού αντισώματος ανίχνευσης που κατευθύνεται έναντι διατηρημένων περιοχών του μορίου του PrP (IDEXX HerdChek BSE Antigen Test Kit, EIA),

 ανοσολογική δοκιμή πλευρικής ροής με τη χρήση δύο διαφορετικών μονοκλωνικών αντισωμάτων για την ανίχνευση τμημάτων PrP ανθεκτικών στην πρωτεϊνάση Κ (Prionics Check PrioSTRIP),

 αμφίπλευρη ανοσολογική δοκιμή με τη χρήση δύο διαφορετικών μονοκλωνικών αντισωμάτων που κατευθύνονται έναντι δύο επιτόπων που υπάρχουν σε PrPSc βοοειδών που βρίσκεται σε ιδιαίτερα ξεδιπλωμένη διάταξη (Roboscreen Beta Prion BSE EIA Test Kit),

 ELISA τύπου σάντουιτς για την ανίχνευση της ανθεκτικής στην πρωτεϊνάση Κ PrPSc (Roche Applied Science PrionScreen),

 δέσμευση αντιγόνων ELISA με τη χρήση δύο διαφορετικών μονοκλωνικών αντισωμάτων για την ανίχνευση τμημάτων PrP ανθεκτικών στην πρωτεϊνάση Κ (Fujirebio FRELISA BSE post mortem rapid BSE Test).

Για την εκτέλεση των ταχειών δοκιμών σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 και το άρθρο 6 παράγραφος 1, χρησιμοποιούνται ως ταχείες δοκιμές για τον έλεγχο των ΜΣΕ στα αιγοπρόβατα οι ακόλουθες μέθοδοι:

 ανοσολογική δοκιμή εξαρτώμενη από τη διαμόρφωση, BSE antigen test kit (Beckman Coulter InPro CDI kit),

 ανοσολογική δοκιμή τύπου σάντουιτς για το τμήμα PrPRes, η οποία εκτελείται ύστερα από μετουσίωση και συμπύκνωση (Bio-Rad Te-SeE test),

 ανοσολογική δοκιμή τύπου σάντουιτς για το τμήμα PrPRes, η οποία εκτελείται ύστερα από μετουσίωση και συμπύκνωση (Bio-Rad Te-SeE Sheep/Goat test),

 δοκιμή ELISA χημειοφωταύγειας που περιλαμβάνει διαδικασία εκχύλισης και τεχνική ELISA με χρήση αντιδραστηρίου ενισχυμένης χημειοφωταύγειας (Enfer TSE Kit version 2.0),

 ανοσολογική δοκιμή με μικροπλάκες για την ανίχνευση του PrPSc (Enfer TSE Version 3),

 ανοσολογική δοκιμή με τη χρήση χημικού πολυμερούς για την επιλεκτική δέσμευση του PrPSc και ενός μονοκλωνικού αντισώματος ανίχνευσης που κατευθύνεται έναντι διατηρημένων περιοχών του μορίου του PrP (IDEXX HerdChek BSE-Scrapie Antigen Test Kit, EIA),

 ανοσολογική δοκιμή χημειοφωταύγειας με μικροπλάκες για την ανίχνευση του PrPSc σε ιστούς προβατοειδών (POURQUIER — LIA Scrapie),

 δοκιμή ανοσοκαθήλωσης, με βάση τη διαδικασία Western blotting για την ανίχνευση του ανθεκτικού στην πρωτεϊνάση K τμήματος PrPRes (Prionics-Check Western Small Ruminant test),

 ανοσολογική δοκιμή χημειοφωταύγειας με μικροπλάκες για την ανίχνευση της ανθεκτικής στην πρωτεϊνάση Κ PrPSc (Prionics Check LIA Small Ruminants).

Για όλες τις δοκιμές τα δείγματα ιστών στα οποία θα πραγματοποιηθούν οι δοκιμές πρέπει να συμμορφώνονται με τις οδηγίες χρήσης του παραγωγού.

Οι παραγωγοί ταχειών δοκιμών πρέπει να εφαρμόζουν σύστημα διασφάλισης ποιότητας, εγκεκριμένο από το Κοινοτικό Εργαστήριο Αναφοράς (ΚΕΑ) και το οποίο εξασφαλίζει ότι η απόδοση της δοκιμής δεν μεταβάλλεται. Οι παραγωγοί πρέπει να υποβάλουν τα πρωτόκολλα δοκιμής στο ΚΕΑ.

Τροποποιήσεις των ταχειών δοκιμών και των πρωτοκόλλων δοκιμής μπορούν να γίνουν μόνο αφού αυτές κοινοποιηθούν προηγουμένως στο ΚΕΑ και υπό τον όρο ότι το ΚΕΑ κρίνει ότι η τροποποίηση αυτή δεν αλλοιώνει την ευαισθησία, την εξειδίκευση ή την αξιοπιστία της δοκιμής. Το σχετικό πόρισμα κοινοποιείται στην Επιτροπή και στα εθνικά εργαστήρια αναφοράς.

▼M18

5.   Εναλλακτικές δοκιμές

(Θα καθοριστούν αργότερα).

▼M31 —————



( 1 ) ΕΕ C 45 της 19.2.1999, σ. 2 και

ΕΕ C 120 Ε της 24.4.2001, σ. 89.

( 2 ) ΕΕ C 258 της 10.9.1999, σ. 19.

( 3 ) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Μαΐου 2000 (ΕΕ C 59 της 23.2.2001, σ. 93), κοινή θέση του Συμβουλίου της 12ης Φεβρουαρίου 2001 (ΕΕ C 88 της 19.3.2001, σ. 1) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 3ης Μαΐου 2001.

( 4 ) ΕΕ L 273, 10.10.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 208/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 36, 8.2.2006, σ. 25).

( 5 ) ΕΕ C 174 E, 14.7.2005, σ. 178.

( 6 ) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

( 7 ) Οδηγία 89/662/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 1989, σχετικά με τους κτηνιατρικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (ΕΕ L 395 της 30.12.1989, σ. 13)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 62 της 15.3.1993, σ. 49).

( 8 ) Οδηγία 90/425/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, σχετικά με τους κτηνιατρικούς και ζωοτεχνικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο ορισμένων ζώντων ζώων και προϊόντων με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 29)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου.

( 9 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1760/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2000, για τη θέσπιση συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών και την επισήμανση του βοείου κρέατος και των προϊόντων με βάση το βόειο κρέας, καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 820/97 του Συμβουλίου (ΕΕ L 204 της 11.8.2000, σ. 1).

( 10 ) Οδηγία 64/432/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1964, περί προβλημάτων υγειονομικού ελέγχου στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών βοοειδών και χοιροειδών (ΕΕ 121 της 29.7.1964, σ. 1977/64)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2000/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 163 της 4.7.2000, σ. 35).

( 11 ) Οδηγία 91/68/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 1991, σχετικά με το καθεστώς υγειονομικού ελέγχου που διέπει το ενδοκοινοτικό εμπόριο αιγοπροβάτων (ΕΕ L 46 της 19.2.1991, σ. 19)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 94/953/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 371 της 31.12.1994, σ. 14).

( 12 ) Οδηγία 91/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, για τον καθορισμό των βασικών αρχών σχετικά με την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων των ζώων προέλευσης τρίτων χωρών που εισάγονται στην Κοινότητα και περί τροποποίησης των οδηγιών 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ και 90/675/ΕΟΚ (EE L 268 της 24.9.1991, σ. 56)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/43/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 162 της 1.7.1996, σ. 1).

( 13 ) Οδηγία 97/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1997, για καθορισμό των αρχών οργάνωσης των κτηνιατρικών ελέγχων των προϊόντων που εισάγονται στην Κοινότητα από τρίτες χώρες (ΕΕ L 24 της 30.1.1998, σ. 9).

( 14 ) Οδηγία 82/894/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1982, για την κοινοποίηση των ασθενειών των ζώων μέσα στην Κοινότητα (ΕΕ L 378 της 31.12.82, σ. 58)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 2000/556/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 235 της 19.9.2000, σ. 27).

( 15 ) ΕΕ L 273 της 10.10.2002, σ. 1.

( 16 ) ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1.

( 17 ) ΕΕ L 86 της 6.4.1979, σ. 30.

( 18 ) http://www.defra.gov.uk/corporate/vla/science/science-tse-rl-confirm.htm

( 19 ) Ο ονομαστικός επιπολασμός χρησιμοποιείται για να καθοριστεί το μέγεθος μιας έρευνας με βάση τιμές-στόχους. Αν ο πραγματικός επιπολασμός είναι μεγαλύτερος από τον ονομαστικό επιπολασμό του, η έρευνα είναι πολύ πιθανό να ανιχνεύσει τη νόσο.

( 20 ) ΕΕ 121 της 29.7.1964, σ. 2012/64.

( 21 ) ΕΕ L 99 της 20.4.1996, σ. 14.

( 22 ) ΕΕ L 273 της 10.10.2002, σ. 1.

( 23 ) ΕΕ L 21 της 28.1.2004, σ. 11..

( 24 ) ΕΕ L 349 της 24.12.2002, σ. 105.

( 25 ) ΕΕ L 349 της 24.12.2002, σ. 105.

( 26 ) ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 55, διορθωμένη έκδοση στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 22.