?

29.6.2013    | EN | Official Journal of the European Union | L 180/6029.6.2013    | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | L 180/60
DIRECTIVE 2013/32/EU OF THE EUROPEAN PARLIAMENT AND OF THE COUNCILΟΔΗΓΊΑ 2013/32/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
of 26 June 2013της 26ης Ιουνίου 2013
on common procedures for granting and withdrawing international protection (recast)σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (αναδιατύπωση)
THE EUROPEAN PARLIAMENT AND THE COUNCIL OF THE EUROPEAN UNION,ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Having regard to the Treaty on the Functioning of the European Union, and in particular Article 78(2)(d) thereof,Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 78 παράγραφος 2 στοιχείο δ),
Having regard to the proposal from the European Commission,Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
Having regard to the opinion of the European Economic and Social Committee (1),Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),
After consulting the Committee of the Regions,Αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,
Acting in accordance with the ordinary legislative procedure (2),Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),
Whereas:Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) | A number of substantive changes are to be made to Council Directive 2005/85/EC of 1 December 2005 on minimum standards on procedures for granting and withdrawing refugee status (3). In the interest of clarity, that Directive should be recast.(1) | Είναι σκόπιμο να επέλθουν ορισμένες ουσιώδεις αλλαγές στην οδηγία 2005/85/ΕΚ, της 1ης Δεκεμβρίου 2005, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα (3). Για λόγους σαφήνειας, είναι σκόπιμη η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.
(2) | A common policy on asylum, including a Common European Asylum System, is a constituent part of the European Union’s objective of establishing progressively an area of freedom, security and justice open to those who, forced by circumstances, legitimately seek protection in the Union. Such a policy should be governed by the principle of solidarity and fair sharing of responsibility, including its financial implications, between the Member States.(2) | Η κοινή πολιτική ασύλου, που περιλαμβάνει το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα για το άσυλο, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προοδευτική εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, ανοικτού σε εκείνους οι οποίοι, αναγκασμένοι από τις περιστάσεις, αναζητούν νομίμως προστασία στην Ένωση. Η πολιτική αυτή θα πρέπει να διέπεται από την αρχή της αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών, μεταξύ άλλων και στο οικονομικό επίπεδο.
(3) | The European Council, at its special meeting in Tampere on 15 and 16 October 1999, agreed to work towards establishing a Common European Asylum System, based on the full and inclusive application of the Geneva Convention Relating to the Status of Refugees of 28 July 1951, as amended by the New York Protocol of 31 January 1967 (‘the Geneva Convention’), thus affirming the principle of non-refoulement and ensuring that nobody is sent back to persecution.(3) | Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κατά την έκτακτη σύνοδο στο Τάμπερε στις 15 και 16 Οκτωβρίου 1999, συμφώνησε να καταβληθεί προσπάθεια για τη θέσπιση κοινού ευρωπαϊκού συστήματος για το άσυλο, με βάση την πλήρη και συνολική εφαρμογή της σύμβασης της Γενεύης σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων της 28ης Ιουλίου 1951, όπως τροποποιήθηκε με το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967 («σύμβαση της Γενεύης»), επιβεβαιώνοντας έτσι την αρχή της μη επαναπροώθησης και διασφαλίζοντας ότι κανείς δεν αποστέλλεται πίσω σε μέρος όπου θα υφίστατο διώξεις.
(4) | The Tampere Conclusions provide that a Common European Asylum System should include, in the short term, common standards for fair and efficient asylum procedures in the Member States and, in the longer term, Union rules leading to a common asylum procedure in the Union.(4) | Στα συμπεράσματα του Τάμπερε αναφέρεται ότι το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα για το άσυλο θα πρέπει βραχυπρόθεσμα να περιλαμβάνει κοινές απαιτήσεις για δίκαιες και αποτελεσματικές διαδικασίες ασύλου στα κράτη μέλη και, πιο μακροπρόθεσμα, ενωσιακούς κανόνες που θα καταλήξουν σε κοινή διαδικασία ασύλου στην Ένωση.
(5) | The first phase of a Common European Asylum System was achieved through the adoption of relevant legal instruments provided for in the Treaties, including Directive 2005/85/EC, which was a first measure on asylum procedures.(5) | Η πρώτη φάση του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου επιτεύχθηκε μέσω της έκδοσης των συναφών νομικών πράξεων που προβλέπονται στις Συνθήκες, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας 2005/85/ΕΚ, η οποία συνιστούσε ένα πρώτο μέτρο στις διαδικασίες ασύλου.
(6) | The European Council, at its meeting of 4 November 2004, adopted The Hague Programme, which set the objectives to be implemented in the area of freedom, security and justice in the period 2005-10. In this respect, The Hague Programme invited the European Commission to conclude the evaluation of the first-phase legal instruments and to submit the second-phase instruments and measures to the European Parliament and to the Council. In accordance with The Hague Programme, the objective to be pursued for the creation of the Common European Asylum System is the establishment of a common asylum procedure and a uniform status valid throughout the Union.(6) | Στις 4 Νοεμβρίου 2004, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενέκρινε το πρόγραμμα της Χάγης, το οποίο καθορίζει τους στόχους που πρέπει να υλοποιηθούν στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης κατά την περίοδο 2005-2010. Στο πλαίσιο αυτό, το πρόγραμμα της Χάγης κάλεσε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ολοκληρώσει την αξιολόγηση των νομικών πράξεων της πρώτης φάσης και να υποβάλει τις νομικές πράξεις και τα μέτρα της δεύτερης φάσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Κατ’ εφαρμογή του προγράμματος της Χάγης, ο στόχος που πρέπει να επιδιωχθεί σε σχέση με την εγκαθίδρυση κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου είναι η θέσπιση κοινής διαδικασίας ασύλου και ομοιόμορφου καθεστώτος το οποίο να ισχύει σε ολόκληρη την Ένωση.
(7) | In the European Pact on Immigration and Asylum, adopted on 16 October 2008, the European Council noted that considerable disparities remained between one Member State and another concerning the grant of protection and called for new initiatives, including a proposal for establishing a single asylum procedure comprising common guarantees, to complete the establishment of a Common European Asylum System, provided for in The Hague Programme.(7) | Στο Ευρωπαϊκό σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο, το οποίο εγκρίθηκε στις 16 Οκτωβρίου 2008, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επεσήμαινε ότι εξακολουθούσαν να υφίστανται σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά την παροχή προστασίας και ζητούσε την ανάληψη νέων πρωτοβουλιών, ιδίως πρότασης για τη θέσπιση ενιαίας διαδικασίας ασύλου που να συμπεριλαμβάνει κοινές εγγυήσεις, ενόψει της ολοκλήρωσης της εγκαθίδρυσης κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, όπως προβλέπεται στο πρόγραμμα της Χάγης.
(8) | The European Council, at its meeting of 10-11 December 2009, adopted the Stockholm Programme which reiterated the commitment to the objective of establishing by 2012 a common area of protection and solidarity based on a common asylum procedure and a uniform status for those granted international protection based on high protection standards and fair and effective procedures. The Stockholm Programme affirmed that people in need of international protection must be ensured access to legally safe and efficient asylum procedures. In accordance with the Stockholm Programme, individuals should be offered the same level of treatment as regards procedural arrangements and status determination, regardless of the Member State in which their application for international protection is lodged. The objective is that similar cases should be treated alike and result in the same outcome.(8) | Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στη συνεδρίασή του στις 10 και 11 Δεκεμβρίου 2009, ενέκρινε το πρόγραμμα της Στοκχόλμης, το οποίο επανέλαβε τη δέσμευση προς τον στόχο της εγκαθίδρυσης μέχρι το 2012 ενός κοινού χώρου προστασίας και αλληλεγγύης, που βασίζεται σε κοινή διαδικασία ασύλου και ομοιόμορφου καθεστώτος για τα πρόσωπα στα οποία χορηγείται διεθνής προστασία με βάση υψηλές προδιαγραφές ασφαλείας, και δίκαιες και αποτελεσματικές διαδικασίες. Στο πρόγραμμα της Στοκχόλμης τονίστηκε ότι τα πρόσωπα που χρήζουν διεθνούς προστασίας πρέπει να έχουν εγγυημένη πρόσβαση σε νομικά ασφαλείς και αποτελεσματικές διαδικασίες. Σύμφωνα με το πρόγραμμα της Στοκχόλμης, θα πρέπει να προσφέρεται στα πρόσωπα ισότιμο επίπεδο μεταχείρισης όσον αφορά όσον αφορά τις διαδικαστικές ρυθμίσεις και τον προσδιορισμό του παρεχόμενου καθεστώτος, ανεξάρτητα από το κράτος μέλος στο οποίο καταθέτουν αίτηση διεθνούς προστασίας. Στόχος είναι οι παρεμφερείς υποθέσεις να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο και να καταλήγουν στο ίδιο αποτέλεσμα.
(9) | The resources of the European Refugee Fund and of the European Asylum Support Office (EASO) should be mobilised to provide adequate support to Member States’ efforts in implementing the standards set in the second phase of the Common European Asylum System, in particular to those Member States which are faced with specific and disproportionate pressures on their asylum systems, due in particular to their geographical or demographic situation.(9) | Οι πόροι του Ευρωπαϊκού Ταμείου για τους Πρόσφυγες και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (ΕΥΥΑ) είναι σκόπιμο να αξιοποιούνται με σκοπό την επαρκή υποστήριξη των προσπαθειών των κρατών μελών για την εφαρμογή των απαιτήσεων που θεσπίζονται κατά τη δεύτερη φάση του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου, ιδίως δε των κρατών μελών εκείνων που αντιμετωπίζουν ιδιάζουσες και δυσανάλογα μεγάλες πιέσεις για τα συστήματα ασύλου τους, εξαιτίας ειδικότερα της γεωγραφικής ή δημογραφικής τους κατάστασης.
(10) | When implementing this Directive, Member States should take into account relevant guidelines developed by EASO.(10) | Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές της ΕΥΥΑ.
(11) | In order to ensure a comprehensive and efficient assessment of the international protection needs of applicants within the meaning of Directive 2011/95/EU of the European Parliament and of the Council of 13 December 2011 on standards for the qualification of third-country nationals or stateless persons as beneficiaries of international protection, for a uniform status for refugees or for persons eligible for subsidiary protection, and for the content of the protection granted (4), the Union framework on procedures for granting and withdrawing international protection should be based on the concept of a single procedure.(11) | Με σκοπό να διασφαλισθεί η σφαιρική και αποτελεσματική εκτίμηση των αναγκών διεθνούς προστασίας των αιτούντων κατά την έννοια της οδηγίας 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (4), το πλαίσιο της Ένωσης σχετικά με τις διαδικασίες χορήγησης και ανάκλησης διεθνούς προστασίας ενδείκνυται να στηρίζεται στην έννοια ενιαίας διαδικασίας.
(12) | The main objective of this Directive is to further develop the standards for procedures in Member States for granting and withdrawing international protection with a view to establishing a common asylum procedure in the Union.(12) | Κύριος στόχος της παρούσας οδηγίας είναι η περαιτέρω ανάπτυξη απαιτήσεων για τις διαδικασίες χορήγησης και ανάκλησης της διεθνούς προστασίας στα κράτη μέλη ενόψει της δημιουργίας κοινής διαδικασίας ασύλου στην Ένωση.
(13) | The approximation of rules on the procedures for granting and withdrawing international protection should help to limit the secondary movements of applicants for international protection between Member States, where such movements would be caused by differences in legal frameworks, and to create equivalent conditions for the application of Directive 2011/95/EU in Member States.(13) | Η προσέγγιση των κανόνων σχετικά με τις διαδικασίες χορήγησης και ανάκλησης της διεθνούς προστασίας αναμένεται να συμβάλει στον περιορισμό των δευτερογενών μετακινήσεων των αιτούντων διεθνή προστασία μεταξύ των κρατών μελών, όταν αυτές οφείλονται στις διαφορές των νομικών πλαισίων, και να οδηγήσει στη δημιουργία ισοδύναμων συνθηκών για την εφαρμογή της οδηγίας 2011/95/ΕΕ στα κράτη μέλη.
(14) | Member States should have the power to introduce or maintain more favourable provisions for third-country nationals or stateless persons who ask for international protection from a Member State, where such a request is understood to be on the grounds that the person concerned is in need of international protection within the meaning of Directive 2011/95/EU.(14) | Θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ περισσότερο ευνοϊκές διατάξεις για τους υπηκόους τρίτων χωρών ή τους ανιθαγενείς που ζητούν διεθνή προστασία από κράτος μέλος, όταν το αίτημα θεωρείται ότι βασίζεται στο γεγονός ότι ο ενδιαφερόμενος χρήζει διεθνούς προστασίας κατά την έννοια της οδηγίας 2011/95/ΕΕ.
(15) | With respect to the treatment of persons falling within the scope of this Directive, Member States are bound by obligations under instruments of international law to which they are party.(15) | Όσον αφορά τη μεταχείριση των προσώπων που εμπίπτουν στην παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη δεσμεύονται από υποχρεώσεις που υπέχουν από πράξεις διεθνούς δικαίου στις οποίες είναι μέρη.
(16) | It is essential that decisions on all applications for international protection be taken on the basis of the facts and, in the first instance, by authorities whose personnel has the appropriate knowledge or has received the necessary training in the field of international protection.(16) | Είναι βασικό να λαμβάνονται οι αποφάσεις για όλες τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας με βάση τα γεγονότα και πρωτίστως από αρχές το προσωπικό των οποίων έχει την απαραίτητη γνώση ή κατάρτιση στον τομέα της διεθνούς προστασίας.
(17) | In order to ensure that applications for international protection are examined and decisions thereon are taken objectively and impartially, it is necessary that professionals acting in the framework of the procedures provided for in this Directive perform their activities with due respect for the applicable deontological principles.(17) | Προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι αιτήσεις για διεθνή προστασία εξετάζονται και οι αποφάσεις επ’ αυτών λαμβάνονται αντικειμενικά και αμερόληπτα, είναι αναγκαίο οι επαγγελματίες που ενεργούν στο πλαίσιο των διαδικασιών της παρούσας οδηγίας να εκτελούν τις δραστηριότητές τους τηρώντας απαρέγκλιτα τις ισχύουσες δεοντολογικές αρχές.
(18) | It is in the interests of both Member States and applicants for international protection that a decision is made as soon as possible on applications for international protection, without prejudice to an adequate and complete examination being carried out.(18) | Είναι προς το συμφέρον τόσο των κρατών μελών όσο και των αιτούντων διεθνή προστασία να λαμβάνεται απόφαση επί των αιτήσεων το συντομότερο δυνατό, με την επιφύλαξη της διεξαγωγής κατάλληλης και πλήρους εξέτασης.
(19) | In order to shorten the overall duration of the procedure in certain cases, Member States should have the flexibility, in accordance with their national needs, to prioritise the examination of any application by examining it before other, previously made applications, without derogating from normally applicable procedural time limits, principles and guarantees.(19) | Προκειμένου να μειώνεται η συνολική διάρκεια της διαδικασίας σε ορισμένες περιπτώσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν την ευελιξία, σύμφωνα με τις εθνικές ανάγκες τους, να εξετάζουν κατά προτεραιότητα μια αίτηση πριν από άλλες, προηγουμένως υποβληθείσες, χωρίς να παρεκκλίνουν από τις συνήθεις διαδικαστικές προθεσμίες, αρχές και εγγυήσεις.
(20) | In well-defined circumstances where an application is likely to be unfounded or where there are serious national security or public order concerns, Member States should be able to accelerate the examination procedure, in particular by introducing shorter, but reasonable, time limits for certain procedural steps, without prejudice to an adequate and complete examination being carried out and to the applicant’s effective access to basic principles and guarantees provided for in this Directive.(20) | Σε αυστηρά καθορισμένες περιστάσεις, όταν η αίτηση είναι πιθανώς αβάσιμη ή όταν υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες σχετικά με την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να επιταχύνουν τη διαδικασία εξέτασης, ιδίως με την πρόβλεψη μικρότερων αλλά εύλογων προθεσμιών για ορισμένα διαδικαστικά βήματα, με την επιφύλαξη διεξαγωγής επαρκούς και πλήρους εξέτασης και εφόσον ο αιτών έχει πραγματικά πρόσβαση σε βασικές αρχές και εγγυήσεις που προβλέπει η παρούσα οδηγία.
(21) | As long as an applicant can show good cause, the lack of documents on entry or the use of forged documents should not per se entail an automatic recourse to border or accelerated procedures.(21) | Εφόσον ο αιτών δώσει πειστικές εξηγήσεις, η έλλειψη εγγράφων κατά την είσοδο ή η χρήση πλαστών εγγράφων αυτή καθαυτή δεν θα πρέπει να συνεπάγεται την εφαρμογή συνοριακής ή ταχείας διαδικασίας.
(22) | It is also in the interests of both Member States and applicants to ensure a correct recognition of international protection needs already at first instance. To that end, applicants should be provided at first instance, free of charge, with legal and procedural information, taking into account their particular circumstances. The provision of such information should, inter alia, enable the applicants to better understand the procedure, thus helping them to comply with the relevant obligations. It would be disproportionate to require Member States to provide such information only through the services of qualified lawyers. Member States should therefore have the possibility to use the most appropriate means to provide such information, such as through non-governmental organisations or professionals from government authorities or specialised services of the State.(22) | Επίσης, είναι προς το συμφέρον τόσο των κρατών μελών όσο και των αιτούντων να διασφαλίζεται η ορθή αναγνώριση των αναγκών διεθνούς προστασίας ήδη στον πρώτο βαθμό. Για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να παρέχονται στους αιτούντες, από τον πρώτο βαθμό και δωρεάν, νομικές και διαδικαστικές πληροφορίες, λαμβανομένης υπόψη της προσωπικής τους κατάστασης. Η παροχή αυτών των πληροφοριών θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να επιτρέψει στους αιτούντες να κατανοήσουν καλύτερα τη διαδικασία, και επομένως να τους βοηθήσει να συμμορφωθούν με τις σχετικές υποχρεώσεις. Θα ήταν δυσανάλογο να απαιτηθεί από τα κράτη μέλη να παρέχουν τις πληροφορίες αυτές μόνο μέσω των υπηρεσιών εξειδικευμένων δικηγόρων. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν τα πλέον κατάλληλα μέσα για την παροχή αυτών των πληροφοριών, ιδίως μέσω μη κυβερνητικών οργανώσεων ή επαγγελματιών των κρατικών αρχών ή ειδικευμένων κρατικών υπηρεσιών.
(23) | In appeals procedures, subject to certain conditions, applicants should be granted free legal assistance and representation provided by persons competent to provide them under national law. Furthermore, at all stages of the procedure, applicants should have the right to consult, at their own cost, legal advisers or counsellors admitted or permitted as such under national law.(23) | Στο πλαίσιο των διαδικασιών προσφυγών, θα πρέπει να χορηγείται στους αιτούντες, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση από πρόσωπα που βάσει της εθνικής νομοθεσίας έχουν τις σχετικές ικανότητες. Επιπλέον, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, οι αιτούντες θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να συμβουλεύονται, ιδία δαπάνη, νομικούς ή άλλους συμβούλους που γίνονται δεκτοί ή στους οποίους επιτρέπεται να λειτουργούν με την ιδιότητα αυτή βάσει του εθνικού δικαίου.
(24) | The notion of public order may, inter alia, cover a conviction for having committed a serious crime.(24) | Η έννοια της δημόσιας τάξης μπορεί μεταξύ άλλων να καλύπτει καταδίκη για διάπραξη σοβαρού εγκλήματος.
(25) | In the interests of a correct recognition of those persons in need of protection as refugees within the meaning of Article 1 of the Geneva Convention or as persons eligible for subsidiary protection, every applicant should have an effective access to procedures, the opportunity to cooperate and properly communicate with the competent authorities so as to present the relevant facts of his or her case and sufficient procedural guarantees to pursue his or her case throughout all stages of the procedure. Moreover, the procedure in which an application for international protection is examined should normally provide an applicant at least with: the right to stay pending a decision by the determining authority; access to the services of an interpreter for submitting his or her case if interviewed by the authorities; the opportunity to communicate with a representative of the United Nations High Commissioner for Refugees (UNHCR) and with organisations providing advice or counselling to applicants for international protection; the right to appropriate notification of a decision and of the reasons for that decision in fact and in law; the opportunity to consult a legal adviser or other counsellor; the right to be informed of his or her legal position at decisive moments in the course of the procedure, in a language which he or she understands or is reasonably supposed to understand; and, in the case of a negative decision, the right to an effective remedy before a court or a tribunal.(25) | Προς τον σκοπό της ορθής αναγνώρισης των ατόμων που χρήζουν προστασίας ως πρόσφυγες κατά την έννοια του άρθρου 1 της σύμβασης της Γενεύης ή ως πρόσωπα που δικαιούνται επικουρική προστασία, κάθε αιτών θα πρέπει να έχει πραγματική πρόσβαση στις διαδικασίες, τη δυνατότητα να συνεργάζεται και να επικοινωνεί καταλλήλως με τις αρμόδιες αρχές ώστε να υποβάλλει τα στοιχεία της υπόθεσής του, καθώς και επαρκείς διαδικαστικές εγγυήσεις για να προωθεί την υπόθεσή του σε όλα τα στάδια της διαδικασίας. Επιπλέον, η εξέταση μιας αίτησης διεθνούς προστασίας θα πρέπει κανονικά να δίδει στον αιτούντα τουλάχιστον: το δικαίωμα παραμονής εν αναμονή της απόφασης από την αποφαινόμενη αρχή, πρόσβαση σε διερμηνέα για την παρουσίαση της υπόθεσής του σε περίπτωση συνέντευξης με τις αρχές, δυνατότητα επικοινωνίας με εκπρόσωπο του Ύπατου Αρμοστή του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες (UNHCR) και με οργανώσεις που παρέχουν ενημέρωση ή συμβουλές σε αιτούντες διεθνή προστασία, το δικαίωμα κατάλληλης κοινοποίησης της απόφασης και πραγματικό και νομικό σκεπτικό της απόφασης, τη δυνατότητα συνεννόησης με νομικό ή άλλο σύμβουλο, το δικαίωμα ενημέρωσής του για τη νομική του κατάσταση στα κρίσιμα σημεία της διαδικασίας, σε γλώσσα την οποία κατανοεί ή ευλόγως θεωρείται ότι κατανοεί, καθώς και, σε περίπτωση αρνητικής απόφασης, το δικαίωμα ουσιαστικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου.
(26) | With a view to ensuring effective access to the examination procedure, officials who first come into contact with persons seeking international protection, in particular officials carrying out the surveillance of land or maritime borders or conducting border checks, should receive relevant information and necessary training on how to recognise and deal with applications for international protection, inter alia, taking due account of relevant guidelines developed by EASO. They should be able to provide third-country nationals or stateless persons who are present in the territory, including at the border, in the territorial waters or in the transit zones of the Member States, and who make an application for international protection, with relevant information as to where and how applications for international protection may be lodged. Where those persons are present in the territorial waters of a Member State, they should be disembarked on land and have their applications examined in accordance with this Directive.(26) | Προκειμένου να διασφαλισθεί αποτελεσματική πρόσβαση στη διαδικασία εξέτασης, οι κρατικοί λειτουργοί που έρχονται πρώτοι σε επαφή με άτομα που αναζητούν διεθνή προστασία, ιδίως οι κρατικοί λειτουργοί που ασχολούνται με την επιτήρηση των χερσαίων ή θαλάσσιων συνόρων ή διενεργούν ελέγχους στα σύνορα, θα πρέπει να λαμβάνουν χρήσιμες πληροφορίες και την αναγκαία κατάρτιση σχετικά με το πώς να αναγνωρίζουν και τι συνέχεια να δίδουν στις αιτήσεις διεθνούς προστασίας, μεταξύ άλλων, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές της ΕΥΥΑ. Θα πρέπει να είναι σε θέση να παρέχουν σε υπηκόους τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς που βρίσκονται στο έδαφος, περιλαμβανομένων των συνόρων, στα χωρικά ύδατα ή στις ζώνες διέλευσης των κρατών μελών, και οι οποίοι υποβάλλουν αίτηση για την παροχή διεθνούς προστασίας, χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με τον τόπο και τον τρόπο υποβολής αιτήσεων διεθνούς προστασίας. Σε περίπτωση που τα εν λόγω πρόσωπα βρίσκονται στα χωρικά ύδατα κράτους μέλους, θα πρέπει να αποβιβάζονται στην ξηρά και η εξέταση των αιτήσεών τους θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.
(27) | Given that third-country nationals and stateless persons who have expressed their wish to apply for international protection are applicants for international protection, they should comply with the obligations, and benefit from the rights, under this Directive and Directive 2013/33/EU of the European Parliament and of the Council of 26 June 2013 laying down standards for the reception of applicants for international protection (5). To that end, Member States should register the fact that those persons are applicants for international protection as soon as possible.(27) | Δεδομένου ότι οι υπήκοοι τρίτων χωρών και οι ανιθαγενείς που έχουν εκφράσει την επιθυμία να αιτηθούν διεθνή προστασία είναι αιτούντες διεθνή προστασία, θα πρέπει να τηρούν τις υποχρεώσεις και να απολαύουν των δικαιωμάτων κατά την παρούσα οδηγία και την οδηγία 2013/33/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων διεθνή προστασία (5). Προς τούτο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταχωρίζουν το γεγονός ότι τα εν λόγω πρόσωπα αποτελούν αιτούντες διεθνή προστασία το ταχύτερο δυνατό.
(28) | In order to facilitate access to the examination procedure at border crossing points and in detention facilities, information should be made available on the possibility to apply for international protection. Basic communication necessary to enable the competent authorities to understand if persons declare their wish to apply for international protection should be ensured through interpretation arrangements.(28) | Για να διευκολυνθεί η πρόσβαση στη διαδικασία εξέτασης στα συνοριακά σημεία διέλευσης και στα καταστήματα κράτησης, θα πρέπει να παρέχονται πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα να ζητηθεί διεθνή προστασία. Η βασική επικοινωνία που είναι απαραίτητη προκειμένου να κατανοήσουν οι αρμόδιες αρχές εάν τα πρόσωπα δηλώνουν την επιθυμία τους να υποβάλουν αίτηση διεθνούς προστασίας θα πρέπει να διασφαλίζεται μέσω της δυνατότητας διερμηνείας.
(29) | Certain applicants may be in need of special procedural guarantees due, inter alia, to their age, gender, sexual orientation, gender identity, disability, serious illness, mental disorders or as a consequence of torture, rape or other serious forms of psychological, physical or sexual violence. Member States should endeavour to identify applicants in need of special procedural guarantees before a first instance decision is taken. Those applicants should be provided with adequate support, including sufficient time, in order to create the conditions necessary for their effective access to procedures and for presenting the elements needed to substantiate their application for international protection.(29) | Ορισμένοι αιτούντες ενδέχεται να χρήζουν ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων λόγω, μεταξύ άλλων, ηλικίας, φύλου, γενετήσιου προσανατολισμού, ταυτότητας φύλου, ψυχικών διαταραχών ή ως συνέπεια βασανισμού, βιασμού ή άλλων σοβαρών μορφών ψυχολογικής, σωματικής ή σεξουαλικής βίας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προσπαθούν να εντοπίζουν ποιοι αιτούντες χρήζουν ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων πριν από τη λήψη απόφασης σε πρώτο βαθμό. Στους εν λόγω αιτούντες θα πρέπει να παρέχεται η κατάλληλη στήριξη, μεταξύ άλλων, αρκετός χρόνος, ούτως ώστε να δημιουργούνται οι συνθήκες που είναι αναγκαίες για την πραγματική πρόσβασή τους στις διαδικασίες και για την επίκληση των στοιχείων που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησής τους διεθνούς προστασίας.
(30) | Where adequate support cannot be provided to an applicant in need of special procedural guarantees in the framework of accelerated or border procedures, such an applicant should be exempted from those procedures. The need for special procedural guarantees of a nature that could prevent the application of accelerated or border procedures should also mean that the applicant is provided with additional guarantees in cases where his or her appeal does not have automatic suspensive effect, with a view to making the remedy effective in his or her particular circumstances.(30) | Όταν είναι αδύνατη η παροχή, στο πλαίσιο ταχείας ή συνοριακής διαδικασίας, της κατάλληλης στήριξης σε αιτούντα ο οποίος χρήζει ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων, ο εν λόγω αιτών θα πρέπει να εξαιρείται των εν λόγω διαδικασιών. Η ανάγκη για ειδικές διαδικαστικές εγγυήσεις που θα μπορούσαν να εμποδίσουν την εφαρμογή ταχείας ή συνοριακής διαδικασίας θα πρέπει επίσης να συνεπάγεται την παροχή πρόσθετων εγγυήσεων στον αιτούντα, όταν η προσφυγή του δεν έχει αυτόματο ανασταλτικό αποτέλεσμα, προκειμένου το ένδικο μέσο να παράγει αποτελέσματα στην περίπτωσή του.
(31) | National measures dealing with identification and documentation of symptoms and signs of torture or other serious acts of physical or psychological violence, including acts of sexual violence, in procedures covered by this Directive may, inter alia, be based on the Manual on Effective Investigation and Documentation of Torture and Other Cruel, Inhuman or Degrading Treatment or Punishment (Istanbul Protocol).(31) | Τα εθνικά μέτρα σχετικά με την εξακρίβωση και τεκμηρίωση συμπτωμάτων και ενδείξεων βασανιστηρίων ή άλλων σοβαρών πράξεων σωματικής ή ψυχολογικής βίας, περιλαμβανομένων των πράξεων σεξουαλικής βίας, στο πλαίσιο διαδικασιών που υπάγονται στην παρούσα οδηγία μπορούν, μεταξύ άλλων, να βασίζονται στο Εγχειρίδιο για την αποτελεσματική διερεύνηση και τεκμηρίωση των βασανιστηρίων και άλλης σκληρής, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας (πρωτόκολλο της Κωνσταντινούπολης).
(32) | With a view to ensuring substantive equality between female and male applicants, examination procedures should be gender-sensitive. In particular, personal interviews should be organised in a way which makes it possible for both female and male applicants to speak about their past experiences in cases involving gender-based persecution. The complexity of gender-related claims should be properly taken into account in procedures based on the concept of safe third country, the concept of safe country of origin or the notion of subsequent applications.(32) | Με σκοπό τη διασφάλιση ουσιαστικής ισοτιμίας μεταξύ γυναικών και ανδρών αιτούντων, οι διαδικασίες εξέτασης θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες εκάστου φύλου. Ειδικότερα, οι προσωπικές συνεντεύξεις θα πρέπει να οργανώνονται έτσι, ώστε τόσο οι γυναίκες όσο και οι άνδρες αιτούντες να μπορούν να μιλήσουν για τις εμπειρίες που έχουν βιώσει σε περιπτώσεις διώξεων με βάση το φύλο. Η περιπλοκότητα των προβαλλόμενων ισχυρισμών που άπτονται του φύλου θα πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη στο πλαίσιο διαδικασιών με βάση την έννοια της ασφαλούς τρίτης χώρας, την έννοια της ασφαλούς χώρας καταγωγής ή την έννοια των μεταγενέστερων αιτήσεων.
(33) | The best interests of the child should be a primary consideration of Member States when applying this Directive, in accordance with the Charter of Fundamental Rights of the European Union (the Charter) and the 1989 United Nations Convention on the Rights of the Child. In assessing the best interest of the child, Member States should in particular take due account of the minor’s well-being and social development, including his or her background.(33) | Το μείζον συμφέρον του παιδιού, σύμφωνα με τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Χάρτης) και τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1989 για τα δικαιώματα του παιδιού, θα πρέπει να αποτελεί πρωταρχική μέριμνα των κρατών μελών κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Κατά την εκτίμηση του μείζονος συμφέροντος του παιδιού, τα κράτη μέλη θα πρέπει συγκεκριμένα να λαμβάνουν υπόψη την καλή διαβίωση και την κοινωνική ανάπτυξή του, συμπεριλαμβανομένων των καταβολών του.
(34) | Procedures for examining international protection needs should be such as to enable the competent authorities to conduct a rigorous examination of applications for international protection.(34) | Οι διαδικασίες εξέτασης των αναγκών διεθνούς προστασίας θα πρέπει να είναι τέτοιες ώστε οι αρμόδιες αρχές να μπορούν να εξετάζουν ενδελεχώς τις αιτήσεις παροχής διεθνούς προστασίας.
(35) | When, in the framework of an application being processed, the applicant is searched, that search should be carried by a person of the same sex. This should be without prejudice to a search carried out, for security reasons, on the basis of national law.(35) | Όταν, στο πλαίσιο επεξεργασίας αίτησης, ο αιτών ερευνάται σωματικά, η εν λόγω έρευνα θα πρέπει να διενεργείται από άτομο του ιδίου φύλου. Η διαδικασία αυτή δεν θα πρέπει να επηρεάζει την έρευνα η οποία διενεργείται για λόγους ασφαλείας βάσει της εθνικής νομοθεσίας.
(36) | Where an applicant makes a subsequent application without presenting new evidence or arguments, it would be disproportionate to oblige Member States to carry out a new full examination procedure. In those cases, Member States should be able to dismiss an application as inadmissible in accordance with the res judicata principle.(36) | Όταν ο αιτών υποβάλλει νέα αίτηση χωρίς να προσκομίζει νέα στοιχεία ή επιχειρήματα, θα ήταν δυσανάλογο να υποχρεούνται τα κράτη μέλη να ανοίγουν νέα πλήρη εξεταστική διαδικασία. Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να απορρίπτουν την αίτηση ως απαράδεκτη με βάση την αρχή του δεδικασμένου.
(37) | With respect to the involvement of the personnel of an authority other than the determining authority in conducting timely interviews on the substance of an application, the notion of ‘timely’ should be assessed against the time limits provided for in Article 31.(37) | Όσον αφορά τη συμμετοχή του προσωπικού αρχής διαφορετικής της αποφαινόμενης αρχής στη διεξαγωγή έγκαιρων συνεντεύξεων επί της ουσίας της αίτησης, η έννοια «έγκαιρη» θα πρέπει να αξιολογείται βάσει των προθεσμιών του άρθρου 31.
(38) | Many applications for international protection are made at the border or in a transit zone of a Member State prior to a decision on the entry of the applicant. Member States should be able to provide for admissibility and/or substantive examination procedures which would make it possible for such applications to be decided upon at those locations in well-defined circumstances.(38) | Πολλές αιτήσεις διεθνούς προστασίας γίνονται στα σύνορα ή στις ζώνες διέλευσης ενός κράτους μέλους πριν από την απόφαση για την εισδοχή του αιτούντος. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να προβλέπουν, σε καλά καθορισμένες περιστάσεις, διαδικασίες για την εξέταση του παραδεκτού και/ή της ουσίας των αιτήσεων οι οποίες να επιτρέπουν την επιτόπου λήψη απόφασης επί των αιτήσεων αυτών.
(39) | In determining whether a situation of uncertainty prevails in the country of origin of an applicant, Member States should ensure that they obtain precise and up-to-date information from relevant sources such as EASO, UNHCR, the Council of Europe and other relevant international organisations. Member States should ensure that any postponement of conclusion of the procedure fully complies with their obligations under Directive 2011/95/EU and Article 41 of the Charter, without prejudice to the efficiency and fairness of the procedures under this Directive.(39) | Όταν προσδιορίζουν αν επικρατεί ανασφάλεια στη χώρα καταγωγής του αιτούντος, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν ακριβή και ενημερωμένα στοιχεία από αρμόδιες πηγές, όπως η ΕΥΥΑ, ο UNHCR, το Συμβούλιο της Ευρώπης και άλλοι συναφείς διεθνείς οργανισμοί. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι τυχόν αναβολή της ολοκλήρωσης της διαδικασίας εφαρμόζεται με πλήρη τήρηση των υποχρεώσεων που υπέχουν βάσει της οδηγίας 2011/95/ΕΕ και του άρθρου 41 του Χάρτη, με την επιφύλαξη της αποτελεσματικότητας και της διαφάνειας των διαδικασιών δυνάμει της παρούσας οδηγίας.
(40) | A key consideration for the well-foundedness of an application for international protection is the safety of the applicant in his or her country of origin. Where a third country can be regarded as a safe country of origin, Member States should be able to designate it as safe and presume its safety for a particular applicant, unless he or she presents counter-indications.(40) | Κομβικό κριτήριο για το βάσιμο μιας αίτησης διεθνούς προστασίας είναι η ασφάλεια του αιτούντος στη χώρα καταγωγής του. Όταν μια τρίτη χώρα μπορεί να θεωρηθεί ως ασφαλής χώρα καταγωγής, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να τη χαρακτηρίσουν ως ασφαλή για το συγκεκριμένο αιτούντα, εκτός αν αυτός προβάλει αντεπιχειρήματα.
(41) | Given the level of harmonisation achieved on the qualification of third-country nationals and stateless persons as beneficiaries of international protection, common criteria should be established for designating third countries as safe countries of origin.(41) | Δεδομένου του επιπέδου εναρμόνισης ως προς τον χαρακτηρισμό υπηκόων τρίτων χωρών και ανιθαγενών ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, θα πρέπει να θεσπισθούν κοινά κριτήρια για το χαρακτηρισμό τρίτων χωρών ως ασφαλών χωρών καταγωγής.
(42) | The designation of a third country as a safe country of origin for the purposes of this Directive cannot establish an absolute guarantee of safety for nationals of that country. By its very nature, the assessment underlying the designation can only take into account the general civil, legal and political circumstances in that country and whether actors of persecution, torture or inhuman or degrading treatment or punishment are subject to sanction in practice when found liable in that country. For this reason, it is important that, where an applicant shows that there are valid reasons to consider the country not to be safe in his or her particular circumstances, the designation of the country as safe can no longer be considered relevant for him or her.(42) | Ο χαρακτηρισμός τρίτης χώρας ως ασφαλούς χώρας καταγωγής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας δεν μπορεί να αποτελεί απόλυτη εγγύηση ασφάλειας για τους υπηκόους της εν λόγω χώρας. Εκ φύσεως, η αξιολόγηση στην οποία βασίζεται ο χαρακτηρισμός λαμβάνει υπόψη μόνο τις γενικές κοινωνικές, νομικές και πολιτικές συνθήκες της χώρας και το κατά πόσον οι υπεύθυνοι δίωξης, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας υφίστανται πράγματι κυρώσεις όταν αποδεικνύεται η ενοχή τους στην εν λόγω χώρα. Για το λόγο αυτό είναι σημαντικό να εξασφαλισθεί ότι, όταν ο αιτών καταδεικνύει ότι υπάρχουν έγκυροι λόγοι για τους οποίους η χώρα δεν πρέπει να θεωρείται ασφαλής στην περίπτωσή του, ο χαρακτηρισμός της ως ασφαλούς δεν θα ισχύει πλέον καθόσον τον αφορά.
(43) | Member States should examine all applications on the substance, i.e. assess whether the applicant in question qualifies for international protection in accordance with Directive 2011/95/EU, except where this Directive provides otherwise, in particular where it can reasonably be assumed that another country would do the examination or provide sufficient protection. In particular, Member States should not be obliged to assess the substance of an application for international protection where a first country of asylum has granted the applicant refugee status or otherwise sufficient protection and the applicant will be readmitted to that country.(43) | Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάζουν όλες τις αιτήσεις επί της ουσίας, δηλαδή να αξιολογούν κατά πόσον ο συγκεκριμένος αιτών μπορεί να θεωρηθεί ως πρόσωπο που δικαιούται διεθνή προστασία κατά την έννοια της οδηγίας 2011/95/ΕΕ, εκτός εάν η παρούσα οδηγία προβλέπει άλλως, ιδίως όταν μπορεί να υποτεθεί εύλογα ότι άλλη χώρα θα εξετάσει το θέμα και θα παράσχει επαρκή προστασία. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να υποχρεωθούν να εξετάζουν μια αίτηση διεθνούς προστασίας επί της ουσίας όταν μια πρώτη χώρα έχει χορηγήσει στον αιτούντα το καθεστώς πρόσφυγα ή άλλη επαρκή προστασία και ο αιτών θα τύχει επανεισδοχής στην εν λόγω χώρα.
(44) | Member States should not be obliged to assess the substance of an application for international protection where the applicant, due to a sufficient connection to a third country as defined by national law, can reasonably be expected to seek protection in that third country, and there are grounds for considering that the applicant will be admitted or readmitted to that country. Member States should only proceed on that basis where that particular applicant would be safe in the third country concerned. In order to avoid secondary movements of applicants, common principles should be established for the consideration or designation by Member States of third countries as safe.(44) | Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να υποχρεωθούν να αξιολογούν μια αίτηση διεθνούς προστασίας επί της ουσίας ούτε όταν ο αιτών, ως εκ της επαρκούς συνδέσεώς του με τρίτη χώρα, όπως ορίζεται από την εθνική νομοθεσία, αναμένεται ευλόγως να αναζητήσει προστασία στην τρίτη αυτή χώρα, και υφίστανται λόγοι για να θεωρηθεί ότι ο αιτών θα τύχει εισδοχής ή επανεισδοχής στην εν λόγω χώρα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενεργήσουν έτσι μόνο αν ο συγκεκριμένος αιτών θα είναι ασφαλής στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα. Προς αποφυγή δευτερογενών μετακινήσεων αιτούντων, θα πρέπει να θεσπισθούν κοινές αρχές για τη θεώρηση ή το χαρακτηρισμό τρίτων χωρών ως ασφαλών από τα κράτη μέλη.
(45) | Furthermore, with respect to certain European third countries, which observe particularly high human rights and refugee protection standards, Member States should be allowed to not carry out, or not to carry out full examination of, applications for international protection regarding applicants who enter their territory from such European third countries.(45) | Επιπλέον, όσον αφορά ορισμένες ευρωπαϊκές τρίτες χώρες οι οποίες τηρούν ιδιαιτέρως υψηλά πρότυπα ανθρώπινων δικαιωμάτων και προστασίας προσφύγων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν είτε να μη διενεργούν καθόλου είτε να διενεργούν μια περιορισμένη εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας που αφορούν αιτούντες που εισήλθαν στο έδαφός τους από τις ανωτέρω χώρες.
(46) | Where Member States apply safe country concepts on a case-by-case basis or designate countries as safe by adopting lists to that effect, they should take into account, inter alia, the guidelines and operating manuals and the information on countries of origin and activities, including EASO Country of Origin Information report methodology, referred to in Regulation (EU) No 439/2010 of the European Parliament and of the Council of 19 May 2010 establishing a European Asylum Support Office (6), as well as relevant UNHCR guidelines.(46) | Όταν τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τις έννοιες της ασφαλούς χώρας κατά περίπτωση ή χαρακτηρίζουν χώρες ως ασφαλείς καταρτίζοντας σχετικούς καταλόγους, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων, τις κατευθυντήριες γραμμές και τα επιχειρησιακά εγχειρίδια καθώς και τις πληροφορίες για τις χώρες καταγωγής και τις δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της μεθοδολογίας υποβολής εκθέσεων για πληροφορίες σχετικά με τη χώρα καταγωγής της ΕΥΥΑ, που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 439/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2010, για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (6), καθώς και τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές του UNHCR.
(47) | In order to facilitate the regular exchange of information about the national application of the concepts of safe country of origin, safe third country and European safe third country as well as a regular review by the Commission of the use of those concepts by Member States, and to prepare for a potential further harmonisation in the future, Member States should notify or periodically inform the Commission about the third countries to which the concepts are applied. The Commission should regularly inform the European Parliament on the result of its reviews.(47) | Προκειμένου να διευκολυνθούν η τακτική ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την εθνική εφαρμογή των εννοιών της ασφαλούς χώρας καταγωγής, της ασφαλούς τρίτης χώρας και της ευρωπαϊκής ασφαλούς τρίτης χώρας και η τακτική επανεξέταση από την Επιτροπή της εφαρμογής των εννοιών αυτών από τα κράτη μέλη, και να προετοιμαστεί η δυνατότητα περαιτέρω εναρμόνισης στο μέλλον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ειδοποιούν ή να ενημερώνουν σε περιοδικά διαστήματα την Επιτροπή σχετικά με τις τρίτες χώρες στις οποίες εφαρμόζονται οι έννοιες. Η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερώνει τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με το αποτέλεσμα των επανεξετάσεών της.
(48) | In order to ensure the correct application of the safe country concepts based on up-to-date information, Member States should conduct regular reviews of the situation in those countries based on a range of sources of information, including in particular information from other Member States, EASO, UNHCR, the Council of Europe and other relevant international organisations. When Member States become aware of a significant change in the human rights situation in a country designated by them as safe, they should ensure that a review of that situation is conducted as soon as possible and, where necessary, review the designation of that country as safe.(48) | Προκειμένου να εφαρμόζονται σωστά οι έννοιες των ασφαλών χωρών μέσω ενημερωμένων στοιχείων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επανεξετάζουν τακτικά την κατάσταση των χωρών βάσει διαφόρων πηγών ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων ιδίως πληροφοριών από άλλα κράτη μέλη, την ΕΥΥΑ, τον UNHCR, το Συμβούλιο της Ευρώπης και άλλους συναφείς διεθνείς οργανισμούς. Όταν τα κράτη μέλη διαπιστώνουν σημαντική αλλαγή της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε χώρα την οποία έχουν χαρακτηρίσει ασφαλή, θα πρέπει να μεριμνούν ώστε η κατάσταση να επανεξετάζεται το ταχύτερο δυνατό και, εφόσον απαιτείται, να αναθεωρείται ο χαρακτηρισμός της χώρας ως ασφαλούς.
(49) | With respect to the withdrawal of refugee or subsidiary protection status, Member States should ensure that persons benefiting from international protection are duly informed of a possible reconsideration of their status and have the opportunity to submit their point of view before the authorities can take a reasoned decision to withdraw their status.(49) | Όσον αφορά την ανάκληση του καθεστώτος του πρόσφυγα ή του καθεστώτος επικουρικής προστασίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα άτομα που τυγχάνουν διεθνούς προστασίας ενημερώνονται δεόντως για την πιθανή επανεξέταση του καθεστώτος τους και έχουν τη δυνατότητα ακροάσεως προτού οι αρχές λάβουν αιτιολογημένη απόφαση ανάκλησής του.
(50) | It reflects a basic principle of Union law that the decisions taken on an application for international protection, the decisions concerning a refusal to reopen the examination of an application after its discontinuation, and the decisions on the withdrawal of refugee or subsidiary protection status are subject to an effective remedy before a court or tribunal.(50) | Σύμφωνα με βασική αρχή της ενωσιακής νομοθεσίας, οι αποφάσεις επί αιτήσεως διεθνούς προστασίας, οι αποφάσεις που αφορούν την άρνηση εκ νέου έναρξης της εξέτασης μιας αίτησης μετά την παύση της, και οι αποφάσεις περί ανακλήσεως του καθεστώτος του πρόσφυγα ή του καθεστώτος επικουρικής προστασίας πρέπει να επιδέχονται αποτελεσματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου.
(51) | In accordance with Article 72 of the Treaty on the Functioning of the European Union (TFEU), this Directive does not affect the exercise of the responsibilities incumbent upon Member States with regard to the maintenance of law and order and the safeguarding of internal security.(51) | Σύμφωνα με το άρθρο 72 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), η παρούσα οδηγία δεν θίγει την άσκηση των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών όσον αφορά την τήρηση του νόμου και της τάξης και τη διασφάλιση της εσωτερικής ασφάλειας.
(52) | Directive 95/46/EC of the European Parliament and of the Council of 24 October 1995 on the protection of individuals with regard to the processing of personal data and on the free movement of such data (7) governs the processing of personal data carried out in the Member States pursuant to this Directive.(52) | Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (7) διέπει την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων από τα κράτη μέλη δυνάμει της παρούσας οδηγίας.
(53) | This Directive does not deal with procedures between Member States governed by Regulation (EU) No 604/2013 of the European Parliament and of the Council of 26 June 2013 establishing the criteria and mechanisms for determining the Member State responsible for examining an application for international protection lodged in one of the Member States by a third-country national or a stateless person (8).(53) | Η παρούσα οδηγία δεν αφορά διαδικασίες μεταξύ κρατών μελών που διέπονται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή ανιθαγενή (8).
(54) | This Directive should apply to applicants to whom Regulation (EU) No 604/2013 applies, in addition and without prejudice to the provisions of that Regulation.(54) | Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να ισχύει για τους αιτούντες στους οποίες εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 604/2013, επιπλέον και με την επιφύλαξη των διατάξεων του εν λόγω κανονισμού.
(55) | The implementation of this Directive should be evaluated at regular intervals.(55) | Η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας αξιολογείται σε τακτά διαστήματα.
(56) | Since the objective of this Directive, namely to establish common procedures for granting and withdrawing international protection, cannot be sufficiently achieved by the Member States and can therefore, by reason of the scale and effects of this Directive, be better achieved at Union level, the Union may adopt measures, in accordance with the principle of subsidiarity as set out in Article 5 of the Treaty on European Union (TEU). In accordance with the principle of proportionality, as set out in that Article, this Directive does not go beyond what is necessary in order to achieve that objective.(56) | Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η θέσπιση κοινών διαδικασιών για τη χορήγηση και ανάκληση της διεθνούς προστασίας, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί συνεπώς, λόγω της κλίμακας και των επιπτώσεων της παρούσας οδηγίας, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία περιορίζεται στο ελάχιστο που απαιτείται για την επίτευξη του στόχου της.
(57) | In accordance with the Joint Political Declaration of Member States and the Commission on explanatory documents of 28 September 2011 (9), Member States have undertaken to accompany, in justified cases, the notification of their transposition measures with one or more documents explaining the relationship between the components of a directive and the corresponding parts of national transposition instruments. With regard to this Directive, the legislator considers the transmission of such documents to be justified.(57) | Σύμφωνα με την Κοινή Πολιτική Δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα της 28ης Σεπτεμβρίου 2011 (9), τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύσουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση μεταξύ των συστατικών στοιχείων μιας οδηγίας και των αντίστοιχων μερών των πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη.
(58) | In accordance with Articles 1, 2 and Article 4a(1) of Protocol No 21 on the position of the United Kingdom and Ireland in respect of the Area of Freedom, Security and Justice, annexed to the TEU and the TFEU, and without prejudice to Article 4 of that Protocol, the United Kingdom and Ireland are not taking part in the adoption of this Directive and are not bound by it or subject to its application.(58) | Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 και το άρθρο 4α παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά το χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία δεν συμμετέχουν στην έκδοση της παρούσας οδηγίας, δεν δεσμεύονται από αυτήν και δεν υπόκεινται στην εφαρμογή της.
(59) | In accordance with Articles 1 and 2 of Protocol No 22 on the position of Denmark, annexed to the TEU and to the TFEU, Denmark is not taking part in the adoption of this Directive and is not bound by it or subject to its application.(59) | Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της οδηγίας και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.
(60) | This Directive respects the fundamental rights and observes the principles recognised by the Charter. In particular, this Directive seeks to ensure full respect for human dignity and to promote the application of Articles 1, 4, 18, 19, 21, 23, 24, and 47 of the Charter and has to be implemented accordingly.(60) | Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και συνάδει με τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη. Ειδικότερα, η παρούσα οδηγία σκοπεύει να διασφαλίσει τον πλήρη σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και να προωθήσει την εφαρμογή των άρθρων 1, 4 18, 19, 21, 23, 24 και 47 του Χάρτη και πρέπει να εφαρμοστεί αναλόγως.
(61) | The obligation to transpose this Directive into national law should be confined to those provisions which represent a substantive change as compared with Directive 2005/85/EC. The obligation to transpose the provisions which are unchanged arises under that Directive.(61) | Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιορίζεται στις διατάξεις εκείνες που αντιπροσωπεύουν ουσιαστική αλλαγή σε σύγκριση με την οδηγία 2005/85/ΕΚ. Η υποχρέωση μεταφοράς των διατάξεων που παραμένουν αμετάβλητες απορρέει από την εν λόγω οδηγία.
(62) | This Directive should be without prejudice to the obligations of the Member States relating to the time limit for transposition into national law of Directive 2005/85/EC set out in Annex II, Part B,(62) | Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών σχετικά με την προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας 2005/85/ΕΚ που ορίζεται στο παράρτημα II μέρος Β,
HAVE ADOPTED THIS DIRECTIVE:ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
CHAPTER IΚΕΦΑΛΑΙΟ I
GENERAL PROVISIONSΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Article 1Άρθρο 1
PurposeΣκοπός
The purpose of this Directive is to establish common procedures for granting and withdrawing international protection pursuant to Directive 2011/95/EU.Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η θέσπιση κοινών διαδικασιών για τη χορήγηση και ανάκληση της διεθνούς προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2011/95/ΕΕ.
Article 2Άρθρο 2
DefinitionsΟρισμοί
For the purposes of this Directive:Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας νοούνται ως:
(a) | ‘Geneva Convention’ means the Convention of 28 July 1951 Relating to the Status of Refugees, as amended by the New York Protocol of 31 January 1967;α)   «σύμβαση της Γενεύης»: η σύμβαση της 28ης Ιουλίου 1951 περί του καθεστώτος των προσφύγων, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967·
(b) | ‘application for international protection’ or ‘application’ means a request made by a third- country national or a stateless person for protection from a Member State, who can be understood to seek refugee status or subsidiary protection status, and who does not explicitly request another kind of protection outside the scope of Directive 2011/95/EU, that can be applied for separately;β)   «αίτηση διεθνούς προστασίας» ή «αίτηση»: η αίτηση παροχής προστασίας από κράτος μέλος που υποβάλλει υπήκοος τρίτης χώρας ή ανιθαγενής, ο οποίος μπορεί να θεωρηθεί ότι αιτείται καθεστώς πρόσφυγα ή καθεστώς επικουρικής προστασίας και ο οποίος δεν αιτείται ρητώς να του παρασχεθεί άλλη μορφή προστασίας μη εμπίπτουσα στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2011/95/ΕΕ, δυναμένη να ζητηθεί αυτοτελώς·
(c) | ‘applicant’ means a third-country national or stateless person who has made an application for international protection in respect of which a final decision has not yet been taken;γ)   «αιτών»: ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο ανιθαγενής που έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας επί της οποίας δεν έχει εκδοθεί ακόμη τελεσίδικη απόφαση·
(d) | ‘applicant in need of special procedural guarantees’ means an applicant whose ability to benefit from the rights and comply with the obligations provided for in this Directive is limited due to individual circumstances;δ)   «αιτών που χρήζει ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων»: κάθε αιτών του οποίου η ικανότητα να απολαύει των δικαιωμάτων και να συμμορφωνεται με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία περιορίζεται λόγω ιδιαίτερων περιστάσεων·
(e) | ‘final decision’ means a decision on whether the third-country national or stateless person be granted refugee or subsidiary protection status by virtue of Directive 2011/95/EU and which is no longer subject to a remedy within the framework of Chapter V of this Directive, irrespective of whether such remedy has the effect of allowing applicants to remain in the Member States concerned pending its outcome;ε)   «τελεσίδικη απόφαση»: η απόφαση που ορίζει κατά πόσον χορηγείται στον υπήκοο τρίτης χώρας ή στον ανιθαγενή καθεστώς πρόσφυγα ή επικουρικής προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2011/95/ΕΕ και η οποία δεν υπόκειται πλέον σε άσκηση ένδικου μέσου στο πλαίσιο του κεφαλαίου V της παρούσας οδηγίας, ασχέτως εάν με την άσκηση τέτοιου ένδικου μέσου οι αιτούντες αποκτούν τη δυνατότητα να παραμένουν στα εν λόγω κράτη μέλη μέχρις ότου εκδοθεί η σχετική απόφαση·
(f) | ‘determining authority’ means any quasi-judicial or administrative body in a Member State responsible for examining applications for international protection competent to take decisions at first instance in such cases;στ)   «αποφαινόμενη αρχή»: κάθε οιονεί δικαστική ή διοικητική αρχή κράτους μέλους υπεύθυνη για την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας και αρμόδια για τη λήψη αποφάσεων πρωτοβαθμίως στις εν λόγω υποθέσεις·
(g) | ‘refugee’ means a third-country national or a stateless person who fulfils the requirements of Article 2(d) of Directive 2011/95/EU;ζ)   «πρόσφυγας»: ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο ανιθαγενής που πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 2 στοιχείο δ) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ·
(h) | ‘person eligible for subsidiary protection’ means a third-country national or a stateless person who fulfils the requirements of Article 2(f) of Directive 2011/95/EU;η)   «πρόσωπο που δικαιούται επικουρική προστασία»: ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο ανιθαγενής που πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 2 στοιχείο στ) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ·
(i) | ‘international protection’ means refugee status and subsidiary protection status as defined in points (j) and (k);θ)   «διεθνής προστασία»: το καθεστώς πρόσφυγα και το καθεστώς επικουρικής προστασίας, όπως ορίζονται στα στοιχεία ι) και ια)·
(j) | ‘refugee status’ means the recognition by a Member State of a third-country national or a stateless person as a refugee;ι)   «καθεστώς πρόσφυγα»: η αναγνώριση από ένα κράτος μέλος υπηκόου τρίτης χώρας ή ανιθαγενούς ως πρόσφυγα·
(k) | ‘subsidiary protection status’ means the recognition by a Member State of a third-country national or a stateless person as a person eligible for subsidiary protection;ια)   «καθεστώς επικουρικής προστασίας»: η αναγνώριση από ένα κράτος μέλος υπηκόου τρίτης χώρας ή ανιθαγενούς ως προσώπου που δικαιούται επικουρική προστασία·
(l) | ‘minor’ means a third-country national or a stateless person below the age of 18 years;ιβ)   «ανήλικος»: υπήκοος τρίτης χώρας ή ανιθαγενής ηλικίας κάτω των 18 ετών·
(m) | ‘unaccompanied minor’ means an unaccompanied minor as defined in Article 2(l) of Directive 2011/95/EU;ιγ)   «ασυνόδευτος ανήλικος»: ο ασυνόδευτος ανήλικος όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο ιβ) της οδηγίας 2011/95/ΕΕ·
(n) | ‘representative’ means a person or an organisation appointed by the competent bodies in order to assist and represent an unaccompanied minor in procedures provided for in this Directive with a view to ensuring the best interests of the child and exercising legal capacity for the minor where necessary. Where an organisation is appointed as a representative, it shall designate a person responsible for carrying out the duties of representative in respect of the unaccompanied minor, in accordance with this Directive;ιδ)   «εκπρόσωπος»: το πρόσωπο ή η οργάνωση που έχει ορισθεί από τους αρμόδιους φορείς για να συνδράμει και να αντιπροσωπεύει ασυνόδευτο ανήλικο, έτσι ώστε να διασφαλίζει το μείζον συμφέρον του παιδιού και να διενεργεί νομικές πράξεις για λογαριασμό του ανηλίκου οσάκις είναι αναγκαίο. Όταν μια οργάνωση έχει ορισθεί εκπρόσωπος, ορίζει ένα πρόσωπο που θα είναι υπεύθυνο για την άσκηση των καθηκόντων του εκπροσώπου όσον αφορά τον ασυνόδευτο ανήλικο, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία·
(o) | ‘withdrawal of international protection’ means the decision by a competent authority to revoke, end or refuse to renew the refugee or subsidiary protection status of a person in accordance with Directive 2011/95/EU;ιε)   «ανάκληση διεθνούς προστασίας»: η απόφαση της αρμόδιας αρχής να ανακαλέσει, να τερματίσει ή να αρνηθεί να ανανεώσει το καθεστώς πρόσφυγα ή επικουρικής προστασίας σύμφωνα με την οδηγία 2011/95/ΕΕ·
(p) | ‘remain in the Member State’ means to remain in the territory, including at the border or in transit zones, of the Member State in which the application for international protection has been made or is being examined;ιστ)   «παραμονή στο κράτος μέλος»: η παραμονή στο έδαφος, περιλαμβανομένων των συνόρων, ή στις ζώνες διέλευσης του κράτους μέλους στο οποίο υπεβλήθη ή εξετάζεται η αίτηση διεθνούς προστασίας·
(q) | ‘subsequent application’ means a further application for international protection made after a final decision has been taken on a previous application, including cases where the applicant has explicitly withdrawn his or her application and cases where the determining authority has rejected an application following its implicit withdrawal in accordance with Article 28(1).ιζ)   «μεταγενέστερη αίτηση»: η περαιτέρω αίτηση διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται μετά τη λήψη τελεσίδικης απόφασης επί προηγούμενης αίτησης, περιλαμβανομένων περιπτώσεων όπου ο αιτών ρητά ανακάλεσε την αίτησή του και περιπτώσεων όπου η αποφαινόμενη αρχή απέρριψε αίτηση μετά από τη σιωπηρή της ανάκληση σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 1.
Article 3Άρθρο 3
ScopeΠεδίο εφαρμογής
1.   This Directive shall apply to all applications for international protection made in the territory, including at the border, in the territorial waters or in the transit zones of the Member States, and to the withdrawal of international protection.1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε όλες τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας που υποβάλλονται στο έδαφος, περιλαμβανομένων των συνόρων, στα χωρικά ύδατα ή στις ζώνες διέλευσης των κρατών μελών, καθώς και στην ανάκληση διεθνούς προστασίας.
2.   This Directive shall not apply to requests for diplomatic or territorial asylum submitted to representations of Member States.2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται επί αιτήσεων διπλωματικού ή εδαφικού ασύλου που υποβάλλονται σε αντιπροσωπείες των κρατών μελών.
3.   Member States may decide to apply this Directive in procedures for deciding on applications for any kind of protection falling outside of the scope of Directive 2011/95/EU.3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόσουν την παρούσα οδηγία σε διαδικασίες για την έκδοση αποφάσεων όσον αφορά αιτήσεις παροχής οποιασδήποτε μορφής προστασίας που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2011/95/ΕΕ.
Article 4Άρθρο 4
Responsible authoritiesΥπεύθυνες αρχές
1.   Member States shall designate for all procedures a determining authority which will be responsible for an appropriate examination of applications in accordance with this Directive. Member States shall ensure that such authority is provided with appropriate means, including sufficient competent personnel, to carry out its tasks in accordance with this Directive.1.   Για όλες τις διαδικασίες, τα κράτη μέλη ορίζουν αποφαινόμενη αρχή υπεύθυνη για τη δέουσα εξέταση των αιτήσεων βάσει της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να παρέχονται στην εν λόγω αρχή τα κατάλληλα μέσα, συμπεριλαμβανομένου επαρκούς και ικανού προσωπικού, για την άσκηση των καθηκόντων της σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.
2.   Member States may provide that an authority other than that referred to in paragraph 1 shall be responsible for the purposes of:2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι υπεύθυνη είναι αρχή διαφορετική από εκείνη που αναφέρεται στην παράγραφο 1 προς τους εξής σκοπούς:
(a) | processing cases pursuant to Regulation (EU) No 604/2013; andα) | διεκπεραίωση υποθέσεων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 604/2013· και
(b) | granting or refusing permission to enter in the framework of the procedure provided for in Article 43, subject to the conditions as set out therein and on the basis of the reasoned opinion of the determining authority.β) | χορήγηση ή άρνηση εισόδου στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 43, υπό τους όρους όπως προβλέπεται στο άρθρο αυτό και βάσει της αιτιολογημένης γνώμης της αποφαινόμενης αρχής.
3.   Member States shall ensure that the personnel of the determining authority referred to in paragraph 1 are properly trained. To that end, Member States shall provide for relevant training which shall include the elements listed in Article 6(4)(a) to (e) of Regulation (EU) No 439/2010. Member States shall also take into account the relevant training established and developed by the European Asylum Support Office (EASO). Persons interviewing applicants pursuant to this Directive shall also have acquired general knowledge of problems which could adversely affect the applicants’ ability to be interviewed, such as indications that the applicant may have been tortured in the past.3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το προσωπικό της αποφαινόμενης αρχής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 να είναι καλά καταρτισμένο. Προς τούτο, τα κράτη μέλη παρέχουν σχετική κατάρτιση η οποία θα περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που αναγράφονται στο άρθρο 6 παράγραφος 4 στοιχεία α) έως ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 439/2010. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν επίσης υπόψη τη σχετική κατάρτιση που αποφασίζεται και αναπτύσσεται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο (ΕΥΥΑ). Τα πρόσωπα τα οποία διενεργούν τη συνέντευξη του αιτούντος σύμφωνα με την παρούσα οδηγία διαθέτουν επίσης γενική γνώση των προβλημάτων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά την ικανότητα του αιτούντος για συνέντευξη, όπως ενδείξεις ότι ο αιτών μπορεί να έχει υποστεί βασανισμό κατά το παρελθόν.
4.   Where an authority is designated in accordance with paragraph 2, Member States shall ensure that the personnel of that authority have the appropriate knowledge or receive the necessary training to fulfil their obligations when implementing this Directive.4.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, όταν ορίζεται αρχή σύμφωνα με την παράγραφο 2, το προσωπικό της εν λόγω αρχής να έχει τις κατάλληλες γνώσεις ή να λαμβάνει την απαιτούμενη κατάρτιση ώστε να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.
5.   Applications for international protection made in a Member State to the authorities of another Member State carrying out border or immigration controls there shall be dealt with by the Member State in whose territory the application is made.5.   Οι αιτήσεις παροχής διεθνούς προστασίας που υποβάλλονται σε ένα κράτος μέλος προς τις αρχές άλλου κράτους μέλους, το οποίο διενεργεί εκεί συνοριακούς ελέγχους και ελέγχους μετανάστευσης, διεκπεραιώνονται από το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου υποβάλλεται η αίτηση.
Article 5Άρθρο 5
More favourable provisionsΕυνοϊκότερες διατάξεις
Member States may introduce or retain more favourable standards on procedures for granting and withdrawing international protection, insofar as those standards are compatible with this Directive.Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ περισσότερο ευνοϊκές απαιτήσεις για τις διαδικασίες διά των οποίων χορηγείται και ανακαλείται η διεθνής προστασία, εφόσον οι απαιτήσεις αυτές συνάδουν με την παρούσα οδηγία.
CHAPTER IIΚΕΦΑΛΑΙΟ II
BASIC PRINCIPLES AND GUARANTEESΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ
Article 6Άρθρο 6
Access to the procedureΠρόσβαση στη διαδικασία
1.   When a person makes an application for international protection to an authority competent under national law for registering such applications, the registration shall take place no later than three working days after the application is made.1.   Όταν ένα πρόσωπο υποβάλλει αίτηση διεθνούς προστασίας σε αρχή αρμόδια για την καταχώριση των αιτήσεων αυτών δυνάμει του εθνικού δικαίου, η καταχώριση γίνεται το αργότερο τρεις εργάσιμες ημέρες μετά την υποβολή της αίτησης.
If the application for international protection is made to other authorities which are likely to receive such applications, but not competent for the registration under national law, Member States shall ensure that the registration shall take place no later than six working days after the application is made.Εάν η αίτηση διεθνούς προστασίας υποβάλλεται σε άλλες αρχές οι οποίες ενδεχομένως λαμβάνουν τέτοιες αιτήσεις αλλά δεν είναι αρμόδιες για την καταχώριση δυνάμει του εθνικού δικαίου, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η καταχώριση να γίνεται το αργότερο έξι εργάσιμες ημέρες μετά την υποβολή της αίτησης.
Member States shall ensure that those other authorities which are likely to receive applications for international protection such as the police, border guards, immigration authorities and personnel of detention facilities have the relevant information and that their personnel receive the necessary level of training which is appropriate to their tasks and responsibilities and instructions to inform applicants as to where and how applications for international protection may be lodged.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι άλλες αρχές οι οποίες ενδεχομένως λαμβάνουν αιτήσεις διεθνούς προστασίας, όπως η αστυνομία, η συνοριοφυλακή, οι υπηρεσίες μετανάστευσης και το προσωπικό κέντρων κράτησης, να διαθέτουν τις σχετικές πληροφορίες και οι υπάλληλοί τους να λαμβάνουν το επίπεδο κατάρτισης που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων τους και τις οδηγίες ώστε να ενημερώνονται οι αιτούντες σχετικά με τον τόπο και τον τρόπο υποβολής αιτήσεων διεθνούς προστασίας.
2.   Member States shall ensure that a person who has made an application for international protection has an effective opportunity to lodge it as soon as possible. Where the applicant does not lodge his or her application, Member States may apply Article 28 accordingly.2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το πρόσωπο το οποίο έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας να έχει πραγματική δυνατότητα να την καταθέσει το ταχύτερο δυνατό. Όταν ο αιτών δεν καταθέτει την αίτησή του, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν το άρθρο 28 αναλόγως.
3.   Without prejudice to paragraph 2, Member States may require that applications for international protection be lodged in person and/or at a designated place.3.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν οι αιτήσεις διεθνούς προστασίας να κατατίθενται αυτοπροσώπως και/ή σε καθορισμένο χώρο.
4.   Notwithstanding paragraph 3, an application for international protection shall be deemed to have been lodged once a form submitted by the applicant or, where provided for in national law, an official report, has reached the competent authorities of the Member State concerned.4.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 3, θεωρείται ότι έχει κατατεθεί αίτηση διεθνούς προστασίας, όταν οι αρμόδιες αρχές του συγκεκριμένου κράτους μέλους λαμβάνουν έντυπο το οποίο έχει υποβάλει ο αιτών ή, όταν προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, επίσημη έκθεση.
5.   Where simultaneous applications for international protection by a large number of third-country nationals or stateless persons make it very difficult in practice to respect the time limit laid down in paragraph 1, Member States may provide for that time limit to be extended to 10 working days.5.   Όταν μεγάλος αριθμός ταυτόχρονων αιτήσεων διεθνούς προστασίας από υπηκόους τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς καθιστά πολύ δύσκολη στην πράξη την τήρηση της προθεσμίας της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν παράταση της προθεσμίας σε 10 εργάσιμες ημέρες.
Article 7Άρθρο 7
Applications made on behalf of dependants or minorsΥποβολή αιτήσεων εξ ονόματος εξαρτώμενων προσώπων ή ανηλίκων
1.   Member States shall ensure that each adult with legal capacity has the right to make an application for international protection on his or her own behalf.1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε κάθε ενήλικας που διαθέτει νομική ικανότητα να έχει το δικαίωμα να υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας αυτοπροσώπως.
2.   Member States may provide that an application may be made by an applicant on behalf of his or her dependants. In such cases, Member States shall ensure that dependent adults consent to the lodging of the application on their behalf, failing which they shall have an opportunity to make an application on their own behalf.2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι ο αιτών μπορεί να υποβάλει αίτηση εξ ονόματος των εξαρτώμενων από αυτόν προσώπων. Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εξαρτώμενοι ενήλικες να συναινούν στην κατάθεση της αίτησης εξ ονόματός τους ή, εάν αυτό δεν ισχύει, να μπορούν να υποβάλουν την αίτησή τους αυτοπροσώπως.
Consent shall be requested at the time the application is lodged or, at the latest, when the personal interview with the dependent adult is conducted. Before consent is requested, each dependent adult shall be informed in private of the relevant procedural consequences of the lodging of the application on his or her behalf and of his or her right to make a separate application for international protection.Η συναίνεση ζητείται κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης ή, το αργότερο, κατά την προσωπική συνέντευξη με τον εξαρτώμενο ενήλικα. Πριν ζητηθεί η συναίνεση, κάθε εξαρτώμενος ενήλικας ενημερώνεται κατ’ ιδίαν σχετικά με τις συναφείς διαδικαστικές συνέπειες της αυτοπρόσωπης κατάθεσης αίτησης και σχετικά με το δικαίωμά του να υποβάλει αυτοτελή αίτηση διεθνούς προστασίας.
3.   Member States shall ensure that a minor has the right to make an application for international protection either on his or her own behalf, if he or she has the legal capacity to act in procedures according to the law of the Member State concerned, or through his or her parents or other adult family members, or an adult responsible for him or her, whether by law or by the practice of the Member State concerned, or through a representative.3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ένας ανήλικος να έχει το δικαίωμα να υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας είτε αυτοπροσώπως, εάν είναι νομικά ικανός να συμμετέχει στις διαδικασίες σύμφωνα με το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους, είτε μέσω των γονέων του ή άλλου ενήλικου μέλους της οικογένειάς του, ή ενηλίκου ο οποίος είναι υπεύθυνος γι’ αυτόν δυνάμει του δικαίου ή της πρακτικής του εν λόγω κράτους μέλους ή μέσω εκπροσώπου.
4.   Member States shall ensure that the appropriate bodies referred to in Article 10 of Directive 2008/115/EC of the European Parliament and of the Council of 16 December 2008 on common standards and procedures in Member States for returning illegally staying third-country nationals (10) have the right to lodge an application for international protection on behalf of an unaccompanied minor if, on the basis of an individual assessment of his or her personal situation, those bodies are of the opinion that the minor may have protection needs pursuant to Directive 2011/95/EU.4.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι κατάλληλοι φορείς για τους οποίους γίνεται λόγος στο άρθρο 10 της οδηγίας 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών (10) να έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν αίτηση διεθνούς προστασίας εξ ονόματος ασυνόδευτου ανηλίκου εφόσον, με βάση εξατομικευμένη εκτίμηση της προσωπικής κατάστασής του, οι εν λόγω φορείς θεωρούν ότι ο ανήλικος έχει ενδεχομένως ανάγκη προστασίας κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2011/95/ΕΕ.
5.   Member States may determine in national legislation:5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν στην εθνική τους νομοθεσία:
(a) | the cases in which a minor can make an application on his or her own behalf;α) | τις περιπτώσεις όπου ένας ανήλικος μπορεί να υποβάλει ο ίδιος αίτηση,
(b) | the cases in which the application of an unaccompanied minor has to be lodged by a representative as provided for in Article 25(1)(a);β) | τις περιπτώσεις στις οποίες η αίτηση του ασυνόδευτου ανηλίκου πρέπει να κατατεθεί από εκπρόσωπο όπως προβλέπεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο α),
(c) | the cases in which the lodging of an application for international protection is deemed to constitute also the lodging of an application for international protection for any unmarried minor.γ) | τις περιπτώσεις στις οποίες η κατάθεση αίτησης διεθνούς προστασίας κρίνεται ότι συνιστά επίσης κατάθεση αίτησης διεθνούς προστασίας για οποιονδήποτε άγαμο ενήλικο.
Article 8Άρθρο 8
Information and counselling in detention facilities and at border crossing pointsΕνημέρωση και παροχή συμβουλών σε κέντρα κράτησης και στα σημεία διέλευσης των συνόρων
1.   Where there are indications that third-country nationals or stateless persons held in detention facilities or present at border crossing points, including transit zones, at external borders, may wish to make an application for international protection, Member States shall provide them with information on the possibility to do so. In those detention facilities and crossing points, Member States shall make arrangements for interpretation to the extent necessary to facilitate access to the asylum procedure.1.   Όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι υπήκοοι τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς οι οποίοι βρίσκονται σε κέντρα κράτησης ή σημεία διέλευσης συνόρων, συμπεριλαμβανομένων των ζωνών διέλευσης, στα εξωτερικά σύνορα, επιθυμούν να υποβάλουν αίτηση διεθνούς προστασίας, τα κράτη μέλη τούς παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα να το πράξουν. Στα εν λόγω κέντρα κράτησης και σημεία διέλευσης, τα κράτη μέλη παρέχουν δυνατότητα διερμηνείας στο μέτρο που είναι αναγκαίο για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στη διαδικασία ασύλου.
2.   Member States shall ensure that organisations and persons providing advice and counselling to applicants have effective access to applicants present at border crossing points, including transit zones, at external borders. Member States may provide for rules covering the presence of such organisations and persons in those crossing points and in particular that access is subject to an agreement with the competent authorities of the Member States. Limits on such access may be imposed only where, by virtue of national law, they are objectively necessary for the security, public order or administrative management of the crossing points concerned, provided that access is not thereby severely restricted or rendered impossible.2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι οργανώσεις και τα πρόσωπα που ενημερώνουν και συμβουλεύουν τους αιτούντες να έχουν πραγματική πρόσβαση στους αιτούντες που βρίσκονται στα σημεία διέλευσης των συνόρων, περιλαμβανομένων των ζωνών διέλευσης, στα εξωτερικά σύνορα. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν κανόνες σχετικά με την παρουσία τέτοιων οργανώσεων και προσώπων στα εν λόγω σημεία διέλευσης των συνόρων και, συγκεκριμένα, να εξαρτούν την πρόσβαση από συμφωνία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Περιορισμοί στην πρόσβαση αυτή μπορούν να επιβάλλονται μόνο όταν, δυνάμει του εθνικού δικαίου, είναι αντικειμενικά απαραίτητοι για την ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή τη διοικητική διαχείριση του συγκεκριμένου σημείου διέλευσης των συνόρων και εφόσον η πρόσβαση δεν περιορίζεται αυστηρά και δεν καθίσταται αδύνατη.
Article 9Άρθρο 9
Right to remain in the Member State pending the examination of the applicationΔικαίωμα παραμονής στο κράτος μέλος έως ότου εξετασθεί η αίτηση
1.   Applicants shall be allowed to remain in the Member State, for the sole purpose of the procedure, until the determining authority has made a decision in accordance with the procedures at first instance set out in Chapter III. That right to remain shall not constitute an entitlement to a residence permit.1.   Στους αιτούντες επιτρέπεται να παραμείνουν στο κράτος μέλος, αποκλειστικά για το σκοπό της διαδικασίας, μέχρις ότου η αποφαινόμενη αρχή λάβει την απόφασή της σύμφωνα με τις πρωτοβάθμιες διαδικασίες που ορίζονται στο κεφάλαιο III. Το εν λόγω δικαίωμα παραμονής δεν θεμελιώνει δικαίωμα για χορήγηση άδειας διαμονής.
2.   Member States may make an exception only where a person makes a subsequent application referred to in Article 41 or where they will surrender or extradite, as appropriate, a person either to another Member State pursuant to obligations in accordance with a European arrest warrant (11) or otherwise, or to a third country or to international criminal courts or tribunals.2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να δεχθούν εξαίρεση μόνο όταν ένα πρόσωπο υποβάλλει μεταγενέστερη αίτηση που προβλέπεται στο άρθρο 41 ή όταν προτίθενται να παραδώσουν ή να εκδώσουν, ανάλογα με την περίπτωση, ένα πρόσωπο είτε σε άλλο κράτος μέλος δυνάμει υποχρεώσεων στο πλαίσιο ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως (11) ή άλλως, είτε σε τρίτη χώρα, ή, τέλος, σε διεθνή ποινικά δικαστήρια.
3.   A Member State may extradite an applicant to a third country pursuant to paragraph 2 only where the competent authorities are satisfied that an extradition decision will not result in direct or indirect refoulement in violation of the international and Union obligations of that Member State.3.   Ένα κράτος μέλος δύναται να εκδώσει έναν αιτούντα σε τρίτη χώρα κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 2 μόνο εφόσον οι αρμόδιες αρχές έχουν πεισθεί ότι η απόφαση για την έκδοση δεν θα οδηγήσει σε άμεση ή έμμεση επαναπροώθηση κατά παράβαση των διεθνών και ενωσιακών υποχρεώσεων του εν λόγω κράτους μέλους.
Article 10Άρθρο 10
Requirements for the examination of applicationsΠροϋποθέσεις για την εξέταση των αιτήσεων
1.   Member States shall ensure that applications for international protection are neither rejected nor excluded from examination on the sole ground that they have not been made as soon as possible.1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αιτήσεις διεθνούς προστασίας να μην απορρίπτονται ούτε να αποκλείεται η εξέτασή τους εκ μόνου του γεγονότος ότι δεν υποβλήθηκαν το ταχύτερο δυνατόν.
2.   When examining applications for international protection, the determining authority shall first determine whether the applicants qualify as refugees and, if not, determine whether the applicants are eligible for subsidiary protection.2.   Κατά την εξέταση αιτήσεων διεθνούς προστασίας, η αποφαινόμενη αρχή εξακριβώνει καταρχάς κατά πόσον οι αιτούντες μπορούν να αναγνωρισθούν ως πρόσφυγες και, σε αντίθετη περίπτωση, εξακριβώνει κατά πόσον οι αιτούντες δικαιούνται επικουρικής προστασίας.
3.   Member States shall ensure that decisions by the determining authority on applications for international protection are taken after an appropriate examination. To that end, Member States shall ensure that:3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αποφάσεις της αποφαινόμενης αρχής επί των αιτήσεων διεθνούς προστασίας να λαμβάνονται μετά τη δέουσα εξέταση. Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε:
(a) | applications are examined and decisions are taken individually, objectively and impartially;α) | οι αιτήσεις να εξετάζονται και οι αποφάσεις να λαμβάνονται σε ατομική βάση, αντικειμενικά και αμερόληπτα·
(b) | precise and up-to-date information is obtained from various sources, such as EASO and UNHCR and relevant international human rights organisations, as to the general situation prevailing in the countries of origin of applicants and, where necessary, in countries through which they have transited, and that such information is made available to the personnel responsible for examining applications and taking decisions;β) | να λαμβάνονται συγκεκριμένες και ακριβείς πληροφορίες από διάφορες πηγές, όπως η ΕΥΥΑ και ο UNHCR, και τις σχετικές διεθνείς οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως προς τη γενική κατάσταση στις χώρες καταγωγής των αιτούντων και, όπου χρειάζεται, στις χώρες μέσω των οποίων διήλθαν και να προβλέπεται ότι το προσωπικό που είναι υπεύθυνο για την εξέταση των αιτήσεων και τη λήψη των αποφάσεων έχει πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες·
(c) | the personnel examining applications and taking decisions know the relevant standards applicable in the field of asylum and refugee law;γ) | το προσωπικό που εξετάζει αιτήσεις και λαμβάνει αποφάσεις να γνωρίζει τις συναφείς απαιτήσεις που εφαρμόζονται στον τομέα της νομοθεσίας περί ασύλου και προσφύγων·
(d) | the personnel examining applications and taking decisions have the possibility to seek advice, whenever necessary, from experts on particular issues, such as medical, cultural, religious, child-related or gender issues.δ) | το προσωπικό που εξετάζει αιτήσεις και λαμβάνει αποφάσεις να μπορεί να ζητήσει συμβουλές, εφόσον είναι αναγκαίο, από εμπειρογνώμονες επί ειδικών ζητημάτων, π.χ. επί ιατρικών, πολιτιστικών ή θρησκευτικών ζητημάτων ή ζητημάτων που άπτονται των παιδιών ή του φύλου.
4.   The authorities referred to in Chapter V shall, through the determining authority or the applicant or otherwise, have access to the general information referred to in paragraph 3(b), necessary for the fulfilment of their task.4.   Οι αρχές που αναφέρονται στο κεφάλαιο V έχουν, μέσω της αποφαινόμενης αρχής ή του αιτούντος ή άλλως, πρόσβαση στις γενικές πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο β), οι οποίες είναι απαραίτητες για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους.
5.   Member States shall provide for rules concerning the translation of documents relevant for the examination of applications.5.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν κανόνες όσον αφορά τη μετάφραση εγγράφων σχετικών με την εξέταση των αιτήσεων.
Article 11Άρθρο 11
Requirements for a decision by the determining authorityΠροϋποθέσεις για τη λήψη απόφασης από την αποφαινόμενη αρχή
1.   Member States shall ensure that decisions on applications for international protection are given in writing.1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αποφάσεις για τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας να δίδονται γραπτώς.
2.   Member States shall also ensure that, where an application is rejected with regard to refugee status and/or subsidiary protection status, the reasons in fact and in law are stated in the decision and information on how to challenge a negative decision is given in writing.2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν επίσης ώστε, όταν απορρίπτεται αίτηση όσον αφορά το καθεστώς του πρόσφυγα και/ή το καθεστώς επικουρικής προστασίας, να αναφέρονται στην απόφαση οι πραγματικοί και νομικοί λόγοι και να δίδονται γραπτώς πληροφορίες για τις δυνατότητες προσβολής αρνητικής απόφασης.
Member States need not provide information on how to challenge a negative decision in writing in conjunction with a decision where the applicant has been provided with such information at an earlier stage either in writing or by electronic means accessible to the applicant.Τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να παρέχουν γραπτώς πληροφορίες για τις δυνατότητες προσβολής αρνητικής απόφασης όταν ο αιτών έχει ενημερωθεί σχετικά σε προηγούμενο στάδιο γραπτώς ή με ηλεκτρονικό μέσο στο οποίο ο αιτών έχει πρόσβαση.
3.   For the purposes of Article 7(2), and whenever the application is based on the same grounds, Member States may take a single decision, covering all dependants, unless to do so would lead to the disclosure of particular circumstances of an applicant which could jeopardise his or her interests, in particular in cases involving gender, sexual orientation, gender identity and/or age-based persecution. In such cases, a separate decision shall be issued to the person concerned.3.   Για τους σκοπούς του άρθρου 7 παράγραφος 2 και οσάκις η αίτηση βασίζεται στην ίδια αιτιολογία, τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν μία μόνο απόφαση, που να καλύπτει όλους τους εξαρτωμένους, εκτός εάν αυτό θα οδηγούσε σε κοινολόγηση της ιδιαίτερης κατάστασης αιτούντος που θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντά του, ιδίως σε περιπτώσεις διώξεων με βάση το φύλο, τον γενετήσιο προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου και/ή την ηλικία. Στην περίπτωση αυτή, εκδίδεται χωριστή απόφαση για το συγκεκριμένο πρόσωπο.
Article 12Άρθρο 12
Guarantees for applicantsΕγγυήσεις για τους αιτούντες
1.   With respect to the procedures provided for in Chapter III, Member States shall ensure that all applicants enjoy the following guarantees:1.   Τα κράτη μέλη, με τις διαδικασίες του κεφαλαίου III, μεριμνούν ώστε να παρέχονται σε όλους τους αιτούντες οι ακόλουθες εγγυήσεις:
(a) | they shall be informed in a language which they understand or are reasonably supposed to understand of the procedure to be followed and of their rights and obligations during the procedure and the possible consequences of not complying with their obligations and not cooperating with the authorities. They shall be informed of the time-frame, the means at their disposal for fulfilling the obligation to submit the elements as referred to in Article 4 of Directive 2011/95/EU, as well as of the consequences of an explicit or implicit withdrawal of the application. That information shall be given in time to enable them to exercise the rights guaranteed in this Directive and to comply with the obligations described in Article 13;α) | να ενημερώνονται, σε γλώσσα την οποία κατανοούν ή ευλόγως θεωρείται ότι κατανοούν, για τη διαδικασία που ακολουθείται και για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους κατά τη διαδικασία καθώς και για τις τυχόν συνέπειες της μη συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις τους και της μη συνεργασίας με τις αρχές· να ενημερώνονται για τις προθεσμίες, ως προς τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους ώστε να συμμορφωθούν με την υποχρέωση για υποβολή των στοιχείων όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ, καθώς και ως προς τις συνέπειες ρητής ή σιωπηρής ανάκλησης της αίτησης. Οι εν λόγω πληροφορίες τους δίδονται εγκαίρως ώστε να μπορέσουν να ασκήσουν τα δικαιώματα που εγγυάται η παρούσα οδηγία και να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις που περιγράφονται στο άρθρο 13·
(b) | they shall receive the services of an interpreter for submitting their case to the competent authorities whenever necessary. Member States shall consider it necessary to provide those services at least when the applicant is to be interviewed as referred to in Articles 14 to 17 and 34 and appropriate communication cannot be ensured without such services. In that case and in other cases where the competent authorities call upon the applicant, those services shall be paid for out of public funds;β) | να τους παρέχονται υπηρεσίες διερμηνέα, όταν αυτό είναι απαραίτητο για να εκθέσουν την περίπτωσή τους στις αρμόδιες αρχές. Τα κράτη μέλη θεωρούν απαραίτητο να παρέχουν αυτές τις υπηρεσίες τουλάχιστον όταν ο αιτών πρέπει να εξετασθεί στο πλαίσιο συνέντευξης όπως αναφέρεται στα άρθρα 14 έως 17 και 34 και δεν μπορεί να εξασφαλισθεί η δέουσα επικοινωνία χωρίς διερμηνέα. Σε αυτήν την περίπτωση και σε άλλες περιπτώσεις όπου οι αρμόδιες αρχές καλούν τον αιτούντα, οι εν λόγω υπηρεσίες αμείβονται από το Δημόσιο·
(c) | they shall not be denied the opportunity to communicate with UNHCR or with any other organisation providing legal advice or other counselling to applicants in accordance with the law of the Member State concerned;γ) | να μη στερούνται της ευκαιρίας να επικοινωνούν με τον UNHCR ή κάθε άλλη οργάνωση που παρέχει νομικές ή άλλες συμβουλές σε αιτούντες σύμφωνα με το δίκαιο του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους·
(d) | they and, if applicable, their legal advisers or other counsellors in accordance with Article 23(1), shall have access to the information referred to in Article 10(3)(b) and to the information provided by the experts referred to in Article 10(3)(d), where the determining authority has taken that information into consideration for the purpose of taking a decision on their application;δ) | οι ίδιοι και, εάν απαιτείται, οι νομικοί ή άλλοι σύμβουλοί τους σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 1 να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο β) και στις πληροφορίες που παρέχουν οι εμπειρογνώμονες σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο δ), όταν η αποφαινόμενη αρχή συνεκτιμά τις εν λόγω πληροφορίες για να λάβει απόφαση επί της αίτησής τους·
(e) | they shall be given notice in reasonable time of the decision by the determining authority on their application. If a legal adviser or other counsellor is legally representing the applicant, Member States may choose to give notice of the decision to him or her instead of to the applicant;ε) | να τους κοινοποιείται σε εύλογο χρόνο η απόφαση της αποφαινόμενης αρχής για την αίτηση. Εάν ένας νομικός ή άλλος σύμβουλος εκπροσωπεί νομίμως τον αιτούντα, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να κοινοποιήσουν την απόφαση σε αυτόν αντί στον αιτούντα·
(f) | they shall be informed of the result of the decision by the determining authority in a language that they understand or are reasonably supposed to understand when they are not assisted or represented by a legal adviser or other counsellor. The information provided shall include information on how to challenge a negative decision in accordance with the provisions of Article 11(2).στ) | να ενημερώνονται σχετικά με το αποτέλεσμα της απόφασης της αποφαινόμενης αρχής σε γλώσσα που κατανοούν ή ευλόγως θεωρείται ότι κατανοούν εάν δεν τους παρέχει συνδρομή ή εκπροσώπηση νομικός ή άλλος σύμβουλος. Η παρεχόμενη ενημέρωση περιλαμβάνει πληροφορίες για τη δυνατότητα προσβολής αρνητικής απόφασης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφος 2.
2.   With respect to the procedures provided for in Chapter V, Member States shall ensure that all applicants enjoy guarantees equivalent to the ones referred to in paragraph 1(b) to (e).2.   Τα κράτη μέλη, τηρώντας τις διαδικασίες που προβλέπονται στο κεφάλαιο V, μεριμνούν ώστε όλοι οι αιτούντες να απολαμβάνουν εγγυήσεων ισοδύναμων με εκείνες που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 στοιχεία β) έως ε).
Article 13Άρθρο 13
Obligations of the applicantsΥποχρεώσεις των αιτούντων
1.   Member States shall impose upon applicants the obligation to cooperate with the competent authorities with a view to establishing their identity and other elements referred to in Article 4(2) of Directive 2011/95/EU. Member States may impose upon applicants other obligations to cooperate with the competent authorities insofar as such obligations are necessary for the processing of the application.1.   Τα κράτη μέλη επιβάλλουν στους αιτούντες την υποχρέωση να συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς τους και των λοιπών στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν στους αιτούντες άλλες υποχρεώσεις συνεργασίας με τις αρμόδιες αρχές στο μέτρο που οι υποχρεώσεις αυτές είναι αναγκαίες για τη διεκπεραίωση της αίτησης.
2.   In particular, Member States may provide that:2.   Τα κράτη μέλη μπορούν, ιδίως, να προβλέπουν ότι:
(a) | applicants are required to report to the competent authorities or to appear before them in person, either without delay or at a specified time;α) | οι αιτούντες πρέπει να αναφέρονται στις αρμόδιες αρχές ή να παρουσιάζονται ενώπιόν τους αυτοπροσώπως, χωρίς καθυστέρηση ή σε καθορισμένο χρόνο·
(b) | applicants have to hand over documents in their possession relevant to the examination of the application, such as their passports;β) | οι αιτούντες πρέπει να παραδίδουν τα έγγραφα που έχουν στην κατοχή τους και σχετίζονται με την εξέταση της αίτησης, όπως τα διαβατήριά τους·
(c) | applicants are required to inform the competent authorities of their current place of residence or address and of any changes thereof as soon as possible. Member States may provide that the applicant shall have to accept any communication at the most recent place of residence or address which he or she indicated accordingly;γ) | οι αιτούντες πρέπει να ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές για τον παρόντα τόπο διαμονής ή τη διεύθυνσή τους και να τις ενημερώνουν για την αλλαγή του το συντομότερο δυνατόν. Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι ο αιτών υποχρεούται να δέχεται κάθε γνωστοποίηση στον πιο πρόσφατο τόπο διαμονής ή στη διεύθυνση που έχει δηλώσει κατά τον τρόπο αυτό·
(d) | the competent authorities may search the applicant and the items which he or she is carrying. Without prejudice to any search carried out for security reasons, a search of the applicant’s person under this Directive shall be carried out by a person of the same sex with full respect for the principles of human dignity and of physical and psychological integrity;δ) | οι αρμόδιες αρχές μπορούν να κάνουν σωματική έρευνα στον αιτούντα και να ερευνήσουν τα αντικείμενα που φέρει..Με την επιφύλαξη κάθε έρευνας που πραγματοποιείται για λόγους ασφαλείας, η σωματική έρευνα του αιτούντος σύμφωνα με την παρούσα οδηγία διεξάγεται από πρόσωπο του ιδίου φύλου τηρουμένων πλήρως των αρχών της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της σωματικής και ψυχολογικής ακεραιότητας·
(e) | the competent authorities may take a photograph of the applicant; andε) | οι αρμόδιες αρχές μπορούν να φωτογραφίζουν τον αιτούντα· και
(f) | the competent authorities may record the applicant’s oral statements, provided he or she has previously been informed thereof.στ) | οι αρμόδιες αρχές μπορούν να καταγράφουν τις προφορικές δηλώσεις του αιτούντος, εφόσον έχει ενημερωθεί σχετικά εκ των προτέρων.
Article 14Άρθρο 14
Personal interviewΠροσωπική συνέντευξη
1.   Before a decision is taken by the determining authority, the applicant shall be given the opportunity of a personal interview on his or her application for international protection with a person competent under national law to conduct such an interview. Personal interviews on the substance of the application for international protection shall be conducted by the personnel of the determining authority. This subparagraph shall be without prejudice to Article 42(2)(b).1.   Πριν από τη λήψη απόφασης από την αποφαινόμενη αρχή πρέπει να παρέχεται στον αιτούντα η ευκαιρία προσωπικής συνέντευξης σχετικά με την αίτηση διεθνούς προστασίας του με πρόσωπο αρμόδιο, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, για τη διεξαγωγή ανάλογων συνεντεύξεων. Οι προσωπικές συνεντεύξεις επί της ουσίας της αίτησης διεθνούς προστασίας διεξάγονται από το προσωπικό της αποφαινόμενης αρχής. Το παρόν εδάφιο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη του άρθρου 42 παράγραφος 2 στοιχείο β).
Where simultaneous applications for international protection by a large number of third-country nationals or stateless persons make it impossible in practice for the determining authority to conduct timely interviews on the substance of each application, Member States may provide that the personnel of another authority be temporarily involved in conducting such interviews. In such cases, the personnel of that other authority shall receive in advance the relevant training which shall include the elements listed in Article 6(4)(a) to (e) of Regulation (EU) No 439/2010. Persons conducting personal interviews of applicants pursuant to this Directive shall also have acquired general knowledge of problems which could adversely affect an applicant’s ability to be interviewed, such as indications that the applicant may have been tortured in the past.Όταν ταυτόχρονες αιτήσεις διεθνούς προστασίας από μεγάλο αριθμό υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών καθιστούν αδύνατη στην πράξη την έγκαιρη διεξαγωγή συνεντεύξεων επί της ουσίας κάθε αίτησης από την αποφαινόμενη αρχή, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι το προσωπικό διαφορετικής αρχής μπορεί προσωρινά να συμμετάσχει στη διενέργεια των συνεντεύξεων αυτών. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το προσωπικό της εν λόγω διαφορετικής αρχής λαμβάνει εκ των προτέρων σχετική κατάρτιση η οποία περιλαμβάνει τα στοιχεία που αναγράφονται στο άρθρο 6 παράγραφος 4 στοιχεία α) έως ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 439/2010. Τα πρόσωπα τα οποία διενεργούν προσωπικές συνεντεύξεις αιτούντων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία διαθέτουν επίσης γενική γνώση των προβλημάτων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά την ικανότητα του αιτούντος για συνέντευξη, όπως ενδείξεις ότι ο αιτών μπορεί να έχει υποστεί βασανισμό κατά το παρελθόν.
Where a person has lodged an application for international protection on behalf of his or her dependants, each dependent adult shall be given the opportunity of a personal interview.Όταν ένα πρόσωπο έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασία εξ ονόματος των εξαρτώμενων από αυτόν προσώπων, παρέχεται σε κάθε εξαρτώμενο ενήλικο η ευκαιρία προσωπικής συνέντευξης.
Member States may determine in national legislation the cases in which a minor shall be given the opportunity of a personal interview.Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν στην εθνική νομοθεσία τις περιπτώσεις στις οποίες παρέχεται σε ανήλικο η ευκαιρία προσωπικής συνέντευξης.
2.   The personal interview on the substance of the application may be omitted where:2.   Η προσωπική συνέντευξη επί της ουσίας της αίτησης μπορεί να παραλειφθεί όταν:
(a) | the determining authority is able to take a positive decision with regard to refugee status on the basis of evidence available; orα) | η αποφαινόμενη αρχή δύναται να λάβει θετική απόφαση όσον αφορά το καθεστώς του πρόσφυγα βάσει των διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων· ή
(b) | the determining authority is of the opinion that the applicant is unfit or unable to be interviewed owing to enduring circumstances beyond his or her control. When in doubt, the determining authority shall consult a medical professional to establish whether the condition that makes the applicant unfit or unable to be interviewed is of a temporary or enduring nature.β) | η αποφαινόμενη αρχή θεωρεί ότι ο αιτών είναι ανίκανος ή δεν μπορεί να συμμετάσχει σε συνέντευξη, για λόγους που οφείλονται σε μόνιμες καταστάσεις ανεξάρτητες από τη θέλησή του. Εάν υπάρχουν αμφιβολίες, η αποφαινόμενη αρχή συμβουλεύεται επαγγελματία του τομέα της υγείας για να εξακριβώσει κατά πόσον η κατάσταση λόγω της οποίας ο αιτών είναι ανίκανος ή δεν δύναται να συμμετάσχει σε συνέντευξη είναι προσωρινή ή μόνιμη.
Where a personal interview is not conducted pursuant to point (b) or, where applicable, with the dependant, reasonable efforts shall be made to allow the applicant or the dependant to submit further information.Όταν δεν διεξάγεται προσωπική συνέντευξη σύμφωνα με το στοιχείο β) ή, ενδεχομένως, με τον εξαρτώμενο, πρέπει να καταβάλλονται εύλογες προσπάθειες ώστε να δίνεται η δυνατότητα στον αιτούντα ή στον εξαρτώμενο να υποβάλλουν συμπληρωματικά στοιχεία.
3.   The absence of a personal interview in accordance with this Article shall not prevent the determining authority from taking a decision on an application for international protection.3.   Η έλλειψη προσωπικής συνέντευξης σύμφωνα με το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει την αποφαινόμενη αρχή να λαμβάνει απόφαση επί αιτήσεως διεθνούς προστασίας.
4.   The absence of a personal interview pursuant to paragraph 2(b) shall not adversely affect the decision of the determining authority.4.   Η έλλειψη προσωπικής συνέντευξης δυνάμει της παραγράφου 2 στοιχείο β) δεν επιδρά δυσμενώς στην απόφαση της αποφαινόμενης αρχής.
5.   Irrespective of Article 28(1), Member States, when deciding on an application for international protection, may take into account the fact that the applicant failed to appear for the personal interview, unless he or she had good reasons for the failure to appear.5.   Ανεξάρτητα από το άρθρο 28 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη, όταν αποφασίζουν επί αιτήσεως διεθνούς προστασίας, μπορούν να λάβουν υπόψη το γεγονός ότι ο αιτών δεν παρουσιάσθηκε για την προσωπική συνέντευξη, εκτός εάν είχε σοβαρούς λόγους να απουσιάσει.
Article 15Άρθρο 15
Requirements for a personal interviewΠροϋποθέσεις της προσωπικής συνέντευξης
1.   A personal interview shall normally take place without the presence of family members unless the determining authority considers it necessary for an appropriate examination to have other family members present.1.   Η προσωπική συνέντευξη κατά κανόνα γίνεται χωρίς την παρουσία μελών της οικογένειας, εκτός εάν η αποφαινόμενη αρχή κρίνει ότι η παρουσία τους είναι απαραίτητη προκειμένου να διενεργηθεί η δέουσα εξέταση.
2.   A personal interview shall take place under conditions which ensure appropriate confidentiality.2.   Η προσωπική συνέντευξη πρέπει να διεξάγεται υπό συνθήκες που να εξασφαλίζουν τη δέουσα εμπιστευτικότητα.
3.   Member States shall take appropriate steps to ensure that personal interviews are conducted under conditions which allow applicants to present the grounds for their applications in a comprehensive manner. To that end, Member States shall:3.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι οι προσωπικές συνεντεύξεις διεξάγονται σε συνθήκες που επιτρέπουν στους αιτούντες να εκθέσουν διεξοδικά τους λόγους των αιτήσεών τους. Για αυτό το σκοπό, τα κράτη μέλη:
(a) | ensure that the person who conducts the interview is competent to take account of the personal and general circumstances surrounding the application, including the applicant’s cultural origin, gender, sexual orientation, gender identity or vulnerability;α) | μεριμνούν ώστε το πρόσωπο που διεξάγει τη συνέντευξη να διαθέτει τα προσόντα για να συνεκτιμήσει τις προσωπικές και γενικές συνθήκες που περιβάλλουν την αίτηση, συμπεριλαμβανομένης της πολιτιστικής καταγωγής, του φύλου, του γενετήσιου προσανατολισμού, της ταυτότητας φύλου ή της ευαισθησίας του αιτούντος·
(b) | wherever possible, provide for the interview with the applicant to be conducted by a person of the same sex if the applicant so requests, unless the determining authority has reason to believe that such a request is based on grounds which are not related to difficulties on the part of the applicant to present the grounds of his or her application in a comprehensive manner;β) | οσάκις είναι εφικτό, προβλέπουν ότι η συνέντευξη με τον αιτούντα διεξάγεται από πρόσωπο του ίδιου φύλου, εφόσον το ζητήσει ο αιτών, εκτός εάν η αποφαινόμενη αρχή θεωρεί ευλόγως ότι η εν λόγω αίτηση βασίζεται σε λόγους που δεν συνδέονται με τη δυσκολία του αιτούντος να παρουσιάσει τους λόγους της αίτησής του κατά τρόπο περιεκτικό·
(c) | select an interpreter who is able to ensure appropriate communication between the applicant and the person who conducts the interview. The communication shall take place in the language preferred by the applicant unless there is another language which he or she understands and in which he or she is able to communicate clearly. Wherever possible, Member States shall provide an interpreter of the same sex if the applicant so requests, unless the determining authority has reasons to believe that such a request is based on grounds which are not related to difficulties on the part of the applicant to present the grounds of his or her application in a comprehensive manner;γ) | επιλέγουν διερμηνέα δυνάμενο να εξασφαλίσει τη δέουσα επικοινωνία μεταξύ του αιτούντος και του προσώπου που διεξάγει τη συνέντευξη. Η επικοινωνία διενεργείται στη γλώσσα που προτιμά ο αιτών εκτός εάν υπάρχει άλλη γλώσσα την οποία κατανοεί και στην οποία είναι σε θέση να επικοινωνήσει με σαφήνεια. Οσάκις είναι εφικτό, τα κράτη μέλη παρέχουν διερμηνέα του ιδίου φύλου εφόσον το ζητήσει ο αιτών εκτός εάν η αποφαινόμενη αρχή θεωρεί ευλόγως ότι η εν λόγω αίτηση βασίζεται σε λόγους που δεν συνδέονται με τη δυσκολία του αιτούντος να παρουσιάσει τους λόγους της αίτησής του κατά τρόπο περιεκτικό·
(d) | ensure that the person who conducts the interview on the substance of an application for international protection does not wear a military or law enforcement uniform;δ) | μεριμνούν ώστε το πρόσωπο που διεξάγει τη συνέντευξη επί της ουσίας της αίτησης διεθνούς προστασίας να μη φοράει στρατιωτική στολή ή στολή των δυνάμεων επιβολής του νόμου·
(e) | ensure that interviews with minors are conducted in a child-appropriate manner.ε) | μεριμνούν ώστε οι συνεντεύξεις με ανηλίκους να διεξάγονται με τρόπο κατάλληλο για παιδιά.
4.   Member States may provide for rules concerning the presence of third parties at a personal interview.4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίσουν κανόνες όσον αφορά την παρουσία τρίτων στην προσωπική συνέντευξη.
Article 16Άρθρο 16
Content of a personal interviewΠεριεχόμενο της προσωπικής συνέντευξης
When conducting a personal interview on the substance of an application for international protection, the determining authority shall ensure that the applicant is given an adequate opportunity to present elements needed to substantiate the application in accordance with Article 4 of Directive 2011/95/EU as completely as possible. This shall include the opportunity to give an explanation regarding elements which may be missing and/or any inconsistencies or contradictions in the applicant’s statements.Κατά τη διεξαγωγή προσωπικής συνέντευξης επί της ουσίας της αίτησης διεθνούς προστασίας, η αποφαινόμενη αρχή μεριμνά ώστε να παραχωρείται στον αιτούντα κατάλληλη ευκαιρία για να παρουσιάσει τα στοιχεία που απαιτούνται για την, κατά το δυνατόν, πλήρη τεκμηρίωση της αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Αυτό περιλαμβάνει την ευκαιρία να παράσχει εξηγήσεις σχετικά με στοιχεία τα οποία ενδεχομένως λείπουν και/ή σχετικά με τυχόν ασυνέπειες ή αντιφάσεις στο πλαίσιο των δηλώσεων του αιτούντος.
Article 17Άρθρο 17
Report and recording of personal interviewsΈκθεση και καταγραφή των προσωπικών συνεντεύξεων
1.   Member States shall ensure that either a thorough and factual report containing all substantive elements or a transcript is made of every personal interview.1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε για κάθε προσωπική συνέντευξη είτε να συντάσσεται διεξοδική και εμπεριστατωμένη έκθεση που να περιλαμβάνει όλα τα ουσιώδη στοιχεία είτε να γίνεται απομαγνητοφώνηση.
2.   Member States may provide for audio or audiovisual recording of the personal interview. Where such a recording is made, Member States shall ensure that the recording or a transcript thereof is available in connection with the applicant’s file.2.   Τα κράτη μέλη μπορεί να προβλέπουν την ακουστική ή οπτικοακουστική καταγραφή της προσωπικής συνέντευξης. Σε περίπτωση που γίνεται τέτοια καταγραφή, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η καταγραφή ή το κείμενο της απομαγνητοφώνησης να διατίθενται σε σχέση με το φάκελο του αιτούντος.
3.   Member States shall ensure that the applicant has the opportunity to make comments and/or provide clarification orally and/or in writing with regard to any mistranslations or misconceptions appearing in the report or in the transcript, at the end of the personal interview or within a specified time limit before the determining authority takes a decision. To that end, Member States shall ensure that the applicant is fully informed of the content of the report or of the substantive elements of the transcript, with the assistance of an interpreter if necessary. Member States shall then request the applicant to confirm that the content of the report or the transcript correctly reflects the interview.3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο αιτών να έχει την ευκαιρία να διατυπώσει τυχόν παρατηρήσεις και/ή να παράσχει διευκρινίσεις προφορικώς και/ή γραπτώς σε σχέση με τυχόν εσφαλμένες μεταφράσεις ή παρερμηνείες που περιλαμβάνονται στην έκθεση ή στο κείμενο της απομαγνητοφώνησης, στο τέλος της προσωπικής συνέντευξης ή εντός καθορισμένου χρονικού ορίου πριν λάβει απόφαση η αποφαινόμενη αρχή. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο αιτών να ενημερώνεται πλήρως για το περιεχόμενο της έκθεσης ή για ουσιώδη στοιχεία του κειμένου της απομαγνητοφώνησης με τη συνδρομή διερμηνέα εάν είναι απαραίτητο. Κατόπιν, τα κράτη μέλη ζητούν από τον αιτούντα να επιβεβαιώσει ότι το περιεχόμενο της έκθεσης ή του κειμένου της απομαγνητοφώνησης αντικατοπτρίζει σωστά τη λόγω συνέντευξη.
When the personal interview is recorded in accordance with paragraph 2 and the recording is admissible as evidence in the appeals procedures referred to in Chapter V, Member States need not request the applicant to confirm that the content of the report or the transcript correctly reflects the interview. Without prejudice to Article 16, where Member States provide for both a transcript and a recording of the personal interview, Member States need not allow the applicant to make comments on and/or provide clarification of the transcript.Όταν η προσωπική συνέντευξη καταγράφεται σύμφωνα με την παράγραφο 2 και η καταγραφή είναι παραδεκτή ως αποδεικτικό στοιχείο στις διαδικασίες άσκησης ένδικου μέσου που αναφέρονται στο κεφάλαιο V, τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να ζητήσουν από τον αιτούντα να επιβεβαιώσει ότι το περιεχόμενο της έκθεσης ή του κειμένου της απομαγνητοφώνησης αντικατοπτρίζει σωστά τη συνέντευξη. Με την επιφύλαξη του άρθρου 16, όταν τα κράτη μέλη παρέχουν τόσο κείμενο της απομαγνητοφώνησης όσο και καταγραφή της προσωπικής συνέντευξης· τα κράτη μέλη μπορούν να στερούν από τον αιτούντα το δικαίωμα να διατυπώνει παρατηρήσεις και/ή να παρέχει διευκρινίσεις για το κείμενο της απομαγνητοφώνησης.
4.   Where an applicant refuses to confirm that the content of the report or the transcript correctly reflects the personal interview, the reasons for his or her refusal shall be entered in the applicant’s file.4.   Όταν ο αιτών αρνείται να επιβεβαιώσει ότι το περιεχόμενο της έκθεσης ή του κειμένου της απομαγνητοφώνησης αντικατοπτρίζει σωστά την προσωπική συνέντευξη, οι λόγοι της άρνησής του καταχωρίζονται στον φάκελο του αιτούντος.
Such refusal shall not prevent the determining authority from taking a decision on the application.Η άρνηση αυτή δεν εμποδίζει την αποφαινόμενη αρχή να λάβει απόφαση επί της αίτησης.
5.   Applicants and their legal advisers or other counsellors, as defined in Article 23, shall have access to the report or the transcript and, where applicable, the recording, before the determining authority takes a decision.5.   Οι αιτούντες και οι νομικοί ή άλλοι σύμβουλοι, όπως ορίζεται στο άρθρο 23, έχουν πρόσβαση στην έκθεση ή στο κείμενο της απομαγνητοφώνησης και, ενδεχομένως, στην καταγραφή, πριν λάβει απόφαση η αποφαινόμενη αρχή.
Where Member States provide for both a transcript and a recording of the personal interview, Member States need not provide access to the recording in the procedures at first instance referred to in Chapter III. In such cases, they shall nevertheless provide access to the recording in the appeals procedures referred to in Chapter V.Όταν τα κράτη μέλη παρέχουν τόσο κείμενο της απομαγνητοφώνησης όσο και καταγραφή της προσωπικής συνέντευξης, τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να παρέχουν πρόσβαση στην καταγραφή, στο πλαίσιο των πρωτοβάθμιων διαδικασιών που αναφέρονται στο κεφάλαιο III. Στις περιπτώσεις αυτές, παρέχουν ωστόσο πρόσβαση στην καταγραφή στο πλαίσιο διαδικασιών άσκησης ένδικου μέσου που αναφέρονται στο κεφάλαιο V.
Without prejudice to paragraph 3 of this Article, where the application is examined in accordance with Article 31(8), Member States may provide that access to the report or the transcript, and where applicable, the recording, is granted at the same time as the decision is made.Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, όταν η αίτηση εξετάζεται σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 8, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η πρόσβαση στην έκθεση ή στο κείμενο της απομαγνητοφώνησης και, κατά περίπτωση, στην καταγραφή παρέχεται ταυτόχρονα με τη λήψη απόφασης.
Article 18Άρθρο 18
Medical examinationΙατρική εξέταση
1.   Where the determining authority deems it relevant for the assessment of an application for international protection in accordance with Article 4 of Directive 2011/95/EU, Member States shall, subject to the applicant’s consent, arrange for a medical examination of the applicant concerning signs that might indicate past persecution or serious harm. Alternatively, Member States may provide that the applicant arranges for such a medical examination.1.   Όταν η αποφαινόμενη αρχή το θεωρεί σκόπιμο για την αξιολόγηση αίτησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ και με την επιφύλαξη της συγκατάθεσης του αιτούντος, τα κράτη μέλη, με την επιφύλαξη της συναίνεσης του αιτούντος, μεριμνούν για την ιατρική εξέταση του αιτούντος όσον αφορά ενδείξεις που ενδεχομένως υποδηλώνουν διώξεις ή σοβαρή βλάβη που υπέστη κατά το παρελθόν. Εναλλακτικά, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι ο αιτών μεριμνά για την ιατρική εξέταση.
The medical examinations referred to in the first subparagraph shall be carried out by qualified medical professionals and the result thereof shall be submitted to the determining authority as soon as possible. Member States may designate the medical professionals who may carry out such medical examinations. An applicant’s refusal to undergo such a medical examination shall not prevent the determining authority from taking a decision on the application for international protection.Οι ιατρικές εξετάσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο διενεργούνται από κατάλληλα εκπαιδευμένους επαγγελματίες του τομέα της υγείας και τα αποτελέσματά τους υποβάλλονται στην αποφαινόμενη αρχή το ταχύτερο δυνατό. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν τους επαγγελματίες του τομέα της υγείας που μπορούν να διενεργούν αυτές τις ιατρικές εξετάσεις. Η άρνηση αιτούντος να υποβληθεί σε αυτή την ιατρική εξέταση δεν εμποδίζει την αποφαινόμενη αρχή να λάβει απόφαση επί της αίτησης διεθνούς προστασίας.
Medical examinations carried out in accordance with this paragraph shall be paid for out of public funds.Τα έξοδα των ιατρικών εξετάσεων που διενεργούνται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο καλύπτονται από δημόσια κονδύλια.
2.   When no medical examination is carried out in accordance with paragraph 1, Member States shall inform applicants that they may, on their own initiative and at their own cost, arrange for a medical examination concerning signs that might indicate past persecution or serious harm.2.   Όταν δεν διενεργείται ιατρική εξέταση σύμφωνα με την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη ενημερώνουν τους αιτούντες ότι μπορούν με δική τους πρωτοβουλία και δικά τους έξοδα να μεριμνήσουν για την ιατρική εξέταση όσον αφορά ενδείξεις που ενδεχομένως υποδηλώνουν διώξεις ή σοβαρή βλάβη που υπέστησαν κατά το παρελθόν.
3.   The results of the medical examinations referred to in paragraphs 1 and 2 shall be assessed by the determining authority along with the other elements of the application.3.   Τα αποτελέσματα των ιατρικών εξετάσεων για τις οποίες γίνεται λόγος στις παραγράφους 1 και 2 εκτιμώνται από την αποφαινόμενη αρχή μαζί με τα λοιπά στοιχεία της αίτησης.
Article 19Άρθρο 19
Provision of legal and procedural information free of charge in procedures at first instanceΔωρεάν παροχή νομικών και διαδικαστικών πληροφοριών στο πλαίσιο των πρωτοβάθμιων διαδικασιών
1.   In the procedures at first instance provided for in Chapter III, Member States shall ensure that, on request, applicants are provided with legal and procedural information free of charge, including, at least, information on the procedure in the light of the applicant’s particular circumstances. In the event of a negative decision on an application at first instance, Member States shall also, on request, provide applicants with information — in addition to that given in accordance with Article 11(2) and Article 12(1)(f) — in order to clarify the reasons for such decision and explain how it can be challenged.1.   Στο πλαίσιο των πρωτοβάθμιων διαδικασιών του κεφαλαίου ΙΙΙ, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να παρέχονται, κατόπιν αιτήματος, δωρεάν νομικές και διαδικαστικές πληροφορίες στους αιτούντες, συμπεριλαμβανομένων, τουλάχιστον, των πληροφοριών σχετικά με τη διαδικασία με γνώμονα τις ιδιαιτερότητες της περίπτωσης του αιτούντος. Σε περίπτωση αρνητικής απόφασης επί αίτησης σε πρώτο βαθμό, τα κράτη μέλη παρέχουν στους αιτούντες, κατόπιν αιτήματος, πληροφορίες —πέραν όσων προβλέπονται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 και στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο στ)— με τις οποίες εξηγούνται οι λόγοι της απόφασης και οι δυνατότητες άσκησης προσφυγής κατ’ αυτής
2.   The provision of legal and procedural information free of charge shall be subject to the conditions laid down in Article 21.2.   Η δωρεάν παροχή νομικών και διαδικαστικών πληροφοριών υπόκειται στους όρους που θεσπίζονται με το άρθρο 21.
Article 20Άρθρο 20
Free legal assistance and representation in appeals proceduresΔωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση στις διαδικασίες άσκησης ένδικου μέσου
1.   Member States shall ensure that free legal assistance and representation is granted on request in the appeals procedures provided for in Chapter V. It shall include, at least, the preparation of the required procedural documents and participation in the hearing before a court or tribunal of first instance on behalf of the applicant.1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να παρέχεται, κατόπιν αιτήματος, δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση στο πλαίσιο των διαδικασιών άσκησης ένδικου μέσου που προβλέπονται στο κεφάλαιο V. Περιλαμβάνει, τουλάχιστον, την κατάρτιση των αναγκαίων διαδικαστικών εγγράφων και τη συμμετοχή εξ ονόματος του αιτούντος σε ακροαματική διαδικασία ενώπιον πρωτοβάθμιου δικαστηρίου.
2.   Member States may also provide free legal assistance and/or representation in the procedures at first instance provided for in Chapter III. In such cases, Article 19 shall not apply.2.   Επίσης, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν δωρεάν νομική συνδρομή και/ή εκπροσώπηση στις πρωτοβάθμιες διαδικασίες που προβλέπονται στο κεφάλαιο III. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 19.
3.   Member States may provide that free legal assistance and representation not be granted where the applicant’s appeal is considered by a court or tribunal or other competent authority to have no tangible prospect of success.3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι δεν χορηγείται δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση εάν ένα δικαστήριο ή άλλη αρμόδια αρχή θεωρεί ότι το ένδικο μέσο του αιτούντος δεν έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας.
Where a decision not to grant free legal assistance and representation pursuant to this paragraph is taken by an authority which is not a court or tribunal, Member States shall ensure that the applicant has the right to an effective remedy before a court or tribunal against that decision.Όταν λαμβάνεται απόφαση για τη μη παροχή δωρεάν νομικής συνδρομής και εκπροσώπησης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο από αρχή η οποία δεν είναι δικαστήριο, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο αιτών έχει το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής κατά της εν λόγω απόφασης ενώπιον δικαστηρίου.
In the application of this paragraph, Member States shall ensure that legal assistance and representation is not arbitrarily restricted and that the applicant’s effective access to justice is not hindered.Κατ’ εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να μην περιορίζεται αυθαιρέτως η νομική συνδρομή και εκπροσώπηση και να μην εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτούντος στη δικαιοσύνη.
4.   Free legal assistance and representation shall be subject to the conditions laid down in Article 21.4.   Η δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση υπόκειται στους όρους που θεσπίζονται στο άρθρο 21.
Article 21Άρθρο 21
Conditions for the provision of legal and procedural information free of charge and free legal assistance and representationΌροι για τη δωρεάν παροχή νομικών και διαδικαστικών πληροφοριών και τη δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση
1.   Member States may provide that the legal and procedural information free of charge referred to in Article 19 is provided by non-governmental organisations, or by professionals from government authorities or from specialised services of the State.1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι δωρεάν νομικές και διαδικαστικές πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 19 παρέχονται από μη κυβερνητικές οργανώσεις ή από επαγγελματίες κρατικών αρχών ή από ειδικευμένες κρατικές υπηρεσίες.
The free legal assistance and representation referred to in Article 20 shall be provided by such persons as admitted or permitted under national law.Η δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση που προβλέπονται στο άρθρο 20 παρέχονται από πρόσωπα που γίνονται δεκτά ή αναγνωρίζονται με την ιδιότητα αυτή βάσει του εθνικού δικαίου.
2.   Member States may provide that legal and procedural information free of charge referred to in Article 19 and free legal assistance and representation referred to in Article 20 are granted:2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι δωρεάν νομικές και διαδικαστικές πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 19 και η δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση που αναφέρονται στο άρθρο 20 χορηγούνται:
(a) | only to those who lack sufficient resources; and/orα) | μόνο σε όσους δεν έχουν επαρκείς πόρους· και/ή
(b) | only through the services provided by legal advisers or other counsellors specifically designated by national law to assist and represent applicants.β) | μόνο μέσω των υπηρεσιών που παρέχονται από νομικούς ή άλλους συμβούλους που καθορίζονται ειδικά από την εθνική νομοθεσία για συνδρομή και εκπροσώπηση των αιτούντων.
Member States may provide that the free legal assistance and representation referred to in Article 20 is granted only for appeals procedures in accordance with Chapter V before a court or tribunal of first instance and not for any further appeals or reviews provided for under national law, including rehearings or reviews of appeals.Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση που αναφέρονται στο άρθρο 20 χορηγούνται μόνο για διαδικασίες άσκησης ένδικου μέσου σύμφωνα με το κεφάλαιο V ενώπιον πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και όχι για περαιτέρω προσφυγή ή έλεγχο που προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένης της επανεκδίκασης ή του ελέγχου προσφυγής.
Member States may also provide that the free legal assistance and representation referred to in Article 20 is not granted to applicants who are no longer present on their territory in application of Article 41(2)(c).Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέπουν ότι η δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση που προβλέπονται στο άρθρο 20 δεν παρέχονται σε αιτούντες οι οποίοι δεν βρίσκονται πλέον στο έδαφός τους, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 41 παράγραφος 2 στοιχείο γ).
3.   Member States may lay down rules concerning the modalities for filing and processing requests for legal and procedural information free of charge under Article 19 and for free legal assistance and representation under Article 20.3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν κανόνες σχετικά με την υποβολή και τη διεκπεραίωση των αιτημάτων παροχής δωρεάν νομικών και διαδικαστικών πληροφοριών βάσει του άρθρου 19 και δωρεάν νομικής συνδρομής και εκπροσώπησης βάσει του άρθρου 20.
4.   Member States may also:4.   Επιπλέον, τα κράτη μέλη μπορούν:
(a) | impose monetary and/or time limits on the provision of legal and procedural information free of charge referred to in Article 19 and on the provision of free legal assistance and representation referred to in Article 20, provided that such limits do not arbitrarily restrict access to the provision of legal and procedural information and legal assistance and representation;α) | να επιβάλλουν χρηματικά και/ή χρονικά όρια στη δωρεάν παροχή νομικών και διαδικαστικών πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 19 και στη δωρεάν παροχή δωρεάν νομικής συνδρομής και εκπροσώπησης που αναφέρεται στο άρθρο 20, εφόσον τα όρια αυτά δεν περιορίζουν αυθαιρέτως την πρόσβαση στην παροχή νομικών και διαδικαστικών πληροφοριών και στη νομική συνδρομή και εκπροσώπηση·
(b) | provide that, as regards fees and other costs, the treatment of applicants shall not be more favourable than the treatment generally accorded to their nationals in matters pertaining to legal assistance.β) | να προβλέπουν ότι, όσον αφορά τα τέλη και άλλα έξοδα, η μεταχείριση των αιτούντων δεν θα είναι ευνοϊκότερη από εκείνη που επιφυλάσσεται κατά γενικό κανόνα στους υπηκόους τους σε θέματα σχετικά με τη νομική συνδρομή.
5.   Member States may demand to be reimbursed wholly or partially for any costs granted if and when the applicant’s financial situation has improved considerably or if the decision to grant such costs was taken on the basis of false information supplied by the applicant.5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να ζητήσουν να τους επιστραφεί το σύνολο ή μέρος των καταβληθέντων εξόδων εάν και από τη στιγμή που έχει βελτιωθεί σημαντικά η οικονομική κατάσταση του αιτούντος ή εάν η απόφαση χορήγησης αυτών των εξόδων είχε ληφθεί με βάση ψευδείς πληροφορίες που είχε δώσει ο αιτών.
Article 22Άρθρο 22
Right to legal assistance and representation at all stages of the procedureΔικαίωμα νομικής συνδρομής και εκπροσώπησης σε όλα τα στάδια της διαδικασίας
1.   Applicants shall be given the opportunity to consult, at their own cost, in an effective manner a legal adviser or other counsellor, admitted or permitted as such under national law, on matters relating to their applications for international protection, at all stages of the procedure, including following a negative decision.1.   Στους αιτούντες παρέχεται η δυνατότητα, να συμβουλεύονται, ιδία δαπάνη και κατά τρόπο ουσιαστικό, νομικό ή άλλο σύμβουλο, που γίνεται δεκτός ή αναγνωρίζεται με την ιδιότητα αυτή βάσει του εθνικού δικαίου, σε θέματα σχετικά με τις οικείες αιτήσεις διεθνούς προστασίας, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, ακόμα και μετά από αρνητική απόφαση.
2.   Member States may allow non-governmental organisations to provide legal assistance and/or representation to applicants in the procedures provided for in Chapter III and Chapter V in accordance with national law.2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν σε μη κυβερνητικές οργανώσεις να παράσχουν νομική συνδρομή και/ή εκπροσώπηση σε αιτούντες στο πλαίσιο των διαδικασιών που προβλέπονται στο κεφάλαιο III και στο κεφάλαιο V σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.
Article 23Άρθρο 23
Scope of legal assistance and representationΠεδίο εφαρμογής της νομικής συνδρομής και εκπροσώπησης
1.   Member States shall ensure that a legal adviser or other counsellor admitted or permitted as such under national law, who assists or represents an applicant under the terms of national law, shall enjoy access to the information in the applicant’s file upon the basis of which a decision is or will be made.1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο νομικός ή άλλος σύμβουλος, που γίνεται δεκτός ή αναγνωρίζεται με την ιδιότητα αυτή βάσει της εθνικής νομοθεσίας και που παρέχει συνδρομή ή εκπροσώπηση σε αιτούντα βάσει της εθνικής νομοθεσίας, να έχει πρόσβαση στις πληροφορίες του φακέλου του αιτούντος βάσει των οποίων λαμβάνεται ή θα ληφθεί απόφαση.
Member States may make an exception where disclosure of information or sources would jeopardise national security, the security of the organisations or person(s) providing the information or the security of the person(s) to whom the information relates or where the investigative interests relating to the examination of applications for international protection by the competent authorities of the Member States or the international relations of the Member States would be compromised. In such cases, Member States shall:Τα κράτη μέλη δύνανται να κάνουν εξαίρεση όταν η αποκάλυψη των πληροφοριών ή των πηγών ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια, την ασφάλεια των οργανισμών ή προσώπων που παρέχουν τις πληροφορίες ή την ασφάλεια των προσώπων τα οποία αφορούν οι πληροφορίες ή εάν θίγονται οι έρευνες σχετικά με την εξέταση των αιτήσεων διεθνούς προστασίας από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ή οι διεθνείς σχέσεις των κρατών μελών. Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη:
(a) | make access to such information or sources available to the authorities referred to in Chapter V; andα) | καθιστούν προσβάσιμες στις αρχές που αναφέρονται στο κεφάλαιο V τις εν λόγω πληροφορίες ή πηγές· και
(b) | establish in national law procedures guaranteeing that the applicant’s rights of defence are respected.β) | θεσπίζουν στο εθνικό δίκαιο διαδικασίες που εξασφαλίζουν τον σεβασμό των δικαιωμάτων υπεράσπισης του αιτούντος.
In respect of point (b), Member States may, in particular, grant access to such information or sources to a legal adviser or other counsellor who has undergone a security check, insofar as the information is relevant for examining the application or for taking a decision to withdraw international protection.Όσον αφορά το στοιχείο β), τα κράτη μέλη μπορούν, ιδίως, να παρέχουν σε νομικό ή άλλο σύμβουλο, ο οποίος έχει υποβληθεί σε έλεγχο ασφαλείας, πρόσβαση στις συγκεκριμένες πληροφορίες ή πηγές, εφόσον οι πληροφορίες έχουν σημασία για την εξέταση της αίτησης ή για τη λήψη απόφασης περί ανάκλησης της διεθνούς προστασίας.
2.   Member States shall ensure that the legal adviser or other counsellor who assists or represents an applicant has access to closed areas, such as detention facilities and transit zones, for the purpose of consulting that applicant, in accordance with Article 10(4) and Article 18(2)(b) and (c) of Directive 2013/33/EU.2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο νομικός ή άλλος σύμβουλος που παρέχει συνδρομή ή εκπροσώπηση στον αιτούντα να έχει πρόσβαση σε κλειστές ζώνες, όπως χώρους κράτησης και ζώνες διέλευσης, για να συνεννοείται με τον αιτούντα, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 4 και το άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ) της οδηγίας 2013/33/ΕΕ.
3.   Member States shall allow an applicant to bring to the personal interview a legal adviser or other counsellor admitted or permitted as such under national law.3.   Τα κράτη μέλη επιτρέπουν στον αιτούντα να προσέλθει στην προσωπική συνέντευξη συνοδευόμενος από νομικό ή άλλο σύμβουλο που γίνεται δεκτός ή αναγνωρίζεται με την ιδιότητα αυτή βάσει του εθνικού δικαίου.
Member States may stipulate that the legal adviser or other counsellor may only intervene at the end of the personal interview.Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ότι ο νομικός ή άλλος σύμβουλος μπορεί να παρεμβαίνει μόνο στο τέλος της προσωπικής συνέντευξης.
4.   Without prejudice to this Article or to Article 25(1)(b), Member States may provide rules covering the presence of legal advisers or other counsellors at all interviews in the procedure.4.   Με την επιφύλαξη του παρόντος άρθρου ή του άρθρου 25 παράγραφος 1 στοιχείο β), τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν κανόνες για την παράσταση των νομικών ή άλλων συμβούλων σε όλες τις συνεντεύξεις κατά τη διαδικασία.
Member States may require the presence of the applicant at the personal interview, even if he or she is represented under the terms of national law by a legal adviser or counsellor, and may require the applicant to respond in person to the questions asked.Τα κράτη μέλη μπορούν να ζητήσουν την παρουσία του αιτούντος στην προσωπική συνέντευξη έστω κι αν αυτός εκπροσωπείται βάσει της εθνικής νομοθεσίας από νομικό ή άλλο σύμβουλο και μπορούν να ζητήσουν από τον αιτούντα να απαντήσει αυτοπροσώπως στις υποβαλλόμενες ερωτήσεις.
Without prejudice to Article 25(1)(b), the absence of a legal adviser or other counsellor shall not prevent the competent authority from conducting a personal interview with the applicant.Με την επιφύλαξη του άρθρου 25 παράγραφος 1 στοιχείο β), η απουσία νομικού ή άλλου συμβούλου δεν εμποδίζει την αρμόδια αρχή να διεξαγάγει προσωπική συνέντευξη με τον αιτούντα.
Article 24Άρθρο 24
Applicants in need of special procedural guaranteesΑιτούντες που χρήζουν ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων
1.   Member States shall assess within a reasonable period of time after an application for international protection is made whether the applicant is an applicant in need of special procedural guarantees.1.   Τα κράτη μέλη εκτιμούν, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος μετά την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, αν ο αιτών χρήζει ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων.
2.   The assessment referred to in paragraph 1 may be integrated into existing national procedures and/or into the assessment referred to in Article 22 of Directive 2013/33/EU and need not take the form of an administrative procedure.2.   Η εκτίμηση της παραγράφου 1 μπορεί να εντάσσεται στις ισχύουσες εθνικές διαδικασίες και/ή στην εκτίμηση που αναφέρεται στο άρθρο 22 της οδηγίας 2013/33/ΕΕ και δεν χρειάζεται να λαμβάνει τη μορφή διοικητικής διαδικασίας.
3.   Member States shall ensure that where applicants have been identified as applicants in need of special procedural guarantees, they are provided with adequate support in order to allow them to benefit from the rights and comply with the obligations of this Directive throughout the duration of the asylum procedure.3.   Τα κράτη μέλη, αφού εκτιμήσουν ότι οι αιτούντες χρήζουν ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων, τους εξασφαλίζουν επαρκή υποστήριξη, ώστε να μπορούν να απολαύουν των δικαιωμάτων και να συμμορφούνται προς τις υποχρεώσεις της παρούσας οδηγίας καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας ασύλου.
Where such adequate support cannot be provided within the framework of the procedures referred to in Article 31(8) and Article 43, in particular where Member States consider that the applicant is in need of special procedural guarantees as a result of torture, rape or other serious forms of psychological, physical or sexual violence, Member States shall not apply, or shall cease to apply, Article 31(8) and Article 43. Where Member States apply Article 46(6) to applicants to whom Article 31(8) and Article 43 cannot be applied pursuant to this subparagraph, Member States shall provide at least the guarantees provided for in Article 46(7).Όταν η κατάλληλη υποστήριξη δεν μπορεί να παρέχεται εντός του πλαισίου των διαδικασιών του άρθρου 31 παράγραφος 8 και του άρθρου 43, ιδίως όταν τα κράτη μέλη θεωρούν ότι ο αιτών χρήζει ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων συνεπεία βασανισμού, βιασμού ή άλλων σοβαρών μορφών ψυχολογικής, σωματικής ή σεξουαλικής βίας, τα κράτη μέλη δεν εφαρμόζουν ή παύουν να εφαρμόζουν το άρθρο 31 παράγραφος 8 και το άρθρο 43. Όταν τα κράτη μέλη εφαρμόζουν το άρθρο 46 παράγραφος 6 σε αιτούντες στους οποίους δεν μπορούν να εφαρμοσθούν το άρθρο 31 παράγραφος 8 και το άρθρο 43, σύμφωνα με το παρόν εδάφιο, παρέχουν τουλάχιστον τις εγγυήσεις του άρθρου 46 παράγραφος 7.
4.   Member States shall ensure that the need for special procedural guarantees is also addressed, in accordance with this Directive, where such a need becomes apparent at a later stage of the procedure, without necessarily restarting the procedure.4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι αντιμετωπίζεται επίσης η ανάγκη για ειδικές διαδικαστικές εγγυήσεις, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, εφόσον η ανάγκη αυτή ανακύψει σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας, χωρίς να απαιτείται εκ νέου κίνηση της διαδικασίας.
Article 25Άρθρο 25
Guarantees for unaccompanied minorsΕγγυήσεις για τους ασυνόδευτους ανηλίκους
1.   With respect to all procedures provided for in this Directive and without prejudice to the provisions of Articles 14 to 17, Member States shall:1.   Για όλες τις διαδικασίες που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία και με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 14 έως 17, τα κράτη μέλη:
(a) | take measures as soon as possible to ensure that a representative represents and assists the unaccompanied minor to enable him or her to benefit from the rights and comply with the obligations provided for in this Directive. The unaccompanied minor shall be informed immediately of the appointment of a representative. The representative shall perform his or her duties in accordance with the principle of the best interests of the child and shall have the necessary expertise to that end. The person acting as representative shall be changed only when necessary. Organisations or individuals whose interests conflict or could potentially conflict with those of the unaccompanied minor shall not be eligible to become representatives. The representative may also be the representative referred to in Directive 2013/33/EU;α) | λαμβάνουν το συντομότερο δυνατόν μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι ο ασυνόδευτος ανήλικος διαθέτει εκπροσώπηση και συνδρομή από εκπρόσωπο προκειμένου να μπορέσει να επωφεληθεί των δικαιωμάτων και να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. Ο ασυνόδευτος ανήλικος ενημερώνεται αμέσως ότι έχει ορισθεί εκπρόσωπος. Ο εκπρόσωπος ασκεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με την αρχή του μείζονος συμφέροντος του παιδιού και διαθέτει την κατάλληλη εμπειρογνωμοσύνη για τον σκοπό αυτό. Το πρόσωπο που ενεργεί ως εκπρόσωπος αντικαθίσταται μόνο εφόσον απαιτείται. Οι οργανώσεις και τα πρόσωπα τα συμφέροντα των οποίων συγκρούονται ή θα μπορούσαν ενδεχομένως να συγκρουσθούν με τα συμφέροντα του ασυνόδευτου ανηλίκου δεν είναι επιλέξιμα να καταστούν εκπρόσωποι. Ο εκπρόσωπος μπορεί επίσης να είναι ο εκπρόσωπος που αναφέρεται στην οδηγία 2013/33/ΕΕ·
(b) | ensure that the representative is given the opportunity to inform the unaccompanied minor about the meaning and possible consequences of the personal interview and, where appropriate, how to prepare himself or herself for the personal interview. Member States shall ensure that a representative and/or a legal adviser or other counsellor admitted or permitted as such under national law are present at that interview and have an opportunity to ask questions or make comments, within the framework set by the person who conducts the interview.β) | μεριμνούν ώστε να παρέχεται η ευκαιρία στον εκπρόσωπο να ενημερώνει τον ασυνόδευτο ανήλικο σχετικά με το νόημα και τις πιθανές συνέπειες της προσωπικής συνέντευξης και, εφόσον ενδείκνυται, σχετικά με τον τρόπο που θα πρέπει να προετοιμασθεί για την προσωπική συνέντευξη. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο εκπρόσωπος και/ή ο νομικός ή άλλος σύμβουλος που αναγνωρίζεται ή του επιτρέπεται με την ιδιότητα αυτή βάσει του εθνικού δικαίου να παρίστανται στην εν λόγω προσωπική συνέντευξη και να έχουν τη δυνατότητα να υποβάλλουν ερωτήσεις ή παρατηρήσεις, εντός του πλαισίου που ορίζει ο διεξάγων τη συνέντευξη.
Member States may require the presence of the unaccompanied minor at the personal interview, even if the representative is present.Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτήσουν την παρουσία του ασυνόδευτου ανηλίκου στην προσωπική συνέντευξη ακόμη κι αν ο εκπρόσωπος είναι παρών.
2.   Member States may refrain from appointing a representative where the unaccompanied minor will in all likelihood reach the age of 18 before a decision at first instance is taken.2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να μη διορίσουν εκπρόσωπο εφόσον ο ασυνόδευτος ανήλικος κατά πάσα πιθανότητα θα συμπληρώσει το 18ο έτος προτού ληφθεί απόφαση σε πρώτο βαθμό.
3.   Member States shall ensure that:3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε:
(a) | if an unaccompanied minor has a personal interview on his or her application for international protection as referred to in Articles 14 to 17 and 34, that interview is conducted by a person who has the necessary knowledge of the special needs of minors;α) | εάν ένας ασυνόδευτος ανήλικος έχει κληθεί σε προσωπική συνέντευξη για την αίτησή του για διεθνή προστασία όπως ορίζεται στα άρθρα 14 έως 17 και στο άρθρο 34, η συνέντευξη αυτή να διεξάγεται από πρόσωπο που έχει τις απαραίτητες γνώσεις για τις ειδικές ανάγκες των ανηλίκων·
(b) | an official with the necessary knowledge of the special needs of minors prepares the decision by the determining authority on the application of an unaccompanied minor.β) | ένας υπάλληλος που έχει τις αναγκαίες γνώσεις σχετικά με τις ειδικές ανάγκες των ανηλίκων να προετοιμάζει την απόφαση της αποφαινόμενης αρχής επί της αιτήσεως του ασυνόδευτου ανηλίκου.
4.   Unaccompanied minors and their representatives shall be provided, free of charge, with legal and procedural information as referred to in Article 19 also in the procedures for the withdrawal of international protection provided for in Chapter IV.4.   Στους ασυνόδευτους ανηλίκους και στους εκπροσώπους τους παρέχονται δωρεάν οι νομικές και διαδικαστικές πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 19, καθώς και οι πληροφορίες για τις διαδικασίες ανάκλησης της διεθνούς προστασίας που προβλέπονται στο κεφάλαιο IV.
5.   Member States may use medical examinations to determine the age of unaccompanied minors within the framework of the examination of an application for international protection where, following general statements or other relevant indications, Member States have doubts concerning the applicant’s age. If, thereafter, Member States are still in doubt concerning the applicant’s age, they shall assume that the applicant is a minor.5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν ιατρικές εξετάσεις για τον προσδιορισμό της ηλικίας των ασυνόδευτων ανηλίκων στο πλαίσιο της εξέτασης αιτήσεως διεθνούς προστασίας όταν, μετά τις γενικές δηλώσεις ή άλλες συναφείς ενδείξεις, τα κράτη μέλη έχουν αμφιβολίες σχετικά με την ηλικία του αιτούντος. Εάν, αργότερα, τα κράτη μέλη εξακολουθούν να έχουν αμφιβολίες σχετικά με την ηλικία του αιτούντος, θεωρούν ότι ο αιτών είναι ανήλικος.
Any medical examination shall be performed with full respect for the individual’s dignity, shall be the least invasive examination and shall be carried out by qualified medical professionals allowing, to the extent possible, for a reliable result.Οποιαδήποτε ιατρική εξέταση πραγματοποιείται με πλήρη σεβασμό της αξιοπρέπειας του αιτούντος, διενεργείται με την επιλογή των λιγότερο παρεμβατικών εξετάσεων και διενεργείται από κατάλληλα εκπαιδευμένους επαγγελματίες του τομέα της υγείας, ώστε να επιτυγχάνεται όσο το δυνατόν πιο αξιόπιστο αποτέλεσμα.
Where medical examinations are used, Member States shall ensure that:Όταν χρησιμοποιούνται ιατρικές εξετάσεις, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε:
(a) | unaccompanied minors are informed prior to the examination of their application for international protection, and in a language that they understand or are reasonably supposed to understand, of the possibility that their age may be determined by medical examination. This shall include information on the method of examination and the possible consequences of the result of the medical examination for the examination of the application for international protection, as well as the consequences of refusal on the part of the unaccompanied minor to undergo the medical examination;α) | οι ασυνόδευτοι ανήλικοι να ενημερώνονται, πριν από την εξέταση της αίτησής τους διεθνούς προστασίας, και σε γλώσσα την οποία κατανοούν ή τεκμαίρεται ευλόγως ότι κατανοούν, σχετικά με τη δυνατότητα προσδιορισμού της ηλικίας με ιατρική εξέταση· πρόκειται μεταξύ άλλων για πληροφορίες σχετικά με τη μέθοδο εξέτασης και τον ενδεχόμενο αντίκτυπο των αποτελεσμάτων της ιατρικής εξέτασης στην εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, καθώς και ως προς τον αντίκτυπο της άρνησης του ασυνόδευτου ανηλίκου να υποβληθεί στην ιατρική εξέταση·
(b) | unaccompanied minors and/or their representatives consent to a medical examination being carried out to determine the age of the minors concerned; andβ) | οι ασυνόδευτοι ανήλικοι και/ή οι εκπρόσωποί τους να συναινούν στη διενέργεια ιατρικής εξέτασης για τον προσδιορισμό της ηλικίας των συγκεκριμένων ανηλίκων· και
(c) | the decision to reject an application for international protection by an unaccompanied minor who refused to undergo a medical examination shall not be based solely on that refusal.γ) | η απόφαση απόρριψης αίτησης διεθνούς προστασίας ασυνόδευτου ανηλίκου που αρνήθηκε να υποβληθεί σε ιατρική εξέταση να μη βασίζεται μόνο στην άρνηση αυτή.
The fact that an unaccompanied minor has refused to undergo a medical examination shall not prevent the determining authority from taking a decision on the application for international protection.Το γεγονός ότι ένας ασυνόδευτος ανήλικος έχει αρνηθεί να υποβληθεί σε ιατρική εξέταση δεν εμποδίζει την αποφαινόμενη αρχή να λαμβάνει απόφαση επί της αιτήσεως διεθνούς προστασίας.
6.   The best interests of the child shall be a primary consideration for Member States when implementing this Directive.6.   Το μείζον συμφέρον του παιδιού αποτελεί το κύριο μέλημα των κρατών μελών κατά την εφαρμογή της προύσας οδηγίας.
Where Member States, in the course of the asylum procedure, identify a person as an unaccompanied minor, they may:Όταν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αίτησης ασύλου τα κράτη μέλη χαρακτηρίζουν ένα πρόσωπο ως ασυνόδευτο ανήλικο, μπορούν:
(a) | apply or continue to apply Article 31(8) only if: | (i) | the applicant comes from a country which satisfies the criteria to be considered a safe country of origin within the meaning of this Directive; or | (ii) | the applicant has introduced a subsequent application for international protection that is not inadmissible in accordance with Article 40(5); or | (iii) | the applicant may for serious reasons be considered a danger to the national security or public order of the Member State, or the applicant has been forcibly expelled for serious reasons of public security or public order under national law;α) | να εφαρμόζουν ή να εξακολουθούν να εφαρμόζουν το άρθρο 31 παράγραφος 8, μόνο εφόσον: | i) | ο αιτών προέρχεται από χώρα η οποία πληροί τα κριτήρια για το χαρακτηρισμό της ως ασφαλούς χώρας καταγωγής, κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, ή | ii) | ο αιτών έχει υποβάλει μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας η οποία είναι απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 5, ή | iii) | ο αιτών μπορεί, εξαιτίας σοβαρών λόγων, να θεωρείται επικίνδυνος για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη ή έχει απελαθεί διά της βίας, εξαιτίας σοβαρών λόγων εθνικής ασφάλειας ή δημόσιας τάξης, βάσει του εθνικού δικαίου·
(b) | apply or continue to apply Article 43, in accordance with Articles 8 to 11 of Directive 2013/33/EU, only if: | (i) | the applicant comes from a country which satisfies the criteria to be considered a safe country of origin within the meaning of this Directive; or | (ii) | the applicant has introduced a subsequent application; or | (iii) | the applicant may for serious reasons be considered a danger to the national security or public order of the Member State, or the applicant has been forcibly expelled for serious reasons of public security or public order under national law; or | (iv) | there are reasonable grounds to consider that a country which is not a Member State is a safe third country for the applicant, pursuant to Article 38; or | (v) | the applicant has misled the authorities by presenting false documents; or | (vi) | in bad faith, the applicant has destroyed or disposed of an identity or travel document that would have helped establish his or her identity or nationality. | Member States may apply points (v) and (vi) only in individual cases where there are serious grounds for considering that the applicant is attempting to conceal relevant elements which would likely lead to a negative decision and provided that the applicant has been given full opportunity, taking into account the special procedural needs of unaccompanied minors, to show good cause for the actions referred to in points (v) and (vi), including by consulting with his or her representative;β) | να εφαρμόζουν ή να εξακολουθούν να εφαρμόζουν το άρθρο 43, σύμφωνα με τα άρθρα 8 έως 11 της οδηγίας 2013/33/ΕΕ, μόνο εφόσον: | i) | ο αιτών προέρχεται από χώρα η οποία πληροί τα κριτήρια για το χαρακτηρισμό της ως ασφαλούς χώρας καταγωγής, κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, ή | ii) | ο αιτών έχει υποβάλει μεταγενέστερη αίτηση, ή | iii) | ο αιτών μπορεί, εξαιτίας σοβαρών λόγων, να θεωρείται επικίνδυνος για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη του κράτους μέλους ή έχει απελαθεί διά της βίας, εξαιτίας σοβαρών λόγων εθνικής ασφάλειας ή δημόσιας τάξης, βάσει του εθνικού δικαίου, ή | iv) | συντρέχουν βάσιμοι λόγοι ώστε μια χώρα η οποία δεν είναι κράτος μέλος να θεωρείται ασφαλής τρίτη χώρα για τον αιτούντα, σύμφωνα με το άρθρο 38, ή | v) | ο αιτών έχει παραπλανήσει τις αρχές υποβάλλοντας πλαστά έγγραφα, ή | vi) | ο αιτών έχει καταστρέψει ή εγκαταλείψει, κακή την πίστει, έγγραφο ταυτότητας ή ταξιδίου, το οποίο θα είχε βοηθήσει στην εξακρίβωση της ταυτότητας ή της ιθαγένειάς του. | Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν τα σημεία v) και vi) μόνο σε ιδιαίτερες περιπτώσεις, όταν συντρέχουν σοβαροί λόγοι ώστε να θεωρείται ότι ο αιτών επιχειρεί να αποκρύψει σημαντικά στοιχεία τα οποία ενδεχομένως θα οδηγήσουν στη λήψη αρνητικής απόφασης και εφόσον έχει δοθεί στον αιτούντα η πλήρης δυνατότητα, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών διαδικαστικών αναγκών για τους ασυνόδευτους ανηλίκους, να αιτιολογήσει πειστικά τη συμπεριφορά που περιγράφεται στα σημεία v) και vi), συμπεριλαμβανομένης της διαβούλευσης με τον εκπρόσωπό του,
(c) | consider the application to be inadmissible in accordance with Article 33(2)(c) if a country which is not a Member State is considered as a safe third country for the applicant pursuant to Article 38, provided that to do so is in the minor’s best interests;γ) | να θεωρούν την αίτηση απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 στοιχείο γ), εάν μια χώρα η οποία δεν είναι κράτος μέλος θεωρείται ασφαλής τρίτη χώρα για τον αιτούντα, σύμφωνα με το άρθρο 38, εφόσον αυτό εξυπηρετεί τα μείζονα συμφέροντα του ανηλίκου·
(d) | apply the procedure referred to in Article 20(3) where the minor’s representative has legal qualifications in accordance with national law.δ) | να εφαρμόζουν τη διαδικασία του άρθρου 20 παράγραφος 3, όταν ο εκπρόσωπος του ανηλίκου διαθέτει νομική κατάρτιση, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.
Without prejudice to Article 41, in applying Article 46(6) to unaccompanied minors, Member States shall provide at least the guarantees provided for in Article 46(7) in all cases.Με την επιφύλαξη του άρθρου 41, τα κράτη μέλη παρέχουν στους ασυνόδευτους ανηλίκους, κατά την εφαρμογή του άρθρου 46 παράγραφος 6, τουλάχιστον τις εγγυήσεις του άρθρου 46 παράγραφος 7 σε όλες τις περιπτώσεις.
Article 26Άρθρο 26
DetentionΚράτηση
1.   Member States shall not hold a person in detention for the sole reason that he or she is an applicant. The grounds for and conditions of detention and the guarantees available to detained applicants shall be in accordance with Directive 2013/33/EU.1.   Τα κράτη μέλη δεν υποβάλλουν σε κράτηση ένα πρόσωπο για το λόγο και μόνο ότι είναι αιτών. Οι λόγοι και οι συνθήκες κράτησης, καθώς και οι εγγυήσεις των οποίων απολαύουν οι αιτούντες που τελούν υπό κράτηση, συνάδουν με την οδηγία 2013/33/ΕΕ.
2.   Where an applicant is held in detention, Member States shall ensure that there is a possibility of speedy judicial review in accordance with Directive 2013/33/EU.2.   Όταν υποβάλλουν έναν αιτούντα σε κράτηση, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να υπάρχει η δυνατότητα ταχείας δικαστικής επανεξέτασης σύμφωνα με την οδηγία 2013/33/ΕΕ.
Article 27Άρθρο 27
Procedure in the event of withdrawal of the applicationΔιαδικασία σε περίπτωση ανάκλησης της αίτησης
1.   Insofar as Member States provide for the possibility of explicit withdrawal of the application under national law, when an applicant explicitly withdraws his or her application for international protection, Member States shall ensure that the determining authority takes a decision either to discontinue the examination or to reject the application.1.   Εφόσον τα κράτη μέλη προβλέπουν τη δυνατότητα ρητής ανάκλησης της αίτησης στην εθνική τους νομοθεσία, όταν ένας αιτών ανακαλέσει ρητά την αίτησή του για διεθνή προστασία, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η αποφαινόμενη αρχή να αποφασίσει είτε να σταματήσει την εξέταση είτε να απορρίψει την αίτηση.
2.   Member States may also decide that the determining authority may decide to discontinue the examination without taking a decision. In that case, Member States shall ensure that the determining authority enters a notice in the applicant’s file.2.   Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέψουν ότι η αποφαινόμενη αρχή μπορεί να αποφασίσει να σταματήσει την εξέταση χωρίς λήψη απόφασης. Σε αυτήν την περίπτωση, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η αποφαινόμενη αρχή να συμπεριλάβει σχετικό σημείωμα στο φάκελο του αιτούντος.
Article 28Άρθρο 28
Procedure in the event of implicit withdrawal or abandonment of the applicationΔιαδικασία σε περίπτωση σιωπηρής ανάκλησης της αίτησης ή υπαναχώρησης από αυτήν
1.   When there is reasonable cause to consider that an applicant has implicitly withdrawn or abandoned his or her application, Member States shall ensure that the determining authority takes a decision either to discontinue the examination or, provided that the determining authority considers the application to be unfounded on the basis of an adequate examination of its substance in line with Article 4 of Directive 2011/95/EU, to reject the application.1.   Όταν υπάρχει εύλογη αιτία να θεωρείται ότι ο αιτών έχει σιωπηρά ανακαλέσει την αίτησή του, ή έχει υπαναχωρήσει από αυτήν, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η αποφαινόμενη αρχή να αποφασίσει είτε να σταματήσει την εξέταση είτε, σε περίπτωση που η αποφαινόμενη αρχή θεωρήσει την αίτηση ως αβάσιμη αφού την εξετάσει επαρκώς επί της ουσίας σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ, να απορρίψει την αίτηση.
Member States may assume that the applicant has implicitly withdrawn or abandoned his or her application for international protection in particular when it is ascertained that:Τα κράτη μέλη μπορούν να θεωρήσουν ότι ο αιτών έχει ανακαλέσει σιωπηρά την αίτησή του για διεθνή προστασία ή έχει υπαναχωρήσει από αυτήν, ιδίως όταν διαπιστώνεται ότι:
(a) | he or she has failed to respond to requests to provide information essential to his or her application in terms of Article 4 of Directive 2011/95/EU or has not appeared for a personal interview as provided for in Articles 14 to 17 of this Directive, unless the applicant demonstrates within a reasonable time that his or her failure was due to circumstances beyond his or her control;α) | δεν ανταποκρίθηκε σε αιτήματα για παροχή πληροφοριών με ουσιώδη σημασία για την αίτησή του σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 4 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ ή δεν παρέστη στην προσωπική συνέντευξη όπως προβλέπεται στα άρθρα 14 έως 17 της εν λόγω οδηγίας, εκτός εάν ο αιτών αποδείξει εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος ότι αυτό οφείλεται σε συνθήκες ανεξάρτητες από τη θέλησή του·
(b) | he or she has absconded or left without authorisation the place where he or she lived or was held, without contacting the competent authority within a reasonable time, or he or she has not within a reasonable time complied with reporting duties or other obligations to communicate, unless the applicant demonstrates that this was due to circumstances beyond his or her control.β) | διέφυγε ή αναχώρησε χωρίς άδεια από το μέρος όπου ζούσε ή ευρισκόταν υπό κράτηση, χωρίς να έρθει σε επαφή με την αρμόδια αρχή εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, ή δεν εκπλήρωσε εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος την υποχρέωση αναφοράς ή άλλες υποχρεώσεις επικοινωνίας, εκτός εάν αποδείξει ότι αυτό οφειλόταν σε συνθήκες ανεξάρτητες από τη θέλησή του.
For the purposes of implementing these provisions, Member States may lay down time limits or guidelines.Για τον σκοπό της εφαρμογής των προκειμένων διατάξεων, τα κράτη μέλη είναι δυνατόν να ορίσουν χρονικά όρια ή κατευθυντήριες γραμμές.
2.   Member States shall ensure that an applicant who reports again to the competent authority after a decision to discontinue as referred to in paragraph 1 of this Article is taken, is entitled to request that his or her case be reopened or to make a new application which shall not be subject to the procedure referred to in Articles 40 and 41.2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο αιτών που αναφέρεται και πάλι στην αρμόδια αρχή μετά τη λήψη απόφασης να σταματήσει η εξέταση όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου να δικαιούται να ζητήσει την επανεξέταση της υπόθεσής του ή να υποβάλλει νέα αίτηση η οποία δεν υπόκειται στη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 40 και 41.
Member States may provide for a time limit of at least nine months after which the applicant’s case can no longer be reopened or the new application may be treated as a subsequent application and subject to the procedure referred to in Articles 40 and 41. Member States may provide that the applicant’s case may be reopened only once.Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν ένα χρονικό όριο τουλάχιστον εννέα μηνών μετά το οποίο η υπόθεση του αιτούντος δεν θα μπορεί να επανεξετασθεί ή η νέα αίτηση θα μπορεί να αντιμετωπιστεί ως μεταγενέστερη αίτηση και να υπόκειται στη διαδικασία που αναφέρεται στα άρθρα 40 και 41. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η υπόθεση του αιτούντος μπορεί να επανεξετασθεί μόνο μία φορά.
Member States shall ensure that such a person is not removed contrary to the principle of non-refoulement.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το πρόσωπο αυτό να μην απομακρυνθεί κατά παράβαση της αρχής της μη επαναπροώθησης.
Member States may allow the determining authority to resume the examination at the stage where it was discontinued.Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν στην αποφαινόμενη αρχή να συνεχίσει την εξέταση από το στάδιο στο οποίο είχε σταματήσει.
3.   This Article shall be without prejudice to Regulation (EU) No 604/2013.3.   Το παρόν άρθρο ισχύει με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013.
Article 29Άρθρο 29
The role of UNHCRΟ ρόλος του UNHCR
1.   Member States shall allow UNHCR:1.   Τα κράτη μέλη επιτρέπουν στον UNHCR:
(a) | to have access to applicants, including those in detention, at the border and in the transit zones;α) | να έχει πρόσβαση στους αιτούντες, συμπεριλαμβανομένων των τελούντων υπό κράτηση, στα σύνορα και στις ζώνες διέλευσης·
(b) | to have access to information on individual applications for international protection, on the course of the procedure and on the decisions taken, provided that the applicant agrees thereto;β) | να έχει πρόσβαση στις πληροφορίες για τις ατομικές αιτήσεις διεθνούς προστασίας, για την πρόοδο της διαδικασίας και τις αποφάσεις που λαμβάνονται, υπό την προϋπόθεση ότι ο αιτών συμφωνεί σχετικά·
(c) | to present its views, in the exercise of its supervisory responsibilities under Article 35 of the Geneva Convention, to any competent authorities regarding individual applications for international protection at any stage of the procedure.γ) | να παρουσιάζει τις απόψεις της ενώπιον των αρμόδιων αρχών, κατά την άσκηση των εποπτικών της δραστηριοτήτων βάσει του άρθρου 35 της σύμβασης της Γενεύης, σχετικά με τις ατομικές αιτήσεις διεθνούς προστασίας σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας.
2.   Paragraph 1 shall also apply to an organisation which is working in the territory of the Member State concerned on behalf of UNHCR pursuant to an agreement with that Member State.2.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται επίσης σε οργάνωση που εργάζεται στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους εξ ονόματος του UNHCR βάσει συμφωνίας με αυτό το κράτος μέλος.
Article 30Άρθρο 30
Collection of information on individual casesΣυλλογή πληροφοριών σχετικά με ατομικές περιπτώσεις
For the purposes of examining individual cases, Member States shall not:Για τον σκοπό της εξέτασης ατομικών περιπτώσεων, τα κράτη μέλη:
(a) | disclose information regarding individual applications for international protection, or the fact that an application has been made, to the alleged actor(s) of persecution or serious harm;α) | δεν αποκαλύπτουν τις πληροφορίες που αφορούν ατομικές αιτήσεις διεθνούς προστασίας, ή το γεγονός ότι έχει υποβληθεί αίτηση, στους φερόμενους ως υπεύθυνους της δίωξης ή της πρόκλησης σοβαρής βλάβης·
(b) | obtain any information from the alleged actor(s) of persecution or serious harm in a manner that would result in such actor(s) being directly informed of the fact that an application has been made by the applicant in question, and would jeopardise the physical integrity of the applicant or his or her dependants, or the liberty and security of his or her family members still living in the country of origin.β) | δεν ζητούν πληροφορίες από τους φερόμενους ως υπεύθυνους της δίωξης ή της πρόκλησης σοβαρής βλάβης κατά τρόπο που θα είχε ως αποτέλεσμα να τους αποκαλυφθεί άμεσα το γεγονός ότι ο αιτών έχει υποβάλει αίτηση ασύλου και θα έθετε σε κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητα του αιτούντος ή των εξαρτώμενων από αυτόν προσώπων ή την ελευθερία και την ασφάλεια των μελών της οικογένειάς του που εξακολουθούν να ζουν στη χώρα καταγωγής.
CHAPTER IIIΚΕΦΑΛΑΙΟ III
PROCEDURES AT FIRST INSTANCEΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΕ ΠΡΩΤΟ ΒΑΘΜΟ
SECTION IΤΜΗΜΑ I
Article 31Άρθρο 31
Examination procedureΔιαδικασία εξέτασης
1.   Member States shall process applications for international protection in an examination procedure in accordance with the basic principles and guarantees of Chapter II.1.   Τα κράτη μέλη εξετάζουν τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας στο πλαίσιο διαδικασίας εξέτασης σύμφωνα με τις βασικές αρχές και εγγυήσεις του κεφαλαίου ΙΙ.
2.   Member States shall ensure that the examination procedure is concluded as soon as possible, without prejudice to an adequate and complete examination.2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η διαδικασία εξέτασης ολοκληρώνεται το ταχύτερο δυνατό με την επιφύλαξη κατάλληλης και πλήρους εξέτασης.
3.   Member States shall ensure that the examination procedure is concluded within six months of the lodging of the application.3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η διαδικασία εξέτασης ολοκληρώνεται εντός έξι μηνών από την κατάθεση της αίτησης.
Where an application is subject to the procedure laid down in Regulation (EU) No 604/2013, the time limit of six months shall start to run from the moment the Member State responsible for its examination is determined in accordance with that Regulation, the applicant is on the territory of that Member State and has been taken in charge by the competent authority.Όταν αίτηση υπόκειται στη διαδικασία του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013, η προθεσμία των έξι μηνών αρχίζει από τη στιγμή κατά την οποία ορίζεται ένα κράτος μέλος ως υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης, σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό, ο αιτών βρίσκεται στο έδαφος του κράτους μέλους και τον έχει αναλάβει η αρμόδια αρχή.
Member States may extend the time limit of six months set out in this paragraph for a period not exceeding a further nine months, where:Τα κράτη μέλη δύνανται να παρατείνουν την προθεσμία των έξι μηνών που ορίζεται στην παρούσα παράγραφο για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από εννέα επιπλέον μήνες, σε περιπτώσεις στις οποίες:
(a) | complex issues of fact and/or law are involved;α) | ανακύπτουν περίπλοκα ουσιαστικά και/ή νομικά ζητήματα·
(b) | a large number of third-country nationals or stateless persons simultaneously apply for international protection, making it very difficult in practice to conclude the procedure within the six-month time limit;β) | μεγάλος αριθμός υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών αιτούνται ταυτόχρονα διεθνή προστασία, γεγονός που καθιστά στην πράξη πολύ δύσκολη την ολοκλήρωση της διαδικασίας εντός της προθεσμίας των έξι μηνών·
(c) | where the delay can clearly be attributed to the failure of the applicant to comply with his or her obligations under Article 13.γ) | η καθυστέρηση μπορεί να αποδοθεί σαφώς στη μη συμμόρφωση του αιτούντος με τις υποχρεώσεις του δυνάμει του άρθρου 13.
By way of exception, Member States may, in duly justified circumstances, exceed the time limits laid down in this paragraph by a maximum of three months where necessary in order to ensure an adequate and complete examination of the application for international protection.Κατ’ εξαίρεση, τα κράτη μέλη, σε δεόντως αιτιολογημένες περιστάσεις, υπερβαίνουν τις προθεσμίες της παρούσας παραγράφου κατά τρεις μήνες το πολύ, εφόσον είναι απαραίτητο για την κατάλληλη και πλήρη εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας.
4.   Without prejudice to Articles 13 and 18 of Directive 2011/95/EU, Member States may postpone concluding the examination procedure where the determining authority cannot reasonably be expected to decide within the time-limits laid down in paragraph 3 due to an uncertain situation in the country of origin which is expected to be temporary. In such a case, Member States shall:4.   Με την επιφύλαξη των άρθρων 13 και 18 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ, τα κράτη μέλη μπορούν να αναβάλουν την ολοκλήρωση της διαδικασίας εξέτασης στην περίπτωση που δεν μπορεί εύλογα να αναμένεται από την αποφαινόμενη αρχή να αποφασίσει εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 3 λόγω της αβέβαιης κατάστασης στη χώρα καταγωγής η οποία αναμένεται να είναι πρόσκαιρη. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη:
(a) | conduct reviews of the situation in that country of origin at least every six months;α) | επανεξετάζουν την κατάσταση στη χώρα καταγωγής τουλάχιστον ανά έξι μήνες·
(b) | inform the applicants concerned within a reasonable time of the reasons for the postponement;β) | ενημερώνουν τους ενδιαφερόμενους αιτούντες εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος σχετικά με τους λόγους της αναβολής·
(c) | inform the Commission within a reasonable time of the postponement of procedures for that country of origin.γ) | ενημερώνουν την Επιτροπή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος σχετικά με την αναβολή των διαδικασιών για τη χώρα καταγωγής.
5.   In any event, Member States shall conclude the examination procedure within a maximum time limit of 21 months from the lodging of the application.5.   Εν πάση περιπτώσει, τα κράτη μέλη ολοκληρώνουν τη διαδικασία εξέτασης το αργότερο εντός 21 μηνών μετά την κατάθεση της αίτησης.
6.   Member States shall ensure that, where a decision cannot be taken within six months, the applicant concerned shall:6.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, όταν δεν μπορεί να ληφθεί απόφαση εντός εξαμήνου, ο ενδιαφερόμενος αιτών:
(a) | be informed of the delay; andα) | ενημερώνεται σχετικά με την καθυστέρηση· και
(b) | receive, upon his or her request, information on the reasons for the delay and the time-frame within which the decision on his or her application is to be expected.β) | λαμβάνει, κατόπιν αιτήσεως, πληροφορίες σχετικά με τους λόγους της καθυστέρησης και τον χρόνο κατά τον οποίο αναμένεται η απόφαση επί της αιτήσεώς του.
7.   Member States may prioritise an examination of an application for international protection in accordance with the basic principles and guarantees of Chapter II in particular:7.   Τα κράτη μέλη μπορούν να δώσουν προτεραιότητα στην εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις βασικές αρχές και εγγυήσεις του κεφαλαίου ΙΙ ιδίως:
(a) | where the application is likely to be well-founded;α) | όταν η αίτηση είναι πιθανόν να θεωρηθεί ως βάσιμη·
(b) | where the applicant is vulnerable, within the meaning of Article 22 of Directive 2013/33/EU, or is in need of special procedural guarantees, in particular unaccompanied minors.β) | όταν ο αιτών είναι ευάλωτο πρόσωπο, κατά την έννοια του άρθρου 22 της οδηγίας 2013/33/ΕΕ, ή χρειάζεται ειδικές διαδικαστικές εγγυήσεις, ιδίως οι ασυνόδευτοι ανήλικοι.
8.   Member States may provide that an examination procedure in accordance with the basic principles and guarantees of Chapter II be accelerated and/or conducted at the border or in transit zones in accordance with Article 43 if:8.   Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίσουν ότι μια διαδικασία εξέτασης σύμφωνα με τις βασικές αρχές και εγγυήσεις του κεφαλαίου ΙΙ μπορεί ναεπιταχυνθεί και/ή να διενεργηθεί στα σύνορα ή σε ζώνες διέλευσης σύμφωνα με το άρθρο 43, εφόσον:
(a) | the applicant, in submitting his or her application and presenting the facts, has only raised issues that are not relevant to the examination of whether he or she qualifies as a beneficiary of international protection by virtue of Directive 2011/95/EU; orα) | ο αιτών, κατά την υποβολή της αίτησης και την παρουσίαση των περιστατικών, απλώς έθεσε θέματα τα οποία είναι άνευσημασίας για την εξέταση του εάν πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηρισθεί δικαιούχος διεθνούς προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2011/95/ΕΕ· ή
(b) | the applicant is from a safe country of origin within the meaning of this Directive; orβ) | ο αιτών προέρχεται από ασφαλή χώρα καταγωγής κατά την έννοια της οδηγίας αυτής· ή
(c) | the applicant has misled the authorities by presenting false information or documents or by withholding relevant information or documents with respect to his or her identity and/or nationality that could have had a negative impact on the decision; orγ) | ο αιτών παραπλάνησε τις αρχές με την παρουσίαση ψευδών πληροφοριών ή εγγράφων ή με την απόκρυψη σχετικών πληροφοριών ή εγγράφων όσον αφορά την ταυτότητα και/ή την ιθαγένειά του, που μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά την απόφαση· ή
(d) | it is likely that, in bad faith, the applicant has destroyed or disposed of an identity or travel document that would have helped establish his or her identity or nationality; orδ) | είναι πιθανόν ότι ο αιτών έχει καταστρέψει ή πετάξει κακόπιστα έγγραφο ταυτότητας ή ταξιδιωτικό έγγραφο που θα βοηθούσε στον προσδιορισμό της ταυτότητας ή της ιθαγένειάς του· ή
(e) | the applicant has made clearly inconsistent and contradictory, clearly false or obviously improbable representations which contradict sufficiently verified country-of-origin information, thus making his or her claim clearly unconvincing in relation to whether he or she qualifies as a beneficiary of international protection by virtue of Directive 2011/95/EU; orε) | ο αιτών έχει παρουσιάσει προδήλως ασυνεπείς και αντιφατικές πληροφορίες, ή σαφώς ψευδείς ή προφανώς απίθανεςπληροφορίες οι οποίες έρχονται σε αντίθεση με επαρκώς τεκμηριωμένες πληροφορίες της χώρας καταγωγής, καθιστώντας έτσι σαφώς μη πειστική τη δήλωσή του ως προς το εάν πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2011/95/ΕΕ· ή
(f) | the applicant has introduced a subsequent application for international protection that is not inadmissible in accordance with Article 40(5); orστ) | ο αιτών έχει υποβάλει μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας, η οποία είναι απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 5· ή
(g) | the applicant is making an application merely in order to delay or frustrate the enforcement of an earlier or imminent decision which would result in his or her removal; orζ) | ο αιτών υποβάλει την αίτηση μόνο για να καθυστερήσει ή να εμποδίσει την εκτέλεση προγενέστερης ή επικείμενης απόφασης που θα οδηγούσε στην απομάκρυνσή του ή
(h) | the applicant entered the territory of the Member State unlawfully or prolonged his or her stay unlawfully and, without good reason, has either not presented himself or herself to the authorities or not made an application for international protection as soon as possible, given the circumstances of his or her entry; orη) | ο αιτών εισήλθε παράνομα στο έδαφος του κράτους μέλους ή παρέτεινε παράνομα τη διαμονή του και, χωρίς σοβαρό λόγο, δεν παρουσιάσθηκε στις αρχές ή δεν υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία το συντομότερο δυνατό, δεδομένων των συνθηκών της εισόδου του· ή
(i) | the applicant refuses to comply with an obligation to have his or her fingerprints taken in accordance with Regulation (EU) No 603/2013 of the European Parliament and of the Council of 26 June 2013 on the establishment of Eurodac for the comparison of fingerprints for the effective application of Regulation (EU) No 604/2013 establishing the criteria and mechanisms for determining the Member State responsible for examining an application for international protection lodged in one of the Member States by a third-country national or a stateless person and on requests for the comparison with Eurodac data by Member States’ law enforcement authorities and Europol for law enforcement purposes (12); orθ) | ο αιτών αρνείται να συμμορφωθεί με την υποχρέωση λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων του, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 603/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013 για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα και σχετικά με αιτήσεις της αντιπαραβολής με τα δεδομένα Eurodac που υποβάλλουν οι αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών και η Ευρωπόλ για σκοπούς επιβολής του νόμου (12)· ή
(j) | the applicant may, for serious reasons, be considered a danger to the national security or public order of the Member State, or the applicant has been forcibly expelled for serious reasons of public security or public order under national law.ι) | ο αιτών ενδέχεται, για σοβαρούς λόγους, να θεωρείται ότι συνιστά κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη του κράτους μέλους, ή έχει απελαθεί διά της βίας για σοβαρούς λόγους δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας τάξης δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας.
9.   Member States shall lay down time limits for the adoption of a decision in the procedure at first instance pursuant to paragraph 8. Those time limits shall be reasonable.9.   Τα κράτη μέλη ορίζουν προθεσμίες για την έκδοση απόφασης κατά την πρωτοβάθμια διαδικασία σύμφωνα με την παράγραφο 8. Οι προθεσμίες αυτές είναι εύλογες.
Without prejudice to paragraphs 3 to 5, Member States may exceed those time limits where necessary in order to ensure an adequate and complete examination of the application for international protection.Με την επιφύλαξη των παραγράφων 3 έως 5, τα κράτη μέλη μπορούν να παρατείνουν τις προθεσμίες, εφόσον είναι απαραίτητο για την κατάλληλη και πλήρη εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας.
Article 32Άρθρο 32
Unfounded applicationsΑβάσιμες αιτήσεις
1.   Without prejudice to Article 27, Member States may only consider an application to be unfounded if the determining authority has established that the applicant does not qualify for international protection pursuant to Directive 2011/95/EU.1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 27, τα κράτη μέλη μπορούν να απορρίψουν αίτηση ως αβάσιμη εφόσον η αποφαινόμενη αρχή διαπιστώσει ότι ο αιτών δεν πληροί τις προϋποθέσεις για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2011/95/ΕΕ.
2.   In cases of unfounded applications in which any of the circumstances listed in Article 31(8) apply, Member States may also consider an application to be manifestly unfounded, where it is defined as such in the national legislation.2.   Στις περιπτώσεις αβάσιμων αιτήσεων για τις οποίες ισχύουν οποιεσδήποτε από τις περιστάσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 31 παράγραφος 8, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να θεωρούν μια αίτηση προδήλως αβάσιμη, εφόσον λαμβάνει το χαρακτηρισμό αυτό στην εθνική νομοθεσία.
SECTION IIΤΜΗΜΑ ΙΙ
Article 33Άρθρο 33
Inadmissible applicationsΠεριπτώσεις απαράδεκτων αιτήσεων
1.   In addition to cases in which an application is not examined in accordance with Regulation (EU) No 604/2013, Member States are not required to examine whether the applicant qualifies for international protection in accordance with Directive 2011/95/EU where an application is considered inadmissible pursuant to this Article.1.   Πέραν των περιπτώσεων κατά τις οποίες μια αίτηση δεν εξετάζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013, τα κράτη μέλη δεν οφείλουν να εξετάζουν εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις για διεθνή προστασία σύμφωνα με την οδηγία 2011/95/ΕΕ όταν μια αίτηση θεωρείται ως απαράδεκτη δυνάμει του παρόντος άρθρου.
2.   Member States may consider an application for international protection as inadmissible only if:2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να θεωρήσουν αίτηση για διεθνή προστασία ως απαράδεκτη μόνοεάν:
(a) | another Member State has granted international protection;α) | η διεθνής προστασία έχει χορηγηθεί από άλλο κράτος μέλος·
(b) | a country which is not a Member State is considered as a first country of asylum for the applicant, pursuant to Article 35;β) | μια χώρα που δεν είναι κράτος μέλος θεωρείται ως πρώτη χώρα ασύλου για τον αιτούντα, σύμφωνα με το άρθρο 35·
(c) | a country which is not a Member State is considered as a safe third country for the applicant, pursuant to Article 38;γ) | μια χώρα που δεν είναι κράτος μέλος θεωρείται ως ασφαλής τρίτη χώρα για τον αιτούντα, σύμφωνα με το άρθρο 38·
(d) | the application is a subsequent application, where no new elements or findings relating to the examination of whether the applicant qualifies as a beneficiary of international protection by virtue of Directive 2011/95/EU have arisen or have been presented by the applicant; orδ) | η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηρισθεί δικαιούχος διεθνούς προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2011/95/ΕΕ· ή
(e) | a dependant of the applicant lodges an application, after he or she has in accordance with Article 7(2) consented to have his or her case be part of an application lodged on his or her behalf, and there are no facts relating to the dependant’s situation which justify a separate application.ε) | πρόσωπο εξαρτώμενο από τον αιτούντα υποβάλει αίτηση, αφού το πρόσωπο αυτό έχει συναινέσει, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 να αποτελέσει η περίπτωσή του τμήμα αίτησης υποβαλλόμενης για λογαριασμό του και δεν υπάρχουν στοιχεία σχετικά με την κατάσταση του προσώπου αυτού τα οποία να δικαιολογούν την υποβολή χωριστής αίτησης.
Article 34Άρθρο 34
Special rules on an admissibility interviewΕιδικοί κανόνες σχετικά με τη συνέντευξη για το παραδεκτό της αίτησης
1.   Member States shall allow applicants to present their views with regard to the application of the grounds referred to in Article 33 in their particular circumstances before the determining authority decides on the admissibility of an application for international protection. To that end, Member States shall conduct a personal interview on the admissibility of the application. Member States may make an exception only in accordance with Article 42 in the case of a subsequent application.1.   Πριν από τη λήψη απόφασης από την αποφαινόμενη αρχή για το παραδεκτό αίτησης διεθνούς προστασίας, τα κράτη μέλη επιτρέπουν στους αιτούντες να εκθέσουν τις απόψεις τους σχετικά με την εφαρμογή των λόγων που προβλέπει το άρθρο 33 στην περίπτωσή τους. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη προβαίνουν σε προσωπική συνέντευξη σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης. Τα κράτη μέλη δύνανται κατ’ εξαίρεση να μην εφαρμόσουν την παρούσα διάταξη μόνο σύμφωνα με το άρθρο 42 σε περιπτώσεις μεταγενέστερων αιτήσεων.
This paragraph shall be without prejudice to Article 4(2)(a) of this Directive and to Article 5 of Regulation (EU) No 604/2013.Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται με την επιφύλαξη του άρθρου 4 παράγραφος 2 στοιχείο α) της παρούσας οδηγίας και του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013.
2.   Member States may provide that the personnel of authorities other than the determining authority conduct the personal interview on the admissibility of the application for international protection. In such cases, Member States shall ensure that such personnel receive in advance the necessary basic training, in particular with respect to international human rights law, the Union asylum acquis and interview techniques.2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η προσωπική συνέντευξη για το παραδεκτό της αίτησης διεθνούς προστασίας διενεργείται από το προσωπικό αρχών διαφορετικών της αποφαινόμενης αρχής. Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το προσωπικό αυτό να έχει λάβει εκ των προτέρων την απαραίτη βασική κατάρτιση, ιδίως όσον αφορά το διεθνές δίκαιο περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το κεκτημένο της Ένωσης για το άσυλο και τις τεχνικές της συνέντευξης.
SECTION IIIΤΜΗΜΑ III
Article 35Άρθρο 35
The concept of first country of asylumΈννοια της πρώτης χώρας ασύλου
A country can be considered to be a first country of asylum for a particular applicant if:Μια χώρα μπορεί να θεωρηθεί ως πρώτη χώρα ασύλου για ένα συγκεκριμένο αιτούντα εάν:
(a) | he or she has been recognised in that country as a refugee and he or she can still avail himself/herself of that protection; orα) | έχει αναγνωρισθεί ως πρόσφυγας από τη χώρα αυτή και απολαύει ακόμη της σχετικής προστασίας· ή
(b) | he or she otherwise enjoys sufficient protection in that country, including benefiting from the principle of non-refoulement,β) | απολαύει άλλης επαρκούς προστασίας στην εν λόγω χώρα, επωφελούμενος μεταξύ άλλων από την αρχή της μη επαναπροώθησης,
provided that he or she will be readmitted to that country.με την προϋπόθεση ότι θα γίνει εκ νέου δεκτός στη χώρα αυτή.
In applying the concept of first country of asylum to the particular circumstances of an applicant, Member States may take into account Article 38(1). The applicant shall be allowed to challenge the application of the first country of asylum concept to his or her particular circumstances.Κατά την εφαρμογή της έννοιας της πρώτης χώρας ασύλου στη συγκεκριμένη περίπτωση του αιτούντος, τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τους το άρθρο 38 παράγραφος 1. Δίδεται στον αιτούντα η δυνατότητα να αμφισβητήσει την εφαρμογή της έννοιας της πρώτης χώρας ασύλου στη συγκεκριμένη περίπτωσή του.
Article 36Άρθρο 36
The concept of safe country of originΈννοια της ασφαλούς χώρας καταγωγής
1.   A third country designated as a safe country of origin in accordance with this Directive may, after an individual examination of the application, be considered as a safe country of origin for a particular applicant only if:1.   Τρίτη χώρα που έχει χαρακτηρισθεί ως ασφαλής χώρα καταγωγής σύμφωνα με την παρούσα οδηγίαμπορεί, έπειτα από ατομική εξέταση της αίτησης, να θεωρηθεί ως ασφαλής χώρα καταγωγής για συγκεκριμένο αιτούντα μόνο εφόσον ο αιτών:
(a) | he or she has the nationality of that country; orα) | έχει την ιθαγένεια της χώρας αυτής· ή
(b) | he or she is a stateless person and was formerly habitually resident in that country,β) | είναι ανιθαγενής και είχε προηγουμένως τη συνήθη διαμονή του στην εν λόγω χώρα
and he or she has not submitted any serious grounds for considering the country not to be a safe country of origin in his or her particular circumstances and in terms of his or her qualification as a beneficiary of international protection in accordance with Directive 2011/95/EU.και δεν έχει προβάλει σοβαρούς λόγους για να θεωρηθεί ότι η χώρα δεν είναι ασφαλής χώρα καταγωγής υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες στις οποίες ευρίσκεται και όσον αφορά τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας σύμφωνα με την οδηγία 2011/95/ΕΕ.
2.   Member States shall lay down in national legislation further rules and modalities for the application of the safe country of origin concept.2.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν στην εθνική νομοθεσία τους περαιτέρω κανόνες και λεπτομερείς διατάξεις για την εφαρμογή της έννοιας της ασφαλούς τρίτης χώρας.
Article 37Άρθρο 37
National designation of third countries as safe countries of originΕθνικός χαρακτηρισμός τρίτων χωρών ως ασφαλών χωρών καταγωγής
1.   Member States may retain or introduce legislation that allows, in accordance with Annex I, for the national designation of safe countries of origin for the purposes of examining applications for international protection.1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν ή να θεσπίζουν νομοθεσία που προβλέπει, σύμφωνα με το παράρτημα I, τον εθνικό χαρακτηρισμόασφαλών χωρών καταγωγής για την εξέταση αιτήσεων διεθνούς προστασίας.
2.   Member States shall regularly review the situation in third countries designated as safe countries of origin in accordance with this Article.2.   Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν τακτικά την κατάσταση στις τρίτες χώρες που χαρακτηρίζονται ασφαλείς χώρες καταγωγής σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
3.   The assessment of whether a country is a safe country of origin in accordance with this Article shall be based on a range of sources of information, including in particular information from other Member States, EASO, UNHCR, the Council of Europe and other relevant international organisations.3.   Η αξιολόγηση του κατά πόσον μια τρίτη χώρα είναι ασφαλής χώρα καταγωγής σύμφωνα με το παρόν άρθρο βασίζεται σε σειρά πηγών πληροφοριών, περιλαμβανομένων ειδικότερα πληροφοριών από άλλα κράτη μέλη, την ΕΥΥΑ, τον UNHCR, το Συμβούλιο της Ευρώπης και άλλους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς.
4.   Member States shall notify to the Commission the countries that are designated as safe countries of origin in accordance with this Article.4.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις χώρες που χαρακτηρίζονται ως ασφαλείς χώρες καταγωγής βάσει του παρόντος άρθρου.
Article 38Άρθρο 38
The concept of safe third countryΈννοια των ασφαλών τρίτων χωρών
1.   Member States may apply the safe third country concept only where the competent authorities are satisfied that a person seeking international protection will be treated in accordance with the following principles in the third country concerned:1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν την έννοια των ασφαλών τρίτων χωρών μόνο εφόσον οι αρμόδιες αρχές κρίνουν ότι η μεταχείριση του αιτούντος διεθνή προστασία στην οικεία τρίτη χώρα θα πληροί τα εξής κριτήρια:
(a) | life and liberty are not threatened on account of race, religion, nationality, membership of a particular social group or political opinion;α) | δεν απειλούνται η ζωή και η ελευθερία λόγω φυλής, θρησκείας, ιθαγένειας, κοινωνικής τάξης ή πολιτικών πεποιθήσεων·
(b) | there is no risk of serious harm as defined in Directive 2011/95/EU;β) | δεν υπάρχει κίνδυνος σοβαρής βλάβης, όπως ορίζεται στην οδηγία 2011/95/ΕΕ·
(c) | the principle of non-refoulement in accordance with the Geneva Convention is respected;γ) | τηρείται η αρχή της μη επαναπροώθησης σύμφωνα με τη σύμβαση της Γενεύης·
(d) | the prohibition of removal, in violation of the right to freedom from torture and cruel, inhuman or degrading treatment as laid down in international law, is respected; andδ) | τηρείται η απαγόρευση της απομάκρυνσης κατά παράβαση του δικαιώματος αποφυγής των βασανιστηρίων και της σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης, όπως ορίζεται στο διεθνές δίκαιο· και
(e) | the possibility exists to request refugee status and, if found to be a refugee, to receive protection in accordance with the Geneva Convention.ε) | υπάρχει η δυνατότητα να ζητηθεί το καθεστώς του πρόσφυγα και, στην περίπτωση που ο αιτών αναγνωρισθεί ως πρόσφυγας, να του χορηγηθεί προστασία σύμφωνα με τη σύμβαση της Γενεύης.
2.   The application of the safe third country concept shall be subject to rules laid down in national law, including:2.   Η εφαρμογή της έννοιας της ασφαλούς τρίτης χώρας υπόκειται στους κανόνες του εθνικού δικαίου, περιλαμβανομένων:
(a) | rules requiring a connection between the applicant and the third country concerned on the basis of which it would be reasonable for that person to go to that country;α) | των κανόνων που απαιτούν σύνδεσμο μεταξύ του αιτούντος και της οικείας τρίτης χώρας, βάσει της οποίας θα ήταν εύλογο για τον αιτούντα να μεταβεί στη συγκεκριμένη χώρα·
(b) | rules on the methodology by which the competent authorities satisfy themselves that the safe third country concept may be applied to a particular country or to a particular applicant. Such methodology shall include case-by-case consideration of the safety of the country for a particular applicant and/or national designation of countries considered to be generally safe;β) | των κανόνων σχετικά με τη μεθοδολογία που πρέπει να ακολουθούν οι αρμόδιες αρχές προκειμένου να κρίνουν ότι η έννοια της ασφαλούς τρίτης χώρας μπορεί να εφαρμοσθεί σε συγκεκριμένη χώρα ή συγκεκριμένο αιτούντα. Η μεθοδολογία αυτή μπορεί π.χ. να περιλαμβάνει μια εξέταση του ασφαλούς χαρακτήρα της χώρας για συγκεκριμένο αιτούντα και/ή τον εθνικό χαρακτηρισμό των χωρών που θεωρούνται ως γενικά ασφαλείς·
(c) | rules in accordance with international law, allowing an individual examination of whether the third country concerned is safe for a particular applicant which, as a minimum, shall permit the applicant to challenge the application of the safe third country concept on the grounds that the third country is not safe in his or her particular circumstances. The applicant shall also be allowed to challenge the existence of a connection between him or her and the third country in accordance with point (a).γ) | των κανόνων σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο οι οποίοι επιτρέπουν να εξετάζεται χωριστά κατά πόσον η οικεία τρίτη χώρα είναι ασφαλής για συγκεκριμένο αιτούντα και οι οποίοι επιτρέπουν, τουλάχιστον, στον αιτούντα να προσβάλλει την εφαρμογή της εννοίας της ασφαλούς τρίτης χώρας επικαλούμενος ως λόγο το γεγονός ότι η τρίτη χώρα δεν είναι ασφαλής υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες στις οποίες ευρίσκεται. Ο αιτών έχει επίσης τη δυνατότητα να αμφισβητήσει την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ αυτού και της τρίτης χώρας σύμφωνα με το στοιχείο α).
3.   When implementing a decision solely based on this Article, Member States shall:3.   Κατά την εφαρμογή απόφασης που βασίζεται αποκλειστικά στο παρόν άρθρο, τα κράτη μέλη:
(a) | inform the applicant accordingly; andα) | ενημερώνουν σχετικά τον αιτούντα· και
(b) | provide him or her with a document informing the authorities of the third country, in the language of that country, that the application has not been examined in substance.β) | του χορηγούν έγγραφο με το οποίο ενημερώνονται οι αρχές της εν λόγω τρίτης χώρας, στη γλώσσα της χώρας αυτής, ότι η αίτηση δεν έχει εξετασθεί επί της ουσίας.
4.   Where the third country does not permit the applicant to enter its territory, Member States shall ensure that access to a procedure is given in accordance with the basic principles and guarantees described in Chapter II.4.   Όταν η τρίτη χώρα δεν επιτρέπει στον αιτούντα να εισέλθει στο έδαφός της, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε αυτός να έχει πρόσβαση σε διαδικασία σύμφωνα με τις βασικές αρχές και εγγυήσεις που περιγράφονται στο κεφάλαιο II.
5.   Member States shall inform the Commission periodically of the countries to which this concept is applied in accordance with the provisions of this Article.5.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν περιοδικώς την Επιτροπή σχετικά με τις χώρες έναντι των οποίων εφαρμόζεται η αρχή αυτή σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
Article 39Άρθρο 39
The concept of European safe third countryΈννοια της ευρωπαϊκής ασφαλούς τρίτης χώρας
1.   Member States may provide that no, or no full, examination of the application for international protection and of the safety of the applicant in his or her particular circumstances as described in Chapter II shall take place in cases where a competent authority has established, on the basis of the facts, that the applicant is seeking to enter or has entered illegally into its territory from a safe third country according to paragraph 2.1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας και της ασφάλειας του αιτούντος υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες στις οποίες ευρίσκεται, όπως περιγράφεται στο κεφάλαιο II, δεν διεξάγεται ή δεν διεξάγεται πλήρως όταν η αρμόδια αρχή διαπιστώνει βάσει των γεγονότων ότι ο αιτών επιδιώκει να εισέλθει ή έχει μόλις εισέλθει παράνομα στο έδαφος της χώρας της από ασφαλή τρίτη χώρα σύμφωνα με την παράγραφο 2.
2.   A third country can only be considered as a safe third country for the purposes of paragraph 1 where:2.   Μια τρίτη χώρα μπορεί να θεωρηθεί ως ασφαλής τρίτη χώρα κατά την έννοια της παραγράφου 1 μόνον εφόσον:
(a) | it has ratified and observes the provisions of the Geneva Convention without any geographical limitations;α) | έχει επικυρώσει και τηρεί τις διατάξεις της σύμβασης της Γενεύης χωρίς γεωγραφικούς περιορισμούς·
(b) | it has in place an asylum procedure prescribed by law; andβ) | εφαρμόζει διαδικασία ασύλου προβλεπόμενη από τη νομοθεσία· και
(c) | it has ratified the European Convention for the Protection of Human Rights and Fundamental Freedoms and observes its provisions, including the standards relating to effective remedies.γ) | έχει επικυρώσει την ευρωπαϊκή σύμβαση για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών και τηρεί τις διατάξεις της, περιλαμβανομένων των κανόνων περί πραγματικής προσφυγής.
3.   The applicant shall be allowed to challenge the application of the concept of European safe third country on the grounds that the third country concerned is not safe in his or her particular circumstances.3.   Ο αιτών έχει τη δυνατότητα να αμφισβητήσει την εφαρμογή της έννοιας της ευρωπαϊκής ασφαλούς τρίτης χώρας επειδή οι συνθήκες στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα δεν είναι ασφαλείς όσον αφορά την ιδιαίτερη περίπτωσή του.
4.   The Member States concerned shall lay down in national law the modalities for implementing the provisions of paragraph 1 and the consequences of decisions pursuant to those provisions in accordance with the principle of non-refoulement, including providing for exceptions from the application of this Article for humanitarian or political reasons or for reasons of public international law.4.   Τα οικεία κράτη μέλη θεσπίζουν στην εθνική νομοθεσία τους τις λεπτομερείς διατάξεις για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 και ορίζουν τις συνέπειες των αποφάσεων δυνάμει των διατάξεων αυτών σύμφωνα με την αρχή της μη επαναπροώθησης, συμπεριλαμβανομένης της πρόβλεψης εξαιρέσεων από την εφαρμογή του παρόντος άρθρου για ανθρωπιστικούς ή πολιτικούς λόγους ή για λόγους δημοσίου διεθνούς δικαίου.
5.   When implementing a decision solely based on this Article, the Member States concerned shall:5.   Κατά την εφαρμογή απόφασης που βασίζεται αποκλειστικά στο παρόν άρθρο, τα οικεία κράτη μέλη:
(a) | inform the applicant accordingly; andα) | ενημερώνουν σχετικά τον αιτούντα· και
(b) | provide him or her with a document informing the authorities of the third country, in the language of that country, that the application has not been examined in substance.β) | του χορηγούν έγγραφο με το οποίο ενημερώνονται οι αρχές της εν λόγω τρίτης χώρας, στη γλώσσα της χώρας αυτής, ότι η αίτηση δεν έχει εξετασθεί επί της ουσίας.
6.   Where the safe third country does not readmit the applicant, Member States shall ensure that access to a procedure is given in accordance with the basic principles and guarantees described in Chapter II.6.   Όταν η ασφαλής τρίτη χώρα δεν δέχεται εκ νέου τον αιτούντα, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε αυτός να έχει πρόσβαση σε διαδικασία σύμφωνα με τις βασικές αρχές και εγγυήσεις που περιγράφονται στο κεφάλαιο II.
7.   Member States shall inform the Commission periodically of the countries to which this concept is applied in accordance with this Article.7.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν περιοδικώς την Επιτροπή σχετικά με τις χώρες έναντι των οποίων ισχύει η έννοια αυτή σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
SECTION IVΤΜΗΜΑ IV
Article 40Άρθρο 40
Subsequent applicationΜεταγενέστερες αιτήσεις
1.   Where a person who has applied for international protection in a Member State makes further representations or a subsequent application in the same Member State, that Member State shall examine these further representations or the elements of the subsequent application in the framework of the examination of the previous application or in the framework of the examination of the decision under review or appeal, insofar as the competent authorities can take into account and consider all the elements underlying the further representations or subsequent application within this framework.1.   Όταν ένα πρόσωπο που έχει υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας σε κράτος μέλος προβαίνει σε περαιτέρω διαβήματα ή υποβάλλει μεταγενέστερη αίτηση στο ίδιο κράτος μέλος, το εν λόγω κράτος μέλος εξετάζει τα περαιτέρω διαβήματα ή τα στοιχεία της μεταγενέστερης αίτησης στο πλαίσιο της εξέτασης της προηγούμενης αίτησης ή της εξέτασης της αίτησης επανεξέτασης ή του ένδικου μέσου, εφόσον οι αρμόδιες αρχές μπορούν να λάβουν υπόψη τους και να εξετάσουν όλα τα στοιχεία στα οποία βασίζονται τα περαιτέρω διαβήματα ή η μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο αυτό.
2.   For the purpose of taking a decision on the admissibility of an application for international protection pursuant to Article 33(2)(d), a subsequent application for international protection shall be subject first to a preliminary examination as to whether new elements or findings have arisen or have been presented by the applicant which relate to the examination of whether the applicant qualifies as a beneficiary of international protection by virtue of Directive 2011/95/EU.2.   Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με το παραδεκτό αίτησης για διεθνή προστασία σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 στοιχείο δ), η μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας υποβάλλεται καταρχήν σε προκαταρκτική εξέταση προκειμένου να καθορισθεί εάν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2011/95/ΕΕ.
3.   If the preliminary examination referred to in paragraph 2 concludes that new elements or findings have arisen or been presented by the applicant which significantly add to the likelihood of the applicant qualifying as a beneficiary of international protection by virtue of Directive 2011/95/EU, the application shall be further examined in conformity with Chapter II. Member States may also provide for other reasons for a subsequent application to be further examined.3.   Εάν η προκαταρκτική εξέταση που αναφέρεται στην παράγραφο 2καταλήξει στο συμπέρασμα ότι νέα στοιχεία ή πορίσματα έχουν προκύψει ή υποβληθεί από τον αιτούντα τα οποία αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χαρακτηρισμού του αιτούντος ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2011/95/ΕΕ, η αίτηση εξετάζεται περαιτέρω σύμφωνα με το κεφάλαιο II. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβάλουν άλλους λόγους για την περαιτέρω εξέταση μεταγενέστερης αίτησης.
4.   Member States may provide that the application will only be further examined if the applicant concerned was, through no fault of his or her own, incapable of asserting the situations set forth in paragraphs 2 and 3 of this Article in the previous procedure, in particular by exercising his or her right to an effective remedy pursuant to Article 46.4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η αίτηση εξετάζεται περαιτέρω μόνο εάν ο συγκεκριμένος αιτών, χωρίς υπαιτιότητά του, δεν μπόρεσε να επικαλεσθεί τα στοιχεία που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου κατά την προηγούμενη διαδικασία, ιδίως με την άσκηση του δικαιώματος πραγματικής προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 46.
5.   When a subsequent application is not further examined pursuant to this Article, it shall be considered inadmissible, in accordance with Article 33(2)(d).5.   Σε περίπτωση μη περαιτέρω εξέτασης μιας μεταγενέστερης αίτησης δυνάμει του παρόντος άρθρου, η αίτηση θεωρείται απαράδεκτη σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 στοιχείο δ).
6.   The procedure referred to in this Article may also be applicable in the case of:6.   Η διαδικασία του παρόντος άρθρου μπορεί να εφαρμόζεται επίσης και στην περίπτωση:
(a) | a dependant who lodges an application after he or she has, in accordance with Article 7(2), consented to have his or her case be part of an application lodged on his or her behalf; and/orα) | εξαρτωμένου προσώπου το οποίο υποβάλλει αίτηση αφού έχει συναινέσει, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2, να αποτελέσει η περίπτωσή του τμήμα αίτησης η οποία υποβάλλεται για λογαριασμό του· και/ή
(b) | an unmarried minor who lodges an application after an application has been lodged on his or her behalf pursuant to Article 7(5)(c).β) | άγαμου ανηλίκου ο οποίος υποβάλλει αίτηση μετά από την υποβολή αίτησης για λογαριασμό του δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 5 στοιχείο γ).
In those cases, the preliminary examination referred to in paragraph 2 will consist of examining whether there are facts relating to the dependant’s or the unmarried minor’s situation which justify a separate application.Στις εν λόγω περιπτώσεις, η προκαταρκτική εξέταση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 θα αφορά την ενδεχόμενη ύπαρξη στοιχείων που να δικαιολογούν την υποβολή χωριστής αίτησης εκ μέρους του εξαρτωμένου προσώπου ή του άγαμου ανηλίκου.
7.   Where a person with regard to whom a transfer decision has to be enforced pursuant to Regulation (EU) No 604/2013 makes further representations or a subsequent application in the transferring Member State, those representations or subsequent applications shall be examined by the responsible Member State, as defined in that Regulation, in accordance with this Directive.7.   Εφόσον ένα πρόσωπο έναντι του οποίου πρέπει να εκτελεσθεί απόφαση μεταφοράς σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 604/2013 προβαίνει σε περαιτέρω διαβήματα ή υποβάλλει μεταγενέστερη αίτηση στο κράτος μέλος που προβαίνει στη μεταφορά, τα εν λόγω διαβήματα ή μεταγενέστερες αιτήσεις εξετάζονται από το αρμόδιο κράτος μέλος, όπως ορίζεται στον εν λόγω κανονισμό, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.
Article 41Άρθρο 41
Exceptions from the right to remain in case of subsequent applicationsΕξαιρέσεις από το δικαίωμα παραμονής σε περίπτωση μεταγενέστερης αίτησης
1.   Member States may make an exception from the right to remain in the territory where a person:1.   Τα κράτη μέλη προβαίνουν σε εξαίρεση από το δικαίωμα παραμονής στο έδαφος όταν ένα πρόσωπο:
(a) | has lodged a first subsequent application, which is not further examined pursuant to Article 40(5), merely in order to delay or frustrate the enforcement of a decision which would result in his or her imminent removal from that Member State; orα) | έχει υποβάλει πρώτη μεταγενέστερη αίτηση, η οποία δεν εξετάζεται περαιτέρω βάσει του άρθρου 40 παράγραφος 5, απλώς για να καθυστερήσει ή να παρεμποδίσει την εκτέλεση απόφασης, η οποία θα οδηγούσε στην άμεση απομάκρυνσή του από το συγκεκριμένο κράτος μέλος· ή
(b) | makes another subsequent application in the same Member State, following a final decision considering a first subsequent application inadmissible pursuant to Article 40(5) or after a final decision to reject that application as unfounded.β) | υποβάλλει δεύτερη μεταγενέστερη αίτηση στο ίδιο κράτος μέλος, μετά την έκδοση τελεσίδικης απόφασης με την οποία η πρώτη μεταγενέστερη αίτηση κρίνεται απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 5, ή μετά την έκδοση τελεσίδικης απόφασης με την οποία απορρίπτεται η εν λόγω αίτηση ως αβάσιμη.
Member States may make such an exception only where the determining authority considers that a return decision will not lead to direct or indirect refoulement in violation of that Member State’s international and Union obligations.Τα κράτη μέλη δύνανται να προβαίνουν σε αυτήν την εξαίρεση, μόνο όταν η αποφαινόμενη αρχή θεωρεί ότι η απόφαση επιστροφής δεν θα οδηγήσει σε άμεση ή έμμεση επαναπροώθηση κατά παράβαση των διεθνών και ενωσιακών υποχρεώσεων του οικείου κράτους μέλους.
2.   In cases referred to in paragraph 1, Member States may also:2.   Στις περιπτώσεις της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης:
(a) | derogate from the time limits normally applicable in accelerated procedures, in accordance with national law, when the examination procedure is accelerated in accordance with Article 31(8)(g);α) | να παρεκκλίνουν από τις προθεσμίες που ισχύουν κανονικά για τις συνοπτικές διαδικασίες, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, όταν η διαδικασία εξέτασης επισπεύδεται σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 8 στοιχείο ζ)·
(b) | derogate from the time limits normally applicable to admissibility procedures provided for in Articles 33 and 34, in accordance with national law; and/orβ) | να παρεκκλίνουν από τις προθεσμίες που ισχύουν κανονικά για τις διαδικασίες κρίσης του παραδεκτού που προβλέπονται στα άρθρα 33 και 34, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο· και/ή
(c) | derogate from Article 46(8).γ) | να παρεκκλίνουν από το άρθρο 46 παράγραφος 8.
Article 42Άρθρο 42
Procedural rulesΔιαδικαστικοί κανόνες
1.   Member States shall ensure that applicants whose application is subject to a preliminary examination pursuant to Article 40 enjoy the guarantees provided for in Article 12(1).1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αιτούντες των οποίων η αίτηση υπόκειται σε προκαταρκτική εξέταση σύμφωνα με το άρθρο 40 να απολαμβάνουν των εγγυήσεων που απαριθμούνται στο άρθρο 12 παράγραφος 1.
2.   Member States may lay down in national law rules on the preliminary examination pursuant to Article 40. Those rules may, inter alia:2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν στην εθνική τους νομοθεσία κανόνες για την προκαταρκτική εξέταση σύμφωνα με το άρθρο 40. Οι κανόνες αυτοί μπορούν μεταξύ άλλων:
(a) | oblige the applicant concerned to indicate facts and substantiate evidence which justify a new procedure;α) | να υποχρεώνουν τον συγκεκριμένο αιτούντα να αναφέρει τα γεγονότα και να παρέχει αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν τη νέα διαδικασία·
(b) | permit the preliminary examination to be conducted on the sole basis of written submissions without a personal interview, with the exception of the cases referred to in Article 40(6).β) | να επιτρέπουν τη διεξαγωγή της προκαταρκτικής εξέτασης μόνο βάσει γραπτών παρατηρήσεων χωρίς προσωπική συνέντευξη, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 40 παράγραφος 6.
Those rules shall not render impossible the access of applicants to a new procedure or result in the effective annulment or severe curtailment of such access.Οι κανόνες αυτοί δεν πρέπει να καθιστούν αδύνατη την πρόσβαση των αιτούντων σε νέα διαδικασία ούτε να οδηγούν πρακτικώς στη ματαίωση ή στο σοβαρό περιορισμό της πρόσβασης αυτής.
3.   Member States shall ensure that the applicant is informed in an appropriate manner of the outcome of the preliminary examination and, if the application is not to be further examined, of the reasons why and the possibilities for seeking an appeal or review of the decision.3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο αιτών να ενημερώνεται καταλλήλως για την έκβαση της προκαταρκτικής εξέτασης και, αν η αίτηση δεν θα εξετασθεί περαιτέρω, για τους λόγους και για τις δυνατότητες άσκησης ένδικου μέσου ή υποβολής αίτησης επανεξέτασης της απόφασης.
SECTION VΤΜΗΜΑ V
Article 43Άρθρο 43
Border proceduresΔιαδικασίες στα σύνορα
1.   Member States may provide for procedures, in accordance with the basic principles and guarantees of Chapter II, in order to decide at the border or transit zones of the Member State on:1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν διαδικασίες, σύμφωνα με τις βασικές αρχές και εγγυήσεις του κεφαλαίου ΙΙ, προκειμένου να αποφασίζουν, στα σύνορα ή τις ζώνες διέλευσης των κρατών μελών, σχετικά με:
(a) | the admissibility of an application, pursuant to Article 33, made at such locations; and/orα) | το παραδεκτό μιας αίτησης, δυνάμει του άρθρου 33, που υποβάλλεται στα σημεία αυτά· και/ή
(b) | the substance of an application in a procedure pursuant to Article 31(8).β) | την ουσία μιας αίτησης σε διαδικασία δυνάμει του άρθρου 31 παράγραφος 8.
2.   Member States shall ensure that a decision in the framework of the procedures provided for in paragraph 1 is taken within a reasonable time. When a decision has not been taken within four weeks, the applicant shall be granted entry to the territory of the Member State in order for his or her application to be processed in accordance with the other provisions of this Directive.2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η απόφαση στο πλαίσιο των διαδικασιών της παραγράφου 1 να λαμβάνεται εντός εύλογης προθεσμίας. Αν δεν έχει ληφθεί απόφαση εντός τεσσάρων εβδομάδων, επιτρέπεται στον αιτούντα η είσοδος στο έδαφος του κράτους μέλους προκειμένου να εξετασθεί η αίτησή του σύμφωνα με τις λοιπές διατάξεις της παρούσας οδηγίας.
3.   In the event of arrivals involving a large number of third-country nationals or stateless persons lodging applications for international protection at the border or in a transit zone, which makes it impossible in practice to apply there the provisions of paragraph 1, those procedures may also be applied where and for as long as these third-country nationals or stateless persons are accommodated normally at locations in proximity to the border or transit zone.3.   Στην περίπτωση αφίξεων που αφορούν μεγάλο αριθμό υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών οι οποίοι υποβάλλουν αιτήσεις διεθνούς προστασίας στα σύνορα ή σε ζώνη διέλευσης, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη στην πράξη η εκεί εφαρμογή της παραγράφου 1, οι εν λόγω διαδικασίες μπορούν να εφαρμόζονται επίσης όπου και επί όσο χρονικό διάστημα φιλοξενούνται κανονικά οι συγκεκριμένοι υπήκοοι τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς σε σημεία πλησίον των συνόρων ή της ζώνης διέλευσης.
CHAPTER IVΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
PROCEDURES FOR THE WITHDRAWAL OF INTERNATIONAL PROTECTIONΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΝΑΚΛΗΣΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Article 44Άρθρο 44
Withdrawal of international protectionΑνάκληση διεθνούς προστασίας
Member States shall ensure that an examination to withdraw international protection from a particular person may commence when new elements or findings arise indicating that there are reasons to reconsider the validity of his or her international protection.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να μπορεί να αρχίζει εξέταση για την ανάκληση διεθνούς προστασίας συγκεκριμένου προσώπου, όταν έρχονται στο φως νέα στοιχεία ή πορίσματα που δείχνουν ότι υπάρχουν λόγοι επανεξέτασης της διεθνούς προστασίας του.
Article 45Άρθρο 45
Procedural rulesΔιαδικαστικοί κανόνες
1.   Member States shall ensure that, where the competent authority is considering withdrawing international protection from a third-country national or stateless person in accordance with Article 14 or 19 of Directive 2011/95/EU, the person concerned enjoys the following guarantees:1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, όταν η αρμόδια αρχή εξετάζει το ενδεχόμενο ανάκλησης διεθνούς προστασίας υπηκόου τρίτης χώρας ή ανιθαγενούς σύμφωνα με το άρθρο 14 ή 19 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ο ενδιαφερόμενος απολαύει των ακόλουθων εγγυήσεων:
(a) | to be informed in writing that the competent authority is reconsidering his or her qualification as a beneficiary of international protection and the reasons for such a reconsideration; andα) | ενημερώνεται εγγράφως ότι η αρμόδια αρχή επανεξετάζει αν συγκεντρώνει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να είναι δικαιούχος διεθνούς προστασίας και ενημερώνεται επίσης για τους λόγους της επανεξέτασης αυτής και
(b) | to be given the opportunity to submit, in a personal interview in accordance with Article 12(1)(b) and Articles 14 to 17 or in a written statement, reasons as to why his or her international protection should not be withdrawn.β) | έχει τη δυνατότητα να προβάλει, στο πλαίσιο προσωπικής συνέντευξης σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο β) και τα άρθρα 14 έως 17 ή με γραπτή δήλωση, τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι δεν πρέπει να ανακληθεί η διεθνής προστασία του.
2.   In addition, Member States shall ensure that within the framework of the procedure set out in paragraph 1:2.   Επιπλέον, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, στο πλαίσιο της διαδικασίας που καθορίζεται στην παράγραφο 1:
(a) | the competent authority is able to obtain precise and up-to-date information from various sources, such as, where appropriate, from EASO and UNHCR, as to the general situation prevailing in the countries of origin of the persons concerned; andα) | η αρμόδια αρχή είναι σε θέση να λαμβάνει ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες από διάφορες πηγές, όπως, ανάλογα με την περίπτωση, πληροφορίες από την ΕΥΥΑ και τον UNHCR, όσον αφορά τη γενική κατάσταση που επικρατεί στις χώρες καταγωγής των ενδιαφερομένων προσώπων· και
(b) | where information on an individual case is collected for the purposes of reconsidering international protection, it is not obtained from the actor(s) of persecution or serious harm in a manner that would result in such actor(s) being directly informed of the fact that the person concerned is a beneficiary of international protection whose status is under reconsideration, or jeopardise the physical integrity of the person or his or her dependants, or the liberty and security of his or her family members still living in the country of origin.β) | όταν συλλέγονται πληροφορίες σχετικά με τη συγκεκριμένη περίπτωση προκειμένου να επανεξετασθεί η διεθνής προστασία, οι πληροφορίες αυτές δεν λαμβάνονται από τους υπεύθυνους της δίωξης ή της πρόκλησης σοβαρής βλάβης κατά τρόπο που θα είχε ως αποτέλεσμα να πληροφορούνται απευθείας οι εν λόγω φορείς ότι ο ενδιαφερόμενος είναι δικαιούχος διεθνούς προστασίας του οποίου το καθεστώς είναι υπό επανεξέταση, ή να τίθεται σε κίνδυνο η σωματική ακεραιότητα του ενδιαφερομένου ή των προσώπων που εξαρτώνται από αυτόν, ή η ελευθερία και η ασφάλεια των μελών της οικογενείας του που εξακολουθούν να διαμένουν στη χώρα καταγωγής.
3.   Member States shall ensure that the decision of the competent authority to withdraw international protection is given in writing. The reasons in fact and in law shall be stated in the decision and information on how to challenge the decision shall be given in writing.3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η απόφαση της αρμόδιας αρχής να ανακαλέσει τη διεθνή προστασία δίδεται γραπτώς. Η απόφαση αναφέρει τους πραγματικούς και νομικούς λόγους και παρέχονται γραπτώς πληροφορίες σχετικά με τις δυνατότητες προσβολής της απόφασης.
4.   Once the competent authority has taken the decision to withdraw international protection, Article 20, Article 22, Article 23(1) and Article 29 are equally applicable.4.   Μόλις ληφθεί από την αρμόδια αρχή η απόφαση περί ανάκλησης διεθνούς προστασίας, ισχύουν εξίσου τα άρθρα 20 και 22, το άρθρο 23 παράγραφος 1 και το άρθρο 29.
5.   By way of derogation from paragraphs 1 to 4 of this Article, Member States may decide that international protection shall lapse by law where the beneficiary of international protection has unequivocally renounced his or her recognition as such. A Member State may also provide that international protection shall lapse by law where the beneficiary of international protection has become a national of that Member State.5.   Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 έως 4 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι η διεθνής προστασία εκπνέει εκ του νόμου εάν ο δικαιούχος διεθνούς προστασίας έχει παραιτηθεί κατά τρόπο κατηγορηματικό από την αναγνώρισή του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας. Ένα κράτος μέλος μπορεί ακόμη να θεσπίσει διάταξη σύμφωνα με την οποία η διεθνής προστασία εκπνέει εκ του νόμου σε περίπτωση που ο δικαιούχος διεθνούς προστασίας έχει αποκτήσει την ιθαγένεια του εν λόγω κράτους μέλους.
CHAPTER VΚΕΦΑΛΑΙΟ V
APPEALS PROCEDURESΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΕΝΔΙΚΟΥ ΜΕΣΟΥ
Article 46Άρθρο 46
The right to an effective remedyΔικαίωμα πραγματικής προσφυγής
1.   Member States shall ensure that applicants have the right to an effective remedy before a court or tribunal, against the following:1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αιτούντες να έχουν δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου κατά των ακόλουθων αποφάσεων:
(a) | a decision taken on their application for international protection, including a decision: | (i) | considering an application to be unfounded in relation to refugee status and/or subsidiary protection status; | (ii) | considering an application to be inadmissible pursuant to Article 33(2); | (iii) | taken at the border or in the transit zones of a Member State as described in Article 43(1); | (iv) | not to conduct an examination pursuant to Article 39;α) | απόφαση επί της αιτήσεως διεθνούς προστασίας, περιλαμβανομένων των αποφάσεων: | i) | με τις οποίες κρίνουν αίτηση ως αβάσιμη όσον αφορά το καθεστώς του πρόσφυγα και/ή το καθεστώς επικουρικής προστασίας, | ii) | με τις οποίες η αίτηση κρίνεται ως απαράδεκτη σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2, | iii) | που λαμβάνονται στα σύνορα ή τις ζώνες διέλευσης κράτους μέλους όπως περιγράφεται στο άρθρο 43 παράγραφος 1, | iv) | να μη διεξαχθεί εξέταση σύμφωνα με το άρθρο 39·
(b) | a refusal to reopen the examination of an application after its discontinuation pursuant to Articles 27 and 28;β) | άρνηση να αρχίσει εκ νέου η εξέταση της αίτησης η οποία σταμάτησε σύμφωνα με τα άρθρα 27 και 28·
(c) | a decision to withdraw international protection pursuant to Article 45.γ) | απόφαση ανάκλησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με το άρθρο 45.
2.   Member States shall ensure that persons recognised by the determining authority as eligible for subsidiary protection have the right to an effective remedy pursuant to paragraph 1 against a decision considering an application unfounded in relation to refugee status.2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα πρόσωπα τα οποία έχει αναγνωρίσει η αποφαινόμενη αρχή ότι πληρούν τις προϋποθέσεις επικουρικής προστασίας να έχουν δικαίωμα πραγματικής προσφυγής δυνάμει της παραγράφου 1 έναντι της απόφασης που κρίνει αίτηση ως αβάσιμη όσον αφορά το καθεστώς του πρόσφυγα.
Without prejudice to paragraph 1(c), where the subsidiary protection status granted by a Member State offers the same rights and benefits as those offered by the refugee status under Union and national law, that Member State may consider an appeal against a decision considering an application unfounded in relation to refugee status inadmissible on the grounds of insufficient interest on the part of the applicant in maintaining the proceedings.Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 στοιχείο γ), όταν το καθεστώς επικουρικής προστασίας το οποίο χορηγείται από κράτος μέλος παρέχει τα ίδια δικαιώματα και ευεργετήματα με αυτά που παρέχει το καθεστώς του πρόσφυγα δυνάμει του ενωσιακού και εθνικού δικαίου, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να θεωρήσει απαράδεκτη την προσφυγή κατά απόφασης με την οποία κρίνεται αίτηση ως αβάσιμη όσον αφορά το καθεστώς του πρόσφυγα λόγω ανεπαρκούς ενδιαφέροντος του αιτούντος για τη συνέχιση της διαδικασίας.
3.   In order to comply with paragraph 1, Member States shall ensure that an effective remedy provides for a full and ex nunc examination of both facts and points of law, including, where applicable, an examination of the international protection needs pursuant to Directive 2011/95/EU, at least in appeals procedures before a court or tribunal of first instance.3.   Προκειμένου να τηρούν τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η πραγματική προσφυγή να εξασφαλίζει πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας σύμφωνα με την οδηγία 2011/95/ΕΕ, τουλάχιστον κατά τις διαδικασίες άσκησης ένδικου μέσου ενώπιον πρωτοβάθμιου δικαστηρίου.
4.   Member States shall provide for reasonable time limits and other necessary rules for the applicant to exercise his or her right to an effective remedy pursuant to paragraph 1. The time limits shall not render such exercise impossible or excessively difficult.4.   Τα κράτη μέλη ορίζουν εύλογες προθεσμίες και θεσπίζουν τις λοιπές απαιτούμενες διατάξεις για την άσκηση του δικαιώματος πραγματικής προσφυγής από τον αιτούντα σύμφωνα με την παράγραφο 1. Οι προθεσμίες δεν καθιστούν αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση του εν λόγω δικαιώματος.
Member States may also provide for an ex officio review of decisions taken pursuant to Article 43.Τα κράτη μέλη δύνανται επίσης να προβλέπουν αυτεπάγγελτη επανεξέταση των αποφάσεων που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 43.
5.   Without prejudice to paragraph 6, Member States shall allow applicants to remain in the territory until the time limit within which to exercise their right to an effective remedy has expired and, when such a right has been exercised within the time limit, pending the outcome of the remedy.5.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, τα κράτη μέλη επιτρέπουν στους αιτούντες να παραμείνουν στο έδαφός τους μέχρι να λήξει η προθεσμία εντός της οποίας μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμά τους σε πραγματική προσφυγή και, σε περίπτωση άσκησης εντός της προθεσμίας του εν λόγω δικαιώματος, εν αναμονή της έκβασης της προσφυγής.
6.   In the case of a decision:6.   Σε περίπτωση απόφασης:
(a) | considering an application to be manifestly unfounded in accordance with Article 32(2) or unfounded after examination in accordance with Article 31(8), except for cases where these decisions are based on the circumstances referred to in Article 31(8)(h);α) | με την οποία κρίνεται μια αίτηση προδήλως αβάσιμη, σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 2, ή αβάσιμη μετά την εξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 8, εξαιρουμένων των περιπτώσεων κατά τις οποίες οι αποφάσεις βασίζονται στις περιστάσεις του άρθρου 31 παράγραφος 8 στοιχείο η)·
(b) | considering an application to be inadmissible pursuant to Article 33(2)(a), (b) or (d);β) | με την οποία κρίνεται μια αίτηση απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 στοιχείο α), β) ή δ)·
(c) | rejecting the reopening of the applicant’s case after it has been discontinued according to Article 28; orγ) | με την οποία απορρίπτεται η επανεξέταση της υπόθεσης του αιτούντος αφότου έχει σταματήσει, σύμφωνα με το άρθρο 28· ή
(d) | not to examine or not to examine fully the application pursuant to Article 39,δ) | μη εξέτασης ή μη πλήρους εξέτασης της αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 39,
a court or tribunal shall have the power to rule whether or not the applicant may remain on the territory of the Member State, either upon the applicant’s request or acting ex officio, if such a decision results in ending the applicant’s right to remain in the Member State and where in such cases the right to remain in the Member State pending the outcome of the remedy is not provided for in national law.η δυνατότητα παραμονής του αιτούντος στο έδαφος του κράτους μέλους κρίνεται από δικαστήριο είτε με αίτημα του ενδιαφερόμενου αιτούντος είτε αυτεπάγγελτα, εάν η εν λόγω απόφαση έχει ως αποτέλεσμα την παύση ισχύος του δικαιώματος παραμονής του αιτούντος στο κράτος μέλος και εφόσον, σε τέτοιες περιπτώσεις, το δικαίωμα παραμονής στο κράτος μέλος εν αναμονή της έκβασης της προσφυγής δεν προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο.
7.   Paragraph 6 shall only apply to procedures referred to in Article 43 provided that:7.   Η παράγραφος 6 εφαρμόζεται μόνο στις διαδικασίες του άρθρου 43 εφόσον:
(a) | the applicant has the necessary interpretation, legal assistance and at least one week to prepare the request and submit to the court or tribunal the arguments in favour of granting him or her the right to remain on the territory pending the outcome of the remedy; andα) | ο αιτών έχει την απαραίτητη συνδρομή διερμηνέα και νομική συνδρομή και προθεσμία τουλάχιστον μιας εβδομάδας ώστε να προετοιμάσει την αίτηση και να υποβάλει στο δικαστήριο τα επιχειρήματα υπέρ της αναγνώρισης του δικαιώματος παραμονής του στο έδαφος του κράτους μέλους, εν αναμονή της έκβασης της προσφυγής· και
(b) | in the framework of the examination of the request referred to in paragraph 6, the court or tribunal examines the negative decision of the determining authority in terms of fact and law.β) | στο πλαίσιο της εξέτασης του αιτήματος της παραγράφου 6, το δικαστήριο εξετάζει τα πραγματικά και νομικά ζητήματα της αρνητικής απόφασης της αποφαινόμενης αρχής.
If the conditions referred to in points (a) and (b) are not met, paragraph 5 shall apply.Εάν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των στοιχείων α) και β), εφαρμόζεται η παράγραφος 5.
8.   Member States shall allow the applicant to remain in the territory pending the outcome of the procedure to rule whether or not the applicant may remain on the territory, laid down in paragraphs 6 and 7.8.   Τα κράτη μέλη επιτρέπουν στον αιτούντα να παραμείνει στο έδαφός τους εν αναμονή της έκβασης της διαδικασίας σχετικά με το εάν ο αιτών δύναται ή όχι να παραμείνει στο έδαφος που αναφέρεται στις παραγράφους 6 και 7.
9.   Paragraphs 5, 6 and 7 shall be without prejudice to Article 26 of Regulation (EU) No 604/2013.9.   Οι παράγραφοι 5, 6 και 7 ισχύουν με την επιφύλαξη του άρθρου 26 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013.
10.   Member States may lay down time limits for the court or tribunal pursuant to paragraph 1 to examine the decision of the determining authority.10.   Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν προθεσμίες για την εξέταση της απόφασης της αποφαινόμενης αρχής από το δικαστήριο σύμφωνα με την παράγραφο 1.
11.   Member States may also lay down in national legislation the conditions under which it can be assumed that an applicant has implicitly withdrawn or abandoned his or her remedy pursuant to paragraph 1, together with the rules on the procedure to be followed.11.   Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν στην εθνική νομοθεσία τους όρους σύμφωνα με τους οποίους να μπορεί να τεκμαίρεται ότι ο αιτών ανακάλεσε σιωπηρά ή παραιτήθηκε από την προσφυγή του σύμφωνα με την παράγραφο 1 καθώς και τους κανόνες για τη διαδικασία που ακολουθείται σε αυτές τις περιπτώσεις.
CHAPTER VIΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
GENERAL AND FINAL PROVISIONSΓΕΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Article 47Άρθρο 47
Challenge by public authoritiesΠροσβολή εκ μέρους των δημόσιων αρχών
This Directive does not affect the possibility for public authorities of challenging the administrative and/or judicial decisions as provided for in national legislation.Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τη δυνατότητα των δημόσιων αρχών να προσβάλλουν τις διοικητικές και/ή δικαστικές αποφάσεις όπως προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία.
Article 48Άρθρο 48
ConfidentialityΑπόρρητο
Member States shall ensure that authorities implementing this Directive are bound by the confidentiality principle as defined in national law, in relation to any information they obtain in the course of their work.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρχές που εφαρμόζουν την παρούσα οδηγία να δεσμεύονται από την αρχή του απορρήτου, όπως ορίζεται στην εθνική νομοθεσία, σε σχέση με οιαδήποτε πληροφορία λαμβάνουν στο πλαίσιο της εργασίας τους.
Article 49Άρθρο 49
CooperationΣυνεργασία
Member States shall each appoint a national contact point and communicate its address to the Commission. The Commission shall communicate that information to the other Member States.Κάθε κράτος μέλος ορίζει εθνικό σημείο επαφής και ανακοινώνει τη διεύθυνσή του στην Επιτροπή. Η Επιτροπή ανακοινώνει την πληροφορία αυτή και στα υπόλοιπα κράτη μέλη.
Member States shall, in liaison with the Commission, take all appropriate measures to establish direct cooperation and an exchange of information between the competent authorities.Τα κράτη μέλη, σε συνεννόηση με την Επιτροπή, λαμβάνουν κάθε πρόσφορο μέτρο για την καθιέρωση άμεσης συνεργασίας και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών.
When resorting to the measures referred to in Article 6(5), the second subparagraph of Article 14(1) and Article 31(3)(b), Member States shall inform the Commission as soon as the reasons for applying those exceptional measures have ceased to exist and at least on an annual basis. That information shall, where possible, include data on the percentage of the applications for which derogations were applied to the total number of applications processed during that period.Όταν καταφεύγουν στη χρήση των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 5, στο άρθρο 14 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και στο άρθρο 31 παράγραφος 3 στοιχείο β), τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή μόλις παύσουν να συντρέχουν οι λόγοι εφαρμογής των εν λόγω έκτακτων μέτρων και τουλάχιστον σε ετήσια βάση. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει, ει δυνατόν, δεδομένα σχετικά με το ποσοστό των αιτήσεων για τις οποίες εφαρμόσθηκαν παρεκκλίσεις επί του συνολικού αριθμού αιτήσεων που έγιναν αντικείμενο επεξεργασίας κατά τη συγκεκριμένη περίοδο.
Article 50Άρθρο 50
ReportΥποβολή εκθέσεων
No later than 20 July 2017, the Commission shall report to the European Parliament and the Council on the application of this Directive in the Member States and shall propose any amendments that are necessary. Member States shall send to the Commission all the information that is appropriate for drawing up its report. After presenting the report, the Commission shall report to the European Parliament and the Council on the application of this Directive in the Member States at least every five years.Το αργότερο την 20ή Ιουλίου 2017, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στα κράτη μέλη και προτείνει τις τυχόν τροποποιήσεις που είναι αναγκαίες. Τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή όλα τα πληροφοριακά στοιχεία που είναι χρήσιμα για την κατάρτιση της έκθεσής της. Μετά την υποβολή της έκθεσης, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στα κράτη μέλη τουλάχιστον ανά πενταετία.
As part of the first report, the Commission shall also report, in particular, on the application of Article 17 and the various tools used in relation to the reporting of the personal interview.Στο πλαίσιο της πρώτης έκθεσης, η Επιτροπή παρέχει, ιδίως, στοιχεία για την εφαρμογή του άρθρου 17 και τα διάφορα μέσα που χρησιμοποιούνται σχετικά με την υποβολή εκθέσεων για την προσωπική συνέντευξη.
Article 51Άρθρο 51
TranspositionΜεταφορά στο εθνικό δίκαιο
1.   Member States shall bring into force the laws, regulations and administrative provisions necessary to comply with Articles 1 to 30, Article 31(1), (2) and (6) to (9), Articles 32 to 46, Articles 49 and 50 and Annex I by 20 July 2015 at the latest. They shall forthwith communicate the text of those measures to the Commission.1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν με τα άρθρα 1 έως 30, το άρθρο 31 παράγραφοι 1, 2 και 6 έως 9, τα άρθρα 32 έως 46, τα άρθρα 49 και 50 και το παράρτημα I έως τις 20 Ιουλίου 2015 το αργότερο. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο αυτών των μέτρων.
2.   Member States shall bring into force the laws, regulations and administrative provisions necessary to comply with Article 31(3), (4) and (5) by 20 July 2018. They shall forthwith communicate the text of those measures to the Commission.2.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με το άρθρο 31 παράγραφοι 3, 4 και 5 έως τις 20 Ιουλίου 2018. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των μέτρων αυτών.
3.   When Member States adopt the provisions referred to in paragraphs 1 and 2, they shall contain a reference to this Directive or be accompanied by such a reference on the occasion of their official publication. They shall also include a statement that references in existing laws, regulations and administrative provisions to the directive repealed by this Directive shall be construed as references to this Directive. Member States shall determine how such reference is to be made and how that statement is to be formulated.3.   Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις διατάξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη έκδοσή τους. Οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι παραπομπές στην οδηγία που καταργείται από την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος αυτής της παραπομπής και της διατύπωσης αυτής της δήλωσης καθορίζεται από τα κράτη μέλη.
4.   Member States shall communicate to the Commission the text of the main provisions of national law which they adopt in the field covered by this Directive.4.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των βασικών διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Article 52Άρθρο 52
Transitional provisionsΜεταβατικές διατάξεις
Member States shall apply the laws, regulations and administrative provisions referred to in Article 51(1) to applications for international protection lodged and to procedures for the withdrawal of international protection started after 20 July 2015 or an earlier date. Applications lodged before 20 July 2015 and procedures for the withdrawal of refugee status started before that date shall be governed by the laws, regulations and administrative provisions adopted pursuant to Directive 2005/85/EC.Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 51 παράγραφος 1 στις αιτήσεις διεθνούς προστασίας που κατατίθενται και στις διαδικασίες ανάκλησης διεθνούς προστασίας που κινούνται μετά την 20ή Ιουλίου 2015 ή σε προηγούμενη ημερομηνία. Αιτήσεις που υποβάλλονται πριν από την 20ή Ιουλίου 2015 και διαδικασίες για την ανάκληση του καθεστώτος του πρόσφυγα που κινούνται πριν από την εν λόγω ημερομηνία διέπονται από τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που θεσπίσθηκαν δυνάμει της οδηγίας 2005/85/ΕΚ.
Member States shall apply the laws, regulations and administrative provisions referred to in Article 51(2) to applications for international protection lodged after 20 July 2018 or an earlier date. Applications lodged before that date shall be governed by the laws, regulations and administrative provisions in accordance with Directive 2005/85/EC.Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 51 παράγραφος 2 στις αιτήσεις διεθνούς προστασίας που κατατίθενται μετά την 20ή Ιουλίου 2018 ή σε προηγούμενη ημερομηνία. Αιτήσεις που υποβάλλονται πριν από την εν λόγω ημερομηνία διέπονται από τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που θεσπίσθηκαν δυνάμει της οδηγίας 2005/85/ΕΚ.
Article 53Άρθρο 53
RepealΚατάργηση
Directive 2005/85/EC is repealed for the Member States bound by this Directive with effect from 21 July 2015, without prejudice to the obligations of the Member States relating to the time limit for transposition into national law of the Directive set out in Annex II, Part B.Η οδηγία 2005/85/ΕΚ καταργείται για τα κράτη μέλη που δεσμεύονται από την παρούσα οδηγία από την 21η Ιουλίου 2015, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά την προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας που εμφαίνεται στο παράρτημα II μέρος B.
References to the repealed Directive shall be construed as references to this Directive and shall be read in accordance with the correlation table in Annex III.Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα III.
Article 54Άρθρο 54
Entry into force and applicationΈναρξη ισχύος και εφαρμογή
This Directive shall enter into force on the twentieth day following that of its publication in the Official Journal of the European Union.Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Articles 47 and 48 shall apply from 21 July 2015.Τα άρθρα 47 και 48 εφαρμόζονται από την 21ή Ιουλίου 2015.
Article 55Άρθρο 55
AddresseesΑποδέκτες
This Directive is addressed to the Member States in accordance with the Treaties.Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.
Done at Brussels, 26 June 2013.Βρυξέλλες, 26 Ιουνίου 2013.
For the European ParliamentΓια το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
The PresidentΟ Πρόεδρος
M. SCHULZM. SCHULZ
For the CouncilΓια το Συμβούλιο
The PresidentΟ Πρόεδρος
A. SHATTERA. SHATTER
(1)   OJ C 24, 28.1.2012, p. 79.(1)  ΕΕ C 24 της 28.1.2012, σ. 79.
(2)  Position of the European Parliament of 6 April 2011 (OJ C 296 E, 2.10.2012, p. 184) and position of the Council at first reading of 6 June 2013 (not yet published in the Official Journal). Position of the European Parliament of 10 June 2013 (not yet published in the Official Journal).(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Απριλίου 2011 (ΕΕ C 296 E της 2.10.2012, σ. 184) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 6ης Ιουνίου 2013 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Ιουνίου 2013 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).
(3)   OJ L 326, 13.12.2005, p. 13.(3)  ΕΕ L 326 της 13.12.2005, σ. 13.
(4)   OJ L 337, 20.12.2011, p. 9.(4)  ΕΕ L 337 της 20.12.2011, σ. 9.
(5)  See page 96 of this Official Journal.(5)  Βλέπε σελίδα 96 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.
(6)   OJ L 132, 29.5.2010, p. 11.(6)  ΕΕ L 132 της 29.5.2010, σ. 11.
(7)   OJ L 281, 23.11.1995, p. 31.(7)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.
(8)  See page 31 of this Official Journal.(8)  Βλέπε σελίδα 31 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.
(9)   OJ C 369, 17.12.2011, p. 14.(9)  ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.
(10)   OJ L 348, 24.12.2008, p. 98.(10)  ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 98.
(11)  Council Framework Decision 2002/584/JHA of 13 June 2002 on the European arrest warrant and the surrender procedures between Member States (OJ L 190, 18.7.2002, p. 1).(11)  Απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών (ΕΕ L 190 της 18.7.2002, σ. 1).
(12)  See page 1 of this Official Journal.(12)  Βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.
ANNEX IΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
Designation of safe countries of origin for the purposes of Article 37(1)Χαρακτηρισμός των ασφαλών χωρών καταγωγής κατά την έννοια του άρθρου 37 παράγραφος 1
A country is considered as a safe country of origin where, on the basis of the legal situation, the application of the law within a democratic system and the general political circumstances, it can be shown that there is generally and consistently no persecution as defined in Article 9 of Directive 2011/95/EU, no torture or inhuman or degrading treatment or punishment and no threat by reason of indiscriminate violence in situations of international or internal armed conflict.Μια χώρα θεωρείται ως ασφαλής χώρα καταγωγής εάν, βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, καταδεικνύεται σαφώς ότι γενικά και μόνιμα δεν υφίσταται δίωξη όπως ορίζεται στο άρθρο 9 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία ούτε απειλή που προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.
In making this assessment, account shall be taken, inter alia, of the extent to which protection is provided against persecution or mistreatment by:Κατά την εκτίμηση αυτή λαμβάνεται μεταξύ άλλων υπόψη ο βαθμός στον οποίο παρέχεται προστασία κατά της δίωξης ή της κακομεταχείρισης με τα εξής:
(a) | the relevant laws and regulations of the country and the manner in which they are applied;α) | σχετικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις της χώρας και τρόπος εφαρμογής τους·
(b) | observance of the rights and freedoms laid down in the European Convention for the Protection of Human Rights and Fundamental Freedoms and/or the International Covenant for Civil and Political Rights and/or the United Nations Convention against Torture, in particular the rights from which derogation cannot be made under Article 15(2) of the said European Convention;β) | τήρηση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών που ορίζονται στην Ευρωπαϊκή σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών και/ή στο διεθνές σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και/ή στη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά των βασανιστηρίων, ιδίως δε των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 2 της εν λόγω Ευρωπαϊκής σύμβασης·
(c) | respect for the non-refoulement principle in accordance with the Geneva Convention;γ) | τήρηση της αρχής της μη επαναπροώθησης σύμφωνα με τη σύμβαση της Γενεύης·
(d) | provision for a system of effective remedies against violations of those rights and freedoms.δ) | πρόβλεψη μηχανισμού πραγματικής προσφυγής κατά των παραβιάσεων των εν λόγω δικαιωμάτων και ελευθεριών.
ANNEX IIΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
PART AΜΕΡΟΣ A
Repealed DirectiveΚαταργούμενη οδηγία
(referred to in Article 53)(αναφέρεται στο άρθρο 53)
Council Directive 2005/85/EC | (OJ L 326, 13.12.2005, p. 13).Οδηγία 2005/85/ΕΚ του Συμβουλίου | (ΕΕ L 326 της 13.12.2005, σ. 13)
PART BΜΕΡΟΣ B
Time limit for transposition into national lawΠροθεσμία για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο
(referred to in Article 51)(αναφέρεται στο άρθρο 51)
Directive | Time limits for transpositionΟδηγία | Προθεσμίες για τη μεταφορά
2005/85/EC | First deadline: 1 December 2007 | Second deadline: 1 December 20082005/85/ΕΚ | Πρώτη προθεσμία: 1η Δεκεμβρίου 2007 | Δεύτερη προθεσμία: 1η Δεκεμβρίου 2008
ANNEX IIIΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
Correlation TableΠίνακας αντιστοιχίας
Directive 2005/85/EC | This DirectiveΟδηγία 2005/85/ΕΚ | Παρούσα οδηγία
Article 1 | Article 1Άρθρο 1 | Άρθρο 1
Article 2(a) to (c) | Article 2(a) to (c)Άρθρο 2 στοιχεία α) έως γ) | Άρθρο 2 στοιχεία α) έως γ)
— | Article 2(d)— | Άρθρο 2 στοιχείο δ)
Article 2(d) to (f) | Article 2(e) to (g)Άρθρο 2 στοιχεία δ) έως στ) | Άρθρο 2 στοιχεία ε) έως ζ)
— | Article 2(h) and (i)— | Άρθρο 2 στοιχεία η) και θ)
Article 2(g) | Article 2(j)Άρθρο 2 στοιχείο ζ) | Άρθρο 2 στοιχείο ι)
— | Article 2(k) and (l)— | Άρθρο 2 στοιχεία ια) και ιβ)
Article 2(h) to (k) | Article 2(m) to (p)Άρθρο 2 στοιχεία η) έως ια) | Άρθρο 2 στοιχεία ιγ) έως ιστ)
— | Article 2(q)— | Άρθρο 2 στοιχείο ιζ)
Article 3(1) and (2) | Article 3(1) and (2)Άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2 | Άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2
Article 3(3) | —Άρθρο 3 παράγραφος 3 | —
Article 3(4) | Article 3(3)Άρθρο 3 παράγραφος 4 | Άρθρο 3 παράγραφος 3
Article 4(1), first subparagraph | Article 4(1), first subparagraphΆρθρο 4 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο | Άρθρο 4 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο
Article 4(1), second subparagraph | —Άρθρο 4 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο | —
Article 4(2)(a) | Article 4(2)(a)Άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο α) | Άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο α)
Article 4(2)(b) to (d) | —Άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχεία β) έως δ) | —
Article 4(2)(e) | Article 4(2)(b)Άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο ε) | Άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο β)
Article 4(2)(f) | —Άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο στ) | —
— | Article 4(3)— | Άρθρο 4 παράγραφος 3
Article 4(3) | Article 4(4)Άρθρο 4 παράγραφος 3 | Άρθρο 4 παράγραφος 4
— | Article 4(5)— | Άρθρο 4 παράγραφος 5
Article 5 | Article 5Άρθρο 5 | Άρθρο 5
Article 6(1) | Article 6(1)Άρθρο 6 παράγραφος 1 | Άρθρο 6 παράγραφος 1
— | Article 6(2) to (4)— | Άρθρο 6 παράγραφοι 2 έως 4
Article 6(2) and (3) | Article 7(1) and (2)Άρθρο 6 παράγραφοι 2 και 3 | Άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2
— | Article 7(3)— | Άρθρο 7 παράγραφος 3
— | Article 7(4)— | Άρθρο 7 παράγραφος 4
Article 6(4) | Article 7(5)Άρθρο 6 παράγραφος 4 | Άρθρο 7 παράγραφος 5
Article 6(5) | —Άρθρο 6 παράγραφος 5 | —
— | Article 8— | Άρθρο 8
Article 7(1) and (2) | Article 9(1) and (2)Άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2 | Άρθρο 9 παράγραφοι 1 και 2
— | Article 9(3)— | Άρθρο 9 παράγραφος 3
Article 8(1) | Article 10(1)Άρθρο 8 παράγραφος 1 | Άρθρο 10 παράγραφος 1
— | Article 10(2)— | Άρθρο 10 παράγραφος 2
Article 8(2)(a) to (c) | Article 10(3)(a) to (c)Άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως γ) | Άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχεία α) έως γ)
— | Article 10(3)(d)— | Άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο δ)
Article 8(3) and (4) | Article 10(4) and (5)Άρθρο 8 παράγραφοι 3 και 4 | Άρθρο 10 παράγραφοι 4 και 5
Article 9(1) | Article 11(1)Άρθρο 9 παράγραφος 1 | Άρθρο 11 παράγραφος 1
Article 9(2), first subparagraph | Article 11(2), first subparagraphΆρθρο 9 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο | Άρθρο 11 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο
Article 9(2), second subparagraph | —Άρθρο 9 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο | —
Article 9(2), third subparagraph | Article 11(2), second subparagraphΆρθρο 9 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο | Άρθρο 11 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο
Article 9(3) | Article 11(3)Άρθρο 9 παράγραφος 3 | Άρθρο 11 παράγραφος 3
Article 10(1)(a) to (c) | Article 12(1)(a) to (c)Άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ) | Άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ)
— | Article 12(1)(d)— | Άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο δ)
Article 10(1)(d) and (e) | Article 12(1)(e) and (f)Άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχεία δ) και ε) | Άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχεία ε) και στ)
Article 10(2) | Article 12(2)Άρθρο 10 παράγραφος 2 | Άρθρο 12 παράγραφος 2
Article 11 | Article 13Άρθρο 11 | Άρθρο 13
Article 12(1), first subparagraph | Article 14(1), first subparagraphΆρθρο 12 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο | Άρθρο 14 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο
Article 12(2), second subparagraph | —Άρθρο 12 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο | —
— | Article 14(1), second and third subparagraph— | Άρθρο 14 παράγραφος 1 δεύτερο και τρίτο εδάφιο
Article 12(2), third subparagraph | Article 14(1), fourth subparagraphΆρθρο 12 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο | Άρθρο 14 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο
Article 12(2)(a) | Article 14(2)(a)Άρθρο 12 παράγραφος 2 στοιχείο α) | Άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχείο α)
Article 12(2)(b) | —Άρθρο 12 παράγραφος 2 στοιχείο β) | —
Article 12(2)(c) | —Άρθρο 12 παράγραφος 2 στοιχείο γ) | —
Article 12(3), first subparagraph | Article 14(2)(b)Άρθρο 12 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο | Άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχείο β)
Article 12(3), second subparagraph | Article 14(2), second subparagraphΆρθρο 12 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 14 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο
Article 12(4) to (6) | Article 14(3) to (5)Άρθρο 12 παράγραφοι 4 έως 6 | Άρθρο 14 παράγραφοι 3 έως 5
Article 13(1) and (2) | Article 15(1) and (2)Άρθρο 13 παράγραφοι 1 και 2 | Άρθρο 15 παράγραφοι 1 και 2
Article 13(3)(a) | Article 15(3)(a)Άρθρο 13 παράγραφος 3 στοιχείο α) | Άρθρο 15 παράγραφος 3 στοιχείο α)
— | Article 15(3)(b)— | Άρθρο 15 παράγραφος 3 στοιχείο β)
Article 13(3)(b) | Article 15(3)(c)Άρθρο 13 παράγραφος 3 στοιχείο β) | Άρθρο 15 παράγραφος 3 στοιχείο γ)
— | Article 15(3)(d)— | Άρθρο 15 παράγραφος 3 στοιχείο δ)
— | Article 15(3)(e)— | Άρθρο 15 παράγραφος 3 στοιχείο ε)
Article 13(4) | Article 15(4)Άρθρο 13 παράγραφος 4 | Άρθρο 15 παράγραφος 4
Article 13(5) | —Άρθρο 13 παράγραφος 5 | —
— | Article 16— | Άρθρο 16
Article 14 | —Άρθρο 14 | —
— | Article 17— | Άρθρο 17
— | Article 18— | Άρθρο 18
— | Article 19— | Άρθρο 19
Article 15(1) | Article 22(1)Άρθρο 15 παράγραφος 1 | Άρθρο 22 παράγραφος 1
Article 15(2) | Article 20(1)Άρθρο 15 παράγραφος 2 | Άρθρο 20 παράγραφος 1
— | Article 20(2) to (4)— | Άρθρο 20 παράγραφοι 2 έως 4
— | Article 21(1)— | Άρθρο 21 παράγραφος 1
Article 15(3)(a) | —Άρθρο 15 παράγραφος 3 στοιχείο α) | —
Article 15(3)(b) and (c) | Article 21(2)(a) and (b)Άρθρο 15 παράγραφος 3 στοιχεία β) και γ) | Άρθρο 21 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β)
Article 15(3)(d) | —Άρθρο 15 παράγραφος 3 στοιχείο δ) | —
Article 15(3), second subparagraph | —Άρθρο 15 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο | —
Article 15(4) to (6) | Article 21(3) to (5)Άρθρο 15 παράγραφοι 4 έως 6 | Άρθρο 21 παράγραφοι 3 έως 5
— | Article 22(2)— | Άρθρο 22 παράγραφος 2
Article 16(1), first subparagraph | Article 23(1), first subparagraphΆρθρο 16 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο | Άρθρο 23 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο
Article 16(1), second subparagraph, first sentence | Article 23(1), second subparagraph, introductory wordsΆρθρο 16 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο πρώτη περίοδος | Άρθρο 23 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο αρχικές λέξεις
— | Article 23(1)(a)— | Άρθρο 23 παράγραφος 1 στοιχείο α)
Article 16(1), second subparagraph, second sentence | Article 23(1)(b)Άρθρο 16 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο δεύτερη περίοδος | Άρθρο 23 παράγραφος 1 στοιχείο β)
Article 16(2), first sentence | Article 23(2)Άρθρο 16 παράγραφος 2 πρώτη περίοδος | Άρθρο 23 παράγραφος 2
Article 16(2), second sentence | —Άρθρο 16 παράγραφος 2 δεύτερη περίοδος | —
— | Article 23(3)— | Άρθρο 23 παράγραφος 3
Article 16(3) | Article 23(4), first subparagraphΆρθρο 16 παράγραφος 3 | Άρθρο 23 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο
Article 16(4), first subparagraph | —Άρθρο 16 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο | —
Article 16(4), second and third subparagraphs | Article 23(4), second and third subparagraphsΆρθρο 16 παράγραφος 4 δεύτερο και τρίτο εδάφιο | Άρθρο 23 παράγραφος 4 δεύτερο και τρίτο εδάφιο
— | Article 24— | Άρθρο 24
Article 17(1) | Article 25(1)Άρθρο 17 παράγραφος 1 | Άρθρο 25 παράγραφος 1
Article 17(2)(a) | Article 25(2)Άρθρο 17 παράγραφος 2 στοιχείο α) | Άρθρο 25 παράγραφος 2
Article 17(2)(b) and (c) | —Άρθρο 17 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ) | —
Article 17(3) | —Άρθρο 17 παράγραφος 3 | —
Article 17(4) | Article 25(3)Άρθρο 17 παράγραφος 4 | Άρθρο 25 παράγραφος 3
— | Article 25(4)— | Άρθρο 25 παράγραφος 4
Article 17(5) | Article 25(5)Άρθρο 17 παράγραφος 5 | Άρθρο 25 παράγραφος 5
— | Article 25(6)— | Άρθρο 25 παράγραφος 6
Article 17(6) | Article 25(7)Άρθρο 17 παράγραφος 6 | Άρθρο 25 παράγραφος 7
Article 18 | Article 26Άρθρο 18 | Άρθρο 26
Article 19 | Article 27Άρθρο 19 | Άρθρο 27
Article 20(1) and (2) | Article 28(1) and (2)Άρθρο 20 παράγραφοι 1 και 2 | Άρθρο 28 παράγραφοι 1 και 2
— | Article 28(3)— | Άρθρο 28 παράγραφος 3
Article 21 | Article 29Άρθρο 21 | Άρθρο 29
Article 22 | Article 30Άρθρο 22 | Άρθρο 30
Article 23(1) | Article 31(1)Άρθρο 23 παράγραφος 1 | Άρθρο 31 παράγραφος 1
Article 23(2), first subparagraph | Article 31(2)Άρθρο 23 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο | Άρθρο 31 παράγραφος 2
— | Article 31(3)— | Άρθρο 31 παράγραφος 3
— | Article 31(4) and (5)— | Άρθρο 31 παράγραφοι 4 και 5
Article 23(2), second subparagraph | Article 31(6)Άρθρο 23 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 31 παράγραφος 6
Article 23(3) | —Άρθρο 23 παράγραφος 3 | —
— | Article 31(7)— | Άρθρο 31 παράγραφος 7
Article 23(4)(a) | Article 31(8)(a)Άρθρο 23 παράγραφος 4 στοιχείο α) | Άρθρο 31 παράγραφος 8 στοιχείο α)
Article 23(4)(b) | —Άρθρο 23 παράγραφος 4 στοιχείο β) | —
Article 23(4)(c)(i) | Article 31(8)(b)Άρθρο 23 παράγραφος 4 στοιχείο γ) σημείο i) | Άρθρο 31 παράγραφος 8 στοιχείο β)
Article 23(4)(c)(ii) | —Άρθρο 23 παράγραφος 4 στοιχείο γ) σημείο ii) | —
Article 23(4)(d) | Article 31(8)(c)Άρθρο 23 παράγραφος 4 στοιχείο δ) | Άρθρο 31 παράγραφος 8 στοιχείο γ)
Article 23(4)(e) | —Άρθρο 23 παράγραφος 4 στοιχείο ε) | —
Article 23(4)(f) | Article 31(8)(d)Άρθρο 23 παράγραφος 4 στοιχείο στ) | Άρθρο 31 παράγραφος 8 στοιχείο δ)
Article 23(4)(g) | Article 31(8)(e)Άρθρο 23 παράγραφος 4 στοιχείο ζ) | Άρθρο 31 παράγραφος 8 στοιχείο ε)
— | Article 31(8)(f)— | Άρθρο 31 παράγραφος 8 στοιχείο στ)
Article 23(4)(h) and (i) | —Άρθρο 23 παράγραφος 4 στοιχεία η) και θ) | —
Article 23(4)(j) | Article 31(8)(g)Άρθρο 23 παράγραφος 4 στοιχείο ι) | Άρθρο 31 παράγραφος 8 στοιχείο ζ)
— | Article 31(8)(h) and (i)— | Άρθρο 31 παράγραφος 8 στοιχεία η) και θ)
Article 23(4)(k) and (l) | —Άρθρο 23 παράγραφος 4 στοιχεία ια) και ιβ) | —
Article 23(4)(m) | Article 31(8)(j)Άρθρο 23 παράγραφος 4 στοιχείο ιγ) | Άρθρο 31 παράγραφος 8 στοιχείο ι)
Article 23(4)(n) and (o) | —Άρθρο 23 παράγραφος 4 στοιχεία ιδ) και ιε) | —
— | Article 31(9)— | Άρθρο 31 παράγραφος 9
Article 24 | —Άρθρο 24 | —
Article 25 | Article 33Άρθρο 25 | Άρθρο 33
Article 25(1) | Article 33(1)Άρθρο 25 παράγραφος 1 | Άρθρο 33 παράγραφος 1
Article 25(2)(a) to (c) | Article 33(2)(a) to (c)Άρθρο 25 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως γ) | Άρθρο 33 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως γ)
Article 25(2)(d) and (e) | —Άρθρο 25 παράγραφος 2 στοιχεία δ) και ε) | —
Article 25(2)(f) and (g) | Article 33(2)(d) and (e)Άρθρο 25 παράγραφος 2 στοιχεία στ) και ζ) | Άρθρο 33 παράγραφος 2 στοιχεία δ) και ε)
— | Article 34— | Άρθρο 34
Article 26 | Article 35Άρθρο 26 | Άρθρο 35
Article 27(1)(a) | Article 38(1)(a)Άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχείο α) | Άρθρο 38 παράγραφος 1 στοιχείο α)
— | Article 38(1)(b)— | Άρθρο 38 παράγραφος 1 στοιχείο β)
Article 27(1)(b) to (d) | Article 38(1)(c) to (e)Άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχεία β) έως δ) | Άρθρο 38 παράγραφος 1 στοιχεία γ) έως ε)
Article 27(2) to (5) | Article 38(2) to (5)Άρθρο 27 παράγραφοι 2 έως 5 | Άρθρο 38 παράγραφοι 2 έως 5
Article 28 | Article 32Άρθρο 28 | Άρθρο 32
Article 29 | —Άρθρο 29 | —
Article 30(1) | Article 37(1)Άρθρο 30 παράγραφος 1 | Άρθρο 37 παράγραφος 1
Article 30(2) to (4) | —Άρθρο 30 παράγραφοι 2 έως 4 | —
— | Article 37(2)— | Άρθρο 37 παράγραφος 2
Article 30(5) and (6) | Article 37(3) and (4)Άρθρο 30 παράγραφοι 5 και 6 | Άρθρο 37 παράγραφοι 3 και 4
Article 31(1) | Article 36(1)Άρθρο 31 παράγραφος 1 | Άρθρο 36 παράγραφος 1
Article 31(2) | —Άρθρο 31 παράγραφος 2 | —
Article 31(3) | Article 36(2)Άρθρο 31 παράγραφος 3 | Άρθρο 36 παράγραφος 2
Article 32(1) | Article 40(1)Άρθρο 32 παράγραφος 1 | Άρθρο 40 παράγραφος 1
Article 32(2) | —Άρθρο 32 παράγραφος 2 | —
Article 32(3) | Article 40(2)Άρθρο 32 παράγραφος 3 | Άρθρο 40 παράγραφος 2
Article 32(4) | Article 40(3), first sentenceΆρθρο 32 παράγραφος 4 | Άρθρο 40 παράγραφος 3 πρώτη περίοδος
Article 32(5) | Article 40(3), second sentenceΆρθρο 32 παράγραφος 5 | Άρθρο 40 παράγραφος 3 δεύτερη περίοδος
Article 32(6) | Article 40(4)Άρθρο 32 παράγραφος 6 | Άρθρο 40 παράγραφος 4
— | Article 40(5)— | Άρθρο 40 παράγραφος 5
Article 32(7), first subparagraph | Article 40(6)(a)Άρθρο 32 παράγραφος 7 πρώτο εδάφιο | Άρθρο 40 παράγραφος 6 στοιχείο α)
— | Article 40(6)(b)— | Άρθρο 40 παράγραφος 6 στοιχείο β)
Article 32(7), second subparagraph | Article 40(6), second subparagraphΆρθρο 32 παράγραφος 7 δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 40 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο
— | Article 40(7)— | Άρθρο 40 παράγραφος 7
— | Article 41— | Άρθρο 41
Article 33 | —Άρθρο 33 | —
Article 34(1) and (2)(a) | Article 42(1) and (2)(a)Άρθρο 34 παράγραφος 1 και παράγραφος 2 στοιχείο α) | Άρθρο 42 παράγραφος 1 και παράγραφος 2 στοιχείο α)
Article 34(2)(b) | —Άρθρο 34 παράγραφος 2 στοιχείο β) | —
Article 34(2)(c) | Article 42(2)(b)Άρθρο 34 παράγραφος 2 στοιχείο γ) | Άρθρο 42 παράγραφος 2 στοιχείο β)
Article 34(3)(a) | Article 42(3)Άρθρο 34 παράγραφος 3 στοιχείο α) | Άρθρο 42 παράγραφος 3
Article 34(3)(b) | —Άρθρο 34 παράγραφος 3 στοιχείο β) | —
Article 35(1) | Article 43(1)(a)Άρθρο 35 παράγραφος 1 | Άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο α)
— | Article 43(1)(b)— | Άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β)
Article 35(2) and (3)(a) to (f) | —Άρθρο 35 παράγραφος 2 και παράγραφος 3 στοιχεία α) έως στ) | —
Article 35(4) | Article 43(2)Άρθρο 35 παράγραφος 4 | Άρθρο 43 παράγραφος 2
Article 35(5) | Article 43(3)Άρθρο 35 παράγραφος 5 | Άρθρο 43 παράγραφος 3
Article 36(1) to (2)(c) | Article 39(1) to (2)(c)Άρθρο 36 παράγραφος 1 έως παράγραφος 2 στοιχείο γ) | Άρθρο 39 παράγραφος 1 έως παράγραφος 2 στοιχείο γ)
Article 36(2)(d) | —Άρθρο 36 παράγραφος 2 στοιχείο δ) | —
Article 36(3) | —Άρθρο 36 παράγραφος 3 | —
— | Article 39(3)— | Άρθρο 39 παράγραφος 3
Article 36(4) to (6) | Article 39(4) to (6)Άρθρο 36 παράγραφοι 4 έως 6 | Άρθρο 39 παράγραφοι 4 έως 6
— | Article 39(7)— | Άρθρο 39 παράγραφος 7
Article 36(7) | —Άρθρο 36 παράγραφος 7 | —
Article 37 | Article 44Άρθρο 37 | Άρθρο 44
Article 38 | Article 45Άρθρο 38 | Άρθρο 45
— | Article 46(1)(a)(i)— | Άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i)
Article 39(1)(a)(i) and (ii) | Article 46(1)(a)(ii) and (iii)Άρθρο 39 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημεία i) και ii) | Άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημεία ii) και iii)
Article 39(1)(a)(iii) | —Άρθρο 39 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iii) | —
Article 39(1)(b) | Article 46(1)(b)Άρθρο 39 παράγραφος 1 στοιχείο β) | Άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο β)
Article 39(1)(c) and (d) | —Άρθρο 39 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ) | —
Article 39(1)(e) | Article 46(1)(c)Άρθρο 39 παράγραφος 1 στοιχείο ε) | Άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο γ)
— | Article 46(2) and (3)— | Άρθρο 46 παράγραφοι 2 και 3
Article 39(2) | Article 46(4), first subparagraphΆρθρο 39 παράγραφος 2 | Άρθρο 46 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο
— | Article 46(4), second and third subparagraphs— | Άρθρο 46 παράγραφος 4 δεύτερο και τρίτο εδάφιο
Article 39(3) | —Άρθρο 39 παράγραφος 3 | —
— | Article 46(5) to (9)— | Άρθρο 46 παράγραφοι 5 έως 9
Article 39(4) | Article 46(10)Άρθρο 39 παράγραφος 4 | Άρθρο 46 παράγραφος 10
Article 39(5) | —Άρθρο 39 παράγραφος 5 | —
Article 39(6) | Article 41(11)Άρθρο 39 παράγραφος 6 | Άρθρο 41 παράγραφος 11
Article 40 | Article 47Άρθρο 40 | Άρθρο 47
Article 41 | Article 48Άρθρο 41 | Άρθρο 48
— | Article 49— | Άρθρο 49
Article 42 | Article 50Άρθρο 42 | Άρθρο 50
Article 43, first subparagraph | Article 51(1)Άρθρο 43 πρώτο εδάφιο | Άρθρο 51 παράγραφος 1
— | Article 51(2)— | Άρθρο 51 παράγραφος 2
Article 43, second and third subparagraphs | Article 51(3) and (4)Άρθρο 43 δεύτερο και τρίτο εδάφιο | Άρθρο 51 παράγραφοι 3 και 4
Article 44 | Article 52, first subparagraphΆρθρο 44 | Άρθρο 52 πρώτο εδάφιο
— | Article 52, second subparagraph— | Άρθρο 52 δεύτερο εδάφιο
— | Article 53— | Άρθρο 53
Article 45 | Article 54Άρθρο 45 | Άρθρο 54
Article 46 | Article 55Άρθρο 46 | Άρθρο 55
Annex I | —Παράρτημα I | —
Annex II | Annex IΠαράρτημα II | Παράρτημα I
Annex III | —Παράρτημα III | —
— | Annex II— | Παράρτημα II
— | Annex III— | Παράρτημα III