22.3.2013 | EN | Official Journal of the European Union | L 83/1 | 22.3.2013 | EL | Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης | L 83/1 |
COMMISSION DELEGATED REGULATION (EU) No 231/2013 | ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 231/2013 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ |
of 19 December 2012 | της 19ης Δεκεμβρίου 2012 |
supplementing Directive 2011/61/EU of the European Parliament and of the Council with regard to exemptions, general operating conditions, depositaries, leverage, transparency and supervision | προς συμπλήρωση της οδηγίας 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις εξαιρέσεις, τους γενικούς όρους λειτουργίας, τους θεματοφύλακες, τη μόχλευση, τη διαφάνεια και την εποπτεία |
(Text with EEA relevance) | (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) |
THE EUROPEAN COMMISSION, | Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ, |
Having regard to the Treaty on the Functioning of the European Union, | Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, |
Having regard to Directive 2011/61/EU of the European Parliament and of the Council of 8 June 2011 on Alternative Investment Fund Managers and amending Directives 2003/41/EC and 2009/65/EC and Regulations (EC) No 1060/2009 and (EU) No 1095/2010 (1), and in particular Article 3(6), Article 4(3), Article 9(9), Article 12(3), Article 14(4), Article 15(5), Article 16(3), Article 17, Article 18(2), Article 19(11), Article 20(7), Article 21(17), Article 22(4), Article 23(6), Article 24(6), Article 25(9), Article 34(2), Article 35(11), Article 36(3), Article 37(15), Article 40(11), Article 42(3) and Article 53(3) thereof, | Έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 6, το άρθρο 4 παράγραφος 3, το άρθρο 9 παράγραφος 9, το άρθρο 12 παράγραφος 3, το άρθρο 14 παράγραφος 4, το άρθρο 15 παράγραφος 5, το άρθρο 16 παράγραφος 3, το άρθρο 17, το άρθρο 18 παράγραφος 2, το άρθρο 19 παράγραφος 11, το άρθρο 20 παράγραφος 7, το άρθρο 21 παράγραφος 17, το άρθρο 22 παράγραφος 4, το άρθρο 23 παράγραφος 6, το άρθρο 24 παράγραφος 6, το άρθρο 25 παράγραφος 9, το άρθρο 34 παράγραφος 2, το άρθρο 35 παράγραφος 11, το άρθρο 36 παράγραφος 3, το άρθρο 37 παράγραφος 15, το άρθρο 40 παράγραφος 11, το άρθρο 42 παράγραφος 3 και το άρθρο 53 παράγραφος 3, |
Having regard to the opinion of the European Central Bank, | Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, |
Whereas: | Εκτιμώντας τα ακόλουθα: |
(1) | Directive 2011/61/EU empowers the Commission to adopt delegated acts specifying, in particular, the rules relating to calculation of the threshold, leverage, operating conditions for Alternative Investment Fund Managers (hereinafter ‘AIFMs’), including risk and liquidity management, valuation and delegation, requirements detailing the functions and duties of depositaries of Alternative Investment Funds (hereinafter ‘AIFs’), rules on transparency and specific requirements relating to third countries. It is important that all these supplementing rules begin to apply at the same time as Directive 2011/61/EU so that the new requirements imposed on AIFMs can be effectively put into operation. The provisions in this Regulation are closely interrelated, since they deal with the authorisation, ongoing operation and transparency of AIFMs which manage and, as the case may be, or market AIFs in the Union, which are inextricably linked aspects inherent to the taking up and pursuit of the asset management business. To ensure coherence between those provisions, which should enter into force at the same time, and to facilitate a comprehensive view and compact access to them by persons subject to those obligations, including investors that are non-Union residents, it is desirable to include all delegated acts required by Directive 2011/61/EU in a single Regulation. | (1) | Η οδηγία 2011/61/ΕΕ εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ορίζοντας ιδίως τους κανόνες που σχετίζονται με τον υπολογισμό του ορίου, τη μόχλευση, τους κανόνες λειτουργίας των διαχειριστών οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (εφεξής «ΔΟΕΕ»), συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης κινδύνων και ρευστότητας, την αποτίμηση και την ανάθεση, απαιτήσεις που ορίζουν λεπτομερώς τις λειτουργίες και τα καθήκοντα των θεματοφυλάκων των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (εφεξής «ΟΕΕ»), κανόνες περί διαφάνειας και συγκεκριμένες απαιτήσεις που σχετίζονται με τρίτες χώρες. Είναι σημαντικό να αρχίσουν να εφαρμόζονται όλοι αυτοί οι συμπληρωματικοί κανόνες ταυτόχρονα με την οδηγία 2011/61/ΕΕ ώστε να μπορούν να τεθούν σε εφαρμογή αποτελεσματικά οι νέες απαιτήσεις που επιβάλλονται στους ΔΟΕΕ. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού συνδέονται στενά, εφόσον σχετίζονται με την έκδοση άδειας λειτουργίας, με τη διαρκή λειτουργία και τη διαφάνεια των ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται και, ανάλογα με την περίπτωση, ή προωθούν εμπορικά ΟΕΕ στο εσωτερικό της Ένωσης, στοιχεία που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ανάληψης και διενέργειας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων. Προκειμένου να εξασφαλιστεί συνοχή μεταξύ αυτών των διατάξεων, οι οποίες θα πρέπει να τεθούν σε ισχύ ταυτόχρονα, και να διευκολυνθούν τα πρόσωπα που υπόκεινται στις εξ αυτών υποχρεώσεις, συμπεριλαμβανομένων επενδυτών που δεν είναι κάτοικοι της ΕΕ, να έχουν πλήρη εικόνα και συνεκτική πρόσβαση στο κείμενο των διατάξεων αυτών, κρίνεται σκόπιμο να συμπεριληφθούν όλες οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που απαιτούνται από την οδηγία 2011/61/ΕΕ σε έναν ενιαίο κανονισμό. |
(2) | It is important to ensure that the objectives of Directive 2011/61/EU are achieved uniformly throughout the Member States, to enhance the integrity of the internal market and offer legal certainty for its participants, including institutional investors, competent authorities and other stakeholders, by adopting a Regulation. The form of a Regulation ensures a coherent framework for all market operators and is the best possible guarantee for a level playing field, uniform conditions of competition and the common appropriate standard of investor protection. Furthermore it ensures the direct applicability of detailed uniform rules concerning the operation of AIFMs, which by their nature are directly applicable and therefore require no further transposition at national level. The recourse to a regulation allows, in addition, to avoid a delayed application of Directive 2011/61/EU in the Member States. | (2) | Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί με την έκδοση κανονισμού η ενιαία επίτευξη των στόχων της οδηγίας 2011/61/ΕΕ σε όλα τα κράτη μέλη, προκειμένου να ενισχυθεί η ακεραιότητα της εσωτερικής αγοράς και να κατοχυρωθεί ασφάλεια δικαίου για τους συμμετέχοντες σε αυτήν, συμπεριλαμβανομένων των θεσμικών επενδυτών, των αρμόδιων αρχών και άλλων εμπλεκομένων. Η έκδοση κανονισμού διασφαλίζει ένα συνεκτικό πλαίσιο για όλους τους παράγοντες της αγοράς και αποτελεί την καλύτερη δυνατή εγγύηση για τη διασφάλιση ομοιόμορφων συνθηκών, ισότιμων όρων ανταγωνισμού και κοινού κατάλληλου προτύπου προστασίας των επενδυτών. Συν τοις άλλοις, ο κανονισμός διασφαλίζει άμεση εφαρμογή λεπτομερών ενιαίων κανόνων όσον αφορά τη λειτουργία των ΔΟΕΕ, κανόνων που εκ φύσεως τυγχάνουν άμεσης εφαρμογής, και άρα δεν απαιτείται περαιτέρω μεταφορά σε εθνικό επίπεδο. Η επιλογή κανονισμού παρέχει, επιπλέον, τη δυνατότητα να αποφευχθεί καθυστέρηση στην εφαρμογή της οδηγίας 2011/61/ΕΕ στα κράτη μέλη. |
(3) | As the Delegated Regulation specifies the tasks and responsibilities of the ‘governing body’ and of the ‘senior management’ it is important to clarify the meaning of these terms, in particular the fact that a governing body may be comprised of senior managers. Furthermore, as this Regulation introduces also the term ‘supervisory function’ the definition of the governing body should make clear that it is the body which comprises the managerial function in case the supervisory and the managerial functions are separated in accordance with national company law. Directive 2011/61/EU requires AIFMs to provide certain information to competent authorities, including the percentage of the AIF’s assets which are subject to special arrangements arising from their illiquid nature. This Regulation clarifies the meaning of special arrangements so that AIFMs know exactly what information they should provide to competent authorities. | (3) | Εφόσον ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός καθορίζει τα καθήκοντα και τις ευθύνες του «διευθυντικού οργάνου» και των «ανώτερων διοικητικών στελεχών», είναι σημαντικό να αποσαφηνιστεί η έννοια αυτών των όρων, ιδίως το γεγονός ότι ένα διευθυντικό όργανο μπορεί να αποτελείται από ανώτερα διοικητικά στελέχη. Εξάλλου, καθώς ο παρών κανονισμός εισάγει επίσης τον όρο «εποπτική λειτουργία», στον ορισμό του διευθυντικού οργάνου θα πρέπει να καθίσταται σαφές ότι είναι το όργανο που περιλαμβάνει τη διαχειριστική λειτουργία, σε περίπτωση που η εποπτική και η διαχειριστική λειτουργία είναι διαχωρισμένες, σύμφωνα με το εθνικό εταιρικό δίκαιο. Η οδηγία 2011/61/ΕΕ απαιτεί από τους ΔΟΕΕ να παρέχουν ορισμένες πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές, μεταξύ άλλων σχετικά με το ποσοστό των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ που υπόκεινται σε ειδικούς διακανονισμούς, οι οποίοι προκύπτουν λόγω της μη ρευστοποιήσιμης φύσης τους. Στον κανονισμό αποσαφηνίζεται η έννοια των ειδικών διακανονισμών, ούτως ώστε οι ΔΟΕΕ να γνωρίζουν επακριβώς ποιες πληροφορίες θα πρέπει να παρέχουν στις αρμόδιες αρχές. |
(4) | Directive 2011/61/EU provides for a lighter regime applicable to those AIFMs who manage portfolios of AIFs whose total assets under management do not exceed the relevant thresholds. It is necessary to specify clearly how the total value of assets under management should be calculated. In this context it is essential to define the steps necessary for calculating the total value of assets, to determine clearly which assets are not included in the calculation, to clarify how the assets acquired through the use of leverage should be valued and to provide rules for handling of cases of cross-holding among AIFs managed by an AIFM. | (4) | Η οδηγία 2011/61/ΕΕ προβλέπει την εφαρμογή ηπιότερου καθεστώτος για τους ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται χαρτοφυλάκια ΟΕΕ των οποίων τα συνολικά υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία δεν υπερβαίνουν τα σχετικά όρια. Είναι αναγκαίο να καθοριστεί σαφώς ο τρόπος υπολογισμού της συνολικής αξίας των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων. Στο πλαίσιο αυτό είναι ουσιώδες να οριστούν τα βήματα που απαιτούνται για τον υπολογισμό της συνολικής αξίας των περιουσιακών στοιχείων, να καθοριστούν σαφώς εκείνα τα περιουσιακά στοιχεία που δεν περιλαμβάνονται στον υπολογισμό, να αποσαφηνιστεί ο τρόπος με τον οποίο θα πρέπει να αποτιμούνται τα στοιχεία που αποκτήθηκαν με τη χρήση μόχλευσης και να θεσπιστούν κανόνες για τον χειρισμό περιπτώσεων αμοιβαίας συμμετοχής ΟΕΕ που τίθενται υπό τη διαχείριση ενός ΔΟΕΕ. |
(5) | The total value of assets under management needs to be calculated at least annually and using up-to-date information. The value of assets should therefore be determined in the 12 months preceding the date of calculation of the total value of assets under management and as close as possible to such a date. | (5) | Η συνολική αξία των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων θα πρέπει να υπολογίζεται τουλάχιστον μία φορά το έτος με τη χρήση επικαιροποιημένων στοιχείων. Συνεπώς η αξία των εν λόγω στοιχείων θα πρέπει να προσδιορίζεται κατά το δωδεκάμηνο που προηγείται της ημερομηνίας υπολογισμού της συνολικής αξίας των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και όσο το δυνατόν πλησιέστερα στην ημερομηνία αυτή. |
(6) | To ensure that an AIFM remains eligible to benefit from the lighter regime provided for in Directive 2011/61/EU, it should put in place a procedure making it possible to observe on an ongoing basis the total value of assets under management. The AIFM may consider the types of AIFs under management and the different classes of assets invested in order to assess the likelihood of breaching the threshold or the need for an additional calculation. | (6) | Προκειμένου ο ΔΟΕΕ να διασφαλίζει ότι θα μπορεί να επωφελείται από το ηπιότερο καθεστώς που προβλέπει η οδηγία 2011/61/ΕΕ, θα πρέπει να εφαρμόζει μια διαδικασία που του επιτρέπει να τηρεί σε συνεχή βάση το όριο της συνολικής αξίας των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων. Ο ΔΟΕΕ μπορεί να εξετάζει τα είδη των ΟΕΕ που διαχειρίζεται και τις διάφορες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων στα οποία γίνονται επενδύσεις προκειμένου να αξιολογεί την πιθανότητα παραβίασης του ορίου ή την ανάγκη πρόσθετου υπολογισμού. |
(7) | Where an AIFM no longer meets the conditions related to the thresholds it should notify its competent authority and apply for an authorisation within 30 calendar days. However, where exceeding or falling below the thresholds occurs only occasionally within a given calendar year and such situations are considered as temporary the AIFM should not be obliged to make an application for authorisation. In those cases, the AIFM should inform the competent authority of the breach of the threshold, and explain why it considers such breach to be of a temporary nature. A situation lasting for more than three months cannot be considered as being temporary. When assessing the likelihood of a situation to be temporary, the AIFM should consider anticipated subscription and redemption activity or, where applicable, capital draw-downs and distribution. The AIFM should not use anticipated market movements as part of this assessment. | (7) | Όταν ένας ΔΟΕΕ δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις που σχετίζονται με τα όρια, θα πρέπει να ενημερώνει την αρμόδια αρχή και να καταθέτει αίτηση για άδεια εντός 30 ημερολογιακών ημερών. Ωστόσο, όταν υπερβαίνει τα όρια ή υπολείπεται των ορίων μόνο περιστασιακά εντός ενός δεδομένου ημερολογιακού έτους και οι καταστάσεις αυτές θεωρούνται προσωρινές, ο ΔΟΕΕ δεν θα πρέπει να υποχρεούται να καταθέσει αίτηση για άδεια. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να ενημερώνει την αρμόδια αρχή για την παραβίαση του ορίου και να εξηγεί γιατί θεωρεί την εν λόγω παραβίαση προσωρινή. Μια κατάσταση που διαρκεί άνω του τριμήνου δεν μπορεί να θεωρηθεί προσωρινή. Όταν αξιολογεί κατά πόσον μια κατάσταση ενδέχεται να είναι προσωρινή, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του την αναμενόμενη δραστηριότητα εγγραφής και εξόφλησης ή, κατά περίπτωση, τις αναλήψεις και την κατανομή κεφαλαίων. Ο ΔΟΕΕ δεν θα πρέπει να χρησιμοποιεί τις αναμενόμενες εξελίξεις της αγοράς στην αξιολόγηση αυτή. |
(8) | Data used by AIFMs to calculate the total value of assets under management do not need to be available to the public or to investors. However, competent authorities must be able to verify that the AIFM is correctly calculating and monitoring the total value of assets under management, including the assessment of occasions when the total value of assets under management temporarily exceeds the relevant threshold and should therefore have access to these data on request. | (8) | Τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται από τους ΔΟΕΕ για τον υπολογισμό της συνολικής αξίας των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων δεν απαιτείται να ανακοινώνονται στο κοινό ή στους επενδυτές. Ωστόσο, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να είναι σε θέση να ελέγχουν κατά πόσον ο ΔΟΕΕ υπολογίζει ορθά και παρακολουθεί τη συνολική αξία των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένης της εκτίμησης περιπτώσεων στις οποίες η συνολική αξία των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων υπερβαίνει προσωρινά το σχετικό όριο και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα κατόπιν αιτήματός τους. |
(9) | It is important that AIFMs benefiting from the provisions of the lighter regime in Directive 2011/61/EU provide the competent authorities with up-to-date information at the time of registration. Not all types of AIFMs may have updated offering documents reflecting the latest developments related to the AIFs they manage and such AIFMs may find it more practical to specify the required information in a separate document describing the funds’ investment strategy. This could be the case of private equity or venture capital funds which often raise money through negotiations with potential investors. | (9) | Είναι σημαντικό για τους ΔΟΕΕ που επωφελούνται από τις διατάξεις του ηπιότερου καθεστώτος της οδηγίας 2011/61/ΕΕ να παρέχουν στις αρμόδιες αρχές επικαιροποιημένα στοιχεία κατά τη στιγμή καταχώρισης. Δεν διαθέτουν όλοι οι τύποι ΔΟΕΕ επικαιροποιημένα έγγραφα προσφοράς που να αντικατοπτρίζουν τις τελευταίες εξελίξεις σε σχέση με τους ΟΕΕ που διαχειρίζονται και οι εν λόγω ΔΟΕΕ ίσως διαπιστώνουν ότι είναι πρακτικότερο να προσδιορίζουν τα απαιτούμενα στοιχεία σε χωριστό έγγραφο που να περιγράφει την επενδυτική στρατηγική των οργανισμών αυτών. Αυτό θα μπορούσε να ισχύει για οργανισμούς που επενδύουν σε μετοχές μη διαπραγματεύσιμες ή σε επιχειρηματικά κεφάλαια οι οποίοι συχνά εξασφαλίζουν χρήματα μέσω διαπραγματεύσεων με πιθανούς επενδυτές. |
(10) | An AIF which holds only equity shares in listed companies should not be regarded as being leveraged as long as the equity shares are not acquired through borrowing. Where the same AIF purchases options on an equity index, it should be regarded as being leveraged, since it has increased the exposure of the AIF to a given investment. | (10) | Ο ΟΕΕ που κατέχει μόνο μετοχές εισηγμένων εταιρειών δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι υφίσταται μόχλευση εφόσον οι μετοχές αυτές δεν αποκτούνται μέσω δανεισμού. Όταν ο ίδιος ΟΕΕ αγοράζει συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης επί δείκτη μετοχών, θα πρέπει να θεωρείται ότι υφίσταται μόχλευση, εφόσον αυτό έχει αυξήσει την έκθεση του ΟΕΕ σε μια δεδομένη επένδυση. |
(11) | In order to ensure a uniform application of AIFM obligations to grant an objective overview of the leverage used, it is necessary to provide two methods to calculate the leverage. As it results from market studies, the best results can be achieved by combining the so-called ‘gross’ and ‘commitment’ methods. | (11) | Για να διασφαλιστεί ενιαία εφαρμογή των υποχρεώσεων των ΔΟΕΕ για την παρουσίαση αντικειμενικής εικόνας της μόχλευσης που χρησιμοποιούν, είναι αναγκαία η πρόβλεψη δύο μεθόδων υπολογισμού της μόχλευσης. Όπως προκύπτει από μελέτες της αγοράς, τα καλύτερα αποτελέσματα μπορούν να επιτευχθούν μέσω συνδυασμού δύο μεθόδων που είναι γνωστές ως εξής: «μέθοδος βάσει των ακαθάριστων αξιών» και «μέθοδος βάσει των δεσμεύσεων». |
(12) | In order to receive appropriate information for monitoring systemic risks and to gain a complete picture of the use of leverage by the AIFM, information about the exposure of an AIF should be provided to competent authorities and investors both on a gross and on a commitment method basis and all AIFMs should therefore calculate exposure using both the gross and the commitment method. The gross method gives the overall exposure of the AIF whereas the commitment method gives insight in the hedging and netting techniques used by the manager; therefore both methods shall be seen in conjunction. Specifically, the degree to which overall exposure differs between the gross method and the commitment method may provide useful information. If necessary to ensure that any increase of the exposure of AIFs is adequately reflected the Commission may adopt additional delegated acts on an additional and optional method for the calculation of leverage. | (12) | Προκειμένου να λαμβάνονται κατάλληλα στοιχεία για την παρακολούθηση των συστημικών κινδύνων και την εξασφάλιση πλήρους εικόνας για τη χρήση μόχλευσης από μέρους του ΔΟΕΕ, θα πρέπει να παρέχονται στις αρμόδιες αρχές και στους επενδυτές στοιχεία σχετικά με την έκθεση ενός ΟΕΕ τόσο με τη μέθοδο βάσει των ακαθάριστων αξιών όσο και με τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων. Με τη μέθοδο βάσει των ακαθάριστων αξιών προκύπτει η συνολική έκθεση του ΟΕΕ, ενώ με τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων εξασφαλίζεται η σε βάθος κατανόηση των τεχνικών αντιστάθμισης κινδύνου και συμψηφισμού που χρησιμοποιεί ο διαχειριστής. Συνεπώς θα πρέπει να χρησιμοποιούνται και οι δύο μέθοδοι συνδυαστικά. Συγκεκριμένα, ο βαθμός στον οποίο η συνολική έκθεση διαφέρει μεταξύ της μεθόδου βάσει των ακαθάριστων αξιών και της μεθόδου βάσει των δεσμεύσεων μπορεί να παράσχει χρήσιμα στοιχεία. Η Επιτροπή μπορεί, εάν αυτό απαιτείται προκειμένου να απεικονίζεται επαρκώς οποιαδήποτε αύξηση στην έκθεση των ΟΕΕ, να εκδίδει επιπρόσθετες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σχετικά με μια πρόσθετη και προαιρετική μέθοδο υπολογισμού της μόχλευσης. |
(13) | When calculating the exposure, all positions of the AIF should initially be included, including short and long assets and liabilities, borrowings, derivative instruments and any other method increasing the exposure where the risks and rewards of assets or liabilities are with the AIF, and all other positions that make up the net asset value. | (13) | Κατά τον υπολογισμό της έκθεσης, θα πρέπει αρχικά να περιλαμβάνονται όλες οι θέσεις του ΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, του δανεισμού, των παραγώγων και οποιασδήποτε άλλης μεθόδου η οποία αυξάνει την έκθεση όταν ο ΟΕΕ διατηρεί ο ίδιος τους κινδύνους και τις αποδόσεις των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, καθώς και όλες οι υπόλοιπες θέσεις που αποτελούν την καθαρή αξία ενεργητικού. |
(14) | Borrowing arrangements entered into by the AIF should be excluded if they are temporary in nature and relate to and are fully covered by capital commitments from investors. Revolving credit facilities should not be considered being temporary in nature. | (14) | Οι συμφωνίες δανεισμού τις οποίες συνάπτει ο ΟΕΕ θα πρέπει να εξαιρούνται εάν είναι προσωρινής φύσης και αφορούν —και καλύπτονται πλήρως από— κεφαλαιακές δεσμεύσεις των επενδυτών. Οι ανανεούμενες πιστωτικές διευκολύνσεις δεν θα πρέπει να θεωρούνται ότι είναι προσωρινής φύσης. |
(15) | In addition to calculating exposure using the gross method, all AIFMs should calculate exposure using the commitment method. According to the commitment method financial derivative instruments should be converted into equivalent positions in the underlying asset. However, if an AIF invests in certain derivatives in order to off-set the market risk of other assets in which the AIF is invested, under certain conditions, those derivatives should not be converted into an equivalent position in the underlying assets as the exposures of the two investments balance one another. That should be the case where, for instance, an AIF portfolio invests in a certain index and holds a derivative instrument which swaps the performance of that index with the performance of a different index, that should be equivalent to holding exposure to the second index in the portfolio and therefore the AIF’s net asset value would not depend on the performance of the first index. | (15) | Εκτός από τον υπολογισμό της έκθεσης με τη χρήση της μεθόδου βάσει των ακαθάριστων αξιών, όλοι οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να υπολογίζουν την έκθεση και με τη χρήση της μεθόδου βάσει των δεσμεύσεων. Σύμφωνα με τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων, τα παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα θα πρέπει να μετατρέπονται σε ισοδύναμες θέσεις στο υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο. Ωστόσο, εάν ένας ΟΕΕ επενδύει σε ορισμένα παράγωγα προκειμένου να αντισταθμίσει τον κίνδυνο αγοράς άλλων περιουσιακών στοιχείων στα οποία έχει επενδύσει ο ΟΕΕ, υπό ορισμένες συνθήκες, τα παράγωγα αυτά δεν θα πρέπει να μετατρέπονται σε ισοδύναμες θέσεις στα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία εφόσον τα επίπεδα έκθεσης των δύο επενδύσεων εξισορροπούνται μεταξύ τους. Αυτό θα πρέπει να ισχύει, για παράδειγμα, όταν το χαρτοφυλάκιο ενός ΟΕΕ επενδύει σε έναν συγκεκριμένο δείκτη και κατέχει ένα παράγωγο μέσο το οποίο ανταλλάσσει την απόδοση του εν λόγω δείκτη με την απόδοση άλλου δείκτη, πράγμα που θα πρέπει να ισοδυναμεί με την κατοχή έκθεσης στον δεύτερο δείκτη για το εν λόγω χαρτοφυλάκιο, οπότε η καθαρή αξία ενεργητικού του ΟΕΕ δεν εξαρτάται από την απόδοση του πρώτου δείκτη. |
(16) | When calculating exposure according to the commitment method, derivatives which fulfil the criteria set out in this Regulation do not provide any incremental exposure. Thus, if the AIF invests in index future contracts and holds a cash position equal to the total underlying market value of future contracts, this would be equivalent to directly investing in index shares and therefore the index future contract should not be taken into account for the purpose of calculating the exposure of the AIF. | (16) | Κατά τον υπολογισμό της έκθεσης με τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων, τα παράγωγα που πληρούν τα κριτήρια τα οποία τίθενται στον παρόντα κανονισμό δεν δημιουργούν καμία πρόσθετη έκθεση. Συνεπώς, εάν ο ΟΕΕ επενδύει σε συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης επί δείκτη και κατέχει θέση σε μετρητά ίση με τη συνολική υποκείμενη αγοραία αξία των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης, αυτό θα ισοδυναμεί με απευθείας επένδυση σε μετοχές επί δείκτη, οπότε το συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης επί δείκτη δεν θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό της έκθεσης του ΟΕΕ. |
(17) | When calculating exposure according to the commitment method, AIFMs should be allowed to consider hedging and netting arrangements provided they fulfil the criteria relating to the commitment method. | (17) | Κατά τον υπολογισμό της έκθεσης με τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να μπορούν να εξετάζουν τη δυνατότητα χρήσης συμφωνιών αντιστάθμισης κινδύνου και συμψηφισμού υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν τα κριτήρια που σχετίζονται με τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων. |
(18) | The requirement that netting arrangements refer to the same underlying asset should be interpreted strictly so that assets which the AIFM considers as equivalent or highly correlated, such as different share classes or bonds issued by the same issuer, should not be considered as identical for the purposes of netting arrangements. The definition of netting arrangements aims to ensure that only those trades which offset the risks linked to other trades, leaving no material residual risk, are taken into account. Combinations of trades which aim to generate a return, however small, by reducing some risks while keeping others should not be considered as netting arrangements, as with arbitrage investment strategies which aim to generate a return by taking advantage of pricing discrepancies between derivative instruments with the same underlying but different maturities. | (18) | Η απαίτηση βάσει της οποίας οι συμφωνίες συμψηφισμού πρέπει να αφορούν το ίδιο υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο θα πρέπει να ερμηνεύεται αυστηρά έτσι ώστε τα περιουσιακά στοιχεία που θεωρεί ο ΔΟΕΕ ότι είναι ισοδύναμα ή παρουσιάζουν αυξημένη συνάφεια, λόγου χάρη μετοχές ή ομόλογα διαφορετικών κατηγοριών που έχουν εκδοθεί από τον ίδιο εκδότη, να μην θεωρούνται ταυτόσημα όσον αφορά τις συμφωνίες συμψηφισμού. Ο ορισμός των συμφωνιών συμψηφισμού έχει σκοπό να διασφαλίσει ότι λαμβάνονται υπόψη μόνο οι συναλλαγές που αντισταθμίζουν τους κινδύνους οι οποίοι συνδέονται με άλλες συναλλαγές, χωρίς να απομένει ουσιαστικός υπολειπόμενος κίνδυνος. Οι συνδυασμοί συναλλαγών που αποσκοπούν στη δημιουργία απόδοσης, όσο περιορισμένοι και αν είναι, μειώνοντας ορισμένους κινδύνους και διατηρώντας άλλους δεν θα πρέπει να θεωρούνται συμφωνίες συμψηφισμού, πράγμα που ισχύει και για επενδυτικές στρατηγικές αρμπιτράζ οι οποίες αποσκοπούν στη δημιουργία απόδοσης εκμεταλλευόμενες τις διαφορές τιμών μεταξύ παραγώγων με τα ίδια υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία αλλά με διαφορετικές ληκτότητες. |
(19) | A portfolio management practice which aims to reduce the duration risk by combining an investment in a long-dated bond with an interest rate swap or to reduce the duration of an AIF bond portfolio by concluding a short position on bond future contracts representative of the interest rate risk of the portfolio (duration hedging) should be considered as a hedging arrangement provided that it complies with the hedging criteria. | (19) | Η πρακτική διαχείρισης χαρτοφυλακίων που αποσκοπεί στη μείωση του κινδύνου διάρκειας συνδυάζοντας μια επένδυση σε ομόλογο μακράς διάρκειας με μια συμφωνία ανταλλαγής επιτοκίων ή στη μείωση της διάρκειας του χαρτοφυλακίου ομολόγων ενός ΟΕΕ συνάπτοντας μια αρνητική θέση σε συμβόλαια ομολόγων μελλοντικής εκπλήρωσης που είναι αντιπροσωπευτικά του κινδύνου επιτοκίου του χαρτοφυλακίου (αντιστάθμιση κινδύνου διάρκειας) θα πρέπει να θεωρείται συμφωνία αντιστάθμισης κινδύνου υπό την προϋπόθεση ότι πληροί τα κριτήρια αντιστάθμισης κινδύνου. |
(20) | A portfolio management practice, which aims to offset the significant risks linked to an investment in a well diversified portfolio of shares by taking a short position on a stock market index future, where the composition of the equity portfolio is very close to that of the stock market index and its return highly correlated to that of the stock market index and where the short position on the stock market index future allows an unquestionable reduction of the general market risk related to the equity portfolio and the specific risk is insignificant, such as a beta-hedging of a well-diversified equity portfolio where the specific risk is considered to be insignificant, should be considered as complying with the hedging criteria. | (20) | Η πρακτική διαχείρισης χαρτοφυλακίων, που αποσκοπεί στην αντιστάθμιση των σημαντικών κινδύνων που σχετίζονται με μια επένδυση σε επαρκώς διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο μετοχών συνάπτοντας μια αρνητική θέση σε συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης επί χρηματιστηριακού δείκτη, όταν η σύνθεση του χαρτοφυλακίου μετοχών ομοιάζει πολύ με εκείνη του χρηματιστηριακού δείκτη και η απόδοσή του παρουσιάζει αυξημένη συνάφεια με εκείνη του χρηματιστηριακού δείκτη και όταν η αρνητική θέση στο συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης επί χρηματιστηριακού δείκτη επιτρέπει την αδιαμφισβήτητη μείωση του γενικού κινδύνου αγοράς που σχετίζεται με το χαρτοφυλάκιο μετοχών και ο ειδικός κίνδυνος είναι ασήμαντος, λόγου χάρη η αντιστάθμιση του «βήτα» ενός επαρκώς διαφοροποιημένου χαρτοφυλακίου στο οποίο ο ειδικός κίνδυνος θεωρείται ασήμαντος, θα πρέπει να θεωρείται ότι πληροί τα κριτήρια αντιστάθμισης κινδύνου. |
(21) | A portfolio management practice which aims to offset the risk linked to an investment in a fixed interest rate bond by combining a long position on a credit default swap and an interest rate swap which swaps that fixed interest rate with an interest rate equal to an appropriate money market reference rate plus a spread should be considered as a hedging arrangement where all the hedging criteria of the commitment method are in principle complied with. | (21) | Η πρακτική διαχείρισης χαρτοφυλακίων που αποσκοπεί στην αντιστάθμιση του κινδύνου που συνδέεται με μια επένδυση σε ομόλογο σταθερού επιτοκίου συνδυάζοντας μια θετική θέση σε συμφωνία ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης και συμφωνία ανταλλαγής επιτοκίων η οποία ανταλλάσσει το συγκεκριμένο σταθερό επιτόκιο με επιτόκιο ίσο με κάποιο ενδεδειγμένο επιτόκιο αναφοράς χρηματαγοράς συν ένα περιθώριο θα πρέπει να θεωρείται συμφωνία αντιστάθμισης κινδύνου όταν πληρούνται καταρχήν όλα τα κριτήρια αντιστάθμισης κινδύνου της μεθόδου βάσει των δεσμεύσεων. |
(22) | A portfolio management practice which aims to offset the risk of a given share by taking a short position through a derivative contract on a share that is different to but strongly correlated with that first share should not be considered as complying with the hedging criteria. Although such a strategy relies on taking opposite positions on the same asset class, it does not hedge the specific risk linked to the investment in a certain share. Therefore, it should not be considered as a hedging arrangement as laid down in the criteria related to the commitment method. | (22) | Η πρακτική διαχείρισης χαρτοφυλακίων που αποσκοπεί στην αντιστάθμιση του κινδύνου μιας δεδομένης μετοχής συνάπτοντας μια αρνητική θέση μέσω μιας σύμβασης παραγώγων επί μετοχής η οποία διαφέρει από την αρχική μετοχή, αλλά παρουσιάζει αυξημένη συνάφεια με αυτήν, δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι πληροί τα κριτήρια αντιστάθμισης κινδύνου. Μολονότι η στρατηγική αυτή βασίζεται στη σύναψη αντίθετων θέσεων επί της ίδιας κατηγορίας στοιχείων ενεργητικού, δεν αντισταθμίζει τον συγκεκριμένο κίνδυνο που συνδέεται με την επένδυση σε μια ορισμένη μετοχή. Άρα δεν θα πρέπει να θεωρείται συμφωνία αντιστάθμισης κινδύνου όπως αυτή ορίζεται βάσει των κριτηρίων τα οποία σχετίζονται με τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων. |
(23) | A portfolio management practice which aims to keep the alpha of a basket of shares (comprising a limited number of shares) by combining the investment in that basket of shares with a beta-adjusted short position on a future on a stock market index should not be considered as complying with the hedging criteria. Such a strategy does not aim to offset the significant risks linked to the investment in that basket of shares but to offset the beta (market risk) of that investment and keep the alpha. The alpha component of the basket of shares may dominate over the beta component and as such lead to losses at the level of the AIF. For that reason, it should not be considered as a hedging arrangement. | (23) | Η πρακτική διαχείρισης χαρτοφυλακίων που αποσκοπεί στη διατήρηση του «άλφα» μιας δέσμης μετοχών (η οποία αποτελείται από περιορισμένο αριθμό μετοχών) συνδυάζοντας την επένδυση στη συγκεκριμένη δέσμη μετοχών με μια αρνητική θέση σε συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης επί χρηματιστηριακού δείκτη η οποία είναι προσαρμοσμένη βάσει του «βήτα» δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι πληροί τα κριτήρια αντιστάθμισης κινδύνου. Η στρατηγική αυτή δεν αποσκοπεί στην αντιστάθμιση σημαντικών κινδύνων που συνδέονται με την επένδυση στην εν λόγω δέσμη μετοχών, αλλά αποσκοπεί στην αντιστάθμιση του «βήτα» (κινδύνου αγοράς) της συγκεκριμένης επένδυσης και στη διατήρηση του «άλφα». Το στοιχείο «άλφα» της δέσμης μετοχών ενδέχεται να κυριαρχήσει επί του στοιχείου «βήτα» και συνεπώς μπορεί να οδηγήσει σε απώλειες στο επίπεδο του ΟΕΕ. Για τον λόγο αυτό, δεν θα πρέπει να θεωρείται συμφωνία αντιστάθμισης κινδύνου. |
(24) | A merger arbitrage strategy is a strategy that combines a short position on a stock with a long position on another stock. Such a strategy aims to hedge the beta (market risk) of the positions and generate a return linked to the relative performance of both stocks. Similarly, the alpha component of the basket of shares may dominate over the beta component and as such lead to losses at the level of the AIF. It should not be considered as a hedging arrangement as laid down in the criteria related to the commitment method. | (24) | Η στρατηγική αρμπιτράζ συγχώνευσης συνδυάζει μια αρνητική θέση σε μια μετοχή με μια θετική θέση σε άλλη μετοχή. Η στρατηγική αυτή αποσκοπεί στην αντιστάθμιση του «βήτα» (κίνδυνος αγοράς) των θέσεων και στη δημιουργία απόδοσης συνδεόμενης με τη σχετική απόδοση και των δύο μετοχών. Παρόμοια, το στοιχείο «άλφα» της δέσμης μετοχών ενδέχεται να κυριαρχήσει επί του στοιχείου «βήτα» και συνεπώς μπορεί να οδηγήσει σε απώλειες στο επίπεδο του ΟΕΕ. Η εν λόγω στρατηγική δεν θα πρέπει να θεωρείται συμφωνία αντιστάθμισης κινδύνου όπως αυτή ορίζεται σύμφωνα με τα κριτήρια που σχετίζονται με τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων. |
(25) | A strategy, which aims to hedge a long position in a stock or bond with purchased credit protection on the same issuer, relates to two different asset classes and therefore should not be considered as a hedging arrangement. | (25) | Η στρατηγική, που αποσκοπεί στην αντιστάθμιση μιας θετικής θέσης σε μετοχή ή ομόλογο με την αγορά πιστωτικής προστασίας επί του ιδίου εκδότη, σχετίζεται με δύο διαφορετικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να θεωρηθεί συμφωνία αντιστάθμισης κινδύνου. |
(26) | When using methods which increase the exposure of an AIF, the AIFM should observe general principles such as considering the substance of the transaction in addition to its legal form. Specifically with respect to repurchase transactions, the AIFM should consider whether the risks and rewards of the assets involved are passed or retained by the AIF. The AIFM should also look through derivative instruments or other contractual arrangements to the underlying assets to determine the possible future commitments of the AIF resulting from those transactions. | (26) | Όταν χρησιμοποιούνται μέθοδοι που αυξάνουν την έκθεση ενός ΟΕΕ, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να τηρεί γενικές αρχές, όπως είναι η εξέταση της ουσίας της συναλλαγής εκτός από τη νομική της μορφή. Ιδίως αναφορικά με συναλλαγές επαναγοράς, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να εξετάζει κατά πόσον ο ΟΕΕ μεταβιβάζει ή διατηρεί τους κινδύνους και τις αποδόσεις των σχετικών περιουσιακών στοιχείων. Ο ΔΟΕΕ θα πρέπει επίσης να εξετάζει τα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία παραγώγων ή άλλων συμβατικών ρυθμίσεων προκειμένου να καθορίζει τις πιθανές μελλοντικές δεσμεύσεις του ΟΕΕ που απορρέουν από τις εν λόγω συναλλαγές. |
(27) | As the commitment method leads to interest rates with different maturities being considered as different underlying assets, AIFs that according to their core investment policy primarily invest in interest rate derivatives may use specific duration netting rules in order to take into account the correlation between the maturity segments of the interest rate curve. When setting out its investment policy and risk profile, an AIF should be able to define the level of the interest rate risk and consequently to determine its target duration. The AIF should take into account the predefined target duration when making its investment choices. When the portfolio duration diverges from the target duration, the strategy should not be considered as a duration netting arrangement as laid down in the criteria related to the commitment method. | (27) | Εφόσον με τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων τα επιτόκια με διαφορετικές ληκτότητες θεωρούνται διαφορετικά υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία, οι ΟΕΕ που βάσει της κεντρικής επενδυτικής πολιτικής τους επενδύουν κυρίως σε παράγωγα επιτοκίων μπορούν να χρησιμοποιούν συγκεκριμένους κανόνες συμψηφισμού διάρκειας προκειμένου να λαμβάνουν υπόψη τη συσχέτιση μεταξύ των επιμέρους διαστημάτων ληκτότητας της καμπύλης επιτοκίου. Κατά τον καθορισμό της επενδυτικής πολιτικής και του προφίλ κινδύνων του, ο ΟΕΕ θα πρέπει να είναι σε θέση να ορίζει το επίπεδο του κινδύνου επιτοκίου και συνεπώς να καθορίζει τη σκοπούμενη διάρκειά του. Ο ΟΕΕ θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την προκαθορισμένη σκοπούμενη διάρκεια όταν αποφασίζει για τις επενδυτικές επιλογές του. Όταν η διάρκεια του χαρτοφυλακίου διαφέρει από τη σκοπούμενη διάρκεια, η στρατηγική δεν θα πρέπει να θεωρείται συμφωνία συμψηφισμού διάρκειας όπως ορίζεται βάσει των κριτηρίων που σχετίζονται με τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων. |
(28) | The duration netting rules allow long positions to be netted with short positions whose underlying assets are different interest rates. The maturities serving as the thresholds of the maturity ranges are two years, seven years and 15 years. Within each maturity range, netting positions should be allowed. | (28) | Οι κανόνες συμψηφισμού διάρκειας επιτρέπουν τον συμψηφισμό θετικών θέσεων με αρνητικές θέσεις των οποίων τα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία είναι διαφορετικά επιτόκια. Οι ληκτότητες που χρησιμοποιούνται ως όρια των διαστημάτων ληκτότητας ποικίλλουν μεταξύ διετίας, επταετίας και δεκαπενταετίας. Θα πρέπει να επιτρέπονται θέσεις συμψηφισμού εντός του κάθε διαστήματος ληκτότητας. |
(29) | Netting positions between two different maturity ranges should be partially allowed. Penalties have to be applied to the netted positions to allow only partial netting. They should be expressed by means of percentages relying on the average correlations between the maturity ranges for two years, five years, 10 years and 30 years of the interest rate curve. The longer the difference between the maturities of the positions, the more their netting must be subject to a penalty, and therefore the percentages must increase. | (29) | Θα πρέπει να επιτρέπονται εν μέρει θέσεις συμψηφισμού μεταξύ δύο διαφορετικών διαστημάτων ληκτότητας. Πρέπει να επιβάλλονται κυρώσεις στις συμψηφιζόμενες θέσεις προκειμένου να επιτρέπεται μόνο εν μέρει συμψηφισμός. Αυτές θα πρέπει να εκφράζονται μέσω ποσοστών που βασίζονται στις μέσες συσχετίσεις μεταξύ των διαστημάτων ληκτότητας διετίας, πενταετίας, δεκαετίας και τριακονταετίας της καμπύλης επιτοκίου. Όσο περισσότερο διαφέρουν οι ληκτότητες των θέσεων, τόσο περισσότερο θα πρέπει να υπόκειται σε κύρωση ο συμψηφισμός τους, οπότε πρέπει να αυξάνουν τα ποσοστά. |
(30) | Positions whose modified duration is much longer than the whole portfolio’s modified duration are not in line with the investment strategy of the AIF and fully matching them should not be allowed. Thus, it should not be acceptable to match an 18 months maturity short position (set in maturity range 1) with a 10 years maturity long position (set in maturity range 3), if the target duration of the AIF is around two years. | (30) | Θέσεις των οποίων η τροποποιημένη διάρκεια είναι πολύ μεγαλύτερη από την τροποποιημένη διάρκεια ολόκληρου του χαρτοφυλακίου δεν συνάδουν με την επενδυτική στρατηγική του ΟΕΕ και δεν θα πρέπει να επιτρέπεται η πλήρης αντιστοίχησή τους. Άρα δεν θα πρέπει να είναι αποδεκτή η αντιστοίχηση μιας αρνητικής θέσης με δεκαοκτάμηνη ληκτότητα (που ανήκει στο διάστημα ληκτότητας 1) με μια θετική θέση με δεκαετή ληκτότητα (που ανήκει στο διάστημα ληκτότητας 3), εάν η σκοπούμενη διάρκεια του ΟΕΕ είναι περίπου διετής. |
(31) | When calculating the exposure, AIFs can firstly identify the hedging arrangements. The derivatives involved in these arrangements are then excluded from the global exposure calculation. AIFs should use an exact calculation in hedging arrangements. AIFs should not use duration netting rules in the hedging calculation. The duration-netting rules may be used to convert the remaining interest rate derivatives into their equivalent underlying asset positions. | (31) | Κατά τον υπολογισμό της έκθεσης, οι ΟΕΕ μπορούν αρχικά να προσδιορίζουν τις συμφωνίες αντιστάθμισης κινδύνου. Τα παράγωγα που περιλαμβάνονται σε αυτές τις συμφωνίες εξαιρούνται κατόπιν από τον υπολογισμό της συνολικής έκθεσης. Οι ΟΕΕ θα πρέπει να διενεργούν ακριβή υπολογισμό των συμφωνιών αντιστάθμισης κινδύνου. Οι ΟΕΕ δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούν κανόνες συμψηφισμού διάρκειας κατά τον υπολογισμό της αντιστάθμισης κινδύνου. Οι κανόνες συμψηφισμού διάρκειας μπορούν να χρησιμοποιούνται για τη μετατροπή των εναπομεινάντων παραγώγων επιτοκίων στις ισοδύναμες θέσεις τους στα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία. |
(32) | Pursuant to Directive 2011/61/EU, an AIFM has to ensure that the potential professional liability risks resulting from its activities are appropriately covered either by way of additional own funds or by way of professional indemnity insurance. Uniform application of this provision requires a common understanding of the potential professional liability risks to be covered. The general specification of the risks arising from an AIFM’s professional negligence should determine the features of the relevant risk events and identify the scope of potential professional liability, including damage or loss caused by persons who are directly performing activities for which the AIFM has legal responsibility, such as the AIFM’s directors, officers or staff, and persons performing activities under a delegation arrangement with the AIFM. In line with the provisions of Directive 2011/61/EU, the liability of the AIFM should not be affected by delegation or sub-delegation and the AIFM should provide adequate coverage for professional risks related to such third parties for whom it is legally liable. | (32) | Βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ο ΔΟΕΕ οφείλει να διασφαλίζει ότι οι πιθανοί κίνδυνοι επαγγελματικής ευθύνης που απορρέουν από τις δραστηριότητές του καλύπτονται επαρκώς είτε μέσω πρόσθετων κεφαλαίων είτε μέσω ασφάλισης επαγγελματικής ευθύνης. Η ενιαία εφαρμογή αυτής της διάταξης απαιτεί κοινή κατανόηση των πιθανών κινδύνων επαγγελματικής ευθύνης που καλύπτονται. Οι γενικές προδιαγραφές των κινδύνων που προκύπτουν από την επαγγελματική αμέλεια ενός ΔΟΕΕ θα πρέπει να καθορίζουν τα χαρακτηριστικά των σχετικών γεγονότων κινδύνου και να προσδιορίζουν το εύρος της πιθανής επαγγελματικής ευθύνης, συμπεριλαμβανομένης ζημίας ή απώλειας προκαλούμενης από άτομα που εκτελούν απευθείας δραστηριότητες και για τα οποία ο ΔΟΕΕ είναι νομικά υπεύθυνος, όπως οι διευθυντές, τα στελέχη ή το προσωπικό του ΔΟΕΕ ή άτομα που εκτελούν δραστηριότητες βάσει συμφωνίας ανάθεσης η οποία έχει συναφθεί με τον ΔΟΕΕ. Σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η ευθύνη του ΔΟΕΕ δεν θα πρέπει να επηρεάζεται από την ανάθεση ή την περαιτέρω ανάθεση, και ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να παρέχει επαρκή κάλυψη για τους επαγγελματικούς κινδύνους σε αυτά τα τρίτα πρόσωπα για τα οποία είναι νομικά υπεύθυνος. |
(33) | To ensure a common understanding of the general specification, a list of examples should serve as benchmark for identifying potential professional liability risk events. That list should include a wide range of events resulting from negligent actions, errors or omissions, such as the loss of documents evidencing title to investments, misrepresentations, or breach of the various obligations or duties incumbent on the AIFM. It should also include the failure to prevent, by means of adequate internal control systems, fraudulent behaviour within the AIFM’s organisation. Damage resulting from failure to carry out sufficient due diligence on an investment that turned out to be fraudulent would trigger the AIFM’s liability for professional liability and should be appropriately covered. However, losses incurred because an investment has lost value as a result of adverse market conditions should not be covered. The list should also include valuations that are improperly carried out, which should be understood as a valuation failure breaching Article 19 of Directive 2011/61/EU and the corresponding delegated acts. | (33) | Προκειμένου να διασφαλίζεται κοινή κατανόηση των γενικών προδιαγραφών, θα πρέπει να υπάρχει ένας κατάλογος παραδειγμάτων που θα χρησιμεύουν ως όρια αναφοράς για τον εντοπισμό πιθανών γεγονότων κινδύνου επαγγελματικής ευθύνης. Ο κατάλογος αυτός θα πρέπει να περιλαμβάνει ευρύ φάσμα γεγονότων που προκύπτουν από περιπτώσεις αμέλειας, σφάλματα ή παραλείψεις, όπως η απώλεια εγγράφων που αποδεικνύουν το ιδιοκτησιακό καθεστώς των επενδύσεων, ανακρίβειες ή παραβιάσεις διάφορων υποχρεώσεων ή καθηκόντων που βαρύνουν τον ΔΟΕΕ. Θα πρέπει να περιλαμβάνει επίσης τη μη αποτροπή, μέσω επαρκών συστημάτων εσωτερικού ελέγχου, της δόλιας συμπεριφοράς εντός της οργάνωσης του ΔΟΕΕ. Η ζημία που προκύπτει από τη μη άσκησης επαρκούς δέουσας επιμέλειας για μια επένδυση που τελικά αποδεικνύεται δόλια ενεργοποιεί την επαγγελματική ευθύνη του ΔΟΕΕ και θα πρέπει να καλύπτεται επαρκώς. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να καλύπτονται οι ζημίες που οφείλονται στην απώλεια της αξίας μιας επένδυσης εξαιτίας αρνητικών συνθηκών στην αγορά. Ο κατάλογος θα πρέπει να περιλαμβάνει επίσης τις αποτιμήσεις που διενεργούνται με μη ενδεδειγμένο τρόπο, γεγονός που θα πρέπει να θεωρείται αστοχία αποτίμησης η οποία παραβιάζει το άρθρο 19 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και τις αντίστοιχες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις. |
(34) | In line with their risk management obligations, AIFMs should have appropriate qualitative internal control mechanisms to avoid or mitigate operational failures, including professional liability risks. Therefore, an AIFM should have, as part of its risk management policy, adequate policies and procedures for operational risk management, appropriate to the nature, scale and complexity of its business. Such procedures and policies should in any event enable an internal loss database to be built up to serve for the purpose of assessing the operational risk profile. | (34) | Βάσει των περί διαχείρισης κινδύνων υποχρεώσεών τους, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να εφαρμόζουν κατάλληλους μηχανισμούς ποιοτικού εσωτερικού ελέγχου για την αποφυγή ή τον μετριασμό των λειτουργικών αστοχιών, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων επαγγελματικής ευθύνης. Συνεπώς, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να εφαρμόζει, στο πλαίσιο της πολιτικής διαχείρισης κινδύνων του, επαρκείς πολιτικές και διαδικασίες διαχείρισης λειτουργικών κινδύνων, κατάλληλες για τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων. Οι εν λόγω διαδικασίες και πολιτικές θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να επιτρέπουν τη δημιουργία μιας εσωτερικής βάσης δεδομένων απωλειών που θα χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση του προφίλ λειτουργικού κινδύνου. |
(35) | To ensure that additional own funds and professional liability insurance appropriately cover potential professional liability risks, quantitative minimum benchmarks should be established for determining the proper level of coverage. Such quantitative benchmarks should be determined by the AIFM as a specific percentage of the value of portfolios of AIFs managed, calculated as the sum of the absolute value of all assets of all AIFs managed, irrespective of whether they are acquired through use of leverage or with investors’ money. In this context, derivative instruments should be valued at their market price as they could be replaced at that price. As coverage through professional indemnity insurance is by nature more uncertain than coverage provided through additional own funds, different percentages should apply to the two different instruments used for covering professional liability risk. | (35) | Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια και η ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης παρέχουν επαρκή κάλυψη πιθανών κινδύνων επαγγελματικής ευθύνης, θα πρέπει να καθοριστούν ποσοτικά ελάχιστα όρια αναφοράς για τον καθορισμό του ενδεδειγμένου επιπέδου κάλυψης. Τα εν λόγω ποσοτικά όρια αναφοράς θα πρέπει να καθοριστούν από τον ΔΟΕΕ ως συγκεκριμένο ποσοστό της αξίας των χαρτοφυλακίων των υπό διαχείριση ΟΕΕ, υπολογιζόμενης ως το άθροισμα της απόλυτης αξίας όλων των περιουσιακών στοιχείων όλων των υπό διαχείριση ΟΕΕ, ανεξάρτητα από το αν αυτά αποκτούνται με τη χρήση μόχλευσης ή με χρήματα των επενδυτών. Στο πλαίσιο αυτό, τα παράγωγα θα πρέπει να αποτιμώνται στην αγοραία τιμή τους εφόσον θα μπορούσαν να αντικατασταθούν σε αυτή την τιμή. Καθώς η κάλυψη μέσω ασφάλισης επαγγελματικής ευθύνης είναι από τη φύση της πιο αβέβαιη από την κάλυψη που παρέχουν τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια, θα πρέπει να ισχύουν διαφορετικά ποσοστά για τα δύο αυτά διαφορετικά μέσα κάλυψης κινδύνων επαγγελματικής ευθύνης. |
(36) | To ensure that professional indemnity insurance is effective in covering losses that result from insured events, it should be taken out from an insurance undertaking which is authorised to provide professional indemnity insurance. This includes EU insurance undertakings and non-EU undertakings to the extent that they are permitted to provide such insurance service by Union law or by national law. | (36) | Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης καλύπτει αποτελεσματικά τις απώλειες που προκύπτουν από καλυπτόμενα γεγονότα, η ασφάλιση αυτή θα πρέπει να εξασφαλίζεται από ασφαλιστική εταιρεία που διαθέτει άδεια να παρέχει ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης. Περιλαμβάνονται ασφαλιστικές εταιρείες εντός και εκτός της ΕΕ στον βαθμό που επιτρέπεται να παρέχουν τέτοιες ασφαλιστικές υπηρεσίες βάσει του ενωσιακού ή εθνικού δικαίου. |
(37) | In order to allow some flexibility when devising appropriate professional indemnity insurance, it should be possible for the AIFM and the insurance undertaking to agree on a clause providing that a defined amount will be borne by the AIFM as the first part of any loss (defined excess). Where such a defined excess is agreed, the AIFM should provide own funds corresponding to the defined amount of loss to be borne by the AIFM. Such own funds should be in addition to the initial capital of the AIFM and to the own funds to be provided by the AIFM pursuant to Article 9(3) of Directive 2011/61/EU. | (37) | Προκειμένου να υπάρχει κάποιος βαθμός ευελιξίας κατά τη σύναψη της ενδεδειγμένης ασφάλισης επαγγελματικής ευθύνης, θα πρέπει να είναι δυνατόν να συμφωνήσουν ο ΔΟΕΕ και η ασφαλιστική εταιρεία να συμπεριλάβουν μια ρήτρα βάσει της οποίας ο ΔΟΕΕ θα καλύπτει ένα καθορισμένο αρχικό ποσό από οποιαδήποτε απώλεια (καθορισμένη υπέρβαση). Εάν συμφωνηθεί μια τέτοια καθορισμένη υπέρβαση, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να παρέχει ίδια κεφάλαια που να αντιστοιχούν στο καθορισμένο ποσό των απωλειών που θα καλύπτει ο ίδιος. Αυτά τα ίδια κεφάλαια θα πρέπει να είναι πρόσθετα πέραν του αρχικού κεφαλαίου του ΔΟΕΕ και των ιδίων κεφαλαίων που παρέχει ο ΔΟΕΕ βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 3 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
(38) | As a matter of principle, the adequacy of coverage through additional own funds or professional indemnity insurance should be reviewed at least once a year. However, the AIFM should have procedures in place that ensure ongoing monitoring of the total value of AIF portfolios managed and ongoing adjustments to the amount of coverage of professional liability risks should there be significant mismatches identified. Furthermore, the competent authority of the home Member State of an AIFM may lower or increase the minimum requirement for additional own funds, after taking into account the risk profile of the AIFM, its loss history and the adequacy of its additional own funds or professional indemnity insurance. | (38) | Καταρχήν, η επάρκεια της κάλυψης μέσω πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων ή μέσω ασφάλισης επαγγελματικής ευθύνης θα πρέπει να επανεξετάζεται τουλάχιστον μία φορά το έτος. Ωστόσο, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να εφαρμόζει διαδικασίες που να διασφαλίζουν τη διαρκή παρακολούθηση της συνολικής αξίας των χαρτοφυλακίων των υπό διαχείριση ΟΕΕ και τις διαρκείς προσαρμογές του ποσού της κάλυψης κινδύνων επαγγελματικής ευθύνης σε περίπτωση εντοπισμού σημαντικών αναντιστοιχιών. Επιπλέον, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του ΔΟΕΕ μπορεί να μειώσει ή να αυξήσει την ελάχιστη απαίτηση για πρόσθετα ίδια κεφάλαια, αφού λάβει υπόψη το προφίλ κινδύνων του ΔΟΕΕ, το ιστορικό απωλειών του και την επάρκεια των πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων του ή της ασφάλισης επαγγελματικής ευθύνης του. |
(39) | Directive 2011/61/EU requires AIFMs to act in the best interests of AIFs, the investors in the AIFs and the integrity of the market. AIFMs should therefore apply appropriate policies and procedures which allow them to prevent malpractices such as market timing or late trading. Market timers take advantage of out of date or stale prices for portfolio securities that impact the calculation of AIF’s net asset value (NAV) or buy and redeem units of the AIF within a few days, thereby exploiting the way the AIF calculates its NAV. Late trading involves placing of orders to buy or redeem units of AIFs after a designated cut off point but the price received is the one of the cut off point. Both malpractices harm the interests of long term investors as they dilute their return and have detrimental effects on AIF’s returns as they increase transaction costs and disrupt portfolio management. AIFMs should also establish appropriate procedures to ensure that the AIF is managed efficiently and should act in such a way as to prevent undue costs being charged to the AIF and its investors. | (39) | Η οδηγία 2011/61/ΕΕ απαιτεί από τους ΔΟΕΕ να ενεργούν προς το συμφέρον των ΟΕΕ και όσων επενδύουν στους ΟΕΕ, καθώς και με τρόπο που προάγει την ακεραιότητα της αγοράς. Άρα οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να εφαρμόζουν ενδεδειγμένες πολιτικές και διαδικασίες που τους επιτρέπουν να προλαμβάνουν αθέμιτες πρακτικές όπως ο αγοραίος χρονισμός και οι εκπρόθεσμες διαπραγματεύσεις. Οι χρονιστές της αγοράς επωφελούνται από ληγμένες ή απαρχαιωμένες τιμές για τίτλους χαρτοφυλακίου που έχουν αντίκτυπο στον υπολογισμό της καθαρής αξίας ενεργητικού (ΚΑΕ) του ΟΕΕ ή αγοράζουν και εξοφλούν μερίδια του ΟΕΕ εντός χρονικού διαστήματος ολίγων ημερών, εκμεταλλευόμενοι έτσι τον τρόπο με τον οποίο υπολογίζει ο ΟΕΕ την ΚΑΕ του. Οι εκπρόθεσμες διαπραγματεύσεις συνεπάγονται αποστολή εντολών διαπραγμάτευσης για αγορά ή εξόφληση μεριδίων των ΟΕΕ μετά από ένα καθορισμένο χρονικό όριο, αλλά η τιμή που λαμβάνεται είναι εκείνη του χρονικού ορίου. Και οι δύο αθέμιτες πρακτικές βλάπτουν τα συμφέροντα μακροπρόθεσμων επενδυτών, καθώς απομειώνουν τις αποδόσεις τους και έχουν αρνητική επίδραση στις αποδόσεις του ΟΕΕ, αφού αυξάνουν τις συναλλακτικές δαπάνες και αναστατώνουν τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου. Οι ΔΟΕΕ θα πρέπει επίσης να καταρτίζουν ενδεδειγμένες διαδικασίες προκειμένου να διασφαλίζουν την αποδοτική διαχείριση του ΟΕΕ και θα πρέπει να ενεργούν με τρόπο που αποτρέπει τη χρέωση άσκοπων δαπανών στον ΟΕΕ και στους επενδυτές του. |
(40) | In line with the approach applied to UCITS managers, AIFMs should ensure a high standard of diligence in the selection and monitoring of investments. They should have appropriate professional expertise and knowledge of the assets in which AIFs are invested. In order to ensure that investment decisions are carried out in compliance with the investment strategy and, where applicable, risk limits of the AIFs managed, AIFMs should establish and implement written policies and procedures on due diligence. These policies and procedures should be reviewed and updated on a regular basis. When AIFMs invest in specific types of assets for a long duration, less liquid assets such as real estate or partnership interests, due diligence requirements should apply also to the negotiation phase. The activities performed by the AIFM before closing an agreement should be well documented in order to demonstrate that they are consistent with the economic and financial plan and therefore with the duration of the AIF. AIFMs should maintain minutes of the relevant meetings, the preparatory documentation and the economic and financial analysis conducted for assessing the feasibility of the project and the contractual commitment. | (40) | Σε ευθυγράμμιση με την προσέγγιση που εφαρμόζεται όσον αφορά τους διαχειριστές των ΟΣΕΚΑ, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο επιμέλειας κατά την επιλογή και παρακολούθηση των επενδύσεων. Θα πρέπει να διαθέτουν τη δέουσα επαγγελματική εμπειρογνωμοσύνη και γνώση για τα περιουσιακά στοιχεία στα οποία επενδύονται ΟΕΕ. Προκειμένου να διασφαλίζουν ότι οι επενδυτικές αποφάσεις λαμβάνονται σύμφωνα με την επενδυτική στρατηγική και, κατά περίπτωση, τα όρια κινδύνου του υπό διαχείριση ΟΕΕ, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να καταρτίζουν και να υλοποιούν γραπτές πολιτικές και διαδικασίες περί δέουσας επιμέλειας. Αυτές οι πολιτικές και διαδικασίες θα πρέπει να αναθεωρούνται και να επικαιροποιούνται σε τακτική βάση. Όταν οι ΔΟΕΕ επενδύουν σε συγκεκριμένους τύπους περιουσιακών στοιχείων για μεγάλη διάρκεια, σε περιουσιακά στοιχεία με μικρότερη δυνατότητα ρευστοποίησης όπως ακίνητα ή συνεταιρικά συμφέροντα, οι απαιτήσεις περί δέουσας επιμέλειας θα πρέπει να ισχύουν και κατά τη φάση της διαπραγμάτευσης. Οι δραστηριότητες που εκτελούν οι ΔΟΕΕ πριν από το κλείσιμο μιας συμφωνίας θα πρέπει να τεκμηριώνονται επαρκώς προκειμένου να μπορεί να αποδειχτεί ότι συνάδουν με το χρηματοοικονομικό σχέδιο και, ως εκ τούτου, με τη διάρκεια του ΟΕΕ. Οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να τηρούν πρακτικά από τις σχετικές συναντήσεις και να διατηρούν την προπαρασκευαστική τεκμηρίωση και τη χρηματοοικονομική ανάλυση που διενεργείται για την αξιολόγηση της εφικτότητας του έργου και της συμβατικής δέσμευσης. |
(41) | The requirement that AIFMs act with due skill, care and diligence should also apply where the AIFM appoints a prime broker or counterparty. The AIFM should select and appoint only those prime brokers and counterparties, which are subject to ongoing supervision, are financially sound and have the necessary organisational structure appropriate to the services to be provided to the AIFM or the AIF. In order to ensure that investors’ interests are adequately protected, it is important to clarify that one of the criteria against which financial soundness should be assessed is whether or not prime brokers or counterparties are subject to relevant prudential regulation, including adequate capital requirements, and effective supervision. | (41) | Η απαίτηση βάσει της οποίας οι ΔΟΕΕ οφείλουν να ενεργούν με τη δέουσα ικανότητα, προσοχή και επιμέλεια θα πρέπει να ισχύει και για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο ΔΟΕΕ ορίζει έναν βασικό μεσίτη ή αντισυμβαλλόμενο. Ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να επιλέγει και να ορίζει μόνο εκείνους τους βασικούς μεσίτες και αντισυμβαλλομένους οι οποίοι υπόκεινται σε διαρκή εποπτεία, είναι εύρωστοι από χρηματοοικονομική άποψη και διαθέτουν την απαραίτητη οργανωτική δομή για τις υπηρεσίες που θα παράσχουν στον ΔΟΕΕ ή στον ΟΕΕ. Για τη διασφάλιση επαρκούς προστασίας των συμφερόντων των επενδυτών, είναι σημαντικό να διασαφηνιστεί ότι ένα από τα κριτήρια βάσει των οποίων αξιολογείται η χρηματοοικονομική ευρωστία είναι το αν οι βασικοί μεσίτες ή αντισυμβαλλόμενοι υπόκεινται ή δεν υπόκεινται σε σχετική προληπτική ρύθμιση, συμπεριλαμβανομένων επαρκών κεφαλαιακών απαιτήσεων, και αποτελεσματική εποπτεία. |
(42) | In line with Directive 2011/61/EU, which requires AIFMs to act honestly, fairly and with due skill, persons who effectively direct the business of the AIFM, who are members of the governing body or of the senior management, in the case of entities which do not have a governing body, should possess sufficient knowledge, skills and experience to exercise their tasks, in particular to understand the risks associated with the activity of the AIFM. In line with the Commission’s Green Paper on corporate governance in the financial sector (2), persons who effectively direct the business of the AIFM should also commit sufficient time to perform their functions in the AIFM and act with honesty, integrity and independence of mind to, inter alia, effectively assess and challenge the decisions of the senior management. | (42) | Σε ευθυγράμμιση με τις απαιτήσεις της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, βάσει των οποίων οι ΔΟΕΕ οφείλουν να ενεργούν με έντιμο και δίκαιο τρόπο και με την απαιτούμενη ικανότητα, τα άτομα που διαχειρίζονται ουσιαστικά τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του ΔΟΕΕ, τα οποία είναι μέλη του διευθυντικού οργάνου του ή ανώτερα διοικητικά στελέχη του, όταν πρόκειται για οντότητες που δεν διαθέτουν διευθυντικό όργανο, θα πρέπει να διαθέτουν επαρκείς γνώσεις, ικανότητες και πείρα για την άσκηση των καθηκόντων τους, ιδίως δε να κατανοούν τους κινδύνους που συνδέονται με τη δραστηριότητα του ΔΟΕΕ. Σύμφωνα με την πράσινη βίβλο της Επιτροπής για την εταιρική διακυβέρνηση στον χρηματοοικονομικό τομέα (2), τα άτομα που διαχειρίζονται ουσιαστικά τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του ΔΟΕΕ θα πρέπει να δαπανούν επαρκή χρόνο για την εκτέλεση των καθηκόντων τους στον ΔΟΕΕ και να ενεργούν με ειλικρίνεια, ακεραιότητα και ανεξάρτητη βούληση προκειμένου, μεταξύ άλλων, να αξιολογούν και να αμφισβητούν αποτελεσματικά τις αποφάσεις των ανώτερων διοικητικών στελεχών. |
(43) | To ensure that the relevant activities are performed properly, AIFMs should employ personnel with the necessary skills, knowledge and expertise to carry out tasks assigned to them. | (43) | Προκειμένου να διασφαλίζεται η ενδεδειγμένη εκτέλεση των σχετικών δραστηριοτήτων, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να απασχολούν προσωπικό που διαθέτει τις απαραίτητες ικανότητες, γνώσεις και εμπειρογνωμοσύνη για την εκτέλεση των καθηκόντων που τους ανατίθενται. |
(44) | AIFMs that provide the service of individual portfolio management have to comply with inducement rules laid down in Commission Directive 2006/73/EC of 10 August 2006 implementing Directive 2004/39/EC of the European Parliament and of the Council as regards organisational requirements and operating conditions for investment firms and defined terms for the purposes of that Directive (3). For reasons of consistency, those principles should extend to AIFMs that provide the service of collective portfolio management, and marketing. The existence, nature and amount of the fee, commission or benefit, or, where the amount cannot be ascertained, the method of calculating the amount, should be disclosed in the AIFM’s annual report. | (44) | Οι ΔΟΕΕ που παρέχουν την υπηρεσία ατομικής διαχείρισης χαρτοφυλακίου πρέπει να συμμορφώνονται με τους κανόνες περί αντιπαροχής που ορίζονται στην οδηγία 2006/73/ΕΚ της Επιτροπής, της 10ης Αυγούστου 2006, για την εφαρμογή της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις οργανωτικές απαιτήσεις και τους όρους λειτουργίας των επιχειρήσεων επενδύσεων, καθώς και τους ορισμούς που ισχύουν για τους σκοπούς της εν λόγω οδηγίας (3). Προκειμένου να υπάρχει συνέπεια, οι αρχές αυτές θα πρέπει να εφαρμόζονται και σε ΔΟΕΕ που παρέχουν την υπηρεσία της διαχείρισης συλλογικών χαρτοφυλακίων και της εμπορικής προώθησης. Η ύπαρξη, η φύση και το ποσό της αμοιβής, της προμήθειας ή του οφέλους ή, εάν το ποσό δεν μπορεί να προσδιορισθεί, η μέθοδος υπολογισμού του, πρέπει να γνωστοποιούνται σαφώς στην ετήσια έκθεση του ΔΟΕΕ. |
(45) | Investors in AIFs should benefit from protection similar to that of AIFM clients to whom AIFMs provide the service of individual portfolio management, as in such a case they have to comply with the best execution rules laid down in Directive 2004/39/EC of the European Parliament and of the Council of 21 April 2004 on markets in financial instruments amending Council Directives 85/611/EEC and 93/6/EEC and Directive 2000/12/EC of the European Parliament and of the Council and repealing Council Directive 93/22/EEC (4) and Directive 2006/73/EC. However, the differences between the various types of assets in which AIFs are invested should be taken into account, since best execution is not relevant, for instance, when the AIFM invests in real estate or partnership interests and the investment is made after extensive negotiations on the terms of the agreement. Where there is no choice of different execution venues, the AIFM should be able to demonstrate to the competent authorities and auditors that there is no choice of different execution venues. | (45) | Οι επενδυτές σε ΟΕΕ θα πρέπει να επωφελούνται από προστασία παρόμοια με εκείνη των πελατών ΔΟΕΕ στους οποίους οι ΔΟΕΕ παρέχουν την υπηρεσία διαχείρισης συλλογικών χαρτοφυλακίων, εφόσον σε αυτή την περίπτωση οφείλουν να συμμορφώνονται με τους κανόνες περί βέλτιστης εκτέλεσης που ορίζονται στην οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου (4) και της οδηγίας 2006/73/ΕΚ. Ωστόσο, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι διαφορές μεταξύ ανόμοιων τύπων περιουσιακών στοιχείων στα οποία επενδύονται οι ΟΕΕ, εφόσον η βέλτιστη εκτέλεση δεν ισχύει, για παράδειγμα, όταν ο ΔΟΕΕ επενδύει σε ακίνητα ή σε συνεταιρικά συμφέροντα και η επένδυση γίνεται έπειτα από εκτενείς διαπραγματεύσεις σχετικά με τους όρους της συμφωνίας. Όταν δεν υπάρχει δυνατότητα επιλογής διαφορετικών μεθόδων εκτέλεσης, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να μπορεί να αποδείξει στις αρμόδιες αρχές και στους ελεγκτές ότι δεν υπάρχει δυνατότητα επιλογής διαφορετικών μεθόδων εκτέλεσης. |
(46) | For reasons of consistency with requirements applying to UCITS managers, rules on handling of orders and on aggregation and allocation of trading orders should apply to AIFMs when providing collective portfolio management. However, such rules should not apply where the investment in assets is made after extensive negotiations on the terms of the agreement, such as investment in real estate, partnership interests or non-listed companies as in such cases no order is executed. | (46) | Για λόγους συνέπειας με τις απαιτήσεις που ισχύουν για τους διαχειριστές ΟΣΕΚΑ, θα πρέπει να ισχύουν κανόνες περί εκτέλεσης εντολών και ομαδοποίησης και επιμερισμού εντολών διαπραγμάτευσης για τους ΔΟΕΕ όταν παρέχουν υπηρεσίες διαχείρισης συλλογικών χαρτοφυλακίων. Ωστόσο, οι κανόνες αυτοί δεν θα πρέπει να ισχύουν όταν η επένδυση σε περιουσιακά στοιχεία γίνεται έπειτα από εκτενείς διαπραγματεύσεις σχετικά με τους όρους της συμφωνίας, λόγου χάρη επένδυση σε ακίνητα, σε συνεταιρικά συμφέρονται ή σε μη εισηγμένες εταιρείες, εφόσον σε αυτή την περίπτωση δεν υφίσταται εκτέλεση εντολής. |
(47) | It is important to specify the situations where conflicting interests are likely to occur, in particular where there is a prospect of financial gain or avoidance of financial loss or where financial or other incentives are provided to steer the behaviour of the AIFM in such a way that it favours particular interests at the expense of interests of other parties, such as another AIF, its clients, undertakings for collective investments in transferable securities (UCITS) or other clients of the AIFM. | (47) | Είναι σημαντικό να καθοριστούν οι περιστάσεις υπό τις οποίες είναι πιθανό να εγερθούν συγκρούσεις συμφερόντων, ιδίως όταν υπάρχει η προοπτική οικονομικού κέρδους ή αποφυγής οικονομικής απώλειας ή όταν παρέχονται οικονομικά ή άλλα κίνητρα για τη χειραγώγηση της συμπεριφοράς του ΔΟΕΕ με τρόπο που ευνοεί συγκεκριμένα συμφέροντα και αντίκειται στα συμφέροντα άλλων μερών, λόγου χάρη ενός άλλου ΟΕΕ, των πελατών του, οργανισμών συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) ή άλλων πελατών του ΔΟΕΕ. |
(48) | The conflicts of interest policy established by the AIFM should identify situations in which activities carried out by the AIFM could constitute conflicts of interest that do or do not lead to potential risks of damage to the AIF’s interests or the interests of its investors. To identify them the AIFM should take into account not only the activity of collective portfolio management but also other activities it is authorised to carry out, including activities of its delegates, sub-delegates, external valuer or counterparty. | (48) | Η πολιτική που εφαρμόζει ο ΔΟΕΕ για τις συγκρούσεις συμφερόντων θα πρέπει να προσδιορίζει περιστάσεις υπό τις οποίες οι δραστηριότητες που εκτελεί ο ΔΟΕΕ θα μπορούσαν να αποτελούν σύγκρουση συμφερόντων η οποία οδηγεί, ή δεν οδηγεί, σε πιθανούς κινδύνους ζημίας για τα συμφέροντα του ΟΕΕ ή για τα συμφέροντα των επενδυτών του. Κατά τον προσδιορισμό τους, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη όχι μόνο τη δραστηριότητα της διαχείρισης συλλογικών χαρτοφυλακίων, αλλά και άλλες δραστηριότητες που είναι εξουσιοδοτημένος να εκτελεί, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων των αναδόχων, των υπεργολαβικά αναδόχων, του εξωτερικού εκτιμητή ή του αντισυμβαλλομένου του. |
(49) | In line with the approach considered in Directive 2009/65/EC of the European Parliament and of the Council of 13 July 2009 on the coordination of laws, regulations and administrative provisions relating to undertakings for collective investment in transferable securities (UCITS) (5) for UCITS management companies and in Directive 2004/39/EC for investment firms, AIFMs should adopt procedures and measures to ensure that relevant persons engaged in different business activities that could involve conflicts of interest carry out these activities at an independent level, appropriate to the size and activities of the AIFM. | (49) | Σύμφωνα με την προσέγγιση που εκτίθεται στην οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (5) για τις εταιρείες διαχείρισης ΟΣΕΚΑ και στην οδηγία 2004/39/ΕΚ για τις επενδυτικές εταιρείες, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να εφαρμόζουν διαδικασίες και μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν ότι τα αρμόδια πρόσωπα που εμπλέκονται σε διάφορες επιχειρηματικές διαδικασίες οι οποίες θα μπορούσαν να ενέχουν συγκρούσεις συμφερόντων εκτελούν τις εν λόγω δραστηριότητες με το επίπεδο ανεξαρτησίας που είναι ανάλογο με το μέγεθος και τις δραστηριότητες του ΔΟΕΕ. |
(50) | It is essential to provide for a general framework according to which conflicts of interest, if they occur, should be managed and disclosed. The detailed steps and procedures to be followed in such situations should be clarified in the conflicts of interest policy to be established by the AIFM. | (50) | Είναι ουσιώδες να προβλεφθεί ένα γενικό πλαίσιο βάσει του οποίου θα πρέπει να τυγχάνουν χειρισμού και να γνωστοποιούνται οι συγκρούσεις συμφερόντων, εάν υφίστανται. Τα λεπτομερή βήματα και οι λεπτομερείς διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται σε αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να αποσαφηνίζονται στην πολιτική συγκρούσεων συμφερόντων που καταρτίζει ο ΔΟΕΕ. |
(51) | One of the central components of a risk management system is a permanent risk management function. In the interest of consistency, its tasks and responsibilities should be similar in nature to those assigned by Commission Directive 2010/43/EU of 1 July 2010 implementing Directive 2009/65/EC of the European Parliament and of the Council as regards organisational requirements, conflicts of interest, conduct of business, risk management and content of the agreement between a depositary and a management company (6) to the permanent risk management function in UCITS management companies. This function should have a primary role in shaping the risk policy of the AIF, risk monitoring and risk measuring in order to ensure that the risk level complies on an ongoing basis with the AIF’s risk profile. The permanent risk management function should have the necessary authority, access to all relevant information and regular contacts with the senior management and the governing body of the AIFM in order to provide them with updates so that they can take prompt remedial action where needed. | (51) | Ένα από τα κεντρικά στοιχεία του συστήματος διαχείρισης κινδύνων είναι η λειτουργία διαρκούς διαχείρισης κινδύνων. Χάριν της συνέπειας, τα καθήκοντα και οι ευθύνες της λειτουργίας αυτής θα πρέπει να είναι παρόμοιας φύσης με εκείνες που ανατίθενται βάσει της οδηγίας 2010/43/ΕΕ της Επιτροπής, της 1ης Ιουλίου 2010, για την εφαρμογή της οδηγίας 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις οργανωτικές απαιτήσεις, τις συγκρούσεις συμφερόντων, την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, τη διαχείριση κινδύνου και το περιεχόμενο της συμφωνίας μεταξύ ενός θεματοφύλακα και μιας εταιρείας διαχείρισης (6) στη λειτουργία διαρκούς ελέγχου κινδύνων των εταιρειών διαχείρισης ΟΣΕΚΑ. Η λειτουργία αυτή θα πρέπει να παίζει βασικό ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής κινδύνων του ΟΕΕ, καθώς και στην παρακολούθηση και μέτρηση των κινδύνων προκειμένου να διασφαλίζεται ότι το επίπεδο κινδύνου συμμορφώνεται σε μόνιμη βάση με το προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ. Η λειτουργία διαρκούς διαχείρισης κινδύνων θα πρέπει να έχει την απαραίτητη εξουσιοδότηση, πρόσβαση σε όλα τα σχετικά στοιχεία, καθώς και τακτικές επαφές με τα ανώτερα διοικητικά στελέχη και με το διευθυντικό όργανο του ΔΟΕΕ προκειμένου να τους παρέχει επικαιροποιήσεις, πράγμα που θα τους δίνει τη δυνατότητα να εφαρμόζουν έγκαιρα τα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα. |
(52) | The risk management policy forms another pillar of the risk management system. That policy should be appropriately documented and should explain, in particular, measures and procedures employed to measure and manage risks, the safeguards for independent performance of the risk management function, the techniques used to manage risks and the details of the allocation of responsibilities within the AIFM for risk management and operating procedures. In order to ensure its effectiveness, the risk management policy should be reviewed at least annually by the senior management. | (52) | Η πολιτική διαχείρισης κινδύνων αποτελεί έναν ακόμη πυλώνα του συστήματος διαχείρισης κινδύνων. Η πολιτική αυτή θα πρέπει να είναι επαρκώς τεκμηριωμένη και θα πρέπει να εξηγεί, ιδίως, τα μέτρα και τις διαδικασίες που χρησιμοποιούνται για τη μέτρηση και τη διαχείριση των κινδύνων, τις διασφαλίσεις για την ανεξάρτητη εκτέλεση της λειτουργίας διαχείρισης κινδύνων, τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται για τη διαχείριση κινδύνων και τις λεπτομέρειες σχετικά με την κατανομή ευθυνών στο εσωτερικό του ΔΟΕΕ αναφορικά με τις διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων και λειτουργίας. Προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητά της, η πολιτική διαχείρισης κινδύνων θα πρέπει να ανανεώνεται από τα ανώτερα διοικητικά στελέχη. |
(53) | As required by Directive 2011/61/EU, the function of risk management should be functionally and hierarchically separated from the operating units. It should thus be clarified that such separation should be ensured up to the governing body of the AIFM and that those in the risk management function should not carry out any conflicting tasks or be supervised by someone who is in charge of conflicting functions. | (53) | Όπως απαιτεί η οδηγία 2011/61/ΕΕ, η λειτουργία διαχείρισης κινδύνων θα πρέπει να είναι λειτουργικά και ιεραρχικά διαχωρισμένη από τις επιχειρησιακές μονάδες. Πρέπει λοιπόν να διασαφηνιστεί ότι ο διαχωρισμός αυτός θα πρέπει να διασφαλίζεται μέχρι και στο επίπεδο του διοικητικού οργάνου του ΔΟΕΕ και ότι οι εμπλεκόμενοι στη λειτουργία διαχείρισης κινδύνων δεν θα πρέπει να εκτελούν συγκρουόμενα καθήκοντα ούτε να εποπτεύονται από οποιονδήποτε ο οποίος είναι υπεύθυνος για συγκρουόμενες λειτουργίες. |
(54) | It is essential to specify the safeguards to be employed by the AIFM in any event in order to ensure the independent performance of the risk management function, and in particular, that those performing the risk management function should not be entrusted with conflicting duties, that they should make decisions on the basis of the data which they can appropriately assess and that the decision making process should be capable of being reviewed. | (54) | Είναι ουσιώδες να προσδιοριστούν οι διασφαλίσεις που θα χρησιμοποιεί ο ΔΟΕΕ σε κάθε περίπτωση προκειμένου να εξασφαλίζει την ανεξάρτητη εκτέλεση της λειτουργίας διαχείρισης κινδύνων και, ιδίως, ότι εκείνοι που εκτελούν τη λειτουργία διαχείρισης κινδύνων δεν θα πρέπει να αναλαμβάνουν συγκρουόμενα καθήκοντα, ότι θα πρέπει να αποφασίζουν βάσει των δεδομένων στα οποία έχουν ενδεδειγμένη πρόσβαση και ότι θα πρέπει να είναι δυνατή η επανεξέταση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων. |
(55) | Although Directive 2011/61/EU does not impose any investment restrictions on AIFs, the risks incurred by each AIF cannot be managed effectively if the risk limits have not been set in advance by AIFMs. The risk limits should be in line with the risk profile of the AIF, and should be disclosed to investors in accordance with Directive 2011/61/EU. | (55) | Μολονότι η οδηγία 2011/61/ΕΕ δεν επιβάλλει κανέναν επενδυτικό περιορισμό στους ΟΕΕ, δεν μπορεί να υπάρξει αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων στους οποίους εκτίθενται κάθε ΟΕΕ εάν οι ΔΟΕΕ δεν έχουν προκαθορίσει τα όρια των κινδύνων. Τα όρια κινδύνων θα πρέπει να συνάδουν με το προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ και θα πρέπει να γνωστοποιούνται στους επενδυτές βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
(56) | For consistency reasons, the requirements relating to identification, measuring and monitoring of risk are built on similar provisions of Directive 2010/43/EU. AIFMs should deal appropriately with the possible vulnerability of their risk measurement techniques and models by carrying out stress tests, back tests and scenario analysis. Where stress tests and scenario analysis reveal particular vulnerability to a given set of circumstances, AIFMs should take prompt steps and corrective actions. | (56) | Για λόγους συνέπειας, οι απαιτήσεις που σχετίζονται με τον εντοπισμό, τη μέτρηση και την παρακολούθηση του κινδύνου διαμορφώνονται επί τη βάσει παρόμοιων διατάξεων της οδηγίας 2010/43/ΕΕ. Οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να διαχειρίζονται με ενδεδειγμένο τρόπο την πιθανή τρωτότητα των τεχνικών και μοντέλων διαχείρισης κινδύνων που χρησιμοποιούν, εκτελώντας μετρήσεις κινδύνου υπό ακραίες καταστάσεις, εκ των υστέρων ελέγχους και ανάλυση σεναρίων. Όταν οι μετρήσεις κινδύνου υπό ακραίες καταστάσεις και οι αναλύσεις σεναρίων αποκαλύπτουν ιδιαίτερες αδυναμίες για ένα δεδομένο σύνολο περιστάσεων, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να εφαρμόζουν άμεσα μέτρα και διορθωτικές ενέργειες. |
(57) | Directive 2011/61/EU requires the Commission to specify the liquidity management systems and procedures enabling the AIFM to monitor the liquidity risk of the AIF, except where the AIF is an un-leveraged closed-ended AIF, and ensure that the liquidity profile of the AIF’s investments complies with its underlying obligations. Therefore, it is important to set out fundamental general requirements addressed to all AIFMs, the application of which should be adapted to the size, structure and nature of the AIFs managed by the AIFM concerned. | (57) | Η οδηγία 2011/61/ΕΕ απαιτεί από την Επιτροπή να καθορίσει τα συστήματα και τις διαδικασίες διαχείρισης ρευστότητας που θα καθιστούν τον ΔΟΕΕ ικανό να παρακολουθεί τον κίνδυνο ρευστότητας του ΟΕΕ, εκτός εάν ο τελευταίος είναι ΟΕΕ χωρίς μόχλευση και κλειστού τύπου, και να διασφαλίζουν ότι το προφίλ ρευστότητας των επενδύσεων του ΟΕΕ συνάδει με τις υποκείμενες υποχρεώσεις του. Είναι λοιπόν σημαντικό να τεθούν θεμελιώδεις γενικές απαιτήσεις που θα ισχύουν για όλους τους ΔΟΕΕ, η εφαρμογή των οποίων θα πρέπει να προσαρμόζεται ανάλογα με το μέγεθος, τη δομή και τη φύση των ΟΕΕ που τίθενται υπό τη διαχείριση του οικείου ΔΟΕΕ. |
(58) | AIFMs should be able to demonstrate to their competent authorities that appropriate and effective liquidity management policies and procedures are in place. That requires due consideration to be given to the nature of the AIF, including the type of underlying assets and the amount of liquidity risk to which the AIF is exposed, the scale and complexity of the AIF or the complexity of the process to liquidate or sell assets. | (58) | Οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν στις αρμόδιες αρχές ότι εφαρμόζουν κατάλληλες και αποτελεσματικές πολιτικές και διαδικασίες διαχείρισης ρευστότητας. Αυτό απαιτεί να λαμβάνεται δεόντως υπόψη η φύση του ΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των υποκείμενων περιουσιακών στοιχείων και του βαθμού του κινδύνου ρευστότητας στον οποίο είναι εκτεθειμένος ο ΟΕΕ, η κλίμακα και η πολυπλοκότητα του ΟΕΕ ή η πολυπλοκότητα της διαδικασίας ρευστοποίησης ή εκποίησης των περιουσιακών στοιχείων. |
(59) | Liquidity management systems and procedures can allow AIFMs to apply the tools and arrangements necessary to cope with illiquid assets and related valuation problems in order to respond to redemption requests. Such tools and arrangements may include, where allowed under national law, gates, partial redemptions, temporary borrowings, notice periods and pools of liquid assets. ‘Side pockets’ and other mechanisms where certain assets of the AIF are subject to similar arrangements between the AIF and its investors should be regarded as ‘special arrangements’ as they impact the specific redemption rights of investors in the AIF. The suspension of an AIF should not be considered as a special arrangement as this applies to all of the AIF’s assets and all of the AIF’s investors. The use of tools and special arrangements to manage liquidity should be made dependent on concrete circumstances and should vary according to the nature, scale and investment strategy of the AIF. | (59) | Τα συστήματα και οι διαδικασίες διαχείρισης ρευστότητας μπορούν να επιτρέπουν στους ΔΟΕΕ να εφαρμόζουν τα εργαλεία και τις ρυθμίσεις που απαιτούνται για τον χειρισμό μη ρευστοποιήσιμων περιουσιακών στοιχείων και την αντιμετώπιση σχετικών προβλημάτων αποτίμησης προκειμένου να μπορούν να ικανοποιούν αιτήματα εξόφλησης. Τα εν λόγω εργαλεία και οι εν λόγω διευθετήσεις μπορεί να περιλαμβάνουν, όταν το επιτρέπει το εθνικό δίκαιο, πύλες, μερικές εξοφλήσεις, προσωρινά δάνεια, περιόδους προειδοποίησης και συγκεντρώσεις ρευστοποιήσιμων περιουσιακών στοιχείων. Τα «παράπλευρα ανεξάρτητα χαρτοφυλάκια» (side-pockets) και άλλοι μηχανισμοί βάσει των οποίων ορισμένα περιουσιακά στοιχεία του ΟΕΕ υπόκεινται σε παρόμοιες ρυθμίσεις μεταξύ του ΟΕΕ και των επενδυτών του θα πρέπει να θεωρούνται «ειδικοί διακανονισμοί» εφόσον επιδρούν στα ειδικά δικαιώματα εξόφλησης όσων επενδύουν στον ΟΕΕ. Η αναστολή ενός ΟΕΕ δεν θα πρέπει να θεωρείται ειδική ρύθμιση, εφόσον ισχύει σε για όλα τα περιουσιακά στοιχεία του ΟΕΕ και για όλους τους επενδυτές του ΟΕΕ. Η χρήση εργαλείων και ειδικών διακανονισμών για τη διαχείριση της ρευστότητας θα πρέπει να εξαρτάται από συγκεκριμένες περιστάσεις και θα πρέπει να ποικίλλει ανάλογα με τη φύση, την κλίμακα και την επενδυτική στρατηγική του ΟΕΕ. |
(60) | The requirement to monitor the liquidity management of underlying collective investment undertakings in which AIFs invest, along with the requirements to put in place tools and arrangements to manage liquidity risk and identify, manage and monitor conflicts of interest between investors should not apply to AIFMs managing AIFs of the closed-ended type regardless of whether they are deemed to be employing leverage. The exemption from those redemption-related liquidity management requirements should reflect the differences in the general redemption terms of investors in a closed-ended AIF compared to those in an open-ended AIF. | (60) | Η απαίτηση για παρακολούθηση της διαχείρισης ρευστότητας υποκείμενων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων στους οποίους επενδύουν οι ΟΕΕ, παράλληλα με τις απαιτήσεις εφαρμογής εργαλείων και ρυθμίσεων για τη διαχείριση του κινδύνου ρευστότητας και για τον εντοπισμό, τη διαχείριση και την παρακολούθηση συγκρούσεων συμφερόντων μεταξύ επενδυτών, δεν θα πρέπει να ισχύει για ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται ΟΕΕ κλειστού τύπου ασχέτως αν αυτοί θεωρείται ότι χρησιμοποιούν μόχλευση. Η εξαίρεση από τις απαιτήσεις διαχείρισης ρευστότητας που σχετίζονται την εξόφληση θα πρέπει να αντικατοπτρίζει τις διαφορές ως προς τους γενικούς όρους εξόφλησης μεταξύ επενδυτών ΟΕΕ κλειστού τύπου και επενδυτών ΟΕΕ ανοιχτού τύπου. |
(61) | The use of minimum limits regarding the liquidity or illiquidity of the AIF could provide an effective monitoring tool for certain types of AIFMs. Exceeding a limit may not of itself require action by the AIFM as this depends on the facts and circumstances and the tolerances set by the AIFM. Limits could thus be used in practice in relation to monitoring average daily redemption versus fund liquidity in terms of days over the same period. That could also be used to monitor investor concentration to support stress testing scenarios. Those limits could provide triggers for continued monitoring or remedial action depending on the circumstances. | (61) | Η χρήση ελάχιστων ορίων αναφορικά με τη ρευστότητα ή την έλλειψη ρευστότητας του ΟΕΕ θα μπορούσε να αποτελέσει αποτελεσματικό εργαλείο παρακολούθησης για ορισμένους τύπους ΔΟΕΕ. Αυτή καθαυτή η υπέρβαση ενός ορίου ίσως να μην απαιτεί ανάληψη δράσης από μέρους του ΔΟΕΕ εφόσον αυτή εξαρτάται από τα δεδομένα και τις περιστάσεις, καθώς και από τις ανοχές που έχει ορίσει ο ΔΟΕΕ. Θα μπορούσαν λοιπόν να χρησιμοποιούνται στην πράξη όρια σε σχέση με την παρακολούθηση της μέσης ημερήσιας εξόφλησης σε σύγκριση με τη ρευστότητα κεφαλαίων ανά ημέρα για την ίδια περίοδο. Ο μηχανισμός αυτός θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί για την παρακολούθηση της συγκέντρωσης επενδυτών για την υποστήριξη σεναρίων μέτρησης κινδύνου υπό ακραίες καταστάσεις. Τα όρια αυτά θα μπορούσαν να προβλέπουν τις προϋποθέσεις ενεργοποίησης διαρκούς παρακολούθησης ή διορθωτικών μέτρων ανάλογα με τις περιστάσεις. |
(62) | The stress tests should, where appropriate, simulate shortage of liquidity of the assets as well as atypical redemption requests. Recent and expected future subscriptions and redemptions should be taken into consideration together with the impact of anticipated AIF performance relative to peers on such activity. The AIFM should analyse the period of time required to meet redemption requests in the stress scenarios simulated. The AIFM should also conduct stress tests on market factors such as foreign exchange movements which could materially impact the credit profile of the AIFM or that of the AIF and as a result collateral requirements. The AIFM should account for valuation sensitivities under stressed conditions in its approach to stress testing or scenario analysis. | (62) | Οι μετρήσεις κινδύνου υπό ακραίες καταστάσεις θα πρέπει, κατά περίπτωση, να προσομοιώνουν την έλλειψη ρευστότητας των περιουσιακών στοιχείων, καθώς και μη τυπικά αιτήματα εξόφλησης. Θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη πρόσφατες διαθέσεις και εξοφλήσεις παράλληλα με την επίπτωση της αναμενόμενης απόδοσης του ΟΕΕ που σχετίζεται με ομοτίμους στην εν λόγω δραστηριότητα. Ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να αναλύει τη χρονική περίοδο που απαιτείται για την ικανοποίηση αιτημάτων εξόφλησης στα σενάρια μετρήσεων κινδύνου υπό ακραίες καταστάσεις. Ο ΔΟΕΕ θα πρέπει επίσης να διενεργεί μετρήσεις κινδύνου υπό ακραίες καταστάσεις σε παράγοντες της αγοράς όπως οι κινήσεις συναλλάγματος που θα μπορούσαν να ασκήσουν ουσιαστική επίδραση στο πιστωτικό προφίλ του ΔΟΕΕ ή στο αντίστοιχο προφίλ του ΟΕΕ και που προκύπτουν από απαιτήσεις περί ασφάλειας. Ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ευαισθησίες αποτίμησης υπό ακραίες συνθήκες και την προσέγγιση που χρησιμοποιεί για τις μετρήσεις κινδύνου υπό ακραίες καταστάσεις ή τις αναλύσεις σεναρίων. |
(63) | The frequency with which stress tests should be conducted should depend on the nature of the AIF, the investment strategy, liquidity profile, type of investor and redemption policy of the AIF. However, it is expected that those tests will be conducted at least on an annual basis. Where stress tests suggest significantly higher than expected liquidity risk, the AIFM should act in the best interest of all AIF investors taking into consideration the liquidity profile of the AIF’s assets, the level of redemption requests and where appropriate the adequacy of the liquidity management policies and procedures. | (63) | Η συχνότητα διενέργειας μετρήσεων κινδύνου υπό ακραίες καταστάσεις θα πρέπει να εξαρτάται από τη φύση του ΟΕΕ, την επενδυτική στρατηγική, το προφίλ ρευστότητας, το είδος του επενδυτή και την πολιτική εξόφλησης του ΟΕΕ. Ωστόσο, αναμένεται ότι οι έλεγχοι αυτοί θα διενεργούντα τουλάχιστον σε ετήσια βάση. Όταν οι μετρήσεις κινδύνου υπό ακραίες καταστάσεις δείχνουν ότι ο κίνδυνος ρευστότητας είναι σημαντικά υψηλότερος του αναμενόμενου, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να ενεργήσει προς το συμφέρον όλων των επενδυτών των ΟΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη το προφίλ ρευστότητας των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ, το επίπεδο των αιτημάτων εξόφλησης και, κατά περίπτωση, την επάρκεια των πολιτικών και διαδικασιών διαχείρισης ρευστότητας. |
(64) | Directive 2011/61/EU requires the Commission to specify how the investment strategy, liquidity profile and redemption policy are to be aligned. The consistency between those three elements is ensured if investors are able to redeem their investments in accordance with the AIF redemption policy, which should cover conditions for redemption in both normal and exceptional circumstances, and in a manner consistent with the fair treatment of investors. | (64) | Η οδηγία 2011/61/ΕΕ απαιτεί από την Επιτροπή να καθορίσει πώς πρέπει να ευθυγραμμιστούν η επενδυτική στρατηγική, το προφίλ ρευστότητας και η πολιτική εξόφλησης. Η συνέπεια μεταξύ των τριών αυτών στοιχείων διασφαλίζεται εάν οι επενδυτές είναι σε θέση να εξοφλούν τις επενδύσεις τους σύμφωνα με την πολιτική εξόφλησης του ΟΕΕ, η οποία θα πρέπει να καλύπτει τους όρους εξόφλησης τόσο υπό κανονικές όσο και υπό εξαιρετικές περιστάσεις και με τρόπο που συνάδει με τη δίκαιη μεταχείριση των επενδυτών. |
(65) | Directive 2011/61/EU requires cross-sectoral consistency and the removal of misalignment between the interests of originators that repackage loans into tradable securities and AIFMs that invest in those securities or other financial instruments on behalf of AIFs. To achieve that aim, the relevant provisions of Directive 2006/48/EC of the European Parliament and of the Council of 14 June 2006 relating to the taking up and pursuit of the business of credit institutions (7) that lay down the quantitative and qualitative requirements to be met by investors exposed to the credit risk of a securitisation, by originators and by sponsors have been taken into account. As the same objective of aligning the interests of the originator or sponsor and the interests of investors are pursued by this Regulation and the relevant provisions of Directive 2006/48/EC it is essential that the terminology is used consistently in both legal acts, therefore the definitions given in Directive 2006/48/EC are taken as reference. Given that the Committee of European Banking Supervisors, the predecessor of the European Banking Authority, has provided detailed Guidelines for interpreting the relevant provisions of Directive 2006/48/EC (8), achieving cross-sectoral consistency requires the current provisions seeking to align interests between originators, sponsors and AIFMs to be interpreted in light of those Guidelines. | (65) | Η οδηγία 2011/61/ΕΕ απαιτεί τη διασφάλιση διατομεακής συνέπειας και την κατάργηση της απόκλισης συμφερόντων μεταξύ μεταβιβαζόντων ιδρυμάτων που «επανασυσκευάζουν» δάνεια σε διαπραγματεύσιμους τίτλους και των ΔΟΕΕ που επενδύουν σε αυτούς τους τίτλους ή σε άλλα χρηματοοικονομικά μέσα για λογαριασμό των ΟΕΕ. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, ελήφθησαν υπόψη οι σχετικές διατάξεις της οδηγίας 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (7), όπου προβλέπονται ποσοτικές και ποιοτικές απαιτήσεις τις οποίες οφείλουν να πληρούν οι επενδυτές που εκτίθενται στον πιστωτικό κίνδυνο μιας τιτλοποίησης, καθώς και τα μεταβιβάζοντα και ανάδοχα ιδρύματα. Εφόσον με τον παρόντα κανονισμό και τις σχετικές διατάξεις της οδηγίας 2006/48/ΕΚ επιδιώκεται η επίτευξη του ιδίου στόχου, ήτοι η ευθυγράμμιση των συμφερόντων του μεταβιβάζοντος ή του αναδόχου ιδρύματος με τα συμφέροντα των επενδυτών, είναι ουσιώδες να χρησιμοποιείται με συνέπεια η ορολογία και στις δύο νομικές πράξεις και, ως εκ τούτου, οι ορισμοί που δίνονται στην οδηγία 2006/48/ΕΚ θεωρούνται σημείο αναφοράς. Δεδομένου ότι η Επιτροπή Ευρωπαϊκών Αρχών Τραπεζικής Εποπτείας, η οποία αντικατέστησε την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, έχει παράσχει λεπτομερείς κατευθυντήριες γραμμές για την υλοποίηση των σχετικών διατάξεων της οδηγίας 2006/48/ΕΚ (8), η επίτευξη διατομεακής συνέπειας απαιτεί την ερμηνεία των τρεχουσών διατάξεων που αποσκοπούν στην ευθυγράμμιση των συμφερόντων των μεταβιβαζόντων και ανάδοχων ιδρυμάτων και των ΔΟΕΕ υπό το φως των εν λόγω κατευθυντήριων αρχών. |
(66) | It is important that transactions that re-package loans into tradable securities are not structured in such a way as to avoid the application of the requirements relating to investments in securitisation positions. Therefore, the reference to an investment in tradable securities or other financial instruments based on repackaged loans should not be interpreted strictly as a legally valid and binding transfer of title with respect to such instruments, but as an investment made in a material economic sense so that any other forms of synthetic investments should be covered and subject to the specific requirements. To avoid misunderstandings and align the language with that used in the banking legislation, the terms ‘assumption of exposure to the credit risk of a securitisation’ should be used instead of ‘investment in tradable securities or other financial instruments based on repackaged loans’. | (66) | Είναι σημαντικό να μην δομούνται οι συναλλαγές οι οποίες «επανασυσκευάζουν» δάνεια σε διαπραγματεύσιμους τίτλους με τρόπο που παρακάμπτει την εφαρμογή των απαιτήσεων οι οποίες σχετίζονται με τις επενδύσεις σε θέσεις τιτλοποίησης. Ως εκ τούτου, όταν γίνεται αναφορά σε μια επένδυση σε διαπραγματεύσιμους τίτλους ή άλλα χρηματοοικονομικά μέσα επί τη βάσει «επανασυσκευασμένων» δανείων, αυτή δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται αυστηρά ως νομικά έγκυρη και δεσμευτική μεταβίβαση της κυριότητας των εν λόγω μέσων, αλλά ως επένδυση που υλοποιείται με ουσιαστική οικονομική έννοια έτσι ώστε οποιεσδήποτε άλλες μορφές σύνθετων επενδύσεων να καλύπτονται και να υπόκεινται σε συγκεκριμένες απαιτήσεις. Προς αποφυγή παρανοήσεων και ευθυγράμμιση της διατύπωσης με εκείνη που χρησιμοποιείται στην τραπεζική νομοθεσία, θα πρέπει να χρησιμοποιείται ο όρος «ανάληψη έκθεσης σε πιστωτικό κίνδυνο τιτλοποίησης» αντί του όρου «επένδυση σε διαπραγματεύσιμους τίτλους ή άλλα χρηματοοικονομικά μέσα επί τη βάσει “επανασυσκευασμένων” δανείων». |
(67) | The requirements that need to be met by institutions acting as originators, sponsors or original lenders of a securitisation are directly imposed on them by way of Directive 2006/48/EC. It is therefore important to prescribe the corresponding duties of an AIFM assuming exposure to securitisations. Consequently, the AIFM should assume exposure to securitisations only if the originator, sponsor or original lender has explicitly disclosed to the AIFM the retention of a significant economic interest in the underlying asset, known as retention requirement. Furthermore, the AIFM should ensure that various qualitative requirements imposed on the sponsor and originator through Directive 2006/48/EC are met. In addition, the AIFM should itself meet qualitative requirements in order to have a comprehensive and thorough understanding of the securitisation investment and its underlying exposure. To achieve that, AIFMs should make their investment decision only after having conducted careful due diligence from which they should have adequate information on and knowledge of the securitisations concerned. | (67) | Οι απαιτήσεις τις οποίες οφείλουν να πληρούν τα ιδρύματα που ενεργούν ως μεταβιβάζοντα ή ανάδοχα ιδρύματα ή αρχικοί δανειοδότες μιας τιτλοποίησης επιβάλλονται άμεσα σε αυτούς μέσω της οδηγίας 2006/48/ΕΚ. Άρα είναι σημαντικός ο καθορισμός των αντίστοιχων καθηκόντων ενός ΔΟΕΕ που αναλαμβάνει έκθεση σε τιτλοποιήσεις. Συνεπώς, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να αναλαμβάνει έκθεση σε τιτλοποιήσεις μόνο εάν το μεταβιβάζον ή ανάδοχο ίδρυμα ή ο αρχικός δανειοδότης έχει γνωστοποιήσει σαφώς στον ΔΟΕΕ τη διατήρηση σημαντικού οικονομικού συμφέροντος επί του υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου, πράγμα που είναι γνωστό ως απαίτηση διατήρησης. Επιπλέον, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να διασφαλίζει την εκπλήρωση διάφορων ποιοτικών απαιτήσεων που επιβάλλονται στο ανάδοχο και στο μεταβιβάζον ίδρυμα βάσει της οδηγίας 2006/48/ΕΚ. Επιπλέον, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει και να πληροί και ο ίδιος ποιοτικές απαιτήσεις προκειμένου να έχει ενδελεχή και ολοκληρωμένη κατανόηση της επένδυσης σε τιτλοποιήσεις και της υποκείμενης έκθεσής του. Για να επιτευχθεί αυτό, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να λαμβάνουν την επενδυτική τους απόφαση αφού πρώτα διενεργήσουν προσεκτική δέουσα επιμέλεια μέσω της οποίας θα αντλήσουν επαρκή στοιχεία και γνώσεις για τις εν λόγω τιτλοποιήσεις. |
(68) | There are circumstances in which entities meet the definition of originator or sponsor, or fulfil the role of original lender; however, another entity that neither meets the definition of sponsor or originator, nor fulfils the role of original lender — but whose interests are most optimally aligned with those of investors — may seek to fulfil the retention requirement. For the sake of legal certainty, such other entity should not be required to fulfil the retention requirement if the retention requirement is fulfilled by the originator, sponsor or original lender. | (68) | Υπάρχουν περιστάσεις υπό τις οποίες οι οντότητες πληρούν τον ορισμό του μεταβιβάζοντος ή ανάδοχου ιδρύματος, ή εκπληρώνουν τον ρόλο του αρχικού δανειοδότη. Ωστόσο, μια άλλη οντότητα που δεν πληροί τον ορισμό του μεταβιβάζοντος ή ανάδοχου ιδρύματος ούτε εκπληρώνει τον ρόλο του αρχικού δανειοδότη, αλλά της οποίας τα συμφέροντα ευθυγραμμίζονται καλύτερα με εκείνα των επενδυτών, ίσως προσπαθήσει να εκπληρώσει την απαίτηση διατήρησης. Χάριν της ασφάλειας δικαίου, η εν λόγω οντότητα δεν θα πρέπει να υποχρεώνεται να εκπληρώσει την απαίτηση διατήρησης εάν η απαίτηση αυτή εκπληρώνεται από το μεταβιβάζον ή ανάδοχο ίδρυμα ή τον αρχικό δανειοδότη. |
(69) | In case of a breach of the retention requirement or the qualitative requirements the AIFM should consider taking some corrective action, such as hedging, selling or reducing the exposure or approaching the party in breach of the retention requirement with a view to reinstating compliance. Such corrective action should always be in the interest of the investors and should not involve any direct obligation to sell the assets immediately after the breach has become apparent, therefore avoiding a ‘fire sale’. The AIFM should take the breach into account when considering making another investment in a further transaction in which the party in breach of the requirement is involved. | (69) | Σε περίπτωση παραβίασης της απαίτησης διατήρησης ή των ποιοτικών απαιτήσεων, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να εξετάζει την ανάληψη κάποιων διορθωτικών μέτρων, όπως η αντιστάθμιση κινδύνου, η εκποίηση ή η μείωση της έκθεσης ή η διενέργεια επαφών με την οντότητα που παραβιάζει την απαίτηση διατήρησης με σκοπό την αποκατάσταση της συμμόρφωσης με αυτήν. Αυτά τα διορθωτικά μέτρα θα πρέπει να είναι πάντα προς το συμφέρον των επενδυτών και δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν καμία άμεση υποχρέωση εκποίησης των περιουσιακών στοιχείων αμέσως μετά την αποκάλυψη της παραβίασης, αποφεύγοντας έτσι την έκτακτη εκποίηση. Ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του την παραβίαση όταν εξετάζει τη διενέργεια άλλης επένδυσης σε μελλοντική συναλλαγή στην οποία εμπλέκεται η οντότητα η οποία παραβίασε την εν λόγω απαίτηση. |
(70) | In order to comply with the requirements of Directive 2011/61/EU to specify internal procedures and organisational arrangements, which each AIFM should apply, AIFMs should be required to establish a well-documented organisational structure that clearly assigns responsibilities, defines control mechanisms and ensures a good flow of information between all parties involved. AIFMs should also establish systems to safeguard information and ensure business continuity. When establishing those procedures and structures, AIFMs should take into account the principle of proportionality which allows procedures, mechanisms and organisational structure to be calibrated to the nature, scale and complexity of the AIFM’s business and to the nature and range of activities carried out in the course of its business. | (70) | Προκειμένου να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της οδηγίας 2011/61/ΕΕ για τον καθορισμό εσωτερικών διαδικασιών και οργανωτικών ρυθμίσεων, που θα πρέπει να εφαρμόζει κάθε ΔΟΕΕ, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να απαιτείται να θεσπίζουν μια καλά τεκμηριωμένη οργανωτική δομή η οποία με σαφήνεια αναθέτει ευθύνες, ορίζει μηχανισμούς ελέγχου και διασφαλίζει την ομαλή ροή πληροφοριών μεταξύ των εμπλεκομένων. Οι ΔΟΕΕ θα πρέπει επίσης να καθιερώσουν συστήματα για τη διαφύλαξη των πληροφοριών και τη διασφάλιση της συνέχισης της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Κατά την καθιέρωση των εν λόγω διαδικασιών και δομών, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την αρχή της αναλογικότητας η οποία επιτρέπει την προσαρμογή των διαδικασιών, των μηχανισμών και της οργανωτικής δομής στη φύση, στην κλίμακα και στην πολυπλοκότητα της επιχειρηματικής δραστηριότητας του ΔΟΕΕ, καθώς και στη φύση και στο φάσμα των δραστηριοτήτων που εκτελούνται στο πλαίσιο αυτών των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. |
(71) | Disclosure to investors is of paramount importance to protect those investors, so AIFMs should implement appropriate policies and procedures to ensure that the redemption terms applicable to a particular AIF are disclosed in sufficient detail and with sufficient prominence to investors before they invest and in the event of material changes. That could include disclosure of notice periods in relation to redemptions, details of lock-up periods, an indication of circumstances in which normal redemption mechanisms might not apply or may be suspended, and details of any measures that may be considered by the governing body, such as gates, side pocketing, as they have an impact on the specific redemption rights of investors in the particular AIF. | (71) | Η παροχή πληροφοριών στους επενδυτές είναι ύψιστης σημασίας για την προστασία των επενδυτών αυτών και, ως εκ τούτου, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να υλοποιούν ενδεδειγμένες πολιτικές και διαδικασίες προκειμένου να διασφαλίζουν ότι οι όροι εξόφλησης που ισχύουν για έναν συγκεκριμένο ΟΕΕ γνωστοποιούνται με επαρκή λεπτομέρεια και προβολή στους επενδυτές προτού αυτοί επενδύσουν, καθώς και σε περίπτωση επέλευσης ουσιαστικών αλλαγών. Αυτό περιλαμβάνει τις περιόδους προειδοποίησης που σχετίζονται με τις εξοφλήσεις, λεπτομέρειες σχετικά με τις περιόδους διακράτησης, μια ένδειξη ως προς τις περιστάσεις υπό τις οποίες θα μπορούσαν να μην ισχύουν ή να αναστέλλονται οι κανονικοί μηχανισμοί εξόφλησης, καθώς και λεπτομέρειες σχετικά με οποιαδήποτε μέτρα την εφαρμογή των οποίων μπορεί να εξετάσει το διοικητικό όργανο, όπως πύλες και «παράπλευρα ανεξάρτητα χαρτοφυλάκια» (side-pockets), εφόσον αυτά έχουν επίπτωση στα ειδικά δικαιώματα εξόφλησης όσων επενδύουν στον συγκεκριμένο ΟΕΕ. |
(72) | To ensure that the relevant activities are performed properly, AIFMs, in particular, should use suitable electronic systems in order to fulfil the recording requirements with regard to portfolio transactions or subscription and redemption orders and establish, implement and maintain accounting policies and procedures to ensure that the calculation of the net asset value is carried out as required in Directive 2011/61/EU and this Regulation. | (72) | Προκειμένου να διασφαλιστεί η ενδεδειγμένη εκτέλεση των σχετικών δραστηριοτήτων, ιδίως οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να χρησιμοποιούν κατάλληλα ηλεκτρονικά συστήματα προκειμένου να εκπληρώνουν τις απαιτήσεις καταγραφής αναφορικά με τις συναλλαγές χαρτοφυλακίου ή τις εντολές εγγραφής και εξόφλησης, καθώς επίσης θα πρέπει να καταρτίζουν, να υλοποιούν και να διατηρούν λογιστικές πολιτικές και διαδικασίες προκειμένου να διασφαλίζουν τη διενέργεια του υπολογισμού της καθαρής αξίας ενεργητικού σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και του παρόντος κανονισμού. |
(73) | In order to ensure consistency with the requirements imposed on UCITS managers by Directive 2009/65/EC, the governing body, the senior management, or, where relevant the supervisory function of the AIFM should be entrusted with similar types of tasks to which adequate responsibilities should be allocated. However, such allocation of responsibilities should be consistent with the role and responsibilities of the governing body, the senior management and the supervisory function under applicable national law. Senior management may include some or all of the members of the governing body. | (73) | Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέπεια με τις απαιτήσεις που επιβάλλει στους διαχειριστές ΟΣΕΚΑ η οδηγία 2009/65/ΕΚ, θα πρέπει να ανατίθενται στο διευθυντικό όργανο, στα ανώτερα διοικητικά στελέχη ή, κατά περίπτωση, στην εποπτική λειτουργία του ΔΟΕΕ παρόμοιων ειδών καθήκοντα στα οποία θα πρέπει να κατανέμονται επαρκείς αρμοδιότητες. Ωστόσο, η κατανομή αρμοδιοτήτων θα πρέπει να συνάδει με τον ρόλο και τις αρμοδιότητες του διευθυντικού οργάνου, των ανώτερων διοικητικών στελεχών και της εποπτικής λειτουργίας, σύμφωνα με το ισχύον εθνικό δίκαιο. Τα ανώτερα διοικητικά στελέχη ίσως περιλαμβάνουν μερικά ή όλα τα μέλη του διευθυντικού οργάνου. |
(74) | The requirement to establish a permanent and effective compliance function should always be fulfilled by the AIFM, irrespective of the size and complexity of its business. However, details of the technical and personnel organisation of the compliance function should be calibrated to the nature, scale and complexity of the AIFM’s business and the nature and range of its services and activities. The AIFM should not have to establish an independent compliance unit if such a requirement would be disproportionate in view of the size of the AIFM or the nature, scale and complexity of its business. | (74) | Η απαίτηση για καθιέρωση λειτουργίας διαρκούς και αποτελεσματικής συμμόρφωσης θα πρέπει να πληρείται πάντοτε από τον ΔΟΕΕ, άσχετα με το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων. Ωστόσο, οι λεπτομέρειες σχετικά με την τεχνική οργάνωση και την οργάνωση του προσωπικού της λειτουργίας συμμόρφωσης θα πρέπει να προσαρμόζονται ανάλογα με τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του ΔΟΕΕ, καθώς και με τη φύση και το φάσμα των υπηρεσιών και δραστηριοτήτων του. Ο ΔΟΕΕ δεν θα πρέπει να είναι υποχρεωμένος να δημιουργήσει ανεξάρτητη μονάδα συμμόρφωσης εάν η απαίτηση αυτή είναι δυσανάλογη με το μέγεθός του ή με τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του. |
(75) | Valuation standards differ across jurisdictions and asset classes. This Regulation should supplement the common general rules and establish benchmarks for AIFMs when developing and implementing appropriate and consistent policies and procedures for the proper and independent valuation of the assets of AIFs. The policies and procedures should describe the obligations, roles and responsibilities pertaining to all parties involved in the valuation, including external valuers. | (75) | Τα πρότυπα αποτίμησης διίστανται μεταξύ διαφορετικών τομέων αρμοδιότητας και διαφορετικών κατηγοριών περιουσιακών στοιχείων. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να συμπληρώνει τους κοινούς γενικούς κανόνες και να θεσπίζει όρια αναφοράς για τους ΔΟΕΕ όταν καταρτίζουν και υλοποιούν ενδεδειγμένες και συνεκτικές πολιτικές και διαδικασίες για την κατάλληλη και ανεξάρτητη αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων των ΟΕΕ. Οι πολιτικές και διαδικασίες θα πρέπει να περιγράφουν τις υποχρεώσεις, τους ρόλους και τις αρμοδιότητες όλων των εμπλεκομένων στην αποτίμηση, συμπεριλαμβανομένων των εξωτερικών εκτιμητών. |
(76) | The value of assets can be determined, in different ways, such as by reference to observable prices in an active market or by an estimate using other valuation methodologies according to national law, the AIF rules or its instruments of incorporation. As the value of individual assets and liabilities can be determined by different methodologies and can be taken from different sources, the AIFM should determine and describe the valuation methodologies it uses. | (76) | Η αξία των περιουσιακών στοιχείων μπορεί να καθοριστεί με διάφορους τρόπους, παραδείγματος χάρη με παραπομπή σε τρέχουσες τιμές ενεργού αγοράς ή με υπολογισμό μέσω χρήσης άλλων μεθοδολογιών αποτίμησης βάσει του εθνικού δικαίου, του κανονισμού των ΟΕΕ και των καταστατικών εγγράφων τους. Εφόσον η αξία των επιμέρους στοιχείων ενεργητικού και παθητικού μπορεί να καθοριστεί με τη χρήση διάφορων μεθοδολογιών και μπορεί να ληφθεί από διάφορες πηγές, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να καθορίσει και να περιγράψει τις μεθόδους αποτίμησης που χρησιμοποιεί. |
(77) | Where a model is used for valuing assets, the valuation procedures and policies should indicate the main features of the model. Before it is used, that model should be subject to a validation process conducted by an internal or external individual who was not involved in the process of building the model. A person should be considered qualified to conduct a validation process in respect of the model used to value assets if he is in possession of adequate competence and experience in the valuation of assets using such models; such person could be an auditor. | (77) | Όταν ένα μοντέλο χρησιμοποιείται για την αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων, οι διαδικασίες και πολιτικές αποτίμησης θα πρέπει να καταδεικνύουν τα βασικά χαρακτηριστικά του μοντέλου. Προτού χρησιμοποιηθεί αυτό το μοντέλο, θα πρέπει να υποβάλλεται σε διαδικασία επικύρωσης από εσωτερικό ή εξωτερικό άτομο που δεν έχει εμπλακεί στη διαδικασία δημιουργίας του μοντέλου. Ένα άτομο θα πρέπει να θεωρείται ικανό για τη διενέργεια της διαδικασίας επικύρωσης του μοντέλου που χρησιμοποιείται για την αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων εάν διαθέτει την απαραίτητη εξειδίκευση και πείρα στην αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων με τη χρήση τέτοιων μοντέλων· αυτό το άτομο θα μπορούσε να είναι ένας ελεγκτής. |
(78) | Since AIFs operate in a dynamic environment where investment strategies may change over time, valuation policies and procedures should be reviewed at least yearly and in any event before AIFs engage with a new investment strategy or a new type of asset. Any change in the valuation policies and procedures, including the valuation methodologies, should follow a predetermined process. | (78) | Εφόσον οι ΔΟΕΕ λειτουργούν σε ένα δυναμικό περιβάλλον όπου οι επενδυτικές στρατηγικές μεταβάλλονται με τον χρόνο, οι πολιτικές και διαδικασίες αποτίμησης θα πρέπει να επανεξετάζονται τουλάχιστον ετησίως και σε κάθε περίπτωση προτού εμπλακούν οι ΟΕΕ σε μια νέα επενδυτική στρατηγική ή σε ένα νέο τύπο περιουσιακού στοιχείου. Οποιαδήποτε αλλαγή των πολιτικών και διαδικασιών αποτίμησης που περιλαμβάνει τις μεθοδολογίες αποτίμησης θα πρέπει να ακολουθεί μια προκαθορισμένη διεργασία. |
(79) | The AIFM has to ensure that the individual assets of an AIF have been valued properly, in line with the valuation policies and procedures. For some assets, especially complex and illiquid financial instruments, there is a higher risk of inappropriate valuation. To address this type of situation, the AIFM should put in place sufficient controls to ensure that an appropriate degree of objectivity can be attached to the value of the AIF’s assets. | (79) | Ο ΔΟΕΕ οφείλει να διασφαλίσει ότι έχουν αποτιμηθεί με τον ενδεδειγμένο τρόπο τα επιμέρους περιουσιακά στοιχεία ενός ΟΕΕ, σε ευθυγράμμιση με τις πολιτικές και διαδικασίες αποτίμησης. Για ορισμένα περιουσιακά στοιχεία, ιδίως περίπλοκα και μη ρευστοποιήσιμα χρηματοοικονομικά μέσα, είναι αυξημένος ο κίνδυνος μη ενδεδειγμένης αποτίμησης. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να εφαρμόζει επαρκείς ελέγχους προκειμένου να διασφαλίσει ότι η αξία των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ αποτιμάται με τον ενδεδειγμένο βαθμό αντικειμενικότητας. |
(80) | Calculation of the net asset value per unit or share is subject to national law and, as the case may be, or the fund rules or instruments of incorporation. This Regulation covers only the procedure for the calculation, and not the methodology of the calculation. The AIFM may itself carry out the calculation of the net asset value per unit or share as part of the administration functions it performs for the AIF. Alternatively, a third party may be appointed to perform administration, including calculation of the net asset value. A third party that carries out the calculation of the net asset value for an AIF should not be considered an external valuer for the purposes of Directive 2011/61/EU, as long as it does not provide valuations for individual assets, including those requiring subjective judgement, but incorporates into the calculation process values which are obtained from the AIFM, pricing sources or an external valuer. | (80) | Ο υπολογισμός της καθαρής αξίας της μετοχής ή του μεριδίου του περιουσιακού στοιχείου υπόκειται στο εθνικό δίκαιο και, κατά περίπτωση, στον κανονισμό του οργανισμού ή στα καταστατικά του έγγραφα. Ο παρών κανονισμός καλύπτει μόνο τη διαδικασία υπολογισμού, αλλά όχι τη μεθοδολογία υπολογισμού. Ο ΔΟΕΕ μπορεί να διενεργεί ο ίδιος τον υπολογισμό της καθαρής αξίας της μετοχής ή του μεριδίου του περιουσιακού στοιχείου στο πλαίσιο των διοικητικών λειτουργών που εκτελεί για τον ΟΕΕ. Εναλλακτικά, μπορεί να οριστεί κάποιος τρίτος για να εκτελέσει τη διοικητική λειτουργία, περιλαμβανομένου και του υπολογισμού της καθαρής αξίας του περιουσιακού στοιχείου. Ο τρίτος που εκτελεί τον υπολογισμό της καθαρής αξίας του περιουσιακού στοιχείου για έναν ΟΕΕ δεν θα πρέπει να θεωρείται εξωτερικός εκτιμητής βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, εφόσον δεν παρέχει αποτιμήσεις για επιμέρους περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που απαιτούν υποκειμενική κρίση, αλλά ενσωματώνει στη διαδικασία υπολογισμού τιμές που λαμβάνονται από τον ΔΟΕΕ, από πηγές τιμολόγησης ή από εξωτερικό εκτιμητή. |
(81) | There are valuation procedures that can be performed on a daily basis such as the valuation of financial instruments, but there are also valuation procedures that cannot be carried out with the same frequency as issues, subscriptions, redemptions and cancellations take place, for instance the valuation of real estate. The frequency of valuation of the assets held by an open-ended fund should take into account the differences in the valuation procedures with respect to the types of assets held by the AIF. | (81) | Υπάρχουν διαδικασίες αποτίμησης που μπορούν να εκτελούνται σε καθημερινή βάση, όπως η αποτίμηση χρηματοοικονομικών μέσων, αλλά υπάρχουν και διαδικασίες αποτίμησης που δεν μπορούν να εκτελούνται με την ίδια συχνότητα με την οποία λαβαίνουν χώρα εκδόσεις, διαθέσεις, εξοφλήσεις και ακυρώσεις, παραδείγματος χάρη η αποτίμηση ακινήτων. Η συχνότητα αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων που κατέχει ένας οργανισμός ανοιχτού τύπου θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις διαφορές των διαδικασιών αποτίμησης που σχετίζονται με τους τύπους των περιουσιακών στοιχείων που κατέχει ο ΟΕΕ. |
(82) | The strict requirements and limitations which have to be complied with when an AIFM intends to delegate the task of carrying out functions are set out in Directive 2011/61/EU. The AIFM remains at all times fully responsible for the proper performance of the delegated tasks and their compliance with Directive 2011/61/EU and its implementing measures. The AIFM should therefore ensure that the delegate performs and applies the quality standards which would be applied by the AIFM itself. Also, if necessary to ensure that delegated functions are performed to a consistently high standard, the AIFM has to be able to terminate the delegation and the delegation arrangement should therefore confer flexible termination rights on the AIFM. The delegation limitations and requirements should apply to the management functions set out in Annex I to Directive 2011/61/EU, whereas supporting tasks like administrative or technical functions assisting the management tasks such as logistical support in the form of cleaning, catering and procurement of basic services or products, should not be deemed to constitute delegation of AIFM functions. Other examples of technical or administrative functions are buying standard software ‘off-the-shelf’ and relying on software providers for ad hoc operational assistance in relation to off-the-shelf systems or providing human resources support such as sourcing of temporary employees or processing of payroll. | (82) | Οι αυστηρές απαιτήσεις και οι αυστηροί περιορισμοί που πρέπει να τηρούνται όταν ένας ΔΟΕΕ προτίθεται να αναθέσει το καθήκον εκτέλεσης λειτουργιών ορίζονται στην οδηγία 2011/61/ΕΕ. Ο ΔΟΕΕ παραμένει πάντοτε υπεύθυνος για την κατάλληλη εκτέλεση των ανατιθέμενων καθηκόντων και της συμμόρφωσής τους με την οδηγία 2011/61/ΕΕ και τα εκτελεστικά της μέτρα. Συνεπώς, ο ΟΔΕΕ θα πρέπει να διασφαλίζει ότι ο ανάδοχος εκπληρώνει και εφαρμόζει τα ποιοτικά πρότυπα τα οποία θα ίσχυαν για τον ίδιο τον ΔΟΕΕ. Επίσης, εάν αυτό είναι απαραίτητο για να διασφαλιστεί η εκτέλεση των ανατιθέμενων λειτουργιών βάσει ενός σταθερά υψηλού προτύπου, ο ΔΟΕΕ οφείλει να είναι σε θέση να καταγγείλει την ανάθεση, και ως εκ τούτου η συμφωνία ανάθεσης θα πρέπει να κατοχυρώνει ευέλικτα δικαιώματα καταγγελίας για τον ΔΟΕΕ. Οι περιορισμοί και απαιτήσεις ανάθεσης θα πρέπει να ισχύουν για τις διαχειριστικές λειτουργίες που ορίζονται στο παράρτημα I της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ενώ η ανάθεση υποστηρικτικών καθηκόντων, όπως διοικητικών ή τεχνικών λειτουργιών που είναι επικουρικές προς τα διαχειριστικά καθήκοντα, όπως η υλικοτεχνική υποστήριξη υπό τη μορφή καθαρισμού, εφοδιασμού τροφίμων και προμήθειας βασικών υπηρεσιών ή προϊόντων, δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι αποτελεί ανάθεση λειτουργών του ΔΟΕΕ. Άλλα παραδείγματα τεχνικών ή διοικητικών λειτουργιών είναι η αγορά πρότυπου λογισμικού διαθέσιμου στο εμπόριο και η εξασφάλιση εξειδικευμένης επιχειρησιακής βοήθειας από παρόχους λογισμικού αναφορικά με συστήματα του εμπορίου ή η παροχή υποστήριξης ανθρώπινου δυναμικού, όπως η εξεύρεση προσωρινών υπαλλήλων ή η διεκπεραίωση της μισθοδοσίας. |
(83) | To ensure a high level of investor protection in addition to the increase of the efficiency of the conduct of the business of the AIFM the entire delegation should be based on objective reasons. When assessing these reasons, competent authorities should consider the structure of the delegation and its impact on the structure of the AIFM and the interaction of the delegated activities with the activities remaining with the AIFM. | (83) | Για τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των επενδυτών, εκτός από την αύξηση της αποδοτικότητας της διενέργειας των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του ΔΟΕΕ, ολόκληρη η ανάθεση θα πρέπει να βασίζεται σε αντικειμενικούς λόγους. Κατά την αξιολόγηση των λόγων αυτών, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να εξετάζουν τη δομή της ανάθεσης και την επίπτωσή της στη δομή του ΔΟΕΕ, καθώς και την αλληλεπίδραση των ανατιθέμενων δραστηριοτήτων με τις δραστηριότητες που εξακολουθεί να εκτελεί ο ΔΟΕΕ. |
(84) | In order to assess whether the person who effectively conducts the business of the delegate is of sufficiently good repute, the person’s conduct of business should be verified as well as whether he has committed offences regarding financial activities. Any other relevant information concerning personal qualities which might adversely affect the person’s conduct of business such as doubts in relation to his honesty and integrity should be considered when assessing the requirement of sufficient good repute. | (84) | Προκειμένου να αξιολογηθεί κατά πόσον το πρόσωπο που εκτελεί ουσιαστικά τις εργασίες του αναδόχου διαθέτει τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας, θα πρέπει να επαληθεύεται η από μέρους του εκτέλεση των εργασιών και θα πρέπει να ελέγχεται αν έχει διαπράξει αδικήματα σχετικά με χρηματοοικονομικές δραστηριότητες. Οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες σχετικές με προσωπικά χαρακτηριστικά που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά την από μέρους του εκτέλεση των εργασιών, λόγου χάρη αμφιβολίες σχετικά με την τιμιότητα και την ακεραιότητά του, θα πρέπει να εξετάζονται κατά την αξιολόγηση της απαίτησης περί των απαιτούμενων εχεγγύων εντιμότητας. |
(85) | Investment companies authorised under Directive 2009/65/EC are not deemed to be undertakings which are authorised or registered for the purposes of asset management and subject to supervision because they are not allowed to engage in activities other than collective portfolio management under that Directive. Similarly, an internally managed AIF should not be deemed to be classified as such an undertaking because it should not engage in activities other than the internal management of the AIF. | (85) | Οι εταιρείες επενδύσεων που έχουν αδειοδοτηθεί βάσει της οδηγίας 2009/65/ΕΚ δεν θεωρούνται επιχειρήσεις που διαθέτουν άδεια ή αναγνώριση για τη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και υπόκεινται σε προληπτική εποπτεία, διότι δεν επιτρέπεται να εμπλέκονται σε δραστηριότητες άλλες πλην της διαχείρισης συλλογικών χαρτοφυλακίων βάσει της εν λόγω οδηγίας. Παρομοίως, ένας εσωτερικά διαχειριζόμενος ΟΕΕ δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι συμπεριλαμβάνεται στις επιχειρήσεις αυτές διότι δεν θα πρέπει να εμπλέκεται σε δραστηριότητες άλλες πλην της εσωτερικής διαχείρισης του ΟΕΕ. |
(86) | Where the delegation concerns portfolio management or risk management, which are the core business of the AIFM and therefore of high relevance with respect to investor protection and systemic risk, in addition to the requirements of Article 20(1)(c) of Directive 2011/61/EU the competent authority of the home Member State of the AIFM and the supervisory authority of the third country undertaking should have concluded a cooperation arrangement based on a written agreement. The arrangement should be in place prior to the delegation. The details of this agreement should take international standards into consideration. | (86) | Όταν η ανάθεση αφορά τη διαχείριση χαρτοφυλακίων ή τη διαχείριση κινδύνων, που αποτελούν τις κεντρικές εργασίες του ΔΟΕΕ και συνεπώς σχετίζονται πάρα πολύ με την προστασία των επενδυτών και τον συστημικό κίνδυνο, εκτός από τις απαιτήσεις του στοιχείου γ) του άρθρου 20 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του ΔΟΕΕ και η εποπτική αρχή της επιχείρησης τρίτης χώρας θα πρέπει να έχουν συνάψει γραπτή συμφωνία συνεργασίας. Η συμφωνία θα πρέπει να τίθεται σε ισχύ πριν γίνει η ανάθεση. Οι λεπτομέρειες της συμφωνίας αυτής θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα διεθνή πρότυπα. |
(87) | Written arrangements should confer on competent authorities the right to carry out on-site inspections, including where they request the third-country supervisory authority of the undertaking, to which functions were delegated, to carry out on-site inspections and where they request permission from the third-country supervisory authority to carry out the inspection themselves, or to accompany staff of the third-country supervisory authority in order to assist them in carrying out on-site inspections. | (87) | Οι γραπτές συμφωνίες θα πρέπει να κατοχυρώνουν το δικαίωμα των αρμόδιων αρχών να εκτελούν επιτόπιους ελέγχους, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων στις οποίες αυτές ζητούν από την εποπτική αρχή της τρίτης χώρας της επιχείρησης στην οποία έχουν ανατεθεί οι λειτουργίες να εκτελεί εκείνη τους επιτόπιους ελέγχους, καθώς και των περιπτώσεων στις οποίες ζητούν άδεια από την εποπτική αρχή της τρίτης χώρας για να εκτελέσουν τον έλεγχο οι ίδιες ή να συνοδεύσουν το προσωπικό της εποπτικής αρχής της τρίτης χώρας για να το βοηθήσουν στην εκτέλεση των επιτόπιων ελέγχων. |
(88) | Based on the obligations laid down in Directive 2011/61/EU, AIFMs should always act in the best interests of the AIFs or the investors in the AIFs they manage. Therefore, delegation should be admissible only if it does not prevent the AIFM from acting or managing the AIF in the best interests of the investors. | (88) | Βάσει των υποχρεώσεων που ορίζονται στην οδηγία 2011/61/ΕΕ, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να ενεργούν πάντα προς το συμφέρον των ΟΕΕ ή όσων επενδύουν στους ΟΕΕ που διαχειρίζονται. Άρα η ανάθεση θα πρέπει να είναι αποδεκτή μόνο υπό την προϋπόθεση ότι δεν παρεμποδίζει τον ΔΟΕΕ στην προσπάθειά του να ενεργεί ή να διαχειρίζεται τον ΟΕΕ προς το συμφέρον των επενδυτών. |
(89) | To maintain a high standard of investor protection possible conflicts of interest have to be taken into account for any delegation. Several criteria should set benchmarks for identifying situations which would result in a material conflict of interest. Those criteria should be understood as non-exhaustive and meaning that non-material conflicts of interest are also relevant for the purposes of Directive 2011/61/EU. Thus, the carrying out of compliance or audit functions should be deemed as conflicting with portfolio management tasks, whereas market making or underwriting should be understood as conflicting with portfolio or risk management. That obligation is without prejudice to the obligation of the delegate to separate functionally and hierarchically the tasks of portfolio and risk management from each other according to the provisions of Article 15 of Directive 2011/61/EU. | (89) | Προκειμένου να διασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας των επενδυτών, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων για κάθε ανάθεση. Θα πρέπει να χρησιμοποιούνται αρκετά κριτήρια που να θέτουν όρια αναφοράς για τον εντοπισμό καταστάσεων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ουσιαστική σύγκρουση συμφερόντων. Τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να νοούνται ως μη εξαντλητικά και ωσάν να υποδηλώνουν ότι οι επουσιώδεις συγκρούσεις συμφερόντων είναι επίσης συναφείς βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. Συνεπώς, η εκτέλεση λειτουργιών συμμόρφωσης ή ελέγχου θα πρέπει να θεωρείται ότι συγκρούεται με τα καθήκοντα διαχείρισης χαρτοφυλακίων, ενώ η ειδική διαπραγμάτευση (market making) ή η αναδοχή θα πρέπει να νοείται ότι συγκρούεται με τη διαχείριση χαρτοφυλακίων ή κινδύνων. Η υποχρέωση αυτή ισχύει με την επιφύλαξη της υποχρέωσης του αναδόχου να διαχωρίζει λειτουργικά και ιεραρχικά μεταξύ τους τα καθήκοντα διαχείρισης χαρτοφυλακίων και κινδύνων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
(90) | The requirements applying to the delegation of the task of carrying out functions on behalf of the AIFM should apply mutatis mutandis where the delegate sub-delegates any of the functions delegated to it and also in the case of any further sub-delegation. | (90) | Οι απαιτήσεις που ισχύουν για την ανάθεση του καθήκοντος εκτέλεσης λειτουργιών για λογαριασμό του ΔΟΕΕ θα πρέπει να ισχύει αναλογικά όταν ο ανάδοχος αναθέτει περαιτέρω οποιαδήποτε από τις λειτουργίες που του έχουν ανατεθεί, καθώς και στην περίπτωση οποιασδήποτε επόμενης περαιτέρω ανάθεσης. |
(91) | To ensure that in any event the AIFM performs investment management functions, the AIFM should not delegate its functions to the extent that, in essence, it can no longer be considered to be the manager of the AIF and to the extent that it becomes a letter-box entity. The AIFM should at all times keep sufficient resources to supervise the delegated functions efficiently. The AIFM has to perform itself investment management functions, to have the necessary expertise and resources, to keep the power to take decisions which fall under senior management responsibility and to perform senior management functions, which could include implementation of the general investment policy and investment strategies. | (91) | Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι σε κάθε περίπτωση ο ΔΟΕΕ είναι αυτός που εκτελεί τις λειτουργίες διαχείρισης επενδύσεων, ο ΔΟΕΕ δεν θα πρέπει να αναθέτει τις λειτουργίες του σε τέτοια έκταση ώστε, κατ’ ουσίαν, να μην μπορεί πλέον να θεωρείται ο διαχειριστής του ΟΕΕ και σε τέτοιο βαθμό ώστε να μετατρέπεται σε οντότητα-γραμματοθυρίδα. Ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να διατηρεί πάντοτε επαρκείς πόρους προκειμένου να εποπτεύει αποτελεσματικά τις ανατιθέμενες λειτουργίες. Ο ΔΟΕΕ οφείλει να εκτελεί ο ίδιος τις λειτουργίες διαχείρισης επενδύσεων, να διαθέτει την απαραίτητη εμπειρογνωμοσύνη και τους απαραίτητους πόρους, να διατηρεί την εξουσία λήψης αποφάσεων που εμπίπτουν στην ευθύνη των ανώτερων διοικητικών στελεχών, καθώς και να εκτελεί τις λειτουργίες των ανώτερων διοικητικών στελεχών, οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν υλοποίηση της γενικής επενδυτικής πολιτικής και των επενδυτικών στρατηγικών. |
(92) | The assessment of a delegation structure is a complex exercise that has to be based on a series of criteria in order for the competent authorities to form their judgement. The combination is necessary to take into account the variety of fund structures and investment strategies across the Union. ESMA may develop guidelines to ensure a consistent assessment of delegation structures across the Union. | (92) | Η αξιολόγηση της δομής ανάθεσης είναι πολύπλοκη διαδικασία, που πρέπει να βασίζεται σε μια σειρά κριτηρίων προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να διαμορφώσουν την κρίση τους. Είναι αναγκαίο να γίνεται συνδυασμός, ώστε να λαμβάνεται υπόψη η ποικιλία δομών των οργανισμών και επενδυτικών στρατηγικών σε ολόκληρη την Ένωση. Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να επεξεργαστεί κατευθυντήριες γραμμές ώστε να διασφαλιστεί συνεπής τρόπος αξιολόγησης των δομών ανάθεσης σε ολόκληρη την Ένωση. |
(93) | The Commission shall monitor how the criteria are applied and their impact on the markets. The Commission shall review the situation after two years and, should it prove necessary, shall take appropriate measures to further specify the conditions under which the AIFM shall be deemed to have delegated its functions to such an extent that it becomes a letter box entity and can no longer be considered to be the manager of the AIF. | (93) | Η Επιτροπή θα παρακολουθήσει πώς εφαρμόζονται τα κριτήρια και ποιος είναι ο αντίκτυπός τους στις αγορές. Η Επιτροπή θα επανεξετάσει την κατάσταση μετά την πάροδο διετίας και, αν καταστεί αναγκαίο, θα λάβει ενδεδειγμένα μέτρα προκειμένου να διευκρινίσει περαιτέρω υπό ποιες προϋποθέσεις θα θεωρείται ότι ο ΔΟΕΕ έχει αναθέσει τις λειτουργίες του σε τέτοιο βαθμό ώστε να μετατρέπεται σε οντότητα-γραμματοθυρίδα και να μην μπορεί πλέον να θεωρείται ο διαχειριστής του ΟΕΕ. |
(94) | Directive 2011/61/EU lays down an extensive set of requirements regarding the depositary of an AIF in order to ensure a high standard of investor protection. The respective concrete rights and obligations of the depositary, the AIFM and, as the case may be, or the AIF and third parties should therefore be set out clearly. The written contract should comprise all details necessary for the appropriate safe-keeping of all the AIF’s assets by the depositary or a third party to whom safe-keeping functions are delegated in accordance with Directive 2011/61/EU and for the depositary to properly fulfil its oversight and control functions. In order to allow the depositary to assess and monitor custody risk, the contract should provide sufficient detail on the categories of assets in which the AIF may invest and cover the geographical regions in which the AIF plans to invest. The contract should also contain details of an escalation procedure. Thus, the depositary should alert the AIFM to any material risk identified in a particular market’s settlement system. With respect to the termination of the contract, it should reflect the fact that the termination of the contract is the depositary’s last resort if it is not satisfied that the assets are sufficiently protected. It should also prevent moral hazard whereby the AIFM would make investment decisions irrespective of custody risks on the basis that the depositary would be liable in most cases. In order to maintain a high standard of investor protection, the requirement laying down the details for the monitoring of third parties should be applied in relation to the whole custody chain. | (94) | Η οδηγία 2011/61/ΕΕ ορίζει μια διευρυμένη δέσμη απαιτήσεων αναφορικά με τον θεματοφύλακα ενός ΟΕΕ με σκοπό τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των επενδυτών. Συνεπώς, θα πρέπει να καθορίζονται σαφώς τα αντίστοιχα συγκεκριμένα δικαιώματα και οι αντίστοιχες συγκεκριμένες υποχρεώσεις του θεματοφύλακα, του ΔΟΕΕ και, κατά περίπτωση, του ΟΕΕ και τρίτων. Η γραπτή σύμβαση θα πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για τη δέουσα φύλαξη όλων των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ από τον θεματοφύλακα ή το τρίτο πρόσωπο στο οποίο έχουν ανατεθεί λειτουργίες φύλαξης βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και για τη δέουσα εκπλήρωση των εποπτικών και ελεγκτικών λειτουργιών του θεματοφύλακα. Προκειμένου να είναι ο θεματοφύλακας σε θέση να αξιολογεί και να παρακολουθεί τον κίνδυνο θεματοφυλακής, η σύμβαση θα πρέπει να παρέχει επαρκείς λεπτομέρειες σχετικά με τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων στα οποία μπορεί να επενδύσει ο ΟΕΕ και να καλύπτει τις γεωγραφικές περιοχές στις οποίες σχεδιάζει να επενδύσει ο ΟΕΕ. Η σύμβαση θα πρέπει επίσης να περιέχει στοιχεία σχετικά με μια διαδικασία κλιμάκωσης. Άρα ο θεματοφύλακας θα πρέπει να ενημερώνει τον ΔΟΕΕ για οποιονδήποτε ουσιώδη κίνδυνο που εντοπίζεται στο σύστημα διακανονισμού μιας συγκεκριμένης αγοράς. Αναφορικά με την καταγγελία της σύμβασης, θα πρέπει να αντικατοπτρίζεται το γεγονός ότι η καταγγελία της σύμβασης είναι η ύστατη λύση για τον θεματοφύλακα σε περίπτωση που κρίνει ότι τα περιουσιακά στοιχεία δεν προστατεύονται επαρκώς. Θα πρέπει επίσης να προλαμβάνει τον ηθικό κίνδυνο σε περίπτωση που ο ΔΟΕΕ λάβει επενδυτικές αποφάσεις αγνοώντας τους κινδύνους θεματοφυλακής σκεπτόμενος ότι στις περισσότερες περιπτώσεις θα ήταν υπεύθυνος ο θεματοφύλακας. Για τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των επενδυτών, η απαίτηση που ορίζει τις λεπτομέρειες σχετικά με την παρακολούθηση τρίτων θα πρέπει να ισχύει σε σχέση με ολόκληρη την αλυσίδα της θεματοφυλακής. |
(95) | A depositary established in a third country should be subject to public prudential regulation and to prudential supervision performed by a supervisory authority which is competent for ongoing supervision, undertaking investigations and imposing sanctions. Where that supervision of the depositary involves multiple supervisory authorities, one supervisory authority should act as the contact point for the purposes of Directive 2011/61/EU and all delegated and implementing measures adopted pursuant to it. | (95) | Θεματοφύλακας εγκαταστημένος σε τρίτη χώρα θα πρέπει να υπόκειται σε δημόσια προληπτική ρύθμιση και σε προληπτική εποπτεία διενεργούμενη από εποπτική αρχή η οποία έχει την αρμοδιότητα να ασκεί διαρκή εποπτεία, να διενεργεί έρευνες σε επιχειρήσεις και να επιβάλλει κυρώσεις. Όταν η εν λόγω εποπτεία του θεματοφύλακα περιλαμβάνει αρκετές εποπτικές αρχές, μία εποπτική αρχή θα πρέπει να ενεργεί ως σημείο επαφής βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και όλων των κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών μέτρων που λαμβάνονται επί τη βάσει της. |
(96) | The assessment of the law of the third country according to Article 21(6) last subparagraph of Directive 2011/61/EU should be made by the European Commission by comparing the authorisation criteria and the ongoing operating conditions applicable to the depositary in the third country with the corresponding requirements applicable under Union law to credit institutions and, as the case may be, or to investment firms for access to the depositary business and performance of the depositary functions, with a view to ascertaining whether the local criteria have the same effect as those established under Union law. A depositary which is subject to prudential oversight and licensed in the third country under a local category other than a credit institution or an investment firm may be assessed by the European Commission with a view to ascertaining whether the relevant provisions of the law of the third country have the same effect as those established by the law of the Union for credit institutions and, as the case may be, or for investment firms. | (96) | Η αξιολόγηση του δικαίου της τρίτης χώρας βάσει του τελευταίου εδαφίου του άρθρου 21 παράγραφος 6 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ θα πρέπει να διενεργείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μέσω σύγκρισης των κριτηρίων αδειοδότησης και των διαρκών όρων λειτουργίας που ισχύουν για τον θεματοφύλακα στην τρίτη χώρα με τις αντίστοιχες απαιτήσεις που ισχύουν βάσει του ενωσιακού δικαίου για τα πιστωτικά ιδρύματα και, κατά περίπτωση, ή για τις επιχειρήσεις επενδύσεων, προκειμένου να έχουν πρόσβαση σε εργασίες θεματοφυλακής και στην εκτέλεση λειτουργιών θεματοφύλακα, με σκοπό να επιβεβαιώνεται αν τα τοπικά κριτήρια έχουν το ίδιο αποτέλεσμα με εκείνα που ισχύουν βάσει του ενωσιακού δικαίου. Θεματοφύλακας που υπόκειται σε προληπτική εποπτεία και έχει αδειοδοτηθεί σε τρίτη χώρα στο πλαίσιο κάποιας τοπικής κατηγορίας διαφορετικής από εκείνη του πιστωτικού ιδρύματος ή της επιχείρησης επενδύσεων μπορεί να αξιολογηθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προκειμένου να επιβεβαιωθεί εάν οι σχετικές νομικές διατάξεις της τρίτης χώρας έχουν το ίδιο αποτέλεσμα με εκείνες που ισχύουν βάσει του ενωσιακού δικαίου για τα πιστωτικά ιδρύματα και, κατά περίπτωση, ή για τις επιχειρήσεις επενδύσεων. |
(97) | In order for the depositary to have a clear overview of all inflows and outflows of cash of the AIF in all instances, the AIFM should ensure that the depositary receives without undue delay accurate information related to all cash flows, including from any third party with which an AIF’s cash account is opened. | (97) | Προκειμένου να έχει ο θεματοφύλακας σαφή εικόνα όλων των ταμειακών εισροών και εκροών του ΟΕΕ ανά πάσα στιγμή, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να διασφαλίζει ότι ο θεματοφύλακας λαμβάνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση ακριβή στοιχεία σχετικά με όλες τις ταμειακές ροές, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που προέρχονται από οποιονδήποτε τρίτον με τις οποίες ανοίγεται λογαριασμός μετρητών του ΟΕΕ. |
(98) | In order for the AIF’s cash flows to be properly monitored the depositary’s obligation consists of making sure that there are procedures in place and effectively implemented to appropriately monitor the AIF’s cash flows and that these procedures are periodically reviewed. In particular, the depositary should look into the reconciliation procedure to satisfy itself that the procedure is suitable for the AIF and performed at appropriate intervals taking into account the nature, scale and complexity of the AIF. Such a procedure should for example compare one by one each cash flow as reported in the bank account statements with the cash flows recorded in the AIF’s accounts. Where reconciliations are performed on a daily basis as for most open-ended AIFs, the depositary should perform its reconciliation also on a daily basis. The depositary should in particular monitor the discrepancies highlighted by the reconciliation procedures and the corrective measures taken in order to notify without undue delay the AIFM of any anomaly which has not been remedied and to conduct a full review of the reconciliation procedures. Such a review should be performed at least once a year. The depositary should also identify on a timely basis significant cash flows and in particular those which could be inconsistent with the AIF’s operations, such as changes in positions in AIF’s assets or subscriptions and redemptions, and it should receive periodically cash account statements and check the consistency of its own records of cash positions with those of the AIFM. The depositary should keep its record up to date in accordance with Article 21(8)(b) of Directive 2011/61/EU. | (98) | Προκειμένου να παρακολουθούνται δεόντως οι ταμειακές ροές του ΟΕΕ, αποτελεί υποχρέωση του θεματοφύλακα να βεβαιώνεται για την ύπαρξη και την αποδοτική υλοποίηση διαδικασιών αποτελεσματικής παρακολούθησης των ταμειακών ροών του ΟΕΕ, καθώς και για το κατά πόσον αυτές οι διαδικασίες επανεξετάζονται περιοδικά. Συγκεκριμένα, ο θεματοφύλακας θα πρέπει να εξετάζει τη διαδικασία ελέγχου προκειμένου να βεβαιωθεί ότι είναι κατάλληλη για τον ΟΕΕ και εκτελείται ανά ενδεδειγμένα διαστήματα, λαμβανομένης υπόψη της φύσης, της κλίμακας και της πολυπλοκότητας του ΟΕΕ. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει, για παράδειγμα, να συγκρίνει, μία προς μία, τις ταμειακές ροές που αναφέρονται στα καταστάσεις κίνησης τραπεζικού λογαριασμού με τις ταμειακές ροές που καταγράφονται στους λογαριασμούς του ΟΕΕ. Όταν διενεργούνται έλεγχοι σε καθημερινή βάση, όπως συμβαίνει για τους περισσότερους ΟΕΕ ανοιχτού τύπου, και ο θεματοφύλακας θα πρέπει να διενεργεί τους ελέγχους του σε καθημερινή βάση. Ο θεματοφύλακας θα πρέπει ιδίως να παρακολουθεί τις αναντιστοιχίες που εντοπίζουν οι διαδικασίες επαλήθευσης και τα διορθωτικά μέτρα που λαμβάνονται προκειμένου να ειδοποιεί χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση τον ΔΟΕΕ για οποιαδήποτε παρατυπία που δεν έχει διορθωθεί και να διενεργεί πλήρη επανεξέταση των διαδικασιών ελέγχου. Αυτή η επανεξέταση θα πρέπει να διενεργείται τουλάχιστον μία φορά το έτος. Ο θεματοφύλακας θα πρέπει επίσης να εντοπίζει έγκαιρα τις σημαντικές ταμειακές ροές, ιδίως δε εκείνες που ενδεχομένως δεν συνάδουν με τις εργασίες του ΟΕΕ, όπως αλλαγές στις θέσεις των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ ή στις διαθέσεις και εξοφλήσεις, και θα πρέπει να λαμβάνει περιοδικά καταστάσεις κίνησης λογαριασμού μετρητών και να ελέγχει κατά πόσον συνάδουν τα δικά του αρχεία ταμειακών θέσεων με εκείνα του ΔΟΕΕ. Ο θεματοφύλακας θα πρέπει να τηρεί το αρχείο του επικαιροποιημένο βάσει του στοιχείου β) του άρθρου 21 παράγραφος 8 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
(99) | The depositary has to ensure that all payments made by or on behalf of investors upon the subscription of shares or units of an AIF have been received and booked in one or more cash accounts in accordance with Directive 2011/61/EU. The AIFM should therefore ensure that the depositary is provided with the relevant information it needs to properly monitor the receipt of investors’ payments. The AIFM has to ensure that the depositary obtains this information without undue delay when the third party receives an order to redeem or issue shares or units of an AIF. The information should therefore be transmitted at the close of the business day from the entity which is responsible for the subscription and redemption of shares or units of an AIF to the depositary in order to avoid any misuse of investors’ payments. | (99) | Ο θεματοφύλακας οφείλει να διασφαλίζει ότι όλες οι πληρωμές που πραγματοποιούνται από επενδυτές ή για λογαριασμό επενδυτών κατά την εγγραφή μεριδίων ή μετοχών ενός ΟΕΕ έχουν εισπραχθεί και καταλογιστεί σε έναν ή περισσότερους λογαριασμούς μετρητών βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. Συνεπώς, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να διασφαλίζει ότι παρέχονται στον θεματοφύλακα οι σχετικές πληροφορίες που του είναι απαραίτητες για να παρακολουθεί δεόντως την είσπραξη των πληρωμών των επενδυτών. Ο ΔΟΕΕ οφείλει να διασφαλίζει ότι ο θεματοφύλακας λαμβάνει αυτές τις πληροφορίες χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση όταν το τρίτο πρόσωπο λαμβάνει εντολή εξόφλησης ή έκδοσης μεριδίων ή μετοχών ενός ΟΕΕ. Άρα οι πληροφορίες θα πρέπει να μεταβιβάζονται στον θεματοφύλακα στο τέλος της εργάσιμης ημέρας από την οντότητα που ευθύνεται για την εγγραφή και εξόφληση μεριδίων ή μετοχών ενός ΟΕΕ, προκειμένου να αποφεύγεται οποιαδήποτε κατάχρηση των πληρωμών των επενδυτών. |
(100) | Depending on the type of assets to be safe-kept, assets are either to be held in custody, as with financial instruments which can be registered in a financial instruments account, or which can be physically delivered to the depositary in accordance with Directive 2011/61/EU, or to be subject to ownership verification and record-keeping. The depositary should hold in custody all financial instruments of the AIF or of the AIFM acting on behalf of the AIF that could be registered or held in an account directly or indirectly in the name of the depositary or a third party to whom custody functions are delegated, notably at the level of the central securities depositary. In addition to these situations those financial instruments are to be held in custody that are only directly registered with the issuer itself or its agent in the name of the depositary or a third party to whom custody functions are delegated. Those financial instruments that in accordance with applicable national law are only registered in the name of the AIF with the issuer or its agent, such as investments in non-listed companies by private equity and venture capital funds, should not be held in custody. All financial instruments which could be physically delivered to the depositary should be held in custody. Provided that the conditions on which financial instruments are to be held in custody are fulfilled, financial instruments which are provided as collateral to a third party or are provided by a third party for the benefit of the AIF have to be held in custody too by the depositary itself or by a third party to whom custody functions are delegated as long as they are owned by the AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF. Also, financial instruments owned by the AIF or by the AIFM on behalf of the AIF, for which the AIF, or the AIFM on behalf of the AIF, has given its consent to re-use by the depositary, remain in custody as long as the right of re-use has not been exercised. | (100) | Ανάλογα με το είδος των προς φύλαξη περιουσιακών στοιχείων, τα περιουσιακά στοιχεία πρέπει είτε να τελούν υπό θεματοφυλακή, πράγμα που ισχύει για τα χρηματοοικονομικά μέσα που μπορούν να καταχωριστούν σε λογαριασμό χρηματοοικονομικών μέσων ή μπορούν να παραδοθούν ενσωμάτως στον θεματοφύλακα βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, είτε να τεθούν υπό επαλήθευση κυριότητας και τήρηση αρχείων. Ο θεματοφύλακας θα πρέπει να τηρεί υπό θεματοφυλακή όλα τα χρηματοοικονομικά μέσα του ΟΕΕ ή του ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ τα οποία μπορούν να καταχωριστούν ή να τηρηθούν σε λογαριασμό άμεσα ή έμμεσα στο όνομα του θεματοφύλακα ή τρίτου προσώπου στο οποίο έχουν ανατεθεί οι λειτουργίες θεματοφύλακα, ιδίως στο επίπεδο του κεντρικού αποθετηρίου. Εκτός από αυτές τις περιπτώσεις, πρέπει να τηρούνται υπό θεματοφυλακή εκείνα τα χρηματοοικονομικά μέσα που είναι μόνο άμεσα καταχωρισμένα στον ίδιο τον εκδότη ή στον εντολοδόχο του στο όνομα του θεματοφύλακα ή τρίτου προσώπου στο οποίο έχουν ανατεθεί οι λειτουργίες θεματοφύλακα. Τα χρηματοοικονομικά μέσα τα οποία, σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, είναι μόνο καταχωρισμένα στον εκδότη ή στον εντολοδόχο του, στο όνομα του ΟΕΕ, όπως επενδύσεις σε μη εισηγμένες εταιρείες από οργανισμούς που επενδύουν σε μετοχές μη διαπραγματεύσιμες ή σε επιχειρηματικά κεφάλαια, δεν θα πρέπει να τελούν υπό θεματοφυλακή. Όλα τα χρηματοοικονομικά μέσα που μπορούν να παραδοθούν ενσωμάτως στον θεματοφύλακα θα πρέπει να τηρούνται υπό θεματοφυλακή. Υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι όροι βάσει των οποίων τα χρηματοοικονομικά μέσα πρέπει να τηρούνται υπό θεματοφυλακή, τα χρηματοοικονομικά μέσα που παρέχονται ως ασφάλεια σε τρίτον ή παρέχονται από τον τρίτον προς όφελος του ΟΕΕ πρέπει να τηρούνται και αυτά υπό θεματοφυλακή από τον ίδιο τον θεματοφύλακα ή από τρίτο πρόσωπο στο οποίο έχουν ανατεθεί οι λειτουργίες θεματοφύλακα για όσο διάστημα αυτά ανήκουν στον ΟΕΕ ή στον ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ. Επίσης, τα χρηματοοικονομικά μέσα που ανήκουν στον ΟΕΕ ή στον ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ, για τα οποία ο ΟΕΕ, ή ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ, έχει δώσει τη συγκατάθεσή του προκειμένου να επαναχρησιμοποιηθούν από τον θεματοφύλακα, παραμένουν υπό θεματοφυλακή για όσο διάστημα δεν ασκείται το δικαίωμα επαναχρησιμοποίησης. |
(101) | Financial instruments which are held in custody should be subject to due care and protection at all times. To ensure that the custody risk is properly assessed, in exercising due care, the depositary should in particular know which third parties constitute the custody chain, ensure that the due-diligence and segregation obligations have been maintained throughout the whole custody chain, ensure that it has an appropriate right of access to the books and records of third parties to whom custody functions are delegated, ensure compliance with these requirements, document all of these duties and make these documents available to and report to the AIFM. | (101) | Τα χρηματοοικονομικά μέσα που τηρούνται υπό θεματοφυλακή θα πρέπει να τελούν διαρκώς υπό δέουσα φροντίδα και προστασία. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ενδεδειγμένη αξιολόγηση του κινδύνου θεματοφυλακής, κατά την άσκηση δέουσας φροντίδας, ο θεματοφύλακας θα πρέπει να γνωρίζει συγκεκριμένα ποιοι τρίτοι αποτελούν την αλυσίδα της θεματοφυλακής, να διασφαλίζει ότι τηρούνται οι υποχρεώσεις περί δέουσας επιμέλειας και διαχωρισμού σε όλο το εύρος της αλυσίδας της θεματοφυλακής, να διασφαλίζει ότι έχει το ενδεδειγμένο δικαίωμα πρόσβασης στα βιβλία και αρχεία των τρίτων προσώπων στα οποία έχουν ανατεθεί οι λειτουργίες θεματοφύλακα, να διασφαλίζει τη συμμόρφωση με τις εν λόγω απαιτήσεις, να τεκμηριώνει όλα τα εν λόγω τα καθήκοντα και να θέτει τα εν λόγω έγγραφα στη διάθεση του ΔΟΕΕ, καθώς και να υποβάλλει εκθέσεις στον ΔΟΕΕ. |
(102) | In order to avoid circumvention of the requirements of Directive 2011/61/EU, the depositary should apply the safe-keeping duties to the underlying assets of financial structures and, as the case may be, or legal structures controlled directly or indirectly by the AIF or by the AIFM acting on behalf of the AIF. That look-through provision should not apply to funds of funds or master-feeder structures provided they have a depositary which safe-keeps the fund’s assets appropriately. | (102) | Προκειμένου να αποφεύγεται η παράκαμψη των απαιτήσεων της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ο θεματοφύλακας θα πρέπει να εφαρμόζει τα καθήκοντα φύλαξης στα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία των χρηματοοικονομικών δομών και, κατά περίπτωση, ή των νομικών δομών που ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από τον ΟΕΕ ή από τον ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ. Αυτή η διάταξη περί κατ’ επέκταση εφαρμογής στα υποκείμενα στοιχεία δεν θα πρέπει να ισχύει για οργανισμούς που επενδύουν σε άλλους οργανισμούς (funds of funds) ή δομές κύριου-τροφοδοτικού (master-feeder structures), υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει θεματοφύλακας που φυλάσσει τα περιουσιακά στοιχεία των οργανισμών αυτών με τον δέοντα τρόπο. |
(103) | The depositary should at all times have a comprehensive overview of all assets that are not financial instruments to be held in custody. Those assets would be subject to the obligation to verify the ownership and maintain a record under Directive 2011/61/EU. Examples of such assets are physical assets which do not qualify as financial instruments under Directive 2011/61/EU or could not be physically delivered to the depositary, financial contracts such as derivatives, cash deposits or investments in privately held companies and interests in partnerships. | (103) | Ο θεματοφύλακας θα πρέπει να έχει πάντα πλήρη εικόνα όλων των περιουσιακών στοιχείων τα οποία δεν είναι χρηματοοικονομικά μέσα που πρέπει να τελούν υπό θεματοφυλακή. Αυτά τα περιουσιακά στοιχεία υπόκεινται στην υποχρέωση επαλήθευσης κυριότητας και τήρησης αρχείων βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. Παραδείγματα τέτοιων περιουσιακών στοιχείων είναι τα ενσώματα περιουσιακά στοιχεία που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν χρηματοοικονομικά μέσα βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ ή δεν θα μπορούσαν να παραδοθούν ενσωμάτως στον θεματοφύλακα, οι χρηματοπιστωτικές συμβάσεις όπως τα παράγωγα, οι καταθέσεις μετρητών ή οι επενδύσεις σε εταιρείες του ιδιωτικού τομέα και τα συμφέροντα σε συνεταιρισμούς. |
(104) | To achieve a sufficient degree of certainty that the AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF is indeed the owner of the assets, the depositary should make sure it receives all information it deems necessary to be satisfied that the AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF holds the ownership right over the asset. That information could be a copy of an official document evidencing that the AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF is the owner of the asset or any formal and reliable evidence that the depositary considers appropriate. If necessary, the depositary should request additional evidence from the AIF or the AIFM or as the case may be from a third party. | (104) | Προκειμένου να διασφαλίσει με επαρκή βεβαιότητα ότι ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ είναι πράγματι ο ιδιοκτήτης των περιουσιακών στοιχείων, ο θεματοφύλακας θα πρέπει να βεβαιωθεί ότι λαμβάνει όλα τα στοιχεία που θεωρεί απαραίτητα προκειμένου να πειστεί ότι ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ κατέχει τα δικαιώματα κυριότητας επί των περιουσιακών στοιχείων. Αυτά τα στοιχεία θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν ένα επίσημο έγγραφο που αποδεικνύει ότι ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ είναι ο ιδιοκτήτης του περιουσιακού στοιχείου ή οποιοδήποτε επίσημο και αξιόπιστο αποδεικτικό στοιχείο που ο θεματοφύλακας θεωρεί κατάλληλο. Εάν είναι απαραίτητο, ο θεματοφύλακας θα πρέπει ζητήσει πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία από τον ΟΕΕ ή τον ΔΟΕΕ ή, κατά περίπτωση, από κάποιον τρίτον. |
(105) | The depositary should keep a record of all assets for which it is satisfied that the AIF holds ownership. It may set up a procedure to receive information from third parties, whereby procedures which ensure that the assets could not be transferred without the depositary or the third party to whom safe-keeping functions are delegated having been informed of such transactions may be feasible in the case of AIFs with infrequent transactions and, as the case may be, or transactions which are subject to pre-settlement negotiation. The requirement to have access to documentary evidence of each transaction from a third party could be appropriate for AIFs with more frequent portfolio trading, such as investments in listed derivatives. | (105) | Ο θεματοφύλακας θα πρέπει να τηρεί αρχείο όλων των περιουσιακών στοιχείων για τα οποία έχει πειστεί ότι ο ΟΕΕ κατέχει την κυριότητα. Μπορεί να θεσπίσει μια διαδικασία λήψης στοιχείων από τρίτους, όταν είναι εφικτές διαδικασίες που διασφαλίζουν ότι τα περιουσιακά στοιχεία δεν θα μπορούν να μεταβιβαστούν χωρίς να ενημερωθεί για τις σχετικές συναλλαγές ο θεματοφύλακας ή το τρίτο πρόσωπο στο οποίο έχουν ανατεθεί οι λειτουργίες φύλαξης όταν πρόκειται για ΟΕΕ με μικρή συχνότητα συναλλαγών και, κατά περίπτωση, με συναλλαγές που υπόκεινται σε διαπραγμάτευση πριν από τον διακανονισμό. Οι απαιτήσεις για διασφάλιση πρόσβασης σε αποδεικτικά έγγραφα για κάθε συναλλαγή προερχόμενα από τρίτο πρόσωπο θα μπορούσε να ενδείκνυται για ΟΕΕ με πιο συχνό χαρτοφυλάκιο συναλλαγών, όπως επενδύσεις σε εισηγμένα παράγωγα. |
(106) | In order to ensure that the depositary is able to conduct its duties, it is necessary to clarify the tasks provided for in Article 21(9) of Directive 2011/61/EU, and in particular the second layer controls to be undertaken by the depositary. Such tasks should not prevent the depositary from conducting ex-ante verifications where it deems appropriate, and in agreement with the AIFM. In order to ensure that it is able to conduct its duties, the depositary should establish its own escalation procedure to address situations where irregularities have been detected. That procedure should ensure the notification of competent authorities of any material breaches. The oversight responsibilities of the depositary towards third parties specified by this Regulation are without prejudice to the responsibilities incumbent on the AIFM under Directive 2011/61/EU. | (106) | Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο θεματοφύλακας θα είναι σε θέση να εκτελεί τις ευθύνες του, είναι απαραίτητο να αποσαφηνιστούν τα καθήκοντα που προβλέπονται στο άρθρο 21 παράγραφος 9 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ιδίως δε οι έλεγχοι δευτέρου επιπέδου που πρέπει να διενεργεί ο θεματοφύλακας. Τα καθήκοντα αυτά δεν θα πρέπει να παρεμποδίζουν τον θεματοφύλακα από την εκτέλεση εκ των προτέρων επαληθεύσεων, όταν το κρίνει απαραίτητο και σε συμφωνία με τον ΔΟΕΕ. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι θα είναι σε θέση να εκτελεί τις ευθύνες του, ο θεματοφύλακας θα πρέπει να θεσπίσει τη δική του διαδικασία κλιμάκωσης για τον χειρισμό περιπτώσεων στις οποίες εντοπίζονται παρατυπίες. Η εν λόγω διαδικασία θα πρέπει να διασφαλίζει την κοινοποίηση οποιωνδήποτε ουσιαστικών παραβιάσεων στις αρμόδιες αρχές. Οι εποπτικές ευθύνες του θεματοφύλακα έναντι τρίτων, οι οποίες εξειδικεύονται με τον παρόντα κανονισμό, θα ισχύουν με την επιφύλαξη των ευθυνών που επιβάλλονται στον ΔΟΕΕ βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
(107) | The depositary should check the consistency between the number of units or shares issued and the subscription proceeds received. Moreover, to ensure that payments made by investors upon subscription have been received, the depositary should further ensure that another reconciliation is conducted between the subscription orders and the subscription proceeds. The same reconciliation should be performed with regard to redemption orders. The depositary should also verify that the number of units or shares in the AIF’s accounts matches the number of outstanding units or shares in the AIF’s register. The depositary should adapt its procedures accordingly, taking into account the frequency of subscriptions and redemptions. | (107) | Ο θεματοφύλακας θα πρέπει να ελέγχει τη συνέπεια μεταξύ του αριθμού των εκδιδόμενων μετοχών ή μεριδίων και των εισπραττόμενων εσόδων εγγραφής. Επιπλέον, προκειμένου να διασφαλιστεί η είσπραξη των πληρωμών από επενδυτές κατά την εγγραφή, ο θεματοφύλακας θα πρέπει επίσης να διασφαλίζει τη διενέργεια και άλλου ελέγχου μεταξύ των εντολών εγγραφής και των εσόδων εγγραφής. Ο ίδιος έλεγχος θα πρέπει να εκτελείται αναφορικά με τις εντολές εξόφλησης. Ο θεματοφύλακας θα πρέπει επίσης να επαληθεύει ότι ο αριθμός μετοχών ή μεριδίων που περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς του ΟΕΕ ταιριάζει με τον αριθμό των μετοχών ή μεριδίων σε κυκλοφορία που περιλαμβάνονται στο μητρώο του ΟΕΕ. Ο θεματοφύλακας θα πρέπει να προσαρμόζει τις διαδικασίες του ανάλογα, λαμβάνοντας υπόψη τη συχνότητα των εγγραφών και εξοφλήσεων. |
(108) | The depositary should take all necessary steps to ensure that appropriate valuation policies and procedures for the assets of the AIF are effectively implemented, through the performance of sample checks or by comparing the consistency of the change in the NAV calculation over time with that of a benchmark. When setting up its procedures, the depositary should have a clear understanding of the valuation methodologies used by the AIFM or the external valuer to value the AIF’s assets. The frequency of such checks should be consistent with the frequency of the AIF’s asset valuation. | (108) | Ο θεματοφύλακας θα πρέπει να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίσει την αποτελεσματική υλοποίηση ενδεδειγμένων πολιτικών και διαδικασιών αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ, μέσω διενέργειας δειγματοληπτικών ελέγχων ή μέσω σύγκρισης της συνοχής της αλλαγής του υπολογισμού της καθαρής αξίας ενεργητικού με την πάροδο του χρόνου έναντι εκείνης ενός ορίου αναφοράς. Κατά την καθιέρωση των διαδικασιών του, ο θεματοφύλακας θα πρέπει να κατανοεί σαφώς τις μεθοδολογίες αποτίμησης που χρησιμοποιεί ο ΔΟΕΕ ή ο εξωτερικός εκτιμητής για την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ. Η συχνότητα των εν λόγω ελέγχων θα πρέπει να συνάδει με τη συχνότητα αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ. |
(109) | By virtue of its obligation of oversight under Directive 2011/61/EU, the depositary should set up a procedure to verify on an ex-post basis the AIF’s compliance with applicable law and regulations and its rules and instruments of incorporation. This covers areas such as checking that the AIF’s investments are consistent with its investment strategies as described in the AIF’s rules and offering documents and ensuring that the AIF does not breach its investment restrictions, if any. The depositary should monitor the AIF’s transactions and investigate any unusual transactions. If the limits or restrictions set out in the applicable national law or regulations or the AIF rules and instruments of incorporation are breached, the depositary should, for example, obtain an instruction from the AIFM to reverse the transaction that was in breach at its own costs. This Regulation does not prevent the depositary from adopting an ex ante approach where it deems it appropriate and in agreement with the AIFM. | (109) | Βάσει της υποχρέωσης εποπτείας που τον βαρύνει σύμφωνα με την οδηγία 2011/61/ΕΕ, ο θεματοφύλακας θα πρέπει να θεσπίσει μια διαδικασία εκ των υστέρων επαλήθευσης της συμμόρφωσης του ΟΕΕ με τους ισχύοντες νόμους και κανόνες, καθώς και με τον κανονισμό και τα καταστατικά έγγραφά του. Αυτή καλύπτει τομείς όπως ο έλεγχος του κατά πόσον οι επενδύσεις του ΟΕΕ συνάδουν με τις επενδυτικές στρατηγικές του, οι οποίες περιγράφονται στο κανονισμό και στα έγγραφα προσφοράς του ΟΕΕ, καθώς και η διασφάλιση της μη παραβίασης από μέρους του ΟΕΕ των επενδυτικών περιορισμών του, εάν υφίστανται. Ο θεματοφύλακας θα πρέπει να παρακολουθεί τις συναλλαγές του ΟΕΕ και να διερευνά οποιεσδήποτε ασυνήθεις συναλλαγές. Εάν παραβιάζονται τα όρια ή οι περιορισμοί που ορίζονται στους ισχύοντες εθνικούς νόμους ή κανόνες, ή στον κανονισμό και στα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ, ο θεματοφύλακας θα πρέπει, για παράδειγμα, να λάβει εντολή από τον ΔΟΕΕ να προβεί στην αντιστροφή της κατά παράβαση συναλλαγής με δική του δαπάνη. Ο παρόν κανονισμός δεν παρεμποδίζει τον θεματοφύλακα από την εφαρμογή της εκ των προτέρων προσέγγισης, όταν το κρίνει απαραίτητο και σε συμφωνία με τον ΔΟΕΕ. |
(110) | The depositary should ensure that the income is calculated accurately in accordance with Directive 2011/61/EU. In order to achieve this the depositary has to ensure that the income distribution is appropriate and, where it identifies an error, that the AIFM takes appropriate remedial action. Once the depositary has ensured this, it should verify the completeness and accuracy of the income distribution and in particular of the dividend payments. | (110) | Ο θεματοφύλακας θα πρέπει να διασφαλίζει τον υπολογισμό του εισοδήματος βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. Για να το επιτύχει αυτό, ο θεματοφύλακας οφείλει να διασφαλίζει την ενδεδειγμένη κατανομή του εισοδήματος και, σε περίπτωση εντοπισμού σφάλματος, τη λήψη κατάλληλων διορθωτικών μέτρων από τον ΔΟΕΕ. Αφού το διασφαλίσει αυτό ο θεματοφύλακας, θα πρέπει να επαληθεύει την πληρότητα και την ακρίβεια της κατανομής του εισοδήματος, ιδίως δε της καταβολής μερισμάτων. |
(111) | When delegating safe-keeping functions related to other assets according to Directive 2011/61/EU, delegation is likely to concern administrative functions in most cases. Where the depositary delegates record-keeping functions, it would therefore be required to implement and apply an appropriate and documented procedure to ensure that the delegate complies with the requirements of Article 21(11)(d) of Directive 2011/61/EU at all times. In order to ensure a sufficient level of protection of assets, it is necessary to set out certain principles that should be applied in relation to the delegation of safekeeping. For the delegation of custody duties it is important to set out some key principles which have to be effectively applied throughout the delegation process. Those principles should not be taken to be exhaustive, either in terms of setting out all details of the depositary’s exercise of due skill care and diligence, or in terms of setting out all the steps that a depositary should take in relation to these principles themselves. The obligation to monitor on an ongoing basis the third party, to whom safekeeping functions have been delegated should consist of verifying that this third party correctly performs all the delegated functions and complies with the delegation contract. The third party should act honestly, in good faith with a view to the best interests of the AIF and its investors, in compliance with regulatory and supervisory requirements, and should exercise care, diligence and skill that are normally expected from a highly prudent operator of that financial profession in comparable circumstances. The depositary should review, inter alia, elements assessed during the selection and appointment process and put these elements into perspective by comparing them with the development of the market. The form of the regular review should reflect circumstances, so that the depositary is in a position to appropriately assess the risks related to the decision to entrust assets to the third party. The frequency of the review should be adapted so as to always remain consistent with market conditions and associated risks. For the depositary to effectively respond to a possible insolvency of the third party, it should undertake contingency planning, including the design of alternative strategies and the possible selection of alternative providers as may be relevant. While such measures may reduce the custody risk faced by a depositary, they do not alter the obligation to return the financial instruments or pay the corresponding amount should they be lost, which depends on whether or not the requirements of Article 21(12) of Directive 2011/61/EU are fulfilled. | (111) | Σε περίπτωση ανάθεσης λειτουργιών φύλαξης που σχετίζονται με άλλα περιουσιακά στοιχεία βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η ανάθεση είναι πιθανό να αφορά διοικητικές λειτουργίες στις περισσότερες περιπτώσεις. Όταν ο θεματοφύλακας αναθέτει λειτουργίες τήρησης αρχείων, απαιτείται λοιπόν η υλοποίηση και εφαρμογή ενδεδειγμένης και τεκμηριωμένης διαδικασίας για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης της ανάθεσης με τις απαιτήσεις του στοιχείου δ) του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ ανά πάσα στιγμή. Προκειμένου να διασφαλιστεί επαρκές επίπεδο προστασίας των περιουσιακών στοιχείων, είναι απαραίτητο να οριστούν ορισμένες αρχές που θα πρέπει να ισχύουν για την ανάθεση της φύλαξης. Για την ανάθεση καθηκόντων θεματοφυλακής, είναι σημαντικός ο ορισμός ορισμένων βασικών αρχών οι οποίες θα πρέπει να εφαρμόζονται αποτελεσματικά καθ’ όλη τη διαδικασία ανάθεσης. Οι αρχές αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται εξαντλητικές, είτε όσον αφορά τον καθορισμό όλων των λεπτομερειών της από μέρους του θεματοφύλακα άσκησης δέουσας ικανότητας, προσοχής και επιμέλειας, είτε όσον αφορά τον καθορισμό όλων των βημάτων στα οποία θα πρέπει να προβαίνει ο θεματοφύλακας αναφορικά με τις εν λόγω αρχές αυτές καθαυτές. Η υποχρέωση διαρκούς παρακολούθησης του τρίτου προσώπου, στο οποίο έχουν ανατεθεί οι λειτουργίες φύλαξης, θα πρέπει να περιλαμβάνει επαλήθευση του κατά πόσον το εν λόγω τρίτο πρόσωπο εκτελεί όλες τις ανατιθέμενες λειτουργίες και συμμορφώνεται με τη σύμβαση ανάθεσης. Το τρίτο πρόσωπο θα πρέπει να ενεργεί έντιμα και καλή την πίστει, προς το συμφέρον του ΟΕΕ και των επενδυτών του, σύμφωνα με τις κανονιστικές και εποπτικές απαιτήσεις, και θα πρέπει να επιδεικνύει την προσοχή, την επιμέλεια και την ικανότητα που εύλογα αναμένονται από έναν ιδιαίτερα συνετό διαχειριστή σε αυτό το χρηματιστηριακό επάγγελμα σε συγκρίσιμες περιστάσεις. Ο θεματοφύλακας θα πρέπει να επανεξετάζει, μεταξύ άλλων, στοιχεία που αξιολογήθηκαν κατά τη διαδικασία επιλογής και ορισμού του και να τοποθετεί αυτά τα στοιχεία στην πραγματική τους διάσταση συγκρίνοντάς τα με την εξέλιξη της αγοράς. Η μορφή της τακτικής επανεξέτασης θα πρέπει να αντικατοπτρίζει τις περιστάσεις, προκειμένου να είναι σε θέση ο θεματοφύλακας να αξιολογεί δεόντως τους κινδύνους που σχετίζονται με την απόφαση ανάθεσης περιουσιακών στοιχείων σε τρίτο πρόσωπο. Η συχνότητα της επανεξέτασης θα πρέπει να προσαρμόζεται ώστε να συνάδει ανά πάσα στιγμή με τις συνθήκες της αγοράς και τους σχετικούς κινδύνους. Προκειμένου να είναι ο θεματοφύλακας σε θέση να αντιδράσει σε πιθανή αφερεγγυότητα του τρίτου προσώπου, θα πρέπει να καταρτίσει σχέδιο έκτακτης ανάγκης, που να περιλαμβάνει εναλλακτικές στρατηγικές και την πιθανή επιλογή εναλλακτικών παρόχων, κατά περίπτωση. Μολονότι τα μέτρα αυτά μπορεί να μειώσουν τον κίνδυνο θεματοφυλακής που αντιμετωπίζει ο θεματοφύλακας, δεν μεταβάλλουν την υποχρέωση που έχει να επιστρέψει τα χρηματοοικονομικά μέσα ή να καταβάλει το αντίστοιχο ποσό σε περίπτωση απώλειάς τους, πράγμα που εξαρτάται από το αν πληρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 21 παράγραφος 12 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
(112) | When delegating safe-keeping functions, the depositary should ensure that the requirements of Article 21(11)(d)(iii) of Directive 2011/61/EU are fulfilled and that the assets of the AIF clients of the depositary are properly segregated. This obligation should particularly ensure that assets of the AIF are not lost due to insolvency of the third party to whom safekeeping functions are delegated. In order to minimise that risk in countries where the effects of segregation are not recognised by insolvency law, the depositary should take further steps. The depositary could make a disclosure to the AIF and the AIFM acting on behalf of the AIF so that such aspects of the custody risk are properly taken into account in the investment decision or take such measures as are possible in the local jurisdictions to make the assets as insolvency-proof as possible according to local law. Furthermore, the depositary could prohibit temporary deficits in client assets, use buffers or put in place arrangements prohibiting the use of a debit balance for one client to offset a credit balance for another. While such measures may reduce the custody risk faced by a depositary when delegating custody functions, they do not alter the obligation to return the financial instruments or pay the corresponding amount where these are lost, which depends on whether or not the requirements of Directive 2011/61/EU are fulfilled. | (112) | Κατά την ανάθεση των λειτουργιών φύλαξης, ο θεματοφύλακας θα πρέπει να διασφαλίζει την εκπλήρωση των απαιτήσεων του στοιχείου δ) σημείο iii) του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, καθώς και τον ενδεδειγμένο διαχωρισμό των περιουσιακών στοιχείων των πελατών του ΟΕΕ του θεματοφύλακα. Η υποχρέωση αυτή θα πρέπει να διασφαλίζει ιδίως τη μη απώλεια των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ εξαιτίας αφερεγγυότητας του τρίτου προσώπου στο οποίο έχουν ανατεθεί οι λειτουργίες φύλαξης. Για την ελαχιστοποίηση αυτού του κινδύνου σε χώρες όπου τα αποτελέσματα του διαχωρισμού δεν αναγνωρίζονται από την περί αφερεγγυότητας νομοθεσία, ο θεματοφύλακας θα πρέπει να κάνει περαιτέρω βήματα. Ο θεματοφύλακας θα μπορούσε να προβεί σε σχετική γνωστοποίηση προς τον ΟΕΕ και τον ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ προκειμένου να λαμβάνονται δεόντως υπόψη αυτές οι πτυχές του κινδύνου θεματοφυλακής κατά τη λήψη της επενδυτικής απόφασης ή να λάβει εκείνα τα μέτρα που είναι εφικτά στους τοπικούς τομείς αρμοδιότητας προκειμένου να καταστήσει τα περιουσιακά στοιχεία όσο το δυνατόν πιο άτρωτα στον κίνδυνο αφερεγγυότητας βάση του τοπικού δικαίου. Επιπλέον, ο θεματοφύλακας θα μπορούσε να απαγορεύσει τα προσωρινά ελλείμματα σε περιουσιακά στοιχεία πελατών, να χρησιμοποιήσει αποθέματα ασφαλείας ή να εφαρμόσει ρυθμίσεις που απαγορεύουν τη χρήση του χρεωστικού υπολοίπου ενός πελάτη για την αντιστάθμιση του πιστωτικού υπολοίπου άλλου πελάτη. Μολονότι τα μέτρα αυτά μπορεί να μειώσουν τον κίνδυνο θεματοφυλακής που αντιμετωπίζει ο θεματοφύλακας κατά την ανάθεση των λειτουργιών θεματοφύλακα, δεν μεταβάλλουν την υποχρέωση που έχει να επιστρέψει τα χρηματοοικονομικά μέσα ή να καταβάλει το αντίστοιχο ποσό σε περίπτωση απώλειάς τους, πράγμα που εξαρτάται από το αν πληρούνται ή όχι οι απαιτήσεις της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
(113) | The depositary’s liability under Article 21(12) second subparagraph of Directive 2011/61/EU is triggered in the event of the loss of a financial instrument held in custody by the depositary itself or by a third party to whom the custody has been delegated, provided that the depositary does not demonstrate that the loss results from an external event beyond reasonable control, the consequences of which would have been unavoidable despite all reasonable efforts to the contrary. That loss should be distinguished from an investment loss for investors resulting from a decrease in the value of assets as a consequence of an investment decision. | (113) | Η ευθύνη του θεματοφύλακα βάσει του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 21 παράγραφος 12 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ ενεργοποιείται σε περίπτωση απώλειας χρηματοοικονομικού μέσου που τίθεται σε θεματοφυλακή από τον ίδιο θεματοφύλακα ή από τρίτο πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί η θεματοφυλακή, υπό την προϋπόθεση ότι ο θεματοφύλακας δεν μπορεί να αποδείξει ότι η απώλεια προκύπτει από εξωτερικό γεγονός που είναι πέραν του λογικού του ελέγχου, οι συνέπειες του οποίου θα ήταν αναπόφευκτες παρ’ όλες τις περί του αντιθέτου λογικές προσπάθειες. Η απώλεια αυτή θα πρέπει να διαχωρίζεται από την απώλεια επένδυσης των επενδυτών η οποία προκύπτει από τη μείωση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων ως αποτέλεσμα μιας επενδυτικής απόφασης. |
(114) | To be ascertained as such, it is important that the loss is definitive, and there is no prospect of recovering the financial asset. Thus, situations where a financial instrument is only temporarily unavailable or frozen should not count as losses within the meaning of Article 21(12) of Directive 2011/61/EU. In contrast, three types of situations can be identified where the loss should be deemed to be definitive: where the financial instrument no longer exists or never did exist; where the financial instrument exists but the AIF has definitively lost its right of ownership over it; and where the AIF has the ownership right but can no longer transfer title of or create limited property rights in the financial instrument on a permanent basis. | (114) | Προκειμένου να χαρακτηριστεί ως τέτοια, είναι σημαντικό να είναι η απώλεια οριστική και να μην υπάρχει προοπτική ανάκτησης του χρηματοοικονομικού μέσου. Συνεπώς, περιπτώσεις στις οποίες ένα χρηματοοικονομικό μέσο καθίσταται μη διαθέσιμο ή παγώνει σε προσωρινή βάση και μόνο δεν θεωρούνται απώλειες βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 12 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. Αντιθέτως, μπορούν να προσδιοριστούν τρία είδη περιστάσεων στις οποίες η απώλεια θα πρέπει να θεωρείται οριστική: όταν το χρηματοοικονομικό μέσο δεν υπάρχει πια ή δεν υπήρξε ποτέ, όταν το χρηματοοικονομικό μέσο υπάρχει, αλλά ο ΟΕΕ έχει απολέσει οριστικά το δικαίωμα κυριότητας επί αυτού, καθώς και όταν ο ΟΕΕ κατέχει το δικαίωμα κυριότητας, αλλά δεν μπορεί πια να μεταβιβάσει την κυριότητα του χρηματοοικονομικού μέσου ή να δημιουργήσει περιορισμένα δικαιώματα ιδιοκτησίας επί αυτού σε μόνιμη βάση. |
(115) | A financial instrument is deemed no longer to exist for instance when it has disappeared following an accounting error that cannot be corrected, or if it never existed, when the AIF’s ownership was registered on the basis of falsified documents. Situations where the loss of financial instruments is caused by fraudulent conduct should be deemed a loss. | (115) | Ένα χρηματοοικονομικό μέσο θεωρείται ως μη υπάρχον πια, για παράδειγμα, όταν έχει εξαφανιστεί έπειτα από λογιστικό σφάλμα που δεν μπορεί να διορθωθεί ή αν δεν υπήρξε ποτέ, διότι η εγγραφή του δικαιώματος κυριότητας του ΟΕΕ έγινε βάσει παραποιημένων εγγράφων. Οι περιπτώσεις στις οποίες η απώλεια χρηματοοικονομικών μέσων προκαλείται από δόλια συμπεριφορά θα πρέπει να θεωρούνται περιπτώσεις απώλειας. |
(116) | No loss can be ascertained when the financial instrument has been substituted by or converted into another financial instrument, for example in situations where shares are cancelled and replaced by the issue of new shares in a company reorganisation. An AIF should not be considered as permanently deprived of its right of ownership over the financial instrument if the AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF has legitimately transferred ownership to a third party. Where there is a distinction between the legal ownership and the beneficial ownership of the assets, the definition of loss should refer to loss of the beneficial ownership right. | (116) | Καμία απώλεια δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί όταν το χρηματοοικονομικό μέσο έχει αντικατασταθεί από άλλο χρηματοοικονομικό μέσο ή έχει μετατραπεί σε άλλο χρηματοοικονομικό μέσο, για παράδειγμα σε περιπτώσεις στις οποίες ακυρώνονται μετοχές και αντικαθίστανται με την έκδοση νέων μετοχών στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης μιας εταιρείας. Ένας ΟΕΕ δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι έχει χάσει μονίμως το δικαίωμα κυριότητάς του επί του χρηματοοικονομικού μέσου εάν ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ έχει μεταβιβάσει νομίμως την κυριότητα σε τρίτον. Όταν υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ της νόμιμης και πραγματικής κυριότητας των περιουσιακών στοιχείων, ο ορισμός της απώλειας θα πρέπει να αναφέρεται στην απώλεια του δικαιώματος πραγματικής κυριότητας. |
(117) | Only in the case of an external event beyond the reasonable control of the depositary, the consequences of which are unavoidable despite all reasonable efforts to the contrary, could the depositary avoid to be held liable under Article 21(12) of Directive 2011/61/EU. The cumulative fulfilment of these conditions should be proven by the depositary in order for it to be discharged of liability. | (117) | Μόνο σε περίπτωση εξωτερικού γεγονότος που είναι πέραν του λογικού ελέγχου του θεματοφύλακα, ο συνέπειες του οποίου θα ήταν αναπόφευκτες παρ’ όλες τις περί του αντιθέτου λογικές προσπάθειες, θα μπορούσε να αποφύγει ο θεματοφύλακας την ευθύνη που προβλέπει το άρθρο 21 παράγραφος 12 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. Ο θεματοφύλακας θα πρέπει να αποδείξει τη σωρευτική εκπλήρωση αυτών των όρων προκειμένου να απαλλαγεί από την ευθύνη. |
(118) | It should first be determined whether the event which led to the loss was external. The depositary’s liability should not be affected by delegation and therefore an event should be deemed external if it does not occur as a result of any act or omission of the depositary or the third party to whom the custody of financial instruments held in custody has been delegated. Then, it should be assessed whether the event is beyond the reasonable control, by verifying that there was nothing a prudent depositary could reasonably have done to prevent the occurrence of the event. Under these steps both natural events and acts of a public authority may be considered as external events beyond reasonable control. Thus, in the context of the insolvency of a third party to whom custody was delegated, the law of the country where the instruments are held in custody, which does not recognise the effects of an appropriately implemented segregation, is deemed to be an external event beyond reasonable control. In contrast, a loss caused by failure to apply the segregation requirements laid down in Article 21(11)(d) (iii) of Directive 2011/61/EU or the loss of assets because of disruption in the third party’s activity in relation to its insolvency cannot be seen as being external events beyond reasonable control. | (118) | Πρέπει πρώτα να καθοριστεί κατά πόσον ήταν εξωτερικό το γεγονός που οδήγησε στην απώλεια. Η ευθύνη του θεματοφύλακα δεν θα πρέπει να επηρεάζεται από την ανάθεση και, συνεπώς, ένα γεγονός θα πρέπει να θεωρείται εξωτερικό εκτός εάν συνέβη ως αποτέλεσμα οποιασδήποτε πράξης ή παράλειψης του θεματοφύλακα ή του τρίτου προσώπου στο οποίο έχει ανατεθεί η θεματοφυλακή των χρηματοοικονομικών μέσων που τίθενται σε θεματοφυλακή. Κατόπιν θα πρέπει να αξιολογηθεί το κατά πόσον το γεγονός αυτό είναι πέραν του εύλογου ελέγχου, επιβεβαιώνοντας ότι δεν υπήρχε τίποτα που θα μπορούσε εύλογα να έχει πράξει ένας συνετός θεματοφύλακας για να αποτρέψει την επέλευσή του. Βάσει των ως άνω βημάτων, τόσο τα φυσικά συμβάντα όσο και οι πράξεις δημόσιων αρχών μπορούν να θεωρηθούν εξωτερικά γεγονότα που είναι πέραν του λογικού ελέγχου. Άρα στο πλαίσιο της αφερεγγυότητας του τρίτου προσώπου στο οποίο έχει ανατεθεί η θεματοφυλακή, το δίκαιο της χώρας στην οποία τηρούνται υπό θεματοφυλακή τα εν λόγω μέσα, το οποίο δεν αναγνωρίζει τα αποτελέσματα του δεόντως υλοποιηθέντος διαχωρισμού, θεωρείται εξωτερικό γεγονός που είναι πέραν του λογικού ελέγχου. Αντιθέτως, απώλεια προκαλούμενη από τη μη εφαρμογή των περί διαχωρισμού απαιτήσεων του στοιχείου δ) σημείο iii) του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ ή απώλεια περιουσιακών στοιχείων οφειλόμενη σε διακοπή των δραστηριοτήτων του τρίτου προσώπου η οποία σχετίζεται με την αφερεγγυότητά του δεν μπορεί να θεωρηθεί εξωτερικό γεγονός που είναι πέραν του λογικού ελέγχου. |
(119) | Finally, the depositary should prove that the loss could not have been avoided despite all reasonable efforts to the contrary. In this context, the depositary should inform the AIFM and take appropriate action depending on the circumstances. For instance, in a situation where the depositary believes the only appropriate action is to dispose of the financial instruments, the depositary should duly inform the AIFM, which must in turn instruct the depositary in writing whether to continue holding the financial instruments or to dispose of them. Any instruction to the depositary to continue holding the assets should be reported to the AIF’s investors without undue delay. The AIFM or the AIF should give due consideration to the depositary’s recommendations. Depending on the circumstances, if the depositary remains concerned that the standard of protection of the financial instrument is not sufficient, despite repeated warnings, it should consider further possible action, such as termination of the contract provided the AIF is given a period of time to find another depositary in accordance with national law. | (119) | Τελικά, ο θεματοφύλακας θα πρέπει να αποδείξει ότι η απώλεια δεν θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί παρ’ όλες τις περί του αντιθέτου λογικές προσπάθειες. Στο πλαίσιο αυτό, ο θεματοφύλακας θα πρέπει να ενημερώνει τον ΔΟΕΕ και να προβαίνει σε ενδεδειγμένες ενέργειες ανάλογα με τις περιστάσεις. Για παράδειγμα, σε περίπτωση στην οποία ο θεματοφύλακας πιστεύει ότι η μόνη ενδεδειγμένη ενέργεια είναι να εκποιήσει τα χρηματοοικονομικά μέσα, θα πρέπει να ενημερώσει δεόντως τον ΔΟΕΕ, ο οποίος οφείλει στη συνέχεια να δώσει γραπτή εντολή στον θεματοφύλακα είτε να διατηρήσει τα χρηματοοικονομικά μέσα στην κατοχή του είτε να τα εκποιήσει. Οποιαδήποτε εντολή διατήρησης των χρηματοοικονομικών μέσων προς τον θεματοφύλακα θα πρέπει να κοινοποιηθεί στους επενδυτές του ΟΕΕ χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Ο ΔΟΕΕ ή ο ΟΕΕ θα πρέπει να λάβει δεόντως υπόψη τις συστάσεις του θεματοφύλακα. Ανάλογα με τις περιστάσεις, εάν ο θεματοφύλακας εξακολουθεί να κρίνει ότι το επίπεδο προστασίας του χρηματοοικονομικού μέσου δεν επαρκεί, παρά τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις, θα πρέπει να εξετάσει την πιθανότητα ανάληψης περαιτέρω πιθανών ενεργειών, όπως η καταγγελία της σύμβασης υπό την προϋπόθεση ότι θα δοθεί στον ΟΕΕ χρόνος για την εξεύρεση άλλου θεματοφύλακα βάσει του εθνικού δικαίου. |
(120) | To ensure the same standard of investor protection, the same considerations should also apply to the delegate to whom a depositary has contractually transferred its liability. Therefore, in order to be discharged of liability under Article 21(12) of Directive 2011/61/EU the delegate should prove that it fulfils cumulatively the same conditions. | (120) | Προκειμένου να διασφαλίζεται το ίδιο επίπεδο προστασίας των επενδυτών, θα πρέπει να ισχύουν οι ίδιες διατάξεις και για τον ανάδοχο στον οποίον ο θεματοφύλακας έχει μεταβιβάσει την ευθύνη του βάσει σύμβασης. Συνεπώς, προκειμένου να απαλλαγεί από την ευθύνη που απορρέει από το άρθρο 21 παράγραφος 12 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ο ανάδοχος θα πρέπει να αποδείξει ότι πληροί σωρευτικά τους ίδιους όρους. |
(121) | A depositary is allowed under certain circumstances to discharge itself of liability for the loss of financial instruments held in custody by a third party to which custody was delegated. For such liability discharge to be permitted there must be an objective reason for contracting such discharge that is accepted by both the depositary and the AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF. An objective reason should be established for each discharge of liability taking into account the concrete circumstances in which custody has been delegated. | (121) | Ο θεματοφύλακας επιτρέπεται υπό ορισμένες περιστάσεις να απαλλαγεί από την ευθύνη για την απώλεια χρηματοοικονομικών μέσων που τίθενται σε θεματοφυλακή από τρίτο πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί η θεματοφυλακή. Η εν λόγω απαλλαγή από ευθύνη επιτρέπεται μόνο όταν υπάρχει αντικειμενικός λόγος για τη συμβατική κατοχύρωση μιας τέτοιας απαλλαγής τον οποίο να αποδέχονται τόσο ο θεματοφύλακας όσο και ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ. Ο αντικειμενικός λόγος για την κάθε απαλλαγή θα πρέπει να καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες περιστάσεις υπό τις οποίες έχει γίνει η ανάθεση της θεματοφυλακής. |
(122) | When considering an objective reason, the right balance should be established to ensure that the contractual discharge can be effectively relied upon if needed and that sufficient safeguards are put in place to avoid any misuse of the contractual discharge of liability by the depositary. The contractual discharge of liability should under no circumstances be used to circumvent the depositary’s liability requirements under Directive 2011/61/EU. The depositary should demonstrate that it was forced by the specific circumstances to delegate custody to a third party. Contracting a discharge should be always in the best interest of the AIF or its investors, and the AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF should make it explicit that they act in such best interest. Examples of scenarios should indicate the situations where a depositary may be considered as not having other options but to delegate custody to third parties. | (122) | Κατά την εξέταση ενός αντικειμενικού λόγου, θα πρέπει να καθορίζεται η ορθή ισορροπία προκειμένου να διασφαλιστεί αφενός η δυνατότητα επίκλησης της συμβατικής απαλλαγής εάν αυτό καταστεί αναγκαίο και αφετέρου η ύπαρξη επαρκών διασφαλίσεων για την αποτροπή κατάχρησης της συμβατικής απαλλαγής από ευθύνη από μέρους του θεματοφύλακα. Η συμβατική απαλλαγή από ευθύνη δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να χρησιμοποιείται προκειμένου να παρακαμφθούν οι περί ευθύνης απαιτήσεις του θεματοφύλακα που απορρέουν από την οδηγία 2011/61/ΕΕ. Ο θεματοφύλακας θα πρέπει να αποδείξει ότι αναγκάστηκε από τις ειδικές περιστάσεις να αναθέσει τη θεματοφυλακή σε τρίτο πρόσωπο. Η συμβατική κατοχύρωση απαλλαγής θα πρέπει να είναι πάντα προς το συμφέρον του ΟΕΕ ή των επενδυτών του, και ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ θα πρέπει να καταστήσει σαφές ότι αυτοί ενεργούν προς το εν λόγω συμφέρον. Παραδείγματα από σενάρια θα πρέπει να αναφέρουν ενδεικτικά τις καταστάσεις στις οποίες ο θεματοφύλακας μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν έχει άλλες επιλογές παρά μόνο να αναθέσει τη θεματοφυλακή σε τρίτα πρόσωπα. |
(123) | It is important for competent authorities to obtain appropriate and sufficient information in order to supervise activities of AIFMs and the risks related to them appropriately and consistently. Also, since the activities of AIFMs could have effects across borders and on the financial markets, competent authorities should monitor AIFMs and AIFs closely in order to take appropriate action to avoid the build-up of systemic risks. The increased transparency and consistency through provisions on reporting and disclosing relevant information as outlined in the implementing measures should make it possible for competent authorities to detect and respond to risks in the financial markets. | (123) | Είναι σημαντικό να λαβαίνουν οι αρμόδιες αρχές ενδεδειγμένη και επαρκή πληροφόρηση προκειμένου να εποπτεύουν με ενδεδειγμένο και συνεκτικό τρόπο τις δραστηριότητες των ΔΟΕΕ και τους κινδύνους που σχετίζονται με αυτούς. Επίσης, εφόσον οι δραστηριότητες των ΔΟΕΕ θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις πέραν των συνόρων καθώς και στις χρηματοοικονομικές αγορές, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να παρακολουθούν στενά τους ΔΟΕΕ και τους ΟΕΕ προκειμένου να προβαίνουν σε ενδεδειγμένες ενέργειες για την αποφυγή συσσώρευσης συστημικών κινδύνων. Η αυξημένη διαφάνεια και συνέπεια μέσω διατάξεων περί υποβολής εκθέσεων και παροχής σχετικών πληροφοριών, όπως περιγράφεται στα εκτελεστικά μέτρα, θα πρέπει να δίνει στις αρμόδιες αρχές τη δυνατότητα εντοπισμού των κινδύνων στις χρηματοοικονομικές αγορές και αντίδρασης σε αυτούς. |
(124) | It is essential for investors to obtain the minimum information necessary with respect to particular AIFMs and AIFs and their structure in order to be able to take the right investment decision tailored to their needs and risk appetite. That information should be clear, reliable, readily understandable and clearly presented, whereas the usefulness of the information is enhanced when it is comparable from AIFM to AIFM and AIF to AIF and from one period to the next. An AIFM should not engage in activities which might be detrimental to the objective understanding and practical use of the information to investors prior to its disclosure such as window dressing. | (124) | Είναι ουσιώδες το να λαβαίνουν οι επενδυτές την ελάχιστη απαραίτητη πληροφόρηση για συγκεκριμένους ΔΟΕΕ και ΟΕΕ, καθώς και για τη δομή τους, προκειμένου να είναι σε θέση να λαμβάνουν ορθές επενδυτικές αποφάσεις προσαρμοσμένες ανάλογα με τις ανάγκες τους και τη διάθεση ανάληψης κινδύνων που έχουν. Η πληροφόρηση αυτή θα πρέπει να είναι σαφής, αξιόπιστη και εύληπτη και να παρουσιάζεται με σαφή τρόπο, ενώ η χρησιμότητά της βελτιώνεται όταν είναι συγκρίσιμη μεταξύ διαφορετικών ΔΟΕΕ ή διαφορετικών ΟΕΕ, καθώς και μεταξύ διαδοχικών χρονικών περιόδων. Ο ΔΟΕΕ δεν πρέπει θα εμπλέκεται σε δραστηριότητες που θα μπορούσαν να παρεμποδίσουν την αντικειμενική κατανόηση και πρακτική χρήση της πληροφόρησης προς τους επενδυτές πριν από τη γνωστοποίησή της, λόγου χάρη σε δραστηριότητες «βιτρίνας». |
(125) | It is necessary to set out a framework which provides for minimum standards with respect to annual reporting requirements, including key elements and a non-exhaustive list of items. Material changes in the information as referred to in Article 22(2)(d) of Directive 2011/61/EU should be disclosed in the annual report within the financial statements. In addition to the non-exhaustive list of underlying line items additional line items, headings and sub totals may be included where the presentation of these items is relevant for the understanding of an AIF’s overall financial position or performance. Items of a dissimilar nature or function could be aggregated provided such items are individually not materially relevant. Those items could be aggregated under ‘other category’ such as ‘other assets’ or ‘other liabilities’. Where line items do not apply to a particular AIF at all, they do not need to be presented. Regardless of the accounting standards followed in accordance with Directive 2011/61/EU, all assets should be valued at least once a year. The balance sheet or the statement of assets and liabilities under Directive 2011/61/EU should include, inter alia, cash and cash equivalents. Thus, cash equivalents should be considered highly liquid investments for the purpose of calculating the exposure of an AIF. | (125) | Είναι απαραίτητος ο ορισμός ενός πλαισίου που προβλέπει ελάχιστα πρότυπα ως προς τις απαιτήσεις περί υποβολής ετήσιων εκθέσεων, συμπεριλαμβανομένων βασικών στοιχείων και ενός μη εξαντλητικού καταλόγου επιμέρους κονδυλίων. Οι ουσιαστικές αλλαγές στις πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο δ) του άρθρου 22 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ θα πρέπει να γνωστοποιούνται στην ετήσια έκθεση στο πλαίσιο των οικονομικών καταστάσεων. Εκτός από τον μη αποκλειστικό κατάλογο υποκείμενων κονδυλίων, μπορεί να συμπεριληφθούν πρόσθετα κονδύλια, επικεφαλίδες και υποσύνολα όταν η παρουσίαση των εν λόγω στοιχείων σχετίζεται με την κατανόηση της συνολικής χρηματοοικονομικής θέσης ή απόδοσης του ΟΕΕ. Κονδύλια ανόμοια ως προς τη φύση ή τη λειτουργία τους θα μπορούσαν να ομαδοποιηθούν υπό την προϋπόθεση ότι τα δεν παρουσιάζουν ουσιώδη συνάφεια σε ατομικό επίπεδο. Αυτά τα κονδύλια θα μπορούσαν να ομαδοποιηθούν κάτω από «άλλη κατηγορία», όπως «άλλα στοιχεία ενεργητικού» ή «άλλα στοιχεία παθητικού». Όταν κάποια κονδύλια δεν ισχύουν για έναν συγκεκριμένο ΟΕΕ, δεν απαιτείται να παρουσιαστούν καν. Ανεξάρτητα από τα λογιστικά πρότυπα που ακολουθούνται βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, όλα τα περιουσιακά στοιχεία θα πρέπει να αποτιμώνται τουλάχιστον μία φορά το έτος. Ο ισολογισμός ή η περιουσιακή κατάσταση βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ θα πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, ταμειακά διαθέσιμα και ισοδύναμα. Άρα τα ταμειακά διαθέσιμα θα πρέπει να θεωρούνται επενδύσεις υψηλής ρευστότητας για τον σκοπό του υπολογισμού της έκθεσης που έχει αναλάβει ένας ΟΕΕ. |
(126) | With respect to the content and format of the report on activities for the financial year which has to be part of the annual report under Directive 2011/61/EU, the report should include a fair and balanced review of the activities of the AIF with a description of the principal risks and investments or economic uncertainties that it faces. That disclosure should not result in the publication of proprietary information of the AIF which would be to the detriment of the AIF and its investors. Therefore, if the publication of particular proprietary information would have such effect, it could be aggregated to a level that would avoid the detrimental effect and would not need to capture, for example, the performance or statistics of an individual portfolio company or investment that could lead to the disclosure of proprietary information of the AIF. This information should form part of the management report in so far as this is usually presented alongside the financial statements. | (126) | Αναφορικά με το περιεχόμενο και τη μορφή της έκθεσης για τις δραστηριότητες του οικονομικού έτους, η οποία πρέπει να αποτελεί μέρος της ετήσιας έκθεσης βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η έκθεση θα πρέπει να παρουσιάζει εύλογη και ισορροπημένη εξέταση των δραστηριοτήτων του ΟΕΕ με περιγραφή των βασικών κινδύνων και επενδύσεων ή των οικονομικών αβεβαιοτήτων που αντιμετωπίζει. Η παροχή των πληροφοριών αυτών δεν θα πρέπει να οδηγεί στη δημοσιοποίηση ιδιόκτητων πληροφοριών που θα μπορούσαν να αποβούν σε βάρος του ΟΕΕ και των επενδυτών του. Συνεπώς, εάν η δημοσιοποίηση συγκεκριμένων ιδιόκτητων πληροφοριών θα είχε αυτό το αποτέλεσμα, οι πληροφορίες θα μπορούσαν να ομαδοποιηθούν σε βαθμό που θα απέτρεπε το αρνητικό αυτό αποτέλεσμα και δεν θα απαιτούσε την παρουσίαση, για παράδειγμα, της απόδοσης ή στατιστικών στοιχείων μιας επιμέρους εταιρείας χαρτοφυλακίου ή επένδυσης η οποία ενδεχομένως να οδηγούσε στην αποκάλυψη ιδιόκτητων πληροφοριών του ΟΕΕ. Οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να αποτελούν μέρος της διαχειριστικής έκθεσης, εφόσον αυτή παρουσιάζεται παράλληλα με τις οικονομικές καταστάσεις. |
(127) | With respect to the content and format of the disclosure of remuneration where information is presented at the level of the AIFM, further information should be provided by disclosing an allocation or breakdown of the total remuneration as it relates to the relevant AIF. This could be achieved through disclosure of the total AIFM remuneration data split into fixed and variable components, a statement that these data relate to the entire AIFM, and not to the AIF, the number of AIFs and UCITS funds managed by the AIFM and the total assets under management of such AIFs and UCITS with an overview of the remuneration policy and a reference to where the full remuneration policy of the AIFM is available at the request of investors. Further details may be provided by disclosure of the total variable remuneration funded by the AIF through payment by it of performance fees or carried interest, as the case may be. In addition to the remuneration disclosure, it may be appropriate for AIFMs to provide information relating to the financial and non-financial criteria of the remuneration policies and practices for relevant categories of staff to enable investors to assess existing incentives created. | (127) | Αναφορικά με το περιεχόμενο και τη μορφή της γνωστοποίησης των αμοιβών, όταν οι πληροφορίες παρουσιάζονται σε επίπεδο ΔΟΕΕ, θα πρέπει να παρέχονται περαιτέρω στοιχεία γνωστοποιώντας την κατανομή ή τον επιμερισμό της συνολικής αμοιβής εφόσον αυτή σχετίζεται με τον σχετικό ΟΕΕ. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω γνωστοποίησης των δεδομένων της συνολικής αμοιβής του ΔΟΕΕ διαχωρισμένων σε σταθερά και μεταβλητά επιμέρους στοιχεία, μιας δήλωσης που να βεβαιώνει ότι τα δεδομένα αυτά σχετίζονται με ολόκληρο τον ΔΟΕΕ και όχι με τον ΟΕΕ, του αριθμού των ΟΕΕ και των ΟΣΕΚΑ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ, καθώς και των συνολικών υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων των εν λόγω ΟΕΕ και ΟΣΕΚΑ, μαζί με μια γενική εικόνα της πολιτικής αμοιβών και παραπομπή στο σημείο όπου είναι διαθέσιμη ολόκληρη η πολιτική αμοιβών του ΔΟΕΕ κατόπιν αιτήματος των επενδυτών. Περαιτέρω λεπτομέρειες μπορούν να παρασχεθούν γνωστοποιώντας τη συνολική μεταβλητή αμοιβή που χρηματοδοτήθηκε από τον ΟΕΕ μέσω καταβολής τελών απόδοσης από τον ΟΕΕ ή συμμετοχής επί της δημιουργίας υπεραξίας, κατά περίπτωση. Εκτός από τη γνωστοποίηση της αμοιβής, ίσως είναι κατάλληλο να παράσχουν οι ΔΟΕΕ πληροφορίες σχετικά με τα χρηματοοικονομικά και μη χρηματοοικονομικά κριτήρια των πολιτικών και πρακτικών αμοιβών για συναφείς κατηγορίες προσωπικού προκειμένου να δώσουν τη δυνατότητα στους επενδυτές να αξιολογήσουν τα υφιστάμενα κίνητρα που δημιουργούνται. |
(128) | Where the AIF issues units, transfers of any assets to side pockets should be calculated, at the time of transfer, based on the number of units allocated on transfer of assets multiplied by the price per unit. The valuation basis should be clearly disclosed in all circumstances and include the date at which the valuation was performed. | (128) | Όταν ο ΟΕΕ εκδίδει μερίδια, θα πρέπει να υπολογίζονται οι μεταβιβάσεις οποιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων σε «παράπλευρα ανεξάρτητα χαρτοφυλάκια» (side-pockets), κατά τον χρόνο μεταβίβασης, βάσει του γινομένου του αριθμού των μεριδίων που κατανέμονται στη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων επί την τιμή μεριδίου. Η βάση αποτίμησης θα πρέπει να γνωστοποιείται σαφώς σε κάθε περίπτωση και θα πρέπει να περιλαμβάνει την ημερομηνία διενέργειας της αποτίμησης. |
(129) | In order to manage liquidity AIFMs should be permitted to enter into borrowing arrangements on behalf of AIFs they manage. Those arrangements can be short term or more permanent. In the latter case it is more likely that such an arrangement would be a special arrangement for the purpose of managing illiquid assets. | (129) | Για τη διαχείριση ρευστότητας, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να επιτρέπεται να συνάπτουν συμφωνίες δανεισμού για λογαριασμό των ΟΕΕ που διαχειρίζονται. Οι συμφωνίες αυτές μπορεί να είναι βραχυπρόθεσμες ή πιο μόνιμες. Εάν ισχύει το δεύτερο, είναι πιθανότερο ότι μια τέτοια συμφωνία αποτελεί ειδική ρύθμιση με σκοπό τη διαχείριση μη ρευστοποιήσιμων περιουσιακών στοιχείων. |
(130) | In line with the principle of differentiation, and recognising the diversity of types of AIFs, the disclosure to investors required of an AIFM should vary according to the type of AIF and would depend on other factors such as investment strategy and the portfolio composition. | (130) | Σε ευθυγράμμιση με την αρχή της διαφοροποίησης και αναγνωρίζοντας την ποικιλία των τύπων ΟΕΕ, η παροχή πληροφοριών στους επενδυτές που απαιτείται να διενεργεί ένας ΔΟΕΕ θα πρέπει να ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο του ΟΕΕ και να εξαρτάται από άλλους παράγοντες όπως η επενδυτική στρατηγική και η σύνθεση του χαρτοφυλακίου. |
(131) | Directive 2011/61/EU requires AIFMs to provide certain information on a regular basis to the competent authority of their home Member State for each EU AIFs they manage and for each of the AIF they market in the Union. It is therefore important to further specify the information to be provided and the frequency of the reporting which depend on the value of assets under management in portfolios of AIFs managed by a given AIFM. Pro-forma reporting templates should be provided for and should be completed by the AIFM for the AIFs it manages. Where an entity which is authorised as an AIFM markets AIFs which are managed by other AIFMs, it does not act as the manager of those AIFs but as an intermediary as any investment firm covered by Directive 2004/39/EC. It therefore should not have to report for these AIFs, as this would lead to double- or multiple reporting. This reporting requirement should nevertheless apply to non-EU AIFMs that manage AIFs which are marketed in the Union. | (131) | Η οδηγία 2011/61/ΕΕ απαιτεί από τους ΔΟΕΕ να παρέχουν ορισμένες πληροφορίες σε τακτική βάση στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής τους για τον καθένα από τους εντός ΕΕ ΟΕΕ που διαχειρίζονται και για τον καθένα από τους ΟΕΕ τους οποίους προωθούν εμπορικά στο εσωτερικό της Ένωσης. Είναι λοιπόν σημαντικό να προσδιοριστούν περαιτέρω οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται, καθώς και η συχνότητα υποβολής εκθέσεων, η οποία εξαρτάται από την αξία των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνονται στα χαρτοφυλάκια των ΟΕΕ που διαχειρίζεται ένας δεδομένος ΔΟΕΕ. Θα πρέπει να παρέχονται υποδείγματα προκαταρκτικών εκθέσεων για τους ΔΟΕΕ, από τους οποίους και θα συμπληρώνονται, σχετικά με τους ΟΕΕ που διαχειρίζονται. Όταν μια οντότητα που έχει λάβει άδεια λειτουργίας ΔΟΕΕ προωθεί εμπορικά ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζονται άλλοι ΔΟΕΕ, η οντότητα αυτή δεν ενεργεί ως ο διαχειριστής των εν λόγω ΟΕΕ, αλλά ως μεσάζων, όπως οποιαδήποτε επιχείρηση επενδύσεων που καλύπτεται από την οδηγία 2004/39/ΕΚ. Άρα δεν οφείλει να υποβάλλει εκθέσεις για τους εν λόγω ΟΕΕ, εφόσον αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε υποβολή διπλών ή πολλαπλών εκθέσεων. Αυτή η απαίτηση υποβολής εκθέσεων θα πρέπει να ισχύει, μολαταύτα, για εκτός ΕΕ ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται ΟΕΕ οι οποίοι προωθούνται εμπορικά στο εσωτερικό της Ένωσης. |
(132) | The threshold provided in this Regulation triggers only reporting requirements laid down in Article 24(4) of Directive 2011/61/EU. An AIF with a leverage ratio calculated in accordance with the commitment method of less than three times its net asset value would not be considered as employing leverage on a substantial basis. However, competent authorities may request additional information where necessary for the effective monitoring of systemic risks. Setting a reporting threshold also ensures that information relating to the build-up of systemic risk is collected throughout the Union in a consistent way and provides certainty to AIFMs. | (132) | Το όριο που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό ενεργοποιεί μόνο τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων που καθορίζονται στο άρθρο 24 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. ΟΕΕ με δείκτη μόχλευσης ο οποίος, υπολογιζόμενος με τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων, υπολείπεται του τριπλασίου της καθαρής αξίας του ενεργητικού του δεν θεωρείται ότι χρησιμοποιεί μόχλευση σε σημαντικό βαθμό. Εντούτοις, οι αρμόδιες αρχές είναι δυνατόν να ζητούν πρόσθετες πληροφορίες εφόσον αυτό απαιτείται για την αποτελεσματική παρακολούθηση των συστημικών κινδύνων. Ο ορισμός ορίου για την υποβολή εκθέσεων διασφαλίζει επίσης τη συλλογή πληροφοριών σχετικών με τη συσσώρευση συστημικού κινδύνου σε ολόκληρη την Ένωση με συνεκτικό τρόπο και διασφαλίζει βεβαιότητα για τους ΔΟΕΕ. |
(133) | A competent authority’s supervisory powers under Article 25(3) of Directive 2011/61/EU are exercised within the new supervisory system, forming part of what are ongoing supervisory processes and systemic risk assessments of AIFMs by competent authorities and the European supervisory authorities, with reference to the stability and integrity of the financial system. Competent authorities should make appropriate use of the information they receive and should impose limits to leverage employed by an AIFM or other restrictions on the management of the AIF with respect to the AIFs managed where they deem this necessary in order to ensure the stability and integrity of the financial system. The assessment of systemic risk is likely to vary depending on the economic environment, whereby any AIFM, with respect to the AIFs it manages, has the potential to be systemically relevant. It is therefore a basic requirement that competent authorities obtain all the information necessary to assess those situations appropriately in order to avoid the build-up of systemic risk. Competent authorities should then assess the information thoroughly and take appropriate measures. | (133) | Οι εποπτικές αρμοδιότητες μιας αρμόδιας αρχής που απορρέουν από το άρθρο 25 παράγραφος 3 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ ασκούνται στο πλαίσιο του νέου εποπτικού συστήματος, αποτελώντας μέρος των θεωρούμενων ως διαρκών εποπτικών διαδικασιών και αξιολογήσεων συστημικού κινδύνου του ΔΟΕΕ από τις αρμόδιες αρχές και τις εποπτικές αρχές της ΕΕ, σε σχέση με τη σταθερότητα και την ακεραιότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να χρησιμοποιούν με ενδεδειγμένο τρόπο τις πληροφορίες που λαμβάνουν και θα πρέπει να θέτουν όρια στη μόχλευση που χρησιμοποιεί ένας ΔΟΕΕ ή άλλους περιορισμούς στη διαχείριση του ΟΕΕ σε σχέση με τους υπό διαχείριση ΟΕΕ όταν το κρίνουν αυτό απαραίτητο για τη διασφάλιση της σταθερότητας και της ακεραιότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος Η αξιολόγηση του συστημικού κινδύνου πιθανόν να ποικίλλει ανάλογα με το οικονομικό περιβάλλον, οπότε οποιοσδήποτε ΔΟΕΕ, αναφορικά με τους ΟΕΕ που διαχειρίζεται, είναι δυνατόν να αποτελεί συστημικώς σημαντικό οργανισμό. Αποτελεί λοιπόν βασική απαίτηση το να λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές όλες τις απαραίτητες πληροφορίες προκειμένου να αξιολογούν αυτές τις περιπτώσεις με ενδεδειγμένο τρόπο για την αποφυγή συσσώρευσης συστημικού κινδύνου. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει στη συνέχεια να αξιολογούν ενδελεχώς τις εν λόγω πληροφορίες και να λαμβάνουν ενδεδειγμένα μέτρα. |
(134) | To allow EU AIFMs to manage and market non-EU AIFs and non-EU AIFMs to manage and market AIFs in the Union, Directive 2011/61/EU requires appropriate cooperation arrangements to be put in place with the relevant supervisory authorities of the third country where the non-EU AIF and, as the case may be, or the non-EU AIFM is established. Such cooperation arrangements should ensure at least an efficient exchange of information that allows Union competent authorities to carry out their duties in accordance with Directive 2011/61/EU. | (134) | Προκειμένου να είναι σε θέση εντός ΕΕ ΔΟΕΕ να διαχειρίζονται και να προωθούν εμπορικά εκτός ΕΕ ΟΕΕ και να είναι σε θέση εκτός ΕΕ ΔΟΕΕ να διαχειρίζονται και να προωθούν εμπορικά ΟΕΕ στο εσωτερικό της Ένωσης, η οδηγία 2011/61/ΕΕ απαιτεί την εφαρμογή ενδεδειγμένων ρυθμίσεων συνεργασίας με τις σχετικές εποπτικές αρχές της τρίτης χώρες όπου είναι εγκαταστημένος ο εκτός ΕΕ ΟΕΕ και, κατά περίπτωση, ή ο εκτός ΕΕ ΔΟΕΕ. Οι εν λόγω ρυθμίσεις συνεργασίας θα πρέπει να διασφαλίζουν τουλάχιστον την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών η οποία επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να εκτελούν τα καθήκοντά τους δυνάμει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
(135) | Cooperation arrangements should allow competent authorities to carry out their supervisory and enforcement duties in respect of third country entities. Cooperation arrangements should therefore set out a clear concrete framework for access to information, for the carrying out of on-site inspections, and for assistance to be provided by the third country authorities. The cooperation arrangements should make sure that information received may be shared with other competent authorities concerned as well as with ESMA and the ESRB. | (135) | Οι ρυθμίσεις συνεργασίας θα πρέπει να επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές να εκτελούν τα εποπτικά και εκτελεστικά καθήκοντά τους αναφορικά με τις οντότητες τρίτων χωρών. Οι ρυθμίσεις συνεργασίες θα πρέπει λοιπόν να ορίζουν ένα σαφές και συγκεκριμένο πλαίσιο για την πρόσβαση σε πληροφορίες, με σκοπό τη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων και την παροχή βοήθειας από τις αρχές τρίτων χωρών. Οι ρυθμίσεις συνεργασίας θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που λαμβάνονται θα μπορούν να ανταλλάσσονται με άλλες οικείες αρμόδιες αρχές, καθώς και με την ΕΑΚΑΑ και το ΕΣΣΚ. |
(136) | In order to allow competent authorities, AIFMs and depositaries to adapt to the new requirements contained in this Regulation so that they can be applied in an efficient and effective manner, the starting date of application of this Regulation should be aligned with the transposition date of Directive 2011/61/EU, | (136) | Προκειμένου να είναι σε θέση οι αρμόδιες αρχές, οι ΔΟΕΕ και οι θεματοφύλακες να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις που περιλαμβάνονται στον παρόντα κανονισμό ώστε να διασφαλιστεί η εφαρμογή τους με αποδοτικό και αποτελεσματικό τρόπο, η ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να ευθυγραμμιστεί με την ημερομηνία μεταφοράς της οδηγίας 2011/61/ΕΕ στο εθνικό δίκαιο, |
HAS ADOPTED THIS REGULATION: | ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: |
CHAPTER I | ΚΕΦΑΛΑΙΟ I |
DEFINITIONS | ΟΡΙΣΜΟΙ |
Article 1 | Άρθρο 1 |
Definitions | Ορισμοί |
In addition to the definitions laid down in Article 2 of Directive 2011/61/EU, the following definitions apply for the purposes of this Regulation: | Εκτός από τους ορισμούς που προβλέπονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού: |
(1) | ‘capital commitment’ means the contractual commitment of an investor to provide the alternative investment fund (AIF) with an agreed amount of investment on request by the AIFM; | 1) | ως «κεφαλαιακή δέσμευση» νοείται η συμβατική δέσμευση ενός επενδυτή να παράσχει στον οργανισμό εναλλακτικών επενδύσεων (ΟΕΕ) ένα συμφωνηθέν ποσό επενδύσεων κατόπιν αιτήματος του ΔΟΕΕ· |
(2) | ‘relevant person’ in relation to an AIFM means any of the following: | (a) | a director, partner or equivalent, or manager of the AIFM; | (b) | an employee of the AIFM, or any other natural person whose services are placed at the disposal and under the control of the AIFM and who is involved in the provision of collective portfolio management services by the AIFM; | (c) | a natural or legal person who is directly involved in the provision of services to the AIFM under a delegation arrangement to third parties for the purpose of the provision of collective portfolio management by the AIFM; | 2) | ως «αρμόδιο πρόσωπο» σε σχέση με έναν ΔΟΕΕ νοείται ένα από τα εξής πρόσωπα: | α) | διευθυντής, εταίρος ή ισοδύναμο πρόσωπο ή διευθυντικό στέλεχος του ΔΟΕΕ· | β) | υπάλληλος του ΔΟΕΕ, καθώς και οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο οι υπηρεσίες του οποίου τίθενται στη διάθεση και υπό τον έλεγχο του ΔΟΕΕ και το οποίο συμμετέχει επίσης στην παροχή υπηρεσιών διαχείρισης συλλογικών χαρτοφυλακίων εκ μέρους του ΔΟΕΕ· | γ) | φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συμμετέχει άμεσα στην παροχή υπηρεσιών προς τον ΔΟΕΕ στο πλαίσιο συμφωνίας ανάθεσης προς τρίτους για την παροχή διαχείρισης συλλογικών χαρτοφυλακίων εκ μέρους του ΔΟΕΕ· |
(3) | ‘senior management’ means the person or persons who effectively conduct the business of an AIFM in accordance with Article 8(1)(c) of Directive 2011/61/EU and, as the case may be, the executive member or members of the governing body; | 3) | ως «ανώτερο διοικητικό στέλεχος» νοείται το πρόσωπο που διαχειρίζεται ουσιαστικά τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του ΔΟΕΕ βάσει του στοιχείου γ) του άρθρου 8 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και, κατά περίπτωση, το εκτελεστικό μέλος του διευθυντικού οργάνου· |
(4) | ‘governing body’ means the body with ultimate decision making authority in an AIFM, comprising the supervisory and the managerial functions, or only the managerial function if the two functions are separated; | 4) | ως «διευθυντικό όργανο» νοείται το όργανο που έχει την ανώτατη εξουσία λήψης αποφάσεων στο εσωτερικό ενός ΔΟΕΕ, το οποίο αποτελείται από την εποπτική και διαχειριστική λειτουργία, ή μόνο από τη διαχειριστική λειτουργία εάν οι δύο αυτές λειτουργίες είναι διαχωρισμένες· |
(5) | ‘special arrangement’ means an arrangement that arises as a direct consequence of the illiquid nature of the assets of an AIF which impacts the specific redemption rights of investors in a type of units or shares of the AIF and which is a bespoke or separate arrangement from the general redemption rights of investors. | 5) | ως «ειδικός διακανονισμός» νοείται διακανονισμός που προκύπτει ως άμεση συνέπεια της μη ρευστοποιήσιμης φύσης των περιουσιακών στοιχείων ενός ΟΕΕ η οποία επηρεάζει τα ειδικά δικαιώματα εξόφλησης των επενδυτών σε έναν τύπο μετοχών ή μεριδίων του ΟΕΕ και η οποία αποτελεί εξειδικευμένο ή διακριτό διακανονισμό σε σχέση με τα γενικά δικαιώματα εξόφλησης των επενδυτών. |
CHAPTER II | ΚΕΦΑΛΑΙΟ II |
GENERAL PROVISIONS | ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ |
SECTION 1 | ΤΜΗΜΑ 1 |
Calculation of assets under management | Υπολογισμός των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων |
(Article 3(2) of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 3 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Article 2 | Άρθρο 2 |
Calculation of the total value of assets under management | Υπολογισμός της συνολικής αξίας των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων |
1. In order to qualify for the exemption provided for in Article 3(2) of Directive 2011/61/EU an AIFM shall: | 1. Προκειμένου να τυγχάνει της απαλλαγής που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ένας ΔΟΕΕ θα πρέπει: |
(a) | identify all AIFs for which it is appointed as the external AIFM or the AIF for which it is the AIFM, where the legal form of the AIF permits internal management, in accordance with Article 5 of Directive 2011/61/EU; | α) | να προσδιορίσει όλους τους ΟΕΕ για τους οποίους έχει οριστεί ως εξωτερικός ΔΟΕΕ ή τον ΟΕΕ για τον οποίον παίζει τον ρόλο του ΔΟΕΕ, όταν η νομική μορφή του ΟΕΕ επιτρέπει εσωτερική διαχείριση, βάσει του άρθρου 5 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ· |
(b) | identify for each managed AIF the portfolio of assets and determine in accordance with the valuation rules laid down in the law of the country where the AIF is established and, as the case may be, or in the AIF rules or instruments of incorporation the corresponding value of assets under management, including all assets acquired through use of leverage; | β) | να προσδιορίσει για κάθε υπό διαχείριση ΟΕΕ το χαρτοφυλάκιο περιουσιακών στοιχείων και να καθορίσει βάσει των κανόνων αποτίμησης που ορίζονται στο δίκαιο της χώρας στην οποία είναι εγκαταστημένος ο ΟΕΕ και, ανάλογα με την περίπτωση, ή στον κανονισμό ή στα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ την αντίστοιχη αξία των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων όλων των περιουσιακών στοιχείων που αποκτούνται μέσω μόχλευσης· |
(c) | aggregate the determined values of assets under management for all AIFs managed and compare the resulting total value of assets under management to the relevant threshold laid down in Article 3(2) of Directive 2011/61/EU. | γ) | να αθροίσει τις προσδιορισμένες αξίες των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων για όλους τους υπό διαχείριση ΟΕΕ και να συγκρίνει την τελική αξία των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων που θα προκύψει με το σχετικό όριο που ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
2. For the purposes of paragraph 1, undertakings for collective investment in transferable securities (UCITS) for which the AIFM acts as the designated management company under Directive 2009/65/EC shall not be included in the calculation. | 2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίας (ΟΣΕΚΑ) για τους οποίους ο ΔΟΕΕ ενεργεί ως ορισθείσα εταιρεία διαχείρισης βάσει της οδηγίας 2009/65/ΕΚ δεν συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό. |
For the purposes of paragraph 1, AIFs managed by the AIFM for which the AIFM has delegated functions in accordance with Article 20 of Directive 2011/61/EU shall be included in the calculation. However, portfolios of AIFs that the AIFM is managing under delegation shall be excluded from the calculation. | Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι ΟΕΕ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ και για τους οποίους ο ΔΟΕΕ έχει προβεί σε ανάθεση λειτουργιών βάσει του άρθρου 20 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό. Ωστόσο, τα χαρτοφυλάκια ΟΕΕ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ υπό καθεστώς ανάθεσης εξαιρούνται από τον υπολογισμό. |
3. For the purpose of calculating the total value of assets under management, each derivative instrument position, including any derivative embedded in transferable securities shall be converted into its equivalent position in the underlying assets of that derivative using the conversion methodologies set out in Article 10. The absolute value of that equivalent position shall then be used for the calculation of the total value of assets under management. | 3. Για τον υπολογισμό της συνολικής αξίας των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων, κάθε θέση σε παράγωγο, συμπεριλαμβανομένων και οποιωνδήποτε παραγώγων ενσωματωμένων σε κινητές αξίες, μετατρέπεται στην ισοδύναμη θέση τους της στα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία του εν λόγω παραγώγου με τη χρήση των μεθοδολογιών μετατροπής που ορίζονται στο άρθρο 10. Η απόλυτη αξία της εν λόγω ισοδύναμης θέσης χρησιμοποιείται στη συνέχεια για τον υπολογισμό της συνολικής αξίας των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων. |
4. Where an AIF invests in other AIFs managed by the same externally appointed AIFM, that investment may be excluded from the calculation of the AIFM’s assets under management. | 4. Όταν ένας ΟΕΕ επενδύει σε άλλον ΟΕΕ που τίθεται υπό τη διαχείριση του ίδιου εξωτερικώς ορισθέντος ΔΟΕΕ, η επένδυση αυτή μπορεί να εξαιρεθεί από τον υπολογισμό των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων του ΔΟΕΕ. |
5. Where one compartment within an internally or externally managed AIF invests in another compartment of that AIF, that investment may be excluded from the calculation of the AIFMs assets under management. | 5. Όταν ένα τμήμα εντός ενός εσωτερικώς ή εξωτερικώς διαχειριζόμενου ΟΕΕ επενδύει σε άλλο τμήμα του εν λόγω ΟΕΕ, η επένδυση αυτή μπορεί να εξαιρεθεί από τον υπολογισμό των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων του ΔΟΕΕ. |
6. The total value of assets under management shall be calculated in accordance with paragraphs 1 to 4 at least annually and using the latest available asset values. The latest available asset value for each AIF shall be produced during the 12 months preceding the date of the calculation of the threshold in accordance with the first sentence of this paragraph. The AIFM shall determine a threshold calculation date and apply it in a consistent manner. Any subsequent change to the date chosen must be justified to the competent authority. In selecting the threshold calculation date, the AIFM shall take into account the time and frequency of the valuation of the assets under management. | 6. Η συνολική αξία των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων υπολογίζεται βάσει των παραγράφων 1 έως 4 τουλάχιστον ετησίως και με τη χρήση των τελευταίων διαθέσιμων αξιών των περιουσιακών στοιχείων. Η τελευταία διαθέσιμη αξία των περιουσιακών στοιχείων κάθε ΟΕΕ καθορίζεται κατά το δωδεκάμηνο που προηγείται της ημερομηνίας υπολογισμού του ορίου βάσει της πρώτης πρότασης της παρούσας παραγράφου. Ο ΔΟΕΕ ορίζει μια ημερομηνία υπολογισμού του ορίου και την εφαρμόζει με συνέπεια. Οποιαδήποτε μετέπειτα αλλαγή της επιλεχθείσας ημερομηνίας θα πρέπει να δικαιολογηθεί έναντι της αρμόδιας αρχής. Κατά την επιλογή της ημερομηνίας υπολογισμού του ορίου, ο ΔΟΕΕ λαμβάνει υπόψη τον χρόνο και τη συχνότητα αποτίμησης των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων. |
Article 3 | Άρθρο 3 |
Ongoing monitoring of assets under management | Διαρκής παρακολούθηση των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων |
AIFMs shall establish, implement and apply procedures to monitor on an ongoing basis the total value of assets under management. Monitoring shall reflect an up-to-date overview of the assets under management and shall include the observation of subscription and redemption activity or, where applicable, capital draw downs, capital distributions and the value of the assets invested in for each AIF. | Οι ΔΟΕΕ καταρτίζουν, υλοποιούν και εφαρμόζουν διαδικασίες παρακολούθησης, σε διαρκή βάση, της συνολικής αξίας των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων. Η παρακολούθηση αντικατοπτρίζει μια επικαιροποιημένη γενική εικόνα των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και περιλαμβάνει παρατήρηση της δραστηριότητας εγγραφών και εξοφλήσεων ή, κατά περίπτωση, αναλήψεων και κατανομών κεφαλαίων, καθώς και της αξίας των περιουσιακών στοιχείων που επενδύονται για κάθε ΟΕΕ. |
The proximity of the total value of assets under management to the threshold set in Article 3(2) of Directive 2011/61/EU and the anticipated subscription and redemption activity shall be taken into account in order to assess the need for more frequent calculations of the total value of assets under management. | Η εγγύτητα μεταξύ της συνολικής αξίας των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και του ορίου που τίθεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και η αναμενόμενη δραστηριότητα εγγραφών και εξοφλήσεων λαμβάνονται υπόψη για την αξιολόγηση της ανάγκης για συχνότερους υπολογισμούς της συνολικής αξίας των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων. |
Article 4 | Άρθρο 4 |
Occasional breach of the threshold | Περιστασιακή παραβίαση του ορίου |
1. The AIFM shall assess situations where the total value of assets under management exceeds the relevant threshold in order to determine whether or not they are of a temporary nature. | 1. Ο ΔΟΕΕ αξιολογεί περιπτώσεις στις οποίες η συνολική αξία των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων υπερβαίνει το σχετικό όριο προκειμένου να καθορίσει κατά πόσον η περίπτωση είναι, ή δεν είναι, προσωρινής φύσης. |
2. Where the total value of assets under management exceeds the relevant threshold and the AIFM considers that the situation is not of a temporary nature, the AIFM shall notify the competent authority without delay stating that the situation is considered not to be of a temporary nature and shall seek authorisation within 30 calendar days in accordance with Article 7 of Directive 2011/61/EU. | 2. Όταν η συνολική αξία των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων υπερβαίνει το σχετικό όριο και ο ΔΟΕΕ θεωρεί ότι η περίπτωση δεν είναι προσωρινής φύσης, τότε ο ΔΟΕΕ ειδοποιεί την αρμόδια αρχή χωρίς καθυστέρηση δηλώνοντας ότι η περίπτωση θεωρείται μη προσωρινής φύσης και ζητά τη χορήγηση άδειας εντός 30 ημερολογιακών ημερών βάσει του άρθρου 7 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
3. Where the total value of assets under management exceeds the relevant threshold and the AIFM considers that the situation is of a temporary nature, the AIFM shall notify the competent authority without delay, stating that the situation is considered to be of a temporary nature. The notification shall include supporting information to justify the AIFM’s assessment of the temporary nature of the situation, including a description of the situation and an explanation of the reasons for considering it temporary. | 3. Όταν η συνολική αξία των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων υπερβαίνει το σχετικό όριο και ο ΔΟΕΕ θεωρεί ότι η περίπτωση είναι προσωρινής φύσης, τότε ο ΔΟΕΕ ειδοποιεί την αρμόδια αρχή χωρίς καθυστέρηση δηλώνοντας ότι η περίπτωση θεωρείται προσωρινής φύσης. Η ειδοποίηση περιλαμβάνει υποστηρικτικές πληροφορίες που δικαιολογούν την αξιολόγηση του ΔΟΕΕ περί της προσωρινής φύσης της περίπτωσης, συμπεριλαμβανομένης περιγραφής της κατάστασης και εξήγησης των λόγων για τους οποίους θεωρείται προσωρινή. |
4. A situation shall not be considered of a temporary nature if it is likely to continue for a period in excess of three months. | 4. Μια περίπτωση δεν θεωρείται προσωρινής φύσης εάν είναι πιθανό να συνεχιστεί για περίοδο μεγαλύτερη του τριμήνου. |
5. Three months after the date on which the total value of assets under management exceeds the relevant threshold the AIFM shall recalculate the total value of assets under management in order to demonstrate that it is below the relevant threshold or demonstrate to the competent authority that the situation which resulted in the assets under management exceeding the threshold has been resolved and an application for authorisation of the AIFM is not required. | 5. Τρεις μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία η συνολική αξία των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων υπερέβη το σχετικό όριο, ο ΔΟΕΕ υπολογίζει εκ νέου τη συνολική αξία των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων προκειμένου να αποδείξει ότι η αξία αυτή υπολείπεται τώρα του σχετικού ορίου ή για να αποδείξει στην αρμόδια αρχή ότι η περίπτωση που οδήγησε στην υπέρβαση της συνολικής αξίας των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων έχει επιλυθεί και δεν απαιτείται αίτηση για χορήγηση άδειας για τον ΔΟΕΕ. |
Article 5 | Άρθρο 5 |
Information to be provided as part of registration | Πληροφορίες παρεχόμενες στο πλαίσιο της καταχώρισης |
1. As part of the requirement in Article 3(3)(b) of Directive 2011/61/EU, AIFMs shall communicate to the competent authorities the total value of assets under management calculated in accordance with the procedure set out in Article 2. | 1. Στο πλαίσιο της απαίτησης του στοιχείου β) του άρθρου 3 παράγραφος 3 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, οι ΔΟΕΕ κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές τη συνολική αξία των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 2. |
2. As part of the requirement in Article 3(3)(c) of Directive 2011/61/EU AIFMs shall provide for each AIF the offering document or a relevant extract from the offering document or a general description of the investment strategy. The relevant extract from the offering document and the description of the investment strategy shall include at least the following information: | 2. Στο πλαίσιο της απαίτησης του στοιχείου γ) του άρθρου 3 παράγραφος 3 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, οι ΔΟΕΕ παρέχουν για κάθε ΟΕΕ το έγγραφο προσφοράς ή σχετικό απόσπασμα από το έγγραφο προσφοράς ή γενική περιγραφή της επενδυτικής στρατηγικής. Το σχετικό απόσπασμα από το έγγραφο προσφοράς και η περιγραφή της επενδυτικής στρατηγικής περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις εξής πληροφορίες: |
(a) | the main categories of assets in which the AIF may invest; | α) | τις βασικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων στα οποία μπορεί να επενδύει ο ΟΕΕ· |
(b) | any industrial, geographic or other market sectors or specific classes of assets which are the focus of the investment strategy; | β) | οποιουσδήποτε, βιομηχανικούς, γεωγραφικούς άλλους τομείς της αγοράς ή συγκεκριμένες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται στο επίκεντρο της επενδυτικής στρατηγικής· |
(c) | a description of the AIF’s borrowing or leverage policy. | γ) | περιγραφή του δανεισμού ή της πολιτικής μόχλευσης του ΟΕΕ. |
3. Information to be provided by the AIFM under point (d) of Article 3(3) of Directive 2011/61/EU is listed in Article 110(1) of this Regulation. It shall be provided in accordance with the pro-forma reporting template as set out in the Annex IV. | 3. Οι πληροφορίες που πρέπει να παράσχει ο ΔΟΕΕ βάσει του στοιχείου δ) του άρθρου 3 παράγραφος 3 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ απαριθμούνται στο άρθρο 110 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού. Αυτές οι πληροφορίες παρέχονται βάσει του υποδείγματος προκαταρκτικών εκθέσεων που περιλαμβάνεται στο παράρτημα IV. |
4. Information collected in accordance with Article 3(3)(d) of Directive 2011/61/EU shall be shared between competent authorities in the Union, with the European Securities and Markets Authority (ESMA) and the European Systemic Risk Board (ESRB) where necessary for the fulfilment of their duties. | 4. Οι πληροφορίες που συλλέγονται βάσει του στοιχείου δ) του άρθρου 3 παράγραφος 3 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ ανταλλάσσονται μεταξύ των αρμόδιων αρχών της Ένωσης, με την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ) όταν αυτό απαιτείται για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους. |
5. The information required for registration purposes shall be updated and provided on an annual basis. For reasons relating to the exercise of their powers under Article 46 of Directive 2011/61/EU, the competent authorities may require an AIFM to provide the information referred to in Article 3 of Directive 2011/61/EU on a more frequent basis. | 5. Οι πληροφορίες που απαιτούνται για την καταχώριση επικαιροποιούνται και παρέχονται σε ετήσια βάση. Για λόγους που σχετίζονται με την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους που απορρέουν από το άρθρο 46 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, οι αρμόδιες αρχές ίσως απαιτήσουν από έναν ΔΟΕΕ να παράσχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 3 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ με μεγαλύτερη συχνότητα. |
SECTION 2 | ΤΜΗΜΑ 2 |
Calculation of leverage | Υπολογισμός μόχλευσης |
(Article 4(3) of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 4 παράγραφος 3 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Article 6 | Άρθρο 6 |
General provisions on the calculation of leverage | Γενικές διατάξεις περί υπολογισμού μόχλευσης |
1. Leverage of an AIF shall be expressed as the ratio between the exposure of an AIF and its net asset value. | 1. Η μόχλευση ενός ΟΕΕ εκφράζεται ως ο λόγος της έκθεσης την οποία αναλαμβάνει ο ΟΕΕ και της καθαρής αξίας του ενεργητικού του. |
2. AIFMs shall calculate the exposure of the AIFs managed in accordance with the gross method as set out in Article 7 and the commitment method as set out in Article 8. | 2. Οι ΔΟΕΕ υπολογίζουν την έκθεση των ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζονται χρησιμοποιώντας τη μέθοδο βάσει των ακαθάριστων αξιών που ορίζεται στο άρθρο 7 και τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων που ορίζεται στο άρθρο 8. |
The Commission shall review, in the light of market developments and no later than 21 July 2015, the calculation methods referred to in the first subparagraph in order to decide whether these methods are sufficient and appropriate for all types of AIFs, or an additional and optional method for calculating leverage should be developed. | Η Επιτροπή επανεξετάζει, υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην αγορά και όχι αργότερα από τις 21 Ιουλίου 2015, τις μεθόδους υπολογισμού που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, προκειμένου να αποφασίσει αν οι εν λόγω μέθοδοι είναι επαρκείς και κατάλληλες για όλους τους τύπους ΟΕΕ, ή αν θα πρέπει να αναπτυχθεί μια επιπρόσθετη και προαιρετική μέθοδος υπολογισμού της μόχλευσης. |
3. Exposure contained in any financial or legal structures involving third parties controlled by the relevant AIF shall be included in the calculation of the exposure where the structures referred to are specifically set up to directly or indirectly increase the exposure at the level of the AIF. For AIFs whose core investment policy is to acquire control of non-listed companies or issuers, the AIFM shall not include in the calculation of the leverage any exposure that exists at the level of those non-listed companies and issuers provided that the AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF does not have to bear potential losses beyond its investment in the respective company or issuer. | 3. Η έκθεση που εμπεριέχεται σε οποιεσδήποτε χρηματοοικονομικές ή νομικές δομές με συμμετοχή τρίτων που τίθενται υπό τον έλεγχο του σχετικού ΟΕΕ συμπεριλαμβάνεται στον υπολογισμό της έκθεσης εφόσον οι εν λόγω διαρθρώσεις δημιουργούνται ειδικά για την άμεση ή έμμεση αύξηση της μόχλευσης στο επίπεδο του ΟΕΕ. Για τους ΟΕΕ των οποίων η κεντρική επενδυτική πολιτική προβλέπει την απόκτηση του ελέγχου μη εισηγμένων εταιρειών ή εκδοτών, ο ΔΟΕΕ δεν συμπεριλαμβάνει στον υπολογισμό της μόχλευσης οποιαδήποτε έκθεση που υφίσταται στο επίπεδο των εν λόγω μη εισηγμένων εταιρειών ή εκδοτών, υπό την προϋπόθεση ότι ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ δεν οφείλει να καλύψει πιθανές απώλειες πέραν της επένδυσής του στην αντίστοιχη εταιρεία ή στον αντίστοιχο εκδότη. |
4. AIFMs shall exclude borrowing arrangements entered into if these are temporary in nature and are fully covered by contractual capital commitments from investors in the AIF. | 4. Οι ΔΟΕΕ εξαιρούν συμφωνίες δανεισμού οι οποίες συνάπτονται, εάν αυτές είναι προσωρινής φύσης και καλύπτονται πλήρως από συμβατικές κεφαλαιακές δεσμεύσεις όσων επενδύουν στον ΟΕΕ. |
5. An AIFM shall have appropriately documented procedures to calculate the exposure of each AIF under its management in accordance with the gross method and the commitment method. The calculation shall be applied consistently over time. | 5. Ο ΔΟΕΕ εφαρμόζει δεόντως τεκμηριωμένες διαδικασίες υπολογισμού της έκθεσης του κάθε ΟΕΕ που τίθεται υπό τη διαχείρισή του χρησιμοποιώντας τη μέθοδο βάσει των ακαθάριστων αξιών και τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων. Ο υπολογισμός εφαρμόζεται με τρόπο διαχρονικά συνεπή. |
Article 7 | Άρθρο 7 |
Gross method for calculating the exposure of the AIF | Μέθοδος βάσει των ακαθάριστων αξιών για τον υπολογισμό της έκθεσης του ΟΕΕ |
The exposure of an AIF calculated in accordance with the gross method shall be the sum of the absolute values of all positions valued in accordance with Article 19 of Directive 2011/61/EU and all delegated acts adopted pursuant to it. | Η έκθεση ενός ΟΕΕ που υπολογίζεται χρησιμοποιώντας τη μέθοδο βάσει των ακαθάριστων αξιών ισούται με το άθροισμα των απόλυτων τιμών όλων των θέσεων οι οποίες αποτιμώνται βάσει του άρθρου 19 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και όλων των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που εκδίδονται βάσει αυτής. |
For the calculation of the exposure of an AIF in accordance with the gross method an AIFM shall: | Προκειμένου να υπολογίσει την έκθεση ενός ΟΕΕ χρησιμοποιώντας τη μέθοδο βάσει των ακαθάριστων αξιών, ο ΔΟΕΕ: |
(a) | exclude the value of any cash and cash equivalents which are highly liquid investments held in the base currency of the AIF, that are readily convertible to a known amount of cash, are subject to an insignificant risk of change in value and provide a return no greater than the rate of a three-month high quality government bond; | α) | εξαιρεί την αξία οποιωνδήποτε ταμειακών διαθεσίμων και ισοδυνάμων που αποτελούν επενδύσεις υψηλής ρευστότητας και τηρούνται στο βασικό νόμισμα του ΟΕΕ, τα οποία μετατρέπονται εύκολα σε γνωστό ποσό μετρητών, υπόκεινται σε ασήμαντο κίνδυνο αλλαγής της αξίας τους και εξασφαλίζουν απόδοση που δεν υπερβαίνει το επιτόκιο τριμηνιαίου κρατικού ομολόγου υψηλής ποιότητας· |
(b) | convert derivative instruments into the equivalent position in their underlying assets using the conversion methodologies set out in Article 10 and the methods set out in paragraphs (4) to (9) and (14) of Annex I; | β) | μετατρέπουν τα παράγωγα στην ισοδύναμη θέση στα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία τους χρησιμοποιώντας τις μεθοδολογίες μετατροπής που ορίζονται στο άρθρο 10 και τις μεθόδους που ορίζονται στις παραγράφους 4 έως 9 και 14 του παραρτήματος Ι· |
(c) | exclude cash borrowings that remain in cash or cash equivalent as referred to in point (a) and where the amounts of that payable are known; | γ) | εξαιρούν δάνεια σε μετρητά που παραμένουν σε ταμειακά διαθέσιμα ή ισοδύναμα όπως αναφέρεται στο στοιχείο α) εφόσον τα οφειλόμενα ποσά τους είναι γνωστά· |
(d) | include exposure resulting from the reinvestment of cash borrowings, expressed as the higher of the market value of the investment realised or the total amount of the cash borrowed as referred to in paragraphs (1) and (2) of Annex I; | δ) | συμπεριλαμβάνουν την έκθεση που προκύπτει από την επανεπένδυση δανείων σε μετρητά, εκφραζόμενη ως η πραγματοποιούμενη επένδυση ή το συνολικό ποσό δανεισμού, όποιο από τα δύο είναι υψηλότερο, όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 του παραρτήματος Ι· |
(e) | include positions within repurchase or reverse repurchase agreements and securities lending or borrowing or other arrangements in accordance with paragraphs (3) and (10) to (13) of Annex I. | ε) | συμπεριλαμβάνουν θέσεις σε συμφωνίες πώλησης και επαναγοράς ή αγοράς και επαναπώλησης και σε πράξεις δανειοδοσίας ή δανειοληψίας τίτλων ή σε άλλες συμφωνίες βάσει των παραγράφων 3 και 10 έως 13 του παραρτήματος I. |
Article 8 | Άρθρο 8 |
Commitment method for calculating the exposure of an AIF | Μέθοδος βάσει των δεσμεύσεων για τον υπολογισμό της έκθεσης του ΟΕΕ |
1. The exposure of an AIF calculated in accordance with the commitment method shall be the sum of the absolute values of all positions valued in accordance with Article 19 of Directive 2011/61/EU and its corresponding delegated acts, subject to the criteria provided for in paragraphs 2 to 9. | 1. Η έκθεση ενός ΟΕΕ που υπολογίζεται χρησιμοποιώντας τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων ισούται με το άθροισμα των απόλυτων τιμών όλων των θέσεων οι οποίες αποτιμώνται βάσει του άρθρου 19 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και των αντίστοιχων κατ’ εξουσιοδότηση πράξεών της, τηρουμένων των κριτηρίων που προβλέπονται στις παραγράφους 2 έως 9. |
2. For the calculation of the exposure of an AIF in accordance with the commitment method an AIFM shall: | 2. Για τον υπολογισμό της έκθεσης ενός ΟΕΕ χρησιμοποιώντας τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων, ο ΔΟΕΕ: |
(a) | convert each derivative instrument position into an equivalent position in the underlying asset of that derivative using the conversion methodologies set out in Article 10 and paragraphs (4) to (9) and (14) of Annex II; | α) | μετατρέπει κάθε παράγωγο σε ισοδύναμη θέση στο υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο του εν λόγω παραγώγου χρησιμοποιώντας τις μεθοδολογίες μετατροπής που ορίζονται στο άρθρο 10 και στις παραγράφους 4 έως 9 και 14 του παραρτήματος ΙΙ· |
(b) | apply netting and hedging arrangements; | β) | εφαρμόζει συμφωνίες αντιστάθμισης κινδύνου και συμψηφισμού· |
(c) | calculate the exposure created through the reinvestment of borrowings where such reinvestment increases the exposure of the AIF as defined in paragraphs (1) and (2) of Annex I; | γ) | υπολογίζει την έκθεση που δημιουργείται μέσω της επανεπένδυσης δανείων όταν η εν λόγω επανεπένδυση αυξάνει την έκθεση του ΟΕΕ όπως ορίζεται στις παραγράφους 1 και 2 του παραρτήματος Ι· |
(d) | include other arrangements in the calculation in accordance with paragraphs (3) and (10) to (13) of Annex I. | δ) | συμπεριλαμβάνει άλλες συμφωνίες στον υπολογισμό βάσει των παραγράφων 3 και 10 έως 13 του παραρτήματος I. |
3. For the purposes of calculating the exposure of an AIF according to the commitment method: | 3. Για τον υπολογισμό της έκθεσης ενός ΟΕΕ με τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων: |
(a) | netting arrangements shall include combinations of trades on derivative instruments or security positions which refer to the same underlying asset, irrespective — in the case of derivative instruments — of the maturity date of the derivative instruments and where those trades on derivative instruments or security positions are concluded with the sole aim of eliminating the risks linked to positions taken through the other derivative instruments or security positions; | α) | οι συμφωνίες συμψηφισμού περιλαμβάνουν συνδυασμούς συναλλαγών επί παραγώγων ή θέσεων σε τίτλους που αναφέρονται στο ίδιο υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο, άσχετα —στην περίπτωση των παραγώγων— με την ημερομηνία λήξης των παραγώγων και εφόσον οι εν λόγω συναλλαγές επί παραγώγων ή θέσεων σε τίτλους διενεργούνται με αποκλειστικό σκοπό την εξάλειψη των κινδύνων που συνδέονται με τις θέσεις οι οποίες λαμβάνονται μέσω των παραγώγων ή των θέσεων σε τίτλους· |
(b) | hedging arrangements shall include combinations of trades on derivative instruments or security positions which do not necessarily refer to the same underlying asset and where those trades on derivative instruments or security positions are concluded with the sole aim of offsetting risks linked to positions taken through the other derivative instruments or security positions. | β) | οι συμφωνίες αντιστάθμισης κινδύνου περιλαμβάνουν συνδυασμούς συναλλαγών επί παραγώγων ή θέσεων σε τίτλους που δεν αναφέρονται απαραιτήτως στο ίδιο υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο και εφόσον οι εν λόγω συναλλαγές επί παραγώγων ή θέσεων σε τίτλους διενεργούνται με αποκλειστικό σκοπό την αντιστάθμιση των κινδύνων που συνδέονται με τις θέσεις οι οποίες λαμβάνονται μέσω των παραγώγων ή των θέσεων σε τίτλους. |
4. By way of derogation from paragraph 2, a derivative instrument shall not be converted into an equivalent position in the underlying asset if it has all of the following characteristics: | 4. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, ένα παράγωγο δεν μετατρέπεται σε ισοδύναμη θέση στο υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο εάν έχει όλα τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: |
(a) | it swaps the performance of financial assets held in the AIF’s portfolio for the performance of other reference financial assets; | α) | ανταλλάσσει την απόδοση χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο του ΟΕΕ με την απόδοση άλλων χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων αναφοράς· |
(b) | it totally offsets the risks of the swapped assets held in the AIF’s portfolio so that the AIF’s performance does not depend on the performance of the swapped assets; | β) | αντισταθμίζει συνολικά τους κινδύνους των ανταλλασσόμενων περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο του ΟΕΕ προκειμένου η απόδοση του ΟΕΕ να μην εξαρτάται από την απόδοση των ανταλλασσόμενων περιουσιακών στοιχείων· |
(c) | it includes neither additional optional features, nor leverage clauses nor other additional risks as compared to a direct holding of the reference financial assets. | γ) | δεν περιλαμβάνει ούτε πρόσθετα προαιρετικά χαρακτηριστικά, ούτε ρήτρες μόχλευσης ούτε πρόσθετους κινδύνους σε σύγκριση με την άμεση κατοχή των περιουσιακών στοιχείων αναφοράς. |
5. By way of derogation from paragraph 2, a derivative instrument shall not be converted into an equivalent position in the underlying asset when calculating the exposure according to the commitment method if it meets both of the following conditions: | 5. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, ένα παράγωγο δεν μετατρέπεται σε ισοδύναμη θέση στο υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο κατά τον υπολογισμό της έκθεσης με τη μέθοδο των δεσμεύσεων εάν πληροί και τους δύο ακόλουθους όρους: |
(a) | the combined holding by the AIF of a derivative instrument relating to a financial asset and cash which is invested in cash equivalent as defined in Article 7(a) is equivalent to holding a long position in the given financial asset; | α) | η συνδυασμένη κατοχή από τον ΟΕΕ ενός παραγώγου που σχετίζεται με ένα χρηματοπιστωτικό περιουσιακό στοιχείο και μετρητών που επενδύονται σε ταμειακά ισοδύναμα όπως ορίζεται στο άρθρο 7 στοιχείο α) ισοδυναμεί με την κατοχή θετικής θέσης στο δεδομένο χρηματοπιστωτικό περιουσιακό στοιχείο· |
(b) | the derivative instrument shall not generate any incremental exposure and leverage or risk. | β) | το παράγωγο δεν δημιουργεί καμία πρόσθετη έκθεση και μόχλευση ούτε κίνδυνο. |
6. Hedging arrangements shall be taken into account when calculating the exposure of an AIF only if they comply with all the following conditions: | 6. Οι συμφωνίες αντιστάθμισης κινδύνου λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό της έκθεσης ενός ΟΕΕ μόνο εάν πληρούν όλους τους ακόλουθους όρους: |
(a) | the positions involved within the hedging relationship do not aim to generate a return and general and specific risks are offset; | α) | οι θέσεις που περιλαμβάνονται στη σχέση αντιστάθμισης κινδύνου δεν αποσκοπούν στη δημιουργία απόδοσης, ενώ αντισταθμίζονται οι γενικοί και ειδικοί κίνδυνοι· |
(b) | there is a verifiable reduction of market risk at the level of the AIF; | β) | υφίσταται μείωση του κινδύνου αγοράς στο επίπεδο του ΟΕΕ η οποία μπορεί να επαληθευτεί· |
(c) | the risks linked to derivative instruments, general and specific, if any, are offset; | γ) | αντισταθμίζονται οι γενικοί και ειδικοί κίνδυνοι που συνδέονται με παράγωγα, εάν υφίστανται· |
(d) | the hedging arrangements relate to the same asset class; | δ) | οι συμφωνίες αντιστάθμισης κινδύνου σχετίζονται με την ίδια κατηγορία περιουσιακών στοιχείων· |
(e) | they are efficient in stressed market conditions. | ε) | αποδίδουν όταν επικρατούν ακραίες συνθήκες στην αγορά. |
7. Subject to paragraph 6, derivative instruments used for currency hedging purposes and that do not add any incremental exposure, leverage or other risks shall not be included in the calculation. | 7. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, παράγωγα που χρησιμοποιούνται για την αντιστάθμιση του συναλλαγματικού κινδύνου και δεν δημιουργούν καμία πρόσθετη έκθεση, μόχλευση ή άλλους κινδύνους δεν συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό. |
8. An AIFM shall net positions in any of the following cases: | 8. Ο ΔΟΕΕ συμψηφίζει θέσεις σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις: |
(a) | between derivative instruments, provided they refer to the same underlying asset, even if the maturity date of the derivative instruments is different; | α) | μεταξύ παραγώγων, όταν αυτά σχετίζονται με το ίδιο υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο, ακόμη και εάν διαφέρουν οι ημερομηνίες λήξης των παραγώγων· |
(b) | between a derivative instrument whose underlying asset is a transferable security, money market instrument or units in a collective investment undertaking as referred to in points 1 to 3 of Section C of Annex I to Directive 2004/39/EC, and that same corresponding underlying asset. | β) | μεταξύ παραγώγου του οποίου το υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο είναι μεταβιβάσιμη κινητή αξία, μέσο χρηματαγοράς ή μερίδια οργανισμού συλλογικών επενδύσεων, όπως αναφέρεται στα σημεία 1 έως 3 του τμήματος Γ του παραρτήματος I της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, και του ιδίου αντίστοιχου υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου. |
9. AIFMs managing AIFs that, in accordance with their core investment policy, primarily invest in interest rate derivatives shall make use of specific duration netting rules in order to take into account the correlation between the maturity segments of the interest rate curve as set out in Article 11. | 9. Οι ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται ΟΕΕ οι οποίοι βάσει της κεντρικής επενδυτικής πολιτικής τους επενδύουν κυρίως σε παράγωγα επιτοκίων μπορούν να χρησιμοποιούν συγκεκριμένους κανόνες συμψηφισμού διάρκειας προκειμένου να λαμβάνουν υπόψη τη συσχέτιση μεταξύ των επιμέρους διαστημάτων ληκτότητας της καμπύλης επιτοκίου όπως ορίζεται στο άρθρο 11. |
Article 9 | Άρθρο 9 |
Methods of increasing the exposure of an AIF | Μέθοδοι αύξησης της έκθεσης του ΟΕΕ |
When calculating exposure AIFMs shall use the methods set out in Annex I for the situations referred to therein. | Κατά τον υπολογισμό της έκθεσης, οι ΔΟΕΕ χρησιμοποιούν τις μεθόδους που ορίζονται στο παράρτημα I για τις περιπτώσεις που αναφέρονται σε αυτό. |
Article 10 | Άρθρο 10 |
Conversion methodologies for derivative instruments | Μεθοδολογίες μετατροπής για παράγωγα |
AIFMs shall use the conversion methodologies set out in Annex II for the derivative instruments referred to therein. | Οι ΔΟΕΕ χρησιμοποιούν τις μεθοδολογίες μετατροπής που ορίζονται στο παράρτημα II για τα παράγωγα που αναφέρονται σε αυτό. |
Article 11 | Άρθρο 11 |
Duration netting rules | Κανόνες συμψηφισμού διάρκειας |
1. Duration netting rules shall be applied by AIFMs when calculating the exposure of AIFs according to Article 8(9). | 1. Οι ΔΟΕΕ εφαρμόζουν κανόνες συμψηφισμού διάρκειας κατά τον υπολογισμό της έκθεσης των ΟΕΕ βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 9. |
2. The duration-netting rules shall not be used where they would lead to a misrepresentation of the risk profile of the AIF. AIFMs availing themselves of those netting rules shall not include other sources of risk such as volatility in their interest rate strategy. Consequently, interest rate arbitrage strategies shall not apply those netting rules. | 2. Οι κανόνες συμψηφισμού διάρκειας δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται όταν οδηγούν σε ανακριβή παρουσίαση του προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ. Οι ΔΟΕΕ που χρησιμοποιούν αυτούς τους κανόνες συμψηφισμού διάρκειας δεν θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν άλλες πηγές κινδύνου όπως η μεταβλητότητα που χαρακτηρίζει τη στρατηγική επιτοκίων τους. Άρα οι στρατηγικές αρμπιτράζ επιτοκίων δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται στους εν λόγω κανόνες συμψηφισμού διάρκειας. |
3. The use of those duration-netting rules shall not generate any unjustified level of leverage through investment in short-term positions. Short-dated interest rate derivatives shall not be the main source of performance for an AIF with medium duration which uses the duration netting rules. | 3. Η χρήση των εν λόγω κανόνων συμψηφισμού διάρκειας δεν θα πρέπει να δημιουργεί κανένα αδικαιολόγητο επίπεδο μόχλευσης μέσω επενδύσεων σε βραχυπρόθεσμες θέσεις. Τα παράγωγα επιτοκίων με κοντινή ημερομηνία δεν θα πρέπει να αποτελούν την κύρια πηγή απόδοσης για έναν ΟΕΕ με μέση διάρκεια ο οποίος χρησιμοποιεί τους κανόνες συμψηφισμού διάρκειας. |
4. Interest rate derivatives shall be converted into their equivalent underlying asset position and netted in accordance with Annex III. | 4. Τα παράγωγα επιτοκίων δεν θα πρέπει να μετατρέπονται στην ισοδύναμη θέση τους στα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία ούτε να συμψηφίζονται βάσει του παραρτήματος III. |
5. An AIF making use of the duration-netting rules may still make use of the hedging framework. Duration netting rules may be applied only to the interest rate derivatives which are not included in hedging arrangements. | 5. Ένας ΟΕΕ που χρησιμοποιεί κανόνες συμψηφισμού διάρκειας μπορεί μολαταύτα να χρησιμοποιεί το πλαίσιο αντιστάθμισης κινδύνου. Κανόνες συμψηφισμού διάρκειας μπορούν να εφαρμόζονται μόνο στα παράγωγα επιτοκίων που δεν συμπεριλαμβάνονται σε συμφωνίες αντιστάθμισης κινδύνου. |
SECTION 3 | ΤΜΗΜΑ 3 |
Additional own funds and professional indemnity insurance | Πρόσθετα ίδια κεφάλαια και ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης |
(Article 9(7) and Article 15 of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 9 παράγραφος 7 και άρθρο 15 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Article 12 | Άρθρο 12 |
Professional liability risks | Κίνδυνοι επαγγελματικής ευθύνης |
1. The professional liability risks to be covered pursuant to Article 9(7) of Directive 2011/61/EU shall be risks of loss or damage caused by a relevant person through the negligent performance of activities for which the AIFM has legal responsibility. | 1. Οι κίνδυνοι επαγγελματικής ευθύνης που πρέπει να καλύπτονται βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 7 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ είναι κίνδυνοι απώλειας ή ζημίας προκαλούμενης από αρμόδιο πρόσωπο εξαιτίας αμελούς εκτέλεσης δραστηριοτήτων για τις οποίες ο ΔΟΕΕ φέρει τη νομική ευθύνη. |
2. Professional liability risks as defined in paragraph 1 shall include, without being limited to, risks of: | 2. Οι κίνδυνοι επαγγελματικής ευθύνης, όπως ορίζονται στην παράγραφο 1, περιλαμβάνουν ενδεικτικά κινδύνους: |
(a) | loss of documents evidencing title of assets of the AIF; | α) | απώλειας εγγράφων που αποδεικνύουν το ιδιοκτησιακό καθεστώς του ΟΕΕ· |
(b) | misrepresentations or misleading statements made to the AIF or its investors; | β) | ανακριβειών ή παραπλανητικών δηλώσεων έναντι του ΟΕΕ ή των επενδυτών του· |
(c) | acts, errors or omissions resulting in a breach of: | (i) | legal and regulatory obligations; | (ii) | duty of skill and care towards the AIF and its investors; | (iii) | fiduciary duties; | (iv) | obligations of confidentiality; | (v) | AIF rules or instruments of incorporation; | (vi) | terms of appointment of the AIFM by the AIF; | γ) | πράξεων, σφαλμάτων ή παραλείψεων που οδηγούν σε παραβίαση: | i) | νομικών και ρυθμιστικών υποχρεώσεων, | ii) | του καθήκοντος άσκησης ικανότητας και προσοχής έναντι του ΟΕΕ και των επενδυτών του, | iii) | των καθηκόντων του καταπιστευματοδόχου, | iv) | των υποχρεώσεων εμπιστευτικότητας, | v) | του κανονισμού ή των καταστατικών εγγράφων του ΟΕΕ, | vi) | των όρων διορισμού του ΔΟΕΕ από τον ΟΕΕ· |
(d) | failure to establish, implement and maintain appropriate procedures to prevent dishonest, fraudulent or malicious acts; | δ) | μη καθιέρωσης, υλοποίησης και διατήρησης ενδεδειγμένων διαδικασιών για την αποφυγή ανέντιμων, δόλιων ή κακόβουλων ενεργειών· |
(e) | improperly carried out valuation of assets or calculation of unit/share prices; | ε) | μη ενδεδειγμένης διενέργειας αποτίμησης περιουσιακών στοιχείων ή υπολογισμού των τιμών μετοχής/μεριδίου· |
(f) | losses arising from business disruption, system failures, failure of transaction processing or process management. | στ) | απωλειών που προκύπτουν από διακοπή δραστηριοτήτων, δυσλειτουργία συστημάτων, ανεπαρκή επεξεργασία συναλλαγών ή διαχείριση διαδικασιών. |
3. Professional liability risks shall be covered at all times either through appropriate additional own funds determined in accordance with Article 14 or through appropriate coverage of professional indemnity insurance determined in accordance with Article 15. | 3. Οι κίνδυνοι επαγγελματικής ευθύνης θα πρέπει να καλύπτονται ανά πάσα στιγμή μέσω ενδεδειγμένων πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων καθοριζόμενων βάσει του άρθρου 14 ή μέσω ενδεδειγμένης κάλυψης ασφάλισης επαγγελματικής ευθύνης καθοριζόμενης βάσει του άρθρου 15. |
Article 13 | Άρθρο 13 |
Qualitative requirements addressing professional liability risks | Ποιοτικές απαιτήσεις για την αντιμετώπιση κινδύνων επαγγελματικής ευθύνης |
1. An AIFM shall implement effective internal operational risk management policies and procedures in order to identify, measure, manage and monitor appropriately operational risks including professional liability risks to which the AIFM is or could be reasonably exposed. The operational risk management activities shall be performed independently as part of the risk management policy. | 1. Ο ΔΟΕΕ υλοποιεί αποτελεσματικές εσωτερικές πολιτικές και διαδικασίες διαχείρισης λειτουργικών κινδύνων για τον εντοπισμό, τη μέτρηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση με ενδεδειγμένο τρόπο των λειτουργικών κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων επαγγελματικής ευθύνης, στους οποίους εκτίθεται, ή θα μπορούσε να εκτεθεί, εύλογα ο ΔΟΕΕ. Οι δραστηριότητες διαχείρισης λειτουργικών κινδύνων εκτελούνται ανεξάρτητα, στο πλαίσιο της πολιτικής διαχείρισης κινδύνων. |
2. An AIFM shall set up a historical loss database, in which any operational failures, loss and damage experience shall be recorded. This database shall record, without being limited to, any professional liability risks as referred to in Article 12(2) that have materialised. | 2. Ο ΔΟΕΕ δημιουργεί μια βάση δεδομένων ιστορικού απωλειών, στην οποία καταγράφει όλες τις λειτουργικές αστοχίες, απώλειες και ζημίες που συμβαίνουν. Στην εν λόγω βάση δεδομένων καταγράφονται, μεταξύ άλλων, οποιοιδήποτε κίνδυνοι επαγγελματικής ευθύνης, όπως αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 2, οι οποίοι έχουν συμβεί. |
3. Within the risk management framework the AIFM shall make use of its internal historical loss data and where appropriate of external data, scenario analysis and factors reflecting the business environment and internal control systems. | 3. Στο πλαίσιο της διαχείρισης κινδύνων, ο ΔΟΕΕ χρησιμοποιεί τα εσωτερικά δεδομένα του ιστορικού απωλειών του και, κατά περίπτωση, εξωτερικά δεδομένα, αναλύσεις σεναρίων και παράγοντες που αντικατοπτρίζουν το οικονομικό περιβάλλον και τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου. |
4. Operational risk exposures and loss experience shall be monitored on an ongoing basis and shall be subject to regular internal reporting. | 4. Οι εκθέσεις σε λειτουργικούς κινδύνους και οι απώλειες που συμβαίνουν παρακολουθούνται διαρκώς, και υποβάλλονται σχετικές εσωτερικές εκθέσεις σε τακτική βάση. |
5. An AIFM’s operational risk management policies and procedures shall be well documented. An AIFM shall have arrangements in place for ensuring compliance with its operational risk management policies and effective measures for the treatment of non-compliance with these policies. An AIFM shall have procedures in place for taking appropriate corrective action. | 5. Οι πολιτικές και διαδικασίες διαχείρισης λειτουργικών κινδύνων του ΔΟΕΕ τεκμηριώνονται με ενδεδειγμένο τρόπο. Ο ΔΟΕΕ εφαρμόζει ρυθμίσεις για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις πολιτικές διαχείρισης λειτουργικών κινδύνων του, καθώς και αποτελεσματικά μέτρα χειρισμού των μη συμμορφώσεων με τις πολιτικές αυτές. Ο ΔΟΕΕ εφαρμόζει διαδικασίες που επιτρέπουν τη λήψη κατάλληλων διορθωτικών μέτρων. |
6. The operational risk management policies and procedures and measurement systems shall be subject to regular review, at least on an annual basis. | 6. Οι πολιτικές και διαδικασίες διαχείρισης και τα συστήματα μέτρησης λειτουργικών κινδύνων υπόκεινται σε τακτική επανεξέταση τουλάχιστον σε ετήσια βάση. |
7. An AIFM shall maintain financial resources adequate to its assessed risk profile. | 7. Ο ΔΟΕΕ τηρεί χρηματοοικονομικούς πόρους που επαρκούν για το προφίλ κινδύνων του το οποίο προκύπτει από τη σχετική αξιολόγηση. |
Article 14 | Άρθρο 14 |
Additional own funds | Πρόσθετα ίδια κεφάλαια |
1. This Article shall apply to AIFMs that choose to cover professional liability risks through additional own funds. | 1. Το παρόν άρθρο ισχύει για ΔΟΕΕ που επιλέγουν την κάλυψη των κινδύνων επαγγελματικής ευθύνης μέσω πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων. |
2. The AIFM shall provide additional own funds for covering liability risks arising from professional negligence at least equal to 0,01 % of the value of the portfolios of AIFs managed. | 2. Ο ΔΟΕΕ παρέχει πρόσθετα ίδια κεφάλαια για την κάλυψη κινδύνων ευθύνης από επαγγελματική αμέλεια τα οποία αντιστοιχούν τουλάχιστον στο 0,01 % της αξίας των χαρτοφυλακίων των υπό διαχείριση ΟΕΕ. |
The value of the portfolios of AIFs managed shall be the sum of the absolute value of all assets of all AIFs managed by the AIFM, including assets acquired through use of leverage, whereby derivative instruments shall be valued at their market value. | Η αξία των χαρτοφυλακίων των υπό διαχείριση ΟΕΕ ισούται με το άθροισμα της απόλυτης αξίας όλων των περιουσιακών στοιχείων όλων των ΟΕΕ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των περιουσιακών στοιχείων που αποκτήθηκαν με τη χρήση μόχλευσης, οπότε τα παράγωγα αποτιμώνται στην αγοραία αξία τους. |
3. The additional own funds requirement referred to in paragraph 2 shall be recalculated at the end of each financial year and the amount of additional own funds shall be adjusted accordingly. | 3. Η απαίτηση περί πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρεται στην παράγραφο 2 επανυπολογίζεται στο τέλος κάθε οικονομικού έτους και προσαρμόζεται ανάλογα το ποσό των πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων. |
The AIFM shall establish, implement and apply procedures to monitor on an ongoing basis the value of the portfolios of AIFs managed, calculated in accordance with the second subparagraph of paragraph 2. Where, before the annual recalculation referred to in the first subparagraph, the value of the portfolios of AIFs managed increases significantly, the AIFM shall without undue delay recalculate the additional own funds requirement and shall adjust the additional own funds accordingly. | Ο ΔΟΕΕ θεσπίζει, υλοποιεί και εφαρμόζει διαδικασίες για τη διαρκή παρακολούθηση της αξίας των χαρτοφυλακίων των υπό διαχείριση ΟΕΕ, η οποία υπολογίζεται βάσει του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2. Όταν, πριν από τον ετήσιο επανυπολογισμό που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, αυξάνεται σημαντικά η αξία των χαρτοφυλακίων των υπό διαχείριση ΟΕΕ, ο ΔΟΕΕ επανυπολογίζει χωρίς καθυστέρηση την απαίτηση περί πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων και προσαρμόζει ανάλογα τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια. |
4. The competent authority of the home Member State of the AIFM may authorise the AIFM to provide additional own funds lower than the amount referred to in paragraph 2 only if it is satisfied — on the basis of the historical loss data of the AIFM as recorded over an observation period of at least three years prior to the assessment — that the AIFM provides sufficient additional own funds to appropriately cover professional liability risks. The authorised lower amount of additional own funds shall be not less than 0,008 % of the value of the portfolios of AIFs managed by the AIFM. | 4. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του ΔΟΕΕ μπορεί να επιτρέψει στον ΔΟΕΕ να παράσχει πρόσθετα ίδια κεφάλαια που υπολείπονται το ποσού το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 2 μόνο εάν πειστεί —βάσει των δεδομένων του ιστορικού απωλειών του ΔΟΕΕ που έχουν καταγραφεί κατά τη διάρκεια περιόδου παρατήρησης τουλάχιστον τριών ετών πριν από την αξιολόγηση— ότι ο ΔΟΕΕ παρέχει επαρκή πρόσθετα ίδια κεφάλαια για την ενδεδειγμένη κάλυψη των κινδύνων επαγγελματικής ευθύνης. Το επιτρεπόμενο κατώτερο ποσό πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 0,008 % της αξίας των χαρτοφυλακίων των ΟΕΕ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ. |
5. The competent authority of the home Member State of the AIFM may request the AIFM to provide additional own funds higher than the amount referred to in paragraph 2 if it is not satisfied that the AIFM has sufficient additional own funds to appropriately cover professional liability risks. The competent authority shall give reasons why it considers that the AIFM’s additional own funds are insufficient. | 5. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του ΔΟΕΕ μπορεί να ζητήσει από τον ΔΟΕΕ να εξασφαλίσει πρόσθετα ίδια κεφάλαια που υπερβαίνουν το ποσό το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 2 μόνο εάν δεν πειστεί ότι ο ΔΟΕΕ διαθέτει επαρκή πρόσθετα ίδια κεφάλαια για την ενδεδειγμένη κάλυψη των κινδύνων επαγγελματικής ευθύνης. Η αρμόδια αρχή θα αιτιολογήσει τον λόγο για τον οποίο κρίνει ανεπαρκή τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια του ΔΟΕΕ. |
Article 15 | Άρθρο 15 |
Professional indemnity insurance | Ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης |
1. This Article shall apply to AIFMs that choose to cover professional liability risks through professional indemnity insurance. | 1. Το παρόν άρθρο ισχύει για ΔΟΕΕ που επιλέγουν την κάλυψη των κινδύνων επαγγελματικής ευθύνης μέσω ασφάλισης επαγγελματικής ευθύνης. |
2. The AIFM shall take out and maintain at all times professional indemnity insurance that: | 2. Οι ΔΟΕΕ εξασφαλίζουν και διατηρούν ανά πάσα στιγμή ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης η οποία: |
(a) | shall have an initial term of no less than one year; | α) | έχει αρχική διάρκεια ενός έτους τουλάχιστον· |
(b) | shall have a notice period for cancellation of at least 90 days; | β) | έχει περίοδο προειδοποίησης για την καταγγελία 90 ημερών τουλάχιστον· |
(c) | shall cover professional liability risks as defined in Article 12(1) and (2); | γ) | καλύπτει τους κινδύνους επαγγελματικής ευθύνης που ορίζονται στο άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 2· |
(d) | is taken out from an EU or non-EU undertaking authorised to provide professional indemnity insurance, in accordance with Union law or national law; | δ) | εξασφαλίζεται από επιχείρηση εντός ή εκτός της ΕΕ η οποία διαθέτει άδεια παροχής ασφάλισης επαγγελματικής ευθύνης, βάσει του ενωσιακού ή εθνικού δικαίου· |
(e) | is provided by a third party entity. | ε) | παρέχεται από τρίτο. |
Any agreed defined excess shall be fully covered by own funds which are in addition to the own funds to be provided in accordance with Article 9(1) and (3) of Directive 2011/61/EU. | Οποιαδήποτε συμφωνούμενη καθορισμένη υπέρβαση θα πρέπει να καλύπτεται πλήρως από ίδια κεφάλαια, πρόσθετα προς εκείνα που παρέχονται βάσει του άρθρου 9 παράγραφοι 1 και 3 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
3. The coverage of the insurance for an individual claim shall be equal to at least 0,7 % of the value of the portfolios of AIFs managed by the AIFM calculated as set out in the second subparagraph of Article 14(2). | 3. Η κάλυψη της ασφάλισης για επιμέρους απαίτηση θα πρέπει να ισούται τουλάχιστον με το 0,7 % της αξίας των χαρτοφυλακίων των ΟΕΕ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ, υπολογιζόμενης όπως ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 14 παράγραφος 2. |
4. The coverage of the insurance for claims in aggregate per year shall be equal to at least 0,9 % of the value of the portfolios of AIFs managed by the AIFM calculated as set out in the second subparagraph of Article 14(2). | 4. Η κάλυψη της ασφάλισης για τις συνολικές απαιτήσεις ανά έτος θα πρέπει να ισούται τουλάχιστον με το 0,9 % της αξίας των χαρτοφυλακίων των ΟΕΕ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ, υπολογιζόμενης όπως ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 14 παράγραφος 2. |
5. The AIFM shall review the professional indemnity insurance policy and its compliance with the requirements laid down in this Article at least once a year and in the event of any change which affects the policy’s compliance with the requirements in this Article. | 5. Ο ΔΟΕΕ επανεξετάζει την πολιτική ασφάλισης επαγγελματικής ευθύνης και τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο τουλάχιστον μία φορά το έτος, καθώς και σε περίπτωση οποιασδήποτε αλλαγής που επηρεάζει τη συμμόρφωση της πολιτικής με τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου. |
CHAPTER III | ΚΕΦΑΛΑΙΟ III |
OPERATING CONDITIONS FOR AIFMs | ΟΡΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΩΝ ΔΟΕΕ |
SECTION 1 | ΤΜΗΜΑ 1 |
General principles | Γενικές αρχές |
(Article 12(1) of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 12 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Article 16 | Άρθρο 16 |
General obligations for competent authorities | Γενικές υποχρεώσεις αρμόδιων αρχών |
When assessing the AIFM’s compliance with Article 12(1) of Directive 2011/61/EU, the competent authorities shall use at least the criteria laid down in this Section. | Κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των ΔΟΕΕ με το άρθρο 12 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, οι αρμόδιες αρχές χρησιμοποιούν τουλάχιστον τα κριτήρια που ορίζονται στο παρόν τμήμα. |
Article 17 | Άρθρο 17 |
Duty to act in the best interests of the AIF or the investors in the AIF and the integrity of the market | Καθήκον για ενέργειες προς το συμφέρον του ΟΕΕ ή όσων επενδύουν στον ΟΕΕ και για διασφάλιση της ακεραιότητας της αγοράς |
1. AIFMs shall apply policies and procedures for preventing malpractices, including those that might reasonably be expected to affect adversely the stability and integrity of the market. | 1. Οι ΔΟΕΕ εφαρμόζουν πολιτικές και διαδικασίες για την αποφυγή αθέμιτων πρακτικών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ευλόγως μπορεί να αναμένεται ότι θα επηρεάσουν αρνητικά τη σταθερότητα και την ακεραιότητα της αγοράς. |
2. AIFMs shall ensure that the AIFs they manage or the investors in these AIFs are not charged undue costs. | 2. Οι ΔΟΕΕ διασφαλίζουν ότι δεν χρεώνονται υπερβολικές δαπάνες στους ΟΕΕ που διαχειρίζονται ή σε όσους επενδύουν στους εν λόγω ΟΕΕ. |
Article 18 | Άρθρο 18 |
Due diligence | Δέουσα επιμέλεια |
1. AIFMs shall apply a high standard of diligence in the selection and ongoing monitoring of investments. | 1. Οι ΔΟΕΕ διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο επιμέλειας κατά την επιλογή και διαρκή παρακολούθηση των επενδύσεων. |
2. AIFMs shall ensure that they have adequate knowledge and understanding of the assets in which the AIF is invested. | 2. Οι ΔΟΕΕ διασφαλίζουν ότι διαθέτουν την ενδεδειγμένη γνώση και κατανόηση των περιουσιακών στοιχείων στα οποία έχουν γίνει οι επενδύσεις των ΟΕΕ. |
3. AIFMs shall establish, implement and apply written policies and procedures on due diligence and implement effective arrangements for ensuring that investment decisions on behalf of the AIFs are carried out in compliance with the objectives, the investment strategy and, where applicable, the risk limits of the AIF. | 3. Οι ΔΟΕΕ θεσπίζουν, υλοποιούν και εφαρμόζουν γραπτές πολιτικές και διαδικασίες σχετικά με τη δέουσα επιμέλεια και υλοποιούν αποτελεσματικές ρυθμίσεις ώστε να διασφαλίζουν ότι οι επενδυτικές αποφάσεις για λογαριασμό των ΟΕΕ λαμβάνονται σύμφωνα με τους στόχους, την επενδυτική στρατηγική και, κατά περίπτωση, τα όρια κινδύνου του ΟΕΕ. |
4. The policies and procedures on due diligence referred to in paragraph 3 shall be regularly reviewed and updated. | 4. Οι πολιτικές και διαδικασίες περί δέουσας επιμέλειας που αναφέρονται στην παράγραφο 3 επανεξετάζονται και επικαιροποιούνται τακτικά. |
Article 19 | Άρθρο 19 |
Due diligence when investing in assets of limited liquidity | Δέουσα επιμέλεια κατά την επένδυση σε περιουσιακά στοιχεία περιορισμένης ρευστότητας |
1. Where AIFMs invest in assets of limited liquidity and where such investment is preceded by a negotiation phase, they shall, in relation to the negotiation phase, in addition to the requirements laid down in Article 18: | 1. Όταν οι ΔΟΕΕ επενδύουν σε περιουσιακά στοιχεία περιορισμένης ρευστότητας και όταν προηγείται της εν λόγω επένδυσης μια φάση διαπραγματεύσεων, οι ΔΟΕΕ, εκτός από την εκπλήρωση των απαιτήσεων που ορίζονται στο άρθρο 18, προβαίνουν στα εξής βήματα αναφορικά με τη φάση των διαπραγματεύσεων: |
(a) | set out and regularly update a business plan consistent with the duration of the AIF and market conditions; | α) | ορίζουν και επικαιροποιούν τακτικά ένα επιχειρηματικό σχέδιο που συνάδει με τη διάρκεια του ΟΕΕ και τις συνθήκες της αγοράς· |
(b) | seek and select possible transactions consistent with the business plan referred to in point (a); | β) | αναζητούν και επιλέγουν πιθανές συναλλαγές που συνάδουν με το επιχειρηματικό σχέδιο το οποίο αναφέρεται στο στοιχείο α)· |
(c) | assess the selected transactions in consideration of opportunities, if any, and overall related risks, all relevant legal, tax-related, financial or other value affecting factors, human and material resources, and strategies, including exit strategies; | γ) | αξιολογούν τις επιλεγόμενες συναλλαγές λαμβάνοντας υπόψη τις ευκαιρίες, εάν υφίστανται, και τους συνολικούς σχετικούς κινδύνους, όλους τους σχετικούς νομικούς, φορολογικούς, χρηματοοικονομικούς και άλλους παράγοντες που επηρεάζουν την αξία, τους ανθρώπινους και υλικούς πόρους, καθώς και τις στρατηγικές, συμπεριλαμβανομένων των στρατηγικών εξόδου· |
(d) | perform due diligence activities related to the transactions prior to arranging execution; | δ) | εκτελούν δραστηριότητες δέουσας επιμέλειας ως προς τις συναλλαγές προτού διευθετηθεί η εκτέλεση· |
(e) | monitor the performance of the AIF with respect to the business plan referred to in point (a). | ε) | παρακολουθούν τις επιδόσεις του ΟΕΕ αναφορικά με το επιχειρηματικό σχέδιο που αναφέρεται στο στοιχείο α). |
2. AIFMs shall retain records of the activities carried out pursuant to paragraph 1 for at least five years. | 2. Οι ΔΟΕΕ τηρούν αρχεία των δραστηριοτήτων που εκτελούνται βάσει της παραγράφου 1 τουλάχιστον επί πέντε έτη. |
Article 20 | Άρθρο 20 |
Due diligence in the selection and appointment of counterparties and prime brokers | Δέουσα επιμέλεια κατά την επιλογή και τον ορισμό αντισυμβαλλομένων και βασικών μεσιτών |
1. When selecting and appointing counterparties and prime brokers, AIFMs shall exercise due skill, care and diligence before entering into an agreement and on an ongoing basis thereafter taking into account the full range and quality of their services. | 1. Κατά την επιλογή και τον ορισμό αντισυμβαλλομένων και βασικών μεσιτών, οι ΔΟΕΕ ασκούν τη δέουσα ικανότητα, προσοχή και επιμέλεια προτού συνάψουν συμφωνία, καθώς και σε διαρκή βάση έκτοτε, λαμβάνοντας υπόψη το πλήρες φάσμα και την ποιότητα των υπηρεσιών τους. |
2. When selecting prime brokers or counterparties of an AIFM or an AIF in an OTC derivatives transaction, in a securities lending or in a repurchase agreement, AIFMs shall ensure that those prime brokers and counterparties fulfil all of the following conditions: | 2. Κατά την επιλογή των βασικών μεσιτών και αντισυμβαλλομένων ενός ΔΟΕΕ ή ΟΕΕ για μια συναλλαγή εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, για μια συμφωνία δανεισμού τίτλων ή επαναγοράς, οι ΔΟΕΕ διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω βασικοί μεσίτες και αντισυμβαλλόμενοι πληρούν όλους τους εξής όρους: |
(a) | they are subject to ongoing supervision by a public authority; | α) | υπόκεινται σε διαρκή εποπτεία από δημόσια αρχή· |
(b) | they are financially sound; | β) | είναι εύρωστοι από χρηματοοικονομική άποψη· |
(c) | they have the necessary organisational structure and resources for performing the services which are to be provided by them to the AIFM or the AIF. | γ) | διαθέτουν την οργανωτική δομή και τους πόρους που απαιτούνται για την εκτέλεση των υπηρεσιών που θα παράσχουν στον ΔΟΕΕ ή στον ΟΕΕ. |
3. When appraising the financial soundness referred to in paragraph 2(b), the AIFM shall take into account whether or not the prime broker or counterparty is subject to prudential regulation, including sufficient capital requirements, and effective supervision. | 3. Κατά την εκτίμηση της χρηματοοικονομικής ευρωστίας που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παραγράφου 2, ο ΔΟΕΕ λαμβάνει υπόψη κατά πόσον ο βασικός μεσίτης ή αντισυμβαλλόμενος υπόκειται, ή δεν υπόκειται, σε προληπτική ρύθμιση, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων περί επάρκειας κεφαλαίων, και αποτελεσματική εποπτεία. |
4. The list of selected prime brokers shall be approved by the AIFM’s senior management. In exceptional cases prime brokers not included in the list may be appointed provided that they fulfil the requirements laid down in paragraph 2 and subject to approval by senior management. The AIFM shall be able to demonstrate the reasons for such a choice and the due diligence that it exercised in selecting and monitoring the prime brokers which had not been listed. | 4. Ο κατάλογος των επιλεγμένων βασικών μεσιτών εγκρίνεται από τα ανώτερα διοικητικά στελέχη του ΔΟΕΕ. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μπορούν να οριστούν βασικοί μεσίτες που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 2 και με την επιφύλαξη της έγκρισης από τα ανώτερα διοικητικά στελέχη. Ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να μπορεί να προβάλει τους λόγους για την επιλογή αυτή, καθώς και τη δέουσα επιμέλεια που άσκησε κατά την επιλογή και παρακολούθηση των βασικών μεσιτών που δεν είχαν συμπεριληφθεί στον κατάλογο. |
Article 21 | Άρθρο 21 |
Acting honestly, fairly and with due skills | Εκτέλεση ενεργειών με έντιμο και δίκαιο τρόπο και με τη δέουσα ικανότητα |
In order to establish whether an AIFM conducts its activities honestly, fairly and with due skills, competent authorities shall assess, at least, whether the following conditions are met: | Προκειμένου να καθοριστεί κατά πόσον ο ΔΟΕΕ εκτελεί τις δραστηριότητές του έντιμο και δίκαιο τρόπο και με τη δέουσα ικανότητα, οι αρμόδιες αρχές αξιολογούν κατά πόσον πληρούνται τουλάχιστον οι ακόλουθοι όροι: |
(a) | the governing body of the AIFM possesses adequate collective knowledge, skills and experience to be able to understand the AIFM’s activities, in particular the main risks involved in those activities and the assets in which the AIF is invested; | α) | το διευθυντικό όργανο του ΔΟΕΕ κατέχει επαρκείς συλλογικές γνώσεις, ικανότητες και πείρα προκειμένου να είναι σε θέση να κατανοεί τις δραστηριότητες του ΔΟΕΕ, ιδίως δεν τους βασικούς κινδύνους που σχετίζονται με τις εν λόγω δραστηριότητες και τα περιουσιακά στοιχεία στα οποία επενδύει ο ΟΕΕ· |
(b) | the members of the governing body commit sufficient time to properly perform their functions in the AIFM; | β) | τα μέλη του διευθυντικού οργάνου δαπανούν επαρκή χρόνο για την ενδεδειγμένη εκτέλεση των καθηκόντων τους στον ΔΟΕΕ· |
(c) | each member of the governing body acts with honesty, integrity and independence of mind; | γ) | κάθε μέλος του διευθυντικού οργάνου ενεργεί με εντιμότητα, ακεραιότητα και ανεξάρτητη βούληση· |
(d) | the AIFM devotes adequate resources to the induction and training of members of the governing body. | δ) | ο ΔΟΕΕ αφιερώνει επαρκείς πόρους για την τοποθέτηση και εκπαίδευση των μελών του διευθυντικού οργάνου. |
Article 22 | Άρθρο 22 |
Resources | Πόροι |
1. AIFMs shall employ sufficient personnel with the skills, knowledge and expertise necessary for discharging the responsibilities allocated to them. | 1. Οι ΔΟΕΕ χρησιμοποιούν επαρκές προσωπικό με τις ικανότητες, τις γνώσεις και την εμπειρογνωμοσύνη που απαιτούνται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων που τους έχουν ανατεθεί. |
2. For the purposes of paragraph 1, AIFMs shall take into account the nature, scale and complexity of their business and the nature and range of services and activities undertaken in the course of that business. | 2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι ΔΟΕΕ λαμβάνουν υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους, καθώς και τη φύση και το φάσμα των υπηρεσιών και δραστηριοτήτων που αναλαμβάνουν στο πλαίσιο των εν λόγω επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. |
Article 23 | Άρθρο 23 |
Fair treatment of investors in the AIF | Δίκαιη μεταχείριση όσων επενδύουν στον ΟΕΕ |
1. The AIFM shall ensure that its decision-making procedures and its organisational structure, referred to in Article 57, ensure fair treatment of investors. | 1. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων και η οργανωτική δομή του, που αναφέρεται στο άρθρο 57, διασφαλίζει τη δίκαιη μεταχείριση των επενδυτών. |
2. Any preferential treatment accorded by an AIFM to one or more investors shall not result in an overall material disadvantage to other investors. | 2. Οποιαδήποτε προνομιακή μεταχείριση από μέρους ενός ΔΟΕΕ για έναν ή περισσότερους επενδυτές δεν θα πρέπει να οδηγεί στη δημιουργία γενικού ουσιώδους μειονεκτήματος για τους υπόλοιπους επενδυτές. |
Article 24 | Άρθρο 24 |
Inducements | Αντιπαροχές |
1. AIFMs shall not be regarded as acting honestly, fairly and in accordance with the best interests of the AIFs they manage or the investors in these AIFs if, in relation to the activities performed when carrying out the functions referred to in Annex I to Directive 2011/61/EU, they pay or are paid any fee or commission, or provide or are provided with any non-monetary benefit, other than the following: | 1. Οι ΔΟΕΕ δεν θεωρείται ότι ενεργούν με έντιμο και δίκαιο τρόπο και προς το συμφέρον των ΟΕΕ που διαχειρίζονται ή όσων επενδύουν στους εν λόγω ΟΕΕ εάν, αναφορικά με τις δραστηριότητες που εκτελούνται κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων που αναφέρονται στο παράρτημα I της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, καταβάλλουν ή εισπράττουν οποιαδήποτε αμοιβή ή προμήθεια, ή παρέχουν ή εξασφαλίζουν οποιοδήποτε μη χρηματικό όφελος, εκτός των εξής: |
(a) | a fee, commission or non-monetary benefit paid or provided to or by the AIF or a person on behalf of the AIF; | α) | αμοιβής, προμήθειας ή μη χρηματικού οφέλους που καταβάλλεται ή παρέχεται στον ή από τον ΟΕΕ ή άλλο πρόσωπο για λογαριασμό του ΟΕΕ· |
(b) | a fee, commission or non-monetary benefit paid or provided to or by a third party or a person acting on behalf of a third party, where the AIFM can demonstrate that the following conditions are satisfied: | (i) | the existence, nature and amount of the fee, commission or benefit, or, where the amount cannot be ascertained, the method of calculating that amount, is clearly disclosed to the investors in the AIF in a manner that is comprehensive, accurate and understandable, prior to the provision of the relevant service; | (ii) | the payment of the fee or commission, or the provision of the non-monetary benefit are designed to enhance the quality of the relevant service and not impair compliance with the AIFM’s duty to act in the best interests of the AIF it manages or the investors in the AIF; | β) | αμοιβής, προμήθειας ή μη χρηματικού οφέλους που καταβάλλεται ή παρέχεται σε ή από τρίτο ή πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό του, εφόσον ο ΔΟΕΕ μπορεί να αποδείξει ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις: | i) | η ύπαρξη, η φύση και το ποσό της αμοιβής, της προμήθειας ή του οφέλους ή, εάν το ποσό δεν μπορεί να προσδιορισθεί, η μέθοδος υπολογισμού του, γνωστοποιούνται σαφώς σε όσους επενδύουν στον ΟΕΕ, με πλήρη, ακριβή και κατανοητό τρόπο, πριν από την παροχή της σχετικής υπηρεσίας· | ii) | η καταβολή της αμοιβής ή της προμήθειας ή η παροχή του μη χρηματικού οφέλους αποσκοπεί στην ενίσχυση της ποιότητας της σχετικής υπηρεσίας και δεν παρεμποδίζει τη συμμόρφωση με την υποχρέωση του ΔΟΕΕ να ενεργεί προς το συμφέρον του ΟΕΕ που διαχειρίζεται ή όσων επενδύουν στον ΟΕΕ· |
(c) | proper fees which enable or are necessary for the provision of the relevant service, including custody costs, settlement and exchange fees, regulatory levies or legal fees, and which, by their nature, do not give rise to conflicts with the AIFM’s duties to act honestly, fairly and in accordance with the best interests of the AIF it manages or the investors of the AIF. | γ) | κατάλληλων αμοιβών που επιτρέπουν ή είναι αναγκαίες για την παροχή της σχετικής υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων φύλαξης, των τελών διακανονισμού και των χρηματιστηριακών τελών, των ρυθμιστικών τελών ή των νομικών εξόδων, και οι οποίες δεν μπορούν από τη φύση τους να οδηγήσουν σε σύγκρουση συμφερόντων με την υποχρέωση του ΔΟΕΕ να ενεργεί με έντιμο και δίκαιο τρόπο και προς το συμφέρον του ΟΕΕ που διαχειρίζεται ή όσων επενδύουν στον ΟΕΕ. |
2. The disclosure of the essential terms of the arrangements relating to the fee, commission or non-monetary benefit in summary form shall be considered as satisfactory for the purposes of point (i) of paragraph 1(b), provided that the AIFM commits to disclose further details at the request of the investor in the AIF it manages and provided that it fulfils this commitment. | 2. Η συνοπτική γνωστοποίηση των ουσιωδών όρων των ρυθμίσεων που σχετίζονται με την αμοιβή, την προμήθεια ή το μη χρηματικό όφελος θα θεωρείται ικανοποιητική για τους σκοπούς του σημείου i) της παραγράφου 1 στοιχείο β), υπό την προϋπόθεση ότι ο ΔΟΕΕ δεσμεύεται να γνωστοποιήσει περαιτέρω λεπτομέρειες κατόπιν αιτήματος εκείνου που επενδύει στον ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται και υπό τον όρο ότι εκπληρώνει τη δέσμευση αυτή. |
Article 25 | Άρθρο 25 |
Effective employment of resources and procedures — handling of orders | Αποτελεσματική χρήση πόρων και διαδικασιών — χειρισμός εντολών |
1. AIFMs shall establish, implement and apply procedures and arrangements which provide for the prompt, fair and expeditious execution of orders on behalf of the AIF. | 1. Οι ΔΟΕΕ θεσπίζουν, υλοποιούν και εφαρμόζουν διαδικασίες και ρυθμίσεις που εγγυώνται την έγκαιρη, εύλογη και ταχεία εκτέλεση εντολών για λογαριασμό των ΟΕΕ. |
2. The procedures and arrangements referred to in paragraph 1 shall satisfy the following requirements: | 2. Οι διαδικασίες και ρυθμίσεις που αναφέρεται στην παράγραφο 1 θα πρέπει να πληρούν τις εξής απαιτήσεις: |
(a) | they shall ensure that orders executed on behalf of AIFs are promptly and accurately recorded and allocated; | α) | διασφαλίζουν ότι όλες οι εντολές που εκτελούνται για λογαριασμό των ΟΕΕ καταχωρίζονται και επιμερίζονται έγκαιρα και με ακρίβεια· |
(b) | they shall execute otherwise comparable AIF orders sequentially and promptly unless the characteristics of the order or prevailing market conditions make this impracticable, or the interests of the AIF or of the investors in the AIF require otherwise. | β) | εκτελούνται κατά τα άλλα συγκρίσιμες εντολές του ΟΕΕ έγκαιρα και με τη σειρά με την οποία λαμβάνονται, εκτός εάν τα χαρακτηριστικά της εντολής ή οι συνθήκες που επικρατούν στην αγορά το καθιστούν αυτό μη πρακτικό, ή εάν τα συμφέροντα όσων επενδύουν στον ΟΕΕ απαιτούν διαφορετικό χειρισμό. |
3. The financial instruments, sums of money or other assets received in settlement of the executed orders shall be promptly and correctly delivered to or registered in the account of the relevant AIF. | 3. Τα χρηματοοικονομικά μέσα, χρηματικά ποσά ή άλλα περιουσιακά στοιχεία που λαμβάνονται για το διακανονισμό των εκτελούμενων εντολών παραδίδονται ή καταχωρίζονται έγκαιρα και σωστά στον λογαριασμό του σχετικού ΟΕΕ. |
4. AIFMs shall not misuse information related to pending AIF orders, and shall take all reasonable steps to prevent the misuse of such information by any of their relevant persons. | 4. Οι ΔΟΕΕ δεν καταχρώνται τις πληροφορίες που αφορούν εκκρεμείς εντολές των ΟΕΕ και λαμβάνουν όλα τα εύλογα μέτρα που απαιτούνται για την αποφυγή κατάχρησης των εν λόγω πληροφοριών από οποιοδήποτε αρμόδιο πρόσωπό τους. |
Article 26 | Άρθρο 26 |
Reporting obligations in respect of execution of subscription and redemption orders | Υποχρέωση υποβολής εκθέσεων σχετικά με την εκτέλεση εντολών εγγραφής και εξόφλησης |
1. Where AIFMs have carried out a subscription or, where relevant, a redemption order from an investor, they shall promptly provide the investor, by means of a durable medium, with the essential information concerning the execution of that order or the acceptance of the subscription offer, as the case may be. | 1. Όταν οι ΔΟΕΕ εκτελέσουν μια εντολή εγγραφής ή, κατά περίπτωση, εξόφλησης από επενδυτή, παρέχουν στον επενδυτή έγκαιρα, με σταθερό μέσο, ουσιώδεις πληροφορίες σχετικά με την εκτέλεση της εν λόγω εντολής ή την αποδοχή της προσφοράς εγγραφής, κατά περίπτωση. |
2. Paragraph 1 shall not apply where a third person is required to provide the investor with a confirmation concerning the execution of the order and where the confirmation contains the essential information. | 2. Η παράγραφος 1 δεν ισχύει όταν απαιτείται από τρίτον να παράσχει στον επενδυτή επιβεβαίωση σχετικά με την εκτέλεση της εντολής και όταν η επιβεβαίωση περιέχει τις ουσιώδεις πληροφορίες. |
AIFMs shall ensure that the third person complies with its obligations. | Οι ΔΟΕΕ διασφαλίζουν τη συμμόρφωση του τρίτου με τις υποχρεώσεις του. |
3. The essential information referred to in paragraphs 1 and 2 shall include the following information: | 3. Οι ουσιώδεις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 περιλαμβάνουν τα εξής: |
(a) | the identification of the AIFM; | α) | την ταυτότητα του ΔΟΕΕ· |
(b) | the identification of the investor; | β) | την ταυτότητα του επενδυτή· |
(c) | the date and time of receipt of the order; | γ) | την ημερομηνία και την ώρα λήψης της εντολής· |
(d) | the date of execution; | δ) | την ημερομηνία εκτέλεσης· |
(e) | the identification of the AIF; | ε) | την ταυτότητα του ΟΕΕ· |
(f) | the gross value of the order including charges for subscription or the net amount after charges for redemptions. | στ) | την ακαθάριστη αξία της εντολής, συμπεριλαμβανομένων των τελών εγγραφής ή το καθαρό ποσό μετά τα τέλη εξόφλησης. |
4. AIFMs shall supply the investor, upon request, with information about the status of the order or the acceptance of the subscription offer, or both as the case may be. | 4. Οι ΔΟΕΕ παρέχουν στον επενδυτή, κατόπιν αιτήματος, πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση της εντολής ή την αποδοχή της προσφοράς εγγραφής, κατά περίπτωση. |
Article 27 | Άρθρο 27 |
Execution of decisions to deal on behalf of the managed AIF | Εκτέλεση αποφάσεων διαπραγμάτευσης για λογαριασμό του υπό διαχείριση ΟΕΕ |
1. AIFMs shall act in the best interests of the AIFs or the investors in the AIFs they manage when executing decisions to deal on behalf of the managed AIF in the context of the management of their portfolio. | 1. Οι ΔΟΕΕ ενεργούν προς το συμφέρον των ΟΕΕ ή όσων επενδύουν στους ΟΕΕ που διαχειρίζονται κατά την εκτέλεση αποφάσεων διαπραγμάτευσης για λογαριασμό του υπό διαχείριση ΟΕΕ στο πλαίσιο της διαχείρισης των χαρτοφυλακίων τους. |
2. Whenever AIFMs buy or sell financial instruments or other assets for which best execution is relevant, and for the purposes of paragraph 1, they shall take all reasonable steps to obtain the best possible result for the AIFs they manage or the investors in these AIFs, taking into account price, costs, speed, likelihood of execution and settlement, size, nature or any other consideration relevant to the execution of the order. The relative importance of such factors shall be determined by reference to the following criteria: | 2. Οποτεδήποτε οι ΔΟΕΕ αγοράζουν ή εκποιούν χρηματοοικονομικά μέσα ή άλλα περιουσιακά στοιχεία για τα οποία ισχύει η βέλτιστη εκτέλεση, και για τους σκοπούς της παραγράφου 1, προβαίνουν σε όλες τις εύλογες ενέργειες προκειμένου να επιτύχουν το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα για τους ΟΕΕ που διαχειρίζονται ή για εκείνους που επενδύουν στους εν λόγω ΟΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη την τιμή, τις δαπάνες, την ταχύτητα, την πιθανότητα εκτέλεσης και διακανονισμού, το μέγεθος, τη φύση και οποιονδήποτε άλλο παράγοντα που σχετίζεται με την εκτέλεση της εντολής. Η σχετική σημασία αυτών των παραγόντων προσδιορίζεται κατ’ αναφορά προς τα ακόλουθα κριτήρια: |
(a) | the objectives, investment policy and risks specific to the AIF, as indicated in the AIF’s rules or articles of association, prospectus or offering documents of the AIF; | α) | τους στόχους, την επενδυτική πολιτική και τους σύμφυτους με τον ΟΕΕ κινδύνους, όπως αναφέρεται στον κανονισμό ή στις καταστατικές διατάξεις του ΟΕΕ, ή στο ενημερωτικό φυλλάδιο ή στα έγγραφα προσφοράς του ΟΕΕ· |
(b) | the characteristics of the order; | β) | τα χαρακτηριστικά της εντολής· |
(c) | the characteristics of the financial instruments or other assets that are the subject of that order; | γ) | τα χαρακτηριστικά των χρηματοοικονομικών μέσων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων που αποτελούν αντικείμενο της εν λόγω εντολής· |
(d) | the characteristics of the execution venues to which that order can be directed. | δ) | χαρακτηριστικά των τόπων εκτέλεσης προς τους οποίους μπορεί να δρομολογηθεί η εντολή. |
3. AIFMs shall establish and implement effective arrangements for complying with the obligations referred to in paragraphs 1 and 2. In particular, the AIFM shall establish in writing and implement an execution policy to allow AIFs and their investors to obtain, for AIF orders, the best possible result in accordance with paragraph 2. | 3. Οι ΔΟΕΕ καταρτίζουν και υλοποιούν αποτελεσματικές ρυθμίσεις για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2. Συγκεκριμένα ο ΔΟΕΕ καταρτίζει γραπτώς και υλοποιεί μια πολιτική εκτέλεσης που επιτρέπει στους ΟΕΕ και στους επενδυτές τους να επιτυγχάνουν, για τις εντολές των ΟΕΕ, το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα, σύμφωνα με την παράγραφο 2. |
4. AIFMs shall monitor on a regular basis the effectiveness of their arrangements and policy for the execution of orders with a view to identifying and, where appropriate, correcting any deficiencies. | 4. Οι ΔΟΕΕ παρακολουθούν τακτικά την αποτελεσματικότητα των ρυθμίσεων και της πολιτικής που ακολουθούν ως προς την εκτέλεση εντολών, ώστε να εντοπίζουν και, κατά περίπτωση, να διορθώνουν τυχόν ελλείψεις. |
5. AIFMs shall review their execution policy on an annual basis. A review shall also be carried out whenever a material change occurs that affects the AIFM’s ability to continue to obtain the best possible result for the managed AIFs. | 5. Οι ΔΟΕΕ επανεξετάζουν την πολιτική εκτέλεσης εντολών σε ετήσια βάση. Η επανεξέταση πραγματοποιείται επίσης κάθε φορά που επέρχεται ουσιαστική αλλαγή η οποία επηρεάζει την ικανότητα του ΔΟΕΕ να εξακολουθεί να επιτυγχάνει το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα για τους υπό διαχείριση ΟΕΕ. |
6. AIFMs shall be able to demonstrate that they have executed orders on behalf of the AIF in accordance with their execution policy. | 6. Οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν ότι εκτέλεσαν τις εντολές για λογαριασμό των ΟΕΕ σύμφωνα με την πολιτική εκτέλεσης εντολών τους. |
7. Whenever there is no choice of different execution venues paragraphs 2 to 5 shall not apply. However, AIFMs shall be able to demonstrate that there is no choice of different execution venues. | 7. Όταν δεν υπάρχει δυνατότητα επιλογής διαφορετικών τόπων εκτέλεσης, δεν ισχύουν οι παράγραφοι 2 έως 5. Ωστόσο, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν ότι δεν υπάρχει δυνατότητα επιλογής διαφορετικών τόπων εκτέλεσης. |
Article 28 | Άρθρο 28 |
Placing orders to deal on behalf of AIFs with other entities for execution | Αποστολή εντολών διαπραγμάτευσης προς εκτέλεση από άλλες οντότητες για λογαριασμό του ΟΕΕ |
1. Whenever the AIFM buys or sells financial instruments or other assets for which best execution is relevant, it shall act in the best interest of the AIFs it manages or the investors in the AIFs when placing orders to deal on behalf of the managed AIFs with other entities for execution, in the context of the management of their portfolio. | 1. Οποτεδήποτε ο ΔΟΕΕ αγοράζει ή εκποιεί χρηματοοικονομικά μέσα ή άλλα περιουσιακά στοιχεία για τα οποία ισχύει η βέλτιστη εκτέλεση, θα πρέπει να ενεργεί προς το συμφέρον των ΟΕΕ που διαχειρίζεται ή εκείνων που επενδύουν στους ΟΕΕ κατά την αποστολή εντολών διαπραγμάτευσης προς εκτέλεση από άλλες οντότητες για λογαριασμό των υπό διαχείριση ΟΕΕ, στο πλαίσιο της διαχείρισης των χαρτοφυλακίων τους. |
2. AIFMs shall take all reasonable steps to obtain the best possible result for the AIF or the investors in the AIF taking into account price, costs, speed, likelihood of execution and settlement, size, nature or any other consideration relevant to the execution of the order. The relative importance of such factors shall be determined by reference to the criteria laid down in Article 27(2). | 2. Οι ΔΟΕΕ προβαίνουν σε όλες τις εύλογες ενέργειες ώστε να επιτύχουν το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα για τον ΟΕΕ ή για εκείνους που επενδύουν στον ΟΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη την τιμή, τις δαπάνες, την ταχύτητα, την πιθανότητα εκτέλεσης και διακανονισμού, το μέγεθος, τη φύση ή οποιονδήποτε άλλο παράγοντα που σχετίζεται με την εκτέλεση της εντολής. Η σχετική σημασία αυτών των παραγόντων προσδιορίζεται κατ’ αναφορά προς τα κριτήρια του άρθρου 27 παράγραφος 2. |
AIFMs shall establish, implement and apply a policy to enable them to comply with the obligation referred to in the first subparagraph. The policy shall identify, in respect of each class of instruments, the entities with which the orders may be placed. The AIFM shall only enter into arrangements for execution where such arrangements are consistent with the obligations laid down in this Article. The AIFM shall make available to investors in the AIFs it manages appropriate information on the policy established in accordance with this paragraph and on any material changes to that policy. | Οι ΔΟΕΕ θεσπίζουν, υλοποιούν και εφαρμόζουν πολιτική που τους επιτρέπει να συμμορφώνονται με την υποχρέωση του πρώτου εδαφίου. Η πολιτική αυτή προσδιορίζει, για κάθε κατηγορία μέσων, τις οντότητες στις οποίες μπορούν να αποστέλλονται οι εντολές. Ο ΔΟΕΕ συνάπτει συμφωνίες για την εκτέλεση εντολών μόνον εφόσον οι συμφωνίες αυτές συνάδουν με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο. Ο ΔΟΕΕ παρέχει σε εκείνους που επενδύουν στους ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζεται κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με την πολιτική που καθορίζεται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο και με κάθε ουσιαστική αλλαγή στην πολιτική αυτή. |
3. AIFMs shall monitor on a regular basis the effectiveness of the policy established in accordance with paragraph 2 and, in particular, the quality of the execution by the entities identified in that policy and, where appropriate, correct any deficiencies. | 3. Οι ΔΟΕΕ παρακολουθούν σε τακτική βάση την αποτελεσματικότητα της πολιτικής που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2, ιδίως δε την ποιότητα εκτέλεσης από τις οντότητες που προσδιορίζονται στην εν λόγω πολιτική και, κατά περίπτωση, διορθώνουν τυχόν αδυναμίες. |
In addition, AIFMs shall review the policy on an annual basis. Such a review shall also be carried out whenever a material change occurs that affects the AIFM’s ability to continue to obtain the best possible result for the managed AIFs. | Επιπλέον, οι ΔΟΕΕ επανεξετάζουν την πολιτική σε ετήσια βάση. Η επανεξέταση αυτή πραγματοποιείται επίσης κάθε φορά που επέρχεται ουσιαστική αλλαγή η οποία επηρεάζει την ικανότητα του ΔΟΕΕ να εξακολουθεί να επιτυγχάνει το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα για τους υπό διαχείριση ΟΕΕ. |
4. AIFMs shall be able to demonstrate that they have placed orders on behalf of the AIF in accordance with the policy established pursuant to paragraph 2. | 4. Οι ΔΟΕ θα πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν ότι απέστειλαν τις εντολές για λογαριασμό των ΟΕΕ σύμφωνα με την πολιτική που καθορίζεται δυνάμει της παραγράφου 2. |
5. Whenever there is no choice of different execution venues paragraphs 2 to 5 shall not apply. However, AIFMs shall be able to demonstrate that there is no choice of different execution venues. | 5. Όταν δεν υπάρχει δυνατότητα επιλογής διαφορετικών τόπων εκτέλεσης, δεν ισχύουν οι παράγραφοι 2 έως 5. Ωστόσο, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν ότι δεν υπάρχει δυνατότητα επιλογής διαφορετικών τόπων εκτέλεσης. |
Article 29 | Άρθρο 29 |
Aggregation and allocation of trading orders | Ομαδοποίηση και επιμερισμός εντολών διαπραγμάτευσης |
1. AIFMs can only carry out an AIF order in aggregate with an order of another AIF, a UCITS or a client or with an order made when investing their own funds where: | 1. Οι ΔΟΕΕ μπορούν να εκτελέσουν την εντολή ενός ΟΕΕ ομαδοποιώντας τη με την εντολή άλλου ΟΕΕ, ΟΣΕΚΑ ή πελάτη ή με εντολή που υποβλήθηκε κατά την επένδυση ίδιων κεφαλαίων τους μόνο εάν πληρούνται οι εξής προϋποθέσεις: |
(a) | it can be reasonably expected that the aggregation of orders will not work overall to the disadvantage of any AIF, UCITS or clients whose order is to be aggregated; | α) | εάν μπορεί να αναμένεται εύλογα ότι η ομαδοποίηση των εντολών δεν θα αποβεί συνολικά σε βάρος οποιουδήποτε από τους ΟΕΕ, ΟΣΕΚΑ ή πελάτες των οποίων η εντολή θα ομαδοποιηθεί· |
(b) | an order allocation policy is established and implemented, providing in sufficiently precise terms for the fair allocation of aggregated orders, including how the volume and price of orders determines allocations and the treatment of partial executions. | β) | εάν καταρτίζεται και υλοποιείται μια πολιτική επιμερισμού που προβλέπει με επαρκώς σαφείς όρους τη διασφάλιση δίκαιου επιμερισμού των ομαδοποιημένων εντολών, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου με τον οποίο ο όγκος και η τιμή των εντολών καθορίζει τον επιμερισμό και χειρισμό των επιμέρους εκτελέσεων. |
2. Where an AIFM aggregates an AIF order with one or more orders of other AIFs, UCITS or clients and the aggregated order is partially executed, it shall allocate the related trades in accordance with its order allocation policy. | 2. Όταν ο ΔΟΕΕ ομαδοποιεί μια εντολή ΟΕΕ με μία ή περισσότερες εντολές άλλων ΟΕΕ, ΟΣΕΚΑ ή πελατών και η ομαδοποιημένη εντολή εκτελείται εν μέρει, τότε ο ΔΟΕΕ επιμερίζει τις σχετικές συναλλαγές σύμφωνα με την πολιτική του για τον επιμερισμό των εντολών. |
3. Where an AIFM aggregates transactions for its own account with one or more orders of AIFs, UCITS or clients, it shall not allocate the related trades in a way that is detrimental to the AIF, UCITS or a client. | 3. Όταν ο ΔΟΕΕ ομαδοποιεί συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό με μία ή περισσότερες εντολές ΟΕΕ, ΟΣΕΚΑ ή πελατών, τότε ο ΔΟΕΕ δεν επιμερίζει τις σχετικές συναλλαγές κατά τρόπο επιζήμιο για τον ΟΕΕ, τον ΟΣΕΚΑ ή τον πελάτη. |
4. Where an AIFM aggregates an order of an AIF, UCITS or another client with a transaction for its own account and the aggregated order is partially executed, it shall allocate the related trades to the AIF, UCITS or to clients in priority over those for own account. | 4. Όταν ο ΔΟΕΕ ομαδοποιεί μια εντολή ΟΕΕ, ΟΣΕΚΑ ή άλλου πελάτη με συναλλαγή για ίδιο λογαριασμό και η ομαδοποιημένη εντολή εκτελείται εν μέρει, τότε ο ΔΟΕΕ επιμερίζει τις σχετικές συναλλαγές κατά προτεραιότητα στον ΟΕΕ, στον ΟΣΕΚΑ ή στους πελάτες σε σχέση με εντολές για ίδιο λογαριασμό. |
However, if the AIFM is able to demonstrate to the AIF or to the client on reasonable grounds that it would not have been able to carry out the order on such advantageous terms without aggregation, or at all, it may allocate the transaction for its own account proportionally, in accordance with the policy referred to in point (b) of paragraph 1. | Ωστόσο, εάν ο ΔΟΕΕ είναι σε θέση να αποδείξει στον ΟΕΕ ή στον πελάτη ευλόγως ότι χωρίς την ομαδοποίηση αυτή δεν θα ήταν σε θέση να εκτελέσει την εντολή με τόσο ευνοϊκούς όρους, ή να την εκτελέσει καν, δύναται να επιμερίσει τη συναλλαγή για ίδιο λογαριασμό αναλογικά, σύμφωνα με την πολιτική που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β). |
SECTION 2 | ΤΜΗΜΑ 2 |
Conflicts of interest | Σύγκρουση συμφερόντων |
(Article 14 of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 14 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Article 30 | Άρθρο 30 |
Types of conflicts of interest | Είδη συγκρούσεων συμφερόντων |
For the purpose of identifying the types of conflicts of interest that arise in the course of managing an AIF, AIFMs shall take into account, in particular, whether the AIFM, a relevant person or a person directly or indirectly linked by way of control to the AIFM: | Για τον προσδιορισμό των ειδών συγκρούσεων συμφερόντων που προκύπτουν κατά τη διαχείριση ενός ΟΕΕ, οι ΔΟΕΕ λαμβάνουν υπόψη ιδίως το κατά πόσον ο ΔΟΕ, ένα αρμόδιο πρόσωπο ή ένα πρόσωπο που συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με τον ΔΟΕΕ με σχέση ελέγχου: |
(a) | is likely to make a financial gain, or avoid a financial loss, at the expense of the AIF or its investors; | α) | είναι πιθανό να αποκομίσει οικονομικό κέρδος ή να αποφύγει οικονομική ζημία, σε βάρος του ΟΕΕ ή των επενδυτών του· |
(b) | has an interest in the outcome of a service or an activity provided to the AIF or its investors or to a client or of a transaction carried out on behalf of the AIF or a client, which is distinct from the AIF’s interest in that outcome; | β) | έχει, ως προς την έκβαση μιας υπηρεσίας ή δραστηριότητας που παρέχεται στον ΟΕΕ ή στους επενδυτές του ή σε άλλον πελάτη ή μιας συναλλαγής που εκτελείται για λογαριασμό του ΟΕΕ ή άλλου πελάτη, συμφέρον που είναι διακριτό από το συμφέρον του ΟΕΕ στην έκβαση αυτή· |
(c) | has a financial or other incentive to favour: | — | the interest of a UCITS, a client or group of clients or another AIF over the interest of the AIF, | — | the interest of one investor over the interest of another investor or group of investors in the same AIF; | γ) | έχει οικονομικό ή άλλο κίνητρο προκειμένου να ευνοήσει: | — | το συμφέρον ενός ΟΣΕΚΑ, ενός πελάτη ή μιας ομάδας πελατών ή άλλου ΟΕΕ σε βάρος του συμφέροντος του ΟΕΕ, | — | το συμφέρον ενός επενδυτή σε βάρος του συμφέροντος άλλου επενδυτή ή ομάδας επενδυτών στον ίδιο ΟΕΕ· |
(d) | carries out the same activities for the AIF and for another AIF, a UCITS or client; or | δ) | εκτελεί τις ίδιες δραστηριότητες για τον ΟΕΕ και για άλλον ΟΕΕ, για ΟΣΕΚΑ ή για πελάτη· ή |
(e) | receives or will receive from a person other than the AIF or its investors an inducement in relation to collective portfolio management activities provided to the AIF, in the form of monies, goods or services other than the standard commission or fee for that service. | ε) | λαμβάνει ή θα λάβει από πρόσωπο άλλο εκτός του ΟΕΕ ή των επενδυτών του αντιπαροχή σχετιζόμενη με δραστηριότητες διαχείρισης συλλογικών χαρτοφυλακίων παρεχόμενες στον ΟΕΕ, υπό τη μορφή χρημάτων, αγαθών ή υπηρεσιών, άλλη εκτός της συνήθους προμήθειας ή αμοιβής για την παροχή της υπηρεσίας αυτής. |
Article 31 | Άρθρο 31 |
Conflicts of interest policy | Πολιτική σχετικά με τις συγκρούσεις συμφερόντων |
1. The AIFM shall establish, implement and apply an effective conflicts of interest policy. That policy shall be set out in writing and shall be appropriate to the size and organisation of the AIFM and the nature, scale and complexity of its business. | 1. Ο ΔΟΕΕ καταρτίζει, υλοποιεί και εφαρμόζει αποτελεσματική πολιτική σχετικά με τις συγκρούσεις συμφερόντων. Η πολιτική αυτή καθορίζεται γραπτώς και είναι κατάλληλη για το μέγεθος και την οργάνωση του ΔΟΕΕ, καθώς και για τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του. |
Where the AIFM is a member of a group, the policy shall also take into account any circumstances of which the AIFM is or should be aware which may give rise to a conflict of interest resulting from the structure and business activities of other members of the group. | Όταν ο ΔΟΕΕ είναι μέλος ομίλου, η πολιτική αυτή πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη τις περιστάσεις τις οποίες ο ΔΟΕΕ γνωρίζει ή θα έπρεπε να γνωρίζει και οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν σύγκρουση συμφερόντων ως αποτέλεσμα της δομής και των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων άλλων μελών του ομίλου. |
2. The conflicts of interest policy established in accordance with paragraph 1 shall include the following: | 2. Η πολιτική σχετικά με τις συγκρούσεις συμφερόντων που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 περιλαμβάνει τα εξής: |
(a) | with reference to the activities carried out by or on behalf of the AIFM, including activities carried out by a delegate, sub-delegate, external valuer or counterparty, identification of the circumstances which constitute or may give rise to a conflict of interest entailing a material risk of damage to the interests of the AIF or its investors; | α) | σε σχέση με τις δραστηριότητες που εκτελούνται από τον ΔΟΕΕ ή για λογαριασμό του, συμπεριλαμβανομένων δραστηριοτήτων εκτελούμενων από ανάδοχο, υπεργολαβικά ανάδοχο, εξωτερικό εκτιμητή ή αντισυμβαλλόμενο, τον προσδιορισμό των περιστάσεων που αποτελούν ή μπορούν να προκαλέσουν σύγκρουση συμφερόντων συνεπαγόμενη ουσιαστικό κίνδυνο ζημίας σε βάρος των συμφερόντων του ΟΕΕ ή των επενδυτών του· |
(b) | procedures to be followed and measures to be adopted in order to prevent, manage and monitor such conflicts. | β) | διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται και μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για την αποφυγή, διαχείριση και παρακολούθηση των συγκρούσεων αυτών. |
Article 32 | Άρθρο 32 |
Conflicts of interest related to the redemption of investments | Συγκρούσεις συμφερόντων σχετιζόμενων με την εξόφληση επενδύσεων |
The AIFM that manages an open-ended AIF shall identify, manage and monitor conflicts of interest arising between investors wishing to redeem their investments and investors wishing to maintain their investments in the AIF, and any conflicts between the AIFM’s incentive to invest in illiquid assets and the AIF’s redemption policy in accordance with its obligations under Article 14(1) of Directive 2011/61/EU. | Ο ΔΟΕΕ που διαχειρίζεται έναν ΟΕΕ ανοικτού τύπου προσδιορίζει, διαχειρίζεται και παρακολουθεί συγκρούσεις συμφερόντων που ανακύπτουν μεταξύ επενδυτών οι οποίοι επιθυμούν να εξοφλήσουν τις επενδύσεις τους και επενδυτών οι οποίοι επιθυμούν να διατηρήσουν τις επενδύσεις τους στον ΟΕΕ, καθώς και τυχόν συγκρούσεις μεταξύ του κινήτρου του ΔΟΕΕ για επένδυση σε μη ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία και της πολιτικής εξόφλησης του ΟΕΕ βάσει των υποχρεώσεων που απορρέουν από το άρθρο 14 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
Article 33 | Άρθρο 33 |
Procedures and measures preventing or managing conflicts of interest | Διαδικασίες και μέτρα για την αποφυγή ή τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων |
1. The procedures and measures established for the prevention or management of conflicts of interest shall be designed to ensure that the relevant persons engaged in different business activities involving a risk of conflict of interest carry out these activities having a degree of independence which is appropriate to the size and activities of the AIFM and of the group to which it belongs, and to the materiality of the risk of damage to the interests of the AIF or its investors. | 1. Οι διαδικασίες και τα μέτρα που έχουν προβλεφθεί για την αποφυγή ή τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων αποσκοπούν στο να διασφαλίζουν ότι τα αρμόδια πρόσωπα που εμπλέκονται σε διάφορες επιχειρηματικές δραστηριότητες οι οποίες ενέχουν κίνδυνο σύγκρουσης συμφερόντων εκτελούν τις εν λόγω δραστηριότητες απολαμβάνοντας ένα βαθμό ανεξαρτησίας ο οποίος ενδείκνυται για το μέγεθος και τις δραστηριότητες του ΔΟΕΕ και του ομίλου στον οποίον ανήκει, καθώς και για το πόσο σημαντικός είναι ο κίνδυνος ζημίας σε βάρος των συμφερόντων του ΟΕΕ ή των επενδυτών του. |
2. Where necessary and appropriate for the AIFM to ensure the requisite degree of independence, the procedures to be followed and measures to be adopted in accordance with point (b) of Article 31(2) shall include the following: | 2. Όταν αυτό απαιτείται και ενδείκνυται για τη διασφάλιση του αναγκαίου βαθμού ανεξαρτησίας από μέρους του ΔΟΕΕ, οι διαδικασίες που εφαρμόζονται και τα μέτρα που θεσπίζονται σύμφωνα με στοιχείο β) του άρθρου 31 παράγραφος 2 πρέπει να περιλαμβάνουν τα εξής: |
(a) | effective procedures to prevent or control the exchange of information between relevant persons engaged in collective portfolio management activities or other activities pursuant to Article 6(2) and (4) of Directive 2011/61/EU involving a risk of conflict of interest where the exchange of information may harm the interest of one or more AIFs or their investors; | α) | αποτελεσματικές διαδικασίες για την αποφυγή ή τον έλεγχο της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων προσώπων που συμμετέχουν σε δραστηριότητες διαχείρισης συλλογικών χαρτοφυλακίων ή άλλες δραστηριότητες βάσει του άρθρου 6 παράγραφοι 2 και 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ οι οποίες συνεπάγονται κίνδυνο σύγκρουσης συμφερόντων όταν η ανταλλαγή πληροφοριών ενδέχεται να ζημιώσει τα συμφέροντα ενός η περισσότερων ΟΕΕ ή των επενδυτών τους· |
(b) | the separate supervision of relevant persons, whose principal functions involve carrying out collective portfolio management activities on behalf of, or providing services to, clients or investors, whose interests may conflict, or who otherwise represent different interests that may conflict, including those of the AIFM; | β) | χωριστή εποπτεία των αρμόδιων προσώπων των οποίων τα κύρια καθήκοντα περιλαμβάνουν την άσκηση δραστηριοτήτων διαχείρισης συλλογικών χαρτοφυλακίων για λογαριασμό πελατών ή επενδυτών ή την παροχή υπηρεσιών σε αυτούς, των οποίων τα συμφέροντα ενδέχεται να συγκρούονται, ή εφόσον οι εν λόγω πελάτες ή επενδυτές εκπροσωπούν διαφορετικά συμφέροντα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του ΔΟΕΕ· |
(c) | the removal of any direct link between the remuneration of relevant persons principally engaged in one activity and the remuneration of, or revenues generated by, different relevant persons principally engaged in another activity, where a conflict of interest may arise in relation to those activities; | γ) | εξάλειψη κάθε άμεσης σύνδεσης μεταξύ της αμοιβής αρμόδιων προσώπων που ασκούν κατά κύριο λόγο μια δραστηριότητα, αφενός και, αφετέρου, της αμοιβής διαφορετικών αρμόδιων προσώπων που ασκούν κατά κύριο λόγο άλλη δραστηριότητα ή των εσόδων που δημιουργούν αυτά τα διαφορετικά πρόσωπα, όταν ενδέχεται να προκληθεί σύγκρουση συμφερόντων σε σχέση με τις δραστηριότητες αυτές· |
(d) | measures to prevent or restrain any person from exercising inappropriate influence over the way in which a relevant person carries out collective portfolio management activities; | δ) | μέτρα για την αποφυγή ή τον περιορισμό της άσκησης ανάρμοστης επιρροής στον τρόπο με τον οποίο ένα αρμόδιο πρόσωπο ασκεί δραστηριότητες διαχείρισης συλλογικών χαρτοφυλακίων· |
(e) | measures to prevent or control the simultaneous or sequential involvement of a relevant person in separate collective portfolio management activities or other activities pursuant to Article 6(2) and (4) of Directive 2011/61/EU where such involvement may impair the proper management of conflicts of interest. | ε) | μέτρα για την αποφυγή ή τον έλεγχο της ταυτόχρονης ή διαδοχικής συμμετοχής ενός αρμόδιου προσώπου σε χωριστές δραστηριότητες διαχείρισης συλλογικών χαρτοφυλακίων ή άλλες δραστηριότητες βάσει του άρθρου 6 παράγραφοι 2 και 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ όταν η συμμετοχή αυτή ενδέχεται να αποβεί επιζήμια για την ορθή διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων. |
Where the adoption or the application of one or more of those measures and procedures does not ensure the requisite degree of independence, the AIFM shall adopt such alternative or additional measures and procedures as are necessary and appropriate for those purposes. | Εφόσον η υιοθέτηση ή εφαρμογή ενός ή περισσότερων από τα εν λόγω μέτρα και μιας ή περισσότερων από τις εν λόγω διαδικασίες δεν διασφαλίζει τον απαιτούμενο βαθμό ανεξαρτησίας, ο ΔΟΕΕ οφείλει να υιοθετήσει εναλλακτικά ή πρόσθετα μέτρα και εναλλακτικές ή πρόσθετες διαδικασίες που απαιτούνται ή ενδείκνυνται για τον σκοπό αυτό. |
Article 34 | Άρθρο 34 |
Managing conflicts of interest | Διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων |
Where the organisational or administrative arrangements made by the AIFM are not sufficient to ensure, with reasonable confidence, that risks of damage to the interests of the AIF or investors in the AIF are prevented, the senior management or other competent internal body of the AIFM shall be promptly informed in order to take any necessary decision or action to ensure that the AIFM acts in the best interests of the AIF or the investors in that AIF. | Όταν οι οργανωτικές ή διοικητικές ρυθμίσεις τις οποίες θεσπίζει ο ΔΟΕΕ δεν επαρκούν για τη διασφάλιση, με εύλογη βεβαιότητα, της αποφυγής κινδύνων ζημίας σε βάρος των συμφερόντων του ΟΕΕ ή εκείνων που επενδύουν στον ΟΕΕ, ενημερώνονται έγκαιρα τα ανώτερα διοικητικά στελέχη ή κάποιο άλλο αρμόδιο εσωτερικό όργανο του ΔΟΕΕ προκειμένου να λάβουν οποιαδήποτε απαραίτητη απόφαση ή να προβούν σε οποιαδήποτε απαραίτητη ενέργεια προς το συμφέρον του ΟΕΕ ή εκείνων που επενδύουν στον εν λόγω ΟΕΕ. |
Article 35 | Άρθρο 35 |
Monitoring conflicts of interest | Παρακολούθηση συγκρούσεων συμφερόντων |
1. The AIFM shall keep and regularly update a record of the types of activities undertaken by or on behalf of the AIFM in which a conflict of interest entailing a material risk of damage to the interests of one or more AIFs or its investors has arisen or, in the case of an ongoing activity, may arise. | 1. Ο ΔΟΕΕ τηρεί και ενημερώνει τακτικά αρχείο για κάθε τύπο δραστηριότητας που ασκείται από τον ΔΟΕΕ ή για λογαριασμό του και ως προς την οποία έχει ήδη προκύψει σύγκρουση συμφερόντων που συνεπάγεται ουσιαστικό κίνδυνο ζημίας σε βάρος των συμφερόντων ενός ή περισσότερων ΟΕΕ ή των επενδυτών τους ή, στην περίπτωση συνεχιζόμενης δραστηριότητας, ως προς την οποία ενδέχεται να προκύψει τέτοια σύγκρουση συμφερόντων. |
2. Senior management shall receive on a frequent basis, and at least annually, written reports on activities referred to in paragraph 1. | 2. Τα ανώτερα διοικητικά στελέχη λαμβάνουν γραπτές εκθέσεις σε τακτική βάση, τουλάχιστον ετησίως, σχετικά με τις δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 1. |
Article 36 | Άρθρο 36 |
Disclosure of conflicts of interest | Γνωστοποίηση συγκρούσεων συμφερόντων |
1. The information to be disclosed to investors in accordance with Article 14(1) and (2) of Directive 2011/61/EU shall be provided to investors in a durable medium or by means of a website. | 1. Οι πληροφορίες που πρέπει να γνωστοποιούνται στους επενδυτές βάσει του άρθρου 14 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ θα πρέπει να διατίθενται στους επενδυτές σε σταθερό μέσο ή σε δικτυακό τόπο. |
2. Where information referred to in paragraph 1 is provided by means of a website and is not addressed personally to the investor, the following conditions shall be satisfied: | 2. Όταν οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διατίθενται σε δικτυακό τόπο και δεν απευθύνονται προσωπικά στον επενδυτή, θα πρέπει να πληρούνται οι εξής όροι: |
(a) | the investor has been notified of the address of the website, and the place on the website where the information may be accessed, and has consented to the provision of the information by such means; | α) | ο επενδυτής θα πρέπει να έχει ενημερωθεί για τη διεύθυνση του δικτυακού τόπου και για το συγκεκριμένο σημείο του δικτυακού τόπου στο οποίο μπορεί να βρει τις πληροφορίες, καθώς επίσης θα πρέπει να έχει συμφωνήσει να λαμβάνει τις πληροφορίες με αυτόν τον τρόπο· |
(b) | the information must be up to date; | β) | οι πληροφορίες θα πρέπει να είναι επικαιροποιημένες· |
(c) | the information must be accessible continuously by means of that website for such period of time as the investor may reasonably need to inspect it. | γ) | οι πληροφορίες θα πρέπει να είναι διαρκώς προσβάσιμες μέσω του εν λόγω δικτυακού τόπου για το χρονικό διάστημα που εύλογα μπορεί να θεωρηθεί ότι χρειάζεται ο επενδυτής προκειμένου να τις εξετάσει. |
Article 37 | Άρθρο 37 |
Strategies for the exercise of voting rights | Στρατηγικές για την άσκηση δικαιωμάτων ψήφου |
1. An AIFM shall develop adequate and effective strategies for determining when and how any voting rights held in the AIF portfolios it manages are to be exercised, to the exclusive benefit of the AIF concerned and its investors. | 1. Ο ΔΟΕΕ καταρτίζει επαρκείς και αποτελεσματικές στρατηγικές για τον προσδιορισμό του χρόνου και του τρόπου άσκησης τυχόν δικαιωμάτων ψήφου που απορρέουν από τα χαρτοφυλάκια των ΟΕΕ που διαχειρίζεται, προς αποκλειστικό όφελος των οικείων ΟΕΕ και των επενδυτών τους. |
2. The strategy referred to in paragraph 1 shall determine measures and procedures for: | 2. Η αναφερόμενη στην παράγραφο 1 στρατηγική καθορίζει μέτρα και διαδικασίες για: |
(a) | monitoring relevant corporate actions; | α) | την παρακολούθηση σχετικών εταιρικών πράξεων· |
(b) | ensuring that the exercise of voting rights is in accordance with the investment objectives and policy of the relevant AIF; | β) | τη διασφάλιση της άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου σύμφωνα με τους επενδυτικούς στόχους και την επενδυτική πολιτική του οικείου ΟΕΕ· |
(c) | preventing or managing any conflicts of interest arising from the exercise of voting rights. | γ) | την αποφυγή ή διαχείριση τυχόν συγκρούσεων συμφερόντων λόγω της άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου. |
3. A summary description of the strategies and details of the actions taken on the basis of those strategies shall be made available to the investors on their request. | 3. Συνοπτική περιγραφή των στρατηγικών και λεπτομέρειες σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται βάσει των εν λόγω στρατηγικών διατίθενται στους επενδυτές κατόπιν αιτήματός τους. |
SECTION 3 | ΤΜΗΜΑ 3 |
Risk management | Διαχείριση κινδύνων |
(Article 15 of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 15 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Article 38 | Άρθρο 38 |
Risk management systems | Συστήματα διαχείρισης κινδύνων |
For the purposes of this Section, risk management systems shall be understood as systems comprised of relevant elements of the organisational structure of the AIFM, with a central role for a permanent risk management function, policies and procedures related to the management of risk relevant to each AIF’s investment strategy, and arrangements, processes and techniques related to risk measurement and management employed by the AIFM in relation to each AIF it manages. | Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος, ως συστήματα διαχείρισης κινδύνων νοούνται συστήματα τα οποία περιλαμβάνουν οικεία στοιχεία της οργανωτικής δομής του ΔΟΕΕ τα οποία παίζουν κεντρικό ρόλο ως προς τη λειτουργία διαρκούς διαχείρισης κινδύνων, ως προς τις πολιτικές και διαδικασίες που συνδέονται με τη διαχείριση κινδύνων σχετικών με την επενδυτική στρατηγική κάθε ΟΕΕ, και ως προς τις ρυθμίσεις, διαδικασίες και τεχνικές που συνδέονται με τη μέτρηση και διαχείριση κινδύνων που εφαρμόζει ο ΔΟΕΕ αναφορικά με κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται. |
Article 39 | Άρθρο 39 |
Permanent risk management function | Λειτουργία διαρκούς διαχείρισης κινδύνων |
1. An AIFM shall establish and maintain a permanent risk management function that shall: | 1. Ο ΔΟΕΕ θεσπίζει και διατηρεί λειτουργία διαρκούς διαχείρισης κινδύνων η οποία: |
(a) | implement effective risk management policies and procedures in order to identify, measure, manage and monitor on an ongoing basis all risks relevant to each AIF’s investment strategy to which each AIF is or may be exposed; | α) | υλοποιεί αποδοτικές πολιτικές και διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων για τη διαρκή αναγνώριση, μέτρηση, διαχείριση και παρακολούθηση όλων των κινδύνων οι οποίοι είναι σχετικές με την επενδυτική στρατηγική του κάθε ΟΕΕ και στους οποίους είναι εκτεθειμένος ή μπορεί να εκτεθεί κάθε ΟΕΕ· |
(b) | ensure that the risk profile of the AIF disclosed to investors in accordance with point (c) of Article 23(4) of Directive 2011/61/EU is consistent with the risk limits that have been set in accordance with Article 44 of this Regulation; | β) | διασφαλίζει ότι το προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ που γνωστοποιείται στους επενδυτές βάσει του στοιχείου γ) του άρθρου 23 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ συνάδει με τα όρια κινδύνου που έχουν τεθεί βάσει του άρθρου 44 του παρόντος κανονισμού· |
(c) | monitor compliance with the risk limits set in accordance with Article 44 and notify the AIFM’s governing body and, where it exists, the AIFM’s supervisory function in a timely manner when it considers the AIF’s risk profile inconsistent with these limits or sees a material risk that the risk profile will become inconsistent with these limits; | γ) | παρακολουθεί τη συμμόρφωση με τα όρια κινδύνου που ορίζονται βάσει του άρθρου 44 και ειδοποιεί έγκαιρα το διευθυντικό όργανο του ΔΟΕΕ και, κατά περίπτωση, την εποπτική λειτουργία του ΔΟΕΕ, όταν κρίνει το προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ ασύμβατο με τα εν λόγω όρια ή όταν διαβλέπει ότι υφίσταται ουσιαστικός κίνδυνος να καταστεί το προφίλ κινδύνων ασύμβατο με τα εν λόγω όρια στο μέλλον· |
(d) | provide the following regular updates to the governing body of the AIFM and where it exists the AIFM’s supervisory function at a frequency which is in accordance with the nature, scale and complexity of the AIF or the AIFM’s activities: | (i) | the consistency between and compliance with the risk limits set in accordance with Article 44 and the risk profile of the AIF as disclosed to investors in accordance with Article 23(4)(c) of Directive 2011/61/EU; | (ii) | the adequacy and effectiveness of the risk management process, indicating in particular whether appropriate remedial measures have been or will be taken in the event of any actual or anticipated deficiencies; | δ) | ενημερώνει τακτικά το διευθυντικό όργανο του ΔΟΕΕ και, κατά περίπτωση, την εποπτική λειτουργία του ΔΟΕΕ με συχνότητα ανάλογη της φύσης, της κλίμακας και της πολυπλοκότητας του ΟΕΕ ή των δραστηριοτήτων του ΔΟΕΕ σχετικά με τα εξής: | i) | τη συμβατότητα και τη συμμόρφωση του προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ που γνωστοποιείται στους επενδυτές βάσει του στοιχείου γ) του άρθρου 23 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ με τα όρια κινδύνων που ορίζονται βάσει του άρθρου 44, | ii) | την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας διαχείρισης κινδύνων, αναφέροντας ιδίως εάν έχουν ληφθεί, ή πρόκειται να ληφθούν, κατάλληλα διορθωτικά μέτρα σε περίπτωση τυχόν υφιστάμενων ή αναμενόμενων αδυναμιών· |
(e) | provide regular updates to the senior management outlining the current level of risk incurred by each managed AIF and any actual or foreseeable breaches of any risk limits set in accordance with Article 44, so as to ensure that prompt and appropriate action can be taken. | ε) | την παροχή τακτικών ενημερώσεων προς τα ανώτερα διοικητικά στελέχη στις οποίες περιγράφεται το τρέχον επίπεδο κινδύνων του κάθε υπό διαχείριση ΟΕΕ, καθώς και τυχόν υφιστάμενες ή προβλέψιμες παραβιάσεις οποιωνδήποτε ορίων κινδύνων που ορίζονται βάσει του άρθρου 44, προκειμένου να διασφαλίζεται η δυνατότητα λήψης έγκαιρων και κατάλληλων μέτρων. |
2. The risk management function shall have the necessary authority and access to all relevant information necessary to fulfil the tasks set out in paragraph 1. | 2. Η λειτουργία διαχείρισης κινδύνων έχει την απαραίτητη εξουσία και πρόσβαση σε όλες τις συναφείς πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων που ορίζονται στην παράγραφο 1. |
Article 40 | Άρθρο 40 |
Risk management policy | Πολιτική διαχείρισης κινδύνων |
1. An AIFM shall establish, implement and maintain an adequate and documented risk management policy which identifies all the relevant risks to which the AIFs it manages are or may be exposed. | 1. Ο ΔΟΕΕ καταρτίζει, υλοποιεί και εφαρμόζει επαρκή και τεκμηριωμένη πολιτική διαχείρισης κινδύνων η οποία αναγνωρίζει όλους τους συναφείς κινδύνους στους οποίους εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν οι ΟΕΕ που διαχειρίζονται. |
2. The risk management policy shall comprise such procedures as are necessary to enable the AIFM to assess for each AIF it manages the exposure of that AIF to market, liquidity and counterparty risks, and the exposure of the AIF to all other relevant risks, including operational risks, which may be material for each AIF it manages. | 2. Η πολιτική διαχείρισης κινδύνων περιλαμβάνει διαδικασίες οι οποίες είναι απαραίτητες προκειμένου o ΔΟΕΕ να αξιολογεί την έκθεση του κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται στους κινδύνους αγοράς, ρευστότητας και αντισυμβαλλομένου, καθώς και την έκθεση του ΟΕΕ σε όλους τους άλλους κινδύνους, συμπεριλαμβανομένων των λειτουργικών κινδύνων, που μπορεί να είναι σημαντικοί για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται. |
3. The AIFM shall address at least the following elements in the risk management policy: | 3. Ο ΔΟΕΕ εντάσσει στην πολιτική διαχείρισης κινδύνων τουλάχιστον τα εξής στοιχεία: |
(a) | the techniques, tools and arrangements that enable it to comply with Article 45; | α) | τις τεχνικές, τα εργαλεία και τις ρυθμίσεις που του επιτρέπουν να συμμορφώνεται με το άρθρο 45· |
(b) | the techniques, tools and arrangements that enable liquidity risk of the AIF to be assessed and monitored under normal and exceptional liquidity conditions including through the use of regularly conducted stress tests in accordance with Article 48; | β) | τις τεχνικές, τα εργαλεία και τις ρυθμίσεις που επιτρέπουν την αξιολόγηση και παρακολούθηση του κινδύνου ρευστότητας του ΟΕΕ υπό κανονικές και έκτακτες συνθήκες ρευστότητας, συμπεριλαμβανομένης της διενέργειας τακτικών μετρήσεων κινδύνου υπό ακραίες καταστάσεις βάσει του άρθρου 48· |
(c) | the allocation of responsibilities within the AIFM pertaining to risk management; | γ) | τον επιμερισμό αρμοδιοτήτων εντός του ΔΟΕΕ που είναι συναφείς με τη διαχείριση κινδύνου· |
(d) | the limits set in accordance with Article 44 of this Regulation and a justification of how these are aligned with the risk profile of the AIF disclosed to investors in accordance with Article 23(4)(c) of Directive 2011/61/EU; | δ) | τα όρια που ορίζονται βάσει του άρθρου 44 του παρόντος κανονισμού, καθώς και δικαιολόγηση του τρόπου με τον οποίον αυτά ευθυγραμμίζονται με το προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ που γνωστοποιείται στους επενδυτές βάσει του στοιχείου γ) του άρθρου 23 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ· |
(e) | the terms, contents, frequency and addressees of reporting by the permanent risk management function referred to in Article 39. | ε) | τους όρους, το περιεχόμενο, τη συχνότητα και τους παραλήπτες εκθέσεων υποβαλλόμενων από τη λειτουργία διαρκούς ελέγχου κινδύνων που αναφέρεται στο άρθρο 39. |
4. The risk management policy shall include a description of the safeguards referred to in Article 43, in particular: | 4. Η πολιτική διαχείρισης κινδύνων περιλαμβάνει περιγραφή των διασφαλίσεων που αναφέρονται στο άρθρο 43, ιδίως δε: |
(a) | the nature of the potential conflicts of interest; | α) | τη φύση και τις πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων· |
(b) | the remedial measures put in place; | β) | τα εφαρμοζόμενα διορθωτικά μέτρα· |
(c) | the reasons why these measures should be reasonably expected to result in independent performance of the risk management function; | γ) | τους λόγους για τους οποίους θα πρέπει να αναμένεται εύλογα ότι τα μέτρα αυτά διασφαλίζουν την ανεξάρτητη εκτέλεση της λειτουργίας διαχείρισης κινδύνων· |
(d) | how the AIFM expects to ensure that the safeguards are consistently effective. | δ) | τον τρόπο με τον οποίον ο ΔΟΕΕ αναμένει να διασφαλίσει ότι οι διασφαλίσεις θα είναι σταθερά αποτελεσματικές. |
5. The risk management policy referred to in paragraph 1 shall be appropriate to the nature, scale and complexity of the business of the AIFM and of the AIF it manages. | 5. Η πολιτική διαχείρισης κινδύνων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 θα πρέπει να είναι ανάλογη με τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του ΔΟΕΕ και του ΟΕΕ που διαχειρίζεται. |
Article 41 | Άρθρο 41 |
Assessment, monitoring and review of the risk management systems | Αξιολόγηση, παρακολούθηση και επανεξέταση των συστημάτων διαχείρισης κινδύνων |
1. AIFMs shall assess, monitor and periodically, at least once a year, review: | 1. Οι ΔΟΕΕ αξιολογούν, παρακολουθούν και περιοδικά, τουλάχιστον μία φορά το έτος, επανεξετάζουν: |
(a) | the adequacy and effectiveness of the risk management policy and of the arrangements, processes and techniques referred to in Article 45; | α) | την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα της πολιτικής διαχείρισης κινδύνων και των ρυθμίσεων, διαδικασιών και τεχνικών που αναφέρονται στο άρθρο 45· |
(b) | the degree of compliance by the AIFM with the risk management policy and with the arrangements, processes and techniques referred to in Article 45; | β) | το επίπεδο συμμόρφωσης του ΔΟΕΕ με την πολιτική διαχείρισης κινδύνων και με τις ρυθμίσεις, διαδικασίες και τεχνικές που αναφέρονται στο άρθρο 45· |
(c) | the adequacy and effectiveness of measures taken to address any deficiencies in the performance of the risk management process; | γ) | την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα των μέτρων που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση τυχόν αδυναμιών κατά την εκτέλεση της διαδικασίας διαχείρισης κινδύνων· |
(d) | the performance of the risk management function; | δ) | τις επιδόσεις της λειτουργίας διαχείρισης κινδύνων· |
(e) | the adequacy and effectiveness of measures aiming to ensure the functional and hierarchical separation of the risk management function in accordance with Article 42. | ε) | την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα των μέτρων που αποσκοπούν στη διασφάλιση του λειτουργικού και ιεραρχικού διαχωρισμού της λειτουργίας διαχείρισης κινδύνων βάσει του άρθρου 42. |
The frequency of the periodic review referred to in the first subparagraph shall be decided by the senior management in accordance with the principle of proportionality given the nature, scale and complexity of the AIFM’s business and the AIF it manages. | Η συχνότητα της περιοδικής επανεξέτασης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο αποφασίζεται από τα ανώτερα διοικητικά στελέχη βάσει της αρχής της αναλογικότητας δεδομένης της φύσης, της κλίμακας και της πολυπλοκότητας των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του ΔΟΕΕ και του ΟΕΕ που διαχειρίζεται. |
2. In addition to the periodic review referred to in paragraph 1, the risk management systems shall be reviewed where: | 2. Εκτός από την περιοδική επανεξέταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων επανεξετάζονται όταν: |
(a) | material changes are made to the risk management policies and procedures and to the arrangements, processes and techniques referred to in Article 45; | α) | επέρχονται ουσιαστικές αλλαγές στις πολιτικές και διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων και στις ρυθμίσεις, διαδικασίες και τεχνικές που αναφέρονται στο άρθρο 45· |
(b) | internal or external events indicate that an additional review is required; | β) | εσωτερικά ή εξωτερικά γεγονότα καταδεικνύουν την ανάγκη πρόσθετης επανεξέτασης· |
(c) | material changes are made to the investment strategy and objectives of an AIF that the AIFM manages. | γ) | επέρχονται ουσιαστικές αλλαγές στην επενδυτική στρατηγική και στους επενδυτικούς στόχους ενός ΟΕΕ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ. |
3. The AIFM shall update the risk management systems on the basis of the outcome of the review referred to in paragraphs 1 and 2. | 3. Ο ΔΟΕΕ επικαιροποιεί τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων βάσει του αποτελέσματος της επανεξέτασης που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2. |
4. The AIFM shall notify the competent authority of its home Member State of any material changes to the risk management policy and of the arrangements, processes and techniques referred to in Article 45. | 4. Ο ΔΟΕΕ ειδοποιεί την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του για οποιεσδήποτε ουσιαστικές αλλαγές στην πολιτική διαχείρισης κινδύνων και στις ρυθμίσεις, διαδικασίες και τεχνικές που αναφέρονται στο άρθρο 45. |
Article 42 | Άρθρο 42 |
Functional and hierarchical separation of the risk management function | Λειτουργικός και ιεραρχικός διαχωρισμός της λειτουργίας διαχείρισης κινδύνων |
1. The risk management function shall be considered as functionally and hierarchically separated from the operating units, including the portfolio management function, only where all the following conditions are satisfied: | 1. Η λειτουργία διαχείρισης κινδύνων θα πρέπει να θεωρείται λειτουργικά και ιεραρχικά διαχωρισμένη από τις επιχειρησιακές μονάδες, συμπεριλαμβανομένης τις λειτουργίας διαχείρισης χαρτοφυλακίων μόνο όταν πληρούνται οι εξής όροι: |
(a) | persons engaged in the performance of the risk management function are not supervised by those responsible for the performance of the operating units, including the portfolio management function, of the AIFM; | α) | τα πρόσωπα που εμπλέκονται στην εκτέλεση της λειτουργίας διαχείρισης κινδύνων δεν εποπτεύονται από τους υπευθύνους για τις επιδόσεις των επιχειρησιακών μονάδων, συμπεριλαμβανομένης της λειτουργίας διαχείρισης χαρτοφυλακίων, του ΔΟΕΕ· |
(b) | persons engaged in the performance of the risk management function are not engaged in the performance of activities within the operating units, including the portfolio management function; | β) | τα πρόσωπα που εμπλέκονται στην εκτέλεση της λειτουργίας διαχείρισης κινδύνων δεν εμπλέκονται στην εκτέλεση δραστηριοτήτων στο εσωτερικό των επιχειρησιακών μονάδων, συμπεριλαμβανομένης της λειτουργίας διαχείρισης χαρτοφυλακίων· |
(c) | persons engaged in the performance of the risk management function are compensated in accordance with the achievement of the objectives linked to that function, independently of the performance of the operating units, including the portfolio management function; | γ) | τα πρόσωπα που εμπλέκονται στην εκτέλεση της λειτουργίας διαχείρισης κινδύνων αμείβονται βάσει της επίτευξης των στόχων που συνδέονται με την εν λόγω λειτουργία, ανεξαρτήτως των επιδόσεων των επιχειρησιακών μονάδων, συμπεριλαμβανομένης της λειτουργίας διαχείρισης χαρτοφυλακίων· |
(d) | the remuneration of senior officers in the risk management function is directly overseen by the remuneration committee, where such a committee has been established. | δ) | οι αμοιβές των ανώτερων στελεχών της λειτουργίας διαχείρισης κινδύνων επιβλέπονται απευθείας από την επιτροπή αμοιβών, εάν έχει συσταθεί τέτοια επιτροπή. |
2. The functional and hierarchical separation of the risk management function in accordance with paragraph 1 shall be ensured throughout the whole hierarchical structure of the AIFM, up to its governing body. It shall be reviewed by the governing body and, where it exists, the supervisory function of the AIFM. | 2. Ο λειτουργικός και ιεραρχικός διαχωρισμός της λειτουργίας διαχείρισης κινδύνων βάσει της παραγράφου 1 θα πρέπει να διασφαλίζεται σε όλο το εύρος της ιεραρχικής δομής του ΔΟΕΕ, έως και το διευθυντικό του όργανο. Επανεξετάζεται από το διευθυντικό όργανο και, εάν υφίσταται, από την εποπτική λειτουργία του ΔΟΕΕ. |
3. The competent authorities of the home Member State of the AIFM shall review the way in which the AIFM has applied paragraphs 1 and 2 on the basis of the criteria laid down in the second subparagraph of Article 15(1) of Directive 2011/61/EU. | 3. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του ΔΟΕΕ εξετάζουν τον τρόπο με τον οποίο έχει εφαρμόσει ο ΔΟΕΕ τις παραγράφους 1 και 2, βάσει των κριτηρίων που καθορίζονται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 15 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
Article 43 | Άρθρο 43 |
Safeguards against conflicts of interest | Διασφαλίσεις έναντι συγκρούσεων συμφερόντων |
1. The safeguards against conflicts of interest referred to in Article 15(1) of Directive 2011/61/EU shall ensure, at least, that: | 1. Οι διασφαλίσεις έναντι συγκρούσεων συμφερόντων που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ θα πρέπει να διασφαλίζουν τα εξής: |
(a) | decisions taken by the risk management function are based on reliable data, which are subject to an appropriate degree of control by the risk management function; | α) | ότι οι αποφάσεις που λαμβάνει η λειτουργία διαχείρισης κινδύνων βασίζονται σε αξιόπιστα δεδομένα, τα οποία υπόκεινται στο ενδεδειγμένο επίπεδο ελέγχου από τη λειτουργία διαχείρισης κινδύνων· |
(b) | the remuneration of those engaged in the performance of the risk management function reflects the achievement of the objectives linked to the risk management function, independently of the performance of the business areas in which they are engaged; | β) | ότι οι αμοιβές των προσώπων που εμπλέκονται στην εκτέλεση της λειτουργίας διαχείρισης κινδύνων αντικατοπτρίζουν την επίτευξη των στόχων που συνδέονται με τη λειτουργία διαχείρισης κινδύνων, ασχέτως των επιδόσεων των επιχειρηματικών τομέων στους οποίους εμπλέκονται· |
(c) | the risk management function is subject to an appropriate independent review to ensure that decisions are being arrived at independently; | γ) | ότι η λειτουργία διαχείρισης κινδύνων υποβάλλεται σε ενδεδειγμένη ανεξάρτητη επανεξέταση προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται ανεξάρτητα· |
(d) | the risk management function is represented in the governing body or the supervisory function, where it has been established, at least with the same authority as the portfolio management function; | δ) | ότι η λειτουργία διαχείρισης κινδύνων εκπροσωπείται στο διευθυντικό όργανο ή στην εποπτική λειτουργία, εάν έχει προβλεφθεί, τουλάχιστον στο ίδιο επίπεδο εξουσίας με τη λειτουργία διαχείρισης χαρτοφυλακίων· |
(e) | any conflicting duties are properly segregated. | ε) | ότι διαχωρίζονται οποιαδήποτε συγκρουόμενα καθήκοντα. |
2. Where proportionate, taking into account the nature, scale and complexity of the AIFM, the safeguards referred to in paragraph 1 shall also ensure that: | 2. Όταν αυτό δικαιολογείται αναλογικά λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα του ΔΟΕΕ, οι διασφαλίσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εξασφαλίζουν και τα εξής: |
(a) | the performance of the risk management function is reviewed regularly by the internal audit function, or, if the latter has not been established, by an external party appointed by the governing body; | α) | την τακτική επανεξέταση της λειτουργίας διαχείρισης κινδύνων από τη λειτουργία εσωτερικού λογιστικού ελέγχου ή, εάν η δεύτερη δεν έχει προβλεφθεί, από εξωτερικό πρόσωπο που ορίζεται από το διευθυντικό όργανο· |
(b) | where a risk committee has been established, it is appropriately resourced and its non-independent members do not have undue influence over the performance of the risk management function. | β) | ότι, εάν έχει προβλεφθεί επιτροπή κινδύνων, διαθέτει τους ενδεδειγμένους πόρους και ότι τα μη ανεξάρτητα μέλη της δεν ασκούν αδικαιολόγητη επιρροή στην εκτέλεση της λειτουργίας διαχείρισης κινδύνων. |
3. The governing body of the AIFM and, where it exists, the supervisory function shall establish the safeguards against conflicts of interest laid down in paragraphs 1 and 2, regularly review their effectiveness and take timely remedial action to address any deficiencies. | 3. Το διευθυντικό όργανο του ΔΟΕΕ και, εάν υφίσταται, η εποπτική λειτουργία θεσπίζουν τις διασφαλίσεις έναντι συγκρούσεων συμφερόντων που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, επανεξετάσουν τακτικά την αποτελεσματικότητά τους και λαμβάνουν έγκαιρα διορθωτικά μέτρα για την αντιμετώπιση τυχόν αδυναμιών. |
Article 44 | Άρθρο 44 |
Risk limits | Όρια κινδύνου |
1. An AIFM shall establish and implement quantitative or qualitative risk limits, or both, for each AIF it manages, taking into account all relevant risks. Where only qualitative limits are set, the AIFM shall be able to justify this approach to the competent authority. | 1. Ο ΔΟΕΕ ορίζει και υλοποιεί ποσοτικά ή ποιοτικά όρια κινδύνου, ή και τα δύο, για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται, λαμβάνοντας υπόψη τους σχετικούς κινδύνους. Όταν ορίζονται μόνο ποιοτικά όρια, ο ΔΟΕΕ θα πρέπει να είναι σε θέση να δικαιολογήσει αυτή την προσέγγιση στην αρμόδια αρχή. |
2. The qualitative and quantitative risk limits for each AIF shall, at least, cover the following risks: | 2. Τα ποιοτικά και ποσοτικά όρια κινδύνου για κάθε ΟΕΕ θα πρέπει να καλύπτουν τουλάχιστον τους εξής κινδύνους: |
(a) | market risks; | α) | κινδύνους αγοράς· |
(b) | credit risks; | β) | πιστωτικούς κινδύνους· |
(c) | liquidity risks; | γ) | κινδύνους ρευστότητας· |
(d) | counterparty risks; | δ) | κινδύνους αντισυμβαλλομένου· |
(e) | operational risks. | ε) | λειτουργικούς κινδύνους. |
3. When setting risk limits, the AIFM shall take into account the strategies and assets employed in respect of each AIF it manages as well as the national rules applicable to each of those AIFs. Those risk limits shall be aligned with the risk profile of the AIF as disclosed to investors in accordance with point (c) of Article 23(4) of Directive 2011/61/EU and approved by the governing body. | 3. Κατά τον ορισμό ορίων κινδύνου, ο ΔΟΕΕ λαμβάνει υπόψη τις στρατηγικές και τα περιουσιακά στοιχεία που χρησιμοποιούνται αναφορικά με κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται, καθώς και τους εθνικούς κανονισμούς που ισχύουν για τον καθένα από αυτούς τους ΟΕΕ. Τα εν λόγω όρια κινδύνου ευθυγραμμίζονται με το προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ που γνωστοποιείται στους επενδυτές βάσει του στοιχείου γ) του άρθρου 23 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και να εγκρίνονται από το διευθυντικό όργανο. |
Article 45 | Άρθρο 45 |
Risk measurement and management | Μέτρηση και διαχείριση κινδύνων |
1. AIFMs shall adopt adequate and effective arrangements, processes and techniques in order to: | 1. Οι ΔΟΕΕ υιοθετούν κατάλληλες και αποτελεσματικές ρυθμίσεις, διαδικασίες και τεχνικές προκειμένου: |
(a) | identify, measure, manage and monitor at any time the risks to which the AIFs under their management are or might be exposed; | α) | να προσδιορίζουν, να μετρούν, να διαχειρίζονται και να παρακολουθούν ανά πάσα στιγμή τους κινδύνους στους οποίους εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν οι ΟΕΕ που διαχειρίζονται· |
(b) | ensure compliance with the limits set in accordance with Article 44. | β) | να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τα όρια που ορίζονται βάσει του άρθρου 44. |
2. The arrangements, processes and techniques referred to in paragraph 1 shall be proportionate to the nature, scale and complexity of the business of the AIFM and of each AIF it manages and shall be consistent with the AIF’s risk profile as disclosed to investors in accordance with point (c) of Article 23(4) of Directive 2011/61/EU. | 2. Οι ρυθμίσεις, διαδικασίες και τεχνικές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 θα πρέπει να είναι αναλογικές προς τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του ΔΟΕΕ και κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται και θα πρέπει να συνάδουν με το προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ που γνωστοποιείται στους επενδυτές βάσει του στοιχείου γ) του άρθρου 23 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
3. For the purposes of paragraph 1, the AIFM shall take the following actions for each AIF it manages: | 3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι ΔΟΕΕ λαμβάνουν τα ακόλουθα μέτρα για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζονται: |
(a) | put in place such risk measurement arrangements, processes and techniques as are necessary to ensure that the risks of positions taken and their contribution to the overall risk profile are accurately measured on the basis of sound and reliable data and that the risk measurement arrangements, processes and techniques are adequately documented; | α) | θέτουν σε εφαρμογή ρυθμίσεις, διαδικασίες και τεχνικές μέτρησης κινδύνων οι οποίες απαιτούνται ώστε να διασφαλίζεται ότι οι κίνδυνοι από τις θέσεις που λαμβάνονται και η συμβολή τους στο γενικό προφίλ κινδύνων μετρώνται με ακρίβεια βάσει ορθών και αξιόπιστων δεδομένων και ότι οι ρυθμίσεις, διαδικασίες και τεχνικές μέτρησης κινδύνων τεκμηριώνονται επαρκώς· |
(b) | conduct periodic back-tests in order to review the validity of risk measurement arrangements which include model-based forecasts and estimates; | β) | πραγματοποιούν περιοδικούς εκ των υστέρων ελέγχους προκειμένου να επανεξετάζουν την ισχύ των ρυθμίσεων μέτρησης κινδύνων, οι οποίοι συμπεριλαμβάνουν προβλέψεις και εκτιμήσεις βασισμένες σε μοντέλα· |
(c) | conduct, periodic appropriate stress tests and scenario analyses to address risks arising from potential changes in market conditions that might adversely impact the AIF; | γ) | πραγματοποιούν περιοδικές μετρήσεις κινδύνου υπό ακραίες καταστάσεις και αναλύσεις σεναρίων προκειμένου να αντιμετωπίζουν κινδύνους εξαιτίας πιθανών αλλαγών στις συνθήκες της αγοράς που μπορεί να έχουν αρνητικό αντίκτυπο για τον ΟΕΕ· |
(d) | ensure that the current level of risk complies with the risk limits set in accordance with Article 44; | δ) | διασφαλίζουν ότι το τρέχον επίπεδο κινδύνων συνάδει με τα όρια κινδύνων που έχουν τεθεί βάσει του άρθρου 44· |
(e) | establish, implement and maintain adequate procedures that, in the event of actual or anticipated breaches of the risk limits of the AIF, result in timely remedial actions in the best interest of investors; | ε) | θεσπίζουν, εφαρμόζουν και διατηρούν επαρκείς διαδικασίες οι οποίες, σε περίπτωση πραγματικών ή προβλεπόμενων παραβιάσεων των ορίων κινδύνων του ΟΕΕ, έχουν ως αποτέλεσμα τη λήψη έγκαιρων διορθωτικών μέτρων προς το συμφέρον των επενδυτών· |
(f) | ensure that there are appropriate liquidity management systems and procedures for each AIF in line with the requirements laid down in Article 46. | στ) | διασφαλίζουν την εφαρμογή ενδεδειγμένων συστημάτων και διαδικασιών διαχείρισης ρευστότητας για κάθε ΟΕΕ σε ευθυγράμμιση με τις απαιτήσεις του άρθρου 46. |
SECTION 4 | ΤΜΗΜΑ 4 |
Liquidity management | Διαχείριση ρευστότητας |
(Article 16 of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 16 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Article 46 | Άρθρο 46 |
Liquidity management system and procedures | Σύστημα και διαδικασίες διαχείρισης ρευστότητας |
AIFMs shall be able to demonstrate to the competent authorities of their home Member State that an appropriate liquidity management system and effective procedures referred to in Article 16(1) of Directive 2011/61/EU are in place taking into account the investment strategy, the liquidity profile and the redemption policy of each AIF. | Οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής τους την εφαρμογή ενδεδειγμένου συστήματος και αποτελεσματικών διαδικασιών διαχείρισης ρευστότητας βάσει του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη την επενδυτική στρατηγική, το προφίλ ρευστότητας και την πολιτική εξόφλησης του κάθε ΟΕΕ. |
Article 47 | Άρθρο 47 |
Monitoring and managing liquidity risk | Παρακολούθηση και διαχείριση του κινδύνου ρευστότητας |
1. The liquidity management system and procedures referred to in Article 46 shall at least, ensure that: | 1. Το σύστημα και οι διαδικασίες διαχείρισης ρευστότητας που αναφέρονται στο άρθρο 46 θα πρέπει να διασφαλίζουν τουλάχιστον τα εξής: |
(a) | the AIFM maintains a level of liquidity in the AIF appropriate to its underlying obligations, based on an assessment of the relative liquidity of the AIF’s assets in the market, taking account of the time required for liquidation and the price or value at which those assets can be liquidated, and their sensitivity to other market risks or factors; | α) | ότι ο ΔΟΕΕ διατηρεί επίπεδο ρευστότητας στον ΟΕΕ το οποίο ενδείκνυται για τις υποκείμενες υποχρεώσεις του βάσει αξιολόγησης της σχετικής ρευστότητας των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ στην αγορά, λαμβανομένου υπόψη του απαιτούμενου χρόνου ρευστοποίησης και της τιμής ή της αξίας στην οποία μπορούν να ρευστοποιηθούν τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία, καθώς και της ευαισθησίας τους σε άλλους κινδύνους ή παράγοντες της αγοράς· |
(b) | the AIFM monitors the liquidity profile of the AIF’s portfolio of assets, having regard to the marginal contribution of individual assets which may have a material impact on liquidity, and the material liabilities and commitments, contingent or otherwise, which the AIF may have in relation to its underlying obligations. For these purposes the AIFM shall take into account the profile of the investor base of the AIF, including the type of investors, the relative size of investments and the redemption terms to which these investments are subject; | β) | ότι ο ΔΟΕΕ παρακολουθεί το προφίλ ρευστότητας του χαρτοφυλακίου περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη την οριακή κατανομή επιμέρους περιουσιακών στοιχείων τα οποία ενδέχεται να επηρεάζουν ουσιαστικά τη ρευστότητα, καθώς και τις ουσιαστικές υποχρεώσεις και δεσμεύσεις, ενδεχόμενες ή άλλες, τις οποίες μπορεί να έχει ο ΟΕΕ σε σχέση με τις υποκείμενες υποχρεώσεις του. Για τους σκοπούς αυτούς, ο ΔΟΕΕ λαμβάνει υπόψη το προφίλ της βάσης επενδυτών του ΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων του είδους των επενδυτών, του σχετικού μεγέθους των επενδύσεων και των όρων εξόφλησης στους οποίους υπόκεινται οι επενδύσεις αυτές· |
(c) | the AIFM, where the AIF invests in other collective investment undertakings, monitors the approach adopted by the managers of those other collective investment undertakings to the management of liquidity, including through conducting periodic reviews to monitor changes to the redemption provisions of the underlying collective investment undertakings in which the AIF invests. Subject to Article 16(1) of Directive 2011/61/EU, this obligation shall not apply where the other collective investment undertakings in which the AIF invests are actively traded on a regulated market within the meaning of point (14) of Article 4(1) of Directive 2004/39/EC or an equivalent third country market; | γ) | ότι ο ΔΟΕΕ, όταν ο ΟΕΕ επενδύει σε άλλους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων, παρακολουθεί την προσέγγιση που εφαρμόζουν οι διαχειριστές των εν λόγω άλλων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων σε σχέση με τη διαχείριση ρευστότητας, συμπεριλαμβανομένης της διενέργειας περιοδικών επανεξετάσεων για την παρακολούθηση αλλαγών στις διατάξεις περί εξόφλησης των υποκείμενων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων στους οποίους επενδύει ο ΟΕΕ. Με την επιφύλαξη του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει όταν οι άλλοι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων στους οποίους επενδύει ο ΟΕΕ υπόκεινται σε ενεργή διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά κατά την έννοια του σημείου 14) του άρθρου 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ ή σε ισοδύναμη αγορά τρίτης χώρας· |
(d) | the AIFM implements and maintains appropriate liquidity measurement arrangements and procedures to assess the quantitative and qualitative risks of positions and of intended investments which have a material impact on the liquidity profile of the portfolio of the AIF’s assets to enable their effects on the overall liquidity profile to be appropriately measured. The procedures employed shall ensure that the AIFM has the appropriate knowledge and understanding of the liquidity of the assets in which the AIF has invested or intends to invest including, where applicable, the trading volume and sensitivity of prices and, as the case may be, or spreads of individual assets in normal and exceptional liquidity conditions; | δ) | ότι ο ΔΟΕΕ υλοποιεί και διατηρεί ενδεδειγμένες ρυθμίσεις και διαδικασίες διαχείρισης ρευστότητας για την αξιολόγηση των ποσοτικών και ποιοτικών κινδύνων των θέσεων και των σκοπούμενων επενδύσεων που έχουν ουσιαστική επίπτωση στο προφίλ ρευστότητας του χαρτοφυλακίου περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ προκειμένου να επιτρέψει την ενδεδειγμένη μέτρηση των συνεπειών τους στο συνολικό προφίλ ρευστότητας. Οι διαδικασίες που χρησιμοποιούνται διασφαλίζουν ότι ο ΔΟΕΕ διαθέτει την ενδεδειγμένη γνώση και κατανόηση της ρευστότητας των περιουσιακών στοιχείων στα οποία έχει επενδύσει ή σκοπεύει να επενδύσει ο ΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων, όταν αυτό εφαρμόζεται, του όγκου συναλλαγών και της ευαισθησίας των τιμών και, κατά περίπτωση, των περιθωρίων των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων υπό κανονικές και έκτακτες συνθήκες ρευστότητας· |
(e) | the AIFM considers and puts into effect the tools and arrangements, including special arrangements, necessary to manage the liquidity risk of each AIF under its management. The AIFM shall identify the types of circumstances where these tools and arrangements may be used in both normal and exceptional circumstances, taking into account the fair treatment of all AIF investors in relation to each AIF under management. The AIFM may use such tools and arrangements only in these circumstances and if appropriate disclosures have been made in accordance with Article 108. | ε) | ότι ο ΔΟΕΕ εξετάζει και εφαρμόζει τα εργαλεία και τις ρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων ειδικών διακανονισμών, που απαιτούνται για τη διαχείριση του κινδύνου ρευστότητας κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται. Ο ΔΟΕΕ προσδιορίζει τα είδη των συνθηκών υπό τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα εν λόγω εργαλεία και οι εν λόγω διευθετήσεις τόσο υπό κανονικές όσο και υπό έκτακτες συνθήκες, λαμβάνοντας υπόψη τη δίκαιη μεταχείριση όλων των επενδυτών του ΟΕΕ σε σχέση με κάθε υπό διαχείριση ΟΕΕ. Ο ΔΟΕΕ μπορεί να χρησιμοποιήσει τα εν λόγω εργαλεία και τις εν λόγω διευθετήσεις μόνο υπό αυτές τις συνθήκες και εάν έχουν γίνει οι δέουσες γνωστοποιήσεις βάσει του άρθρου 108. |
2. AIFMs shall document their liquidity management policies and procedures, as referred to in paragraph 1, review them on at least an annual basis and update them for any changes or new arrangements. | 2. Οι ΔΟΕΕ τεκμηριώνουν τις πολιτικές και διαδικασίες διαχείρισης ρευστότητάς τους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τις επανεξετάζουν τουλάχιστον σε ετήσια βάση και τις επικαιροποιούν σε περίπτωση τυχόν αλλαγών ή νέων ρυθμίσεων. |
3. AIFMs shall include appropriate escalation measures in their liquidity management system and procedures, as referred to in paragraph 1, to address anticipated or actual liquidity shortages or other distressed situations of the AIF. | 3. Οι ΔΟΕΕ συμπεριλαμβάνουν ενδεδειγμένα μέτρα κλιμάκωσης στο σύστημα και στις διαδικασίες διαχείρισης ρευστότητάς τους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 για την αντιμετώπιση αναμενόμενων ή πραγματικών ελλείψεων ρευστότητας ή άλλων προβλημάτων του ΟΕΕ. |
4. Where the AIFM manages an AIF which is a leveraged closed-ended AIF, point (e) of paragraph 1 shall not apply. | 4. Όταν ο ΔΟΕΕ διαχειρίζεται έναν ΟΕΕ που είναι μοχλευόμενος ΟΕΕ κλειστού τύπου, δεν ισχύει το στοιχείο ε) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. |
Article 48 | Άρθρο 48 |
Liquidity management limits and stress tests | Όρια διαχείρισης ρευστότητας και μετρήσεις κινδύνου υπό ακραίες καταστάσεις |
1. AIFMs shall, where appropriate, considering the nature, scale and complexity of each AIF they manage, implement and maintain adequate limits for the liquidity or illiquidity of the AIF consistent with its underlying obligations and redemption policy and in accordance with the requirements laid down in Article 44 relating to quantitative and qualitative risk limits. | 1. Οι ΔΟΕΕ, κατά περίπτωση και λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζονται, υλοποιούν και διατηρούν επαρκή όρια για τη ρευστότητα ή την έλλειψη ρευστότητας του ΟΕΕ, σε ευθυγράμμιση με την πολιτική εξόφλησης που εφαρμόζει ο ΟΕΕ και σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 44 αναφορικά με τα ποσοτικά και ποιοτικά όρια κινδύνου. |
AIFMs shall monitor compliance with those limits and where limits are exceeded or likely to be exceeded, they shall determine the required (or necessary) course of action. In determining appropriate action, AIFMs shall consider the adequacy of the liquidity management policies and procedures, the appropriateness of the liquidity profile of the AIF’s assets and the effect of atypical levels of redemption requests. | Οι ΔΟΕΕ παρακολουθούν τη συμμόρφωση με τα εν λόγω όρια και, σε περίπτωση υφιστάμενης ή πιθανής υπέρβασής τους, καθορίζουν τις απαιτούμενες (ή αναγκαίες) ενέργειες. Κατά τον καθορισμό των ενδεδειγμένων ενεργειών, οι ΔΟΕΕ λαμβάνουν υπόψη την επάρκεια των πολιτικών και διαδικασιών διαχείρισης ρευστότητας, την καταλληλότητα του προφίλ ρευστότητας των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ και την επίδραση των μη τυπικών επιπέδων των αιτημάτων εξόφλησης. |
2. AIFMs shall regularly conduct stress tests, under normal and exceptional liquidity conditions, which enable them to assess the liquidity risk of each AIF under their management. The stress tests shall: | 2. Οι ΔΟΕΕ διενεργούν τακτικά μετρήσεις κινδύνου υπό ακραίες καταστάσεις, υπό κανονικές και έκτακτες συνθήκες ρευστότητας, οι οποίοι τους επιτρέπουν να αξιολογούν τον κίνδυνο ρευστότητας κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζονται. Οι μετρήσεις κινδύνου υπό ακραίες καταστάσεις: |
(a) | be conducted on the basis of reliable and up-to-date information in quantitative terms or, where this is not appropriate, in qualitative terms; | α) | διενεργούνται βάσει αξιόπιστων και επικαιροποιημένων πληροφοριών από ποσοτικής ή, όταν αυτό δεν ενδείκνυται, ποιοτικής άποψης· |
(b) | where appropriate, simulate a shortage of liquidity of the assets in the AIF and atypical redemption requests; | β) | κατά περίπτωση, προσομοιώνουν την έλλειψη ρευστότητας των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ και μη τυπικά αιτήματα εξόφλησης· |
(c) | cover market risks and any resulting impact, including on margin calls, collateral requirements or credit lines; | γ) | καλύπτουν κινδύνους αγοράς και τυχόν επίπτωση που προκύπτει, συμπεριλαμβανομένων απαιτήσεων περιθωρίου, απαιτήσεων παροχής ασφάλειας ή πιστωτικών ορίων· |
(d) | account for valuation sensitivities under stressed conditions; | δ) | λαμβάνουν υπόψη τις ευαισθησίες αποτίμησης υπό ακραίες καταστάσεις· |
(e) | be conducted at a frequency which is appropriate to the nature of the AIF, taking in to account the investment strategy, liquidity profile, type of investor and redemption policy of the AIF, and at least once a year. | ε) | διενεργούνται με συχνότητα που ενδείκνυται για τη φύση των ΟΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη την επενδυτική στρατηγική, το προφίλ ρευστότητας, το είδος των επενδυτών και την πολιτική εξόφλησης του ΟΕΕ, τουλάχιστον μία φορά το έτος. |
3. AIFMs shall act in the best interest of investors in relation to the outcome of any stress tests. | 3. Οι ΔΟΕΕ ενεργούν προς το συμφέρον των επενδυτών αναφορικά με την έκβαση τυχόν μετρήσεων κινδύνου υπό ακραίες συνθήκες. |
Article 49 | Άρθρο 49 |
Alignment of investment strategy, liquidity profile and redemption policy | Ευθυγράμμιση της επενδυτικής στρατηγικής, του προφίλ ρευστότητας και της πολιτικής εξόφλησης |
1. For the purposes of Article 16(2) of Directive 2011/61/EU, the investment strategy, liquidity profile and redemption policy of each AIF managed by an AIFM shall be considered to be aligned when investors have the ability to redeem their investments in a manner consistent with the fair treatment of all AIF investors and in accordance with the AIF’s redemption policy and its obligations. | 1. Για τους σκοπούς του άρθρου 16 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η επενδυτική στρατηγική, το προφίλ ρευστότητας και η πολιτική εξόφλησης κάθε ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται ένας ΔΟΕΕ θεωρούνται ευθυγραμμισμένα όταν οι επενδυτές έχουν τη δυνατότητα να εξοφλούν τις επενδύσεις τους με τρόπο που διασφαλίζει τη δίκαιη μεταχείριση όλων των επενδυτών του ΟΕΕ και βάσει της πολιτικής και των υποχρεώσεων εξόφλησης του ΟΕΕ. |
2. In assessing the alignment of the investment strategy, liquidity profile and redemption policy the AIFM shall also have regard to the impact that redemptions may have on the underlying prices or spreads of the individual assets of the AIF. | 2. Κατά την αξιολόγηση της ευθυγράμμισης της επενδυτικής στρατηγικής, του προφίλ ρευστότητας και της πολιτικής εξόφλησης, ο ΔΟΕΕ λαμβάνει υπόψη και την επίπτωση που ενδέχεται να έχουν οι εξοφλήσεις στις υποκείμενες τιμές ή τα περιθώρια των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ. |
SECTION 5 | ΤΜΗΜΑ 5 |
Investment in securitisation positions | Επένδυση σε θέσεις τιτλοποίησης |
(Article 17 of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 17 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Article 50 | Άρθρο 50 |
Definitions | Ορισμοί |
For the purposes of this Section: | Στο τμήμα αυτό: |
(a) | ‘securitisation’ means a securitisation within the meaning of Article 4(36) of Directive 2006/48/EC; | α) | ως «τιτλοποίηση» νοείται τιτλοποίηση κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 36 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ· |
(b) | ‘securitisation position’ means a securitisation position within the meaning of Article 4(40) of Directive 2006/48/EC; | β) | ως «θέση τιτλοποίησης» νοείται θέση τιτλοποίησης κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 40 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ· |
(c) | ‘sponsor’ means a sponsor within the meaning of Article 4(42) of Directive 2006/48/EC; | γ) | ως «ανάδοχος» νοείται ανάδοχος κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 42 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ· |
(d) | ‘tranche’ means a tranche within the meaning of Article 4(39) of Directive 2006/48/EC. | δ) | ως «τμήμα τιτλοποίησης» νοείται τμήμα τιτλοποίησης κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 39 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ. |
Article 51 | Άρθρο 51 |
Requirements for retained interest | Απαιτήσεις περί διατηρούμενου συμφέροντος |
1. AIFMs shall assume exposure to the credit risk of a securitisation on behalf of one or more AIFs it manages only if the originator, sponsor or original lender has explicitly disclosed to the AIFM that it retains, on an ongoing basis, a material net economic interest, which in any event shall not be less than 5 %. | 1. Οι ΔΟΕΕ αναλαμβάνουν έκθεση στον πιστωτικό κίνδυνο μιας τιτλοποίησης για λογαριασμό ενός ή περισσότερων ΟΕΕ που διαχειρίζονται μόνο εάν το μεταβιβάζον ή ανάδοχο ίδρυμα ή ο αρχικός δανειοδότης έχει γνωστοποιήσει σαφώς στον ΔΟΕΕ τη διατήρηση, σε διαρκή βάση, σημαντικού καθαρού οικονομικού συμφέροντος, το οποίο σε κάθε περίπτωση δεν υπολείπεται του 5 %. |
Only any of the following shall qualify as retention of a material net economic interest of not less than 5 %: | Ως διατήρηση σημαντικού καθαρού οικονομικού συμφέροντος που δεν υπολείπεται του 5 % θεωρείται μόνο μία από τις κατωτέρω περιπτώσεις: |
(a) | retention of no less than 5 % of the nominal value of each of the tranches sold or transferred to the investors; | α) | διατήρηση τουλάχιστον του 5 % της ονομαστικής αξίας καθενός από τα τμήματα τιτλοποίησης που έχουν πωληθεί ή μεταβιβαστεί στους επενδυτές· |
(b) | in the case of securitisations of revolving exposures, retention of the originator’s interest of no less than 5 % of the nominal value of the securitised exposures; | β) | στην περίπτωση τιτλοποίησης ανανεούμενων πιστώσεων, διατήρηση του συμφέροντος του μεταβιβάζοντος ιδρύματος σε ποσοστό τουλάχιστον του 5 % της ονομαστικής αξίας των τιτλοποιημένων εκθέσεων· |
(c) | retention of randomly selected exposures, equivalent to not less than 5 % of the nominal value of the securitised exposures, where such exposures would otherwise have been securitised in the securitisation, provided that the number of potentially securitised exposures is not less than 100 at origination; | γ) | διατήρηση τυχαίως επιλεγμένων εκθέσεων, ισοδύναμων προς ποσοστό τουλάχιστον 5 % της ονομαστικής αξίας των τιτλοποιημένων εκθέσεων, εφόσον οι εκθέσεις αυτές θα είχαν ειδάλλως τιτλοποιηθεί κατά τη διαδικασία τιτλοποίησης, υπό την προϋπόθεση ότι ο αριθμός των ενδεχόμενων τιτλοποιημένων εκθέσεων δεν είναι μικρότερος των 100 κατά τη δημιουργία τους· |
(d) | retention of the first loss tranche and, if necessary, other tranches having the same or a more severe risk profile than those transferred or sold to investors and not maturing any earlier than those transferred or sold to investors, so that the retention equals in total not less than 5 % of the nominal value of the securitised exposures; | δ) | διατήρηση του πρώτου τμήματος ζημίας και, εφόσον απαιτείται, άλλων τμημάτων που έχουν το ίδιο ή δυσμενέστερο προφίλ κινδύνων και δεν λήγουν νωρίτερα από τα τμήματα που μεταβιβάζονται ή πωλούνται στους επενδυτές, ούτως ώστε η διατήρηση να ισούται συνολικά τουλάχιστον με το 5 % της ονομαστικής αξίας των τιτλοποιημένων εκθέσεων· |
(e) | retention of a first loss exposure of not less than 5 % of every securitised exposure in the securitisation. | ε) | διατήρηση μιας αρχικής έκθεσης ζημίας που δεν υπολείπεται του 5 % κάθε τιτλοποιημένης ζημίας στην τιτλοποίηση. |
Net economic interest shall be measured at the origination and shall be maintained on an ongoing basis. The net economic interest, including retained positions, interest or exposures, shall not be subject to any credit risk mitigation or any short positions or any other hedge and shall not be sold. The net economic interest shall be determined by the notional value for off-balance sheet items. | Το καθαρό οικονομικό συμφέρον μετράται κατά τη δημιουργία και διατηρείται σε συνεχή βάση. Το καθαρό οικονομικό συμφέρον, συμπεριλαμβανομένων διατηρούμενων θέσεων, συμφερόντων ή εκθέσεων, δεν υπόκειται σε οιαδήποτε μείωση πιστωτικού κινδύνου ή οιεσδήποτε αρνητικές θέσεις ή οιαδήποτε άλλη αντιστάθμιση και δεν πωλείται. Το καθαρό οικονομικό συμφέρον καθορίζεται από την ονομαστική αξία των εκτός ισολογισμού στοιχείων. |
There shall be no multiple applications of the retention requirements for any given securitisation. | Δεν επιτρέπεται η πολλαπλή εφαρμογή των απαιτήσεων διατήρησης για καμία τιτλοποίηση. |
2. Paragraph 1 shall not apply where the securitised exposures are claims or contingent claims on or fully, unconditionally and irrevocably guaranteed by the institutions listed in the first subparagraph of Article 122a(3) of Directive 2006/48/EC, and shall not apply to those transactions listed in the second subparagraph of Article 122a(3) of Directive 2006/48/EC. | 2. Η παράγραφος 1 δεν ισχύει όταν οι τιτλοποιημένες εκθέσεις αποτελούν απαιτήσεις ή ενδεχόμενες απαιτήσεις έναντι των ιδρυμάτων που απαριθμούνται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 122α παράγραφος 3 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ, ή τις οποίες εγγυώνται πλήρως, άνευ όρων και αμετακλήτως τα ιδρύματα αυτά, και δεν ισχύουν για τις συναλλαγές που απαριθμούνται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 122α παράγραφος 3 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ. |
Article 52 | Άρθρο 52 |
Qualitative requirements concerning sponsors and originators | Ποιοτικές απαιτήσεις αναφορικά με ανάδοχα και μεταβιβάζοντα ιδρύματα |
Prior to an AIFM assuming exposure to the credit risk of a securitisation on behalf of one or more AIFs, it shall ensure that the sponsor and originator: | Προτού ένας ΔΟΕΕ αναλάβει έκθεση στον πιστωτικό κίνδυνο μιας τιτλοποίησης για λογαριασμό ενός ή περισσότερων ΟΕΕ, διασφαλίζει ότι το ανάδοχο και μεταβιβάζον ίδρυμα: |
(a) | grant credit based on sound and well-defined criteria and clearly establish the process for approving, amending, renewing and re-financing loans to exposures to be securitised as they apply to exposures they hold; | α) | χορηγούν πίστωση βάσει εύλογων και σαφώς προσδιορισμένων κριτηρίων και καταρτίζουν σαφώς τη διαδικασία χορήγησης, αναθεώρησης, ανανέωσης και αναχρηματοδότησης δανείων για προς τιτλοποίηση εκθέσεις όπως αυτά ισχύουν για τις εκθέσεις που κατέχουν· |
(b) | have in place and operate effective systems to manage the ongoing administration and monitoring of their credit risk-bearing portfolios and exposures, including for identifying and managing problem loans and for making adequate value adjustments and provisions; | β) | θεσπίζουν και εφαρμόζουν αποτελεσματικά συστήματα για τη διαρκή διαχείριση και παρακολούθηση των χαρτοφυλακίων και εκθέσεών τους που είναι εκτεθειμένα σε πιστωτικό κίνδυνο, πράγμα που συμπεριλαμβάνει τον προσδιορισμό και τη διαχείριση προβληματικών πιστώσεων και την πραγματοποίηση επαρκών προσαρμογών αξίας, καθώς και τον σχηματισμό των αναγκαίων προβλέψεων· |
(c) | adequately diversify each credit portfolio based on the target market and overall credit strategy; | γ) | διασφαλίζουν την επαρκή διαφοροποίηση κάθε χαρτοφυλακίου πιστώσεων στην αγορά-στόχο, καθώς και της συνολικής πιστωτικής στρατηγικής· |
(d) | have a written policy on credit risk that includes their risk tolerance limits and provisioning policy and describes how it measures, monitors and controls that risk; | δ) | έχουν γραπτή πολιτική πιστωτικού κινδύνου η οποία περιλαμβάνει τα όρια ανοχής κινδύνου και την πολιτική προβλέψεων που εφαρμόζουν και περιγράφει τον τρόπο μέτρησης, παρακολούθησης και ελέγχου του εν λόγω κινδύνου· |
(e) | grant readily available access to all materially relevant data on the credit quality and performance of the individual underlying exposures, cash flows and collateral supporting a securitisation exposure and such information that is necessary to conduct comprehensive and well informed stress tests on the cash flows and collateral values supporting the underlying exposures. For that purpose, materially relevant data shall be determined as at the date of the securitisation and where appropriate due to the nature of the securitisation thereafter; | ε) | χορηγούν άμεση πρόσβαση σε όλα τα ουσιωδώς συναφή δεδομένα σχετικά με την πιστωτική ποιότητα και τις επιδόσεις των επιμέρους υποκείμενων εκθέσεων, ταμειακών ροών και ασφάλειας που υποστηρίζουν μια τιτλοποιημένη έκθεση, καθώς και πληροφορίες που είναι απαραίτητες για τη διενέργεια ολοκληρωμένων και βασισμένων σε ενδελεχή πληροφόρηση μετρήσεων κινδύνων υπό ακραίες καταστάσεις όσον αφορά τις ταμειακές ροές και τις αξίες των ασφαλειών που υποστηρίζουν τις υποκείμενες εκθέσεις. Για τον σκοπό αυτό, τα ουσιωδώς συναφή δεδομένα ορίζονται κατά την ημερομηνία τιτλοποίησης και, εφόσον αυτό ενδείκνυται λόγω της φύσης της τιτλοποίησης, μετά την ημερομηνία αυτή· |
(f) | grant readily available access to all other relevant data necessary for the AIFM to comply with the requirements laid down in Article 53; | στ) | χορηγούν άμεση πρόσβαση σε όλα τα υπόλοιπα συναφή δεδομένα που απαιτούνται προκειμένου ο ΔΟΕΕ να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 53· |
(g) | disclose the level of their retained net economic interest as referred to in Article 51, as well as any matters that could undermine the maintenance of the minimum required net economic interest as referred to in that Article. | ζ) | γνωστοποιούν το επίπεδο του διατηρούμενου καθαρού οικονομικού οφέλους τους που αναφέρεται στο άρθρο 51, καθώς και οποιαδήποτε ζητήματα που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν τη διατήρηση του ελάχιστου απαιτούμενου καθαρού οικονομικού οφέλους που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο. |
Article 53 | Άρθρο 53 |
Qualitative requirements concerning AIFMs exposed to securitisations | Ποιοτικές απαιτήσεις αναφορικά με ΔΟΕΕ εκτεθειμένους σε τιτλοποιήσεις |
1. Before becoming exposed to the credit risk of a securitisation on behalf of one or more AIFs, and as appropriate thereafter, AIFMs shall be able to demonstrate to the competent authorities for each of their individual securitisation positions that they have a comprehensive and thorough understanding of those positions and have implemented formal policies and procedures appropriate to the risk profile of the relevant AIF’s investments in securitised positions for analysing and recording: | 1. Προτού εκτεθούν στον πιστωτικό κίνδυνο μιας τιτλοποίησης για λογαριασμό ενός ή περισσότερων ΟΕΕ, καθώς και μετά την εν λόγω έκθεση κατά περίπτωση, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν στις αρμόδιες αρχές για καθεμιά από τις επιμέρους θέσεις τιτλοποίησής τους ότι έχουν πλήρη και ενδελεχή κατανόηση των θέσεων αυτών και έχουν υλοποιήσει επίσημες πολιτικές και διαδικασίες ενδεδειγμένες για το προφίλ κινδύνων των σχετικών επενδύσεων του ΟΕΕ σε θέσεις τιτλοποίησης για ανάλυση και καταγραφή: |
(a) | information disclosed under Article 51, by originators or sponsors to specify the net economic interest that they maintain, on an ongoing basis, in the securitisation; | α) | πληροφοριών που γνωστοποιούνται δυνάμει του άρθρου 51, από μεταβιβάζοντα ή ανάδοχα ιδρύματα με στόχο τον προσδιορισμό του καθαρού οικονομικού συμφέροντος στην τιτλοποίηση την οποία διατηρούν σε συνεχή βάση· |
(b) | the risk characteristics of the individual securitisation position; | β) | των χαρακτηριστικών κινδύνου της επιμέρους θέσης τιτλοποίησης· |
(c) | the risk characteristics of the exposures underlying the securitisation position; | γ) | των χαρακτηριστικών κινδύνου των υποκείμενων εκθέσεων στην επιμέρους θέση τιτλοποίησης· |
(d) | the reputation and loss experience in earlier securitisations of the originators or sponsors in the relevant exposure classes underlying the securitisation position; | δ) | της υπόληψης και των ζημιών που υπέστησαν από προηγούμενες τιτλοποιήσεις των μεταβιβαζόντων ή ανάδοχων ιδρυμάτων στις αντίστοιχες κατηγορίες εκθέσεων, τις υποκείμενες στη θέση τιτλοποίησης· |
(e) | the statements and disclosures made by the originators or sponsors, or their agents or advisors, about their due diligence on the securitised exposures and, where applicable, on the quality of the collateral supporting the securitised exposures; | ε) | των δηλώσεων και γνωστοποιήσεων των μεταβιβαζόντων ή ανάδοχων ιδρυμάτων, ή των εκπροσώπων ή συμβούλων τους, σχετικά με τον από μέρους τους νομικό έλεγχο των τιτλοποιημένων εκθέσεων και, εφόσον ισχύει κάτι τέτοιο, σχετικά με την ποιότητα της χρηματοοικονομικής ασφάλειας που υποστηρίζει τις τιτλοποιημένες εκθέσεις· |
(f) | where applicable, the methodologies and concepts on which the valuation of collateral supporting the securitised exposures is based and the policies adopted by the originator or sponsor to ensure the independence of the valuer; | στ) | κατά περίπτωση, των μεθόδων και των εννοιών στις οποίες στηρίζεται η εκτίμηση της χρηματοοικονομικής ασφάλειας που υποστηρίζει τις τιτλοποιημένες εκθέσεις και των πολιτικών που έχουν εγκρίνει το μεταβιβάζον ή ανάδοχο ίδρυμα για την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας του εκτιμητή· |
(g) | all the structural features of the securitisation that can materially impact the performance of the institution’s securitisation position, such as the contractual waterfall and waterfall related triggers, credit enhancements, liquidity enhancements, market value triggers, and deal-specific definitions of default. | ζ) | όλων των διαρθρωτικών χαρακτηριστικών της τιτλοποίησης που μπορούν να έχουν ουσιαστική επίπτωση στην απόδοση της θέσης τιτλοποίησης του ιδρύματος, όπως ο συμβατικός «καταρράκτης» (waterfall) και οι προϋποθέσεις ενεργοποίησης που σχετίζονται με αυτόν, οι πιστωτικές ενισχύσεις, οι ενισχύσεις ρευστότητας, οι προϋποθέσεις ενεργοποίησης αγοραίας αξίας και οι ορισμοί της αθέτησης για συγκεκριμένες συναλλαγές. |
2. Where an AIFM has assumed exposure to a material value of the credit risk of a securitisation on behalf of one or more AIFs, it shall regularly perform stress tests appropriate to such securitisation positions in accordance with point (b) of Article 15(3) of Directive 2011/61/EU. The stress test shall be commensurate with the nature, scale and complexity of the risk inherent in the securitisation positions. | 2. Όταν ένας ΔΟΕΕ έχει αναλάβει έκθεση σε υλική αξία του πιστωτικού κινδύνου μιας τιτλοποίησης για λογαριασμό ενός ή περισσότερων ΟΕΕ, διενεργεί τακτικά μετρήσεις κινδύνου υπό ακραίες καταστάσεις οι οποίες ενδείκνυνται για τις εν λόγω θέσεις τιτλοποίησης βάσει του στοιχείου β) του άρθρου 15 παράγραφος 3 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. Οι μετρήσεις κινδύνων υπό ακραίες καταστάσεις θα πρέπει να είναι ανάλογες της φύσης, της κλίμακας και της πολυπλοκότητας των κινδύνων που ενέχουν οι θέσεις τιτλοποίησης. |
AIFMs shall establish formal monitoring procedures in line with the principles laid down in Article 15 of Directive 2011/61/EU commensurate with the risk profile of the relevant AIF in relation to the credit risk of a securitisation position in order to monitor on an ongoing basis and in a timely manner performance information on the exposures underlying such securitisation positions. Such information shall include (if relevant to the specific type of securitisation and not limited to such types of information further described herein), the exposure type, the percentage of loans more than 30, 60 and 90 days past due, default rates, prepayment rates, loans in foreclosure, collateral type and occupancy, frequency distribution of credit scores or other measures of credit worthiness across underlying exposures, industry and geographical diversification and frequency distribution of loan to value ratios with bandwidths that facilitate adequate sensitivity analysis. Where the underlying exposures are themselves securitisation positions, AIFMs shall have the information set out in this subparagraph not only on the underlying securitisation tranches, such as the issuer name and credit quality, but also on the characteristics and performance of the pools underlying those securitisation tranches. | Οι ΔΟΕΕ θεσπίζουν επίσημες διαδικασίες παρακολούθησης βάσει των αρχών του άρθρου 15 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ οι οποίες είναι ανάλογες με το προφίλ κινδύνων του σχετικού ΟΕΕ αναφορικά με τον πιστωτικό κίνδυνο μιας θέσης τιτλοποίησης για τη διαρκή και έγκαιρη παρακολούθηση πληροφοριών απόδοσης σχετικά με εκθέσεις υποκείμενες στις εν λόγω θέσεις τιτλοποίησης. Αυτές οι πληροφορίες περιλαμβάνουν (εάν σχετίζονται με το συγκεκριμένο είδος τιτλοποίησης και δεν περιορίζονται στα είδη πληροφοριών που περιγράφονται κατωτέρω) το είδος της έκθεσης, το ποσοστό δανείων σε καθυστέρηση άνω των 30, 60 και 90 ημερών, τα ποσοστά αθέτησης, τα δάνεια με αγωγή κατάσχεσης, το είδος της ασφάλειας και τη χρησιμοποίηση, την κατανομή συχνότητας των βαθμών πιστοληπτικής ικανότητας ή άλλων μέτρων φερεγγυότητας στις υποκείμενες εκθέσεις, τη γεωγραφική και τομεακή διαφοροποίηση, την κατανομή συχνότητας του λόγου «δάνειο/αξία» με εύρος που διευκολύνει την επαρκή ανάλυση ευαισθησίας. Εάν οι υποκείμενες εκθέσεις αυτές καθαυτές συνιστούν θέσεις τιτλοποίησης, οι ΔΟΕΕ οφείλουν να έχουν τις απαριθμούμενες πληροφορίες της παρούσας παραγράφου όχι μόνον σχετικά με τα υποκείμενα τμήματα τιτλοποίησης, όπως η επωνυμία του εκδότη και η πιστωτική ποιότητα, αλλά επίσης σχετικά με τα χαρακτηριστικά και τις αποδόσεις των ομάδων των υποκείμενων σε τμήματα τιτλοποίησης. |
AIFMs shall apply the same standards of analysis to participations or underwritings in securitisation issues purchased from third parties. | Οι ΔΟΕΕ εφαρμόζουν τα ίδια πρότυπα ανάλυσης σε συμμετοχές ή αναδοχές όσον αφορά εκδόσεις τιτλοποιήσεων τις οποίες αγοράζουν τρίτοι. |
3. For the purposes of appropriate risk and liquidity management, AIFMs assuming exposure to the credit risk of a securitisation on behalf of one or more AIFs shall properly identify, measure, monitor, manage, control and report the risks that arise because of mismatches between the assets and liabilities of the relevant AIF, concentration risk or investment risk arising from these instruments. The AIFM shall ensure that the risk profile of such securitisation positions corresponds to the size, overall portfolio structure, investment strategies and objectives of the relevant AIF as laid down in the AIF rules or instruments of incorporation, prospectus and offering documents. | 3. Για την ενδεδειγμένη διαχείριση κινδύνων και ρευστότητας, οι ΔΟΕΕ που αναλαμβάνουν έκθεση στον πιστωτικό κίνδυνο τιτλοποίησης για λογαριασμό ενός ή περισσότερων ΟΕΕ διενεργούν με ενδεδειγμένο τρόπο τον προσδιορισμό, τη μέτρηση, την παρακολούθηση, τη διαχείριση, τον έλεγχο και την υποβολή εκθέσεων περί των κινδύνων που προκύπτουν εξαιτίας αναντιστοιχιών μεταξύ του ενεργητικού και του παθητικού του οικείου ΟΕΕ, του κινδύνου συγκέντρωσης ή του επενδυτικού κινδύνου που προκύπτει από τα μέσα αυτά. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι το προφίλ κινδύνων των εν λόγω θέσεων τιτλοποίησης ανταποκρίνεται στο μέγεθος, στη συνολική δομή του χαρτοφυλακίου, στις επενδυτικές στρατηγικές και στους επενδυτικούς στόχους του οικείου ΟΕΕ, όπως διατυπώνονται στον κανονισμό ή στα καταστατικά έγγραφα, ή στο ενημερωτικό φυλλάδιο ή στα έγγραφα προσφοράς του ΟΕΕ. |
4. AIFMs shall ensure, in line with the requirements laid down in Article 18 of Directive 2011/61/EU, that there is an adequate degree of internal reporting to the senior management so that senior management is fully aware of any material assumption of exposure to securitisations and that the risks arising from those exposures are adequately managed. | 4. Οι ΔΟΕΕ διασφαλίζουν, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 18 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, την ύπαρξη επαρκούς βαθμού υποβολής εσωτερικών εκθέσεων προς τα ανώτερα διοικητικά στελέχη προκειμένου να είναι τα στελέχη πλήρως ενήμερα για οποιαδήποτε ανάληψη έκθεσης σε τιτλοποιήσεις και προκειμένου να τυγχάνουν επαρκούς διαχείρισης οι κίνδυνοι που προκύπτουν από τις εν λόγω εκθέσεις. |
5. AIFMs shall include appropriate information on their exposures to the credit risk of securitisation and their risk management procedures in this area in the reports and disclosures to be submitted in accordance with Articles 22, 23 and 24 of Directive 2011/61/EU. | 5. Οι ΔΟΕΕ συμπεριλαμβάνουν στις εκθέσεις και γνωστοποιήσεις που υποβάλλουν βάσει των άρθρων 22, 23 και 24 οδηγίας 2011/61/ΕΕ ενδεδειγμένες πληροφορίες σχετικά με την έκθεσή τους στον πιστωτικό κίνδυνο τιτλοποίησης και με τις διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων που εφαρμόζουν στον τομέα αυτό. |
Article 54 | Άρθρο 54 |
Corrective action | Διορθωτικά μέτρα |
1. AIFMs shall take such corrective action as is in the best interest of the investors in the relevant AIF where they discover, after the assumption of an exposure to a securitisation, that the determination and disclosure of the retained interest did not meet the requirements laid down in this Regulation. | 1. Οι ΔΟΕΕ λαμβάνουν εκείνα τα διορθωτικά μέτρα που είναι προς το συμφέρον όσων επενδύουν στον οικείο ΟΕΕ όταν ανακαλύπτουν, μετά την ανάληψη έκθεσης σε τιτλοποίηση, ότι ο προσδιορισμός και η γνωστοποίηση του διατηρούμενου δικαιώματος δεν πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. |
2. AIFMs shall take such corrective action as is in the best interest of the investors in the relevant AIF, where the retained interest becomes less than 5 % at a given moment after the assumption of the exposure and this is not due to the natural payment mechanism of the transaction. | 2. Οι ΔΟΕΕ λαμβάνουν εκείνα τα διορθωτικά μέτρα που είναι προς το συμφέρον όσων επενδύουν στον οικείο ΟΕΕ όταν το διατηρούμενο συμφέρον υπολείπεται του 5 % σε μια δεδομένη χρονική στιγμή μετά την ανάληψη έκθεσης και αυτό δεν οφείλεται στον κανονικό μηχανισμό πληρωμών της συναλλαγής. |
Article 55 | Άρθρο 55 |
Grandfathering clause | Ρήτρα αποδοχής προϋφιστάμενου καθεστώτος |
Articles 51 to 54 shall apply in relation to new securitisations issued on or after 1 January 2011. Articles 51 to 54 shall, after 31 December 2014, apply in relation to existing securitisations where new underlying exposures are added or substituted after that date. | Τα άρθρα 51 έως 54 ισχύουν για νέες τιτλοποιήσεις που εκδίδονται από την 1η Ιανουαρίου 2011 και έπειτα. Τα άρθρα 51 έως 54 ισχύουν, μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2014, αναφορικά με υφιστάμενες τιτλοποιήσεις όταν προστίθενται ή αντικαθίστανται νέες υποκείμενες εκθέσεις μετά την εν λόγω ημερομηνία. |
Article 56 | Άρθρο 56 |
Interpretation | Ερμηνεία |
In the absence of specific interpretation given by ESMA or by the Joint Committee of the European Supervisory Authorities, the provisions of this Section shall be interpreted in a consistent manner with the corresponding provisions of Directive 2006/48/EC and with the Guidelines to Article 122a of the Capital Requirements Directive of 31 December 2010 (9) issued by the Committee of European Banking Supervisors and their subsequent amendments. | Ελλείψει ειδικής ερμηνείας από την ΕΑΚΑΑ ή τη Μεικτή Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, οι διατάξεις του παρόντος τμήματος ερμηνεύονται σε συνέπεια με τις αντίστοιχες διατάξεις της οδηγίας 2006/48/ΕΚ και των κατευθυντήριων γραμμών για το άρθρο 122α της οδηγίας περί κεφαλαιακών απαιτήσεων, της 31ης Δεκεμβρίου 2010 (9), που έχει εκδώσει η Επιτροπή Ευρωπαϊκών Αρχών Τραπεζικής Εποπτείας, και των μετέπειτα τροποποιήσεών τους. |
SECTION 6 | ΤΜΗΜΑ 6 |
Organisational requirements — general principles | Οργανωτικές απαιτήσεις — γενικές αρχές |
(Articles 12 and 18 of Directive 2011/61/EU) | (άρθρα 12 και 18 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Article 57 | Άρθρο 57 |
General requirements | Γενικές απαιτήσεις |
1. AIFMs shall: | 1. Οι ΔΟΕΕ: |
(a) | establish, implement and maintain decision-making procedures and an organisational structure which specifies reporting lines and allocates functions and responsibilities clearly and in a documented manner; | α) | θεσπίζουν, υλοποιούν και διατηρούν διαδικασίες λήψης αποφάσεων, καθώς και οργανωτική δομή που προσδιορίζουν τις ιεραρχικές σχέσεις και την κατανομή λειτουργιών και αρμοδιοτήτων με σαφή και τεκμηριωμένο τρόπο· |
(b) | ensure that their relevant persons are aware of the procedures to be followed for the proper discharge of their responsibilities; | β) | διασφαλίζουν ότι τα αρμόδια πρόσωπα γνωρίζουν τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούν για την ορθή άσκηση των αρμοδιοτήτων τους· |
(c) | establish, implement and maintain adequate internal control mechanisms designed to secure compliance with decisions and procedures at all levels of the AIFM; | γ) | θεσπίζουν, υλοποιούν και διατηρούν επαρκείς μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου που αποσκοπούν στη διασφάλιση συμμόρφωσης με τις αποφάσεις και τις διαδικασίες σε όλα τα επίπεδα του ΔΟΕΕ· |
(d) | establish, implement and maintain effective internal reporting and communication of information at all relevant levels of the AIFM and effective information flows with any third party involved; | δ) | θεσπίζουν, υλοποιούν και διατηρούν αποτελεσματική διαδικασία εσωτερικής υποβολής εκθέσεων και επικοινωνίας σε όλα τα κατάλληλα επίπεδα του ΔΟΕΕ, καθώς και αποτελεσματική ροή πληροφοριών με τυχόν τρίτους που εμπλέκονται· |
(e) | maintain adequate and orderly records of their business and internal organisation. | ε) | διατηρούν επαρκή και εύτακτα αρχεία των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και της εσωτερικής τους οργάνωσης. |
AIFMs shall take into account the nature, scale and complexity of their business and the nature and range of services and activities undertaken in the course of that business. | Οι ΔΟΕΕ λαμβάνουν υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους, καθώς και τη φύση και το φάσμα των υπηρεσιών και δραστηριοτήτων που αναλαμβάνουν στο πλαίσιο των εν λόγω επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. |
2. AIFMs shall establish, implement and maintain systems and procedures that are adequate to safeguard the security, integrity and confidentiality of information, taking into account the nature of the information in question. | 2. Οι ΔΟΕΕ θεσπίζουν, υλοποιούν και διατηρούν συστήματα και διαδικασίες επαρκείς για τη διαφύλαξη της ασφάλειας, της ακεραιότητας και της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των εν λόγω πληροφοριών. |
3. AIFMs shall establish, implement and maintain an adequate business continuity policy aimed at ensuring, in the event of an interruption to their systems and procedures, the preservation of essential data and functions, and the maintenance of services and activities, or, where that is not possible, the timely recovery of such data and functions and the timely resumption of their services and activities. | 3. Οι ΔΟΕΕ θεσπίζουν, υλοποιούν και διατηρούν επαρκή πολιτική συνέχειας της επιχειρηματικής δραστηριότητάς τους που διασφαλίζει, σε περίπτωση διακοπής των συστημάτων και διαδικασιών τους, τη διαφύλαξη των σημαντικότερων δεδομένων και λειτουργιών τους και τη διατήρηση των υπηρεσιών και δραστηριοτήτων ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατό, την έγκαιρη ανάκτηση αυτών των δεδομένων και λειτουργιών και την έγκαιρη αποκατάσταση της παροχής των υπηρεσιών και δραστηριοτήτων τους. |
4. AIFMs shall establish, implement and maintain accounting policies and procedures and valuation rules that enable them, at the request of the competent authority, to deliver in a timely manner to the competent authority financial reports which reflect a true and fair view of their financial position and which comply with all applicable accounting standards and rules. | 4. Οι ΔΟΕΕ θεσπίζουν, υλοποιούν και διατηρούν λογιστικές πολιτικές και διαδικασίες και κανόνες αποτίμησης που τους επιτρέπουν, όταν αυτό ζητείται από τις αρμόδιες αρχές, να υποβάλλουν εγκαίρως σε αυτές οικονομικές εκθέσεις οι οποίες αντικατοπτρίζουν την πραγματική και ακριβή εικόνα της χρηματοοικονομικής κατάστασής τους και είναι σύμφωνες με όλα τα ισχύοντα λογιστικά πρότυπα και κανόνες. |
5. AIFMs shall implement appropriate policies and procedures to ensure that the redemption policies of the AIF are disclosed to investors, in sufficient detail, before they invest in the AIF and in the event of material changes. | 5. Οι ΔΟΕΕ υλοποιούν ενδεδειγμένες πολιτικές και διαδικασίες προκειμένου να διασφαλίζουν ότι οι πολιτικές εξόφλησης των ΟΕΕ γνωστοποιούνται στους επενδυτές με επαρκή λεπτομέρεια, προτού αυτοί επενδύσουν στον ΟΕΕ, καθώς και σε περίπτωση επέλευσης ουσιαστικών αλλαγών. |
6. AIFMs shall monitor and, on a regular basis, evaluate the adequacy and effectiveness of their systems, internal control mechanisms and arrangements established in accordance with paragraphs 1 to 5, and take appropriate measures to address any deficiencies. | 6. Οι ΔΟΕΕ παρακολουθούν και, σε τακτική βάση, αξιολογούν την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα των συστημάτων, των μηχανισμών εσωτερικού ελέγχου και των ρυθμίσεων που έχουν θεσπίσει σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 5 και λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση τυχόν αδυναμιών. |
Article 58 | Άρθρο 58 |
Electronic data processing | Επεξεργασία ηλεκτρονικών δεδομένων |
1. AIFMs shall make appropriate and sufficient arrangements for suitable electronic systems so as to permit the timely and proper recording of each portfolio transaction or subscription or, where relevant, redemption order. | 1. Οι ΔΟΕΕ προβαίνουν στις ενδεδειγμένες και επαρκείς ρυθμίσεις για κατάλληλα ηλεκτρονικά συστήματα ώστε να επιτρέπεται η έγκαιρη και ορθή καταγραφή κάθε συναλλαγής χαρτοφυλακίου ή εντολής εγγραφής ή, κατά περίπτωση, εξόφλησης |
2. AIFMs shall ensure a high standard of security during the electronic data processing and integrity and confidentiality of the recorded information, as appropriate. | 2. Οι ΔΟΕΕ διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο ασφάλειας κατά την επεξεργασία των ηλεκτρονικών δεδομένων, καθώς και την ακεραιότητα και εμπιστευτικότητα των καταγεγραμμένων πληροφοριών, κατά περίπτωση. |
Article 59 | Άρθρο 59 |
Accounting procedures | Λογιστικές διαδικασίες |
1. AIFMs shall employ accounting policies and procedures as referred to in Article 57(4) so as to ensure the protection of investors. The accounting records shall be kept in such a way that all assets and liabilities of the AIF can be directly identified at all times. If an AIF has different investment compartments, separate accounts shall be maintained for those compartments. | 1. Οι ΔΟΕΕ εφαρμόζουν τις λογιστικές πολιτικές και διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 57 παράγραφος 4 με τρόπο που διασφαλίζει την προστασία των επενδυτών. Τα λογιστικά αρχεία τηρούνται έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι όλα τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού του ΟΕΕ να μπορούν να εντοπιστούν άμεσα ανά πάσα στιγμή. Σε περίπτωση που ένας ΟΕΕ διαθέτει διαφορετικά επενδυτικά τμήματα, τηρούνται χωριστοί λογαριασμοί για αυτά τα επενδυτικά τμήματα. |
2. AIFMs shall establish, implement and maintain accounting and valuation policies and procedures so as to ensure that the net asset value of each AIF is accurately calculated on the basis of the applicable accounting rules and standards. | 2. Οι ΔΟΕΕ θεσπίζουν, υλοποιούν και διατηρούν πολιτικές και διαδικασίες λογιστικής και αποτίμησης προκειμένου να διασφαλίζουν ότι η καθαρή αξία ενεργητικού του κάθε ΟΕΕ υπολογίζεται επακριβώς βάσει των ισχυόντων λογιστικών κανόνων και προτύπων. |
Article 60 | Άρθρο 60 |
Control by the governing body, senior management and supervisory function | Έλεγχος από το διευθυντικό όργανο, τα ανώτερα διοικητικά στελέχη και την εποπτική λειτουργία |
1. When allocating functions internally, AIFMs shall ensure that the governing body, the senior management and, where it exists, the supervisory function are responsible for the AIFM’s compliance with its obligations under Directive 2011/61/EU. | 1. Κατά την εσωτερική κατανομή των λειτουργιών, οι ΔΟΕΕ διασφαλίζουν ότι το διευθυντικό όργανο, τα ανώτερα διοικητικά στελέχη και, κατά περίπτωση, η εποπτική λειτουργία, ευθύνονται για τη συμμόρφωση του ΔΟΕΕ με τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
2. An AIFM shall ensure that its senior management: | 2. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι τα ανώτερα διοικητικά στελέχη του: |
(a) | is responsible for the implementation of the general investment policy for each managed AIF, as defined, where relevant, in the fund rules, the instruments of incorporation, the prospectus or the offering documents; | α) | είναι υπεύθυνα για την εφαρμογή της γενικής επενδυτικής πολιτικής για κάθε υπό διαχείριση ΟΕΕ, όπως ορίζεται, κατά περίπτωση, στον κανονισμό, στα καταστατικά έγγραφα, στο ενημερωτικό φυλλάδιο ή στα έγγραφα προσφοράς του οργανισμού· |
(b) | oversees the approval of the investment strategies for each managed AIF; | β) | επιβλέπουν την έγκριση επενδυτικών στρατηγικών για κάθε υπό διαχείριση ΟΕΕ· |
(c) | is responsible for ensuring that valuation policies and procedures in accordance with Article 19 of Directive 2011/61/EU are established and implemented; | γ) | έχουν την ευθύνη να διασφαλίζουν τη διαμόρφωση και υλοποίηση πολιτικών και διαδικασιών αποτίμησης βάσει του άρθρου 19 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ· |
(d) | is responsible for ensuring that the AIFM has a permanent and effective compliance function, even if this function is performed by a third party; | δ) | έχουν την ευθύνη να διασφαλίζουν ότι ο ΔΟΕΕ διαθέτει διαρκή και αποτελεσματική λειτουργία συμμόρφωσης, ακόμη και σε περίπτωση που η εν λόγω λειτουργία ασκείται από τρίτους· |
(e) | ensures and verifies on a periodic basis that the general investment policy, the investment strategies and the risk limits of each managed AIF are properly and effectively implemented and complied with, even if the risk management function is performed by third parties; | ε) | διασφαλίζουν και επαληθεύουν περιοδικά ότι η γενική επενδυτική πολιτική, οι επενδυτικές στρατηγικές και τα όρια κινδύνου για κάθε υπό διαχείριση ΟΕΕ εφαρμόζονται ορθά και αποτελεσματικά και τηρούνται, ακόμη και σε περίπτωση που η λειτουργία διαχείρισης κινδύνων ασκείται από τρίτους· |
(f) | approves and reviews on a periodic basis the adequacy of the internal procedures for undertaking investment decisions for each managed AIF, so as to ensure that such decisions are consistent with the approved investment strategies; | στ) | εγκρίνουν και επανεξετάζουν τακτικά την επάρκεια των εσωτερικών διαδικασιών λήψης επενδυτικών αποφάσεων για κάθε υπό διαχείριση ΟΕΕ, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι εν λόγω αποφάσεις είναι σύμφωνες με τις εγκεκριμένες επενδυτικές στρατηγικές· |
(g) | approves and reviews on a periodic basis the risk management policy and the arrangements, processes and techniques for implementing that policy, including the risk limit system for each AIF it manages; | ζ) | εγκρίνουν και επανεξετάζουν περιοδικά την πολιτική διαχείρισης κινδύνων, καθώς και τις ρυθμίσεις, διαδικασίες και τεχνικές για την υλοποίηση της πολιτικής αυτής, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος οριοθέτησης κινδύνων για κάθε υπό διαχείριση ΟΕΕ· |
(h) | is responsible for establishing and applying a remuneration policy in line with Annex II to Directive 2011/61/EU. | η) | έχουν την ευθύνη να θεσπίζουν και να εφαρμόζουν πολιτική αποδοχών βάσει του παραρτήματος II της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
3. An AIFM shall also ensure that its senior management and, where appropriate, its governing body or supervisory function: | 3. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει επίσης ότι τα ανώτερα διοικητικά στελέχη του και, κατά περίπτωση, η εποπτική λειτουργία του: |
(a) | assess and periodically review the effectiveness of the policies, arrangements and procedures put in place to comply with the obligations laid down in Directive 2011/61/EU; | α) | προβαίνουν σε αξιολόγηση και περιοδική επανεξέταση της αποτελεσματικότητας των πολιτικών, ρυθμίσεων και διαδικασιών που εφαρμόζονται για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την οδηγία 2011/61/ΕΕ· |
(b) | take appropriate measures to address any deficiencies. | β) | λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση τυχόν αδυναμιών. |
4. An AIFM shall ensure that its senior management receives on a frequent basis, and at least annually, written reports on matters of compliance, internal audit and risk management indicating in particular whether appropriate remedial measures have been taken in the event of any deficiencies. | 4. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι τα ανώτερα διοικητικά στελέχη του λαμβάνουν τακτικά, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, γραπτές εκθέσεις σχετικά με ζητήματα συμμόρφωσης, εσωτερικού λογιστικού ελέγχου και διαχείρισης κινδύνων, στις οποίες πρέπει ιδίως να αναφέρεται εάν ελήφθησαν τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα σε περίπτωση τυχόν αδυναμιών. |
5. An AIFM shall ensure that its senior management receives on a regular basis reports on the implementation of investment strategies and of the internal procedures for taking investment decisions referred to in points (b) to (e) of paragraph 2. | 5. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι τα ανώτερα διοικητικά στελέχη του λαμβάνουν τακτικά εκθέσεις σχετικά με την υλοποίηση των επενδυτικών στρατηγικών και των εσωτερικών διαδικασιών λήψης επενδυτικών αποφάσεων, σύμφωνα με τα στοιχεία β) έως ε) της παραγράφου 2. |
6. An AIFM shall ensure that the governing body or the supervisory function, if any, receives on a regular basis written reports on the matters referred to in paragraph 4. | 6. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι το διευθυντικό όργανο ή η εποπτική λειτουργία, εάν υφίσταται, λαμβάνει τακτικά γραπτές εκθέσεις σχετικά με τα ζητήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 4. |
Article 61 | Άρθρο 61 |
Permanent compliance function | Λειτουργία διαρκούς συμμόρφωσης |
1. AIFMs shall establish, implement and maintain adequate policies and procedures designed to detect any risk of failure by the AIFM to comply with its obligations under Directive 2011/61/EU, and the associated risks, and put in place adequate measures and procedures designed to minimise such risk and to enable the competent authorities to exercise their powers effectively under that Directive. | 1. Οι ΔΟΕΕ θεσπίζουν, υλοποιούν και διατηρούν επαρκείς πολιτικές και διαδικασίες για τον εντοπισμό οποιωνδήποτε κινδύνων μη συμμόρφωσης του ΔΟΕΕ με τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και των συναφών κινδύνων και θέτουν σε εφαρμογή κατάλληλα μέτρα και διαδικασίες προκειμένου να ελαχιστοποιήσουν τους κινδύνους αυτούς και να επιτρέψουν στις αρμόδιες αρχές να ασκούν αποτελεσματικά τις εξουσίες που τους αναθέτει η οδηγία αυτή. |
The AIFM shall take into account the nature, scale and complexity of its business, and the nature and range of services and activities undertaken in the course of that business. | Ο ΔΟΕΕ λαμβάνει υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, καθώς και τη φύση και το φάσμα των υπηρεσιών και δραστηριοτήτων που αναλαμβάνει στο πλαίσιο των εν λόγω επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. |
2. An AIFM shall establish and maintain a permanent and effective compliance function which operates independently and has the following responsibilities: | 2. Ο ΔΟΕΕ θεσπίζει και διατηρεί μόνιμη και αποτελεσματική λειτουργία συμμόρφωσης η οποία λειτουργεί ανεξάρτητα και έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: |
(a) | monitoring and, on a regular basis, evaluating the adequacy and effectiveness of the measures, policies and procedures put in place in accordance with paragraph 1 and the actions taken to address any deficiencies in the AIFM’s compliance with its obligations; | α) | παρακολούθηση και τακτική αξιολόγηση της επάρκειας και της αποτελεσματικότητας των μέτρων, πολιτικών και διαδικασιών που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, καθώς και των μέτρων που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση τυχόν αδυναμιών σχετικών με τη συμμόρφωση του ΔΟΕΕ με τις υποχρεώσεις του· |
(b) | advising the relevant persons responsible for carrying out services and activities and assisting them in complying with the AIFM’s obligations under Directive 2011/61/EU. | β) | παροχή συμβουλών στα αρμόδια πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για την εκτέλεση των υπηρεσιών και δραστηριοτήτων και παροχή συνδρομής σε αυτά προκειμένου να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις που υπέχει ο ΔΟΕΕ δυνάμει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
3. In order to enable the compliance function referred to in paragraph 2 to perform its responsibilities properly and independently, the AIFM shall ensure that: | 3. Προκειμένου να καταστεί δυνατή η ενδεδειγμένη και ανεξάρτητη εκπλήρωση των ευθυνών της λειτουργίας συμμόρφωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, οι ΔΟΕΕ διασφαλίζουν ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις: |
(a) | the compliance function has the necessary authority, resources, expertise and access to all relevant information; | α) | η λειτουργία συμμόρφωσης διαθέτει την απαραίτητη εξουσία, τους πόρους και την εμπειρογνωμοσύνη καθώς και πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες· |
(b) | a compliance officer is appointed and is responsible for the compliance function and for reporting on a frequent basis, and at least annually, to the senior management on matters of compliance, indicating in particular whether appropriate remedial measures have been taken in the event of any deficiencies; | β) | ορίζεται υπεύθυνος συμμόρφωσης που φέρει την ευθύνη για τη λειτουργία συμμόρφωσης και για την τακτική υποβολή εκθέσεων, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, προς τα ανώτερα διοικητικά στελέχη σχετικά με ζητήματα συμμόρφωσης, όπου πρέπει ιδίως να αναφέρεται αν ελήφθησαν τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα σε περίπτωση τυχόν αδυναμιών· |
(c) | persons in the compliance function are not involved in the performance of services or activities they monitor; | γ) | τα πρόσωπα που συμμετέχουν στη λειτουργία συμμόρφωσης δεν εμπλέκονται στην εκτέλεση των υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων τις οποίες παρακολουθούν· |
(d) | the method of determining the remuneration of a compliance officer and other persons in the compliance function do not affect their objectivity and are not likely to do so. | δ) | η μέθοδος προσδιορισμού της αμοιβής του υπευθύνου συμμόρφωσης και των υπόλοιπων προσώπων που συμμετέχουν στη λειτουργία συμμόρφωσης δεν θέτει ούτε να είναι δυνατόν να θέσει υπό αμφισβήτηση την αντικειμενικότητά τους. |
However, the AIFM shall not be required to comply with point (c) or (d) of the first subparagraph where it is able to demonstrate that in view of the nature, scale and complexity of its business, and the nature and range of its services and activities, that the requirement is not proportionate and that its compliance function continues to be effective. | Ωστόσο, ο ΔΟΕΕ δεν υποχρεούται να συμμορφώνεται με το στοιχείο γ) ή δ) του πρώτου εδαφίου εάν είναι σε θέση να αποδείξει ότι, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, καθώς και τη φύση και το φάσμα των υπηρεσιών και δραστηριοτήτων του, η απαίτηση αυτή δεν είναι αναλογική και ότι η λειτουργία συμμόρφωσης εξακολουθεί να είναι αποτελεσματική. |
Article 62 | Άρθρο 62 |
Permanent internal audit function | Λειτουργία διαρκούς εσωτερικού λογιστικού ελέγχου |
1. AIFMs shall, where appropriate and proportionate in view of the nature, scale and complexity of their business and the nature and range of collective portfolio management activities undertaken in the course of that business, establish and maintain an internal audit function which is separate and independent from the other functions and activities of the AIFM. | 1. Οι ΔΟΕΕ, εφόσον αυτό είναι σκόπιμο και αναλογικό λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων, καθώς και τη φύση και το φάσμα των δραστηριοτήτων διαχείρισης συλλογικών χαρτοφυλακίων που αναλαμβάνουν στο πλαίσιο αυτών των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, θεσπίζουν και διατηρούν λειτουργία εσωτερικού λογιστικού ελέγχου χωριστή και ανεξάρτητη από τις άλλες λειτουργίες και δραστηριότητες του ΔΟΕΕ. |
2. The internal audit function referred to in paragraph 1 shall: | 2. Η λειτουργία εσωτερικού λογιστικού ελέγχου που αναφέρεται στην παράγραφο 1: |
(a) | establish, implement and maintain an audit plan to examine and evaluate the adequacy and effectiveness of the AIFM’s systems, internal control mechanisms and arrangements; | α) | θεσπίζει, υλοποιεί και διατηρεί σχέδιο εσωτερικού λογιστικού ελέγχου για την εξέταση και αξιολόγηση της επάρκειας και αποτελεσματικότητας των συστημάτων, μηχανισμών εσωτερικού ελέγχου και ρυθμίσεων του ΔΟΕΕ· |
(b) | issue recommendations based on the results of work carried out in accordance with point (a); | β) | διατυπώνει συστάσεις με βάση τα αποτελέσματα των εργασιών που πραγματοποιούνται σύμφωνα με το στοιχείο α)· |
(c) | verify compliance with the recommendations referred to in point (b); | γ) | επιβεβαιώνει τη συμμόρφωση με τις συστάσεις που αναφέρονται στο στοιχείο β)· |
(d) | report internal audit matters. | δ) | υποβάλλει εκθέσεις για ζητήματα σχετικά με τον εσωτερικό λογιστικό έλεγχο. |
Article 63 | Άρθρο 63 |
Personal transactions | Προσωπικές συναλλαγές |
1. For any relevant person who is involved in activities that may give rise to a conflict of interest, or who has access to inside information within the meaning of Article 1(1) of Directive 2003/6/EC of the European Parliament and of the Council of 28 January 2003 on insider dealing and market manipulation (market abuse) (10) or to other confidential information relating to an AIF or transactions with or for an AIF, an AIFM shall establish, implement and maintain adequate arrangements aimed at preventing such relevant persons from: | 1. Ο ΔΟΕΕ καθιερώνει, υλοποιεί και διατηρεί επαρκείς ρυθμίσεις που παρεμποδίζουν την άσκηση των ακόλουθων δραστηριοτήτων από κάθε αρμόδιο πρόσωπο που εμπλέκεται σε δραστηριότητες οι οποίες ενδέχεται να οδηγήσουν σε σύγκρουση συμφερόντων ή το οποίο έχει πρόσβαση σε εμπιστευτικές πληροφορίες κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (10) ή σε άλλες εμπιστευτικές πληροφορίες σχετιζόμενες με ΟΕΕ ή συναλλαγές με ή για ΟΕΕ: |
(a) | entering into a personal transaction in financial instruments or other assets which fulfils one of the following criteria: | (i) | the transaction is subject to Article 2(1) of Directive 2003/6/EC; | (ii) | the transaction involves the misuse or improper disclosure of confidential information; | (iii) | the transaction conflicts or is likely to conflict with an obligation of the AIFM under Directive 2011/61/EU; | α) | να εκτελεί προσωπική συναλλαγή επί χρηματοοικονομικών μέσων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων που πληροί τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα κριτήρια: | i) | η συναλλαγή υπόκειται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/6/ΕΚ, | ii) | η συναλλαγή συνεπάγεται την κατάχρηση ή αθέμιτη γνωστοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών, | iii) | η συναλλαγή αντιβαίνει ή είναι πιθανό να αντιβαίνει σε υποχρέωση που υπέχει ο ΔΟΕΕ δυνάμει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ· |
(b) | advising or inducing, other than in the proper course of his employment or contract for services, any other person to enter into a personal transaction referred to in point (a)(i) and (ii), or that would otherwise constitute a misuse of information relating to pending orders; | β) | να συμβουλεύει ή να παρακινεί, εκτός του κανονικού πλαισίου της εργασίας του ή της σύμβασης παροχής υπηρεσιών, οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο να εκτελέσει προσωπική συναλλαγή που αναφέρεται στο στοιχείο α) σημεία i) και ii), ή που θα συνιστούσε άλλως πως κατάχρηση πληροφοριών σχετικά με εκκρεμείς εντολές· |
(c) | disclosing, other than in the normal course of his employment or contract for services and without prejudice to Article 3(a) of Directive 2003/6/EC, any information or opinion to any other person if the relevant person knows, or reasonably ought to know, that as a result of that disclosure that other person would or would be likely to take either of the following steps: | (i) | entering into a personal transaction referred to in point (a)(i) and (ii) in financial instruments or other assets or that would otherwise constitute a misuse of information relating to pending orders; | (ii) | advising or inducing another person to enter into such a personal transaction. | γ) | να γνωστοποιεί, εκτός του κανονικού πλαισίου της εργασίας του ή της σύμβασης παροχής υπηρεσιών και, με την επιφύλαξη του άρθρου 3 στοιχείο α) της οδηγίας 2003/6/ΕΚ, οποιαδήποτε πληροφορία ή γνώμη σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εφόσον το αρμόδιο πρόσωπο γνωρίζει ή θα όφειλε εύλογα να γνωρίζει ότι μετά τη γνωστοποίηση των πληροφοριών αυτών το άλλο πρόσωπο θα προβεί ή θα ήταν πιθανό να προβεί σε μια από τις ακόλουθες ενέργειες: | i) | να εκτελέσει προσωπική συναλλαγή που αναφέρεται στο στοιχείο α) σημεία i) και ii) επί χρηματοοικονομικών μέσων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, ή που θα συνιστούσε άλλως πως κατάχρηση πληροφοριών σχετικά με εκκρεμείς εντολές, | ii) | να συμβουλεύσει ή να βοηθήσει άλλο πρόσωπο να εκτελέσει τέτοιου είδους προσωπική συναλλαγή. |
2. The arrangements referred to in paragraph 1 shall in particular be designed to ensure that: | 2. Οι ρυθμίσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρέπει, ιδίως, να διασφαλίζουν ότι: |
(a) | each relevant person is aware of the restrictions on personal transactions referred to in paragraph 1, and of the measures established by the AIFM in connection with personal transactions and disclosure, pursuant to paragraph 1; | α) | κάθε αρμόδιο πρόσωπο γνωρίζει τους περιορισμούς σχετικά με τις προσωπικές συναλλαγές που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καθώς και τα μέτρα που έχουν προβλεφθεί από τον ΔΟΕΕ σε σχέση με τις προσωπικές συναλλαγές και τις γνωστοποιήσεις, σύμφωνα με την παράγραφο 1· |
(b) | the AIFM is informed promptly of any personal transaction entered into by a relevant person covered by paragraph 1, either by notification of that transaction or by other procedures enabling the AIFM to identify such transactions; | β) | ο ΔΟΕΕ ενημερώνεται έγκαιρα σχετικά με οποιαδήποτε προσωπική συναλλαγή η οποία εκτελείται από αρμόδιο πρόσωπο που εμπίπτει στην παράγραφο 1, είτε με κοινοποίηση της εν λόγω της συναλλαγής είτε με άλλες διαδικασίες που επιτρέπουν στον ΔΟΕΕ να εντοπίζει τέτοιου είδους συναλλαγές· |
(c) | a record is kept of the personal transaction notified to the AIFM or identified by it, including any authorisation or prohibition in connection with such a transaction. | γ) | τηρείται αρχείο των προσωπικών συναλλαγών που κοινοποιούνται στον ΔΟΕΕ ή εντοπίζονται από αυτόν, συμπεριλαμβανομένης κάθε έγκρισης ή απαγόρευσης τέτοιας συναλλαγής. |
For the purposes of point (b) of the first subparagraph, where certain activities of the AIFM are performed by third parties, the AIFM shall ensure that the entity performing the activity maintains a record of personal transactions entered into by any relevant person covered by paragraph 1 and provides that information to the AIFM promptly on request. | Για τους σκοπούς του στοιχείου β) του πρώτου εδαφίου, σε περίπτωση που ορισμένες δραστηριότητες του ΔΟΕΕ εκτελούνται από τρίτους, ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι η οντότητα που ασκεί τη δραστηριότητα τηρεί αρχείο των προσωπικών συναλλαγών που εκτελούνται από οποιοδήποτε αρμόδιο πρόσωπο το οποίο εμπίπτει στην παράγραφο 1 και παρέχει τις πληροφορίες αυτές στον ΔΟΕΕ έγκαιρα, κατόπιν αιτήματος. |
3. Paragraphs 1 and 2 shall not apply to personal transactions: | 3. Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν ισχύουν για προσωπικές συναλλαγές: |
(a) | effected under a discretionary portfolio management service where there is no prior communication in connection with the transaction between the portfolio manager and the relevant person or other person for whose account the transaction is executed; | α) | που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών ελεύθερης διαχείρισης χαρτοφυλακίων όταν δεν υπάρχει προηγούμενη κοινοποίηση σε σχέση με τη συναλλαγή μεταξύ του διαχειριστή του χαρτοφυλακίου και του αρμόδιου προσώπου ή άλλου προσώπου για λογαριασμό του οποίου εκτελείται η συναλλαγή· |
(b) | in UCITS or AIFs that are subject to supervision under the law of a Member State which requires an equivalent level of risk spreading in their assets, where the relevant person and any other person for whose account the transactions are effected are not involved in the management of that undertaking. | β) | σε ΟΣΕΚΑ ή ΟΕΕ που υπόκεινται σε εποπτεία βάσει του δικαίου κράτους μέλους που απαιτεί ισοδύναμο επίπεδο κατανομής κινδύνου στα περιουσιακά τους στοιχεία, εφόσον το αρμόδιο πρόσωπο και κάθε άλλο πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου εκτελούνται οι συναλλαγές δεν εμπλέκεται στη διαχείριση του οργανισμού αυτού. |
4. For the purpose of paragraph 1, a personal transaction shall also include a transaction in a financial instrument or other asset effected on behalf or for the account of: | 4. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η προσωπική συναλλαγή περιλαμβάνει επίσης συναλλαγή επί χρηματοοικονομικού μέσου ή άλλου περιουσιακού στοιχείου η οποία διενεργείται εξ ονόματος και για λογαριασμό: |
(a) | a relevant person; | α) | αρμόδιου προσώπου· |
(b) | any person with whom the relevant person has a family relationship or with whom the relevant person has close links; | β) | οποιουδήποτε προσώπου με το οποίο το αρμόδιο πρόσωπο έχει οικογενειακή σχέση ή με το οποίο το αρμόδιο πρόσωπο διατηρεί στενούς δεσμούς· |
(c) | a person whose relationship with the relevant person is such that the relevant person has a direct or indirect material interest in the outcome of the trade, other than a fee or commission for the execution of the trade. | γ) | προσώπου του οποίου η σχέση με το αρμόδιο πρόσωπο είναι τέτοια ώστε το αρμόδιο πρόσωπο να έχει άλλο άμεσο ή έμμεσο ουσιώδες συμφέρον από το αποτέλεσμα της συναλλαγής, εκτός της αμοιβής ή της προμήθειας για την εκτέλεση της συναλλαγής. |
Article 64 | Άρθρο 64 |
Recording of portfolio transactions | Καταγραφή συναλλαγών χαρτοφυλακίου |
1. AIFMs shall make without delay for each portfolio transaction relating to AIFs it manages a record of information which is sufficient to reconstruct the details of the order and the executed transaction or of the agreement. | 1. Οι ΔΟΕΕ δημιουργούν χωρίς καθυστέρηση για κάθε συναλλαγή χαρτοφυλακίου σχετική με τους ΟΕΕ που διαχειρίζονται αρχείο πληροφοριών οι οποίες επαρκούν για την εξακρίβωση των λεπτομερειών της εντολής και της εκτελούμενης συναλλαγής ή της συμφωνίας. |
2. With regard to portfolio transactions on an execution venue, the record referred to in paragraph 1 shall include the following information: | 2. Αναφορικά με τις συναλλαγές χαρτοφυλακίου σε έναν τόπο εκτέλεσης, το αρχείο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 θα πρέπει να περιλαμβάνει τις εξής πληροφορίες: |
(a) | the name or other designation of the AIF and of the person acting for the account of the AIF; | α) | το όνομα ή άλλο χαρακτηρισμό του ΟΕΕ και του προσώπου που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ· |
(b) | the asset; | β) | το περιουσιακό στοιχείο· |
(c) | where relevant, the quantity; | γ) | κατά την περίπτωση, την ποσότητα· |
(d) | the type of the order or transaction; | δ) | το είδος της εντολής ή της συναλλαγής· |
(e) | the price; | ε) | την τιμή· |
(f) | for orders, the date and exact time of the transmission of the order and the name or other designation of the person to whom the order was transmitted, or for transactions, the date and exact time of the decision to deal and the execution of the transaction; | στ) | προκειμένου για εντολές, την ημερομηνία και την ακριβή ώρα της μεταβίβασης της εντολής και το όνομα ή άλλο χαρακτηρισμό του προσώπου στο οποίο μεταβιβάσθηκε η εντολή, ή προκειμένου για συναλλαγές, την ημερομηνία και την ακριβή ώρα της απόφασης διαπραγμάτευσης και της εκτέλεσης της συναλλαγής· |
(g) | where applicable, the name of the person transmitting the order or executing the transaction; | ζ) | κατά περίπτωση, το όνομα του προσώπου που μεταβίβασε την εντολή ή που εκτέλεσε τη συναλλαγή· |
(h) | where applicable, the reasons for the revocation of an order; | η) | κατά περίπτωση, τους λόγους ανάκλησης μιας εντολής· |
(i) | for executed transactions the counterparty and execution venue identification. | θ) | προκειμένου για εκτελεσθείσες συναλλαγές, το στοιχείο αναγνώρισης του αντισυμβαλλομένου και του τόπου εκτέλεσης. |
3. With regard to portfolio transactions by the AIF outside an execution venue, the record referred to in paragraph 1 shall include the following information: | 3. Αναφορικά με συναλλαγές χαρτοφυλακίου εκτελούμενες από τον ΟΕΕ εκτός τόπου εκτέλεσης, το αρχείο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 θα πρέπει να περιλαμβάνει τις εξής πληροφορίες: |
(a) | the name or other designation of the AIF; | α) | το όνομα ή άλλο χαρακτηρισμό του ΟΕΕ· |
(b) | the legal and other documentation that forms the basis of the portfolio transaction, including in particular the agreement as executed; | β) | τη νομική και άλλη τεκμηρίωση που αποτελεί τη βάση της συναλλαγής χαρτοφυλακίου, συμπεριλαμβανομένης ιδίως της συμφωνίας όπως εκτελέστηκε· |
(c) | the price. | γ) | την τιμή. |
4. For the purposes of paragraphs 2 and 3, an execution venue shall include a systematic internaliser as referred to in point (7) of Article 4(1) of Directive 2004/39/EC, a regulated market as referred to in point (14) of Article 4(1) of that Directive, a multilateral trading facility as referred to in point (15) of Article 4(1) of that Directive, a market maker as referred to in point (8) of Article 4(1) of that Directive or other liquidity provider or an entity that performs a similar function in a third country to the functions performed by any of the foregoing. | 4. Για τους σκοπούς των παραγράφων 2 και 3, ο όρος «τόπος εκτέλεσης» περιλαμβάνει έναν συστηματικό εσωτερικοποιητή κατά το σημείο 7) του άρθρου 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, μια ρυθμιζόμενη αγορά κατά το σημείο 14) του άρθρου 4 παράγραφος 1 της ίδιας οδηγίας, έναν πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης κατά το σημείο 15) του άρθρου 4 παράγραφος 1 της ίδιας οδηγίας, έναν ειδικό διαπραγματευτή κατά το σημείο 8) του άρθρου 4 παράγραφος 1 της ίδιας οδηγίας ή άλλη οντότητα που επιτελεί σε τρίτη χώρα λειτουργία παρόμοια με τις λειτουργίες οποιουδήποτε από τους προηγούμενους. |
Article 65 | Άρθρο 65 |
Recording of subscription and redemption orders | Καταγραφή εντολών εγγραφής και εξόφλησης |
1. AIFMs shall take all reasonable steps to ensure that received AIF subscriptions and, where relevant, redemption orders are recorded without undue delay after receipt of any such order. | 1. Οι ΔΟΕΕ λαμβάνουν όλα τα εύλογα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι ληφθείσες εντολές εγγραφής και, κατά περίπτωση, εξόφλησης των ΟΕΕ καταγράφονται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση μετά την παραλαβή οποιασδήποτε τέτοιας εντολής. |
2. That record shall include information on the following: | 2. Το εν λόγω αρχείο περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τα ακόλουθα: |
(a) | the relevant AIF; | α) | τον σχετικό ΟΕΕ· |
(b) | the person giving or transmitting the order; | β) | το πρόσωπο που δίνει ή μεταβιβάζει την εντολή· |
(c) | the person receiving the order; | γ) | το πρόσωπο που λαμβάνει την εντολή· |
(d) | the date and time of the order; | δ) | την ημερομηνία και την ώρα της εντολής· |
(e) | the terms and means of payment; | ε) | τους όρους και τους τρόπους πληρωμής· |
(f) | the type of the order; | στ) | το είδος της εντολής· |
(g) | the date of execution of the order; | ζ) | την ημερομηνία εκτέλεσης της εντολής· |
(h) | the number of units or shares or equivalent amounts subscribed or redeemed; | η) | τον αριθμό των προς εγγραφή ή εξόφληση μεριδίων ή μετοχών ή αντίστοιχων ποσών· |
(i) | the subscription or, where relevant, redemption price for each unit or share or, where relevant, the amount of capital committed and paid; | θ) | την τιμή εγγραφής ή, κατά περίπτωση, εξόφλησης για κάθε μερίδιο ή μετοχή ή, κατά περίπτωση, το ποσό του κεφαλαίου που αναλαμβάνεται και καταβάλλεται· |
(j) | the total subscription or redemption value of the units or shares; | ι) | τη συνολική αξία εγγραφής ή εξόφλησης των μεριδίων ή μετοχών· |
(k) | the gross value of the order including charges for subscription, or the net amount after charges for redemption. | ια) | την ακαθάριστη αξία της εντολής, συμπεριλαμβανομένων των τελών εγγραφής ή το καθαρό ποσό μετά τα τέλη εξόφλησης. |
Information under points (i), (j) and (k) shall be recorded as soon as available. | Οι πληροφορίες των στοιχείων θ), ι) και ια) καταγράφονται το συντομότερο δυνατόν. |
Article 66 | Άρθρο 66 |
Recordkeeping requirements | Απαιτήσεις τήρησης αρχείων |
1. AIFMs shall ensure that all required records referred to in Articles 64 and 65 are retained for a period of at least five years. | 1. Οι ΔΟΕΕ διασφαλίζουν τη διατήρηση όλων των απαιτούμενων αρχείων που αναφέρονται στα άρθρα 64 και 65 για περίοδο τουλάχιστον πέντε ετών. |
However, competent authorities may require AIFMs to ensure that any or all of those records are retained for a longer period, taking into account the nature of the asset or portfolio transaction, where it is necessary to enable the authority to exercise its supervisory functions under Directive 2011/61/EU. | Ωστόσο, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να απαιτήσουν από τους ΔΟΕΕ να διασφαλίσουν τη διατήρηση ορισμένων ή όλων αυτών των αρχείων για μεγαλύτερη χρονική περίοδο ανάλογα με τη φύση του περιουσιακού στοιχείου ή της συναλλαγής χαρτοφυλακίου, εφόσον αυτό είναι απαραίτητο για να έχουν οι αρχές τη δυνατότητα να ασκήσουν τα εποπτικά τους καθήκοντα βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
2. Following the termination of the authorisation of an AIFM, the records are to be retained at least for the outstanding term of the five-year period referred to in paragraph 1. Competent authorities may require retention for a longer period. | 2. Μετά τον τερματισμό της άδειας λειτουργίας ενός ΔΟΕΕ, τα αρχεία πρέπει να διατηρούνται τουλάχιστον για το υπόλοιπο της πενταετούς περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να απαιτήσουν τη διατήρησή τους για μεγαλύτερη χρονική περίοδο. |
Where the AIFM transfers its responsibilities in relation to the AIF to another AIFM, it shall ensure that the records referred to in paragraph 1 are accessible to that AIFM. | Όταν ο ΔΟΕΕ μεταβιβάζει τις ευθύνες που σχετίζονται με τον ΟΕΕ σε άλλον ΔΟΕΕ, διασφαλίζει ότι ο εν λόγω ΔΟΕΕ έχει πρόσβαση στα αρχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1. |
3. The records shall be retained on a medium that allows the storage of information in a way accessible for future reference by the competent authorities, and in such a form and manner that: | 3. Τα αρχεία διατηρούνται σε μέσο που επιτρέπει την αποθήκευση των πληροφοριών με τρόπο προσβάσιμο για μελλοντική εξέταση από τις αρμόδιες αρχές, με μορφή και τρόπο που ικανοποιούν τα ακόλουθα κριτήρια: |
(a) | the competent authorities are able to access them readily and to reconstitute each key stage of the processing of each portfolio transaction; | α) | οι αρμόδιες αρχές πρέπει να έχουν εύκολα πρόσβαση σε αυτά τα αρχεία και να μπορούν να αναπαράγουν τα βασικά στάδια της επεξεργασίας κάθε συναλλαγής χαρτοφυλακίου· |
(b) | corrections or other amendments, and the contents of the records prior to such corrections or amendments, may be easily ascertained; | β) | πρέπει να είναι δυνατό να διαπιστωθούν εύκολα τυχόν διορθώσεις ή τροποποιήσεις, καθώς και το περιεχόμενο των αρχείων πριν από τις εν λόγω διορθώσεις ή τροποποιήσεις· |
(c) | no other manipulation or alteration is possible. | γ) | πρέπει να μην είναι δυνατή καμία άλλη παρέμβαση ή αλλοίωση. |
SECTION 7 | ΤΜΗΜΑ 7 |
Valuation | Αποτίμηση |
(Article 19 of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 19 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Article 67 | Άρθρο 67 |
Policies and procedures for the valuation of the assets of the AIF | Πολιτικές και διαδικασίες αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ |
1. AIFMs shall establish, maintain, implement and review, for each AIF they manage, written policies and procedures that ensure a sound, transparent, comprehensive and appropriately documented valuation process. The valuation policy and procedures shall cover all material aspects of the valuation process and valuation procedures and controls in respect of the relevant AIF. | 1. Οι ΔΟΕΕ θεσπίζουν, διατηρούν, υλοποιούν και επανεξετάζουν για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζονται, γραπτές πολιτικές και διαδικασίες οι οποίες διασφαλίζουν ορθή, διαφανή, ολοκληρωμένη και δεόντως τεκμηριωμένη διεργασία αποτίμησης. Η πολιτική και οι διαδικασίες αποτίμησης καλύπτουν όλες τις ουσιώδεις πτυχές της διεργασίας αποτίμησης και των διαδικασιών και ελέγχων αποτίμησης αναφορικά με τον οικείο ΟΕΕ. |
Without prejudice to requirements under national law and the AIF rules and instruments of incorporation, the AIFM shall ensure that fair, appropriate and transparent valuation methodologies are applied for the AIFs it manages. The valuation policies shall identify and the procedures shall implement the valuation methodologies used for each type of asset in which the AIF may invest in accordance with applicable national law, the AIF rules and the instruments of incorporation. The AIFM shall not invest in a particular type of asset for the first time unless an appropriate valuation methodology or methodologies have been identified for that specific type of asset. | Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων του εθνικού δικαίου και του κανονισμού και των καταστατικών εγγράφων του ΟΕΕ, ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει την εφαρμογή δίκαιων, ενδεδειγμένων και διαφανών μεθοδολογιών αποτίμησης για τους ΟΕΕ που διαχειρίζεται. Οι πολιτικές αποτίμησης προσδιορίζουν και οι διαδικασίες υλοποιούν τις μεθοδολογίες αποτίμησης που χρησιμοποιούνται για κάθε είδος περιουσιακού στοιχείου στον οποίο μπορεί να επενδύει ο ΟΕΕ βάσει του ισχύοντος εθνικού δικαίου και του κανονισμού και των καταστατικών εγγράφων του ΟΕΕ. Ο ΔΟΕΕ δεν επενδύει σε ένα συγκεκριμένο είδος περιουσιακού στοιχείου για πρώτη φορά αν δεν έχει προσδιοριστεί ενδεδειγμένη μεθοδολογία, ή μεθοδολογίες, αποτίμησης για το συγκεκριμένο είδος περιουσιακού στοιχείου. |
The policies and procedures setting out valuation methodologies shall include inputs, models and the selection criteria for pricing and market data sources. They shall provide that prices shall be obtained from independent sources whenever possible and appropriate. The selection process of a particular methodology shall include an assessment of the available relevant methodologies, taking into account their sensitivity to changes in variables and how specific strategies determine the relative value of the assets in the portfolio. | Οι πολιτικές και διαδικασίες που ορίζουν τις μεθοδολογίες αποτίμησης περιλαμβάνουν δεδομένα εισαγωγής, μοντέλα, καθώς και τα κριτήρια επιλογής για πηγές τιμολόγησης και δεδομένων αγοράς. Προβλέπουν τη λήψη τιμών από ανεξάρτητες πηγές, όταν αυτό είναι εφικτό και ενδεδειγμένο. Η διεργασία επιλογής συγκεκριμένης μεθοδολογίας περιλαμβάνει αξιολόγηση των διαθέσιμων σχετικών μεθοδολογιών, λαμβανομένης υπόψη της ευαισθησίας τους σε αλλαγές των μεταβλητών και του τρόπου με τον οποίο συγκεκριμένες στρατηγικές καθορίζουν τη σχετική αξία των περιουσιακών στοιχείων του χαρτοφυλακίου. |
2. The valuation policies shall set out the obligations, roles and responsibilities of all parties involved in the valuation process, including the senior management of the AIFM. The procedures shall reflect the organisational structure as set out in the valuation policies. | 2. Οι πολιτικές αποτίμησης ορίζουν τις υποχρεώσεις, τους ρόλους και τις ευθύνες όλων των εμπλεκομένων στη διεργασία αποτίμησης, συμπεριλαμβανομένων των ανώτερων διοικητικών στελεχών του ΔΟΕΕ. Οι διαδικασίες αντικατοπτρίζουν την οργανωτική δομή που ορίζεται στις πολιτικές αποτίμησης. |
The valuation policies and procedures shall address at least the following: | Οι πολιτικές και διαδικασίες αποτίμησης διέπουν τουλάχιστον τα εξής: |
(a) | the competence and independence of personnel who are effectively carrying out the valuation of assets; | α) | την αρμοδιότητα και ανεξαρτησία του προσωπικού που ασχολείται με τη διενέργεια της αποτίμησης περιουσιακών στοιχείων· |
(b) | the specific investment strategies of the AIF and the assets the AIF might invest in; | β) | τις ειδικές επενδυτικές στρατηγικές του ΟΕΕ και τα περιουσιακά στοιχεία στα οποία θα μπορούσε να επενδύσει ο ΟΕΕ· |
(c) | the controls over the selection of valuation inputs, sources and methodologies; | γ) | τους ελέγχους ως προς την επιλογή των δεδομένων εισαγωγής, των πηγών και των μεθοδολογιών αποτίμησης· |
(d) | the escalation channels for resolving differences in values for assets; | δ) | τους διαύλους κλιμάκωσης για την επίλυση διαφορών στις αξίες περιουσιακών στοιχείων· |
(e) | the valuation of any adjustments related to the size and liquidity of positions, or to changes in the market conditions, as appropriate; | ε) | την αποτίμηση οποιωνδήποτε αναπροσαρμογών σχετικών με το μέγεθος και τη ρευστότητα θέσεων ή με αλλαγές στις συνθήκες της αγοράς, κατά περίπτωση· |
(f) | the appropriate time for closing the books for valuation purposes; | στ) | τον ενδεδειγμένο χρόνο κλεισίματος των βιβλίων για τους σκοπούς της αποτίμησης· |
(g) | the appropriate frequency for valuing assets. | ζ) | την ενδεδειγμένη συχνότητα αποτίμησης περιουσιακών στοιχείων. |
3. Where an external valuer is appointed, the valuation policies and procedures shall set out a process for the exchange of information between the AIFM and the external valuer to ensure that all necessary information required for the purpose of performing the valuation task is provided. | 3. Όταν ορίζεται εξωτερικός εκτιμητής, οι πολιτικές και διαδικασίες αποτίμησης ορίζουν μια διεργασία για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του ΔΟΕΕ και του εξωτερικού εκτιμητή με σκοπό τη διασφάλιση παροχής όλων των πληροφοριών που απαιτούνται για την εκτέλεση της εργασίας αποτίμησης. |
The valuation policies and procedures shall ensure that the AIFM conducts initial and periodic due diligence on third parties that are appointed to perform valuation services. | Οι πολιτικές και διαδικασίες αποτίμησης διασφαλίζουν ότι ο ΔΟΕΕ διενεργεί αρχική και περιοδική δέουσα επιμέλεια σε τρίτους που ορίζονται για την εκτέλεση υπηρεσιών αποτίμησης. |
4. Where the valuation is performed by the AIFM itself, the policies shall include a description of the safeguards for the functionally independent performance of the valuation task in accordance with point (b) of Article 19(4) of Directive 2011/61/EU. Such safeguards shall include measures to prevent or restrain any person from exercising inappropriate influence over the way in which a person carries out valuation activities. | 4. Όταν η αποτίμηση εκτελείται από τον ίδιο τον ΔΟΕΕ, οι πολιτικές περιλαμβάνουν περιγραφή των διασφαλίσεων της λειτουργικώς ανεξάρτητης εκτέλεσης της εργασίας αποτίμησης βάσει του στοιχείου β) του άρθρου 19 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. Οι εν λόγω διασφαλίσεις περιλαμβάνουν μέτρα για την αποφυγή ή τον περιορισμό της άσκησης ανάρμοστης επιρροής από οποιοδήποτε πρόσωπο στον τρόπο με τον οποίο ασκεί δραστηριότητες αποτίμησης κάποιο άλλο πρόσωπο. |
Article 68 | Άρθρο 68 |
Use of models to value assets | Χρήση μοντέλων για την αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων |
1. If a model is used to value the assets of an AIF, the model and its main features shall be explained and justified in the valuation policies and procedures. The reason for the choice of the model, the underlying data, the assumptions used in the model and the rationale for using them, and the limitations of the model-based valuation shall be appropriately documented. | 1. Σε περίπτωση που χρησιμοποιείται μοντέλο για την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων ενός ΟΕΕ, οι πολιτικές και διαδικασίες αποτίμησης θα πρέπει να εξηγούν και να δικαιολογούν το μοντέλο και τα βασικά του χαρακτηριστικά. Ο λόγος επιλογής του μοντέλου, τα υποκείμενα δεδομένα, οι παραδοχές που χρησιμοποιούνται στο μοντέλο και οι λόγοι που δικαιολογούν τη χρησιμοποίησή τους, καθώς και οι περιορισμοί της βασισμένης στο μοντέλο αποτίμησης θα πρέπει να τεκμηριώνονται δεόντως. |
2. The valuation policies and procedures shall ensure that before being used a model is validated by a person with sufficient expertise who has not been involved in the process of building that model. The validation process shall be appropriately documented. | 2. Οι πολιτικές και διαδικασίες αποτίμησης θα πρέπει να διασφαλίζουν, πριν από τη χρήση ενός μοντέλου, την επικύρωσή του από πρόσωπο που διαθέτει επαρκή εμπειρογνωμοσύνη και δεν έχει εμπλακεί στη διεργασία δημιουργίας του μοντέλου. Η διεργασία επικύρωσης θα πρέπει να τεκμηριώνεται δεόντως. |
3. The model shall be subject to prior approval by the senior management of the AIFM. Where the model is used by an AIFM that performs the valuation function itself, the approval by the senior management shall be without prejudice to the competent authority’s right to require under Article 19(9) of Directive 2011/61/EU that the model be verified by an external valuer or an auditor. | 3. Το μοντέλο θα πρέπει υπόκειται σε προηγούμενη έγκριση από τα ανώτερα διοικητικά στελέχη του ΔΟΕΕ. Όταν το μοντέλο χρησιμοποιείται από ΔΟΕΕ που εκτελεί ο ίδιος τη λειτουργία αποτίμησης, η έγκριση από τα ανώτερα διοικητικά στελέχη θα ισχύει με την επιφύλαξη του δικαιώματος της αρμόδιας αρχής να απαιτήσει, βάσει του άρθρου 19 παράγραφος 9 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, την επικύρωση του μοντέλου από εξωτερικό εκτιμητή ή ελεγκτή. |
Article 69 | Άρθρο 69 |
Consistent application of valuation policies and procedures | Συνεπής εφαρμογή των πολιτικών και διαδικασιών αποτίμησης |
1. An AIFM shall ensure that the valuation policies and procedures and the designated valuation methodologies are applied consistently. | 1. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει τη συνεπή εφαρμογή των πολιτικών και διαδικασιών αποτίμησης, καθώς και των καθορισμένων μεθοδολογιών αποτίμησης. |
2. The valuation policies and procedures and the designated methodologies shall be applied to all assets within an AIF taking into account the investment strategy, the type of asset and, if applicable, the existence of different external valuers. | 2. Οι πολιτικές και διαδικασίες αποτίμησης και οι καθορισμένες μεθοδολογίες εφαρμόζονται σε όλα τα περιουσιακά στοιχεία ενός ΟΕΕ, λαμβανομένων υπόψη της επενδυτικής στρατηγικής, του είδους των περιουσιακών στοιχείων και, κατά περίπτωση, της ύπαρξης διαφορετικών εξωτερικών εκτιμητών. |
3. Where no update is required, the policies and procedures shall be applied consistently over time and valuation sources and rules shall remain consistent over time. | 3. Όταν δεν απαιτείται επικαιροποίηση, οι πολιτικές και διαδικασίες εφαρμόζονται με τρόπο διαχρονικά συνεπή, και οι πηγές και κανόνες αποτίμησης διατηρούνται με τρόπο διαχρονικά συνεπή. |
4. The valuation procedures and the designated valuation methodologies shall be applied consistently across all AIFs managed by the same AIFM, taking into account the investment strategies and the types of asset held by the AIFs, and, if applicable, the existence of different external valuers. | 4. Οι διαδικασίες αποτίμησης και οι καθορισμένες μεθοδολογίες εφαρμόζονται με συνέπεια σε όλους τους ΟΕΕ που τίθενται υπό τη διαχείριση του ίδιου ΔΟΕΕ, λαμβανομένων υπόψη των επενδυτικών στρατηγικών και των ειδών των περιουσιακών στοιχείων που κατέχουν οι ΟΕΕ και, κατά περίπτωση, της ύπαρξης διαφορετικών εξωτερικών εκτιμητών. |
Article 70 | Άρθρο 70 |
Periodic review of valuation policies and procedures | Περιοδική επανεξέταση των πολιτικών και διαδικασιών αποτίμησης |
1. Valuation policies shall provide for a periodic review of the policies and procedures, including of the valuation methodologies. The review shall be carried out at least annually and before the AIF engages with a new investment strategy or a new type of asset that is not covered by the actual valuation policy. | 1. Οι πολιτικές αποτίμησης προβλέπουν την περιοδική επανεξέταση των πολιτικών και διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένων των μεθοδολογιών αποτίμησης. Η επανεξέταση διενεργείται τουλάχιστον ετησίως, καθώς και προτού εφαρμόσει ο ΟΕΕ νέα επενδυτική στρατηγική ή εμπλακεί σε νέο είδος περιουσιακού στοιχείου που δεν καλύπτεται από την ήδη εφαρμοζόμενη πολιτική αποτίμησης. |
2. The valuation policies and procedures shall outline how a change to the valuation policy, including a methodology, may be effected and in what circumstances this would be appropriate. Recommendations for changes to the policies and procedures shall be made to the senior management, which shall review and approve any changes. | 2. Οι πολιτικές και διαδικασίες αποτίμησης περιγράφουν τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να πραγματοποιηθεί αλλαγή στην πολιτική αποτίμησης, συμπεριλαμβανομένης της μεθοδολογίας, και τις συνθήκες υπό τις οποίες θα ενδείκνυτο μια τέτοια αλλαγή. Συστάσεις για αλλαγές στις πολιτικές και διαδικασίες απευθύνονται προς τα ανώτερα διοικητικά στελέχη, τα οποία επανεξετάζουν και εγκρίνουν οποιεσδήποτε αλλαγές. |
3. The risk management function referred to in Article 38 shall review and, if needed, provide appropriate support concerning the policies and procedures adopted for the valuation of assets. | 3. Η λειτουργία διαχείρισης κινδύνων που αναφέρεται στο άρθρο 38 επανεξετάζεται και, εάν χρειάζεται, παρέχει ενδεδειγμένη υποστήριξη αναφορικά με τις πολιτικές και διαδικασίες που εφαρμόζονται για την αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων. |
Article 71 | Άρθρο 71 |
Review of individual values of assets | Επανεξέταση επιμέρους αξιών περιουσιακών στοιχείων |
1. An AIFM shall ensure that all assets held by the AIF are fairly and appropriately valued. The AIFM shall document by type of asset the way the appropriateness and fairness of the individual values is assessed. The AIFM shall at all times be able to demonstrate that the portfolios of AIFs it manages are properly valued. | 1. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει τη δίκαιη και ενδεδειγμένη αποτίμηση όλων των περιουσιακών στοιχείων που κατέχει ο ΟΕΕ. Ο ΔΟΕΕ τεκμηριώνει ανά τύπο περιουσιακού στοιχείου τον τρόπο αξιολόγησης του κατά πόσον ενδεδειγμένες και δίκαιες είναι οι επιμέρους αξίες. Ο ΔΟΕΕ είναι σε θέση να αποδείξει ανά πάσα στιγμή ότι αποτιμώνται με ενδεδειγμένο τρόπο τα χαρτοφυλάκια των ΟΕΕ που διαχειρίζεται. |
2. The valuation policies and procedures shall set out a review process for the individual values of assets, where a material risk of an inappropriate valuation exists, such as in the following cases: | 2. Οι πολιτικές και διαδικασίες αποτίμησης ορίζουν μια διεργασία επανεξέτασης των επιμέρους αξιών των περιουσιακών στοιχείων, όταν υφίσταται σημαντικός κίνδυνος μη ενδεδειγμένης αποτίμησης, για παράδειγμα στις εξής περιπτώσεις: |
(a) | the valuation is based on prices only available from a single counterparty or broker source; | α) | όταν η αποτίμηση βασίζεται σε τιμές προερχόμενες μόνο από μεμονωμένο αντισυμβαλλόμενο ή μεσίτη· |
(b) | the valuation is based on illiquid exchange prices; | β) | όταν η αποτίμηση βασίζεται σε μη ρευστοποιήσιμες τιμές χρηματιστηρίου· |
(c) | the valuation is influenced by parties related to the AIFM; | γ) | όταν η αποτίμηση επηρεάζεται από μέρη σχετιζόμενα με τον ΔΟΕΕ· |
(d) | the valuation is influenced by other entities that may have a financial interest in the AIF’s performance; | δ) | όταν η αποτίμηση επηρεάζεται από άλλες οντότητες που μπορεί να έχουν οικονομικό συμφέρον από τις επιδόσεις του ΟΕΕ· |
(e) | the valuation is based on prices supplied by the counterparty who originated an instrument, in particular where the originator is also financing the AIF’s position in the instrument; | ε) | όταν η αποτίμηση βασίζεται σε τιμές προερχόμενες από αντισυμβαλλόμενο ο οποίος μεταβίβασε ένα μέσο, ιδίως δε όταν ο μεταβιβάζων χρηματοδοτεί επίσης τη θέση του ΟΕΕ στο μέσο· |
(f) | the valuation is influenced by one or more individuals within the AIFM. | στ) | όταν η αποτίμηση επηρεάζεται από ένα ή περισσότερα άτομα στο εσωτερικό του ΔΟΕΕ. |
3. The valuation policies and procedures shall describe the review process including sufficient and appropriate checks and controls on the reasonableness of individual values. Reasonableness shall be assessed in terms of the existence of an appropriate degree of objectivity. Such checks and controls shall include at least: | 3. Οι πολιτικές και διαδικασίες αποτίμησης περιγράφουν τη διεργασία επανεξέτασης, συμπεριλαμβανομένων επαρκών και ενδεδειγμένων επαληθεύσεων και ελέγχων σχετικά με το κατά πόσον εύλογες είναι οι επιμέρους αξίες. Η αξιολόγηση αυτή γίνεται με δεδομένη την ύπαρξη ενδεδειγμένου βαθμού αντικειμενικότητας. Οι εν λόγω επαληθεύσεις και έλεγχοι περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής: |
(a) | verifying values by a comparison amongst counterparty-sourced pricings and over time; | α) | επαλήθευση αξιών μέσω σύγκρισης μεταξύ τιμών που προέρχονται από τον αντισυμβαλλόμενο και της εξέλιξης των τιμών με το πέρασμα του χρόνου· |
(b) | validating values by comparison of realised prices with recent carrying values; | β) | επαλήθευση αξιών μέσω σύγκρισης των πραγματικών τιμών και των πρόσφατων λογιστικών αξιών· |
(c) | considering the reputation, consistency and quality of the valuation source; | γ) | εξέταση της φήμης, συνέπειας και ποιότητας της πηγής αποτίμησης· |
(d) | a comparison with values generated by a third party; | δ) | σύγκριση με αξίες δημιουργούμενες από τρίτον· |
(e) | an examination and documentation of exemptions; | ε) | εξέταση και τεκμηρίωση εξαιρέσεων· |
(f) | highlighting and researching any differences that appear unusual or vary by valuation benchmark established for the type of asset; | στ) | τονισμό και έρευνα οποιωνδήποτε διαφορών που φαίνονται ασυνήθεις ή ποικίλλουν βάσει της τιμής αναφοράς αποτίμησης που έχει οριστεί για τον συγκεκριμένο τύπο περιουσιακού στοιχείου· |
(g) | testing for stale prices and implied parameters; | ζ) | δοκιμές για απαρχαιωμένες τιμές και τεκμαρτές παραμέτρους· |
(h) | a comparison with the prices of any related assets or their hedges; | η) | σύγκριση με τις τιμές οποιωνδήποτε σχετικών περιουσιακών στοιχείων ή των αντισταθμίσεών τους· |
(i) | a review of the inputs used in model-based pricing, in particular of those to which the model’s price exhibits significant sensitivity. | θ) | επανεξέταση των δεδομένων εισαγωγής που χρησιμοποιούνται για τη βασισμένη σε μοντέλο τιμολόγηση, ιδίως δε εκείνων στα οποία η τιμή του μοντέλου παρουσιάζει σημαντική ευαισθησία. |
4. The valuation policies and procedures shall include appropriate escalation measures to address differences or other problems in the valuation of assets. | 4. Οι πολιτικές και διαδικασίες αποτίμησης περιλαμβάνουν ενδεδειγμένα μέτρα κλιμάκωσης για την αντιμετώπιση διαφορών ή άλλων προβλημάτων σχετικών με την αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων. |
Article 72 | Άρθρο 72 |
Calculation of the net asset value per unit or share | Υπολογισμός της καθαρής αξίας ενεργητικού ανά μετοχή ή μερίδιο |
1. An AIFM shall ensure that for each AIF it manages the net asset value per unit or share is calculated on the occasion of each issue or subscription or redemption or cancellation of units or shares, but at least once a year. | 1. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι, για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται, η καθαρή αξία ενεργητικού ανά μετοχή ή μερίδιο υπολογίζεται επ’ ευκαιρία κάθε έκδοσης ή εγγραφής ή εξόφλησης ή ακύρωσης μετοχών ή μεριδίων, αλλά τουλάχιστον μία φορά το έτος. |
2. An AIFM shall ensure that the procedures and the methodology for calculating the net asset value per unit or share are fully documented. The calculation procedures and methodologies and their application shall be subject to regular verification by the AIFM, and the documentation shall be amended accordingly. | 2. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει την πλήρη τεκμηρίωση των διαδικασιών και της μεθοδολογίας που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της καθαρής αξίας ενεργητικού ανά μετοχή ή μερίδιο. Οι διαδικασίες και μεθοδολογίες υπολογισμού και η εφαρμογή τους υπόκειται σε τακτική επαλήθευση από τον ΔΟΕΕ, και η τεκμηρίωση τροποποιείται ανάλογα. |
3. An AIFM shall ensure that remedial procedures are in place in the event of an incorrect calculation of the net asset value. | 3. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει την εφαρμογή διορθωτικών διαδικασιών σε περίπτωση λανθασμένου υπολογισμού της καθαρής αξίας ενεργητικού. |
4. An AIFM shall ensure that the number of units or shares in issue is subject to regular verification, at least as often as the unit or share price is calculated. | 4. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι ο αριθμός των εκδιδόμενων μετοχών ή μεριδίων υπόκειται σε τακτική επαλήθευση, τουλάχιστον με την ίδια συχνότητα με την οποία υπολογίζεται η τιμή της μετοχής ή του μεριδίου. |
Article 73 | Άρθρο 73 |
Professional guarantees | Επαγγελματικές εγγυήσεις |
1. External valuers shall provide upon request professional guarantees to demonstrate their ability to perform the valuation function. Professional guarantees to be furnished by external valuers shall be in written form. | 1. Οι εξωτερικοί εκτιμητές παρέχουν, κατόπιν αιτήματος, επαγγελματικές εγγυήσεις που αποδεικνύουν την ικανότητά τους να εκτελούν τη λειτουργία αποτίμησης. Οι επαγγελματικές εγγυήσεις παρέχονται από τους εξωτερικούς εκτιμητές σε γραπτή μορφή. |
2. The professional guarantees shall contain evidence of the external valuer’s qualification and capability to perform proper and independent valuation, including, at least, evidence of: | 2. Οι επαγγελματικές εγγυήσεις περιέχουν αποδείξεις για τα προσόντα του εξωτερικού εκτιμητή και την ικανότητά του να εκτελεί την αποτίμηση με ενδεδειγμένο και ανεξάρτητο τρόπο, και περιλαμβάνουν τουλάχιστον αποδείξεις για τα εξής: |
(a) | sufficient personnel and technical resources; | α) | επαρκές προσωπικό και τεχνικούς πόρους· |
(b) | adequate procedures safeguarding proper and independent valuation; | β) | επαρκείς διαδικασίες για τη διασφάλιση ενδεδειγμένης και ανεξάρτητης αποτίμησης· |
(c) | adequate knowledge and understanding of the investment strategy of the AIF and of the assets the external valuer is appointed to value; | γ) | επαρκή γνώση και κατανόηση της επενδυτικής στρατηγικής του ΟΕΕ και των περιουσιακών στοιχείων τα οποία ορίζεται να αποτιμήσει ο εξωτερικός εκτιμητής· |
(d) | a sufficiently good reputation and sufficient experience with valuation. | δ) | επαρκώς καλή φήμη και επαρκή πείρα στον τομέα της αποτίμησης. |
3. Where the external valuer is subject to mandatory professional registration with the competent authority or another entity of the state where it is established, the professional guarantee shall contain the name of this authority or entity, including the relevant contact information. The professional guarantee shall indicate clearly the legal or regulatory provisions or rules of professional conduct to which the external valuer is subject. | 3. Όταν ο εξωτερικός εκτιμητής υποχρεούται να είναι εγγεγραμμένος στο επαγγελματικό μητρώο της αρμόδιας αρχής ή άλλης κρατικής οντότητας, κατά περίπτωση, η επαγγελματική εγγύηση θα πρέπει να περιέχει την επωνυμία της εν λόγω αρχής ή οντότητας, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών στοιχείων επικοινωνίας. Η επαγγελματική εγγύηση θα πρέπει να αναφέρει σαφώς τις νομικές ή κανονιστικές διατάξεις ή τους κανόνες επαγγελματικής συμπεριφοράς που πρέπει να τηρεί ο εξωτερικός εκτιμητής. |
Article 74 | Άρθρο 74 |
Frequency of valuation of assets held by open-ended AIFs | Συχνότητα αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν σε ΟΕΕ ανοικτού τύπου |
1. The valuation of financial instruments held by open-ended AIFs shall take place every time the net asset value per unit or share is calculated pursuant to Article 72(1). | 1. Η αποτίμηση των χρηματοοικονομικών μέσων που ανήκουν σε ΟΕΕ ανοιχτού τύπου διενεργείται οποτεδήποτε υπολογίζεται η καθαρή αξία ενεργητικού ανά μετοχή ή μερίδιο βάσει του άρθρου 72 παράγραφος 1. |
2. The valuation of other assets held by open-ended AIFs shall take place at least once a year, and every time there is evidence that the last determined value is no longer fair or proper. | 2. Η αποτίμηση των χρηματοοικονομικών μέσων που ανήκουν σε ΟΕΕ ανοιχτού τύπου διενεργείται τουλάχιστον μία φορά το έτος, καθώς και οποτεδήποτε υπάρχουν στοιχεία που υποδεικνύουν ότι η τελευταία καθορισθείσα αξία δεν είναι πλέον δίκαιη ή ενδεδειγμένη. |
SECTION 8 | ΤΜΗΜΑ 8 |
Delegation of AIFM functions | Ανάθεση λειτουργιών ΔΟΕΕ |
(Article 20(1), (2), (4) and (5) of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 20 παράγραφοι 1, 2, 4 και 5 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Article 75 | Άρθρο 75 |
General principles | Γενικές αρχές |
When delegating the task of carrying out one or more functions on their behalf, AIFMs shall comply, in particular, with the following general principles: | Κατά την ανάθεση του καθήκοντος εκτέλεσης μιας ή περισσότερων λειτουργιών για λογαριασμό τους, οι ΔΟΕ συμμορφώνονται ιδίως με τις εξής γενικές αρχές: |
(a) | the delegation structure does not allow for the circumvention of the AIFM’s responsibilities or liability; | α) | η δομή της ανάθεσης δεν πρέπει να επιτρέπει την παράκαμψη των καθηκόντων ή της ευθύνης του ΔΟΕΕ· |
(b) | the obligations of the AIFM towards the AIF and its investors are not altered as a result of the delegation; | β) | οι υποχρεώσεις του ΔΟΕΕ έναντι του ΟΕΕ και των επενδυτών του δεν πρέπει να μεταβάλλονται εξαιτίας της ανάθεσης· |
(c) | the conditions with which the AIFM must comply in order to be authorised and carry out activities in accordance with Directive 2011/61/EU are not undermined; | γ) | δεν πρέπει να υπονομεύονται οι όροι τους οποίους πρέπει να πληροί ο ΔΟΕΕ προκειμένου να λάβει άδεια λειτουργίας και να εκτελεί δραστηριότητες βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ· |
(d) | the delegation arrangement takes the form of a written agreement concluded between the AIFM and the delegate; | δ) | η συμφωνία ανάθεσης πρέπει να έχει τη μορφή γραπτού συμφωνητικού το οποίο έχουν υπογράψει ο ΔΟΕΕ και ο ανάδοχος· |
(e) | the AIFM ensures that the delegate carries out the delegated functions effectively and in compliance with applicable law and regulatory requirements and must establish methods and procedures for reviewing on an ongoing basis the services provided by the delegate. The AIFM shall take appropriate action if it appears that the delegate cannot carry out the functions effectively or in compliance with applicable laws and regulatory requirements; | ε) | ο ΔΟΕΕ πρέπει να διασφαλίζει ότι ο ανάδοχος εκτελεί τις λειτουργίες που του ανατίθενται αποτελεσματικά και σε ευθυγράμμιση με τις ισχύουσες νομοθετικές ρυθμίσεις και κανονιστικές απαιτήσεις και να θεσπίζει μεθόδους και διαδικασίες διαρκούς επανεξέτασης των υπηρεσιών που παρέχει ο ανάδοχος. Ο ΔΟΕΕ πρέπει να λαμβάνει ενδεδειγμένα μέτρα εάν φαίνεται ότι ο ανάδοχος δεν εκτελεί τις λειτουργίες αποτελεσματικά και σύμφωνα με τις ισχύουσες νομοθετικές ρυθμίσεις και κανονιστικές απαιτήσεις· |
(f) | the AIFM supervises effectively the delegated functions and manages the risks associated with the delegation. For this purpose the AIFM shall have at all times the necessary expertise and resources to supervise the delegated functions. The AIFM shall set out in the agreement its right of information, inspection, admittance and access, and its instruction and monitoring rights against the delegate. The AIFM shall also ensure that the delegate properly supervises the performance of the delegated functions, and adequately manages the risks associated with the delegation; | στ) | ο ΔΟΕΕ πρέπει να εποπτεύει αποτελεσματικά τις ανατιθέμενες λειτουργίες και να διαχειρίζεται τους κινδύνους που συνδέονται με την ανάθεση. Για τον σκοπό αυτό, ο ΔΟΕΕ πρέπει να διαθέτει ανά πάσα στιγμή την εμπειρογνωμοσύνη και τους πόρους που απαιτούνται για την εποπτεία των ανατιθέμενων λειτουργιών. Ο ΔΟΕΕ πρέπει να κατοχυρώσει στη συμφωνία το δικαίωμα πληροφόρησης, επιθεώρησης, αποδοχής και πρόσβασης, καθώς και τα δικαιώματα παροχής οδηγιών και παρακολούθησης που έχει έναντι του αναδόχου. Ο ΔΟΕΕ πρέπει να διασφαλίσει επίσης ότι ο ανάδοχος εποπτεύει αποτελεσματικά τις ανατιθέμενες λειτουργίες και διαχειρίζεται επαρκώς τους κινδύνους που συνδέονται με την ανάθεση· |
(g) | the AIFM ensures that the continuity and quality of the delegated functions or of the delegated task of carrying out functions are maintained also in the event of termination of the delegation either by transferring the delegated functions or the delegated task of carrying out functions to another third party or by performing them itself; | ζ) | ο ΔΟΕΕ πρέπει να διασφαλίζει τη διατήρηση της συνέχισης και της ποιότητας των ανατιθέμενων λειτουργιών ή του ανατιθέμενου καθήκοντος εκτέλεσης των λειτουργιών ακόμη και σε περίπτωση τερματισμού της ανάθεσης είτε λόγω μεταβίβασης των ανατιθέμενων λειτουργιών ή του ανατιθέμενου καθήκοντος εκτέλεσης των λειτουργιών σε τρίτον είτε λόγω εκτέλεσής τους από τον ίδιο τον ΔΟΕΕ· |
(h) | the respective rights and obligations of the AIFM and the delegate are clearly allocated and set out in the agreement. In particular, the AIFM shall contractually ensure its instruction and termination rights, its rights of information, and its right to inspections and access to books and premises. The agreement shall make sure that sub-delegation can take place only with the consent of the AIFM; | η) | τα αντίστοιχα δικαιώματα και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις του ΔΟΕΕ και του αναδόχου πρέπει να επιμερίζονται σαφώς και να ορίζονται στη συμφωνία. Συγκεκριμένα, ο ΔΟΕΕ πρέπει να κατοχυρώνει συμβατικά για τον ίδιο τα δικαιώματα παροχής οδηγιών και τερματισμού της ανάθεσης, τα δικαιώματα πληροφόρησης, καθώς και δικαίωμα διενέργειας επιθεωρήσεων και πρόσβασης στα βιβλία και στις εγκαταστάσεις. Η συμφωνία θα πρέπει να διασφαλίζει τη δυνατότητα περαιτέρω ανάθεσης μόνο με τη συγκατάθεση του ΔΟΕΕ· |
(i) | where it concerns portfolio management, the delegation is in accordance with the investment policy of the AIF. The delegate shall be instructed by the AIFM how to implement the investment policy and the AIFM shall monitor whether the delegate complies with it on an ongoing basis; | θ) | όταν πρόκειται για διαχείριση χαρτοφυλακίων, η ανάθεση γίνεται βάσει της επενδυτικής πολιτικής του ΟΕΕ. Ο ανάδοχος πρέπει να λαμβάνει οδηγίες από τον ΔΟΕΕ ως προς τον τρόπο υλοποίησης της επενδυτικής πολιτικής και ο ΔΟΕΕ πρέπει να παρακολουθεί το κατά πόσον ο ανάδοχος συμμορφώνεται με αυτήν σε διαρκή βάση· |
(j) | the AIFM ensures that the delegate discloses to the AIFM any development that may have a material impact on the delegate’s ability to carry out the delegated functions effectively and in compliance with applicable laws and regulatory requirements; | ι) | ο ΔΟΕΕ πρέπει να διασφαλίζει ότι ο ανάδοχος γνωστοποιεί στον ΔΟΕΕ κάθε εξέλιξη που μπορεί να επηρεάσει ουσιαστικά την ικανότητα του αναδόχου να εκτελεί τις ανατιθέμενες λειτουργίες αποτελεσματικά και σε συμμόρφωση με τις ισχύουσες νομοθετικές ρυθμίσεις και κανονιστικές απαιτήσεις· |
(k) | the AIFM ensures that the delegate protects any confidential information relating to the AIFM, the AIF affected by the delegation and the investors in that AIF; | ια) | ο ΔΟΕΕ πρέπει να διασφαλίζει ότι ο ανάδοχος προστατεύει οποιεσδήποτε εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικές με τον ΔΟΕΕ, τον ΟΕΕ που επηρεάζεται από την ανάθεση και όσους επενδύουν στον εν λόγω ΟΕΕ· |
(l) | the AIFM ensures that the delegate establishes, implements and maintains a contingency plan for disaster recovery and periodic testing of backup facilities while taking into account the types of delegated functions. | ιβ) | ο ΔΟΕΕ πρέπει να διασφαλίζει ότι ο ανάδοχος θεσπίζει, υλοποιεί και διατηρεί σχέδιο έκτακτης ανάγκης για αποκατάσταση έπειτα από καταστροφή και περιοδικές δοκιμές των μέσων δημιουργίας αντιγράφων ασφαλείας, λαμβανομένων υπόψη των ειδών των ανατιθέμενων λειτουργιών. |
Article 76 | Άρθρο 76 |
Objective reasons for delegation | Αντικειμενικοί λόγοι για την ανάθεση |
1. The AIFM shall provide the competent authorities with a detailed description, explanation and evidence of the objective reasons for delegation. When assessing whether the entire delegation structure is based on objective reasons within the meaning of Article 20(1)(a) of Directive 2011/61/EU the following criteria shall be considered: | 1. Ο ΔΟΕΕ παρέχει στις αρμόδιες αρχές λεπτομερή περιγραφή, εξήγηση και αποδείξεις των αντικειμενικών λόγων στους οποίους βασίζεται η ανάθεση. Κατά την αξιολόγηση του κατά πόσον η όλη δομή της ανάθεσης βασίζεται σε αντικειμενικούς λόγους κατά την έννοια του στοιχείου α) του άρθρου 20 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, εξετάζονται τα εξής κριτήρια: |
(a) | optimising of business functions and processes; | α) | βελτιστοποίηση των επιχειρηματικών λειτουργιών και διεργασιών· |
(b) | cost saving; | β) | εξοικονόμηση δαπανών· |
(c) | expertise of the delegate in administration or in specific markets or investments; | γ) | εμπειρογνωμοσύνη του αναδόχου στη διαχείριση ή σε συγκεκριμένες αγορές ή επενδύσεις· |
(d) | access of the delegate to global trading capabilities. | δ) | πρόσβαση του αναδόχου σε δυνατότητες διεθνούς διαπραγμάτευσης. |
2. Upon request by the competent authorities, an AIFM shall provide further explanations and provide documents proving that the entire delegation structure is based on objective reasons. | 2. Κατόπιν αιτήματος των αρμόδιων αρχών, ο ΔΟΕΕ παρέχει περαιτέρω εξηγήσεις και έγγραφα που αποδεικνύουν ότι η όλη δομή της ανάθεσης βασίζεται σε αντικειμενικούς λόγους. |
Article 77 | Άρθρο 77 |
Features of the delegate | Χαρακτηριστικά της ανάθεσης |
1. A delegate shall have sufficient resources and shall employ sufficient personnel with the skills, knowledge and expertise necessary for the proper discharge of the tasks delegated to it and have an appropriate organisational structure supporting the performance of the delegated tasks. | 1. Ο ανάδοχος διαθέτει επαρκείς πόρους και χρησιμοποιεί επαρκές προσωπικό με τις ικανότητες, τις γνώσεις και την εμπειρογνωμοσύνη που απαιτούνται για την ενδεδειγμένη εκτέλεση των ανατιθέμενων αρμοδιοτήτων, καθώς και την ενδεδειγμένη οργανωτική δομή που να υποστηρίζει την άσκηση των ανατιθέμενων αρμοδιοτήτων. |
2. Persons who effectively conduct the activities delegated by the AIFM shall have sufficient experience, appropriate theoretical knowledge and appropriate practical experience in the relevant functions. Their professional training and the nature of the functions they have performed in the past shall be appropriate for the conduct of the business. | 2. Τα πρόσωπα που εκτελούν ουσιαστικά τις αρμοδιότητες που αναθέτει ο ΔΟΕΕ διαθέτουν επαρκή πείρα, τις δέουσες θεωρητικές γνώσεις και τη δέουσα πρακτική πείρα όσον αφορά τις σχετικές λειτουργίες. Η επαγγελματική τους κατάρτιση και η φύση των λειτουργιών που εκτελούσαν στο παρελθόν θα πρέπει να ενδείκνυνται για την εκτέλεση των εν λόγω επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. |
3. Persons who effectively conduct the business of the delegate shall not be deemed of sufficiently good repute if they have any negative records relevant both for the assessment of good repute and for the proper performance of the delegated tasks or if there is other relevant information which affects their good reputation. Such negative records shall include but shall not be limited to criminal offences, judicial proceedings or administrative sanctions relevant for the performance of the delegated tasks. Special attention shall be given to any offences related to financial activities, including but not limited to obligations relating to the prevention of money laundering, dishonesty, fraud or financial crime, bankruptcy or insolvency. Other relevant information shall include information such as that indicating that the person is not trustworthy or honest. | 3. Τα πρόσωπα που εκτελούν ουσιαστικά τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του αναδόχου θεωρείται ότι δεν διαθέτουν επαρκώς καλή φήμη εάν έχουν οποιαδήποτε αρνητικά μητρώα σχετικά τόσο με την αξιολόγηση της καλής τους φήμης όσο και με την ενδεδειγμένη εκτέλεση των ανατιθέμενων αρμοδιοτήτων ή εάν υπάρχουν άλλες συναφείς πληροφορίες που επηρεάζουν την καλή τους φήμη. Τα εν λόγω αρνητικά μητρώα περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων ποινικά αδικήματα, δικαστικές διαδικασίες ή διοικητικές κυρώσεις που σχετίζονται με την εκτέλεση των ανατιθέμενων αρμοδιοτήτων. Δίνεται ειδική έμφαση σε οποιεσδήποτε παραβάσεις που σχετίζονται με χρηματοοικονομικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων υποχρεώσεων σχετικών με την αποφυγή νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ανεντιμότητας, απάτης ή οικονομικού εγκλήματος, πτώχευσης ή αφερεγγυότητας. Άλλες συναφείς πληροφορίες περιλαμβάνουν λόγου χάρη πληροφορίες που καταδεικνύουν ότι το εν λόγω πρόσωπο δεν είναι αξιόπιστο ή έντιμο. |
Where the delegate is regulated in respect of its professional services within the Union, factors referred to in the first subparagraph shall be deemed to be satisfied when the relevant supervisory authority has reviewed the criterion of ‘good repute’ within the authorisation procedure unless there is evidence to the contrary. | Όταν ο ανάδοχος υπόκειται σε ρύθμιση αναφορικά με τις επαγγελματικές υπηρεσίες που προσφέρει στο εσωτερικό της Ένωσης, θεωρείται ότι ικανοποιούνται οι παράγοντες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σε περίπτωση που η αρμόδια εποπτική αρχή έχει εξετάσει το κριτήριο της «καλής φήμης» στο πλαίσιο της διαδικασίας αδειοδότησης, εκτός εάν υπάρχουν αποδείξεις περί του αντιθέτου. |
Article 78 | Άρθρο 78 |
Delegation of portfolio or risk management | Ανάθεση διαχείρισης χαρτοφυλακίων ή κινδύνων |
1. This Article shall apply where the delegation of portfolio management or risk management is concerned. | 1. Το παρόν άρθρο ισχύει όταν πρόκειται για ανάθεση της διαχείρισης χαρτοφυλακίων ή της διαχείρισης κινδύνων. |
2. The following entities shall be deemed to be authorised or registered for the purpose of asset management and subject to supervision in accordance with point (c) of Article 20(1) of Directive 2011/61/EU: | 2. Οι κατωτέρω οντότητες θεωρούνται επιχειρήσεις που διαθέτουν άδεια ή αναγνώριση για τη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και υπόκεινται σε εποπτεία βάσει του στοιχείου γ) του άρθρου 20 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ: |
(a) | management companies authorised under Directive 2009/65/EC; | α) | εταιρείες διαχείρισης που έχουν λάβει άδεια βάσει της οδηγίας 2009/65/ΕΚ· |
(b) | investment firms authorised under Directive 2004/39/EC to perform portfolio management; | β) | εταιρείες επενδύσεων που έχουν λάβει άδεια βάσει της οδηγίας 2004/39/ΕΚ για την άσκηση διαχείρισης χαρτοφυλακίων· |
(c) | credit institutions authorised under Directive 2006/48/EC having the authorisation to perform portfolio management under Directive 2004/39/EC; | γ) | πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια βάσει της οδηγίας 2006/48/ΕΚ, τα οποία είναι εξουσιοδοτημένα να ασκούν διαχείριση χαρτοφυλακίων βάσει της οδηγίας 2004/39/ΕΚ· |
(d) | external AIFMs authorised under Directive 2011/61/EU; | δ) | εξωτερικούς ΔΟΕΕ που έχουν λάβει άδεια βάσει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ· |
(e) | third country entities authorised or registered for the purpose of asset management and effectively supervised by a competent authority in those countries. | ε) | οντότητες τρίτων χωρών που διαθέτουν άδεια ή αναγνώριση για τη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και οι οποίες εποπτεύονται αποτελεσματικά από αρμόδια αρχή στις χώρες αυτές. |
3. Where the delegation is conferred on a third-country undertaking the following conditions shall be fulfilled in accordance with point (d) of Article 20(1) of Directive 2011/61/EU: | 3. Σε περίπτωση που η ανάθεση γίνεται σε επιχείρηση τρίτης χώρας, πληρούνται οι κατωτέρω όροι βάσει του στοιχείου δ) του άρθρου 20 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ: |
(a) | a written arrangement shall exist between the competent authorities of the home Member State of the AIFM and the supervisory authorities of the undertaking to which delegation is conferred; | α) | υφίσταται γραπτή συμφωνία μεταξύ των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους καταγωγής του ΔΟΕΕ και των εποπτικών αρχών της επιχείρησης στην οποία γίνεται η ανάθεση· |
(b) | with respect to the undertaking to which delegation is conferred, the arrangement referred to in point (a) allows the competent authorities to: | (i) | obtain on request the relevant information necessary to carry out their supervisory tasks as provided for in Directive 2011/61/EU; | (ii) | obtain access to the documents relevant for the performance of their supervisory duties maintained in the third country; | (iii) | carry out on-site inspections on the premises of the undertaking to which functions were delegated. The practical procedures for on-site inspections shall be detailed in the written arrangement; | (iv) | receive as soon as possible information from the supervisory authority in the third country for the purpose of investigating apparent breaches of the requirements of Directive 2011/61/EU and its implementing measures; | (v) | cooperate in enforcement in accordance with the national and international law applicable to the supervisory authority of the third country and the EU competent authorities in cases of breach of the requirements of Directive 2011/61/EU and its implementing measures and relevant national law. | β) | αναφορικά με την επιχείρηση στην οποία γίνεται η ανάθεση, η συμφωνία που αναφέρεται στο στοιχείο α) επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές: | i) | να λαμβάνουν κατόπιν αιτήματος συναφείς πληροφορίες απαραίτητες για την εκτέλεση των εποπτικών αρμοδιοτήτων τους, όπως προβλέπεται από την οδηγία 2011/61/ΕΕ· | ii) | να έχουν πρόσβαση σε έγγραφα σχετικά με την εκτέλεση των εποπτικών αρμοδιοτήτων τους τα οποία τηρούνται στην τρίτη χώρα· | iii) | να διενεργούν επιτόπιους ελέγχους στις εγκαταστάσεις της επιχείρησης στην οποία ανατίθενται οι σχετικές λειτουργίες. Οι πρακτικές διαδικασίες των επιτόπιων ελέγχων περιγράφονται λεπτομερώς στη γραπτή συμφωνία· | iv) | να λαμβάνουν το συντομότερο δυνατόν πληροφορίες από την εποπτική αρχή της τρίτης χώρας με σκοπό τη διερεύνηση προφανών παραβιάσεων των απαιτήσεων της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και των εκτελεστικών μέτρων της· | v) | να συνεργάζονται στη διαδικασία επιβολής σύμφωνα με το εθνικό και διεθνές δίκαιο που ισχύει για την εποπτική αρχή της τρίτης χώρας και τις αρμόδιες αρχές της ΕΕ σε περιπτώσεις παραβιάσεων των απαιτήσεων της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και των εκτελεστικών μέτρων της, καθώς και του σχετικού εθνικού δικαίου. |
Article 79 | Άρθρο 79 |
Effective supervision | Αποτελεσματική εποπτεία |
A delegation shall be deemed to prevent the effective supervision of the AIFM where: | Η ανάθεση θεωρείται ότι παρεμποδίζει την αποτελεσματική εποπτεία του ΔΟΕΕ όταν: |
(a) | the AIFM, its auditors and the competent authorities do not have effective access to data related to the delegated functions and to the business premises of the delegate, or the competent authorities are not able to exercise those rights of access; | α) | ο ΔΟΕΕ, οι ελεγκτές και οι αρμόδιες αρχές δεν έχουν αποτελεσματική πρόσβαση σε δεδομένα που σχετίζονται με τις ανατιθέμενες λειτουργίες και στις επαγγελματικές εγκαταστάσεις του αναδόχου, ή οι αρμόδιες αρχές δεν είναι σε θέση να ασκήσουν αυτά τα δικαιώματα πρόσβασης· |
(b) | the delegate does not cooperate with the competent authorities of the AIFM in connection with the delegated functions; | β) | ο ανάδοχος δεν συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές του ΔΟΕΕ αναφορικά με τις ανατιθέμενες λειτουργίες· |
(c) | the AIFM does not make available on request to the competent authorities all information necessary to enable authorities to supervise the compliance of the performance of the delegated functions with the requirements of Directive 2011/61/EU and its implementing measures. | γ) | ο ΔΟΕΕ δεν θέτει, κατόπιν αιτήματος, στη διάθεση των αρμόδιων αρχών όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται προκειμένου να είναι σε θέση οι αρχές να εποπτεύουν τη συμμόρφωση της εκτέλεσης των ανατιθέμενων λειτουργιών με τις απαιτήσεις της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και των εκτελεστικών μέτρων της. |
Article 80 | Άρθρο 80 |
Conflicts of interest | Συγκρούσεις συμφερόντων |
1. In accordance with point (b) of Article 20(2) of Directive 2011/61/EU, the criteria to assess whether a delegation conflicts with the interests of the AIFM or the investor in the AIF shall at least include: | 1. Βάσει του στοιχείου β) του άρθρου 20 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, τα κριτήρια αξιολόγησης του κατά πόσον η ανάθεση συγκρούεται με τα συμφέροντα του ΔΟΕΕ ή εκείνου που επενδύει στον ΟΕΕ περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής: |
(a) | where the AIFM and the delegate are members of the same group or have any other contractual relationship, the extent to which the delegate controls the AIFM or has the ability to influence its actions; | α) | σε περίπτωση που ο ΔΟΕΕ και ο ανάδοχος είναι μέλη του ίδιου ομίλου ή έχουν οποιαδήποτε άλλη συμβατική σχέση, τον βαθμό στον οποίο ο ανάδοχος ελέγχει τον ΔΟΕΕ ή έχει τη δυνατότητα να επηρεάζει τις ενέργειές του· |
(b) | where the delegate and an investor in the relevant AIF are members of the same group or have any other contractual relationship, the extent to which this investor controls the delegate or has the ability to influence its actions; | β) | σε περίπτωση που ο ανάδοχος και κάποιος που επενδύει στον οικείο ΟΕΕ είναι μέλη του ίδιου ομίλου ή έχουν οποιαδήποτε άλλη συμβατική σχέση, τον βαθμό στον οποίο ο επενδυτής ελέγχει τον ανάδοχο ή έχει τη δυνατότητα να επηρεάζει τις ενέργειές του· |
(c) | the likelihood that the delegate makes a financial gain, or avoids a financial loss, at the expense of the AIF or the investors in the AIF; | γ) | την πιθανότητα να αποκομίσει ο ανάδοχος οικονομικό κέρδος ή να αποφύγει οικονομική ζημία, σε βάρος του ΟΕΕ ή εκείνων που επενδύουν στον ΟΕΕ· |
(d) | the likelihood that the delegate has an interest in the outcome of a service or an activity provided to the AIFM or the AIF; | δ) | την πιθανότητα να έχει ο ανάδοχος συμφέρον από την έκβαση μιας υπηρεσίας ή δραστηριότητας που παρέχεται στον ΔΟΕΕ ή στον ΟΕΕ· |
(e) | the likelihood that the delegate has a financial or other incentive to favour the interest of another client over the interests of the AIF or the investors in the AIF; | ε) | την πιθανότητα να έχει ο ανάδοχος οικονομικό ή άλλο κίνητρο προκειμένου να ευνοήσει το συμφέρον άλλου πελάτη σε βάρος των συμφερόντων του ΟΕΕ ή εκείνων που επενδύουν στον ΟΕΕ· |
(f) | the likelihood that the delegate receives or will receive from a person other than the AIFM an inducement in relation to the collective portfolio management activities provided to the AIFM and the AIFs it manages in the form of monies, goods or services other than the standard commission or fee for that service. | στ) | την πιθανότητα να λαμβάνει ήδη ή να λάβει στο μέλλον ο ανάδοχος από πρόσωπο άλλο εκτός του ΔΟΕΕ αντιπαροχή σχετιζόμενη με δραστηριότητες διαχείρισης συλλογικών χαρτοφυλακίων που παρέχονται στον ΔΟΕΕ και στους ΟΕΕ που διαχειρίζεται αυτός, υπό τη μορφή χρημάτων, αγαθών ή υπηρεσιών, άλλη εκτός της συνήθους προμήθειας ή αμοιβής για την παροχή της υπηρεσίας αυτής. |
2. The portfolio or risk management function may be considered to be functionally and hierarchically separated from other potentially conflicting tasks only where the following conditions are satisfied: | 2. Η λειτουργία διαχείρισης κινδύνων ή χαρτοφυλακίων μπορεί να θεωρείται λειτουργικά και ιεραρχικά διαχωρισμένη από άλλες δυνητικά συγκρουόμενες αρμοδιότητες μόνο όταν πληρούνται οι εξής όροι: |
(a) | persons engaged in portfolio management tasks are not engaged in the performance of potentially conflicting tasks such as controlling tasks; | α) | τα πρόσωπα που εμπλέκονται στις αρμοδιότητες διαχείρισης χαρτοφυλακίων δεν εμπλέκονται στην εκτέλεση δυνητικά συγκρουόμενων αρμοδιοτήτων όπως οι αρμοδιότητες ελέγχου· |
(b) | persons engaged in risk management tasks are not engaged in the performance of potentially conflicting tasks such as operating tasks; | β) | τα πρόσωπα που εμπλέκονται στις αρμοδιότητες διαχείρισης κινδύνων δεν εμπλέκονται στην εκτέλεση δυνητικά συγκρουόμενων αρμοδιοτήτων όπως οι λειτουργικές αρμοδιότητες· |
(c) | persons engaged in risk management functions are not supervised by those responsible for the performance of operating tasks; | γ) | τα πρόσωπα που εμπλέκονται στην εκτέλεση λειτουργιών διαχείρισης κινδύνων δεν εποπτεύονται από τους υπευθύνους εκτέλεσης λειτουργικών αρμοδιοτήτων· |
(d) | the separation is ensured throughout the whole hierarchical structure of the delegate up to its governing body and is reviewed by the governing body and, where it exists, the supervisory function of the delegate. | δ) | ο διαχωρισμός διασφαλίζεται σε όλο το εύρος της ιεραρχικής δομής του αναδόχου έως και το διευθυντικό του όργανο και επανεξετάζεται από το διευθυντικό όργανο και, εάν υφίσταται, από την εποπτική λειτουργία του αναδόχου. |
3. Potential conflicts of interest shall be deemed properly identified, managed, monitored and disclosed to the investors of the AIF only if: | 3. Οι πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων θεωρείται ότι τυγχάνουν εντοπισμού, διαχείρισης, παρακολούθησης και γνωστοποίησης στους επενδυτές του ΟΕΕ με τον ενδεδειγμένο τρόπο μόνο εάν: |
(a) | the AIFM ensures that the delegate takes all reasonable steps to identify, manage and monitor potential conflicts of interest that may arise between itself and the AIFM, the AIF or the investors in the AIF. The AIFM shall ensure that the delegate has procedures in place corresponding to those required under Articles 31 to 34; | α) | ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι ο ανάδοχος λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα που απαιτούνται για τον εντοπισμό, τη διαχείριση και την παρακολούθηση πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων που ενδέχεται να ανακύψουν μεταξύ του ιδίου και του ΔΟΕΕ, του ΟΕΕ ή εκείνων που επενδύουν στον ΟΕΕ. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι ο ανάδοχος εφαρμόζει διαδικασίες ισοδύναμες εκείνων που απαιτούνται βάσει των άρθρων 31 έως 34· |
(b) | the AIFM ensures that the delegate discloses potential conflicts of interest as well as the procedures and measures to be adopted by it in order to manage such conflicts of interest to the AIFM which shall disclose them to the AIF and the investors in the AIF in accordance with Article 36. | β) | ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι ο ανάδοχος γνωστοποιεί πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων, καθώς και τις διαδικασίες και τα μέτρα που θεσπίζει για τη διαχείριση των εν λόγω συγκρούσεων συμφερόντων στον ΔΟΕΕ, ο οποίος τα γνωστοποιεί στον ΟΕΕ και σε εκείνους που επενδύουν στον ΟΕΕ βάσει του άρθρου 36. |
Article 81 | Άρθρο 81 |
Consent and notification of sub-delegation | Συναίνεση για περαιτέρω ανάθεση και κοινοποίησή της |
1. A subdelegation shall become effective where the AIFM demonstrates its consent to it in writing. | 1. Περαιτέρω ανάθεση ισχύει εάν ο ΔΟΕΕ μπορεί να αποδείξει ότι έχει συναινέσει σε αυτήν γραπτώς. |
A general consent given in advance by the AIFM shall not be deemed consent in accordance with point (a) of Article 20(4) of Directive 2011/61/EU. | Γενική συναίνεση χορηγούμενη εκ των προτέρων από τον ΔΟΕΕ δεν θεωρείται συναίνεση βάσει του στοιχείου α) του άρθρου 20 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
2. Pursuant to point (b) of Article 20(4) of Directive 2011/61/EU, the notification shall contain details of the delegate, the name of the competent authority where the sub-delegate is authorised or registered, the delegated functions, the AIFs affected by the sub-delegation, a copy of the written consent by the AIFM and the intended effective date of the sub-delegation. | 2. Βάσει του στοιχείου β) του άρθρου 20 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η κοινοποίηση θα πρέπει να περιλαμβάνει λεπτομέρειες σχετικά με τον ανάδοχο, την ονομασία της αρμόδιας αρχής από την οποία δίδεται άδεια ή αναγνώριση για την περαιτέρω ανάθεση, τις ανατιθέμενες λειτουργίες, τους ΟΕΕ που επηρεάζονται από την περαιτέρω ανάθεση, αντίγραφο της γραπτής συναίνεσης του ΔΟΕΕ και τη σκοπούμενη ημερομηνία ισχύος της περαιτέρω ανάθεσης. |
Article 82 | Άρθρο 82 |
Letter-box entity and AIFM no longer considered to be managing an AIF | Οντότητα-γραμματοθυρίδα και ΔΟΕΕ που δεν θεωρείται πλέον διαχειριστής ενός ΟΕΕ |
1. An AIFM shall be deemed a letter-box entity and shall no longer be considered to be the manager of the AIF at least in any of the following situations: | 1. Ένας ΔΟΕΕ θεωρείται οντότητα-γραμματοθυρίδα και δεν θεωρείται πλέον διαχειριστής του ΟΕΕ τουλάχιστον σε οποιαδήποτε από τις εξής περιπτώσεις: |
(a) | the AIFM no longer retains the necessary expertise and resources to supervise the delegated tasks effectively and manage the risks associated with the delegation; | α) | όταν ο ΔΟΕΕ δεν διατηρεί πλέον την εμπειρογνωμοσύνη και τους πόρους που απαιτούνται για την αποτελεσματική εποπτεία των ανατιθέμενων αρμοδιοτήτων και τη διαχείριση των κινδύνων που συνδέονται με την ανάθεση· |
(b) | the AIFM no longer has the power to take decisions in key areas which fall under the responsibility of the senior management or no longer has the power to perform senior management functions in particular in relation to the implementation of the general investment policy and investment strategies; | β) | ο ΔΟΕΕ δεν έχει πλέον την εξουσία λήψης αποφάσεων σε βασικούς τομείς που εμπίπτουν στην ευθύνη των ανώτερων διοικητικών στελεχών, καθώς και την εξουσία να εκτελεί τις λειτουργίες των ανώτερων διοικητικών στελεχών, ιδίως σχετικά με την υλοποίηση της γενικής επενδυτικής πολιτικής και των επενδυτικών στρατηγικών· |
(c) | the AIFM loses its contractual rights to inquire, inspect, have access or give instructions to its delegates or the exercise of such rights becomes impossible in practice; | γ) | ο ΔΟΕΕ έχει απολέσει τα συμβατικά του δικαιώματα βάσει των οποίων υποβάλλει σε διερεύνηση, επιθεωρεί, έχει πρόσβαση ή δίνει εντολές στους αναδόχους του, ή η άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων καθίσταται αδύνατη στην πράξη· |
(d) | the AIFM delegates the performance of investment management functions to an extent that exceeds by a substantial margin the investment management functions performed by the AIFM itself. When assessing the extent of delegation, competent authorities shall assess the entire delegation structure taking into account not only the assets managed under delegation but also the following qualitative criteria: | (i) | the types of assets the AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF is invested in, and the importance of the assets managed under delegation for the risk and return profile of the AIF; | (ii) | the importance of the assets under delegation for the achievement of the investment goals of the AIF; | (iii) | the geographical and sectoral spread of the AIF’s investments; | (iv) | the risk profile of the AIF; | (v) | the type of investment strategies pursued by the AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF; | (vi) | the types of tasks delegated in relation to those retained; and | (vii) | the configuration of delegates and their sub-delegates, their geographical sphere of operation and their corporate structure, including whether the delegation is conferred on an entity belonging to the same corporate group as the AIFM. | δ) | ο ΔΟΕΕ αναθέτει την εκτέλεση λειτουργιών διαχείρισης επενδύσεων σε βαθμό που υπερβαίνει σημαντικά τις λειτουργίες διαχείρισης επενδύσεων που εκτελεί ο ίδιος ο ΔΟΕΕ. Κατά την αξιολόγηση του βαθμού ανάθεσης, οι αρμόδιες αρχές αξιολογούν την όλη δομή της ανάθεσης, λαμβάνοντας υπόψη όχι μόνο τα περιουσιακά στοιχεία των οποίων η διαχείριση έχει ανατεθεί, αλλά και τα εξής ποιοτικά κριτήρια: | i) | τα είδη των περιουσιακών στοιχείων στα οποία έχει επενδυθεί ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ, καθώς και τη σημασία των περιουσιακών στοιχείων των οποίων η διαχείριση έχει ανατεθεί για το προφίλ κινδύνων και αποδόσεων του ΟΕΕ· | ii) | τη σημασία των υπό ανάθεση περιουσιακών στοιχείων για την επίτευξη των επενδυτικών στόχων του ΟΕΕ· | iii) | τη γεωγραφική και τομεακή κατανομή των επενδύσεων του ΟΕΕ· | iv) | το προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ· | v) | το είδος των επενδυτικών στρατηγικών που εφαρμόζει ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ· | vi) | τα είδη των αρμοδιοτήτων που έχουν ανατεθεί σε σύγκριση με εκείνες που έχουν διατηρηθεί· και | vii) | τη διαμόρφωση των αναδόχων και των υπεργολαβικά αναδόχων τους, το γεωγραφικό πεδίο λειτουργίας τους και την εταιρική δομή τους, συμπεριλαμβανομένων και των περιπτώσεων στις οποίες έχει γίνει ανάθεση σε οντότητα που ανήκει στον ίδιο εταιρικό όμιλο όπως ο ΔΟΕΕ. |
2. The Commission shall monitor, in the light of market developments, the application of this Article. The Commission shall review the situation after two years and shall, if necessary, take appropriate measures to further specify the conditions under which the AIFM shall be deemed to have delegated its functions to the extent that it becomes a letter box entity and can no longer be considered to be manager of the AIF. | 2. Η Επιτροπή παρακολουθεί, υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην αγορά, την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή επανεξετάζει την κατάσταση μετά την πάροδο διετίας και, αν είναι αναγκαίο, λαμβάνει ενδεδειγμένα μέτρα προκειμένου να διευκρινίσει περαιτέρω υπό ποιες προϋποθέσεις θα θεωρείται ότι ο ΔΟΕΕ έχει αναθέσει τις λειτουργίες του σε βαθμό ώστε να μετατρέπεται σε οντότητα-γραμματοθυρίδα και να μην μπορεί πλέον να θεωρείται διαχειριστής του ΟΕΕ. |
3. ESMA may issue guidelines to ensure a consistent assessment of delegation structures across the Union. | 3. Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές ώστε να διασφαλιστεί συνεπής τρόπος αξιολόγησης των δομών ανάθεσης σε ολόκληρη την Ένωση. |
CHAPTER IV | ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV |
DEPOSITARY | ΘΕΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑΣ |
SECTION 1 | ΤΜΗΜΑ 1 |
Particulars of the written contract | Στοιχεία της γραπτής σύμβασης |
(Article 21(2) of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 21 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Article 83 | Άρθρο 83 |
Contractual particulars | Στοιχεία της σύμβασης |
1. A contract by which the depositary is appointed in accordance with Article 21(2) of Directive 2011/61/EU shall be drawn up between the depositary on the one hand and the AIFM and, as the case may be, or the AIF on the other hand and shall include at least the following elements: | 1. Συνάπτεται σύμβαση για τον ορισμό του θεματοφύλακα βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ μεταξύ αφενός του θεματοφύλακα και αφετέρου του ΔΟΕΕ και, κατά περίπτωση, ή του ΟΕΕ, η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής στοιχεία: |
(a) | a description of the services to be provided by the depositary and the procedures to be adopted for each type of asset in which the AIF may invest and which shall then be entrusted to the depositary; | α) | περιγραφή των υπηρεσιών που θα παρέχει ο θεματοφύλακας και των διαδικασιών που θα εφαρμοστούν για κάθε είδος περιουσιακών στοιχείων στο οποίο μπορεί να επενδύσει ο ΟΕΕ και τα οποία θα ανατεθούν στη συνέχεια στον θεματοφύλακα· |
(b) | a description of the way in which the safe-keeping and oversight function is to be performed depending on the types of assets and the geographical regions in which the AIF plans to invest. With respect to the custody duties this description shall include country lists and procedures for adding and, as the case may be, or withdrawing countries from that list. This shall be consistent with the information provided in the AIF rules, instruments of incorporation and offering documents regarding the assets in which the AIF may invest; | β) | περιγραφή του τρόπου με τον οποίο θα εκτελείται η λειτουργία φύλαξης και εποπτείας ανάλογα με τα είδη των περιουσιακών στοιχείων και των γεωγραφικών περιοχών στις οποίες σχεδιάζει να επενδύσει ο ΟΕΕ. Αναφορικά με τα καθήκοντα θεματοφυλακής, η εν λόγω περιγραφή θα πρέπει να περιλαμβάνει καταλόγους χωρών, καθώς και διαδικασίες για την προσθήκη και, κατά περίπτωση, διαγραφή χωρών από τον εν λόγω κατάλογο. Αυτό θα πρέπει να συνάδει με τις πληροφορίες που παρέχονται στον κανονισμό, στα καταστατικά έγγραφα και στα έγγραφα προσφοράς του ΟΕΕ σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία στα οποία μπορεί να επενδύσει ο ΟΕΕ· |
(c) | a statement that the depositary’s liability shall not be affected by any delegation of its custody functions unless it has discharged itself of its liability in accordance with Article 21(13) or (14) of Directive 2011/61/EU; | γ) | δήλωση που πιστοποιεί ότι η ευθύνη του θεματοφύλακα δεν επηρεάζεται από την ανάθεση των λειτουργιών θεματοφυλακής του, εκτός εάν αυτός έχει αποποιηθεί της εν λόγω ευθύνης βάσει του άρθρου 21 παράγραφοι 13 και 14 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ· |
(d) | the period of validity and the conditions for amendment and termination of the contract including the situations which could lead to the termination of the contract and details regarding the termination procedure and, if applicable, the procedures by which the depositary should send all relevant information to its successor; | δ) | τη διάρκεια ισχύος και τους όρους τροποποίησης και λύσης της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην καταγγελία της σύμβασης και λεπτομερειών σχετικά με τη διαδικασία καταγγελίας και, κατά περίπτωση, τις διαδικασίες με τις οποίες ο θεματοφύλακας θα πρέπει να αποστέλλει όλες τις σχετικές πληροφορίες στον διάδοχό του· |
(e) | the confidentiality obligations applicable to the parties in accordance with relevant laws and regulations. These obligations shall not impair the ability of competent authorities to have access to the relevant documents and information; | ε) | τις υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας που ισχύουν για τα συμβαλλόμενα μέρη βάσει των σχετικών νόμων και κανονισμών. Οι υποχρεώσεις αυτές δεν θα πρέπει να αποβαίνουν επιζήμιες για τις αρμόδιες αρχές κατά την απόκτηση πρόσβασης σε σχετικά έγγραφα και πληροφορίες· |
(f) | the means and procedures by which the depositary transmits to the AIFM or the AIF all relevant information that it needs to perform its duties including the exercise of any rights attached to assets, and in order to allow the AIFM and the AIF to have a timely and accurate overview of the accounts of the AIF; | στ) | τα μέσα και τις διαδικασίες με τις οποίες ο θεματοφύλακας διαβιβάζει στον ΔΟΕΕ ή στον ΟΕΕ όλες τις σχετικές πληροφορίες που χρειάζεται για την εκτέλεση των καθηκόντων του, συμπεριλαμβανομένης της άσκησης των δικαιωμάτων που συνδέονται με περιουσιακά στοιχεία, και προκειμένου να είναι σε θέση ο ΔΟΕΕ και ο ΟΕΕ να έχουν έγκαιρη και ακριβή εικόνα των λογαριασμών του ΟΕΕ· |
(g) | the means and procedures by which the AIFM or the AIF transmits all relevant information or ensures the depositary has access to all the information it needs to fulfil its duties, including the procedures ensuring that the depositary will receive information from other parties appointed by the AIF or the AIFM; | ζ) | τα μέσα και τις διαδικασίες με τις οποίες ο θεματοφύλακας διαβιβάζει στον ΔΟΕΕ ή στον ΟΕΕ όλες τις σχετικές πληροφορίες ή διασφαλίζει την πρόσβαση του θεματοφύλακα σε όλες τις πληροφορίες που χρειάζεται για την εκτέλεση των καθηκόντων του, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών που διασφαλίζουν την από μέρους του θεματοφύλακα λήψη πληροφοριών από άλλα μέρη ορισθέντα από τον ΟΕΕ ή τον ΔΟΕΕ· |
(h) | information on whether or not the depositary, or a third party to whom safe-keeping functions are delegated in accordance with Article 21(11) of Directive 2011/61/EU may re-use the assets it has been entrusted with and, if any, the conditions attached to any such re-use; | η) | πληροφορίες για το κατά πόσον ο θεματοφύλακας, ή τρίτος στον οποίον έχουν ανατεθεί λειτουργίες φύλαξης βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, μπορεί, ή δεν μπορεί, να επαναχρησιμοποιήσει τα περιουσιακά στοιχεία που του έχουν ανατεθεί και, κατά περίπτωση, τους όρους που ισχύουν για οποιαδήποτε τέτοια επαναχρησιμοποίηση· |
(i) | the procedures to be followed when an amendment to the AIF rules, instruments of incorporation or offering documents is being considered, detailing the situations in which the depositary is to be informed, or where the prior agreement of the depositary is needed to proceed with the amendment; | θ) | τις διαδικασίες που ακολουθούνται όταν εξετάζεται η περίπτωση τροποποίησης του κανονισμού, των καταστατικών εγγράφων ή των εγγράφων προσφοράς του ΟΕΕ, και λεπτομερής περιγραφή των περιπτώσεων στις οποίες θα πρέπει να ενημερώνεται ο θεματοφύλακας ή στις οποίες απαιτείται η προηγούμενη συμφωνία του θεματοφύλακα για την πραγματοποίηση της τροποποίησης· |
(j) | all necessary information that needs to be exchanged between the AIF, the AIFM, a third party acting on behalf of the AIF or the AIFM, on the one hand, and the depositary, on the other hand, related to the sale, subscription, redemption, issue, cancellation and re-purchase of units or shares of the AIF; | ι) | όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που πρέπει να ανταλλάσσονται μεταξύ αφενός του ΟΕΕ, του ΔΟΕΕ, τρίτου που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ ή του ΔΟΕΕ και αφετέρου του θεματοφύλακα σε σχέση με την πώληση, εγγραφή, εξόφληση, έκδοση, ακύρωση και επαναγορά μετοχών ή μεριδίων του ΟΕΕ· |
(k) | all necessary information that needs to be exchanged between the AIF, the AIFM, a third party acting on behalf of the AIF or the AIFM and the depositary related to the performance of the depositary’s oversight and control function; | ια) | όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που πρέπει να ανταλλάσσονται μεταξύ αφενός του ΟΕΕ, του ΔΟΕΕ, τρίτου που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ ή του ΔΟΕΕ και αφετέρου του θεματοφύλακα σε σχέση με την άσκηση της εποπτικής και ελεγκτικής λειτουργίας του θεματοφύλακα· |
(l) | where the parties to the contract envisage appointing third parties to carry out parts of their respective duties, a commitment to provide, on a regular basis, details of any third party appointed and, upon request, information on the criteria used to select the third party and the steps envisaged to monitor the activities carried out by the selected third party; | ιβ) | όταν τα συμβαλλόμενα μέρη προβλέπεται να ορίζουν τρίτους για την εκτέλεση ορισμένων από τα αντίστοιχα καθήκοντά τους, δέσμευση παροχής, σε τακτική βάση, λεπτομερειών για κάθε τρίτο που ορίζεται και, κατόπιν αιτήματος, πληροφοριών σχετικά με τα κριτήρια επιλογής του τρίτου και τις ενέργειες που προβλέπονται για την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων που ασκεί ο επιλεχθείς τρίτος· |
(m) | information on the tasks and responsibilities of the parties to the contract in respect of obligations relating to the prevention of money laundering and the financing of terrorism; | ιγ) | πληροφορίες σχετικά με τις αρμοδιότητες και τις ευθύνες των συμβαλλόμενων μερών όσον αφορά τις υποχρεώσεις που σχετίζονται με την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας· |
(n) | information on all cash accounts opened in the name of the AIF or in the name of the AIFM acting on behalf of the AIF and the procedures ensuring that the depositary will be informed when any new account is opened in the name of the AIF or in the name of the AIFM acting on behalf of the AIF; | ιδ) | πληροφορίες για όλους τους λογαριασμούς μετρητών που ανοίγονται στο όνομα του ΟΕΕ ή στο όνομα του ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ και τις διαδικασίες που διασφαλίζουν την πληροφόρηση του θεματοφύλακα όταν ανοίγεται οποιοσδήποτε νέος λογαριασμός στο όνομα του ΟΕΕ ή στο όνομα του ΔΟΕΕ για λογαριασμό του ΟΕΕ· |
(o) | details regarding the depositary’s escalation procedures, including the identification of the persons to be contacted within the AIF and, as the case may be, or the AIFM by the depositary when it launches such a procedure; | ιε) | λεπτομέρειες σχετικά με τις διαδικασίες κλιμάκωσης του θεματοφύλακα, συμπεριλαμβανομένης της ταυτοποίησης των προσώπων εντός του ΟΕΕ και, ανάλογα με την περίπτωση, ή του ΔΟΕΕ με τα οποία επικοινωνεί ο θεματοφύλακας όταν ενεργοποιεί μια τέτοια διαδικασία· |
(p) | a commitment by the depositary to notify the AIFM when it becomes aware that the segregation of assets is not, or is no longer sufficient to ensure protection from insolvency of a third party, to whom safe-keeping functions are delegated in accordance with Article 21(11) of Directive 2011/61/EU in a specific jurisdiction; | ιστ) | δέσμευση από μέρους του θεματοφύλακα ότι θα ειδοποιεί τον ΔΟΕΕ όταν μαθαίνει ότι ο διαχωρισμός περιουσιακών στοιχείων δεν επαρκεί, ή δεν επαρκεί πλέον, για τη διασφάλιση της προστασίας έναντι αφερεγγυότητας τρίτου στον οποίον έχουν ανατεθεί λειτουργίες φύλαξης βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ σε συγκεκριμένο τομέα δικαιοδοσίας· |
(q) | the procedures ensuring that the depositary, in respect of its duties, has the ability to enquire into the conduct of the AIFM and, as the case may be, or the AIF and to assess the quality of information transmitted including by way of having access to the books of the AIF and, as the case may be, or AIFM or by way of on-site visits; | ιζ) | τις διαδικασίες που διασφαλίζουν ότι ο θεματοφύλακας έχει, σε σχέση με τα καθήκοντά του, τη δυνατότητα να διερευνήσει τις εργασίες του ΔΟΕΕ και, κατά περίπτωση, ή του ΟΕΕ και να αξιολογήσει την ποιότητα των διαβιβαζόμενων πληροφοριών, μεταξύ άλλων και μέσω πρόσβασης στα βιβλία του ΟΕΕ και, κατά περίπτωση, ή του ΔΟΕΕ ή μέσω επιτόπιων επισκέψεων· |
(r) | the procedures ensuring that the AIFM and, as the case may be, or the AIF can review the performance of the depositary in respect of the depositary’s contractual obligations. | ιη) | τις διαδικασίες που διασφαλίζουν ότι ο ΔΟΕΕ και, κατά περίπτωση, ή ο ΟΕΕ μπορεί να επανεξετάζει τις επιδόσεις του θεματοφύλακα αναφορικά με τις συμβατικές υποχρεώσεις του τελευταίου. |
2. The details of the means and procedures set out in points (a) to (r) shall be described in the contract appointing the depositary or any subsequent amendment to the contract. | 2. Οι λεπτομέρειες σχετικά με τα μέσα και τις διαδικασίες που ορίζονται στα στοιχεία α) έως ιη) θα πρέπει να περιγράφονται στη σύμβαση ορισμού του θεματοφύλακα ή σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη τροποποίησή της. |
3. The contract appointing the depositary or the subsequent amendment to the contract referred to in paragraph 2 shall be done in writing. | 3. Η σύμβαση ορισμού του θεματοφύλακα ή οποιαδήποτε μεταγενέστερη τροποποίησή της που αναφέρεται στην παράγραφο 2 συνάπτεται γραπτώς. |
4. The parties may agree to transmit all or part of the information that flows between them electronically provided that proper recording of such information is ensured. | 4. Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν να διαβιβάζουν μέρος ή το σύνολο των πληροφοριών που ανταλλάσσουν μεταξύ τους ηλεκτρονικά, υπό την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται η ενδεδειγμένη καταγραφή των εν λόγω πληροφοριών. |
5. Unless otherwise provided by national law, there shall be no obligation to enter into a specific written agreement for each AIF; it shall be possible for the AIFM and the depositary to enter into a framework agreement listing the AIFs managed by that AIFM to which the agreement applies. | 5. Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από το εθνικό δίκαιο, δεν είναι υποχρεωτική η σύναψη ειδικής γραπτής συμφωνίας για κάθε ΟΕΕ. Ο ΔΟΕΕ και ο θεματοφύλακας δύνανται να συνάψουν μια συμφωνία-πλαίσιο που να απαριθμεί τους ΟΕΕ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ, για τους οποίους θα ισχύει η συμφωνία. |
6. The national law applicable to the contract appointing the depositary and any subsequent agreement shall be specified. | 6. Θα πρέπει να ορίζεται το εθνικό δίκαιο που ισχύει για τη σύμβαση ορισμού του θεματοφύλακα και για οποιαδήποτε μεταγενέστερη τροποποίησή της. |
SECTION 2 | ΤΜΗΜΑ 2 |
General criteria for assessing the prudential regulation and supervision applicable to depositaries in third countries | Γενικά κριτήρια για την εκτίμηση της προληπτικής ρύθμισης και εποπτείας που ισχύει για θεματοφύλακες τρίτων χωρών |
(Article 21(6)(b) of Directive 2011/61/EU) | [άρθρο 21 παράγραφος 6 στοιχείο β) της οδηγίας 2011/61/ΕΕ] |
Article 84 | Άρθρο 84 |
Criteria for assessing prudential regulation and supervision applicable to a depositary in a third country | Κριτήρια για την αξιολόγηση της προληπτικής ρύθμισης και εποπτείας που ισχύει για θεματοφύλακα τρίτης χώρας |
For the purposes of point (b) of Article 21(6) of Directive 2011/61/EU, the effectiveness of prudential regulation and supervision applicable to a depositary in a third country whether it has the same effect as that provided for under Union law and its effective enforcement shall be assessed against the following criteria: | Για τους σκοπούς του στοιχείου β) του άρθρου 21 παράγραφος 6 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η αποτελεσματικότητα της προληπτικής ρύθμισης και εποπτείας που ισχύει για έναν θεματοφύλακα τρίτης χώρας, το κατά πόσον έχει το ίδιο αποτέλεσμα με εκείνη που προβλέπεται βάσει του ενωσιακού δικαίου, καθώς και η αποτελεσματική επιβολή της αξιολογούνται με βάση τα ακόλουθα κριτήρια: |
(a) | the depositary is subject to authorisation and ongoing supervision by a public competent authority with adequate resources to fulfil its tasks; | α) | ο θεματοφύλακας υπόκειται σε αδειοδότηση και διαρκή εποπτεία από δημόσια αρμόδια αρχή που διαθέτει επαρκείς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων της· |
(b) | the law of the third country lay down criteria for authorisation as a depositary that have the same effect as those laid down for access to the business of credit institutions or investment firms within the Union; | β) | το δίκαιο της τρίτης χώρας ορίζει κριτήρια για την αδειοδότησή του ως θεματοφύλακα τα οποία έχουν το ίδιο αποτέλεσμα με εκείνα που ορίζονται για την εκτέλεση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων πιστωτικών ιδρυμάτων ή εταιρειών επενδύσεων στο εσωτερικό της Ένωσης· |
(c) | the capital requirements imposed on the depositary in the third country have the same effect as those applicable in the Union depending on whether the depositary is of the same nature as an Union credit institution or investment firm; | γ) | οι κεφαλαιακές απαιτήσεις που ισχύουν για τον θεματοφύλακα τρίτης χώρας έχουν το ίδιο αποτέλεσμα με εκείνες που ισχύουν στο εσωτερικό της Ένωσης ανάλογα με το κατά πόσον ο θεματοφύλακας είναι της ίδιας φύσης με πιστωτικό ίδρυμα ή εταιρεία επενδύσεων που λειτουργεί στο εσωτερικό της Ένωσης· |
(d) | the operating conditions applicable to a depositary in the third country have the same effect as those laid down for credit institutions or investment firms within the Union depending on the nature of the depositary; | δ) | οι όροι λειτουργίας που ισχύουν για τον θεματοφύλακα τρίτης χώρας έχουν το ίδιο αποτέλεσμα με εκείνους που ορίζονται για τα πιστωτικά ιδρύματα ή τις εταιρείες επενδύσεων στο εσωτερικό της Ένωσης ανάλογα με τη φύση του θεματοφύλακα· |
(e) | the requirements regarding the performance of the specific duties as AIF depositary established in the law of the third country have the same effect as those provided for in Article 21(7) to (15) of Directive 2011/61/EU and its implementing measures and the relevant national law; | ε) | οι απαιτήσεις που ορίζει το δίκαιο της τρίτης χώρας σχετικά με την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων του θεματοφύλακα ενός ΟΕΕ έχουν το ίδιο αποτέλεσμα με εκείνες που προβλέπονται στο άρθρο 21 παράγραφοι 7 έως 15 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και στα εκτελεστικά της μέτρα, καθώς και στο σχετικό εθνικό δίκαιο· |
(f) | the law of the third country provides for the application of sufficiently dissuasive enforcement actions in the event of breach by the depositary of the requirements and conditions referred to points (a) to (e). | στ) | το δίκαιο της τρίτης χώρας προβλέπει τη λήψη επαρκώς αποτρεπτικών μέτρων επιβολής σε περίπτωση παραβίασης των απαιτήσεων και όρων που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ε) από μέρους του θεματοφύλακα. |
SECTION 3 | ΤΜΗΜΑ 3 |
Depositary functions, due diligence duties and segregation obligation | Λειτουργίες θεματοφύλακα, καθήκοντα δέουσας επιμέλειας και υποχρέωση διαχωρισμού |
(Articles 21(7)-(9) and 21(11)(c) and (d)(iii) of Directive 2011/61/EU) | [άρθρο 21 παράγραφοι 7-9 και άρθρο 21 παράγραφος 11 στοιχείο γ) και στοιχείο δ) σημείο iii) της οδηγίας 2011/61/ΕΕ] |
Article 85 | Άρθρο 85 |
Cash monitoring — general requirements | Παρακολούθηση ταμειακών ροών — γενικές απαιτήσεις |
1. Where a cash account is maintained or opened at an entity referred to in Article 21(7) of Directive 2011/61/EU in the name of the AIF, in the name of the AIFM acting on behalf of the AIF or in the name of the depositary acting on behalf of the AIF, an AIFM shall ensure that the depositary is provided, upon commencement of its duties and on an ongoing basis, with all relevant information it needs to comply with its obligations. | 1. Όταν διατηρείται ή ανοίγεται λογαριασμός μετρητών σε οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 21 παράγραφος 7 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ στο όνομα του ΟΕΕ, στο όνομα του ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ ή στο όνομα του θεματοφύλακα που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ, ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι παρέχονται στον θεματοφύλακα, κατά την ανάληψη των καθηκόντων του και σε διαρκή βάση, όλες οι συναφείς πληροφορίες που χρειάζεται προκειμένου να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του. |
2. In order to have access to all information regarding the AIF’s cash accounts and have a clear overview of all the AIF’s cash flows, a depositary shall at least: | 2. Προκειμένου να έχει πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες που σχετίζονται με τους λογαριασμούς μετρητών του ΟΕΕ και να έχει πλήρη εικόνα όλων των ταμειακών ροών του ΟΕΕ, ο θεματοφύλακας διασφαλίζει τουλάχιστον τα εξής: |
(a) | be informed, upon its appointment, of all existing cash accounts opened in the name of the AIF, or in the name of the AIFM acting on behalf of the AIF; | α) | ενημερώνεται, κατά τον ορισμό του, για όλους τους υφιστάμενους λογαριασμούς μετρητών που έχουν ανοιχτεί στο όνομα του ΟΕΕ ή στο όνομα του ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ· |
(b) | be informed at the opening of any new cash account by the AIF or by the AIFM acting on behalf of the AIF; | β) | ενημερώνεται όταν ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ ανοίγει οποιονδήποτε νέο λογαριασμό μετρητών· |
(c) | be provided with all information related to the cash accounts opened at a third party entity, directly by those third parties. | γ) | λαμβάνει όλες τις πληροφορίες που σχετίζονται με τους λογαριασμούς μετρητών τους οποίους ανοίγει τρίτη οντότητα, απευθείας από την εν λόγω τρίτη οντότητα. |
Article 86 | Άρθρο 86 |
Monitoring of the AIF’s cash flows | Παρακολούθηση των ταμειακών ροών του ΟΕΕ |
A depositary shall ensure effective and proper monitoring of the AIF’s cash flows and in particular it shall at least: | Ο θεματοφύλακας διασφαλίζει την αποτελεσματική και ενδεδειγμένη παρακολούθηση των ταμειακών ροών του ΟΕΕ και διασφαλίζει συγκεκριμένα τουλάχιστον τα εξής: |
(a) | ensure that all cash of the AIF is booked in accounts opened with entities referred to in points (a), (b) and (c) of Article 18(1) of Directive 2006/73/EC in the relevant markets where cash accounts are required for the purposes of the AIF’s operations and which are subject to prudential regulation and supervision that has the same effect as Union law, is effectively enforced and is in accordance with the principles laid down in Article 16 of Directive 2006/73/EC; | α) | διασφαλίζει ότι όλες οι ταμειακές ροές του ΟΕΕ καταλογίζονται σε λογαριασμούς τους οποίους ανοίγουν οντότητες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) του άρθρου 18 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/73/ΕΚ στις σχετικές αγορές όπου απαιτούνται λογαριασμοί μετρητών για τους σκοπούς των λειτουργιών του ΟΕΕ και οι οποίες υπόκεινται σε προληπτική ρύθμιση και εποπτεία η οποία έχει το ίδιο αποτέλεσμα με το ενωσιακό δίκαιο, προβλέπεται δε αποτελεσματική επιβολή και τήρηση των αρχών που ορίζονται στο άρθρο 16 της οδηγίας 2006/73/ΕΚ· |
(b) | implement effective and proper procedures to reconcile all cash flow movements and perform such reconciliations on a daily basis or, in case of infrequent cash movements, when such cash flow movements occur; | β) | υλοποιεί αποτελεσματικές και ενδεδειγμένες διαδικασίες ελέγχου όλων των κινήσεων ταμειακών ροών και εκτελεί τέτοιους ελέγχους σε καθημερινή βάση ή, σε περίπτωση που οι κινήσεις ταμειακών ροών δεν είναι συχνές, όταν αυτές συμβαίνουν· |
(c) | implement appropriate procedures to identify at the close of business day significant cash flows and in particular those which could be inconsistent with the AIF’s operations; | γ) | υλοποιεί ενδεδειγμένες διαδικασίες εντοπισμού, κατά το πέρας της εργάσιμης ημέρας, σημαντικών ταμειακών ροών, ιδίως δε εκείνων που ενδέχεται να μη συνάδουν με τις λειτουργίες του ΟΕΕ· |
(d) | review periodically the adequacy of those procedures including through a full review of the reconciliation process at least once a year and ensuring that the cash accounts opened in the name of the AIF, in the name of the AIFM acting on behalf of the AIF or in the name of the depositary acting on behalf of the AIF are included in the reconciliation process; | δ) | επανεξετάζει περιοδικά την επάρκεια των εν λόγω διαδικασιών, μεταξύ άλλων και μέσω πλήρους επανεξέτασης της διαδικασίας ελέγχου τουλάχιστον μία φορά το έτος και διασφαλίζοντας ότι οι λογαριασμοί μετρητών ανοίγονται στο όνομα του ΟΕΕ, στο όνομα του ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ ή στο όνομα του θεματοφύλακα που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ και ότι συμπεριλαμβάνονται στη διαδικασία ελέγχου· |
(e) | monitor on an ongoing basis the outcomes of the reconciliations and actions taken as a result of any discrepancies identified by the reconciliation procedures and notify the AIFM if an irregularity has not been rectified without undue delay and also the competent authorities if the situation cannot be clarified and, as the case may be, or corrected; | ε) | παρακολουθεί σε διαρκή βάση τα αποτελέσματα των ελέγχων και τα μέτρα που λαμβάνονται εξαιτίας οποιωνδήποτε αναντιστοιχιών που εντοπίζονται κατά τις διαδικασίες ελέγχου και ειδοποιεί χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση τον ΔΟΕΕ σε περίπτωση μη διόρθωσης οποιασδήποτε παρατυπίας, καθώς και τις αρμόδιες αρχές σε περίπτωση που η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να αποσαφηνιστεί και, ανάλογα με την περίπτωση, ή να διορθωθεί· |
(f) | check the consistency of its own records of cash positions with those of the AIFM. The AIFM shall ensure that all instructions and information related to a cash account opened with a third party are sent to the depositary, so that the depositary is able to perform its own reconciliation procedure. | στ) | ελέγχει κατά πόσον συνάδουν τα δικά του αρχεία ταμειακών θέσεων με εκείνα του ΔΟΕΕ. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι όλες οι εντολές και πληροφορίες που σχετίζονται με λογαριασμό μετρητών ο οποίος έχει ανοιχτεί σε τρίτον διαβιβάζονται στον θεματοφύλακα, ώστε να είναι ο τελευταίος σε θέση να εκτελεί τη δική του διαδικασία ελέγχου. |
Article 87 | Άρθρο 87 |
Duties regarding subscriptions | Καθήκοντα σχετικά με τις εγγραφές |
An AIFM shall ensure that the depositary is provided with information about payments made by or on behalf of investors upon the subscription of units or shares of an AIF at the close of each business day when the AIFM, the AIF or a party acting on behalf of it, such as a transfer agent receives such payments or an order from the investor. The AIFM shall ensure that the depositary receives all other relevant information it needs to make sure that the payments are then booked in cash accounts opened in the name of the AIF or in the name of the AIFM acting on behalf of the AIF or in the name of the depositary in accordance with the provisions of Article 21(7) of Directive 2011/61/EU. | Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι παρέχονται στον θεματοφύλακα πληροφορίες σχετικά με πληρωμές που γίνονται από επενδυτές, ή εκ μέρους επενδυτών, κατά την εγγραφή μετοχών ή μεριδίων ενός ΟΕΕ κατά το πέρας κάθε εργάσιμης ημέρας όταν ο ΔΟΕΕ, ο ΟΕΕ ή τρίτος που ενεργεί εκ μέρους του, για παράδειγμα ο φορέας μεταβίβασης, εισπράττει τέτοιες πληρωμές ή λαμβάνει εντολή από τον επενδυτή. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι ο θεματοφύλακας λαμβάνει όλες τις συναφείς πληροφορίες που χρειάζεται προκειμένου να διασφαλίζει ότι οι πληρωμές καταλογίζονται στη συνέχεια σε λογαριασμούς μετρητών που ανοίγονται στο όνομα του ΟΕΕ ή στο όνομα του ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ ή στο όνομα του θεματοφύλακα βάσει των διατάξεων του άρθρου 21 παράγραφος 7 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
Article 88 | Άρθρο 88 |
Financial instruments to be held in custody | Χρηματοοικονομικά μέσα που τίθενται σε θεματοφυλακή |
1. Financial instruments belonging to the AIF or to the AIFM acting on behalf of the AIF which are not able to be physically delivered to the depositary shall be included in the scope of the custody duties of the depositary where all of the following requirements are met: | 1. Χρηματοοικονομικά μέσα που ανήκουν στον ΟΕΕ ή στον ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ και τα οποία δεν μπορούν να παραδοθούν ενσωμάτως στον θεματοφύλακα θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής των καθηκόντων θεματοφυλακής του θεματοφύλακα όταν πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις: |
(a) | they are transferable securities including those which embed derivatives as referred to in the last subparagraph of Article 51(3) of Directive 2009/65/EC and Article 10 of Commission Directive 2007/16/EC (11), money market instruments or units of collective investment undertakings; | α) | είναι κινητές αξίες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ενσωματώνουν παράγωγα, όπως αναφέρεται στο τελευταίο εδάφιο του άρθρου 51 παράγραφος 3 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ και στο άρθρο 10 της οδηγίας 2007/16/ΕΚ της Επιτροπής (11), μέσα χρηματαγοράς ή μερίδια οργανισμών συλλογικών επενδύσεων· |
(b) | they are capable of being registered or held in an account directly or indirectly in the name of the depositary. | β) | μπορούν να καταχωριστούν ή να τηρηθούν σε λογαριασμό άμεσα ή έμμεσα στο όνομα του θεματοφύλακα. |
2. Financial instruments which, in accordance with applicable national law, are only directly registered in the name of the AIF with the issuer itself or its agent, such as a registrar or a transfer agent, shall not be held in custody. | 2. Χρηματοοικονομικά μέσα τα οποία, σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, είναι μόνο άμεσα καταχωρισμένα στον ίδιο τον εκδότη ή στον εντολοδόχο του, λόγου χάρη έναν υπεύθυνο μητρώου μετοχών ή φορέα μεταβίβασης, στο όνομα του ΟΕΕ, δεν θα πρέπει να τελούν υπό θεματοφυλακή. |
3. Financial instruments belonging to the AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF which are able to be physically delivered to the depositary shall always be included in the scope of the custody duties of the depositary. | 3. Χρηματοοικονομικά μέσα που ανήκουν στον ΟΕΕ ή στον ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ και τα οποία δεν μπορούν να παραδοθούν ενσωμάτως στον θεματοφύλακα θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται πάντοτε στο πεδίο εφαρμογής των καθηκόντων θεματοφυλακής του θεματοφύλακα. |
Article 89 | Άρθρο 89 |
Safekeeping duties with regard to assets held in custody | Καθήκοντα φύλαξης αναφορικά με περιουσιακά στοιχεία που τίθενται σε θεματοφυλακή |
1. In order to comply with the obligations laid down in point (a) of Article 21(8) of Directive 2011/61/EU with respect to financial instruments to be held in custody, a depositary shall ensure at least that: | 1. Για τη διασφάλιση εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που ορίζονται στο στοιχείο α) του άρθρου 21 παράγραφος 8 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ αναφορικά με τα χρηματοοικονομικά μέσα που τίθενται σε θεματοφυλακή, ο θεματοφύλακας διασφαλίζει τουλάχιστον τα εξής: |
(a) | the financial instruments are properly registered in accordance with Article 21(8)(a)(ii) of Directive 2011/61/EU; | α) | τα χρηματοοικονομικά μέσα καταχωρίζονται με ενδεδειγμένο τρόπο βάσει του στοιχείου α) σημείο ii) του άρθρου 21 παράγραφος 8 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ· |
(b) | records and segregated accounts are maintained in a way that ensures their accuracy, and in particular record the correspondence with the financial instruments and cash held for AIFs; | β) | τα αρχεία και οι διαχωρισμένοι λογαριασμοί τηρούνται κατά τρόπο που διασφαλίζει την ακρίβειά τους και κυρίως την αντιστοιχία των αρχείων με τα χρηματοοικονομικά μέσα και τα μετρητά που κατέχονται για λογαριασμό των ΟΕΕ· |
(c) | reconciliations are conducted on a regular basis between the depositary’s internal accounts and records and those of any third party to whom custody functions are delegated in accordance with Article 21(11) of Directive 2011/61/EU; | γ) | διενεργούνται τακτικοί έλεγχοι που συγκρίνουν τους εσωτερικούς λογαριασμούς και τα εσωτερικά αρχεία του θεματοφύλακα με εκείνα οποιουδήποτε τρίτου στον οποίον έχουν ανατεθεί λειτουργίες θεματοφύλακα βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ· |
(d) | due care is exercised in relation to the financial instruments held in custody in order to ensure a high standard of investor protection; | δ) | ασκείται δέουσα επιμέλεια αναφορικά με τα χρηματοοικονομικά μέσα που τίθενται σε θεματοφυλακή προκειμένου να διασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας των επενδυτών· |
(e) | all relevant custody risks throughout the custody chain are assessed and monitored and the AIFM is informed of any material risk identified; | ε) | όλοι οι σχετικοί κίνδυνοι θεματοφυλακής σε όλο το εύρος της αλυσίδας της θεματοφυλακής αξιολογούνται και παρακολουθούνται, και ενημερώνεται ο ΔΟΕΕ για οποιονδήποτε σημαντικό κίνδυνο που εντοπίζεται· |
(f) | adequate organisational arrangements are introduced to minimise the risk of loss or diminution of the financial instruments, or of rights in connection with those financial instruments as a result of fraud, poor administration, inadequate registering or negligence; | στ) | καθορίζονται επαρκείς οργανωτικές ρυθμίσεις για την ελαχιστοποίηση του κινδύνου απώλειας ή απομείωσης των χρηματοοικονομικών μέσων ή των δικαιωμάτων που συνδέονται με τα εν λόγω χρηματοοικονομικά μέσα εξαιτίας απάτης, κακής διαχείρισης, πλημμελούς καταχώρισης ή αμέλειας· |
(g) | the AIF’s ownership right or the ownership right of the AIFM acting on behalf of the AIF over the assets is verified. | ζ) | επαληθεύεται το δικαίωμα κυριότητας του ΟΕΕ ή το δικαίωμα κυριότητας του ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ επί των περιουσιακών στοιχείων. |
2. Where a depositary has delegated its custody functions to a third party in accordance with Article 21(11) of Directive 2011/61/EU, it shall remain subject to the requirements of points (b) to (e) of paragraph 1 of this Article. It shall also ensure that the third party complies with the requirements of points (b) to (g) of paragraph 1 of this Article and the segregation obligations laid down in Article 99. | 2. Όταν ο θεματοφύλακας έχει αναθέσει σε τρίτον τα καθήκοντα του θεματοφύλακα για τα οποία είναι υπεύθυνος, βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, εξακολουθεί να υπόκειται στις απαιτήσεις των στοιχείων β) έως ε) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Διασφαλίζει επίσης ότι ο εν λόγω τρίτος συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις των στοιχείων β) έως ζ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και με τις περί διαχωρισμού υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 99. |
3. A depositary’s safe-keeping duties as referred to in paragraphs 1 and 2 shall apply on a look-through basis to underlying assets held by financial and, as the case may be, or legal structures controlled directly or indirectly by the AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF. | 3. Τα καθήκοντα φύλαξης του θεματοφύλακα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 ισχύουν κατ’ επέκταση για τα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία των χρηματοοικονομικών και, κατά περίπτωση, ή νομικών δομών που ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από τον ΟΕΕ ή από τον ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ. |
The requirement referred to in the first subparagraph shall not apply to fund of funds structures or master-feeder structures where the underlying funds have a depositary which keeps in custody the assets of these funds. | Η απαίτηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο δεν ισχύει για οργανισμούς που επενδύουν σε άλλους οργανισμούς (fund of funds) ή δομές κύριου-τροφοδοτικού (master-feeder structures), υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει θεματοφύλακας που τηρεί υπό θεματοφυλακή τα περιουσιακά στοιχεία των οργανισμών αυτών. |
Article 90 | Άρθρο 90 |
Safekeeping duties regarding ownership verification and record keeping | Καθήκοντα φύλαξης αναφορικά με την επαλήθευση της κυριότητας και την τήρηση αρχείων |
1. An AIFM shall provide the depositary, upon commencement of its duties and on an ongoing basis, with all relevant information the depositary needs in order to comply with its obligations pursuant to point (b) of Article 21(8) of Directive 2011/61/EU, and ensure that the depositary is provided with all relevant information by third parties. | 1. Ο ΔΟΕΕ παρέχει στον θεματοφύλακα, κατά την ανάληψη των καθηκόντων του και σε διαρκή βάση, όλες τις συναφείς πληροφορίες που χρειάζεται προκειμένου να είναι σε θέση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει του στοιχείου β) του άρθρου 21 παράγραφος 8 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και διασφαλίζει ότι ο θεματοφύλακας λαβαίνει όλες τις συναφείς πληροφορίες από τρίτους. |
2. In order to comply with the obligations referred to in point (b) of Article 21(8) of Directive 2011/61/EU, a depositary shall at least: | 2. Προκειμένου να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει του στοιχείου β) του άρθρου 21 παράγραφος 8 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ο θεματοφύλακας διασφαλίζει τουλάχιστον τα εξής: |
(a) | have access without undue delay to all relevant information it needs in order to perform its ownership verification and record-keeping duties, including relevant information to be provided to the depositary by third parties; | α) | έχει πρόσβαση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση σε όλες τις συναφείς πληροφορίες που χρειάζεται για να εκτελεί τα καθήκοντά του αναφορικά με την επαλήθευση της κυριότητας και την τήρηση αρχείων, συμπεριλαμβανομένων συναφών πληροφοριών που παρέχονται στον θεματοφύλακα από τρίτους· |
(b) | possess sufficient and reliable information for it to be satisfied of the AIF’s ownership right or of the ownership right of the AIFM acting on behalf of the AIF over the assets; | β) | κατέχει επαρκείς και αξιόπιστες πληροφορίες που τον πείθουν για το δικαίωμα κυριότητας του ΟΕΕ ή για το δικαίωμα κυριότητας του ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ επί των περιουσιακών στοιχείων· |
(c) | maintain a record of those assets for which it is satisfied that the AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF holds the ownership. In order to comply with this obligation, the depositary shall: | (i) | register in its record, in the name of the AIF, assets, including their respective notional amounts, for which it is satisfied that the AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF holds the ownership; | (ii) | be able to provide at any time a comprehensive and up-to-date inventory of the AIF’s assets, including their respective notional amounts. | γ) | τηρεί αρχείο εκείνων των περιουσιακών στοιχείων για τα οποία έχει πειστεί ότι ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ κατέχει την κυριότητα. Προκειμένου να συμμορφώνεται με την υποχρέωση αυτή, ο θεματοφύλακας: | i) | καταχωρίζει στο αρχείο του το όνομα του ΟΕΕ, τα περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των αντίστοιχων ονομαστικών ποσών τους, για τα οποία έχει πειστεί ότι ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ κατέχει την κυριότητα· | ii) | είναι σε θέση να παράσχει οποιαδήποτε στιγμή ολοκληρωμένο και επικαιροποιημένο κατάλογο των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των αντίστοιχων ονομαστικών ποσών τους. |
For the purpose of point (c)(ii) of paragraph 2, the depositary shall ensure that there are procedures in place so that registered assets cannot be assigned, transferred, exchanged or delivered without the depositary or its delegate having been informed of such transactions and the depositary shall have access without undue delay to documentary evidence of each transaction and position from the relevant third party. The AIFM shall ensure that the relevant third party provides the depositary without undue delay with certificates or other documentary evidence every time there is a sale or acquisition of assets or a corporate action resulting in the issue of financial instruments and at least once a year. | Για τους σκοπούς του στοιχείου γ) σημείο ii) της παραγράφου 2, ο θεματοφύλακας φροντίζει να εφαρμόζονται διαδικασίες που διασφαλίζουν ότι δεν θα είναι δυνατή η εκχώρηση, μεταβίβαση, ανταλλαγή ή παράδοση των καταχωρισμένων περιουσιακών στοιχείων χωρίς να ενημερωθεί για τις εν λόγω συναλλαγές ο θεματοφύλακας ή ο ανάδοχός του και ότι ο θεματοφύλακας θα έχει πρόσβαση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση σε αποδεικτικά έγγραφα για κάθε συναλλαγή και θέση προερχόμενα από τον οικείο τρίτο. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι ο οικείος τρίτος παρέχει στον θεματοφύλακα χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση πιστοποιητικά ή αποδεικτικά έγγραφα κάθε φορά που μια πώληση ή απόκτηση περιουσιακών στοιχείων ή εταιρική πράξη οδηγεί στην έκδοση χρηματοοικονομικών μέσων, τουλάχιστον δε μία φορά το έτος. |
3. In any event, a depositary shall ensure that the AIFM has and implements appropriate procedures to verify that the assets acquired by the AIF it manages are appropriately registered in the name of the AIF or in the name of the AIFM acting on behalf of the AIF, and to check the consistency between the positions in the AIFMs records and the assets for which the depositary is satisfied that the AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF holds the ownership. The AIFM shall ensure that all instructions and relevant information related to the AIF’s assets are sent to the depositary, so that the depositary is able to perform its own verification or reconciliation procedure. | 3. Σε κάθε περίπτωση, ο θεματοφύλακας φροντίζει ώστε ο ΔΟΕΕ να θεσπίζει και να υλοποιεί ενδεδειγμένες διαδικασίες που επιβεβαιώνουν ότι τα περιουσιακά στοιχεία που έχει αποκτήσει ο ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται είναι δεόντως καταχωρισμένα στο όνομα του ΟΕΕ ή στο όνομα του ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ και επαληθεύουν τη συνέπεια μεταξύ των θέσεων στα αρχεία των ΔΟΕΕ και των περιουσιακών στοιχείων για τα οποία ο θεματοφύλακας έχει πειστεί ότι ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ κατέχει την κυριότητα. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι όλες οι εντολές και συναφείς πληροφορίες που σχετίζονται με τα περιουσιακά στοιχεία του ΟΕΕ διαβιβάζονται στον θεματοφύλακα, ώστε να είναι ο τελευταίος σε θέση να εκτελεί τη δική του διαδικασία επαλήθευσης και ελέγχου. |
4. A depositary shall set up and implement an escalation procedure for situations where an anomaly is detected including notification of the AIFM and of the competent authorities if the situation cannot be clarified and, as the case may be, or corrected. | 4. Ο θεματοφύλακας θεσπίζει και υλοποιεί διαδικασία κλιμάκωσης όταν εντοπίζονται παρατυπίες, η οποία συμπεριλαμβάνει την ειδοποίηση του ΔΟΕΕ και των αρμόδιων αρχών σε περίπτωση που η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να αποσαφηνιστεί και, ανάλογα με την περίπτωση, ή να διορθωθεί. |
5. A depositary’s safe-keeping duties referred to in paragraphs 1 to 4 shall apply on a look-through basis to underlying assets held by financial and, as the case may be, or legal structures established by the AIF or by the AIFM acting on behalf of the AIF for the purposes of investing in the underlying assets and which are controlled directly or indirectly by the AIF or by the AIFM acting on behalf of the AIF. | 5. Τα καθήκοντα φύλαξης του θεματοφύλακα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 4 ισχύουν κατ’ επέκταση για τα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία των χρηματοοικονομικών και, ανάλογα με την περίπτωση, ή νομικών δομών που διαμορφώνει ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ προκειμένου να επενδύσει στα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία και τα οποία ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από τον ΟΕΕ ή από τον ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ. |
The requirement referred to in the first subparagraph shall not apply to fund of funds structures and master-feeder structures where the underlying funds have a depositary which provides ownership verification and record-keeping functions for this fund’s assets. | Η απαίτηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο δεν ισχύει για οργανισμούς που επενδύουν σε άλλους οργανισμούς (fund of funds) ή δομές κύριου-τροφοδοτικού (master-feeder structures), όταν οι υποκείμενοι οργανισμοί διαθέτουν θεματοφύλακα ο οποίος παρέχει λειτουργίες επαλήθευσης κυριότητας και τήρησης αρχείων για τα περιουσιακά στοιχεία του οργανισμού αυτού. |
Article 91 | Άρθρο 91 |
Reporting obligations for prime brokers | Υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων για βασικούς μεσίτες |
1. Where a prime broker has been appointed, the AIFM shall ensure that from the date of that appointment an agreement is in place pursuant to which the prime broker is required to make available to the depositary in particular a statement in a durable medium which contains the following information: | 1. Όταν έχει οριστεί βασικός μεσίτης, ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι, υφίσταται συμφωνία από την ημερομηνία ορισμού βάσει της οποίας ο βασικός μεσίτης απαιτείται να θέτει στη διάθεση του θεματοφύλακα συγκεκριμένα μια δήλωση σε σταθερό μέσο η οποία να περιέχει τις εξής πληροφορίες: |
(a) | the values of the items listed in paragraph 3 at the close of each business day; | α) | τις αξίες των μέσων που απαριθμούνται στην παράγραφο 3 κατά το πέρας κάθε εργάσιμης ημέρας· |
(b) | details of any other matters necessary to ensure that the depositary of the AIF has up-to-date and accurate information about the value of assets the safekeeping of which has been delegated in accordance with Article 21(11) of Directive 2011/61/EU. | β) | λεπτομέρειες για οποιαδήποτε άλλα ζητήματα που απαιτούνται προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο θεματοφύλακας του ΟΕΕ διαθέτει επικαιροποιημένες και ακριβείς πληροφορίες για την αξία των περιουσιακών στοιχείων των οποίων η φύλαξη έχει ανατεθεί βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
2. The statement referred to in paragraph 1 shall be made available to the depositary of the AIF no later than the close of the next business day to which it relates. | 2. Η δήλωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 θα πρέπει να τίθεται στη διάθεση του θεματοφύλακα του ΟΕΕ το αργότερο κατά το πέρας της επόμενης εργάσιμης ημέρας την οποία αφορά. |
3. The items referred to in point (a) of paragraph 1 shall include: | 3. Τα μέσα που αναφέρονται στο στοιχείο α) της παραγράφου 1 θα πρέπει να περιλαμβάνουν: |
(a) | the total value of assets held by the prime broker for the AIF, where safe-keeping functions are delegated in accordance with Article 21(11) of Directive 2011/61/EU. The value of each of the following: | (i) | cash loans made to the AIF and accrued interest; | (ii) | securities to be redelivered by the AIF under open short positions entered into on behalf of the AIF; | (iii) | current settlement amounts to be paid by the AIF under any futures contracts; | (iv) | short sale cash proceeds held by the prime broker in respect of short positions entered into on behalf of the AIF; | (v) | cash margins held by the prime broker in respect of open futures contracts entered into on behalf of the AIF. This obligation is in addition to the obligations under Articles 87 and 88; | (vi) | mark-to-market close-out exposures of any OTC transaction entered into on behalf of the AIF; | (vii) | total secured obligations of the AIF against the prime broker; and | (viii) | all other assets relating to the AIF; | α) | τη συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων που κατέχει ο βασικός μεσίτης του ΟΕΕ, όταν οι λειτουργίες φύλαξης έχουν ανατεθεί βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ την αξία του καθενός από τα εξής: | i) | δανείων σε μετρητά που έχουν χορηγηθεί στον ΟΕΕ και των δεδουλευμένων τόκων· | ii) | αξιών που επαναπαραδίδονται από τον ΟΕΕ υπό ανοιχτές αρνητικές θέσεις που συνάπτονται για λογαριασμό του ΟΕΕ· | iii) | τρεχόντων ποσών διακανονισμού που θα καταβληθούν από τον ΟΕΕ βάσει οποιωνδήποτε συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης· | iv) | εσόδων σε μετρητά από ανοιχτές πωλήσεις τα οποία κατέχει ο βασικός μεσίτης αναφορικά με αρνητικές θέσεις που συνάπτονται για λογαριασμό του ΟΕΕ· | v) | ταμειακών περιθωρίων τα οποία κατέχει ο βασικός μεσίτης αναφορικά με ανοιχτά συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης που συνάπτονται για λογαριασμό του ΟΕΕ. Η υποχρέωση αυτή είναι πρόσθετη προς τις υποχρεώσεις των άρθρων 87 και 88· | vi) | τρεχόντων εκθέσεων σε περίπτωση εκκαθάρισης οποιασδήποτε εξωχρηματιστηριακής συναλλαγής που διενεργείται για λογαριασμό του ΟΕΕ· | vii) | των συνολικών ασφαλισμένων υποχρεώσεων του ΟΕΕ έναντι του βασικού μεσίτη· και | viii) | όλων των υπόλοιπων περιουσιακών στοιχείων που σχετίζονται με τον ΟΕΕ· |
(b) | the value of other assets referred to in point (b) of Article 21(8) of Directive 2011/61/EU held as collateral by the prime broker in respect of secured transactions entered into under a prime brokerage agreement; | β) | την αξία των υπόλοιπων περιουσιακών στοιχείων που αναφέρονται στο στοιχείο β) του άρθρου 21 παράγραφος 8 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και τα οποία κατέχει ο βασικός μεσίτης ως ασφάλεια αναφορικά με ασφαλισμένες συναλλαγές που συνάπτονται βάσει συμφωνίας βασικής μεσιτείας· |
(c) | the value of the assets where the prime broker has exercised a right of use in respect of the AIF’s assets; | γ) | την αξία των περιουσιακών στοιχείων όταν ο βασικός μεσίτης έχει ασκήσει δικαίωμα χρήσης αναφορικά με τα περιουσιακά στοιχεία του ΟΕΕ· |
(d) | a list of all the institutions at which the prime broker holds or may hold cash of the AIF in an account opened in the name of the AIF or in the name of the AIFM acting on behalf of the AIF in accordance with Article 21(7) of Directive 2011/61/EU. | δ) | κατάλογο όλων των ιδρυμάτων στα οποία ο βασικός μεσίτης διατηρεί, ή μπορεί να διατηρεί, μετρητά του ΟΕΕ σε λογαριασμό που έχει ανοιχτεί στο όνομα του ΟΕΕ ή στο όνομα του ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 7 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
Article 92 | Άρθρο 92 |
Oversight duties — general requirements | Εποπτικά καθήκοντα – γενικές απαιτήσεις |
1. At the time of its appointment, the depositary shall assess the risks associated with the nature, scale and complexity of the AIF’s strategy and the AIFM’s organisation in order to devise oversight procedures which are appropriate to the AIF and the assets in which it invests and which are then implemented and applied. Such procedures shall be regularly updated. | 1. Κατά τον χρόνο ορισμού του, ο θεματοφύλακας αξιολογεί τους κινδύνους που συνδέονται με τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα της στρατηγικής του ΟΕΕ και της οργάνωσης του ΔΟΕΕ προκειμένου να καταρτίσει εποπτικές διαδικασίες κατάλληλες για τον ΟΕΕ και τα περιουσιακά στοιχεία στα οποία επενδύει αυτός, οι οποίες θα πρέπει στη συνέχεια να υλοποιούνται και να εφαρμόζονται. Οι διαδικασίες αυτές θα πρέπει να επικαιροποιούνται τακτικά. |
2. In performing its oversight duties under Article 21(9) of Directive 2011/61/EU, a depositary shall perform ex-post controls and verifications of processes and procedures that are under the responsibility of the AIFM, the AIF or an appointed third party. The depositary shall in all circumstances ensure that an appropriate verification and reconciliation procedure exists which is implemented and applied and frequently reviewed. The AIFM shall ensure that all instructions related to the AIF’s assets and operations are sent to the depositary, so that the depositary is able to perform its own verification or reconciliation procedure. | 2. Κατά την άσκηση των εποπτικών του καθηκόντων βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 9 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ο θεματοφύλακας εκτελεί εκ των υστέρων ελέγχους και επαληθεύσεις επί των διεργασιών και διαδικασιών που υπόκεινται στην ευθύνη του ΔΟΕΕ, του ΟΕΕ και ορισθέντος τρίτου. Ο θεματοφύλακας διασφαλίζει σε κάθε περίπτωση την ύπαρξη ενδεδειγμένης διαδικασίας επαλήθευσης και ελέγχου η οποία υλοποιείται και εφαρμόζεται, και επανεξετάζεται συχνά. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι όλες οι εντολές που σχετίζονται με τα περιουσιακά στοιχεία και τις λειτουργίες του ΟΕΕ διαβιβάζονται στον θεματοφύλακα, ώστε να είναι ο τελευταίος σε θέση να εκτελεί τη δική του διαδικασία επαλήθευσης και ελέγχου. |
3. A depositary shall establish a clear and comprehensive escalation procedure to deal with situations where potential irregularities are detected in the course of its oversight duties, the details of which shall be made available to the competent authorities of the AIFM upon request. | 3. Ο θεματοφύλακας θεσπίζει σαφή και ολοκληρωμένη διαδικασία κλιμάκωσης για την αντιμετώπιση περιπτώσεων στις οποίες εντοπίζονται πιθανές παρατυπίες κατά την εκτέλεση των εποπτικών του καθηκόντων, οι λεπτομέρειες της οποίας τίθενται στη διάθεση των αρχών που είναι αρμόδιες για τον ΔΟΕΕ κατόπιν αιτήματος |
4. An AIFM shall provide the depositary, upon commencement of its duties and on an ongoing basis, with all relevant information it needs in order to comply with its obligations pursuant to Article 21(9) of Directive 2011/61/EU including information to be provided to the depositary by third parties. The AIFM shall particularly ensure that the depositary is able to have access to the books and perform on-site visits on premises of the AIFM and of those of any service provider appointed by the AIF or the AIFM, such as administrators or external valuers and, as the case may be, or to review reports and statements of recognised external certifications by qualified independent auditors or other experts in order to ensure the adequacy and relevance of the procedures in place. | 4. Ο ΔΟΕΕ παρέχει στον θεματοφύλακα, κατά την ανάληψη των καθηκόντων του και σε διαρκή βάση, όλες τις συναφείς πληροφορίες που χρειάζεται προκειμένου να είναι σε θέση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 9 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών που παρέχονται στον θεματοφύλακα από τρίτους. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ιδίως ότι ο θεματοφύλακας είναι σε θέση να έχει πρόσβαση στα βιβλία και να κάνει επιτόπιες επισκέψεις στις εγκαταστάσεις του ΔΟΕΕ, καθώς και οποιουδήποτε παρόχου υπηρεσιών που ορίζεται από τον ΟΕΕ ή τον ΔΟΕΕ, για παράδειγμα διαχειριστών ή εξωτερικών εκτιμητών, και, κατά περίπτωση, ή να επανεξετάζει εκθέσεις και δηλώσεις αναγνωρισμένων εξωτερικών πιστοποιήσεων από εξωτερικούς ελεγκτές ή άλλους εμπειρογνώμονες που έχουν τα κατάλληλα προσόντα, προκειμένου να διασφαλίζει την επάρκεια και τη συνάφεια των εφαρμοζόμενων διαδικασιών. |
Article 93 | Άρθρο 93 |
Duties regarding subscription and redemptions | Καθήκοντα αναφορικά με εγγραφές και εξοφλήσεις |
In order to comply with point (a) of Article 21(9) of Directive 2011/61/EU the depositary shall meet the following requirements: | Προκειμένου να συμμορφώνεται με το στοιχείο α) του άρθρου 21 παράγραφος 9 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ο θεματοφύλακας οφείλει να πληροί τις εξής απαιτήσεις: |
(1) | The depositary shall ensure that the AIF, the AIFM or the designated entity has established, implements and applies an appropriate and consistent procedure to: | (i) | reconcile the subscription orders with the subscription proceeds, and the number of units or shares issued with the subscription proceeds received by the AIF; | (ii) | reconcile the redemption orders with the redemptions paid, and the number of units or shares cancelled with the redemptions paid by the AIF; | (iii) | verify on a regular basis that the reconciliation procedure is appropriate. | For the purpose of points (i), (ii) and (iii), the depositary shall in particular regularly check the consistency between the total number of units or shares in the AIF’s accounts and the total number of outstanding shares or units that appear in the AIF’s register. | 1) | Ο θεματοφύλακας διασφαλίζει ότι ο ΟΕΕ, ο ΔΟΕΕ ή η καθορισμένη οντότητα έχει θεσπίσει, υλοποιεί και εφαρμόζει ενδεδειγμένη και συνεκτική διαδικασία: | i) | για τον έλεγχο των εντολών εγγραφής σε σύγκριση με τα έσοδα εγγραφής και του αριθμού των μετοχών ή μεριδίων που εκδίδονται σε σύγκριση με τα έσοδα εγγραφής που εισπράττει ο ΟΕΕ· | ii) | για τον έλεγχο των εντολών εξόφλησης σε σύγκριση με τις καταβαλλόμενες εξοφλήσεις και του αριθμού των μετοχών ή μεριδίων που ακυρώνονται σε σύγκριση με τις εξοφλήσεις που καταβάλλει ο ΟΕΕ· | iii) | προκειμένου να επαληθεύεται σε τακτική βάση ότι η διαδικασία ελέγχου είναι η ενδεδειγμένη. | Για τον σκοπό των σημείων i), ii) και iii), ο θεματοφύλακας ελέγχει τακτικά ιδίως τη συνέπεια μεταξύ του συνολικού αριθμού μετοχών ή μεριδίων στους λογαριασμούς του ΟΕΕ και του συνολικού αριθμού των μετοχών ή μεριδίων σε κυκλοφορία που αναφέρονται στο μητρώο του ΟΕΕ. |
(2) | A depositary shall ensure and regularly check that the procedures regarding the sale, issue, repurchase, redemption and cancellation of shares or units of the AIF comply with the applicable national law and with the AIF rules or instruments of incorporation and verify that these procedures are effectively implemented. | 2) | Ο θεματοφύλακας διασφαλίζει και ελέγχει τακτικά ότι οι διαδικασίες αναφορικά με την πώληση, την έκδοση, την επαναγορά, την εξόφληση και την ακύρωση μετοχών ή μεριδίων του ΟΕΕ συμμορφώνεται με το ισχύον εθνικό δίκαιο, καθώς και με τον κανονισμό ή τα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ και επαληθεύει ότι οι διαδικασίες αυτές υλοποιούνται αποτελεσματικά. |
(3) | The frequency of the depositary’s checks shall be consistent with the frequency of subscriptions and redemptions. | 3) | Η συχνότητα των ελέγχων του θεματοφύλακα συνάδει με τη συχνότητα των εγγραφών και εξοφλήσεων. |
Article 94 | Άρθρο 94 |
Duties regarding the valuation of shares/units | Καθήκοντα αναφορικά με την αποτίμηση μετοχών/μεριδίων |
1. In order to comply with point (b) of Article 21(9) of Directive 2011/61/EU the depositary shall: | 1. Προκειμένου να συμμορφώνεται με το στοιχείο β) του άρθρου 21 παράγραφος 9 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ο θεματοφύλακας: |
(a) | verify on an ongoing basis that appropriate and consistent procedures are established and applied for the valuation of the assets of the AIF in compliance with Article 19 of Directive 2011/61/EU and its implementing measures and with the AIF rules and instruments of incorporation; and | α) | επαληθεύει σε διαρκή βάση ότι έχουν καθιερωθεί και εφαρμόζονται ενδεδειγμένες και συνεκτικές διαδικασίες αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ σε ευθυγράμμιση με το άρθρο 19 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και των εκτελεστικών της μέτρων, καθώς και με τον κανονισμό και τα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ· και |
(b) | ensure that the valuation policies and procedures are effectively implemented and periodically reviewed. | β) | διασφαλίζει την αποτελεσματική υλοποίηση και περιοδική επανεξέταση των πολιτικών και διαδικασιών αποτίμησης. |
2. A depositary’s procedures shall be conducted at a frequency consistent with the frequency of the AIF’s valuation policy as defined in Article 19 of Directive 2011/61/EU and its implementing measures. | 2. Οι διαδικασίες του θεματοφύλακα διενεργούνται σε συχνότητα η οποία συνάδει με τη συχνότητα της πολιτικής αποτίμησης του ΟΕΕ όπως ορίζεται στο άρθρο 19 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και των εκτελεστικών της μέτρων. |
3. Where a depositary considers that the calculation of the value of the shares or units of the AIF has not been performed in compliance with applicable law or the AIF rules or with Article 19 of Directive 2011/61/EU, it shall notify the AIFM and, as the case may be, or the AIF and ensure that timely remedial action is taken in the best interest of the investors in the AIF. | 3. Όταν ο θεματοφύλακας κρίνει ότι ο υπολογισμός της αξίας των μετοχών ή μεριδίων του ΟΕΕ δεν έχει γίνει σύμφωνα με το ισχύον εθνικό δίκαιο ή τον κανονισμό του ΟΕΕ ή το άρθρο 19 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ειδοποιεί τον ΔΟΕΕ και, κατά περίπτωση, ή τον ΟΕΕ και διασφαλίζει τη έγκαιρη λήψη διορθωτικών μέτρων προς το συμφέρον εκείνων που επενδύουν στον ΟΕΕ. |
4. Where an external valuer has been appointed, a depositary shall check that the external valuer’s appointment is in accordance with Article 19 of Directive 2011/61/EU and its implementing measures. | 4. Όταν έχει οριστεί εξωτερικός εκτιμητής, ο θεματοφύλακας ελέγχει εάν ο ορισμός του εξωτερικού εκτιμητή έχει γίνει σύμφωνα με το άρθρο 19 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και των εκτελεστικών της μέτρων. |
Article 95 | Άρθρο 95 |
Duties regarding the carrying out of the AIFM’s instructions | Καθήκοντα αναφορικά με την εκτέλεση των εντολών του ΔΟΕΕ |
In order to comply with point (c) of Article 21(9) of Directive 2011/61/EU the depositary shall at least: | Προκειμένου να συμμορφώνεται με το στοιχείο γ) του άρθρου 21 παράγραφος 9 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ο θεματοφύλακας συμμορφώνεται τουλάχιστον με τα εξής: |
(a) | set up and implement appropriate procedures to verify that the AIF and AIFM comply with applicable laws and regulations and with the AIF’s rules and instruments of incorporation. In particular, the depositary shall monitor the AIF’s compliance with investment restrictions and leverage limits set in the AIF’s offering documents. Those procedures shall be proportionate to the nature, scale and complexity of the AIF; | α) | θεσπίζει και υλοποιεί ενδεδειγμένες διαδικασίες προκειμένου να επαληθεύει ότι ο ΟΕΕ και ο ΔΟΕΕ συμμορφώνεται με τους ισχύοντες νόμους και κανόνες και με τον κανονισμό και τα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ. Συγκεκριμένα, ο θεματοφύλακας παρακολουθεί την από μέρους του ΟΕΕ συμμόρφωση με τους επενδυτικούς περιορισμούς και τα όρια μόχλευσης που ορίζονται στα έγγραφα προσφοράς του ΟΕΕ. Οι διαδικασίες αυτές θα πρέπει να είναι αναλογικές με τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα του ΟΕΕ· |
(b) | set up and implement an escalation procedure where the AIF has breached one of the limits or restrictions referred to in point (a). | β) | θεσπίζει και υλοποιεί διαδικασία κλιμάκωσης όταν ο ΟΕΕ έχει παραβιάσει ένα από τα όρια ή έναν από τους περιορισμούς που αναφέρονται στο στοιχείο α). |
Article 96 | Άρθρο 96 |
Duties regarding the timely settlement of transactions | Καθήκοντα αναφορικά με τον έγκαιρο διακανονισμό συναλλαγών |
1. In order to comply with point (d) of Article 21(9)(of Directive 2011/61/EU the depositary shall set up a procedure to detect any situation where a consideration related to the operations involving the assets of the AIF or of the AIFM acting on behalf of the AIF is not remitted to the AIF within the usual time limits, notify the AIFM and, where the situation has not been remedied, request the restitution of the financial instruments from the counterparty where possible. | 1. Προκειμένου να συμμορφώνεται με το στοιχείο δ) του άρθρου 21 παράγραφος 9 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ο θεματοφύλακας θεσπίζει διαδικασία εντοπισμού οποιασδήποτε περίπτωσης στην οποία το αντίτιμο σχετιζόμενο με τις εργασίες οι οποίες περιλαμβάνουν τα περιουσιακά στοιχεία του ΟΕΕ ή του ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ δεν έχει καταβληθεί στον ΟΕΕ μέσα στις συνήθεις προθεσμίες, ειδοποιεί τον ΔΟΕΕ και, σε περίπτωση μη επανόρθωσης, ζητά την επιστροφή των χρηματοοικονομικών μέσων από τον αντισυμβαλλόμενο όταν αυτό είναι δυνατόν. |
2. Where transactions do not take place on a regulated market, the usual time limits shall be assessed with regard to the conditions attached to the transactions (OTC derivative contracts or investments in real estate assets or in privately held companies). | 2. Στην περίπτωση συναλλαγών που δεν διενεργούνται σε ρυθμιζόμενη αγορά, οι συνήθεις προθεσμίες αξιολογούνται ανάλογα με τις συνθήκες που αφορούν τις συναλλαγές (συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων ή επενδύσεις σε ακίνητα ή σε εταιρείες του ιδιωτικού τομέα). |
Article 97 | Άρθρο 97 |
Duties related to the AIF’s income distribution | Καθήκοντα σχετικά με την κατανομή του εισοδήματος του ΟΕΕ |
1. In order to comply with point (e) of Article 21(9)(of Directive 2011/61/EU the depositary shall: | 1. Προκειμένου να συμμορφώνεται με το στοιχείο ε) του άρθρου 21 παράγραφος 9 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ο θεματοφύλακας: |
(a) | ensure that the net income calculation, once declared by the AIFM, is applied in accordance with the AIF rules, instruments of incorporation and applicable national law; | α) | διασφαλίζει ότι ο υπολογισμός του καθαρού εισοδήματος, αφού δηλωθεί από τον ΔΟΕΕ, διατίθεται σύμφωνα με τον κανονισμό και τα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ και το ισχύον εθνικό δίκαιο· |
(b) | ensure that appropriate measures are taken where the AIF’s auditors have expressed reserves on the annual financial statements. The AIF or the AIFM acting on behalf of the AIF shall provide the depositary with all information on reserves expressed on the financial statements; and | β) | διασφαλίζει τη λήψη ενδεδειγμένων μέτρων όταν οι ελεγκτές του ΟΕΕ εκφράζουν επιφυλάξεις για τις ετήσιες οικονομικές εκθέσεις. Ο ΟΕΕ και ο ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ παρέχουν στον θεματοφύλακα όλες τις πληροφορίες σχετικά με τις επιφυλάξεις που έχουν εκφραστεί αναφορικά με τις ετήσιες οικονομικές εκθέσεις· και |
(c) | check the completeness and accuracy of dividend payments, once they are declared by the AIFM, and, where relevant, of the carried interest. | γ) | ελέγχει την πληρότητα και την ακρίβεια των καταβολών μερισμάτων, αφού αυτά δηλωθούν από τον ΔΟΕΕ και, κατά περίπτωση, της συμμετοχής επί της δημιουργίας υπεραξίας. |
2. Where a depositary considers that the income calculation has not been performed in compliance with applicable law or with the AIF rules or instruments of incorporation, it shall notify the AIFM and, as the case may be, or the AIF and ensure that timely remedial action has been taken in the best interest of the AIF’s investors. | 2. Όταν ο θεματοφύλακας κρίνει ότι ο υπολογισμός του εισοδήματος δεν έχει γίνει σύμφωνα με το ισχύον εθνικό δίκαιο ή τον κανονισμό ή τα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ, ειδοποιεί τον ΔΟΕΕ και, κατά περίπτωση, ή τον ΟΕΕ και διασφαλίζει τη έγκαιρη λήψη διορθωτικών μέτρων προς το συμφέρον εκείνων των επενδυτών του ΟΕΕ. |
Article 98 | Άρθρο 98 |
Due diligence | Δέουσα επιμέλεια |
1. In order to fulfil the obligations laid down in point (c) of Article 21(11) of Directive 2011/61/EU a depositary shall implement and apply an appropriate documented due diligence procedure for the selection and ongoing monitoring of the delegate. That procedure shall be reviewed regularly, at least once a year, and made available upon request to competent authorities. | 1. Προκειμένου να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στο στοιχείο γ) του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ο θεματοφύλακας υλοποιεί και εφαρμόζει ενδεδειγμένη τεκμηριωμένη διαδικασία δέουσας επιμέλειας για την επιλογή και διαρκή παρακολούθηση του αναδόχου. Η διαδικασία αυτή επανεξετάζεται τακτικά, τουλάχιστον μία φορά το έτος, και τίθεται στη διάθεση των αρμόδιων αρχών κατόπιν αιτήματός τους. |
2. When selecting and appointing a third party, to whom safekeeping functions are delegated in accordance with Article 21(11) of Directive 2011/61/EU, a depositary shall exercise all due skill, care and diligence to ensure that entrusting financial instruments to this third party provides an adequate standard of protection. It shall at least: | 2. Κατά την επιλογή και τον ορισμό του τρίτου στον οποίον θα ανατεθούν οι λειτουργίες φύλαξης βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ο θεματοφύλακας ασκεί τη δέουσα ικανότητα, προσοχή και επιμέλεια προκειμένου να διασφαλίσει ότι η ανάθεση χρηματοοικονομικών μέσων στον εν λόγω τρίτο θα εξασφαλίζει επαρκές επίπεδο προστασίας. Θα πληροί τις εξής προϋποθέσεις: |
(a) | assess the regulatory and legal framework, including country risk, custody risk and the enforceability of the third party’s contracts. That assessment shall in particular enable the depositary to determine the potential implication of an insolvency of the third party for the assets and rights of the AIF. If a depositary becomes aware that the segregation of assets is not sufficient to ensure protection from insolvency because of the law of the country where the third party is located, it shall immediately inform the AIFM; | α) | αξιολογεί το ρυθμιστικό και νομικό πλαίσιο, συμπεριλαμβανομένων του κινδύνου χώρας, του κινδύνου θεματοφυλακής και του κατά πόσον είναι εκτελεστές οι συμβάσεις τρίτων. Συγκεκριμένα, η εν λόγω αξιολόγηση θα πρέπει να δίνει στον θεματοφύλακα τη δυνατότητα να καθορίζει τις επιπλοκές που θα δημιουργούσε ενδεχόμενη αφερεγγυότητα του τρίτου στα περιουσιακά στοιχεία και τα δικαιώματα του ΟΕΕ. Εάν ο θεματοφύλακας μάθει ότι ο διαχωρισμός περιουσιακών στοιχείων δεν επαρκεί για τη διασφάλιση προστασίας έναντι αφερεγγυότητας λόγω του δικαίου της χώρας στην οποία βρίσκεται ο τρίτος, ενημερώνει αμέσως τον ΔΟΕΕ· |
(b) | assess whether the third party’s practice, procedures and internal controls are adequate to ensure that the financial instruments of the AIF or of the AIFM acting on behalf of the AIF are subject to a high standard of care and protection; | β) | αξιολογεί το κατά πόσον η πρακτική, οι διαδικασίες και οι εσωτερικοί έλεγχοι του τρίτου επαρκούν προκειμένου να διασφαλίσουν υψηλό επίπεδο φροντίδας και προστασίας για τα χρηματοοικονομικά μέσα του ΟΕΕ ή του ΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ· |
(c) | assess whether the third party’s financial strength and reputation are consistent with the tasks delegated. That assessment shall be based on information provided by the potential third party as well as other data and information, where available; | γ) | αξιολογεί το κατά πόσον η οικονομική ισχύς και η φήμη του τρίτου συνάδουν με τα καθήκοντα που του ανατίθενται. Η εν λόγω αξιολόγηση θα πρέπει να βασίζεται σε πληροφορίες παρεχόμενες από τον πιθανό τρίτο, καθώς και σε άλλα δεδομένα και πληροφορίες, εάν αυτά είναι διαθέσιμα· |
(d) | ensure that the third party has the operational and technological capabilities to perform the delegated custody tasks with a satisfactory degree of protection and security. | δ) | διασφαλίζουν ότι ο τρίτος έχει τις επιχειρησιακές και τεχνολογικές δυνατότητες που απαιτούνται για την εκτέλεση των ανατιθέμενων καθηκόντων θεματοφύλακα με ικανοποιητικό βαθμό προστασίας και ασφάλειας. |
3. A depositary shall exercise all due skill, care and diligence in the periodic review and ongoing monitoring to ensure that the third party continues to comply with the criteria provided for in paragraph 1 of this Article and the conditions set out in point (d) of Article 21(11) of Directive 2011/61/EU. To this end the depositary shall at least: | 3. Ο θεματοφύλακας ασκεί όλη τη δέουσα ικανότητα, προσοχή και επιμέλεια κατά την περιοδική επανεξέταση και διαρκή παρακολούθηση προκειμένου να διασφαλίζει ότι ο τρίτος εξακολουθεί να πληροί τα κριτήρια που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, καθώς και τους όρους που αναφέρονται στο στοιχείο δ) του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. Για τον σκοπό αυτό, ο θεματοφύλακας πληροί τουλάχιστον τις εξής απαιτήσεις: |
(a) | monitor the third party’s performance and its compliance with the depositary’s standards; | α) | παρακολουθεί τις επιδόσεις του τρίτου και τη συμμόρφωσή του με τα πρότυπα του θεματοφύλακα· |
(b) | ensure that the third party exercises a high standard of care, prudence and diligence in the performance of its custody tasks and in particular that it effectively segregates the financial instruments in line with the requirements of Article 99; | β) | διασφαλίζει ότι ο τρίτος ασκεί υψηλό επίπεδο φροντίδας, σύνεσης και επιμέλειας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων θεματοφυλακής που του έχουν ανατεθεί, ιδίως δε ότι διαχωρίζει αποτελεσματικά τα χρηματοοικονομικά μέσα σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 99· |
(c) | review the custody risks associated with the decision to entrust the assets to the third party and without undue delay notify the AIF or AIFM of any change in those risks. That assessment shall be based on information provided by the third party and other data and information where available. During market turmoil or when a risk has been identified, the frequency and the scope of the review shall be increased. If the depositary becomes aware that the segregation of assets is no longer sufficient to ensure protection from insolvency because of the law of the country where the third party is located, it shall immediately inform the AIFM. | γ) | επανεξετάζει τους κινδύνους θεματοφυλακής που συνδέονται με την απόφαση ανάθεσης των περιουσιακών στοιχείων στον τρίτον και ειδοποιεί χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση τον ΟΕΕ ή τον ΔΟΕΕ για οποιαδήποτε αλλαγή στους κινδύνους αυτούς. Η εν λόγω αξιολόγηση θα πρέπει να βασίζεται σε πληροφορίες παρεχόμενες από τον τρίτον, καθώς και σε άλλα δεδομένα και πληροφορίες, εάν αυτά είναι διαθέσιμα. Όταν επικρατεί αναταραχή στις αγορές ή όταν εντοπιστεί κίνδυνος, η συχνότητα και το πεδίο εφαρμογής της επανεξέτασης θα πρέπει να αυξηθούν. Εάν ο θεματοφύλακας μάθει ότι ο διαχωρισμός περιουσιακών στοιχείων δεν επαρκεί πλέον για τη διασφάλιση προστασίας έναντι αφερεγγυότητας λόγω του δικαίου της χώρας στην οποία βρίσκεται ο τρίτος, ενημερώνει αμέσως τον ΔΟΕΕ. |
4. Where the third party further delegates any of the functions delegated to it, the conditions and criteria set out in paragraphs 1, 2 and 3 shall apply mutatis mutandis. | 4. Όταν ο τρίτος αναθέτει περαιτέρω κάποιες από τις λειτουργίες που του έχουν ανατεθεί, εφαρμόζονται αναλογικά οι όροι και τα κριτήρια των παραγράφων 1, 2 και 3. |
5. A depositary shall monitor compliance with Article 21(4) of Directive 2011/61/EU. | 5. Ο θεματοφύλακας παρακολουθεί τη συμμόρφωση με το άρθρο 21 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
6. A depositary shall devise contingency plans for each market in which it appoints a third party in accordance with Article 21(11) of Directive 2011/61/EU to perform safekeeping duties. Such a contingency plan shall include the identification of an alternative provider, if any. | 6. Ο θεματοφύλακας καταρτίζει σχέδια έκτακτης ανάγκης για κάθε αγορά στην οποία ορίζει τρίτον βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ για την εκτέλεση καθηκόντων φύλαξης. Ένα τέτοιο σχέδιο έκτακτης ανάγκης περιλαμβάνει τον προσδιορισμό εναλλακτικού παρόχου, εάν αυτός υφίσταται. |
7. A depositary shall take measures, including termination of the contract, which are in the best interest of the AIF and its investors where the delegate no longer complies with the requirements. | 7. Ο θεματοφύλακας λαμβάνει μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της καταγγελίας της σύμβασης, προς το συμφέρον του ΟΕΕ και των επενδυτών του όταν ο ανάδοχος δεν συμμορφώνεται πλέον με τις απαιτήσεις. |
Article 99 | Άρθρο 99 |
Segregation obligation | Υποχρέωση διαχωρισμού |
1. Where safekeeping functions have been delegated wholly or partly to a third party, a depositary shall ensure that the third party, to whom safe-keeping functions are delegated pursuant to Article 21(11) of Directive 2011/61/EU, acts in accordance with the segregation obligation laid down in point (iii) of Article 21(11)(d) of Directive 2011/61/EU by verifying that the third party: | 1. Όταν έχουν ανατεθεί σε τρίτον οι λειτουργίες φύλαξης εν όλω ή εν μέρει, ο θεματοφύλακας διασφαλίζει ότι ο τρίτος στον οποίον έχουν ανατεθεί οι λειτουργίες φύλαξης, βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ενεργεί σε ευθυγράμμιση με την υποχρέωση διαχωρισμού που ορίζεται στο στοιχείο δ) σημείο iii) του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, επαληθεύοντας ότι ο τρίτος: |
(a) | keeps such records and accounts as are necessary to enable it at any time and without delay to distinguish assets of the depositary’s AIF clients from its own assets, assets of its other clients, assets held by the depositary for its own account and assets held for clients of the depositary which are not AIFs; | α) | τηρεί τα αρχεία και τους λογαριασμούς που απαιτούνται προκειμένου να είναι σε θέση ανά πάσα στιγμή και χωρίς καθυστέρηση να ξεχωρίσει τα περιουσιακά στοιχεία του ΟΕΕ του θεματοφύλακα από τα δικά του περιουσιακά στοιχεία, καθώς και από τα περιουσιακά στοιχεία άλλων πελατών του, τα περιουσιακά στοιχεία που κατέχει ο θεματοφύλακας για δικό του λογαριασμό και τα περιουσιακά στοιχεία που κατέχουν πελάτες του θεματοφύλακα οι οποίοι δεν είναι ΟΕΕ· |
(b) | maintains records and accounts in a way that ensures their accuracy, and in particular their correspondence to the assets safe-kept for the depositary’s clients; | β) | τηρεί αρχεία και λογαριασμούς κατά τρόπο που διασφαλίζει την ακρίβειά τους, ιδίως δε την αντιστοιχία τους με τα περιουσιακά στοιχεία που φυλάσσονται για λογαριασμό των πελατών του θεματοφύλακα· |
(c) | conducts, on a regular basis, reconciliations between its internal accounts and records and those of the third party to whom it has delegated safe-keeping functions in accordance with the third subparagraph of Article 21(11) of Directive 2011/61/EU; | γ) | διενεργεί σε τακτική βάση ελέγχους που συγκρίνουν τους εσωτερικούς λογαριασμούς και τα εσωτερικά αρχεία του με εκείνα του τρίτου στον οποίον έχουν ανατεθεί λειτουργίες φύλαξης βάσει του τρίτου εδαφίου του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ· |
(d) | introduces adequate organisational arrangements to minimise the risk of loss or diminution of financial instruments or of rights in connection with those financial instruments as a result of misuse of the financial instruments, fraud, poor administration, inadequate record-keeping or negligence; | δ) | θεσπίζει επαρκείς οργανωτικές ρυθμίσεις για να ελαχιστοποιήσει τον κίνδυνο απώλειας ή απομείωσης των χρηματοοικονομικών μέσων ή των δικαιωμάτων που σχετίζονται με τα εν λόγω χρηματοοικονομικά μέσα εξαιτίας κατάχρησης των χρηματοοικονομικών μέσων, απάτης, κακής διαχείρισης, πλημμελούς τήρησης αρχείων ή αμέλειας· |
(e) | Where the third party is an entity referred to in points (a), (b) and (c) of Article 18(1) of Directive 2006/73/EC which is subject to effective prudential regulation and supervision that has the same effect as Union law and is effectively enforced, the depositary shall take the necessary steps to ensure that the AIF’s cash is held in an account or accounts in accordance with Article 21(7) of Directive 2011/61/EU. | ε) | όταν ο τρίτος είναι μια από τις ενότητες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) του άρθρου 18 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/73/ΕΚ η οποία υπόκειται σε αποτελεσματική προληπτική ρύθμιση και εποπτεία που έχει το ίδιο αποτέλεσμα με εκείνο του ενωσιακού δικαίου και επιβάλλεται αποτελεσματικά, ο θεματοφύλακας λαμβάνει τα μέτρα που απαιτούνται προκειμένου να διασφαλίσει ότι τα μετρητά του ΟΕΕ τηρούνται σε λογαριασμό ή λογαριασμούς σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 7 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
2. Where a depositary has delegated its custody functions to a third party in accordance with Article 21(11) of Directive 2011/61/EU, the monitoring of the third party’s compliance with its segregation obligations shall ensure that the financial instruments belonging to its clients are protected from any insolvency of that third party. If, according to the applicable law, including in particular the law relating to property or insolvency, the requirements laid down in paragraph 1 are not sufficient to achieve that objective, the depositary shall assess what additional arrangements are to be made in order to minimise the risk of loss and maintain an adequate standard of protection. | 2. Όταν ο θεματοφύλακας έχει αναθέσει σε τρίτον τις λειτουργίες θεματοφύλακα για τις οποίες είναι υπεύθυνος, βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η παρακολούθηση της από μέρους του τρίτου συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις διαχωρισμού θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα χρηματοοικονομικά μέσα που ανήκουν στους πελάτες του προστατεύονται από οποιαδήποτε αφερεγγυότητα του εν λόγω τρίτου. Εάν, βάσει του ισχύοντος εθνικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένου ιδίως του δικαίου περί ιδιοκτησίας ή αφερεγγυότητας, οι απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 δεν επαρκούν για την επίτευξη του στόχου αυτού, ο θεματοφύλακας αξιολογεί ποιες είναι οι πρόσθετες ρυθμίσεις που θα πρέπει να εφαρμοστούν για να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος απώλειας και να διατηρηθεί επαρκές επίπεδο προστασίας. |
3. Paragraphs 1, and 2 shall apply mutatis mutandis when the third party, to whom safe-keeping functions are delegated in accordance with Article 21(11) of Directive 2011/61/EU, has decided to delegate all or part of its safe-keeping functions to another third party pursuant to the third subparagraph of Article 21(11) of Directive 2011/61/EU. | 3. Οι παράγραφοι 1 και 2 ισχύουν αναλογικά όταν ο τρίτος στον οποίον έχουν ανατεθεί λειτουργίες φύλαξης βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ έχει αποφασίσει να αναθέσει μέρος ή το σύνολο των λειτουργιών φύλαξης σε άλλον τρίτον βάσει του τρίτου εδαφίου του άρθρου 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
SECTION 4 | ΤΜΗΜΑ 4 |
Loss of financial instruments, liability discharge and objective reasons | Απώλεια χρηματοοικονομικών μέσων, απαλλαγή από ευθύνη και αντικειμενικοί λόγοι |
(Article 21(12) and (13) of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 21 παράγραφοι 12 και 13 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Article 100 | Άρθρο 100 |
Loss of a financial instrument held in custody | Απώλεια χρηματοοικονομικού μέσου που τίθεται σε θεματοφυλακή |
1. A loss of a financial instrument held in custody within the meaning of Article 21(12) of Directive 2011/61/EU shall be deemed to have taken place when, in relation to a financial instrument held in custody by the depositary or by a third party to whom the custody of financial instruments held in custody has been delegated, any of the following conditions is met: | 1. Απώλεια χρηματοοικονομικού μέσου που τίθεται σε θεματοφυλακή κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 12 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ θεωρείται ότι έλαβε χώρα, σε σχέση με χρηματοοικονομικό μέσο που τίθεται σε θεματοφυλακή από τον θεματοφύλακα ή τρίτον στον οποίον έχει ανατεθεί η θεματοφυλακή χρηματοοικονομικών μέσων που τίθενται σε θεματοφυλακή, όταν πληρείται οποιοσδήποτε από τους εξής όρους: |
(a) | a stated right of ownership of the AIF is demonstrated not to be valid because it either ceased to exist or never existed; | α) | αποδεικνύεται ότι δεν ισχύει δηλωμένο δικαίωμα κυριότητας του ΟΕΕ διότι είτε έπαψε να υφίσταται είτε δεν υφίστατο ποτέ· |
(b) | the AIF has been definitively deprived of its right of ownership over the financial instrument; | β) | έχει αφαιρεθεί οριστικά το δικαίωμα κυριότητας του ΟΕΕ επί του χρηματοοικονομικού μέσου· |
(c) | the AIF is definitively unable to directly or indirectly dispose of the financial instrument. | γ) | ο ΟΕΕ έχει χάσει οριστικά την ικανότητα να εκποιεί, άμεσα ή έμμεσα, το χρηματοοικονομικό μέσο. |
2. The ascertainment by the AIFM of the loss of a financial instrument shall follow a documented process readily available to the competent authorities. Once a loss is ascertained, it shall be notified immediately to investors in a durable medium. | 2. Η βεβαίωση της απώλειας του χρηματοοικονομικού μέσου από τον ΔΟΕΕ ακολουθεί μια τεκμηριωμένη διαδικασία η οποία είναι άμεσα διαθέσιμη στις αρμόδιες αρχές. Αφού βεβαιωθεί η απώλεια, κοινοποιείται αμέσως στους επενδυτές σε σταθερό μέσο. |
3. A financial instrument held in custody shall not be deemed to be lost within the meaning of Article 21(12) of Directive 2011/61/EU where an AIF is definitively deprived of its right of ownership in respect of a particular instrument, but this instrument is substituted by or converted into another financial instrument or instruments. | 3. Χρηματοοικονομικό μέσο που τίθεται σε θεματοφυλακή δεν θεωρείται απολεσθέν κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 12 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ όταν έχει αφαιρεθεί οριστικά το δικαίωμα κυριότητας ενός ΟΕΕ αναφορικά με συγκεκριμένο μέσο, αλλά το εν λόγω μέσο αντικαθίσταται από, ή μετατρέπεται σε, άλλο χρηματοοικονομικό μέσο ή άλλα χρηματοοικονομικά μέσα. |
4. In the event of insolvency of the third party to whom the custody of financial instruments held in custody has been delegated, the loss of a financial instrument held in custody shall be ascertained by the AIFM as soon as one of the conditions listed in paragraph 1 is met with certainty. | 4. Σε περίπτωση αφερεγγυότητας του τρίτου στον οποίον έχει ανατεθεί η θεματοφυλακή χρηματοοικονομικών μέσων που τίθενται σε θεματοφυλακή, η απώλεια χρηματοοικονομικού μέσου που τίθεται σε θεματοφυλακή βεβαιώνεται από τον ΔΟΕΕ όταν πληρείται με βεβαιότητα ένας από τους όρους που απαριθμούνται στην παράγραφο 1. |
There shall be certainty as to whether any of the conditions set out in paragraph 1 is fulfilled at the latest at the end of the insolvency proceedings. The AIFM and the depositary shall monitor closely the insolvency proceedings to determine whether all or some of the financial instruments entrusted to the third party to whom the custody of financial instruments has been delegated are effectively lost. | Θα πρέπει να έχει διαπιστωθεί με βεβαιότητα το κατά πόσον πληρείται με βεβαιότητα ένας από τους όρους που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 το αργότερο κατά το πέρας των διαδικασιών αφερεγγυότητας. Ο ΔΟΕΕ και ο θεματοφύλακας παρακολουθούν στενά τις διαδικασίες αφερεγγυότητας προκειμένου να καθορίσουν κατά πόσον έχουν απολεσθεί ουσιαστικά όλα ή μερικά από τα χρηματοοικονομικά μέσα που έχουν ανατεθεί στον τρίτον στον οποίον έχει ανατεθεί η θεματοφυλακή χρηματοοικονομικών μέσων. |
5. A loss of a financial instrument held in custody shall be ascertained irrespective of whether the conditions listed in paragraph 1 are the result of fraud, negligence or other intentional or non-intentional behaviour. | 5. Η απώλεια χρηματοοικονομικού μέσου που τίθεται σε θεματοφυλακή θα πρέπει να βεβαιώνεται ανεξάρτητα από το αν οι περιπτώσεις που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 οφείλονται σε απάτη, αμέλεια ή άλλη εκούσια ή ακούσια συμπεριφορά. |
Article 101 | Άρθρο 101 |
Liability discharge under Article 21(12) of Directive 2011/61/EU | Απαλλαγή από ευθύνη βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 12 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ |
1. A depositary’s liability under the second subparagraph of Article 21(12) of Directive 2011/61/EU shall not be triggered provided the depositary can prove that all the following conditions are met: | 1. Η ευθύνη του θεματοφύλακα βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 12 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 2011/61/ΕΕ δεν ενεργοποιείται όταν ο θεματοφύλακας μπορεί να αποδείξει ότι πληρούνται όλοι οι εξής όροι: |
(a) | the event which led to the loss is not the result of any act or omission of the depositary or of a third party to whom the custody of financial instruments held in custody in accordance with point (a) of Article 21(8) of Directive 2011/61/EU has been delegated; | α) | το γεγονός που οδήγησε στην απώλεια δεν οφείλεται σε ενέργεια ή παράλειψη του θεματοφύλακα ή τρίτου στο οποίον έχει ανατεθεί η θεματοφυλακή χρηματοοικονομικών μέσων που τίθενται υπό θεματοφυλακή βάσει του στοιχείου α) του άρθρου 21 παράγραφος 8 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ· |
(b) | the depositary could not have reasonably prevented the occurrence of the event which led to the loss despite adopting all precautions incumbent on a diligent depositary as reflected in common industry practice; | β) | ο θεματοφύλακας δεν θα μπορούσε εύλογα να έχει αποτρέψει την επέλευση του εν λόγω γεγονότος το οποίο οδήγησε στην απώλεια παρά τη λήψη όλων των προφυλάξεων που απαιτούνται από μέρους ενός συνετού θεματοφύλακα, όπως αυτές αντικατοπτρίζονται στη συνήθη πρακτική του κλάδου· |
(c) | despite rigorous and comprehensive due diligence, the depositary could not have prevented the loss. | γ) | παρά την αυστηρή και ολοκληρωμένη δέουσα επιμέλεια, ο θεματοφύλακας δεν θα μπορούσε να έχει αποτρέψει την απώλεια. |
This condition may be deemed to be fulfilled when the depositary has ensured that the depositary and the third party to whom the custody of financial instruments held in custody in accordance with point (a) of Article 21(8) of Directive 2011/61/EU has been delegated have taken all of the following actions: | Ο όρος αυτός μπορεί να θεωρείται ότι πληρείται όταν ο θεματοφύλακας έχει διασφαλίσει ότι τόσο ο ίδιος όσο και ο τρίτος στον οποίον έχει ανατεθεί η θεματοφυλακή χρηματοοικονομικών μέσων που τίθενται υπό θεματοφυλακή βάσει του στοιχείου α) του άρθρου 21 παράγραφος 8 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ έχουν λάβει όλα τα εξής μέτρα: |
(i) | establishing, implementing, applying and maintaining structures and procedures and insuring expertise that are adequate and proportionate to the nature and complexity of the assets of the AIF in order to identify in a timely manner and monitor on an ongoing basis external events which may result in loss of a financial instrument held in custody; | i) | θεσπίζουν, υλοποιούν, εφαρμόζουν και διατηρούν δομές και διαδικασίες, καθώς και ασφαλιστική εμπειρογνωμοσύνη, που είναι επαρκείς και αναλογικές προς τη φύση και την πολυπλοκότητα των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ προκειμένου να εντοπίζουν έγκαιρα και να παρακολουθούν διαρκώς εξωτερικά γεγονότα τα οποία ενδέχεται να οδηγήσουν σε απώλεια χρηματοοικονομικού μέσου που τίθεται σε θεματοφυλακή· |
(ii) | assessing on an ongoing basis whether any of the events identified under point (i) presents a significant risk of loss of a financial instrument held in custody; | ii) | αξιολογούν διαρκώς το κατά πόσον οποιοδήποτε από τα γεγονότα που εντοπίζονται βάσει του σημείου i) δημιουργεί σημαντικό κίνδυνο απώλειας χρηματοοικονομικού μέσου που τίθεται σε θεματοφυλακή· |
(iii) | informing the AIFM of the significant risks identified and taking appropriate actions, if any, to prevent or mitigate the loss of financial instruments held in custody, where actual or potential external events have been identified which are believed to present a significant risk of loss of a financial instrument held in custody. | iii) | ενημερώνουν τον ΔΟΕΕ για τους σημαντικούς κινδύνους που εντοπίζονται και λαμβάνουν ενδεδειγμένα μέτρα, κατά περίπτωση, για την αποφυγή ή τον μετριασμό της απώλειας χρηματοοικονομικών μέσων που τίθενται σε θεματοφυλακή, όταν έχουν εντοπιστεί πραγματικά ή πιθανά εξωτερικά γεγονότα που πιστεύεται ότι δημιουργούν σημαντικό κίνδυνο απώλειας χρηματοοικονομικού μέσου που τίθεται σε θεματοφυλακή. |
2. The requirements referred to in points (a) and (b) of paragraph 1 may be deemed to be fulfilled in the following circumstances: | 2. Οι απαιτήσεις των στοιχείων α) και β) της παραγράφου 1 μπορεί να θεωρηθεί ότι πληρούνται υπό τις εξής περιστάσεις: |
(a) | natural events beyond human control or influence; | α) | φυσικά συμβάντα που είναι πέραν του ελέγχου ή της επιρροής του ανθρώπου· |
(b) | the adoption of any law, decree, regulation, decision or order by any government or governmental body, including any court or tribunal, which impacts the financial instruments held in custody; | β) | έκδοση οποιουδήποτε νόμου, διατάγματος, κανονισμού, απόφασης ή εντολής από οποιαδήποτε κυβέρνηση ή οποιοδήποτε κυβερνητικό όργανο, συμπεριλαμβανομένου δικαστηρίου ή άλλου δικαστικού οργάνου, που έχει επίπτωση στα χρηματοοικονομικά μέσα που τίθενται σε θεματοφυλακή· |
(c) | war, riots or other major upheavals. | γ) | πόλεμος, ταραχές ή άλλες μεγάλες αναστατώσεις. |
3. The requirements referred to in points (a) and (b) of paragraph 1 shall not be deemed to be fulfilled in cases such as an accounting error, operational failure, fraud, failure to apply the segregation requirements at the level of the depositary or a third party to whom the custody of financial instruments held in custody in accordance with point (a) of Article 21(8) of Directive 2011/61/EU has been delegated. | 3. Οι απαιτήσεις των στοιχείων α) και β) της παραγράφου 1 δεν θεωρείται ότι πληρούνται σε περιπτώσεις όπως λογιστικό λάθος, λειτουργική αστοχία, απάτη, μη εκπλήρωση των απαιτήσεων διαχωρισμού στο επίπεδο του θεματοφύλακα ή του τρίτου στον οποίον έχει ανατεθεί η θεματοφυλακή χρηματοοικονομικών μέσων που τίθενται υπό θεματοφυλακή βάσει του στοιχείου α) του άρθρου 21 παράγραφος 8 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
4. This Article shall apply mutatis mutandis to the delegate when the depositary has contractually transferred its liability in accordance with Article 21(13) and (14) of Directive 2011/61/EU. | 4. Το παρόν άρθρο ισχύει αναλογικά για τον ανάδοχο όταν ο θεματοφύλακας έχει μεταβιβάσει συμβατικώς την ευθύνη του βάσει του άρθρου 21 παράγραφοι 13 και 14 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
Article 102 | Άρθρο 102 |
Objective reasons for the depositary to contract a discharge of liability | Αντικειμενικοί λόγοι για τη συμβατική απαλλαγή του θεματοφύλακα από ευθύνη |
1. The objective reasons for contracting a discharge pursuant to Article 21(13) of Directive 2011/61/EU shall be: | 1. Οι αντικειμενικοί λόγοι για τη σύναψη σύμβασης απαλλαγής από ευθύνη βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 13 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ: |
(a) | limited to precise and concrete circumstances characterising a given activity; | α) | περιορίζονται σε ακριβείς και συγκεκριμένες περιστάσεις που χαρακτηρίζουν μια δεδομένη δραστηριότητα· |
(b) | consistent with the depositary’s policies and decisions. | β) | είναι συνεπείς με τις πολιτικές και τις αποφάσεις του θεματοφύλακα. |
2. The objective reasons shall be established each time the depositary intends to discharge itself of liability. | 2. Οι αντικειμενικοί λόγοι ορίζονται κάθε φορά που ο θεματοφύλακας προτίθεται να απαλλαγεί από ευθύνη. |
3. The depositary shall be deemed to have objective reasons for contracting the discharge of its liability in accordance with Article 21(13) of Directive 2011/61/EU when the depositary can demonstrate that it had no other option but to delegate its custody duties to a third party. In particular, this shall be the case where: | 3. Ο θεματοφύλακας θεωρείται ότι έχει αντικειμενικούς λόγους για τη σύναψη σύμβασης απαλλαγής του, σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 13 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, όταν ο θεματοφύλακας μπορεί να αποδείξει ότι δεν είχε άλλη επιλογή παρά να αναθέσει σε τρίτον τα καθήκοντα θεματοφυλακής που τον βάρυναν. Ειδικότερα, αυτό συμβαίνει σε περίπτωση που: |
(a) | the law of a third country requires that certain financial instruments be held in custody by a local entity and local entities exist that satisfy the delegation criteria laid down in Article 21(11) of Directive 2011/61/EU; or | α) | το δίκαιο τρίτης χώρας απαιτεί για ορισμένα χρηματοοικονομικά μέσα να τίθενται σε θεματοφυλακή από τοπικό φορέα και υπάρχουν τοπικοί φορείς που πληρούν τα κριτήρια ανάθεσης τα οποία ορίζονται στο άρθρο 21 παράγραφος 11 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ· ή |
(b) | the AIFM insists on maintaining an investment in a particular jurisdiction despite warnings by the depositary as to the increased risk this presents. | β) | ο ΔΟΕΕ επιμένει να διατηρεί μια επένδυση σε συγκεκριμένο κράτος παρά τις προειδοποιήσεις του θεματοφύλακα για τον αυξημένο κίνδυνο που υφίσταται ως προς αυτό. |
CHAPTER V | ΚΕΦΑΛΑΙΟ V |
TRANSPARENCY REQUIREMENTS, LEVERAGE, RULES RELATING TO THIRD COUNTRIES AND EXCHANGE OF INFORMATION ON THE POTENTIAL CONSEQUENCES OF AIFM ACTIVITY | ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ, ΜΟΧΛΕΥΣΗ, ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΥΝΗΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΔΟΕΕ |
SECTION 1 | ΤΜΗΜΑ 1 |
Annual report, disclosure to investors and reporting to competent authorities | Ετήσια έκθεση, παροχή πληροφοριών στους επενδυτές και υποβολή εκθέσεων στις αρμόδιες αρχές |
(Article 22(2)(a) to (e) and Articles 23(4) and 24(1)of Directive 2011/61/EU) | [άρθρο 22 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως ε), άρθρο 23 παράγραφος 4 και άρθρο 24 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ] |
Article 103 | Άρθρο 103 |
General principles for the annual report | Γενικές αρχές σχετικά με την ετήσια έκθεση |
All information provided in the annual report, including the information specified in this Section, shall be presented in a manner that provides materially relevant, reliable, comparable and clear information. The annual report shall contain the information investors need in relation to particular AIF structures. | Όλες οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην ετήσια έκθεση, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ορίζονται στο παρόν τμήμα, παρουσιάζονται κατά τρόπο που διασφαλίζει την ουσιωδώς συναφή, αξιόπιστη, συγκρίσιμη και σαφή πληροφόρηση. Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει τις πληροφορίες που χρειάζονται οι επενδυτές σε σχέση με συγκριμένες δομές ΟΕΕ. |
Article 104 | Άρθρο 104 |
Content and format of the balance sheet or statement of assets and liabilities and of the income and expenditure account | Περιεχόμενο και δομή του ισολογισμού ή της περιουσιακής κατάστασης και του λογαριασμού εσόδων και δαπανών |
1. The balance sheet or statement of assets and liabilities shall contain at least the following elements and underlying line items in accordance with point (a) of Article 22(2) of Directive 2011/61/EU: | 1. Ο ισολογισμός ή η περιουσιακή κατάσταση περιλαμβάνει τα εξής στοιχεία και υποκείμενα κονδύλια βάσει του στοιχείου α) του άρθρου 22 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ: |
(a) | ‘assets’ comprising the resources controlled by the AIF as a result of past events and from which future economic benefits are expected to flow to the AIF. Assets shall be sub-classified according to the following line items: | (i) | ‘investments’, including, but not limited to, debt and equity securities, real estate and property and derivatives; | (ii) | ‘cash and cash equivalents’, including, but not limited to, cash-in-hand, demand deposits and qualifying short-term liquid investments; | (iii) | ‘receivables’, including, but not limited to, amounts receivable in relation to dividends and interest, investments sold, amounts due from brokers and ‘prepayments’, including, but not limited to, amounts paid in advance in relation to expenses of the AIF; | α) | «ενεργητικό», που συνίσταται στους πόρους που ελέγχονται από τον ΟΕΕ και προκύπτουν από παρελθόντα γεγονότα, τα οποία αναμένεται να καταλήξουν σε μελλοντικά οφέλη για τον ΟΕΕ. Το ενεργητικό υποδιαιρείται βάσει των εξής κονδυλίων: | i) | «επενδύσεις», που συμπεριλαμβάνουν μεταξύ άλλων χρεωστικούς και συμμετοχικούς τίτλους, ακίνητη περιουσία και ιδιοκτησία, καθώς και παράγωγα· | ii) | «ταμειακά διαθέσιμα και ισοδύναμα», που συμπεριλαμβάνουν μεταξύ άλλων μετρητά στο ταμείο, καταθέσεις όψεως και αποδεκτές βραχυπρόθεσμες ρευστοποιήσιμες επενδύσεις· | iii) | «απαιτήσεις», που συμπεριλαμβάνουν μεταξύ άλλων εισπρακτέα ποσά σχετικά με μερίσματα και τόκους, εκποιηθείσες επενδύσεις, ποσά οφειλόμενα από μεσίτες και «προκαταβολές», συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων ποσών που προκαταβάλλονται σε σχέση με δαπάνες του ΟΕΕ· |
(b) | ‘liabilities’, comprising present obligations of the AIF arising from past events, the settlement of which is expected to result in an outflow from the AIF of resources embodying economic benefits. Liabilities shall be sub-classified according to the following line items: | (i) | ‘payables’, including, but not limited to, amounts payable in relation to the purchase of investments or redemption of units or shares in the AIF and amounts due to brokers and ‘accrued expenses’, including, but not limited to, liabilities for management fees, advisory fees, performance fees, interest and other expenses incurred in the course of operations of the AIF; | (ii) | ‘borrowings’, including, but not limited to, amounts payable to banks and other counterparties; | (iii) | ‘other liabilities’, including, but not limited to, amounts due to counterparties for collateral on return of securities loaned, deferred income and dividends and distributions payable; | β) | «παθητικό», που συνίσταται στις τρέχουσες υποχρεώσεις του ΟΕΕ οι οποίες προκύπτουν από παρελθόντα γεγονότα ο διακανονισμός των οποίων αναμένεται να οδηγήσει στην εκροή πόρων από τον ΟΕΕ οι οποίοι ενσωματώνουν οικονομικά οφέλη. Το παθητικό υποδιαιρείται βάσει των εξής κονδυλίων: | i) | «υποχρεώσεις», που συμπεριλαμβάνουν μεταξύ άλλων ποσά οφειλόμενα σε σχέση με την αγορά επενδύσεων ή την εξόφληση μετοχών ή μεριδίων στον ΟΕΕ και ποσά οφειλόμενα σε μεσίτες και «έξοδα χρήσεως δεδουλευμένα», συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων υποχρεώσεων για διαχειριστικές δαπάνες, συμβουλευτικές αμοιβές, αμοιβές απόδοσης, τόκους και άλλες δαπάνες που δημιουργήθηκαν κατά την εκτέλεση των εργασιών του ΟΕΕ· | ii) | «δάνεια», που συμπεριλαμβάνουν μεταξύ άλλων ποσά οφειλόμενα σε τράπεζες και άλλους αντισυμβαλλομένους· | iii) | «άλλες υποχρεώσεις», που συμπεριλαμβάνουν μεταξύ άλλων ποσά οφειλόμενα σε αντισυμβαλλομένους ως ασφάλεια για την επιστροφή δανεισθέντων τίτλων, έσοδα επόμενων χρήσεων, καθώς και μερίσματα και πληρωτέες διανομές· |
(c) | ‘net assets’, representing the residual interest in the assets of the AIF after deducting all its liabilities. | γ) | «καθαρά στοιχεία ενεργητικού», τα οποία αντιπροσωπεύουν το εναπομένον δικαίωμα επί των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ μετά την αφαίρεση όλων των υποχρεώσεών του. |
2. The income and expenditure account shall contain at least the following elements and underlying line items: | 2. Ο λογαριασμός εσόδων και δαπανών περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής στοιχεία και υποκείμενα κονδύλια: |
(a) | ‘income’, representing any increases in economic benefits during the accounting period in the form of inflows or enhancements of assets or decreases of liabilities that result in increases in net assets other than those relating to contributions from investors. Income shall be sub-classified according to the following line items: | (i) | ‘investment income’, which can be further sub-classified as follows: | — | ‘dividend income’, relating to dividends on equity investments to which the AIF is entitled, | — | ‘interest income’, relating to interest on debt investments and on cash to which the AIF is entitled, | — | ‘rental income’, relating to rental income from property investments to which the AIF is entitled; | (ii) | ‘realised gains on investments’, representing gains on the disposal of investments; | (iii) | ‘unrealised gains on investments’, representing gains on the revaluation of investments; and | (iv) | ‘other income’ including, but not limited to, fee income from securities loaned and from miscellaneous sources. | α) | «έσοδα», που αντιπροσωπεύουν οποιεσδήποτε αυξήσεις των οικονομικών οφελών κατά τη διάρκεια της λογιστικής περιόδου υπό τη μορφή εισροών ή αυξήσεων του ενεργητικού ή μειώσεων του παθητικού που οδηγούν σε αυξήσεις των καθαρών στοιχείων ενεργητικού άλλες εκτός εκείνων που σχετίζονται με εισφορές από επενδυτές. Τα έσοδα υποδιαιρούνται βάσει των εξής κονδυλίων: | i) | «επενδυτικά έσοδα», τα οποία μπορούν να υποδιαιρεθούν περαιτέρω ως εξής: | — | «έσοδα από μερίσματα», που σχετίζονται με μερίσματα ή επενδύσεις σε μετοχές τα οποία δικαιούται ο ΟΕΕ, | — | «πιστωτικοί τόκοι», που σχετίζονται με τόκους επί δανειοδοτικών επενδύσεων και επί μετρητών τους οποίους δικαιούται ο ΟΕΕ, | — | «έσοδα από ενοίκια», που σχετίζονται με ενοίκια από επενδύσεις σε ακίνητα τα οποία δικαιούται ο ΟΕΕ· | ii) | «πραγματοποιηθέντα κέρδη από επενδύσεις», που αντιπροσωπεύουν κέρδη από την εκποίηση επενδύσεων· | iii) | «μη πραγματοποιηθέντα κέρδη από επενδύσεις», που αντιπροσωπεύουν κέρδη από την αναπροσαρμογή της αξίας επενδύσεων· και | iv) | «άλλα έσοδα», που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τα έσοδα από αμοιβές από δανεισθέντες τίτλους και από διάφορες πηγές· |
(b) | ‘expenses’, representing decreases in economic benefits during the accounting period in the form of outflows or depletions of assets or incurrences of liabilities that result in decreases in net assets, other than those relating to distributions to investors. Expenses shall, be sub-classified according to the following line items: | — | ‘investment advisory or management fees’, representing contractual fees due to the advisor or AIFM, | — | ‘other expenses’, including, but not limited to, administration fees, professional fees, custodian fees and interest. Individual items, if material in nature, should be disclosed separately, | — | ‘realised loss on investments’, representing loss on the disposal of investments, | — | ‘unrealised loss on investments’, representing loss on the revaluation of investments; | β) | «δαπάνες», που αντιπροσωπεύουν μειώσεις των οικονομικών οφελών κατά τη διάρκεια της λογιστικής περιόδου υπό τη μορφή εκροών ή εξαντλήσεων του ενεργητικού ή δημιουργίας παθητικού που οδηγούν σε μειώσεις των καθαρών στοιχείων ενεργητικού άλλες εκτός εκείνων που σχετίζονται με διανομές σε επενδυτές. Οι δαπάνες υποδιαιρούνται βάσει των εξής κονδυλίων: | — | «επενδυτικές, συμβουλευτικές ή διαχειριστικές αμοιβές», που αντιπροσωπεύουν συμβατικές αμοιβές οφειλόμενες στον σύμβουλο ή στον ΔΟΕΕ, | — | «άλλες δαπάνες», που συμπεριλαμβάνουν μεταξύ άλλων διαχειριστικές αμοιβές, επαγγελματικές αμοιβές, αμοιβές θεματοφύλακα και τόκους. Τα επιμέρους κονδύλια, εάν η φύση τους είναι σημαντική, θα πρέπει να γνωστοποιούνται χωριστά, | — | «πραγματοποιηθείσες απώλειες από επενδύσεις», που αντιπροσωπεύουν απώλειες από την εκποίηση επενδύσεων, | — | «μη πραγματοποιηθείσες απώλειες από επενδύσεις», που αντιπροσωπεύουν απώλειες από την αναπροσαρμογή της αξίας επενδύσεων· |
(c) | ‘net income or expenditure’, representing the excess of income over expenditure or expenditure over income, as applicable. | γ) | «καθαρά έσοδα ή δαπάνες», που αντιπροσωπεύουν το ποσό κατά το οποίο τα έσοδα υπερβαίνουν τις δαπάνες ή οι δαπάνες υπερβαίνουν τα έσοδα, κατά περίπτωση. |
3. The layout, nomenclature and terminology of line items shall be consistent with the accounting standards applicable to or the rules adopted by the AIF, and shall comply with legislation applicable where the AIF is established. Such line items may be amended or extended to ensure compliance with the above. | 3. Η μορφή, ονοματολογία και ορολογία των κονδυλίων συνάδει με τα λογιστικά πρότυπα που ισχύουν για τον ΟΕΕ ή με τους κανόνες που έχει υιοθετήσει ο ΟΕΕ, καθώς και με το δίκαιο που ισχύει εκεί όπου είναι εγκαταστημένος ο ΟΕΕ. Τα εν λόγω κονδύλια μπορούν να αναθεωρούνται ή να επεκτείνονται προκειμένου να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τα ανωτέρω. |
4. Additional line items, headings and subtotals shall be presented when such presentation is relevant to the understanding of an AIF’s financial position in the balance sheet or statement of assets and liabilities or an AIF’s financial performance in the content and format of the income and expenditure account. Where relevant additional information shall be presented in the notes to the financial statements. The purpose of the notes shall be to provide narrative descriptions or disaggregation of items presented in the primary statements and information about items that do not qualify for recognition in these statements. | 4. Παρουσιάζονται πρόσθετα κονδύλια, επικεφαλίδες και υποσύνολα όταν η εν λόγω παρουσίαση σχετίζεται με την κατανόηση της χρηματοοικονομικής θέσης ενός ΟΕΕ στον ισολογισμό ή στην περιουσιακή κατάσταση ή τη χρηματοοικονομική απόδοση ενός ΟΕΕ στο περιεχόμενο και στη μορφή του λογαριασμού εσόδων και δαπανών. Κατά περίπτωση, οι πρόσθετες πληροφορίες θα πρέπει να παρουσιάζονται στις σημειώσεις επί των οικονομικών καταστάσεων. Σκοπός των σημειώσεων είναι η παροχή αφηγηματικών περιγραφών ή η ανάλυση των κονδυλίων που παρουσιάζονται στις πρωτεύουσες καταστάσεις και η πληροφόρηση σχετικά με κονδύλια που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις αναγνώρισης στις εν λόγω καταστάσεις. |
5. Each material class of similar items shall be presented separately. Individual items, if material, shall be disclosed. Materiality shall be assessed under the requirements of the accounting framework adopted. | 5. Κάθε σημαντική κατηγορία παρόμοιων κονδυλίων παρουσιάζεται χωριστά. Τα επιμέρους κονδύλια, εάν είναι σημαντικά, γνωστοποιούνται. Η σημαντικότητα αξιολογείται βάσει των απαιτήσεων του υιοθετούμενου λογιστικού πλαισίου. |
6. The presentation and classification of items in the balance sheet or statement of assets and liabilities shall be retained from one reporting or accounting period to the next unless it is apparent that another presentation or classification would be more appropriate, as when a shift in the investment strategy leads to different trading patterns, or because an accounting standard has required a change in presentation. | 6. Η παρουσίαση και ταξινόμηση κονδυλίων στον ισολογισμό και στην περιουσιακή κατάσταση παραμένει ως έχει κατά τις διαδοχικές περιόδους υποβολής εκθέσεων και λογιστικές περιόδους εκτός εάν είναι φανερό ότι θα ήταν πιο ενδεδειγμένη μια διαφορετική παρουσίαση ή ταξινόμηση, παραδείγματος χάρη όταν μια αλλαγή στην επενδυτική στρατηγική οδηγεί σε διαφορετικά πρότυπα διαπραγμάτευσης ή επειδή ένα λογιστικό πρότυπο απαιτεί αλλαγή στο τρόπο παρουσίασης. |
7. With respect to the content and format of the income and expenditure account set out to in Annex IV, all items of income and expense shall be recognised in a given period in the income and expenditure account unless an accounting standard adopted by the AIF requires otherwise. | 7. Αναφορικά με το περιεχόμενο και τη μορφή του λογαριασμού εσόδων και δαπανών που ορίζεται στο παράρτημα IV, όλα τα έσοδα και όλες οι δαπάνες αναγνωρίζονται σε μια δεδομένη περίοδο του λογαριασμού εσόδων και δαπανών εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά σε κάποιο λογιστικό πρότυπο που έχει υιοθετήσει ο ΟΕΕ. |
Article 105 | Άρθρο 105 |
Report on the activities of the financial year | Έκθεση για τις δραστηριότητες του οικονομικού έτους |
1. The report on activities of the financial year shall include at least: | 1. Η έκθεση για τις δραστηριότητες του οικονομικού έτους περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής: |
(a) | an overview of investment activities during the year or period, and an overview of the AIF’s portfolio at year-end or period end; | α) | γενική εικόνα των επενδυτικών δραστηριοτήτων κατά τη διάρκεια του έτους ή της περιόδου, καθώς και γενική εικόνα του χαρτοφυλακίου του ΟΕΕ κατά το τέλος του έτους ή της περιόδου· |
(b) | an overview of AIF performance over the year or period; | β) | γενική εικόνα των επιδόσεων του ΟΕΕ κατά τη διάρκεια του έτους ή της περιόδου· |
(c) | material changes as defined below in the information listed in Article 23 of Directive 2011/61/EU not already present in the financial statements. | γ) | ουσιαστικές αλλαγές όπως αυτές ορίζονται κατωτέρω στις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 23 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ και οι οποίες δεν περιλαμβάνονται ήδη στις οικονομικές καταστάσεις. |
2. The report shall include a fair and balanced review of the activities and performance of the AIF, containing also a description of the principal risks and investment or economic uncertainties that the AIF might face. | 2. Η έκθεση περιλαμβάνει εύλογη και ισορροπημένη εικόνα των δραστηριοτήτων και των επιδόσεων του ΟΕΕ, συμπεριλαμβάνοντας περιγραφή των βασικών κινδύνων και των επενδυτικών ή οικονομικών αβεβαιοτήτων που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει ο ΟΕΕ. |
3. To the extent necessary for an understanding of the AIF’s investment activities or its performance, the analysis shall include both financial and non-financial key performance indicators relevant to that AIF. The information provided in the report shall be consistent with national rules where the AIF is established. | 3. Στον βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο για την κατανόηση των επενδυτικών δραστηριοτήτων και των επιδόσεων του ΟΕΕ, η ανάλυση περιλαμβάνει επίσης χρηματοοικονομικούς και μη χρηματοοικονομικούς βασικούς δείκτες επιδόσεων σχετικά με τον ΟΕΕ. Οι πληροφορίες που παρέχονται στην έκθεση συνάδουν με τους εθνικούς κανόνες της χώρας στην οποία είναι εγκαταστημένος ο ΟΕΕ. |
4. The information in the report on the activities of the financial year shall form part of the directors or investment managers report in so far as this is usually presented alongside the financial statements of the AIF. | 4. Οι πληροφορίες της έκθεσης για τις δραστηριότητες του οικονομικού έτους μέρος της έκθεσης των διευθυντών ή των επενδυτικών διαχειριστών εάν αυτή παρουσιάζεται παράλληλα με τις οικονομικές καταστάσεις του ΟΕΕ. |
Article 106 | Άρθρο 106 |
Material changes | Ουσιαστικές αλλαγές |
1. Any changes in information shall be deemed material within the meaning of point (d) of Article 22(2) of Directive 2011/61/EU if there is a substantial likelihood that a reasonable investor, becoming aware of such information, would reconsider its investment in the AIF, including because such information could impact an investor’s ability to exercise its rights in relation to its investment, or otherwise prejudice the interests of one or more investors in the AIF. | 1. Οποιεσδήποτε αλλαγές σε πληροφορίες θεωρούνται ουσιαστικές κατά την έννοια του στοιχείου δ) του άρθρου 22 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ εάν υπάρχει ουσιαστική πιθανότητα για έναν λογικό επενδυτή, ο οποίος λαμβάνει γνώση των εν λόγω πληροφοριών, να επανεξετάσει την επένδυσή του στον ΟΕΕ, μεταξύ άλλων και επειδή οι εν λόγω πληροφορίες θα μπορούσαν να έχουν επίπτωση στην ικανότητα του επενδυτή να ασκεί τα δικαιώματά του αναφορικά με την επένδυσή του, ή επειδή επηρεάζουν με άλλον τρόπο τα συμφέροντα ενός ή περισσότερων επενδυτών στον ΟΕΕ. |
2. In order to comply with point (d) of Article 22(2) of Directive 2011/61/EU, AIFMs shall assess changes in the information referred to in Article 23 of Directive 2011/61/EU during the financial year in accordance with paragraph 1 of this Article. | 2. Προκειμένου να συμμορφώνονται με το στοιχείο δ) του άρθρου 22 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, οι ΔΟΕΕ αξιολογούν αλλαγές στις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 23 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους βάσει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. |
3. Information shall be disclosed in line with the requirements of the accounting standards and accounting rules adopted by the AIF together with a description of any potential or anticipated impact on the AIF and, as the case may be, or investors in the AIF. Additional disclosures shall be made when compliance with specific requirements of the accounting standards and accounting rules may be insufficient to enable investors to understand the impact of the change. | 3. Οι πληροφορίες παρέχονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις των λογιστικών προτύπων και κανόνων που υιοθετεί ο ΟΕΕ, μαζί με περιγραφή οποιασδήποτε πιθανής ή αναμενόμενης επίπτωσης στον ΟΕΕ και, κατά περίπτωση, ή σε εκείνους που επενδύουν στον ΟΕΕ. Παρέχονται πρόσθετες πληροφορίες όταν η συμμόρφωση με συγκεκριμένες απαιτήσεις των λογιστικών προτύπων και κανόνων ενδεχομένως να μην επαρκεί για να είναι οι επενδυτές σε θέση να κατανοήσουν την επίπτωση της αλλαγής. |
4. Where the information required to be disclosed in accordance with paragraph 1 is not covered by the accounting standards applicable to an AIF, or its accounting rules, a description of the material change shall be provided together with any potential or anticipated impact on the AIF and, as the case may be, or investors in the AIF. | 4. Όταν οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται βάσει της παραγράφου 1 δεν καλύπτονται από τα λογιστικά πρότυπα που ισχύουν για έναν ΟΕΕ ή από τους λογιστικούς κανόνες του, παρέχεται περιγραφή της ουσιαστικής αλλαγής, μαζί με οποιαδήποτε πιθανή ή αναμενόμενη επίπτωση στον ΟΕΕ και, κατά περίπτωση, ή σε εκείνους που επενδύουν στον ΟΕΕ. |
Article 107 | Άρθρο 107 |
Remuneration disclosure | Γνωστοποίηση αμοιβών |
1. When information required by point (e) of Article 22(2) of Directive 2011/61/EU is given, it shall be specified whether or not the total remuneration relates to any of the following: | 1. Όταν παρέχονται πληροφορίες που απαιτούνται από το στοιχείο ε) του άρθρου 22 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, καθορίζεται κατά πόσον η συνολικές αμοιβές σχετίζονται ή δεν σχετίζονται με τα εξής: |
(a) | the total remuneration of the entire staff of the AIFM, indicating the number of beneficiaries; | α) | με τις συνολικές αμοιβές ολόκληρου του προσωπικού του ΔΟΕΕ, αναφέροντας τον αριθμό των δικαιούχων· |
(b) | the total remuneration of those staff of the AIFM who are fully or partly involved in the activities of the AIF, indicating the number of beneficiaries; | β) | με τις συνολικές αμοιβές των μελών του προσωπικού του ΔΟΕΕ που εμπλέκονται πλήρως ή μερικώς στις δραστηριότητες του ΟΕΕ, αναφέροντας τον αριθμό των δικαιούχων· |
(c) | the proportion of the total remuneration of the staff of the AIFM attributable to the AIF, indicating the number of beneficiaries. | γ) | με την αναλογία των συνολικών αμοιβών του προσωπικού του ΔΟΕΕ που οφείλονται στον ΟΕΕ, αναφέροντας τον αριθμό των δικαιούχων. |
2. Where relevant, the total remuneration for the financial year shall also mention the carried interest paid by the AIF. | 2. Κατά περίπτωση, οι συνολικές αμοιβές του οικονομικού έτους αναφέρουν και τη συμμετοχή επί της δημιουργίας υπεραξίας που κατέβαλε ο ΟΕΕ. |
3. Where information is disclosed at the level of the AIFM, an allocation or breakdown shall be provided in relation to each AIF, in so far as this information exists or is readily available. As part of this disclosure, a description of how the allocation or breakdown has been provided shall be included. | 3. Όταν παρέχονται πληροφορίες στο επίπεδο του ΔΟΕΕ, παρέχεται κατανομή ή ανάλυση αναφορικά με κάθε ΟΕΕ, εάν οι πληροφορίες αυτές υφίστανται ή είναι άμεσα διαθέσιμες. Στο πλαίσιο της παροχής των πληροφοριών αυτών, περιλαμβάνεται περιγραφή του τρόπου με τον οποίο παρέχεται η κατανομή ή ανάλυση. |
4. AIFMs shall provide general information relating to the financial and non-financial criteria of the remuneration policies and practices for relevant categories of staff to enable investors to assess the incentives created. In accordance with the principles set out in Annex II to Directive 2011/61/EU, AIFMs shall disclose at least the information necessary to provide an understanding of the risk profile of the AIF and the measures it adopts to avoid or manage conflicts of interest. | 4. Οι ΔΟΕΕ παρέχουν γενικές πληροφορίες σχετικά με τα χρηματοοικονομικά και μη χρηματοοικονομικά κριτήρια των πολιτικών και πρακτικών αμοιβών για συναφείς κατηγορίες προσωπικού προκειμένου να δοθεί στους επενδυτές η δυνατότητα να αξιολογήσουν τα κίνητρα που δημιουργούνται. Βάσει των αρχών που ορίζονται στο παράρτημα II της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, οι ΔΟΕΕ παρέχουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που απαιτούνται για τη διασφάλιση κατανόησης του προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ και των μέτρων που λαμβάνει ο ΟΕΕ για την αποφυγή ή τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων. |
Article 108 | Άρθρο 108 |
Periodic disclosure to investors | Περιοδική παροχή πληροφοριών στους επενδυτές |
1. The information referred to in Article 23(4) of Directive 2011/61/EU shall be presented in a clear and understandable way. | 1. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ παρουσιάζονται με σαφή και κατανοητό τρόπο. |
2. When disclosing the percentage of the AIF’s assets which are subject to special arrangements arising from their illiquid nature in accordance with Article 23(4)(a) of Directive 2011/61/EU the AIFM shall: | 2. Κατά τη γνωστοποίηση του ποσοστού των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ το οποίο υπόκειται σε ειδικούς διακανονισμούς που προκύπτουν λόγω της μη ρευστοποιήσιμης φύσης τους βάσει του στοιχείου α) του άρθρου 23 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ο ΔΟΕΕ οφείλει: |
(a) | provide an overview of any special arrangements in place including whether they relate to side pockets, gates or other similar arrangements, the valuation methodology applied to assets which are subject to such arrangements and how management and performance fees apply to these assets; | α) | να παρέχει γενική εικόνα οποιωνδήποτε εφαρμοζόμενων ειδικών διακανονισμών, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον αυτοί σχετίζονται με «παράπλευρα ανεξάρτητα χαρτοφυλάκια» (side-pockets), πύλες ή άλλους παρόμοιους διακανονισμούς, της μεθοδολογίας αποτίμησης που εφαρμόζεται για περιουσιακά στοιχεία που υπόκεινται σε τέτοιους διακανονισμούς και του τρόπου εφαρμογής διαχειριστικών αμοιβών και αμοιβών απόδοσης σε αυτά τα περιουσιακά στοιχεία· |
(b) | disclose this information as part of the AIF’s periodic reporting to investors, as required by the AIF’s rules or instruments of incorporation, or at the same time as the prospectus and offering document and — as a minimum — at the same time as the annual report is made available in accordance with Article 22(1) of Directive 2011/61/EU. | β) | να παρέχει αυτές τις πληροφορίες στο πλαίσιο της υποβολής περιοδικών εκθέσεων από τον ΟΕΕ στους επενδυτές, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κανονισμού ή των καταστατικών εγγράφων του ΟΕΕ, ή ταυτόχρονα με το ενημερωτικό φυλλάδιο και το έγγραφο προσφοράς και τουλάχιστον ταυτόχρονα με την παροχή της ετήσιας έκθεσης βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
The percentage of the AIF’s assets which are subject to special arrangements as defined in Article 1(5) shall be calculated as the net value of those assets subject to special arrangements divided by the net asset value of the AIF concerned. | Το ποσοστό των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ που υπόκεινται σε ειδικούς διακανονισμούς όπως ορίζει το άρθρο 1 παράγραφος 5 υπολογίζεται ως η καθαρή αξία των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται σε ειδικούς διακανονισμούς διά της καθαρής αξίας ενεργητικού του οικείου ΟΕΕ. |
3. For any new arrangements for managing the liquidity of the AIF in accordance with point (b) of Article 23(4) of Directive 2011/61/EU AIFMs shall: | 3. Όσον αφορά οποιουσδήποτε νέους διακανονισμούς για τη διαχείριση της ρευστότητας του ΟΕΕ βάσει του στοιχείου β) του άρθρου 23 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, οι ΔΟΕΕ: |
(a) | for each AIF that they manage which is not an unleveraged closed-ended AIF, notify to investors whenever they make changes to the liquidity management systems and procedures referred to in Article 16(1) of Directive 2011/61/EU which are material in accordance with Article 106(1); | α) | για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζονται και ο οποίος δεν είναι ΟΕΕ χωρίς μόχλευση και κλειστού τύπου, ειδοποιούν τους επενδυτές οποτεδήποτε κάνουν αλλαγές στα συστήματα και στις διαδικασίες διαχείρισης ρευστότητας που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ οι οποίες είναι ουσιαστικές βάσει του άρθρου 106 παράγραφος 1· |
(b) | immediately notify investors where they activate gates, side pockets or similar special arrangements or where they decide to suspend redemptions; | β) | ειδοποιούν αμέσως τους επενδυτές όταν ενεργοποιούν πύλες, «παράπλευρα ανεξάρτητα χαρτοφυλάκια» (side-pockets) ή παρόμοιους ειδικούς διακανονισμούς ή όταν αποφασίζουν να αναστείλουν τις εξοφλήσεις· |
(c) | provide an overview of the changes to arrangements concerning liquidity, whether or not these are special arrangements. Where relevant, the terms under which redemption is permitted and circumstances determining when management discretion applies shall be included. Also any voting or other restrictions exercisable, the length of any lock-up or any provision concerning ‘first in line’ or ‘pro-rating’ on gates and suspensions shall be included. | γ) | παρέχουν γενική εικόνα των αλλαγών στους διακανονισμούς που αφορούν τη ρευστότητα, είτε πρόκειται για ειδικούς διακανονισμούς είτε όχι. Κατά περίπτωση, συμπεριλαμβάνονται οι όροι υπό τους οποίους επιτρέπεται η εξόφληση και οι περιστάσεις που καθορίζουν πότε ισχύει η διακριτική ευχέρεια της διεύθυνσης. Επίσης, συμπεριλαμβάνονται οποιοιδήποτε περιορισμοί σχετικοί με την ψήφο ή άλλα ζητήματα οι οποίοι δύνανται να επιβληθούν, η διάρκεια οποιουδήποτε κλειδώματος ή οποιαδήποτε διάταξη περί «προτεραιότητας» ή «επιμερισμού» σε πύλες και αναστολές. |
4. The disclosure of the risk profile of the AIF in accordance with point (c) of Article 23(4) of Directive 2011/61/EU shall outline: | 4. Η γνωστοποίηση του προφίλ ρευστότητας του ΟΕΕ βάσει του στοιχείου γ) του άρθρου 23 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ περιγράφει: |
(a) | measures to assess the sensitivity of the AIF’s portfolio to the most relevant risks to which the AIF is or could be exposed; | α) | μέτρα αξιολόγησης της ευαισθησίας του χαρτοφυλακίου του ΟΕΕ στους πλέον συναφείς κινδύνους στους οποίους εκτίθεται ή θα μπορούσε να εκτεθεί ο ΟΕΕ· |
(b) | if risk limits set by the AIFM have been or are likely to be exceeded and where these risk limits have been exceeded a description of the circumstances and, the remedial measures taken. | β) | σε περίπτωση που έχει υπάρξει ή είναι πιθανό να υπάρξει υπέρβαση των ορίων κινδύνου που έχει ορίσει ο ΔΟΕΕ και όταν έχει υπάρξει υπέρβαση των εν λόγω ορίων κινδύνου, περιγραφή των περιστάσεων και των διορθωτικών μέτρων που λαμβάνονται. |
The information shall be disclosed as part of the AIF’s periodic reporting to investors, as required by the AIF’s rules or instruments of incorporation or at the same time as the prospectus and offering document and — at a minimum — at the same time as the annual report is made available in accordance with Article 22(1) of Directive 2011/61/EU. | Οι πληροφορίες παρέχονται στο πλαίσιο της υποβολής περιοδικών εκθέσεων από τον ΟΕΕ στους επενδυτές, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κανονισμού ή των καταστατικών εγγράφων του ΟΕΕ, ή ταυτόχρονα με το ενημερωτικό φυλλάδιο και το έγγραφο προσφοράς και τουλάχιστον ταυτόχρονα με την παροχή της ετήσιας έκθεσης βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
5. The risk management systems employed by the AIFM in accordance with point (c) of Article 23(4) of Directive 2011/61/EU shall outline the main features of the risk management systems employed by the AIFM to manage the risks to which each AIF it manages is or may be exposed. In the case of a change the disclosure shall include the information relating to the change and its anticipated impact on the AIF and its investors. | 5. Τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων που εφαρμόζει ο ΔΟΕΕ βάσει του στοιχείου γ) του άρθρου 23 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ περιγράφουν τα βασικά χαρακτηριστικά των συστημάτων διαχείρισης κινδύνων που εφαρμόζει ο ΔΟΕΕ για τη διαχείριση των κινδύνων στους οποίους είναι εκτεθειμένος ή ενδέχεται να εκτεθεί κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται. Σε περίπτωση αλλαγής, οι παρεχόμενες πληροφορίες συμπεριλαμβάνουν τις πληροφορίες που σχετίζονται με την αλλαγή και την αναμενόμενη επίπτωσή της στον ΟΕΕ και στους επενδυτές του. |
The information shall be disclosed as part of the AIF’s periodic reporting to investors, as required by the AIF’s rules or instruments of incorporation or at the same time as the prospectus and offering document and — as a minimum — at the same time as the annual report is made available or made public in accordance with Article 22(1) of Directive 2011/61/EU. | Οι πληροφορίες παρέχονται στο πλαίσιο της υποβολής περιοδικών εκθέσεων από τον ΟΕΕ στους επενδυτές, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κανονισμού ή των καταστατικών εγγράφων του ΟΕΕ, ή ταυτόχρονα με το ενημερωτικό φυλλάδιο και το έγγραφο προσφοράς και τουλάχιστον ταυτόχρονα με την παροχή ή δημοσιοποίηση της ετήσιας έκθεσης βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
Article 109 | Άρθρο 109 |
Regular disclosure to investors | Τακτική παροχή πληροφοριών στους επενδυτές |
1. The information referred to in Article 23(5) of Directive 2011/61/EU shall be presented in a clear and understandable way. | 1. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 5 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ παρουσιάζονται με σαφή και κατανοητό τρόπο. |
2. Information on changes to the maximum level of leverage calculated in accordance with the gross and commitment methods and any right of re-use of collateral or any guarantee under the leveraging arrangements shall be provided without undue delay and shall include: | 2. Οι πληροφορίες για αλλαγές στο μέγιστο επίπεδο μόχλευσης που υπολογίζεται με τις μεθόδους βάσει των ακαθάριστων αξιών και βάσει των δεσμεύσεων, καθώς και για οποιοδήποτε δικαίωμα επαναχρησιμοποίησης ασφάλειας ή οποιασδήποτε εγγύησης βάσει των διακανονισμών μόχλευσης, παρέχονται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και περιλαμβάνουν τα εξής: |
(a) | the original and revised maximum level of leverage calculated in accordance with Articles 7 and 8, whereby the level of leverage shall be calculated as the relevant exposure divided by the net asset value of the AIF; | α) | το αρχικό και το αναθεωρημένο μέγιστο επίπεδο μόχλευσης που υπολογίζεται βάσει των άρθρων 7 και 8, οπότε το επίπεδο μόχλευσης υπολογίζεται ως η σχετική έκθεση διά της καθαρής αξίας ενεργητικού του ΟΕΕ· |
(b) | the nature of the rights granted for the reuse of collateral; | β) | τη φύση των δικαιωμάτων που χορηγούνται για την επαναχρησιμοποίηση ασφάλειας· |
(c) | the nature of guarantees granted; and | γ) | τη φύση των χορηγούμενων εγγυήσεων· και |
(d) | details of changes in any service providers which relating to one of the items above. | δ) | λεπτομέρειες για αλλαγές σε οποιουσδήποτε παρόχους υπηρεσιών που σχετίζονται με ένα από τα παραπάνω στοιχεία. |
3. Information on the total amount of leverage calculated in accordance with the gross and commitment methods employed by the AIF shall be disclosed as part of the AIF’s periodic reporting to investors, as required by the AIF’s rules or instruments of incorporation, or at the same time as the prospectus and offering document and at least at the same time as the annual report is made available according to Article 22(1) of Directive 2011/61/EU. | 3. Οι πληροφορίες για το συνολικό ποσό της μόχλευσης που χρησιμοποιεί ο ΟΕΕ και το οποίο υπολογίζεται με τις μεθόδους βάσει των ακαθάριστων αξιών και βάσει των δεσμεύσεων παρέχονται στο πλαίσιο της υποβολής περιοδικών εκθέσεων από τον ΟΕΕ στους επενδυτές, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κανονισμού ή των καταστατικών εγγράφων του ΟΕΕ, ή ταυτόχρονα με το ενημερωτικό φυλλάδιο και το έγγραφο προσφοράς και τουλάχιστον ταυτόχρονα με την παροχή της ετήσιας έκθεσης βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
Article 110 | Άρθρο 110 |
Reporting to competent authorities | Υποβολή εκθέσεων στις αρμόδιες αρχές |
1. In order to comply with the requirements of the second subparagraph of Article 24(1) and of point (d) of Article 3(3) of Directive 2011/61/EU, an AIFM shall provide the following information when reporting to competent authorities: | 1. Προκειμένου να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 24 παράγραφος 1 και του στοιχείου δ) του άρθρου 3 παράγραφος 3 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, ο ΟΕΕ παρέχει τις εξής πληροφορίες όταν υποβάλλει εκθέσεις στις αρμόδιες αρχές: |
(a) | the main instruments in which it is trading, including a break-down of financial instruments and other assets, including the AIF’s investment strategies and their geographical and sectoral investment focus; | α) | τα κύρια μέσα με τα οποία πραγματοποιεί εμπορικές συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένης ανάλυσης των χρηματοοικονομικών μέσων και άλλων περιουσιακών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των επενδυτικών στρατηγικών του ΟΕΕ και των γεωγραφικών περιοχών και των τομέων στους οποίους επικεντρώνει τις επενδυτικές του δραστηριότητες· |
(b) | the markets of which it is a member or where it actively trades; | β) | τις αγορές στις οποίες είναι μέλος ή στις οποίες ασκεί ενεργά διαπραγματεύσεις· |
(c) | the diversification of the AIF’s portfolio, including, but not limited to, its principal exposures and most important concentrations. | γ) | τη διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου του ΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων των βασικών εκθέσεων και των σημαντικότερων συγκεντρώσεών του. |
The information shall be provided as soon as possible and not later than one month after the end of the period referred to in paragraph 3. Where the AIF is a fund of funds this period may be extended by the AIFM by 15 days. | Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται το συντομότερο δυνατόν, αλλά το αργότερο εντός ενός μήνα από το πέρας της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 3. Όταν ο ΟΕΕ είναι οργανισμός που επενδύσει σε άλλους οργανισμούς (fund of funds), ο ΔΟΕΕ μπορεί να παρατείνει την περίοδο αυτή κατά 15 ημέρες. |
2. For each of the EU AIFs they manage and for each of the AIFs they market in the Union, AIFMs shall provide to the competent authorities of their home Member State the following information in accordance with Article 24(2) of Directive 2011/61/EU: | 2. Για τον καθένα από τους εντός ΕΕ ΟΕΕ που διαχειρίζονται και για τον καθένα από τους ΟΕΕ που προωθούν εμπορικά στο εσωτερικό της Ένωσης, οι ΔΟΕΕ παρέχουν στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής τους τις εξής πληροφορίες βάσει του άρθρου 24 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ: |
(a) | the percentage of the AIF’s assets which are subject to special arrangements as defined in Article 1(5) of this Regulation arising from their illiquid nature as referred to in point (a) of Article 23(4) of Directive 2011/61/EU; | α) | το ποσοστό των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ που υπόκεινται σε ειδικούς διακανονισμούς, όπως ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού, που προκύπτουν λόγω της μη ρευστοποιήσιμης φύσης τους, όπως αναφέρεται στο στοιχείο α) του άρθρου 23 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ· |
(b) | any new arrangements for managing the liquidity of the AIF; | β) | οποιουσδήποτε νέους διακανονισμούς για τη διαχείριση της ρευστότητας του ΟΕΕ· |
(c) | the risk management systems employed by the AIFM to manage the market risk, liquidity risk, counterparty risk and other risks including operational risk; | γ) | τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων τα οποία εφαρμόζει ο ΔΟΕΕ για τη διαχείριση του κινδύνου αγοράς, του κινδύνου ρευστότητας, του κινδύνου αντισυμβαλλομένων και άλλων κινδύνων, περιλαμβανομένου του λειτουργικού κινδύνου· |
(d) | the current risk profile of the AIF, including: | (i) | the market risk profile of the investments of the AIF, including the expected return and volatility of the AIF in normal market conditions; | (ii) | the liquidity profile of the investments of the AIF, including the liquidity profile of the AIF’s assets, the profile of redemption terms and the terms of financing provided by counterparties to the AIF; | δ) | το τρέχον προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των εξής: | i) | του προφίλ κινδύνων αγοράς των επενδύσεων του ΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της αναμενόμενης απόδοσης και μεταβλητότητας του ΟΕΕ υπό κανονικές συνθήκες αγοράς· | ii) | του προφίλ ρευστότητας των επενδύσεων του ΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του προφίλ ρευστότητας των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ, του προφίλ των όρων εξόφλησης και των όρων χρηματοδότησης που παρέχεται στον ΟΕΕ από αντισυμβαλλομένους· |
(e) | information on the main categories of assets in which the AIF invested including the corresponding short market value and long market value, the turnover and performance during the reporting period; and | ε) | πληροφορίες για τις βασικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων στα οποία έχει επενδύσει ο ΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων της αρνητικής και θετικής αγοραίας αξίας, του κύκλου εργασιών και των επιδόσεων κατά την περίοδο αναφοράς· και |
(f) | the results of periodic stress tests, under normal and exceptional circumstances, performed in accordance with point (b) of Article 15(3) and the second subparagraph of Article 16(1) of Directive 2011/61/EU. | στ) | τα αποτελέσματα των περιοδικών μετρήσεων κινδύνων σε ακραίες καταστάσεις, που διεξάγονται σύμφωνα με το στοιχείο β) του άρθρου 15 παράγραφος 3 και το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
3. The information referred to in paragraphs 1 and 2 shall be reported as follows: | 3. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 παρέχονται ως εξής: |
(a) | on a half-yearly basis by AIFMs managing portfolios of AIFs whose assets under management calculated in accordance with Article 2 in total exceed the threshold of either EUR 100 million or EUR 500 million laid down in points (a) and (b) respectively of Article 3(2) of Directive 2011/61/EU but do not exceed EUR 1 billion, for each of the EU AIFs they manage and for each of the AIFs they market in the Union; | α) | σε εξαμηνιαία βάση από ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται χαρτοφυλάκια ΟΕΕ των οποίων τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία που υπολογίζονται βάσει του άρθρου 2 υπερβαίνουν συνολικά το ανώτατο όριο είτε των 100 εκατ. ευρώ είτε των 500 εκατ. ευρώ που ορίζεται στα στοιχεία α) και β), αντίστοιχα, του άρθρου 3 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, αλλά δεν υπερβαίνουν το 1 δις ευρώ, για τον καθένα από τους εντός ΕΕ ΟΕΕ που διαχειρίζονται και για τον καθένα από τους ΟΕΕ που προωθούν εμπορικά στο εσωτερικό της Ένωσης· |
(b) | on a quarterly basis by AIFMs managing portfolios of AIFs whose assets under management calculated in accordance with Article 2 in total exceed EUR 1 billion, for each of the EU AIFs they manage, and for each of the AIFs they market in the Union; | β) | σε τριμηνιαία βάση από ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται χαρτοφυλάκια ΟΕΕ των οποίων τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία που υπολογίζονται βάσει του άρθρου 2 υπερβαίνουν συνολικά το 1 δις ευρώ για τον καθένα από τους εντός ΕΕ ΟΕΕ που διαχειρίζονται και για τον καθένα από τους ΟΕΕ που προωθούν εμπορικά στο εσωτερικό της Ένωσης· |
(c) | on a quarterly basis by AIFMs which are subject to the requirements referred to in point (a) of this paragraph, for each AIF whose assets under management, including any assets acquired through use of leverage, in total exceed EUR 500 million, in respect of that AIF; | γ) | σε τριμηνιαία βάση από ΔΟΕΕ που υπόκεινται στις απαιτήσεις οι οποίες αναφέρονται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου, για κάθε ΟΕΕ του οποίου τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων που αποκτήθηκαν με τη χρήση μόχλευσης, υπερβαίνουν συνολικά τα 500 εκατ. ευρώ, αναφορικά με τον εν λόγω ΟΕΕ· |
(d) | on an annual basis by AIFMs in respect of each unleveraged AIF under their management which, in accordance with its core investment policy, invests in non-listed companies and issuers in order to acquire control. | δ) | σε ετήσια βάση από ΔΟΕΕ αναφορικά με κάθε ΟΕΕ χωρίς μόχλευση που τελεί υπό τη διαχείρισή τους και ο οποίος, βάσει της κεντρικής επενδυτικής του πολιτικής, επενδύει σε μη εισηγμένες εταιρείες και μη εισηγμένους εκδότες με σκοπό την απόκτηση ελέγχου. |
4. By way of derogation from paragraph 3, the competent authority of the home Member State of the AIFM may deem it appropriate and necessary for the exercise of its function to require all or part of the information to be reported on a more frequent basis. | 4. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του ΔΟΕΕ μπορεί να κρίνει σκόπιμο και απαραίτητο για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της να απαιτήσει την παροχή μέρους ή του συνόλου των πληροφοριών με μεγαλύτερη συχνότητα. |
5. AIFMs managing one or more AIFs which they have assessed to be employing leverage on a substantial basis in accordance with Article 111 of this Regulation shall provide the information required under Article 24(4) of Directive 2011/61/EU at the same time as that required under paragraph 2 of this Article. | 5. Οι ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται έναν ή περισσότερους ΟΕΕ οι οποίοι, βάσει της σχετικής αξιολόγησης, χρησιμοποιούν μόχλευση σε σημαντικό βαθμό σύμφωνα με το άρθρο 111 του παρόντος κανονισμού παρέχουν τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του άρθρου 24 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ ταυτόχρονα με εκείνες που απαιτούνται βάση της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. |
6. AIFMs shall provide the information specified under paragraphs 1, 2 and 5 in accordance with the pro-forma reporting template set out in the Annex IV. | 6. Οι ΔΟΕΕ παρέχουν τις πληροφορίες που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2 και 5 βάσει του υποδείγματος προκαταρκτικών εκθέσεων που περιλαμβάνεται στο παράρτημα IV. |
7. In accordance with point (a) of Article 42(1) of Directive 2011/61/EU, for non-EU AIFMs, any reference to the competent authorities of the home Member State shall mean the competent authority of the Member State of reference. | 7. Βάσει του στοιχείου α) του άρθρου 42 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, όταν πρόκειται για εκτός ΕΕ ΔΟΕΕ, οποιαδήποτε αναφορά σε αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής αναφέρεται στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους αναφοράς. |
Article 111 | Άρθρο 111 |
Use of leverage on a ‘substantial basis’ | Χρήση μόχλευσης «σε σημαντικό βαθμό» |
1. Leverage shall be considered to be employed on a substantial basis for the purposes of Article 24(4) of Directive 2011/61/EU when the exposure of an AIF as calculated according to the commitment method under Article 8 of this Regulation exceeds three times its net asset value. | 1. Θεωρείται ότι η μόχλευση χρησιμοποιείται σε σημαντικό βαθμό για τους σκοπούς του άρθρου 24 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ όταν η έκθεση ενός ΟΕΕ, υπολογιζόμενη με τη μέθοδο βάσει των δεσμεύσεων δυνάμει του άρθρου 8 του παρόντος κανονισμού, είναι υπερτριπλάσια της καθαρής αξίας του ενεργητικού του. |
2. Where the requirements referred to in paragraph 1 of this Article are fulfilled, AIFMs shall provide information in accordance with Article 24(4) of Directive 2011/61/EU to the competent authorities of their home Member States in accordance with the principles laid down in Article 110(3) of this Regulation. | 2. Όταν πληρούνται οι απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, οι ΔΟΕΕ παρέχουν πληροφορίες βάσει του άρθρου 24 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών καταγωγής τους σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στο άρθρο 110 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού. |
SECTION 2 | ΤΜΗΜΑ 2 |
AIFMs managing leveraged AIFs | ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται μοχλευόμενους ΟΕΕ |
(Article 25(3) of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 25 παράγραφος 3 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Article 112 | Άρθρο 112 |
Restrictions on the management of AIFs | Περιορισμοί στη διαχείριση ΟΕΕ |
1. The principles laid down in this Article shall apply in order to specify the circumstances in which competent authorities exercise their power to impose leverage limits or other restrictions on AIFMs. | 1. Οι αρχές που ορίζονται στο παρόν άρθρο ισχύουν για τον καθορισμό των περιστάσεων υπό τις οποίες οι αρμόδιες αρχές ασκούν την εξουσία επιβολής ορίων μόχλευσης ή άλλων περιορισμών στους ΔΟΕΕ. |
2. When assessing the information received under Articles 7(3), 15(4), 24(4) or 24(5) of Directive 2011/61/EU, a competent authority shall take into account the extent to which the use of leverage by an AIFM or its interaction with a group of AIFMs or other financial institutions can contribute to the build-up of systemic risk in the financial system or risks creating disorderly markets. | 2. Κατά την αξιολόγηση των πληροφοριών που λαμβάνονται βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 3, του άρθρου 15 παράγραφος 4, του άρθρου 24 παράγραφος 4 ή του άρθρου 24 παράγραφος 5 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη τον βαθμό στον οποίο η από μέρους του ΔΟΕΕ χρήση μόχλευσης ή η αλληλεπίδρασή του με όμιλο ΔΟΕΕ ή άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων μπορεί να συμβάλει στη συσσώρευση συστημικού κινδύνου για το χρηματοπιστωτικό σύστημα ή κινδύνων που οδηγούν στη μη ομαλή λειτουργία των αγορών. |
3. Competent authorities shall take into account at least the following aspects in their assessment: | 3. Οι αρμόδιες αρχές, κατά την αξιολόγηση που διενεργούν, λαμβάνουν υπόψη τουλάχιστον τις ακόλουθες πτυχές: |
(a) | the circumstances in which the exposure of an AIF or several AIFs including those exposures resulting from financing or investment positions entered into by the AIFM for its own account or on behalf of the AIFs could constitute an important source of market, liquidity or counterparty risk to a financial institution; | α) | τις περιστάσεις υπό τις οποίες η έκθεση ενός ή περισσότερων ΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των εκθέσεων που προκύπτουν από χρηματοδοτικές ή επενδυτικές θέσεις που συνάπτονται από τον ΔΟΕΕ για δικό του λογαριασμό ή για λογαριασμό των ΟΕΕ, θα μπορούσε να αποτελεί σημαντική πηγή κινδύνου αγοράς, ρευστότητας ή αντισυμβαλλομένου για ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα· |
(b) | the circumstances in which the activities of an AIFM or its interaction with, for example, a group of AIFMs or other financial institutions, in particular with respect to the types of assets in which the AIF invests and the techniques employed by the AIFM through the use of leverage, contribute or could contribute to a downward spiral in the prices of financial instruments or other assets in a manner that threatens the viability of such financial instruments or other assets; | β) | τις περιστάσεις υπό τις οποίες οι δραστηριότητες ενός ΔΟΕΕ ή η αλληλεπίδρασή του, για παράδειγμα, με όμιλο ΔΟΕΕ ή άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ιδίως αναφορικά με τα είδη περιουσιακών στοιχείων στα οποία επενδύει ο ΟΕΕ και τις τεχνικές που εφαρμόζει ο ΔΟΕΕ μέσω της χρήσης μόχλευσης, συμβάλλουν ή θα μπορούσαν να συμβάλουν στην καθοδική πορεία των τιμών χρηματοοικονομικών μέσων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων με τρόπο που απειλεί τη βιωσιμότητα των εν λόγω χρηματοοικονομικών μέσων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων· |
(c) | criteria such as the type of AIF, the investment strategy of the AIFM with respect to the AIFs concerned, the market conditions in which the AIFM and the AIF operate and any likely pro-cyclical effects that could result from the imposition by the competent authorities of limits or other restrictions on the use of leverage by the AIFM concerned; | γ) | κριτήρια όπως ο τύπος του ΟΕΕ, η επενδυτική στρατηγική του ΔΟΕΕ αναφορικά με τους οικείους ΟΕΕ, οι συνθήκες τις αγοράς στην οποία δραστηριοποιούνται ο ΔΟΕΕ και ο ΟΕΕ, και οποιεσδήποτε προκυκλικές συνέπειες που θα μπορούσαν να προκύψουν από την από μέρους των αρμόδιων αρχών επιβολή ορίων ή άλλων περιορισμών στη χρήση μόχλευσης από τον οικείο ΔΟΕΕ· |
(d) | criteria, such as the size of an AIF or several AIFs and any related impact in a particular market sector, concentrations of risks in particular markets in which the AIF or several AIFs are investing, any contagion risk to other markets from a market where risks have been identified, liquidity issues in particular markets at a given time, the scale of asset/liability mismatch in a particular AIFM investment strategy or irregular movements in the prices of assets in which an AIF may invest. | δ) | κριτήρια όπως το μέγεθος ενός ΟΕΕ ή αρκετών ΟΕΕ και οποιαδήποτε σχετική επίπτωση σε συγκεκριμένο τομέα της αγοράς, συγκεντρώσεις κινδύνων σε συγκεκριμένες αγορές στις οποίες επενδύει ο ΟΕΕ ή επενδύουν αρκετοί ΟΕΕ, οποιοσδήποτε κίνδυνος μετάδοσης του κινδύνου σε άλλες αγορές από αγορά στην οποία έχουν εντοπιστεί κίνδυνοι, ζητήματα ρευστότητας σε συγκεκριμένες αγορές σε μια δεδομένη χρονική στιγμή, η κλίμακα της αναντιστοιχίας ενεργητικού/παθητικού στην επενδυτική στρατηγική συγκεκριμένου ΔΟΕΕ ή παράτυπες εξελίξεις στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων στα οποία μπορεί να επενδύσει ένας ΟΕΕ. |
SECTION 3 | ΤΜΗΜΑ 3 |
Specific rules relating to third countries | Ειδικοί κανόνες σχετικά με τρίτες χώρες |
(Articles 34(1), 35(2) 36(1), Articles 37(7)(d), 40(2)(a) and Article 42(1) of Directive 2011/61/EU) | [άρθρο 34 παράγραφος 1, άρθρο 35 παράγραφος 2, άρθρο 36 παράγραφος 1, άρθρο 37 παράγραφος 7 στοιχείο δ), άρθρο 40 παράγραφος 2 στοιχείο α) και άρθρο 42 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ] |
Article 113 | Άρθρο 113 |
General requirements | Γενικές απαιτήσεις |
1. Cooperation arrangements shall cover all possible situations and actors envisaged in Chapter VII of Directive 2011/61/EU taking into account the location of the AIFM, the location of the AIF and the activity of the AIFM. | 1. Οι ρυθμίσεις συνεργασίας θα πρέπει να καλύπτουν όλες τις πιθανές καταστάσεις και όλους τους πιθανούς φορείς που προβλέπονται στο κεφάλαιο VII της οδηγίας 2011/61/ΕΕ λαμβάνοντας υπόψη την τοποθεσία του ΔΟΕΕ, την τοποθεσία του ΟΕΕ και τη δραστηριότητα του ΔΟΕΕ. |
2. Cooperation arrangements shall take a written form. | 2. Οι ρυθμίσεις συνεργασίας θα πρέπει να καταρτίζονται γραπτώς. |
3. Cooperation arrangements shall establish the specific framework for consultation, cooperation and exchange of information for supervisory and enforcement purposes between EU competent authorities and third country supervisory authorities. | 3. Οι ρυθμίσεις συνεργασίας θα πρέπει να θεσπίζουν το ειδικό πλαίσιο διαβούλευσης, συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών για σκοπούς εποπτείας και επιβολής μεταξύ ενωσιακών αρμόδιων αρχών και εποπτικών αρχών τρίτων χωρών. |
4. Cooperation arrangements shall include a specific clause providing for the transfer of information received by a Union competent authority from a supervisory authority in a third country to other Union competent authorities, to ESMA or to the ESRB as required under Directive 2011/61/EU. | 4. Οι ρυθμίσεις συνεργασίας θα πρέπει να περιλαμβάνουν ειδική ρήτρα που να προβλέπει την προώθηση πληροφοριών τις οποίες λαμβάνει ενωσιακή αρμόδια αρχή από εποπτική αρχή τρίτης χώρας σε άλλες ενωσιακές αρμόδιες αρχές, στην ΕΑΚΑΑ ή στο ΕΣΣΚ, όπως απαιτεί η οδηγία 2011/61/ΕΕ. |
Article 114 | Άρθρο 114 |
Mechanisms, instruments and procedures | Μηχανισμοί, μέσα και διαδικασίες |
1. Cooperation arrangements shall establish the mechanisms, instruments and procedures required for enabling Union competent authorities to have access to all information necessary for the performance of their duties under Directive 2011/61/EU. | 1. Οι ρυθμίσεις συνεργασίας θα πρέπει να θεσπίζουν τους μηχανισμούς, τα μέσα και τις διαδικασίες που απαιτούνται προκειμένου οι ενωσιακές αρμόδιες αρχές να έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε όλες τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την εκτέλεση των καθηκόντων που υπέχουν δυνάμει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
2. Cooperation arrangements shall establish the mechanisms, instruments and procedures required for enabling on-site inspections to be carried out where required for the exercise of the Union competent authority’s duties under Directive 2011/61/EU. On-site inspections shall be carried out directly by the Union competent authority or by the third country competent authority with the assistance of the Union competent authority. | 2. Οι ρυθμίσεις συνεργασίας θα πρέπει να θεσπίζουν τους μηχανισμούς, τα μέσα και τις διαδικασίες που απαιτούνται για την εκτέλεση επιτόπιων ελέγχων όταν αυτό είναι απαραίτητο για την εκτέλεση των καθηκόντων που υπέχουν οι ενωσιακές αρμόδιες αρχές δυνάμει της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. Οι επιτόπιοι έλεγχοι θα πρέπει να εκτελούνται απευθείας από την ενωσιακή αρμόδια αρχή, ή από την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας με τη βοήθεια της ενωσιακής αρμόδιας αρχής. |
3. Cooperation arrangements shall establish the mechanisms, instruments and procedures required for the third country competent authority to assist the Union competent authorities where it is necessary to enforce Union legislation and national implementing legislation breached by an entity established in the third country, in accordance with the national and international law applicable to that authority. | 3. Οι ρυθμίσεις συνεργασίας θα πρέπει να θεσπίζουν τους μηχανισμούς, τα μέσα και τις διαδικασίες που απαιτούνται προκειμένου η αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας να συνδράμει τις ενωσιακές αρμόδιες αρχές όταν αυτό είναι απαραίτητο για την επιβολή του ενωσιακού δικαίου και του εθνικού εκτελεστικού δικαίου που παραβιάζεται από οντότητα εγκαταστημένη στην τρίτη χώρα, βάσει του εθνικού και διεθνούς δικαίου που ισχύει για την εν λόγω αρχή. |
Article 115 | Άρθρο 115 |
Data protection | Προστασία δεδομένων |
Cooperation arrangements shall ensure that the transfer to third countries of data and the analysis of data takes place only in accordance with Article 52 of Directive 2011/61/EU. | Οι ρυθμίσεις συνεργασίας θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι η διαβίβαση δεδομένων σε τρίτες χώρες και η ανάλυση των δεδομένων εκτελείται μόνο σε ευθυγράμμιση με το άρθρο 52 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. |
SECTION 4 | ΤΜΗΜΑ 4 |
Exchange of information on the potential systemic consequences of AIFM activity | Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις δυνητικές συστημικές συνέπειες της δραστηριότητας των ΔΟΕΕ |
(Article 53(1) of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 53 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Article 116 | Άρθρο 116 |
Exchange of information on the potential systemic consequences of AIFM activity | Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις δυνητικές συστημικές συνέπειες της δραστηριότητας των ΔΟΕΕ |
For the purposes of Article 53 of Directive 2011/61/EU, the competent authorities of the Member States responsible for the authorisation or supervision of AIFMs under that Directive shall exchange with the competent authorities of other Member States, and with ESMA and the ESRB at least: | Για τους σκοπούς του άρθρου 53 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών που είναι υπεύθυνες για την αδειοδότηση ή εποπτεία των ΔΟΕΕ βάσει της εν λόγω οδηγίας ανταλλάσσουν με τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών, καθώς και με την ΕΑΚΑΑ και το ΕΣΣΚ τουλάχιστον τα εξής: |
(a) | the information received pursuant to Article 110, whenever such information may be relevant for monitoring and responding to the potential implications of the activities of individual AIFMs or several AIFMs collectively for the stability of systemically relevant financial institutions and the orderly functioning of markets on which the AIFMs are active; | α) | τις πληροφορίες που λαμβάνουν βάσει του άρθρου 110, όταν αυτές ενδέχεται να είναι σχετικές με την παρακολούθηση και την ανταπόκριση στις δυνητικές επιπτώσεις των δραστηριοτήτων επιμέρους ΔΟΕΕ ή των ΔΟΕΕ συλλογικά για τη σταθερότητα των συστημικά σχετικών χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων και την ομαλή λειτουργία των αγορών στις οποίες δραστηριοποιούνται οι ΔΟΕΕ· |
(b) | the information received from third country authorities whenever this is necessary for the monitoring of systemic risks; | β) | τις πληροφορίες που λαμβάνουν από αρχές τρίτων χωρών όταν αυτές είναι απαραίτητες για την παρακολούθηση συστημικών κινδύνων· |
(c) | the analysis of the information referred to in points (a) and (b) and the assessment of any situation in which the activities of one or more supervised AIFMs or of one or more AIFs under their management are considered to contribute to the build-up of systemic risk in the financial system, to the risk of disorderly markets or to risks for the long-term growth of the economy; | γ) | την ανάλυση των πληροφοριών που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) και την αξιολόγηση οποιασδήποτε κατάστασης κατά την οποία οι δραστηριότητες ενός ή περισσότερων εποπτευόμενων ΔΟΕΕ ή ενός ή περισσότερων ΟΕΕ που τελούν υπό τη διαχείρισή τους θεωρείται ότι συμβάλλουν στη συσσώρευση συστημικού κινδύνου για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, σε κίνδυνο που οδηγεί στη μη ομαλή λειτουργία των αγορών ή σε κινδύνους για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της οικονομίας· |
(d) | the measures taken, when the activity of one or more supervised AIFMs or of one or more AIFs under their management present systemic risk or jeopardise the orderly functioning of the markets on which they are active. | δ) | τα μέτρα που λαμβάνονται όταν η δραστηριότητα ενός ή περισσότερων εποπτευόμενων ΔΟΕΕ ή ενός ή περισσότερων ΟΕΕ που τελούν υπό τη διαχείρισή τους παρουσιάζει συστημικό κίνδυνο ή θέτει σε κίνδυνο την ομαλή λειτουργία των αγορών στις οποίες δραστηριοποιούνται. |
CHAPTER VI | ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI |
FINAL PROVISIONS | ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ |
Article 117 | Άρθρο 117 |
Entry into force | Έναρξη ισχύος |
This Regulation shall enter into force on the twentieth day following that of its publication in the Official Journal of the European Union. | Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
It shall apply from 22 July 2013. | Εφαρμόζεται από τις 22 Ιουλίου 2013. |
This Regulation shall be binding in its entirety and directly applicable in all Member States. | Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. |
Done at Brussels, 19 December 2012. | Βρυξέλλες, 19 Δεκεμβρίου 2012. |
For the Commission | Για την Επιτροπή |
The President | Ο Πρόεδρος |
José Manuel BARROSO | José Manuel BARROSO |
(1)
OJ L 174, 1.7.2011, p. 1. | (1) ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 1. |
(2) COM(2010) 284. | (2) COM(2010) 284. |
(3)
OJ L 241, 2.9.2006, p. 26. | (3) ΕΕ L 241 της 2.9.2006, σ. 26. |
(4)
OJ L 145, 30.4.2004, p. 1. | (4) ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1. |
(5)
OJ L 302, 17.11.2009, p. 32. | (5) ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32. |
(6)
OJ L 176, 10.7.2010, p. 42. | (6) ΕΕ L 176 της 10.7.2010, σ. 42. |
(7)
OJ L 177, 30.6.2006, p. 1. | (7) ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 1. |
(8) Committee of European Banking Supervisors, Guidelines to Article 122a of the Capital Requirements Directive of 31 December 2010, http://www.eba.europa.eu/cebs/media/Publications/Standards%20and%20Guidelines/2010/Application%20of%20Art.%20122a%20of%20the%20CRD/Guidelines.pdf | (8) Επιτροπή Ευρωπαϊκών Αρχών Τραπεζικής Εποπτείας, Κατευθυντήριες αρχές για το άρθρο 122α της οδηγίας περί κεφαλαιακών απαιτήσεων της 31ης Δεκεμβρίου 2010, http://www.eba.europa.eu/cebs/media/Publications/Standards%20and%20Guidelines/2010/Application%20of%20Art.%20122a%20of%20the%20CRD/Guidelines.pdf |
(9) Committee of European Banking Supervisors, Guidelines to Article 122a of the Capital Requirements Directive of 31 December 2010, http://www.eba.europa.eu/cebs/media/Publications/Standards%20and%20Guidelines/2010/Application%20of%20Art.%20122a%20of%20the%20CRD/Guidelines.pdf | (9) Επιτροπή Ευρωπαϊκών Αρχών Τραπεζικής Εποπτείας, Κατευθυντήριες αρχές για το άρθρο 122α της οδηγίας περί κεφαλαιακών απαιτήσεων της 31ης Δεκεμβρίου 2010, http://www.eba.europa.eu/cebs/media/Publications/Standards%20and%20Guidelines/2010/Application%20of%20Art.%20122a%20of%20the%20CRD/Guidelines.pdf |
(10)
OJ L 96, 12.4.2003, p. 16. | (10) ΕΕ L 96 της 12.4.2003, σ. 16. |
(11)
OJ L 79, 20.3.2007, p. 11. | (11) ΕΕ L 79 της 20.3.2007, σ. 11. |
ANNEX I | ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I |
Methods of increasing the exposure of an AIF | Μέθοδοι αύξησης της έκθεσης του ΟΕΕ |
1. | Unsecured cash borrowings: When cash borrowings are invested they have the propensity to increase the exposure of the AIF by the total amount of those borrowings. Therefore, the minimum exposure is always the amount of the borrowing. It might be higher if the value of the investment realised with the borrowing is greater than the borrowed amount. To avoid double counting, cash borrowings that are used to finance the exposure shall not be included within the calculation. If the cash borrowings are not invested but remain in cash or cash equivalent as defined in Article 7(a) they will not increase the exposure of the AIF. | 1. | Ανασφάλιστα δάνεια σε μετρητά: Όταν επενδύονται δάνεια σε μετρητά, αυτά τείνουν να αυξάνουν την έκθεση του ΟΕΕ κατά το συνολικό ποσό των εν λόγω δανείων. Συνεπώς, η ελάχιστη έκθεση ισούται πάντα με το ποσό των δανείων. Μπορεί να είναι υψηλότερη εάν η αξία της επένδυσης που πραγματοποιείται με τον δανεισμό υπερβαίνει το δανειζόμενο ποσό. Για την αποφυγή διπλής μέτρησης, τα δάνεια σε μετρητά που χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση της έκθεσης δεν θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό. Εάν τα δάνεια σε μετρητά δεν επενδύονται, αλλά παραμένουν σε ταμειακά διαθέσιμα ή ισοδύναμα, όπως ορίζεται στο άρθρο 7 στοιχείο α), τότε δεν αυξάνουν την έκθεση του ΟΕΕ. |
2. | Secured cash borrowings: Secured cash borrowings are similar to unsecured cash borrowings but the loan may be secured by a pool of assets or a single asset. If the cash borrowings are not invested but remain in cash or cash equivalent as defined in Article 7(a) they will not increase the exposure of the AIF. | 2. | Ασφαλισμένα δάνεια σε μετρητά: Τα ασφαλισμένα δάνεια σε μετρητά είναι παρόμοια με τα ανασφάλιστα δάνεια σε μετρητά, αλλά το δάνειο ενδέχεται να έχει ασφαλιστεί με δέσμη περιουσιακών στοιχείων ή με επιμέρους περιουσιακό στοιχείο. Εάν τα δάνεια σε μετρητά δεν επενδύονται, αλλά παραμένουν σε ταμειακά διαθέσιμα ή ισοδύναμα, όπως ορίζεται στο άρθρο 7 στοιχείο α), τότε δεν αυξάνουν την έκθεση του ΟΕΕ. |
3. | Convertible borrowings: Convertible borrowings are purchased debt which has the ability, under certain circumstances, to enable the holder or issuer to convert that debt into another asset. The exposure of the AIF is the market value of such borrowings. | 3. | Μετατρέψιμα δάνεια: Τα μετατρέψιμα δάνεια είναι χρέος που αγοράζεται και το οποίο δύναται, υπό ορισμένες περιστάσεις, να επιτρέψει στον κάτοχο ή στον εκδότη να μετατρέψει το εν λόγω χρέος σε άλλο περιουσιακό στοιχείο. Η έκθεση του ΟΕΕ ισούται με την αγοραία αξία των εν λόγω δανείων. |
4. | Interest rate swaps: An interest rate swap is an agreement to exchange interest rate cash flows, calculated on a notional principal amount, at specified intervals (payment dates) during the life of the agreement. Each party’s payment obligation is computed using a different interest rate based on the notional exposures. | 4. | Συμφωνίες ανταλλαγής επιτοκίων: Συμφωνία ανταλλαγής επιτοκίων είναι μια συμφωνία ανταλλαγής ταμειακών ροών επιτοκίων, υπολογιζόμενων επί ονομαστικού κεφαλαίου, ανά συγκεκριμένα διαστήματα (ημερομηνίες καταβολής) κατά τη διάρκεια της συμφωνίας. Η υποχρέωση καταβολής του κάθε μέρους υπολογίζεται χρησιμοποιώντας διαφορετικό επιτόκιο βάσει των ονομαστικών εκθέσεων. |
5. | Contracts for differences: A contract for differences (CFD) is an agreement between two parties — the investor and the CFD provider — to pay the other the change in the price of an underlying asset. Depending on which way the price moves, one party pays the other the difference from the time the contract was agreed to the point in time where it ends. Exposure is the market value of the underlying asset. The same treatment must be applied to financial spread bets. | 5. | Συμβάσεις επί διαφορών: Σύμβαση επί διαφορών (CFD) είναι μια συμφωνία μεταξύ δύο συμβαλλόμενων μερών, του επενδυτή και του παρόχου του CFD, για την καταβολή στον αντισυμβαλλόμενο της μεταβολής της τιμής ενός υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου. Ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται η τιμή, ο ένας συμβαλλόμενος καταβάλλει στον αντισυμβαλλόμενο τη διαφορά από τον χρόνο σύναψης της σύμβασης έως τον χρόνο λήξης της. Η έκθεση ισούται με την αγοραία αξία του υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου. Η ίδια μεταχείριση θα πρέπει να εφαρμόζεται και στα στοιχήματα χρηματοοικονομικών ανοιγμάτων (financial spread bets). |
6. | Futures contracts: A futures contract is an agreement to buy or sell a stated amount of a security, currency, commodity, index or other asset at a specific future date and at a pre-agreed price. The exposure is the market value of the equivalent underlying asset. | 6. | Συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης: Συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης είναι μια συμφωνία αγοράς ή πώλησης δηλωμένου ποσού ενός τίτλου, νομίσματος, εμπορεύματος, δείκτη ή άλλου περιουσιακού στοιχείου σε συγκεκριμένη μελλοντική ημερομηνία και προσυμφωνημένη τιμή. Η έκθεση ισούται με την αγοραία αξία του ισοδύναμου υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου. |
7. | Total return swaps: A total return swap is an agreement in which one party (total return payer) transfers the total economic performance of a reference obligation to the other party (total return receiver). Total economic performance includes income from interest and fees, gains or losses from market movements, and credit losses. The exposure of the AIF is the market value of the equivalent reference assets which have a bearing on the economic performance of the swap. | 7. | Ανταλλαγές συνολικής απόδοσης: Ανταλλαγή συνολικής απόδοσης είναι μια συμφωνία βάσει της οποίας ένας συμβαλλόμενος (ο καταβάλλων τη συνολική απόδοση) μεταβιβάζει τη συνολική οικονομική απόδοση μιας υποχρέωσης αναφοράς στον αντισυμβαλλόμενο (λήπτη της συνολικής απόδοσης). Η συνολική οικονομική απόδοση περιλαμβάνει τα έσοδα από τόκους και αμοιβές, κέρδη ή ζημίες από εξελίξεις στην αγορά, καθώς και πιστωτικές απώλειες. Η έκθεση του ΟΕΕ ισούται με την αγοραία αξία των ισοδύναμων περιουσιακών στοιχείων αναφοράς που επηρεάζουν την οικονομική απόδοση της ανταλλαγής. |
8. | Forward agreements: A forward agreement is a customised, bilateral agreement to exchange an asset or cash flows at a specified future settlement date at a forward price agreed on the trade date. One party to the forward is the buyer (long), who agrees to pay the forward price on the settlement date; the other is the seller (short), who agrees to receive the forward price. Entering into a forward contract typically does not require the payment of a fee. The exposure of the AIF is the market value of the equivalent underlying asset. This may be replaced by the notional value of the contract where this is more conservative. | 8. | Προθεσμιακές συμφωνίες: Προθεσμιακή συμφωνία είναι μια ειδικά προσαρμοσμένη διμερής συμφωνία ανταλλαγής ενός περιουσιακού στοιχείου ή ταμειακών ροών σε καθορισμένη μελλοντική ημερομηνία διακανονισμού σε προθεσμιακή τιμή συμφωνηθείσα κατά την ημερομηνία της σχετικής πράξης. Ο ένας συμβαλλόμενος στην προθεσμιακή συμφωνία είναι ο αγοραστής (long), ο οποίος συμφωνεί να καταβάλει την προθεσμιακή τιμή κατά την ημερομηνία διακανονισμού και ο αντισυμβαλλόμενος είναι ο αγοραστής (short), ο οποίος συμφωνεί να εισπράξει την προθεσμιακή τιμή. Η σύναψη προθεσμιακής συμφωνίας συνήθως δεν απαιτεί την καταβολή αμοιβής. Η έκθεση του ΟΕΕ ισούται με την αγοραία αξία του ισοδύναμου υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου. Αυτό μπορεί να αντικατασταθεί από την ονομαστική αξία της σύμβασης όταν αυτή είναι πιο συντηρητική. |
9. | Options: An option is an agreement that gives the buyer, who pays a fee (premium), the right — but not the obligation — to buy or sell a specified amount of an underlying asset at an agreed price (strike or exercise price) on or until the expiration of the contract (expiry). A call option is an option to buy, and a put option an option to sell. The bounds of the exposure of the fund will be on the one side a potential unlimited exposure and on the other side an exposure that is limited to the higher of the premium paid or the market value of that option. The exposure between these two bounds is determined as the delta (an options delta measures the sensitivity of an option’s price solely to a change in the price of the underlying asset) adjusted equivalent of the underlying position. The same approach must be adopted for embedded derivatives, e.g. in structured products. The structure should be broken down into its component parts and the effect of layers of derivative exposures must be adequately captured. | 9. | Δικαιώματα προαίρεσης: Δικαίωμα προαίρεσης είναι μια συμφωνία που δίνει στον αγοραστή, ο οποίος καταβάλλει αμοιβή (τίμημα), το δικαίωμα, αλλά όχι την υποχρέωση, να αγοράσει ή να πωλήσει συγκεκριμένη ποσότητα ενός υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου σε συμφωνημένη τιμή (τιμή εξάσκησης) κατά την ημερομηνία λήξης της σύμβασης (λήξη) ή μέχρι αυτή την ημερομηνία. Υπάρχουν δύο είδη δικαιωμάτων, το δικαίωμα αγοράς (call option) και το δικαίωμα πώλησης (put option). Τα όρια της έκθεσης του οργανισμού είναι τα εξής: προς τη μία πλευρά, πιθανή απεριόριστη έκθεση, και προς την άλλη πλευρά, έκθεση που περιορίζεται στο καταβαλλόμενο τίμημα ή στην αγοραία αξία του σχετικού δικαιώματος, όποιο είναι υψηλότερο. Η έκθεση μεταξύ των δύο ορίων καθορίζεται ως το δέλτα (το δέλτα δικαιωμάτων προαίρεσης μετρά την ευαισθησία της τιμής ενός δικαιώματος προαίρεσης αποκλειστικά και μόνο στη μεταβολή της τιμής του υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου) προσαρμοζόμενο ανάλογα με την υποκείμενη θέση. Η ίδια προσέγγιση πρέπει να εφαρμόζεται για ενσωματωμένα παράγωγα, π.χ. σε δομημένα προϊόντα. Θα πρέπει να αναλύεται η δομή στα επιμέρους στοιχεία της, και θα πρέπει να καθορίζεται επαρκώς η επίδραση των επιμέρους επιπέδων έκθεσης επί παραγώγων. |
10. | Repurchase agreements: The repurchase agreement normally occurs where an AIF ‘sells’ securities to a reverse-repo counterparty and agrees to buy them back at an agreed price in the future. The AIF will incur a financing cost from engaging in this transaction and will therefore need to re-invest the cash proceeds (effectively cash collateral) in order to generate a return greater than the financing cost incurred. This reinvestment of ‘cash collateral’ means that incremental market risk will be carried by the AIF and consequently must be taken into account in the global exposure calculation. The economic risks and rewards of the ‘sold’ securities remain with the AIF. Also, a repo transaction will almost always give rise to leverage as the cash collateral will be reinvested. In the event that non-cash collateral is received as part of the transaction and this collateral is further used as part of another repo, or stock-loan agreement, the full market value of the collateral must be included in the global exposure amount. The exposure of the AIF is increased by the reinvested part of the cash collateral. | 10. | Συμφωνίες πώλησης και επαναγοράς: Συμφωνία πώλησης και επαναγοράς υφίσταται κανονικά όταν ένας ΟΕΕ «πωλεί» τίτλους σε αντισυμβαλλόμενο ο οποίος αναλαμβάνει αντίστροφη υποχρέωση (αγοράς και επαναπώλησης) προκειμένου ο πρώτος να τους επαναγοράσει σε συμφωνημένη τιμή στο μέλλον. Ο ΟΕΕ θα υποστεί χρηματοοικονομική δαπάνη για την εμπλοκή του σε αυτή τη συναλλαγή και, ως εκ τούτου, απαιτείται να επανεπενδύσει τα έσοδα σε μετρητά (ουσιαστικά ασφάλεια σε μετρητά) προκειμένου να δημιουργήσει απόδοση υψηλότερη της χρηματοοικονομικής δαπάνης που υπέστη. Αυτή η επανεπένδυση της «ασφάλειας σε μετρητά» σημαίνει ότι ο πρόσθετος κίνδυνος αγοράς αναλαμβάνεται από τον ΟΕΕ και συνεπώς θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό της συνολικής έκθεσης. Οι οικονομικοί κίνδυνοι και αποδόσεις των «πωληθέντων» τίτλων παραμένουν στον ΟΕΕ. Επίσης, μια συμφωνία πώλησης και επαναγοράς δημιουργεί σχεδόν πάντα μόχλευση εφόσον η ασφάλεια σε μετρητά επανεπενδύεται. Σε περίπτωση που λαμβάνεται ασφάλεια άλλη εκτός των μετρητών στο πλαίσιο της συναλλαγής και η ασφάλεια αυτή χρησιμοποιείται περαιτέρω ως μέρος άλλης συμφωνίας πώλησης και επαναγοράς, ή συμφωνίας δανεισμού μετοχών, θα πρέπει να περιλαμβάνεται στο ποσό της συνολικής έκθεσης η πλήρης αγοραία αξία της ασφάλειας. Η έκθεση του ΟΕΕ αυξάνεται κατά το επανεπενδυθέν μέρος της ασφάλειας σε μετρητά. |
11. | Reverse repurchase agreements: This transaction occurs where an AIF ‘purchases’ securities from a repo counterparty and agrees to sell them back at an agreed price in the future. AIFs normally engage in these transactions to generate a low-risk money-market type return, and the ‘purchased’ securities act as collateral. Therefore no global exposure is generated; nor does the AIF take on the risks and rewards of the ‘purchased’ securities, i.e. there is no incremental market risk. However, it is possible for the ‘purchased’ securities to be further used as part of a repo or security-loan transaction, as described above, and in that case the full market value of the securities must be included in the global exposure amount. The economic risks and rewards of the purchased securities remain with the counterparty and therefore this does not increase the exposure of the AIF. | 11. | Συμφωνίες αγοράς και επαναπώλησης: Συμφωνία αγοράς και επαναπώλησης υφίσταται κανονικά όταν ένας ΟΕΕ «αγοράζει» τίτλους από αντισυμβαλλόμενο ο οποίος αναλαμβάνει αντίστροφη υποχρέωση (πώλησης και επαναγοράς) προκειμένου ο πρώτος να τους επαναπωλήσει σε συμφωνημένη τιμή στο μέλλον. Οι ΟΕΕ εμπλέκονται συνήθως σε αυτές τις συναλλαγές προκειμένου να δημιουργήσουν απόδοση τύπου χρηματαγοράς χαμηλού κινδύνου, οπότε οι «αγορασθέντες» τίτλοι χρησιμεύουν ως ασφάλεια. Άρα δεν δημιουργείται συνολική έκθεση ούτε αναλαμβάνει ο ΟΕΕ τους κινδύνους και τις αποδόσεις των «αγορασθέντων» τίτλων, δηλαδή δεν υπάρχει πρόσθετος κίνδυνος αγοράς. Ωστόσο, είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν περαιτέρω οι «αγορασθέντες» τίτλοι στο πλαίσιο μιας συμφωνίας πώλησης και επαναγοράς, ή συμφωνίας δανεισμού τίτλων, όπως περιγράφεται ανωτέρω, και σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να περιλαμβάνεται στο ποσό της συνολικής έκθεσης η πλήρης αγοραία αξία των τίτλων. Οι οικονομικοί κίνδυνοι και αποδόσεις των αγορασθέντων τίτλων παραμένουν στον αντισυμβαλλόμενο και, ως εκ τούτου, αυτό δεν αυξάνει την έκθεση του ΟΕΕ. |
12. | Securities lending arrangements: An AIF engaging in a securities lending transaction will lend a security to a security-borrowing counterparty (who will normally borrow the security to cover a physical short sale transaction) for an agreed fee. The security borrower will deliver either cash or non-cash collateral to the AIF. Only where cash collateral is reinvested in instruments other than those defined in Article 7 point (a) will global exposure be created. If the non-cash collateral is further used as part of a repo or another security lending transaction, the full market value of the securities must be included in the global exposure amount as described above. Exposure is created to the extent that the cash collateral has been reinvested. | 12. | Συμφωνίες δανειοδοσίας τίτλων: Ο ΟΕΕ που εμπλέκεται σε συναλλαγή δανειοδοσίας τίτλων δανείζει έναν τίτλο σε έναν αντισυμβαλλόμενο-δανειολήπτη τίτλων (ο οποίος συνήθως δανείζεται τους τίτλους για να καλύψει μια φυσική συναλλαγή ανοιχτής πώλησης) αντί συμφωνηθείσας αμοιβής. Ο δανειολήπτης των τίτλων παραδίδει στον ΟΕΕ ασφάλεια σε μετρητά ή ασφάλεια άλλη εκτός μετρητών. Συνολική έκθεση δημιουργείται μόνο όταν η ασφάλεια σε μετρητά επανεπενδύεται σε μέσα άλλα εκτός εκείνων που ορίζονται στο άρθρο 7 στοιχείο α). Σε περίπτωση που επαναχρησιμοποιηθεί ασφάλεια άλλη εκτός μετρητών στο πλαίσιο μιας συμφωνίας πώλησης και επαναγοράς, ή συμφωνίας δανειοδοσίας τίτλων, θα πρέπει να περιλαμβάνεται στο ποσό της συνολικής έκθεσης η πλήρης αγοραία αξία των τίτλων όπως περιγράφεται ανωτέρω. Έκθεση δημιουργείται στον βαθμό που έχει επανεπενδυθεί η ασφάλεια σε μετρητά. |
13. | Securities borrowing arrangements: An AIF engaging in the borrowing of securities will borrow a security from a security-lending counterparty for an agreed fee. The AIF will then sell the security in the market. The AIF is now short that security. To the extent that the cash proceeds from the sale are reinvested this will also increase the exposure of the AIF. Exposure is the market value of the shorted securities; additional exposure is created to the extent that the cash received is reinvested. | 13. | Συμφωνίες δανειοληψίας τίτλων: Ο ΟΕΕ που εμπλέκεται στη δανειοληψία τίτλων δανείζεται έναν τίτλο από έναν αντισυμβαλλόμενο-δανειοδότη αντί συμφωνηθείσας αμοιβής. Στη συνέχεια ο ΟΕΕ πωλεί τον τίτλο στην αγορά. Ο ΟΕΕ δεν κατέχει πια τον εν λόγω τίτλο. Στον βαθμό που επανεπενδύονται τα έσοδα σε μετρητά από την πώληση, αυτό αυξάνει επίσης την έκθεση του ΟΕΕ. Η έκθεση ισούται με την αγοραία αξία των πωληθέντων τίτλων. Πρόσθετη έκθεση δημιουργείται στον βαθμό που επανεπενδύονται τα εισπραχθέντα μετρητά. |
14. | Credit default swaps: A credit default swap (CDS) is a credit derivative agreement that gives the buyer protection, usually the full recovery, in case the reference entity defaults or suffers a credit event. In return the seller of the CDS receives from the buyer a regular fee, called the spread. For the protection seller, the exposure is the higher of the market value of the underlying reference assets or the notional value of the credit default swap. For the protection buyer, the exposure is the market value of the underlying reference asset. | 14. | Συμβόλαια ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης: Συμβόλαιο ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης (CDS) είναι μια συμφωνία πιστωτικού παραγώγου που παρέχει προστασία στον αγοραστή, εγγυώμενο συνήθως την πλήρη ανάκτηση, σε περίπτωση που η οντότητα αναφοράς αθετήσει τις υποχρεώσεις της ή υποστεί πιστωτικό γεγονός. Σε αντάλλαγμα, ο πωλητής των CDS εισπράττει από τον αγοραστή την κανονική αμοιβή, η οποία ονομάζεται διαφορά απόδοσης (spread). Για την προστασία του πωλητή, η έκθεση ισούται με την αγοραία αξία των υποκείμενων περιουσιακών στοιχείων αναφοράς ή με την ονομαστική αξία του συμβολαίου ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης, όποιο από τα δύο είναι υψηλότερο. Για την προστασία του αγοραστή, η έκθεση ισούται με την αγοραία αξία του υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου αναφοράς. |
ANNEX II | ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II |
Conversion methodologies for derivative instruments | Μεθοδολογίες μετατροπής για παράγωγα |
1. | The following conversion methods shall be applied to the non-exhaustive list below of standard derivatives: | (a) | Futures | — Bond future: Number of contracts * notional contract size * market price of the cheapest-to-deliver reference bond | — Interest rate future: Number of contracts * notional contract size | — Currency future: Number of contracts * notional contract size | — Equity future: Number of contracts * notional contract size * market price of underlying equity share | — Index futures: Number of contracts * notional contract size * index level | (b) | Plain vanilla options (bought/sold puts and calls) | — Plain vanilla bond option: Notional contract value * market value of underlying reference bond * delta | — Plain vanilla equity option: Number of contracts * notional contract size* market value of underlying equity share * delta | — Plain vanilla interest rate option: Notional contract value * delta | — Plain vanilla currency option: Notional contract value of currency leg(s) * delta | — Plain vanilla index options: Number of contracts * notional contract size * index level * delta | — Plain vanilla options on futures: Number of contracts * notional contract size * market value of underlying asset * delta | — Plain vanilla swaptions: Reference swap commitment conversion amount * delta | — Warrants and rights: Number of shares/bonds * market value of underlying referenced instrument * delta | (c) | Swaps | — Plain vanilla fixed/floating rate interest rate and inflation swaps: notional contract value | — Currency swaps: Notional value of currency leg(s) | — Cross currency interest rate swaps: Notional value of currency leg(s) | — Basic total return swap: Underlying market value of reference asset(s) | — Non-basic total return swap: Cumulative underlying market value of both legs of the TRS | — Single name credit default swap: | Protection seller— The higher of the market value of the underlying reference asset or the notional value of the Credit Default Swap. | Protection buyer— Market value of the underlying reference asset | — Contract for differences: Number of shares/bonds * market value of underlying referenced instrument | (d) | Forwards | — FX forward: notional value of currency leg(s) | — Forward rate agreement: notional value | (e) | Leveraged exposure to indices with embedded leverage | A derivative providing leveraged exposure to an underlying index, or indices that embed leveraged exposure to their portfolio, must apply the standard applicable commitment approach to the assets in question. | 1. | Οι ακόλουθες μέθοδοι μετατροπής εφαρμόζονται για τον κατωτέρω ενδεικτικό κατάλογο πρότυπων παραγώγων: | α) | Συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης | — Συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης επί ομολόγων: Αριθμός συμβάσεων * ονομαστικό ύψος σύμβασης * αγοραία τιμή του φθηνότερου για παράδοση (cheapest-to-deliver) ομολόγου αναφοράς | — Συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης επί επιτοκίων: Αριθμός συμβάσεων * ονομαστικό ύψος σύμβασης | — Συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης επί συναλλάγματος: Αριθμός συμβάσεων * ονομαστικό ύψος σύμβασης | — Συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης επί μετοχών: Αριθμός συμβάσεων * ονομαστικό ύψος σύμβασης * αγοραία τιμή της υποκείμενης μετοχής | — Συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης επί δεικτών: Αριθμός συμβάσεων * ονομαστικό ύψος σύμβασης * στάθμη δείκτη | β) | Απλά δικαιώματα προαίρεσης (αγορασθείσες/πωληθείσες πωλήσεις και αγορές) | — Απλά δικαιώματα προαίρεσης επί ομολόγων: Ονομαστική συμβατική αξία * αγοραία αξία του υποκείμενου ομολόγου αναφοράς * δέλτα | — Απλά δικαιώματα προαίρεσης επί μετοχών: Αριθμός συμβάσεων * ονομαστικό ύψος σύμβασης * αγοραία αξία της υποκείμενης μετοχής * δέλτα | — Απλά δικαιώματα προαίρεσης επί επιτοκίων: Ονομαστική συμβατική αξία * δέλτα | — Απλά δικαιώματα προαίρεσης επί συναλλάγματος: Ονομαστική συμβατική αξία του (των) επιμέρους στοιχείου(-ων) συναλλάγματος (currency leg(s)) * δέλτα | — Απλά δικαιώματα προαίρεσης επί δεικτών: Αριθμός συμβάσεων * ονομαστικό ύψος σύμβασης * στάθμη δείκτη * δέλτα | — Απλά δικαιώματα προαίρεσης επί συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης: Αριθμός συμβάσεων * ονομαστικό ύψος σύμβασης * αγοραία αξία του υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου * δέλτα | — Απλά δικαιώματα προαίρεσης επί συμφωνιών ανταλλαγής: Ποσό μετατροπής της δέσμευσης της συμφωνίας ανταλλαγής αναφοράς * δέλτα | — Πιστοποιητικά επιλογής και δικαιώματα: Αριθμός μετοχών/μεριδίων * αγοραία αξία του υποκείμενου μέσου αναφοράς * δέλτα | γ) | Συμφωνίες ανταλλαγής | — Απλές συμφωνίες ανταλλαγής σταθερού/κυμαινόμενου επιτοκίου και πληθωρισμού: Ονομαστική συμβατική αξία | — Συμφωνίες ανταλλαγής συναλλάγματος: Ονομαστική συμβατική αξία του (των) επιμέρους στοιχείου(-ων) συναλλάγματος (currency leg(s)) | — Συμφωνίες ανταλλαγής επιτοκίων σε διαφορετικά νομίσματα: Ονομαστική συμβατική αξία του (των) επιμέρους στοιχείου(-ων) συναλλάγματος (currency leg(s)) | — Βασικές συμφωνίες ανταλλαγής συνολικής απόδοσης: Υποκείμενη αγοραία αξία του (των) περιουσιακού(-ών) στοιχείου(-ων) αναφοράς | — Μη βασικές συμφωνίες ανταλλαγής συνολικής απόδοσης: Σωρευτική υποκείμενη αγοραία αξία και των δύο επιμέρους στοιχείων της συμφωνίας ανταλλαγής συνολικής απόδοσης | — Συμβόλαια ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης μεμονωμένου πιστούχου: | Προστασία του πωλητή— Η αγοραία αξία του υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου αναφοράς ή η ονομαστική αξία του συμβολαίου ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης, όποιο από τα δύο είναι υψηλότερο. | Προστασία του αγοραστή— Η αγοραία αξία του υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου αναφοράς. | — Συμβάσεις επί διαφορών: Αριθμός μετοχών/μεριδίων * αγοραία αξία του υποκείμενου μέσου αναφοράς | δ) | Προθεσμιακές συμφωνίες | — Προθεσμιακές συμφωνίες συναλλάγματος: Ονομαστική συμβατική αξία του (των) επιμέρους στοιχείου(-ων) συναλλάγματος (currency leg(s)) | — Προθεσμιακές συμφωνίες επιτοκίου: Ονομαστική αξία | ε) | Μοχλευόμενη έκθεση σε δείκτες με ενσωματωμένη μόχλευση | Όταν πρόκειται για παράγωγο που παρέχει μοχλευόμενη έκθεση σε υποκείμενο δείκτη ή δείκτες με ενσωματωμένη μοχλευόμενη έκθεση στο χαρτοφυλάκιό τους, θα πρέπει να εφαρμόζεται η πρότυπη ισχύουσα προσέγγιση βάσει των δεσμεύσεων για τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία. |
2. | The following conversion methods shall be applied to the non-exhaustive list below of financial instruments which embed derivatives: | — Convertible bonds: Number of referenced shares * market value of underlying referenced shares * delta | — Credit linked notes: Market value of underlying reference asset(s) | — Partly paid securities: Number of shares/bonds * market value of underlying referenced instruments | — Warrants and rights: Number of shares/bonds * market value of underlying referenced instrument * delta | 2. | Οι ακόλουθες μέθοδοι μετατροπής εφαρμόζονται για τον κατωτέρω ενδεικτικό κατάλογο χρηματοοικονομικών μέσων με ενσωματωμένα παράγωγα: | — Μετατρέψιμα ομόλογα: Αριθμός μετοχών αναφοράς * αγοραία αξία των υποκείμενου μετοχών αναφοράς * δέλτα | — Ομόλογα συνδεδεμένα με τον πιστωτικό κίνδυνο υποκείμενου μέσου: Αγοραία αξία του (των) υποκείμενου(-ων) περιουσιακού(-ών) στοιχείου(-ων) αναφοράς | — Μερικώς αποπληρωμένοι τίτλοι: Αριθμός μετοχών/μεριδίων * αγοραία αξία των υποκείμενων μέσων αναφοράς | — Πιστοποιητικά επιλογής και δικαιώματα: Αριθμός μετοχών/μεριδίων * αγοραία αξία του υποκείμενου μέσου αναφοράς * δέλτα |
3. | List of examples of non-standard derivatives with the related commitment methodology being used: | — | Variance swaps: Variance swaps are contracts that allow investors to gain exposure to the variance (squared volatility) of an underlying asset and, in particular, to trade future realised (or historical) volatility against current implied volatility. According to market practice, the strike and the variance notional are expressed in terms of volatility. For the variance notional, this gives: | The vega notional provides a theoretical measure of the profit or loss resulting from a 1 % change in volatility. | As realised volatility cannot be less than zero, a long swap position has a known maximum loss. The maximum loss on a short swap is often limited by the inclusion of a cap on volatility. However without a cap, a short swap’s potential losses are unlimited. | The conversion methodology to be used for a given contract at time t is: | Variance notional * (current) variancet (without volatility cap) | Variance notional * min [(current) variancet volatility cap2] (with volatility cap) | whereby: (current) variancet is a function of the squared realised and implied volatility, more precisely: | — | Volatility swaps | By analogy with the variance swaps, the following conversion formulae should be applied to volatility swaps: | — | Vega notional * (current) volatilityt (without volatility cap) | — | Vega notional * min [(current) volatilityt; volatility cap] (with volatility cap) | whereby the (current) volatility t is a function of the realised and implied volatility. | 3. | Κατάλογος παραδειγμάτων μη πρότυπων παραγώγων με χρήση της σχετικής μεθοδολογίας βάσει δεσμεύσεων: | — | Συμφωνίες ανταλλαγής διακύμανσης: Οι συμφωνίες ανταλλαγής διακύμανσης είναι συμβόλαια που επιτρέπουν στους επενδυτές να εκτίθενται στη διακύμανση (μεταβλητότητα στο τετράγωνο) ενός υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου, ιδίως δε να ανταλλάσσουν τη μελλοντική πραγματοποιηθείσα (ή ιστορική) μεταβλητότητα με την τρέχουσα τεκμαρτή μεταβλητότητα. Σύμφωνα με την πρακτική της αγοράς, η τιμή εξάσκησης και η ονομαστική αξία της διακύμανσης εκφράζονται με όρους μεταβλητότητας. Για την εύρεση της ονομαστικής αξίας της διακύμανσης, ακολουθείται ο εξής τύπος: | Η ονομαστική τιμή vega (vega notional) παρέχει θεωρητικό μέτρο του κέρδους ή της απώλειας που προκύπτει από αλλαγή στη μεταβλητότητα της τάξης του 1 %. | Εφόσον η πραγματοποιηθείσα μεταβλητότητα δεν μπορεί να είναι μικρότερη του μηδενός, κάθε θετική θέση σε συμφωνία ανταλλαγής έχει γνωστή μέγιστη απώλεια. Η μέγιστη απώλεια σε αρνητική θέση σε συμφωνία ανταλλαγής μετριάζεται συχνά με την εφαρμογή ανώτατου ορίου στη μεταβλητότητα. Εντούτοις, χωρίς ανώτατο όριο, οι πιθανές απώλειες αρνητικής θέσης σε συμφωνία ανταλλαγής είναι απεριόριστες. | Η μεθοδολογία μετατροπής που χρησιμοποιείται για δεδομένο συμβόλαιο σε δεδομένη χρονική στιγμή t είναι η εξής: | Ονομαστική τιμή μεταβλητότητας * (τρέχουσα) μεταβλητότηταt (χωρίς ανώτατο όριο μεταβλητότητας) | Ονομαστική τιμή μεταβλητότητας * ελάχ. [(τρέχουσα) μεταβλητότηταt· ανώτατο όριο μεταβλητότητας2] (με ανώτατο όριο μεταβλητότητας) | όπου: η (τρέχουσα) μεταβλητότηταt αποτελεί συνάρτηση της πραγματοποιηθείσας και τεκμαρτής μεταβλητότητας στο τετράγωνο, και ειδικότερα: | — | Συμφωνίες ανταλλαγής μεταβλητότητας | Κατ’ αναλογία με τις συμφωνίες ανταλλαγής διακύμανσης, χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι τύποι μετατροπής για τις συμφωνίες ανταλλαγής μεταβλητότητας: | — | Ονομαστική τιμή vega * (τρέχουσα) μεταβλητότηταt (χωρίς ανώτατο όριο μεταβλητότητας) | — | Ονομαστική τιμή vega * ελάχ. [(τρέχουσα) μεταβλητότηταt· ανώτατο όριο μεταβλητότητας] (με ανώτατο όριο μεταβλητότητας) | όπου η (τρέχουσα) μεταβλητότηταt αποτελεί συνάρτηση της πραγματοποιηθείσας και της τεκμαρτής μεταβλητότητας. |
4. | Barrier (knock-in knock-out) options | Number of contracts * notional contract size * market value of underlying equity share * delta | 4. | Δικαιώματα προαίρεσης που θέτουν περιορισμούς ενεργοποιώντας ή απενεργοποιώντας το δικαίωμα προαίρεσης [barrier (knock-in knock-out) options] | Αριθμός συμβάσεων * ονομαστικό ύψος σύμβασης * αγοραία αξία της υποκείμενης μετοχής * δέλτα |
ANNEX III | ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III |
Duration netting rules | Κανόνες συμψηφισμού διάρκειας |
1. | An interest rate derivative shall be converted into its equivalent underlying asset position in accordance with the following methodology: | The equivalent underlying asset position of each interest rate derivative instrument shall be calculated as its duration divided by the target duration of the AIF and multiplied by the equivalent underlying asset position: | where: | — | duration FDI is the duration (sensitivity of the market value of the financial derivative instrument to interest rate movements) of the interest rate derivative instrument, | — | duration target is in line with the investment strategy, the directional positions and the expected level of risk at any time and will be regularised otherwise. It is also in line with the portfolio duration under normal market conditions, | — | CVderivative is the converted value of the derivative position as defined by the Annex II. | 1. | Ένα παράγωγο επιτοκίων μετατρέπεται στην ισοδύναμη θέση του υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου του βάσει της εξής μεθοδολογίας: | Η ισοδύναμη θέση του υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου κάθε παραγώγου επιτοκίου υπολογίζεται ως η διάρκειά του διαιρούμενη διά της διάρκειας-στόχου του ΟΕΕ και πολλαπλασιαζόμενη επί της ισοδύναμης θέσης του υποκείμενου περιουσιακού στοιχείου. | όπου: | — | ΔιάρκειαFDI (duration FDI) είναι η διάρκεια (ευαισθησία της αγοραίας τιμής του παράγωγου χρηματοπιστωτικού μέσου στις εξελίξεις των επιτοκίων) του παραγώγου επιτοκίου· | — | Η διάρκεια-στόχος (duration target) συνάδει με την επενδυτική στρατηγική, τις θέσεις μιας κατεύθυνσης και το αναμενόμενο επίπεδο κινδύνου σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή, το οποίο θα ρυθμιστεί με άλλο τρόπο. Συνάδει επίσης με τη διάρκεια του χαρτοφυλακίου υπό κανονικές συνθήκες αγοράς· | — | Μετατραπείσα αξία παραγώγου (CVderivative) είναι η μετατραπείσα αξία της θέσης παραγώγων, όπως ορίζεται στο παράρτημα II. |
2. | The equivalent underlying asset positions calculated in accordance with to paragraph 1 shall be netted as follows: | (a) | Each interest rate derivative instrument shall be allocated to the appropriate maturity range of the following maturity-based ladder: | Maturities ranges | 1. | 0-2 years | 2. | 2-7 years | 3. | 7-15 years | 4. | > 15 years | (b) | The long and short equivalent underlying asset positions shall be netted within each maturity range. The amount of the former which is netted with the latter is the netted amount for that maturity range. | (c) | Starting with the shortest maturity range, the netted amounts between two adjoining maturity ranges shall be calculated by netting the amount of the remaining unnetted long (or short) position in the maturity range (i) with the amount of the remaining unnetted short (long) position in the maturity range (i + 1). | (d) | Starting with the shortest maturity range, the netted amounts between two remote maturity ranges separated by another one shall be calculated by netting the amount of the remaining unnetted long (or short) position in the maturity range (i) with the amount of the remaining unnetted short (long) position in the maturity range (i + 2). | (e) | The netted amount shall be calculated between the remaining unnetted long and short positions of the two most remote maturity ranges. | 2. | Οι ισοδύναμες θέσεις στα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία που υπολογίζονται βάσει της παραγράφου 1 συμψηφίζονται ως εξής: | α) | Κάθε παράγωγο επιτοκίου κατανέμεται στο ενδεδειγμένο διάστημα ληκτότητας της κατωτέρω κλίμακας η οποία βασίζεται στη ληκτότητα: | Διαστήματα ληκτότητας | 1. | 0-2 έτη | 2. | 2-7 έτη | 3. | 7-15 έτη | 4. | > 15 ετών | β) | Η θετική ισοδύναμη θέση και η αρνητική ισοδύναμη θέση στο υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο συμψηφίζονται εντός του ιδίου διαστήματος ληκτότητας. Το ποσό της πρώτης, που συμψηφίζεται με το ποσό της δεύτερης, είναι το συμψηφισμένο ποσό για το εν λόγω διάστημα ληκτότητας. | γ) | Ξεκινώντας από το βραχύτερο διάστημα ληκτότητας, τα συμψηφισμένα ποσά μεταξύ δύο διαδοχικών διαστημάτων ληκτότητας υπολογίζονται συμψηφίζοντας το ποσό της μη συμψηφισμένης θετικής (ή αρνητικής) θέσης που απομένει στο διάστημα ληκτότητας (i) με το ποσό της μη συμψηφισμένης αρνητικής (θετικής) θέσης που απομένει στο διάστημα ληκτότητας (i + 1). | δ) | Ξεκινώντας από το βραχύτερο διάστημα ληκτότητας, τα συμψηφισμένα ποσά μεταξύ δύο απομακρυσμένων διαστημάτων ληκτότητας τα οποία διαχωρίζονται από άλλο διάστημα υπολογίζονται συμψηφίζοντας το ποσό της μη συμψηφισμένης θετικής (ή αρνητικής) θέσης που απομένει στο διάστημα ληκτότητας (i) με το ποσό της μη συμψηφισμένης αρνητικής (θετικής) θέσης που απομένει στο διάστημα ληκτότητας (i + 2). | ε) | Το συμψηφισμένο ποσό υπολογίζεται μεταξύ της μη συμψηφισμένης θετικής και της μη συμψηφισμένης αρνητικής θέσης που απομένει στα δύο πιο απομακρυσμένα μεταξύ τους διαστήματα ληκτότητας. |
3. | The AIF shall calculate its exposures as the sum of absolute values: | — | 0 % of the netted amount for each maturity range, | — | 40 % of the netted amounts between two adjoining maturity ranges (i) and (i + 1), | — | 75 % of the netted amounts between two remote maturity ranges separated by another one, meaning maturity ranges (i) and (i + 2), | — | 100 % of the netted amounts between the two most remote maturity ranges, and | — | 100 % of the remaining unnetted positions. | 3. | Ο ΟΕΕ υπολογίζει τις εκθέσεις του ως το άθροισμα απόλυτων τιμών των εξής: | — | 0 % του συμψηφισμένου ποσού για κάθε διάστημα ληκτότητας· | — | 40 % των συμψηφισμένων ποσών μεταξύ δύο διαδοχικών διαστημάτων ληκτότητας (i) και (i + 1)· | — | 75 % των συμψηφισμένων ποσών μεταξύ δύο απομακρυσμένων διαστημάτων ληκτότητας που διαχωρίζονται από άλλο διάστημα, δηλαδή των διαστημάτων ληκτότητας (i) και (i + 2)· | — | 100 % των συμψηφισμένων ποσών μεταξύ των δύο πιο απομακρυσμένων διαστημάτων ληκτότητας· και | — | 100 % των εναπομεινασών μη συμψηφισμένων θέσεων. |
ANNEX IV | ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV |
Reporting Templates: AIFM | Υποδείγματα εκθέσεων: ΔΟΕΕ |
(Articles 3(3)(d) and 24 of Directive 2011/61/EU) | [άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο δ) και άρθρο 24 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ] |
AIFM-specific information to be reported | Υποβολή εκθέσεων με πληροφορίες ειδικά για τον ΔΟΕΕ |
(Articles 3(3)(d) and 24(1) of Directive 2011/61/EU) | [άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο δ) και άρθρο 24 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ] |
| | Most important market/instrument | Second most important market/instrument | Third most important market/instrument | Fourth most important market/instrument | Fifth most important market/instrument | | | Σημαντικότερη αγορά/μέσο | Δεύτερη σημαντικότερη αγορά/μέσο | Τρίτη σημαντικότερη αγορά/μέσο | Τέταρτη σημαντικότερη αγορά/μέσο | Πέμπτη σημαντικότερη αγορά/μέσο |
1 | Principal markets in which it trades on behalf of the AIFs it manages | | | | | | 1 | Βασικές αγορές στις οποίες πραγματοποιεί εμπορικές συναλλαγές για λογαριασμό των ΟΕΕ που διαχειρίζεται | | | | | |
2 | Principal instruments in which it trades on behalf of the AIFs it manages | | | | | | 2 | Βασικά μέσα στα οποία πραγματοποιεί εμπορικές συναλλαγές για λογαριασμό των ΟΕΕ που διαχειρίζεται | | | | | |
3 | Values of assets under management for all AIFs managed, calculated as set out in Article 2 | In base currency (if the same for all AIFs) | In EUR | 3 | Αξίες των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων για όλους τους υπό διαχείριση ΟΕΕ, υπολογιζόμενες όπως ορίζεται στο άρθρο 2 | Στο βασικό νόμισμα (εάν είναι το ίδιο για όλους τους ΟΕΕ) | Σε ευρώ |
| Please provide official name, location and jurisdiction of markets | | Παρακαλούμε αναφέρετε την επίσημη ονομασία, την τοποθεσία και τη δικαιοδοσία των αγορών |
Detailed list of all AIFs which the AIFM manages | Αναλυτικός κατάλογος όλων των ΟΕΕ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ |
to be provided on request for the end of each quarter | παρέχεται κατόπιν αιτήματος στη λήξη κάθε τριμήνου |
(Article 24(3) of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 24 παράγραφος 3 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
Name of the AIF | Fund identification code | Inception date | AIF type | (Hedge Fund, Private Equity, Real Estate, Fund of Funds, Other (*1)) | NAV | EU AIF: Yes/No | Ονομασία του ΟΕΕ | Κωδικός ταυτοποίησης οργανισμού | Ημερομηνία έναρξης | Είδος ΟΕΕ | [οργανισμός που επενδύει σε κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου, μετοχές μη διαπραγματεύσιμες ή ακίνητα, οργανισμός που επενδύσει σε άλλους οργανισμούς (fund of funds), άλλος οργανισμός (*1)] | ΚΑΕ | ΕΝΤΟΣ ΕΕ ΟΕΕ: Ναι/Όχι |
| | | | | | | | | | | | | | | | | | | | | |
| | | | | | | | | | | | | | | | | | | | | |
| | | | | | | | | | | | | | | | | | | | | |
| | | | | | | | | | | | | | | | | | | | | |
| | | | | | | | | | | | | | | | | | | | | |
Monetary values should be reported in the base currency of the AIF. | Οι χρηματικές αξίες θα πρέπει να αναφέρονται στο βασικό νόμισμα του ΟΕΕ. |
Reporting Templates: AIF | Υποδείγματα εκθέσεων: ΟΕΕ |
(Articles 3(3)(d) and 24 of Directive 2011/61/EU) | [άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο δ) και άρθρο 24 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ] |
AIF-specific information to be provided | Παροχή πληροφοριών ειδικά για τον ΟΕΕ |
(Articles 3(3)(d) and 24(1) of Directive 2011/61/EU) | [άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο δ) και άρθρο 24 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ] |
Data Type | Reported Data | Τύπος δεδομένων | Αναφερόμενα δεδομένα |
Identification of the AIF | Ταυτοποίηση του ΟΕΕ |
1 | AIF name | | EU AIF: yes/no | 1 | Ονομασία του ΟΕΕ | | ΕΝΤΟΣ ΕΕ ΟΕΕ: ναι/όχι |
2 | Fund manager | (Legal name and standard code, where available) | | EU AIFM: yes/no | 2 | Διαχειριστής κεφαλαίων | (Νόμιμη ονομασία και τυποποιημένος κωδικός, εάν είναι διαθέσιμος) | | ΕΝΤΟΣ ΕΕ ΔΟΕΕ: ναι/όχι |
3 | Fund identification codes, | as applicable | | | 3 | Κωδικοί ταυτοποίησης οργανισμού, | κατά περίπτωση | | |
4 | Inception date of the AIF | | | 4 | Ημερομηνία έναρξης του ΟΕΕ | | |
5 | Domicile of the AIF | | | 5 | Έδρα του ΟΕΕ | | |
6 | Identification of prime broker(s) of the AIF | (Legal name and standard code, where available) | | | 6 | Ταυτοποίηση του βασικού μεσίτη (των βασικών μεσιτών) του ΟΕΕ | (Νόμιμη ονομασία και τυποποιημένος κωδικός, εάν είναι διαθέσιμος) | | |
7 | Base currency of the AIF according to ISO 4217 and assets under management calculated as set out in Article 2 | Currency | Total AuM | 7 | Βασικό νόμισμα του ΟΕΕ σύμφωνα με το ISO 4217 και υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία, υπολογιζόμενα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 | Νόμισμα | Σύνολο ΥΔΠΣ |
8 | Jurisdictions of the three main funding sources (excluding units or shares of the AIF bought by investors) | | | 8 | Τομείς δικαιοδοσίας των τριών βασικών πηγών χρηματοδότησης (εξαιρουμένων των μετοχών/μεριδίων του ΟΕΕ που αγοράζουν επενδυτές) | | |
| | | | | | | |
| | | | | | | |
| | | | | | | |
9 | Predominant AIF type (select one) | Hedge Fund | Private Equity Fund | Real Estate Fund | Fund of Funds | Other | None | | 9 | Κυρίαρχο είδος ΟΕΕ (επιλέξτε ένα) | Οργανισμός που επενδύει σε κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου | Οργανισμός που επενδύει σε μετοχές μη διαπραγματεύσιμες | Οργανισμός που επενδύσει σε ακίνητα | Οργανισμός που επενδύει σε άλλους οργανισμούς (Fund of Funds) | Άλλο | Κανένα | |
10 | Breakdown of investment strategies | (Provide a breakdown of the investment strategies of the AIF depending on the predominant AIF type selected in question 1. See guidance notes for further information on how to complete this question.) | 10 | Ανάλυση επενδυτικών στρατηγικών | (Αναφέρετε ανάλυση των επενδυτικών στρατηγικών του ΟΕΕ ανάλογα με το κυρίαρχο είδος ΟΕΕ που επιλέξατε για το ερώτημα 1. Ανατρέξτε στις επεξηγηματικές σημειώσεις για περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο συμπλήρωσης του παρόντος ερωτήματος.) |
| | Indicate the strategy that best describe the AIF’s strategy | Share in NAV | (%) | | | Αναφέρετε τη στρατηγική που περιγράφει καλύτερα τη στρατηγική του ΟΕΕ | Συμμετοχή στην ΚΑΕ | (%) |
| a) Hedge Fund Strategies | | α) Στρατηγικές οργανισμών που επενδύουν σε κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου |
| Indicate the hedge fund strategies that best describe the AIFs strategies | Equity: Long Bias | Equity: Long/Short | Equity: Market Neutral | Equity: Short Bias | Relative Value: Fixed Income Arbitrage | Relative Value: Convertible Bond Arbitrage | Relative Value: Volatility Arbitrage | Event Driven: Distressed/Restructuring | Event Driven: Risk Arbitrage/Merger Arbitrage | Event Driven: Equity Special Situations | Credit Long/Short | Credit Asset Based Lending | Macro | Managed Futures/CTA: Fundamental | Managed Futures/CTA: Quantitative | Multi-strategy hedge fund | Other hedge fund strategy | | | | Αναφέρετε τη στρατηγική επενδύσεων σε κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου που περιγράφει καλύτερα τη στρατηγική του ΟΕΕ | Μετοχές: Long Bias | Μετοχές: Long/Short | Μετοχές: Ουδέτερη έκθεση στο κίνδυνο αγοράς | Μετοχές: Short Bias | Σχετική αξία: Αρμπιτράζ σταθερού εισοδήματος | Σχετική αξία: Αρμπιτράζ μετατρέψιμων ομολόγων | Σχετική αξία: Αρμπιτράζ μεταβλητότητας | Λόγω επέλευσης γεγονότων: Επείγον/Αναδιάρθρωση | Λόγω επέλευσης γεγονότων: Αρμπιτράζ κινδύνου/Αρμπιτράζ συγχώνευσης | Λόγω επέλευσης γεγονότων: Ειδικές περιπτώσεις μετοχών | Πίστωση θετική/αρνητική | Δανειοδότηση βάσει περιουσιακών στοιχείων | Macro | Διαχειριζόμενα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης/CTA: Θεμελιώδη | Διαχειριζόμενα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης/CTA: Ποσοτικά | Οργανισμός που επενδύει σε κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου ο οποίος εφαρμόζει πολλαπλές στρατηγικές | Άλλη στρατηγική οργανισμού που επενδύει σε κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου | | |
| b) Private Equity Strategies | | β) Στρατηγικές οργανισμών που επενδύουν σε μετοχές μη διαπραγματεύσιμες |
| Indicate the private equity strategies that best describe the AIFs strategies | Venture Capital | Growth Capital | Mezzanine Capital | Multi-strategy private equity fund | Other private equity fund strategy | | | | Αναφέρετε τη στρατηγική επενδύσεων σε μετοχές μη διαπραγματεύσιμες που περιγράφει καλύτερα τη στρατηγική του ΟΕΕ | Κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών | Κεφάλαια ανάπτυξης | Κεφάλαια ενδιάμεσης χρηματοδότησης | Οργανισμός που επενδύει σε μετοχές μη διαπραγματεύσιμες και εφαρμόζει πολλαπλές στρατηγικές | Άλλη στρατηγική οργανισμού που επενδύει σε μετοχές μη διαπραγματεύσιμες | | |
| c) Real Estate Strategies | | γ) Στρατηγικές οργανισμών που επενδύουν σε ακίνητα |
| Indicate the real estate strategies that best describe the AIFs strategies | Residential real estate | Commercial real estate | Industrial real estate | Multi-strategy real estate fund | Other real estate strategy | | | | Αναφέρετε τη στρατηγική επενδύσεων σε ακίνητα που περιγράφει καλύτερα τη στρατηγική του ΟΕΕ | Οικιστικά ακίνητα | Εμπορικά ακίνητα | Βιομηχανικά ακίνητα | Οργανισμός που επενδύει σε ακίνητα και εφαρμόζει πολλαπλές στρατηγικές | Άλλη στρατηγική οργανισμού που επενδύσει σε ακίνητα | | |
| d) Fund of Fund Strategies | | δ) Στρατηγικές οργανισμών που επενδύουν σε άλλους οργανισμούς (Fund of Funds) |
| Indicate the ‘fund of fund’ strategy that best describe the AIFs strategies | Fund of hedge funds | Fund of private equity | Other fund of funds | | | | Αναφέρετε τη στρατηγική επενδύσεων «οργανισμών που επενδύουν σε άλλους οργανισμούς» η οποία περιγράφει καλύτερα τη στρατηγική του ΟΕΕ | Οργανισμός που επενδύει σε οργανισμούς οι οποίοι επενδύουν σε κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου | Οργανισμός που επενδύει σε οργανισμούς οι οποίοι επενδύουν σε μετοχές μη διαπραγματεύσιμες | Οργανισμός που επενδύει σε άλλα είδη οργανισμών | | |
| e) Other Strategies | | ε) Άλλες στρατηγικές |
| Indicate the ‘other’ strategy that best describe the AIFs’ strategies | Commodity fund | Equity fund | Fixed income fund | Infrastructure fund | Other fund | | | | Αναφέρετε την «άλλη» στρατηγική που περιγράφει καλύτερα τη στρατηγική του ΟΕΕ | Οργανισμός που επενδύει σε εμπορεύματα | Οργανισμός που επενδύει σε μετοχές | Οργανισμός που πραγματοποιεί επενδύσεις σταθερού εισοδήματος | Οργανισμός που επενδύει σε υποδομές | Άλλος οργανισμός | | |
Principal exposures and most important concentration | Βασικές εκθέσεις και σημαντικότερη συγκέντρωση |
11 | Main instruments in which the AIF is trading | | | 11 | Βασικά μέσα στα οποία πραγματοποιεί εμπορικές συναλλαγές ο ΟΕΕ | | |
| | Type of instrument/instrument code | Value (as calculated under Article 3 AIFMD) | Long/short position | | | Τύπος μέσου/κωδικός μέσου | Αξία (υπολογιζόμενη βάσει του άρθρου 3 της ΟΔΟΕΕ) | Θετική/αρνητική θέση |
| Most important instrument | | | | | Σημαντικότερο μέσο | | | |
| 2nd most important instrument | | | | | 2ο σημαντικότερο μέσο | | | |
| 3rd most important instrument | | | | | 3ο σημαντικότερο μέσο | | | |
| 4th most important instrument | | | | | 4ο σημαντικότερο μέσο | | | |
| 5th most important instrument | | | | | 5ο σημαντικότερο μέσο | | | |
12 | Geographical focus | | | 12 | Γεωγραφική περιοχή δραστηριοποίησης | | |
| Provide a geographical breakdown of the investments held by the AIF by percentage of the total net asset value of the AIF | % of NAV | | | Αναφέρετε γεωγραφική ανάλυση των επενδύσεων που κατέχει ο ΟΕΕ με το αντίστοιχο ποσοστό επί της συνολικής καθαρής αξίας ενεργητικού του ΟΕΕ | % της ΚΑΕ | |
| Africa | | | | Αφρική | | |
| Asia and Pacific (other than Middle East) | | | | Ασία και Ειρηνικός (εκτός Μέσης Ανατολής) | | |
| Europe (EEA) | | | | Ευρώπη (ΕΟΧ) | | |
| Europe (other than EEA) | | | | Ευρώπη (εκτός ΕΟΧ) | | |
| Middle East | | | | Μέση Ανατολή | | |
| North America | | | | Βόρεια Αμερική | | |
| South America | | | | Νότια Αμερική | | |
| Supranational/multiple region | | | | Υπερεθνική περιοχή/πολλές περιοχές | | |
13 | 10 principal exposures of the AIF at the reporting date (most valuable in absolute terms): | 13 | 10 βασικές εκθέσεις του ΟΕΕ κατά την ημερομηνία υποβολής της έκθεσης (οι πλέον πολύτιμες σε απόλυτες τιμές): |
| | Type of asset/liability | Name/description of the asset/liability | Value (as calculated under Article 3) | % of gross market value | Long/short position | Counterparty (where relevant) | | | Είδος περιουσιακού στοιχείου/υποχρέωσης | Ονομασία/περιγραφή του στοιχείου/της υποχρέωσης | Αξία (υπολογιζόμενη βάσει του άρθρου 3) | % της ακαθάριστης αγοραίας αξίας | Θετική/αρνητική θέση | Αντισυμβαλλόμενος (κατά περίπτωση) |
| 1st | | | | | | | | 1η | | | | | | |
| 2nd | | | | | | | | 2η | | | | | | |
| 3rd | | | | | | | | 3η | | | | | | |
| 4th | | | | | | | | 4η | | | | | | |
| 5th | | | | | | | | 5η | | | | | | |
| 6th | | | | | | | | 6η | | | | | | |
| 7th | | | | | | | | 7η | | | | | | |
| 8th | | | | | | | | 8η | | | | | | |
| 9th | | | | | | | | 9η | | | | | | |
| 10th | | | | | | | | 10η | | | | | | |
14 | 5 most important portfolio concentrations: | 14 | 5 σημαντικότερες συγκεντρώσεις χαρτοφυλακίων: |
| | Type of asset/liability | Name/description of the market | Value of aggregate exposure (as calculated under Article 3) | % of gross market value | Long/short position | Counterparty (where relevant) | | | Είδος περιουσιακού στοιχείου/υποχρέωσης | Ονομασία/περιγραφή της αγοράς | Αξία της αθροιστικής έκθεσης (υπολογιζόμενη βάσει του άρθρου 3) | % της ακαθάριστης αγοραίας αξίας | Θετική/αρνητική θέση | Αντισυμβαλλόμενος (κατά περίπτωση) |
| 1st | | | | | | | | 1η | | | | | | |
| 2nd | | | | | | | | 2η | | | | | | |
| 3rd | | | | | | | | 3η | | | | | | |
| 4th | | | | | | | | 4η | | | | | | |
| 5th | | | | | | | | 5η | | | | | | |
15 | Typical deal/position size | (Complete this question if you selected as your predominant AIF type ‘private equity fund’ in question 1) | [Select one] | Very small | Small | Lower mid market | Upper mid market | Large cap | Mega cap | | 15 | Τυπικό μέγεθος της συναλλαγής/θέσης | (Συμπληρώστε το παρόν ερώτημα εάν επιλέξατε «Οργανισμός που επενδύει σε μετοχές μη διαπραγματεύσιμες» για το κυρίαρχο είδος ΟΕΕ στο ερώτημα 1) | [Επιλέξτε] | Πολύ μικρό | Μικρό | Κατώτερη μέση αγορά | Ανώτερη μέση αγορά | Υψηλή κεφαλαιοποίηση | Πολύ υψηλή κεφαλαιοποίηση | |
16 | Principal markets in which AIF trades | | | 16 | Βασικές αγορές στις οποίες πραγματοποιεί εμπορικές συναλλαγές ο ΟΕΕ | | |
| Please enter name and identifier (e.g. MIC code) where available, of market with greatest exposure | | | | Παρακαλούμε αναφέρετε την ονομασία και τον κωδικό αναγνώρισης (π.χ. τον κωδικό MIC), εάν είναι διαθέσιμος, της αγοράς με τη μεγαλύτερη έκθεση | | |
| Please enter name and identifier (e.g. MIC code) where available, of market with second greatest exposure | | | | Παρακαλούμε αναφέρετε την ονομασία και τον κωδικό αναγνώρισης (π.χ. τον κωδικό MIC), εάν είναι διαθέσιμος, της αγοράς με τη δεύτερη μεγαλύτερη έκθεση | | |
| Please enter name and identifier (e.g. MIC code) where available, of market with third greatest exposure | | | | Παρακαλούμε αναφέρετε την ονομασία και τον κωδικό αναγνώρισης (π.χ. τον κωδικό MIC), εάν είναι διαθέσιμος, της αγοράς με την τρίτη μεγαλύτερη έκθεση | | |
17 | Investor Concentration | | | 17 | Συγκέντρωση επενδυτών | | |
| Specify the approximate percentage of the AIF’s equity that is beneficially owned by the five beneficial owners that have the largest equity interest in the AIF (as a percentage of outstanding units/shares of the AIF; look-through to the beneficial owners where known or possible) | | | | Αναφέρετε το κατά προσέγγιση ποσοστό των μετοχών του ΟΕΕ των οποίων την πλήρη κυριότητα έχουν οι πέντε κάτοχοι με τη μεγαλύτερη συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο του ΟΕΕ (ως ποσοστού των μετοχών/μεριδίων του ΟΕΕ σε κυκλοφορία· αναζήτηση των κατόχων πραγματικής κυριότητας όταν αυτό είναι γνωστό ή εφικτό) | | |
| Breakdown of investor concentration by status of investors (estimate if no precise information available): | % | | | Ανάλυση της συγκέντρωσης επενδυτών ανά κατάσταση επενδυτή (τεκμαρτής, εάν δεν υπάρχουν διαθέσιμα ακριβή στοιχεία): | % | |
| — | Professional clients (as defined in Directive 2004/39/EC (MiFID): | — | Retail investors: | | | | — | Επαγγελματίες πελάτες (βάσει του σχετικού ορισμού που περιλαμβάνεται στην οδηγία 2004/39/ΕΚ) | — | Ευρύ επενδυτικό κοινό: | | |
Monetary values should be reported in the base currency of the AIF. | Οι χρηματικές αξίες θα πρέπει να αναφέρονται στο βασικό νόμισμα του ΟΕΕ. |
AIF-specific information to be provided to competent authorities | Παροχή πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές ειδικά για τον ΟΕΕ |
(Article 24(2) of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 24 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
| Data Type | Reported Data | | Τύπος δεδομένων | Αναφερόμενα δεδομένα |
Identification of the AIF | Ταυτοποίηση του ΟΕΕ |
1 | AIF name | | EU AIF: yes/no | 1 | Ονομασία του ΟΕΕ | | ΕΝΤΟΣ ΕΕ ΟΕΕ: ναι/όχι |
2 | Fund manager | | EU AIFM: yes/no | 2 | Διαχειριστής κεφαλαίων | | ΕΝΤΟΣ ΕΕ ΔΟΕΕ: ναι/όχι |
1 | AIF name | | | | 1 | Ονομασία του ΟΕΕ | | | |
2 | Fund manager | | | | 2 | Διαχειριστής κεφαλαίων | | | |
3 | Fund identification codes, as applicable | | | | 3 | Κωδικοί ταυτοποίησης οργανισμού, κατά περίπτωση | | | |
4 | Inception date of the AIF | | | | 4 | Ημερομηνία έναρξης του ΟΕΕ | | | |
5 | Base currency of the AIF according to ISO 4217 and assets under management calculated as set out in Article 2 | Currency | Total AuM | 5 | Βασικό νόμισμα του ΟΕΕ σύμφωνα με το ISO 4217 και υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία, υπολογιζόμενα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 | Νόμισμα | Σύνολο ΥΔΠΣ |
6 | Identification of prime broker(s) of the AIF | | | | 6 | Ταυτοποίηση του βασικού μεσίτη (των βασικών μεσιτών) του ΟΕΕ | | | |
7 | Jurisdictions of the three main funding sources | | | | 7 | Τομείς δικαιοδοσίας των τριών βασικών πηγών χρηματοδότησης | | | |
Instruments Traded and Individual Exposures | Μέσα στα οποία πραγματοποιούνται συναλλαγές και επιμέρους εκθέσεις |
8 | Individual Exposures in which it is trading and the main categories of assets in which the AIF invested as at the reporting date: | 8 | Επιμέρους εκθέσεις στις οποίες πραγματοποιεί εμπορικές συναλλαγές και οι βασικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων στα οποία έχει επενδύσει ο ΟΕΕ έως και την ημερομηνία της έκθεσης: |
| a) | Securities | | Long Value | Short Value | | α) | Τίτλοι | | Θετική αξία | Αρνητική αξία |
| Cash and cash equivalents | | | | Ταμειακά διαθέσιμα και ισοδύναμα | | |
| Of which are: | Certificates of deposit | | | | Εκ των οποίων: | Πιστοποιητικά καταθέσεων | | |
| | Commercial papers | | | | | Εμπορικά χρεόγραφα | | |
| | Other deposits | | | | | Άλλες καταθέσεις | | |
| | Other cash and cash equivalents (excluding government securities) | | | | | Άλλα ταμειακά διαθέσιμα και ισοδύναμα (εκτός κρατικών τίτλων) | | |
| Listed equities | | | | Εισηγμένες μετοχές | | |
| Of which are: | Issued by financial institutions | | | | Εκ των οποίων: | Εκδοθείσες από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα | | |
| | Other listed equity | | | | | Άλλες εισηγμένες μετοχές | | |
| Unlisted equities | | | | Μη εισηγμένες μετοχές | | |
| Corporate bonds not issued by financial institutions | | | | Εταιρικά ομόλογα μη εκδοθέντα από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα | | |
| Of which are: | Investment grade | | | | Εκ των οποίων: | Επενδυτικού βαθμού | | |
| | Non-investment grade | | | | | Μη επενδυτικού βαθμού | | |
| Corporate bonds issued by financial institutions | | | | Εταιρικά ομόλογα εκδοθέντα από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα | | |
| Of which are: | Investment grade | | | | Εκ των οποίων: | Επενδυτικού βαθμού | | |
| | Non-investment grade | | | | | Μη επενδυτικού βαθμού | | |
| Sovereign bonds | | | | Κρατικά ομόλογα | | |
| Of which are: | EU bonds with a 0-1 year term to maturity | | | | Εκ των οποίων: | Ομόλογα ΕΕ με διάρκεια 0-1 έτους μέχρι τη ληκτότητα | | |
| | EU bonds with a 1 + year term to maturity | | | | | Ομόλογα ΕΕ με διάρκεια 1 + έτους μέχρι τη ληκτότητα | | |
| | Non-G10 bonds with a 0-1 year term to maturity | | | | | Ομόλογα εκτός G10 με διάρκεια 0-1 έτους μέχρι τη ληκτότητα | | |
| | Non-G10 bonds with a 1 + year term to maturity | | | | | Ομόλογα εκτός G10 με διάρκεια 1 + έτους μέχρι τη ληκτότητα | | |
| Convertible bonds not issued by financial institutions | | | | Μετατρέψιμα ομόλογα μη εκδοθέντα από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα | | |
| Of which are: | Investment grade | | | | Εκ των οποίων: | Επενδυτικού βαθμού | | |
| | Non-investment grade | | | | | Μη επενδυτικού βαθμού | | |
| Convertible bonds issued by financial institutions | | | | Μετατρέψιμα ομόλογα εκδοθέντα από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα | | |
| Of which are: | Investment grade | | | | Εκ των οποίων: | Επενδυτικού βαθμού | | |
| | Non-investment grade | | | | | Μη επενδυτικού βαθμού | | |
| Loans | | | | Δάνεια | | |
| Of which are: | Leveraged loans | | | | Εκ των οποίων: | Μοχλευμένα δάνεια | | |
| | Other loans | | | | | Άλλα δάνεια | | |
| Structured/securitised products | | | | Δομημένα/τιτλοποιημένα προϊόντα | | |
| Of which are: | ABS | | | | Εκ των οποίων: | ABS | | |
| | RMBS | | | | | RMBS | | |
| | CMBS | | | | | CMBS | | |
| | Agency MBS | | | | | Agency MBS | | |
| | ABCP | | | | | ABCP | | |
| | CDO/CLO | | | | | CDO/CLO | | |
| | Structured certificates | | | | | Δομημένα πιστοποιητικά | | |
| | ETP | | | | | ETP | | |
| | Other | | | | | Άλλο | | |
| b) | Derivatives | Long Value | Short Value | | β) | Παράγωγα | Θετική αξία | Αρνητική αξία |
| Equity derivatives | | | | Παράγωγα επί μετοχών | | |
| Of which are: | Related to financial institutions | | | | Εκ των οποίων: | Σχετιζόμενα με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα | | |
| | Other equity derivatives | | | | | Άλλα παράγωγα επί μετοχών | | |
| Fixed income derivatives | | | | Παράγωγα σταθερού εισοδήματος | | |
| CDS | | | | CDS | | |
| Of which are: | Single name financial CDS | | | | Εκ των οποίων: | Χρηματοοικονομικά CDS μεμονωμένου πιστούχου | | |
| | Single name sovereign CDS | | | | | Κρατικά CDS μεμονωμένου πιστούχου | | |
| | Single name other CDS | | | | | Άλλα CDS μεμονωμένου πιστούχου | | |
| | Index CDS | | | | | CDS επί δεικτών | | |
| | Exotic (incl. credit default tranche) | | | | | Εξωτικά (συμπεριλαμβανομένου του τμήματος κινδύνου αθέτησης) | | |
| | Gross Value | | | | Ακαθάριστη αξία | |
| Foreign exchange (for investment purposes) | | | | Συνάλλαγμα (για επενδυτικούς σκοπούς) | | |
| Interest rate derivatives | | | | Παράγωγα επιτοκίων | | |
| | Long Value | Short Value | | | Θετική αξία | Αρνητική αξία |
| Commodity derivatives | | | | Παράγωγα επί εμπορευμάτων | | |
| Of which are: | Energy | | | | Εκ των οποίων: | Ενέργεια | | |
| | Of which: | | | | | Εκ των οποίων: | | |
| | — | Crude oil | | | | | — | Αργό πετρέλαιο | | |
| | — | Natural gas | | | | | — | Φυσικό αέριο | | |
| | — | Power | | | | | — | Ηλεκτρική ενέργεια | | |
| | Precious metals | | | | | Πολύτιμα μέταλλα | | |
| | Of which: Gold | | | | | Εκ των οποίων: Χρυσός | | |
| | Other commodities | | | | | Άλλα εμπορεύματα | | |
| | Of which: | | | | | Εκ των οποίων: | | |
| | — | Industrial metals | | | | | — | Βιομηχανικά μέταλλα | | |
| | — | Livestock | | | | | — | Ζωικό κεφάλαιο | | |
| | — | Agricultural products | | | | | — | Αγροτικά προϊόντα | | |
| Other derivatives | | | | Άλλα παράγωγα | | |
| c) | Physical (Real/Tangible) Assets | Long Value | | | γ) | Φυσικά (πραγματικά/ενσώματα) περιουσιακά στοιχεία | Θετική αξία | |
| Physical: Real estate | | | | Φυσικά: Ακίνητα | | |
| Of which are: | Residential real estate | | | | Εκ των οποίων: | Οικιστικά ακίνητα | | |
| | Commercial real estate | | | | | Εμπορικά ακίνητα | | |
| Physical: Commodities | | | | Φυσικά: Εμπορεύματα | | |
| Physical: Timber | | | | Φυσικά: Ξυλεία | | |
| Physical: Art and collectables | | | | Φυσικά: Έργα τέχνης και είδη προς συλλογή | | |
| Physical: Transportation assets | | | | Φυσικά: Μεταφορικά μέσα | | |
| Physical: Other | | | | Φυσικά: Άλλα | | |
| d) | Collective Investment Undertakings | Long Value | | | δ) | Εταιρείες συλλογικών επενδύσεων | Θετική αξία | |
| Investments in CIU operated/managed by the AIFM | | | | Επενδύσεις σε ΕΣΕ που τελούν υπό τη λειτουργία/διαχείριση του ΔΟΕΕ | | |
| Of which are: | Money Market Funds and Cash management CIU | | | | Εκ των οποίων: | Οργανισμοί χρηματαγορών και ΕΣΕ διαχείρισης ταμειακών ροών | | |
| | ETF | | | | | ΕΙΕΕ | | |
| | Other CIU | | | | | Άλλες ΕΣΕ | | |
| Investments in CIU not operated/managed by the AIFM | | | | Επενδύσεις σε ΕΣΕ που δεν τελούν υπό τη λειτουργία/διαχείριση του ΔΟΕΕ | | |
| Of which are: | Money Market Funds and Cash management CIU | | | | Εκ των οποίων: | Οργανισμοί χρηματαγορών και ΕΣΕ διαχείρισης ταμειακών ροών | | |
| | ETF | | | | | ΕΙΕΕ | | |
| | Other CIU | | | | | Άλλες ΕΣΕ | | |
| e) | Investments in other asset classes | | Long Value | Short Value | | ε) | Επενδύσεις σε άλλες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων | | Θετική αξία | Αρνητική αξία |
| Total Other | | | | | Σύνολο «άλλα» | | | |
9 | Value of turnover in each asset class over the reporting months | | | | 9 | Αξία κύκλου εργασιών σε κάθε κατηγορία περιουσιακών στοιχείων για τους μήνες αναφοράς | | | |
| a) | Securities | | Market Value | | | α) | Τίτλοι | | Αγοραία αξία | |
| Cash and cash equivalents | | | | | Ταμειακά διαθέσιμα και ισοδύναμα | | | |
| Listed equities | | | | | Εισηγμένες μετοχές | | | |
| Unlisted equities | | | | | Μη εισηγμένες μετοχές | | | |
| Corporate bonds not issued by financial institutions | | | | | Εταιρικά ομόλογα μη εκδοθέντα από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα | | | |
| Of which are: | Investment grade | | | | Εκ των οποίων: | Επενδυτικού βαθμού | | |
| | Non-investment grade | | | | | Μη επενδυτικού βαθμού | | |
| Corporate bonds issued by financial institutions | | | | | Εταιρικά ομόλογα εκδοθέντα από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα | | | |
| Sovereign bonds | | | | | Κρατικά ομόλογα | | | |
| Of which are: | EU Member State bonds | | | | Εκ των οποίων: | Ομόλογα κράτους μέλους της ΕΕ | | |
| | Non-EU Member State bonds | | | | | Ομόλογα μη κράτους μέλους της ΕΕ | | |
| Convertible bonds | | | | | Μετατρέψιμα ομόλογα: | | | |
| Loans | | | | | Δάνεια | | | |
| Structured/securitised products | | | | | Δομημένα/τιτλοποιημένα προϊόντα | | | |
| b) | Derivatives | | Notional Value | Market Value | | β) | Παράγωγα | | Ονομαστική αξία | Αγοραία αξία |
| Equity derivatives | | | | | Παράγωγα επί μετοχών | | | |
| Fixed income derivatives | | | | | Παράγωγα σταθερού εισοδήματος | | | |
| CDS | | | | | CDS | | | |
| Foreign exchange (for investment purposes) | | | | | Συνάλλαγμα (για επενδυτικούς σκοπούς) | | | |
| Interest rate derivatives | | | | | Παράγωγα επιτοκίων | | | |
| Commodity derivatives | | | | | Παράγωγα επί εμπορευμάτων | | | |
| Other derivatives | | | | | Άλλα παράγωγα | | | |
| c) | Physical (Real/Tangible) Assets | | Market Value | | | γ) | Φυσικά (πραγματικά/ενσώματα) περιουσιακά στοιχεία | | Αγοραία αξία | |
| Physical: Commodities | | | | | Φυσικά: Εμπορεύματα | | | |
| Physical: Real estate | | | | | Φυσικά: Ακίνητα | | | |
| Physical: Timber | | | | | Φυσικά: Ξυλεία | | | |
| Physical: Art and collectables | | | | | Φυσικά: Έργα τέχνης και είδη προς συλλογή | | | |
| Physical: Transportation assets | | | | | Φυσικά: Μεταφορικά μέσα | | | |
| Physical: Other | | | | | Φυσικά: Άλλα | | | |
| d) | Collective investment undertakings | | | | | δ) | Εταιρείες συλλογικών επενδύσεων | | | |
| e) | Other asset classes | | | | | ε) | Άλλες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων | | | |
| Currency of Exposures | | | | | Νόμισμα των εκθέσεων | | | |
10 | Total long and short value of exposures (before currency hedging) by the following currency groups: | Long Value | Short Value | 10 | Συνολική αρνητική και θετική αξία των εκθέσεων (πριν από την αντιστάθμιση συναλλαγματικού κινδύνου) από τις ακόλουθες ομάδες συναλλάγματος: | Θετική αξία | Αρνητική αξία |
| AUD | | | | | AUD | | | |
| CAD | | | | | CAD | | | |
| CHF | | | | | CHF | | | |
| EUR | | | | | EUR | | | |
| GBP | | | | | GBP | | | |
| HKD | | | | | HKD | | | |
| JPY | | | | | JPY | | | |
| USD | | | | | USD | | | |
| Other | | | | | Other | | | |
11 | Typical deal/position size | (Complete this question if you selected as your predominant AIF type ‘private equity fund’ above) | [Select one] | Very small | (< EUR 5 m) | Small | (EUR 5 m to < EUR 25 m) | Low/mid market | (EUR 25 m to < EUR 150 m) | Upper mid market (EUR 150 m to EUR 500 m) | Large cap | (EUR 500 m to EUR 1 bn) | Mega cap | (EUR 1 bn and greater) | | 11 | Τυπικό μέγεθος της συναλλαγής/θέσης | (Συμπληρώστε το παρόν ερώτημα εάν επιλέξατε «Οργανισμός που επενδύσει σε μετοχές μη διαπραγματεύσιμες» για το κυρίαρχο είδος ΟΕΕ ανωτέρω) | [Επιλέξτε] | Πολύ μικρό | (< 5 εκατ. ευρώ) | Μικρό | (5 εκατ. ευρώ έως < 25 εκατ. ευρώ) | Κατώτερη/μέση αγορά | (25 εκατ. ευρώ έως < 150 εκατ. ευρώ) | Ανώτερη/μέση αγορά (150 εκατ. ευρώ έως 500 εκατ. ευρώ) | Υψηλή κεφαλαιοποίηση | (500 εκατ. ευρώ έως 1 δις ευρώ) | Πολύ υψηλή κεφαλαιοποίηση | (1 δις ευρώ και άνω) | |
12 | Dominant Influence (see Article 1 of Council Directive 83/349/EEC (OJ L 193, 18.7.1983, p. 1)) | (Complete this question if you selected as your predominant AIF type ‘private equity fund’ above; please complete for each company over which the AIF has a dominant influence (leave blank if none) as defined in Article 1 of Directive 83/349/EEC) | Name | % Voting Rights | Transaction Type | 12 | Κυριαρχική επιρροή [βλέπε άρθρο 1 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 193 της 18.7.1983, σ. 1)] | [Συμπληρώστε το παρόν ερώτημα εάν επιλέξατε «οργανισμός που επενδύει σε μετοχές μη διαπραγματεύσιμες» για το κυρίαρχο είδος ΟΕΕ ανωτέρω· παρακαλούμε συμπληρώστε για κάθε εταιρεία επί της οποίας ο ΟΕΕ ασκεί κυριαρχική επιρροή (αφήστε το πεδίο κενό εάν δεν υπάρχει ελεγκτική επιρροή), όπως ορίζεται στο άρθρο 1 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ] | Ονομασία | % δικαιωμάτων ψήφου | Είδος συναλλαγής |
| | | | | | | | | |
| | | | | | | | | |
Risk Profile of the AIF | Προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ |
| 1. Market Risk Profile | | 1. Προφίλ κινδύνου αγοράς |
13 | Expected annual investment return/IRR in normal market conditions (in %) | | | 13 | Αναμενόμενη ετήσια απόδοση/ΣΕΑ υπό κανονικές συνθήκες αγοράς (σε %) | | |
| Net Equity Delta | | | | | Καθαρό δέλτα μετοχής | | | |
| Net DV01: | | | | | Καθαρό DV01: | | | |
| Net CS01: | | | | | Καθαρό CS01: | | | |
| 2. Counterparty Risk Profile | | 2. Προφίλ κινδύνου αντισυμβαλλομένου |
14 | Trading and clearing mechanisms | | | | 14 | Μηχανισμοί διαπραγμάτευσης και εκκαθάρισης | | | |
| a) | Estimated % (in terms of market value) of securities traded: | (leave blank if no securities traded) | % | | | α) | Υπολογιζόμενο % (βάσει αγοραίας αξίας) των τίτλων που τέθηκαν υπό διαπραγμάτευση: | (αφήστε το πεδίο κενό εάν δεν υπάρχουν τίτλοι υπό διαπραγμάτευση) | % | |
| On a regulated exchange | | | | | Σε ρυθμιζόμενο χρηματιστήριο | | | |
| OTC | | | | | Εκτός χρηματιστηρίου | | | |
| b) | Estimated % (in terms of trade volumes) of derivatives that are traded: | (leave blank if no derivatives traded) | % | | | β) | Υπολογιζόμενο % (βάσει όγκων διαπραγματεύσεων) των παραγώγων που τέθηκαν υπό διαπραγμάτευση: | (αφήστε το πεδίο κενό εάν δεν υπάρχουν παράγωγα υπό διαπραγμάτευση) | % | |
| On a regulated exchange | | | | | Σε ρυθμιζόμενο χρηματιστήριο | | | |
| OTC | | | | | Εκτός χρηματιστηρίου | | | |
| c) | Estimated % (in terms of trade volumes) of derivatives transactions cleared: | (leave blank if no derivatives traded) | % | | | γ) | Υπολογιζόμενο % (βάσει όγκων διαπραγματεύσεων) των παραγώγων που τέθηκαν υπό εκκαθάριση: | (αφήστε το πεδίο κενό εάν δεν υπάρχουν παράγωγα υπό διαπραγμάτευση) | % | |
| By a CCP | | | | | Από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο | | | |
| Bilaterally | | | | | Διμερώς | | | |
| d) | Estimated % (in terms of market value) of repo trades cleared: | (leave blank if no repos traded) | % | | | δ) | Υπολογιζόμενο % (βάσει αγοραίας αξίας) των συναλλαγών πώλησης και επαναγοράς που τέθηκαν υπό εκκαθάριση: | (αφήστε το πεδίο κενό εάν δεν υπάρχουν συναλλαγές πώλησης και επαναγοράς υπό διαπραγμάτευση) | % | |
| By a CCP | | | | | Από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο | | | |
| Bilaterally | | | | | Διμερώς | | | |
| Tri-party | | | | | Τριμερώς | | | |
15 | Value of collateral and other credit support that the AIF has posted to all counterparties | | | 15 | Αξία ασφαλειών και άλλης πιστωτικής στήριξης που έχει παράσχει ο ΟΕΕ σε όλους τους αντισυμβαλλομένους | | |
| a) | Value of collateral posited in the form of cash and cash equivalents | | | | α) | Αξία ασφαλειών που παρασχέθηκαν υπό τη μορφή ταμειακών διαθεσίμων και ισοδυνάμων | | |
| b) | Value of collateral posited in the form of other securities (excluding cash and cash equivalents) | | | | β) | Αξία ασφαλειών που παρασχέθηκαν υπό τη μορφή άλλων τίτλων (εκτός ταμειακών διαθεσίμων και ισοδυνάμων) | | |
| c) | Value of other collateral and credit support posted (including face amount of letters of credit and similar third party credit support) | | | | γ) | Αξία άλλων ασφαλειών και άλλων μορφών πιστωτικής υποστήριξης που παρασχέθηκαν (συμπεριλαμβανομένου του ονομαστικού ποσού εγγυητικών επιστολών και παρόμοιων μορφών πιστωτικής στήριξης τρίτων) | | |
16 | Of the amount of collateral and other credit support that the reporting fund has posted to counterparties: what percentage has been re-hypothecated by counterparties? | | | 16 | Από το ποσό των ασφαλειών και άλλων μορφών πιστωτικής στήριξης που έχει παράσχει ο αναφέρων οργανισμός σε αντισυμβαλλομένους: τι ποσοστό έχει επανυποθηκευτεί από τους αντισυμβαλλομένους; | | |
17 | Top Five Counterparty Exposures (excluding CCPs) | | | 17 | Ανώτατες πέντε εκθέσεις σε αντισυμβαλλομένους (εκτός κεντρικών αντισυμβαλλομένων) | | |
| a) | Identify the top five counterparties to which the AIF has the greatest mark-to-market net counterparty credit exposure, measured as a % of the NAV of the AIF | Name | Total Exposure | | α) | Αναφέρετε τους πέντε ανώτερους αντισυμβαλλομένους στους οποίους ο ΟΕΕ έχει την υψηλότερη τρέχουσα καθαρή πιστωτική έκθεση, μετρούμενη ως ποσοστό της ΚΑΕ του ΟΕΕ | Ονομασία | Συνολική έκθεση |
| Counterparty 1 | | | | | Αντισυμβαλλόμενος 1 | | | |
| Counterparty 2 | | | | | Αντισυμβαλλόμενος 2 | | | |
| Counterparty 3 | | | | | Αντισυμβαλλόμενος 3 | | | |
| Counterparty 4 | | | | | Αντισυμβαλλόμενος 4 | | | |
| Counterparty 5 | | | | | Αντισυμβαλλόμενος 5 | | | |
| b) | Identify the top five counterparties that have the greatest mark-to-market net counterparty credit exposure to the AIF, measured as a percentage of the NAV of the AIF. | Name | Total Exposure | | β) | Αναφέρετε τους πέντε ανώτερους αντισυμβαλλομένους οι οποίοι έχουν την υψηλότερη τρέχουσα καθαρή πιστωτική έκθεση στον ΟΕΕ, μετρούμενη ως ποσοστό της ΚΑΕ του ΟΕΕ | Ονομασία | Συνολική έκθεση |
| Counterparty 1 | | | | | Αντισυμβαλλόμενος 1 | | | |
| Counterparty 2 | | | | | Αντισυμβαλλόμενος 2 | | | |
| Counterparty 3 | | | | | Αντισυμβαλλόμενος 3 | | | |
| Counterparty 4 | | | | | Αντισυμβαλλόμενος 4 | | | |
| Counterparty 5 | | | | | Αντισυμβαλλόμενος 5 | | | |
18 | Direct clearing through central clearing counterparties (CCPs) | | | 18 | Άμεση εκκαθάριση μέσω κεντρικών εκκαθαριζόντων αντισυμβαλλομένων | | |
| a) | During the reporting period, did the AIF clear any transactions directly through a CCP? | Yes | No (if no, skip remainder of the question and go to question 21) | | | α) | Κατά την περίοδο αναφοράς, προέβη ο ΟΕΕ σε εκκαθάριση οποιωνδήποτε συναλλαγών άμεσα μέσω κεντρικού αντισυμβαλλομένου; | Ναι | Όχι (αν όχι, παραλείψτε το υπόλοιπο του ερωτήματος και προχωρήστε στο ερώτημα 21) | |
| b) | If you answered ‘yes’ in 18(a), identify the top three central clearing counterparties (CCPs) in terms of net credit exposure | Name | Value held | | β) | Αν απαντήσατε «ναι» στο ερώτημα 18 α), αναφέρετε τους πέντε ανώτερους κεντρικούς εκκαθαρίζοντες αντισυμβαλλομένους βάσει της καθαρής πιστωτικής έκθεσης | Ονομασία | Κατεχόμενη αξία |
| CCP 1 (leave blank if not applicable) | | | | | Κεντρικός αντισυμβαλλόμενος 1 (αφήστε το πεδίο κενό εάν δεν ισχύει) | | | |
| CCP 2 (leave blank if not applicable) | | | | | Κεντρικός αντισυμβαλλόμενος 2 (αφήστε το πεδίο κενό εάν δεν ισχύει) | | | |
| CCP 3 (leave blank if not applicable) | | | | | Κεντρικός αντισυμβαλλόμενος 3 (αφήστε το πεδίο κενό εάν δεν ισχύει) | | | |
| 3. Liquidity Profile | | 3. Προφίλ ρευστότητας |
| Portfolio Liquidity Profile | | Προφίλ ρευστότητας χαρτοφυλακίου |
19 | Investor Liquidity Profile | Percentage of portfolio capable of being liquidated within: | 19 | Προφίλ ρευστότητας επενδυτών | Ποσοστό του χαρτοφυλακίου που δύναται να ρευστοποιηθεί εντός: |
| 1 day or less | 2-7 days | 8-30 days | 31-90 days | 91-180 days | 181-365 days | more than 365 days | | 1 ημέρας ή μικρότερου διαστήματος | 2-7 ημερών | 8-30 ημερών | 31-90 ημερών | 91-180 ημερών | 181-365 ημερών | άνω των 365 ημερών |
| | | | | | | | | | | | | | | |
20 | Value of unencumbered cash | | | 20 | Αξία ταμειακών διαθεσίμων χωρίς βάρη | | |
| Investor Liquidity Profile | | Προφίλ ρευστότητας επενδυτών |
21 | Investor Liquidity Profile | Percentage of investor equity that can be redeemed within (as % of AIF’s NAV) | | | 21 | Προφίλ ρευστότητας επενδυτών | Ποσοστό μετοχών επενδυτών που μπορούν να εξοφληθούν εντός (ως % της ΚΑΕ του ΟΕΕ) | | |
| 1 day or less | 2-7 days | 8-30 days | 31-90 days | 91-180 days | 181-365 days | more than 365 days | | 1 ημέρας ή μικρότερου διαστήματος | 2-7 ημερών | 8-30 ημερών | 31-90 ημερών | 91-180 ημερών | 181-365 ημερών | άνω των 365 ημερών |
| | | | | | | | | | | | | | | |
22 | Investor redemptions | | | | 22 | Εξοφλήσεις επενδυτών | | | |
| a) | Does the AIF provide investors with withdrawal/redemption rights in the ordinary course? | Yes | No | | α) | Παρέχει ο ΟΕΕ στους επενδυτές δικαιώματα απόσυρσης/εξόφλησης κατά τη συνήθη εξέλιξη των πραγμάτων; | Ναι | Όχι |
| | | | | | | |
| b) | What is the frequency of investor redemptions (if multiple classes of shares or units, report for the largest share class by NAV) | [Select one] | Daily | Weekly | Fortnightly | Monthly | Quarterly | Half-yearly | Annual | Other | N/A | | | β) | Ποια είναι η συχνότητα εξοφλήσεων από επενδυτές (σε περίπτωση πολλαπλών κατηγοριών μετοχών/μεριδίων, αναφέρετε τη μεγαλύτερη κατηγορία μετοχών της ΚΑΕ) | [Επιλέξτε] | Ανά ημέρα | Ανά εβδομάδα | Ανά δεκαπενθήμερο | Ανά μήνα | Ανά τρίμηνο | Ανά εξάμηνο | Ανά έτος | Άλλο | Δεν ισχύει | |
| c) | What is the notice period required by investors for redemptions in days | (report asset weighted notice period if multiple classes or shares or units) | | | | γ) | Ποια είναι η περίοδος προειδοποίησης σε ημέρες που απαιτείται για εξοφλήσεις από επενδυτές | (αναφέρετε τη βάσει περιουσιακών στοιχείων σταθμισμένη περίοδο προειδοποίησης σε περίπτωση πολλαπλών κατηγοριών μετοχών/μεριδίων) | | |
| d) | What is the investor ‘lock-up’ period in days (report asset weighted notice period if multiple classes or shares or units) | | | | δ) | Ποια είναι η περίοδος «κλειδώματος» επενδυτών σε ημέρες (αναφέρετε τη βάσει περιουσιακών στοιχείων σταθμισμένη περίοδο προειδοποίησης σε περίπτωση πολλαπλών κατηγοριών μετοχών/μεριδίων) | | |
23 | Special arrangements and preferential treatment | | | 23 | Ειδικοί διακανονισμοί και προνομιακή μεταχείριση | | |
| a) | As at the reporting date, what percentage of the AIFs NAV is subject to the following arrangements: | % of NAV | | | α) | Κατά την ημερομηνία αναφοράς, τι ποσοστό της ΚΑΕ του ΟΕΕ υπόκειται στους κατωτέρω διακανονισμούς: | % της ΚΑΕ | |
| Side pockets | | | | | «Παράπλευρα ανεξάρτητα χαρτοφυλάκια» (side-pockets) | | | |
| Gates | | | | | Πύλες | | | |
| Suspension of dealing | | | | | Αναστολή διαπραγμάτευσης | | | |
| Other arrangements for managing illiquid assets (please specify) | | [Type] | [%] | | Άλλοι διακανονισμοί για τη διαχείριση μη ρευστοποιήσιμων περιουσιακών στοιχείων (παρακαλούμε προσδιορίστε) | | [Τύπος] | [%] |
| | | | | | | | | |
| | | | | | | | | |
| b) | Indicate the percentage of net asset value of AIF’s assets that are currently subject to the special arrangements arising from their illiquid nature under Article 23(4)(a) of the AIFMD including those in question 25(a)? | | | | β) | Αναφέρετε το ποσοστό της καθαρής αξίας ενεργητικού των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ που υπόκεινται τώρα σε ειδικούς διακανονισμούς οι οποίοι προκύπτουν από τη μη ρευστοποιήσιμη φύση τους βάσει του στοιχείου α) του άρθρου 23 παράγραφος 4 της ΟΔΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αναφέρονται στο ερώτημα 25(α). | | |
| Special arrangements as a % of NAV | | | | | Ειδικοί διακανονισμοί ως % της ΚΑΕ | | | |
| c) | Are there any investors who obtain preferential treatment or the right to preferential treatment (e.g. through a side letter) and therefore are subject to disclosure to the investors in the AIF in accordance with Article 23(1)(j) of the AIFMD? | (Yes or no) | | | γ) | Υπάρχουν τυχόν επενδυτές που εξασφαλίζουν προνομιακή μεταχείριση ή το δικαίωμα προνομιακής μεταχείρισης (π.χ. μέσω συνοδευτικής επιστολής) και ως εκ τούτου υπόκεινται σε υποχρέωση παροχής πληροφοριών σε εκείνους που επενδύουν στον ΟΕΕ βάσει του στοιχείου ι) του άρθρου 23 παράγραφος 1 της ΟΔΟΕΕ; | (Ναι ή όχι) | |
| d) | If ‘yes’ to letter c) then please indicate all relevant preferential treatment: | | | | δ) | Εάν απαντήσατε «ναι» στο στοιχείο γ), παρακαλούμε αναφέρετε όλες τις σχετικές μορφές προνομιακής μεταχείρισης: | | |
| Concerning different disclosure/reporting to investors | | | | | Αναφορικά με διαφορετική παροχή πληροφοριών/υποβολή εκθέσεων στους επενδυτές | | | |
| Concerning different investor liquidity terms | | | | | Αναφορικά με διαφορετικούς όρους ρευστότητας για τους επενδυτές | | | |
| Concerning different fee terms for investors | | | | | Αναφορικά με διαφορετικούς όρους αμοιβών για τους επενδυτές | | | |
| Preferential treatment other than that specified above | | | | | Άλλη μορφή προνομιακής μεταχείρισης πλην των ανωτέρω | | | |
24 | Provide the breakdown of the ownership of units in the AIF by investor group (as % of NAV of AIF assets; look-through to the beneficial owners where known or possible) | | | 24 | Αναφέρετε την ανάλυση των ποσοστών κυριότητας μεριδίων στον ΟΕΕ ανά ομάδα επενδυτών (ως % της ΚΑΕ των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ· αναζήτηση των κατόχων πραγματικής κυριότητας όταν αυτό είναι γνωστό ή εφικτό) | | |
25 | Financing liquidity | | | 25 | Ρευστότητα χρηματοδότησης | | |
| a) | Provide the aggregate amount of borrowing by and cash financing available to the AIF (including all drawn and undrawn, committed and uncommitted lines of credit as well as any term financing) | | | | α) | Αναφέρετε το συνολικό ποσό δανείων και χρηματοδοτήσεων σε μετρητά που είναι διαθέσιμα για τον ΟΕΕ (συμπεριλαμβανομένων εκείνων που έχουν και εκείνων που δεν έχουν ληφθεί, και των μη δεσμευμένων πιστωτικών ορίων, καθώς και οποιωνδήποτε όρων δανεισμού) | | |
| b) | Divide the amount reported in letter a) among the periods specified below depending on the longest period for which the creditor is contractually committed to provide such financing: | | | | β) | Επιμερίστε το ποσό που αναφέρθηκε στο στοιχείο α) στις κατωτέρω περιόδους βάσει της μεγαλύτερης περιόδου για την οποία ο πιστωτής δεσμεύεται συμβατικώς να παράσχει την εν λόγω χρηματοδότηση: | | |
| 1 day or less | 2-7 days | 8-30 days | 31-90 days | 91-180 days | 181-365 days | longer than 365 days | | 1 ημέρα ή μικρότερο διάστημα | 2-7 ημέρες | 8-30 ημέρες | 31-90 ημέρες | 91-180 ημέρες | 181-365 ημέρες | άνω των 365 ημερών |
| | | | | | | | | | | | | | | |
| 4. Borrowing and Exposure Risk | | 4. Κίνδυνος δανεισμού και έκθεσης |
26 | Value of borrowings of cash or securities represented by: | | | 26 | Αξία δανείων σε μετρητά ή τίτλους που αντιπροσωπεύεται από: | | |
| Unsecured cash borrowing: | | | | | Ανασφάλιστα δάνεια σε μετρητά | | | |
| Collateralised/secured cash borrowing — Via Prime Broker: | | | | | Τιτλοποιημένα/ασφαλισμένα δάνεια σε μετρητά — Μέσω βασικού μεσίτη: | | | |
| Collateralised/secured cash borrowing — Via (reverse) repo: | | | | | Τιτλοποιημένα/ασφαλισμένα δάνεια σε μετρητά — Μέσω συμφωνίας πώλησης και επαναγοράς (αγοράς και επαναπώλησης): | | | |
| Collateralised/secured cash borrowing — Via Other: | | | | | Τιτλοποιημένα/ασφαλισμένα δάνεια σε μετρητά — Μέσω άλλου: | | | |
27 | Value of borrowing embedded in financial instruments | | | 27 | Αξία δανείων ενσωματωμένων σε χρηματοοικονομικά μέσα | | |
| Exchange-traded Derivatives: Gross Exposure less margin posted | | | | | Παράγωγα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε χρηματιστήριο: Ακαθάριστη έκθεση μείον το παρεχόμενο περιθώριο ασφαλείας | | | |
| OTC Derivatives: Gross Exposure less margin posted | | | | | Εξωχρηματιστηριακά παράγωγα: Ακαθάριστη έκθεση μείον το παρεχόμενο περιθώριο ασφαλείας | | | |
28 | Value of securities borrowed for short positions | | | | 28 | Αξία τίτλων που ελήφθησαν ως δάνειο για αρνητικές θέσεις | | | |
29 | Gross exposure of financial and, as the case may be, or legal structures controlled by the AIF as defined in Recital 78 of the AIFMD | | | 29 | Ακαθάριστη έκθεση χρηματοοικονομικών και, ανάλογα με την περίπτωση, ή νομικών δομών που ελέγχονται από τον ΟΕΕ, όπως ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 78 της ΟΔΟΕΕ | | |
| Financial and, as the case may be, or legal structure | | | | | Χρηματοοικονομική και, ανάλογα με την περίπτωση, ή νομική δομή | | | |
| Financial and, as the case may be, or legal structure | | | | | Χρηματοοικονομική και, ανάλογα με την περίπτωση, ή νομική δομή | | | |
| Financial and, as the case may be, or legal structure | | | | | Χρηματοοικονομική και, ανάλογα με την περίπτωση, ή νομική δομή | | | |
| … | | | | | … | | | |
30 | Leverage of the AIF | | | | 30 | Μόχλευση του ΟΕΕ | | | |
| a) | as calculated under the Gross Method | | | | | α) | υπολογιζόμενη με τη μέθοδο βάσει των ακαθάριστων αξιών | | | |
| b) | as calculated under the Commitment Method | | | | | β) | υπολογιζόμενη με τη μέθοδο βάσει των ακαθάριστων δεσμεύσεων | | | |
| 5. Operational and Other Risk Aspects | | 5. Λειτουργικοί και άλλοι κίνδυνοι |
31 | Total number of open positions | | | | 31 | Συνολικός αριθμός ανοιχτών θέσεων | | | |
32 | Historical risk profile | 32 | Προφίλ ιστορικού κινδύνων |
| a) | Gross Investment returns or IRR of the AIF over the reporting period (in %, gross of management and performance fees) | | | | α) | Ακαθάριστες αποδόσεις επενδύσεων ή εσωτερικός συντελεστής απόδοσης (ΕΣΑ) του ΟΕΕ κατά την περίοδο αναφοράς (ως %, συμπεριλαμβανομένων των διαχειριστικών αμοιβών και των αμοιβών απόδοσης) | | |
| 1st Month of Reporting Period | | | | | 1ος μήνας της περιόδου αναφοράς | | | |
| 2nd Month of Reporting Period | | | | | 2ος μήνας της περιόδου αναφοράς | | | |
| … | | | | | … | | | |
| … | | | | | … | | | |
| Last Month of Reporting Period | | | | | Τελευταίος μήνας της περιόδου αναφοράς | | | |
| b) | Net Investment returns or IRR of the AIF over the reporting period (in %, net of management and performance fees) | | | | β) | Καθαρές αποδόσεις επενδύσεων ή εσωτερικός συντελεστής απόδοσης (ΕΣΑ) του ΟΕΕ κατά την περίοδο αναφοράς (ως %, εξαιρουμένων των διαχειριστικών αμοιβών και των αμοιβών απόδοσης) | | |
| 1st Month of Reporting Period | | | | | 1ος μήνας της περιόδου αναφοράς | | | |
| 2nd Month of Reporting Period | | | | | 2ος μήνας της περιόδου αναφοράς | | | |
| … | | | | | … | | | |
| … | | | | | … | | | |
| Last Month of Reporting Period | | | | | Τελευταίος μήνας της περιόδου αναφοράς | | | |
| c) | Change in Net Asset Value of the AIF over the reporting period (in %, including the impact of subscriptions and redemptions) | | | | γ) | Μεταβολή της καθαρής αξίας ενεργητικού (ΚΑΕ) του ΟΕΕ κατά την περίοδο αναφοράς (ως %, συμπεριλαμβανομένης της επίπτωσης εγγραφών και εξοφλήσεων) | | |
| 1st Month of Reporting Period | | | | | 1ος μήνας της περιόδου αναφοράς | | | |
| 2nd Month of Reporting Period | | | | | 2ος μήνας της περιόδου αναφοράς | | | |
| … | | | | | … | | | |
| … | | | | | … | | | |
| Last Month of Reporting Period | | | | | Τελευταίος μήνας της περιόδου αναφοράς | | | |
| d) | Subscriptions over the reporting period | | | | δ) | Εγγραφές κατά την περίοδο αναφοράς | | |
| 1st Month of Reporting Period | | | | | 1ος μήνας της περιόδου αναφοράς | | | |
| 2nd Month of Reporting Period | | | | | 2ος μήνας της περιόδου αναφοράς | | | |
| … | | | | | … | | | |
| … | | | | | … | | | |
| Last Month of Reporting Period | | | | | Τελευταίος μήνας της περιόδου αναφοράς | | | |
| e) | Redemptions over the reported period | | | | ε) | Εξοφλήσεις κατά την περίοδο αναφοράς | | |
| 1st Month of Reporting Period | | | | | 1ος μήνας της περιόδου αναφοράς | | | |
| 2nd Month of Reporting Period | | | | | 2ος μήνας της περιόδου αναφοράς | | | |
| … | | | | | … | | | |
| … | | | | | … | | | |
| Last Month of Reporting Period | | | | | Τελευταίος μήνας της περιόδου αναφοράς | | | |
Monetary values should be reported in the base currency of the AIF. | Οι χρηματικές αξίες θα πρέπει να αναφέρονται στο βασικό νόμισμα του ΟΕΕ. |
Results of stress tests | Αποτελέσματα ελέγχων με προσομοίωση ακραίων καταστάσεων |
Please provide the results of the stress tests performed in accordance with point (b) of Article 15(3) of Directive 2011/61/EU [risks associated with each investment position of the AIF and their overall effect on the AIF’s portfolio can be properly identified, measured, managed and monitored on an ongoing basis, including through the use of appropriate stress testing procedures;] (free text) | Παρακαλούμε αναφέρετε τα αποτελέσματα των ελέγχων με προσομοίωση ακραίων καταστάσεων που εκτελέστηκαν βάσει του στοιχείου β) του άρθρου 15 παράγραφος 3 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ [κίνδυνοι οι οποίοι συνδέονται με κάθε επενδυτική θέση του ΟΕΕ και η συνολική τους επίδραση στο χαρτοφυλάκιο του ΟΕΕ μπορούν να εντοπίζονται, να μετρώνται, να τίθενται υπό διαχείριση και να παρακολουθούνται κατάλληλα σε συνεχή βάση, μεταξύ άλλων μέσω της χρήσης κατάλληλων διαδικασιών μέτρησης κινδύνων σε ακραίες καταστάσεις (stress testing)] (ελεύθερο κείμενο) |
| |
Monetary values should be reported in the base currency of the AIF. | Οι χρηματικές αξίες θα πρέπει να αναφέρονται στο βασικό νόμισμα του ΟΕΕ. |
Please provide the results of the stress tests performed in accordance with the second subparagraph of Article 16(1) of Directive 2011/61/EU. [AIFMs shall regularly conduct stress tests, under normal and exceptional liquidity conditions, which enable them to assess the liquidity risk of the AIFs and monitor the liquidity risk of the AIFs accordingly.] (free text) | Παρακαλούμε αναφέρετε τα αποτελέσματα των ελέγχων με προσομοίωση ακραίων καταστάσεων που εκτελέστηκαν βάσει του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ. [Ο ΔΟΕΕ διεξάγει τακτικά μετρήσεις κινδύνων σε ακραίες καταστάσεις (stress tests), υπό κανονικές και υπό έκτακτες συνθήκες ρευστότητας που του επιτρέπουν να εκτιμά τον κίνδυνο ρευστότητας του ΟΕΕ και να παρακολουθεί τον κίνδυνο ρευστότητας του ΟΕΕ αναλόγως.] (ελεύθερο κείμενο) |
| |
Monetary values should be reported in the base currency of the AIF. | Οι χρηματικές αξίες θα πρέπει να αναφέρονται στο βασικό νόμισμα του ΟΕΕ. |
AIF-specific information to be made available to the competent authorities | Πληροφορίες που διατίθενται στις αρμόδιες αρχές ειδικά για τον ΟΕΕ |
(Article 24(4) of Directive 2011/61/EU) | (άρθρο 24 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/61/ΕΕ) |
| Data Type | Reported Data | | Τύπος δεδομένων | Αναφερόμενα δεδομένα |
1 | Of the amount of collateral and other credit support that the reporting AIF has posted to counterparties: what percentage has been re-hypothecated by counterparties? | | | 1 | Από το ποσό των ασφαλειών και άλλων μορφών πιστωτικής στήριξης που έχει παράσχει ο αναφέρων ΟΕΕ σε αντισυμβαλλομένους: τι ποσοστό έχει επανυποθηκευτεί από τους αντισυμβαλλομένους; | | |
| Borrowing and Exposure Risk | | Κίνδυνος δανεισμού και έκθεσης |
2 | Value of borrowings of cash or securities represented by: | | | 2 | Αξία δανείων σε μετρητά ή τίτλους που αντιπροσωπεύεται από: | | |
| Unsecured cash borrowing: | | | | Ανασφάλιστα δάνεια σε μετρητά | | |
| Collateralised/secured cash borrowing — Via Prime Broker: | | | | Τιτλοποιημένα/ασφαλισμένα δάνεια σε μετρητά — Μέσω βασικού μεσίτη: | | |
| Collateralised/secured cash borrowing — Via (reverse) repo: | | | | Τιτλοποιημένα/ασφαλισμένα δάνεια σε μετρητά — Μέσω συμφωνίας πώλησης και επαναγοράς (αγοράς και επαναπώλησης): | | |
| Collateralised/secured cash borrowing — Via Other: | | | | Τιτλοποιημένα/ασφαλισμένα δάνεια σε μετρητά — Μέσω άλλου: | | |
3 | Value of borrowing embedded in financial instruments | | | 3 | Αξία δανείων ενσωματωμένων σε χρηματοοικονομικά μέσα | | |
| Exchange-traded Derivatives: Gross Exposure less margin posted | | | | Παράγωγα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε χρηματιστήριο: Ακαθάριστη έκθεση μείον το παρεχόμενο περιθώριο ασφαλείας | | |
| OTC Derivatives: Gross Exposure less margin posted | | | | Εξωχρηματιστηριακά παράγωγα: Ακαθάριστη έκθεση μείον το παρεχόμενο περιθώριο ασφαλείας | | |
4 | Five largest sources of borrowed cash or securities (short positions): | | | 4 | Πέντε μεγαλύτερες πηγές δανεισμού σε μετρητά ή τίτλους (αρνητικές θέσεις): | | |
| Largest: | | | | Η μεγαλύτερη: | | |
| 2nd largest: | | | | Η 2η μεγαλύτερη: | | |
| 3rd largest: | | | | Η 3η μεγαλύτερη: | | |
| 4th largest: | | | | Η 4η μεγαλύτερη: | | |
| 5th largest: | | | | Η 5η μεγαλύτερη: | | |
5 | Value of securities borrowed for short positions | | | 5 | Αξία τίτλων που ελήφθησαν ως δάνειο για αρνητικές θέσεις | | |
6 | Gross exposure of financial and, as the case may be, or legal structures controlled by the AIF as defined in Recital 78 of the AIFMD | | | 6 | Ακαθάριστη έκθεση χρηματοοικονομικών και, ανάλογα με την περίπτωση, ή νομικών δομών που ελέγχονται από τον ΟΕΕ, όπως ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 78 της ΟΔΟΕΕ | | |
| Financial and, as the case may be, or legal structure | | | | Χρηματοοικονομική και, ανάλογα με την περίπτωση, ή νομική δομή | | |
| Financial and, as the case may be, or legal structure | | | | Χρηματοοικονομική και, ανάλογα με την περίπτωση, ή νομική δομή | | |
| Financial and, as the case may be, or legal structure | | | | Χρηματοοικονομική και, ανάλογα με την περίπτωση, ή νομική δομή | | |
| … | | | | … | | |
7 | Leverage of the AIF: | | | 7 | Μόχλευση του ΟΕΕ: | | |
| a) | Gross Method | | | | α) | Μέθοδος βάσει των ακαθάριστων αξιών | | |
| b) | Commitment Method | | | | β) | Μέθοδος βάσει των δεσμεύσεων | | |
Monetary values should be reported in the base currency of the AIF. | Οι χρηματικές αξίες θα πρέπει να αναφέρονται στο βασικό νόμισμα του ΟΕΕ. |
(*1) If Other please indicate the strategy that best describes the AIF type. | (*1) Εάν πρόκειται για άλλο είδος οργανισμού, παρακαλούμε αναφέρετε τη στρατηγική που περιγράφει καλύτερα το είδος του ΟΕΕ. |