EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32005D0691

2005/691/EK: Απόφαση της Επιτροπής, της 7ης Μαΐου 2004, σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. C 44/2003 (πρώην ΝΝ 158/2001) που προτίθεται να χορηγήσει η Αυστρία υπέρ της Bank Burgenland AG [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 1625] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΕΕ L 263 της 8.10.2005, p. 8–19 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2005/691/oj

8.10.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 263/8


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 7ης Μαΐου 2004

σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. C 44/2003 (πρώην ΝΝ 158/2001) που προτίθεται να χορηγήσει η Αυστρία υπέρ της Bank Burgenland AG

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 1625]

(Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2005/691/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

τη συμφωνία για τον Οικονομικό Ευρωπαϊκό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 3,

Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τα προαναφερθέντα άρθρα (2) και έλαβε υπόψη τις παρατηρήσεις τους,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Με επιστολή της 18ης Ιουνίου 2002 καθώς και με συμπληρωματικές επιστολές της 3ης Ιουλίου και της 9ης Σεπτεμβρίου 2002, η Αυστρία κοινοποίησε την εγγύηση που χορήγησε το ομόσπονδο κράτος του Burgenland και υπέβαλε στην Επιτροπή σχέδιο αναδιάρθρωσης που αφορά την τράπεζα Burgenland AG.

(2)

Με επιστολή της 26ης Ιουνίου 2003 η Επιτροπή γνωστοποίησε στην Αυστρία την απόφασή της να κινήσει την επίσημη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ σχετικά με τα μέτρα κρατικών ενισχύσεων που περιγράφηκαν.

(3)

Έπειτα από παράταση της προθεσμίας την οποία ζήτησε και έλαβε, η Αυστρία απέστειλε στις 17 Σεπτεμβρίου 2003 τις παρατηρήσεις της σχετικά με την κίνηση της διαδικασίας καθώς και άλλα στοιχεία και πληροφορίες.

(4)

Με τη δημοσίευση της απόφασης της Επιτροπής για την κίνηση της διαδικασίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (3), η Επιτροπή κάλεσε και τους υπόλοιπους ενδιαφερόμενους να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους. Ωστόσο, η Επιτροπή δεν έλαβε παρατηρήσεις άλλων ενδιαφερομένων.

(5)

Με επιστολή της 19ης Δεκεμβρίου 2003, οι αυστριακές αρχές δήλωσαν ότι στο πλαίσιο της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης της ΒΒ σκόπευαν να τροποποιήσουν τα μέτρα ενίσχυσης που είχαν ανακοινώσει.

(6)

Με επιστολή της 21ης Ιανουαρίου 2004 η Επιτροπή ανακοίνωσε στην Αυστρία την απόφασή της να επεκτείνει την επίσημη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ και να συμπεριλάβει τις σχεδιαζόμενες τροποποιήσεις των μέτρων ενίσχυσης για την αναδιάρθρωση της Bank Burgenland AG.

(7)

Στις 27 Φεβρουαρίου 2004 η Αυστρία υπέβαλε τις παρατηρήσεις της.

(8)

Με τη δημοσίευση της απόφασης της Επιτροπής για τη επέκταση της διαδικασίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (4) η Επιτροπή κάλεσε και τους λοιπούς ενδιαφερόμενους να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους. Ωστόσο, η Επιτροπή δεν έλαβε παρατηρήσεις άλλων ενδιαφερομένων.

II.   ΙΣΤΟΡΙΚΟ

(9)

Η BB είναι μία τράπεζα υποθηκών ομόσπονδου κράτους (περιφερειακή) με έδρα στο Eisenstadt, η δραστηριότητα της οποίας περιορίζεται κατά το πλείστον στο έδαφος του ομόσπονδου κράτους του Burgenland. Κύριος μέτοχος της ΒΒ είναι το ομόσπονδο κράτος του Burgenland με μερίδιο 97,897 % του μετοχικού κεφαλαίου. Το υπόλοιπο 2,103 % είναι διασκορπισμένο. Η ΒΒ είχε συνολικό ισολογισμό περίπου 2,7 δισ. ευρώ το έτος 2000 (5) και κατελάμβανε έτσι την 33η θέση μεταξύ των αυστριακών τραπεζών.

(10)

Πριν από τις δύο εγγυήσεις, τον Ιούνιο 2000 και τον Δεκέμβριο 2000, το ομόσπονδο κράτος του Burgenland κατείχε 50,63 % του μετοχικού κεφαλαίου της ΒΒ. Άλλοι σημαντικοί μέτοχοι ήταν η τράπεζα Austria με μερίδιο 40,34 % καθώς και η Bausparkasse Wüstenrot με 7 %. Το υπόλοιπο 2,03 % ήταν διασκορπισμένο. Μετά την αγορά των μετοχών από την τράπεζα Austria (εγγύηση της 23ης Οκτωβρίου 2000 — βλέπε κατωτέρω) το ομόσπονδο κράτος του Burgenland υπέγραψε με τη Bausparkasse Wüstenrot AG συμβόλαιο δικαιωμάτων προτίμησης για την αγορά όλων των μετοχών της Bausparkasse Wüstenrot AG. Αυτό ήταν το πρώτο βήμα για την ιδιωτικοποίηση της ΒΒ.

(11)

Η ΒΒ ως περιφερειακή τράπεζα υποθηκών είναι επιφορτισμένη με την ανάπτυξη της πίστης και της κυκλοφορίας του χρήματος στο εκάστοτε ομόσπονδο κράτος. Κύρια δραστηριότητα της ΒΒ είναι η παροχή ενυπόθηκων δανείων και η έκδοση ενυπόθηκων ομολογιών καθώς και δημοτικών χρεογράφων. Παράλληλα δραστηριοποιείται σχεδόν σε ολόκληρο το φάσμα τραπεζικών υπηρεσιών. Το 2000 το μερίδιο αγοράς της ΒΒ επί του συνόλου των καταθέσεων στο Burgenland ήταν 30 % και το μερίδιο επί του συνόλου των δανείων 39 %.

(12)

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του Landes-Hypothekenbank Burgenland-Gesetzes (νόμου του ομόσπονδου κράτους Burgenland για την τράπεζα υποθηκών), LGBl αριθ. 58/1991, όπως τροποποιήθηκε με το νόμο LGBl. αριθ. 63/1998, το ομόσπονδο κράτος ευθύνεται ως εγγυητής υπολοίπου κατά το άρθρο 356 του ABGB σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμών της ΒΒ για όλες τις υποχρεώσεις της επιχείρησης. Ήδη από το έτος 1928 υπάρχει ευθύνη του ομόσπονδου κράτους Burgenland για την ΒΒ και τα προκάτοχά της νομικά πρόσωπα σε σχεδόν απαράλλακτη μορφή. Το σημερινό νομικό καθεστώς για την εγγυητική ευθύνη τέθηκε σε ισχύ στις 29 Ιουνίου 1991 και μετά από αυτήν την τροποποίηση του νόμου το ομόσπονδο κράτος Burgenland εισπράττει προμήθεια για τη χορήγηση της νόμιμης εγγύησης υπολοίπου.

(13)

Στο πλαίσιο της εξέτασης του ετήσιου ισολογισμού της ΒΒ για το έτος 1999 αποκαλύφθηκε απάτη που επέφερε ζημία ύψους περίπου 189 εκατ. ευρώ σε συνάρτηση με τη διαχείριση δανείων για την HOWE Bau AG, επιχείρηση η οποία είχε χρεοκοπήσει, επειδή τα πιστοποιητικά ελέγχου των ετήσιων ισολογισμών που είχε καταθέσει η HOWE Bau AG είχαν πλαστογραφηθεί. Σε συνάρτηση με αυτά αποδείχτηκε ότι η πραγματική αξία των ομολογιών εγγείου χρέους που είχαν εκδοθεί για την εξασφάλιση των δανείων δεν επαρκούσε για να καλύψει τις δανειακές υποχρεώσεις. Χρειάστηκε, ως εκ τούτου, αναπροσαρμογή αξίας ύψους 171 εκατ. ευρώ, η οποία υπερέβαινε το μετοχικό κεφάλαιο της τράπεζας κατά 80 εκατ. ευρώ και θα οδηγούσε, επομένως, άμεσα την ΒΒ σε αδυναμία πληρωμών. Ακόμη, η ΒΒ, σύμφωνα με το άρθρο 83 BWG (νόμος περί τραπεζικού συστήματος), θα έπρεπε να υποβάλει αίτηση για επιβολή εποπτείας, η οποία αποτελεί ειδική ρύθμιση του πτωχευτικού δικαίου για πιστωτικά ιδρύματα και ως εκ τούτου, κατά την άποψη της Αυστρίας, θα ισοδυναμούσε με πτώχευση της ΒΒ. Αυτό θα σήμαινε επίσης ότι θα είχε τεθεί σε ισχύ η ευθύνη του ομόσπονδου κράτους του Burgenland. Σύμφωνα με γνωμάτευση της KPMG Austria Wirtschaftsprüfungsgesellschaft mbH της 17ης Ιουνίου 2000, σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμών της ΒΒ το ποσό που θα έπρεπε να καλύψει το ομόσπονδο κράτος του Burgenland θα ανερχόταν σε 247 εκατ. ευρώ.

(14)

Για να αποφύγει αυτές τις συνέπειες, το ομόσπονδο κράτος του Burgenland υπέγραψε την εγγύηση ύψους 171 εκατ. ευρώ της 20ής Ιουνίου 2000 και κάλυψε έτσι τις μη εισπράξιμες απαιτήσεις απέναντι στην ΒΒ, οι οποίες θα επέφεραν ισολογιστική υπερχρέωση.

(15)

Η υπόθεση απάτης σε συνάρτηση με τα δάνεια της HOWE αποτέλεσε αφορμή να παραγγελθεί συνολικός έλεγχος των χρεωστών, που θα καταδείκνυε κατά πόσον οι αδυναμίες του συστήματος, οι οποίες είχαν αποκαλυφθεί στο πλαίσιο της υπόθεσης HOWE θα μπορούσαν να επηρεάσουν και άλλες δανειοδοσίες. Η ανάγκη αναπροσαρμογής της αξίας ύψους περίπου 189 εκατ. ευρώ που αποκάλυψε ο έλεγχος των χρεωστών το φθινόπωρο του 2000 έφερε την τράπεζα εκ νέου σε μια κατάσταση, στην οποία οι αναγκαίες αναπροσαρμογές της αξίας θα υπερέβαιναν το μετοχικό κεφάλαιο της τράπεζας, και μόνον η κρατική παρέμβαση εμπόδισε την έναρξη της διαχειριστικής εποπτείας. Για να αποφύγει μία ακόμη αμέσως επαπειλούμενη ζημία του ομόσπονδου κράτους του Burgenland ως μετόχου και εγγυητή, το ομόσπονδο κράτος του Burgenland υπέγραψε με τις τράπεζες Austria AG και ΒΒ συμφωνία-πλαίσιο, που προέβλεπε την παραίτηση της Austria AG από απαιτήσεις έναντι της ΒΒ.

III.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

(16)

Οι ευθύνες τις οποίες ανέλαβε το ομόσπονδο κράτος του Burgenland το 2000 έναντι της ΒΒ είναι οι ακόλουθες:

(17)

Το ομόσπονδο κράτος του Burgenland ανέλαβε έναντι της Bank Burgenland ευθύνη ύψους 171 εκατ. ευρώ πλέον τόκων 5 % ετησίως, αλληλοχρέως από το εκάστοτε ποσό εγγύησης για τις εγγύτερα καθορισμένες δανειακές υποχρεώσεις σε συνάρτηση με τα συμβάντα που αφορούν την υπόθεση HOWE. Στην εγγύηση προβλέπεται ότι τα θετικά αποτελέσματα χρήσεως της ΒΒ θα χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη του ποσού της εγγύησης. Ως εκ τούτου μειώνεται το ποσό της εγγύησης κατά το ποσό του ετήσιου κέρδους της ΒΒ, στο μέτρο που αυτό δεν απαιτείται για την πληρωμή μερίσματος σε προνομιούχες μετοχές συμπεριλαμβανομένων πιθανών εκ των υστέρων καταβολών για προηγούμενες χρήσεις. Την εγγύηση μπορεί να τη διεκδικήσει η ΒΒ το νωρίτερο μετά τη διαπίστωση του ετήσιου αποτελέσματος του διαχειριστικού έτους 2010.

(18)

Προκειμένου να καλυφθεί η αναγκαία αναπροσαρμογή της αξίας ύψους 189 εκατ. ευρώ που ανακαλύφθηκε κατά τη διάρκεια ενός συνολικού ελέγχου των χρεωστών, υπογράφηκε με τον κύριο πιστωτή της ΒΒ, την τράπεζα Austria Creditanstalt AG, η συμφωνία πλαίσιο της 23ης Οκτωβρίου 2000.

(19)

Κατόπιν η τράπεζα Austria Creditanstalt AG παραιτήθηκε από τις απαιτήσεις της προς την BB ύψους 189 εκατ. ευρώ.

(20)

Η παραίτηση από τις απαιτήσεις γίνεται έναντι έντοκης υποχρέωσης βελτίωσης της ΒΒ και προβλέπει επιστροφή ολόκληρου του ποσού της απαίτησης της τράπεζας Austria πλέον τόκων σε επτά δόσεις με αρχή την 30ή Ιουνίου 2004. Αρχίζοντας από εκείνη τη χρονική στιγμή, λοιπόν, η ΒΒ υποχρεούται να επιστρέψει το πλήρες ποσό της απαίτησης της τράπεζας Austria πλέον τόκων σε επτά ισόποσες ετήσιες δόσεις πλέον τόκων που προκύπτουν ετησίως (Euribor πλέον 5 μονάδων βάσης) στις 30 Ιουνίου κάθε έτους μέχρι τις 30 Ιουνίου 2010. Η μελλοντική εξόφληση της υποχρέωσης βελτίωσης γίνεται από το ετήσιο πλεόνασμα της ΒΒ συνυπολογιζόμενων των κινήσεων του αποθεματικού και πιθανής εξυπηρέτησης των απαιτήσεων των προνομιούχων μετόχων του προηγούμενου διαχειριστικού έτους.

(21)

Για την περίπτωση που η ΒΒ δεν θα μπορέσει να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις βελτίωσης, το ομόσπονδο κράτος του Burgenland ανέλαβε στο πλαίσιο πρόσθετης συμφωνίας της 1ης Δεκεμβρίου 2000 ανέκκλητη εγγύηση υπέρ της τράπεζας Austria AG, εγγύηση η οποία ισχύει για κάθε έτος του χρονικού διαστήματος 2004-2010 και σύμφωνα με την οποία το ομόσπονδο κράτος του Burgenland θα πρέπει να καλύψει το εκάστοτε έλλειμμα (ετήσια δόση μείον το ποσόν που έχει καταβληθεί από την ΒΒ στην τράπεζα Austria AG) έναντι της τράπεζας Austria AG. Σύμφωνα με αυτή τη συμφωνία, τόσο η ΒΒ όσο και το ομόσπονδο κράτος του Burgenland είναι ελεύθερα να εκπληρώσουν την υποχρέωση βελτίωσης έναντι της τράπεζας Austria AG και πριν από τις καθορισμένες προθεσμίες.

(22)

Η τράπεζα Austria AG πωλεί της μετοχές της ΒΒ που βρίσκονται στην κατοχή της, ύψους 34,13 % αντί 0,07 ευρώ στο ομόσπονδο κράτος του Burgenland.

(23)

Στην απόφασή της για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ η Επιτροπή κατέταξε τα προς εξέταση μέτρα προσωρινά ως κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, επειδή δόθηκαν από κρατικούς πόρους και μπορούν, μέσω της βελτίωσης της οικονομικής κατάστασης της επιχείρησης να επηρεάσουν τη θέση ανταγωνιστών από άλλα κράτη μέλη (6), και με αυτό τον τρόπο νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό και να αλλοιώσουν τις συναλλαγές μεταξύ χωρών μελών.

(24)

Βάσει της προσωρινής της κρίσης, η Επιτροπή κατέληξε στη διαπίστωση ότι οι ενισχύσεις έπρεπε να αξιολογηθούν βάσει των κατευθυντήριων γραμμών της Κοινότητας για την εκτίμηση κρατικών ενισχύσεων για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (7) (στο εξής κατευθυντήριες γραμμές) και ότι δεν μπορούσαν να εφαρμοστούν άλλοι κανόνες συμβιβάσιμου της συνθήκης ΕΚ ή άλλες βασικές αρχές. Η Επιτροπή συμφώνησε με την άποψη της Αυστρίας ότι στην περίπτωση της ΒΒ επρόκειτο για προβληματική επιχείρηση κατά την έννοια του σημείου 2.1 των κατευθυντήριων γραμμών. Ωστόσο, η έλλειψη πληροφοριών και αναπάντητα ερωτήματα δημιουργούσε αμφιβολίες για το συμβιβάσιμο των μέτρων ενίσχυσης με την κοινή αγορά.

(25)

Σύμφωνα με τα σημεία 31 έως και 34 των κατευθυντήριων γραμμών, η Επιτροπή εξετάζει για κάθε μία ενίσχυση ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης, με το οποίο πρέπει να μπορεί να αποκατασταθεί η βιωσιμότητα της επιχείρησης μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα με βάση ρεαλιστικές υποθέσεις.

(26)

Η Επιτροπή αμφισβήτησε στο σχέδιο που της κοινοποιήθηκε αρχικά ότι οι υποθέσεις αναφορικά με την αγορά και τις προβλέψεις σχετικά με την επιδιωκόμενη βιωσιμότητα ήταν επαρκώς ακριβείς, για να επιτρέπουν συμπεράσματα ως προς τις προοπτικές επιτυχίας των προτεινόμενων μέτρων αναδιάρθρωσης. Ήταν δυσδιάκριτο σε ποιες υποθέσεις για την αγορά βασίζονταν τα μέτρα αναδιάρθρωσης.

(27)

Ως προς την πρόγνωση μακροπρόθεσμης απόδοσης 15 % μέχρι το έτος 2010 που αναφερόταν στην κοινοποίηση, η Επιτροπή παρατήρησε, πρώτον, ότι δεν είχαν παρατεθεί κανενός είδους βάσιμα στοιχεία για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα και αμφισβήτησε ακόμη ότι η επιδιωκόμενη απόδοση 15 % ήταν ρεαλιστική και θα μπορούσε επομένως να πραγματοποιηθεί μέχρι το 2010. Κάλεσε, λοιπόν, την Αυστρία να προσκομίσει λεπτομερή προγνωστικά στοιχεία και τις υποθέσεις στις οποίες αυτά βασίζονταν.

(28)

Ως προς τη δήλωση της Αυστρίας ότι η ΒΒ πριν παρουσιαστούν τα προβλήματα δεν είχε ούτε πλεονάζον προσωπικό ούτε υπερβολικές δαπάνες υλικού, και ως εκ τούτου οι δυνατότητα και η ανάγκη να μειώσει η τράπεζα το προσωπικό της ήταν περιορισμένες, η Επιτροπή ζήτησε από την Αυστρία λεπτομερείς πληροφορίες (π.χ. συγκριτικά στοιχεία στον τραπεζικό τομέα).

(29)

Η Επιτροπή διαπίστωσε ακόμη ότι οι πληροφορίες που είχε δώσει η Αυστρία σχετικά με τα αίτια των δυσχερειών της επιχείρησης ήταν κυρίως σύνοψη των οικονομικών δυσχερειών. Παρουσιάστηκε μόνον ένα πραγματικό αίτιο αυτών των δυσχερειών, συγκεκριμένα η ελλιπής λειτουργία της διαχείρισης των δανειοδοτικών κινδύνων. Έλειπε η διεισδυτική ανάλυση των επιχειρηματικών και διοικητικών δομών καθώς και των συγκεκριμένων παραλείψεων της διοίκησης. Η Επιτροπή, ωστόσο, θεώρησε ότι μια τέτοια ανάλυση ήταν αναγκαία για να εκτιμήσει τις προοπτικές για την αναδιάρθρωση της ΒΒ. Η Επιτροπή δεν αμφισβήτησε ότι στο σχέδιο αναδιάρθρωσης είχαν διαγνωσθεί και αντιμετωπισθεί επαρκώς τα αίτια των δυσχερειών της ΒΒ. Κάλεσε, λοιπόν, την Αυστρία να παρουσιάσει διεισδυτική ανάλυση των παραλείψεων του παρελθόντος και των μελλοντικών προοπτικών και προβλημάτων σε συνάφεια με επιχειρηματικές δομές, μεθόδους διοίκησης και εποπτείας, σχέδια ελέγχου και αναφοράς καθώς και τεχνικές για την εισαγωγή εμπορικά θεμελιωμένων διαδικασιών για τη λήψη αποφάσεων.

(30)

Εν όψει πιθανής ιδιωτικοποίησης της ΒΒ, η Αυστρία είχε αναφέρει την πρόθεση και ορισμένες πρώτες ενέργειες καθώς και τη σχεδιαζόμενη ολοκλήρωση της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης. Δεν παρουσιάστηκαν ωστόσο κανενός είδους λεπτομέρειες, π.χ. για τη διαδικασία που σχεδιαζόταν να εφαρμοστεί, τους όρους και άλλους σχετικούς παράγοντες. Ως εκ τούτου η Επιτροπή ζήτησε από την Αυστρία συμπληρωματικές πληροφορίες, ιδίως για το στάδιο στο οποίο βρισκόταν πιθανή διαδικασία ιδιωτικοποίησης εκείνη τη χρονική στιγμή, αν η πιθανή ιδιωτικοποίηση θα πραγματοποιούνταν στο πλαίσιο διαφανούς διαδικασίας χωρίς διακρίσεις, και ποιο ήταν το χρονοδιάγραμμα.

(31)

Η παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ απαιτεί οι ενισχύσεις να μην αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον. Τα σημεία 35 έως 39 των κατευθυντήριων γραμμών ορίζουν ότι πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για να περιορίζονται οι αρνητικές επιπτώσεις της ενίσχυσης εις βάρος των ανταγωνιστών. Αυτός ο όρος συγκεκριμενοποιείται συνήθως με περιορισμό ή μείωση της παρουσίας της επιχείρησης στις αντίστοιχες αγορές, μέσω πώλησης εγκαταστάσεων παραγωγής ή θυγατρικών εταιρειών ή με μείωση δραστηριοτήτων. Ο περιορισμός ή η μείωση πρέπει να βρίσκονται σε αναλογία με τις στρεβλωτικές επιπτώσεις που οφείλονται στην ενίσχυση και ιδίως με το σχετικό βάρος της επιχείρησης στην αγορά ή στις αγορές της.

(32)

Οι αντισταθμίσεις που πρότεινε η Αυστρία ήταν η πώληση συμμετοχών, το κλείσιμο υποκαταστημάτων και η παραίτηση από τη χορήγηση ομοσπονδιακών δανείων. Λόγω της εν μέρει ασαφούς περιγραφής των μέτρων αντιστάθμισης και της εκάστοτε συμβολής τους στις επιδιωκόμενες επιπτώσεις, στην περιουσία και την κατάσταση απασχόλησης της ΒΒ, ήταν για την Επιτροπή αδύνατο να εκτιμήσει τη συνολική επίδραση των μέτρων. Η Επιτροπή χρειαζόταν, επομένως, λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με την επίδραση κάθε μέτρου στην περιουσία, στην κατάσταση απασχόλησης και τη μελλοντική θέση της ΒΒ στην αγορά ή στο αντίστοιχο τμήμα της αγοράς καθώς και σαφή ποσοτική εκτίμηση της αξίας αυτών των μέτρων ή της μειωτικής τους επίπτωσης (π.χ. με μέτρο τoν συνολικό ισολογισμό).

(33)

Λόγω του γεγονότος ότι το ομόσπονδο κράτος του Burgenland είναι περιφέρεια η οποία από το έτος 1995 διαρκώς κατατάσσεται ως ενισχυόμενη περιοχή του στόχου 1 και ως εκ τούτου περιφέρεια κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 σημείο α) και είναι επιλέξιμη περιοχή για περιφερειακές ενισχύσεις, η Αυστρία παρέπεμψε στα σημεία 53 και 54 των κατευθυντήριων γραμμών και ζήτησε να ληφθούν υπόψη κατά την εκτίμηση της αντισταθμιστικής παροχής, χωρίς ωστόσο να αναλύσει περαιτέρω το ζήτημα ή να υποδείξει ιδιαίτερες πλευρές του. Τα σημεία 53 και 54 ορίζουν ότι τα κριτήρια των κατευθυντήριων γραμμών ισχύουν και για περιφερειακές ενισχυόμενες περιοχές, αλλά και ότι τα κριτήρια για την απαιτούμενη μείωση του δυναμικού σε αγορές με πλεονάζον δυναμικό μπορούν να είναι λιγότερο αυστηρά. Η Αυστρία, όμως, δεν συγκεκριμενοποίησε περαιτέρω αυτό το σημείο και ως εκ τούτου η Επιτροπή δεν ήταν σε θέση να διαπιστώσει κατά πόσο μπορεί να εφαρμοστεί αυτό το κριτήριο.

(34)

Ανακεφαλαιώνοντας, η Επιτροπή δεν είχε επαρκείς πληροφορίες για να εκτιμήσει δεόντως και επαρκώς τα προτεινόμενα αντισταθμιστικά μέτρα. Βάσει των δεδομένων που διέθετε αμφέβαλλε, λοιπόν, αν τα σχεδιαζόμενα μέτρα μείωσης του δυναμικού επαρκούσαν για να περιορίσουν τις επιπτώσεις των ενισχύσεων που νοθεύουν τον ανταγωνισμό.

(35)

Σύμφωνα με τα σημεία 40 και 41 των κατευθυντήριων γραμμών η ενίσχυση πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο απολύτως αναγκαίο για την αναδιάρθρωση ούτως ώστε στην επιχείρηση να μη δίδεται πλεονάζουσα ρευστότητα, την οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για συμπεριφορά επιθετική και στρεβλωτική για την αγορά ή ακόμη και για επέκτασή της. Οι κατευθυντήριες γραμμές ορίζουν επίσης ότι αναμένεται από τον αποδέκτη της ενίσχυσης να έχει σημαντική συμβολή στο σχέδιο αναδιάρθρωσης με δικά του μέσα, ακόμη και με την πώληση περιουσιακών στοιχείων, εφόσον αυτά δεν είναι απολύτως απαραίτητα για τη συνέχιση της επιχείρησης.

(36)

Η Αυστρία προέβαλε ότι τα κρατικά μέτρα για την αναδιάρθρωση της ΒΒ δεν συνιστούσαν εισροή ρευστού, και το ομόσπονδο κράτος του Burgenland είχε παρέμβει μόνο με τη διάθεση εγγυήσεων. Επιπλέον οι συμφωνίες για τις εγγυήσεις και τη βελτίωση προέβλεπαν ότι η τράπεζα υποχρεωνόταν να χρησιμοποιήσει κάθε κέρδος για τη μείωση του ποσού των εγγυήσεων. Βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών η Επιτροπή δεν ήταν σε θέση να εκτιμήσει επακριβώς, αν η ενίσχυση είχε το απαραίτητο ελάχιστο ύψος, επειδή στην πράξη οι εγγυήσεις έχουν παρόμοια επίδραση με εισροή κεφαλαίου.

(37)

Επιπλέον η Επιτροπή αμφισβήτησε ότι η ιδία συμβολή της ΒΒ, η πλήρης ανάλωση του αφανούς αποθεματικού και η μείωση του κόστους παραγωγής και λειτουργίας, εκπλήρωνε το κριτήριο της «σημαντικής συμβολής».

IV.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

(38)

Η Αυστρία υπέβαλε παρατηρήσεις για την κίνηση της διαδικασίας στη βάση του υφιστάμενου σχεδίου αναδιάρθρωσης και κοινοποίησε νέες πληροφορίες, ιδίως για τα ακόλουθα σημεία, ουσιαστικής σημασίας για την απόφαση της Επιτροπής:

(39)

Η Αυστρία κοινοποίησε ανάλυση των επιχειρηματικών και διοικητικών δομών της ΒΒ και παρουσίασε λεπτομερώς τα αίτια των οικονομικών δυσχερειών της τράπεζας. Ως ουσιώδες σύμπλεγμα αιτίων για τις δυσχέρειες της ΒΒ αναφέρθηκε η ανεπαρκής διαχείριση δανειοδοτικών κινδύνων, η οποία κατέστησε την τράπεζα ιδιαίτερα ευπρόσβλητη στην εγκληματική δράση των συγκεκριμένων προσώπων. Κατά τον ίδιο τρόπο θα πρέπει να αναχθούν στα ίδια αίτια οι διορθώσεις της αξίας που αποκαλύφθηκαν στο πλαίσιο του ελέγχου των χρεωστών. Αφενός οι δυσχέρειες της τράπεζας αποδεικνύεται ότι αφορούν μια σαφώς εντοπισμένη προβληματική περιοχή και αφετέρου η δυνατότητα σαφούς εντοπισμού των αιτίων συνέβαλε σημαντικά στη δυνατότητα να ληφθούν αμέσως τα απαραίτητα αντίμετρα.

(40)

Ακόμη, στην ΒΒ εκτεταμένα διορθωτικά προβλήματα και η έλλειψη ή η αγνόηση εσωτερικών συστημάτων ελέγχου προκάλεσαν, εκτός από την υπόθεση της απάτης, εκτεταμένες απώλειες στον τομέα των δανείων. Αυτές οι διαρθρωτικές αδυναμίες έχουν αποκατασταθεί μεταξύ άλλων με την εισαγωγή διαχείρισης κινδύνων καθώς και την ενίσχυση του εσωτερικού ελέγχου στο πλαίσιο γενικής αναδιάρθρωσης της τράπεζας. Αυτό το αποτέλεσμα, και στη συνέχεια την επιτυχή εφαρμογή των μέτρων αναδιάρθρωσης, το επιβεβαιώνει σαφώς ο έλεγχος της Österreichische Nationalbank (Εθνικής Τράπεζας της Αυστρίας), ο οποίος έγινε κατ’ εντολή της Αρχής Εποπτείας Τραπεζών τον Φεβρουάριο 2003.

(41)

«Συνολική» εκτίμηση της ΒΒ οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ΒΒ διαφέρει από τις περισσότερες άλλες προβληματικές επιχειρήσεις κατά την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών ως προς κάποια σημεία, επειδή ορισμένα από τα γνωρίσματα που απαριθμεί η Επιτροπή ως χαρακτηριστικά προβληματικής επιχείρησης δεν υπάρχουν στην ΒΒ. Η τρέχουσα δραστηριότητα της ΒΒ μετά την διεξαγωγή των αναγκαίων διορθώσεων της αξίας στο πλαίσιο της εκκαθάρισης του χαρτοφυλακίου το έτος 2000 υπήρξε κατ’ αρχήν αποδοτική και θα παραμείνεί, ακόμη και με προσεκτική εκτίμηση της μελλοντικής εξέλιξης. Η εξέλιξη των δύο τελευταίων ετών απέδειξε ότι ο τομέας των καταθέσεων έχει σταθεροποιηθεί και ότι οι ζημίες του έτους 2000 μπόρεσαν εν μέρει να καλυφθούν. Η Αυστρία παρουσίασε επίσης τα αποτελέσματα της συνήθους δραστηριότητας της ΒΒ.

(42)

Η Αυστρία παρουσίασε την ΒΒ σε σύγκριση με τον αυστριακό τραπεζικό τομέα. Πλεονάζον δυναμικό δεν υπάρχει τόσο στη σχετική αγορά για την ΒΒ όσο και στην ίδια την Bank Burgenland, η τράπεζα με τους 300 συνεργάτες της είναι περιφερειακή τράπεζα μικρού μεγέθους, η οποία στην αγορά του Burgenland κατέχει μόλις 16 επί συνόλου 264 υποκαταστημάτων τραπεζών.

(43)

Αναφορικά με τη σχεδιαζόμενη ιδιωτικοποίηση της ΒΒ η Αυστρία προβάλλει ότι η τράπεζα σύμφωνα με τους σημερινούς σχεδιασμούς θα ιδιωτικοποιηθεί το αργότερο μέχρι το τέλος του 2004. Για το σκοπό αυτό έχει συσταθεί ομάδα εργασίας για την προετοιμασία της διαδικασίας πώλησης και η ιδιωτικοποίηση έχει ανατεθεί στον τραπεζικό οίκο HSBC Trinkaus & Burkhardt.

(44)

Η Αυστρία κοινοποίησε το οικονομικό περιβάλλον και τους στρατηγικούς στόχους της ΒΒ στη βάση των οποίων καταστρώθηκε προγραμματικός υπολογισμός στον οποίο διακρίνεται διαρκής βελτίωση της αποδοτικότητας σε περίπου 15 % εντός χρονικού διαστήματος 7 ετών. Στη βάση των αποθεμάτων, των μέσων επιτοκίων και των επανεισροών από την ανάλυση ρευστότητας του Ιανουαρίου 2003 καθορίστηκαν στο πλαίσιο μιας διαδικασίας σχεδιασμού του τμήματος ελέγχου, σε συνεργασία με τους τμηματάρχες και τη διοίκηση, ποσοτικοί στόχοι και όροι. Τα έσοδα από τόκους υπολογίστηκαν για ολόκληρο τον ορίζοντα του σχεδίου στη βάση του επίκαιρου επιπέδου των επιτοκίων, δηλαδή στον σχεδιασμό δεν υπήρξαν εναλλακτικές υποθέσεις για τη μελλοντική εξέλιξη των επιτοκίων. Με δεδομένο το σημερινό χαμηλό επίπεδο των επιτοκίων αυτή η προσέγγιση αντιστοιχεί στην αρχή του προσεκτικού σχεδιασμού.

(45)

Τα μέτρα αναδιάρθρωσης, τα οποία άρχισε να εφαρμόζει η ΒΒ σε συνάρτηση με την υπόθεση απάτης, αφενός για να αντιδράσει δεόντως στα αίτια των οικονομικών δυσχερειών της και αφετέρου για να προετοιμάσει κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την επιχείρηση για την εξέλιξη και τις ευκαιρίες της αγοράς στα επόμενα χρόνια μπορούν να σκιαγραφηθούν με τους τίτλους «συνολική αναδιοργάνωση της διαχείρισης δανειοδοτικών κινδύνων», «συγκέντρωση της προσοχής της ΒΒ στον πυρήνα των δραστηριοτήτων της», «σταθεροποίηση της ΒΒ ως περιφερειακής τράπεζας» και «συνολική σύσφιξη της διαχείρισης του κόστους».

(46)

Με δεδομένο το μικρό μέγεθος της ΒΒ, η Αυστρία σταθμίζει επιμελώς μεταξύ των κριτηρίων της αποκατάστασης της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας και της αποφυγής απαράδεκτων νοθεύσεων του ανταγωνισμού και παραπέμπει στο ότι σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές (σημείο 36) οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις κατά κανόνα δεν χρειάζεται να λάβουν αντισταθμιστικά μέτρα. Στη συνέχεια, η Αυστρία εκθέτει για ποιους λόγους η ΒΒ υπερβαίνει ελάχιστα τα όρια μιας ΜΜΕ.

(47)

Με δεδομένο το μικρό μέγεθος της τράπεζας δεν εκπλήσσει, κατά την Αυστρία, το γεγονός ότι η ΒΒ δεν είναι σε θέση να λάβει αντισταθμιστικά μέτρα. Η ΒΒ έχει μεν θυγατρικές εταιρείες, οι οποίες ωστόσο ασχολούνται με σημαντικούς τομείς της τραπεζικής δραστηριότητας της ΒΒ και ως εκ τούτου πώληση συμμετοχών αυτού του είδους θα αποτελούσε δραστική παρέμβαση στην υπόσταση της επιχείρησης. Εκτός αυτού η ΒΒ δεν έχει άξιες λόγου δραστηριότητες στο εξωτερικό και ο αριθμός των εντόπιων υποκαταστημάτων της (16) είναι εξαιρετικά περιορισμένος.

(48)

Κατά τη γνώμη της Αυστρίας το μικρό μερίδιο αγοράς της ΒΒ αποκλείει τον κίνδυνο νόθευσης του ανταγωνισμού και η Αυστρία παρατήρησε ότι οι δυσχέρειες της ΒΒ δεν οφείλονται διόλου σε επιθετική συμπεριφορά στην αγορά αλλά στα προαναφερθέντα περιορισμένα συμβάντα ιδίως στο πλαίσιο της υπόθεσης απάτης.

(49)

Η Αυστρία παρατήρησε ακόμη ότι οι ενισχύσεις προς όφελος της ΒΒ δεν αύξησαν τους ίδιους πόρους της τράπεζας, αλλά απλώς επέφεραν εξασφάλιση των επισφαλών απαιτήσεων της τράπεζας, προκειμένου να μη χρειαστεί ισόποση αναπροσαρμογή αξιών και αποφεύχθηκε έτσι να υπερβεί το σκέλος του παθητικού το μετοχικό κεφάλαιο της ΒΒ.

(50)

Η Αυστρία παρατηρεί επίσης ότι η ΒΒ και η σχεδόν αποκλειστική της δραστηριότητα βρίσκονται σε μια ενισχυόμενη περιοχή κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης ΕΚ και παραπέμπει τόσο σε σχετικές διατάξεις στις κατευθυντήριες γραμμές (σημείο 20) όσο και στις δύσκολες περιστάσεις του χρονικού σημείου των οικονομικών δυσχερειών.

(51)

Όσον αφορά τα αντισταθμιστικά μέτρα (πώληση συμμετοχών, κλείσιμο ενός υποκαταστήματος, παραίτηση από τη χορήγηση ομοσπονδιακών δανείων) η Αυστρία δίνει λεπτομερή στοιχεία για την αξία του εκάστοτε μέτρου ή και της μειωτικής του επίδρασης και εκθέτει τους λόγους για τους οποίους περισσότερα μέτρα συρρίκνωσης θα έθεταν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα της τράπεζας.

(52)

Η Αυστρία υπογραμμίζει ότι οι εν λόγω ενισχύσεις περιορίζονται στο ελάχιστο, επειδή μόνο οι εγγυήσεις δεν επαρκούν για τη διατήρηση ικανοποιητικής φερεγγυότητας, ενώ η ΒΒ είχε επιβαρυνθεί με περαιτέρω διορθώσεις της αξίας ύψους 41 εκατ. ευρώ καθώς επίσης και με την απώλεια καταθέσεων ύψους 218 εκατ. ευρώ. Επίσης, από το ομόσπονδο κράτος δεν είχε εισρεύσει στην τράπεζα κεφάλαιο για να αντισταθμίσει τις δυσχέρειές της, πράγμα που δηλώνει την επιθυμία του ομόσπονδου κράτους να περιορίσει την έκταση της ενίσχυσης στο ελάχιστο.

(53)

Ακόμη, η ΒΒ αναλαμβάνει σημαντικές προσπάθειες για να μειώσει το κόστος προσωπικού σε ένα σύνηθες μέσο επίπεδο του τραπεζικού τομέα και σκοπεύει μεσοπρόθεσμα να πωλήσει μη αναγκαία έγγεια ιδιοκτησία.

(54)

Μέτρα πέραν αυτών δεν είναι δυνατόν να ληφθούν, επειδή η τράπεζα ανέκαθεν είχε σχετικά ισχνή οργάνωση.

V.   ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(55)

Με έγγραφο της 19ης Δεκεμβρίου 2003 οι αυστριακές αρχές ενημέρωσαν ότι στο πλαίσιο της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης της ΒΒ σκόπευαν να τροποποιήσουν τα κοινοποιηθέντα μέτρα ενίσχυσης.

(56)

Η εγγύηση της 20ής Ιουνίου 2000 θα τροποποιηθεί ως εξής:

α)

το ετήσιο κέρδος της ΒΒ δεν θα χρησιμοποιείται πλέον για τη μείωση του ποσού για το οποίο εγγυάται το ομόσπονδο κράτος του Burgenland. Το ποσό για το οποίο εγγυάται το ομόσπονδο κράτος του Burgenland θα μειώνεται εφεξής κατά τα ποσά τα οποία συναρτώνται με τις εγγυημένες απαιτήσεις από την υπόθεση HOWE και θα εισπράττει η ΒΒ τα επόμενα χρόνια·

β)

οι πληρωμές των εγγυήσεων παρατείνονται ως εξής: Η ΒΒ θα μπορεί να απαιτήσει την εγγύηση του ομόσπονδου κράτους του Burgenland το νωρίτερο μετά τη διακρίβωση του ετήσιου ισολογισμού για το έτος χρήσης 2025 (και όχι όπως τώρα ήδη για το έτος χρήσης 2010). Το ομόσπονδο κράτος θα έχει ωστόσο την ευχέρεια μετά τη διακρίβωση του αποτελέσματος της χρήσης του 2010 να καταβάλει τη ληξιπρόθεσμη εγγύηση εν συνόλω ή και εν μέρει στην ΒΒ. Μέχρι την 30ή Ιουνίου 2011 θα ισχύει το επιτόκιο του 5 % και από την 1η Ιουλίου 2011 το τότε ισχύον επιτόκιο πενταετίας ετησίως και αλληλοχρέως για το εκάστοτε ποσό της εγγύησης. Εξίσου μετά την 1η Ιουλίου 2016 και μετά την 1η Ιουλίου 2021 θα ισχύει το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο πενταετίας ετησίως και αλληλοχρέως για το εκάστοτε ποσό της εγγύησης.

(57)

Η συμφωνία πλαίσιο της 23ης Οκτωβρίου θα τροποποιηθεί ως εξής:

α)

το ετήσιο κέρδος της ΒΒ δεν θα χρησιμοποιείται για την εξυπηρέτηση της υποχρέωσης βελτίωσης απέναντι στη τράπεζα Austria Creditanstalt AG·

β)

το ομόσπονδο κράτος του Burgenland θα εκπληρώσει την υποχρέωση βελτίωσης απέναντι στην τράπεζα Austria Creditanstalt AG και θα καταβάλει το υπόλοιπο από την εγγύηση αμέσως πριν από την ιδιωτικοποίηση της BB με εφάπαξ πληρωμή στην τράπεζα Austria Creditanstalt AG.

(58)

Σύμφωνα με κοινοποίηση των αυστριακών αρχών, η αλλαγή όσον αφορά τη χρήση του ετήσιου κέρδους για τη μείωση των ποσών των εγγυήσεων θα ισχύσει μόνο εάν η ΒΒ ιδιωτικοποιηθεί πράγματι. Εάν το ομόσπονδο κράτος του Burgenland δεν μπορέσει να πωλήσει την ΒΒ, οι δύο εγγυήσεις παραμένουν απαράλλακτες ως προς αυτό το σημείο και τα ποσά των εγγυήσεων θα συνεχίσουν να μειώνονται κατά το ποσό του ετήσιου κέρδους ή η υποχρέωση βελτίωσης της ΒΒ θα συνεχίσει να ισχύει ως έχει.

VI.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

(59)

Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Αυστρίας, η κυβέρνηση του ομόσπονδου κράτους επιδιώκει την ιδιωτικοποίηση της ΒΒ ως ουσιώδες στοιχείο του σχεδίου αναδιάρθρωσής της, προκειμένου να επιτευχθεί έτσι η καλύτερη δυνατή μέριμνα για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της τράπεζας. Με απόφαση της τοπικής κυβέρνησης της 12ης Νοεμβρίου 2003, Zl. 3-121/48-2003, τα κατάλληλα μέτρα για την έναρξη της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης έχουν ήδη δρομολογηθεί. Με καταχωρήσεις στα μέσα ενημέρωσης στις 17 Νοεμβρίου 2003 ανακοινώθηκε η πρόσκληση για την εκδήλωση ενδιαφέροντος. Το αργότερο τον Μάρτιο/Απρίλιο 2004 — μετά τη διεξαγωγή της υποχρεωτικής διαδικασίας Due-Diligence — θα αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις για τις μεμονωμένες προσφορές.

(60)

Για να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή τιμή στην περίπτωση πώλησης της ΒΒ ήταν επομένως αναγκαίο να απαλλάξει το ομόσπονδο κράτος του Burgenland την ΒΒ από κάθε υποχρέωση από τη συμφωνία βελτίωσης με την τράπεζα Austria Creditanstalt AG. Το ίδιο ισχύει ουσιαστικά και για την εγγύηση της 20ής Ιουνίου 2000 μεταξύ του Burgenland και της ΒΒ, επειδή και σε αυτή την περίπτωση ούτε η ΒΒ ούτε ο αγοραστής της ΒΒ θα πρέπει να επιβαρυνθούν.

(61)

Κατά την άποψη της Αυστρίας, εάν διατηρούσαν την υποχρέωση της ΒΒ να καταβάλει τα κέρδη της, ήταν αμφίβολο αν θα βρισκόταν έστω και ένας αγοραστής για την τράπεζα, επειδή εν δυνάμει αγοραστές της τράπεζας δεν θα έδειχναν μεγάλο ενδιαφέρον εξαγοράς, εάν για πολλά χρόνια δεν θα μπορούσαν να αναμένουν κέρδη.

(62)

Η εξάλειψη της υποχρέωσης καταβολής των κερδών που επιβάρυνε την ΒΒ ήταν επομένως αναγκαίος όρος για την προοπτική της ιδιωτικοποίησής της, ώστε να δοθεί στο κοινοποιημένο σχέδιο αναδιάρθρωσης, το οποίο περιέχει την ιδιωτικοποίηση της ΒΒ ως ουσιώδες συστατικό στοιχείο, ρεαλιστική δυνατότητα επιτυχίας. Έτσι ο πιθανός αγοραστής της ΒΒ θα αποκτούσε την προοπτική να απαιτήσει αμέσως τα μερίσματα της ΒΒ, πράγμα που με τη σειρά του είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να επιτευχθεί η μέγιστη τιμή μεταβίβασης.

VII.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(63)

Οι δύο εγγυήσεις του ομόσπονδου κράτους του Burgenland υπέρ της ΒΒ περιέχουν κρατικούς πόρους. Τα μέτρα εφαρμόζονται υπό όρους τους οποίους δεν θα αποδεχόταν ένας επενδυτής ο οποίος θα ενεργούσε σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς.

(64)

Η Αυστρία υποστηρίζει μεν την άποψη ότι το ομόσπονδο κράτος του Burgenland με τις εγγυήσεις που χορήγησε απέφυγε μεγαλύτερη οικονομική ζημία αφού οι συμβάσεις περιορίζονται στο ελάχιστο απαραίτητο για να αποφευχθεί η επιβολή εποπτείας στην τράπεζα. Εάν το ομόσπονδο κράτος του Burgenland αναγκαζόταν να αναλάβει τις υποχρεώσεις του ως εγγυητής, η έκταση των οικονομικών υποχρεώσεων θα ήταν, λόγω της ποσοτικά απεριόριστης ευθύνης, μεγαλύτερη από τις δύο εγγυήσεις. Η Αυστρία υποστηρίζει ως εκ τούτου τη νομική άποψη ότι το ομόσπονδο κράτος του Burgenland έπραξε σύμφωνα με την αρχή ενός επενδυτή ο οποίος ενεργεί σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς.

(65)

Σε αυτό το επιχείρημα ωστόσο μπορεί να αντιπαραθέσει κανείς ότι οι αυστριακές αρχές δεν υπέβαλαν κανέναν υπολογισμό που να στηρίζει τον εν λόγω ισχυρισμό. Στη γνωμάτευση της KPMG της 17ης Ιουνίου 2000 που αναφέρεται στην παράγραφο 13, το ποσό το οποίο θα έπρεπε να καλύψει το ομόσπονδο κράτος του Burgenland σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμών της ΒΒ υπολογίζεται σε 247 εκατ. ευρώ. Το ποσό αυτό είναι χαμηλότερο από το σύνολο των δύο εγγυήσεων, πρέπει όμως να σημειωθεί ότι το άθροισμα αυτό υπολογίσθηκε πριν το δεύτερο «συνολικό» έλεγχο των χρεωστών που διενεργήθηκε το δεύτερο εξάμηνο του 2000 και ως εκ τούτου θα ήταν υψηλότερο με τα σημερινά δεδομένα. Ωστόσο γεννάται το ερώτημα πως οι αυστριακές αρχές κατέληξαν κατ' αρχήν στο ποσό των 247 εκατ. ευρώ. Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην απόφασή του Hytasa (8), όρισε ότι «πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των υποχρεώσεων που το Δημόσιο πρέπει να αναλαμβάνει ως κύριος των μετοχών μιας εταιρείας και των υποχρεώσεων που μπορεί να υπέχει ως δημόσια αρχή». Δεδομένου ότι η ΒΒ δημιουργήθηκε με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας, το ομόσπονδο κράτος ως κύριος των μετοχών της εταιρείας αυτής έχει την ευθύνη των χρεών της μόνο μέχρι ποσού που ισοδυναμεί με την αξία εκκαθάρισης των στοιχείων ενεργητικού της. Το Δικαστήριο αποφαίνεται στην προαναφερθείσα υπόθεση ότι οι υποχρεώσεις που απορρέουν από το κόστος απολύσεων των εργαζομένων, καταβολής παροχών ανεργίας και χορηγήσεις ενισχύσεων για την αποκατάσταση της βιομηχανικής διάρθρωσης δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την εφαρμογή του κριτηρίου περί του ιδιώτη επενδυτή. Κατά τα φαινόμενα οι αυστριακές αρχές δεν έκαναν τη διάκριση αυτή και συμπεριλαμβάνουν στους υπολογισμούς τους και τα έξοδα τα οποία θα επιβάρυναν το ομόσπονδο κράτος λόγω της νομικά προβλεπόμενης ευθύνης του. Τα έξοδα αυτά όμως δεν σχετίζονται κατά κανένα τρόπο με το ρόλο του ομόσπονδου κράτους του Burgenland ως κυρίου των μετοχών της ΒΒ, αλλά απορρέουν από μία ιδιαίτερη νομική υποχρέωση, συγκεκριμένα την ευθύνη του Δημοσίου, την οποία δεν μπορεί να υπέχει ποτέ ένας ιδιώτης επενδυτής.

(66)

Και τα δύο μέτρα είχαν εφαρμοστεί υπέρ επιχείρησης που αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Συνολικά πρόκειται για 359,8 εκατ. ευρώ, ένα σημαντικό ποσό. Τη χρονική στιγμή κατά την οποία το κράτος ανέλαβε να εγγυηθεί δεν μπορούσε προφανώς να διακρίνει ότι από αυτή την υποχρέωση θα μπορούσε να αντλήσει απόδοση, την οποία θα αποδεχόταν επενδυτής που θα ενεργούσε σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς.

(67)

Οι εν λόγω ενισχύσεις ευνοούν την ΒΒ και την τοποθετούν τεχνητά σε πλεονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών της, έτσι ώστε να νοθεύεται ο ανταγωνισμός. Η ΒΒ δραστηριοποιείται στους σημαντικότερους τομείς σε περιφερειακό αλλά και σε εθνικό επίπεδο. Ο χρηματοπιστωτικός τομέας συνολικά χαρακτηρίζεται από αυξανόμενη ολοκλήρωση και σε σημαντικά επί μέρους πεδία έχει δημιουργηθεί η εσωτερική αγορά. Επικρατεί ισχυρός ανταγωνισμός μεταξύ χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων διαφόρων κρατών μελών, ο οποίος ενισχύεται με την εισαγωγή του κοινού νομίσματος. Με τα μέτρα και τις επιπτώσεις τους σε υπαρκτούς και δυνητικούς ανταγωνιστές από άλλα κράτη μέλη νοθεύεται ο ανταγωνισμός — ή απειλείται να νοθευτεί — και αλλοιώνονται οι συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών. Επομένως, τα μέτρα αποτελούν κρατικές ενισχύσεις σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. Η Αυστρία δεν αμφισβήτησε αυτή την άποψη, αλλά ανακοίνωσε τα εν λόγω μέτρα, αν και αργότερα από την προβλεπόμενη προθεσμία.

(68)

Επειδή τα μέτρα ενίσχυσης δεν εφαρμόστηκαν βάσει εγκεκριμένου καθεστώτος ενισχύσεων, η Επιτροπή πρέπει να εξετάσει το συμβιβάσιμο με την κοινή αγορά σύμφωνα με το άρθρο 87 της συνθήκης ΕΚ και τις κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (9) («οι κατευθυντήριες γραμμές»).

(69)

Σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό δια της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές, εκτός αν η παρούσα συνθήκη ορίζει άλλως.

(70)

Ωστόσο, το άρθρο 87 της συνθήκης ΕΚ επιτρέπει εξαιρέσεις από την αρχή του ασυμβίβαστου κρατικών ενισχύσεων με την κοινή αγορά. Οι διατάξεις περί συμβιβάσιμου σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ θα μπορούσαν να θεμελιώσουν το συμβιβάσιμο των ενισχύσεων με την κοινή αγορά. Τα υπό εξέταση μέτρα ενίσχυσης ωστόσο δεν μπορούν να θεωρηθούν ούτε ως ενισχύσεις κοινωνικού χαρακτήρα προς μεμονωμένους καταναλωτές [στοιχείο α)] ούτε ως ενισχύσεις για την επανόρθωση ζημιών που προκαλούνται από θεομηνίες ή άλλα έκτακτα γεγονότα [στοιχείο β)] ούτε ως ενισχύσεις προς την οικονομία ορισμένων περιοχών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, οι οποίες θίγονται από τη διαίρεση της Γερμανίας [στοιχείο γ)]. Αυτές οι εξαιρέσεις δεν μπορούν να εφαρμοστούν εδώ.

(71)

Αναφορικά με τις εξαιρέσεις σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχεία β) και δ) της συνθήκης ΕΚ διαπιστώνεται ότι οι ενισχύσεις δεν υπηρετούν την προώθηση σημαντικών σχεδίων κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ή την άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας κράτους μέλους ούτε μπορούν να θεωρηθούν ενισχύσεις για την προώθηση του πολιτισμού και της διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς.

(72)

Επομένως, η Επιτροπή εξετάζει τα μέτρα ενίσχυσης βάσει των εξαιρέσεων του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ. Η Επιτροπή στηρίζει την εκτίμηση ενισχύσεων για την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον, σε σχετικές κατευθυντήριες γραμμές της κοινότητας. Κατά την άποψη της Επιτροπής δεν μπορούν να εφαρμοστούν εδώ παρά μόνον οι αναφερθείσες στην παράγραφο 68 κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές. Η Επιτροπή έχει ακόμη την άποψη ότι τα εν λόγω μέτρα ενίσχυσης συμβάλλουν στη χρηματοδότηση της αναδιάρθρωσης της επιχείρησης και ως εκ τούτου πρέπει να θεωρηθούν ενισχύσεις αναδιάρθρωσης.

(73)

Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές ενισχύσεις αναδιάρθρωσης επιτρέπονται μόνον εφόσον δεν αντίκεινται προς το κοινό συμφέρον. Στις κατευθυντήριες γραμμές η έγκριση ενισχύσεων από την Επιτροπή συνδέεται με ορισμένες προϋποθέσεις:

(74)

Η Επιτροπή συμφωνεί με τη δήλωση της Αυστρίας, σύμφωνα με την οποία η ΒΒ πρέπει να θεωρηθεί προβληματική επιχείρηση σύμφωνα με την παράγραφο 30 σε συνδυασμό με τα σημεία 4 έως 8 των κατευθυντήριων γραμμών.

(75)

Σύμφωνα με το σημείο 4 των κατευθυντήριων γραμμών μια επιχείρηση θεωρείται προβληματική «εφόσον δεν είναι ικανή, με δικούς της οικονομικούς πόρους ή με τους πόρους που είναι πρόθυμοι να συνεισφέρουν οι ιδιοκτήτες/μέτοχοί της και οι πιστωτές της, να ανακόψει τη ζημιογόνο πορεία της, η οποία θα την οδηγήσει, ελλείψει εξωτερικής παρέμβασης από το κράτος, προς μία σχεδόν βέβαιη οικονομική εξαφάνιση». Αυτές οι περιστάσεις όσον αφορά την ΒΒ υπάρχουν εμφανώς.

(76)

Χωρίς την παρέμβαση του ομόσπονδου κράτους του Burgenland η ΒΒ θα έπρεπε να τεθεί υπό επιτήρηση και θα οδηγείτο στην εξαφάνιση κατά την έννοια των κατευθυντήριων γραμμών.

(77)

Σύμφωνα με το σημείο 28 των κατευθυντήριων γραμμών μόνο με βάση αυστηρά κριτήρια και εφόσον διαπιστωθεί ότι οι ενδεχόμενες στρεβλωτικές συνέπειες της ενίσχυσης αντισταθμίζονται από τα πλεονεκτήματα της διατήρησης των δραστηριοτήτων της επιχείρησης ιδίως αν αποδεικνύεται ότι οι καθαρές επιπτώσεις από τις απολύσεις που θα ακολουθήσουν την πτώχευση της επιχείρησης θα όξυναν τα προβλήματα απασχόλησης σε τοπικό, περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο ή, κατ’ εξαίρεση, ότι η εξαφάνισή της επιχείρησης θα οδηγούσε σε μονοπωλιακές ή στενά ολιγοπωλιακές καταστάσεις.

(78)

Το τελευταίο, βέβαια, μπορεί να αποκλειστεί, επειδή η θέση της ΒΒ δεν είναι τόσο ισχυρή ώστε με τη χρεοκοπία της ή με την επακόλουθη μερική της πώληση να δημιουργήσει μονοπωλιακή ή ολιγοπωλιακή κατάσταση.

(79)

Η Αυστρία προβάλλει βέβαια ότι εκτός από την ΒΒ στο ομόσπονδο κράτος του Burgenland μόνον ο όμιλος Raiffeisen δραστηριοποιείται ως σημαντική τράπεζα, και επομένως η εξαφάνιση της ΒΒ θα οδηγούσε σε πιο συγκεντρωτική δομή της αγοράς και σε περαιτέρω ενίσχυση του ομίλου Raiffeisen, όμως αυτό το επιχείρημα, με δεδομένο ότι στο ομόσπονδο κράτος του Burgenland εκπροσωπούνται και άλλες τράπεζες, Ταμιευτήρια και Λαϊκές τράπεζες, δεν θεωρείται πειστικό βάσει των σήμερα διαθέσιμων πληροφοριών.

(80)

Πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι οι επιπτώσεις μιας υποθετικής παύσης πληρωμών της ΒΒ δεν είναι εύκολο να εκτιμηθούν. Στην περίπτωση ωστόσο της ρευστοποίησης ή της μείωσης του αριθμού των υποκαταστημάτων της ΒΒ, η πιθανότητα ότι μια αλλοδαπή τράπεζα θα εγκατασταθεί στο ομόσπονδο κράτος του Burgenland και θα αναλάβει τις δραστηριότητες της ΒΒ πρέπει να θεωρηθεί εξαιρετικά μικρή με δεδομένη τη σχετικά μικρή ελκυστικότητα του ομόσπονδου κράτους του Burgenland. Πολύ πιθανότερο είναι να υπάρξει ανεπάρκεια βασικών χρηματοδοτικών υπηρεσιών σε ορισμένες αγροτικές περιοχές του ομόσπονδου κράτους του Burgenland.

(81)

Σύμφωνα με το σημείο 3.2.2 στοιχείο β) των κατευθυντήριων γραμμών, η παροχή της ενίσχυσης εξαρτάται από την εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης το οποίο, για κάθε μεμονωμένη ενίσχυση, επικυρώνεται από την Επιτροπή και πρέπει να ελεγχθεί εάν είναι κατάλληλο για την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας της επιχείρησης μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης πρέπει να έχει περιορισμένη διάρκεια και να βασίζεται σε ρεαλιστικές υποθέσεις. Στο σχέδιο αναδιάρθρωσης πρέπει να περιγράφονται οι συνθήκες που προκάλεσαν τις δυσχέρειες της επιχείρησης, ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσον είναι πρόσφορα τα προτεινόμενα μέτρα. Επιτρέπει στην επιχείρηση να αποκτήσει προοδευτικά μία νέα διάρθρωση που της δίνει προοπτικές μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας καθώς και τη δυνατότητα να λειτουργεί με δικούς της πόρους, δηλαδή να καλύπτει, μετά την ολοκλήρωση της αναδιάρθρωσης, όλα της τα έξοδα, περιλαμβανομένης της απόσβεσης και των χρηματοοικονομικών δαπανών και να αποκτήσει αποδοτικότητα επαρκή για να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό στην αγορά με τις δικές της δυνάμεις.

(82)

Η Επιτροπή στήριξε την εκτίμησή της στα στοιχεία που της κοινοποίησε η Αυστρία, μεταξύ άλλων στο σχεδιασμό των μεμονωμένων μέτρων αναδιάρθρωσης, την πρόγνωση της αποδοτικότητας για τη χρονική περίοδο αναδιάρθρωσης 2000 έως 2010 στη βάση προσεκτικής εκτίμησης αφενός και του αποτελέσματος της συνήθους δραστηριότητας από τα ετήσια αποτελέσματα και του προοπτικού υπολογισμού αφετέρου, καθώς και στην ανάλυση της ανεπαρκούς διαχείρισης δανειοδοτικών κινδύνων και των διαρθρωτικών ελλείψεων ως αιτίων των δυσχερειών. Ακόμη, η Επιτροπή στηρίζει την εκτίμησή της στα στοιχεία που κοινοποίησε η Αυστρία για την τρέχουσα εφαρμογή του σχεδίου αναδιάρθρωσης, την αλλαγή μεμονωμένων μέτρων καθώς και το χρονοδιάγραμμα που αφορά την ολοκλήρωση της σχεδιαζόμενης ιδιωτικοποίησης της ΒΒ.

(83)

Ελλείψει λεπτομερών στοιχείων πρόγνωσης και των υποθέσεων στις οποίες αυτά βασίζονται, η Επιτροπή αμφισβήτησε στην αρχική της απόφαση την πρόγνωση της μακροπρόθεσμης αποδοτικότητας ύψους 15 % μέχρι το 2010. Κατόπιν τούτου η Αυστρία κοινοποίησε προγραμματικό υπολογισμό, ο οποίος βασιζόμενος στον προσεκτικό σχεδιασμό και σε ανάλογο οικονομικό περιβάλλον (ανερχόμενη ανταγωνιστικότητα, αυξανόμενος πληθυσμός, αύξηση περιουσίας, διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης) καταλήγει σε διαρκή αύξηση της αποδοτικότητας έως 15 % σε χρονικό διάστημα επτά ετών. Αυτό το αποδεικνύουν και τα ποσά του αποτελέσματος της συνήθους δραστηριότητας από τα αποτελέσματα των ετήσιων χρήσεων. Η Επιτροπή θεωρεί ως εκ τούτου το σχέδιο αναδιάρθρωσης αναφορικά με μελλοντικές εξελίξεις ως συνολικά εύλογο και πλήρες.

(84)

Η Αυστρία κοινοποίησε ακόμη περισσότερες πληροφορίες και στοιχεία για το κόστος προσωπικού και λειτουργίας συγκριτικά με άλλα πιστωτικά ιδρύματα συγκρίσιμου μεγέθους και επιχειρηματικής διάρθρωσης, τα οποία καταδεικνύουν ότι η ΒΒ τόσο ως προς το κατά κεφαλή κόστος προσωπικού όσο και το κόστος λειτουργίας βρίσκεται σαφώς κάτω από τον μέσο όρο.

(85)

Η ανάλυση της επιχειρηματικής και διοικητικής δομής καθώς και των συγκεκριμένων παραλείψεων της διοίκησης, την έλλειψη της οποίας διαπίστωσε η Επιτροπή στην αρχική της απόφαση, κοινοποιήθηκε εκ των υστέρων από την Αυστρία. Ως αίτια των οικονομικών δυσχερειών της ΒΒ αναφέρθηκαν η υπόθεση της απάτης, η παρανόηση της πολιτικής για την αντιμετώπιση κινδύνων, η έλλειψη διαχείρισης κινδύνων, η έλλειψη συστημάτων εσωτερικού ελέγχου, το ανεπαρκές σύστημα αναφορών, η έλλειψη εργαλείων για τη συνολική διεύθυνση της τράπεζας και οι αναποτελεσματικές οργανωτικές διαδικασίες. Ως μέτρα αναδιάρθρωσης αναφέρθηκαν συνοπτικά η εγκαθίδρυση νέας πολιτικής για την αντιμετώπιση κινδύνων, η εγκατάσταση ανεξάρτητης διεύθυνσης δανειοδοτικών κινδύνων, ο επαναπροσδιορισμός του Asset Allocation (διασπορά στοιχείων ενεργητικού), η δημιουργία νέας οργάνωσης στήριξης και διαδικασιών, η εισαγωγή συστήματος πληροφόρησης της διοίκησης και η αποτελεσματικότερη διαχείριση του κόστους.

(86)

Η Επιτροπή θεωρεί τα παρεμβατικά, λειτουργικά και οικονομικά μέτρα που εφαρμόστηκαν ή που προβλέφθηκαν μέχρι τώρα κατάλληλα για την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας της τράπεζας.

(87)

Η Αυστρία ενημέρωσε ακόμη ότι επιδιώκει την ιδιωτικοποίηση της ΒΒ ως ουσιώδες στοιχείο των σχεδίων αναδιάρθρωσης. Με απόφαση της τοπικής κυβέρνησης της 12ης Νοεμβρίου 2003 (Zl. 3-121/48-2003), τα κατάλληλα μέτρα για την έναρξη της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης έχουν ήδη δρομολογηθεί. Με καταχωρήσεις στα μέσα ενημέρωσης στις 17 Νοεμβρίου 2003 ανακοινώθηκε η πρόσκληση για την εκδήλωση ενδιαφέροντος. Τον Απρίλιο 2004 — μετά τη διεξαγωγή της υποχρεωτικής εις βάθος διαδικασίας — άρχισαν οι διαπραγματεύσεις με τους εναπομείναντες τρεις πλειοδότες. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η ιδιωτικοποίηση της τράπεζας έχει αρκετές πιθανότητες επιτυχίας.

(88)

Η εξαιρετική διάταξη του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ υπόκειται στον όρο ότι οι ενισχύσεις δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον. Τα σημεία 35 έως 39 των κατευθυντήριων γραμμών ορίζουν ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα για τον περιορισμό, στο μέτρο του δυνατού, των δυσμενών συνεπειών που θα έχει η ενίσχυση για τους ανταγωνιστές. Συνήθως αυτός ο όρος συγκεκριμενοποιείται με περιορισμό ή μείωση της παρουσίας της επιχείρησης στις σχετικές αγορές, με πώληση παραγωγικού δυναμικού ή θυγατρικών εταιριών ή με τη μείωση δραστηριοτήτων.

(89)

Ο περιορισμός ή η μείωση πρέπει να είναι ανάλογα με τις στρεβλωτικές επιπτώσεις που έχει η ενίσχυση και ιδίως με το σχετικό βάρος της επιχείρησης στην αγορά ή τις αγορές της.

(90)

Σύμφωνα με το σημείο 53 των κατευθυντήριων γραμμών η Επιτροπή πρέπει να λαμβάνει υπόψη της τις ανάγκες της περιφερειακής ανάπτυξης όταν καλείται να εκτιμήσει μία ενίσχυση αναδιάρθρωσης σε ενισχυόμενες περιοχές. Ωστόσο, το γεγονός ότι μία προβληματική επιχείρηση είναι εγκατεστημένη σε ενισχυόμενη περιοχή δεν δικαιολογεί ανεκτική προσέγγιση όσον αφορά τις ενισχύσεις αναδιάρθρωσης. Σύμφωνα με την παράγραφο 54 των κατευθυντήριων γραμμών ισχύουν, συνεπώς, εξίσου και για τις ενισχυόμενες περιοχές, ακόμη και όταν λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες της περιφερειακής ανάπτυξης. Ωστόσο, γι’ αυτές τις περιοχές, η Επιτροπή μπορεί να εφαρμόσει λιγότερο αυστηρούς όρους μείωσης του παραγωγικού δυναμικού που απαιτείται σε αγορές με διαρθρωτικά πλεονάζον δυναμικό, εάν το δικαιολογούν οι ανάγκες της περιφερειακής ανάπτυξης. Χρειάζεται ωστόσο να γίνεται διάκριση μεταξύ περιοχών κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) και του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ ώστε να λαμβάνονται υπόψη τα σοβαρότερα περιφερειακά προβλήματα των πρώτων περιοχών.

(91)

Καθώς το ομόσπονδο κράτος του Burgenland είναι μια περιοχή, η οποία από το 1995 διαρκώς κατατάσσεται ως ενισχυόμενη περιοχή του στόχου 1, αποτελεί ενισχυόμενη περιοχή κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης ΕΚ και είναι επιλέξιμο για περιφερειακές ενισχύσεις με επιτρεπτή μέγιστη καθαρή ένταση ενίσχυσης 30 % ή 35 %. Παρότι η ΒΒ λόγω της μακρόχρονης παρουσίας της φαίνεται να έχει προσαρμοστεί σε ικανοποιητικό βαθμό στα οικονομικά δεδομένα αυτής της ενισχυόμενης περιοχής, η Επιτροπή αντιλαμβάνεται ότι οικονομικές δυσχέρειες της τράπεζας σε περιοχές αυτού του είδους εκδηλώνονται εντονότερα από όσο θα συνέβαινε σε μια οικονομικά και βιομηχανικά αναπτυγμένη περιφέρεια.

(92)

Μεταξύ των Τραπεζών της Αυστρίας η ΒΒ είναι μία μικρή επιχείρηση. Με συνολικό ισολογισμό 2,9 δισ. ευρώ, σύνολο εσόδων (τόκοι, έσοδα από αξιόγραφα, έσοδα από προμήθειες, καθαρά έσοδα από χρηματιστικές δραστηριότητες και άλλα επιχειρησιακά έσοδα) 40,4 εκατ. ευρώ το 2002 και περίπου 300 συνεργάτες, η τράπεζα πλησιάζει τόσο από την άποψη του επιπέδου απασχόλησης όσο από την άποψη της οικονομικής ισχύος το μέγεθος μιας ΜΜΕ.

(93)

Στα επόμενα θα εξεταστεί ως εκ τούτου, αν οι προσφερόμενες αντισταθμίσεις υπολογιζόμενου του μικρού μεγέθους της τράπεζας καθώς και της έδρας της σε μια ενισχυόμενη περιοχή επαρκούν, προκειμένου να περιοριστούν οι επιπτώσεις νόθευσης του ανταγωνισμού.

(94)

Αρχικά η Αυστρία είχε προσφέρει ως αντισταθμίσεις την πώληση συμμετοχών, το κλείσιμο υποκαταστήματος και την παραίτηση από τη διανομή ομοσπονδιακών ομολογιών ως συστατικό στοιχείο του σχεδίου αναδιάρθρωσης.

(95)

Η Επιτροπή στην αρχική της απόφαση ανέφερε ότι δεν μπορούσε να εκτιμήσει προσηκόντως τη συνολική επίπτωση αυτών των εν μέρει ασαφώς περιγραφόμενων μέτρων και του εκάστοτε ποσού τους, επειδή έλειπαν λεπτομερή στοιχεία και είχε ζητήσει περισσότερες πληροφορίες. Η Αυστρία προσκόμισε τότε και άλλα στοιχεία για την αξία του κάθε μέτρου και ή της μειωτικής επίπτωσης και ανέφερε ότι εξετάζονται όλες οι δυνατότητες για να προσφερθούν κατάλληλες αντισταθμίσεις της ΒΒ.

(96)

Όσο για την πώληση συμμετοχών η Αυστρία προέβαλε ότι η ΒΒ ήδη από το 2001 μέχρι τον Ιούλιο του 2003 πώλησε συμμετοχές μη αναγκαίες για τη λειτουργία της επιχείρησης ύψους 3,5 εκατ. ευρώ, και ότι με αυτό τον τρόπο οι συμμετοχές που περιείχε το χαρτοφυλάκιό της στις 31 Δεκεμβρίου 2000 μειώθηκαν κατά το ένα τρίτο.

(97)

Σύμφωνα με όσα ανέφερε η Αυστρία η ΒΒ, εκτός από τις αξίες που είχε ήδη πωλήσει δεν διέθετε ούτε συμμετοχές μη στρατηγικής σημασίας ούτε αφανές αποθεματικό, πράγμα που προκύπτει και από τις εκθέσεις ελέγχου των ελεγκτών της ΒΒ στο πλαίσιο της επιθεώρησης τραπεζών για τις χρήσεις των τελευταίων ετών. Περαιτέρω πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων θα επιβάρυναν την τράπεζα σε βαθμό που θα κινδύνευε η βιωσιμότητά της.

(98)

Ως μέτρο μείωσης η τράπεζα έκλεισε στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσής της ένα από τα μέχρι τότε υφιστάμενα 17 υποκαταστήματά της (στο Parndorf). Αυτό αντιστοιχεί με μείωση της παρουσίας της στην αγορά κατά 6 %.

(99)

Σχετικά με το κλείσιμο άλλων υποκαταστημάτων, η Αυστρία προέβαλε ότι ο αριθμός των υποκαταστημάτων εσωτερικού της ΒΒ με 16 υποκαταστήματα ήταν ήδη εξαιρετικά περιορισμένος και ότι αποδείκνυε τη σχετικά μικρή πυκνότητα του δικτύου υποκαταστημάτων σε αγροτικές περιοχές του Burgenland. Η ΒΒ δεν διέθετε άξιες λόγου δραστηριότητες στο εξωτερικό με μία εξαίρεση. Στο Sopron (Ουγγαρία) λειτουργεί θυγατρική εταιρία της τράπεζας, η οποία όμως με τη δεδομένη γενική κατάσταση στον τραπεζικό τομέα αποτελεί σημαντική συμμετοχή για τη μελλοντική της αποδοτικότητα και ικανότητα να συμμετέχει στην αγορά στο πλαίσιο του διεθνούς τραπεζικού ανταγωνισμού. Ένα ακόμη κλείσιμο θα επέφερε, επομένως, σημαντικές μειώσεις του κύκλου εργασιών και κρίσιμη μείωση της προοπτικής κερδοφορίας.

(100)

Η Αυστρία συμφώνησε ακόμη να περιορίσει η ΒΒ τις δραστηριότητές της παύοντας να χορηγεί πλέον ομοσπονδιακά δάνεια. Ο όγκος αυτών των δανείων ήταν περίπου 12 % των δανείων της τράπεζας και επομένως σχετικά σημαντικός. Επιπλέον πρόκειται για εξαιρετικά ελκυστική δραστηριότητα, επειδή αυτά τα δάνεια λόγω της ύψιστης φερεγγυότητας της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης δεν περιείχαν κίνδυνο για την τράπεζα και επομένως δεν υπήρχαν «υποκείμενες υποχρεώσεις». Αυτό το πλεονέκτημα ανταποκρινόταν σε σημαντικού ύψους έσοδα από τόκους άνευ κινδύνου.

(101)

Η Επιτροπή εξέτασε αυτά τα επιχειρήματα καθώς και τις πληροφορίες που της κοινοποιήθηκαν συνημμένως και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι περαιτέρω αντισταθμιστικά μέτρα με δεδομένο το μικρό μέγεθος της τράπεζας και το αμελητέο μερίδιο αγοράς που κατέχει πράγματι θα έθετε σε κίνδυνο τη βιωσιμότητά της. Ακόμη η Επιτροπή είχε θεωρήσει στο παρελθόν σε πολλές αποφάσεις της που αφορούσαν την εξυγίανση Τραπεζών τη μείωση του μεριδίου αγοράς κατά 10 % επαρκή σε περιπτώσεις που οι εν λόγω τράπεζες την περίοδο πριν από τις οικονομικές τους δυσχέρειες είχαν ασκήσει επεκτατική πολιτική (10). Σε περιπτώσεις μικρότερων τραπεζών, των οποίων ωστόσο το μέγεθος ήταν πολλαπλάσιο εκείνου της ΒΒ, η Επιτροπή δεν απαίτησε μείωση του δικτύου των υποκαταστημάτων (11).

(102)

Κατά τη γνώμη της Επιτροπής αρκούν επομένως όσα αντισταθμιστικά μέτρα έχουν ήδη εφαρμοστεί, σχεδιαστεί και συμφωνηθεί, για να αμβλύνουν την νόθευση του ανταγωνισμού που επιφέρουν τα εν λόγω μέτρα ενίσχυσης.

(103)

Κατά την άποψη της Επιτροπής η Αυστρία απέδειξε επαρκώς ότι τα ποσά των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν περιορίζονται στο ελάχιστο απαραίτητο για την αναδιάρθρωση με δεδομένους τους διαθέσιμους χρηματικούς πόρους της τράπεζας και των μετόχων της. Στην τράπεζα δεν διατίθενται πλεονάζουσα ρευστότητα και πλεονάζοντες ίδιοι πόροι που θα μπορούσε να τα καταχραστεί για μια μη προσήκουσα διεύρυνση των δραστηριοτήτων της εις βάρος των ανταγωνιστών της.

(104)

Τα ποσά ενίσχυσης που διέθεσε το ομόσπονδο κράτος του Burgenland στην ΒΒ στο πλαίσιο εγγυήσεων ύψους 359,8 εκατ. ευρώ υπολογίστηκαν κατά τρόπο ώστε να καλύπτονται αφενός η ανάγκη διόρθωσης της αξίας ύψους 171 εκατ. ευρώ που αποκαλύφθηκε με την υπόθεση απάτης και αφετέρου η ανάγκη επιπλέον διόρθωσης της αξίας ύψους 189 εκατ. ευρώ που αποκάλυψε ο έλεγχος των χρεωστών. Με δεδομένο το μετοχικό κεφάλαιο ύψους 80 εκατ. αυτό ήταν απολύτως απαραίτητο για τη βραχυπρόθεσμη επιβίωση της τράπεζας, διαφορετικά θα είχε επιβληθεί καθεστώς εποπτείας και θα είχε τεθεί σε ισχύ η συνολική ευθύνη. Με αυτά τα μέτρα δεν συνδέθηκε εισροή επιπλέον ίδιων πόρων, και έτσι δεν ενισχύθηκε η θέση της τράπεζας στον ανταγωνισμό.

(105)

Οι εγγυήσεις του ομόσπονδου κράτους υπέρ της ΒΒ ωστόσο δεν επαρκούν για τη διατήρηση επαρκούς φερεγγυότητας. Ενώ οι εγγυήσεις κάλυψαν την αναγκαία αναπροσαρμογή αξιών αναφορικά με την πιστωτική αξία των επισφαλών δανείων, δεν υπολόγισαν τις αναγκαίες απώλειες τόκων λόγω της πτώσης των δανείων, τις οποίες επομένως η τράπεζα έπρεπε να φέρει η ίδια.

(106)

Ακόμη η ΒΒ πριν από την υπογραφή της εγγύησης της 20ής Ιουνίου 2000 και τη χρονική στιγμή της σύνταξης του ετήσιου ισολογισμού 1999 προχώρησε και σε άλλες διορθώσεις της αξίας ύψους 41 εκατ. ευρώ, τις οποίες έφερε η ίδια.

(107)

Επιπλέον τον Οκτώβριο του 2000 πολλοί πελάτες απέσυραν από την τράπεζα, λόγω της αρνητικής δημοσιότητας, σημαντικά ποσά καταθέσεων (ταμιευτηρίου, προθεσμίας καθώς και αξιόγραφα) ύψους 218 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 10 % περίπου του αθροίσματος του ισολογισμού της τράπεζας. Και αυτές τις απώλειες τις έφερε η τράπεζα η ίδια.

(108)

Καταλήγοντας, διαπιστώνεται ότι η ΒΒ με δική της προσπάθεια εξάλειψε το αφανές αποθεματικό και μπόρεσε τα τρία τελευταία έτη να μειώσει τόσο το κόστος προσωπικού κατά 1 εκατ. ευρώ όσο και το κόστος υλικού κατά 10 %. Για το έτος 2004 προβλέπεται περαιτέρω μείωση του κόστους ύψους 285 000 ευρώ.

(109)

Ως εκ τούτου οι ενισχύσεις περιορίζονται κατά τη γνώμη της Επιτροπής στο ελάχιστο απαραίτητο.

VIII.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

(110)

Οι ενισχύσεις συνολικού ύψους 359,8 εκατ. ευρώ αποτελούνται από δύο μέτρα: Πρώτον, ην εγγύηση που ανέλαβε στις 20 Ιουνίου 2000 το ομόσπονδο κράτος του Burgenland υπέρ της ΒΒ ύψους 171 εκατ. ευρώ πλέον 5 % τόκων. Και δεύτερον, τη συμφωνία πλαίσιο της 23ης Οκτωβρίου 2000 η οποία με τη σειρά της αποτελείται από παραίτηση από απαιτήσεις της τράπεζας Austria υπέρ της ΒΒ καθώς και συμφωνία βελτίωσης μεταξύ αυτών των δύο μερών και εγγύηση εκ μέρους του ομόσπονδου κράτους του Burgenland υπέρ της ΒΒ ύψους 189 εκατ. ευρώ.

(111)

Όλες οι προϋποθέσεις για την ύπαρξη κρατικών ενισχύσεων σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ πληρούνται: κρατικοί πόροι, προνομιακή μεταχείριση κάποιας επιχείρησης, επιπτώσεις νόθευσης του ανταγωνισμού και αλλοίωση των συναλλαγών μεταξύ κρατών μελών. Από τις διατάξεις για εξαιρέσεις από την αρχή του ασυμβίβαστου κρατικών ενισχύσεων με την κοινή αγορά δεν μπορεί να εφαρμοστεί καμία άλλη πέραν του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ σε συνδυασμό με τις κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων.

(112)

Στην εκτίμησή της — και με μέτρο τα κριτήρια των κατευθυντήριων γραμμών — η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα μέτρα αναδιάρθρωσης που έχουν ήδη εφαρμοστεί και εκείνα που σχεδιάζονται είναι εύλογα, συγκροτημένα και κατάλληλα για να δώσουν στη ΒΒ τη δυνατότητα να αποκαταστήσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά της.

(113)

Συνολικά οι πωλήσεις, καταργήσεις και μειώσεις που έχουν ήδη εφαρμοστεί, σχεδιαστεί και συμφωνηθεί αρκούν για να εξισορροπήσουν τη νόθευση του ανταγωνισμού από τα εν λόγω μέτρα ενίσχυσης.

(114)

Οι δύο εγγυήσεις που παραχωρήθηκαν στις 20 Ιουνίου 2000 και στις 23 Οκτωβρίου 2000 περιορίζονται κατά τη γνώμη της Επιτροπής στο απολύτως απαραίτητο ελάχιστο με δεδομένους τους διαθέσιμους χρηματικούς πόρους της τράπεζας και των μετόχων της. Στην τράπεζα δεν διατίθενται πλεονάζουσα ρευστότητα και πλεονάζοντες ίδιοι πόροι που θα μπορούσε να τα καταχραστεί για μια μη προσήκουσα διεύρυνση των δραστηριοτήτων της εις βάρος των ανταγωνιστών της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Οι ακόλουθες κρατικές ενισχύσεις υπέρ της τράπεζας Burgenland AG («BB») είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά:

α)

οι εγγυήσεις που χορήγησε το ομόσπονδο κράτος του Burgenland στις 20 Ιουνίου 2000 ύψους 171 εκατ. ευρώ που προσαυξάνονται με τόκους 5 %·

β)

η συμφωνία πλαίσιο της 23ης Οκτωβρίου 2000, η οποία προβλέπει εγγύηση εκ μέρους του ομόσπονδου κράτους του Burgenland ύψους 189 εκατ. ευρώ.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Δημοκρατία της Αυστρίας.

Βρυξέλλες, 7 Μαΐου 2004.

Για την Επιτροπή

Mario MONTI

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999 σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(2)  ΕΕ C 141 της 14.6.2002, σ. 2.

(3)  EE C 189 της 9.8.2003, σ. 13.

(4)  ΕΕ C 37 της 11.2.2004, σ. 5.

(5)  Το 2002 η ΒΒ είχε συνολικό ισολογισμό περίπου 2,9 δισ. ευρώ.

(6)  Απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 14ης Σεπτεμβρίου 1994 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-278/92, C-279/92 και C-280/92, Ισπανία κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Συλλογή 1994, σ. I-4103.

(7)  ΕΕ C 288 της 9.10.1999, σ. 2.

(8)  Απόφαση της 14ης Σεπτεμβρίου 1994, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-278/92, C-279/92 και C-280/92, Ισπανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1994, σ. I-4103, παράγραφος 22.

(9)  Βλέπε υποσημείωση 7.

(10)  Απόφαση 1999/288/ΕΚ της Επιτροπής, της 29ης Ιουλίου 1998, για την υπό όρους έγκριση της ενίσχυσης που χορήγησε η Ιταλία στη Banco di Napoli (ΕΕ L 116 της 4.5.1999, σ. 36) και απόφαση 2000/600/ΕΚ της Επιτροπής, της 10ης Νοεμβρίου 1999, για την κρατική ενίσχυση υπό όρους που σχεδιάζει να εφαρμόσει η Ιταλία υπέρ των κρατικών σικελικών τραπεζών Banco di Sicilia και Sicilcassa (ΕΕ L 256 της 10.10.2000, σ. 21).

(11)  Απόφαση 1999/508/ΕΚ της Επιτροπής, της 14ης Οκτωβρίου 1998, για την υπό όρους έγκριση των ενισχύσεων που χορήγησε η Γαλλία στη Société Marseillaise de Crédit (ΕΕ L 198 της 30.7.1999, σ. 1) και απόφαση 2001/89/ΕΚ της Επιτροπής, της 23ης Ιουνίου 1999, σχετικά με την έγκριση υπό όρους της ενίσχυσης που χορηγήθηκε από τη Γαλλία στην Crédit Foncier de France (ΕΕ L 34 της 3.2.2001, σ. 36).


Top