EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32016R1731

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1731 της Επιτροπής, της 28ης Σεπτεμβρίου 2016, για την εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Βιετνάμ και που παράγονται από τη General Footwear Ltd (Κίνα), την Diamond Vietnam Co Ltd και την Ty Hung Footgearmex/Footwear Co. Ltd, και για την εφαρμογή της απόφασης του Δικαστηρίου στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-659/13 και C-34/14

C/2016/6052

ΕΕ L 262 της 29.9.2016, p. 4–24 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 30/09/2021

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2016/1731/oj

29.9.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 262/4


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/1731 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Σεπτεμβρίου 2016

για την εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Βιετνάμ και που παράγονται από τη General Footwear Ltd (Κίνα), την Diamond Vietnam Co Ltd και την Ty Hung Footgearmex/Footwear Co. Ltd, και για την εφαρμογή της απόφασης του Δικαστηρίου στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-659/13 και C-34/14

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ»), και ιδίως το άρθρο 266,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1) («ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως τα άρθρα 9 και 14,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Στις 23 Μαρτίου 2006 η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 553/2006 (2) για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα («υποδήματα»), καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας («ΛΔΚ» ή «Κίνα») και Βιετνάμ («ο προσωρινός κανονισμός»).

(2)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 (3) το Συμβούλιο επέβαλε οριστικούς δασμούς αντιντάμπινγκ που κυμαίνονταν από 9,7 % έως 16,5 % στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Βιετνάμ και ΛΔΚ, για δύο έτη [«κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 του Συμβουλίου» ή «ο επίδικος κανονισμός»].

(3)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 388/2008 (4) το Συμβούλιο επέκτεινε τα οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ που είχαν επιβληθεί στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα καταγωγής ΛΔΚ στις εισαγωγές των ίδιων προϊόντων που αποστέλλονται από την Ειδική Διοικητική Περιοχή («ΕΔΠ») του Μακάο, ανεξάρτητα από το εάν δηλώνονται ως καταγωγής ΕΔΠ Μακάο ή όχι.

(4)

Κατόπιν διαδικασίας επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων η οποία ξεκίνησε στις 3 Οκτωβρίου 2008 (5), το Συμβούλιο παρέτεινε περαιτέρω τα μέτρα αντιντάμπινγκ για 15 μήνες με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1294/2009 (6), δηλαδή έως την 31η Μαρτίου 2011, οπότε και έληξε η ισχύς των μέτρων [«εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1294/2009»].

(5)

Οι επιχειρήσεις Brosmann Footwear (HK) Ltd, Seasonable Footwear (Zhongshan) Ltd, Lung Pao Footwear (Guangzhou) Ltd και Risen Footwear (HK) Co Ltd καθώς και η επιχείρηση Zhejiang Aokang Shoes Co. Ltd («οι αιτούσες») προσέβαλαν τον επίδικο κανονισμό στο Πρωτοδικείο (σημερινό Γενικό Δικαστήριο). Με τις αποφάσεις της 4ης Μαρτίου 2010 στην υπόθεση T-401/06 Brosmann Footwear (HK) και λοιπών κατά Συμβουλίου Συλλογή 2010, σ. II-671 και της 4ης Μαρτίου 2010 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-407/06 και T-408/06 Zhejiang Aokang Shoes και Wenzhou Taima Shoes κατά Συμβουλίου Συλλογή 2010, σ. II-747, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τις εν λόγω ενστάσεις.

(6)

Οι αιτούσες άσκησαν αναίρεση κατά των εν λόγω αποφάσεων. Στις αποφάσεις του της 2ας Φεβρουαρίου 2012 στην υπόθεση C-249/10 P Brosmann και λοιποί και της 15ης Νοεμβρίου 2012 στην υπόθεση C-247/10 P Zhejiang Aokang Shoes Co. Ltd («οι αποφάσεις Brosmann και Aokang»), το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναίρεσε τις εν λόγω αποφάσεις. Έκρινε ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομική πλάνη στο μέτρο που έκρινε ότι η Επιτροπή δεν όφειλε να εξετάζει τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε καθεστώς οικονομίας αγοράς (ΚΟΑ) οι οποίες στηρίζονταν στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχεία β) και γ) του βασικού κανονισμού από επιχειρήσεις που δεν περιλαμβάνονταν στο δείγμα (σκέψη 36 της απόφασης στην υπόθεση C-249/10 P και σκέψεις 29 και 32 της απόφασης στην υπόθεση C-247/10 P).

(7)

Στη συνέχεια, το Δικαστήριο εξέδωσε το ίδιο απόφαση επί του ζητήματος. Στην απόφαση αυτή αναφέρονταν τα εξής: «[…]η Επιτροπή όφειλε να εξετάσει τις τεκμηριωμένες αιτήσεις που της υπέβαλαν οι αναιρεσείουσες βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχεία β) και γ) του βασικού κανονισμού με σκοπό να τύχουν του ΚΟΑ στο πλαίσιο της διαδικασίας αντιντάμπινγκ που προβλέπει ο επίδικος κανονισμός. Πρέπει, ακολούθως, να σημειωθεί ότι δεν αποκλείεται μια τέτοια εξέταση να είχε ως επακόλουθο την επιβολή σε βάρος τους οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ διαφορετικού από τον δασμό 16,5 % που τους επιβλήθηκε βάσει του άρθρου 1 παράγραφος 3 του επίδικου κανονισμού. Πράγματι, από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι επιβλήθηκε οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ 9,7 % στη μοναδική κινεζική επιχείρηση η οποία περιλαμβανόταν στο δείγμα και υπήχθη σε ΚΟΑ. Όπως προκύπτει από τη σκέψη 38 της παρούσας αποφάσεως, αν η Επιτροπή είχε αποφανθεί ότι συνέτρεχαν και στην περίπτωση των αναιρεσειουσών οι συνθήκες της οικονομίας της αγοράς, θα έπρεπε να εφαρμοστεί και προς όφελός τους ο εν λόγω συντελεστής, καθόσον δεν ήταν δυνατός ο υπολογισμός ατομικού περιθωρίου ντάμπινγκ» (σκέψη 42 της απόφασης στην υπόθεση C-249/10 P και σκέψη 36 της απόφασης στην υπόθεση C-247/10 P).

(8)

Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο ακύρωσε τον επίδικο κανονισμό, στον βαθμό που αφορά τις οικείες αιτούσες.

(9)

Τον Οκτώβριο του 2013 η Επιτροπή, με ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (7), ανακοίνωσε ότι είχε αποφασίσει να συνεχίσει τη διαδικασία αντιντάμπινγκ από το συγκεκριμένο σημείο κατά το οποίο συνέβη η παρανομία και να εξετάσει κατά πόσον συνέτρεχαν οι συνθήκες της οικονομίας της αγοράς για τις αιτούσες για την περίοδο από την 1η Απριλίου 2004 έως την 31η Μαρτίου 2005, κάλεσε δε τα ενδιαφερόμενα μέρη να εμφανιστούν και να αναγγελθούν.

(10)

Τον Μάρτιο του 2014 το Συμβούλιο, με την εκτελεστική απόφαση 2014/149/ΕΕ (8), απέρριψε πρόταση της Επιτροπής για έκδοση εκτελεστικού κανονισμού του Συμβουλίου για την εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, τα οποία έχουν παραχθεί από τις επιχειρήσεις Brosmann Footwear (HK) Ltd, Seasonable Footwear (Zhongshan) Ltd, Lung Pao Footwear (Guangzhou) Ltd, Risen Footwear (HK) Co Ltd και Zhejiang Aokang Shoes Co. Ltd και περάτωσε τη διαδικασία όσον αφορά τους συγκεκριμένους παραγωγούς. Το Συμβούλιο έκρινε ότι οι εισαγωγείς οι οποίοι αγόρασαν υποδήματα από τους παραγωγούς-εξαγωγείς, στους οποίους εισαγωγείς είχαν επιστραφεί οι σχετικοί τελωνειακοί δασμοί από τις αρμόδιες εθνικές αρχές βάσει του άρθρου 236 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου (9) («ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας»), είχαν αποκτήσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη βάσει του άρθρου 1 παράγραφος 4 του επίδικου κανονισμού, η οποία είχε καταστήσει τις διατάξεις του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (10), και ιδίως το άρθρο 221, εφαρμόσιμες για την είσπραξη των δασμών.

(11)

Τρεις εισαγωγείς του υπό εξέταση προϊόντος, οι επιχειρήσεις C&J Clark International Ltd («Clark»), Puma SE («Puma») και Timberland Europe BV («Timberland») («οι οικείοι εισαγωγείς») προσέβαλαν τα μέτρα αντιντάμπινγκ για τις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων από την Κίνα και το Βιετνάμ, επικαλούμενοι τη νομολογία που αναφέρεται ανωτέρω στις αιτιολογικές σκέψεις 5 έως 7 ενώπιον των εθνικών τους δικαστηρίων, με αποτέλεσμα να παραπεμφθούν οι υποθέσεις στο Δικαστήριο για την έκδοση προδικαστικής απόφασης.

(12)

Στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-659/13 C & J Clark International Limited και C-34/14 Puma SE το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 και ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1294/2009 είναι άκυροι στον βαθμό που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν εξέτασε τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ και περί ατομικής μεταχείρισης («ΑΜ») που υποβλήθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς στη ΛΔΚ και στο Βιετνάμ οι οποίοι δεν συμπεριελήφθησαν στο δείγμα («οι αποφάσεις»), σε αντίθεση με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) και στο άρθρο 9 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου (11).

(13)

Όσον αφορά την τρίτη υπόθεση C-571/14, Timberland Europe BV κατά Inspecteur van de Belastingdienst, kantoor Rotterdam Rijnmond, το Δικαστήριο αποφάσισε στις 11 Απριλίου 2016 τη διαγραφή της υπόθεσης από το πρωτόκολλο του Δικαστηρίου κατόπιν αιτήματος του αιτούντος εθνικού δικαστηρίου.

(14)

Το άρθρο 266 της ΣΛΕΕ προβλέπει ότι τα θεσμικά όργανα πρέπει να λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να συμμορφώνονται προς τις αποφάσεις του Δικαστηρίου. Σε περίπτωση ακύρωσης μιας πράξης που εκδόθηκε από τα θεσμικά όργανα στο πλαίσιο μιας διοικητικής διαδικασίας, όπως η διαδικασία αντιντάμπινγκ, η συμμόρφωση με την απόφαση του Δικαστηρίου συνίσταται στην αντικατάσταση της ακυρωθείσας πράξης από νέα πράξη, στην οποία έχει εξαλειφθεί η παρανομία που επισήμανε το Δικαστήριο (12).

(15)

Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, η διαδικασία αντικατάστασης της ακυρωθείσας πράξης μπορεί να επαναλαμβάνεται από το συγκεκριμένο σημείο κατά το οποίο συνέβη η παρανομία (13). Αυτό συνεπάγεται ειδικότερα ότι σε περίπτωση ακύρωσης πράξης με την οποία περατώνεται μια διοικητική διαδικασία, η εν λόγω ακύρωση δεν επηρεάζει αναγκαστικά τις προπαρασκευαστικές πράξεις, όπως η έναρξη της διαδικασίας αντιντάμπινγκ. Σε περίπτωση ακύρωσης κανονισμού για την επιβολή οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ, αυτό σημαίνει ότι, μετά την ακύρωση, η διαδικασία αντιντάμπινγκ εξακολουθεί να εκκρεμεί, καθώς η πράξη με την οποία περατώθηκε η διαδικασία αντιντάμπινγκ έχει εξαφανιστεί από την έννομη τάξη της Ένωσης (14), εκτός αν η παρανομία συνέβη κατά το στάδιο της έναρξης.

(16)

Εκτός από το γεγονός ότι τα θεσμικά όργανα δεν εξέτασαν τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ και περί ατομικής μεταχείρισης («ΑΜ») που υποβλήθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς στη ΛΔΚ και στο Βιετνάμ οι οποίοι δεν συμπεριελήφθησαν στο δείγμα, όλα τα άλλα πορίσματα που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 και στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1294/2009 εξακολουθούν να ισχύουν.

(17)

Στην παρούσα υπόθεση η παρανομία συνέβη μετά την έναρξη της διαδικασίας. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει εκ νέου την παρούσα διαδικασία αντιντάμπινγκ που εξακολουθούσε να εκκρεμεί ύστερα από τις αποφάσεις από το συγκεκριμένο σημείο κατά το οποίο συνέβη η παρανομία και να εξετάσει κατά πόσον συνέτρεχαν συνθήκες οικονομίας της αγοράς για τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς για την περίοδο από την 1η Απριλίου 2004 έως την 31η Μαρτίου 2005, η οποία ήταν η περίοδος έρευνας για την έρευνα που οδήγησε στην επιβολή των οριστικών δασμών οι οποίοι αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 1 και 2 («η αρχική έρευνα»). Η Επιτροπή εξέτασε επίσης, κατά περίπτωση, αν οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς πληρούσαν τις προϋποθέσεις για ΑΜ σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του κανονισμού (EK) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (15) (ο «βασικός κανονισμός πριν από την τροποποίησή του») (16).

(18)

Με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1395 (17) της Επιτροπής, η Επιτροπή επέβαλε εκ νέου οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ και εισέπραξε οριστικά τον προσωρινό δασμό που επιβλήθηκε στις εισαγωγές από τις εταιρείες Clark και Puma ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής ΛΔΚ, τα οποία παρήχθησαν από δεκατρείς κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς που υπέβαλαν αιτήσεις για ΚΟΑ και ΑΜ κατά την έρευνα η οποία οδήγησε στην επιβολή οριστικών δασμών («η αρχική έρευνα»), αλλά που δεν είχαν συμμετάσχει στο δείγμα κατά τη διάρκεια της εν λόγω έρευνας.

(19)

Με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1647 (18) της Επιτροπής, η Επιτροπή επέβαλε εκ νέου οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ και εισέπραξε οριστικά τον προσωρινό δασμό που επιβλήθηκε στις εισαγωγές από τις εταιρείες Clark, Puma και Timberland ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Βιετνάμ, τα οποία έχουν παραχθεί από ορισμένους βιετναμέζους παραγωγούς-εξαγωγείς που υπέβαλαν αιτήσεις για ΚΟΑ και ΑΜ κατά την αρχική έρευνα, αλλά που δεν είχαν περιληφθεί στη δειγματοληψία κατά τη διάρκεια της εν λόγω έρευνας.

(20)

Στη συνέχεια, διαπιστώθηκε ότι δύο ακόμη προμηθευτές της Puma στο Βιετνάμ, οι εταιρείες Diamond Vietnam Co Ltd και Ty Hung Footgearmex/Footwear Co. Ltd («Ty Hung Co Ltd») υπέβαλαν έντυπα αίτησης για ΚΟΑ/ΑΜ κατά την αρχική έρευνα. Όσον αφορά την εταιρεία Ty Hung Co Ltd σημειώνεται ότι στον φάκελο της Puma ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, ένας από τους βιετναμέζους προμηθευτές προσδιοριζόταν ως «Lac Hung Co. Ltd», αν και σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία μεσολάβησε πιθανή αλλαγή της επωνυμίας του μεταξύ της αρχικής έρευνας και της αίτησης ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Όπως φαίνεται, η εν λόγω εταιρεία παλαιότερα έφερε την επωνυμία «Ty Hung Footgearmex/Footwear Co. Ltd» («Ty Hung Co Ltd»).

(21)

Όσον αφορά τις εισαγωγές της Timberland ένας από τους δύο κινέζους προμηθευτές που προσδιορίζονται στην υπόθεση C-571/14, η General Shoes Ltd είχε στην πραγματικότητα ως έδρα της το Βιετνάμ και αξιολογήθηκε στη βάση αυτή. Τα πορίσματα σχετικά με αυτή την εταιρεία δημοσιεύτηκαν στον προαναφερόμενο εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1647 (αιτιολογική σκέψη 19). Αυτό αργότερα αμφισβητήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Αθλητικών Ειδών («FESI»), η οποία ισχυρίστηκε ότι η General Shoes Limited ήταν στην πραγματικότητα κινέζος προμηθευτής. Η FESI ισχυρίστηκε ότι θα πρέπει επίσης να αξιολογηθεί το αίτημα της κινεζικής εταιρείας General Footwear Ltd για ΚΟΑ/ΑΜ. Η Επιτροπή σημειώνει ότι, αν και το σχετικό έντυπο αίτησης για ΚΟΑ/ΑΜ ήταν ασαφές ως προς το κατά πόσον η εν λόγω εταιρεία ήταν στην πραγματικότητα κινεζική ή βιετναμέζικη, για λόγους πληρότητας, το έντυπο αίτησης της General Footwear Ltd. για ΚΟΑ/ΑΜ επίσης αξιολογήθηκε.

(22)

Για τις εισαγωγές της Puma και της Timberland από την Κίνα και το Βιετνάμ, η Επιτροπή αξιολόγησε τις αιτήσεις για ΚΟΑ και ΑΜ που κατέθεσαν οι προαναφερόμενοι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς που δεν συμμετείχαν στο δείγμα και υπέβαλαν τις εν λόγω αιτήσεις κατά την αρχική έρευνα.

B.   ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΣΤΙΣ ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΣΘΕΙΣΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ C-659/13 ΚΑΙ C-34/14 ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΕΤΝΑΜ ΚΑΙ ΤΗ ΛΔΚ

(23)

Η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα να διορθώσει τις πτυχές του επίδικου κανονισμού που οδήγησαν στην ακύρωσή του, αφήνοντας αμετάβλητα τα μέρη της αξιολόγησης που δεν επηρεάζονται από την απόφαση (19).

(24)

Ο παρών κανονισμός αποσκοπεί στη διόρθωση των πτυχών του επίδικου κανονισμού που κρίθηκε ότι δεν συνάδουν με τον βασικό κανονισμό και οι οποίες οδήγησαν στην ακύρωση όσον αφορά ορισμένους παραγωγούς-εξαγωγείς από το Βιετνάμ και τη ΛΔΚ.

(25)

Όλα τα άλλα πορίσματα που αναφέρονται στον επίδικο κανονισμό και τα οποία δεν ακυρώθηκαν από το Δικαστήριο εξακολουθούν να ισχύουν και ενσωματώνονται στον παρόντα κανονισμό.

(26)

Κατά συνέπεια, οι ακόλουθες αιτιολογικές σκέψεις περιορίζονται στη νέα εκτίμηση που είναι αναγκαία για τη συμμόρφωση με τις αποφάσεις.

(27)

Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσο συντρέχουν συνθήκες για ΚΟΑ και ΑΜ για τους τρεις παραγωγούς-εξαγωγείς, προμηθευτές των εταιρειών Puma και Timberland, που προαναφέρθηκαν στις αιτιολογικές σκέψεις 20 και 21 οι οποίοι υπέβαλαν αιτήσεις για ΚΟΑ και/ή ΑΜ στην αρχική έρευνα, κατά την περίοδο από την 1η Απριλίου 2004 έως την 31η Μαρτίου 2005. Σκοπός της εξέτασης αυτής είναι να εξακριβωθεί σε ποιο βαθμό οι δύο οικείοι εισαγωγείς δικαιούνται επιστροφή του καταβληθέντος δασμού αντιντάμπινγκ όσον αφορά τους δασμούς αντιντάμπινγκ που καταβλήθηκαν για εξαγωγές από τους εν λόγω προμηθευτές.

(28)

Αν από την εξέταση αυτή προκύψει ότι έπρεπε να αναγνωριστεί ΚΟΑ ή ΑΜ στους κινέζους και στους βιετναμέζους παραγωγούς-εξαγωγείς οι εξαγωγές των οποίων υπέκειντο στον δασμό αντιντάμπινγκ που καταβλήθηκε από έναν από τους δύο οικείους εισαγωγείς, θα πρέπει να οριστεί για τον εν λόγω παραγωγό-εξαγωγέα ατομικός δασμολογικός συντελεστής και η επιστροφή του δασμού θα περιορίζεται στο ποσό που αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ του καταβληθέντος δασμού, δηλαδή, στην περίπτωση της Κίνας, στη διαφορά μεταξύ του 16,5 % και του δασμού που επιβλήθηκε στη μόνη εξαγωγική επιχείρηση του δείγματος που της έχει αναγνωριστεί ΚΟΑ, δηλαδή στην εταιρεία Golden Step, ήτοι 9,7 %. και στην περίπτωση του Βιετνάμ, στη διαφορά μεταξύ του 10 % και του ατομικού δασμολογικού συντελεστή που υπολογίστηκε για τον οικείο παραγωγό-εξαγωγέα, εάν υπάρχει.

(29)

Αντιθέτως, αν από την εξέταση των εν λόγω αιτήσεων για ΚΟΑ και ΑΜ προκύψει ότι τόσο η αίτηση για ΚΟΑ όσο και η αίτηση για ΑΜ πρέπει να απορριφθούν, δεν μπορεί να υπάρξει επιστροφή των δασμών αντιντάμπινγκ.

(30)

Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 12, το Δικαστήριο ακύρωσε τον επίδικο κανονισμό και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1294/2009 όσον αφορά τις εξαγωγές ορισμένων υποδημάτων ορισμένων κινέζων και βιετναμέζων παραγωγών-εξαγωγέων («οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς»), στον βαθμό που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν εξέτασε τις αιτήσεις για ΚΟΑ και ΑΜ που υποβλήθηκαν από τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς.

(31)

Επομένως, η Επιτροπή εξέτασε τις αιτήσεις για ΚΟΑ και ΑΜ των οικείων παραγωγών-εξαγωγέων, προκειμένου να καθοριστεί ο δασμολογικός συντελεστής που πρέπει να εφαρμοστεί στις εξαγωγές τους. Ύστερα από την αξιολόγηση προέκυψε ότι τα στοιχεία που προσκομίστηκαν δεν αποτελούσαν επαρκείς αποδείξεις ότι οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς δραστηριοποιούνταν υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς ή ότι πληρούσαν τα κριτήρια για ατομική μεταχείριση (για λεπτομερή επεξήγηση, βλέπε κατωτέρω στις αιτιολογικές σκέψεις 32 και επόμενες).

1.   Αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ

(32)

Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το βάρος αποδείξεως φέρει ο παραγωγός που επιθυμεί να υπαχθεί σε ΚΟΑ βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού. Συναφώς, το εν λόγω άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) πρώτο εδάφιο προβλέπει ότι η αίτηση που υποβάλλει ένας τέτοιος παραγωγός πρέπει να περιέχει επαρκείς αποδείξεις, όπως ορίζει η τελευταία αυτή διάταξη, ότι λειτουργεί υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς. Επομένως, δεν εναπόκειται στα θεσμικά όργανα της Ένωσης να αποδείξουν ότι ο παραγωγός δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο εν λόγω καθεστώς. Αντιθέτως, στα εν λόγω όργανα εναπόκειται να εκτιμήσουν αν τα προσκομισθέντα από τον ενδιαφερόμενο παραγωγό στοιχεία επαρκούν προς απόδειξη του ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) πρώτο εδάφιο του βασικού κανονισμού, προκειμένου να του αναγνωριστεί η ιδιότητα επιχείρησης που δραστηριοποιείται υπό ΚΟΑ, ενώ στα δικαστήρια της Ένωσης εναπόκειται να εξετάσουν μήπως τα εν λόγω όργανα υπέπεσαν σε πρόδηλη πλάνη κατά την εκτίμηση αυτή (σκέψη 32 της απόφασης στην υπόθεση C-249/10 P και σκέψη 24 της απόφασης στην υπόθεση C-247/10 P).

(33)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού, πρέπει να πληρούνται και τα πέντε κριτήρια που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο για να μπορεί ένας παραγωγός-εξαγωγέας να υπαχθεί σε ΚΟΑ. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεώρησε ότι αρκεί να μην πληρούται τουλάχιστον ένα κριτήριο για να απορριφθεί η αίτηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ.

(34)

Κανένας από τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν ήταν σε θέση να αποδείξει ότι πληρούσε το κριτήριο 1 (Επιχειρηματικές αποφάσεις). Ειδικότερα, σύμφωνα με τις πληροφορίες που παρείχε καθένας από τους τρεις παραγωγούς-εξαγωγείς οι επιχειρηματικές αποφάσεις δεν λαμβάνονταν με βάση τις ενδείξεις της αγοράς που αντικατοπτρίζουν την προσφορά και τη ζήτηση χωρίς σημαντική κρατική παρέμβαση.

(35)

Όσον αφορά το κριτήριο 2 (Λογιστική), δύο εταιρείες (οι εταιρείες 1 και 2) δεν πληρούσαν το κριτήριο αυτό. Οι λογαριασμοί και των δύο εταιρειών παρουσίαζαν ελλείψεις και δεν συμμορφώνονταν με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα. Έτσι, ορισμένες δαπάνες καταλογίστηκαν εσφαλμένα ως περιουσιακό στοιχείο, ενώ θα έπρεπε να είχαν καταλογιστεί ως δαπάνες στην υπό εξέταση περίοδο (εταιρεία 2), ενώ σε μια άλλη περίπτωση, οι ελεγκτές επισήμαναν ότι οι οικονομικοί λογαριασμοί δεν ήταν σύμφωνοι με τους λογιστικούς κανόνες και αρχές σε χώρες εκτός της οικείας χώρας. Όσον αφορά την εταιρεία 3, υπέβαλε μία σειρά βασικών λογιστικών εγγράφων που είχαν ελεγχθεί από ανεξάρτητους ελεγκτές, σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα.

(36)

Όσον αφορά το κριτήριο 3 (Στοιχεία ενεργητικού και «μεταφορά»), κανένας από τους τρεις οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν μπόρεσε να αποδείξει ότι δεν παρουσιάζονται στρεβλώσεις προερχόμενες από το προηγούμενο σύστημα που δεν ακολουθούσε την οικονομία της αγοράς. Κανένας από τους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν παρείχε πλήρεις πληροφορίες (π.χ. απόδειξη σύμβασης ενοικίασης ή μίσθωσης, πληροφορίες σχετικά με τους όρους, τις τιμές και τις πληρωμές ή εκθέσεις ελέγχου του κεφαλαίου) που να αποδεικνύουν ότι δεν υπήρχαν στρεβλώσεις οφειλόμενες στη μετάβαση από το παλαιότερο καθεστώς ελεγχόμενης οικονομίας.

(37)

Για τους λόγους που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 32, καθώς κανένας από τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν εκπλήρωσε το κριτήριο 1 και το κριτήριο 3 και δύο από τους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν εκπλήρωσαν το κριτήριο 2, δεν εξετάστηκαν τα κριτήρια 4 (Νομοθεσία περί πτωχεύσεως και ιδιοκτησιακού καθεστώτος) και 5 (Καθορισμός των συναλλαγματικών ισοτιμιών).

(38)

Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κανένας από τους τρεις οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν πρέπει να υπαχθεί σε ΚΟΑ και ενημέρωσε σχετικά τους εν λόγω παραγωγούς-εξαγωγείς, οι οποίοι κλήθηκαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Δεν υποβλήθηκαν παρατηρήσεις από κανέναν από τους τρεις οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς.

(39)

Συνάγεται το συμπέρασμα ότι κανένας από τους τρεις οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού και, κατά συνέπεια, δεν γίνεται δεκτή η υπαγωγή σε ΚΟΑ για κανέναν από αυτούς.

2.   Αξιολόγηση των αιτήσεων για ΑΜ

(40)

Ωστόσο, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, στις περιπτώσεις όπου εφαρμόζεται το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) ορίζεται ατομικός δασμός για τους εξαγωγείς που μπορούν να αποδείξουν ότι πληρούν όλα τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού πριν από την τροποποίησή του.

(41)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 32, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το βάρος αποδείξεως φέρει ο παραγωγός που επιθυμεί να του χορηγηθεί ΑΜ, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, πριν από την τροποποίησή του. Προς τούτο, το άρθρο 9 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο προβλέπει ότι η υποβληθείσα αίτηση πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένη. Επομένως, δεν εναπόκειται στα θεσμικά όργανα της Ένωσης να αποδείξουν ότι ο εξαγωγέας δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να του χορηγηθεί η εν λόγω μεταχείριση. Αντιθέτως, στα εν λόγω όργανα εναπόκειται να εκτιμήσουν αν τα προσκομισθέντα από τον ενδιαφερόμενο εξαγωγέα στοιχεία επαρκούν προς απόδειξη του ότι πληρούνται τα κριτήρια του άρθρου 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού πριν από την τροποποίησή του, προκειμένου να του χορηγηθεί ΑΜ.

(42)

Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, πριν από την τροποποίησή του, οι εξαγωγείς πρέπει να αποδείξουν, με βάση δεόντως αιτιολογημένους ισχυρισμούς, ότι πληρούνται και τα πέντε κριτήρια που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο για να μπορεί ένας παραγωγός-εξαγωγέας να λάβει ΑΜ.

(43)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεώρησε ότι αρκεί να μην πληρούται τουλάχιστον ένα κριτήριο για να απορριφθεί η αίτηση για ΑΜ.

(44)

Τα πέντε κριτήρια είναι τα ακόλουθα:

α)

σε περίπτωση εταιρειών που ελέγχονται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από αλλοδαπούς ή από κοινές επιχειρήσεις, οι εξαγωγείς είναι ελεύθεροι να επαναπατρίζουν κεφάλαια και κέρδη·

β)

οι τιμές εξαγωγής και οι ποσότητες των εξαγόμενων προϊόντων, καθώς και οι όροι και προϋποθέσεις πώλησης καθορίζονται ελεύθερα·

γ)

η πλειοψηφία των μετοχών ανήκει σε ιδιώτες· οι κρατικοί υπάλληλοι που έχουν καθήκοντα στο διοικητικό συμβούλιο ή κατέχουν βασικές διευθυντικές θέσεις πρέπει να αποτελούν μειονότητα, ή διαφορετικά πρέπει να αποδειχθεί ότι η εταιρεία είναι παρ' όλα αυτά επαρκώς ανεξάρτητη από κρατική παρέμβαση·

δ)

οι πράξεις μετατροπής του συναλλάγματος πραγματοποιούνται σε τιμές της αγοράς· και

ε)

η κρατική παρέμβαση δεν είναι τέτοια ώστε να επιτρέπει την καταστρατήγηση των μέτρων σε περίπτωση που καθορισθούν διαφορετικοί δασμολογικοί συντελεστές για τους μεμονωμένους εξαγωγείς.

(45)

Και οι τρεις οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς που ζήτησαν ΚΟΑ υπέβαλαν επίσης αίτηση για ΑΜ, στην περίπτωση που δεν τους αναγνωριζόταν ΚΟΑ.

(46)

Κανένας από τους τρεις οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν ήταν σε θέση να αποδείξει ότι πληρούσε το κριτήριο 2 (εξαγωγικές πωλήσεις και ελεύθερα καθοριζόμενες τιμές). Ειδικότερα, για δύο από τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς (εταιρείες 1 και 2) η άδεια άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας έθεσε περιορισμό στον όγκο των πωλήσεων σε συγκεκριμένες αγορές, ενώ για την τρίτη εταιρεία (εταιρεία 3) το καταστατικό όρισε περιορισμό της παραγωγής καθώς και περιορισμό των ποσοτήτων πωλήσεων σε συγκεκριμένες αγορές. Επομένως, δεν μπόρεσαν να αποδείξουν ότι οι επιχειρηματικές αποφάσεις, όπως οι ποσότητες των εξαγωγών, καθορίζονται ελεύθερα και σε συνάρτηση με τις ενδείξεις της αγοράς που αντικατοπτρίζουν την προσφορά και τη ζήτηση.

(47)

Όσον αφορά το κριτήριο 3 (Η εταιρεία –βασικές διευθυντικές θέσεις και μετοχές- είναι επαρκώς ανεξάρτητη από κρατική παρέμβαση), η εταιρεία 1 δεν μπόρεσε να αποδείξει ότι υπόκειται στην καταβολή μισθώματος για τη χρήση της γης, ενώ σύμφωνα με τον ισολογισμό της εξαιρείτο από παρόμοιες πληρωμές για ορισμένο χρονικό διάστημα. Όσον αφορά την εταιρεία 2, παρέσχε αντιφατικές πληροφορίες και η συνεισφορά του μετόχου σχετικά με το εργοστάσιο, τις υποδομές και τις αρχικές έγγειες δαπάνες ήταν ασαφείς. Τέλος, η εταιρεία 3 δεν προσκόμισε αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τη σύμβαση μίσθωσης ακινήτου και καμία πληροφορία ως προς τους όρους, τις τιμές και τις πληρωμές. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι και οι τρεις εταιρείες υπόκειντο σε περιορισμούς ως προς το πεδίο επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων. Βάσει των ανωτέρω, κανένας από τους τρεις οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν έδειξε ότι ήταν επαρκώς ανεξάρτητος από κρατική παρέμβαση.

(48)

Συνεπώς, κανένας από τους τρεις οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν πληρούσε τους όρους του άρθρου 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, πριν από την τροποποίησή του, και, ως εκ τούτου η Επιτροπή τους ενημέρωσε σχετικά και τους κάλεσε να υποβάλουν τα σχόλιά τους. Κανένας από τους τρεις οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν υπέβαλε παρατηρήσεις και, ως εκ τούτου, η χορήγηση ΑΜ απορρίφθηκε και για τους τρεις.

(49)

Συνεπώς, στις εξαγωγές της General Footwear Ltd θα πρέπει να επιβληθεί ο δασμός αντιντάμπινγκ που ισχύει για τις υπόλοιπες εταιρείες στην Κίνα και στις εξαγωγές της Diamond Vietnam Co Ltd και της Ty Hung Footgearmex/Footwear Co. Ltd («Ty Hung Co Ltd») ο δασμός αντιντάμπινγκ που ισχύει για τις υπόλοιπες εταιρείες στο Βιετνάμ για την περίοδο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1472/2006. Η περίοδος εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού ήταν αρχικά από τις 7 Οκτωβρίου 2006 έως τις 7 Οκτωβρίου 2008. Μετά την έναρξη της διαδικασίας επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, η περίοδος αυτή παρατάθηκε από τις 30 Δεκεμβρίου 2009 έως την 31η Μαρτίου 2011. Η παρανομία που διαπιστώθηκε στις αποφάσεις είναι ότι τα θεσμικά όργανα δεν προσδιόρισαν κατά πόσον τα προϊόντα που έχουν παραχθεί από τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς θα πρέπει να υπόκεινται στον δασμό υπόλοιπων εταιρειών ή σε ατομικό δασμό. Με βάση την παρανομία που διαπιστώθηκε από το Δικαστήριο, δεν υπάρχει νομική βάση για την πλήρη εξαίρεση των προϊόντων που παράγονται από τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς από την καταβολή δασμών αντιντάμπινγκ. Επομένως, μια νέα πράξη με την οποία θα καταργείται η παρανομία που διαπιστώθηκε από το Δικαστήριο χρειάζεται απλώς να επανεξετάσει τον ισχύοντα δασμό αντιντάμπινγκ, και όχι τα ίδια τα μέτρα.

(50)

Καθώς συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο δασμός υπόλοιπων εταιρειών θα πρέπει να επιβληθεί εκ νέου όσον αφορά τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς με τον ίδιο συντελεστή με αυτόν που καθορίστηκε αρχικά με τον επίδικο κανονισμό και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1294/2009, δεν απαιτούνται τροποποιήσεις στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 388/2008. Ο εν λόγω κανονισμός εξακολουθεί να ισχύει.

Γ.   ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

(51)

Οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς και όλα τα μέρη που εμφανίστηκαν ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η επιβολή του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές των δεκατεσσάρων οικείων παραγωγών-εξαγωγέων. Μετά την ενημέρωση αυτή, τους χορηγήθηκε προθεσμία για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

Δ.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

(52)

Τα ανωτέρω πορίσματα και συμπεράσματα κοινοποιήθηκαν στα ενδιαφερόμενα μέρη, στα οποία δόθηκε προθεσμία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Η FESI (20), καθώς και η Wolverine Europe BV, η Wolverine Europe Limited και η Damco Netherlands BV (21), καθώς και η Skechers εμφανίστηκαν και υπέβαλαν παρατηρήσεις.

Εικαζόμενες παρατυπίες στη διαδικασία

(53)

Η FESI υποστήριξε ότι υπήρχαν ορισμένα διαδικαστικά λάθη κατά την τρέχουσα εφαρμογή των σχετικών μέτρων. Επεσήμανε το γεγονός ότι οι αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ που υπέβαλαν οι τρεις κινέζοι και βιετναμέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς είχαν ήδη εξεταστεί και κοινοποιηθεί πριν από την έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-659/13 C & J Clark International Limited και C-34/14 Puma SE, την 3η Δεκεμβρίου 2015, καθώς και πριν από την πρόθεση της Επιτροπής για την εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές υποδημάτων με συντελεστή 16,5 % και 10 % αντιστοίχως. Επομένως οι αξιολογήσεις αυτές θα είχαν υλοποιηθεί χωρίς νομική βάση και προεξοφλούσαν την επικείμενη απόφαση του Δικαστηρίου. Συμπερασματικά η FESI υποστήριξε ότι η Επιτροπή παρέβη το βασικό νομικό πλαίσιο της ΕΕ και, επομένως, καταχράστηκε τις εξουσίες της.

(54)

Η Επιτροπή δεν συμφωνεί με τους παραπάνω ισχυρισμούς, διότι απλώς προετοίμασε την εφαρμογή μιας πιθανής μελλοντικής δικαστικής απόφασης. Η προετοιμασία αυτή αποσκοπούσε στη διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης, για τους ακόλουθους λόγους: Πρώτον, είναι αδιαμφισβήτητο ότι η Επιτροπή έπρεπε να έχει εξετάσει τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ. Το μόνο ζήτημα που διακυβευόταν στις διαδικασίες του Δικαστηρίου που εξακολουθούσαν να εκκρεμούν κατά τη δεδομένη χρονική στιγμή ήταν το κατά πόσον ένας μη συνδεδεμένος εισαγωγέας, όπως οι Puma και Timberland, μπορεί να βασιστεί στην εν λόγω παρανομία. Ως συνέπεια αυτής της δυαδικής επιλογής του τύπου «ναι/όχι», η Επιτροπή μπορούσε, κατ' εξαίρεση, να προετοιμαστεί για την περίπτωση αρνητικής απάντησης επί του ερωτήματος αυτού. Δεύτερον, η ταχεία εφαρμογή ήταν απαραίτητη, προκειμένου να μπορούν οι εθνικές τελωνειακές αρχές να εξετάζουν γρήγορα τις εκκρεμείς αιτήσεις για επιστροφή δασμών, καθώς και για λόγους ασφάλειας δικαίου για όλους τους φορείς. Αποκλειόταν οποιαδήποτε άσκηση επιρροής στην απόφαση του Δικαστηρίου, καθώς η εν λόγω απόφαση αφορούσε διαφορετικό αντικείμενο (και συγκεκριμένα, το κατά πόσον οι εισαγωγείς μπορούν να βασίζονται στο δικαίωμα αξιολόγησης των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ, που διαθέτουν οι παραγωγοί-εξαγωγείς).

(55)

Κατά συνέπεια, απορρίφθηκαν όλοι οι ισχυρισμοί περί διαδικαστικών παρατυπιών.

Νομική βάση για την επανάληψη της διαδικασίας αντιντάμπινγκ

(56)

Η FESI ισχυρίστηκε ότι δεν υπήρχε νομική βάση για την τρέχουσα εφαρμογή των σχετικών μέτρων. Ειδικότερα, η FESI ισχυρίστηκε ότι το άρθρο 266 ΣΛΕΕ δεν εφαρμόζεται διότι τα οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ στα υποδήματα έληξαν στις 31 Μαρτίου 2011 και, συνεπώς, δεν υπάρχουν συνεχιζόμενες επιπτώσεις ως επακόλουθο του παράνομου χαρακτήρα των μέτρων αυτών. Η FESI ισχυρίστηκε ότι το άρθρο 266 ΣΛΕΕ δεν προορίζεται για την αναδρομική διόρθωση παρανομιών σε μέτρα η ισχύς των οποίων έχει λήξει. Η άποψη αυτή ενισχύεται, κατ' αυτή, από τα άρθρα 263 και 265 ΣΛΕΕ, τα οποία καθορίζουν προθεσμίες για την προσφυγή των θεσμικών οργάνων της ΕΕ κατά παράνομων πράξεων καθώς και για την προσφυγή κατά παράλειψης ενέργειας εκ μέρους των θεσμικών οργάνων της Ένωσης. Η FESI ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι η παρούσα προσέγγιση δεν έχει προηγούμενο και ότι επίσης η Επιτροπή δεν πρόσφερε καμία αιτιολογία ή προγενέστερη νομολογία προς στήριξη της δικής της ερμηνείας του άρθρου 266 ΣΛΕΕ.

(57)

Η FESI υποστήριξε επίσης ότι, στην περίπτωση αυτή, η έρευνα δεν μπορεί να συνεχιστεί από το σημείο στο οποίο τελέστηκε η παρανομία σύμφωνα με το άρθρο 266 ΣΛΕΕ, διότι το Δικαστήριο δεν διαπίστωσε απλώς έλλειψη αιτιολογίας, αλλά η παρανομία αφορούσε θεμελιώδη νομική διάταξη του βασικού κανονισμού που επηρέαζε τη συνολική αξιολόγηση του ντάμπινγκ σε σχέση με τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς.

(58)

Η FESI ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι η αναδρομική διόρθωση μέτρων των οποίων η ισχύς έχει λήξει παραβιάζει την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Υποστήριξε ότι, πρώτον, τα μέρη θα είχαν λάβει διαβεβαίωση ότι τα μέτρα έληξαν στις 31 Μαρτίου 2011 και ότι, δεδομένου του χρόνου που μεσολάβησε από την αρχική έρευνα, τα μέρη είχαν το δικαίωμα να σχηματίσουν βάσιμες προσδοκίες ότι η αρχική έρευνα δεν θα συνεχιστεί ούτε θα ανοίξει εκ νέου. Δεύτερον, το ίδιο το γεγονός ότι κατά την αρχική έρευνα οι αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ δεν είχαν εξεταστεί εντός της προθεσμίας 3 μηνών παρέσχε στους βιετναμέζους και τους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς ασφάλεια δικαίου ως προς τη μη εξέταση των αιτήσεών τους περί υπαγωγής σε ΚΟΑ. Εν κατακλείδι, τα μέρη ισχυρίστηκαν ότι, δεδομένων των μεγάλων χρονικών περιόδων που μεσολάβησαν, η επανάληψη της έρευνας παραβίασε την καθολική αρχή της προθεσμίας παραγραφής ή της αποσβεστικής προθεσμίας, που εφαρμόζεται σε όλα τα νομικά πλαίσια.

(59)

Επιπλέον, η FESI ισχυρίστηκε ότι ούτε το άρθρο 266 ΣΛΕΕ ούτε ο βασικός κανονισμός επιτρέπουν την αναδρομική εκ νέου επιβολή του οριστικού δασμού της τάξεως του 10 % και 16,5 % αντίστοιχα στις εισαγωγές των οικείων βιετναμέζων και κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων.

(60)

Όσον αφορά το επιχείρημα ότι η ισχύς των σχετικών μέτρων έληξε στις 31 Μαρτίου 2011, η Επιτροπή αδυνατεί να αντιληφθεί γιατί η λήξη της ισχύος των μέτρων έχει σημασία όσον αφορά τη δυνατότητα της Επιτροπής να εκδώσει νέα πράξη προς αντικατάσταση της ακυρωθείσας πράξης ύστερα από την έκδοση δικαστικής απόφασης για ακύρωση της αρχικής πράξης. Σύμφωνα με τη νομολογία που αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 15 παραπάνω, η διοικητική διαδικασία θα πρέπει να συνεχιστεί από το χρονικό σημείο κατά το οποίο συνέβη η παρανομία.

(61)

Ως αποτέλεσμα της κατάργησης της πράξης με την οποία περατώθηκαν οι διαδικασίες, οι διαδικασίες αντιντάμπινγκ εξακολουθούν να εκκρεμούν. Η Επιτροπή έχει την υποχρέωση να περατώσει τις διαδικασίες αυτές· το άρθρο 9 του βασικού κανονισμού ορίζει ότι η έρευνα πρέπει να περατώνεται με πράξη της Επιτροπής.

(62)

Όσον αφορά το επιχείρημα περί αναδρομικής ισχύος βάσει του άρθρου 10 του βασικού κανονισμού και του άρθρου 10 της συμφωνίας αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ («ΣΑ ΠΟΕ»), το άρθρο 10 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, το οποίο ακολουθεί τη διατύπωση του άρθρου 10 παράγραφος 1 της ΣΑ ΠΟΕ, ορίζει ότι προσωρινά μέτρα και οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ εφαρμόζονται μόνο ως προς προϊόντα που τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία μετά τον χρόνο θέσης σε ισχύ της απόφασης που λαμβάνεται βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 ή του άρθρου 9 παράγραφος 4, αντιστοίχως, του βασικού κανονισμού. Στην προκειμένη περίπτωση, οι εν λόγω δασμοί αντιντάμπινγκ εφαρμόζονται μόνον ως προς προϊόντα τα οποία έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία μετά την έναρξη ισχύος του προσωρινού και του επίδικου (οριστικού) κανονισμού βάσει, αντίστοιχα, του άρθρου 7 παράγραφος 1 και του άρθρου 9 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Η αναδρομική ισχύς υπό την έννοια του άρθρου 10 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, ωστόσο, αναφέρεται μόνο σε μια κατάσταση όπου τα προϊόντα είχαν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία πριν από τη θέσπιση των μέτρων, όπως προκύπτει από το ίδιο το κείμενο της διάταξης αυτής, καθώς και από την εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

(63)

Η Επιτροπή παρατηρεί επίσης ότι δεν συντρέχει ούτε αναδρομική ισχύς ούτε παραβίαση της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης στην προκειμένη περίπτωση.

(64)

Ως προς την αναδρομική ισχύ, η νομολογία του Δικαστηρίου, κατά την αξιολόγηση του αναδρομικού ή μη χαρακτήρα ενός μέτρου, κάνει διάκριση ανάμεσα στην εφαρμογή ενός νέου κανόνα σε μια κατάσταση που έχει καταστεί οριστική (η οποία αναφέρεται επίσης ως υφιστάμενη ή οριστικά διαμορφωμένη έννομη κατάσταση) (22) και σε μια κατάσταση που ξεκίνησε πριν από την έναρξη ισχύος του νέου κανόνα, αλλά δεν είναι ακόμη οριστική (η οποία αναφέρεται επίσης ως προσωρινή κατάσταση) (23).

(65)

Στην προκειμένη περίπτωση, η κατάσταση των εισαγωγών των σχετικών προϊόντων η οποία προέκυψε κατά την περίοδο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 δεν έχει ακόμη καταστεί οριστική, καθώς, ως αποτέλεσμα της ακύρωσης του επίδικου κανονισμού, ο δασμός αντιντάμπινγκ που ισχύει για αυτά δεν έχει ακόμη καθοριστεί οριστικά. Ταυτόχρονα, οι εισαγωγείς υποδημάτων ειδοποιήθηκαν ότι η επιβολή του εν λόγω δασμού μπορεί να γίνει μέσα από τη δημοσίευση της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας (24) και του προσωρινού κανονισμού. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία των δικαστηρίων της Ένωσης, δεν είναι δυνατή η δημιουργία δικαιολογημένης εμπιστοσύνης σε σχέση με τις επιχειρήσεις πριν από την έγκριση από τα θεσμικά όργανα μιας πράξης για την περάτωση της διοικητικής διαδικασίας, η οποία έχει καταστεί οριστική (25).

(66)

Ο παρών κανονισμός αποτελεί άμεση εφαρμογή στα μελλοντικά αποτελέσματα μιας κατάστασης η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη: Οι δασμοί για τα υποδήματα έχουν εισπραχθεί από τις εθνικές τελωνειακές αρχές. Ως αποτέλεσμα των αιτήσεων επιστροφής δαπανών, για τις οποίες δεν έχει ληφθεί οριστική απόφαση, αποτελούν κατάσταση εν εξελίξει. Ο παρών κανονισμός καθορίζει τον δασμολογικό συντελεστή που ισχύει για τις εισαγωγές αυτές και, συνεπώς, ρυθμίζει τα μελλοντικά αποτελέσματα μιας εν εξελίξει κατάστασης.

(67)

Εν πάση περιπτώσει, ακόμη και αν υπήρχε αναδρομική ισχύς κατά την έννοια του δικαίου της Ένωσης, κάτι που δεν ισχύει, η ισχύς αυτή θα ήταν σε κάθε περίπτωση δικαιολογημένη, για τον ακόλουθο λόγο:

(68)

Οι ουσιαστικοί κανόνες του δικαίου της Ένωσης μπορούν να έχουν εφαρμογή επί καταστάσεων που έχουν ήδη διαμορφωθεί πριν από την έναρξη ισχύος τους, μόνον εφόσον προκύπτει σαφώς από τη διατύπωσή τους, τους σκοπούς ή την οικονομία τους ότι πρέπει να τους αναγνωριστεί αναδρομική ισχύς (26). Συγκεκριμένα στην υπόθεση C-337/88 Società agricola fattoria alimantare (SAFA) (27) κρίθηκε ότι: Μολονότι, κατά γενικό κανόνα, η αρχή της ασφάλειας δικαίου δεν επιτρέπει μια κοινοτική πράξη να τίθεται σε ισχύ σε χρονικό σημείο προγενέστερο της δημοσίευσής της, μπορεί, κατ' εξαίρεση, να συμβεί το αντίθετο, οσάκις το απαιτεί ο προς επίτευξη σκοπός και προστατεύεται δεόντως η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των ενδιαφερομένων.

(69)

Στην προκειμένη περίπτωση, σκοπός είναι η συμμόρφωση με την υποχρέωση της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 266 ΣΛΕΕ. Δεδομένου ότι στις αποφάσεις που προαναφέρθηκαν στην αιτιολογική σκέψη 12 το Δικαστήριο διαπίστωσε παρανομία μόνον όσον αφορά τον καθορισμό του εφαρμοστέου δασμολογικού συντελεστή και όχι όσον αφορά την επιβολή των ίδιων των μέτρων (δηλαδή όσον αφορά το πόρισμα σχετικά με την ύπαρξη ντάμπινγκ, τη ζημία που προέκυψε και το συμφέρον της Ένωσης), οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν μπορούσαν να προσδοκούν δικαιολογημένα ότι δεν θα επιβάλλονταν οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ. Επομένως, ακόμη και αν είχε αναδρομική ισχύ, κάτι που δεν συμβαίνει, η επιβολή αυτή δεν είναι δυνατόν να εκληφθεί ως παραβίαση της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

(70)

Επιπροσθέτως, όσον αφορά την προστασία της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, σημειώνεται καταρχάς ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, οι εισαγωγείς δεν μπορούν να επικαλεστούν την προστασία της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, εφόσον τους έχει γίνει γνωστό ότι επίκειται αναπροσανατολισμός της εμπορικής πολιτικής της Ένωσης (28). Στην προκειμένη περίπτωση, ο κίνδυνος επιβολής δασμού αντιντάμπινγκ στα προϊόντα που παράγονται από τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς έγινε γνωστός στους εισαγωγείς μέσα από τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας και του προσωρινού κανονισμού, τα οποία εξακολουθούν να αποτελούν αμφότερα τμήμα της έννομης τάξης της Ένωσης. Οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν μπορούσαν, επομένως, να επικαλεστούν την ασφάλεια δικαίου και τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη.

(71)

Αντίθετα, οι οικονομικοί φορείς είχαν πλήρη επίγνωση, κατά τη διενέργεια εισαγωγών υποδημάτων από τη ΛΔΚ και το Βιετνάμ, ότι οι εν λόγω εισαγωγές υπόκειντο σε δασμό. Έλαβαν αυτόν τον δασμό υπόψη κατά τον καθορισμό των τιμών πώλησης και την αξιολόγηση των οικονομικών κινδύνων. Ως εκ τούτου, δεν απέκτησαν καμία ασφάλεια δικαίου ή δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ως προς την απαλλαγή των εισαγωγών από δασμούς και συνήθως μετακύλιαν το κόστος των δασμών αυτών στους πελάτες τους. Συνεπώς, είναι προς το συμφέρον της Ένωσης να ορίσει τώρα τον εφαρμοστέο δασμολογικό συντελεστή, αντί να παράσχει ένα απροσδόκητο κέρδος στους ενδιαφερόμενους εισαγωγείς, οι οποίοι θα πλούτιζαν αδικαιολόγητα.

(72)

Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει παραβίαση ούτε των αρχών περί παραγραφής, ασφάλειας δικαίου και δικαιολογημένης εμπιστοσύνης ούτε και των διατάξεων του βασικού κανονισμού και της ΣΑ ΠΟΕ.

(73)

Όσον αφορά το επιχείρημα ότι η αναγνώριση ΚΟΑ έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί εντός τριών μηνών από την έναρξη της έρευνας, υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) δεύτερο εδάφιο του βασικού κανονισμού δεν περιέχει καμία ένδειξη όσον αφορά τις συνέπειες της μη τήρησης της τρίμηνης προθεσμίας εκ μέρους της Επιτροπής. Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι τυχόν μεταγενέστερη απόφαση για υπαγωγή σε ΚΟΑ δεν επηρεάζει την ισχύ του κανονισμού για την επιβολή οριστικών μέτρων, εφόσον οι αιτούντες δεν αποδείξουν ότι, εάν η Επιτροπή είχε τηρήσει την τρίμηνη προθεσμία, το Συμβούλιο μπορεί να είχε εκδώσει διαφορετικό κανονισμό ευνοϊκότερο για τα συμφέροντά τους απ' ό,τι ο επίδικος κανονισμός (29). Το Δικαστήριο έχει επίσης αναγνωρίσει ότι τα θεσμικά όργανα μπορούν να τροποποιήσουν την αξιολόγηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ έως τη θέσπιση οριστικών μέτρων (30).

(74)

Η ανωτέρω νομολογία δεν έχει ακυρωθεί από τις αποφάσεις Brosmann και Aokang που προαναφέρθηκαν στην αιτιολογική σκέψη 6. Στις αποφάσεις Brosmann και Aokang, το Δικαστήριο στηρίζεται στην υποχρέωση της Επιτροπής για διενέργεια της αξιολόγησης εντός τριών μηνών προκειμένου να δείξει ότι η υποχρέωση της εν λόγω αξιολόγησης υφίσταται ανεξάρτητα από το κατά πόσον η Επιτροπή εφαρμόζει ή όχι τη δειγματοληψία. Το Δικαστήριο δεν λαμβάνει θέση σχετικά με το ερώτημα ποιες είναι οι νομικές συνέπειες σε περίπτωση που η Επιτροπή ολοκληρώσει την αξιολόγηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ σε μεταγενέστερο στάδιο της έρευνας. Το Δικαστήριο κρίνει απλώς ότι τα θεσμικά όργανα δεν μπορούσαν να αγνοήσουν παντελώς τα αιτήματα περί υπαγωγής σε ΚΟΑ, αλλά έπρεπε να τα αξιολογήσουν το αργότερο κατά την επιβολή των οριστικών μέτρων. Οι αποφάσεις αυτές επιβεβαιώνουν τη νομολογία που αναφέρεται στην προηγούμενη αιτιολογική σκέψη.

(75)

Στην προκειμένη περίπτωση, οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν απέδειξαν ότι, εάν η Επιτροπή είχε προβεί στην αξιολόγηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ εντός τριών μηνών μετά την έναρξη της διαδικασίας αντιντάμπινγκ το 2005, το Συμβούλιο μπορεί να είχε εκδώσει διαφορετικό κανονισμό ευνοϊκότερο για τα συμφέροντά τους από τον επίδικο κανονισμό. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός περί παραγραφής όσον αφορά την αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ απορρίπτεται.

(76)

Η FESI, παραπέμποντας στην απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στην υπόθεση T-2/95, IPS κατά Συμβουλίου, επισήμανε τη διαφορά μεταξύ «έρευνας» και «διαδικασίας» και ισχυρίστηκε ότι, όταν μια διαδικασία τερματιστεί, όπως στην προκειμένη περίπτωση, δεν είναι πλέον δυνατό να συνεχιστεί.

(77)

Η Επιτροπή αδυνατεί να εντοπίσει οποιαδήποτε ουσιαστική διαφορά μεταξύ των όρων «έρευνα» και «διαδικασία» στο πλαίσιο εφαρμογής των οικείων δικαστικών αποφάσεων. Οι αποφάσεις αφορούν μια παρατυπία όσον αφορά ειδική έρευνα στο πλαίσιο της διαδικασίας την οποία η Επιτροπή έχει την υποχρέωση να διορθώσει, όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 23 έως 31 ανωτέρω. Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση στην υπόθεση T-2/95 πρέπει να ερμηνεύεται υπό το πρίσμα της απόφασης επί της προσφυγής για την υπόθεση εκείνη.

(78)

Η FESI ισχυρίστηκε επίσης ότι το άρθρο 266 ΣΛΕΕ δεν προβλέπει τη μερική εφαρμογή μιας απόφασης του Δικαστηρίου και, στην προκειμένη περίπτωση, την αντιστροφή του βάρους αποδείξεως. Ως εκ τούτου, η FESI ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή εσφαλμένα αξιολόγησε μόνον τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ των παραγωγών-εξαγωγέων που αποτελούσαν προμηθευτές εισαγωγέων οι οποίοι υπέβαλαν αιτήσεις επιστροφής δασμών. Βάσισε την αξίωσή της στην παραδοχή ότι η απόφαση του Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-659/13 C & J Clark International Limited και C-34/14 Puma SE ισχύει έναντι πάντων και ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί πως τα αποτελέσματα της τρέχουσας αξιολόγησης των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ θα έχουν επίσης αντίκτυπο στον δασμό υπολοίπων εταιρειών που ισχύει για όλους τους κινέζους και βιετναμέζους παραγωγούς-εξαγωγείς. Ως εκ τούτου, υποστήριξε ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να έχει αξιολογήσει όλες τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ που είχαν υποβληθεί στο πλαίσιο της αρχικής έρευνας.

(79)

Επιπλέον, η FESI αμφισβήτησε ότι το βάρος αποδείξεως φέρει ο παραγωγός που επιθυμεί να ζητήσει υπαγωγή σε ΚΟΑ/ΑΜ, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι οι παραγωγοί είχαν απαλλαγεί από το εν λόγω βάρος αποδείξεως το 2005, με την κατάθεση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ κατά την αρχική έρευνα. Επίσης, αμφισβήτησε ότι η απόφαση του Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-659/13 C & J Clark International Limited και C-34/14 Puma SE μπορεί να εφαρμοστεί με απλή αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ που υποβλήθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς οι οποίοι δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, καθώς το Δικαστήριο δεν διαπίστωσε συγκεκριμένα ότι η εντοπισθείσα ακυρότητα πράγματι περιορίζεται σε αυτή την πτυχή.

(80)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η εφαρμογή της απόφασης είναι απαραίτητη μόνο για τους παραγωγούς-εξαγωγείς για τους οποίους δεν έχουν καταστεί οριστικές όλες οι συναλλαγές εισαγωγής. Πράγματι, μετά τη λήξη της τριετούς περιόδου παραγραφής που προβλέπεται στο άρθρο 236 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, ο δασμός καθίσταται οριστικός, όπως επιβεβαιώνεται στις αποφάσεις. Αποκλείεται κάθε αντίκτυπος στον δασμό των υπολοίπων εταιρειών, διότι αξιολογήθηκε η αίτηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ για τις εταιρείες του δείγματος, και το γεγονός της αναγνώρισης ΚΟΑ/ΑΜ σε μία από τις εταιρείες εκτός του δείγματος δεν επηρεάζει τον δασμολογικό συντελεστή των υπολοίπων εταιρειών.

(81)

Το βάρος αποδείξεως δεν περιορίζεται στην υποβολή μιας αίτησης. Αφορά το περιεχόμενο της αίτησης, όπου θα πρέπει να αποδεικνύεται ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή σε ΚΟΑ/ΑΜ.

(82)

Η μόνη παρανομία που διαπιστώθηκε στις αποφάσεις είναι η έλλειψη αξιολόγησης των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ. Κατά συνέπεια, οι ισχυρισμοί αυτοί απορρίπτονται.

Νομική βάση για την εκ νέου επιβολή των δασμών

(83)

Η FESI ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν έπρεπε να έχει εφαρμόσει δύο διαφορετικά νομικά καθεστώτα, δηλαδή, αφενός τον βασικό κανονισμό, πριν από την τροποποίησή του, για την αξιολόγηση των αιτήσεων περί ΑΜ των παραγωγών (31) και, αφετέρου τον υφιστάμενο βασικό κανονισμό (32) ο οποίος ενσωμάτωσε τις τροποποιήσεις που εισήγαγε ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1168/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (33) που θεσπίζει διαδικασίες επιτροπολογίας, μεταξύ άλλων, στον τομέα της εμπορικής άμυνας και, συνεπώς, αναθέτει την αρμοδιότητα λήψης αποφάσεων στην Επιτροπή.

(84)

Επανέλαβε επίσης ότι το άρθρο 266 ΣΛΕΕ δεν επιτρέπει την αναδρομική επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ, όπως, κατ' αυτούς, επιβεβαιώνεται και από την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-459/98P, IPS κατά Συμβουλίου και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1515/2001 του Συμβουλίου (34). Ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν έχει παράσχει καμία έγκυρη αιτιολογία για την παρέκκλισή της από την αρχή της μη αναδρομικότητας και έχει, συνεπώς, παραβιάσει την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

(85)

Η FESI υποστήριξε επίσης ότι η εκ νέου επιβολή του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές των οικείων κινέζων και βιετναμέζων παραγωγών-εξαγωγέων από την τρέχουσα εφαρμογή των μέτρων συνιστά i) διακριτική μεταχείριση των εισαγωγέων που αφορά η τρέχουσα εφαρμογή σε σχέση με τους εισαγωγείς που επηρεάζονταν από την εφαρμογή των αποφάσεων Brosmann και Aokang που προαναφέρθηκαν στην αιτιολογική σκέψη 6, στους οποίους επιστράφηκαν οι δασμοί που είχαν καταβληθεί για εισαγωγές υποδημάτων από τους πέντε παραγωγούς-εξαγωγείς που εμπλέκονται στις αποφάσεις αυτές, καθώς και ii) διακριτική μεταχείριση των οικείων παραγωγών-εξαγωγέων που αφορά η παρούσα εφαρμογή σε σχέση με τους πέντε παραγωγούς-εξαγωγείς που επηρεάζονταν από τις αποφάσεις Brosmann και Aokang, οι οποίοι δεν είχαν υποβληθεί σε κανέναν δασμό μετά την εκτελεστική απόφαση 2014/149/ΕΕ.

(86)

Η διακριτική αυτή μεταχείριση, κατά τους ισχυρισμούς της FESI, αντικατοπτρίζει την έλλειψη ομοιόμορφης ερμηνείας και εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ, η οποία παραβιάζει το θεμελιώδες δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία.

(87)

Όσον αφορά την εικαζόμενη χρήση διαφορετικών νομικών καθεστώτων, η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτή απορρέει από τις διαφορές των μεταβατικών κανόνων που περιλαμβάνονται στις τρεις κανονισμούς για την τροποποίηση του βασικού κανονισμού.

(88)

Πρώτον, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 765/2012 (επίσης αναφερόμενος ως «τροποποίηση για τους συνδετήρες», σχετικά με τη δυνατότητα αναγνώρισης ΑΜ) προέβλεπε στο άρθρο 2 ότι «εφαρμόζεται σε όλες τις έρευνες που κινούνται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού». Δεδομένου ότι η παρούσα έρευνα ξεκίνησε πριν από την ημερομηνία αυτή, οι τροποποιήσεις του εν λόγω κανονισμού στον βασικό κανονισμό δεν εφαρμόζονται στην προκειμένη περίπτωση.

(89)

Δεύτερον, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1168/2012 (αναφερόμενος ως «τροπολογία Brosmann», σχετικά με τη δυνατότητα αναγνώρισης ΚΟΑ), προέβλεπε στο άρθρο 2 ότι «ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε όλες τις νέες και εκκρεμούσες έρευνες από τις 15 Δεκεμβρίου 2012». Ως εκ τούτου, εάν η Επιτροπή είχε υιοθετήσει αυστηρή προσέγγιση, δεν θα ήταν καν αναγκαίο να αξιολογήσει τις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ των εταιρειών που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, δεδομένου ότι είχαν απολέσει το δικαίωμα αξιολόγησης για υπαγωγή σε ΚΟΑ στις 15 Δεκεμβρίου 2012. Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί ότι μια τέτοια μεταχείριση θα ήταν δύσκολο να συμβιβαστεί με την υποχρέωσή της για την εφαρμογή των αποφάσεων. Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1168/2012 επίσης δεν φαίνεται να εισάγει πλήρη απαγόρευση ως προς την ανάλυση αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ εκτός του δείγματος, δεδομένου ότι επιτρέπει την εξέταση αυτή σε περίπτωση ατομικής μεταχείρισης. Κατ' αναλογία, η εν λόγω παρέκκλιση μπορεί να θεωρηθεί ότι τυγχάνει εφαρμογής και στην προκειμένη περίπτωση. Επικουρικά, η Επιτροπή θεωρεί ότι το αποτέλεσμα της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1168/2012 στην προκειμένη περίπτωση θα οδηγούσε στο ίδιο αποτέλεσμα, καθώς όλες οι αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ θα απορρίπτονταν αυτομάτως, χωρίς να υποβληθούν σε αξιολόγηση.

(90)

Τρίτον, όσον αφορά την επιτροπολογία, το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 37/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (35) προβλέπει ότι το Συμβούλιο παραμένει αρμόδιο για τις διαδικασίες που έχουν αρχίσει, όταν η Επιτροπή έχει εκδώσει πράξη ή έχει αρχίσει διαβούλευση ή η Επιτροπή έχει εγκρίνει πρόταση. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν είχε αναληφθεί δράση σε σχέση με την εφαρμογή της απόφασης πριν από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 37/2014.

(91)

Όσον αφορά την αναδρομική επιβολή των οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ, γίνεται μνεία στις εκτιμήσεις που περιγράφονται ανωτέρω στις αιτιολογικές σκέψεις 62 έως 69, όπου οι ισχυρισμοί αυτοί εξετάστηκαν ήδη διεξοδικά.

(92)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό σχετικά με τη διακριτική μεταχείριση, η Επιτροπή παρατηρεί ότι οι παραγωγοί-εξαγωγείς και ορισμένοι εισαγωγείς που επηρεάζονται από τον παρόντα κανονισμό απολαύουν δικαστικής προστασίας στα δικαστήρια της Ένωσης κατά του παρόντος κανονισμού. Άλλοι εισαγωγείς απολαύουν προστασίας μέσω των εθνικών δικαστηρίων, τα οποία ενεργούν ως δικαστές του κοινού δικαίου της Ένωσης.

(93)

Ο ισχυρισμός περί διακριτικής μεταχείρισης είναι εξίσου αβάσιμος. Οι εισαγωγείς που έχουν εισαγάγει από την Brosmann και τους άλλους τέσσερις παραγωγούς-εξαγωγείς βρίσκονται σε διαφορετική πραγματική και νομική κατάσταση, διότι οι παραγωγοί-εξαγωγείς τους αποφάσισαν να αμφισβητήσουν τον επίδικο κανονισμό και επειδή οι δασμοί τούς επιστράφηκαν, με αποτέλεσμα να προστατεύονται από το άρθρο 221 παράγραφος 3 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα. Καμία τέτοια πρόκληση και καμία τέτοια επιστροφή δεν σημειώθηκε στις άλλες περιπτώσεις. Η Επιτροπή ξεκίνησε να προετοιμάζει την εφαρμογή των σχετικών μέτρων για τους κινέζους και βιετναμέζους παραγωγούς-εξαγωγείς της Clark, της Puma και της Timberland. Όλοι οι άλλοι παραγωγοί-εξαγωγείς από τη ΛΔΚ και το Βιετνάμ που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, καθώς και οι εισαγωγείς τους, θα αντιμετωπιστούν με τον ίδιο τρόπο σε μεταγενέστερο στάδιο, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό.

(94)

Η FESI ισχυρίστηκε επίσης ότι το άρθρο 14 του βασικού κανονισμού δεν μπορεί να αποτελέσει νομική βάση για την παρεμπόδιση της εφαρμογής του άρθρου 236 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, καθώς και ότι η λειτουργία του άρθρου 236 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα είναι ανεξάρτητη από κάθε απόφαση που λαμβάνεται στο πλαίσιο του βασικού κανονισμού ή των υποχρεώσεων της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 266 ΣΛΕΕ.

(95)

Στο πλαίσιο αυτό, η FESI υποστήριξε ότι η εφαρμογή του άρθρου 236 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα των εθνικών τελωνειακών αρχών, οι οποίες υποχρεούνται, στο πλαίσιο της εν λόγω αρμοδιότητας, να επιστρέψουν τους καταβληθέντες δασμούς που δεν ήταν νομίμως οφειλόμενοι. Η FESI ισχυρίστηκε επίσης ότι το άρθρο 236 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα δεν μπορεί να εξαρτηθεί από το άρθρο 14 του βασικού κανονισμού ή να αποτελεί δευτερεύουσα διάταξη ως προς το άρθρο αυτό, διότι αμφότερα τα άρθρα αποτελούν παράγωγο δίκαιο και, ως εκ τούτου, κανένα δεν αντικαθιστά το άλλο. Επιπλέον, το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 14 του βασικού κανονισμού αφορά ειδικές διατάξεις που καλύπτουν τις έρευνες και τις διαδικασίες στο πλαίσιο του βασικού κανονισμού και δεν ισχύει για οποιαδήποτε άλλη νομική πράξη, όπως ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας.

(96)

Η Επιτροπή παρατηρεί ότι ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας δεν εφαρμόζεται αυτόματα στην επιβολή των δασμών αντιντάμπινγκ, αλλά μόνο μέσω αναφοράς στον κανονισμό που επιβάλλει τους δασμούς αντιντάμπινγκ. Σύμφωνα με το άρθρο 14 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει να μην εφαρμόσει ορισμένες διατάξεις του εν λόγω κώδικα, και αντ' αυτών να δημιουργήσει ειδικούς κανόνες. Επειδή ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας εφαρμόζεται μόνον επί τη βάσει παραπομπής στους εκτελεστικούς κανονισμούς του Συμβουλίου και της Επιτροπής, δεν έχει, σε σχέση με το άρθρο 14 του βασικού κανονισμού, την ίδια θέση στην ιεραρχία των κανόνων, αλλά είναι δευτερεύων και είναι δυνατό να καταστεί ανεφάρμοστος ή να εφαρμοστεί με διαφορετικό τρόπο. Κατά συνέπεια, απορρίπτεται και ο ισχυρισμός αυτός.

Επαρκής αιτιολογία

(97)

Επιπλέον, η FESI υποστήριξε ότι, κατά παράβαση του άρθρου 296 ΣΛΕΕ, η Επιτροπή παρέλειψε να παράσχει επαρκή αιτιολογία και αναφορά της νομικής βάσης επί της οποίας επιβλήθηκαν εκ νέου δασμοί με αναδρομική ισχύ και, συνεπώς, απορρίφθηκε η επιστροφή των δασμών στους εισαγωγείς που εμπλέκονται από την τρέχουσα εφαρμογή.

(98)

Η εικαζόμενη έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας αφορούσε ιδίως τα ακόλουθα θέματα: i) την έλλειψη νομικής βάσης και αιτιολογίας που επιτρέπουν στην Επιτροπή να εφαρμόσει μόνο εν μέρει τις εν προκειμένω αποφάσεις, με την αξιολόγηση μόνο των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ των παραγωγών-εξαγωγέων στις περιπτώσεις όπου είχαν υποβληθεί αιτήσεις επιστροφής δασμών από τους εισαγωγείς· ii) την έλλειψη νομικής βάσης για την επανέναρξη της έρευνας και την επανεξέταση των ισχυρισμών περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ των τριών κινέζων και βιετναμέζων παραγωγών-εξαγωγέων ύστερα από τη λήξη ισχύος των μέτρων τον Μάρτιο του 2011· iii) την έλλειψη νομικής βάσης ώστε να κληθούν οι τελωνειακές αρχές της ΕΕ να μην επιστρέψουν τους δασμούς αντιντάμπινγκ που υπόκεινται στην υπόθεση του Δικαστηρίου· iv) την έλλειψη νομικής βάσης για την παρέκκλιση από την αρχή της μη αναδρομικότητας· v) έλλειψη εξηγήσεων όσον αφορά την εφαρμογή του κατάλληλου νομικού μέσου για την αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ και ΑΜ και για την πρόταση εκ νέου επιβολής των δασμών αντιντάμπινγκ· vi) την έλλειψη απάντησης στους νομικούς ισχυρισμούς που αντέταξαν τα τρία μέρη ύστερα από την κοινοποίηση της Επιτροπής σχετικά με την αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ των οικείων κινέζων και βιετναμέζων παραγωγών-εξαγωγέων στις 15 Δεκεμβρίου 2015 και στις 6 και 16 Ιουνίου 2016 αντίστοιχα.

(99)

Όσον αφορά τη μερική εφαρμογή των αποφάσεων, το κατά πόσον και σε ποιον βαθμό τα θεσμικά όργανα οφείλουν να εφαρμόσουν μια δικαστική απόφαση εξαρτάται από το συγκεκριμένο περιεχόμενο της εκάστοτε απόφασης. Ειδικότερα, το κατά πόσον είναι δυνατόν να επαληθευτεί η επιβολή δασμών στις εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν πριν από την απόφαση εξαρτάται από το εάν από την παρανομία που εντοπίστηκε στη δικαστική απόφαση επηρεάζεται ο εντοπισμός της ζημιογόνου πρακτικής ντάμπινγκ ή μόνον ο υπολογισμός του ακριβούς δασμολογικού συντελεστή. Στην τελευταία περίπτωση, η οποία ισχύει εν προκειμένω, δεν υπάρχει καμία αιτιολογία για την επιστροφή όλων των δασμών. Αντίθετα, αρκεί ο καθορισμός του ορθού δασμολογικού συντελεστή και η επιστροφή της τυχόν διαφοράς (δεδομένου ότι δεν θα ήταν δυνατή η αύξηση του δασμολογικού συντελεστή, καθώς το τμήμα της αύξησης θα συνιστούσε αναδρομική επιβολή).

(100)

Οι παρελθούσες ακυρώσεις στις οποίες παραπέμπουν τα ενδιαφερόμενα μέρη αφορούσαν τον εντοπισμό πρακτικής ντάμπινγκ, ζημίας και συμφέροντος της Ένωσης (είτε σε σχέση με την απόδειξη των πραγματικών περιστατικών, είτε σε σχέση με την αξιολόγηση των πραγματικών περιστατικών είτε σε σχέση με τα δικαιώματα υπεράσπισης).

(101)

Οι εν λόγω ακυρώσεις ήταν σε άλλες περιπτώσεις μερικές και σε άλλες πλήρεις.

(102)

Τα δικαστήρια της Ένωσης χρησιμοποιούν τη μέθοδο της μερικής ακύρωσης, όταν μπορούν να συναγάγουν, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που περιέχονται στον φάκελο, ότι τα θεσμικά όργανα θα έπρεπε να έχουν χορηγήσει μια συγκεκριμένη προσαρμογή ή να έχουν χρησιμοποιήσει διαφορετική μέθοδο για κάποιον συγκεκριμένο υπολογισμό, που θα είχε ως αποτέλεσμα την επιβολή χαμηλότερου δασμού (αλλά δεν έθεσαν υπό αμφισβήτηση τα πορίσματα περί πρακτικής ντάμπινγκ, ζημίας και συμφέροντος της Ένωσης). Ο (χαμηλότερος) δασμός παραμένει σε ισχύ τόσο για το χρονικό διάστημα πριν από την ακύρωση όσο και για το χρονικό διάστημα μετά την ακύρωση (36). Προκειμένου να συμμορφωθούν με την απόφαση, τα θεσμικά όργανα υπολογίζουν εκ νέου τον δασμό και τροποποιούν αναλόγως τον κανονισμό που επιβάλλει τον δασμό, τόσο για το παρελθόν όσο και για το μέλλον. Τέλος, καλούν τις εθνικές τελωνειακές αρχές να επιστρέψουν τη διαφορά, όπου έχουν εγερθεί εμπρόθεσμα σχετικές αξιώσεις (37).

(103)

Τα δικαστήρια της Ένωσης προχωρούν σε πλήρη ακύρωση στις περιπτώσεις όπου δεν μπορούν να αποφανθούν, με βάση τα πραγματικά περιστατικά του φακέλου, εάν τα θεσμικά όργανα έπραξαν ορθώς αναγνωρίζοντας ότι υπήρχε πρακτική ντάμπινγκ, ζημία και συμφέρον της Ένωσης, διότι τα θεσμικά όργανα όφειλαν να επαναλάβουν ένα μέρος της έρευνάς τους. Δεδομένου ότι τα δικαστήρια της Ένωσης δεν είναι αρμόδια για τη διεξαγωγή της έρευνας στη θέση της Επιτροπής, ακύρωσαν πλήρως τους κανονισμούς για την επιβολή οριστικών δασμών. Κατά συνέπεια, τα θεσμικά όργανα απέδειξαν εγκύρως την ύπαρξη των τριών προϋποθέσεων που απαιτούνται για την επιβολή των μέτρων, μόνο μετά την έκδοση της δικαστικής απόφασης που ακύρωσε τους δασμούς. Για τις εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν πριν από την έγκυρη απόδειξη της πρακτικής ντάμπινγκ, της ζημίας και του συμφέροντος της Ένωσης, η επιβολή οριστικών δασμών απαγορεύεται τόσο από τον βασικό κανονισμό όσο και από τη ΣΑ ΠΟΕ. Ως εκ τούτου, οι πράξεις που εκδόθηκαν από τα θεσμικά όργανα για την περάτωση των ερευνών αυτών επέβαλλαν οριστικούς δασμούς μόνο για το μέλλον (38).

(104)

Η παρούσα περίπτωση είναι διαφορετική από τις παρελθούσες (μερικές ή ολικές) ακυρώσεις, στο μέτρο που, δεδομένου ότι δεν αφορά την ίδια την ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ, ζημίας και συμφέροντος της Ένωσης, αλλά μόνον την επιλογή του κατάλληλου δασμολογικού συντελεστή. Επομένως, η διαφωνία εδώ δεν αφορά την ίδια την αρχή της επιβολής ενός δασμού, αλλά μόνον το ακριβές ύψος (με άλλα λόγια: μια μορφή) του δασμού. Η προσαρμογή, εάν είναι δυνατή, μπορεί να γίνει μόνο προς τα κάτω.

(105)

Σε αντίθεση με τις παρελθούσες περιπτώσεις μερικής ακύρωσης που αναφέρθηκαν ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 103, το Δικαστήριο δεν ήταν σε θέση να αποφασίσει κατά πόσον έπρεπε να χορηγηθεί ένας νέος (μειωμένος) δασμολογικός συντελεστής, καθώς η απόφαση αυτή απαιτεί πρώτα μια αξιολόγηση της αίτησης περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ. Αυτό το καθήκον της αξιολόγησης της αίτησης περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ συγκαταλέγεται στα προνόμια της Επιτροπής. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο δεν δύναται να πραγματοποιήσει αυτό το τμήμα της έρευνας στη θέση της Επιτροπής, χωρίς να υπερβεί τις αρμοδιότητές του.

(106)

Σε αντίθεση με τις παρελθούσες περιπτώσεις πλήρους ακύρωσης, εδώ τα συμπεράσματα περί πρακτικής ντάμπινγκ, ζημίας, αιτιώδους συνάφειας και συμφέροντος της Ένωσης δεν ακυρώθηκαν. Ως εκ τούτου, η πρακτική ντάμπινγκ, η ζημία, η αιτιώδης συνάφεια και το συμφέρον της Ένωσης έχουν αποδειχθεί εγκύρως κατά τον χρόνο έκδοσης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1472/2006. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει λόγος περιορισμού της εκ νέου επιβολής οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ στο μέλλον.

(107)

Ο παρών κανονισμός, συνεπώς, δεν αποκλίνει σε καμία περίπτωση από την πρακτική λήψης αποφάσεων των θεσμικών οργάνων, ακόμη και αν επρόκειτο για σχετικές υποθέσεις.

(108)

Σχετικά με την έλλειψη νομικής βάσης για την επανέναρξη της έρευνας, η Επιτροπή υπενθυμίζει τη νομολογία που αναφέρεται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 15, δυνάμει της οποίας μπορεί να συνεχίσει την έρευνα από το σημείο στο οποίο συνέβη η παρανομία.

(109)

Σύμφωνα με τη νομολογία, η νομιμότητα του κανονισμού περί αντιντάμπινγκ θα πρέπει να αξιολογηθεί υπό το πρίσμα των ουσιαστικών κανόνων δικαίου της Ένωσης και όχι από τη σκοπιά της πρακτικής όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων, ακόμη και όταν υπάρχει η εν λόγω πρακτική (κάτι που δεν συμβαίνει εν προκειμένω) (39). Ως εκ τούτου, το γεγονός ότι η Επιτροπή ενδέχεται να ακολούθησε στο παρελθόν, σε ορισμένες περιπτώσεις, διαφορετική πρακτική δεν δύναται να δημιουργήσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη. Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση, διότι η πρότερη πρακτική, στην οποία γίνεται αναφορά, δεν αντιστοιχεί ούτε στην πραγματική ούτε στη νομική κατάσταση της συγκεκριμένης υπόθεσης και οι διαφορές μπορούν να εξηγηθούν με την παρουσίαση των πραγματικών και νομικών διαφορών των εν λόγω προγενέστερων υποθέσεων με την παρούσα.

(110)

Οι διαφορές αυτές έχουν ως εξής: Η παρανομία που διαπιστώθηκε από το Δικαστήριο δεν αφορά τα πορίσματα σχετικά με την ύπαρξη ντάμπινγκ, τη ζημία και το συμφέρον της Ένωσης, και, επομένως, την αρχή της επιβολής του δασμού, αλλά μόνον τον ακριβή δασμολογικό συντελεστή. Αντιθέτως, οι προηγούμενες ακυρώσεις που επικαλούνται τα ενδιαφερόμενα μέρη αφορούσαν τα πορίσματα για την ύπαρξη ντάμπινγκ, τη ζημία και το συμφέρον της Ένωσης. Ως εκ τούτου, τα θεσμικά όργανα έκριναν σκοπιμότερο να θεσπίσουν νέα μέτρα για το μέλλον.

(111)

Ειδικότερα, στην προκειμένη περίπτωση, δεν χρειαζόταν η αναζήτηση συμπληρωματικών πληροφοριών υπό οποιαδήποτε μορφή από τα ενδιαφερόμενα μέρη. Αντιθέτως, η Επιτροπή όφειλε να αξιολογήσει τις πληροφορίες που είχαν κατατεθεί σε αυτήν, αλλά δεν είχαν αξιολογηθεί πριν από την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1472/2006. Σε κάθε περίπτωση, η προηγούμενη πρακτική σε άλλες υποθέσεις δεν συνιστά ακριβή και άνευ όρων εγγύηση για την προκειμένη περίπτωση.

(112)

Τέλος, όλα τα μέρη κατά των οποίων απευθύνεται η διαδικασία, δηλαδή οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς, καθώς και οι διάδικοι στις εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις και η ένωση που εκπροσωπεί ένα από αυτά τα μέρη, ενημερώθηκαν, με την κοινοποίηση των σχετικών γεγονότων, για τη βάση επί της οποίας η Επιτροπή προτίθεται να εκδώσει την παρούσα αξιολόγηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ. Ως εκ τούτου, τα δικαιώματα υπεράσπισής τους είναι διασφαλισμένα. Εν προκειμένω, θα πρέπει να σημειωθεί ειδικότερα ότι οι μη συνδεδεμένοι εισαγωγείς δεν απολαύουν, σε μια διαδικασία αντιντάμπινγκ, δικαιωμάτων υπεράσπισης, καθώς οι σχετικές διαδικασίες δεν κινούνται εναντίον τους (40).

(113)

Όσον αφορά τη φερόμενη παρέκκλιση από την αρχή της μη αναδρομικότητας, γίνεται παραπομπή στις αιτιολογικές σκέψεις 62 έως 69, όπου το ζήτημα αυτό εξετάστηκε διεξοδικά.

(114)

Όσον αφορά την υποτιθέμενη εφαρμογή δύο διαφορετικών νομικών πλαισίων για την τρέχουσα εφαρμογή, γίνεται παραπομπή στις αιτιολογικές σκέψεις 87 έως 90, όπου το ζήτημα αυτό εξετάστηκε διεξοδικά.

(115)

Τέλος, όσον αφορά τις παρατηρήσεις που υπέβαλε η FESI μετά την κοινοποίηση της αξιολόγησης των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ των οικείων κινέζων και βιετναμέζων παραγωγών-εξαγωγέων, αυτές επιλύονται πλήρως από την Επιτροπή στις ανωτέρω αιτιολογικές σκέψεις 32 και 39 του ισχύοντος κανονισμού.

Άλλα διαδικαστικά ζητήματα

(116)

Η FESI ισχυρίστηκε ότι θα έπρεπε να έχουν χορηγηθεί στους παραγωγούς-εξαγωγείς που επηρεάζονται από την τρέχουσα εφαρμογή μέτρων τα ίδια δικονομικά δικαιώματα που είχαν χορηγηθεί στους παραγωγούς-εξαγωγείς που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα κατά τη διάρκεια της αρχικής έρευνας. Υποστήριξε, ειδικότερα, ότι στους κινέζους και βιετναμέζους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν παρασχέθηκε καμία δυνατότητα συμπλήρωσης των εντύπων των αιτήσεών τους περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ μέσω επιστολών περί ανεπαρκών στοιχείων και ότι είχε πραγματοποιηθεί ανάλυση μόνο βάσει των υποβληθέντων εγγράφων και όχι με επιτόπιες επισκέψεις επαλήθευσης. Επιπλέον, η FESI ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν εξασφάλισε τη δέουσα επίδοση της κοινοποίησης της αξιολόγησης των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ στους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς.

(117)

Υποστήριξε επίσης ότι οι παραγωγοί-εξαγωγείς που επηρεάζονται από την παρούσα εφαρμογή δεν έλαβαν τις ίδιες διαδικαστικές εγγυήσεις με εκείνες που ίσχυαν για τις τυπικές έρευνες αντιντάμπινγκ, αλλά εφαρμόστηκαν αυστηρότερα πρότυπα. Η FESI ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της κατάθεσης της αίτησης περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ στο πλαίσιο της αρχικής έρευνας και της αξιολόγησης των αιτήσεων αυτών. Επιπλέον, στους παραγωγούς-εξαγωγείς, κατά την αρχική έρευνα, δόθηκαν μόνο 15 ημέρες για τη συμπλήρωση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ, αντί της συνήθους προθεσμίας των 21 ημερών.

(118)

Επίσης, η FESI υποστήριξε ότι η Επιτροπή χρησιμοποίησε de facto τα διαθέσιμα πραγματικά περιστατικά κατά την έννοια του άρθρου 18 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, ενώ η Επιτροπή δεν συμμορφώθηκε με τους διαδικαστικούς κανόνες που ορίζονται στο άρθρο 18 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

(119)

Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, το βάρος αποδείξεως φέρει ο παραγωγός που επιθυμεί να υπαχθεί σε ΚΟΑ/ΑΜ βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού. Συναφώς, το εν λόγω άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) πρώτο εδάφιο προβλέπει ότι η αίτηση που υποβάλλει ένας τέτοιος παραγωγός πρέπει να περιέχει επαρκείς αποδείξεις, όπως ορίζει η τελευταία αυτή διάταξη, ότι δραστηριοποιείται υπό συνθήκες οικονομίας της αγοράς. Επομένως, όπως έκρινε το Δικαστήριο στις αποφάσεις Brosmann και Aokang, δεν εναπόκειται στα θεσμικά όργανα να αποδείξουν ότι ο παραγωγός δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο εν λόγω καθεστώς. Αντιθέτως, στην Επιτροπή εναπόκειται να εκτιμήσει αν τα προσκομισθέντα από τον ενδιαφερόμενο παραγωγό στοιχεία επαρκούν προς απόδειξη του ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) πρώτο εδάφιο του βασικού κανονισμού, προκειμένου να του αναγνωριστεί η ιδιότητα επιχείρησης που δραστηριοποιείται υπό ΚΟΑ/ΑΜ (βλέπε αιτιολογική σκέψη 32). Το δικαίωμα ακρόασης αφορά τη δυνατότητα των μερών να εκφράσουν τις απόψεις τους και της Επιτροπής να τις λάβει υπόψη.

(120)

Ως προς αυτό το σημείο, υπενθυμίζεται ότι η Επιτροπή δεν έχει καμία υποχρέωση να ζητήσει από τον παραγωγό-εξαγωγέα να συμπληρώσει με περαιτέρω έγγραφα την αίτηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ. Όπως αναφέρεται στην προηγούμενη αιτιολογική σκέψη, η Επιτροπή μπορεί να βασίζει την αξιολόγησή της στα στοιχεία που έχει υποβάλει ο παραγωγός-εξαγωγέας. Σε κάθε περίπτωση, οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν αμφισβήτησαν την αξιολόγηση των αιτήσεών τους περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ από την Επιτροπή, ούτε και προσδιόρισαν τα έγγραφα ή τα άτομα στα οποία δεν μπορούν πλέον να βασιστούν. Ο ισχυρισμός αυτός είναι, επομένως, τόσο αφηρημένος ώστε η Επιτροπή να μην μπορεί να λάβει υπόψη αυτές τις δυσχέρειες κατά την αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ. Καθώς το επιχείρημα αυτό βασίζεται σε εικασίες και δεν στηρίζεται σε σαφή στοιχεία σχετικά με το ποια έγγραφα ή ποια άτομα δεν είναι πλέον διαθέσιμα, καθώς και ποια είναι η σημασία των εν λόγω εγγράφων και ατόμων για την αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ, το εν λόγω επιχείρημα πρέπει να απορριφθεί.

(121)

Όσον αφορά το άρθρο 18 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, στην προκειμένη περίπτωση, η Επιτροπή αποδέχθηκε τα στοιχεία που υπέβαλαν οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς και βάσισε την αξιολόγησή της στις πληροφορίες αυτές. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή δεν εφάρμοσε το άρθρο 18. Ως εκ τούτου, δεν χρειαζόταν να εφαρμοστεί η διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Η εν λόγω διαδικασία εφαρμόζεται όταν η Επιτροπή έχει την πρόθεση να απορρίψει ορισμένα στοιχεία που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη και να χρησιμοποιήσει στη θέση τους τα διαθέσιμα πραγματικά περιστατικά.

Πρόδηλα σφάλματα κατά την αξιολόγηση των αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ

i)   Εκτίμηση περί υπαγωγής σε ΚΟΑ

(122)

Όσον αφορά το κριτήριο 1, η FESI αμφισβήτησε την εκτίμηση της Επιτροπής όσον αφορά τις αιτήσεις των κινέζων και βιετναμέζων προμηθευτών περί υπαγωγής σε ΚΟΑ. Η FESI ζήτησε επίσης από την Επιτροπή να υποβάλει περισσότερες λεπτομέρειες για τις πληροφορίες βάσει των οποίων είχε συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι επιχειρηματικές αποφάσεις των κινέζων και βιετναμέζων προμηθευτών δεν λήφθηκαν σύμφωνα με τα στοιχεία τις αγοράς χωρίς σημαντική κρατική παρέμβαση. Ως προς αυτό το σημείο, η FESI υπενθύμισε ότι σύμφωνα με το κριτήριο 1 του άρθρου 2 παράγραφος 7 σημείο γ) του βασικού κανονισμού, η κρατική παρέμβαση πρέπει να υπερβαίνει την απλή επιρροή.

(123)

Όσον αφορά το κριτήριο 2, η FESI παρατήρησε ότι αδυνατούσε να κατανοήσει τους βασικούς λόγους για την απόρριψη της αίτησης περί υπαγωγής σε ΚΟΑ απέναντι στην αοριστία της αξιολόγησης της Επιτροπής.

(124)

Όσον αφορά το κριτήριο 3, παραπέμποντας στην απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση T-586/14 Xinyi OV κατά Επιτροπής, η FESI ισχυρίστηκε ότι τα φορολογικά κίνητρα ή τα ευνοϊκά φορολογικά καθεστώτα δεν ήταν ενδεικτικά οποιασδήποτε στρέβλωσης της αγοράς ή συμπεριφοράς που υποδηλώνει παρέκκλιση από τις συνθήκες οικονομίας της αγοράς.

(125)

Σε αυτή τη βάση, τα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή προέβη σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως ως προς την εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού και ότι, επίσης, δεν έχει επαρκείς λόγους για την απόρριψη των αιτήσεων των παραγωγών-εξαγωγέων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ.

(126)

Όσον αφορά το αίτημα που περιλαμβάνεται στις αιτήσεις περί υπαγωγής σε ΚΟΑ/ΑΜ των τριών κινέζων και βιετναμέζων προμηθευτών για πιο λεπτομερείς πληροφορίες βάσει των οποίων η Επιτροπή απέρριψε το κριτήριο 1, σημειώνεται ότι οι πληροφορίες αυτές παρασχέθηκαν στην Επιτροπή σε εμπιστευτική βάση καθώς περιείχαν επιχειρηματικά απόρρητα. Συνεπώς, στα ενδιαφερόμενα μέρη θα μπορούσε να γνωστοποιηθεί μόνο μια μη εμπιστευτική σύνοψη αυτών των πληροφοριών και όχι οι πληροφορίες ως έχουν.

(127)

Όσον αφορά το κριτήριο 3, η Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι ούτε τα φορολογικά κίνητρα ούτε τα ευνοϊκά φορολογικά καθεστώτα (όπου υπήρχαν) θεωρήθηκαν λόγος για την απόρριψη αιτήσεων περί υπαγωγής σε ΚΟΑ.

(128)

Τέλος, όσον αφορά το κριτήριο 2, το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού ορίζει σαφώς ότι οι εταιρείες πρέπει να διαθέτουν ένα σύνολο βασικών λογιστικών βιβλίων τα οποία ελέγχονται από ανεξάρτητη αρχή σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα και εφαρμόζονται για κάθε σκοπό. Κανένας από τους οικείους κινέζους ή βιετναμέζους προμηθευτές δεν πληρούσε αυτές τις απαιτήσεις. Όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 35, οι ελλείψεις που διαπιστώθηκαν αφορούσαν την απουσία ελεγμένων λογαριασμών ή γνωμοδοτήσεων των ελεγκτών, σοβαρά θέματα που είχαν επισημανθεί από τους ελεγκτές στη γνωμοδότησή τους (όπως μη συμμόρφωση με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα) και αντιφάσεις που αφορούσαν δάνεια μεταξύ ορισμένων δηλώσεων στο έντυπο της αίτησης για υπαγωγή σε ΚΟΑ και των οικονομικών καταστάσεων.

(129)

Συνεπώς, απορρίφθηκαν όλες οι αιτήσεις που υποβλήθηκαν από την FESI και επιβεβαιώθηκαν τα ευρήματα που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 32 έως 39.

ii)   Εκτίμηση περί ΑΜ

(130)

Η FESI ισχυρίστηκε αρχικά όσον αφορά το κριτήριο 2 περί ΑΜ ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι οι εξαγωγικές πωλήσεις δεν καθορίζονταν ελεύθερα και ότι εναπόκειτο στην Επιτροπή να καθορίσει εάν και πώς οι τιμές εξαγωγής επηρεάστηκαν λόγω της κρατικής παρέμβασης.

(131)

Επιπλέον, υποστήριξε πως η διαπίστωση ότι οι εξαγωγικές πωλήσεις δεν καθορίζονταν ελεύθερα έρχεται σε αντίθεση με τα πορίσματα της αρχικής έρευνας σχετικά με τις πραγματοποιηθείσες πωλήσεις σε κατασκευαστές αρχικού εξοπλισμού (ΚΑΕ), όπου διαπιστώθηκε ότι εισαγωγείς όπως η Puma πραγματοποιούσαν δική τους έρευνα και ανάπτυξη, καθώς και επιλογή των πρώτων υλών, όταν αγόραζαν από τους προμηθευτές τους (41). Σε αυτή τη βάση, η FESI υποστήριξε ότι η Puma και η Timberland είχαν σημαντικό έλεγχο της διαδικασίας και των προδιαγραφών παραγωγής και ότι δεν υπήρχε καμία δυνατότητα κρατικής παρέμβασης.

(132)

Όπως ήδη αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 41 ανωτέρω, το βάρος αποδείξεως φέρει ο παραγωγός που επιθυμεί να υπαχθεί σε ΑΜ. Όπως διευκρινίστηκε επίσης στην αιτιολογική σκέψη 46 ανωτέρω, οι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν κατάφεραν να αποδείξουν ότι οι επιχειρηματικές αποφάσεις τους ελήφθησαν χωρίς κρατική παρέμβαση. Σημειώνεται επίσης ότι το κριτήριο 2 περί ΑΜ δεν αφορά μόνο τις τιμές εξαγωγής, αλλά τις εξαγωγικές πωλήσεις εν γένει, συμπεριλαμβανομένων των τιμών και των ποσοτήτων εξαγωγής, καθώς και άλλων συνθηκών και όρων πωλήσεων που θα πρέπει να καθορίζονται ελεύθερα, χωρίς κρατική παρέμβαση.

(133)

Προς επίρρωση του επιχειρήματός της ότι οι τιμές εξαγωγής καθορίζονταν ελεύθερα, η FESI παρέπεμψε στην αιτιολογική σκέψη 269 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 553/2006 («ο προσωρινός κανονισμός»). Ωστόσο, η εν λόγω αιτιολογική σκέψη αφορούσε τις τιμές μεταπώλησης των εισαγωγέων στην Ένωση και δεν μπορεί να θεωρηθεί ως κατάλληλη βάση για τον καθορισμό της αξιοπιστίας των τιμών εξαγωγής από τους παραγωγούς-εξαγωγείς. Ομοίως, η παραπομπή στις αιτιολογικές σκέψεις 132 του προσωρινού κανονισμού και 135 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 («ο επίδικος κανονισμός») αναφέρεται σε προσαρμογές της κανονικής αξίας κατά τη σύγκρισή της με την τιμή εξαγωγής και δεν επιτρέπει να συναχθεί κανένα συμπέρασμα ως προς το κατά πόσον οι εξαγωγικές πωλήσεις των βιετναμέζικων εταιρειών καθορίζονταν ελεύθερα.

(134)

Επιπλέον, η FESI ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν διευκρίνισε επίσης πώς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα υπήρχε κίνδυνος καταστρατήγησης του μέτρου αντιντάμπινγκ, εάν χορηγείτο στους ενδιαφερόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς ατομικός δασμολογικός συντελεστής, που θα μπορούσε, ωστόσο, να είναι ο σκοπός που επιδιώκεται με τα κριτήρια περί υπαγωγής σε ΑΜ.

(135)

Όσον αφορά τον κίνδυνο καταστρατήγησης των μέτρων, αυτός αποτελεί ένα μόνο από τα πέντε κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, πριν από την τροποποίησή του. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, ο παραγωγός-εξαγωγέας θα πρέπει να αποδεικνύει ότι πληροί και τα 5 κριτήρια. Ως εκ τούτου, η μη ικανοποίηση ενός ή περισσοτέρων εκ των κριτηρίων συνιστά επαρκή λόγο για την απόρριψη της αίτησης περί ΑΜ, χωρίς να χρειάζεται να εξεταστεί κατά πόσον πληρούνται τα υπόλοιπα κριτήρια.

Ε.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

(136)

Λαμβανομένων υπόψη των παρατηρήσεων που υποβλήθηκαν και της σχετικής ανάλυσης, συνάγεται το συμπέρασμα ότι για την περίοδο εφαρμογής του επίδικου κανονισμού θα πρέπει να επιβληθεί εκ νέου, στην περίπτωση της General Footwear Ltd., ο δασμός αντιντάμπινγκ που ισχύει για τις υπόλοιπες εταιρείες στην Κίνα, δηλαδή 16,5 %, ενώ στην περίπτωση της Diamond Vietnam Co Ltd και της Ty Hung Footgearmex/Footwear Co. Ltd («Ty Hung Co Ltd.»), ο δασμός αντιντάμπινγκ που ισχύει για τις υπόλοιπες εταιρείες στο Βιετνάμ, δηλαδή 10 %.

(137)

Ο παρών κανονισμός είναι σύμφωνος με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1036,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα ή από ανασχηματισμένο δέρμα, με εξαίρεση τα αθλητικά υποδήματα, τα υποδήματα ειδικής τεχνολογίας, τις παντόφλες και τα άλλα υποδήματα δωματίου, καθώς και τα υποδήματα με προστατευτικό κάλυμμα των δακτύλων, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Βιετνάμ, και τα οποία παράγονται από τους παραγωγούς-εξαγωγείς που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού και υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ: 6403 20 00, ex 6403 30 00 (42), ex 6403 51 11, ex 6403 51 15, ex 6403 51 19, ex 6403 51 91, ex 6403 51 95, ex 6403 51 99, ex 6403 59 11, ex 6403 59 31, ex 6403 59 35, ex 6403 59 39, ex 6403 59 91, ex 6403 59 95, ex 6403 59 99, ex 6403 91 11, ex 6403 91 13, ex 6403 91 16, ex 6403 91 18, ex 6403 91 91, ex 6403 91 93, ex 6403 91 96, ex 6403 91 98, ex 6403 99 11, ex 6403 99 31, ex 6403 99 33, ex 6403 99 36, ex 6403 99 38, ex 6403 99 91, ex 6403 99 93, ex 6403 99 96, ex 6403 99 98 και ex 6405 10 00 (43), οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1294/2009. Οι κωδικοί TARIC περιλαμβάνονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

---   «αθλητικά υποδήματα»: τα υποδήματα κατά την έννοια της σημείωσης διακρίσεων 1 του κεφαλαίου 64 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1719/2005 (44)·

---   «υποδήματα ειδικής τεχνολογίας»: τα υποδήματα με τιμή CIF ανά ζεύγος όχι κατώτερη των 7,5 ευρώ που χρησιμοποιούνται για αθλητικές δραστηριότητες, με μονοκόμματο ή αποτελούμενο από πολλά στρώματα πέλμα, όχι μορφοποιημένο με έγχυση, από συνθετική ύλη ειδικά σχεδιασμένη για να απορροφά τους κραδασμούς κατακόρυφων ή πλευρικών κινήσεων και με τεχνικά χαρακτηριστικά, όπως πάτους που περικλείουν ερμητικώς αέριο ή υγρό, μηχανικά μέσα τα οποία απορροφούν ή εξουδετερώνουν τους κραδασμούς, ή υλικά όπως πολυμερή χαμηλής πυκνότητας, και υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 6403 91 11, ex 6403 91 13, ex 6403 91 16, ex 6403 91 18, ex 6403 91 91, ex 6403 91 93, ex 6403 91 96, ex 6403 91 98, ex 6403 99 91, ex 6403 99 93, ex 6403 99 96 και ex 6403 99 98·

---   «υποδήματα με προστατευτικό κάλυμμα των δακτύλων»: τα υποδήματα που φέρουν προστατευτικό κάλυμμα των δακτύλων με αντοχή στην κρούση τουλάχιστον 100 joules (45) και τα οποία υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ: ex 6403 30 00 (46), ex 6403 51 11, ex 6403 51 15, ex 6403 51 19, ex 6403 51 91, ex 6403 51 95, ex 6403 51 99, ex 6403 59 11, ex 6403 59 31, ex 6403 59 35, ex 6403 59 39, ex 6403 59 91, ex 6403 59 95, ex 6403 59 99, ex 6403 91 11, ex 6403 91 13, ex 6403 91 16, ex 6403 91 18, ex 6403 91 91, ex 6403 91 93, ex 6403 91 96, ex 6403 91 98, ex 6403 99 11, ex 6403 99 31, ex 6403 99 33, ex 6403 99 36, ex 6403 99 38, ex 6403 99 91, ex 6403 99 93, ex 6403 99 96, ex 6403 99 98 και ex 6405 10 00·

---   «παντόφλες και άλλα υποδήματα δωματίου»: τα υποδήματα που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ ex 6405 10 00.

3.   Ο συντελεστής του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται, πριν την επιβολή δασμού, στην καθαρή τιμή «ελεύθερο στα σύνορα της Ένωσης», για τα προϊόντα που περιγράφονται στην παράγραφο 1 και τα οποία κατασκευάζονται από τους παραγωγούς-εξαγωγείς που παρατίθενται παρακάτω έχει ως εξής:

Χώρα

Εταιρεία

Δασμός αντιντάμπινγκ

Πρόσθετος κωδικός TARIC

ΛΔΚ

General Footwear Ltd

16,5 %

A999

Βιετνάμ

Ty Hung Footgearmex/Footwear Co. Ltd

10 %

 

Diamond Vietnam Co. Ltd

 

Άρθρο 2

Τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση υπό τη μορφή του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 553/2006 εισπράττονται οριστικά. Τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση και υπερβαίνουν τον οριστικό συντελεστή των δασμών αντιντάμπινγκ αποδεσμεύονται.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Σεπτεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 176 της 30.6.2016, σ. 21.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 553/2006 της Επιτροπής, της 23ης Μαρτίου 2006, για επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Βιετνάμ (ΕΕ L 98 της 6.4.2006, σ. 3).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 του Συμβουλίου, της 5ης Οκτωβρίου 2006, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και για την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Βιετνάμ (ΕΕ L 275 της 6.10.2006, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 388/2008 του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2008, για την επέκταση των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1472/2006 στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, στις εισαγωγές των ίδιων προϊόντων που αποστέλλονται από την ΕΔΠ Μακάο, ανεξάρτητα από το εάν δηλώνονται ως καταγωγής ΕΔΠ Μακάο ή όχι (ΕΕ L 117 της 1.5.2008, σ. 1).

(5)  ΕΕ C 251 της 3.10.2008, σ. 21.

(6)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1294/2009 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2009, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων με το άνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Βιετνάμ και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, όπως επεκτάθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων με το άνω μέρος από δέρμα που αποστέλλονται από την ΕΔΠ Μακάο, ανεξάρτητα από το αν δηλώνονται ως καταγωγής ΕΔΠ Μακάο ή όχι, μετά τη διαδικασία επανεξέτασης ενόψει της λήξης της ισχύος των μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου (ΕΕ L 352 της 30.12.2009, σ. 1).

(7)  ΕΕ C 295 της 11.10.2013, σ. 6.

(8)  Εκτελεστική απόφαση 2014/149/ΕΕ του Συμβουλίου, της 18ης Μαρτίου 2014, που απορρίπτει την πρόταση εκτελεστικού κανονισμού για την εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων με το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, που κατασκευάζονται από την Brosmann Footwear (HK) Ltd, τη Seasonable Footwear (Zhongshan) Ltd, την Lung Pao Footwear (Guangzhou) Ltd, τη Risen Footwear (HK) Co Ltd και τη Zhejiang Aokang Shoes Co. Ltd (ΕΕ L 82 της 20.3.2014, σ. 27).

(9)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου της 12ης Οκτωβρίου 1992 περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1).

(10)  Την 1η Μαΐου 2016 άρχισε να ισχύει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα («ο κώδικας») (ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1), ο οποίος αντικαθιστά τον κοινοτικό τελωνειακό κώδικα. Οι ουσιαστικές διατάξεις που έχουν σημασία για την παρούσα υπόθεση παρέμειναν ίδιες.

(11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1).

(12)  Συνεκδικασθείσες υποθέσεις 97, 193, 99 και 215/86 Αστερίς AE και λοιποί και Ελληνική Δημοκρατία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1988, σ. 2181, σκέψεις 27 και 28.

(13)  Υπόθεση C-415/96 Ισπανία κατά Επιτροπής Συλλογή 1998, σ. I-6993, σκέψη 31· υπόθεση C-458/98 P Industrie des Poudres Sphériques κατά Συμβουλίου [2000] I-8147, σκέψεις 80 έως 85· υπόθεση T-301/01 Alitalia κατά Επιτροπής, [2008] II-1753, σκέψεις 99 και 142· συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-267/08 και T-279/08 Région Nord-Pas de Calais κατά Επιτροπής [2011] II-1999, σκέψη 83.

(14)  Υπόθεση C-415/96 (βλέπε υποσημείωση 13)· υπόθεση C-458/98 P (βλέπε υποσημείωση 13).

(15)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343, της 22.12.2009, σ. 51).

(16)  Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 τροποποιήθηκε στη συνέχεια από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 765/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2012, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (OJ L 237, 3.9.2012, p. 1–2). Σύμφωνα με το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 765/2012 οι τροποποιήσεις που επήλθαν με τον εν λόγω τροποποιητικό κανονισμό ισχύουν μόνο για έρευνες που ξεκίνησαν μετά την έναρξη ισχύος του εν λόγω κανονισμού. Η παρούσα έρευνα, ωστόσο, ξεκίνησε στις 7 Ιουλίου 2005 (ΕΕ C 166 της 7.7.2005, σ. 14).

(17)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1395 της Επιτροπής, της 18ης Αυγούστου 2016, για την εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, τα οποία παράγονται από τις εταιρείες Buckinghan Shoe Mfg Co., Ltd, Buildyet Shoes Mfg., DongGuan Elegant Top Shoes Co. Ltd, Dongguan Stella Footwear Co. Ltd, Dongguan Taiway Sports Goods Limited, Foshan City Nanhai Qun Rui Footwear Co., Jianle Footwear Industrial, Sihui Kingo Rubber Shoes Factory, Synfort Shoes Co. Ltd., Taicang Kotoni Shoes Co. Ltd, Wei Hao Shoe Co. Ltd, Wei Hua Shoe Co. Ltd, Win Profile Industries Ltd, και για την εφαρμογή της απόφασης του Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-659/13 και C-34/14 (ΕΕ L 225 της 19.8.2016, σ. 52).

(18)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1647 της Επιτροπής, της 13ης Σεπτεμβρίου 2016, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων υποδημάτων που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα, καταγωγής Βιετνάμ και που παρήχθησαν από τις εταιρείες Best Royal Co. Ltd, Lac Cuong Footwear Co., Ltd, Lac Ty Co., Ltd, Saoviet Joint Stock Company (Megastar Joint Stock Company), VMC Royal Co Ltd, Freetrend Industrial Ltd και τη συνδεδομένη εταιρεία της Freetrend Industrial A (Vietnam) Co, Ltd., Fulgent Sun Footwear Co., Ltd, General Shoes Ltd, Golden Star Co, Ltd, Golden Top Company Co., Ltd, Kingmaker Footwear Co. Ltd, Tripos Enterprise Inc., Vietnam Shoe Majesty Co., Ltd, και για την εφαρμογή της απόφασης του Δικαστηρίου στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-659/13 και C-34/14 (ΕΕ L 245 της 14.9.2016, σ. 16).

(19)  Υπόθεση C-458/98 P Industrie des poudres sphériques κατά Συμβουλίου [2000] I-8147.

(20)  Επίσης η FESI υπέβαλε παρατηρήσεις εξ ονόματος της Puma SE και της Timberland Europe BV.

(21)  Οι Wolverine Europe BV, Wolverine Europe Limited και Damco Netherlands BV δεν υπέβαλαν δικές τους παρατηρήσεις σχετικά με το γενικό έγγραφο κοινοποίησης και απλώς παρέπεμψαν στα σχόλια που υπέβαλε η FESI στις 11 Αυγούστου.

(22)  Υπόθεση 270/84 Licata κατά ESC, Συλλογή 1986, σ. 2305, σκέψη 31· Υπόθεση C-60/98 Butterfly Music κατά CEDEM, Συλλογή 1999, σ. I-3939, σκέψη 24· Υπόθεση 68/69, Bundesknappschaft κατά Brock, Συλλογή 1970, σ. 171, σκέψη 6· Υπόθεση 1/73 Westzucker GmbH κατά Einführ und Vorratsstelle für Zucker, Συλλογή 1973, σ. 723, σκέψη 5· Υπόθεση 143/73 SOPAD κατά FORMA a.o., Συλλογή 1973, σ. 1433, σκέψη 8· Υπόθεση 96/77 Bauche, Συλλογή 1978, σ. 383, σκέψη 48· Υπόθεση 125/77 KoninklijkeScholten-Honig NV κατά Floofdproduktschaap voor Akkerbouwprodukten, Συλλογή 1978, σ. 1991, σκέψη 37· Υπόθεση 40/79 Ρ κατά Επιτροπής, Συλλογή 1981, σ. 361, σκέψη 12· Υπόθεση T-404/05 Ελλάδα κατά Επιτροπής, Συλλογή 2008, σ. II-272, σκέψη 77· Υπόθεση C-334/07 Ρ Επιτροπή κατά Freistaat Sachsen, Συλλογή 2008, σ. I-9465, σκέψη 53·

(23)  Υπόθεση T-176/01 Ferrière Nord κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, σ. II-3931, σκέψη 139· Υπόθεση C-334/07 Ρ (βλέπε υποσημείωση 22).

(24)  ΕΕ C 166 της 7.7.2005, σ. 14.

(25)  Υπόθεση C-169/95 Ισπανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1997, σ. I-135, σκέψεις 51 έως 54· συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-116/01 και T-118/01, P&O European Ferries (Vizcaya) SA κατά Επιτροπής, Συλλογή 2003, σ. II-2957, σκέψη 205.

(26)  Υπόθεση C-34/92 GruSa Fleisch κατά Hauptzollamt Hamburg-Jonas, Συλλογή 1993, σ. I-4147, σκέψη 22. Η ίδια ή παρόμοια διατύπωση μπορεί, για παράδειγμα, να βρεθεί στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις 212 έως 217/80 Meridionale Industria Salumi α. δ., Συλλογή 1981, σ. 2735, σκέψεις 9 και 10· υπόθεση 21/81 Bout, Συλλογή 1982, σ. 381, σκέψη 13· υπόθεση T-42/96 Eyckeler & Malt κατά Επιτροπής, Συλλογή 1998, σ. II-401, σκέψεις 53 και 55 έως 56· υπόθεση T-180/01 Euroagri κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, σ. II-369, σκέψεις 36 έως 37.

(27)  Υπόθεση C-337/88 Società agricola fattoria alimentare (SAFA), Συλλογή 1990, σ. I-1, σκέψη 13.

(28)  Υπόθεση 245/81 Edeka κατά Γερμανίας, Συλλογή 1982, σ. 2746, σκέψη 27.

(29)  Υπόθεση T-299/05 Shanghai Excell M&E Enterprise και Shanghai Adeptech Precision κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2009, σ. II- 565, σκέψεις 116 έως 146.

(30)  Υπόθεση C-141/08 P, Foshan Shunde Yongjian Housewares & Hardware Co. Ltd. κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2009, σ. I-9147, σκέψεις 94 και επόμενες.

(31)  Βλέπε υποσημείωση 11.

(32)  ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51.

(33)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1168/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 344 της 14.12.2012, σ. 1).

(34)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1515/2001 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2001, για τα μέτρα που μπορεί να λάβει η Κοινότητα μετά από έκθεση που εγκρίνει το Όργανο Επίλυσης Διαφορών του ΠΟΕ σχετικά με μέτρα αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων (ΕΕ L 201 της 26.7.2001, σ. 10), αιτιολογική σκέψη 6.

(35)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 37/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2014 για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά τις διαδικασίες θέσπισης ορισμένων μέτρων (ΕΕ L 18 της 21.1.2014, σ. 1).

(36)  Βλέπε για παράδειγμα Υπόθεση T-221/05 Huvis κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2008, σ. II-124 και Υπόθεση T-249/06 Interpipe Nikopolsky κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2009, σ. II-303. Για λόγους πληρότητας, κρίνονται σκόπιμες οι ακόλουθες επεξηγήσεις: Στην υπόθεση T-107/08 ENRC κατά Συμβουλίου, το Γενικό Δικαστήριο απεφάνθη ότι δεν υπήρξε πρακτική ντάμπινγκ ή, τουλάχιστον, ότι το περιθώριο ντάμπινγκ θα ήταν χαμηλότερο από αυτό που υπολογίζεται με τον επίδικο κανονισμό και συνεπώς ακύρωσε τον επίδικο κανονισμό στο σύνολό του (Υπόθεση T-107/08 ENRC κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2011, σ. II-8051, σκέψεις 67 έως 70). Όταν η Επιτροπή εφάρμοσε τη μέθοδο που υπέδειξε το Γενικό Δικαστήριο, διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχε ούτε πρακτική ντάμπινγκ ούτε ζημία. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν προχώρησε σε επίσημη επανάληψη της έρευνας. Στην απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-351/04 Ikea (Υπόθεση C-351/04 Ikea, Συλλογή 2007, σ. I-7723), το Δικαστήριο είχε εν μέρει κηρύξει άκυρο τον κανονισμό του Συμβουλίου, και συγκεκριμένα στον βαθμό που ο δασμός είχε υπολογιστεί με τη χρήση της μεθόδου «μηδενισμού». Τα θεσμικά όργανα είχαν υπολογίσει εκ νέου τον δασμό χωρίς τη χρήση της μεθόδου μηδενισμού ήδη σε πρώιμο στάδιο, κατόπιν απόφασης του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου του ΠΟΕ, και διαπίστωσαν ότι δεν σημειώθηκε καμία πρακτική ντάμπινγκ και, επομένως, περάτωσαν την έρευνα χωρίς την επιβολή μέτρων (ουσιαστικά, δηλαδή, μηδενίζοντας τον νέο δασμό) [κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 160/2002 του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2398/97 του Συμβουλίου για την επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές βαμβακερών πανιών κρεβατιού, καταγωγής Αιγύπτου, Ινδίας και Πακιστάν, και για την περάτωση της διαδικασίας όσον αφορά τις εισαγωγές, καταγωγής Πακιστάν (ΕΕ L 26 της 30.1.2002, σ. 1)]. Στην υπόθεση T-498/04 Zheijiang Xinan Chemical Group κατά Συμβουλίου (Υπόθεση T-498/04 Zheijiang Xinan Chemical Group κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2009, σ. I-1969), το Συμβούλιο άσκησε αίτηση αναιρέσεως κατά της πρωτοβάθμιας αποφάσεως. Ως εκ τούτου, η ακύρωση τέθηκε σε ισχύ μόνο την ημερομηνία κατά την οποία το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση επί της αίτησης αναιρέσεως (Υπόθεση C-337/09 P Συμβούλιο κατά Zheijiang Xinan Chemical Group, Συλλογή 2012, σ. I-471), στις 19 Ιουλίου 2012. Στην απόφαση αυτή, το Γενικό Δικαστήριο, όπως επιβεβαίωσε το Δικαστήριο, διαπίστωσε ότι η Επιτροπή και το Συμβούλιο υποχρεούνταν να αναγνωρίσουν καθεστώς οικονομίας της αγοράς στην αιτούσα, η οποία ήταν η μόνη κινεζική επιχείρηση που είχε εξαγάγει το οικείο προϊόν κατά την περίοδο της έρευνας. Στην περίπτωση αυτή, σε αντίθεση με την παρούσα υπόθεση, η Επιτροπή και το Συμβούλιο είχαν όντως προβεί σε ανάλυση της αίτησης περί υπαγωγής σε καθεστώς οικονομίας της αγοράς και είχαν απορρίψει την αίτηση εκείνη ως αβάσιμη. Τα δικαστήρια της Ένωσης έκριναν ότι –σε αντίθεση με την άποψη που εξέφρασε η Επιτροπή και το Συμβούλιο– η αξίωση ήταν στην πραγματικότητα βάσιμη και ως εκ τούτου έπρεπε να υπολογιστεί η κανονική αξία με βάση τα στοιχεία που παρασχέθηκαν από την Zheijiang Xinan Chemical Group. Η Επιτροπή κανονικά θα είχε συνεχίσει τη διαδικασία, προκειμένου να προτείνει στο Συμβούλιο την επιβολή δασμού για το μέλλον. Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση, η Επιτροπή [Απόφαση 2009/383/ΕΚ της Επιτροπής, της 14ης Μαΐου 2009, για την αναστολή του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1683/2004 του Συμβουλίου στις εισαγωγές glyphosate καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 120 της 15.5.2009, σ. 20)] και το Συμβούλιο [Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 126/2010 του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2010, για την επέκταση της αναστολής του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1683/2004 σε εισαγωγές glyphosate καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 40 της 13.2.2010, σ. 1)] είχαν αποφασίσει το 2009 και το 2010 να άρουν τον δασμό αντιντάμπινγκ για την περίοδο έως το τέλος της περιόδου εφαρμογής του στις 30 Σεπτεμβρίου 2010, λαμβάνοντας υπόψη ότι ήταν απίθανο να συνεχιστεί η ζημία λόγω των υψηλών επιπέδων κέρδους της ενωσιακής βιομηχανίας. Ως εκ τούτου, δεν χρειαζόταν να συνεχίσει τη διαδικασία με σκοπό την επιβολή δασμού για το μέλλον. Επίσης, δεν υπήρχε περιθώριο για τη συνέχιση της διαδικασίας με σκοπό την εκ νέου επιβολή δασμού για το παρελθόν: Σε αντίθεση με την προκειμένη περίπτωση, δεν έγινε καμία δειγματοληψία. Πράγματι, η Zheijiang Xinan Chemical Group ήταν ο μοναδικός παραγωγός-εξαγωγέας που πραγματοποίησε πωλήσεις στην αγορά της Ένωσης κατά την περίοδο της έρευνας. Δεδομένου ότι η Επιτροπή και το Συμβούλιο θα υποχρεούνταν να αναγνωρίσουν στην Zheijiang Xinan Chemical Group καθεστώς οικονομίας της αγοράς, τα δικαστήρια της Ένωσης ακύρωσαν τη διαπίστωση πρακτικής ντάμπινγκ. Η υπόθεση T-348/05 JSC Kirovo-Chepetsky κατά Συμβουλίου (Υπόθεση T-348/05 JSC Kirovo-Chepetsky κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2008, σ. II-159) αποτελεί μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση. Η Επιτροπή είχε κινήσει μερική ενδιάμεση επανεξέταση κατόπιν αιτήματος της ενωσιακής βιομηχανίας και, με την ευκαιρία αυτή, είχε διευρύνει το πεδίο εφαρμογής των εμπλεκόμενων προϊόντων, συμπεριλαμβάνοντας ένα διαφορετικό προϊόν. Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι δεν ήταν δυνατόν να προχωρήσει κατ' αυτόν τον τρόπο, αλλά ότι ήταν απαραίτητο να κινήσει χωριστή έρευνα για το προϊόν που προστέθηκε. Με βάση τη γενική αρχή του δεδικασμένου στο ενωσιακό δίκαιο, τα θεσμικά όργανα δεν είχαν περιθώριο να επαναλάβουν τη μερική ενδιάμεση επανεξέταση μετά την ακύρωση.

(37)  Βλέπε για παράδειγμα κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 412/2009 του Συμβουλίου, της 18ης Μαΐου 2009, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 428/2005 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές μη συνεχών ινών από πολυεστέρες, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Σαουδικής Αραβίας, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2852/2000 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές μη συνεχών ινών από πολυεστέρες, καταγωγής Δημοκρατίας της Κορέας, και για την περάτωση της διαδικασίας όσον αφορά αυτές τις εισαγωγές, καταγωγής Ταϊβάν (ΕΕ L 125 της 21.5.2009, σ. 1) (συμμόρφωση με Huvis). Εκτελεστικός κανονισμός (EE) αριθ. 540/2012 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2012, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 954/2006 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων σωλήνων χωρίς συγκόλληση από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Κροατίας, Ρουμανίας, Ρωσίας και Ουκρανίας (ΕΕ L 165 της 26.6.2012, σ. 1) (συμμόρφωση με Interpipe Nikopolsky).

(38)  Βλέπε για παράδειγμα Υπόθεση C-338/10 Gruenwald Logistik Services, Συλλογή 2012, σ. I-158 και την εκ νέου επιβολή δασμών με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 158/2013 του Συμβουλίου, της 18ης Φεβρουαρίου 2013, για την εκ νέου επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων παρασκευασμένων ή διατηρημένων εσπεριδοειδών (συγκεκριμένα μανταρινιών κ.λπ.) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 49 της 22.2.2013, σ. 29). Βλέπε επίσης τα ακόλουθα παραδείγματα: Στην υπόθεση T-158/10 Dow κατά Συμβουλίου, το Γενικό Δικαστήριο απεφάνθη ότι δεν υπήρχε πιθανότητα συνέχισης του ντάμπινγκ (Υπόθεση T-158/10 Dow κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2012, σ. II-218, σκέψεις 47 και 59). Στην υπόθεση T-107/04 Aluminium Silicon Mill Products κατά Συμβουλίου, το Γενικό Δικαστήριο απεφάνθη ότι δεν υπήρχε αιτιώδης συνάφεια μεταξύ ντάμπινγκ και ζημίας (Υπόθεση T-107/04 Aluminium Silicon Mill Products κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2007, σ. II-672, σκέψη 116). Σύμφωνα με τη γενική αρχή του δεδικασμένου στο ενωσιακό δίκαιο, η Επιτροπή και το Συμβούλιο δεσμεύονται από τα πορίσματα των δικαστηρίων της Ένωσης, όπου αυτά δύνανται, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που έχουν ενώπιόν τους, να καταλήξουν σε οριστικό συμπέρασμα σχετικά με την ύπαρξη ή μη πρακτικής ντάμπινγκ, ζημίας, αιτιώδους συνάφειας και συμφέροντος της Ένωσης. Η Επιτροπή και το Συμβούλιο δεν δύνανται, συνεπώς, να παρεκκλίνουν από τα πορίσματα των δικαστηρίων της Ένωσης. Στην περίπτωση αυτή, η έρευνα περατώνεται με την απόφαση των δικαστηρίων της Ένωσης, τα οποία καταλήγουν στο οριστικό συμπέρασμα ότι η καταγγελία της ενωσιακής βιομηχανίας είναι νόμω αβάσιμη. Με βάση αυτές τις δύο αποφάσεις, δεν υπήρχε συνεπώς περιθώριο για την Επιτροπή και το Συμβούλιο να συνεχίσουν μια έρευνα από το σημείο που περατώθηκε, γι' αυτό και δεν προέβησαν σε περαιτέρω ενέργειες μετά την έκδοση των εν λόγω αποφάσεων.

(39)  Υπόθεση C-138/09, Todaro, Συλλογή 2010, σ. I-4561.

(40)  Υπόθεση T-167/94 Nölle κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, Συλλογή 1995, σ. II-2589, σκέψεις 62 και 63.

(41)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 553/2006 (βλέπε υποσημείωση 2).

(42)  Βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1549/2006 της Επιτροπής, της 17ης Οκτωβρίου 2006, για την τροποποίηση του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 301 της 31.10.2006, σ. 1), ο εν λόγω κωδικός ΣΟ αντικαθίσταται την 1η Ιανουαρίου 2007 από τους κωδικούς ΣΟ ex 6403 51 05, ex 6403 59 05, ex 6403 91 05 και ex 6403 99 05.

(43)  Κατά τα οριζόμενα στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1719/2005 της Επιτροπής, της 27ης Οκτωβρίου 2005, που τροποποιεί το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 286 της 28.10.2005, σ. 1). Η κάλυψη προϊόντων καθορίζεται με συνδυασμό της περιγραφής προϊόντων στο άρθρο 1 παράγραφος 1 και της περιγραφής των προϊόντων στους αντίστοιχους κωδικούς ΣΟ από κοινού.

(44)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1719/2005 (βλέπε υποσημείωση 43).

(45)  H αντοχή στην κρούση μετράται σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα EN345 ή EN346.

(46)  Βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1549/2006 (βλέπε υποσημείωση 42), ο εν λόγω κωδικός ΣΟ αντικαθίσταται την 1η Ιανουαρίου 2007 από τους κωδικούς ΣΟ ex 6403 51 05, ex 6403 59 05, ex 6403 91 05 και ex 6403 99 05.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κωδικοί TARIC για τα υποδήματα που έχουν το πάνω μέρος από δέρμα ή από ανασχηματισμένο δέρμα, όπως ορίζονται στο άρθρο 1:

α)

Από τις 7 Οκτωβρίου 2006:

6403300039, 6403300089, 6403511190, 6403511590, 6403511990, 6403519190, 6403519590, 6403519990, 6403591190, 6403593190, 6403593590, 6403593990, 6403599190, 6403599590, 6403599990, 6403911199, 6403911399, 6403911699, 6403911899, 6403919199, 6403919399, 6403919699, 6403919899, 6403991190, 6403993190, 6403993390, 6403993690, 6403993890, 6403999199, 6403999329, 6403999399, 6403999629, 6403999699, 6403999829, 6403999899 και 6405100080

β)

Από την 1η Ιανουαρίου 2007:

6403510519, 6403510599, 6403511190, 6403511590, 6403511990, 6403519190, 6403519590, 6403519990, 6403590519, 6403590599, 6403591190, 6403593190, 6403593590, 6403593990, 6403599190, 6403599590, 6403599990, 6403910519, 6403910599, 6403911199, 6403911399, 6403911699, 6403911899, 6403919199, 6403919399, 6403919699, 6403919899, 6403990519, 6403990599, 6403991190, 6403993190, 6403993390, 6403993690, 6403993890, 6403999199, 6403999329, 6403999399, 6403999629, 6403999699, 6403999829, 6403999899 και 6405100080

γ)

Από τις 7 Σεπτεμβρίου 2007:

6403510515, 6403510518, 6403510595, 6403510598, 6403511191, 6403511199, 6403511591, 6403511599, 6403511991, 6403511999, 6403519191, 6403519199, 6403519591, 6403519599, 6403519991, 6403519999, 6403590515, 6403590518, 6403590595, 6403590598, 6403591191, 6403591199, 6403593191, 6403593199, 6403593591, 6403593599, 6403593991, 6403593999, 6403599191, 6403599199, 6403599591, 6403599599, 6403599991, 6403599999, 6403910515, 6403910518, 6403910595, 6403910598, 6403911195, 6403911198, 6403911395, 6403911398, 6403911695, 6403911698, 6403911895, 6403911898, 6403919195, 6403919198, 6403919395, 6403919398, 6403919695, 6403919698, 6403919895, 6403919898, 6403990515, 6403990518, 6403990595, 6403990598, 6403991191, 6403991199, 6403993191, 6403993199, 6403993391, 6403993399, 6403993691, 6403993699, 6403993891, 6403993899, 6403999195, 6403999198, 6403999325, 6403999328, 6403999395, 6403999398, 6403999625, 6403999628, 6403999695, 6403999698, 6403999825, 6403999828, 6403999895, 6403999898, 6405100081 και 6405100089


Top