ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τρίτο τμήμα)
της 2ας Απριλίου 2009 ( *1 )
«Κοινοτικό σήμα — Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού κοινοτικού σήματος ULTIMATE FIGHTING CHAMPIONSHIP — Απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου — Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα — Περιγραφικός χαρακτήρας — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχεία β’ και γ’, και άρθρο 73 του κανονισμού (ΕΚ) 40/94»
Στην υπόθεση T-118/06,
Zuffa, LLC, με έδρα το Λας Βέγκας της πολιτείας της Νεβάδα (Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής), εκπροσωπούμενη από τους S. Malynicz, barrister, M. Blair και C. Balme, solicitors,
προσφεύγουσα,
κατά
Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τον P. Bullock,
καθού,
με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 30ής Ιανουαρίου 2006 (υπόθεση R 931/2005-1), σχετικά με την καταχώριση του λεκτικού σημείου ULTIMATE FIGHTING CHAMPIONSHIP ως κοινοτικού σήματος,
ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (τρίτο τμήμα),
συγκείμενο από τους J. Azizi, πρόεδρο, E. Cremona και S. Frimodt Nielsen (εισηγητή), δικαστές,
γραμματέας: J. Palacio González, κύριος υπάλληλος διοικήσεως
έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 12 Απριλίου 2006,
έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 13 Ιουλίου 2006,
έχοντας υπόψη τη διάταξη του προέδρου του τρίτου τμήματος του Πρωτοδικείου της 13ης Νοεμβρίου 2008, περί συνεκδικάσεως της υπό κρίση υποθέσεως και της υποθέσεως T-379/05 προς διευκόλυνση της προφορικής διαδικασίας,
κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 16ης Δεκεμβρίου 2008,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
Ιστορικό της διαφοράς
1 |
Στις 25 Ιουλίου 2002, η προσφεύγουσα, Zuffa, LLC, υπέβαλε στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού κοινοτικού σήματος, βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί. |
2 |
Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το λεκτικό σήμα ULTIMATE FIGHTING CHAMPIONSHIP. |
3 |
Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση του σήματος εμπίπτουν, μεταξύ άλλων, στις κλάσεις 9, 16, 25, 28 και 41 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί (στο εξής: Διακανονισμός της Νίκαιας), και αντιστοιχούν, για καθεμία από τις κλάσεις αυτές, στην εξής περιγραφή:
|
4 |
Με απόφαση της 31ης Μαΐου 2005 και βάσει του άρθρου 38 του κανονισμού 40/94, ο εξεταστής απέρριψε την αίτηση καταχωρίσεως ενός σήματος για το σύνολο των προϊόντων και των υπηρεσιών που εμπίπτουν στις κλάσεις 9, 16, 25, 28 και 41, με την αιτιολογία ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση ήταν περιγραφικό, στερούνταν διακριτικού χαρακτήρα και δεν μπορούσε να καταχωρισθεί βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β’ και γ’, και παράγραφος 2, του κανονισμού 40/94. |
5 |
Στις 29 Ιουλίου 2005, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή βάσει των άρθρων 57 έως 62 του κανονισμού 40/94 κατά της αποφάσεως του εξεταστή. |
6 |
Με απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2006 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το πρώτο τμήμα προσφυγών ακύρωσε την απόφαση του εξεταστή, απέρριψε την προσφυγή της προσφεύγουσας καθόσον αμφισβητούσε την εκτίμηση του εξεταστή περί του ότι το σήμα ULTIMATE FIGHTING CHAMPIONSHIP στερούνταν διακριτικού ή περιγραφικού χαρακτήρα όσον αφορά το σύνολο των προϊόντων και των υπηρεσιών που εμπίπτουν στις κλάσεις 9, 16, 25, 28 και 41 και για τα οποία είχε ζητηθεί η καταχώριση σήματος, ανέπεμψε δε την υπόθεση στον εξεταστή όσον αφορά το ζήτημα αν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 40/94. |
7 |
Το τμήμα προσφυγών έκρινε, καταρχάς, ότι ως οικείο κοινό πρέπει να θεωρηθεί ο αγγλόφωνος μέσος καταναλωτής, ο οποίος παρακολουθεί θεάματα και αγοράζει καταναλωτικά προϊόντα, όπως ενδύματα, είδη χαρτοπωλείου και παιχνίδια (βλ. σκέψη 13 της προσβαλλομένης αποφάσεως). |
8 |
Το τμήμα προσφυγών επισήμανε στη συνέχεια ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση αποτελεί συνδυασμό αγγλικών λέξεων των οποίων η σημασία είναι σαφής και μη διφορούμενη: ο όρος «ultimate» σημαίνει «καθοριστικός, τελικός»· ο όρος «fighting» έχει την έννοια του «αγώνα»· όσον αφορά τη λέξη «championship», παραπέμπει σε διοργάνωση που αποσκοπεί στην ανάδειξη πρωταθλητή. Κατά συνέπεια, για οποιονδήποτε γνώστη της αγγλικής, η φράση «ultimate fighting championship» σημαίνει «πρωτάθλημα αγώνων μέχρι τελικής πτώσεως», καθόσον ο όρος «ultimate fighting» γίνεται αντιληπτός υπό την έννοια ότι υποδηλώνει είδος αγώνα ο οποίος λήγει όταν ο ένας εκ των αντιπάλων αδυνατεί πλέον να αγωνισθεί (βλ. σκέψεις 14 και 15 της προσβαλλομένης αποφάσεως). |
9 |
Το τμήμα προσφυγών έκρινε, εξάλλου, ότι οι υπηρεσίες τις οποίες αφορά η αίτηση καταχωρίσεως σήματος και οι οποίες εμπίπτουν στην κλάση 41 σχετίζονται άμεσα με τη διοργάνωση αθλητικών εκδηλώσεων. Όσον αφορά τις εκδηλώσεις αυτές, το σήμα ULTIMATE FIGHTING CHAMPIONSHIP είναι περιγραφικό, καθόσον προσδιορίζει το είδος τους. Όσον αφορά τα προϊόντα που εμπίπτουν στις λοιπές κλάσεις, το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση μπορεί να μη χαρακτηρισθεί ως περιγραφικό, πλην όμως στερείται διακριτικού χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, το σήμα ULTIMATE FIGHTING CHAMPIONSHIP δεν εκλαμβάνεται ως προσδιορισμός της εμπορικής προελεύσεως των προϊόντων που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως, αλλά ως προσδιορίζον αθλητική διοργάνωση με τη χρήση γενικών εννοιών. Όσον αφορά τα πρωταθλήματα, οι καταναλωτές αναμένουν ότι όροι όπως, για παράδειγμα, «ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου» ή «τουρνουά γκολφ Μάστερς» προσδιορίζουν την οικεία διοργάνωση και ότι, για παράδειγμα, τα είδη ενδύσεως που φέρουν την ονομασία της διοργανώσεως αυτής φέρουν επίσης την επωνυμία του κατασκευαστή (βλ. σκέψεις 16 έως 25 της προσβαλλομένης αποφάσεως). |
10 |
Τέλος, έχοντας επισημάνει, με τη σκέψη 20 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι, αφότου καταστεί γνωστή η ονομασία μιας αθλητικής δραστηριότητας, δεν αποκλείεται το ενδιαφερόμενο κοινό να εξοικειωθεί με αυτήν την ονομασία σε τέτοιο βαθμό, ώστε να τη συνδέσει με συγκεκριμένη επιχείρηση, το τμήμα προσφυγών ανέπεμψε την υπόθεση στον εξεταστή όσον αφορά το ζήτημα αν το σήμα ULTIMATE FIGHTING CHAMPIONSHIP έχει αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα λόγω της χρήσεώς του (βλ. σκέψεις 26 έως 28 της προσβαλλομένης αποφάσεως). |
Αιτήματα των διαδίκων
11 |
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:
|
12 |
Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Πρωτοδικείο:
|
Σκεπτικό
Επί του αντικειμένου της διαφοράς
13 |
Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, απαντώντας στις ερωτήσεις του Πρωτοδικείου, το ΓΕΕΑ αναγνώρισε ότι ο εξεταστής δεν έχει ακόμη αποφανθεί επί του ζητήματος αν το σήμα ULTIMATE FIGHTING CHAMPIONSHIP, του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, έχει αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα λόγω της χρήσεώς του, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 40/94, καθόσον αναμένει την έκδοση της οριστικής αποφάσεως του Πρωτοδικείου στην υπό κρίση υπόθεση. Ως εκ τούτου, η προσφεύγουσα εξακολουθεί να έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως, δεδομένου ότι τα αιτήματά της δεν κατέστησαν άνευ αντικειμένου. |
14 |
Εξάλλου, οι διάδικοι, ερωτηθέντες σχετικώς κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, επιβεβαίωσαν ότι το ζήτημα αν το σήμα ULTIMATE FIGHTING CHAMPIONSHIP, του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, έχει αποκτήσει διακριτικό χαρακτήρα λόγω της χρήσεώς του, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 40/94, δεν αφορά την υπό κρίση διαφορά. |
Επί της νομιμότητας της προσβαλλομένης αποφάσεως
Επιχειρήματα των διαδίκων
15 |
Η προσφεύγουσα υποστηρίζει κατ’ ουσίαν ότι, το τμήμα προσφυγών, εκδίδοντας την προσβαλλόμενη απόφαση, παρέβη το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχεία β’ και γ’, του κανονισμού 40/94. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται συναφώς ότι το τμήμα προσφυγών εκτίμησε πεπλανημένα τη σημασία του σημείου ULTIMATE FIGHTING CHAMPIONSHIP και τη σχέση μεταξύ του σημείου ULTIMATE FIGHTING CHAMPIONSHIP και των προϊόντων και υπηρεσιών που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως σήματος. Ισχυρίζεται, επίσης, ότι ορισμένες ονομασίες αθλητικών διοργανώσεων μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως σήματα και δεν στερούνται διακριτικού χαρακτήρα. |
16 |
Το ΓΕΕΑ αμφισβητεί τους ισχυρισμούς της προσφεύγουσας στο σύνολό τους. |
Εκτίμηση του Πρωτοδικείου
17 |
Μολονότι, εν προκειμένω, η προσφεύγουσα δεν προέβαλε έλλειψη αιτιολογίας, η υποχρέωση αιτιολογήσεως που αφορά τις πράξεις των οποίων η νομιμότητα ελέγχεται από τα κοινοτικά δικαστήρια αποτελεί ζήτημα δημοσίας τάξεως το οποίο ο κοινοτικός δικαστής οφείλει να εξετάζει, εφόσον είναι αναγκαίο, αυτεπαγγέλτως [βλ., σχετικώς, αποφάσεις του Δικαστηρίου της 20ής Μαρτίου 1959, 18/57, Nold κατά Ανωτάτης Αρχής, Συλλογή τόμος 1954-1964, σ. 323, και της 20ής Φεβρουαρίου 1997, C-166/95 P, Επιτροπή κατά Daffix, Συλλογή 1997, σ. I-983, σκέψη 24, και απόφαση του Πρωτοδικείου της 23ης Οκτωβρίου 2002, T-388/00, Institut für Lernsysteme κατά ΓΕΕΑ — Educational Services (ELS), Συλλογή 2002, σ. II-4301, σκέψη 59]. Το Πρωτοδικείο κρίνει ότι είναι αναγκαίο να εξετάσει αυτεπαγγέλτως αν η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς αιτιολογημένη. Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, οι διάδικοι ερωτήθηκαν αν η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς αιτιολογημένη. |
18 |
Βάσει του άρθρου 73 του κανονισμού 40/94, οι αποφάσεις του ΓΕΕΑ πρέπει να είναι αιτιολογημένες και να στηρίζονται αποκλειστικά στους λόγους επί των οποίων οι διάδικοι είχαν τη δυνατότητα να λάβουν θέση. Επιπλέον, ο κανόνας 50, παράγραφος 2, στοιχείο η’, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί της εφαρμογής του κανονισμού 40/94 (ΕΕ L 303, σ. 1), ορίζει ότι η απόφαση του τμήματος προσφυγών πρέπει να περιέχει σκεπτικό. Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις αυτές υποχρέωση αιτιολογήσεως έχει το ίδιο περιεχόμενο με την κατά το άρθρο 253 ΕΚ υποχρέωση [βλ. αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 28ης Απριλίου 2004, T-124/02 και T-156/02, Sunrider κατά ΓΕΕΑ — Vitakraft-Werke Wührmann και Friesland Brands (VITATASTE και METABALANCE 44), Συλλογή 2004, σ. II-1149, σκέψη 72, και της 7ης Σεπτεμβρίου 2006, T-168/04, L & D κατά ΓΕΕΑ — Sämann (Aire Limpio), Συλλογή 2006, σ. II-2699, σκέψη 113 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία]. |
19 |
Κατά πάγια νομολογία, από την απαιτούμενη κατά το άρθρο 253 ΕΚ αιτιολογία πρέπει να προκύπτει κατά τρόπο σαφή και μη διφορούμενο η συλλογιστική του συντάκτη της πράξεως. Ως εκ τούτου, η υποχρέωση του τμήματος προσφυγών να αιτιολογεί τις αποφάσεις του έχει διττό σκοπό, δηλαδή, αφενός, παρέχει στους ενδιαφερομένους τη δυνατότητα να λάβουν γνώση των λόγων για τους οποίους ελήφθησαν τα μέτρα, προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα να προασπίσουν τα δικαιώματά τους, και, αφετέρου, καθιστά δυνατή την εκ μέρους του κοινοτικού δικαστή άσκηση του ελέγχου νομιμότητας των αποφάσεων αυτών (βλ. προπαρατεθείσες αποφάσεις VITATASTE και METABALANCE 44, σκέψη 73, και Aire Limpio, σκέψη 114 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
20 |
Το ζήτημα αν η αιτιολογία μιας αποφάσεως πληροί τις απαιτήσεις αυτές πρέπει να εκτιμάται σε σχέση όχι μόνο με το γράμμα της, αλλά και σε σχέση με το γενικό πλαίσιο στο οποίο αυτή εντάσσεται, καθώς και με το σύνολο των νομικών κανόνων που διέπουν το σχετικό θέμα (βλ. προπαρατεθείσα απόφαση VITATASTE και METABALANCE 44, σκέψη 73 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
21 |
Συναφώς, βάσει του άρθρου 4 του κανονισμού 40/94, το καθοριστικό στοιχείο προκειμένου ένα σημείο επιδεκτικό γραφικής παραστάσεως να μπορεί να αποτελέσει κοινοτικό σήμα έγκειται στο αν μπορεί να καταστήσει δυνατή τη διάκριση των προϊόντων μιας επιχειρήσεως από τα προϊόντα άλλων επιχειρήσεων. Εξ αυτού συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι οι απόλυτοι λόγοι απαραδέκτου τους οποίους προβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχεία β’ και γ’, του κανονισμού 40/94, δηλαδή η έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα και ο περιγραφικός χαρακτήρας του σημείου, αντιστοίχως, εκτιμώνται αποκλειστικώς σε σχέση με τις υπηρεσίες ή τα προϊόντα για τα οποία ζητείται η καταχώριση του σημείου [βλ. αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 31ης Ιανουαρίου 2001, T-135/99, Taurus-Film κατά ΓΕΕΑ (Cine Action), Συλλογή 2001, σ. II-379, σκέψη 25, και T-136/99, Taurus-Film κατά ΓΕΕΑ (Cine Comedy), Συλλογή 2001, σ. II-397, σκέψη 25 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία]. |
22 |
Ως εκ τούτου, το αν υφίσταται κάποιος από τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου που προβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχεία β’ και γ’, του κανονισμού 40/94 απαιτεί συγκεκριμένη εκτίμηση, κατά την οποία λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των ασκούντων επιρροή πραγματικών περιστατικών και περιστάσεων, σε σχέση, αφενός, με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες ζητήθηκε η καταχώριση του σήματος και, αφετέρου, με τον τρόπο με τον οποίο τα εκλαμβάνουν οι ενδιαφερόμενοι, δηλαδή οι καταναλωτές των εν λόγω προϊόντων και υπηρεσιών [βλ. αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 8ης Ιουνίου 2005, T-315/03, Wilfer κατά ΓΕΕΑ (ROCKBASS), Συλλογή 2005, σ. II-1981, σκέψη 51 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και της 13ης Ιουνίου 2007, T-441/05, IVG Immobilien κατά ΓΕΕΑ (I), Συλλογή 2007, σ. II-1937, σκέψη 41· βλ. επίσης, κατ’ αναλογία, απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Φεβρουαρίου 2004, C-218/01, Henkel, Συλλογή 2004, σ. I-1725, σκέψεις 50 και 51]. |
23 |
Εξάλλου, οι λόγοι απαραδέκτου τους οποίους προβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94 πρέπει να ερμηνεύονται με γνώμονα το γενικό συμφέρον που δικαιολογεί καθέναν από αυτούς, έκαστος δε των λόγων αυτών είναι ανεξάρτητος των άλλων και απαιτεί χωριστή εξέταση (βλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 29ης Απριλίου 2004, C-456/01 P και C-457/01 P, Henkel κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2004, σ. I-5089, σκέψη 45 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Συγκεκριμένα, το γενικό συμφέρον που λαμβάνεται υπόψη κατά την εξέταση καθενός από τους λόγους αυτούς απαραδέκτου μπορεί, ενδεχομένως δε και πρέπει, να αντικατοπτρίζει διαφορετικές εκτιμήσεις αναλόγως του προβαλλομένου λόγου απαραδέκτου [βλ. απόφαση του Δικαστηρίου της 8ης Μαΐου 2008, C-304/06 P, Eurohypo κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2008, σ. I-3297, σκέψεις 54 και 55 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και απόφαση του Πρωτοδικείου της 10ης Οκτωβρίου 2006, T-302/03, PTV κατά ΓΕΕΑ (map&guide), Συλλογή 2006, σ. II-4039, σκέψη 33]. |
24 |
Συναφώς, το γενικό συμφέρον που αποτελεί τη δικαιολογητική βάση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β’, του κανονισμού 40/94 συνίσταται, αφενός, στο να μην περιορίζεται αδικαιολόγητα η δυνατότητα ελεύθερης χρήσεως του σημείου, του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, από τις λοιπές επιχειρήσεις που προσφέρουν προϊόντα ή παρέχουν υπηρεσίες παρεμφερείς προς τις υπηρεσίες και τα προϊόντα για τα οποία ζητείται η καταχώριση και, αφετέρου, στο να διασφαλίζεται υπέρ του καταναλωτή ή του τελικού χρήστη η ταυτότητα προελεύσεως των προϊόντων ή των υπηρεσιών που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως σήματος, καθιστώντας δυνατό σ’ αυτόν να διακρίνει, χωρίς κίνδυνο συγχύσεως, αυτά τα προϊόντα ή αυτές τις υπηρεσίες από προϊόντα ή υπηρεσίες άλλης προελεύσεως. Η διασφάλιση αυτή συνιστά πράγματι τη βασική λειτουργία του σήματος (βλ., σχετικώς, απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2004, C-329/02 P, SAT.1 κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2004, σ. I-8317, σκέψεις 23, 26 και 27 καθώς και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και προπαρατεθείσα απόφαση του Δικαστηρίου Eurohypo κατά ΓΕΕΑ, σκέψεις 59 και 62). |
25 |
Το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ’, του κανονισμού 40/94 επιδιώκει την επίτευξη σκοπού γενικού συμφέροντος, βάσει του οποίου τα σημεία ή οι ενδείξεις που περιγράφουν τα χαρακτηριστικά των υπηρεσιών ή των προϊόντων για τα οποία ζητείται η καταχώριση σήματος πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούνται ελεύθερα από όλους. Επομένως, η διάταξη αυτή δεν επιτρέπει την αποκλειστική χρήση των σημείων ή των ενδείξεων αυτών από μία μόνον επιχείρηση λόγω της καταχωρίσεώς τους ως σημάτων (βλ. προπαρατεθείσα απόφαση ROCKBASS, σκέψη 50 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
26 |
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι υφίσταται προφανής επικάλυψη των πεδίων εφαρμογής των λόγων απαραδέκτου που παρατίθενται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχεία β’ και γ’, του κανονισμού 40/94. Ειδικότερα, από τη νομολογία προκύπτει ότι ένα λεκτικό σήμα που είναι περιγραφικό των χαρακτηριστικών προϊόντων ή υπηρεσιών, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ’, του εν λόγω κανονισμού, ενδέχεται, εξ αυτού του γεγονότος, να θεωρηθεί καταρχήν ότι στερείται διακριτικού χαρακτήρα όσον αφορά τα ίδια αυτά προϊόντα ή υπηρεσίες, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β’, του ιδίου κανονισμού. Πάντως, για την έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα απαιτείται χωριστή απόδειξη (βλ., σχετικώς, προπαρατεθείσα απόφαση Eurohypo κατά ΓΕΕΑ, σκέψεις 69 και 70). |
27 |
Ως εκ τούτου, οσάκις η καταχώριση σήματος ζητείται για διάφορα προϊόντα ή υπηρεσίες, το τμήμα προσφυγών πρέπει να διακριβώσει in concreto ότι στην περίπτωση του σήματος αυτού δεν συντρέχει κανένας από τους λόγους απαραδέκτου που απαριθμούνται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94 όσον αφορά καθένα από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες αυτές, δύναται δε να κρίνει διαφορετικά αναλόγως του εξεταζόμενου προϊόντος ή της εξεταζόμενης υπηρεσίας (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Φεβρουαρίου 2004, C-363/99, Koninklijke KPN Nederland, Συλλογή 2004, σ. I-1619, σκέψεις 33 και 73). Συνεπώς, οσάκις το τμήμα προσφυγών απορρίπτει αίτηση καταχωρίσεως σήματος, υποχρεούται να παραθέτει στην απόφασή του την κρίση του για καθένα από τα προϊόντα και για καθεμία από τις υπηρεσίες που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως, ανεξαρτήτως της διατυπώσεως της αιτήσεως αυτής. Πάντως, σε περίπτωση κατά την οποία ο ίδιος λόγος απαραδέκτου αφορά κατηγορία ή ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών, η αρμόδια αρχή δύναται να περιορισθεί σε συνολική αιτιολογία για όλα τα σχετικά προϊόντα ή όλες τις σχετικές υπηρεσίες (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση του Δικαστηρίου της 15ης Φεβρουαρίου 2007, C-239/05, BVBA Management, Training en Consultancy, Συλλογή 2007, σ. I-1455, σκέψη 38). |
28 |
Συναφώς, η δυνατότητα του τμήματος προσφυγών να παραθέσει συνολική αιτιολογία για σειρά προϊόντων ή υπηρεσιών υφίσταται μόνο στην περίπτωση προϊόντων και υπηρεσιών τα οποία έχουν μεταξύ τους αρκούντως άμεση και συγκεκριμένη σχέση, έτσι ώστε να αποτελούν επαρκώς ομοιογενή κατηγορία προκειμένου το σύνολο των εκτιμήσεων περί των πραγματικών στοιχείων και των νομικών εκτιμήσεων που αποτελούν το σκεπτικό της αποφάσεως, αφενός, να καθιστά επαρκώς σαφή τη συλλογιστική του τμήματος προσφυγών για καθένα από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες της κατηγορίας αυτής και, αφετέρου, να αφορά αδιακρίτως καθένα από τα οικεία προϊόντα και υπηρεσίες. Το γεγονός και μόνον ότι τα οικεία προϊόντα και υπηρεσίες εμπίπτουν στην ίδια κλάση κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας δεν αρκεί προς τούτο, δεδομένου ότι οι κλάσεις αυτές περιλαμβάνουν συχνά μεγάλη ποικιλία προϊόντων ή υπηρεσιών που δεν έχουν κατ’ ανάγκη μεταξύ τους αρκούντως άμεση και συγκεκριμένη σχέση [βλ., σχετικώς, αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 21ης Μαΐου 2008, T-329/06, Enercon κατά ΓΕΕΑ (E), η οποία δεν δημοσιεύεται στη Συλλογή, σκέψεις 34 και 35, και της 15ης Οκτωβρίου 2008, T-297/07, TridonicAtco κατά ΓΕΕΑ (Intelligent Voltage Guard), η οποία δεν δημοσιεύεται στη Συλλογή, σκέψεις 22 έως 24· βλ. επίσης, σχετικώς και κατ’ αναλογία, απόφαση του Πρωτοδικείου της 14ης Δεκεμβρίου 2006, T-392/04, Gagliardi κατά ΓΕΕΑ — Norma Lebensmittelfilialbetrieb (MANŪ MANU MANU), η οποία δεν δημοσιεύεται στη Συλλογή, σκέψεις 91 και 92]. |
29 |
Εν προκειμένω, το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση αφορά περισσότερα από 215 προϊόντα, τα οποία εμπίπτουν σε τέσσερις διαφορετικές κλάσεις κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, καθώς και τουλάχιστον δεκατρία διαφορετικά είδη υπηρεσιών, στα οποία περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, οι προεγγεγραμμένες κασέτες ήχου, τα βιβλία μαγειρικής, τα παντοφλάκια για βρέφη και νήπια, τα τόξα και τα βέλη, ή ακόμη η παροχή πληροφοριών αθλητικού περιεχομένου μέσω ηλεκτρονικών δικτύων (βλ. σκέψη 3 ανωτέρω). Επομένως, τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που προσδιορίζει το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση παρουσιάζουν μεταξύ τους τέτοιες διαφορές, ως προς τη φύση, τα χαρακτηριστικά τους, τη χρήση για την οποία προορίζονται και τον τρόπο διαθέσεώς τους στο εμπόριο, οπότε δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι αποτελούν ομοιογενή κατηγορία, η οποία καθιστά δυνατή την εκ μέρους του τμήματος προσφυγών χρήση συνολικής για αυτά αιτιολογίας. |
30 |
Το Πρωτοδικείο απλώς διέκρινε μεταξύ, αφενός, των υπηρεσιών που εμπίπτουν στην κλάση 41, για τις οποίες αποφάνθηκε ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι περιγραφικό (βλ. σκέψη 17 της προσβαλλομένης αποφάσεως), και, αφετέρου, του συνόλου των προϊόντων που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως σήματος, για τα οποία αποφάνθηκε ότι το σήμα δεν μπορεί να θεωρηθεί περιγραφικό, πλην όμως στερείται, εν πάση περιπτώσει, διακριτικού χαρακτήρα, καθόσον δεν εκλαμβάνεται ως στοιχείο που προσδιορίζει προέλευση, αλλά ως έννοια γένους που προσδιορίζει αθλητική διοργάνωση (βλ. σκέψη 18 της προσβαλλομένης αποφάσεως). |
31 |
Καθόσον είναι συνολική, η αιτιολογία αυτή δεν είναι προφανώς επαρκής προκειμένου το Πρωτοδικείο να μπορεί να ελέγξει τη βασιμότητα της προσβαλλομένης αποφάσεως. |
32 |
Συγκεκριμένα, όσον αφορά τις υπηρεσίες που εμπίπτουν στην κλάση 41 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι, καθόσον η φράση «ultimate fighting championship» προσδιορίζει το είδος των υπηρεσιών αυτών, το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι περιγραφικό ως προς αυτές. Πάντως, από τον προπαρατεθέντα στη σκέψη 3 κατάλογο προκύπτει ότι οι υπηρεσίες που αφορά το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση —στις οποίες περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα θεάματα επί σκηνής, οι υπηρεσίες ψυχαγωγίας, οι παρεχόμενες εντός θεματικών πάρκων εκπαιδευτικές υπηρεσίες, η εκμίσθωση κινηματογραφικών ταινιών, η πληροφόρηση σχετικά με δραστηριότητες αναψυχής, τα αλληλεπιδραστικά προγράμματα που προορίζονται για μετάδοση μέσω δίσκων ηλεκτρονικού υπολογιστή— δεν έχουν μεταξύ τους αρκούντως άμεση και συγκεκριμένη σχέση, έτσι ώστε να αποτελούν επαρκώς ομοιογενή κατηγορία, η οποία καθιστά δυνατή την εκ μέρους του τμήματος προσφυγών χρήση συνολικής για αυτές αιτιολογίας. Συγκεκριμένα, αφενός, το γεγονός και μόνον ότι τα σχετικά προϊόντα και υπηρεσίες εμπίπτουν στην ίδια κλάση κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας δεν αρκεί προς τούτο (βλ. σκέψη 28 ανωτέρω). Αφετέρου, το γεγονός ότι οι υπηρεσίες αυτές είναι σε τέτοιο βαθμό ανομοιογενείς μεταξύ τους καθιστά εξαιρετικά γενική και αόριστη την αιτιολογία που παρέθεσε το τμήμα προσφυγών, λαμβανομένων υπόψη του είδους και των χαρακτηριστικών των υπηρεσιών αυτών. |
33 |
Όσον αφορά το σύνολο των προϊόντων που εμπίπτουν στις κλάσεις 9, 16, 25 και 28 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, για τις οποίες το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι το σημείο ULTIMATE FIGHTING CHAMPIONSHIP στερείται διακριτικού χαρακτήρα, δεδομένου ότι δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό ως στοιχείο που προσδιορίζει προέλευση, αλλά αποκλειστικά ως στοιχείο που προσδιορίζει αθλητική διοργάνωση, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι τα προϊόντα αυτά είναι ανομοιογενή σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι οι εμπίπτουσες στην κλάση 41 υπηρεσίες, οπότε δεν έχουν μεταξύ τους αρκούντως άμεση και συγκεκριμένη σχέση, έτσι ώστε να αποτελούν επαρκώς ομοιογενή κατηγορία, η οποία καθιστά δυνατή την εκ μέρους του τμήματος προσφυγών χρήση συνολικής για αυτά αιτιολογίας, η δε αιτιολογία που παρατίθεται με την προσβαλλόμενη απόφαση είναι, καθόσον τα αφορά, εξαιρετικά γενική και αόριστη, λαμβανομένων υπόψη του είδους και των χαρακτηριστικών των προϊόντων αυτών. |
34 |
Ως εκ τούτου, κατόπιν της κατανομής σε δύο κατηγορίες, στην οποία προέβη το τμήμα προσφυγών, εξακολουθεί να υφίσταται εξαιρετικά υψηλός βαθμός ανομοιογένειας μεταξύ των προϊόντων και των υπηρεσιών που κατατάχθηκαν στην ίδια κατηγορία, με συνέπεια οι υπηρεσίες ή τα προϊόντα αυτά να μην αποτελούν, απλώς και μόνο λόγω της κατατάξεως αυτής, ομοιογενείς κατηγορίες δυνάμενες να δικαιολογήσουν το γεγονός ότι το τμήμα προσφυγών παρέθεσε συνολική, ανά κατηγορία, αιτιολογία. |
35 |
Υπό τις συνθήκες αυτές, το σκεπτικό του τμήματος προσφυγών για καθεμία από τις δύο κατηγορίες που καθόρισε δεν καθιστά επαρκώς σαφή τη συλλογιστική του όσον αφορά καθεμία από τις υπηρεσίες και καθένα από τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση του σήματος ULTIMATE FIGHTING CHAMPIONSHIP. |
36 |
Κατά συνέπεια, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη και, ως εκ τούτου, πρέπει να ακυρωθεί. |
Επί των δικαστικών εξόδων
37 |
Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι το ΓΕΕΑ ηττήθηκε, πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με το σχετικό αίτημα της προσφεύγουσας. |
Για τους λόγους αυτούς, ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ (τρίτο τμήμα) αποφασίζει: |
|
|
Azizi Cremona Frimodt Nielsen Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 2 Απριλίου 2009. (υπογραφές) |
( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.