ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)
της 2ης Σεπτεμβρίου 2021 ( *1 )
«Αίτηση αναιρέσεως – Κρατικές ενισχύσεις – Ενισχύσεις υπέρ του συγκροτήματος Nürburgring (Γερμανία) – Απόφαση που κηρύσσει τις ενισχύσεις εν μέρει ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά – Πώληση των περιουσιακών στοιχείων των δικαιούχων της κρατικής ενίσχυσης η οποία κρίθηκε ασυμβίβαστη – Ανοιχτή, διαφανής, αμερόληπτη και άνευ όρων διαδικασία διαγωνισμού – Απόφαση που κρίνει ότι η επιστροφή των ενισχύσεων αυτών δεν αφορά τον νέο ιδιοκτήτη του συγκροτήματος Nürburgring και ότι αυτός δεν έλαβε νέα ενίσχυση για την εξαγορά του συγκροτήματος αυτού – Παραδεκτό – Ενδιαφερόμενο μέρος – Πρόσωπο το οποίο η πράξη αφορά ατομικά – Προσβολή των διαδικαστικών δικαιωμάτων των ενδιαφερόμενων μερών – Δυσχέρειες που απαιτούν την κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας – Αιτιολόγηση»
Στην υπόθεση C‑665/19 P,
με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ασκήθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου 2019,
NeXovation Inc., με έδρα το Hendersonville (Ηνωμένες Πολιτείες), εκπροσωπούμενη αρχικώς από τους A. von Bergwelt, M. Nordmann και L. Hettstedt και στη συνέχεια, από τους A. von Bergwelt και M. Nordmann, Rechtsanwälte,
αναιρεσείουσα,
όπου ο έτερος διάδικος είναι:
η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους L. Flynn, T. Maxian Rusche και B. Stromsky,
καθής πρωτοδίκως,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),
συγκείμενο από τους M. Βηλαρά (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, N. Piçarra, D. Šváby, S. Rodin και K. Jürimäe, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: G. Pitruzzella
γραμματέας: A. Calot Escobar
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,
αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 29ης Απριλίου 2021,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 |
Με την αίτηση αναιρέσεως, η NeXovation Inc. ζητεί την αναίρεση της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 19ης Ιουνίου 2019, NeXovation κατά Επιτροπής (T‑353/15, στο εξής: αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, EU:T:2019:434), με την οποία το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή της με αίτημα την μερική ακύρωση της απόφασης (ΕΕ) 2016/151 της Επιτροπής, της 1ης Οκτωβρίου 2014, σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.31550 (2012/C) (πρώην 2012/NN) που χορηγήθηκε από τη Γερμανία προς όφελος της πίστας αγώνων Nürburgring (ΕΕ 2016, L 34, σ. 1, στο εξής: τελική απόφαση). |
Το νομικό πλαίσιο
2 |
Ο κανονισμός (ΕΚ) 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, περί λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή του άρθρου 108 [ΣΛΕΕ] (ΕΕ 1999, L 83, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) 734/2013 του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2013 (ΕΕ 2013, L 204, σ. 15) (στο εξής: κανονισμός 659/1999), ο οποίος καταργήθηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/1589 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2015, περί λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή του άρθρου 108 [ΣΛΕΕ] (ΕΕ 2015, L 248, σ. 9), έχει εφαρμογή στα πραγματικά περιστατικά της υπό κρίση υποθέσεως. |
3 |
Το άρθρο 1, στοιχείο ηʹ, του κανονισμού 659/1999, ορίζει, για τους σκοπούς του κανονισμού αυτού, ότι ως «ενδιαφερόμενο μέρος» θεωρείται «κάθε κράτος μέλος και κάθε πρόσωπο, επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων των οποίων τα συμφέροντα μπορεί να θιγούν από τη χορήγηση μιας ενίσχυσης, και ιδίως ο δικαιούχος της ενίσχυσης, οι ανταγωνιστικές επιχειρήσεις και οι επαγγελματικές ενώσεις». |
4 |
Το άρθρο 4 του ίδιου κανονισμού, με τίτλο «Προκαταρκτική εξέταση της κοινοποίησης και αποφάσεις της Επιτροπής», ορίζει στις παραγράφους 2 έως 4 τα εξής: «2. Εφόσον η Επιτροπή διαπιστώσει, μετά από προκαταρκτική εξέταση, ότι το κοινοποιηθέν μέτρο δεν αποτελεί ενίσχυση, σημειώνει τη διαπίστωση αυτή με σχετική απόφαση. 3. Εφόσον η Επιτροπή διαπιστώσει, μετά από προκαταρκτική εξέταση, ότι το κοινοποιηθέν μέτρο, ενώ εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου [107], παράγραφος 1, [ΣΛΕΕ], δεν δημιουργεί αμφιβολίες κατά πόσον συμβιβάζεται με την κοινή αγορά, το κηρύσσει συμβιβάσιμο με την κοινή αγορά (εφεξής αποκαλούμενη “απόφαση για τη μη διατύπωση αντιρρήσεων”). Στην απόφαση αυτή, αναφέρεται η συγκεκριμένη εξαίρεση της συνθήκης που εφαρμόσθηκε. 4. Εφόσον η Επιτροπή διαπιστώσει, μετά από προκαταρκτική εξέταση, ότι το κοινοποιηθέν μέτρο δημιουργεί αμφιβολίες κατά πόσον συμβιβάζεται με την κοινή αγορά, αποφασίζει να κινήσει τη διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο [108], παράγραφος 2, [ΣΛΕΕ] (εφεξής αποκαλούμενη “απόφαση για κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας”).» |
5 |
Κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1 του κανονισμού αυτού: «Στην απόφαση για κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας, η Επιτροπή αναφέρει συνοπτικά τα σημαντικότερα πραγματικά και νομικά ζητήματα, προβαίνει σε προσωρινή εκτίμηση σχετικά με το χαρακτήρα του σχεδιαζόμενου μέτρου ως ενίσχυσης και εκθέτει τις αμφιβολίες της για το συμβατό του μέτρου με την κοινή αγορά. Η απόφαση καλεί το οικείο κράτος μέλος και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν παρατηρήσεις εντός ορισμένης προθεσμίας, η οποία συνήθως δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα. Σε δεόντως δικαιολογημένες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει την ταχθείσα προθεσμία.» |
6 |
Κατά το άρθρο 13, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 659/1999, μετά την εξέταση της ενδεχόμενης ύπαρξης παράνομων ενισχύσεων, εκδίδεται απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφοι 2, 3 ή 4 του κανονισμού αυτού. |
Το ιστορικό της διαφοράς και η επίδικη απόφαση
7 |
Το ιστορικό της διαφοράς εκτίθεται στις σκέψεις 1 έως 15 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης και, για τους σκοπούς της παρούσας δίκης, μπορεί να συνοψιστεί ως ακολούθως. |
8 |
Το συγκρότημα του Nürburgring (στο εξής: Nürburgring), το οποίο βρίσκεται στο ομόσπονδο κράτος της Ρηνανίας-Παλατινάτου, (Γερμανία) περιλαμβάνει πίστα αγώνων αυτοκινήτων, πάρκο ψυχαγωγίας, ξενοδοχεία και εστιατόρια. |
9 |
Μεταξύ των ετών 2002 και 2012 οι δημόσιες επιχειρήσεις στις οποίες ανήκε το συγκρότημα του Nürburgring (στο εξής: πωλητές) έλαβαν κρατικές ενισχύσεις ιδίως από το ομόσπονδο κράτος της Ρηνανίας-Παλατινάτου. Για τις ενισχύσεις αυτές διεξήχθη επίσημη διαδικασία έρευνας, δυνάμει του άρθρου 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, η οποία κινήθηκε από την Επιτροπή εντός του 2012. Το ίδιο έτος, το Amtsgericht Bad Neuenahr-Ahrweiler (πρωτοδικείο Bad Neuenahr-Ahrweiler, Γερμανία) κήρυξε τους πωλητές σε πτώχευση και αποφασίσθηκε η εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων τους. Προκηρύχθηκε διαδικασία διαγωνισμού (στο εξής: διαδικασία του διαγωνισμού), η οποία ολοκληρώθηκε με την πώληση των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων στην Capricorn Nürburgring Besitzgesellschaft GmbH (στο εξής: Capricorn). |
10 |
Στις 10 Απριλίου 2014, η αναιρεσείουσα υπέβαλε καταγγελία στην Επιτροπή, υποστηρίζοντας ότι η διαδικασία του διαγωνισμού δεν ήταν ανοιχτή, διαφανής, αμερόληπτη και άνευ όρων και δεν είχε οδηγήσει στην πώληση των περιουσιακών στοιχείων του Nürburgring σε αγοραία τιμή, στο μέτρο που τα στοιχεία αυτά μεταβιβάστηκαν σε προσφέροντα προερχόμενο από την ίδια χώρα, του οποίου η προσφορά ήταν χαμηλότερη από τη δική της και ο οποίος είχε τύχει ευνοϊκής μεταχείρισης στο πλαίσιο της διαδικασίας του διαγωνισμού. Κατά την αναιρεσείουσα, η Capricorn έλαβε με τον τρόπο αυτό ενίσχυση, ανερχόμενη στη διαφορά μεταξύ του τιμήματος που έπρεπε να καταβάλει για την αγορά των περιουσιακών στοιχείων του Nürburgring και αγοραίας τιμής των ίδιων περιουσιακών στοιχείων, και συνέχισε τις οικονομικές δραστηριότητες των πωλητών, οπότε η διαταγή ανάκτησης των ενισχύσεων που είχαν χορηγηθεί στους πωλητές έπρεπε να καταλαμβάνει και την Capricorn. |
11 |
Στο άρθρο 2 της τελικής απόφασης η Επιτροπή έκρινε ότι ορισμένα από τα μέτρα στήριξης υπέρ των πωλητών ήταν παράνομα και ασυμβίβαστα με την εσωτερική αγορά (στο εξής: ενισχύσεις προς τους πωλητές). Στο άρθρο 3, παράγραφος 2, της τελικής απόφασης, η Επιτροπή έκρινε ότι η Capricorn και οι θυγατρικές της δεν επηρεάζονταν από την πιθανή ανάκτηση των ενισχύσεων προς τους πωλητές (στο εξής: πρώτη επίδικη απόφαση). |
12 |
Στο άρθρο 1, τελευταία περίπτωση, της τελικής απόφασης, η Επιτροπή απεφάνθη ότι η πώληση των περιουσιακών στοιχείων του Nürburgring στην Capricorn δεν συνιστούσε κρατική ενίσχυση (στο εξής: δεύτερη επίδικη απόφαση). Η Επιτροπή έκρινε συναφώς ότι ο διαγωνισμός είχε διεξαχθεί κατά τρόπο ανοικτό, διαφανή και αμερόληπτο, ότι η διαδικασία αυτή είχε οδηγήσει σε τίμημα σύμφωνο με την αγορά και ότι δεν υπήρχε οικονομική συνέχεια μεταξύ των πωλητών και του αγοραστή. |
Η διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση
13 |
Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 26 Ιουνίου 2015, η αναιρεσείουσα άσκησε προσφυγή με αίτημα την ακύρωση της πρώτης και της δεύτερης επίδικης απόφασης. |
14 |
Το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε ως απαράδεκτη την προσφυγή, καθόσον είχε ως αίτημα την ακύρωση της πρώτης επίδικης απόφασης, δεδομένου ότι η αναιρεσείουσα δεν απέδειξε ότι η απόφαση εκείνη την αφορούσε ατομικά. Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε συναφώς, στη σκέψη 53 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, ότι η συμμετοχή της αναιρεσείουσας στη διοικητική διαδικασία δεν αρκούσε αφεαυτής για να θεωρηθεί ότι αυτή είχε ενεργητική νομιμοποίηση. Εξάλλου, στη σκέψη 55 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η αναιρεσείουσα δεν διατηρούσε καμία θέση στις σχετικές αγορές η οποία θα μπορούσε να επηρεαστεί από τις ενισχύσεις προς τους πωλητές. Τέλος, στη σκέψη 56 της ως άνω απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι τα επιχειρήματα της αναιρεσείουσας με τα οποία ισχυρίστηκε ότι, αν δεν είχε υποστεί διάκριση στο πλαίσιο της διαδικασίας του διαγωνισμού, θα ήταν σε θέση να αποκτήσει τα περιουσιακά στοιχεία του Nürburgring και, συνεπώς, να εισέλθει στις σχετικές αγορές και ότι, λόγω της απώλειας της φήμης και της αρνητικής δημοσιότητας που προκλήθηκαν από τις δυσχέρειες που αντιμετώπισε στην εν λόγω διαδικασία, ήταν δύσκολο να αποκτήσει ή να εκμεταλλευθεί άλλες πίστες αγώνων, δεν επαρκούν για να την εξατομικεύσουν σε σχέση με τις ενισχύσεις προς τους πωλητές και την πρώτη επίδικη απόφαση. |
15 |
Όσον αφορά το αίτημα ακύρωσης της δεύτερης επίδικης απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε, στη σκέψη 76 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, αφενός, ότι το αίτημα κατάργησης της δίκης που υποβλήθηκε από την Επιτροπή έπρεπε να απορριφθεί και, αφετέρου, ότι το αίτημα ακύρωσης ήταν παραδεκτό, στο μέτρο που αποσκοπούσε στην προστασία των διαδικαστικών δικαιωμάτων που αντλούσε η αναιρεσείουσα από το άρθρο 108 παράγραφος 2, ΣΛΕΕ. Κατά συνέπεια, το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε τους λόγους που προέβαλε η αναιρεσείουσα προς στήριξη του εν λόγω αιτήματος και, αφού τους απέρριψε όλους, έκρινε, στη σκέψη 214 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, ότι το αίτημα ακύρωσης της δεύτερης επίδικης απόφασης έπρεπε να απορριφθεί. |
Τα αιτήματα των διαδίκων ενώπιον του Δικαστηρίου
16 |
Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:
|
17 |
Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να απορρίψει την αίτηση αναιρέσεως και να καταδικάσει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα. |
Επί της αιτήσεως αναιρέσεως
18 |
Προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει έξι λόγους αναιρέσεως, οι οποίοι αφορούν, ο πρώτος, πλάνη του Γενικού Δικαστηρίου καθόσον έκρινε ότι η πρώτη επίδικη απόφαση δεν την αφορούσε ατομικά, ο δεύτερος, πλάνη περί το δίκαιο κατά την εφαρμογή της έννοιας της κρατικής ενίσχυσης, ο τρίτος, πλάνη περί το δίκαιο κατά την εφαρμογή της έννοιας των «σοβαρών δυσχερειών», ο τέταρτος, πλάνη περί το δίκαιο κατά την εφαρμογή του άρθρου 20, παράγραφος 2, του κανονισμού 659/1999, ο πέμπτος, πλάνη περί το δίκαιο όσον αφορά την εκτίμηση της αμεροληψίας της εξέτασης της καταγγελίας που είχε υποβάλει, και ο έκτος, πλάνη περί το δίκαιο όσον αφορά την εκτίμηση της επάρκειας της αιτιολογίας της δεύτερης επίδικης απόφασης. |
19 |
Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως ζητείται η αναίρεση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, καθόσον με αυτή το Γενικό Δικαστήριο έκρινε απαράδεκτο το αίτημα ακύρωσης της πρώτης επίδικης απόφασης. Οι λοιποί λόγοι αφορούν την απόρριψη από το Γενικό Δικαστήριο του αιτήματος ακύρωσης της δεύτερης επίδικης απόφασης. |
Επί του πρώτου λόγου αναιρέσεως
Επιχειρήματα των διαδίκων
20 |
Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι η εκτίμηση κατά την οποία η πρώτη επίδικη απόφαση δεν την αφορούσε ατομικά, δεδομένου ότι δεν κατείχε θέση στις σχετικές αγορές η οποία θα μπορούσε να επηρεαστεί από τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στους πωλητές, είναι εσφαλμένη τόσο από πραγματικής όσο και από νομικής άποψης. |
21 |
Κατά την αναιρεσείουσα, από την απόφαση της 28ης Ιανουαρίου 1986, Cofaz κ.λπ. κατά Επιτροπής (169/84, EU:C:1986:42, σκέψη 28), προκύπτει ότι, κατά το στάδιο της ανάλυσης του παραδεκτού της προσφυγής κατά απόφασης όπως η πρώτη επίδικη απόφαση, δεν εναπόκειται στο Γενικό Δικαστήριο να αποφανθεί οριστικά ως προς την ανταγωνιστική θέση του προσφεύγοντος στις σχετικές αγορές, αλλά να αναλύσει αν η απόφαση αυτή μπορεί να βλάψει τα νόμιμα συμφέροντά του, θίγοντας τη θέση του στην αγορά. |
22 |
Η αναιρεσείουσα προσθέτει ότι το γεγονός και μόνον ότι δεν δραστηριοποιούνταν στις σχετικές αγορές δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να θίγεται ουσιωδώς η θέση της στην αγορά, όπως επιβεβαιώνεται από τις αποφάσεις της 22ας Νοεμβρίου 2007, Ισπανία κατά Lenzing (C‑525/04 P, EU:C:2007:698, σκέψη 35), και της 22ας Δεκεμβρίου 2008, British Aggregates κατά Επιτροπής (C‑487/06 P, EU:C:2008:757, σκέψη 53). Στο Γενικό Δικαστήριο εναπόκειται να προβεί σε κατά περίπτωση εξέταση προκειμένου να κρίνει αν απόφαση όπως η πρώτη επίδικη απόφαση αφορά ατομικά το εν λόγω πρόσωπο. |
23 |
Το γεγονός, όμως, ότι η αναιρεσείουσα βρισκόταν σε ανταγωνισμό με την Capricorn για την απόκτηση των περιουσιακών στοιχείων του Nürburgring και δεν κατόρθωσε να τα αποκτήσει λόγω της ενίσχυσης που χορηγήθηκε στην Capricorn, το γεγονός ότι υπέβαλε καταγγελία ενώπιον της Επιτροπής, ότι υποστηρίχθηκε στις ενέργειές της από την αποστολή των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ότι εμπιστεύθηκε τις δηλώσεις της Επιτροπής, κατά τις οποίες, μεταξύ άλλων, η Επιτροπή θα επόπτευε τη διαδικασία του διαγωνισμού, καθώς και το γεγονός ότι η αναιρεσείουσα υπέστη αρνητική προβολή από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, η οποία έβλαψε τη φήμη της, είναι στοιχεία που καταδεικνύουν ότι επηρεάστηκε από τις ενισχύσεις που αφορούσε η πρώτη επίδικη απόφαση. Το γεγονός ότι κατονομάστηκε ρητώς στην τελική απόφαση και ότι τα επιχειρήματά της αποτέλεσαν αντικείμενο εκτεταμένης εξέτασης στην απόφαση εκείνη επιβεβαιώνει ότι η τελική απόφαση την αφορά άμεσα. |
24 |
Η αναιρεσείουσα υπογραμμίζει, επιπλέον, ότι δεν αποσύρθηκε από τη διαδικασία του διαγωνισμού και ότι, αν αποδειχθεί ότι η Capricorn δεν έπρεπε να επιλεγεί στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, τότε θα έπρεπε να επιλεγεί η αναιρεσείουσα. Τούτο επιβεβαιώνει τη νομιμοποίησή της προς άσκηση προσφυγής κατά της πρώτης επίδικης απόφασης. Η εκτίμηση αυτή είναι επίσης σύμφωνη με τη νομολογία σχετικά με την ενεργητική νομιμοποίηση στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων. |
25 |
Η Επιτροπή εκτιμά ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κατά την εξέταση του ζητήματος αν η πρώτη επίδικη απόφαση αφορούσε ατομικά την αναιρεσείουσα και ότι, ως εκ τούτου, ο πρώτος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί. |
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
26 |
Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, την οποία υπενθύμισε το Γενικό Δικαστήριο στη σκέψη 49 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων έχει γίνει δεκτό ότι η απόφαση της Επιτροπής για την περάτωση της επίσημης διαδικασίας έρευνας αφορά ατομικά, πέραν από την επιχείρηση που ωφελήθηκε από την ενίσχυση, και τις ανταγωνίστριες επιχειρήσεις οι οποίες έχουν μετάσχει ενεργά στην ως άνω διαδικασία, εφόσον η θέση τους στην αγορά επηρεάζεται ουσιωδώς από το επίμαχο μέτρο ενίσχυσης (απόφαση της 17ης Σεπτεμβρίου 2015, Mory κ.λπ. κατά Επιτροπής, C‑33/14 P, EU:C:2015:609, σκέψη 98, και απόφαση της 15ης Ιουλίου 2021, Deutsche Lufthansa κατά Επιτροπής, C‑453/19 P, EU:C:2021:608, σκέψη 38). |
27 |
Στη σκέψη 55 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο επισήμανε ότι η ίδια η αναιρεσείουσα είχε παραδεχθεί, απαντώντας σε ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου, ότι δεν είχε παρουσία στις σχετικές αγορές που απαριθμούνται στη σκέψη 54 της απόφασης αυτής, στις οποίες υπήρχε πιθανότητα να προκληθούν στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό από τις ενισχύσεις προς τους πωλητές. Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε, στη σκέψη 57 της εν λόγω απόφασης, ότι η πρώτη επίδικη απόφαση δεν αφορούσε ατομικά την αναιρεσείουσα και ότι η αναιρεσείουσα δεν μπορούσε παραδεκτώς να ζητήσει την ακύρωσή της. |
28 |
Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η αναιρεσείουσα δεν αμφισβητεί ότι δεν ήταν παρούσα στις σχετικές αγορές και ότι, ως εκ τούτου, δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις που καλύπτονται από τη νομολογία που παρατίθεται στη σκέψη 26 της παρούσας απόφασης. Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν μπορεί να προσαφθεί στο Γενικό Δικαστήριο ότι υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον έκρινε ότι η πρώτη επίδικη απόφαση δεν αφορούσε ατομικά την αναιρεσείουσα και, ως εκ τούτου, δεν μπορούσε παραδεκτώς να ασκήσει προσφυγή ακυρώσεως κατά της απόφασης αυτής, βάσει του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ. |
29 |
Τα επιχειρήματα της αναιρεσείουσας δεν δικαιολογούν διαφορετικό συμπέρασμα. |
30 |
Από τις αποφάσεις της 22ας Νοεμβρίου 2007, Ισπανία κατά Lenzing (C‑525/04 P, EU:C:2007:698, σκέψη 35), και της 22ας Δεκεμβρίου 2008, British Aggregates κατά Επιτροπής (C‑487/06 P, EU:C:2008:757, σκέψη 53), προκύπτει μόνον ότι ο επηρεασμός της θέσης αυτής δεν πρέπει κατ’ ανάγκην να συνάγεται από σημαντική μείωση του κύκλου εργασιών, από μη αμελητέες οικονομικές απώλειες ή ακόμη από σημαντική μείωση των μεριδίων αγοράς, αλλά μπορεί επίσης να προέρχεται από διαφυγόντα κέρδη ή από εξέλιξη λιγότερο ευνοϊκή από εκείνη που θα υπήρχε αν δεν είχε μεσολαβήσει μια τέτοια ενίσχυση. Επομένως, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η αναιρεσείουσα, από την ως άνω νομολογία δεν μπορεί να συναχθεί ότι η θέση μιας επιχείρησης στην αγορά μπορεί να επηρεαστεί ακόμη και όταν η επιχείρηση αυτή δεν είναι παρούσα στις σχετικές αγορές. |
31 |
Όσον αφορά το επιχείρημα ότι η αναιρεσείουσα βρισκόταν σε ανταγωνισμό με την Capricorn για την εξαγορά των περιουσιακών στοιχείων του Nürburgring και ο διαγωνισμός θα είχε κατακυρωθεί σε αυτήν αντί της Capricorn, το Γενικό Δικαστήριο δεν υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο μη λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός αυτό. Συγκεκριμένα, η πρώτη επίδικη απόφαση αφορά τις ενισχύσεις προς τους πωλητές και, ειδικότερα, το ζήτημα αν οι ενισχύσεις αυτές μπορούν να ανακτηθούν από την Capricorn. Πάντως, η αναιρεσείουσα δεν εξηγεί ποια είναι η σχέση μεταξύ του γεγονότος ότι βρισκόταν σε ανταγωνισμό με την Capricorn για την εξαγορά των περιουσιακών στοιχείων του Nürburgring και του προβαλλόμενου επηρεασμού της θέσης της στην αγορά εξαιτίας της πρώτης επίδικης απόφασης. |
32 |
Όσον αφορά τις λοιπές περιστάσεις που επικαλείται η αναιρεσείουσα, ήτοι το γεγονός ότι υπέβαλε καταγγελία ενώπιον της Επιτροπής, ότι υποστηρίχθηκε από την αποστολή των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ένωση, ή ακόμη ότι εμπιστεύθηκε τις δηλώσεις της Επιτροπής, αρκεί η επισήμανση ότι ούτε αυτά είναι ικανά να αποδείξουν τον επηρεασμό της θέσης της αναιρεσείουσας στην αγορά, κατά την έννοια της νομολογίας που παρατίθεται στη σκέψη 26 της παρούσας απόφασης, από την πρώτη επίδικη απόφαση. |
33 |
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ο πρώτος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Ως εκ τούτου, η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί καθόσον με αυτή ζητείται η αναίρεση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης κατά το μέρος της με το οποίο το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα ακύρωσης της πρώτης επίδικης απόφασης. |
Επί του δεύτερου λόγου αναιρέσεως
34 |
Ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως υποδιαιρείται σε τέσσερα σκέλη. Πρέπει να εξεταστούν, κατ’ αρχάς, το δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο σκέλος του λόγου αυτού. |
Επιχειρήματα των διαδίκων
35 |
Στο πλαίσιο του δεύτερου σκέλους του δεύτερου λόγου αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει, πρώτον, ότι το Γενικό Δικαστήριο, επισημαίνοντας, στη σκέψη 119 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, ότι η προθεσμία για την υποβολή επιβεβαιωτικών προσφορών στη διαδικασία του διαγωνισμού έληξε στις 17 Φεβρουαρίου 2014, δεν έλαβε υπόψη ότι η αναιρεσείουσα παραπλανήθηκε, όσον αφορά τις προθεσμίες αυτές, από τους πωλητές, οι οποίοι της είχαν δηλώσει ότι οι προθεσμίες είχαν παραταθεί μέχρι τις 31 Μαρτίου 2014 και ότι μια τέτοια τροποποίηση των όρων της διαδικασίας έπρεπε να εφαρμοστεί σε όλους τους διαγωνιζόμενους. |
36 |
Δεύτερον, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τα επιχειρήματά της με τα οποία προέβαλε ότι η προσέγγιση που εφαρμόστηκε στη διαδικασία του διαγωνισμού, όπως εκτίθεται στην τελική απόφαση, δεν ήταν σύμφωνη με τις απαιτήσεις της διαφάνειας και ότι κανένας ιδιώτης επενδυτής δεν θα είχε εφαρμόσει μια τέτοια προσέγγιση. Τρίτον, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε επίσης υπόψη το γεγονός ότι η τελική απόφαση περιείχε αντιφατικές διαπιστώσεις, στις αιτιολογικές σκέψεις 272 και 275, στοιχείο γʹ, αντιστοίχως, όσον αφορά το ζήτημα της παράτασης εκ μέρους των πωλητών της προθεσμίας υποβολής των προσφορών. |
37 |
Με το τρίτο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τρία επιχειρήματα που είχε προβάλει στο πλαίσιο της αιτίασης που αφορά την έλλειψη διαφάνειας της διαδικασίας του διαγωνισμού. Τα τρία αυτά επιχειρήματα αφορούσαν ισάριθμες τροποποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά την εν λόγω διαδικασία, για τις οποίες, κατά την αναιρεσείουσα, δεν είχαν ενημερωθεί όλοι οι δυνητικοί διαγωνιζόμενοι κατά παράβαση της απαίτησης περί διαφάνειας. |
38 |
Πρώτον, ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, η αναιρεσείουσα υποστήριξε ότι, ενώ αρχικώς είχε προτείνει την απόκτηση των περιουσιακών στοιχείων του Nürburgring βάσει «καθαρού ισολογισμού», αποδείχθηκε εν συνεχεία ότι, σε περίπτωση εξαγοράς του Nürburgring, θα ήταν υποχρεωμένη να αναλάβει ως έχει μια σύμβαση εμπορικής μίσθωσης συναφθείσα από τρίτο. |
39 |
Δεύτερον, η αναιρεσείουσα υποστήριξε επίσης ότι δεν είχαν παρασχεθεί σε όλους τους διαγωνιζόμενους οι πληροφορίες σχετικά με τη σύμβαση εμπορικής μίσθωσης που παραχωρήθηκε στην Capricorn, η οποία προβλέφθηκε αρχικά ως «εφεδρική επιλογή» για την περίπτωση μη ολοκλήρωσης της διαδικασίας του διαγωνισμού ή προσβολής της σχετικής με τη διαδικασία αυτή απόφασης της Επιτροπής, μολονότι οι πληροφορίες αυτές ήταν κρίσιμες για τον καθορισμό της τιμής προσφοράς στην διαδικασία του διαγωνισμού. |
40 |
Τρίτον, η αναιρεσείουσα υποστήριξε επίσης ότι στη διαδικασία του διαγωνισμού είχε εισαχθεί μεταγενέστερα ένα περιβαλλοντικό κριτήριο επιλογής, χωρίς να γνωστοποιηθεί σε όλους τους διαγωνιζόμενους. Αντιθέτως προς όσα διαλαμβάνονται στην αιτιολογική σκέψη 275, στοιχείο θʹ, της τελικής απόφασης, το κριτήριο αυτό είχε όντως αντίκτυπο στο αποτέλεσμα της διαδικασίας. |
41 |
Στο πλαίσιο του τέταρτου σκέλους του δεύτερου λόγου αναιρέσεως η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη δύο σειρές επιχειρημάτων, εκ των οποίων η μία αφορά την αιτίαση σχετικά με την προβαλλόμενη έλλειψη διαφάνειας της διαδικασίας του διαγωνισμού και η άλλη την αιτίαση σχετικά με τον προβαλλόμενο μεροληπτικό χαρακτήρα της εν λόγω διαδικασίας. |
42 |
Ειδικότερα, όσον αφορά την έλλειψη διαφάνειας της διαδικασίας του διαγωνισμού, η αναιρεσείουσα υποστήριξε, πρώτον, ότι η διαδικασία του διαγωνισμού δεν είχε ανακοινωθεί εκτός της Ένωσης, δεύτερον, ότι πολλά έγγραφα σημαντικά για την πώληση δεν είχαν κοινοποιηθεί ή είχαν κοινοποιηθεί καθυστερημένα ή με παραπλανητικό τρόπο, τρίτον, ότι η Επιτροπή είχε θεωρήσει πεπλανημένα ότι η προσκόμιση αναπροσαρμοσμένης έκδοσης της συμφωνίας εξαγοράς των περιουσιακών στοιχείων ενέπιπτε, υπό στενή έννοια, στο πεδίο των εμπορικών διαπραγματεύσεων και ήταν, επομένως, άνευ σημασίας όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις, τέταρτον, ότι η Επιτροπή είχε θεωρήσει πεπλανημένα ότι η καθυστερημένη ανακοίνωση πληροφοριών κατά τη διαδικασία του διαγωνισμού δεν θα επηρέαζε την υποβολή της τελικής προσφοράς των διαγωνιζομένων ή το αποτέλεσμα των αναγκαίων για τον σκοπό αυτό οικονομικών υπολογισμών και, πέμπτον, ότι η Επιτροπή είχε καταλήξει πεπλανημένα στο συμπέρασμα ότι η KPMG, νομικός και οικονομικός σύμβουλος των πωλητών, είχε παράσχει σε όλους τους διαγωνιζόμενους όλες τις αναγκαίες πληροφορίες ώστε αυτοί να μπορούν να προβούν σε κατάλληλη εκτίμηση των περιουσιακών στοιχείων του Nürburgring. |
43 |
Όσον αφορά τον μεροληπτικό χαρακτήρα της διαδικασίας του διαγωνισμού, η αναιρεσείουσα υποστήριξε ότι η Επιτροπή δεν διενήργησε έρευνα όσον αφορά, πρώτον, το γεγονός ότι υπέστη δυσμενή διάκριση καθόσον δεν της παρασχέθηκε αντίγραφο όλων των εγγράφων της διαδικασίας του διαγωνισμού στην αγγλική γλώσσα, δεύτερον, το γεγονός ότι παρασχέθηκε στην Capricorn προνομιακή πρόσβαση στις πληροφορίες που αφορούσαν άλλους διαγωνιζόμενους, τρίτον, το γεγονός ότι ο ίδιος δικηγόρος, εταίρος μεγάλου αμερικανικού δικηγορικού γραφείου, εκπροσώπησε πρώτα τους πωλητές και εν συνεχεία την Capricorn, τέταρτον, το γεγονός ότι η Capricorn έτυχε προνομιακής στήριξης μετά τις 17 Φεβρουαρίου 2014 καθώς και σε σχέση με την εξασφάλιση χρηματοδότησης από την Deutsche Bank AG. |
44 |
Απαντώντας στο δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, στο μέτρο που το σκέλος αυτό βάλλει κατά της σκέψης 119 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, αμφισβητείται η εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών χωρίς να γίνεται επίκληση οποιασδήποτε παραμόρφωσης και, επομένως, το σκέλος αυτό είναι προδήλως απαράδεκτο. Όσον αφορά τα λοιπά επιχειρήματα της αναιρεσείουσας, δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί με σαφήνεια ποιες είναι οι σκέψεις της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης στις οποίες αναφέρεται η αναιρεσείουσα, οπότε το μέρος αυτό της επιχειρηματολογίας της είναι επίσης απαράδεκτο. |
45 |
Όσον αφορά το τρίτο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως, η Επιτροπή προβάλλει, πρώτον, ότι η επιχειρηματολογία της αναιρεσείουσας κατά την οποία η εξαγορά του Nürburgring έπρεπε να είχε πραγματοποιηθεί βάσει «καθαρού ισολογισμού» αποσκοπεί, στην πραγματικότητα, σε νέα εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών. Συγκεκριμένα, από τη σκέψη 9, τέταρτη περίπτωση, της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι το Γενικό Δικαστήριο δέχθηκε ότι οι δυνητικοί αγοραστές δεν ήταν υποχρεωμένοι να αναλάβουν τις υφιστάμενες συμβάσεις ή υποχρεώσεις και, ως εκ τούτου, εξέτασε το ζήτημα ενός «καθαρού ισολογισμού». |
46 |
Δεύτερον, στις σκέψεις 146 έως 149 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε το ζήτημα της σύμβασης εμπορικής μίσθωσης, απορρίπτοντας τους ισχυρισμούς περί δυσμενούς διακρίσεως και έλλειψης διαφάνειας, για τους λόγους που εκτίθενται στις σκέψεις 119 έως 133 της απόφασης εκείνης. Επομένως, η αναιρεσείουσα ερμηνεύει εσφαλμένα την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ισχυριζόμενη ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη το επιχείρημά της σχετικά με την σύμβαση εμπορικής μίσθωσης. |
47 |
Τρίτον, όσον αφορά τη φερόμενη παράλειψη του Γενικού Δικαστηρίου να εξετάσει αν οι πωλητές εφάρμοσαν κριτήριο επιλογής περιβαλλοντικού χαρακτήρα, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η ανησυχία των πωλητών αφορούσε το κατά πόσον η επιχειρηματική ιδέα της αναιρεσείουσας ήταν πραγματοποιήσιμη και, επομένως, είχε ως αντικείμενο την αξιοπιστία της προσφοράς της αναιρεσείουσας. Το Γενικό Δικαστήριο παρέθεσε άλλους λόγους που αποδείκνυαν ότι η αναιρεσείουσα δεν είχε υποβάλει αξιόπιστη και δεσμευτική προσφορά συνοδευόμενη από αποδεικτικά στοιχεία χρηματοδότησης και, ως εκ τούτου, δεν ήταν αναγκαίο να αποφανθεί επί του κριτηρίου επιλογής περιβαλλοντικού χαρακτήρα. |
48 |
Όσον αφορά το τέταρτο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε το επιχείρημα κατά το οποίο η διαδικασία του διαγωνισμού δεν είχε ανακοινωθεί εκτός της Ένωσης και διαπίστωσε, στη σκέψη 9, δεύτερη περίπτωση, της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, ότι οι πωλητές δημοσίευσαν πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος στους Financial Times, στη Handelsblatt και στον ιστότοπο του Nürburgring. Επομένως, το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε το ζήτημα αυτό. |
49 |
Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι, κατόπιν ανοικτής, διαφανούς και αμερόληπτης διαδικασίας, η διαδικασία του διαγωνισμού είχε ως κατάληξη την κατακύρωση των περιουσιακών στοιχείων του Nürburgring στον διαγωνιζόμενο που είχε υποβάλει αξιόπιστη και δεσμευτική προσφορά, η οποία ήταν και η υψηλότερη. Επομένως, το Γενικό Δικαστήριο είχε, εν πάση περιπτώσει, επαρκείς λόγους για να απορρίψει το επιχείρημα ότι η Επιτροπή έπρεπε να έχει σοβαρές αμφιβολίες ως προς την ύπαρξη ενίσχυσης υπέρ της Capricorn. Η Επιτροπή εκτιμά ότι δεν ήταν, ως εκ τούτου, αναγκαίο να εξετάσει το Γενικό Δικαστήριο άλλες πτυχές της διαδικασίας, οπότε τα διάφορα επιχειρήματα της προσφεύγουσας πρέπει να απορριφθούν ως αλυσιτελή. |
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
50 |
Η αναιρεσείουσα, προσάπτοντας στο Γενικό Δικαστήριο, στο πλαίσιο του δεύτερου, του τρίτου και του τέταρτου σκέλους του δεύτερου λόγου αναιρέσεως, ότι δεν απάντησε σε διάφορα επιχειρήματα που είχε προβάλει ενώπιόν του, προβάλλει, κατ’ ουσίαν, παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης που απορρέει από το άρθρο 36 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο έχει εφαρμογή στο Γενικό Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 53, πρώτο εδάφιο, του ίδιου Οργανισμού, και από το άρθρο 117 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου (πρβλ. απόφαση της 20ής Μαΐου 2010, Γκόγκος κατά Επιτροπής, C-583/08 P, EU:C:2010:287, σκέψη 29 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
51 |
Στο μέτρο που η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η αναιρεσείουσα δεν προσδιόρισε ποιες είναι οι σκέψεις της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης τις οποίες αφορά, μεταξύ άλλων, το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως, επισημαίνεται, κατ’ αρχάς, ότι από την αίτηση αναιρέσεως προκύπτει επαρκώς κατά νόμο ότι το δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως αφορούν, αφενός, τις σκέψεις 119 έως 121 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, σχετικά με την αιτίαση περί αδιαφάνειας της διαδικασίας του διαγωνισμού, και, αφετέρου, τις σκέψεις 122 έως 134 της απόφασης αυτής, σχετικά με την αιτίαση περί μεροληπτικού χαρακτήρα της διαδικασίας αυτής. Εφόσον η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο ότι δεν απάντησε σε ορισμένα επιχειρήματα που είχε προβάλει ενώπιόν του, δεν μπορούσε, προφανώς, να παραθέσει ακριβέστερα τις σκέψεις της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης στις οποίες αναφέρονται το δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως. |
52 |
Κατόπιν της διευκρινίσεως αυτής, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, η υποχρέωση του Γενικού Δικαστηρίου να αιτιολογεί τις αποφάσεις του δεν του επιβάλλει να παραθέτει σκεπτικό το οποίο να ακολουθεί αναλυτικά και έναν προς έναν όλους τους λόγους που προβάλλουν οι διάδικοι. Επομένως, η αιτιολογία μπορεί να συνάγεται εμμέσως, υπό την προϋπόθεση ότι παρέχει στους μεν ενδιαφερομένους τη δυνατότητα να γνωρίζουν τους λόγους για τους οποίους το Γενικό Δικαστήριο δεν δέχθηκε τα επιχειρήματά τους, στο δε Δικαστήριο επαρκή στοιχεία για την άσκηση του εκ μέρους του ελέγχου (απόφαση της 9ης Σεπτεμβρίου 2008, FIAMM κ.λπ. κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, C‑120/06 P και C‑121/06 P, EU:C:2008:476, σκέψη 96 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
53 |
Εν προκειμένω, όσον αφορά, πρώτον, την εξέταση από το Γενικό Δικαστήριο της αιτιάσεως που αντλείται από τον αδιαφανή χαρακτήρα της διαδικασίας του διαγωνισμού, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το Γενικό Δικαστήριο απάντησε με πολύ συνοπτικό τρόπο στην αιτίαση αυτή στις σκέψεις 119 έως 121 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης. |
54 |
Όπως όμως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 52, 60, 61 και 65 των προτάσεών του, οι σκέψεις αυτές της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης δεν απαντούν, έστω και εμμέσως, σε πολλά από τα επιχειρήματα που προέβαλε η αναιρεσείουσα στο πλαίσιο του δεύτερου, του τρίτου και του τέταρτου σκέλους του δεύτερου λόγου αναιρέσεως, τα οποία είχαν όντως προβληθεί ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου από την αναιρεσείουσα, όπως επιβεβαιώνεται από την ανάγνωση του δικογράφου της προσφυγής της ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, το οποίο περιλαμβάνεται στη δικογραφία της πρωτοβάθμιας δίκης που διαβιβάστηκε στο Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 167, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου. |
55 |
Πρόκειται, ειδικότερα, για το επιχείρημα που εκτίθεται στη σκέψη 36 της παρούσας απόφασης, σχετικά με τη μη τήρηση των απαιτήσεων διαφάνειας της διαδικασίας του διαγωνισμού όσον αφορά τις προθεσμίες, όπως και για τις προθεσμίες που μνημονεύονται στις σκέψεις 38 έως 40 και 42 της παρούσας απόφασης. |
56 |
Δεύτερον, επιβάλλεται η διαπίστωση, στην οποία προέβη και ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 67 των προτάσεών του, ότι οι σκέψεις 122 έως 134 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, σχετικά με την αιτίαση περί του μεροληπτικού χαρακτήρα της διαδικασίας, δεν περιέχουν καμία, έστω και έμμεση, απάντηση στα επιχειρήματα της αναιρεσείουσας που παρατίθενται στη σκέψη 43 της παρούσας απόφασης και τα οποία αυτή είχε προβάλει ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου. |
57 |
Οι ανωτέρω εκτιμήσεις δεν αναιρούνται από το επιχείρημα της Επιτροπής ότι τουλάχιστον ορισμένα από τα επιχειρήματα της αναιρεσείουσας, στα οποία το Γενικό Δικαστήριο δεν απάντησε, αντικρούονται από τα στοιχεία που παρατίθενται στη σκέψη 9 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης. Αρκεί να επισημανθεί, συναφώς, ότι η σκέψη αυτή της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης εντάσσεται στο σχετικό με το ιστορικό της διαφοράς μέρος της και συνοψίζει, κατ’ ουσίαν, όσα συνάγονται από τις αιτιολογικές σκέψεις 44 έως 51 της τελικής απόφασης. Επομένως, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η σκέψη αυτή περιέχει απάντηση του Γενικού Δικαστηρίου στα επιχειρήματα της αναιρεσείουσας. |
58 |
Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνουν δεκτά το δεύτερο, τρίτο και τέταρτο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως και, χωρίς να είναι αναγκαίο να εξεταστεί το πρώτο σκέλος του δεύτερου λόγου αναιρέσεως, όπως και ο τρίτος, ο τέταρτος, ο πέμπτος και ο έκτος λόγος αναιρέσεως, να αναιρεθεί η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, καθόσον με αυτή το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα ακύρωσης της δεύτερης επίδικης απόφασης. |
Επί της προσφυγής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου
59 |
Κατά το άρθρο 61, πρώτο εδάφιο, δεύτερη περίοδος, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Δικαστήριο δύναται, σε περίπτωση αναιρέσεως της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου, να αποφανθεί το ίδιο οριστικά επί της διαφοράς, εφόσον είναι ώριμη προς εκδίκαση. |
60 |
Εν προκειμένω, λαμβανομένου υπόψη ιδίως του γεγονότος ότι η προσφυγή ακυρώσεως που άσκησε η αναιρεσείουσα στην υπόθεση T‑353/15 στηρίζεται σε λόγους οι οποίοι αποτέλεσαν το αντικείμενο κατ’ αντιμωλία συζητήσεως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και των οποίων η εξέταση δεν απαιτεί τη λήψη κανενός συμπληρωματικού μέτρου οργανώσεως της διαδικασίας ή τη διεξαγωγή αποδείξεων, το Δικαστήριο κρίνει ότι η προσφυγή αυτή είναι ώριμη προς εκδίκαση και ότι πρέπει να αποφανθεί το ίδιο οριστικώς επ’ αυτής (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2020, Επιτροπή και Συμβούλιο κατά Carreras Sequeros κ.λπ., C 119/19 P και C 126/19 P, EU:C:2020:676, σκέψη 130), εντός των ορίων της διαφοράς που έχει επιληφθεί, δηλαδή του αιτήματος ακυρώσεως της δεύτερης επίδικης απόφασης (πρβλ. απόφαση της 1ης Ιουλίου 2008, Chronopost και La Poste κατά UFEX κ.λπ., C 341/06 P και C 342/06 P, EU:C:2008:375, σκέψη 134). |
61 |
Υπενθυμίζεται ότι η δεύτερη επίδικη απόφαση είναι απόφαση για τη μη διατύπωση αντιρρήσεων βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 3, του κανονισμού 659/1999, της οποίας η νομιμότητα εξαρτάται από το αν η εκτίμηση των πληροφοριών και των στοιχείων τα οποία διέθετε η Επιτροπή κατά το προκαταρκτικό στάδιο εξετάσεως του κοινοποιηθέντος μέτρου θα έπρεπε αντικειμενικά να δημιουργήσει αμφιβολίες όσον αφορά τον συμβατό χαρακτήρα του μέτρου αυτού με την εσωτερική αγορά (απόφαση της 3ης Σεπτεμβρίου 2020, Vereniging tot Behoud van Natuurmonumenten in Nederland κ.λπ. κατά Επιτροπής, C‑817/18 P, EU:C:2020:637, σκέψη 80 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
62 |
Εφόσον τέτοιες αμφιβολίες πρέπει να οδηγούν στην κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας, στην οποία μπορούν να μετάσχουν τα κατά το άρθρο 1, στοιχείο ηʹ, του κανονισμού 659/1999 ενδιαφερόμενα μέρη, πρέπει να γίνει δεκτό ότι μια τέτοια απόφαση αφορά άμεσα και ατομικά κάθε ενδιαφερόμενο μέρος υπό την έννοια της ως άνω διατάξεως. Συγκεκριμένα, εκείνοι υπέρ των οποίων έχουν τεθεί οι διαδικαστικές εγγυήσεις του άρθρου 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ και του άρθρου 6, παράγραφος 1, του κανονισμού 659/1999 μπορούν να διασφαλίσουν την τήρησή τους μόνον αν έχουν τη δυνατότητα να αμφισβητήσουν την απόφαση για τη μη διατύπωση αντιρρήσεων ενώπιον του δικαστή της Ένωσης (απόφαση της 24ης Μαΐου 2011, Επιτροπή κατά Kronoply και Kronotex, C 83/09 P, EU:C:2011:341, σκέψη 47 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). |
63 |
Εν προκειμένω, πρέπει να γίνει δεκτό, όπως δέχθηκε και το Γενικό Δικαστήριο στη σκέψη 70 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, ότι η αναιρεσείουσα, με την ενεργό συμμετοχή που είχε, μέχρι το τελικό στάδιο, στη διαδικασία του διαγωνισμού και με τη σχετική καταγγελία που υπέβαλε στην Επιτροπή, απέδειξε ότι είχε πραγματική βούληση να εισέλθει στις σχετικές αγορές και, ως εκ τούτου, απέδειξε ότι είχε την ιδιότητα του δυνητικού ανταγωνιστή της Capricorn, η οποία, σύμφωνα με την εν λόγω καταγγελία, ωφελήθηκε από κρατική ενίσχυση, μια ενίσχυση την οποία η Επιτροπή θεώρησε με τη δεύτερη επίδικη απόφαση ότι δεν υπήρξε. Επομένως, πρέπει να αναγνωρισθεί στην αναιρεσείουσα η ιδιότητα του ενδιαφερόμενου μέρους όσον αφορά την απόφαση αυτή. |
64 |
Προς στήριξη της προσφυγής της ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, η αναιρεσείουσα προέβαλε πέντε λόγους ακυρώσεως, εκ των οποίων ο πρώτος αντλείται από εσφαλμένη ερμηνεία της έννοιας της κρατικής ενίσχυσης, ο δεύτερος, ο οποίος αφορά μόνον την πρώτη επίδικη απόφαση, από εσφαλμένη ερμηνεία της αρχής της οικονομικής συνέχειας, ο τρίτος από μη συνεκτίμηση της συνέχισης της διαδικασίας πώλησης, ο τέταρτος από προσβολή των διαδικαστικών δικαιωμάτων της και ο πέμπτος από παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης. |
65 |
Πρέπει να εξεταστεί, κατά πρώτον, ο τέταρτος λόγος ακυρώσεως. |
Επιχειρήματα των διαδίκων
66 |
Με τον τέταρτο λόγο ακυρώσεως, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή εξέδωσε τη δεύτερη επίδικη απόφαση χωρίς να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, ενώ ήδη από την αρχική έρευνα προέκυψαν σοβαρές δυσχέρειες. Πρώτον, η Επιτροπή ανέβαλε επανειλημμένως την έκδοση της απόφασής της. Δεύτερον, δεν προέβη σε εξαντλητική εξέταση των πραγματικών ζητημάτων και παρέλειψε να εξετάσει διάφορες καθοριστικές πτυχές της υπόθεσης. Τρίτον, η Επιτροπή επέδειξε ανακολουθία στην απάντησή της στα επιχειρήματα της αναιρεσείουσας. Τέταρτον, δεν εφάρμοσε ορθώς το άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και τις λοιπές εφαρμοστέες διατάξεις και δεν παρέθεσε επαρκή αιτιολογία. |
67 |
Ειδικότερα, η αναιρεσείουσα προσάπτει στην Επιτροπή ότι δεν εκτίμησε ορθώς τη φύση της υπόσχεσης χρηματοδότησης που υπέβαλε η Capricorn και την οικονομική ευρωστία του ιδιοκτήτη της Capricorn. Κατά την αναιρεσείουσα, η Capricorn αντιμετώπιζε σημαντικά προβλήματα χρηματοδότησης από την έναρξη της διαδικασίας του διαγωνισμού και η χρηματοδότηση της προσφοράς που υπέβαλε δεν ήταν καθόλου εξασφαλισμένη. Η αναιρεσείουσα εξέφρασε τις ανησυχίες της ως προς την οικονομική αξιοπιστία της Capricorn με την από 10ης Απριλίου 2014 καταγγελία της, καθώς και με συμπληρωματικές επιστολές της 19ης Μαΐου και της 16ης Ιουνίου 2014. Στη συνέχεια έγινε γνωστό ότι, τον Αύγουστο του 2014, αναβλήθηκε η καταβολή της δεύτερης δόσης του τιμήματος της πώλησης και ο ιδιοκτήτης της Capricorn χρειάστηκε να παράσχει ασφάλειες υπέρ των πωλητών. |
68 |
Συγκεκριμένα, η από 10ης Μαρτίου 2014 επιστολή της Deutsche Bank, η οποία στήριζε την προσφορά της Capricorn, ήταν απλή επιστολή έκφρασης προθέσεων και, επιπλέον, κατέστη ανίσχυρη και αποσύρθηκε από την Deutsche Bank λίγες εβδομάδες αργότερα. Με έγγραφο προς τους δικηγόρους της αναιρεσείουσας της 15ης Απριλίου 2015, η γερμανική εισαγγελική αρχή του Koblenz (Γερμανία) επιβεβαίωσε, κατόπιν αναλύσεως της από 10ης Μαρτίου 2014 επιστολής της Deutsche Bank, ότι η επιστολή αυτή ήταν πράγματι μη δεσμευτική. |
69 |
Η Επιτροπή απαντά ότι η ύπαρξη σοβαρών δυσχερειών δεν επιβεβαιώνεται από την αλλαγή της ημερομηνίας που όρισε η Επιτροπή για την έκδοση απόφασης χωρίς την κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας. Επιπλέον, η αναιρεσείουσα δεν ισχυρίζεται ότι οι προβαλλόμενες αναβολές της ημερομηνίας έκδοσης της τελικής απόφασης προκλήθηκαν από αιτήσεις παροχής συμπληρωματικών πληροφοριών της Επιτροπής. |
70 |
Όσον αφορά την επιστολή της Deutsche Bank της 10ης Μαρτίου 2014, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η επιστολή αυτή περιέχει δέσμευση χρηματοδότησης, όπως επιβεβαίωσαν και οι γερμανικές αρχές. Η Επιτροπή προέβη στη δική της ανάλυση της εν λόγω επιστολής και διαπίστωσε ότι από αυτήν προέκυπτε σαφώς ότι η Deutsche Bank ήταν διατεθειμένη να χορηγήσει δάνειο ύψους 45 εκατομμυρίων ευρώ στην Capricorn. Βεβαίως, η ίδια επιστολή περιλαμβάνει επίσης, στο τέλος, ρήτρα αποποίησης ευθύνης, αλλά η ρήτρα αυτή αφορά το «φυλλάδιο όρων», δεδομένου ότι οι ακριβείς όροι μπορούσαν να μεταβληθούν. Οι όροι αυτοί έπρεπε να επανεξεταστούν κατά το χρονικό σημείο της υπογραφής και της έναρξης ισχύος της συμφωνίας χρηματοδότησης. |
71 |
Η Επιτροπή προσθέτει ότι ο σύνδικος πτωχεύσεως του Nürburgring και η επιτροπή πιστωτών έκριναν ότι η Capricorn είχε υποβάλει την καλύτερη προσφορά με την καλύτερη εγγύηση χρηματοδότησης, βάσει, μεταξύ άλλων, της επιστολής της Deutsche Bank της 10ης Μαρτίου 2014. Το έγγραφο της γερμανικής εισαγγελικής αρχής του Koblenz, το οποίο επικαλείται η αναιρεσείουσα, είναι μεταγενέστερο της έκδοσης της τελικής απόφασης και δεν μπορεί να προσαφθεί στην Επιτροπή ότι δεν το έλαβε υπόψη. |
72 |
Τέλος, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η έρευνά της ήταν πέραν του δέοντος επιμελής, δεδομένου ότι οι δηλώσεις που της απέστειλαν οι δημόσιες αρχές του οικείου κράτους μέλους δεν περιείχαν καμία εσωτερική ανακολουθία που θα απαιτούσε περισσότερο εμπεριστατωμένη εξέταση και οι καταγγελίες που διατύπωσε η αναιρεσείουσα περιορίζονταν σε εικασίες και σε ισχυρισμούς που δεν στηρίζονταν σε αποδεικτικά στοιχεία. |
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
73 |
Επισημαίνεται ότι η Επιτροπή, προκειμένου να κρίνει ότι δεν υπήρξε παράνομη ενίσχυση χορηγηθείσα στην Capricorn κατά την εκ μέρους της εξαγορά των περιουσιακών στοιχείων του Nürburgring, έπρεπε να βεβαιωθεί ότι η εξαγορά πραγματοποιήθηκε σε τιμή αντίστοιχη προς την αγοραία, πράγμα που θα ίσχυε αν επιβεβαιωνόταν ότι η διαδικασία του διαγωνισμού ήταν ανοικτή, διαφανής, αμερόληπτη και άνευ όρων. |
74 |
Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 48 της τελικής απόφασης, ένας από τους παράγοντες που ελήφθησαν υπόψη για την επιλογή του αγοραστή των περιουσιακών στοιχείων του Nürburgring ήταν η επιβεβαίωση της χρηματοδότησης της προσφοράς του. |
75 |
Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 272 της τελικής απόφασης, η προσφορά της αναιρεσείουσας, η οποία είχε προτείνει τιμή πώλησης υψηλότερη από εκείνη που πρότεινε η Capricorn, απορρίφθηκε λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων για τη χρηματοδότησή της. |
76 |
Κατά την αιτιολογική σκέψη 273 της τελικής απόφασης, μόνο δύο προσφορές κρίθηκαν ότι διαθέτουν εξασφαλισμένη χρηματοδότηση, ήτοι η προσφορά της Capricorn και η προσφορά ενός άλλου προσφέροντος. Καθόσον τόσο το ποσό της εξασφαλισμένης χρηματοδότησης που διέθετε ο άλλος προσφέρων όσο και το τίμημα που πρότεινε ήταν χαμηλότερα από εκείνα της Capricorn, έγινε τελικά δεκτή η προσφορά της Capricorn. |
77 |
Επομένως, αν αποδεικνυόταν εσφαλμένη η εκτίμηση ότι η Capricorn διέθετε επιβεβαιωμένη χρηματοδότηση για την προσφορά της, ενώ στην πραγματικότητα κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε, το γεγονός αυτό θα μπορούσε να θέσει υπό αμφισβήτηση, μεταξύ άλλων, τον αμερόληπτο χαρακτήρα της διαδικασίας του διαγωνισμού, στο μέτρο που θα κατέτεινε στο ότι η Capricorn έτυχε προνομιακής μεταχείρισης, δεδομένου ότι, αντιθέτως με την περίπτωση της προσφοράς της αναιρεσείουσας, η προσφορά της Capricorn δεν απορρίφθηκε. |
78 |
Ως εκ τούτου, λόγω αμφιβολιών ως προς το κατά πόσον η χρηματοδότηση της προσφοράς της Capricorn ήταν εξασφαλισμένη, οι οποίες δεν μπορούσαν να αρθούν, η Επιτροπή ήταν υποχρεωμένη να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας και δεν μπορούσε να εκδώσει απόφαση για τη μη διατύπωση αντιρρήσεων, όπως η δεύτερη επίδικη απόφαση. |
79 |
Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι τα στοιχεία που επικαλείται η αναιρεσείουσα αποδεικνύουν την ύπαρξη τέτοιων αμφιβολιών. |
80 |
Πρώτον, όπως υποστηρίζει η αναιρεσείουσα, η Επιτροπή δεν μπορούσε να θεωρήσει ότι η από 10ης Μαρτίου 2014 επιστολή της Deutsche Bank περιείχε δεσμευτική υπόσχεση χρηματοδότησης. |
81 |
Συγκεκριμένα, από την ανάγνωση της από 10ης Μαρτίου 2014 επιστολής της Deutsche Bank, όπως προσκομίστηκε από την Επιτροπή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και περιλαμβάνεται στη δικογραφία της πρωτοβάθμιας δίκης, προκύπτει ότι η επιστολή αυτή περιέχει, στην πρώτη σελίδα, σαφή ένδειξη ότι η περιλαμβανόμενη στην επιστολή αυτή «δέσμευση» υπόκειται στους όρους που εκτίθενται, μεταξύ άλλων, στο «φυλλάδιο όρων» που επισυνάπτεται στην εν λόγω επιστολή ως «Παράρτημα Α». |
82 |
Ωστόσο, στο τέλος του παραρτήματος αυτού υπάρχει μια «σημαντική ειδοποίηση», στην οποία διαλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, ότι «το παρόν φυλλάδιο όρων εξυπηρετεί μόνο σκοπούς συζήτησης και δεν αποσκοπεί στη δημιουργία δεσμευτικών νομικών υποχρεώσεων μεταξύ μας […] Ως εκ τούτου, δεν αναλαμβάνουμε καμία ευθύνη για οποιαδήποτε άμεση, επακόλουθη ή άλλη ζημία από τη χρήση της επιστολής αυτής». |
83 |
Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει προδήλως ότι η από 10ης Μαρτίου 2014 επιστολή της Deutsche Bank δεν αποσκοπούσε στο να δημιουργήσει δεσμευτική υποχρέωση χρηματοδότησης εις βάρος της τράπεζας που τη συνέταξε και υπέρ της Capricorn. |
84 |
Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται, κατά τα λοιπά, από την ένδειξη που περιλαμβάνεται στην παράγραφο 9 της σελίδας 5 της εν λόγω επιστολής, όπου υπό τον τίτλο «Εφαρμοστέο δίκαιο και αρμοδιότητα», γίνεται λόγος για «κάθε ενδεχόμενη εξωσυμβατική υποχρέωση» από την εν λόγω επιστολή, χωρίς να γίνεται λόγος για συμβατικές υποχρεώσεις, ακριβώς επειδή η επιστολή αυτή δεν αποσκοπούσε στη δημιουργία τέτοιων υποχρεώσεων. |
85 |
Δεύτερον, από την υποσημείωση 79 της τελικής απόφασης προκύπτει ότι η Capricorn δεν κατέβαλε τη δεύτερη δόση του τιμήματος της πώλησης εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας και ότι, με συμφωνία που συνήφθη στις 13 Αυγούστου 2014 μεταξύ του συνδίκου του Nürburgring, των πωλητών και της Capricorn, η καταβολή της δόσης αυτής αναβλήθηκε για μεταγενέστερη ημερομηνία, έναντι καταβολής τόκων υπερημερίας από την Capricorn και παροχής συμπληρωματικών εγγυήσεων. Αν όμως ήταν πράγματι εξασφαλισμένη η χρηματοδότηση της προσφοράς της Capricorn, η Capricorn θα ήταν λογικά σε θέση να καταβάλει τη δεύτερη δόση του τιμήματος της πώλησης εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας και δεν θα ήταν ανάγκη να διαπραγματευθεί την αναβολή της καταβολής της. |
86 |
Ως εκ τούτου, και χωρίς να χρειάζεται να εξεταστούν οι λοιποί λόγοι ακυρώσεως, πλην του τέταρτου λόγου, που προέβαλε η αναιρεσείουσα προς στήριξη της προσφυγής της, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η εκτίμηση του κατά πόσον η πώληση των περιουσιακών στοιχείων του Nürburgring στην Capricorn συνεπαγόταν τη χορήγηση στην Capricorn ενίσχυσης μη συμβατής με την εσωτερική αγορά ήγειρε αμφιβολίες, κατά την έννοια του άρθρου 4 του κανονισμού 659/1999, οι οποίες έπρεπε να οδηγήσουν την Επιτροπή στην κίνηση της διαδικασίας του άρθρου 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ. |
87 |
Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η προσφυγή και να ακυρωθεί η δεύτερη επίδικη απόφαση. |
Επί των δικαστικών εξόδων
88 |
Κατά το άρθρο 184, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, όταν η αίτηση αναιρέσεως απορρίπτεται ως αβάσιμη ή όταν γίνεται δεκτή και το Δικαστήριο κρίνει το ίδιο οριστικά τη διαφορά, αυτό αποφαίνεται επί των δικαστικών εξόδων. |
89 |
Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 3, πρώτη περίοδος, του Κανονισμού Διαδικασίας, το οποίο εφαρμόζεται στην αναιρετική δίκη δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, σε περίπτωση μερικής ήττας των διαδίκων κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά έξοδά του. |
90 |
Εν προκειμένω, πρέπει να εφαρμοστεί η τελευταία αυτή διάταξη, στο μέτρο που η αίτηση αναιρέσεως απορρίπτεται καθόσον στρέφεται κατά του μέρους της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης με το οποίο το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα ακύρωσης της πρώτης επίδικης απόφασης, αλλά γίνεται δεκτή καθόσον στρέφεται κατά του μέρους της με το οποίο το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα ακύρωσης της δεύτερης επίδικης απόφασης και το Δικαστήριο ακυρώνει τη δεύτερη επίδικη απόφαση. |
91 |
Κατά συνέπεια, κάθε διάδικος φέρει τα δικά του έξοδα. |
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφασίζει: |
|
(υπογραφές) |
( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.