ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΠΕΜΠΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 5ΗΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1988. - BROTHER INDUSTRIES LTD. ΚΑΤΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. - ΔΑΣΜΟΙ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ ΣΕ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΓΡΑΦΟΜΗΧΑΝΕΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 250/85.
Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1988 σελίδα 05683
Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό
++++
1. Κοινή εμπορική πολιτική - 'Αμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ - Εφαρμογή της κοινοτικής κανονιστικής ρυθμίσεως - Υποχρέωση ευθυγραμμίσεως με την πρακτική βασικού εμπορικού εταίρου της Κοινότητας - Δεν υφίσταται
(Κανονισμός 2176/84 του Συμβουλίου)
2. Κοινή εμπορική πολιτική - 'Αμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ - Περιθώριο ντάμπινγκ - Καθορισμός της κανονικής αξίας - Τιμή εφαρμοζόμενη κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις - Λήψη υπόψη των ιδιαιτεροτήτων της εμπορικής οργανώσεως του συγκεκριμένου παραγωγού - Νόμιμη
((Κανονισμός 2176/84 του Συμβουλίου, άρθρο 2, παράγραφος 3, στοιχείο α) ))
3. Κοινή εμπορική πολιτική - 'Αμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ - Περιθώριο ντάμπινγκ - Εσφαλμένος υπολογισμός - Επανεξέταση του συντελεστή του δασμού αντιντάμπινγκ - Δεν χωρεί λόγω του ότι ο συντελεστής του δασμού έχει καθοριστεί στο επίπεδο της ζημίας, το οποίο είναι κατώτερο του πραγματικού περιθωρίου ντάμπινγκ
(Κανονισμός 2176/84 του Συμβουλίου, άρθρο 13)
4. Κοινή εμπορική πολιτική - 'Αμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ - Εξουσία εκτιμήσεως των κοινοτικών οργάνων - Παραβίαση της αρχής της ασφάλειας του δικαίου - Δεν υφίσταται
(Κανονισμός 2176/84 του Συμβουλίου)
5. Κοινή εμπορική πολιτική - 'Αμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ - Ζημία - Καθορισμός βάσει συγκρίσεως μεταξύ των τιμών εισαγωγής και των τιμών των κοινοτικών προϊόντων, υπολογιζομένων χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η συμπίεση που υπέστησαν λόγω του ντάμπινγκ - Νόμιμος - Προϋπόθεση
(Κανονισμός 2176/84 του Συμβουλίου, άρθρο 4)
6. Κοινή εμπορική πολιτική - 'Αμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ - Εκτίμηση των συμφερόντων της Κοινότητας - Επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ μη εξαλείφουσα τα προβλήματα της κοινοτικής βιομηχανίας που δεν συνδέονται με το ντάμπινγκ - Νόμιμη
(Κανονισμός 2176/84 του Συμβουλίου, άρθρο 12, παράγραφος 1)
1. Η στάση ενός, σημαντικού έστω, εμπορικού εταίρου της Κοινότητας όσον αφορά την άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ δεν αρκεί για να υποχρεώσει την Κοινότητα να ενεργήσει κατά τον ίδιο τρόπο κατά την εφαρμογή της δικής της σχετικής νομοθεσίας.
2. Στο πλαίσιο της διαδικασίας επιβολής δασμών αντιντάμπινγκ, τα κοινοτικά όργανα έχουν το δικαίωμα να θεωρήσουν ως κανονική αξία του προϊόντος την τιμή μεταπωλήσεως που εφαρμόζει στην εσωτερική αγορά της χώρας παραγωγής η συνδεδεμένη με τον συγκεκριμένο παραγωγό εταιρία διανομής, όταν στην εταιρία αυτή, την οποία ο παραγωγός ελέγχει οικονομικώς, ανατίθενται καθήκοντα τα οποία κανονικά προσιδιάζουν στα ενταγμένα στην εσωτερική οργάνωση του παραγωγού τμήματα πωλήσεων.
Η κατανομή των δραστηριοτήτων παραγωγής και των δραστηριοτήτων πωλήσεως στο εσωτερικό ενός ομίλου απαρτιζόμενου από νομικώς διακρινόμενες εταιρίες δεν αναιρεί καθόλου το γεγονός ότι πρόκειται για μια ενιαία οικονομική οντότητα, η οποία ασκεί κατ' αυτόν τον τρόπο δραστηριότητες που, σε άλλες περιπτώσεις, ασκούνται από μια οντότητα που είναι ενιαία και από νομικής απόψεως.
3. Ο παραγωγός στον οποίο επιβλήθηκαν δασμοί αντιντάμπινγκ δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη νομιμότητά τους, με την αιτιολογία ότι για την επιβολή τους λήφθηκε υπόψη υπερεκτιμημένο περιθώριο ντάμπινγκ, όταν ο συντελεστής των δασμών έχει καθοριστεί στο επίπεδο της ζημίας, το οποίο είναι κατώτερο τόσο από το εσφαλμένως υπολογισθέν περιθώριο ντάμπινγκ όσο και από το πραγματικό περιθώριο ντάμπινγκ.
4. Οι κανόνες που θεσπίζει ο κανονισμός 2176/84 όσον αφορά την άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ αφήνουν στα κοινοτικά όργανα, και ιδίως στην Επιτροπή κατά τη διενέργεια της έρευνας αντιντάμπινγκ, κατά τον καθορισμό του προσωρινού δασμού και κατά τη διατύπωση προτάσεως προς το Συμβούλιο για την επιβολή οριστικού δασμού, ορισμένο περιθώριο εκτιμήσεως σε πολλά θέματα, το γεγονός δε ότι η Επιτροπή κάνει χρήση του περιθωρίου αυτού χωρίς να εξηγεί λεπτομερώς και εκ των προτέρων τα κριτήρια που σκοπεύει να εφαρμόσει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση δεν συνιστά παραβίαση της αρχής της ασφάλειας του δικαίου.
5. Στο πλαίσιο της διαδικασίας επιβολής δασμών αντιντάμπινγκ, τα κοινοτικά όργανα έχουν το δικαίωμα να υπολογίζουν τη ζημία που υπέστη η κοινοτική βιομηχανία βάσει συγκρίσεως μεταξύ, αφενός, των εισαγομένων προϊόντων και, αφετέρου, των τιμών των ομοειδών κοινοτικών προϊόντων λαμβανομένου υπόψη όχι του πραγματικού τους ύψους αλλά του ύψους που θα είχαν αν δεν είχε υπάρξει ντάμπινγκ, όταν, κατά το χρόνο που θα πραγματοποιείται η σύγκριση, οι τιμές των κοινοτικών προϊόντων έχουν ήδη υποστεί, επί μακρά χρονική περίοδο, πίεση προς τα κάτω με αποτέλεσμα τη μείωσή τους, ακριβώς λόγω του ντάμπινγκ.
6. Η νομιμότητα της επιβολής δασμών αντιντάμπινγκ δεν μπορεί να αμφισβητηθεί με την αιτιολογία ότι οι δασμοί αυτοί δεν εξαλείφουν τα προβλήματα τα οποία δημιουργεί για την κοινοτική βιομηχανία ο ανταγωνισμός εισαγομένων προϊόντων από τρίτες χώρες τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, ή ότι καταλήγουν στην προστασία των μη αποδοτικών παραγωγών, δεδομένου ότι το γεγονός ότι ένας κοινοτικός παραγωγός αντιμετωπίζει δυσκολίες οφειλόμενες και σε άλλες αιτίες πέραν του ντάμπινγκ δεν αποτελεί λόγο για να στερηθεί ο παραγωγός αυτός κάθε προστασίας από τη ζημία που του προξενεί το ντάμπινγκ.
Στην υπόθεση 250/85,
Brother Industries Ltd, με έδρα τη Nagoya (Ιαπωνία), ενεργούσα για λογαριασμό της καθώς και εξ ονόματος και για λογαριασμό των θυγατρικών εταιριών της που είναι εγκατεστημένες στην ΕΟΚ:
- Brother International (Belgium) SA, με έδρα το Zellik (Βέλγιο),
- Brother International Maskin A/S, με έδρα το Ishoj (Δανία),
- Brother International GmbH, με έδρα το Bad Vilbel (Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας),
- Brother-Jones SMC Ltd, με έδρα το Μάντσεστερ (Ηνωμένο Βασίλειο),
- Brother International Corp. (Irl.) Ltd, με έδρα το Δουβλίνο (Ιρλανδία)
- Brother International (Nederland) BV, με έδρα το Badhoevedorp (Κάτω Χώρες), και
- Brother France SA, με έδρα το Aulnay-sous-Bois (Γαλλία),
εκπροσωπούμενη από τον P. Didier, δικηγόρο Βρυξελλών, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο το δικηγόρο L. Mosar, 8, rue Notre-Dame,
προσφεύγουσα,
κατά
Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενου από τον H. J. Lambers, διευθυντή στη νομική υπηρεσία, και τον E. H. Stein, νομικό σύμβουλο, επικουρούμενους από το δικηγόρο Βρυξελλών G. Vandersanden, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον J. Kaeser, διευθυντή της νομικής υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, 100, boulevard Konrad-Adenauer,
καθού,
υποστηριζόμενου από
την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο J. Temple Lang, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γ. Κρεμλή, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, κτίριο Jean Monnet, Kirchberg,
και από
την Committee of European Typewriter Manufacturers (Cetma), εκπροσωπούμενη από το δικηγόρο Κολωνίας D. Ehle, με αντικλήτους στο Λουξεμβούργο τους δικηγόρους E. Arendt και G. Harles, 4, avenue Marie-Therese,
παρεμβαίνουσες,
που έχει ως αντικείμενο την ακύρωση του κανονισμού 1698/85 του Συμβουλίου, της 19ης Ιουνίου 1985, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ηλεκτρονικών γραφομηχανών καταγωγής Ιαπωνίας (ΕΕ L 163, σ. 1), καθόσον ο εν λόγω κανονισμός αφορά την προσφεύγουσα,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα)
συγκείμενο από τους G. Bosco, πρόεδρο τμήματος, J. C. Moitinho de Almeida, U. Everling, Y. Galmot και R. Joliet, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: Sir Gordon Slynn
γραμματέας: B. Pastor, υπάλληλος διοικήσεως
έχοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 22ας Σεπτεμβρίου 1987,
αφού άκουσε το γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 8ης Μαρτίου 1988,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 12 Αυγούστου 1985, η εταιρία Brother Industries Ltd (στο εξής: Brother), με έδρα τη Nagoya της Ιαπωνίας, άσκησε, δυνάμει του άρθρου 173, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΟΚ, προσφυγή με αίτημα την ακύρωση του κανονισμού 1698/85 του Συμβουλίου, της 19ης Ιουνίου 1985, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ηλεκτρονικών γραφομηχανών καταγωγής Ιαπωνίας (ΕΕ L 163, σ. 1), καθόσον ο εν λόγω κανονισμός αφορά την προσφεύγουσα, καθώς και αγωγή αποζημιώσεως κατά του Συμβουλίου και της Επιτροπής λόγω ιδιαζούσης παραβάσεως των διατάξεων της κοινοτικής νομοθεσίας περί ντάμπινγκ και των γενικών αρχών του κοινοτικού δικαίου.
2 Οι δραστηριότητες της εταιρίας Brother συνίστανται, μεταξύ άλλων, στην κατασκευή ηλεκτρονικών γραφομηχανών (στο εξής: ΗΓ), τις οποίες η εταιρία αυτή πωλεί κυρίως στην αλλοδαπή. Το 1984, κατά της εν λόγω εταιρίας καθώς και άλλων ιαπώνων παραγωγών, υποβλήθηκε στην Επιτροπή καταγγελία από μια ένωση ευρωπαίων κατασκευαστών, την Committee of European Typewriter Manufacturers (στο εξής: Cetma), με την κατηγορία ότι πωλούσε τα προϊόντα της εντός της Κοινότητας σε τιμές ντάμπινγκ.
3 Η διαδικασία αντιντάμπινγκ που κίνησε η Επιτροπή βάσει του κανονισμού 2176/84 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1984, για την άμυνα κατα των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΕ L 201, σ. 1), είχε ως αποτέλεσμα, αρχικά, να επιβληθεί στην Brother, με τον κανονισμό 3643/84 της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 1984 (ΕΕ L 335, σ. 43), προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ 43,7 %. Στη συνέχεια, το Συμβούλιο, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, επέβαλε οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ 21 % με τον κανονισμό 1698/85, κατά του οποίου η Brother άσκησε την υπό κρίση προσφυγή.
4 Με δικόγραφο που κατέθεσε στις 29 Αυγούστου 1985, η Brother υπέβαλε αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων ζητώντας την αναστολή της εφαρμογής, ως προς την ίδια, του κανονισμού 1698/85 μέχρις ότου το Δικαστήριο αποφανθεί επί της προσφυγής. Ο πρόεδρος του Δικαστηρίου, με Διάταξη της 18ης Οκτωβρίου 1985, απέρριψε την αίτηση αυτή και επιφυλάχθηκε να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.
5 Στη Cetma επετράπη να παρέμβει στην υπό κρίση υπόθεση προς υποστήριξη των αιτημάτων του καθού. Επίσης, επετράπη και στην Επιτροπή να παρέμβει υπέρ του καθού, αφού η Brother δήλωσε ότι παραιτείται από την αγωγή αποζημιώσεως που είχε ασκήσει, με το ίδιο το δικόγραφο της προσφυγής ακυρώσεως, τόσο κατά του Συμβουλίου όσο και κατά της Επιτροπής.
6 Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως, η εξέλιξη της διαδικασίας, καθώς και οι λόγοι ακυρώσεως και τα επιχειρήματα των διαδίκων. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.
7 Η Brother προβάλλει κατά του κανονισμού 1698/85 τους εξής επτά λόγους ακυρώσεως:
- Εσφαλμένος υπολογισμός της κανονικής αξίας
- Παράβαση του κανονισμού 2176/84 όσον αφορά τον υπολογισμό της τιμής εξαγωγής
- Παράβαση του κανονισμού 2176/84 όσον αφορά τη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής
- Παραβίαση της αρχής της ασφάλειας του δικαίου
- Παράβαση του κανονισμού 2176/84 όσον αφορά τον υπολογισμό της ζημίας που υπέστη η κοινοτική βιομηχανία
- Μη ορθή εκτίμηση των συμφερόντων της Κοινότητας
- Παραβίαση των αρχών της ισότητας και της απαγορεύσεως των διακρίσεων
Επί του λόγου ακυρώσεως που συνίσταται στον εσφαλμένο υπολογισμό της κανονικής αξίας
8 Η Brother υποστηρίζει, καταρχάς, ότι η δομή της αγοράς στην Ιαπωνία, όπου οι ηλεκτρονικές γραφομηχανές είναι ελάχιστα διαδεδομένες, δεν μπορεί εγκύρως να συγκριθεί με τη δομή της κοινοτικής αγοράς και ότι, επομένως, οι ιαπωνικές τιμές δεν αποτελούν "συγκρίσιμες" τιμές υπό την έννοια των διατάξεων του κανονισμού 2176/84.
9 Υπενθυμίζεται σχετικά ότι, κατά το άρθρο 2, παράγραφος 2, του προαναφερθέντος κανονισμού 2176/84, "ένα προϊόν θεωρείται ότι αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ, όταν η τιμή εξαγωγής του στην Κοινότητα είναι μικρότερη από την κανονική αξία του ομοιειδούς προϊόντος". 'Οπως προκύπτει από την παράγραφο 3, στοιχείο α), του ίδιου άρθρου, ως κανονική αξία νοείται η "συγκρίσιμη τιμή, η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις για το ομοειδές προϊόν που προορίζεται για κατανάλωση στη χώρα εξαγωγής ή καταγωγής". 'Αλλα κριτήρια υπολογισμού της κανονικής αξίας προβλέπονται για την περίπτωση που καμία πώληση ομοειδούς προϊόντος δεν έχει πραγματοποιηθεί επί συνήθων εμπορικών πράξεων στη χώρα εξαγωγής ή καταγωγής ή για την περίπτωση που οι πωλήσεις αυτές δεν επιτρέπουν δίκαιη σύγκριση.
10 Πρέπει να αναγνωριστεί ότι, για λόγους απτόμενους κυρίως της ιδιαιτερότητας της ιαπωνικής γραφής, οι γραφομηχανές δεν χρησιμοποιούνται στην Ιαπωνία στις εσωτερικές εμπορικές σχέσεις και, επομένως, διατίθενται στο εμπόριο σε πολύ περιορισμένες ποσότητες σε σχέση με τις ποσότητες που διατίθενται εντός της Κοινότητας. Ωστόσο, όπως προκύπτει από τα έγγραφα της δικογραφίας, υπάρχει στην Ιαπωνία αγορά ΗΓ, η οποία αφορά μερικές δεκάδες χιλιάδων γραφομηχανών ετησίως και χαρακτηρίζεται από αρκετά έντονο ανταγωνισμό, όπως αποδεικνύεται, μεταξύ άλλων, και από την παρουσία αλλοδαπών προϊόντων στην εν λόγω αγορά. Υπό τις συνθήκες αυτές, τίποτα δεν εμποδίζει να θεωρηθεί ότι οι τιμές που εφαρμόζονται στην ιαπωνική αγορά είναι συγκρίσιμες με τις τιμές που επιτυγχάνονται στην κοινοτική αγορά.
11 Η Brother υποστηρίζει, στη συνέχεια, ότι οι τιμές που εφάρμοζε στην ιαπωνική αγορά δεν ήταν αντιπροσωπευτικές, λαμβανομένου υπόψη του αριθμού ΗΓ που πωλούσε στην αγορά αυτή. Συγκεκριμένα, ο αριθμός αυτός δεν υπερέβαινε το όριο του 5 % των εξαγωγών, τα δε κοινοτικά όργανα έχουν αποφασίσει να θεωρούν ως αμελητέες τις κάτω του ορίου αυτού πωλήσεις στην ιαπωνική αγορά. Η Brother φρονεί, επίσης, ότι η τρίτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 2176/84 επιβάλλει να λαμβάνεται υπόψη η πρακτική των βασικών εμπορικών εταίρων της Κοινότητας. Επομένως, αυτό το κατώτατο όριο των 5% έπρεπε να υπολογιστεί σύμφωνα με την πρακτική που ακολουθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Εξάλλου, κατά την προσφεύγουσα, η στάση των κοινοτικών οργάνων στην υπό κρίση περίπτωση αποτελεί μεταστροφή της προηγούμενης πρακτικής, η οποία στηριζόταν σε πολύ υψηλότερα "όρια ασημάντου όγκου πωλήσεων".
12 Ο ισχυρισμός της Brother ότι οι εσωτερικές πωλήσεις, οι οποίες ελήφθησαν υπόψη για τον καθορισμό της κανονικής αξίας των εν λόγω προϊόντων, δεν υπερέβησαν το όριο ασημάντου όγκου πωλήσεων δεν βρίσκει έρεισμα στα στοιχεία της δικογραφίας. Ο ισχυρισμός αυτός θα ευσταθούσε όντως μόνον αν το όριο ασημάντου όγκου των εσωτερικών πωλήσεων καθοριζόταν, όπως προτείνει η Brother, στο 5 % του συνόλου των εξαγωγών προς όλες τις χώρες η μέθοδος, όμως, αυτή ποτέ δεν υιοθετήθηκε από τα κοινοτικά όργανα, τα οποία στην υπό κρίση περίπτωση αναφέρθηκαν στο 5 % του συνόλου των εξαγωγών προς την Κοινότητα.
13 'Οσον αφορά το επιχείρημα που συνίσταται στην επίκληση της πρακτικής των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στο θέμα αυτό, παρατηρείται ότι η στάση ενός, σημαντικού έστω, εμπορικού εταίρου της Κοινότητας δεν αρκεί για να την υποχρεώσει να ενεργήσει κατά τον ίδιο τρόπο.
14 Η Brother προσάπτει, τρίτον, στα κοινοτικά όργανα ότι καθόρισαν την κανονική αξία των περισσοτέρων από τα μοντέλα της βάσει της τιμής μεταπωλήσεως που εφάρμοζε ο συνδεδεμένος διανομέας της στην Ιαπωνία, ήτοι η Brother Sales Ltd, ενώ όφειλαν, αν ήταν πεπεισμένα ότι οι τιμές που εφάρμοζε η Brother έναντι της Brother Sales Ltd δεν αποτελούσαν τιμές διαμορφωμένες στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, να προσφύγουν, σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 3, στοιχείο β), του κανονισμού 2176/84, στις τιμές ομοειδών προϊόντων που εξάγονται προς τρίτες χώρες ή στην κατασκευασμένη αξία.
15 Πρέπει να παρατηρηθεί ότι η χρησιμοποίηση των τιμών μεταπωλήσεως που εφαρμόζει ο συνδεδεμένος διανομέας είναι δικαιολογημένη, δεδομένου ότι οι τιμές αυτές μπορούν δικαίως να θεωρηθούν ως τιμές της πρώτης πωλήσεως του προϊόντος, η οποία πραγματοποιείται στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων. Πράγματι, η Brother διαθέτει τα προϊόντα της στην εσωτερική αγορά μέσω μιας εταιρίας διανομής, την οποία ελέγχει οικονομικώς και στην οποία αναθέτει καθήκοντα τα οποία κανονικά προσιδιάζουν στα ενταγμένα στην εσωτερική οργάνωση του παραγωγού τμήμα πωλήσεων.
16 Η κατανομή των δραστηριοτήτων παραγωγής και των δραστηριοτήτων πωλήσεως εντός ενός ομίλου απαρτιζομένου από νομικώς διακρινόμενες εταιρίες δεν αναιρεί καθόλου το γεγονός ότι πρόκειται για μια ενιαία οικονομική οντότητα, η οποία οργανώνει κατ' αυτόν τον τρόπο ένα σύνολο δραστηριοτήτων, οι οποίες, σε άλλες περιπτώσεις, ασκούνται από μια οντότητα που είναι ενιαία και από νομικής απόψεως.
17 'Οσον αφορά τα μοντέλα των οποίων η κανονική αξία κατασκευάστηκε, η Brother υποστηρίζει ότι τα διοικητικά, γενικά και λοιπά έξοδα έπρεπε να καθοριστούν λαμβανομένου ως δεδομένου ότι το προϊόν εξάγεται.
18 Πρέπει να υπενθυμιστεί σχετικά ότι, σύμφωνα με το πνεύμα του κανονισμού 2176/84, η κατασκευή της κανονικής αξίας αποσκοπεί στον υπολογισμό της τιμής πωλήσεως ενός προϊόντος, όπως αυτή θα είχε διαμορφωθεί αν το προϊόν επωλείτο εντός της χώρας εξαγωγής ή καταγωγής του. Κατά συνέπεια, τα έξοδα που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη είναι ακριβώς εκείνα που αφορούν τις πωλήσεις στην εσωτερική αγορά.
19 Πρέπει ακόμα να τονιστεί ότι, αν για τα μοντέλα που πωλούνται σε επαρκείς ποσότητες στην εσωτερική αγορά μπόρεσε να καθοριστεί μια πραγματική τιμή, ενώ για τα μοντέλα που αποτελούν αποκλειστικά αντικείμενο εξαγωγής χρειάστηκε να κατασκευαστεί η κανονική αξία, το να μη λαμβάνονται υπόψη, όσον αφορά τα τελευταία αυτά μοντέλα, τα ίδια έξοδα που περιλαμβάνονται στην πραγματική τιμή των πωλουμένων στην εσωτερική αγορά μοντέλων θα οδηγούσε σε διαφορετική μεταχείριση, χωρίς κανένα λόγο, των κατασκευαστών-εξαγωγέων ΗΓ, αναλόγως του αν πωλούν και στη χώρα τους ή μόνο στην αλλοδαπή.
20 Πέμπτον, η Brother παραπονείται ότι το περιθώριο κέρδους που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή της κανονικής αξίας ορισμένων μοντέλων της υπολογίστηκε κατά τρόπο εσφαλμένο, ήτοι με διαίρεση των γενικών εξόδων πωλήσεως της Brother Sales Ltd στην Ιαπωνία δια του όγκου των πωλήσεων της Brother σε ολόκληρο τον κόσμο, πωλήσεων οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με τις πωλήσεις της Brother Sales Ltd, πράγμα το οποίο οδήγησε σε διόγκωση του κέρδους και μείωση των γενικών εξόδων πωλήσεως.
21 Ως προς το θέμα αυτό, τα κοινοτικά όργανα ορθώς υπογραμμίζουν ότι, ακόμα και αν οι υπολογισμοί είχαν γίνει βάσει των αριθμών που προτείνει η Brother, το αποτέλεσμα δεν θα ήταν διαφορετικό, δεδομένου ότι τόσο το περιθώριο κέρδους όσο και τα γενικά έξοδα που λαμβάνονται υπόψη για την κατασκευή της κανονικής αξίας αποτελούν συνθετικά στοιχεία των εσωτερικών τιμών των προϊόντων της Brother, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρξει μείωση του ενός χωρίς να σημειωθεί αύξηση του άλλου κατά τις αυτές αναλογίες.
22 Επομένως, υπό το φως των ανωτέρω σκέψεων, ο λόγος ακυρώσεως που συνίσταται στον εσφαλμένο υπολογισμό της κανονικής αξίας πρέπει να απορριφθεί.
Επί του λόγου ακυρώσεως που συνίσταται στην παράβαση του κανονισμού 2176/84 όσον αφορά τον υπολογισμό της τιμής εξαγωγής
23 Μετά τη διόρθωση, εκ μέρους των κοινοτικών οργάνων, του σφάλματος που επικαλείται η προσφεύγουσα με το λόγο αυτό, ήτοι του διπλού υπολογισμού του κόστους της πιστώσεως προς τον αγοραστή, και τη μείωση του περιθωρίου ντάμπινγκ κατά 1,5 %, η Brother διερωτάται μήπως τα νέα δεδομένα, μετά τον υπολογισμό αυτό, θα μπορούσαν να επηρεάσουν επίσης και τον υπολογισμό του δασμού αντιντάμπινγκ.
24 Λαμβανομένου υπόψη ότι ο δασμός αντιντάμπινγκ καθορίστηκε από τα κοινοτικά όργανα στο ύψος της ζημίας που υπέστη η κοινοτική βιομηχανία, ήτοι στο 21 % της τιμής του προϊόντος, ενώ το περιθώριο ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε όσον αφορά την Brother ανερχόταν στο 33,6 % της τιμής του προϊόντος, πρέπει να αναγνωριστεί ότι τα κοινοτικά όργανα έκριναν όλως δικαίως ότι μια μείωση του περιθωρίου ντάμπινγκ κατά 1,5% δεν θα είχε καμία επίδραση όσον αφορά το συντελεστή του δασμού αντιντάμπινγκ.
Επί του λόγου ακυρώσεως που συνίσταται στην παράβαση του κανονισμού 2176/84 όσον αφορά τη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής
25 Η Brother υποστηρίζει, καταρχάς, ότι η σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής δεν έγινε κατά τρόπο ορθό, καθότι τιμές εξαγωγής υπολογιζόμενες στο στάδιο "έξοδος από το εργοστάσιο" του κατασκευαστή συγκρίθηκαν με κανονικές αξίες υπολογιζόμενες στο στάδιο "έξοδος από τον αποκλειστικό διανομέα".
26 Αυτός ο λόγος ακυρώσεως δεν μπορεί να γίνει δεκτός διότι, για τους ήδη εκτεθέντες λόγους, η Brother και ο συνδεδεμένος της διανομέας πρέπει να θεωρηθούν ως ενιαία οικονομική οντότητα.
27 Η απόρριψη του ανωτέρω λόγου ακυρώσεως καθιστά περιττή την εξέταση των λόγων ακυρώσεως που συνίστανται στην άρνηση των κοινοτικών οργάνων να δεχτούν προσαρμογές υπό την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 10, του κανονισμού 2176/84. Πράγματι, αυτοί οι λόγοι ακυρώσεως προβλήθηκαν επικουρικώς και μόνο για την περίπτωση κατά την οποία θα διαπιστωνόταν ότι η σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής αναφερόταν σε διαφορετικά στάδια εμπορίας.
Επί του λόγου ακυρώσεως που συνίσταται στην παραβίαση της αρχής της ασφάλειας του δικαίου
28 Η Brother υποστηρίζει ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός, λαμβανομένης υπόψη της ασάφειας του βασικού κανονισμού 2176/84 όσον αφορά τις πρακτικές λεπτομέρειες υπολογισμού του περιθωρίου ντάμπινγκ, προβαίνει, σε σημαντικό αριθμό θεμάτων, σε νέες επιλογές αρχές. Κατά την προσφεύγουσα, αυτός ο τρόπος ενέργειας παραβιάζει την αρχή της ασφάλειας του δικαίου, καθότι εμποδίζει τον επιχειρηματία, όσον επιμελής και ενημερωμένος και αν είναι, να πράξει τα αναγκαία ώστε να αποφύγει την επιβολη δασμού αντιντάμπινγκ.
29 'Οσον αφορά αυτόν το λόγο ακυρώσεως, πρέπει να παρατηρηθεί ότι οι κανόνες του κανονισμού 2176/84 αφήνουν στα κοινοτικά όργανα, και ιδίως στην Επιτροπή όταν διενεργεί την έρευνα αντιντάμπινγκ, κατά τον καθορισμό του προσωρινού δασμού και κατά τη διατύπωση προτάσεως προς το Συμβούλιο για την επιβολή οριστικού δασμού, ορισμένο περιθώριο εκτιμήσεως σε πολλά θέματα και ότι το γεγονός ότι η Επιτροπή κάνει χρήση του περιθωρίου αυτού χωρίς να εξηγεί λεπτομερώς και εκ των προτέρων τα κριτήρια που σκοπεύει να εφαρμόσει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση δεν συνιστά παραβίαση της αρχής της ασφάλειας του δικαίου.
30 Επομένως, ο λόγος ακυρώσεως που συνίσταται στην παραβίαση της αρχής της ασφάλειας του δικαίου είναι απορριπτέος.
Επί του λόγου ακυρώσεως που συνίσταται στην παράβαση του κανονισμού 2176/84 όσον αφορά τον υπολογισμό της ζημίας που υπέστη η κοινοτική βιομηχανία
31 Με το πρώτο από τα επιχειρήματα που προβάλλει στο πλαίσιο αυτού του λόγου ακυρώσεως, η Brother διατείνεται ότι, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 2, στοιχείο β), του κανονισμού 2176/84, η εξέταση περί της υπάρξεως ζημίας πρέπει να αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στις "τιμές των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων, ιδίως για να προσδιοριστεί αν υπάρχει προσφορά σημαντικά κατώτερης τιμής σε σχέση με την τιμή ενός ομοειδούς προϊόντος μέσα στην Κοινότητα". Κατά την Brother, η σύγκριση που προβλέπει το άρθρο αυτό δεν μπορεί να είναι παρά σύγκριση μεταξύ πραγματικών τιμών, υπό τον όρον ότι πρόκειται για θεμιτές τιμές.
32 Το βάσιμο του λόγου αυτού πρέπει να εκτιμηθεί λαμβανομένου υπόψη ότι τα κοινοτικά όργανα δεν μπόρεσαν να προβούν στον υπολογισμό της ζημίας παρά μόνο μετά την υποβολή, στις 15 Φεβρουαρίου 1984, της καταγγελίας εκ μέρους των κοινοτικών εισαγωγέων, ενώ από τη δικογραφία προκύπτει ότι οι επιπτώσεις των ιαπωνικών εισαγωγών, οι οποίες αποτέλεσαν αργότερα αντικείμενο της διαδικασίας αντιντάμπινγκ, είχαν από καιρό αρχίσει να γίνονται αισθητές στην κοινοτική βιομηχανία. Επομένως, οι τιμές των κοινοτικών προϊόντων το 1984 δεν αποτελούσαν πλέον τιμές δυνάμενες να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό της ζημίας υπό την έννοια του προαναφερθέντος άρθρου 4, καθότι είχαν ήδη από αρκετού χρόνου υποστεί μείωση προκειμένου να αντιμετωπιστεί η όλο και αυξανόμενη πίεση από τις ιαπωνικές εισαγωγές.
33 Υπό το φως των ανωτέρω παρατηρήσεων, πρέπει να αναγνωριστεί ότι η κατασκευή μιας τιμής στο εσωτερικό της Κοινότητας, όπως η τιμή αυτή θα ήταν αν δεν είχε υποστεί, επί μακρά χρονική περίοδο, πίεση προς τα κάτω λόγω των ιαπωνικών εισαγωγών, αποτελεί τη μόνη λύση η οποία δεν καθιστά άνευ νοήματος τη σύγκριση που προβλέπεται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, στοιχείο β), του κανονισμού 2176/84.
34 Το επιχείρημα της Brother ότι είχε πλήρη άγνοια του τρόπου με τον οποίο υπολογίστηκαν οι τιμές-στόχοι δεν μπορεί να γίνει δεκτό, δεδομένου ότι η μέθοδος υπολογισμού των τιμών στόχων ανακοινώθηκε στην προσφεύγουσα, το δε κόστος παραγωγής των κοινοτικών επιχειρήσεων αποτελεί εμπιστευτικό στοιχείο, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να της κοινοποιηθεί.
35 Η Brother υποστηρίζει, στη συνέχεια, ότι οι προσαρμογές μεταξύ των διαφόρων μοντέλων, οι οποίες ήταν αναγκαίες προκειμένου να καταστεί δυνατή η σύγκριση των τιμών, έγιναν κατά τρόπο παράλογο.
36 Ως προς το θέμα αυτό, πρέπει να τονιστεί ότι, όπως αναγνωρίζει και η Brother, η απευθείας σύγκριση μεταξύ των εισαγομένων μοντέλων και των πλησιεστέρων προς αυτά κοινοτικών μοντέλων ήταν αδύνατη λόγω της μεγάλης ποικιλίας των μοντέλων και των τεχνικών χαρακτηριστικών τους. Εφόσον, επομένως, η προσαρμογή ήταν αναγκαία προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι διαφορές αυτές, τα κοινοτικά όργανα ζήτησαν από τους ιάπωνες εξαγωγείς και από τους κοινοτικούς παραγωγούς να εκτιμήσουν καλοπίστως την εμπορική αξία κάθε μοντέλου αναλόγως των τεχνικών χαρακτηριστικών του και υπολόγισαν το μέσο όρο των δύο εκτιμήσεων.
37 Λαμβανομένου υπόψη ότι ένας μηχανισμός, το κόστος παραγωγής του οποίου δεν είναι πολύ υψηλό, ενδέχεται να παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον για το δυνητικό αγοραστή διότι επιτρέπει μια ιδιαίτερη χρήση του μηχανήματος, πρέπει να παρατηρηθεί ότι η εμπορική αξία ενός μηχανήματος δεν είναι αναγκαστικά συνάρτηση του κόστους παραγωγής των στοιχείων του. Επομένως, ελλείψει οποιασδήποτε αντικειμενικής μεθόδου εκτιμήσεως της εμπορικής αξίας των ΗΓ πρέπει να θεωρηθεί ότι η μέθοδος που εφάρμοσαν τα κοινοτικά όργανα και η οποία στηρίζεται στο μέσο όρο των διαφόρων υποκειμενικών εκτιμήσεων ήταν εύλογη.
38 Η Brother υποστήριξε, τέλος, ότι ορισμένα μοντέλα που θεωρήθηκαν ως κοινοτικά είχαν στην πραγματικότητα κατασκευαστεί σε τρίτες χώρες. Το Συμβούλιο απάντησε, χωρίς η Brother να αντιλέξει, ότι όλα αυτά τα μοντέλα είτε είχαν κατασκευαστεί εντός της Κοινότητας είτε δεν ελήφθησαν υπόψη κατά τον υπολογισμό της ζημίας, εκτός από δύο μοντέλα, ως προς τα οποία τα σφάλμα διορθώθηκε, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, με τον κανονισμό 113/86 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 1986 (ΕΕ L 17, σ. 2). Επομένως, αυτός ο λόγος ακυρώσεως κατέστη άνευ αντικειμένου.
39 Ως εκ τούτου, οι λόγοι ακυρώσεως που αναφέρονται στον υπολογισμό της ζημίας την οποία υπέστη η κοινοτική βιομηχανία είναι απορριπτέοι.
Επί των λόγων ακυρώσεως που συνίστανται στη μη ορθή εκτίμηση των συμφερόντων της Κοινότητας
40 Η Brother υποστηρίζει ότι η επιβολή σ' αυτήν οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ αντιβαίνει στο άρθρο 12 του κανονισμού 2176/84, κατά το οποίο το μέτρο αυτό μπορεί να ληφθεί όταν προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι "το συμφέρον της Κοινότητας επιβάλλει κοινοτική ενέργεια". Στην υπό κρίση περίπτωση, η επιβολή δασμού αντιντάμπινγκ στην Brother δεν έχει καμία χρησιμότητα για την προστασία των συμφερόντων της Κοινότητας, δεδομένου ότι άλλες εξωκοινοτικές επιχειρήσεις εξακολουθούν να πωλούν στην κοινοτική αγορά σε τιμές ίσες ή κατώτερες σε σχέση προς τις τιμές της προσφεύγουσας.
41 Πρέπει να παρατηρηθεί σχετικά ότι η Brother δεν ισχυρίζεται ότι οι εν λόγω επιχειρήσεις πωλούν στην κοινοτική αγορά σε τιμές ντάμπινγκ. Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα συμφέροντα της Κοινότητας προστατεύονται αποτελεσματικά με μέτρα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, έστω και αν η επιβολή ενός δασμού αντιντάμπινγκ δεν απαλλάσσει την κοινοτική βιομηχανία από τον ανταγωνισμό των προϊόντων καταγωγής άλλων τρίτων χωρών, τα οποία όμως δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.
42 Η Brother υποστηρίζει, επίσης, ότι δεν είναι προς το συμφέρον της Κοινότητας η προστασία μη αποδοτικών επιχειρήσεων. 'Οπως ορθώς υπενθυμίζουν τα κοινοτικά όργανα, σ' αυτά εναπόκειται, σύμφωνα με το άρθρο 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 2176/84, να εκτιμήσουν, στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται ντάμπινγκ και ζημία, αν το "συμφέρον της Κοινότητας επιβάλλει κοινοτική ενέργεια". Το γεγονός ότι ένας κοινοτικός παραγωγός αντιμετωπίζει δυσκολίες οφειλόμενες και σε άλλες αιτίες πέραν του ντάμπινγκ δεν αποτελεί λόγο για να στερηθεί ο παραγωγός αυτός κάθε προστασίας από τη ζημία που του προξενεί το ντάμπινγκ.
43 Η προστασία που παρέχεται στους κοινοτικούς παραγωγούς, περιλαμβανομένων και των λιγότερο αποδοτικών, δεν είναι, εξάλλου, υπερβολική, δεδομένου ότι η τιμή-στόχος υπολογίστηκε αναγνωριζομένου, υπέρ της κοινοτικής βιομηχανίας, περιθωρίου κέρδους 10 %, ενώ η ίδια είχε υποστηρίξει, βάσει αποδεικτικών στοιχείων, ότι θα μπορούσε να θεωρηθεί εύλογο ένα περιθώριο της τάξεως του 18 έως 20 % του κύκλου εργασιών.
44 Επομένως, οι λόγοι ακυρώσεως που συνίστανται στη μη ορθή εκτίμηση των συμφερόντων της Κοινότητας είναι απορριπτέοι.
45 Τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε το Δικαστήριο όσον αφορά τους άλλους λόγους ακυρώσεως που προβάλλει η Brother καθιστούν άσκοπη την εξέταση του λόγου ακυρώσεως που συνίσταται στην παραβίαση των αρχών της ισότητας και της απαγορεύσεως των διακρίσεων, δεδομένου ότι και με το λόγο αυτό τίθεται, στην πραγματικότητα, το ζήτημα κατά πόσον ήταν ορθά τα κριτήρια υπολογισμού που υιοθέτησαν τα κοινοτικά όργανα.
46 Κατόπιν των ανωτέρω διαπιστώσεων, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως αβάσιμη.
Επί των δικαστικών εξόδων
47 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα. Επειδή η Brother ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα, τόσο της κύριας διαδικασίας όσο και της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων των παρεμβάντων που υπέβαλαν σχετικό αίτημα.
Για τους λόγους αυτούς
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα)
αποφασίζει:
1) Απορρίπτει την προσφυγή.
2) Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα τόσο της κύριας διαδικασίας όσο και της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων των παρεμβάντων που υπέβαλαν σχετικό αίτημα.