This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 31972D0440
72/440/ECSC: Commission Decision of 22 December 1972 amending Decision No 30-53 of 2 May 1953 on practices prohibited by Article 60 (1) of the Treaty in the common market for coal and steel
72/440/ΕΚΑΧ: Απόφαση της Επιτροπής της 22ας Δεκεμβρίου 1972 περί τροποποιήσεως της αποφάσεως αριθ. 30—53 της 2ας Μαΐου 1953 «περί απηγορευμένων, κατά το άρθρο 60 παράγραφος 1 της συνθήκης, πρακτικών, στην κοινή αγορά άνθρακα και χάλυβα»
72/440/ΕΚΑΧ: Απόφαση της Επιτροπής της 22ας Δεκεμβρίου 1972 περί τροποποιήσεως της αποφάσεως αριθ. 30—53 της 2ας Μαΐου 1953 «περί απηγορευμένων, κατά το άρθρο 60 παράγραφος 1 της συνθήκης, πρακτικών, στην κοινή αγορά άνθρακα και χάλυβα»
ΕΕ L 297 της 30/12/1972, p. 39–41
(DE, FR, IT, NL) Άλλες ειδικές εκδόσεις
(DA, EL, ES, PT)
Αγγλική ειδική έκδοση: Σειρά I τόμος 1972(30-31.12) σ. 19 - 21
In force
72/440/ΕΚΑΧ: Απόφαση της Επιτροπής της 22ας Δεκεμβρίου 1972 περί τροποποιήσεως της αποφάσεως αριθ. 30—53 της 2ας Μαΐου 1953 «περί απηγορευμένων, κατά το άρθρο 60 παράγραφος 1 της συνθήκης, πρακτικών, στην κοινή αγορά άνθρακα και χάλυβα»
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 297 της 30/12/1972 σ. 0039 - 0041
Δανική ειδική έκδοση: Σειρά I Κεφάλαιο 1972(28-30.12) σ. 0027
Αγγλική ειδική έκδοση: Σειρά I Κεφάλαιο 1972(30-31.12) σ. 0019
Ελληνική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 08 τόμος 1 σ. 0098
Ισπανική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 08 τόμος 2 σ. 0020
Πορτογαλική ειδική έκδοση : Κεφάλαιο 08 τόμος 2 σ. 0020
AΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 22ας Δεκεμβρίου 1972 περί τροποποιήσεως της αποφάσεως αριθ. 30-53 της 2ας Μαΐου 1953 "περί απηγορευμένων κατά το άρθρο 60 παράγραφος 1 της συνθήκης πρακτικών, στην κοινή αγορά άνθρακος και χάλυβος" Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακος και Χάλυβος, και ιδίως τα άρθρα 2 μέχρι 5, 60 και 63 παράγραφος 2, την απόφαση αριθ. 30 53 της Ανωτάτης Αρχής, όπως ετροποποιήθη από την απόφαση αριθ. 19/63 της 11ης Δεκεμβρίου 1963(1), Κατόπιν διαβουλεύσεως με την Συμβουλευτική Επιτροπή και το Συμβούλιο, Εκτιμώντας: ότι το άρθρο 60 παράγραφος 1 απαγορεύει κάθε πρακτική που εισάγει διακρίσεις και συνεπάγεται εντός της κοινής αγοράς, την εφαρμογή από ένα πωλητή ανίσων όρων επί συγκρισίμων συναλλαγών- ότι η διάταξη αυτή ορίζει, ότι θα καθορισθεί κάθε πρακτική που εμπίπτει στην απαγόρευση αυτή- ότι η Ανωτάτη Αρχή της Ευρωπαϊκής Κοινότητος Άνθρακος και Χάλυβος καθόρισε με την απόφαση αριθ. 30 53 τις πρακτικές που απαγορεύονται δυνάμει του άρθρου 60 παράγραφος 1- ότι το άρθρο 2 της αποφάσεως αριθ. 30 53 όπως ετροποποιήθη από την απόφαση αριθ. 1/54(2) χαρακτηρίζει ως πρακτική που εισάγει διακρίσεις την εφαρμογή από ένα πωλητή τιμών ή όρων που αποκλίνουν από τους προβλεπόμενους στον τιμοκατάλογό του εφ' όσον ο πωλητής δεν δύναται να αποδείξει, είτε ότι η σχετική συναλλαγή δεν εμπίπτει στις κατηγορίες των συναλλαγών που προβλέπονται από τον τιμοκατάλογό του ή ότι οι αποκλίσεις εφαρμόζονται ομοίως επί όλων των συναλλαγών που είναι συγκρίσιμες μεταξύ τους- ότι διεπιστώθη, ότι ο ορισμός αυτός της απαγορεύσεως των πρακτικών που εισάγουν διακρίσεις παραλείπει ουσιώδη στοιχεία της απαγορεύσεως- ότι φαίνεται επομένως αναγκαίο να καθορισθεί σε ποιες περιπτώσεις οι συναλλαγές πρέπει να θεωρούνται συγκρίσιμες και σε ποιες περιπτώσεις οι όροι πρέπει να θεωρούνται άνισοι- ότι ο ορισμός των συγκρισίμων συναλλαγών πρέπει να βασίζεται στον προστατευτικό σκοπό τον οποίο επιδιώκει η απαγόρευση των πρακτικών που εισάγουν διακρίσεις- ότι η απαγόρευση των πρακτικών που εισάγουν διακρίσεις αποβλέπει κυρίως στην προστασία των αγοραστών από τις διακρίσεις που είναι δυνατό να προκύψουν από την εφαρμογή ανίσων τιμών και όρων- ότι κατά συνέπεια είναι δικαιολογημένο να καθορίζεται, για να εκτιμηθεί το συγκρίσιμο των συναλλαγών, αν οι αγοραστές ευρίσκονται σε συγκρίσιμη θέση- ότι τούτο συμβαίνει όταν είναι ανταγωνιστές μεταξύ τους στην διάθεση των προϊόντων τους ή παράγουν τα αυτά ή ανάλογα προϊόντα ή εκτελούν ισοδύναμα έργα στον τομέα της διαθέσεως- ότι συνεπώς για να είναι οι συναλλαγές συγκρίσιμες θα πρέπει να αφορούν τα ίδια ή αντίστοιχα προϊόντα και να μην διαφέρουν ουσιωδώς όσον αφορά τα ειδικά χαρακτηριστικά τους, τα θεωρούμενα καθοριστικά στις εμπορικές συναλλαγές- ότι οι συναλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί σε διαφορετικές περιόδους, δεν πρέπει να θεωρούνται συγκρίσιμες, αν ο πωλητής έχει στο μεταξύ μεταβάλει τις τιμές ή τους όρους πωλήσεώς του κατά τρόπο γενικό και όχι μόνο επί προσωρινής βάσεως- ότι όσον αφορά το κριτήριο της ανισότητος των όρων, πρέπει να παρατηρηθεί, ότι εφ' όσον οι όροι είναι συνάρτηση μόνο διαφορών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών ή τον διακανονισμό των συναλλαγών, δεν πρέπει να θεωρούνται άνισοι- ότι όταν ο πωλητής παρέχει προθεσμίες πληρωμής περισσότερο ευνοϊκές από τις προθεσμίες που εφαρμόζει γενικά, υπάρχει ανισότης όρων αν το χορηγούμενο πλεονέκτημα δεν αντισταθμίζεται από αύξηση τιμών- ότι τα γεγονότα ή οι περιστάσεις που δύνανται να αποκλείσουν το συγκρίσιμο των συναλλαγών ή που αποτελούν βασικά στοιχεία εκτιμήσεως για να διαπιστωθεί η ισότης των όρων είναι κατ' ανάγκη γνωστά στις επιχειρήσεις- ότι επομένως πρέπει να απαιτηθεί από τις επιχειρήσεις να φέρουν το βάρος της αποδείξεως- ότι πρέπει να συμπληρωθούν οι διατάξεις περί ευθυγραμμίσεως με τις χαμηλότερες τιμές παραδόσεως άλλων επιχειρήσεων στην κοινή αγορά- ότι σε περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν υπάρχει υποχρέωση δημοσιεύσεως δυνάμει των κανόνων περί δημοσιεύσεως των τιμών, όπως π.χ. για ορισμένα προϊόντα ή κατηγορίες αγοραστών, οι τιμές και οι όροι οι οποίοι εφαρμόσθηκαν πραγματικά από τον ανταγωνιστή πρέπει να ληφθούν σαν βάση της ευθυγραμμίσεως, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ: Άρθρο 1 Το άρθρο 2 της αποφάσεως αριθ. 30-53 αντικαθίσταται από τα ακόλουθα άρθρα: "Άρθρο 2 1. Απηγορευμένη πρακτική κατά την έννοια του άρθρου 60 παράγραφος 1 της συνθήκης συνιστά η εφαρμογή από ένα πωλητή στην κοινή αγορά, ανίσων όρων (άρθρο 4) σε συγκρίσιμες συναλλαγές (άρθρο 3). 2. Η προηγουμένη παράγραφος δεν εμποδίζει την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 60 παράγραφος 2 περίπτωση β) της συνθήκης και των αποφάσεων που ελήφθησαν για την εφαρμογή του. Άρθρο 3 1. Θεωρούνται συγκρίσιμες κατά την έννοια του άρθρου 60 παράγραφος 1 οι συναλλαγές οι οποίες: α) συνάπτονται με αγοραστές: - που είναι ανταγωνιστές, - ή που παράγουν όμοια ή ομοειδή προϊόντα, - ή που πληρούν την ίδια εμπορική λειτουργία, β) αφορούν όμοια ή ομοειδή προϊόντα, γ) και δεν διαφέρουν αισθητά κατά τα λοιπά ουσιώδη εμπορικά τους χαρακτηριστικά. 2. Οι συναλλαγές δεν θεωρούνται συγκρίσιμες κατά την έννοια του άρθρου 60 παράγραφος 1 της συνθήκης αν κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ των συναλλαγών, μεσολάβησε πάγια μεταβολή των τιμών ή των όρων πωλήσεως του πωλητού. Άρθρο 4 1. Δεν θεωρούνται άνισοι όροι κατά την έννοια του άρθρου 60 παράγραφος 1 της συνθήκης, οι διαφορετικοί όροι που εφαρμόζει ο πωλητής σε συγκρίσιμες συναλλαγές, στο μέτρο που λαμβάνονται υπόψη κατά τον κατάλληλο τρόπο διαφορές κατά τις παροχές υπηρεσιών ή τον διακανονισμό των συναλλαγών. 2. Η παροχή από τον πωλητή, χωρίς αντίστοιχη αύξηση των τιμών, προθεσμιών πληρωμής περισσότερο ευνοϊκών από εκείνες που εφαρμόζει γενικά σε συγκρίσιμες συναλλαγές, αποτελεί περίπτωση εφαρμογής ανίσων όρων. Άρθρο 5 Οι επιχειρήσεις που ισχυρίζονται, ότι οι συναλλαγές δεν είναι συγκρίσιμες (άρθρο 3) ή ότι οι όροι δεν είναι άνισοι (άρθρο 4), υποχρεούνται να εκθέτουν τα γεγονότα και περιστάσεις που δικαιολογούν τούτο, κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής." Άρθρο 2 Το άρθρο 3 της αποφάσεως αριθ. 30-53 αντικαθίσταται από το ακόλουθο άρθρο: "Άρθρο 6 1. Όταν πωλητής ευθυγραμμίζει την προσφορά του με τον τιμοκατάλογο ανταγωνιστού, δυνάμει του άρθρου 60 παράγραφος 2 περίπτωση β) της συνθήκης, ή με τις τιμές και τους όρους πωλήσεως που πραγματικά εφαρμόζονται από ανταγωνιστή, εφ' όσον η υποχρέωση δημοσιεύσεως των τιμών έχει καταργηθεί ή περιορισθεί, συνιστά απηγορευμένη πρακτική, κατά την έννοια του άρθρου 60 παράγραφος 1 της συνθήκης, η εφαρμογή από τον πωλητή όρων που εξασφαλίζουν στον αγοραστή πραγματική τιμή παραδόσεως στον τελικό προορισμό κατώτερη από την τιμή στην οποία ο αγοραστής θα ήταν δυνατό να αποκτήσει τα προϊόντα του ανταγωνιστού. 2. Η τιμή παραδόσεως στον τελικό προορισμό πρέπει να περιλαμβάνει πέραν των τιμών και των όρων, τις δαπάνες μεταφοράς, αυξήσεις ή φορολογικές επιβαρύνσεις που βαρύνουν τον αγοραστή, μείον τις μειώσεις ή επιστροφές των οποίων απολαύει. 3. Όταν ένας πωλητής ευθυγραμμίζει την προσφορά του με τους όρους που προσφέρει επιχείρηση εκτός Κοινότητος, δυνάμει του άρθρου 60 παράγραφος 2 περίπτωση β) τελευταίο εδάφιο της συνθήκης, εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου. 4. Οι επιχειρήσεις που ισχυρίζονται ότι έχουν ευθυγραμμίσει την προσφορά τους σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 2 περίπτωση β) με χαμηλότερη τιμή παραδόσεως ανταγωνιστού στην κοινή αγορά ή επιχειρήσεως εκτός της κοινής αγοράς, υποχρεούνται κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής, να αποδείξουν, ότι επληρούντο οι όροι ευθυγραμμίσεως και ότι ετήρησαν τις διατάξεις των παραγράφων 1 μέχρι 3 του παρόντος άρθρου κατά τον υπολογισμό της τιμής ευθυγραμμίσεως. Ο όρος που απαιτείται κατά το άρθρο 60 παράγραφος 2 περίπτωση β) τελευταίο εδάφιο, είναι ότι η ευθυγράμμιση επεβλήθη από τον πραγματικό ανταγωνισμό της εκτός της Κοινότητος επιχειρήσεως." Άρθρο 3 Τα άρθρα 4 και 6 αποφάσεως αριθ. 30 53 καταργούνται. Το άρθρο 5 λαμβάνει την αρίθμηση 7. Το άρθρο 7 λαμβάνει την αρίθμηση 8. Άρθρο 4 1. Το άρθρο 8 της αποφάσεως αριθ. 30 53 τροποποιείται ως εξής: - στην τελευταία φράση της παραγράφου 1 να προστίθενται οι λέξεις "ή τις τιμές" μετά τις λέξεις "τους τιμοκαταλόγους" και οι λέξεις "άρθρα 2 μέχρι 6" αντικαθίστανται από τις λέξεις "άρθρα 2 μέχρι 7", - στην παράγραφο 3 οι λέξεις "στην Ανωτάτη Αρχή" αντικαθίστανται από την λέξη "στην Επιτροπή". 2. Το άρθρο 8 όπως ετροποποιήθη λαμβάνει την αρίθμηση 9. Άρθρο 5 1. Στο άρθρο 9 της αποφάσεως αριθ. 30 53 οι λέξεις "άρθρα 2 μέχρι 6" αντικαθίστανται από τις λέξεις "άρθρα 2 μέχρι 7". 2. Στο άρθρο 9 όπως ετροποποιήθη λαμβάνει την αρίθμηση 10. Άρθρο 6 Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 1973. Το κείμενο της αποφάσεως αριθ. 30-53, όπως ετροποποιήθη από την παρούσα απόφαση, θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Έγινε στις Βρυξέλλες, την 22α Δεκεμβρίου 1972. Για την Επιτροπή Ο Πρόεδρος S. L. MANSHOLT (1) ΕΕ αριθ. 187 της 24.12.63, σ. 2969/63. (2) ΕΕ αριθ. 1 της 13.1.1954, σ. 217.