ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Βρυξέλλες, 24.7.2020
COM(2020) 607 final
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ
Στρατηγική της ΕΕ για αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, μεταξύ άλλων διατάξεων, αναγνωρίζει ότι τα παιδιά έχουν το δικαίωμα στην προστασία και τη φροντίδα που απαιτούνται για την καλή διαβίωσή τους. Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού του 1989 θεσπίζει το δικαίωμα του παιδιού να προστατεύεται από κάθε μορφή βίας.
Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών συνιστά ιδιαίτερα σοβαρό έγκλημα, το οποίο έχει εκτεταμένες και σοβαρές ισόβιες συνέπειες για τα θύματα. Τα εγκλήματα αυτά, παράλληλα με τη βλάβη που προκαλούν στα παιδιά, προξενούν επίσης σημαντική και μακροπρόθεσμη κοινωνική ζημία. Σε πολλές περιπτώσεις, τα παιδιά κακοποιούνται σεξουαλικά από άτομα που γνωρίζουν και εμπιστεύονται, και από τα οποία εξαρτώνται. Αυτό καθιστά ιδιαίτερα δύσκολες την πρόληψη και την εξιχνίαση αυτών των εγκλημάτων. Υπάρχουν ενδείξεις ότι η κρίση λόγω της νόσου COVID-19 έχει επιδεινώσει το πρόβλημα, ιδίως για τα παιδιά που ζουν με τα άτομα που τα κακοποιούν. Επιπλέον, τα παιδιά περνούν περισσότερο χρόνο στο διαδίκτυο σε σύγκριση με το παρελθόν, ενδεχομένως χωρίς επιτήρηση. Αν και αυτό τους έχει επιτρέψει να συνεχίσουν τις εκπαιδευτικές σπουδές τους και να μείνουν σε επαφή με τους συνομηλίκους τους, υπάρχουν ενδείξεις αυξημένου κινδύνου επαφής των παιδιών με διαδικτυακά αρπακτικά. Με τους περισσότερους παραβάτες να έχουν απομονωθεί στο σπίτι, η ζήτηση για υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών έχει αυξηθεί (π.χ. κατά 25 % σε ορισμένα κράτη μέλη), γεγονός που με τη σειρά του οδηγεί σε αυξημένη ζήτηση για νέο υλικό και, ως εκ τούτου, σε νέες περιπτώσεις κακοποίησης.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης εκτιμά ότι στην Ευρώπη ένα στα πέντε παιδιά πέφτει θύμα κάποιας μορφής σεξουαλικής βίας. Η σεξουαλική κακοποίηση και η σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών μπορούν να λάβουν πολλές μορφές και μπορούν να συμβούν τόσο στο διαδίκτυο (π.χ. εξαναγκασμός παιδιού να συμμετάσχει σε σεξουαλικές δραστηριότητες μέσω ζωντανής μετάδοσης ή ανταλλαγή υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο) όσο και εκτός διαδικτύου (π.χ. συμμετοχή σε σεξουαλικές δραστηριότητες με παιδί ή εξαναγκασμός παιδιού να συμμετάσχει σε παιδική πορνεία). Όταν η κακοποίηση καταγράφεται και διαμοιράζεται μέσω διαδικτύου, η βλάβη διαιωνίζεται. Τα θύματα πρέπει να ζήσουν με τη γνώση ότι κυκλοφορούν εικόνες και βίντεο των εγκλημάτων που δείχνουν τις χειρότερες στιγμές της ζωής τους και ότι οποιοσδήποτε, συμπεριλαμβανομένων των φίλων ή των συγγενών τους, μπορεί να τα δει.
Η αλματώδης ανάπτυξη του ψηφιακού κόσμου έχει αποτελέσει αντικείμενο κατάχρησης, καθιστώντας αυτό το έγκλημα πραγματικά παγκόσμιο και, δυστυχώς, έχει διευκολύνει τη δημιουργία μιας παγκόσμιας αγοράς υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί δραματική αύξηση των καταγγελιών για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών στο διαδίκτυο όσον αφορά την ΕΕ (π.χ. ανταλλαγή εικόνων στην ΕΕ, θύματα στην ΕΕ κ.λπ.): από 23 000 το 2010 σε πάνω από 725 000 το 2019, που περιλάμβαναν πάνω από 3 εκατομμύρια εικόνες και βίντεο. Παρόμοια δραματική αύξηση σημειώθηκε σε παγκόσμιο επίπεδο: από 1 εκατομμύριο καταγγελίες το 2010 σε σχεδόν 17 εκατομμύρια το 2019, οι οποίες περιλάμβαναν σχεδόν 70 εκατομμύρια εικόνες και βίντεο. Από τις καταγγελίες προκύπτει ότι η ΕΕ φιλοξενεί τη μεγαλύτερη ποσότητα υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών σε παγκόσμιο επίπεδο (από πάνω από το ήμισυ το 2016 σε πάνω από τα δύο τρίτα το 2019).
Πρόσφατα, μια έρευνα σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στη Γερμανία οδήγησε στην ανακάλυψη δυνητικά περισσότερων από 30 000 υπόπτων που χρησιμοποιούν υπηρεσίες ομαδικών συζητήσεων και ανταλλαγής μηνυμάτων για την ανταλλαγή υλικού, την αλληλο-υποκίνηση για τη δημιουργία νέου υλικού και την ανταλλαγή συμβουλών και τεχνασμάτων σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να προσεγγίζουν θύματα και να αποκρύπτουν τις ενέργειές τους. Η χρήση της διατερματικής κρυπτογράφησης καθιστά δυσχερέστερο, αν όχι αδύνατο, τον εντοπισμό των δραστών. Στο συγκεκριμένο αυτό παράδειγμα, μέχρι σήμερα έχουν εντοπιστεί μόνο 72 ύποπτοι στη Γερμανία και 44 θύματα.
Η καθιέρωση της διατερματικής κρυπτογράφησης, ενώ είναι επωφελής για τη διασφάλιση της ιδιωτικότητας και της ασφάλειας των επικοινωνιών, διευκολύνει επίσης την πρόσβαση σε ασφαλείς διαύλους για τους δράστες, όπου μπορούν να αποκρύπτουν τις δράσεις τους από την επιβολή του νόμου, όπως η ανταλλαγή εικόνων και βίντεο. Συνεπώς, η χρήση τεχνολογίας κρυπτογράφησης για εγκληματικούς σκοπούς πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα μέσω πιθανών λύσεων που θα μπορούσαν να επιτρέψουν στις εταιρείες να εντοπίζουν και να καταγγέλλουν περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών σε ηλεκτρονικές επικοινωνίες με διατερματική κρυπτογράφηση. Οποιαδήποτε λύση θα πρέπει να διασφαλίζει τόσο την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες όσο και την προστασία των παιδιών από σεξουαλική κακοποίηση και σεξουαλική εκμετάλλευση, καθώς και την προστασία της ιδιωτικής ζωής των παιδιών που απεικονίζονται στο υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών.
Η καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών αποτελεί προτεραιότητα για την ΕΕ. Τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο ζήτησαν να αναληφθεί περαιτέρω συγκεκριμένη δράση. Παρόμοιες εκκλήσεις έχουν γίνει παγκοσμίως σε πολλά φόρουμ, μεταξύ άλλων από τα μέσα ενημέρωσης, καθώς έχει καταστεί σαφές ότι, σε παγκόσμιο επίπεδο, χάνεται η μάχη ενάντια σε αυτά τα εγκλήματα και δεν προστατεύεται αποτελεσματικά το δικαίωμα κάθε παιδιού να ζει χωρίς βία. Ως εκ τούτου, η ΕΕ πρέπει να επαναξιολογήσει και να ενισχύσει τις προσπάθειές της.
Στόχος της παρούσας στρατηγικής είναι η παροχή αποτελεσματικής απόκρισης, σε επίπεδο ΕΕ, στην καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Η στρατηγική παρέχει ένα πλαίσιο για την ανάπτυξη ισχυρής και ολοκληρωμένης αντιμετώπισης αυτών των εγκλημάτων, τόσο στο διαδίκτυο όσο και εκτός διαδικτύου. Καθορίζει οκτώ πρωτοβουλίες για την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κατάλληλου νομικού πλαισίου, την ενίσχυση της απόκρισης των αρχών επιβολής του νόμου και την προώθηση μιας συντονισμένης πολυμερούς δράσης σε σχέση με την πρόληψη και την εξιχνίαση αδικημάτων, καθώς και την παροχή βοήθειας στα θύματα. Οι πρωτοβουλίες χρησιμοποιούν όλα τα διαθέσιμα μέσα σε επίπεδο ΕΕ, τόσο όσον αφορά το ουσιαστικό ενωσιακό δίκαιο (τμήμα I) και όσον αφορά τη χρηματοδότηση και συνεργασία (τμήμα II) Η παρούσα στρατηγική πρόκειται να υλοποιηθεί κατά την επόμενη πενταετία (2020-2025).
I. ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ
Το 2011 η ΕΕ έκανε ένα σημαντικό βήμα με την έκδοση της οδηγίας για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών (2011/93/ΕΕ), η εφαρμογή της οποίας στα κράτη μέλη πρέπει τώρα να ολοκληρωθεί επειγόντως. Παράλληλα, τυχόν νομοθετικά κενά που εντοπίστηκαν πρέπει να αντιμετωπιστούν με τα πλέον κατάλληλα μέσα.
1.Διασφάλιση της πλήρους εφαρμογής της υφιστάμενης νομοθεσίας (οδηγία 2011/93/ΕΕ)
Η οδηγία για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών ήταν το πρώτο ολοκληρωμένο νομικό μέσο της ΕΕ για τη θέσπιση ελάχιστων κανόνων όσον αφορά τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων στον τομέα της σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και του υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, το οποίο καλύπτει την πρόληψη, την εξιχνίαση και τη δίωξη αδικημάτων, καθώς και τη συνδρομή και την προστασία των θυμάτων.
Τα ποινικά αδικήματα καλύπτουν περιστάσεις τόσο εντός όσο και εκτός διαδικτύου, όπως η προβολή και η διανομή υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, η δόλια προσέγγιση παιδιών για αθέμιτους σκοπούς (δηλ. η δημιουργία συναισθηματικής σύνδεσης με το παιδί μέσω του διαδικτύου με σκοπό τη σεξουαλική κακοποίηση) και η σεξουαλική κακοποίηση μέσω κάμερας web. Πέραν του ουσιαστικού ποινικού δικαίου και της ποινικής δικονομίας, η οδηγία απαιτεί επίσης από τα κράτη μέλη να θεσπίσουν εκτενή διοικητικά (δηλ. μη νομοθετικά) μέτρα, όπως για την ανταλλαγή ποινικών μητρώων μεταξύ των κρατών μελών μέσω του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφοριών Ποινικού Μητρώου (ECRIS), στο πλαίσιο του ελέγχου πριν από την πρόσληψη για θέσεις που περιλαμβάνουν άμεσες και τακτικές επαφές με παιδιά, ή την κατάρτιση επαγγελματιών που ενδέχεται να έλθουν σε επαφή με παιδιά-θύματα σεξουαλικής κακοποίησης. Τα μέτρα αυτά απαιτούν τη συμμετοχή και τον συντονισμό πολλών παραγόντων από διάφορους τομείς της διακυβέρνησης (π.χ. επιβολή του νόμου, υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση, κοινωνικές υπηρεσίες, αρχές προστασίας των παιδιών, δικαστές και επαγγελματίες του νομικού κλάδου), καθώς και από ιδιωτικούς φορείς (π.χ. βιομηχανία και κοινωνία των πολιτών).
Τα κράτη μέλη έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο στην εφαρμογή της οδηγίας. Ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει σημαντικό περιθώριο για την επίτευξη του πλήρους δυναμικού της οδηγίας μέσω της πλήρους εφαρμογής όλων των διατάξεών της από τα κράτη μέλη. Εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις στους τομείς της πρόληψης (ιδίως στα προγράμματα πρόληψης για παραβάτες και για άτομα που φοβούνται ότι ενδέχεται να διαπράξουν αδίκημα), του ποινικού δικαίου (ιδίως στον ορισμό των αδικημάτων και στο επίπεδο των ποινών), καθώς και των μέτρων βοήθειας, στήριξης και προστασίας για τα παιδιά-θύματα. Το 2019 η Επιτροπή, προκειμένου να διασφαλίσει πλήρη εφαρμογή, κίνησε διαδικασίες επί παραβάσει κατά 23 κρατών μελών.
Η Επιτροπή θα συνεχίσει να συνεργάζεται στενά με τα κράτη μέλη για την επίλυση όλων των εκκρεμών ζητημάτων κατά προτεραιότητα και τη διασφάλιση της πλήρους εφαρμογής και της πλήρους συμμόρφωσης με την οδηγία σε ολόκληρη την ΕΕ. Η Επιτροπή θα στηρίξει επίσης το έργο των κρατών μελών στον εν λόγω τομέα, συνεχίζοντας να διευκολύνει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και αντληθέντων διδαγμάτων.
Βασική δράση:
ðΤα κράτη μέλη πρέπει να ολοκληρώσουν την εφαρμογή της οδηγίας για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών κατά προτεραιότητα. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί τις εξουσίες επιβολής που διαθέτει βάσει των Συνθηκών μέσω των διαδικασιών επί παραβάσει, εφόσον είναι αναγκαίο για τη διασφάλιση της ταχείας εφαρμογής.
2.Διασφάλιση ότι η νομοθεσία της ΕΕ επιτρέπει την αποτελεσματική απόκριση
Η Επιτροπή θα αξιολογήσει κατά πόσον η οδηγία για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών πρέπει να επικαιροποιηθεί, λαμβάνοντας υπόψη τη μελέτη που αναφέρεται στην πρωτοβουλία #3 παρακάτω. Εκτός από την οδηγία για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, υπάρχουν πολλά νομοθετικά μέσα σε επίπεδο ΕΕ που στηρίζουν και διαμορφώνουν την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, ιδίως όσον αφορά τον ρόλο του ιδιωτικού τομέα στην πρόληψη και την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών.
Οι προτάσεις για τα ηλεκτρονικά αποδεικτικά στοιχεία, που υπέβαλε η Επιτροπή τον Απρίλιο του 2018, διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη διευκόλυνση της ταχείας πρόσβασης σε βασικά αποδεικτικά στοιχεία που τηρούνται από τον ιδιωτικό τομέα, όπως η ταυτότητα των ατόμων που έχουν αναφορτώσει και μοιραστεί υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Η Επιτροπή επαναλαμβάνει την έκκλησή της για ταχεία έγκριση.
Η Επιτροπή έχει δεσμευτεί να υποβάλει προτάσεις σχετικά με το νομοθετικό πλαίσιο για τις ψηφιακές υπηρεσίες, οι οποίες θα έχουν επιπτώσεις στην αντιμετώπιση του υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο. Η δέσμη μέτρων νομοθετικής πράξης για τις ψηφιακές υπηρεσίες, η οποία θα προταθεί έως το τέλος του 2020, θα αποσαφηνίσει και θα αναβαθμίσει τους κανόνες για την ευθύνη και την ασφάλεια των ψηφιακών υπηρεσιών. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα εξετάσει την ανάγκη να αρθούν τα αντικίνητρα για τις εθελοντικές δράσεις για την αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου, αγαθών ή υπηρεσιών που αποτελούν αντικείμενο διαμεσολάβησης στο διαδίκτυο, ιδίως όσον αφορά τις υπηρεσίες διαδικτυακών πλατφορμών.
Η Επιτροπή θεωρεί ότι η καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο απαιτεί σαφείς δεσμευτικές υποχρεώσεις για τον εντοπισμό και την καταγγελία περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, οι οποίες θα αυξήσουν τη σαφήνεια και την ασφάλεια στο έργο τόσο των αρχών επιβολής του νόμου όσο και των σχετικών παραγόντων του ιδιωτικού τομέα για την αντιμετώπιση της κακοποίησης στο διαδίκτυο. Θα αρχίσει να προετοιμάζει τομεακή νομοθεσία για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων ιδίως του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης, στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και στην ιδιωτική ζωή. Βασικά στοιχεία της νομοθεσίας θα αποτελέσουν οι μηχανισμοί για τη διασφάλιση της λογοδοσίας και της διαφάνειας, στους οποίους θα μπορούσε να συμμετέχει το κέντρο που αναφέρεται στην πρωτοβουλία #6.
Συναφής είναι επίσης ο κανονισμός της Ευρωπόλ, ο οποίος καθορίζει το πεδίο των δραστηριοτήτων της Ευρωπόλ. Η Επιτροπή, στο πρόγραμμα εργασίας της για το 2020, ανακοίνωσε νομοθετική πρόταση για την ενίσχυση της εντολής της Ευρωπόλ, προκειμένου να βελτιωθεί η επιχειρησιακή αστυνομική συνεργασία. Η Ευρωπόλ έχει αντιμετωπίσει περιορισμούς όσον αφορά τη στήριξη που μπορεί να παράσχει λόγω της ταχέως αυξανόμενης πρόκλησης της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Επιπλέον, η ικανότητα της Ευρωπόλ να στηρίζει τα κράτη μέλη παρεμποδίζεται από την αδυναμία της να λαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα απευθείας από τον ιδιωτικό τομέα, του οποίου οι υποδομές χρησιμοποιούνται καταχρηστικά από τους δράστες για τη φιλοξενία και την ανταλλαγή υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα αξιολογήσει περαιτέρω τα ζητήματα αυτά στο πλαίσιο της επικείμενης επανεξέτασης της εντολής της Ευρωπόλ, η οποία προβλέπεται να εγκριθεί το τέταρτο τρίμηνο του 2020.
Αυτές οι πιθανές νομοθετικές αλλαγές θα είναι συνεπείς με την πολιτική της ΕΕ για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι υπάρχει νομοθετικό πλαίσιο που να επιτρέπει και να υποστηρίζει τους σχετικούς ενδιαφερόμενους φορείς στην πρόληψη, τον εντοπισμό, την καταγγελία και την αποτελεσματική δράση για την προστασία των παιδιών σε οποιοδήποτε περιστατικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών.
Βασικές δράσεις:
ðΣε πρώτο στάδιο, ως ζήτημα προτεραιότητας, η Επιτροπή θα προτείνει την αναγκαία νομοθεσία για να διασφαλιστεί ότι οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών μπορούν να συνεχίσουν τις υφιστάμενες εθελοντικές πρακτικές τους για τον εντοπισμό περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στα συστήματά τους μετά τον Δεκέμβριο του 2020.
ðΣε δεύτερο στάδιο, έως το δεύτερο τρίμηνο του 2021, η Επιτροπή θα προτείνει την αναγκαία νομοθεσία για την αποτελεσματική καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, η οποία, μεταξύ άλλων, θα απαιτεί από τους σχετικούς παρόχους διαδικτυακών υπηρεσιών να εντοπίζουν γνωστό υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και να καταγγέλλουν το εν λόγω υλικό στις δημόσιες αρχές.
3.Εντοπισμός νομοθετικών κενών, βέλτιστων πρακτικών και δράσεων προτεραιότητας
Τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο που κοινοποίησαν τα κράτη μέλη στην Επιτροπή περιλαμβάνουν μέτρα που δεν απαιτούνται ειδικά από την οδηγία για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, αλλά τα οποία θεωρήθηκαν απαραίτητα για την καταπολέμηση από τα κράτη μέλη της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Αυτό σημαίνει ότι ενδέχεται να υπάρχουν σημαντικά ζητήματα που η οδηγία δεν αντιμετωπίζει επαρκώς. Η Επιτροπή συγκάλεσε εργαστήριο εμπειρογνωμόνων τον Σεπτέμβριο του 2019, για να συγκεντρώσει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα εν λόγω πιθανά νομοθετικά κενά και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι απαιτούνται περαιτέρω εργασίες για τη συλλογή πρόσθετων αποδεικτικών στοιχείων.
Καθώς η οδηγία εκδόθηκε το 2011, θα πρέπει επίσης να αξιολογηθεί η εφαρμογή της στην πράξη όσον αφορά την αποτελεσματικότητα, την αποδοτικότητα, τη συνάφεια, τη συνεκτικότητα και την προστιθέμενη αξία της ΕΕ, μεταξύ άλλων κριτηρίων. Η αξιολόγηση αυτή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη ιδίως τις διαδικτυακές πτυχές αυτών των εγκλημάτων, όπου υπάρχουν αμφιβολίες για το κατά πόσον το ισχύον πλαίσιο είναι κατάλληλο για τον επιδιωκόμενο σκοπό έπειτα από 9 χρόνια, στη διάρκεια των οποίων έχουν σημειωθεί σημαντικές τεχνολογικές αλλαγές και αλματώδης ανάπτυξη της ανταλλαγής πληροφοριών στο διαδίκτυο. Η τεχνολογία έχει διευκολύνει περισσότερο από κάθε άλλη φορά τους δράστες να έρχονται σε επαφή με παιδιά, να ανταλλάσσουν εικόνες κακοποίησης, να αποκρύπτουν την ταυτότητα και τα κέρδη τους, καθώς και να συνωμοτούν μεταξύ τους για την αποφυγή λογοδοσίας και τη διάπραξη περαιτέρω εγκλημάτων.
Επιπλέον, οι παραβάτες εξελίσσονται όλο και περισσότερο στη χρήση της τεχνολογίας και των τεχνικών δυνατοτήτων, συμπεριλαμβανομένων της κρυπτογράφησης και της ανωνυμίας (π.χ. διομότιμη ανταλλαγή αρχείων και χρήση σκοτεινού διαδικτύου). Η εγκληματική αυτή δραστηριότητα δημιουργεί προβλήματα για την κοινωνία γενικότερα και για την επιβολή του νόμου ειδικότερα, στο πλαίσιο του ρόλου της στην προστασία της κοινωνίας.
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η Επιτροπή θα δρομολογήσει, ως ζήτημα προτεραιότητας, μελέτη για τον εντοπισμό νομοθετικών κενών και κενών εφαρμογής, βέλτιστων πρακτικών και δράσεων προτεραιότητας σε επίπεδο ΕΕ, αξιολογώντας:
·κατά πόσο η υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ επιλύει τα ζητήματα για τα οποία θεσπίστηκε και
·κατά πόσον υπάρχουν νέα ζητήματα σχετικά με τα εγκλήματα αυτά τα οποία η υφιστάμενη νομοθεσία αντιμετωπίζει μόνο εν μέρει ή καθόλου.
Η μελέτη θα λάβει υπόψη τις εν εξελίξει εργασίες του Συμβουλίου της ΕΕ, για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των συμπερασμάτων του Οκτωβρίου του 2019 σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, τα οποία θα μπορούσαν να οδηγήσουν στη δημιουργία ή την επικαιροποίηση εθνικών σχεδίων δράσης για τον συντονισμό της δράσης σε εθνικό επίπεδο. Θα λάβει επίσης υπόψη το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του Νοεμβρίου του 2019, την έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του Δεκεμβρίου του 2017 σχετικά με τη μεταφορά της οδηγίας για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών και το έργο της επιτροπής Lanzarote του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Βασική δράση:
ðΈως το τέλος του 2020, η Επιτροπή θα δρομολογήσει εκτενή μελέτη για τον προσδιορισμό νομοθετικών κενών, βέλτιστων πρακτικών και δράσεων προτεραιότητας σε επίπεδο ΕΕ για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών εντός και εκτός διαδικτύου.
II. ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ
Η καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών πρέπει να γίνει σε πολλά μέτωπα, μεταξύ άλλων και από την κοινωνία γενικότερα. Πραγματική πρόοδος μπορεί να επιτευχθεί μόνο όταν ενταθούν οι εργασίες σε σχέση με την πρόληψη, την καταγγελία, την παραπομπή, την εξιχνίαση, την προστασία και τον εντοπισμό, τον χειρισμό και την παρακολούθηση κάθε περίπτωσης. Οι κοινωνικές υπηρεσίες, οι επαγγελματίες του τομέα της υγείας, οι ακαδημαϊκοί, οι ερευνητές, οι εκπαιδευτές, οι δικαστές, οι αρχές επιβολής του νόμου, τα παιδιά, οι οικογένειες, οι ΜΚΟ, τα μέσα ενημέρωσης και η ευρύτερη κοινωνία διαδραματίζουν τον δικό τους ρόλο, σε μια πραγματική πολυσυμμετοχική, πολυτομεακή προσέγγιση.
4.Ενίσχυση των προσπαθειών επιβολής του νόμου σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο
Η σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών απαιτεί επαρκή και συνολική απόκριση των αρχών επιβολής του νόμου, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η κρίση λόγω της νόσου COVID-19 έφερε στο φως την ανάγκη να βελτιωθούν οι ψηφιακές ικανότητες των αρχών επιβολής του νόμου και των δικαστικών αρχών, ώστε να διατηρήσουν την ικανότητά τους να προστατεύουν αποτελεσματικά τους πολίτες, όπως τονίζεται στο σχέδιο ανάκαμψης του Μαΐου του 2020.
Οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου στα κράτη μέλη ποικίλλουν ως προς τη δομή όσον αφορά την αντιμετώπιση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η προστασία των παιδιών εντός και εκτός των συνόρων τους, είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να μπορούν να βασίζονται σε εξειδικευμένες μονάδες που είναι κατάλληλα εξοπλισμένες και στελεχωμένες με καλά εκπαιδευμένους υπαλλήλους στις εθνικές δομές αστυνόμευσης. Ως απάντηση σε πρόσφατο κύμα υποθέσεων μεγάλης κλίμακας, ορισμένα κράτη μέλη επέλεξαν να αυξήσουν το προσωπικό τους που απασχολείται στην πρόληψη και την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, κάτι το οποίο η Επιτροπή χαιρετίζει θερμά.
Στο πλαίσιο των εν λόγω μονάδων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο συγκρότησης εθνικών ομάδων αναγνώρισης θυμάτων. Εκεί όπου υπάρχουν ήδη τέτοιες ομάδες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο επέκτασης της ικανότητας εθνικού επιπέδου στις σχετικές περιφερειακές και τοπικές ομάδες.
Για την αποτελεσματική καταπολέμηση αυτών των εγκλημάτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να συμμετέχουν σε συνεργατικές ενωσιακές και διεθνείς προσπάθειες για την αναγνώριση παιδιών με το Ευρωπαϊκό Κέντρο για τα εγκλήματα στον κυβερνοχώρο της Ευρωπόλ (EC3) ή μέσω της διεθνούς βάσης δεδομένων της Ιντερπόλ για τη σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών (ICSE). Οι πόροι που εκχωρεί κάθε κράτος μέλος για την αντιμετώπιση της απειλής της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη την ικανότητα της χώρας να στηρίζει τη διεθνή συνεργασία στον τομέα αυτό.
Οι υποθέσεις σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, ιδίως όσες αφορούν ψηφιακό υλικό, σπανίως περιορίζονται σε ένα κράτος μέλος. Ως εκ τούτου, εκτός από τη διατήρηση των εθνικών βάσεων δεδομένων πληροφοριών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επενδύουν στη συστηματική διοχέτευση των σχετικών πληροφοριών στην Ευρωπόλ, ως κεντρικού κόμβου εγκληματολογικών πληροφοριών της ΕΕ, για την αμοιβαία στήριξη στην αντιμετώπιση διασυνοριακών υποθέσεων.
Η αποτελεσματική καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών απαιτεί επίσης τεχνικές ικανότητες αιχμής. Ορισμένες εθνικές ομάδες αναγνώρισης δεν διαθέτουν τις απαραίτητες γνώσεις και/ή τα εργαλεία, π.χ. για την ανίχνευση υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών σε ογκώδεις ποσότητες κατασχεμένων φωτογραφιών ή βίντεο, για τον εντοπισμό θυμάτων ή παραβατών ή για τη διεξαγωγή ερευνών στο σκοτεινό διαδίκτυο ή σε δίκτυα ομοτίμων. Η Επιτροπή, προκειμένου να στηρίξει την ανάπτυξη εθνικών ικανοτήτων ώστε να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις, παρέχει χρηματοδότηση στα κράτη μέλη μέσω του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας (ΤΕΑ Αστυνομική συνεργασία). Επιπλέον, η Επιτροπή χορηγεί επίσης κονδύλια στο πλαίσιο του ΤΕΑ Αστυνομική συνεργασία μέσω δράσεων της Ένωσης, οι οποίες περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, προσκλήσεις υποβολής προτάσεων και συμβάσεις για την καταπολέμηση των διαδικτυακών και μη διαδικτυακών πτυχών της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Έως το τέλος του 2020 θα πραγματοποιηθεί νέα πρόσκληση υποβολής προτάσεων στον τομέα της καταπολέμησης της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Η Επιτροπή χρηματοδοτεί επίσης ερευνητικά έργα στο πλαίσιο του προγράμματος «Ορίζων 2020» για τη στήριξη της ανάπτυξης εθνικών ικανοτήτων (στον τομέα της επιβολής του νόμου και σε άλλους τομείς) για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Οι μελλοντικές προσκλήσεις υποβολής προτάσεων για την καταπολέμηση αυτών των εγκλημάτων θα ανοίξουν στο πλαίσιο του νέου προγράμματος-πλαισίου «Ορίζων Ευρώπη» για την έρευνα και την καινοτομία.
Η χρήση τεχνικών μυστικής έρευνας στο διαδίκτυο είναι σημαντικό πλεονέκτημα για τη διείσδυση στα δίκτυα που κρύβονται πίσω από αυτού του είδους την τεχνολογία. Οι εν λόγω μέθοδοι έχουν αποδειχθεί πολύ αποτελεσματικές για την κατανόηση της συμπεριφοράς και της αλληλεπίδρασης των παραβατών στους παρόχους διαδικτυακών υπηρεσιών και έχουν τελικά διευκολύνει το κλείσιμο διαύλων επικοινωνίας που χρησιμοποιούν αυτοί οι παραβάτες, καθώς και τη δίωξή τους. Μια όλο και πιο σημαντική ανάγκη για δραστηριότητες επιβολής του νόμου στους εν λόγω χώρους είναι η ικανότητα αποτελεσματικής διείσδυσης σε ιδιαίτερα επικίνδυνες διαδικτυακές ομάδες παραβατών. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω διαφόρων μεθόδων που είναι επί του παρόντος διαθέσιμες μόνο σε μικρό αριθμό κρατών μελών και εταίρων εκτός ΕΕ. Θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο να καταστεί η εν λόγω δυνατότητα διαθέσιμη σε ολόκληρη την ΕΕ για την αποτελεσματικότερη στόχευση των εν λόγω παραβατών χωρίς να υπάρχει εξάρτηση από άλλους εταίρους. Στον πυρήνα οποιωνδήποτε μελλοντικών μέτρων παραμένουν οι αξίες και τα θεμελιώδη δικαιώματα της ΕΕ.
Η Ευρωπόλ θα συγκροτήσει κόμβο και εργαστήριο καινοτομίας για τη διευκόλυνση της πρόσβασης των κρατών μελών σε τεχνικά εργαλεία και γνώσεις που αναπτύσσονται σε επίπεδο ΕΕ. Η πρωτοβουλία αυτή θα επιτρέψει επίσης τον προσδιορισμό των αναγκών των κρατών μελών για την αντιμετώπιση των προκλήσεων των ψηφιακών ερευνών, οι οποίες θα συμβάλουν στον καθορισμό της διάθεσης χρηματοδότησης της ΕΕ για την έρευνα, την καινοτομία και την ανάπτυξη των ικανοτήτων της αστυνομίας.
Ο κόμβος και το εργαστήριο καινοτομίας θα διευκολύνουν περαιτέρω την πρόσβαση των κρατών μελών στους πόρους και την πείρα του Ευρωπαϊκού Κέντρου για τα εγκλήματα στον κυβερνοχώρο της Ευρωπόλ (EC3). Το EC3 έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη στήριξη των κρατών μελών για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, από τη δημιουργία του. Η στήριξη αυτή λαμβάνει διάφορες μορφές, όπως για παράδειγμα:
·Το EC3 έχει συμβάλει σε προσπάθειες αναγνώρισης θυμάτων από το 2014. Οι συνεργατικές δράσεις με τα κράτη μέλη και τους εταίρους με επιχειρησιακές συμφωνίες μέσω των ειδικών ομάδων αναγνώρισης θυμάτων της Ευρωπόλ και η χρήση διαφόρων διερευνητικών προσεγγίσεων, συμπεριλαμβανομένης της βάσης δεδομένων ICSE, έχουν οδηγήσει στην αναγνώριση σχεδόν 360 παιδιών και 150 παραβατών.
·Η Ευρωπόλ (συχνά σε συνεργασία με την Eurojust) έχει συμβάλει στον συντονισμό πολυάριθμων επιτυχημένων ερευνών.
·Τα ειδικά επιχειρησιακά σχέδια δράσης (ΕΣΔ) για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών εφαρμόζονται κάθε χρόνο στο πλαίσιο του κύκλου πολιτικής της ΕΕ / EMPACT για την καταπολέμηση του σοβαρού και του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος, με την υποστήριξη της Ευρωπόλ
.
·Η Ευρωπόλ έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη συγκέντρωση, συλλογή και δημοσίευση εκθέσεων, όπως οι εκθέσεις αξιολόγησης απειλών όσον αφορά το σοβαρό και οργανωμένο έγκλημα (SOCTA) και οι εκθέσεις αξιολόγησης απειλών όσον αφορά το οργανωμένο έγκλημα στο διαδίκτυο (IOCTA), οι οποίες περιλαμβάνουν συγκεκριμένα τμήματα σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών.
·Η Ευρωπόλ έχει συνεργαστεί επίσης με τους διεθνείς εταίρους της για την παροχή συμβουλών σχετικά με την ασφάλεια στο διαδίκτυο για τους γονείς και τους φροντιστές, ώστε να μπορούν τα παιδιά να παραμένουν ασφαλή στο διαδίκτυο κατά τη διάρκεια της κρίσης λόγω της νόσου COVID-19, πέραν των τριών εβδομαδιαίων εκθέσεων πληροφοριών για στοχευμένο κοινό
ðΗ Ευρωπόλ θα δημιουργήσει κόμβο και εργαστήριο καινοτομίας και η Επιτροπή θα παράσχει χρηματοδότηση για τη διευκόλυνση της ανάπτυξης των εθνικών ικανοτήτων, ώστε να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις και να διασφαλίζουν την αποτελεσματική απόκριση της επιβολής του νόμου σε σχέση με τα εν λόγω εγκλήματα.
5.Παροχή δυνατότητας στα κράτη μέλη να προστατεύουν καλύτερα τα παιδιά μέσω της πρόληψης
Ορισμένα άρθρα της οδηγίας για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών στα οποία τα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες καθυστερήσεις όσον αφορά την πλήρη εφαρμογή τους είναι εκείνα που απαιτούν την εφαρμογή προγραμμάτων πρόληψης, στα οποία πρέπει να αναλάβουν δράση διάφορες κατηγορίες ενδιαφερόμενων μερών.
Όσον αφορά την πρόληψη που απευθύνεται σε (δυνητικούς) παραβάτες, οι δυσκολίες των κρατών μελών αφορούν τα προγράμματα σε όλα τα στάδια: πριν κάποιος να διαπράξει αδίκημα για πρώτη φορά, κατά τη διάρκεια ποινικής διαδικασίας ή έπειτα από αυτήν, καθώς και εντός και εκτός φυλακών.
Η έρευνα σχετικά με τα κίνητρα που ωθούν τα άτομα να γίνουν παραβάτες είναι περιορισμένη και κατακερματισμένη και η επικοινωνία μεταξύ επαγγελματιών και ερευνητών είναι ελάχιστη:
·Η τρέχουσα έλλειψη έρευνας καθιστά δύσκολη τη σχεδίαση και την εφαρμογή αποτελεσματικών προγραμμάτων σε όλα τα στάδια. Τα λίγα προγράμματα που εφαρμόζονται σπανίως αξιολογούνται, ώστε να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητά τους.
·Επιπλέον, οι διάφοροι τύποι επαγγελματιών του τομέα (π.χ. αρμόδιες αρχές που παρέχουν προγράμματα πρόληψης για άτομα που φοβούνται ότι ενδέχεται να διαπράξουν αδίκημα, δημόσιες αρχές που είναι αρμόδιες για τα προγράμματα πρόληψης στις φυλακές, ΜΚΟ που προσφέρουν προγράμματα πρόληψης για τη στήριξη της επανένταξης των παραβατών σεξουαλικών αδικημάτων στην κοινότητα) δεν επικοινωνούν επαρκώς μεταξύ τους σχετικά με την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων, συμπεριλαμβανομένων των αντληθέντων διδαγμάτων και των βέλτιστων πρακτικών.
Για την αντιμετώπιση αυτών των δυσκολιών, η Επιτροπή θα εργαστεί για τη δημιουργία ενός δικτύου πρόληψης σημαντικών και φημισμένων επαγγελματιών και ερευνητών, με στόχο τη στήριξη των κρατών μελών στην εφαρμογή αξιοποιήσιμων, αυστηρά αξιολογημένων και αποτελεσματικών μέτρων πρόληψης για τη μείωση της συχνότητας του φαινομένου της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στην ΕΕ και τη διευκόλυνση της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών. Ειδικότερα, το δίκτυο:
1.Θα επιτρέψει έναν ενάρετο κύκλο από την πρακτική στην έρευνα και από την έρευνα στην πράξη:
·Οι ερευνητές θα εφοδιάσουν τους επαγγελματίες του κλάδου με επιστημονικά δοκιμασμένες πρωτοβουλίες και οι επαγγελματίες θα παρέχουν στους ερευνητές συνεχή ανατροφοδότηση σχετικά με τις πρωτοβουλίες πρόληψης, ώστε να συμβάλουν περαιτέρω στην ενίσχυση της βάσης τεκμηρίωσης. Στο έργο του δικτύου θα ενσωματωθούν επίσης οι προοπτικές και οι απόψεις των θυμάτων.
·Αν και το έργο του δικτύου θα καλύπτει όλους τους τομείς που σχετίζονται με την πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, θα επικεντρώνεται ιδιαίτερα στα προγράμματα πρόληψης για τους παραβάτες και για τα άτομα που φοβούνται ότι ενδέχεται να διαπράξουν αδικήματα, καθώς πρόκειται για τον τομέα στον οποίο τα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν τη μεγαλύτερη δυσκολία.
·Είναι γνωστό ότι δεν πάσχουν όλοι οι παραβάτες από παιδοφιλική διαταραχή (άλλα κίνητρα διάπραξης κακοποίησης περιλαμβάνουν την εκμετάλλευση για οικονομικό όφελος), ούτε όλοι όσοι πάσχουν από παιδοφιλική διαταραχή καταλήγουν να γίνουν παραβάτες (ορισμένα άτομα αναζητούν υποστήριξη για την παιδοφιλία τους). Απαιτείται ουσιαστική έρευνα για την κατανόηση της διαδικασίας με την οποία ένα άτομο καταλήγει να διαπράξει κακοποίηση, συμπεριλαμβανομένων των παραγόντων κινδύνου και των εναυσμάτων. Από ορισμένα στατιστικά στοιχεία προκύπτει ότι έως και το 85 % των ατόμων που βλέπουν εικόνες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών προβαίνουν και τα ίδια σε σωματική κακοποίηση παιδιών. Η προβολή υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών αποτελεί επίσης ποινικό αδίκημα, το οποίο δημιουργεί ζήτηση για νέο υλικό και, ως εκ τούτου, νέα σωματική κακοποίηση.
·Το δίκτυο θα ακολουθεί μια επιστημονική προσέγγιση στην πρόληψη. Παρόλο που τα στοιχεία για τη συχνότητα του φαινομένου είναι ελάχιστα, μελέτες δείχνουν ότι το 3 % περίπου του αρσενικού πληθυσμού θα μπορούσε να πάσχει από παιδοφιλική διαταραχή. Οι επαγγελματίες αναγνωρίζουν ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος στη ρίζα του, με την αναγνώριση της δύσκολης πραγματικότητας και τη θέσπιση προληπτικών μέτρων, είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για την προστασία των θυμάτων και την ελάφρυνση του φόρτου εργασίας των αρχών επιβολής του νόμου.
2.Θα στηρίξει το έργο των κρατών μελών για την αύξηση της ευαισθητοποίησης με τη δημιουργία εστιασμένων εκστρατειών στα μέσα ενημέρωσης και υλικών κατάρτισης.
·Θα διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τα υλικά κατάρτισης και την ανάπτυξη ικανοτήτων και θα συγκεντρώσει παραδείγματα «βέλτιστων πρακτικών» για την ενθάρρυνση εκστρατειών στα μέσα ενημέρωσης και κατάρτισης σε όλα τα κράτη μέλη. Θα συμβάλει στην αποφυγή αλληλεπικαλύψεων των προσπαθειών, π.χ. διευκολύνοντας την προσαρμογή και τη μετάφραση στο εθνικό πλαίσιο υλικών που έχουν δημιουργηθεί σε άλλα κράτη μέλη.
·Η Επιτροπή, υποστηριζόμενη από το δίκτυο, θα δρομολογήσει επίσης και θα υποστηρίξει εκστρατείες ευαισθητοποίησης για την ενημέρωση παιδιών, γονέων, φροντιστών και εκπαιδευτών σχετικά με τους κινδύνους, καθώς και σχετικά με τους μηχανισμούς και τις διαδικασίες πρόληψης. Οι εκστρατείες αυτές θα αναπτυχθούν σε συνεργασία με το δίκτυο.
·Οι προσπάθειες πρόληψης είναι απαραίτητες όσον αφορά οργανισμούς που εργάζονται με παιδιά —αθλητικά κέντρα και συλλόγους, θρησκευτικά ιδρύματα, υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης, σχολεία, δραστηριότητες μετά το σχολείο— για την αύξηση της ευαισθητοποίησης και την ενημέρωσή τους σχετικά με τους τρόπους πρόληψης της κακοποίησης, π.χ. με την παροχή εστιασμένης κατάρτισης, τη διασφάλιση της ύπαρξης κατάλληλων διαδικασιών και την αξιοποίηση της νομικής τους ενδυνάμωσης, δυνάμει του δικαίου της ΕΕ, να ζητούν ποινικά μητρώα σε διασυνοριακό επίπεδο μέσω του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφοριών Ποινικού Μητρώου. Αυτό το εξαιρετικά αποτελεσματικό σύστημα της ΕΕ είναι ζωτικής σημασίας για την πρόληψη περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης, δεδομένου ότι επιτρέπει να διενεργούνται έλεγχοι ιστορικού για το πιθανό ποινικό ιστορικό ενός ατόμου κατά την πρόσληψη για επαγγελματικές ή οργανωμένες εθελοντικές δραστηριότητες που περιλαμβάνουν άμεσες και τακτικές επαφές με παιδιά. Επαγγελματίες από όλους τους τομείς, οι οποίοι ενδέχεται να έλθουν σε επαφή με παιδιά, πρέπει να καταρτίζονται και να εξοπλίζονται με τα εργαλεία για την πρόληψη και τον εντοπισμό πρώιμων ενδείξεων ενδεχόμενης σεξουαλικής βίας και κακοποίησης, και να αλληλεπιδρούν με τα παιδιά και τις οικογένειές τους με τον κατάλληλο τρόπο, με γνώμονα τις ιδιαίτερες ανάγκες και το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού. Σε αυτό το πλαίσιο περιλαμβάνονται επίσης οι αρχές επιβολής του νόμου και το δικαστικό σώμα, στις περιπτώσεις που τα παιδιά-θύματα εμπλέκονται σε ποινικές έρευνες κατά των ατόμων που τα κακοποίησαν. Οι οικογένειες και οι φροντιστές, οι επαγγελματίες και η ευρύτερη κοινωνία πρέπει να κατανοήσουν τη σοβαρότητα αυτών των εγκλημάτων και τις καταστροφικές συνέπειες που έχουν στα παιδιά, και να λάβουν τη στήριξη που απαιτείται για την καταγγελία αυτών των εγκλημάτων και τη στήριξη των παιδιών-θυμάτων. Αυτό απαιτεί εξειδικευμένη ενημέρωση, εκστρατείες στα μέσα ενημέρωσης και κατάρτιση.
·Τα ίδια τα παιδιά πρέπει να διαθέτουν τις γνώσεις και τα εργαλεία που θα μπορούσαν να τα βοηθήσουν να μην έρθουν αντιμέτωπα με κακοποίηση, όταν αυτό είναι δυνατόν (π.χ. σχετικά με τον τρόπο ασφαλούς χρήσης του διαδικτύου), και πρέπει να ενημερώνονται ότι ορισμένες συμπεριφορές δεν είναι αποδεκτές. Το χρηματοδοτούμενο από την Επιτροπή δίκτυο κέντρων για ασφαλή χρήση του διαδικτύου αυξάνει την ευαισθητοποίηση σχετικά με την ασφάλεια στο διαδίκτυο και παρέχει πληροφορίες, πόρους και βοήθεια μέσω τηλεφωνικών γραμμών βοήθειας και ανοικτών τηλεφωνικών γραμμών για ένα ευρύ φάσμα θεμάτων ψηφιακής ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων της δόλιας προσέγγισης παιδιών για αθέμιτους σκοπούς και της ανταλλαγής μηνυμάτων σεξουαλικού περιεχομένου. Η εκστρατεία «One in Five» («ένα στα πέντε») του Συμβουλίου της Ευρώπης και η πρωτοβουλία «#SayNo» της Ευρωπόλ
αποτελούν περαιτέρω παραδείγματα του τρόπου με τον οποίο μπορεί να επιτευχθεί αυτό. Σε περίπτωση κακοποίησης, τα παιδιά πρέπει να αισθάνονται ασφάλεια και ενδυνάμωση να μιλήσουν, να αντιδράσουν και να καταγγείλουν, ακόμη και όταν η κακοποίηση προέρχεται από τον κύκλο της εμπιστοσύνης τους (δηλ. αγαπημένα ή άλλα πρόσωπα που γνωρίζουν και εμπιστεύονται), όπως συμβαίνει συχνά. Πρέπει επίσης να έχουν πρόσβαση σε ασφαλείς, προσβάσιμους και κατάλληλους για την ηλικία τους διαύλους για την καταγγελία της κακοποίησης χωρίς φόβο. Οι προσπάθειες πρόληψης πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη τις ειδικές περιστάσεις και ανάγκες διαφόρων ομάδων παιδιών που είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένα στους κινδύνους σεξουαλικής κακοποίησης, όπως είναι τα παιδιά με αναπηρία, τα παιδιά-μετανάστες (ιδίως οι ασυνόδευτοι ανήλικοι) και τα παιδιά που πέφτουν θύματα εμπορίας (η πλειονότητα των οποίων είναι κορίτσια).
Στόχος είναι η οργάνωση του δικτύου σε ομάδες εργασίας που θα διευκολύνουν την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και το έργο σχετικά με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για την παραγωγή απτών αποτελεσμάτων. Οι ομάδες εργασίας θα μπορούσαν να οργανωθούν ανά τομέα δραστηριότητας (δηλ. κατά επαγγελματικό υπόβαθρο, π.χ. επαγγελματίες του τομέα της υγείας, κοινωνικοί λειτουργοί, επαγγελματίες του τομέα της εκπαίδευσης, αρχές επιβολής του νόμου, δικαστικές αρχές, σωφρονιστικές αρχές, υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και ερευνητές) και ανά πρόγραμμα (δηλ. ανά είδος ομάδας-στόχου του προγράμματος πρόληψης, π.χ. παραβάτες και άτομα που φοβούνται ότι ενδέχεται να διαπράξουν αδικήματα, ή προγράμματα κατάρτισης και ευαισθητοποίησης για παιδιά, οικογένειες και την κοινότητα).
Η μεγιστοποίηση του έργου για την πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών είναι ουσιαστικής σημασίας. Η αλματώδης αύξηση των καταγγελιών σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών έχει επιβαρύνει υπέρμετρα τις αρχές επιβολής του νόμου στην ΕΕ και σε παγκόσμιο επίπεδο, επιβεβαιώνοντας εκ νέου τη συναίνεση μεταξύ των επαγγελματιών (συμπεριλαμβανομένης της επιβολής του νόμου) ότι το πρόβλημα αυτό είναι αδύνατο να επιλυθεί μόνο μέσω της δράσης για την επιβολή του νόμου και απαιτεί συντονισμό μεταξύ πολλών παραγόντων.
Το δίκτυο θα έχει ως στόχο την ενίσχυση της ικανότητας στην ΕΕ για την πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και θα έχει παγκόσμια εμβέλεια για την αξιοποίηση όλης της συναφούς εμπειρογνωμοσύνης εντός και εκτός της ΕΕ. Θα έχει επίσης σημαντική διαδικτυακή παρουσία, για να διευκολύνει την ανταλλαγή του έργου του εντός της ΕΕ και παγκοσμίως, έτσι ώστε όλες οι χώρες να μπορούν να επωφεληθούν από την πλέον προηγμένη έρευνα και τις προσεγγίσεις.
Συνοπτικά, το δίκτυο πρόληψης θα επιτρέψει: α) αποτελεσματικότερη δράση στην καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης των παιδιών (εντός και εκτός διαδικτύου) στην ΕΕ· β) αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη χρήση των υφιστάμενων (περιορισμένων) πόρων στην ΕΕ που διατίθενται για την πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών· και γ) αποτελεσματικότερη συνεργασία με τους εταίρους σε παγκόσμιο επίπεδο, ώστε η ΕΕ να μπορεί να επωφεληθεί από την παγκόσμια εμπειρογνωμοσύνη χωρίς να υπάρχει αλληλεπικάλυψη προσπαθειών.
Βασική δράση:
ðΗ Επιτροπή θα αρχίσει αμέσως να προετοιμάζει ένα δίκτυο πρόληψης σε επίπεδο ΕΕ, προκειμένου να διευκολύνει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και να στηρίξει τα κράτη μέλη στη θέσπιση αξιοποιήσιμων, αυστηρά αξιολογημένων και αποτελεσματικών μέτρων πρόληψης για τη μείωση της συχνότητας του φαινομένου της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στην ΕΕ.
6.Ευρωπαϊκό κέντρο για την πρόληψη και αντιμετώπιση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών
Η Επιτροπή θα ξεκινήσει εργασίες για την πιθανή δημιουργία ενός ευρωπαϊκού κέντρου για την πρόληψη και την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, βάσει διεξοδικής μελέτης και εκτίμησης επιπτώσεων. Το κέντρο θα παρέχει συνολική στήριξη στα κράτη μέλη για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, εντός και εκτός διαδικτύου, διασφαλίζοντας τον συντονισμό για τη μεγιστοποίηση της αποδοτικής χρήσης των πόρων και την αποφυγή της αλληλεπικάλυψης των προσπαθειών.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε τη δημιουργία κέντρου στο ψήφισμά του του Νοεμβρίου του 2019 και τα κράτη μέλη, στα συμπεράσματα του Συμβουλίου του Οκτωβρίου του 2019, τόνισαν την ανάγκη για συντονισμένη και πολυμερή προσέγγιση. Το κέντρο θα μπορούσε να αξιοποιήσει τις βέλτιστες πρακτικές και τα διδάγματα που αντλήθηκαν από παρόμοια κέντρα ανά τον κόσμο, όπως το Εθνικό Κέντρο για τα αγνοούμενα και κακοποιημένα παιδιά (NCMEC) στις ΗΠΑ, το Καναδικό Κέντρο Προστασίας του Παιδιού και το Αυστραλιανό Κέντρο για την Καταπολέμηση της Εκμετάλλευσης των Παιδιών.
Προκειμένου να εξασφαλιστεί συνολική στήριξη προς τα κράτη μέλη για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, και με την επιφύλαξη περαιτέρω αξιολόγησης, τα καθήκοντα του κέντρου θα μπορούσαν να καλύπτουν τρεις τομείς:
1.Επιβολή του νόμου: Η Ευρωπόλ αποτελεί βασικό παράγοντα στην καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, ιδίως μέσω της ανάλυσης και της διοχέτευσης των καταγγελιών για κακοποίηση που λαμβάνονται από τις ΗΠΑ. Αξιοποιώντας τον ρόλο και την πείρα της Ευρωπόλ, το κέντρο θα μπορούσε να συνεργάζεται με υπηρεσίες επιβολής του νόμου στην ΕΕ και σε τρίτες χώρες, ώστε να διασφαλίζεται ότι τα θύματα εντοπίζονται και επικουρούνται το συντομότερο δυνατόν και ότι οι παραβάτες παραπέμπονται στη δικαιοσύνη. Θα μπορούσε να στηρίζει τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας καταγγελίες που αφορούν περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στην ΕΕ από εταιρείες που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην ΕΕ, να διασφαλίζει τη συνάφεια των εν λόγω εκθέσεων και να τις διαβιβάζει στις αρχές επιβολής του νόμου για την ανάληψη δράσης. Το κέντρο θα μπορούσε επίσης να στηρίζει τις εταιρείες, για παράδειγμα, με τη διατήρηση ενιαίας βάσης δεδομένων στην ΕΕ γνωστού υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, ώστε να διευκολύνεται ο εντοπισμός του στα συστήματα εταιρειών, σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων. Επιπλέον, το κέντρο θα μπορούσε επίσης να στηρίζει την επιβολή του νόμου μέσω του συντονισμού και της διευκόλυνσης της αφαίρεσης υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο που εντοπίζεται μέσω ανοικτών τηλεφωνικών γραμμών.
Το κέντρο θα μπορούσε να λειτουργεί σύμφωνα με αυστηρούς μηχανισμούς ελέγχου, ώστε να διασφαλίζεται η λογοδοσία και η διαφάνεια. Ειδικότερα, το κέντρο θα μπορούσε δυνητικά να διαδραματίσει ρόλο συμβάλλοντας στη διασφάλιση ότι δεν υφίσταται εσφαλμένη αφαίρεση περιεχομένου ούτε γίνεται κατάχρηση των εργαλείων αναζήτησης για την καταγγελία νόμιμου περιεχομένου (συμπεριλαμβανομένης της αθέμιτης χρήσης των εργαλείων για σκοπούς άλλους από την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών) και παραλαμβάνοντας καταγγελίες από χρήστες που θεωρούν ότι το περιεχόμενό τους έχει αφαιρεθεί εσφαλμένα. Η λογοδοσία και η διαφάνεια θα αποτελέσουν βασικά στοιχεία της νομοθεσίας που αναφέρεται στις βασικές δράσεις της πρωτοβουλίας #2.
2.Πρόληψη: αξιοποιώντας το έργο του δικτύου πρόληψης, το κέντρο θα μπορούσε να στηρίξει τα κράτη μέλη στη θέσπιση αξιοποιήσιμων, αυστηρά αξιολογημένων και αποτελεσματικών πολυτομεακών μέτρων πρόληψης για τη μείωση της συχνότητας του φαινομένου της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στην ΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη τα διαφορετικά τρωτά σημεία των παιδιών ανάλογα με την ηλικία, το φύλο, την ανάπτυξη και τις ειδικές περιστάσεις τους. Θα μπορούσε να διευκολύνει τον συντονισμό για τη στήριξη της πιο αποδοτικής χρήσης των επενδεδυμένων πόρων και της διαθέσιμης εμπειρογνωμοσύνης για την πρόληψη σε ολόκληρη την ΕΕ, αποφεύγοντας την αλληλεπικάλυψη των προσπαθειών. Λειτουργώντας ως κόμβος για τη σύνδεση, την ανάπτυξη και τη διάδοση της έρευνας και της εμπειρογνωμοσύνης, θα μπορούσε να διευκολύνει και να ενθαρρύνει τον διάλογο μεταξύ όλων των σχετικών ενδιαφερόμενων μερών και να συμβάλει στην ανάπτυξη της πλέον προηγμένης έρευνας και γνώσης, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης των δεδομένων. Θα μπορούσε επίσης να παράσχει στοιχεία στους φορείς χάραξης πολιτικής σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο σχετικά με τα κενά στην πρόληψη και τις πιθανές λύσεις για την αντιμετώπισή τους.
3.Παροχή βοήθειας σε θύματα: το κέντρο θα μπορούσε να συνεργάζεται στενά με τις εθνικές αρχές και διεθνείς εμπειρογνώμονες, ώστε να διασφαλιστεί ότι τα θύματα λαμβάνουν κατάλληλη και συνολική στήριξη, όπως απαιτούν η οδηγία για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών και η οδηγία για τα δικαιώματα των θυμάτων,. Θα μπορούσε επίσης να εργαστεί για τη στήριξη της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών σχετικά με τα μέτρα προστασίας των παιδιών-θυμάτων. Επιπλέον, θα μπορούσε να στηρίξει τα κράτη μέλη διενεργώντας έρευνα (π.χ. σχετικά με τις βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της σεξουαλικής κακοποίησης των παιδιών στα θύματα) προκειμένου να στηρίξει την τεκμηριωμένη πολιτική για την παροχή βοήθειας και στήριξης στα θύματα και λειτουργώντας ως κόμβος εμπειρογνωμοσύνης για να συμβάλει στον καλύτερο συντονισμό και την αποφυγή της αλληλεπικάλυψης των προσπαθειών. Το κέντρο θα μπορούσε επίσης να στηρίξει τα θύματα στην αφαίρεση των εικόνων και των βίντεο που τα αφορούν για τη διαφύλαξη της ιδιωτικότητάς τους, μεταξύ άλλων μέσω της προδραστικής αναζήτησης υλικών στο διαδίκτυο και της ενημέρωσης εταιρειών.
Το κέντρο θα μπορούσε να συγκεντρώσει όλες τις πρωτοβουλίες στην παρούσα στρατηγική, αφενός, καθιστώντας δυνατή την αποτελεσματικότερη συνεργασία μεταξύ των δημόσιων αρχών (συμπεριλαμβανομένης της επιβολής του νόμου), της βιομηχανίας και της κοινωνίας των πολιτών στην ΕΕ και παγκοσμίως, και, αφετέρου, εξελισσόμενο στην οντότητα αναφοράς στην ΕΕ για εμπειρογνωμοσύνη στον τομέα αυτό:
·Πρωτοβουλίες επικεντρωμένες στη νομοθεσία: το κέντρο θα μπορούσε να συνδράμει με την εμπειρογνωμοσύνη του την Επιτροπή στον ρόλο της στη στήριξη των κρατών μελών κατά την εφαρμογή της οδηγίας για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών. Η εμπειρογνωμοσύνη αυτή, η οποία θα αυξηθεί με την πάροδο του χρόνου καθώς το κέντρο εξακολουθεί να εντοπίζει κενά και βέλτιστες πρακτικές στην ΕΕ και πέραν αυτής, θα διευκολύνει την τεκμηριωμένη πολιτική της Επιτροπής, η οποία θα μπορούσε επίσης να διασφαλίσει ότι η νομοθεσία της ΕΕ είναι επικαιροποιημένη, ώστε να είναι δυνατή η αποτελεσματική απόκριση.
·Συνεργασία και πρωτοβουλίες με επίκεντρο τη χρηματοδότηση: το κέντρο, σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή και παρόμοια κέντρα σε άλλες χώρες και με την Παγκόσμια Συμμαχία WePROTECT για τον τερματισμό της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών, θα μπορούσε να διασφαλίσει ότι όλα τα κράτη μέλη έχουν άμεση και κεντρική πρόσβαση σε παγκόσμιες βέλτιστες πρακτικές και ότι τα παιδιά σε όλο τον κόσμο μπορούν να επωφεληθούν από τις βέλτιστες πρακτικές της ΕΕ. Το κέντρο θα μπορούσε επίσης να αξιοποιήσει τα αποτελέσματα του δικτύου πρόληψης και την εμπειρία των κέντρων για ασφαλή χρήση του διαδικτύου.
Η Επιτροπή θα συνεργαστεί στενά με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη, για να διερευνήσει τις διάφορες επιλογές εφαρμογής, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης των υφιστάμενων δομών για τις λειτουργίες του κέντρου, κατά περίπτωση, με σκοπό τη μεγιστοποίηση της προστιθέμενης αξίας, της αποτελεσματικότητας και της βιωσιμότητας του κέντρου. Η Επιτροπή θα διενεργήσει εκτίμηση επιπτώσεων, με μελέτη που θα ξεκινήσει αμέσως, για να προσδιορίσει τον καλύτερο τρόπο για την επίτευξη προόδου, συμπεριλαμβανομένων των βέλτιστων μηχανισμών χρηματοδότησης και της νομικής μορφής που θα πρέπει να λάβει το εν λόγω κέντρο.
Βασική δράση:
ðΗ Επιτροπή θα δρομολογήσει αμέσως μελέτη για τη δημιουργία ευρωπαϊκού κέντρου για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, ώστε να καταστεί δυνατή μια ολοκληρωμένη και αποτελεσματική απόκριση της ΕΕ κατά της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών εντός και εκτός διαδικτύου.
7.Ώθηση των προσπαθειών της βιομηχανίας για τη διασφάλιση της προστασίας των παιδιών στα προϊόντα τους
Οι πάροχοι ορισμένων διαδικτυακών υπηρεσιών είναι σε μοναδική προνομιακή θέση για την πρόληψη, τον εντοπισμό και την καταγγελία περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών που λαμβάνουν χώρα με τη χρήση της υποδομής ή των υπηρεσιών τους.
Επί του παρόντος, ορισμένες εταιρείες εντοπίζουν σε εθελοντική βάση περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Μόνο το 2019 η NCMEC έλαβε σχεδόν 17 εκατομμύρια καταγγελίες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών από τις εν λόγω εταιρείες. Στις καταγγελίες αυτές περιλαμβάνονται όχι μόνο εικόνες και βίντεο κακοποίησης, αλλά και καταστάσεις που συνιστούν άμεσο κίνδυνο για τα παιδιά (π.χ. λεπτομέρειες ορισμού συναντήσεων με σκοπό τη σωματική κακοποίηση των παιδιών ή απειλές αυτοκτονίας από το παιδί μετά τον εκβιασμό του παιδιού από τον παραβάτη). Επί σειρά ετών, οι εν λόγω καταγγελίες ήταν καθοριστικής σημασίας για τη διάσωση παιδιών στην ΕΕ από συνεχιζόμενη κακοποίηση. Έχουν οδηγήσει, για παράδειγμα, στα εξής:
·στη διάσωση 11 παιδιών, κάποια εκ των οποίων ηλικίας μόλις 2 ετών, τα οποία αποτέλεσαν αντικείμενο εκμετάλλευσης από δίκτυο δραστών κακοποίησης στη Σουηδία·
·στη μεγαλύτερη επιχείρηση κατά της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών που διεξήχθη ποτέ στη Δανία·
·στη διάσωση ενός 9χρονου κοριτσιού στη Ρουμανία, το οποίο είχε κακοποιηθεί από τον πατέρα της για περισσότερο από ένα έτος·
·στη διάσωση ενός 4χρονου κοριτσιού και του 10χρονου αδελφού της στη Γερμανία, που είχαν κακοποιηθεί από τον πατέρα τους·
·στη σύλληψη παραβάτη στη Γαλλία που προσέγγισε 100 παιδιά για να προμηθευτεί υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών από αυτά·
·στη διάσωση 2 κοριτσιών στην Τσεχία, που κακοποιήθηκαν από άνδρα ηλικίας 52 ετών, ο οποίος κατέγραψε την κακοποίηση και τη διένειμε στο διαδίκτυο.
Οι προσπάθειες που καταβάλλουν οι εταιρείες για τον εντοπισμό και την καταγγελία περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών ποικίλλουν σημαντικά. Το 2019 μία μόνο εταιρεία, η Facebook, απέστειλε σχεδόν 16 εκατομμύρια καταγγελίες (94 % του συνόλου εκείνο το έτος), ενώ άλλες εταιρείες με έδρα στις ΗΠΑ έστειλαν λιγότερες από 1 000 καταγγελίες, και ορισμένες λιγότερες από 10.
Πέρυσι, η Facebook ανακοίνωσε σχέδια για την εφαρμογή διατερματικής κρυπτογράφησης από προεπιλογή στη δική της υπηρεσία άμεσης ανταλλαγής μηνυμάτων. Ελλείψει συνοδευτικών μέτρων, εκτιμάται ότι αυτό θα μπορούσε να μειώσει τον αριθμό των συνολικών καταγγελιών σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στην ΕΕ (και παγκοσμίως) κατά περισσότερο από το ήμισυ και έως και κατά δύο τρίτα, δεδομένου ότι τα εργαλεία ανίχνευσης, όπως χρησιμοποιούνται επί του παρόντος, δεν λειτουργούν σε επικοινωνίες με διατερματική κρυπτογράφηση.
Δεδομένου του καίριου ρόλου που διαδραματίζουν ορισμένες διαδικτυακές υπηρεσίες στη διανομή υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, καθώς και της πραγματικής και δυνητικής σημασίας της βιομηχανίας για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, είναι σημαντικό η βιομηχανία να αναλάβει ευθύνη για την προστασία των παιδιών στα προϊόντα του, σύμφωνα με τα θεμελιώδη δικαιώματα της ΕΕ, μεταξύ άλλων όσον αφορά την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Το 2020 η Επιτροπή ξεκίνησε τις εργασίες για τη στήριξη των προσπαθειών της βιομηχανίας για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο στο πλαίσιο του Φόρουμ της ΕΕ για το Διαδίκτυο. Το φόρουμ, στο οποίο συμμετέχουν όλοι οι υπουργοί Εσωτερικών της ΕΕ, υψηλού επιπέδου εκπρόσωποι μεγάλων διαδικτυακών εταιρειών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Ευρωπόλ, λειτουργεί από το 2015 ως πρότυπο για την επιτυχή διατομεακή συνεργασία στην καταπολέμηση του τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο και τώρα έχει επεκταθεί ώστε να καλύπτει και τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών στο διαδίκτυο.
Εκτός από τη συνέχιση της στήριξης της καταπολέμησης του τρομοκρατικού περιεχομένου στο διαδίκτυο, το Φόρουμ της ΕΕ για το Διαδίκτυο θα προσφέρει έναν κοινό χώρο για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι ιδιωτικοί και οι δημόσιοι παράγοντες στην καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο, ώστε να ενισχυθεί η αμοιβαία κατανόηση και να βρεθούν λύσεις από κοινού. Θα επιτρέψει επίσης τον πολιτικό συντονισμό υψηλού επιπέδου για τη μεγιστοποίηση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας των δράσεων σε ολόκληρη την ΕΕ.
Μία από τις ειδικές πρωτοβουλίες στο πλαίσιο του Φόρουμ της ΕΕ για το Διαδίκτυο το 2020 είναι η δημιουργία τεχνικής διαδικασίας εμπειρογνωμοσύνης για τη χαρτογράφηση και την αξιολόγηση πιθανών λύσεων που θα μπορούσαν να επιτρέψουν στις εταιρείες να εντοπίζουν και να καταγγέλλουν περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών σε ηλεκτρονικές επικοινωνίες με διατερματική κρυπτογράφηση, με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και χωρίς τη δημιουργία νέων τρωτών σημείων τα οποία θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν οι εγκληματίες. Τεχνικοί εμπειρογνώμονες από τον ακαδημαϊκό χώρο, τη βιομηχανία, τις δημόσιες αρχές και τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών θα εξετάσουν πιθανές λύσεις που θα επικεντρώνονται στη συσκευή, στον διακομιστή και στο πρωτόκολλο κρυπτογράφησης που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν την προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ασφάλειας στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και την προστασία των παιδιών από τη σεξουαλική κακοποίηση και τη σεξουαλική εκμετάλλευση.
Βασική δράση:
ðΣτο πλαίσιο του Φόρουμ της ΕΕ για το Διαδίκτυο, η Επιτροπή ξεκίνησε διαδικασία εμπειρογνωμοσύνης με τη βιομηχανία, για τη χαρτογράφηση και την προκαταρκτική αξιολόγηση, έως το τέλος του 2020, πιθανών τεχνικών λύσεων για τον εντοπισμό και την καταγγελία περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών σε ηλεκτρονικές επικοινωνίες με διατερματική κρυπτογράφηση, την αντιμετώπιση κανονιστικών και επιχειρησιακών προκλήσεων και την αξιοποίηση ευκαιριών στον αγώνα για την καταπολέμηση αυτών των εγκλημάτων.
8.Βελτίωση της προστασίας των παιδιών σε παγκόσμιο επίπεδο μέσω της πολυμερούς συνεργασίας
Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών αποτελεί παγκόσμια πραγματικότητα σε όλες τις χώρες και τις κοινωνικές ομάδες, τόσο εντός όσο και εκτός διαδικτύου. Εκτιμάται ότι, ανά πάσα στιγμή, σε ολόκληρο τον κόσμο υπάρχουν περισσότερα από 750 000 αρπακτικά στο διαδίκτυο, που ανταλλάσσουν υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, μεταδίδουν ζωντανά υλικό κακοποίησης παιδιών, εκβιάζουν παιδιά με σκοπό την παραγωγή σεξουαλικού υλικού ή προσεγγίζουν παιδιά με βλέψεις μελλοντικής σεξουαλικής κακοποίησης.
Στον ακόλουθο χάρτη παρουσιάζονται οι τηλεφορτώσεις σε πραγματικό χρόνο, σε δεδομένη ημέρα, δείγματος υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών:
Υπάρχουν επίσης στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι παραβάτες ταξιδεύουν σε τρίτες χώρες για να εκμεταλλευτούν πιο επιεική νομοθετικά πλαίσια ή λιγότερες ικανότητες επιβολής του νόμου και να διαπράξουν κακοποίηση χωρίς να φοβούνται την επιβολή του νόμου. Η ικανότητα να απαιτείται η καταχώριση όσων διαπράττουν σεξουαλικά αδικήματα εις βάρος παιδιών και η συμμόρφωσή τους με ορισμένες προϋποθέσεις που επιβάλλονται από το δικαστήριο ή τις υπηρεσίες επιμελητών κοινωνικής αρωγής μετά την αποφυλάκισή τους, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην προστασία των παιδιών.
Επί σειρά ετών, η Επιτροπή έχει στηρίξει τις παγκόσμιες προσπάθειες μέσω της πολυμερούς συνεργασίας, γνωρίζοντας καλά ότι για την εξάρθρωση ενός δικτύου χρειάζεται ένα δίκτυο. Ένα παράδειγμα αποτελεί η χρηματοδοτούμενη από την Επιτροπή βάση δεδομένων ICSE, η οποία φιλοξενείται στην Ιντερπόλ και περιέχει πάνω από 1,5 εκατομμύρια εικόνες και βίντεο· η εν λόγω βάση έχει βοηθήσει στην αναγνώριση 20 000 θυμάτων σε όλο τον κόσμο, μέσω των συνεργατικών προσπαθειών περισσότερων από 60 χωρών (και της Ευρωπόλ) οι οποίες συνδέονται με αυτήν. Η Επιτροπή συγχρηματοδοτεί επίσης το δίκτυο ανοικτών τηλεφωνικών γραμμών INHOPE από περισσότερες από 40 χώρες για τη διευκόλυνση της αφαίρεσης υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο το οποίο καταγγέλλεται ανώνυμα από το κοινό. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να στηρίζει την παγκόσμια δράση με χρηματοδότηση για την ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας. Ειδικότερα, η ΕΕ θα συνεχίσει να στηρίζει την πρωτοβουλία Spotlight της ΕΕ και του ΟΗΕ για την πρόληψη και εξάλειψη κάθε μορφής βίας κατά των γυναικών και των κοριτσιών σε πέντε περιοχές του πλανήτη.
Το 2012 η Επιτροπή, από κοινού με τις αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ, συγχρηματοδότησε την παγκόσμια συμμαχία κατά της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών στο διαδίκτυο, στην οποία συμμετείχαν 54 χώρες, για τη βελτίωση της προστασίας των θυμάτων, της ταυτοποίησης και δίωξης των παραβατών, την αύξηση της ευαισθητοποίησης και τη μείωση της διαθεσιμότητας υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο. Η πρωτοβουλία αυτή συγχωνεύθηκε με μια παρόμοια πρωτοβουλία από το Ηνωμένο Βασίλειο, τη WePROTECT, η οποία δημιουργήθηκε το 2014 και έφερε σε επαφή τις κυβερνήσεις με τη βιομηχανία και τις ΜΚΟ. Το 2016 οι δύο πρωτοβουλίες συμφώνησαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να συγκροτήσουν την Παγκόσμια Συμμαχία WePROTECT για τον τερματισμό της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών στο διαδίκτυο, στην οποία συμμετέχουν επί του παρόντος 97 κυβερνήσεις, 32 παγκόσμιες εταιρείες τεχνολογίας, 33 οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και διεθνείς οργανισμοί και 5 περιφερειακοί οργανισμοί. Στα τέλη του 2019, η οργάνωση κατέστη ανεξάρτητη νομική οντότητα με τη μορφή ιδρύματος περιορισμένης ευθύνης, με έδρα στις Κάτω Χώρες.
Η παγκόσμια συμμαχία WePROTECT έχει προαγάγει τη δέσμευση των χωρών προς μια πιο συντονισμένη απόκριση στην παγκόσμια καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, βάσει παγκόσμιων εκτιμήσεων απειλών, και ενός μοντέλου εθνικής απόκρισης. Τα μέτρα αυτά συνέβαλαν στην αποσαφήνιση των προκλήσεων και στην παροχή βοήθειας στις χώρες μέλη για τον καθορισμό εφικτών πρακτικών στόχων.
Η Επιτροπή θα συνεχίσει να στηρίζει τη συμμαχία ως μέλος του συμβουλίου πολιτικής της, δεδομένης της ιδιότητάς της ως συνιδρύτριάς της, μεταξύ άλλων και με χρηματοδότηση. Αυτό θα επιτρέψει στην Επιτροπή να διασφαλίσει τη συνεκτικότητα με παγκόσμιες πρωτοβουλίες (ιδίως κανονιστικές), οι οποίες με τη σειρά τους θα στηρίξουν και θα ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα των δράσεων εντός της ΕΕ, παρέχοντας στα κράτη μέλη πρόσβαση σε παγκόσμιες βέλτιστες πρακτικές. Ειδικότερα, με τη συμμετοχή της στο συμβούλιο πολιτικής της Παγκόσμιας Συμμαχίας WePROTECT, η Επιτροπή συμβάλλει ενεργά στην αύξηση των προτύπων για την προστασία των παιδιών, την ταυτοποίηση των δραστών και τη στήριξη των παιδιών-θυμάτων ανά την υφήλιο. Αυτό διευκολύνει τις προσπάθειες της ΕΕ για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών με τρίτες χώρες και τη στήριξη των εθνικών αρχών στις χώρες αυτές κατά την εφαρμογή διεθνών προτύπων στον διαδικτυακό χώρο (δηλ. την προστασία των παιδιών), σύμφωνα με το σχέδιο δράσης της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία για την περίοδο 2020-2024. Η Επιτροπή έχει στηρίξει αυτού του είδους την παγκόσμια συνεργασία επί σειρά ετών και θεωρεί την Παγκόσμια Συμμαχία WePROTECT ως την κεντρική οργάνωση για τον συντονισμό και τον εξορθολογισμό των παγκόσμιων προσπαθειών και των κανονιστικών βελτιώσεων, καθώς και για την επίτευξη μιας πιο αποτελεσματικής παγκόσμιας απόκρισης.
Βασική δράση:
ðΗ Επιτροπή θα συνεχίσει να συμβάλλει στην αύξηση των παγκόσμιων προτύπων για την προστασία των παιδιών από τη σεξουαλική κακοποίηση, μέσω της προώθησης της πολυμερούς συνεργασίας στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Συμμαχίας WePROTECT, και μέσω ειδικής χρηματοδότησης.
ΕΠΟΜΕΝΑ ΒΗΜΑΤΑ
Η στρατηγική αυτή παρέχει ένα πλαίσιο για την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση της αυξανόμενης απειλής σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, τόσο εντός όσο και εκτός διαδικτύου. Η παρούσα στρατηγική θα αποτελέσει το πλαίσιο αναφοράς για τη δράση της ΕΕ στην καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών για την περίοδο 2020-2025. Επίσης, θα τροφοδοτήσει σχετικές πρωτοβουλίες της Επιτροπής, όπως η στρατηγική της ΕΕ για τα δικαιώματα του παιδιού, η οποία πρόκειται να εγκριθεί στις αρχές του 2021.
Η Επιτροπή θα συνεργαστεί στενά με εταιρείες, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, ακαδημαϊκούς, επαγγελματίες, ερευνητές, αρχές επιβολής του νόμου και άλλες δημόσιες αρχές, καθώς και άλλα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη, στην ΕΕ (συμπεριλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου) και σε παγκόσμιο επίπεδο, κατά τη διάρκεια των προσεχών μηνών και ετών, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική διερεύνηση και εφαρμογή των οκτώ πρωτοβουλιών που παρουσιάζονται στη στρατηγική.
Προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική απόκριση, θα πρέπει να εφαρμοστεί το κατάλληλο νομικό πλαίσιο, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις έρευνες, την πρόληψη και την παροχή βοήθειας στα θύματα, από τους σχετικούς φορείς, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών.
Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα που απαιτεί τη μέγιστη δυνατή συνεργασία από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία πρέπει να είναι σε θέση, πρόθυμα και έτοιμα να αναλάβουν δράση. Η Επιτροπή θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να διασφαλίσει ότι αυτό συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση, δεδομένης της επείγουσας ανάγκης να ληφθούν αποτελεσματικά μέτρα.
Τα παιδιά μας είναι το παρόν και το μέλλον μας. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί όλα τα διαθέσιμα εργαλεία, για να διασφαλίσει ότι τίποτα δεν θα σφετεριστεί το μέλλον τους.