Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex
Έγγραφο 62000TJ0348
Kohtuotsuse kokkuvõte
Kohtuotsuse kokkuvõte
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΊΟΥ (μονομελές)
της 30ής Μαΐου 2001
Υπόθεση Τ-348/00
Artin Barth
κατά
Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
«Υπάλληλοι — Επίδομα στέγης — Αναζήτηση αχρεωοτήτου»
Πλήρες κείμενο οτην ολλανδική γλώσσα ΙΙ-557
Αντικείμενο:
Προσφυγή με αντικείμενο αίτημα ακυρώσεως της αποφάσεως της Επιτροπής της 17ης Αυγούστου 2000 περί καταργήσεως από 1ης Οκτωβρίου 1998 του επιδόματος στέγης που εδικαιούτο μέχρι τότε ο προσφεύγων και περί αναζητήσεως των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών για το ως άνω επίδομα για την περίοδο από 1ης Οκτωβρίου 1998 μέχρι 29 Φεβρουαρίου 2000.
Απόφαση:
Η προσφυγή απορρίπτεται. Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.
Περίληψη
Υπάλληλοι – Αναζήτηση αχρεωστήτου – Προϋποθέσεις – Πρόδηλη παρατυπία ως προς την καταβολή – Κριτήρια
(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 85)
Υπάλληλοι – Αποδοχές – Οικογενειακά επιδόματα – Επίδομα στέγης – Προϋποθέσεις χορηγήσεως – Οικογενειακά βάρη – Έννοια – Οικονομικά βάρη πρώην υπαλλήλου που δεν είναι πλέον σε θέση να συντηρήσει νοικοκυριό – Δεν εμπίπτει
(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 76· παράρτημα VII, άρθρο 1 § 2, στοιχ. γ')
Σύμφωνα με το άρθρο 85 του ΚΥΚ, κάθε ποσό που ελήφθη αχρεωστήτως αναζητείται αν ο λαβών εγνώριζε την αντικανονικότητα της καταβολής ή αν η αντικανονικότητα ήταν τόσο εμφανής ώστε δεν ηδύνατο να την αγνοεί. Η έκφραση «τόσο εμφανής» πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι δεν εξετάζεται αν η πλάνη ήταν ή όχι εμφανής για τη διοίκηση, αλλά για τον ενδιαφερόμενο. Συγκεκριμένα, ο ενδιαφερόμενος, όχι μόνον δεν απαλλάσσεται από κάθε προσπάθεια εξετάσεως και ελέγχου, αλλά τουναντίον υποχρεούται να επιστρέψει τα εισπραχθέντα, εφόσον πρόκειται για σφάλμα που δεν διαφεύγει της προσοχής ενός χαρακτηριζομένου από συνήθη επιμέλεια υπαλλήλου, ο οποίος λογίζεται ότι γνωρίζει τους διέποντες τις αποδοχές του κανόνες. Τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να εκτιμηθεί η ικανότητα του ενδιαφερομένου υπαλλήλου να προβαίνει στις αναγκαίες εξακριβώσεις αφορούν το επίπεδο ευθύνης του υπαλλήλου, τον βαθμό και την αρχαιότητα του, τον βαθμό σαφήνειας των διατάξεων του ΚΥΚ που ορίζουν τις προϋποθέσεις χορηγήσεως της οικείας παροχής καθώς και τη σπουδαιότητα των μεταβολών που επήλθαν στην προσωπική ή οικογενειακή του κατάσταση, εφόσον η καταβολή του επίμαχου ποσού συνδέεται με την εκτίμηση από τη διοίκηση μιας τέτοιας καταστάσεως.
Συναφώς, δεν είναι απαραίτητο να μπορεί ο ενδιαφερόμενος υπάλληλος, στο πλαίσιο του καθήκοντος επιμελείας που υπέχει, να καθορίσει με ακρίβεια την έκταση του σφάλματος της διοικήσεως. Αντιθέτως, αρκεί να αμφιβάλλει ως προς την κανονικότητα των επίμαχων καταβολών, οπότε είναι υποχρεωμένος να ενημερώσει σχετικά τη διοίκηση ώστε αυτή να προβεί στους αναγκαίους ελέγχους. Ένας πρώην υπάλληλος, ο οποίος έχει φθάσει στον σχετικά υψηλό βαθμό Β 1 και έχει υπηρετήσει για περισσότερα από 25 χρόνια στην ευρωπαϊκή δημόσια διοίκηση, είναι σε θέση να σκεφθεί ότι το δικαίωμά του στο επίδομα στέγης, το οποίο ελάμβανε ως έγγαμος συνταξιούχος, τέθηκε εν αμφιβάλω μετά τον θάνατο της συζύγου του. Συγκεκριμένα, ήταν σε θέση, επιδεικνύοντας τη συνήθη επιμέλεια, να αντιληφθεί το σφάλμα της διοικήσεως μετά τον θάνατο της συζύγου του.
Επιπλέον, το γεγονός ότι ένας υπάλληλος ή συνταξιούχος ενημέρωσε δεόντως τη διοίκηση για τη μεταβολή της οικογενειακής του καταστάσεως δεν μπορεί να τον απαλλάξει από την υποχρέωση του να επιστρέψει τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά, εφόσον, παρά τις δηλώσεις του, η διοίκηση εξακολούθησε να του καταβάλει επιδόματα, σαφώς αντίθετα προς τις ισχύουσες διατάξεις του ΚΥΚ. Η άποψη αυτή ενισχύεται από τη σαφήνεια του άρθρου 1, παράγραφος 2, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ και από το γεγονός ότι το επίδομα στέγης ήταν το μοναδικό επίδομα που ελάμβανε ο ενδιαφερόμενος τη στιγμή που δήλωσε τον θάνατο της συζύγου του στη διοίκηση.
(βλ. σκέψεις 27, 29, 30 και 33 έως 36)
Παραπομπή: ΠΕΚ, 24 Φεβρουαρίου 1994, Τ-93/92, Burck κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ. Υπ. 1994, σ. Ι-Α-55 και ΙΙ-201, σκέψεις 27 και 28· ΠΕΚ, 1η Φεβρουαρίου 1996, Τ-122/95, Chabert κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ. Υπ. 1996, σ. Ι-Α-19 και ΙΙ-63, σκέψεις 35, 41 και 42' ΠΕΚ, 5 Ιουνίου 1996, Τ-92/94, Μασλίας κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή Υπ. Υπ. 1996, σ. Ι-Α-249 και ΙΙ-713, σκέψη 61· ΠΕΚ, 17 Ιανουαρίου 2001, Τ-14/99, Kraus κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ. Υπ. 2001, σ. Ι-Α-7 και ΙΙ-39, σκέψη 38 και η εκεί παρατιθέμενη νομολογία και σκέψη 41
Δεν μπορούν να θεωρηθούν οικογενειακά βάρη τα οποία πράγματι βαρύνουν τον υπάλληλο και εμπίπτουν στο καθ' ύλην πεδίο εφαρμογής του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο γ', του παραρτήματος VΙΙ του ΚΥΚ τα οικονομικά βάρη σχετικά με την οικιακή βοηθό και τη σίτιση εκτός οικίας που φέρει πρώην υπάλληλος για τον λόγο ότι δεν είναι πλέον σε θέση να συντηρήσει νοικοκυριό. Αυτού του είδους τα βάρη εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 76 του ΚΥΚ, το οποίο προβλέπει τη δυνατότητα χορηγήσεως εξαιρετικής βοήθειας (δωρεών, δανείων ή προκαταβολών) στους υπαλλήλους ή πρώην υπαλλήλους που τελούν σε εξαιρετικά δυσχερή κατάσταση, ιδίως μετά από βαριά ή παρατεινόμενη ασθένεια ή λόγω της οικογενειακής τους καταστάσεως.
(βλ. σκέψη 43)