| |
EUROPEAN COMMISSION | ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ |
Strasbourg, 8.3.2022 | Στρασβούργο, 8.3.2022 |
COM(2022) 105 final | COM(2022) 105 final |
2022/0066(COD) | 2022/0066(COD) |
Proposal for a | Πρόταση |
DIRECTIVE OF THE EUROPEAN PARLIAMENT AND OF THE COUNCIL | ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ |
on combating violence against women and domestic violence | για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας |
{SEC(2022) 150 final} - {SWD(2022) 60 final} - {SWD(2022) 61 final} - {SWD(2022) 62 final} - {SWD(2022) 63 final} | {SEC(2022) 150 final} - {SWD(2022) 60 final} - {SWD(2022) 61 final} - {SWD(2022) 62 final} - {SWD(2022) 63 final} |
EXPLANATORY MEMORANDUM | ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ |
1.CONTEXT OF THE PROPOSAL | 1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ |
•Reasons for the proposal | •Αιτιολόγηση της πρότασης |
The current proposal aims to effectively combat violence against women and domestic violence throughout the EU. It does so by proposing measures in the following areas: the criminalisation of and sanctions for relevant offences; protection of victims and access to justice; victim support; prevention; coordination and cooperation. | Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην αποτελεσματική καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας σε ολόκληρη την ΕΕ. Αυτό επιτυγχάνεται με την πρόταση μέτρων στους ακόλουθους τομείς: ποινικοποίηση των σχετικών αδικημάτων και επιβολή κυρώσεων· προστασία των θυμάτων και πρόσβαση στη δικαιοσύνη· υποστήριξη των θυμάτων· πρόληψη· συντονισμός και συνεργασία. |
Violence against women is gender-based violence directed against a woman because she is a woman or that affects women disproportionately. It includes all acts of gender-based violence that result in or are likely to result in physical, sexual, psychological or economic harm or suffering, including threats of such acts. It encompasses offences such as sexual violence, including rape, female genital mutilation, forced marriage, forced abortions or sterilisation, human trafficking for the purposes of sexual exploitation, stalking, sexual harassment, femicide, hate speech and crimes on the basis of sex and various forms of online violence (‘cyber violence’), including non-consensual sharing or manipulation of intimate material, cyber stalking and cyber harassment. Such violence is rooted in gender inequality being a manifestation of structural discrimination against women. Domestic violence is a form of violence against women as it disproportionately affects women. It occurs in the family or domestic unit, irrespective of biological or legal family ties, either between intimate partners or between other family members, including between parents and children. Women are disproportionately represented as victims of both forms of violence due to the underlying patterns of coercion, power and/or control. However, anyone can be a potential victim of such violence, regardless of their sex or gender. In the case of domestic violence, in particular, it can affect any person, including men, younger or older people, children and LGBTIQ 1 persons. | Η βία κατά των γυναικών είναι έμφυλη βία που στρέφεται κατά μιας γυναίκας επειδή είναι γυναίκα ή πλήττει δυσανάλογα τις γυναίκες. Περιλαμβάνει όλες τις πράξεις έμφυλης βίας που επιφέρουν ή ενδέχεται να επιφέρουν σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική ή οικονομική βλάβη ή ταλαιπωρία, συμπεριλαμβανομένων των απειλών για τέτοιες πράξεις. Περιλαμβάνει αδικήματα όπως η σεξουαλική βία, συμπεριλαμβανομένου του βιασμού, ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων, ο καταναγκαστικός γάμος, η καταναγκαστική άμβλωση ή στείρωση, η εμπορία ανθρώπων με σκοπό τη γενετήσια εκμετάλλευση, η παρενοχλητική παρακολούθηση, η σεξουαλική παρενόχληση, η γυναικοκτονία, η ρητορική μίσους και τα εγκλήματα με βάση το βιολογικό φύλο, καθώς και διάφορες μορφές διαδικτυακής βίας («κυβερνοβία»), συμπεριλαμβανομένης της μη συναινετικής κοινοχρησίας υλικού προσωπικής φύσης ή της παραποίησης αυτού, της παρενοχλητικής κυβερνοπαρακολούθησης και της κυβερνοπαρενόχλησης. Η βία αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι η έμφυλη ανισότητα αποτελεί εκδήλωση διαρθρωτικών διακρίσεων εις βάρος των γυναικών. Η εξ οικείων βία αποτελεί μορφή βίας κατά των γυναικών, καθώς πλήττει δυσανάλογα τις γυναίκες. Συμβαίνει στην οικογένεια ή στην οικιακή μονάδα, ανεξάρτητα από βιολογικούς ή νομικούς οικογενειακούς δεσμούς, είτε μεταξύ συντρόφων είτε μεταξύ άλλων μελών της οικογένειας, συμπεριλαμβανομένων των γονέων και των παιδιών. Οι γυναίκες αποτελούν δυσανάλογα μεγάλο μερίδιο των θυμάτων αμφότερων των μορφών βίας λόγω των υποκείμενων μοτίβων καταναγκασμού, εξουσίας και/ή ελέγχου. Ωστόσο, οποιοδήποτε πρόσωπο είναι δυνητικό θύμα αυτού του είδους βίας, ανεξάρτητα από το βιολογικό ή το κοινωνικό φύλο του. Ιδίως η εξ οικείων βία μπορεί να έχει θύμα της οποιοδήποτε πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των ανδρών, των νέων ή των ηλικιωμένων, των παιδιών και των ΛΟΑΤΚΙ 1 ατόμων. |
Violence against women and domestic violence are matters of criminal law, violations of human rights and forms of discrimination. Combating them is part of the European Commission’s action to protect the core EU values and to ensure that the EU Charter on Fundamental Rights is upheld 2 . | Η βία κατά των γυναικών και η εξ οικείων βία αποτελούν ζητήματα ποινικού δικαίου, παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μορφές διακρίσεων. Η καταπολέμησή τους αποτελεί μέρος της δράσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την προστασία των βασικών αξιών της ΕΕ και τη διασφάλιση της τήρησης του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ 2 . |
Violence against women and domestic violence are pervasive throughout the EU and are estimated to affect 1 in 3 women in the EU. Looking at the more specific types of violence, in 2014, 1 in 10 women reported that they had been victim of sexual violence and 1 in 20 had been raped. More than 1 in 5 women have suffered domestic violence 3 . Cyber violence is just as prevalent: in 2020, it was estimated that 1 in 2 young women experienced gender-based cyber violence 4 . Women in general, more frequently experience cyber violence based on their sex or gender, in particular sexual forms of cyber violence. Women are systematically targeted online by violent right wing extremist groups and terrorist groups intending to spread hatred against them. The so-called ‘incel’ (involuntary celibate) movement, for instance, incites to violence against women online and promotes such violence as heroic acts. Cyber violence particularly impacts women active in public life, such as politicians, journalists and human rights defenders. This can have the effect of silencing women, hindering their societal participation and undermining the principle of democracy as enshrined in the Treaty on European Union. | Η βία κατά των γυναικών και η εξ οικείων βία αποτελούν φαινόμενα διαδεδομένα σε ολόκληρη την ΕΕ, εκτιμάται δε ότι πλήττουν 1 στις 3 γυναίκες στην ΕΕ. Εξετάζοντας τις ειδικότερες κατηγορίες βίας, το 2014 1 στις 10 γυναίκες ανέφερε ότι είχε πέσει θύμα σεξουαλικής βίας και 1 στις 20 είχε πέσει θύμα βιασμού. Περισσότερες από 1 στις 5 γυναίκες έχουν υποστεί εξ οικείων βία 3 . Η κυβερνοβία είναι εξίσου διαδεδομένη: το 2020 εκτιμήθηκε ότι 1 στις 2 νέες γυναίκες είχε υποστεί έμφυλη κυβερνοβία 4 . Οι γυναίκες εν γένει βιώνουν συχνότερα κυβερνοβία λόγω του βιολογικού ή του κοινωνικού φύλου τους, ιδίως δε σεξουαλικές μορφές κυβερνοβίας. Οι γυναίκες στοχοποιούνται συστηματικά στο διαδίκτυο από βίαιες ακροδεξιές εξτρεμιστικές ομάδες και τρομοκρατικές ομάδες που προτίθενται να διαδώσουν μίσος εναντίον τους. Το λεγόμενο κίνημα των ίνσελ (ανδρών που ακούσια δεν έχουν ερωτικές σχέσεις με γυναίκες), για παράδειγμα, υποκινεί τη βία κατά των γυναικών στο διαδίκτυο και προωθεί την εν λόγω βία ως ηρωική πράξη. Η κυβερνοβία επηρεάζει ιδιαίτερα τις γυναίκες που δραστηριοποιούνται στον δημόσιο βίο, όπως πολιτικοί, δημοσιογράφοι και υπερασπίστριες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη φίμωση των γυναικών, την παρεμπόδιση της συμμετοχής τους στην κοινωνία και την υπονόμευση της αρχής της δημοκρατίας, όπως αυτή κατοχυρώνεται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση. |
Women also experience violence at work: about a third of women in the EU who have faced sexual harassment experienced it at work. | Οι γυναίκες βιώνουν επίσης βία στην εργασία: περίπου το ένα τρίτο των γυναικών στην ΕΕ που έχουν αντιμετωπίσει σεξουαλική παρενόχληση την αντιμετώπισαν στην εργασία τους. |
President von der Leyen’s political guidelines highlighted the need to prevent and combat violence against women, protect victims and punish offenders as a key priority for the Commission. The Gender Equality Strategy 2020-2025 5 announced EU measures to prevent these forms of violence, protecting victims, prosecuting offenders, and implementing related comprehensive and coordinated policies. The European Pillar of Social Rights Action Plan reiterates the commitment to combat gender-based violence and propose legislation to this effect 6 . | Οι πολιτικές κατευθύνσεις της προέδρου φον ντερ Λάιεν υπογράμμισαν την ανάγκη για πρόληψη και καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών, προστασία των θυμάτων και τιμωρία των δραστών ως βασική προτεραιότητα για την Επιτροπή. Η στρατηγική για την ισότητα των φύλων 2020-2025 5 εξήγγειλε μέτρα της ΕΕ για την πρόληψη αυτών των μορφών βίας, την προστασία των θυμάτων, τη δίωξη των δραστών και την εφαρμογή συναφών ολοκληρωμένων και συντονισμένων πολιτικών. Το σχέδιο δράσης για τον ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων επαναλαμβάνει τη δέσμευση για την καταπολέμηση της έμφυλης βίας και προτείνει σχετική νομοθεσία 6 . |
The European Parliament has repeatedly called on the Commission to propose legislation on violence against women and domestic violence, and on gender-based cyber violence. The European Parliament most recently has adopted two own-initiative legislative reports based on Article 225 Treaty on the Functioning of the European Union (TFEU), requesting the Commission 7 to submit proposals on combating gender-based violence and cyberviolence 8 and on adding gender-based violence as a new area of crime listed in Article 83(1) of the TFEU 9 , respectively. | Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει ζητήσει επανειλημμένα από την Επιτροπή να προτείνει νομοθεσία για τη βία κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία, καθώς και για την έμφυλη κυβερνοβία. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε πρόσφατα δύο εκθέσεις νομοθετικής πρωτοβουλίας βάσει του άρθρου 225 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), ζητώντας από την Επιτροπή 7 να υποβάλει προτάσεις για την καταπολέμηση της έμφυλης βίας και της κυβερνοβίας 8 και για την προσθήκη της έμφυλης βίας ως νέου τομέα εγκληματικότητας που να περιλαμβάνεται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ 9 , αντίστοιχα. |
•Objectives of the proposal | •Στόχοι της πρότασης |
This proposal aims to prevent and combat violence against women and domestic violence to ensure a high level of security and the full enjoyment of fundamental rights within the Union, including the right to equal treatment and non-discrimination between women and men. The proposal thus contributes to the establishment of an area of freedom security and justice (Title V TFEU). To achieve these objectives, the proposal: | Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας, ώστε να διασφαλιστεί υψηλό επίπεδο ασφάλειας και η πλήρης άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων εντός της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στην ίση μεταχείριση και της απαγόρευσης των διακρίσεων μεταξύ γυναικών και ανδρών. Ως εκ τούτου, η πρόταση συμβάλλει στη δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης (Τίτλος V της ΣΛΕΕ). Για την επίτευξη των στόχων αυτών, η πρόταση: |
·makes the current EU legal instruments relevant to combating violence against women and domestic violence more effective; | ·καθιστά τις ισχύουσες νομικές πράξεις της ΕΕ συναφείς για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας· |
·creates upwards convergence and fills gaps in protection, access to justice, support, prevention and coordination and cooperation; and | ·δημιουργεί ανοδική σύγκλιση και καλύπτει τα κενά στην προστασία, την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, την υποστήριξη, την πρόληψη καθώς και τον συντονισμό και τη συνεργασία· και |
·aligns EU law with established international standards. | ·ευθυγραμμίζει το ενωσιακό δίκαιο με καθιερωμένα διεθνή πρότυπα. |
The proposal criminalises certain forms of violence that disproportionately affect women and strengthens victims’ rights, using the existing legal bases as set out in Articles 82(2) and 83(1) TFEU. It thereby ensures such offences are effectively prosecuted and contributes to the elimination of violence against women and domestic violence and to better support and protection for victims. By increasing trust in the judicial schemes of other Member States, it will aid mutual recognition of judgments and decisions in criminal matters and improve judicial cooperation in criminal matters. | Η πρόταση ποινικοποιεί ορισμένες μορφές βίας που πλήττουν δυσανάλογα τις γυναίκες και ενισχύει τα δικαιώματα των θυμάτων, χρησιμοποιώντας τις υφιστάμενες νομικές βάσεις όπως ορίζονται στο άρθρο 82 παράγραφος 2 και στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Με τον τρόπο αυτόν διασφαλίζει ότι τα αδικήματα αυτά διώκονται αποτελεσματικά και συμβάλλει στην εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας, και στην καλύτερη στήριξη και προστασία των θυμάτων. Ενισχύοντας την εμπιστοσύνη στα δικαστικά συστήματα άλλων κρατών μελών, η πρόταση θα συμβάλει στην αμοιβαία αναγνώριση των ποινικών και άλλων αποφάσεων και θα βελτιώσει τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις. |
An important point of reference for the proposal is the 2014 Council of Europe Convention on preventing and combating violence against women and domestic violence (‘Istanbul Convention’) 10 . The Istanbul Convention is the most extensive international framework to comprehensively address violence against women and domestic violence. | Ένα σημαντικό σημείο αναφοράς για την πρόταση είναι η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης του 2014 για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας (στο εξής: Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης) 10 . Η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης είναι το πλέον εκτεταμένο διεθνές πλαίσιο για την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας. |
This proposal aims to achieve the objectives of the Convention within the EU’s remit by complementing the existing EU acquis and Member States’ national legislation in the areas covered by the Convention. The need for action appears both in Member States that have ratified the Istanbul Convention and in those that have not 11 . The preparatory work has identified a need for action in the areas of access to justice, including minimum rules on definitions and sanctions relating to certain criminal offences, the rights and protection of victims in connection with criminal proceedings, specialised victim support, prevention of such violence and strengthening closer coordination and cooperation at EU and national level. Relevant EU standards are fragmented across several legal instruments and have not led to effective monitoring and enforcement. While action at national level has been mainly triggered by the Istanbul Convention, the monitoring of the Convention’s implementation 12 shows that gaps persist. Given the way in which violence against women and domestic violence have evolved in the past decades, these types of crimes are unlikely to significantly decrease without additional EU action. | Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην επίτευξη των στόχων της Σύμβασης στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της ΕΕ, συμπληρώνοντας το ισχύον κεκτημένο της ΕΕ και την εθνική νομοθεσία των κρατών μελών στους τομείς που καλύπτονται από τη Σύμβαση. Η ανάγκη ανάληψης δράσης εμφανίζεται τόσο στα κράτη μέλη που έχουν κυρώσει τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης όσο και σε εκείνα που δεν την έχουν κυρώσει 11 . Στο πλαίσιο των προπαρασκευαστικών εργασιών διαπιστώθηκε η ανάγκη ανάληψης δράσης στους τομείς της πρόσβασης στη δικαιοσύνη, συμπεριλαμβανομένων των ελάχιστων κανόνων για τους ορισμούς και τις κυρώσεις που αφορούν ορισμένα ποινικά αδικήματα, των δικαιωμάτων και της προστασίας των θυμάτων στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, της ειδικής υποστήριξης των θυμάτων, της πρόληψης της βίας αυτής και της προώθησης στενότερου συντονισμού και συνεργασίας σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο. Τα σχετικά πρότυπα της ΕΕ είναι κατακερματισμένα σε διάφορες νομικές πράξεις και δεν έχουν οδηγήσει σε αποτελεσματική παρακολούθηση και επιβολή. Αν και η δράση σε εθνικό επίπεδο ενεργοποιήθηκε κυρίως από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, η παρακολούθηση της εφαρμογής της Σύμβασης 12 δείχνει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν κενά. Δεδομένου του τρόπου με τον οποίο εξελίχθηκε η βία κατά των γυναικών και η εξ οικείων βία τις τελευταίες δεκαετίες, αυτά τα είδη εγκλημάτων είναι απίθανο να μειωθούν δραστικά χωρίς την ανάληψη πρόσθετης δράσης από την ΕΕ. |
In addition, this proposal takes into account recent phenomena such as cyber violence against women, which is not specifically addressed by the Istanbul Convention. Cyber violence has been growing in the wake of the use of the internet and IT tools. It is often an extension of violence experienced by victims offline. Despite cyber violence’s wide prevalence, regulation has been highly fragmented to date, and significant legal gaps have been identified at both EU and Member State level. | Επιπλέον, η παρούσα πρόταση λαμβάνει υπόψη πρόσφατα φαινόμενα όπως η κυβερνοβία κατά των γυναικών, η οποία δεν καλύπτεται ειδικά από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Με τη χρήση του διαδικτύου και των εργαλείων ΤΠ η κυβερνοβία αυξάνεται διαρκώς. Πρόκειται συχνά για επέκταση της βίας που βιώνουν τα θύματα εκτός διαδικτύου. Παρά την ευρεία εξάπλωση της κυβερνοβίας, η νομοθεσία είναι εξαιρετικά κατακερματισμένη μέχρι σήμερα, ενώ έχουν εντοπιστεί σημαντικά νομικά κενά τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε επίπεδο κρατών μελών. |
Currently, no specific piece of EU legislation comprehensively addresses violence against women and domestic violence. This Directive will be the first act specifically addressing this type of violence. The measures are based on the recommendations of the Group of Experts on Action against Violence against Women and Domestic Violence (‘GREVIO’) 13 , the independent expert body responsible for monitoring the Istanbul Convention’s implementation. They also take into account recommendations by international experts and bodies in the field, including under the auspices of the United Nations, and their reflections on internationally accepted good practices in combating violence against women and domestic violence. The targeted measures on criminal offence and victims’ rights lay down minimum rules that enable the Member States to set higher standards and leave flexibility for the Member states to take into account country-specific situations. | Επί του παρόντος καμία συγκεκριμένη νομοθετική πράξη της ΕΕ δεν αντιμετωπίζει συνολικά τη βία κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία. Η παρούσα οδηγία θα είναι η πρώτη πράξη ειδικά για την αντιμετώπιση αυτού του είδους βίας. Τα μέτρα βασίζονται στις συστάσεις της ομάδας εμπειρογνωμόνων για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας (GREVIO) 13 , του ανεξάρτητου φορέα εμπειρογνωμόνων που είναι αρμόδιος για την παρακολούθηση της εφαρμογής της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης. Τα μέτρα λαμβάνουν επίσης υπόψη τις συστάσεις διεθνών εμπειρογνωμόνων και φορέων στον τομέα, μεταξύ άλλων υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, και τον προβληματισμό τους σχετικά με τις διεθνώς αποδεκτές ορθές πρακτικές για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. Τα στοχευμένα μέτρα για τα ποινικά αδικήματα και τα δικαιώματα των θυμάτων θεσπίζουν ελάχιστους κανόνες που επιτρέπουν στα κράτη μέλη να καθορίζουν υψηλότερα πρότυπα και παρέχουν ευελιξία στα κράτη μέλη ώστε να λαμβάνουν υπόψη τις ειδικές ανά χώρα καταστάσεις. |
In particular, the following measures are proposed: | Ειδικότερα, προτείνονται τα ακόλουθα μέτρα: |
–Criminalising certain forms of violence that disproportionately affect women and that are not sufficiently addressed at national level and fall within the EU’s remit, based on existing legal bases. This concerns the criminalisation of rape based on lack of consent (in some Member States, the use of force or threats is required), female genital mutilation, and certain forms of cyber violence. | –Ποινικοποίηση ορισμένων μορφών βίας που πλήττουν δυσανάλογα τις γυναίκες και οι οποίες δεν αντιμετωπίζονται επαρκώς σε εθνικό επίπεδο και εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της ΕΕ, με βάση τις υφιστάμενες νομικές βάσεις. Αυτό αφορά την ποινικοποίηση του βιασμού λόγω έλλειψης συναίνεσης (σε ορισμένα κράτη μέλη απαιτείται η χρήση βίας ή απειλών), του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων και ορισμένων μορφών κυβερνοβίας. |
–Strengthening victims’ access to justice and rights to appropriate protection responding directly to the specific needs of victims of violence against women and domestic violence. Such measures include: | –Ενίσχυση της πρόσβασης των θυμάτων στη δικαιοσύνη και των δικαιωμάτων για κατάλληλη προστασία ως άμεση κάλυψη των ειδικών αναγκών των θυμάτων της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται: |
–ensuring that national authorities are appropriately equipped to address violence against women and domestic violence; | –διασφάλιση ότι οι εθνικές αρχές είναι κατάλληλα εξοπλισμένες για την αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας· |
–ensuring that national authorities treat victims in a gender-sensitive manner; | –διασφάλιση ότι οι εθνικές αρχές αντιμετωπίζουν τα θύματα με τρόπο που λαμβάνει υπόψη τη διάσταση του κοινωνικού φύλου· |
–providing for an individual needs assessment for protection and support tailored to the specific needs of victims of violence against women or domestic violence; | –πρόβλεψη αξιολόγησης των ατομικών αναγκών προστασίας και υποστήριξης προσαρμοσμένης στις ειδικές ανάγκες των θυμάτων βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας· |
–providing for specific safeguards for child victims of violence against women or domestic violence; | –πρόβλεψη ειδικών διασφαλίσεων για τα παιδιά-θύματα βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας· |
–ensuring protection through emergency barring and protection orders; | –διασφάλιση προστασίας μέσω επειγουσών εντολών απαγόρευσης και εντολών προστασίας· |
–ensuring that victims can effectively claim compensation from the offender; | –διασφάλιση ότι τα θύματα μπορούν πράγματι να διεκδικήσουν αποζημίωση από τον δράστη· |
–ensuring the removal of online content in relation to offences of cyber violence, and a possibility of judicial redress for the affected users; and | –διασφάλιση της αφαίρεσης διαδικτυακού περιεχομένου σε σχέση με αδικήματα κυβερνοβίας, και δυνατότητα ένδικης προσφυγής για θιγόμενους/-ες χρήστες/χρήστριες· και |
–ensuring that government bodies exist to assist, advise and to represent victims in court proceedings in matters of violence against women or domestic violence. | –διασφάλιση της ύπαρξης κυβερνητικών φορέων για την παροχή συνδρομής, συμβουλών και εκπροσώπησης των θυμάτων σε δικαστικές διαδικασίες σε θέματα βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας. |
–Providing victim support tailored to the specific needs of victims of violence against women or domestic violence. This includes specific support in cases of sexual violence and female genital mutilation, access to national helplines, increased accessibility of shelters and comprehensive support for victims of sexual harassment at work. It also entails targeted support for victims with specific needs and groups at risk, including women fleeing armed conflict. | –Παροχή υποστήριξης στα θύματα προσαρμοσμένη στις ειδικές ανάγκες των θυμάτων βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας. Εδώ περιλαμβάνονται ειδική στήριξη σε περιπτώσεις σεξουαλικής βίας και ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων, πρόσβαση σε εθνικές τηλεφωνικές γραμμές βοήθειας, αυξημένη προσβασιμότητα σε κέντρα προστασίας γυναικών και ολοκληρωμένη υποστήριξη για τα θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία. Επιπλέον, περιλαμβάνει στοχευμένη υποστήριξη για θύματα με ιδιαίτερες ανάγκες και ομάδες που διατρέχουν κίνδυνο, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών που προσπαθούν να ξεφύγουν από ένοπλες συγκρούσεις. |
–Preventing violence against women and domestic violence, including by raising awareness, training professionals who are likely to come in contact with victims, and working with offenders. | –Πρόληψη της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας, μεταξύ άλλων μέσω της ευαισθητοποίησης, της κατάρτισης επαγγελματιών που ενδέχεται να έρθουν σε επαφή με θύματα, και της εργασίας με δράστες. |
–Strengthening coordination and cooperation at national and EU-level by ensuring a multi-agency approach and enhanced data collection on violence against women and domestic violence. | –Ενίσχυση του συντονισμού και της συνεργασίας σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο με τη διασφάλιση διυπηρεσιακής προσέγγισης και την ενίσχυση της συλλογής δεδομένων σχετικά με τη βία κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία. |
·Consistency with existing policy provisions in the policy area | ·Συνέπεια με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής |
No specific EU legal instrument addresses violence against women and domestic violence particularly. However, there are several EU legal instruments, which are relevant for victims of violence against women and domestic violence. They either establish general rules applicable also to this category of victims, or lay down specific rules on certain forms of such violence. Below are the most relevant ones: | Καμία νομοθετική πράξη της ΕΕ δεν αντιμετωπίζει συνολικά τη βία κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία ειδικότερα. Ωστόσο, υπάρχουν διάφορες νομικές πράξεις της ΕΕ οι οποίες είναι συναφείς για τα θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας. Οι πράξεις αυτές είτε θεσπίζουν γενικούς κανόνες που ισχύουν και γι’ αυτήν την κατηγορία θυμάτων είτε θεσπίζουν ειδικούς κανόνες για ορισμένες μορφές τέτοιας βίας. Ακολουθούν κατωτέρω οι πιο συναφείς: |
–Directive 2012/29/EU (the ‘Victims’ Rights Directive’) 14 : | –Οδηγία 2012/29/ΕΕ (στο εξής: οδηγία για τα δικαιώματα των θυμάτων) 14 : |
The Victims’ Rights Directive applies to all victims of crime. It lays down minimum standards on the rights, protection and support of victims of crime in the EU. It also makes reference to victims of gender‑based violence, victims of sexual violence and victims of violence in a close relationship. However, the Directive does not prescribe specific rules tailored to victims of these types of crime. The current proposal complements the rules of the Victims’ Rights Directive to cater for the specific needs of victims of violence against women and domestic violence. In addition to the more specific measures, covered by the current proposal, victims will continue to benefit from the general provisions of the Victims’ Rights Directive. | Η οδηγία για τα δικαιώματα των θυμάτων εφαρμόζεται σε όλα τα θύματα εγκληματικών πράξεων. Καθορίζει ελάχιστα πρότυπα για τα δικαιώματα, την προστασία και την υποστήριξη των θυμάτων εγκληματικών πράξεων στην ΕΕ. Αναφέρεται επίσης στα θύματα έμφυλης βίας, στα θύματα σεξουαλικής βίας και στα θύματα συντροφικής βίας στο πλαίσιο στενής σχέσης. Ωστόσο, η οδηγία δεν προβλέπει ειδικούς κανόνες προσαρμοσμένους στα θύματα αυτών των μορφών εγκληματικότητας. Η πρόταση συμπληρώνει τους κανόνες της οδηγίας για τα δικαιώματα των θυμάτων, ώστε να καλυφθούν οι ειδικές ανάγκες των θυμάτων βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας. Εκτός από τα πιο συγκεκριμένα μέτρα που καλύπτονται από την εν λόγω πρόταση, τα θύματα θα συνεχίσουν να επωφελούνται από τις γενικές διατάξεις της οδηγίας για τα δικαιώματα των θυμάτων. |
–Directive 2011/99/EU (the ‘European Protection Order Directive’) 15 and Regulation (EU) No 606/2013 (the ‘Mutual Recognition Regulation’) 16 – EU rules on European protection orders: | –Οδηγία 2011/99/ΕΕ (στο εξής: οδηγία για την ευρωπαϊκή εντολή προστασίας) 15 και κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 606/2013 (στο εξής: κανονισμός περί αμοιβαίας αναγνώρισης) 16 – ενωσιακοί κανόνες σχετικά με τις ευρωπαϊκές εντολές προστασίας: |
These two instruments enable cross-border recognition of protection orders issued under national law. The current initiative requires that Member States provide for emergency barring and protection orders under their national legislation, thus providing the basis for the European Protection Order Directive and the Mutual Recognition Regulation. | Οι δύο αυτές πράξεις καθιστούν δυνατή τη διασυνοριακή αναγνώριση των εντολών προστασίας που εκδίδονται βάσει εθνικού δικαίου. Η παρούσα πρωτοβουλία απαιτεί από τα κράτη μέλη να προβλέπουν στο πλαίσιο της εθνικής τους νομοθεσίας επείγουσες εντολές απαγόρευσης και εντολές προστασίας, προβλέποντας έτσι τη βάση για την οδηγία για την ευρωπαϊκή εντολή προστασίας και τον κανονισμό περί αμοιβαίας αναγνώρισης. |
–Directive 2011/93/EU (‘Child Sexual Abuse Directive’) 17 and Directive 2011/36/EU (the ‘Anti-Trafficking Directive’) 18 : | –Οδηγία 2011/93/ΕΕ (στο εξής: οδηγία σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών) 17 και οδηγία 2011/36/ΕΕ (στο εξής: οδηγία για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων) 18 : |
The Child Sexual Abuse Directive and the Anti-Trafficking Directive provide for measures of prevention, protection, support and access to justice to specific categories of victims, namely of sexual abuse and sexual exploitation of children and child pornography, as well as trafficking in human beings. These more specific Directives’ standards on criminalisation of such violence and corresponding sanctions will continue to apply. The Anti-Trafficking Directive combats trafficking in human beings for the purpose of sexual exploitation. It is currently under review to assess the possible need for future amendments, taking into account the EU-level criminalisations and corresponding penalties introduced by this Directive. | Η οδηγία σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και η οδηγία για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων προβλέπουν μέτρα πρόληψης, προστασίας, στήριξης και πρόσβασης στη δικαιοσύνη για συγκεκριμένες κατηγορίες θυμάτων, και συγκεκριμένα των θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και παιδικής πορνογραφίας, καθώς και εμπορίας ανθρώπων. Τα ειδικότερα αυτά πρότυπα των οδηγιών σχετικά με την ποινικοποίηση της εν λόγω βίας και οι αντίστοιχες κυρώσεις θα εξακολουθήσουν να ισχύουν. Η οδηγία για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων καταπολεμά την εμπορία ανθρώπων με σκοπό τη σεξουαλική εκμετάλλευση. Επί του παρόντος αναθεωρείται ώστε να αξιολογηθεί ενδεχόμενη ανάγκη για μελλοντικές τροποποιήσεις, λαμβανομένων υπόψη των ποινικοποιήσεων σε επίπεδο ΕΕ και των αντίστοιχων κυρώσεων που θεσπίζονται με την παρούσα οδηγία. |
The Child Sexual Abuse Directive will continue to apply to sexual abuse of children. Article 24 of the European Charter of Fundamental Rights sets out that children shall have the right to such protection and care as is necessary for their well-being, and that in all actions relating to children, whether taken by public authorities or private institutions, the child’s best interests must be a primary consideration. It is evident that the protection of a specific framework to criminalise rape based on the notion of consent should also be extended to children inasmuch as they are able to consent validly. This is determined by the age of sexual consent, which is regulated at Member State level and differs across Member States. Given that the Child Sexual Abuse Directive already provides a dedicated framework for all children, the present proposal introduces the necessary changes to ensure coherence by way of a targeted modification of that directive. This modification introduces penetration as a further aggravating circumstance, and the notion of lack of consent for children above the age of sexual consent. In parallel, the Child Sexual Abuse Directive is also undergoing evaluation, which may result in a proposal for a recast in 2023. This will provide an opportunity to ensure the overall coherence of the dedicated framework to protect children against all forms of sexual abuse and sexual exploitation with the current proposal. | Η οδηγία σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών θα εξακολουθήσει να εφαρμόζεται στη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών. Το άρθρο 24 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπει ότι τα παιδιά έχουν δικαίωμα στην προστασία και τη φροντίδα που απαιτούνται για την καλή διαβίωσή τους και ότι, σε όλες τις πράξεις που αφορούν τα παιδιά, είτε επιχειρούνται από δημόσιες αρχές είτε από ιδιωτικούς οργανισμούς, πρωταρχική σημασία πρέπει να δίνεται στο βέλτιστο συμφέρον του παιδιού. Είναι προφανές ότι η προστασία που παρέχεται από ειδικό πλαίσιο για την ποινικοποίηση του βιασμού βάσει της έννοιας της συναίνεσης θα πρέπει να επεκταθεί και στα παιδιά, εφόσον αυτά μπορούν να συναινέσουν εγκύρως. Αυτό καθορίζεται από την ηλικία της σεξουαλικής συναίνεσης, η οποία ρυθμίζεται σε επίπεδο κρατών μελών και διαφέρει μεταξύ των κρατών μελών. Δεδομένου ότι η οδηγία σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών παρέχει ήδη ειδικό πλαίσιο για όλα τα παιδιά, η παρούσα πρόταση εισάγει τις αναγκαίες αλλαγές για τη διασφάλιση της συνοχής μέσω στοχευμένης τροποποίησης της εν λόγω οδηγίας. Η σχετική τροποποίηση εισάγει τη διείσδυση ως περαιτέρω επιβαρυντική περίσταση, καθώς και την έννοια της έλλειψης συναίνεσης για τα παιδιά που έχουν συμπληρώσει την ηλικία σεξουαλικής συναίνεσης. Παράλληλα, η οδηγία σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών βρίσκεται επίσης υπό αξιολόγηση, η οποία ενδέχεται να οδηγήσει σε πρόταση αναδιατύπωσης το 2023. Αυτό θα δώσει την ευκαιρία να εξασφαλιστεί με την παρούσα πρόταση η συνολική συνοχή του ειδικού πλαισίου για την προστασία των παιδιών από κάθε μορφή σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης. |
The provisions under the current proposal relating to the rights, protection and support of victims, and prevention of violence against women or domestic violence (Chapters 3-5) will also apply to victims falling under the Child Sexual Abuse Directive and the Anti-Trafficking Directive, where such acts are also classified as amounting to violence against women or domestic violence. | Οι διατάξεις της παρούσας πρότασης σχετικά με τα δικαιώματα, την προστασία και την υποστήριξη των θυμάτων, καθώς και την πρόληψη της βίας κατά των γυναικών ή της εξ οικείων βίας (κεφάλαια 3-5) θα ισχύουν επίσης για τα θύματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και της οδηγίας για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, όπου οι πράξεις αυτές χαρακτηρίζονται επίσης ως πράξεις βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων [ενδοοικογενειακής] βίας. |
–Council Directive 2004/80/EC (the ‘Compensation Directive’) 19 : | –Οδηγία 2004/80/ΕΚ του Συμβουλίου (στο εξής: οδηγία για την αποζημίωση) 19 : |
The Compensation Directive enables persons who have fallen victim to violent intentional crime to apply for state compensation. The current initiative further strengthens victims’ rights to access to compensation by reinforcing the right to compensation from the offender, including by setting up minimum rules on providing such compensation. | Η οδηγία για την αποζημίωση δίνει τη δυνατότητα σε πρόσωπα που έχουν πέσει θύματα εκ προθέσεως εγκλημάτων βίας να ζητήσουν αποζημίωση από το κράτος. Η παρούσα πρωτοβουλία ενισχύει περαιτέρω τα δικαιώματα των θυμάτων όσον αφορά την πρόσβαση σε αποζημίωση, ενισχύοντας το δικαίωμα αποζημίωσης από τον δράστη, μεταξύ άλλων με τη θέσπιση ελάχιστων κανόνων για την παροχή της εν λόγω αποζημίωσης. |
–The ‘Gender Equality Directives’ 20 stipulate that sex-based and sexual harassment at work and in access to goods and services are contrary to the principle of equal treatment between men and women. The Directives require Member States to prohibit such conduct, ensure remedies (including compensation), and provide for effective, proportionate and dissuasive penalties. The current directive complements these instruments by setting minimum standards on support and access to justice of victims of such harassment. | –Οι οδηγίες για την ισότητα των φύλων 20 ορίζουν ότι η παρενόχληση λόγω φύλου και η σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία και στην πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες αντιβαίνουν στην αρχή της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών. Οι οδηγίες απαιτούν από τα κράτη μέλη να απαγορεύουν την εν λόγω συμπεριφορά, να διασφαλίζουν μέσα έννομης προστασίας (συμπεριλαμβανομένης της αποζημίωσης) και να προβλέπουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις. Η υφιστάμενη οδηγία συμπληρώνει τα μέσα αυτά με τον καθορισμό ελάχιστων προτύπων για την υποστήριξη και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη των θυμάτων τέτοιας παρενόχλησης. |
–Proposal for a Regulation on a Single Market for Digital Services (the ‘Digital Services Act’ or ‘DSA’) 21 : With the DSA proposal, the Commission aims to protect fundamental rights online and address risks in the online space, including the risk to women’s safety online. The DSA proposal sets out a horizontal framework for regulatory oversight, accountability and transparency of online service providers. The current proposal makes the DSA more effective in two crucial aspects: | –Πρόταση κανονισμού σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών (στο εξής: πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες) 21 : Με την πρόταση πράξης για τις ψηφιακές υπηρεσίες η Επιτροπή αποσκοπεί στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο διαδίκτυο και στην αντιμετώπιση των κινδύνων στον διαδικτυακό χώρο, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου για την ασφάλεια των γυναικών στο διαδίκτυο. Η πρόταση πράξης για τις ψηφιακές υπηρεσίες καθορίζει ένα οριζόντιο πλαίσιο ρυθμιστικής εποπτείας, λογοδοσίας και διαφάνειας των παρόχων διαδικτυακών υπηρεσιών. Η παρούσα πρόταση καθιστά την πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες πιο αποτελεσματική σε δύο κρίσιμες πτυχές: |
–The DSA contains due-diligence obligations for certain intermediary service providers to address illegal online content. It does not provide an EU-level definition of what constitutes such illegal content. The current proposal complements the DSA proposal by including minimum rules for offences of cyber violence. | –Η πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες περιλαμβάνει υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας για ορισμένους ενδιάμεσους παρόχους υπηρεσιών για την αντιμετώπιση του παράνομου διαδικτυακού περιεχομένου. Δεν παρέχει ορισμό σε επίπεδο ΕΕ ως προς το τι συνιστά τέτοιο παράνομο περιεχόμενο. Η παρούσα πρόταση συμπληρώνει την πρόταση πράξης για τις ψηφιακές υπηρεσίες, συμπεριλαμβάνοντας ελάχιστους κανόνες για τα αδικήματα της κυβερνοβίας. |
–The current proposal ensures that national judicial authorities have the power to issue orders to providers of intermediary services to act against certain types of illegal content amounting to cyber violence as covered by this proposal. | –Η παρούσα πρόταση διασφαλίζει ότι οι εθνικές δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να εκδίδουν εντολές προς παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών για την ανάληψη δράσης κατά ορισμένων τύπων παράνομου περιεχομένου που ισοδυναμεί με κυβερνοβία, όπως καλύπτονται από την παρούσα πρόταση. |
–Proposal to accede to the Istanbul Convention | –Πρόταση προσχώρησης στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης |
In 2016, the Commission proposed the EU’s accession to the Istanbul Convention 22 , after which the Commission and the Presidency of the Council signed the Convention on behalf of the EU in 2017. To date, the EU accession process has not been finalised as the Council has not yet adopted the final conclusion decision. Finalisation of the EU’s accession to the Convention remains a priority for the Commission. The measures of the current proposal seek to attain the objectives of the Convention within the areas of EU competence, thus strengthening the protection granted by the Convention. Once the EU accedes to the Convention, the current initiative will constitute an implementation of the Convention within such areas. | Το 2016 η Επιτροπή πρότεινε την προσχώρηση της ΕΕ στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης 22 , μετά την οποία η Επιτροπή και η Προεδρία του Συμβουλίου υπέγραψαν τη Σύμβαση εξ ονόματος της ΕΕ το 2017. Μέχρι σήμερα η διαδικασία προσχώρησης της ΕΕ δεν έχει ολοκληρωθεί, καθώς το Συμβούλιο δεν έχει ακόμη εκδώσει την τελική απόφαση σύναψης. Η ολοκλήρωση της προσχώρησης της ΕΕ στη Σύμβαση εξακολουθεί να αποτελεί προτεραιότητα για την Επιτροπή. Τα μέτρα της παρούσας πρότασης αποσκοπούν στην επίτευξη των στόχων της Σύμβασης στο πλαίσιο των τομέων αρμοδιότητας της ΕΕ, ενισχύοντας έτσι την προστασία που παρέχει η Σύμβαση. Μόλις η ΕΕ προσχωρήσει στη Σύμβαση, η τρέχουσα πρωτοβουλία θα αποτελέσει υλοποίηση της Σύμβασης σ’ αυτούς τους τομείς. |
The Commission has assessed all EU legal instruments relevant to combating violence against women and domestic violence and relevant to victims’ rights against the objectives of this proposal. The Commission has taken into account the outcome of this assessment when preparing this proposal (see Annex 8 to the impact assessment report). Therefore, this proposal is consistent with the relevant provisions of existing EU legislation. | Η Επιτροπή αξιολόγησε όλες τις νομικές πράξεις της ΕΕ σχετικά με την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας, και σχετικά με τα δικαιώματα των θυμάτων σε σχέση με τους στόχους της παρούσας πρότασης. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τα αποτελέσματα της αξιολόγησης αυτής κατά την κατάρτιση της παρούσας πρότασης (βλ. παράρτημα 8 της έκθεσης εκτίμησης επιπτώσεων). Ως εκ τούτου, η παρούσα πρόταση συνάδει με τις σχετικές διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας της ΕΕ. |
•Consistency with other EU policies | •Συνέπεια με άλλες πολιτικές της Ένωσης |
This proposal is in line with the Treaty goals of ensuring a high level of security in the EU’s area of freedom, security and justice as laid down in Title V TFEU, and the enjoyment of fundamental rights in the EU. It is also consistent with numerous EU policies that have highlighted the need to tackle gender-based violence. This goal figures prominently in the EU Comprehensive Strategy on the Rights of the Child 23 , the EU Strategy on victims’ rights (2020-2025) 24 , the LGBTIQ Equality Strategy 2020-2025 25 , the Strategy for the Rights of Persons with Disabilities 2021-2030 26 , and the European Pillar of Social Rights Action Plan 27 . The Gender Action Plan III 28 makes the fight against gender-based violence one of the priorities of the EU’s external action. | Η παρούσα πρόταση συνάδει με τους στόχους της Συνθήκης για την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου ασφάλειας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης της ΕΕ, όπως ορίζεται στον τίτλο V της ΣΛΕΕ, και την άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην ΕΕ. Συνάδει επίσης με πολλές πολιτικές της ΕΕ που έχουν αναδείξει την ανάγκη αντιμετώπισης της έμφυλης βίας. Ο στόχος αυτός κατέχει εξέχουσα θέση στην ολοκληρωμένη στρατηγική της ΕΕ για τα δικαιώματα του παιδιού 23 , τη στρατηγική της ΕΕ για τα δικαιώματα των θυμάτων (2020-2025) 24 , τη στρατηγική για την ισότητα των ΛΟΑΤΚΙ 2020-2025 25 , τη στρατηγική για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία 2021-2030 26 , και το σχέδιο δράσης για τον ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων 27 . Το σχέδιο δράσης για την ισότητα των φύλων ΙΙΙ 28 καθιστά την καταπολέμηση της έμφυλης βίας μία από τις προτεραιότητες της εξωτερικής δράσης της ΕΕ. |
The Commission adopted a communication ‘A more inclusive and protective Europe: extending the list of EU crimes to hate speech and hate crime’ 29 to elicit a Council decision to extend the list of EU crimes in Article 83(1) TFEU to include hate speech and hate crime (the ‘EU crime initiative’). Hate speech and hate crime undermine the very foundations of a democratic and pluralistic society and the common values enshrined in Article 2 of the TEU. The particular gravity of these conducts, given their impacts on the fundamental rights and values, and their cross-border nature call for common action at Union level. To address in particular the stark increase of public incitement to violence and hatred online based on sex or gender, in particular misogynous incitement to hatred or violence, this Directive sets minimum rules for the definition and the penalties of the offence of this type of cyber violence. Following the adoption of the Council Decision adding hate speech and hate crime as a new legal basis to Article 83(1) TFEU, the Commission will be able to propose additional legislation to harmonise hate speech and hate crime by adding protected grounds. | Η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με τίτλο «Μια πιο συμπεριληπτική και προστατευτική Ευρώπη: επέκταση του καταλόγου των εγκλημάτων της ΕΕ ώστε να περιλαμβάνει τη ρητορική μίσους και τα εγκλήματα μίσους» 29 με σκοπό την έκδοση απόφασης του Συμβουλίου για την επέκταση του καταλόγου των εγκλημάτων της ΕΕ στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ ώστε να συμπεριλάβει τη ρητορική μίσους και τα εγκλήματα μίσους (στο εξής: πρωτοβουλία της ΕΕ για τα εγκλήματα). Η ρητορική μίσους και τα εγκλήματα μίσους υπονομεύουν τα ίδια τα θεμέλια μιας δημοκρατικής και πλουραλιστικής κοινωνίας και τις κοινές αξίες που κατοχυρώνονται στο άρθρο 2 της ΣΕΕ. Η ιδιαίτερη σοβαρότητα αυτών των συμπεριφορών, δεδομένων των επιπτώσεών τους στα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αξίες, καθώς και ο διασυνοριακός χαρακτήρας τους, απαιτούν κοινή δράση σε επίπεδο Ένωσης. Για την αντιμετώπιση ιδίως της έντονης αύξησης της δημόσιας υποκίνησης βίας και μίσους στο διαδίκτυο με βάση το βιολογικό ή το κοινωνικό φύλο, ιδίως της μισογυνικής υποκίνησης μίσους ή βίας, η παρούσα οδηγία καθορίζει ελάχιστους κανόνες για τον ορισμό του αδικήματος αυτού του είδους της κυβερνοβίας, καθώς και για τις ποινές που θα επισύρει. Μετά την έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου για την προσθήκη της ρητορικής μίσους και των εγκλημάτων μίσους ως νέας νομικής βάσης στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, η Επιτροπή θα είναι σε θέση να προτείνει πρόσθετη νομοθεσία για την εναρμόνιση του ορισμού της ρητορικής μίσους και των εγκλημάτων μίσους με την προσθήκη λόγων προστασίας. |
·Conformity of the proposal with the climate consistency principle | ·Συμμόρφωση της πρότασης με την αρχή της κλιματικής συνέπειας |
As established in the impact assessment, no environmental impacts are expected. | Σύμφωνα με την εκτίμηση επιπτώσεων δεν αναμένονται περιβαλλοντικές επιπτώσεις. |
2.LEGAL BASIS, SUBSIDIARITY AND PROPORTIONALITY | 2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ |
•Legal basis | •Νομική βάση |
This proposal is based on the combined legal bases of Article 82(2) and Article 83(1) TFEU. | Η παρούσα πρόταση βασίζεται στις συνδυασμένες νομικές βάσεις του άρθρου 82 παράγραφος 2 και του άρθρου 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. |
Article 83(1) TFEU provides the legal basis for minimum rules on the definition of criminal offences and sanctions in relation to the sexual exploitation of women and children and computer crimes. | Το άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ παρέχει τη νομική βάση για τη θέσπιση ελάχιστων κανόνων για τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων σε σχέση με τη γενετήσια εκμετάλλευση γυναικών και παιδιών και την εγκληματικότητα στον χώρο της πληροφορικής. |
The term ‘sexual exploitation’ in Article 83(1) TFEU can be understood as any actual or attempted abuse of a position of vulnerability, differential power or trust, including, but not limited to, profiting monetarily, socially or politically from a sexual act with another person. The exploitative element can refer to the achievement of power or domination over another person for the purpose of sexual gratification, financial gain and/or advancement. The criminal offences of rape and female genital mutilation presuppose these elements. Female genital mutilation is an exploitative practice performed for the purpose of preserving and asserting domination over women and girls and to exert social control over girls and women’s sexuality. It is sometimes performed in the context of child or forced marriage or domestic violence. This reflects the typical power-imbalance between women and men in such cases, which is also prevalent in the case of rape. | Ο όρος «γενετήσια εκμετάλλευση» στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ μπορεί να νοηθεί ως κάθε πραγματική ή επιχειρούμενη κατάχρηση ευάλωτης θέσης, διαφοράς εξουσίας ή εμπιστοσύνης, συμπεριλαμβανομένης, μεταξύ άλλων, της άντλησης οικονομικού, κοινωνικού ή πολιτικού οφέλους από τη σεξουαλική πράξη με άλλο άτομο. Το στοιχείο εκμετάλλευσης μπορεί να αναφέρεται στην απόκτηση εξουσίας ή την κυριαρχία επί άλλου προσώπου με σκοπό τη σεξουαλική ικανοποίηση, το οικονομικό όφελος και/ή την προαγωγή. Τα ποινικά αδικήματα του βιασμού και του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων προϋποθέτουν τα στοιχεία αυτά. Ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων αποτελεί πρακτική εκμετάλλευσης που πραγματοποιείται με σκοπό τη διατήρηση και την επιβεβαίωση της κυριαρχίας επί των γυναικών και των κοριτσιών και την άσκηση κοινωνικού ελέγχου στη σεξουαλικότητα των κοριτσιών και των γυναικών. Ενίοτε πραγματοποιείται στο πλαίσιο καταναγκαστικών γάμων ανηλίκων ή εξ οικείων βίας. Αυτό αντικατοπτρίζει την τυπική ανισορροπία συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ γυναικών και ανδρών σε τέτοιες περιπτώσεις, η οποία είναι επίσης διαδεδομένη στην περίπτωση του βιασμού. |
The term ‘computer crime’ in Article 83(1) TFEU covers offences against or intrinsically linked to the use of information and communication technologies. Using such technologies as a means of attack can amplify the severity of the offence in terms of quantity, quality, intensity, target selection and duration, to an extent that cannot be achieved by other means. The minimum rules on crimes amounting to cyber violence against women under this proposal address such offences, which are intrinsically linked to the online environment and the use of such technologies. | Ο όρος «εγκληματικότητα στον χώρο της πληροφορικής» στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ καλύπτει αδικήματα εις βάρος της χρήσης των τεχνολογιών των πληροφοριών και των επικοινωνιών ή που συνδέονται άρρηκτα με την εν λόγω χρήση. Η χρήση τέτοιων τεχνολογιών ως μέσου επίθεσης μπορεί να ενισχύσει τη σοβαρότητα του αδικήματος από άποψη ποσότητας, ποιότητας, έντασης, επιλογής στόχου και διάρκειας, σε βαθμό που δεν μπορεί να επιτευχθεί με άλλα μέσα. Οι ελάχιστοι κανόνες για τα εγκλήματα που ισοδυναμούν με κυβερνοβία κατά των γυναικών στο πλαίσιο της παρούσας πρότασης αφορούν τέτοια αδικήματα, τα οποία συνδέονται άρρηκτα με το διαδικτυακό περιβάλλον και τη χρήση των εν λόγω τεχνολογιών. |
Article 82(2) TFEU provides the legal basis for laying down minimum rules on the rights of victims of crime to the extent necessary to facilitate mutual recognition of judgments and judicial decisions, and police and judicial cooperation in criminal matters with a cross-border dimension. | Το άρθρο 82 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ παρέχει τη νομική βάση για τη θέσπιση ελάχιστων κανόνων σχετικά με τα δικαιώματα των θυμάτων εγκληματικών πράξεων στον βαθμό που απαιτείται για τη διευκόλυνση της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών αποφάσεων, καθώς και της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις με διασυνοριακή διάσταση. |
•Subsidiarity (for non-exclusive competence) | •Επικουρικότητα (σε περίπτωση μη αποκλειστικής αρμοδιότητας) |
Violence against women and domestic violence are widespread in the EU and the COVID-19 pandemic has exacerbated the situation. This violence has an impact on millions of people in the EU, leads to violations of fundamental rights and causes considerable costs. This creates a special need to combat violence against women and domestic violence on a common basis at EU level. | Η βία κατά των γυναικών και η εξ οικείων βία είναι ευρέως διαδεδομένες στην ΕΕ, και η πανδημία της νόσου COVID-19 έχει επιδεινώσει την κατάσταση. Η βία αυτή έχει αντίκτυπο σε εκατομμύρια ανθρώπους στην ΕΕ, οδηγεί σε παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων και προκαλεί σημαντικό κόστος. Αυτό δημιουργεί ιδιαίτερη ανάγκη για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας σε κοινή βάση σε επίπεδο ΕΕ. |
Cyber violence against women, including in the context of domestic violence, has emerged as a new form of such violence, spreading and amplifying beyond individual Member States via the internet. Given cyber violence’s inherent cross-border dimension, action by Member States acting individually will be insufficient to solve this problem. | Η κυβερνοβία κατά των γυναικών, μεταξύ άλλων και στο πλαίσιο της εξ οικείων βίας, έχει αναδειχθεί ως νέα μορφή τέτοιας βίας, η οποία μέσω του διαδικτύου εξαπλώνεται και επεκτείνεται πέρα από τα επιμέρους κράτη μέλη. Δεδομένης της εγγενούς διασυνοριακής διάστασης της κυβερνοβίας, η δράση των κρατών μελών που ενεργούν μεμονωμένα δεν θα είναι επαρκής για την επίλυση αυτού του προβλήματος. |
All Member States address violence against women and domestic violence in legislation and policies, but to different degrees. The multitude of approaches creates legal uncertainty about rights of such victims across the EU. There is even more fragmentation at regional and local levels. | Όλα τα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν τη βία κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία στη νομοθεσία και στις πολιτικές τους, αλλά σε διαφορετικό βαθμό. Η πληθώρα των προσεγγίσεων δημιουργεί νομική αβεβαιότητα σχετικά με τα δικαιώματα των θυμάτων αυτών σε ολόκληρη την ΕΕ. Ακόμη μεγαλύτερος κατακερματισμός υπάρχει σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. |
The EU already supports the Member States in addressing this kind of violence, using funding, policy measures and relevant horizontal legal instruments. However, targeted legislative action at EU level is necessary to make the existing measures more effective and to further strengthen the Union’s instruments to combat violence against women and domestic violence by laying down minimum rules. For the Member States that are parties to the Istanbul Convention, the EU measures would support the Convention’s implementation. The current proposal would enable further, coordinated measures across the EU and enable EU-level enforcement. The current proposal aims to strike the balance between ensuring that the obligations it lays down are effective, and leaving flexibility for the Member States to take into account national specificities and needs when implementing its rules. | Η ΕΕ στηρίζει ήδη τα κράτη μέλη στην αντιμετώπιση αυτού του είδους βίας, χρησιμοποιώντας χρηματοδότηση, μέτρα πολιτικής και συναφή οριζόντια νομικά μέσα. Ωστόσο, απαιτείται στοχευμένη νομοθετική δράση σε επίπεδο ΕΕ προκειμένου να καταστούν αποτελεσματικότερα τα υφιστάμενα μέτρα και να ενισχυθούν περαιτέρω τα μέσα της Ένωσης για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας με τη θέσπιση ελάχιστων κανόνων. Για τα κράτη μέλη που είναι συμβαλλόμενα μέρη της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, τα μέτρα της ΕΕ θα στηρίξουν την εφαρμογή της Σύμβασης. Η παρούσα πρόταση θα επιτρέψει τη λήψη περαιτέρω συντονισμένων μέτρων σε ολόκληρη την ΕΕ και θα καταστήσει δυνατή την επιβολή της νομοθεσίας σε επίπεδο ΕΕ. Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην επίτευξη ισορροπίας μεταξύ της διασφάλισης της αποτελεσματικότητας των υποχρεώσεων που θεσπίζει και της παροχής ευελιξίας στα κράτη μέλη ώστε να λαμβάνουν υπόψη τις εθνικές ιδιαιτερότητες και ανάγκες κατά την εφαρμογή των κανόνων της. |
To ensure equal treatment of victims throughout the EU, the initiative will ensure upward convergence by laying down minimum rules on the rights of victims of violence against women and domestic violence. These rules aim to support and protect victims of such violence before, during or after criminal proceedings, and introduce minimum rules on definitions of and penalties on conduct where gaps in criminalisation exist. The proposal lays down the minimum level of the maximum penalties applicable to the offences listed in the proposal. The proposal therefore leaves it to Member States to set minimum penalties. | Για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση των θυμάτων σε ολόκληρη την ΕΕ, η πρωτοβουλία θα εξασφαλίσει ανοδική σύγκλιση θεσπίζοντας ελάχιστους κανόνες για τα δικαιώματα των θυμάτων βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας. Οι κανόνες αυτοί αποσκοπούν στην υποστήριξη και την προστασία των θυμάτων τέτοιας βίας πριν την ποινική διαδικασία, κατά τη διάρκειά της ή μετά από αυτήν, και θεσπίζουν ελάχιστους κανόνες σχετικά με τους ορισμούς της συμπεριφοράς όταν υπάρχουν κενά στην ποινικοποίηση, καθώς και σχετικά με τις ποινές που αυτή επισύρει. Η πρόταση καθορίζει το ελάχιστο επίπεδο των μέγιστων ποινών που εφαρμόζονται στα αδικήματα που απαριθμούνται στην πρόταση. Ως εκ τούτου, η πρόταση αφήνει στα κράτη μέλη τον καθορισμό ελάχιστων κυρώσεων. |
•Proportionality | •Αναλογικότητα |
This proposal aims at combating violence against women and domestic violence comprehensively. This means that action is taken from various angles, aiming to prevent such violence; protecting and supporting victims, and ensuring access to justice, if violence occurs anyway; and ensuring coordination among all relevant actors. | Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην ολοκληρωμένη καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. Αυτό σημαίνει ότι λαμβάνονται μέτρα από διάφορες οπτικές γωνίες, με στόχο την πρόληψη της βίας αυτής· για την προστασία και την υποστήριξη των θυμάτων, καθώς και τη διασφάλιση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη, σε περίπτωση που ασκηθεί βία· και για τη διασφάλιση του συντονισμού μεταξύ όλων των σχετικών φορέων. |
Numerous studies (e.g. an extensive study by the European network of legal experts in gender equality and non-discrimination 30 and an in-depth study by the European Parliament’s Policy Department for Citizens’ Rights and Constitutional Affairs 31 ) show that only a comprehensive approach, targeting all components of the problem in a single EU act imposing minimum rules on the Member States can effectively contribute to the elimination of violence against women and domestic violence and to ensuring more effective, targeted support and protection responding to the specific needs of victims of this type of violence. Action scattered throughout a patchwork of various pieces of EU legislation, each targeting a goal of its own, would not achieve such results. | Πολυάριθμες μελέτες (π.χ. εκτενής μελέτη του ευρωπαϊκού δικτύου νομικών εμπειρογνωμόνων στον τομέα της ισότητας των φύλων και της απαγόρευσης των διακρίσεων 30 και εμπεριστατωμένη μελέτη του Θεματικού Τμήματος Δικαιωμάτων των Πολιτών και Συνταγματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 31 ) καταδεικνύουν ότι μόνο μια ολοκληρωμένη προσέγγιση, η οποία θα έχει ως στόχο όλες τις συνιστώσες του προβλήματος σε μια ενιαία πράξη της ΕΕ που θα επιβάλλει ελάχιστους κανόνες στα κράτη μέλη, μπορεί να συμβάλει αποτελεσματικά στην εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας και στην εξασφάλιση αποτελεσματικότερης, στοχευμένης υποστήριξης και προστασίας που να ανταποκρίνεται στις ειδικές ανάγκες των θυμάτων αυτού του είδους βίας. Δράσεις διάσπαρτες σε ένα συνονθύλευμα διαφόρων νομοθετικών πράξεων της ΕΕ, καθεμία από τις οποίες έχει τον δικό της στόχο, δεν μπορούν να επιτύχουν τέτοια αποτελέσματα. |
The Commission considered several policy options to achieve the objectives of this proposal: | Η Επιτροπή εξέτασε διάφορες επιλογές πολιτικής για την επίτευξη των στόχων της παρούσας πρότασης: |
·the first option mainly consists of measures implementing the Istanbul Convention standards in EU law in areas within the EU’s remit; and | ·η πρώτη επιλογή συνίσταται κυρίως σε μέτρα για την εφαρμογή των προτύπων της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης στο δίκαιο της ΕΕ σε τομείς που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της ΕΕ· και |
·a second policy option, which builds on the measures outlined in the first option and introduces more comprehensive and detailed measures to ensure higher minimum standards, facilitates their enforceability and addresses additional gaps, including on cyber violence, taking into account recommendations made by the Group of Experts on Action against Violence against Women and Domestic Violence in the context of its monitoring of the Convention. This option was further divided in two sub-options (2A and 2B), with sub-option 2B consisting of further-reaching obligations on sexual harassment, access to justice, victim protection and data collection. | ·μια δεύτερη επιλογή πολιτικής, η οποία βασίζεται στα μέτρα που περιγράφονται στην πρώτη επιλογή και εισάγει πιο ολοκληρωμένα και λεπτομερή μέτρα για τη διασφάλιση υψηλότερων ελάχιστων προτύπων, διευκολύνει την εκτελεστότητά τους και αντιμετωπίζει πρόσθετα κενά, μεταξύ άλλων όσον αφορά την κυβερνοβία, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της ομάδας εμπειρογνωμόνων για τη δράση κατά της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας στο πλαίσιο της παρακολούθησης της Σύμβασης. Η επιλογή αυτή χωρίστηκε περαιτέρω σε δύο υποεπιλογές (2Α και 2Β), με την υποεπιλογή 2Β να συνίσταται σε ευρύτερες υποχρεώσεις σχετικά με τη σεξουαλική παρενόχληση, την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, την προστασία των θυμάτων και τη συλλογή δεδομένων. |
This proposal is based on policy option 2A since it provides for the most effective set of measures, while respecting the principle of proportionality. This choice is based on a prior in-depth analysis of the impact of the various policy options on fundamental rights, and social and economic impact. It is also based on a careful analysis of the effectiveness, efficiency and consistency of the policy options. Overall, option 2A proved to perform better in contributing to these areas and provides a higher net benefit. It is expected to provide extensive protection of fundamental rights and improve the social situation of victims and society at large thanks to its comprehensive set of obligations. | Η παρούσα πρόταση βασίζεται στην επιλογή πολιτικής 2Α, καθώς προβλέπει την αποτελεσματικότερη δέσμη μέτρων, τηρώντας παράλληλα την αρχή της αναλογικότητας. Η επιλογή αυτή βασίζεται σε προηγούμενη εμπεριστατωμένη ανάλυση του αντικτύπου των διαφόρων επιλογών πολιτικής στα θεμελιώδη δικαιώματα, και του κοινωνικού και οικονομικού αντικτύπου. Βασίζεται επίσης σε προσεκτική ανάλυση της αποτελεσματικότητας, της αποδοτικότητας και της συνέπειας των επιλογών πολιτικής. Συνολικά, η επιλογή 2Α αποδείχθηκε ότι έχει καλύτερες επιδόσεις όσον αφορά τη συμβολή σ’ αυτούς τους τομείς και παρέχει υψηλότερο καθαρό όφελος. Αναμένεται να παράσχει εκτεταμένη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και να βελτιώσει την κοινωνική κατάσταση των θυμάτων και της κοινωνίας γενικότερα χάρη στην ολοκληρωμένη δέσμη υποχρεώσεων. |
In line with the principle of proportionality and necessity of EU action, this proposal will establish minimum rules enhancing the actions taken by Member States in the areas of prevention, victim protection and support, access to justice and coordination. The proposal will enhance legal certainty, effective enforcement and protection of victims. For the first time, it draws up a targeted and coordinated EU approach to tackle violence against women and domestic violence. This approach is based on a set of minimum rules that add value to existing national, EU and international rules, while leaving Member States flexibility for implementation. | Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας και την αναγκαιότητα για ανάληψη δράσης από την ΕΕ, η παρούσα πρόταση θα θεσπίσει ελάχιστους κανόνες για την ενίσχυση των δράσεων που αναλαμβάνουν τα κράτη μέλη στους τομείς της πρόληψης, της προστασίας και της υποστήριξης των θυμάτων, της πρόσβασης στη δικαιοσύνη και του συντονισμού. Η πρόταση θα ενισχύσει την ασφάλεια δικαίου, την αποτελεσματική επιβολή και την προστασία των θυμάτων. Για πρώτη φορά καταρτίζεται μία στοχευμένη και συντονισμένη προσέγγιση της ΕΕ για την αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. Η προσέγγιση αυτή βασίζεται σε ένα σύνολο ελάχιστων κανόνων που προσθέτουν αξία στους υφιστάμενους εθνικούς, ενωσιακούς και διεθνείς κανόνες, αφήνοντας παράλληλα στα κράτη μέλη ευελιξία όσον αφορά την εφαρμογή τους. |
•Choice of the instrument | •Επιλογή της νομικής πράξης |
Under the legal basis chosen for the proposal, the appropriate instrument is a directive adopted in accordance with the ordinary legislative procedure. This proposal aims to deliver simplification benefiting the professionals and victims concerned, by compiling relevant EU rules in a single instrument in a transparent manner. | Σύμφωνα με τη νομική βάση που επιλέχθηκε για την πρόταση, η κατάλληλη πράξη είναι μια οδηγία που θα εκδοθεί σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία. Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην επίτευξη απλούστευσης προς όφελος των οικείων επαγγελματιών και θυμάτων, συγκεντρώνοντας τους σχετικούς κανόνες της ΕΕ σε μία ενιαία πράξη με διαφανή τρόπο. |
A specific directive on violence against women and domestic violence is chosen over an amendment of existing instruments. The rules of this Directive will apply in addition to the rules laid down in the Victims’ Rights Directive, the EU’s general legal framework on victims’ rights. Some provisions of this directive lay down specific measures complementing the general rules, in a similar manner as this is done for victims of other specific types of crime such as victims of trafficking in human beings, of child sexual abuse and of terrorism. | Αντί για τροποποίηση των υφιστάμενων πράξεων επιλέγεται η έκδοση ειδικής οδηγίας για τη βία κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία. Οι κανόνες της παρούσας οδηγίας θα εφαρμόζονται επιπλέον των κανόνων που ορίζονται στην οδηγία για τα δικαιώματα των θυμάτων, το γενικό νομικό πλαίσιο της ΕΕ για τα δικαιώματα των θυμάτων. Ορισμένες διατάξεις της παρούσας οδηγίας θεσπίζουν ειδικά μέτρα που συμπληρώνουν τους γενικούς κανόνες, κατά τρόπο παρόμοιο μ’ αυτόν που ισχύει για τα θύματα άλλων ειδικών τύπων εγκλημάτων, όπως τα θύματα εμπορίας ανθρώπων, σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και τρομοκρατίας. |
3.RESULTS OF EX-POST EVALUATIONS, STAKEHOLDER CONSULTATIONS AND IMPACT ASSESSMENTS | 3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ |
•Ex-post evaluations/fitness checks of existing legislation | •Εκ των υστέρων αξιολογήσεις / έλεγχοι καταλληλότητας της ισχύουσας νομοθεσίας |
When preparing the impact assessment report, the Commission assessed the effects of the relevant provisions of existing EU law on preventing and combating violence against women and domestic violence. This was accompanied by a mapping of the Member States’ policy and legislative measures. | Κατά την εκπόνηση της έκθεσης εκτίμησης επιπτώσεων, η Επιτροπή αξιολόγησε τα αποτελέσματα των σχετικών διατάξεων της ισχύουσας νομοθεσίας της ΕΕ για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. Η αξιολόγηση συνοδεύτηκε από χαρτογράφηση των μέτρων πολιτικής και των νομοθετικών μέτρων των κρατών μελών. |
The preparatory work also drew on the recent monitoring reports of the Victims’ Rights Directive 32 and European Protection Order Directive 33 . The Commission conducted this work in coordination with the upcoming general evaluations of the Victims’ Rights Directive, the Child Sexual Abuse Directive and the Anti-Trafficking Directive. | Οι προπαρασκευαστικές εργασίες βασίστηκαν επίσης στις πρόσφατες εκθέσεις παρακολούθησης της οδηγίας για τα δικαιώματα των θυμάτων 32 και της οδηγίας για την ευρωπαϊκή εντολή προστασίας 33 . Η Επιτροπή διεξήγαγε τις εργασίες αυτές σε συντονισμό με τις επικείμενες γενικές αξιολογήσεις της οδηγίας για τα δικαιώματα των θυμάτων, της οδηγίας σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και της οδηγίας για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων. |
The analysis shows that the relevant EU legislation has provided rights for victims of violence against women and domestic violence very selectively. This has happened under legislation that does not primarily cover these types of violence (see above on the interplay with existing EU-legislation for an overview of the current situation). EU measures do not explicitly address victims of violence against women and domestic violence. The relevant obligations are not specific enough for victims of violence against women and domestic violence, or leave wide discretion to the Member States. Furthermore, the relevant EU legislation is over 10 years old on average. During this time, the needs of victims have not been met sufficiently and should be addressed accordingly. | Από την ανάλυση προκύπτει ότι η σχετική νομοθεσία της ΕΕ προβλέπει πολύ επιλεκτικά δικαιώματα για τα θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας. Αυτό συνέβη στο πλαίσιο νομοθεσίας που δεν καλύπτει πρωτίστως αυτά τα είδη βίας (βλ. ανωτέρω σχετικά με την αλληλεπίδραση με την υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ για μια επισκόπηση της τρέχουσας κατάστασης). Τα μέτρα της ΕΕ δεν αντιμετωπίζουν ρητά τα θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας. Οι σχετικές υποχρεώσεις δεν είναι αρκετά συγκεκριμένες για τα θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας, ούτε αφήνουν ευρεία διακριτική ευχέρεια στα κράτη μέλη. Επιπλέον, η σχετική νομοθεσία της ΕΕ είναι κατά μέσο όρο άνω των 10 ετών. Σ’ αυτό το διάστημα οι ανάγκες των θυμάτων δεν έχουν καλυφθεί επαρκώς και θα πρέπει να αντιμετωπιστούν αναλόγως. |
•Stakeholder consultations | •Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη |
The Commission consulted extensively with stakeholders to inform the preparations of this legislative initiative. In doing so, the Commission aimed to gather up-to-date information and expertise, and to develop effective measures to counter violence against women and domestic violence, as indicated in the stakeholder strategy underpinning the initiative. The Commission has also taken into account relevant results from previous consultations. In 2016, the Commission conducted a Eurobarometer survey on gender-based violence with a sample of over 27 000 respondents from all EU Member States 34 . This has helped design and test the policy options. | Η Επιτροπή διαβουλεύθηκε εκτενώς με τα ενδιαφερόμενα μέρη για να τροφοδοτήσει την προετοιμασία της παρούσας νομοθετικής πρωτοβουλίας. Με τον τρόπο αυτόν, η Επιτροπή είχε ως στόχο να συγκεντρώσει επικαιροποιημένες πληροφορίες και εμπειρογνωσία και να αναπτύξει αποτελεσματικά μέτρα για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας, όπως αναφέρεται στη στρατηγική των ενδιαφερόμενων μερών στην οποία στηρίζεται η πρωτοβουλία. Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη τα σχετικά αποτελέσματα προηγούμενων διαβουλεύσεων. Το 2016 η Επιτροπή διεξήγαγε έρευνα του Ευρωβαρόμετρου σχετικά με την έμφυλη βία με δείγμα 27 000 και πλέον απαντησάντων από όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ 34 . Αυτό συνέβαλε στον σχεδιασμό και στη δοκιμή των επιλογών πολιτικής. |
Many stakeholders have called for increased EU legislative and non-legislative action on violence against women and domestic violence. Details on the individual consultations are provided in the following section. | Πολλά ενδιαφερόμενα μέρη ζήτησαν αυξημένη νομοθετική και μη νομοθετική δράση της ΕΕ για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. Λεπτομέρειες σχετικά με τις επιμέρους διαβουλεύσεις παρέχονται στην επόμενη ενότητα. |
An open public consultation: “protecting victims and punishing offenders” was held on the Commission’s consultations website from 8 February until 10 May 2021. Questions to the public addressed various aspects of preventing and combating violence against women and domestic violence. In particular, the questions concerned the relevant Member State measures, the need for further regulation, and preferred policy options. The main results were: | Μια ανοικτή δημόσια διαβούλευση με θέμα «Καταπολέμηση της έμφυλης βίας – προστασία των θυμάτων και τιμωρία των δραστών» διεξήχθη στον ιστότοπο διαβουλεύσεων της Επιτροπής από τις 8 Φεβρουαρίου έως τις 10 Μαΐου 2021. Οι ερωτήσεις προς το κοινό κάλυπταν διάφορες πτυχές της πρόληψης και της καταπολέμησης της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. Ειδικότερα, οι ερωτήσεις αφορούσαν τα σχετικά μέτρα των κρατών μελών, την ανάγκη για περαιτέρω ρύθμιση και τις προτιμώμενες επιλογές πολιτικής. Τα κύρια αποτελέσματα ήταν τα εξής: |
–The survey showed that a problem was that the public is not sufficiently aware of this kind of violence or sees it as a private matter. In addition, the survey showed that there are not enough services and activities to empower victims and encourage them to speak up. On possible further prevention measures, most found it important to tackle harmful gender stereotypes. | –Η έρευνα έδειξε ότι ένα πρόβλημα ήταν ότι το κοινό δεν γνωρίζει επαρκώς αυτό το είδος βίας ή την θεωρεί ιδιωτικό ζήτημα. Επιπλέον, η έρευνα έδειξε ότι δεν υπάρχουν επαρκείς υπηρεσίες και δραστηριότητες για την ενδυνάμωση των θυμάτων και την παρότρυνσή τους να μιλήσουν. Όσον αφορά δυνητικά περαιτέρω μέτρα πρόληψης, η πλειονότητα έκρινε σημαντικό να αντιμετωπιστούν τα επιβλαβή έμφυλα στερεότυπα. |
–60% of the respondents believed that it is necessary to improve the current structures for providing information to victims of violence against women and domestic violence about their rights, the services they can turn to, and the follow-up given to their complaints. On the timeliness of this information and its accessibility, respondents predominantly found that information was not provided quickly enough (43%), was difficult to find (42%), and was inconsistent and spread over different sources (42%). | –Το 60 % όσων απάντησαν πιστεύει ότι είναι αναγκαίο να βελτιωθούν οι υφιστάμενες δομές για την παροχή πληροφοριών στα θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας σχετικά με τα δικαιώματά τους, τις υπηρεσίες στις οποίες μπορούν να απευθυνθούν, και τη συνέχεια που δίνεται στις καταγγελίες τους. Όσον αφορά την έγκαιρη παροχή αυτών των πληροφοριών και την προσβασιμότητά τους, οι απαντήσαντες διαπίστωσαν κατά κύριο λόγο ότι οι πληροφορίες δεν παρέχονταν αρκετά γρήγορα (43 %), ήταν δύσκολο να βρεθούν (42 %) και ήταν ασυνεπείς και διασκορπισμένες σε διάφορες πηγές (42 %). |
–73% of the respondents believed that further measures to improve access to justice in matters of violence against women and domestic violence are needed at both national and EU level. | –Το 73 % όσων απάντησαν πιστεύει ότι απαιτούνται περαιτέρω μέτρα για τη βελτίωση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη σε θέματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας, τόσο σε εθνικό όσο και σε ενωσιακό επίπεδο. |
–In response to whether support services systemically account for the needs of victims of violence against women and domestic violence, about half (48%) did not believe they did. Responses on whether victims receive information on support services in a timely manner and in a language they understand showed diverging views, but with a higher proportion of people not knowing (41%). | –Απαντώντας στην ερώτηση κατά πόσον οι υπηρεσίες υποστήριξης καλύπτουν συστηματικά τις ανάγκες των θυμάτων βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας, σχεδόν το ήμισυ (48 %) δήλωσε ότι θεωρεί ότι δεν το πράττουν. Οι απαντήσεις σχετικά με το κατά πόσον τα θύματα λαμβάνουν έγκαιρα πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες υποστήριξης και σε γλώσσα που κατανοούν έδειξαν αποκλίνουσες απόψεις, αλλά με υψηλότερο το ποσοστό ατόμων που δεν γνωρίζουν (41 %). |
–On specific forms of violence against women, most respondents believed that the primary gaps in protection against sex-based and sexual harassment resulted from the perception that such harassment was not considered a real problem by the general public (66%), that sanctions were insufficient (66%), and that provisions were ineffectively enforced (62%). | –Όσον αφορά συγκεκριμένες μορφές βίας κατά των γυναικών, οι περισσότεροι από όσους απάντησαν πιστεύουν ότι τα βασικά κενά στην προστασία από τη σεξουαλική παρενόχληση και την παρενόχληση λόγω βιολογικού φύλου ήταν αποτέλεσμα της αντίληψης ότι η παρενόχληση αυτή δεν θεωρείται πραγματικό πρόβλημα από το ευρύ κοινό (66 %), ότι οι κυρώσεις είναι ανεπαρκείς (66 %) και ότι οι διατάξεις εφαρμόζονται αναποτελεσματικά (62 %). |
The Commission conducted comprehensive targeted consultations jointly for the impact assessment and the gap analysis of the existing legislative framework. | Η Επιτροπή διεξήγαγε ολοκληρωμένες στοχευμένες διαβουλεύσεις από κοινού για την εκτίμηση επιπτώσεων και την ανάλυση των ελλείψεων του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου. |
The Commission consulted the Member States in writing and at a workshop. The Member States expressed their openness on EU action and found the envisaged measures relevant. Targeted consultations of non-governmental and international organisations showed large support for the most ambitious measures. In particular, non-governmental organisations stressed the need to enhance prevention and protection measures by setting minimum rules at the EU level, improve data collection and accessibility for specialised services and provide targeted training programmes for professionals across sectors. International organisations highlighted the need for additional prevention measures such as early intervention, prevention programmes and trainings for relevant professionals. | Η Επιτροπή ζήτησε τη γνώμη των κρατών μελών εγγράφως και σε εργαστήριο. Τα κράτη μέλη εκφράστηκαν θετικά ως προς τη δράση της ΕΕ και έκριναν συναφή τα προβλεπόμενα μέτρα. Οι στοχευμένες διαβουλεύσεις μη κυβερνητικών και διεθνών οργανισμών έδειξαν μεγάλη υποστήριξη για τα πλέον φιλόδοξα μέτρα. Ειδικότερα, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις τόνισαν την ανάγκη ενίσχυσης των μέτρων πρόληψης και προστασίας με τη θέσπιση ελάχιστων κανόνων σε επίπεδο ΕΕ, τη βελτίωση της συλλογής δεδομένων και της προσβασιμότητας σε εξειδικευμένες υπηρεσίες, και την παροχή στοχευμένων προγραμμάτων κατάρτισης για επαγγελματίες σε όλους τους τομείς. Οι διεθνείς οργανισμοί υπογράμμισαν την ανάγκη για πρόσθετα μέτρα πρόληψης, όπως έγκαιρη παρέμβαση, προγράμματα πρόληψης και προγράμματα κατάρτισης για τους σχετικούς επαγγελματίες. |
On protection and support services, the international organisations identified a lack of a gendered understanding of violence, which can lead to secondary and repeat victimisation, intimidation and retaliation. They identified one-stop-shop approaches to seek assistance as best practice. On access to justice, they highlighted shortcomings on access to compensation from the state or the offender in particular on too short timeframes to claim compensation and limitations to claims for moral damages (for certain types of crimes). | Όσον αφορά τις υπηρεσίες προστασίας και υποστήριξης, οι διεθνείς οργανισμοί διαπίστωσαν έλλειψη κατανόησης της βίας μέσα από το πρίσμα της διάστασης του κοινωνικού φύλου, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε δευτερογενή και επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση, εκφοβισμό και αντίποινα. Προσδιόρισαν τις προσεγγίσεις υπηρεσίας μίας στάσης για την αναζήτηση βοήθειας ως βέλτιστη πρακτική. Όσον αφορά την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, επισήμαναν ελλείψεις όσον αφορά την πρόσβαση σε αποζημίωση από το κράτος ή τον δράστη, ιδίως όσον αφορά πολύ σύντομες προθεσμίες για την αξίωση αποζημίωσης και περιορισμούς στις αξιώσεις για ηθική βλάβη (για ορισμένα είδη εγκλημάτων). |
In the targeted workshop held with social partners, trade unions and employers supported the objective of combating sexual harassment at work and welcomed further measures. Employers were, however, wary of obligations that would be imposed on them. In particular, social partners stressed the relevance of risk assessments in preventing and combating violence against women. Trade unions and employers insisted on the importance of the role of social partners in this field. | Στο στοχοθετημένο εργαστήριο που πραγματοποιήθηκε με τους κοινωνικούς εταίρους, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και οι εργοδότες υποστήριξαν τον στόχο της καταπολέμησης της σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία και επικρότησαν τη λήψη περαιτέρω μέτρων. Ωστόσο, οι εργοδότες ήταν επιφυλακτικοί ως προς τις υποχρεώσεις που θα τους επιβληθούν. Ειδικότερα, οι κοινωνικοί εταίροι τόνισαν τη σημασία των εκτιμήσεων κινδύνου για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και οι εργοδότες επέμειναν στη σημασία του ρόλου των κοινωνικών εταίρων στον τομέα αυτόν. |
•Collection and use of expertise | •Συλλογή και χρήση εμπειρογνωσίας |
To facilitate the preparatory work, the Commission contracted a supporting study by an external consultancy firm. Furthermore, it commissioned the European network of legal experts in gender equality and non-discrimination to carry out a comparative analysis of the criminal law provisions that apply to gender-based violence against women, including domestic violence and cyber violence, at national level in Europe. Additionally, the European Institute for Gender Equality (EIGE) updated its 2014 study on the cost of violence against women. These materials were complemented by substantial information drawn from other existing sources, as indicated in Annex 1 of the impact assessment report. | Για τη διευκόλυνση των προπαρασκευαστικών εργασιών, η Επιτροπή ανέθεσε σε εξωτερική εταιρεία συμβούλων την εκπόνηση υποστηρικτικής μελέτης. Επιπλέον, ανέθεσε στο ευρωπαϊκό δίκτυο νομικών εμπειρογνωμόνων στον τομέα της ισότητας των φύλων και της απαγόρευσης των διακρίσεων να διενεργήσει συγκριτική ανάλυση των διατάξεων του ποινικού δικαίου που εφαρμόζονται στην έμφυλη βία κατά των γυναικών, συμπεριλαμβανομένης της εξ οικείων βίας και της κυβερνοβίας, σε εθνικό επίπεδο στην Ευρώπη. Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων (EIGE) επικαιροποίησε τη μελέτη του του 2014 σχετικά με το κόστος της βίας κατά των γυναικών. Το υλικό αυτό συμπληρώθηκε με σημαντικές πληροφορίες που αντλήθηκαν από άλλες υφιστάμενες πηγές, όπως αναφέρεται στο παράρτημα 1 της έκθεσης εκτίμησης επιπτώσεων. |
•Impact assessment | •Εκτίμηση επιπτώσεων |
In accordance with better regulation requirements, a Commission inter-service steering group chaired by the Secretariat-General was set up in September 2020 to support the preparation of this initiative. This group met four times between September 2020 and October 2021, and participated in several written consultations. | Σύμφωνα με τις απαιτήσεις για τη βελτίωση της νομοθεσίας, τον Σεπτέμβριο του 2020 συστάθηκε διυπηρεσιακή ομάδα καθοδήγησης στην Επιτροπή, υπό την προεδρία της Γενικής Γραμματείας, για να υποστηρίξει την προετοιμασία της παρούσας πρωτοβουλίας. Η ομάδα αυτή συνεδρίασε τέσσερις φορές μεταξύ Σεπτεμβρίου 2020 και Οκτωβρίου 2021, και συμμετείχε σε διάφορες γραπτές διαβουλεύσεις. |
The draft impact assessment considered a range of non-legislative and legislative measures to attain the objectives of the initiative. It assessed the effectiveness, efficiency and consistency of each selected option and concluded that the combination of measures in the preferred option was the most proportionate and consistent in light of the general and specific objectives of this initiative. | Το σχέδιο εκτίμησης επιπτώσεων εξέτασε σειρά μη νομοθετικών και νομοθετικών μέτρων για την επίτευξη των στόχων της πρωτοβουλίας. Αξιολόγησε την αποτελεσματικότητα, την αποδοτικότητα και τη συνέπεια κάθε επιλογής και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο συνδυασμός των μέτρων στην προτιμώμενη επιλογή ήταν ο πλέον αναλογικός και συνεπέστερος υπό το πρίσμα των γενικών και ειδικών στόχων της παρούσας πρωτοβουλίας. |
On the expected impact of the preferred option, the quantitative analysis showed positive economic impacts. The reduced prevalence of violence against women and domestic violence, in particular, could have economic benefits of around EUR 53.1 billion, potentially reaching around EUR 82.7 billion in the long term. The greatest potential for economic benefits is due to the reduction of the cost of physical and emotional harm to victims (an estimated reduction ranging from EUR 32.2 billion to EUR 64.5 billion). Social impacts would affect various stakeholders, namely victims, witnesses, offenders, companies, national authorities and the wider society. The preferred option would improve victims’ health, safety and quality of life (especially due to the measures on protection and support). It would also increase victims and witnesses’ awareness of and access to information on protection and support services. Measures on intervention programmes for offenders are expected to have a positive impact on offenders’ attitudes and behaviour. For employers, awareness and better understanding of and support for workers who are victims of sex-based harassment at work would enable the development of a safe work environment. This would also have a positive impact on productivity. National authorities would benefit from measures addressing legal uncertainties and data collection, allowing a better design of national policies to prevent and combat violence against women and domestic violence. Increased recognition of harmful gender stereotypes and norms among the general public would have a positive impact on society as a whole. | Όσον αφορά τον αναμενόμενο αντίκτυπο της προτιμώμενης επιλογής, η ποσοτική ανάλυση κατέδειξε θετικές οικονομικές επιπτώσεις. Η μείωση της εξάπλωσης της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας, ειδικότερα, θα μπορούσε να αποφέρει οικονομικά οφέλη ύψους περίπου 53,1 δισ. EUR, τα οποία μακροπρόθεσμα ενδέχεται να ανέλθουν σε περίπου 82,7 δισ. EUR. Η μεγαλύτερη δυνατότητα για οικονομικά οφέλη οφείλεται στη μείωση του κόστους της σωματικής και συναισθηματικής βλάβης των θυμάτων (εκτιμώμενη μείωση από 32,2 δισ. EUR έως 64,5 δισ. EUR). Οι κοινωνικές επιπτώσεις θα επηρεάσουν διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη, και συγκεκριμένα: θύματα, μάρτυρες, δράστες, εταιρείες, εθνικές αρχές και την ευρύτερη κοινωνία. Η προτιμώμενη επιλογή θα βελτιώσει την υγεία, την ασφάλεια και την ποιότητα ζωής των θυμάτων (ιδίως λόγω των μέτρων προστασίας και υποστήριξης). Θα αυξήσει επίσης την ευαισθητοποίηση των θυμάτων και των μαρτύρων καθώς και την πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες προστασίας και υποστήριξης. Τα μέτρα σχετικά με τα προγράμματα παρέμβασης για τους δράστες αναμένεται να έχουν θετικό αντίκτυπο στη στάση και τη συμπεριφορά των δραστών. Για τους εργοδότες, η ευαισθητοποίηση και η καλύτερη κατανόηση και υποστήριξη των εργαζομένων που είναι θύματα παρενόχλησης με βάση το βιολογικό φύλο στην εργασία θα επιτρέψουν την ανάπτυξη ασφαλούς εργασιακού περιβάλλοντος. Αυτό θα έχει επίσης θετικό αντίκτυπο στην παραγωγικότητα. Οι εθνικές αρχές θα επωφεληθούν από μέτρα για την αντιμετώπιση των νομικών αβεβαιοτήτων και της συλλογής δεδομένων, τα οποία θα επιτρέψουν τον καλύτερο σχεδιασμό των εθνικών πολιτικών για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. Η αυξημένη αναγνώριση των επιβλαβών έμφυλων στερεοτύπων και προτύπων από το ευρύ κοινό θα έχει θετικό αντίκτυπο στην κοινωνία συνολικά. |
The draft impact assessment report was submitted to the Commission’s Regulatory Scrutiny Board on 15 September 2021 and discussed on 13 October 2021. Following a negative opinion by the Board, a revised version of the report was submitted on 1 December 2021. While noting the efforts made to improve the impact assessment report in response to its initial comments, the Board nevertheless on 12 January 2022 maintained its negative opinion. | Το σχέδιο έκθεσης εκτίμησης επιπτώσεων υποβλήθηκε στην επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου της Επιτροπής στις 15 Σεπτεμβρίου 2021 και συζητήθηκε στις 13 Οκτωβρίου 2021. Κατόπιν αρνητικής γνώμης της επιτροπής, υποβλήθηκε αναθεωρημένη έκδοση της έκθεσης την 1η Δεκεμβρίου 2021. Μολονότι έλαβε υπόψη της τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν για τη βελτίωση της έκθεσης εκτίμησης επιπτώσεων ως απάντηση στις αρχικές παρατηρήσεις της, η επιτροπή διατήρησε, ωστόσο, στις 12 Ιανουαρίου 2022, την αρνητική γνώμη της. |
The Board considered that the impact assessment report (1) did not sufficiently present the impact of several actions at EU and Member State level in the baseline scenario; (2) was not sufficiently clear on the overall objectives and did not sufficiently justify the need for a comprehensive approach; (3) did not sufficiently clearly present the concrete envisaged measures as well as the combinations of specific measures in the different options; (4) did not fully incorporate the revised set of options in the revised analysis of costs and benefits and remained unclear in the comparison of options, including in terms of criteria and scoring methodology used; and (5) did not sufficiently assess the proportionality of the preferred option, including the chosen lex specialis approach. | Η επιτροπή έκρινε ότι η έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων 1) δεν παρουσίασε επαρκώς τον αντίκτυπο διαφόρων δράσεων σε επίπεδο ΕΕ και κρατών μελών στο βασικό σενάριο· 2) δεν ήταν επαρκώς σαφής ως προς τους γενικούς στόχους και δεν δικαιολογούσε επαρκώς την ανάγκη για ολοκληρωμένη προσέγγιση· 3) δεν παρουσίασε με επαρκή σαφήνεια τα συγκεκριμένα προβλεπόμενα μέτρα, καθώς και τους συνδυασμούς ειδικών μέτρων στις διάφορες επιλογές· 4) δεν ενσωμάτωσε πλήρως το αναθεωρημένο σύνολο επιλογών στην αναθεωρημένη ανάλυση του κόστους και των οφελών και παρέμεινε ασαφής στη σύγκριση των επιλογών, μεταξύ άλλων όσον αφορά τα κριτήρια και τη μεθοδολογία βαθμολόγησης που χρησιμοποιήθηκαν· και 5) δεν αξιολόγησε επαρκώς την αναλογικότητα της προτιμώμενης επιλογής, συμπεριλαμβανομένης της επιλεγείσας προσέγγισης lex specialis. |
The current proposal is based on a further assessment of some of the issues raised. The measures taken to address the identified shortcomings are explained in the Commission staff working document Follow-up to the second opinion of the Regulatory Scrutiny Board and additional information (SWD(2022) 61, hereinafter “the Staff Working Document). In particular, the Staff Working Document explains how the baseline takes into account what has been achieved in this policy area at Member State level so far. In doing so, it responds also to the Board’s recommendation to present a more comprehensive analysis of the gaps in Member States’ implementation of the Istanbul Convention and in the lack of response to the evolution stemming – among others - from developments in the digital sphere. | Η παρούσα πρόταση βασίζεται σε περαιτέρω εκτίμηση ορισμένων από τα ζητήματα που τέθηκαν. Τα μέτρα που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση των ελλείψεων που εντοπίστηκαν επεξηγούνται στο έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής Follow-up to the second opinion of the Regulatory Scrutiny Board and additional information (Συνέχεια που δόθηκε στη δεύτερη γνώμη της επιτροπής ρυθμιστικού ελέγχου και πρόσθετες πληροφορίες) [SWD(2022) 61, στο εξής: έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής]. Ειδικότερα, το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο το βασικό σενάριο λαμβάνει υπόψη όσα έχουν επιτευχθεί σ’ αυτόν τον τομέα πολιτικής σε επίπεδο κρατών μελών μέχρι στιγμής. Με τον τρόπο αυτόν, ανταποκρίνεται επίσης στη σύσταση της επιτροπής να παρουσιάσει μια πιο ολοκληρωμένη ανάλυση των κενών στην εφαρμογή της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης από τα κράτη μέλη και της έλλειψης ανταπόκρισης στην εξέλιξη που απορρέει, μεταξύ άλλων, από τις εξελίξεις στον ψηφιακό τομέα. |
To address the comments regarding the lack of clear objectives, the Staff Working Document clarifies that the objective of the proposal is to prevent and combat violence against women and domestic violence as criminal acts. The text of the proposed directive further outlines its main objectives, explaining that these objectives shall be achieved by criminalising certain forms of violence against women (including rape, female genital mutilation and offences concerning various forms of cyber violence) and by strengthening protection, access to justice and support of victims of violence, as well as violence prevention and coordination. | Για να καλυφθούν οι παρατηρήσεις σχετικά με την έλλειψη σαφών στόχων, το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής διευκρινίζει ότι στόχος της πρότασης είναι η πρόληψη και η καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας ως εγκληματικών πράξεων. Το κείμενο της προτεινόμενης οδηγίας περιγράφει περαιτέρω τους κύριους στόχους της, εξηγώντας ότι οι στόχοι αυτοί θα επιτευχθούν με την ποινικοποίηση ορισμένων μορφών βίας κατά των γυναικών (συμπεριλαμβανομένου του βιασμού, του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων και των αδικημάτων που αφορούν διάφορες μορφές κυβερνοβίας) και με την ενίσχυση της προστασίας, της πρόσβασης στη δικαιοσύνη και της στήριξης των θυμάτων βίας, καθώς και με την πρόληψη της βίας και τον συντονισμό. |
With regard to the choice of the policy option, the Staff Working Document provides evidence, based on the evaluation of relevant EU acts and the mapping and gap analysis of Member State legislation, that further explains why a comprehensive approach – a specific directive on violence against women and domestic violence – was chosen rather than an amendment of existing horizontal instruments. | Όσον αφορά την επιλογή της προκριθείσας πολιτικής, το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής παρέχει αποδεικτικά στοιχεία, με βάση την αξιολόγηση των σχετικών πράξεων της ΕΕ και τη χαρτογράφηση και την ανάλυση των κενών στη νομοθεσία των κρατών μελών, τα οποία εξηγούν περαιτέρω τους λόγους για τους οποίους επελέγη μια ολοκληρωμένη προσέγγιση —μια ειδική οδηγία για τη βία κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία— και όχι μια τροποποίηση των υφιστάμενων οριζόντιων μέσων. |
The working methods under the Better Regulation rules of the European Commission empower the Vice President for Inter-Institutional Relations and Foresight to approve the continuation of an initiative that has been subject to a second negative opinion by the Regulatory Scrutiny Board. It is important to flag also that the opinions of the Regulatory Scrutiny Board are an assessment of the quality of the impact assessment and not an assessment of the related legislative proposal. | Οι μέθοδοι εργασίας στο πλαίσιο των κανόνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας επιτρέπουν στον αντιπρόεδρο για τις Διοργανικές Σχέσεις και τη Διερεύνηση Προοπτικών να εγκρίνει τη συνέχιση μιας πρωτοβουλίας που υπήρξε αντικείμενο δεύτερης αρνητικής γνώμης της επιτροπής ρυθμιστικού ελέγχου. Επίσης, είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι οι γνώμες της επιτροπής ρυθμιστικού ελέγχου αποτελούν αξιολόγηση της ποιότητας της εκτίμησης επιπτώσεων και όχι αξιολόγηση της σχετικής νομοθετικής πρότασης. |
The Commission, also in the light of the agreement by the Vice-President for Inter-Institutional Relations and Foresight, has considered it opportune to proceed with the initiative for the following reasons: | Η Επιτροπή, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τη συμφωνία του αντιπροέδρου για τις Διοργανικές Σχέσεις και τη Διερεύνηση Προοπτικών, έκρινε σκόπιμο να προχωρήσει στην πρωτοβουλία για τους ακόλουθους λόγους: |
(1)the political importance of this initiative for the Commission as highlighted in the political guidelines; | 1)την πολιτική σημασία της πρωτοβουλίας αυτής για την Επιτροπή, όπως τονίζεται στις πολιτικές κατευθύνσεις· |
(2)the urgency of action in order to make progress on preventing and combating violence against women and domestic violence as well as gender-based cyber violence, as also called for by the European Parliament; | 2)την επείγουσα ανάγκη για ανάληψη δράσης προκειμένου να σημειωθεί πρόοδος όσον αφορά την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας, καθώς και της έμφυλης κυβερνοβίας, όπως έχει επίσης ζητήσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο· |
(3)the additional clarifications and evidence provided satisfactorily addressed the shortcomings identified by the Regulatory Scrutiny Board and were considered in the adapted legal proposal. | 3)οι πρόσθετες διευκρινίσεις και τα αποδεικτικά στοιχεία που παρασχέθηκαν αντιμετώπισαν ικανοποιητικά τις ελλείψεις που εντοπίστηκαν από την επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου και ελήφθησαν υπόψη στην προσαρμοσμένη νομική πρόταση. |
The current proposal is thus based on a further assessment of some of the issues raised by the Board. | Συνεπώς, η παρούσα πρόταση βασίζεται σε περαιτέρω εκτίμηση ορισμένων από τα ζητήματα που τέθηκαν από την επιτροπή. |
•Fundamental rights | •Θεμελιώδη δικαιώματα |
The proposed Directive will strengthen the protection of a number of fundamental rights, in particular: | Η προτεινόμενη οδηγία θα ενισχύσει την προστασία ορισμένων θεμελιωδών δικαιωμάτων, ιδίως: |
–the right to life (Article 2 of the Charter of Fundamental Rights of the European Union – ‘the Charter’), the right to integrity (Article 3 of the Charter), the prohibition of inhuman or degrading treatment (Article 4 of the Charter), and the right to private and family life (Article 7 of the Charter), the right to personal data protection (Article 8 of the Charter), for example because it provides measures to protect victims, their private life and personal data and prevent violence by introducing criminalisations, ensuring protection of persons at risk (based on a risk assessment and following support measures) and training relevant professionals to recognise this kind of violence and respond appropriately; | –του δικαιώματος στη ζωή (άρθρο 2 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης — στο εξής: Χάρτης), του δικαιώματος στην ακεραιότητα (άρθρο 3 του Χάρτη), της απαγόρευσης της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης (άρθρο 4 του Χάρτη), και του δικαιώματος στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή (άρθρο 7 του Χάρτη), του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 8 του Χάρτη), για παράδειγμα επειδή παρέχει μέτρα για την προστασία των θυμάτων, της ιδιωτικής ζωής τους και των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα, και την πρόληψη της βίας με την εισαγωγή ποινικοποιήσεων, τη διασφάλιση της προστασίας των προσώπων που διατρέχουν κίνδυνο (βάσει εκτίμησης κινδύνου και επακόλουθων μέτρων υποστήριξης) και την κατάρτιση σχετικών επαγγελματιών να αναγνωρίζουν αυτό το είδος βίας και να αντιδρούν με κατάλληλο τρόπο· |
–the rights of the child (Article 24 of the Charter), for example by recognising child witnesses as direct victims of violence against women and domestic violence and providing for specific measures to protect and support children, and that cases be handled in the best interests of the child; | –των δικαιωμάτων του παιδιού (άρθρο 24 του Χάρτη), για παράδειγμα με την αναγνώριση των παιδιών-μαρτύρων ως άμεσων θυμάτων της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας και με την πρόβλεψη ειδικών μέτρων για την προστασία και την υποστήριξη των παιδιών, καθώς και με τον χειρισμό των υποθέσεων με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού· |
–the victim’s right to an effective remedy and a fair trial (Article 47 of the Charter), for example by ensuring more effective investigation and prosecution of violence against women and domestic violence (e.g. own-motion prosecution of certain offences and as a matter of public interest, enabling victims to report cases online and introducing guidelines for law enforcement, and judicial authorities) and ensuring the victim’s right to claim for full compensation from the offender and to obtain a decision in one single procedure. | –του δικαιώματος του θύματος σε πραγματική προσφυγή και αμερόληπτο δικαστήριο (άρθρο 47 του Χάρτη), για παράδειγμα με τη διασφάλιση αποτελεσματικότερης διερεύνησης και δίωξης της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας (π.χ. αυτεπάγγελτη δίωξη ορισμένων αδικημάτων και για λόγους δημόσιου συμφέροντος, παροχή στα θύματα της δυνατότητας να καταγγέλλουν περιστατικά στο διαδίκτυο και θέσπιση κατευθυντήριων γραμμών για τις αρχές επιβολής του νόμου και τις δικαστικές αρχές) και τη διασφάλιση του δικαιώματος του θύματος να αξιώνει πλήρη αποζημίωση από τον δράστη και να λαμβάνει απόφαση στο πλαίσιο μίας μόνο διαδικασίας. |
–non-discrimination and equality between women and men (Articles 21 and 23 of the Charter), for example by treating violence against women and domestic violence as a severe form of prohibited discrimination between women and men, and mitigating the risk of this kind of violence for persons in vulnerable situations and groups at a heightened risk; by requiring targeted awareness-raising and information provision activities to reach out to groups at risk and to facilitate their access to support services. | –της απαγόρευσης των διακρίσεων και της ισότητας γυναικών και ανδρών (άρθρα 21 και 23 του Χάρτη), για παράδειγμα με την αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας ως σοβαρής μορφής απαγορευμένων διακρίσεων μεταξύ γυναικών και ανδρών, και με τον περιορισμό του κινδύνου του εν λόγω είδους βίας για πρόσωπα που βρίσκονται σε ευάλωτη κατάσταση και για ομάδες που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο· απαιτώντας στοχευμένες δραστηριότητες ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης για την προσέγγιση ομάδων που διατρέχουν κίνδυνο και τη διευκόλυνση της πρόσβασής τους σε υπηρεσίες υποστήριξης. |
–the rights to social assistance and healthcare (Article 34 and 35 of the Charter), for example by providing for specialist support services, notably to victims of sexual violence (e.g. immediate medical support, the collection of forensic medical evidence in cases of rape, psychological counselling and trauma care). | –των δικαιωμάτων στην κοινωνική αρωγή και την προστασία της υγείας (άρθρα 34 και 35 του Χάρτη), για παράδειγμα με την παροχή ειδικών υπηρεσιών υποστήριξης, ιδίως στα θύματα σεξουαλικής βίας (π.χ. άμεση ιατρική υποστήριξη, συλλογή ιατροδικαστικών αποδεικτικών στοιχείων σε περιπτώσεις βιασμού, ψυχολογική υποστήριξη και μετατραυματική περίθαλψη). |
The proposed Directive duly takes into account the presumption of innocence and right of defence (Article 48 of the Charter) of suspects, and the principles of legality and proportionality of criminal offences and penalties (Article 49 of the Charter). On the right to freedom of expression (Article 11 of the Charter), the provisions on the removal or blocking of illegal content are limited to what is strictly necessary and proportionate to attain the objective of the Directive. | Η προτεινόμενη οδηγία λαμβάνει δεόντως υπόψη το τεκμήριο αθωότητας και τα δικαιώματα υπεράσπισης (άρθρο 48 του Χάρτη) των υπόπτων, καθώς και τις αρχές της νομιμότητας και της αναλογικότητας αξιόποινων πράξεων και ποινών (άρθρο 49 του Χάρτη). Όσον αφορά το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης (άρθρο 11 του Χάρτη), οι διατάξεις σχετικά με την αφαίρεση ή τον αποκλεισμό παράνομου περιεχομένου περιορίζονται στα απολύτως αναγκαία και αναλογικά για την επίτευξη του στόχου της οδηγίας. |
4.BUDGETARY IMPLICATIONS | 4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ |
The proposed Directive is expected to give rise to the following costs for the EU budget: | Η προτεινόμενη οδηγία αναμένεται να προκαλέσει τις ακόλουθες δαπάνες για τον προϋπολογισμό της ΕΕ: |
–development and deployment of a data collection tool – one-off cost incurred by the European Institute for Gender Equality (‘EIGE’); | –ανάπτυξη και εγκατάσταση εργαλείου συλλογής δεδομένων —εφάπαξ δαπάνη που βαρύνει το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων («EIGE»)· |
–technical maintenance and operation of the data collection tool – recurring cost incurred by EIGE; | –τεχνική συντήρηση και λειτουργία του εργαλείου συλλογής δεδομένων —επαναλαμβανόμενη δαπάνη που βαρύνει το EIGE· |
–development and deployment of common data disaggregations and methodology in cooperation with Member States – recurring cost incurred by EIGE; | –ανάπτυξη και εφαρμογή κοινών αναλύσεων δεδομένων και μεθοδολογίας σε συνεργασία με τα κράτη μέλη —επαναλαμβανόμενη δαπάνη που βαρύνει το EIGE· |
–development of guidelines to harmonise and standardise crime statistics on violence against women and domestic violence, supporting Member States in the gathering of data – recurring cost incurred by EIGE. | –ανάπτυξη κατευθυντήριων γραμμών για την εναρμόνιση και την τυποποίηση των στατιστικών για την εγκληματικότητα σχετικά με τη βία κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία, στήριξη των κρατών μελών στη συλλογή δεδομένων —επαναλαμβανόμενη δαπάνη που βαρύνει το EIGE. |
The costs for EIGE are explained in detail in the accompanying legislative financial statement. In total, EIGE would require the following financial and human resources for the administrative data collection task: | Οι δαπάνες για το EIGE επεξηγούνται λεπτομερώς στο συνοδευτικό νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο. Συνολικά, το EIGE θα χρειαστεί τους ακόλουθους οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους για το έργο της συλλογής διοικητικών δεδομένων: |
–one-off set-up cost – EUR 200 000; | –αρχικό εφάπαξ κόστος — 200 000 EUR· |
–annual maintenance and operation cost – EUR 750 000; | –ετήσιο κόστος συντήρησης και λειτουργίας — 750 000 EUR· |
–staff – one (in full-time equivalents) temporary agent as of 2025 and two (in full-time equivalents) contract agents as of 2025 (three in total). | –προσωπικό — ένας έκτακτος υπάλληλος (σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης) από το 2025 και δύο συμβασιούχοι υπάλληλοι (σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης) από το 2025 (τρεις συνολικά). |
5.OTHER ELEMENTS | 5.ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ |
•Implementation plans and monitoring, evaluation and reporting arrangements | •Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων |
Member States will be required to transpose the Directive 2 years after its entry into force. They will be required to communicate to the Commission their national implementation measures. Furthermore, Member States will have to report to the Commission on the Directive’s implementation 7 years after its entry into force. After this period, reporting must be carried out at regular intervals in the form of a questionnaire to the Member States. The strengthened data collection requirements under this proposal will form the basis for monitoring and evaluation of the impact of the initiative against its specific objectives. The monitoring and evaluation of the proposal will primarily be based on the current harmonised indicators developed by EIGE. This work will be supported and supplemented by the planned harmonisation measures on the collection of disaggregated administrative data (including from law enforcement agencies, the judiciary, social and health services) and the obligation to conduct regular surveys on violence against women and domestic violence and send relevant data to the Commission (Eurostat). The details will be described in a monitoring and enforcement plan that the Commission will draw up. | Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεταφέρουν την οδηγία στο εθνικό τους δίκαιο δύο έτη μετά την έναρξη ισχύος της. Θα κληθούν να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή τα εθνικά τους μέτρα εφαρμογής. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποβάλουν έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 7 έτη μετά την έναρξη ισχύος της. Μετά την περίοδο αυτή, η υποβολή εκθέσεων πρέπει να πραγματοποιείται σε τακτά χρονικά διαστήματα με τη μορφή ερωτηματολογίου προς τα κράτη μέλη. Οι ενισχυμένες απαιτήσεις συλλογής δεδομένων στο πλαίσιο της παρούσας πρότασης θα αποτελέσουν τη βάση για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση του αντικτύπου της πρωτοβουλίας σε σχέση με τους ειδικούς στόχους της. Η παρακολούθηση και η αξιολόγηση της πρότασης θα βασίζονται πρωτίστως στους υφιστάμενους εναρμονισμένους δείκτες που έχει αναπτύξει το EIGE. Το έργο αυτό θα υποστηριχθεί και θα συμπληρωθεί από τα σχεδιαζόμενα μέτρα εναρμόνισης για τη συλλογή αναλυτικών διοικητικών δεδομένων (μεταξύ άλλων από τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου, το δικαστικό σώμα, τις κοινωνικές υπηρεσίες και τις υπηρεσίες υγείας) και την υποχρέωση διεξαγωγής τακτικών ερευνών σχετικά με τη βία κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία, και αποστολής σχετικών στοιχείων στην Επιτροπή (Eurostat). Οι λεπτομέρειες θα περιγράφονται σε σχέδιο παρακολούθησης και επιβολής που θα καταρτίσει η Επιτροπή. |
•Detailed explanation of the specific provisions of the proposal | •Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης |
Chapter 1 sets out general provisions, including the subject matter (Article 1) and particular attention to be paid to victims of violence against women and domestic violence at an increased risk of such violence (Article 2). The scope of the current proposal covers criminal offences as defined therein, acts of violence against women or domestic violence as criminalised under Union law or under national laws (Article 3). This Chapter also provides definitions of key terms used in the Directive (Article 4). | Το κεφάλαιο 1 περιλαμβάνει γενικές διατάξεις, συμπεριλαμβανομένου του αντικειμένου (άρθρο 1) και της ιδιαίτερης προσοχής που πρέπει να δοθεί στα θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο τέτοιας βίας (άρθρο 2). Το πεδίο εφαρμογής της παρούσας πρότασης καλύπτει τα ποινικά αδικήματα, όπως ορίζονται σ’ αυτήν, τις πράξεις βίας κατά των γυναικών ή την εξ οικείων βία όπως ποινικοποιούνται βάσει του δικαίου της Ένωσης ή των εθνικών νομοθεσιών (άρθρο 3). Το εν λόγω κεφάλαιο παρέχει επίσης ορισμούς των βασικών όρων που χρησιμοποιούνται στην οδηγία (άρθρο 4). |
Chapter 2 contains provisions on minimum rules on the definition of criminal offences and penalties based on Article 83(1) TFEU. These offences concern certain forms of violence against women or domestic violence that amount to sexual exploitation of women or to computer crime. Even though these offences disproportionately affect women, criminalisation under this chapter applies to all victims, including men and non-binary persons, except in the case of rape and female genital mutilation. These are criminalised at EU-level only where perpetrated against women or children due to the legal basis in Article 83(1) TFEU, which refers to sexual exploitation of women and children only. The chapter includes minimum harmonisation of the offences of rape against women (Article 5) and female genital mutilation (Article 6). In light of the fast pace of the current digital transformation and the increase of cyber violence, it also provides for minimum rules for certain computer crime offences: non-consensual sharing of intimate or manipulated material (Article 7), offences concerning cyber stalking (Article 8), offences concerning cyber harassment (Article 9), and cyber incitement to hatred or violence (Article 10). Article 11 contains provisions on the incitement, aiding and abetting and attempt of such offences. Article 12 sets the minimum level of the maximum sanction applicable to the offences defined in Articles 5 to 11, and Article 13 specifies the aggravating circumstances. The rules on jurisdiction and limitation periods are found in Articles 14 and 15. | Το κεφάλαιο 2 περιέχει διατάξεις σχετικά με τους ελάχιστους κανόνες για τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και των ποινών βάσει του άρθρου 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Τα αδικήματα αυτά αφορούν ορισμένες μορφές βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας που ισοδυναμούν με γενετήσια εκμετάλλευση γυναικών ή με εγκληματικότητα στον χώρο της πληροφορικής. Μολονότι τα αδικήματα αυτά θίγουν δυσανάλογα τις γυναίκες, η ποινικοποίηση δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου ισχύει για όλα τα θύματα, συμπεριλαμβανομένων των ανδρών και των μη δυαδικών ατόμων, εκτός από την περίπτωση του βιασμού και του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων. Αυτά ποινικοποιούνται σε επίπεδο ΕΕ μόνον όταν διαπράττονται κατά γυναικών ή παιδιών λόγω της νομικής βάσης του άρθρου 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, το οποίο αναφέρεται μόνο στη γενετήσια εκμετάλλευση γυναικών και παιδιών. Το κεφάλαιο περιλαμβάνει την ελάχιστη εναρμόνιση των αδικημάτων του βιασμού κατά των γυναικών (άρθρο 5) και του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων (άρθρο 6). Υπό το πρίσμα του ταχέος ρυθμού του τρέχοντος ψηφιακού μετασχηματισμού και της αύξησης της κυβερνοβίας, προβλέπονται επίσης ελάχιστοι κανόνες για ορισμένα εγκλήματα στον χώρο της πληροφορικής: μη συναινετική κοινοχρησία υλικού προσωπικής φύσης ή παραποιημένου υλικού (άρθρο 7), αδικήματα σχετικά με την παρενοχλητική κυβερνοπαρακολούθηση (άρθρο 8), αδικήματα σχετικά με την κυβερνοπαρενόχληση (άρθρο 9) και την κυβερνοϋποκίνηση μίσους ή βίας (άρθρο 10). Το άρθρο 11 περιέχει διατάξεις σχετικά με την ηθική αυτουργία, την υποβοήθηση και τη συνέργεια, και την απόπειρα διάπραξης τέτοιων αδικημάτων. Το άρθρο 12 καθορίζει το ελάχιστο επίπεδο της μέγιστης ποινής που εφαρμόζεται στα αδικήματα που ορίζονται στα άρθρα 5 έως 11, ενώ στο άρθρο 13 καθορίζονται οι επιβαρυντικές περιστάσεις. Οι κανόνες περί δικαιοδοσίας και περί προθεσμιών παραγραφής περιέχονται στα άρθρα 14 και 15. |
Chapter 3 concerns the protection and access to justice of victims of all forms of violence against women or domestic violence. This chapter is applicable to all victims of offences of violence against women and domestic violence. While this proposal mainly focuses on types of violence disproportionately affecting women, it does not exclude men or non-binary persons from benefitting from victims’ rights if they become victims of such violence, including domestic violence. | Το κεφάλαιο 3 αφορά την προστασία και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη των θυμάτων κάθε μορφής βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας. Το εν λόγω κεφάλαιο εφαρμόζεται σε όλα τα θύματα αδικημάτων βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας. Μολονότι η παρούσα πρόταση επικεντρώνεται κυρίως σε μορφές βίας που πλήττουν δυσανάλογα τις γυναίκες, δεν αποκλείει άνδρες ή μη δυαδικά άτομα από το να επωφελούνται από τα δικαιώματα των θυμάτων, εάν καταστούν θύματα τέτοιας βίας, συμπεριλαμβανομένης της εξ οικείων βίας. |
This chapter includes rules on the reporting of violence against women and domestic violence to ensure that such offences can be easily brought to justice (Article 16). This entails the expedient processing of such reports and encouraging that such offences are reported, for example by removing in some cases obstacles imposed by confidentiality rules, ensuring that children can easily report offences and ensuring that undocumented persons and persons with uncertain residence status do not fear to report violence. In no way does this last aspect introduce under this Directive a right to a residence status for persons reporting violence. Article 17 ensures that offences are effectively investigated and prosecuted, that there are sufficient expertise and resources, and that offences amounting to rape are prosecuted ex officio. This chapter introduces an individual risk assessment to identify victims’ protection and support needs (Articles 18 and 19). This assessment shall be understood as an integrated part of the existing individual assessment under the Victims’ Rights Directive and is meant to be tailored to the specific needs of victims of violence against women and domestic violence. Article 20 sets out obligations to ensure that victims are referred to appropriate support services, for example ensuring that support services reach out to victims proactively. At the same time, this Article aims to ensure compliance with data protection rules. Furthermore, this chapter lays down that Member States provide for emergency barring and protection orders to ensure that victims are effectively protected (Article 21). Article 22 provides that potential questions concerning the victim’s sexual past conduct are excluded in the criminal investigations and court proceedings, without prejudice to the rights of the defence. This chapter also contains the obligation to provide law enforcement and judicial authorities with guidelines to ensure that victims are treated appropriately throughout the proceedings and that cases of violence against women and domestic violence are handled appropriately (Article 23). This chapter also provides that national bodies, such as equality bodies, are competent to, for example, assist and give advice to victims of violence against women and domestic violence – both severe forms of discrimination against women (Article 24). Such bodies are also granted legal standing to act on behalf of victims in criminal proceedings where they deem so appropriate. Article 25 ensures the removal of online content in relation to offences of cyber violence, and a possibility of judicial redress for affected users. The right of victims to claim compensation from the offender is covered by Article 26. | Το κεφάλαιο αυτό περιλαμβάνει κανόνες σχετικά με την καταγγελία της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας, ώστε να διασφαλίζεται ότι τα αδικήματα αυτά μπορούν εύκολα να προσαχθούν στη δικαιοσύνη (άρθρο 16). Αυτό συνεπάγεται την ταχεία επεξεργασία των εν λόγω καταγγελιών και την ενθάρρυνση της καταγγελίας τέτοιων αδικημάτων, για παράδειγμα με την άρση, σε ορισμένες περιπτώσεις, των εμποδίων που επιβάλλονται από τους κανόνες περί απορρήτου, τη διασφάλιση ότι τα παιδιά μπορούν εύκολα να καταγγείλουν αδικήματα, και τη διασφάλιση ότι τα πρόσωπα που δεν διαθέτουν επίσημα έγγραφα και τα πρόσωπα με αβέβαιο καθεστώς διαμονής δεν φοβούνται να καταγγείλουν περιστατικά βίας. Η τελευταία αυτή πτυχή δεν εισάγει σε καμία περίπτωση, στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας, δικαίωμα σε καθεστώς διαμονής για τα πρόσωπα που καταγγέλλουν περιστατικά βίας. Το άρθρο 17 διασφαλίζει ότι τα αδικήματα διερευνώνται και διώκονται αποτελεσματικά, ότι υπάρχει επαρκής εμπειρογνωσία και επαρκείς πόροι και ότι τα αδικήματα που ισοδυναμούν με βιασμό διώκονται αυτεπαγγέλτως. Το εν λόγω κεφάλαιο εισάγει ατομική αξιολόγηση κινδύνου για τον προσδιορισμό των αναγκών προστασίας και υποστήριξης των θυμάτων (άρθρα 18 και 19). Η αξιολόγηση αυτή νοείται ως αναπόσπαστο μέρος της υφιστάμενης ατομικής αξιολόγησης βάσει της οδηγίας για τα δικαιώματα των θυμάτων και θα πρέπει να προσαρμόζεται στις ειδικές ανάγκες των θυμάτων βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας. Το άρθρο 20 ορίζει υποχρεώσεις που διασφαλίζουν ότι τα θύματα παραπέμπονται σε κατάλληλες υπηρεσίες υποστήριξης, για παράδειγμα διασφαλίζοντας ότι οι υπηρεσίες υποστήριξης προσεγγίζουν τα θύματα προδραστικά. Ταυτόχρονα, το άρθρο αυτό αποσκοπεί στη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τους κανόνες προστασίας των δεδομένων. Επιπλέον, το κεφάλαιο αυτό ορίζει ότι τα κράτη μέλη προβλέπουν επείγουσες εντολές απαγόρευσης και εντολές προστασίας, ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική προστασία των θυμάτων (άρθρο 21). Το άρθρο 22 προβλέπει ότι δυνητικές ερωτήσεις σχετικά με τη σεξουαλική συμπεριφορά του θύματος κατά το παρελθόν αποκλείονται στο πλαίσιο της ποινικής έρευνας και της δικαστικής διαδικασίας, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων υπεράσπισης. Το κεφάλαιο αυτό περιλαμβάνει επίσης την υποχρέωση να παρέχονται στις αρχές επιβολής του νόμου και στις δικαστικές αρχές κατευθυντήριες γραμμές ώστε να διασφαλίζεται ότι τα θύματα τυγχάνουν κατάλληλου χειρισμού καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας και ότι οι υποθέσεις βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας αντιμετωπίζονται με κατάλληλο τρόπο (άρθρο 23). Το κεφάλαιο αυτό προβλέπει επίσης ότι οι εθνικοί φορείς, όπως οι φορείς ισότητας, είναι αρμόδιοι, για παράδειγμα, να βοηθούν και να παρέχουν συμβουλές στα θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας —αμφότερες σοβαρές μορφές διακρίσεων κατά των γυναικών (άρθρο 24). Οι εν λόγω φορείς νομιμοποιούνται επίσης να ενεργούν για λογαριασμό των θυμάτων σε ποινικές διαδικασίες, εφόσον το κρίνουν σκόπιμο. Με το άρθρο 25 διασφαλίζεται η αφαίρεση διαδικτυακού περιεχομένου σε σχέση με αδικήματα κυβερνοβίας, και η δυνατότητα ένδικης προσφυγής για θιγόμενους/-ες χρήστες/χρήστριες. Το δικαίωμα των θυμάτων να αξιώσουν αποζημίωση από τον δράστη καλύπτεται από το άρθρο 26. |
Chapter 4 contains the provisions on victim support, which victims must receive before, during and for an appropriate time after criminal proceedings. Article 27 lays down the specific services, arrangements and specific resources of support services that provide specialist services for victims of violence against women and domestic violence. This chapter further provides for specific and immediate support in rape crisis or sexual violence referral centres (Article 28) and specialist support for victims of female genital mutilation (Article 29). Member States should also ensure victims of sexual harassment at work can make use of counselling services external to the work place, including advice for employers on how to address such offences appropriately (Article 30). Member States must set up national helplines for victims and ensure their operation under a harmonized EU level number (Article 31). Specialised shelters or other interim accommodations are to be made available to victims indiscriminately to ensure they are assisted in returning to independent living after they have experienced violence (Article 32). Furthermore, Member States must provide appropriate protection and support to child victims, taking into account the child’s best interests (Article 33). This includes providing safe places for children visiting with parent offenders, who have rights of access (Article 34). Article 35 provides victims who belong to groups at risk with safeguards, for example easier access for victims with disabilities. | Το κεφάλαιο 4 περιλαμβάνει τις διατάξεις σχετικά με την υποστήριξη των θυμάτων, την οποία τα θύματα πρέπει να λαμβάνουν πριν την ποινική διαδικασία, κατά τη διάρκειά της και για κατάλληλο χρονικό διάστημα μετά από αυτήν. Το άρθρο 27 καθορίζει τις ειδικές υπηρεσίες, ρυθμίσεις και ειδικούς πόρους των υπηρεσιών υποστήριξης που παρέχουν ειδικές υπηρεσίες σε θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας. Το κεφάλαιο αυτό προβλέπει επίσης ειδική και άμεση υποστήριξη σε κέντρα υποστήριξης θυμάτων βιασμού ή παραπομπής θυμάτων σεξουαλικής βίας (άρθρο 28) και ειδική υποστήριξη για τα θύματα ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων (άρθρο 29). Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν ότι τα θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία μπορούν να κάνουν χρήση συμβουλευτικών υπηρεσιών εκτός του χώρου εργασίας, συμπεριλαμβανομένης της παροχής συμβουλών στους εργοδότες σχετικά με τον κατάλληλο τρόπο αντιμετώπισης τέτοιων αδικημάτων (άρθρο 30). Τα κράτη μέλη πρέπει να δημιουργήσουν εθνικές γραμμές βοήθειας για τα θύματα και να διασφαλίσουν τη λειτουργία τους με εναρμονισμένο αριθμό σε επίπεδο ΕΕ (άρθρο 31). Τα θύματα πρέπει να έχουν αδιακρίτως πρόσβαση σε ειδικευμένα κέντρα προστασίας ή άλλη προσωρινή στέγη, ώστε να διασφαλίζεται ότι τους παρέχεται βοήθεια για την επιστροφή τους στην ανεξάρτητη διαβίωση μετά το περιστατικό βίας που υπέστησαν (άρθρο 32). Επιπλέον, τα κράτη μέλη πρέπει να παρέχουν κατάλληλη προστασία και στήριξη στα παιδιά-θύματα, λαμβάνοντας υπόψη το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού (άρθρο 33). Εδώ περιλαμβάνεται η παροχή ασφαλών χώρων για παιδιά που τα επισκέπτονται γονείς-παραβάτες, οι οποίοι έχουν δικαίωμα επικοινωνίας (άρθρο 34). Το άρθρο 35 παρέχει διασφαλίσεις σε θύματα που ανήκουν σε ομάδες που διατρέχουν κίνδυνο, για παράδειγμα ευκολότερη πρόσβαση για τα θύματα με αναπηρία. |
The provisions in Chapter 5 focus on effectively preventing violence against women and domestic violence. This includes the obligation to conduct awareness-raising campaigns and research and education programmes, and to broadly distribute relevant information (Article 36). Professionals that are most likely to come into contact with victims must receive training and targeted information. This aims to ensure that such professionals can respond in an appropriate manner and identify instances of violence, and that responsible organisations can effectively coordinate their actions (Article 37). Article 38 provides for intervention programmes available also for voluntary participation by persons who fear that they would commit such crimes. | Οι διατάξεις του κεφαλαίου 5 επικεντρώνονται στην αποτελεσματική πρόληψη της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. Εδώ περιλαμβάνεται η υποχρέωση διεξαγωγής εκστρατειών ευαισθητοποίησης και ερευνητικών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων, καθώς και ευρείας διανομής σχετικών πληροφοριών (άρθρο 36). Οι επαγγελματίες που είναι πιθανότερο να έρθουν σε επαφή με θύματα πρέπει να λαμβάνουν κατάρτιση και στοχευμένες πληροφορίες. Στόχος είναι να διασφαλιστεί ότι οι εν λόγω επαγγελματίες μπορούν να αντιδρούν με κατάλληλο τρόπο και να εντοπίζουν περιπτώσεις βίας, καθώς και ότι οι αρμόδιοι οργανισμοί μπορούν να συντονίζουν αποτελεσματικά τις ενέργειές τους (άρθρο 37). Το άρθρο 38 προβλέπει προγράμματα παρέμβασης διαθέσιμα και για την εθελοντική συμμετοχή προσώπων που φοβούνται ότι θα διαπράξουν τέτοια εγκλήματα. |
Chapter 6 contains rules on the coordination of Member States’ national policies on violence against women and domestic violence, but also provisions on EU-level coordination. To streamline national policies and ensure an effective multi-level response to these types of violence, Article 39 requires Member States to designate or set up an official body to coordinate and oversee policies in this area. This is complemented by the obligation under Article 40 to ensure the effective coordination and cooperation of all agencies involved in supporting victims. Non-governmental organisations are key players in providing support to victims and preventing violence. Under Article 41, Member States should cooperate with non‑governmental organisations and consult them on relevant policies. To ensure cyber violence as defined in the current proposal is appropriately addressed, Member States are to facilitate the taking of self-regulatory measures by providers of intermediary services (Article 42). Article 43 aims to facilitate cooperation between Member States to ensure an exchange of best practice, aiming to implement this Directive as effectively as possible. Data collection and research are essential in formulating appropriate policy measures in the field of violence against women and domestic violence. In order to ensure the availability of comparable data at EU level, Article 44 provides for rules on data collection throughout the Member States. Given EIGE’s expertise and ongoing work in the field, it is to support Member States in the development of a common methodology and the collection of data. | Το κεφάλαιο 6 περιλαμβάνει κανόνες για τον συντονισμό των εθνικών πολιτικών των κρατών μελών σχετικά με τη βία κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία, αλλά και διατάξεις για τον συντονισμό σε επίπεδο ΕΕ. Για τον εξορθολογισμό των εθνικών πολιτικών και τη διασφάλιση αποτελεσματικής πολυεπίπεδης αντιμετώπισης αυτών των μορφών βίας, το άρθρο 39 απαιτεί από τα κράτη μέλη να ορίσουν ή να συστήσουν επίσημο φορέα για τον συντονισμό και την εποπτεία των πολιτικών στον τομέα αυτόν. Αυτό συμπληρώνεται από την υποχρέωση βάσει του άρθρου 40 να διασφαλίζεται ο αποτελεσματικός συντονισμός και η συνεργασία όλων των υπηρεσιών που συμμετέχουν στην υποστήριξη των θυμάτων. Οι μη κυβερνητικές οργανώσεις αποτελούν βασικούς παράγοντες για την παροχή υποστήριξης στα θύματα και την πρόληψη της βίας. Σύμφωνα με το άρθρο 41, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργάζονται με μη κυβερνητικές οργανώσεις και να τις συμβουλεύονται σχετικά με τις σχετικές πολιτικές. Για να διασφαλιστεί η κατάλληλη αντιμετώπιση της κυβερνοβίας, όπως ορίζεται στην παρούσα πρόταση, τα κράτη μέλη πρέπει να διευκολύνουν τη λήψη μέτρων αυτορρύθμισης από παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών (άρθρο 42). Το άρθρο 43 αποσκοπεί στη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών για τη διασφάλιση της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών, με στόχο την όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερη εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Η συλλογή δεδομένων και η έρευνα είναι ουσιαστικής σημασίας για τη διαμόρφωση κατάλληλων μέτρων πολιτικής στον τομέα της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. Για να διασφαλιστεί η διαθεσιμότητα συγκρίσιμων δεδομένων σε επίπεδο ΕΕ, το άρθρο 44 προβλέπει κανόνες για τη συλλογή δεδομένων σε όλα τα κράτη μέλη. Δεδομένης της εμπειρογνωσίας του και των συνεχιζόμενων εργασιών του στον τομέα αυτόν, το EIGE πρόκειται να στηρίξει τα κράτη μέλη στην ανάπτυξη κοινής μεθοδολογίας και στη συλλογή δεδομένων. |
Chapter 7 contains the final provisions of this Directive. Article 45 amends the Child Sexual Abuse Directive to ensure coherence by introducing the crime of penetration for sexual purposes, and clarifying that the circumstances in which consent cannot be validly given by a child above the age of sexual consent include those referred to in Article 5 of this proposal. Article 46 concerns the level of protection and Article 47 the Member States’ reporting obligations. Article 48 clarifies the relationship with other Directives and contains non-prejudice clauses. This Article clarifies that the provisions apply in addition to those of the Victims’ Rights Directive, the Anti-Trafficking Directive, the Child Sexual Abuse Directive and [the proposal for a Digital Services Act]. This means that victims should benefit from the protection of all directives applicable to them. Article 49 includes a non-regression clause. Article 50 contains provisions on the transposition of this Directive. Article 51 stipulates when the Directive will enter into force and Article 52 stipulates to whom it is addressed. | Το κεφάλαιο 7 περιέχει τις τελικές διατάξεις της παρούσας οδηγίας. Το άρθρο 45 τροποποιεί την οδηγία σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή, με την εισαγωγή του εγκλήματος της διείσδυσης για σεξουαλικούς σκοπούς και τη διευκρίνιση ότι οι περιστάσεις υπό τις οποίες δεν μπορεί να δοθεί εγκύρως συγκατάθεση από παιδί που υπερβαίνει την ηλικία σεξουαλικής συναίνεσης περιλαμβάνουν εκείνες που προβλέπονται στο άρθρο 5 της παρούσας πρότασης. Το άρθρο 46 αφορά το επίπεδο προστασίας και το άρθρο 47 τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων των κρατών μελών. Το άρθρο 48 αποσαφηνίζει τη σχέση με άλλες οδηγίες και περιέχει ρήτρες επιφύλαξης. Το άρθρο αυτό διευκρινίζει ότι οι διατάξεις εφαρμόζονται επιπλέον εκείνων της οδηγίας για τα δικαιώματα των θυμάτων, της οδηγίας για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, της οδηγίας για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και [της πρότασης πράξης για τις ψηφιακές υπηρεσίες]. Αυτό σημαίνει ότι τα θύματα θα πρέπει να επωφελούνται από την προστασία όλων των οδηγιών που ισχύουν γι’ αυτά. Το άρθρο 49 περιλαμβάνει ρήτρα μη υποβάθμισης. Το άρθρο 50 περιέχει διατάξεις για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο. Το άρθρο 51 ορίζει πότε θα τεθεί σε ισχύ η οδηγία και το άρθρο 52 ορίζει σε ποιον απευθύνεται. |
2022/0066 (COD) | 2022/0066 (COD) |
Proposal for a | Πρόταση |
DIRECTIVE OF THE EUROPEAN PARLIAMENT AND OF THE COUNCIL | ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ |
on combating violence against women and domestic violence | για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας |
THE EUROPEAN PARLIAMENT AND THE COUNCIL OF THE EUROPEAN UNION, | ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, |
Having regard to the Treaty on the Functioning of the European Union, and in particular Article 82(2) and Article 83(1) thereof, | Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 82 παράγραφος 2 και το άρθρο 83 παράγραφος 1, |
Having regard to the proposal from the European Commission, | Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, |
After transmission of the draft legislative act to the national parliaments, | Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια, |
Having regard to the opinion of the European Economic and Social Committee 35 , | Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 35 , |
Acting in accordance with the ordinary legislative procedure, | Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, |
Whereas: | Εκτιμώντας τα ακόλουθα: |
(1)The purpose of this Directive is to provide a comprehensive framework to effectively combat violence against women and domestic violence throughout the Union. It does so by strengthening and introducing measures in the following areas: the definition of relevant criminal offences and penalties, the protection of victims and access to justice, victim support, prevention, coordination and cooperation. | (1)Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι να παράσχει ολοκληρωμένο πλαίσιο για την αποτελεσματική καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας σε ολόκληρη την Ένωση. Αυτό επιτυγχάνεται με την ενίσχυση και τη θέσπιση μέτρων στους ακόλουθους τομείς: τον ορισμό των σχετικών ποινικών αδικημάτων και ποινών, την προστασία των θυμάτων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, την υποστήριξη των θυμάτων, την πρόληψη, τον συντονισμό και τη συνεργασία. |
(2)Equality between women and men and non-discrimination are core values of the Union and fundamental rights enshrined, respectively, in Article 2 of the Treaty on European Union and in Articles 21 and 23 of the Charter of Fundamental Rights of the European Union (the ‘Charter’). Violence against women and domestic violence endanger these very principles, undermining women and girls’ rights to equality in all areas of life. | (2)Η ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών και η απαγόρευση των διακρίσεων αποτελούν θεμελιώδεις αξίες της Ένωσης και θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται, αντίστοιχα, στο άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στα άρθρα 21 και 23 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης). Η βία κατά των γυναικών και η εξ οικείων βία θέτουν σε κίνδυνο αυτές ακριβώς τις αρχές, υπονομεύοντας τα δικαιώματα των γυναικών και των κοριτσιών στην ισότητα σε όλους τους τομείς της ζωής. |
(3)Violence against women and domestic violence violate fundamental rights such as the right to human dignity, the right to life and integrity of the person, the prohibition of inhuman or degrading treatment or punishment, the right to respect for private and family life, personal data protection, and the rights of the child, as enshrined in the Charter of Fundamental Rights of the European Union. | (3)Η βία κατά των γυναικών και η εξ οικείων βία παραβιάζουν θεμελιώδη δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, το δικαίωμα στη ζωή και στην ακεραιότητα του προσώπου, η απαγόρευση των απάνθρωπων ή εξευτελιστικών ποινών ή μεταχείρισης, το δικαίωμα στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τα δικαιώματα του παιδιού, όπως κατοχυρώνονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
(4)This Directive should apply to criminal conduct which amounts to violence against women or domestic violence, as criminalised under Union or national law. This includes the criminal offences defined in this Directive, namely rape, female genital mutilation, the non-consensual sharing of intimate or manipulated material, cyber stalking, cyber harassment, cyber incitement to violence or hatred and criminal conduct covered by other Union instruments, in particular Directives 2011/36/EU 36 and 2011/93/EU 37 of the European Parliament and of the Council, which define criminal offences concerning the sexual exploitation of children and trafficking of human beings for the purpose of sexual exploitation. Lastly, certain criminal offences under national law fall under the definition of violence against women. This includes crimes such as femicide, sexual harassment, sexual abuse, stalking, early and forced marriage, forced abortion, forced sterilisation and different forms of cyber violence, such as online sexual harassment, cyber bullying or the unsolicited receipt of sexually explicit material. Domestic violence is a form of violence which may be specifically criminalised under national law or covered by criminal offences which are committed within the family or domestic unit or between former or current spouses. | (4)Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζεται σε αξιόποινη συμπεριφορά που συνιστά βία κατά των γυναικών ή εξ οικείων βία, όπως αυτές ποινικοποιούνται βάσει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου. Σ’ αυτές συμπεριλαμβάνονται τα ποινικά αδικήματα που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, δηλαδή ο βιασμός, ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων, η μη συναινετική κοινοχρησία υλικού προσωπικής φύσης ή παραποιημένου υλικού, η παρενοχλητική κυβερνοπαρακολούθηση, η κυβερνοπαρενόχληση, η κυβερνοϋποκίνηση βίας ή μίσους και η αξιόποινη συμπεριφορά που καλύπτεται από άλλες πράξεις της Ένωσης, ιδίως τις οδηγίες 2011/36/ΕΕ 36 και 2011/93/ΕΕ 37 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, οι οποίες ορίζουν τα ποινικά αδικήματα που αφορούν τη σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών και την εμπορία ανθρώπων με σκοπό τη σεξουαλική εκμετάλλευση. Τέλος, ορισμένα ποινικά αδικήματα που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο εμπίπτουν στον ορισμό της βίας κατά των γυναικών. Σ’ αυτά περιλαμβάνονται εγκλήματα όπως η γυναικοκτονία, η σεξουαλική παρενόχληση, η σεξουαλική κακοποίηση, η παρενοχλητική παρακολούθηση, οι πρόωροι και καταναγκαστικοί γάμοι, η καταναγκαστική άμβλωση, η καταναγκαστική στείρωση και διάφορες μορφές κυβερνοβίας, όπως η σεξουαλική παρενόχληση στο διαδίκτυο, ο κυβερνοεκφοβισμός ή η μη ζητηθείσα λήψη υλικού άσεμνου σεξουαλικού περιεχομένου. Η εξ οικείων βία αποτελεί μορφή βίας η οποία μπορεί να τυγχάνει ειδικής ποινικοποίησης στο εθνικό δίκαιο ή να καλύπτεται από ποινικά αδικήματα που διαπράττονται εντός της οικογένειας ή της οικιακής μονάδας ή μεταξύ πρώην ή νυν συζύγων. |
(5)The measures under this Directive have been designed to address the specific needs of women and girls, given that they are disproportionately affected by the forms of violence covered under this Directive, namely violence against women and domestic violence. This Directive, however, acknowledges that other persons may also fall victim to these forms of violence and should benefit from the measures provided for therein. Therefore, the term ‘victim’ should refer to all persons, regardless of their sex or gender. | (5)Τα μέτρα στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας έχουν σχεδιαστεί για την αντιμετώπιση των συγκεκριμένων αναγκών των γυναικών και των κοριτσιών, δεδομένου ότι πλήττονται δυσανάλογα από τις μορφές βίας που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, δηλαδή τη βία κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία. Ωστόσο, η παρούσα οδηγία αναγνωρίζει ότι και άλλα πρόσωπα ενδέχεται να πέφτουν θύματα αυτών των μορφών βίας και θα πρέπει να επωφελούνται από τα μέτρα που προβλέπονται σ’ αυτήν. Ως εκ τούτου, ο όρος «θύμα» θα πρέπει να αναφέρεται σε όλα τα πρόσωπα, ανεξαρτήτως βιολογικού ή κοινωνικού φύλου. |
(6)Due to their vulnerability, children who witness violence against women or domestic violence suffer a direct emotional harm, which impacts their development. Therefore, such children should be considered victims and benefit from targeted protection measures. | (6)Λόγω της ευάλωτης θέσης τους, τα παιδιά που είναι μάρτυρες βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας υφίστανται άμεση συναισθηματική βλάβη, η οποία επηρεάζει την ανάπτυξή τους. Ως εκ τούτου, τα παιδιά αυτά θα πρέπει να θεωρούνται θύματα και να απολαύουν στοχευμένων μέτρων προστασίας. |
(7)Violence against women is a persisting manifestation of structural discrimination against women, resulting from historically unequal power relations between women and men. It is a form of gender-based violence, which is inflicted primarily on women and girls, by men. It is rooted in the socially constructed roles, behaviours, activities and attributes that a given society considers appropriate for women and men, generally referred to under the term ‘gender’. | (7)Η βία κατά των γυναικών αποτελεί επίμονη εκδήλωση διαρθρωτικών διακρίσεων εις βάρος των γυναικών, οι οποίες απορρέουν από ιστορικά άνισες σχέσεις εξουσίας μεταξύ γυναικών και ανδρών. Πρόκειται για μια μορφή έμφυλης βίας, η οποία ασκείται κυρίως από άνδρες σε γυναίκες και κορίτσια. Έχει τις ρίζες της σε κοινωνικά κατασκευασμένους ρόλους, συμπεριφορές, δραστηριότητες και ιδιότητες που μια δεδομένη κοινωνία θεωρεί κατάλληλα για τους άνδρες και τις γυναίκες, που γενικά αναφέρονται με τον όρο «κοινωνικό φύλο». |
(8)Domestic violence is a serious social problem which often remains hidden. It can lead to serious psychological and physical trauma with severe consequences because the offender typically is a person known to the victims, whom they would expect to be able to trust. Such violence can take on various forms, including physical, sexual, psychological and economic. Domestic violence may occur whether or not the offender shares or has shared a household with the victim. | (8)Η εξ οικείων βία αποτελεί σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα, το οποίο συχνά παραμένει κρυφό. Μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρό ψυχολογικό και σωματικό τραύμα με σοβαρές συνέπειες, διότι ο δράστης είναι συνήθως πρόσωπο γνωστό στο θύμα, το οποίο πρόσωπο το θύμα αναμένει να είναι σε θέση να εμπιστευτεί. Η βία αυτή μπορεί να λάβει διάφορες μορφές, μεταξύ άλλων σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική και οικονομική. Η εξ οικείων βία μπορεί να σημειωθεί ανεξάρτητα από το αν ο δράστης συνοικεί ή έχει συνοικήσει με το θύμα. |
(9)In light of the specificities related to these types of crime it is necessary to lay down a comprehensive set of rules, which addresses the persisting problem of violence against women and domestic violence in a targeted manner and caters to the specific needs of victims of such violence. The existing provisions at Union and national levels have proven to be insufficient to effectively combat and prevent violence against women and domestic violence. In particular, Directives 2011/36/EU and 2011/93/EU concentrate on specific forms of such violence, while Directive 2012/29/EU of the European Parliament and of the Council 38 lays down the general framework for victims of crime. While providing some safeguards for victims of violence against women and domestic violence, it is not set out to address their specific needs. | (9)Υπό το πρίσμα των ιδιαιτεροτήτων που σχετίζονται μ’ αυτά τα είδη εγκλήματος, είναι αναγκαίο να θεσπιστεί ολοκληρωμένο σύνολο κανόνων, το οποίο θα αντιμετωπίζει το επίμονο πρόβλημα της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας με στοχευμένο τρόπο και θα καλύπτει τις ειδικές ανάγκες των θυμάτων αυτής της βίας. Οι υφιστάμενες διατάξεις σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο έχουν αποδειχθεί ανεπαρκείς για την αποτελεσματική καταπολέμηση και πρόληψη της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. Ειδικότερα, οι οδηγίες 2011/36/ΕΕ και 2011/93/ΕΕ επικεντρώνονται σε συγκεκριμένες μορφές της βίας αυτής, ενώ η οδηγία 2012/29/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 38 καθορίζει το γενικό πλαίσιο για τα θύματα της εγκληματικότητας. Μολονότι παρέχει ορισμένες διασφαλίσεις για τα θύματα της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας, δεν έχει ως στόχο την αντιμετώπιση των ειδικών αναγκών τους. |
(10)This Directive supports the international commitments the Member States have undertaken to combat and prevent violence against women and domestic violence, in particular the United Nations Convention on the Elimination of all forms of Discrimination Against Women (CEDAW) 39 and, where relevant, the Council of Europe Convention on preventing and combating violence against women and domestic violence (‘Istanbul Convention’) 40 and the International Labour Organization’s Convention concerning the elimination of violence and harassment in the world of work, signed on 21 June 2019 in Geneva. | (10)Η παρούσα οδηγία υποστηρίζει τις διεθνείς δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει τα κράτη μέλη για την καταπολέμηση και την πρόληψη της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας, ιδίως τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (CEDAW) 39 και, κατά περίπτωση, τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας (στο εξής: Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης) 40 και τη Σύμβαση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας σχετικά με την εξάλειψη της βίας και της παρενόχλησης στον κόσμο της εργασίας η οποία υπεγράφη στις 21 Ιουνίου 2019 στη Γενεύη. |
(11)Violence against women and domestic violence can be exacerbated where it intersects with discrimination based on sex and other grounds of discrimination prohibited by Union law, namely nationality, race, colour, ethnic or social origin, genetic features, language, religion or belief, political or any other opinion, membership of a national minority, property, birth, disability, age or sexual orientation. Member States should therefore pay due regard to victims affected by such intersectional discrimination, through providing specific measures where intersecting forms of discrimination are present. In particular, lesbian, bisexual, trans, non-binary, intersex and queer (LBTIQ) women, women with disabilities and women with a minority racial or ethnic background are at a heightened risk of experiencing gender-based violence. | (11)Η βία κατά των γυναικών και η εξ οικείων βία μπορούν να επιδεινωθούν όταν διασταυρώνονται με διακρίσεις λόγω φύλου και άλλους λόγους διακρίσεων που απαγορεύονται από το δίκαιο της Ένωσης, δηλαδή την ιθαγένεια, τη φυλή, το χρώμα, την εθνοτική ή κοινωνική προέλευση, τα γενετικά χαρακτηριστικά, τη γλώσσα, τη θρησκεία ή τις πεποιθήσεις, τα πολιτικά ή άλλα φρονήματα, την ιδιότητα μέλους εθνικής μειονότητας, την περιουσιακή κατάσταση, τη γέννηση, την αναπηρία, την ηλικία ή τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τα θύματα που πλήττονται από τέτοιες διασταυρωτικές διακρίσεις, προβλέποντας ειδικά μέτρα για τις περιπτώσεις όπου υπάρχουν διασταυρούμενες μορφές διακρίσεων. Ειδικότερα, οι λεσβίες, οι αμφιφυλόφιλες γυναίκες, οι τρανς γυναίκες, τα μη δυαδικά άτομα, τα ίντερσεξ άτομα και οι κουίρ γυναίκες (ΛΟΑΤΚΙ), οι γυναίκες με αναπηρία και οι γυναίκες με μειονοτικό φυλετικό ή εθνοτικό υπόβαθρο διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να υποστούν έμφυλη βία. |
(12)Victims of violence against women and domestic violence are at an increased risk of intimidation, retaliation, secondary and repeat victimisation. Particular attention should thus be paid to these risks and to the need to protect the dignity and physical integrity of such victims. | (12)Τα θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εκφοβισμού, αντιποίνων, δευτερογενούς και επαναλαμβανόμενης θυματοποίησης. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στους κινδύνους αυτούς και στην ανάγκη προστασίας της αξιοπρέπειας και της σωματικής ακεραιότητας των θυμάτων αυτών. |
(13)Rape is one of the most serious offences breaching a person’s sexual integrity and is a crime that disproportionately affects women. It entails a power imbalance between the offender and the victim, which allows the offender to sexually exploit the victim for purposes such as personal gratification, asserting domination, gaining social recognition, advancement or possibly financial gain. Many Member States still require the use of force, threats or coercion for the crime of rape. Other Member States solely rely on the condition that the victim has not consented to the sexual act. Only the latter approach achieves the full protection of the sexual integrity of victims. Therefore, it is necessary to ensure equal protection throughout the Union by providing the constitutive elements of the crime of rape of women. . | (13)Ο βιασμός είναι ένα από τα σοβαρότερα αδικήματα που παραβιάζουν τη σεξουαλική ακεραιότητα του προσώπου και είναι έγκλημα που πλήττει δυσανάλογα τις γυναίκες. Ενέχει ανισορροπία ισχύος μεταξύ του δράστη και του θύματος, η οποία επιτρέπει στον δράστη να εκμεταλλευτεί σεξουαλικά το θύμα για σκοπούς όπως η προσωπική ικανοποίηση, η διεκδίκηση κυριαρχίας, η κοινωνική αναγνώριση, η προαγωγή ή ενδεχομένως το οικονομικό όφελος. Πολλά κράτη μέλη εξακολουθούν να απαιτούν τη χρήση βίας, απειλών ή καταναγκασμού ώστε να στοιχειοθετείται το έγκλημα του βιασμού. Άλλα κράτη μέλη βασίζονται αποκλειστικά στην προϋπόθεση ότι το θύμα δεν έχει συναινέσει στη σεξουαλική πράξη. Μόνο η τελευταία προσέγγιση επιτυγχάνει την πλήρη προστασία της σεξουαλικής ακεραιότητας των θυμάτων. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ίση προστασία σε ολόκληρη την Ένωση, μέσω της πρόβλεψης των στοιχείων της ειδικής υπόστασης του εγκλήματος του βιασμού γυναικών και παιδιών. . |
(14)Rape should explicitly include all types of sexual penetration, with any bodily part or object. The lack of consent should be a central and constitutive element of the definition of rape, given that frequently no physical violence or use of force is involved in its perpetration. Initial consent should be withdrawable at any given time during the act, in line with the sexual autonomy of the victim, and should not automatically imply consent for future acts. Non-consensual sexual penetration should constitute rape even where committed against a spouse or intimate partner. | (14)Ο βιασμός θα πρέπει να περιλαμβάνει ρητά όλους τους τύπους σεξουαλικής διείσδυσης, με οποιοδήποτε μέλος του σώματος ή αντικείμενο. Η έλλειψη συναίνεσης θα πρέπει να αποτελεί κεντρικό στοιχείο της ειδικής υπόστασης του ορισμού του βιασμού, δεδομένου ότι συχνά η διάπραξή του δεν ενέχει το στοιχείο της σωματικής βίας ή τη χρήση καταναγκασμού. Η αρχική συναίνεση θα πρέπει να μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της πράξης, σύμφωνα με τη σεξουαλική αυτονομία του θύματος, και δεν θα πρέπει να συνεπάγεται αυτομάτως συναίνεση για μελλοντικές πράξεις. Η μη συναινετική σεξουαλική διείσδυση θα πρέπει να συνιστά βιασμό ακόμη και όταν διαπράττεται σε βάρος συζύγου ή συντρόφου. |
(15)With regard to offences amounting to rape, offenders who have been previously convicted of offences of the same nature should be obliged to participate in intervention programmes to mitigate the risk of recidivism. | (15)Όσον αφορά τα αδικήματα που ισοδυναμούν με βιασμό, οι δράστες που έχουν προηγουμένως καταδικαστεί για αδικήματα της ίδιας φύσης θα πρέπει να υποχρεούνται να συμμετέχουν σε προγράμματα παρέμβασης για τον μετριασμό του κινδύνου υποτροπής. |
(16)In order to address the irreparable and lifelong damage female genital mutilation has on victims, this offence should be specifically and adequately addressed in the criminal laws. Female genital mutilation is an exploitative practice that pertains to the sexual organs of a girl or a woman and that is performed for the purpose of preserving and asserting domination over women and girls and exerting social control over girls and women’s sexuality. It is sometimes performed in the context of child forced marriage or domestic violence. Female genital mutilation may occur as a traditional practice which some communities perform on their female members. It should cover practices undertaken for non-medical reasons. The term “excising” should refer to the partial or total removal of the clitoris and the labia majora. “Infibulating” should cover the closure of the labia majora by partially sewing together the outer lips of the vulva in order to narrow the vaginal opening. The term “performing any other mutilation” should refer to all other physical alterations of the female genitals. | (16)Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ανεπανόρθωτη και διά βίου ζημία την οποία προκαλεί ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων στα θύματα, το αδίκημα αυτό θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ειδικά και επαρκώς στο ποινικό δίκαιο. Ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων αποτελεί πρακτική εκμετάλλευσης που αφορά τα σεξουαλικά όργανα κοριτσιού ή γυναίκας και πραγματοποιείται με σκοπό τη διατήρηση και την επιβεβαίωση της κυριαρχίας επί των γυναικών και των κοριτσιών και την άσκηση κοινωνικού ελέγχου στη σεξουαλικότητα των κοριτσιών και των γυναικών. Ενίοτε πραγματοποιείται στο πλαίσιο γάμων ανηλίκων ή καταναγκαστικών γάμων ή εξ οικείων βίας. Ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων μπορεί να συμβεί ως παραδοσιακή πρακτική την οποία ορισμένες κοινότητες εφαρμόζουν στα μέλη τους. Θα πρέπει να καλύπτει πρακτικές που εφαρμόζονται για μη ιατρικούς λόγους. Ο όρος «εκτομή» θα πρέπει να αναφέρεται στη μερική ή ολική αφαίρεση της κλειτορίδας και των μεγάλων χειλέων του αιδοίου. Ο όρος «αγκτηριασμός» θα πρέπει να καλύπτει τη μερική ραφή των μεγάλων χειλέων του αιδοίου με σκοπό το στένεμα του κολπικού ανοίγματος. Ο όρος «διενέργεια οποιουδήποτε άλλου ακρωτηριασμού» θα πρέπει να αναφέρεται σε όλες τις άλλες σωματικές αλλοιώσεις των γυναικείων γεννητικών οργάνων. |
(17)It is necessary to provide for harmonised definitions of offences and penalties regarding certain forms of cyber violence. Cyber violence particularly targets and impacts women politicians, journalists and human rights defenders. It can have the effect of silencing women and hindering their societal participation on an equal footing with men. Cyber violence also disproportionately affects women and girls in educational settings, such as schools and universities, with detrimental consequences to their further education and to their mental health, which may, in extreme cases, lead to suicide. | (17)Είναι αναγκαίο να προβλεφθούν εναρμονισμένοι ορισμοί των αδικημάτων και των ποινών όσον αφορά ορισμένες μορφές κυβερνοβίας. Η κυβερνοβία στοχεύει και επηρεάζει ιδίως τις πολιτικούς, τις δημοσιογράφους και τις υπερασπίστριες ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη φίμωση των γυναικών και την παρεμπόδιση της συμμετοχής τους στην κοινωνία επί ίσοις όροις με τους άνδρες. Η κυβερνοβία επηρεάζει επίσης δυσανάλογα τις γυναίκες και τα κορίτσια σε εκπαιδευτικά περιβάλλοντα, όπως τα σχολεία και τα πανεπιστήμια, με αρνητικές συνέπειες για την περαιτέρω εκπαίδευσή τους και την ψυχική τους υγεία, γεγονός που μπορεί, σε ακραίες περιπτώσεις, να οδηγήσει σε αυτοκτονία. |
(18)The use of information and communication technologies bears the risk of easy, fast and wide-spread amplification of certain forms of cyber violence with the effect of creating or enhancing profound and long-lasting harm for the victim. The potential for such amplification, which is a pre-requisite for the perpetration of several offences of cyber violence defined under this Directive, should be reflected by the element of making certain material accessible, through information and communication technologies, to a ‘multitude’ of end-users. The term ‘multitude’ should be understood as referring to reaching a significant number of end-users of the technologies in question, thus allowing for significant access to, and potential further distribution of that material. That term should be interpreted and applied having regard to the relevant circumstances, including the technologies used to make that material accessible and the means these technologies offer for amplification. | (18)Η χρήση των τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών ενέχει τον κίνδυνο εύκολης, ταχείας και ευρείας έντασης ορισμένων μορφών κυβερνοβίας, με αποτέλεσμα να προκαλείται ή να εντείνεται η σοβαρή και μακροχρόνια βλάβη του θύματος. Η δυνατότητα της έντασης αυτής, η οποία αποτελεί προαπαιτούμενο για τη διάπραξη διαφόρων αδικημάτων κυβερνοβίας που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, θα πρέπει να αντικατοπτρίζεται στο στοιχείο του να καθίσταται ορισμένο υλικό προσβάσιμο, μέσω τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών, για «πλήθος» τελικών χρηστών. Ο όρος «πλήθος» θα πρέπει να νοείται ότι αναφέρεται στην προσέγγιση σημαντικού αριθμού τελικών χρηστών των εν λόγω τεχνολογιών, επιτρέποντας έτσι σημαντική πρόσβαση στο εν λόγω υλικό και τη δυνητική περαιτέρω διανομή του. Ο όρος αυτός θα πρέπει να ερμηνεύεται και να εφαρμόζεται λαμβανομένων υπόψη των σχετικών περιστάσεων, συμπεριλαμβανομένων των τεχνολογιών που χρησιμοποιούνται για να καταστεί το εν λόγω υλικό προσβάσιμο και των μέσων που προσφέρουν οι τεχνολογίες αυτές για ένταση. |
(19)Especially due to its tendency for easy, swift and broad distribution and perpetration, as well as its intimate nature, the non-consensual making accessible of intimate images or videos and material that depict sexual activities, to a multitude of end-users, by means of information and communication technologies, can be very harmful for the victims. The offence provided for in this Directive should cover all types of such material, such as images, photographs and videos, including sexualized images, audio clips and video clips. It should relate to situations where the making accessible of the material to a multitude of end-users, through information and communication technologies, occurs without the victim’s consent, irrespective of whether the victim consented to the generation of such material or may have transmitted it to a particular person. The offence should also include the non-consensual production or manipulation, for instance by image editing, of material that makes it appear as though another person is engaged in sexual activities, insofar as the material is subsequently made accessible to a multitude of end-users, through information and communication technologies, without the consent of that person. Such production or manipulation should include the fabrication of ‘deepfakes’, where the material appreciably resembles an existing person, objects, places or other entities or events, depicting sexual activities of another person, and would falsely appear to others to be authentic or truthful. In the interest of effectively protecting victims of such conduct, threatening to engage in such conduct should be covered as well. | (19)Ιδίως λόγω της τάσης της για εύκολη, ταχεία και ευρεία διανομή και τέλεση, καθώς και του προσωπικού χαρακτήρα της, η μη συναινετική παροχή πρόσβασης σε προσωπικές εικόνες ή βίντεο και υλικό που απεικονίζουν σεξουαλικές δραστηριότητες, σε πλήθος τελικών χρηστών, μέσω τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών, μπορεί να είναι πολύ επιβλαβής για τα θύματα. Το αδίκημα που προβλέπεται στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να καλύπτει όλα τα είδη τέτοιου υλικού, όπως εικόνες, φωτογραφίες και βίντεο, συμπεριλαμβανομένων εικόνων με σεξουαλικό χαρακτήρα και αρχείων ήχου και εικόνας. Θα πρέπει να αφορά καταστάσεις στις οποίες η θέση του υλικού σε κατάσταση προσβασιμότητας για πολλούς τελικούς χρήστες, μέσω τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών, πραγματοποιείται χωρίς τη συναίνεση του θύματος, ανεξάρτητα από το αν το θύμα συναίνεσε στην παραγωγή του εν λόγω υλικού ή αν ενδέχεται να το διαβίβασε σε συγκεκριμένο πρόσωπο. Το αδίκημα θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει τη μη συναινετική παραγωγή ή παραποίηση, για παράδειγμα μέσω επεξεργασίας εικόνας, υλικού που δίνει την εντύπωση ότι άλλο πρόσωπο επιδίδεται σε σεξουαλικές δραστηριότητες, εφόσον το υλικό καθίσταται στη συνέχεια προσβάσιμο για πλήθος τελικών χρηστών, μέσω τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών, χωρίς τη συναίνεση του εν λόγω προσώπου. Η εν λόγω παραγωγή ή παραποίηση θα πρέπει να περιλαμβάνει την κατασκευή «βαθυπαραποιήσεων» (deepfakes), όταν το υλικό μοιάζει αισθητά με υπαρκτό πρόσωπο ή υπαρκτά αντικείμενα, τόπους ή άλλες οντότητες ή γεγονότα, που απεικονίζουν σεξουαλικές δραστηριότητες άλλου προσώπου, και θα φαινόταν ψευδώς σε άλλους ως γνήσιο ή αληθινό. Με σκοπό την αποτελεσματική προστασία των θυμάτων τέτοιων συμπεριφορών, θα πρέπει επίσης να καλύπτονται οι απειλές πραγματοποίησης τέτοιων πράξεων. |
(20)Cyber stalking is a modern form of violence which is often perpetrated against family members or persons living in the same household, but also perpetrated by ex-partners or acquaintances. Typically, technology is misused by the offender to proceed to intensify coercive and controlling behaviour, manipulation and surveillance, thereby increasing the victim’s fear, anxiety and gradual isolation from friends and family. Therefore, minimum rules on cyber stalking should be established. The offence of cyber stalking should cover the continuous surveillance of the victim without their consent or legal authorisation by means of information and communication technologies. This might be enabled by processing the victim’s personal data, such as through identity theft or the spying out of such data on their various social media or messaging platforms, their emails and phone, stealing passwords or hacking their devices to access their private spaces, via the installation of geo-localisation apps, including stalkerware, or via stealing their devices. Furthermore, stalking should cover the monitoring of victims, without that person’s consent or authorisation, via technology devices connected through the Internet of Things, such as smart home appliances. | (20)Η παρενοχλητική κυβερνοπαρακολούθηση είναι σύγχρονη μορφή βίας που συχνά διαπράττεται κατά μελών της οικογένειας ή προσώπων που ζουν στο ίδιο νοικοκυριό, αλλά και από πρώην συντρόφους ή γνωστούς. Συνήθως, ο δράστης προβαίνει σε κατάχρηση της τεχνολογίας για να εντείνει τη συμπεριφορά καταναγκασμού και ελέγχου, τη χειραγώγηση και την παρακολούθηση, αυξάνοντας έτσι τον φόβο, το άγχος και τη σταδιακή απομόνωση του θύματος από φίλους και συγγενείς. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να θεσπιστούν ελάχιστοι κανόνες για την παρενοχλητική κυβερνοπαρακολούθηση. Το αδίκημα της παρενοχλητικής κυβερνοπαρακολούθησης θα πρέπει να καλύπτει τη συνεχή παρακολούθηση του θύματος μέσω τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών χωρίς τη συναίνεσή του ή χωρίς νόμιμη άδεια. Αυτό θα μπορούσε να καταστεί δυνατό με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του θύματος, όπως μέσω κλοπής ταυτότητας ή της κατασκοπείας των εν λόγω δεδομένων στα διάφορα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή στις πλατφόρμες ανταλλαγής μηνυμάτων, των ηλεκτρονικών μηνυμάτων και του τηλεφώνου τους, της κλοπής κωδικών πρόσβασης, ή της παραβίασης των συσκευών τους με σκοπό την πρόσβαση στους ιδιωτικούς χώρους τους, μέσω της εγκατάστασης εφαρμογών γεωγραφικού εντοπισμού, συμπεριλαμβανομένου λογισμικού παρενοχλητικής παρακολούθησης, ή μέσω κλοπής των συσκευών τους. Επιπλέον, η παρενοχλητική παρακολούθηση θα πρέπει να καλύπτει την παρακολούθηση των θυμάτων, χωρίς τη συναίνεση ή την άδεια του οικείου προσώπου, μέσω τεχνολογικών συσκευών που συνδέονται μέσω του διαδικτύου των πραγμάτων, όπως οι έξυπνες οικιακές συσκευές. |
(21)Minimum rules concerning the offence of cyber harassment should be laid down to counter initiating an attack with third parties or participating in such an attack directed at another person, by making threatening or insulting material accessible to a multitude of end-users. Such broad attacks, including coordinated online mob attacks, may morph into offline assault or cause significant psychological injury and in extreme cases lead to suicide of the victim. They often target prominent (female) politicians, journalists or otherwise well-known persons, but they can also occur in different contexts, for instance on campuses or in schools. Such online violence should be addressed especially where the attacks occur on a wide-scale, for example in the form of pile-on harassment by a significant amount of people. | (21)Θα πρέπει να θεσπιστούν ελάχιστοι κανόνες σχετικά με το αδίκημα της κυβερνοπαρενόχλησης για την αντιμετώπιση της έναρξης επίθεσης με τρίτους ή της συμμετοχής σε τέτοια επίθεση κατά άλλου προσώπου, καθιστώντας προσβάσιμο σε πλήθος τελικών χρηστών απειλητικό ή προσβλητικό υλικό. Τέτοιες εκτεταμένες επιθέσεις, συμπεριλαμβανομένων των συντονισμένων επιθέσεων όχλου μέσω του διαδικτύου, μπορεί να μετατραπούν σε επίθεση εκτός διαδικτύου ή να προκαλέσουν σημαντική ψυχολογική βλάβη και, σε ακραίες περιπτώσεις, να οδηγήσουν σε αυτοκτονία του θύματος. Συχνά στρέφονται κατά εξεχουσών (γυναικών) πολιτικών, δημοσιογράφων ή άλλων γνωστών προσώπων, αλλά μπορούν επίσης να εμφανιστούν σε διαφορετικά πλαίσια, για παράδειγμα σε πανεπιστημιουπόλεις ή σε σχολεία. Η εν λόγω διαδικτυακή βία θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ιδίως όταν οι επιθέσεις λαμβάνουν χώρα σε ευρεία κλίμακα, για παράδειγμα με τη μορφή σωρευτικής παρενόχλησης από σημαντικό αριθμό προσώπων. |
(22)The increase in internet and social media usage has led to a sharp rise in public incitement to violence and hatred, including based on sex or gender, over the past years. The easy, fast and broad sharing of hate speech through the digital word is reinforced by the online disinhibition effect, as the presumed anonymity on the internet and sense of impunity reduce people’s inhibition to engage in such speech. Women are often the target of sexist and misogynous hate online, which can escalate into hate crime offline. This needs to be intercepted at an early stage. The language used in this type of incitement does not always directly refer to the sex or gender of the targeted person(s), but the biased motivation can be inferred from the overall content or context of the incitement. | (22)Η αύξηση της χρήσης του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχει οδηγήσει σε απότομη αύξηση της δημόσιας υποκίνησης βίας και μίσους, μεταξύ άλλων με βάση το βιολογικό ή το κοινωνικό φύλο τα τελευταία χρόνια. Η εύκολη, ταχεία και ευρεία διάδοση της ρητορικής μίσους στον ψηφιακό κόσμο ενισχύεται από το φαινόμενο της άρσης των αναστολών στο διαδίκτυο, καθώς η εικαζόμενη ανωνυμία στο διαδίκτυο και η αίσθηση ατιμωρησίας μειώνουν τις αναστολές των ανθρώπων να προβαίνουν σε ρητορική αυτού του είδους. Οι γυναίκες αποτελούν συχνά στόχο σεξιστικού και μισογυνικού μίσους στο διαδίκτυο, το οποίο μπορεί να κλιμακωθεί και να λάβει τη μορφή εγκλημάτων μίσους εκτός διαδικτύου. Πρόκειται για κάτι που πρέπει να αναχαιτίζεται σε πρώιμο στάδιο. Η γλώσσα που χρησιμοποιείται σ’ αυτό το είδος υποκίνησης δεν αναφέρεται πάντα άμεσα στο βιολογικό ή το κοινωνικό φύλο του στοχοποιούμενου προσώπου ή προσώπων, αλλά τα κίνητρα που απορρέουν από προκαταλήψεις μπορούν να συναχθούν από το συνολικό περιεχόμενο ή το πλαίσιο της υποκίνησης. |
(23)The offence of cyber incitement to violence or hatred presupposes that the incitement is not expressed in a purely private context, but publicly through the use of information and communication technologies. Therefore, it should require dissemination to the public, which should be understood as entailing the making accessible, through information and communications technologies, of a given item of material inciting to violence or hatred to a potentially unlimited number of persons, namely making the material easily accessible to users in general, without requiring further action by the person who provided the material, irrespective of whether those persons actually access the information in question. Accordingly, where access to the material requires registration or admittance to a group of users, that information should be considered to be disseminated to the public only where users seeking to access the material are automatically registered or admitted without a human decision or selection of whom to grant access. In assessing whether material qualifies as amounting to incitement to hatred or violence, the competent authorities should take into account the fundamental rights to freedom of expression as enshrined in Article 11 of the Charter. | (23)Το αδίκημα της κυβερνοϋποκίνησης βίας ή μίσους προϋποθέτει ότι η υποκίνηση δεν εκφράζεται σε αμιγώς ιδιωτικό πλαίσιο, αλλά δημόσια, μέσω της χρήσης τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών. Ως εκ τούτου, για τη στοιχειοθέτησή του θα πρέπει να απαιτείται η διάδοση στο κοινό, η οποία θα πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως διάθεση, μέσω των τεχνολογιών της πληροφορίας και των επικοινωνιών, συγκεκριμένου υλικού που υποκινεί βία ή μίσος σε δυνητικά απεριόριστο αριθμό προσώπων, δηλαδή το να καθίσταται το υλικό εύκολα προσβάσιμο στους χρήστες εν γένει, χωρίς να απαιτούνται περαιτέρω ενέργειες από το πρόσωπο που παρέσχε το υλικό, ανεξάρτητα από το αν τα πρόσωπα αυτά προσπελαύνουν πράγματι τις εν λόγω πληροφορίες. Με βάση τα παραπάνω, εφόσον για την πρόσβαση στο υλικό απαιτείται εγγραφή ή αποδοχή ως μέλους σε ομάδα χρηστών, θα πρέπει να νοείται ως διάδοση πληροφοριών στο κοινό μόνο η αυτόματη εγγραφή ή αποδοχή, ως μελών, χρηστών που επιζητούν πρόσβαση στο υλικό, χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση για τη λήψη απόφασης ή την επιλογή των προσώπων στα οποία χορηγείται πρόσβαση. Κατά την αξιολόγηση του κατά πόσον το υλικό μπορεί να ισοδυναμεί με υποκίνηση μίσους ή βίας, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα θεμελιώδη δικαιώματα της ελευθερίας της έκφρασης, όπως αυτά κατοχυρώνονται στο άρθρο 11 του Χάρτη. |
(24)Victims should be able to report crimes of violence against women or domestic violence easily without being subject to secondary or repeat victimisation. To this end, Member States should provide the possibility to submit complaints online or through other information and communication technologies for the reporting of such crimes. Victims of cyber violence should be able to upload materials relating to their report, such as screenshots of the alleged violent behaviour. | (24)Τα θύματα θα πρέπει να είναι σε θέση να καταγγέλλουν εύκολα τα εγκλήματα βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας χωρίς να υφίστανται δευτερογενή ή επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση. Για τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα υποβολής καταγγελιών ηλεκτρονικά ή μέσω άλλων τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών που επιτρέπουν την καταγγελία τέτοιων εγκλημάτων. Τα θύματα κυβερνοβίας θα πρέπει να μπορούν να αναφορτώνουν υλικό σχετικά με την καταγγελία τους, όπως στιγμιότυπα οθόνης της εικαζόμενης βίαιης συμπεριφοράς. |
(25)In the case of domestic violence and violence against women, especially when committed by close family members or intimate partners, victims may be under such duress by the offender that they fear to reach out to the competent authorities, even if their lives are in danger. Therefore, Member States should ensure their confidentiality rules do not constitute an obstacle for relevant professionals, such as healthcare professionals, to report to the competent authorities, where they have reasonable grounds to believe that the life of the victim is at an imminent risk of serious physical harm. Similarly, instances of domestic violence or violence against women affecting children are often only intercepted by third parties noticing irregular behaviour or physical harm to the child. Children need to be effectively protected from such forms of violence and adequate measures promptly taken. Therefore, relevant professionals coming in contact with child victims or potential child victims, including healthcare or education professionals, should equally not be constrained by confidentiality where they have reasonable grounds to believe that serious acts of violence under this Directive have been committed against the child or further serious acts are to be expected. Where professionals report such instances of violence, Member States should ensure that they are not held liable for breach of confidentiality. | (25)Σε περίπτωση εξ οικείων βίας και βίας κατά των γυναικών, ιδίως όταν αυτές διαπράττονται από οικεία συγγενικά πρόσωπα ή συντρόφους, τα θύματα μπορεί να υφίστανται καταναγκασμό από τον δράστη σε τέτοιον βαθμό ώστε να φοβούνται να προσεγγίσουν τις αρμόδιες αρχές, ακόμη και αν η ζωή τους κινδυνεύει. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι κανόνες τους περί απορρήτου δεν αποτελούν εμπόδιο για τους οικείους επαγγελματίες, όπως οι επαγγελματίες του τομέα της υγείας, ώστε να προβαίνουν σε καταγγελία στις αρμόδιες αρχές, όταν έχουν βάσιμους λόγους να πιστεύουν ότι το θύμα διατρέχει άμεσο κίνδυνο σοβαρής σωματικής βλάβης. Ομοίως, τα περιστατικά εξ οικείων βίας ή βίας κατά των γυναικών που πλήττουν τα παιδιά συχνά ανακόπτονται μόνο από τρίτους που επισημαίνουν την ασυνήθιστη συμπεριφορά ή σωματική βλάβη του παιδιού. Τα παιδιά πρέπει να προστατεύονται αποτελεσματικά από τέτοιες μορφές βίας και να λαμβάνονται αμέσως κατάλληλα μέτρα. Ως εκ τούτου, οι οικείοι επαγγελματίες που έρχονται σε επαφή με παιδιά-θύματα ή πιθανά παιδιά-θύματα, συμπεριλαμβανομένων των επαγγελματιών του τομέα της υγείας ή της εκπαίδευσης, επίσης δεν θα πρέπει να δεσμεύονται από το απόρρητο όταν έχουν βάσιμους λόγους να πιστεύουν ότι έχουν διαπραχθεί σοβαρές πράξεις βίας κατά του παιδιού δυνάμει της παρούσας οδηγίας ή ότι αναμένονται περαιτέρω σοβαρές πράξεις. Όταν επαγγελματίες αναφέρουν τέτοιες περιπτώσεις βίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι δεν φέρουν ευθύνη για παραβίαση του απορρήτου. |
(26)In order to tackle underreporting in the cases when the victim is a child, safe and child-friendly reporting procedures should be established. This can include questioning by competent authorities in simple and accessible language. | (26)Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ελλιπής καταγγελία στις περιπτώσεις που το θύμα είναι παιδί, θα πρέπει να θεσπιστούν ασφαλείς και φιλικές προς τα παιδιά διαδικασίες καταγγελίας. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την υποβολή ερωτήσεων από τις αρμόδιες αρχές σε απλή και προσβάσιμη γλώσσα. |
(27)Delays in processing complaints of violence against women and domestic violence can bear particular risks to victims thereof, given that they might still be in immediate danger given that offenders might often be close family members or spouses. Therefore, the competent authorities should have the sufficient expertise and effective investigative tools to investigate and prosecute such crimes. | (27)Οι καθυστερήσεις στη διεκπεραίωση καταγγελιών βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας μπορεί να συνεπάγονται ιδιαίτερους κινδύνους για τα θύματα, δεδομένου ότι ενδέχεται να εξακολουθούν να διατρέχουν άμεσο κίνδυνο, καθώς οι δράστες μπορεί συχνά να είναι οικεία συγγενικά πρόσωπα ή σύζυγοι. Ως εκ τούτου, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διαθέτουν επαρκή εμπειρία και αποτελεσματικά ερευνητικά εργαλεία για τη διερεύνηση και τη δίωξη τέτοιων εγκλημάτων. |
(28)Victims of domestic violence and violence against women are typically in need of immediate protection or specific support, for example in the case of intimate partner violence, where the rate of recidivism tends to be high. Therefore, an individual assessment to identify the victim’s protection needs should be conducted upon the very first contact of competent authorities with the victim or as soon as suspicion arises that the person is a victim of violence against women or domestic violence. This can be done before a victim has formally reported an offence or proactively if a third party reports the offence. | (28)Τα θύματα εξ οικείων βίας και βίας κατά των γυναικών χρειάζονται συνήθως άμεση προστασία ή ειδική υποστήριξη, για παράδειγμα στην περίπτωση βίας ασκούμενης από σύντροφο, όπου το ποσοστό υποτροπής τείνει να είναι υψηλό. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να διενεργείται ατομική αξιολόγηση για τον προσδιορισμό των αναγκών προστασίας του θύματος κατά την πρώτη επαφή των αρμόδιων αρχών με το θύμα ή μόλις προκύψουν υπόνοιες ότι το πρόσωπο είναι θύμα βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας. Αυτό μπορεί να γίνει πριν από την επίσημη καταγγελία αδικήματος από το θύμα ή προληπτικά σε περίπτωση καταγγελίας αξιόποινης πράξης από τρίτο. |
(29)When assessing the victim’s protection and support needs, the primary concern should lie in safeguarding the victim’s safety and providing tailored support, taking into account, among other matters, the individual circumstances of the victim. Such circumstances requiring special attention could include the victim’s pregnancy or the victim’s dependence on or relationship to the offender. | (29)Κατά την αξιολόγηση των αναγκών προστασίας και υποστήριξης του θύματος, πρωταρχικό μέλημα θα πρέπει να είναι η διαφύλαξη της ασφάλειας του θύματος και η παροχή εξατομικευμένης υποστήριξης, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τις ατομικές περιστάσεις του θύματος. Τέτοιες περιστάσεις που απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν την εγκυμοσύνη του θύματος ή την εξάρτηση του θύματος από τον δράστη ή τη σχέση του θύματος μ’ αυτόν. |
(30)In order to ensure comprehensive support and protection to victims, all competent authorities and relevant bodies, not limited to law enforcement and judicial authorities, should be involved in assessing the risks for victims and appropriate support measures on the basis of clear guidelines issued by the Member States. Such guidelines should include factors to be taken into consideration when assessing the risk emanating from the offender or suspect, including the consideration that suspects charged with minor offences are as likely to be dangerous as those charged with more severe offences, especially in cases of domestic violence and stalking. | (30)Προκειμένου να διασφαλιστεί η ολοκληρωμένη υποστήριξη και προστασία των θυμάτων, όλες οι αρμόδιες αρχές και οι σχετικοί φορείς, που δεν περιορίζονται στις αρχές επιβολής του νόμου και στις δικαστικές αρχές, θα πρέπει να συμμετέχουν στην αξιολόγηση των κινδύνων για τα θύματα και στη λήψη κατάλληλων μέτρων υποστήριξης βάσει σαφών κατευθυντήριων γραμμών που εκδίδονται από τα κράτη μέλη. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές θα πρέπει να περιλαμβάνουν παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση του κινδύνου που προέρχεται από τον δράστη ή τον ύποπτο, συμπεριλαμβανομένης της εκτίμησης ότι οι ύποπτοι που κατηγορούνται για ήσσονος σημασίας αδικήματα είναι εξίσου πιθανό να είναι επικίνδυνοι με εκείνους που κατηγορούνται για σοβαρότερα αδικήματα, ιδίως σε περιπτώσεις εξ οικείων βίας και παρενοχλητικής παρακολούθησης. |
(31)Due to their vulnerability to secondary and repeat victimisation, to intimidation and to retaliation, and the fact that they suffer emotional harm that prejudices their development, the victim’s children should receive the same protection measures as those accorded to the victim. Other persons dependant on the victim, such as adults with disabilities or older dependant adults for whom the victim provides care, may experience similar emotional harm and should thus be accorded the same protection measures. | (31)Λόγω της ευαλωτότητάς τους σε δευτερογενή και επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση, σε εκφοβισμό και σε αντίποινα, καθώς και του γεγονότος ότι υφίστανται συναισθηματική βλάβη με δυσμενείς συνέπειες για την ανάπτυξή τους, τα παιδιά του θύματος θα πρέπει να απολαύουν των ίδιων μέτρων προστασίας μ’ αυτά που παρέχονται στο θύμα. Άλλα πρόσωπα που εξαρτώνται από το θύμα, όπως ενήλικες με αναπηρία ή ηλικιωμένοι εξαρτώμενοι ενήλικες στους οποίους το θύμα παρέχει φροντίδα ενδέχεται να υποστούν παρόμοια συναισθηματική βλάβη και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να τους παρέχονται τα ίδια μέτρα προστασίας. |
(32)Victims of violence against women and domestic violence are often in need of specific support. To ensure they effectively receive offers of support, the competent authorities should refer victims to appropriate support services. This should in particular be the case where an individual assessment has found particular support needs of the victim. In that case, support services should be able to reach out to the victim even without the victim’s consent. For the processing of related personal data by competent authorities, Member States should ensure that it is based on law, in accordance with Article 6(1)(c) read in conjunction with Article (6)(2) and (3) of Regulation (EU) 2016/679 of the European Parliament and of the Council 41 . Such laws should include appropriate personal data safeguards that respect the essence of the right to data protection and provide for suitable and specific measures to safeguard the fundamental rights and the interests of the individuals. Where competent authorities transfer victims’ personal data to support services for victims’ referral, they should ensure that the data transferred is limited to what is necessary to inform the services of the circumstances of the case, so that victims receive appropriate support and protection. | (32)Τα θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας χρειάζονται συχνά ειδική υποστήριξη. Για να διασφαλιστεί ότι λαμβάνουν αποτελεσματικά προσφορές υποστήριξης, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να παραπέμπουν τα θύματα σε κατάλληλες υπηρεσίες υποστήριξης. Αυτό θα πρέπει να ισχύει ιδίως όταν η ατομική αξιολόγηση έχει διαπιστώσει ιδιαίτερες ανάγκες υποστήριξης του θύματος. Στην περίπτωση αυτήν, οι υπηρεσίες υποστήριξης θα πρέπει να μπορούν να απευθυνθούν στο θύμα ακόμη και χωρίς τη συναίνεσή του. Για την επεξεργασία σχετικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες αρχές, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι αυτή βασίζεται στη νομοθεσία, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σε συνδυασμό με το άρθρο 6 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 41 . Οι νόμοι αυτοί θα πρέπει να περιλαμβάνουν κατάλληλες εγγυήσεις για τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, οι οποίες να σέβονται την ουσία του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων και να προβλέπουν κατάλληλα και ειδικά μέτρα για τη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των συμφερόντων των φυσικών προσώπων. Όταν οι αρμόδιες αρχές διαβιβάζουν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των θυμάτων σε υπηρεσίες υποστήριξης με σκοπό την παραπομπή των θυμάτων σ’ αυτές, θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα διαβιβαζόμενα δεδομένα περιορίζονται σε ό,τι είναι αναγκαίο για την ενημέρωση των υπηρεσιών σχετικά με τις περιστάσεις της υπόθεσης, ώστε τα θύματα να λαμβάνουν την κατάλληλη υποστήριξη και προστασία. |
(33)Member States should take the necessary measures to ensure the availability of emergency barring, restraining and protection orders to ensure effective protection of victims and their dependants. | (33)Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν τη διαθεσιμότητα επειγουσών εντολών απαγόρευσης, εντολών περιορισμού και εντολών προστασίας, ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική προστασία των θυμάτων και των εξαρτώμενων από αυτά προσώπων. |
(34)Member States should ensure that emergency barring orders may be issued in situations of immediate danger, such as where harm is imminent or has already materialised and is likely to be inflicted again. | (34)Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι μπορούν να εκδίδονται επείγουσες εντολές απαγόρευσης σε καταστάσεις άμεσου κινδύνου, όπως όταν επίκειται ή έχει ήδη επέλθει βλάβη και είναι πιθανό να προκληθεί εκ νέου. |
(35)Protection orders may include prohibiting the offender or suspect to access certain localities; to approach the victim or dependant closer than a prescribed distance or to contact them, including through the use of online interfaces and to possess firearms or deadly weapons, where necessary. | (35)Οι εντολές προστασίας μπορεί να περιλαμβάνουν την απαγόρευση της πρόσβασης του δράστη ή του υπόπτου σε ορισμένες τοποθεσίες· της προσέγγισης του θύματος ή του εξαρτώμενου προσώπου σε απόσταση μικρότερη από την προκαθορισμένη ή της επικοινωνίας μαζί του, μεταξύ άλλων με τη χρήση επιγραμμικών διεπαφών και της κατοχής πυροβόλων ή θανατηφόρων όπλων, όπου απαιτείται. |
(36)In order to safeguard the effectiveness of emergency barring, restraining and protection orders, breaches of such orders should be subject to penalties. Those penalties can be of a criminal law or other legal nature and may include prison sentences, fines or any other legal penalty that is effective, proportionate and dissuasive. | (36)Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των επειγουσών εντολών απαγόρευσης, των εντολών περιορισμού και των εντολών προστασίας, οι παραβιάσεις των εν λόγω εντολών θα πρέπει να επισύρουν κυρώσεις. Οι κυρώσεις αυτές μπορεί να είναι ποινικές ή άλλης νομικής φύσης και μπορεί να περιλαμβάνουν ποινές φυλάκισης, πρόστιμα ή οποιαδήποτε άλλη κύρωση που να είναι αποτελεσματική, αναλογική και αποτρεπτική. |
(37)Presenting evidence of past sexual behaviour to challenge the credibility and lack of consent of victims in sexual violence cases, especially rape cases, may reinforce the perpetuation of damaging stereotypes of victims and lead to repeat or secondary victimisation. Therefore, without prejudice to the rights of defence, questions, enquiries and evidence concerning past sexual conduct of the victim should not be permitted in criminal investigations and court proceedings. | (37)Η παρουσίαση αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με προηγούμενη σεξουαλική συμπεριφορά με σκοπό την αμφισβήτηση της αξιοπιστίας και της μη συναίνεσης των θυμάτων σε υποθέσεις σεξουαλικής βίας, ιδίως σε περιπτώσεις βιασμού, μπορεί να ενισχύσει τη διαιώνιση των βλαπτικών στερεοτύπων που αφορούν τα θύματα και να οδηγήσει σε επαναλαμβανόμενη ή δευτερογενή θυματοποίηση. Ως εκ τούτου, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων υπεράσπισης, οι ερωτήσεις, οι έρευνες και τα αποδεικτικά μέσα που αφορούν προηγούμενη σεξουαλική συμπεριφορά του θύματος δεν θα πρέπει να επιτρέπονται στο πλαίσιο ποινικών ερευνών και δικαστικών διαδικασιών. |
(38)Given the complexities and gravity of offences of violence against women and domestic violence and specific support needs of victims, Member States should ensure additional support and prevention of such offences is provided by designated bodies. Given their expertise in matters of discrimination on grounds of sex, national equality bodies, set up in accordance with Directives 2004/113/EC 42 , 2006/54/EC 43 and 2010/41/EU 44 of the European Parliament and of the Council, are well placed to fulfil these tasks. Such bodies should in addition have legal standing to act on behalf or in support of victims of all forms of violence against women or domestic violence in judicial proceedings, including for the application for compensation and removal of online illegal content, with the victims’ approval. This should include the possibility of acting on behalf or in support of several victims together. To enable these bodies to effectively carry out their tasks, Member States should ensure that they are provided with sufficient human and financial resources. | (38)Δεδομένων της πολυπλοκότητας και της σοβαρότητας των αδικημάτων βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας, καθώς και των ειδικών αναγκών υποστήριξης των θυμάτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν την παροχή πρόσθετης υποστήριξης και την πρόληψη τέτοιων αδικημάτων από εντεταλμένους φορείς. Δεδομένης της εμπειρογνωμοσύνης τους σε θέματα διακρίσεων λόγω φύλου, οι εθνικοί φορείς ισότητας, οι οποίοι έχουν συσταθεί σύμφωνα με τις οδηγίες 2004/113/ΕΚ 42 , 2006/54/ΕΚ 43 και 2010/41/ΕΕ 44 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, είναι σε θέση να εκπληρώσουν τα καθήκοντα αυτά. Οι εν λόγω φορείς θα πρέπει επιπλέον να νομιμοποιούνται να ενεργούν για λογαριασμό ή προς υποστήριξη των θυμάτων κάθε μορφής βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας στο πλαίσιο δικαστικών διαδικασιών, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο αγωγής αποζημίωσης και αφαίρεσης παράνομου διαδικτυακού περιεχομένου, με την έγκριση των θυμάτων. Αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει τη δυνατότητα να ενεργούν από κοινού για λογαριασμό ή προς υποστήριξη πολλών θυμάτων. Για να είναι σε θέση οι εν λόγω φορείς να εκτελούν αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τους παρέχονται επαρκείς ανθρώπινοι και οικονομικοί πόροι. |
(39)Certain offences covered by this Directive involve the increased risk of repeated, prolonged or even continuous victimisation. That risk occurs especially in relation to offences involving the making accessible to a multitude of end-users, through information and communication technologies, of material, resulting from certain offences of cyber violence, considering the ease and speed with which such material can be distributed on a large scale and the difficulties that often exist when it comes to removing such material. That risk typically remains even after a conviction. Therefore, in order to effectively safeguard the rights of the victims of those offences, Member States should be required to take suitable measures aimed at the removal of the material in question. Considering that removal at the source may not always be feasible, for instance because of legal or practical difficulties relating to the execution or enforcement of an order to remove, Member States should also be allowed to provide for measures to disable access to such material. | (39)Ορισμένα αδικήματα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία ενέχουν αυξημένο κίνδυνο επαναλαμβανόμενης, παρατεταμένης ή ακόμη και συνεχούς θυματοποίησης. Ο κίνδυνος αυτός υφίσταται ιδίως σε σχέση με αδικήματα που αφορούν τη θέση σε κατάσταση προσβασιμότητας, για πλήθος τελικών χρηστών, μέσω των τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών, υλικού που προκύπτει από ορισμένα αδικήματα κυβερνοβίας, λαμβανομένων υπόψη της ευκολίας και της ταχύτητας με την οποία το εν λόγω υλικό μπορεί να διανεμηθεί σε μεγάλη κλίμακα και των δυσκολιών που υπάρχουν συχνά όσον αφορά την αφαίρεση τέτοιου υλικού. Ο κίνδυνος αυτός παραμένει συνήθως ακόμη και μετά την καταδίκη. Ως εκ τούτου, προκειμένου να διασφαλιστούν αποτελεσματικά τα δικαιώματα των θυμάτων των εν λόγω αδικημάτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεούνται να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα με στόχο την αφαίρεση του εν λόγω υλικού. Δεδομένου ότι η αφαίρεση στην πηγή ενδέχεται να μην είναι πάντοτε εφικτή, για παράδειγμα λόγω νομικών ή πρακτικών δυσκολιών που σχετίζονται με την εκτέλεση ή την επιβολή απόφασης αφαίρεσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν μέτρα για την απενεργοποίηση της πρόσβασης στο εν λόγω υλικό. |
(40)Those measures should include, in particular, empowering national judicial authorities to issue orders to providers of intermediary services to remove, or also to disable access to, one or more specific items of the material in question. Those orders should be issued upon a sufficiently reasoned and substantiated request of the victim. Considering the speed with which such material can spread online and the time it can take to complete criminal proceedings against the persons suspected of having committed the relevant offences, it is necessary for the effective protection of the victims’ rights to provide for the possibility of issuing, subject to certain conditions, such orders by means of interim measures, even prior to the termination of such criminal proceedings. | (40)Τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να περιλαμβάνουν, ιδίως, την εξουσιοδότηση των εθνικών δικαστικών αρχών να εκδίδουν εντολές προς παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών για την αφαίρεση ενός ή περισσότερων συγκεκριμένων στοιχείων του εν λόγω υλικού, ή επίσης και για την απενεργοποίηση της πρόσβασης στο υλικό αυτό. Οι εν λόγω εντολές θα πρέπει να εκδίδονται κατόπιν επαρκώς αιτιολογημένης και τεκμηριωμένης αίτησης του θύματος. Λαμβανομένης υπόψη της ταχύτητας με την οποία το υλικό αυτό μπορεί να διαδοθεί στο διαδίκτυο και του χρόνου που μπορεί να απαιτηθεί για την ολοκλήρωση της ποινικής διαδικασίας κατά των υπόπτων για τη διάπραξη των σχετικών αδικημάτων, είναι αναγκαίο για την αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων των θυμάτων να προβλέπεται η δυνατότητα έκδοσης, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τέτοιων εντολών με ασφαλιστικά μέτρα, ακόμη και πριν από την περάτωση της εν λόγω ποινικής διαδικασίας. |
(41)Any such measures to remove or disable access, including in particular such orders, are liable to affect the right and interests of other parties than the victims, such as the persons providing the material, the intermediary service providers whose services may be used and the end-users of those services, as well the general interest. Therefore, it should be ensured that those orders and other measures can only be taken in a transparent manner and that adequate safeguards are provided for, so as to ensure that they remain limited to what is necessary and proportionate, legal certainty is ensured, all affected parties can exercise their right to effective judicial redress in accordance with national law, and a fair balance is struck between all rights and interests involved, including the fundamental rights of all parties concerned in compliance with the Charter. A careful weighting of all rights and interests at stake on a case-by-case basis is particularly important in proceedings for interim measures. Those orders should, as a general rule, be addressed to the specific provider of intermediary services that is best placed to act, in particular so as to limit any possible negative effects for freedom of expression and information. | (41)Τυχόν τέτοια μέτρα για την αφαίρεση υλικού ή την απενεργοποίηση της πρόσβασης, συμπεριλαμβανομένων ιδίως των εν λόγω εντολών, ενδέχεται να επηρεάσουν τα δικαιώματα και τα συμφέροντα άλλων μερών πλην των θυμάτων, όπως των προσώπων που παρέχουν το υλικό, των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών των οποίων οι υπηρεσίες ενδεχομένως χρησιμοποιούνται και των τελικών χρηστών των εν λόγω υπηρεσιών, καθώς και το γενικό συμφέρον. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι οι εν λόγω εντολές μπορούν να εκδίδονται και άλλα μέτρα μπορούν να λαμβάνονται μόνο με διαφανή τρόπο και ότι προβλέπονται επαρκείς εγγυήσεις ώστε να διασφαλίζεται ότι περιορίζονται σε ό,τι είναι αναγκαίο και αναλογικό, ότι διασφαλίζεται η ασφάλεια δικαίου, ότι όλα τα θιγόμενα μέρη μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμά τους σε πραγματική ένδικη προσφυγή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και ότι επιτυγχάνεται δίκαιη ισορροπία μεταξύ όλων των σχετικών δικαιωμάτων και συμφερόντων, συμπεριλαμβανομένων των θεμελιωδών δικαιωμάτων όλων των ενδιαφερόμενων μερών σύμφωνα με τον Χάρτη. Η προσεκτική στάθμιση όλων των διακυβευόμενων δικαιωμάτων και συμφερόντων κατά περίπτωση είναι ιδιαίτερα σημαντική στις διαδικασίες ασφαλιστικών μέτρων. Οι εν λόγω εντολές θα πρέπει, κατά γενικό κανόνα, να απευθύνονται στον συγκεκριμένο πάροχο ενδιάμεσων υπηρεσιών που είναι ο πλέον κατάλληλος να ενεργήσει, ιδίως προκειμένου να περιοριστούν τυχόν αρνητικές επιπτώσεις στην ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης. |
(42)The provisions of this Directive on orders and other measures for the removal and disabling access to relevant material should leave the relevant rules contained in Regulation XX/YYYY [proposed DSA Regulation] unaffected. In particular, those orders should comply with the prohibition of imposing general obligations of monitoring or active fact-finding and with the specific requirements of that Regulation regarding orders to remove illegal content online. | (42)Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με τις εντολές και άλλα μέτρα για την αφαίρεση του σχετικού υλικού και την απενεργοποίηση της πρόσβασης σ’ αυτό δεν θα πρέπει να θίγουν τους σχετικούς κανόνες που περιέχονται στον κανονισμό XX/YYYY [προτεινόμενος κανονισμός για τις ψηφιακές υπηρεσίες]. Ειδικότερα, οι εν λόγω εντολές θα πρέπει να συμμορφώνονται με την απαγόρευση επιβολής γενικών υποχρεώσεων παρακολούθησης ή ενεργητικής αναζήτησης γεγονότων και με τις ειδικές απαιτήσεις του εν λόγω κανονισμού όσον αφορά τις εντολές αφαίρεσης παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο. |
(43)Considering the potential importance of material that may be the object of the orders or other measures taken under this Directive to remove or disable access thereto for investigating or prosecuting the relevant offences under criminal law, the necessary measures should be taken to allow the competent authorities to obtain or secure such material, where necessary. Those measures could consist, for example, of requiring relevant intermediary service providers to transmit the material to those authorities or to preserve the material for a limited period that does not go beyond what is necessary. Any such measures should ensure the security of the material, remain limited to what is reasonable and comply with the applicable rules on the protection of personal data. | (43)Λαμβανομένης υπόψη της δυνητικής σημασίας, στο πλαίσιο της διερεύνησης ή της δίωξης των σχετικών αδικημάτων βάσει του ποινικού δικαίου, του υλικού που μπορεί να αποτελεί αντικείμενο των εντολών ή άλλων μέτρων που λαμβάνονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας για την αφαίρεσή του ή την απενεργοποίηση της πρόσβασης σ’ αυτό, θα πρέπει να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα που θα επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές να αποκτούν ή να διασφαλίζουν το εν λόγω υλικό, όπου απαιτείται. Τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να συνίστανται, για παράδειγμα, στην επιβολή στους οικείους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών της απαίτησης να διαβιβάζουν το υλικό στις εν λόγω αρχές ή να διατηρούν το υλικό για περιορισμένο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το αναγκαίο. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να εγγυώνται την ασφάλεια του υλικού, να περιορίζονται σε ό,τι είναι εύλογο και να συμμορφώνονται με τους ισχύοντες κανόνες για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. |
(44)In order to avoid secondary victimisation, victims should be able to obtain compensation in the course of criminal proceedings. Compensation from the offender should be full and should not be restricted by a fixed upper limit. It should cover all harm and trauma experienced by victims and costs incurred to manage the damages, including among other things therapy costs, impact on the victim’s employment situation, loss of earnings, psychological damages, and moral prejudice due to the violation of dignity. The amount of compensation should reflect that victims of domestic violence may have to uproot their lives in order to seek safety, entailing a possible change of employment or finding new schools for children or even creating a new identity. | (44)Προκειμένου να αποφευχθεί η δευτερογενής θυματοποίηση, τα θύματα θα πρέπει να μπορούν να λαμβάνουν αποζημίωση στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας. Η αποζημίωση από τον δράστη θα πρέπει να είναι πλήρης και δεν θα πρέπει να περιορίζεται από καθορισμένο ανώτατο όριο. Θα πρέπει να καλύπτει όλες τις βλάβες και τα τραύματα που βιώνουν τα θύματα, και τα έξοδα που προκύπτουν για τη διαχείριση των ζημιών, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των εξόδων θεραπείας, των επιπτώσεων στην εργασιακή κατάσταση του θύματος, της απώλειας εισοδήματος, της ψυχολογικής βλάβης και της ηθικής βλάβης λόγω προσβολής της αξιοπρέπειας. Το ποσό της αποζημίωσης θα πρέπει να αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι τα θύματα εξ οικείων βίας ενδέχεται να αναγκαστούν να αλλάξουν ριζικά τη ζωή τους προκειμένου να αναζητήσουν ασφάλεια, γεγονός που συνεπάγεται πιθανή αλλαγή εργασίας ή ανεύρεση νέων σχολείων για τα παιδιά ή ακόμη και δημιουργία νέας ταυτότητας. |
(45)Assistance and support to victims of violence against women and domestic violence should be provided before, during and for an appropriate period after the criminal proceedings have ended, for example where medical treatment is still needed to address the severe physical or psychological consequences of the violence, or if the victim’s safety is at risk in particular due to the statements made by the victim in those proceedings. | (45)Θα πρέπει να παρέχεται συνδρομή και υποστήριξη στα θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας πριν από την ποινική διαδικασία, κατά τη διάρκειά της και για κατάλληλο χρονικό διάστημα μετά το πέρας αυτής, για παράδειγμα όταν εξακολουθεί να απαιτείται ιατρική περίθαλψη για την αντιμετώπιση των σοβαρών σωματικών ή ψυχολογικών συνεπειών της βίας ή εάν η ασφάλεια του θύματος απειλείται ιδίως λόγω των δηλώσεων του θύματος στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας. |
(46)Specialised support services should provide support to victims of all forms of violence against women and domestic violence, including sexual violence, female genital mutilation, forced marriage, forced abortion and sterilisation, sexual harassment and of various forms of cyber violence. | (46)Οι υπηρεσίες ειδικής υποστήριξης θα πρέπει να παρέχουν υποστήριξη στα θύματα κάθε μορφής βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας, συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικής βίας, του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων, του καταναγκαστικού γάμου, της καταναγκαστικής άμβλωσης και στείρωσης, της σεξουαλικής παρενόχλησης και διαφόρων μορφών κυβερνοβίας. |
(47)Specialist support should offer victims support tailored to their specific needs, and irrespective of any official complaint. Such services could be provided in addition to, or as an integrated part of, general victim support services, which may call on existing entities providing specialist support. Specialist support may be provided by national authorities, victims’ support organisations, or other non-governmental organisations. They should be granted sufficient human and financial resources and, where the services are provided by non-governmental organisations, Member States should ensure that they receive appropriate funds. | (47)Η εξειδικευμένη υποστήριξη θα πρέπει να παρέχει στα θύματα υποστήριξη προσαρμοσμένη στις ιδιαίτερες ανάγκες τους και ανεξάρτητα από οποιαδήποτε επίσημη καταγγελία. Οι υπηρεσίες αυτές μπορούν να παρέχονται πέραν, ή ως αναπόσπαστο τμήμα των γενικών υπηρεσιών υποστήριξης των θυμάτων, που ενδέχεται να ζητούν τη συνδρομή υφιστάμενων φορέων που παρέχουν εξειδικευμένη υποστήριξη. Εξειδικευμένη υποστήριξη μπορεί να παρέχεται από εθνικές αρχές, οργανώσεις υποστήριξης θυμάτων ή άλλες μη κυβερνητικές οργανώσεις. Θα πρέπει να τους χορηγούνται επαρκείς ανθρώπινοι και οικονομικοί πόροι και, όταν οι υπηρεσίες παρέχονται από μη κυβερνητικές οργανώσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι αυτές λαμβάνουν τα κατάλληλα κονδύλια. |
(48)Victims of domestic violence and violence against women typically have multiple protection and support needs. In order to address these effectively, Member States should provide such services at the same premises, or have such services coordinated through a central contact point. To ensure also victims in remote areas or unable to physically reach such centres are reached, Member States should provide for online access to such services. This should entail setting up a single and updated website where all relevant information on and access to available support and protection services is provided (one-stop online access). The website should follow accessibility requirements for persons with disabilities. | (48)Τα θύματα εξ οικείων βίας και βίας κατά των γυναικών έχουν συνήθως πολλαπλές ανάγκες προστασίας και υποστήριξης. Για την αποτελεσματική αντιμετώπισή τους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν τις υπηρεσίες αυτές στις ίδιες εγκαταστάσεις ή να μεριμνούν για τον συντονισμό των υπηρεσιών αυτών μέσω κεντρικού σημείου επαφής. Για να διασφαλιστεί ότι προσεγγίζονται επίσης θύματα σε απομακρυσμένες περιοχές ή θύματα που δεν είναι σε θέση να προσεγγίσουν τα εν λόγω κέντρα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέπουν ηλεκτρονική πρόσβαση στις εν λόγω υπηρεσίες. Αυτό θα πρέπει να συνεπάγεται τη δημιουργία ενιαίου και επικαιροποιημένου ιστοτόπου όπου θα παρέχονται όλες οι σχετικές πληροφορίες και πρόσβαση στις διαθέσιμες υπηρεσίες υποστήριξης και προστασίας (ηλεκτρονική πρόσβαση μίας στάσης). Ο ιστότοπος θα πρέπει να τηρεί τις απαιτήσεις προσβασιμότητας για τα άτομα με αναπηρία. |
(49)Specialist support services, including shelters and rape crisis centres, should be considered essential during crises and states of emergency, including during health crises. These services should continue to be offered in these situations, where instances of domestic violence and violence against women tend to surge. | (49)Οι υπηρεσίες εξειδικευμένης υποστήριξης, συμπεριλαμβανομένων των κέντρων προστασίας και των κέντρων υποστήριξης θυμάτων βιασμού, θα πρέπει να θεωρούνται απαραίτητες κατά τη διάρκεια κρίσεων και καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, μεταξύ άλλων και κατά τη διάρκεια κρίσεων στον τομέα της υγείας. Οι υπηρεσίες αυτές θα πρέπει να συνεχίσουν να παρέχονται σ’ αυτές τις περιπτώσεις, όταν τα περιστατικά εξ οικείων βίας και βίας κατά των γυναικών τείνουν να αυξάνονται. |
(50)The traumatic nature of sexual violence, including rape, requires a particularly sensitive response by trained and specialised staff. Victims of this type of violence need immediate medical care and trauma support combined with immediate forensic examinations to collect the evidence needed for prosecution. Rape crisis centres or sexual violence referral centres should be available in sufficient numbers and adequately spread over the territory of each Member State. Similarly, victims of female genital mutilation, who are often girls, typically are in need of targeted support. Therefore, Member States should ensure they provide dedicated support tailored to these victims. | (50)Ο τραυματικός χαρακτήρας της σεξουαλικής βίας, συμπεριλαμβανομένου του βιασμού, απαιτεί ιδιαίτερα ευαίσθητη αντιμετώπιση από εκπαιδευμένο και εξειδικευμένο προσωπικό. Τα θύματα αυτού του είδους βίας χρειάζονται άμεση ιατρική περίθαλψη και μετατραυματική υποστήριξη σε συνδυασμό με άμεσες ιατροδικαστικές εξετάσεις για τη συλλογή των αποδεικτικών στοιχείων που απαιτούνται για τη δίωξη. Τα κέντρα υποστήριξης θυμάτων βιασμού ή τα κέντρα παραπομπής θυμάτων σεξουαλικής βίας θα πρέπει να είναι διαθέσιμα σε επαρκή αριθμό και να είναι κατάλληλα κατανεμημένα στην επικράτεια κάθε κράτους μέλους. Ομοίως, τα θύματα ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων, τα οποία είναι συχνά κορίτσια, χρειάζονται συνήθως στοχευμένη υποστήριξη. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι παρέχουν ειδική υποστήριξη προσαρμοσμένη στα εν λόγω θύματα. |
(51)Harassment at work is considered as discrimination on grounds of sex by Directives 2004/113/EC, 2006/54/EC and 2010/41/EU. Given that sexual harassment at work has significant negative consequences both for the victims and the employers, advice on adequately addressing such instances at the workplace, on legal remedies available to the employer to remove the offender from the workplace and providing the possibility of early conciliation, if the victim so wishes, should be provided by external counselling services to both victims and employers. | (51)Η παρενόχληση στην εργασία θεωρείται διάκριση λόγω φύλου από τις οδηγίες 2004/113/ΕΚ, 2006/54/ΕΚ και 2010/41/ΕΕ. Δεδομένου ότι η σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία έχει σημαντικές αρνητικές συνέπειες τόσο για τα θύματα όσο και για τους εργοδότες, θα πρέπει να παρέχονται από εξωτερικές συμβουλευτικές υπηρεσίες τόσο στα θύματα όσο και στους εργοδότες συμβουλές για την κατάλληλη αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών στον χώρο εργασίας, για τα μέσα έννομης προστασίας που έχει στη διάθεσή του ο εργοδότης για την απομάκρυνση του δράστη από τον χώρο εργασίας και για την παροχή της δυνατότητας πρώιμου συμβιβασμού, εφόσον το επιθυμεί το θύμα. |
(52)Member States should ensure that national helplines are operated under the EU-harmonised number [116016] and this number is widely advertised as a public number, free of charge and available round-the-clock. The support provided should include crisis counselling and should be able to refer to face-to-face services, such as shelters, counselling centres or the police. | (52)Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι οι εθνικές γραμμές βοήθειας λειτουργούν με τον εναρμονισμένο αριθμό της ΕΕ [116016] και ότι ο αριθμός αυτός διαφημίζεται ευρέως ως αριθμός που είναι δημόσιος, δωρεάν και διαθέσιμος σε εικοσιτετράωρη βάση. Η παρεχόμενη υποστήριξη θα πρέπει να περιλαμβάνει την παροχή συμβουλών σε καταστάσεις κρίσης και θα πρέπει να μπορεί να παραπέμπει σε διά ζώσης υπηρεσίες, όπως κέντρα προστασίας, κέντρα παροχής συμβουλών ή την αστυνομία. |
(53)Shelters play a vital role in protecting victims from acts of violence. Beyond providing a safe place to stay, shelters should provide the necessary support concerning interlocking problems related to victims’ health, financial situation and the well-being of their children, ultimately preparing victims for an autonomous life. | (53)Τα κέντρα προστασίας διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο στην προστασία των θυμάτων από πράξεις βίας. Πέρα από την παροχή ασφαλούς χώρου παραμονής, τα κέντρα προστασίας θα πρέπει να παρέχουν την αναγκαία υποστήριξη όσον αφορά τα αλληλένδετα προβλήματα που σχετίζονται με την υγεία και την οικονομική κατάσταση των θυμάτων καθώς και την καλή διαβίωση των παιδιών τους, με απώτερο σκοπό να προετοιμαστούν τα θύματα για να ζουν αυτόνομα. |
(54)To effectively address negative consequences for child victims, support measures to children should include age-appropriate psychological counselling, together with paediatric care where necessary, and be provided as soon as competent authorities have reasonable grounds to believe that children might have been victims, including child witnesses of violence. In the provision of support to child victims, the rights of the child, as laid down in Article 24 of the Charter, should be a primary consideration. | (54)Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των αρνητικών συνεπειών για τα παιδιά-θύματα, τα μέτρα υποστήριξης για τα παιδιά θα πρέπει να περιλαμβάνουν κατάλληλες για την ηλικία τους υπηρεσίες συμβουλευτικής ψυχολογίας, σε συνδυασμό με παιδιατρική φροντίδα, όπου είναι αναγκαίο, και να παρέχονται μόλις οι αρμόδιες αρχές έχουν βάσιμους λόγους να πιστεύουν ότι τα παιδιά ενδέχεται να υπήρξαν θύματα, έννοια που καλύπτει και τα παιδιά-μάρτυρες βίας. Κατά την παροχή υποστήριξης στα παιδιά-θύματα, τα δικαιώματα του παιδιού, όπως ορίζονται στο άρθρο 24 του Χάρτη, θα πρέπει να αποτελούν πρωταρχικό μέλημα. |
(55)In order to ensure the safety of children during possible visits with an offender or suspect who is a holder of parental responsibility with rights of access, Member States should ensure that supervised neutral places, including child protection or welfare offices, are made available so that such visits can take place there in the best interests of the child. If needed, the visits should take place in the presence of child protection or welfare officials. Where it is necessary to provide for interim accommodation, children should as a priority be accommodated together with the holder of parental responsibility who is not the offender or suspect, such as the child’s mother. The best interest of the child should be always taken into account. | (55)Προκειμένου να διασφαλίζεται η ασφάλεια των παιδιών κατά τη διάρκεια πιθανών επισκέψεων δράστη ή υπόπτου που ασκεί τη γονική μέριμνα με δικαίωμα επικοινωνίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι διατίθενται εποπτευόμενοι ουδέτεροι χώροι, μεταξύ των οποίων σε υπηρεσίες προστασίας του παιδιού ή κοινωνικής πρόνοιας, ώστε οι επισκέψεις αυτές να μπορούν να πραγματοποιούνται εκεί προς το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού. Εάν χρειαστεί, οι επισκέψεις θα πρέπει να πραγματοποιούνται παρουσία υπαλλήλων προστασίας των παιδιών ή κοινωνικής πρόνοιας. Όταν είναι αναγκαίο να παρασχεθεί προσωρινή στέγη, τα παιδιά θα πρέπει να στεγάζονται κατά προτεραιότητα μαζί με πρόσωπο που ασκεί τη γονική μέριμνα και που δεν είναι ο δράστης ή ο ύποπτος, όπως η μητέρα του παιδιού. Θα πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού. |
(56)Victims with specific needs and groups at risk of violence against women or domestic violence, such as women with disabilities, women with dependant residence status or permit, undocumented migrant women, women applicants for international protection, women fleeing armed conflict, women affected by homelessness, with a minority racial or ethnic background, living in rural areas, women sex workers, detainees, or older women, should receive specific protection and support. | (56)Τα θύματα με ειδικές ανάγκες και οι ομάδες που διατρέχουν κίνδυνο βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας, όπως οι γυναίκες με αναπηρία, οι γυναίκες με καθεστώς ή άδειας διαμονής εξαρτώμενου προσώπου, οι μετανάστριες που δεν διαθέτουν επίσημα έγγραφα, οι αιτούσες την παροχή διεθνούς προστασίας, οι γυναίκες που προσπαθούν να ξεφύγουν από ένοπλες συγκρούσεις, οι γυναίκες που πλήττονται από την έλλειψη στέγης, οι γυναίκες με μειονοτικό φυλετικό ή εθνοτικό υπόβαθρο, οι γυναίκες που ζουν σε αγροτικές περιοχές, οι σεξεργάτριες, οι κρατούμενες, ή οι ηλικιωμένες γυναίκες, θα πρέπει να λαμβάνουν ειδική προστασία και υποστήριξη. |
(57)Women with disability disproportionately experience violence against women and domestic violence and due to their disability often have difficulties in accessing protection and support measures. Therefore, Member States should ensure they can benefit fully from the rights set out in this Directive, on an equal basis with others, while paying due attention to the particular vulnerability of such victims and their likely difficulties to reach out for help. | (57)Οι γυναίκες με αναπηρία υφίστανται δυσανάλογα βία κατά των γυναικών και εξ οικείων βία και, λόγω της αναπηρίας τους, αντιμετωπίζουν συχνά δυσκολίες όσον αφορά την πρόσβαση σε μέτρα προστασίας και υποστήριξης. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι γυναίκες αυτές μπορούν να επωφελούνται πλήρως από τα δικαιώματα που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, σε ισότιμη βάση με τις άλλες γυναίκες, δίνοντας παράλληλα τη δέουσα προσοχή στην ιδιαίτερη ευαλωτότητα των εν λόγω θυμάτων και στις πιθανές δυσκολίες τους να ζητήσουν βοήθεια. |
(58)Member States should ensure that preventive measures, such as awareness-raising campaigns, are taken to counter violence against women and domestic violence. Prevention should also take place in formal education, in particular, through strengthening sexuality education and socio-emotional competencies, empathy and developing healthy and respectful relationships. | (58)Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι λαμβάνονται προληπτικά μέτρα, όπως εκστρατείες ευαισθητοποίησης, για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. Η πρόληψη θα πρέπει επίσης να εντάσσεται στο πλαίσιο της τυπικής εκπαίδευσης, ιδίως μέσω της ενίσχυσης της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης και των κοινωνικοσυναισθηματικών ικανοτήτων, της ενσυναίσθησης και της ανάπτυξης υγιών σχέσεων με σεβασμό. |
(59)Member States should take measures to prevent the cultivation of harmful gender stereotypes to eradicate the idea of the inferiority of women or stereotyped roles of women and men. This could also include measures aimed at ensuring that culture, custom, religion, tradition or honour is not perceived as a justification for, or a more lenient treatment of, offences of violence against women or domestic violence. Considering that from a very young age onwards, children are exposed to gender roles that shape their self-perception and influence their academic and professional choices as well as expectations of their roles as women and men throughout their life, it is crucial to address gender stereotypes as of early-childhood education and care. | (59)Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν μέτρα για την πρόληψη της καλλιέργειας επιβλαβών έμφυλων στερεοτύπων με σκοπό την εξάλειψη της αντίληψης ότι οι γυναίκες είναι κατώτερες ή των στερεότυπων ρόλων γυναικών και ανδρών. Αυτό θα μπορούσε επίσης να περιλαμβάνει μέτρα που αποσκοπούν να διασφαλίσουν ότι ο πολιτισμός, τα έθιμα, η θρησκεία, η παράδοση ή η τιμή δεν εκλαμβάνονται ως δικαιολογία ή ως λόγος ηπιότερης μεταχείρισης των αδικημάτων βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας. Λαμβάνοντας υπόψη ότι από πολύ νεαρή ηλικία τα παιδιά εκτίθενται σε έμφυλους ρόλους που διαμορφώνουν την αυτοαντίληψή τους και επηρεάζουν τις ακαδημαϊκές και επαγγελματικές επιλογές τους, καθώς και τις προσδοκίες τους από τους ρόλους τους ως γυναικών και ανδρών καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους, είναι ζωτικής σημασίας να αντιμετωπιστούν τα έμφυλα στερεότυπα ήδη από το στάδιο της προσχολικής εκπαίδευσης και φροντίδας. |
(60)In order to ensure victims of violence against women and domestic violence are identified and receive appropriate support, Member States should ensure that professionals likely to come into contact with victims receive training and targeted information. Trainings should cover the risk and prevention of intimidation, repeat and secondary victimisation and the availability of protection and support measures for victims. To prevent and appropriately address instances of sexual harassment at work, persons with supervisory functions should also receive training. These trainings should also cover assessments regarding sexual harassment at work and associated psychosocial safety and health risks as referred to under Directive 89/391/EEC of the European Parliament and of the Council 45 . Training activities should also cover the risk of third party violence. Third party violence refers to violence which staff may suffer at the workplace, not at the hands of a co-worker, and includes cases, such as nurses sexually harassed by a patient. | (60)Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας εντοπίζονται και λαμβάνουν την κατάλληλη υποστήριξη, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι επαγγελματίες που ενδέχεται να έρχονται σε επαφή με θύματα λαμβάνουν κατάρτιση και στοχευμένες πληροφορίες. Η κατάρτιση θα πρέπει να καλύπτει τον κίνδυνο και την πρόληψη του εκφοβισμού, επανειλημμένης και δευτερογενούς θυματοποίησης και τη διαθεσιμότητα μέτρων προστασίας και υποστήριξης για τα θύματα. Για την πρόληψη και την κατάλληλη αντιμετώπιση περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία, τα πρόσωπα που ασκούν εποπτικά καθήκοντα θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν κατάρτιση. Η κατάρτιση αυτή θα πρέπει επίσης να καλύπτει αξιολογήσεις σχετικά με τη σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία και τους συναφείς ψυχοκοινωνικούς κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία, όπως αναφέρεται στην οδηγία 89/391/ΕΟΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 45 . Οι δραστηριότητες κατάρτισης θα πρέπει επίσης να καλύπτουν τον κίνδυνο βίας από τρίτους. Η βία από τρίτους αναφέρεται στη βία την οποία μπορεί να υποστεί το προσωπικό στην εργασία, όχι στα χέρια συναδέλφου, και περιλαμβάνει περιπτώσεις όπως νοσηλευτικό προσωπικό που παρενοχλείται σεξουαλικά από ασθενή. |
(61)In order to counteract underreporting, Member States should also liaise with law enforcement authorities in the development of trainings in particular regarding harmful gender stereotypes, but also in the prevention of offences, given their typical close contact with groups at risk of violence and victims. | (61)Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ελλιπής υποβολή καταγγελιών, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να συνεργάζονται με τις αρχές επιβολής του νόμου για την ανάπτυξη κατάρτισης, ιδίως όσον αφορά τα επιβλαβή έμφυλα στερεότυπα, αλλά και για την πρόληψη των αδικημάτων, δεδομένης της συνήθους στενής επαφής τους με ομάδες που διατρέχουν κίνδυνο βίας και με θύματα. |
(62)Intervention programmes should be set up to prevent and minimise the risk of (repeated) offences of violence against women or domestic violence. The programmes should specifically aim at teaching offenders or those at risk of offending how to adopt non-violent behaviour in interpersonal relationships and how to counter violent behavioural patterns. Programmes should encourage offenders to take responsibility for their actions and examine their attitudes and beliefs towards women. | (62)Θα πρέπει να καταρτιστούν προγράμματα παρέμβασης για την πρόληψη και την ελαχιστοποίηση του κινδύνου (επαναλαμβανόμενων) αδικημάτων βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας. Τα προγράμματα θα πρέπει να στοχεύουν συγκεκριμένα στο να διδαχθούν οι δράστες ή τα πρόσωπα που κινδυνεύουν να διαπράξουν αδικήματα τον τρόπο υιοθέτησης μη βίαιης συμπεριφοράς στις διαπροσωπικές σχέσεις και τον τρόπο αντιμετώπισης βίαιων μοτίβων συμπεριφοράς. Τα προγράμματα θα πρέπει να ενθαρρύνουν τους δράστες να αναλαμβάνουν την ευθύνη για τις ενέργειές τους και να εξετάζουν τη στάση και τις πεποιθήσεις τους έναντι των γυναικών. |
(63)In order to ensure that victims of the offences of cyber violence contained in this Directive can effectively realise their rights to have illegal material relating to such offences removed, Member States should encourage the cooperation between providers of intermediary services. To ensure that such material is detected early on and tackled effectively and that victims of those offences are adequately assisted and supported, Member States should also facilitate the establishment or use of existing self-regulatory measures of a voluntary nature, such as codes of conduct, including on the detection of systematic risks in relation to such cyber violence and the training of the providers’ employees concerned by preventing such violence and assisting victims. | (63)Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα θύματα αδικημάτων κυβερνοβίας που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία μπορούν να ασκήσουν πραγματικά τα δικαιώματά τους για αφαίρεση παράνομου υλικού που σχετίζεται με τα εν λόγω αδικήματα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν τη συνεργασία μεταξύ παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών. Για να διασφαλιστεί ότι το εν λόγω υλικό εντοπίζεται εγκαίρως και αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά, και ότι τα θύματα των εν λόγω αδικημάτων λαμβάνουν επαρκή βοήθεια και υποστήριξη, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να διευκολύνουν τη θέσπιση μέτρων αυτορρύθμισης οικειοθελούς χαρακτήρα, ή τη χρήση τους, εφόσον υφίστανται, όπως κωδίκων συμπεριφοράς, μεταξύ άλλων για τον εντοπισμό συστηματικών κινδύνων σε σχέση με την εν λόγω κυβερνοβία. και την κατάρτιση των οικείων εργαζομένων των παρόχων ως προς την πρόληψη της εν λόγω βίας και την παροχή βοήθειας στα θύματα. |
(64)Policies to adequately tackle violence against women and domestic violence can only be formulated on the basis of comprehensive and comparable disaggregated data. In order to effectively monitor developments in the Member States and fill the gaps of comparable data, Member States should regularly conduct surveys using the harmonised methodology of the Commission (Eurostat) to gather data and transmit these data to the Commission (Eurostat). | (64)Οι πολιτικές για την κατάλληλη αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας μπορούν να διατυπωθούν μόνο βάσει ολοκληρωμένων και συγκρίσιμων αναλυτικών δεδομένων. Για την αποτελεσματική παρακολούθηση των εξελίξεων στα κράτη μέλη και την κάλυψη των κενών των συγκρίσιμων στοιχείων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διεξάγουν τακτικά έρευνες χρησιμοποιώντας την εναρμονισμένη μεθοδολογία της Επιτροπής (Eurostat) για τη συλλογή στοιχείων και να τα διαβιβάζουν στην Επιτροπή (Eurostat). |
(65)Member States should ensure that the data collected are limited to what is strictly necessary in relation to supporting the monitoring of the prevalence and trends of violence against women and domestic violence and design new policy strategies in this field. When sharing the data collected, no personal data should be included. | (65)Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι τα συλλεγόμενα δεδομένα περιορίζονται σε ό,τι είναι απολύτως αναγκαίο για να στηριχθεί η παρακολούθηση της συχνότητας και των τάσεων της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας, και να σχεδιαστούν νέες στρατηγικές πολιτικής στον τομέα αυτό. Κατά την ανταλλαγή των συλλεγόμενων δεδομένων, δεν θα πρέπει να περιλαμβάνονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. |
(66)Any processing of personal data carried out pursuant to this Directive, including the exchange or transmission of personal data by the competent authorities, should be carried out in accordance with Regulation (EU) 2016/679, Directives 2016/680/EU 46 and 2002/58/EC 47 of the European Parliament and of the Council. Any processing of personal data by Union institutions, bodies, offices or agencies should be carried out in accordance with Regulations (EU) 2018/1725 48 , 2018/1727 49 and 2016/794 50 of the European Parliament and of the Council, or any other applicable Union rules on data protection. | (66)Κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής ή της διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες αρχές, θα πρέπει να διενεργείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, τις οδηγίες (ΕΕ) 2016/680 46 και 2002/58/ΕΚ 47 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης θα πρέπει να διενεργείται σύμφωνα με τους κανονισμούς (ΕΕ) 2018/1725 48 , 2018/1727 49 και 2016/794 50 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ή σύμφωνα με τυχόν άλλους εφαρμοστέους κανόνες της Ένωσης για την προστασία των δεδομένων. |
(67)Directive 2011/93/EU provides for criminal offences concerning the sexual abuse of children. In order to ensure coherence with this Directive as regards the criminal offence of rape, the same degree of protection for children who have reached the age of sexual consent should be ensured and a specific offence should be defined as regards children below the age of sexual consent. Therefore, Directive 2011/93/EU should be amended accordingly. | (67)Η οδηγία 2011/93/ΕΕ προβλέπει ποινικά αδικήματα που αφορούν τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή με την παρούσα οδηγία όσον αφορά το ποινικό αδίκημα του βιασμού, θα πρέπει να διασφαλιστεί ο ίδιος βαθμός προστασίας για τα παιδιά που έχουν συμπληρώσει την ηλικία της σεξουαλικής συναίνεσης και θα πρέπει να οριστεί ειδικό αδίκημα όσον αφορά τα παιδιά κάτω του ηλικιακού ορίου σεξουαλικής συναίνεσης. Κατά συνέπεια, η οδηγία 2011/93/ΕΕ πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως. |
(68)Since the objective of this Directive, namely to prevent and combat violence against women and domestic violence across the Union on the basis of common minimum rules, cannot be sufficiently achieved by the Member States but can rather, by reason of the scale and effects of the envisaged measures, be better achieved at Union level, the Union may adopt measures, in accordance with the principle of subsidiarity as set out in Article 5 of the Treaty on European Union. In accordance with the principle of proportionality, as set out in that Article, this Directive does not go beyond what is necessary to achieve that objective. | (68)Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, και συγκεκριμένα η πρόληψη και η καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων των προβλεπόμενων μέτρων, να επιτευχθεί καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση δύναται να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη αυτού του στόχου. |
(69)[In accordance with Articles 1 and 2 of Protocol No 21 on the position of the United Kingdom and Ireland in respect of the area of freedom, security and justice, annexed to the Treaty on European Union and to the Treaty on the Functioning of the European Union, and without prejudice to Article 4 of that Protocol, Ireland is not taking part in the adoption of this Directive and is not bound by it or subject to its application.] OR [In accordance with Article 3 of Protocol No 21 on the position of United Kingdom and Ireland in respect of the area of freedom, security and justice, annexed to the Treaty on European Union and the Treaty on the Functioning of the European Union, Ireland has notified [, by letter of…,] its wish to take part in the adoption and application of this Directive.] | (69)[Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας οδηγίας και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.] Ή {Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ιρλανδία γνωστοποίησε[, με επιστολή τής …], την επιθυμία της να συμμετάσχει στην έκδοση και εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.} |
(70)In accordance with Articles 1 and 2 of the Protocol (No 22) on the position of Denmark annexed to the Treaty on European Union and to the Treaty on the Functioning of the European Union, Denmark is not taking part in the adoption of this Directive and is not bound by it or subject to its application. | (70)Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση ης παρούσας οδηγίας και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της. |
(71)The European Data Protection Supervisor was consulted in accordance with Article 42(1) of Regulation (EU) 2018/1725 and delivered an opinion on [XX XX 2022], | (71)Ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος γνωμοδότησε στις [XX XX 2022], |
HAVE ADOPTED THIS DIRECTIVE: | ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ: |
CHAPTER 1 GENERAL PROVISIONS | ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ |
Article 1 Subject matter | Άρθρο 1 Αντικείμενο |
This Directive lays down rules to prevent and combat violence against women and domestic violence. It establishes minimum rules concerning: | Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κανόνες για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. Θεσπίζει ελάχιστους κανόνες σχετικά με τα ακόλουθα: |
(a)the definition of criminal offences and penalties in the areas of sexual exploitation of women and children and computer crime; | α)τον ορισμό των ποινικών αδικημάτων και των ποινών στους τομείς της σεξουαλικής εκμετάλλευσης γυναικών και παιδιών και της εγκληματικότητας στον χώρο της πληροφορικής· |
(b)the rights of victims of all forms of violence against women or domestic violence before, during or after criminal proceedings; | β)τα δικαιώματα των θυμάτων κάθε μορφής βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας πριν από την ποινική διαδικασία, κατά τη διάρκειά της ή μετά απ’ αυτήν· |
(c)victims’ protection and victims’ support. | γ)την προστασία των θυμάτων και την υποστήριξη των θυμάτων. |
Article 2 | Άρθρο 2 |
Victims at an increased risk of violence and specific risks | Θύματα που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο βίας και ειδικούς κινδύνους |
1.When implementing the measures under this Directive, Member States shall take into consideration the increased risk of violence faced by victims experiencing discrimination based on a combination of sex and other grounds so as to cater to their enhanced protection and support needs, as set out in Article 18(4), Article 27(5) and Article 37(7). | 1.Κατά την εφαρμογή των μέτρων δυνάμει της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τον αυξημένο κίνδυνο βίας που διατρέχουν τα θύματα που υφίστανται διακρίσεις λόγω φύλου σε συνδυασμό με άλλους λόγους, ώστε να καλύπτονται οι αυξημένες ανάγκες προστασίας και υποστήριξής τους, όπως ορίζεται στο άρθρο 18 παράγραφος 4, στο άρθρο 27 παράγραφος 5 και στο άρθρο 37 παράγραφος 7. |
2.Member States shall ensure that, in the application of this Directive, particular attention is paid to the risk of intimidation, retaliation, secondary and repeat victimisation and to the need to protect the dignity and physical integrity of victims. | 2.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στον κίνδυνο εκφοβισμού, αντιποίνων, δευτερογενούς και επαναλαμβανόμενης θυματοποίησης και στην ανάγκη προστασίας της αξιοπρέπειας και της σωματικής ακεραιότητας των θυμάτων. |
Article 3 Scope | Άρθρο 3 Πεδίο εφαρμογής |
This Directive shall apply to the following criminal offences: | Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα ακόλουθα ποινικά αδικήματα: |
(a)criminal offences referred to in Chapter 2; | α)τα ποινικά αδικήματα του κεφαλαίου 2· |
(b)acts of violence against women or domestic violence as criminalised under other instruments of Union law; | β)πράξεις βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας, όπως αυτές ποινικοποιούνται δυνάμει άλλων πράξεων του δικαίου της Ένωσης· |
(c)any other acts of violence against women or domestic violence as criminalised under national law. | γ)άλλες πράξεις βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας, όπως αυτές ποινικοποιούνται δυνάμει του εθνικού δικαίου. |
Article 4 Definitions | Άρθρο 4 Ορισμοί |
For the purposes of this Directive, the following definitions shall apply: | Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: |
(a)“violence against women” means gender-based violence, that is directed against a woman or a girl because she is a woman or a girl or that affects women or girls disproportionately, including all acts of such violence that result in, or are likely to result in, physical, sexual, psychological or economic harm or suffering, including threats of such acts, coercion or arbitrary deprivation of liberty, whether occurring in public or in private life; | α)«βία κατά των γυναικών»: έμφυλη βία η οποία στρέφεται κατά γυναίκας ή κοριτσιού επειδή είναι γυναίκα ή κορίτσι, ή που πλήττει δυσανάλογα γυναίκες ή κορίτσια, συμπεριλαμβανομένων όλων των πράξεων τέτοιας βίας που έχουν ως αποτέλεσμα ή ενδέχεται να προκαλέσουν σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική ή οικονομική βλάβη ή ταλαιπωρία, συμπεριλαμβανομένων των απειλών διάπραξης τέτοιων πράξεων, του καταναγκασμού ή της αυθαίρετης στέρησης της ελευθερίας, είτε στη δημόσια είτε στην ιδιωτική ζωή· |
(b)“domestic violence” means all acts of violence that result in, or are likely to result in, physical, sexual, psychological or economic harm or suffering, that occur within the family or domestic unit, irrespective of biological or legal family ties, or between former or current spouses or partners, whether or not the offender shares or has shared a residence with the victim; | β)«εξ οικείων βία»: όλες οι πράξεις βίας που προκαλούν ή ενδέχεται να προκαλέσουν σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική ή οικονομική βλάβη ή ταλαιπωρία, οι οποίες λαμβάνουν χώρα εντός της οικογένειας ή της οικιακής μονάδας, ανεξάρτητα από βιολογικούς ή νομικούς οικογενειακούς δεσμούς, ή μεταξύ πρώην ή νυν συζύγων ή συντρόφων, ανεξάρτητα από το αν ο δράστης μοιράζεται ή έχει μοιραστεί την ίδια κατοικία με το θύμα· |
(c)“victim” means any person, regardless of sex or gender, unless specified otherwise, who has suffered harm, which was directly caused by acts of violence covered under this Directive, including child witnesses of such violence; | γ)«θύμα»: κάθε πρόσωπο, ανεξαρτήτως βιολογικού ή κοινωνικού φύλου, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά, το οποίο έχει υποστεί βλάβη η οποία προκλήθηκε άμεσα από πράξεις βίας που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών-μαρτύρων τέτοιας βίας· |
(d)“cyber violence” means any act of violence covered by this Directive that is committed, assisted or aggravated in part or fully by the use of information and communication technologies; | δ)«κυβερνοβία»: κάθε πράξη βίας που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία και διαπράττεται, υποβοηθείται ή επιδεινώνεται, εν όλω ή εν μέρει, από τη χρήση τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών· |
(e)“information and communication technologies” means all technological tools and resources used to digitally store, create, share or exchange information, including smart phones, computers, social networking and other media applications and services; | ε)«τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών»: όλα τα τεχνολογικά εργαλεία και πόροι που χρησιμοποιούνται για την ψηφιακή αποθήκευση, δημιουργία, κοινοχρησία ή ανταλλαγή πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των έξυπνων τηλεφώνων, των υπολογιστών, της κοινωνικής δικτύωσης και άλλων εφαρμογών και υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης· |
(f)“providers of intermediary services” means providers of the services as defined in Article 2 point (f) of Regulation (EU) YYYY/XXX of the European Parliament and of the Council 51 [Regulation on a Single Market for Digital Services]; | στ)«πάροχοι ενδιάμεσων υπηρεσιών»: οι πάροχοι των υπηρεσιών οι οποίες ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΕ) YYYY/XXX του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 51 [κανονισμός σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών]· |
(g)“sexual harassment at work” means any form of unwanted verbal, non-verbal or physical conduct of a sexual nature, where it occurs in the course of, linked with, or arising in matters of employment, occupation and self-employment, with the purpose or effect of violating the dignity of the victim, in particular when creating an intimidating, hostile, degrading, humiliating or offensive environment; | ζ)«σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία»: οποιαδήποτε μορφή ανεπιθύμητης λεκτικής, μη λεκτικής ή σωματικής συμπεριφοράς σεξουαλικού χαρακτήρα, όταν συμβαίνει κατά τη διάρκεια θεμάτων εργασίας, απασχόλησης και αυτοαπασχόλησης, συνδέεται με τα θέματα αυτά ή προκύπτει από αυτά, με σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας του θύματος, ιδίως με τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος· |
(h)“child” means any person below the age of 18 years; | η)«παιδί»: κάθε πρόσωπο ηλικίας κάτω των 18 ετών· |
(i)“age of sexual consent” means the age below which, in accordance with national law, it is prohibited to engage in sexual activities with a child; | θ)«ηλικία σεξουαλικής συναίνεσης»: η ηλικία κάτω από την οποία, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, απαγορεύεται η τέλεση σεξουαλικών πράξεων με παιδί· |
(j)“dependant” means a child of the victim or any person, other than the offender or suspect, living in the same household as the victim, for whom the victim is providing care and support. | ι)«εξαρτώμενο πρόσωπο»: νοείται το παιδί του θύματος ή κάθε προσώπου, εκτός του δράστη ή του υπόπτου, που ζει στο ίδιο νοικοκυριό με το θύμα και στο οποίο το θύμα παρέχει φροντίδα και υποστήριξη. |
| |
CHAPTER 2 | ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 |
OFFENCES CONCERNING SEXUAL EXPLOITATION OF WOMEN AND CHILDREN AND COMPUTER CRIME | ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗ ΓΕΝΕΤΗΣΙΑ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ |
Article 5 Rape | Άρθρο 5 Βιασμός |
1.Member States shall ensure that the following intentional conduct is punishable as a criminal offence: | 1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ακόλουθες εκ προθέσεως πράξεις τιμωρούνται ως ποινικά αδικήματα: |
(a)engaging with a woman in any non-consensual act of vaginal, anal or oral penetration of a sexual nature, with any bodily part or object; | α)η διενέργεια με γυναίκα οποιασδήποτε μη συναινετικής πράξης κολπικής, πρωκτικής ή στοματικής διείσδυσης σεξουαλικού χαρακτήρα, με οποιοδήποτε μέλος του σώματος ή αντικείμενο· |
(b)causing a woman to engage with another person in any non-consensual act of vaginal, anal or oral penetration of a sexual nature, with any bodily part or object. | β)η πρόκληση της διενέργειας, από γυναίκα, με άλλο πρόσωπο, οποιασδήποτε μη συναινετικής πράξης κολπικής, πρωκτικής ή στοματικής διείσδυσης σεξουαλικού χαρακτήρα, με οποιοδήποτε μέλος του σώματος ή αντικείμενο. |
2.Member States shall ensure that a non-consensual act is understood as an act which is performed without the woman’s consent given voluntarily or where the woman is unable to form a free will due to her physical or mental condition, thereby exploiting her incapacity to form a free will, such as in a state of unconsciousness, intoxication, sleep, illness, bodily injury or disability. | 2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ως μη συναινετική πράξη νοείται πράξη η οποία πραγματοποιείται χωρίς την οικειοθελώς παρεχόμενη συναίνεση της γυναίκας ή όταν η γυναίκα δεν είναι σε θέση να σχηματίσει ελεύθερη βούληση λόγω της σωματικής ή της διανοητικής της κατάστασης, και ως εκ τούτου υπόκειται σε εκμετάλλευση η ανικανότητά της να προβεί σε σχηματισμό ελεύθερης βούλησης, όπως όταν τελεί σε κατάσταση αναισθησίας, μέθης, ύπνου, ασθένειας, σωματικής βλάβης ή αναπηρίας. |
3.Consent can be withdrawn at any moment during the act. The absence of consent cannot be refuted exclusively by the woman’s silence, verbal or physical non-resistance or past sexual conduct. | 3.Η συναίνεση μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της πράξης. Η έλλειψη συναίνεσης δεν μπορεί να αντικρουσθεί αποκλειστικά με βάση τη σιωπή, τη λεκτική ή σωματική μη αντίσταση της γυναίκας ή την προηγούμενη σεξουαλική συμπεριφορά της. |
| |
Article 6 Female genital mutilation | Άρθρο 6 Ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων |
Member States shall ensure that the following intentional conduct is punishable as a criminal offence: | Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ακόλουθες εκ προθέσεως πράξεις τιμωρούνται ως ποινικά αδικήματα: |
(a)excising, infibulating or performing any other mutilation to the whole or any part of the labia majora, labia minora or clitoris; | α)η εκτομή, ο αγκτηριασμός ή η διενέργεια οποιουδήποτε άλλου ακρωτηριασμού στο σύνολο ή σε μέρος των μεγάλων χειλέων του αιδοίου, των μικρών χειλέων του αιδοίου, ή της κλειτορίδας· |
(b)coercing or procuring a woman or a girl to undergo any of the acts referred to in point (a). | β)ο καταναγκασμός ή η εξώθηση γυναίκας ή κοριτσιού να υποβληθεί σε οποιαδήποτε πράξη του σημείου α). |
Article 7 Non-consensual sharing of intimate or manipulated material | Άρθρο 7 Μη συναινετική κοινοχρησία υλικού προσωπικής φύσης ή παραποιημένου υλικού |
Member States shall ensure that the following intentional conduct is punishable as a criminal offence: | Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ακόλουθες εκ προθέσεως πράξεις τιμωρούνται ως ποινικά αδικήματα: |
(a)making intimate images, or videos or other material depicting sexual activities, of another person without that person’s consent accessible to a multitude of end-users by means of information and communication technologies; | α)η θέση εικόνων ή βίντεο ή άλλου υλικού προσωπικής φύσης που απεικονίζουν σεξουαλικές δραστηριότητες ενός προσώπου, χωρίς τη συναίνεση του προσώπου αυτού, σε κατάσταση προσβασιμότητας για πλήθος τελικών χρηστών μέσω τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών· |
(b)producing or manipulating and subsequently making accessible to a multitude of end-users, by means of information and communication technologies, images, videos or other material, making it appear as though another person is engaged in sexual activities, without that person’s consent; | β)η παραγωγή ή η επεξεργασία και, στη συνέχεια, η θέση σε κατάσταση διαθεσιμότητας για πλήθος τελικών χρηστών, μέσω τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών, και χωρίς τη συναίνεση του οικείου προσώπου, εικόνων, βίντεο ή άλλου υλικού, που δίνει την εντύπωση ότι το εν λόγω πρόσωπο επιδίδεται σε σεξουαλικές δραστηριότητες· |
(c)threatening to engage in the conduct referred to in points (a) and (b) in order to coerce another person to do, acquiesce or refrain from a certain act. | γ)η απειλή τέλεσης των πράξεων που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) προκειμένου να εξαναγκαστεί ένα πρόσωπο να προβεί, να συναινέσει σε ορισμένη ενέργεια ή να απόσχει απ’ αυτήν. |
Article 8 Cyber stalking | Άρθρο 8 Παρενοχλητική κυβερνοπαρακολούθηση |
Member States shall ensure that the following intentional conduct is punishable as a criminal offence: | Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ακόλουθες εκ προθέσεως πράξεις τιμωρούνται ως ποινικά αδικήματα: |
(a)persistently engaging in threatening or intimidating conduct directed at another person, by means of information and communication technologies, which causes that the person fears for own safety or that the person fears for safety of dependants; | α)η επανειλημμένη συμμετοχή σε απειλητική ή εκφοβιστική συμπεριφορά που απευθύνεται σε άλλο πρόσωπο, μέσω τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών, η οποία προκαλεί στο πρόσωπο φόβο για την ασφάλειά του ή για την ασφάλεια εξαρτώμενων προσώπων· |
(b)placing another person under continuous surveillance, without that person’s consent or legal authorisation to do so, by means of information and communication technologies, to track or monitor that person’s movements and activities; | β)η θέση άλλου προσώπου υπό συνεχή παρακολούθηση, χωρίς τη συναίνεση του εν λόγω προσώπου ή νόμιμη άδεια, μέσω τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών, με σκοπό την ιχνηλάτηση ή την επιτήρηση των κινήσεων και των δραστηριοτήτων του εν λόγω προσώπου· |
(c)making material containing the personal data of another person, without that person’s consent, accessible to a multitude of end-users, by means of information and communication technologies, for the purpose of inciting those end-users to cause physical or significant psychological harm to the person. | γ)η θέση υλικού που περιέχει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα άλλου προσώπου, χωρίς τη συναίνεση του εν λόγω προσώπου, σε κατάσταση προσβασιμότητας για πλήθος τελικών χρηστών, μέσω τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών, με σκοπό την υποκίνηση των εν λόγω τελικών χρηστών να προκαλέσουν σωματική ή σημαντική ψυχολογική βλάβη στο εν λόγω πρόσωπο. |
Article 9 Cyber harassment | Άρθρο 9 Κυβερνοπαρενόχληση |
Member States shall ensure that the following intentional conduct is punishable as a criminal offence: | Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ακόλουθες εκ προθέσεως πράξεις τιμωρούνται ως ποινικά αδικήματα: |
(a)initiating an attack with third parties directed at another person, by making threatening or insulting material accessible to a multitude of end-users, by means of information and communication technologies, with the effect of causing significant psychological harm to the attacked person; | α)η έναρξη επίθεσης με τρίτους κατά άλλου προσώπου, καθιστώντας απειλητικό ή προσβλητικό υλικό προσβάσιμο για πλήθος τελικών χρηστών, μέσω τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών, με αποτέλεσμα την πρόκληση σημαντικής ψυχολογικής βλάβης στο πρόσωπο που δέχεται την επίθεση· |
(b)participating with third parties in attacks referred to in point (a). | β)η συμμετοχή με τρίτους στις επιθέσεις του στοιχείου α). |
Article 10 | Άρθρο 10 |
Cyber incitement to violence or hatred | Κυβερνοϋποκίνηση βίας ή μίσους. |
Member States shall ensure that the intentional conduct of inciting to violence or hatred directed against a group of persons or a member of such a group defined by reference to sex or gender, by disseminating to the public material containing such incitement by means of information and communication technologies is punishable as a criminal offence. | Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τιμωρείται ως ποινικό αδίκημα η εκ προθέσεως υποκίνηση βίας ή μίσους κατά ομάδας προσώπων ή μέλους τέτοιας ομάδας προσδιοριζόμενης βάσει του βιολογικού ή του κοινωνικού φύλου, με τη διάδοση στο κοινό υλικού που περιέχει τέτοια υποκίνηση μέσω τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών. |
Article 11 | Άρθρο 11 |
Incitement, aiding and abetting, and attempt | Ηθική αυτουργία, υποβοήθηση και συνέργεια, και απόπειρα |
1.Member States shall ensure that inciting and aiding and abetting the commission of any of the criminal offences referred to in Articles 5 to 9 are punishable as criminal offences. | 1.Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι η ηθική αυτουργία και η υποβοήθηση και συνέργεια στη διάπραξη οποιουδήποτε από τα ποινικά αδικήματα των άρθρων 5 έως 9 τιμωρούνται ως ποινικά αδικήματα. |
2.Member States shall ensure that an attempt to commit any of the criminal offences referred to in Articles 5 and 6 is punishable as a criminal offence. | 2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η απόπειρα διάπραξης ποινικού αδικήματος των άρθρων 5 και 6 τιμωρείται ως ποινικό αδίκημα. |
Article 12 Penalties | Άρθρο 12 Ποινές |
1.Member States shall ensure that the criminal offences referred to in Articles 5 to 11 are punishable by effective, proportionate and dissuasive criminal penalties. | 1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ποινικά αδικήματα των άρθρων 5 έως 11 τιμωρούνται με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινές. |
2.Member States shall ensure that the criminal offence referred to in Article 5 is punishable by a maximum penalty of at least 8 years of imprisonment and at least 10 years of imprisonment if the offence was committed under aggravating circumstances referred to in Article 13. | 2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το ποινικό αδίκημα του άρθρου 5 τιμωρείται με ανώτατη ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 8 ετών και τουλάχιστον 10 ετών εάν το αδίκημα τελέστηκε υπό τις επιβαρυντικές περιστάσεις του άρθρου 13. |
3.Member States shall ensure that an offender of the criminal offence referred to in Article 5, who has previously been convicted of offences of the same nature, mandatorily participates in an intervention programme referred to in Article 38. | 3.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι δράστης του ποινικού αδικήματος του άρθρου 5, ο οποίος έχει προηγουμένως καταδικαστεί για αδικήματα της ίδιας φύσης, συμμετέχει υποχρεωτικά σε πρόγραμμα παρέμβασης του άρθρου 38. |
4.Member States shall ensure that the criminal offence referred to in Article 6 is punishable by a maximum penalty of at least 5 years of imprisonment and at least 7 years of imprisonment if the offence was committed under aggravating circumstances referred to in Article 13. | 4.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το ποινικό αδίκημα του άρθρου 6 τιμωρείται με ανώτατη ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 5 ετών και τουλάχιστον 7 ετών εάν το αδίκημα τελέστηκε υπό τις επιβαρυντικές περιστάσεις του άρθρου 13. |
5.Member States shall ensure that the criminal offences referred to in Articles 8 and 10 are punishable by a maximum penalty of at least 2 years of imprisonment. | 5.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ποινικά αδικήματα των άρθρων 8 και 10 τιμωρούνται με ανώτατη ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 2 ετών. |
6.Member States shall ensure that the criminal offences referred to in Articles 7 and 9 are punishable by a maximum penalty of at least 1 year of imprisonment. | 6.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ποινικά αδικήματα των άρθρων 7 και 9 τιμωρούνται με ανώτατη ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 1 έτους. |
Article 13 Aggravating circumstances | Άρθρο 13 Επιβαρυντικές περιστάσεις |
In so far as the following circumstances do not already form part of the constituent elements of the criminal offences referred to in Articles 5 to 10, Member States shall ensure that they may be regarded as aggravating circumstances in relation to those offences: | Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι κατωτέρω περιστάσεις, εφόσον δεν αποτελούν ήδη στοιχεία της ειδικής υπόστασης των ποινικών αδικημάτων των άρθρων 5 έως 10, μπορούν να θεωρούνται επιβαρυντικές περιστάσεις σε σχέση με τα εν λόγω αδικήματα: |
(a)the offence, or another criminal offence of violence against women or domestic violence, was committed repeatedly; | α)το αδίκημα, ή άλλο ποινικό αδίκημα βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας, διαπράχθηκε κατ’ επανάληψη· |
(b)the offence was committed against a person made vulnerable by particular circumstances, such as a situation of dependence or a state of physical, mental, intellectual or sensory disability, or living in institutions; | β)το αδίκημα διαπράχθηκε σε βάρος προσώπου που κατέστη ευάλωτο λόγω ειδικών περιστάσεων, όπως λόγω κατάστασης εξάρτησης ή κατάστασης σωματικής, διανοητικής, πνευματικής ή αισθητηριακής αναπηρίας ή διαβίωσης σε ιδρύματα· |
(c)the offence was committed against a child; | γ)το αδίκημα διαπράχθηκε σε βάρος παιδιού· |
(d)the offence was committed in the presence of a child; | δ)το αδίκημα διαπράχθηκε παρουσία παιδιού· |
(e)the offence was committed by two or more persons acting together; | ε)το αδίκημα διαπράχθηκε από δύο ή περισσότερα πρόσωπα που ενήργησαν από κοινού· |
(f)the offence was preceded or accompanied by extreme levels of violence; | στ)ακραία επίπεδα βίας προηγήθηκαν του αδικήματος ή σημειώθηκαν κατά τη διάρκειά του· |
(g)the offence was committed with the use or threat of using a weapon; | ζ)το αδίκημα διαπράχθηκε με τη χρήση ή την απειλή χρήσης όπλου· |
(h)the offence was committed with the use of force or threats to use force, or coercion; | η)το αδίκημα διαπράχθηκε με τη χρήση βίας ή την απειλή χρήσης βίας, ή με καταναγκασμό· |
(i)the offence resulted in the death or suicide of the victim or severe physical or psychological harm for the victim; | θ)το αδίκημα είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο ή την αυτοκτονία του θύματος ή σοβαρή σωματική ή ψυχολογική βλάβη του θύματος· |
(j)the offender has previously been convicted of offences of the same nature; | ι)ο δράστης έχει καταδικασθεί στο παρελθόν για αδικήματα του ίδιου τύπου· |
(k)the offence was committed against a former or current spouse or partner; | ια)το αδίκημα διαπράχθηκε κατά πρώην ή νυν συζύγου ή συντρόφου· |
(l)the offence was committed by a member of the family or person cohabiting with the victim; | ιβ)το αδίκημα διαπράχθηκε από μέλος της οικογένειας ή από πρόσωπο που συνοικούσε με το θύμα· |
(m)the offence was committed by abusing a recognised position of trust, authority or influence; | ιγ)το αδίκημα διαπράχθηκε με κατάχρηση αναγνωρισμένης θέσης εμπιστοσύνης, εξουσίας ή επιρροής· |
(n)the offence was filmed, photographed or recorded in another form and made accessible by the offender; | ιδ)το αδίκημα κινηματογραφήθηκε, φωτογραφήθηκε ή καταγράφηκε σε άλλη μορφή και κατέστη προσβάσιμο από τον δράστη· |
(o)the offence was committed by causing the victim to take, use or be affected by drugs, alcohol or other intoxicating substances. | ιε)το αδίκημα διαπράχθηκε με την εξώθηση του θύματος να καταναλώσει, να χρησιμοποιήσει ή να επηρεαστεί από ναρκωτικά, αλκοόλ ή άλλες ουσίες που προκαλούν μέθη. |
Article 14 Jurisdiction | Άρθρο 14 Δικαιοδοσία |
1.Member States shall take the necessary measures to establish their jurisdiction over the criminal offences referred to in Articles 5 to 11 where: | 1.Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για τη θεμελίωση της δικαιοδοσίας τους επί των ποινικών αδικημάτων των άρθρων 5 έως 11 εφόσον: |
(a)the offence is committed in whole or in part within their territory; | α)το αδίκημα διαπράττεται εν όλω ή εν μέρει στην επικράτειά τους· |
(b)the offence is committed by one of their nationals. | β)το αδίκημα διαπράττεται από υπήκοό τους. |
2.A Member State shall inform the Commission where it decides to extend its jurisdiction to criminal offences referred to in Articles 5 to 11 which have been committed outside its territory in any of the following situations: | 2.Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή όταν αποφασίσει να επεκτείνει τη δικαιοδοσία του σε ποινικά αδικήματα των άρθρων 5 έως 11 τα οποία έχουν διαπραχθεί εκτός της επικράτειάς του, σε οποιαδήποτε από τις εξής περιστάσεις: |
(a)the offence is committed against one of its nationals or habitual residents in its territory; | α)το αδίκημα διαπράττεται σε βάρος υπηκόου του ή προσώπου που έχει τη συνήθη διαμονή του στην επικράτειά του· |
(b)the offender is a habitual resident in its territory. | β)ο δράστης έχει τη συνήθη διαμονή του στην επικράτειά του. |
3.Member States shall ensure that their jurisdiction established over the criminal offences referred to in Articles 7 to 10 includes situations where the offence is committed by means of information and communication technology accessed from their territory, whether or not the provider of intermediary services is based on their territory. | 3.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η δικαιοδοσία τους η οποία θεμελιώνεται ως προς τα ποινικά αδικήματα των άρθρων 7 έως 10 περιλαμβάνει καταστάσεις κατά τις οποίες το αδίκημα διαπράττεται μέσω τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών η οποία προσπελαύνεται από την επικράτειά τους, ασχέτως εάν ο πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών είναι εγκατεστημένος στην επικράτειά τους ή όχι. |
4.In cases referred to in paragraph 1, point (b), each Member State shall ensure that its jurisdiction is not subject to the condition that the acts are punishable as criminal offences in the country where they were performed. | 4.Στις περιπτώσεις της παραγράφου 1 στοιχείο β), κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι η δικαιοδοσία του δεν υπόκειται στον όρο ότι οι πράξεις τιμωρούνται ως ποινικά αδικήματα στη χώρα όπου τελέστηκαν. |
5.In cases referred to in paragraph 1, point (b), Member States shall ensure that the exercise of their jurisdiction is not subject to the condition that a prosecution can be initiated only following a report made by the victim in the place where the criminal offence was committed, or a denunciation from the State of the place where the criminal offence was committed. | 5.Στις περιπτώσεις της παραγράφου 1 στοιχείο β), τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η άσκηση της δικαιοδοσίας τους δεν υπόκειται στον όρο ότι η δίωξη μπορεί να ασκηθεί μόνον κατόπιν έγκλησης του θύματος στον τόπο όπου διαπράχθηκε το ποινικό αδίκημα ή καταγγελίας από το κράτος στην επικράτεια του οποίου διαπράχθηκε το ποινικό αδίκημα. |
Article 15 Limitation periods | Άρθρο 15 Προθεσμίες παραγραφής |
1.Member States shall take the necessary measures to provide for a limitation period that enables the investigation, prosecution, trial and judicial decision concerning criminal offences referred to in Articles 5 to 11 for a sufficient period of time after the commission of those criminal offences. | 1.Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για τη θέσπιση προθεσμίας παραγραφής η οποία να καθιστά δυνατή τη διερεύνηση, τη δίωξη, τη διεξαγωγή δίκης και την έκδοση δικαστικής απόφασης για τα ποινικά αδικήματα των άρθρων 5 έως 11 για επαρκές χρονικό διάστημα μετά τη διάπραξη των εν λόγω ποινικών αδικημάτων. |
2.Member States shall take the necessary measures to provide for a limitation period for criminal offences referred to in Article 5 of at least 20 years from the time when the offence was committed. | 2.Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να προβλέψουν, για τα ποινικά αδικήματα του άρθρου 5, προθεσμία παραγραφής τουλάχιστον 20 ετών από τον χρόνο τέλεσης του αδικήματος. |
3.Member States shall take the necessary measures to provide for a limitation period for criminal offences referred to in Article 6 of at least 10 years from the time when the offence was committed. | 3.Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να προβλέψουν, για τα ποινικά αδικήματα του άρθρου 6, προθεσμία παραγραφής τουλάχιστον 10 ετών από τον χρόνο τέλεσης του αδικήματος. |
4.Member States shall take the necessary measures to provide for a limitation period for criminal offences referred to in Articles 7 and 9 of at least 5 years after the criminal offence has ceased or the victim has become aware of it. | 4.Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να προβλέψουν, για τα ποινικά αδικήματα των άρθρων 7 και 9, προθεσμία παραγραφής τουλάχιστον 5 ετών αφότου έπαψε το ποινικό αδίκημα ή αφότου το θύμα έλαβε γνώση αυτού. |
5.Member States shall take the necessary measures to provide for a limitation period for the criminal offences referred to in Articles 8 and 10, of at least 7 years after the criminal offence has ceased or the victim has become aware of it. | 5.Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να προβλέψουν, για τα ποινικά αδικήματα των άρθρων 8 και 10, προθεσμία παραγραφής τουλάχιστον 7 ετών αφότου έπαψε το ποινικό αδίκημα ή αφότου το θύμα έλαβε γνώση αυτού. |
6.If the victim is a child, the limitation period shall commence at the earliest once the victim has reached 18 years of age. | 6.Εάν το θύμα είναι παιδί, η προθεσμία παραγραφής αρχίζει να τρέχει το νωρίτερο όταν το θύμα συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του. |
CHAPTER 3 | ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 |
PROTECTION OF VICTIMS AND ACCESS TO JUSTICE | ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ |
Article 16 Reporting of violence against women or domestic violence | Άρθρο 16 Καταγγελία βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας |
1.In addition to the rights of victims when making a complaint under Article 5 of Directive 2012/29/EU, Member States shall ensure that victims can report criminal offences of violence against women or domestic violence to the competent authorities in an easy and accessible manner. This shall include the possibility of reporting criminal offences online or through other information and communication technologies, including the possibility to submit evidence, in particular concerning reporting of criminal offences of cyber violence. | 1.Εκτός από τα δικαιώματα των θυμάτων κατά την υποβολή καταγγελίας σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2012/29/ΕΕ, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα θύματα μπορούν να αναφέρουν στις αρμόδιες αρχές τα ποινικά αδικήματα της βίας κατά των γυναικών ή της εξ οικείων βίας με εύκολο και προσβάσιμο τρόπο. Αυτό περιλαμβάνει τη δυνατότητα αναφοράς ποινικών αδικημάτων στο διαδίκτυο ή μέσω άλλων τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας υποβολής αποδεικτικών στοιχείων, ιδίως όσον αφορά την καταγγελία ποινικών αδικημάτων κυβερνοβίας. |
2.Member States shall take the necessary measures to encourage any person who knows about or suspects, in good faith, that offences of violence against women or domestic violence have occurred, or that further acts of violence are to be expected, to report this to the competent authorities. | 2.Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να ενθαρρύνουν κάθε πρόσωπο που γνωρίζει ή υποψιάζεται, καλόπιστα, ότι έχουν τελεστεί αδικήματα βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας, ή ότι αναμένονται περαιτέρω πράξεις βίας, να το αναφέρει στις αρμόδιες αρχές. |
3.Member States shall ensure that the confidentiality rules imposed by national law on relevant professionals, such as healthcare professionals, do not constitute an obstacle to their reporting to the competent authorities if they have reasonable grounds to believe that there is an imminent risk that serious physical harm will be inflicted on a person due to their being subject to any of the offences covered under this Directive. If the victim is a child, the relevant professionals shall be able to report to the competent authorities if they have reasonable grounds to believe that a serious act of violence covered under this Directive has been committed or further serious acts of violence are to be expected. | 3.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι κανόνες περί απορρήτου που επιβάλλει το εθνικό δίκαιο στους οικείους επαγγελματίες, όπως οι επαγγελματίες του τομέα της υγείας, δεν αποτελούν εμπόδιο για την υποβολή εκ μέρους τους καταγγελίας στις αρμόδιες αρχές, εάν έχουν βάσιμους λόγους να πιστεύουν ότι υπάρχει άμεσος κίνδυνος πρόκλησης σοβαρής σωματικής βλάβης σε πρόσωπο λόγω του ότι τελείται εις βάρος του οποιοδήποτε από τα αδικήματα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. Εάν το θύμα είναι παιδί, οι οικείοι επαγγελματίες είναι σε θέση να υποβάλουν καταγγελία στις αρμόδιες αρχές εάν έχουν βάσιμους λόγους να πιστεύουν ότι έχει διαπραχθεί σοβαρή πράξη βίας που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία ή ότι αναμένονται περαιτέρω σοβαρές πράξεις βίας. |
4.Where children report criminal offences of violence against women or domestic violence, Member States shall ensure that the reporting procedures are safe, confidential, designed and accessible in a child-friendly manner and language, in accordance with their age and maturity. If the offence involves the holder of parental responsibility, Member States should ensure reporting is not conditional upon this person’s consent. | 4.Όταν παιδιά καταγγέλλουν ποινικά αδικήματα βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες καταγγελίας είναι ασφαλείς, εμπιστευτικές, σχεδιασμένες και προσβάσιμες με φιλικό προς τα παιδιά τρόπο και γλώσσα, ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητά τους. Εάν στο αδίκημα εμπλέκεται ο ασκών τη γονική μέριμνα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι η καταγγελία δεν εξαρτάται από τη συναίνεση του προσώπου αυτού. |
5.Member States shall ensure that the competent authorities coming in contact with a victim reporting offences of violence against women or domestic violence are prohibited from transferring personal data pertaining to the residence status of the victim to competent migration authorities, at least until completion of the first individual assessment referred to in Article 18. | 5.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι απαγορεύεται στις αρμόδιες αρχές που έρχονται σε επαφή με θύμα που καταγγέλλει αδικήματα βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας να διαβιβάζουν στις αρμόδιες μεταναστευτικές αρχές δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν το καθεστώς διαμονής του θύματος, τουλάχιστον μέχρι την ολοκλήρωση της πρώτης ατομικής αξιολόγησης που αναφέρεται στο άρθρο 18. |
Article 17 Investigation and prosecution | Άρθρο 17 Ποινική έρευνα και δίωξη |
1.Member States shall ensure that persons, units or services investigating and prosecuting violence against women or domestic violence have sufficient expertise and effective investigative tools to effectively investigate and prosecute such crimes, especially to gather, analyse and secure electronic evidence in cases of cyber violence. | 1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα, οι μονάδες ή οι υπηρεσίες που διερευνούν και διώκουν τη βία κατά των γυναικών ή την εξ οικείων βία διαθέτουν επαρκή εμπειρογνωμοσύνη και αποτελεσματικά ερευνητικά εργαλεία για την αποτελεσματική διερεύνηση και δίωξη τέτοιων εγκλημάτων, ιδίως για τη συλλογή, την ανάλυση και τη διασφάλιση ηλεκτρονικών αποδεικτικών στοιχείων σε περιπτώσεις κυβερνοβίας. |
2.Member States shall ensure that reported offences of violence against women or domestic violence are processed and transferred without delay to the competent authorities for prosecution and investigation. | 2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι καταγγελίες που αφορούν αδικήματα βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας διεκπεραιώνονται και διαβιβάζονται χωρίς καθυστέρηση στις αρμόδιες αρχές για δίωξη και διερεύνηση. |
3.The competent authorities shall promptly and effectively record and investigate allegations of violence against women or domestic violence and ensure that an official complaint is filed in all cases. | 3.Οι αρμόδιες αρχές καταγράφουν και διερευνούν αμέσως και αποτελεσματικά τις καταγγελίες για βία κατά των γυναικών ή για εξ οικείων βία και μεριμνούν για την υποβολή επίσημης καταγγελίας σε όλες τις περιπτώσεις. |
4.The competent authorities shall promptly refer victims to relevant health care professionals or support services referred to in Articles 27, 28 and 29 to assist in securing evidence, in particular in cases of sexual violence, where the victim wishes to bring charges and make use of such services. | 4.Οι αρμόδιες αρχές παραπέμπουν αμέσως τα θύματα στους οικείους επαγγελματίες του τομέα της υγείας ή στις υπηρεσίες υποστήριξης που μνημονεύονται στα άρθρα 27, 28 και 29 για να βοηθήσουν στη διασφάλιση αποδεικτικών στοιχείων, ιδίως σε περιπτώσεις σεξουαλικής βίας, όταν το θύμα επιθυμεί να υποβάλει έγκληση και να κάνει χρήση των εν λόγω υπηρεσιών. |
5.Investigations into or prosecution of offences referred to in Article 5 shall not be dependent on reporting or accusation by a victim or by their representative, and criminal proceedings shall continue even if the report or accusation has been withdrawn. | 5.Η ποινική έρευνα ή η δίωξη των αδικημάτων του άρθρου 5 δεν εξαρτάται από μήνυση ή έγκληση του θύματος ή του εκπροσώπου του, και η ποινική διαδικασία συνεχίζεται ακόμη και αν η μήνυση ή η έγκληση έχει αποσυρθεί. |
Article 18 Individual assessment to identify victims’ protection needs | Άρθρο 18 Ατομική αξιολόγηση για τον προσδιορισμό των αναγκών προστασίας των θυμάτων |
1.In the framework of the individual assessment which is to be carried out under Article 22 of Directive 2012/29/EU, Member States shall ensure that, as regards victims covered by this Directive, the additional elements as set out in paragraphs 2 to 7 of this Article are assessed. | 1.Στο πλαίσιο της ατομικής αξιολόγησης που πρέπει να διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 22 της οδηγίας 2012/29/ΕΕ, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όσον αφορά τα θύματα που διέπονται από την παρούσα οδηγία, αξιολογούνται τα πρόσθετα στοιχεία που ορίζονται στις παραγράφους 2 έως 7 του παρόντος άρθρου. |
2.This individual assessment shall be initiated upon the first contact of the victim with the competent authorities. The competent judicial authorities shall verify at the latest at the initiation of criminal proceedings whether an assessment has been conducted. If this has not been the case, they shall remedy the situation by undertaking an assessment as soon as possible. | 2.Η εν λόγω ατομική αξιολόγηση ξεκινά με την πρώτη επαφή του θύματος με τις αρμόδιες αρχές. Οι αρμόδιες δικαστικές αρχές ελέγχουν, το αργότερο κατά την κίνηση της ποινικής διαδικασίας, εάν έχει διενεργηθεί αξιολόγηση. Εάν η αξιολόγηση δεν έχει διενεργηθεί, αποκαθιστούν την κατάσταση προβαίνοντας σε αξιολόγηση το συντομότερο δυνατόν. |
3.The individual assessment shall focus on the risk emanating from the offender or suspect, including the risk of repeated violence, the risk of bodily harm, the use of weapons, the offender or suspect living with the victim, an offender or suspect’s drug or alcohol misuse, child abuse, mental health issues or behaviour of stalking. | 3.Η ατομική αξιολόγηση επικεντρώνεται στον κίνδυνο που προέρχεται από τον δράστη ή τον ύποπτο, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου επανειλημμένης βίας, του κινδύνου σωματικής βλάβης, της χρήσης όπλων, της συνοίκησης του δράστη ή του υπόπτου με το θύμα, της κατάχρησης ναρκωτικών ή αλκοόλ από τον δράστη ή τον ύποπτο, της κακοποίησης παιδιών, ζητημάτων ψυχικής υγείας ή συμπεριφοράς παρενοχλητικής παρακολούθησης. |
4.The assessment shall take into account the victim’s individual circumstances, including whether they experience discrimination based on a combination of sex and other grounds and therefore face a heightened risk of violence, as well as the victim’s own account and assessment of the situation. It shall be conducted in the best interest of the victim, paying special attention to the need to avoid secondary or repeated victimisation. | 4.Η αξιολόγηση συνεκτιμά τις ατομικές περιστάσεις του θύματος, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον υφίσταται διακριτική μεταχείριση λόγω φύλου σε συνδυασμό με άλλους λόγους και, ως εκ τούτου, αντιμετωπίζει αυξημένο κίνδυνο βίας, καθώς και την περιγραφή και την αξιολόγηση της κατάστασης από το ίδιο το θύμα. Διεξάγεται προς το βέλτιστο συμφέρον του θύματος, με ιδιαίτερη προσοχή στην ανάγκη αποφυγής δευτερογενούς ή επανειλημμένης θυματοποίησης. |
5.Member States shall ensure that adequate protection measures are taken on the basis of the individual assessment, such as: | 5.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι λαμβάνονται επαρκή μέτρα προστασίας βάσει της ατομικής αξιολόγησης, όπως: |
(a)measures referred to in Articles 23 and 24 of Directive 2012/29/EU; | α)τα μέτρα των άρθρων 23 και 24 της οδηγίας 2012/29/ΕΕ· |
(b)the granting of emergency barring and restraining or protection orders pursuant to Article 21 of this Directive; | β)έκδοση επειγουσών εντολών απαγόρευσης και εντολών περιορισμού ή εντολών προστασίας σύμφωνα με το άρθρο 21 της παρούσας οδηγίας· |
(c)further measures to manage the offender or suspect’s behaviour, in particular under Article 38 of this Directive. | γ)περαιτέρω μέτρα για τη διαχείριση της συμπεριφοράς του δράστη ή του υπόπτου, ιδίως βάσει του άρθρου 38 της παρούσας οδηγίας. |
6.The individual assessment shall be undertaken in collaboration with all relevant competent authorities depending on the stage of the proceedings, and relevant support services, such as victim protection centres and women’s shelters, social services and healthcare professionals. | 6.Η ατομική αξιολόγηση διενεργείται σε συνεργασία με όλες τις οικείες αρμόδιες αρχές, ανάλογα με το στάδιο της διαδικασίας, και τις σχετικές υπηρεσίες υποστήριξης, όπως κέντρα προστασίας θυμάτων και κέντρα υποδοχής γυναικών, κοινωνικές υπηρεσίες και επαγγελματίες του τομέα της υγείας. |
7.Competent authorities shall update the individual assessment at regular intervals to ensure the protection measures relate to the victim’s current situation. This shall include an assessment of whether protection measures, in particular under Article 21, need to be adapted or taken. | 7.Οι αρμόδιες αρχές επικαιροποιούν την ατομική αξιολόγηση σε τακτά χρονικά διαστήματα, ώστε να διασφαλίζεται ότι τα μέτρα προστασίας σχετίζονται με την τρέχουσα κατάσταση του θύματος. Αυτό περιλαμβάνει αξιολόγηση του κατά πόσον πρέπει να προσαρμοστούν ή να ληφθούν μέτρα προστασίας, ιδίως βάσει του άρθρου 21. |
8.Victims’ dependants shall be presumed to have specific protection needs without undergoing the assessment referred to in paragraphs 1 to 6. | 8.Τα εξαρτώμενα από τα θύματα πρόσωπα τεκμαίρεται ότι έχουν ειδικές ανάγκες προστασίας χωρίς να υποβάλλονται στην αξιολόγηση των παραγράφων 1 έως 6. |
Article 19 Individual assessment of victims’ support needs | Άρθρο 19 Ατομική αξιολόγηση των αναγκών των θυμάτων για υποστήριξη |
1.Member States shall ensure that, taking into account the individual assessment referred to in Article 18, the competent authorities assess the victim’s and their dependant’s individual needs for support as provided for under Chapter 4. | 1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, λαμβανομένης υπόψη της ατομικής αξιολόγησης του άρθρου 18, οι αρμόδιες αρχές αξιολογούν τις ατομικές ανάγκες υποστήριξης τις οποίες έχει το θύμα και το εξαρτώμενο από αυτό πρόσωπο, όπως προβλέπεται στο κεφάλαιο 4. |
2.Article 18(4) and (7) shall apply to the individual assessment of support needs under paragraph 1 of this Article. | 2.Το άρθρο 18 παράγραφοι 4 και 7 εφαρμόζεται στην ατομική αξιολόγηση των αναγκών υποστήριξης σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. |
Article 20 Referral to support services | Άρθρο 20 Παραπομπή σε υπηρεσίες υποστήριξης |
1.If the assessments referred to in Articles 18 and 19 have identified specific support or protection needs or if the victim requests support, Member States shall ensure that support services contact victims to offer support. | 1.Εάν οι αξιολογήσεις των άρθρων 18 και 19 έχουν εντοπίσει ειδικές ανάγκες υποστήριξης ή προστασίας, ή εάν το θύμα ζητήσει υποστήριξη, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπηρεσίες υποστήριξης έρχονται σε επαφή με τα θύματα για να προσφέρουν υποστήριξη. |
2.The competent authorities shall respond to requests for protection and support in a timely and coordinated manner. | 2.Οι αρμόδιες αρχές ανταποκρίνονται εγκαίρως και συντονισμένα στα αιτήματα προστασίας και υποστήριξης. |
3.Where needed, they shall be able to refer child victims, including witnesses, to support services without the prior consent of the holder of parental responsibility. | 3.Εφόσον απαιτείται, μπορούν να παραπέμπουν τα παιδιά-θύματα, συμπεριλαμβανομένων των μαρτύρων, σε υπηρεσίες υποστήριξης χωρίς την προηγούμενη συναίνεση του προσώπου που ασκεί τη γονική μέριμνα. |
4.Member States shall ensure the transmission of relevant personal data concerning the victim and their situation to the relevant support services, where this is necessary to ensure that the victim receives appropriate support and protection. Such transmission shall be confidential. | 4.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη διαβίβαση των σχετικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν το θύμα και την κατάστασή του στις αρμόδιες υπηρεσίες υποστήριξης, όταν αυτό είναι αναγκαίο για να διασφαλιστεί ότι το θύμα λαμβάνει την κατάλληλη υποστήριξη και προστασία. Η διαβίβαση αυτή είναι εμπιστευτική. |
5.Support services shall store personal data for as long as necessary for the provision of support services, and in any event for no longer than 12 months after the last contact between the support service and the victim. | 5.Οι υπηρεσίες υποστήριξης αποθηκεύουν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για όσο διάστημα είναι αναγκαίο για την παροχή των υπηρεσιών υποστήριξης και, σε κάθε περίπτωση, για διάστημα που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες μετά την τελευταία επαφή μεταξύ της υπηρεσίας υποστήριξης και του θύματος. |
Article 21 Emergency barring, restraining and protection orders | Άρθρο 21 Επείγουσες εντολές απαγόρευσης, εντολές περιορισμού και εντολές προστασίας |
1.Member States shall ensure that, in situations of immediate danger for the victim’s or their dependant’s health or safety, the competent authorities issue orders addressed at an offender or suspect of violence covered by this Directive to vacate the residence of the victim or their dependants for a sufficient period of time and to prohibit the offender or suspect from entering the residence or to enter the victim’s workplace or contacting the victim or their dependants in any way. Such orders shall have immediate effect and not be dependent on a victim reporting the criminal offence. | 1.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, σε περιπτώσεις άμεσου κινδύνου για την υγεία ή την ασφάλεια του θύματος ή του εξαρτώμενου από αυτό προσώπου, οι αρμόδιες αρχές να εκδίδουν εντολές κατά του δράστη ή του υπόπτου βίας καλυπτόμενης από την παρούσα οδηγία, με τις οποίες το εν λόγω πρόσωπο να διατάσσεται να αποχωρήσει από την κατοικία του θύματος ή των εξαρτώμενων από αυτό προσώπων για επαρκές χρονικό διάστημα και να του απαγορεύεται να εισέλθει στην κατοικία ή στον χώρο εργασίας του θύματος ή να επικοινωνήσει με το θύμα ή τα εξαρτώμενα απ’ αυτό πρόσωπα με οποιονδήποτε τρόπο. Οι εν λόγω εντολές έχουν άμεση ισχύ και δεν εξαρτώνται από την καταγγελία της αξιόποινης πράξης από το θύμα. |
2.Member States shall ensure that the competent authorities can issue restraining or protection orders to provide long-term protection for victims or their dependants against any acts of violence covered by this Directive, including by prohibiting or restraining certain dangerous behaviour of the offender or suspect. | 2.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές να μπορούν να εκδίδουν εντολές περιορισμού ή προστασίας για την παροχή μακροπρόθεσμης προστασίας στα θύματα ή τα εξαρτώμενα από αυτά πρόσωπα έναντι κάθε πράξης βίας καλυπτόμενης από την παρούσα οδηγία, μεταξύ άλλων με την απαγόρευση ή τον περιορισμό ορισμένων επικίνδυνων συμπεριφορών του δράστη ή του υπόπτου. |
3.Member States shall ensure that the competent authorities inform victims of the possibility to apply for emergency barring and restraining or protection orders, as well as the possibility to seek cross-border recognition of protection orders pursuant to Directive 2011/99/EU or Regulation (EU) No 606/2013. | 3.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν τα θύματα για τη δυνατότητα να αιτηθούν την έκδοση επείγουσας εντολής απαγόρευσης και εντολής περιορισμού ή προστασίας, καθώς και για τη δυνατότητα να επιδιώξουν τη διασυνοριακή αναγνώριση εντολών προστασίας σύμφωνα με την οδηγία 2011/99/ΕΕ ή τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 606/2013. |
4.Any breaches of emergency barring or restraining and protection orders shall be subject to effective, proportionate and dissuasive criminal or other legal penalties. | 4.Τυχόν παραβιάσεις επειγουσών εντολών απαγόρευσης ή εντολών περιορισμού και προστασίας υπόκεινται σε αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές ποινικές ή άλλες νομικές κυρώσεις. |
5.This Article does not oblige the Member States to modify their national systems as regards the qualification of emergency barring orders and protection orders as falling under criminal, civil or administrative law. | 5.Το παρόν άρθρο δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να τροποποιήσουν τα εθνικά τους συστήματα όσον αφορά τον χαρακτηρισμό των επειγουσών εντολών απαγόρευσης και των εντολών προστασίας ως εμπιπτουσών στο ποινικό, το αστικό ή το διοικητικό δίκαιο. |
Article 22 Protection of victim’s private life | Άρθρο 22 Προστασία της ιδιωτικής ζωής του θύματος |
Without prejudice to the rights of defence, Member States shall ensure that, in criminal investigations and court proceedings, questions, enquiries and evidence concerning past sexual conduct of the victim or other aspects of the victim’s private life related thereto are not permitted. | Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων υπεράσπισης, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, στο πλαίσιο ποινικής έρευνας και δικαστικής διαδικασίας, δεν επιτρέπονται ερωτήσεις, έρευνες και αποδεικτικά μέσα σχετικά με προηγούμενη σεξουαλική συμπεριφορά του θύματος ή άλλες σχετικές μ’ αυτήν πτυχές της ιδιωτικής ζωής του. |
Article 23 Guidelines for law enforcement and judicial authorities | Άρθρο 23 Κατευθυντήριες γραμμές για τις αρχές επιβολής του νόμου και τις δικαστικές αρχές |
Member States shall issue guidelines for the competent authorities acting in criminal proceedings, including prosecutorial and judicial guidelines, concerning cases of violence against women or domestic violence. Those guidelines shall include guidance on: | Τα κράτη μέλη εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές για τις αρμόδιες αρχές που ενεργούν στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένων κατευθυντήριων γραμμών για τις εισαγγελικές και τις δικαστικές αρχές, σχετικά με υποθέσεις βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές περιλαμβάνουν καθοδήγηση σχετικά με: |
(a)how to ensure the proper identification of all forms of such violence; | α)τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να διασφαλιστεί ο κατάλληλος εντοπισμός όλων των μορφών τέτοιας βίας· |
(b)how to conduct the individual assessment under Articles 18 and 19; | β)τον τρόπο διενέργειας της ατομικής αξιολόγησης σύμφωνα με τα άρθρα 18 και 19· |
(c)how to treat victims in a trauma-, gender- and child-sensitive manner; | γ)τον τρόπο αντιμετώπισης των θυμάτων με τρόπο ευαίσθητο ως προς την τραυματική εμπειρία τους, το κοινωνικό τους φύλο ή το γεγονός ότι πρόκειται για παιδιά· |
(d)how to ensure the proceedings are conducted in a manner as to prevent secondary or repeat victimisation; | δ)τον τρόπο διασφάλισης της διεξαγωγής της διαδικασίας κατά τρόπον ώστε να αποτρέπεται η δευτερογενής ή επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση· |
(e)how to cater to the enhanced protection and support needs of victims experiencing discrimination based on a combination of sex and other grounds; | ε)τον τρόπο κάλυψης των αναγκών ενισχυμένης προστασίας και υποστήριξης των θυμάτων που υφίστανται διακρίσεις λόγω φύλου σε συνδυασμό με άλλους λόγους· |
(f)how to avoid gender stereotypes; | στ)τον τρόπο αποφυγής των έμφυλων στερεοτύπων· |
(g)how to refer victims to support services, to ensure the appropriate treatment of victims and handling of cases of violence against women or domestic violence. | ζ)τον τρόπο παραπομπής των θυμάτων σε υπηρεσίες υποστήριξης, ώστε να διασφαλίζεται η κατάλληλη μεταχείριση των θυμάτων και ο χειρισμός υποθέσεων βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας. |
Article 24 Role of national bodies and equality bodies | Άρθρο 24 Ρόλος των εθνικών φορέων και των φορέων ισότητας |
1.Member States shall designate and make the necessary arrangement for a body or bodies to carry out the following tasks: | 1.Τα κράτη μέλη ορίζουν έναν ή περισσότερους φορείς και προβαίνουν στις αναγκαίες ρυθμίσεις ώστε αυτοί να ασκούν τα ακόλουθα καθήκοντα: |
(a)provide independent assistance and advice to victims of violence against women and domestic violence; | α)παροχή ανεξάρτητης βοήθειας και συμβουλών στα θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας· |
(b)publish independent reports and make recommendations on any issue relating to such forms of violence; | β)δημοσίευση ανεξάρτητων εκθέσεων και διατύπωση συστάσεων για κάθε θέμα που αφορά αυτά τα είδη βίας· |
(c)exchange available information with corresponding European bodies such as the European Institute for Gender Equality. | γ)ανταλλαγή διαθέσιμων πληροφοριών με αντίστοιχους ευρωπαϊκούς φορείς, όπως το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων. |
Those bodies may form part of equality bodies set up pursuant to Directives 2004/113/EC, 2006/54/EC and 2010/41/EU. | Οι εν λόγω φορείς μπορούν να αποτελούν μέρος των φορέων ισότητας που έχουν συσταθεί δυνάμει των οδηγιών 2004/113/ΕΚ, 2006/54/ΕΚ και 2010/41/ΕΕ. |
2.Member States shall ensure that the bodies referred to in paragraph 1 can act on behalf or in support of one or several victims of violence against women or domestic violence in judicial proceedings, including for the application for compensation referred to in Article 26 and removal of online content referred to in Article 25, with the victims’ approval. | 2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι φορείς της παραγράφου 1 μπορούν να ενεργούν για λογαριασμό ή προς υποστήριξη ενός ή περισσότερων θυμάτων βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας στο πλαίσιο δικαστικών διαδικασιών, μεταξύ άλλων και στο πλαίσιο της αγωγής αποζημίωσης που προβλέπεται στο άρθρο 26 και της αφαίρεσης του διαδικτυακού περιεχομένου που προβλέπεται στο άρθρο 25, με την έγκριση των θυμάτων. |
| |
Article 25 Measures to remove certain online material | Άρθρο 25 Μέτρα για την αφαίρεση ορισμένου διαδικτυακού υλικού |
1.Member States shall take the necessary measures to ensure the prompt removal of material referred to in Article 7, points (a) and (b), Article 8, point (c), and Articles 9 and 10. Those measures shall include the possibility for their competent judicial authorities to issue, upon application by the victim, binding legal orders to remove or disable access to such material addressed to relevant providers of intermediary services. | 1.Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν την άμεση αφαίρεση του υλικού που μνημονεύεται στο άρθρο 7 στοιχεία α) και β), στο άρθρο 8 στοιχείο γ) και στα άρθρα 9 και 10. Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν τη δυνατότητα των αρμόδιων δικαστικών αρχών τους να εκδίδουν, κατόπιν αίτησης του θύματος, δεσμευτικές νομικές εντολές για την αφαίρεση του εν λόγω υλικού ή την απενεργοποίηση της πρόσβασης σ’ αυτό, οι οποίες να απευθύνονται σε σχετικούς παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών. |
2.Member States shall ensure that orders referred to in paragraph 1 can be issued in interim proceedings, even prior to the termination of any criminal proceedings regarding the offences referred to in Article 7, points (a) and (b), Article 8, point (c), Article 9 or Article 10 where the judicial authority seized considers that: | 2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εντολές της παραγράφου 1 μπορούν να εκδίδονται στο πλαίσιο διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, ακόμη και πριν από την περάτωση τυχόν ποινικής διαδικασίας σχετικά με τα αδικήματα του άρθρου 7 στοιχεία α) και β), του άρθρου 8 στοιχείο γ), του άρθρου 9 ή του άρθρου 10, όταν η επιληφθείσα δικαστική αρχή κρίνει ότι: |
(a)it has been presented with sufficient evidence to justify the conclusion that the conduct referred to in Article 7, points (a) and (b), Article 8, point (c), Article 9 or Article 10 likely took place in respect of the applicant and that the material that is the object of the application constitutes material as referred to in those articles; | α)της έχουν προσκομιστεί επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν το συμπέρασμα ότι η συμπεριφορά του άρθρου 7 στοιχεία α) και β), του άρθρου 8 στοιχείο γ), του άρθρου 9 ή του άρθρου 10 ενδέχεται να έλαβε χώρα σε σχέση με το πρόσωπο που υποβάλλει την αίτηση και ότι το υλικό που αποτελεί αντικείμενο της αίτησης συνιστά υλικό που εμπίπτει στα εν λόγω άρθρα· |
(b)the removal of that material is necessary to prevent or limit significant harm to the victim; | β)η αφαίρεση του εν λόγω υλικού είναι απαραίτητη για την πρόληψη ή τον περιορισμό της πρόκλησης σημαντικής βλάβης στο θύμα· |
(c)the rights and interests of other parties involved associated with the potential removal are not such as to outweigh those of the victim associated with removal. | γ)τα δικαιώματα και τα συμφέροντα άλλων εμπλεκόμενων μερών που συνδέονται με την ενδεχόμενη αφαίρεση δεν υπερισχύουν εκείνων του θύματος που συνδέονται με την αφαίρεση. |
3.Member States shall ensure that orders referred to in paragraph 1 and 2 are valid for an appropriate time period not exceeding one year, subject to renewal for an additional appropriate time period, upon application by the victim, where the judicial authority seized considers that the conditions of paragraph 2 continue to be met. However, Member States shall ensure that, where criminal proceedings regarding the offences referred to in Article 7, point (a) and (b), Article 8, point (c), Article 9 or Article 10 are terminated without leading to the finding of such an offence having been committed, the orders are invalidated and the provider of intermediary services concerned is informed thereof. | 3.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εντολές που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 ισχύουν για κατάλληλο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος, με την επιφύλαξη της ανανέωσης για πρόσθετο κατάλληλο χρονικό διάστημα, κατόπιν αίτησης του θύματος, εφόσον η επιληφθείσα δικαστική αρχή κρίνει ότι εξακολουθούν να πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2. Ωστόσο, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν περατώνεται η ποινική διαδικασία σχετικά με τα αδικήματα του άρθρου 7 στοιχεία α) και β), του άρθρου 8 στοιχείο γ), του άρθρου 9 ή του άρθρου 10 χωρίς να οδηγεί στη διαπίστωση της τέλεσης τέτοιου αδικήματος, οι εντολές ακυρώνονται και ενημερώνεται σχετικά ο ενδιαφερόμενος πάροχος ενδιάμεσων υπηρεσιών. |
4.Member States shall ensure that the orders and other measures referred to in paragraphs 1 and 2 are taken following transparent procedures and are subject to adequate safeguards, in particular to ensure that those orders and other measures are limited to what is necessary and proportionate and that due account is taken of the rights and interests of all parties involved. | 4.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εντολές και τα άλλα μέτρα των παραγράφων 1 και 2 λαμβάνονται με διαφανείς διαδικασίες και υπόκεινται σε κατάλληλες διασφαλίσεις, ιδίως για να διασφαλιστεί ότι οι εν λόγω εντολές και άλλα μέτρα περιορίζονται σε ό,τι είναι αναγκαίο και αναλογικό και ότι λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα δικαιώματα και τα συμφέροντα όλων των εμπλεκόμενων μερών. |
5.Member States shall ensure that the end-users of the relevant services are informed, where appropriate by the intermediary service providers concerned, of the reasons for the removal of or disabling access to the material pursuant to the orders or other measures referred to in paragraphs 1 and 2 and that those end-users have access to judicial redress. | 5.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελικοί χρήστες των σχετικών υπηρεσιών ενημερώνονται, κατά περίπτωση από τους ενδιαφερόμενους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών, για τους λόγους της αφαίρεσης του υλικού ή της απενεργοποίησης της πρόσβασης σ’ αυτό σύμφωνα με τις εντολές ή άλλα μέτρα των παραγράφων 1 και 2 και ότι οι εν λόγω τελικοί χρήστες έχουν πρόσβαση σε ένδικη προσφυγή. |
6.Member States shall ensure that the removal of or disabling access to the material pursuant to the orders or other measures referred to in paragraphs 1 and 2 does not prevent the competent authorities from obtaining or securing the evidence necessary for the investigation and prosecution of the offences referred to in Article7, points (a) and (b), Article 8, point (c), Article 9 or Article 10. | 6.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αφαίρεση του υλικού ή η απενεργοποίηση της πρόσβασης σ’ αυτό σύμφωνα με τις εντολές ή άλλα μέτρα που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 δεν εμποδίζει τις αρμόδιες αρχές από το να συγκεντρώνουν ή να διασφαλίζουν τα αποδεικτικά στοιχεία που είναι αναγκαία για την ποινική έρευνα και τη δίωξη των αδικημάτων του άρθρου 7 στοιχεία α) και β), του άρθρου 8 στοιχείο γ), του άρθρου 9 ή του άρθρου 10. |
Article 26 Compensation from offenders | Άρθρο 26 Αποζημίωση από τους δράστες |
1.Member States shall ensure that victims have the right to claim full compensation from offenders for damages resulting from all forms of violence against women or domestic violence. | 1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα θύματα έχουν το δικαίωμα να αξιώσουν πλήρη αποζημίωση από τους δράστες για ζημίες που προκλήθηκαν από κάθε μορφή βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας. |
2.Member States shall ensure that victims are able to obtain a decision on compensation in the course of criminal proceedings. | 2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα θύματα είναι σε θέση να επιτύχουν την έκδοση απόφασης σχετικά με την αποζημίωση στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας. |
3.The compensation shall place victims in the position they would have been in had the offence not taken place, taking into account the seriousness of the consequences for the victim. Compensation shall not be restricted by the fixing of an upper limit. | 3.Η αποζημίωση θέτει τα θύματα στη θέση στην οποία θα βρίσκονταν αν δεν είχε διαπραχθεί το αδίκημα, λαμβανομένης υπόψη της σοβαρότητας των συνεπειών για το θύμα. Η αποζημίωση δεν περιορίζεται με τον καθορισμό ανώτατου ορίου. |
4.The damage shall include costs for healthcare services, support services, rehabilitation, loss of income and other reasonable costs that have arisen as a result of the offence or to manage its consequences. The amount of the damages awarded shall also compensate for physical and psychological harm and moral prejudice. | 4.Η ζημία περιλαμβάνει δαπάνες για υπηρεσίες υγείας, υποστηρικτικές υπηρεσίες, αποκατάσταση, απώλεια εισοδήματος και άλλες εύλογες δαπάνες που προέκυψαν ως αποτέλεσμα του αδικήματος ή για τη διαχείριση των συνεπειών του. Το ποσό της αποζημίωσης που επιδικάζεται αντισταθμίζει επίσης τη σωματική και ψυχολογική βλάβη, και την ηθική βλάβη. |
5.The limitation period for bringing a claim for compensation shall be no less than 5 years from the time the offence has taken place. | 5.Η προθεσμία παραγραφής για την άσκηση αγωγής αποζημίωσης δεν είναι μικρότερη των 5 ετών από τον χρόνο τέλεσης του αδικήματος. |
In cases of sexual violence, the limitation period shall be no less than 10 years. | Σε περιπτώσεις σεξουαλικής βίας, η προθεσμία παραγραφής δεν είναι μικρότερη των 10 ετών. |
The limitation period for bringing a claim for compensation of criminal offences referred to in Article 7 shall commence with the victim’s knowledge of the offence. | Η προθεσμία παραγραφής για την άσκηση αγωγής αποζημίωσης για τα ποινικά αδικήματα του άρθρου 7 αρχίζει να τρέχει μόλις το θύμα λάβει γνώση του ποινικού αδικήματος. |
The limitation period shall not commence as long as the offender and the victim share the same domestic unit. In addition, if the victim is a child, the limitation period shall not commence before the victim has reached 18 years of age. | Η προθεσμία παραγραφής δεν αρχίζει να τρέχει για όσο χρόνο ο δράστης και το θύμα μοιράζονται την ίδια οικιακή μονάδα. Επιπλέον, εάν το θύμα είναι παιδί, η προθεσμία παραγραφής δεν αρχίζει να τρέχει προτού το θύμα συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του. |
The limitation period shall be interrupted or suspended for the duration of pending legal proceedings concerning the offence. | Η παραγραφή διακόπτεται ή αναστέλλεται καθ’ όλη τη διάρκεια των εκκρεμών δικαστικών διαδικασιών που αφορούν το αδίκημα. |
CHAPTER 4 | ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 |
VICTIM SUPPORT | ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ |
Article 27 Specialist support to victims | Άρθρο 27 Ειδική υποστήριξη στα θύματα |
1.Member States shall ensure that specialist support services referred to in Article 9(3) of Directive 2012/29/EU are available for victims of acts of violence covered by this Directive. The specialist support services shall provide: | 1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπηρεσίες ειδικής υποστήριξης που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 3 της οδηγίας 2012/29/ΕΕ είναι διαθέσιμες για τα θύματα πράξεων βίας που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. Οι υπηρεσίες ειδικής υποστήριξης παρέχουν: |
(a)advice and information on any relevant legal or practical matters arising as a result of the crime, including on access to housing, education, training and assistance to remain in or find employment; | α)συμβουλές και πληροφορίες για κάθε σχετικό νομικό ή πρακτικό ζήτημα που προκύπτει ως αποτέλεσμα του εγκλήματος, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε στέγαση, εκπαίδευση, κατάρτιση και βοήθεια για τη διατήρηση ή την εξεύρεση εργασίας· |
(b)referrals to medical forensic examinations; | β)παραπομπές σε ιατροδικαστικές εξετάσεις· |
(c)support to victims of cyber violence, including advice on judicial remedies and remedies to remove online content related to the crime. | γ)στήριξη των θυμάτων κυβερνοβίας, συμπεριλαμβανομένης της παροχής συμβουλών σχετικά με ένδικα βοηθήματα και μέσα έννομης προστασίας για την αφαίρεση διαδικτυακού περιεχομένου που σχετίζεται με το έγκλημα. |
2.Specialist support referred to in paragraph 1 shall be offered in-person and shall be easily accessible, including online or through other adequate means, such as information and communication technologies, tailored to the needs of victims of violence against women and domestic violence. | 2.Η ειδική υποστήριξη που προβλέπεται στην παράγραφο 1 παρέχεται αυτοπροσώπως και είναι εύκολα προσβάσιμη, μεταξύ άλλων ηλεκτρονικά ή με άλλα κατάλληλα μέσα, όπως οι τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών, προσαρμοσμένα στις ανάγκες των θυμάτων βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας. |
3.Member States shall ensure sufficient human and financial resources to provide the services referred to in paragraph 1, especially those referred to in point (c) of that paragraph, including where such services are provided by non-governmental organisations. | 3.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επαρκείς ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους για την παροχή των υπηρεσιών της παραγράφου 1, ιδίως εκείνων του στοιχείου γ) της εν λόγω παραγράφου, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων όπου οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται από μη κυβερνητικές οργανώσεις. |
4.Member States shall provide the protection and specialist support services necessary to comprehensively address the multiple needs of victims at the same premises, or have such services coordinated through a central contact point, or through one-stop online access to such services. Such combined offering of services shall include at least first hand medical care and social services, psychosocial support, legal, and police services. | 4.Τα κράτη μέλη παρέχουν τις υπηρεσίες προστασίας και ειδικής υποστήριξης που απαιτούνται για την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των πολλαπλών αναγκών των θυμάτων στους ίδιους χώρους, ή μεριμνούν για τον συντονισμό των εν λόγω υπηρεσιών μέσω κεντρικού σημείου επαφής ή μέσω ηλεκτρονικής πρόσβασης μίας στάσης σ’ αυτές. Η εν λόγω συνδυασμένη προσφορά υπηρεσιών περιλαμβάνει τουλάχιστον ιατρικές και κοινωνικές υπηρεσίες πρώτης γραμμής, ψυχοκοινωνική στήριξη, νομικές και αστυνομικές υπηρεσίες. |
5.Member States shall issue guidelines and protocols for healthcare and social service professionals on identifying and providing appropriate support to victims of all forms of violence against women and domestic violence, including on referring victims to the relevant support services. Such guidelines and protocols shall also indicate how to address the specific needs of victims who are at an increased risk of such violence as a result of their experiencing discrimination based on a combination of sex and other grounds of discrimination. | 5.Τα κράτη μέλη εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές και πρωτόκολλα για τους επαγγελματίες του τομέα της υγείας και των κοινωνικών υπηρεσιών σχετικά με τον εντοπισμό των θυμάτων κάθε μορφής βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας, και την παροχή κατάλληλης στήριξης σ’ αυτά, συμπεριλαμβανομένης της παραπομπής των θυμάτων στις σχετικές υπηρεσίες υποστήριξης. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές και πρωτόκολλα αναφέρουν επίσης τον τρόπο αντιμετώπισης των ειδικών αναγκών των θυμάτων που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο τέτοιας βίας ως αποτέλεσμα των διακρίσεων που υφίστανται λόγω φύλου σε συνδυασμό με άλλους λόγους διακρίσεων. |
6.Member States shall ensure that specialist support services remain fully operational for victims of violence against women and domestic violence in times of crisis, such as health crises or other states of emergency. | 6.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπηρεσίες εξειδικευμένης υποστήριξης παραμένουν πλήρως λειτουργικές για τα θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας σε περιόδους κρίσης, όπως κρίσεις στον τομέα της υγείας ή άλλες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. |
7.Member States shall ensure that specialist support services are available to victims before, during and for an appropriate time after criminal proceedings. | 7.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα θύματα έχουν στη διάθεσή τους υπηρεσίες ειδικής υποστήριξης πριν από την ποινική διαδικασία, κατά τη διάρκειά της και για κατάλληλο χρονικό διάστημα μετά απ’ αυτήν. |
Article 28 | Άρθρο 28 |
Specialist support for victims of sexual violence | Ειδική υποστήριξη για τα θύματα σεξουαλικής βίας |
1.Member States shall provide for appropriately equipped, easily accessible rape crisis or sexual violence referral centres to ensure effective support to victims of sexual violence, including assisting in the preservation and documentation of evidence. These centres shall provide for medical and forensic examinations, trauma support and psychological counselling, after the offence has been perpetrated and for as long as necessary thereafter. Where the victim is a child, such services shall be provided in a child-friendly manner. | 1.Τα κράτη μέλη προβλέπουν κατάλληλα εξοπλισμένα και εύκολα προσβάσιμα κέντρα υποστήριξης θυμάτων βιασμού ή παραπομπής θυμάτων σεξουαλικής βίας, ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική στήριξη των θυμάτων σεξουαλικής βίας, συμπεριλαμβανομένης της παροχής βοήθειας για τη διατήρηση και την τεκμηρίωση αποδεικτικών στοιχείων. Τα κέντρα αυτά παρέχουν ιατρικές και ιατροδικαστικές εξετάσεις, μετατραυματική υποστήριξη και ψυχολογική υποστήριξη, μετά την τέλεση του αδικήματος και για όσο διάστημα είναι αναγκαίο στη συνέχεια. Όταν το θύμα είναι παιδί, οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται με φιλικό προς το παιδί τρόπο. |
2.The services referred to in paragraph 1 shall be available free of charge and accessible every day of the week. They may be part of the services referred to in Article 27. | 2.Οι υπηρεσίες της παραγράφου 1 είναι διαθέσιμες δωρεάν και προσβάσιμες κάθε ημέρα της εβδομάδας. Μπορούν να αποτελούν μέρος των υπηρεσιών που προβλέπονται στο άρθρο 27. |
3.Member States shall ensure a sufficient geographical distribution and capacity of these services across the Member State. | 3.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την επαρκή γεωγραφική κατανομή και ικανότητα των υπηρεσιών αυτών σε ολόκληρο το έδαφός τους. |
4.Article 27(3) and (6) shall apply to the provision of support for victims of sexual violence. | 4.Το άρθρο 27 παράγραφοι 3 και 6 εφαρμόζεται στην παροχή υποστήριξης στα θύματα σεξουαλικής βίας. |
Article 29 | Άρθρο 29 |
Specialist support for victims of female genital mutilation | Ειδική υποστήριξη για τα θύματα ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων |
1.Member States shall ensure effective, age-appropriate support to victims of female genital mutilation, including by providing, gynaecological, sexological, psychological and trauma care and counselling tailored to the specific needs of such victims, after the offence has been perpetrated and for as long as necessary thereafter. This shall also include the provision of information on units in public hospitals that perform clitoral reconstructive surgery. Such support may be provided by the referral centres referred to in Article 28 or any dedicated health centre. | 1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν αποτελεσματική και κατάλληλη για την ηλικία τους υποστήριξη στα θύματα ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων, μεταξύ άλλων με την παροχή γυναικολογικής, σεξολογικής, ψυχολογικής και μετατραυματικής περίθαλψης και συμβουλευτικής προσαρμοσμένων στις ειδικές ανάγκες των θυμάτων αυτών, μετά την τέλεση του αδικήματος και για όσο διάστημα είναι αναγκαίο στη συνέχεια. Η εν λόγω υποστήριξη περιλαμβάνει επίσης την παροχή πληροφοριών σχετικά με μονάδες σε δημόσια νοσοκομεία που πραγματοποιούν χειρουργικές επεμβάσεις κλειτοριδικής ανάπλασης. Η εν λόγω υποστήριξη μπορεί να παρέχεται από τα κέντρα παραπομπής που προβλέπονται στο άρθρο 28 ή από οποιοδήποτε ειδικό κέντρο υγείας. |
2.Article 27(3) and (6) and Article 28(2) shall be applicable to the provision of support for victims of female genital mutilation. | 2.Το άρθρο 27 παράγραφοι 3 και 6, και το άρθρο 28 παράγραφος 2 εφαρμόζονται στην παροχή υποστήριξης στα θύματα ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων. |
Article 30 | Άρθρο 30 |
Specialist support for victims of sexual harassment at work | Ειδική υποστήριξη για τα θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία |
Member States shall ensure external counselling services are available for victims and employers in cases of sexual harassment at work. These services shall include advice on adequately addressing such instances at the workplace, on legal remedies available to the employer to remove the offender from the workplace and providing the possibility of early conciliation, if the victim so wishes. | Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη διαθεσιμότητα εξωτερικών συμβουλευτικών υπηρεσιών για τα θύματα και τους εργοδότες σε περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία. Οι υπηρεσίες αυτές περιλαμβάνουν συμβουλές για την κατάλληλη αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών στον χώρο εργασίας, για τα μέσα έννομης προστασίας που έχει στη διάθεσή του ο εργοδότης για την απομάκρυνση δράστη από τον χώρο εργασίας και για την παροχή της δυνατότητας πρώιμου συμβιβασμού, εφόσον το επιθυμεί το θύμα. |
Article 31 Helplines for victims | Άρθρο 31 Γραμμές βοήθειας για τα θύματα |
1.Member States shall set up state-wide round-the-clock (24/7) telephone helplines, free of charge, to provide advice for victims of violence against women and domestic violence. Advice shall be provided confidentially or with due regard for their anonymity. Member States shall ensure the provision of such service also through other information and communication technologies, including online applications. | 1.Τα κράτη μέλη δημιουργούν τηλεφωνικές γραμμές βοήθειας σε εθνικό επίπεδο οι οποίες θα είναι δωρεάν διαθέσιμες εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο, επτά ημέρες την εβδομάδα, για την παροχή συμβουλών σε θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας. Οι συμβουλές παρέχονται εμπιστευτικά ή με τη δέουσα προσοχή για τη διατήρηση της ανωνυμίας τους. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας και μέσω άλλων τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών, μεταξύ άλλων μέσω ηλεκτρονικών εφαρμογών. |
2.Member States shall take appropriate measures to ensure the accessibility of services referred to in paragraph 1 for end-users with disabilities, including providing support in easy to understand language. Those services shall be accessible in line with the accessibility requirements for electronic communications services set in Annex I to Directive 2019/882/EU of the European Parliament and of the Council 52 . | 2.Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίσουν την προσβασιμότητα των υπηρεσιών της παραγράφου 1 σε πρόσωπα που είναι τελικοί χρήστες με αναπηρία, μεταξύ άλλων παρέχοντας υποστήριξη σε εύκολα κατανοητή γλώσσα. Οι υπηρεσίες αυτές είναι προσβάσιμες σύμφωνα με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας για τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που ορίζονται στο παράρτημα I της οδηγίας (ΕΕ) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 52 . |
3.Article 27(3) and (6) shall apply to the provision of helplines and support through information and communication technologies under this Article. | 3.Το άρθρο 27 παράγραφοι 3 και 6 εφαρμόζεται στην παροχή τηλεφωνικών γραμμών βοήθειας και υποστήριξης μέσω τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών δυνάμει του παρόντος άρθρου. |
4.[Member States shall ensure that the service under paragraph 1 for victims of violence against women is operated under the harmonised number at EU level “116 016” and that the end-users are adequately informed of the existence and use of such number.] | 4.[Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η υπηρεσία της παραγράφου 1 για τα θύματα βίας κατά των γυναικών λειτουργεί με τον εναρμονισμένο σε επίπεδο ΕΕ αριθμό «116 016» και ότι τα πρόσωπα που είναι τελικοί χρήστες ενημερώνονται επαρκώς για την ύπαρξη και τη χρήση του εν λόγω αριθμού.] |
Article 32 Shelters and other interim accommodations | Άρθρο 32 Κέντρα προστασίας και άλλη προσωρινή στέγη |
1.The shelters and other appropriate interim accommodations as provided for in Article 9(3), point (a), of Directive 2012/29/EU shall address the specific needs of women victims of domestic violence and sexual violence. They shall assist them in their recovery, providing adequate and appropriate living conditions with a view on a return to independent living. | 1.Τα κέντρα προστασίας και άλλη κατάλληλη προσωρινή στέγη, όπως αυτά προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 3 στοιχείο α) της οδηγίας 2012/29/ΕΕ, καλύπτουν τις ειδικές ανάγκες των γυναικών που πέφτουν θύματα εξ οικείων βίας και σεξουαλικής βίας. Τις βοηθούν στην αποκατάστασή τους, παρέχοντας επαρκείς και κατάλληλες συνθήκες διαβίωσης με σκοπό την επιστροφή τους στην ανεξάρτητη διαβίωση. |
2.The shelters and other appropriate interim accommodations shall be equipped to accommodate the specific needs of children, including child victims. | 2.Τα κέντρα προστασίας και άλλη κατάλληλη προσωρινή στέγη είναι εξοπλισμένα για την κάλυψη των ειδικών αναγκών των παιδιών, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών-θυμάτων. |
3.The shelters and other appropriate interim accommodations shall be available to victims regardless of their nationality, citizenship, place of residence or residence status. | 3.Τα κέντρα προστασίας και άλλη κατάλληλη προσωρινή στέγη διατίθενται στα θύματα ανεξάρτητα από την ιθαγένεια, την εθνικότητα, τον τόπο διαμονής ή το καθεστώς διαμονής τους. |
4.Article 27(3) and (6) shall apply to shelters and other appropriate interim accommodations. | 4.Το άρθρο 27 παράγραφοι 3 και 6 εφαρμόζεται σε κέντρα προστασίας και άλλη κατάλληλη προσωρινή στέγη. |
Article 33 Support for child victims | Άρθρο 33 Υποστήριξη για τα παιδιά-θύματα |
1.Member States shall ensure that children are provided specific adequate support as soon as the competent authorities have reasonable grounds to believe that the children might have been subject to, including having witnessed, violence against women or domestic violence. Support to children shall be specialised and age-appropriate, respecting the best interests of the child. | 1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι παρέχεται στα παιδιά ειδική επαρκής στήριξη μόλις οι αρμόδιες αρχές έχουν βάσιμους λόγους να πιστεύουν ότι ενδέχεται να έχουν γίνει αποδέκτες, καθώς και μάρτυρες, βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας. Η στήριξη των παιδιών πρέπει να είναι ειδική και κατάλληλη για την ηλικία του παιδιού και να σέβεται το βέλτιστο συμφέρον του. |
2.Child victims shall be provided with age-appropriate medical care, emotional, psychosocial, psychological and educational support, as well as any other appropriate support tailored in particular to situations of domestic violence. | 2.Στα παιδιά-θύματα παρέχεται κατάλληλη για την ηλικία τους ιατρική περίθαλψη, συναισθηματική, ψυχοκοινωνική, ψυχολογική και εκπαιδευτική υποστήριξη, καθώς και κάθε άλλη κατάλληλη υποστήριξη προσαρμοσμένη ιδίως σε καταστάσεις εξ οικείων βίας. |
3.Where it is necessary to provide for interim accommodation, children shall as a priority be placed together with other family members, in particular with a non-violent parent in permanent or temporary housing, equipped with support services. Placement in shelters shall be a last resort. | 3.Όταν είναι αναγκαίο να παρασχεθεί προσωρινή στέγη, τα παιδιά τοποθετούνται κατά προτεραιότητα μαζί με άλλα μέλη της οικογένειας, ιδίως με μη βίαιο γονέα σε μόνιμο ή προσωρινό κατάλυμα, εξοπλισμένο με υπηρεσίες υποστήριξης. Η τοποθέτηση σε κέντρα προστασίας αποτελεί έσχατη λύση. |
Article 34 Safety of children | Άρθρο 34 Ασφάλεια των παιδιών |
Member States shall establish and maintain safe places which allow a safe contact between a child and a holder of parental responsibilities who is an offender or suspect of violence against women or domestic violence, to the extent that the latter has rights of access. Member States shall ensure supervision by trained professionals, as appropriate, and in the best interests of the child. | Τα κράτη μέλη δημιουργούν και διατηρούν ασφαλείς χώρους που επιτρέπουν την ασφαλή επαφή μεταξύ του παιδιού και του προσώπου που ασκεί τη γονική μέριμνα το οποίο είναι δράστης ή ύποπτος βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας, στον βαθμό που το πρόσωπο αυτό έχει δικαίωμα επικοινωνίας. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την εποπτεία από εκπαιδευμένους επαγγελματίες, κατά περίπτωση, και με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού. |
Article 35 Targeted support for victims with specific needs and groups at risk | Άρθρο 35 Στοχευμένη στήριξη για θύματα με ειδικές ανάγκες και ομάδες κινδύνου |
1.Member States shall ensure the provision of specific support to victims at an increased risk of violence against women or domestic violence, such as women with disabilities, women living in rural areas, women with dependant residence status or permit, undocumented migrant women, women applying for international protection, women fleeing from armed conflict, women affected by homelessness, women with a minority racial or ethnic background, women sex workers, women detainees, or older women. | 1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την παροχή ειδικής υποστήριξης στα θύματα που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας, όπως οι γυναίκες με αναπηρία, οι γυναίκες που ζουν σε αγροτικές περιοχές, οι γυναίκες με καθεστώς διαμονής ή άδειας εξαρτώμενου προσώπου, οι μετανάστριες που δεν διαθέτουν επίσημα έγγραφα, οι αιτούσες την παροχή διεθνούς προστασίας, οι γυναίκες που προσπαθούν να ξεφύγουν από ένοπλες συγκρούσεις, οι γυναίκες που πλήττονται από έλλειψη στέγης, οι γυναίκες με μειονοτικό φυλετικό ή εθνοτικό υπόβαθρο, οι σεξεργάτριες, οι κρατούμενες ή οι ηλικιωμένες γυναίκες. |
2.The support services under Articles 27 to 32 shall have sufficient capacities to accommodate victims with disabilities, taking into consideration their specific needs, including personal assistance. | 2.Οι υπηρεσίες υποστήριξης των άρθρων 27 έως 32 διαθέτουν επαρκείς ικανότητες για τη στέγαση θυμάτων με αναπηρία, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών αναγκών τους, συμπεριλαμβανομένης της προσωπικής βοήθειας. |
3.The support services shall be available for third-country nationals who are victims of violence against women and domestic violence, including for applicants for international protection, for undocumented persons and for persons subject of return procedures in detention. Member States shall ensure that victims who request so may be kept separately from persons of the other sex in detention facilities for third-country nationals subject of return procedures, or accommodated separately in reception centres for applicants for international protection. | 3.Οι υπηρεσίες υποστήριξης είναι διαθέσιμες για υπηκόους τρίτων χωρών που είναι θύματα βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας, συμπεριλαμβανομένων των προσώπων που αιτούνται διεθνή προστασία, των προσώπων που δεν διαθέτουν επίσημα έγγραφα και των προσώπων που υπόκεινται σε διαδικασίες επιστροφής υπό κράτηση. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα θύματα που το ζητούν μπορούν να κρατούνται χωριστά από τα πρόσωπα του άλλου φύλου σε εγκαταστάσεις κράτησης για υπηκόους τρίτων χωρών που υπόκεινται σε διαδικασίες επιστροφής ή να στεγάζονται χωριστά σε κέντρα υποδοχής για πρόσωπα που αιτούνται διεθνούς προστασίας. |
4.Member States shall ensure that persons can report occurrences of violence against women or domestic violence in reception and detention centres to the relevant staff and that protocols are in place to adequately and swiftly address such reports in accordance with the requirements in Article 18, 19 and 20. | 4.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα μπορούν να καταγγέλλουν περιστατικά βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας στα κέντρα υποδοχής και κράτησης στο αρμόδιο προσωπικό και ότι υπάρχουν πρωτόκολλα για την κατάλληλη και ταχεία αντιμετώπιση τέτοιων καταγγελιών σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 18, 19 και 20. |
CHAPTER 5 | ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 |
PREVENTION | ΠΡΟΛΗΨΗ |
Article 36 Preventive measures | Άρθρο 36 Προληπτικά μέτρα |
1.Member States shall take appropriate actions to prevent violence against women and domestic violence. | 1.Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. |
2.Preventive measures shall include awareness-raising campaigns, research and education programmes, where appropriate developed in cooperation with relevant civil society organisations, social partners, impacted communities and other stakeholders. | 2.Τα προληπτικά μέτρα περιλαμβάνουν εκστρατείες ευαισθητοποίησης, ερευνητικά και εκπαιδευτικά προγράμματα, τα οποία αναπτύσσονται κατά περίπτωση σε συνεργασία με τις σχετικές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, τους κοινωνικούς εταίρους, τις επηρεαζόμενες κοινότητες και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη. |
3.Member States shall make information on preventive measures, the rights of victims, access to justice and to a lawyer, and the available protection and support measures available to the general public. | 3.Τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση του ευρέος κοινού τις πληροφορίες σχετικά με τα προληπτικά μέτρα, τα δικαιώματα των θυμάτων, την πρόσβαση στη δικαιοσύνη και σε δικηγόρο, καθώς και τα διαθέσιμα μέτρα προστασίας και υποστήριξης. |
4.Targeted action shall be addressed to groups at risk, including children, according to their age and maturity, and persons with disabilities, taking into consideration language barriers and different levels of literacy and abilities. Information for children shall be formulated in a child-friendly way. | 4.Απευθύνεται στοχευμένη υποστήριξη σε ομάδες κινδύνου, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών, ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητά τους, και των προσώπων με αναπηρία, λαμβανομένων υπόψη των γλωσσικών φραγμών και των διαφορετικών επιπέδων αλφαβητισμού και ικανοτήτων. Οι πληροφορίες που απευθύνονται σε παιδιά διατυπώνονται κατά τρόπο φιλικό προς τα παιδιά. |
5.Preventive measures shall in particular aim at challenging harmful gender stereotypes, promoting equality between women and men, encouraging all, including men and boys, to act as positive role models to support corresponding behaviour changes across society as a whole in line with the objectives of this directive. | 5.Τα προληπτικά μέτρα αποσκοπούν ιδίως στην αμφισβήτηση των επιβλαβών έμφυλων στερεοτύπων, στην προώθηση της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών, και στην ενθάρρυνση όλων, συμπεριλαμβανομένων των ανδρών και των αγοριών, να ενεργούν ως θετικά πρότυπα για την υποστήριξη των αντίστοιχων αλλαγών συμπεριφοράς σε ολόκληρη την κοινωνία στο σύνολό της, σύμφωνα με τους στόχους της παρούσας οδηγίας. |
6.Preventive measures shall develop and/or increase sensitivity about the harmful practice of female genital mutilation. | 6.Τα προληπτικά μέτρα αναπτύσσουν ή/και αυξάνουν την ευαισθητοποίηση σχετικά με την επιβλαβή πρακτική του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων. |
7.Preventive measures shall also specifically address cyber violence. In particular, Member States shall ensure that education measures include the development of digital literacy skills, including critical engagement with the digital world, to enable users to identify and address cases of cyber violence, seek support and prevent its perpetration. Member States shall foster multidisciplinary and stakeholder cooperation, including intermediary services and competent authorities to develop and implement measures to tackle cyber violence. | 7.Επίσης, τα προληπτικά μέτρα εστιάζονται ειδικά στην κυβερνοβία. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα εκπαιδευτικά μέτρα περιλαμβάνουν την ανάπτυξη δεξιοτήτων ψηφιακού γραμματισμού, συμπεριλαμβανομένης της κριτικής ενασχόλησης με τον ψηφιακό κόσμο, ώστε οι χρήστες να είναι σε θέση να εντοπίζουν και να αντιμετωπίζουν περιπτώσεις κυβερνοβίας, να αναζητούν υποστήριξη και να προλαμβάνουν τη διάπραξή της. Τα κράτη μέλη προωθούν την πολυτομεακή συνεργασία και τη συνεργασία των ενδιαφερόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών και των αρμόδιων αρχών, για την ανάπτυξη και την εφαρμογή μέτρων για την αντιμετώπιση της κυβερνοβίας. |
8.Member States shall ensure that sexual harassment at work is addressed in relevant national policies. Those national policies shall identify and establish targeted actions referred to in paragraph 2 for sectors where workers are most exposed. | 8.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία αντιμετωπίζεται στις σχετικές εθνικές πολιτικές. Οι εν λόγω εθνικές πολιτικές προσδιορίζουν και θεσπίζουν στοχευμένες δράσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 για τους τομείς στους οποίους τα εργαζόμενα πρόσωπα είναι περισσότερο εκτεθειμένα. |
Article 37 Training and information for professionals | Άρθρο 37 Κατάρτιση και ενημέρωση των επαγγελματιών |
1.Member States shall ensure that professionals likely to come into contact with victims, including law enforcement authorities, court staff, judges and prosecutors, lawyers, providers of victim support and restorative justice services, healthcare professionals, social services, educational and other relevant staff, receive both general and specialist training and targeted information to a level appropriate to their contacts with victims, to enable them to identify, prevent and address instances of violence against women or domestic violence and to treat victims in a trauma-, gender- and child-sensitive manner. | 1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επαγγελματίες που ενδέχεται να έρθουν σε επαφή με τα θύματα, συμπεριλαμβανομένων των αρχών επιβολής του νόμου, του προσωπικού των δικαστηρίων, των δικαστών και των εισαγγελέων, των δικηγόρων, των παρόχων υποστήριξης στα θύματα και υπηρεσιών αποκαταστατικής δικαιοσύνης, των επαγγελματιών του τομέα της υγείας, των κοινωνικών υπηρεσιών, του εκπαιδευτικού και άλλου σχετικού προσωπικού, λαμβάνουν τόσο γενική όσο και ειδική κατάρτιση και στοχευμένες πληροφορίες σε επίπεδο κατάλληλο για τις επαφές τους με τα θύματα, ώστε να είναι σε θέση να εντοπίζουν, να προλαμβάνουν και να αντιμετωπίζουν περιπτώσεις βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας, και να αντιμετωπίζουν τα θύματα με τρόπο ευαίσθητο ως προς την τραυματική εμπειρία τους, το κοινωνικό τους φύλο ή το γεγονός ότι πρόκειται για παιδιά. |
2.Relevant health professionals, including paediatricians and midwives, shall receive targeted training to identify and address, in a cultural-sensitive manner, the physical, psychological and sexual consequences of female genital mutilation. | 2.Οι σχετικοί επαγγελματίες του τομέα της υγείας, συμπεριλαμβανομένων των παιδιάτρων και των μαιών, λαμβάνουν στοχευμένη κατάρτιση για τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση, με ευαισθησία ως προς την πολιτισμική διάσταση, των σωματικών, ψυχολογικών και σεξουαλικών συνεπειών του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων. |
3.Persons with supervisory functions in the workplace, in both the public and private sectors, shall receive training on how to recognise, prevent and address sexual harassment at work, including on risk assessments concerning occupational safety and health risks, to provide support to victims affected thereby and respond in an adequate manner. Those persons and employers shall receive information about the effects of violence against women and domestic violence on work and the risk of third party violence. | 3.Τα πρόσωπα που ασκούν εποπτικά καθήκοντα στον χώρο εργασίας, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, λαμβάνουν κατάρτιση σχετικά με τον τρόπο αναγνώρισης, πρόληψης και αντιμετώπισης της σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία, μεταξύ άλλων ως προς τις εκτιμήσεις κινδύνου σχετικά με τους κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία, τον τρόπο παροχής στήριξης στα θύματα που πλήττονται απ’ αυτήν και κατάλληλης αντίδρασης. Τα εν λόγω πρόσωπα και οι εργοδότες λαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με τις επιπτώσεις της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας στην εργασία και τον κίνδυνο βίας από τρίτους. |
4.The training activities referred to in paragraphs 1 and 2 shall include training on co-ordinated multi-agency co-operation to allow for a comprehensive and appropriate handling of referrals in cases of violence against women or domestic violence. | 4.Οι δραστηριότητες κατάρτισης των παραγράφων 1 και 2 περιλαμβάνουν κατάρτιση σχετικά με τη συντονισμένη διυπηρεσιακή συνεργασία ώστε να επιτρέπεται ο ολοκληρωμένος και κατάλληλος χειρισμός των παραπομπών σε περιπτώσεις βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας. |
5.Without affecting media freedom and pluralism, Member States shall encourage and support the setting up of media training activities by media professionals’ organisations, media self-regulatory bodies and industry representatives or other relevant independent organisations, to combat stereotypical portrayals of women and men, sexist images of women, and victim-blaming in the media, aimed at reducing the risk of violence against women or domestic violence. | 5.Χωρίς να επηρεάζεται η ελευθερία και η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν και υποστηρίζουν την καθιέρωση δραστηριοτήτων κατάρτισης στα μέσα ενημέρωσης από οργανώσεις επαγγελματιών των μέσων ενημέρωσης, φορείς αυτορρύθμισης των μέσων ενημέρωσης και εκπροσώπους του κλάδου ή άλλους σχετικούς ανεξάρτητους οργανισμούς, με σκοπό την καταπολέμηση των στερεοτυπικών απεικονίσεων γυναικών και ανδρών, των σεξιστικών εικόνων των γυναικών και την επίρριψη ευθυνών στα θύματα από τα μέσα ενημέρωσης, με στόχο τη μείωση του κινδύνου βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας. |
6.Member States shall ensure that the authorities competent for receiving reports of offences from victims are appropriately trained to facilitate and assist in the reporting of such crimes. | 6.Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρχές που είναι αρμόδιες για την παραλαβή καταγγελιών αδικημάτων από θύματα είναι κατάλληλα εκπαιδευμένες ώστε να διευκολύνουν και να βοηθούν την καταγγελία τέτοιων εγκλημάτων. |
7.Training activities referred to in paragraphs 1 and 2 shall be regular and mandatory, including on cyber violence, and built on the specificities of violence against women and domestic violence. Such training activities shall include training on how to identify and address the specific protection and support needs of victims who face a heightened risk of violence due to their experiencing discrimination based on a combination of sex and other grounds. | 7.Οι δραστηριότητες κατάρτισης που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 είναι τακτικές και υποχρεωτικές, μεταξύ άλλων όσον αφορά την κυβερνοβία, και βασίζονται στις ιδιαιτερότητες της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. Οι εν λόγω δραστηριότητες κατάρτισης περιλαμβάνουν κατάρτιση σχετικά με τον τρόπο εντοπισμού και αντιμετώπισης των ειδικών αναγκών προστασίας και υποστήριξης των θυμάτων που αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο βίας επειδή υφίστανται διακρίσεις λόγω φύλου σε συνδυασμό με άλλους λόγους. |
8.The measures under paragraphs 1 to 6 shall be implemented without affecting judicial independence, the self-organisation of regulated professions and differences in the organisation of the judiciary across the Union. | 8.Τα μέτρα των παραγράφων 1 έως 6 εφαρμόζονται χωρίς να θίγεται η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, η αυτοοργάνωση των νομοθετικά κατοχυρωμένων επαγγελμάτων και οι διαφορές στην οργάνωση του συστήματος απονομής δικαιοσύνης σε ολόκληρη την Ένωση. |
Article 38 Intervention programmes | Άρθρο 38 Προγράμματα παρέμβασης |
1.Member States shall take the necessary measures to ensure that targeted and effective intervention programmes are established to prevent and minimise the risk of committing offences of violence against women or domestic violence, or reoffending. | 1.Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν τη θέσπιση στοχευμένων και αποτελεσματικών προγραμμάτων παρέμβασης για την πρόληψη και την ελαχιστοποίηση του κινδύνου διάπραξης αδικημάτων βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας, ή του κινδύνου υποτροπής. |
2.The intervention programmes shall be made available for participation including to persons who fear they might commit any offence of violence against women or domestic violence. | 2.Τα προγράμματα παρέμβασης διατίθενται για συμμετοχή, μεταξύ άλλων, σε πρόσωπα που φοβούνται ότι ενδέχεται να διαπράξουν οποιοδήποτε αδίκημα βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας. |
CHAPTER 6 | ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 |
COORDINATION AND COOPERATION | ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ |
Article 39 Coordinated policies and coordinating body | Άρθρο 39 Συντονισμένες πολιτικές και συντονιστικός φορέας |
1.Member States shall adopt and implement state-wide effective, comprehensive and co-ordinated policies encompassing all relevant measures to prevent and combat all forms of violence against women and domestic violence. | 1.Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και εφαρμόζουν σε εθνικό επίπεδο αποτελεσματικές, ολοκληρωμένες και συντονισμένες πολιτικές που περιλαμβάνουν όλα τα σχετικά μέτρα για την πρόληψη και την καταπολέμηση όλων των μορφών βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας. |
2.Member States shall designate or establish an official body responsible for coordinating, implementing, monitoring and evaluating policies and measures to prevent and combat all forms of violence covered under this Directive. | 2.Τα κράτη μέλη ορίζουν ή δημιουργούν επίσημο φορέα με αρμοδιότητα για τον συντονισμό, την υλοποίηση, την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των πολιτικών και των μέτρων για την πρόληψη και την καταπολέμηση όλων των μορφών βίας που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. |
3.That body shall coordinate the collection of data referred to in Article 44, and analyse and disseminate its results. | 3.Ο φορέας αυτός συντονίζει τη συλλογή δεδομένων του άρθρου 44 και αναλύει και κοινοποιεί τα αποτελέσματά της. |
4.It shall be responsible for coordinating policies at the central, regional and local levels. | 4.Είναι αρμόδιος για τον συντονισμό των πολιτικών σε κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. |
Article 40 Multi-agency coordination and cooperation | Άρθρο 40 Διυπηρεσιακός συντονισμός και συνεργασία |
1.Member States shall put in place appropriate mechanisms to ensure effective coordination and cooperation, at the national level, of relevant authorities, agencies and bodies, including local and regional authorities, law enforcement agencies, the judiciary, public prosecutors, support service providers as well as non-governmental organisations, social services, including child protection or welfare authorities, education and healthcare providers, social partners, without prejudice to their autonomy, and other relevant organisations and entities. | 1.Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κατάλληλους μηχανισμούς για να διασφαλίσουν τον αποτελεσματικό συντονισμό και τη συνεργασία, σε εθνικό επίπεδο, των αρμόδιων αρχών, οργανισμών και φορέων, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών και περιφερειακών αρχών, των υπηρεσιών επιβολής του νόμου, του δικαστικού σώματος, των εισαγγελέων, των παρόχων υπηρεσιών υποστήριξης, καθώς και των μη κυβερνητικών οργανώσεων, των κοινωνικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των αρχών προστασίας των παιδιών και παιδικής πρόνοιας, των παρόχων εκπαίδευσης και υγειονομικής περίθαλψης, των κοινωνικών εταίρων, με την επιφύλαξη της αυτονομίας τους, και άλλων σχετικών οργανώσεων και οντοτήτων. |
2.Such mechanisms shall in particular pertain to the individual assessments under Articles 18 and 19, and the provision of protection and support measures under Article 21 and Chapter 4, the guidelines for law enforcement and judicial authorities under Article 23, and in the trainings for professionals as referred to in Article 37. | 2.Οι εν λόγω μηχανισμοί αφορούν ιδίως τις ατομικές αξιολογήσεις δυνάμει των άρθρων 18 και 19 και τη λήψη μέτρων προστασίας και υποστήριξης δυνάμει του άρθρου 21 και του κεφαλαίου 4, τις κατευθυντήριες γραμμές για τις αρχές επιβολής του νόμου και τις δικαστικές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 23, καθώς και την κατάρτιση των επαγγελματιών του άρθρου 37. |
Article 41 Cooperation with non-governmental organisations | Άρθρο 41 Συνεργασία με μη κυβερνητικές οργανώσεις |
Member States shall cooperate with and consult civil society organisations, including non-governmental organisations working with victims of violence against women or domestic violence, in particular in providing support to victims, concerning policymaking initiatives, information and awareness-raising campaigns, research and education programmes and in training, as well as in monitoring and evaluating the impact of measures to support and protect victims. | Τα κράτη μέλη συνεργάζονται και διαβουλεύονται με οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων μη κυβερνητικών οργανώσεων που εργάζονται με θύματα βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας, ιδίως παρέχοντας στήριξη στα θύματα, σχετικά με πρωτοβουλίες χάραξης πολιτικής, εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης, ερευνητικά και εκπαιδευτικά προγράμματα και στον τομέα της κατάρτισης, καθώς και για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση του αντικτύπου των μέτρων υποστήριξης και προστασίας των θυμάτων. |
Article 42 Cooperation between intermediary service providers | Άρθρο 42 Συνεργασία μεταξύ παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών |
Member States shall facilitate the taking of self-regulatory measures by providers of intermediary services in connection to this Directive, in particular to reinforce internal mechanisms to tackle the online material referred to in Article 25(1) and to improve the training of their employees concerned on preventing, assisting and supporting the victims of the offences referred to therein. | Τα κράτη μέλη διευκολύνουν τη λήψη μέτρων αυτορρύθμισης από τους παρόχους ενδιάμεσων υπηρεσιών σε σχέση με την παρούσα οδηγία, ιδίως για την ενίσχυση των εσωτερικών μηχανισμών για την αντιμετώπιση του διαδικτυακού υλικού που προβλέπεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 και για τη βελτίωση της κατάρτισης των οικείων υπαλλήλων τους όσον αφορά την πρόληψη, την παροχή βοήθειας και τη στήριξη των θυμάτων των αδικημάτων που μνημονεύονται εκεί. |
Article 43 Union level cooperation | Άρθρο 43 Συνεργασία σε επίπεδο Ένωσης |
Member States shall take appropriate action to facilitate cooperation between each other to improve the implementation of this Directive. Such cooperation shall aim at least at: | Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να διευκολύνουν τη μεταξύ τους συνεργασία για τη βελτίωση της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Η συνεργασία αυτή αποσκοπεί τουλάχιστον στα εξής: |
(a)exchanging best practices and consulting each other in individual cases, including through Eurojust and the European Judicial Network in criminal matters; | α)την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και τη μεταξύ τους διαβούλευση σε μεμονωμένες υποθέσεις, μεταξύ άλλων μέσω της Eurojust και του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου για ποινικές υποθέσεις· |
(b)exchanging information and best practices with relevant Union agencies; | β)την ανταλλαγή πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών με τους αρμόδιους οργανισμούς της Ένωσης· |
(c)providing assistance to Union networks working on matters directly relevant to violence against women and domestic violence. | γ)την παροχή βοήθειας σε δίκτυα της Ένωσης που ασχολούνται με θέματα που σχετίζονται άμεσα με τη βία κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία. |
Article 44 Data collection and research | Άρθρο 44 Συλλογή δεδομένων και έρευνα |
1.Member States shall have a system in place for the collection, development, production and dissemination of statistics on violence against women or domestic violence, including the forms of violence referred to in Articles 5 to 10. | 1.Τα κράτη μέλη διαθέτουν σύστημα συλλογής, ανάπτυξης, παραγωγής και διάδοσης στατιστικών στοιχείων σχετικά με τη βία κατά των γυναικών ή την εξ οικείων βία, συμπεριλαμβανομένων των μορφών βίας που προβλέπονται στα άρθρα 5 έως 10. |
2.The statistics shall include the following data disaggregated by sex, age of the victim and of the offender, relationship between the victim and the offender and type of offence: | 2.Τα στατιστικά στοιχεία περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στοιχεία ανά φύλο, ηλικία του θύματος και του δράστη, σχέση μεταξύ του θύματος και του δράστη και είδος αδικήματος: |
(a)the number of victims who experienced violence against women or domestic violence during the last 12 months, last five years and lifetime; | α)τον αριθμό των θυμάτων που υπέστησαν βία κατά των γυναικών ή εξ οικείων βία κατά τους τελευταίους 12 μήνες, τα τελευταία πέντε έτη και κατά τη διάρκεια της ζωής τους· |
(b)the annual number of such victims, of reported offences, of persons prosecuted for and convicted of such forms of violence, obtained from national administrative sources. | β)τον ετήσιο αριθμό των θυμάτων αυτών, των καταγγελλόμενων αδικημάτων, των προσώπων που διώκονται και καταδικάζονται για τέτοιες μορφές βίας, ο οποίος λαμβάνεται από εθνικές διοικητικές πηγές. |
3.Member States shall conduct a population-based survey every 5 years using the harmonised methodology of the Commission (Eurostat) to gather the data referred to in paragraph 2, point (a), and on this basis assess the prevalence of and trends in all forms of violence covered by this Directive. | 3.Τα κράτη μέλη διεξάγουν έρευνα στον πληθυσμό κάθε 5 έτη χρησιμοποιώντας την εναρμονισμένη μεθοδολογία της Επιτροπής (Eurostat) για τη συλλογή των στοιχείων της παραγράφου 2 στοιχείο α) και, στη βάση αυτή, αξιολογούν την επικράτηση και τις τάσεις σε όλες τις μορφές βίας που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. |
Member States shall transmit those data to the Commission (Eurostat) [3 years after the entry into force of the directive] at the latest. | Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν τα στοιχεία αυτά στην Επιτροπή (Eurostat) το αργότερο [3 έτη μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας]. |
4.In order to ensure administrative data comparability across the Union, Member States shall collect administrative data on the basis of common disaggregations developed in cooperation with and according to the methodology developed by the European Institute for Gender Equality in accordance with paragraph 5. They shall transmit this data to the European Institute for Gender Equality on a yearly basis. The transmitted data shall not contain personal data. | 4.Προκειμένου να διασφαλιστεί η συγκρισιμότητα των διοικητικών δεδομένων σε ολόκληρη την Ένωση, τα κράτη μέλη συλλέγουν διοικητικά δεδομένα βάσει κοινών αναλύσεων που αναπτύσσονται σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων και σύμφωνα με τη μεθοδολογία που αυτό έχει αναπτύξει, σύμφωνα με την παράγραφο 5. Διαβιβάζουν τα στοιχεία αυτά στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων σε ετήσια βάση. Τα διαβιβαζόμενα δεδομένα δεν περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. |
5.The European Institute for Gender Equality shall support Member States in the data gathering referred to in paragraph 2, point (b), including by establishing common standards on counting units, counting rules, common disaggregations, reporting formats, and on the classification of criminal offences. | 5.Το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων στηρίζει τα κράτη μέλη στη συλλογή των δεδομένων της παραγράφου 2 στοιχείο β), μεταξύ άλλων με τη θέσπιση κοινών προτύπων για τις μονάδες μέτρησης, τους κανόνες μέτρησης, κοινές αναλύσεις, μορφότυπους υποβολής εκθέσεων, καθώς και για την ταξινόμηση των ποινικών αδικημάτων. |
6.The Member States shall make the collected statistics available to the public. The statistics shall not contain personal data. | 6.Τα κράτη μέλη θέτουν τα συλλεγόμενα στατιστικά στοιχεία στη διάθεση του κοινού. Τα στατιστικά στοιχεία δεν περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. |
7.The Member States shall support research on root causes, effects, incidences and conviction rates of the forms of violence covered by this Directive. | 7.Τα κράτη μέλη στηρίζουν την έρευνα σχετικά με τα βαθύτερα αίτια, τις επιπτώσεις, τη συχνότητα περιστατικών και τα ποσοστά καταδίκης ως προς τις μορφές βίας που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. |
CHAPTER 7 | ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 |
FINAL PROVISIONS | ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ |
Article 45 | Άρθρο 45 |
Amendment to Directive 2011/93/EU | Τροποποίηση της οδηγίας 2011/93/ΕΕ |
In Article 3 of Directive 2011/93/EU, the following paragraphs are added: | Στο άρθρο 3 της οδηγίας 2011/93/ΕΕ, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι: |
“7. Member States shall ensure that the following intentional conduct shall be punishable by a maximum term of imprisonment of at least 12 years: | «7. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ακόλουθες εκ προθέσεως πράξεις τιμωρούνται με στερητική της ελευθερίας ποινή το ανώτατο όριο της οποίας ανέρχεται σε τουλάχιστον 12 έτη: |
(a) engaging with a child below the age of sexual consent in any act of vaginal, anal or oral penetration of a sexual nature, with any bodily part or object; | α) η διενέργεια με παιδί κάτω της ηλικίας σεξουαλικής συναίνεσης οποιασδήποτε πράξης κολπικής, πρωκτικής ή στοματικής διείσδυσης σεξουαλικού χαρακτήρα, με οποιοδήποτε μέλος του σώματος ή αντικείμενο· |
(b) causing a child below the age of sexual consent to engage with another person in any act of vaginal, anal or oral penetration of a sexual nature, with any bodily part or object. | β) η πρόκληση της διενέργειας, από παιδί κάτω της ηλικίας σεξουαλικής συναίνεσης, με άλλο πρόσωπο, οποιασδήποτε πράξης κολπικής, πρωκτικής ή στοματικής διείσδυσης σεξουαλικού χαρακτήρα, με οποιοδήποτε μέλος του σώματος ή αντικείμενο. |
8. Where the child is above the age of sexual consent and does not consent to the act, Member States shall ensure that the conduct set out in paragraph 7 is punishable by a maximum term of imprisonment of at least 10 years. | 8. Όταν το παιδί έχει συμπληρώσει την ηλικία σεξουαλικής συναίνεσης και δεν συναινεί στην πράξη, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πράξεις της παραγράφου 7 τιμωρούνται με στερητική της ελευθερίας ποινή το ανώτατο όριο της οποίας ανέρχεται σε τουλάχιστον 10 έτη. |
9. For the purpose of paragraph 8, Member States shall ensure that a non-consensual act is understood as an act which is performed without the child’s consent given voluntarily, or where the child is unable to form a free will due to the presence of circumstances referred to in paragraph 5, including the child’s physical or mental condition such as a state of unconsciousness, intoxication, sleep, illness or bodily injury. | 9. Για τους σκοπούς της παραγράφου 8, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ως μη συναινετική πράξη νοείται πράξη η οποία πραγματοποιείται χωρίς την οικειοθελώς παρεχόμενη συναίνεση του παιδιού ή όταν το παιδί δεν είναι σε θέση να σχηματίσει ελεύθερη βούληση λόγω της ύπαρξης των περιστάσεων που μνημονεύονται στην παράγραφο 5, συμπεριλαμβανομένης της σωματικής ή πνευματικής κατάστασης του παιδιού, όπως κατάσταση αναισθησίας, μέθης, ύπνου, ασθένειας ή τραυματισμού. |
Consent can be withdrawn at any moment during the act. The absence of consent cannot be refuted exclusively by the child’s silence, verbal or physical non-resistance or past sexual conduct.” | Η συναίνεση μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της πράξης. Η έλλειψη συναίνεσης δεν μπορεί να αντικρουσθεί αποκλειστικά με βάση τη σιωπή, τη λεκτική ή σωματική μη αντίσταση του παιδιού ή την προηγούμενη σεξουαλική συμπεριφορά του.». |
Article 46 Level of protection | Άρθρο 46 Επίπεδο προστασίας |
This Directive establishes minimum rules. Member States may introduce or maintain provisions with higher standards, including such which provide a higher level of protection and support for victims. | Η παρούσα οδηγία θεσπίζει ελάχιστους κανόνες. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν ή να διατηρούν διατάξεις με υψηλότερα πρότυπα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που παρέχουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας και υποστήριξης στα θύματα. |
Article 47 Reporting | Άρθρο 47 Υποβολή στοιχείων |
1.By [seven years after the entry into force of this Directive] at the latest, Member States shall communicate to the Commission all relevant information concerning the application of this Directive necessary for the Commission to draw up a report on the application of this Directive. | 1.Το αργότερο [επτά έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας], τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή όλες τις σχετικές με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας πληροφορίες που είναι αναγκαίες προκειμένου η Επιτροπή να συντάξει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. |
2.On the basis of the information provided by Member States pursuant to paragraph 1, the Commission shall submit to the European Parliament and the Council a report in which it reviews the application of this Directive. | 2.Με βάση τις πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 1, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση στην οποία εξετάζει την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. |
Article 48 Relationship with other Union acts | Άρθρο 48 Σχέση με άλλες πράξεις της Ένωσης |
1.This Directive shall not affect the application of the following legal acts: | 1.Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εφαρμογή των ακόλουθων νομικών πράξεων: |
(a)Directive 2011/36/EU, | α)της οδηγίας 2011/36/ΕΕ, |
(b)Directive 2011/93/EU, | β)της οδηγίας 2011/93/ΕΕ, |
(c)Directive 2011/99/EU, | γ)της οδηγίας 2011/99/ΕΕ, |
(d)Directive 2012/29/EU, | δ)της οδηγίας 2012/29/ΕΕ, |
(e)Regulation (EU) No 606/2013, | ε)του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 606/2013, |
(f)[Regulation (EU) …/… on a Single Market for Digital Services]. | στ)του [κανονισμού (ΕΕ).../... σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών]. |
2.The specific measures of prevention, protection of and support to victims under this Directive shall apply in addition to measures laid down in Directives 2011/36/EU, 2011/93/EU and 2012/29/EU. | 2.Τα ειδικά μέτρα πρόληψης, προστασίας και υποστήριξης των θυμάτων δυνάμει της παρούσας οδηγίας εφαρμόζονται επιπλέον των μέτρων που προβλέπονται στις οδηγίες 2011/36/ΕΕ, 2011/93/ΕΕ και 2012/29/ΕΕ. |
Article 49 Non-regression clause | Άρθρο 49 Κατοχύρωση του επιπέδου προστασίας |
Nothing in this Directive shall be construed as lowering, limiting or derogating from any of the rights and procedural safeguards that are guaranteed under the law of any Member State which provides a higher level of protection. Member States shall not lower that higher level of protection guaranteed at the time of entry into force of this Directive. | Καμία διάταξη της παρούσας οδηγίας δεν ερμηνεύεται ως αποδυνάμωση ή περιορισμός οποιουδήποτε από τα δικαιώματα και τις δικονομικές εγγυήσεις που κατοχυρώνονται από το δίκαιο οποιουδήποτε κράτους μέλους το οποίο παρέχει υψηλότερο επίπεδο προστασίας, ή ως παρέκκλιση απ’ αυτά. Τα κράτη μέλη δεν μειώνουν το υψηλότερο επίπεδο προστασίας που διασφαλίζεται κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας. |
Article 50 Transposition | Άρθρο 50 Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο |
1.Member States shall bring into force the laws, regulations and administrative provisions necessary to comply with this Directive by [two years after entry into force] at the latest. They shall forthwith communicate to the Commission the text of those provisions. | 1.Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο έως την/τις [δύο έτη από την έναρξη ισχύος της]. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων. |
When Member States adopt those provisions, they shall contain a reference to this Directive or be accompanied by such a reference on the occasion of their official publication. Member States shall determine how such reference is to be made. | Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη. |
2.Member States shall communicate to the Commission the text of the main provisions of national law which they adopt in the field covered by this Directive. | 2.Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία. |
Article 51 Entry into force | Άρθρο 51 Έναρξη ισχύος |
This Directive shall enter into force on the twentieth day following that of its publication in the Official Journal of the European Union. | Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. |
Article 52 Addressees | Άρθρο 52 Αποδέκτες |
This Directive is addressed to the Member States in accordance with the Treaties. | Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες. |
Done at Strasbourg, | Στρασβούργο, |
For the European Parliament For the Council | Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο |
The President The President | Η Πρόεδρος Ο Πρόεδρος |
LEGISLATIVE FINANCIAL STATEMENT | ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ |
1.FRAMEWORK OF THE PROPOSAL/INITIATIVE | 1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ |
1.1.Title of the proposal/initiative | 1.1.Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας |
1.2.Policy area(s) concerned | 1.2.Σχετικοί τομείς πολιτικής |
1.3.The proposal/initiative relates to: | 1.3.Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά: |
1.4.Objective(s) | 1.4.Στόχοι |
1.4.1.General objective(s) | 1.4.1.Γενικοί στόχοι |
1.4.2.Specific objective(s) | 1.4.2.Ειδικοί στόχοι |
1.4.3.Expected result(s) and impact | 1.4.3.Αναμενόμενα αποτελέσματα και επιπτώσεις |
1.4.4.Indicators of performance | 1.4.4.Δείκτες επιδόσεων |
1.5.Grounds for the proposal/initiative | 1.5.Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας |
1.5.1.Requirement(s) to be met in the short or long term including a detailed timeline for roll-out of the implementation of the initiative | 1.5.1.Βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη κάλυψη αναγκών, συμπεριλαμβανομένου λεπτομερούς χρονοδιαγράμματος για τη σταδιακή υλοποίηση της πρωτοβουλίας |
1.5.2.Added value of Union involvement (it may result from different factors, e.g. coordination gains, legal certainty, greater effectiveness or complementarities). For the purposes of this point 'added value of Union involvement' is the value resulting from Union intervention which is additional to the value that would have been otherwise created by Member States alone. | 1.5.2.Προστιθέμενη αξία της ενωσιακής παρέμβασης (που μπορεί να προκύπτει από διάφορους παράγοντες, π.χ. οφέλη από τον συντονισμό, ασφάλεια δικαίου, μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα ή συμπληρωματικότητα). Για τους σκοπούς του παρόντος σημείου «προστιθέμενη αξία της ενωσιακής παρέμβασης» είναι η αξία που απορρέει από την ενωσιακή παρέμβαση και η οποία προστίθεται στην αξία που θα είχε δημιουργηθεί αν τα κράτη μέλη ενεργούσαν μεμονωμένα. |
1.5.3.Lessons learned from similar experiences in the past | 1.5.3.Διδάγματα από ανάλογες εμπειρίες του παρελθόντος |
1.5.4.Compatibility with the Multiannual Financial Framework and possible synergies with other appropriate instruments | 1.5.4.Συμβατότητα με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και ενδεχόμενες συνέργειες με άλλα κατάλληλα μέσα |
1.5.5.Assessment of the different available financing options, including scope for redeployment | 1.5.5.Αξιολόγηση των διάφορων διαθέσιμων επιλογών χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων των δυνατοτήτων ανακατανομής |
1.6.Duration and financial impact of the proposal/initiative | 1.6.Διάρκεια και δημοσιονομικές επιπτώσεις της πρότασης/πρωτοβουλίας |
1.7.Management mode(s) planned | 1.7.Προβλεπόμενοι τρόποι διαχείρισης |
2.MANAGEMENT MEASURES | 2.ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ |
2.1.Monitoring and reporting rules | 2.1.Κανόνες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων |
2.2.Management and control system(s) | 2.2.Συστήματα διαχείρισης και ελέγχου |
2.2.1.Justification of the management mode(s), the funding implementation mechanism(s), the payment modalities and the control strategy proposed | 2.2.1.Αιτιολόγηση των τρόπων διαχείρισης, των μηχανισμών εκτέλεσης της χρηματοδότησης, των όρων πληρωμής και της προτεινόμενης στρατηγικής ελέγχου |
2.2.2.Information concerning the risks identified and the internal control system(s) set up to mitigate them | 2.2.2.Πληροφορίες σχετικά με τους κινδύνους που έχουν εντοπιστεί και τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου που έχουν δημιουργηθεί για τον μετριασμό τους |
2.2.3.Estimation and justification of the cost-effectiveness of the controls (ratio of "control costs ÷ value of the related funds managed"), and assessment of the expected levels of risk of error (at payment & at closure) | 2.2.3.Εκτίμηση και αιτιολόγηση της οικονομικής αποδοτικότητας των ελέγχων (λόγος του κόστους του ελέγχου προς την αξία των σχετικών κονδυλίων που αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης) και αξιολόγηση του εκτιμώμενου επιπέδου κινδύνου σφάλματος (κατά την πληρωμή και κατά το κλείσιμο) |
2.3.Measures to prevent fraud and irregularities | 2.3.Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας |
3.ESTIMATED FINANCIAL IMPACT OF THE PROPOSAL/INITIATIVE | 3.ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ |
3.1.Heading(s) of the multiannual financial framework and expenditure budget line(s) affected | 3.1.Τομείς του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμές δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται |
3.2.Estimated financial impact of the proposal on appropriations | 3.2.Εκτιμώμενες δημοσιονομικές επιπτώσεις της πρότασης στις πιστώσεις |
3.2.1.Summary of estimated impact on operational appropriations | 3.2.1.Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις επιχειρησιακές πιστώσεις |
3.2.2.Estimated output funded with operational appropriations | 3.2.2.Εκτιμώμενο αποτέλεσμα που χρηματοδοτείται με επιχειρησιακές πιστώσεις |
3.2.3.Summary of estimated impact on administrative appropriations | 3.2.3.Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις διοικητικές πιστώσεις |
3.2.4.Compatibility with the current multiannual financial framework | 3.2.4.Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο |
3.2.5.Third-party contributions | 3.2.5.Συμμετοχή τρίτων στη χρηματοδότηση |
3.3.Estimated impact on revenue | 3.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στα έσοδα |
LEGISLATIVE FINANCIAL STATEMENT | ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ |
1.FRAMEWORK OF THE PROPOSAL/INITIATIVE | 1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ |
1.1.Title of the proposal/initiative | 1.1.Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας |
Proposal for a Directive of the European Parliament and of the Council on combating violence against women and domestic violence | Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας |
1.2.Policy area(s) concerned | 1.2.Σχετικοί τομείς πολιτικής |
Policy area: Justice and home affairs | Τομέας πολιτικής: Δικαιοσύνη και εσωτερικές υποθέσεις |
Activity: Equality | Δραστηριότητα: Ισότητα |
1.3.The proposal/initiative relates to: | 1.3.Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά: |
◻ a new action | ◻ νέα δράση |
◻ a new action following a pilot project/preparatory action 53 | ◻ νέα δράση έπειτα από δοκιμαστικό σχέδιο / προπαρασκευαστική ενέργεια 53 |
☑ the extension of an existing action | ☑ την παράταση υφιστάμενης δράσης |
◻ a merger of one or more actions towards another/a new action | ◻ συγχώνευση μίας ή περισσότερων δράσεων προς άλλη/νέα δράση |
1.4.Objective(s) | 1.4.Στόχοι |
1.4.1.General objective(s) | 1.4.1.Γενικοί στόχοι |
The proposal for a Directive will oblige all Member States to collect administrative data on violence against women and domestic violence (annual number of women victims of violence against women, of victims of domestic violence, of reported offences, of persons prosecuted and of persons convicted for all forms of violence against women or domestic violence) on the basis of common disaggregations by sex, age of the victim and of the offender, relationship between the victim and the offender, type of offence and other relevant variables. | Η πρόταση οδηγίας θα υποχρεώνει όλα τα κράτη μέλη να συλλέγουν διοικητικά δεδομένα σχετικά με τη βία κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία (ετήσιος αριθμός γυναικών θυμάτων βίας κατά των γυναικών, θυμάτων εξ οικείων βίας, καταγγελλόμενων αδικημάτων, προσώπων που διώκονται και προσώπων που έχουν καταδικαστεί για κάθε μορφή βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας) με βάση κοινές αναλύσεις ανά φύλο, ηλικία του θύματος και του δράστη, σχέση μεταξύ θύματος και δράστη, είδος αδικήματος και άλλες σχετικές μεταβλητές. |
A common methodology shall be developed for the data collection task and support shall be provided by the European Institute for Gender Equality (EIGE), which will gather the data on a yearly basis (see 1.4.2). The administrative data collection task will extend the data collection activities EIGE has already conducts on a voluntary basis with some Member States (see 1.5.2). The extension will permit the EU to ensure comparability of national data, monitor the implementation of the directive and obtain comprehensive statistical information on the prevalence of violence against women and domestic violence. | Θα αναπτυχθεί κοινή μεθοδολογία για το καθήκον συλλογής δεδομένων και θα παρασχεθεί υποστήριξη από το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων (EIGE), το οποίο θα συλλέγει τα δεδομένα σε ετήσια βάση (βλ. σημείο 1.4.2). Το καθήκον της συλλογής διοικητικών δεδομένων θα επεκτείνει τις δραστηριότητες συλλογής δεδομένων που ήδη διεξάγει το EIGE σε εθελοντική βάση με ορισμένα κράτη μέλη (βλ. σημείο 1.5.2). Η επέκταση θα επιτρέψει στην ΕΕ να διασφαλίσει τη συγκρισιμότητα των εθνικών δεδομένων, να παρακολουθεί την εφαρμογή της οδηγίας και να λαμβάνει ολοκληρωμένες στατιστικές πληροφορίες σχετικά με τη συχνότητα της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. |
1.4.2.Specific objective(s) | 1.4.2.Ειδικοί στόχοι |
The proposal will task the European Institute for Gender Equality (EIGE) to: | Η πρόταση θα αναθέσει στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων (EIGE) τα ακόλουθα καθήκοντα: |
1) develop common disaggregations and methodology in cooperation with Member States in order to ensure administrative data comparability across the Union; | 1) την ανάπτυξη κοινών αναλύσεων και μεθοδολογίας σε συνεργασία με τα κράτη μέλη με σκοπό τη διασφάλιση της συγκρισιμότητας των διοικητικών δεδομένων σε ολόκληρη την Ένωση· |
2) support Member States in the data gathering by establishing common standards on counting units, counting rules, common disaggregations, reporting formats, and on the classification of offenses. This may include promoting collaboration and exchanges of practices. | 2) τη στήριξη των κρατών μελών στη συλλογή δεδομένων με τη θέσπιση κοινών προτύπων για τις μονάδες μέτρησης, τους κανόνες μέτρησης, τις κοινές αναλύσεις, τους μορφότυπους υποβολής εκθέσεων και την ταξινόμηση των αδικημάτων. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την προώθηση της συνεργασίας και της ανταλλαγής πρακτικών. |
1.4.3.Expected result(s) and impact | 1.4.3.Αναμενόμενα αποτελέσματα και επιπτώσεις |
Specify the effects which the proposal/initiative should have on the beneficiaries/groups targeted. | Να προσδιοριστούν τα αποτελέσματα που αναμένεται να έχει η πρόταση/πρωτοβουλία όσον αφορά τους/τις στοχευόμενους/-ες δικαιούχους/ομάδες. |
The proposal is expected to increase the effectiveness of comparable administrative data collection across the Union on all forms of violence against women and domestic violence. | Η πρόταση αναμένεται να αυξήσει την αποτελεσματικότητα της συλλογής συγκρίσιμων διοικητικών δεδομένων σε ολόκληρη την Ένωση σχετικά με όλες τις μορφές βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας. |
Since 2012, EIGE has supported Member States in strengthening their administrative data collection procedures and developing statistics on various forms of VAW. The analysis of the data available in each Member State has revealed challenges in data collection stemming from the legal context, institutional practice and acute technical limitations. | Από το 2012 το EIGE στηρίζει τα κράτη μέλη στην ενίσχυση των διοικητικών τους διαδικασιών συλλογής δεδομένων και στην ανάπτυξη στατιστικών σχετικά με διάφορες μορφές βίας κατά των γυναικών. Η ανάλυση των διαθέσιμων δεδομένων σε κάθε κράτος μέλος αποκάλυψε προκλήσεις όσον αφορά τη συλλογή δεδομένων που απορρέουν από το νομικό πλαίσιο, τη θεσμική πρακτική και σοβαρούς τεχνικούς περιορισμούς. |
There is no systematic and standardised method of data collection on acts of violence against women and domestic violence across the EU, particularly when it comes to the types of criminal offences covered and the victim–perpetrator relationship. Across Member States, great discrepancies exist in relation to the methods employed to collect data, the quality of the data collected and how it is stored, shared between the relevant authorities (law enforcement, judicial, health and social services etc.) and internationally, and made publicly available. Differences in practice and a lack of mandatory recording principles hinder methodical data recording on victims and perpetrators, specifically regarding their sex and the relationship between them. As a result, the data available is still far from complete and comparable, which undermines efforts to analyse the criminal trends and assess the effectiveness of measures in place. | Δεν υπάρχει συστηματική και τυποποιημένη μέθοδος συλλογής δεδομένων σχετικά με τις πράξεις βίας κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία σε ολόκληρη την ΕΕ, ιδίως όσον αφορά τα είδη των καλυπτόμενων ποινικών αδικημάτων και τη σχέση θύματος-δράστη. Υπάρχουν μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για τη συλλογή δεδομένων, την ποιότητα των συλλεγόμενων δεδομένων καθώς και τον τρόπο αποθήκευσής τους, ανταλλαγής τους μεταξύ των αρμόδιων αρχών (αρχών επιβολής του νόμου, δικαστικών αρχών, υγειονομικών και κοινωνικών υπηρεσιών κ.λπ.) και διεθνώς, και δημοσιοποίησής τους. Οι διαφορές στην πράξη και η έλλειψη αρχών ως προς την υποχρεωτική καταγραφή εμποδίζουν τη μεθοδική καταγραφή δεδομένων σχετικά με τα θύματα και τους δράστες, ιδίως όσον αφορά το φύλο τους και τη μεταξύ τους σχέση. Ως εκ τούτου, τα διαθέσιμα δεδομένα απέχουν ακόμη πολύ από το να είναι πλήρη και συγκρίσιμα, γεγονός που υπονομεύει τις προσπάθειες για την ανάλυση των εγκληματικών τάσεων και την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των υφιστάμενων μέτρων. |
Increasing the effectiveness of the collection processes of comparable administrative data has ground-breaking potential to solve the current lack of evidence on the prevalence of violence against women and domestic violence. Currently, no score is given to the EU in the domain of violence in the Gender Equality Index (GEI), due to a lack of comparable EU-wide data. As a result, violence against women, one of the main forms of gender-based discrimination, is only considered as an additional domain in the GEI. The collection of comparable administrative data across the EU can allow for a systematic measurement of violence against women and domestic violence and their different impacts on victim’s lives. Only by collecting quantitative and qualitative data on the motives, forms and impacts of violence against women, the Member States will able to design fully effective measures to protect and support victims. Better safeguarding the fundamental rights of victims of violence is therefore at the core of this effort and victims will be the main beneficiaries of this major EU-wide improvement. | Η αύξηση της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών συλλογής συγκρίσιμων διοικητικών δεδομένων έχει πρωτοποριακές δυνατότητες για την αντιμετώπιση της τρέχουσας έλλειψης στοιχείων σχετικά με τη συχνότητα της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας. Επί του παρόντος, δεν δίνεται βαθμολογία στην ΕΕ στον τομέα της βίας στον δείκτη ισότητας των φύλων (GEI), λόγω έλλειψης συγκρίσιμων δεδομένων σε επίπεδο ΕΕ. Ως εκ τούτου, η βία κατά των γυναικών, μία από τις κύριες μορφές έμφυλων διακρίσεων, θεωρείται μόνο πρόσθετος τομέας στο πλαίσιο του GEI. Η συλλογή συγκρίσιμων διοικητικών δεδομένων σε ολόκληρη την ΕΕ μπορεί να επιτρέψει τη συστηματική μέτρηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας, και των διαφορετικών επιπτώσεών τους στη ζωή των θυμάτων. Μόνο με τη συλλογή ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων σχετικά με τα κίνητρα, τις μορφές και τις επιπτώσεις της βίας κατά των γυναικών θα είναι τα κράτη μέλη σε θέση να σχεδιάσουν πλήρως αποτελεσματικά μέτρα για την προστασία και τη στήριξη των θυμάτων. Ως εκ τούτου, η καλύτερη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των θυμάτων βίας βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της προσπάθειας και από αυτή τη σημαντική βελτίωση σε επίπεδο ΕΕ θα ωφεληθούν κυρίως τα θύματα. |
1.4.4.Indicators of performance | 1.4.4.Δείκτες επιδόσεων |
Specify the indicators for monitoring progress and achievements. | Να προσδιοριστούν οι δείκτες για την παρακολούθηση της προόδου και των επιτευγμάτων. |
1. Development / deployment of common disaggregations and methodology to ensure administrative data comparability across the Union, to be developed in cooperation with Member States; | 1. Ανάπτυξη/χρήση κοινών αναλύσεων και μεθοδολογίας για τη διασφάλιση της συγκρισιμότητας των διοικητικών δεδομένων σε ολόκληρη την Ένωση, που θα αναπτυχθούν σε συνεργασία με τα κράτη μέλη· |
2. Establishment of a data collection tool and its deployment with accompanying guidelines issued by EIGE and approved by Member States in full alignment with the Directive; | 2. Δημιουργία εργαλείου συλλογής δεδομένων και ανάπτυξή του με συνοδευτικές κατευθυντήριες γραμμές που θα εκδοθούν από το EIGE και θα εγκριθούν από τα κράτη μέλη σε πλήρη ευθυγράμμιση με την οδηγία· |
3. Development of guidelines for harmonisation and standardisation of crime statistics on violence against women and domestic violence, in cooperation with relevant stakeholders such as Eurostat and UNODC | 3. Ανάπτυξη κατευθυντήριων γραμμών για την εναρμόνιση και την τυποποίηση των στατιστικών για την εγκληματικότητα σχετικά με τη βία κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία, σε συνεργασία με τα οικεία ενδιαφερόμενα μέρη, όπως η Eurostat και το Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Έλεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος (UNODC) |
4. Number of Member States supported in the data gathering by establishing common standards on counting units, counting rules, common disaggregations, reporting formats, and on the classification of offenses; | 4. Αριθμός κρατών μελών που υποστηρίζονται στη συλλογή δεδομένων με τη θέσπιση κοινών προτύπων για τις μονάδες μέτρησης, τους κανόνες μέτρησης, τις κοινές αναλύσεις, τους μορφότυπους υποβολής εκθέσεων και την ταξινόμηση των αδικημάτων· |
5. Number of Member States able to report data on all forms of violence included in the Directive every year (data availability); | 5. Αριθμός κρατών μελών που μπορούν να υποβάλλουν ετησίως στοιχεία για όλες τις μορφές βίας που περιλαμβάνονται στην οδηγία (διαθεσιμότητα δεδομένων)· |
6. Number of Member States able to report data in full compliance with the data provision requirements of the Directive every year (data comparability); | 6. Αριθμός κρατών μελών που μπορούν να υποβάλλουν ετησίως στοιχεία σε πλήρη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις παροχής δεδομένων της οδηγίας (συγκρισιμότητα δεδομένων)· |
7. Number of Member States complying with European Union standards for statistical metadata reporting every year; | 7. Αριθμός κρατών μελών που συμμορφώνονται με τα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υποβολή στατιστικών μεταδεδομένων ετησίως· |
8. Number of visits to the data portal. | 8. Αριθμός επισκέψεων στην πύλη δεδομένων. |
1.5.Grounds for the proposal/initiative | 1.5.Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας |
1.5.1.Requirement(s) to be met in the short or long term including a detailed timeline for roll-out of the implementation of the initiative | 1.5.1.Βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη κάλυψη αναγκών, συμπεριλαμβανομένου λεπτομερούς χρονοδιαγράμματος για τη σταδιακή υλοποίηση της πρωτοβουλίας |
The main requirements following entry into force of the proposal are as follows: | Οι βασικές απαιτήσεις μετά την έναρξη ισχύος της πρότασης είναι οι εξής: |
- Established capacity at EIGE (human and financial resources ensured), in 2025/2026 54 ; | - Δημιουργία ικανότητας στο EIGE (εξασφάλιση ανθρώπινων και οικονομικών πόρων), το 2025/2026 54 · |
- Coordination system for data collection at EU level set up (EIGE as coordination body, network of researchers and data providers at MS level), in 2025-2026; | - Δημιουργία συστήματος συντονισμού για τη συλλογή δεδομένων σε επίπεδο ΕΕ (το EIGE ως συντονιστικό όργανο, δίκτυο ερευνητών και παρόχων δεδομένων σε επίπεδο κρατών μελών), το 2025-2026· |
- Requirements gathering and procurement initiation by EIGE in 2025/2026; | - Συγκέντρωση απαιτήσεων και έναρξη διαδικασίας σύναψης συμβάσεων από το EIGE το 2025/2026· |
- Agreed Standard Operating Procedures (SOPs) for data management, including data collection, entry and validation, support standardization of VAW administrative data, in 2025-2026; | - Συμφωνηθείσες τυποποιημένες διαδικασίες λειτουργίας (SOP) για τη διαχείριση δεδομένων, συμπεριλαμβανομένης της συλλογής, της εισαγωγής και της επικύρωσης δεδομένων, στήριξη της τυποποίησης των διοικητικών δεδομένων για τη βία κατά των γυναικών κατά την περίοδο 2025-2026· |
- Data collection tool designed, tested and hosted on a suitable online platform established and managed by EIGE, in 2026; | - Σχεδιασμός, δοκιμή και φιλοξενία σε κατάλληλη επιγραμμική πλατφόρμα που δημιουργήθηκε και τελεί υπό τη διαχείριση του EIGE εργαλείου συλλογής δεδομένων το 2026· |
- Web-based platform to submit data with a secure data transfer operating, in 2027; | - Διαδικτυακή πλατφόρμα για την υποβολή δεδομένων με ασφαλή μεταφορά δεδομένων σε λειτουργία το 2027· |
- Maintenance and troubleshooting of the web-based platform, from 2027 onwards; | - Συντήρηση και επίλυση προβλημάτων στη διαδικτυακή πλατφόρμα, από το 2027 και μετά· |
- Regular publication and dissemination of collected statistics through EIGE’s gender statistics database, regularly from 2027 onwards. | - Τακτική δημοσίευση και διάδοση των συλλεγόμενων στατιστικών στοιχείων μέσω της βάσης δεδομένων στατιστικών για το φύλο του EIGE, σε τακτική βάση από το 2027 και μετά. |
1.5.2.Added value of Union involvement (it may result from different factors, e.g. coordination gains, legal certainty, greater effectiveness or complementarities). For the purposes of this point 'added value of Union involvement' is the value resulting from Union intervention which is additional to the value that would have been otherwise created by Member States alone. | 1.5.2.Προστιθέμενη αξία της ενωσιακής παρέμβασης (που μπορεί να προκύπτει από διάφορους παράγοντες, π.χ. οφέλη από τον συντονισμό, ασφάλεια δικαίου, μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα ή συμπληρωματικότητα). Για τους σκοπούς του παρόντος σημείου «προστιθέμενη αξία της ενωσιακής παρέμβασης» είναι η αξία που απορρέει από την ενωσιακή παρέμβαση και η οποία προστίθεται στην αξία που θα είχε δημιουργηθεί αν τα κράτη μέλη ενεργούσαν μεμονωμένα. |
The administrative data collection obligation is the only way to enable administrative data collection across the EU on a standardised basis. Since Member States currently apply different methodologies for the collection of administrative data in this policy field, the availability of comparable data in Europe therefore remains limited. | Η υποχρέωση συλλογής διοικητικών στοιχείων είναι ο μόνος τρόπος για να καταστεί δυνατή η συλλογή διοικητικών δεδομένων σε ολόκληρη την ΕΕ σε τυποποιημένη βάση. Δεδομένου ότι τα κράτη μέλη εφαρμόζουν επί του παρόντος διαφορετικές μεθοδολογίες για τη συλλογή διοικητικών δεδομένων σ’ αυτόν τον τομέα πολιτικής, η διαθεσιμότητα συγκρίσιμων δεδομένων στην Ευρώπη παραμένει, ως εκ τούτου, περιορισμένη. |
EIGE’s involvement is the most feasible way of structuring the data collection, since this task builds on the work already undertaken by EIGE on a voluntary basis with a limited number of Member States and data. It extends the task set out in Article 3(1) (a) and (b) of EIGE’s Founding Regulation (No 1922/2006) on “collecting, analysing and disseminating relevant objective, comparable and reliable information as regards gender equality, including results from research and best practice communicated to it by Member States” and “developing methods to improve the objectivity, comparability and reliability of data at European level by establishing criteria that will improve the consistency of information and take into account gender issues when collecting data”. It will make the existing data collection obligatory and regular, as well as broaden its scope to cover all Member States. | Η συμμετοχή του EIGE είναι ο πιο εφικτός τρόπος διάρθρωσης της συλλογής δεδομένων, δεδομένου ότι το καθήκον αυτό βασίζεται στο έργο που έχει ήδη αναλάβει το EIGE σε εθελοντική βάση με περιορισμένο αριθμό κρατών μελών και δεδομένα. Επεκτείνει το καθήκον που ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) του ιδρυτικού κανονισμού του EIGE (αριθ. 1922/2006) που συνίσταται στο να «συλλέγει, αναλύει και διαδίδει συναφείς αντικειμενικές, συγκρίσιμες και αξιόπιστες πληροφορίες για την ισότητα των φύλων, συμπεριλαμβανομένων αποτελεσμάτων ερευνών και βέλτιστης πρακτικής που του διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη» και να «αναπτύσσει μεθόδους για τη βελτίωση της αντικειμενικότητας, της συγκρισιμότητας, και της αξιοπιστίας των δεδομένων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με την καθιέρωση κριτηρίων που βελτιώνουν τη συνοχή των πληροφοριών και συνυπολογίζουν τα θέματα φύλου κατά τη συλλογή των δεδομένων». Θα καταστήσει υποχρεωτική και τακτική την υφιστάμενη συλλογή δεδομένων, καθώς και θα διευρύνει το πεδίο εφαρμογής της ώστε να καλύπτει όλα τα κράτη μέλη. |
The extended task would be fully aligned with the rules and policies of Eurostat: improving administrative data collection systems complies with the European Union strategy for modernising social statistics, namely through re-engineering a production method where statistics are produced as parts of an integrated model. | Το διευρυμένο καθήκον θα ευθυγραμμιστεί πλήρως με τους κανόνες και τις πολιτικές της Eurostat: η βελτίωση των συστημάτων συλλογής διοικητικών στοιχείων συνάδει με τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον εκσυγχρονισμό των κοινωνικών στατιστικών, ιδίως μέσω του ανασχεδιασμού μιας μεθόδου παραγωγής όπου οι στατιστικές παράγονται ως μέρος ενός ολοκληρωμένου μοντέλου. |
The data collection is crucial for monitoring the implementation of the future directive, which is set to take place at regular intervals after its entry into force. Stakeholders active in the field of data collection (Council of Europe, FRA, also European Parliament) strongly call on the Commission to enable the creation of more reliable data on the topic in this manner. | Η συλλογή δεδομένων είναι ζωτικής σημασίας για την παρακολούθηση της εφαρμογής της μελλοντικής οδηγίας, η οποία προβλέπεται να πραγματοποιείται σε τακτά χρονικά διαστήματα μετά την έναρξη ισχύος της. Τα ενδιαφερόμενα μέρη που δραστηριοποιούνται στον τομέα της συλλογής δεδομένων (Συμβούλιο της Ευρώπης, FRA, επίσης Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) καλούν μετ’ επιτάσεως την Επιτροπή να καταστήσει δυνατή τη δημιουργία πιο αξιόπιστων δεδομένων για το θέμα αυτό. |
1.5.3.Lessons learned from similar experiences in the past | 1.5.3.Διδάγματα από ανάλογες εμπειρίες του παρελθόντος |
While the impact on national data recording systems might have been limited so far, the work carried out by EIGE since 2017 together with some Member States on a voluntary basis has brought about some considerable improvements. In particular, their work in assessing Member States’ statistical capability to provide data on three major forms of violence against women (intimate partner violence, rape and femicide) has served to: | Αν και ο αντίκτυπος στα εθνικά συστήματα καταγραφής δεδομένων ενδέχεται να ήταν περιορισμένος μέχρι στιγμής, το έργο που επιτέλεσε το EIGE από το 2017 μαζί με ορισμένα κράτη μέλη σε εθελοντική βάση έχει επιφέρει ορισμένες σημαντικές βελτιώσεις. Ειδικότερα, το έργο του όσον αφορά την αξιολόγηση της στατιστικής ικανότητας των κρατών μελών να παρέχουν στοιχεία σχετικά με τρεις μείζονες μορφές βίας κατά των γυναικών (βία ασκούμενη από σύντροφο, βιασμός και γυναικοκτονία) έχει ως στόχο: |
- Raise awareness about the importance of collecting and analysing data on these forms of violence; | Αύξηση της ευαισθητοποίησης σχετικά με τη σημασία της συλλογής και ανάλυσης δεδομένων σχετικά μ’ αυτές τις μορφές βίας· |
- Improve the data collection and data analyses in some Member States (DE, EL); | - Βελτίωση της συλλογής δεδομένων και των αναλύσεων δεδομένων σε ορισμένα κράτη μέλη (DE, EL)· |
- Develop new databases devoted to the collection of specific data on domestic violence and the integration of different systems (administrative data collection from prosecutors, judiciary, police) that currently provide a fragmented picture. This has led to the establishment of integrated systems in some Member States (PT, EL). | - Ανάπτυξη νέων βάσεων δεδομένων αφιερωμένων στη συλλογή ειδικών δεδομένων σχετικά με την εξ οικείων βία και την ενσωμάτωση διαφόρων συστημάτων (συλλογή διοικητικών δεδομένων από εισαγγελείς, δικαστικές αρχές, αστυνομία), οι οποίες επί του παρόντος παρέχουν κατακερματισμένη εικόνα. Αυτό έχει οδηγήσει στη δημιουργία ολοκληρωμένων συστημάτων σε ορισμένα κράτη μέλη (PT, EL). |
The current voluntary-based work has also highlighted the following needs and key areas of improvement: | Η τρέχουσα εθελοντική εργασία έχει επίσης αναδείξει τις ακόλουθες ανάγκες και βασικούς τομείς βελτίωσης: |
- The need to share good practices and discuss with the national data providers, in order to improve their data collection systems; | - την ανάγκη ανταλλαγής ορθών πρακτικών και συζήτησης με τους εθνικούς παρόχους δεδομένων, προκειμένου να βελτιωθούν τα συστήματα συλλογής δεδομένων τους· |
- The need to work in partnership with other agencies to align the data collection requirements, such as Eurostat, CoE (GREVIO), UNODC; | - την ανάγκη συνεργασίας με άλλους οργανισμούς για την ευθυγράμμιση των απαιτήσεων συλλογής δεδομένων, όπως η Eurostat, το Συμβούλιο της Ευρώπης (GREVIO), το UNODC· |
- The importance of clear definitions and concepts, free from any gender bias, to shed light on the forms of this kind of violence that remain invisible, underreported and underrecorded; | - τη σημασία σαφών ορισμών και εννοιών, απαλλαγμένων από έμφυλες προκαταλήψεις, για να ριχθεί φως σ’ αυτές τις μορφές βίας που εξακολουθούν να είναι αόρατες, ανεπαρκώς καταγγελλόμενες και ανεπαρκώς καταγραφόμενες· |
- The need for capacity building and training for national data providers; | - την ανάγκη ανάπτυξης ικανοτήτων και κατάρτισης για τους εθνικούς παρόχους δεδομένων· |
- The importance of the data collection to accurately assess the risks of repeated victimisation and to develop better prevention measures. | - τη σημασία της συλλογής δεδομένων για την ακριβή εκτίμηση των κινδύνων επανειλημμένης θυματοποίησης και για την ανάπτυξη καλύτερων μέτρων πρόληψης. |
1.5.4.Compatibility with the Multiannual Financial Framework and possible synergies with other appropriate instruments | 1.5.4.Συμβατότητα με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και ενδεχόμενες συνέργειες με άλλα κατάλληλα μέσα |
Administrative data collection on violence against women and domestic violence is a crucial part of creating an area of freedom, security and justice and a key part of the Gender Equality Strategy 2020-2025. It enables Union-wide monitoring of the prevalence of the criminal acts that constitute violence against women or domestic violence. It creates new knowledge on the depth of the problem and would allow to monitor trends and shape policies for effective action against such violence. | Η συλλογή διοικητικών δεδομένων σχετικά με τη βία κατά των γυναικών και την εξ οικείων βία αποτελεί καίριο μέρος της δημιουργίας ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης και βασικό μέρος της στρατηγικής για την ισότητα των φύλων 2020-2025. Επιτρέπει την παρακολούθηση σε επίπεδο Ένωσης της συχνότητας των εγκληματικών πράξεων που συνιστούν βία κατά των γυναικών ή εξ οικείων βία. Δημιουργεί νέες γνώσεις σχετικά με το βάθος του προβλήματος και θα επιτρέψει την παρακολούθηση των τάσεων και τη διαμόρφωση πολιτικών για την αποτελεσματική δράση κατά της βίας αυτής. |
This aim is explicitly mentioned in the EU Gender Equality Strategy, the EU Strategy on the Rights of the Child (2021-2024), the EU Strategy on Victims’ Rights (2020-2025), the LGBTIQ Equality Strategy 2020-2025, the Strategy for the Rights of Persons with Disabilities 2021-2030 and the European Pillar of Social Rights Action Plan. The Gender Action Plan III makes the fight against gender-based violence also one of the priorities of the Union’s external action. This proposal is included in the Commission’s Work Programme for 2021, and figures prominently in the political guidelines and both the State of the Union 2021 and 2022 speeches of the President. | Ο στόχος αυτός αναφέρεται ρητά στη στρατηγική της ΕΕ για την ισότητα των φύλων, στη στρατηγική της ΕΕ για τα δικαιώματα του παιδιού (2021-2024), τη στρατηγική της ΕΕ για τα δικαιώματα των θυμάτων (2020-2025), τη στρατηγική για την ισότητα των ΛΟΑΤΚΙ 2020-2025, τη στρατηγική για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία 2021-2030, και το σχέδιο δράσης για τον ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων. Το σχέδιο δράσης για την ισότητα των φύλων ΙΙΙ καθιστά την καταπολέμηση της έμφυλης βίας μία από τις προτεραιότητες της εξωτερικής δράσης της Ένωσης. Η παρούσα πρόταση περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2021 και κατέχει εξέχουσα θέση τόσο στις πολιτικές κατευθύνσεις της προέδρου όσο και στην ομιλίες της για την κατάσταση της Ένωσης το 2021 και το 2022. |
1.5.5.Assessment of the different available financing options, including scope for redeployment | 1.5.5.Αξιολόγηση των διάφορων διαθέσιμων επιλογών χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων των δυνατοτήτων ανακατανομής |
The costs concerning the development of a common framework for administrative data collection should be borne by the Union budget and should be reflected in the budget of the concerned agency – EIGE. Withing the scope of this proposal, the increase in the EU contribution to EIGE will be financed from the Citizens, Equality, Rights and Values (CERV) Programme for the period 2025-2027. From 2028 onwards (see section 1.6), these costs will become an integral part of the EU contribution to EIGE to be adopted by the budget authority via the annual budgetary procedure. | Οι δαπάνες που αφορούν την ανάπτυξη κοινού πλαισίου για τη συλλογή διοικητικών δεδομένων θα πρέπει να βαρύνουν τον προϋπολογισμό της Ένωσης και να αντικατοπτρίζονται στον προϋπολογισμό του σχετικού οργανισμού — του EIGE. Εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας πρότασης, η αύξηση της συνεισφοράς της ΕΕ στο EIGE θα χρηματοδοτηθεί από το πρόγραμμα «Πολίτες, ισότητα, δικαιώματα και αξίες» (CERV) για την περίοδο 2025-2027. Από το 2028 και μετά (βλ. σημείο 1.6), οι δαπάνες αυτές θα αποτελέσουν αναπόσπαστο μέρος της συνεισφοράς της ΕΕ στο EIGE που θα εγκριθεί από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή μέσω της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού. |
1.6.Duration and financial impact of the proposal/initiative | 1.6.Διάρκεια και δημοσιονομικές επιπτώσεις της πρότασης/πρωτοβουλίας |
◻ limited duration | ◻ περιορισμένη διάρκεια |
–◻ in effect from [DD/MM]YYYY to [DD/MM]YYYY | –◻ με ισχύ από [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ έως [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ |
–◻ Financial impact from YYYY to YYYY for commitment appropriations and from YYYY to YYYY for payment appropriations. | –◻ Δημοσιονομικές επιπτώσεις από το ΕΕΕΕ έως το ΕΕΕΕ για πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων και από το ΕΕΕΕ έως το ΕΕΕΕ για πιστώσεις πληρωμών. |
☑ unlimited duration | ☑ απεριόριστη διάρκεια |
–Implementation with a start-up period from 2025/26 to 2027, | –Περίοδος σταδιακής εφαρμογής από το 2025/26 έως το 2027, |
–followed by full-scale operation. | –και στη συνέχεια πλήρης εφαρμογή. |
1.7.Management mode(s) planned 55 | 1.7.Προβλεπόμενοι τρόποι διαχείρισης 55 |
◻ Direct management by the Commission | ◻ Άμεση διαχείριση από την Επιτροπή |
–◻ by its departments, including by its staff in the Union delegations; | –◻ από τις υπηρεσίες της, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού της στις αντιπροσωπείες της Ένωσης |
–◻ by the executive agencies | –◻ από τους εκτελεστικούς οργανισμούς |
◻ Shared management with the Member States | ◻ Επιμερισμένη διαχείριση με τα κράτη μέλη |
☑ Indirect management by entrusting budget implementation tasks to: | ☑ Έμμεση διαχείριση με ανάθεση καθηκόντων εκτέλεσης του προϋπολογισμού: |
–◻ third countries or the bodies they have designated; | –◻ σε τρίτες χώρες ή οργανισμούς που αυτές έχουν ορίσει |
–◻ international organisations and their agencies (to be specified); | –◻ σε διεθνείς οργανισμούς και στις οργανώσεις τους (να προσδιοριστούν) |
–◻ the EIB and the European Investment Fund; | –◻ στην ΕΤΕπ και στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων |
–☑ bodies referred to in Articles 70 and 71; | –☑ στους οργανισμούς που μνημονεύονται στα άρθρα 70 και 71 |
–◻ public law bodies; | –◻ σε οργανισμούς δημοσίου δικαίου |
–◻ bodies governed by private law with a public service mission to the extent that they are provided with adequate financial guarantees; | –◻ σε οργανισμούς που διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο και έχουν αποστολή δημόσιας υπηρεσίας, στον βαθμό που τους παρέχονται επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις |
–◻ bodies governed by the private law of a Member State that are entrusted with the implementation of a public-private partnership and that are provided with adequate financial guarantees; | –◻ σε οργανισμούς που διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο κράτους μέλους, στους οποίους έχει ανατεθεί η εκτέλεση σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και στους οποίους παρέχονται επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις |
–◻ persons entrusted with the implementation of specific actions in the CFSP pursuant to Title V of the TEU, and identified in the relevant basic act. | –◻ σε πρόσωπα επιφορτισμένα με την εφαρμογή συγκεκριμένων δράσεων στην ΚΕΠΠΑ βάσει του τίτλου V της ΣΕΕ και τα οποία προσδιορίζονται στην αντίστοιχη βασική πράξη |
2.MANAGEMENT MEASURES | 2.ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ |
2.1.Monitoring and reporting rules | 2.1.Κανόνες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων |
Specify frequency and conditions. | Να προσδιοριστούν η συχνότητα και οι όροι. |
Monitoring and evaluation of the development and functioning of the data collection is crucial and will be applied by following the principles outlined in the common approach on decentralised agencies. | Η παρακολούθηση και η αξιολόγηση της ανάπτυξης και της λειτουργίας της συλλογής δεδομένων είναι ζωτικής σημασίας και θα εφαρμοστούν σύμφωνα με τις αρχές που περιγράφονται στην κοινή προσέγγιση για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς. |
EIGE must send each year to the Commission, the European Parliament and the Council a Single Programming Document (SPD) containing multi-annual and annual work programmes and resources programming. The SPD sets out the objectives, expected results and performance indicators to monitor the achievement of the objectives and the results. | Το EIGE πρέπει να αποστέλλει σε ετήσια βάση στην Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενιαίο έγγραφο προγραμματισμού, το οποίο περιέχει τα πολυετή και ετήσια προγράμματα εργασίας, καθώς και τον προγραμματισμό των πόρων. Το ενιαίο έγγραφο προγραμματισμού καθορίζει τους στόχους, τα αναμενόμενα αποτελέσματα και τους δείκτες επιδόσεων για την παρακολούθηση της επίτευξης των στόχων και των αποτελεσμάτων. |
Once the extended administrative data collection is set in motion, EIGE would submit a report to the European Parliament and to the Council explaining how the objectives, in particular relating to planning and costs, have been achieved. | Μόλις δρομολογηθεί η διευρυμένη συλλογή διοικητικών δεδομένων, το EIGE θα υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο στην οποία θα επεξηγείται ο τρόπος με τον οποίο επιτεύχθηκαν οι στόχοι, ιδίως όσον αφορά τον σχεδιασμό και το κόστος. |
Two years after the start of operations and every year thereafter, EIGE would submit to the Commission a report on the technical functioning of the data collection activities. | Δύο έτη μετά την έναρξη λειτουργίας και στη συνέχεια κάθε χρόνο, το EIGE θα υποβάλλει στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την τεχνική λειτουργία των δραστηριοτήτων συλλογής δεδομένων. |
This activity will be regularly evaluated in the context of subsequent evaluations of EIGE, which are conducted in accordance with Article 20 of Regulation (EC) No 1922/2006. | Η δραστηριότητα αυτή θα αξιολογείται τακτικά στο πλαίσιο μεταγενέστερων αξιολογήσεων του EIGE, οι οποίες διενεργούνται σύμφωνα με το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1922/2006. |
2.2.Management and control system(s) | 2.2.Συστήματα διαχείρισης και ελέγχου |
2.2.1.Justification of the management mode(s), the funding implementation mechanism(s), the payment modalities and the control strategy proposed | 2.2.1.Αιτιολόγηση των τρόπων διαχείρισης, των μηχανισμών εκτέλεσης της χρηματοδότησης, των όρων πληρωμής και της προτεινόμενης στρατηγικής ελέγχου |
Considering that the proposal impacts the annual EU contribution to EIGE, the Union budget will be implemented via indirect management. | Δεδομένου ότι η πρόταση επηρεάζει την ετήσια συνεισφορά της ΕΕ στο EIGE, ο προϋπολογισμός της Ένωσης θα εκτελείται μέσω έμμεσης διαχείρισης. |
Pursuant to the principle of sound financial management, the budget of the agency shall be implemented in compliance with effective and efficient internal control. | Σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, ο προϋπολογισμός του οργανισμού εκτελείται βάσει αποτελεσματικού και αποδοτικού εσωτερικού ελέγχου. |
Regarding ex-post controls, the agency is subject to: | Όσον αφορά τους εκ των υστέρων ελέγχους, ο οργανισμός υπόκειται: |
- internal audit by the Internal Audit Service of the Commission; | - σε εσωτερικό έλεγχο από την Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου της Επιτροπής· |
- annual reports by the European Court of Auditors, giving a statement of assurance as to the reliability of the annual accounts and the legality and regularity of the underlying transactions; | - στην έκδοση ετήσιων εκθέσεων του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, οι οποίες περιλαμβάνουν δήλωση που βεβαιώνει την αξιοπιστία των ετήσιων λογαριασμών και τη νομιμότητα και κανονικότητα των πράξεων στις οποίες αυτοί βασίζονται· |
- annual discharge granted by the European Parliament; | - σε ετήσια απαλλαγή που χορηγείται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο· |
- possible investigations conducted by OLAF to ensure, in particular, that the resources allocated to agencies are put to proper use; | - σε πιθανές έρευνες που διεξάγει η OLAF για να διασφαλίσει, ιδίως, την ορθή χρήση των πόρων που διατίθενται στους οργανισμούς· |
- a further layer of control and accountability by the European Ombudsman. | - σε ένα περαιτέρω επίπεδο ελέγχου και λογοδοσίας από τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή. |
2.2.2.Information concerning the risks identified and the internal control system(s) set up to mitigate them | 2.2.2.Πληροφορίες σχετικά με τους κινδύνους που έχουν εντοπιστεί και τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου που έχουν δημιουργηθεί για τον μετριασμό τους |
No specific risks have been identified at this stage. | Στο παρόν στάδιο δεν έχουν εντοπιστεί συγκεκριμένοι κίνδυνοι. |
2.2.3.Estimation and justification of the cost-effectiveness of the controls (ratio of "control costs ÷ value of the related funds managed"), and assessment of the expected levels of risk of error (at payment & at closure) | 2.2.3.Εκτίμηση και αιτιολόγηση της οικονομικής αποδοτικότητας των ελέγχων (λόγος του κόστους του ελέγχου προς την αξία των σχετικών κονδυλίων που αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης) και αξιολόγηση του εκτιμώμενου επιπέδου κινδύνου σφάλματος (κατά την πληρωμή και κατά το κλείσιμο) |
The ratio of “control costs/payment of the related funds managed” is reported on by the Commission. The 2020 AAR of DG JUST reports 0.74% for this ratio in relation to Indirect Management Entrusted Entities and Decentralized Agencies, including EIGE. | Ο λόγος του κόστους του ελέγχου προς την καταβολή των σχετικών κονδυλίων που αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης δηλώνεται από την Επιτροπή. Στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων της ΓΔ Δικαιοσύνης για το 2020 αναφέρεται ποσοστό 0,74 % για τον συγκεκριμένο λόγο σε σχέση με τις εντεταλμένες οντότητες και τους αποκεντρωμένους οργανισμούς έμμεσης διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένου του EIGE. |
The European Court of Auditors (ECA) confirmed the legality and regularity transactions and the reliability of EIGE’s annual accounts for 2020, which implies an error rate below 2%. There are no indications that the error rate will worsen in the coming years. The reliability of 2020 accounts is also confirmed based on the verification by an independent external auditor. | Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο επιβεβαίωσε τη νομιμότητα και την κανονικότητα των συναλλαγών και την αξιοπιστία των ετήσιων λογαριασμών για το 2020, κάτι που συνεπάγεται ποσοστό σφάλματος κάτω του 2 %. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι το ποσοστό σφάλματος θα αυξηθεί τα προσεχή έτη. Η αξιοπιστία των λογαριασμών του 2020 επιβεβαιώνεται επίσης με βάση την επαλήθευση από ανεξάρτητο εξωτερικό ελεγκτή. |
2.3.Measures to prevent fraud and irregularities | 2.3.Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας |
Specify existing or envisaged prevention and protection measures, e.g. from the Anti-Fraud Strategy. | Να προσδιοριστούν τα ισχύοντα ή τα προβλεπόμενα μέτρα πρόληψης και προστασίας, π.χ. στη στρατηγική για την καταπολέμηση της απάτης. |
The measures related to combating fraud and irregularities are outlined, inter alia, in EIGE’s Anti-fraud Strategy 2021-2023. EIGE participates in fraud prevention activities of the European Anti-fraud Office and is obliged to inform the Commission without delay on cases of presumed fraud and other financial irregularities. | Τα μέτρα που σχετίζονται με την καταπολέμηση της απάτης και των παρατυπιών περιγράφονται, μεταξύ άλλων, στη στρατηγική του EIGE για την καταπολέμηση της απάτης 2021-2023. Το EIGE συμμετέχει στις δραστηριότητες για την πρόληψη της απάτης που αναλαμβάνει η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης και υποχρεούται να ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση την Επιτροπή σχετικά με περιπτώσεις εικαζόμενης απάτης και άλλων οικονομικών παρατυπιών. |
3.ESTIMATED FINANCIAL IMPACT OF THE PROPOSAL/INITIATIVE | 3.ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ |
3.1.Heading(s) of the multiannual financial framework and expenditure budget line(s) affected | 3.1.Τομείς του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμές δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται |
·Existing budget lines | ·Υφιστάμενες γραμμές του προϋπολογισμού |
In order of multiannual financial framework headings and budget lines. | Κατά σειρά τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμών του προϋπολογισμού |
Heading of multiannual financial framework | Budget line | Type of expenditure | Contribution | Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου | Γραμμή του προϋπολογισμού | Είδος δαπάνης | Συμμετοχή |
Number | Diff./Non-diff. 56 | from EFTA countries 57 | from candidate countries 58 | from third countries | within the meaning of Article 21(2)(b) of the Financial Regulation | Αριθμός | ΔΠ/ΜΔΠ 56 . | χωρών ΕΖΕΣ 57 | υποψηφίων για ένταξη χωρών 58 | τρίτων χωρών | κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 2 στοιχείο β) του δημοσιονομικού κανονισμού |
Heading 2 | 07.100500 European Institute for Gender Equality | Diff. | NO | NO | NO | NO | Τομέας 2 | 07.100500 Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων | ΔΠ | ΟΧΙ | ΟΧΙ | ΟΧΙ | ΟΧΙ |
Heading 2 | 07.0603 - Daphne | Diff. | NO | Yes | NO | NO | Τομέας 2 | 07.0603 - Δάφνη | ΔΠ | ΟΧΙ | Ναι | ΟΧΙ | ΟΧΙ |
·New budget lines requested | ·Νέες γραμμές του προϋπολογισμού των οποίων έχει ζητηθεί η δημιουργία |
In order of multiannual financial framework headings and budget lines. | Κατά σειρά τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμών του προϋπολογισμού |
Heading of multiannual financial framework | Budget line | Type of expenditure | Contribution | Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου | Γραμμή του προϋπολογισμού | Είδος δαπάνης | Συμμετοχή |
Number | Diff./Non-diff. | from EFTA countries | from candidate countries | from third countries | within the meaning of Article 21(2)(b) of the Financial Regulation | Αριθμός | ΔΠ/ΜΔΠ | χωρών ΕΖΕΣ | υποψηφίων για ένταξη χωρών | τρίτων χωρών | κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 2 στοιχείο β) του δημοσιονομικού κανονισμού |
[XX.YY.YY.YY] | YES/NO | YES/NO | YES/NO | YES/NO | [XX.YY.YY.YY] | ΝΑΙ/ΟΧΙ | ΝΑΙ/ΟΧΙ | ΝΑΙ/ΟΧΙ | ΝΑΙ/ΟΧΙ |
3.2.Estimated financial impact of the proposal on appropriations | 3.2.Εκτιμώμενες δημοσιονομικές επιπτώσεις της πρότασης στις πιστώσεις |
3.2.1.Summary of estimated impact on operational appropriations | 3.2.1.Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις επιχειρησιακές πιστώσεις |
–◻ The proposal/initiative does not require the use of operational appropriations | –◻ Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων |
–◻ The proposal/initiative requires the use of operational appropriations, as explained below: | –◻ Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων, όπως εξηγείται κατωτέρω: |
EUR million (to three decimal places) | σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία) |
EUR million (to three decimal places) | σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία) |
Heading of multiannual financial framework | Number | Heading 2: Cohesion, Resilience and Values | Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου | Αριθμός | Τομέας 2: Συνοχή, ανθεκτικότητα και αξίες |
Body: EIGE | Year N 59 | Year N+1 | Year N+2 | Enter as many years as necessary to show the duration of the impact (see point 1.6) | TOTAL | Οργανισμός: EIGE | Έτος Ν 59 | Έτος Ν+1 | Έτος Ν+2 | Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6) | ΣΥΝΟΛΟ |
Title 1: Staff expenditure 60 | Commitments | (1) | 0,200 | 0,200 | 0,200 | 0,600 | Τίτλος 1: Δαπάνες προσωπικού 60 | Αναλήψεις υποχρεώσεων | (1) | 0,200 | 0,200 | 0,200 | 0,600 |
Payments | (2) | 0,200 | 0,200 | 0,200 | 0,600 | Πληρωμές | (2) | 0,200 | 0,200 | 0,200 | 0,600 |
Title 2: Infrastructure and operating expenditure | Commitments | (1a) | 0,050 | 0,250 | 0,050 | 0,350 | Τίτλος 2: Δαπάνες υποδομών και λειτουργίας | Αναλήψεις υποχρεώσεων | (1α) | 0,050 | 0,250 | 0,050 | 0,350 |
Payments | (2a) | 0,050 | 0,250 | 0,050 | 0,350 | Πληρωμές | (2α) | 0,050 | 0,250 | 0,050 | 0,350 |
Title 3:Operational expenditure | Commitments | (3a) | 0,500 61 | 0,500 62 | 0,500 63 | 1,500 | Τίτλος 3: Επιχειρησιακές δαπάνες | Αναλήψεις υποχρεώσεων | (3α) | 0,500 61 | 0,500 62 | 0,500 63 | 1,500 |
Payments | (3b) | 0,500 | 0,500 | 0,500 | 1,500 | Πληρωμές | (3β) | 0,500 | 0,500 | 0,500 | 1,500 |
TOTAL appropriations for EIGE | Commitments | =1+1a +3a | 0,750 | 0,950 | 0,750 | 2,450 | ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων για το EIGE | Αναλήψεις υποχρεώσεων | =1+1α +3α | 0,750 | 0,950 | 0,750 | 2,450 |
Payments | =2+2a | +3b | 0,750 | 0,950 | 0,750 | 2,450 | Πληρωμές | =2+2α | +3β | 0,750 | 0,950 | 0,750 | 2,450 |
Heading of multiannual financial framework | 7 | ‘Administrative expenditure’ | Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου | 7 | «Διοικητικές δαπάνες» |
EUR million (to three decimal places) | σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία) |
Year N | Year N+1 | Year N+2 | Year N+3 | Enter as many years as necessary to show the duration of the impact (see point 1.6) | TOTAL | Έτος Ν | Έτος Ν+1 | Έτος Ν+2 | Έτος Ν+3 | Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6) | ΣΥΝΟΛΟ |
DG: <…….> | ΓΔ: <…….> |
• Human Resources | • Ανθρώπινοι πόροι |
• Other administrative expenditure | • Άλλες διοικητικές δαπάνες |
TOTAL DG <…….> | Appropriations | ΣΥΝΟΛΟ ΓΔ <….> | Πιστώσεις |
TOTAL appropriations under HEADING 7 of the multiannual financial framework | (Total commitments = Total payments) | ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων του ΤΟΜΕΑ 7 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου | (Σύνολο αναλήψεων υποχρεώσεων = Σύνολο πληρωμών) |
EUR million (to three decimal places) | σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία) |
Year N 64 | Year N+1 | Year N+2 | Year N+3 | Enter as many years as necessary to show the duration of the impact (see point 1.6) | TOTAL | Έτος Ν 64 | Έτος Ν+1 | Έτος Ν+2 | Έτος Ν+3 | Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6) | ΣΥΝΟΛΟ |
TOTAL appropriations under HEADINGS 1 to 7 of the multiannual financial framework | Commitments | ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων των ΤΟΜΕΩΝ 1 έως 7 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου | Αναλήψεις υποχρεώσεων |
Payments | Πληρωμές |
3.2.2.Estimated impact on EIGE's appropriations | 3.2.2.Εκτιμώμενος αντίκτυπος στις πιστώσεις του EIGE |
Commitment appropriations in EUR million (to three decimal places) | Πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία) |
Indicate objectives and outputs | ⇩ | Year N | Year N+1 | Year N+2 | Year N+3 | Enter as many years as necessary to show the duration of the impact (see point 1.6) | TOTAL | Να προσδιοριστούν οι στόχοι και τα αποτελέσματα | ⇩ | Έτος Ν | Έτος Ν+1 | Έτος Ν+2 | Έτος Ν+3 | Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6) | ΣΥΝΟΛΟ |
OUTPUTS | ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ |
Type 65 | Average cost | No | Cost | No | Cost | No | Cost | No | Cost | No | Cost | No | Cost | No | Cost | Total No | Total cost | Είδος 65 | Μέσο κόστος | Αριθ. | Κόστος | Αριθ. | Κόστος | Αριθ. | Κόστος | Αριθ. | Κόστος | Αριθ. | Κόστος | Αριθ. | Κόστος | Αριθ. | Κόστος | Συνολικός αριθ. | Συνολικό κόστος |
SPECIFIC OBJECTIVE No 1 66 Develop disaggregations and methodology in cooperation with Member States in order to ensure administrative data comparability across the European Union | ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ αριθ. 1 66 Ανάπτυξη αναλύσεων και μεθοδολογίας σε συνεργασία με τα κράτη μέλη με σκοπό τη διασφάλιση της συγκρισιμότητας των διοικητικών δεδομένων σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση |
- Output | Develop tool for data disaggregation | 0,071 | 0,071 | 0,071 | 0,071 | 0,071 | - Αποτέλεσμα | Ανάπτυξη εργαλείου για την ανάλυση δεδομένων | 0,071 | 0,071 | 0,071 | 0,071 | 0,071 |
- Output | Develop methodology for data comparability | 0,071 | 0,071 | 0,071 | 0,071 | 0,071 | - Αποτέλεσμα | Ανάπτυξη μεθοδολογίας για τη συγκρισιμότητα των δεδομένων | 0,071 | 0,071 | 0,071 | 0,071 | 0,071 |
Subtotal for specific objective No 1 | 0,142 | 0,142 | 0,142 | Μερικό σύνολο για τον ειδικό στόχο αριθ. 1 | 0,142 | 0,142 | 0,142 |
SPECIFIC OBJECTIVE No 2 Support Member States in the data gathering by establishing common standards on counting units, counting rules, common disaggregations, reporting formats, and on the classification of offenses | ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ αριθ. 2 Στήριξη των κρατών μελών στη συλλογή δεδομένων με τη θέσπιση κοινών προτύπων για τις μονάδες μέτρησης, τους κανόνες μέτρησης, τις κοινές αναλύσεις, τους μορφότυπους υποβολής εκθέσεων και την ταξινόμηση των αδικημάτων |
- Output | Reporting format integrated in the platform and implemented by Member States | 0,071 | 0,071 | 0,071 | - Αποτέλεσμα | Μορφότυπος υποβολής εκθέσεων ενσωματωμένος στην πλατφόρμα και εφαρμοζόμενος από τα κράτη μέλη | 0,071 | 0,071 | 0,071 |
Operating Procedures adopted by all EU Member States | 0,071 | 0,071 | 0,071 | Διαδικασίες λειτουργίας εγκριθείσες από όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ | 0,071 | 0,071 | 0,071 |
Relevant data securely received from Member States to EIGE | 0,071 | 0,071 | 0,071 | Ασφαλής λήψη σχετικών δεδομένων τα οποία αποστέλλονται από τα κράτη μέλη στο EIGE | 0,071 | 0,071 | 0,071 |
Data transferred in a structured semi automated way | 0,071 | 0,071 | 0,071 | Διαβίβαση δεδομένων με διαρθρωμένο, ημιαυτόματο τρόπο | 0,071 | 0,071 | 0,071 |
Data made publicly available on the web, ensuring compliance with GRDP | 0,074 | 0,074 | 0,074 | Στοιχεία δημοσιοποιούνται στο διαδίκτυο, διασφαλίζοντας τη συμμόρφωση με τον ΓΚΠΔ | 0,074 | 0,074 | 0,074 |
Subtotal for specific objective No 2 | 0,358 | 0,358 | 0,358 | Μερικό σύνολο για τον ειδικό στόχο αριθ. 2 | 0,358 | 0,358 | 0,358 |
TOTAL COST | 0,500 | 0,500 | 0,500 | ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ | 0,500 | 0,500 | 0,500 |
3.2.3.Estimated impact on EIGE's human resources | 3.2.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στο ανθρώπινο δυναμικό του EIGE |
–◻ The proposal/initiative does not require the use of appropriations of an administrative nature | –◻ Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα. |
–☑ The proposal/initiative requires the use of appropriations of an administrative nature, as explained below: | –☑ Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα, όπως εξηγείται κατωτέρω: |
–EUR million (to three decimal places) | –σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία) |
Year N 67 | Year N+1 | Year N+2 | Year N+3 | Enter as many years as necessary to show the duration of the impact (see point 1.6) | TOTAL | Έτος Ν 67 | Έτος Ν+1 | Έτος Ν+2 | Έτος Ν+3 | Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6) | ΣΥΝΟΛΟ |
– | – |
Temporary agents (AD Grades) 68 | 0,070 | 0,070 | 0,070 | Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AD) 68 | 0,070 | 0,070 | 0,070 |
Temporary agents (AST grades) | Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AST) |
Contract staff 69 | 0,130 | 0,130 | 0,130 | Συμβασιούχοι υπάλληλοι 69 | 0,130 | 0,130 | 0,130 |
Seconded National Experts | Αποσπασμένοι εθνικοί εμπειρογνώμονες |
– | – |
TOTAL | ΣΥΝΟΛΟ |
– | – |
–Staff requirements (FTE): | –Απαιτήσεις σε προσωπικό (ΙΠΑ): |
Year N 70 | Year N+1 | Year N+2 | Year N+3 | Enter as many years as necessary to show the duration of the impact (see point 1.6) | TOTAL | Έτος Ν 70 | Έτος Ν+1 | Έτος Ν+2 | Έτος Ν+3 | Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6) | ΣΥΝΟΛΟ |
– | – |
Temporary agents (AD Grades) | 1 | 1 | 1 | Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AD) | 1 | 1 | 1 |
Temporary agents (AST grades) | Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AST) |
Contract staff | 2 | 2 | 2 | Συμβασιούχοι υπάλληλοι | 2 | 2 | 2 |
Seconded National Experts | Αποσπασμένοι εθνικοί εμπειρογνώμονες |
– | – |
TOTAL | ΣΥΝΟΛΟ |
3.2.3.1.Estimated requirements of human resources | 3.2.3.1.Εκτιμώμενες ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους |
–☑ The proposal/initiative does not require the use of human resources. | –☑ Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων. |
–◻ The proposal/initiative requires the use of human resources, as explained below: | –◻ Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων, όπως εξηγείται κατωτέρω: |
Estimate to be expressed in full time equivalent units | Εκτίμηση η οποία πρέπει να εκφράζεται σε μονάδες ισοδυνάμων πλήρους απασχόλησης |
Year N | Year N+1 | Year N+2 | Year N+3 | Enter as many years as necessary to show the duration of the impact (see point 1.6) | Έτος Ν | Έτος Ν+1 | Έτος N+2 | Έτος N+3 | Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6) |
• Establishment plan posts (officials and temporary staff) | • Θέσεις απασχόλησης του πίνακα προσωπικού (θέσεις μόνιμων και έκτακτων υπαλλήλων) |
20 01 02 01 (Headquarters and Commission’s Representation Offices) | 20 01 02 01 (στην έδρα και στις αντιπροσωπείες της Επιτροπής) |
20 01 02 03 (Delegations) | 20 01 02 03 (αντιπροσωπείες της ΕΕ) |
01 01 01 01 (Indirect research) | 01 01 01 01 (έμμεση έρευνα) |
01 01 01 11 (Direct research) | 01 01 01 11 (άμεση έρευνα) |
Other budget lines (specify) | Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν) |
• External staff (in Full Time Equivalent unit: FTE) 71 | • Εξωτερικό προσωπικό (σε μονάδα ισοδυνάμου πλήρους απασχόλησης: ΙΠΑ) 71 |
20 02 01 (AC, END, INT from the ‘global envelope’) | 20 02 01 (AC, END, INT από το συνολικό κονδύλιο) |
20 02 03 (AC, AL, END, INT and JPD in the delegations) | 20 02 03 (AC, AL, END, INT και JPD στις αντιπροσωπείες της ΕΕ) |
XX 01 xx yy zz 72 | - at Headquarters | XX 01 xx yy zz 72 | - στην έδρα |
- in Delegations | - στις αντιπροσωπείες της ΕΕ |
01 01 01 02 (AC, END, INT - Indirect research) | 01 01 01 02 (AC, END, INT — έμμεση έρευνα) |
01 01 01 12 (AC, END, INT - Direct research) | 01 01 01 12 (AC, END, INT — άμεση έρευνα) |
Other budget lines (specify) | Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν) |
TOTAL | ΣΥΝΟΛΟ |
XX is the policy area or budget title concerned. | XX είναι ο σχετικός τομέας πολιτικής ή ο σχετικός τίτλος του προϋπολογισμού. |
The human resources required will be met by staff from the DG who are already assigned to management of the action and/or have been redeployed within the DG, together if necessary with any additional allocation which may be granted to the managing DG under the annual allocation procedure and in the light of budgetary constraints. | Οι ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους θα καλυφθούν από το προσωπικό της ΓΔ που έχει ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης και/ή έχει ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ, το οποίο θα συμπληρωθεί, αν χρειαστεί, με τυχόν πρόσθετους πόρους που μπορεί να διατεθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών. |
Description of tasks to be carried out: | Περιγραφή των προς εκτέλεση καθηκόντων: |
Officials and temporary staff | Μόνιμοι και έκτακτοι υπάλληλοι |
External staff | Εξωτερικό προσωπικό |
3.2.4.Compatibility with the current multiannual financial framework | 3.2.4.Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο |
–◻ The proposal/initiative is compatible the current multiannual financial framework. | –◻ Η πρόταση/πρωτοβουλία είναι συμβατή με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο. |
–☑ The proposal/initiative will entail reprogramming of the relevant heading in the multiannual financial framework. | –☑ Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί αναπρογραμματισμό του σχετικού τομέα του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου. |
This proposal will required reprogramming of the relevant heading in the multiannual financial framework. The source for redeployment is the Citizens, Equality, Rights and Values Programme (CERV) programme -– Daphne strand (07.0603) to increase EIGE budget line (07.1005) for the period 2025-2027. | Η πρόταση απαιτεί αναπρογραμματισμό του σχετικού τομέα του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου. Η πηγή ανακατανομής είναι το πρόγραμμα «Πολίτες, ισότητα, δικαιώματα και αξίες» — σκέλος Δάφνη (07.0603) για την αύξηση της γραμμής του προϋπολογισμού του EIGE (07.1005) για την περίοδο 2025-2027. |
–◻ The proposal/initiative requires application of the flexibility instrument or revision of the multiannual financial framework 73 . | –◻ Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί τη χρησιμοποίηση του μηχανισμού ευελιξίας ή την αναθεώρηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 73 . |
Explain what is required, specifying the headings and budget lines concerned and the corresponding amounts. | Να εξηγηθούν οι απαιτούμενες ενέργειες και να προσδιοριστούν οι σχετικοί τομείς και οι σχετικές γραμμές του προϋπολογισμού, καθώς και τα αντίστοιχα ποσά. |
3.2.5.Third-party contributions | 3.2.5.Συμμετοχή τρίτων στη χρηματοδότηση |
The proposal/initiative: | Η πρόταση/πρωτοβουλία: |
–☑ does not provide for co-financing by third parties | –☑ δεν προβλέπει συγχρηματοδότηση από τρίτους |
–◻ provides for the co-financing by third parties estimated below: | –◻ προβλέπει τη συγχρηματοδότηση από τρίτους που εκτιμάται κατωτέρω: |
Appropriations in EUR million (to three decimal places) | Πιστώσεις σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία) |
Year N 74 | Year N+1 | Year N+2 | Year N+3 | Enter as many years as necessary to show the duration of the impact (see point 1.6) | Total | Έτος Ν 74 | Έτος Ν+1 | Έτος Ν+2 | Έτος Ν+3 | Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6) | Σύνολο |
Specify the co-financing body | Προσδιορισμός του φορέα συγχρηματοδότησης |
TOTAL appropriations co-financed | ΣΥΝΟΛΟ συγχρηματοδοτούμενων πιστώσεων |
3.3.Estimated impact on revenue | |
–☑ The proposal/initiative has no financial impact on revenue. | 3.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στα έσοδα |
–◻ The proposal/initiative has the following financial impact: | –☑ Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις στα έσοδα. |
on own resources | –◻ Η πρόταση/πρωτοβουλία έχει τις δημοσιονομικές επιπτώσεις που περιγράφονται κατωτέρω: |
on other revenue | στους ιδίους πόρους |
please indicate, if the revenue is assigned to expenditure lines | στα λοιπά έσοδα |
EUR million (to three decimal places) | Να αναφερθεί αν τα έσοδα προορίζονται για γραμμές δαπανών |
Budget revenue line: | Appropriations available for the current financial year | Impact of the proposal/initiative 75 | σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία) |
Year N | Year N+1 | Year N+2 | Year N+3 | Enter as many years as necessary to show the duration of the impact (see point 1.6) | Γραμμή εσόδων του προϋπολογισμού: | Διαθέσιμες πιστώσεις για το τρέχον οικονομικό έτος | Επιπτώσεις της πρότασης/πρωτοβουλίας 75 |
Article …………. | Έτος Ν | Έτος Ν+1 | Έτος Ν+2 | Έτος Ν+3 | Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6) |
For assigned revenue, specify the budget expenditure line(s) affected. | Άρθρο …………. |
Other remarks (e.g. method/formula used for calculating the impact on revenue or any other information). | Ως προς τα έσοδα «για ειδικό προορισμό», να προσδιοριστούν οι γραμμές δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται. |
(1) Lesbian, gay, bisexual, trans, non-binary, intersex, queer. | Άλλες παρατηρήσεις (π.χ. μέθοδος/τύπος για τον υπολογισμό των επιπτώσεων στα έσοδα ή τυχόν άλλες πληροφορίες). |
(2) Violence against women and domestic violence can affect numerous of the fundamental rights enshrined in the Charter of Fundamental Rights of the European Union. These rights include the right to human dignity (Article 1), the right to life (Article 2), the prohibition of torture and inhuman or degrading treatment (Article 4), the right to freedom from discrimination, including on the grounds of sex (Article 21) and the right to access justice (Article 47). | (1) Λεσβίες, ομοφυλόφιλοι, αμφιφυλόφιλοι, τρανς, μη δυαδικά, ίντερσεξ και κουίρ άτομα. |
(3) European Union Agency for Fundamental Rights (FRA), Violence against women: an EU-wide survey. Main results report, 2014; The FRA survey on violence against women is based on face-to-face interviews with 42,000 women across the EU. The survey presents the most comprehensive survey worldwide on women’s experiences of violence. | (2) Η βία κατά των γυναικών και η ενδοοικογενειακή βία μπορούν να θίξουν πολλά από τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα εν λόγω δικαιώματα περιλαμβάνουν το δικαίωμα στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια (άρθρο 1), το δικαίωμα στη ζωή (άρθρο 2), την απαγόρευση των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης (άρθρο 4), την απαγόρευση των διακρίσεων, μεταξύ άλλων λόγω φύλου (άρθρο 21) και το δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη (άρθρο 47). |
(4) European Parliamentary Research Service (EPRS), Combating gender-based violence: Cyberviolence, European added value assessment, 2021. | (3) Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA), Βία κατά των γυναικών: πανευρωπαϊκή έρευνα. Έκθεση με τα κύρια αποτελέσματα, 2014· Η έρευνα του FRA για τη βία κατά των γυναικών βασίζεται σε προσωπικές συνεντεύξεις με 42.000 γυναίκες σε ολόκληρη την ΕΕ. Αποτελεί την πιο ολοκληρωμένη έρευνα παγκοσμίως για τις εμπειρίες των γυναικών σχετικά με τη βία. |
(5) COM/2020/152 final. | (4) Υπηρεσία Έρευνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (EPRS), Combating gender-based violence: Cyberviolence, European added value assessment, 2021 (Καταπολέμηση της έμφυλης βίας: κυβερνοβία, αξιολόγηση της ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας, 2021). |
(6) COM/2021/102 final. | (5) COM(2020) 152 final. |
(7) Referring to Article 225 TFEU. | (6) COM(2021) 102 final. |
(8) Resolution of 14 December 2021 with recommendations to the Commission on combating gender based violence: cyber violence, (2020/2035(INL)). | (7) Παραπέμπει στο άρθρο 225 της ΣΛΕΕ. |
(9) Resolution of 16 September 2021 with recommendations to the Commission on identifying gender-based violence as a new area of crime listed in Article 83(1) TFEU (2021/2035(INL)). | (8) Ψήφισμα της 14ης Δεκεμβρίου 2021 το οποίο περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την καταπολέμηση της έμφυλης βίας: βία στο διαδίκτυο, [2020/2035(INL)]. |
(10) Council of Europe Convention on preventing and combating violence against women and domestic violence (CETS No. 210); COM/2016/111 | (9) Ψήφισμα της 16ης Σεπτεμβρίου 2021 που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με τον χαρακτηρισμό της έμφυλης βίας ως νέου τομέα εγκληματικότητας που περιλαμβάνεται στο άρθρο 83 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ [2021/2035(INL)]. |
(11) The Member States that have not ratified the Istanbul Convention are BG, CZ, HU, LT, LV, and SK. | (10) Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας (CETS αριθ. 210)· COM/2016/111. |
(12) See the mid-term horizontal review of Group of Experts on Action against Violence against Women and Domestic Violence (GREVIO) baseline evaluation reports at:https://www.coe.int/en/web/istanbul-convention/-/mid-term-horizontal-review-provides-a-panoramic-view-of-the-implementation-of-the-istanbul-convention. | (11) Τα κράτη μέλη που δεν έχουν κυρώσει τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης είναι τα εξής: BG, CZ, HU, LT, LV και SK. |
(13) Supra 9. | (12) Βλ. την ενδιάμεση οριζόντια επανεξέταση των βασικών εκθέσεων αξιολόγησης από την ομάδα εμπειρογνωμόνων για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας (GREVIO) στον ιστότοπο: https://www.coe.int/en/web/istanbul-convention/-/mid-term-horizontal-review-provides-a-panoramic-view-of-the-implementation-of-the-istanbul-convention. |
(14) Directive 2012/29/EU of the European Parliament and of the Council of 25 October 2012 establishing minimum standards on the rights, support and protection of victims of crime, and replacing Council Framework Decision 2001/220/JHA, OJ L 315, 14.11.2012, p. 57–73. | (13) Βλ. υποσημείωση 9 ανωτέρω. |
(15) Directive 2011/99/EU of the European Parliament and of the Council of 13 December 2011 on the European protection order, OJ L 338, 21.12.2011, p. 2–18. | (14) Οδηγία 2012/29/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων της εγκληματικότητας και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2001/220/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 57). |
(16) Regulation (EU) No 606/2013 of the European Parliament and of the Council of 12 June 2013 on mutual recognition of protection measures in civil matters, OJ L 181, 29.6.2013, p. 4–12. | (15) Οδηγία 2011/99/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, περί της ευρωπαϊκής εντολής προστασίας (ΕΕ L 338 της 21.12.2011, σ. 2). |
(17) Directive 2011/93/EU of the European Parliament and of the Council of 13 December 2011 on combating the sexual abuse and sexual exploitation of children and child pornography, and replacing Council Framework Decision 2004/68/JHA, OJ L 335, 17.12.2011, p. 1–14. | (16) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 606/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2013, για την αμοιβαία αναγνώριση μέτρων προστασίας σε αστικές υποθέσεις (ΕΕ L 181 της 29.6.2013, σ. 4). |
(18) Directive 2011/36/EU of the European Parliament and of the Council of 5 April 2011 on preventing and combating trafficking in human beings and protecting its victims, OJ L 101, 15.4.2011, p. 1–11. | (17) Οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 335 της 17.12.2011, σ. 1). |
(19) Council Directive 2004/80/EC of 29 April 2004 relating to compensation to crime victims, OJ L 261, 6.8.2004, p. 15–18. | (18) Οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της (ΕΕ L 101 της 15.4.2011, σ. 1). |
(20) Council Directive 2004/113/EC of 13 December 2004 implementing the principle of equal treatment between men and women in the access to and supply of goods and services, ( OJ L 373, 21.12.2004, p. 37–43 ); Directive 2006/54/EC of the European Parliament and of the Council of 5 July 2006 on the implementation of the principle of equal opportunities and equal treatment of men and women in matters of employment and occupation (recast), ( OJ L204, 26.7.2006, p. 23–36 ); Directive 2010/41/EU of the European Parliament and of the Council of 7 July 2010 on the application of the principle of equal treatment between men and women engaged in an activity in a self-employed capacity and repealing Council Directive 86/613/EEC, ( OJ L 180, 15.7.2010, p. 1–6 ). | (19) Οδηγία 2004/80/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την αποζημίωση των θυμάτων εγκληματικών πράξεων (ΕΕ L 261 της 6.8.2004, σ. 15). |
(21) European Commission, Proposal for a Regulation of the European Parliament and of the Council on a Single Market for Digital Services (Digital Services Act) and amending Directive 2000/31/EC, COM (2020)825 final, 15 December 2020. | (20) Οδηγία 2004/113/ΕΚ του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2004, για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την παροχή αυτών ( ΕΕ L 373 της 21.12.2004, σ. 37 )· οδηγία 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης (αναδιατύπωση), ( ΕΕ L204 της 26.7.2006, σ. 23 )· οδηγία 2010/41/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2010, για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών που ασκούν αυτοτελή επαγγελματική δραστηριότητα και για την κατάργηση της οδηγίας 86/613/ΕΟΚ του Συμβουλίου ( ΕΕ L 180 της 15.7.2010, σ. 1 ). |
(22) European Commission, Proposal for a Council Decision on the signing, on behalf of the European Union, of the council of Europe Convention on preventing and combating violence against women and domestic violence, COM(2016) 111 final, 4 March 2016; European Commission, Proposal for a Council Decision on the conclusion, by the European Union, of the Council of Europe Convention on preventing and combating violence against women and domestic violence, COM(2016) 109 final, 4 March 2016. | (21) Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών (πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες) και την τροποποίηση της οδηγίας 2000/31/ΕΚ [COM(2020) 825 final της 15ης Δεκεμβρίου 2020]. |
(23) European Commission, Communication from the Commission to the European Parliament, the Council, the European Economic and Social Committee and the Committee of the Regions. EU strategy on the rights of the child, COM(2021) 142 final, 24 March 2021. | (22) Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας [COM(2016) 111 final της 4ης Μαρτίου 2016]· Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη, από την Ευρωπαϊκή Ένωση, της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας [COM(2016) 109 final της 4ης Μαρτίου 2016]. |
(24) European Commission, Communication from the Commission to the European Parliament, the Council, the European Economic and Social Committee and the Committee of the Regions. EU Strategy on victims’ rights (2020-2025), COM(2020) 258 final, 24 June 2020. | (23) Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Στρατηγική της ΕΕ για τα δικαιώματα του παιδιού [COM(2021) 142 final της 24ης Μαρτίου 2021]. |
(25) European Commission, Communication from the Commission to the European Parliament, the Council, the European Economic and Social Committee and the Committee of the Regions. Union of Equality: LGBTIQ Equality Strategy 2020-2025, COM(2020) 698 final, 12 November 2020. | (24) Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Στρατηγική της ΕΕ για τα δικαιώματα των θυμάτων (2020-2025) [COM(2020) 258 final της 24ης Ιουνίου 2020]. |
(26) European Commission, Communication from the Commission to the European Parliament, the Council, the European Economic and Social Committee and the Committee of the Regions. Union of Equality: Strategy for the Rights of Persons with Disabilities 2021-2030, COM(2021) 101 final, 3 March 2021. | (25) Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Ένωση ισότητας: Στρατηγική για την ισότητα των ΛΟΑΤΚΙ 2020-2025 [COM(2020) 698 final της 12ης Νοεμβρίου 2020]. |
(27) European Commission, Communication from the Commission to the European Parliament, the Council, the European Economic and Social Committee and the Committee of the Regions. The European Pillar of Social Rights Action Plan, COM/2021/102 final, 4 March 2021, at 19, 21. Gender equality is also the second principle of the European Pillar of Social Rights, which aims to ensure and foster equality of treatment and opportunities between women and men in all areas, including in tackling gender-based violence. | (26) Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Ένωση ισότητας: στρατηγική για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία 2021-2030 [COM(2021) 101 final της 3ης Μαρτίου 2021]. |
(28) European Commission, Joint Communication to the European Parliament and the Council. EU Gender Action Plan (GAP) III – An ambitious agenda for gender equality and women’s empowerment in EU external action, JOIN(2020) 17 final, 25 November 2020. | (27) Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Σχέδιο δράσης για τον ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων, COM/2021/102 final της 4ης Μαρτίου 2021, σ. 19 και 21. Η ισότητα των φύλων αποτελεί επίσης τη δεύτερη αρχή του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων, ο οποίος αποσκοπεί στη διασφάλιση και την προώθηση της ίσης μεταχείρισης και των ίσων ευκαιριών μεταξύ γυναικών και ανδρών σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης της έμφυλης βίας. |
(29) | (28) Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Κοινή ανακοίνωση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο: Σχέδιο δράσης της ΕΕ για την ισότητα των φύλων (GAP) III — Ένα φιλόδοξο θεματολόγιο για την ισότητα των φύλων και τη χειραφέτηση των γυναικών στην εξωτερική δράση της ΕΕ [JOIN(2020) 17 final της 25ης Νοεμβρίου 2020]. |
Communication from the Commission to the European Parliament and the Council - A more inclusive and protective Europe: extending the list of EU crimes to hate speech and hate crime, 9.12.2021 COM(2021) 777 final. | (29) |
(30) European network of legal experts in gender equality and non-discrimination. Criminalisation of gender-based violence against women in European States, including ICT-facilitated violence. A special report, 2021, available at https://www.equalitylaw.eu/downloads/5535-criminalisation-of-gender-based-violence-against-women-in-european-states-including-ict-facilitated-violence-1-97-mb (EELN 2021). | Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - Μια πιο συμπεριληπτική και προστατευτική Ευρώπη: επέκταση του καταλόγου των εγκλημάτων της ΕΕ ώστε να περιλαμβάνει τη ρητορική μίσους και τα εγκλήματα μίσους [COM(2021) 777 final της 9.12.2021]. |
(31) Tackling violence against women and domestic violence in Europe – The added value of the Istanbul Convention and remaining challenges, 2020, available at https://www.europarl.europa.eu/RegData/etudes/STUD/2020/658648/IPOL_STU(2020)658648_EN.pdf. | (30) Ευρωπαϊκό δίκτυο νομικών εμπειρογνωμόνων για την ισότητα των φύλων και την απαγόρευση των διακρίσεων. Criminalisation of gender-based violence against women in European States, including ICT-facilitated violence. A special report, 2021 (Ποινικοποίηση της έμφυλης βίας κατά των γυναικών στα ευρωπαϊκά κράτη, συμπεριλαμβανομένης της βίας που διευκολύνεται από τις ΤΠΕ. Ειδική έκθεση), διαθέσιμη στη διεύθυνση https://www.equalitylaw.eu/downloads/5535-criminalisation-of-gender-based-violence-against-women-in-european-states-including-ict-facilitated-violence-1-97-mb (EELN 2021). |
(32) Report from the Commission to the European Parliament and the Council on the implementation of Directive 2012/29/EU of the European Parliament and of the Council of 25 October 2012 establishing minimum standards on the rights, support and protection of victims of crime, and replacing Council Framework Decision 2001/220/JHA COM/2020/188 final, available at : EUR-Lex - 52020DC0188 - EN - EUR-Lex (europa.eu) . | (31) Tackling violence against women and domestic violence in Europe – The added value of the Istanbul Convention and remaining challenges, 2020 (Αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας στην Ευρώπη — Η προστιθέμενη αξία της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης και εναπομένουσες προκλήσεις) διαθέσιμο στη διεύθυνση https://www.europarl.europa.eu/RegData/etudes/STUD/2020/658648/IPOL_STU(2020)658648_EN.pdf. |
(33) Report from the Commission to the European Parliament and the Council on the implementation of Directive 2011/99/EU of the European Parliament and of the Council of 13 December 2011 on the European protection order, COM/2020/187 final, available at: EUR-Lex - 52020DC0187 - EN - EUR- Lex (europa.eu) | (32) Έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2012/29/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων της εγκληματικότητας και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2001/220/ΔΕΥ του Συμβουλίου [COM(2020) 188 final], διαθέσιμη στη διεύθυνση: EUR-Lex - 52020DC0188 - EL - EUR-Lex (europa.eu) . |
(34) European Commission, Eurobarometer 449: Gender-based violence, 2016, available at: ( https://europa.eu/eurobarometer/surveys/detail/2115 ). Also European Commission, Eurobarometer 428: Gender Equality, 2015, available at: (https://europa.eu/eurobarometer/surveys/detail/2048), where violence against women (especially sexual violence), was considered one of the two areas that the EU should address the most urgently. | (33) Έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2011/99/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, περί της ευρωπαϊκής εντολής προστασίας, COM/2020/187 final, διαθέσιμη στη διεύθυνση: EUR-Lex - 52020DC0187 - EL - EUR-Lex (europa.eu) |
(35) OJ C , , p. . | (34) Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωβαρόμετρο 449: Έμφυλη βία, 2016, διαθέσιμο στη διεύθυνση: ( https://europa.eu/eurobarometer/surveys/detail/2115 ). Επίσης, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωβαρόμετρο 428: Ισότητα των φύλων, 2015, διαθέσιμο στη διεύθυνση: (https://europa.eu/eurobarometer/surveys/detail/2048), στο πλαίσιο του οποίου η βία κατά των γυναικών (ιδίως η σεξουαλική βία) θεωρήθηκε ένας από τους δύο τομείς στους οποίους η ΕΕ θα πρέπει να αναλάβει δράση επειγόντως. |
(36) Directive 2011/36/EU of the European Parliament and of the Council of 5 April 2011 on preventing and combating trafficking in human beings and protecting its victims, OJ L 101, 15.4.2011, p. 1–11. | (35) ΕΕ C της , σ. . |
(37) Directive 2011/93/EU of the European Parliament and of the Council of 13 December 2011 on combating the sexual abuse and sexual exploitation of children and child pornography, and replacing Council Framework Decision 2004/68/JHA, OJ L 335, 17.12.2011, p. 1–14. | (36) Οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της (ΕΕ L 101 της 15.4.2011, σ. 1). |
(38) Directive 2012/29/EU of the European Parliament and of the Council of 25 October 2012 establishing minimum standards on the rights, support and protection of victims of crime, and replacing Council Framework Decision 2001/220/JHA (OJ L 315, 14.11.2012, p. 57). | (37) Οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 335 της 17.12.2011, σ. 1). |
(39) Convention on the Elimination of All Forms of Discrimination against Women (CEDAW), UNGA, 1979. | (38) Οδηγία 2012/29/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων της εγκληματικότητας και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2001/220/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 57). |
(40) Convention on preventing and combating violence against women and domestic violence (Istanbul Convention), Council of Europe, 2011. | (39) Σύμβαση για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (CEDAW), UNGA, 1979. |
(41) Regulation (EU) 2016/679 of the European Parliament and of the Council of 27 April 2016 on the protection of natural persons with regard to the processing of personal data and on the free movement of such data, and repealing Directive 95/46/EC (General Data Protection Regulation) (Text with EEA relevance), ( OJ L 119, 4.5.2016, p. 1–88 ). | (40) Σύμβαση για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας (Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης), Συμβούλιο της Ευρώπης, 2011. |
(42) Council Directive 2004/113/EC of 13 December 2004 implementing the principle of equal treatment between men and women in the access to and supply of goods and services, ( OJ L 373, 21.12.2004, p. 37 ). | (41) Κανονισμός (EΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ), ( ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1 ). |
(43) Directive 2006/54/EC of the European Parliament and of the Council of 5 July 2006 on the implementation of the principle of equal opportunities and equal treatment of men and women in matters of employment and occupation (recast), ( OJ L204, 26.7.2006, p. 23 ). | (42) Οδηγία 2004/113/ΕΚ του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2004, για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την παροχή αυτών ( ΕΕ L 373 της 21.12.2004, σ. 37 ). |
(44) Directive 2010/41/EU of the European Parliament and of the Council of 7 July 2010 on the application of the principle of equal treatment between men and women engaged in an activity in a self-employed capacity and repealing Council Directive 86/613/EEC, ( OJ L 180, 15.7.2010, p. 1 ). | (43) Οδηγία 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης (αναδιατύπωση), ( ΕΕ L204 της 26.7.2006, σ. 23 ). |
(45) Council Directive 89/391/EEC of the European Parliament and of the Council of 12 June 1989 on the introduction of measures to encourage improvements in the safety and health of workers at work (OJ L 183, 29.6.1989, p. 1). | (44) Οδηγία 2010/41/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2010, για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών που ασκούν αυτοτελή επαγγελματική δραστηριότητα και για την κατάργηση της οδηγίας 86/613/ΕΟΚ του Συμβουλίου, ( ΕΕ L 180 της 15.7.2010, σ. 1 ). |
(46) Directive (EU) 2016/680 of the European Parliament and of the Council of 27 April 2016 on the protection of natural persons with regard to the processing of personal data by competent authorities for the purposes of the prevention, investigation, detection or prosecution of criminal offences or the execution of criminal penalties, and on the free movement of such data, and repealing Council Framework Decision 2008/977/JHA, ( OJ L 119, 4.5.2016, p. 89 ). | (45) Οδηγία 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1989, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία (ΕΕ L 183 της 29.6.1989, σ. 1). |
(47) Directive 2002/58/EC of the European Parliament and of the Council of 12 July 2002 concerning the processing of personal data and the protection of privacy in the electronic communications sector (Directive on privacy and electronic communications) OJ L 201, 31.7.2002, p. 37. | (46) Οδηγία (EE) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου ( ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 89 ). |
(48) Regulation (EU) 2018/1725 of the European Parliament and of the Council of 23 October 2018 on the protection of natural persons with regard to the processing of personal data by the Union institutions, bodies, offices and agencies and on the free movement of such data, and repealing Regulation (EC) No 45/2001 and Decision No 1247/2002/EC, ( OJ L 295, 21.11.2018, p. 39 ). | (47) Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37). |
(49) Regulation (EU) 2018/1727 of the European Parliament and of the Council of 14 November 2018 on the European Union Agency for Criminal Justice Cooperation (Eurojust), and replacing and repealing Council Decision 2002/187/JHA, ( OJ L 295, 21.11.2018, p. 138 ). | (48) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ ( ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39 ). |
(50) Regulation (EU) 2016/794 of the European Parliament and of the Council of 11 May 2016 on the European Union Agency for Law Enforcement Cooperation (Europol) and replacing and repealing Council Decisions 2009/371/JHA, 2009/934/JHA, 2009/935/JHA, 2009/936/JHA and 2009/968/JHA, ( OJ L 135, 24.5.2016, p. 53 ). | (49) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1727 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με τον οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης (Eurojust) και την αντικατάσταση και την κατάργηση της απόφασης 2002/187/ΔΕΥ του Συμβουλίου ( ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 138 ). |
(51) Regulation (EU) YYYY/XXX of the European Parliament and of the Council on a Single Market for Digital Services (OJ L …). | (50) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ ( ΕΕ L 135 της 24.5.2016, σ. 53 ). |
(52) Directive (EU) 2019/882 of the European Parliament and of the Council of 17 April 2019 on the accessibility requirements for products and services, OJ L 151, 7.6.2019, p. 70–115 . | (51) Κανονισμός (ΕΕ) YYYY/XXX του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών (ΕΕ L …). |
(53) As referred to in Article 58(2)(a) or (b) of the Financial Regulation. | (52) Οδηγία (EE) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών ( ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 70 ) . |
(54) The presumed year of entry into force of the obligations. Depending on the exact year, the information mentioned in the LFS related to following years may need to be adapted. | (53) Όπως αναφέρεται στο άρθρο 58 παράγραφος 2 στοιχείο α) ή β) του δημοσιονομικού κανονισμού. |
(55) Details of management modes and references to the Financial Regulation may be found on the BudgWeb site: https://myintracomm.ec.europa.eu/budgweb/EN/man/budgmanag/Pages/budgmanag.aspx | (54) Εικαζόμενο έτος έναρξης ισχύος των υποχρεώσεων. Ανάλογα με το ακριβές έτος, οι πληροφορίες που αναφέρονται στο νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο σχετικά με τα επόμενα έτη ενδέχεται να χρειαστεί να προσαρμοστούν. |
(56) Diff. = Differentiated appropriations / Non-diff. = Non-differentiated appropriations. | (55) Οι λεπτομέρειες σχετικά με τους τρόπους διαχείρισης, καθώς και οι παραπομπές στον δημοσιονομικό κανονισμό είναι διαθέσιμες στον ιστότοπο BudgWeb: https://myintracomm.ec.europa.eu/budgweb/EN/man/budgmanag/Pages/budgmanag.aspx |
(57) EFTA: European Free Trade Association. | (56) ΔΠ ΔΠ = Διαχωριζόμενες πιστώσεις / ΜΔΠ = Μη διαχωριζόμενες πιστώσεις. |
(58) Candidate countries and, where applicable, potential candidates from the Western Balkans. | (57) ΕΖΕΣ: Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών. |
(59) The activity is presumed to start in 2025/2026 (depending on the date of entry into force of the directive) and has no end date. The estimation for the following years is the same, taking into account the correction coefficient and increase of salaries for Title 1, inflation for Titles 2 and 3. | (58) Υποψήφιες χώρες και, κατά περίπτωση, δυνάμει υποψήφια μέλη της ΕΕ από τα Δυτικά Βαλκάνια. |
(60) Staff expenditure as calculated by the Agency (i.e. expected real costs / not standard average cost). | (59) Η δραστηριότητα θεωρείται ότι αρχίζει το 2025/2026 (ανάλογα με την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας) και δεν έχει ημερομηνία λήξης. Η εκτίμηση για τα επόμενα έτη είναι η ίδια, λαμβάνοντας υπόψη τον διορθωτικό συντελεστή και την αύξηση των μισθών για τον τίτλο 1, πληθωρισμό για τους τίτλους 2 και 3. |
(61) Estimation based on similar projects; subject to market prices. | (60) Δαπάνες προσωπικού όπως υπολογίζονται από τον Οργανισμό (δηλ. αναμενόμενες πραγματικές δαπάνες / μη τυποποιημένο μέσο κόστος). |
(62) Estimation based on similar projects; subject to market prices. | (61) Εκτίμηση με βάση παρόμοια έργα· με την επιφύλαξη των τιμών της αγοράς. |
(63) Estimation based on similar projects; subject to market prices. | (62) Εκτίμηση με βάση παρόμοια έργα· με την επιφύλαξη των τιμών της αγοράς. |
(64) Year N is the year in which implementation of the proposal/initiative starts. Please replace "N" by the expected first year of implementation (for instance: 2021). The same for the following years. | (63) Εκτίμηση με βάση παρόμοια έργα· με την επιφύλαξη των τιμών της αγοράς. |
(65) Outputs are products and services to be supplied (e.g.: number of student exchanges financed, number of km of roads built, etc.). | (64) Το έτος N είναι το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας. Να αντικατασταθεί το «N» με το αναμενόμενο πρώτο έτος εφαρμογής (για παράδειγμα: 2021). Το ίδιο και για τα επόμενα έτη. |
(66) As described in point 1.4.2. ‘Specific objective(s)…’ | (65) Τα αποτελέσματα είναι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που θα παρασχεθούν (π.χ.: αριθμός ανταλλαγών φοιτητών που θα χρηματοδοτηθούν, αριθμός χλμ. οδών που θα κατασκευαστούν κ.λπ.). |
(67) The activity is presumed to start in 2025/2026 (depending on the date of entry into force of the directive) and has no end date. | (66) Όπως περιγράφεται στο σημείο 1.4.2. «Ειδικοί στόχοι …» |
(68) Staff expenditure as calculated by the Agency (i.e. expected real costs / not standard average cost). | (67) Η δραστηριότητα θεωρείται ότι αρχίζει το 2025/2026 (ανάλογα με την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας) και δεν έχει ημερομηνία λήξης. |
(69) Staff expenditure as calculated by the Agency (i.e. expected real costs / not standard average cost). | (68) Δαπάνες προσωπικού όπως υπολογίζονται από τον Οργανισμό (δηλ. αναμενόμενες πραγματικές δαπάνες / μη τυποποιημένο μέσο κόστος). |
(70) The activity is presumed to start in 2025/2026 (depending on the date of entry into force of the directive) and has no end date. | (69) Δαπάνες προσωπικού όπως υπολογίζονται από τον Οργανισμό (δηλ. αναμενόμενες πραγματικές δαπάνες / μη τυποποιημένο μέσο κόστος). |
(71) AC= Contract Staff; AL = Local Staff; END= Seconded National Expert; INT = agency staff; JPD= Junior Professionals in Delegations. | (70) Η δραστηριότητα θεωρείται ότι αρχίζει το 2025/2026 (ανάλογα με την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας) και δεν έχει ημερομηνία λήξης. |
(72) Sub-ceiling for external staff covered by operational appropriations (former ‘BA’ lines). | (71) AC = Συμβασιούχος υπάλληλος· AL = Τοπικός υπάλληλος· END = Αποσπασμένος εθνικός εμπειρογνώμονας· INT = Προσωρινό προσωπικό· JPD = Νέος επαγγελματίας σε αντιπροσωπεία της ΕΕ. |
(73) See Articles 12 and 13 of Council Regulation (EU, Euratom) No 2093/2020 of 17 December 2020 laying down the multiannual financial framework for the years 2021 to 2027. | (72) Επιμέρους ανώτατο όριο εξωτερικού προσωπικού που καλύπτεται από επιχειρησιακές πιστώσεις (πρώην γραμμές «BA»). |
(74) Year N is the year in which implementation of the proposal/initiative starts. Please replace "N" by the expected first year of implementation (for instance: 2021). The same for the following years. | (73) Βλ. άρθρα 12 και 13 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2020/2093 του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2020, για τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για τα έτη 2021 έως 2027. |
(75) As regards traditional own resources (customs duties, sugar levies), the amounts indicated must be net amounts, i.e. gross amounts after deduction of 20 % for collection costs. | (74) Το έτος N είναι το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας. Να αντικατασταθεί το «N» με το αναμενόμενο πρώτο έτος εφαρμογής (για παράδειγμα: 2021). Το ίδιο και για τα επόμενα έτη. |
| (75) Όσον αφορά τους παραδοσιακούς ιδίους πόρους (δασμούς, εισφορές ζάχαρης), τα αναγραφόμενα ποσά πρέπει να είναι καθαρά ποσά, δηλ. τα ακαθάριστα ποσά μετά την αφαίρεση του 20 % για έξοδα είσπραξης. |