ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)

της 29ης Ιουνίου 2023 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Γεωργία και αλιεία – Κοινή οργάνωση των αγορών – Κανονισμός (ΕΕ) 1308/2013 – Άρθρο 164, παράγραφοι 1 και 4 – Πρότυπα εμπορίας – Επέκταση διεπαγγελματικής συμφωνίας – Συμφωνία που προβλέπει κανόνες αυστηρότερους από τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης»

Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑501/22 έως C‑504/22,

με αντικείμενο τέσσερις αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας, Γαλλία) με απόφαση της 22ας Ιουλίου 2022, οι οποίες περιήλθαν στο Δικαστήριο την ίδια ημέρα, στο πλαίσιο των δικών

Association interprofessionnelle des fruits et légumes frais (Interfel)

κατά

Ministre de l’Agriculture et de la Souveraineté alimentaire,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους E. Regan, πρόεδρο τμήματος, Δ. Γρατσία (εισηγητή), M. Ilešič, I. Jarukaitis και Z. Csehi, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: N. Αιμιλίου

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Association interprofessionnelle des fruits et légumes frais (Interfel), εκπροσωπούμενη από την A. Bouviala, τον P. Morrier, την S. Pelet-Serra και την A. Soualem, avocats,

η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους G. Bain και J.-L. Carré,

η Ελληνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις E. Λευθεριώτου, M. Τασσοπούλου και A.‑E. Βασιλοπούλου,

η Ουγγρική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον M. Z. Fehér και την R. Kissné Berta,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους Μ. Κωνσταντινίδη και F. Le Bot,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει τις υποθέσεις χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως αφορούν την ερμηνεία του άρθρου 164, παράγραφοι 1 και 4, του κανονισμού (ΕΕ) 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (ΕΕ 2013, L 347, σ. 671).

2

Οι αιτήσεις αυτές υποβλήθηκαν στο πλαίσιο τεσσάρων ένδικων διαφορών μεταξύ της Association interprofessionnelle des fruits et légumes frais (Interfel) και του ministre de l’Agriculture et de la Souvainté alimentaires (Υπουργού Γεωργίας και Τροφίμων, Γαλλία, στο εξής: Υπουργός), σχετικά με την απόρριψη από τον Υπουργό τεσσάρων αιτήσεων της Interfel με αίτημα την επέκταση τεσσάρων διεπαγγελματικών συμφωνιών που συνήψε η ίδια σε επιχειρήσεις που δεν είναι μέλη της.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

Ο κανονισμός 1234/2007

3

Το άρθρο 125α, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα («Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ») (ΕΕ 2007, L 299, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 361/2008 του Συμβουλίου, της 14ης Απριλίου 2008 (ΕΕ 2008, L 121, σ. 1) (στο εξής: κανονισμός 1234/2007), προέβλεπε τα εξής:

«Το καταστατικό της οργάνωσης παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών υποχρεώνει ιδίως τους παραγωγούς μέλη:

α)

να εφαρμόζουν τους κανόνες που θεσπίζει η οργάνωση παραγωγών όσον αφορά την παροχή σχετικών με την παραγωγή πληροφοριών, την παραγωγή, την εμπορία και την προστασία του περιβάλλοντος·

[…]».

4

Το άρθρο 125στ, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού προέβλεπε τα ακόλουθα:

«Στις περιπτώσεις στις οποίες μια οργάνωση παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών που αναπτύσσει δραστηριότητες σε μια συγκεκριμένη οικονομική περιφέρεια θεωρείται, όσον αφορά ένα συγκεκριμένο προϊόν, αντιπροσωπευτική της παραγωγής και των παραγωγών της εν λόγω περιφέρειας, το οικείο κράτος μέλος μπορεί, κατόπιν αιτήματος της οργάνωσης παραγωγών, να καταστήσει δεσμευτικούς, για τους παραγωγούς που είναι εγκατεστημένοι στην εν λόγω οικονομική περιφέρεια και δεν είναι μέλη της οργάνωσης παραγωγών, τους ακόλουθους κανόνες:

α)

τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 125α παράγραφος 1 στοιχείο α)·

[…]

Το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω κανόνες:

[…]

β)

περιλαμβάνονται στο διεξοδικό κατάλογο του παραρτήματος XVΙα·

[…]».

5

Το άρθρο 125ιβ όριζε τα εξής:

«1.   Όταν μια διεπαγγελματική οργάνωση που αναπτύσσει δραστηριότητες σε συγκεκριμένη περιφέρεια ή περιφέρειες κράτους μέλους θεωρείται αντιπροσωπευτική της παραγωγής, της εμπορίας ή της μεταποίησης ενός συγκεκριμένου προϊόντος, το οικείο κράτος μέλος μπορεί, ύστερα από αίτηση της εν λόγω διεπαγγελματικής οργάνωσης, να καταστήσει δεσμευτικές, για περιορισμένη χρονική περίοδο και για άλλους μεμονωμένους ή μη οικονομικούς φορείς που αναπτύσσουν δραστηριότητες στη σχετική περιφέρεια ή περιφέρειες και δεν ανήκουν στην οργάνωση αυτή, ορισμένες συμφωνίες, αποφάσεις ή εναρμονισμένες πρακτικές που συνάπτονται στο πλαίσιο της οργάνωσης αυτής.

[…]

3.   Οι κανόνες για τους οποίους μπορεί να ζητηθεί επέκταση σε άλλους οικονομικούς φορείς:

α)

αφορούν ένα από τα ακόλουθα θέματα:

[…]

iv)

κανόνες εμπορίας·

[…]

4.   Οι κανόνες που προβλέπονται στην παράγραφο 3 [στοιχείο] α) […] iv) […], δεν πρέπει να διαφέρουν από αυτούς του παραρτήματος XVIα. […]»

6

Το παράρτημα XVΙα του ίδιου κανονισμού, υπό τον τίτλο «Διεξοδικός κατάλογος των κανόνων που μπορούν να επεκτείνονται σε παραγωγούς μη μέλη οργανώσεων κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 125στ και του άρθρου 125ιβ», περιελάμβανε το σημείο 3 το οποίο είχε ως εξής:

«3. Κανόνες εμπορίας

α)

καθορισμένες ημερομηνίες για την έναρξη της συγκομιδής, κλιμάκωση της διάθεσης στην αγορά·

β)

ελάχιστες απαιτήσεις όσον αφορά την ποιότητα και το μέγεθος·

γ)

προετοιμασία, παρουσίαση, συσκευασία και επισήμανση στο πρώτο στάδιο της διάθεσης στην αγορά·

δ)

ένδειξη της καταγωγής του προϊόντος.»

Ο κανονισμός 1308/2013

7

Σύμφωνα με το άρθρο 230, παράγραφος 1, του κανονισμού 1308/2013, ο κανονισμός κατήργησε, από 1ης Ιανουαρίου 2014, τον κανονισμό 1234/2007.

8

Οι αιτιολογικές σκέψεις 132 και 134 του κανονισμού 1308/2013 αναφέρουν τα εξής:

«(132)

Οι διεπαγγελματικές οργανώσεις μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη διευκόλυνση του διαλόγου μεταξύ των επιχειρήσεων στην αλυσίδα εφοδιασμού και στην προώθηση των βέλτιστων πρακτικών και της διαφάνειας στην αγορά.

[…]

(134)

Οι ισχύουσες διατάξεις σε διάφορους τομείς, οι οποίες ενισχύουν τον αντίκτυπο των οργανώσεων παραγωγών, των ενώσεών τους και των διεπαγγελματικών οργανώσεων, επιτρέποντας στα κράτη μέλη, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να επεκτείνουν ορισμένους κανόνες των οργανώσεων αυτών σε επιχειρηματίες που δεν είναι μέλη τους αποδείχτηκαν αποτελεσματικές και θα πρέπει να εναρμονιστούν, να εξορθολογιστούν και να επεκταθούν σε όλους τους τομείς.»

9

Το μέρος II του κανονισμού αυτού φέρει τον τίτλο «Εσωτερική αγορά» και περιλαμβάνει τον τίτλο II, ο οποίος επιγράφεται «Κανόνες σχετικά με την εμπορία και τις οργανώσεις παραγωγών». Το κεφάλαιο I του τίτλου ΙΙ επιγράφεται «Κανόνες σχετικοί με την εμπορία» και περιλαμβάνει το τμήμα 1, υπό τον τίτλο «Πρότυπα εμπορίας», το οποίο περιλαμβάνει το υποτμήμα 2, υπό τον τίτλο «Πρότυπα εμπορίας κατά τομείς ή προϊόντα», το οποίο με τη σειρά του περιέχει, μεταξύ άλλων, τα άρθρα 74 έως 76 του ως άνω κανονισμού.

10

Το άρθρο 74 φέρει τον τίτλο «Γενική αρχή» και προβλέπει τα εξής:

«Τα προϊόντα για τα οποία έχουν θεσπιστεί πρότυπα εμπορίας ανά τομέα ή προϊόν σύμφωνα με το παρόν τμήμα μπορούν να διατίθενται στην αγορά της [Ευρωπαϊκής] Ένωσης μόνο εάν ικανοποιούν τα εν λόγω πρότυπα.»

11

Το άρθρο 75 του κανονισμού 1308/2013 φέρει τον τίτλο «Θέσπιση και περιεχόμενο» και προβλέπει τα εξής:

«1.   Τα πρότυπα εμπορίας μπορούν να εφαρμόζονται σε έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους τομείς και/ή προϊόντα:

[…]

β)

οπωροκηπευτικά·

γ)

μεταποιημένα οπωροκηπευτικά·

[…]

3.   […] τα πρότυπα εμπορίας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να καλύπτουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα […]:

[…]

β)

τα κριτήρια ταξινόμησης, όπως η κατάταξη σε κατηγορίες, το βάρος, το μέγεθος, η ηλικία και η κατηγορία·

[…]».

12

Το άρθρο 76 του ίδιου κανονισμού φέρει τον τίτλο «Πρόσθετες απαιτήσεις για την εμπορία προϊόντων στον τομέα των οπωροκηπευτικών» και ορίζει τα εξής:

«1.   Επιπλέον, καθόσον αφορά τα εφαρμοστέα πρότυπα εμπορίας τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 75, τα οπωροκηπευτικά προϊόντα που προορίζονται να πωληθούν νωπά στον καταναλωτή μπορούν να διατίθενται στην αγορά μόνο εάν είναι καλής, ανόθευτης και σύμφωνης προς τα συναλλακτικά ήθη ποιότητας και εάν αναγράφεται η χώρα προέλευσης.

2.   Τα πρότυπα εμπορίας που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καθώς και τυχόν πρότυπα εμπορίας για τον τομέα των οπωροκηπευτικών οριζόμενα σύμφωνα με το παρόν υποτμήμα, εφαρμόζονται σε όλα τα στάδια εμπορίας, περιλαμβανομένης της εισαγωγής και εξαγωγής και μπορούν να καλύπτουν την ποιότητα, την ταξινόμηση σε κατηγορίες, το βάρος, το μέγεθος, τη συσκευασία, την αποθήκευση, τη μεταφορά, την παρουσίαση και την εμπορία.

3.   Ο κάτοχος προϊόντων του τομέα των οπωροκηπευτικών που καλύπτονται από πρότυπα εμπορίας εκθέτει τα εν λόγω προϊόντα, τα προσφέρει προς πώληση και τα παραδίδει ή τα εμπορεύεται εντός της Ένωσης αποκλειστικά και μόνον σύμφωνα με τα εν λόγω πρότυπα, είναι δε υπεύθυνος για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς αυτά.

4.   Για τη σωστή εφαρμογή της απαίτησης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και για να συνεκτιμηθούν ειδικές καταστάσεις ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 227 οι οποίες είναι αναγκαίες για την ορθή εφαρμογή του.»

13

Ο τίτλος II του μέρους II του κανονισμού 1308/2013 περιλαμβάνει το κεφάλαιο III, το οποίο φέρει τον τίτλο «Οργανώσεις και ενώσεις παραγωγών και διεπαγγελματικές οργανώσεις». Το άρθρο 164 περιλαμβάνεται στο τμήμα 3, που επιγράφεται «Επέκταση κανόνων και υποχρεωτικές εισφορές», του ως άνω κεφαλαίου ΙΙΙ, φέρει τον τίτλο «Επέκταση κανόνων» και προβλέπει τα εξής:

«1.   Στις περιπτώσεις όπου μια αναγνωρισμένη οργάνωση παραγωγών, μια αναγνωρισμένη ένωση οργανώσεων παραγωγών ή μια αναγνωρισμένη διεπαγγελματική οργάνωση που αναπτύσσει δραστηριότητες σε συγκεκριμένη οικονομική περιφέρεια ή περιφέρειες κράτους μέλους θεωρείται αντιπροσωπευτική της παραγωγής ή του εμπορίου ή της μεταποίησης ενός συγκεκριμένου προϊόντος, το οικείο κράτος μέλος μπορεί, κατόπιν αιτήματος της εν λόγω οργάνωσης, να καθιστά δεσμευτικές, για περιορισμένη χρονική περίοδο, ορισμένες συμφωνίες, αποφάσεις ή εναρμονισμένες πρακτικές που εγκρίνονται στο πλαίσιο της οργάνωσης αυτής για άλλες επιχειρήσεις που αναπτύσσουν δραστηριότητες στη σχετική οικονομική περιφέρεια ή περιφέρειες και δεν ανήκουν στην οργάνωση ή την ένωση αυτή.

[…]

4.   Οι κανόνες για τους οποίους μπορεί να ζητηθεί επέκταση σε άλλες επιχειρήσεις, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1, έχουν ένα από τους ακόλουθους στόχους:

α)

την παροχή πληροφοριών όσον αφορά την παραγωγή και την αγορά·

β)

την εφαρμογή κανόνων παραγωγής αυστηρότερων από εκείνους που προβλέπει η ενωσιακή ή η εθνική νομοθεσία·

γ)

την κατάρτιση τυποποιημένων συμβάσεων σύμφωνων με τους ενωσιακούς κανόνες·

δ)

την εμπορία·

ε)

την προστασία του περιβάλλοντος·

στ)

μέτρα για την προώθηση και την αξιοποίηση του δυναμικού των προϊόντων·

ζ)

μέτρα προστασίας της βιολογικής γεωργίας και των ονομασιών προέλευσης, των σημάτων ποιότητας και των γεωγραφικών ενδείξεων·

η)

έρευνα για την αναβάθμιση των προϊόντων, ιδίως με νέες χρήσεις που δεν θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία·

θ)

μελέτες για τη βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων·

ι)

την έρευνα, ιδίως για καλλιεργητικές μεθόδους που επιτρέπουν τον περιορισμό της χρήσης φυτοπροστατευτικών ή κτηνιατρικών προϊόντων και εξασφαλίζουν την προστασία του εδάφους και την προστασία ή τη βελτίωση του περιβάλλοντος·

ια)

τον ορισμό στοιχειωδών προτύπων ποιότητας και τον ορισμό στοιχειωδών προτύπων συσκευασίας και παρουσίασης·

ιβ)

τη χρησιμοποίηση πιστοποιημένων σπόρων για σπορά και τον ποιοτικό έλεγχο των προϊόντων·

ιγ)

την υγεία των ζώων, την υγεία των φυτών ή την ασφάλεια των τροφίμων·

ιδ)

τη διαχείριση των υποπροϊόντων.

Οι εν λόγω κανόνες δεν ζημιώνουν άλλους οικονομικούς φορείς του συγκεκριμένου κράτους μέλους ή της Ένωσης και δεν έχουν κανένα από τα αποτελέσματα που αναφέρονται στο άρθρο 210 παράγραφος 4 ούτε αντιβαίνουν καθ’ οιονδήποτε άλλο τρόπο στο ενωσιακό δίκαιο ή τους ισχύοντες εθνικούς κανόνες.

[…]»

14

Το άρθρο 210 του ίδιου κανονισμού φέρει τον τίτλο «Συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές αναγνωρισμένων διεπαγγελματικών οργανώσεων» και προβλέπει στην παράγραφο 4 τα εξής:

«Σε κάθε περίπτωση οι συμφωνίες, οι αποφάσεις και οι εναρμονισμένες πρακτικές κηρύσσονται ασύμβατες προς τους ενωσιακούς κανόνες εάν:

α)

μπορούν να οδηγήσουν σε οποιασδήποτε μορφής κατακερματισμό των αγορών στην Ένωση·

β)

μπορούν να επηρεάσουν την εύρυθμη λειτουργία της οργάνωσης αγοράς·

γ)

μπορούν να προκαλέσουν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού οι οποίες δεν είναι απαραίτητες για την επίτευξη των στόχων της ΚΓΠ που επιδιώκονται με τις δραστηριότητες των διεπαγγελματικών οργανώσεων·

δ)

συνεπάγονται καθορισμό τιμών ή ποσοστώσεων·

ε)

μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις ή να καταργήσουν τον ανταγωνισμό για σημαντικό μέρος των εν λόγω προϊόντων.»

15

Κατά το άρθρο 230, παράγραφος 2, του κανονισμού 1308/2013, κάθε παραπομπή στον κανονισμό 1234/2007 θεωρείται ως παραπομπή, μεταξύ άλλων, στον κανονισμό 1308/2013 σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που βρίσκεται στο παράρτημα XIV του τελευταίου. Από τον εν λόγω πίνακα αντιστοιχίας προκύπτει ότι το άρθρο 113, παράγραφος 1, του κανονισμού 1234/2007 αντιστοιχεί στο άρθρο 75, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ έως εʹ, και παράγραφος 2, του κανονισμού 1308/2013 και ότι το άρθρο 113α, παράγραφοι 1 έως 3, του κανονισμού 1234/2007 αντιστοιχεί στο άρθρο 76 του κανονισμού 1308/2013. Κατά τον ίδιο πίνακα, τα άρθρα 125στ και 125ιβ του κανονισμού 1234/2007 αντιστοιχούν στο άρθρο 164 του κανονισμού 1308/2013.

Ο εκτελεστικός κανονισμός 543/2011

16

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 543/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών (ΕΕ 2011, L 157, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/428 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 12ης Ιουλίου 2018 (ΕΕ 2019, L 75, σ. 1) (στο εξής: εκτελεστικός κανονισμός 543/2011), προβλέπει στο άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 2, τα εξής:

«1.   Οι απαιτήσεις του άρθρου 113α παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 αποτελούν τις γενικές προδιαγραφές εμπορίας. Λεπτομερή στοιχεία των γενικών προδιαγραφών εμπορίας περιέχονται στο παράρτημα Ι μέρος Α του παρόντος κανονισμού.

Τα οπωροκηπευτικά που δεν καλύπτονται από ειδικές προδιαγραφές εμπορίας πρέπει να πληρούν τις γενικές προδιαγραφές εμπορίας. Ωστόσο, όταν ο κάτοχος είναι σε θέση να αποδείξει ότι τα προϊόντα πληρούν τις ισχύουσες προδιαγραφές που έχουν εγκριθεί από την Οικονομική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (UNECE), τότε τα προϊόντα θεωρείται ότι πληρούν και τις γενικές προδιαγραφές εμπορίας.

2.   Οι ειδικές προδιαγραφές εμπορίας που προβλέπονται στο άρθρο 113 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι μέρος Β του παρόντος κανονισμού όσον αφορά τα ακόλουθα προϊόντα:

α)

μήλα,

[…]

γ)

ακτινίδια,

[…]

ε)

ροδάκινα και νεκταρίνια,

[…]».

17

Το μέρος A του παραρτήματος I του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού φέρει τον τίτλο «Γενικές προδιαγραφές εμπορίας» και περιλαμβάνει τμήματα που αφορούν τις «[ε]λάχιστες απαιτήσεις», τις «[ε]λάχιστες απαιτήσεις ωρίμασης», τα «[ό]ρια ανοχής» και τη «[σ]ήμανση».

18

Το μέρος B του παραρτήματος αυτού επιγράφεται «Ειδικές προδιαγραφές εμπορίας» και περιλαμβάνει το μέρος 1 υπό τον τίτλο «Προδιαγραφές εμπορίας για τα μήλα», του οποίου το σημείο III φέρει τον τίτλο «Διατάξεις που αφορούν την ταξινόμηση κατά μέγεθος» και ορίζει τα εξής:

«Το μέγεθος καθορίζεται με βάση τη μέγιστη διάμετρο της ισημερινής τομής ή το βάρος.

[…]

Για να εξασφαλιστεί η ομοιογένεια ως προς το μέγεθος, το εύρος μεγέθους μεταξύ προϊόντων στην ίδια συσκευασία δεν υπερβαίνει:

α)

για τους καρπούς που ταξινομούνται κατά μέγεθος βάσει διαμέτρου:

τα 5 mm για τους καρπούς της κατηγορίας “Έξτρα” και τους καρπούς των κατηγοριών Ι και ΙΙ που συσκευάζονται σε σειρές και στρώματα. Ωστόσο, για τα μήλα των ποικιλιών Βramley’s Seedling (Bramley, Triomphe de Kiel) και Horneburger, η διαφορά διαμέτρου μπορεί να ανέρχεται σε 10 mm, και

τα 10 mm για τους καρπούς της κατηγορίας I που παρουσιάζονται σε συσκευασίες πώλησης ή χύμα στη συσκευασία. Ωστόσο, για τα μήλα των ποικιλιών Bramley’s Seedling (Bramley, Triomphe de Kiel) και Horneburger, η διαφορά διαμέτρου μπορεί να ανέρχεται σε 20 mm.

β)

για τους καρπούς που ταξινομούνται κατά μέγεθος βάσει βάρους:

Για τα μήλα της κατηγορίας “Έξτρα” και των κατηγοριών Ι και ΙΙ που είναι συσκευασμένα σε σειρές και στρώσεις:

Εύρος (g)

Διαφορά βάρους (g)

70-90

15 g

91-135

20 g

136-200

30 g

201-300

40 g

> 300

50 g

Για τους καρπούς της κατηγορίας I που παρουσιάζονται σε συσκευασίες πώλησης ή χύμα στη συσκευασία:

Εύρος (g)

Ομοιογένεια (g)

70-135

35

136-300

70

> 300

100

Δεν υφίσταται απαίτηση ομοιογένειας ως προς το μέγεθος για τους καρπούς της κατηγορίας ΙΙ που παρουσιάζονται σε συσκευασίες πώλησης ή χύμα στη συσκευασία.

Τα μήλα των νανόκαρπων ποικιλιών που απαριθμούνται στο προσάρτημα και των οποίων το όνομα ακολουθείται από το γράμμα Μ εξαιρούνται από τις διατάξεις που αφορούν την ταξινόμηση κατά μέγεθος. Αυτές οι μικρές ποικιλίες πρέπει να έχουν ελάχιστη τιμή Brix [υπολογίζεται όπως περιγράφεται στο καθοδηγητικό έγγραφο του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για αντικειμενικούς ελέγχους] ίση με 12°.»

19

Το μέρος B του ίδιου παραρτήματος περιλαμβάνει επίσης το μέρος 3, υπό τον τίτλο «Προδιαγραφές εμπορίας για τα ακτινίδια», του οποίου το σημείο II, B επιγράφεται «Ελάχιστες απαιτήσεις ωρίμασης» και προβλέπει τα εξής:

«Τα ακτινίδια πρέπει να είναι επαρκώς ανεπτυγμένα και σε ικανοποιητικό στάδιο ωρίμασης.

Για να τηρηθεί η εν λόγω απαίτηση, οι καρποί πρέπει στο στάδιο της συσκευασίας να έχουν βαθμό ωρίμασης τουλάχιστον 6,2° Brix [υπολογίζεται όπως περιγράφεται στο καθοδηγητικό έγγραφο του ΟΟΣΑ για αντικειμενικούς ελέγχους] ή 15 % μέσης περιεκτικότητας σε ξηρή ουσία, που αναμένεται να οδηγήσει σε 9,5° Brix [υπολογίζεται όπως περιγράφεται στο καθοδηγητικό έγγραφο του ΟΟΣΑ για αντικειμενικούς ελέγχους] κατά την είσοδο στην αλυσίδα διανομής.»

20

Το ως άνω μέρος Β περιλαμβάνει επίσης το μέρος 5, υπό τον τίτλο «Προδιαγραφές εμπορίας για τα ροδάκινα και τα νεκταρίνια», του οποίου το σημείο III επιγράφεται «Διατάξεις που αφορούν την ταξινόμηση κατά μέγεθος» και ορίζει τα εξής:

«[…]

Το ελάχιστο μέγεθος είναι:

56 mm ή 85 g στην κατηγορία “Έξτρα”,

51 mm ή 65 g στις κατηγορίες I και II.

Ωστόσο, οι καρποί κάτω των 56 mm ή 85 g, δεν διατίθενται στο εμπόριο κατά την περίοδο από 1ης Ιουλίου έως 31 Οκτωβρίου (στο βόρειο ημισφαίριο) και από 1ης Ιανουαρίου έως 30 Απριλίου (στο νότιο ημισφαίριο).

[…]»

Το διεθνές δίκαιο

21

Η Οικονομική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (United Nations Economic Commission for Europe, UNECE) ιδρύθηκε το 1947 με το ψήφισμα 36 (IV), της 28ης Μαρτίου 1947, του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου (ΟΚΣ) (Ecosoc). Σήμερα μετέχουν σε αυτή 56 κράτη από την Ευρώπη (περιλαμβανομένων όλων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης), την Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών και τη Βόρεια Αμερική. Η Ένωση δεν είναι μέλος των Ηνωμένων Εθνών και, ως εκ τούτου, δεν είναι μέλος ούτε της UNECE. Συμμετέχει, όμως, σε αυτήν ως παρατηρητής.

22

Εντός της UNECE λειτουργεί η ομάδα εργασίας για τις προδιαγραφές ποιότητας των γεωργικών προϊόντων, η οποία ενέκρινε το πρότυπο UNECE FFV‑15 σχετικά με την εμπορία και τον έλεγχο της εμπορικής ποιότητας των αγγουριών. Το πρότυπο αυτό, όπως διαμορφώθηκε μετά την έκδοση του 2017 και είχε εφαρμογή στις διαφορές των κυρίων δικών, προβλέπει στο σημείο III, το οποίο φέρει τον τίτλο «Διατάξεις για την ταξινόμηση κατά μέγεθος», τα εξής:

«Το μέγεθος καθορίζεται σύμφωνα με το βάρος ή τον συσχετισμό διαμέτρου και μήκους.

Η ομοιογένεια μεγέθους είναι υποχρεωτική για τις κατηγορίες “Extra” και I.

Για να εξασφαλιστεί ομοιογένεια μεγέθους για τα προϊόντα της ίδιας συσκευασίας, πρέπει να εφαρμόζεται μία από τις ακόλουθες δύο επιλογές:

α)

Ταξινόμηση κατά βάρος

Το εύρος βάρους δεν πρέπει να υπερβαίνει:

1.

Τα 150 g όταν το μικρότερο τεμάχιο ζυγίζει τουλάχιστον 400 g·

2.

Τα 100 g όταν το μικρότερο τεμάχιο ζυγίζει μεταξύ 180 και 400 g·

3.

Τα αγγούρια βάρους κάτω των 180 g πρέπει να έχουν ευλόγως ομοιογενές βάρος.

β)

Ταξινόμηση κατά μήκος και διάμετρο

Το εύρος μήκους δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 5 cm και τα αγγούρια πρέπει να έχουν ευλόγως ομοιογενή διάμετρο.»

Το γαλλικό δίκαιο

23

Το άρθρο L. 632-2-1, δεύτερο εδάφιο, του code rural et de la pêche maritime (κώδικα γεωργίας και θαλάσσιας αλιείας) ορίζει τα εξής:

«[Οι διεπαγγελματικές οργανώσεις] μπορούν να καθορίζουν, στο πλαίσιο διεπαγγελματικών συμφωνιών, τυποποιημένες συμβάσεις, για τις οποίες μπορούν να ζητήσουν από τη διοικητική αρχή την επέκτασή τους, περιλαμβάνουσες πρότυπα σύνταξης […] ρητρών σχετικών με μέτρα ελέγχου των όγκων, με σκοπό την προσαρμογή της προσφοράς ανάλογα με τη ζήτηση. […]»

24

Το άρθρο L. 632-3 του εν λόγω κώδικα ορίζει τα ακόλουθα:

«Η αρμόδια διοικητική αρχή μπορεί να επεκτείνει τις συμφωνίες που συνάπτονται στο πλαίσιο αναγνωρισμένης διεπαγγελματικής οργάνωσης για συγκεκριμένη διάρκεια, εν όλω ή εν μέρει, εφόσον οι συμφωνίες αυτές προβλέπουν κοινές δράσεις ή δράσεις προώθησης ενός κοινού συμφέροντος, σύμφωνες με το γενικό συμφέρον και συμβατές με τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

25

Το άρθρο L. 632-4 του κώδικα αυτού προβλέπει τα εξής:

«[…]

Η επέκταση των συμφωνιών [που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο αναγνωρισμένης διεπαγγελματικής οργάνωσης] υπόκειται επίσης στην τήρηση των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο εφαρμοστέο στις συμφωνίες αυτές δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

[…]

Αφού αποφασιστεί η επέκταση, τα προβλεπόμενα μέτρα είναι υποχρεωτικά για όλους τους επαγγελματίες που απαρτίζουν τη διεπαγγελματική οργάνωση.

[…]»

Οι διαφορές της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

Η υπόθεση C‑501/22

26

Η Interfel είναι γεωργική διεπαγγελματική οργάνωση αναγνωρισμένη βάσει του άρθρου L. 632-1 του κώδικα γεωργίας και θαλάσσιας αλιείας. Στις 10 Ιουνίου 2020, συνήψε διεπαγγελματική συμφωνία με τίτλο «Ροδάκινο‑νεκταρίνι‑ταξινόμηση κατά μέγεθος» για τις περιόδους εμπορίας 2021‑2023 (στο εξής: συμφωνία για τα ροδάκινα-νεκταρίνια), η οποία προβλέπει, μεταξύ άλλων, την απαγόρευση της εμπορίας ροδάκινων ή νεκταρινιών μικρού μεγέθους (μέγεθος D) καθ’ όλη τη διάρκεια της οικείας περιόδου εμπορίας. Η εν λόγω εταιρία ζήτησε από τον Υπουργό να επεκτείνει τη διεπαγγελματική συμφωνία σε άλλες επιχειρήσεις, προβάλλοντας ως αιτιολογία τη μέριμνα για τη διασφάλιση της ποιότητας των καρπών που πωλούνται στους καταναλωτές.

27

Με απόφαση της 7ης Σεπτεμβρίου 2020, ο Υπουργός απέρριψε την ως άνω αίτηση. Η Interfel άσκησε προσφυγή ενώπιον του Conseil d’État (Συμβουλίου της Επικρατείας, Γαλλία), ζητώντας την ακύρωση της εν λόγω απόφασης.

28

Το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) επισημαίνει ότι η συμφωνία για τα ροδάκινα-νεκταρίνια προβλέπει ότι τα ροδάκινα και τα νεκταρίνια που παράγονται στη Γαλλία και προορίζονται προς διάθεση στη γαλλική αγορά και προς εξαγωγή υπόκεινται σε ταξινόμηση ελάχιστου μεγέθους 56 mm ή 85 g σε όλα τα στάδια της διάθεσής τους στην αγορά και καθ’ όλη τη διάρκεια της οικείας περιόδου εμπορίας. Ωστόσο, οι διατάξεις αυτές είναι αυστηρότερες από τις διατάξεις του παραρτήματος I, μέρος B, μέρος 5, σημείο III, του εκτελεστικού κανονισμού 543/2011.

29

Το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) προσθέτει ότι η Interfel προέβαλε, μεταξύ άλλων, λόγο ακυρώσεως σύμφωνα με τον οποίο ο Υπουργός δεν μπορούσε νομίμως να αρνηθεί την επέκταση της συμφωνίας για τα ροδάκινα‑νεκταρίνια σε άλλες επιχειρήσεις. Κατά το εν λόγω δικαστήριο, για την εξέταση του λόγου αυτού απαιτείται να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αν το άρθρο 164, παράγραφος 4, του κανονισμού 1308/2013 έχει την έννοια ότι επιτρέπει την επέκταση σε άλλες επιχειρήσεις των διεπαγγελματικών συμφωνιών που προβλέπουν αυστηρότερους κανόνες από εκείνους που προβλέπει η νομοθεσία της Ένωσης, όχι μόνον όσον αφορά τους «κανόνες παραγωγής», κατά την έννοια του στοιχείου βʹ της εν λόγω παραγράφου 4, αλλά και όσον αφορά το σύνολο των κανόνων που έχουν έναν ή περισσότερους από τους στόχους που μνημονεύονται στα στοιχεία αʹ και γʹ έως ιδʹ της παραγράφου 4, και, ειδικότερα, απαιτείται να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αν η διάταξη αυτή επιτρέπει, αφενός, τη θέσπιση, υπό τη μορφή διεπαγγελματικής συμφωνίας, αυστηρότερων κανόνων εμπορίας οπωροκηπευτικών που εμπίπτουν σε συγκεκριμένη κατηγορία από εκείνους που προβλέπει η νομοθεσία της Ένωσης και, αφετέρου, την επέκταση των κανόνων αυτών σε όλες τις επιχειρήσεις.

30

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Το άρθρο 164 του κανονισμού [1308/2013] έχει την έννοια ότι επιτρέπει την επέκταση διεπαγγελματικών συμφωνιών που προβλέπουν κανόνες αυστηρότερους από εκείνους που προβλέπει η νομοθεσία της Ένωσης, όχι μόνον στο πεδίο των μνημονευόμενων στο στοιχείο βʹ [της παραγράφου 4] του εν λόγω άρθρου “κανόνων παραγωγής”, αλλά επίσης στο σύνολο των μνημονευόμενων στα στοιχεία αʹ και γʹ έως ιδʹ πεδίων [της ίδιας παραγράφου], για τα οποία προβλέπει ότι μπορεί να ζητηθεί η επέκταση διεπαγγελματικής συμφωνίας και ιδίως […] επιτρέπει το εν λόγω άρθρο, μολονότι η νομοθεσία της Ένωσης προβλέπει κανόνες για συγκεκριμένη κατηγορία οπωροκηπευτικών, τη θέσπιση, υπό τη μορφή διεπαγγελματικής συμφωνίας, αυστηρότερων κανόνων και την επέκτασή τους σε όλες τις επιχειρήσεις;»

Η υπόθεση C‑502/22

31

Στις 10 Ιουνίου 2020, η Interfel συνήψε διεπαγγελματική συμφωνία με τίτλο «Αγγούρι μακρού τύπου ή ολλανδικό» για τις περιόδους εμπορίας 2021‑2023 (στο εξής: συμφωνία για τα αγγούρια). Η εν λόγω εταιρία ζήτησε από τον Υπουργό να επεκτείνει τη διεπαγγελματική συμφωνία σε άλλες επιχειρήσεις, προβάλλοντας ως αιτιολογία τη μέριμνα για τη διασφάλιση της ποιότητας των καρπών που πωλούνται στους καταναλωτές.

32

Με απόφαση της 7ης Σεπτεμβρίου 2020, ο Υπουργός απέρριψε την ως άνω αίτηση. Η Interfel άσκησε προσφυγή ενώπιον του Conseil d’État (Συμβουλίου της Επικρατείας), ζητώντας την ακύρωση της εν λόγω απόφασης.

33

Το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) επισημαίνει ότι η συμφωνία αυτή προβλέπει, πρώτον, ότι το μέγεθος των αγγουριών που παράγονται στη μητροπολιτική Γαλλία και πωλούνται στις κατηγορίες «Έξτρα» ή I καθορίζεται αποκλειστικά από το βάρος τους, αποκλειόμενης κάθε κλίμακας μεγέθους που συνδυάζει τη διάμετρο και το μήκος, δεύτερον, ότι το ελάχιστο βάρος τους είναι 250 g και, τρίτον, ότι η ομοιογένεια ως προς το μέγεθος είναι υποχρεωτική για τα αγγούρια κατηγορίας «Έξτρα» ή I, καθώς η ίδια συσκευασία πρέπει να περιέχει μόνον προϊόντα που αντιστοιχούν στην ίδια κατηγορία της καθορισμένης κλίμακας μεγέθους. Κατά το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας), οι διατάξεις αυτές είναι αυστηρότερες από εκείνες που απορρέουν, αφενός, από τις γενικές προδιαγραφές εμπορίας, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 543/2011, το οποίο δεν μνημονεύει κανέναν κανόνα ταξινόμησης προϊόντων κατά μέγεθος, και, αφετέρου, από το πρότυπο UNECE FFV‑15, σχετικά με την πιστοποίηση, την εμπορία και τον έλεγχο της εμπορικής ποιότητας των αγγουριών.

34

Το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) προσθέτει ότι η Interfel προέβαλε, μεταξύ άλλων, λόγο ακυρώσεως σύμφωνα με τον οποίο ο Υπουργός δεν μπορούσε νομίμως να αρνηθεί την επέκταση της συμφωνίας για τα αγγούρια σε άλλες επιχειρήσεις. Κατά το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας), για την εξέταση του λόγου αυτού απαιτείται να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αν το άρθρο 164, παράγραφος 4, του κανονισμού 1308/2013 έχει την έννοια, αφενός, ότι επιτρέπει την επέκταση σε άλλες επιχειρήσεις των διεπαγγελματικών συμφωνιών που προβλέπουν αυστηρότερους κανόνες από εκείνους που προβλέπει η νομοθεσία της Ένωσης, όχι μόνον όσον αφορά τους «κανόνες παραγωγής», κατά την έννοια του στοιχείου βʹ της εν λόγω παραγράφου 4, αλλά και όσον αφορά το σύνολο των κανόνων που κατατείνουν στην επίτευξη ενός ή περισσοτέρων από τους στόχους που μνημονεύονται στα στοιχεία αʹ και γʹ έως ιδʹ της εν λόγω παραγράφου 4, και, αφετέρου, ότι, ελλείψει ειδικών κανόνων του δικαίου της Ένωσης σε συγκεκριμένη κατηγορία οπωροκηπευτικών, επιτρέπει την επέκταση συμφωνιών που προβλέπουν κανόνες αυστηρότερους από εκείνους που προβλέπουν τα εφαρμοστέα πρότυπα που εκδίδει η UNECE και σε άλλες επιχειρήσεις.

35

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Έχει το άρθρο 164 του κανονισμού [1308/2013] την έννοια ότι επιτρέπει την επέκταση διεπαγγελματικών συμφωνιών που προβλέπουν κανόνες αυστηρότερους από εκείνους που προβλέπει η νομοθεσία της Ένωσης, όχι μόνον στο πεδίο των μνημονευόμενων στο στοιχείο βʹ [της παραγράφου 4] του εν λόγω άρθρου “κανόνων παραγωγής”, αλλά επίσης στο σύνολο των μνημονευόμενων στα στοιχεία αʹ και γʹ έως ιδʹ πεδίων [της ίδιας παραγράφου], για τα οποία προβλέπει ότι μπορεί να ζητηθεί η επέκταση διεπαγγελματικής συμφωνίας;

2)

Ελλείψει ειδικών κανόνων της Ένωσης για συγκεκριμένη κατηγορία οπωροκηπευτικών, έχει το άρθρο 164 του κανονισμού [1308/2013] την έννοια ότι επιτρέπει την επέκταση διεπαγγελματικών συμφωνιών που προβλέπουν κανόνες αυστηρότερους από τους εφαρμοστέους κανόνες που θεσπίζει η [UNECE] στους οποίους παραπέμπει το ευρωπαϊκό δίκαιο;»

Η υπόθεση C‑503/22

36

Στις 10 Ιουνίου 2020, η Interfel συνήψε διεπαγγελματική συμφωνία με τίτλο «Μήλο – ταξινόμηση κατά βάρος» για τις περιόδους εμπορίας 2021‑2023 (στο εξής: συμφωνία για τα μήλα). Η εν λόγω εταιρία ζήτησε από τον Υπουργό να επεκτείνει τη διεπαγγελματική συμφωνία σε άλλες επιχειρήσεις, προβάλλοντας ως αιτιολογία τη μέριμνα για τη διασφάλιση της ποιότητας των καρπών που πωλούνται στους καταναλωτές.

37

Με απόφαση της 20ής Νοεμβρίου 2020, ο Υπουργός απέρριψε την ως άνω αίτηση. Το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) επισημαίνει ότι η απόφαση της 20ής Νοεμβρίου 2020 πρέπει να θεωρηθεί ως απόφαση ανάκλησης της αποφάσεως περί αποδοχής της αίτησης για επέκταση που άσκησε η Interfel, η οποία θεωρείται ότι έλαβε χώρα, δυνάμει του άρθρου L. 632-4 του κώδικα γεωργίας και θαλάσσιας αλιείας λόγω έλλειψης ρητής απόφασης επί της αίτησης επέκτασης έως την εκπνοή της προβλεπόμενης προθεσμίας εξέτασης, η οποία είχε παραταθεί έως τις 7 Νοεμβρίου 2020. Η Interfel άσκησε προσφυγή ενώπιον του Conseil d’État (Συμβουλίου της Επικρατείας), ζητώντας την ακύρωση της απόφασης της 20ής Νοεμβρίου 2020.

38

Το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) επισημαίνει ότι η συμφωνία για τα μήλα, αφενός, προβλέπει ταξινόμηση κατά μέγεθος αποκλειστικά βάσει βάρους, αποκλείοντας συνεπώς την ταξινόμηση κατά μέγεθος βάσει διαμέτρου που προβλέπει το παράρτημα Ι, μέρος Β, μέρος 1, σημείο ΙΙΙ, του εκτελεστικού κανονισμού 543/2011, και, αφετέρου, ορίζει ότι τα μήλα των κατηγοριών Ι και ΙΙ, που συσκευάζονται σε σειρές ή στρώσεις στην ίδια συσκευασία, πρέπει να εμπίπτουν σε μία από τις δεκατέσσερεις τάξεις μεγέθους που καθορίζει η συμφωνία και ότι τα μήλα της κατηγορίας I που παρουσιάζονται χύμα στην ίδια συσκευασία πρέπει να εμπίπτουν στις οκτώ τάξεις μεγέθους που καθορίζει η ίδια συμφωνία, δεδομένου ότι οι συγκεκριμένες τάξεις μεγέθους είναι λεπτομερέστερες από τις προβλεπόμενες στο παράρτημα Ι, μέρος Β, μέρος 1, σημείο ΙΙΙ, του εκτελεστικού κανονισμού 543/2011.

39

Το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) προσθέτει ότι η Interfel προέβαλε, μεταξύ άλλων, λόγο ακυρώσεως σύμφωνα με τον οποίο ο Υπουργός δεν μπορούσε νομίμως να ανακαλέσει την απόφασή του περί αποδοχής του αιτήματος επέκτασης της συμφωνίας για τα μήλα σε άλλες επιχειρήσεις. Κατά το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας), για την εξέταση του λόγου αυτού απαιτείται να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αν το άρθρο 164, παράγραφος 4, του κανονισμού 1308/2013 έχει την έννοια ότι επιτρέπει την επέκταση σε άλλες επιχειρήσεις των διεπαγγελματικών συμφωνιών οι οποίες προβλέπουν αυστηρότερους κανόνες από εκείνους που προβλέπει η νομοθεσία της Ένωσης, όχι μόνον όσον αφορά τους «κανόνες παραγωγής», κατά την έννοια του στοιχείου βʹ της εν λόγω παραγράφου 4, αλλά και όσον αφορά το σύνολο των κανόνων που κατατείνουν στην επίτευξη ενός ή περισσοτέρων από τους στόχους που μνημονεύονται στα στοιχεία αʹ και γʹ έως ιδʹ της ίδιας παραγράφου. Σε περίπτωση που η απάντηση στο προηγούμενο ερώτημα διαφέρει αναλόγως του αν πρόκειται για τους μνημονευόμενους στο στοιχείο δʹ της παραγράφου 4 «κανόνες εμπορίας» ή για τα «στοιχειώδη πρότυπα συσκευασίας και παρουσίασης», κατά την έννοια του στοιχείου ιαʹ της ίδιας παραγράφου, το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) ζητεί να διευκρινιστεί αν ο καθορισμός τάξεων μεγέθους για τη διασφάλιση της ομοιογένειας των προϊόντων της ίδιας συσκευασίας εμπίπτει στους κανόνες εμπορίας ή στα ως άνω στοιχειώδη πρότυπα.

40

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Έχει το άρθρο 164 του κανονισμού [1308/2013] την έννοια ότι επιτρέπει την επέκταση διεπαγγελματικών συμφωνιών που προβλέπουν κανόνες αυστηρότερους από εκείνους που προβλέπει η νομοθεσία της Ένωσης όχι μόνον στο πεδίο των μνημονευόμενων στο στοιχείο βʹ [της παραγράφου 4] του εν λόγω άρθρου “κανόνων παραγωγής”, αλλά επίσης στο σύνολο των μνημονευόμενων στα στοιχεία αʹ και γʹ έως ιδʹ πεδίων [της ίδιας παραγράφου], για τα οποία προβλέπει ότι μπορεί να ζητηθεί η επέκταση διεπαγγελματικής συμφωνίας, και ιδίως επιτρέπει, μολονότι η νομοθεσία της Ένωσης προβλέπει κανόνες εμπορίας και παρουσίασης για συγκεκριμένη κατηγορία οπωροκηπευτικών, τη θέσπιση αυστηρότερων κανόνων με διεπαγγελματική συμφωνία και την επέκτασή τους στο σύνολο των επιχειρήσεων;

2)

Σε περίπτωση που η απάντηση στο προηγούμενο ερώτημα διαφέρει αναλόγως του αν πρόκειται για τους μνημονευόμενους στο στοιχείο γʹ [της παραγράφου 4] του εν λόγω άρθρου “κανόνες εμπορίας” ή για τα μνημονευόμενα στο στοιχείο ιαʹ [της ίδιας παραγράφου] “στοιχειώδη πρότυπα συσκευασίας και παρουσίασης”, ο καθορισμός ευρών μεγέθους για τη διασφάλιση της ομοιογένειας των προϊόντων της αυτής συσκευασίας εμπίπτει στους κανόνες εμπορίας ή στους κανόνες σχετικά με τη συσκευασία;»

Η υπόθεση C‑504/22

41

Στις 10 Ιουνίου 2020, η Interfel συνήψε διεπαγγελματική συμφωνία με τίτλο «Ακτινίδιο Hayward – ημερομηνία συγκομιδής και εμπορίας – Ωρίμαση» για τις περιόδους εμπορίας 2021-2023 (στο εξής: συμφωνία για τα ακτινίδια). Η εν λόγω εταιρία ζήτησε από τον Υπουργό να επεκτείνει τη διεπαγγελματική συμφωνία σε άλλες επιχειρήσεις, προβάλλοντας ως αιτιολογία τη μέριμνα για τη διασφάλιση της ποιότητας των καρπών που πωλούνται στους καταναλωτές.

42

Με απόφαση της 22ας Οκτωβρίου 2020, ο Υπουργός απέρριψε την ως άνω αίτηση. Η Interfel άσκησε προσφυγή ενώπιον του Conseil d’État (Συμβουλίου της Επικρατείας), ζητώντας την ακύρωση της εν λόγω απόφασης.

43

Το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) επισημαίνει ότι η συμφωνία για τα ακτινίδια προβλέπει ότι τα ακτινίδια που προέρχονται από τα καλλιεργούμενα φυτά Actinidia Deliciosa ποικιλίας Hayward και παράγονται στη Γαλλία δεν μπορούν να συλλεχθούν πριν από τις 10 Οκτωβρίου και να διατεθούν στην αγορά πριν από τις 6 Νοεμβρίου στη Γαλλία. Οι διατάξεις αυτές είναι αυστηρότερες από εκείνες του παραρτήματος I, μέρος B, μέρος 3, σημείο II, B, του εκτελεστικού κανονισμού 543/2011, οι οποίες, πέραν των ελάχιστων απαιτήσεων σχετικά με την ωριμότητα, δεν προβλέπουν καμία προϋπόθεση σχετικά με τις ημερομηνίες συγκομιδής και εμπορίας.

44

Το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) προσθέτει ότι η Interfel προέβαλε, μεταξύ άλλων, λόγο ακυρώσεως σύμφωνα με τον οποίο ο Υπουργός δεν μπορούσε νομίμως να αρνηθεί να επεκτείνει τη συμφωνία για τα ακτινίδια σε άλλες επιχειρήσεις. Κατά το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας), για την εξέταση του λόγου αυτού απαιτείται να δοθεί απάντηση στο ερώτημα, πρώτον, αν το άρθρο 164, παράγραφος 4, του κανονισμού 1308/2013 έχει την έννοια ότι επιτρέπει την επέκταση σε άλλες επιχειρήσεις των διεπαγγελματικών συμφωνιών που προβλέπουν αυστηρότερους κανόνες από εκείνους που προβλέπει η νομοθεσία της Ένωσης, όχι μόνον όσον αφορά τους «κανόνες παραγωγής», κατά την έννοια του στοιχείου βʹ της εν λόγω παραγράφου 4, αλλά και όσον αφορά το σύνολο των κανόνων που κατατείνουν στην επίτευξη ενός ή περισσοτέρων από τους στόχους που μνημονεύονται στα στοιχεία αʹ και γʹ έως ιδʹ της ίδιας παραγράφου, και, δεύτερον, αν ο καθορισμός, αφενός, ημερομηνιών συγκομιδής και, αφετέρου, ημερομηνιών εμπορίας εμπίπτει στην εφαρμογή των κανόνων που μπορούν να καθοριστούν με διεπαγγελματική συμφωνία και να επεκταθούν σύμφωνα με το άρθρο 164 του κανονισμού 1308/2013 και, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, αν ο καθορισμός των ημερομηνιών αυτών εμπίπτει στην εφαρμογή των «κανόνων παραγωγής», κατά την έννοια του στοιχείου βʹ της παραγράφου 4, ή, όπως προέβλεπε προηγουμένως το παράρτημα XVΙα του κανονισμού 1234/2007, στην εφαρμογή των «κανόνων εμπορίας».

45

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Conseil d’État (Συμβούλιο της Επικρατείας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Έχει το άρθρο 164 του κανονισμού [1308/2013] την έννοια ότι επιτρέπει την επέκταση διεπαγγελματικών συμφωνιών που προβλέπουν κανόνες αυστηρότερους από εκείνους που προβλέπει η νομοθεσία της Ένωσης όχι μόνον στο πεδίο των μνημονευόμενων στο στοιχείο βʹ του εν λόγω άρθρου “κανόνων παραγωγής”, αλλά επίσης στο σύνολο των μνημονευόμενων στα στοιχεία αʹ και γʹ έως ιδʹ πεδίων, για τα οποία προβλέπει ότι μπορεί να ζητηθεί η επέκταση διεπαγγελματικής συμφωνίας;

2)

Εμπίπτει ο καθορισμός, αφενός, ημερομηνιών συγκομιδής και, αφετέρου, ημερομηνιών διάθεσης στην αγορά σε κανόνες που δύνανται να καθοριστούν δυνάμει διεπαγγελματικής συμφωνίας και να επεκταθούν βάσει του άρθρου 164 του κανονισμού [1308/2013] και, αν αυτό ισχύει, εμπίπτει ο καθορισμός των ημερομηνιών συγκομιδής και διάθεσης στην αγορά στο πεδίο εφαρμογής των μνημονευόμενων στο στοιχείο βʹ [της παραγράφου 4] του εν λόγω άρθρου “κανόνων παραγωγής” ή, όπως προέβλεπε προηγουμένως το παράρτημα XVIα του κανονισμού [1234/2007] στους “κανόνες εμπορίας” που διαλαμβάνονται πλέον στο στοιχείο δʹ [της ίδιας παραγράφου];»

46

Με απόφαση του Προέδρου του Δικαστηρίου της 9ης Σεπτεμβρίου 2022, αποφασίστηκε η συνεκδίκαση των υποθέσεων C‑501/22 έως C‑504/22 προς διευκόλυνση της έγγραφης και της προφορικής διαδικασίας και προς έκδοση κοινής απόφασης.

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Επί του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος στην υπόθεση C‑504/22

47

Με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑504/22, το οποίο πρέπει να εξεταστεί πρώτο, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν το άρθρο 164 του κανονισμού 1308/2013 έχει την έννοια ότι εφαρμόζεται επί τoυ καθορισμού ημερομηνιών συγκομιδής ή ημερομηνιών εμπορίας ενός γεωργικού προϊόντος, μέσω συμφωνίας, απόφασης ή εναρμονισμένης πρακτικής θεσπισθείσας στο πλαίσιο αναγνωρισμένης οργάνωσης παραγωγών, αναγνωρισμένης ένωσης οργανώσεων παραγωγών ή αναγνωρισμένης διεπαγγελματικής οργάνωσης.

48

Συναφώς, παρατηρείται ότι, σύμφωνα με το παράρτημα XVΙα, σημείο 3, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1234/2007, οι προβλεπόμενες ημερομηνίες για την έναρξη της συγκομιδής και την κλιμάκωση της διάθεσης στην αγορά περιλαμβάνονταν, βάσει των κανόνων εμπορίας, στον περιοριστικό κατάλογο των κανόνων που μπορούσαν να επεκταθούν στους παραγωγούς που δεν είναι μέλη διεπαγγελματικής οργάνωσης δυνάμει των άρθρων 125στ και 125ιβ του κανονισμού 1234/2007. Τα άρθρα αυτά αντιστοιχούν, κατά το άρθρο 230 του κανονισμού 1308/2013, στο άρθρο 164 του κανονισμού αυτού.

49

Επιπλέον, με την παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου 230 καταργήθηκε το παράρτημα XVΙα του κανονισμού 1234/2007. Το άρθρο 164 του κανονισμού 1308/2013 προβλέπει, στην παράγραφο 4, ότι οι κανόνες των οποίων μπορεί να ζητηθεί η επέκταση σε άλλες επιχειρήσεις αφορούν ένα από τα στοιχεία που προβλέπονται στην παράγραφο αυτή, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η εμπορία. Εντούτοις, ο κανονισμός 1308/2013 δεν περιέχει διάταξη ανάλογη του σημείου 3 του ως άνω παραρτήματος που να περιλαμβάνει περιοριστικό κατάλογο των κανόνων εμπορίας που μπορούν να επεκταθούν και σε άλλες επιχειρήσεις. Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο κανονισμός 1308/2013 αφορά την «εμπορία» υπό ευρεία έννοια.

50

Ως εκ τούτου, ο νομοθέτης της Ένωσης, παραλείποντας να θεσπίσει με τον κανονισμό 1308/2013 περιοριστικό κατάλογο των κανόνων εμπορίας που μπορούν να επεκταθούν και στις επιχειρήσεις μη μέλη, δεν θέλησε, εν πάση περιπτώσει, να περιορίσει συναφώς το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 164 του κανονισμού αυτού σε σχέση με εκείνο των αντίστοιχων διατάξεων του κανονισμού 1234/2007 τις οποίες κατήργησε.

51

Κατά συνέπεια, στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑504/22 πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 164 του κανονισμού 1308/2013 έχει την έννοια ότι εφαρμόζεται επί του καθορισμού ημερομηνιών συγκομιδής ή ημερομηνιών εμπορίας ενός γεωργικού προϊόντος, μέσω συμφωνίας, απόφασης ή εναρμονισμένης πρακτικής, θεσπισθείσας στο πλαίσιο αναγνωρισμένης οργάνωσης παραγωγών, αναγνωρισμένης ένωσης οργανώσεων παραγωγών ή αναγνωρισμένης διεπαγγελματικής οργάνωσης.

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων στις υποθέσεις C‑501/22 και C‑502/22 καθώς και επί των πρώτων προδικαστικών ερωτημάτων στις υποθέσεις C‑503/22 και C‑504/22

52

Με το προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑501/22, με τα προδικαστικά ερωτήματα στην υπόθεση C‑502/22 καθώς και με τα πρώτα προδικαστικά ερωτήματα στις υποθέσεις C‑503/22 και C‑504/22, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν το άρθρο 164, παράγραφοι 1 και 4, του κανονισμού 1308/2013 έχει την έννοια ότι ένα κράτος μέλος μπορεί, κατόπιν αίτησης αναγνωρισμένης οργάνωσης παραγωγών, αναγνωρισμένης ένωσης οργανώσεων παραγωγών ή αναγνωρισμένης διεπαγγελματικής οργάνωσης, που λειτουργεί σε μία ή περισσότερες συγκεκριμένες οικονομικές περιφέρειες του εν λόγω κράτους μέλους και θεωρείται αντιπροσωπευτική της παραγωγής, του εμπορίου ή της μεταποίησης συγκεκριμένου προϊόντος, να καταστήσει ορισμένες συμφωνίες, αποφάσεις ή εναρμονισμένες πρακτικές που έχουν τεθεί σε ισχύ στο πλαίσιο των ως άνω οργανώσεων υποχρεωτικές και για άλλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ίδιες οικονομικές περιφέρειες και δεν είναι μέλη των οργανώσεων αυτών, όταν οι κανόνες που προβλέπονται από τις ως άνω συμφωνίες, αποφάσεις ή εναρμονισμένες πρακτικές κατατείνουν στην επίτευξη ενός ή περισσοτέρων από τους στόχους που απαριθμούνται στην παράγραφο 4, στοιχεία αʹ και γʹ έως ιδʹ, του άρθρου 164 και είναι αυστηρότεροι από εκείνους που προβλέπονται από τους κανονισμούς της Ένωσης ή από τα πρότυπα που εγκρίνει η UNECE.

53

Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, για την ερμηνεία διατάξεως του δικαίου της Ένωσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνον το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος [απόφαση της 28ης Οκτωβρίου 2022, Generalstaatsanwaltschaft München (Έκδοση και αρχή ne bis in idem), C‑435/22 PPU, EU:C:2022:852, σκέψη 67 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

54

Εξάλλου, κατά πάγια επίσης νομολογία, οσάκις διάταξη του δικαίου της Ένωσης επιδέχεται πλείονες ερμηνείες, πρέπει να προτιμάται η ερμηνεία η οποία διασφαλίζει την πρακτική της αποτελεσματικότητα (απόφαση της 7ης Μαρτίου 2018, Cristal Union, C‑31/17, EU:C:2018:168, σκέψη 41 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

55

Εν προκειμένω, διαπιστώνεται ότι, μολονότι, σε αντίθεση με το γράμμα του άρθρου 164, παράγραφος 4, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1308/2013, το γράμμα του άρθρου 164, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και γʹ έως ιδʹ, του ίδιου κανονισμού δεν αφορά κανόνες «αυστηρότερους από εκείνους που προβλέπει η ενωσιακή ή η εθνική νομοθεσία», εντούτοις δεν αποκλείει ρητώς τη δυνατότητα επέκτασης σε άλλες επιχειρήσεις κανόνων αυστηρότερων από εκείνους που προβλέπει η νομοθεσία της Ένωσης.

56

Όσον αφορά το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 164, παράγραφοι 1 και 4, του κανονισμού 1308/2013, διαπιστώνεται ότι το άρθρο αυτό περιλαμβάνεται στο τμήμα 3, με τίτλο «Επέκταση κανόνων και υποχρεωτικές εισφορές», του κεφαλαίου III του ίδιου κανονισμού και αποτελεί έρεισμα για την επέκταση ορισμένων κανόνων που θεσπίζονται από αναγνωρισμένη οργάνωση παραγωγών, αναγνωρισμένη ένωση οργανώσεων παραγωγών ή αναγνωρισμένη διεπαγγελματική οργάνωση σε επιχειρήσεις που δεν είναι μέλη της οικείας οργάνωσης. Μια τέτοια δυνατότητα επέκτασης πρέπει να ερμηνευθεί υπό το πρίσμα του άρθρου 74 του ως άνω κανονισμού, δυνάμει του οποίου τα προϊόντα για τα οποία έχουν θεσπιστεί πρότυπα εμπορίας ανά τομέα ή προϊόν μπορούν να διατίθενται στο εμπόριο εντός της Ένωσης μόνο εάν ικανοποιούν τα εν λόγω πρότυπα.

57

Επομένως, από το άρθρο 74 προκύπτει ότι κάθε επιχείρηση, ανεξαρτήτως του αν είναι μέλος αναγνωρισμένης οργάνωσης παραγωγών, αναγνωρισμένης ένωσης οργανώσεων παραγωγών ή αναγνωρισμένης διεπαγγελματικής οργάνωσης, υποχρεούται να τηρεί τους κανόνες που προβλέπουν τα ως άνω πρότυπα, προκειμένου να μπορεί να εμπορεύεται τα προϊόντα της.

58

Κατά συνέπεια, οι διατάξεις του άρθρου 164, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και γʹ έως ιδʹ, του κανονισμού 1308/2013 θα στερούνταν πρακτικής αποτελεσματικότητας αν ένα κράτος μέλος δεν μπορούσε να καταστήσει υποχρεωτικούς τους κανόνες που θεσπίζονται με συμφωνία όπως η προβλεπόμενη στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, οι οποίοι βαίνουν πέραν των ήδη επιβληθέντων στο πλαίσιο των προτύπων εμπορίας κανόνων που εφαρμόζονται δυνάμει της νομοθεσίας της Ένωσης.

59

Μια τέτοια ερμηνεία είναι, εξάλλου, σύμφωνη με τους σκοπούς που εκτίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 132 και 134 του κανονισμού 1308/2013. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 132, οι διεπαγγελματικές οργανώσεις μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη διευκόλυνση του διαλόγου μεταξύ των επιχειρήσεων στην αλυσίδα εφοδιασμού και στην προώθηση των βέλτιστων πρακτικών και της διαφάνειας στην αγορά. Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 134, οι ισχύουσες διατάξεις σε διάφορους τομείς, οι οποίες ενισχύουν τον αντίκτυπο των οργανώσεων παραγωγών και των ενώσεων τους και των διεπαγγελματικών οργανώσεων, επιτρέποντας στα κράτη μέλη, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να επεκτείνουν ορισμένους κανόνες των οργανώσεων αυτών σε επιχειρήσεις που δεν είναι μέλη τους, αποδείχτηκαν αποτελεσματικές και θα πρέπει να εναρμονιστούν, να εξορθολογιστούν και να επεκταθούν σε όλους τους τομείς.

60

Συναφώς, υπογραμμίζεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 164, παράγραφος 1, του κανονισμού 1308/2013, μια τέτοια επέκταση δεν είναι υποχρεωτική, αλλά συνιστά απλή ευχέρεια του οικείου κράτους μέλους, το οποίο εκτιμά απολύτως ελεύθερα τη σκοπιμότητα της επέκτασης αυτής.

61

Όσον αφορά την άσκηση της εν λόγω ευχέρειας και προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η άσκησή της συμβάλλει στην επίτευξη των σκοπών που υπομνήσθηκαν στη σκέψη 59 της παρούσας απόφασης, το άρθρο 164, παράγραφος 4, του κανονισμού 1308/2013 αποκλείει την επέκταση των κανόνων αυτών στις επιχειρήσεις που δεν είναι μέλη της οργάνωσης ή της ένωσης στο πλαίσιο της οποίας θεσπίστηκαν, όταν οι εν λόγω κανόνες, πρώτον, θίγουν τις ως άνω επιχειρήσεις, δεύτερον, έχουν τα αποτελέσματα που απαριθμούνται στο άρθρο 210, παράγραφος 4, του ως κανονισμού ή, τρίτον, είναι αντίθετοι προς την ισχύουσα ενωσιακή ή εθνική νομοθεσία.

62

Εξάλλου, όσον αφορά τα πρότυπα που εκδίδει η UNECE, παρατηρείται ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 543/2011, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα του άρθρου 76 του κανονισμού 1308/2013, ορίζει ότι οι απαιτήσεις της τελευταίας αυτής διατάξεως ορίζονται ως γενικές προδιαγραφές εμπορίας τις οποίες πρέπει να πληρούν τα οπωροκηπευτικά που δεν καλύπτονται από ειδικές προδιαγραφές εμπορίας, προβλέποντας, ωστόσο, ότι, όταν ο κάτοχος είναι σε θέση να αποδείξει ότι τα προϊόντα πληρούν τις ισχύουσες προδιαγραφές της UNECE, τότε τα προϊόντα θεωρείται ότι πληρούν και τις γενικές προδιαγραφές εμπορίας. Επομένως, οι εκτιμήσεις που εκτίθενται στις σκέψεις 55 έως 61 της παρούσας απόφασης ισχύουν mutatis mutandis για τα πρότυπα της UNECE.

63

Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑501/22, στα προδικαστικά ερωτήματα στην υπόθεση C‑502/22, καθώς και στα πρώτα προδικαστικά ερωτήματα στις υποθέσεις C‑503/22 και C‑504/22 πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 164, παράγραφοι 1 και 4, του κανονισμού 1308/2013 έχει την έννοια ότι ένα κράτος μέλος μπορεί, κατόπιν αίτησης αναγνωρισμένης οργάνωσης παραγωγών, αναγνωρισμένης ένωσης οργανώσεων παραγωγών ή αναγνωρισμένης διεπαγγελματικής οργάνωσης, που λειτουργεί σε μία ή περισσότερες συγκεκριμένες οικονομικές περιφέρειες του εν λόγω κράτους μέλους και θεωρείται αντιπροσωπευτική της παραγωγής, του εμπορίου ή της μεταποίησης συγκεκριμένου προϊόντος, να καταστήσει ορισμένες συμφωνίες, αποφάσεις ή εναρμονισμένες πρακτικές που έχουν τεθεί σε ισχύ στο πλαίσιο των ως άνω οργανώσεων υποχρεωτικές και για άλλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ίδιες οικονομικές περιφέρειες και δεν είναι μέλη των οργανώσεων αυτών, όταν οι κανόνες που προβλέπονται από τις ως άνω συμφωνίες, αποφάσεις ή εναρμονισμένες πρακτικές κατατείνουν στην επίτευξη ενός ή περισσοτέρων από τους στόχους που απαριθμούνται στην παράγραφο 4, στοιχεία αʹ και γʹ έως ιδʹ, του άρθρου 164 και είναι αυστηρότεροι από εκείνους που προβλέπονται από τους κανονισμούς της Ένωσης ή από τα πρότυπα που εγκρίνει η UNECE.

Επί του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος στην υπόθεση C‑503/22

64

Το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑503/22 υποβλήθηκε μόνο υπό την προϋπόθεση ότι η απάντηση που θα δίνονταν στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα στην ίδια υπόθεση θα ήταν διαφορετική ανάλογα με το αν πρόκειται για «κανόνες εμπορίας», κατά την έννοια του άρθρου 164, παράγραφος 4, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 1308/2013, ή για «στοιχειώδη πρότυπα συσκευασίας και παρουσίασης», κατά την έννοια του άρθρου 164, παράγραφος 4, στοιχείο ιαʹ, του κανονισμού αυτού.

65

Δεδομένου ότι δεν συντρέχει τέτοια περίπτωση, παρέλκει, εν προκειμένω, η απάντηση στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα.

Επί των δικαστικών εξόδων

66

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) αποφαίνεται:

 

1)

Το άρθρο 164 του κανονισμού (ΕΕ) 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου,

έχει την έννοια ότι:

εφαρμόζεται επί του καθορισμού ημερομηνιών συγκομιδής ή ημερομηνιών εμπορίας ενός γεωργικού προϊόντος, μέσω συμφωνίας, απόφασης ή εναρμονισμένης πρακτικής, θεσπισθείσας στο πλαίσιο αναγνωρισμένης οργάνωσης παραγωγών, αναγνωρισμένης ένωσης οργανώσεων παραγωγών ή αναγνωρισμένης διεπαγγελματικής οργάνωσης.

 

2)

Το άρθρο 164, παράγραφοι 1 και 4, του κανονισμού 1308/2013

έχει την έννοια ότι:

ένα κράτος μέλος μπορεί, κατόπιν αίτησης αναγνωρισμένης οργάνωσης παραγωγών, αναγνωρισμένης ένωσης οργανώσεων παραγωγών ή αναγνωρισμένης διεπαγγελματικής οργάνωσης, που λειτουργεί σε μία ή περισσότερες συγκεκριμένες οικονομικές περιφέρειες του εν λόγω κράτους μέλους και θεωρείται αντιπροσωπευτική της παραγωγής, του εμπορίου ή της μεταποίησης συγκεκριμένου προϊόντος, να καταστήσει ορισμένες συμφωνίες, αποφάσεις ή εναρμονισμένες πρακτικές που έχουν τεθεί σε ισχύ στο πλαίσιο των ως άνω οργανώσεων υποχρεωτικές και για άλλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ίδιες οικονομικές περιφέρειες και δεν είναι μέλη των οργανώσεων αυτών, όταν οι κανόνες που προβλέπονται από τις ως άνω συμφωνίες, αποφάσεις ή εναρμονισμένες πρακτικές κατατείνουν στην επίτευξη ενός ή περισσοτέρων από τους στόχους που απαριθμούνται στην παράγραφο 4, στοιχεία αʹ και γʹ έως ιδʹ, του άρθρου 164 και είναι αυστηρότεροι από εκείνους που προβλέπονται από τους κανονισμούς της Ένωσης ή από τα πρότυπα που εγκρίνει η UNECE.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.