ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ένατο τμήμα)

της 4ης Ιουνίου 2020 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Δημόσιες συμβάσεις – Οδηγία 2014/24/ΕΕ – Άρθρο 12, παράγραφος 4 – Πεδίο εφαρμογής – Σύναψη δημόσιων συμβάσεων μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα – Έννοια της “συνεργασίας” – Απουσία»

Στην υπόθεση C‑429/19,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Oberlandesgericht Koblenz (ανώτερο περιφερειακό δικαστήριο Κοblenz, Γερμανία) με απόφαση της 14ης Μαΐου 2019, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 5 Ιουνίου 2019, στο πλαίσιο της δίκης

Remondis GmbH

κατά

Abfallzweckverband Rhein-Mosel-Eifel

παρισταμένης της:

Landkreis Neuwied,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (ένατο τμήμα),

συγκείμενο από τους S. Rodin, πρόεδρο τμήματος, D. Šváby (εισηγητή) και N. Piçarra, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Campos Sánchez-Bordona

γραμματέας: M. Krausenböck, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Remondis GmbH, εκπροσωπούμενη από τον C. Werkle, Rechtsanwalt,

ο Abfallzweckverband Rhein-Mosel-Eifel, εκπροσωπούμενος από τους G. Moesta και A. Gerlach, Rechtsanwälte,

η Εσθονική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την N. Grünberg,

η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την M. J. García-Valdecasas Dorrego,

η Αυστριακή Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον M. Fruhmann,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την L. Haasbeek καθώς και από τους M. Noll-Ehlers και P. Ondrůšek,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 12, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (ΕΕ 2014, L 94, σ. 65).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Remondis GmbH και του Abfallzweckverband Rhein-Mosel-Eifel (συνδέσμου διαχείρισης αποβλήτων του Rhein-Mosel-Eifel, Γερμανία) (στο εξής: σύνδεσμος), σχετικά με τη σύναψη σύμβασης επεξεργασίας υπολειμματικών αποβλήτων στην εγκατάσταση μηχανικής-βιολογικής επεξεργασίας αποβλήτων της Landkreis Neuwied (περιφέρειας Neuwied, Γερμανία).

Το νομικό πλαίσιο

3

Οι αιτιολογικές σκέψεις 31 και 33 της οδηγίας 2014/24 έχουν ως εξής:

«(31)

Υπάρχει σοβαρή νομική ασάφεια σχετικά με τον βαθμό στον οποίο οι συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα θα πρέπει να καλύπτονται από τους κανόνες περί [σύναψης δημοσίων συμβάσεων]. Η σχετική νομολογία του [Δικαστηρίου] ερμηνεύεται διαφορετικά από τα διάφορα κράτη μέλη, ακόμα και από τις διάφορες αναθέτουσες αρχές. Κατά συνέπεια, κρίνεται αναγκαίο να αποσαφηνιστεί σε ποιες περιπτώσεις οι συμβάσεις που συνάπτονται εντός του δημόσιου τομέα δεν υπόκεινται στην εφαρμογή των κανόνων περί [σύναψης δημοσίων συμβάσεων].

Η εν λόγω αποσαφήνιση θα πρέπει να βασίζεται στις αρχές που έχουν διατυπωθεί στη σχετική νομολογία του [Δικαστηρίου]. Το γεγονός ότι οι συμβαλλόμενοι σε μια συμφωνία είναι οι ίδιοι δημόσιες αρχές δεν αποκλείει από μόνο του την εφαρμογή των κανόνων περί [σύναψης δημοσίων συμβάσεων]. Εντούτοις, η εφαρμογή των κανόνων περί [σύναψης δημοσίων συμβάσεων] δεν πρέπει να παρεμποδίζει το δικαίωμα των δημόσιων αρχών να εκτελούν τα καθήκοντα παροχής δημόσιων υπηρεσιών που τους ανατίθενται χρησιμοποιώντας ίδιους πόρους, συνεργαζόμενες, ενδεχομένως, με άλλες δημόσιες αρχές.

Θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι τυχόν εξαιρούμενες συνεργασίες μεταξύ δημoσίων φορέων δεν θα προκαλούν στρέβλωση του ανταγωνισμού έναντι των ιδιωτικών οικονομικών φορέων, εφόσον θέτουν τον ιδιωτικό πάροχο υπηρεσιών σε πλεονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών.

[…]

(33)

Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να μπορούν να επιλέξουν να παρέχουν από κοινού τις δημόσιες υπηρεσίες τους μέσω συνεργασίας, χωρίς να υποχρεούνται να χρησιμοποιούν κάποια ιδιαίτερη νομική μορφή. Η συνεργασία αυτή μπορεί να καλύπτει όλα τα είδη των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την εκτέλεση υπηρεσιών και υποχρεώσεων παροχής υπηρεσιών που ανατίθενται στις συμμετέχουσες αρχές ή αναλαμβάνονται από αυτές, όπως υποχρεωτικά ή εθελούσια καθήκοντα τοπικών ή περιφερειακών αρχών ή υπηρεσίες που ανατίθενται σε συγκεκριμένους οργανισμούς δημοσίου δικαίου. Οι υπηρεσίες που παρέχονται από τις διάφορες συμμετέχουσες αρχές δεν είναι απαραίτητο να είναι όμοιες· μπορούν επίσης να είναι συμπληρωματικές.

Οι συμβάσεις για την από κοινού παροχή δημόσιων υπηρεσιών δεν θα πρέπει να υπόκεινται στην εφαρμογή των κανόνων που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, υπό τις προϋποθέσεις ότι αυτές συνάπτονται αποκλειστικά μεταξύ αναθετουσών αρχών, ότι η υλοποίηση της συνεργασίας αυτής εξυπηρετεί αποκλειστικά σκοπούς που αφορούν το δημόσιο συμφέρον και ότι κανένας ιδιωτικός πάροχος υπηρεσιών δεν περιέρχεται σε πλεονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών του.

Για να πληροί τις προϋποθέσεις αυτές, η συνεργασία θα πρέπει να στηρίζεται σε συνεργατική αντίληψη. Αυτό δεν συνεπάγεται ότι όλες οι συμμετέχουσες αρχές αναλαμβάνουν την εκτέλεση βασικών συμβατικών υποχρεώσεων, εφόσον αναλαμβάνουν δέσμευση να συμβάλουν στη συνεργατική εκτέλεση της σχετικής δημόσιας υπηρεσίας. Επιπροσθέτως, η υλοποίηση της συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένων τυχόν χρηματοοικονομικών συναλλαγών μεταξύ συμμετεχουσών αναθετουσών αρχών, θα πρέπει να εξυπηρετεί αποκλειστικά σκοπούς που αφορούν το δημόσιο συμφέρον.»

4

Το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής ορίζει τα εξής:

«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1.

ως “αναθέτουσες αρχές” νοούνται το κράτος, οι περιφερειακές ή οι τοπικές αρχές, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου ή οι ενώσεις μιας ή περισσότερων από αυτές τις αρχές ή ενός ή περισσότερων από αυτούς τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου·

[…]

4.

ως “οργανισμοί δημοσίου δικαίου” νοούνται οι οργανισμοί που έχουν όλα τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α)

έχουν συσταθεί για τον συγκεκριμένο σκοπό της κάλυψης αναγκών γενικού συμφέροντος, που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα·

β)

έχουν νομική προσωπικότητα· και

γ)

χρηματοδοτούνται, κατά το μεγαλύτερο μέρος, από τις κρατικές αρχές, τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου· ή η διαχείριση των οποίων υπόκειται σε έλεγχο ασκούμενο από τις αρχές ή τους οργανισμούς αυτούς· ή έχουν διοικητικό, διευθυντικό ή εποπτικό συμβούλιο, του οποίου περισσότερο από το ήμισυ των μελών διορίζεται από τις κρατικές αρχές, τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, ή από άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου·

[…]».

5

Το άρθρο 12 της οδηγίας αυτής, το οποίο επιγράφεται «Δημόσιες συμβάσεις μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα», ορίζει στην παράγραφο 4 τα εξής:

«Μια σύμβαση η οποία συνάπτεται αποκλειστικά μεταξύ δύο ή περισσότερων αναθετουσών αρχών δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, εφόσον πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις:

α)

η σύμβαση καθιερώνει ή υλοποιεί συνεργασία μεταξύ των συμμετεχουσών αναθετουσών αρχών η οποία αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι οι δημόσιες υπηρεσίες που πρέπει να εκτελούν οι εν λόγω αρχές παρέχονται για την επιδίωξη των κοινών τους στόχων·

β)

η υλοποίηση της συνεργασίας αυτής εξυπηρετεί αποκλειστικά σκοπούς δημοσίου συμφέροντος· και

γ)

οι συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές εκτελούν στην ανοικτή αγορά λιγότερο από το 20 % των δραστηριοτήτων που αφορά η συνεργασία.»

Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

6

Οι περιφέρειες Mayen-Koblenz (Γερμανία) και Cochem-Zell (Γερμανία) και ο Δήμος Koblenz (Γερμανία) ανέθεσαν στον σύνδεσμο, τον οποίον ελέγχουν από κοινού, την εκτέλεση της αποστολής τους η οποία συνίσταται στην αξιοποίηση και τη διάθεση των αποβλήτων που παράγονται στις περιοχές τους.

7

Ωστόσο, ο σύνδεσμος, ο οποίος αποτελεί ο ίδιος αναθέτουσα αρχή, έχει μόνον ικανότητα απόρριψης των υπολειμματικών αποβλήτων, δηλαδή των οικιακών, κατά κύριο λόγο, αποβλήτων που περιέχουν ελάχιστα ή καθόλου ανακυκλώσιμα υλικά. Για να παραχθούν, όμως, τα υπολειμματικά απόβλητα, τα οικιακά αστικά απόβλητα πρέπει να υποστούν μια σύνθετη προεπεξεργασία σε εγκατάσταση μηχανικής‑βιολογικής επεξεργασίας. Η προεπεξεργασία αυτή καθιστά δυνατή την αφαίρεση των ανακυκλώσιμων υλικών και των αποβλήτων υψηλής θερμαντικής αξίας, την κατά το δυνατόν απομάκρυνση των ρυπαντικών ουσιών και τη σημαντική μείωση της βιολογικής δραστηριότητας των οργανικών αποβλήτων. Το υπόλοιπο, το οποίο στη συνέχεια θα εναποτεθεί σε χώρους υγειονομικής ταφής, αντιπροσωπεύει κατά μέσον όρο λιγότερο από το 50 % του αρχικού όγκου.

8

Επειδή δεν διαθέτει τέτοια εγκατάσταση, ο σύνδεσμος αναθέτει το 80 % των εργασιών αξιοποίησης και διάθεσης των αστικών αποβλήτων σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. Η επεξεργασία του υπόλοιπου 20 %, περίπου 10000 μεγαγραμμάρια (Mg) ετησίως, ανατέθηκε στην περιφέρεια Neuwied (στο εξής: Περιφέρεια), με σύμβαση που συνήφθη μεταξύ του συνδέσμου και της Περιφέρειας στις 27 Σεπτεμβρίου 2018. Η σύμβαση αυτή εγκρίθηκε από την αρμόδια αρχή στις 18 Οκτωβρίου 2018 και δημοσιεύθηκε σε τοπικές και περιφερειακές επίσημες εφημερίδες.

9

Η εν λόγω σύμβαση προέβλεπε τα εξής:

«Άρθρο 1

Αρχική κατάσταση

1.   Η [Περιφέρεια] είναι δημόσιος οργανισμός διαχείρισης αποβλήτων (άρθρο 17, παράγραφος 1, του [Kreislaufwirtschaftsgesetz (νόμου περί κυκλικής οικονομίας) (στο εξής: krWG)], σε συνδυασμό με το άρθρο 3, παράγραφος 1, του [Landeskreislaufwirtschaftsgesetz (νόμου του ομόσπονδου κράτους περί κυκλικής οικονομίας) (στο εξής: LKrWG)]. Υπό την ιδιότητά της αυτή, υποχρεούται να παραλαμβάνει και να αξιοποιεί ή να διαθέτει δεόντως τα οικιακά απόβλητα, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 2, της [Gewerbeabfallverordnung (κανονιστικής απόφασης για τα απόβλητα επαγγελματικής προέλευσης) (στο εξής: GewAbfV)], ή τα απόβλητα από άλλες πηγές που παράγονται στο έδαφός της και της έχουν παραδοθεί.

Ο [σύνδεσμος], ως οργανισμός δημοσίου δικαίου, είναι επιφορτισμένος, μεταξύ άλλων, με την επεξεργασία, την αξιοποίηση και τη διάθεση των οικιακών υπολειμματικών αποβλήτων ή των υπολειμματικών αποβλήτων από άλλες πηγές, ιδίως των υπολειμματικών αποβλήτων και των αποβλήτων επαγγελματικής προέλευσης τα οποία είναι ανάλογα των οικιακών αποβλήτων, παράγονται στην εδαφική περιφέρεια των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως που είναι μέλη του οργανισμού, ήτοι του Δήμου Koblenz και των περιφερειών Mayen-Koblenz και Cochem-Zell, και έχουν παραδοθεί στον σύνδεσμο.

Το άρθρο 3, παράγραφος 2, του LKrWG επιβάλλει στους δημόσιους οργανισμούς διαχείρισης απορριμμάτων να συνεργάζονται μεταξύ τους για την εκπλήρωση της αποστολής τους. Η Περιφέρεια και ο σύνδεσμος συμφωνούν, κατά το άρθρο 108, παράγραφος 6, του [Gesetz gegen Wettbewerbsbeschränkungen (νόμου περί προστασίας του ανταγωνισμού) (στο εξής: GWB)], να συνεργαστούν όσον αφορά την επεξεργασία των υπολειμματικών αποβλήτων και την αξιοποίηση και τη διάθεση των μικτών αστικών αποβλήτων, βάσει της παρούσας σύμβασης κατά την έννοια των άρθρων 12 και 13 του [Landesgesetz über die kommunale Zusammenarbeit (νόμου του ομόσπονδου κράτους περί συνεργασίας μεταξύ δήμων) (στο εξής: KomZG)].

2.   Η Περιφέρεια εκμεταλλεύεται στην εδαφική περιφέρεια του Δήμου Linkenbach [Γερμανία] την εγκατάσταση επεξεργασίας των αποβλήτων του Linkenbach […], η οποία περιλαμβάνει μονάδα μηχανικής‑βιολογικής επεξεργασίας (ΜΒΕ) […]

3.   Βάσει των ως άνω διατάξεων και της αρχής της εγγύτητας, η Περιφέρεια και ο σύνδεσμος συμφωνούν, βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 1, του KomZG, ότι ο σύνδεσμος θα μπορεί να χρησιμοποιεί την εγκατάσταση ΜΒΕ του Linkenbach για μέρος των αποβλήτων […] που του έχουν παραδοθεί.

Άρθρο 2

Αντικείμενο

1.   Ο σύνδεσμος αναλαμβάνει την υποχρέωση να προβαίνει σε επεξεργασία, στην εγκατάσταση ΜΒΕ του Linkenbach, ενός μέρους των οικιακών και των προερχομένων από άλλες πηγές αποβλήτων (μικτών αστικών αποβλήτων, κωδικός 20 03 01, δυνάμει της [Abfallverzeichnisverordnung (κανονιστικής απόφασης περί καταλόγου αποβλήτων) (στο εξής: AVV)] που του έχουν παραδοθεί […].

2.   Η Περιφέρεια αναλαμβάνει την υποχρέωση να παραλαμβάνει τα απόβλητα αυτά, σύμφωνα με το άρθρο 3 της παρούσας σύμβασης, και να τα επεξεργάζεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 6, παράγραφος 4, της [Deponieverordnung (κανονιστικής απόφασης περί υγειονομικής ταφής, στο εξής: DepV)]. Ο σύνδεσμος παραμένει υπεύθυνος για την αξιοποίηση και τη διάθεση των υπολειμματικών αποβλήτων.

3.   Στο πλαίσιο της συνεργασίας, ο σύνδεσμος δηλώνει διατεθειμένος να δέχεται ετησίως έως και 3000 Mg των προς επεξεργασία ανόργανων αποβλήτων στο πλαίσιο της υποχρέωσης αξιοποίησης και διάθεσης την οποία υπέχει η Περιφέρεια ως δημόσια αρχή. Οι ποσότητες τις οποίες υποχρεούται να δέχεται ο σύνδεσμος εξαρτώνται από τις δυνατότητές του και οι σχετικές λεπτομέρειες συμφωνούνται μεταξύ των ενδιαφερομένων, λαμβανομένων υπόψη των συμφερόντων τους.

Άρθρο 3

Όροι παράδοσης

1.   Ο σύνδεσμος υποχρεούται να μην παραδίδει στην εγκατάσταση ΜΒΕ του Linkenbach περισσότερα από 50 Mg από τα απόβλητα που μνημονεύονται στο άρθρο 2 ανά εργάσιμη ημέρα (Δευτέρα έως Παρασκευή). Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ότι η ετήσια ποσότητα που πρέπει να παραδίδεται από τον σύνδεσμο ανέρχεται σε 10000 Mg· για το έτος 2018, η ποσότητα ανέρχεται κατ’ αναλογίαν σε 4000 Mg περίπου. Η Περιφέρεια μπορεί, σε συνεννόηση με τον σύνδεσμο, να αρνηθεί απόβλητα που δεν ανταποκρίνονται στον ορισμό του άρθρου 2, παράγραφος 1.

Η ποσότητα που αναφέρεται στη δεύτερη περίοδο [της παραγράφου 1] αποτελεί κατά πρόβλεψη ποσότητα, από την οποία η πράγματι υποβαλλόμενη σε επεξεργασία ποσότητα μπορεί να αποκλίνει κατά +/–15 %, χωρίς αυτό να επηρεάζει την αμοιβή (άρθρο 5, παράγραφος 1).

[…]

Άρθρο 4

Εκμετάλλευση της εγκατάστασης ΜΒΕ του Linkenbach

1.   Η Περιφέρεια εκμεταλλεύεται τη μονάδα επεξεργασίας, αξιοποίησης και διάθεσης στην εγκατάσταση ΜΒΕ του Linkenbach, συμμορφούμενη προς τις ισχύουσες διατάξεις των αποφάσεων αδειοδότησης.

[…]

3.   Η επεξεργασία στην εγκατάσταση ΜΒΕ της Linkenbach παράγει υπολείμματα προς απόρριψη που αντιστοιχούν στο 46 % των εισερχομένων, τα οποία παραλαμβάνει εκ νέου ο σύνδεσμος, σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 2, δεύτερη περίοδος.

Άρθρο 5

Αμοιβή

1.   Για την επεξεργασία των υπολειμματικών αποβλήτων, ο σύνδεσμος καταβάλλει στην Περιφέρεια αμοιβή, η οποία εξαρτάται από την ποσότητα αποβλήτων που υπέστη επεξεργασία, διά της επιστροφής εξόδων, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ένα περιθώριο κέρδους για τα τρέχοντα έξοδα λειτουργίας. Οι λεπτομέρειες ρυθμίζονται σε χωριστή κλίμακα αμοιβών.

2.   Αν δεν επιτευχθεί η ελάχιστη ποσότητα αποβλήτων των 8500 Mg/έτος που συμφωνείται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, ο σύνδεσμος υποχρεούται να καταβάλει, για τη διαφορά μεταξύ της πράγματι παραδοθείσας ποσότητας και των 8500 Mg/έτος, αποζημίωση η οποία αποτελεί συνάρτηση της χωρητικότητας. Το ποσό της αποζημίωσης αυτής καθορίζεται στη συνέχεια με κοινή συμφωνία των μερών, λαμβανομένης ιδίως υπόψη της ρήτρας καλόπιστης συνεργασίας που προβλέπεται στο άρθρο 10 της παρούσας σύμβασης. Κατά τον καθορισμό αυτόν λαμβάνονται ιδίως υπόψη τα έξοδα τα οποία εξοικονόμησε η Περιφέρεια και οι ποσότητες που υπέστησαν επεξεργασία για λογαριασμό τρίτων. Η Περιφέρεια δεν έχει καμιά υποχρέωση να αναζητεί απόβλητα προς επεξεργασία προκειμένου να αντισταθμίσει την ελλείπουσα ποσότητα αποβλήτων. Αν η Περιφέρεια δεν είναι σε θέση να εκμεταλλευθεί τις διαθέσιμες δυνατότητες και δεν μπορεί να μειώσει τα έξοδα που γεννά η εγκατάσταση, η αμοιβή που προβλέπεται από το άρθρο 5, παράγραφος 1, οφείλεται ως αποζημίωση για την ελλείπουσα ποσότητα αποβλήτων. Σε περίπτωση υπέρβασης της μέγιστης ποσότητας αποβλήτων (11500 Mg/έτος), τα συμβαλλόμενα μέρη θα συμφωνήσουν, σύμφωνα με την προεκτεθείσα αρχή, την προσαρμογή της αμοιβής για την ποσότητα που υπερβαίνει τα 11500 Mg.

Άρθρο 6

Διάρκεια της παρούσας σύμβασης

1.   Η παρούσα σύμβαση, αφού εγκριθεί από την [αρμόδια αρχή], αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της, πιθανότατα την 1η Οκτωβρίου 2018.

2.   Η παρούσα σύμβαση συνάπτεται για δέκα έτη. Μπορεί να παραταθεί δύο φορές με κοινή συμφωνία, τουλάχιστον ένα έτος πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία λήξης, για χρονικό διάστημα δύο ετών κάθε φορά. Σε αντίθετη περίπτωση, λήγει αυτομάτως χωρίς να απαιτείται καταγγελία.

[…]

Άρθρο 8

Δίκτυο αμοιβαίας συνδρομής

Για την περίπτωση που, λόγω προσωρινής διατάραξης της λειτουργίας, συντήρησης της εγκατάστασης ή άλλων γεγονότων που εμπίπτουν στην ευθύνη της Περιφέρειας, δεν είναι δυνατή η επεξεργασία των υπολειμματικών αποβλήτων στην εγκατάσταση ΜΒΕ του Linkenbach, η Περιφέρεια δημιούργησε ένα δίκτυο αμοιβαίας συνδρομής με τους φορείς εκμετάλλευσης άλλων εγκαταστάσεων. Στην περίπτωση αυτή, η Περιφέρεια δικαιούται να μεταφέρει τα υπολειμματικά απόβλητα του συνδέσμου στις εν λόγω εγκαταστάσεις του δικτύου αμοιβαίας συνδρομής, προκειμένου να υποστούν επεξεργασία, ή να εξασφαλίζει κατ’ άλλον τρόπο την αξιοποίηση ή διάθεσή τους. Το ενδεχόμενο πρόσθετο κόστος βαρύνει την Περιφέρεια.

Η Περιφέρεια συνεννοείται με τον σύνδεσμο ειδικά και κατά περίπτωση όσον αφορά την αξιοποίηση ή τη διάθεση –κατά παρέκκλιση, ενδεχομένως, από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 2, παράγραφος 2, πρώτη και δεύτερη περίοδος, της παρούσας σύμβασης– των υπολειμματικών αποβλήτων στις εγκαταστάσεις αυτές. Και στις περιπτώσεις του άρθρου 8, πρώτη περίοδος, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ελεύθερα την αναστολή των αμοιβαίων υποχρεώσεων, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 7.

Άρθρο 9

Προσωρινή αποθήκευση

Σε περίπτωση συμβάντος που εμπίπτει στο άρθρο 8, παράγραφος 1, ο σύνδεσμος, στο πλαίσιο της αμοιβαιότητας της παρούσας σύμβασης και προτού καταφύγει στο δίκτυο αμοιβαίας συνδρομής, αποθηκεύει προσωρινώς, στο μέτρο του δυνατού και με δικές του δαπάνες, τα προς παράδοση απόβλητα σε οικόπεδο ιδιοκτησίας του. Όταν το εμπόδιο εκλείψει, τα μέρη εκπληρώνουν αναδρομικώς τις υποχρεώσεις τους, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των αντίστοιχων δυνατοτήτων τους. Η υποχρέωση προσωρινής αποθήκευσης τελεί υπό την επιφύλαξη ότι για το οικόπεδο του συνδέσμου έχει χορηγηθεί άδεια βάσει της κανονιστικής ρύθμισης για την προστασία από τις εκπομπές.

Άρθρο 10

Υποχρέωση καλόπιστης συνεργασίας

Τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συνεργάζονται πάντοτε με πλήρη εμπιστοσύνη και ειλικρίνεια για την επίτευξη των στόχων που επιδιώκουν με την παρούσα σύμβαση και να ενημερώνονται αμοιβαίως για κάθε εξέλιξη ή μεταβολή που ενδέχεται να επηρεάσει την εκτέλεση της παρούσας σύμβασης.

[…]»

10

Η Remondis, ιδιωτική εταιρία που δραστηριοποιείται στον τομέα της επεξεργασίας αποβλήτων, αφού άσκησε ανεπιτυχώς διοικητική προσφυγή κατά της ως άνω σύμβασης, η οποία συνιστούσε, κατά τη γνώμη της, παράνομη απευθείας ανάθεση δημόσιας σύμβασης, άσκησε, στις 3 Δεκεμβρίου 2018, ένδικη προσφυγή ενώπιον του Vergabekammer Rheinland-Pfalz (οργάνου επίλυσης διαφορών από διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων για το ομόσπονδο κράτος της Ρηνανίας‑Παλατινάτου, Γερμανία).

11

Με απόφαση της 6ης Μαρτίου 2019, το Vergabekammer Rheinland-Pfalz (όργανο επίλυσης διαφορών από διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων για το ομόσπονδο κράτος της Ρηνανίας‑Παλατινάτου) απέρριψε την προσφυγή ως απαράδεκτη, για τον λόγο ότι η επίμαχη στην κύρια δίκη σύμβαση συνιστούσε συνεργασία μεταξύ δύο αναθετουσών αρχών, η οποία ενέπιπτε στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 108, παράγραφος 6, του GWB και του άρθρου 12, παράγραφος 4, της οδηγίας 2014/24 και, ως τέτοια, δεν μπορούσε να προσβληθεί με προσφυγή.

12

Το εν λόγω δικαιοδοτικό όργανο επισήμανε, μεταξύ άλλων, ότι ο σύνδεσμος ανέλαβε την υποχρέωση να παραδίδει ετησίως ποσότητα 10000 Mg υπολειμματικών αποβλήτων στην Περιφέρεια, προκειμένου η τελευταία να τα υποβάλλει σε επεξεργασία στην εγκατάσταση ΜΒΕ του Linkenbach. Με την εν λόγω μηχανική‑βιολογική επεξεργασία, η Περιφέρεια επιτυγχάνει την αξιοποίηση μέρους των αποβλήτων και τη σημαντική μείωση του όγκου τους. Ο δε σύνδεσμος, με την επίμαχη στην κύρια δίκη σύμβαση, δεσμεύτηκε να παραλαμβάνει εκ νέου τα υπολείμματα προς υγειονομική ταφή, τα οποία αντιπροσωπεύουν περίπου το 46 % των εισερχομένων, και να τα απομακρύνει με δική του ευθύνη. Έτσι, κατά το εν λόγω όργανο, τα δύο μέρη ανέλαβαν αμοιβαίες υποχρεώσεις, γεγονός που αποδεικνύει την ύπαρξη συνεργασίας κατά την έννοια του άρθρου 108, παράγραφος 6, του GWB και του άρθρου 12, παράγραφος 4, της οδηγίας 2014/24. Επιπλέον, με το άρθρο 9 της σύμβασης αυτής, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφώνησαν ότι, στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο άρθρο 8 της εν λόγω σύμβασης, ο σύνδεσμος θα αποθηκεύει τα απόβλητα, στο μέτρο του δυνατού και με δικές του δαπάνες σε ακίνητο ιδιοκτησίας του, αντί να καταφεύγει στο δίκτυο αμοιβαίας συνδρομής. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο σύνδεσμος αναλαμβάνει την υποχρέωση προσωρινής αποθήκευσης των αποβλήτων σε περίπτωση μη εκτέλεσης για την οποία ευθύνεται η Περιφέρεια, γεγονός που συμβάλλει στη διαπίστωση της ύπαρξης συνεργασίας, κατά την έννοια των εν λόγω διατάξεων.

13

Η Remondis άσκησε ένδικο μέσο κατά της απόφασης του Vergabekammer Rheinland-Pfalz (οργάνου επίλυσης διαφορών από διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων για το ομόσπονδο κράτος της Ρηνανίας‑Παλατινάτου) ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, Oberlandesgericht Koblenz (ανώτερου περιφερειακού δικαστηρίου Κοblenz, Γερμανία). Προς στήριξη του εν λόγω ενδίκου μέσου, υποστηρίζει ότι δεν υφίσταται εν προκειμένω συνεργασία στηριζόμενη σε μια συνεργατική αντίληψη και ότι η επίμαχη στην κύρια δίκη κατάσταση αποτελεί δημόσια σύμβαση που πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο διαγωνισμού.

14

Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, καταρχάς, ότι η αξία της επίμαχης στην κύρια δίκη σύμβασης, ύψους 1 περίπου εκατομμυρίου ευρώ ετησίως, υπερβαίνει το όριο των 221000 ευρώ, πέραν του οποίου είναι δυνατή η άσκηση προσφυγής. Επιπλέον, η επίμαχη στην κύρια δίκη σύμβαση παρουσιάζει όλα τα χαρακτηριστικά μιας δημόσιας σύμβασης. Ωστόσο, θεωρεί ότι, αν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 12, παράγραφος 4, της οδηγίας 2014/24 και του άρθρου 108, παράγραφος 6, του GWB, η εν λόγω δημόσια σύμβαση δεν εμπίπτει ούτε στο ενωσιακό ούτε στο εθνικό δίκαιο περί δημοσίων συμβάσεων.

15

Εντούτοις, κατά το αιτούν δικαστήριο, από το γράμμα του άρθρου 12, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2014/24 δεν προκύπτει αν η επίμαχη στην κύρια δίκη σύμβαση «καθιερώνει […] συνεργασία μεταξύ των συμμετεχουσών αναθετουσών αρχών η οποία αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι οι δημόσιες υπηρεσίες που πρέπει να εκτελούν οι εν λόγω αρχές παρέχονται για την επιδίωξη των κοινών τους στόχων» και αν, ως εκ τούτου, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης περί δημοσίων συμβάσεων. Επιπλέον, η διάταξη αυτή έχει ερμηνευθεί με διαφορετικούς τρόπους από τα γερμανικά δικαστήρια.

16

Το αιτούν δικαστήριο θεωρεί συναφώς ότι η παραλαβή ανόργανων αποβλήτων από τον σύνδεσμο, σε ποσότητα η οποία με το άρθρο 2 της επίμαχης στην κύρια δίκη σύμβασης ορίστηκε στα 3000 Mg ετησίως, ήταν καθαρά θεωρητική και είχε ως αποκλειστικό σκοπό να αποκρύψει ότι δεν υφίστατο συνεργασία. Το ίδιο ισχύει και για το άρθρο 9 της σύμβασης αυτής, αν ληφθεί υπόψη η φράση «στο μέτρο του δυνατού» την οποία περιέχει και το ότι ο σύνδεσμος δεν είχε μέχρι τότε επιχειρήσει να λάβει την αναγκαία άδεια για την προσωρινή αποθήκευση. Επομένως, κατά το αιτούν δικαστήριο, το περιεχόμενο της εν λόγω σύμβασης περιορίζεται, κατ’ ουσίαν, στην υποχρέωση της Περιφέρειας, ως παρέχουσας υπηρεσίες, να υποβάλλει σε προεπεξεργασία, έναντι αμοιβής, τα υπολειμματικά απόβλητα που παραδίδει ο σύνδεσμος, προκειμένου να καθίσταται δυνατή η υγειονομική ταφή, η οποία αποτελεί την αποστολή του συνδέσμου.

17

Επομένως, κατά το αιτούν δικαστήριο, μολονότι και τα δύο συμβαλλόμενα μέρη στην επίμαχη στην κύρια δίκη σύμβαση επιδιώκουν το γενικό συμφέρον που συνίσταται στην αξιοποίηση και τη διάθεση των αποβλήτων, στο συγκεκριμένο πλαίσιο επιδιώκουν το καθένα το δικό του διαφορετικό συμφέρον. Ο σύνδεσμος οφείλει να εκπληρώσει την αποστολή που του έχει ανατεθεί από τον γερμανικό νόμο. Επειδή, όμως, δεν διαθέτει εγκατάσταση μηχανικής‑βιολογικής επεξεργασίας, ζήτησε τη συνδρομή της Περιφέρειας, η οποία, ως αντάλλαγμα, επιτυγχάνει την αποδοτικότερη εκμετάλλευση της εγκατάστασής της.

18

Κατά το αιτούν δικαστήριο, από την εκτίμηση αυτή δεν μπορεί να συναχθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 12, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2014/24, στο μέτρο που, κατά την αιτιολογική σκέψη 33 της οδηγίας αυτής, οι αναθέτουσες αρχές έχουν το δικαίωμα «να παρέχουν από κοινού τις δημόσιες υπηρεσίες τους μέσω συνεργασίας, χωρίς να υποχρεούνται να χρησιμοποιούν κάποια ιδιαίτερη νομική μορφή», υπό την προϋπόθεση όμως ότι «η συνεργασία […] στηρίζεται σε συνεργατική αντίληψη». Δεν απαιτείται, ωστόσο, να αναλαμβάνουν όλες οι συμμετέχουσες αρχές την εκτέλεση των βασικών συμβατικών υποχρεώσεων, εφόσον δεσμεύονται να συνεργαστούν στην εκτέλεση της οικείας δημόσιας υπηρεσίας.

19

Κατά το αιτούν δικαστήριο, οι σκέψεις αυτές αφήνουν περιθώριο ερμηνείας και δεν αποσαφηνίζουν αν δύο αναθέτουσες αρχές, επιφορτισμένες αμφότερες με τη διαχείριση των αποβλήτων, συνεργάζονται, κατά την έννοια του άρθρου 12, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, της εν λόγω οδηγίας, εκ του λόγου και μόνον ότι μοιράζονται την εκτέλεση συγκεκριμένης εργασίας αξιοποίησης και διάθεσης των αποβλήτων, την οποία οφείλει να εκτελεί η μία μόνον από αυτές, ούτε αν ο σύνδεσμος «συμβάλλει στη συνεργατική εκτέλεση» της εν λόγω αποστολής αξιοποίησης και διάθεσης των αποβλήτων, όταν καταβάλλει αμοιβή στην Περιφέρεια προκειμένου αυτή να εκτελεί ένα τμήμα της εργασίας την οποία αυτός οφείλει να εκτελεί.

20

Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει συναφώς ότι η έννοια της «συνεργασίας» προϋποθέτει ότι η συνεισφορά κάθε συμβαλλόμενου μέρους υπερβαίνει την απλή εκπλήρωση μιας υποχρέωσης την οποία ήδη υπέχει ή μιας αμιγώς οικονομικής «συνεισφοράς». Κατά συνέπεια, η συνεργασία συνεπάγεται ότι κάθε συμβαλλόμενο μέρος παρέχει συνεισφορά την οποία, αν δεν υπήρχε συμφωνία συνεργασίας, δεν θα όφειλε να παράσχει το ίδιο, αλλά κάποιο από τα άλλα συμβαλλόμενα μέρη.

21

Στο πλαίσιο αυτό, το Oberlandesgericht Koblenz (ανώτερο περιφερειακό δικαστήριο Koblenz) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Έχει το άρθρο 12, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, της [οδηγίας 2014/24] την έννοια ότι υφίσταται συνεργασία και στην περίπτωση που μια αναθέτουσα αρχή –η οποία είναι κατά το εθνικό δίκαιο μόνη υπεύθυνη στην εδαφική της περιφέρεια για την αξιοποίηση και διάθεση των αποβλήτων στο πλαίσιο διαδικασίας η οποία απαιτεί τη διεκπεραίωση περισσότερων επιμέρους εργασιών– δεν εκπληρώνει η ίδια πλήρως το έργο της αξιοποίησης και διάθεσης των αποβλήτων, αλλά αναθέτει έναντι αμοιβής μια από τις επιμέρους απαιτούμενες εργασίες σε άλλη ανεξάρτητη αναθέτουσα αρχή, η οποία είναι επίσης υπεύθυνη στη δική της εδαφική περιφέρεια για την αξιοποίηση και διάθεση των αποβλήτων;»

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

22

Με το προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί αν το άρθρο 12, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2014/24 έχει την έννοια ότι δεν υφίσταται συνεργασία μεταξύ αναθετουσών αρχών όταν μια αναθέτουσα αρχή η οποία είναι υπεύθυνη, στην εδαφική της περιφέρεια, για την εκπλήρωση αποστολής δημοσίου συμφέροντος δεν εκπληρώνει πλήρως η ίδια την αποστολή αυτή, την οποία μόνον η εν λόγω αρχή οφείλει να εκπληρώσει κατά το εθνικό δίκαιο και η οποία απαιτεί την εκτέλεση περισσοτέρων πράξεων, αλλά αναθέτει σε άλλη, ανεξάρτητη αναθέτουσα αρχή, η οποία είναι επίσης υπεύθυνη για την εκπλήρωση της ίδιας αποστολής δημοσίου συμφέροντος στη δική της εδαφική περιφέρεια, να εκτελεί έναντι αμοιβής μια από τις απαιτούμενες εργασίες.

23

Επισημαίνεται εξαρχής ότι η οδηγία 2014/24 δεν ορίζει την έννοια της «συνεργασίας» του άρθρου 12, παράγραφος 4, της οδηγίας αυτής.

24

Κατά πάγια νομολογία, από τις απαιτήσεις τόσο της ομοιόμορφης εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης όσο και της αρχής της ισότητας συνάγεται ότι οι διατάξεις του δικαίου της Ένωσης που δεν περιέχουν ρητή παραπομπή στο δίκαιο των κρατών μελών για τον προσδιορισμό της έννοιας και του πεδίου εφαρμογής τους τους πρέπει κατά κανόνα να ερμηνεύονται αυτοτελώς και ομοιόμορφα σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, με βάση το πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται και τον σκοπό της επίμαχης ρύθμισης (πρβλ. αποφάσεις της 17ης Νοεμβρίου 1983, Merck, 292/82, EU:C:1983:335, σκέψη 12, της 18ης Ιανουαρίου 1984, Ekro, 327/82, EU:C:1984:11, σκέψη 11, της 19ης Σεπτεμβρίου 2000, Linster, C‑287/98, EU:C:2000:468, σκέψη 43, και της 21ης Μαρτίου 2019, Falck Rettungsdienste και Falck, C‑465/17, EU:C:2019:234, σκέψη 28).

25

Από το άρθρο 12, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2014/24 προκύπτει ότι μια σύμβαση που συνάπτεται αποκλειστικά μεταξύ δύο ή περισσότερων αναθετουσών αρχών δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής, όταν καθιερώνει ή υλοποιεί συνεργασία μεταξύ των συμμετεχουσών αναθετουσών αρχών η οποία αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι οι δημόσιες υπηρεσίες που πρέπει να εκτελούν οι εν λόγω αρχές παρέχονται για την επιδίωξη των κοινών τους στόχων.

26

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το ίδιο το γράμμα της διάταξης αυτής τοποθετεί την έννοια της «συνεργασίας» στον πυρήνα της εξαίρεσης που προβλέπει η εν λόγω διάταξη.

27

Μικρή σημασία έχει συναφώς ότι, σε αντίθεση με το άρθρο 11, παράγραφος 4, της πρότασης οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, της 20ής Δεκεμβρίου 2011 [COM(2011) 896 τελικό], το οριστικό κείμενο του άρθρου 12, παράγραφος 4, της οδηγίας 2014/24 δεν αναφέρεται πλέον στην απαίτηση για «ουσιαστική συνεργασία μεταξύ των συμμετεχουσών αναθετουσών αρχών».

28

Πράγματι, εκτός αν θεωρηθεί ότι πρόθεση του νομοθέτη της Ένωσης ήταν να θεσπίσει μηχανισμό που θα στηριζόταν σε μη ουσιαστική συνεργασία ή και να παραβλέψει την πρακτική αποτελεσματικότητα της οριζόντιας συνεργασίας μεταξύ αναθετουσών αρχών, επισημαίνεται ότι η απαίτηση περί «ουσιαστικής συνεργασίας» προκύπτει από τη διευκρίνιση στην αιτιολογική σκέψη 33, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας 2014/24, κατά την οποία η συνεργασία πρέπει να «στηρίζεται σε συνεργατική αντίληψη». Η φαινομενικά ταυτολογική αυτή διατύπωση πρέπει να εκληφθεί ως απαίτηση να είναι πραγματική η συνεργασία που καθιερώνεται ή υλοποιείται κατ’ αυτόν τον τρόπο.

29

Επομένως, η από κοινού συμμετοχή όλων των συμβαλλομένων μερών στη συμφωνία συνεργασίας είναι απαραίτητη ώστε να διασφαλιστεί η εκτέλεση των δημόσιων υπηρεσιών τις οποίες οφείλουν να παρέχουν και η προϋπόθεση αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι πληρούται όταν η μόνη συμβολή ορισμένων συμβαλλομένων μερών περιορίζεται στην απλή επιστροφή των εξόδων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 της επίμαχης στην κύρια δίκη σύμβασης.

30

Εξάλλου, αν μια τέτοια επιστροφή των εξόδων αρκούσε αφ’ εαυτής για να στοιχειοθετήσει «συνεργασία», κατά την έννοια του άρθρου 12, παράγραφος 4, της οδηγίας 2014/24, δεν θα ήταν δυνατή καμία διαφοροποίηση μεταξύ μιας τέτοιας «συνεργασίας» και μιας «δημόσιας σύμβασης» που δεν καλύπτεται από την προβλεπόμενη στη διάταξη αυτή εξαίρεση.

31

Εξάλλου, η ερμηνεία αυτή της έννοιας της «συνεργασίας», κατά το άρθρο 12, παράγραφος 4, της οδηγίας αυτής, επιρρωννύεται από την αιτιολογική σκέψη 31, δεύτερο εδάφιο, της εν λόγω οδηγίας, σύμφωνα με την οποία το γεγονός και μόνον ότι τα δύο μέρη μιας συμφωνίας είναι τα ίδια δημόσιες αρχές δεν αποκλείει αφ’ εαυτού την εφαρμογή των κανόνων για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων.

32

Επιπλέον, η σύναψη συμφωνίας συνεργασίας μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα πρέπει να εμφανίζεται ως κατάληξη ενός συνεργατικού εγχειρήματος μεταξύ των μερών (πρβλ. απόφαση της 9ης Ιουνίου 2009, Επιτροπή κατά Γερμανίας, C‑480/06, EU:C:2009:357, σκέψη 38). Πράγματι, η δημιουργία συνεργασίας μεταξύ φορέων που ανήκουν στον δημόσιο τομέα έχει μια εγγενώς συνεργατική διάσταση, την οποία στερείται η διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2014/24.

33

Επομένως, η προετοιμασία μιας συμφωνίας συνεργασίας προϋποθέτει ότι οι φορείς του δημόσιου τομέα που προτίθενται να συνάψουν μια τέτοια συμφωνία καθορίζουν από κοινού τις ανάγκες τους και τις λύσεις που πρέπει να δοθούν γι’ αυτές. Αντιθέτως, στο πλαίσιο της σύναψης μιας κοινής δημόσιας σύμβασης, το εν λόγω στάδιο αξιολόγησης και καθορισμού των αναγκών διεξάγεται, κατά κανόνα, μονομερώς. Πράγματι, στην τελευταία αυτή περίπτωση, η αναθέτουσα αρχή περιορίζεται στην προκήρυξη διαγωνισμού με τις προδιαγραφές που η ίδια έχει καθορίσει.

34

Ως εκ τούτου, η ύπαρξη συνεργασίας μεταξύ φορέων που ανήκουν στον δημόσιο τομέα στηρίζεται σε κοινή στρατηγική των μερών της συνεργασίας αυτής και προϋποθέτει ότι οι αναθέτουσες αρχές ενώνουν τις προσπάθειές τους προκειμένου να παράσχουν δημόσιες υπηρεσίες.

35

Στην προκειμένη περίπτωση, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η συμφωνία που συνήφθη μεταξύ του συνδέσμου και της Περιφέρειας δεν αφορά καμία μορφή συνεργασίας μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών. Πράγματι, το αιτούν δικαστήριο επισήμανε κατ’ ουσίαν ότι μόνον η ρήτρα του άρθρου 2, παράγραφος 3, της επίμαχης στην κύρια δίκη σύμβασης μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη συνεργασίας μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών. Ωστόσο, τα μέρη υποστήριξαν ότι η ρήτρα αυτή αποτελούσε δήλωση προθέσεων και εν συνεχεία, στο πλαίσιο της διαδικασίας ενώπιον του Vergabekammer Rheinland-Pfalz (οργάνου επίλυσης διαφορών από διαδικασίες δημοσίων συμβάσεων για το ομόσπονδο κράτος της Ρηνανίας‑Παλατινάτου), ο σύνδεσμος δέχθηκε ρητώς ότι η εν λόγω ρήτρα ήταν άνευ αντικειμένου.

36

Επιπλέον, από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο δεν φαίνεται να προκύπτει ότι η σύναψη της επίμαχης στην κύρια δίκη σύμβασης αποτελεί την κατάληξη συνεργατικού εγχειρήματος μεταξύ του συνδέσμου και της Περιφέρειας, πράγμα το οποίο απόκειται πάντως στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.

37

Τέλος, προκειμένου να αποδειχθεί η ύπαρξη αληθούς συνεργασίας μεταξύ του συνδέσμου και της Περιφέρειας, δεν αρκούν ούτε το γεγονός ότι, σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 2, και το άρθρο 4, παράγραφος 3, της επίμαχης στην κύρια δίκη σύμβασης, ο σύνδεσμος υποχρεούται να παραλαμβάνει εκ νέου τα προς υγειονομική ταφή υπολειμματικά απόβλητα, τα οποία αντιστοιχούν στο 46 % των εισερχομένων, ούτε το γεγονός ότι η αμοιβή της Περιφέρειας έχει αποκλειστικά τη μορφή επιστροφής εξόδων, βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 1, της σύμβασης αυτής, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ένα περιθώριο κέρδους για τα τρέχοντα έξοδα λειτουργίας.

38

Ως εκ τούτου, η επίμαχη στην κύρια δίκη σύμβαση φαίνεται να έχει ως αποκλειστικό αντικείμενο μια παροχή έναντι αμοιβής. Υπό τις συνθήκες αυτές, και υπό την επιφύλαξη της επαλήθευσης από το αιτούν δικαστήριο, η επίμαχη στην κύρια δίκη δημόσια σύμβαση δεν εμπίπτει στην εξαίρεση του άρθρου 12, παράγραφος 4, της οδηγίας 2014/24.

39

Κατόπιν των προεκτεθέντων, στο υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 12, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2014/24 έχει την έννοια ότι δεν υφίσταται συνεργασία μεταξύ αναθετουσών αρχών όταν μια αναθέτουσα αρχή η οποία είναι υπεύθυνη, στην εδαφική της περιφέρεια, για την εκπλήρωση αποστολής δημοσίου συμφέροντος δεν εκπληρώνει πλήρως η ίδια την αποστολή αυτή, την οποία μόνον η εν λόγω αρχή οφείλει να εκπληρώσει κατά το εθνικό δίκαιο και η οποία απαιτεί τη διεκπεραίωση περισσότερων επιμέρους εργασιών, αλλά αναθέτει σε άλλη, ανεξάρτητη αναθέτουσα αρχή, η οποία είναι επίσης υπεύθυνη για την εκπλήρωση της ίδιας αποστολής δημοσίου συμφέροντος στη δική της εδαφική περιφέρεια, να εκτελεί έναντι αμοιβής μια από τις απαιτούμενες εργασίες.

Επί των δικαστικών εξόδων

40

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (ένατο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το άρθρο 12, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, έχει την έννοια ότι δεν υφίσταται συνεργασία μεταξύ αναθετουσών αρχών όταν μια αναθέτουσα αρχή η οποία είναι υπεύθυνη, στην εδαφική της περιφέρεια, για την εκπλήρωση αποστολής δημοσίου συμφέροντος δεν εκπληρώνει πλήρως η ίδια την αποστολή αυτή, την οποία μόνον η εν λόγω αρχή οφείλει να εκπληρώσει κατά το εθνικό δίκαιο και η οποία απαιτεί τη διεκπεραίωση περισσότερων επιμέρους εργασιών, αλλά αναθέτει σε άλλη, ανεξάρτητη αναθέτουσα αρχή, η οποία είναι επίσης υπεύθυνη για την εκπλήρωση της ίδιας αποστολής δημοσίου συμφέροντος στη δική της εδαφική περιφέρεια, να εκτελεί έναντι αμοιβής μια από τις απαιτούμενες εργασίες.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.