ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

της 4ης Σεπτεμβρίου 2019 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Κοινωνική ασφάλιση – Διακινούμενοι εργαζόμενοι – Κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μετατροπή νομισμάτων – Κανονισμός (ΕΚ) 987/2009 – Απόφαση H3 της διοικητικής επιτροπής για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας – Υπολογισμός του διαφορικού συμπληρώματος οικογενειακών επιδομάτων που οφείλεται σε εργαζόμενο ο οποίος κατοικεί σε κράτος μέλος και εργάζεται στην Ελβετία – Καθορισμός της ημερομηνίας αναφοράς για τη συναλλαγματική ισοτιμία»

Στην υπόθεση C-473/18,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Finanzgericht Baden-Württemberg (φορολογικό δικαστήριο του ομόσπονδου κράτους Βάδης‑Βυρτεμβέργης, Γερμανία) με απόφαση της 17ης Μαΐου 2018, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 20 Ιουλίου 2018, στο πλαίσιο της δίκης

GP

κατά

Bundesagentur für Arbeit – Familienkasse Baden-Württemberg West,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

συγκείμενο από τους F. Biltgen (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, J. Malenovský και L. S. Rossi, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: H. Saugmandsgaard Øe

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη αρχικώς από τους T. Henze και J. Möller, στη συνέχεια από τον J. Möller,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους B.-R. Killmann και D. Martin,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 90 του κανονισμού (ΕΚ) 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας (ΕΕ 2009, L 284, σ. 1), καθώς και της αποφάσεως H3 της διοικητικής επιτροπής για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, της 15ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με την ημερομηνία που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό των τιμών μετατροπής που αναφέρονται στο άρθρο 90 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009 (ΕΕ 2010, C 106, σ. 56, στο εξής: απόφαση H3).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της GP και του Bundesagentur für Arbeit – Familienkasse Baden-Württemberg West (Ομοσπονδιακού Οργανισμού Απασχολήσεως – Ταμείου οικογενειακών επιδομάτων της δυτικής Βάδης-Βυρτεμβέργης, Γερμανία) (στο εξής: ταμείο οικογενειακών επιδομάτων) με αντικείμενο τη χορήγηση διαφορικού συμπληρώματος στη Γερμανία σχετικά με παροχές για συντηρούμενο τέκνο που λαμβάνονταν στην Ελβετία.

Το νομικό πλαίσιο

Το διεθνές δίκαιο

3

Το άρθρο 8 της Συμφωνίας για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των Κρατών Μελών της, αφενός, και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, αφετέρου, η οποία υπεγράφη στο Λουξεμβούργο στις 21 Ιουνίου 1999 και εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με την απόφαση 2002/309/ΕΚ, Ευρατόμ, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, σχετικά με τη συμφωνία επιστημονικής και τεχνολογικής συνεργασίας, της 4ης Απριλίου 2002, για τη σύναψη επτά συμφωνιών με την Ελβετική Συνομοσπονδία (ΕΕ 2002, L 114, σ. 6, στο εξής: Συμφωνία για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων), προβλέπει τα εξής:

«Τα συμβαλλόμενα μέρη ρυθμίζουν, σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ, τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης με στόχο να εξασφαλίσουν ιδίως:

α)

την ισότητα μεταχείρισης,

β)

τον καθορισμό της εφαρμοστέας νομοθεσίας,

[…]

δ)

την καταβολή των παροχών στα πρόσωπα που διαμένουν στην επικράτεια των συμβαλλομένων μερών,

[…]».

4

Το παράρτημα II της Συμφωνίας για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, επιγραφόμενο «Συντονισμός των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης», όπως τροποποιήθηκε με το παράρτημα της αποφάσεως 1/2012 της Μεικτής Επιτροπής που συστάθηκε βάσει της εν λόγω συμφωνίας, της 31ης Μαρτίου 2012 (ΕΕ 2012, L 103, σ. 51) (στο εξής: παράρτημα II της Συμφωνίας για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων), τέθηκε σε ισχύ την 1η Απριλίου 2012.

5

Κατά το άρθρο 1 του παραρτήματος II της Συμφωνίας για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων:

«1.   Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν να εφαρμόζουν μεταξύ τους, όσον αφορά τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, τις νομικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις οποίες γίνεται αναφορά στο τμήμα Α του παρόντος παραρτήματος και όπως αυτές τροποποιήθηκαν από το τμήμα Α του παρόντος παραρτήματος ή κανόνες ισοδύναμους με αυτές τις πράξεις.

2.   Ο όρος “κράτος(-η) μέλος(-η)” που περιλαμβάνεται στις νομικές πράξεις που αναφέρονται στο τμήμα Α του παρόντος παραρτήματος θεωρείται ότι, πέραν των κρατών που καλύπτονται από τις σχετικές νομικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιλαμβάνει και την Ελβετία.»

6

Το άρθρο 2, παράγραφος 1, του εν λόγω παραρτήματος ΙΙ ορίζει τα εξής:

«Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος παραρτήματος, τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις νομικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίες αναφέρονται στο τμήμα Β του παρόντος παραρτήματος.»

7

Το τμήμα Α του εν λόγω παραρτήματος ΙΙ αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας (ΕΕ 2004, L 166, σ. 1, και διορθωτικό ΕΕ 2004, L 200, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 988/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 (ΕΕ 2009, L 284, σ. 43) (στο εξής: κανονισμός 883/2004), και στον κανονισμό 987/2009. Το τμήμα B του ίδιου παραρτήματος ΙΙ αναφέρεται στην απόφαση H3.

Το δίκαιο της Ένωσης

8

Το άρθρο 68, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 883/2004 προβλέπει τα εξής:

«1.   Εάν, κατά την ίδια περίοδο και για τα ίδια μέλη οικογενείας, προβλέπονται παροχές δυνάμει των νομοθεσιών περισσοτέρων του ενός κρατών μελών, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες προτεραιότητας:

α)

στην περίπτωση παροχών που οφείλονται από περισσότερα του ενός κράτη μέλη για διαφορετικούς λόγους, η σειρά προτεραιότητας είναι η ακόλουθη: προηγούνται τα δικαιώματα που αποκτώνται λόγω της άσκησης μισθωτής ή μη μισθωτής δραστηριότητας, έπονται τα δικαιώματα που αποκτώνται λόγω οφειλόμενης σύνταξης και τελευταία εφαρμόζονται τα δικαιώματα που αποκτώνται λόγω κατοικίας·

[…]

2.   Στην περίπτωση σώρευσης δικαιωμάτων, οι οικογενειακές παροχές χορηγούνται σύμφωνα με τη νομοθεσία που θεωρείται ότι έχει προτεραιότητα σύμφωνα με την παράγραφο 1. Τα δικαιώματα στις οικογενειακές παροχές που οφείλονται δυνάμει της ή των συγκρουομένων νομοθεσιών, αναστέλλονται έως το ύψος του ποσού που προβλέπεται από την πρώτη νομοθεσία και παρέχονται, εφόσον απαιτείται, υπό μορφή διαφορικού συμπληρώματος, για το τμήμα που υπερβαίνει το προαναφερόμενο ποσό. […]»

9

Το άρθρο 90 του κανονισμού 987/2009 έχει ως εξής:

«Για την εφαρμογή των διατάξεων του κανονισμού [883/2004] και του κανονισμού [987/2009], η ισοτιμία μεταξύ δύο νομισμάτων είναι η ισοτιμία αναφοράς που δημοσιεύεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. H ημερομηνία που λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό της ισοτιμίας ορίζεται από τη διοικητική επιτροπή [για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης που προβλέπεται στο άρθρο 71 του κανονισμού 883/2004].»

10

Η αιτιολογική σκέψη 1 της αποφάσεως H3 αναφέρει τα εξής:

«Πολλές διατάξεις, όπως π.χ. […] το άρθρο 68 παράγραφος 2 […] του κανονισμού [883/2004] καθώς και […] του κανονισμού [987/2009] […], περιλαμβάνουν καταστάσεις στις οποίες, για τους σκοπούς της πληρωμής, του υπολογισμού ή του εκ νέου υπολογισμού μιας παροχής […] πρέπει να καθοριστεί η τιμή μετατροπής.»

11

Τα σημεία 2 έως 5 της αποφάσεως H3 είναι διατυπωμένα ως εξής:

«2.

Αν δεν αναφέρεται διαφορετικά στην παρούσα απόφαση, η τιμή μετατροπής είναι η τιμή που δημοσιεύεται την ημέρα κατά την οποία εκτελείται η συναλλαγή από τον φορέα.

3.

Ένας φορέας κράτους μέλους, ο οποίος, για τη θεμελίωση ενός δικαιώματος και για τον πρώτο υπολογισμό της παροχής πρέπει να μετατρέψει ένα ποσό στο νόμισμα άλλου κράτους μέλους, χρησιμοποιεί:

α)

την τιμή μετατροπής που δημοσιεύεται για την τελευταία ημέρα της εν λόγω περιόδου, όταν, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, ένας φορέας λαμβάνει υπόψη ποσά όπως αποδοχές ή παροχές, κατά τη διάρκεια ορισμένης περιόδου πριν από την ημερομηνία για την οποία υπολογίζεται η παροχή·

β)

την τιμή μετατροπής που δημοσιεύεται για την πρώτη ημέρα του μήνα ακριβώς πριν από τον μήνα κατά τον οποίο πρέπει να εφαρμοστεί η διάταξη, όταν, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, για τον υπολογισμό της παροχής, ένας φορέας λαμβάνει υπόψη ένα ποσό.

4.

Η παράγραφος 3 εφαρμόζεται mutatis mutandis όταν ένας φορέας κράτους μέλους, για τον εκ νέου υπολογισμό της παροχής λόγω αλλαγών στην πραγματική ή νομική κατάσταση του ενδιαφερόμενου ατόμου, πρέπει να μετατρέψει ένα ποσό στο νόμισμα άλλου κράτους μέλους.

5.

Ένας φορέας ο οποίος καταβάλλει παροχή η οποία υφίσταται τακτικά τιμαριθμική αναπροσαρμογή σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, και όταν τα ποσά σε άλλο νόμισμα έχουν αντίκτυπο στην εν λόγω παροχή, χρησιμοποιεί κατά τον εκ νέου υπολογισμό την τιμή μετατροπής που εφαρμόζεται την πρώτη ημέρα του μήνα που προηγείται του μήνα κατά τον οποίο πρέπει να γίνει η τιμαριθμική αναπροσαρμογή, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στην εθνική νομοθεσία.»

Το γερμανικό δίκαιο

12

Οι κανόνες σχετικά με το επίδομα συντηρούμενου τέκνου για τα πρόσωπα που υπόκεινται πλήρως στον φόρο εισοδήματος στη Γερμανία καθορίζονται στα άρθρα 62 επ. του Einkommensteuergesetz (νόμου περί του φόρου εισοδήματος, BGBl. 2009 I, σ. 3366, στο εξής: EStG).

13

Δυνάμει του άρθρου 65, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, σημείο 2, του EStG, το επίδομα συντηρούμενου τέκνου δεν καταβάλλεται για τέκνο για το οποίο χορηγούνται στην αλλοδαπή παροχές παρόμοιες με το επίδομα συντηρούμενου τέκνου.

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

14

Η προσφεύγουσα της κύριας δίκης, GP, και ο σύζυγός της κατοικούν στη Γερμανία και ασκούν μισθωτή δραστηριότητα στην Ελβετία. Έχουν δύο τέκνα. Από τον Φεβρουάριο του 2012, ο σύζυγος έλαβε στην Ελβετία δύο μηνιαίες παροχές για συντηρούμενο τέκνο ύψους 200 ελβετικών φράγκων (CHF) (περίπου 179 ευρώ) έκαστη.

15

Στις 19 Αυγούστου 2015, η GP υπέβαλε αίτηση στο ταμείο οικογενειακών επιδομάτων με αντικείμενο την καταβολή διαφορικού συμπληρώματος επιδόματος συντηρούμενου τέκνου.

16

Με απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2015, η οποία επικυρώθηκε στις 14 Οκτωβρίου 2015 κατόπιν υποβολής διοικητικής ενστάσεως, το ταμείο οικογενειακών επιδομάτων απέρριψε την αίτηση αυτή όσον αφορά την περίοδο μεταξύ Απριλίου του 2012 και Δεκεμβρίου του 2014. Παραπέμποντας στο άρθρο 90 του κανονισμού 987/2009 καθώς και στην απόφαση H3, ο εν λόγω φορέας θεώρησε ότι, προκειμένου να διαπιστωθεί η ύπαρξη του δικαιώματος σε τέτοιου είδους διαφορικό συμπλήρωμα και, σε περίπτωση υπάρξεως σχετικού δικαιώματος, το ύψος του συμπληρώματος αυτού, έπρεπε να ληφθεί υπόψη η ισοτιμία που δημοσιεύθηκε την πρώτη ημέρα του μήνα που προηγήθηκε του μήνα κατά τον οποίο πραγματοποιήθηκε ο υπολογισμός. Δεδομένου ότι ο υπολογισμός αυτός πραγματοποιήθηκε την ημέρα της εκδόσεως της αποφάσεως της 8ης Σεπτεμβρίου 2015, η εφαρμοστέα ισοτιμία ήταν αυτή που δημοσιεύθηκε την 1η Αυγούστου 2015. Κατ’ εφαρμογήν της ισοτιμίας αυτής, το ποσό των 200 CHF αντιστοιχούσε σε 188,71 ευρώ, ήτοι σε ποσό μεγαλύτερο από εκείνο που χορηγούσε μεταξύ 2012 και 2014 η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ως επίδομα συντηρούμενου τέκνου, δηλαδή ποσό 184 ευρώ μηνιαίως για τα δύο πρώτα τέκνα. Κατά συνέπεια, το ταμείο οικογενειακών επιδομάτων εκτίμησε ότι ουδέν διαφορικό συμπλήρωμα επιδόματος συντηρούμενου τέκνου οφειλόταν για την επίμαχη περίοδο.

17

Η GP άσκησε προσφυγή ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, του Finanzgericht Baden-Württemberg (φορολογικού δικαστηρίου του ομόσπονδου κράτους Βάδης-Βυρτεμβέργης, Γερμανία), κατά των αποφάσεων του ταμείου οικογενειακών επιδομάτων της 8ης Σεπτεμβρίου και της 14ης Οκτωβρίου 2015, καθώς και κατά μιας μεταγενέστερης αποφάσεως αυτού. Η GP υποστηρίζει ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου ότι το σημείο 3, στοιχείο βʹ, της αποφάσεως H3 έχει εφαρμογή στην υπόθεσή της και ότι η φράση «τον μήνα κατά τον οποίο πρέπει να εφαρμοστεί η διάταξη», που διαλαμβάνεται στη διάταξη αυτή, έχει την έννοια ότι, εν προκειμένω, αφορά τον Απρίλιο του 2012, ήτοι τον μήνα από τον οποίο οι κανονισμοί 883/2004 και 987/2009 κατέστησαν εφαρμοστέοι στην περίπτωσή της, δυνάμει της ενάρξεως ισχύος, κατά το χρονικό αυτό σημείο, του παραρτήματος II της Συμφωνίας για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων. Κατά συνέπεια, η εφαρμοστέα ισοτιμία δυνάμει του σημείου 3, στοιχείο βʹ, της αποφάσεως H3 είναι αυτή που δημοσιεύθηκε την 1η Μαρτίου 2012. Δεδομένου ότι χρήση της ισοτιμίας αυτής οδηγούσε σε μετατραπείσα τιμή του ελβετικού επιδόματος συντηρούμενου τέκνου ύψους 331,90 ευρώ για τα δύο τέκνα, ήτοι 165,95 ευρώ ανά τέκνο, η GP ζητεί την καταβολή μηνιαίου διαφορικού συμπληρώματος ύψους 36,10 ευρώ (ήτοι 18,05 ευρώ ανά τέκνο) για την περίοδο μεταξύ Απριλίου του 2012 και Δεκεμβρίου του 2014.

18

Κατά το αιτούν δικαστήριο, η επίλυση της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί εξαρτάται από την ερμηνεία της αποφάσεως H3. Το δικαστήριο αυτό διατυπώνει επιφυλάξεις ως προς τη δυνατότητα εφαρμογής του σημείου 3, στοιχείο βʹ, της αποφάσεως αυτής, καθόσον, κατά το γράμμα του εν λόγω σημείου, πρόκειται για τη μετατροπή ποσού, από τον οικείο φορέα κράτους μέλους, στο νόμισμα άλλου κράτους μέλους όταν ο φορέας αυτός πρέπει να λαμβάνει υπόψη ένα ποσό σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, ενώ, εν προκειμένω, το ταμείο οικογενειακών επιδομάτων πρέπει να μετατρέψει σε ευρώ ποσό εκφραζόμενο σε ελβετικά φράγκα, ήτοι να το μετατρέψει στο νόμισμα του κράτους μέλους στο οποίο ανήκει ο φορέας, κατ’ εφαρμογήν του δικαίου της Ένωσης, και συγκεκριμένα του κανονισμού 883/2004. Κατά το αιτούν δικαστήριο, η αβεβαιότητα αυτή αφορά επίσης το σημείο 4 της αποφάσεως H3.

19

Το αιτούν δικαστήριο, σε περίπτωση που πρέπει να εφαρμόσει, ελλείψει αντίθετης διατάξεως στην απόφαση H3, τις διατάξεις του σημείου 2 αυτής, διερωτάται, όσον αφορά τη διαλαμβανόμενη στο εν λόγω σημείο φράση «εκτελείται η συναλλαγή από τον φορέα», σε ποιο κράτος και σε ποια συναλλαγή αναφέρεται η φράση αυτή.

20

Τέλος, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται ως προς την ενδεχόμενη εφαρμογή του σημείου 5 της αποφάσεως H3 το οποίο, κατά τη γνώμη του, εγείρει επίσης προβλήματα ερμηνείας.

21

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Finanzgericht Baden-Württemberg (φορολογικό δικαστήριο του ομόσπονδου κράτους Βάδης‑Βυρτεμβέργης) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Ποια διάταξη της αποφάσεως H3 […] είναι εφαρμοστέα υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης κατά τη νομισματική μετατροπή οικογενειακών παροχών για τέκνα υπό τη μορφή επιδόματος συντηρούμενου τέκνου ή παροχής για συντηρούμενο τέκνο;

2)

Πως πρέπει να ερμηνευθεί συγκεκριμένα η κατά τα ως άνω εφαρμοστέα διάταξη κατά τον προσδιορισμό του εξαρτώμενου από τη συναλλαγματική ισοτιμία ποσού του διαφορικού συμπληρώματος επιδόματος συντηρούμενου τέκνου;

α)

Αν εφαρμοστέο είναι το σημείο 2 της αποφάσεως Η3: ποια ημέρα είναι, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, η ημέρα “κατά την οποία εκτελείται η συναλλαγή από τον φορέα”;

β)

Αν εφαρμοστέο είναι το σημείο 3, στοιχείο βʹ (ενδεχομένως σε συνδυασμό με το σημείο 4) της αποφάσεως H3: ποιος μήνας είναι, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, ο μήνας “κατά τον οποίο πρέπει να εφαρμοστεί η διάταξη”;

γ)

Αν εφαρμοστέο είναι το σημείο 5 της αποφάσεως Η3: συμβιβάζεται η ρήτρα επιφυλάξεως υπέρ του εθνικού δικαίου με την εξουσιοδότηση που θεσπίζει το άρθρο 90 του [κανονισμού 987/2009]; Σε καταφατική περίπτωση: απαιτείται, αν “προβλέπεται διαφορετικά στην εθνική νομοθεσία”, η σχετική ρύθμιση να έχει θεσπιστεί με τυπικό νόμο ή αρκεί διοικητική οδηγία της εθνικής διοικητικής αρχής;

3)

Υφίστανται ιδιομορφίες κατά τη νομισματική μετατροπή ελβετικών επιδομάτων συντηρούμενου τέκνου από το γερμανικό ταμείο οικογενειακών επιδομάτων;

α)

Ασκεί, κατά την εφαρμογή της αποφάσεως H3 σε σχέση με την Ελβετία, επιρροή το γεγονός ότι το εθνικό γερμανικό δίκαιο προβλέπει κατ’ αρχήν, στο άρθρο 65, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, σημείο 2, του [EStG], αποκλεισμό από την παροχή;

β)

Ασκεί επιρροή για τη νομισματική μετατροπή κατά την απόφαση H3 ο χρόνος κατά τον οποίο ο ελβετικός φορέας ενέκρινε ή κατέβαλε τις οικογενειακές παροχές;

γ)

Ασκεί επιρροή για τη νομισματική μετατροπή κατά την απόφαση H3 ο χρόνος κατά τον οποίο ο γερμανικός φορέας αρνήθηκε να καταβάλει ή ενέκρινε το διαφορικό συμπλήρωμα επιδόματος συντηρούμενου τέκνου;»

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Επί του τρίτου ερωτήματος

22

Στο μέτρο που το τρίτο προδικαστικό ερώτημα αφορά την ενδεχόμενη επίπτωση της μετατροπής, στο νόμισμα κράτους μέλους, παροχών που καταβάλλονται σε ελβετικά φράγκα από ελβετικό φορέα επί της εφαρμογής και της ερμηνείας των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης τις οποίες αφορούν τα δύο πρώτα προδικαστικά ερωτήματα, πρέπει να δοθεί απάντηση πρώτα στο ερώτημα αυτό.

23

Με το προδικαστικό αυτό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν, όσον αφορά τη νομισματική μετατροπή παροχής για συντηρούμενο τέκνο, προκειμένου να καθοριστεί το ενδεχόμενο ποσό διαφορικού συμπληρώματος δυνάμει του άρθρου 68, παράγραφος 2, του κανονισμού 883/2004, η εφαρμογή και η ερμηνεία του άρθρου 90 του κανονισμού 987/2009, καθώς και της αποφάσεως H3, επηρεάζονται από το ότι η παροχή αυτή καταβάλλεται σε ελβετικά φράγκα από ελβετικό φορέα.

24

Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά το άρθρο 8 της Συμφωνίας για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, τα συμβαλλόμενα μέρη ρυθμίζουν, σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ της Συμφωνίας για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης με στόχο να διασφαλίσουν, μεταξύ άλλων, τον καθορισμό της εφαρμοστέας νομοθεσίας και την καταβολή των παροχών στα πρόσωπα που διαμένουν στην επικράτεια των συμβαλλομένων μερών. Το τμήμα A του εν λόγω παραρτήματος ΙΙ προβλέπει την εφαρμογή των κανονισμών 883/2004 και 987/2009 μεταξύ των συμβαλλομένων μερών. Επομένως, και δεδομένου ότι, κατά το άρθρο 1, παράγραφος 2, του εν λόγω παραρτήματος ΙΙ, «[ο] όρος “κράτος(-η) μέλος(-η)” που περιλαμβάνεται στις νομικές πράξεις που αναφέρονται στο τμήμα Α του [εν λόγω] παραρτήματος θεωρείται ότι, πέραν των κρατών που καλύπτονται από τις σχετικές νομικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιλαμβάνει και την Ελβετία», οι διατάξεις των κανονισμών αυτών καλύπτουν και την Ελβετική Συνομοσπονδία (πρβλ. απόφαση της 14ης Μαρτίου 2019, Dreyer, C-372/18, EU:C:2019:206, σκέψη 29 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Το ίδιο ισχύει και για τις διατάξεις της αποφάσεως Η3, δεδομένου ότι το τμήμα B του παραρτήματος II της Συμφωνίας για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων προβλέπει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν υπόψη την απόφαση αυτή.

25

Υπό τις συνθήκες αυτές, η περίπτωση της GP, η οποία διαμένει στη Γερμανία και εργάζεται στην Ελβετία όπως και ο σύζυγός της, ο οποίος λαμβάνει οικογενειακές παροχές που χορηγούνται από ελβετικό φορέα, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των κανονισμών 883/2004 και 987/2009, καθώς και της αποφάσεως H3 (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 14ης Μαρτίου 2019, Dreyer, C-372/18, EU:C:2019:206, σκέψη 30).

26

Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι, κατ’ εφαρμογήν των εν λόγω πράξεων της Ένωσης, οι εν λόγω παροχές καθώς και η νομισματική μετατροπή του ποσού τους πρέπει να τύχουν της ίδιας αντιμετωπίσεως με τις παροχές που λαμβάνονται σε κράτος μέλος της Ένωσης. Συγκεκριμένα, όσον αφορά το τρίτο προδικαστικό ερώτημα, υπό αʹ, του αιτούντος δικαστηρίου σχετικά με την επιρροή του αποκλεισμού, δυνάμει του άρθρου 65, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, σημείο 2, του EStG, από επίδομα συντηρούμενου τέκνου στη Γερμανία όταν παρόμοια παροχή χορηγείται στην αλλοδαπή, εν προκειμένω στην Ελβετία, δεν μπορεί να εφαρμοστεί κανόνας περί αποφυγής της σωρεύσεως των παροχών ο οποίος προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο κράτους μέλους οσάκις διαπιστώνεται ότι η εφαρμογή αυτή είναι αντίθετη προς το δίκαιο της Ένωσης (πρβλ. απόφαση της 12ης Ιουνίου 2012, Hudzinski και Wawrzyniak, C-611/10 και C-612/10, EU:C:2012:339, σκέψη 71).

27

Πρέπει να προστεθεί ότι διαφορετική εφαρμογή των κανονισμών 883/2004 και 987/2009, καθώς και της αποφάσεως Η3, σε κατάσταση όπως η επίμαχη στη διαφορά της κύριας δίκης, θα αντέβαινε στον σκοπό της ίσης μεταχειρίσεως που επιδιώκει να διασφαλίσει ο προβλεπόμενος στο άρθρο 8 της Συμφωνίας για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων συντονισμός των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως.

28

Κατά συνέπεια, στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, όσον αφορά τη νομισματική μετατροπή παροχής για συντηρούμενο τέκνο, προκειμένου να καθοριστεί το ενδεχόμενο ποσό διαφορικού συμπληρώματος δυνάμει του άρθρου 68, παράγραφος 2, του κανονισμού 883/2004, η εφαρμογή και η ερμηνεία του άρθρου 90 του κανονισμού 987/2009, καθώς και της αποφάσεως H3, δεν επηρεάζονται από το ότι η παροχή αυτή καταβάλλεται σε ελβετικά φράγκα από ελβετικό φορέα.

Επί του πρώτου ερωτήματος

29

Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί ποια διάταξη της αποφάσεως H3 είναι εφαρμοστέα κατά τη μετατροπή των νομισμάτων στα οποία είναι εκπεφρασμένες παροχές για συντηρούμενο τέκνο, προκειμένου να καθοριστεί το ενδεχόμενο ποσό διαφορικού συμπληρώματος δυνάμει του άρθρου 68, παράγραφος 2, του κανονισμού 883/2004.

30

Για να δοθεί απάντηση στο προδικαστικό αυτό ερώτημα πρέπει να υπομνησθεί, πρώτον, ότι η απόφαση H3 αποτελεί εκτελεστική πράξη των κανονισμών 883/2004 και 987/2009. Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, μια εκτελεστική πράξη ή πράξη εφαρμογής πρέπει να ερμηνεύεται, κατά το δυνατό, κατά τρόπο σύμφωνο με τις διατάξεις της βασικής πράξεως (πρβλ. αποφάσεις της 14ης Μαΐου 2009, Internationaal Verhuis- en Transportbedrijf Jan de Lely, C-161/08, EU:C:2009:308, σκέψη 38, και της 19ης Ιουλίου 2012, Pie Optiek, C-376/11, EU:C:2012:502, σκέψη 34).

31

Δεύτερον, καίτοι η αιτιολογική σκέψη 1 της αποφάσεως H3 αναφέρει το άρθρο 68, παράγραφος 2, του κανονισμού 883/2004 ως διάταξη που περιλαμβάνει «καταστάσεις στις οποίες, για τους σκοπούς της πληρωμής, του υπολογισμού ή του εκ νέου υπολογισμού μιας παροχής […] πρέπει να καθοριστεί η τιμή μετατροπής», ούτε το σημείο 2 της αποφάσεως αυτής ούτε τα σημεία 3 έως 5 αυτής, τα οποία προσδιορίζουν τις τιμές μετατροπής που πρέπει να χρησιμοποιηθούν σε ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις παροχών, αναφέρουν ρητώς σε ποιες διατάξεις των κανονισμών 883/2004 και 987/2009 εφαρμόζονται.

32

Υπό τις συνθήκες αυτές, η διάταξη της αποφάσεως H3 που είναι εφαρμοστέα στην περίπτωση την οποία αφορά το πρώτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να καθοριστεί λαμβανομένων υπόψη της φύσεως και του σκοπού της οικείας παροχής.

33

Συναφώς, η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης παροχή, η οποία συνίσταται σε διαφορικό συμπλήρωμα που ενδεχομένως καταβάλλεται ως μηνιαία οικογενειακή παροχή, στηρίζεται στο άρθρο 68 του κανονισμού 883/2004. Κατά την παράγραφο 1, στοιχείο αʹ, του άρθρου αυτού, εάν, κατά την ίδια περίοδο και για τα ίδια μέλη οικογενείας, προβλέπονται παροχές δυνάμει των νομοθεσιών περισσοτέρων του ενός κρατών μελών για διαφορετικούς λόγους, τα δικαιώματα που αποκτώνται λόγω της άσκησης μισθωτής ή μη μισθωτής δραστηριότητας οφείλονται κατά προτεραιότητα σε σχέση με τα δικαιώματα που αποκτώνται λόγω κατοικίας. Κατά την παράγραφο 2 του ως άνω άρθρου, σε περίπτωση σώρευσης δικαιωμάτων, οι οικογενειακές παροχές χορηγούνται σύμφωνα με τη νομοθεσία που θεωρείται, κατά τα προαναφερθέντα, ότι έχει προτεραιότητα, ενώ τα δικαιώματα στις οικογενειακές παροχές που οφείλονται δυνάμει άλλων νομοθεσιών αναστέλλονται έως το ύψος του ποσού που προβλέπεται από την πρώτη νομοθεσία και παρέχονται, εφόσον απαιτείται, υπό μορφή διαφορικού συμπληρώματος, για το τμήμα που υπερβαίνει το προαναφερόμενο ποσό.

34

Το Δικαστήριο έκρινε ότι ένας τέτοιος κανόνας περί αποφυγής της σωρεύσεως των παροχών σκοπεί να διασφαλίσει ότι ο δικαιούχος παροχών που καταβάλλονται από περισσότερα κράτη μέλη λαμβάνει παροχές συνολικού ύψους ίσου με το ποσό της ευνοϊκότερης παροχής που δικαιούται βάσει της νομοθεσίας ενός εκ των κρατών αυτών (απόφαση της 30ής Απριλίου 2014, Wagener, C-250/13, EU:C:2014:278, σκέψη 46 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

35

Προκειμένου να διασφαλισθεί η καταβολή ποσού συνολικού ύψους ίσου με το ποσό της ευνοϊκότερης παροχής όταν συγκρίνονται ποσά που εκφράζονται σε διαφορετικά νομίσματα, πρέπει να χρησιμοποιηθεί η ισοτιμία αναφοράς που δημοσιεύεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε ημερομηνία όσο το δυνατόν πλησιέστερη προς αυτή της καταβολής των παροχών. Τούτο συνεπάγεται, όσον αφορά παροχές που καταβάλλονται κατά τακτά χρονικά διαστήματα, εν προκειμένω μηνιαίως, επί μακρά χρονική περίοδο, τη χρησιμοποίηση διαφορετικής ισοτιμίας για κάθε καταβολή.

36

Πράγματι, η εφαρμογή ενιαίας τιμής μετατροπής για μακρά χρονική περίοδο, ενώ οι ισοτιμίες μπορεί να υφίστανται σημαντικές διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, θα ενείχε τον κίνδυνο ο αποδέκτης των παροχών είτε να στερηθεί μέρος του ποσού της ευνοϊκότερης παροχής είτε να λάβει ποσό που υπερβαίνει το ύψος του εν λόγω ποσού.

37

Καίτοι, όπως επισημαίνει η Γερμανική Κυβέρνηση στις γραπτές παρατηρήσεις της, η ανάγκη υπολογισμού βάσει νέας ισοτιμίας για κάθε καταληκτική ημερομηνία καταβολής συνιστά πρόσθετο διοικητικό φόρτο για τους αρμόδιους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως, ο σεβασμός του γράμματος ενός σαφούς κειμένου καθώς και του σκοπού επί του οποίου αυτό στηρίζεται δεν μπορεί να επιτρέψει άλλη μέθοδο υπολογισμού χάριν μεγαλύτερης ευκολίας (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 30ής Απριλίου 2014, Wagener, C-250/13, EU:C:2014:278, σκέψη 38).

38

Όσον αφορά τις διατάξεις της αποφάσεως Η3 που είναι ενδεχομένως εφαρμοστέες στο πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης, το σημείο 2 της αποφάσεως αυτής προβλέπει ότι, αν δεν αναφέρεται διαφορετικά στην εν λόγω απόφαση, η τιμή μετατροπής που πρέπει να χρησιμοποιείται είναι αυτή που δημοσιεύεται την ημέρα κατά την οποία εκτελείται η συναλλαγή από τον φορέα.

39

Διαπιστώνεται ότι η εφαρμογή του κανόνα αυτού επί της επίμαχης παροχής της κύριας δίκης μπορεί να οδηγήσει στη χρησιμοποίηση νέας ισοτιμίας για κάθε καταβολή της οικείας οικογενειακής παροχής και, ενδεχομένως, σε διαφορικό συμπλήρωμα, πράγμα το οποίο, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 34 έως 36 της παρούσας αποφάσεως, συνάδει προς τον σκοπό της καταβολής διαφορικού συμπληρώματος δυνάμει του άρθρου 68, παράγραφος 2, του κανονισμού 883/2004, ο οποίος συνίσταται στη διασφάλιση της καταβολής ποσού συνολικού ύψους ίσου προς το ποσό της ευνοϊκότερης παροχής.

40

Πρέπει, ωστόσο, να επισημανθεί ότι από το γράμμα του σημείου 2 της αποφάσεως Η3 προκύπτει ότι το σημείο αυτό έχει συμπληρωματικό χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι πρέπει να εφαρμοστεί για τον καθορισμό της ισοτιμίας που πρέπει να χρησιμοποιηθεί σε σχέση με τις διατάξεις των κανονισμών 883/2004 και 987/2009 τις οποίες αφορά η εν λόγω απόφαση, υπό την επιφύλαξη τυχόν αντίθετης διατάξεως της αποφάσεως. Κατά συνέπεια, πρέπει να εξεταστεί αν τα σημεία 3 έως 5 της αποφάσεως H3, στα οποία αναφέρεται το αιτούν δικαστήριο, έχουν εφαρμογή σε περίπτωση όπως η επίμαχη στη διαφορά της κύριας δίκης.

41

Συναφώς, διαπιστώνεται, κατ’ αρχάς, ότι το ίδιο το γράμμα του σημείου 3 της αποφάσεως H3 αποκλείει την εφαρμογή της διατάξεως αυτής σε μια τέτοια περίπτωση. Πράγματι, αφενός, η εν λόγω διάταξη έχει εφαρμογή σε περιπτώσεις κατά τις οποίες φορέας κράτους μέλους «πρέπει να μετατρέψει ένα ποσό στο νόμισμα άλλου κράτους μέλους». Ωστόσο, η διαφορά της κύριας δίκης αφορά την αντίστροφη περίπτωση, ήτοι τη μετατροπή από φορέα κοινωνικής ασφαλίσεως κράτους μέλους, στο νόμισμα του κράτους αυτού, ποσού που εκφράζεται στο νόμισμα άλλου κράτους.

42

Αφετέρου, το εν λόγω σημείο 3, στοιχεία αʹ και βʹ, αναφέρει τον συνυπολογισμό ποσών «σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία», ενώ, στην επίμαχη περίπτωση της διαφοράς της κύριας δίκης, η υποχρέωση να ληφθεί υπόψη το ποσό των παροχών που καταβάλλονται στην Ελβετία για τον υπολογισμό διαφορικού συμπληρώματος που ενδεχομένως οφείλεται στη Γερμανία προκύπτει από την εφαρμογή του άρθρου 68, παράγραφος 2, του κανονισμού 883/2004 και της Συμφωνίας για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων.

43

Περαιτέρω, το σημείο 4 της αποφάσεως H3 δεν μπορεί να είναι εφαρμοστέο, καθόσον αφορά, και αυτό, περιπτώσεις στις οποίες ο φορέας ενός κράτους μέλους οφείλει να μετατρέψει ποσό στο νόμισμα άλλου κράτους. Επιπλέον, όπως προκύπτει από το γράμμα του, και ιδίως από τη φράση «[το] [σημείο] 3 εφαρμόζεται mutatis mutandis όταν [ένα κράτος μέλος], για τον εκ νέου υπολογισμό της παροχής […] πρέπει να μετατρέψει ένα ποσό […]», το σημείο 4 συνιστά ειδική εφαρμογή του σημείου 3 της αποφάσεως αυτής.

44

Τέλος, το σημείο 5 της αποφάσεως H3 εφαρμόζεται προκειμένου να υπολογιστεί εκ νέου παροχή η οποία υφίσταται τακτικά τιμαριθμική αναπροσαρμογή σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, όταν τα ποσά σε άλλο νόμισμα έχουν αντίκτυπο στην εν λόγω παροχή. Το γράμμα της διατάξεως αυτής δεν αποκλείει, κατ’ αρχήν, την εφαρμογή της προκειμένου να καθοριστεί διαφορικό συμπλήρωμα που τυχόν οφείλεται, όταν η οικογενειακή παροχή κράτους μέλους, η οποία αναστέλλεται μέχρι το ύψος του ποσού που προβλέπεται από τη νομοθεσία η οποία ορίζεται ως έχουσα προτεραιότητα, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 68, παράγραφος 2, του κανονισμού 883/2004, αποτελεί το αντικείμενο τακτικής τιμαριθμικής αναπροσαρμογής.

45

Ωστόσο, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, κατά τα έτη 2010 έως 2014, το επίδομα συντηρούμενου τέκνου στη Γερμανία, ύψους 184 ευρώ για κάθε ένα από τα δύο πρώτα τέκνα, παρέμεινε αμετάβλητο και, από το 2015, αυξανόταν μία φορά ετησίως. Εντεύθεν συνάγεται ότι η παροχή αυτή ουδεμία αύξηση υπέστη κατά την περίοδο για την οποία ζητείται εν προκειμένω διαφορικό συμπλήρωμα, ήτοι μεταξύ Απριλίου του 2012 και Δεκεμβρίου του 2014.

46

Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η εν λόγω παροχή υφίστατο τακτικά τιμαριθμική αναπροσαρμογή, κατά την έννοια του σημείου 5 της αποφάσεως H3. Πράγματι, το να γίνει δεκτή η δυνατότητα εφαρμογής της διατάξεως αυτής θα είχε ως συνέπεια τη χρησιμοποίηση ισοτιμίας δημοσιευθείσας σε ημερομηνία που απέχει σημαντικά από την πλειονότητα των επίμαχων στην κύρια δίκη μηνιαίων οικογενειακών παροχών, πράγμα το οποίο αντιβαίνει στον μνημονευόμενο στη σκέψη 34 της παρούσας αποφάσεως σκοπό του άρθρου 68, παράγραφος 2, του κανονισμού 883/2004.

47

Δεδομένου ότι κανένα από τα σημεία 3 έως 5 της αποφάσεως H3 δεν είναι εφαρμοστέο σε περίπτωση όπως η επίμαχη στη διαφορά της κύριας δίκης, το σημείο 2 είναι αυτό που πρέπει να εφαρμοστεί, όπως προκύπτει από τη σκέψη 40 της παρούσας αποφάσεως.

48

Κατά συνέπεια, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η απόφαση H3 έχει την έννοια ότι πρέπει να εφαρμοστεί το σημείο 2 της αποφάσεως αυτής κατά τη μετατροπή των νομισμάτων στα οποία είναι εκπεφρασμένες παροχές για συντηρούμενο τέκνο, προκειμένου να καθοριστεί το ενδεχόμενο ποσό διαφορικού συμπληρώματος δυνάμει του άρθρου 68, παράγραφος 2, του κανονισμού 883/2004.

Επί του δεύτερου ερωτήματος

49

Με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, υπό αʹ, το οποίο υποβλήθηκε για την περίπτωση που κριθεί ότι το σημείο 2 της αποφάσεως H3 είναι εφαρμοστέο σε περίπτωση όπως η επίμαχη στη διαφορά της κύριας δίκης, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, ποια είναι η έννοια της φράσης «ημέρα κατά την οποία εκτελείται η συναλλαγή από τον φορέα», κατά τη διάταξη αυτή.

50

Διαπιστώνεται ότι, υπό περιστάσεις όπως αυτές της διαφοράς της κύριας δίκης, η εν λόγω φράση αφορά την ημέρα κατά την οποία ο αρμόδιος φορέας του κράτους απασχολήσεως, υπεύθυνος κατά προτεραιότητα για την καταβολή της επίμαχης οικογενειακής παροχής, πραγματοποιεί την εν λόγω καταβολή. Πράγματι, αυτή πραγματοποιείται σε κάθε περίπτωση, ενώ η καταβολή των παροχών που προβλέπονται από το κράτος κατοικίας, υπό τη μορφή διαφορικού συμπληρώματος, πραγματοποιείται μόνον υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις και είναι, επομένως, υποθετική και αβέβαιη. Μόνο μετά την καταβολή της παροχής από το κράτος απασχολήσεως και τη μετατροπή του ποσού αυτού στο νόμισμα του κράτους κατοικίας μπορεί ο δικαιούχος να λάβει το εν λόγω συμπλήρωμα στο δεύτερο κράτος, σε περίπτωση που το μετατραπέν ποσό υπολείπεται του ύψους της αντίστοιχης παροχής που οφείλεται βάσει της νομοθεσίας του ίδιου αυτού κράτους (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 30ής Απριλίου 2014, Wagener, C-250/13, EU:C:2014:278, σκέψεις 45 και 47).

51

Εξάλλου, η ερμηνεία αυτή είναι σύμφωνη προς τον σκοπό του προβλεπόμενου στο άρθρο 68, παράγραφος 2, του κανονισμού 883/2004 κανόνα περί αποφυγής της σωρεύσεως παροχών, όπως εκτίθεται στη σκέψη 34 της παρούσας αποφάσεως.

52

Κατά συνέπεια, στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, υπό αʹ, πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το σημείο 2 της αποφάσεως Η3 έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση όπως η επίμαχη στη διαφορά της κύριας δίκης, η φράση «ημέρα κατά την οποία εκτελείται η συναλλαγή από τον φορέα» κατά τη διάταξη αυτή αφορά την ημέρα κατά την οποία ο αρμόδιος φορέας του κράτους απασχολήσεως καταβάλλει την επίμαχη οικογενειακή παροχή.

53

Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, παρέλκει η εξέταση του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος, υπό βʹ και γʹ.

Επί των δικαστικών εξόδων

54

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) αποφαίνεται:

 

1)

Όσον αφορά τη νομισματική μετατροπή παροχής για συντηρούμενο τέκνο προκειμένου να καθορισθεί το ενδεχόμενο ποσό διαφορικού συμπληρώματος δυνάμει του άρθρου 68, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για το συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 988/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, η εφαρμογή και η ερμηνεία του άρθρου 90 του κανονισμού (ΕΚ) 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004, καθώς και της αποφάσεως H3 της διοικητικής επιτροπής για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, της 15ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με την ημερομηνία που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό των τιμών μετατροπής που αναφέρονται στο άρθρο 90 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009, δεν επηρεάζονται από το ότι η παροχή αυτή καταβάλλεται σε ελβετικά φράγκα από ελβετικό φορέα.

 

2)

Η απόφαση H3 της 15ης Οκτωβρίου 2009 έχει την έννοια ότι το σημείο 2 αυτής είναι εφαρμοστέο κατά τη μετατροπή των νομισμάτων στα οποία είναι εκπεφρασμένες παροχές για συντηρούμενο τέκνο, προκειμένου να καθορισθεί το ενδεχόμενο ποσό διαφορικού συμπληρώματος δυνάμει του άρθρου 68, παράγραφος 2, του κανονισμού 883/2004, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 988/2009.

 

3)

Το σημείο 2 της αποφάσεως H3 της 15ης Οκτωβρίου 2009 έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση όπως η επίμαχη στη διαφορά της κύριας δίκης, η φράση «ημέρα κατά την οποία εκτελείται η συναλλαγή από τον φορέα» κατά τη διάταξη αυτή αφορά την ημέρα κατά την οποία ο αρμόδιος φορέας του κράτους απασχολήσεως καταβάλλει την επίμαχη οικογενειακή παροχή.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.