ΠΡΟΤΆΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΫ ΕΙΣΑΓΓΕΛΈΑ

PAOLO MENGOZZI

της 13ης Δεκεμβρίου 2012 ( 1 )

Υπόθεση C-619/11

Patricia Dumont de Chassart

κατά

Office national d’allocations familiales pour travailleurs salariés (ONAFTS)

[αίτηση του Tribunal du travail de Bruxelles (Βέλγιο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Κοινωνική πρόνοια — Κανονισμός (ΕΟΚ)1408/71 — Άρθρο 79 ‐ Παροχές υπέρ ορφανών τέκνων εργαζομένων υπαχθέντων στη νομοθεσία περισσοτέρων κρατών μελών βαρύνουσες το κράτος μέλος κατοικίας του ορφανού — Μη συνυπολογισμός του χρόνου ασφαλίσεως που η σύζυγος του θανόντος πραγματοποίησε σε άλλο κράτος μέλος — Άνιση μεταχείριση»

1. 

Το προδικαστικό ερώτημα που υποβάλλει στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως το Tribunal du travail de Bruxelles, αιτούν δικαστήριο, αφορά το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 ( 2 ) (στο εξής: κανονισμός 1408/71) και, ειδικότερα, την περιλαμβανομένη στο στοιχείο αʹ της εν λόγω διατάξεως παραπομπή στο άρθρο 72 του ιδίου κανονισμού. Οι διατάξεις αυτές αναθεωρήθηκαν πλήρως με τον κανονισμό (ΕΚ) 883/2004 ( 3 ), ο οποίος κατήργησε και αντικατέστησε τον κανονισμό 1408/71 από 1ης Μαΐου 2010. Οι νέες διατάξεις δεν ασκούν, ωστόσο, επιρροή στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως.

2. 

Η διαφορά της κύριας δίκης αφορά προσφυγή την οποία άσκησε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου η P. Dumont de Chassart κατά αποφάσεως του βελγικού ταμείου οικογενειακών επιδομάτων μισθωτών (Office national d’allocations familiales pour travailleurs salariés· στο εξής: ONAFTS), με την οποία απερρίφθη η αίτησή της για τη χορήγηση οικογενειακών παροχών υπέρ ορφανών τέκνων. Στο πλαίσιο αυτό το Δικαστήριο καλείται, κατ’ ουσίαν, να διευκρινίσει αν οι διατάξεις του κανονισμού 1408/71, οι οποίες καθορίζουν την εθνική κανονιστική ρύθμιση που εφαρμόζεται για τη χορήγηση των οικογενειακών παροχών για «ορφανό μισθωτού ή μη μισθωτού θανόντος εργαζομένου», αποκλείουν τη δυνατότητα εφαρμογής της αρχής του συνυπολογισμού του χρόνου ασφαλίσεως που ο επιζών εργαζόμενος γονέας έχει πραγματοποιήσει σε άλλο κράτος μέλος, μολονότι, όπως εν προκειμένω, το εθνικό δίκαιο επιτρέπει, προκειμένου για τη θεμελίωση αιτήσεως παροχής οικογενειακών παροχών για ορφανά τέκνα, να λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος ασφαλίσεως του εν λόγω γονέα.

3. 

Το ενδιαφέρον της υπό κρίση υποθέσεως έγκειται στο γεγονός ότι, εν αντιθέσει προς την πλειονότητα των συναφών διαφορών επί των οποίων έχει αποφανθεί το Δικαστήριο, η εν λόγω υπόθεση δεν αφορά ζήτημα σχετικό με τη σώρευση παροχών που οφείλονται συγχρόνως σε διαφορετικά κράτη μέλη ( 4 ), αλλά περισσότερο τη σχέση μεταξύ των διατάξεων του κανονισμού 1408/71 και του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου.

I – Κανονιστικό πλαίσιο

Α – Δίκαιο της Ένωσης

4.

Το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο 7 («Οικογενειακές παροχές») του τίτλου του III. Το εν λόγω άρθρο, το οποίο επιγράφεται «Συνυπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής δραστηριότητας», ορίζει:

«Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους η νομοθεσία του οποίου εξαρτά την κτήση του δικαιώματος παροχών από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής δραστηριότητας, λαμβάνει υπόψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής δραστηριότητας που πραγματοποιήθηκαν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, σαν να επρόκειτο για περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός.»

5.

Τα άρθρα 78 και 79 του ιδίου κανονισμού περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο 8 του τίτλου του III, το οποίο είναι αφιερωμένο στις «Παροχές για τέκνα συντηρούμενα από δικαιούχους συντάξεων και για ορφανά».

6.

Το άρθρο 78 του κανονισμού 1408/71, με τίτλο «Ορφανά», ορίζει:

«1.   Ο όρος “παροχές”, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, σημαίνει τα οικογενειακά επιδόματα και, ανάλογα με την περίπτωση, τα συμπληρωματικά ή τα ειδικά επιδόματα που προβλέπονται για τα ορφανά.

2.   Οι παροχές για ορφανά χορηγούνται, οποιοδήποτε κι αν είναι το κράτος μέλος κατοικίας του ορφανού ή του φυσικού ή νομικού προσώπου που βαρύνεται με την πραγματική συντήρησή του, κατά τους ακόλουθους κανόνες:

[...]

β)

για το ορφανό αποθανόντος μισθωτού ή μη μισθωτού ο οποίος είχε υπαχθεί στις νομοθεσίες πολλών κρατών μελών:

i)

σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους στο έδαφος του οποίου κατοικεί το ορφανό, αν το δικαίωμα για μια από τις παροχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 γεννήθηκε κατά τη νομοθεσία του κράτους αυτού, αφού ληφθούν υπόψη, ενδεχομένως, οι διατάξεις του άρθρου 79 παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, [...]».

7.

Το άρθρο 79 του κανονισμού 1408/71, με τίτλο «Κοινές διατάξεις παροχών για συντηρούμενα τέκνα δικαιούχων συντάξεων και για ορφανά», ορίζει:

«1.   Οι παροχές, υπό την έννοια των άρθρων […], 78 [...] καταβάλλονται σύμφωνα με τη νομοθεσία που ορίζεται κατ’ εφαρμογή των άρθρων αυτών από τον φορέα που είναι αρμόδιος για την εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής και εις βάρος του, σαν να είχε υπαχθεί [...] ο αποθανών αποκλειστικά στη νομοθεσία του αρμοδίου κράτους.

Πάντως:

α)

αν η νομοθεσία αυτή προβλέπει ότι η κτήση, η διατήρηση ή η ανάκτηση του δικαιώματος παροχών εξαρτάται από τη διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως, απασχολήσεως, μη μισθωτής δραστηριότητας ή κατοικίας, η διάρκεια αυτή καθορίζεται αφού ληφθούν υπόψη, εφόσον είναι ανάγκη, οι διατάξεις [...] του άρθρου 72, [...].

[...]»

Εθνικό δίκαιο

8.

Το άρθρο 56bis, παράγραφος 1, των κωδικοποιημένων τη 19η Δεκεμβρίου 1939 νόμων περί των οικογενειακών επιδομάτων μισθωτών (στο εξής: κωδικοποιημένοι νόμοι) ορίζει, κατ’ ουσίαν, ότι δικαιούται των οικογενειακών παροχών για ορφανά τέκνα το ορφανό τέκνο του οποίου ο θανών ή επιζών γονέας είχε θεμελιώσει, κατά το διάστημα των αμέσως προηγούμενων του θανάτου δώδεκα μηνών, δικαίωμα για τη λήψη τουλάχιστον έξι μηνιαίων κατ’ αποκοπήν (βασικών) επιδομάτων δυνάμει των εν λόγω κωδικοποιημένων νόμων.

II – Πραγματικά περιστατικά, διαδικασία ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου και προδικαστικό ερώτημα

9.

Η προσφεύγουσα της κύριας δίκης, P. Dumont de Chassart, είναι Βελγίδα υπήκοος, χήρα του G. Descampe, επίσης Βέλγου υπηκόου. Το ζεύγος απέκτησε ένα τέκνο, τον Diego Descampe, ομοίως βελγικής υπηκοότητας, ο οποίος γεννήθηκε στη Γαλλία το 2000.

10.

Η οικογένεια διέμενε επί έτη στη Γαλλία, όπου οι δύο γονείς εργάζονταν. Ειδικότερα, από τη δικογραφία προκύπτει ότι η P. Dumont de Chassart εργάσθηκε στη Γαλλία ως μισθωτή και, συγκεκριμένα, ως ψυχολόγος σε σύλλογο για παιδιά, από της 28ης Σεπτεμβρίου 1993 έως την 31η Αυγούστου 2008. Ο G. Descampe, αντιθέτως, άσκησε μισθωτή δραστηριότητα τόσο στο Βέλγιο (κατά τα διαστήματα 1968-1976 και 1987-1998) όσο και στη Γαλλία, έως το 2002. Από το 2002, όμως, και έως τον θάνατό του, την 25η Απριλίου 2008, ο G. Descampe δεν άσκησε καμία επαγγελματική δραστηριότητα και έζησε στη Γαλλία σε καθεστώς «πρόωρης συνταξιοδοτήσεως», χωρίς να εισπράττει κάποιο εισόδημα ή αποζημίωση.

11.

Την 31η Αυγούστου 2008, ήτοι λίγους μήνες μετά τον θάνατο του G. Descampe, η P. Dumont de Chassart και το τέκνο της εγκαταστάθηκαν στο Βέλγιο, όπου η P. Dumont de Chassart, αφού εργάσθηκε για περίπου ένα μήνα, έμεινε άνεργη.

12.

Τη 13η Οκτωβρίου 2008 η P. Dumont de Chassart υπέβαλε στο ONAFTS αίτηση για τη χορήγηση οικογενειακών παροχών για ορφανά τέκνα.

13.

Μολονότι της χορήγησε αναδρομικώς, από της 9ης Μαρτίου 2009 και από της 6ης Απριλίου 2009, αντιστοίχως, τα οικογενειακά επιδόματα, καθώς και πρόσθετο επίδομα μονογονεϊκής οικογένειας, το ONAFTS, με απόφαση της 20ής Οκτωβρίου 2009, απέρριψε την αίτηση της P. Dumont de Chassart περί χορηγήσεως οικογενειακών παροχών για ορφανά τέκνα. Σύμφωνα με το αιτιολογικό της απορριπτικής αποφάσεως, ο θανών πατέρας δεν είχε θεμελιώσει, κατά το διάστημα των αμέσως προηγούμενων του θανάτου του δώδεκα μηνών, δικαίωμα για τη λήψη τουλάχιστον έξι μηνιαίων κατ’ αποκοπήν επιδομάτων, όπως απαιτεί το άρθρο 56bis των κωδικοποιημένων νόμων.

14.

Την 4η Φεβρουαρίου 2010 η P. Dumont de Chassart άσκησε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου προσφυγή κατά της απορριπτικής αποφάσεως, υποστηρίζοντας ότι το ONAFTS όφειλε να της χορηγήσει τις παροχές για ορφανά τέκνα λαμβάνοντας υπόψη τον χρόνο ασφαλίσεως που η ίδια είχε πραγματοποιήσει στη Γαλλία προ του θανάτου του συζύγου της.

15.

Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, κατά το άρθρο 78, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, περίπτωση i, του κανονισμού 1408/71, εφαρμοστέο δίκαιο είναι αυτό του κράτους μέλους κατοικίας του ορφανού και ότι, ως εκ τούτου, από 1ης Σεπτεμβρίου 2008 επί της καταστάσεως της P. Dumont de Chassart τυγχάνει εφαρμογής το βελγικό δίκαιο. Το εν λόγω δικαστήριο επισημαίνει επίσης ότι, κατά το άρθρο 56bis των κωδικοποιημένων νόμων, βάση της αιτήσεως για τη χορήγηση οικογενειακών παροχών για ορφανά τέκνα δύναται να αποτελεί τόσο η κατάσταση του θανόντος γονέα όσο και αυτή του επιζώντος γονέα. Εντούτοις, εν προκειμένω, η εν λόγω αίτηση δεν δύναται να θεμελιωθεί στην κατάσταση του θανόντος γονέα καθόσον αυτός, κατά το διάστημα των αμέσως προηγούμενων του θανάτου του δώδεκα μηνών, δεν είχε συγκεντρώσει τις προϋποθέσεις που ορίζονται από το άρθρο 56bis των κωδικοποιημένων νόμων. Η κατάσταση της P. Dumont de Chassart, αντιθέτως, θα μπορούσε να αποτελέσει βάση της αιτήσεως μόνο στην περίπτωση κατά την οποία ο χρόνος εργασίας στη Γαλλία μπορούσε να εξομοιωθεί με χρόνο εργασίας στο Βέλγιο. Κατά το αιτούν δικαστήριο, τούτο θα ήταν δυνατόν μόνον εάν επί της καταστάσεως της προσφεύγουσας εφαρμοζόταν το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71, το οποίο προβλέπει συνυπολογισμό του χρόνου ασφαλίσεως και απασχολήσεως.

16.

Εντούτοις, κατά το αιτούν δικαστήριο, εν προκειμένω η εφαρμογή του άρθρου 72 του κανονισμού 1408/71 επί της καταστάσεως της P. Dumont de Chassart αποκλείεται, καθόσον, όπως επισημαίνεται με την απόφαση του ONAFTS, η περιλαμβανόμενη στο άρθρο 79, παράγραφος 1, του ιδίου κανονισμού παραπομπή στο άρθρο 72 αφορά αποκλειστικώς τον θανόντα εργαζόμενο γονέα. Η ratio της αποκλειστικής παραπομπής στον θανόντα γονέα συνδέεται, κατά το αιτούν δικαστήριο, με το γεγονός ότι το δικαίωμα στις οικογενειακές παροχές για το ορφανό τέκνο γεννάται λόγω του θανάτου του γονέα. Επομένως, το ratione personae πεδίο εφαρμογής του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 και, κατά συνέπεια, της περιλαμβανομένης σε αυτό παραπομπής στο άρθρο 72 είναι πιο περιορισμένο σε σχέση με αυτό του άρθρου 56bis των κωδικοποιημένων νόμων, το οποίο αναφέρεται, αντιθέτως, στην κατάσταση αμφοτέρων των γονέων. Το στοιχείο αυτό δεν επιτρέπει εν προκειμένω να ληφθεί υπόψη η κατάσταση του επιζώντος εργαζόμενου γονέα.

17.

Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, ως εκ τούτου, εάν η κατάσταση που προκύπτει από τη συνδυασμένη εφαρμογή του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 και του άρθρου 56bis των κωδικοποιημένων νόμων είναι σύμφωνη προς τις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων. Ειδικότερα, το εν λόγω δικαστήριο εκφράζει επιφυλάξεις σε σχέση με τη διάκριση μεταξύ των ορφανών τέκνων γονέων οι οποίοι ουδέποτε εγκατέλειψαν τη βελγική επικράτεια για να ασκήσουν επαγγελματική δραστηριότητα στην Ένωση και των τέκνων των οποίων οι γονείς, πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είχαν επί ορισμένο διάστημα την κατοικία τους σε άλλο κράτος μέλος όπου, κατά το κρίσιμο για τη βελγική νομοθεσία χρονικό διάστημα, ο επιζών γονέας εργάσθηκε, ενώ ο θανών γονέας δεν άσκησε κάποια επαγγελματική δραστηριότητα. Συγκεκριμένα, προκειμένου για τα τέκνα της πρώτης κατηγορίας, ο επιζών γονέας που εργάσθηκε στο Βέλγιο κατά την περίοδο αναφοράς δύναται να επικαλεσθεί, πέραν του χρόνου ασφαλίσεως του θανόντος γονέα, τον χρόνο ασφαλίσεως που ο ίδιος πραγματοποίησε στο Βέλγιο, ενώ, προκειμένου για τα τέκνα της δεύτερης κατηγορίας, η κατ’ αυτόν τον τρόπο ερμηνευόμενη μέθοδος συνυπολογισμού του χρόνου ασφαλίσεως δεν παρέχει στον επιζώντα γονέα τη δυνατότητα να «εισαγάγει» στο Βέλγιο τον χρόνο ασφαλίσεως που ο ίδιος πραγματοποίησε σε άλλο κράτος μέλος.

18.

Υπό αυτές τις συνθήκες, το αιτούν δικαστήριο ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Παραβιάζει το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού [...] 1408/71 τις γενικές αρχές της ισότητας και της ίσης μεταχειρίσεως, που κατοχυρώνονται, μεταξύ άλλων, από το άρθρο 14 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, η οποία υπεγράφη στη Ρώμη την 4η Νοεμβρίου 1950, σε συνδυασμό, ενδεχομένως, με τα άρθρα [20, 45 και/ή 49 ΣΛΕΕ], στην περίπτωση κατά την οποία αυτό ερμηνευθεί ως επιτρέπον την εφαρμογή των προβλεπόμενων από το άρθρο 72 του κανονισμού [...] 1408/71 [...] κανόνων εξομοιώσεως του χρόνου ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής εργασίας αποκλειστικώς ως προς τον θανόντα γονέα, με αποτέλεσμα το άρθρο 56bis, παράγραφος 1, των κωδικοποιημένων νόμων [...] να μην παρέχει στον επιζώντα γονέα, ανεξαρτήτως της ιθαγενείας του, εφόσον βεβαίως πρόκειται για υπήκοο κράτους μέλους ή πρόσωπο εμπίπτον στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού [...] 1408/07, ο οποίος εργάσθηκε σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά το διάστημα των δώδεκα μηνών που προβλέπεται από το άρθρο 56bis, παράγραφος 1, των κωδικοποιημένων νόμων [...], τη δυνατότητα να αποδείξει ότι πληροί την προϋπόθεση κατά την οποία, ως δικαιούχος κατά την έννοια του άρθρου 51, παράγραφος 3, σημείο 1, των κωδικοποιημένων νόμων [...]., θα πρέπει να έχει θεμελιώσει δικαίωμα λήψεως έξι κατ’ αποκοπήν μηνιαίων επιδομάτων κατά το διάστημα των προηγούμενων του θανάτου δώδεκα μηνών, δυνατότητα η οποία παρέχεται, αντιθέτως, στον επιζώντα γονέα, είτε αυτός είναι Βέλγος υπήκοος είτε υπήκοος άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος εργάσθηκε αποκλειστικώς στο Βέλγιο κατά τη διάρκεια της δωδεκάμηνης περιόδου που προβλέπεται από το άρθρο 56bis, παράγραφος 1, των κωδικοποιημένων νόμων [...], ενδεχομένως διότι αυτός ουδέποτε εγκατέλειψε τη βελγική επικράτεια;».

III – Διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

19.

Η διάταξη περί παραπομπής περιήλθε στη Γραμματεία την 30ή Νοεμβρίου 2011. Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν η P. Dumont de Chassart, η Βελγική Κυβέρνηση, το Συμβούλιο και η Επιτροπή.

20.

Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η οποία διεξήχθη την 7η Νοεμβρίου 2012, παρενέβησαν η P. Dumont de Chassart, η Βελγική Κυβέρνηση, το Συμβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

IV – Νομική ανάλυση

21.

Με το προδικαστικό ερώτημά του το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 παραβιάζει τις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων στον βαθμό κατά τον οποίο, υπό περιστάσεις όπως αυτές της διαφοράς της κύριας δίκης, επιτρέποντας την εφαρμογή των προβλεπόμενων από το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 κανόνων για την εξομοίωση του χρόνου ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής εργασίας αποκλειστικώς σε σχέση με τον θανόντα εργαζόμενο γονέα, αποκλείει, προκειμένου για τη χορήγηση παροχών για ορφανά, τον συνυπολογισμό του εν λόγω χρόνου για τον επιζώντα εργαζόμενο γονέα που έχει εργασθεί σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μολονότι η εθνική κανονιστική ρύθμιση επιτρέπει να λαμβάνεται υπόψη η κατάσταση του επιζώντος γονέα για τη θεμελίωση της αιτήσεως χορηγήσεως των εν λόγω παροχών.

22.

Προ της αναλύσεως του υποβληθέντος από το αιτούν δικαστήριο προδικαστικού ερωτήματος, επιβάλλεται η εξέταση ενός προκαταρκτικής φύσεως επιχειρήματος το οποίο προβάλλεται από τη Βελγική Κυβέρνηση και αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής επί της υπό κρίση υποθέσεως του κανονισμού 1408/71.

Επί της δυνατότητας εφαρμογής του κανονισμού 1408/71

23.

Η Βελγική Κυβέρνηση υποστηρίζει εκ προοιμίου ότι, δεδομένου ότι ο G. Descampe έπαυσε κάθε επαγγελματική δραστηριότητα τον Απρίλιο του 2002 και εφόσον, συνεπώς, έως τον θάνατό του, τον Απρίλιο του 2008, δεν υπαγόταν πλέον σε κάποιο σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως, αυτός δεν μπορούσε να θεωρείται, κατά τον χρόνο του θανάτου του, μισθωτός ή μη μισθωτός εργαζόμενος κατά την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1408/71. Κατά συνέπεια, οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώματα δεν δύνανται να επικαλούνται τα δικαιώματα που απονέμει ο εν λόγω κανονισμός.

24.

Επιβάλλεται, ωστόσο, συναφώς η επισήμανση ότι το άρθρο 2, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, το οποίο καθορίζει το πεδίο εφαρμογής του ratione personae, ορίζει ότι «[ο] παρών κανονισμός ισχύει για μισθωτούς ή μη μισθωτούς και για σπουδαστές, που υπάγονται ή υπήχθησαν στη νομοθεσία ενός ή περισσότερων από τα κράτη μέλη και είναι υπήκοοι ενός από τα κράτη μέλη [...], καθώς και για τα μέλη της οικογένειάς τους και για τους επιζώντες τους» ( 5 ).

25.

Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι ο G. Descampe ήταν υπήκοος κράτους μέλους, του Βελγίου, και ότι αυτός, έχοντας εργασθεί ως μισθωτός στη Γαλλία και στο Βέλγιο, υπήχθη στη νομοθεσία περισσοτέρων κρατών μελών. Ομοίως, δεν αμφισβητείται ότι τόσο το ορφανό τέκνο όσο και η σύζυγος του θανόντος είναι μέλη της οικογενείας του και επιζώντες κατά την έννοια του κανονισμού 1408/71.

26.

Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι, κατά την άποψή μου, αναμφίβολο ότι ο κανονισμός 1408/71 τυγχάνει εφαρμογής επί της διαφοράς της κύριας δίκης.

27.

Ως προς τη δυνατότητα εφαρμογής του κανονισμού 1408/71 πρέπει, χάριν πληρότητας, να προστεθεί ότι αυτός τυγχάνει εφαρμογής και ratione temporis, καθώς η αίτηση της P. Dumont de Chassart υπεβλήθη τον Οκτώβριο του 2008, ήτοι προ της ενάρξεως ισχύος του νέου κανονισμού 883/2004, ο οποίος, όπως έχει ήδη επισημανθεί, κατήργησε και αντικατέστησε τον κανονισμό 1408/71 από 1ης Μαΐου 2010 ( 6 ).

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

28.

Προχωρώντας στην επί της ουσίας εξέταση του υποβληθέντος από το αιτούν δικαστήριο προδικαστικού ερωτήματος, οφείλω εξαρχής να επισημάνω ότι πρόκειται κατ’ ουσίαν για ερώτημα περί του κύρους του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 υπό το πρίσμα των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων. Εντούτοις, είναι ομοίως σαφές ότι το ζήτημα κύρους που εγείρει το αιτούν δικαστήριο βασίζεται σε συγκεκριμένη ερμηνεία του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, ήτοι στην προαναφερθείσα με το σημείο 16 στενή ερμηνεία στην οποία προέβη το ONAFTS και την οποία φαίνεται να ενστερνίζεται το αιτούν δικαστήριο. Κατά την εν λόγω ερμηνεία, εφόσον η περιλαμβανόμενη στο άρθρο 79, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1408/71 παραπομπή στο άρθρο 72 του ιδίου κανονισμού αφορά αποκλειστικώς την κατάσταση του θανόντος εργαζόμενου γονέα, ο συνυπολογισμός του χρόνου ασφαλίσεως που έχει πραγματοποιήσει ο επιζών εργαζόμενος γονέας, κατ’ ουσίαν, αποκλείεται, έστω και αν η εθνική κανονιστική ρύθμιση επιτρέπει τη συνεκτίμηση του χρόνου ασφαλίσεώς του προς θεμελίωση της αιτήσεως χορηγήσεως οικογενειακών παροχών για ορφανά τέκνα.

29.

Στο πλαίσιο αυτό και προκειμένου να δοθεί λυσιτελής απάντηση στο υποβληθέν από το αιτούν δικαστήριο προδικαστικό ερώτημα, σημείο αφετηρίας θα πρέπει να αποτελέσει η πάγια νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με τους σκοπούς του κανονισμού 1408/71. Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο έχει κρίνει κατ’ επανάληψην ότι ο κανονισμός 1408/71 δεν καθιερώνει κοινό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως, αλλά διατηρεί ως έχουν τα διάφορα εθνικά συστήματα, σκοπώντας αποκλειστικώς στον μεταξύ τους συντονισμό ( 7 ). Πράγματι, το σύστημα που ετέθη σε εφαρμογή με τον κανονισμό 1408/71 είναι απλώς σύστημα συντονισμού, το οποίο καθιστά, ειδικότερα, δυνατό τον προσδιορισμό της ή των νομοθεσιών που τυγχάνουν εφαρμογής επί των μισθωτών και μη μισθωτών οι οποίοι, υπό ποικίλες περιστάσεις, ασκούν το δικαίωμά τους ελεύθερης κυκλοφορίας ( 8 ).

30.

Κατά πάγια νομολογία, τα κράτη μέλη παραμένουν αρμόδια να καθορίζουν τις προϋποθέσεις χορηγήσεως των παροχών κοινωνικής προνοίας, προϋποθέσεις τις οποίες δύνανται ακόμη και να καθιστούν αυστηρότερες, υπό τον όρον ότι αυτές δεν συνεπάγονται πρόδηλη ή συγκεκαλυμμένη διάκριση μεταξύ των εργαζομένων της Ένωσης ( 9 ). Κατά πάγια επίσης νομολογία, κατά τον καθορισμό των εν λόγω προϋποθέσεων, τα κράτη μέλη οφείλουν να τηρούν το δίκαιο της Ένωσης και, ιδίως, να ενεργούν συμφώνως προς τον επιδιωκόμενο από τον κανονισμό 1408/71 σκοπό, καθώς και προς τις αρχές επί των οποίων αυτός βασίζεται ( 10 ).

31.

Συναφώς, το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει επίσης ότι, όπως επισημαίνεται με τη δεύτερη και την τέταρτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 1408/71, σκοπός αυτού είναι η εξασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των μισθωτών και μη μισθωτών εργαζομένων εντός της Ένωσης, άνευ, ωστόσο, αγνοήσεως των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των εθνικών νομοθεσιών κοινωνικής προνοίας. Προς τούτο, όπως προκύπτει από την πέμπτη, την έκτη και τη δέκατη αιτιολογική του σκέψη, ο εν λόγω κανονισμός εγκολπώνεται την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως των εργαζομένων στο πλαίσιο της εφαρμογής των διαφόρων εθνικών νομοθεσιών και σκοπεί στην εξασφάλιση, κατά τον βέλτιστο τρόπο, της ίσης μεταχειρίσεως όλων των εργαζομένων που απασχολούνται στο έδαφος κράτους μέλους, καθώς και της μη δυσμενούς μεταχειρίσεως εκείνων εκ των εργαζομένων που ασκούν το δικαίωμά τους ελεύθερης κυκλοφορίας ( 11 ).

32.

Οι αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων στις οποίες αναφέρεται το αιτούν δικαστήριο με το προδικαστικό ερώτημά του αποτελούν, επομένως, κομβικής σημασίας αρχές για τον κανονισμό 1408/71.

33.

Όσον αφορά, ειδικότερα, τις παροχές για ορφανά τέκνα, οι οποίες αποτελούν την αιτία της αντιδικίας ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, αυτές διέπονται από τα άρθρα 78 και 79 του κεφαλαίου 8 του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού 1408/71.

34.

Ως προς το άρθρο 78 του κανονισμού 1408/71, το Δικαστήριο έχει επισημάνει επανειλημμένως ότι αυτό σκοπεί στον προσδιορισμό του κράτους μέλους του οποίου η νομοθεσία διέπει τη χορήγηση των παροχών για τα ορφανά τέκνα, παροχών οι οποίες, ως εκ τούτου, χορηγούνται, κατ’ αρχήν, συμφώνως προς τη νομοθεσία αυτού μόνο του κράτους μέλους, κατ’ επιταγήν της καθιερούμενης με το άρθρο 13, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 αρχής της αποκλειστικότητας της εφαρμοστέας νομοθεσίας. Από την παράγραφο 2, στοιχείο βʹ, περίπτωση i, του άρθρου 78 προκύπτει ότι, στην περίπτωση κατά την οποία ο θανών εργαζόμενος είχε υπαχθεί στις νομοθεσίες περισσοτέρων κρατών μελών, οι εν λόγω παροχές χορηγούνται συμφώνως προς τη νομοθεσία του κράτους στο οποίο κατοικεί το ορφανό τέκνο ( 12 ).

35.

Αφού προσδιορισθεί το κράτος μέλος του οποίου η νομοθεσία διέπει τη χορήγηση των παροχών για τα ορφανά τέκνα, το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 ορίζει περαιτέρω ότι η καταβολή των εν λόγω παροχών βαρύνει τον φορέα που είναι αρμόδιος για την εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής, σαν να είχε υπαχθεί ο θανών αποκλειστικώς στη νομοθεσία του αρμοδίου κράτους. Συνεπώς, ο εν λόγω κανόνας, αφενός, προβλέπει τον φορέα που βαρύνεται με την καταβολή των παροχών για ορφανά τέκνα και, αφετέρου, υπαγορεύει τον τρόπο εφαρμογής της νομοθεσίας του αρμοδίου κράτους μέλους, η οποία, συμφώνως προς την προαναφερθείσα αρχή της αποκλειστικότητας της εφαρμοστέας νομοθεσίας, πρέπει να εφαρμόζεται «σαν να» είχε υπαχθεί ο θανών αποκλειστικώς σε αυτήν. Η τελευταία αυτή ρύθμιση αποτελεί, κατά την άποψή μου, ενός είδους εγγύηση για τον πολίτη ο οποίος, έχοντας ασκήσει το δικαίωμά του ελεύθερης κυκλοφορίας, επωφελείται των διατάξεων του κανονισμού 1408/71. Η εγγύηση αυτή σκοπεί στην πρόληψη δυσμενών για τον ίδιο διακρίσεων κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας που προσδιορίζεται βάσει του κριτηρίου συνδέσεως του άρθρου 78 του εν λόγω κανονισμού.

36.

Το στοιχείο αʹ της παραγράφου 1 του άρθρου 79 μετριάζει, ωστόσο, την αρχή η οποία επιτάσσει την εφαρμογή της συγκεκριμένης νομοθεσίας «σαν να» είχε υπαχθεί ο θανών αποκλειστικώς σε αυτήν, ορίζοντας ότι, αν η εν λόγω εθνική νομοθεσία εξαρτά την κτήση, τη διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος προς λήψη των παροχών από τη διάρκεια του χρόνου ασφαλίσεως, πρέπει να εφαρμόζεται, εφόσον συντρέχει περίπτωση, η προβλεπόμενη από το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 αρχή του συνυπολογισμού του χρόνου ασφαλίσεως που έχει πραγματοποιηθεί στα διάφορα κράτη μέλη. Κατά την άποψή μου, ο εν λόγω κανόνας αποτελεί ομοίως ενός είδους εγγύηση για τον πολίτη ο οποίος, έχοντας ασκήσει το δικαίωμά του ελεύθερης κυκλοφορίας, επωφελείται των διατάξεων του κανονισμού 1408/71. Ειδικότερα, σκοπός του κανόνα είναι να εξασφαλίζεται ότι η εφαρμογή της εθνικής κανονιστικής ρυθμίσεως «σαν να» είχε υπαχθεί ο θανών αποκλειστικώς σε αυτήν δεν αποκλείει την εφαρμογή της αρχής του συνυπολογισμού η οποία καθιερώνεται με το άρθρο 48, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ και πραγματώνεται, καθόσον ενδιαφέρει εν προκειμένω, με το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71.

37.

Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο, προδήλως συντασσόμενο με τη θέση του ONAFTS, εκτιμά ότι το γεγονός ότι το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 αναφέρεται αποκλειστικώς στον θανόντα εργαζόμενο γονέα συνεπάγεται τον αποκλεισμό της δυνατότητας επικλήσεως της περιλαμβανόμενης στο στοιχείο αʹ της παραγράφου 1 του εν λόγω άρθρου παραπομπής στο άρθρο 72 του κανονισμού ως νομικού ερείσματος για τον συνυπολογισμό του χρόνου ασφαλίσεως που έχει πραγματοποιήσει ο επιζών εργαζόμενος γονέας, έστω και αν πρόκειται για περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, κατά την οποία η εθνική κανονιστική ρύθμιση επιτρέπει τη συνεκτίμηση της καταστάσεως του εν λόγω γονέα προς θεμελίωση της αιτήσεως χορηγήσεως παροχών για ορφανά τέκνα.

38.

Μια τέτοια ερμηνεία του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 δεν με βρίσκει ομόγνωμο.

39.

Συναφώς, επιβάλλεται κατ’ αρχάς η επισήμανση ότι από την προεκτεθείσα συλλογιστική προκύπτει ότι οι διατάξεις του κανονισμού 1408/71, εν γένει, και του άρθρου του 79, παράγραφος 1, ειδικότερα, επ’ ουδενί ορίζουν τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για τη χορήγηση των παροχών για ορφανά τέκνα. Συνεπείς προς την προμνησθείσα με τα σημεία 29 και 31 αποστολή του κανονισμού, όπως αυτή έχει αποκρυσταλλωθεί από τη νομολογία, οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν απλώς κανόνες ιδιωτικού διεθνούς δικαίου που σκοπούν στον προσδιορισμό του κράτους μέλους του οποίου η νομοθεσία τυγχάνει εφαρμογής και του οποίου ο φορέας βαρύνεται με την καταβολή των παροχών, καθώς και στην εξειδίκευση του τρόπου εφαρμογής της εν λόγω νομοθεσίας.

40.

Ο καθορισμός των προϋποθέσεων χορηγήσεως των παροχών για ορφανά τέκνα παραμένει, αντιθέτως, συμφώνως προς την προμνησθείσα με το σημείο 30 νομολογία, στην αρμοδιότητα των κρατών μελών.

41.

Ως εκ τούτου, κατά την άποψή μου, από την ίδια τη φύση των διατάξεων του κανονισμού 1408/71 ως κανόνων ιδιωτικού διεθνούς δικαίου προκύπτει ότι αυτές δεν δύνανται να εμποδίζουν τις εθνικές αρχές να λαμβάνουν υπόψη προϋποθέσεις που προβλέπονται από την εθνική κανονιστική ρύθμιση για τη χορήγηση παροχών για ορφανά τέκνα ( 13 ).

42.

Δεύτερον, επιβάλλεται η υπόμνηση ότι, κατά πάγια νομολογία, οι διατάξεις του κανονισμού 1408/71 πρέπει να ερμηνεύονται υπό το πρίσμα του άρθρου 48 ΣΛΕΕ, το οποίο σκοπεί στην πληρέστερη δυνατή πραγμάτωση της ελεύθερης κυκλοφορίας των διακινούμενων εργαζομένων ( 14 ).

43.

Συναφώς, όπως προκύπτει από την πρώτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 1408/71, οι προβλεπόμενοι από τον εν λόγω κανονισμό κανόνες συντονισμού των εθνικών νομοθεσιών περί κοινωνικής ασφαλίσεως εντάσσονται στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων και πρέπει να συμβάλλουν στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και των συνθηκών εργασίας τους ( 15 ).

44.

Στο πλαίσιο αυτό το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι ενδεχόμενη ερμηνεία του κανονισμού 1408/71 ως απαγορεύοντος σε κράτος μέλος να παρέχει στους εργαζομένους και στα μέλη της οικογενείας τους κοινωνική προστασία ευρύτερη εκείνης που συνεπάγεται η εφαρμογή του όχι μόνο θα αντέβαινε στους σκοπούς του εν λόγω κανονισμού αλλά και θα αφίστατο των στόχων και του πλαισίου του άρθρου 48 ΣΛΕΕ ( 16 ).

45.

Πράγματι, η ρύθμιση της Ένωσης για τον συντονισμό των εθνικών νομοθεσιών κοινωνικής ασφαλίσεως δεν μπορεί, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των σκοπών που επιδιώκει, να εφαρμόζεται κατά τρόπον ώστε να στερεί στον διακινούμενο εργαζόμενο ή στους εξ αυτού έλκοντες δικαιώματα παροχές χορηγούμενες αποκλειστικώς δυνάμει της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους, εκτός αν προβλέπεται συναφώς ρητή εξαίρεση συνάδουσα προς τους σκοπούς αυτούς ( 17 ). Συμφώνως προς την εν λόγω αρχή, το Δικαστήριο αποκρούει παγίως οιαδήποτε ερμηνεία των διατάξεων του κανονισμού 1408/71 δυνάμενη να επιφέρει απώλεια παροχών κοινωνικής προνοίας που κατοχυρώνονται από τη νομοθεσία κράτους μέλους ( 18 ).

46.

Στην υπό κρίση υπόθεση είναι, κατά την άποψή μου, πρόδηλο ότι μια ερμηνεία του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 όπως η προταθείσα από το ONAFTS, την οποία ενστερνίζεται προφανώς και το αιτούν δικαστήριο, έχει ως αποτέλεσμα να απολλύει διακινούμενος εργαζόμενος που έχει ασκήσει το δικαίωμα του ελεύθερης κυκλοφορίας, όπως εν προκειμένω η P. Dumont de Chassart, το δικαίωμα σε παροχές κοινωνικής πρόνοιας το οποίο του απονέμεται από την εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία. Όπως δύναται να συναχθεί κατ’ αναλογίαν από τις επισημάνσεις στις οποίες προέβην στο πλαίσιο άλλης υποθέσεως ( 19 ) και από την προμνησθείσα με το σημείο 44 των προτάσεων νομολογία, ένα τέτοιο αποτέλεσμα δεν συνάδει προς το πνεύμα του εν λόγω κανονισμού και προς τους σκοπούς που υπηρετεί ο συντονισμός των εθνικών νομοθεσιών κοινωνικής προνοίας στον οποίο προσβλέπει το άρθρο 48 ΣΛΕΕ.

47.

Επιπροσθέτως, μολονότι μια τέτοια ερμηνεία δεν συνεπάγεται, όπως υποστήριξε η Βελγική Κυβέρνηση κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, διάκριση λόγω ιθαγένειας, καθόσον η κανονιστική ρύθμιση τυγχάνει εφαρμογής ανεξαρτήτως της υπηκοότητας, εισάγει διάκριση μεταξύ των εργαζομένων που έχουν ασκήσει το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και εκείνων που δεν το έχουν ασκήσει.

48.

Τρίτον, μια ερμηνεία του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 η οποία δεν αποκλείει τη δυνατότητα του εργαζόμενου γονέα που έχει ασκήσει το δικαίωμά του ελεύθερης κυκλοφορίας να επωφεληθεί των κανόνων που προβλέπουν τον συνυπολογισμό όλων των περιόδων απασχολήσεως όχι μόνον είναι η μόνη συνεπής προς τον σκοπό του κανονισμού, αλλά είναι και πιστή προς το γράμμα της διατάξεως.

49.

Συγκεκριμένα, μολονότι είναι αληθές ότι η παράγραφος 1 του άρθρου 79 του κανονισμού 1408/71 αναφέρεται στην κατάσταση του θανόντος προκειμένου να υπαγορεύσει τον τρόπο εφαρμογής της νομοθεσίας που προσδιορίζεται κατά το άρθρο 78 του ιδίου κανονισμού, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το στοιχείο αʹ της εν λόγω παραγράφου 1 του άρθρου 79, το οποίο περιλαμβάνει την παραπομπή στην προβλεπόμενη από το άρθρο 72 αρχή του συνυπολογισμού, δεν περιέχει κάποια αναφορά στην κατάσταση του θανόντος. Στην εν λόγω διάταξη δεν εντοπίζεται κανένα στοιχείο από το οποίο να μπορεί να συναχθεί ότι βούληση του νομοθέτη της Ένωσης ήταν ο περιορισμός της εφαρμογής της αρχής του συνυπολογισμού αποκλειστικώς επί του θανόντος και, συνεπώς, ο αποκλεισμός του επιζώντος εργαζόμενου γονέα, τούτο δε όταν η εθνική κανονιστική ρύθμιση προβλέπει τη δυνατότητα συνεκτιμήσεως του χρόνου ασφαλίσεως του επιζώντος γονέα προς θεμελίωση της αιτήσεως χορηγήσεως παροχών για ορφανά τέκνα.

50.

Συναφώς, επιβάλλεται επίσης η επισήμανση ότι η αρχή του σωρευτικού υπολογισμού των περιόδων ασφαλίσεως, κατοικίας ή απασχολήσεως κατοχυρώνεται απευθείας από τη ΣΛΕΕ, ιδίως από το άρθρο 48, στοιχείο αʹ, αυτής, και πραγματώνεται με διάφορους κανόνες του κανονισμού 1408/71, μεταξύ των οποίων το άρθρο 72 ( 20 ). Το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι πρόκειται για μια εκ των θεμελιωδών αρχών του συντονισμού, σε επίπεδο Ένωσης, των συστημάτων κοινωνικής προνοίας των κρατών μελών, σκοπός της οποίας είναι ακριβώς να εξασφαλίζεται, συμφώνως προς τους γενικούς σκοπούς του κανονισμού 1408/71, ότι η άσκηση του απονεμόμενου από τη ΣΛΕΕ δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας δεν συνεπάγεται απώλεια των προνομίων κοινωνικής προνοίας των οποίων θα απήλαυε ο εργαζόμενος αν είχε διανύσει όλη την επαγγελματική πορεία του σε ένα μόνον κράτος μέλος, καθώς μια τέτοια απώλεια θα μπορούσε να αποτρέπει τον εργαζόμενο της Ένωσης από την άσκηση του δικαιώματός του ελεύθερης κυκλοφορίας, συνιστώντας ως εκ τούτου εμπόδιο στην ελευθερία αυτή ( 21 ).

51.

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω εκτιμήσεων, φρονώ ότι το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως επιτρέπον την εφαρμογή των προβλεπόμενων από το άρθρο 72 του εν λόγω κανονισμού κανόνων για την εξομοίωση του χρόνου ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής εργασίας αποκλειστικώς με αναφορά στον θανόντα γονέα. Συνεπώς, οι εθνικές αρχές δεν δύνανται να επικαλούνται το εν λόγω άρθρο προκειμένου να μη λαμβάνουν υπόψη, συμφώνως προς την εθνική κανονιστική ρύθμιση, τον χρόνο ασφαλίσεως του επιζώντος γονέα που έχει εργασθεί σε άλλο κράτος μέλος της Ένωσης, ο οποίος θα μπορεί, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις, να επωφελείται των προβλεπόμενων από το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 κανόνων για την εξομοίωση του χρόνου ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής εργασίας. Δεδομένου τούτου, το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 δεν δύναται να συνεπάγεται παραβίαση των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων.

52.

Σε σχέση με την εφαρμογή της αρχής του συνυπολογισμού επιβάλλεται, τέλος, η εξέταση του επιχειρήματος που προβλήθηκε από τη Βελγική Κυβέρνηση και αποτέλεσε αντικείμενο αμφιλογίας κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ήτοι ότι η δραστηριότητα που ο επιζών εργαζόμενος γονέας άσκησε σε άλλο κράτος μέλος θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη αποκλειστικώς προς συμπλήρωση χρόνου ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής εργασίας που έχει διανυθεί στο Βέλγιο και, συνεπώς, η κατάσταση της P. Dumont de Chassart, η οποία κατά το προηγούμενο του θανάτου του συζύγου της έτος είχε εργασθεί αποκλειστικώς στη Γαλλία, δεν θα μπορούσε εν πάση περιπτώσει να ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο του προβλεπόμενου από το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 συνυπολογισμού ( 22 ).

53.

Συναφώς, επιβάλλεται η επισήμανση ότι, όπως απεφάνθη προσφάτως το Δικαστήριο, μια ερμηνεία της κατ’ άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 έννοιας «συνυπολογισμός» προϋποθέτουσα την πραγματοποίηση τουλάχιστον δύο περιόδων δραστηριότητας σε περισσότερα κράτη μέλη δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Λαμβανομένης υπόψη της εν λόγω νομολογιακής θέσεως, το κράτος μέλος του φορέα που είναι αρμόδιος για τη χορήγηση παροχής δεν δύναται να εξαρτά τη χορήγηση της εν λόγω παροχής από την πραγματοποίηση περιόδου δραστηριότητας στο έδαφός του και, συνεπώς, να αποκλείει τη θεμελίωση δικαιώματος σε κοινωνικοασφαλιστική παροχή στην περίπτωση κατά την οποία υφίσταται μία μόνο περίοδος δραστηριότητας πραγματοποιηθείσα στο έδαφος άλλου κράτους μέλους ( 23 ).

54.

Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο επισήμανε ότι το γράμμα του άρθρου 72 του κανονισμού 1408/71 επιτάσσει την προσμέτρηση, στο πλαίσιο του συνυπολογισμού, των «περιόδ[ων] ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής δραστηριότητας που πραγματοποιήθηκαν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους», σαν να επρόκειτο για περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει ο αρμόδιος φορέας.

55.

Πράγματι, συμφώνως προς τους προαναφερθέντες με τα σημεία 29 και 31 σκοπούς του, ο κανονισμός 1408/71 καθιερώνει σύστημα το οποίο εξασφαλίζει στους διακινούμενους εργαζομένους και στους εξ αυτών έλκοντες δικαιώματα την άθροιση «όλων των περιόδων» που λαμβάνονται υπόψη από τις διάφορες εθνικές νομοθεσίες, τόσο για τη γένεση και τη διατήρηση του δικαιώματος επί παροχών όσο και για τον υπολογισμό των εν λόγω παροχών.

56.

Συνεπώς, προκειμένου να χορηγήσει οικογενειακή παροχή, ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, εν προκειμένου του Βελγίου, δεν μπορεί να προαπαιτεί, πέραν της περιόδου απασχολήσεως ή δραστηριότητας που έχει πραγματοποιηθεί εντός άλλου κράτους, εν προκειμένω της Γαλλίας, την πραγματοποίηση πρόσθετης περιόδου ασφαλίσεως στο έδαφός του.

57.

Εν αντιθέσει προς την άποψη που υποστήριξε η Βελγική Κυβέρνηση κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η ερμηνεία της έννοιας του συνυπολογισμού στην οποία προέβη το Δικαστήριο με την απόφαση Bergström ( 24 ) δεν δύναται να τεθεί εν αμφιβόλω ούτε από το άρθρο 43 της αποφάσεως Perez Garcia ( 25 ), από το οποίο ουδόλως συνάγεται ότι η εφαρμογή του άρθρου 72 του κανονισμού 1408/71 προϋποθέτει την πραγματοποίηση περιόδου απασχολήσεως ή δραστηριότητας στο έδαφος του κράτους μέλους που βαρύνεται με την χορήγηση της οικογενειακής παροχής, ούτε από τις αποφάσεις Coonan και Vigier ( 26 ), οι οποίες επ’ ουδενί αφορούν τη χορήγηση οικογενειακών παροχών.

58.

Επιβάλλεται, τέλος, η επισήμανση ότι μια λύση η οποία επιτρέπει την εφαρμογή της προβλεπόμενης από το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 αρχής του συνυπολογισμού ομοίως επί του επιζώντος γονέα είναι συνεπής προς την επιλογή του Βελγίου να εφαρμόζει την εν λόγω αρχή στις περιπτώσεις οικογενειακών παροχών. Η ορθότητα της επιλογής αυτής επιβεβαιώνεται ρητώς από το σημείο 7 του στοιχείου A του παραρτήματος VI του κανονισμού 1408/71 («Ειδικές περιπτώσεις εφαρμογής των νομοθεσιών ορισμένων κρατών μελών») ( 27 ).

V – Πρόταση

59.

Βάσει των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να δώσει στο υποβληθέν από το Tribunal du travail de Bruxelles προδικαστικό ερώτημα την ακόλουθη απάντηση:

«Το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 δεν παραβιάζει τις αρχές της ισότητας και της απαγορεύσεως των διακρίσεων καθώς, υπό περιστάσεις όπως αυτές της διαφοράς της κύριας δίκης, δεν δύναται να ερμηνευθεί ως ορίζον ότι για την εφαρμογή των προβλεπόμενων από το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 κανόνων εξομοιώσεως του χρόνου ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής εργασίας λαμβάνεται υπόψη μόνον ο χρόνος ασφαλίσεως που είχε πραγματοποιήσει ο θανών εργαζόμενος γονέας, αποκλείοντας τον συνυπολογισμό του χρόνου ασφαλίσεως που έχει πραγματοποιήσει ο επιζών γονέας ο οποίος έχει εργασθεί σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τούτο δε όταν η εφαρμοστέα εθνική κανονιστική ρύθμιση προβλέπει τη δυνατότητα συνεκτιμήσεως και του δικού του ασφαλιστικού χρόνου προς θεμελίωση της αιτήσεως χορηγήσεως παροχών για ορφανά τέκνα.»


( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η ιταλική.

( 2 ) Κανονισμός του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 73), όπως τροποποιήθηκε και ενημερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 118/97 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 1996 (EE L 28, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 592/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008 (EE L 177, σ. 1). Ο τίτλος του κανονισμού ελήφθη εν προκειμένω από την κωδικοποιημένη έκδοσή του.

( 3 ) Ο κανονισμός (ΕK) 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας (ΕΕ L 166, σ. 1), κατήργησε και αντικατέστησε τον κανονισμό 1408/71 από 1ης Μαΐου 2010, ημερομηνίας κατά την οποία ετέθη σε ισχύ ο κανονισμός (ΕΚ) 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 (ΕΕ L 284, σ. 1).

( 4 ) Βλ., όλως ενδεικτικώς, αποφάσεις της 12ης Ιουνίου 1980, 733/79, Laterza (Συλλογή τόμος 1980/ΙΙ, σ. 291)· της 24ης Νοεμβρίου 1983, 320/82, D’Amario (Συλλογή 1983, σ. 3811)· της 27ης Φεβρουαρίου 1997, C-59/95, Bastos Moriana κ.λπ. (Συλλογή 1997, σ. I-1071)· της 24ης Σεπτεμβρίου 2002, C-471/99, Martínez Domínguez κ.λπ. (Συλλογή 2002, σ. I-7835), και της 20ής Οκτωβρίου 2011, C-225/10, Perez Garcia κ.λπ. (Συλλογή 2011, σ. Ι-10111).

( 5 ) Η υπογράμμιση δική μου. Το περιεχόμενο της εν λόγω διατάξεως διευρύνθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 307/1999 του Συμβουλίου, της 8ης Φεβρουαρίου 1999, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 και του κανονισμού (ΕΟΚ) 574/72 περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71, ούτως ώστε να επεκταθούν και στους σπουδαστές (ΕΕ L 38, σ. 1), με την προσθήκη των λέξεων «και για σπουδαστές» στην πρώτη ημιπερίοδο της διατάξεως.

( 6 ) Βλ. ανωτέρω, σημείο 1 και υποσημείωση 3.

( 7 ) Βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 5ης Ιουλίου 1988, 21/87, Borowitz (Συλλογή 1988, σ. 3715, σκέψη 23), της 3ης Απριλίου 2008, C-331/06, Chuck (Συλλογή 2008, σ. I-1957, σκέψη 27), και της 21ης Ιουλίου 2011, C-503/09, Stewart (Συλλογή 2011, σ. Ι-6497, σκέψεις 75 έως 77 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

( 8 ) Βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 9ης Μαρτίου 2006, C-493/04, Piatkowski (Συλλογή 2006, σ. I-2369, σκέψη 20)· της 18ης Ιουλίου 2006, C-50/05, Nikula (Συλλογή 2006, σ. I-7029, σκέψη 20)· της 3ης Απριλίου 2008, C-103/06, Derouin (Συλλογή 2008, σ. I-1853, σκέψη 20), και της 3ης Μαρτίου 2011, C-440/09, Tomaszewska (Συλλογή 2011, σ. Ι-1033, σκέψη 25).

( 9 ) Βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 20ής Σεπτεμβρίου 1994, C-12/93, Drake (Συλλογή 1994, σ. I-4337, σκέψη 27)· της 20ής Φεβρουαρίου 1997, C-88/95, C-102/95 και C-103/95, Martínez Losada κ.λπ. (Συλλογή 1997, σ. I-869, σκέψη 43)· της 20ής Ιανουαρίου 2005, C-306/03, Salgado Alonso (Συλλογή 2005, σ. I-705, σκέψη 27), καθώς και προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 8 απόφαση Tomaszewska (σκέψη 24).

( 10 ) Βλ. προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 8 απόφαση Tomaszewska (σκέψη 27).

( 11 ) Βλ. προπαρατεθείσες με την υποσημείωση 8 αποφάσεις Tomaszewska (σκέψη 28), Piatkowski (σκέψη 19) και Derouin (σκέψη 20).

( 12 ) Βλ., μεταξύ άλλων, προπαρατεθείσες με την υποσημείωση 4 αποφάσεις Bastos Moriana (σκέψη 15) και Martínez Domínguez (σκέψη 23).

( 13 ) Βλ., κατ’ αναλογίαν, τις επισημάνσεις στις οποίες προέβην με το σημείο 51 των προτάσεών μου στην υπόθεση C-208/07, von Chamier-Glisczinski (απόφαση της 16ης Ιουλίου 2009, Συλλογή 2009, σ. I-6095).

( 14 ) Βλ., ως πλέον πρόσφατη, απόφαση της 12ης Ιουνίου 2012, C-611/10 και 612/10, Hudzinski ( σκέψη 53 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Συναφώς, βλ. επίσης αποφάσεις της 9ης Νοεμβρίου 2006, C-205/05, Nemec (Συλλογή 2006, σ. I-10745, σκέψεις 37 και 38), και της 20ής Μαΐου 2008, C-352/06, Bosmann (Συλλογή 2008, σ. I-3827, σκέψη 29).

( 15 ) Βλ. προπαρατεθείσες με την υποσημείωση 14 αποφάσεις Bosmann (σκέψη 30) και Hudinzki (σκέψη 54).

( 16 ) Βλ. προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 13 απόφαση von Chamier-Glisczinski (σκέψη 56) και προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 14 απόφαση Hudzinki (σκέψη 55).

( 17 ) Βλ. αποφάσεις της 6ης Μαρτίου 1979, 100/78, Rossi (Συλλογή τόμος 1979/Ι, σ. 451, σκέψη 14), της 30ής Ιουνίου 2011, C-388/09, da Silva Martins (Συλλογή 2011, σ. Ι-5737, σκέψη 75), καθώς και προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 14 απόφαση Hudzinski (σκέψη 56).

( 18 ) Βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 9ης Δεκεμβρίου 1993, C-45/92 και C-46/92, Lepore και Scamuffa (Συλλογή 1993, σ. I-6497, σκέψη 21)· της 4ης Οκτωβρίου 1991, C-349/87, Paraschi (Συλλογή 1991, σ. I-4501, σκέψη 22)· της 30ής Μαρτίου 1993, C-282/91, de Wit (Συλλογή 1993, σ. I-1221, σκέψεις 16 και 17), και της 5ης Οκτωβρίου 1994, C-165/91, van Munster (Συλλογή 1994, σ. I-4661, σκέψη 27). Βλ., επίσης, αποφάσεις της 9ης Οκτωβρίου 1997, C-31/96 έως C-33/96, Naranjo Arjona κ.λπ. (Συλλογή 1997, σ. I-5501, σκέψη 20), της 17ης Δεκεμβρίου 1998, C-153/97, Grajera Rodríguez (Συλλογή 1998, σ. I-8645, σκέψη 17), καθώς και προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 14 απόφαση Nemec (σκέψεις 37 και 38).

( 19 ) Βλ. σημείο 56 των προτάσεών μου στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 13 απόφαση von Chamier-Glisczinski.

( 20 ) Η αρχή του συνυπολογισμού πραγματώνεται με τον κανονισμό 1408/71, ενδεικτικώς δε με τα άρθρα 18, 38, 45, 64 και 67 αυτού. Με τον νέο κανονισμό 883/2004 (βλ. ανωτέρω, υποσημείωση 3) η εν λόγω αρχή αναγνωρίζεται πλέον με διάταξη γενικού χαρακτήρα (άρθρο 6).

( 21 ) Βλ., κατ’ αναλογίαν, προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 8 απόφαση Tomaszewska (σκέψη 30), απόφαση της 26ης Οκτωβρίου 1995, C-481/93, Moscato (Συλλογή 1995, σ. I-3525, σκέψη 28), και προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 9 απόφαση Salgado Alonso (σκέψη 29).

( 22 ) Προς στήριξη του επιχειρήματός της η Βελγική Κυβέρνηση επικαλείται και το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού (ΕΟΚ) 574/72 του Συμβουλίου, της 21ης Μαρτίου 1972, περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού 1408/71 όπως τροποποιήθηκε και ενημερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 118/97 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 1996 (EE L 28, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 101/2008 της Επιτροπής, της 4ης Φεβρουαρίου 2008 (EE L 31, σ. 15). Κατά τη Βελγική Κυβέρνηση, το εν λόγω άρθρο, το οποίο περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο I, τίτλος IV του κανονισμού 574/72, με τίτλο «Γενικοί κανόνες περί του συνυπολογισμού των περιόδων ασφαλίσεως», τεκμηριώνει την υποστηριζόμενη από την ίδια θέση, καθώς αναφέρεται στην «πρόσθεση» των περιόδων ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία οιουδήποτε άλλου κράτους μέλους προς «συμπλήρωση» των περιόδων ασφαλίσεως. Επιβάλλεται, ωστόσο, η διαπίστωση ότι η Βελγική Κυβέρνηση αλυσιτελώς επιχειρεί να θεμελιώσει το επιχείρημά της στο εν λόγω άρθρο. Συγκεκριμένα, από την παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου προκύπτει ρητώς ότι αυτό εφαρμόζεται επί συγκεκριμένων κανόνων του κανονισμού 1408/71, ειδικότερα δε επί αυτών που αφορούν τις παροχές ασθενείας και μητρότητας, αναπηρίας, γήρατος και θανάτου (συντάξεις), καθώς και επί αυτών που αφορούν τα επιδόματα σε περίπτωση θανάτου ή ανεργίας, αλλά όχι επί των κανόνων που αφορούν τις οικογενειακές παροχές. Πράγματι, μεταξύ των κανόνων που μνημονεύονται ρητώς στο εν λόγω άρθρο δεν περιλαμβάνονται οι κανόνες που αφορούν τις οικογενειακές παροχές· συγκεκριμένα, δεν γίνεται καμία αναφορά ούτε στο άρθρο 72 ούτε στο άρθρο 79 του κανονισμού 1408/71.

( 23 ) Βλ. απόφαση της 15ης Δεκεμβρίου 2011, C-257/10, Bergström (Συλλογή 2011, σ. Ι-13227, σκέψεις 39 έως 44 και, ιδίως, σκέψεις 39 και 40).

( 24 ) Βλ. ανωτέρω, υποσημείωση 23.

( 25 ) Βλ. ανωτέρω, υποσημείωση 4.

( 26 ) Αποφάσεις της 24ης Απριλίου 1980, 110/79, Coonan (Συλλογή τόμος 1980/II, σ. 77), και της 27ης Ιανουαρίου 1981, 70/80, Vigier (Συλλογή 1981, σ. 219).

( 27 ) Από το εν λόγω σημείο προκύπτει ειδικότερα ότι «[γ]ια την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 72 και του άρθρου 79, παράγραφος 1, στοιχεί[ο] [αʹ], του κανονισμού, λαμβάνονται υπόψη οι περίοδοι απασχολήσεως ή/και ασφαλίσεως που συμπληρώθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, στην περίπτωση κατά την οποία, δυνάμει της βελγικής νομοθεσίας το δικαίωμα επί των παροχών υπόκειται στην προϋπόθεση της εκπληρώσεως, για μια ορισμένη προηγούμενη χρονική περίοδο, των προϋποθέσεων οι οποίες γεννούν δικαίωμα οικογενειακών επιδομάτων στο πλαίσιο του καθεστώτος των μισθωτών εργαζομένων».


Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα

1. Το προδικαστικό ερώτημα που υποβάλλει στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως το Tribunal du travail de Bruxelles, αιτούν δικαστήριο, αφορά το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 (2) (στο εξής: κανονισμός 1408/71) και, ειδικότερα, την περιλαμβανομένη στο στοιχείο αʹ της εν λόγω διατάξεως παραπομπή στο άρθρο 72 του ιδίου κανονισμού. Οι διατάξεις αυτές αναθεωρήθηκαν πλήρως με τον κανονισμό (ΕΚ) 883/2004 (3), ο οποίος κατήργησε και αντικατέστησε τον κανονισμό 1408/71 από 1ης Μαΐου 2010. Οι νέες διατάξεις δεν ασκούν, ωστόσο, επιρροή στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως.

2. Η διαφορά της κύριας δίκης αφορά προσφυγή την οποία άσκησε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου η P. Dumont de Chassart κατά αποφάσεως του βελγικού ταμείου οικογενειακών επιδομάτων μισθωτών (Office national d’allocations familiales pour travailleurs salariés· στο εξής: ONAFTS), με την οποία απερρίφθη η αίτησή της για τη χορήγηση οικογενειακών παροχών υπέρ ορφανών τέκνων. Στο πλαίσιο αυτό το Δικαστήριο καλείται, κατ’ ουσίαν, να διευκρινίσει αν οι διατάξεις του κανονισμού 1408/71, οι οποίες καθορίζουν την εθνική κανονιστική ρύθμιση που εφαρμόζεται για τη χορήγηση των οικογενειακών παροχών για «ορφανό μισθωτού ή μη μισθωτού θανόντος εργαζομένου», αποκλείουν τη δυνατότητα εφαρμογής της αρχής του συνυπολογισμού του χρόνου ασφαλίσεως που ο επιζών εργαζόμενος γονέας έχει πραγματοποιήσει σε άλλο κράτος μέλος, μολονότι, όπως εν προκειμένω, το εθνικό δίκαιο επιτρέπει, προκειμένου για τη θεμελίωση αιτήσεως παροχής οικογενειακών παροχών για ορφανά τέκνα, να λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος ασφαλίσεως του εν λόγω γονέα.

3. Το ενδιαφέρον της υπό κρίση υποθέσεως έγκειται στο γεγονός ότι, εν αντιθέσει προς την πλειονότητα των συναφών διαφορών επί των οποίων έχει αποφανθεί το Δικαστήριο, η εν λόγω υπόθεση δεν αφορά ζήτημα σχετικό με τη σώρευση παροχών που οφείλονται συγχρόνως σε διαφορετικά κράτη μέλη (4), αλλά περισσότερο τη σχέση μεταξύ των διατάξεων του κανονισμού 1408/71 και του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου.

I – Κανονιστικό πλαίσιο

Α – Δίκαιο της Ένωσης

4. Το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο 7 («Οικογενειακές παροχές») του τίτλου του III. Το εν λόγω άρθρο, το οποίο επιγράφεται «Συνυπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής δραστηριότητας», ορίζει:

«Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους η νομοθεσία του οποίου εξαρτά την κτήση του δικαιώματος παροχών από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής δραστηριότητας, λαμβάνει υπόψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής δραστηριότητας που πραγματοποιήθηκαν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, σαν να επρόκειτο για περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός.»

5. Τα άρθρα 78 και 79 του ιδίου κανονισμού περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο 8 του τίτλου του III, το οποίο είναι αφιερωμένο στις «Παροχές για τέκνα συντηρούμενα από δικαιούχους συντάξεων και για ορφανά».

6. Το άρθρο 78 του κανονισμού 1408/71, με τίτλο «Ορφανά», ορίζει:

«1. Ο όρος “παροχές”, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, σημαίνει τα οικογενειακά επιδόματα και, ανάλογα με την περίπτωση, τα συμπληρωματικά ή τα ειδικά επιδόματα που προβλέπονται για τα ορφανά.

2. Οι παροχές για ορφανά χορηγούνται, οποιοδήποτε κι αν είναι το κράτος μέλος κατοικίας του ορφανού ή του φυσικού ή νομικού προσώπου που βαρύνεται με την πραγματική συντήρησή του, κατά τους ακόλουθους κανόνες:

[...]

β) για το ορφανό αποθανόντος μισθωτού ή μη μισθωτού ο οποίος είχε υπαχθεί στις νομοθεσίες πολλών κρατών μελών:

i) σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους στο έδαφος του οποίου κατοικεί το ορφανό, αν το δικαίωμα για μια από τις παροχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 γεννήθηκε κατά τη νομοθεσία του κράτους αυτού, αφού ληφθούν υπόψη, ενδεχομένως, οι διατάξεις του άρθρου 79 παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, [...]».

7. Το άρθρο 79 του κανονισμού 1408/71, με τίτλο «Κοινές διατάξεις παροχών για συντηρούμενα τέκνα δικαιούχων συντάξεων και για ορφανά», ορίζει:

«1. Οι παροχές, υπό την έννοια των άρθρων […], 78 [...] καταβάλλονται σύμφωνα με τη νομοθεσία που ορίζεται κατ’ εφαρμογή των άρθρων αυτών από τον φορέα που είναι αρμόδιος για την εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής και εις βάρος του, σαν να είχε υπαχθεί [...] ο αποθανών αποκλειστικά στη νομοθεσία του αρμοδίου κράτους.

Πάντως:

α) αν η νομοθεσία αυτή προβλέπει ότι η κτήση, η διατήρηση ή η ανάκτηση του δικαιώματος παροχών εξαρτάται από τη διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως, απασχολήσεως, μη μισθωτής δραστηριότητας ή κατοικίας, η διάρκεια αυτή καθορίζεται αφού ληφθούν υπόψη, εφόσον είναι ανάγκη, οι διατάξεις [...] του άρθρου 72, [...].

[...]»

Εθνικό δίκαιο

8. Το άρθρο 56bis, παράγραφος 1, των κωδικοποιημένων τη 19η Δεκεμβρίου 1939 νόμων περί των οικογενειακών επιδομάτων μισθωτών (στο εξής: κωδικοποιημένοι νόμοι) ορίζει, κατ’ ουσίαν, ότι δικαιούται των οικογενειακών παροχών για ορφανά τέκνα το ορφανό τέκνο του οποίου ο θανών ή επιζών γονέας είχε θεμελιώσει, κατά το διάστημα των αμέσως προηγούμενων του θανάτου δώδεκα μηνών, δικαίωμα για τη λήψη τουλάχιστον έξι μηνιαίων κατ’ αποκοπήν (βασικών) επιδομάτων δυνάμει των εν λόγω κωδικοποιημένων νόμων.

II – Πραγματικά περιστατικά, διαδικασία ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου και προδικαστικό ερώτημα

9. Η προσφεύγουσα της κύριας δίκης, P. Dumont de Chassart, είναι Βελγίδα υπήκοος, χήρα του G. Descampe, επίσης Βέλγου υπηκόου. Το ζεύγος απέκτησε ένα τέκνο, τον Diego Descampe, ομοίως βελγικής υπηκοότητας, ο οποίος γεννήθηκε στη Γαλλία το 2000.

10. Η οικογένεια διέμενε επί έτη στη Γαλλία, όπου οι δύο γονείς εργάζονταν. Ειδικότερα, από τη δικογραφία προκύπτει ότι η P. Dumont de Chassart εργάσθηκε στη Γαλλία ως μισθωτή και, συγκεκριμένα, ως ψυχολόγος σε σύλλογο για παιδιά, από της 28ης Σεπτεμβρίου 1993 έως την 31η Αυγούστου 2008. Ο G. Descampe, αντιθέτως, άσκησε μισθωτή δραστηριότητα τόσο στο Βέλγιο (κατά τα διαστήματα 1968-1976 και 1987-1998) όσο και στη Γαλλία, έως το 2002. Από το 2002, όμως, και έως τον θάνατό του, την 25η Απριλίου 2008, ο G. Descampe δεν άσκησε καμία επαγγελματική δραστηριότητα και έζησε στη Γαλλία σε καθεστώς «πρόωρης συνταξιοδοτήσεως», χωρίς να εισπράττει κάποιο εισόδημα ή αποζημίωση.

11. Την 31η Αυγούστου 2008, ήτοι λίγους μήνες μετά τον θάνατο του G. Descampe, η P. Dumont de Chassart και το τέκνο της εγκαταστάθηκαν στο Βέλγιο, όπου η P. Dumont de Chassart, αφού εργάσθηκε για περίπου ένα μήνα, έμεινε άνεργη.

12. Τη 13η Οκτωβρίου 2008 η P. Dumont de Chassart υπέβαλε στο ONAFTS αίτηση για τη χορήγηση οικογενειακών παροχών για ορφανά τέκνα.

13. Μολονότι της χορήγησε αναδρομικώς, από της 9ης Μαρτίου 2009 και από της 6ης Απριλίου 2009, αντιστοίχως, τα οικογενειακά επιδόματα, καθώς και πρόσθετο επίδομα μονογονεϊκής οικογένειας, το ONAFTS, με απόφαση της 20ής Οκτωβρίου 2009, απέρριψε την αίτηση της P. Dumont de Chassart περί χορηγήσεως οικογενειακών παροχών για ορφανά τέκνα. Σύμφωνα με το αιτιολογικό της απορριπτικής αποφάσεως, ο θανών πατέρας δεν είχε θεμελιώσει, κατά το διάστημα των αμέσως προηγούμενων του θανάτου του δώδεκα μηνών, δικαίωμα για τη λήψη τουλάχιστον έξι μηνιαίων κατ’ αποκοπήν επιδομάτων, όπως απαιτεί το άρθρο 56bis των κωδικοποιημένων νόμων.

14. Την 4η Φεβρουαρίου 2010 η P. Dumont de Chassart άσκησε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου προσφυγή κατά της απορριπτικής αποφάσεως, υποστηρίζοντας ότι το ONAFTS όφειλε να της χορηγήσει τις παροχές για ορφανά τέκνα λαμβάνοντας υπόψη τον χρόνο ασφαλίσεως που η ίδια είχε πραγματοποιήσει στη Γαλλία προ του θανάτου του συζύγου της.

15. Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, κατά το άρθρο 78, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, περίπτωση i, του κανονισμού 1408/71, εφαρμοστέο δίκαιο είναι αυτό του κράτους μέλους κατοικίας του ορφανού και ότι, ως εκ τούτου, από 1ης Σεπτεμβρίου 2008 επί της καταστάσεως της P. Dumont de Chassart τυγχάνει εφαρμογής το βελγικό δίκαιο. Το εν λόγω δικαστήριο επισημαίνει επίσης ότι, κατά το άρθρο 56bis των κωδικοποιημένων νόμων, βάση της αιτήσεως για τη χορήγηση οικογενειακών παροχών για ορφανά τέκνα δύναται να αποτελεί τόσο η κατάσταση του θανόντος γονέα όσο και αυτή του επιζώντος γονέα. Εντούτοις, εν προκειμένω, η εν λόγω αίτηση δεν δύναται να θεμελιωθεί στην κατάσταση του θανόντος γονέα καθόσον αυτός, κατά το διάστημα των αμέσως προηγούμενων του θανάτου του δώδεκα μηνών, δεν είχε συγκεντρώσει τις προϋποθέσεις που ορίζονται από το άρθρο 56bis των κωδικοποιημένων νόμων. Η κατάσταση της P. Dumont de Chassart, αντιθέτως, θα μπορούσε να αποτελέσει βάση της αιτήσεως μόνο στην περίπτωση κατά την οποία ο χρόνος εργασίας στη Γαλλία μπορούσε να εξομοιωθεί με χρόνο εργασίας στο Βέλγιο. Κατά το αιτούν δικαστήριο, τούτο θα ήταν δυνατόν μόνον εάν επί της καταστάσεως της προσφεύγουσας εφαρμοζόταν το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71, το οποίο προβλέπει συνυπολογισμό του χρόνου ασφαλίσεως και απασχολήσεως.

16. Εντούτοις, κατά το αιτούν δικαστήριο, εν προκειμένω η εφαρμογή του άρθρου 72 του κανονισμού 1408/71 επί της καταστάσεως της P. Dumont de Chassart αποκλείεται, καθόσον, όπως επισημαίνεται με την απόφαση του ONAFTS, η περιλαμβανόμενη στο άρθρο 79, παράγραφος 1, του ιδίου κανονισμού παραπομπή στο άρθρο 72 αφορά αποκλειστικώς τον θανόντα εργαζόμενο γονέα. Η ratio της αποκλειστικής παραπομπής στον θανόντα γονέα συνδέεται, κατά το αιτούν δικαστήριο, με το γεγονός ότι το δικαίωμα στις οικογενειακές παροχές για το ορφανό τέκνο γεννάται λόγω του θανάτου του γονέα. Επομένως, το ratione personae πεδίο εφαρμογής του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 και, κατά συνέπεια, της περιλαμβανομένης σε αυτό παραπομπής στο άρθρο 72 είναι πιο περιορισμένο σε σχέση με αυτό του άρθρου 56bis των κωδικοποιημένων νόμων, το οποίο αναφέρεται, αντιθέτως, στην κατάσταση αμφοτέρων των γονέων. Το στοιχείο αυτό δεν επιτρέπει εν προκειμένω να ληφθεί υπόψη η κατάσταση του επιζώντος εργαζόμενου γονέα.

17. Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, ως εκ τούτου, εάν η κατάσταση που προκύπτει από τη συνδυασμένη εφαρμογή του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 και του άρθρου 56bis των κωδικοποιημένων νόμων είναι σύμφωνη προς τις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων. Ειδικότερα, το εν λόγω δικαστήριο εκφράζει επιφυλάξεις σε σχέση με τη διάκριση μεταξύ των ορφανών τέκνων γονέων οι οποίοι ουδέποτε εγκατέλειψαν τη βελγική επικράτεια για να ασκήσουν επαγγελματική δραστηριότητα στην Ένωση και των τέκνων των οποίων οι γονείς, πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είχαν επί ορισμένο διάστημα την κατοικία τους σε άλλο κράτος μέλος όπου, κατά το κρίσιμο για τη βελγική νομοθεσία χρονικό διάστημα, ο επιζών γονέας εργάσθηκε, ενώ ο θανών γονέας δεν άσκησε κάποια επαγγελματική δραστηριότητα. Συγκεκριμένα, προκειμένου για τα τέκνα της πρώτης κατηγορίας, ο επιζών γονέας που εργάσθηκε στο Βέλγιο κατά την περίοδο αναφοράς δύναται να επικαλεσθεί, πέραν του χρόνου ασφαλίσεως του θανόντος γονέα, τον χρόνο ασφαλίσεως που ο ίδιος πραγματοποίησε στο Βέλγιο, ενώ, προκειμένου για τα τέκνα της δεύτερης κατηγορίας, η κατ’ αυτόν τον τρόπο ερμηνευόμενη μέθοδος συνυπολογισμού του χρόνου ασφαλίσεως δεν παρέχει στον επιζώντα γονέα τη δυνατότητα να «εισαγάγει» στο Βέλγιο τον χρόνο ασφαλίσεως που ο ίδιος πραγματοποίησε σε άλλο κράτος μέλος.

18. Υπό αυτές τις συνθήκες, το αιτούν δικαστήριο ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Παραβιάζει το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού [...] 1408/71 τις γενικές αρχές της ισότητας και της ίσης μεταχειρίσεως, που κατοχυρώνονται, μεταξύ άλλων, από το άρθρο 14 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, η οποία υπεγράφη στη Ρώμη την 4η Νοεμβρίου 1950, σε συνδυασμό, ενδεχομένως, με τα άρθρα [20, 45 και/ή 49 ΣΛΕΕ], στην περίπτωση κατά την οποία αυτό ερμηνευθεί ως επιτρέπον την εφαρμογή των προβλεπόμενων από το άρθρο 72 του κανονισμού [...] 1408/71 [...] κανόνων εξομοιώσεως του χρόνου ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής εργασίας αποκλειστικώς ως προς τον θανόντα γονέα, με αποτέλεσμα το άρθρο 56bis, παράγραφος 1, των κωδικοποιημένων νόμων [...] να μην παρέχει στον επιζώντα γονέα, ανεξαρτήτως της ιθαγενείας του, εφόσον βεβαίως πρόκειται για υπήκοο κράτους μέλους ή πρόσωπο εμπίπτον στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού [...] 1408/07, ο οποίος εργάσθηκε σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά το διάστημα των δώδεκα μηνών που προβλέπεται από το άρθρο 56bis, παράγραφος 1, των κωδικοποιημένων νόμων [...], τη δυνατότητα να αποδείξει ότι πληροί την προϋπόθεση κατά την οποία, ως δικαιούχος κατά την έννοια του άρθρου 51, παράγραφος 3, σημείο 1, των κωδικοποιημένων νόμων [...]., θα πρέπει να έχει θεμελιώσει δικαίωμα λήψεως έξι κατ’ αποκοπήν μηνιαίων επιδομάτων κατά το διάστημα των προηγούμενων του θανάτου δώδεκα μηνών, δυνατότητα η οποία παρέχεται, αντιθέτως, στον επιζώντα γονέα, είτε αυτός είναι Βέλγος υπήκοος είτε υπήκοος άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος εργάσθηκε αποκλειστικώς στο Βέλγιο κατά τη διάρκεια της δωδεκάμηνης περιόδου που προβλέπεται από το άρθρο 56bis, παράγραφος 1, των κωδικοποιημένων νόμων [...], ενδεχομένως διότι αυτός ουδέποτε εγκατέλειψε τη βελγική επικράτεια;».

III – Διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

19. Η διάταξη περί παραπομπής περιήλθε στη Γραμματεία την 30ή Νοεμβρίου 2011. Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν η P. Dumont de Chassart, η Βελγική Κυβέρνηση, το Συμβούλιο και η Επιτροπή.

20. Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η οποία διεξήχθη την 7η Νοεμβρίου 2012, παρενέβησαν η P. Dumont de Chassart, η Βελγική Κυβέρνηση, το Συμβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

IV – Νομική ανάλυση

21. Με το προδικαστικό ερώτημά του το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 παραβιάζει τις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων στον βαθμό κατά τον οποίο, υπό περιστάσεις όπως αυτές της διαφοράς της κύριας δίκης, επιτρέποντας την εφαρμογή των προβλεπόμενων από το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 κανόνων για την εξομοίωση του χρόνου ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής εργασίας αποκλειστικώς σε σχέση με τον θανόντα εργαζόμενο γονέα, αποκλείει, προκειμένου για τη χορήγηση παροχών για ορφανά, τον συνυπολογισμό του εν λόγω χρόνου για τον επιζώντα εργαζόμενο γονέα που έχει εργασθεί σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μολονότι η εθνική κανονιστική ρύθμιση επιτρέπει να λαμβάνεται υπόψη η κατάσταση του επιζώντος γονέα για τη θεμελίωση της αιτήσεως χορηγήσεως των εν λόγω παροχών.

22. Προ της αναλύσεως του υποβληθέντος από το αιτούν δικαστήριο προδικαστικού ερωτήματος, επιβάλλεται η εξέταση ενός προκαταρκτικής φύσεως επιχειρήματος το οποίο προβάλλεται από τη Βελγική Κυβέρνηση και αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής επί της υπό κρίση υποθέσεως του κανονισμού 1408/71.

Επί της δυνατότητας εφαρμογής του κανονισμού 1408/71

23. Η Βελγική Κυβέρνηση υποστηρίζει εκ προοιμίου ότι, δεδομένου ότι ο G. Descampe έπαυσε κάθε επαγγελματική δραστηριότητα τον Απρίλιο του 2002 και εφόσον, συνεπώς, έως τον θάνατό του, τον Απρίλιο του 2008, δεν υπαγόταν πλέον σε κάποιο σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως, αυτός δεν μπορούσε να θεωρείται, κατά τον χρόνο του θανάτου του, μισθωτός ή μη μισθωτός εργαζόμενος κατά την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1408/71. Κατά συνέπεια, οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώματα δεν δύνανται να επικαλούνται τα δικαιώματα που απονέμει ο εν λόγω κανονισμός.

24. Επιβάλλεται, ωστόσο, συναφώς η επισήμανση ότι το άρθρο 2, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, το οποίο καθορίζει το πεδίο εφαρμογής του ratione personae, ορίζει ότι «[ο] παρών κανονισμός ισχύει για μισθωτούς ή μη μισθωτούς και για σπουδαστές, που υπάγονται ή υπήχθησαν στη νομοθεσία ενός ή περισσότερων από τα κράτη μέλη και είναι υπήκοοι ενός από τα κράτη μέλη [...], καθώς και για τα μέλη της οικογένειάς τους και για τους επιζώντες τους» (5) .

25. Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι ο G. Descampe ήταν υπήκοος κράτους μέλους, του Βελγίου, και ότι αυτός, έχοντας εργασθεί ως μισθωτός στη Γαλλία και στο Βέλγιο, υπήχθη στη νομοθεσία περισσοτέρων κρατών μελών. Ομοίως, δεν αμφισβητείται ότι τόσο το ορφανό τέκνο όσο και η σύζυγος του θανόντος είναι μέλη της οικογενείας του και επιζώντες κατά την έννοια του κανονισμού 1408/71.

26. Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι, κατά την άποψή μου, αναμφίβολο ότι ο κανονισμός 1408/71 τυγχάνει εφαρμογής επί της διαφοράς της κύριας δίκης.

27. Ως προς τη δυνατότητα εφαρμογής του κανονισμού 1408/71 πρέπει, χάριν πληρότητας, να προστεθεί ότι αυτός τυγχάνει εφαρμογής και ratione temporis, καθώς η αίτηση της P. Dumont de Chassart υπεβλήθη τον Οκτώβριο του 2008, ήτοι προ της ενάρξεως ισχύος του νέου κανονισμού 883/2004, ο οποίος, όπως έχει ήδη επισημανθεί, κατήργησε και αντικατέστησε τον κανονισμό 1408/71 από 1ης Μαΐου 2010 (6) .

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

28. Προχωρώντας στην επί της ουσίας εξέταση του υποβληθέντος από το αιτούν δικαστήριο προδικαστικού ερωτήματος, οφείλω εξαρχής να επισημάνω ότι πρόκειται κατ’ ουσίαν για ερώτημα περί του κύρους του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 υπό το πρίσμα των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων. Εντούτοις, είναι ομοίως σαφές ότι το ζήτημα κύρους που εγείρει το αιτούν δικαστήριο βασίζεται σε συγκεκριμένη ερμηνεία του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, ήτοι στην προαναφερθείσα με το σημείο 16 στενή ερμηνεία στην οποία προέβη το ONAFTS και την οποία φαίνεται να ενστερνίζεται το αιτούν δικαστήριο. Κατά την εν λόγω ερμηνεία, εφόσον η περιλαμβανόμενη στο άρθρο 79, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1408/71 παραπομπή στο άρθρο 72 του ιδίου κανονισμού αφορά αποκλειστικώς την κατάσταση του θανόντος εργαζόμενου γονέα, ο συνυπολογισμός του χρόνου ασφαλίσεως που έχει πραγματοποιήσει ο επιζών εργαζόμενος γονέας, κατ’ ουσίαν, αποκλείεται, έστω και αν η εθνική κανονιστική ρύθμιση επιτρέπει τη συνεκτίμηση του χρόνου ασφαλίσεώς του προς θεμελίωση της αιτήσεως χορηγήσεως οικογενειακών παροχών για ορφανά τέκνα.

29. Στο πλαίσιο αυτό και προκειμένου να δοθεί λυσιτελής απάντηση στο υποβληθέν από το αιτούν δικαστήριο προδικαστικό ερώτημα, σημείο αφετηρίας θα πρέπει να αποτελέσει η πάγια νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με τους σκοπούς του κανονισμού 1408/71. Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο έχει κρίνει κατ’ επανάληψην ότι ο κανονισμός 1408/71 δεν καθιερώνει κοινό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως, αλλά διατηρεί ως έχουν τα διάφορα εθνικά συστήματα, σκοπώντας αποκλειστικώς στον μεταξύ τους συντονισμό (7) . Πράγματι, το σύστημα που ετέθη σε εφαρμογή με τον κανονισμό 1408/71 είναι απλώς σύστημα συντονισμού, το οποίο καθιστά, ειδικότερα, δυνατό τον προσδιορισμό της ή των νομοθεσιών που τυγχάνουν εφαρμογής επί των μισθωτών και μη μισθωτών οι οποίοι, υπό ποικίλες περιστάσεις, ασκούν το δικαίωμά τους ελεύθερης κυκλοφορίας (8) .

30. Κατά πάγια νομολογία, τα κράτη μέλη παραμένουν αρμόδια να καθορίζουν τις προϋποθέσεις χορηγήσεως των παροχών κοινωνικής προνοίας, προϋποθέσεις τις οποίες δύνανται ακόμη και να καθιστούν αυστηρότερες, υπό τον όρον ότι αυτές δεν συνεπάγονται πρόδηλη ή συγκεκαλυμμένη διάκριση μεταξύ των εργαζομένων της Ένωσης (9) . Κατά πάγια επίσης νομολογία, κατά τον καθορισμό των εν λόγω προϋποθέσεων, τα κράτη μέλη οφείλουν να τηρούν το δίκαιο της Ένωσης και, ιδίως, να ενεργούν συμφώνως προς τον επιδιωκόμενο από τον κανονισμό 1408/71 σκοπό, καθώς και προς τις αρχές επί των οποίων αυτός βασίζεται (10) .

31. Συναφώς, το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει επίσης ότι, όπως επισημαίνεται με τη δεύτερη και την τέταρτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 1408/71, σκοπός αυτού είναι η εξασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των μισθωτών και μη μισθωτών εργαζομένων εντός της Ένωσης, άνευ, ωστόσο, αγνοήσεως των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των εθνικών νομοθεσιών κοινωνικής προνοίας. Προς τούτο, όπως προκύπτει από την πέμπτη, την έκτη και τη δέκατη αιτιολογική του σκέψη, ο εν λόγω κανονισμός εγκολπώνεται την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως των εργαζομένων στο πλαίσιο της εφαρμογής των διαφόρων εθνικών νομοθεσιών και σκοπεί στην εξασφάλιση, κατά τον βέλτιστο τρόπο, της ίσης μεταχειρίσεως όλων των εργαζομένων που απασχολούνται στο έδαφος κράτους μέλους, καθώς και της μη δυσμενούς μεταχειρίσεως εκείνων εκ των εργαζομένων που ασκούν το δικαίωμά τους ελεύθερης κυκλοφορίας (11) .

32. Οι αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων στις οποίες αναφέρεται το αιτούν δικαστήριο με το προδικαστικό ερώτημά του αποτελούν, επομένως, κομβικής σημασίας αρχές για τον κανονισμό 1408/71.

33. Όσον αφορά, ειδικότερα, τις παροχές για ορφανά τέκνα, οι οποίες αποτελούν την αιτία της αντιδικίας ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, αυτές διέπονται από τα άρθρα 78 και 79 του κεφαλαίου 8 του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού 1408/71.

34. Ως προς το άρθρο 78 του κανονισμού 1408/71, το Δικαστήριο έχει επισημάνει επανειλημμένως ότι αυτό σκοπεί στον προσδιορισμό του κράτους μέλους του οποίου η νομοθεσία διέπει τη χορήγηση των παροχών για τα ορφανά τέκνα, παροχών οι οποίες, ως εκ τούτου, χορηγούνται, κατ’ αρχήν, συμφώνως προς τη νομοθεσία αυτού μόνο του κράτους μέλους, κατ’ επιταγήν της καθιερούμενης με το άρθρο 13, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 αρχής της αποκλειστικότητας της εφαρμοστέας νομοθεσίας. Από την παράγραφο 2, στοιχείο βʹ, περίπτωση i, του άρθρου 78 προκύπτει ότι, στην περίπτωση κατά την οποία ο θανών εργαζόμενος είχε υπαχθεί στις νομοθεσίες περισσοτέρων κρατών μελών, οι εν λόγω παροχές χορηγούνται συμφώνως προς τη νομοθεσία του κράτους στο οποίο κατοικεί το ορφανό τέκνο (12) .

35. Αφού προσδιορισθεί το κράτος μέλος του οποίου η νομοθεσία διέπει τη χορήγηση των παροχών για τα ορφανά τέκνα, το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 ορίζει περαιτέρω ότι η καταβολή των εν λόγω παροχών βαρύνει τον φορέα που είναι αρμόδιος για την εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής, σαν να είχε υπαχθεί ο θανών αποκλειστικώς στη νομοθεσία του αρμοδίου κράτους. Συνεπώς, ο εν λόγω κανόνας, αφενός, προβλέπει τον φορέα που βαρύνεται με την καταβολή των παροχών για ορφανά τέκνα και, αφετέρου, υπαγορεύει τον τρόπο εφαρμογής της νομοθεσίας του αρμοδίου κράτους μέλους, η οποία, συμφώνως προς την προαναφερθείσα αρχή της αποκλειστικότητας της εφαρμοστέας νομοθεσίας, πρέπει να εφαρμόζεται «σαν να» είχε υπαχθεί ο θανών αποκλειστικώς σε αυτήν. Η τελευταία αυτή ρύθμιση αποτελεί, κατά την άποψή μου, ενός είδους εγγύηση για τον πολίτη ο οποίος, έχοντας ασκήσει το δικαίωμά του ελεύθερης κυκλοφορίας, επωφελείται των διατάξεων του κανονισμού 1408/71. Η εγγύηση αυτή σκοπεί στην πρόληψη δυσμενών για τον ίδιο διακρίσεων κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας που προσδιορίζεται βάσει του κριτηρίου συνδέσεως του άρθρου 78 του εν λόγω κανονισμού.

36. Το στοιχείο αʹ της παραγράφου 1 του άρθρου 79 μετριάζει, ωστόσο, την αρχή η οποία επιτάσσει την εφαρμογή της συγκεκριμένης νομοθεσίας «σαν να» είχε υπαχθεί ο θανών αποκλειστικώς σε αυτήν, ορίζοντας ότι, αν η εν λόγω εθνική νομοθεσία εξαρτά την κτήση, τη διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος προς λήψη των παροχών από τη διάρκεια του χρόνου ασφαλίσεως, πρέπει να εφαρμόζεται, εφόσον συντρέχει περίπτωση, η προβλεπόμενη από το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 αρχή του συνυπολογισμού του χρόνου ασφαλίσεως που έχει πραγματοποιηθεί στα διάφορα κράτη μέλη. Κατά την άποψή μου, ο εν λόγω κανόνας αποτελεί ομοίως ενός είδους εγγύηση για τον πολίτη ο οποίος, έχοντας ασκήσει το δικαίωμά του ελεύθερης κυκλοφορίας, επωφελείται των διατάξεων του κανονισμού 1408/71. Ειδικότερα, σκοπός του κανόνα είναι να εξασφαλίζεται ότι η εφαρμογή της εθνικής κανονιστικής ρυθμίσεως «σαν να» είχε υπαχθεί ο θανών αποκλειστικώς σε αυτήν δεν αποκλείει την εφαρμογή της αρχής του συνυπολογισμού η οποία καθιερώνεται με το άρθρο 48, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ και πραγματώνεται, καθόσον ενδιαφέρει εν προκειμένω, με το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71.

37. Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο, προδήλως συντασσόμενο με τη θέση του ONAFTS, εκτιμά ότι το γεγονός ότι το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 αναφέρεται αποκλειστικώς στον θανόντα εργαζόμενο γονέα συνεπάγεται τον αποκλεισμό της δυνατότητας επικλήσεως της περιλαμβανόμενης στο στοιχείο αʹ της παραγράφου 1 του εν λόγω άρθρου παραπομπής στο άρθρο 72 του κανονισμού ως νομικού ερείσματος για τον συνυπολογισμό του χρόνου ασφαλίσεως που έχει πραγματοποιήσει ο επιζών εργαζόμενος γονέας, έστω και αν πρόκειται για περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, κατά την οποία η εθνική κανονιστική ρύθμιση επιτρέπει τη συνεκτίμηση της καταστάσεως του εν λόγω γονέα προς θεμελίωση της αιτήσεως χορηγήσεως παροχών για ορφανά τέκνα.

38. Μια τέτοια ερμηνεία του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 δεν με βρίσκει ομόγνωμο.

39. Συναφώς, επιβάλλεται κατ’ αρχάς η επισήμανση ότι από την προεκτεθείσα συλλογιστική προκύπτει ότι οι διατάξεις του κανονισμού 1408/71, εν γένει, και του άρθρου του 79, παράγραφος 1, ειδικότερα, επ’ ουδενί ορίζουν τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για τη χορήγηση των παροχών για ορφανά τέκνα. Συνεπείς προς την προμνησθείσα με τα σημεία 29 και 31 αποστολή του κανονισμού, όπως αυτή έχει αποκρυσταλλωθεί από τη νομολογία, οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν απλώς κανόνες ιδιωτικού διεθνούς δικαίου που σκοπούν στον προσδιορισμό του κράτους μέλους του οποίου η νομοθεσία τυγχάνει εφαρμογής και του οποίου ο φορέας βαρύνεται με την καταβολή των παροχών, καθώς και στην εξειδίκευση του τρόπου εφαρμογής της εν λόγω νομοθεσίας.

40. Ο καθορισμός των προϋποθέσεων χορηγήσεως των παροχών για ορφανά τέκνα παραμένει, αντιθέτως, συμφώνως προς την προμνησθείσα με το σημείο 30 νομολογία, στην αρμοδιότητα των κρατών μελών.

41. Ως εκ τούτου, κατά την άποψή μου, από την ίδια τη φύση των διατάξεων του κανονισμού 1408/71 ως κανόνων ιδιωτικού διεθνούς δικαίου προκύπτει ότι αυτές δεν δύνανται να εμποδίζουν τις εθνικές αρχές να λαμβάνουν υπόψη προϋποθέσεις που προβλέπονται από την εθνική κανονιστική ρύθμιση για τη χορήγηση παροχών για ορφανά τέκνα (13) .

42. Δεύτερον, επιβάλλεται η υπόμνηση ότι, κατά πάγια νομολογία, οι διατάξεις του κανονισμού 1408/71 πρέπει να ερμηνεύονται υπό το πρίσμα του άρθρου 48 ΣΛΕΕ, το οποίο σκοπεί στην πληρέστερη δυνατή πραγμάτωση της ελεύθερης κυκλοφορίας των διακινούμενων εργαζομένων (14) .

43. Συναφώς, όπως προκύπτει από την πρώτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 1408/71, οι προβλεπόμενοι από τον εν λόγω κανονισμό κανόνες συντονισμού των εθνικών νομοθεσιών περί κοινωνικής ασφαλίσεως εντάσσονται στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων και πρέπει να συμβάλλουν στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και των συνθηκών εργασίας τους (15) .

44. Στο πλαίσιο αυτό το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι ενδεχόμενη ερμηνεία του κανονισμού 1408/71 ως απαγορεύοντος σε κράτος μέλος να παρέχει στους εργαζομένους και στα μέλη της οικογενείας τους κοινωνική προστασία ευρύτερη εκείνης που συνεπάγεται η εφαρμογή του όχι μόνο θα αντέβαινε στους σκοπούς του εν λόγω κανονισμού αλλά και θα αφίστατο των στόχων και του πλαισίου του άρθρου 48 ΣΛΕΕ (16) .

45. Πράγματι, η ρύθμιση της Ένωσης για τον συντονισμό των εθνικών νομοθεσιών κοινωνικής ασφαλίσεως δεν μπορεί, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των σκοπών που επιδιώκει, να εφαρμόζεται κατά τρόπον ώστε να στερεί στον διακινούμενο εργαζόμενο ή στους εξ αυτού έλκοντες δικαιώματα παροχές χορηγούμενες αποκλειστικώς δυνάμει της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους, εκτός αν προβλέπεται συναφώς ρητή εξαίρεση συνάδουσα προς τους σκοπούς αυτούς (17) . Συμφώνως προς την εν λόγω αρχή, το Δικαστήριο αποκρούει παγίως οιαδήποτε ερμηνεία των διατάξεων του κανονισμού 1408/71 δυνάμενη να επιφέρει απώλεια παροχών κοινωνικής προνοίας που κατοχυρώνονται από τη νομοθεσία κράτους μέλους (18) .

46. Στην υπό κρίση υπόθεση είναι, κατά την άποψή μου, πρόδηλο ότι μια ερμηνεία του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 όπως η προταθείσα από το ONAFTS, την οποία ενστερνίζεται προφανώς και το αιτούν δικαστήριο, έχει ως αποτέλεσμα να απολλύει διακινούμενος εργαζόμενος που έχει ασκήσει το δικαίωμα του ελεύθερης κυκλοφορίας, όπως εν προκειμένω η P. Dumont de Chassart, το δικαίωμα σε παροχές κοινωνικής πρόνοιας το οποίο του απονέμεται από την εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία. Όπως δύναται να συναχθεί κατ’ αναλογίαν από τις επισημάνσεις στις οποίες προέβην στο πλαίσιο άλλης υποθέσεως (19) και από την προμνησθείσα με το σημείο 44 των προτάσεων νομολογία, ένα τέτοιο αποτέλεσμα δεν συνάδει προς το πνεύμα του εν λόγω κανονισμού και προς τους σκοπούς που υπηρετεί ο συντονισμός των εθνικών νομοθεσιών κοινωνικής προνοίας στον οποίο προσβλέπει το άρθρο 48 ΣΛΕΕ.

47. Επιπροσθέτως, μολονότι μια τέτοια ερμηνεία δεν συνεπάγεται, όπως υποστήριξε η Βελγική Κυβέρνηση κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, διάκριση λόγω ιθαγένειας, καθόσον η κανονιστική ρύθμιση τυγχάνει εφαρμογής ανεξαρτήτως της υπηκοότητας, εισάγει διάκριση μεταξύ των εργαζομένων που έχουν ασκήσει το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και εκείνων που δεν το έχουν ασκήσει.

48. Τρίτον, μια ερμηνεία του άρθρου 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 η οποία δεν αποκλείει τη δυνατότητα του εργαζόμενου γονέα που έχει ασκήσει το δικαίωμά του ελεύθερης κυκλοφορίας να επωφεληθεί των κανόνων που προβλέπουν τον συνυπολογισμό όλων των περιόδων απασχολήσεως όχι μόνον είναι η μόνη συνεπής προς τον σκοπό του κανονισμού, αλλά είναι και πιστή προς το γράμμα της διατάξεως.

49. Συγκεκριμένα, μολονότι είναι αληθές ότι η παράγραφος 1 του άρθρου 79 του κανονισμού 1408/71 αναφέρεται στην κατάσταση του θανόντος προκειμένου να υπαγορεύσει τον τρόπο εφαρμογής της νομοθεσίας που προσδιορίζεται κατά το άρθρο 78 του ιδίου κανονισμού, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το στοιχείο αʹ της εν λόγω παραγράφου 1 του άρθρου 79, το οποίο περιλαμβάνει την παραπομπή στην προβλεπόμενη από το άρθρο 72 αρχή του συνυπολογισμού, δεν περιέχει κάποια αναφορά στην κατάσταση του θανόντος. Στην εν λόγω διάταξη δεν εντοπίζεται κανένα στοιχείο από το οποίο να μπορεί να συναχθεί ότι βούληση του νομοθέτη της Ένωσης ήταν ο περιορισμός της εφαρμογής της αρχής του συνυπολογισμού αποκλειστικώς επί του θανόντος και, συνεπώς, ο αποκλεισμός του επιζώντος εργαζόμενου γονέα, τούτο δε όταν η εθνική κανονιστική ρύθμιση προβλέπει τη δυνατότητα συνεκτιμήσεως του χρόνου ασφαλίσεως του επιζώντος γονέα προς θεμελίωση της αιτήσεως χορηγήσεως παροχών για ορφανά τέκνα.

50. Συναφώς, επιβάλλεται επίσης η επισήμανση ότι η αρχή του σωρευτικού υπολογισμού των περιόδων ασφαλίσεως, κατοικίας ή απασχολήσεως κατοχυρώνεται απευθείας από τη ΣΛΕΕ, ιδίως από το άρθρο 48, στοιχείο αʹ, αυτής, και πραγματώνεται με διάφορους κανόνες του κανονισμού 1408/71, μεταξύ των οποίων το άρθρο 72 (20) . Το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι πρόκειται για μια εκ των θεμελιωδών αρχών του συντονισμού, σε επίπεδο Ένωσης, των συστημάτων κοινωνικής προνοίας των κρατών μελών, σκοπός της οποίας είναι ακριβώς να εξασφαλίζεται, συμφώνως προς τους γενικούς σκοπούς του κανονισμού 1408/71, ότι η άσκηση του απονεμόμενου από τη ΣΛΕΕ δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας δεν συνεπάγεται απώλεια των προνομίων κοινωνικής προνοίας των οποίων θα απήλαυε ο εργαζόμενος αν είχε διανύσει όλη την επαγγελματική πορεία του σε ένα μόνον κράτος μέλος, καθώς μια τέτοια απώλεια θα μπορούσε να αποτρέπει τον εργαζόμενο της Ένωσης από την άσκηση του δικαιώματός του ελεύθερης κυκλοφορίας, συνιστώντας ως εκ τούτου εμπόδιο στην ελευθερία αυτή (21) .

51. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω εκτιμήσεων, φρονώ ότι το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως επιτρέπον την εφαρμογή των προβλεπόμενων από το άρθρο 72 του εν λόγω κανονισμού κανόνων για την εξομοίωση του χρόνου ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής εργασίας αποκλειστικώς με αναφορά στον θανόντα γονέα. Συνεπώς, οι εθνικές αρχές δεν δύνανται να επικαλούνται το εν λόγω άρθρο προκειμένου να μη λαμβάνουν υπόψη, συμφώνως προς την εθνική κανονιστική ρύθμιση, τον χρόνο ασφαλίσεως του επιζώντος γονέα που έχει εργασθεί σε άλλο κράτος μέλος της Ένωσης, ο οποίος θα μπορεί, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις, να επωφελείται των προβλεπόμενων από το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 κανόνων για την εξομοίωση του χρόνου ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής εργασίας. Δεδομένου τούτου, το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 δεν δύναται να συνεπάγεται παραβίαση των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως και της απαγορεύσεως των διακρίσεων.

52. Σε σχέση με την εφαρμογή της αρχής του συνυπολογισμού επιβάλλεται, τέλος, η εξέταση του επιχειρήματος που προβλήθηκε από τη Βελγική Κυβέρνηση και αποτέλεσε αντικείμενο αμφιλογίας κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ήτοι ότι η δραστηριότητα που ο επιζών εργαζόμενος γονέας άσκησε σε άλλο κράτος μέλος θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη αποκλειστικώς προς συμπλήρωση χρόνου ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής εργασίας που έχει διανυθεί στο Βέλγιο και, συνεπώς, η κατάσταση της P. Dumont de Chassart, η οποία κατά το προηγούμενο του θανάτου του συζύγου της έτος είχε εργασθεί αποκλειστικώς στη Γαλλία, δεν θα μπορούσε εν πάση περιπτώσει να ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο του προβλεπόμενου από το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 συνυπολογισμού (22) .

53. Συναφώς, επιβάλλεται η επισήμανση ότι, όπως απεφάνθη προσφάτως το Δικαστήριο, μια ερμηνεία της κατ’ άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 έννοιας «συνυπολογισμός» προϋποθέτουσα την πραγματοποίηση τουλάχιστον δύο περιόδων δραστηριότητας σε περισσότερα κράτη μέλη δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Λαμβανομένης υπόψη της εν λόγω νομολογιακής θέσεως, το κράτος μέλος του φορέα που είναι αρμόδιος για τη χορήγηση παροχής δεν δύναται να εξαρτά τη χορήγηση της εν λόγω παροχής από την πραγματοποίηση περιόδου δραστηριότητας στο έδαφός του και, συνεπώς, να αποκλείει τη θεμελίωση δικαιώματος σε κοινωνικοασφαλιστική παροχή στην περίπτωση κατά την οποία υφίσταται μία μόνο περίοδος δραστηριότητας πραγματοποιηθείσα στο έδαφος άλλου κράτους μέλους (23) .

54. Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο επισήμανε ότι το γράμμα του άρθρου 72 του κανονισμού 1408/71 επιτάσσει την προσμέτρηση, στο πλαίσιο του συνυπολογισμού, των «περιόδ[ων] ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής δραστηριότητας που πραγματοποιήθηκαν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους», σαν να επρόκειτο για περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει ο αρμόδιος φορέας.

55. Πράγματι, συμφώνως προς τους προαναφερθέντες με τα σημεία 29 και 31 σκοπούς του, ο κανονισμός 1408/71 καθιερώνει σύστημα το οποίο εξασφαλίζει στους διακινούμενους εργαζομένους και στους εξ αυτών έλκοντες δικαιώματα την άθροιση «όλων των περιόδων» που λαμβάνονται υπόψη από τις διάφορες εθνικές νομοθεσίες, τόσο για τη γένεση και τη διατήρηση του δικαιώματος επί παροχών όσο και για τον υπολογισμό των εν λόγω παροχών.

56. Συνεπώς, προκειμένου να χορηγήσει οικογενειακή παροχή, ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, εν προκειμένου του Βελγίου, δεν μπορεί να προαπαιτεί, πέραν της περιόδου απασχολήσεως ή δραστηριότητας που έχει πραγματοποιηθεί εντός άλλου κράτους, εν προκειμένω της Γαλλίας, την πραγματοποίηση πρόσθετης περιόδου ασφαλίσεως στο έδαφός του.

57. Εν αντιθέσει προς την άποψη που υποστήριξε η Βελγική Κυβέρνηση κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η ερμηνεία της έννοιας του συνυπολογισμού στην οποία προέβη το Δικαστήριο με την απόφαση Bergström (24) δεν δύναται να τεθεί εν αμφιβόλω ούτε από το άρθρο 43 της αποφάσεως Perez Garcia (25), από το οποίο ουδόλως συνάγεται ότι η εφαρμογή του άρθρου 72 του κανονισμού 1408/71 προϋποθέτει την πραγματοποίηση περιόδου απασχολήσεως ή δραστηριότητας στο έδαφος του κράτους μέλους που βαρύνεται με την χορήγηση της οικογενειακής παροχής, ούτε από τις αποφάσεις Coonan και Vigier (26), οι οποίες επ’ ουδενί αφορούν τη χορήγηση οικογενειακών παροχών.

58. Επιβάλλεται, τέλος, η επισήμανση ότι μια λύση η οποία επιτρέπει την εφαρμογή της προβλεπόμενης από το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 αρχής του συνυπολογισμού ομοίως επί του επιζώντος γονέα είναι συνεπής προς την επιλογή του Βελγίου να εφαρμόζει την εν λόγω αρχή στις περιπτώσεις οικογενειακών παροχών. Η ορθότητα της επιλογής αυτής επιβεβαιώνεται ρητώς από το σημείο 7 του στοιχείου A του παραρτήματος VI του κανονισμού 1408/71 («Ειδικές περιπτώσεις εφαρμογής των νομοθεσιών ορισμένων κρατών μελών») (27) .

V – Πρόταση

59. Βάσει των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να δώσει στο υποβληθέν από το Tribunal du travail de Bruxelles προδικαστικό ερώτημα την ακόλουθη απάντηση:

«Το άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 δεν παραβιάζει τις αρχές της ισότητας και της απαγορεύσεως των διακρίσεων καθώς, υπό περιστάσεις όπως αυτές της διαφοράς της κύριας δίκης, δεν δύναται να ερμηνευθεί ως ορίζον ότι για την εφαρμογή των προβλεπόμενων από το άρθρο 72 του κανονισμού 1408/71 κανόνων εξομοιώσεως του χρόνου ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής εργασίας λαμβάνεται υπόψη μόνον ο χρόνος ασφαλίσεως που είχε πραγματοποιήσει ο θανών εργαζόμενος γονέας, αποκλείοντας τον συνυπολογισμό του χρόνου ασφαλίσεως που έχει πραγματοποιήσει ο επιζών γονέας ο οποίος έχει εργασθεί σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τούτο δε όταν η εφαρμοστέα εθνική κανονιστική ρύθμιση προβλέπει τη δυνατότητα συνεκτιμήσεως και του δικού του ασφαλιστικού χρόνου προς θεμελίωση της αιτήσεως χορηγήσεως παροχών για ορφανά τέκνα.»

(1) .

(2) – Κανονισμός του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 73), όπως τροποποιήθηκε και ενημερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 118/97 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 1996 (EE L 28, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 592/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008 (EE L 177, σ. 1). Ο τίτλος του κανονισμού ελήφθη εν προκειμένω από την κωδικοποιημένη έκδοσή του.

(3) – Ο κανονισμός (ΕK) 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας (ΕΕ L 166, σ. 1), κατήργησε και αντικατέστησε τον κανονισμό 1408/71 από 1ης Μαΐου 2010, ημερομηνίας κατά την οποία ετέθη σε ισχύ ο κανονισμός (ΕΚ) 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 (ΕΕ L 284, σ. 1).

(4) – Βλ., όλως ενδεικτικώς, αποφάσεις της 12ης Ιουνίου 1980, 733/79, Laterza (Συλλογή τόμος 1980/ΙΙ, σ. 291)· της 24ης Νοεμβρίου 1983, 320/82, D’Amario (Συλλογή 1983, σ. 3811)· της 27ης Φεβρουαρίου 1997, C-59/95, Bastos Moriana κ.λπ. (Συλλογή 1997, σ. I-1071)· της 24ης Σεπτεμβρίου 2002, C-471/99, Martínez Domínguez κ.λπ. (Συλλογή 2002, σ. I-7835), και της 20ής Οκτωβρίου 2011, C-225/10, Perez Garcia κ.λπ. (Συλλογή 2011, σ. Ι-10111).

(5) – Η υπογράμμιση δική μου. Το περιεχόμενο της εν λόγω διατάξεως διευρύνθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 307/1999 του Συμβουλίου, της 8ης Φεβρουαρίου 1999, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 και του κανονισμού (ΕΟΚ) 574/72 περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71, ούτως ώστε να επεκταθούν και στους σπουδαστές (ΕΕ L 38, σ. 1), με την προσθήκη των λέξεων «και για σπουδαστές» στην πρώτη ημιπερίοδο της διατάξεως.

(6) – Βλ. ανωτέρω, σημείο 1 και υποσημείωση 3.

(7) – Βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 5ης Ιουλίου 1988, 21/87, Borowitz (Συλλογή 1988, σ. 3715, σκέψη 23), της 3ης Απριλίου 2008, C-331/06, Chuck (Συλλογή 2008, σ. I-1957, σκέψη 27), και της 21ης Ιουλίου 2011, C-503/09, Stewart (Συλλογή 2011, σ. Ι-6497, σκέψεις 75 έως 77 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

(8) – Βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 9ης Μαρτίου 2006, C-493/04, Piatkowski (Συλλογή 2006, σ. I-2369, σκέψη 20)· της 18ης Ιουλίου 2006, C-50/05, Nikula (Συλλογή 2006, σ. I-7029, σκέψη 20)· της 3ης Απριλίου 2008, C-103/06, Derouin (Συλλογή 2008, σ. I-1853, σκέψη 20), και της 3ης Μαρτίου 2011, C-440/09, Tomaszewska (Συλλογή 2011, σ. Ι-1033, σκέψη 25).

(9) – Βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 20ής Σεπτεμβρίου 1994, C-12/93, Drake (Συλλογή 1994, σ. I-4337, σκέψη 27)· της 20ής Φεβρουαρίου 1997, C-88/95, C-102/95 και C-103/95, Martínez Losada κ.λπ. (Συλλογή 1997, σ. I-869, σκέψη 43)· της 20ής Ιανουαρίου 2005, C-306/03, Salgado Alonso (Συλλογή 2005, σ. I-705, σκέψη 27), καθώς και προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 8 απόφαση Tomaszewska (σκέψη 24).

(10) – Βλ. προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 8 απόφαση Tomaszewska (σκέψη 27).

(11) – Βλ. προπαρατεθείσες με την υποσημείωση 8 αποφάσεις Tomaszewska (σκέψη 28), Piatkowski (σκέψη 19) και Derouin (σκέψη 20).

(12) – Βλ., μεταξύ άλλων, προπαρατεθείσες με την υποσημείωση 4 αποφάσεις Bastos Moriana (σκέψη 15) και Martínez Domínguez (σκέψη 23).

(13) – Βλ., κατ’ αναλογίαν, τις επισημάνσεις στις οποίες προέβην με το σημείο 51 των προτάσεών μου στην υπόθεση C-208/07, von Chamier-Glisczinski (απόφαση της 16ης Ιουλίου 2009, Συλλογή 2009, σ. I-6095).

(14) – Βλ., ως πλέον πρόσφατη, απόφαση της 12ης Ιουνίου 2012, C-611/10 και 612/10, Hudzinski ( σκέψη 53 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Συναφώς, βλ. επίσης αποφάσεις της 9ης Νοεμβρίου 2006, C-205/05, Nemec (Συλλογή 2006, σ. I-10745, σκέψεις 37 και 38), και της 20ής Μαΐου 2008, C-352/06, Bosmann (Συλλογή 2008, σ. I-3827, σκέψη 29).

(15) – Βλ. προπαρατεθείσες με την υποσημείωση 14 αποφάσεις Bosmann (σκέψη 30) και Hudinzki (σκέψη 54).

(16) – Βλ. προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 13 απόφαση von Chamier-Glisczinski (σκέψη 56) και προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 14 απόφαση Hudzinki (σκέψη 55).

(17) – Βλ. αποφάσεις της 6ης Μαρτίου 1979, 100/78, Rossi (Συλλογή τόμος 1979/Ι, σ. 451, σκέψη 14), της 30ής Ιουνίου 2011, C-388/09, da Silva Martins (Συλλογή 2011, σ. Ι-5737, σκέψη 75), καθώς και προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 14 απόφαση Hudzinski (σκέψη 56).

(18) – Βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 9ης Δεκεμβρίου 1993, C-45/92 και C-46/92, Lepore και Scamuffa (Συλλογή 1993, σ. I-6497, σκέψη 21)· της 4ης Οκτωβρίου 1991, C-349/87, Paraschi (Συλλογή 1991, σ. I-4501, σκέψη 22)· της 30ής Μαρτίου 1993, C-282/91, de Wit (Συλλογή 1993, σ. I-1221, σκέψεις 16 και 17), και της 5ης Οκτωβρίου 1994, C-165/91, van Munster (Συλλογή 1994, σ. I-4661, σκέψη 27). Βλ., επίσης, αποφάσεις της 9ης Οκτωβρίου 1997, C-31/96 έως C-33/96, Naranjo Arjona κ.λπ. (Συλλογή 1997, σ. I-5501, σκέψη 20), της 17ης Δεκεμβρίου 1998, C-153/97, Grajera Rodríguez (Συλλογή 1998, σ. I-8645, σκέψη 17), καθώς και προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 14 απόφαση Nemec (σκέψεις 37 και 38).

(19) – Βλ. σημείο 56 των προτάσεών μου στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 13 απόφαση von Chamier-Glisczinski.

(20) – Η αρχή του συνυπολογισμού πραγματώνεται με τον κανονισμό 1408/71, ενδεικτικώς δε με τα άρθρα 18, 38, 45, 64 και 67 αυτού. Με τον νέο κανονισμό 883/2004 (βλ. ανωτέρω, υποσημείωση 3) η εν λόγω αρχή αναγνωρίζεται πλέον με διάταξη γενικού χαρακτήρα (άρθρο 6).

(21) – Βλ., κατ’ αναλογίαν, προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 8 απόφαση Tomaszewska (σκέψη 30), απόφαση της 26ης Οκτωβρίου 1995, C-481/93, Moscato (Συλλογή 1995, σ. I-3525, σκέψη 28), και προπαρατεθείσα με την υποσημείωση 9 απόφαση Salgado Alonso (σκέψη 29).

(22) – Προς στήριξη του επιχειρήματός της η Βελγική Κυβέρνηση επικαλείται και το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού (ΕΟΚ) 574/72 του Συμβουλίου, της 21ης Μαρτίου 1972, περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού 1408/71 όπως τροποποιήθηκε και ενημερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 118/97 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 1996 (EE L 28, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 101/2008 της Επιτροπής, της 4ης Φεβρουαρίου 2008 (EE L 31, σ. 15). Κατά τη Βελγική Κυβέρνηση, το εν λόγω άρθρο, το οποίο περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο I, τίτλος IV του κανονισμού 574/72, με τίτλο «Γενικοί κανόνες περί του συνυπολογισμού των περιόδω ν ασφαλίσεως», τεκμηριώνει την υποστηριζόμενη από την ίδια θέση, καθώς αναφέρεται στην «πρόσθεση» των περιόδων ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία οιουδήποτε άλλου κράτους μέλους προς «συμπλήρωση» των περιόδων ασφαλίσεως. Επιβάλλεται, ωστόσο, η διαπίστωση ότι η Βελγική Κυβέρνηση αλυσιτελώς επιχειρεί να θεμελιώσει το επιχείρημά της στο εν λόγω άρθρο. Συγκεκριμένα, από την παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου προκύπτει ρητώς ότι αυτό εφαρμόζεται επί συγκεκριμένων κανόνων του κανονισμού 1408/71, ειδικότερα δε επί αυτών που αφορούν τις παροχές ασθενείας και μητρότητας, αναπηρίας, γήρατος και θανάτου (συντάξεις), καθώς και επί αυτών που αφορούν τα επιδόματα σε περίπτωση θανάτου ή ανεργίας, αλλά όχι επί των κανόνων που αφορούν τις οικογενειακές παροχές. Πράγματι, μεταξύ των κανόνων που μνημονεύονται ρητώς στο εν λόγω άρθρο δεν περιλαμβάνονται οι κανόνες που αφορούν τις οικογενειακές παροχές· συγκεκριμένα, δεν γίνεται καμία αναφορά ούτε στο άρθρο 72 ούτε στο άρθρο 79 του κανονισμού 1408/71.

(23) – Βλ. απόφαση της 15ης Δεκεμβρίου 2011, C-257/10, Bergström (Συλλογή 2011, σ. Ι-13227, σκέψεις 39 έως 44 και, ιδίως, σκέψεις 39 και 40).

(24) – Βλ. ανωτέρω, υποσημείωση 23.

(25) – Βλ. ανωτέρω, υποσημείωση 4.

(26) – Αποφάσεις της 24ης Απριλίου 1980, 110/79, Coonan (Συλλογή τόμος 1980/II, σ. 77), και της 27ης Ιανουαρίου 1981, 70/80, Vigier (Συλλογή 1981, σ. 219).

(27) – Από το εν λόγω σημείο προκύπτει ειδικότερα ότι «[γ]ια την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 72 και του άρθρου 79, παράγραφος 1, στοιχεί[ο] [αʹ], του κανονισμού, λαμβάνονται υπόψη οι περίοδοι απασχολήσεως ή/και ασφαλίσεως που συμπληρώθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, στην περίπτωση κατά την οποία, δυνάμει της βελγικής νομοθεσίας το δικαίωμα επί των παροχών υπόκειται στην προϋπόθεση της εκπληρώσεως, για μια ορισμένη προηγούμενη χρονική περίοδο, των προϋποθέσεων οι οποίες γεννούν δικαίωμα οικογενειακών επιδομάτων στο πλαίσιο του καθεστώτος των μισθωτών εργαζομένων».