ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

της 4ης Ιουνίου 2009 ( *1 )

«Οδηγία 94/25/ΕΚ — Προσέγγιση των νομοθεσιών — Σκάφη αναψυχής — Απαγόρευση χρήσεως ατομικών σκαφών με κινητήρα εκτός των διαύλων γενικής ναυσιπλοΐας — Άρθρα 28 ΕΚ και 30 ΕΚ — Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος — Πρόσβαση στην αγορά — Εμπόδιο — Προστασία του περιβάλλοντος — Αναλογικότητα»

Στην υπόθεση C-142/05,

με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Luleå tingsrätt (Σουηδία) με απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2005, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις , στο πλαίσιο της δίκης

Åklagaren

κατά

Percy Mickelsson,

Joakim Roos,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, J. Makarczyk, P. Kūris, Γ. Αρέστη (εισηγητή) και J. Klučka, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: J. Kokott

γραμματέας: J. Swedenborg, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της συνεδριάσεως της 13ης Ιουλίου 2006,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

οι P. Mickelsson και J. Roos, εκπροσωπούμενοι από τους P. Olofsson, και H. Tiberg, advokater,

η Σουηδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον A. Kruse,

η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους M. Lumma και U. Forsthoff,

η Αυστριακή Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους E. Riedl και G. Eberhard,

η Νορβηγική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον A. Eide, την F. Platou Amble και τον G. Hanssen,

η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την L. Ström van Lier και τον M. van Beek,

αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 14ης Δεκεμβρίου 2006,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 28 ΕΚ έως 30 ΕΚ καθώς και της οδηγίας 94/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 1994, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών οι οποίες αφορούν τα σκάφη αναψυχής (ΕΕ L 164, σ. 15), όπως έχει τροποποιηθεί από την οδηγία 2003/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της (ΕΕ L 214, σ. 18, στο εξής: οδηγία 94/25).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο της ποινικής διώξεως που άσκησε η Åklagaren (εισαγγελική αρχή) κατά των P. Mickelsson και J. Roos για μη τήρηση της απαγόρευσης χρήσεως ατομικών σκαφών με κινητήρα (στο εξής: ΑΣΚ), όπως προβλέπεται από την κανονιστική απόφαση 1993:1053 για τη χρήση των ατομικών σκαφών με κινητήρα [förordning (1993:1053) om användning av vattenskoter ], όπως τροποποιήθηκε από την κανονιστική απόφαση 2004:607 [förordning (2004:607), στο εξής: εθνική κανονιστική απόφαση].

Το νομικό πλαίσιο

Η κοινοτική νομοθεσία

3

Σύμφωνα με τη δεύτερη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 94/25:

«[…] [Ο]ι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις οι οποίες ισχύουν στα διάφορα κράτη μέλη σχετικά με τα χαρακτηριστικά ασφαλείας των σκαφών αναψυχής διαφέρουν τόσο ως προς το πεδίο εφαρμογής όσο και ως προς το περιεχόμενο, […] οι αποκλίσεις δε αυτές τείνουν να δημιουργήσουν εμπόδια στο εμπόριο και άνισες συνθήκες ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά».

4

Η τρίτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 94/25 προβλέπει:

«[…] [Η] εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών είναι ο μόνος τρόπος άρσης των εν λόγω εμποδίων στην ελευθερία των συναλλαγών· […] ο στόχος αυτός δεν μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητικά από τα μεμονωμένα κράτη μέλη· […] η παρούσα οδηγία καθορίζει αποκλειστικά και μόνο τις απαραίτητες απαιτήσεις για την ελεύθερη κυκλοφορία των σκαφών αναψυχής».

5

Το άρθρο 1 της οδηγίας 94/25 ορίζει το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας. Η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 της οδηγίας 2003/44, το οποίο διεύρυνε το πεδίο εφαρμογής για να συμπεριλάβει τα ΑΣΚ.

6

Το άρθρο 2 της οδηγίας 94/25, με τίτλο «Διάθεση στην αγορά και θέση σε λειτουργία», ορίζει:

«1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, μπορούν να διατίθενται στην αγορά και να τίθενται σε λειτουργία σύμφωνα με το σκοπό για τον οποίο προορίζονται μόνο εφόσον δεν θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια και την υγεία προσώπων, πραγμάτων ή το περιβάλλον, όταν έχουν κατασκευαστεί και συντηρούνται όπως πρέπει.

2.   Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη να θεσπίζουν, τηρώντας δεόντως τη Συνθήκη [ΕΚ], διατάξεις που αφορούν τη ναυσιπλοΐα σε ορισμένα ύδατα και αποβλέπουν στην προστασία του περιβάλλοντος, και της διαμόρφωσης των πλωτών οδών και στην ασφαλή επ’ αυτών ναυσιπλοΐα, υπό τον όρο ότι αυτό δεν απαιτεί μετατροπές σκαφών σύμφωνων με την παρούσα οδηγία.»

7

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 94/25, όπως έχει τροποποιηθεί από την οδηγία 2003/44, ορίζει:

«Τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν, περιορίζουν ή παρεμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά ή τη λειτουργία στην επικράτειά τους των σκαφών αναψυχής που φέρουν τη σήμανση “CE” η οποία αναφέρεται στο παράρτημα IV και υποδηλώνει ότι είναι σύμφωνα προς όλες τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών αξιολόγησης της πιστότητας που αναφέρονται στο κεφάλαιο ΙΙ.»

8

Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/44 ορίζει:

«Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας μέχρι τις 30 Ιουνίου 2004. Ενημερώνουν αμέσως σχετικά την Επιτροπή.

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 1η Ιανουαρίου 2005».

Η εθνική νομοθεσία

9

Η εθνική κανονιστική απόφαση τέθηκε σε ισχύ στις 15 Ιουλίου 2004.

10

Το άρθρο 1 της κανονιστικής αυτής απόφασης ορίζει:

«Ως ατομικό σκάφος με κινητήρα νοείται στην παρούσα κανονιστική απόφαση σκάφος με μήκος μικρότερο των 4 μέτρων, το οποίο 1) διαθέτει κινητήρα εσωτερικής καύσεως με αντλία εκτοξεύσεως νερού ως κύριο μέσο προώσεως και 2) προορίζεται για χρήση από άτομο ή άτομα που είναι καθιστά, όρθια ή γονατιστά επάνω του και όχι μέσα στο κύτος.»

11

Το άρθρο 2 της εν λόγω κανονιστικής απόφασης προβλέπει:

«Τα ατομικά σκάφη με κινητήρα μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο στους διαύλους γενικής ναυσιπλοΐας και στις θαλάσσιες ζώνες που προβλέπονται στο άρθρο 3, παράγραφος 1.»

12

Σύμφωνα με το άρθρο 3 της εθνικής κανονιστικής απόφασης:

«Η länsstyrelsen [(Νομαρχία)] μπορεί να θεσπίζει διατάξεις που καθορίζουν τις υδάτινες ζώνες εντός του län, εκτός των διαύλων γενικής ναυσιπλοΐας, στις οποίες μπορούν να χρησιμοποιούνται ατομικά σκάφη με κινητήρα. Ωστόσο, η θέσπιση των διατάξεων αυτών είναι υποχρεωτική όσον αφορά:

1)

τις υδάτινες ζώνες οι οποίες έχουν επηρεαστεί τόσο έντονα από την ανθρώπινη δραστηριότητα ώστε ο θόρυβος που προκαλείται και οι άλλες οχλήσεις από τη χρήση ατομικών σκαφών δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι παραβλάπτουν σημαντικά το κοινωνικό σύνολο ή το περιβάλλον·

2)

τις υδάτινες ζώνες οι οποίες δεν βρίσκονται κοντά σε περιοχές όπου υπάρχουν κατοικίες ή εξοχικές κατοικίες και οι οποίες έχουν μικρή αξία για την προστασία του φυσικού και του πολιτιστικού περιβάλλοντος, της βιοποικιλότητας, των υπαίθριων δραστηριοτήτων, της ερασιτεχνικής ή της επαγγελματικής αλιείας και

3)

τις άλλες υδάτινες ζώνες στις οποίες η χρήση ατομικών σκαφών δεν είναι επιβλαβής για το κοινωνικό σύνολο, λόγω του θορύβου ή άλλων οχλήσεων, ούτε συνεπάγεται κίνδυνο σημαντικών ζημιών ή οχλήσεων για τη ζωή των ζώων ή των φυτών ούτε κίνδυνο διαδόσεως μεταδοτικών ασθενειών.

Η länsstyrelsen μπορεί επίσης να θεσπίζει διατάξεις για τον καθορισμό των ορίων των διαύλων γενικής ναυσιπλοΐας όπου επιτρέπεται η χρήση ατομικών σκαφών, εφόσον τούτο είναι απαραίτητο για την αποφυγή τέτοιων βλαβών ή κινδύνων ζημίας όπως οι προβλεπόμενοι στο πρώτο εδάφιο, σημείο 3, καθώς και τον τρόπο εισόδου στους διαύλους γενικής ναυσιπλοΐας και εξόδου από αυτούς.»

13

Σύμφωνα με το άρθρο 5 της εθνικής κανονιστικής απόφασης, όποιος οδηγεί ΑΣΚ κατά παράβαση των άρθρων 2 ή 3γ της εν λόγω κανονιστικής απόφασης ή των διατάξεων που θεσπίζονται βάσει του άρθρου 3 τιμωρείται με χρηματική ποινή.

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

14

Η Åklagaren άσκησε ποινική δίωξη κατά των P. Mickelsson και J. Roos ενώπιον του Luleå tingsrätt, για τον λόγο ότι, στις 8 Αυγούστου 2004, κατά παράβαση της εθνικής κανονιστικής απόφασης, οδήγησαν ΑΣΚ σε υδάτινη ζώνη που βρισκόταν εκτός των διαύλων γενικής ναυσιπλοΐας. Οι εν λόγω κατηγορούμενοι δεν αμφισβητούν τα πραγματικά περιστατικά, αλλά προβάλλουν ότι η εφαρμογή της εν λόγω κανονιστικής απόφασης είναι αντίθετη προς το άρθρο 28 ΕΚ και προς την οδηγία 94/25.

15

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Luleå tingsrätt αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα δύο προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

α)

Απαγορεύουν τα άρθρα 28 ΕΚ έως 30 ΕΚ τις εθνικές διατάξεις οι οποίες προβλέπουν απαγόρευση της χρήσεως ατομικών σκαφών σε άλλα μέρη πλην των διαύλων γενικής ναυσιπλοΐας ή των υδατίνων ζωνών ως προς τις οποίες οι αρχές τοπικής αυτοδιοικήσεως έχουν θεσπίσει διατάξεις επιτρέπουσες τη χρήση των σκαφών αυτών, όπως είναι οι διατάξεις της [εθνικής] κανονιστικής αποφάσεως;

β)

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως: Απαγορεύουν τα άρθρα 28 ΕΚ έως 30 ΕΚ την εκ μέρους κράτους μέλους εφαρμογή τέτοιων διατάξεων κατά τρόπον ώστε η χρήση ατομικών σκαφών να απαγορεύεται και σε υδάτινες ζώνες ως προς τις οποίες οι αρχές τοπικής αυτοδιοικήσεως δεν έχουν ακόμη ερευνήσει αν πρέπει να θεσπίσουν διατάξεις επιτρέπουσες τη χρήση των σκαφών αυτών;

2)

Απαγορεύει η οδηγία [94/25] τέτοιες εθνικές διατάξεις περί απαγορεύσεως της χρήσεως ατομικών σκαφών όπως οι προεκτεθείσες;»

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

16

Με τα ερωτήματα αυτά, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν η οδηγία 94/25 ή, ενδεχομένως, τα άρθρα 28 ΕΚ και 30 ΕΚ έχουν την έννοια ότι απαγορεύουν εθνική κανονιστική ρύθμιση, όπως η επίδικη στην κύρια δίκη, η οποία απαγορεύει τη χρήση ΑΣΚ εκτός των καθορισμένων διαύλων.

Επί της ερμηνείας της οδηγίας 94/25

17

Τροποποιώντας το άρθρο 1 της οδηγίας 94/25, όπως είχε αρχικώς, η οδηγία 2003/44 διεύρυνε το πεδίο εφαρμογής της πρώτης οδηγίας προκειμένου να περιληφθούν σε αυτό τα ΑΣΚ.

18

Σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/44, τα κράτη μέλη έπρεπε να θεσπίσουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της οδηγίας αυτής το αργότερο μέχρι τις 30 Ιουνίου 2004. Τα κράτη μέλη όφειλαν να εφαρμόσουν τις διατάξεις αυτές από .

19

Επομένως, η οδηγία 2003/44 δεν ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης που έχουν σχέση με τα ΑΣΚ.

20

Εξάλλου, το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 94/25 διευκρινίζει ότι οι διατάξεις αυτές δεν απαγορεύουν στα κράτη μέλη να θεσπίζουν, τηρώντας τη Συνθήκη, διατάξεις που αφορούν τη ναυσιπλοΐα σε ορισμένα ύδατα και αποβλέπουν στην προστασία του περιβάλλοντος και της διαμόρφωσης των πλωτών οδών και στην ασφαλή επ’ αυτών ναυσιπλοΐα, υπό τον όρον ότι αυτό δεν απαιτεί μετατροπές σκαφών σύμφωνων με την παρούσα οδηγία.

21

Έτσι, σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας, εθνικές διατάξεις οι οποίες, για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος, απαγορεύουν τη χρήση ΑΣΚ σε ορισμένα ύδατα, δεν αντιβαίνουν προς την οδηγία στο μέτρο που δεν παραβιάζουν τους κανόνες της Συνθήκης.

22

Η επίδικη στην υπόθεση της κύριας δίκης κανονιστική ρύθμιση εμπίπτει στην κατηγορία εθνικών μέτρων που αναφέρει η προαναφερθείσα διάταξη της οδηγίας 94/25. Συγκεκριμένα, η εν λόγω κανονιστική ρύθμιση προβλέπει μία γενική απαγόρευση της χρήσης των ΑΣΚ εκτός των διαύλων γενικής ναυσιπλοΐας. Σύμφωνα με το άρθρο 3, πρώτο εδάφιο, της κανονιστικής αποφάσεως, η länsstyrelsen μπορεί να ορίζει, εντός της περιφέρειας, ζώνες που βρίσκονται εκτός των διαύλων γενικής ναυσιπλοΐας, στις οποίες επιτρέπεται η χρήση ΑΣΚ. Ωστόσο, η länsstyrelsen υποχρεούται να θεσπίζει προς τούτο διατάξεις όσον αφορά τα ύδατα που αναφέρονται στα σημεία 1 έως 3 του άρθρου 3 της εν λόγω κανονιστικής αποφάσεως.

23

Πρέπει επομένως να εξεταστεί αν τα άρθρα 28 ΕΚ και 30 ΕΚ απαγορεύουν εθνικούς κανόνες όπως αυτοί της διαφοράς της κύριας δίκης.

Επί της ερμηνείας των άρθρων 28 ΕΚ και 30 ΕΚ

24

Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι ως «μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό των εισαγωγών», κατά την έννοια του άρθρου 28 ΕΚ, χαρακτηρίζονται τα μέτρα κράτους μέλους τα οποία σκοπούν ή έχουν ως αποτέλεσμα τη δυσμενέστερη μεταχείριση των προϊόντων που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη, καθώς και οι περιορισμοί στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων οι οποίοι, ελλείψει εναρμονίσεως των εθνικών νομοθεσιών, οφείλονται στην εφαρμογή επί εμπορευμάτων προελεύσεως άλλων κρατών μελών, εντός των οποίων αυτά κατασκευάζονται και διατίθενται νομίμως στο εμπόριο, διατάξεων που αφορούν τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα εμπορεύματα αυτά, ακόμη και αν οι διατάξεις αυτές ισχύουν αδιακρίτως για όλα τα προϊόντα (βλ., συναφώς, αποφάσεις της 20ής Φεβρουαρίου 1979, 120/78, Rewe-Zentral, γνωστή ως «Cassis de Dijon», Συλλογή τόμος 1979/Ι, σ. 321, σκέψεις 6, 14 και 15· της , C-368/95, Familiapress, Συλλογή 1997, σ. I-3689, σκέψη 8, και της , C-322/01, Deutscher Apothekerverband, Συλλογή 2003, σ. I-14887, σκέψη 67). Υπάγεται επίσης στην κατηγορία αυτή κάθε άλλο μέτρο που παρακωλύει την πρόσβαση στην αγορά κράτους μέλους των προϊόντων καταγωγής άλλων κρατών μελών (βλ. απόφαση της , C-110/05, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 2009, σ. Ι-519, σκέψη 37).

25

Όπως προκύπτει από τη δικογραφία που διαβιβάστηκε στο Δικαστήριο, κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης δεν είχε ορισθεί καμία ζώνη ναυσιπλοΐας των ΑΣΚ, οπότε η χρήση τους επιτρεπόταν μόνον εντός των διαύλων γενικής ναυσιπλοΐας. Ωστόσο, οι κατηγορούμενοι της κύριας δίκης, καθώς και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, υποστηρίζουν ότι οι δίαυλοι αυτοί προορίζονται για την κυκλοφορία μεγάλων εμπορικών σκαφών, γεγονός που καθιστά τη χρήση των ΑΣΚ επικίνδυνη και ότι, εν πάση περιπτώσει, το μεγαλύτερο μέρος των πλωτών υδάτων της Σουηδίας βρίσκεται εκτός των εν λόγω διαύλων. Οι πραγματικές δυνατότητες χρήσης των ΑΣΚ στη Σουηδία είναι, επομένως, ελάχιστες.

26

Ακόμη και αν η επίδικη εθνική ρύθμιση δεν σκοπεί ή δεν έχει ως αποτέλεσμα τη δυσμενέστερη μεταχείριση των προϊόντων που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη, γεγονός που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να το εξακριβώσει, ο περιορισμός της χρήσεως ενός προϊόντος που επιβάλλει στο έδαφος ενός κράτους μέλους μπορεί, αναλόγως του περιεχομένου του, να επηρεάσει σημαντικά τη συμπεριφορά των καταναλωτών, γεγονός το οποίο, με τη σειρά του, έχει επιπτώσεις στην πρόσβαση του προϊόντος στην αγορά αυτού του κράτους μέλους (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Ιταλίας, σκέψη 56).

27

Συγκεκριμένα, οι καταναλωτές, γνωρίζοντας ότι η χρήση που επιτρέπει η ρύθμιση αυτή είναι πολύ περιορισμένη, έχουν μειωμένο ενδιαφέρον να αγοράσουν το εν λόγω προϊόν (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσα Επιτροπή κατά Ιταλίας, σκέψη 57).

28

Συναφώς, οσάκις οι εθνικοί κανόνες για τον προσδιορισμό των υδάτων και των διαύλων ναυσιπλοΐας εμποδίζουν τους χρήστες των ΑΣΚ να χρησιμοποιήσουν τα προϊόντα με τον αρμόζοντα και εγγενή γι’ αυτά τρόπο ή περιορίζουν κατά πολύ τη χρήση τους, γεγονός που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει, οι κανόνες αυτοί έχουν ως αποτέλεσμα την παρακώλυση της πρόσβασης των προϊόντων αυτών στην εν λόγω εθνική αγορά και συνιστούν, επομένως, υπό την επιφύλαξη της υπάρξεως δικαιολογίας βάσει του άρθρου 30 ΕΚ ή λόγω επιτακτικής ανάγκης δημοσίου συμφέροντος, μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό των εισαγωγών τα οποία απαγορεύει το άρθρο 28 ΕΚ.

29

Επιπλέον, σε αμφότερες τις περιπτώσεις το εθνικό μέτρο πρέπει να είναι κατάλληλο για να διασφαλισθεί η υλοποίηση του επιδιωκόμενου σκοπού και να μην υπερβαίνει το αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού αυτού μέτρο (βλ. προπαρατεθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Ιταλίας, σκέψη 59 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

30

Η Σουηδική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η εθνική κανονιστική απόφαση δικαιολογείται από τον σκοπό της προστασίας του περιβάλλοντος καθώς και από τους σκοπούς του άρθρου 30 ΕΚ. Ο περιορισμός της χρήσης των ΑΣΚ στις καθορισμένες ζώνες θα καθιστούσε εφικτή, ιδίως, την αποφυγή ανεπίτρεπτων βλαβών του περιβάλλοντος. Συγκεκριμένα, η χρήση των ΑΣΚ θα είχε αρνητικές συνέπειες για την πανίδα, ειδικότερα όταν το εν λόγω όχημα χρησιμοποιείται για μεγάλο χρονικό διάστημα σε περιορισμένη επιφάνεια ή κινείται με μεγάλη ταχύτητα. Το σύνολο των ηχητικών εκπομπών θα ήταν ενοχλητικό για ανθρώπους και ζώα, και ιδίως για ορισμένα είδη προστατευόμενων πτηνών. Επιπλέον, η εύκολη μεταφορά των ΑΣΚ θα διευκόλυνε την εξάπλωση των ασθενειών ζώων.

31

Πρέπει να σημειωθεί, συναφώς, ότι, σύμφωνα με το άρθρο 30 ΕΚ, το άρθρο 28 δεν εμποδίζει τις απαγορεύσεις ή περιορισμούς επί των εισαγωγών που δικαιολογούνται, ιδίως, για λόγους προστασίας της υγείας και της ζωής των ανθρώπων και των ζώων ή προστασίας των φυτών.

32

Επιπλέον, κατά πάγια νομολογία, ο σκοπός της προστασίας του περιβάλλοντος μπορεί να δικαιολογεί εθνικά μέτρα που εμποδίζουν το ενδοκοινοτικό εμπόριο, με την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα είναι ανάλογα προς τον επιδιωκόμενο σκοπό (βλ. απόφαση της 11ης Δεκεμβρίου 2008, C-524/07, Επιτροπή κατά Αυστρίας, σκέψη 57 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

33

Δεδομένου ότι η προστασία του περιβάλλοντος, αφενός, και η προστασία της υγείας και της ζωής των ανθρώπων και των ζώων, καθώς και η προστασία των φυτών, αφετέρου, είναι εν προκειμένω, σκοποί που συνδέονται στενά, επιβάλλεται η από κοινού εξέτασή τους προκειμένου να εκτιμηθεί αν ρύθμιση, όπως η επίδικη στην κύρια δίκη, είναι δικαιολογημένη.

34

Δεν αμφισβητείται ότι ο περιορισμός ή η απαγόρευση της χρήσης των ΑΣΚ αποτελούν μέσα κατάλληλα για την εξασφάλιση της προστασίας του περιβάλλοντος. Ωστόσο, για να είναι δυνατό η εθνική ρύθμιση να θεωρηθεί δικαιολογημένη, πρέπει, περαιτέρω, οι εθνικές αρχές να αποδείξουν ότι τα περιοριστικά αποτελέσματά της στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων δεν υπερβαίνουν το αναγκαίο για την επίτευξη αυτού του σκοπού μέτρο.

35

Η Σουηδική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η απαγόρευση της χρήσης των ΑΣΚ αφήνει στους χρήστες της περίπου 300 διαύλους γενικής ναυσιπλοΐας στη σουηδική ακτογραμμή και στις μεγάλες λίμνες, γεγονός που αποτελεί μία πολύ ευρεία ζώνη. Εξάλλου, η γεωγραφική κατάσταση των υδάτινων αυτών ζωνών στη Σουηδία αποκλείει μέτρα με περιεχόμενο διαφορετικό από αυτό των διατάξεων που περιλαμβάνονται στην επίμαχη στην κύρια δίκη εθνική κανονιστική απόφαση.

36

Συναφώς, μολονότι δεν αποκλείεται εν προκειμένω η δυνατότητα λήψεως άλλων μέτρων, αντί της απαγορεύσεως που προβλέπει το άρθρο 2 της εθνικής κανονιστικής απόφασης, τα οποία θα μπορούσαν να διασφαλίσουν κάποιο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος, εντούτοις δεν είναι δυνατό να αποκλεισθεί η δυνατότητα των κρατών μελών να υλοποιήσουν ένα σκοπό, όπως η προστασία του περιβάλλοντος, θεσπίζοντας γενικούς κανόνες, οι οποίοι, αφενός, είναι απαραίτητοι λόγω των γεωγραφικών ιδιαιτεροτήτων του οικείου κράτους μέλους και, αφετέρου, η διαχείριση και ο έλεγχος της εφαρμογής τους θα είναι ευχερείς για τις εθνικές αρχές (βλ., κατ’ αναλογία, προπαρατεθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Ιταλίας, σκέψη 67).

37

Η εθνική κανονιστική απόφαση προβλέπει μία γενική απαγόρευση χρήσης των ΑΣΚ εκτός των διαύλων γενικής ναυσιπλοΐας, υπό την προϋπόθεση του προσδιορισμού από το länsstyrelsen των ζωνών εκτός των διαύλων αυτών στις οποίες επιτρέπεται η χρήση ΑΣΚ. Συναφώς, η länsstyrelsen οφείλει, βάσει του άρθρου 3 της εθνικής κανονιστικής απόφασης, να θεσπίσει τις αναγκαίες προς τούτο διατάξεις υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται με το εν λόγω άρθρο.

38

Όσον αφορά τον φερόμενο ως αναγκαίο χαρακτήρα του εν λόγω μέτρου, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η διατύπωση της εθνικής κανονιστικής απόφασης αφήνει να εννοηθεί ότι, εντός των ζωνών που πρέπει να προσδιοριστούν με μέτρα εφαρμογής, τα ΑΣΚ μπορούν να χρησιμοποιηθούν χωρίς να υπάρξουν κίνδυνοι ή να προκληθούν βλάβες που θεωρούνται ανεπίτρεπτες για το περιβάλλον. Επομένως, μία γενική απαγόρευση χρήσεως τέτοιων προϊόντων εκτός των διαύλων γενικής ναυσιπλοΐας συνιστά μέτρο που υπερβαίνει το αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού της προστασίας του περιβάλλοντος όριο.

39

Ρύθμιση όπως αυτή της κύριας δίκης μπορεί κατ’ αρχήν να θεωρηθεί ως ανάλογη υπό την προϋπόθεση, πρώτον, ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές είναι υποχρεωμένες να λάβουν αυτά τα μέτρα εφαρμογής, στη συνέχεια, ότι οι αρχές αυτές άσκησαν πράγματι την αρμοδιότητα που τους απονεμήθηκε προς τούτο και προσδιόρισαν τις ζώνες που ανταποκρίνονται στους όρους που προβλέπει η εθνική ρύθμιση και, τέλος, ότι τα μέτρα αυτά θεσπίστηκαν σε εύλογη προθεσμία από την έναρξη ισχύος της εν λόγω κανονιστικής αποφάσεως.

40

Επομένως, εθνική ρύθμιση όπως αυτή της κύριας δίκης μπορεί να δικαιολογηθεί από τον σκοπό της προστασίας του περιβάλλοντος, υπό την προϋπόθεση της τηρήσεως των προαναφερθέντων όρων. Στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να εξακριβώσει αν πληρούνται οι όροι αυτοί στην υπόθεση της κύριας δίκης.

41

Συναφώς, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι, στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 234 ΕΚ, που στηρίζεται σε σαφή διάκριση των λειτουργιών μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου, κάθε εκτίμηση των επίδικων περιστατικών εμπίπτει στην αρμοδιότητα του εθνικού δικαστηρίου (απόφαση της 14ης Φεβρουαρίου 2008, C-450/06, Varec, Συλλογή 2008, σ. I-581, σκέψη 23). Ωστόσο, για να του δώσει μια χρήσιμη απάντηση, το Δικαστήριο μπορεί, σε πνεύμα συνεργασίας με τα εθνικά δικαστήρια, να του παράσχει όλα τα στοιχεία που κρίνει αναγκαία (βλ., ιδίως, απόφαση της , C-49/07, MOTOE, Συλλογή 2008, σ. Ι-4863, σκέψη 30).

42

Στην υπόθεση της κύριας δίκης, κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών, η εθνική ρύθμιση είχε τεθεί σε ισχύ πριν από τρεις περίπου εβδομάδες. Πάντως, η μη θέσπιση αυτών των μέτρων εφαρμογής της εν λόγω ρύθμισης, τη στιγμή που μόλις είχε αρχίσει να ισχύει, δεν την καθιστά δυσανάλογη, στον βαθμό που η αρμόδια αρχή δεν διέθετε τον απαιτούμενο χρόνο για την προπαρασκευή των εν λόγω μέτρων, γεγονός που εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εξακριβώσει.

43

Εξάλλου, εάν το αιτούν δικαστήριο διαπιστώσει ότι τα μέτρα εφαρμογής ελήφθησαν εντός εύλογης προθεσμίας, αλλά σε χρονικό σημείο μεταγενέστερο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης, και τα εν λόγω μέτρα καθορίζουν ως ζώνες ναυσιπλοΐας τα ύδατα εντός των οποίων οδήγησαν ΑΣΚ οι κατηγορούμενοι της κύριας δίκης κατά των οποίων ασκήθηκε για τον λόγο αυτόν δίωξη, για να είναι δυνατόν το εθνικό μέτρο να κριθεί ως ανάλογο και, επομένως, ως δικαιολογημένο από την άποψη του σκοπού της προστασίας του περιβάλλοντος, πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα στους εν λόγω κατηγορούμενους να μπορούν να επικαλεσθούν αυτόν τον καθορισμό των ζωνών ναυσιπλοΐας, δεδομένου ότι τούτο υπαγορεύει επίσης η γενική αρχή του κοινοτικού δικαίου της αναδρομικής εφαρμογής, κατά περίπτωση, του ευνοϊκότερου ποινικού νόμου και της ελαφρύτερης ποινής (απόφαση της 3ης Μαΐου 2005, C-387/02, C-391/02 και C-403/02, Berlusconi κ.λπ., Συλλογή 2005, σ. I-3565, σκέψη 68).

44

Κατόπιν των προεκτεθέντων, στα υποβληθέντα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η οδηγία 94/25, όπως έχει τροποποιηθεί από την οδηγία 2003/44, δεν αντιβαίνει σε εθνική ρύθμιση η οποία, για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος, απαγορεύει τη χρήση ΑΣΚ εκτός των καθορισθέντων διαύλων. Τα άρθρα 28 ΕΚ και 30 ΕΚ δεν απαγορεύουν μια τέτοια εθνική ρύθμιση υπό την προϋπόθεση ότι:

οι αρμόδιες εθνικές αρχές είναι υποχρεωμένες να λάβουν τα μέτρα εφαρμογής που προβλέπονται για να καθοριστούν οι ζώνες εκτός των διαύλων γενικής ναυσιπλοΐας στις οποίες μπορεί να γίνει χρήση των ΑΣΚ,

οι αρχές αυτές άσκησαν πράγματι την αρμοδιότητα που τους απονεμήθηκε προς τούτο και καθόρισαν τις ζώνες που ανταποκρίνονται στις προϋποθέσεις που προβλέπει η εθνική ρύθμιση, και

ότι τα μέτρα αυτά θεσπίστηκαν σε εύλογη προθεσμία από την έναρξη ισχύος της εν λόγω ρύθμισης.

Στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να εξακριβώσει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές στην υπόθεση της κύριας δίκης.

Επί των δικαστικών εξόδων

45

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Η οδηγία 94/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 1994, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών οι οποίες αφορούν τα σκάφη αναψυχής, όπως έχει τροποποιηθεί από την οδηγία 2003/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της , δεν αντιβαίνει σε εθνική ρύθμιση η οποία, για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος, απαγορεύει τη χρήση ατομικών σκαφών με κινητήρα, εκτός των καθορισθέντων διαύλων.

 

Τα άρθρα 28 ΕΚ και 30 ΕΚ δεν απαγορεύουν μια τέτοια εθνική ρύθμιση υπό την προϋπόθεση ότι:

 

οι αρμόδιες εθνικές αρχές είναι υποχρεωμένες να λάβουν τα μέτρα εφαρμογής που προβλέπονται για να καθοριστούν οι ζώνες εκτός των διαύλων γενικής ναυσιπλοΐας στις οποίες μπορεί να γίνει χρήση των ατομικών σκαφών με κινητήρα,

 

οι αρχές αυτές άσκησαν πράγματι την αρμοδιότητα που τους απονεμήθηκε προς τούτο και καθόρισαν τις ζώνες που ανταποκρίνονται στις προϋποθέσεις που προβλέπει η εθνική ρύθμιση, και

 

ότι τα μέτρα αυτά θεσπίστηκαν σε εύλογη προθεσμία από την έναρξη ισχύος της εν λόγω ρύθμισης.

 

Στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να εξακριβώσει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές στην υπόθεση της κύριας δίκης.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική.