61985J0316

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 18ΗΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 1987. - CENTRE PUBLIC D'AIDE SOCIALE DE COURCELLES ΚΑΤΑ MARIE-CHRISTINE LEBON. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ ΤΟΥ COUR DU TRAVAIL ΤΗΣ ΜΟΝΣ. - ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ - ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΗΡΟΥΜΕΝΟΣ ΚΑΤΙΩΝ - ΙΣΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 316/85.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1987 σελίδα 02811


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

1 . Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Εργαζόμενοι - 'Ιση μεταχείριση - Κοινωνικά πλεονεκτήματα - Μέλη της οικογένειας - Ωφελούνται έμμεσα - Κατιόντες που συμπλήρωσαν το 21ο έτος της ηλικίας και δεν συντηρούνται πλέον από τον εργαζόμενο - Αποκλείονται

( Κανονισμοί του Συμβουλίου 1612/68, άρθρα 7, παράγραφος 2, και 10, και 1251/70 )

2 . Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Εργαζόμενοι - Συντηρούμενο μέλος της οικογένειας - 'Εννοια

( Κανονισμός 1612/68 του Συμβουλίου, άρθρο 10, παράγραφοι 1 και 2 )

3 . Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Εργαζόμενοι - 'Ιση μεταχείριση - Κοινωνικά πλεονεκτήματα - υπήκοοι κράτους μέλους που μεταβαίνουν σε άλλο κράτος μέλος προς εύρεση εργασίας - Αποκλείονται

( Κανονισμός 1612/68 του Συμβουλίου, άρθρο 7, παράγραφος 2 )

Περίληψη


1 . Τα μέλη της οικογένειας του εργαζομένου κατά την έννοια του άρθρου 10 του κανονισμού 1612/68 μόνο έμμεσα ωφελούνται από την ίση μεταχείριση της οποίας απολαύει ο εργαζόμενος δυνάμει του άρθρου 7 του κανονισμού αυτού . Οι κοινωνικές παροχές που εξασφαλίζουν γενικώς ένα κατώτατο όριο μέσων συντηρήσεως δεν αναγνωρίζονται υπέρ των μελών της οικογένειας του εργαζομένου παρά μόνο εφόσον μπορούν να θεωρηθούν γι' αυτόν ως κοινωνικό πλεονέκτημα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68 .

Επομένως στην περίπτωση όπου ο εργαζόμενος υπήκοος κράτους μέλους εργάστηκε στο έδαφος άλλου κράτους μέλους και άσκησε το δικαίωμα παραμονής, οι κατιόντες του, οι οποίοι έχουν συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας και δεν συντηρούνται πλέον από αυτόν, δεν μπορούν να επικαλεστούν το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης που αναγνωρίζει το κοινοτικό δίκαιο για να αξιώσουν τη χορήγηση κοινωνικής παροχής την οποία προβλέπει η νομοθεσία του κράτους μέλους υποδοχής και η οποία εξασφαλίζει γενικώς ένα κατώτατο όριο μέσων συντηρήσεως . Πράγματι, το ευεργέτημα αυτό δεν αποτελεί εν προκειμένω για τον εργαζόμενο κοινωνικό πλεονέκτημα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68, εφόσον ο εργαζόμενος δεν συντηρεί πλέον τον κατιόντα του .

2 . Η ιδιότητα του συντηρούμενου μέλους της οικογένειας κατά την έννοια του άρθρου 10, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 1612/68 στηρίζεται σε πραγματική κατάσταση - ο εργαζόμενος φροντίζει για τη συντήρηση - χωρίς να απαιτείται να προσδιοριστούν οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η συντήρηση .

3 . 'Ιση μεταχείριση ως προς τα κοινωνικά και φορολογικά πλεονεκτήματα, που θεσπίζει το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68 ισχύει μόνο υπέρ των εργαζομένων και όχι υπέρ των υπηκόων των κρατών μελών που διακινούνται προς αναζήτηση εργασίας .

Διάδικοι


Στην υπόθεση 316/85,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour du travail της Mons προς το Δικαστήριο κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της δίκης που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Centre public d' aide sociale de Courcelles

και

Marie-Christine Lebon,

η έκδοση προδικαστικής απόφασης ως προς την ερμηνεία του κανονισμού 1612/68 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1968, περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας ( ΕΕ ειδ . έκδ . 05/001, σ . 33 ) και του κανονισμού 1251/70 της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 1970, περί του δικαιώματος των εργαζομένων να παραμένουν στην επικράτεια κράτους μέλους μετά την άσκηση σ' αυτό ορισμένης δραστηριότητας ( ΕΕ ειδ . έκδ . 05/001, σ . 64 ),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

συγκείμενο από τους Mackenzie Stuart, πρόεδρο, Y . Galmot, Κ . Κακούρη, T . F . O' Higgins και F . Schockweiler, προέδρους τμήματος, T . Koopmans, O . Due, U . Everling, K . Bahlmann, J . C . Moitinho de Almeida και G . C . Rodriguez Iglesias, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας : C . O . Lenz

γραμματέας : H . A . Roehl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως

αφού έλαβε υπόψη τις παρατηρήσεις που κατέθεσαν :

- η κυβέρνηση του Βασιλείου του Βελγίου, εκπροσωπούμενη από τον F . Behets Wydemans, γενικό διευθυντή του Υπουργείου Δημόσιας Υγείας και Οικογένειας κατά τη γραπτή διαδικασία,

- η κυβέρνηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, εκπροσωπούμενη από τον Knopp Dietmar, δικηγόρο Κολωνίας, κατά την προφορική διαδικασία,

- η κυβέρνηση του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, εκπροσωπούμενη από τον I . Verkade, γενικό γραμματέα του Υπουργείου Εξωτερικών της Ολλανδίας κατά τη γραπτή διαδικασία,

- η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Joseph Griesmar, νομικό σύμβουλο,

έχοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 19ης Νοεμβρίου 1986,

αφού άκουσε το γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 14ης Ιανουαρίου 1987,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με απόφαση της 18ης Οκτωβρίου 1985 που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 24 Οκτωβρίου το Cour du travail της Mons υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, τέσσερα προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία του κανονισμού 1612/68 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1968, περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας ( ΕΕ ειδ . έκδ . 05/001, σ . 33 ) και του κανονισμού 1251/70 της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 1970, περί του δικαιώματος των εργαζομένων να παραμένουν στην επικράτεια κράτους μέλους μετά την άσκηση σ' αυτό ορισμένης δραστηριότητας ( ΕΕ ειδ . έκδ . 05/001, σ . 64 ).

2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο δίκης σχετικά με την αίτηση που υπέβαλε η Lebon στο Centre public d' aide sociale του Courcelles ( Υπηρεσία Κοινωνικής Πρόνοιας - στο εξής : CΡΑS ) για τη χορήγηση του κατωτάτου ορίου μέσων συντηρήσεως ( στο εξής : minimex ) που προβλέπει ο βελγικός νόμος της 7ης Αυγούστου 1974 .

3 Η Lebon που έχει τη γαλλική ιθαγένεια, κατοικεί στο Βέλγιο με τον πατέρα της, γάλλο υπήκοο, ο οποίος λαμβάνει στο κράτος αυτό σύνταξη γήρατος . 'Οπως προκύπτει από τη δικογραφία, η Lebon έζησε πάντα στο Βέλγιο εκτός από την περίοδο μεταξύ 1979 και 1981 κατά την οποία εργάστηκε στη Γαλλία .

4 Από 3ης Μαΐου 1982 η Lebon λαμβάνει το minimex το οποίο έπαυσε να της καταβάλλεται με απόφαση του CΡΑS στις 17 Νοεμβρίου 1982 λόγω ελλείψεως αποδείξεων ως προς την αναζήτηση απασχόλησης . Τον Δεκέμβριο του 1982, η Lebon εισήχθη σε νοσοκομείο στο Namur και από 28 Ιανουαρίου 1983 μέχρι 28 Οκτωβρίου του ίδιου έτους έτυχε υγειονομικής περιθάλψεως στη Λιέγη, όπου στεγαζόταν κατά τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας, ενώ επέστρεφε στο Courcelles μόνο κατά τις εορτές και τα Σαββατοκύριακα .

5 Στις 31 Μαρτίου 1983, η Lebon υπέβαλε νέα αίτηση για τη χορήγηση του minimex την οποία απέρριψε το CΡΑS του Courcelles με την αιτιολογία ότι η Lebon διέμενε στη Λιέγη σε οίκο υποδοχής αστέγων . Το Tribunal du travail του Charleroi ενώπιον του οποίου προσεβλήθη η απόφαση αυτή έκρινε ότι το CΡΑS του Courcelles είναι κατά τόπο αρμόδιο για την εξέταση της αιτήσεως .

6 Κατόπιν εφέσεως του CΡΑS του Courcelles, το Cour du travail της Mons έκρινε ότι αρμόδιο είναι το CΡΑS της Λιέγης και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα ερωτήματα :

"1 ) 'Οταν ο υπήκοος κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας εγκαθίσταται με την οικογένειά του στο έδαφος άλλου κράτους μέλους όπου και διαμένει αφού έλαβε σύνταξη γήρατος, οι κατιόντες που ζούσαν μαζί του διατηρούν, μετά την ενηλικίωσή τους και εφόσον δεν συντηρούνται πλέον από τον εν λόγω υπήκοο ούτε έχουν την ιδιότητα του εργαζομένου, το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης που αναγνωρίζει ο κανονισμός 1612/68;

2 ) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, εξακολουθούν να έχουν το εν λόγω δικαίωμα εφόσον έπαυσαν να διαμένουν με τον διακινούμενο εργαζόμενο και επέστρεψαν στο κράτος της ιθαγένειάς τους όπου και διέμειναν ανεξάρτητοι επί ορισμένο χρονικό διάστημα είτε μεγαλύτερο του έτους είτε μεγαλύτερο των δύο ετών ( βλέπε άρθρο 5 του κανονισμού 1251/70 );

3 ) Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως, η ιδιότητα του συντηρούμενου μέλους της οικογένειας προκύπτει από την in concreto εκτίμηση μιας πραγματικής καταστάσεως ή από αντικειμενικές συνθήκες, ανεξάρτητες της βουλήσεως του ενδιαφερομένου που τον αναγκάζουν να ζητήσει την υποστήριξη του εργαζομένου;

4 ) Επίσης σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως, για να μπορεί ο υπήκοος κράτους μέλους να εισέλθει και να εγκατασταθεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους επικαλούμενος την ιδιότητα του εργαζομένου, αρκεί να προβάλει τη βούληση και την πρόθεσή του να αποκτήσει αυτή την ιδιότητα; Η βούληση αυτή πρέπει να εκδηλώνεται συγκεκριμένα με σοβαρές και ειλικρινείς ενέργειες για την εύρεση εργασίας ή απαιτείται να υπάρχει συγκεκριμένη προσφορά εργασίας;"

7 Το Cour du travail της Mons χρειάζεται τα ερμηνευτικά αυτά στοιχεία για να αποφανθεί ως προς την αστική ευθύνη του CΡΑS του Courcelles . Το εν λόγω CΡΑS παρέβη το άρθρο 7 του βασιλικού διατάγματος της 30ής Οκτωβρίου 1974 που του επιβάλλει την υποχρέωση, στην περίπτωση που δέχεται αίτηση χορηγήσεως του minimex για την οποία θεωρεί ότι δεν είναι αρμόδιο, να ενημερώνει αμέσως τον αιτούντα και να διαβιβάζει την αίτηση εντός τριών ημερών στην αρμόδια υπηρεσία . Λόγω της υπαίτιας αυτής συμπεριφοράς το CΡΑS του Courcelles είναι υπεύθυνο για την προκληθείσα ζημία . Η ύπαρξη της ζημίας εξαρτάται από το αν η Lebon είχε δικαίωμα για το επίδομα minimex .

8 Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως, η σχετική κοινοτική κανονιστική ρύθμιση και οι παρατηρήσεις που κατέθεσαν στο Δικαστήριο οι κυβερνήσεις και η Επιτροπή . Τα στοιχεία αυτά του φακέλου δεν επαναλαμβάνονται πιο κάτω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για να σχηματίσει κρίση το Δικαστήριο .

Επί του πρώτου ερωτήματος

9 Η Επιτροπή, η ολλανδική και η γερμανική κυβέρνηση υποστηρίζουν αρνητική απάντηση για το πρώτο ερώτημα . Κατά την άποψή τους ο κατιών που ενηλικιώνεται και δεν συντηρείται από τον υπήκοο κράτους μέλους, ο οποίος ασκεί το δικαίωμα παραμονής στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, που έχει δυνάμει του άρθρου 48 παράγραφος 3, στοιχείο γ ), της Συνθήκης ΕΟΚ και του κανονισμού 1251/70, δεν υπάγεται στις ευεργετικές διατάξεις του εν λόγω κανονισμού ούτε έχει επομένως το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης που προβλέπει το άρθρο 7 του κανονισμού 1612/68 .

10 Πρέπει να σημειωθεί ότι η αρχή της ίσης μεταχείρισης προκύπτει εν πρώτοις από το άρθρο 7 της Συνθήκης κατά το οποίο "εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσης συνθήκης και με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεών της, απαγορεύεται κάθε διάκριση λόγω ιθαγενείας" . 'Οπως έκρινε το Δικαστήριο με την απόφαση της 17ης Απριλίου 1986 ( Ann Florence Reed, 59/85, Συλλογή σ . 1283 και επ .), ειδική έκφραση της αρχής αυτής όσον αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων εντός της Κοινότητας αποτελεί το άρθρο 48 της Συνθήκης το οποίο εφαρμόστηκε με τον κανονισμό 1612/68 που ορίζει στο άρθρο 7, παράγραφος 2, ότι ο εργαζόμενος υπήκοος κράτους μέλους απολαύει στο κράτος μέλος υποδοχής "των ίδιων κοινωνικών και φορολογικών πλεονεκτημάτων με τους ημεδαπούς εργαζομένους" .

11 Η ίση μεταχείριση της οποίας απολαύουν οι εργαζόμενοι υπήκοοι των κρατών μελών που εργάζονται στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, σε σχέση με τους ημεδαπούς εργαζόμενους όσον αφορά τα πλεονεκτήματα που παρέχονται στα μέλη της οικογένειάς τους, συμβάλλει στην ενσωμάτωση των διακινούμενων εργαζομένων στο εργασιακό περιβάλλον της χώρας υποδοχής που αποτελεί έναν από τους στόχους της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων .

12 Ωστόσο τα μέλη της οικογένειας του εργαζομένου κατά την έννοια του άρθρου 10 του κανονισμού 1612/68 μόνο έμμεσα ωφελούνται από την ίση μεταχείριση της οποίας απολαύει ο εργαζόμενος δυνάμει του άρθρου 7 του κανονισμού 1612/68 . Οι κοινωνικές παροχές όπως το εισόδημα που εξασφαλίζει στους ηλικιωμένους η νομοθεσία κάποιου κράτους μέλους ( βλέπε απόφαση της 12ης Ιουλίου 1984, Castelli, 261/83, Συλλογή σ . 3199 ) ή αυτές που εξασφαλίζουν γενικώς ένα κατώτατο όριο μέσων συντηρήσεως δεν αναγνωρίζονται υπέρ των μελών της οικογένειας του εργαζομένου παρά μόνο εφόσον μπορούν να θεωρηθούν γι' αυτόν ως κοινωνικό πλεονέκτημα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68 .

13 Επομένως, στην περίπτωση όπου ο εργαζόμενος υπήκοος κράτους μέλους εργάστηκε στο έδαφος άλλου κράτους μέλους όπου και άσκησε το δικαίωμα παραμονής, οι κατιόντες του οι οποίοι έχουν συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας και δεν συντηρούνται πλέον από αυτόν δεν μπορούν να επικαλεστούν το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης που αναγνωρίζει το κοινοτικό δίκαιο για να αξιώσουν τη χορήγηση κοινωνικής παροχής την οποία προβλέπει η νομοθεσία του κράτους μέλους υποδοχής και η οποία εξασφαλίζει γενικώς ένα κατώτατο όριο μέσων συντηρήσεως . Στην περίπτωση αυτή το εν λόγω δικαίωμα δεν αποτελεί κοινωνικό πλεονέκτημα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68 για τον εργαζόμενο εφόσον αυτός δεν συντηρεί πλέον τον κατιόντα του .

14 'Αρα στο πρώτο ερώτημα αρμόζει η απάντηση ότι : οι κατιόντες που ζούσαν με τον εργαζόμενο υπήκοο κράτους μέλους, ο οποίος εργάστηκε στο έδαφος άλλου κράτους μέλους όπου και διαμένει, αφού έλαβε σύνταξη γήρατος, δεν διατηρούν το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης όσον αφορά κοινωνική παροχή που προβλέπει η νομοθεσία του κράτους μέλους υποδοχής και η οποία εξασφαλίζει γενικώς ένα κατώτατο όριο μέσων συντηρήσεως, εφόσον συμπλήρωσαν το 21ο έτος της ηλικίας, δεν συντηρούνται πλέον από αυτόν και δεν έχουν την ιδιότητα του εργαζομένου .

15 Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα καθιστά περιττή την απάντηση στο δεύτερο .

Επί του τρίτου ερωτήματος

16 Με το τρίτο ερώτημα, το εθνικό δικαστήριο ρωτά στην ουσία αν η ιδιότητα του συντηρούμενου μέλους της οικογένειας κατά την έννοια του άρθρου 10 του κανονισμού 1612/68 προκύπτει από πραγματική κατάσταση - ο εργαζόμενος φροντίζει για τη συντήρηση - χωρίς να απαιτείται να προσδιοριστούν οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η συντήρηση .

17 Κατά την Επιτροπή, η ιδιότητα του συντηρούμενου μέλους της οικογένειας προκύπτει από πραγματική κατάσταση που εκτιμάται in concreto . Η ιδιότητα αυτή δεν πρέπει να εξαρτάται από την ύπαρξη αντικειμενικών περιστάσεων, ανεξαρτήτων της βουλήσεως του ενδιαφερομένου που τον αναγκάζουν να ζητήσει την υποστήριξη τρίτου .

18 Κατά την ολλανδική κυβέρνηση η έκφραση "συντηρούμενος" σημαίνει ότι ο εργαζόμενος πρέπει να "καλύπτει εν όλω ή κατά μεγάλο μέρος τις ανάγκες" του κατιόντος . Κατά την άποψή της η αίτηση του επιδόματος minimex από κάποιον κατιόντα σημαίνει ότι αυτός δεν συντηρείται πλέον από τον ανιόντα και επομένως δεν εμπίπτει πλέον στον ορισμό του άρθρου 10, παράγραφος 1, του κανονισμού 1612/68 .

19 Η γερμανική κυβέρνηση υποστήριξε κατά τη συζήτηση ότι η ιδιότητα του συντηρούμενου μέλους της οικογένειας προϋποθέτει όχι μόνο την αδυναμία καλύψεως των ιδίων αναγκών αλλά και το δικαίωμα για διατροφή εκ μέρους του εργαζομένου .

20 Πρέπει να σημειωθεί πρώτον ότι η αίτηση χορηγήσεως του επιδόματος minimex που υποβάλει το μέλος της οικογένειας του διακινούμενου εργαζόμενου που συντηρείται από αυτόν δεν μπορεί να επηρεάσει την ιδιότητα του συντηρούμενου μέλους της οικογένειας . Πράγματι, το αντίθετο θα εσήμαινε ότι η χορήγηση του επιδόματος minimex είναι δυνατόν να προκαλέσει στο πρόσωπο του ενδιαφερόμενου την απώλεια της ιδιότητας του συντηρούμενου μέλους της οικογένειας και επομένως να δικαιολογήσει είτε την παύση της χορηγήσεως του επιδόματος minimex είτε μάλιστα την απώλεια του δικαιώματος διαμονής . Στην πράξη, η λύση αυτή θα αφαιρούσε από το συντηρούμενο μέλος της οικογένειας τη δυνατότητα να ζητήσει το επίδομα minimex και κατ' αυτό τον τρόπο θα παραβίαζε την ίση μεταχείριση που αναγνωρίζεται στον διακινούμενο εργαζόμενο . Επομένως η ιδιότητα του συντηρούμενου μέλους της οικογένειας πρέπει να εξεταστεί ανεξαρτήτως της χορηγήσεως του επιδόματος minimex .

21 Σημειωτέον, δεύτερον, ότι η ιδιότητα του συντηρούμενου μέλους της οικογένειας δεν προϋποθέτει δικαίωμα διατροφής . Διαφορετικά η δυνατότητα συγκεντρώσεως της οικογένειας θα εξαρτιόταν από τις εθνικές νομοθεσίες που ποικίλλουν στα διάφορα κράτη μέλη, αυτό δε θα οδηγούσε στη μη ενιαία εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου .

22 Το άρθρο 10, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 1612/68 έχει την έννοια ότι η ιδιότητα του συντηρούμενου μέλους της οικογένειας προκύπτει από πραγματική κατάσταση . Πρόκειται για το μέλος της οικογένειας, η συντήρηση του οποίου εξασφαλίζεται από τον εργαζόμενο χωρίς να απαιτείται να προσδιοριστούν οι λόγοι για τους οποίους ζητείται και παρέχεται η συντήρηση και χωρίς να εξετάζεται το ζήτημα αν ο ενδιαφερόμενος είναι σε θέση να καλύψει τις ανάγκες του με την άσκηση αμειβόμενης δραστηριότητας .

23 Η ερμηνεία αυτή υπαγορεύεται από την αρχή ότι οι διατάξεις που καθιερώνουν την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, η οποία ανήκει στα θεμέλια της Κοινότητας, πρέπει να ερμηνεύονται διασταλτικά ( πρόσφατα, απόφαση της 3ης Ιουνίου 1986, Kempf, 133/75, Συλλογή σσ . 1741 και 1746 ). Ανταποκρίνεται εξάλλου προς το γράμμα της εν λόγω διάταξης η οποία μάλιστα είναι ιδιαίτερα σαφής στη γερμανική (" Unterhalt gewaehren ") και στην ελληνική (" εφόσον συντηρείται ") γλώσσα .

24 Επομένως στο τρίτο ερώτημα αρμόζει η απάντηση ότι η ιδιότητα του συντηρούμενου μέλους της οικογένειας κατά την έννοια του άρθρου 10, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 1612/68 στηρίζεται σε πραγματική κατάσταση - ο εργαζόμενος φροντίζει για τη συντήρηση - χωρίς να απαιτείται να προσδιοριστούν οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η συντήρηση .

Επί του τετάρτου ερωτήματος

25 Από τη σχετική αλληλουχία προκύπτει ότι το ερώτημα αυτό αναφέρεται στην ουσία στο αν η ίση μεταχείριση ως προς τα κοινωνικά και φορολογικά πλεονεκτήματα που θεσπίζει το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68 ισχύει και για όσους διακινούνται προς αναζήτηση εργασίας .

26 Πρέπει να σημειωθεί ότι το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης ως προς τα κοινωνικά και φορολογικά πλεονεκτήματα ισχύει μόνο υπέρ των εργαζομένων . Τα πρόσωπα που διακινούνται προς αναζήτηση εργασίας απολαύουν της ίσης μεταχείρισης μόνο όσον αφορά την ανεύρεση εργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 48 της Συνθήκης και τα άρθρα 2 και 5 του κανονισμού 1612/68 .

27 Επομένως στο τέταρτο ερώτημα αρμόζει η απάντηση ότι η ίση μεταχείριση ως προς τα κοινωνικά και φορολογικά πλεονεκτήματα που θεσπίζει το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68 ισχύει μόνον υπέρ των εργαζομένων και όχι υπέρ των υπηκόων των κρατών μελών που διακινούνται προς αναζήτηση εργασίας .

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

28 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η βελγική, η ολλανδική και η γερμανική κυβέρνηση καθώς και η Επιτροπή, που υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται . Δεδομένου ότι η διαδικασία έχει, έναντι των διαδίκων της κύριας δίκης, το χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων .

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε με απόφαση της 18ης Οκτωβρίου 1985 το Cour du travail της Mons, αποφαίνεται :

1 ) Οι κατιόντες που ζούσαν με τον εργαζόμενο υπήκοο κράτους μέλους, ο οποίος εργάστηκε στο έδαφος άλλου κράτους μέλους όπου και διαμένει, αφού έλαβε σύνταξη γήρατος, δεν διατηρούν το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης όσον αφορά κοινωνική παροχή που προβλέπει η νομοθεσία του κράτους μέλους υποδοχής και η οποία εξασφαλίζει γενικώς ένα κατώτατο όριο μέσων συντηρήσεως, εφόσον συμπλήρωσαν το 21ο έτος της ηλικίας, δεν συντηρούνται πλέον από αυτόν και δεν έχουν την ιδιότητα του εργαζομένου .

2 ) Η ιδιότητα του συντηρούμενου μέλους της οικογένειας κατά την έννοια του άρθρου 10, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 1612/68 στηρίζεται σε πραγματική κατάσταση - ο εργαζόμενος φροντίζει για τη συντήρηση - χωρίς να απαιτείται να προσδιοριστούν οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η συντήρηση .

3 ) Η ίση μεταχείριση ως προς τα κοινωνικά και φορολογικά πλεονεκτήματα που θεσπίζει το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68 ισχύει μόνον υπέρ των εργαζομένων και όχι υπέρ των υπηκόων των κρατών μελών που διακινούνται προς αναζήτηση εργασίας .