ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ

της 3ης Ιουνίου 1986 ( *1 )

Στην υπόθεση 307/84,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο, Joseph Griesmar, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γεώργιο Κρεμλή, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, κτίριο Jean Monnet, Kirchberg,

προσφεύγουσα,

κατά

Γαλλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από τον Gilbert Guillaume, με τόπο επιδόσεων τη γαλλική πρεσβεία, 9, boulevard Prince Henri, Λουξεμβούργο,

καθής,

που έχει ως αντικείμενο να αναγνωριστεί ότι η Γαλλική Δημοκρατία, ορίζοντας τη γαλλική ιθαγένεια ως προϋπόθεση για το διορισμό και τη μονιμοποίηση στις μόνιμες θέσεις νοσοκόμου και νοσοκόμας στα δημόσια νοσοκομεία, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της Συνθήκης ΕΟΚ,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

συγκείμενο από τους Mackenzie Stuart, πρόεδρο, Τ. Koopmans, U. Everling και R. Joliét, προέδρους τμήματος, G. Bosco, Y. Galmot και Κ. Κακούρη, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: G. F. Mancini

γραμματέας: D. Louterman, υπάλληλος διοικήσεως

αφού άκουσε το γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 15ης Απριλίου 1986,

εκδίδει την ακόλουθη

ΑΠΟΦΑΣΗ

( Το μέρος που περιέχει τα περιστατικά παραλείπεται )

Σκεπτικό

1

Με δικόγραφο που κατέθεσε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 21 Δεκεμβρίου 1984, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άσκησε δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης ΕΟΚ προσφυγή με την οποία ζητεί να αναγνωριστεί ότι η Γαλλική Δημοκρατία, ορίζοντας τη γαλλική ιθαγένεια ως προϋπόθεση για το διορισμό και τη μονιμοποίηση σε μόνιμες θέσεις νοσοκόμου ή νοσοκόμας στα δημόσια νοσοκομεία, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 48 της Συνθήκης.

2

Ο γαλλικός κώδικας περί δημοσίας υγείας ορίζει στα άρθρα L 792 και επόμενα το « γενικό κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης του προσωπικού των δημόσιων νοσηλευτικών ιδρυμάτων και ορισμένων ιδρυμάτων κοινωνικού χαρακτήρα ». Σύμφωνα με το άρθρο L 792 ο κανονισμός αυτός « εφαρμόζεται επί του μονίμου προσωπικού των δημοσίων νοσηλευτικών ιδρυμάτων, των δημοσίων ασύλων, των δημοσίων γηροκομείων, εξαιρουμένων των εξαρτώμενων από το Bureau d'aide sociale ( Γραφείο Κοινωνικής Αρωγής ) του Παρισιού, των ιδρυμάτων που υπάγονται στις υπηρεσίες των διαμερισμάτων κοινωνικής αρωγής για τα παιδιά, των δημοσίου χαρακτήρα ιδρυμάτων για απροσάρμοστους ανηλίκους, εκτός των εθνικών ιδρυμάτων και των ιδρυμάτων της υπό επίβλεψη εκπαιδεύσεως ή αγωγής». Μεταξύ των διατάξεων του κανονισμού αυτού υπηρεσιακής κατάστασης περιλαμβάνεται και το άρθρο 809, το οποίο προβλέπει ότι « κανείς δεν μπορεί να διοριστεί σε θέση των αναφερόμενων στο άρθρο L 792 ιδρυμάτων: 1 ) εφόσον δεν έχει τη γαλλική ιθαγένεια ... ».

3

Η Επιτροπή θεωρώντας ότι η απαίτηση αυτή ως προς την ιθαγένεια είναι, όσον αφορά τις θέσεις νοσοκόμου ή νοσοκόμας καθώς και αυτές του οδοντιάτρου, αντίθετη προς το άρθρο 48, παράγραφος 2, της Συνθήκης, χωρίς οι θέσεις αυτές να εμπίπτουν στην παράγραφο 4 του ίδιου αυτού άρθρου, απηύθυνε την 1η Δεκεμβρίου 1982 γραπτώς όχληση προς τη γαλλική κυβέρνηση. Μη λαμβάνοντας απάντηση η Επιτροπή εξέδωσε, στις 23 Μαρτίου 1984, αιτιολογημένη γνώμη σύμφωνα με την οποία η Γαλλική Δημοκρατία, απαιτώντας ορισμένη ιθαγένεια για το διορισμό ή τη μονιμοποίηση στις μόνιμες αυτές θέσεις, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη.

4

Η Γαλλική Δημοκρατία δεν έλαβε θέση επί της αιτιολογημένης αυτής γνώμης. Εντούτοις, με διάταγμα της 24ης Φεβρουαρίου 1984 κατήργησε τη σχετική με την ιθαγένεια απαίτηση όσον αφορά τις μόνιμες θέσεις οδοντιάτρου στα δημόσια νοσοκομεία. Επειδή, όμως, η απαίτηση αυτή εξακολούθησε να ισχύει για το διορισμό και τη μονιμοποίηση στις μόνιμες θέσεις νοσοκόμου ή νοσοκόμας στα δημόσια νοσοκομεία, η Επιτροπή άσκησε την υπό κρίση προσφυγή.

5

Αναφερόμενη στη νομολογία του Δικαστηρίου, η Επιτροπή τονίζει καταρχάς ότι η εξαίρεση του άρθρου 48, παράγραφος 4, της Συνθήκης πρέπει να ερμηνευτεί στενά. Το κριτήριο που επιτρέπει να καθοριστεί αν πρόκειται περί απασχολήσεως στη δημόσια διοίκηση είναι λειτουργικό και λαμβάνει υπόψη τα καθήκοντα που συνεπάγεται η εν λόγω απασχόληση: μόνο οι θέσεις που έχουν άμεση σχέση με ειδικές δραστηριότητες της δημόσιας διοίκησης, κατά το μέτρο που ασκεί δημόσια εξουσία και έχει την ευθύνη για τη διασφάλιση των γενικών συμφερόντων του κράτους, καλύπτονται από την εξαίρεση του άρθρου 48, παράγραφος 4, της Συνθήκης. Η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, οι θέσεις νοσοκόμου ή νοσοκόμας στα δημόσια νοσοκομεία δεν εμπίπτουν στο άρθρο 48, παράγραφος 4, της Συνθήκης, και, κατά συνέπεια, μπορούν να διορίζονται σ' αυτές χωρίς διακρίσεις οι υπήκοοι των άλλων κρατών μελών.

6

Η Επιτροπή φρονεί ότι οι ιδιοτυπίες της γαλλικής δημόσιας διοικήσεως (αρχή της ενότητας, υπηρεσιακή κατάσταση των υπαλλήλων διεπόμενη από ειδικούς κανόνες κλπ. ) δεν δικαιολογούν διαφορετική λύση: οι ιδιοτυπίες αυτές δεν μπορούν να εμποδίσουν το διορισμό υπηκόων άλλων κρατών μελών σε μόνιμες θέσεις νοσοκόμου ή νοσοκόμας. Πάντως, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι ο μονιμοποιούμενος σε τέτοια μόνιμη θέση αλλοδαπός δεν θα μπορεί, στη συνέχεια, να προαχθεί σε θέση στη δημόσια διοίκηση, κατά την έννοια της Συνθήκης, πράγμα που αντίκειται προς την αρχή της σταδιοδρομίας. Αλλά τονίζει ότι, με το να απαγορεύεται στους υπηκόους

των άλλων κρατών μελών κάθε δυνατότητα πρόσληψης στις εν λόγω μόνιμες θέσεις με την αιτιολογία ότι οι αλλοδαποί υπήκοοι δεν θα μπορούν στη συνέχεια να προαχθούν σε ορισμένες θέσεις, θα κατέληγε στη δημιουργία ακόμα σοβαρότερης διακρίσεως εις βάρος τους.

7

Η γαλλική κυβέρνηση υποστηρίζει, πρώτον, ότι η εξαίρεση του άρθρου 48, παράγραφος 4, της Συνθήκης αφορά όλες τις θέσεις εντός της δημόσιας διοικήσεως και όχι μόνο ορισμένες απ' αυτές. Από τη σύγκριση του άρθρου 48, παράγραφος 4, της Συνθήκης με το άρθρο 55 της Συνθήκης προκύπτει ότι το κριτήριο που χρησιμοποιήθηκε στην πρώτη από τις διατάξεις αυτές είναι οργανικό και όχι λειτουργικό.

8

Σχετικά, η γαλλική κυβέρνηση εκθέτει ότι οι αρχές που αφορούν την οργάνωση και την εσωτερική λειτουργία της γαλλικής δημόσιας διοίκησης δεν επιτρέπουν το διορισμό σ' αυτή των υπηκόων των άλλων κρατών μελών. Επισημαίνει ότι ο μόνιμος δημόσιος υπάλληλος είναι συνεργάτης της δημόσιας υπηρεσίας και ότι η δραστηριότητα του δεν μπορεί να συγκριθεί με τη δραστηριότητα των μισθωτών στον ιδιωτικό τομέα. Πολλοί κανόνες ( αρχή της ενότητας της δημόσιας διοίκησης, υπηρεσιακή κατάσταση των υπαλλήλων διεπόμενη από ειδικούς κανόνες δημοσίου δικαίου κλπ. ) έχουν ακριβώς ως σκοπό να καταστήσουν τις δημόσιες υπηρεσίες όργανα προσαρμοσμένα στην εξυπηρέτηση του γενικού συμφέροντος. Το υποδεικνυόμενο από την Επιτροπή, όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 48, παράγραφος 4, της Συνθήκης, κριτήριο θίγει ειδικότερα την αρχή της σταδιοδρομίας, η οποία αποτελεί μια από τις θεμελιώδεις αρχές της γαλλικής δημόσιας διοίκησης: ο υπήκοος άλλου κράτους μέλους που διορίζεται στη γαλλική δημόσια διοίκηση δεν μπορεί ούτως ή άλλως να προαχθεί σε θέσεις στη δημόσια διοίκηση κατά την έννοια της Συνθήκης. Επομένως, υπάρχουν, δύο τύποι σταδιοδρομιών: αφενός, αυτή που ακολουθούν οι υπήκοοι των άλλων κρατών μελών και, αφετέρου, αυτή που είναι ανοιχτή στους γάλλους υπηκόους οι οποίοι μπορούν να προαχθούν σε όλες τις θέσεις.

9

Δεύτερον, η γαλλική κυβέρνηση θεωρεί ότι, εν πάση περιπτώσει, το άρθρο 48 της Συνθήκης δεν αξιώνει να μπορούν οι εργαζόμενοι που είναι υπήκοοι άλλων κρατών μελών να γίνουν μόνιμοι υπάλληλοι. Είναι αρκετό να τους παρέχεται η δυνατότητα, όπως συμβαίνει στη Γαλλία, να διορίζονται επί συμβάσει σε θέσεις των δημοσίων νοσοκομείων. Απαντώντας σε ερώτηση του Δικαστηρίου, κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, η γαλλική κυβέρνηση παρέσχε στατιστικά στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι, στις 31 Δεκεμβρίου 1983, απασχολούνταν στα δημόσια νοσηλευτικά ιδρύματα 89000 νοσοκόμοι και νοσοκόμες, από τους οποίους οι 86000 ως μόνιμοι και οι 3000 επί συμβάσει. Μεταξύ των τελευταίων, λιγότεροι από 5 ο/ο ήταν υπήκοοι άλλων κρατών μελών.

10

Το πρώτο ερώτημα που θέτει η υπό κρίση προσφυγή είναι αν οι θέσεις νοσοκόμου ή νοσοκόμας στα δημόσια νοσοκομεία πρέπει να θεωρούνται ως θέσεις εντός της δημοσίας διοικήσεως, ως προς την οποία, δυνάμει του άρθρου 48, παράγραφος 4, της Συνθήκης, δεν ισχύει ο κανόνας του άρθρου 48, παράγραφος 2, της Συνθήκης περί απαγορεύσεως των διακρίσεων.

11

Σχετικά, πρέπει καταρχάς να τονιστεί ότι, σύμφωνα με την απόφαση της 12ης Φεβρουαρίου 1974 (Sotgiu κατά Deutsche Bundespost, 152/73, Rec. σ. 153), το πεδίο εφαρμογής της προβλεπόμενης στο άρθρο 48, παράγραφος 4, της Συνθήκης εξαίρεσης, δεν μπορεί να καθοριστεί σύμφωνα με το χαρακτηρισμό της έννομης σχέσης που συνδέει τον εργαζόμενο με τη διοίκηση που τον απασχολεί και « ότι εφόσον η διάταξη αυτή δεν διακρίνει, είναι αδιάφορο αν ένας εργαζόμενος απασχολείται ως εργάτης, ιδιωτικός ή δημόσιος υπάλληλος ή ακόμα αν η εργασιακή του σχέση διέπεται από το δημόσιο ή το ιδιωτικό δίκαιο, αφού, πράγματι, οι νομικοί αυτοί χαρακτηρισμοί ποικίλλουν ανάλογα με τις εθνικές νομοθεσίες και, κατά συνέπεια, δεν μπορούν να παράσχουν κριτήριο ερμηνείας κατάλληλο για το κοινοτικό δίκαιο ». Ο διορισμός σε ορισμένες θέσεις δεν μπορεί να περιορίζεται από το γεγονός ότι, σε δεδομένο κράτος μέλος, τα πρόσωπα που καλούνται να καταλάβουν τις θέσεις αυτές διέπονται από υπηρεσιακούς κανόνες που συνεπάγονται μονιμοποίηση. Αν η εφαρμογή του άρθρου 48, παράγραφος 4, της Συνθήκης εξαρτιόταν από τη νομική φύση της σχέσης που συνδέει τον υπάλληλο με τη διοίκηση, τα κράτη μέλη θα είχαν, πράγματι, τη δυνατότητα να αυξάνουν κατά βούληση τον αριθμό των θέσεων που διέπεται από την εξαιρετική αυτή διάταξη.

12

Ειδικότερα, στην απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 1980 ( Επιτροπή κατά Βασιλείου του Βελγίου, 149/79, Rec. σ. 3881 ) το Δικαστήριο έκρινε ότι, προκειμένου w προσδιοριστεί αν μια απασχόληση υπάγεται, κατά την έννοια του άρθρου 48, παράγραφος 4, της Συνθήκης, στη δημόσια διοίκηση, πρέπει να εξεταστεί αν « η εν λόγω απασχόληση έχει ή όχι τα χαρακτηριστικά των ειδικών δραστηριοτήτων της δημόσιας διοίκησης κατά το μέτρο που ασκεί δημόσια εξουσία και έχει την ευθύνη για τη διασφάλιση των γενικών συμφερόντων του κράτους ». Όπως δέχθηκε, επιπλέον, το Δικαστήριο με την ίδια απόφαση, επιβάλλεται η ερμηνεία αυτή, σύμφωνα με την οποία το κριτήριο της εφαρμογής του άρθρου 48, παράγραφος 4, της Συνθήκης πρέπει να είναι λειτουργικό και να λαμβάνει υπόψη τη φύση των καθηκόντων και των ευθυνών που συνεπάγεται η απασχόληση, για να αποφευχθεί « ο περιορισμός της πρακτικής αποτελεσματικότητας και του πεδίου εφαρμογής των διατάξεων της Συνθήκης που αφορούν την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων και την ίση μεταχείριση των υπηκόων όλων των κρατών μελών από ερμηνείες της εννοίας της δημόσιας διοίκησης που στηρίζονται μόνο στο εθνικό δίκαιο και οι οποίες θα εμπόδιζαν την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων ».

13

Τέλος, από την απόφαση της 26ης Μαΐου 1982 ( Επιτροπή κατά Βασιλείου του Βελγίου, 149/79, Συλλογή σ. 1845 ) προκύπτει ότι οι θέσεις νοσοκόμου ή νοσοκόμας στα δημόσια νοσοκομεία ενόψει της φύσεως των καθηκόντων και των ευθυνών που συνεπάγονται δεν αποτελούν απασχόληση στη δημόσια διοίκηση κατά την έννοια του άρθρου 48, παράγραφος 4, της Συνθήκης.

14

Το δεύτερο ζήτημα που θέτει η υπό κρίση προσφυγή αφορά το αν η διαμφισβητούμενη διάταξη του γαλλικού κώδικα περί δημοσίας υγείας εισάγει διάκριση που απαγορεύεται από το άρθρο 48, παράγραφος 2, της Συνθήκης.

15

Εν προκειμένω, η γαλλική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η δυνατότητα ασκήσεως της δραστηριότητας του νοσοκόμου ή της νοσοκόμας στα δημόσια νοσοκομεία δεν υπόκειται σε καμιά προϋπόθεση ιθαγενείας και ότι στις θέσεις αυτές μπορούν να διορίζονται οι υπήκοοι των άλλων κρατών μελών, εφόσον πρόκειται για προσλήψεις επί συμβάσει και όχι μόνιμου προσωπικού.

16

Το επιχείρημα αυτό πρέπει να αποκρουστεί διότι το καθού κράτος μέλος δεν απέδειξε ότι σε όλες τις κενές θέσεις νοσοκόμου ή νοσοκόμας στα δημόσια νοσοκομεία μπορούσαν επίσης να διοριστούν και υπήκοοι άλλων κρατών μελών και ότι οι τελευταίοι, όταν προσλαμβάνονταν, διέπονταν από κανόνες που συνεπάγονται, εκτός της δυνατότητας προαγωγής σε θέση εντός της δημόσιας διοικήσεως κατά την έννοια της Συνθήκης, πλεονεκτήματα και εγγυήσεις απολύτως ισοδύναμες προς αυτές που απορρέουν από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των μόνιμων υπαλλήλων ο οποίος διέπει μόνο τους γάλλους υπηκόους.

17

Υπό τις περιστάσεις αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η Γαλλική Δημοκρατία, επιφυλάσσοντας για τους υπηκόους της το διορισμό και τη μονιμοποίηση σε μόνιμες θέσεις νοσοκόμου ή νοσοκόμας στα δημόσια νοσοκομεία, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 48 της Συνθήκης ΕΟΚ.

Επί των δικαστικών εξόδων

18

Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα. Δεδομένου ότι η Γαλλική Δημοκρατία ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.

 

Για τους λόγους αυτούς

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

αποφασίζει:

 

1)

Η Γαλλική Δημοκρατία, επιφυλάσσοντας για τους υπηκόους της το διορισμό και τη μονιμοποίηση σε μόνιμες θέσεις νοσοκόμου ή νοσοκόμας στα δημόσια νοσοκομεία, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 48 της Συνθήκης ΕΟΚ.

 

2)

Καταδικάζει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

 

Mackenzie Stuart

Koopmans

Everling

Joliét

Bosco

Galmot

Κακούρης

Δημοσιεύτηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 3 Ιουνίου 1986.

Ο γραμματέας

Ρ. Heim

Ο πρόεδρος

Α. J. Mackenzie Stuart


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.