61980J0061

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 25ΗΣ ΜΑΡΤΙΟΥ 1981. - COOPERATIEVE STREMSEL - EN KLEURSELFABRIEK ΚΑΤΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. - ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ - ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΑΓΟΡΑΣ ΠΥΤΙΑΣ ΚΑΤ'ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 61/80.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1981 σελίδα 00851


Περίληψη
Διάδικοι
Αντικείμενο της υπόθεσης
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


1 . Ανταγωνισμός — Συμφωνίες — Υποχρέωση αγοράς κατ’ αποκλειστικότητα πού επιβάλλει συνεταιρισμός στά μέλη του — Προσβολή τού ανταγωνισμού

( Συνθήκη ΕΟΚ άρθρο 85 παράγραφος 1 )

2 . Γεωργία — Γεωργικά προϊόντα — Προϊόντα πού απαριθμούνται στό παράρτημα ΙΙ τής συνθήκης — Έννοιες — Ερμηνεία — Αναφορά στά επεξηγηματικά σημειώματα τής ονοματολογίας τού Συμβουλίου τελωνειακής συνεργασίας

( Συνθήκη ΕΟΚ άρθρο 38 παράγραφος 3 καί παράρτημα ΙΙ )

3 . Γεωργία — Κανόνες ανταγωνισμού — Κανονισμός 26 — Πεδίο εφαρμογής — Προϊόντα πού δέν απαριθμούνται στό παράρτημα ΙΙ τής συνθήκης — Εξαίρεση

( Συνθήκη ΕΟΚ άρθρο 42 καί παράρτημα ΙΙ — Κανονισμός 26 τού Συμβουλίου )

Περίληψη


1 . Οι διατάξεις τού καταστατικού ενός παραγωγικού συνεταιρισμού πού υποχρεώνουν τά μέλη του νά εφοδιάζονται από αυτόν γιά τήν κάλυψη τού συνόλου τών αναγκών τους σέ ορισμένα προϊόντα καί πού επιτείνουν τήν εν λόγω υποχρέωση προβλέποντας τήν καταβολή σέ περίπτωση αποχωρήσεως ή αποβολής ενός όχι αμελητέου ποσού , έχουν σαφώς ως αντικείμενο τήν παρεμπόδιση τών μελών νά εφοδιάζονται μέ τά ανωτέρω προϊόντα από άλλους προμηθευτές ή νά τά παράγουν τά ίδια στήν περίπτωση πού οι εναλλακτικές αυτές λύσεις παρουσιάζουν πλεονεκτήματα από απόψεως ποιότητας ή τιμής . Όταν πρόκειται γιά συνεταιρισμό πού ουσιαστικά ειναι ο μόνος προμηθευτής τών εν λόγω προϊόντων στήν αγορά Κράτους μέλους , οι ανωτέρω διατάξεις ειναι ικανές νά παρεμποδίσουν τόν ανταγωνισμό — στό επίπεδο τού εφοδιασμού — μεταξύ παραγωγών πού καλύπτουν σημαντικό τμήμα τής κοινοτικής αγοράς καί τείνουν εξίσου νά δυσχεράνουν τή δυνατότητα δημιουργίας μιάς ανταγωνιστικής καταστάσεως στό σύνολο τής εθνικής αγοράς τών ίδιων προϊόντων .

2 . Ελλείψει κοινοτικών διατάξεων πού νά ερμηνεύουν τίς έννοιες πού περιλαμβά νονται στό παράρτημα ΙΙ τής συνθήκης ΕΟΚ , δεδομένου μάλιστα οτι τό εν λόγω παράρτημα επαναλαμβάνει ακριβώς ορισμένες κλάσεις τής ονοματολογίας τού Συμβουλίου τελωνειακής συνεργασίας , γιά τήν ερμηνεία τού εν λόγω παραρτήματος πρέπει νά γίνει παραπομπή στά επεξηγηματικά σημειώματα τής ονοματολογίας αυτής .

3 . Τό πεδίο εφαρμογής τού κανονισμού 26 περί εφαρμογής ορισμένων κανόνων ανταγωνισμού οσον αφορά τήν παραγωγή καί εμπορία τών γεωργικών προϊόντων έχει περιορισθεί , από τό άρθρο 1 , στήν παραγωγή καί εμπορία τών προϊόντων πού απαριθμούνται στό παράρτημα ΙΙ τής συνθήκης ΕΟΚ . Επομένως , δέν ειναι δυνατή η εφαρμογή τού ανωτέρω κανονισμού στήν παρασκευή ενός προϊόντος πού δέν περιλαμβάνεται στό παράρτημα ΙΙ , ακόμα καί άν αποτελεί βοηθητικό προϊόν γιά τήν παραγωγή άλλου προϊόντος , τό οποίο περιλαμβάνεται στό εν λόγω παράρτημα .

Διάδικοι


Στήν υπόθεση 61/80

COOPERATIEVE STREMSEL- EN KLEURSELFABRIEK , Leeuwarden , Κάτω Χώρες , εκπροσωπούμενος από τόν P . J . P . Verloop , δικηγόρο Άμστερνταμ , μέ αντίκλητο στό Λουξεμβούργο τόν L . H . Dupong , 14a , rue des Bains ,

προσφεύγων ,

υποστηριζόμενος από

ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ , εκπροσωπούμενη από τόν G . Guillaume , διευθυντή νομικών υποθέσεων τού Ministere des Affaires Etrangeres , επικουρούμενο από τόν A . Carnelutti , secretaire des Affaires Etrangeres , αναπληρωτή εκπρόσωπο ,

κατά

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ , εκπροσωπούμενης από τό νομικό της σύμβουλο B . Van der Esch , επικουρούμενο από τόν P . J . Kuyper , μέλος τής νομικής της υπηρεσίας , μέ αντίκλητο στό Λουξεμβούργο τό νομικό της σύμβουλο M . Cervino , κτίριο Jean Monnet , Kirchberg ,

καθ’ ης ,

Αντικείμενο της υπόθεσης


πού έχει ως αντικείμενο αίτηση περί ακυρώσεως τής αποφάσεως 80/234 τής Επιτροπής , τής 5ης Δεκεμβρίου 1979 , περί τής διαδικασίας εφαρμογής τού άρ- θρου 85 τής συνθήκης περί ιδρύσεως τής Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας ( JO L 51 τής 25ης Φεβρουαρίου 1980 , σ . 19 ),

Σκεπτικό της απόφασης


1 Μέ δικόγραφο πού κατάθεσε στή γραμματεία τού Δικαστηρίου τήν 26η Φεβρουαρίου 1980 ο Cooperatieve Stremsel- en Kleurselfabrik ( στό εξής Συνεταιρισμός ), συνεταιρισμός παραγωγής πυτίας ζωικής προελεύσεως καί χρωστικών ουσιών γιά τυρί , εγκατεστημένος στό Leeuwarden τών Κάτω Χωρών , άσκησε , δυνάμει τού άρθρου 173 εδάφιο 2 τής συνθήκης ΕΟΚ προσφυγή περί ακυρώσεως τής αποφάσεως τής Επιτροπής τής 5ης Δεκεμβρίου 1979 , πού αφορά διαδικασία εφαρμογής τού άρθρου 85 τής εν λόγω συνθήκης ( JO 1980 L 51 , σ . 19 ). Μέ διάταξη τής 2ας Ιουλίου 1980 τό Δικαστήριο επέτρεψε τήν παρέμβαση τής Γαλλικής Δημοκρατίας στή δίκη πρός υποστήριξη τού συνεταιρισμού .

2 Τό άρθρο 1 τής επίδικης αποφάσεως διαπιστώνει οτι η υποχρέωση κατ’ αποκλειστικότητα αγοράς πού απορρέει από τό καταστατικό τού τελευταίου , καθώς καί η υποχρέωση καταβολής , σέ περίπτωση αποχωρήσεως , ορισμένου ποσού , ανάλογου μέ τήν ποσότητα πυτίας πού τά μέλη του αγόραζαν κατ’ έτος από τό Συνεταιρισμό , συνιστούν παραβάσεις τού άρθρου 85 παράγραφος 1 τής συνθήκης . Τό άρθρο 2 τής αποφάσεως αρνείται τήν εφαρμογή τού άρθρου 85 παράγραφος 3 τής συνθήκης , τό δέ άρθρο 3 τής αποφάσεως επιβάλλει στό Συνεταιρισμό καί τά μέλη του νά θέσουν τέρμα στίς βεβαιωθείσες παραβιάσεις .

3 Τό καταστατικό τού Συνεταιρισμού επιβάλλει στά μέλη του τήν υποχρέωση νά αγοράζουν από αυτόν ολες τίς ποσότητες πυτίας καί χρωστικών ουσιών γιά τυρί πού χρειάζονται . Η μή τήρηση τής υποχρεώσεως αυτής συνεπάγεται τήν επιβολή προστίμου 500 φιορινίων . Τό μέλος πού παραβιάζει τό καταστατικό , μπορεί νά αποβληθεί από τό Συνεταιρισμό . Σέ περίπτωση αποχωρήσεως ή αποβολής ενός μέλους , τό καταστατικό ορίζει οτι τό μέλος αυτό υποχρεούται νά καταβάλει υπέρ τού αποθεματικού τού Συνεταιρισμού ποσό ίσο πρός τό γινόμενο 2,5 φιορινίων επί τόν ετήσιο μέσο ορο λίτρων πυτίας πού τό μέλος αγόρασε από τό Συνεταιρισμό κατά τό διάστημα τών τελευταίων πέντε χρόνων , κατά τά οποία διετέλεσε μέλος .

4 Όπως προκύπτει από τήν προσβαλλομένη απόφαση , ο Συνεταιρισμός παρασκευάζει τό 100 % τής ολλανδικής παραγωγής πυτίας , καθώς καί τό 90 % περίπου τής παραγωγής χρωστικών ουσιών γιά τυρί , καί οτι διαθέτει τό 94 % τής παραγωγής του σέ πυτία καί τό 80 % τής παραγωγής του σέ χρωστικές ουσίες στά μέλη του πού αντιπροσωπεύουν , σύμφωνα μέ τήν Επιτροπή , ποσοστό ανώτερο τού 90 % τής ολλανδικής βιομηχανίας γαλακτοκομικών προϊόντων . Τό υπόλοιπο τής παραγωγής του πωλείται σέ ολλανδούς τυροπαραγωγούς πού δέν ειναι μέλη του . Όσον αφορά τίς ενδοκοινοτικές συναλλαγές σέ πυτία , συμπεριλαμβανόμενης καί τής συνθετικής , η απόφαση διαπιστώνει οτι , κατά τό διάστημα μεταξύ τών ετών 1976 καί 1978 , οι Κάτω Χώρες εισήγαγαν 16 τόνους πυτίας από άλλα Κράτη μέλη , ενώ τά Κράτη μέλη αυτά , τού Βελγίου καί τού Λουξεμβούργου υπολογιζόμενων ως ενιαίας αγοράς , εισήγαγαν ποσότητες πού κυμαίνονταν από 113 εως 745 τόνους . Τέλος , οπως προκύπτει από τήν απόφαση , η αξία τής παραγωγής χρωστικών ουσιών από τό Συνεταιρισμό ειναι ελάχιστη σέ σύγκριση μέ εκείνη τής παραγωγής του σέ πυτία , η οποία έφθασε τά 830 000 λίτρα τό 1978 .

5 Ως πρός τήν εφαρμογή τού άρθρου 85 παράγραφος 1 , η Επιτροπή διαπιστώνει στήν απόφασή της οτι τόσο η υποχρέωση τής κατ’ αποκλειστικότητα αγοράς από τό Συνεταιρισμό , πού κυρούται μέ τήν επιβολή προστίμου καί επιτείνεται μέ τή δυνατότητα αποβολής τών μελών τού Συνεταιρισμού , καί τήν πληρωμή ορισμένου ποσού σέ περίπτωση μή τηρήσεως τής υποχρεώσεως αυτής , οσο καί η υποχρέωση καταβολής ισοδύναμου ποσού σέ περίπτωση αποχωρήσεως , περιορίζουν σημαντικά τόν ανταγωνισμό εντός τής κοινής αγοράς καί δύνανται νά επηρεάσουν σοβαρώς τό εμπόριο μεταξύ τών Κρατών μελών , δεδομένου οτι έχουν ως συνέπεια νά παρεμποδίζουν τά μέλη τού Συνεταιρισμού , πού αντιπροσωπεύουν ποσοστό ανώτερο τού 90 % τής ολλανδικής βιομηχανίας γαλακτοκομικών προϊόντων , νά αγοράζουν τά εν λόγω προϊόντα από άλλους προμηθευτές πού βρίσκονται κυρίως σέ άλλα Κράτη μέλη .

6 Η Επιτροπή δέχεται στήν απόφασή της οτι οι δύο πρώτες προϋποθέσεις τού άρθρου 85 παράγραφος 3 πληρούνται , επειδή η σύσταση τού Συνεταιρισμού συνέβαλε στή βελτίωση τής παραγωγής καί διανομής τών εν λόγω προϊόντων , εξασφαλίζοντας στούς καταναλωτές δίκαιο τμήμα από τό κέρδος πού προκύπτει . Εντούτοις , η τρίτη καί η τέταρτη προϋπόθεση δέν πληρούνται επειδή , αφενός υπάρχουν λύσεις λιγότερο περιοριστικού χαρακτήρα πρός απόκτηση τών πλεονεκτημάτων πού επιτυγχάνονται από τό Συνεταιρισμό , οπως παραδείγματος χάρη η περιορισμένη υποχρέωση εφοδιασμού ή ακόμα η υποχρέωση γιά προειδοποίηση σέ περίπτωση αποχωρήσεως , καί αφετέρου επειδή ο ανταγωνισμός καταργείται στήν ουσία επί τού συνόλου σχεδόν τής ολλανδικής αγοράς τών σχετικών προϊόντων .

7 Η απόφαση αποκλείει τήν εφαρμογή τού κανονισμού 26/62 τού Συμβουλίου , τής 4ης Απριλίου 1962 περί εφαρμογής ορισμένων κανόνων ανταγωνισμού επί τής παραγωγής καί εμπορίας γεωργικών προϊόντων ( JO L 30 , σ . 993 ), επειδή τό πεδίο εφαρμογής τού κανονισμού αυτού προσδιορίζεται στό παράρτημα ΙΙ τής συνθήκης , στό οποίο δέν περιλαμβάνεται η πυτία .

8 Πρός υποστήριξη τής προσφυγής του περί ακυρώσεως , ο Συνεταιρισμός επικαλείται επτά λόγους πού αναφέρονται στήν παράβαση τού άρθρου 85 παράγραφος 1 καί 3 , καθώς καί τού κανονισμού 26/62 . Η παρέμβαση τής γαλλικής κυβερνήσεως έχει ως πρωταρχικό σκοπό τή διαφύλαξη τών ιδιαιτέρων απαιτήσεων καί αναγκών τού θεσμού τών γεωργικών συνεταιρισμών εν γένει .

Επί τού άρθρου 85 παράγραφος 1

9 Μέ τόν πρώτο λόγο του ο Συνεταιρισμός αμφισβητεί οτι η υποχρέωση τής κατ’ αποκλειστικότητα αγοράς από αυτόν περιορίζει σημαντικά τόν ανταγωνισμό εντός τής κοινής αγοράς . Η σχετική υποχρέωση αποβλέπει όχι στόν περιορισμό τού ανταγωνισμού , αλλά στήν διευκόλυνση τής άριστης δυνατής παραγωγής πυτίας καί στήν εξασφάλιση τού εφοδιασμού τών μελών τού Συνεταιρισμού . Η επίδικη απόφαση θίγει τό παραδοσιακό σύστημα τών συνεταιρισμών , γιά τούς οποίους η υποχρέωση τής κατ’ αποκλειστικότητα αγοράς αποτελεί βασική προϋπόθεση . Σύμφωνα μέ τό άρθρο 85 παράγραφος 1 τής συνθήκης , οι συνεταιρισμοί τού γεωργικού τομέα δέν πρέπει νά θεωρούνται ως ανεξάρτητες επιχειρήσεις , αλλά ως μορφή συνεργασίας πού στηρίζεται αναγκαστικά στήν υποχρέωση τής κατ’ αποκλειστικότητα αγοράς από αυτούς , η οποία δέν μπορεί κατά συνέπεια νά περιορίζει τόν ανταγωνισμό μεταξύ τού συνεταιρισμού αφενός καί τών μελών του ή τρίτων αφετέρου . Ούτε μπορεί νά περιορίζει τόν ανταγωνισμό μεταξύ τών μελών . Ο ανταγωνισμός αυτός συντελείται πλήρως εντός τών πλαισίων τής αγοράς τυριού .

10 Μέ τό δεύτερο λόγο ο Συνεταιρισμός προβάλλει οτι η υποχρέωση τής κατ’ αποκλειστικότητα αγοράς από αυτόν δέν ειναι δυνατό νά επηρεάσει τό εμπόριο μεταξύ τών Κρατών μελών , επειδή τόσο τά μέλη τού Συνεταιρισμού , οσο καί οι ολλανδοί παραγωγοί πού δέν ειναι μέλη του αγόραζαν πάντοτε απ’ αυτόν τό σύνολο τής πυτίας καί τών χρωστικών ουσιών τους , καί θά εξακολουθήσουν νά ενεργούν κατ’ αυτόν τόν τρόπο , έστω καί χωρίς τήν υποχρέωση αυτή .

11 Μέ τόν τρίτο λόγο , ο Συνεταιρισμός ισχυρίζεται οτι τό ποσό πού καταβάλλεται σέ περίπτωση αποβολής ή αποχωρήσεως μέλους δέ συνιστά σοβαρό εμπόδιο γιά οποιον επιθυμεί νά αλλάξει προμηθευτή πυτίας , ενώ μέ τόν τέταρτο λόγο του υποστηρίζει οτι η Επιτροπή έκρινε κακώς οτι η έλλειψη υποχρεώσεως καταβολής ορισμένου ποσού σέ περίπτωση αποχωρήσεως δύναται νά συμβάλλει στή δημιουργία ενός ανταγωνιστικού κέντρου παραγωγής , τό οποίο θά μπορούσε επίσης νά πωλεί πυτία στά άλλα Κράτη μέλη . Η από κοινού παραγωγή αποτελεί τή μοναδική εγγύηση ομαλού εφοδιασμού σέ πυτία καλής καί σταθερής ποιότητας . Στό κοινοτικό επίπεδο δέν υπάρχει αγορά πυτίας ζωικής προελεύσεως ως εμπορικού προϊόντος , επειδή η σχετική τιμή τής πυτίας συγκριτικά μέ τήν τιμή τού τυριού ειναι υπερβολικά χαμηλή . Ο ομαλός εφοδιασμός σέ πυτία καλής καί σταθερής ποιότητας προσλαμβάνει τέτοια σημασία , ωστε τά τυροκομεία επιδιώκουν τή διατήρηση σταθερής σχέσεως μέ αξιόπιστο προμηθευτή .

12 Πρός τό σκοπό εκτιμήσεως τών ανωτέρω επιχειρημάτων , πρέπει νά υπομνησθεί οτι γιά νά υπαχθεί στήν απαγόρευση τού άρθρου 85 παράγραφος 1 η επίδικη συμφωνία , θά πρέπει νά έχει «ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα τήν παρεμπόδιση , τόν περιορισμό ή τή νόθευση τού ανταγωνισμού εντός τής κοινής αγοράς» . Οι διατάξεις τού καταστατικού τού Συνεταιρισμού πού υποχρεώνουν τά μέλη του νά καλύπτουν τό σύνολο τών αναγκών τους σέ πυτία καί χρωστικές ουσίες γιά τυρί από αυτόν καί οι οποίες επιτείνουν τήν υποχρέωση αυτή , προβλέποντας , σέ περίπτωση αποχωρήσεως ή αποβολής , τήν καταβολή ποσού πού δέν ειναι αμελητέο , αποσκοπούν σαφώς στήν παρεμπόδιση τών μελών νά εφοδιάζονται από άλλους προμηθευτές πυτίας ή χρωστικών ουσιών ή νά τίς παράγουν αυτά τά ίδια , στήν περίπτωση πού οι εναλλακτικές αυτές λύσεις παρουσιάζουν πλεονεκτήματα από απόψεως ποιότητας ή τιμής . Καθώς αντιστοιχεί στά μέλη σήμερα ποσοστό ανώτερο τού 90 % τής ολλανδικής παραγωγής τυριού , οπως προκύπτει από μή αμφισβητηθείσες πληροφορίες , οι διατάξεις αυτές συμβάλλουν επιπλέον στή διατήρηση τής παρούσας καταστάσεως , οπου ο Συνεταιρισμός ειναι στήν πράξη ο μοναδικός προμηθευτής πυτίας , σέ ολόκληρη τήν ολλανδική αγορά .

13 Κατ’ αυτό τόν τρόπο , οι εν λόγω διατάξεις ειναι ικανές νά παρεμποδίζουν τόν ανταγωνισμό στό επίπεδο τού εφοδιασμού σέ πυτία καί χρωστικές ουσίες γιά τυρί μεταξύ παραγωγών πού καλύπτουν σημαντικό μέρος τής κοινοτικής αγοράς τυριού καί τείνουν επίσης νά αποκλείσουν τήν πιθανότητα δημιουργίας μιάς ανταγωνιστικής καταστάσεως επί τού συνόλου τής ολλανδικής αγοράς τών βοηθητικών αυτών προϊόντων πού ειναι απαραίτητα στήν παραγωγή τυριού . Υπό τίς περιστάσεις αυτές δέν ειναι απαραίτητο νά εξεταστεί τό ζήτημα άν καί άλλοι παράγοντες συμβάλλουν στή διατήρηση τής δεσπόζουσας θέσεως τού Συνεταιρισμού στήν εν λόγω αγορά καί άν αρκούν τέτοιοι παράγοντες γιά νά εδραιώσουν τή θέση αυτή , ακόμη καί σέ περίπτωση απουσίας τών εν λόγω διατάξεων .

14 Γιά νά διαπιστωθεί άν η συμφωνία αντίκειται στό άρθρο 85 παράγραφος 1 , πρέπει επίσης νά εξετασθεί άν ειναι ικανή νά επηρεάσει τό εμπόριο μεταξύ Κρατών μελών , άν δηλαδή , σύμφωνα μέ τήν πάγια νομολογία τού Δικαστηρίου , επιτρέπει τήν πρόβλεψη , μέ επαρκή βαθμό πιθανότητας , οτι μπορεί νά ασκήσει άμεση ή έμμεση επιρροή τώρα ή στό μέλλον , στήν κυκλοφορία εμπορευμάτων μεταξύ τών Κρατών μελών καί νά καταστήσει μέ τόν τρόπο αυτό δυσκολότερη τήν οικονομική αλληλοδιείσδυση πού επιδιώκει η συνθήκη .

15 Από τίς πληροφορίες πού παρείχει η Επιτροπή προκύπτει οτι ήδη υπάρχουν συναλλαγές σέ ζωϊκή πυτία καί χρωστικές ουσίες μεταξύ τών Κρατών μελών , χωρίς νά γίνει ποτέ λόγος περί τεχνικών ή οικονομικών δυσκολιών , πού παρεμποδίζουν τήν επέκταση παρόμοιων συναλλαγών . Αντίθετα , οι υποχρεώσεις πού περιέχονται στό καταστατικό τού Συνεταιρισμού ειναι , ακριβώς λαμβάνοντας υπόψη τίς αμοιβαίες οικονομικές σχέσεις στίς οποίες εντάσσονται , τέτοιας φύσεως , ωστε νά παγιώνουν τό καθεστώς στεγανοποιήσεως σέ εθνικά πλαίσια , παρακωλύοντας μέ τόν τρόπο αυτό τήν οικονομική αλληλοδιείσδυση πού επιδιώκει η συνθήκη .

16 Κατά συνέπεια , οι τέσσερις πρώτοι λόγοι πού προβάλλει ο Συνεταιρισμός πρέπει νά απορριφθούν .

Επί τού άρθρου 85 παράγραφος 3

17 Μέ τόν εκτο καί τόν εβδομο λόγο ο Συνεταιρισμός υποστηρίζει τήν άποψη οτι όχι μόνο συντρέχουν οι δύο πρώτες προϋποθέσεις τού άρθρου 85 παράγραφος 3 , οπως άλλωστε τό αναγνωρίζει καί η Επιτροπή στήν απόφασή της , αλλά οτι συντρέχουν καί η τρίτη καί τέταρτη προϋπόθεση αυτής τής διατάξεως . Η υποχρέωση τής κατ’ αποκλειστικότητα αγοράς , από τό Συνεταιρισμό καθώς καί εκείνη περί καταβολής ορισμένου ποσού σέ περίπτωση αποχωρήσεως , αποτελούν στήν πραγματικότητα μέτρα απαραίτητα γιά τήν επίτευξη τών πλεονεκτημάτων πού αναγνωρίζει η Επιτροπή στήν απόφασή της καί δέν παρέχουν στό Συνεταιρισμό τή δυνατότητα νά εξαλείψει τόν ανταγωνισμό σέ ενα σημαντικό μέρος τής κοινής αγοράς .

18 Πρέπει νά σημειωθεί σχετικά μία φορά ακόμη η σημαντική θέση τήν οποία καταλαμβάνει ο Συνεταιρισμός στήν ολλανδική αγορά τών οικείων προϊόντων . Γίνεται δεκτό οτι στά μέλη τού Συνεταιρισμού αντιστοιχεί ποσοστό ανώτερο τού 90 % τής παραγωγής τυριού στίς Κάτω Χώρες , καθώς καί οτι οι ολλανδοί παραγωγοί πού δέν ειναι μέλη του καλύπτουν επίσης τό σύνολο σχεδόν τών αναγκών τους σέ πυτία απ’ αυτόν . Υπό τίς προϋποθέσεις αυτές , διατάξεις μέ τόσο περιοριστικό χαρακτήρα οσο η υποχρέωση αγοράς μέχρι ποσοστού 100 % , πού επιτείνεται μέ τήν υποχρέωση καταβολής ορισμένου ποσού , πού δέν ειναι αμελητέο , σέ περίπτωση αποχωρήσεως ή αποβολής , δέν ειναι απαραίτητες γιά τήν επίτευξη τών σκοπών πού προβλέπει τό άρθρο 85 παράγραφος 3 . Επιπλέον , από οσα προαναφέρθηκαν , προκύπτει οτι εν πάση περιπτώσει οι διατάξεις αυτές συμβάλλουν στή διατήρηση μιάς καταστάσεως στήν οποία ο ανταγωνισμός καταργείται γιά ενα σημαντικό μέρος τών εν λόγω προϊόντων . Εύλογα , επομένως , η Επιτροπή διαπίστωσε τήν έλλειψη τών δύο τελευταίων προϋποθέσεων εφαρμογής τού άρθρου 85 παράγραφος 3 .

Επί τής εφαρμογής τού κανονισμού 26/62

19 Μέ τόν πέμπτο λόγο ο Συνεταιρισμός προβάλλει οτι δυνάμει τού κανονισμού 26/62 , τό άρθρο 85 παράγραφος 1 τής συνθήκης δέν εφαρμόζεται στήν προκειμένη περίπτωση , εφόσον η πυτία ζωικής προελεύσεως εμπίπτει στήν κλάση 05.04 ή στήν κλάση 05.15 τής ονοματολογίας τού Συμβουλίου περί τελωνειακής συνεργασίας πού αναφέρεται στό παράρτημα ΙΙ τής συνθήκης καί όχι στήν κλάση 35.07 , στήν οποία περιλήφθηκε εσφαλμένα τό σχετικό προϊόν , σύμφωνα μέ τήν επεξηγηματική σημείωση τής ονοματολογίας τού Συμβουλίου περί τελωνειακής συνεργασίας . Επιπλέον , ο Συνεταιρισμός υπογραμμίζει οτι τό άρθρο 38 παράγραφος 1 τής συνθήκης προβλέπει οτι ως γεωργικά νοούνται όχι μόνον τά προϊόντα τής κτηνοτροφίας , αλλά καί τά προϊόντα πρώτης μεταποιήσεως πού έχουν άμεση σχέση μέ τά πρώτα . Ακόμα καί άν η πυτία ζωικής προελεύσεως δέν υπαγόνταν στό παράρτημα ΙΙ τής συνθήκης , θά υπαγόνταν πάντως στόν κανονισμό 26/62 , επειδή η σχετική παραγωγή ειναι απαραίτητη γιά τήν επίτευξη τών σκοπών πού εξαγγέλλει τό άρθρο 39 τής συνθήκης καί επειδή ο Συνεταιρισμός πρέπει νά θεωρείται ως κοινή οργάνωση μεταποιήσεως γεωργικών προϊόντων κατά τήν έννοια τού άρθρου 2 τού ανωτέρω κανονισμού .

20 Ελλείψει κοινοτικών διατάξεων πού ερμηνεύουν τίς έννοιες πού περιέχονται στό παράρτημα ΙΙ τής συνθήκης , δεδομένου μάλιστα οτι τό εν λόγω παράρτημα επαναλαμβάνει ακριβώς ορισμένες κλάσεις τής ονοματολογίας τού Συμβουλίου περί τελωνειακής συνεργασίας , γιά τήν ερμηνεία τού παραρτήματος αυτού χρειάζεται αναδρομή στίς επεξηγηματικές σημειώσεις αυτής τής ονοματολογίας . Από τήν επεξηγηματική σημείωση πού αφορά τήν κλάση 35.07 προκύπτει οτι η πυτία ζωικής προελεύσεως υπάγεται στήν ανωτέρω κλάση καί όχι στίς κλάσεις πού απαριθμούνται στό παράρτημα ΙΙ τής συνθήκης .

21 Κατά τό άρθρο 42 τής συνθήκης ΕΟΚ , οι διατάξεις τού κεφαλαίου περί τών κανόνων ανταγωνισμού εφαρμόζονται επί τής παραγωγής καί εμπορίας τών γεωργικών προϊόντων μόνο κατά τό μέρος τό οποίο προσδιορίζεται από τό Συμβούλιο . Τό άρθρο 38 παράγραφος 3 τής συνθήκης ορίζει οτι τά προϊόντα πού υπόκεινται στίς διατάξεις τών άρθρων 39 εως καί 46 απαριθμούνται στόν κατάλογο πού αποτελεί αντικείμενο τού παραρτήματος ΙΙ τής συνθήκης καί στόν οποίο τό Συμβούλιο μπορούσε , εντός δύο ετών από τήν έναρξη τής ισχύος τής συνθήκης , νά προσθέσει καί άλλα προϊόντα . Σύμφωνα δέ μέ τίς διατάξεις αυτές τής συνθήκης , τό πεδίο εφαρμογής τού κανονισμού 26/62 περί εφαρμογής ορισμένων κανόνων ανταγωνισμού επί τής παραγωγής καί εμπορίας τών γεωργικών προϊόντων έχει περιορισθεί από τό πρώτο του άρθρο στήν παραγωγή καί εμπορία τών προϊόντων πού απαριθμούνται στό παράρτημα ΙΙ τής συνθήκης . Επομένως , δέν ειναι δυνατή η εφαρμογή τού ανωτέρω κανονισμού επί τής παρασκευής ενός προϊόντος πού δέν περιλαμβάνεται στό παράρτημα ΙΙ , ακόμη καί άν αυτό αποτελεί βοηθητική υλη γιά τήν παραγωγή άλλου προϊόντος , τό οποίο ομως περιλαμβάνεται στό παράρτημα . Γιά νά τύχει λοιπόν εφαρμογής ο κανονισμός ως πρός τήν πυτία πρέπει καί τό προϊόν αυτό νά περιλαμβάνεται στό παράρτημα ΙΙ τής συνθήκης . Άρα αποκλείεται η εφαρμογή τού κανονισμού 26/62 στήν προκειμένη περίπτωση καί συνεπώς ο πέμπτος λόγος τού προσφεύγοντος πρέπει νά απορριφθεί .

Επί τών παρατηρήσεων τής κυβερνήσεως τής Γαλλικής Δημοκρατίας

22 Η κυβέρνηση τής Γαλλικής Δημοκρατίας ισχυρίζεται ιδίως οτι , ακόμη καί εκτός τού πεδίου εφαρμογής τού κανονισμού 26/62 , πρέπει , κατά τήν εκτίμηση τών ενδεχομένων επιπτώσεων επί τού ανταγωνισμού , νά λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη οι ιδιομορφίες τής γεωργικής παραγωγής καί οι ειδικές απαιτήσεις τής πρωτότυπης μορφής οργανώσεως , πού αποτελεί ο γεωργικός συνεταιρισμός . Κατά τήν άποψή της , οπως προκύπτει από τούς ίδιους της τούς σκοπούς πού συνίστανται στήν από κοινού χρησιμοποίηση από τίς μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις ολων τών μέσων πού ειναι πρόσφορα γιά τήν ανάπτυξη τών οικονομικών δραστηριοτήτων τους , η γεωργική συνεργασία απαιτεί τήν καθιέρωση προνομιακών δεσμών αφενός μεταξύ τών επιμέρους παραγωγών καί αφετέρου μεταξύ αυτών καί τού Συνεταιρισμού . Σύμφωνα , λοιπόν , μέ τή γαλλική κυβέρνηση , δέν ειναι δυνατό νά θεωρηθούν κατ’ αρχήν ως ασυμβίβαστες μέ τό άρθρο 85 παράγραφος 1 ούτε η κατ’ αποκλειστικότητα υποχρέωση εφοδιασμού από τό Συνεταιρισμό ούτε η υποχρέωση καταβολής αποζημιώσεως λόγω αποχωρήσεως , εκτός άν ειναι απαγορευτικού χαρακτήρα . Δεδομένου οτι παρόμοιες υποχρεώσεις ειναι συνηθέστατα απαραίτητες γιά νά επιτραπεί σ’ ενα συνεταιρισμό νά λειτουργήσει μέ εύλογες πιθανότητες επιτυχίας , δέν ειναι δυνατό νά αποκλεισθεί κατά τρόπο γενικό η εφαρμογή τού άρθρου 85 παράγραφος 3 .

23 Υπό τίς προϋποθέσεις αυτές , η γαλλική κυβέρνηση φρονεί οτι , η ενδεχομένη επιζήμια επίδραση τού Συνεταιρισμού στόν ανταγωνισμό , δέ δύναται νά θεμελιώσει νόμιμα τήν προσβαλλόμενη απόφαση παρά μόνο λόγω τού οιονεί μονοπωλίου πού απέκτησε ο προσφεύγων στήν ολλανδική αγορά πυτίας καί χρωστικών ουσιών .

24 Κατά τή διάρκεια τής προφορικής διαδικασίας , η Επιτροπή συμφώνησε κατά τό πλείστον μέ τίς απόψεις τής γαλλικής κυβερνήσεως οσον αφορά τούς τυπικούς γεωργικούς συνεταιρισμούς .

25 Υπό τίς προϋποθέσεις αυτές , καί λαμβάνοντας υπόψη τό γεγονός οτι η αμφισβητουμένη απόφαση περιγράφει λεπτομερώς τό ιδιαίτερο οικονομικό πλαίσιο στό οποίο εντάσσονται οι εν λόγω διατάξεις , καθίσταται βέβαιο οτι η θέση τών γεωργικών συνεταιρισμών στούς οποίους αναφέρεται η γαλλική κυβέρνηση , δέν αφορά τήν παρούσα υπόθεση , διότι εμπίπτει σέ άλλο πλαίσιο .

26 Γιά ολους αυτούς τούς λόγους η προσφυγή πρέπει νά απορριφθεί στό σύνολό της .

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί τών εξόδων

27 Σύμφωνα μέ τό άρθρο 69 παράγραφος 2 τού κανονισμού διαδικασίας , ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στά δικαστικά έξοδα . Επειδή ο προσφεύγων ηττήθη , πρέπει νά καταδικασθεί στά δικαστικά έξοδα .

Διατακτικό


Διά ταύτα

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

κρίνει καί αποφασίζει :

1 ) Απορρίπτει τήν προσφυγή .

2)Καταδικάζει τόν προσφεύγοντα στά δικαστικά έξοδα .