ISSN 1977-0669 |
||
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 96 |
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Νομοθεσία |
66ό έτος |
Περιεχόμενα |
|
II Μη νομοθετικές πράξεις |
Σελίδα |
|
|
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ |
|
|
* |
||
|
* |
||
|
* |
||
|
* |
||
|
* |
||
|
|
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ |
|
|
* |
|
|
Διορθωτικά |
|
|
* |
EL |
Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος. Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο. |
II Μη νομοθετικές πράξεις
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ
5.4.2023 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 96/1 |
ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2023/735 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
της 30ής Ιανουαρίου 2023
για την τροποποίηση του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2020/760 όσον αφορά την απαίτηση υποβολής τιμολογίων για τον καθορισμό της ποσότητας αναφοράς και για την αποσαφήνιση ορισμένων ζητημάτων που αφορούν το ηλεκτρονικό σύστημα καταχώρισης και αναγνώρισης φορέων πιστοποιητικών (LORI)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 186,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2020/760 της Επιτροπής (2) συμπληρώνει τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 όσον αφορά τους κανόνες για τη διαχείριση των δασμολογικών ποσοστώσεων εισαγωγής και εξαγωγής γεωργικών προϊόντων που υπόκεινται σε πιστοποιητικά. |
(2) |
Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2020/760, οι επιχειρήσεις προσκομίζουν τιμολόγιο στην αρχή έκδοσης των πιστοποιητικών για την απόδειξη της ποσότητας αναφοράς. Μέχρι στιγμής, η ποσότητα αναφοράς καθοριζόταν βάσει της μεταβατικής διάταξης του άρθρου 26 πρώτο εδάφιο του εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού και, ως εκ τούτου, η διάταξη αυτή δεν χρησιμοποιήθηκε. Δεδομένου ότι άλλα χαρακτηριστικά σχετικά με τη διαχείριση των δασμολογικών ποσοστώσεων που θεσπίστηκαν με τον εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά και προκειμένου να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος για τις επιχειρήσεις και τις αρχές έκδοσης των πιστοποιητικών, κρίνεται σκόπιμο να καταργηθεί η υποχρέωση των επιχειρήσεων να υποβάλλουν τιμολόγιο στην αρχή έκδοσης των πιστοποιητικών για τον καθορισμό της ποσότητας αναφοράς. |
(3) |
Σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 12 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2020/760, οι επιχειρήσεις ενημερώνουν την αρμόδια αρχή έκδοσης πιστοποιητικών για τυχόν αλλαγές που επηρεάζουν το οικείο αρχείο καταχώρισης και αναγνώρισης φορέων πιστοποιητικών (LORI) εντός 10 ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία οι αλλαγές αυτές αρχίζουν να παράγουν αποτελέσματα. Η προθεσμία αυτή θα πρέπει να παραταθεί λόγω της διάρκειας της εφαρμογής των εν λόγω αλλαγών και των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις όσον αφορά την έγκαιρη κοινοποίησή τους. |
(4) |
Επιπλέον, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί η ανακολουθία που υπάρχει στο άρθρο 3 παράγραφος 5 και στο άρθρο 13 παράγραφος 13 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2020/760 ανάμεσα στην υποχρέωση και στη δυνατότητα όσον αφορά την προηγούμενη καταχώριση των επιχειρήσεων σε περίπτωση αναστολής της απαίτησης της ποσότητας αναφοράς σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 9 του εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού. |
(5) |
Το άρθρο 14 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2020/760 θεσπίζει κανόνες σχετικά με τις καταγγελίες για αθέμιτη καταχώριση επιχείρησης. Οι ρόλοι των αρχών έκδοσης πιστοποιητικών του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένη και εγγεγραμμένη στα μητρώα ΦΠΑ η ελεγχόμενη επιχείρηση και του κράτους μέλους που έλαβε καταγγελία θα πρέπει να αποσαφηνιστούν κατά τρόπον ώστε ο έλεγχος να διενεργείται από το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένη η ελεγχόμενη επιχείρηση. |
(6) |
Συνεπώς, ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2020/760 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Τροποποιήσεις του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2020/760
Ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2020/760 τροποποιείται ως εξής:
1) |
το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:
|
2) |
το άρθρο 13 τροποποιείται ως εξής:
|
3) |
το άρθρο 14 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Εάν η αρχή έκδοσης των πιστοποιητικών του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο καταγγέλλων κρίνει ότι η καταγγελία είναι βάσιμη, δίνει συνέχεια στην καταγγελία διενεργώντας τους κατάλληλους κατά την κρίση της ελέγχους. Όταν η ελεγχόμενη επιχείρηση είναι εγκατεστημένη και εγγεγραμμένη στο μητρώο ΦΠΑ άλλου κράτους μέλους, τότε η εν λόγω αρχή έκδοσης των πιστοποιητικών παρέχει την αναγκαία συνδρομή στην αρχή έκδοσης των πιστοποιητικών του κράτους μέλους στο οποίο η επιχείρηση είναι εγκατεστημένη και εγγεγραμμένη στο μητρώο ΦΠΑ και η οποία διενεργεί εγκαίρως τον έλεγχο. Η αρχή έκδοσης των πιστοποιητικών του κράτους μέλους στο οποίο η επιχείρηση είναι εγκατεστημένη και εγγεγραμμένη στο οικείο μητρώο ΦΠΑ καταχωρίζει το αποτέλεσμα του ελέγχου στο ηλεκτρονικό σύστημα LORI, στο αρχείο LORI της επιχείρησης.» |
Άρθρο 2
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 30 Ιανουαρίου 2023.
Για την Επιτροπή
Η Πρόεδρος
Ursula VON DER LEYEN
(1) ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.
(2) Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2020/760 της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 2019, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους κανόνες διαχείρισης των δασμολογικών ποσοστώσεων εισαγωγής και εξαγωγής που υπόκεινται σε πιστοποιητικά και για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την κατάθεση εγγυήσεων κατά τη διαχείριση των δασμολογικών ποσοστώσεων (ΕΕ L 185 της 12.6.2020, σ. 1).
5.4.2023 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 96/4 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2023/736 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
της 31ης Μαρτίου 2023
για τον καθορισμό των τεχνικών λεπτομερειών της εφαρμογής του μηχανισμού διόρθωσης της αγοράς σε παράγωγα που συνδέονται με εικονικά σημεία συναλλαγών στην Ένωση εκτός του TTF
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2022/2578 του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΕ) 2022/2578 του Συμβουλίου για τη θέσπιση μηχανισμού διόρθωσης της αγοράς για την προστασία των πολιτών της Ένωσης και της οικονομίας από τις υπερβολικά υψηλές τιμές (κανονισμός ΜΔΑ) θεσπίζει προσωρινό μηχανισμό διόρθωσης της αγοράς (στο εξής: ΜΔΑ) για τις εντολές διαπραγμάτευσης παραγώγων του Title Transfer Facility (στο εξής: TTF) και παραγώγων που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών με προθεσμίες λήξης μεταξύ επόμενου μήνα και επόμενου έτους. Αυτό σημαίνει ότι ο ΜΔΑ εφαρμόζεται σε κάθε παράγωγο επί εμπορευμάτων που αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενη αγορά και έχει ως υποκείμενο μέσο συναλλαγή αερίου σε οποιαδήποτε εικονικό σημείο συναλλαγών στην Ένωση. |
(2) |
Σύμφωνα με το άρθρο 1 του κανονισμού ΜΔΑ, ο ΜΔΑ εφαρμόζεται σε εντολές διαπραγμάτευσης παραγώγων TTF και παραγώγων που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών που βρίσκονται στην Ένωση. |
(3) |
Ο κανονισμός ΜΔΑ καθορίζει τις τεχνικές λεπτομέρειες της εφαρμογής του ΜΔΑ αποκλειστικά όσον αφορά τις εντολές που υποβάλλονται για παράγωγα TTF και όχι για εντολές που υποβάλλονται για παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών. Αυτό οφειλόταν στην επείγουσα ανάγκη εφαρμογής του ΜΔΑ στα παράγωγα TTF, το οποίο θεωρείται συνήθως ως το «τυπικό» τιμολογιακό σημείο αναφοράς για τις ευρωπαϊκές αγορές αερίου, και στο γεγονός ότι η εφαρμογή του ΜΔΑ σε εντολές για παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών απαιτούσε πρόσθετη προετοιμασία. Ως εκ τούτου, ο κανονισμός ΜΔΑ εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να εκδώσει εκτελεστική πράξη για τον καθορισμό των τεχνικών λεπτομερειών της εφαρμογής του ΜΔΑ σε παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών, ιδίως όσον αφορά την επέλευση του γεγονότος διόρθωσης της αγοράς και την εφαρμογή του δυναμικού ορίου υποβολής προσφορών για τα εν λόγω παράγωγα. Ο κανονισμός ΜΔΑ εξουσιοδοτεί επίσης την Επιτροπή να αποκλείει, κατ’ εξαίρεση, ορισμένα από τα παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών. |
(4) |
Ο καθορισμός των τεχνικών λεπτομερειών της εφαρμογής του ΜΔΑ σε παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών, καθώς και η πιθανή εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του ΜΔΑ ορισμένων παραγώγων που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών, θα πρέπει να βασίζονται στα κριτήρια που κατοχυρώνονται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 του κανονισμού ΜΔΑ, και συγκεκριμένα τη ρευστότητα και τη διαθεσιμότητα πληροφοριών σχετικά με τις τιμές των παραγώγων που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών, και τον αντίκτυπο που θα είχε η επέκταση του ΜΔΑ σε παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών στις ενδοενωσιακές ροές αερίου και στην ασφάλεια του εφοδιασμού, καθώς και στη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών. Ο καθορισμός αυτός και η πιθανή εξαίρεση θα πρέπει επίσης να βασίζονται στις εκθέσεις εκτίμησης επίδρασης που έχουν υποβάλει ο ACER και η ESMA έως την 1η Μαρτίου 2023 σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 του κανονισμού ΜΔΑ. |
(5) |
Ο ΜΔΑ για τα παράγωγα TTF ενεργοποιείται όταν επέρχεται γεγονός διόρθωσης της αγοράς, δηλαδή όταν η τιμή διακανονισμού των παραγώγων TTF επόμενου μήνα, όπως δημοσιεύεται από την ICE Endex B.V., υπερβαίνει τα 180 EUR/MWh και είναι κατά 35 EUR υψηλότερη από την τιμή αναφοράς για τρεις εργάσιμες ημέρες. Ο ΜΔΑ για τα παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών στην Ένωση θα πρέπει να ενεργοποιείται την ίδια στιγμή, όταν επέρχεται το ίδιο γεγονός διόρθωσης της αγοράς. Αυτό οφείλεται σε δύο βασικούς λόγους. Πρώτον, σε σύγκριση με τα παράγωγα TTF, πολλά από τα παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών εκτός του TTF διαθέτουν μικρότερη ρευστότητα. Εάν η ενεργοποίηση του ΜΔΑ βασιζόταν σε μη ρευστοποιήσιμα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, ο μηχανισμός θα μπορούσε να είναι ευάλωτος σε χειραγώγηση και να οδηγήσει σε άσκοπες ή καθυστερημένες ενεργοποιήσεις. Δεύτερον, εάν ο μηχανισμός διόρθωσης της αγοράς ενεργοποιούνταν μόνο για τα παράγωγα κάποιων εικονικών σημείων συναλλαγών, η διαπραγμάτευση ενδέχεται να στραφεί σε παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε στρεβλώσεις στην ενωσιακή αγορά ενέργειας ή στις ενωσιακές χρηματοπιστωτικές αγορές, για παράδειγμα μέσω του αρμπιτράζ από τους συμμετέχοντες στην αγορά μεταξύ διορθωμένων και μη διορθωμένων παραγώγων, εις βάρος των καταναλωτών. Την εκτίμηση αυτή συμμερίζεται η έκθεση αξιολόγησης του ACER, στην οποία αναφέρεται ότι ο ΜΔΑ για τα παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών στην Ένωση θα πρέπει επίσης να ενεργοποιείται με βάση την τιμή διακανονισμού των παραγώγων TTF επόμενου μήνα, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού ΜΔΑ. |
(6) |
Όταν επέρχεται ένα γεγονός διόρθωσης της αγοράς, ο κανονισμός ΜΔΑ καθορίζει ένα δυναμικό όριο υποβολής προσφορών, σύμφωνα με το οποίο οι διαχειριστές αγορών δεν θα πρέπει να αποδέχονται και οι συμμετέχοντες στην αγορά παραγώγων TTF δεν θα πρέπει να υποβάλλουν εντολές για παράγωγα TTF που πρόκειται να λήξουν κατά την περίοδο από την ημερομηνία λήξης του παραγώγου TTF επόμενου μήνα έως την ημερομηνία λήξης του παραγώγου TTF επόμενου έτους με τιμές 35 EUR πάνω από την τιμή αναφοράς που δημοσιεύτηκε από τον ACER την προηγούμενη ημέρα. Αυτό το δυναμικό όριο υποβολής προσφορών ενδείκνυται επίσης για τις εντολές παραγώγων που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών και δεν χρειάζεται τροποποιήσεις. Όπως και στην περίπτωση των παραγώγων TTF, ένα τίμημα ασφάλειας εφοδιασμού ύψους 35 EUR/MWh προσεγγίζει τη μέση διαφορά μεταξύ της τιμής αναφοράς και της τιμής των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης επόμενου μήνα για ορισμένα παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών το καλοκαίρι του 2022 και αυτό αντικατοπτρίζει το κόστος πιθανών συμφορήσεων σε επίπεδο υποδομών κατά τη μεταφορά αερίου από τον τερματικό σταθμό ΥΦΑ στην ηπειρωτική Ευρώπη σε άλλες περιοχές της Ένωσης. Επιπλέον, η εφαρμογή του ίδιου ανώτατου ορίου ασφάλειας στα παράγωγα όλων των εικονικών σημείων συναλλαγών αναμένεται να περιορίσει τον κίνδυνο αδικαιολόγητης μετατόπισης της διαπραγμάτευσης μεταξύ των των εικονικών σημείων συναλλαγών και τον κίνδυνο στρέβλωσης των ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων περιφερειών της Ένωσης στην προσέλκυση ΥΦΑ, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κατακερματισμό των αγορών εντός της Ένωσης. Στην οικεία έκθεση αξιολόγησης, ο ACER συμφωνεί ότι το δυναμικό όριο υποβολής προσφορών που εφαρμόζεται στις εντολές για παράγωγα TTF ενδείκνυται επίσης και για τις εντολές για παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών. |
(7) |
Η Επιτροπή είναι της άποψης ότι ο ΜΔΑ θα πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών και ότι αυτό δεν θα πρέπει να υπόκειται σε καμία εξαίρεση. Στις εκθέσεις εκτίμησης επίδρασης, ο ACER και η ESMA επιβεβαίωσαν τη θέση της Επιτροπής, δηλαδή ότι η συμπερίληψη των άλλων εικονικών σημείων συναλλαγών δεν έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές ή στις αγορές αερίου. Τόσο ο ACER όσο και η ESMA επεσήμαναν ότι η επέκταση του ΜΔΑ σε παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών μπορεί να αποφέρει περιορισμένα πρόσθετα οφέλη, ότι τα περισσότερα από αυτά τα παράγωγα δεν διαθέτουν επαρκή ρευστότητα και ότι ορισμένοι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι εκκαθάρισης («CCP») ενδέχεται να επιβαρυνθούν με πρόσθετο κόστος για να αλλάξουν τη διαδικασία διαχείρισης αθέτησης υποχρέωσης. Ωστόσο, ενόψει της εφαρμογής του κανονισμού ΜΔΑ, ο ACER και η ESMA συμφώνησαν με το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι η εφαρμογή του ΜΔΑ σε όλα τα παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών δεν έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές ή στις αγορές αερίου. Στην αξιολόγησή της και σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 του κανονισμού ΜΔΑ, η Επιτροπή ανέλυσε κυρίως τα ακόλουθα κριτήρια. |
(8) |
Πρώτον, οι πληροφορίες σχετικά με τις τιμές των παραγώγων που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών που καλύπτονται από την παρούσα εκτελεστική πράξη είναι άμεσα διαθέσιμες, καθώς τα εν λόγω παράγωγα αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενες αγορές οι οποίες παρέχουν τακτικά πληροφορίες σχετικά με τις τιμές. |
(9) |
Δεύτερον, η έλλειψη ρευστότητας ορισμένων παραγώγων που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών δεν οδηγεί σε σημαντικά προβλήματα εφαρμογής στην πράξη, καθώς η Επιτροπή έχει επιλέξει εσκεμμένα τα υψηλής ρευστότητας συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης TTF επόμενου μήνα ως γεγονότα για την ενεργοποίηση του ΜΔΑ για τα άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών. |
(10) |
Τρίτον, η επέκταση στα παράγωγα που συνδέονται με άλλους κόμβους είναι απίθανο να έχει σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στην ασφάλεια του εφοδιασμού. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το κύριο μέσο για την πρόληψη προβλημάτων ασφάλειας του εφοδιασμού, το «τίμημα» που περιλαμβάνεται στο όριο υποβολής προσφορών (συμπληρωματική ενίσχυση έναντι των τιμών της αγοράς ΥΦΑ ή «ανώτατο όριο ασφάλειας», όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 19 του κανονισμού ΜΔΑ) θα εφαρμόζεται σε όλα τα παράγωγα και θα διασφαλίζει ότι ο ΜΔΑ δεν υπονομεύει την ικανότητα της Ένωσης να προσελκύει ΥΦΑ. Επίσης, η παράταση είναι απίθανο να έχει σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στις ενδοενωσιακές ροές αερίου λόγω της προσωρινής εφαρμογής του ΜΔΑ και του γεγονότος ότι οι ροές αερίου εντός της Ένωσης είναι αποτέλεσμα ενός πολύπλοκου συνόλου θέσεων που προκύπτουν όχι μόνο από συμβάσεις παραγώγων, αλλά και από πολλούς άλλους παράγοντες που δεν επηρεάζονται από τον ΜΔΑ, όπως οι μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις εφοδιασμού, οι βραχυπρόθεσμες συναλλαγές και οι συναλλαγές άμεσης παράδοσης, καθώς και οι συναλλαγές που συνάπτονται εξωχρηματιστηριακά. |
(11) |
Τέλος, δεν αναμένεται σημαντικός αντίκτυπος στη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών από την επέκταση του ΜΔΑ, διότι πάνω από το 90 % των παραγώγων φυσικού αερίου που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενες αγορές της Ένωσης είναι παράγωγα TTF. Όσον αφορά το δυνητικό πρόσθετο κόστος που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν ορισμένοι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι για να αλλάξουν τη διαδικασία διαχείρισης αθέτησης υποχρέωσης, η ESMA επεσήμανε ότι, κατά τον χρόνο δημοσίευσης της έκθεσης εκτίμησης επίδρασης, κανένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δεν έχει παράσχει πληροφορίες σχετικά με το ενδεχόμενο να απαιτηθούν σημαντικές αλλαγές λόγω του κανονισμού ΜΔΑ. |
(12) |
Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι κανένα παράγωγο που συνδέεται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών δεν θα πρέπει να εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής της εφαρμογής του ΜΔΑ. |
(13) |
Προκειμένου να διαφυλαχθεί η εύρυθμη λειτουργία των αγορών παραγώγων και να δοθεί η δυνατότητα στους συμμετέχοντες στην αγορά να διαχειριστούν επαρκώς την έκθεσή τους σε κινδύνους, είναι υψίστης σημασίας να μην επηρεαστούν από τον παρόντα κανονισμό οι συμβάσεις που έχουν συναφθεί πριν από την έναρξη εφαρμογής του. Για τον ίδιο λόγο, οι συμμετέχοντες στην αγορά θα πρέπει να μπορούν να αντισταθμίζουν αποτελεσματικά θέσεις σε παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών, οι οποίες έχουν ανοιχθεί πριν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Ως εκ τούτου, το δυναμικό όριο υποβολής προσφορών δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε συμβάσεις που είχαν συναφθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, ούτε σε συναλλαγές που επιτρέπουν στους συμμετέχοντες στην αγορά να αντισταθμίζουν ή να μειώνουν θέσεις που προκύπτουν από συμβάσεις παραγώγων που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών, οι οποίες είχαν συναφθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. Επιπλέον, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των αγορών παραγώγων TTF, μετριάζοντας τον κίνδυνο αντισυμβαλλομένου. Είναι εξίσου σημαντικό να διασφαλιστεί ότι η επέκταση του μηχανισμού σε άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών δεν θέτει σε κίνδυνο τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που εκκαθαρίζουν τα σχετικά μέσα σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης εκκαθαριστικού μέλους. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι θα πρέπει να είναι σε θέση να εφαρμόζουν διαδικασίες διαχείρισης αθέτησης υποχρέωσης χωρίς να υπόκεινται στο όριο υποβολής προσφορών. Για τον σκοπό αυτό, το δυναμικό όριο υποβολής προσφορών δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε συναλλαγές που εκτελούνται στο πλαίσιο διαδικασίας διαχείρισης αθέτησης υποχρέωσης που οργανώνεται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. |
(14) |
Δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην εφαρμοστούν άλλα χαρακτηριστικά σχεδιασμού του ΜΔΑ στα παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών. Αυτό περιλαμβάνει τους κανόνες που διέπουν την αναστολή του ΜΔΑ. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 8, σε περίπτωση συγκεκριμένων ενδείξεων ότι επίκειται γεγονός διόρθωσης της αγοράς, η ενεργοποίηση του ΜΔΑ θα πρέπει να αναστέλλεται σε περίπτωση που θα προκαλούσε ακούσιες διαταραχές της αγοράς. Ομοίως, σύμφωνα με το άρθρο 6, ο ΜΔΑ θα πρέπει να αναστέλλεται ανά πάσα στιγμή εάν το δυναμικό ανώτατο όριο ασφάλειας προκαλεί σοβαρές διαταραχές της αγοράς, οι οποίες επηρεάζουν σημαντικά την ασφάλεια του εφοδιασμού, τους υποχρεωτικούς στόχους μείωσης της ζήτησης ή τη σταθερότητα και την εύρυθμη λειτουργία των αγορών ενεργειακών παραγώγων, τις ενδοενωσιακές ροές αερίου, τις διαφορές μεταξύ των τιμών της αγοράς αερίου εντός της Ένωσης ή έναντι άλλων περιοχών του κόσμου, ή την εγκυρότητα υφιστάμενων συμβάσεων προμήθειας αερίου. Η αξιολόγηση των ακούσιων διαταραχών της αγοράς θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον αντίκτυπο στην ευρωπαϊκή αγορά στο σύνολό της, καθώς και ειδικά σε κάθε εικονικό σημείο συναλλαγών στο οποίο εφαρμόζεται ο ΜΔΑ· σε περίπτωση τέτοιας ακούσιας διαταραχής της αγοράς, η απόφαση αναστολής θα εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού ΜΔΑ. |
(15) |
Η ασταθής και απρόβλεπτη κατάσταση της αγοράς φυσικού αερίου καθιστά σημαντικό να διασφαλιστεί ότι ο ΜΔΑ μπορεί να εφαρμοστεί στα παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών το συντομότερο δυνατόν, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που δικαιολογούν την ενεργοποίησή του. Ως εκ τούτου, οι τεχνικές λεπτομέρειες της εφαρμογής του ΜΔΑ σε παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών θα πρέπει να καθοριστούν έως τις 31 Μαρτίου 2023. Ωστόσο, προκειμένου να δοθεί ο χρόνος στις εταιρείες που εκμεταλλεύονται τα εικονικά σημεία συναλλαγών στην Ένωση, εκτός του TTF, για να προβούν στις αναγκαίες προσαρμογές, η παρούσα εκτελεστική πράξη θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνο από την 1η Μαΐου 2023. |
(16) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής ΜΔΑ, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Πεδίο εφαρμογής
Ο παρών κανονισμός καθορίζει τις τεχνικές λεπτομέρειες της εφαρμογής του μηχανισμού διόρθωσης της αγοράς σε παράγωγα που συνδέονται με εικονικά σημεία συναλλαγών («VTP») στην Ένωση, εκτός από το εικονικό σημείο συναλλαγών Title Transfer Facility (TTF), σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2578.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ορισμοί του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2578.
Ισχύουν επίσης οι ακόλουθοι ορισμοί:
1) |
«παράγωγο επόμενου μήνα που συνδέεται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών»: παράγωγο που συνδέεται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών του οποίου η ημερομηνία λήξης είναι η πλησιέστερη μεταξύ των παραγώγων με διάρκεια ενός μήνα που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε δεδομένη ρυθμιζόμενη αγορά· |
2) |
«παράγωγο επόμενου έτους που συνδέεται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών»: παράγωγο που συνδέεται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών του οποίου η ημερομηνία λήξης είναι η πλησιέστερη μεταξύ των παραγώγων με δωδεκάμηνη διάρκεια που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε δεδομένη ρυθμιζόμενη αγορά. |
Άρθρο 3
Εφαρμογή του ΜΔΑ σε άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών
Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις εντολές διαπραγμάτευσης παραγώγων που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών τα οποία βρίσκονται στην Ένωση, εκτός του TTF.
Άρθρο 4
Γεγονός διόρθωσης της αγοράς σε σχέση με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών στην Ένωση
1) Επέρχεται γεγονός διόρθωσης της αγοράς σε σχέση με παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2578.
2) Το δυναμικό όριο υποβολής προσφορών σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 5 και 7 του κανονισμού ΜΔΑ εφαρμόζεται σε παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών τα οποία πρόκειται να λήξουν κατά την περίοδο από την ημερομηνία λήξης των παραγώγων επόμενου μήνα έως την ημερομηνία λήξης των παραγώγων επόμενου έτους.
3) Οι διαχειριστές αγοράς στην αγορά παραγώγων που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών και οι συμμετέχοντες στην αγορά των εν λόγω παραγώγων παρακολουθούν τον ιστότοπο του ACER σε καθημερινή βάση.
Άρθρο 5
Αναστολή και απενεργοποίηση του ΜΔΑ σε σχέση με παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών
Η εν λόγω αναστολή και απενεργοποίηση του ΜΔΑ σε σχέση με παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών πραγματοποιείται σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6 του κανονισμού ΜΔΑ.
Άρθρο 6
Κατοχύρωση κεκτημένων δικαιωμάτων
Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στα ακόλουθα:
α) |
συμβάσεις παραγώγων που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών και έχουν συναφθεί πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού· |
β) |
αγορά και πώληση παραγώγων που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών με σκοπό την αντιστάθμιση ή τη μείωση των συμβάσεων παραγώγων που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών και έχουν συναφθεί πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού· |
γ) |
αγορά και πώληση συμβάσεων για παράγωγα που συνδέονται με άλλα εικονικά σημεία συναλλαγών στο πλαίσιο διαδικασίας διαχείρισης αθέτησης υποχρέωσης κεντρικού αντισυμβαλλομένου, συμπεριλαμβανομένων των εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών που καταχωρίζονται στη ρυθμιζόμενη αγορά για σκοπούς εκκαθάρισης. |
Άρθρο 7
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από την 1η Μαΐου 2023.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 31 Μαρτίου 2023.
Για την Επιτροπή
Η Πρόεδρος
Ursula VON DER LEYEN
(1) Κανονισμό2 (ΕΕ) 2022/2578 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2022, για τη θέσπιση μηχανισμού διόρθωσης της αγοράς για την προστασία των πολιτών της Ένωσης και της οικονομίας από τις υπερβολικά υψηλές τιμές (EE L 335 της 29.12.2022, σ. 45).
5.4.2023 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 96/9 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2023/737 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
της 4ης Απριλίου 2023
για την εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, σύμφωνα με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-30/19 και T-72/19
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 4 και το άρθρο 14 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
1. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
(1) |
Στις 4 Μαΐου 2018 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (στο εξής: Επιτροπή) εξέδωσε τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/683 (2) (στο εξής: κανονισμός για την επιβολή προσωρινού δασμού) για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121 (στο εξής: «επίσωτρα» ή «οικείο προϊόν») καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. |
(2) |
Στις 18 Οκτωβρίου 2018 η Επιτροπή εξέδωσε τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/1579 (3) για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (στο εξής: επίδικος κανονισμός). |
(3) |
Στις 9 Νοεμβρίου 2018 η Επιτροπή εξέδωσε τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/1690 (4) για την επιβολή οριστικών αντισταθμιστικών δασμών στις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται σε λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, και για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/1579 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, και για την κατάργηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/163 [στο εξής: εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/1690]. |
2. Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
(4) |
Η Ένωση Βιομηχανίας Ελαστικών Κίνας (στο εξής: CRIA) και το Εμπορικό Επιμελητήριο Εισαγωγέων και Εξαγωγέων Μετάλλων, Ορυκτών και Χημικών της Κίνας (στο εξής: CCCMC) (στο εξής, από κοινού: προσφεύγουσες) προσέβαλαν τον επίδικο κανονισμό ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου εξ ονόματος ορισμένων μελών τους που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 9 και 10 (στο εξής: οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς). Στις 4 Μαΐου 2022 το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Γενικό Δικαστήριο) εξέδωσε την απόφασή του στις υποθέσεις T-30/19 και T-72/19 (5) (στο εξής: απόφαση). |
(5) |
Στην απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε τον επίδικο κανονισμό και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/1690. |
(6) |
Η CRIA και το CCCMC προέβαλαν διάφορους ισχυρισμούς με τους οποίους αμφισβητούσαν τον επίδικο κανονισμό, και το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε επί δύο εξ αυτών: i) επί του πρώτου ισχυρισμού σχετικά με την παράλειψη της Επιτροπής να πραγματοποιήσει δίκαιη σύγκριση τιμών κατά τον υπολογισμό της υποτιμολόγησης και των περιθωρίων ζημίας όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς· και ii) ορισμένους ισχυρισμούς σύμφωνα με τους οποίους υπάρχουν, κατ’ ουσία, ανακολουθίες και προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας όσον αφορά τους δείκτες ζημίας και τη στάθμιση των δεδομένων από το δείγμα των ενωσιακών παραγωγών. |
(7) |
Όσον αφορά τον υπολογισμό των περιθωρίων υποτιμολόγησης, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή δεν προέβη σε δίκαιη σύγκριση κατά την προσαρμογή της τιμής εξαγωγής [δηλαδή την αφαίρεση των εξόδων πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων (στο εξής: ΓΔΕΠ) του συνδεδεμένου εισαγωγέα και ενός πλασματικού κέρδους] όταν οι πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένης εταιρείας πωλήσεων στην Ένωση. Το Δικαστήριο επισήμανε ότι οι ενωσιακοί παραγωγοί πραγματοποίησαν επίσης ορισμένες πωλήσεις μέσω συνδεδεμένων εταιρειών πωλήσεων και οι τιμές πώλησής τους δεν ήταν προσαρμοσμένες κατά τον ίδιο τρόπο. Το Γενικό Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο υπολογισμός στον οποίο προέβη η Επιτροπή με τον επίδικο κανονισμό ενέχει πλάνη περί το δίκαιο και πρόδηλο σφάλμα εκτίμησης και ότι, ως εκ τούτου, ο υπολογισμός αυτός συνιστά παράβαση του άρθρου 3 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) (στο εξής: βασικός κανονισμός αντιντάμπινγκ) και του άρθρου 8 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1037 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) (στο εξής: βασικός κανονισμός κατά των επιδοτήσεων). Επιπροσθέτως, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι τα σφάλματα επηρέασαν τις διαπιστώσεις όσον αφορά τη συνολική ζημία και την αιτιώδη συνάφεια, καθώς και τα περιθώρια ζημίας και ότι δεν ήταν δυνατόν να καθοριστεί με ακρίβεια αν οι οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ παρέμεναν εν μέρει βάσιμοι. |
(8) |
Όσον αφορά το δεύτερο σημείο, το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η Επιτροπή δεν προέβη σε αντικειμενική εξέταση (όπως απαιτείται από το άρθρο 3 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ και το άρθρο 8 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων), διότι, με την παράλειψη, αφενός, της αναθεώρησης των υπολογισμών όλων των μικροοικονομικών δεικτών πλην της αποδοτικότητας και, αφετέρου, της παράθεσης των αναθεωρημένων αριθμητικών στοιχείων στον επίδικο κανονισμό, η Επιτροπή δεν χρησιμοποίησε όλα τα σχετικά στοιχεία που είχε στη διάθεσή της. Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε προσβολή του δικαιώματος άμυνας των προσφευγουσών. Ειδικότερα, το Γενικό Δικαστήριο διαφώνησε ως προς το ότι ορισμένες πληροφορίες που δεν γνωστοποιήθηκαν στους διαδίκους μπορούσαν να θεωρηθούν εμπιστευτικές και διαπίστωσε ότι όλα τα επίμαχα στοιχεία «συνδέονταν με συμπεράσματα για τα πραγματικά περιστατικά του επίδικου κανονισμού». Ως εκ τούτου, επρόκειτο για ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και εκτιμήσεις που θα έπρεπε να είχαν κοινοποιηθεί στα μέρη. |
(9) |
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε τον επίδικο κανονισμό όσον αφορά τις εταιρείες που εκπροσωπούνταν από την CRIA και το CCCMC (που παρατίθενται στον κατωτέρω πίνακα).
|
(10) |
Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1690 όσον αφορά τις εταιρείες που εκπροσωπούνται από την CRIA και το CCCMC (οι οποίες παρατίθενται στον ανωτέρω πίνακα), καθώς και τη Zhongce Rubber Group Co., Ltd (πρόσθετος κωδικός TARIC C379). |
3. ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
(11) |
Σύμφωνα με το άρθρο 266 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ»), τα θεσμικά όργανα της Ένωσης οφείλουν να λαμβάνουν τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση των αποφάσεων του Δικαστηρίου. Σε περίπτωση ακύρωσης πράξης που εκδόθηκε από τα ενωσιακά θεσμικά όργανα στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας, όπως εν προκειμένω η έρευνα αντιντάμπινγκ, η συμμόρφωση με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου συνίσταται στην αντικατάσταση της ακυρωθείσας πράξης από νέα πράξη, στην οποία έχει εξαλειφθεί η παρανομία που επισήμανε το Γενικό Δικαστήριο (11). |
(12) |
Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, η διαδικασία αντικατάστασης της ακυρωθείσας πράξης μπορεί να συνεχιστεί από το συγκεκριμένο σημείο κατά το οποίο συντελέστηκε η παρανομία (12). Αυτό συνεπάγεται ειδικότερα ότι, αν ακυρωθεί πράξη με την οποία περατώνεται διοικητική διαδικασία, η εν λόγω ακύρωση δεν επηρεάζει αναγκαστικά τις προπαρασκευαστικές πράξεις, όπως την κίνηση της διαδικασίας αντιντάμπινγκ. Για παράδειγμα, όταν ακυρώνεται κανονισμός που επιβάλλει οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ, η διαδικασία παραμένει ανοικτή, διότι μόνο η πράξη που περατώνει τη διαδικασία έχει εξαφανιστεί από την έννομη τάξη της Ένωσης (13), εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες η παρανομία συνέβη κατά το στάδιο της κίνησης της διαδικασίας. Η επανάληψη της διοικητικής διαδικασίας με την εκ νέου επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο εφαρμογής του ακυρωθέντος κανονισμού δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι προσκρούει στον κανόνα περί μη αναδρομικότητας (14). |
(13) |
Στην παρούσα υπόθεση, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε τον επίδικο κανονισμό όσον αφορά τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς με την αιτιολογία ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε σφάλμα κατά τον καθορισμό της ύπαρξης σημαντικής υποτιμολόγησης που είχε αντίκτυπο στην ανάλυση της αιτιώδους συνάφειας. Το ίδιο μεθοδολογικό σφάλμα διαπιστώθηκε κατά τον υπολογισμό των περιθωρίων ζημίας των οικείων εξαγωγέων. Το Δικαστήριο διαπίστωσε επίσης σφάλματα κατά τη μη δημοσιοποίηση ορισμένων πληροφοριών: i) των δεικτών μεικτής ζημίας πριν από την εφαρμογή των προσαρμογών στάθμισης και των δεδομένων που αφορούν αφενός τις ΜΜΕ και αφετέρου τις μεγάλες επιχειρήσεις· ii) των δεικτών ζημίας πέραν της κερδοφορίας μετά την αναθεώρηση της στάθμισης· iii) ορισμένων πληροφοριών σχετικά με τις πηγές μακροοικονομικών δεδομένων ζημίας και του καταλόγου των ΜΜΕ του κλάδου παραγωγής της Ένωσης που σταμάτησαν την παραγωγή· και iv) του συνολικού ακριβούς όγκου των πωλήσεων των ΜΜΕ του κλάδου παραγωγής της Ένωσης που συνεργάστηκαν στις έρευνες και πληροφοριών σχετικά με το ποσοστό των ΜΜΕ στον κλάδο παραγωγής της Ένωσης. |
(14) |
Τα πορίσματα του επίδικου κανονισμού τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν ή αμφισβητήθηκαν μεν, αλλά οι αμφισβητήσεις απορρίφθηκαν από το Γενικό Δικαστήριο ή δεν εξετάστηκαν από αυτό και, ως εκ τούτου, δεν οδήγησαν στην ακύρωση του επίδικου κανονισμού, παραμένουν απολύτως έγκυρα και δεν επηρεάζονται από την εν λόγω επανέναρξη (15). |
(15) |
Μετά τις αποφάσεις του Δικαστηρίου στις υποθέσεις T-30/19 και T-72/19 της 4ης Μαΐου 2022, η Επιτροπή αποφάσισε την επανέναρξη εν μέρει των ερευνών αντιντάμπινγκ και κατά των επιδοτήσεων όσον αφορά τις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, και να συνεχίσει την έρευνα από το σημείο στο οποίο σημειώθηκε η παρατυπία. Η επανέναρξη, μέσω ανακοίνωσης (16) (στο εξής: ανακοίνωση επανέναρξης), περιορίστηκε στην εφαρμογή της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου όσον αφορά τις εταιρείες που εκπροσωπούνται από την CRIA και το CCCMC και παρατίθενται στην ανακοίνωση επανέναρξης. |
(16) |
Την ίδια ημερομηνία, η Επιτροπή αποφάσισε επίσης να υποβάλει σε καταγραφή τις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και ζήτησε από τις εθνικές τελωνειακές αρχές να αναμείνουν τη δημοσίευση του σχετικού εκτελεστικού κανονισμού της Επιτροπής για την εκ νέου επιβολή των δασμών, προτού λάβουν απόφαση για τυχόν αιτήσεις επιστροφής και διαγραφής δασμών αντιντάμπινγκ για εισαγωγές που αφορούν τις συγκεκριμένες εταιρείες (17) (στο εξής: κανονισμός καταγραφής). |
(17) |
Η Επιτροπή ενημέρωσε τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με την επανέναρξη της έρευνας και τα κάλεσε να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. |
4. ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
(18) |
Η παρούσα έρευνα καλύπτει την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2016 έως τις 30 Ιουνίου 2017 (στο εξής: περίοδος της έρευνας). Η εξέταση των συναφών τάσεων για την εκτίμηση της ζημίας καλύπτει την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως το τέλος της περιόδου της έρευνας (στο εξής: εξεταζόμενη περίοδος). |
5. ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
(19) |
Στις 10 Ιανουαρίου 2023 η Επιτροπή γνωστοποίησε τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων σκόπευε να επιβάλει εκ νέου τους δασμούς αντιντάμπινγκ («κοινοποίηση τελικών πορισμάτων»). Σε όλα τα μέρη δόθηκε προθεσμία εντός της οποίας θα μπορούσαν να διατυπώσουν παρατηρήσεις σχετικά με την κοινοποίηση. |
(20) |
Ελήφθησαν παρατηρήσεις από την China Rubber Industry Association (CRIA), τον όμιλο GITI (18) και τον μη συνδεδεμένο εισαγωγέα Hämmerling The Tyre Company GmbH (στο εξής: Hämmerling). Η Επιτροπή εξέτασε και έλαβε υπόψη τις παρατηρήσεις κατά περίπτωση. Η Hämmerling και η CRIA ζήτησαν και έγιναν δεκτές σε ακροάσεις. |
(21) |
Κατόπιν αιτήματος της CRIA στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση, η Επιτροπή κοινοποίησε στη συνέχεια τα ακόλουθα πρόσθετα στοιχεία (στο εξής: πρόσθετη κοινοποίηση):
|
(22) |
Μόνο η CRIA υπέβαλε παρατηρήσεις σχετικά με την πρόσθετη κοινοποίηση, οι οποίες ελήφθησαν υπόψη από την Επιτροπή, κατά περίπτωση. |
6. ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ CRIA ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΑΜΥΝΑΣ
(23) |
Μετά την κοινοποίηση, η CRIA ισχυρίστηκε ότι παραβιάστηκαν τα δικαιώματα άμυνάς της, καθώς:
|
(24) |
Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 160 κατωτέρω, η Επιτροπή υπολόγισε εκ νέου τους δασμούς όλων των οικείων παραγωγών-εξαγωγέων, ιδίως για τους παραγωγούς-εξαγωγείς που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα στον επίδικο κανονισμό και οι οποίοι υπόκειντο στην απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δηλαδή τον όμιλο GITI, τον όμιλο Hankook και την Aeolus/Pirelli). Θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι τα περιθώρια ζημίας των οικείων παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος καθορίστηκαν με βάση ευαίσθητα στοιχεία των εταιρειών. Κατά συνέπεια, οι υπολογισμοί δεν μπορούσαν να κοινοποιηθούν σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, αλλά μόνο στις οικείες εταιρείες. |
(25) |
Η CRIA ισχυρίστηκε ότι οι εταιρείες που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 10 υπέγραψαν επιστολές εξουσιοδότησης οι οποίες περιλάμβαναν πρόσβαση σε ευαίσθητα στοιχεία των εταιρειών και ότι, ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε κοινοποιήσει στην CRIA τους υπολογισμούς του ατομικού περιθωρίου υποτιμολόγησης και του περιθωρίου ζημίας για τις εν λόγω εταιρείες. Επιπλέον, το περιεχόμενο των επιστολών εξουσιοδότησης ήταν πανομοιότυπο με τακτικό πληρεξούσιο το οποίο εξουσιοδοτεί νομικό σύμβουλο να εκπροσωπεί εταιρεία, σύμφωνα με την CRIA. |
(26) |
Η Επιτροπή ανέλυσε τις επιστολές εξουσιοδότησης που υπέβαλε η CRIA. Αρκετοί Κινέζοι παραγωγοί που υπόκεινται στην απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου υπέγραψαν τέτοιες ατομικές επιστολές εξουσιοδότησης. Η Επιτροπή παρατήρησε ότι οι επιστολές εξουσιοδότησης βασίζονταν σε τυποποιημένο κείμενο για όλους τους παραγωγούς (του δείγματος ή όχι) και δεν διευκρίνιζαν αν η αντίστοιχη εταιρεία είχε εξουσιοδοτήσει την CRIA να λαμβάνει εμπιστευτικά στοιχεία της εταιρείας. Επιπλέον, δεν συμφώνησαν όλοι οι παραγωγοί-εξαγωγείς του δείγματος, τους οποίους αφορά η τρέχουσα έρευνα, να παράσχουν στην CRIA πρόσβαση στα εμπιστευτικά στοιχεία τους. Επιπλέον, όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι το πληρεξούσιο ήταν πανομοιότυπο με τις εν λόγω επιστολές εξουσιοδότησης, η Επιτροπή θεώρησε ότι η ουσιαστική διαφορά μεταξύ πληρεξουσίου και επιστολής εξουσιοδότησης προς μια ένωση είναι η οντότητα που εξουσιοδοτείται να λαμβάνει τα δεδομένα. Στην περίπτωση πληρεξουσίου, ο νομικός σύμβουλος δεσμεύεται από τους κανόνες δεοντολογίας του αντίστοιχου δικηγορικού σώματος στο οποίο είναι εγγεγραμμένος ο δικηγόρος, οι οποίοι, μεταξύ άλλων, απαιτούν από τον δικηγόρο να μην αποκαλύπτει τυχόν εμπιστευτικά στοιχεία της εταιρείας. Ως εκ τούτου, το γεγονός ότι ένα πληρεξούσιο ενδέχεται να μην περιέχει ειδική διάταξη σχετικά με τα εν λόγω δεδομένα δεν απαλλάσσει τον/τους εν λόγω δικηγόρο/-ους από την τήρηση των υψηλότερων δεοντολογικών κανόνων επί του θέματος και από τη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας των δεδομένων που λαμβάνονται. Αντιθέτως, αποτελεί εξαίρεση να έχουν οι ενώσεις απεριόριστη πρόσβαση στα εμπιστευτικά στοιχεία των μελών τους, τα οποία ενδέχεται, μεταξύ άλλων, να παραβιάζουν τους αντίστοιχους ισχύοντες κανόνες ανταγωνισμού. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έκρινε ότι οι επιστολές εξουσιοδότησης που υπέγραψαν οι εταιρείες δεν ήταν επαρκώς συγκεκριμένες και σαφείς ως προς το αν οι εν λόγω εταιρείες επέτρεψαν στην ένωση την πρόσβαση στις εμπιστευτικές πληροφορίες τους. |
(27) |
Με βάση την ανωτέρω ανάλυση και τη δέουσα επιμέλεια που επέδειξε η Επιτροπή κατά τη διαχείριση των εμπιστευτικών εταιρικών πληροφοριών που είχε στη διάθεσή της, η Επιτροπή αποφάσισε να κοινοποιήσει τα εμπιστευτικά στοιχεία των εταιρειών απευθείας και αποκλειστικά στους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς και όχι στην CRIA, προκειμένου να προστατευτεί η εμπιστευτικότητα των εν λόγω στοιχείων. Ως εκ τούτου, το σύνολο δεδομένων στάλθηκε στον νόμιμο εκπρόσωπο του ομίλου GITI και στον εκπρόσωπο της εταιρείας Hankook στις 10 Ιανουαρίου 2023. Δεδομένου ότι ούτε η Aeolus/Pirelli, ούτε κάποιος από τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς στον εν λόγω όμιλο, είχαν καταχωριστεί ως ενδιαφερόμενα μέρη, η Επιτροπή αναζήτησε τους υπεύθυνους επικοινωνίας της Aeolus/Pirelli και τους διαβίβασε την ειδική κοινοποίηση των αντίστοιχων παραγωγών-εξαγωγέων στις 17 Ιανουαρίου 2023. Τους δόθηκε προθεσμία έως τις 31 Ιανουαρίου 2023 για να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους. |
(28) |
Στις 16 Ιανουαρίου 2023 η CRIA ζήτησε να λάβει τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης και της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές από τις οικείες εταιρείες, με βάση τις υπογεγραμμένες επιστολές εξουσιοδότησης. Στην απάντησή της, για τους λόγους που εξηγούνται στις αιτιολογικές σκέψεις 26 και 27, η Επιτροπή κάλεσε την CRIA να επικοινωνήσει με τις εν λόγω εταιρείες και να λάβει τα στοιχεία απευθείας από αυτές. |
(29) |
Στις 19 Ιανουαρίου 2023 η Aeolus Tyre Co., Ltd αναγγέλθηκε και εξουσιοδότησε ρητά την Επιτροπή να διαβιβάσει στην CRIA την ειδική κοινοποίησή της. Την ίδια ημέρα, η Επιτροπή κοινοποίησε στην CRIA τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης και της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές της Aeolus/Pirelli. Όσον αφορά τις λεπτομερείς συναλλαγές πωλήσεων, η Επιτροπή κοινοποίησε στην Aeolus Tyre Co., Ltd και στην Pirelli Tyre Co., Ltd, χωριστά, μόνο το δικό τους αντίστοιχο σύνολο δεδομένων. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η CRIA υπέβαλε επιστολή εξουσιοδότησης υπογεγραμμένη μόνο από την Aeolus Tyre Co., Ltd., αλλά όχι από την Pirelli Tyre Co., Ltd. |
(30) |
Όσον αφορά τον όμιλο Hankook, η Επιτροπή δεν έλαβε ρητή εξουσιοδότηση για την κοινοποίηση των δεδομένων του στην CRIA. Ωστόσο, στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση, η CRIA ισχυρίστηκε ότι ο όμιλος παρείχε την ειδική κοινοποίησή του στην ένωση. |
(31) |
Στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση, η CRIA ενημέρωσε την Επιτροπή ότι ο όμιλος GITI απέσυρε την επιστολή εξουσιοδότησής του προς την CRIA. Στη συνέχεια, στις 3 Φεβρουαρίου 2023, ο όμιλος GITI υπέβαλε νέα επιστολή εξουσιοδότησης για την CRIA, με την οποία εξουσιοδοτούσε ρητά την ένωση να λάβει την ειδική κοινοποίηση για την εταιρεία που είχε λάβει στις 10 Ιανουαρίου 2023. Σε συνέχεια της εν λόγω επιστολής και κατόπιν αιτήματος της CRIA, στις 8 Φεβρουαρίου 2023 η Επιτροπή έθεσε στη διάθεση της CRIA την εν λόγω ειδική κοινοποίηση. |
(32) |
Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή έκρινε ότι δεν παραβιάστηκαν τα δικαιώματα άμυνας των παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος και όλων των άλλων οικείων παραγωγών-εξαγωγέων, ούτε τα δικαιώματα άμυνας της CRIA. Οι οικείες εταιρείες έλαβαν την κοινοποίηση των υπολογισμών της υποτιμολόγησης και της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές και τους δόθηκε επαρκής χρόνος για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την κοινοποίηση. |
(33) |
Η CRIA ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη εξαιρετικές περιστάσεις, συγκεκριμένα τις διακοπές του κινεζικού νέου έτους από τις 21 έως τις 29 Ιανουαρίου 2023, όταν απέρριψε το αίτημά της για παράταση της προθεσμίας υποβολής παρατηρήσεων σχετικά με την κοινοποίηση και για διοργάνωση ακρόασης μετά τη λήξη του κινεζικού νέου έτους. Η νομική ομάδα της CRIA ισχυρίστηκε ότι λόγω του κινεζικού νέου έτους ήταν αδύνατο να λάβει κατάλληλες οδηγίες ή πληροφορίες από την CRIA για τις παρατηρήσεις. Επιπλέον, παρά το αίτημα παρέμβασης του συμβούλου ακροάσεων, δεν χορηγήθηκε ουσιαστική παράταση και ο σύμβουλος ακροάσεων δεν διοργάνωσε ακρόαση για να απαντήσει στο αίτημα αυτό. |
(34) |
Η Επιτροπή επισήμανε ότι το διάστημα του αιτήματος παράτασης, έως τις 6 Φεβρουαρίου 2023 ήταν εξαιρετικά μεγάλο, δηλαδή ζητήθηκε παράταση κατά 14 ημέρες. Για να μην εμποδιστεί η έγκαιρη ολοκλήρωση της έρευνας, η Επιτροπή, μολονότι είχε ήδη χορηγήσει προθεσμία 13 ημερών για την υποβολή παρατηρήσεων, χορήγησε παράταση κατά δύο επιπλέον εργάσιμες ημέρες, δηλαδή έως τις 25 Ιανουαρίου 2023. Όσον αφορά το αίτημα ακρόασης, η Επιτροπή πρότεινε αρχικά τη διοργάνωση της ακρόασης στις 18 Ιανουαρίου 2023 και, επομένως, πριν από το κινεζικό νέο έτος. Στη συνέχεια, η CRIA πρότεινε να οργανωθεί η ακρόαση μετά τις διακοπές του κινεζικού νέου έτους και, στην ιδανική περίπτωση, τον Φεβρουάριο. Η Επιτροπή συμφώνησε και δέχθηκε να διοργανώσει ακρόαση στις 31 Ιανουαρίου 2023, δηλαδή μετά το κινεζικό νέο έτος και την παράταση της προθεσμίας για την υποβολή παρατηρήσεων. |
(35) |
Η Επιτροπή παρατήρησε ότι η προβλεπόμενη προθεσμία για την υποβολή παρατηρήσεων από τα μέρη είναι 10 ημερολογιακές ημέρες, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ. Η προθεσμία που ορίστηκε για την CRIA και όλα τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, μετά την παράταση της προθεσμίας, υπερέβη κατά πολύ τις 10 ημερολογιακές ημέρες, ενώ στην CRIA είχαν μάλιστα δοθεί 15 ημέρες. Επιπλέον, η Επιτροπή, σε συνέχεια των παρατηρήσεων που διατυπώθηκαν μετά την κοινοποίηση, κοινοποίησε πρόσθετες πληροφορίες και έδωσε στα ενδιαφερόμενα μέρη πρόσθετη προθεσμία 4 ημερών για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την πρόσθετη κοινοποίηση, δηλαδή έως τις 3 Φεβρουαρίου 2023. Επίσης, σε αντίθεση με τον ισχυρισμό της CRIA, δεν υπάρχει απαίτηση για κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων σε επανεναρχθείσες έρευνες. |
(36) |
Τέλος, θα ήταν μεροληπτικό σε σχέση με όλα τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη που έχουν καταχωριστεί στην παρούσα επανεναρχθείσα έρευνα να χορηγηθεί μόνο στην CRIA παράταση άνω των δύο επιπλέον εβδομάδων. |
(37) |
Όσον αφορά την παρατήρηση ότι η Επιτροπή δεν εξέτασε όλους τους ισχυρισμούς που δεν είχαν εξεταστεί από το Γενικό Δικαστήριο, η Επιτροπή σχολίασε ήδη το σημείο αυτό στην αιτιολογική σκέψη 65 κατωτέρω και δεν υποβλήθηκαν νέα επιχειρήματα. Συνεπώς, η παρατήρηση απορρίφθηκε. |
6.1. Παρέμβαση του συμβούλου ακροάσεων
(38) |
Η CRIA ζήτησε την παρέμβαση του συμβούλου ακροάσεων σύμφωνα με τα άρθρα 12, 13 και 16 των καθηκόντων του συμβούλου ακροάσεων, λόγω της ανεπαρκούς παράτασης της προθεσμίας υποβολής παρατηρήσεων σχετικά με την κοινοποίηση, του μη εύλογου χρόνου της προταθείσας ακρόασης με την Επιτροπή σύμφωνα με την κοινοποίηση και της μη κοινοποίησης ορισμένων πληροφοριών. |
(39) |
Ο σύμβουλος ακροάσεων επισήμανε ότι η CRIA έλαβε παράταση της προθεσμίας έως τις 25 Ιανουαρίου 2023. Λαμβανομένων δεόντως υπόψη των ειδικών περιστάσεων που περιγράφηκαν και των χρονικών περιορισμών της σχετικής διαδικασίας, και αφού ζήτησε τη γνώμη των υπηρεσιών της Επιτροπής που είναι αρμόδιες για την έρευνα, ο σύμβουλος ακροάσεων συμφώνησε με τη δοθείσα παράταση της προθεσμίας και απέρριψε περαιτέρω παρατάσεις. Όσον αφορά την ουσία της κοινοποίησης, ο σύμβουλος ακροάσεων συνέστησε στην CRIA και στις υπηρεσίες της Επιτροπής να πραγματοποιήσουν πρώτα ακρόαση πριν καταφύγουν στον σύμβουλο ακροάσεων. |
(40) |
Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή έκρινε ότι η CRIA μπορούσε να ασκήσει πλήρως τα δικαιώματα άμυνάς της, εντός των καθορισμένων και παραταθεισών προθεσμιών, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την ουσία της κοινοποίησης και τις πρόσθετες πληροφορίες που τέθηκαν στη διάθεση των ενδιαφερόμενων μερών, σε συνέχεια της υποβολής παρατηρήσεων μετά την κοινοποίηση. Μετά την ακρόαση που πραγματοποιήθηκε με τις υπηρεσίες της Επιτροπής στις 31 Ιανουαρίου 2023, η CRIA δεν ζήτησε ακρόαση με τον σύμβουλο ακροάσεων για κανένα από τα ζητήματα που είχαν τεθεί προηγουμένως. |
7. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ
(41) |
Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής, την CRIA, τον όμιλο GΙΤΙ και τις εταιρείες Hämmerling και Opoltrans sp. z o.o. (στο εξής: Opoltrans). |
(42) |
Η CRIA υπέβαλε στην Επιτροπή επιστολές εξουσιοδότησης υπογεγραμμένες από διάφορους παραγωγούς-εξαγωγείς για τους οποίους ο επίδικος κανονισμός ακυρώθηκε από το Γενικό Δικαστήριο, συμπεριλαμβανομένων των οικείων παραγωγών-εξαγωγέων που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα κατά τη διάρκεια της έρευνας που οδήγησε στην έκδοση του επίδικου κανονισμού, ιδίως του ομίλου GITI, της Aeolus Tyre Co., Ltd, της Chongqing Hankook Tire Co., Ltd και της Jiangsu Hankook Tire Co., Ltd. |
(43) |
Η CRIA και ο όμιλος GΙΤΙ αντιτάχθηκαν στην απόφαση της Επιτροπής να καταγράψει τις εισαγωγές, δεδομένου ότι στη συγκεκριμένη υπόθεση η εν λόγω καταγραφή δεν επιτρέπεται ρητά από τους βασικούς κανονισμούς αντιντάμπινγκ και κατά των επιδοτήσεων. Τα εν λόγω δύο μέρη επανέλαβαν τον ισχυρισμό τους μετά την κοινοποίηση. Ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής θεώρησε ότι η καταγραφή εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής. |
(44) |
Όσον αφορά τον ισχυρισμό αυτόν, η Επιτροπή θεώρησε ότι το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή έχει την εξουσία να απαιτεί από τις εθνικές αρχές να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την καταγραφή των εισαγωγών, όπως προκύπτει από τον τίτλο «Γενικές διατάξεις» του άρθρου 14 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ του 2016. Επιπροσθέτως, το άρθρο 14 παράγραφος 5 του εν λόγω κανονισμού δεν υπόκειται σε κανέναν περιορισμό όσον αφορά τις περιστάσεις υπό τις οποίες η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να απαιτεί από τις εθνικές τελωνειακές αρχές την καταγραφή των εμπορευμάτων (21). Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε. |
(45) |
Επιπλέον, ο όμιλος GΙΤΙ ισχυρίστηκε ότι η απόφαση μπορούσε ακόμη να προσβληθεί εκείνη τη χρονική στιγμή και, ως εκ τούτου, δεν αποτελούσε έγκυρη νομική βάση για την καταγραφή. Η Επιτροπή έκρινε ότι δεν ασκήθηκε έφεση κατά της απόφασης και ότι η καταγραφή ήταν το κατάλληλο μέτρο που έπρεπε να ληφθεί προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι δασμοί μπορούν να επιβληθούν εκ νέου στο σωστό επίπεδο, εάν υπάρχουν, και να δοθεί εντολή στις τελωνειακές αρχές να αναμείνουν τη δημοσίευση του παρόντος κανονισμού (22). |
(46) |
Η CRIA, ο όμιλος GΙΤΙ, η Hämmerling και η Opoltrans ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή δεν μπορούσε να ζητήσει από τις εθνικές τελωνειακές αρχές να μην προβούν σε επιστροφή και/ή διαγραφή των δασμών που είχαν εισπραχθεί κατ’ εφαρμογή του επίδικου κανονισμού. Η εν λόγω επιστροφή πρέπει να πραγματοποιηθεί αμέσως και εξολοκλήρου. Υποστήριξαν επίσης ότι η κατάσταση στην παρούσα υπόθεση είναι διαφορετική από εκείνη της απόφασης Deichmann (23), δεδομένου ότι, σύμφωνα με τα μέρη, η μη αξιολόγηση των ισχυρισμών περί υπαγωγής σε καθεστώς οικονομίας της αγοράς και σε ατομική μεταχείριση στην εν λόγω υπόθεση δεν επηρέασε το επίπεδο των δασμών. Τα μέρη ισχυρίστηκαν επίσης ότι οι δασμοί δεν μπορούν να επιβληθούν εκ νέου αναδρομικά. Σύμφωνα με τα μέρη, ο επίδικος κανονισμός ακυρώθηκε στο σύνολό του, πράγμα που σημαίνει ότι είχε εξοβελιστεί αναδρομικά από την έννομη τάξη της Ένωσης, ενώ στην απόφαση Deichmann δεν υπήρχαν στοιχεία «ικανά να θίξουν το κύρος του οριστικού κανονισμού». Επιπλέον, τα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η παρανομία που διαπιστώθηκε όσον αφορά την ανάλυση της υποτιμολόγησης έχει ως αποτέλεσμα «την ακύρωση ολόκληρης της ανάλυσης της αιτιώδους συνάφειας στην οποία είχε προβεί η Επιτροπή». Αυτό, κατά την άποψή τους, σημαίνει ότι οι δασμοί στο σύνολό τους δεν θα έπρεπε ούτε να επιβληθούν αρχικά ούτε να επιβληθούν εκ νέου, δεδομένου ότι η ανάλυση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας ήταν εσφαλμένη. |
(47) |
Μετά την κοινοποίηση, ο όμιλος GITI ισχυρίστηκε ότι η απόφαση της Επιτροπής να δώσει εντολή στις εθνικές τελωνειακές αρχές να μην επιστρέψουν τους δασμούς παραβιάζει την αρχή της δικαστικής προστασίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντιθέτως, η Επιτροπή θα πρέπει να επιτρέψει την επιστροφή των δασμών, όπως συνέβη όταν τα πρόστιμα που είχαν εισπραχθεί λόγω παραβίασης του άρθρου 101 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ακυρώθηκαν από το Γενικό Δικαστήριο (24). Ειδικότερα, ο όμιλος GITI αναφέρθηκε στα συμπεράσματα του Δικαστηρίου σύμφωνα με τα οποία «όταν το Δικαστήριο κρίνει ανίσχυρο έναν κανονισμό περί επιβολής δασμών αντιντάμπινγκ, […] οι δασμοί αυτοί θεωρούνται ως μη νομίμως οφειλόμενοι κατά το άρθρο 236 του τελωνειακού κώδικα και πρέπει να επιστραφούν από τις εθνικές τελωνειακές αρχές, υπό τους όρους που προβλέπονται προς τούτο.» (25) Επιπλέον, σύμφωνα με τον όμιλο GITI, η καθυστέρηση της επιστροφής των δασμών έχει σημαντικές πρακτικές επιπτώσεις που επηρεάζουν αρνητικά την οικονομική κατάσταση των εν λόγω εταιρειών και την απόδοση των επενδύσεών τους. |
(48) |
Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι, κατά πάγια νομολογία, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τις εθνικές τελωνειακές αρχές να αναμείνουν έως ότου η Επιτροπή καθορίσει τους συντελεστές βάσει των οποίων θα έπρεπε να είχαν καθοριστεί οι εν λόγω δασμοί, σύμφωνα με απόφαση των δικαστηρίων της Ένωσης, προτού αποφανθεί επί των αιτήσεων επιστροφής που υπέβαλαν οι επιχειρήσεις που έχουν καταβάλει τους εν λόγω δασμούς (26). Το Δικαστήριο έχει επίσης κρίνει ότι η ακριβής εμβέλεια της ακυρότητας που κηρύσσεται με απόφαση του Δικαστηρίου και, κατά συνέπεια, των υποχρεώσεων που απορρέουν απ’ αυτήν πρέπει να προσδιορίζεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση με τρόπο που να λαμβάνει υπόψη όχι μόνο το διατακτικό της απόφασης αυτής, αλλά και το σκεπτικό που συνιστά το ουσιώδες του έρεισμα (27). |
(49) |
Στην προκειμένη περίπτωση, το Γενικό Δικαστήριο αμφισβήτησε τη μέθοδο υπολογισμού της υποτιμολόγησης και τον αντίκτυπό της στην αιτιώδη συνάφεια, καθώς και τον αντίκτυπο του ίδιου σφάλματος στο περιθώριο ζημίας των εταιρειών που υπόκεινται στην απόφαση του Δικαστηρίου (28). Το Δικαστήριο ζήτησε επίσης από την Επιτροπή να αναθεωρήσει και να γνωστοποιήσει ορισμένες πληροφορίες σχετικά με τους δείκτες ζημίας. Ωστόσο, τα στοιχεία αυτά δεν θέτουν υπό αμφισβήτηση την εγκυρότητα όλων των άλλων πορισμάτων που διατυπώνονται στον επίδικο κανονισμό. Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι, μετά την επανάληψη της διαδικασίας, η Επιτροπή μπορεί να λάβει μέτρο προς αντικατάσταση του ακυρωθέντος μέτρου και, ως εκ τούτου, να επιβάλει εκ νέου οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ, διορθώνοντας, στο πλαίσιο αυτό, τις παρανομίες που διαπιστώθηκαν (29). Στο πλαίσιο αυτό, δεν έχει σημασία αν οι παρανομίες αφορούν το επίπεδο των δασμών ή όχι. Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν η επανεναρχθείσα έρευνα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι δεν θα έπρεπε να επιβληθούν εκ νέου δασμοί αντιντάμπινγκ, οι τελωνειακές αρχές θα είχαν τη δυνατότητα να επιστρέψουν ολόκληρο το ποσό των δασμών που εισπράχθηκαν μετά την έκδοση του επίδικου κανονισμού, σύμφωνα με τη σχετική τελωνειακή νομοθεσία. Επιπλέον, η επιστροφή αυτή θα περιλάμβανε και τους ανάλογους τόκους σύμφωνα με τη σχετική τελωνειακή νομοθεσία. Κατά συνέπεια, σε αντίθεση με τον ισχυρισμό του ομίλου GITI, οι εταιρείες θα αποζημιώνονταν δεόντως για την καταβολή των εν λόγω δασμών. |
(50) |
Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 10 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ δεν εμποδίζει την εκ νέου επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής των κανονισμών που κηρύχθηκαν άκυροι (30). |
(51) |
Σε αντίθεση με την καταγραφή που πραγματοποιείται κατά την περίοδο πριν από την έγκριση προσωρινών μέτρων, οι όροι του άρθρου 10 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ δεν εφαρμόζονται στην προκειμένη περίπτωση. Ο σκοπός της καταγραφής στο πλαίσιο της εφαρμογής των διαπιστώσεων του Δικαστηρίου δεν είναι να καταστεί δυνατή η τυχόν αναδρομική είσπραξη μέτρων εμπορικής άμυνας, όπως προβλέπεται στις εν λόγω διατάξεις. Αντιθέτως, σκοπός είναι η διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των ισχυόντων μέτρων, χωρίς αδικαιολόγητη διακοπή από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του επίδικου κανονισμού μέχρι την εκ νέου επιβολή των διορθωμένων δασμών, εάν υπάρχουν, διασφαλίζοντας ότι η είσπραξη του ορθού ποσού είναι δυνατή στο μέλλον. Κατά συνέπεια, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 20 του κανονισμού περί καταγραφής, η επανάληψη της διοικητικής διαδικασίας και η τελική εκ νέου επιβολή δασμών δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αντίκεινται στον κανόνα της μη αναδρομικότητας. Επιπλέον, όπως αναγνωρίζεται από τα μέρη, η ίδια ακριβώς προσέγγιση επιβεβαιώθηκε πρόσφατα από το Γενικό Δικαστήριο στην απόφασή του στην υπόθεση T-440/20 (31). Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός ότι οι δασμοί δεν μπορούν να επιβληθούν εκ νέου απορρίφθηκε. |
(52) |
Όσον αφορά την αρχή της δικαστικής προστασίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά πάγια νομολογία, η αρχή της δικαστικής προστασίας δεν μπορεί να εμποδίσει θεσμικό όργανο της Ένωσης, του οποίου πράξη έχει προηγουμένως ακυρωθεί, να εκδώσει νέα πράξη η οποία επηρεάζει δυσμενώς το πρόσωπο αυτό, για διαφορετικούς λόγους (32). Εν προκειμένω, τα συμπεράσματα που συνάγονται βασίζονται σε λόγους διαφορετικούς από εκείνους για τους οποίους ακυρώθηκε ο επίδικος κανονισμός. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τα πορίσματα του Γενικού Δικαστηρίου (33), η Επιτροπή δεν παραβίασε την αρχή της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας για τον λόγο ότι, με τον ισχύοντα κανονισμό, επέβαλε εκ νέου οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ μετά την ακύρωση του επίδικου κανονισμού από το Δικαστήριο. |
(53) |
Η CRIA υποστήριξε ότι, επειδή «δεν γεννάται τελωνειακή οφειλή», η εκ νέου επιβολή δασμών «θα υπερέβαινε τη νόμιμη περίοδο εντός της οποίας οι εθνικές τελωνειακές αρχές έχουν το δικαίωμα να επιβάλλουν τέλη σε σχέση με την τριετή παραγραφή […]». Ο όμιλος GITI ισχυρίστηκε ότι «η αναδρομική εκ νέου επιβολή […] ακόμα και μετά την τριετή προθεσμία ενέχει τον κίνδυνο παρέμβασης (υποδηλώνοντας ότι οι δασμοί μπορούν να εισπραχθούν πέραν αυτής της τριετούς προθεσμίας) σε αυτήν την αυτόνομη διαδικασία λήψης αποφάσεων από τις εθνικές τελωνειακές αρχές και, ως εκ τούτου, διαταράσσει την προσεκτικά σταθμισμένη κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών της ΕΕ, όπως ορίζεται στις Συνθήκες της ΕΕ». Μετά την κοινοποίηση ο όμιλος GITI επανέλαβε τον ισχυρισμό του. |
(54) |
Η Επιτροπή έκρινε ότι και τα δύο επιχειρήματα έπρεπε να απορριφθούν. Πρώτον, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι ο κανόνας περί παραγραφής «δεν μπορεί να εμποδίσει ούτε την εκ μέρους της Επιτροπής έκδοση κανονισμού περί επιβολής ή εκ νέου επιβολής δασμών αντιντάμπινγκ ούτε, κατά μείζονα λόγο, την εκ μέρους του θεσμικού αυτού οργάνου κίνηση ή επανάληψη της διαδικασίας που προηγείται της εκδόσεως κανονισμού (34)». Ομοίως, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι «[το άρθρο 103 παράγραφος 1 του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα] εφαρμόζεται μόνο στη γνωστοποίηση του ποσού των δασμών στον οφειλέτη και η εφαρμογή του εναπόκειται, εξ αυτού του λόγου, μόνο στις εθνικές τελωνειακές αρχές, οι οποίες είναι αρμόδιες να προβούν στη γνωστοποίηση αυτή. Κατά συνέπεια, δεν εμποδίζει την Επιτροπή να εκδώσει κανονισμό για την επιβολή ή την εκ νέου επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού» (35). Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι η εκ νέου επιβολή παρεμποδίζει την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών, η Επιτροπή παρατήρησε ότι ο όμιλος GITI δεν διευκρίνισε ποια διάταξη των Συνθηκών θα παραβίαζε η εκ νέου επιβολή των δασμών. Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η Επιτροπή δικαιούται να επιβάλει εκ νέου δασμούς κατά τη διόρθωση των σφαλμάτων που διαπιστώνει το Δικαστήριο (36). Επιπλέον, ο παρών κανονισμός υπόκειται στο σύνολό του στη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 15 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ. Κατά συνέπεια, οι ισχυρισμοί απορρίφθηκαν. |
(55) |
Ο όμιλος GΙΤΙ ισχυρίστηκε ότι η αναδρομική εκ νέου επιβολή (αναθεωρημένων) δασμών αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικών δασμών θα ήταν επίσης δυσανάλογη και αντίθετη προς την αρχή της αναλογικότητας που ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 4 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επίσης, ο όμιλος GΙΤΙ ισχυρίστηκε ότι η αναδρομική εκ νέου επιβολή δασμών δεν παρέχει —ούτε μπορεί να παράσχει— «πρόσθετη» προστασία στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής ή να εμποδίσει περαιτέρω εισαγωγές. Ως εκ τούτου, αυτό θα παραβίαζε την αρχή της αναλογικότητας. Μετά την κοινοποίηση, ο όμιλος GITI επανέλαβε αυτόν τον ισχυρισμό. |
(56) |
Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι, κατά πάγια νομολογία, η Επιτροπή δεν παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας όταν, προκειμένου να εφαρμόσει μια απόφαση, επέβαλε εκ νέου οριστικό δασμό με κατάλληλο συντελεστή και από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των οριστικών μέτρων. Έκρινε επίσης αναλογικό το ότι οι εκ νέου επιβληθέντες δασμολογικοί συντελεστές μειώνονται και η διαφορά ζητείται να επιστραφεί ή να διαγραφεί (37). Τέλος, όσον αφορά το επιχείρημα ότι δεν θα ήταν αναλογικό ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής να λαμβάνει πρόσθετη προστασία για το παρελθόν, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι ο ισχυρισμός αυτός «δεν είναι αφ’ εαυτού ικανός να αποδείξει επαρκώς κατά νόμο ότι η εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ, ο οποίος έχει μειωθεί σημαντικά με τον επίδικο κανονισμό, θα ήταν δυσανάλογη εν προκειμένω» (38). Κατά συνέπεια, οι ισχυρισμοί απορρίφθηκαν. |
(57) |
Η Hämmerling ισχυρίστηκε ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη η τρέχουσα οικονομική κατάσταση. Έκτοτε, ο επίμαχος οικονομικός τομέας χρειάστηκε να αντιμετωπίσει την κρίση λόγω της νόσου COVID-19, την παγκόσμια αύξηση των τιμών που επηρέασε ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού (συμπεριλαμβανομένων των μεταφορών και των υπηρεσιών εφοδιαστικής) και τη σχετική οικονομική κρίση και πλέον ζητήματα όπως η αύξηση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας, το υψηλό ποσοστό πληθωρισμού κ.λπ. που επίσης προκλήθηκαν από τη ρωσική επίθεση κατά της Ουκρανίας. Ως εκ τούτου, δεν θα ήταν ορθό να επιβληθούν εκ νέου οι επίμαχοι δασμοί σε έναν τομέα, σε συνθήκες αγοράς και σε μια μικροοικονομική και μακροοικονομική κατάσταση εντελώς διαφορετικές από εκείνη που εξετάστηκε στην έρευνα που οδήγησε στην έκδοση του επίδικου κανονισμού. |
(58) |
Όπως εξηγείται στη σκέψη 11, η διαδικασία για την αντικατάσταση μιας ακυρωθείσας νομικής πράξης μπορεί να συνεχιστεί από το σημείο στο οποίο συνέβη η παρανομία (39). Στην προκειμένη περίπτωση, η παρανομία που διαπιστώθηκε από το Γενικό Δικαστήριο συνέβη στον κανονισμό για την επιβολή οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή δεν μπορεί να λάβει υπόψη, κατά τη διόρθωση των παρανομιών που διαπίστωσε το Γενικό Δικαστήριο, πρόσφατες εξελίξεις που δεν αφορούν την περίοδο της έρευνας και την εξεταζόμενη περίοδο. Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ, όταν από τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν διαπιστωθεί τελικώς, προκύπτει ότι υπάρχει ντάμπινγκ και ότι εξ αυτού προκαλείται ζημία, καθώς και ότι το συμφέρον της Ένωσης επιβάλλει παρέμβαση σύμφωνα με το άρθρο 21, επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ. Κατά συνέπεια, η επανεναρχθείσα έρευνα θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα να μην επιβληθούν εκ νέου οι δασμοί αντιντάμπινγκ μόνο εάν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι δεν υπήρξε ντάμπινγκ, συνακόλουθη ζημία ή εκτιμήσεις για το συμφέρον της Ένωσης σε σχέση με τους δασμούς κατά την περίοδο της έρευνας (40). |
(59) |
Ο όμιλος GΙΤΙ ισχυρίστηκε ότι η επανέναρξη θα πρέπει να περιοριστεί αυστηρά στα ζητήματα που εξέτασε το Γενικό Δικαστήριο. Επομένως, η Επιτροπή δεν επιτρέπεται να αντικαταστήσει την ανάλυση της υποτιμολόγησης με ανάλυση της συμπίεσης των τιμών για να υπολογίσει την επίδραση στις τιμές, δεδομένου ότι η μεθοδολογία που υιοθέτησε η Επιτροπή εξακολουθεί να ισχύει και, ως εκ τούτου, δεν υπόκειται σε επανέναρξη. Το Γενικό Δικαστήριο δεν εξέτασε τις επιπτώσεις της ανάλυσης της συμπίεσης των τιμών, με αποτέλεσμα αυτή να μην υπόκειται στην παρούσα επανέναρξη. |
(60) |
Η Επιτροπή παρατήρησε ότι το Γενικό Δικαστήριο έθεσε υπό αμφισβήτηση την ανάλυση της υποτιμολόγησης στην οποία προέβη η Επιτροπή όσον αφορά τη δίκαιη σύγκριση μεταξύ των τιμών εξαγωγής και των τιμών του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Κατά συνέπεια, τέθηκε υπό αμφισβήτηση η ίδια η μεθοδολογία της υποτιμολόγησης. Επιπλέον, τίποτα δεν εμπόδισε την Επιτροπή να λάβει υπόψη τυχόν άλλες πιθανές επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στις τιμές κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ. Στην υπόθεση Deichmann, το Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια: μόνο ο προδήλως ακατάλληλος χαρακτήρας των εν λόγω μέτρων, σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό, δύναται να θίξει τη νομιμότητά τους (41). Επομένως, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε. |
(61) |
Ο όμιλος GΙΤΙ ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να εδραιώσει νέα προσέγγιση κατά τον καθορισμό της υποτιμολόγησης. Ειδικότερα, η Επιτροπή δεν θα πρέπει να θεσπίσει νέα δομή PCN, δηλαδή προσθέτοντας το είδος του πελάτη, κατά τον (εκ νέου) υπολογισμό των περιθωρίων υποτιμολόγησης και ζημίας (42). |
(62) |
Με την επιφύλαξη του αν η Επιτροπή δικαιούται ή όχι να εισαγάγει νέα στοιχεία στη δομή του PCN, η Επιτροπή υπενθύμισε ότι οι υπολογισμοί της υποτιμολόγησης που περιγράφονται στο τμήμα 4.1 κατωτέρω δεν εισάγουν νέα στοιχεία στη δομή του PCN. Συνεπώς, ο ισχυρισμός αυτός κατέστη άνευ αντικειμένου. |
(63) |
Η CRIA ισχυρίστηκε, τόσο κατά την έναρξη όσο και μετά την κοινοποίηση, ότι θα πρέπει να εξεταστούν οι νομικές αξιώσεις που προβλήθηκαν αλλά δεν έχουν ακόμη εκδικαστεί από το Γενικό Δικαστήριο και ότι η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει ενεργά υπόψη τους ισχυρισμούς που δεν εξετάστηκαν από το Γενικό Δικαστήριο. |
(64) |
Η Opoltrans ισχυρίστηκε ότι δεν υπήρχαν στοιχεία που να αποδεικνύουν την ύπαρξη πρακτικών ντάμπινγκ στις εισαγωγές από την Κίνα κατά τον χρόνο της έρευνας και, μεταξύ άλλων, ότι η χρήση των ΗΠΑ ως ανάλογης χώρας δεν ήταν κατάλληλη, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής δεν υπέστη ζημία, δεν υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της κατάστασης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής και των εισαγωγών από την Κίνα, δεν είναι προς το συμφέρον των χρηστών η εκ νέου επιβολή δασμών. |
(65) |
Όπως εξήγησε η Επιτροπή στην ανακοίνωση επανέναρξης, τα πορίσματα του επίδικου κανονισμού τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν ή αμφισβητήθηκαν μεν, αλλά οι αμφισβητήσεις απορρίφθηκαν με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου ή δεν εξετάστηκαν από το Γενικό Δικαστήριο και, ως εκ τούτου, δεν οδήγησαν στην ακύρωση του επίδικου κανονισμού, παραμένουν απολύτως έγκυρα (43). Αυτό περιλάμβανε τα ζητήματα που επισημάνθηκαν από την CRIA και την Opoltrans. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν ήταν υποχρεωμένη να εξετάσει άλλες αιτιάσεις πέραν εκείνων στις οποίες το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρχε παρανομία. |
8. ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΩΝ ΑΠΟ ΤΗ ΛΔΚ ΣΤΙΣ ΤΙΜΕΣ ΚΑΙ ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ
8.1. Προσδιορισμός της υποτιμολόγησης
(66) |
Όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 5 έως 7, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή δεν προέβη σε δίκαιη σύγκριση κατά τον υπολογισμό των περιθωρίων υποτιμολόγησης, διότι προσάρμοσε την τιμή εξαγωγής των παραγωγών-εξαγωγέων εφαρμόζοντας κατ’ αναλογία το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ, ενώ ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής πραγματοποίησε επίσης πωλήσεις μέσω συνδεδεμένων εταιρειών πωλήσεων και οι πωλήσεις τους δεν ήταν προσαρμοσμένες. |
(67) |
Επίσης, στη σκέψη 163 της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου, διαπιστώθηκε ότι εάν δεν είχε πραγματοποιηθεί προσαρμογή βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ, «η μέθοδος αυτή θα καθιστούσε δυνατή τη δίκαιη σύγκριση των τιμών στις περιπτώσεις όπου τόσο το οικείο προϊόν όσο και το ομοειδές προϊόν πωλήθηκαν μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων». Στη σκέψη 190 της απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε περαιτέρω ότι μια τέτοια σύγκριση «δεν [καθιστά] δυνατή την εξουδετέρωση των ενδεχόμενων επιπτώσεων της πλάνης που συνίσταται στη σύγκριση των πραγματικών τιμών πώλησης που χρεώθηκαν απευθείας σε πελάτες της Ένωσης από τους Κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς, αφενός, και των τιμών μεταπώλησης που χρεώθηκαν από συνδεδεμένες με τους παραγωγούς της Ένωσης οντότητες πωλήσεων, αφετέρου» (η υπογράμμιση του συντάκτη). Τέλος, στη σκέψη 134 της εν λόγω απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο διευκρίνισε ότι, «ανεξαρτήτως της νομιμότητας και της συνάφειας του σταδίου εμπορίας που επιλέγει η Επιτροπή όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς ή τους παραγωγούς της Ένωσης, η σύγκριση των τιμών στην οποία προβαίνει το εν λόγω θεσμικό όργανο πρέπει πάντοτε να είναι δίκαιη και, προς τούτο, να αφορά τιμές στο ίδιο στάδιο εμπορίας». |
(68) |
Όπως εξηγείται στη σκέψη 150 της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου, το ποσοστό των πωλήσεων των Κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος που πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων ανέρχεται σε 0 % για τον όμιλο Xingyuan, σε 34 % για τον όμιλο GΙΤΙ, σε 19 % για την Aeolus/Pirelli και σε 98,6 % για τον όμιλο Hankook. Επιπλέον, στην απάντησή της σε μέτρο οργάνωσης της διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, η Επιτροπή διευκρίνισε ότι το ποσοστό των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων ανερχόταν σε 46,9 % των Κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος και σε 87 % των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος. Ως εκ τούτου, το ποσοστό των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων ήταν υψηλό έως πολύ υψηλό όσον αφορά καθένα από τα δύο δείγματα. |
(69) |
Όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 149 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η Επιτροπή καθόρισε την υποτιμολόγηση κατά την περίοδο της έρευνας συγκρίνοντας:
|
(70) |
Για τη συμμόρφωση με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, στις περιπτώσεις όπου οι πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένων εμπόρων, οι τιμές εξαγωγής προσαρμόστηκαν κατ’ αναλογία σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ. Αφαιρέθηκαν τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα (ΓΔΕΠ) του συνδεδεμένου εισαγωγέα και, ως εκ τούτου, προστέθηκε εκ νέου στην τιμή εισαγωγής το κέρδος ενός δείγματος μη συνδεδεμένων εισαγωγέων. |
(71) |
Επιπλέον, η Επιτροπή αξιολόγησε αν υπήρχαν άλλα δυνητικά ζητήματα σταδίου εμπορίας που θα πρέπει να εξεταστούν με σκοπό τη δίκαιη σύγκριση σε περιπτώσεις στις οποίες οι παραγωγοί-εξαγωγείς πωλούσαν απευθείας σε πελάτες της Ένωσης, αλλά οι ενωσιακοί παραγωγοί του δείγματος πωλούσαν μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων σε πελάτες της Ένωσης. Για τον σκοπό αυτόν, διενήργησε λεπτομερή ανάλυση των τιμών στο σύνολο των πωλήσεων των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος, προκειμένου να καθορίσει τα πρότυπα διάρθρωσης των τιμών των άμεσων πωλήσεων από το εργοστάσιο και των έμμεσων πωλήσεων μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων. Από τη σύγκριση προέκυψε ότι υπάρχει σημαντική διακύμανση των τιμών σε έναν μόνο τύπο προϊόντος, χωρίς ωστόσο να υπάρχει εμφανές πρότυπο διάρθρωσης των τιμών. Ενώ, καταρχήν, οι συνδεδεμένες οντότητες πωλήσεων θα πρέπει να επιβαρύνονται με έξοδα εμπορίας κατά την πώληση σε πελάτες στην Ένωση, φαίνεται ότι το κόστος αυτό δεν μετακυλίεται συστηματικά στις τελικές τιμές. |
(72) |
Συνεπώς, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η απευθείας πώληση από τους παραγωγούς ή η πώληση μέσω των συνδεδεμένων οντοτήτων πώλησης των παραγωγών δεν είχε αισθητό αντίκτυπο στο επίπεδο των τιμών των εν λόγω πωλήσεων στον πελάτη. Ειδικότερα, διαπιστώθηκε ότι οι πωλήσεις μέσω συνδεδεμένης οντότητας δεν οδήγησαν σε υψηλότερες τιμές σε σύγκριση με τις πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν απευθείας από τον παραγωγό. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν διαπίστωσε ενδεχόμενες επιπτώσεις στα επίπεδα των τιμών που έπρεπε να αντισταθμιστούν, όπως υπονοεί το Γενικό Δικαστήριο στη σκέψη 190 της εν λόγω απόφασης. Κατά συνέπεια, η σύγκριση με τις πραγματικές τιμές πώλησης των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος που πωλούσαν απευθείας ή μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πώλησης σε ενωσιακούς πελάτες με τις τιμές εξαγωγής των συνεργαζόμενων παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος ήταν δικαιολογημένη στην προκειμένη περίπτωση. |
(73) |
Η Επιτροπή προέβη επίσης σε λεπτομερή ανάλυση των προτύπων διάρθρωσης των τιμών ανά δίαυλο πωλήσεων που χρησιμοποιεί ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής. Στο πλαίσιο αυτό, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής πραγματοποιούσε πωλήσεις σε χρήστες, διανομείς, εμπόρους λιανικής πώλησης και «άλλους» σε διάφορα ποσοστά. Οι πωλήσεις σε όλους τους πελάτες πλην των «άλλων» ήταν αντιπροσωπευτικές για όλους τους τύπους προϊόντων. Η Επιτροπή παρατήρησε ότι συχνά οι τιμές πώλησης σε χρήστες του ίδιου τύπου προϊόντος ήταν χαμηλότερες απ’ ό,τι στους διανομείς και τους εμπόρους λιανικής πώλησης, αλλά μπορούσε να παρατηρηθεί και το αντίθετο. Οι διαφορές των τιμών στους διάφορους πελάτες δεν εξαρτώνταν κατ’ ανάγκη ούτε από τον συνολικό όγκο των πωλήσεων σε συγκεκριμένο πελάτη. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε εμφανής τάση στις τιμές που χρεώνονταν στους διάφορους τύπους πελατών και ότι δεν απαιτούνταν περαιτέρω προσαρμογές για να εξασφαλιστεί δίκαιη σύγκριση, όπως υπέδειξε το Γενικό Δικαστήριο. |
(74) |
Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι στις 30 Ιανουαρίου 2023, μέσω σημειώματος στον φάκελο, παρείχε πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με την ανάλυσή της όσον αφορά τις τιμές που χρεώνει ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής κατά τις απευθείας πωλήσεις, τις έμμεσες πωλήσεις και τις πωλήσεις σε διάφορους τύπους πελατών. |
(75) |
Μετά την πρόσθετη κοινοποίηση, η CRIA διαφώνησε με το πόρισμα της Επιτροπής ότι δεν ήταν δυνατόν να προσδιοριστεί κανένα πρότυπο διάρθρωσης των τιμών όσον αφορά τις πωλήσεις των ενωσιακών παραγωγών. Η Επιτροπή επισήμανε ότι η CRIA δεν τεκμηρίωσε τον ισχυρισμό της και δεν προσκόμισε αποδεικτικά στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η ανάλυση της Επιτροπής ήταν εσφαλμένη. Ως εκ τούτου, απέρριψε τον ισχυρισμό. |
(76) |
Το αναθεωρημένο μέσο σταθμισμένο περιθώριο υποτιμολόγησης με βάση τις εισαγωγές των παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος που καθορίστηκε με τον τρόπο αυτόν ανέρχεται σε 14,7 %. |
8.2. Συμπίεση των τιμών
(77) |
Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν το αναθεωρημένο περιθώριο υποτιμολόγησης θεωρούνταν οριακό ή μη ενδεδειγμένο, η Επιτροπή έκρινε ότι οι υπό εξέταση εισαγωγές θα εξακολουθούσαν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις πωλήσεις της Ένωσης. |
(78) |
Οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ μπορούν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο σε μια αγορά, όταν η ευαισθησία των τιμών είναι σημαντική. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 134 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η ενωσιακή αγορά ελαστικών επισώτρων για φορτηγά και λεωφορεία είναι πολύ ανταγωνιστική αγορά στην οποία οι διαφορές τιμών μπορούν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην αγορά. |
(79) |
Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, όπως προκύπτει από τους πίνακες 7 έως 10 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η μέση τιμή του ενωσιακού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 8 %, ενώ το μοναδιαίο κόστος παραγωγής μειώθηκε κατά 6 %. Η κατάσταση ήταν πιο δεινή στη βαθμίδα 3, όπου η τιμή πώλησης μειώθηκε κατά 5 %, ενώ το μοναδιαίο κόστος παραγωγής αυξήθηκε κατά 1 %. Τελικά, οι εταιρείες της βαθμίδας 3 αναγκάστηκαν λόγω των εισαγωγών που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ να πωλήσουν σε τιμή ίση με το κόστος παραγωγής τους και, ως εκ τούτου, να πωλούν χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το κέρδος και, ως εκ τούτου, επί ζημία. Κατά συνέπεια, οι εισαγωγές από την Κίνα οδήγησαν σε συμπίεση των τιμών λόγω του όγκου τους (αύξηση κατά 32 %) και των τιμών (μείωση κατά 11 %) κατά την εξεταζόμενη περίοδο, γεγονός που δεν επέτρεψε στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής να αυξήσει τις τιμές του προκειμένου να συνυπολογίσει την αύξηση του μοναδιαίου κόστους παραγωγής. |
(80) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, ακόμα και αν αμφισβητούνταν η ύπαρξη υποτιμολόγησης, θα υπήρχε συμπίεση των τιμών λόγω, εν προκειμένω, των υπό εξέταση εισαγωγών. |
8.3. Αιτιώδης συνάφεια
(81) |
Η Επιτροπή εξέτασε αν εξακολουθούσε να υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και της ζημίας που υπέστησαν οι ενωσιακοί παραγωγοί, ενόψει του αναθεωρημένου περιθωρίου υποτιμολόγησης για τις εισαγωγές από τους Κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος και των συμπερασμάτων σχετικά με τη συμπίεση των τιμών. |
(82) |
Η μείωση του περιθωρίου υποτιμολόγησης για όλους τους Κινέζους εξαγωγείς του δείγματος, εκτός από τον όμιλο Xingyuan, δεν μετέβαλε το γεγονός ότι οι εισαγωγές από τους Κινέζους εξαγωγείς του δείγματος πραγματοποιούνταν σε τιμές σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Ως εκ τούτου, τα αναθεωρημένα περιθώρια υποτιμολόγησης δεν μετέβαλαν το αρχικό πόρισμα της Επιτροπής σχετικά με την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της ζημίας που υπέστησαν οι ενωσιακοί παραγωγοί και των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τη ΛΔΚ, το οποίο διατυπώθηκε στο τμήμα 5.1 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού και επιβεβαιώθηκε στο τμήμα 5.1 του επίδικου κανονισμού. Τα αναθεωρημένα περιθώρια υποτιμολόγησης, καθώς και τα πρόσθετα συμπεράσματα σχετικά με τη συμπίεση των τιμών στην προκειμένη περίπτωση, δεν μετέβαλαν ούτε την ανάλυση ούτε τα πορίσματα σχετικά με άλλες αιτίες ζημίας που παρουσιάζονται στο τμήμα 5.2 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού και στο τμήμα 5.2 του επίδικου κανονισμού. |
(83) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή εμμένει στο συμπέρασμά της ότι η σημαντική ζημία στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής προκλήθηκε από τις εισαγωγές από τη ΛΔΚ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και από τους άλλους παράγοντες, οι οποίοι αν ληφθούν υπόψη μεμονωμένα ή συλλογικά, δεν άμβλυναν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της ζημίας και των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ. |
9. ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΘΩΡΙΩΝ ΖΗΜΙΑΣ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΠΟΥ ΥΠΟΚΕΙΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΕΝΑΡΞΗ
(84) |
Στη σκέψη 179 της απόφασής του, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι «ο υπολογισμός του περιθωρίου ζημίας συνίσταται στη σύγκριση των τιμών εισαγωγής που χρησιμοποιήθηκαν κατά τον υπολογισμό της υποτιμολόγησης, αφενός, με τις μη ζημιογόνες τιμές του ομοειδούς προϊόντος συμπεριλαμβανομένου ενός κέρδους-στόχου που αντικατοπτρίζει τις κανονικές συνθήκες της αγοράς, αφετέρου. Επομένως, η πλάνη σχετικά με το στάδιο εμπορίας στο οποίο πραγματοποιείται η σύγκριση των τιμών μπορεί να επηρεάσει τόσο τον υπολογισμό της υποτιμολόγησης όσο και τον υπολογισμό του περιθωρίου ζημίας». |
(85) |
Προκειμένου να συμμορφωθεί με την απόφαση, η Επιτροπή υπολόγισε εκ νέου το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας για όλες τις εταιρείες που υπόκεινται σε επανέναρξη. |
(86) |
Στο πλαίσιο της αρχικής έρευνας, η Επιτροπή καθόρισε το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας κατά την περίοδο της έρευνας συγκρίνοντας:
|
(87) |
Η μη ζημιογόνος τιμή του ενωσιακού κλάδου παραγωγής βασίζεται κανονικά στο κόστος παραγωγής ανά τύπο προϊόντος, συμπεριλαμβανομένων των ΓΔΕΠ, συν ένα εύλογο κέρδος, και καθορίζεται σε επίπεδο «εκ του εργοστασίου». Ωστόσο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η Επιτροπή δεν διέθετε επαρκώς λεπτομερείς και επαληθευμένες πληροφορίες σχετικά με το κόστος παραγωγής ανά τύπο προϊόντος, πράγμα απαραίτητο για τον υπολογισμό του περιθωρίου ζημίας, όπως περιγράφεται ανωτέρω. Δεδομένων των ιδιαίτερων περιστάσεων στην παρούσα υπόθεση, και δεδομένου ότι δεν υπήρχε σαφής τάση στις διαφορές των τιμών ανάλογα με τον δίαυλο πωλήσεων που χρησιμοποιούν οι ενωσιακοί παραγωγοί του δείγματος, η μη ζημιογόνος τιμή βασίστηκε στην τελική τιμή πώλησης ανά τύπο προϊόντος, το οποίο πωλήθηκε απευθείας ή μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων, και η οποία χρεώθηκε σε μη συνδεδεμένους πελάτες στην αγορά της Ένωσης και προσαρμόστηκε σε επίπεδο εκ του εργοστασίου, όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 86 πρώτο εδάφιο ανωτέρω, από την οποία αφαιρέθηκε το πραγματικό κέρδος και στη συνέχεια προστέθηκε εύλογο κέρδος. Λόγω αυτών των ειδικών περιστάσεων και για να υπάρξει συμμόρφωση με την απόφαση, κρίθηκε σκόπιμο να συγκριθεί η τιμή αυτή με την τιμή τελικής πώλησης των παραγωγών-εξαγωγέων συμμετρικά, δηλαδή στο επίπεδο των συνδεδεμένων εισαγωγέων, προσαρμοσμένη επίσης μόνο ως προς τους τελωνειακούς δασμούς και τα έξοδα μετά την εισαγωγή, όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 69 δεύτερο εδάφιο ανωτέρω, αλλά συμπεριλαμβανομένων των ΓΔΕΠ και του κέρδους των συνδεδεμένων εισαγωγέων των παραγωγών-εξαγωγέων που βρίσκονται στην Ένωση. |
(88) |
Επιπλέον, λαμβανομένων υπόψη των διαπιστώσεων του Γενικού Δικαστηρίου στη σκέψη 190 της απόφασής του, η Επιτροπή εξέτασε προσεκτικά αν υπήρχαν άλλα ζητήματα σταδίου εμπορίας, κάτι που θα απαιτούσε αντιστάθμιση για τους σκοπούς της διενέργειας δίκαιης σύγκρισης, δεδομένου ότι το 87 % του δείγματος των ενωσιακών παραγωγών πωλούσαν μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων, ενώ πολλοί παραγωγοί-εξαγωγείς πραγματοποιούσαν επίσης απευθείας πωλήσεις σε τελικούς πελάτες. Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 87, στους υπολογισμούς του περιθωρίου ζημίας χρησιμοποιήθηκαν οι τελικές τιμές πώλησης ανά τύπο προϊόντος του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Κατά συνέπεια, όπως επισήμανε το Γενικό Δικαστήριο στη σκέψη 179 της απόφασής του, οι διαπιστώσεις σχετικά με τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης ίσχυαν πλήρως και για τους υπολογισμούς του περιθωρίου ζημίας, όσον αφορά τη δίκαιη σύγκριση. Όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 71 και 72 ανωτέρω, η Επιτροπή δεν εντόπισε κανένα άλλο ζήτημα σταδίου εμπορίας που θα απαιτούσε προσαρμογή για σκοπούς δίκαιης σύγκρισης. |
(89) |
Τα αναθεωρημένα περιθώρια ζημίας που καθορίστηκαν με τον τρόπο αυτόν ήταν τα ακόλουθα:
|
10. ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΓΙΑ ΝΑ ΔΟΘΕΙ Η ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΣΤΙΣ ΠΡΟΣΦΕΥΓΟΥΣΕΣ ΝΑ ΑΣΚΗΣΟΥΝ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΑΜΥΝΑΣ ΤΟΥΣ
(90) |
Το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει, στη σκέψη 33 της απόφασής του, ότι η Επιτροπή προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας των προσφευγουσών, καθώς δεν τους γνωστοποίησε κανένα από τα δεδομένα που αναφέρονται στη σκέψη 244 της εν λόγω απόφασης. |
(91) |
Το Γενικό Δικαστήριο απαρίθμησε τα σχετικά δεδομένα (σκέψη 244 της απόφασης):
|
10.1. Δείκτες ζημίας, με και χωρίς στάθμιση, και για τις ΜΜΕ και τις μεγάλες επιχειρήσεις χωριστά
(92) |
Στις σκέψεις 215 έως 235 της απόφασής του, το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι, μετά τις αλλαγές στη στάθμιση που πραγματοποιήθηκαν στο οριστικό στάδιο (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 188 έως 195 του επίδικου κανονισμού), η Επιτροπή υπολόγισε ορθά και παρουσίασε την κερδοφορία των πωλήσεων στην Ένωση στο επίπεδο του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στο σύνολό του (πίνακας 5 του επίδικου κανονισμού) και στο επίπεδο της βαθμίδας 3 (πίνακας 6 του επίδικου κανονισμού). Ωστόσο, όπως επισημαίνει το Γενικό Δικαστήριο στη σκέψη 227 της απόφασής του, έπρεπε να υπολογιστούν εκ νέου όλοι οι μικροοικονομικοί δείκτες, πλην της κερδοφορίας, λόγω της μεταβολής της μεθόδου στάθμισης. Καθώς δεν προέβη σε αυτήν την ενέργεια, η Επιτροπή δεν εξέτασε αντικειμενικά την επίδραση των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ. |
(93) |
Κατά συνέπεια, προκειμένου να συμμορφωθεί με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, στα ακόλουθα τμήματα η Επιτροπή ανέλυσε τον αντίκτυπο της εφαρμογής της στάθμισης που καθορίστηκε στο οριστικό στάδιο σε όλους τους μικροοικονομικούς δείκτες, εκτός από τη συνολική κερδοφορία και την κερδοφορία της βαθμίδας 3 (στο εξής: αναθεωρημένη στάθμιση). Όπως φαίνεται κατωτέρω, η εφαρμογή αυτής της στάθμισης δεν τροποποίησε ουσιαστικά κανένα από τα πορίσματα της Επιτροπής σχετικά με τους μικροοικονομικούς δείκτες. Κατά συνέπεια, επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη σημαντικής ζημίας κατά την εξεταζόμενη περίοδο. |
(94) |
Επιπλέον, στη σκέψη 244 της απόφασής του, το Γενικό Δικαστήριο αναφέρει ότι η Επιτροπή προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας των προσφευγουσών, καθώς δεν τους γνωστοποίησε τους δείκτες μεικτής ζημίας πριν από την εφαρμογή των προσαρμογών στάθμισης, καθώς και τα δεδομένα που αφορούν αφενός τις ΜΜΕ και αφετέρου τις μεγάλες επιχειρήσεις. Ωστόσο, το Γενικό Δικαστήριο δεν απαίτησε από την Επιτροπή να επιβεβαιώσει τα συμπεράσματά της σχετικά με τη ζημία χωρίς την εφαρμογή προσαρμογών στάθμισης. Αντιθέτως, το Γενικό Δικαστήριο περιορίστηκε να διευκρινίσει ότι θα έπρεπε να έχουν γνωστοποιηθεί στους ενδιαφερομένους οι εν λόγω δείκτες μεικτής ζημίας, πριν από την εφαρμογή τυχόν προσαρμογών στάθμισης. |
(95) |
Βάσει των ανωτέρω, προκειμένου να συμμορφωθεί με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, η Επιτροπή παρουσιάζει, στα ακόλουθα τμήματα, τους μικροοικονομικούς δείκτες που καθορίστηκαν: (1) στο προσωρινό στάδιο που περιέχεται στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού, (2) στο οριστικό στάδιο μετά την αναθεώρηση της στάθμισης (που καλείται «αναθεωρημένη στάθμιση» σε όλους τους πίνακες κατωτέρω), (3) χωρίς προσαρμογή στάθμισης και (4) στο πλαίσιο της βαθμίδας 3: (4α) δείκτες μόνο για τις ΜΜΕ και (4β) δείκτες μόνο για μεγάλες επιχειρήσεις. |
10.1.1. Μικροοικονομικοί δείκτες
Προκαταρκτικές παρατηρήσεις
(96) |
Όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 185 έως 192 του επίδικου κανονισμού, η Επιτροπή έκρινε ότι οι μικροοικονομικοί δείκτες δεν θα μπορούσαν να αντικατοπτρίζουν την πραγματική κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, καθώς οι μεγάλες εταιρείες του δείγματος είχαν μεγαλύτερο αντίκτυπο στα συνολικά δεδομένα από ό, τι οι ΜΜΕ του δείγματος, ενώ το μερίδιο των τελευταίων στις συνολικές πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής ήταν περίπου 13 %. |
(97) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε να αυξήσει τον συντελεστή βαρύτητας των ΜΜΕ του δείγματος. Η ακόλουθη στάθμιση εφαρμόστηκε στον επίδικο κανονισμό στο οριστικό στάδιο. Πρώτον, η Επιτροπή καθόρισε τα ποσοστά των πωλήσεων των ΜΜΕ και των μεγάλων εταιρειών επί του συνόλου των πωλήσεων της Ένωσης. Δεύτερον, η Επιτροπή εξέφρασε τις πωλήσεις των ΜΜΕ του δείγματος και των μεγάλων παραγωγών του δείγματος με τον αντίστοιχο όγκο τους στο σύνολο των ενωσιακών πωλήσεων. Τέλος, συγκρίθηκαν τα ποσοστά και αυξήθηκαν τα δεδομένα των ΜΜΕ ώστε να αντικατοπτρίζουν το ίδιο ποσοστό με τις μεγάλες εταιρείες του δείγματος. Αυτό εξηγείται επίσης κατωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 138. Στο προσωρινό στάδιο, η Επιτροπή χρησιμοποίησε επίσης πρόσθετη προσαρμογή (δηλαδή για να αποτυπώσει το ποσοστό κάθε βαθμίδας στις πωλήσεις της Ένωσης στο πλαίσιο των δεδομένων του δείγματος). Ωστόσο, όπως εξηγείται στον επίδικο κανονισμό, η προσαρμογή αυτή καταργήθηκε στο οριστικό στάδιο, καθώς τα ενδιαφερόμενα μέρη αμφισβήτησαν τη χρήση σταθερής αναλογίας κατά την εξεταζόμενη περίοδο. |
(98) |
Η προσαρμογή στάθμισης είχε αντίκτυπο στο αποτέλεσμα των συνολικών μικροοικονομικών δεικτών, αλλά και στη βαθμίδα 3, διότι σε αυτήν τη βαθμίδα δραστηριοποιούνταν τόσο οι μεγάλες επιχειρήσεις όσο και οι ΜΜΕ. Οι τάσεις στη βαθμίδα 1 και στη βαθμίδα 2 δεν επηρεάστηκαν, καθώς σε αυτές τις βαθμίδες δραστηριοποιούνταν μόνο μεγάλες εταιρείες. Όπως επισημαίνεται στην αιτιολογική σκέψη 93, η προσαρμογή στάθμισης είχε περιορισμένο αντίκτυπο στους συνολικούς μικροοικονομικούς δείκτες, καθώς οι πωλήσεις των ΜΜΕ κατά την περίοδο της έρευνας ανήλθαν σε περίπου 13 % των συνολικών πωλήσεων της Ένωσης κατά την περίοδο της έρευνας. |
10.1.1.1.
(99) |
Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, οι μέσες μοναδιαίες τιμές πώλησης των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος σε μη συνδεδεμένους πελάτες στην Ένωση εξελίχθηκαν ως εξής: Πίνακας 1 Τιμές πώλησης στην Ένωση και κόστος παραγωγής
|
(100) |
Παρά την ονομαστική διαφορά μεταξύ της μέσης μοναδιαίας τιμής πώλησης που καθορίστηκε στο πλαίσιο των διαφόρων επιλογών για την εξεταζόμενη περίοδο, όσον αφορά τη συνολική τάση, δεν διαπιστώθηκε διαφορά μεταξύ της στάθμισης που χρησιμοποιήθηκε στο προσωρινό και στο οριστικό στάδιο. Χωρίς καμία στάθμιση, η μέση μοναδιαία τιμή πώλησης μειώθηκε κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο απ’ ό,τι στα άλλα δύο σενάρια. Το ίδιο συμπέρασμα θα μπορούσε να συναχθεί όσον αφορά τις τάσεις που παρατηρήθηκαν στο μέσο κόστος παραγωγής. |
(101) |
Η στάθμιση, ή μάλλον η απουσία της, δεν είχε καμία επίπτωση στο συμπέρασμα για τη βαθμίδα 1 και τη βαθμίδα 2. Όσον αφορά τη βαθμίδα 3, όπως φαίνεται στους πίνακες 2, 3 και 4 κατωτέρω, η Επιτροπή εξέτασε τον αντίκτυπο της στάθμισης και τη μη εφαρμογή της σε τρία σύνολα δεδομένων: για το σύνολο της βαθμίδας 3, για τις μεγάλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην εν λόγω βαθμίδα και για τις ΜΜΕ. Πίνακας 2 Τιμές πώλησης στην Ένωση και κόστος παραγωγής — Βαθμίδα 3
|
(102) |
Για τη βαθμίδα 3, η συνολική τάση της μοναδιαίας τιμής πώλησης και του μοναδιαίου κόστους παραγωγής δεν επηρεάστηκε από την αναθεώρηση της στάθμισης στο οριστικό στάδιο. Ελλείψει οποιασδήποτε στάθμισης, οι τάσεις της μοναδιαίας τιμής πώλησης και του μοναδιαίου κόστους παραγωγής παρουσίασαν εντονότερη μείωση και για τους δύο δείκτες, κατά τουλάχιστον 5 ποσοστιαίες μονάδες κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Οι τάσεις αυτές αντανακλούσαν κυρίως την τάση που παρατηρείται κατωτέρω για τις μεγάλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη βαθμίδα 3. |
(103) |
Όπως φαίνεται στον πίνακα 3 κατωτέρω, για τις μεγάλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη βαθμίδα 3, η τάση ήταν πολύ χειρότερη σε σύγκριση με τη συνολική τάση για τη μοναδιαία τιμή πώλησης και το μοναδιαίο κόστος παραγωγής. Πίνακας 3 Τιμές πώλησης στην Ένωση και κόστος παραγωγής — Βαθμίδα 3: Μόνο μεγάλες εταιρείες
|
(104) |
Στον πίνακα 4 κατωτέρω φαίνεται ότι για τις ΜΜΕ που δραστηριοποιούνταν μόνο στη βαθμίδα 3, η εξέλιξη του μοναδιαίου κόστους παραγωγής επιδεινώθηκε κατά την εξεταζόμενη περίοδο με αύξηση του κόστους κατά 7 %. Παράλληλα, η μοναδιαία τιμή μειώθηκε κατά 2 %. Πίνακας 4 Τιμές πώλησης στην Ένωση και κόστος παραγωγής — Βαθμίδα 3: Μόνο ΜΜΕ
|
10.1.1.2.
(105) |
Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, το μέσο κόστος εργασίας των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος εξελίχθηκε ως εξής: Πίνακας 5 Μέσο κόστος εργασίας ανά εργαζόμενο
|
(106) |
Το μέσο κόστος εργασίας αυξήθηκε κατά την εξεταζόμενη περίοδο κατά 6 % στην περίπτωση και των δύο τύπων στάθμισης και κατά 5 % όταν δεν εφαρμόστηκε στάθμιση. |
10.1.1.3.
(107) |
Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, τα επίπεδα των αποθεμάτων των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος εξελίχθηκαν ως εξής: Πίνακας 6 Αποθέματα
|
(108) |
Τα αποθέματα αυξήθηκαν κατά 44 %/46 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο στην περίπτωση και των δύο τύπων στάθμισης και κατά 48 % όταν δεν εφαρμόστηκε στάθμιση. Τα τελικά αποθέματα ανήλθαν σε περίπου 9 % της ετήσιας παραγωγής στην περίπτωση και των δύο τύπων στάθμισης και σε 8 % όταν δεν εφαρμόστηκε στάθμιση. Η κατάσταση αυτή είχε αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική κατάσταση των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος. |
10.1.1.4.
(109) |
Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, η κερδοφορία, οι ταμειακές ροές, οι επενδύσεις και η απόδοση επενδύσεων των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος εξελίχθηκαν ως εξής: Πίνακας 7 Κερδοφορία, ταμειακές ροές, επενδύσεις και απόδοση των επενδύσεων
|
(110) |
Η Επιτροπή προσδιόρισε την κερδοφορία των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος εκφράζοντας το καθαρό προ φόρων κέρδος των πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος σε μη συνδεδεμένους πελάτες εντός της Ένωσης ως ποσοστό του κύκλου εργασιών των εν λόγω πωλήσεων. |
(111) |
Με βάση τους δύο τύπους στάθμισης, η τάση της συνολικής κερδοφορίας ήταν παρόμοια, με μείωση από 15,6 %/15,4 % το 2014 σε 13,7 % κατά την περίοδο της έρευνας. Ο υπολογισμός αυτός βασίστηκε στον συντελεστή βαρύτητας κάθε βαθμίδας στο σύνολο των πωλήσεων. Χωρίς καμία στάθμιση, η συνολική κερδοφορία μειώθηκε από 16,9 % το 2014 σε 15,6 %. |
(112) |
Η μείωση της αποδοτικότητας για τις τρεις μεθοδολογίες ήταν το αποτέλεσμα διαφοράς 2 ποσοστιαίων μονάδων μεταξύ τιμών και κόστους. |
(113) |
Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 93 ανωτέρω, η συνολική κερδοφορία είχε ήδη γνωστοποιηθεί στον οριστικό κανονισμό και δεν υπόκειτο στα πορίσματα του Γενικού Δικαστηρίου όσον αφορά τα σφάλματα που εντοπίστηκαν. Η κερδοφορία παρουσιάζεται στον ανωτέρω πίνακα μόνο για λόγους πληρότητας. Κατά την εφαρμογή των τριών διαφορετικών μεθοδολογιών, η συνολική κερδοφορία επηρεάστηκε από την κερδοφορία στη βαθμίδα 1 και στη βαθμίδα 2, ενώ η κερδοφορία στη βαθμίδα 3 χωρίς στάθμιση μειώθηκε κατά περίπου 5 ποσοστιαίες μονάδες κατά την εξεταζόμενη περίοδο, όπως αναφέρεται στον πίνακα 9 κατωτέρω. Επιπλέον, η σχετική τάση στην κερδοφορία για ολόκληρο τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής είναι επίσης φθίνουσα. |
(114) |
Οι καθαρές ταμειακές ροές είναι η ικανότητα των ενωσιακών παραγωγών να αυτοχρηματοδοτούν τις δραστηριότητές τους. Η τάση των καθαρών ταμειακών ροών παρουσιάζει μείωση κατά 7 - 12 % όταν εκφράζεται χωρίς στάθμιση ή με την προσωρινή στάθμιση. |
(115) |
Η απόδοση των επενδύσεων είναι το κέρδος ως ποσοστό της καθαρής λογιστικής αξίας των επενδύσεων. Παρουσίασε αρνητική τάση για τις τρεις μεθοδολογίες κατά περίπου 15 ποσοστιαίες μονάδες κατά την εξεταζόμενη περίοδο. |
(116) |
Όσον αφορά τη βαθμίδα 2, η αναθεώρηση της στάθμισης μεταξύ προσωρινού και οριστικού κανονισμού είχε αντίκτυπο στις τιμές αλλά όχι στη συνολική τάση που παρατηρήθηκε. Επομένως, επιβεβαιώθηκαν οι αιτιολογικές σκέψεις 196 και 197 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Πίνακας 8 Κερδοφορία, ταμειακές ροές, επενδύσεις και απόδοση των επενδύσεων: Βαθμίδα 2
|
(117) |
Πραγματοποιήθηκε ειδική ανάλυση με βάση την ίδια μεθοδολογία που περιγράφεται για τη βαθμίδα 3, τις ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται στη βαθμίδα 3 και τις μεγάλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη βαθμίδα 3. |
(118) |
Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 93, η κερδοφορία για τη βαθμίδα 3 είχε ήδη γνωστοποιηθεί στον επίδικο κανονισμό και δεν υπόκειτο στα πορίσματα του Γενικού Δικαστηρίου όσον αφορά τα σφάλματα που εντοπίστηκαν. Η κερδοφορία παρουσιάζεται στον ανωτέρω πίνακα μόνο για λόγους πληρότητας. |
(119) |
Όσον αφορά το σύνολο της βαθμίδας 3, η τάση κερδοφορίας για τους δύο τύπους μεθόδων στάθμισης κρίθηκε ότι ήταν παρόμοια. Αυτό οφείλεται στο ότι οι ζημίες που ανέφεραν οι ΜΜΕ είχαν μεγαλύτερη βαρύτητα στον συνολικό υπολογισμό, καθώς οι ζημίες για τις ΜΜΕ ήταν ιδιαίτερα έντονες (– 6,1 % κατά την περίοδο της έρευνας). Χωρίς στάθμιση, η κερδοφορία της βαθμίδας 3 προσεγγίζει την κερδοφορία που ανέφεραν οι μεγάλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη συγκεκριμένη βαθμίδα. Η κερδοφορία για τις μεγάλες εταιρείες στη βαθμίδα 3 μειώθηκε κατά το ήμισυ από το 2014 έως την περίοδο της έρευνας, συγκεκριμένα από 10 % σε 4,8 %. |
(120) |
Όσον αφορά τη βαθμίδα 3, οι καθαρές ταμειακές ροές μειώθηκαν σημαντικά κατά περίπου 60 % για τους δύο τύπους μεθοδολογιών στάθμισης και κατά περίπου 35 % χωρίς στάθμιση. Η απόδοση των επενδύσεων μειώθηκε κατά περίπου 66 ποσοστιαίες μονάδες για τους δύο τύπους μεθοδολογιών στάθμισης και κατά περίπου 48 ποσοστιαίες μονάδες χωρίς στάθμιση κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Χωρίς στάθμιση, η κερδοφορία της βαθμίδας 3 αντανακλούσε την κερδοφορία των μεγάλων εταιρειών στη βαθμίδα 3, όπως αναμενόταν με βάση την αιτιολογική σκέψη 198 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Πίνακας 9 Κερδοφορία, ταμειακές ροές, επενδύσεις και απόδοση των επενδύσεων: Βαθμίδα 3
|
(121) |
Όσον αφορά τις μεγάλες εταιρείες της βαθμίδας 3, η Επιτροπή παρέχει κατωτέρω το πλήρες σύνολο δεδομένων για την κερδοφορία, τις ταμειακές ροές, τις επενδύσεις και την απόδοση των επενδύσεών τους. Πίνακας 10 Μεγάλες εταιρείες — Κερδοφορία, ταμειακές ροές, επενδύσεις και απόδοση των επενδύσεων — Βαθμίδα 3
|
(122) |
Όσον αφορά τις ΜΜΕ της βαθμίδας 3, η Επιτροπή παρέχει κατωτέρω το πλήρες σύνολο δεδομένων για την κερδοφορία, τις ταμειακές ροές, τις επενδύσεις και την απόδοση των επενδύσεών τους. Οι απώλειες που αναφέρθηκαν κατά την περίοδο της έρευνας αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 198 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Πίνακας 11 Κερδοφορία, ταμειακές ροές, επενδύσεις και απόδοση των επενδύσεων — Βαθμίδα 3 — ΜΜΕ
|
(123) |
Η Επιτροπή έκρινε ότι οι μικροοικονομικοί δείκτες, σύμφωνα με την αναθεωρημένη στάθμιση, επιβεβαίωσαν την αιτιολογική σκέψη 196 του επίδικου κανονισμού και, ως εκ τούτου, τα συμπεράσματα που βασίζονται στις τάσεις που καθορίζονται στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού παραμένουν έγκυρα. |
(124) |
Επιπλέον, οι μικροοικονομικοί δείκτες, με βάση την απουσία στάθμισης, διαπιστώθηκε ότι ήταν επίσης σύμφωνοι με τους μικροοικονομικούς δείκτες που βασίζονται στους δύο τύπους μεθοδολογιών στάθμισης. Η απουσία στάθμισης είχε κυρίως αντίκτυπο στη βαθμίδα 3. Ειδικότερα, η συνολική κερδοφορία της βαθμίδας 3 χωρίς στάθμιση αντανακλούσε την κερδοφορία των μεγάλων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη βαθμίδα 3. Η αιτιολογική σκέψη 198 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού παρουσιάζει το περιθώριο κέρδους των μεγάλων εταιρειών κατά την περίοδο της έρευνας. |
(125) |
Οι μεγάλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη βαθμίδα 3 παρουσίασαν σημαντική μείωση του περιθωρίου κέρδους και της απόδοσης των επενδύσεών τους, τα οποία μειώθηκαν, καθώς και των ταμειακών ροών. Οι απώλειες για τις ΜΜΕ ήταν ιδιαίτερα αισθητές (– 6,1 %) κατά την περίοδο της έρευνας. Παρόμοια συμπεράσματα θα μπορούσαν να εξαχθούν για τις ταμειακές ροές και την απόδοση επενδύσεων που σημείωσαν αρνητική τάση. Ως εκ τούτου, το συμπέρασμα σχετικά με την κατάσταση των ΜΜΕ παρέμεινε έγκυρο και επιβεβαιώθηκαν οι τάσεις του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού και του επίδικου κανονισμού. |
(126) |
Ενώ στην προκειμένη περίπτωση οι τάσεις των μικροοικονομικών δεικτών, όπως καθορίστηκαν με βάση την αναθεωρημένη στάθμιση, ήταν παρόμοιες με τους μικροοικονομικούς δείκτες χωρίς στάθμιση, η Επιτροπή έκρινε ότι η μεθοδολογία στάθμισης που εφαρμόστηκε στο οριστικό στάδιο ήταν ακριβής σε μια κατάσταση της αγοράς στην οποία ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής αποτελούνταν τόσο από μεγάλες εταιρείες όσο και από πολλές ΜΜΕ. Η Επιτροπή παρατήρησε επίσης ότι η μεθοδολογία αυτή καθαυτή δεν αμφισβητήθηκε από το Γενικό Δικαστήριο. |
10.2. Μακροοικονομικοί δείκτες
(127) |
Όσον αφορά τους μακροοικονομικούς δείκτες, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι, όπως υποστηρίζουν η CRIA και το CCCMC, η Επιτροπή δεν υπέβαλε περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τις πηγές των δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν. Επίσης, στο οριστικό στάδιο, η CRIA και το CCCMC εξέφρασαν αμφιβολίες σχετικά με την αξιοπιστία ορισμένων στοιχείων που χρησιμοποιήθηκαν, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 201 του επίδικου κανονισμού. |
(128) |
Για να συμμορφωθεί με την απόφαση, η Επιτροπή ζήτησε περαιτέρω πληροφορίες και έλαβε πρόσθετες διευκρινίσεις κατά τη διάρκεια συνάντησης με τους εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης Κατασκευαστών Ελαστικών και Καουτσούκ (στο εξής: ETRMA). Η ETRMA παρείχε λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τη μεθοδολογία που χρησιμοποίησε για τη συγκέντρωση δεδομένων της αγοράς. Μη εμπιστευτική έκδοση των πρακτικών της συνεδρίασης τέθηκε στη διάθεση όλων των ενδιαφερόμενων μερών μαζί με διάφορα παραρτήματα. Τα παραρτήματα περιγράφουν λεπτομερώς τον τρόπο με τον οποίο τα δεδομένα συλλέγονταν από την ETRMA, με τη βοήθεια της συνδεδεμένης οντότητας Ευρωπόλ Governance, η οποία συγκέντρωσε τα μακροοικονομικά δεδομένα για λογαριασμό της. Η Επιτροπή επανέλαβε ότι τα μακροοικονομικά δεδομένα που παρείχε η ETRMA δεν αμφισβητήθηκαν αυτά καθαυτά κατά την κοινοποίηση των οριστικών πορισμάτων από ορισμένους παραγωγούς-εξαγωγείς (όπως ο όμιλος Hankook και η Aeolus/Pirelli) που ήταν μέλη της ETRMA. |
(129) |
Σε αυτή τη βάση, η Επιτροπή έκρινε ότι συμμορφώθηκε με τα πορίσματα του Γενικού Δικαστηρίου σχετικά με το ζήτημα των πηγών μακροοικονομικών δεδομένων, όπως αυτά παρουσιάζονται στη σκέψη 244 της απόφασής του. |
10.3. ΜΜΕ του ενωσιακού κλάδου παραγωγής που σταμάτησαν την παραγωγή
(130) |
Το Γενικό Δικαστήριο επισήμανε ότι οι προσφεύγουσες ορθώς υποστήριξαν, κατά τη διάρκεια της ακρόασης, ότι η γνωστοποίηση των επωνυμιών των 85 ΜΜΕ που είχαν σταματήσει την παραγωγή, οι οποίες υποβλήθηκαν από οκτώ διαφορετικούς προμηθευτές πέλματος, δεν επέτρεπε τον προσδιορισμό των ατομικών εμπορικών σχέσεων μεταξύ προμηθευτή και πελάτη και ότι, κατά συνέπεια, οι επωνυμίες αυτές δεν αφορούσαν δεδομένα δυνάμενα να θεωρηθούν εμπιστευτικά. Υπό τις συνθήκες αυτές, η Επιτροπή δεν έχει αποδείξει ότι ο κατάλογος των ΜΜΕ του ενωσιακού κλάδου παραγωγής οι οποίες σταμάτησαν την παραγωγή ήταν εμπιστευτικός (βλέπε σκέψη 253 της απόφασης). |
(131) |
Η Επιτροπή έκρινε ότι, καταρχήν, η επωνυμία μιας εταιρείας δεν θα πρέπει να γνωστοποιείται σε άλλα ενδιαφερόμενα μέρη χωρίς τη ρητή συμφωνία της εν λόγω εταιρείας. Επιπλέον, η κατάργηση της σχέσης μεταξύ του προμηθευτή πέλματος και του πελάτη του ενδέχεται να μην επαρκεί για να καταστεί δυνατή η γνωστοποίηση των εν λόγω πληροφοριών. Το πελατολόγιο είναι ένα από τα κύρια περιουσιακά στοιχεία μιας εταιρείας και, ως εκ τούτου, ο προμηθευτής πέλματος δεν έχει συμφέρον να γνωστοποιήσει αυτού του είδους τις πληροφορίες στους ανταγωνιστές του. Επιπλέον, ορισμένες από τις εν λόγω ΜΜΕ δεν δραστηριοποιούνταν κατά 100 % μόνο στον τομέα της αναγόμωσης, αλλά η αναγόμωση ήταν μία μεταξύ άλλων δραστηριοτήτων (για παράδειγμα, πωλήσεις καινούργιων ελαστικών επισώτρων ή συνεργείο για μεγάλες εταιρείες στόλου φορτηγών). Τέλος, το γεγονός ότι κάποια εταιρεία είχε αναφέρει ότι ένας πελάτης σταμάτησε να αγοράζει υλικά πέλματος δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι η εταιρεία αυτή κηρύχθηκε σε πτώχευση ή διαλύθηκε. Ως εκ τούτου, η παροχή αυτών των πληροφοριών θα αποκάλυπτε ευαίσθητες εμπορικές πληροφορίες. |
(132) |
Ενώ η συγκέντρωση δεδομένων σχετικά με όγκους ή αξίες από διάφορα μέρη μπορεί να δημοσιοποιείται χωρίς ζητήματα εμπιστευτικότητας, ιδίως εάν τα συγκεντρωτικά δεδομένα βρίσκονται εντός του ίδιου εύρους, αυτό δεν μπορεί να ισχύει για την επωνυμία εταιρείας. Επιπλέον, ένα συνεργαζόμενο μέρος δεν μπορεί να γνωστοποιήσει τις πληροφορίες αυτές χωρίς την άδεια του μέρους του οποίου η επωνυμία παρέχεται. Κατά συνέπεια, για τη δημοσιοποίηση αυτού του πελατολογίου, κάθε προμηθευτής πέλματος θα έπρεπε να είχε ζητήσει από κάθε πελάτη του την άδεια να γνωστοποιήσει την επωνυμία του σε άλλα ενδιαφερόμενα μέρη. |
(133) |
Κατά τον χρόνο του επίδικου κανονισμού, μόνο οι εταιρείες που δήλωσαν ότι έχουν κηρύξει πτώχευση ή έχουν εκκαθαριστεί θα μπορούσαν να είχαν γνωστοποιηθεί στα ενδιαφερόμενα μέρη. Ωστόσο, η Επιτροπή δεν διέθετε λεπτομερή στοιχεία σχετικά με το ποια εταιρεία κήρυξε πτώχευση ή τέθηκε υπό εκκαθάριση ή απλώς διέκοψε την παραγωγή. Στο σημείωμά της για τον φάκελο, της 19ης Ιουλίου 2019, η Επιτροπή παρείχε λεπτομερείς εξηγήσεις σχετικά με τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε για την κατάρτιση του προαναφερόμενου καταλόγου. Κατά τον χρόνο του επίδικου κανονισμού, η Επιτροπή επικοινώνησε με 8 προμηθευτές πέλματος προκειμένου να λάβει πληροφορίες σχετικά με τον κατάλογο των πελατών τους και τις πωλήσεις τους κατά την εξεταζόμενη περίοδο (1 Ιανουαρίου 2014 – 30 Ιουνίου 2017). Δεδομένου ότι οι επιχειρήσεις αναγόμωσης μπορεί να έχουν πολλούς προμηθευτές, τα στοιχεία που υπέβαλαν οι προμηθευτές συγκεντρώθηκαν ανά πελάτη προκειμένου να προσδιοριστούν οι εταιρείες που σταμάτησαν να αγοράζουν υλικό πέλματος κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Βάσει αυτής της βάσης δεδομένων, η Επιτροπή ήταν σε θέση να εντοπίσει τις επιχειρήσεις αναγόμωσης που μετέβησαν από έναν προμηθευτή σε άλλον. Η Επιτροπή ανέφερε επίσης στην αιτιολογική σκέψη 244 του επίδικου κανονισμού ότι τουλάχιστον 85 ΜΜΕ σταμάτησαν την παραγωγή, παραπέμποντας στην αιτιολογική σκέψη 202 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. |
(134) |
Η Επιτροπή δεν διέθετε πληροφορίες σχετικά με το νομικό καθεστώς κάθε επιχείρησης αναγόμωσης. Ειδικότερα, η Επιτροπή δεν ήταν σε θέση να εντοπίσει τις εταιρείες που κήρυξαν πτώχευση ή διαλύθηκαν και, ως εκ τούτου, να τις αναφέρει στα ενδιαφερόμενα μέρη. |
(135) |
Κατά τη διάρκεια της παρούσας έρευνας, η Επιτροπή επικοινώνησε με τους συνεργαζόμενους προμηθευτές πέλματος προκειμένου να μάθει το πραγματικό νομικό καθεστώς των εταιρειών που έχουν σταματήσει να αγοράζουν υλικά πέλματος. Βάσει του εν λόγω αιτήματος της Επιτροπής, οι προμηθευτές πέλματος έδωσαν τη συγκατάθεσή τους για τη γνωστοποίηση αυτών των ονομάτων, αλλά υπό την προϋπόθεση ότι η εταιρική επωνυμία τους θα διαχωριστεί από τα ονόματα των πελατών. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι περισσότερες από τις εταιρείες που αναφέρθηκαν ήταν ανενεργές. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε να κοινοποιήσει τον κατάλογο των ΜΜΕ που σταμάτησαν να αγοράζουν υλικά πέλματος από τα ενδιαφερόμενα μέρη. Οι επωνυμίες τους περιλαμβάνονταν στον μη εμπιστευτικό φάκελο της υπόθεσης. |
10.4. Πληροφορίες σχετικά με το ποσοστό των ΜΜΕ στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής
(136) |
Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή δεν κοινοποίησε πληροφορίες σχετικά με το ποσοστό των ΜΜΕ στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής (βλέπε σκέψεις 244 έως 266 της απόφασης). |
(137) |
Η Επιτροπή υπέβαλε, ωστόσο, το ακριβές ποσοστό των ΜΜΕ ως μέρος του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στον πίνακα 4 του επίδικου κανονισμού. |
(138) |
Όπως αναφέρεται στον πίνακα 4 του επίδικου κανονισμού, η αναθεωρημένη μεθοδολογία στάθμισης δεν βασίστηκε στον όγκο που ανέφεραν οι συνεργαζόμενες εταιρείες, αλλά στον συνολικό όγκο πωλήσεων των ΜΜΕ και των μεγάλων εταιρειών, όπως φαίνεται στον πίνακα που ακολουθεί. Τα συγκεκριμένα υποκείμενα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν παρέχονται στον πίνακα 12 κατωτέρω. Πίνακας 12 Ποσοστό των πωλήσεων των ΜΜΕ ως προς τις συνολικές ενωσιακές πωλήσεις (επί %)
|
10.5. Ο όγκος των πωλήσεων των ΜΜΕ που συνεργάστηκαν στην έρευνα
(139) |
Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι, αφού έλαβε δεόντως αιτιολογημένα αιτήματα, τήρησε την ανωνυμία όλων των καταγγελλόντων καθ’ όλη τη διάρκεια των ερευνών. Επιπλέον, και με σκοπό την περαιτέρω προστασία της ανωνυμίας αυτής, ο συντελεστής που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό των αναθεωρημένων τιμών στάθμισης βασίστηκε μόνο στις συνολικές πωλήσεις της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των συνολικών πωλήσεων των ΜΜΕ, και όχι στους όγκους πωλήσεων μόνο των συνεργαζόμενων ΜΜΕ. Κατά συνέπεια, ο ακριβής όγκος πωλήσεων των συνεργαζόμενων ΜΜΕ δεν συνιστούσε από μόνος του ουσιώδες πραγματικό περιστατικό ή εκτίμηση βάσει των οποίων η Επιτροπή καθόρισε τους δείκτες ζημίας του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Ωστόσο, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε, στη σκέψη 256 της απόφασής του, ότι η Επιτροπή δεν εξήγησε συγκεκριμένα με ποιον τρόπο η γνωστοποίηση συγκεντρωτικών στοιχείων θα μπορούσε ενδεχομένως να αποκαλύψει την ταυτότητα ορισμένων καταγγελλόντων. |
(140) |
Η Επιτροπή έκρινε ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, η γνωστοποίηση συγκεντρωτικών στοιχείων ενδέχεται πράγματι να μην αποκαλύπτει την ταυτότητα των καταγγελλόντων. Αυτό θα μπορούσε να ισχύει, για παράδειγμα, για έναν κλάδο παραγωγής όπου οι όγκοι πωλήσεων των εταιρειών είναι άνισα κατανεμημένοι και κάθε επιχείρηση έχει μικρό μερίδιο στην αγορά. Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής είναι κατακερματισμένος μεταξύ λίγων μεγάλων ομίλων εταιρειών, αφενός, και περισσότερων από 380 ΜΜΕ, αφετέρου. Στους μεγάλους ομίλους αναλογεί περίπου το 85 % των ενωσιακών πωλήσεων, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 129 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Κατά συνέπεια, η αποκάλυψη του ακριβούς όγκου των ΜΜΕ (ή ακόμα και του εύρους τιμών) θα επέτρεπε στα άλλα μέρη να συμπεράνουν τι ποσοστό των καταγγελλόντων ήταν μεγάλοι ενωσιακοί παραγωγοί και, τελικά, θα μπορούσε να είχε οδηγήσει στον εντοπισμό των μεγάλων ενωσιακών παραγωγών που συνεργάστηκαν στην έρευνα η οποία οδήγησε στον επίδικο κανονισμό. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έπειτα από προσεκτική επανεξέταση των στοιχείων που είχε στη διάθεσή της, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αποκάλυψη του ακριβούς όγκου (ή ακόμα και εύρους) των πωλήσεων των ΜΜΕ, οι οποίες συνεργάστηκαν στην έρευνα, θα έθετε σε κίνδυνο την ανωνυμία των καταγγελλόντων. |
(141) |
Μετά την κοινοποίηση, η CRIA επανέλαβε τον ισχυρισμό της ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε παράσχει τον ακριβή όγκο των πωλήσεων των ΜΜΕ που συνεργάστηκαν στην έρευνα η οποία οδήγησε στον επίδικο κανονισμό. |
(142) |
Η Επιτροπή θεώρησε ότι ο όγκος των πωλήσεων των ΜΜΕ που συνεργάστηκαν στην έρευνα ήταν διαθέσιμος κατά τη διάρκεια της έρευνας που οδήγησε στον επίδικο κανονισμό, μέσω των εντύπων δειγματοληψίας που υποβλήθηκαν από όλες τις συνεργαζόμενες εταιρείες και κατέστησαν διαθέσιμα στον ανοικτό φάκελο. Ως εκ τούτου, όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν πρόσβαση στα έντυπα δειγματοληψίας. Επιπλέον, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 139, ο ακριβής όγκος πωλήσεων των συνεργαζόμενων ΜΜΕ δεν ελήφθη υπόψη κατά τον καθορισμό του συντελεστή των ΜΜΕ· αντιθέτως, για τον καθορισμό των αναθεωρημένων τιμών στάθμισης, η Επιτροπή χρησιμοποίησε μόνο τις συνολικές πωλήσεις της Ένωσης. Συνεπώς, ο ακριβής όγκος των συνεργαζόμενων ΜΜΕ δεν αποτελούσε τμήμα των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών που χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό των αναθεωρημένων αξιών. Τέλος, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 140 ανωτέρω, η κοινοποίηση των εν λόγω δεδομένων θα έθετε σε κίνδυνο το καθεστώς ανωνυμίας των καταγγελλόντων. Επομένως, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε. |
11. ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
(143) |
Βάσει των ανωτέρω, θα πρέπει να επιβληθεί εκ νέου οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές του οικείου προϊόντος στο επίπεδο των χαμηλότερων διαπιστωθέντων περιθωρίων ντάμπινγκ και ζημίας, σύμφωνα με τον κανόνα του χαμηλότερου δασμού. Στην προκειμένη περίπτωση, για όλους τους ενδιαφερόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς, ο συντελεστής του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ θα πρέπει να καθοριστεί στο επίπεδο των διαπιστωθέντων περιθωρίων ζημίας. |
(144) |
Σημειώνεται ότι, παράλληλα με την έρευνα αντιντάμπινγκ, διενεργήθηκε και έρευνα κατά των επιδοτήσεων. Σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1037, λόγω της εφαρμογής του κανόνα του χαμηλότερου δασμού και του ότι τα οριστικά ποσοστά επιδότησης είναι χαμηλότερα από το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας, είναι σκόπιμη η επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στο ύψος των καθορισθέντων οριστικών ποσοστών επιδότησης και, στη συνέχεια, οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στο ύψος του σχετικού επιπέδου εξάλειψης της ζημίας. |
(145) |
Όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 335 έως 343 του επίδικου κανονισμού, η Επιτροπή αποφάσισε ότι η κατάλληλη μορφή των μέτρων συνίσταται σε κατ’ αποκοπή δασμούς. |
(146) |
Μετά την κοινοποίηση και την πρόσθετη κοινοποίηση, η CRIA ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή χρησιμοποίησε ασυνεπείς τιμές CIF ως παρονομαστή κατά τον καθορισμό των περιθωρίων υποτιμολόγησης και πώλησης σε χαμηλότερες τιμές. Και τα δύο περιθώρια θα έπρεπε να είχαν καθοριστεί με βάση τον παρονομαστή που χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό του περιθωρίου υποτιμολόγησης. |
(147) |
Όπως αναφέρεται από την Επιτροπή στο τμήμα 9 ανωτέρω, η τιμή εξαγωγής που χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό του περιθωρίου υποτιμολόγησης καθορίστηκε με αφαίρεση από την τιμή πώλησης στους πρώτους ανεξάρτητους πελάτες των παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος όλων των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν στην Ένωση (οι οποίες εξαρτώνται από τους διεθνείς εμπορικούς όρους κάθε συναλλαγής), προκειμένου να καθοριστεί η αξία στα σύνορα της Ένωσης. Για παράδειγμα, αφαιρέθηκαν τα έξοδα μεταφοράς στην Ένωση. Στην αξία αυτή προστέθηκαν, κατά περίπτωση, οι τελωνειακοί δασμοί και τα έξοδα μετά την εισαγωγή. Το αποτέλεσμα ήταν η λεγόμενη «τιμή CIF εκφορτωθέντος προϊόντος», η οποία συγκρίθηκε με την τιμή πώλησης των ενωσιακών παραγωγών, προσαρμοσμένη με παρόμοιο τρόπο, προκειμένου να καθοριστεί το περιθώριο υποτιμολόγησης, το οποίο εκφράστηκε ως ποσοστό της τιμής πώλησης της Ένωσης. |
(148) |
Το περιθώριο πώλησης σε χαμηλότερες τιμές καθορίστηκε με τον ακόλουθο τρόπο ανά τύπο προϊόντος:
|
(149) |
Η τιμή του παρονομαστή που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό του περιθωρίου πώλησης σε χαμηλότερες τιμές και του περιθωρίου ντάμπινγκ θα πρέπει να είναι η ίδια για λόγους σύγκρισης για την εφαρμογή του κανόνα του χαμηλότερου δασμού, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Σκοπός της σύγκρισης αυτής είναι να καθοριστεί το ποσοστό κατά το οποίο πρέπει να αυξηθεί η τιμή εισαγωγής που δηλώθηκε στο τελωνείο μέσω δασμών αντιντάμπινγκ για την εξάλειψη των επιπτώσεων των ποσών πώλησης σε χαμηλότερες τιμές ή των ποσών ντάμπινγκ που είχαν υπολογιστεί προηγουμένως. Προφανώς, δεδομένου ότι ο δασμός θα εφαρμοστεί στη δηλωθείσα ενωσιακή δασμολογητέα αξία CIF, ο εν λόγω δασμός πρέπει να εκφράζεται μαθηματικά ως ποσοστό της ίδιας προαναφερόμενης τιμής CIF, η οποία, όπως εξηγήθηκε προηγουμένως, αποτελεί τη βάση για την εφαρμογή του δασμού στο τελωνείο. Θα ήταν παράλογο και μαθηματικά εσφαλμένο να υπολογίζεται ένα ποσοστό βάσει μιας τιμής που χρησιμοποιείται ως παρονομαστής για να εφαρμοστεί στη συνέχεια το προκύπτον ποσοστό σε διαφορετική τιμή. |
(150) |
Μετά τις παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν, η Επιτροπή εξέτασε εκ νέου τους υπολογισμούς που κοινοποιήθηκαν και επιβεβαίωσε ότι η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό των τιμών του παρονομαστή ήταν ορθή. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό ότι οι τιμές CIF που χρησιμοποιήθηκαν ήταν ασυνεπείς και ότι η τιμή CIF εκφορτωθέντος προϊόντος, η οποία συγκρίθηκε με την τιμή της Ένωσης για τους σκοπούς των υπολογισμών της υποτιμολόγησης και της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές, αφενός, και η τιμή CIF που χρησιμοποιήθηκε ως παρονομαστής για τον καθορισμό τόσο του περιθωρίου πώλησης σε χαμηλότερες τιμές όσο και του περιθωρίου ντάμπινγκ, αφετέρου, θα πρέπει να είναι ίδιες. |
(151) |
Η CRIA ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή χρησιμοποίησε εσφαλμένη μεθοδολογία κατά τον καθορισμό του κατ’ αποκοπή δασμού, καθώς το ποσοστό του περιθωρίου ζημίας καθορίστηκε κατά παρέκταση σε δασμό ανά ελαστικό επίσωτρο με βάση τον συνολικό όγκο των εισαγωγών αντί να χρησιμοποιηθεί μόνο ο όγκος των αντίστοιχων τύπων προϊόντος που είχε χρησιμοποιηθεί για τον υπολογισμό του περιθωρίου ζημίας που είχε υπολογιστεί αρχικά. |
(152) |
Η Επιτροπή χρησιμοποίησε την ίδια μεθοδολογία με εκείνη του επίδικου κανονισμού, η οποία δεν ακυρώθηκε από το Γενικό Δικαστήριο. Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή επισήμανε ότι τα μέτρα αντιντάμπινγκ πρέπει να έχουν ισοδύναμη διορθωτική επίδραση ανεξάρτητα από τη μορφή τους. Δεν αμφισβητείται ότι, εάν ο δασμός είχε τη μορφή μέτρου κατ’ αξία, ο κατ’ αξία δασμός θα εφαρμοζόταν σε όλες τις εισαγωγές και σε όλους τους τύπους του οικείου προϊόντος, ανεξάρτητα από το αν ένας συγκεκριμένος τύπος είχε ληφθεί υπόψη κατά τον καθορισμό του ποσού της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές ή του ποσού του ντάμπινγκ. Επομένως, σε περιπτώσεις στις οποίες αποφασίζεται να εκφραστεί ο δασμός ως συγκεκριμένο ποσό, ο εν λόγω ειδικός δασμός πρέπει να βασίζεται στις πωλήσεις όλων των εισαγωγών του οικείου προϊόντος κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου έρευνας, δεδομένου ότι θα εφαρμόζεται σε όλες τις εισαγωγές όλων των τύπων του προϊόντος κατά τον ίδιο τρόπο με ισοδύναμο κατ’ αξία δασμό. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έκρινε ότι ήταν σκόπιμο να ληφθεί υπόψη ο συνολικός όγκος των εισαγωγών όπως θα είχε πράξει εάν εφάρμοζε κατ’ αξία δασμό. Ως εκ τούτου, απέρριψε τον ισχυρισμό. |
(153) |
Μετά την πρόσθετη κοινοποίηση, η CRIA ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε σφάλμα κατά τον καθορισμό του επιπέδου δασμού της Zhongce Rubber Group Co., Ltd. |
(154) |
Στο σημείωμα για τον φάκελο της 31ης Ιανουαρίου 2023 η Επιτροπή διευκρίνισε ότι έλαβε υπόψη το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας ύψους 32,39 % που ίσχυε για τη Zhongce Rubber Group Co., Ltd κατά την περίοδο πριν από την έναρξη ισχύος του κανονισμού για την επιβολή αντισταθμιστικών δασμών (από τις 8 Μαΐου 2018 έως τις 12 Νοεμβρίου 2018). Επομένως, ο αντίστοιχος κατ’ αποκοπή δασμός ήταν 49,31 EUR/τεμάχιο για την εν λόγω περίοδο. Ωστόσο, από τις 13 Νοεμβρίου 2018, όταν τέθηκε σε ισχύ ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1690 ο οποίος τροποποίησε αναλόγως τον επίδικο κανονισμό, η Επιτροπή επέβαλε στη Zhongce Rubber Group Co., Ltd το υψηλότερο περιθώριο ζημίας ύψους 55,07 %, όσον αφορά την έρευνα κατά των επιδοτήσεων, διότι ο όμιλος συνεργάστηκε στην έρευνα αντιντάμπινγκ, αλλά όχι στην έρευνα κατά των επιδοτήσεων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα μηδενικό περιθώριο ντάμπινγκ και ποσοστό επιδότησης 51,8 %, που ισοδυναμούσε με κατ’ αποκοπή αντισταθμιστικό δασμό 57,28 EUR/τεμάχιο. Δεν ελήφθησαν παρατηρήσεις από την CRIA σχετικά με την εξήγηση αυτή. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός της CRIA ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε σφάλμα όσον αφορά τον υπολογισμό του επιπέδου εξάλειψης της ζημίας για την εν λόγω εταιρεία απορρίφθηκε. |
(155) |
Μετά την κοινοποίηση, η CRIA υποστήριξε επίσης ότι το επίπεδο δασμού για τρεις εταιρείες, και συγκεκριμένα τις Zhongce Rubber Group Co., Ltd, Weifang Yuelong Rubber Co., Ltd, και Hefei Wanli Tire Co., Ltd, θα πρέπει επίσης να μειωθεί, καθώς η Επιτροπή δεν εφάρμοσε επαρκώς τις σκέψεις 190-192 της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου. |
(156) |
Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 70 ανωτέρω, επιπλέον της προσαρμογής που έγινε για την εκ νέου πρόσθεση, κατά περίπτωση, των ΓΔΕΠ και του κέρδους στην τιμή εξαγωγής των παραγωγών-εξαγωγέων, η οποία είχε προηγουμένως αφαιρεθεί με την κατ’ αναλογία εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι δεν απαιτούνταν περαιτέρω προσαρμογές. Πράγματι, όπως επισημαίνεται στις αιτιολογικές σκέψεις 72, 73 και 88 ανωτέρω, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε θέμα δίκαιης σύγκρισης μεταξύ έμμεσων και απευθείας πωλήσεων ή μεταξύ διαφορετικών τύπων πελατών. Ως εκ τούτου, κατά παρόμοιο τρόπο με τη μεθοδολογία που εφαρμόστηκε στον επίδικο κανονισμό, οι απευθείας πωλήσεις των παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος συγκρίθηκαν, ανά τύπο προϊόντος, με τις πωλήσεις των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος για τον καθορισμό των περιθωρίων ζημίας. Το ίδιο εφαρμόστηκε και κατά τον υπολογισμό του δασμού για όλες τις άλλες εταιρείες, ο οποίος βασίστηκε στο περιθώριο ζημίας 55,1 % για τον όμιλο Xingyuan που είχε μόνο απευθείας πωλήσεις. Σε αυτή τη βάση, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι δασμοί αντιντάμπινγκ και οι αντισταθμιστικοί δασμοί για όλες τις άλλες εταιρείες που εφαρμόζονται στις Weifang Yuelong Rubber Co., Ltd και Hefei Wanli Tire Co., Ltd και ο αντισταθμιστικός δασμός για όλες τις άλλες εταιρείες που εφαρμόζεται στη Weifang Yueling θα πρέπει να παραμείνουν αμετάβλητοι. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έκρινε ότι τα πορίσματά της ήταν σύμφωνα με τις σκέψεις 190-192 της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου και απέρριψε τον ισχυρισμό. |
(157) |
Μετά την κοινοποίηση, η Επιτροπή διαπίστωσε σφάλμα στον κατ’ αποκοπή δασμό με βάση το περιθώριο ζημίας που είχε καθοριστεί για την Aeolus/Pirelli. Το περιθώριο ζημίας διορθώθηκε από 29,79 % σε 27,56 % και όλα τα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά. |
(158) |
Μετά την πρόσθετη κοινοποίηση, η CRIA ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε σφάλμα κατά τον καθορισμό του επιπέδου δασμού του ομίλου Hankook. |
(159) |
Πράγματι, αφού ανέλυσε τον ισχυρισμό, η Επιτροπή διαπίστωσε σφάλμα εκ παραδρομής και διόρθωσε το περιθώριο ζημίας του ομίλου Hankook από 11,18 % σε 10,31 %. |
(160) |
Με βάση τα ανωτέρω, οι συντελεστές του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ θα πρέπει να έχουν ως εξής:
|
(161) |
Το αναθεωρημένο επίπεδο δασμών αντιντάμπινγκ εφαρμόζεται χωρίς καμία χρονική διακοπή από την έναρξη ισχύος του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού (δηλαδή, από τις 8 Μαΐου 2018 και μετά). |
(162) |
Είναι επίσης αναγκαίο να εφαρμοστεί διαφορετικό επίπεδο δασμών αντιντάμπινγκ κατά την περίοδο πριν από την έναρξη ισχύος του οριστικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων (δηλαδή, κατά την περίοδο από τις 8 Μαΐου 2018 έως τις 12 Νοεμβρίου 2018). Ο δασμός που εφαρμόζεται κατά την περίοδο αυτήν ισούται με το περιθώριο ζημίας που καθορίστηκε για όλες τις ενδιαφερόμενες εταιρείες. |
(163) |
Παρόλο που μόνο οι εταιρείες Aeolus Tyre Co., Ltd και Double Coin Group (Jiang Su) Tyre Co., Ltd ήταν προσφεύγουσες στις υποθέσεις T-30/19 και T-72/19, η Επιτροπή έκρινε ότι ο διορθωμένος δασμός εφαρμόζεται σε όλους τους αντίστοιχους ομίλους. Για τον όμιλο Aeolus, οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς είναι οι εξής: Aeolus Tyre Co., Ltd, Aeolus Tyre (Taiyuan) Co., Ltd· Qingdao Yellow Sea Rubber Co., Ltd και Pirelli Tyre Co., Ltd. Για τον όμιλο Double Coin Group (Jiang Su) Tyre Co., Ltd οι οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς είναι οι εξής: Double Coin Group (Jiang Su) Tyre Co., Ltd και Shanghai Huayi Group Corp. Ltd. |
(164) |
Οι τελωνειακές αρχές εντέλλονται να εισπράξουν το κατάλληλο ποσό στις εισαγωγές όσον αφορά τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς και να επιστρέψουν το τυχόν υπερβάλλον ποσό που έχει εισπραχθεί, σύμφωνα με την ισχύουσα τελωνειακή νομοθεσία. |
(165) |
Ο παρών κανονισμός δεν τροποποιεί τους δασμολογικούς συντελεστές των παραγωγών-εξαγωγέων τους οποίους δεν αφορούσε η ανακοίνωση για την επανέναρξη και ο κανονισμός για την καταγραφή. Ως εκ τούτου, οι δασμοί τους παρέμειναν αμετάβλητοι και, κατά συνέπεια, οι εν λόγω εταιρείες δεν προσδιορίζονται στον παρόντα κανονισμό. |
(166) |
Μετά την κοινοποίηση, η Hämmerling ισχυρίστηκε ότι, δεδομένου ότι η Επιτροπή σκόπευε να επιβάλει εκ νέου τους δασμούς πέραν της τριετούς προθεσμίας παραγραφής που προβλέπεται στον ενωσιακό τελωνειακό κώδικα, θα πρέπει επίσης να διευκρινίσει ότι η διαφορά μεταξύ των εκ νέου επιβληθέντων δασμών και των δασμών που ίσχυαν προηγουμένως θα πρέπει επίσης να επιστραφεί πέραν της τριετούς προθεσμίας παραγραφής. |
(167) |
Η Επιτροπή υπενθύμισε καταρχάς ότι, κατά πάγια νομολογία, ο ενωσιακός τελωνειακός κώδικας δεν εμποδίζει την Επιτροπή να εκδώσει κανονισμό για την εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ ή αντισταθμιστικού δασμού για περίοδο που υπερβαίνει τα τρία έτη (50). |
(168) |
Περαιτέρω, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 164, οι τελωνειακές αρχές εντέλλονται να εισπράξουν το κατάλληλο ποσό στις εισαγωγές όσον αφορά τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς και να επιστρέψουν το τυχόν υπερβάλλον ποσό που έχει εισπραχθεί, σύμφωνα με την ισχύουσα τελωνειακή νομοθεσία. Το Γενικό Δικαστήριο διευκρίνισε στην υπόθεση T-440/20 ότι η εφαρμοστέα τελωνειακή νομοθεσία είναι, μεταξύ άλλων, το άρθρο 101 παράγραφος 1, το άρθρο 102 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, το άρθρο 103 παράγραφος 1 και το άρθρο 104 παράγραφος 2 του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα. Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, το ποσό των οφειλόμενων δασμών καθορίζεται από τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές, οι οποίες είναι υπεύθυνες για την κοινοποίηση των τελωνειακών οφειλών, εκτός εάν έχει παρέλθει προθεσμία τριών ετών από την ημερομηνία γένεσης της οφειλής αυτής. Το Δικαστήριο διευκρίνισε περαιτέρω ότι «Επομένως, ασφαλώς ο κανόνας του άρθρου 103 παράγραφος 1 του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα δεν έχει μόνον ως αποτέλεσμα ότι δεν επιτρέπει τη γνωστοποίηση στον οφειλέτη του ποσού των τελωνειακών δασμών μετά τη λήξη της τριετούς προθεσμίας από την ημερομηνία γενέσεως της τελωνειακής οφειλής του, αλλά και ότι αυτή καθεαυτήν η τελωνειακή οφειλή παραγράφεται μετά τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας. Ωστόσο, ο εν λόγω κανόνας εφαρμόζεται μόνο στη γνωστοποίηση του ποσού των δασμών στον οφειλέτη και η εφαρμογή του εναπόκειται, εξ αυτού του λόγου, μόνο στις εθνικές τελωνειακές αρχές, οι οποίες είναι αρμόδιες να προβούν στη γνωστοποίηση αυτή.» (51) Κατά συνέπεια, η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι η τριετής προθεσμία παραγραφής για την επιστροφή ίσχυε στην προκειμένη περίπτωση και απέρριψε το αίτημα. |
12. ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
(169) |
Δυνάμει του άρθρου 109 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 (52), για τα ποσά που πρέπει να επιστραφούν σύμφωνα με απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το επιτόκιο που καταβάλλεται θα πρέπει να είναι εκείνο που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατά τις κύριες πράξεις επαναχρηματοδότησης, όπως αυτό δημοσιεύεται στη σειρά C της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης την πρώτη ημερολογιακή ημέρα κάθε μήνα. |
(170) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1036, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
1. Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, που επί του παρόντος εμπίπτουν στους κωδικούς ΣΟ 4011 20 90 και ex 4012 12 00 (κωδικός TARIC 4012120010), καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, όσον αφορά τις εταιρείες που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3.
2. Οι οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται σε ευρώ ανά τεμάχιο του προϊόντος που περιγράφεται στην παράγραφο 1 και παράγεται από τις εταιρείες που παρατίθενται κατωτέρω είναι οι ακόλουθοι, κατά την περίοδο από τις 8 Μαΐου 2018 έως τις 12 Νοεμβρίου 2018.
Εταιρεία |
Δασμός αντιντάμπινγκ |
Πρόσθετος κωδικός TARIC |
GITI Tire (Anhui) Company Ltd· GITI Tire (Fujian) Company Ltd· GITI Tire (Hualin) Company Ltd· GITI Tire (Yinchuan) Company Ltd |
46,81 |
C332 |
Chongqing Hankook Tire Co., Ltd· Jiangsu Hankook Tire Co., Ltd |
21,12 |
C334 |
Aeolus Tyre Co., Ltd, Aeolus Tyre (Taiyuan) Co., Ltd· Qingdao Yellow Sea Rubber Co., Ltd· Pirelli Tyre Co., Ltd |
39,77 |
C877 (53) |
Άλλες εταιρείες που υπόκεινται σε αυτήν την εκ νέου επιβολή και οι οποίες συνεργάστηκαν τόσο στην έρευνα κατά των επιδοτήσεων όσο και στην έρευνα αντιντάμπινγκ και παρατίθενται στο παράρτημα |
37,98 |
|
Zhongce Rubber Group Co., Ltd. |
49,31 |
C379 |
Weifang Yuelong Rubber Co., Ltd |
61,76 |
C875 |
Hefei Wanli Tire Co., Ltd |
61,76 |
C876 |
3. Οι οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται σε ευρώ ανά τεμάχιο του προϊόντος που περιγράφεται στην παράγραφο 1 και παράγεται από τις εταιρείες που παρατίθενται κατωτέρω είναι οι ακόλουθοι, από τις 13 Νοεμβρίου 2018.
Εταιρεία |
Δασμός αντιντάμπινγκ |
Πρόσθετος κωδικός TARIC |
GITI Tire (Anhui) Company Ltd· GITI Tire (Fujian) Company Ltd· GITI Tire (Hualin) Company Ltd· GITI Tire (Yinchuan) Company Ltd |
35,74 |
C332 |
Chongqing Hankook Tire Co., Ltd· Jiangsu Hankook Tire Co., Ltd |
17,37 |
C334 |
Aeolus Tyre Co., Ltd, Aeolus Tyre (Taiyuan) Co., Ltd· Qingdao Yellow Sea Rubber Co., Ltd· Pirelli Tyre Co., Ltd |
0 |
C877 (54) |
Άλλες εταιρείες που υπόκεινται σε αυτήν την εκ νέου επιβολή και οι οποίες συνεργάστηκαν τόσο στην έρευνα κατά των επιδοτήσεων όσο και στην έρευνα αντιντάμπινγκ και παρατίθενται στο παράρτημα |
10,29 |
|
Zhongce Rubber Group Co., Ltd. |
0 |
C379 |
Weifang Yuelong Rubber Co., Ltd |
4,48 |
C875 |
Hefei Wanli Tire Co., Ltd |
4,48 |
C876 |
Άρθρο 2
Τυχόν οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ τον οποίο έχουν καταβάλει οι παραγωγοί-εξαγωγείς που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 2 και 3 σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/1579 και ο οποίος υπερβαίνει τον οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ που καθορίζεται στο άρθρο 1 επιστρέφεται ή διαγράφεται.
Για την επιστροφή ή τη διαγραφή υποβάλλεται αίτηση από τις εθνικές τελωνειακές αρχές σύμφωνα με την ισχύουσα τελωνειακή νομοθεσία. Τυχόν επιστροφή που πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στις υποθέσεις T-30/19 και T-72/19, China Rubber Industry Association (CRIA) και China Chamber of Commerce of Metals, Minerals & Chemicals Importers & Exporters (CCCMC) κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ανακτάται από τις αρχές που πραγματοποίησαν την επιστροφή μέχρι του ποσού που ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφοι 2 και 3.
Άρθρο 3
Ο οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται με το άρθρο 1 εισπράττεται επίσης για τις εισαγωγές που καταγράφονται σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 3 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2022/1175 για την υποχρέωση καταγραφής των εισαγωγών ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, μετά την επανέναρξη της έρευνας για την εφαρμογή των αποφάσεων της 4ης Μαΐου 2022 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-30/19 και T-72/19, όσον αφορά τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/1579 και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/1690.
Άρθρο 4
Οι τελωνειακές αρχές καλούνται να διακόψουν την καταγραφή των εισαγωγών που επιβλήθηκε με το άρθρο 1 παράγραφος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2022/1175, ο οποίος καταργείται.
Άρθρο 5
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 4 Απριλίου 2023.
Για την Επιτροπή
Η Πρόεδρος
Ursula VON DER LEYEN
(1) ΕΕ L 176 της 30.6.2016, σ. 21.
(2) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/683 της Επιτροπής, της 4ης Μαΐου 2018, για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, και για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/163 (ΕΕ L 116 της 7.5.2018, σ. 8).
(3) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/1579 της Επιτροπής, της 18ης Οκτωβρίου 2018, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, και για την κατάργηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/163 (ΕΕ L 263 της 22.10.2018, σ. 3).
(4) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/1690 της Επιτροπής, της 9ης Νοεμβρίου 2018, για την επιβολή οριστικών αντισταθμιστικών δασμών στις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται σε λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, και για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/1579 της Επιτροπής για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, και για την κατάργηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/163 (ΕΕ L 283 της 12.11.2018, σ. 1).
(5) Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δέκατο πενταμελές τμήμα) της 4ης Μαΐου 2022, China Rubber Industry Association(CRIA) and China Chamber of Commerce of Metals, Minerals & Chemicals Importers & Exporters (CCCMC) κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής, T-30/19 και T-72/19, ECLI:EU:T:2022:226.
(6) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 176 της 30.6.2016, σ. 21).
(7) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1037 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 176 της 30.6.2016, σ. 55).
(8) Στον επίδικο κανονισμό, ο πρόσθετος κωδικός TARIC C333 προσδιορίζει τους ακόλουθους παραγωγούς-εξαγωγείς:
Aeolus Tyre Co., Ltd·
Aeolus Tyre (Taiyuan) Co., Ltd·
Qingdao Yellow Sea Rubber Co., Ltd·
Pirelli Tyre Co., Ltd.
Αποδόθηκε νέος πρόσθετος κωδικός TARIC στην Aeolus Tyre Co., Ltd, με τον κανονισμό καταγραφής που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 16 κατωτέρω.
(9) Στον επίδικο κανονισμό, η Weifang Yuelong Rubber Co., Ltd συνδέεται με τον πρόσθετο κωδικό TARIC C999.
(10) Στον επίδικο κανονισμό, ο πρόσθετος κωδικός TARIC C371 προσδιορίζει τους ακόλουθους παραγωγούς-εξαγωγείς:
Shanghai Huayi Group Corp. Ltd
Double Coin Group (Jiang Su) Tyre Co., Ltd
Αποδίδεται νέος πρόσθετος κωδικός TARIC στην Double Coin Group (Jiang Su) Tyre Co. Ltd με τον κανονισμό καταγραφής που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 16 κατωτέρω.
(11) Συνεκδικασθείσες υποθέσεις 97, 193, 99 και 215/86, Αστερίς AE και λοιποί και Ελληνική Δημοκρατία κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Συλλογή 1988, σ. 2181, σκέψεις 27 και 28· και υπόθεση T-440/20, Jindal Saw Ltd και Jindal Saw Italia SpA κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ECLI:EU:T:2022:318, σκέψη 115.
(12) Υπόθεση C-415/96, Ισπανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1998, σ. I-6993, σκέψη 31· υπόθεση C-458/98 P, Industrie des Poudres Spheriques κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2000, σ. I-8147, σκέψεις 80 έως 85· υπόθεση T-301/01, Alitalia κατά Επιτροπής, Συλλογή 2008, σ. II-1753, σκέψεις 99 και 142· συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-267/08 και T-279/08, Région Nord-Pas-de-Calais κατά Επιτροπής, Συλλογή 2011, ECLI:EU:T:2011:209, σκέψη 83.
(13) Υπόθεση C-415/96, Ισπανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1998, σ. I-6993, σκέψη 31· υπόθεση C-458/98 P, Industrie des Poudres Spheriques κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2000, σ. I-8147, σκέψεις 80 έως 85.
(14) Υπόθεση C-256/16, Deichmann SE κατά Hauptzollamt Duisburg, Συλλογή 2018, ECLI:EU:C:2018:187, σκέψη 79· και υπόθεση C-612/16, C & J Clark International Ltd κατά Commissioners for Her Majesty’s Revenue & Customs, απόφαση της 19ης Ιουνίου 2019, σκέψη 58.
(15) Υπόθεση T-650/17, Jinan Meide Casting κατά Επιτροπής, ECLI:EU:T:2019:644, σκέψεις 333-342.
(16) ΕΕ C 263 της 8.7.2022, σ. 15.
(17) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2022/1175 της Επιτροπής, της 7ης Ιουλίου 2022, για την υποχρέωση καταγραφής των εισαγωγών ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, μετά την επανέναρξη της έρευνας για την εφαρμογή των αποφάσεων της 4ης Μαΐου 2022 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-30/19 και T-72/19, όσον αφορά τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/1579 και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/1690 (ΕΕ L 183 της 8.7.2022, σ. 43).
(18) Ο όμιλος GΙΤΙ απαρτιζόταν από τους ακόλουθους παραγωγούς-εξαγωγείς: GITI Tire (China) Investment Co., (Shanghai)· GITI Tire (Anhui) Co., Ltd· (Hefei)· GITI Tire (Hualin) Co., Ltd (Hualin)· GITI Tire (Fujian) Co., Ltd· GΙΤΙ Tire (Yinchuan) Co., Ltd και έναν συνδεδεμένο εξαγωγέα στη Σινγκαπούρη.
(19) Ο όμιλος Hankook απαρτιζόταν από τους ακόλουθους παραγωγούς-εξαγωγείς: Chongqing Hankook Tire Co., Ltd and Jiangsu Hankook Tire Co., Ltd.
(20) Η Aeolus/Pirelli απαρτιζόταν από τους ακόλουθους παραγωγούς-εξαγωγείς: Aeolus Tyre Co., Ltd· Aeolus Tyre (Taiyuan) Co., Ltd· Qingdao Yellow Sea Rubber Co., Ltd και Pirelli Tyre Co., Ltd. Στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/1690 διαπιστώθηκε ότι όλοι αυτοί οι παραγωγοί-εξαγωγείς ανήκαν στον όμιλο China National Tire. Επιπλέον, η Pirelli Tyre Co., Ltd θεωρήθηκε μέρος του ομίλου China National Tire, καθώς ήταν συνδεδεμένη με την China National Tire & Rubber Co. Ltd μέσω συμμετοχής άνω του 5 % κατά την περίοδο της έρευνας, σύμφωνα με το άρθρο 127 στοιχείο δ) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447 της Επιτροπής, της 24ης Νοεμβρίου 2015, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα.
(21) Αποφάσεις της 1ης Ιουνίου 2022, Jindal Saw και Jindal Saw Italia κατά Επιτροπής, T-440/20 και T-441/20, σκέψη 156.
(22) Για παρόμοιο σκεπτικό, βλέπε απόφαση Jindal Saw που παρατίθεται στην υποσημείωση 18 ανωτέρω, σκέψη 158.
(23) Βλέπε υπόθεση C-256/16, Deichmann SE κατά Hauptzollamt Duisburg, απόφαση του Δικαστηρίου της 15ης Μαρτίου 2018 και υπόθεση C-612/16, C & J Clark International Ltd κατά Commissioners for Her Majesty’s Revenue & Customs, απόφαση του Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα) της 19ης Ιουνίου 2019.
(24) Υπόθεση T-95/15, Printeos SA κ.λπ. κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2016.
(25) Υπόθεση C-256/16, Deichmann SE κατά Hauptzollamt Duisburg, σκέψη 62.
(26) Υπόθεση C-256/16, Deichmann SE κατά Hauptzollamt Duisburg, σκέψη 59.
(27) C-256/16, Deichmann SE κατά Hauptzollamt Duisburg, σκέψη 63 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία.
(28) Βλέπε σκέψεις 176, 192, 201-207 της απόφασης. Ο επίδικος κανονισμός παρέμεινε σε ισχύ όσον αφορά άλλους παραγωγούς-εξαγωγείς που δεν τον αμφισβήτησαν.
(29) Βλέπε απόφαση της 1ης Ιουνίου 2022, Jindal Saw και Jindal Saw Italia κατά Επιτροπής, T-440/20 και T-441/20, σκέψη 44· απόφαση της 19ης Ιουνίου 2019, C & J Clark International, C-612/16, μη δημοσιευθείσα, ECLI:EU:C:2019:508, σκέψη 43· απόφαση της 3ης Δεκεμβρίου 2020, Changmao Biochemical Engineering κατά Distillerie Bonollo κ.λπ., C-461/18 P, ECLI:EU:C:2020:979, σκέψη 97· και απόφαση της 9ης Ιουνίου 2021, Roland κατά Επιτροπής, T-132/18, μη δημοσιευθείσα, ECLI:EU:T:2021:329, σκέψη 76.
(30) C-256/16, Deichmann SE κατά Hauptzollamt Duisburg, ECLI:EU:C:2018:187, σκέψεις 77 και 78· και C-612/16, C & J Clark International Ltd κατά Commissioners for Her Majesty’s Revenue & Customs, απόφαση της 19ης Ιουνίου 2019, σκέψη 57.
(31) Αποφάσεις της 1ης Ιουνίου 2022, Jindal Saw και Jindal Saw Italia κατά Επιτροπής, T-440/20 και T-441/20.
(32) Πρβλ. απόφαση της 29ης Νοεμβρίου 2018, Bank Tejarat κατά Συμβουλίου (C-248/17 P, ECLI:EU:C:2018:967, σκέψεις 80 και 81 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).
(33) Απόφαση T-441/20 που παρατίθεται στην υποσημείωση 18, σκέψεις 118-123.
(34) Απόφαση που παρατίθεται στην υποσημείωση 27 ανωτέρω, σκέψη 83.
(35) Απόφαση που παρατίθεται στην υποσημείωση 28 ανωτέρω, σκέψη 134.
(36) Βλέπε, συναφώς, τις αποφάσεις που παρατίθενται στις υποσημειώσεις 27 και 28.
(37) Απόφαση που παρατίθεται στην υποσημείωση 28 ανωτέρω, σκέψη 97-103.
(38) Απόφαση που παρατίθεται στην υποσημείωση 28 ανωτέρω, σκέψη 104.
(39) Υπόθεση C-415/96, Ισπανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1998, σ. I-6993, σκέψη 31· υπόθεση C-458/98 P, Industrie des Poudres Spheriques κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2000, σ. I-8147, σκέψεις 80 έως 85· υπόθεση T-301/01, Alitalia κατά Επιτροπής, Συλλογή 2008, σ. II-1753, σκέψεις 99 και 142· συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-267/08 και T-279/08, Région Nord-Pas-de-Calais κατά Επιτροπής, Συλλογή 2011, ECLI:EU:T:2011:209, σκέψη 83.
(40) Υπόθεση C-507/21 P, Puma κ.λπ. κατά Επιτροπής, ECLI:EU:C:2022:649, σκέψη 87.
(41) Βλέπε Deichmann SE κατά Hauptzollamt Duisburg, σκέψη 88.
(42) Βλέπε Région Nord-Pas-de-Calais κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-267/08 και T-279/08, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαΐου 2011, σκέψη 83.
(43) Υπόθεση T-650/17, Jinan Meide Casting κατά Επιτροπής, ECLI:EU:T:2019:644, σκέψεις 333-342.
(44) Η εταιρεία Zhongce Rubber Group Co., Ltd συνεργάστηκε στην έρευνα αντιντάμπινγκ αλλά όχι στην έρευνα κατά των επιδοτήσεων. Είναι η μόνη εταιρεία που αναφέρεται στο παράρτημα II του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1690 και η οποία επηρεάζεται από την ακύρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1690, αλλά όχι από την ακύρωση του επίδικου κανονισμού. Ως εκ τούτου, για την εν λόγω εταιρεία δεν ακυρώθηκε ο επίδικος κανονισμός, αλλά μόνο οι τροποποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1579 με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1690. Επομένως, η Zhongce Rubber Group Co., Ltd εξακολουθεί να υπόκειται στους δασμούς που επιβλήθηκαν με τον επίδικο κανονισμό.
(45) Οι δύο αυτές εταιρείες δεν συνεργάστηκαν ούτε στην έρευνα αντιντάμπινγκ ούτε στην έρευνα κατά των επιδοτήσεων. Ως εκ τούτου, υπόκεινται στον δασμό που εφαρμόζεται σε «όλες τις άλλες εταιρείες».
(46) Για την περίοδο από τις 13 Νοεμβρίου 2018.
(47) Για την περίοδο από 8 Μαΐου 2018 έως 12 Νοεμβρίου 2018.
(48) Βλέπε σημείωση 1 στον πίνακα στην αιτιολογική σκέψη 89 για λεπτομέρειες σχετικά με την κατάσταση της εν λόγω εταιρείας.
(49) Η Weifang Yuelong Rubber Co., Ltd και η Hefei Wanli Tire Co., Ltd δεν συνεργάστηκαν ούτε στην έρευνα αντιντάμπινγκ ούτε στην έρευνα κατά των επιδοτήσεων. Ως εκ τούτου, υπόκεινται στον δασμό που εφαρμόζεται σε «όλες τις άλλες εταιρείες». Κατά την τρέχουσα επανέναρξη, ο δασμός αυτός ισχύει μόνο για τις δύο αυτές εταιρείες.
(50) Βλέπε T-440/20, Jindal Saw κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ECLI:EU:T:2022:318, σκέψεις 134 και 135 και εκεί μνημονευόμενη απόφαση.
(51) Απόφαση που παρατίθεται στην υποσημείωση 51 ανωτέρω, σκέψεις 133-134.
(52) Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1).
(53) Ο πρόσθετος κωδικός TARIC C333 παύει να υφίσταται και ο κωδικός C877 εφαρμόζεται σε ολόκληρο τον όμιλο.
(54) Ο πρόσθετος κωδικός TARIC C333 παύει να υφίσταται και ο κωδικός C877 εφαρμόζεται σε ολόκληρο τον όμιλο.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Εταιρείες που συνεργάστηκαν τόσο στην έρευνα κατά των επιδοτήσεων όσο και στην έρευνα αντιντάμπινγκ και υπόκεινται σε αυτήν την εκ νέου επιβολή δασμών:
ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΕΠΩΝΥΜΙΑ |
ΠΡΟΣΘΕΤΟΣ ΚΩΔΙΚΟΣ TARIC |
Chaoyang Long March Tyre Co., Ltd |
C338 |
Triangle Tyre Co., Ltd |
C375 |
Shandong Wanda Boto Tyre Co., Ltd |
C366 |
Qingdao Doublestar Tire Industrial Co., Ltd |
C347 |
Ningxia Shenzhou Tire Co., Ltd |
C345 |
Guizhou Tyre Co., Ltd |
C340 |
Shandong Huasheng Rubber Co., Ltd |
C360 |
Prinx Chengshan (Shandong) Tire Co., Ltd |
C346 |
Shandong Linglong Tyre Co., Ltd |
C363 |
Shandong Jinyu Tire Co., Ltd |
C362 |
Sailun Group Co., Ltd |
C351 |
Shandong Kaixuan Rubber Co., Ltd |
C353 |
Weifang Shunfuchang Rubber And Plastic Products Co., Ltd |
C377 |
Shandong Hengyu Science & Technology Co., Ltd |
C358 |
Jiangsu General Science Technology Co., Ltd |
C341 |
Shanghai Huayi Group Corp. Ltd· Double Coin Group (Jiang Su) Tyre Co., Ltd |
C878 (1) |
Qingdao GRT Rubber Co., Ltd |
C350 |
(1) Στον επίδικο κανονισμό, ο πρόσθετος κωδικός TARIC C371 προσδιορίζει τους ακόλουθους παραγωγούς-εξαγωγείς:
Shanghai Huayi Group Corp. Ltd and Double Coin Group (Jiang Su) Tyre Co., Ltd.
Αποδόθηκε νέος πρόσθετος κωδικός TARIC στην Double Coin Group (Jiang Su) Tyre Co., Ltd στον κανονισμό για την καταγραφή που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 16 του παρόντος κανονισμού.
5.4.2023 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 96/45 |
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2023/738 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
της 4ης Απριλίου 2023
για την εκ νέου επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται σε λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, σύμφωνα με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-30/19 και T-72/19
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1037 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1), και ιδίως το άρθρο 15 και το άρθρο 24 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
1. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
(1) |
Στις 4 Μαΐου 2018 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (στο εξής: Επιτροπή) εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/683 (2) (στο εξής: κανονισμός για την επιβολή προσωρινού δασμού) για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121 (στο εξής: «επίσωτρα» ή «οικείο προϊόν»), καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. |
(2) |
Στις 18 Οκτωβρίου 2018 η Επιτροπή εξέδωσε τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/1579 (3) για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. |
(3) |
Στις 9 Νοεμβρίου 2018 η Επιτροπή εξέδωσε τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/1690 (4) για την επιβολή οριστικών αντισταθμιστικών δασμών στις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται σε λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, και για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/1579 (στο εξής: προσβαλλόμενος κανονισμός). |
1.1. Η απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
(4) |
Η Ένωση Βιομηχανίας Ελαστικών Κίνας (στο εξής: CRIA) και το Εμπορικό Επιμελητήριο Εισαγωγέων και Εξαγωγέων Μετάλλων, Ορυκτών & Χημικών της Κίνας (στο εξής: CCCMC) (στο εξής, από κοινού: προσφεύγοντες) προσέβαλαν τον επίδικο κανονισμό ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου εξ ονόματος ορισμένων μελών τους που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 9 και 10 (στο εξής: οικείοι παραγωγοί-εξαγωγείς). Στις 4 Μαΐου 2022 το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Γενικό Δικαστήριο) εξέδωσε την απόφασή του στις υποθέσεις T-30/19 και T-72/19 (5) (στο εξής: απόφαση). |
(5) |
Στην απόφασή του το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/1579 της Επιτροπής, της 18ης Οκτωβρίου 2018, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, και για την κατάργηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/163 [στο εξής: κανονισμός (ΕΕ) 2018/163], καθώς και τον προσβαλλόμενο κανονισμό. |
(6) |
Η CRIA και το CCCMC προέβαλαν διάφορους ισχυρισμούς με τους οποίους αμφισβητούσαν τον προσβαλλόμενο κανονισμό και το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε σχετικά με δύο εξ αυτών: i) τον ισχυρισμό σχετικά με την παράλειψη της Επιτροπής να προβεί σε δίκαιη σύγκριση των τιμών κατά τον υπολογισμό των περιθωρίων υποτιμολόγησης και των περιθωρίων ζημίας όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς· και ii) ορισμένες αιτιάσεις σύμφωνα με τις οποίες υπάρχουν, κατ’ ουσίαν, ανακολουθίες και προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας όσον αφορά τους δείκτες ζημίας και τη στάθμιση των δεδομένων από το δείγμα των ενωσιακών παραγωγών. |
(7) |
Όσον αφορά τον υπολογισμό των περιθωρίων υποτιμολόγησης, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή δεν προέβη σε δίκαιη σύγκριση κατά την προσαρμογή της τιμής εξαγωγής [δηλαδή την αφαίρεση των εξόδων πώλησης και των διοικητικών και λοιπών γενικών εξόδων (έξοδα ΓΔΠ) του συνδεδεμένου εισαγωγέα και ενός πλασματικού κέρδους] όταν οι πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένης εταιρείας πωλήσεων στην Ένωση. Το Δικαστήριο επισήμανε ότι οι ενωσιακοί παραγωγοί πραγματοποίησαν επίσης ορισμένες πωλήσεις μέσω συνδεδεμένων εταιρειών πωλήσεων και οι τιμές πώλησής τους δεν ήταν προσαρμοσμένες κατά τον ίδιο τρόπο. Το Γενικό Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο υπολογισμός της υποτιμολόγησης στον οποίο προέβη η Επιτροπή στο πλαίσιο του προσβαλλόμενου κανονισμού ενέχει πλάνη περί το δίκαιο και πρόδηλη πλάνη εκτίμησης και ότι, κατά συνέπεια, ο υπολογισμός αυτός συνιστά παράβαση του άρθρου 3 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: βασικός κανονισμός αντιντάμπινγκ (6)) και του άρθρου 8 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1037 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: βασικός κανονισμός κατά των επιδοτήσεων). Επιπροσθέτως, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι τα σφάλματα επηρέασαν τις διαπιστώσεις όσον αφορά τη συνολική ζημία και την αιτιώδη συνάφεια, καθώς και τα περιθώρια ζημίας και ότι δεν ήταν δυνατόν να καθοριστεί με ακρίβεια αν οι επίμαχοι οριστικοί αντισταθμιστικοί δασμοί παρέμεναν εν μέρει βάσιμοι. |
(8) |
Όσον αφορά το δεύτερο σημείο, το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η Επιτροπή δεν προέβη σε αντικειμενική εξέταση (όπως απαιτείται από το άρθρο 3 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ και το άρθρο 8 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων), διότι με την παράλειψη, αφενός, της αναθεώρησης των υπολογισμών όλων των μικροοικονομικών δεικτών πλην της αποδοτικότητας και, αφετέρου, της παράθεσης των αναθεωρημένων αριθμητικών στοιχείων στον προσβαλλόμενο κανονισμό, η Επιτροπή δεν χρησιμοποίησε όλα τα σχετικά στοιχεία που είχε στη διάθεσή της. Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας των προσφευγουσών. Ειδικότερα, το Γενικό Δικαστήριο διαφώνησε ως προς το ότι ορισμένες πληροφορίες που δεν γνωστοποιήθηκαν στους διαδίκους μπορούσαν να θεωρηθούν εμπιστευτικές και έκρινε ότι όλα τα επίμαχα στοιχεία «συνδέονταν με συμπεράσματα για τα πραγματικά περιστατικά του προσβαλλόμενου κανονισμού». Ως εκ τούτου, επρόκειτο για «ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και σκεπτικό» που θα έπρεπε να είχαν κοινοποιηθεί στους διαδίκους. |
(9) |
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1579 όσον αφορά τις εταιρείες που εκπροσωπούνταν από την CRIA και το CCCMC (που παρατίθενται στον κατωτέρω πίνακα).
|
(10) |
Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε τον προσβαλλόμενο κανονισμό όσον αφορά τις εταιρείες που εκπροσωπούνται από την CRIA και το CCCMC (οι οποίες παρατίθενται στον ανωτέρω πίνακα), καθώς και τη Zhongce Rubber Group Co., Ltd. (πρόσθετος κωδικός TARIC C379). |
1.2. Εκτέλεση της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου
(11) |
Σύμφωνα με το άρθρο 266 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), τα θεσμικά όργανα της Ένωσης οφείλουν να λαμβάνουν τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση των αποφάσεων του Δικαστηρίου. Σε περίπτωση ακύρωσης πράξης που εκδόθηκε από τα ενωσιακά θεσμικά όργανα στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας, όπως η κατά των επιδοτήσεων έρευνα της παρούσας υπόθεσης, η συμμόρφωση με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου συνίσταται στην αντικατάσταση της ακυρωθείσας πράξης από νέα πράξη, στην οποία έχει εξαλειφθεί η παρανομία που επισήμανε το Γενικό Δικαστήριο (10). |
(12) |
Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, η διαδικασία αντικατάστασης της ακυρωθείσας πράξης μπορεί να συνεχιστεί από το συγκεκριμένο σημείο κατά το οποίο συντελέστηκε η παρανομία (11). Αυτό συνεπάγεται ειδικότερα ότι, αν ακυρωθεί πράξη με την οποία περατώνεται διοικητική διαδικασία, η εν λόγω ακύρωση δεν επηρεάζει αναγκαστικά τις προπαρασκευαστικές πράξεις, όπως η κίνηση της διαδικασίας κατά των επιδοτήσεων. Για παράδειγμα, όταν ακυρώνεται κανονισμός που επιβάλλει οριστικά αντισταθμιστικά μέτρα, η διαδικασία παραμένει ανοικτή, διότι μόνο η πράξη που περατώνει τη διαδικασία έχει εξαφανιστεί από την έννομη τάξη της Ένωσης (12), εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες η παρανομία συνέβη κατά το στάδιο της κίνησης της διαδικασίας. Η επανάληψη της διοικητικής διαδικασίας με την εκ νέου επιβολή αντισταθμιστικών δασμών στις εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο εφαρμογής του ακυρωθέντος κανονισμού δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αντίκειται στον κανόνα της μη αναδρομικότητας (13). |
(13) |
Στην παρούσα υπόθεση, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε τον προσβαλλόμενο κανονισμό όσον αφορά τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς με την αιτιολογία ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε σφάλμα κατά τον καθορισμό της ύπαρξης σημαντικής υποτιμολόγησης που είχε αντίκτυπο στην ανάλυση της αιτιώδους συνάφειας. Το ίδιο μεθοδολογικό σφάλμα διαπιστώθηκε κατά τον υπολογισμό των περιθωρίων ζημίας των οικείων εξαγωγέων. Το Δικαστήριο διαπίστωσε επίσης σφάλματα κατά τη μη δημοσιοποίηση ορισμένων πληροφοριών: i) των δεικτών μεικτής ζημίας πριν από την εφαρμογή των προσαρμογών στάθμισης και των δεδομένων που αφορούν αφενός τις ΜΜΕ και αφετέρου τις μεγάλες επιχειρήσεις· ii) των δεικτών ζημίας πέραν της κερδοφορίας μετά την αναθεώρηση της στάθμισης· iii) ορισμένων πληροφοριών σχετικά με τις πηγές μακροοικονομικών δεδομένων ζημίας και του καταλόγου των ΜΜΕ του κλάδου παραγωγής της Ένωσης που σταμάτησαν την παραγωγή· και iv) του συνολικού ακριβούς όγκου των πωλήσεων των ΜΜΕ του κλάδου παραγωγής της Ένωσης που συνεργάστηκαν στις έρευνες και πληροφοριών σχετικά με το ποσοστό των ΜΜΕ στον κλάδο παραγωγής της Ένωσης. |
(14) |
Τα πορίσματα του προσβαλλόμενου κανονισμού τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν ή αμφισβητήθηκαν μεν, αλλά οι αμφισβητήσεις απορρίφθηκαν από το Γενικό Δικαστήριο ή δεν εξετάστηκαν από αυτό και, ως εκ τούτου, δεν οδήγησαν στην ακύρωση του προσβαλλόμενου κανονισμού, παραμένουν απολύτως έγκυρα και δεν επηρεάζονται από την εν λόγω επανέναρξη (14). |
(15) |
Μετά τις αποφάσεις του Δικαστηρίου στις υποθέσεις T-30/19 και T-72/19 της 4ης Μαΐου 2022, η Επιτροπή αποφάσισε την επανέναρξη εν μέρει των ερευνών αντιντάμπινγκ και κατά των επιδοτήσεων όσον αφορά τις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, και τη συνέχιση της έρευνας από το σημείο στο οποίο σημειώθηκε η παρατυπία. Η επανέναρξη, μέσω ανακοίνωσης (15) (στο εξής: ανακοίνωση επανέναρξης), περιορίστηκε στην εφαρμογή της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου όσον αφορά τις εταιρείες που εκπροσωπούνται από την CRIA και το CCCMC και παρατίθενται στην ανακοίνωση επανέναρξης. |
(16) |
Την ίδια ημερομηνία, η Επιτροπή αποφάσισε επίσης να υποβάλει σε καταγραφή τις εισαγωγές ορισμένων επισώτρων με πιεσμένο αέρα, καινούργιων ή αναγομωμένων, από καουτσούκ, των τύπων που χρησιμοποιούνται για λεωφορεία ή φορτηγά, με δείκτη φορτίου άνω του 121, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, παραγωγής των εν λόγω εταιρειών, και ζήτησε από τις εθνικές τελωνειακές αρχές να αναμείνουν τη δημοσίευση του σχετικού εκτελεστικού κανονισμού της Επιτροπής για την εκ νέου επιβολή των δασμών, πριν λάβουν απόφαση για τυχόν αιτήσεις επιστροφής και διαγραφής αντισταθμιστικών δασμών για εισαγωγές που αφορούν τις συγκεκριμένες εταιρείες (16) (στο εξής: κανονισμός για την καταγραφή). |
(17) |
Η Επιτροπή ενημέρωσε τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με την επανέναρξη της έρευνας και τα κάλεσε να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. |
2. ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
(18) |
Η παρούσα έρευνα καλύπτει την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2016 έως τις 30 Ιουνίου 2017 (στο εξής: περίοδος έρευνας). Η εξέταση των συναφών τάσεων για την εκτίμηση της ζημίας καλύπτει την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως το τέλος της περιόδου έρευνας (στο εξής: εξεταζόμενη περίοδος). |
3. ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
(19) |
Στις 10 Ιανουαρίου 2023 η Επιτροπή γνωστοποίησε τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων σκόπευε να επιβάλει εκ νέου τους δασμούς αντιντάμπινγκ (στο εξής: κοινοποίηση). Σε όλα τα μέρη δόθηκε προθεσμία εντός της οποίας θα μπορούσαν να διατυπώσουν παρατηρήσεις σχετικά με την κοινοποίηση. |
(20) |
Ελήφθησαν παρατηρήσεις από την Ένωση Βιομηχανίας Ελαστικών Κίνας (στο εξής: CRIA), τον όμιλο GITI (17) και τον μη συνδεδεμένο εισαγωγέα Hämmerling The Tyre Company GmbH (στο εξής: Hämmerling). Η Επιτροπή εξέτασε και έλαβε υπόψη τις παρατηρήσεις κατά περίπτωση. Η Hämmerling και η CRIA ζήτησαν και έγιναν δεκτές σε ακρόαση. |
(21) |
Μετά από αίτημα της CRIA στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση, η Επιτροπή γνωστοποίησε στη συνέχεια τα ακόλουθα πρόσθετα στοιχεία (στο εξής: συμπληρωματική κοινοποίηση): |
(22) |
Στις 30 Ιανουαρίου 2023 με σημείωμα για τον φάκελο, η Επιτροπή παρείχε συμπληρωματικές πληροφορίες για την ανάλυσή της σχετικά με τις τιμές που χρεώνει ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης κατά τις άμεσες και έμμεσες πωλήσεις και τις πωλήσεις σε διάφορες κατηγορίες πελατών. |
(23) |
Στις 30 και 31 Ιανουαρίου 2023 η Επιτροπή διαβίβασε επίσης στον όμιλο Hankook (18) και Aeolus / Pirelli (19) τις συναλλαγές εξαγωγικών πωλήσεων των οικείων εταιρειών, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό των αναθεωρημένων υπολογισμών της υποτιμολόγησης και της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές. Οι εν λόγω συναλλαγές εξαγωγικών πωλήσεων ήταν οι ίδιες με εκείνες που είχαν ήδη γνωστοποιηθεί στο πλαίσιο της έρευνας που οδήγησε στην έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού. |
(24) |
Στις 31 Ιανουαρίου 2023 με σημείωμα για τον φάκελο, η Επιτροπή αποσαφήνισε και διόρθωσε τα τελικά επίπεδα δασμών για όλους τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς, μετά από σφάλμα που διαπιστώθηκε όσον αφορά τους υπολογισμούς της ζημίας για τον όμιλο Hankook και Aeolus / Pirelli. Παρείχε επίσης περαιτέρω διευκρινίσεις σχετικά με τη νομική κατάσταση της Zhongce Rubber Group Co., Ltd. |
(25) |
Μόνο η CRIA υπέβαλε παρατηρήσεις σχετικά με τη συμπληρωματική κοινοποίηση, τις οποίες έλαβε υπόψη η Επιτροπή, κατά περίπτωση. |
4. ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ CRIA ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΑΜΥΝΑΣ
(26) |
Μετά την κοινοποίηση η CRIA ισχυρίστηκε ότι παραβιάστηκαν τα δικαιώματα άμυνάς της, καθώς: |
(27) |
Η CRIA δεν έλαβε τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης και της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς από τους οποίους η CRIA έλαβε επιστολή παροχής άδειας· |
(28) |
Η CRIA δεν είχε στη διάθεσή της επαρκές χρονικό διάστημα ώστε να υποβάλει τις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση· |
(29) |
Η Επιτροπή δεν διοργάνωσε ακρόαση εντός του χρονικού πλαισίου που ζήτησε η CRIA· |
(30) |
Η Επιτροπή δεν εξέτασε όλους τους ισχυρισμούς που δεν εξέτασε το Γενικό Δικαστήριο. |
(31) |
Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 171 κατωτέρω, η Επιτροπή υπολόγισε εκ νέου τους δασμούς όλων των οικείων παραγωγών-εξαγωγέων, και ειδικότερα όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς που συμπεριλαμβάνονταν στο δείγμα στον προσβαλλόμενο κανονισμό και οι οποίοι υπόκειντο στην απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δηλαδή τον όμιλο GITI, τον όμιλο Hankook και το όμιλο Aeolus / Pirelli). Θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι τα περιθώρια ζημίας των οικείων παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος καθορίστηκαν με βάση ευαίσθητα εταιρικά δεδομένα. Κατά συνέπεια, οι υπολογισμοί δεν μπορούσαν να γνωστοποιηθούν σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, αλλά μόνο στις οικείες εταιρείες. |
(32) |
Η CRIA ισχυρίστηκε ότι οι εταιρείες που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 10 υπέγραψαν επιστολές παροχής άδειας οι οποίες περιλάμβαναν την πρόσβαση σε ευαίσθητα εταιρικά δεδομένα και, ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε γνωστοποιήσει στη CRIA τους επιμέρους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης και του περιθωρίου ζημίας για τις εν λόγω εταιρείες. Επιπλέον, σύμφωνα με την CRIA, το περιεχόμενο των επιστολών παροχής άδειας ήταν πανομοιότυπο με ένα σύνηθες πληρεξούσιο, το οποίο εξουσιοδοτεί έναν νομικό σύμβουλο να εκπροσωπεί μια εταιρεία. |
(33) |
Η Επιτροπή ανέλυσε τις επιστολές παροχής άδειας που υπέβαλε η CRIA. Αρκετοί Κινέζοι παραγωγοί που υπόκειντο στην απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου υπέγραψαν τέτοιες επιμέρους επιστολές παροχής άδειας. Η Επιτροπή παρατήρησε ότι οι επιστολές παροχής άδειας βασίζονταν σε τυποποιημένο κείμενο για όλους τους παραγωγούς (είτε περιλαμβάνοντας στο δείγμα είτε όχι) και δεν διευκρίνιζαν αν η αντίστοιχη εταιρεία εξουσιοδοτούσε την CRIA να λαμβάνει εμπιστευτικά εταιρικά δεδομένα. Επιπλέον, δεν συμφωνούσαν όλοι οι παραγωγοί-εξαγωγείς του δείγματος τους οποίους αφορά η τρέχουσα έρευνα να παρέχουν στην CRIA πρόσβαση στα εμπιστευτικά δεδομένα τους. Πέραν τούτου, όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι το πληρεξούσιο είναι πανομοιότυπο με τις εν λόγω επιστολές παροχής άδειας, η Επιτροπή έκρινε ότι η ουσιαστική διαφορά μεταξύ ενός πληρεξουσίου και μιας επιστολής παροχής άδειας προς μια ένωση είναι η οντότητα που εξουσιοδοτείται να λαμβάνει τα δεδομένα. Στην περίπτωση του πληρεξουσίου, ο νομικός σύμβουλος δεσμεύεται από τους κανόνες δεοντολογίας του αντίστοιχου δικηγορικού συλλόγου στον οποίο είναι εγγεγραμμένος ο δικηγόρος, σύμφωνα με τους οποίους ο δικηγόρος καλείται, μεταξύ άλλων, να μην αποκαλύπτει τυχόν εμπιστευτικά εταιρικά δεδομένα. Ως εκ τούτου, το γεγονός ότι ένα πληρεξούσιο ενδέχεται να μην περιλαμβάνει ειδική διάταξη σχετικά με τα εν λόγω δεδομένα δεν απαλλάσσει τους εν λόγω δικηγόρους από την τήρηση των υψηλότερων κανόνων δεοντολογίας επί του θέματος και τη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας των δεδομένων που λαμβάνονται. Αντιθέτως, η παραχώρηση απεριόριστης πρόσβασης σε ενώσεις στα εμπιστευτικά δεδομένα των μελών τους αποτελεί εξαίρεση, η οποία ενδέχεται, μεταξύ άλλων, να παραβαίνει τους αντίστοιχους ισχύοντες κανόνες ανταγωνισμού. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έκρινε ότι οι επιστολές παροχής άδειας που υπέγραψαν οι εταιρείες δεν ήταν επαρκώς συγκεκριμένες και σαφείς ως προς το αν οι εν λόγω εταιρείες επέτρεπαν στην ένωση την πρόσβαση στις εμπιστευτικές πληροφορίες τους. |
(34) |
Με βάση την ανωτέρω ανάλυση και τη δέουσα επιμέλεια της Επιτροπής κατά τη διαχείριση των εμπιστευτικών εταιρικών πληροφοριών που είχε στη διάθεσή της, η Επιτροπή αποφάσισε να κοινοποιήσει τα εμπιστευτικά εταιρικά δεδομένα απευθείας στους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς και όχι στην CRIA, προκειμένου να προστατευθεί η εμπιστευτικότητα των εν λόγω δεδομένων. Ως εκ τούτου, το σύνολο δεδομένων εστάλη στον νόμιμο εκπρόσωπο του ομίλου GITI και στον εταιρικό εκπρόσωπο του ομίλου Hankook στις 10 Ιανουαρίου 2023. Δεδομένου ότι ούτε ο όμιλος Aeolus / Pirelli ούτε κανένας από τους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς στον εν λόγω όμιλο δεν είχαν καταχωριστεί ως ενδιαφερόμενα μέρη, η Επιτροπή προσδιόρισε τα πρόσωπα επικοινωνίας στην Aeolus / Pirelli και τους διαβίβασε την ειδική κοινοποίηση των αντίστοιχων παραγωγών-εξαγωγέων στις 17 Ιανουαρίου 2023. Δόθηκε προθεσμία έως τις 31 Ιανουαρίου 2023 για να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους. |
(35) |
Στις 16 Ιανουαρίου 2023 η CRIA ζήτησε να λάβει τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης και της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές από τις οικείες εταιρείες, με βάση τις υπογεγραμμένες επιστολές παροχής άδειας. Απαντώντας στο αίτημα αυτό, για τους λόγους που επεξηγούνται στις αιτιολογικές σκέψεις 33 και 34, η Επιτροπή κάλεσε την CRIA να επικοινωνήσει με τις εν λόγω εταιρείες και να λάβει τα δεδομένα απευθείας από αυτές. |
(36) |
Στις 19 Ιανουαρίου 2023 παρουσιάστηκε η Aeolus Tyre Co., Ltd και εξουσιοδότησε ρητά την Επιτροπή να διαβιβάσει στην CRIA την ειδική κοινοποίησή της. Την ίδια ημέρα, η Επιτροπή γνωστοποίησε στην CRIA τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης και της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές του ομίλου Aeolus / Pirelli. Όσον αφορά τις λεπτομερείς συναλλαγές πωλήσεων, η Επιτροπή γνωστοποίησε στην Aeolus Tyre Co., Ltd και στην Pirelli Tyre Co., Ltd, χωριστά, μόνο το αντίστοιχο σύνολο δεδομένων τους. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η CRIA υπέβαλε επιστολή παροχής άδειας υπογεγραμμένη μόνο από την Aeolus Tyre Co., Ltd., αλλά όχι από την Pirelli Tyre Co., Ltd. |
(37) |
Όσον αφορά τον όμιλο Hankook, η Επιτροπή δεν έλαβε ρητή εξουσιοδότηση ώστε να κοινοποιήσει τα δεδομένα του στην CRIA. Ωστόσο, η CRIA ισχυρίστηκε στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση ότι ο όμιλος παρείχε στην ένωση την ειδική κοινοποίησή του. |
(38) |
Στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση, η CRIA ενημέρωσε την Επιτροπή ότι ο όμιλος GITI απέσυρε την επιστολή παροχής άδειας προς την CRIA. Στη συνέχεια, στις 3 Φεβρουαρίου 2023 ο όμιλος GITI υπέβαλε νέα επιστολή παροχής άδειας για την CRIA, με την οποία εξουσιοδότησε ρητά την ένωση να λάβει την ειδική κοινοποίηση της εταιρείας που έλαβε στις 10 Ιανουαρίου 2023. Σε συνέχεια της εν λόγω επιστολής και κατόπιν αιτήματος της CRIA, στις 8 Φεβρουαρίου 2023 η Επιτροπή έθεσε την εν λόγω ειδική κοινοποίηση στη διάθεση της CRIA. |
(39) |
Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω εκτιμήσεων, η Επιτροπή έκρινε ότι δεν παραβιάστηκαν τα δικαιώματα άμυνας των παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος και όλων των άλλων οικείων παραγωγών-εξαγωγέων, καθώς και τα δικαιώματα άμυνας της CRIA. Οι οικείες εταιρείες έλαβαν την κοινοποίηση των υπολογισμών της υποτιμολόγησης και της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές και τους δόθηκε επαρκής χρόνος ώστε να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την κοινοποίηση. |
(40) |
Η CRIA ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη τις εξαιρετικές περιστάσεις, δηλαδή την κινέζικη πρωτοχρονιά που έλαβε χώρα από τις 21 έως τις 29 Ιανουαρίου 2023, όταν απέρριψε το αίτημά της για παράταση της προθεσμίας υποβολής παρατηρήσεων σχετικά με την κοινοποίηση και για διοργάνωση ακρόασης πολύ μετά το τέλος της κινέζικης πρωτοχρονιάς. Η νομική ομάδα της CRIA ισχυρίστηκε ότι η κινέζικη πρωτοχρονιά δεν της επέτρεψε να λάβει κατάλληλες οδηγίες ή πληροφορίες από την CRIA όσον αφορά τις παρατηρήσεις. Επιπλέον, παρά το αίτημα για παρέμβαση του συμβούλου ακροάσεων, δεν χορηγήθηκε ουσιαστική παράταση και ο σύμβουλος ακροάσεων δεν διοργάνωσε ακρόαση ως απάντηση στο εν λόγω αίτημα. |
(41) |
Η Επιτροπή επισήμανε ότι η αίτηση παράτασης ήταν έως τις 6 Φεβρουαρίου 2023, η οποία ήταν εξαιρετικά μεγάλη, δηλαδή παράταση κατά 14 ημέρες. Για να μην υπάρξει εμπόδιο στην έγκαιρη ολοκλήρωση της έρευνας, η Επιτροπή, μολονότι είχε ήδη χορηγήσει προθεσμία 13 ημερών για την υποβολή παρατηρήσεων, χορήγησε παράταση κατά δύο επιπλέον εργάσιμες ημέρες, δηλαδή έως τις 25 Ιανουαρίου 2023. Όσον αφορά το αίτημα ακρόασης, η Επιτροπή πρότεινε αρχικά τη διοργάνωση της ακρόασης στις 18 Ιανουαρίου 2023 και, επομένως, πριν από την κινέζικη πρωτοχρονιά. Στη συνέχεια, η CRIA πρότεινε να διοργανωθεί η ακρόαση μετά τις διακοπές της κινέζικης πρωτοχρονιάς και, ιδανικά, τον Φεβρουάριο. Η Επιτροπή συμφώνησε και δέχθηκε να διοργανώσει ακρόαση στις 31 Ιανουαρίου 2023, δηλαδή μετά την κινέζικη πρωτοχρονιά και την παράταση της προθεσμίας για την υποβολή παρατηρήσεων. |
(42) |
Η Επιτροπή παρατήρησε ότι η προβλεπόμενη προθεσμία για την υποβολή παρατηρήσεων από τα μέρη είναι 10 ημερολογιακές ημέρες, σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων. Η προθεσμία που ορίστηκε για την CRIA και όλα τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, μετά την παράταση της προθεσμίας, υπερέβη κατά πολύ τις 10 ημερολογιακές ημέρες, ενώ η CRIA είχε ακόμη και 15 ημέρες. Επιπλέον, μετά τις παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν μετά την κοινοποίηση, η Επιτροπή κοινοποίησε πρόσθετες πληροφορίες και έδωσε στα ενδιαφερόμενα μέρη πρόσθετη προθεσμία 4 ημερών για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τη συμπληρωματική κοινοποίηση, δηλαδή έως τις 3 Φεβρουαρίου 2023. Επίσης, σε αντίθεση με τον ισχυρισμό της CRIA, δεν υπάρχει απαίτηση για κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων κατά την επανέναρξη των ερευνών. |
(43) |
Τέλος, θα ήταν μεροληπτικό ως προς όλα τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη που είναι εγγεγραμμένα στην παρούσα έρευνα επανέναρξης να χορηγηθεί μόνο στην CRIA παράταση άνω των δύο επιπλέον εβδομάδων. |
(44) |
Όσον αφορά την παρατήρηση ότι η Επιτροπή δεν εξέτασε όλους τους ισχυρισμούς που δεν εξετάστηκαν από το Γενικό Δικαστήριο, η Επιτροπή ασχολήθηκε ήδη με το σημείο αυτό στην αιτιολογική σκέψη 72 κατωτέρω και δεν υποβλήθηκαν νέα επιχειρήματα. Συνεπώς, απορρίφθηκαν. |
4.1. Παρέμβαση του συμβούλου ακροάσεων
(45) |
Η CRIA ζήτησε την παρέμβαση του συμβούλου ακροάσεων σύμφωνα με τα άρθρα 12, 13 και 16 των καθηκόντων που ανατίθενται στον σύμβουλο ακροάσεων, λόγω της ανεπαρκούς παράτασης για την υποβολή παρατηρήσεων σχετικά με την κοινοποίηση, του ανέφικτου χρονοδιαγράμματος της προτεινόμενης ακρόασης με την Επιτροπή σύμφωνα με την κοινοποίηση, και της έλλειψης κοινοποίησης ορισμένων πληροφοριών. |
(46) |
Ο σύμβουλος ακροάσεων επισήμανε ότι η CRIA έλαβε παράταση της προθεσμίας έως τις 25 Ιανουαρίου 2023. Λαμβανομένων δεόντως υπόψη των ειδικών περιστάσεων που περιγράφηκαν και των χρονικών περιορισμών της σχετικής διαδικασίας, και αφού ζητήθηκε η γνώμη των υπηρεσιών της Επιτροπής που είναι αρμόδιες για την έρευνα, ο σύμβουλος ακροάσεων συμφώνησε με την παράταση της προθεσμίας και απέρριψε περαιτέρω παρατάσεις. Όσον αφορά την ουσία της κοινοποίησης, ο σύμβουλος ακροάσεων συνέστησε στην CRIA και στις υπηρεσίες της Επιτροπής να πραγματοποιήσουν ακρόαση πριν απευθυνθούν στον σύμβουλο ακροάσεων. |
(47) |
Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή έκρινε ότι η CRIA θα μπορούσε να ασκήσει πλήρως τα δικαιώματα άμυνάς της, εντός των καθορισμένων προθεσμιών και των παρατάσεων, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την ουσία της κοινοποίησης και τις πρόσθετες πληροφορίες που τέθηκαν στη διάθεση των ενδιαφερόμενων μερών, μετά την υποβολή παρατηρήσεων μετά την κοινοποίηση. Μετά την ακρόαση που πραγματοποιήθηκε με τις υπηρεσίες της Επιτροπής στις 31 Ιανουαρίου 2023, η CRIA δεν ζήτησε ακρόαση από τον σύμβουλο ακροάσεων για κανένα από τα ζητήματα που είχαν τεθεί προηγουμένως. |
5. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ
(48) |
Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από τον κλάδο παραγωγής της Ένωσης, την CRIA, τον όμιλο Giti και τις εταιρείες Hämmerling και Opoltrans sp. z o.o. (στο εξής: Opoltrans). |
(49) |
Η CRIA υπέβαλε στην Επιτροπή επιστολές παροχής άδειας υπογεγραμμένες από διάφορους παραγωγούς-εξαγωγείς για τους οποίους ο προσβαλλόμενος κανονισμός ακυρώθηκε από το Γενικό Δικαστήριο, συμπεριλαμβανομένων των οικείων παραγωγών-εξαγωγέων που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα κατά τη διάρκεια της έρευνας που οδήγησε στην έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού, και ειδικότερα του ομίλου GITI, της Aeolus Tyre Co., Ltd, της Chongqing Hankook Tire Co., Ltd και της Jiangsu Hankook Tire Co., Ltd. |
(50) |
Η CRIA και ο όμιλος GITI αντιτάχθηκαν στην απόφαση της Επιτροπής να καταγράψει τις εισαγωγές, δεδομένου ότι στην παρούσα υπόθεση δεν επιτρέπεται ρητά τέτοια καταγραφή από τον βασικό κανονισμό αντιντάμπινγκ και τον βασικό κανονισμό κατά των επιδοτήσεων. Αυτά τα δύο μέρη επανέλαβαν τον ισχυρισμό τους μετά την κοινοποίηση. Ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης έκρινε ότι η καταγραφή εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής. |
(51) |
Όσον αφορά τον ισχυρισμό αυτόν, η Επιτροπή έκρινε ότι το Γενικό Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι η Επιτροπή έχει την εξουσία να ζητεί από τις εθνικές αρχές να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την καταγραφή των εισαγωγών, όπως προκύπτει από το άρθρο 24 με τίτλο «Γενικές διατάξεις» του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ του 2016. Επιπλέον, το άρθρο 24 παράγραφος 5 του εν λόγω κανονισμού δεν υπόκειται σε κανέναν περιορισμό όσον αφορά τις περιστάσεις υπό τις οποίες η Επιτροπή έχει την εξουσία να ζητεί από τις εθνικές τελωνειακές αρχές την καταγραφή των εμπορευμάτων (20). Συνεπώς, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε. |
(52) |
Επιπλέον, ο όμιλος GITI ισχυρίστηκε ότι η απόφαση μπορούσε ακόμη να προσβληθεί εκείνη τη χρονική στιγμή και, ως εκ τούτου, δεν αποτελούσε έγκυρη νομική βάση για την καταγραφή. Η Επιτροπή έκρινε ότι η απόφαση δεν αποτέλεσε αντικείμενο προσφυγής και ότι η καταγραφή ήταν το κατάλληλο μέτρο που έπρεπε να ληφθεί προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι δασμοί μπορούν να επιβληθούν εκ νέου στο σωστό επίπεδο, εάν υπάρχουν, και να δοθεί εντολή στις τελωνειακές αρχές να αναμείνουν τη δημοσίευση του παρόντος κανονισμού (21). |
(53) |
Η CRIA, ο όμιλος GITI Group, η Hämmerling και η Opoltrans ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή δεν μπορούσε να ζητήσει από τις εθνικές τελωνειακές αρχές να μην προβούν σε επιστροφή και/ή διαγραφή των δασμών που είχαν εισπραχθεί κατ’ εφαρμογή του προσβαλλόμενου κανονισμού. Η εν λόγω επιστροφή θα πρέπει να πραγματοποιηθεί αμέσως και εξ ολοκλήρου. Υποστήριξαν επίσης ότι η κατάσταση στην παρούσα υπόθεση είναι διαφορετική από εκείνη της απόφασης Deichmann (22), δεδομένου ότι, σύμφωνα με τα μέρη, η μη αξιολόγηση των αιτήσεων για την αναγνώριση καθεστώτος οικονομίας της αγοράς ή ατομικής μεταχείρισης στην εν λόγω υπόθεση δεν επηρέασε το επίπεδο των δασμών. Οι διάδικοι ισχυρίστηκαν επίσης ότι οι δασμοί δεν μπορούν να επιβληθούν εκ νέου αναδρομικά. Σύμφωνα με τα μέρη, ο προσβαλλόμενος κανονισμός ακυρώθηκε στο σύνολό του, πράγμα που σημαίνει ότι είχε εξοβελιστεί από την έννομη τάξη της Ένωσης με αναδρομική ισχύ, ενώ στην απόφαση Deichmann δεν υπήρχαν στοιχεία «ικανά να θίξουν το κύρος του οριστικού κανονισμού». Επιπλέον, τα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η έλλειψη νομιμότητας που διαπιστώθηκε όσον αφορά την ανάλυση της υποτιμολόγησης έχει ως αποτέλεσμα «την ακύρωση ολόκληρης της ανάλυσης της αιτιώδους συνάφειας στην οποία είχε προβεί η Επιτροπή». Αυτό, κατά την άποψή τους, σημαίνει ότι δεν θα έπρεπε να έχουν επιβληθεί αρχικά οι δασμοί στο σύνολό τους ούτε να επιβληθούν εκ νέου, δεδομένου ότι η συνολική ανάλυση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας ήταν εσφαλμένη. |
(54) |
Μετά την κοινοποίηση, ο όμιλος GITI ισχυρίστηκε ότι η απόφαση της Επιτροπής να ζητήσει από τις εθνικές τελωνειακές αρχές να μην προβούν σε επιστροφή των δασμών παραβιάζει την αρχή της δικαστικής προστασίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Επιτροπή θα πρέπει μάλλον να επιτρέψει την επιστροφή των δασμών όπως συνέβη όταν το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε τα πρόστιμα που εισπράχθηκαν για την παράβαση του άρθρου 101 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (23). Ειδικότερα, ο όμιλος GITI αναφέρθηκε στις διαπιστώσεις του Δικαστηρίου, σύμφωνα με τις οποίες «όταν το Δικαστήριο κρίνει ανίσχυρο έναν κανονισμό περί επιβολής δασμών αντιντάμπινγκ [...] οι δασμοί αυτοί θεωρούνται ως μη νομίμως οφειλόμενοι κατά το άρθρο 236 του τελωνειακού κώδικα και πρέπει να επιστραφούν από τις εθνικές τελωνειακές αρχές, υπό τους όρους που προβλέπονται προς τούτο» (24). Επιπλέον, σύμφωνα με τον όμιλο GITI, η καθυστέρηση της επιστροφής των δασμών έχει σημαντικές πρακτικές επιπτώσεις που επηρεάζουν αρνητικά την οικονομική κατάσταση των οικείων εταιρειών και την απόδοση των επενδύσεών τους. |
(55) |
Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι, κατά πάγια νομολογία, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τις εθνικές τελωνειακές αρχές να αναμένουν μέχρι να καθορίσει η Επιτροπή τους συντελεστές που πρέπει να οριστούν για τους δασμούς αυτούς, σε εκτέλεση αποφάσεως των δικαστηρίων της Ένωσης, πριν λάβουν απόφαση επί των αιτήσεων επιστροφής που υποβάλλουν οι επιχειρηματίες οι οποίοι έχουν καταβάλει τους δασμούς αυτούς (25). Το Δικαστήριο έχει επίσης αποφανθεί ότι το ακριβές περιεχόμενο της αποφάσεως του Δικαστηρίου περί κηρύξεως ανισχύρου και, ως εκ τούτου, των εξ αυτής απορρεουσών υποχρεώσεων πρέπει να καθορίζεται, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, λαμβανομένου υπόψη όχι μόνο του διατακτικού της απόφασης αυτής, αλλά και του σκεπτικού το οποίο αποτελεί το αναγκαίο του έρεισμα (26). |
(56) |
Στην προκειμένη περίπτωση, το Γενικό Δικαστήριο αμφισβήτησε τη μέθοδο υπολογισμού της υποτιμολόγησης και τον αντίκτυπό της στην αιτιώδη συνάφεια, καθώς και τον αντίκτυπο του ίδιου σφάλματος στο περιθώριο ζημίας των εταιρειών που υπόκεινται στην απόφαση του Δικαστηρίου (27). Το Δικαστήριο ζήτησε επίσης από την Επιτροπή να αναθεωρήσει και να δημοσιοποιήσει ορισμένες πληροφορίες σχετικά με τους δείκτες ζημίας. Ωστόσο, τα στοιχεία αυτά δεν έθεσαν υπό αμφισβήτηση την εγκυρότητα όλων των άλλων πορισμάτων που διατυπώνονται στον προσβαλλόμενο κανονισμό. Επιπλέον, το Δικαστήριο έκρινε ότι, μετά την επανάληψη της διαδικασίας, η Επιτροπή μπορεί να λάβει μέτρο για την αντικατάσταση του ακυρωθέντος μέτρου και, ως εκ τούτου, να επιβάλει εκ νέου οριστικό αντισταθμιστικό δασμό διορθώνοντας, στο πλαίσιο αυτό, τις παρανομίες που διαπιστώθηκαν (28). Στο πλαίσιο αυτό, δεν έχει σημασία αν οι παρανομίες αφορούν συγκεκριμένα το επίπεδο των δασμών ή όχι. Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν η νέα έρευνα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν θα έπρεπε να επιβληθούν εκ νέου αντισταθμιστικοί δασμοί, οι τελωνειακές αρχές θα έχουν τη δυνατότητα να επιστρέψουν ολόκληρο το ποσό των δασμών που εισπράχθηκαν μετά την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού, σύμφωνα με τη σχετική τελωνειακή νομοθεσία. Επιπλέον, η επιστροφή αυτή θα περιλαμβάνει επίσης κατάλληλους τόκους σύμφωνα με τη σχετική τελωνειακή νομοθεσία. Κατά συνέπεια, σε αντίθεση με τον ισχυρισμό του ομίλου GITI, οι εταιρείες θα αποζημιωθούν δεόντως για την καταβολή των εν λόγω δασμών. |
(57) |
Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 10 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ και το αντίστοιχο άρθρο 14 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων δεν εμποδίζουν την εκ νέου επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ ή αντισταθμιστικών δασμών στις εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής των κανονισμών που κηρύχθηκαν άκυροι (29). |
(58) |
Σε αντίθεση με την καταγραφή που πραγματοποιείται κατά την περίοδο πριν από την έγκριση προσωρινών μέτρων, οι όροι του άρθρου 14 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων δεν εφαρμόζονται στην προκειμένη περίπτωση. Ο σκοπός της καταγραφής στο πλαίσιο της εφαρμογής των διαπιστώσεων του Δικαστηρίου δεν είναι να καταστεί δυνατή η τυχόν αναδρομική είσπραξη μέτρων εμπορικής άμυνας, όπως προβλέπεται στις εν λόγω διατάξεις. Αντιθέτως, σκοπός είναι η διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των ισχυόντων μέτρων, χωρίς αδικαιολόγητη διακοπή από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του προσβαλλόμενου κανονισμού μέχρι την εκ νέου επιβολή των διορθωμένων δασμών, εάν υπάρχουν, διασφαλίζοντας ότι η είσπραξη του ορθού ποσού είναι δυνατή στο μέλλον. Κατά συνέπεια, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 20 του κανονισμού για την καταγραφή, η επανάληψη της διοικητικής διαδικασίας και η ενδεχόμενη εκ νέου επιβολή δασμών δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι προσκρούουν στον κανόνα περί μη αναδρομικότητας. Επιπλέον, όπως αναγνωρίζεται από τα μέρη, η ίδια ακριβώς προσέγγιση έχει επιβεβαιωθεί πρόσφατα από το Γενικό Δικαστήριο στην απόφασή του στην υπόθεση T-440/20 (30). Κατά συνέπεια, απορρίφθηκε ο ισχυρισμός ότι οι δασμοί δεν μπορούν να επιβληθούν εκ νέου. |
(59) |
Όσον αφορά την αρχή της δικαστικής προστασίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά πάγια νομολογία, η αρχή της δικαστικής προστασίας δεν μπορεί να εμποδίσει ένα θεσμικό όργανο της Ένωσης, πράξη του οποίου έχει προηγουμένως ακυρωθεί, να εκδώσει νέα βλαπτική πράξη στηριζόμενη σε διαφορετικούς λόγους (31). Εν προκειμένω, οι διαπιστώσεις που συνάγονται βασίζονται σε λόγους διαφορετικούς από εκείνους για τους οποίους ακυρώθηκε ο προσβαλλόμενος κανονισμός. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις του Γενικού Δικαστηρίου (32), η Επιτροπή δεν παραβίασε την αρχή της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας για τον λόγο ότι, με τον ισχύοντα κανονισμό, επέβαλε εκ νέου οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ μετά την ακύρωση του προσβαλλόμενου κανονισμού από το Δικαστήριο. |
(60) |
Η CRIA υποστήριξε ότι, επειδή «δεν γεννάται τελωνειακή οφειλή», η εκ νέου επιβολή δασμών «θα υπερέβαινε τη νόμιμη περίοδο εντός της οποίας οι εθνικές τελωνειακές αρχές έχουν το δικαίωμα να επιβάλλουν τέλη σε σχέση με την τριετή παραγραφή (…)». Ο όμιλος GITI ισχυρίστηκε ότι «η αναδρομική εκ νέου επιβολή (…) ακόμα και μετά την τριετή προθεσμία ενέχει τον κίνδυνο παρέμβασης (υποδηλώνοντας ότι οι δασμοί μπορούν να εισπραχθούν πέραν αυτής της τριετούς προθεσμίας) σε αυτήν την αυτόνομη διαδικασία λήψης αποφάσεων από τις εθνικές τελωνειακές αρχές και, ως εκ τούτου, διαταράσσει την προσεκτικά σταθμισμένη κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών της ΕΕ, όπως ορίζεται στις Συνθήκες της ΕΕ». Μετά την κοινοποίηση ο όμιλος GITI επανέλαβε τον ισχυρισμό του. |
(61) |
Η Επιτροπή έκρινε ότι και τα δύο επιχειρήματα έπρεπε να απορριφθούν. Πρώτον, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι ο κανόνας περί παραγραφής «δεν μπορεί να εμποδίσει ούτε την εκ μέρους της Επιτροπής έκδοση κανονισμού περί επιβολής ή εκ νέου επιβολής δασμών αντιντάμπινγκ ούτε, κατά μείζονα λόγο, την εκ μέρους του θεσμικού αυτού οργάνου κίνηση ή επανάληψη της διαδικασίας που προηγείται της εκδόσεως κανονισμού» (33). Ομοίως, το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι «[το άρθρο 103 παράγραφος 1 του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα] εφαρμόζεται μόνο στη γνωστοποίηση του ποσού των δασμών στον οφειλέτη και η εφαρμογή του εναπόκειται, εξ αυτού του λόγου, μόνο στις εθνικές τελωνειακές αρχές, οι οποίες είναι αρμόδιες να προβούν στη γνωστοποίηση αυτή. Κατά συνέπεια, δεν εμποδίζει την Επιτροπή να εκδώσει κανονισμό για την επιβολή ή την εκ νέου επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού» (34). Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι η εκ νέου επιβολή παρεμβαίνει στην κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών, η Επιτροπή παρατήρησε ότι ο όμιλος GITI δεν διευκρίνισε ποια διάταξη των Συνθηκών θα παραβίαζε η εκ νέου επιβολή των δασμών. Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η Επιτροπή δικαιούται να επιβάλει εκ νέου δασμούς κατά τη διόρθωση των σφαλμάτων που διαπιστώνει το Δικαστήριο (35). Επιπλέον, ο παρών κανονισμός υπόκειται στο σύνολό του στη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 25 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων. Κατά συνέπεια, οι ισχυρισμοί απορρίφθηκαν. |
(62) |
Ο όμιλος GITI ισχυρίστηκε ότι η αναδρομική εκ νέου επιβολή (αναθεωρημένων) δασμών αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικών δασμών θα ήταν επίσης δυσανάλογη και αντίθετη προς την αρχή της αναλογικότητας που ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 4 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επίσης, ο όμιλος GITI ισχυρίστηκε ότι η αναδρομική εκ νέου επιβολή δασμών δεν παρέχει —ούτε μπορεί να παράσχει— «πρόσθετη» προστασία στον κλάδο παραγωγής της Ένωσης ή να εμποδίσει περαιτέρω εισαγωγές. Ως εκ τούτου, αυτό θα παραβίαζε την αρχή της αναλογικότητας. Μετά την κοινοποίηση ο όμιλος GITI επανέλαβε τον εν λόγω ισχυρισμό. |
(63) |
Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι, κατά πάγια νομολογία, η Επιτροπή δεν παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας όταν, προκειμένου να εφαρμόσει μια απόφαση, επέβαλε εκ νέου οριστικό δασμό με κατάλληλο συντελεστή και από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των οριστικών μέτρων. Έκρινε επίσης αναλογικό το ότι οι εκ νέου επιβληθέντες δασμολογικοί συντελεστές μειώνονται και η διαφορά ζητείται να επιστραφεί ή να διαγραφεί (36). Τέλος, όσον αφορά το επιχείρημα ότι δεν θα ήταν αναλογικό ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής να λαμβάνει πρόσθετη προστασία για το παρελθόν, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι ο ισχυρισμός αυτός «δεν είναι αφ’ εαυτού ικανός να αποδείξει επαρκώς κατά νόμον ότι η εκ νέου επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ, ο οποίος έχει μειωθεί σημαντικά με τον επίδικο κανονισμό, θα ήταν δυσανάλογη εν προκειμένω» (37). Κατά συνέπεια, οι ισχυρισμοί απορρίφθηκαν. |
(64) |
Η Hämmerling ισχυρίστηκε ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη η τρέχουσα οικονομική κατάσταση. Έκτοτε, ο επίμαχος οικονομικός τομέας χρειάστηκε να αντιμετωπίσει την κρίση λόγω της νόσου COVID-19, την παγκόσμια αύξηση των τιμών που επηρέασε ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού (συμπεριλαμβανομένων των μεταφορών και της εφοδιαστικής) και τη σχετική οικονομική κρίση, και πλέον ζητήματα όπως η αύξηση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας, το υψηλό ποσοστό πληθωρισμού κ.λπ. που προκλήθηκαν επίσης από τη ρωσική επίθεση κατά της Ουκρανίας. Ως εκ τούτου, δεν θα ήταν ορθό να επιβληθούν εκ νέου οι επίμαχοι δασμοί σε έναν τομέα, σε συνθήκες αγοράς και σε μια μικροοικονομική και μακροοικονομική κατάσταση εντελώς διαφορετική από εκείνη που εξετάστηκε στο πλαίσιο της έρευνας που οδήγησε στην έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού. |
(65) |
Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 11, η διαδικασία για την αντικατάσταση μιας ακυρωθείσας νομικής πράξης μπορεί να συνεχιστεί από το συγκεκριμένο σημείο κατά το οποίο συντελέστηκε η παρανομία (38). Στην προκειμένη περίπτωση, η παρανομία που διαπιστώθηκε από το Γενικό Δικαστήριο συντελέστηκε στον κανονισμό για την επιβολή οριστικών αντισταθμιστικών μέτρων. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή δεν μπορεί να λάβει υπόψη, κατά τη διόρθωση των παρανομιών που διαπίστωσε το Γενικό Δικαστήριο, πρόσφατες εξελίξεις που δεν αφορούν την περίοδο έρευνας και την εξεταζόμενη περίοδο. Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, όταν από τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά έχουν διαπιστωθεί τελικώς, προκύπτει η ύπαρξη αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων και ζημίας, καθώς και ότι το συμφέρον της Ένωσης επιβάλλει παρέμβαση σύμφωνα με το άρθρο 31, η Επιτροπή επιβάλλει οριστικό αντισταθμιστικό δασμό. Κατά συνέπεια, η έρευνα επανέναρξης θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα να μην επιβληθούν εκ νέου οι αντισταθμιστικοί δασμοί μόνο εάν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι δεν υπήρξε επιδότηση, συνακόλουθη ζημία ή εκτιμήσεις για το συμφέρον της Ένωσης σε σχέση με τους δασμούς κατά την περίοδο της έρευνας (39). |
(66) |
Ο όμιλος GITI ισχυρίστηκε ότι η επανέναρξη θα πρέπει να περιοριστεί αυστηρά στα ζητήματα που εξέτασε το Γενικό Δικαστήριο. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν επιτρέπεται να αντικαταστήσει την ανάλυση της υποτιμολόγησης με ανάλυση συμπίεσης των τιμών για να υπολογίσει την επίδραση στις τιμές, δεδομένου ότι η μεθοδολογία που υιοθέτησε η Επιτροπή εξακολουθεί να ισχύει και, ως εκ τούτου, δεν υπόκειται σε επανέναρξη. Το Γενικό Δικαστήριο δεν εξέτασε τις επιπτώσεις της ανάλυσης της συμπίεσης των τιμών, με αποτέλεσμα αυτή να μην υπόκειται στην παρούσα επανέναρξη. |
(67) |
Η Επιτροπή παρατήρησε ότι το Γενικό Δικαστήριο έθεσε υπό αμφισβήτηση την ανάλυση της υποτιμολόγησης στην οποία προέβη η Επιτροπή όσον αφορά τη δίκαιη σύγκριση μεταξύ των τιμών εξαγωγής και των τιμών του κλάδου παραγωγής της Ένωσης. Κατά συνέπεια, αμφισβητήθηκε η ίδια η μεθοδολογία της υποτιμολόγησης. Επιπλέον, τίποτα δεν εμπόδισε την Επιτροπή να λάβει υπόψη τυχόν άλλες πιθανές επιπτώσεις των τιμών των επιδοτούμενων εισαγωγών κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων. Στην υπόθεση Deichmann, το Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως· μόνο ο προδήλως ακατάλληλος χαρακτήρας των εν λόγω μέτρων, σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό, δύναται να θίξει τη νομιμότητά τους (40). Επομένως, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε. |
(68) |
Ο όμιλος GITI ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να εδραιώσει νέα προσέγγιση κατά τον καθορισμό της υποτιμολόγησης. Ειδικότερα, η Επιτροπή δεν θα πρέπει να θεσπίσει νέα δομή κωδικών αριθμών ελέγχου των προϊόντων (PCN), δηλαδή προσθέτοντας την κατηγορία του πελάτη, κατά τον (εκ νέου) υπολογισμό των περιθωρίων υποτιμολόγησης και ζημίας (41). |
(69) |
Με την επιφύλαξη του δικαιώματος ή μη της Επιτροπής να εισαγάγει νέα στοιχεία στη δομή του PCN, η Επιτροπή υπενθύμισε ότι οι υπολογισμοί της υποτιμολόγησης που περιγράφονται στο τμήμα 4.1 κατωτέρω δεν εισάγουν νέα στοιχεία στη δομή PCN. Συνεπώς, ο ισχυρισμός αυτός κρίθηκε αμφισβητήσιμος. |
(70) |
Η CRIA υποστήριξε, τόσο κατά την έναρξη όσο και μετά την κοινοποίηση, ότι θα πρέπει να εξεταστούν οι νομικές αξιώσεις που προβλήθηκαν αλλά δεν έχουν εκδικαστεί ακόμη από το Γενικό Δικαστήριο και ότι η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει ενεργά υπόψη τους ισχυρισμούς που δεν εξετάστηκαν από το Γενικό Δικαστήριο. |
(71) |
Η Opoltrans ισχυρίστηκε ότι δεν υπήρχαν στοιχεία που να αποδεικνύουν την ύπαρξη πρακτικών ντάμπινγκ στις εισαγωγές από την Κίνα κατά τον χρόνο της έρευνας και, μεταξύ άλλων, ότι η χρήση των ΗΠΑ ως ανάλογης χώρας δεν ήταν κατάλληλη, ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης δεν υπέστη ζημία, δεν υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της κατάστασης του κλάδου παραγωγής της Ένωσης και των εισαγωγών από την Κίνα, και ότι δεν είναι προς το συμφέρον των χρηστών η εκ νέου επιβολή δασμών. |
(72) |
Όπως εξήγησε η Επιτροπή στην ανακοίνωση για την επανέναρξη, τα συμπεράσματα που συνάγονται στον προσβαλλόμενο κανονισμό τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν ή αμφισβητήθηκαν μεν, αλλά οι αμφισβητήσεις απορρίφθηκαν με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου ή δεν εξετάστηκαν από το Γενικό Δικαστήριο και, ως εκ τούτου, δεν οδήγησαν στην ακύρωση του προσβαλλόμενου κανονισμού, παραμένουν απολύτως έγκυρα (42). Σε αυτά περιλαμβάνονταν τα ζητήματα που επισημάνθηκαν από την CRIA και την Opoltrans. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν ήταν υποχρεωμένη να εξετάσει άλλες αιτιάσεις πέραν εκείνων στις οποίες το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρχε παρανομία. |
6. ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΩΝ ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΩΝ ΣΤΙΣ ΤΙΜΕΣ ΚΑΙ ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ
6.1. Προσδιορισμός της υποτιμολόγησης
(73) |
Όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 5 έως 7, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή δεν προέβη σε δίκαιη σύγκριση κατά τον υπολογισμό των περιθωρίων υποτιμολόγησης, διότι προσάρμοσε την τιμή εξαγωγής των παραγωγών-εξαγωγέων εφαρμόζοντας κατ’ αναλογία το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ, ενώ ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης πραγματοποίησε επίσης πωλήσεις μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων και οι πωλήσεις τους δεν ήταν προσαρμοσμένες. |
(74) |
Επίσης, στη σκέψη 163 της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου, διαπιστώθηκε ότι εάν δεν είχε πραγματοποιηθεί προσαρμογή βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ, «η μέθοδος αυτή θα καθιστούσε δυνατή τη δίκαιη σύγκριση των τιμών στις περιπτώσεις όπου τόσο το υπό εξέταση προϊόν όσο και το ομοειδές προϊόν πωλήθηκαν μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων». Στη σκέψη 190 της απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι μια τέτοια σύγκριση «δεν [καθιστά] δυνατή την εξουδετέρωση των ενδεχόμενων επιπτώσεων της πλάνης που συνίσταται στη σύγκριση των πραγματικών τιμών πώλησης που χρεώθηκαν απευθείας σε πελάτες της Ένωσης από τους Κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς, αφενός, και των τιμών μεταπώλησης που χρεώθηκαν από συνδεδεμένες με τους παραγωγούς της Ένωσης οντότητες πωλήσεων, αφετέρου» (η επισήμανση του συντάκτη). Τέλος, στη σκέψη 134 της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου, το Γενικό Δικαστήριο διευκρίνισε ότι, «ανεξαρτήτως της νομιμότητας και της συνάφειας του σταδίου εμπορίας που επιλέγει η Επιτροπή όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς ή τους παραγωγούς της Ένωσης, η σύγκριση των τιμών στην οποία προβαίνει το εν λόγω θεσμικό όργανο πρέπει πάντοτε να είναι δίκαιη και, προς τούτο, να αφορά τιμές στο ίδιο στάδιο εμπορίας». |
(75) |
Όπως εξηγείται στη σκέψη 150 της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου, το ποσοστό των πωλήσεων των Κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος που πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων ανήλθε σε 0 % για τον όμιλο Xingyuan, σε 34 % για τον όμιλο GITI, σε 19 % για τον όμιλο Aeolus και σε 98,6 % για τον όμιλο Hankook. Επιπλέον, απαντώντας σε μέτρο οργάνωσης της διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, η Επιτροπή διευκρίνισε ότι το ποσοστό των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων ανέρχεται σε 46,9 % για το δείγμα των Κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων και σε 87 % για το δείγμα των παραγωγών της Ένωσης. Ως εκ τούτου, το ποσοστό των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων ήταν υψηλό, αν όχι πολύ υψηλό, όσον αφορά έκαστο των δύο δειγμάτων. |
(76) |
Όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 658 του προσβαλλόμενου κανονισμού, η Επιτροπή καθόρισε την υποτιμολόγηση κατά την περίοδο έρευνας συγκρίνοντας: |
(77) |
τις μέσες σταθμισμένες τιμές πώλησης ανά τύπο προϊόντος και βαθμίδα οι οποίες χρεώθηκαν από τους ενωσιακούς παραγωγούς του δείγματος σε μη συνδεδεμένους πελάτες στην ενωσιακή αγορά, προσαρμοσμένες σε επίπεδο τιμών εκ του εργοστασίου· και |
(78) |
τις αντίστοιχες σταθμισμένες μέσες τιμές ανά τύπο προϊόντος και βαθμίδα των εισαγωγών από τους Κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος στον πρώτο ανεξάρτητο πελάτη στην αγορά της Ένωσης, που καθορίστηκαν σε βάση κόστους, ασφάλισης και ναύλου (CIF), με τις κατάλληλες προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη οι δασμοί και τα έξοδα μετά την εισαγωγή (στο εξής: τιμή CIF εκφορτωθέντος εμπορεύματος). |
(79) |
Για τη συμμόρφωση με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, στις περιπτώσεις όπου οι πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένων εμπόρων, οι τιμές εξαγωγής δεν προσαρμόστηκαν πλέον κατ’ αναλογία, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ. Αφαιρέθηκαν τα έξοδα πώλησης και τα διοικητικά και λοιπά γενικά έξοδα (στο εξής: έξοδα ΓΔΠ) του συνδεδεμένου εμπόρου και, ως εκ τούτου, προστέθηκε εκ νέου στην τιμή εισαγωγής το κέρδος ενός δείγματος μη συνδεδεμένων εισαγωγέων. |
(80) |
Επιπλέον, η Επιτροπή αξιολόγησε αν υπήρχαν άλλα δυνητικά ζητήματα σταδίου εμπορίας που θα πρέπει να εξεταστούν με σκοπό τη δίκαιη σύγκριση σε περιπτώσεις στις οποίες οι παραγωγοί-εξαγωγείς πωλούσαν απευθείας σε πελάτες της Ένωσης, αλλά οι ενωσιακοί παραγωγοί του δείγματος πωλούσαν μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων σε πελάτες της Ένωσης. Για τον σκοπό αυτόν, διενήργησε λεπτομερή ανάλυση των τιμών στο σύνολο των πωλήσεων των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος για να καθορίσει τα πρότυπα διάρθρωσης των τιμών των απευθείας πωλήσεων από το εργοστάσιο και των έμμεσων πωλήσεων μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων. Από τη σύγκριση προέκυψαν σημαντικές διακυμάνσεις των τιμών σε έναν μόνο τύπο προϊόντος, χωρίς ωστόσο να υπάρχει εμφανές πρότυπο διάρθρωσης των τιμών. Παρότι, καταρχήν, οι συνδεδεμένες οντότητες πωλήσεων θα πρέπει να επιβαρύνονται με έξοδα εμπορίας κατά την πώληση σε πελάτες στην Ένωση, φαίνεται ότι το κόστος αυτό δεν μετακυλίεται με συνέπεια στις τελικές τιμές. |
(81) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η απευθείας πώληση από τους παραγωγούς ή η πώληση μέσω των συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων των παραγωγών δεν είχε αισθητό αντίκτυπο στο επίπεδο των τιμών των εν λόγω πωλήσεων στον πελάτη. Ειδικότερα, διαπιστώθηκε ότι οι πωλήσεις μέσω συνδεδεμένης οντότητας δεν οδήγησαν σε υψηλότερες τιμές σε σύγκριση με τις πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν απευθείας από τον παραγωγό. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν διαπίστωσε ενδεχόμενες επιπτώσεις στα επίπεδα των τιμών που έπρεπε να αντισταθμιστούν, όπως υπονοεί το Γενικό Δικαστήριο στη σκέψη 190 της απόφασης. Ως εκ τούτου, η σύγκριση με τις πραγματικές τιμές πωλήσεων των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος που πωλούνταν απευθείας ή μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων σε πελάτες της Ένωσης με τις τιμές εξαγωγής των παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος, ήταν δικαιολογημένη στην προκειμένη περίπτωση. |
(82) |
Η Επιτροπή προέβη επίσης σε λεπτομερή ανάλυση των προτύπων διάρθρωσης των τιμών ανά δίαυλο πωλήσεων που χρησιμοποιεί ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης. Στο πλαίσιο αυτό, ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης πραγματοποιούσε πωλήσεις σε χρήστες, διανομείς, εμπόρους λιανικής πώλησης και «άλλους» σε διάφορα ποσοστά. Οι πωλήσεις σε όλους τους πελάτες πλην των «άλλων» ήταν αντιπροσωπευτικές για όλους τους τύπους προϊόντων. Η Επιτροπή παρατήρησε ότι συχνά οι τιμές πώλησης σε χρήστες του ίδιου τύπου προϊόντος ήταν χαμηλότερες από ό, τι στους διανομείς και τους εμπόρους λιανικής πώλησης, αλλά μπορούσε να παρατηρηθεί και το αντίθετο. Οι διαφορές των τιμών στους διάφορους πελάτες δεν εξαρτώνταν κατ’ ανάγκη ούτε από τον συνολικό όγκο των πωλήσεων σε συγκεκριμένο πελάτη. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε εμφανές πρότυπο διάρθρωσης των τιμών που χρεώνονταν στους διάφορους τύπους πελατών και ότι δεν απαιτούνταν περαιτέρω προσαρμογές για να εξασφαλιστεί δίκαιη σύγκριση, όπως προβλέπει το Γενικό Δικαστήριο. |
(83) |
Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι με σημείωμα για τον φάκελο της 30ής Ιανουαρίου 2023, παρείχε συμπληρωματικές πληροφορίες για την ανάλυσή της σχετικά με τις τιμές που χρεώνει ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης κατά τις άμεσες και έμμεσες πωλήσεις και τις πωλήσεις σε διάφορες κατηγορίες πελατών. |
(84) |
Μετά τη συμπληρωματική κοινοποίηση, η CRIA διαφώνησε με τη διαπίστωση της Επιτροπής ότι δεν ήταν δυνατό να προσδιοριστεί πρότυπο διάρθρωσης των τιμών όσον αφορά τις πωλήσεις των ενωσιακών παραγωγών. Η Επιτροπή επισήμανε ότι η CRIA δεν τεκμηρίωσε τον ισχυρισμό της και δεν προσκόμισε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η ανάλυση της Επιτροπής ήταν εσφαλμένη. Ως εκ τούτου, απέρριψε τον ισχυρισμό. |
(85) |
Το αναθεωρημένο μέσο σταθμισμένο περιθώριο υποτιμολόγησης με βάση τις εισαγωγές των παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος που καθορίστηκε με τον τρόπο αυτόν ανέρχεται σε 14,7 %. |
6.2. Συμπίεση των τιμών
(86) |
Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν το αναθεωρημένο περιθώριο υποτιμολόγησης θεωρούνταν οριακό ή μη ενδεδειγμένο, η Επιτροπή έκρινε ότι οι υπό εξέταση εισαγωγές θα εξακολουθούσαν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις πωλήσεις της Ένωσης. |
(87) |
Οι επιδοτούμενες εισαγωγές μπορούν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο σε αγορά, στην οποία η ευαισθησία των τιμών είναι σημαντική. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 628 του προσβαλλόμενου κανονισμού, η ενωσιακή αγορά ελαστικών επισώτρων λεωφορείων και φορτηγών είναι πολύ ανταγωνιστική αγορά, στην οποία οι διαφορές τιμών μπορούν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην αγορά. |
(88) |
Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, όπως προκύπτει από τους πίνακες 9 έως 12 του προσβαλλόμενου κανονισμού, η μέση τιμή του κλάδου παραγωγής της Ένωσης μειώθηκε κατά 8 %, ενώ το μοναδιαίο κόστος παραγωγής μειώθηκε κατά 6 %. Η κατάσταση ήταν πιο δεινή στη βαθμίδα 3, όπου η τιμή πώλησης μειώθηκε κατά 5 %, ενώ το μοναδιαίο κόστος παραγωγής αυξήθηκε κατά 1 %. Τελικά, οι εταιρείες της βαθμίδας 3 αναγκάστηκαν λόγω των εισαγωγών που αποτελούσαν αντικείμενο επιδοτήσεων να πωλήσουν σε τιμή ίση με το κόστος παραγωγής τους και, συνεπώς, να πωλούν χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το κέρδος και, ως εκ τούτου, επί ζημία. Κατά συνέπεια, οι εισαγωγές από την Κίνα οδήγησαν σε συμπίεση των τιμών λόγω του όγκου τους (αύξηση κατά 32 %) και των τιμών (μείωση κατά 11 %) κατά την εξεταζόμενη περίοδο, γεγονός που δεν επέτρεψε στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής να αυξήσει τις τιμές του προκειμένου να συνυπολογίσει την αύξηση του μοναδιαίου κόστους παραγωγής. |
(89) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, ακόμα και αν αμφισβητούνταν η ύπαρξη υποτιμολόγησης, θα υπήρχε συμπίεση των τιμών λόγω, εν προκειμένω, των υπό εξέταση εισαγωγών. |
6.3. Αιτιώδης συνάφεια
(90) |
Η Επιτροπή εξέτασε αν εξακολουθούσε να υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούσαν αντικείμενο επιδοτήσεων και της ζημίας που υπέστησαν οι ενωσιακοί παραγωγοί, ενόψει των αναθεωρημένων περιθωρίων υποτιμολόγησης για τις εισαγωγές από τους Κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος και των συμπερασμάτων σχετικά με τη συμπίεση των τιμών. |
(91) |
Η μείωση του περιθωρίου υποτιμολόγησης για όλους τους Κινέζους εξαγωγείς του δείγματος, εκτός από τον όμιλο Xingyuan, δεν μετέβαλε το ότι οι εισαγωγές από τους Κινέζους εξαγωγείς του δείγματος πραγματοποιούνταν σε τιμές σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Ως εκ τούτου, τα αναθεωρημένα περιθώρια υποτιμολόγησης δεν μετέβαλαν το αρχικό πόρισμα της Επιτροπής σχετικά με την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της ζημίας που υπέστησαν οι ενωσιακοί παραγωγοί και των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων από τη ΛΔΚ, το οποίο διατυπώθηκε στο τμήμα 5.1 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού και επιβεβαιώθηκε στο τμήμα 5.1 του προσβαλλόμενου κανονισμού. Τα αναθεωρημένα περιθώρια υποτιμολόγησης, καθώς και τα πρόσθετα πορίσματα σχετικά με τη συμπίεση των τιμών στην προκειμένη περίπτωση, δεν μετέβαλαν ούτε την ανάλυση ούτε τα πορίσματα σχετικά με άλλες αιτίες ζημίας που παρουσιάζονται στο τμήμα 5.1 του προσβαλλόμενου κανονισμού. |
(92) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή εμμένει στο συμπέρασμά της ότι η σημαντική ζημία στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής προκλήθηκε από τις επιδοτούμενες εισαγωγές από τη ΛΔΚ και από τους άλλους παράγοντες, οι οποίοι αν ληφθούν υπόψη μεμονωμένα ή συλλογικά, δεν άμβλυναν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της ζημίας και των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδοτήσεων. |
7. ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΘΩΡΙΩΝ ΖΗΜΙΑΣ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΠΟΥ ΥΠΟΚΕΙΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΕΝΑΡΞΗ
(93) |
Στη σκέψη 179 της απόφασής του, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι «ο υπολογισμός του περιθωρίου ζημίας συνίσταται στη σύγκριση των τιμών εισαγωγής που χρησιμοποιήθηκαν κατά τον υπολογισμό της υποτιμολόγησης, αφενός, με τις μη ζημιογόνες τιμές του ομοειδούς προϊόντος συμπεριλαμβανομένου ενός κέρδους-στόχου που αντικατοπτρίζει τις κανονικές συνθήκες της αγοράς, αφετέρου. Επομένως, η πλάνη σχετικά με το στάδιο εμπορίας στο οποίο πραγματοποιείται η σύγκριση των τιμών μπορεί να επηρεάσει τόσο τον υπολογισμό της υποτιμολόγησης όσο και τον υπολογισμό του περιθωρίου ζημίας». |
(94) |
Προκειμένου να συμμορφωθεί με την απόφαση, η Επιτροπή υπολόγισε εκ νέου το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας για όλες τις εταιρείες που υπόκεινται στην επανέναρξη της έρευνας. |
(95) |
Στο πλαίσιο της αρχικής έρευνας, η Επιτροπή καθόρισε το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας κατά την περίοδο έρευνας συγκρίνοντας:
|
(96) |
Η μη ζημιογόνος τιμή του ενωσιακού κλάδου παραγωγής βασίζεται στο κόστος παραγωγής ανά τύπο προϊόντος, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων (ΠΓΔ), συν ένα εύλογο κέρδος, και καθορίζεται σε επίπεδο «εκ του εργοστασίου». Ωστόσο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η Επιτροπή δεν είχε επαρκώς λεπτομερείς και επαληθευμένες πληροφορίες σχετικά με το κόστος παραγωγής ανά τύπο προϊόντος, πράγμα απαραίτητο για τον υπολογισμό του περιθωρίου ζημίας, όπως περιγράφεται ανωτέρω. Δεδομένων των ιδιαίτερων περιστάσεων στην παρούσα υπόθεση, και δεδομένου ότι δεν υπήρχε διαφορά των τιμών ανάλογα με τον δίαυλο πωλήσεων που χρησιμοποίησαν οι ενωσιακοί παραγωγοί του δείγματος, η μη ζημιογόνος τιμή βασίστηκε κατ’ εξαίρεση στην τελική τιμή πώλησης ανά τύπο προϊόντος, το οποίο πωλήθηκε απευθείας ή μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων, και η οποία χρεώθηκε σε μη συνδεδεμένους πελάτες στην αγορά της Ένωσης και προσαρμόστηκε σε επίπεδο εκ του εργοστασίου, όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 95 πρώτη περίπτωση ανωτέρω, από την οποία αφαιρέθηκε το πραγματικό κέρδος και στη συνέχεια προστέθηκε εύλογο κέρδος. Λόγω αυτών των ειδικών περιστάσεων και για να υπάρξει συμμόρφωση με την απόφαση, κρίθηκε σκόπιμο να συγκριθεί η τιμή αυτή με την τιμή τελικής πώλησης των παραγωγών-εξαγωγέων συμμετρικά, δηλαδή στο επίπεδο των συνδεδεμένων εισαγωγέων, προσαρμοσμένη επίσης μόνο ως προς τους τελωνειακούς δασμούς και τα έξοδα μετά την εισαγωγή, όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 76 δεύτερη περίπτωση ανωτέρω, αλλά συμπεριλαμβανομένων των εξόδων ΓΔΠ και του κέρδους των συνδεδεμένων εισαγωγέων των παραγωγών-εξαγωγέων που βρίσκονται στην Ένωση. |
(97) |
Επιπλέον, λαμβανομένων υπόψη των διαπιστώσεων του Γενικού Δικαστηρίου στη σκέψη 190 της απόφασής του, η Επιτροπή εξέτασε προσεκτικά αν υπήρχαν άλλα ζητήματα σταδίου εμπορίας, κάτι που θα απαιτούσε εξουδετέρωση των επιπτώσεων για τους σκοπούς της διενέργειας δίκαιης σύγκρισης, δεδομένου ότι το 87 % του δείγματος των ενωσιακών παραγωγών πωλούσαν μέσω συνδεδεμένων οντοτήτων πωλήσεων, και πολλοί παραγωγοί-εξαγωγείς πραγματοποιούσαν επίσης απευθείας πωλήσεις σε τελικούς πελάτες. Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 96, στους υπολογισμούς του περιθωρίου ζημίας χρησιμοποιήθηκαν οι τελικές τιμές πώλησης ανά τύπο προϊόντος του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Κατά συνέπεια, όπως επισήμανε το Γενικό Δικαστήριο στη σκέψη 179 της απόφασής του, οι διαπιστώσεις σχετικά με τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης ίσχυαν πλήρως και για τους υπολογισμούς του περιθωρίου ζημίας, όσον αφορά τη δίκαιη σύγκριση. Όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 80 και 81 ανωτέρω, η Επιτροπή δεν εντόπισε κανένα άλλο ζήτημα σταδίου εμπορίας που θα απαιτούσε προσαρμογή για σκοπούς δίκαιης σύγκρισης. |
(98) |
Τα αναθεωρημένα περιθώρια ζημίας που καθορίστηκαν με τον τρόπο αυτόν ήταν τα ακόλουθα:
|
8. ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΓΙΑ ΝΑ ΔΟΘΕΙ Η ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΣΤΙΣ ΠΡΟΣΦΕΥΓΟΥΣΕΣ ΝΑ ΑΣΚΗΣΟΥΝ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΑΜΥΝΑΣ ΤΟΥΣ
(99) |
Στη σκέψη 33 της απόφασής του, το Γενικό Δικαστήριο επισήμανε ότι η Επιτροπή προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας των προσφευγουσών, καθώς δεν τις γνωστοποίησε κανένα από τα δεδομένα που αναφέρονται στη σκέψη 244 της εν λόγω απόφασης. |
(100) |
Το Γενικό Δικαστήριο απαρίθμησε τα σχετικά δεδομένα στη σκέψη 244 της απόφασης:
|
8.1. Δείκτες ζημίας, με και χωρίς στάθμιση, και για τις ΜΜΕ και τις μεγάλες επιχειρήσεις χωριστά
(101) |
Στις σκέψεις 215 έως 235 της απόφασής του, το Γενικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι, μετά τις αλλαγές στη στάθμιση που πραγματοποιήθηκαν στο οριστικό στάδιο (βλ. αιτιολογικές σκέψεις 707 έως 711 του προσβαλλόμενου κανονισμού), η Επιτροπή υπολόγισε ορθά και παρουσίασε την κερδοφορία των πωλήσεων στην Ένωση στο επίπεδο του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στο σύνολό του (πίνακας 16 του προσβαλλόμενου κανονισμού) και στο επίπεδο της βαθμίδας 3 (πίνακας 20 του προσβαλλόμενου κανονισμού). Ωστόσο, όπως επισήμανε το Γενικό Δικαστήριο στη σκέψη 227 της απόφασής του, έπρεπε να υπολογιστούν εκ νέου όλοι οι μικροοικονομικοί δείκτες, πλην της κερδοφορίας, λόγω της μεταβολής της μεθόδου στάθμισης. Καθώς δεν προέβη σε αυτήν την ενέργεια, η Επιτροπή δεν εξέτασε αντικειμενικά τις επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων. |
(102) |
Κατά συνέπεια, προκειμένου να συμμορφωθεί με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, στα ακόλουθα τμήματα η Επιτροπή ανέλυσε τις επιπτώσεις της εφαρμογής της στάθμισης που καθορίστηκε στο οριστικό στάδιο σε όλους τους μικροοικονομικούς δείκτες, πλην της συνολικής κερδοφορίας και της κερδοφορίας της βαθμίδας 3 (στο εξής: αναθεωρημένη στάθμιση). Όπως φαίνεται κατωτέρω, η εφαρμογή αυτής της αναθεωρημένης στάθμισης δεν τροποποίησε ουσιαστικά κανένα από τα πορίσματα της Επιτροπής όσον αφορά τους μικροοικονομικούς δείκτες. Κατά συνέπεια, επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη σημαντικής ζημίας κατά την εξεταζόμενη περίοδο. |
(103) |
Επιπλέον, στη σκέψη 244 της απόφασής του, το Γενικό Δικαστήριο ανέφερε ότι η Επιτροπή προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας των προσφευγουσών, καθώς δεν τους γνωστοποίησε τους δείκτες μεικτής ζημίας πριν από την εφαρμογή των προσαρμογών στάθμισης, καθώς και τα δεδομένα που αφορούν αφενός τις ΜΜΕ και αφετέρου τις μεγάλες επιχειρήσεις. Ωστόσο, το Γενικό Δικαστήριο δεν ζήτησε από την Επιτροπή να επιβεβαιώσει τα συμπεράσματά της σχετικά με τη ζημία χωρίς την εφαρμογή τυχόν προσαρμογών στάθμισης. Αντιθέτως, το Γενικό Δικαστήριο περιορίστηκε να διευκρινίσει ότι οι εν λόγω δείκτες μεικτής ζημίας θα έπρεπε να έχουν γνωστοποιηθεί στους ενδιαφερομένους, πριν από την εφαρμογή τυχόν προσαρμογών στάθμισης. |
(104) |
Βάσει των ανωτέρω, προκειμένου να συμμορφωθεί με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, η Επιτροπή παρουσίασε στα ακόλουθα τμήματα τους μικροοικονομικούς δείκτες που καθορίστηκαν: 1) στο προσωρινό στάδιο που περιέχεται στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού, 2) στο οριστικό στάδιο μετά την αναθεώρηση της στάθμισης (που καλείται «αναθεωρημένη στάθμιση» σε όλους τους πίνακες κατωτέρω), 3) χωρίς προσαρμογή στάθμισης και 4) στο πλαίσιο της βαθμίδας 3: 4α) δείκτες μόνο για τις ΜΜΕ και 4β) δείκτες μόνο για μεγάλες επιχειρήσεις. |
8.1.1. Μικροοικονομικοί δείκτες
Προκαταρκτικές παρατηρήσεις
(105) |
Όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 704 έως 711 του προσβαλλόμενου κανονισμού, η Επιτροπή έκρινε ότι οι μικροοικονομικοί δείκτες δεν θα μπορούσαν να αντικατοπτρίζουν την πραγματική κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, καθώς οι μεγάλες εταιρείες του δείγματος είχαν μεγαλύτερο αντίκτυπο στα συνολικά δεδομένα από ό, τι οι ΜΜΕ του δείγματος, ενώ το μερίδιο των τελευταίων στις συνολικές πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής ήταν περίπου 13 %. |
(106) |
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε να αυξήσει τον συντελεστή βαρύτητας των ΜΜΕ του δείγματος. Η ακόλουθη στάθμιση εφαρμόστηκε στον προσβαλλόμενο κανονισμό στο οριστικό στάδιο. Πρώτον, η Επιτροπή καθόρισε τα ποσοστά των πωλήσεων των ΜΜΕ και των μεγάλων εταιρειών επί του συνόλου των πωλήσεων της Ένωσης. Δεύτερον, η Επιτροπή εξέφρασε τις πωλήσεις των ΜΜΕ του δείγματος και των μεγάλων παραγωγών του δείγματος με τον αντίστοιχο όγκο τους ως προς τις συνολικές ενωσιακές πωλήσεις. Τέλος, συγκρίθηκαν τα ποσοστά και αυξήθηκαν τα δεδομένα των ΜΜΕ ώστε να αντικατοπτρίζουν το ίδιο ποσοστό με τις μεγάλες εταιρείες του δείγματος. Βλ. επίσης αιτιολογική σκέψη 147 κατωτέρω. Στο προσωρινό στάδιο, η Επιτροπή χρησιμοποίησε επίσης πρόσθετη προσαρμογή (δηλαδή για να αποτυπώσει το ποσοστό κάθε βαθμίδας στις πωλήσεις της Ένωσης στο πλαίσιο των δεδομένων του δείγματος). Ωστόσο, όπως εξηγείται στον προσβαλλόμενο κανονισμό, η προσαρμογή αυτή εγκαταλείφθηκε στο οριστικό στάδιο, καθώς τα ενδιαφερόμενα μέρη αμφισβήτησαν τη χρήση σταθερής αναλογίας κατά την εξεταζόμενη περίοδο. |
(107) |
Η προσαρμογή στάθμισης είχε αντίκτυπο στο αποτέλεσμα των συνολικών μικροοικονομικών δεικτών, αλλά και στη βαθμίδα 3, διότι σε αυτήν τη βαθμίδα δραστηριοποιούνταν τόσο οι μεγάλες επιχειρήσεις όσο και οι ΜΜΕ. Οι τάσεις στη βαθμίδα 1 και στη βαθμίδα 2 δεν επηρεάστηκαν, καθώς σε αυτές τις βαθμίδες δραστηριοποιούνταν μόνο μεγάλες εταιρείες. Όπως επισημαίνεται στην αιτιολογική σκέψη 102, η προσαρμογή στάθμισης είχε περιορισμένο αντίκτυπο στους συνολικούς μικροοικονομικούς δείκτες, καθώς οι πωλήσεις των ΜΜΕ κατά την περίοδο της έρευνας ανήλθαν περίπου σε 13 % επί των συνολικών πωλήσεων της Ένωσης κατά την περίοδο έρευνας. |
8.1.1.1.
(108) |
Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, οι μέσες μοναδιαίες τιμές πώλησης των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος σε μη συνδεδεμένους πελάτες στην Ένωση εξελίχθηκαν ως εξής: Πίνακας 1 Τιμές πώλησης στην Ένωση και κόστος παραγωγής
|
(109) |
Παρά την ονομαστική διαφορά μεταξύ της μέσης μοναδιαίας τιμής πώλησης που καθορίστηκε στο πλαίσιο των διαφόρων επιλογών για την εξεταζόμενη περίοδο, όσον αφορά τη συνολική τάση, δεν διαπιστώθηκε διαφορά μεταξύ της στάθμισης που χρησιμοποιήθηκε στο προσωρινό και στο οριστικό στάδιο. Χωρίς καμία στάθμιση, η μέση μοναδιαία τιμή πώλησης μειώθηκε κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο από ό, τι στα άλλα δύο σενάρια. Το ίδιο συμπέρασμα θα μπορούσε να συναχθεί όσον αφορά τις τάσεις που παρατηρήθηκαν στο μέσο κόστος παραγωγής. |
(110) |
Η στάθμιση, ή μάλλον η έλλειψη αυτής, δεν είχε καμία επίπτωση στο συμπέρασμα για τη βαθμίδα 1 και τη βαθμίδα 2. Όσον αφορά τη βαθμίδα 3, όπως φαίνεται στους πίνακες 2, 3 και 4 κατωτέρω, η Επιτροπή εξέτασε τις επιπτώσεις της στάθμισης και της μη εφαρμογής της σε τρία σύνολα δεδομένων: για το σύνολο της βαθμίδας 3, για τις μεγάλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην εν λόγω βαθμίδα και για τις ΜΜΕ. Πίνακας 2 Τιμές πώλησης στην Ένωση και κόστος παραγωγής — Βαθμίδα 3
|
(111) |
Όσον αφορά τη βαθμίδα 3, η συνολική τάση της μοναδιαίας τιμής πώλησης και του μοναδιαίου κόστους παραγωγής δεν επηρεάστηκε από την αναθεώρηση της στάθμισης στο οριστικό στάδιο. Ελλείψει οποιασδήποτε στάθμισης, οι τάσεις της μοναδιαίας τιμής πώλησης και του μοναδιαίου κόστους παραγωγής παρουσίασαν εντονότερη μείωση και για τους δύο δείκτες, τουλάχιστον κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Οι τάσεις αυτές αντανακλούσαν κυρίως την τάση που παρατηρείται κατωτέρω για τις μεγάλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη βαθμίδα 3. |
(112) |
Όπως φαίνεται στον πίνακα 3 κατωτέρω, για τις μεγάλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη βαθμίδα 3, η τάση ήταν πολύ χειρότερη σε σύγκριση με τη συνολική τάση για τη μοναδιαία τιμή πώλησης και το μοναδιαίο κόστος παραγωγής. Πίνακας 3 Τιμές πώλησης στην Ένωση και κόστος παραγωγής — Βαθμίδα 3: Μόνο μεγάλες εταιρείες
|
(113) |
Στον πίνακα 4 κατωτέρω φαίνεται ότι για τις ΜΜΕ που δραστηριοποιούνταν μόνο στη βαθμίδα 3, η εξέλιξη του μοναδιαίου κόστους παραγωγής επιδεινώθηκε κατά την εξεταζόμενη περίοδο με αύξηση του κόστους κατά 7 %. Παράλληλα, η μοναδιαία τιμή μειώθηκε κατά 2 %. Πίνακας 4 Τιμές πώλησης στην Ένωση και κόστος παραγωγής — Βαθμίδα 3: Μόνο ΜΜΕ
|
8.1.1.2.
(114) |
Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, το μέσο κόστος εργασίας των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος εξελίχθηκε ως εξής: Πίνακας 5 Μέσο κόστος εργασίας ανά εργαζόμενο
|
(115) |
Το μέσο κόστος εργασίας αυξήθηκε κατά την εξεταζόμενη περίοδο κατά 6 % στην περίπτωση και των δύο τύπων στάθμισης και κατά 5 % όταν δεν εφαρμόστηκε στάθμιση. |
8.1.1.3.
(116) |
Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, τα επίπεδα των αποθεμάτων των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος εξελίχθηκαν ως εξής: Πίνακας 6 Αποθέματα
|
(117) |
Τα αποθέματα αυξήθηκαν κατά 44 % / 46 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο στην περίπτωση και των δύο τύπων στάθμισης και κατά 48 % όταν δεν εφαρμόστηκε στάθμιση. Τα τελικά αποθέματα ανήλθαν περίπου στο 9 % της ετήσιας παραγωγής στην περίπτωση και των δύο τύπων στάθμισης και στο 8 % όταν δεν εφαρμόστηκε στάθμιση. Η κατάσταση αυτή είχε αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική κατάσταση των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος. |
8.1.1.4.
(118) |
Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, η κερδοφορία, οι ταμειακές ροές, οι επενδύσεις και η απόδοση των επενδύσεων των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος εξελίχθηκαν ως εξής: Πίνακας 7 Κερδοφορία, ταμειακές ροές, επενδύσεις και απόδοση των επενδύσεων
|
(119) |
Η Επιτροπή προσδιόρισε την κερδοφορία των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος εκφράζοντας το καθαρό προ φόρων κέρδος των πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος σε μη συνδεδεμένους πελάτες εντός της Ένωσης ως ποσοστό του κύκλου εργασιών των εν λόγω πωλήσεων. |
(120) |
Με βάση τους δύο τύπους στάθμισης, η τάση της συνολικής κερδοφορίας ήταν παρόμοια, με μείωση από 15,6 % / 15,4 % το 2014 σε 13,7 % κατά την περίοδο της έρευνας. Ο υπολογισμός αυτός βασίστηκε στον συντελεστή βαρύτητας κάθε βαθμίδας στο σύνολο των πωλήσεων. Χωρίς καμία στάθμιση, η συνολική κερδοφορία μειώθηκε από 16,9 % το 2014 σε 15,6 %. |
(121) |
Η μείωση της κερδοφορίας για τις τρεις μεθοδολογίες ήταν το αποτέλεσμα μιας διαφοράς 2 ποσοστιαίων μονάδων μεταξύ τιμών και κόστους. |
(122) |
Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 102, η συνολική κερδοφορία είχε ήδη γνωστοποιηθεί στον οριστικό κανονισμό και δεν υπόκειτο στα πορίσματα του Γενικού Δικαστηρίου όσον αφορά τα σφάλματα που εντοπίστηκαν. Η κερδοφορία παρουσιάζεται στον ανωτέρω πίνακα μόνο για λόγους πληρότητας. Κατά την εφαρμογή των τριών διαφορετικών μεθοδολογιών, η συνολική κερδοφορία επηρεάστηκε από την κερδοφορία στη βαθμίδα 1 και στη βαθμίδα 2, ενώ η κερδοφορία στη βαθμίδα 3 χωρίς στάθμιση μειώθηκε κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες περίπου κατά την εξεταζόμενη περίοδο, όπως αναφέρεται στον πίνακα 9 κατωτέρω. Επιπλέον, η σχετική τάση στην κερδοφορία για ολόκληρο τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής είναι επίσης φθίνουσα. |
(123) |
Οι καθαρές ταμειακές ροές είναι η ικανότητα των ενωσιακών παραγωγών να αυτοχρηματοδοτούν τις δραστηριότητές τους. Η τάση των καθαρών ταμειακών ροών παρουσιάζει μείωση κατά 7 – 12 % όταν εκφράζεται χωρίς στάθμιση ή με την προσωρινή στάθμιση. |
(124) |
Η απόδοση των επενδύσεων είναι το κέρδος ως ποσοστό της καθαρής λογιστικής αξίας των επενδύσεων. Παρουσίασε αρνητική τάση για τις τρεις μεθοδολογίες κατά περίπου 15 ποσοστιαίες μονάδες κατά την εξεταζόμενη περίοδο. |
(125) |
Όσον αφορά τη βαθμίδα 2, η αναθεώρηση της στάθμισης μεταξύ προσωρινού και οριστικού κανονισμού είχε αντίκτυπο στις τιμές αλλά όχι στη συνολική τάση που παρατηρήθηκε. Επομένως, επιβεβαιώθηκαν οι αιτιολογικές σκέψεις 781 και 782 του προσβαλλόμενου κανονισμού. Πίνακας 8 Κερδοφορία, ταμειακές ροές, επενδύσεις και απόδοση των επενδύσεων: Βαθμίδα 2
|