ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 104

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

64ό έτος
25 Μαρτίου 2021


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία (ΕΕ) 2021/514 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2021, για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας

1

 

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

 

 

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2021/515 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2021, για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ένωσης, της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Κοινοπολιτείας της Αυστραλίας, δυνάμει του άρθρου XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) του 1994, σχετικά με την τροποποίηση των παραχωρήσεων για όλες τις δασμολογικές ποσοστώσεις που περιλαμβάνονται στον πίνακα CLXXV της ΕΕ ως συνέπεια της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση

27

 

*

Απόφαση (ΕΕ) 2021/516 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2021, για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ένωσης, της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Ινδονησίας, δυνάμει του άρθρου XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) του 1994, σχετικά με την τροποποίηση των παραχωρήσεων για όλες τις δασμολογικές ποσοστώσεις που περιλαμβάνονται στον πίνακα CLXXV της ΕΕ ως συνέπεια της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση

29

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2021/517 της Επιτροπής, της 11ης Φεβρουαρίου 2021, για την τροποποίηση του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/2361 όσον αφορά τις ρυθμίσεις για την καταβολή των εισφορών για την κάλυψη των διοικητικών δαπανών του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης

30

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2021/518 της Επιτροπής, της 18ης Μαρτίου 2021, για την καταχώριση γεωγραφικής ένδειξης αλκοολούχου ποτού δυνάμει του άρθρου 30 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/787 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, Vasi vadkörte pálinka

34

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2021/519 της Επιτροπής, της 24ης Μαρτίου 2021, για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/1375 όσον αφορά τη διενέργεια δοκιμών ανίχνευσης Trichinella (τριχίνης) σε μόνοπλα και την εφαρμογή παρέκκλισης για το Ηνωμένο Βασίλειο από τη διενέργεια δοκιμών για την ανίχνευση Trichinella (τριχίνης) σε κατοικίδιους χοίρους ( 1 )

36

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2021/520 της Επιτροπής, της 24ης Μαρτίου 2021, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την ιχνηλασιμότητα ορισμένων δεσποζόμενων χερσαίων ζώων ( 1 )

39

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2021/521 της Επιτροπής, της 24ης Μαρτίου 2021, για τον καθορισμό ειδικών ρυθμίσεων σχετικά με τον μηχανισμό εξάρτησης της εξαγωγής ορισμένων προϊόντων από την προϋπόθεση της προσκόμισης άδειας εξαγωγής

52

 

 

Διορθωτικά

 

*

Διορθωτικό στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2020/1470 της Επιτροπής, της 12ης Οκτωβρίου 2020, σχετικά με την ονοματολογία των χωρών και εδαφών για τις ευρωπαϊκές στατιστικές σχετικά με το διεθνές εμπόριο αγαθών και τη γεωγραφική κατανομή για άλλες στατιστικές για τις επιχειρήσεις ( EE L 334 της 13.10.2020 )

55

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΟΔΗΓΙΕΣ

25.3.2021   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 104/1


ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2021/514 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 22ας Μαρτίου 2021

για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως τα άρθρα 113 και 115,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2011/16/ΕΕ του Συμβουλίου (3) τροποποιήθηκε επανειλημμένως τα τελευταία χρόνια προκειμένου να συμπεριλάβει νέες πρωτοβουλίες της Ένωσης στον τομέα της φορολογικής διαφάνειας. Οι αλλαγές αυτές εισήγαγαν κυρίως την υποχρέωση υποβολής στοιχείων, ακολουθούμενη από κοινοποίηση σε άλλα κράτη μέλη, σχετικών με χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς, εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις και εκ των προτέρων συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης, εκθέσεις ανά χώρα και δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις. Οι εν λόγω τροποποιήσεις επέκτειναν έτσι το πεδίο της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών. Οι φορολογικές αρχές των κρατών μελών έχουν τώρα στη διάθεσή τους ευρύτερο σύνολο εργαλείων συνεργασίας, για τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση μορφών φορολογικής απάτης, φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής.

(2)

Τα τελευταία χρόνια, η Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή της οδηγίας 2011/16/EE και το 2019 ολοκλήρωσε την αξιολόγησή της. Αν και έχουν γίνει σημαντικές βελτιώσεις στον τομέα της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών, υπάρχει ακόμη ανάγκη να βελτιωθούν οι διατάξεις που σχετίζονται με όλες τις μορφές ανταλλαγής πληροφοριών και διοικητικής συνεργασίας.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2011/16/ΕΕ, η λαμβάνουσα αρχή κοινοποιεί στην αιτούσα αρχή οιανδήποτε πληροφορία διαθέτει ή η οποία περιέρχεται σε αυτήν ως αποτέλεσμα διοικητικών ερευνών και έχει εύλογη συνάφεια με την εφαρμογή και την επιβολή της εγχώριας νομοθεσίας των κρατών μελών όσον αφορά τους φόρους που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας. Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των ανταλλαγών πληροφοριών και να αποφευχθεί η αδικαιολόγητη απόρριψη αιτημάτων, αλλά και για να παρασχεθεί ασφάλεια δικαίου τόσο για τις φορολογικές διοικήσεις όσο και για τους φορολογουμένους, θα πρέπει να καθοριστεί σαφώς και να κωδικοποιηθεί το διεθνώς συμπεφωνημένο πρότυπο της προβλέψιμης συνάφειας.

(4)

Ορισμένες φορές είναι αναγκαίο να εξετάζονται αιτήματα παροχής πληροφοριών οι οποίες αφορούν ομάδες φορολογουμένων που δεν μπορούν να ταυτοποιηθούν ατομικά και η εύλογη συνάφεια των ζητούμενων πληροφοριών μπορεί να περιγραφεί μόνον βάσει κοινού συνόλου χαρακτηριστικών. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός αυτό, οι φορολογικές διοικήσεις θα πρέπει να εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούν ομαδοποιημένα αιτήματα παροχής πληροφοριών βάσει σαφούς νομικού πλαισίου.

(5)

Είναι σημαντικό να ανταλλάσσουν τα κράτη μέλη μεταξύ τους πληροφορίες που σχετίζονται με εισόδημα προερχόμενο από διανοητική ιδιοκτησία, καθώς αυτός ο τομέας της οικονομίας είναι επιρρεπής σε συμφωνίες μετατόπισης κερδών λόγω της μεγάλης κινητικότητας των υποκείμενων περιουσιακών στοιχείων. Ως εκ τούτου, τα δικαιώματα, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο β) της οδηγίας 2003/49/ΕΚ του Συμβουλίου (4) θα πρέπει να περιλαμβάνονται στις κατηγορίες εισοδήματος που υπόκεινται σε υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών με σκοπό να ενισχυθεί η καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταβάλουν πάσα δυνατή και εύλογη προσπάθεια για να συμπεριλάβουν τον αριθμό φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ) των κατοίκων που έχει εκδοθεί από το κράτος μέλος κατοικίας στην κοινοποίηση των κατηγοριών εισοδήματος και κεφαλαίου που υπόκεινται σε υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών.

(6)

Η ψηφιοποίηση της οικονομίας αναπτύσσεται ραγδαία τα τελευταία χρόνια. Αυτό οδήγησε σε αυξανόμενο αριθμό σύνθετων καταστάσεων που συνδέονται με τη φορολογική απάτη, τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή. Η διασυνοριακή διάσταση των υπηρεσιών που προσφέρονται μέσω της χρήσης φορέων εκμετάλλευσης πλατφορμών έχει δημιουργήσει ένα σύνθετο περιβάλλον όπου μπορεί να είναι δύσκολο να επιβληθούν φορολογικοί κανόνες και να διασφαλιστεί η φορολογική συμμόρφωση. Υφίσταται έλλειψη φορολογικής συμμόρφωσης και η αξία του αδήλωτου εισοδήματος είναι σημαντική. Οι φορολογικές διοικήσεις των κρατών μελών δεν διαθέτουν επαρκείς πληροφορίες για την ορθή εκτίμηση και τον έλεγχο του ακαθάριστου εισοδήματος που αποκτάται στη χώρα τους από εμπορικές δραστηριότητες πραγματοποιούμενες με τη διαμεσολάβηση ψηφιακών πλατφορμών. Αυτό είναι ιδιαίτερα προβληματικό όταν το εισόδημα ή το φορολογητέο ποσό διακινείται μέσω ψηφιακών πλατφορμών εγκατεστημένων σε άλλη δικαιοδοσία.

(7)

Οι φορολογικές διοικήσεις συχνά ζητούν πληροφορίες από φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας. Αυτό συνεπάγεται σημαντικές δαπάνες διαχείρισης και συμμόρφωσης για τους φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας. Παράλληλα, ορισμένα κράτη μέλη έχουν επιβάλει μονομερή υποχρέωση υποβολής στοιχείων, η οποία δημιουργεί πρόσθετο διοικητικό κόστος για τους φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας, καθώς οφείλουν να συμμορφώνονται με πολλά εθνικά πρότυπα υποβολής στοιχείων. Είναι επομένως απαραίτητο να εισαχθεί τυποποιημένη απαίτηση υποβολής στοιχείων η οποία θα εφαρμόζεται σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά.

(8)

Λαμβανομένου υπόψη ότι το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματος ή των φορολογητέων ποσών των πωλητών σε ψηφιακές πλατφόρμες διακινείται διασυνοριακά, η υποβολή πληροφοριών που σχετίζονται με τη σχετική δραστηριότητα θα είχε επιπρόσθετα θετικά αποτελέσματα, εάν οι εν λόγω πληροφορίες κοινοποιούνταν και στα κράτη μέλη που είναι επιλέξιμα για τη φορολόγηση του αποκτηθέντος εισοδήματος. Συγκεκριμένα, η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των φορολογικών αρχών έχει ζωτική σημασία προκειμένου οι εν λόγω φορολογικές αρχές να έχουν στη διάθεσή τους τις πληροφορίες που τους χρειάζονται για την ορθή εκτίμηση του οφειλόμενου φόρου εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ).

(9)

Για να διασφαλιστεί η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, θα πρέπει οι κανόνες υποβολής στοιχείων να είναι αποτελεσματικοί και απλοί. Αναγνωρίζοντας τις δυσκολίες στην ανίχνευση φορολογητέων πράξεων κατά τη διενέργεια εμπορικής δραστηριότητας που διευκολύνεται μέσω ψηφιακών πλατφορμών και λαμβανομένου επίσης υπόψη του πρόσθετου διοικητικού κόστους που θα αντιμετώπιζαν οι φορολογικές διοικήσεις σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι απαραίτητο να επιβληθεί υποχρέωση υποβολής στοιχείων στους φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας. Οι φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας έχουν περισσότερες δυνατότητες να συλλέγουν και να επαληθεύουν τις απαραίτητες πληροφορίες για όλους τους πωλητές που δραστηριοποιούνται χρησιμοποιώντας συγκεκριμένη ψηφιακή πλατφόρμα.

(10)

Η υποχρέωση υποβολής στοιχείων θα πρέπει να καλύπτει τόσο τις διασυνοριακές όσο και τις μη διασυνοριακές δραστηριότητες, προκειμένου να διασφαλίζονται η αποτελεσματικότητα των κανόνων υποβολής στοιχείων, η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, ισότιμοι όροι ανταγωνισμού και η αρχή της μη διακριτικής μεταχείρισης. Επιπλέον, η κατ’ αυτόν τον τρόπο εφαρμογή των κανόνων υποβολής στοιχείων αναμένεται να μειώσει το διοικητικό κόστος της εκάστοτε ψηφιακής πλατφόρμας.

(11)

Λόγω της ευρείας χρήσης ψηφιακών πλατφορμών στη διενέργεια εμπορικών δραστηριοτήτων, τόσο από φυσικά πρόσωπα όσο και από οντότητες, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι η υποχρέωση υποβολής στοιχείων εφαρμόζεται ανεξάρτητα από τη νομική φύση του πωλητή. Ωστόσο, θα πρέπει να προβλεφθεί εξαίρεση για τις κρατικές οντότητες που δεν θα πρέπει να υπόκεινται στην υποχρέωση υποβολής στοιχείων.

(12)

Η δήλωση του εισοδήματος που αποκτάται μέσω τέτοιων δραστηριοτήτων θα πρέπει να παρέχει στις φορολογικές διοικήσεις πλήρεις πληροφορίες απαραίτητες για την ορθή εκτίμηση του οφειλόμενου φόρου εισοδήματος.

(13)

Για λόγους απλούστευσης και περιορισμού των δαπανών συμμόρφωσης, θα ήταν εύλογο να απαιτείται από τους φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας να δηλώνουν το εισόδημα που έχουν αποκτήσει οι πωλητές μέσω της χρήσης της ψηφιακής πλατφόρμας σε ένα μόνο κράτος μέλος.

(14)

Δεδομένου του χαρακτήρα και της ευελιξίας των ψηφιακών πλατφορμών, η υποχρέωση υποβολής στοιχείων θα πρέπει να επεκτείνεται και στους φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας που ασκούν εμπορική δραστηριότητα στην Ένωση, αλλά δεν έχουν τη φορολογική κατοικία, δεν έχουν συσταθεί ούτε έχουν διοικητική έδρα ή μόνιμη εγκατάσταση σε κράτος μέλος («αλλοδαποί φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας»). Αυτό θα εξασφαλίσει ίσους όρους ανταγωνισμού μεταξύ όλων των ψηφιακών πλατφορμών και θα αποτρέψει τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Για να διευκολυνθεί η επίτευξη του στόχου αυτού, θα πρέπει να απαιτείται από τους αλλοδαπούς φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας να καταχωρίζονται και να υποβάλλουν στοιχεία σε ένα μόνο κράτος μέλος για την άσκηση δραστηριότητας στην εσωτερική αγορά. Μετά την ανάκληση καταχώρισης αλλοδαπού φορέα εκμετάλλευσης πλατφόρμας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο εν λόγω αλλοδαπός φορέας εκμετάλλευσης πλατφόρμας υποχρεούται να παρέχει στο οικείο κράτος μέλος κατάλληλες εγγυήσεις, όπως ένορκες βεβαιώσεις ή καταθέσεις εγγύησης, κατά την επανακαταχώρισή τους στην Ένωση.

(15)

Ωστόσο, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν μέτρα που θα μειώσουν το διοικητικό κόστος για τους αλλοδαπούς φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας και τις φορολογικές αρχές των κρατών μελών, σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν κατάλληλες ρυθμίσεις, οι οποίες διασφαλίζουν την ανταλλαγή ισοδύναμων πληροφοριών μεταξύ μιας δικαιοδοσίας εκτός Ένωσης και ενός κράτους μέλους. Σε αυτές τις περιπτώσεις, θα ήταν σκόπιμο να απαλλάσσονται οι φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας που υπέβαλλαν στοιχεία σε δικαιοδοσία εκτός Ένωσης από την υποχρέωση υποβολής στοιχείων σε κράτος μέλος, εφόσον οι πληροφορίες που λαμβάνει το κράτος μέλος σχετίζονται με τις δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και οι πληροφορίες είναι ισοδύναμες με τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με τους κανόνες υποβολής στοιχείων που ορίζονται στην παρούσα οδηγία. Προκειμένου να προωθηθεί η διοικητική συνεργασία σε αυτόν τον τομέα με δικαιοδοσίες εκτός Ένωσης και αναγνωρίζοντας την ανάγκη για ευελιξία στις διαπραγματεύσεις συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και δικαιοδοσιών εκτός Ένωσης, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να επιτρέπει σε εγκεκριμένο φορέα εκμετάλλευσης πλατφόρμας μιας δικαιοδοσίας εκτός Ένωσης να υποβάλλει μόνον ισοδύναμες πληροφορίες σχετικά με τους δηλωτέους πωλητές στις φορολογικές αρχές δικαιοδοσίας εκτός Ένωσης, οι οποίες, με τη σειρά τους, θα αποστέλλουν τις εν λόγω πληροφορίες στις φορολογικές διοικήσεις των κρατών μελών. Εάν κρίνεται σκόπιμο, ο μηχανισμός αυτός θα πρέπει να ενεργοποιείται ώστε να αποτρέπεται η υποβολή και διαβίβαση ισοδύναμων πληροφοριών περισσότερες από μία φορές.

(16)

Δεδομένου ότι οι φορολογικές αρχές παγκοσμίως βρίσκονται αντιμέτωπες με τις προκλήσεις που συνδέονται με τη διαρκώς αναπτυσσόμενη οικονομία ψηφιακών πλατφορμών, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) ανέπτυξε Πρότυπους Κανόνες για την Υποβολή Στοιχείων από τους Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας όσον αφορά τους Πωλητές στην Οικονομία Διαμοιρασμού και στην Οικονομία Περιστασιακής Απασχόλησης («Πρότυποι Κανόνες»). Λόγω της συχνότητας των διασυνοριακών δραστηριοτήτων που ασκούνται από ψηφιακές πλατφόρμες, καθώς και από τους πωλητές που δραστηριοποιούνται σε αυτές, μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι οι δικαιοδοσίες εκτός Ένωσης θα έχουν επαρκή κίνητρα για να ακολουθήσουν το εξέχον παράδειγμα της Ένωσης και να εφαρμόσουν τη συλλογή και την αμοιβαία αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τους δηλωτέους πωλητές σύμφωνα με τους Πρότυπους Κανόνες. Παρότι δεν ταυτίζονται με το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας όσον αφορά τους πωλητές σχετικά με τους οποίους πρέπει να υποβάλλονται πληροφορίες και τις ψηφιακές πλατφόρμες διά των οποίων πρέπει να υποβάλλονται οι πληροφορίες, οι Πρότυποι Κανόνες αναμένεται να προβλέπουν την υποβολή ισοδύναμων πληροφοριών αναφορικά με τις σχετικές δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής τόσο της παρούσας οδηγίας όσο και των Πρότυπων Κανόνων, οι οποίοι μπορούν να επεκταθούν περαιτέρω ώστε να καλύψουν επιπλέον σχετικές δραστηριότητες.

(17)

Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5). Ειδικότερα, η Επιτροπή θα πρέπει να καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, αν οι πληροφορίες που απαιτείται να ανταλλάσσονται βάσει συμφωνίας των αρμόδιων αρχών κράτους μέλους με δικαιοδοσία εκτός Ένωσης είναι ισοδύναμες με τις οριζόμενες στην παρούσα οδηγία. Επειδή η σύναψη συμφωνιών με δικαιοδοσίες εκτός Ένωσης σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας εξακολουθεί να εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, η δράση της Επιτροπής θα μπορούσε επίσης να ενεργοποιηθεί κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους. Η εν λόγω διοικητική διαδικασία θα πρέπει, χωρίς να μεταβάλλει το πεδίο εφαρμογής και τους όρους της παρούσας οδηγίας, να παρέχει ασφάλεια δικαίου όσον αφορά τη συσχέτιση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία και από τυχόν συμφωνίες ανταλλαγής πληροφοριών που ενδέχεται να έχουν τα κράτη μέλη με δικαιοδοσίες εκτός Ένωσης. Για τον σκοπό αυτόν, είναι αναγκαίο, κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, να μπορεί επίσης να προσδιορίζεται η ισοδυναμία πριν από την προβλεπόμενη σύναψη τέτοιας συμφωνίας. Όταν η ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών βασίζεται σε πολυμερή πράξη, η απόφαση σχετικά με την ισοδυναμία θα πρέπει να λαμβάνεται σε σχέση με το σύνολο του συναφούς πλαισίου που καλύπτει η εν λόγω πράξη. Ωστόσο, θα πρέπει να εξακολουθήσει να είναι δυνατή η λήψη της απόφασης σχετικά με την ισοδυναμία, κατά περίπτωση, σε σχέση με διμερή πράξη ή τη σχέση ανταλλαγής με μεμονωμένη δικαιοδοσία εκτός Ένωσης.

(18)

Για λόγους πρόληψης της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, είναι σκόπιμο η υποβολή στοιχείων σχετικά με εμπορική δραστηριότητα να περιλαμβάνει τη μίσθωση ακίνητης περιουσίας, τις προσωπικές υπηρεσίες, την πώληση αγαθών και τη μίσθωση οποιουδήποτε μέσου μεταφοράς. Οι δραστηριότητες που πραγματοποιούνται από πωλητή που ενεργεί ως υπάλληλος του φορέα εκμετάλλευσης πλατφόρμας δεν θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο της εν λόγω υποβολής στοιχείων.

(19)

Με στόχο τη μείωση των περιττών δαπανών συμμόρφωσης των πωλητών που ασχολούνται με την ενοικίαση ακινήτων, όπως οι αλυσίδες ξενοδοχείων ή οι ταξιδιωτικοί πράκτορες, θα πρέπει να υπάρχει κατώτατος αριθμός μισθωμάτων ανά καταχωρισμένο ακίνητο, υπεράνω του οποίου δεν θα ισχύει η υποχρέωση υποβολής στοιχείων. Εντούτοις, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος καταστρατήγησης των υποχρεώσεων υποβολής στοιχείων από διαμεσολαβητές που εμφανίζονται στις ψηφιακές πλατφόρμες ως μεμονωμένος πωλητής ενώ διαχειρίζονται μεγάλο αριθμό μονάδων ακινήτων, θα πρέπει να θεσπιστούν κατάλληλες διασφαλίσεις.

(20)

Ο στόχος της πρόληψης της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής θα μπορούσε να διασφαλιστεί με τη θέσπιση απαίτησης για τους φορείς εκμετάλλευσης πλατφορμών να δηλώνουν το εισόδημα που έχει αποκτηθεί μέσω ψηφιακών πλατφορμών σε πρώιμο στάδιο, πριν οι φορολογικές αρχές των κρατών μελών πραγματοποιήσουν τις ετήσιες φορολογικές εκτιμήσεις τους. Για να διευκολυνθεί το έργο των φορολογικών αρχών των κρατών μελών, οι υποβληθείσες πληροφορίες θα πρέπει να ανταλλάσσονται εντός ενός μηνός από την υποβολή των στοιχείων. Προκειμένου να διευκολυνθεί η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών και να ενισχυθεί η αποδοτική χρήση των πόρων, οι ανταλλαγές πληροφοριών θα πρέπει να γίνονται ηλεκτρονικά μέσω του υφιστάμενου κοινού δικτύου επικοινωνιών (CCN) που έχει αναπτύξει η Ένωση.

(21)

Όταν αλλοδαποί φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας υποβάλλουν ισοδύναμες πληροφορίες σχετικά με τους δηλωτέους πωλητές στις αντίστοιχες φορολογικές αρχές δικαιοδοσιών εκτός Ένωσης, αναμένεται από τις φορολογικές αρχές των εν λόγω δικαιοδοσιών να εξασφαλίζουν την αποτελεσματική εφαρμογή των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας και των απαιτήσεων υποβολής στοιχείων. Ωστόσο, στις περιπτώσεις που δεν συμβαίνει αυτό, οι αλλοδαποί φορείς εκμετάλλευσης πλατφόρμας θα πρέπει να υποχρεούνται σε καταχώριση και υποβολή στοιχείων στην Ένωση, τα δε κράτη μέλη θα πρέπει να επιβάλλουν την τήρηση των υποχρεώσεων καταχώρισης και υποβολής στοιχείων των εν λόγω φορέων εκμετάλλευσης πλατφόρμας. Επομένως, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν κανόνες για τις κυρώσεις που επισύρουν οι παραβάσεις των εθνικών διατάξεων που εκδίδονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και θα πρέπει να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν την επιβολή τους. Ενώ η επιλογή των κυρώσεων εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών, οι προβλεπόμενες κυρώσεις θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Καθώς οι ψηφιακές πλατφόρμες έχουν συχνά ευρεία γεωγραφική εμβέλεια, είναι σκόπιμο τα κράτη μέλη να επιδιώκουν να ενεργούν συντονισμένα για να επιβάλλουν την τήρηση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις καταχώρισης και υποβολής στοιχείων που ισχύουν για τις ψηφιακές πλατφόρμες οι οποίες λειτουργούν από δικαιοδοσίες εκτός Ένωσης, καθώς επίσης για να εμποδίζουν τη λειτουργία των ψηφιακών πλατφορμών εντός της Ένωσης ως έσχατη λύση. Εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων της, η Επιτροπή θα πρέπει να διευκολύνει τον συντονισμό των συγκεκριμένων δράσεων των κρατών μελών, λαμβάνοντας υπόψη ενδεχόμενα μελλοντικά κοινά μέτρα για τις ψηφιακές πλατφόρμες, καθώς και τις διαφορές στα πιθανά μέτρα που έχουν στη διάθεσή τους τα κράτη μέλη.

(22)

Είναι απαραίτητο να ενισχυθούν οι διατάξεις της οδηγίας 2011/16/ΕΕ σχετικά με την παρουσία υπαλλήλων ενός κράτους μέλους στο έδαφος ενός άλλου κράτους μέλους και τη διενέργεια ταυτόχρονων ελέγχων από δύο ή περισσότερα κράτη μέλη προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων. Συνεπώς, οι απαντήσεις σε αιτήματα για την παρουσία υπαλλήλων άλλου κράτους μέλους θα πρέπει να παρέχονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους που λαμβάνει την αίτηση εντός καθορισμένης προθεσμίας. Όταν υπάλληλοι ενός κράτους μέλους είναι παρόντες στο έδαφος άλλου κράτους μέλους κατά τη διάρκεια διοικητικής έρευνας ή συμμετέχουν σε διοικητική έρευνα με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, θα πρέπει να υπόκεινται στις διαδικαστικές ρυθμίσεις του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα για να διενεργούν συνέντευξη με φυσικά πρόσωπα και να εξετάζουν φακέλους.

(23)

Κράτος μέλος που προτίθεται να διενεργήσει ταυτόχρονο έλεγχο θα πρέπει να υπόκειται στην απαίτηση κοινοποίησης της πρόθεσής του στα άλλα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη. Για λόγους αποτελεσματικότητας και ασφάλειας δικαίου, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι η αρμόδια αρχή κάθε ενδιαφερόμενου κράτους μέλους υποχρεούται να απαντήσει εντός καθορισμένης προθεσμίας.

(24)

Οι πολυμερείς έλεγχοι που διενεργήθηκαν με την υποστήριξη του προγράμματος Fiscalis 2020 που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1286/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) κατέδειξαν το όφελος των συντονισμένων ελέγχων ενός ή περισσοτέρων φορολογουμένων που παρουσιάζουν κοινό ή συμπληρωματικό ενδιαφέρον για τις αρμόδιες αρχές δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών. Οι εν λόγω κοινές δράσεις πραγματοποιούνται επί του παρόντος μόνο με βάση τη συνδυασμένη εφαρμογή των υφιστάμενων διατάξεων σχετικά με την παρουσία υπαλλήλων ενός κράτους μέλους στο έδαφος άλλου κράτους μέλους και τη διενέργεια ταυτόχρονων ελέγχων. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις, η εν λόγω πρακτική κατέδειξε ότι απαιτούνται περαιτέρω βελτιώσεις για τη διασφάλιση ασφάλειας δικαίου.

(25)

Είναι επομένως σκόπιμο να συμπληρωθεί η οδηγία 2011/16/ΕΕ με διατάξεις που διευκρινίζουν περαιτέρω το πλαίσιο και τις βασικές αρχές που θα πρέπει να εφαρμόζονται όταν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών επιλέγουν να προσφύγουν στο μέσο του κοινού ελέγχου. Οι κοινοί έλεγχοι θα πρέπει να αποτελούν επιπρόσθετο εργαλείο διαθέσιμο για τη διοικητική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα της φορολογίας, το οποίο θα συμπληρώνει το υπάρχον πλαίσιο που προβλέπει τις δυνατότητες παρουσίας υπαλλήλων άλλου κράτους μέλους σε διοικητικές υπηρεσίες, τη συμμετοχή σε διοικητικές έρευνες καθώς και ταυτόχρονους ελέγχους. Οι κοινοί έλεγχοι θα έχουν τη μορφή διοικητικών ερευνών που διενεργούνται από κοινού από τις αρμόδιες αρχές δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών και θα συνδέονται με ένα ή περισσότερα πρόσωπα που παρουσιάζουν κοινό ή συμπληρωματικό ενδιαφέρον για τις αρμόδιες αρχές των εν λόγω κρατών μελών. Οι κοινοί έλεγχοι μπορούν να έχουν σημαντικό ρόλο συνεισφέροντας στην καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Οι κοινοί έλεγχοι θα πρέπει να είναι δομημένοι έτσι ώστε να παρέχουν ασφάλεια δικαίου στους φορολογούμενους μέσω σαφών διαδικαστικών κανόνων, μεταξύ άλλων μέτρων για τον μετριασμό του κινδύνου διπλής φορολογίας.

(26)

Με σκοπό τη διασφάλιση ασφάλειας δικαίου, οι διατάξεις της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά τους κοινούς ελέγχους θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν τις κύριες πτυχές περαιτέρω λεπτομερειών του εν λόγω εργαλείου, όπως τα καθορισμένα χρονικά περιθώρια απάντησης σε αίτημα κοινού ελέγχου, την έκταση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των υπαλλήλων που συμμετέχουν σε κοινό έλεγχο και τη διαδικασία που οδηγεί στην κατάρτιση τελικής έκθεσης κοινού ελέγχου. Οι εν λόγω διατάξεις σχετικά με τους κοινούς ελέγχους δεν θα πρέπει να ερμηνεύονται σαν να προδικάζουν τυχόν διαδικασίες που θα διενεργούνταν σε κράτος μέλος σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο ως συνέπεια ή ως επακολούθηση του κοινού ελέγχου, όπως η επιβολή ή ο καθορισμός του φόρου με απόφαση των φορολογικών αρχών των κρατών μελών, σχετική διαδικασία προσφυγής ή διακανονισμού ή τα ένδικα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους οι φορολογούμενοι στο πλαίσιο των εν λόγω διαδικασιών. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου, η τελική έκθεση κοινού ελέγχου θα πρέπει να αποτυπώνει τις διαπιστώσεις επί των οποίων συμφώνησαν οι οικείες αρμόδιες αρχές. Επιπλέον, οι οικείες αρμόδιες αρχές θα μπορούν επίσης να συμφωνήσουν ώστε η τελική έκθεση ενός κοινού ελέγχου να περιλαμβάνει τυχόν θέματα για τα οποία δεν κατέστη δυνατή η επίτευξη συμφωνίας. Οι αμοιβαίως συμφωνημένες διαπιστώσεις της τελικής έκθεσης ενός κοινού ελέγχου θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στις σχετικές πράξεις που εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών μετά τον κοινό έλεγχο.

(27)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι οι κοινοί έλεγχοι θα πρέπει να διενεργούνται με πρότερη συμφωνία και με συντονισμό και σύμφωνα με τη νομοθεσία και τις διαδικαστικές απαιτήσεις του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες κοινού ελέγχου. Στις απαιτήσεις αυτές μπορεί επίσης να περιλαμβάνεται η υποχρέωση να εξασφαλίζεται ότι οι υπάλληλοι ενός κράτους μέλους που συμμετείχαν στον κοινό έλεγχο σε άλλο κράτος μέλος συμμετέχουν επίσης, εφόσον απαιτείται, σε οποιαδήποτε διαδικασία καταγγελίας, επανεξέτασης ή προσφυγής στο εν λόγω κράτος μέλος.

(28)

Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των υπαλλήλων που συμμετέχουν στον κοινό έλεγχο, όταν είναι παρόντες σε δραστηριότητες που εκτελούνται σε διαφορετικό κράτος μέλος, θα πρέπει να καθορίζονται σύμφωνα με τους νόμους του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του κοινού ελέγχου. Ταυτόχρονα, οι υπάλληλοι άλλου κράτους μέλους, ενώ τηρούν τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες κοινού ελέγχου, δεν θα πρέπει να ασκούν εξουσίες που θα υπερέβαιναν το πεδίο των εξουσιών που τους εκχωρεί η νομοθεσία του κράτους μέλους τους.

(29)

Ενώ στόχος των διατάξεων για τους κοινούς ελέγχους είναι να παράσχουν ένα χρήσιμο εργαλείο για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας, καμία διάταξη της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να θεωρηθεί αντίθετη προς τους καθιερωμένους κανόνες συνεργασίας των κρατών μελών σε δικαστικά θέματα.

(30)

Είναι καταρχήν σημαντικό, οι πληροφορίες που κοινοποιούνται βάσει της οδηγίας 2011/16/ΕΕ να χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό, την εφαρμογή και την επιβολή φόρων που καλύπτονται από το ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας. Παρότι δεν είχαν μέχρι στιγμής αποκλειστεί, έχουν προκύψει αβεβαιότητες ως προς τη χρήση των πληροφοριών λόγω ασάφειας του πλαισίου. Επομένως, και λαμβανομένης υπόψη της σημασίας που έχει ο ΦΠΑ για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι οι πληροφορίες που κοινοποιούνται μεταξύ των κρατών μελών μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό, την εφαρμογή και την επιβολή του ΦΠΑ και άλλων έμμεσων φόρων.

(31)

Κράτος μέλος που διαβιβάζει πληροφορίες σε άλλο κράτος μέλος για φορολογικούς σκοπούς θα πρέπει να επιτρέπει τη χρήση των εν λόγω πληροφοριών για άλλους σκοπούς, εφόσον αυτό επιτρέπεται από το εθνικό δίκαιο και των δύο κρατών μελών. Ένα κράτος μέλος μπορεί να το πράξει είτε επιτρέποντας τη διαφορετική χρήση κατόπιν υποχρεωτικού αιτήματος του άλλου κράτους μέλους είτε κοινοποιώντας σε όλα τα κράτη μέλη κατάλογο επιτρεπόμενων άλλων σκοπών.

(32)

Για λόγους συνδρομής προς τις φορολογικές διοικήσεις που συμμετέχουν στην ανταλλαγή πληροφοριών βάσει της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη, επικουρούμενα από την Επιτροπή, θα πρέπει να εκπονήσουν πρακτικές ρυθμίσεις, μεταξύ άλλων, κατά περίπτωση, συμφωνία κοινού υπευθύνου επεξεργασίας δεδομένων, συμφωνία εκτελούντος την επεξεργασία δεδομένων–υπευθύνου επεξεργασίας δεδομένων ή συναφή υποδείγματα. Μόνο πρόσωπα δεόντως διαπιστευμένα από την Αρχή Διαπίστευσης Ασφαλείας της Επιτροπής μπορούν να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που κοινοποιούνται σύμφωνα με την οδηγία 2011/16/ΕΕ και παρέχονται με ηλεκτρονικά μέσα χρησιμοποιώντας το CCN και μόνο στον βαθμό που είναι αναγκαίο για την επιμέλεια, τη συντήρηση και την ανάπτυξη του κεντρικού ευρετηρίου διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας και του CCN. Η Επιτροπή είναι επίσης υπεύθυνη για την ασφάλεια του κεντρικού ευρετηρίου διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας και του CCN.

(33)

Για την πρόληψη των παραβιάσεων δεδομένων και τον περιορισμό των δυνητικών ζημιών, είναι εξαιρετικά σημαντικό να βελτιωθεί η ασφάλεια όλων των δεδομένων που ανταλλάσσονται μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών στο πλαίσιο της οδηγίας 2011/16/ΕΕ. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να συμπληρωθεί η εν λόγω οδηγία με κανόνες σχετικά με τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθούν τα κράτη μέλη και η Επιτροπή σε περίπτωση παραβίασης δεδομένων σε κράτος μέλος, καθώς και στις περιπτώσεις όπου η παραβίαση συμβαίνει στο CCN. Λόγω της ευαίσθητης φύσεως των δεδομένων που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο παραβίασης δεδομένων, θα ήταν σκόπιμο να προβλεφθούν μέτρα όπως το αίτημα αναστολής της ανταλλαγής πληροφοριών με το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη όπου συνέβη η παραβίαση των δεδομένων ή η αναστολή της πρόσβασης στο CCN σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη έως ότου διορθωθεί η παραβίαση των δεδομένων. Λόγω της τεχνικής φύσεως των διαδικασιών που σχετίζονται με την ανταλλαγή δεδομένων, τα κράτη μέλη, επικουρούμενα από την Επιτροπή, θα πρέπει να συμφωνήσουν τις πρακτικές ρυθμίσεις που απαιτούνται για την εφαρμογή των διαδικασιών που πρέπει να ακολουθούνται σε περίπτωση παραβίασης δεδομένων και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για την πρόληψη μελλοντικών παραβιάσεων δεδομένων.

(34)

Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίοι όροι για την εφαρμογή της οδηγίας 2011/16/ΕΕ και, ιδίως, για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή να εγκρίνει τυποποιημένο έντυπο με περιορισμένο αριθμό στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των γλωσσικών ρυθμίσεων. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(35)

Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων κλήθηκε να γνωμοδοτήσει σύμφωνα με το άρθρο 42 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7).

(36)

Οποιαδήποτε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πραγματοποιείται στο πλαίσιο της οδηγίας 2011/16/ΕΕ θα πρέπει να εξακολουθήσει να συμμορφώνεται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) και τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725. Η επεξεργασία δεδομένων καθορίζεται στην οδηγία 2011/16/ΕΕ με αποκλειστική επιδίωξη την εξυπηρέτηση του γενικού δημόσιου συμφέροντος και, συγκεκριμένα, των φορολογικών θεμάτων και των σκοπών της καταπολέμησης της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, της διασφάλισης των φορολογικών εσόδων και της προώθησης της δίκαιης φορολόγησης, οι οποίες ενισχύουν τις ευκαιρίες κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ένταξης στα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου οι παραπομπές της οδηγίας 2011/16/ΕΕ στο σχετικό ενωσιακό δίκαιο για την προστασία των δεδομένων θα πρέπει να επικαιροποιηθούν και να επεκταθούν στους κανόνες που θεσπίζονται στην παρούσα οδηγία. Αυτό είναι ιδίως σημαντικό για την κατοχύρωση ασφάλειας δικαίου για τους υπευθύνους επεξεργασίας και τους εκτελούντες την επεξεργασία δεδομένων κατά την έννοια των κανονισμών (ΕΕ) 2016/679 και (ΕΕ) 2018/1725, διασφαλίζοντας παράλληλα την προστασία των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων.

(37)

Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και συνάδει με τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, η παρούσα οδηγία επιδιώκει να εξασφαλίσει τον πλήρη σεβασμό του δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της επιχειρηματικής ελευθερίας.

(38)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η αποτελεσματική διοικητική συνεργασία μεταξύ κρατών μελών κατά τρόπο συμβατό με την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη διότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας για τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των φορολογικών διοικήσεων απαιτεί ενιαίους κανόνες που μπορούν να είναι αποτελεσματικοί σε διασυνοριακές καταστάσεις αλλά μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία προβλέπεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του εν λόγω στόχου.

(39)

Η οδηγία 2011/16/ΕΕ θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 2011/16/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1)

το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

στο σημείο 9), το πρώτο εδάφιο στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

για τους σκοπούς του άρθρου 8 παράγραφος 1 και των άρθρων 8α έως 8αγ, η συστηματική κοινοποίηση σε άλλο κράτος μέλος, χωρίς προηγούμενο αίτημα, προκαθορισμένων πληροφοριών ανά καθορισμένα εκ των προτέρων τακτά διαστήματα. Για τους σκοπούς του άρθρου 8 παράγραφος 1, η παραπομπή σε διαθέσιμες πληροφορίες σημαίνει τις πληροφορίες των φορολογικών αρχείων του κράτους μέλους που κοινοποιεί τις πληροφορίες, οι οποίες μπορούν να ανακτηθούν σύμφωνα με τις διαδικασίες συλλογής και επεξεργασίας πληροφοριών του εν λόγω κράτους μέλους·»

β)

στο σημείο 9), το πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

για τους σκοπούς των διατάξεων της παρούσας οδηγίας πλην του άρθρου 8 παράγραφοι 1 και 3α και των άρθρων 8α έως 8αγ, η συστηματική κοινοποίηση προκαθορισμένων πληροφοριών που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β) του παρόντος σημείου.»·

γ)

στο σημείο 9), το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στο πλαίσιο του άρθρου 8 παράγραφοι 3α και 7α, του άρθρου 21 παράγραφος 2, και του παραρτήματος IV, κάθε όρος γραμμένος με κεφαλαία αρχικά έχει την έννοια που του αποδίδεται στους αντίστοιχους ορισμούς που καθορίζονται στο παράρτημα I. Στο πλαίσιο του άρθρου 25 παράγραφοι 3 και 4, κάθε όρος γραμμένος με κεφαλαία αρχικά έχει την έννοια που του αποδίδεται στους αντίστοιχους ορισμούς που καθορίζονται στο παράρτημα I ή στο παράρτημα V. Στο πλαίσιο του άρθρου 8αα και του παραρτήματος III, κάθε όρος γραμμένος με κεφαλαία αρχικά έχει την έννοια που του αποδίδεται στους αντίστοιχους ορισμούς που καθορίζονται στο παράρτημα III. Στο πλαίσιο του άρθρου 8αγ και του παραρτήματος V, κάθε όρος γραμμένος με κεφαλαία αρχικά έχει την έννοια που του αποδίδεται στους αντίστοιχους ορισμούς που καθορίζονται στο παράρτημα V.»·

δ)

προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«26.

“κοινός έλεγχος”: διοικητική έρευνα που διενεργείται από κοινού από τις αρμόδιες αρχές δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών και συνδέεται με ένα ή περισσότερα πρόσωπα που παρουσιάζουν κοινό ή συμπληρωματικό ενδιαφέρον για τις αρμόδιες αρχές των εν λόγω κρατών μελών.

27.

“παραβίαση δεδομένων”: η παραβίαση της ασφάλειας που οδηγεί σε καταστροφή, απώλεια, μεταβολή ή οποιοδήποτε συμβάν ακατάλληλης ή μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης, γνωστοποίησης ή χρήσης πληροφοριών, όπως, μεταξύ άλλων, διαβίβαση, αποθήκευση ή άλλου είδους επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ως αποτέλεσμα σκόπιμων παράνομων πράξεων, αμέλειας ή ατυχήματος. Η παραβίαση δεδομένων μπορεί να αφορά την εμπιστευτικότητα, τη διαθεσιμότητα και την ακεραιότητα των δεδομένων.»·

2)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 5a

Εύλογη συνάφεια

1.   Για τους σκοπούς αιτήματος που αναφέρεται στο άρθρο 5, οι ζητούμενες πληροφορίες είναι εύλογα συναφείς όταν κατά τον χρόνο υποβολής του αιτήματος, η αιτούσα αρχή θεωρεί ότι, σύμφωνα με την εθνική της νομοθεσία, υπάρχει εύλογη πιθανότητα οι ζητούμενες πληροφορίες να είναι συναφείς με τις φορολογικές υποθέσεις ενός ή περισσοτέρων φορολογουμένων, είτε προσδιορίζονται ονομαστικά είτε όχι, και να δικαιολογούνται για τους σκοπούς της έρευνας.

2.   Προκειμένου να αποδειχθεί η εύλογη συνάφεια των ζητούμενων πληροφοριών, η αιτούσα αρχή παρέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες στη λαμβάνουσα αρχή:

α)

τους φορολογικούς λόγους για τους οποίους ζητούνται οι πληροφορίες· και

β)

διευκρίνιση των πληροφοριών που απαιτούνται για την εφαρμογή ή την επιβολή του εθνικού δικαίου της.

3.   Όταν ένα αίτημα που αναφέρεται στο άρθρο 5, αφορά ομάδα φορολογουμένων που δεν μπορούν να ταυτοποιηθούν ατομικά, η αιτούσα αρχή παρέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες στη λαμβάνουσα αρχή:

α)

λεπτομερή περιγραφή της ομάδας·

β)

επεξήγηση του εφαρμοστέου δικαίου και των πραγματικών περιστατικών βάσει των οποίων εικάζεται ότι οι φορολογούμενοι της ομάδας δεν έχουν συμμορφωθεί με το εφαρμοστέο δίκαιο·

γ)

επεξήγηση του τρόπου με τον οποίο οι ζητούμενες πληροφορίες θα βοηθήσουν στον προσδιορισμό της συμμόρφωσης των φορολογουμένων της ομάδας· και

δ)

κατά περίπτωση, τα πραγματικά περιστατικά και περιστάσεις που σχετίζονται με τη συμμετοχή τρίτου μέρους που συνέβαλε ενεργά στην πιθανή μη συμμόρφωση των φορολογουμένων της ομάδας με το εφαρμοστέο δίκαιο.»·

3)

το άρθρο 6 παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Το αίτημα το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 5 μπορεί να περιλαμβάνει αιτιολογημένο αίτημα για τη διενέργεια διοικητικής έρευνας. Εάν η λαμβάνουσα αρχή θεωρεί ότι δεν είναι αναγκαία η διενέργεια διοικητικής έρευνας, αιτιολογεί αμέσως την άποψη αυτή στην αιτούσα αρχή.»·

4)

το άρθρο 7 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η λαμβάνουσα αρχή παρέχει τις πληροφορίες οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 5 το ταχύτερο δυνατόν και το αργότερο εντός τριών μηνών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος. Ωστόσο, όταν η λαμβάνουσα αρχή δεν είναι σε θέση να απαντήσει στο αίτημα εμπροθέσμως, ενημερώνει την αιτούσα αρχή αμέσως και εν πάση περιπτώσει εντός τριών μηνών από την παραλαβή του αιτήματος για τους λόγους της καθυστερημένης απάντησης και για την ημερομηνία έως την οποία θεωρεί ότι ενδεχομένως θα είναι σε θέση να απαντήσει. Η προθεσμία δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος.

Ωστόσο, όταν η λαμβάνουσα αρχή διαθέτει ήδη τις πληροφορίες αυτές, οι πληροφορίες διαβιβάζονται εντός δύο μηνών από την ημερομηνία αυτήν.»·

5)

στο άρθρο 7 διαγράφεται η παράγραφος 5·

6)

το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους, με αυτόματη ανταλλαγή, όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με άτομα που κατοικούν στο εν λόγω άλλο κράτος μέλος, όσον αφορά τις ακόλουθες συγκεκριμένες κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου όπως αυτές ορίζονται στην εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους που κοινοποιεί τις πληροφορίες:

α)

εισόδημα από απασχόληση·

β)

αμοιβές διοικητικών στελεχών·

γ)

προϊόντα ασφάλειας ζωής που δεν καλύπτονται από άλλες ενωσιακές νομικές πράξεις για την ανταλλαγή πληροφοριών και άλλα παρόμοια μέτρα·

δ)

συντάξεις·

ε)

κυριότητα ακίνητης περιουσίας και εισόδημα από αυτήν·

στ)

δικαιώματα.

Για φορολογικές περιόδους που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2024 ή μεταγενέστερα, τα κράτη μέλη επιδιώκουν να συμπεριλάβουν τον αριθμό φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ) των κατοίκων που έχει εκδοθεί από το κράτος μέλος κατοικίας στην κοινοποίηση των πληροφοριών του πρώτου εδαφίου.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν ετησίως την Επιτροπή για τουλάχιστον δύο κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου που παρατίθενται στο πρώτο εδάφιο και αναφορικά με τις οποίες κοινοποιούν πληροφορίες που αφορούν κατοίκους άλλου κράτους μέλους.

2.   Πριν από την 1η Ιανουαρίου 2024, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τουλάχιστον τέσσερις κατηγορίες που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο αναφορικά με τις οποίες η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους κοινοποιεί, με αυτόματη ανταλλαγή, στην αρμόδια αρχή οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους, πληροφορίες που αφορούν κατοίκους αυτού του άλλου κράτους μέλους. Οι πληροφορίες αυτές αφορούν φορολογικές περιόδους που αρχίζουν την 1η Ιανουαρίου 2025 ή μεταγενέστερα.»·

β)

στην παράγραφο 3, το δεύτερο εδάφιο διαγράφεται·

7)

το άρθρο 8α τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 5, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

όσον αφορά τις πληροφορίες που ανταλλάσσονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 – χωρίς καθυστέρηση μετά την έκδοση, την τροποποίηση ή την ανανέωση των εκ των προτέρων διασυνοριακών αποφάσεων ή των εκ των προτέρων συμφωνιών ενδοομιλικής τιμολόγησης και το αργότερο τρεις μήνες μετά το τέλος του εξαμήνου του ημερολογιακού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου εκδόθηκαν, τροποποιήθηκαν ή ανανεώθηκαν οι εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις ή οι εκ των προτέρων συμφωνίες ενδοομιλικής τιμολόγησης·»

β)

στην παράγραφο 6, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

σύνοψη της εκ των προτέρων διασυνοριακής απόφασης ή της εκ των προτέρων συμφωνίας ενδοομιλικής τιμολόγησης, συμπεριλαμβανομένης περιγραφής των σχετικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ή συναλλαγών ή σειράς συναλλαγών και οποιωνδήποτε άλλων πληροφοριών που θα μπορούσαν να βοηθήσουν την αρμόδια αρχή στην εκτίμηση δυνητικού φορολογικού κινδύνου, χωρίς να αποκαλύπτεται εμπορικό, βιομηχανικό ή επαγγελματικό απόρρητο, εμπορική διαδικασία ή πληροφορία της οποίας η κοινοποίηση αντιβαίνει στη δημόσια τάξη·»

8)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 8αγ

Πεδίο εφαρμογής και προϋποθέσεις της υποχρεωτικής αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών που υποβάλλονται από Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας

1.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να υποχρεούνται οι Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας να εφαρμόζουν τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας και να πληρούν τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων που ορίζονται στα τμήματα II και III του παραρτήματος V. Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει επίσης την αποτελεσματική εφαρμογή αυτών των μέτρων και τη συμμόρφωση με αυτούς βάσει του τμήματος IV του παραρτήματος V.

2.   Σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διαδικασίες δέουσας επιμέλειας και τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων που περιλαμβάνονται στα τμήματα II και ΙΙΙ του παραρτήματος V, η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους όπου έλαβε χώρα η υποβολή στοιχείων σύμφωνα με την παράγραφο 1, κοινοποιεί, μέσω αυτόματης ανταλλαγής και εντός της προθεσμίας της παραγράφου 3, στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους του οποίου ο Δηλωτέος Πωλητής είναι κάτοικος, όπως καθορίζεται σύμφωνα με το παράρτημα V τμήμα II ενότητα Δ και, όταν ο Δηλωτέος Πωλητής παρέχει υπηρεσίες μίσθωσης ακίνητης περιουσίας, σε κάθε περίπτωση στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται η ακίνητη περιουσία, τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με κάθε Δηλωτέο Πωλητή:

α)

το όνομα, τη διεύθυνση της έδρας, τον ΑΦΜ και, κατά περίπτωση, τον ατομικό αριθμό ταυτοποίησης, που χορηγείται βάσει της παραγράφου 4 πρώτο εδάφιο, του Δηλούντος Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, καθώς και την εταιρική επωνυμία της Πλατφόρμας/τις εταιρικές επωνυμίες των Πλατφορμών για την οποία ή τις οποίες υποβάλλει στοιχεία ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας·

β)

το όνομα και το επώνυμο του Δηλωτέου Πωλητή ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο και την επωνυμία του Δηλωτέου Πωλητή που είναι Οντότητα·

γ)

την Κύρια Διεύθυνση·

δ)

κάθε ΑΦΜ του Δηλωτέου Πωλητή, συμπεριλαμβανομένου κάθε κράτους μέλους έκδοσης, ή, ελλείψει ΑΦΜ, τον τόπο γέννησης του Δηλωτέου Πωλητή ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο·

ε)

τον αριθμό καταχώρισης επιχείρησης του Δηλωτέου Πωλητή ο οποίος είναι Οντότητα·

στ)

τον αριθμό μητρώου ΦΠΑ του Δηλωτέου Πωλητή, εφόσον υπάρχει·

ζ)

την ημερομηνία γέννησης του Δηλωτέου Πωλητή ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο·

η)

το Αναγνωριστικό Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού προς τον οποίο καταβάλλεται ή πιστώνεται το Αντίτιμο, εφόσον είναι διαθέσιμο στον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας και η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους του οποίου είναι κάτοικος ο Δηλωτέος Πωλητής, κατά την έννοια του παραρτήματος V τμήμα II ενότητα Δ, δεν έχει ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές όλων των άλλων κρατών μελών ότι δεν σκοπεύει να χρησιμοποιήσει το Αναγνωριστικό Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού για τον σκοπό αυτόν·

θ)

σε περίπτωση που είναι διαφορετικό από το όνομα του Δηλωτέου Πωλητή, επιπλέον του Αναγνωριστικού Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού, το όνομα του δικαιούχου του χρηματοοικονομικού λογαριασμού στον οποίο καταβάλλεται ή πιστώνεται το Αντίτιμο, εφόσον είναι διαθέσιμο στον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία χρηματοοικονομικής ταυτοποίησης που έχει στη διάθεσή του ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας σχετικά με τον εν λόγω δικαιούχο του λογαριασμού·

ι)

κάθε κράτος μέλος του οποίου ο Δηλωτέος Πωλητής είναι κάτοικος όπως προσδιορίζεται βάσει του παραρτήματος V τμήμα II ενότητα Δ·

ια)

το συνολικό Αντίτιμο που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε κατά τη διάρκεια κάθε τριμήνου της Περιόδου Αναφοράς και τον αριθμό των Σχετικών Δραστηριοτήτων για τις οποίες καταβλήθηκε ή πιστώθηκε·

ιβ)

τυχόν αμοιβές, προμήθειες ή φόρους που παρακρατήθηκαν ή χρεώθηκαν από τον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κατά τη διάρκεια κάθε τριμήνου της Περιόδου Αναφοράς.

Όταν ο Δηλωτέος Πωλητής παρέχει υπηρεσίες μίσθωσης ακινήτων, κοινοποιούνται οι ακόλουθες πρόσθετες πληροφορίες:

α)

η διεύθυνση κάθε Καταχωρισμένου Ακινήτου, όπως καθορίζεται βάσει των διαδικασιών που προβλέπονται στο παράρτημα V τμήμα II ενότητα Ε, καθώς και ο αριθμός κτηματολογίου ή ο αντίστοιχός του βάσει της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους όπου βρίσκεται, εάν είναι διαθέσιμος·

β)

το συνολικό Αντίτιμο που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε κατά τη διάρκεια κάθε τριμήνου της Περιόδου Αναφοράς και ο αριθμός των Σχετικών Δραστηριοτήτων που παρασχέθηκαν για κάθε Καταχωρισμένο Ακίνητο·

γ)

εάν είναι διαθέσιμος, ο αριθμός των ημερών μίσθωσης κάθε Καταχωρισμένου Ακινήτου κατά τη διάρκεια της Περιόδου Αναφοράς και ο τύπος κάθε Καταχωρισμένου Ακινήτου.

3.   Η κοινοποίηση βάσει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται με χρήση του τυποποιημένου ηλεκτρονικού μορφότυπου που αναφέρεται στο άρθρο 20 παράγραφος 4 εντός δύο μηνών από τη λήξη της Περιόδου Αναφοράς που αφορούν οι εφαρμοστέες απαιτήσεις υποβολής στοιχείων του Δηλούντος Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας. Οι πρώτες πληροφορίες κοινοποιούνται για τις Περιόδους Αναφοράς από την 1η Ιανουαρίου 2023.

4.   Προκειμένου να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, κάθε κράτος μέλος θεσπίζει τους αναγκαίους κανόνες που θα υποχρεώνουν τους Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κατά την έννοια του παραρτήματος V τμήμα I ενότητα Α παράγραφος 4 στοιχείο β) να καταχωρίζονται στην Ένωση. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταχώρισης χορηγεί ατομικό αριθμό ταυτοποίησης στους εν λόγω Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας.

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες σύμφωνα με τους οποίους οι Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας μπορούν να επιλέξουν να καταχωριστούν από την αρμόδια αρχή ενός μόνο κράτους μέλους σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στο παράρτημα V τμήμα IV ενότητα ΣΤ. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να υποχρεούται ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, κατά την έννοια του παραρτήματος V τμήμα I ενότητα Α παράγραφος 4 στοιχείο β), του οποίου η καταχώριση έχει ανακληθεί σύμφωνα με το παράρτημα V τμήμα IV ενότητα ΣΤ παράγραφος 7, να έχει μόνη δυνατότητα να επανακαταχωρίζεται, εφόσον παρέχει στις αρχές του οικείου κράτους μέλους τις δέουσες εγγυήσεις όσον αφορά τις δεσμεύσεις του να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων εντός της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων ενδεχόμενων εκκρεμών ανεκπλήρωτων απαιτήσεων υποβολής στοιχείων.

Η Επιτροπή καθορίζει, με εκτελεστικές πράξεις, τις πρακτικές ρυθμίσεις που απαιτούνται για την καταχώριση και την ταυτοποίηση των Δηλούντων Φορέων Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2.

5.   Όταν Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας θεωρείται Εξαιρούμενος Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο παρασχέθηκε η απόδειξη σύμφωνα με το παράρτημα V τμήμα I ενότητα A παράγραφος 3 πληροφορεί σχετικά τις αρμόδιες αρχές όλων των άλλων κρατών μελών, καθώς και σχετικά με τυχόν επακόλουθες αλλαγές.

6.   Η Επιτροπή καταρτίζει, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022, κεντρικό μητρώο στο οποίο καταχωρίζονται οι πληροφορίες που πρέπει να κοινοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου και να κοινοποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα V τμήμα IV ενότητα ΣΤ παράγραφος 2. Το εν λόγω κεντρικό μητρώο είναι διαθέσιμο στις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών.

7.   Η Επιτροπή καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων και κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, αν οι πληροφορίες που απαιτείται να ανταλλάσσονται αυτόματα βάσει συμφωνίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών του οικείου κράτους μέλους και μιας δικαιοδοσίας εκτός Ένωσης είναι, κατά την έννοια του παραρτήματος V τμήμα I ενότητα Α παράγραφος 7, ισοδύναμες με τις καθοριζόμενες στο παράρτημα V τμήμα III ενότητα Β. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2.

Το κράτος μέλος που ζητεί το μέτρο του πρώτου εδαφίου αποστέλλει αιτιολογημένο αίτημα στην Επιτροπή.

Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι δεν έχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την εκτίμηση του αιτήματος, έρχεται σε επαφή με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος εντός δύο μηνών από την παραλαβή του αιτήματος και προσδιορίζει ποιες πρόσθετες πληροφορίες απαιτούνται. Αφού η Επιτροπή συγκεντρώσει όλες τις πληροφορίες που κρίνει απαραίτητες, ενημερώνει εντός ενός μηνός το κράτος μέλος που υπέβαλε το αίτημα και υποβάλλει τις σχετικές πληροφορίες στην επιτροπή του άρθρου 26 παράγραφος 2.

Όταν ενεργεί με δική της πρωτοβουλία, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, μόνον αφού κράτος μέλος έχει συνάψει συμφωνία αρμόδιων αρχών με δικαιοδοσία εκτός Ένωσης, η οποία απαιτεί την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με πωλητές που αποκτούν εισόδημα από δραστηριότητες διευκολυνόμενες από Πλατφόρμες.

Κατά τον καθορισμό τού αν οι πληροφορίες είναι ισοδύναμες, κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου, έναντι Σχετικής Δραστηριότητας, η Επιτροπή λαμβάνει δεόντως υπόψη τον βαθμό στον οποίο το καθεστώς, επί του οποίου βασίζονται οι πληροφορίες αυτές, αντιστοιχεί στο καθεστώς που καθορίζεται στο παράρτημα V, ιδίως όσον αφορά:

i)

τους ορισμούς του Δηλούντος Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, του Δηλωτέου Πωλητή, της Σχετικής Δραστηριότητας·

ii)

τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για τον σκοπό της ταυτοποίησης των Δηλωτέων Πωλητών·

iii)

τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων· και

iv)

τους κανόνες και τις διοικητικές διαδικασίες που πρέπει να διαθέτουν οι δικαιοδοσίες εκτός Ένωσης προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματική εφαρμογή των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας και των απαιτήσεων υποβολής στοιχείων που ορίζονται σε αυτό το καθεστώς, καθώς και η συμμόρφωση προς αυτές.

Η ίδια διαδικασία εφαρμόζεται για να διαπιστωθεί αν οι πληροφορίες δεν είναι πλέον ισοδύναμες.»·

9)

το άρθρο 8β τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή κατ’ έτος στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον όγκο των αυτόματων ανταλλαγών σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 3α, το άρθρο 8αα και το άρθρο 8αγ και πληροφορίες σχετικά με τις διοικητικές και άλλες συναφείς δαπάνες και οφέλη που συνδέονται με τις πραγματοποιηθείσες ανταλλαγές καθώς και οποιεσδήποτε ενδεχόμενες μεταβολές, τόσο για τις φορολογικές διοικήσεις όσο και για τρίτους.»·

β)

η παράγραφος 2 διαγράφεται.

10)

το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Για την ανταλλαγή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, η αρμόδια αρχή κράτους μέλους μπορεί να ζητήσει από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους ώστε υπάλληλοι εξουσιοδοτημένοι από το πρώτο και σύμφωνα με τις διαδικαστικές ρυθμίσεις που ορίζει το τελευταίο:

α)

να είναι παρόντες στα γραφεία στα οποία εκτελούν τα καθήκοντά τους οι διοικητικές αρχές του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα·

β)

να είναι παρόντες κατά τις διοικητικές έρευνες οι οποίες διεξάγονται στο έδαφος του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα·

γ)

να συμμετέχουν στις διοικητικές έρευνες που διενεργεί το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα με ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας, όπου συντρέχει περίπτωση.

Η λαμβάνουσα αρχή απαντά στα αιτήματα κατά το πρώτο εδάφιο εντός 60 ημερών από την παραλαβή του αιτήματος για να επιβεβαιώσει τη συμφωνία της ή να ανακοινώσει την αιτιολογημένη άρνησή της στην αιτούσα αρχή.

Αν οι ζητούμενες πληροφορίες περιέχονται σε έγγραφα στα οποία έχουν πρόσβαση οι υπάλληλοι της λαμβάνουσας αρχής, παρέχονται αντίγραφα των εγγράφων στους υπαλλήλους της αιτούσας αρχής.»·

β)

στην παράγραφο 2 το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Όταν υπάλληλοι της αιτούσας αρχής είναι παρόντες κατά τη διάρκεια διοικητικής έρευνας ή συμμετέχουν σε διοικητικές έρευνες με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, μπορούν να διενεργούν συνέντευξη με φυσικά πρόσωπα και να εξετάζουν φακέλους με την επιφύλαξη των διαδικαστικών ρυθμίσεων του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα.»·

11)

το άρθρο 12 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η αρμόδια αρχή κάθε ενδιαφερόμενου κράτους μέλους αποφασίζει αν επιθυμεί να λάβει μέρος σε ταυτόχρονους ελέγχους. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους επιβεβαιώνει στην αρχή η οποία πρότεινε τη διεξαγωγή ταυτόχρονου ελέγχου τη συμφωνία της ή της ανακοινώνει την αιτιολογημένη άρνησή της εντός 60 ημερών από τη λήψη της πρότασης.»·

12)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα:

«ΤΜΗΜΑ Iια

Κοινοί έλεγχοι

Άρθρο 12a

Κοινοί έλεγχοι

1.   Η αρμόδια αρχή ενός ή περισσότερων κρατών μελών μπορεί να ζητήσει από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους (ή άλλων κρατών μελών) τη διενέργεια κοινού ελέγχου. Οι λαμβάνουσες αρμόδιες αρχές απαντούν στο αίτημα για κοινό έλεγχο εντός 60 ημερών από την παραλαβή του αιτήματος. Οι λαμβάνουσες αρμόδιες αρχές μπορούν να απορρίψουν αίτημα για τη διενέργεια κοινού ελέγχου από την αρμόδια αρχή κράτους μέλους εφόσον δικαιολογηθεί.

2.   Οι κοινοί έλεγχοι διενεργούνται με πρότερη συμφωνία και με συντονισμό, συμπεριλαμβανομένων των γλωσσικών ρυθμίσεων, από τις αρμόδιες αρχές του αιτούντος κράτους μέλους και σύμφωνα με τη νομοθεσία και τις διαδικαστικές απαιτήσεις του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα και σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του κοινού ελέγχου. Σε κάθε κράτος μέλος στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες κοινού ελέγχου, η αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους διορίζει εκπρόσωπο ο οποίος είναι υπεύθυνος για την εποπτεία και τον συντονισμό του κοινού ελέγχου στο εν λόγω κράτος μέλος.

Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των υπαλλήλων των κρατών μελών που συμμετέχουν στον κοινό έλεγχο, όταν είναι παρόντες σε δραστηριότητες που εκτελούνται σε διαφορετικό κράτος μέλος, καθορίζονται σύμφωνα με τους νόμους του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι εν λόγω δραστηριότητες του κοινού ελέγχου. Οι υπάλληλοι άλλου κράτους μέλους, ενώ τηρούν τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του κοινού ελέγχου, δεν ασκούν εξουσίες που θα υπερέβαιναν το πεδίο των εξουσιών που τους εκχωρεί η νομοθεσία του κράτους μέλους τους.

3.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, το κράτος μέλος στο οποίο πραγματοποιούνται οι δραστηριότητες του κοινού ελέγχου λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου:

α)

να επιτρέπει στους υπαλλήλους άλλων κρατών μελών που συμμετέχουν στις δραστηριότητες του κοινού ελέγχου να διενεργούν συνεντεύξεις με φυσικά πρόσωπα και να εξετάζουν φακέλους μαζί με τους υπαλλήλους του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του κοινού ελέγχου, με την επιφύλαξη των διαδικαστικών ρυθμίσεων του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι εν λόγω δραστηριότητες·

β)

να διασφαλίσει ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που συλλέγονται κατά τη διάρκεια των δραστηριοτήτων του κοινού ελέγχου μπορούν να αξιολογούνται, μεταξύ άλλων και όσον αφορά το παραδεκτό τους, υπό τις ίδιες νομικές προϋποθέσεις όπως στην περίπτωση ελέγχου που διενεργείται στο εν λόγω κράτος μέλος και στον οποίον συμμετέχουν μόνον οι υπάλληλοι του εν λόγω κράτους μέλους, μεταξύ άλλων κατά τη διάρκεια ενδεχόμενης διαδικασίας καταγγελίας, επανεξέτασης ή προσφυγής· και

γ)

να διασφαλίσει ότι το ή τα πρόσωπα που υπόκεινται σε κοινό έλεγχο ή επηρεάζονται από αυτόν απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα και έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις όπως στην περίπτωση ελέγχου στον οποίον συμμετέχουν μόνον οι υπάλληλοι του εν λόγω κράτους μέλους, μεταξύ άλλων κατά τη διάρκεια ενδεχόμενης διαδικασίας καταγγελίας, επανεξέτασης ή προσφυγής.

4.   Όταν οι αρμόδιες αρχές δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών διενεργούν κοινό έλεγχο, επιδιώκουν να συμφωνήσουν για τα πραγματικά περιστατικά και τις περιστάσεις που αφορούν τον κοινό έλεγχο και επιδιώκουν να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με τη φορολογική κατάσταση του ελεγχόμενου προσώπου ή των ελεγχόμενων προσώπων βάσει των αποτελεσμάτων του κοινού ελέγχου. Οι διαπιστώσεις του κοινού ελέγχου ενσωματώνονται σε τελική έκθεση. Τα θέματα επί των οποίων συμφωνούν οι αρμόδιες αρχές αποτυπώνονται στην τελική έκθεση και λαμβάνονται υπόψη στις σχετικές πράξεις που εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών μετά τον κοινό έλεγχο.

Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου, οι πράξεις των αρμόδιων αρχών κράτους μέλους ή των υπαλλήλων του μετά από κοινό έλεγχο και ενδεχόμενες περαιτέρω διαδικασίες που διεξάγονται στο εν λόγω κράτος μέλος, όπως απόφαση φορολογικών αρχών, σχετική διαδικασία προσφυγής ή διακανονισμού, πραγματοποιούνται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.

5.   Το ελεγχόμενο πρόσωπο ή τα ελεγχόμενα πρόσωπα ενημερώνονται για το αποτέλεσμα του κοινού ελέγχου, συνοδευόμενο από αντίγραφο της τελικής έκθεσης, εντός 60 ημερών από την εκπόνηση της τελικής έκθεσης.»·

13)

το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1 το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται μεταξύ κρατών μελών υπό οιανδήποτε μορφή δυνάμει της παρούσας οδηγίας καλύπτονται από την υποχρέωση τήρησης του υπηρεσιακού απορρήτου και χαίρουν της προστασίας που παρέχεται σε παρόμοιες πληροφορίες δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους που τις έλαβε. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση, την εφαρμογή και την επιβολή του εθνικού δικαίου των κρατών μελών σχετικά με τους φόρους που αναφέρονται στο άρθρο 2, καθώς και τον ΦΠΑ και άλλους έμμεσους φόρους.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Με την άδεια της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους που κοινοποιεί πληροφορίες σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και μόνον στον βαθμό που αυτό επιτρέπεται δυνάμει του εθνικού δικαίου του κράτους μέλους της αρμόδιας αρχής που λαμβάνει τις πληροφορίες, οι πληροφορίες και τα έγγραφα που λαμβάνονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία μπορούν να χρησιμοποιούνται για σκοπούς άλλους από τους αναφερόμενους στην παράγραφο 1. Η άδεια αυτή χορηγείται εάν οι πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για παρόμοιους σκοπούς στο κράτος μέλος της αρμόδιας αρχής που κοινοποιεί τις πληροφορίες.

Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους δύναται να κοινοποιεί στις αρμόδιες αρχές όλων των άλλων κρατών μελών κατάλογο των σκοπών για τους οποίους, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, μπορούν να χρησιμοποιούνται πληροφορίες και έγγραφα, πλην των αναφερομένων στην παράγραφο 1. Η αρμόδια αρχή που λαμβάνει πληροφορίες και έγγραφα μπορεί να χρησιμοποιεί τις ληφθείσες πληροφορίες και έγγραφα χωρίς την άδεια που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου για οποιονδήποτε από τους σκοπούς που αναφέρονται στον κατάλογο του κοινοποιούντος κράτους μέλους.»·

14)

Το άρθρο 20 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 2 το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Το τυποποιημένο έντυπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες, τις οποίες πρέπει να παρέχει η αιτούσα αρχή:

α)

τα στοιχεία ταυτότητος του προσώπου που αποτελεί αντικείμενο εξέτασης ή έρευνας και, σε περίπτωση ομαδοποιημένων αιτημάτων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5α παράγραφος 3, λεπτομερή περιγραφή της ομάδας·

β)

τους φορολογικούς λόγους για τους οποίους ζητούνται οι πληροφορίες.»·

β)

οι παράγραφοι 3 και 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οι αυθόρμητα παρεχόμενες πληροφορίες και η αποδοχή τους σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10, αντίστοιχα, τα αιτήματα διοικητικών κοινοποιήσεων σύμφωνα με το άρθρο 13, οι πληροφορίες ανατροφοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 14 και οι κοινοποιήσεις σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφοι 2 και 3 και το άρθρο 24 παράγραφος 2 αποστέλλονται μέσω των τυποποιημένων εντύπων που εγκρίνει η Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2.

4.   Η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 8αγ πραγματοποιείται χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μηχανογραφημένο μορφότυπο που έχει στόχο τη διευκόλυνση αυτής της αυτόματης ανταλλαγής και ο οποίος εγκρίνεται από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2.»·

15)

στο άρθρο 21, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«7.   Η Επιτροπή αναπτύσσει και παρέχει υλικοτεχνική υποστήριξη για να υπάρχει ασφαλής κεντρική διεπαφή για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας στις περιπτώσεις όπου τα κράτη μέλη επικοινωνούν με τη χρήση τυποποιημένων εντύπων σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 1 και 3. Οι αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών έχουν πρόσβαση στην εν λόγω διεπαφή. Για τους σκοπούς της συλλογής στατιστικών στοιχείων, η Επιτροπή έχει πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τις ανταλλαγές που καταχωρίζονται στη διεπαφή και οι οποίες μπορούν να εξαχθούν αυτόματα. Η Επιτροπή έχει πρόσβαση μόνο σε ανώνυμα και συγκεντρωτικά δεδομένα. Η πρόσβαση από την Επιτροπή δεν θίγει την υποχρέωση των κρατών μελών να παρέχουν στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις ανταλλαγές πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 4.

Η Επιτροπή καθορίζει τις αναγκαίες πρακτικές ρυθμίσεις μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 παράγραφος 2.»·

16)

το άρθρο 22 παράγραφος 1α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1α.   Για τους σκοπούς της εφαρμογής και επιβολής των νομοθεσιών των κρατών μελών που θέτουν σε ισχύ την παρούσα οδηγία και για να διασφαλιστεί η λειτουργία της διοικητικής συνεργασίας που θεσπίζει, τα κράτη μέλη προβλέπουν στη νομοθεσία τους την πρόσβαση των φορολογικών αρχών στους μηχανισμούς, τις διαδικασίες, τα έγγραφα και τις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 13, 30, 31, 32α και 40 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1).

(*1)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).»"

17)

το άρθρο 23α παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται στην Επιτροπή από κράτος μέλος δυνάμει του άρθρου 23, καθώς και οιαδήποτε έκθεση ή έγγραφο συντάσσεται από την Επιτροπή με βάση τις πληροφορίες αυτές, μπορούν να διαβιβάζονται σε άλλα κράτη μέλη. Οι διαβιβαζόμενες πληροφορίες καλύπτονται από την υποχρέωση υπηρεσιακού απορρήτου και χαίρουν της προστασίας που παρέχεται σε παρόμοιες πληροφορίες δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους που τις έλαβε.

Οι εκθέσεις και τα έγγραφα που συντάσσονται από την Επιτροπή και αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο μπορούν να χρησιμοποιούνται από τα κράτη μέλη μόνον για λόγους ανάλυσης και δεν δημοσιοποιούνται ούτε καθίστανται διαθέσιμα σε οιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή φορέα χωρίς τη ρητή συμφωνία της Επιτροπής.

Παρά τα οριζόμενα στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο, η Επιτροπή μπορεί να δημοσιεύει ετησίως ανωνυμοποιημένες περιλήψεις των στατιστικών στοιχείων που της κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 4.»·

18)

το άρθρο 25 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 25

Προστασία Δεδομένων

1.   Όλες οι ανταλλαγές πληροφοριών δυνάμει της παρούσας οδηγίας υπόκεινται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2). Ωστόσο, τα κράτη μέλη, για τον σκοπό της ορθής εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, περιορίζουν την έκταση των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 13, του άρθρου 14 παράγραφος 1 και του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 κατά τον απαιτούμενο βαθμό προκειμένου να διασφαλιστούν τα συμφέροντα που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του εν λόγω κανονισμού.

2.   Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3) ισχύει για κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης. Ωστόσο, για τους σκοπούς της ορθής εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, η έκταση των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 15, του άρθρου 16 παράγραφος 1 και των άρθρων 17 έως 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 περιορίζεται κατά τον απαιτούμενο βαθμό προκειμένου να διασφαλιστούν τα συμφέροντα που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού.

3.   Τα Δηλούντα Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα, οι ενδιάμεσοι, οι Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας και οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών θεωρούνται υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων όταν, ενεργώντας μεμονωμένα ή από κοινού, καθορίζουν τους σκοπούς και τα μέσα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.

4.   Παρά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1, κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι κάθε Δηλούν Χρηματοπιστωτικό Ίδρυμα ή ο ενδιάμεσος ή ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, ανάλογα με την περίπτωση, που υπάγεται στη δικαιοδοσία του:

α)

ενημερώνει κάθε ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο ότι οι πληροφορίες που αφορούν το εν λόγω φυσικό πρόσωπο θα συλλέγονται και θα διαβιβάζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία· και

β)

παρέχει σε κάθε ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο όλες τις πληροφορίες που το εν λόγω πρόσωπο δικαιούται να λάβει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας των δεδομένων ώστε το εν λόγω φυσικό πρόσωπο να έχει επαρκή χρόνο να ασκήσει τα δικαιώματα προστασίας των δεδομένων του/της και, σε κάθε περίπτωση, πριν από την υποβολή των πληροφοριών.

Παρά τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β), κάθε κράτος μέλος θεσπίζει κανόνες που υποχρεώνουν τους Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας να ενημερώνουν τους Δηλωτέους Πωλητές για το δηλωθέν Αντίτιμο.

5.   Οι πληροφορίες που υφίστανται επεξεργασία σύμφωνα με την παρούσα οδηγία διατηρούνται μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επίτευξη των σκοπών της παρούσας οδηγίας και, σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τους εγχώριους κανόνες περί παραγραφής κάθε υπευθύνου επεξεργασίας.

6.   Το κράτος μέλος, στο οποίο σημειώθηκε παραβίαση δεδομένων, αναφέρει την παραβίαση δεδομένων και κάθε επακόλουθη διορθωτική ενέργεια στην Επιτροπή χωρίς καθυστέρηση. Η Επιτροπή ενημερώνει αμελλητί όλα τα κράτη μέλη σχετικά με την παραβίαση δεδομένων που της έχει αναφερθεί ή την οποία γνωρίζει και σχετικά με ενδεχόμενα διορθωτικά μέτρα.

Κάθε κράτος μέλος δύναται να αναστείλει την ανταλλαγή πληροφοριών με το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη όπου σημειώθηκε η παραβίαση δεδομένων, ειδοποιώντας γραπτώς την Επιτροπή και το ή τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη. Η αναστολή έχει άμεση ισχύ.

Το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη όπου σημειώθηκε η παραβίαση δεδομένων ερευνούν, περιορίζουν και διορθώνουν την παραβίαση δεδομένων και, ενημερώνοντας εγγράφως την Επιτροπή, ζητούν την αναστολή της πρόσβασης στο CCN για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας„ εάν η παραβίαση των δεδομένων δεν μπορεί να περιοριστεί αμέσως και καταλλήλως. Κατόπιν τέτοιου αιτήματος, η Επιτροπή αναστέλλει την πρόσβαση του εν λόγω κράτους μέλους ή των εν λόγω κρατών μελών στο CCN για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

Μετά την αναφορά από το κράτος μέλος στο οποίο έλαβε χώρα η παραβίαση δεδομένων σχετικά με τη διόρθωση της παραβίασης δεδομένων, η Επιτροπή επαναφέρει την πρόσβαση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους ή των ενδιαφερόμενων κρατών μελών στο CCN για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Σε περίπτωση που ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ζητήσουν από την Επιτροπή από κοινού επαλήθευση του αν ήταν επιτυχής η αποκατάσταση της παραβίασης δεδομένων, η Επιτροπή επαναφέρει την πρόσβαση του εν λόγω κράτους μέλους ή των εν λόγω κρατών μελών στο CCN για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας μετά την επαλήθευση.

Σε περίπτωση που σημειωθεί παραβίαση δεδομένων στο κεντρικό ευρετήριο ή στο CCN για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και εάν ενδέχεται να θιγούν οι ανταλλαγές των κρατών μελών μέσω του CCN, η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με την παραβίαση των δεδομένων και τυχόν διορθωτικά μέτρα που ελήφθησαν χωρίς άσκοπη καθυστέρηση. Στα διορθωτικά μέτρα αυτά μπορεί να περιλαμβάνεται η αναστολή της πρόσβασης στο κεντρικό ευρετήριο ή στο CCN για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας έως ότου διορθωθεί η παραβίαση των δεδομένων.

7.   Τα κράτη μέλη, επικουρούμενα από την Επιτροπή, συμφωνούν επί των πρακτικών ρυθμίσεων που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένων διαδικασιών διαχείρισης παραβιάσεων δεδομένων που ευθυγραμμίζονται με διεθνώς αναγνωρισμένες ορθές πρακτικές και, κατά περίπτωση, με συμφωνία κοινού υπευθύνου επεξεργασίας δεδομένων, συμφωνία εκτελούντος την επεξεργασία δεδομένων – υπευθύνου επεξεργασίας δεδομένων ή συναφή υποδείγματα.

(*2)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1)."

(*3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).»·"

19)

το άρθρο 25α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 25α

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επισύρουν οι παραβάσεις των εθνικών διατάξεων που εκδίδονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και όσον αφορά το άρθρο 8αα, το άρθρο 8αβ και το άρθρο 8αγ, και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.»·

20)

προστίθεται το παράρτημα V, το κείμενο του οποίου παρατίθεται στο παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 1η Ιανουαρίου 2023.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2023, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με το άρθρο 1 σημείο 1 στοιχείο δ) της παρούσας οδηγίας όσον αφορά το άρθρο 3 σημείο 26 της οδηγίας 2011/16/ΕΕ) και με το άρθρο 1 σημείο 12) της παρούσας οδηγίας όσον αφορά το τμήμα IΙα της οδηγίας 2011/16/ΕΕ. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 1η Ιανουαρίου 2024, το αργότερο.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

3.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 22 Μαρτίου 2021.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

M. do C. ANTUNES


(1)  Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

(2)  Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

(3)  Οδηγία 2011/16/EE του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και με την κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ (ΕΕ L 64 της 11.3.2011, σ. 1).

(4)  Οδηγία 2003/49/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για την καθιέρωση κοινού συστήματος φορολόγησης των τόκων και των δικαιωμάτων που καταβάλλονται μεταξύ συνδεδεμένων εταιρειών διαφορετικών κρατών μελών (ΕΕ L 157 της 26.6.2003, σ. 49).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1286/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη θέσπιση προγράμματος δράσης για τη βελτίωση της λειτουργίας των φορολογικών συστημάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την περίοδο 2014-2020 (Fiscalis 2020) και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1482/2007/ΕΚ (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 25).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΔΕΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ, ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ, ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΦΟΡΕΙΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑΣ

Στο παρόν παράρτημα ορίζονται οι διαδικασίες δέουσας επιμέλειας, οι απαιτήσεις υποβολής στοιχείων και άλλοι κανόνες που πρέπει να εφαρμόζουν οι Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας προκειμένου τα κράτη μέλη να μπορούν να κοινοποιούν, μέσω αυτόματης ανταλλαγής, τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 8αγ της παρούσας οδηγίας.

Επίσης, στο παρόν παράρτημα ορίζονται οι κανόνες και οι διοικητικές διαδικασίες που πρέπει να διαθέτουν τα κράτη μέλη προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματική εφαρμογή των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας και των απαιτήσεων υποβολής στοιχείων που ορίζονται σε αυτό, καθώς και η συμμόρφωση προς αυτές.

ΤΜΗΜΑ I

ΟΡΙΣΜΟΙ

Οι ακόλουθοι ορισμοί έχουν την έννοια που ορίζεται κάτωθι:

Α.

Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας

1.

“Πλατφόρμα”: κάθε λογισμικό, περιλαμβανομένου δικτυακού τόπου ή μέρους αυτού και κάθε εφαρμογή, περιλαμβανομένων των εφαρμογών για φορητές συσκευές, που είναι προσβάσιμη από χρήστες και επιτρέπει σε Πωλητές να συνδέονται με άλλους χρήστες για την πραγματοποίηση Σχετικής Δραστηριότητας, άμεσα ή έμμεσα, για τους εν λόγω χρήστες. Περιλαμβάνει επίσης κάθε ρύθμιση για την είσπραξη και πληρωμή Αντιτίμου όσον αφορά Σχετική Δραστηριότητα.

Ο όρος “Πλατφόρμα” δεν περιλαμβάνει λογισμικό που, χωρίς περαιτέρω παρέμβαση στην πραγματοποίηση Σχετικής Δραστηριότητας, επιτρέπει αποκλειστικά οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

α)

διεκπεραίωση πληρωμών σε σχέση με Σχετική Δραστηριότητα·

β)

καταχώριση ή διαφήμιση Σχετικής Δραστηριότητας από χρήστες·

γ)

ανακατεύθυνση ή μεταφορά χρηστών σε Πλατφόρμα.

2.

“Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας”: Οντότητα που συνάπτει συμβάσεις με Πωλητές για τη διάθεση του συνόλου ή μέρους μιας Πλατφόρμας στους εν λόγω Πωλητές.

3.

“Εξαιρούμενος Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας”: Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας ο οποίος έχει αποδείξει εκ των προτέρων και σε ετήσια βάση κατά τρόπο ικανοποιητικό για την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους, στην οποία σύμφωνα με τους κανόνες του τμήματος III ενότητα Α εδάφια (1) έως (3) ο Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας ειδάλλως θα έπρεπε να έχει αναφέρει ότι ολόκληρο το επιχειρηματικό μοντέλο της Πλατφόρμας είναι τέτοιο, που δεν έχει Δηλωτέους Πωλητές.

4.

“Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας”: κάθε Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, εκτός από τους Εξαιρούμενους Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, που βρίσκεται σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες καταστάσεις:

α)

έχει τη φορολογική κατοικία του σε κράτος μέλος ή, σε περίπτωση που Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας δεν έχει φορολογική κατοικία σε κράτος μέλος, πληροί οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

έχει συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία κράτους μέλους·

ii)

έχει τον τόπο της διοίκησής του (περιλαμβανομένης της πραγματικής διοίκησης) σε κράτος μέλος·

iii)

έχει μόνιμη εγκατάσταση σε κράτος μέλος και δεν είναι Εγκεκριμένος Μη Ενωσιακός Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας·

β)

δεν έχει τη φορολογική κατοικία του, δεν έχει συσταθεί ούτε έχει διοικητική έδρα ή μόνιμη εγκατάσταση σε κράτος μέλος, αλλά διευκολύνει την πραγματοποίηση Σχετικής Δραστηριότητας από Δηλωτέους Πωλητές ή Σχετικής Δραστηριότητας που αφορά τη μίσθωση ακίνητης περιουσίας που βρίσκεται σε κράτος μέλος και δεν είναι Εγκεκριμένος Μη Ενωσιακός Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας.

5.

“Εγκεκριμένος Μη Ενωσιακός Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας”: Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας για τον οποίον όλες οι Σχετικές Δραστηριότητες που διευκολύνει είναι επίσης Εγκεκριμένες Σχετικές Δραστηριότητες και ο οποίος έχει τη φορολογική κατοικία του σε Εγκεκριμένη Δικαιοδοσία Εκτός Ένωσης ή, σε περίπτωση που τέτοιος Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας δεν έχει φορολογική κατοικία σε Εγκεκριμένη Δικαιοδοσία Εκτός Ένωσης, πληροί οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

έχει συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία Εγκεκριμένης Δικαιοδοσίας εκτός Ένωσης· ή

β)

έχει τον τόπο της διοίκησής του (περιλαμβανομένης της πραγματικής διοίκησης) σε Εγκεκριμένη Δικαιοδοσία εκτός Ένωσης.

6.

“Εγκεκριμένη Δικαιοδοσία Εκτός Ένωσης”: μη ενωσιακή δικαιοδοσία που εφαρμόζει Ισχύουσα Ειδική Συμφωνία Αρμόδιων Αρχών με τις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών, που χαρακτηρίζονται ως δηλωτέες δικαιοδοσίες σε κατάλογο που δημοσιεύεται από την εκτός Ένωσης δικαιοδοσία.

7.

“Ισχύουσα Ειδική Συμφωνία Αρμόδιων Αρχών”: συμφωνία μεταξύ των αρμόδιων αρχών ενός κράτους μέλους και μιας δικαιοδοσίας εκτός Ένωσης, με την οποία απαιτείται η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών ισοδύναμων με εκείνες που προσδιορίζονται στην ενότητα Β του τμήματος III του παρόντος παραρτήματος, όπως επιβεβαιώνεται με εκτελεστική πράξη σύμφωνα με το άρθρο 8αγ παράγραφος 7.

8.

“Σχετική Δραστηριότητα”: δραστηριότητα που πραγματοποιείται έναντι Αντιτίμου και μπορεί να είναι οποιαδήποτε από τις ακόλουθες:

α)

η μίσθωση ακίνητης περιουσίας, συμπεριλαμβανομένων των ακινήτων κατοικίας και εμπορικών ακινήτων, καθώς και κάθε άλλης ακίνητης περιουσίας και χώρων στάθμευσης·

β)

Προσωπική Υπηρεσία·

γ)

η πώληση Αγαθών·

δ)

η μίσθωση οποιουδήποτε μέσου μεταφοράς.

Ο όρος “Σχετική Δραστηριότητα” δεν περιλαμβάνει δραστηριότητες που πραγματοποιούνται από Πωλητή ο οποίος ενεργεί ως υπάλληλος του Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας ή σχετικής Οντότητας του Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας.

9.

“Εγκεκριμένες Σχετικές Δραστηριότητες”: κάθε Σχετική Δραστηριότητα που καλύπτεται από την αυτόματη ανταλλαγή δυνάμει Ισχύουσας Ειδικής Συμφωνίας Αρμόδιων Αρχών.

10.

“Αντίτιμο”: κάθε μορφή αποζημίωσης, μετά την αφαίρεση τυχόν αμοιβών, προμηθειών ή φόρων που παρακρατούνται ή χρεώνονται από τον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, η οποία καταβάλλεται ή πιστώνεται σε Πωλητή σε σχέση με τη Σχετική Δραστηριότητα και το ποσό της οποίας είναι γνωστό ή μπορεί εύλογα να είναι γνωστό από τον Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας.

11.

“Προσωπική Υπηρεσία”: υπηρεσία που περιλαμβάνει εργασία βάσει χρόνου ή βάσει καθηκόντων που εκτελείται από ένα ή περισσότερα φυσικά πρόσωπα που ενεργούν είτε ανεξάρτητα είτε για λογαριασμό Οντότητας, και η οποία διεξάγεται κατόπιν αιτήματος χρήστη, είτε διαδικτυακά είτε με φυσική παρουσία εκτός διαδικτύου, έχοντας πρώτα καταστεί δυνατή μέσω Πλατφόρμας.

Β.

Δηλωτέοι Πωλητές

1.

“Πωλητής”: χρήστης Πλατφόρμας, είτε φυσικό πρόσωπο είτε Οντότητα, που είναι εγγεγραμμένος στην Πλατφόρμα ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της Περιόδου Αναφοράς και διεξάγει τη Σχετική Δραστηριότητα.

2.

“Ενεργός Πωλητής”: κάθε Πωλητής που είτε παρέχει Σχετική Δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της Περιόδου Αναφοράς ή στον οποίον καταβάλλεται ή πιστώνεται Αντίτιμο σε σχέση με Σχετική Δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της Περιόδου Αναφοράς.

3.

“Δηλωτέος Πωλητής”: κάθε Ενεργός Πωλητής, εκτός των Εξαιρούμενων Πωλητών, που είναι κάτοικος κράτους μέλους ή που εκμίσθωσε ακίνητη περιουσία η οποία βρίσκεται σε κράτος μέλος.

4.

“Εξαιρούμενος Πωλητής”: κάθε πωλητής:

α)

που είναι Κρατική Οντότητα·

β)

που είναι Οντότητα της οποίας οι τίτλοι κεφαλαίου αποτελούν αντικείμενο τακτικής διαπραγμάτευσης σε αναγνωρισμένη αγορά κινητών αξιών ή συνδεόμενη Οντότητα Οντότητας της οποίας οι τίτλοι κεφαλαίου αποτελούν αντικείμενο τακτικής διαπραγμάτευσης σε αναγνωρισμένη αγορά κινητών αξιών·

γ)

που είναι Οντότητα για την οποία ο Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας διευκόλυνε περισσότερες από 2 000 Σχετικές Δραστηριότητες μέσω της μίσθωσης ακίνητης περιουσίας όσον αφορά Καταχωρισμένο Ακίνητο κατά την Περίοδο Αναφοράς· ή

δ)

για τον οποίο ο Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας διευκόλυνε λιγότερες από 30 Σχετικές Δραστηριότητες μέσω της πώλησης Αγαθών, για τις οποίες το συνολικό ποσό του Αντιτίμου που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε δεν υπερέβη τα 2 000 EUR κατά την Περίοδο Αναφοράς.

Γ.

Λοιποί ορισμοί

1.

“Οντότητα”: νομικό πρόσωπο ή νομικό μόρφωμα, όπως κεφαλαιουχική εταιρεία, προσωπική εταιρεία, καταπίστευμα ή ίδρυμα. Μία Οντότητα είναι συνδεόμενη Οντότητα άλλης Οντότητας αν κάποια εκ των δύο Οντοτήτων ελέγχει την άλλη Οντότητα ή οι δύο Οντότητες τελούν υπό κοινό έλεγχο. Για τον σκοπό αυτόν, ο έλεγχος περιλαμβάνει την άμεση ή έμμεση κυριότητα ποσοστού μεγαλύτερου του 50 % των δικαιωμάτων ψήφου και αξίας της οντότητας. Στην έμμεση συμμετοχή, η εκπλήρωση της απαίτησης για κατοχή ποσοστού άνω του 50 % του δικαιώματος κυριότητας στο κεφάλαιο της άλλης Οντότητας κρίνεται με πολλαπλασιασμό των κατεχόμενων ποσοστών στα διαδοχικά επίπεδα. Πρόσωπο που κατέχει άνω του 50 % των δικαιωμάτων ψήφου λογίζεται ως κάτοχος του 100 %.

2.

“Κρατική Οντότητα”: η κυβέρνηση κράτους μέλους ή άλλης δικαιοδοσίας, κάθε πολιτική υποδιαίρεση κράτους μέλους ή άλλης δικαιοδοσίας (όρος που καλύπτει τα κράτη, τις επαρχίες, τις περιφέρειες και τους δήμους) ή κάθε υπηρεσία ή όργανο που τελεί υπό την πλήρη κυριότητα κράτους μέλους ή άλλης δικαιοδοσίας ή ενός ή περισσοτέρων εκ των προαναφερόμενων (καθένα από τα οποία αποτελεί “Κρατική Οντότητα”).

3.

“ΑΦΜ”: ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου, που εκδίδεται από κράτος μέλος, ή λειτουργικό ισοδύναμο εάν δεν υπάρχει Αριθμός Φορολογικού Μητρώου.

4.

“Αριθμός μητρώου ΦΠΑ”: ο μοναδικός αριθμός που ταυτοποιεί ένα πρόσωπο υποκείμενο στον φόρο ή μια νομική οντότητα μη υποκείμενη στον φόρο που είναι εγγεγραμμένα για σκοπούς φόρου προστιθέμενης αξίας.

5.

“Κύρια Διεύθυνση”: η διεύθυνση στην οποία βρίσκεται η κύρια κατοικία ενός Πωλητή ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο, καθώς και η διεύθυνση στην οποία βρίσκεται η καταστατική έδρα ενός Πωλητή που είναι Οντότητα.

6.

“Περίοδος Αναφοράς”: το ημερολογιακό έτος αναφορικά με το οποίο ολοκληρώνεται η υποβολή στοιχείων σύμφωνα με το τμήμα III.

7.

“Καταχωρισμένο Ακίνητο”: όλες οι μονάδες ακίνητης περιουσίας που βρίσκονται στην ίδια διεύθυνση, ανήκουν στον ίδιο ιδιοκτήτη και παρέχονται προς μίσθωση σε Πλατφόρμα από τον ίδιο Πωλητή.

8.

“Αναγνωριστικό Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού”: ο μοναδικός αναγνωριστικός αριθμός ή κωδικός που διαθέτει ο Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας για τον τραπεζικό λογαριασμό ή άλλο λογαριασμό συναφών υπηρεσιών πληρωμής στον οποίον καταβάλλεται ή πιστώνεται το Αντίτιμο.

9.

“Αγαθά”: οποιαδήποτε υλικά περιουσιακά στοιχεία.

ΤΜΗΜΑ II

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΔΕΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ

Οι ακόλουθες διαδικασίες ισχύουν για τον σκοπό της ταυτοποίησης των Δηλωτέων Πωλητών.

Α.

Πωλητές που δεν υπόκεινται σε έλεγχο

Προκειμένου να διαπιστώσει εάν ένας Πωλητής που είναι Οντότητα μπορεί να θεωρηθεί Εξαιρούμενος Πωλητής όπως περιγράφεται στο τμήμα I ενότητα Β παράγραφος 4 στοιχεία α) και β), ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας μπορεί να βασιστεί σε δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες ή σε επιβεβαίωση από τον Πωλητή που είναι Οντότητα.

Προκειμένου να διαπιστώσει εάν ένας Πωλητής μπορεί να θεωρηθεί Εξαιρούμενος Πωλητής όπως περιγράφεται στο τμήμα I ενότητα Β παράγραφος 4 στοιχεία γ) και δ), ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας μπορεί να βασιστεί στα διαθέσιμα αρχεία του.

Β.

Συλλογή των στοιχείων του Πωλητή

1.

Ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας συλλέγει όλα τα ακόλουθα στοιχεία για κάθε Πωλητή ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο και όχι Εξαιρούμενος Πωλητής:

α)

το όνομα και το επώνυμο·

β)

την Κύρια Διεύθυνση·

γ)

κάθε ΑΦΜ που έχει χορηγηθεί στον εν λόγω Πωλητή, περιλαμβανομένου κάθε κράτους μέλους έκδοσης, και ελλείψει ΑΦΜ, τον τόπο γέννησης του εν λόγω Πωλητή·

δ)

τον αριθμό μητρώου ΦΠΑ του εν λόγω Πωλητή, εάν υπάρχει·

ε)

την ημερομηνία γέννησης.

2.

Ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας συλλέγει όλα τα ακόλουθα στοιχεία για κάθε Πωλητή που είναι Οντότητα και όχι Εξαιρούμενος Πωλητής:

α)

την επωνυμία·

β)

την Κύρια Διεύθυνση·

γ)

κάθε ΑΦΜ που έχει χορηγηθεί στον εν λόγω Πωλητή, περιλαμβανομένου κάθε κράτους μέλους έκδοσης·

δ)

τον αριθμό μητρώου ΦΠΑ του εν λόγω Πωλητή, εάν υπάρχει·

ε)

τον αριθμό μητρώου της επιχείρησης·

στ)

την ύπαρξη κάθε μόνιμης εγκατάστασης μέσω της οποίας πραγματοποιούνται Σχετικές Δραστηριότητες στην Ένωση, εάν υπάρχει, αναφέροντας κάθε αντίστοιχο κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται μια τέτοια μόνιμη εγκατάσταση.

3.

Παρά τα οριζόμενα στην ενότητα Β παράγραφοι 1 και 2, ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας δεν υποχρεούται να συλλέγει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην ενότητα Β παράγραφος 1 στοιχεία β) έως ε) και στην ενότητα Β παράγραφος 2 στοιχεία β) έως στ) όταν βασίζεται σε άμεση επιβεβαίωση της ταυτότητας και της κατοικίας του Πωλητή μέσω υπηρεσίας ταυτοποίησης που διατίθεται από κράτος μέλος ή την Ένωση για την εξακρίβωση της ταυτότητας και της φορολογικής κατοικίας του Πωλητή.

4.

Παρά τα οριζόμενα στην ενότητα Β παράγραφος 1 στοιχείο γ) και την ενότητα Β παράγραφος 2 στοιχεία γ) και ε), ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας δεν υποχρεούται να συλλέγει τον ΑΦΜ ή τον αριθμό μητρώου της επιχείρησης, ανάλογα με την περίπτωση, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

το κράτος μέλος κατοικίας του Πωλητή δεν χορηγεί ΑΦΜ ή αριθμό μητρώου επιχείρησης στον Πωλητή·

β)

το κράτος μέλος κατοικίας του Πωλητή δεν απαιτεί τη συλλογή του ΑΦΜ που έχει χορηγηθεί στον Πωλητή.

Γ.

Επαλήθευση των στοιχείων του Πωλητή

1.

Ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κρίνει εάν οι πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με την ενότητα Α, την ενότητα B παράγραφος 1, την ενότητα B παράγραφος 2 στοιχεία α) έως ε) και την ενότητα Ε είναι αξιόπιστες, χρησιμοποιώντας όλες τις πληροφορίες και τα έγγραφα που διαθέτει στα αρχεία του ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, καθώς και οποιαδήποτε ηλεκτρονική διεπαφή που καθίσταται διαθέσιμη δωρεάν από κράτος μέλος ή την Ένωση, για να εξακριβώνει την εγκυρότητα του ΑΦΜ ή/και του αριθμού μητρώου ΦΠΑ.

2.

Παρά τα οριζόμενα στην ενότητα Γ παράγραφος 1, για την ολοκλήρωση των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας δυνάμει της ενότητας ΣΤ παράγραφος 2, ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας μπορεί να κρίνει εάν οι πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με την ενότητα Α, την ενότητα B παράγραφος 1, την ενότητα Β παράγραφος 2 στοιχεία α) έως ε) και την ενότητα Ε είναι αξιόπιστες, χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες και τα έγγραφα που διαθέτει στα ηλεκτρονικώς αναζητήσιμα αρχεία του ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας.

3.

Κατ’ εφαρμογή της ενότητας ΣΤ παράγραφος 3 στοιχείο β) και παρά τα οριζόμενα στην ενότητα Γ παράγραφοι 1 και 2, σε περιπτώσεις όπου ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας θεωρεί ευλόγως ότι οποιαδήποτε από τα πληροφοριακά στοιχεία που περιγράφονται στην ενότητα Β ή στην ενότητα Ε ενδέχεται να είναι ανακριβή βάσει πληροφοριών που παρέχονται από την αρμόδια αρχή κράτους μέλους σε αίτημα που αφορά συγκεκριμένο Πωλητή, ζητεί από τον Πωλητή να διορθώσει πληροφοριακά στοιχεία που διαπιστώθηκε ότι ήταν ανακριβή και να προσκομίσει δικαιολογητικά έγγραφα, στοιχεία ή πληροφορίες, τα οποία είναι αξιόπιστα και από ανεξάρτητη πηγή, όπως:

α)

έγκυρο έγγραφο ταυτότητας, το οποίο έχει εκδοθεί από κρατική αρχή,

β)

πρόσφατο πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας.

Δ.

Προσδιορισμός του κράτους μέλους ή των κρατών μελών κατοικίας του Πωλητή για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας

1.

Ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας θεωρεί τον Πωλητή κάτοικο του κράτους μέλος της Κύριας Διεύθυνσης του Πωλητή. Εάν αυτό διαφέρει από το κράτος μέλος της Κύριας Διεύθυνσης του Πωλητή, ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας θεωρεί τον Πωλητή επίσης κάτοικο του κράτους μέλους έκδοσης του ΑΦΜ. Εάν ο Πωλητής έχει παράσχει πληροφορίες σχετικά με την ύπαρξη μόνιμης εγκατάστασης σύμφωνα με την ενότητα Β παράγραφος 2 στοιχείο στ), ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας θεωρεί τον Πωλητή επίσης κάτοικο του αντίστοιχου κράτους μέλους όπως αυτό δηλώνεται από τον Πωλητή.

2.

Παρά τα οριζόμενα στην ενότητα Δ παράγραφος 1, ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας θεωρεί τον Πωλητή κάτοικο κάθε κράτους μέλους που έχει επιβεβαιωθεί μέσω ηλεκτρονικής υπηρεσίας ταυτοποίησης, η οποία διατίθεται από κράτος μέλος ή την Ένωση σύμφωνα με την ενότητα Β παράγραφος 3.

Ε.

Συλλογή στοιχείων για μισθωμένη ακίνητη περιουσία

Στην περίπτωση που Πωλητής διεξάγει Σχετική Δραστηριότητα η οποία περιλαμβάνει τη μίσθωση ακινήτων, ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας συλλέγει τη διεύθυνση κάθε Καταχωρισμένου Ακινήτου και, εάν έχει χορηγηθεί, τον αντίστοιχο αριθμό κτηματολογίου ή τον ισοδύναμό του βάσει της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους όπου βρίσκεται. Στην περίπτωση που Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας διευκόλυνε περισσότερες από 2 000 Σχετικές Δραστηριότητες μέσω της μίσθωσης Καταχωρισμένου Ακινήτου για τον ίδιο Πωλητή ο οποίος είναι Οντότητα, ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας συλλέγει δικαιολογητικά έγγραφα, στοιχεία ή πληροφορίες ότι το Καταχωρισμένο Ακίνητο ανήκει στον ίδιο ιδιοκτήτη.

ΣΤ.

Χρονοδιάγραμμα και εγκυρότητα των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας

1.

Ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας ολοκληρώνει τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας που ορίζονται στις ενότητες Α έως Ε έως την 31η Δεκεμβρίου της Περιόδου Αναφοράς.

2.

Παρά τα οριζόμενα στην ενότητα ΣΤ παράγραφος 1, για τους Πωλητές που ήταν ήδη εγγεγραμμένοι στην Πλατφόρμα την 1η Ιανουαρίου 2023 ή την ημερομηνία στην οποία μια Οντότητα καθίσταται Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, οι διαδικασίες δέουσας επιμέλειας που ορίζονται στις ενότητες Α έως Ε είναι απαραίτητο να έχουν ολοκληρωθεί έως την 31η Δεκεμβρίου της δεύτερης Περιόδου Αναφοράς για τον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας.

3.

Παρά τα οριζόμενα στην ενότητα ΣΤ παράγραφος 1, ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας μπορεί να βασίζεται στις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας που διεξήχθησαν σε σχέση με προηγούμενες Περιόδους Αναφοράς, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

οι πληροφορίες του Πωλητή που απαιτούνται στην ενότητα Β παράγραφοι 1 και 2 έχουν συλλεχθεί και επαληθευθεί ή επιβεβαιωθεί εντός των τελευταίων 36 μηνών· και

β)

ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας δεν έχει λόγους να θεωρήσει ότι οι πληροφορίες που συλλέχθηκαν σύμφωνα με τις ενότητες Α, Β και Ε είναι ή έχουν καταστεί αναξιόπιστες ή λανθασμένες.

Ζ.

Εφαρμογή των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας μόνο σε Ενεργούς Πωλητές

Ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας μπορεί να επιλέξει να ολοκληρώσει τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας σύμφωνα με τις ενότητες Α έως ΣΤ μόνο για τους Ενεργούς Πωλητές.

Η.

Ολοκλήρωση των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας από τρίτους

1.

Ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας μπορεί να βασίζεται σε τρίτο πάροχο υπηρεσιών για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων δέουσας επιμέλειας που ορίζονται στο παρόν τμήμα, αλλά οι υποχρεώσεις αυτές παραμένουν ευθύνη του Δηλούντος Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας.

2.

Σε περίπτωση που ένας Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας εκπληρώνει τις υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας για έναν Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας αναφορικά με την ίδια Πλατφόρμα σύμφωνα με την ενότητα Η παράγραφος 1, ο εν λόγω Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας εκτελεί τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στο παρόν τμήμα. Οι υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας παραμένουν ευθύνη του Δηλούντος Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας.

ΤΜΗΜΑ III

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Α.

Χρονοδιάγραμμα και τρόπος υποβολής στοιχείων

1.

Ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κατά την έννοια του τμήματος I ενότητα Α παράγραφος 4 στοιχείο α) υποβάλλει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους που καθορίζεται σύμφωνα με το τμήμα I ενότητα Α παράγραφος 4 στοιχείο α) τα στοιχεία που ορίζονται στην ενότητα Β του παρόντος τμήματος για την Περίοδο Αναφοράς το αργότερο έως την 31η Ιανουαρίου του έτους που έπεται του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο ο Πωλητής ταυτοποιήθηκε ως Δηλωτέος Πωλητής. Σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, οποιοσδήποτε από τους εν λόγω Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας απαλλάσσεται από την υποχρέωση υποβολής των στοιχείων εάν διαθέτει αποδείξεις, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, ότι τα ίδια στοιχεία έχουν υποβληθεί από άλλον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας.

2.

Εάν ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κατά την έννοια του τμήματος I ενότητα Α παράγραφος 4 στοιχείο α) πληροί οποιαδήποτε από τις αναφερόμενες προϋποθέσεις σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, επιλέγει ένα από τα εν λόγω κράτη μέλη, στο οποίο θα εκπληρώσει τις υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων που προβλέπονται στο παρόν τμήμα. Ο εν λόγω Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας υποβάλλει τα στοιχεία που ορίζονται στην ενότητα Β του παρόντος τμήματος για την Περίοδο Αναφοράς στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους επιλογής του, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με το τμήμα IV παράγραφος Ε, το αργότερο έως την 31η Ιανουαρίου του έτους που έπεται του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο ο Πωλητής ταυτοποιήθηκε ως Δηλωτέος Πωλητής. Σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι του ενός Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, οποιοσδήποτε από τους εν λόγω Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας απαλλάσσεται από την υποχρέωση υποβολής των στοιχείων εάν διαθέτει αποδείξεις, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, ότι τα ίδια στοιχεία έχουν υποβληθεί από άλλον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας σε άλλο κράτος μέλος.

3.

Ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κατά την έννοια του τμήματος I ενότητα Α παράγραφος 4 στοιχείο β) υποβάλλει τα στοιχεία που ορίζονται στην ενότητα Β του παρόντος τμήματος για την Περίοδο Αναφοράς στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταχώρισής του, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με το τμήμα IV ενότητα ΣΤ παράγραφος 1, το αργότερο έως την 31η Ιανουαρίου του έτους που έπεται του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο ο Πωλητής ταυτοποιήθηκε ως Δηλωτέος Πωλητής.

4.

Παρά τα οριζόμενα στην ενότητα Α παράγραφος 3 του παρόντος Τμήματος, ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κατά την έννοια του τμήματος I ενότητα Α παράγραφος 4 στοιχείο β) δεν απαιτείται να υποβάλλει τα στοιχεία που ορίζονται στην ενότητα Β του παρόντος Τμήματος όσον αφορά Εγκεκριμένες Σχετικές Δραστηριότητες, που καλύπτονται από Ισχύουσα Ειδική Συμφωνία Αρμόδιων Αρχών, η οποία ήδη προβλέπει την αυτόματη ανταλλαγή ισοδύναμων πληροφοριών με κράτος μέλος σχετικά με Δηλωτέους Πωλητές που κατοικούν στο εν λόγω κράτος μέλος.

5.

Ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας παρέχει επίσης τα στοιχεία που ορίζονται στην ενότητα Β παράγραφοι 2 και 3 στον Δηλωτέο Πωλητή στον οποίον αναφέρονται τα στοιχεία, το αργότερο έως την 31η Ιανουαρίου του έτους που έπεται του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο ο Πωλητής ταυτοποιήθηκε ως Δηλωτέος Πωλητής.

6.

Τα στοιχεία αναφορικά με το Αντίτιμο που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε σε παραστατικό νόμισμα υποβάλλονται στο καταβληθέν ή πιστωθέν νόμισμα. Σε περίπτωση που το Αντίτιμο καταβλήθηκε ή πιστώθηκε σε μορφή άλλη από παραστατικό νόμισμα, τα στοιχεία υποβάλλονται στο τοπικό νόμισμα, με μετατροπή ή αποτίμησή του με σταθερά καθοριζόμενο τρόπο από τον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας.

7.

Τα στοιχεία που αφορούν το Αντίτιμο και άλλα ποσά υποβάλλονται για το τρίμηνο της Περιόδου Αναφοράς κατά την οποία καταβλήθηκε ή πιστώθηκε το Αντίτιμο.

Β.

Στοιχεία προς υποβολή

Κάθε Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας υποβάλλει τις ακόλουθες πληροφορίες:

1.

Το όνομα, τη διεύθυνση της έδρας, τον ΑΦΜ και, κατά περίπτωση, τον ατομικό αριθμό ταυτοποίησης, που χορηγείται βάσει του τμήματος IV ενότητα ΣΤ παράγραφος 4, του Δηλούντος Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, καθώς και την εταιρική επωνυμία της Πλατφόρμας/τις εταιρικές επωνυμίες των Πλατφορμών για την οποία ή τις οποίες υποβάλλει στοιχεία ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας.

2.

Όσον αφορά κάθε Δηλωτέο Πωλητή που πραγματοποίησε Σχετική Δραστηριότητα, εκτός από τη μίσθωση ακίνητης περιουσίας:

α)

τα πληροφοριακά στοιχεία που απαιτείται να συλλέγονται σύμφωνα με το τμήμα II ενότητα Β·

β)

το Αναγνωριστικό Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού, εφόσον είναι διαθέσιμο στον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας και η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους του οποίου είναι κάτοικος ο Δηλωτέος Πωλητής, κατά την έννοια του τμήματος II ενότητα Δ, δεν έχει δημοσιοποιήσει ότι δεν σκοπεύει να χρησιμοποιήσει το Αναγνωριστικό Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού για τον σκοπό αυτόν·

γ)

σε περίπτωση που είναι διαφορετικό από το όνομα του Δηλωτέου Πωλητή, επιπλέον του Αναγνωριστικού Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού, το όνομα του δικαιούχου του χρηματοοικονομικού λογαριασμού στον οποίον καταβάλλεται ή πιστώνεται το Αντίτιμο, εφόσον είναι διαθέσιμο στον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία χρηματοοικονομικής ταυτοποίησης που έχει στη διάθεσή του ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας σχετικά με τον εν λόγω δικαιούχο του λογαριασμού·

δ)

κάθε κράτος μέλος του οποίου είναι κάτοικος ο Δηλωτέος Πωλητής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, όπως προσδιορίζεται σύμφωνα με το τμήμα II ενότητα Δ·

ε)

το συνολικό Αντίτιμο που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε κατά τη διάρκεια κάθε τριμήνου της Περιόδου Αναφοράς και τον αριθμό των Σχετικών Δραστηριοτήτων για τις οποίες καταβλήθηκε ή πιστώθηκε·

στ)

τυχόν αμοιβές, προμήθειες ή φόρους που παρακρατήθηκαν ή χρεώθηκαν από τον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κατά τη διάρκεια κάθε τριμήνου της Περιόδου Αναφοράς.

3.

Όσον αφορά κάθε Δηλωτέο Πωλητή που πραγματοποίησε Σχετική Δραστηριότητα που αφορά μίσθωση ακίνητης περιουσίας:

α)

τα πληροφοριακά στοιχεία που απαιτείται να συλλέγονται σύμφωνα με το τμήμα II ενότητα Β·

β)

το Αναγνωριστικό Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού, εφόσον είναι διαθέσιμο στον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας και η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους του οποίου είναι κάτοικος ο Δηλωτέος Πωλητής, κατά την έννοια του τμήματος II ενότητα Δ, δεν έχει δημοσιοποιήσει ότι δεν σκοπεύει να χρησιμοποιήσει το Αναγνωριστικό Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού για τον σκοπό αυτόν·

γ)

σε περίπτωση που είναι διαφορετικό από το όνομα του Δηλωτέου Πωλητή, επιπλέον του Αναγνωριστικού Χρηματοοικονομικού Λογαριασμού, το όνομα του δικαιούχου του χρηματοοικονομικού λογαριασμού στον οποίον καταβάλλεται ή πιστώνεται το Αντίτιμο, εφόσον είναι διαθέσιμο στον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία χρηματοοικονομικής ταυτοποίησης που έχει στη διάθεσή του ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας σχετικά με τον δικαιούχο του λογαριασμού·

δ)

κάθε κράτος μέλος του οποίου είναι κάτοικος ο Δηλωτέος Πωλητής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, όπως προσδιορίζεται σύμφωνα με το τμήμα II ενότητα Δ·

ε)

τη διεύθυνση κάθε Καταχωρισμένου Ακινήτου, όπως καθορίζεται βάσει των διαδικασιών που προβλέπονται στο τμήμα II ενότητα Ε, καθώς και τον αντίστοιχο αριθμό κτηματολογίου ή τον ισοδύναμό του βάσει της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους όπου βρίσκεται, εάν είναι διαθέσιμος·

στ)

το συνολικό Αντίτιμο που καταβλήθηκε ή πιστώθηκε κατά τη διάρκεια κάθε τριμήνου της Περιόδου Αναφοράς και τον αριθμό των Σχετικών Δραστηριοτήτων που παρασχέθηκαν για κάθε Καταχωρισμένο Ακίνητο·

ζ)

τυχόν αμοιβές, προμήθειες ή φόρους που παρακρατήθηκαν ή χρεώθηκαν από τον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κατά τη διάρκεια κάθε τριμήνου της Περιόδου Αναφοράς·

η)

εάν είναι διαθέσιμος, τον αριθμό των ημερών μίσθωσης κάθε Καταχωρισμένου Ακινήτου κατά τη διάρκεια της Περιόδου Αναφοράς και τον τύπο κάθε Καταχωρισμένου Ακινήτου.

ΤΜΗΜΑ IV

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Σύμφωνα με το άρθρο 8αγ, τα κράτη μέλη διαθέτουν κανόνες και διοικητικές διαδικασίες ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική εφαρμογή των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας και των απαιτήσεων υποβολής στοιχείων που προβλέπονται στα τμήματα II και ΙΙΙ του παρόντος παραρτήματος και η συμμόρφωση προς αυτές.

Α.

Κανόνες για την επιβολή των απαιτήσεων συλλογής και επαλήθευσης που ορίζονται στο τμήμα II

1.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να απαιτούν από τους Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας να επιβάλλουν τις απαιτήσεις συλλογής και επαλήθευσης δυνάμει του τμήματος II αναφορικά με τους Πωλητές τους.

2.

Σε περίπτωση που Πωλητής δεν παρέχει τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του τμήματος II μετά από δύο υπενθυμίσεις κατόπιν του αρχικού αιτήματος από τον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, αλλά όχι πριν από την παρέλευση προθεσμίας 60 ημερών, ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κλείνει τον λογαριασμό του Πωλητή και δεν επιτρέπει στον Πωλητή να επανακαταχωριστεί στην Πλατφόρμα ή παρακρατεί την πληρωμή του Αντιτίμου προς τον Πωλητή για όσο χρονικό διάστημα ο Πωλητής δεν παρέχει τα ζητούμενα στοιχεία.

Β.

Κανόνες που επιβάλλουν στους Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας την υποχρέωση να τηρούν αρχεία σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνουν και τυχόν πληροφορίες στις οποίες βασίζονται για την τήρηση των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας και των απαιτήσεων υποβολής στοιχείων, καθώς και κατάλληλα μέτρα για την πρόσβαση στα αρχεία αυτά

1.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να επιβάλλουν στους Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας την υποχρέωση να τηρούν αρχεία σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνουν και τυχόν πληροφορίες στις οποίες βασίζονται για την τήρηση των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας και των απαιτήσεων υποβολής στοιχείων που προβλέπονται στα τμήματα II και ΙΙΙ. Τα εν λόγω αρχεία παραμένουν διαθέσιμα για επαρκώς μεγάλο χρονικό διάστημα και σε κάθε περίπτωση για τουλάχιστον 5 έτη αλλά όχι πάνω από 10 έτη από τη λήξη της Περιόδου Αναφοράς στην οποία αναφέρονται.

2.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα, περιλαμβανομένης της δυνατότητας έκδοσης εντολής στους Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας για την υποβολή στοιχείων, προκειμένου να εξασφαλίσουν την υποβολή όλων των απαραίτητων στοιχείων στην αρμόδια αρχή ώστε αυτή να είναι σε θέση να συμμορφωθεί με την απαίτηση κοινοποίησης στοιχείων σύμφωνα με το άρθρο 8αγ παράγραφος 2.

Γ.

Διοικητικές διαδικασίες για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης των Δηλούντων Φορέων Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας με τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας και τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν διοικητικές διαδικασίες για να εξακριβώνουν αν οι Δηλούντες Φορείς Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας συμμορφώνονται με τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας και τις απαιτήσεις υποβολής στοιχείων που προβλέπονται στα τμήματα II και ΙΙΙ.

Δ.

Διοικητικές διαδικασίες για επακόλουθες ενέργειες έναντι Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, όταν υποβάλλονται ελλιπή ή ανακριβή στοιχεία

Τα κράτη μέλη καθορίζουν διαδικασίες για επακόλουθες ενέργειες έναντι των Δηλούντων Φορέων Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας, σε περίπτωση που τα υποβληθέντα στοιχεία είναι ελλιπή ή ανακριβή.

Ε.

Διοικητική διαδικασία για την επιλογή ενός μόνου κράτους μέλους για την υποβολή στοιχείων

Εάν ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κατά την έννοια του τμήματος I ενότητα Α παράγραφος 4 στοιχείο α) πληροί οποιαδήποτε από τις αναφερόμενες προϋποθέσεις σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, επιλέγει ένα από τα εν λόγω κράτη μέλη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του για υποβολή στοιχείων σύμφωνα με το τμήμα III. Ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας γνωστοποιεί την επιλογή του σε όλες τις αρμόδιες αρχές των εν λόγω κρατών μελών.

ΣΤ.

Διοικητική διαδικασία για μία μόνο καταχώριση ενός Δηλούντος Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας

1.

Ένας Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κατά την έννοια του τμήματος I ενότητα Α παράγραφος 4 στοιχείο β) του παρόντος παραρτήματος καταχωρίζεται από την αρμόδια αρχή οποιουδήποτε κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 8αγ παράγραφος 4 κατά την έναρξη των δραστηριοτήτων του ως Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας.

2.

Ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας γνωστοποιεί στο κράτος μέλος της μοναδικής καταχώρισής του τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

όνομα·

β)

ταχυδρομική διεύθυνση·

γ)

ηλεκτρονικές διευθύνσεις και ιστοσελίδες·

δ)

κάθε ΑΦΜ που έχει χορηγηθεί στον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας·

ε)

δήλωση με πληροφορίες σχετικά με την ταυτοποίηση του εν λόγω Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας για τους σκοπούς του ΦΠΑ εντός της Ένωσης, σύμφωνα με τον τίτλο XII κεφάλαιο 6 τμήματα 2 και 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου (*1)

στ)

τα κράτη μέλη των οποίων είναι κάτοικοι οι Δηλωτέοι Πωλητές κατά την έννοια του τμήματος II ενότητα Δ.

3.

Ο Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας γνωστοποιεί στο κράτος μέλος της μοναδικής καταχώρισής του τυχόν αλλαγές στα στοιχεία που παρέχονται βάσει της ενότητας ΣΤ παράγραφος 2.

4.

Το κράτος μέλος της μοναδικής καταχώρισης χορηγεί ατομικό αριθμό ταυτοποίησης στον Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας και τον γνωστοποιεί στις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών με ηλεκτρονικά μέσα.

5.

Το κράτος μέλος της μοναδικής καταχώρισης ζητεί από την Επιτροπή να διαγράψει από το κεντρικό μητρώο Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

ο Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας γνωστοποιεί στο κράτος μέλος ότι δεν διεξάγει πλέον καμία δραστηριότητα ως Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας·

β)

ελλείψει γνωστοποίησης βάσει του στοιχείου α), υπάρχει λόγος να θεωρείται ότι η δραστηριότητα ενός Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας έχει παύσει·

γ)

ο Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο τμήμα I ενότητα Α παράγραφος 4 στοιχείο β)·

δ)

το κράτος μέλος ανακάλεσε την καταχώριση στην αρμόδια αρχή του σύμφωνα με την ενότητα ΣΤ παράγραφος 7.

6.

Κάθε κράτος μέλος ενημερώνει πάραυτα την Επιτροπή σχετικά με κάθε Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας κατά την έννοια του τμήματος I ενότητα Α παράγραφος 4 στοιχείο β) που αρχίζει τη δραστηριότητά του ως Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας ενώ δεν έχει καταχωριστεί σύμφωνα με την παράγραφο αυτή.

Σε περίπτωση που Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας δεν συμμορφώνεται με την υποχρέωση καταχώρισης ή η καταχώρισή του έχει ανακληθεί σύμφωνα με την ενότητα ΣΤ παράγραφος 7 του παρόντος Τμήματος, τα κράτη μέλη λαμβάνουν, με την επιφύλαξη του άρθρου 25α, αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά μέτρα για να επιβάλλουν την τήρηση της συμμόρφωσης εντός της δικαιοδοσίας τους. Η επιλογή των μέτρων εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών. Τα κράτη μέλη επιδιώκουν επίσης να συντονίζουν τις ενέργειές τους με στόχο την επιβολή της συμμόρφωσης, μεταξύ άλλων και για να εμποδίζουν Δηλούντα Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας να λειτουργεί εντός της Ένωσης ως έσχατη λύση.

7.

Σε περίπτωση που Δηλών Φορέας Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας δεν συμμορφώνεται με την υποχρέωση υποβολής στοιχείων σύμφωνα με το τμήμα III ενότητα Α παράγραφος 3 του παρόντος παραρτήματος μετά από δύο υπενθυμίσεις από το κράτος μέλος μοναδικής καταχώρισης, το κράτος μέλος λαμβάνει, με την επιφύλαξη του άρθρου 25α, τα αναγκαία μέτρα για να ανακαλέσει την καταχώριση του Δηλούντος Φορέα Εκμετάλλευσης Πλατφόρμας που είχε γίνει σύμφωνα με το άρθρο 8αγ παράγραφος 4. Η καταχώριση ανακαλείται το αργότερο μετά την παρέλευση 90 ημερών, αλλά όχι πριν από την παρέλευση 30 ημερών από τη δεύτερη υπενθύμιση.


(*1)  Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1).”


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

25.3.2021   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 104/27


ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2021/515 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 22ας Μαρτίου 2021

για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ένωσης, της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Κοινοπολιτείας της Αυστραλίας, δυνάμει του άρθρου XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) του 1994, σχετικά με την τροποποίηση των παραχωρήσεων για όλες τις δασμολογικές ποσοστώσεις που περιλαμβάνονται στον πίνακα CLXXV της ΕΕ ως συνέπεια της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 207 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 5,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 15 Ιουνίου 2018, το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να αρχίσει διαπραγματεύσεις, δυνάμει του άρθρου XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) του 1994, σχετικά με την κατανομή των δασμολογικών ποσοστώσεων που περιλαμβάνονται στον πίνακα CLXXV της ΕΕ ως συνέπεια της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ένωση.

(2)

Οι διαπραγματεύσεις με την Αυστραλία ολοκληρώθηκαν και η συμφωνία υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Κοινοπολιτείας της Αυστραλίας, δυνάμει του άρθρου XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) του 1994, σχετικά με την τροποποίηση των παραχωρήσεων για όλες τις δασμολογικές ποσοστώσεις που περιλαμβάνονται στον πίνακα CLXXV της ΕΕ ως συνέπεια της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση («συμφωνία») μονογραφήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 2020.

(3)

Θα πρέπει να υπογραφεί η συμφωνία,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Επιτρέπεται η υπογραφή, εξ ονόματος της Ένωσης, της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Κοινοπολιτείας της Αυστραλίας, δυνάμει του άρθρου XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) του 1994, σχετικά με την τροποποίηση των παραχωρήσεων για όλες τις δασμολογικές ποσοστώσεις που περιλαμβάνονται στον πίνακα CLXXV της ΕΕ ως συνέπεια της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, υπό την επιφύλαξη της σύναψης της εν λόγω συμφωνίας (1).

Άρθρο 2

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που είναι αρμόδια να υπογράψουν τη συμφωνία εξ ονόματος της Ένωσης.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 22 Μαρτίου 2021.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BORRELL FONTELLES


(1)  Το κείμενο της συμφωνίας θα δημοσιευθεί μαζί με την απόφαση για τη σύναψή της.


25.3.2021   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 104/29


ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2021/516 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 22ας Μαρτίου 2021

για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ένωσης, της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Ινδονησίας, δυνάμει του άρθρου XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) του 1994, σχετικά με την τροποποίηση των παραχωρήσεων για όλες τις δασμολογικές ποσοστώσεις που περιλαμβάνονται στον πίνακα CLXXV της ΕΕ ως συνέπεια της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 207 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 5,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 15 Ιουνίου 2018, το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να αρχίσει διαπραγματεύσεις, δυνάμει του άρθρου XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) του 1994, σχετικά με την κατανομή των δασμολογικών ποσοστώσεων που περιλαμβάνονται στον πίνακα CLXXV της ΕΕ ως συνέπεια της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ένωση.

(2)

Οι διαπραγματεύσεις με την Ινδονησία ολοκληρώθηκαν και η συμφωνία υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Ινδονησίας, δυνάμει του άρθρου XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) του 1994, σχετικά με την τροποποίηση των παραχωρήσεων για όλες τις δασμολογικές ποσοστώσεις που περιλαμβάνονται στον πίνακα CLXXV της ΕΕ ως συνέπεια της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση («συμφωνία») μονογραφήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 2021.

(3)

Θα πρέπει να υπογραφεί η συμφωνία,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Επιτρέπεται η υπογραφή, εξ ονόματος της Ένωσης, της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Ινδονησίας, δυνάμει του άρθρου XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) του 1994, σχετικά με την τροποποίηση των παραχωρήσεων για όλες τις δασμολογικές ποσοστώσεις που περιλαμβάνονται στον πίνακα CLXXV της ΕΕ ως συνέπεια της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, υπό την επιφύλαξη της σύναψης της εν λόγω συμφωνίας (1).

Άρθρο 2

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που είναι αρμόδια να υπογράψουν τη συμφωνία εξ ονόματος της Ένωσης.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 22 Μαρτίου 2021.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BORRELL FONTELLES


(1)  Το κείμενο της συμφωνίας θα δημοσιευθεί μαζί με την απόφαση για τη σύναψή της.


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

25.3.2021   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 104/30


ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2021/517 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 11ης Φεβρουαρίου 2021

για την τροποποίηση του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/2361 όσον αφορά τις ρυθμίσεις για την καταβολή των εισφορών για την κάλυψη των διοικητικών δαπανών του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΉ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2014, περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (1), και ιδίως το άρθρο 65 παράγραφος 5,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Κατά τον υπολογισμό των επιμέρους ετήσιων εισφορών που αναφέρονται στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/2361 της Επιτροπής (2), το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης («το Συμβούλιο Εξυγίανσης») βασίζεται ιδίως στα στοιχεία σχετικά με το σύνολο του ενεργητικού και του συνολικού ανοίγματος σε κίνδυνο, τα οποία συλλέγει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) από τις οντότητες που υπόκεινται στον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης, για τον υπολογισμό των εποπτικών τελών που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (3). Προς τον σκοπό αυτό, και σύμφωνα με το άρθρο 6 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/2361, η ΕΚΤ διαβιβάζει ετησίως στο Συμβούλιο Εξυγίανσης τα δεδομένα για κάθε οφειλέτη εισφοράς που συγκεντρώθηκαν από την ΕΚΤ κατά το εν λόγω έτος. Τα δεδομένα αυτά διαβιβάζονται εντός πέντε εργάσιμων ημερών αφότου η ΕΚΤ εκδώσει τις ειδοποιήσεις καταβολής των τελών και εν πάση περιπτώσει το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου του έτους για το οποίο εκδίδονται οι ειδοποιήσεις καταβολής των τελών.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/2155 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (4), με σκοπό, μεταξύ άλλων, την αλλαγή του συστήματος βάσει του οποίου η ΕΚΤ συλλέγει τα δεδομένα για τον προσδιορισμό των εποπτικών τελών. Πριν από την τροποποίηση αυτή, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 προέβλεπε την προκαταβολή των ετήσιων εποπτικών τελών στην ΕΚΤ. Μετά την τροποποίηση, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 προβλέπει την επιβολή εποπτικών τελών μόνο μετά τη λήξη της σχετικής περιόδου επιβολής τέλους, μετά τον καθορισμό των πραγματικών ετήσιων δαπανών, και απαιτεί από την ΕΚΤ να εκδίδει ειδοποίηση καταβολής τέλους απευθυνόμενη προς κάθε οφειλέτη εποπτικού τέλους ετησίως, εντός έξι μηνών από την έναρξη της επόμενης περιόδου επιβολής τέλους.

(3)

Δεδομένου ότι η ΕΚΤ εισπράττει τώρα τα εποπτικά τέλη μόνο μετά την έναρξη του οικονομικού έτους του Συμβουλίου Εξυγίανσης, μπορεί να διαβιβάζει τα πλέον πρόσφατα δεδομένα στο Συμβούλιο Εξυγίανσης μόνο στη συνέχεια. Ως εκ τούτου, οι προθεσμίες που ορίζονται στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/2361 για τη διαβίβαση των δεδομένων από την ΕΚΤ στο Συμβούλιο Εξυγίανσης δεν παρέχουν πλέον στο Συμβούλιο Εξυγίανσης τη δυνατότητα να υπολογίζει και να εισπράττει εκ των προτέρων τις επιμέρους ετήσιες εισφορές που οφείλονται για ένα δεδομένο οικονομικό έτος. Για να διατηρηθεί η συνεκτικότητα μεταξύ του συστήματος του Συμβουλίου Εξυγίανσης για την εκ των προτέρων επιβολή των εισφορών και του νέου καθεστώτος της ΕΚΤ, και για να μπορεί το Συμβούλιο Εξυγίανσης να συνεχίσει να υπολογίζει και να εισπράττει εκ των προτέρων τις ετήσιες εισφορές, θα πρέπει να τροποποιηθούν οι προθεσμίες για τη διαβίβαση των δεδομένων και για την έκδοση των ειδοποιήσεων καταβολής εισφορών βάσει του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/2361. Δεδομένου ότι η προθεσμία για την έκδοση τιμολογίου από την ΕΚΤ για τα εποπτικά τέλη λήγει στο τέλος του Ιουνίου κάθε έτους, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να εισπράττει προκαταβολές έναντι των εισφορών, προκειμένου να καλύπτει τις δαπάνες για το μέρος του οικονομικού έτους του που προηγείται της εν λόγω ημερομηνίας. Για να ελαχιστοποιηθεί ο διοικητικός φόρτος για τις σχετικές οντότητες και ομίλους, καθώς και για το Συμβούλιο Εξυγίανσης, οι δόσεις θα πρέπει να καταβάλλονται μόνον από οντότητες και ομίλους που τελούν υπό την άμεση ευθύνη του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

(4)

Η πείρα από την εφαρμογή του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/2361 κατέδειξε ότι είναι σημαντικό να λαμβάνονται εγκαίρως υπόψη, στον ετήσιο υπολογισμό των διοικητικών εισφορών, οι αλλαγές στη σύνθεση του ομίλου οντοτήτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014, και ως εκ τούτου υποχρεούνται να συνεισφέρουν στις διοικητικές δαπάνες του Συμβουλίου Εξυγίανσης. Επομένως, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να χρησιμοποιεί τις πλέον πρόσφατες πληροφορίες σχετικά με τη σύνθεση του ομίλου των εν λόγω οντοτήτων. Η ΕΚΤ, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης και οι εθνικές αρμόδιες αρχές θα πρέπει, ως εκ τούτου, να συνδράμουν το Συμβούλιο Εξυγίανσης, παρέχοντάς του όλες τις σχετικές πληροφορίες, ώστε να εκτιμά κατά πόσον μια οντότητα υποχρεούται να συνεισφέρει στις διοικητικές δαπάνες του Συμβουλίου Εξυγίανσης. Επιπλέον, είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει το Συμβούλιο Εξυγίανσης περιπτώσεις στις οποίες οι συμπεριλήψεις στον όμιλο των οντοτήτων που υποχρεούνται να συνεισφέρουν στις διοικητικές δαπάνες του Συμβουλίου Εξυγίανσης λαμβάνουν χώρα σε χρονική στιγμή του έτους κατά την οποία η ΕΚΤ δεν προσδιορίζει πλέον τα αντίστοιχα δεδομένα.

(5)

Για επιχειρησιακούς λόγους, είναι αναγκαίο να διαθέτει το Συμβούλιο Εξυγίανσης σαφή καταληκτική ημερομηνία για τον καθορισμό της σύνθεσης του ομίλου των οντοτήτων που συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό των ετήσιων εισφορών σε ένα δεδομένο έτος. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να αναθεωρεί τον υπολογισμό αυτό κατά το επόμενο έτος, προκειμένου να ενσωματώνει τυχόν αλλαγές που ενδέχεται να έχουν επέλθει μετά την εν λόγω καταληκτική ημερομηνία.

(6)

Η μετάβαση της ΕΚΤ από το σύστημα εκ των προτέρων έκδοσης ειδοποιήσεων καταβολής των τελών στο σύστημα εκ των υστέρων έκδοσης των εν λόγω ειδοποιήσεων προκάλεσε κενό στη διαβίβαση των δεδομένων από την ΕΚΤ στο Συμβούλιο Εξυγίανσης για την περίοδο Δεκεμβρίου 2019–Ιουνίου 2021. Για να διασφαλιστεί ότι το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα είναι σε θέση να αντλήσει τους πόρους για την κάλυψη των διοικητικών δαπανών του για το 2021, με τα δεδομένα που έχει στη διάθεσή του στην αρχή του εν λόγω έτους, απαιτούνται μεταβατικές ρυθμίσεις για το οικονομικό έτος 2021. Ωστόσο, προκειμένου να λάβει υπόψη την κατάσταση των οντοτήτων που καταβάλλουν εισφορές εγγύτερα στο οικονομικό έτος 2021, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να υπολογίσει εκ νέου τις εν λόγω εισφορές το 2022, με βάση πιο πρόσφατα στοιχεία που θα έχουν καταστεί διαθέσιμα στο μεταξύ. Η διαφορά μεταξύ του ποσού της επιμέρους ετήσιας εισφοράς που οφείλεται για το οικονομικό έτος 2021, όπως θα υπολογιστεί εκ νέου το 2022, και του ποσού της εν λόγω εισφοράς, όπως υπολογίστηκε το έτος 2021, θα πρέπει να προστεθεί ή να αφαιρεθεί, κατά περίπτωση, από το ποσό της επιμέρους ετήσιας εισφοράς που οφείλεται για το οικονομικό έτος 2022.

(7)

Δεδομένου ότι το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα πρέπει να εφαρμόσει τις μεταβατικές ρυθμίσεις προκειμένου να εισπράξει τις εισφορές για τις διοικητικές δαπάνες του για το οικονομικό έτος 2021 το ταχύτερο δυνατόν μετά την έναρξη του έτους, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του. Αυτή η ταχεία έναρξη ισχύος δεν έχει καμία επίπτωση στις οντότητες που πρέπει να καταβάλουν τις εισφορές, δεδομένου ότι ο γενικός κανόνας ότι το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να χρησιμοποιεί τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα δεδομένα για τον υπολογισμό των εισφορών, σε περίπτωση που η ΕΚΤ δεν έχει παράσχει εγκαίρως στο Συμβούλιο Εξυγίανσης τα πλέον πρόσφατα δεδομένα, προβλέπεται ήδη στο άρθρο 6 παράγραφος 7 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/2361. Ως εκ τούτου, δεν απαιτείται καμία προετοιμασία από τις εν λόγω οντότητες.

(8)

Συνεπώς, ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/2361 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/2361 τροποποιείται ως εξής:

1)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 4α:

«Άρθρο 4α

Προκαταβολές έναντι των επιμέρους ετήσιων εισφορών

1.   Κάθε οικονομικό έτος, πριν από την παραλαβή των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να εισπράττει προκαταβολές έναντι των επιμέρους ετήσιων εισφορών για ποσό που δεν υπερβαίνει το 75 % του ποσού των ετήσιων εισφορών που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 από τις οντότητες και τους ομίλους που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) για το εν λόγω οικονομικό έτος. Η προκαταβολή κάθε οντότητας ή ομίλου υπολογίζεται κατ’ αναλογία προς τις επιμέρους ετήσιες εισφορές που υπολογίζονται για την εν λόγω οντότητα ή όμιλο κατά το αμέσως προηγούμενο οικονομικό έτος.

2.   Το Συμβούλιο Εξυγίανσης αφαιρεί την πληρωμή της προκαταβολής από την επιμέρους ετήσια εισφορά της οντότητας ή του ομίλου για το εν λόγω οικονομικό έτος.»·

2)

το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Κάθε έτος εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την έκδοση ειδοποίησης από την ΕΚΤ για καταβολή των τελών, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1163/2014, και εν πάση περιπτώσει το αργότερο έως τις 7 Ιουλίου του έτους κατά το οποίο εκδίδονται οι ειδοποιήσεις καταβολής των τελών, η ΕΚΤ παρέχει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης τα δεδομένα για κάθε οφειλέτη εισφοράς, όπως αυτά χρησιμοποιήθηκαν από την ΕΚΤ κατά το εν λόγω έτος για τον προσδιορισμό των εποπτικών τελών, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1163/2014.»·

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 2α:

«2α.   Εφόσον οφειλέτης εισφοράς ιδρύεται σε δεδομένο οικονομικό έτος και δεν είναι εποπτευόμενη οντότητα ή εποπτευόμενος όμιλος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο βγ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1163/2014, οι επιμέρους ετήσιες εισφορές που οφείλει ο συγκεκριμένος οφειλέτης εισφοράς για το εν λόγω και για το επόμενο οικονομικό έτος υπολογίζονται με τον καθορισμό μηδενικών συντελεστών υπολογισμού τέλους. Κατά το τρίτο οικονομικό έτος για το οποίο οφείλεται επιμέρους ετήσια εισφορά από τον εν λόγω οφειλέτη εισφοράς, η επιμέρους ετήσια διοικητική εισφορά που οφείλεται για τα δύο προηγούμενα οικονομικά έτη υπολογίζεται εκ νέου με βάση τους συντελεστές υπολογισμού τέλους που χρησιμοποιήθηκαν για το εν λόγω οικονομικό έτος και η διαφορά τακτοποιείται αναλόγως.»·

γ)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Σε περίπτωση που, για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, το Συμβούλιο Εξυγίανσης χρειαστεί να προσδιορίσει κατά πόσον μια οντότητα είναι μέρος του ομίλου που έχει ορίσει έναν συγκεκριμένο οφειλέτη εισφοράς, ή να επαληθεύσει κατά πόσον μια οντότητα υποχρεούται να συνεισφέρει στις διοικητικές δαπάνες του Συμβουλίου Εξυγίανσης, η ΕΚΤ, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης και οι εθνικές αρμόδιες αρχές συνδράμουν το Συμβούλιο Εξυγίανσης, παρέχοντάς του όλες τις σχετικές πληροφορίες.»·

δ)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Για τον υπολογισμό των επιμέρους ετήσιων εισφορών που οφείλονται για ένα δεδομένο οικονομικό έτος, το Συμβούλιο Εξυγίανσης χρησιμοποιεί τα δεδομένα που χρησιμοποίησε η ΕΚΤ κατά το εν λόγω έτος για τον προσδιορισμό των εποπτικών τελών για το προηγούμενο έτος, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1163/2014, και τα οποία διαβιβάζονται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης σύμφωνα με το παρόν άρθρο.»·

3)

το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 4α:

«4α.   Για τους σκοπούς του υπολογισμού των επιμέρους ετήσιων εισφορών που οφείλονται για ένα δεδομένο οικονομικό έτος, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη οποιαδήποτε από τις αλλαγές που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, οι οποίες επέρχονται από την 1η Ιανουαρίου του εν λόγω έτους, κατά το επόμενο οικονομικό έτος.»·

β)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Με εξαίρεση τα προβλεπόμενα στο άρθρο 6 παράγραφος 2α, δεν γίνεται προσαρμογή στις επιμέρους ετήσιες εισφορές οντοτήτων ή ομίλων που δεν υπόκεινται στις αλλαγές οι οποίες αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 ή 3 του παρόντος άρθρου.»·

4)

στο άρθρο 8, οι παράγραφοι 3 έως 8 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η ειδοποίηση καταβολής εισφοράς προσδιορίζει το ποσό της επιμέρους ετήσιας εισφοράς ή της προκαταβολής που αναφέρεται στο άρθρο 4α, καθώς και τον τρόπο καταβολής της ετήσιας εισφοράς ή της προκαταβολής. Η ειδοποίηση καταβολής εισφοράς πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένη όσον αφορά τις πραγματικές και νομικές πτυχές της επιμέρους απόφασης καταβολής εισφοράς ή της απόφασης καταβολής προκαταβολής.

4.   Το Ενιαίο Συμβούλιο απευθύνει στον οφειλέτη της εισφοράς κάθε άλλη ειδοποίηση σχετικά με την επιμέρους ετήσια εισφορά, συμπεριλαμβανομένης και της όποιας απόφασης διακανονισμού λαμβάνεται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 8 και, κατά περίπτωση, σχετικά με την προκαταβολή.

5.   Η επιμέρους ετήσια εισφορά ή η προκαταβολή καταβάλλεται σε ευρώ.

6.   Ο οφειλέτης εισφοράς υποχρεούται να εξοφλήσει το ποσό της επιμέρους ετήσιας εισφοράς ή της προκαταβολής εντός 35 ημερολογιακών ημερών από την έκδοση της ειδοποίησης καταβολής εισφοράς. Ο οφειλέτης εισφοράς συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στην ειδοποίηση καταβολής εισφοράς όσον αφορά την καταβολή της επιμέρους ετήσιας εισφοράς ή της προκαταβολής. Ως ημερομηνία πληρωμής θεωρείται η ημερομηνία κατά την οποία πιστώνεται ο λογαριασμός του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

7.   Η επιμέρους ετήσια εισφορά και, κατά περίπτωση, η προκαταβολή, που οφείλεται από τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 οι οποίες είναι μέλη του ίδιου ομίλου, εισπράττεται από τον οφειλέτη εισφοράς του εν λόγω ομίλου.

8.   Με την επιφύλαξη οποιουδήποτε άλλου μέσου ένδικης προστασίας που διαθέτει το Συμβούλιο Εξυγίανσης, σε περίπτωση μερικής καταβολής, μη καταβολής ή μη συμμόρφωσης με τους όρους πληρωμής που καθορίζονται στην ειδοποίηση καταβολής εισφοράς, επιβάλλονται σε ημερήσια βάση τόκοι υπερημερίας επί του ανεξόφλητου ποσού της επιμέρους ετήσιας εισφοράς και, κατά περίπτωση, της προκαταβολής με το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης που εφαρμόζει η ΕΚΤ, προσαυξημένο κατά 8 εκατοστιαίες μονάδες, από την ημερομηνία κατά την οποία το καταβλητέο ποσό καθίσταται ληξιπρόθεσμο.»·

5)

το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι πληρωμές των οφειλόμενων επιμέρους ετήσιων εισφορών και των προκαταβολών, καθώς και των τόκων υπερημερίας σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 8, είναι εκτελεστές.»·

6)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 14α:

«Άρθρο 14α

Μεταβατικές ρυθμίσεις για το οικονομικό έτος 2021

Το 2021, το Συμβούλιο Εξυγίανσης υπολογίζει τις επιμέρους ετήσιες εισφορές που οφείλονται για το οικονομικό έτος 2021 με βάση τα δεδομένα που παρέσχε η ΕΚΤ στο Συμβούλιο Εξυγίανσης το 2019 και τις τυχόν μεταγενέστερες επικαιροποιήσεις τους σύμφωνα με το άρθρο 6. Το 2022, το Συμβούλιο Εξυγίανσης υπολογίζει εκ νέου τις επιμέρους ετήσιες εισφορές που οφείλονται για το οικονομικό έτος 2021 με βάση τα δεδομένα που παρέσχε η ΕΚΤ στο Συμβούλιο Εξυγίανσης το 2021 σύμφωνα με το άρθρο 6. Τυχόν διαφορά μεταξύ του ποσού που είχε υπολογιστεί αρχικά για το οικονομικό έτος 2021 και του εκ νέου υπολογισθέντος ποσού τακτοποιείται κατά τον υπολογισμό των επιμέρους ετήσιων εισφορών που οφείλονται για το οικονομικό έτος 2022.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 11 Φεβρουαρίου 2021.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)  ΕΕ L 225 της 30.7.2014, σ. 1.

(2)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/2361 της Επιτροπής, της 14ης Σεπτεμβρίου 2017, σχετικά με το οριστικό σύστημα των εισφορών για την κάλυψη των διοικητικών δαπανών του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης (ΕΕ L 337 της 19.12.2017, σ. 6).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 22ας Οκτωβρίου 2014, σχετικά με τα εποπτικά τέλη (ΕΚΤ/2014/41) (ΕΕ L 311 της 31.10.2014, σ. 23).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2155 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας της 5ης Δεκεμβρίου 2019 που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1163/2014 σχετικά με τα εποπτικά τέλη (EKT/2019/37) (ΕΕ L 327 της 17.12.2019, σ. 70).


25.3.2021   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 104/34


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2021/518 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 18ης Μαρτίου 2021

για την καταχώριση γεωγραφικής ένδειξης αλκοολούχου ποτού δυνάμει του άρθρου 30 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/787 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

«Vasi vadkörte pálinka»

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/787 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, για τον ορισμό, την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση των αλκοολούχων ποτών, τη χρήση των ονομασιών των αλκοολούχων ποτών στην παρουσίαση και επισήμανση άλλων τροφίμων, την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων για τα αλκοολούχα ποτά, τη χρήση της αιθυλικής αλκοόλης και των προϊόντων απόσταξης γεωργικής προέλευσης σε ποτά με αλκοόλη, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 (1), και ιδίως το άρθρο 30 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), η Επιτροπή εξέτασε την από 14 Οκτωβρίου 2016 αίτηση της Ουγγαρίας για την καταχώριση της γεωγραφικής ένδειξης «Vasi vadkörte pálinka».

(2)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/787, ο οποίος αντικαθιστά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 110/2008, άρχισε να ισχύει την 25η Μαΐου 2019. Σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού, το κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 σχετικά με τις γεωγραφικές ενδείξεις καταργείται από τις 8 Ιουνίου 2019.

(3)

Αφού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αίτηση είναι σύμφωνη με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 110/2008, η Επιτροπή δημοσίευσε τις βασικές προδιαγραφές του τεχνικού φακέλου στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (3), κατ’ εφαρμογή του άρθρου 17 παράγραφος 6 του εν λόγω κανονισμού, σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) 2019/787.

(4)

Καμία δήλωση ένστασης δεν έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή βάσει του άρθρου 27 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2019/787.

(5)

Επομένως, η ένδειξη «Vasi vadkörte pálinka» θα πρέπει να καταχωριστεί ως γεωγραφική ένδειξη,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Καταχωρίζεται η γεωγραφική ένδειξη «Vasi vadkörte pálinka». Σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/787, ο παρών κανονισμός παρέχει στην ονομασία «Vasi vadkörte pálinka» την προστασία που αναφέρεται στο άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/787.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Μαρτίου 2021.

Για την Επιτροπή

εξ ονόματος της Προέδρου

Janusz WOJCIECHOWSKI

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 130 της 17.5.2019, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 110/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2008, σχετικά με τον ορισμό, την περιγραφή, την παρουσίαση, την επισήμανση και την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων των αλκοολούχων ποτών και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου (ΕΕ L 39 της 13.2.2008, σ. 16).

(3)  ΕΕ C 417 της 2.12.2020, σ. 59.


25.3.2021   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 104/36


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2021/519 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 24ης Μαρτίου 2021

για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/1375 όσον αφορά τη διενέργεια δοκιμών ανίχνευσης Trichinella (τριχίνης) σε μόνοπλα και την εφαρμογή παρέκκλισης για το Ηνωμένο Βασίλειο από τη διενέργεια δοκιμών για την ανίχνευση Trichinella (τριχίνης) σε κατοικίδιους χοίρους

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EE) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές και των κανόνων για την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων, την υγεία των φυτών και τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, για την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 999/2001, (ΕΚ) αριθ. 396/2005, (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, (EE) αριθ. 652/2014, (ΕΕ) 2016/429 και (ΕΕ) 2016/2031, των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1/2005 και (ΕΚ) αριθ. 1099/2009 και των οδηγιών του Συμβουλίου 98/58/ΕΚ, 1999/74/ΕΚ, 2007/43/ΕΚ, 2008/119/ΕΚ και 2008/120/ΕΚ και για την κατάργηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004, των οδηγιών του Συμβουλίου 89/608/ΕΟΚ, 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ, 91/496/ΕΟΚ, 96/23/ΕΚ, 96/93/ΕΚ και 97/78/ΕΚ και της απόφασης 92/438/ΕΟΚ του Συμβουλίου (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους) (1), και ιδίως το άρθρο 18 παράγραφος 8 πρώτο εδάφιο στοιχείο α),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/625 θεσπίζει κανόνες για τη διενέργεια επίσημων ελέγχων και για τις ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβαίνουν οι αρμόδιες αρχές σε σχέση με την παραγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

(2)

Το παράσιτο Trichinella μπορεί να υπάρχει στο κρέας ευπαθών ειδών, όπως οι χοίροι και οι ίπποι, και προκαλεί τροφιμογενές νόσημα στον άνθρωπο, αν καταναλωθεί μολυσμένο κρέας. Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1375 της Επιτροπής (2) θεσπίζει ειδικούς κανόνες σχετικά με τους επίσημους ελέγχους για ανίχνευση του παρασίτου Trichinella (τριχίνης) στο κρέας, καθώς και όρους παρέκκλισης από τις δοκιμές για ανίχνευση Trichinella κατά την είσοδο κρέατος κατοικίδιων χοίρων στην Ένωση.

(3)

Στις 6 Ιουνίου 2013 η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων εξέδωσε επιστημονική γνώμη σχετικά με τους παράγοντες κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία τους οποίους πρέπει να καλύπτει η επιθεώρηση του κρέατος (μονόπλων) (3). Στην εν λόγω γνώμη συνιστάται η καταπολέμηση της Trichinella σε όλα τα μόνοπλα (όχι μόνο στους ίππους αλλά και στους όνους και στους ημίονους) ως ύψιστη προτεραιότητα. Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/627 της Επιτροπής (4) θεσπίζει, επομένως, την υποχρεωτική διενέργεια δοκιμών για Trichinella στα σφάγια όλων των μονόπλων. Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1375 θεσπίζει την υποχρεωτική δοκιμή για τους ίππους και άλλα ευπαθή είδη. Για λόγους συνέπειας και για την αποφυγή κάθε αμφισημίας, ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1375 θα πρέπει επίσης να αναφέρεται σε μόνοπλα αντί των αλόγων [ίππων].

(4)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 206/2010 της Επιτροπής (5) επιτρέπει την είσοδο, στην Ένωση, κρέατος κατοικίδιων χοίρων από το Ηνωμένο Βασίλειο. Ο εν λόγω κανονισμός αναφέρει το Ηνωμένο Βασίλειο ως χώρα που εφαρμόζει παρέκκλιση από τη διεξαγωγή δοκιμών για την ανίχνευση Trichinella σε σφάγια και κρέας μη απογαλακτισμένων κατοικίδιων χοίρων ηλικίας κάτω των πέντε εβδομάδων, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/1375.

(5)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2020/692 της Επιτροπής (6) καταργεί τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 206/2010 με ισχύ από την 21η Απριλίου 2021. Ενόψει της εν λόγω κατάργησης, ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2020/1478 της Επιτροπής (7) προσθέτει το παράρτημα VII στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/1375 της Επιτροπής, με ισχύ από την 21η Απριλίου 2021, στο οποίο καταχωρίζονται οι τρίτες χώρες που εφαρμόζουν την παρέκκλιση που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/1375 σχετικά με τη διενέργεια δοκιμών για Trichinella.

(6)

Στις 12 Ιανουαρίου 2021 το Ηνωμένο Βασίλειο υπέβαλε πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες τα ιστορικά στοιχεία για τις συνεχείς δοκιμές που διεξήχθησαν σε σφαγέντα πληθυσμό κατοικίδιων χοίρων παρέχουν τουλάχιστον 95 % βεβαιότητα ότι ο επιπολασμός της Trichinella δεν υπερβαίνει το 1 ανά εκατομμύριο στον εν λόγω πληθυσμό, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο β) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/1375. Επιπλέον, το Ηνωμένο Βασίλειο ενημέρωσε την Επιτροπή για την πρόθεσή του να εφαρμόσει την παρέκκλιση από τις δοκιμές για ανίχνευση Trichinella σε σφάγια και κρέας κατοικίδιων χοίρων, όταν τα ζώα προέρχονται από εκμετάλλευση επίσημα αναγνωρισμένη ως εκμετάλλευση που εφαρμόζει ελεγχόμενες συνθήκες σταβλισμού σύμφωνα με το παράρτημα IV του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού.

(7)

Επομένως, το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να καταχωριστεί στο παράρτημα VII του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/1375, με την επιφύλαξη της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης ως προς το Ηνωμένο Βασίλειο και εντός αυτού σε σχέση με τη Βόρεια Ιρλανδία σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 4 του πρωτοκόλλου για τις Ιρλανδία / Βόρεια Ιρλανδία της συμφωνίας για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας, σε συνδυασμό με το παράρτημα 2 του εν λόγω πρωτοκόλλου.

(8)

Το παράρτημα VIΙ του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/1375 θα πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε να αντικατοπτρίζει την εφαρμογή των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3 του εν λόγω εκτελεστικού κανονισμού από το Ηνωμένο Βασίλειο.

(9)

Συνεπώς, ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1375 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(10)

Δεδομένου ότι ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 206/2010 καταργείται, με ισχύ από την 21η Απριλίου 2021, και ότι ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2020/1478 προσθέτει το παράρτημα VIΙ στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/1375, με ισχύ από την ίδια ημερομηνία, η καταχώριση του Ηνωμένου Βασιλείου στο εν λόγω παράρτημα θα πρέπει να εφαρμοστεί από την ίδια ημερομηνία.

(11)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1375 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στο πλαίσιο της εξέτασης μετά τη σφαγή λαμβάνονται σε συστηματική βάση, στα σφαγεία ή σε εγκαταστάσεις χειρισμού θηραμάτων, δείγματα από σφάγια μονόπλων, αγριόχοιρων και άλλων εκτρεφόμενων και άγριων ζωικών ειδών που είναι ευπρόσβλητα στη μόλυνση από Trichinella.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Έως ότου εξαχθούν τα αποτελέσματα της εξέτασης για Trichinella και υπό τον όρο ότι ο υπεύθυνος της επιχείρησης τροφίμων εγγυάται την πλήρη ιχνηλασιμότητα, τα σφάγια των κατοικίδιων χοίρων και των μονόπλων μπορούν να τεμαχιστούν σε έξι το πολύ τεμάχια σε σφαγείο ή σε εργαστήριο τεμαχισμού στην ίδια εγκατάσταση με το σφαγείο.»·

2)

στο παράρτημα ΙΙΙ, η εισαγωγική φράση και τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το κρέας μονόπλων, άγριων θηραμάτων και άλλων ζώων το οποίο θα μπορούσε να περιέχει παράσιτα Trichinella πρέπει να εξετάζεται σύμφωνα με μία από τις μεθόδους πέψης που περιγράφονται στα κεφάλαια Ι ή ΙΙ του παραρτήματος I, με τις ακόλουθες τροποποιήσεις:

α)

λαμβάνονται δείγματα βάρους τουλάχιστον 10 g από τον μυ της γλώσσας ή της γνάθου των μονόπλων και από το πρόσθιο άκρο, τη γλώσσα ή το διάφραγμα των αγριόχοιρων·

β)

στην περίπτωση των μονόπλων, αν δεν υπάρχουν οι εν λόγω μύες, πρέπει να λαμβάνεται δείγμα μεγαλύτερου μεγέθους από ένα στύλο του διαφράγματος, στο σημείο μεταξύ μυώδους και τενοντώδους μοίρας. Ο μυς πρέπει να μην περιέχει συνδετικό ιστό και λίπος·»·

3)

στο παράρτημα IV, το κεφάλαιο II στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«β)

Σύμφωνα με το παράρτημα IV της οδηγίας 2003/99/ΕΚ, υποβάλλεται ο αριθμός των δοκιμών και τα αποτελέσματα των δοκιμών ανίχνευσης Trichinella σε κατοικίδιους χοίρους, αγριόχοιρους, μόνοπλα, θηράματα και οποιαδήποτε άλλα ευπαθή ζώα. Τα στοιχεία για τους κατοικίδιους χοίρους παρέχουν τουλάχιστον συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τα εξής:

i)

δοκιμές στα ζώα που έχουν εκτραφεί υπό ελεγχόμενες συνθήκες σταβλισμού·

ii)

δοκιμές σε θηλυκούς χοίρους αναπαραγωγής, αγριόχοιρους και χοίρους προς πάχυνση.»·

4)

το παράρτημα VII αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙΙ

Τρίτες χώρες ή περιοχές τους που εφαρμόζουν τις παρεκκλίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 2

Κωδικός ISO της χώρας

Τρίτη χώρα ή περιοχές της

Παρατηρήσεις

GB

Ηνωμένο Βασίλειο (*1)

Εφαρμογή των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3

»

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 1 παράγραφος 4 εφαρμόζεται από την 21η Απριλίου 2021.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Μαρτίου 2021.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)  ΕΕ L 95 της 7.4.2017, σ. 1.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1375 της Επιτροπής, της 10ης Αυγούστου 2015, για τη θέσπιση ειδικών κανόνων σχετικά με τους επίσημους ελέγχους για ανίχνευση Trichinella (τριχίνης) στο κρέας (ΕΕ L 212 της 11.8.2015, σ. 7).

(3)  EFSA Journal 2013·11(6):3263.

(4)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/627 της Επιτροπής, της 15ης Μαρτίου 2019, περί καθορισμού ενιαίων πρακτικών ρυθμίσεων για τη διενέργεια των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2074/2005 της Επιτροπής όσον αφορά τους επίσημους ελέγχους (ΕΕ L 131 της 17.5.2019, σ. 51).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 206/2010 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2010, για τον καθορισμό καταλόγων τρίτων χωρών, περιοχών ή τμημάτων τους από τις οποίες επιτρέπονται οι εισαγωγές στην Ευρωπαϊκή Ένωση ορισμένων ζώων και νωπού κρέατος, καθώς και των απαιτήσεων κτηνιατρικής πιστοποίησης (ΕΕ L 73 της 20.3.2010, σ. 1).

(6)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2020/692 της Επιτροπής, της 30ής Ιανουαρίου 2020, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους κανόνες για την είσοδο στην Ένωση και για τις μετακινήσεις και τους χειρισμούς, μετά την είσοδο, των φορτίων ορισμένων ζώων, ζωικού αναπαραγωγικού υλικού και προϊόντων ζωικής προέλευσης (ΕΕ L 174 της 3.6.2020, σ. 379).

(7)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2020/1478 της Επιτροπής, της 14ης Οκτωβρίου 2020, για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2015/1375 όσον αφορά τη δειγματοληψία, τη μέθοδο ανίχνευσης αναφοράς και τους όρους εισαγωγής που συνδέονται με τον έλεγχο του παρασίτου Trichinella (ΕΕ L 338 της 15.10.2020, σ. 7)

(*1)  Με βάση τη συμφωνία για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 4 του πρωτοκόλλου για τις Ιρλανδία / Βόρεια Ιρλανδία, σε συνδυασμό με το παράρτημα 2 του εν λόγω πρωτοκόλλου, για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος οι αναφορές στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν περιλαμβάνουν τη Βόρεια Ιρλανδία..


25.3.2021   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 104/39


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2021/520 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 24ης Μαρτίου 2021

για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την ιχνηλασιμότητα ορισμένων δεσποζόμενων χερσαίων ζώων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EE) 2016/429 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, σχετικά με τις μεταδοτικές νόσους των ζώων και για την τροποποίηση και την κατάργηση ορισμένων πράξεων στον τομέα της υγείας των ζώων («νόμος για την υγεία των ζώων») (1), και ιδίως το άρθρο 120 παράγραφος 1 και το άρθρο 120 παράγραφος 2 στοιχεία γ), δ) και στ),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/429 καθορίζει απαιτήσεις ιχνηλασιμότητας για δεσποζόμενα χερσαία ζώα και ζωικό αναπαραγωγικό υλικό και αναθέτει στην Επιτροπή την εξουσία να εκδίδει σχετικές εκτελεστικές πράξεις.

(2)

Ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/2035 της Επιτροπής (2) συμπληρώνει τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/429 προβλέποντας λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την ιχνηλασιμότητα δεσποζόμενων χερσαίων ζώων και αυγών για επώαση.

(3)

Για να διασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή στην Ένωση των κανόνων ιχνηλασιμότητας που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/429 και στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/2035, θα πρέπει να θεσπιστούν ορισμένοι κανόνες μέσω του παρόντος κανονισμού.

(4)

Τα άρθρα 112, 113 και 115 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 θεσπίζουν υποχρεώσεις για τους υπευθύνους επιχειρήσεων που διατηρούν ζώα τα οποία ανήκουν στα βοοειδή, τα προβατοειδή, τα αιγοειδή και στα χοιροειδή όσον αφορά τη διαβίβαση πληροφοριών σχετικά με τα ζώα τους στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων που δημιουργούνται σύμφωνα με το άρθρο 109 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού. Για να διασφαλιστεί ότι όλες οι επικαιροποιήσεις διαβιβάζονται τακτικά στις εν λόγω βάσεις δεδομένων, είναι αναγκαίο να καθοριστούν στον παρόντα κανονισμό οι προθεσμίες για τη διαβίβαση των συγκεκριμένων πληροφοριών.

(5)

Επιπλέον, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών και χοιροειδών θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που διαβιβάζουν όσον αφορά τα ζώα και τις εγκαταστάσεις τους μετά τη διαβίβαση. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να θεσπιστούν στον παρόντα κανονισμό κανόνες για την ομοιόμορφη εφαρμογή της πρόσβασης στα δεδομένα των ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων που δημιουργούνται σύμφωνα με το άρθρο 109 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429.

(6)

Επιπλέον, ο παρών κανονισμός θα πρέπει επίσης να καθορίσει ορισμένες άλλες τεχνικές και λειτουργικές λεπτομέρειες και τους μορφότυπους των ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων για δεσποζόμενα βοοειδή, προβατοειδή, αιγοειδή και χοιροειδή, προκειμένου να διασφαλιστεί συγκρίσιμη ποιότητα των βάσεων δεδομένων σε ολόκληρη την Ένωση.

(7)

Υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 110 παράγραφος 1 στοιχείο β) και στο άρθρο 112 σημείο β) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429, η ανταλλαγή ηλεκτρονικών δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών μπορεί να αντικαταστήσει την έκδοση εγγράφων ταυτοποίησης για τα βοοειδή κατά τη μετακίνηση των ζώων αυτών μεταξύ κρατών μελών. Το πρωτόκολλο BOVEX που θεσπίστηκε από την Επιτροπή είναι σχεδιασμένο για την ανταλλαγή ηλεκτρονικών δεδομένων μεταξύ ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων των κρατών μελών για τα βοοειδή. Η Επιτροπή θα πρέπει να αναγνωρίσει την πλήρη λειτουργικότητα των εν λόγω ανταλλαγών ηλεκτρονικών δεδομένων μεταξύ ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων των κρατών μελών σύμφωνα με το συγκεκριμένο πρωτόκολλο.

(8)

Μολονότι τα μέσα ταυτοποίησης που πρέπει να χρησιμοποιούνται για διάφορα είδη χερσαίων ζώων, ειδικότερα για δεσποζόμενα βοοειδή, προβατοειδή, αιγοειδή, χοιροειδή, καμηλοειδή, ελαφίδες και ψιττακοειδή, καθορίζονται από τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/2035, οι τεχνικές προδιαγραφές για τα συγκεκριμένα μέσα ταυτοποίησης θα πρέπει να ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

(9)

Ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/2035 καθορίζει απαιτήσεις για την ηλεκτρονική ταυτοποίηση δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών, ελαφιδών και ψιττακοειδών. Τα εν λόγω ηλεκτρονικά μέσα ταυτοποίησης θα πρέπει να εγκρίνονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο διατηρούνται τα ζώα. Για να διασφαλιστεί η αναγνωσιμότητα αυτών των ηλεκτρονικών μέσων ταυτοποίησης όταν τα ζώα μετακινούνται μεταξύ κρατών μελών, θα πρέπει να καθοριστούν στον παρόντα κανονισμό οι κανόνες και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες η αρμόδια αρχή μπορεί να εγκρίνει τα εν λόγω ηλεκτρονικά μέσα ταυτοποίησης. Οι εγκρίσεις αυτές θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη τα σχετικά πρότυπα ISO/IEC.

(10)

Για να διασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή της ταυτοποίησης και της ιχνηλασιμότητας σε ολόκληρη την Ένωση, θα πρέπει να καθοριστούν στον παρόντα κανονισμό οι χρονικές περίοδοι για την εφαρμογή των μέσων ταυτοποίησης σε δεσποζόμενα βοοειδή, προβατοειδή, αιγοειδή, χοιροειδή, καμηλοειδή, ελαφίδες και ψιττακοειδή.

(11)

Έως την ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429, οι ενωσιακοί κανόνες για την ιχνηλασιμότητα περιλαμβάνουν διάφορες εξαιρέσεις από το σύστημα ταυτοποίησης και καταχώρισης για ορισμένες κατηγορίες ζώων, όπως τα ζώα που εκτρέφονται σε συνθήκες εκτατικής εκτροφής. Είναι σκόπιμο να επανεξεταστούν οι εν λόγω κανόνες και να εφαρμοστεί ισορροπημένη και εναρμονισμένη προσέγγιση όσον αφορά τις εξαιρέσεις από το σύστημα ταυτοποίησης και καταχώρισης, λαμβανομένων υπόψη, αφενός, των σχετικών κινδύνων και, αφετέρου, της αναλογικότητας και της αποτελεσματικότητας των μέτρων. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να θεσπίσει νέους κανόνες που να αντικατοπτρίζουν την προσέγγιση αυτή.

(12)

Είναι σημαντικό να διατηρείται η πλήρης ιχνηλασιμότητα των δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών, ελαφιδών και ψιττακοειδών ανά πάσα στιγμή και να αποφεύγονται τυχόν δραστηριότητες που ενδέχεται να υπονομεύουν την ιχνηλασιμότητα. Δραστηριότητες που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την ιχνηλασιμότητα είναι η αφαίρεση, τροποποίηση και αντικατάσταση των μέσων ταυτοποίησης. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω δραστηριότητες πρέπει να πραγματοποιούνται μόνο μετά τη χορήγηση σχετικής άδειας στους υπευθύνους επιχειρήσεων από την αρμόδια αρχή. Ορισμένοι κανόνες σχετικά με την αφαίρεση, τροποποίηση και αντικατάσταση θεσπίζονται στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/2035. Για την κάλυψη συγκεκριμένων πτυχών είναι αναγκαίες πρόσθετες διατάξεις σχετικά με τις εν λόγω δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των προθεσμιών τους, οι οποίες θα πρέπει να θεσπιστούν στον παρόντα κανονισμό.

(13)

Για να διασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση στο νέο νομικό πλαίσιο, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων στα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν τα μέσα ταυτοποίησης που εγκρίθηκαν πριν από τις 21 Απριλίου 2021 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1760/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 21/2004 (4) του Συμβουλίου και την οδηγία 2008/71/ΕΚ (5) του Συμβουλίου, καθώς και με τις πράξεις που εκδόθηκαν βάσει των εν λόγω κανονισμών και της εν λόγω οδηγίας για μεταβατική περίοδο που δεν υπερβαίνει τα 2 έτη από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(14)

Δεδομένου ότι ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/429 εφαρμόζεται από τις 21 Απριλίου 2021, ο παρών κανονισμός θα πρέπει επίσης να εφαρμόζεται από την ίδια ημερομηνία.

(15)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για τα φυτά, τα ζώα, τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες σχετικά με:

1)

τις προθεσμίες για τη διαβίβαση πληροφοριών από τους υπευθύνους επιχειρήσεων για την καταχώριση δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών και χοιροειδών σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων·

2)

την ομοιόμορφη εφαρμογή της πρόσβασης στα δεδομένα των ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων για δεσποζόμενα βοοειδή, προβατοειδή, αιγοειδή και χοιροειδή, καθώς και τις τεχνικές προδιαγραφές και τους κανόνες λειτουργίας των εν λόγω βάσεων δεδομένων·

3)

τις τεχνικές προϋποθέσεις και τις λεπτομέρειες για την ανταλλαγή ηλεκτρονικών δεδομένων σχετικά με δεσποζόμενα βοοειδή μεταξύ των ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων των κρατών μελών και την αναγνώριση της πλήρους λειτουργικότητας ενός συστήματος ανταλλαγής δεδομένων·

4)

τις τεχνικές προδιαγραφές, τους μορφότυπους και τον σχεδιασμό για τα μέσα ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών και ελαφιδών·

5)

τις τεχνικές απαιτήσεις για τα μέσα ταυτοποίησης δεσποζόμενων ψιττακοειδών·

6)

τις χρονικές περιόδους για την εφαρμογή των μέσων ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών και ελαφιδών που γεννήθηκαν στην Ένωση ή μετά την είσοδο των εν λόγω ζώων στην Ένωση·

7)

τη διαμόρφωση του κωδικού αναγνώρισης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, καμηλοειδών και ελαφιδών·

8)

την αφαίρεση, τροποποίηση και αντικατάσταση των μέσων ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών και ελαφιδών και τις προθεσμίες για την πραγματοποίηση παρόμοιων δραστηριοτήτων·

9)

τα μεταβατικά μέτρα σχετικά με την έγκριση των μέσων ταυτοποίησης.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ορισμοί που προβλέπονται στο άρθρο 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΒΑΣΕΙΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 3

Προθεσμίες και διαδικασίες για τη διαβίβαση πληροφοριών από τους υπευθύνους επιχειρήσεων για την καταχώριση δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών και χοιροειδών

1.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων που διατηρούν βοοειδή, προβατοειδή, αιγοειδή και χοιροειδή διαβιβάζουν τις πληροφορίες σχετικά με τις μετακινήσεις, τις γεννήσεις και τους θανάτους που αναφέρονται στο άρθρο 112 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 και σχετικά με τις μετακινήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 113 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού και στο άρθρο 56 στοιχείο β) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035 για καταχώριση στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων που έχουν δημιουργηθεί για τα συγκεκριμένα είδη εντός χρονικής προθεσμίας που καθορίζεται από τα κράτη μέλη. Η μέγιστη χρονική περίοδος για τη διαβίβαση των πληροφοριών δεν υπερβαίνει τις 7 ημέρες μετά τη μετακίνηση, τη γέννηση ή τον θάνατο των ζώων, ανάλογα με την περίπτωση.

2.   Στην περίπτωση γεννήσεων, κατά τον καθορισμό της μέγιστης χρονικής περιόδου για τη διαβίβαση των πληροφοριών, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν την ημερομηνία εφαρμογής του μέσου ταυτοποίησης στο ζώο ως σημείο έναρξης της σχετικής χρονικής περιόδου, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης της ημερομηνίας αυτής με την ημερομηνία γέννησης του ζώου.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή μπορεί να παρατείνει τη μέγιστη χρονική περίοδο για τη διαβίβαση των πληροφοριών σχετικά με τις μετακινήσεις που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σε 14 ημέρες κατ’ ανώτατο όριο μετά τις μετακινήσεις των βοοειδών εντός του ίδιου κράτους μέλους από τις εγκαταστάσεις προέλευσής τους σε καταχωρισμένες εγκαταστάσεις βοσκοτόπων που βρίσκονται σε ορεινές περιοχές για βόσκηση. Η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει να κάνει δεκτούς τους καταλόγους των βοοειδών που μετακινούνται σε καταχωρισμένες εγκαταστάσεις βοσκοτόπων από τους υπευθύνους των εν λόγω εγκαταστάσεων. Αυτοί οι κατάλογοι περιλαμβάνουν:

α)

τον μοναδικό αριθμό καταχώρισης της καταχωρισμένης εγκατάστασης βοσκοτόπου·

β)

τον κωδικό αναγνώρισης των ζώων·

γ)

τον μοναδικό αριθμό έγκρισης ή καταχώρισης της εγκατάστασης προέλευσης·

δ)

την ημερομηνία άφιξης των ζώων στην καταχωρισμένη εγκατάσταση βοσκοτόπου·

ε)

την εκτιμώμενη ημερομηνία αναχώρησης των ζώων από την καταχωρισμένη εγκατάσταση βοσκοτόπου.

Άρθρο 4

Ομοιόμορφη εφαρμογή της πρόσβασης στα δεδομένα ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων για δεσποζόμενα βοοειδή, προβατοειδή, αιγοειδή και χοιροειδή

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων που διατηρούν βοοειδή, προβατοειδή, αιγοειδή και χοιροειδή έχουν, κατόπιν αιτήματός τους και δωρεάν, πρόσβαση, τουλάχιστον μόνο για ανάγνωση, σε έναν δεδομένο ελάχιστο όγκο πληροφοριών σχετικά με τις εγκαταστάσεις τους, οι οποίες περιέχονται στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 109 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429.

Άρθρο 5

Τεχνικές προδιαγραφές για ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων για δεσποζόμενα βοοειδή, προβατοειδή, αιγοειδή και χοιροειδή

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων για δεσποζόμενα βοοειδή, προβατοειδή, αιγοειδή και χοιροειδή που αναφέρονται στο άρθρο 109 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 δημιουργούνται κατά τρόπο ώστε να είναι δυνατή η ανταλλαγή των πληροφοριών που καταγράφονται σε αυτές μεταξύ ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων των κρατών μελών με τον μορφότυπο που ορίζεται στην τρίτη στήλη του πίνακα στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 6

Κανόνες λειτουργίας ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων για δεσποζόμενα βοοειδή, προβατοειδή, αιγοειδή και χοιροειδή

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων για δεσποζόμενα βοοειδή, προβατοειδή, αιγοειδή και χοιροειδή που αναφέρονται στο άρθρο 109 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 εξακολουθούν να λειτουργούν παρά πιθανές διαταραχές. Τα μέτρα αυτά εγγυώνται επίσης την ασφάλεια, την ακεραιότητα και τη γνησιότητα των πληροφοριών που καταγράφονται στις εν λόγω βάσεις δεδομένων.

Άρθρο 7

Τεχνικές προϋποθέσεις και όροι για την ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων των εγγράφων ταυτοποίησης για δεσποζόμενα βοοειδή μεταξύ των ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων των κρατών μελών

1.   Όταν τα κράτη μέλη ανταλλάσσουν ηλεκτρονικώς με άλλα κράτη μέλη δεδομένα των εγγράφων ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 44 στοιχεία α) έως γ) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035, τα δεδομένα αυτά ανταλλάσσονται με τον μορφότυπο XML Schema Definition που διατίθεται από την Επιτροπή στην αρμόδια αρχή.

2.   Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης των δεσποζόμενων βοοειδών που προορίζονται για μετακίνηση διασφαλίζει ότι τα δεδομένα του εγγράφου ταυτοποίησης διαβιβάζονται ηλεκτρονικώς στο κράτος μέλος προορισμού πριν από την αναχώρηση των ζώων και ότι με κάθε διαβίβαση παρέχεται χρονοσφραγίδα.

Άρθρο 8

Αναγνώριση της πλήρους λειτουργικότητας συστήματος για την ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων των εγγράφων ταυτοποίησης για δεσποζόμενα βοοειδή μεταξύ των ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων των κρατών μελών

1.   Για τα κράτη μέλη που ανταλλάσσουν ηλεκτρονικώς δεδομένα των εγγράφων ταυτοποίησης μέσω συστήματος που θεσπίζεται από την Επιτροπή και είναι σχεδιασμένο για την ανταλλαγή δεδομένων σχετικά με δεσποζόμενα βοοειδή μεταξύ των ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων των κρατών μελών αναγνωρίζεται ότι διαθέτουν πλήρως λειτουργικό σύστημα.

2.   Η Επιτροπή καταρτίζει και δημοσιοποιεί στον ιστότοπό της τον κατάλογο των κρατών μελών που ανταλλάσσουν δεδομένα εγγράφων ταυτοποίησης μέσω του εν λόγω συστήματος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΜΕΣΑ ΤΑΥΤΟΠΟΙΗΣΗΣ

Άρθρο 9

Τεχνικές προδιαγραφές, μορφότυποι και σχεδιασμός για τα μέσα ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών και ελαφιδών

1.   Η αρμόδια αρχή εγκρίνει τη χρήση συμβατικών ενωτίων ή συμβατικών ταινιών στο μεσοκύνιο που αναφέρονται στο παράρτημα III στοιχεία α) και β) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035 ως μέσων ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών και ελαφιδών, μόνον εφόσον τα εν λόγω μέσα ταυτοποίησης πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται στο παράρτημα II μέρος 1 του παρόντος κανονισμού.

2.   Η αρμόδια αρχή εγκρίνει τη χρήση δερματοστιξίας που αναφέρεται στο παράρτημα III στοιχείο ζ) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035 ως μέσου ταυτοποίησης δεσποζόμενων προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών και ελαφιδών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 46 παράγραφοι 2 και 3 και στο άρθρο 52 παράγραφος 1 στοιχείο β), στο άρθρο 73 παράγραφος 2 στοιχείο γ) και στο άρθρο 76 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού, μόνον εφόσον η εν λόγω δερματοστιξία διασφαλίζει ανεξίτηλη επισήμανση και ορθή ανάγνωση.

3.   Η αρμόδια αρχή εγκρίνει τη χρήση των ηλεκτρονικών μέσων ταυτοποίησης που αναφέρονται στο παράρτημα III στοιχεία γ) έως στ) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035 ως μέσων ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών και ελαφιδών, μόνον εφόσον τα εν λόγω μέσα ταυτοποίησης πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται στο παράρτημα II μέρος 2 του παρόντος κανονισμού. Επιπλέον, τα ηλεκτρονικά μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο παράρτημα III στοιχεία γ) και στ) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035 πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται στο παράρτημα II μέρος 1 του παρόντος κανονισμού.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, η αρμόδια αρχή μπορεί να εγκρίνει τη χρήση ηλεκτρονικών ενωτίων ως μέσου ταυτοποίησης δεσποζόμενων χοιροειδών, αν τα συγκεκριμένα μέσα ταυτοποίησης πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζονται από το κράτος μέλος στο οποίο διατηρούνται τα χοιροειδή, και αναγράφουν κατά τρόπο ευδιάκριτο, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο τον μοναδικό αριθμό καταχώρισης:

α)

της εγκατάστασης γέννησης των ζώων· ή

β)

της τελευταίας εγκατάστασης της αλυσίδας εφοδιασμού που αναφέρεται στο άρθρο 53 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035, όταν τα ζώα αυτά μετακινούνται σε εγκατάσταση εκτός της εν λόγω αλυσίδας εφοδιασμού.

Άρθρο 10

Τεχνικές προδιαγραφές, μορφότυποι και σχεδιασμός για τα μέσα ταυτοποίησης δεσποζόμενων ψιττακοειδών

1.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων που διατηρούν ψιττακοειδή διασφαλίζουν ότι:

α)

ο ποδοδακτύλιος που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035 πληροί τις τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται στο παράρτημα II μέρος 1 του παρόντος κανονισμού·

β)

η δερματοστιξία που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035 διασφαλίζει ανεξίτηλη επισήμανση και ορθή ανάγνωση.

2.   Η αρμόδια αρχή εγκρίνει τη χρήση των ενέσιμων πομποδεκτών που αναφέρονται στο άρθρο 76 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035 ως μέσων ταυτοποίησης δεσποζόμενων ψιττακοειδών, μόνον εφόσον τα εν λόγω μέσα ταυτοποίησης πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται στο παράρτημα II μέρος 2 σημείο 2 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 11

Λειτουργικοί κανόνες για την έγκριση ηλεκτρονικών μέσων ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών, ελαφιδών και ψιττακοειδών

1.   Κατά τη χορήγηση έγκρισης των ηλεκτρονικών μέσων ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών, ελαφιδών και ψιττακοειδών που αναφέρονται στο παράρτημα III στοιχεία γ) έως στ) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035, η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι οι κατασκευαστές των ηλεκτρονικών μέσων ταυτοποίησης έχουν παράσχει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι δοκιμές συμμόρφωσης και επιδόσεων που αναφέρονται στο παράρτημα II μέρος 2 σημείο 4 του παρόντος κανονισμού έχουν διεξαχθεί σε κέντρα δοκιμών διαπιστευμένα σύμφωνα με το πρότυπο ISO/IEC 17025 σχετικά με τις «Γενικές απαιτήσεις για την ικανότητα των εργαστηρίων δοκιμών και διακριβώσεων».

2.   Κατά τη χορήγηση έγκρισης των ηλεκτρονικών μέσων ταυτοποίησης που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή μπορεί να απαιτήσει από τους κατασκευαστές των ηλεκτρονικών μέσων ταυτοποίησης να διενεργήσουν πρόσθετες δοκιμές ανθεκτικότητας και αντοχής για να διασφαλίσουν τη λειτουργικότητά τους υπό τις συγκεκριμένες γεωγραφικές ή κλιματικές συνθήκες του οικείου κράτους μέλους, σύμφωνα με τα πρότυπα που καθορίζονται από το εν λόγω κράτος μέλος.

Άρθρο 12

Διαμόρφωση του κωδικού αναγνώρισης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, καμηλοειδών και ελαφιδών

Η διαμόρφωση του κωδικού αναγνώρισης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, καμηλοειδών και ελαφιδών είναι η εξής:

α)

το πρώτο στοιχείο του κωδικού αναγνώρισης είναι ο κωδικός χώρας του κράτους μέλους στο οποίο έγινε για πρώτη φορά η εφαρμογή του μέσου ταυτοποίησης στα ζώα, με τον μορφότυπο είτε:

i)

του κωδικού alpha-2 με δύο γράμματα κατά το πρότυπο ISO 3166-1, με εξαίρεση την Ελλάδα, για την οποία χρησιμοποιείται ο κωδικός δύο γραμμάτων «EL»· ή

ii)

του τριψήφιου αριθμητικού κωδικού χώρας κατά το πρότυπο ISO 3166-1·

β)

το δεύτερο στοιχείο του κωδικού αναγνώρισης είναι ένας μοναδικός κωδικός για κάθε ζώο ο οποίος δεν υπερβαίνει τους 12 αριθμητικούς χαρακτήρες.

Άρθρο 13

Χρονικές περίοδοι για την εφαρμογή των μέσων ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών

1.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων διασφαλίζουν ότι τα μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 112 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 εφαρμόζονται στα δεσποζόμενα βοοειδή πριν από τη λήξη μέγιστης χρονικής περιόδου μετά τη γέννηση, η οποία καθορίζεται από το κράτος μέλος στο οποίο γεννήθηκαν τα ζώα. Η μέγιστη χρονική περίοδος αρχίζει την ημερομηνία γέννησης των ζώων και δεν υπερβαίνει τις 20 ημέρες.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους υπευθύνους επιχειρήσεων να παρατείνουν τη μέγιστη χρονική περίοδο για την εφαρμογή δεύτερου μέσου ταυτοποίησης σε 60 ημέρες κατ’ ανώτατο όριο από την ημερομηνία γέννησης των ζώων, για λόγους που σχετίζονται με τη φυσιολογική ανάπτυξη των ζώων, εάν το δεύτερο μέσο ταυτοποίησης είναι στομαχικός βώλος.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους υπευθύνους επιχειρήσεων να παρατείνουν τη μέγιστη χρονική περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σε 9 μήνες κατ’ ανώτατο όριο, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τα ζώα:

i)

εκτρέφονται σε συνθήκες εκτατικής εκτροφής, οι δε μόσχοι παραμένουν με τις μητέρες τους·

ii)

δεν είναι συνηθισμένα στην τακτική επαφή με ανθρώπους·

β)

ο χώρος στον οποίο διατηρούνται τα ζώα εξασφαλίζει υψηλό βαθμό απομόνωσης των ζώων·

γ)

η παράταση δεν υπονομεύει την ιχνηλασιμότητα των ζώων.

Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν τη χορήγηση της άδειας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο αποκλειστικά σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές ή σε συγκεκριμένα είδη ή φυλές δεσποζόμενων βοοειδών.

4.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων διασφαλίζουν ότι κανένα δεσποζόμενο ζώο που ανήκει στα βοοειδή δεν απομακρύνεται από την εγκατάσταση γέννησης, εκτός εάν έχουν εφαρμοστεί στα εν λόγω ζώα τα μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 112 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429.

Άρθρο 14

Χρονικές περίοδοι για την εφαρμογή των μέσων ταυτοποίησης δεσποζόμενων προβατοειδών και αιγοειδών

1.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων διασφαλίζουν ότι τα μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 113 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 εφαρμόζονται σε δεσποζόμενα προβατοειδή και αιγοειδή πριν από τη λήξη μέγιστης χρονικής περιόδου μετά τη γέννηση, η οποία καθορίζεται από το κράτος μέλος στο οποίο γεννήθηκαν τα ζώα. Η μέγιστη χρονική περίοδος αρχίζει την ημερομηνία γέννησης των ζώων και δεν υπερβαίνει τους 9 μήνες.

2.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων διασφαλίζουν ότι κανένα δεσποζόμενο ζώο που ανήκει στα προβατοειδή ή τα αιγοειδή δεν απομακρύνεται από την εγκατάσταση γέννησης, εκτός εάν έχουν εφαρμοστεί στα εν λόγω ζώα τα μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 113 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429.

Άρθρο 15

Χρονικές περίοδοι για την εφαρμογή των μέσων ταυτοποίησης δεσποζόμενων χοιροειδών

1.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων διασφαλίζουν ότι τα μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 115 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 εφαρμόζονται σε δεσποζόμενα χοιροειδή πριν από τη λήξη μέγιστης χρονικής περιόδου μετά τη γέννηση, η οποία καθορίζεται από το κράτος μέλος στο οποίο γεννήθηκαν τα ζώα. Η μέγιστη χρονική περίοδος αρχίζει την ημερομηνία γέννησης των ζώων και δεν υπερβαίνει τους 9 μήνες.

2.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων διασφαλίζουν ότι κανένα δεσποζόμενο ζώο που ανήκει στα χοιροειδή δεν απομακρύνεται από την εγκατάσταση γέννησης, εκτός εάν έχουν εφαρμοστεί στα εν λόγω ζώα τα μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 115 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429.

Άρθρο 16

Χρονικές περίοδοι για την εφαρμογή των μέσων ταυτοποίησης δεσποζόμενων καμηλοειδών και ελαφιδών

1.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων διασφαλίζουν ότι τα μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 73 παράγραφοι 1 και 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035 εφαρμόζονται σε δεσποζόμενα καμηλοειδή και ελαφίδες πριν από τη λήξη μέγιστης χρονικής περιόδου μετά τη γέννηση, η οποία καθορίζεται από το κράτος μέλος στο οποίο γεννήθηκαν τα ζώα. Η μέγιστη χρονική περίοδος αρχίζει την ημερομηνία γέννησης των ζώων και δεν υπερβαίνει τους 9 μήνες.

2.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων διασφαλίζουν ότι κανένα δεσποζόμενο ζώο που ανήκει στα καμηλοειδή ή στους ελαφίδες δεν απομακρύνεται από την εγκατάσταση γέννησης ή από την εγκατάσταση πρώτης άφιξης εάν τα συγκεκριμένα ζώα μετακινήθηκαν στην εν λόγω εγκατάσταση από τον οικότοπο στον οποίο διαβίωναν ως άγρια ζώα, εκτός εάν έχουν εφαρμοστεί στα εν λόγω ζώα τα μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 73 παράγραφοι 1 και 2 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035.

3.   Η αρμόδια αρχή μπορεί να εξαιρεί τους υπευθύνους επιχειρήσεων που εκτρέφουν ταράνδους από τις απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2, υπό την προϋπόθεση ότι η εξαίρεση δεν υπονομεύει την ιχνηλασιμότητα των ζώων.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρούν τους υπευθύνους επιχειρήσεων που διατηρούν ελαφίδες από τις απαιτήσεις της παραγράφου 1, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τα ζώα:

i)

εκτρέφονται σε συνθήκες εκτατικής εκτροφής·

ii)

δεν είναι συνηθισμένα στην τακτική επαφή με ανθρώπους·

β)

ο χώρος στον οποίο διατηρούνται τα ζώα εξασφαλίζει υψηλό βαθμό απομόνωσης των ζώων·

γ)

η εξαίρεση δεν υπονομεύει την ιχνηλασιμότητα των ζώων.

Άρθρο 17

Χρονικές περίοδοι για την εφαρμογή των μέσων ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών και ελαφιδών μετά την είσοδό τους στην Ένωση

1.   Μετά την είσοδο δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών και ελαφιδών στην Ένωση και όταν τα εν λόγω ζώα παραμένουν στην Ένωση, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων διασφαλίζουν ότι τα μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 81 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035 εφαρμόζονται στα εν λόγω ζώα εντός 20 ημερών από την άφιξή τους στην εγκατάσταση πρώτης άφιξης.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη πρώτης άφιξης μπορούν να επιτρέπουν στους υπευθύνους επιχειρήσεων να παρατείνουν τη μέγιστη χρονική περίοδο για την εφαρμογή δεύτερου μέσου ταυτοποίησης σε 60 ημέρες κατ’ ανώτατο όριο από την ημερομηνία γέννησης των ζώων, για λόγους που σχετίζονται με τη φυσιολογική ανάπτυξη των ζώων, εάν το δεύτερο μέσο ταυτοποίησης είναι στομαχικός βώλος.

3.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων διασφαλίζουν ότι κανένα δεσποζόμενο ζώο που ανήκει στα βοοειδή, προβατοειδή, αιγοειδή, χοιροειδή, καμηλοειδή ή στους ελαφίδες δεν απομακρύνεται από την εγκατάσταση πρώτης άφιξης, εκτός εάν έχουν εφαρμοστεί στα εν λόγω ζώα τα μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 81 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035.

Άρθρο 18

Αφαίρεση και τροποποίηση των μέσων ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών και ελαφιδών

Η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέπει στους υπευθύνους επιχειρήσεων να αφαιρούν ή να τροποποιούν τα μέσα ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών και ελαφιδών μόνον εάν η αφαίρεση ή η τροποποίηση δεν υπονομεύει την ιχνηλασιμότητα των ζώων, συμπεριλαμβανομένης της ιχνηλασιμότητας της εγκατάστασης στην οποία γεννήθηκαν, και εφόσον εξακολουθεί να είναι δυνατή η ατομική ταυτοποίηση των ζώων, κατά περίπτωση.

Άρθρο 19

Αντικατάσταση των μέσων ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών και ελαφιδών και προθεσμίες για την πραγματοποίηση παρόμοιων δραστηριοτήτων

1.   Η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέπει στους υπευθύνους επιχειρήσεων να αντικαθιστούν τα μέσα ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών και ελαφιδών μόνον εάν η αντικατάσταση δεν υπονομεύει την ιχνηλασιμότητα των ζώων, συμπεριλαμβανομένης της ιχνηλασιμότητας της εγκατάστασης στην οποία γεννήθηκαν, και εφόσον εξακολουθεί να είναι δυνατή η ατομική ταυτοποίηση των ζώων, κατά περίπτωση.

2.   Η αντικατάσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να επιτρέπεται ως εξής:

α)

όταν τα ζώα έχουν ταυτοποιηθεί με δύο μέσα ταυτοποίησης και ένα από τα εν λόγω μέσα ταυτοποίησης έχει καταστεί δυσανάγνωστο ή έχει χαθεί, υπό την προϋπόθεση ότι ο κωδικός αναγνώρισης των ζώων παραμένει αμετάβλητος και εξακολουθεί να αντιστοιχεί στον κωδικό στα εναπομείναντα μέσα ταυτοποίησης·

β)

όταν τα ζώα έχουν ταυτοποιηθεί με ένα ή δύο μέσα ταυτοποίησης που αναγράφουν τον κωδικό αναγνώρισης των ζώων και τα εν λόγω μέσα ταυτοποίησης έχουν καταστεί δυσανάγνωστα ή έχουν χαθεί, υπό την προϋπόθεση ότι εξακολουθεί να είναι δυνατός ο προσδιορισμός του κωδικού αναγνώρισης των ζώων με εύλογη βεβαιότητα και ότι ο κωδικός αναγνώρισης των ζώων παραμένει αμετάβλητος·

γ)

όταν δεσποζόμενα προβατοειδή, αιγοειδή ή χοιροειδή έχουν ταυτοποιηθεί με μέσο ταυτοποίησης στο οποίο αναγράφεται ο μοναδικός αριθμός καταχώρισης μιας εγκατάστασης και το εν λόγω μέσο ταυτοποίησης έχει καταστεί δυσανάγνωστο ή έχει χαθεί, υπό την προϋπόθεση ότι εξακολουθεί να είναι δυνατό να προσδιοριστεί με εύλογη βεβαιότητα η εγκατάσταση γέννησης των ζώων ή, κατά περίπτωση, η τελευταία εγκατάσταση της αλυσίδας εφοδιασμού, και ότι το μέσο ταυτοποίησης που αντικαθιστά το προηγούμενο αναγράφει τον μοναδικό αριθμό καταχώρισης της εν λόγω εγκατάστασης ή, κατά περίπτωση, της τελευταίας εγκατάστασης·

δ)

στην περίπτωση δεσποζόμενων προβατοειδών, αιγοειδών, μπορεί να επιτρέπεται η αντικατάσταση των μέσων ταυτοποίησης που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) με νέα μέσα ταυτοποίησης που αναγράφουν νέο κωδικό αναγνώρισης, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπονομεύεται η ιχνηλασιμότητα.

3.   Η αντικατάσταση των μέσων ταυτοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατόν και πριν από τη λήξη μέγιστης χρονικής περιόδου, η οποία καθορίζεται από το κράτος μέλος του οποίου η αρμόδια αρχή επέτρεψε στους υπευθύνους επιχειρήσεων να αντικαταστήσουν τα μέσα ταυτοποίησης, και πριν τα ζώα μετακινηθούν σε άλλη εγκατάσταση.

4.   Όταν ο κωδικός αναγνώρισης των δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών και χοιροειδών που αναγράφεται στα μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο παράρτημα III στοιχεία α) και β) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035 δεν είναι δυνατόν να αναπαραχθεί σε ηλεκτρονικό μέσο ταυτοποίησης λόγω τεχνικών περιορισμών, η αρμόδια αρχή επιτρέπει την εφαρμογή στα εν λόγω ζώα νέου ηλεκτρονικού μέσου ταυτοποίησης που αναγράφει νέο κωδικό αναγνώρισης, μόνον εάν και οι δύο κωδικοί αναγνώρισης έχουν καταγραφεί στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 109 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 20

Μεταβατικά μέτρα σχετικά με τις εγκρίσεις των μέσων ταυτοποίησης

Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 9, 10 και 11 του παρόντος κανονισμού, για μεταβατική περίοδο που λήγει στις 20 Απριλίου 2023, τα κράτη μέλη μπορούν να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν τα μέσα ταυτοποίησης που έχουν εγκριθεί πριν από τις 21 Απριλίου 2021 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1760/2000 και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 21/2004 και την οδηγία 2008/71/ΕΚ, καθώς και με τις πράξεις που έχουν εκδοθεί βάσει των εν λόγω κανονισμών και της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 21

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 21 Απριλίου 2021.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Μαρτίου 2021.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)  ΕΕ L 84 της 31.3.2016, σ. 1.

(2)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/2035 της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 2019, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους κανόνες που διέπουν τις εγκαταστάσεις στις οποίες διατηρούνται χερσαία ζώα και τα εκκολαπτήρια, καθώς και την ιχνηλασιμότητα ορισμένων δεσποζόμενων χερσαίων ζώων και αυγών για επώαση (ΕΕ L 314 της 5.12.2019, σ. 115).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1760/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2000, για τη θέσπιση συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών και την επισήμανση του βοείου κρέατος και των προϊόντων με βάση το βόειο κρέας, καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 820/97 του Συμβουλίου (ΕΕ L 204 της 11.8.2000, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 21/2004 του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2003, για τη θέσπιση συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των αιγοπροβάτων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 και των οδηγιών 92/102/ΕΟΚ και 64/432/ΕΟΚ (ΕΕ L 5 της 9.1.2004, σ. 8).

(5)  Οδηγία 2008/71/ΕΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2008, για την αναγνώριση και την καταγραφή των χοίρων (ΕΕ L 213 της 8.8.2008, σ. 31).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Τεχνικές προδιαγραφές για μορφότυπους πληροφοριών σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων για δεσποζόμενα βοοειδή, προβατοειδή, αιγοειδή και χοιροειδή

Είδος πληροφοριών

Περιγραφή

Μορφότυπος

Κωδικός αναγνώρισης ζώου

Κωδικός χώρας

Μία από τις ακόλουθες επιλογές:

Κωδικός με γράμματα: Κωδικός alpha-2 κατά ISO 3166-1  (1)

Αριθμητικός κωδικός: Αριθμητικός κωδικός κατά ISO 3166-1

Μοναδικός κωδικός για κάθε ζώο

12 αριθμητικοί χαρακτήρες

Ηλεκτρονικό μέσο ταυτοποίησης (προαιρετικό)

 

Μία από τις ακόλουθες επιλογές:

ηλεκτρονικό ενώτιο

στομαχικός βώλος

ενέσιμος πομποδέκτης

ηλεκτρονική ταινία στο μεσοκύνιο

Μοναδικός αριθμός καταχώρισης της εγκατάστασης

 

Κωδικός χώρας ακολουθούμενος από 12 αλφαριθμητικούς χαρακτήρες

Όνομα του υπεύθυνου επιχείρησης της εγκατάστασης

 

140 αλφαριθμητικοί χαρακτήρες

Διεύθυνση του υπεύθυνου επιχείρησης της εγκατάστασης

Οδός και αριθμός

140 αλφαριθμητικοί χαρακτήρες

Ταχυδρομικός κώδικας

10 αλφαριθμητικοί χαρακτήρες

Πόλη

35 αλφαριθμητικοί χαρακτήρες

Ημερομηνία

 

Ημερομηνία (εεεε-μμ-ηη)

Συνολικός αριθμός ζώων

 

15 αριθμητικοί χαρακτήρες


(1)  Με εξαίρεση την Ελλάδα, για την οποία χρησιμοποιείται ο κωδικός δύο γραμμάτων «EL».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΜΕΡΟΣ 1

Τεχνικές προδιαγραφές για τα μέσα ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών, ελαφιδών και ψιττακοειδών

1.

Τα μέσα ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών, ελαφιδών και ψιττακοειδών τα οποία αναφέρονται στο παράρτημα III στοιχεία α), β), γ), στ) και η) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035 είναι:

α)

μίας χρήσης·

β)

από αναλλοίωτο υλικό·

γ)

μη παραποιήσιμα·

δ)

ευανάγνωστα καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής των ζώων·

ε)

σχεδιασμένα κατά τρόπο ώστε να παραμένουν ασφαλώς επί των ζώων χωρίς να είναι επιβλαβή για αυτά·

στ)

να μπορούν εύκολα να αφαιρεθούν από την τροφική αλυσίδα.

2.

Τα μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο σημείο 1 αναγράφουν κατά τρόπο ευδιάκριτο, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο ένα από τα ακόλουθα:

α)

το πρώτο και το δεύτερο στοιχείο του κωδικού αναγνώρισης των ζώων σύμφωνα με το άρθρο 12·

β)

τον μοναδικό αριθμό καταχώρισης της εγκατάστασης των ζώων που αναφέρεται στο άρθρο 18 στοιχείο α)·του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035· ή

γ)

τον αλφαριθμητικό κωδικό ταυτοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 76 παράγραφος 1 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (EE) 2019/2035.

3.

Τα μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο σημείο 1 μπορούν να περιέχουν άλλες πληροφορίες, εφόσον επιτρέπονται από την αρμόδια αρχή, και υπό την προϋπόθεση ότι τα μέσα ταυτοποίησης συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του σημείου 2.

ΜΕΡΟΣ 2

Τεχνικές προδιαγραφές για τα ηλεκτρονικά μέσα ταυτοποίησης δεσποζόμενων βοοειδών, προβατοειδών, αιγοειδών, χοιροειδών, καμηλοειδών, ελαφιδών και ψιττακοειδών

1.

Τα ηλεκτρονικά μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο παράρτημα III στοιχεία γ) έως στ) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035 αναγράφουν το πρώτο στοιχείο του κωδικού αναγνώρισης των ζώων με τη μορφή του τριψήφιου κωδικού χώρας και το δεύτερο στοιχείο του κωδικού αναγνώρισης των ζώων σύμφωνα με το άρθρο 12.

2.

Τα ηλεκτρονικά μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο σημείο 1 είναι:

α)

παθητικοί πομποδέκτες μόνον ανάγνωσης, τεχνολογίας HDX ή FDX-B, σύμφωνοι με τα πρότυπα ISO 11784 και 11785· και

β)

αναγνώσιμα με συσκευές ανάγνωσης, που συμφωνούν με το πρότυπο ISO 11785, ικανές να αναγιγνώσκουν πομποδέκτες HDX και FDX-Β.

3.

Τα ηλεκτρονικά μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο σημείο 1 είναι αναγνώσιμα στην εξής ελάχιστη απόσταση ανάγνωσης:

α)

για δεσποζόμενα βοοειδή:

i)

12 εκατοστόμετρα, για ενώτια όταν διαβάζονται από φορητή συσκευή ανάγνωσης·

ii)

15 εκατοστόμετρα, για ενέσιμους πομποδέκτες όταν διαβάζονται από φορητή συσκευή ανάγνωσης·

iii)

25 εκατοστόμετρα, για στομαχικούς βώλους όταν διαβάζονται από φορητή συσκευή ανάγνωσης·

iv)

80 εκατοστόμετρα, για όλα τα ηλεκτρονικά μέσα ταυτοποίησης όταν διαβάζονται από σταθερή συσκευή ανάγνωσης·

β)

για δεσποζόμενα προβατοειδή και αιγοειδή:

i)

12 εκατοστόμετρα, για ενώτια και ταινίες στο μεσοκύνιο όταν διαβάζονται από φορητή συσκευή ανάγνωσης·

ii)

20 εκατοστόμετρα, για στομαχικούς βώλους και ενέσιμους πομποδέκτες, όταν διαβάζονται από φορητή συσκευή ανάγνωσης·

iii)

50 εκατοστόμετρα, για όλα τα ηλεκτρονικά μέσα ταυτοποίησης όταν διαβάζονται από σταθερή συσκευή ανάγνωσης.

4.

Τα ηλεκτρονικά μέσα ταυτοποίησης που αναφέρονται στο σημείο 1 έχουν ελεγχθεί με θετικά αποτελέσματα όσον αφορά:

α)

τη συμμόρφωση με τα πρότυπα ISO 11784 και 11785 σύμφωνα με τη μέθοδο που αναφέρεται στο σημείο 7 του προτύπου ISO 24631-1· και

β)

τις ελάχιστες επιδόσεις όσον αφορά τις αποστάσεις ανάγνωσης που αναφέρονται στο σημείο 3 του παρόντος μέρους σύμφωνα με τη μέθοδο που αναφέρεται στο σημείο 7 του προτύπου ISO 24631-3.


25.3.2021   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 104/52


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2021/521 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 24ης Μαρτίου 2021

για τον καθορισμό ειδικών ρυθμίσεων σχετικά με τον μηχανισμό εξάρτησης της εξαγωγής ορισμένων προϊόντων από την προϋπόθεση της προσκόμισης άδειας εξαγωγής

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/479 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2015, περί κοινού καθεστώτος εξαγωγών (1), και ιδίως το άρθρο 5,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 30 Ιανουαρίου 2021 η Επιτροπή εξέδωσε τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/111 της Επιτροπής (2), για την εξάρτηση της εξαγωγής εμβολίων COVID-19 καθώς και δραστικών ουσιών, συμπεριλαμβανομένων των κύριων τραπεζών κυττάρων και των τραπεζών κυττάρων εργασίας, που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή των εμβολίων αυτών, από την προϋπόθεση της προσκόμισης άδειας εξαγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/479. Στο τέλος της περιόδου των έξι εβδομάδων από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των εν λόγω μέτρων, η Επιτροπή εξέδωσε τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/442 (3), με τον οποίο η εξαγωγή των ίδιων προϊόντων υπόκειται σε άδεια εξαγωγής έως τις 30 Ιουνίου 2021, σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/479.

(2)

Η παγκόσμια έλλειψη προσφοράς εμβολίων κατά της νόσου COVID-19 εξακολουθεί να υφίσταται και μάλιστα αυξάνεται λόγω των καθυστερήσεων στην παραγωγή.

(3)

Σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/442, τα κράτη μέλη αρνούνται τη χορήγηση αδειών εξαγωγής όταν οι σχετικές εξαγωγές συνιστούν απειλή για την εκτέλεση των συμφωνιών προαγοράς (APA) μεταξύ της Ένωσης και των παρασκευαστών εμβολίων, λόγω του όγκου των εξαγωγών ή άλλων σχετικών περιστάσεων, όπως η ποσότητα των εμβολίων που παραδίδονται στην Ένωση κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης.

(4)

Εξακολουθεί να υπάρχει έλλειψη διαφάνειας, καθώς και συνεχιζόμενοι περιορισμοί στην παραγωγή εμβολίων κατά της νόσου COVID-19 και καθυστερήσεις στην παράδοσή τους στην Ένωση, γεγονός που ενδέχεται να συνιστά απειλή για την ασφάλεια του εφοδιασμού εντός της Ένωσης με τα εμπορεύματα που καλύπτονται από τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/442. Συνεπώς, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη επίσης πρόσθετα στοιχεία όταν αποφασίζεται η χορήγηση ή η άρνηση χορήγησης άδειας εξαγωγής.

(5)

Οι πληροφορίες που συγκέντρωσε η Επιτροπή μέσω του μηχανισμού αδειών εξαγωγής, ο οποίος θεσπίστηκε με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/111 και συνεχίστηκε με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/442, και από τελωνειακά δεδομένα, έδειξαν ότι οι εξαγωγές που υπόκεινται στον μηχανισμό αδειοδότησης μπορούν να διοχετεύονται μέσω χωρών που μέχρι στιγμής εξαιρούνταν από την απαίτηση άδειας εξαγωγής, γεγονός που δεν επιτρέπει το απαιτούμενο επίπεδο διαφάνειας. Ως εκ τούτου, οι εξαιρέσεις αυτές θα πρέπει να ανασταλούν προσωρινά.

(6)

Η εξαίρεση θα πρέπει να διατηρηθεί για ορισμένες από τις χώρες και τα εδάφη που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 9 στοιχείο α) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/442, ιδίως εκείνες τις χώρες και τα εδάφη που έχουν ιδιαίτερη εξάρτηση από τις μητροπολιτικές αλυσίδες εφοδιασμού των κρατών μελών με τα οποία συνδέονται ή από τις αλυσίδες εφοδιασμού γειτονικών κρατών μελών, αντίστοιχα.

(7)

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 5 έδειξαν, επίσης, ότι οι ενωσιακοί παρασκευαστές έχουν εξαγάγει μεγάλες ποσότητες εμπορευμάτων που καλύπτονται από τον μηχανισμό αδειοδότησης εξαγωγής σε χώρες που διαθέτουν οι ίδιες μεγάλη παραγωγική ικανότητα, ενώ οι εν λόγω χώρες περιορίζουν τις εξαγωγές τους στην Ένωση, είτε βάσει νόμου είτε μέσω συμβατικών ή άλλων ρυθμίσεων που έχουν συναφθεί με παρασκευαστές εμβολίων που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτειά τους. Η ανισορροπία αυτή οδηγεί σε ελλείψεις ως προς την προσφορά εντός της Ένωσης.

(8)

Επιπλέον, οι ίδιες πληροφορίες έδειξαν ότι ενωσιακοί παρασκευαστές έχουν εξαγάγει μεγάλες ποσότητες εμπορευμάτων που καλύπτονται από τον μηχανισμό αδειοδότησης εξαγωγής σε ορισμένες χώρες χωρίς παραγωγική ικανότητα, οι οποίες όμως έχουν υψηλότερο ποσοστό εμβολιασμού από την Ένωση ή στις οποίες η τρέχουσα επιδημιολογική κατάσταση είναι λιγότερο σοβαρή από ό,τι στην Ένωση. Επομένως, οι εξαγωγές προς τις χώρες αυτές ενδέχεται να απειλήσουν την ασφάλεια του εφοδιασμού εντός της Ένωσης.

(9)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να απορρίπτουν τις άδειες εξαγωγής αναλόγως.

(10)

Η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα ίδια πρόσθετα στοιχεία, όταν διενεργεί την αξιολόγηση του σχεδίου απόφασης που κοινοποιείται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/442.

(11)

Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα της κατάστασης, τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να ληφθούν σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/479.

(12)

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει αμέσως. Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/479, τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να εφαρμοστούν επί έξι εβδομάδες,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Η εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 9 στοιχείο α) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/442 αναστέλλεται.

Ωστόσο, η αναστολή δεν ισχύει για τις ακόλουθες χώρες και εδάφη:

την Ανδόρα,

τις Φερόες Νήσους,

τον Άγιο Μαρίνο,

την Πόλη του Βατικανού,

τις υπερπόντιες χώρες και εδάφη που απαριθμούνται στο παράρτημα II της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

το Μπίζινγκεν,

την Ελιγολάνδη,

το Λιβίνιο,

τη Θέουτα και Μελίγια.

Άρθρο 2

1.   Η αρμόδια αρχή κράτους μέλους χορηγεί άδεια εξαγωγής που ζητείται σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/442, υπό τον όρο ότι:

α)

η άδεια εξαγωγής πληροί τον όρο του άρθρου 1 παράγραφος 7 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/442·

β)

η άδεια δεν συνιστά κατ’ άλλον τρόπο απειλή για την ασφάλεια του εφοδιασμού εντός της Ένωσης με τα εμπορεύματα που καλύπτονται από τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/442.

2.   Για να διαπιστωθεί κατά πόσον ικανοποιείται η προϋπόθεση της παραγράφου 1 στοιχείο β), η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους αξιολογεί τους ακόλουθους παράγοντες:

α)

κατά πόσον η χώρα προορισμού της εξαγωγής περιορίζει τις δικές της εξαγωγές στην Ένωση εμπορευμάτων που καλύπτονται από τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/442 ή των πρώτων υλών από τις οποίες αυτά παράγονται, είτε διά νόμου είτε με οποιοδήποτε άλλο μέσο, συμπεριλαμβανομένης της σύναψης συμβατικών ρυθμίσεων με τους παρασκευαστές των εν λόγω εμπορευμάτων·

β)

τις σχετικές συνθήκες που επικρατούν στη χώρα προορισμού της εξαγωγής, συμπεριλαμβανομένης της επιδημιολογικής κατάστασης, του ποσοστού εμβολιασμού και της υπάρχουσας διαθεσιμότητας των εμπορευμάτων που καλύπτονται από τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/442.

3.   Όταν η Επιτροπή αξιολογεί το σχέδιο απόφασης που κοινοποιείται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2021/442, αξιολογεί επίσης κατά πόσον ικανοποιείται η προϋπόθεση της παραγράφου 1 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου, λαμβάνοντας υπόψη τους παράγοντες που απαριθμούνται στην παράγραφο 2.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της ημέρας δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται έως έξι εβδομάδες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Μαρτίου 2021.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)  ΕΕ L 83 της 27.3.2015, σ. 34.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2021/111 της Επιτροπής, της 29ης Ιανουαρίου 2021, για την εξάρτηση της εξαγωγής ορισμένων προϊόντων από την προϋπόθεση της προσκόμισης άδειας εξαγωγής (ΕΕ L 31 I της 30.1.2021, σ. 1).

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2021/442 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2021, για την εξάρτηση της εξαγωγής ορισμένων προϊόντων από την προϋπόθεση της προσκόμισης άδειας εξαγωγής (ΕΕ L 85 της 12.3.2021, σ. 190).


Διορθωτικά

25.3.2021   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 104/55


Διορθωτικό στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2020/1470 της Επιτροπής, της 12ης Οκτωβρίου 2020, σχετικά με την ονοματολογία των χωρών και εδαφών για τις ευρωπαϊκές στατιστικές σχετικά με το διεθνές εμπόριο αγαθών και τη γεωγραφική κατανομή για άλλες στατιστικές για τις επιχειρήσεις

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 334 της 13ης Οκτωβρίου 2020 )

Στη σελίδα 11, στο παράρτημα Ι, στον πίνακα υπό την επικεφαλίδα «ΔΙΑΦΟΡΑ», στην πρώτη στήλη, πρώτη σειρά:

αντί:

«EE»

διάβαζε:

«EU».