ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 249

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

63ό έτος
31 Ιουλίου 2020


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2020/1054 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2020, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006, όσον αφορά ελάχιστες απαιτήσεις ως προς τα ανώτατα όρια για τον ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο οδήγησης, κατώτατα όρια για τα διαλείμματα και περιόδους ημερήσιας και εβδομαδιαίας ανάπαυσης, καθώς και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, όσον αφορά τον εντοπισμό μέσω ταχογράφων

1

 

*

Κανονισμός (EE) 2020/1055 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2020, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 και (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 με στόχο την προσαρμογή τους στις εξελίξεις στον τομέα των οδικών μεταφορών

17

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2020/1056 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2020, για τις ηλεκτρονικές πληροφορίες σχετικά με τις εμπορευματικές μεταφορές ( 1 )

33

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία (ΕΕ) 2020/1057 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2020, για τη θέσπιση ειδικών κανόνων σχετικά με την οδηγία 96/71/ΕΚ και την οδηγία 2014/67/ΕΕ για την απόσπαση οδηγών στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/22/ΕΚ, όσον αφορά τις απαιτήσεις επιβολής, και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012

49

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

31.7.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 249/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/1054 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 15ης Ιουλίου 2020

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006, όσον αφορά ελάχιστες απαιτήσεις ως προς τα ανώτατα όρια για τον ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο οδήγησης, κατώτατα όρια για τα διαλείμματα και περιόδους ημερήσιας και εβδομαδιαίας ανάπαυσης, καθώς και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, όσον αφορά τον εντοπισμό μέσω ταχογράφων

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 91 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι καλές συνθήκες εργασίας για τους οδηγούς και οι δίκαιοι επιχειρηματικοί όροι για τις επιχειρήσεις οδικών μεταφορών είναι ύψιστης σημασίας για τη δημιουργία ασφαλούς, αποδοτικού και κοινωνικά υπεύθυνου τομέα οδικών μεταφορών, προκειμένου να εξασφαλιστεί η μη διακριτική μεταχείριση και η προσέλκυση ειδικευμένων εργαζομένων. Απαραίτητη προϋπόθεση για να διευκολυνθεί αυτή η διαδικασία είναι οι ενωσιακοί κοινωνικοί κανόνες που διέπουν τις οδικές μεταφορές να είναι σαφείς, αναλογικοί, κατάλληλοι για τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται, εύκολοι στην εφαρμογή και επιβολή τους, και να εφαρμόζονται με αποτελεσματικό και συνεπή τρόπο σε ολόκληρη την Ένωση.

(2)

Μετά από αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας της εφαρμογής του υφιστάμενου συνόλου των ενωσιακών κοινωνικών κανόνων στις οδικές μεταφορές, και ιδίως του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), διαπιστώθηκαν ορισμένες ανεπάρκειες στην εφαρμογή του εν λόγω νομικού πλαισίου. Λόγω της ασάφειας των κανόνων που διέπουν τις περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσης, τις εγκαταστάσεις ανάπαυσης και τα διαλείμματα στην περίπτωση της πολλαπλής επάνδρωσης οχήματος, καθώς και της απουσίας κανόνων για την επιστροφή των οδηγών στον τόπο κατοικίας τους, παρατηρούνται αποκλίνουσες ερμηνείες και πρακτικές επιβολής στα κράτη μέλη. Αρκετά κράτη μέλη θέσπισαν πρόσφατα μονομερή μέτρα που αυξάνουν περαιτέρω την ανασφάλεια δικαίου και την άνιση μεταχείριση οδηγών και μεταφορέων. Ωστόσο, οι μέγιστες περίοδοι οδήγησης ανά ημέρα και ανά εβδομάδα είναι αποτελεσματικές καθώς βελτιώνουν τις κοινωνικές συνθήκες των οδηγών και την οδική ασφάλεια γενικότερα. Είναι αναγκαίο να καταβάλλονται αδιάκοπες προσπάθειες για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση.

(3)

Για την προώθηση της οδικής ασφάλειας, είναι σημαντικό να ενθαρρυνθούν οι επιχειρήσεις μεταφορών να υιοθετήσουν νοοτροπία ασφάλειας που θα τηρείται σε όλα τα επίπεδα. Ειδικότερα, προκειμένου να αποφευχθούν παραβάσεις των κανόνων οδήγησης και ανάπαυσης ή το να τεθεί σε κίνδυνο η οδική ασφάλεια, δεν θα πρέπει να επιτρέπεται η σύνδεση της αμοιβής βάσει επιδόσεων με τον χρόνο που απαιτείται για τη μεταφορά των επιβατών στους προορισμούς τους ή για την παράδοση εμπορευμάτων.

(4)

Από εκ των υστέρων αξιολόγηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 επιβεβαιώθηκε ότι η μη συνεπής και αναποτελεσματική επιβολή των ενωσιακών κοινωνικών κανόνων οφειλόταν κυρίως στην ασάφεια κάποιων κανόνων, στη μη αποδοτική και άνιση χρήση των εργαλείων ελέγχου και στην ανεπαρκή διοικητική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών.

(5)

Προκειμένου να βελτιωθεί η σαφήνεια και η συνοχή, θα πρέπει να ορισθεί εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 για τη μη επαγγελματική χρήση οχήματος.

(6)

Η ύπαρξη κανόνων που είναι σαφείς, κατάλληλοι, αναλογικοί και εφαρμόζονται ομοιόμορφα είναι επίσης κρίσιμης σημασίας για την επίτευξη των στόχων πολιτικής που συνίστανται στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας των οδηγών, και ειδικότερα για τη διασφάλιση ανόθευτου και θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ των μεταφορέων και για τη συμβολή στην οδική ασφάλεια για όλους τους χρήστες του οδικού δικτύου.

(7)

Οι ισχύουσες απαιτήσεις που αφορούν τα διαλείμματα έχουν αποδειχθεί ακατάλληλες και μη πρακτικές στην περίπτωση της πολλαπλής επάνδρωσης οχήματος. Ως εκ τούτου, η απαίτηση που αφορά την καταγραφή των διαλειμμάτων θα πρέπει να προσαρμοστεί στις ιδιαιτερότητες των μεταφορών που εκτελούνται από οδηγούς που οδηγούν σε ομάδα, χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο η ασφάλεια των οδηγών ή η οδική ασφάλεια.

(8)

Οι οδηγοί που εκτελούν διεθνείς μεταφορές εμπορευμάτων μεγάλων αποστάσεων περνούν μεγάλα διαστήματα μακριά από τους τόπους κατοικίας τους. Οι ισχύουσες απαιτήσεις που αφορούν την κανονική εβδομαδιαία ανάπαυση ενδέχεται να παρατείνουν κατά τρόπο περιττό τα διαστήματα αυτά. Είναι επομένως ευκταίο να προσαρμοστούν οι διατάξεις για τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσης κατά τρόπο που να διευκολύνει τους οδηγούς να εκτελούν τις διεθνείς μεταφορές σε συμμόρφωση με τους κανόνες και να μεταβαίνουν στον τόπο κατοικίας τους για την κανονική περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσής τους, αλλά και να αντισταθμίζεται πλήρως το σύνολο των μειωμένων περιόδων εβδομαδιαίας ανάπαυσης. Δεδομένων των διαφορών μεταξύ των μεταφορών επιβατών και εμπορευμάτων, η δυνατότητα αυτή δεν θα πρέπει να ισχύει για τους οδηγούς που εκτελούν μεταφορές επιβατών.

(9)

Κάθε ευελιξία στον προγραμματισμό των περιόδων ανάπαυσης των οδηγών θα πρέπει να είναι διαφανής και προβλέψιμη για τον οδηγό και σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να θέτει σε κίνδυνο την οδική ασφάλεια, αυξάνοντας το επίπεδο κόπωσης των οδηγών ή να επιδεινώνει τις συνθήκες εργασίας. Ως εκ τούτου, η ευελιξία αυτή δεν θα πρέπει να μεταβάλλει τον τρέχοντα χρόνο εργασίας του οδηγού ή τον μέγιστο χρόνο οδήγησης ανά δεκαπενθήμερο και θα πρέπει να υπόκειται σε αυστηρότερους κανόνες για την αντιστάθμιση της μειωμένης ανάπαυσης.

(10)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν θα γίνεται κατάχρηση της ευελιξίας αυτής, είναι σημαντικό να καθοριστεί σαφώς το πεδίο εφαρμογής της και να προβλεφθούν επίσης κατάλληλοι έλεγχοι. Ως εκ τούτου, το εν λόγω πεδίο εφαρμογής θα πρέπει να περιορίζεται στους οδηγούς που περνούν τις μειωμένες περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσής κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς εκτός των κρατών μελών της επιχείρησης και εκτός της χώρας του τόπου κατοικίας του οδηγού. Αυτό μπορεί να ελεγχθεί με εξέταση των αρχείων του ταχογράφου τόσο καθ’ οδόν όσο και στις εγκαταστάσεις της επιχείρησης μεταφορών, καθώς περιέχουν τον τόπο έναρξης και λήξης της περιόδου ανάπαυσης, καθώς και στοιχεία και πληροφορίες σχετικά με τους μεμονωμένους οδηγούς.

(11)

Για να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική επιβολή, έχει σημασία να μπορούν οι αρμόδιες αρχές, όταν διενεργούν καθ’ οδόν ελέγχους, να εξακριβώνουν ότι έχουν τηρηθεί ορθώς οι χρόνοι οδήγησης και οι περίοδοι ανάπαυσης κατά την ημέρα του ελέγχου και κατά τις προηγούμενες 56 ημέρες.

(12)

Η ταχεία τεχνολογική πρόοδος έχει ως αποτέλεσμα τη σταδιακή αυτοματοποίηση των συστημάτων οδήγησης, τα οποία απαιτούν μικρότερη ή και καθόλου άμεση παρέμβαση από τον οδηγό. Για να αντιμετωπιστούν οι εν λόγω αλλαγές, η ισχύουσα νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων σχετικά με τους χρόνους οδήγησης και ανάπαυσης, ενδέχεται να πρέπει να προσαρμοστεί προκειμένου να εξασφαλιστούν η οδική ασφάλεια και ισότιμοι όροι ανταγωνισμού και να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας, δίνοντας παράλληλα τη δυνατότητα στην Ένωση να πρωτοστατήσει σε νέες καινοτόμες τεχνολογίες και πρακτικές. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει έκθεση αξιολόγησης της χρήσης των συστημάτων αυτόνομης οδήγησης στα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των πλεονεκτημάτων των τεχνολογιών αυτόνομης οδήγησης. Η έκθεση αυτή θα πρέπει να συνοδεύεται, εφόσον ενδείκνυται, από νομοθετική πρόταση.

(13)

Για την προαγωγή της κοινωνικής προόδου, είναι σκόπιμο να διευκρινισθεί πού μπορούν να πραγματοποιούνται οι περίοδοι εβδομαδιαίας ανάπαυσης διασφαλίζοντας την παροχή κατάλληλων συνθηκών ανάπαυσης στους οδηγούς. Η ποιότητα του καταλύματος είναι ιδιαίτερα σημαντική κατά τη διάρκεια των κανονικών περιόδων εβδομαδιαίας ανάπαυσης, τις οποίες ο οδηγός θα πρέπει να περάσει μακριά από την καμπίνα του οχήματος σε κατάλληλο κατάλυμα, με έξοδα της επιχείρησης μεταφορών ως εργοδότη. Είναι ανάγκη, προκειμένου να εξασφαλιστούν ομαλές συνθήκες εργασίας και ασφαλείας για τους οδηγούς, να αποσαφηνιστεί η απαίτηση για παροχή στους οδηγούς ποιοτικού και φιλικού προς τα δύο φύλα καταλύματος για τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσης, εάν τις λαμβάνουν μακριά από τον τόπο κατοικίας τους.

(14)

Είναι επίσης ανάγκη να προβλεφθεί ότι οι επιχειρήσεις μεταφορών θα οργανώνουν την εργασία των οδηγών κατά τρόπο ώστε τα διαστήματα που οι οδηγοί παραμένουν μακριά από τον τόπο κατοικίας τους να μην είναι υπερβολικά μεγάλα και ότι οι οδηγοί θα μπορούν να επωφεληθούν από μακρές περιόδους ανάπαυσης που θα λαμβάνονται ως αντιστάθμιση μειωμένων περιόδων εβδομαδιαίας ανάπαυσης. Η οργάνωση της επιστροφής θα πρέπει να επιτρέπει την πρόσβαση σε έδρα λειτουργίας της επιχείρησης μεταφοράς στο κράτος μέλος εγκατάστασής της ή στον τόπο κατοικίας του οδηγού, και οι οδηγοί είναι ελεύθεροι να επιλέγουν πού θα περάσουν την περίοδο ανάπαυσής τους. Για να αποδειχθεί ότι η επιχείρηση μεταφοράς πληροί τις υποχρεώσεις της όσον αφορά την οργάνωση της τακτικής επιστροφής, η επιχείρηση μεταφοράς θα πρέπει να είναι σε θέση να χρησιμοποιεί αρχεία ταχογράφου, πίνακες υπηρεσίας των μηχανοδηγών ή άλλα έγγραφα τεκμηρίωσης. Τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να είναι διαθέσιμα στις εγκαταστάσεις της επιχείρησης μεταφοράς, εφόσον ζητηθούν από τις ελεγκτικές αρχές.

(15)

Ενώ οι κανονικές περίοδοι εβδομαδιαίας ανάπαυσης και μεγαλύτερες περίοδοι ανάπαυσης δεν μπορούν να λαμβάνονται στο όχημα ή σε χώρο στάθμευσης, αλλά πρέπει να λαμβάνονται μόνο σε κατάλληλο κατάλυμα, το οποίο μπορεί να γειτνιάζει με χώρο στάθμευσης, είναι εξαιρετικά σημαντικό να μπορούν οι οδηγοί να εντοπίζουν ασφαλείς και προστατευμένους χώρους στάθμευσης που να παρέχουν κατάλληλα επίπεδα ασφάλειας και κατάλληλες εγκαταστάσεις. Η Επιτροπή έχει ήδη μελετήσει τρόπους ενθάρρυνσης της ανάπτυξης χώρων στάθμευσης υψηλής ποιότητας, συμπεριλαμβανομένων των απαραίτητων ελάχιστων απαιτήσεων. Η Επιτροπή θα πρέπει, για τον λόγο αυτό, να αναπτύξει πρότυπα για ασφαλείς και προστατευμένους χώρους στάθμευσης. Τα πρότυπα αυτά θα πρέπει να συμβάλλουν στην προώθηση χώρων στάθμευσης υψηλής ποιότητας. Τα πρότυπα μπορούν να αναθεωρηθούν προκειμένου να υπάρξει καλύτερη πρόσβαση σε εναλλακτικά καύσιμα, σύμφωνα με τις πολιτικές που αναπτύσσουν τις εν λόγω υποδομές. Είναι επίσης σημαντικό οι χώροι στάθμευσης να διατηρούνται καθαροί από τον πάγο και το χιόνι.

(16)

Οι ασφαλείς και προστατευμένοι χώροι στάθμευσης θα πρέπει να υπόκεινται σε διαδικασίες ελέγχου που πρέπει να πιστοποιούνται σύμφωνα με πρότυπα της Ένωσης. Οι εν λόγω διαδικασίες ελέγχου θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν ότι οι χώροι στάθμευσης εξακολουθούν να πληρούν τα εν λόγω πρότυπα. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η προετοιμασία μιας διαδικασίας πιστοποίησης για την ανάπτυξη ασφαλών και προστατευμένων χώρων στάθμευσης στην Ένωση.

(17)

Για λόγους οδικής ασφάλειας και επιβολής, όλοι οι οδηγοί θα πρέπει να είναι πλήρως ενήμεροι τόσο για τους κανόνες σχετικά με τους χρόνους οδήγησης και ανάπαυσης όσο και για τους κινδύνους της κόπωσης. Στο πλαίσιο αυτό, είναι σημαντικό να υπάρχουν εύκολα προσβάσιμες πληροφορίες σχετικά με τις διαθέσιμες εγκαταστάσεις ανάπαυσης. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα πρέπει να παρέχει πληροφορίες για ασφαλείς και προστατευμένους χώρους στάθμευσης μέσω εύχρηστου δικτυακού τόπου. Οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να επικαιροποιούνται.

(18)

Προκειμένου να διασφαλίζεται η συνεχής ασφάλεια και προστασία των χώρων στάθμευσης, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τη θέσπιση προτύπων για το επίπεδο των υπηρεσιών σε ασφαλείς και προστατευμένους χώρους στάθμευσης και διαδικασιών πιστοποίησης της ασφάλειας και της προστασίας των χώρων στάθμευσης. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, και οι εν λόγω διαβουλεύσεις να διεξάγονται σύμφωνα με τις αρχές που προβλέπονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (5). Ειδικότερα, για να εξασφαλιστεί ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

(19)

Οι αναθεωρημένοι προσανατολισμοί για το ΔΕΔ-Μ που θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1315/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) προβλέπουν την ανάπτυξη χώρων στάθμευσης σε αυτοκινητοδρόμους ανά περίπου 100 km ώστε να παρέχονται στους εμπορικούς χρήστες του οδικού δικτύου χώροι στάθμευσης που διαθέτουν το κατάλληλο επίπεδο ασφάλειας και προστασίας. Προκειμένου να επιταχυνθεί και να προωθηθεί η κατασκευή κατάλληλων υποδομών στάθμευσης, είναι σημαντικό να διατίθενται επαρκείς ευκαιρίες συγχρηματοδότησης από την Ένωση, σύμφωνες προς τις τρέχουσες και μελλοντικές νομικές πράξεις της Ένωσης στις οποίες θα καθορίζονται οι όροι αυτής της χρηματοδοτικής στήριξης.

(20)

Πολλές οδικές μεταφορές εντός της Ένωσης περιλαμβάνουν μεταφορά με πορθμείο ή σιδηρόδρομο σε τμήμα της διαδρομής. Θα πρέπει, επομένως, να καθοριστούν σαφείς και κατάλληλες διατάξεις σχετικά με τις περιόδους ανάπαυσης και τα διαλείμματα για τις εν λόγω μεταφορές.

(21)

Οι οδηγοί έρχονται κάποιες φορές αντιμέτωποι με απρόβλεπτες περιστάσεις που καθιστούν αδύνατη τη μετάβασή τους σε επιθυμητό προορισμό προκειμένου να λάβουν περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσης χωρίς να παραβιάσουν ενωσιακούς κανόνες. Είναι ευκταίο να καταστεί ευκολότερο για τους οδηγούς να αντεπεξέρχονται στις περιστάσεις αυτές και να έχουν τη δυνατότητα να μεταβαίνουν στον προορισμό τους προκειμένου να λάβουν περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης. Οι εξαιρετικές αυτές περιστάσεις αποτελούν καταστάσεις που προκύπτουν ξαφνικά, είναι αναπόφευκτες και δεν μπορούν να προβλεφθούν, στις οποίες, για σύντομο χρονικό διάστημα, καθίσταται αδύνατη η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού στο σύνολό τους. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνεται αναφορά στις περιστάσεις αυτές με συστηματικό τρόπο προκειμένου να αποφεύγεται η συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό. Προκειμένου να διασφαλίζεται η δέουσα επιβολή του νόμου, ο οδηγός θα πρέπει να τεκμηριώνει τις εξαιρετικές περιστάσεις που έχουν ως αποτέλεσμα την παρέκκλιση από τους κανόνες. Επιπλέον, θα πρέπει να υπάρχει διασφάλιση κατά του υπερβολικού χρόνου οδήγησης.

(22)

Για να περιοριστούν και να αποφεύγονται αποκλίνουσες πρακτικές εφαρμογής και για να βελτιωθεί περαιτέρω η αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα της επιβολής σε διασυνοριακό επίπεδο, είναι ζωτικής σημασίας να θεσπιστούν σαφείς κανόνες για την τακτική διοικητική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών.

(23)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ούτως ώστε να διασφαλίζουν ότι οι εθνικοί κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις οι οποίοι εφαρμόζονται στις παραβάσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) εφαρμόζονται κατά τρόπο αποτελεσματικό, αναλογικό και αποτρεπτικό. Είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί η εύκολη πρόσβαση των επαγγελματιών σε πληροφορίες σχετικά με τις κυρώσεις που εφαρμόζονται σε κάθε κράτος μέλος. Η Ευρωπαϊκή Αρχή Εργασίας, που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/1149 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) θα μπορούσε να διευκολύνει την πρόσβαση αυτή, καθιστώντας τις πληροφορίες διαθέσιμες μέσω του ενιαίου δικτυακού τόπου σε επίπεδο Ένωσης, που θα λειτουργεί ως ενιαία πύλη για την πρόσβαση σε πηγές πληροφοριών και υπηρεσίες σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης, ο οποίος θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1724 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9).

(24)

Προκειμένου να εξασφαλισθούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες ώστε να αποσαφηνιστούν οιεσδήποτε από τις διατάξεις του εν λόγω κανονισμού και να καθοριστούν κοινές προσεγγίσεις επί της εφαρμογής και επιβολής τους. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10).

(25)

Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014 θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή για τον καθορισμό λεπτομερών διατάξεων σχετικά με την ομοιόμορφη εφαρμογή της υποχρέωσης καταγραφής και αποθήκευσης δεδομένων σχετικά με κάθε διέλευση των συνόρων από οχήματα και τις δραστηριότητες τους, και λεπτομερών διατάξεων που απαιτούνται για την ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με τις απαιτήσεις εισαγωγής δεδομένων και τις λειτουργίες, και την εγκατάσταση ταχογράφων. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(26)

Για να βελτιωθεί η σχέση κόστους - αποτελεσματικότητας της επιβολής των κοινωνικών κανόνων, τα υφιστάμενα και τα ευφυή συστήματα ταχογράφου θα πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως και οι ευφυείς ταχογράφοι θα πρέπει να είναι υποχρεωτικοί και για τα ελαφρά επαγγελματικά οχήματα που υπερβαίνουν ένα ορισμένο βάρος και τα οποία δραστηριοποιούνται στις διεθνείς μεταφορές για λογαριασμό τρίτου. Επομένως, οι λειτουργικές δυνατότητες του ταχογράφου θα πρέπει να βελτιωθούν ώστε να καταστεί δυνατός ο ακριβέστερος εντοπισμός.

(27)

Η σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας της επιβολής των κοινωνικών κανόνων, η ταχεία ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, η ψηφιοποίηση σε ολόκληρη την οικονομία της Ένωσης, καθώς και η ανάγκη για ίσους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων στις διεθνείς οδικές μεταφορές, καθιστούν αναγκαία τη συντόμευση της μεταβατικής περιόδου για την εγκατάσταση ευφυών ταχογράφων σε ταξινομημένα οχήματα. Οι ευφυείς ταχογράφοι θα συμβάλουν στην απλούστευση των ελέγχων και, κατά συνέπεια, θα διευκολύνουν το έργο των εθνικών αρχών.

(28)

Για να εξασφαλισθεί ότι οι οδηγοί, οι μεταφορείς και οι ελεγκτικές αρχές θα έχουν το ταχύτερο δυνατόν όφελος από τα πλεονεκτήματα των ευφυών ταχογράφων, συμπεριλαμβανομένης της αυτόματης καταγραφής των διελεύσεων των συνόρων, οι υπάρχοντες στόλοι οχημάτων θα πρέπει να εξοπλισθούν με τις συσκευές αυτές εντός εύλογου διαστήματος, μετά την έναρξη ισχύος των λεπτομερών τεχνικών διατάξεων. Το διάστημα αυτό θα διασφαλίσει επαρκή χρόνο προετοιμασίας.

(29)

Στα οχήματα που δεν είναι εξοπλισμένα με ευφυείς ταχογράφους, η διέλευση των συνόρων κράτους μέλους θα πρέπει να καταγράφεται στον ταχογράφο στον πλησιέστερο δυνατό τόπο στάθμευσης ή στα σύνορα ή αμέσως μετά από αυτά.

(30)

Η καταγραφή των δραστηριοτήτων στον ταχογράφο συνιστά σημαντικό μέρος της εργασίας των οδηγών. Ως εκ τούτου, είναι ζωτικής σημασίας να παρέχεται στους οδηγούς κατάλληλη εκπαίδευση σχετικά με τον τρόπο χρήσης των νέων χαρακτηριστικών των ταχογράφων που εισάγονται στην αγορά. Ως εργοδότες, οι επιχειρήσεις μεταφορών θα πρέπει να αναλαμβάνουν τις δαπάνες που σχετίζονται με την εν λόγω κατάρτιση.

(31)

Οι ελεγκτές που ελέγχουν τη συμμόρφωση προς τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης στον τομέα των οδικών μεταφορών αντιμετωπίζουν προκλήσεις λόγω της ποικιλίας των εν χρήσει συσκευών ταχογράφων και των ταχέως εξελισσόμενων περίπλοκων τεχνικών παραποίησης αυτών. Αυτό ισχύει ιδίως όταν οι εν λόγω έλεγχοι διενεργούνται καθ’ οδόν. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό οι ελεγκτές να λαμβάνουν την κατάλληλη κατάρτιση ώστε να διασφαλίζεται ότι είναι ενημερωμένοι όσον αφορά τις τελευταίες τεχνολογικές εξελίξεις και τις τεχνικές παραποίησης.

(32)

Για να μειωθεί η επιβάρυνση επί των επιχειρήσεων μεταφορών και των ελεγκτικών αρχών, όταν ένας ελεγκτής αφαιρέσει τη σφραγίδα ταχογράφου για σκοπούς ελέγχου, θα πρέπει να επιτρέπεται η αποκατάσταση της σφραγίδας από τον ελεγκτή υπό ορισμένες καλώς τεκμηριωμένες περιπτώσεις.

(33)

Λαμβάνοντας υπόψη τις συνεχείς τεχνολογικές εξελίξεις, η Επιτροπή μελετά τη δυνατότητα ανάπτυξης νέων τεχνικών λύσεων που να προσφέρουν τα ίδια οφέλη και την ίδια ασφάλεια που προσφέρει ο ευφυής ταχογράφος, με το ίδιο ή με χαμηλότερο σχετικό κόστος.

(34)

Είναι σημαντικό οι επιχειρήσεις μεταφορών που είναι εγκατεστημένες σε τρίτες χώρες, να υπόκεινται σε κανόνες που είναι ισοδύναμοι με τους κανόνες της Ένωσης κατά την εκτέλεση οδικών μεταφορών στο έδαφος της Ένωσης. Η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει την εφαρμογή αυτής της αρχής σε επίπεδο Ένωσης και να προτείνει κατάλληλες λύσεις που θα αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας για την εργασία των πληρωμάτων των οχημάτων που εκτελούν διεθνείς οδικές μεταφορές («συμφωνία AETR»).

(35)

Η μεταφορά εμπορευμάτων διαφέρει από τη μεταφορά επιβατών. Η Επιτροπή θα πρέπει επομένως να αξιολογήσει κατά πόσον μπορούν να προταθούν καταλληλότεροι κανόνες για τις μεταφορές επιβατών, ιδίως για έκτακτες γραμμές, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11).

(36)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, ήτοι η βελτίωση της οδικής ασφάλειας και των συνθηκών εργασίας για τους οδηγούς εντός της Ένωσης μέσω της εναρμόνισης των κανόνων σχετικά με τον χρόνο οδήγησης, τα διαλείμματα και τις περιόδους ανάπαυσης στις οδικές μεταφορές και της εναρμόνισης των κανόνων σχετικά με τη χρήση και την επιβολή των ταχογράφων, δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, εξαιτίας της φύσης των στόχων, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(37)

Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 561/2006 και (ΕΕ) αριθ. 165/2014 θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθούν αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 561/2006 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 2 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«αα)

από 1ης Ιουλίου 2026, εμπορευμάτων που πραγματοποιούνται σε διεθνείς μεταφορές ή σε ενδομεταφορές, εφόσον το μέγιστο επιτρεπόμενο βάρος του οχήματος, συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε ρυμουλκούμενου ή ημιρυμουλκούμενου, υπερβαίνει τους 2,5 τόνους· ή».

2)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο αα) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«αα)

οχήματα ή συνδυασμοί οχημάτων με μέγιστο επιτρεπόμενο βάρος που δεν υπερβαίνει τους 7,5 τόνους τα οποία χρησιμοποιούνται:

i)

για τη μεταφορά υλικών, εξοπλισμού ή μηχανημάτων προς χρήση από τον οδηγό κατά την εργασία του οδηγού, ή

ii)

για την παράδοση εμπορευμάτων που παράγονται βιοτεχνικά,

μόνο σε ακτίνα που δεν υπερβαίνει τα 100 km από τη βάση της επιχείρησης και υπό την προϋπόθεση ότι η οδήγηση του οχήματος δεν είναι η κύρια δραστηριότητα του οδηγού και ότι η μεταφορά δεν εκτελείται για λογαριασμό τρίτου·»·

β)

προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ηα)

οχήματα με μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα, συμπεριλαμβανομένων των ρυμουλκούμενων ή ημιρυμουλκούμενων, που υπερβαίνει τους 2,5 τόνους αλλά δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους, τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά εμπορευμάτων, όταν η μεταφορά δεν πραγματοποιείται για λογαριασμό τρίτου, αλλά πραγματοποιείται για ίδιο λογαριασμό της εταιρείας ή του οδηγού, και όταν η οδήγηση δεν συνιστά την κύρια δραστηριότητα του προσώπου που οδηγεί το όχημα·».

3)

Στο άρθρο 4 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ιη)

“μη εμπορική μεταφορά”: κάθε οδική μεταφορά, εκτός των μεταφορών για λογαριασμό τρίτου ή για ίδιο λογαριασμό, για την εκτέλεση της οποίας δεν εισπράττεται άμεση ή έμμεση αμοιβή, και η οποία δεν παράγει άμεσα ή έμμεσα εισόδημα για τον οδηγό του οχήματος ή για άλλους και δεν είναι συνδεδεμένη με επαγγελματική ή εμπορική δραστηριότητα.».

4)

Στο άρθρο 6, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Ο οδηγός καταγράφει ως “άλλη εργασία” οποιονδήποτε χρόνο που περιγράφεται στο άρθρο 4 στοιχείο ε) καθώς και οποιονδήποτε χρόνο αναλώνεται για την οδήγηση ενός οχήματος που χρησιμοποιείται για επαγγελματικές δραστηριότητες εκτός του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, και καταγράφει οποιεσδήποτε περιόδους “διαθεσιμότητας”, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3 στοιχείο β) της οδηγίας 2002/15/ΕΚ, σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 5 στοιχείο β) σημείο iii) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1). Η καταγραφή αυτή γίνεται χειρογράφως σε φύλλο καταγραφής ή σε εκτυπωμένο αντίγραφο ή με το χέρι μέσω της συσκευής ελέγχου.

(*1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, για τους ταχογράφους στον τομέα των οδικών μεταφορών, ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών και τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών (ΕΕ L 60 της 28.2.2014, σ. 1).»."

5)

Στο άρθρο 7, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Σε περίπτωση πολλαπλής επάνδρωσης οχήματος, ο οδηγός μπορεί να κάνει διάλειμμα 45 λεπτών σε όχημα που οδηγεί άλλος οδηγός υπό τον όρο ότι ο οδηγός που κάνει το διάλειμμα δεν παρέχει βοήθεια στον οδηγό που οδηγεί το όχημα.».

6)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Κατά τη διάρκεια δεκαπενθημέρου, ο οδηγός πρέπει να λαμβάνει τουλάχιστον:

α)

δύο κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσης· ή

β)

μία κανονική εβδομαδιαία περίοδο ανάπαυσης και μία μειωμένη εβδομαδιαία περίοδο ανάπαυσης τουλάχιστον εικοσιτετραώρου διαρκείας.

Μια περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης πρέπει να αρχίζει το αργότερο μόλις συμπληρωθούν έξι συνεχόμενα εικοσιτετράωρα από το τέλος της προηγούμενης περιόδου εβδομαδιαίας ανάπαυσης.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, ο οδηγός που εκτελεί διεθνείς μεταφορές εμπορευμάτων μπορεί, εκτός του κράτους μέλους εγκατάστασης, να λαμβάνει δύο διαδοχικές μειωμένες περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσης, υπό την προϋπόθεση ότι λαμβάνει, σε οποιεσδήποτε τέσσερις διαδοχικές εβδομάδες, τουλάχιστον τέσσερις περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσης, εκ των οποίων τουλάχιστον οι δύο είναι κανονικές περίοδοι εβδομαδιαίας ανάπαυσης.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ο οδηγός θεωρείται ότι εκτελεί διεθνείς μεταφορές, όταν αρχίζει τις δύο διαδοχικές μειωμένες περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσης εκτός του κράτους μέλους εγκατάστασης του εργοδότη και της χώρας του τόπου κατοικίας του οδηγού.»·

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«6β.   Οποιαδήποτε μείωση της περιόδου εβδομαδιαίας ανάπαυσης πρέπει να αντισταθμίζονται με ισοδύναμη περίοδο ανάπαυσης που λαμβάνεται συνολικά πριν από το τέλος της τρίτης εβδομάδας που έπεται της εν λόγω εβδομάδας.

Όταν δύο μειωμένες περίοδοι εβδομαδιαίας ανάπαυσης έχουν ληφθεί διαδοχικά σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 6, πριν από την επόμενη περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης λαμβάνεται περίοδος ανάπαυσης ως αντιστάθμιση για τις δύο αυτές μειωμένες περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσης.»·

γ)

η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.   Οι κανονικές περίοδοι εβδομαδιαίας ανάπαυσης και οιαδήποτε περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης διάρκειας μεγαλύτερης των 45 ωρών που λαμβάνεται ως αντιστάθμιση για προηγούμενες μειωμένες περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσης δεν μπορούν να λαμβάνονται εντός οχήματος. Θα πρέπει να λαμβάνονται σε κατάλληλο φιλικό προς τα δύο φύλα κατάλυμα με επαρκείς εγκαταστάσεις ύπνου και υγιεινής.

Οι ενδεχόμενες δαπάνες στέγασης εκτός του οχήματος καλύπτονται από τον εργοδότη.»·

δ)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«8α.   Οι επιχειρήσεις μεταφορών οργανώνει την εργασία των οδηγών κατά τρόπον ώστε οι οδηγοί να μπορούν να επιστρέψουν στην έδρα λειτουργίας του εργοδότη την οποία έχει κανονικά ως βάση ο οδηγός και όπου αρχίζει η περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσής του, στο κράτος μέλος εγκατάστασης του εργοδότη, ή ώστε να μπορούν να επιστρέφουν στον τόπο κατοικίας του οδηγού εντός κάθε περιόδου τεσσάρων διαδοχικών εβδομάδων, προκειμένου να περνούν τουλάχιστον μία κανονική περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης ή περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης διάρκειας μεγαλύτερης των 45 ωρών που λαμβάνεται ως αντιστάθμιση για τη μειωμένη περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης.

Ωστόσο, όταν ο οδηγός έχει λάβει δύο διαδοχικές μειωμένες περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσης σύμφωνα με την παράγραφο 6, η επιχείρηση μεταφορών οργανώνει την εργασία του οδηγού κατά τρόπο ώστε ο οδηγός να μπορεί να επιστρέψει ήδη πριν από την έναρξη της κανονικής εβδομαδιαίας περιόδου ανάπαυσης άνω των 45 ωρών που λαμβάνεται ως αντιστάθμιση.

Η επιχείρηση τεκμηριώνει τον τρόπο με τον οποίο εκπληρώνει την εν λόγω υποχρέωσή της και τηρεί τα παραστατικά τεκμηρίωσης στους χώρους της προκειμένου να τα παρουσιάζει εφόσον το ζητήσουν οι ελεγκτικές αρχές.»·

ε)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«10.   Το αργότερο την 21η Αυγούστου 2022, η Επιτροπή αξιολογεί και υποβάλλει σχετική έκθεση στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, σχετικά με το εάν μπορούν να θεσπιστούν καταλληλότεροι κανόνες για τους οδηγούς που εκτελούν έκτακτες μεταφορές επιβατών, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/2009.».

7)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 8α

1.   Η Επιτροπή διασφαλίζει την εύκολη πρόσβαση των οδηγών που εκτελούν οδικές μεταφορές εμπορευμάτων και επιβατών στις πληροφορίες σχετικά με τους ασφαλείς και προστατευμένους χώρους στάθμευσης. Η Επιτροπή δημοσιεύει κατάλογο όλων των χώρων στάθμευσης που έχουν πιστοποιηθεί, ώστε να παρέχονται στους οδηγούς σε επαρκή βαθμό:

εντοπισμός και πρόληψη παρείσφρησης·

φωτισμός και ορατότητα·

σημείο επαφής εκτάκτου ανάγκης και σχετικές διαδικασίες·

φιλικές προς τα δύο φύλα εγκαταστάσεις υγιεινής·

επιλογές αγοράς τροφίμων και ποτών·

συνδέσεις για επικοινωνία·

παροχή ηλεκτρικού ρεύματος.

Ο κατάλογος των εν λόγω χώρων στάθμευσης διατίθεται σε ενιαίο επίσημο ιστότοπο ο οποίος επικαιροποιείται τακτικά.

2.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 23α για τη θέσπιση προτύπων που παρέχουν περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με το επίπεδο των υπηρεσιών και της ασφάλειας όσον αφορά τους χώρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και σχετικά με τις διαδικασίες για την πιστοποίηση των χώρων στάθμευσης.

3.   Όλοι οι χώροι στάθμευσης που έχουν πιστοποιηθεί μπορούν να δηλώνουν ότι φέρουν πιστοποίηση σύμφωνα με τα πρότυπα και τις διαδικασίες της Ένωσης.

Σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1315/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2), τα κράτη μέλη πρέπει να ενθαρρύνουν τη δημιουργία χώρων στάθμευσης για τους εμπορικούς χρήστες του οδικού δικτύου.

4.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2024, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τη διαθεσιμότητα κατάλληλων εγκαταστάσεων για την ανάπαυση των οδηγών και ασφαλών χώρων στάθμευσης, καθώς και για την ανάπτυξη ασφαλών και προστατευμένων χώρων στάθμευσης που πιστοποιούνται σύμφωνα με τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2. Η έκθεση αυτή μπορεί να αναφέρει μέτρα για την αύξηση του αριθμού και της ποιότητας των ασφαλών και προστατευμένων χώρων στάθμευσης.

(*2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1315/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, περί των προσανατολισμών της Ένωσης για την ανάπτυξη του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών και για την κατάργηση της απόφασης αριθ. 661/2010/EE (ΕΕ L 348 της 20.12.2013, σ. 1).»."

8)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 8, όταν ο οδηγός συνοδεύει όχημα που μεταφέρεται με πορθμείο ή σιδηρόδρομο, και λαμβάνει κανονική περίοδο ημερήσιας ανάπαυσης ή μειωμένη περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης, η περίοδος αυτή μπορεί να διακόπτεται δύο μόνον φορές από άλλες δραστηριότητες, η συνολική διάρκεια των οποίων δεν υπερβαίνει τη μία ώρα. Κατά τη διάρκεια αυτής της κανονικής ημερήσιας ανάπαυσης ή της μειωμένης περιόδου εβδομαδιαίας ανάπαυσης, ο οδηγός πρέπει να έχει στη διάθεσή του καμπίνα ύπνου, κλίνη ή κουκέτα.

Όσον αφορά τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσης, η εν λόγω παρέκκλιση ισχύει μόνο για δρομολόγια πορθμείων ή σιδηροδρόμων όταν:

α)

το ταξίδι έχει προγραμματιστεί για 8 ή περισσότερες ώρες· και

β)

ο οδηγός έχει πρόσβαση σε καμπίνα ύπνου στο πορθμείο ή στον σιδηρόδρομο.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Κάθε χρόνος ο οποίος καταναλώνεται από οδηγό για να μεταβεί στον τόπο όπου θα αναλάβει ένα όχημα που εμπίπτει στις διατάξεις του παρόντος κανονισμού ή για να επιστρέψει από τον τόπο αυτόν, και το οποίο δεν βρίσκεται στον τόπο διαμονής του οδηγού ή στην έδρα λειτουργίας του εργοδότη την οποία έχει κανονικά ως βάση ο οδηγός, δεν υπολογίζεται ως ανάπαυση ή ως διάλειμμα, εκτός εάν ο οδηγός βρίσκεται σε πορθμείο ή τρένο και έχει στη διάθεσή του καμπίνα ύπνου, κλίνη ή κουκέτα.».

9)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 9α

Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025, η Επιτροπή εκπονεί και υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση για την αξιολόγηση της χρήσης των συστημάτων αυτόνομης οδήγησης στα κράτη μέλη. Η εν λόγω έκθεση δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις πιθανές επιπτώσεις των εν λόγω συστημάτων στους κανόνες σχετικά με τον χρόνο οδήγησης και ανάπαυσης. Η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται, ενδεχομένως, από νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού.».

10)

Στο άρθρο 10, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η επιχείρηση μεταφορών δεν αμείβει τους οδηγούς που απασχολεί ή διαθέτει, ακόμη και εάν οι αμοιβές έχουν τη μορφή επιδόματος ή μισθολογικής αύξησης, σε συνάρτηση με τις διανυόμενες αποστάσεις, την ταχύτητα παράδοσης και/ή με τον όγκο των μεταφερομένων εμπορευμάτων, εάν οι αμοιβές αυτές είναι τέτοιας φύσεως ώστε να θέτουν σε κίνδυνο την οδική ασφάλεια και/ή να ενθαρρύνουν την παράβαση του παρόντος κανονισμού.».

11)

Στο άρθρο 12 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Υπό την προϋπόθεση ότι δεν τίθεται σε κίνδυνο η οδική ασφάλεια, ο οδηγός δύναται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να παρεκκλίνει από το άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2 και το άρθρο 8 παράγραφος 2 υπερβαίνοντας τον ημερήσιο και τον εβδομαδιαίο χρόνο οδήγησης έως μία ώρα προκειμένου να φθάσει στην έδρα λειτουργίας του εργοδότη ή τον τόπο κατοικίας του οδηγού για να λάβει περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης.

Υπό τους ίδιους όρους, ο οδηγός μπορεί να υπερβεί την ημερήσια και την εβδομαδιαία διάρκεια οδήγησης έως και κατά δύο ώρες –υπό την προϋπόθεση να κάνει διάλειμμα 30 λεπτών χωρίς διακοπή αμέσως πριν από την πρόσθετη οδήγηση– προκειμένου να φθάσει στην έδρα λειτουργίας του εργοδότη ή στον τόπο κατοικίας του οδηγού για την τακτική περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης.

Ο οδηγός αναφέρει τον λόγο της παρέκκλισης χειρογράφως στο φύλλο καταγραφής της συσκευής ελέγχου ή σε εκτυπωμένο αντίγραφο από τη συσκευή ελέγχου ή στο πρόγραμμα υπηρεσίας το αργότερο κατά την άφιξή του στον προορισμό ή στον κατάλληλο τόπο στάθμευσης.

Οποιαδήποτε περίοδος παράτασης πρέπει να αντισταθμίζεται με ισοδύναμη περίοδο ανάπαυσης που λαμβάνεται συνολικά μαζί με οποιαδήποτε περίοδο ανάπαυσης έως το τέλος της τρίτης εβδομάδας που έπεται της εν λόγω εβδομάδας.».

12)

Στο άρθρο 13, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε)

οχήματα που κυκλοφορούν αποκλειστικά σε νησιά ή σε περιοχές απομακρυσμένες από την ηπειρωτική χώρα επιφανείας κάτω των 2 300 τετραγωνικών χιλιομέτρων και μη συνδεδεμένα με την ηπειρωτική χώρα με γέφυρα, διάβαση ή σήραγγα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από οχήματα με κινητήρα και τα οποία δεν συνορεύουν με κανένα άλλο κράτος μέλος»·

β)

προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ιζ)

οχήματα ή συνδυασμοί οχημάτων που μεταφέρουν μηχανήματα δομικών κατασκευών για κατασκευαστική επιχείρηση εντός ακτίνας 100 km από τη βάση της επιχείρησης, εφόσον η οδήγηση των οχημάτων δεν είναι η κύρια δραστηριότητα του οδηγού·

ιη)

οχήματα που χρησιμοποιούνται για την παράδοση έτοιμου σκυροδέματος.».

13)

Στο άρθρο 14, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Σε επείγουσες περιπτώσεις, τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν, όταν συντρέχουν έκτακτες περιστάσεις, προσωρινή εξαίρεση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τις 30 ημέρες, η οποία είναι δεόντως αιτιολογημένη και κοινοποιείται αμέσως στην Επιτροπή. Η Επιτροπή δημοσιεύει αμέσως τις πληροφορίες αυτές σε δημόσιο ιστότοπο.».

14)

Το άρθρο 15 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 15

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι οδηγοί των οχημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 3 στοιχείο α) καλύπτονται από εθνικούς κανόνες οι οποίοι παρέχουν επαρκή προστασία όσον αφορά τους επιτρεπόμενους χρόνους οδήγησης καθώς και τα διαλείμματα και τις περιόδους ανάπαυσης που επιβάλλονται. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τους σχετικούς εθνικούς κανόνες που ισχύουν για αυτούς τους οδηγούς.».

15)

Στο άρθρο 16 παράγραφος 3, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2 επί ελάχιστο χρονικό διάστημα που καλύπτει την ημέρα του ελέγχου και τις προηγούμενες 56 ημέρες· τα εν λόγω στοιχεία πρέπει να ενημερώνονται ανά τακτά διαστήματα, τα οποία δεν υπερβαίνουν σε διάρκεια τον ένα μήνα·».

16)

Στο άρθρο 19, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται για τις παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014 και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζεται η εφαρμογή τους. Οι κυρώσεις αυτές πρέπει να είναι αποτελεσματικές και ανάλογες με βαρύτητα των παραβάσεων, όπως ορίζεται στο παράρτημα III της οδηγίας 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3), αποτρεπτικές και να μην εισάγουν διακρίσεις. Καμία παράβαση του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014 δεν υπόκειται σε περισσότερες της μίας κυρώσεις ή διαδικασίες. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους εν λόγω κανόνες και μέτρα, καθώς και τη μέθοδο και τα κριτήρια που επιλέγονται σε εθνικό επίπεδο για την αξιολόγηση της αναλογικότητάς τους. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν χωρίς καθυστέρηση κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση που επηρεάζει τους εν λόγω κανόνες και μέτρα. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με τους εν λόγω κανόνες και μέτρα, καθώς και σχετικά με κάθε τροποποίησή τους. Η Επιτροπή εξασφαλίζει τη δημοσίευση των εν λόγω πληροφοριών σε ειδικό δημόσιο ιστότοπο σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης, ο οποίος περιέχει λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις κυρώσεις που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη.

(*3)  Οδηγία 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για καθορισμό ελάχιστων προϋποθέσεων για την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 561/2006 και (ΕΕ) αριθ. 165/2014 και της οδηγίας 2002/15/ΕΚ σχετικά με την κοινωνική νομοθεσία όσον αφορά δραστηριότητες οδικών μεταφορών και για την κατάργηση της οδηγίας 88/599/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 102 της 11.4.2006, σ. 35).»."

17)

Το άρθρο 22 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη συνεργάζονται στενά μεταξύ τους και παρέχουν αμοιβαία συνδρομή χωρίς περιττή καθυστέρηση προκειμένου να διευκολύνουν τη συνεπή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και την αποτελεσματική επιβολή του, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2006/22/ΕΚ.»·

β)

στην παράγραφο 2 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«γ)

άλλα συγκεκριμένα στοιχεία, όπως μεταξύ άλλων η αποτίμηση της επικινδυνότητας της επιχείρησης, τα οποία ενδέχεται να έχουν συνέπειες για τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό.»·

γ)

παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«3α.   Για τον σκοπό της ανταλλαγής στοιχείων στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τους φορείς ενδοκοινοτικού συνδέσμου που ορίζονται δυνάμει του άρθρου 7 της οδηγίας 2006/22/ΕΚ.

3β.   Η αμοιβαία διοικητική συνεργασία και συνδρομή παρέχονται δωρεάν.».

18)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 23α

1.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 8α εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθενται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από την 20ή Αυγούστου 2020.

Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε-ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 8α μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιωνδήποτε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων βρίσκονται ήδη σε ισχύ.

4.   Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες οι οποίοι ορίζονται από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (*4).

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 8α τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

(*4)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.»."

19)

Στο άρθρο 24, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οσάκις γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*5).

2α.   Οσάκις γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(*5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»."

20)

Στο άρθρο 25, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Στις περιπτώσεις της παραγράφου 1 στοιχείο β), η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό κοινών προσεγγίσεων.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 24 παράγραφος 2α.».

Άρθρο 2

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 165/2014 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 1 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο εδάφιο:

«1.   Ο παρών κανονισμός καθορίζει υποχρεώσεις και απαιτήσεις σε σχέση με την κατασκευή, εγκατάσταση, χρήση, δοκιμή και τον έλεγχο των ταχογράφων που χρησιμοποιούνται στις οδικές μεταφορές για τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 561/2006, τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 (*6), (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 (*7), (ΕΚ) αριθ. 1073/2009 (*8) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*9) και τις οδηγίες 92/6/ΕΟΚ (*10) και 92/106/ΕΟΚ (*11) του Συμβουλίου, και, όσον αφορά την απόσπαση εργαζομένων του τομέα των οδικών μεταφορών, τις οδηγίες 96/71/ΕΚ (*12), 2014/67/ΕΕ (*13) και (ΕΕ) 2020/1057 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*14).

(*6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα και για την κατάργηση της οδηγίας 96/26/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 51)."

(*7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 72)."

(*8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τη θέσπιση κοινών κανόνων πρόσβασης στη διεθνή αγορά μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 88)."

(*9)  Οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών (ΕΕ L 80 της 23.3.2002, σ. 35)."

(*10)  Οδηγία 92/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Φεβρουαρίου 1992, σχετικά με την εγκατάσταση και τη χρήση διατάξεων περιορισμού της ταχύτητας σε ορισμένες κατηγορίες οχημάτων με κινητήρα στην Κοινότητα (ΕΕ L 57 της 2.3.1992, σ. 27)."

(*11)  Οδηγία 92/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 7ης Δεκεμβρίου 1992, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για ορισμένες συνδυασμένες εμπορευματικές μεταφορές μεταξύ των κρατών μελών (ΕΕ L 368 της 17.12.1992, σ. 38)."

(*12)  Οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (ΕΕ L 18 της 21.1.1997, σ. 1)."

(*13)  Οδηγία 2014/67/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για την εφαρμογή της οδηγίας 96/71/ΕΚ σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του Συστήματος Πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά («κανονισμός ΙΜΙ») (ΕΕ L 159 της 28.5.2014, σ. 11)."

(*14)  Οδηγία (ΕΕ) 2020/1057 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2020, για τη θέσπιση ειδικών κανόνων σχετικά με την οδηγία 96/71/ΕΚ και την οδηγία 2014/67/ΕΕ για την απόσπαση οδηγών στον τομέα των οδικών μεταφορών και την τροποποίηση της οδηγίας 2006/22/ΕΚ όσον αφορά τις απαιτήσεις επιβολής και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 (ΕΕ L 249 της 31.7.2020, σ. 49).»."

2)

Στο άρθρο 3, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Το αργότερο τρία έτη από το τέλος του έτους έναρξης ισχύος των λεπτομερών διατάξεων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 11, οι ακόλουθες κατηγορίες οχημάτων που κυκλοφορούν σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος της ταξινόμησης, πρέπει να εξοπλιστούν με ευφυή ταχογράφο όπως προβλέπεται στα άρθρα 8, 9 και 10 του παρόντος κανονισμού:

α)

οχήματα εξοπλισμένα με αναλογικό ταχογράφο·

β)

οχήματα εξοπλισμένα με ψηφιακό ταχογράφο σύμφωνο με τις προδιαγραφές του παραρτήματος IB του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 που εφαρμόζονταν έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2011·

γ)

οχήματα εξοπλισμένα με ψηφιακό ταχογράφο σύμφωνο με τις προδιαγραφές του παραρτήματος IB του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 που εφαρμόζονται από την 1η Οκτωβρίου 2011· και

δ)

οχήματα εξοπλισμένα με ψηφιακό ταχογράφο σύμφωνο με τις προδιαγραφές του παραρτήματος IB του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85, που εφαρμόζεται από την 1η Οκτωβρίου 2012.

4α.   Το αργότερο τέσσερα έτη μετά την έναρξη ισχύος των λεπτομερών διατάξεων που αναφέρονται στη δεύτερο εδάφιο του άρθρου 11, τα οχήματα που έχουν εξοπλιστεί με ευφυή ταχογράφο σύμφωνο με το παράρτημα ΙΓ του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/799 (*15) της Επιτροπής που κυκλοφορούν σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος της ταξινόμησης, εξοπλίζονται με ευφυή ταχογράφο όπως προβλέπεται στα άρθρα 8, 9 και 10 του παρόντος κανονισμού.

(*15)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/799 της Επιτροπής, της 18ης Μαρτίου 2016, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ο οποίος καθορίζει τις απαιτήσεις κατασκευής, δοκιμής, εγκατάστασης, λειτουργίας και επισκευής ταχογράφων και των δομικών στοιχείων τους (ΕΕ L 139 της 26.5.2016, σ. 1).»."

3)

Στο άρθρο 4 παράγραφος 2, μετά την τέταρτη περίπτωση, παρεμβάλλεται η ακόλουθη περίπτωση:

«—

διαθέτουν επαρκή χωρητικότητα μνήμης για την αποθήκευση όλων των δεδομένων που απαιτεί ο παρών κανονισμός·».

4)

Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 7

Προστασία των δεδομένων

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού πραγματοποιείται αποκλειστικά για σκοπούς εξακρίβωσης της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό και με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 561/2006, (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, (ΕΚ) αριθ. 1072/2009, (ΕΚ) αριθ. 1073/2009, τις οδηγίες 2002/15/ΕΚ, 92/6/ΕΟΚ και 92/106/ΕΟΚ και, όσον αφορά την απόσπαση οδηγών στον τομέα των οδικών μεταφορών, τις οδηγίες 96/71/ΕΚ, 2014/67/ΕΕ και (ΕΕ) 2020/1057.

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ιδίως ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προστατεύονται έναντι άλλων χρήσεων πέραν εκείνων που συνδέονται άμεσα με τις ενωσιακές νομικές πράξεις της παραγράφου 1 όσον αφορά:

α)

τη χρήση παγκόσμιου δορυφορικού συστήματος πλοήγησης (GNSS) για την καταγραφή των δεδομένων θέσης που αναφέρονται στο άρθρο 8·

β)

τη χρήση εξ αποστάσεως επικοινωνίας με σκοπό τον έλεγχο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 9, τη χρήση ταχογράφων με διεπαφή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10, την ηλεκτρονική ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις κάρτες οδηγού, όπως αναφέρεται στο άρθρο 31, και ιδίως οποιεσδήποτε διασυνοριακές ανταλλαγές σχετικών δεδομένων με τρίτες χώρες· και

γ)

την τήρηση αρχείων από τις επιχειρήσεις μεταφορών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 33.

3.   Οι ψηφιακοί ταχογράφοι σχεδιάζονται κατά τρόπο ώστε να διαφυλάσσεται η ιδιωτική ζωή. Σε επεξεργασία υποβάλλονται μόνο τα δεδομένα που είναι αναγκαία για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

4.   Οι ιδιοκτήτες των οχημάτων, οι επιχειρήσεις μεταφορών και κάθε άλλος σχετικός φορέας συμμορφώνονται, κατά περίπτωση, προς τις σχετικές διατάξεις για την προστασία των προσωπικών δεδομένων.».

5)

Στο άρθρο 8, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Προκειμένου να διευκολυνθεί ο έλεγχος συμμόρφωσης με την ισχύουσα νομοθεσία, η θέση του οχήματος καταγράφεται αυτομάτως στα ακόλουθα σημεία ή στο πλησιέστερο από αυτά σημείο όπου υπάρχει σήμα από δορυφόρο:

στον τόπο έναρξης της ημερήσιας περιόδου εργασίας·

κάθε φορά που το όχημα διασχίζει τα σύνορα ενός κράτους μέλους·

κάθε φορά που το όχημα εκτελεί τις δραστηριότητες φόρτωσης ή εκφόρτωσης·

κάθε τρεις ώρες συσσωρευμένου χρόνου οδήγησης· και

στον τόπο λήξης της ημερήσιας περιόδου εργασίας.

Προκειμένου να διευκολυνθεί ο έλεγχος της συμμόρφωσης από τις ελεγκτικές αρχές, ο ευφυής ταχογράφος καταγράφει επίσης εάν το όχημα έχει χρησιμοποιηθεί για τη μεταφορά εμπορευμάτων ή επιβατών, όπως απαιτείται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 561/2006.

Προς τους σκοπούς αυτούς, οχήματα για τα οποία εκδίδεται άδεια κυκλοφορίας για πρώτη φορά 36 μήνες μετά την έναρξη ισχύος των λεπτομερών διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 11 πρώτο εδάφιο πρέπει να είναι εφοδιασμένα με ταχογράφο συνδεδεμένο με υπηρεσία εντοπισμού βασιζόμενη σε δορυφορικό σύστημα πλοήγησης.

Ωστόσο, η καταγραφή της διέλευσης των συνόρων και των πρόσθετων δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο δεύτερη και τρίτη περίπτωση και στο δεύτερο εδάφιο εφαρμόζεται σε οχήματα για τα οποία έχει εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας σε κράτος μέλος για πρώτη φορά μετά την παρέλευση περισσότερων από δύο ετών από την έναρξη ισχύος των λεπτομερών διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 11 δεύτερο εδάφιο, χωρίς να θίγεται η υποχρέωση μεταγενέστερης μετασκευής ορισμένων οχημάτων σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4.».

6)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τρία έτη μετά την έναρξη ισχύος των λεπτομερών διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 11 δεύτερο εδάφιο, τα κράτη μέλη εφοδιάζουν επαρκώς τις ελεγκτικές αρχές τους με τον εξοπλισμό έγκαιρου τηλεεντοπισμού που απαιτείται για τη μετάδοση των δεδομένων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές απαιτήσεις και στρατηγικές επιβολής τους. Έως τότε, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν κατά πόσον θα εφοδιάσουν τις ελεγκτικές αρχές τους με αυτόν τον εξοπλισμό έγκαιρου τηλεεντοπισμού.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η επικοινωνία της παραγράφου 1 πραγματοποιείται με τον ταχογράφο μόνο εφόσον το ζητήσουν οι ελεγκτικές αρχές με τον εξοπλισμό τους. Η συσκευή ασφαλίζεται ώστε να διαφυλάσσονται η ακεραιότητα και η γνησιότητα της συσκευής καταγραφής και ελέγχου. Η πρόσβαση στα κοινοποιούμενα δεδομένα επιτρέπεται μόνο στις αρχές που είναι επιφορτισμένες με τον έλεγχο των παραβάσεων των ενωσιακών νομικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 και του παρόντος κανονισμού και στα συνεργεία εφόσον είναι απαραίτητο για να επαληθεύσουν την ορθή λειτουργία του ταχογράφου.»·

γ)

στην παράγραφο 4 προστίθεται η ακόλουθη περίπτωση:

«—

υπέρβαση του μέγιστου χρόνου οδήγησης.».

7)

Στο άρθρο 10 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Οι ταχογράφοι οχημάτων, για τα οποία έχει εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας για πρώτη φορά σε κράτος μέλος περισσότερα από δύο έτη μετά την έναρξη ισχύος των λεπτομερών διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 11 δεύτερο εδάφιο, εφοδιάζονται με τη διεπαφή που αναφέρεται στην παράγραφο 1.».

8)

Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α)

το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι ο ευφυής ταχογράφος τηρεί τις αρχές και πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, θεσπίζει τις λεπτομερείς διατάξεις που απαιτούνται για την ομοιόμορφη εφαρμογή των άρθρων 8, 9 και 10, εξαιρουμένων οποιωνδήποτε διατάξεων σχετικά με την καταγραφή πρόσθετων δεδομένων από τον ταχογράφο.

Έως την 21η Αυγούστου 2021, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη θέσπιση λεπτομερών διατάξεων σχετικά με την ομοιόμορφη εφαρμογή της υποχρέωσης καταγραφής και αποθήκευσης δεδομένων σχετικά με κάθε διέλευση των συνόρων από οχήματα και δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο δεύτερη και τρίτη περίπτωση και στο άρθρο 8 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο.

Έως την 21η Φεβρουαρίου 2022, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη θέσπιση λεπτομερών διατάξεων που απαιτούνται για την ομοιόμορφη εφαρμογή των κανόνων σχετικά με τις απαιτήσεις εισαγωγής δεδομένων και τις λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένων των άρθρων 8, 9 και 10 του παρόντος κανονισμού, και την εγκατάσταση των ταχογράφων στα οχήματα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο αα) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 42 παράγραφος 3.»·

β)

στο δεύτερο εδάφιο, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι λεπτομερείς διατάξεις που αναφέρονται στο πρώτο, το δεύτερο και το τρίτο εδάφιο του παρόντος άρθρου:».

9)

Στο άρθρο 22, παράγραφος 5, το τρίτο και το τέταρτο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι αφαιρεθείσες ή παραβιασθείσες σφραγίδες αντικαθίστανται από εγκεκριμένο εφαρμοστή ή συνεργείο χωρίς περιττή καθυστέρηση και το αργότερο εντός επτά ημερών από την αφαίρεση ή παραβίασή τους. Αν οι σφραγίδες έχουν αφαιρεθεί ή παραβιασθεί για σκοπούς ελέγχου, μπορούν να αντικατασταθούν από ελεγκτή εφοδιασμένο με εξοπλισμό σφράγισης και αποκλειστικό ειδικό σήμα χωρίς άσκοπη καθυστέρηση.

Όταν αφαιρείται σφραγίδα από ελεγκτή, εισάγεται η κάρτα ελέγχου στον ταχογράφο από τη στιγμή αφαίρεσης της σφραγίδας έως την ολοκλήρωση του ελέγχου, το ίδιο και στην περίπτωση της τοποθέτησης νέας σφραγίδας. Ο ελεγκτής εκδίδει γραπτή δήλωση που περιέχει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

αναγνωριστικός αριθμός οχήματος·

ονοματεπώνυμο του υπαλλήλου·

ελεγκτική αρχή και κράτος μέλος·

αριθμός της κάρτας ελέγχου·

αριθμός της αφαιρεθείσας σφραγίδας·

ημερομηνία και ώρα αφαίρεσης της σφραγίδας·

αριθμός της νέας σφραγίδας, όταν ο ελεγκτής τοποθέτησε νέα σφραγίδα.

Πριν από την αντικατάσταση των σφραγίδων, διενεργούνται έλεγχος και βαθμονόμηση του ταχογράφου από εγκεκριμένο συνεργείο, εκτός από τις περιπτώσεις όπου η σφραγίδα αφαιρέθηκε ή παραβιάσθηκε για σκοπούς ελέγχου και αντικαταστάθηκε από ελεγκτή.».

10)

Στο άρθρο 26 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«7α.   Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους έκδοσης μπορεί να απαιτεί από τον οδηγό να αντικαταστήσει την κάρτα οδηγού με νέα κάρτα, εάν αυτό είναι αναγκαίο για τη συμμόρφωση προς τις σχετικές τεχνικές προδιαγραφές.».

11)

Το άρθρο 34 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι οδηγοί χρησιμοποιούν φύλλα καταγραφής ή κάρτες οδηγού κάθε μέρα οδήγησης, αρχίζοντας από τη στιγμή που παραλαμβάνουν το όχημα. Το φύλλο καταγραφής ή η κάρτα οδηγού δεν αφαιρούνται πριν το πέρας του ημερήσιου χρόνου εργασίας, εκτός αν η αφαίρεσή τους επιτρέπεται με άλλο τρόπο ή απαιτείται προκειμένου να εισαχθεί το σύμβολο της χώρας μετά από διέλευση συνόρων. Τα φύλλα καταγραφής ή οι κάρτες οδηγού δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για να καλύπτουν χρόνο μεγαλύτερο από εκείνον για τον οποίο έχουν προβλεφθεί.»·

β)

στην παράγραφο 5, το στοιχείο β) τροποποιείται ως εξής:

i)

το σημείο iv) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«iv)

με το σύμβολο Image 1 : διάλειμμα, ανάπαυση, ετήσια άδεια ή αναρρωτική άδεια,»·

ii)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«v)

με το σύμβολο για “πορθμείο/σιδηρόδρομος”: Επιπλέον του συμβόλου Image 2 : η περίοδος ανάπαυσης επί του πορθμείου ή σιδηροδρόμου, όπως απαιτείται από το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006.»·

γ)

στην παράγραφο 6, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«στ)

το σύμβολο της χώρας όπου αρχίζει και το σύμβολο της χώρας όπου περατώνεται ο ημερήσιος χρόνος εργασίας του. Ο οδηγός εισάγει επίσης το σύμβολο της χώρας, στην οποία εισέρχεται αφού περάσει τα σύνορα ενός κράτους μέλους, κατά την έναρξη της πρώτης στάθμευσής του στο εν λόγω κράτος μέλος. Αυτή η πρώτη στάση πραγματοποιείται στο πλησιέστερο δυνατό σημείο ακινητοποίησης στα σύνορα ή αμέσως μετά από αυτά. Όταν η διέλευση των συνόρων ενός κράτους μέλους πραγματοποιείται με πορθμείο ή σιδηρόδρομο, ο οδηγός εισάγει το σύμβολο της χώρας στον λιμένα ή τον σταθμό άφιξης.»·

δ)

η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.   Ο οδηγός εισάγει στον ψηφιακό ταχογράφο το σύμβολο της χώρας όπου αρχίζει και το σύμβολο της χώρας όπου περατώνεται ο ημερήσιος χρόνος εργασίας του.

Από τις 2 Φεβρουαρίου 2022 ο οδηγός εισάγει επίσης το σύμβολο της χώρας στην οποία εισέρχεται αφού περάσει τα σύνορα ενός κράτους μέλους κατά την έναρξη της πρώτης στάθμευσής του στο εν λόγω κράτος μέλος. Αυτή η πρώτη στάση πραγματοποιείται στο πλησιέστερο σημείο ακινητοποίησης στα σύνορα ή αμέσως μετά από αυτά. Όταν η διέλευση των συνόρων ενός κράτους μέλους πραγματοποιείται με πορθμείο ή σιδηρόδρομο, ο οδηγός εισάγει το σύμβολο της χώρας στον λιμένα ή τον σταθμό άφιξης.

Τα κράτη μέλη επιτρέπεται να επιβάλλουν στους οδηγούς οχημάτων που πραγματοποιούν μεταφορές εντός των εδαφών τους να προσθέτουν στο σύμβολο της χώρας λεπτομερέστερους γεωγραφικούς προσδιορισμούς, με την προϋπόθεση ότι αυτά τα κράτη μέλη έχουν κοινοποιήσει τους εν λόγω λεπτομερείς γεωγραφικούς προσδιορισμούς στην Επιτροπή πριν από την 1η Απριλίου 1998.

Δεν είναι απαραίτητο οι οδηγοί να εισάγουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εφόσον ο ταχογράφος καταγράφει αυτόματα τα δεδομένα θέσης σύμφωνα με το άρθρο 8.».

12)

Το άρθρο 36 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

το σημείο i) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«i)

τα φύλλα καταγραφής για την τρέχουσα και τις προηγούμενες 56 ημέρες,»·

ii)

το σημείο iii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«iii)

κάθε χειρόγραφη καταγραφή και εκτυπωμένο αντίγραφο της τρέχουσας ημέρας και των προηγούμενων 56 ημερών.»·

β)

στην παράγραφο 2, το σημείο ii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ii)

κάθε χειρόγραφη καταγραφή και εκτυπωμένο αντίγραφο της τρέχουσας ημέρας και των προηγούμενων 56 ημερών,».

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εντούτοις, το άρθρο 1 σημείο 15 και το άρθρο 2 σημείο 12 εφαρμόζονται από τις 31 Δεκεμβρίου 2024.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2020.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

D.M. SASSOLI

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

J. KLOECKNER


(1)  ΕΕ C 197 της 8.6.2018, σ. 45.

(2)  ΕΕ C 176 της 23.5.2018, σ. 57.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 4ης Απριλίου 2019 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 7ης Απριλίου 2020 (ΕΕ C 151 της 6.5.2020, σ. 1). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Ιουλίου 2020 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 και (ΕΚ) αριθ. 2135/98 του Συμβουλίου καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 του Συμβουλίου (ΕΕ L 102 της 11.4.2006, σ. 1).

(5)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1315/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, περί των προσανατολισμών της Ένωσης για την ανάπτυξη του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών και για την κατάργηση της απόφασης αριθ. 661/2010/EE (ΕΕ L 348 της 20.12.2013, σ. 1).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, για τους ταχογράφους στον τομέα των οδικών μεταφορών, ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών και τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών (ΕΕ L 60 της 28.2.2014, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (EE) 2019/1149 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αρχής Εργασίας, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 883/2004, (ΕΕ) αριθ. 492/2011 και (ΕΕ) 2016/589 και την κατάργηση της απόφασης (ΕΕ) 2016/344 (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 21).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1724 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 2ας Οκτωβρίου 2018, για τη δημιουργία ενιαίας ψηφιακής θύρας με σκοπό την παροχή πρόσβασης σε πληροφορίες, σε διαδικασίες και σε υπηρεσίες υποστήριξης και επίλυσης προβλημάτων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 1).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τη θέσπιση κοινών κανόνων πρόσβασης στη διεθνή αγορά μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 88).


31.7.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 249/17


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (EE) 2020/1055 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 15ης Ιουλίου 2020

για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 και (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 με στόχο την προσαρμογή τους στις εξελίξεις στον τομέα των οδικών μεταφορών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 91 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η εμπειρία από την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 (4) και (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 (5) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου έχει καταδείξει ότι υπάρχει περιθώριο βελτίωσης, σε διάφορα σημεία, των κανόνων που θεσπίζουν οι εν λόγω κανονισμοί.

(2)

Έως σήμερα, και εκτός εάν η εθνική νομοθεσία προβλέπει κάτι άλλο, οι κανόνες σχετικά με την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα δεν εφαρμόζονται σε επιχειρήσεις που ασκούν το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων αποκλειστικά και μόνο με μηχανοκίνητα οχήματα των οποίων η επιτρεπόμενη μεικτή μάζα δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους, ή με συνδυασμούς οχημάτων που δεν υπερβαίνουν το συγκεκριμένο όριο. Ο αριθμός επιχειρήσεων αυτού του είδους που δραστηριοποιούνται στον κλάδο τόσο των εθνικών όσο και των διεθνών μεταφορών παρουσιάζει αυξητικές τάσεις. Ως αποτέλεσμα, ορισμένα κράτη μέλη έχουν αποφασίσει να εφαρμόσουν τους κανόνες για την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα, που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 στις εν λόγω επιχειρήσεις. Προκειμένου να αποφευχθούν πιθανά κενά και να εξασφαλιστεί ένα ελάχιστο επίπεδο επαγγελματισμού στον κλάδο που χρησιμοποιεί μηχανοκίνητα οχήματα τα οποία προορίζονται αποκλειστικά για τη μεταφορά εμπορευμάτων με επιτρεπόμενη μεικτή μάζα που δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους μέσω κοινών κανόνων και να επιτευχθεί έτσι σύγκλιση των συνθηκών ανταγωνισμού μεταξύ όλων των μεταφορέων, ο εν λόγω κανονισμός θα πρέπει να τροποποιηθεί. Οι απαιτήσεις για την πρόσβαση στο επάγγελμα θα πρέπει να καταστούν υποχρεωτικές για τους μεταφορείς οι οποίοι χρησιμοποιούν μηχανοκίνητα οχήματα ή συνδυασμούς οχημάτων που προορίζονται αποκλειστικά για τη μεταφορά εμπορευμάτων, με επιτρεπόμενη μεικτή μάζα που υπερβαίνει τους 2,5 τόνους αλλά δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους, και εκτελούν διεθνείς μεταφορές.

(3)

Βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1072/2009, ορισμένες διεθνείς δραστηριότητες εμπορευματικών μεταφορών απαλλάσσονται από την απαίτηση κοινοτικής άδειας για την είσοδο στην ευρωπαϊκή αγορά οδικών εμπορευματικών μεταφορών. Στο πλαίσιο της οργάνωσης της αγοράς αυτής, οι επιχειρήσεις οδικών εμπορευματικών μεταφορών που μεταφέρουν εμπορεύματα με μηχανοκίνητα οχήματα ή συνδυασμούς οχημάτων με επιτρεπόμενη μεικτή μάζα που δεν υπερβαίνει τους 2,5 τόνους θα πρέπει να απαλλάσσονται από την απαίτηση κοινοτικής άδειας ή άλλης άδειας μεταφοράς.

(4)

Μολονότι τα οχήματα με επιτρεπόμενη μεικτή μάζα κάτω από ορισμένο κατώτατο όριο εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, ο εν λόγω κανονισμός δίνει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να εφαρμόζουν μέρος ή το σύνολο των διατάξεών του στα συγκεκριμένα οχήματα.

(5)

Επί του παρόντος, τα κράτη μέλη δικαιούνται να επιβάλουν πρόσθετες απαιτήσεις για την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα, επιπλέον εκείνων που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1071/2009. Η δυνατότητα αυτή δεν έχει αποδειχθεί απαραίτητο για την αντιμετώπιση επιτακτικών αναγκών και έχει οδηγήσει σε αποκλίσεις όσον αφορά την εν λόγω πρόσβαση. Θα πρέπει συνεπώς να καταργηθεί.

(6)

Για να καταπολεμηθεί το φαινόμενο των λεγόμενων «εικονικών εταιρειών» και να κατοχυρωθούν ο θεμιτός ανταγωνισμός και ισότιμοι όροι στην εσωτερική αγορά, πρέπει να διασφαλίζεται ότι οι οδικοί μεταφορείς που είναι εγκατεστημένοι σε ένα κράτος μέλος έχουν πραγματική και συνεχή παρουσία στο εν λόγω κράτος μέλος και ότι ασκούν τη μεταφορική δραστηριότητά τους από αυτό. Κατά συνέπεια, και με βάση την εμπειρία, είναι ανάγκη να αποσαφηνιστούν και να ενισχυθούν οι διατάξεις που αφορούν την ύπαρξη πραγματικού και σταθερού τόπου εγκατάστασης, και παράλληλα να αποφευχθεί η επιβολή δυσανάλογης διοικητικής επιβάρυνσης.

(7)

Για να έχει πραγματική και συνεχή παρουσία στο κράτος μέλος εγκατάστασης η επιχείρηση θα πρέπει ιδίως να εκτελεί μεταφορές με τον κατάλληλο τεχνικό εξοπλισμό που βρίσκεται στο εν λόγω κράτος μέλος.

(8)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 υποχρεώνει τις επιχειρήσεις να εκτελούν πραγματικά και συνεχώς τις δραστηριότητές τους με τον κατάλληλο τεχνικό εξοπλισμό και τις κατάλληλες εγκαταστάσεις σε κέντρο επιχειρήσεων που βρίσκεται στο κράτος μέλος εγκατάστασης και επιτρέπει την πρόβλεψη επιπλέον απαιτήσεων σε εθνικό επίπεδο, με συνηθέστερη αυτών την απαίτηση να διαθέτουν χώρους στάθμευσης στο κράτος μέλος εγκατάστασης. Ωστόσο, οι εν λόγω απαιτήσεις, οι οποίες εφαρμόζονται ανομοιόμορφα, δεν έχουν αποδειχθεί επαρκείς για να εξασφαλίσουν την πραγματική σύνδεση με το εν λόγω κράτος μέλος, ώστε να καταπολεμηθούν αποτελεσματικά οι «εικονικές εταιρείες» και να μειωθεί ο κίνδυνος συστηματικών ενδομεταφορών και οργάνωσης οδηγών «νομάδων» από μια επιχείρηση στην οποία δεν επιστρέφουν τα οχήματα. Δεδομένου ότι, για την εξασφάλιση της ορθής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς στον τομέα των μεταφορών, ενδέχεται να είναι απαραίτητοι συγκεκριμένοι κανόνες σχετικά με το δικαίωμα εγκατάστασης και την παροχή υπηρεσιών, είναι σκόπιμο να εναρμονιστούν περαιτέρω οι απαιτήσεις εγκατάστασης και να ενισχυθούν οι απαιτήσεις που αφορούν την παρουσία των οχημάτων που χρησιμοποιεί ο μεταφορέας στο κράτος μέλος εγκατάστασης. Ο καθορισμός σαφούς ελάχιστου διαστήματος εντός του οποίου πρέπει να επιστρέφει ένα όχημα συμβάλλει επίσης στη διασφάλιση της σωστής συντήρησης των οχημάτων αυτών με τον τεχνικό εξοπλισμό που βρίσκεται στο κράτος μέλος εγκατάστασης, διευκολύνει δε τους ελέγχους.

Ο κύκλος αυτών των επιστροφών θα πρέπει να συγχρονιστεί με την υποχρέωση της επιχείρησης μεταφορών, βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), να οργανώνει τις δραστηριότητές της κατά τρόπο που να παρέχει στον οδηγό τη δυνατότητα να επιστρέφει στον τόπο διαμονής του τουλάχιστον κάθε τέσσερις εβδομάδες, ώστε αμφότερες οι υποχρεώσεις να μπορούν να εκπληρωθούν μέσω της επιστροφής του οδηγού μαζί με το όχημα τουλάχιστον κάθε δεύτερο κύκλο τεσσάρων εβδομάδων. Ο συγχρονισμός αυτός ενισχύει το δικαίωμα επιστροφής του οδηγού και μειώνει τον κίνδυνο να πρέπει να επιστρέψει το όχημα μόνο για να εκπληρωθεί η νέα απαίτηση εγκατάστασης. Ωστόσο, η απαίτηση επιστροφής στο κράτος μέλος εγκατάστασης δεν θα πρέπει να επιβάλλει την πραγματοποίηση συγκεκριμένου αριθμού μεταφορών στο κράτος μέλος εγκατάστασης ή να περιορίζει με άλλο τρόπο τη δυνατότητα των μεταφορέων να παρέχουν υπηρεσίες σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά.

(9)

Στον βαθμό που η πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εξαρτάται από τα εχέγγυα αξιοπιστίας της εκάστοτε επιχείρησης, απαιτούνται διευκρινίσεις όσον αφορά τα πρόσωπα των οποίων η συμπεριφορά πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, τις διοικητικές διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται και τις περιόδους αναμονής για την αποκατάσταση σε περίπτωση που ένας διαχειριστής μεταφορών έχει απολέσει τα εχέγγυα αξιοπιστίας.

(10)

Λόγω του πιθανού σημαντικού αντικτύπου τους στις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού στην αγορά των οδικών μεταφορών, οι σοβαρές παραβάσεις των εθνικών φορολογικών κανόνων θα πρέπει να προστεθούν στα σχετικά με την αξιολόγηση των εχεγγύων αξιοπιστίας κριτήρια.

(11)

Λόγω του πιθανού σημαντικού αντικτύπου τους στην αγορά των οδικών μεταφορών και στην κοινωνική προστασία των εργαζομένων, θα πρέπει να προστεθούν στα σχετικά με την αξιολόγηση των εχεγγύων αξιοπιστίας κριτήρια οι σοβαρές παραβάσεις που αφορούν τους κανόνες της Ένωσης σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στις οδικές μεταφορές, τις ενδομεταφορές καθώς και το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές.

(12)

Με δεδομένη τη σπουδαιότητα του θεμιτού ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, οι παραβάσεις των σχετικών κανόνων της Ένωσης, περιλαμβανομένων των κανόνων για την πρόσβαση στην αγορά, όπως οι κανόνες για τις ενδομεταφορές, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στην αξιολόγηση των εχεγγύων αξιοπιστίας των διαχειριστών μεταφορών και των επιχειρήσεων μεταφορών. Η όροι της ανάθεσης εξουσίας δυνάμει της οποίας η Επιτροπή θα καθορίζει τον βαθμό σοβαρότητας των σχετικών παραβάσεων θα πρέπει να αποσαφηνιστεί αναλόγως.

(13)

Οι εθνικές αρμόδιες αρχές έχουν αντιμετωπίσει δυσκολίες στον καθορισμό των εγγράφων τα οποία οι επιχειρήσεις μπορούν να υποβάλλουν ως απόδειξη της οικονομικής επιφάνειάς τους, ιδίως όταν δεν υπάρχουν επικυρωμένοι ετήσιοι λογαριασμοί. Οι κανόνες σχετικά με τις αποδείξεις που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της οικονομικής επιφάνειας χρήζουν αποσαφήνισης.

(14)

Οι επιχειρήσεις που ασκούν το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων με μηχανοκίνητα οχήματα ή συνδυασμούς οχημάτων που προορίζονται αποκλειστικά για τη μεταφορά εμπορευμάτων, που εκτελούν διεθνείς μεταφορές και τα οποία έχουν επιτρεπόμενη μεικτή μάζα που υπερβαίνει τους 2,5 τόνους αλλά δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους θα πρέπει να διαθέτουν ελάχιστη οικονομική επιφάνεια προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι έχουν τα μέσα για να εκτελούν μεταφορές σε σταθερή και μακροχρόνια βάση. Ωστόσο, επειδή οι μεταφορές που εκτελούνται με τα εν λόγω οχήματα είναι γενικά περιορισμένου μεγέθους, οι αντίστοιχες απαιτήσεις οικονομικής επιφάνειας θα πρέπει να είναι λιγότερο αυστηρές από εκείνες που ισχύουν για τους μεταφορείς οι οποίοι χρησιμοποιούν οχήματα που υπερβαίνουν το συγκεκριμένο όριο. Οι συνδυασμοί οχημάτων θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό της απαιτούμενης οικονομικής επιφάνειας. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να εφαρμόζει το υψηλότερο επίπεδο για την οικονομική απαίτηση εφόσον η επιτρεπόμενη μεικτή μάζα του συνδυασμού οχημάτων υπερβαίνει τους 3,5 τόνους.

(15)

Προκειμένου να διατηρηθούν και να δημιουργηθούν υψηλά πρότυπα για τις επιχειρήσεις χωρίς αρνητικές επιπτώσεις στην εσωτερική αγορά των οδικών μεταφορών, θα πρέπει να επιτραπεί στα κράτη μέλη να εφαρμόζουν τις οικονομικές απαιτήσεις που αφορούν τη χρήση βαρέων οχημάτων και στις επιχειρήσεις οι οποίες είναι εγκατεστημένες στο έδαφός τους όσον αφορά τα οχήματα με επιτρεπόμενη μεικτή μάζα που δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους.

(16)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αξιοπιστία του τομέα των οδικών μεταφορών και να βελτιωθεί η είσπραξη οφειλών προς οργανισμούς δημοσίου δικαίου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις πληρωμής προς δημόσιους φορείς, όπως οι οφειλές φόρου προστιθέμενης αξίας και οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και να απαιτούν να μην έχουν κινηθεί ως προς τις επιχειρήσεις διαδικασίες για την προστασία των στοιχείων του ενεργητικού τους.

(17)

Οι πληροφορίες σχετικά με τους μεταφορείς που περιέχονται στα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο πλήρεις και επικαιροποιημένες ώστε να μπορούν οι εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για την επιβολή των σχετικών κανόνων να έχουν επαρκή εποπτεία των υπό διερεύνηση μεταφορέων. Πιο συγκεκριμένα, οι πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό κυκλοφορίας των οχημάτων που διαθέτουν οι μεταφορείς και την αποτίμηση επικινδυνότητας των μεταφορέων εκτιμάται ότι θα συμβάλουν στην καλύτερη εθνική και διασυνοριακή επιβολή των διατάξεων των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 και (ΕΚ) αριθ. 1072/2009. Οι κανόνες σχετικά με το εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθούν αναλόγως.

(18)

Προκειμένου να εξασφαλισθούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για να εγκρίνει, μεταξύ άλλων, τις τεχνικές διαδικασίες για την ηλεκτρονική διερεύνηση στα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα των άλλων κρατών μελών. Σε αυτές θα μπορούσαν να περιλαμβάνονται οι διαδικασίες που είναι απαραίτητες για να μπορούν οι αρμόδιες αρχές να έχουν πρόσβαση στην εναρμονισμένη αποτίμηση επικινδυνότητας μιας επιχείρησης βάσει του άρθρου 9 της οδηγίας 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) στη διάρκεια καθ’ οδόν ελέγχων. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8).

(19)

Ο ορισμός της πλέον σοβαρής παράβασης όσον αφορά την υπέρβαση του ημερήσιου χρόνου οδήγησης, όπως ορίζεται στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, δεν συνάδει με την υφιστάμενη σχετική διάταξη του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006. Αυτή η ανακολουθία προκαλεί αβεβαιότητα και αποκλίνουσες πρακτικές μεταξύ των εθνικών αρχών που οδηγούν σε δυσχέρειες στην επιβολή των εν λόγω κανόνων. Ο συγκεκριμένος ορισμός θα πρέπει, συνεπώς, να αποσαφηνιστεί προκειμένου να εξασφαλιστεί συνέπεια μεταξύ των δύο κανονισμών.

(20)

Οι κανόνες σχετικά με τις εθνικές μεταφορές που εκτελούνται σε προσωρινή βάση από μη εγκατεστημένο μεταφορέα σε κράτος μέλος υποδοχής («ενδομεταφορές») θα πρέπει να είναι σαφείς, απλοί και εύκολοι στην εφαρμογή τους, διαφυλάσσοντας ταυτόχρονα το επίπεδο ελευθέρωσης που έχει επιτευχθεί έως σήμερα.

(21)

Οι ενδομεταφορές θα πρέπει να βοηθούν στην αύξηση του συντελεστή φορτίου των βαρέων επαγγελματικών οχημάτων και στη μείωση των διαδρομών χωρίς φορτίο, θα πρέπει δε να επιτρέπονται στον βαθμό που δεν πραγματοποιούνται κατά τρόπο που να δημιουργεί σταθερή ή συνεχή δραστηριότητα στο σχετικό κράτος μέλος. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι δεν πραγματοποιούνται ενδομεταφορές κατά τρόπο που να δημιουργεί σταθερή ή συνεχή δραστηριότητα, δεν θα πρέπει να επιτρέπεται στους μεταφορείς να εκτελούν ενδομεταφορές στο ίδιο κράτος μέλος εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος μετά το τέλος μιας περιόδου ενδομεταφορών.

(22)

Παρόλο που η μεγαλύτερη ελευθέρωση που θεσπίστηκε στο άρθρο 4 της οδηγίας 92/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου (9), σε σύγκριση με τις ενδομεταφορές βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1072/2009, έχει αποδειχθεί επωφελής για την προώθηση των συνδυασμένων μεταφορών και θα πρέπει, καταρχήν, να διατηρηθεί, είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί ότι δεν χρησιμοποιείται καταχρηστικά. Η εμπειρία δείχνει ότι, σε ορισμένα μέρη της Ένωσης, η διάταξη αυτή έχει χρησιμοποιηθεί συστηματικά για την παράκαμψη του προσωρινού χαρακτήρα των ενδομεταφορών και ως βάση για τη συνεχή παρουσία οχημάτων σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος εγκατάστασης της επιχείρησης. Οι εν λόγω αθέμιτες πρακτικές ενέχουν τον κίνδυνο να οδηγήσουν σε κοινωνικό ντάμπινγκ και να θέσουν σε κίνδυνο την τήρηση του νομικού πλαισίου σχετικά με τις ενδομεταφορές. Θα πρέπει, επομένως, τα κράτη μέλη να έχουν τη δυνατότητα να παρεκκλίνουν από το άρθρο 4 της οδηγίας 92/106/ΕΟΚ και να εφαρμόζουν τις σχετικές με τις ενδομεταφορές διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 προκειμένου να αντιμετωπίζουν τέτοια προβλήματα, εισάγοντας αναλογικό όριο για τη συνεχή παρουσία οχημάτων στο έδαφός τους.

(23)

Η ουσιαστική και αποτελεσματική επιβολή των κανόνων αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για θεμιτό ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά. Η περαιτέρω ψηφιοποίηση των μέσων επιβολής είναι απαραίτητη προκειμένου να αποδεσμευθεί ικανότητα επιβολής, να μειωθεί ο περιττός διοικητικός φόρτος που βαρύνει τους διεθνείς μεταφορείς και ιδίως τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, να υπάρξει καλύτερη στόχευση των μεταφορέων υψηλής επικινδυνότητας και να εντοπίζονται οι δόλιες πρακτικές. Οι τρόποι με τους οποίους οι οδικοί μεταφορείς μπορούν να αποδεικνύουν τη συμμόρφωση με τους κανόνες για τις ενδομεταφορές χρήζουν αποσαφήνισης. Οι καθ’ οδόν έλεγχοι θα πρέπει να βασίζονται στα έγγραφα μεταφοράς και, εφόσον είναι διαθέσιμες, στις καταγραφές του ταχογράφου. Προκειμένου να απλουστευθεί η υποβολή σχετικών αποδείξεων και η επεξεργασία τους από τις αρμόδιες αρχές, η χρήση και η μετάδοση ηλεκτρονικών πληροφοριών σχετικά με τις μεταφορές θα πρέπει να αναγνωριστούν ως τρόπος απόδειξης της συμμόρφωσης. Ο μορφότυπος που θα χρησιμοποιηθεί για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να εγγυάται την αξιοπιστία και την αυθεντικότητα. Με δεδομένη την αυξανόμενη χρήση της αποτελεσματικής ηλεκτρονικής ανταλλαγής πληροφοριών στους κλάδους των μεταφορών και της εφοδιαστικής, είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί συνοχή στα κανονιστικά πλαίσια και να θεσπιστούν διατάξεις που άπτονται της απλούστευσης των διοικητικών διαδικασιών.

(24)

Οι επιχειρήσεις μεταφορών είναι εκείνες στις οποίες απευθύνονται οι κανόνες για τις διεθνείς μεταφορές και, ως τέτοιες, υπόκεινται στις συνέπειες των τυχόν παραβάσεων που διαπράττουν. Ωστόσο, για να αποφεύγονται οι καταχρήσεις από επιχειρήσεις που αναθέτουν με συμβάσεις την παροχή υπηρεσιών μεταφοράς σε οδικούς μεταφορείς εμπορευμάτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να ορίσουν σαφείς και προβλέψιμους κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις κατά των αποστολέων, των πρακτόρων μεταφορών, των εργολάβων και των υπεργολάβων σε περιπτώσεις όπου γνώριζαν ή, βάσει όλων των σχετικών περιστάσεων, όφειλαν να γνωρίζουν ότι οι υπηρεσίες μεταφοράς που αναθέτουν ενέχουν παραβάσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1072/2009.

(25)

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Εργασίας, της οποίας το πεδίο δραστηριοτήτων, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1149 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10), καλύπτει τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην παροχή συνδρομής προς τα κράτη μέλη για την κατάλληλη επιβολή των κανόνων του παρόντος κανονισμού. Ο ρόλος αυτός θα αφορά ειδικότερα τους συντονισμένους ελέγχους, τη διευκόλυνση της συνεργασίας και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών, την προώθηση και την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών, την υποστήριξη της ανάπτυξης ικανοτήτων, την κατάρτιση και τις ενημερωτικές εκστρατείες.

(26)

Προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις της αγοράς και η τεχνολογική πρόοδος, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με αντικείμενο την τροποποίηση των παραρτημάτων I, II και III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 και την τροποποίηση των παραρτημάτων I, II και III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1072/2009. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι οποίες να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (11). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ισότιμη συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

(27)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, ήτοι η καθιέρωση ενός βαθμού εναρμόνισης σε ορισμένους τομείς οι οποίοι δεν είχαν έως σήμερα εναρμονιστεί μέσω του ενωσιακού δικαίου, ειδικά όσον αφορά τις μεταφορές με ελαφρά επαγγελματικά οχήματα και τις πρακτικές επιβολής, και η σύγκλιση των όρων ανταγωνισμού και η βελτίωση της επιβολής, δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της φύσης των επιδιωκόμενων στόχων σε συνδυασμό με τη διασυνοριακή φύση των οδικών μεταφορών, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων.

(28)

Ως εκ τούτου, οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 και ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12) θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 1, η παράγραφος 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

στις επιχειρήσεις που ασκούν το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων αποκλειστικά και μόνο με μηχανοκίνητα οχήματα ή συνδυασμούς οχημάτων των οποίων η επιτρεπόμενη μεικτή μάζα δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους, και που εκτελούν αποκλειστικά εθνικές μεταφορές στο κράτος μέλος εγκατάστασής τους·»·

β)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«αα)

στις επιχειρήσεις που ασκούν το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων αποκλειστικά και μόνο με μηχανοκίνητα οχήματα ή συνδυασμούς οχημάτων των οποίων η επιτρεπόμενη μεικτή μάζα δεν υπερβαίνει τους 2,5 τόνους·»·

γ)

το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

στις επιχειρήσεις που εκτελούν οδικές μεταφορές επιβατών αποκλειστικά για μη εμπορικούς σκοπούς ή των οποίων η κύρια δραστηριότητα δεν είναι οι οδικές μεταφορές επιβατών.»·

δ)

προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Για τους σκοπούς του στοιχείου β) του πρώτου εδαφίου, κάθε οδική μεταφορά, εκτός των μεταφορών για λογαριασμό τρίτου ή για ίδιο λογαριασμό, για την οποία δεν εισπράττεται άμεση ή έμμεση αμοιβή και η οποία δεν παράγει άμεσα ή έμμεσα εισόδημα για τον οδηγό του οχήματος ή άλλους και δεν συνδέεται με επαγγελματική δραστηριότητα θεωρείται μεταφορά αποκλειστικά για μη εμπορικούς σκοπούς.».

2)

Στο άρθρο 3, η παράγραφος 2 απαλείφεται.

3)

Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 5

Όροι σχετικοί με την απαίτηση εγκατάστασης

1.   Για να πληροί την απαίτηση του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α), στο κράτος μέλος εγκατάστασης μια επιχείρηση πρέπει:

α)

να διαθέτει χώρο στον οποίο μπορεί να έχει πρόσβαση στα πρωτότυπα των βασικών εμπορικών εγγράφων της, είτε σε ηλεκτρονική είτε σε άλλη μορφή, ιδίως στις συμβάσεις μεταφορών, τα έγγραφα σχετικά με τα οχήματα που διαθέτει η επιχείρηση, τα λογιστικά έγγραφα, τα έγγραφα διαχείρισης του προσωπικού, τις συμβάσεις εργασίας, τα έγγραφα κοινωνικής ασφάλισης, τα έγγραφα που περιέχουν στοιχεία σχετικά με την αποστολή και την απόσπαση οδηγών, τα έγγραφα που περιέχουν στοιχεία σχετικά με τις ενδομεταφορές και τις περιόδους οδήγησης και ανάπαυσης, καθώς και κάθε άλλο έγγραφο στο οποίο πρέπει να έχει πρόσβαση η αρμόδια αρχή για να ελέγξει τη συμμόρφωση της επιχείρησης με τους όρους που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό·

β)

να οργανώνει τη δραστηριότητα του στόλου οχημάτων της κατά τρόπο ώστε τα οχήματα που είναι στη διάθεση της επιχείρησης και χρησιμοποιούνται για διεθνείς μεταφορές να επιστρέφουν σε ένα από τα επιχειρησιακά κέντρα στο εν λόγω κράτος μέλος τουλάχιστον εντός οκτώ εβδομάδων αφότου έφυγαν από αυτό·

γ)

να είναι εγγεγραμμένη στο μητρώο εμπορικών εταιρειών του συγκεκριμένου κράτους μέλους ή σε ανάλογο μητρώο εφόσον αυτό απαιτείται από την εθνική νομοθεσία·

δ)

να υπόκειται σε φόρο εισοδήματος και, εφόσον αυτό απαιτείται από την εθνική νομοθεσία, να διαθέτει έγκυρο αριθμό φορολογικού μητρώου φόρου προστιθέμενης αξίας·

ε)

μόλις χορηγηθεί άδεια, να διαθέτει ένα ή περισσότερα οχήματα, τα οποία έχουν ταξινομηθεί ή έχουν τεθεί σε κυκλοφορία και έχουν λάβει άδεια χρήσης σύμφωνα με τη νομοθεσία του εν λόγω κράτους μέλους, ανεξάρτητα από το κατά πόσον της ανήκουν κατά πλήρη κυριότητα ή, για παράδειγμα, τα κατέχει βάσει σύμβασης αγοράς με δόσεις, βάσει σύμβασης μίσθωσης ή βάσει χρηματοδοτικής μίσθωσης (leasing)·

στ)

να εκτελεί πραγματικά και συνεχώς τις διοικητικές και εμπορικές δραστηριότητές της με τον κατάλληλο εξοπλισμό και τις κατάλληλες εγκαταστάσεις σε χώρο, όπως αναφέρεται στο στοιχείο α), που βρίσκεται στο εν λόγω κράτος μέλος και να διαχειρίζεται τις μεταφορές της πραγματικά και συνεχώς χρησιμοποιώντας τα οχήματα που αναφέρονται στο στοιχείο ζ) με τον κατάλληλο τεχνικό εξοπλισμό που βρίσκεται στο εν λόγω κράτος μέλος·

ζ)

να έχει διαρκώς στην τακτική της διάθεση έναν αριθμό οχημάτων συμβατών προς τους όρους του στοιχείο ε) και οδηγών που έχουν κανονικά τη βάση τους σε επιχειρησιακό κέντρο στο εν λόγω κράτος μέλος, ο οποίος και στις δύο περιπτώσεις να είναι ανάλογος προς τον όγκο των μεταφορών που εκτελεί.

2.   Πέραν των απαιτήσεων που καθορίζονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από μια επιχείρηση να έχει στο κράτος μέλος εγκατάστασης:

α)

αναλογικά προς το μέγεθος της δραστηριότητας της επιχείρησης, κατάλληλα ειδικευμένο διοικητικό προσωπικό στους χώρους ή διαχειριστή μεταφορών διαθέσιμο κατά τις συνήθεις ώρες εργασίας·

β)

αναλογικά προς το μέγεθος της δραστηριότητας της επιχείρησης, επιχειρησιακή υποδομή πέραν του τεχνικού εξοπλισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο στ) στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένου γραφείου που να είναι ανοικτό κατά τις συνήθεις ώρες εργασίας.».

4)

Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Προκειμένου να καθοριστεί κατά πόσον μια επιχείρηση πληροί την απαίτηση αυτή, τα κράτη μέλη εξετάζουν τη συμπεριφορά της εν λόγω επιχείρησης, των διαχειριστών μεταφοράς της επιχείρησης, των εκτελεστικών διευθυντών και οιουδήποτε άλλου σχετικού προσώπου καθορίσει το κάθε κράτος μέλος. Τυχόν αναφορά στο παρόν άρθρο σε καταδίκες, κυρώσεις ή παραβάσεις περιλαμβάνει καταδίκες, κυρώσεις ή παραβάσεις της ίδιας της επιχείρησης, των διαχειριστών μεταφοράς της επιχείρησης, των εκτελεστικών διευθυντών ή οιουδήποτε άλλου σχετικού προσώπου καθορίσει το κάθε κράτος μέλος.»·

ii)

στο σημείο vi) του στοιχείου α) του τρίτου εδαφίου, η λέξη «και» απαλείφεται

iii)

στο στοιχείο α) του τρίτου εδαφίου προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«vii)

του φορολογικού δικαίου· και»·

iv)

στο στοιχείο β) του τρίτου εδαφίου προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«xi)

την απόσπαση εργαζομένων στις οδικές μεταφορές·

xii)

το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές·

xiii)

τις ενδομεταφορές.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 τρίτο εδάφιο στοιχείο β), σε περίπτωση που ο διαχειριστής μεταφορών ή η επιχείρηση μεταφορών έχει, σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, καταδικαστεί για σοβαρό ποινικό αδίκημα ή υποστεί κύρωση για μια από τις πλέον σοβαρές παραβάσεις των κανόνων της Ένωσης που παρατίθενται στο παράρτημα IV, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης κινεί και ολοκληρώνει με τον κατάλληλο τρόπο και σε εύθετο χρόνο διοικητική διαδικασία, η οποία περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, επιτόπια επιθεώρηση των χώρων της εν λόγω επιχείρησης.

Στη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας, ο διαχειριστής μεταφορών ή οι άλλοι νόμιμοι αντιπρόσωποι της επιχείρησης μεταφορών, κατά περίπτωση, έχουν το δικαίωμα να εκθέσουν τα επιχειρήματά τους και να δώσουν εξηγήσεις.

Στη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας, η αρμόδια αρχή εκτιμά κατά πόσον, λόγω ειδικών συνθηκών, η απώλεια των εχεγγύων αξιοπιστίας θα συνιστούσε στη συγκεκριμένη περίπτωση δυσανάλογη αντίδραση. Στο πλαίσιο αυτής της εκτίμησης, η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη τον αριθμό σοβαρών παραβάσεων των εθνικών και ενωσιακών κανόνων όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 τρίτο εδάφιο, καθώς και τον αριθμό των πλέον σοβαρών παραβάσεων των κανόνων της Ένωσης που παρατίθενται στο παράρτημα IV, για τις οποίες ο διαχειριστής μεταφορών ή η επιχείρηση μεταφορών έχει καταδικαστεί ή υποστεί κυρώσεις. Κάθε τέτοια απόφαση αιτιολογείται δεόντως.

Όταν η αρμόδια αρχή κρίνει ότι η απώλεια των εχεγγύων αξιοπιστίας θα ήταν δυσανάλογη αντίδραση, αποφασίζει ότι η εν λόγω επιχείρηση συνεχίζει να πληροί τα εχέγγυα αξιοπιστίας. Η αιτιολογία της απόφασης καταχωρίζεται στο εθνικό μητρώο. Ο αριθμός των αποφάσεων αυτών επισημαίνεται στην έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 26 παράγραφος 1.

Όταν η αρμόδια αρχή κρίνει ότι η απώλεια των εχεγγύων αξιοπιστίας δεν θα ήταν δυσανάλογη αντίδραση, η καταδίκη ή η κύρωση οδηγεί στην απώλεια των εχεγγύων αξιοπιστίας.»·

γ)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για την κατάρτιση καταλόγου κατηγοριών, τύπων και βαθμών σοβαρότητας των σοβαρών παραβάσεων των κανόνων της Ένωσης όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 τρίτο εδάφιο στοιχείο β), οι οποίες, επιπλέον των παραβάσεων που ορίζονται στο παράρτημα IV, μπορούν να οδηγήσουν σε απώλεια των εχεγγύων αξιοπιστίας. Κατά τον καθορισμό των προτεραιοτήτων για τους ελέγχους δυνάμει του άρθρου 12 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τις πληροφορίες σχετικά με αυτές τις παραβάσεις, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που δέχονται από άλλα κράτη μέλη.

Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή:

α)

καθορίζει τις κατηγορίες και τους τύπους παραβάσεων που απαντώνται συχνότερα·

β)

καθορίζει τον βαθμό σοβαρότητας των παραβάσεων ανάλογα με τις πιθανότητές τους να δημιουργήσουν κινδύνους θανάτου ή σοβαρού τραυματισμού και να προκαλέσουν στρέβλωση του ανταγωνισμού στην αγορά των οδικών μεταφορών, μεταξύ άλλων μέσω της υπονόμευσης των εργασιακών συνθηκών των εργαζομένων στον κλάδο των μεταφορών·

γ)

προβλέπει τη συχνότητα των παραβάσεων, πέραν της οποίας οι επανειλημμένες παραβάσεις θεωρούνται πλέον σοβαρές, λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των οχημάτων που χρησιμοποιούνται για τις δραστηριότητες μεταφορών που διευθύνει ο διαχειριστής μεταφορών.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 25 παράγραφος 3.».

5)

Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Για να πληροί την απαίτηση του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ), μια επιχείρηση οφείλει να είναι ανά πάσα στιγμή σε θέση να αντιμετωπίζει τις οικονομικές υποχρεώσεις της κατά τη διάρκεια της ετήσιας λογιστικής χρήσης. Η επιχείρηση αποδεικνύει με βάση τους ετήσιους λογαριασμούς της, κατόπιν επικύρωσής τους από ελεγκτή ή δεόντως διαπιστευμένο πρόσωπο, ότι, κάθε χρόνο, διαθέτει κεφάλαια και αποθεματικά τα οποία ανέρχονται συνολικά σε τουλάχιστον:

α)

9 000 EUR για το πρώτο χρησιμοποιούμενο μηχανοκίνητο όχημα·

β)

5 000 EUR για κάθε επιπλέον μηχανοκίνητο όχημα ή συνδυασμό χρησιμοποιουμένων οχημάτων που έχει επιτρεπόμενη μεικτή μάζα η οποία υπερβαίνει τους 3,5 τόνους και

γ)

900 EUR για κάθε επιπλέον μηχανοκίνητο όχημα ή συνδυασμό χρησιμοποιουμένων οχημάτων που έχει επιτρεπόμενη μεικτή μάζα η οποία υπερβαίνει τους 2,5 τόνους αλλά δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους.

Οι επιχειρήσεις που ασκούν το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων αποκλειστικά και μόνο με μηχανοκίνητα οχήματα ή συνδυασμούς οχημάτων των οποίων η επιτρεπόμενη μεικτή μάζα υπερβαίνει τους 2,5 τόνους αλλά δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους αποδεικνύουν, με βάση τους ετήσιους λογαριασμούς τους, κατόπιν επικύρωσής τους από ελεγκτή ή δεόντως διαπιστευμένο πρόσωπο, ότι, κάθε χρόνο, διαθέτουν κεφάλαια και αποθεματικά τα οποία ανέρχονται συνολικά σε τουλάχιστον:

α)

1 800 EUR για το πρώτο χρησιμοποιούμενο όχημα και

β)

900 EUR για κάθε επιπλέον χρησιμοποιούμενο όχημα.

Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν να αποδεικνύουν οι επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες στο έδαφός τους ότι έχουν στη διάθεσή τους για τα οχήματα αυτά τα ίδια ποσά κεφαλαίου και αποθεματικών όπως για τα οχήματα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο. Σε τέτοιες περιπτώσεις αυτή η αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή, και η Επιτροπή δημοσιοποιεί τις εν λόγω πληροφορίες.»·

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Πέραν των απαιτήσεων που ορίζονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από την επιχείρηση, τον διαχειριστή μεταφορών ή οιοδήποτε άλλο σχετικό πρόσωπο καθορίσουν τα κράτη μέλη να μην έχει εκκρεμείς μη προσωπικές οφειλές προς οργανισμούς που διέπονται από το δημόσιο δίκαιο και να μην έχει κηρυχθεί σε πτώχευση ούτε να υπόκειται σε διαδικασία αφερεγγυότητας ή εκκαθάρισης.»·

γ)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή μπορεί να συμφωνεί ή να απαιτεί να αποδεικνύει μια επιχείρηση την οικονομική της επιφάνεια με βεβαίωση που καθορίζεται από την αρμόδια αρχή, όπως τραπεζική εγγύηση ή ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένης ασφάλισης επαγγελματικής ευθύνης από μία ή περισσότερες τράπεζες ή άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστικών εταιρειών, ή με άλλο δεσμευτικό έγγραφο, το οποίο εγγυάται εις ολόκληρον για την επιχείρηση τα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο 1.»·

δ)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, όταν δεν υπάρχουν επικυρωμένοι ετήσιοι λογαριασμοί για το έτος καταχώρισης της επιχείρησης, η αρμόδια αρχή δέχεται μια επιχείρηση να αποδείξει την οικονομική της επιφάνεια με βεβαίωση, όπως τραπεζική εγγύηση, έγγραφο που έχει εκδοθεί από χρηματοπιστωτικό ίδρυμα διά του οποίου πιστοποιείται η πρόσβαση της επιχείρησης σε χρηματοδότηση ή με άλλο δεσμευτικό έγγραφο, όπως καθορίζεται από την αρμόδια αρχή, το οποίο αποδεικνύει ότι η επιχείρηση έχει στη διάθεσή της τα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο 1.».

6)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προωθούν την περιοδική εκπαίδευση για τα θέματα που αναφέρονται στο παράρτημα I ανά τριετία, ώστε να εξασφαλίζουν ότι το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διαθέτουν επαρκείς γνώσεις για τις εξελίξεις στον τομέα.»·

β)

η παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 24α, για την τροποποίηση των παραρτημάτων I, II και ΙΙΙ ώστε να τα προσαρμόζει στις εξελίξεις της αγοράς και στην τεχνολογική πρόοδο.».

7)

Στο άρθρο 9, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Για τους σκοπούς της χορήγησης άδειας σε επιχείρηση οδικών εμπορευματικών μεταφορών που χρησιμοποιεί μόνο μηχανοκίνητα οχήματα ή συνδυασμούς οχημάτων των οποίων η επιτρεπόμενη μεικτή μάζα δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν να απαλλάσσουν από την εξέταση που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 τα πρόσωπα τα οποία αποδεικνύουν ότι εργάζονταν συνεχώς ως διαχειριστές επιχειρήσεων του ιδίου τύπου κατά τα τελευταία δέκα έτη πριν από τις 20 Αυγούστου 2020.».

8)

Στο άρθρο 11 παράγραφος 4, το τρίτο εδάφιο απαλείφεται.

9)

Το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι αρμόδιες αρχές ελέγχουν τακτικά αν οι επιχειρήσεις στις οποίες έχουν χορηγήσει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος οδικού μεταφορέα συνεχίζουν να πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 3 του παρόντος κανονισμού. Προς τούτο, τα κράτη μέλη διενεργούν ελέγχους, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, επιτόπιων επιθεωρήσεων στους χώρους των εν λόγω επιχειρήσεων, εστιάζοντας σε εκείνες που έχουν χαρακτηρισθεί αυξημένης επικινδυνότητας. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη επεκτείνουν το σύστημα αποτίμησης επικινδυνότητας που έχουν θεσπίσει βάσει του άρθρου 9 της οδηγίας 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1), κατά τρόπο ώστε να καλύπτει όλες τις παραβάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 του παρόντος κανονισμού.

(*1)  Οδηγία 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για καθορισμό ελάχιστων προϋποθέσεων για την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 561/2006 και (ΕΕ) αριθ. 165/2014 και της οδηγίας 2002/15/ΕΚ σχετικά με την κοινωνική νομοθεσία όσον αφορά δραστηριότητες οδικών μεταφορών και για την κατάργηση της οδηγίας 88/599/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 102 της 11.4.2006, σ. 35).»·"

β)

στην παράγραφο 2, το δεύτερο εδάφιο απαλείφεται.

10)

Στο άρθρο 13 παράγραφος 1, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

εντός προθεσμίας έξι το πολύ μηνών, σε περίπτωση που δεν είχε πληρωθεί η απαίτηση οικονομικής επιφάνειας, για να αποδείξει ότι η απαίτηση αυτή πληρούται και πάλι σε μόνιμη βάση.».

11)

Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Η αρμόδια αρχή δεν αποκαθιστά τον διαχειριστή μεταφορών εάν δεν παρέλθει ένα έτος από την ημερομηνία απώλειας των εχεγγύων αξιοπιστίας και, σε κάθε περίπτωση, όχι πριν ο διαχειριστής μεταφορών αποδείξει ότι έχει παρακολουθήσει κατάλληλη κατάρτιση για περίοδο τουλάχιστον τριών μηνών ή έχει εξεταστεί επιτυχώς στα θέματα που παρατίθενται στο μέρος I του παραρτήματος I του παρόντος κανονισμού.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Εκτός εάν και έως ότου ληφθεί μέτρο αποκατάστασης σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του εθνικού δικαίου και την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, το πιστοποιητικό επαγγελματικής επάρκειας του διαχειριστή μεταφορών ο οποίος έχει κηρυχθεί ακατάλληλος, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 8, δεν ισχύει πλέον σε κανένα κράτος μέλος.».

12)

Το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

το ονοματεπώνυμο των διαχειριστών μεταφορών που έχουν καθοριστεί ότι πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 3 σχετικά με τα εχέγγυα αξιοπιστίας και την επαγγελματική επάρκεια ή, κατά περίπτωση, το ονοματεπώνυμο του νόμιμου αντιπροσώπου·»·

ii)

προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ζ)

τους αριθμούς κυκλοφορίας των οχημάτων που διαθέτει η επιχείρηση δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 1 στοιχείο ζ)·

η)

τον αριθμό των ατόμων που απασχολούσε η επιχείρηση στις 31 Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους, ο οποίος καταχωρείται στο εθνικό μητρώο έως την 31η Μαρτίου κάθε έτους·

θ)

την αποτίμηση επικινδυνότητας της επιχείρησης σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/22/ΕΚ.»·

iii)

το δεύτερο, τρίτο και τέταρτο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το κοινό έχει πρόσβαση στα δεδομένα που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ) του πρώτου εδαφίου, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Τα κράτη μέλη δύνανται να διατηρούν τα δεδομένα που αναφέρονται στα στοιχεία ε) έως θ) του πρώτου εδαφίου σε ξεχωριστά μητρώα. Στις περιπτώσεις αυτές, τα δεδομένα που αναφέρονται στα στοιχεία ε) και στ) διατίθενται κατόπιν αιτήσεως ή είναι απευθείας προσβάσιμα από όλες τις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους. Τα δεδομένα που ζητούνται παρέχονται εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης.

Τα δεδομένα που αναφέρονται στα στοιχεία ζ), η) και θ) του πρώτου εδαφίου βρίσκονται στη διάθεση των αρμόδιων αρχών κατά τη διάρκεια των καθ’ οδόν ελέγχων το αργότερο 12 μήνες από την έναρξη ισχύος της εκτελεστικής πράξης που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 6 και καθορίζει τις λειτουργικές δυνατότητες που επιτρέπουν τη διάθεση των δεδομένων στις αρμόδιες αρχές κατά τη διάρκεια των καθ’ οδόν ελέγχων.

Στα δεδομένα που αναφέρονται στα στοιχεία ε) έως θ) του πρώτου εδαφίου έχουν πρόσβαση μόνον όσες αρχές, πέραν των αρμοδίων, έχουν τις δέουσες εξουσίες εποπτείας και επιβολής κυρώσεων στις οδικές μεταφορές και οι υπάλληλοί τους είναι ορκωτοί ή άλλως δεσμεύονται από υποχρέωση εχεμύθειας.»·

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι όλα τα δεδομένα που περιλαμβάνονται στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο είναι επικαιροποιημένα και ακριβή.»·

γ)

στην παράγραφο 6, προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Το αργότερο 14 μήνες μετά την έγκριση εκτελεστικής πράξης σχετικά με κοινό τύπο υπολογισμού για την αποτίμηση επικινδυνότητας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/22/ΕΚ, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις, που διευκρινίζουν τις λειτουργικές δυνατότητες που επιτρέπουν τη διάθεση των δεδομένων των στοιχείων ζ), η) και θ) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 στις αρμόδιες αρχές κατά τη διάρκεια των καθ’ οδόν ελέγχων.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2.»·

δ)

η παράγραφος 7 απαλείφεται.

13)

Το άρθρο 18 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 18

Διοικητική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει εθνικό σημείο επαφής, αρμόδιο για την ανταλλαγή πληροφοριών με τα λοιπά κράτη μέλη όσον αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή την ονομασία και τη διεύθυνση του εθνικού σημείου επαφής το αργότερο στις 4 Δεκεμβρίου 2011. Η Επιτροπή καταρτίζει κατάλογο με όλα τα σημεία επαφής και τον διαβιβάζει στα κράτη μέλη.

2.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται στενά και παρέχουν αμελλητί και σε αμοιβαία βάση συνδρομή και κάθε άλλη σχετική πληροφορία προκειμένου να διευκολύνουν την εφαρμογή και την επιβολή του παρόντος κανονισμού.

3.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τις καταδίκες και κυρώσεις για τυχόν σοβαρές παραβάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2. Το κράτος μέλος το οποίο παραλαμβάνει κοινοποίηση σοβαρής παράβασης αναφερόμενης στο άρθρο 6 παράγραφος 2 η οποία έχει οδηγήσει σε καταδίκη ή κύρωση από άλλο κράτος μέλος κατά την προηγούμενη διετία καταχωρίζει την παράβαση στο εθνικό ηλεκτρονικό μητρώο του.

4.   Τα κράτη μέλη απαντούν στα αιτήματα παροχής πληροφοριών που υποβάλλονται από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή άλλων κρατών μελών και διενεργούν ελέγχους, επιθεωρήσεις και έρευνες με αντικείμενο τη συμμόρφωση των οδικών μεταφορέων που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους με την απαίτηση που ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α). Στα εν λόγω αιτήματα παροχής πληροφοριών μπορεί να περιλαμβάνεται η πρόσβαση σε έγγραφα που απαιτείται για να αποδειχθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 5. Τα αιτήματα παροχής πληροφοριών που υποβάλλονται από αρμόδιες αρχές κρατών μελών πρέπει να είναι δεόντως τεκμηριωμένα και αιτιολογημένα. Για τον σκοπό αυτό, τα αιτήματα περιλαμβάνουν βάσιμες ενδείξεις για πιθανές παραβάσεις του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α), αναφέρουν τον σκοπό του αιτήματος και προσδιορίζουν με επαρκή λεπτομέρεια τις πληροφορίες και τα έγγραφα που ζητούνται.

5.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν τις πληροφορίες που ζητούν τα άλλα κράτη μέλη δυνάμει της παραγράφου 4 εντός 30 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του αιτήματος. Τα κράτη μέλη μπορούν να συμφωνήσουν αμοιβαίως συντομότερη προθεσμία.

6.   Εάν το κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται το αίτημα κρίνει ότι το αίτημα δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένο, ενημερώνει σχετικά το αιτούν κράτος μέλος εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του αιτήματος. Το αιτούν κράτος μέλος τεκμηριώνει περαιτέρω το αίτημα. Όταν το αιτούν κράτος μέλος δεν είναι σε θέση να τεκμηριώσει περαιτέρω το αίτημα, το κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται το αίτημα μπορεί να απορρίψει το αίτημα.

7.   Εάν είναι δύσκολο να ικανοποιήσει ένα αίτημα παροχής πληροφοριών ή να διενεργήσει ελέγχους, επιθεωρήσεις ή έρευνες, το κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται το αίτημα ενημερώνει σχετικά το αιτούν κράτος μέλος, εντός 10 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του αιτήματος, αναφέροντας τους λόγους της δυσκολίας. Τα εμπλεκόμενα κράτη μέλη συζητούν μεταξύ τους με στόχο την εξεύρεση λύσης σε όποια δυσκολία προκύψει. Σε περίπτωση επίμονης καθυστέρησης στην παροχή των πληροφοριών στο αιτούν κράτος μέλος, η Επιτροπή ενημερώνεται και λαμβάνει κατάλληλα μέτρα.

8.   Η ανταλλαγή πληροφοριών που αναφέρεται στην παράγραφο 3 διενεργείται μέσω του συστήματος ανταλλαγής μηνυμάτων, ήτοι το Ευρωπαϊκό Μητρώο Επιχειρήσεων Οδικών Μεταφορών (ERRU), που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1213/2010 της Επιτροπής (*2). Η διοικητική συνεργασία και η αμοιβαία συνδρομή μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών που αναφέρονται στις παραγράφους 4 έως 7 υλοποιούνται μέσω του συστήματος πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά (IMI), που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3). Για τον σκοπό αυτό, κάθε κράτος μέλος μπορεί να ορίσει το σημείο επαφής κατά την παράγραφο 1 ως την αρμόδια αρχή και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή μέσω του ΙΜΙ.

9.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που διαβιβάζονται σε αυτά δυνάμει του παρόντος άρθρου χρησιμοποιούνται μόνο σε σχέση με το θέμα ή τα θέματα για τα οποία ζητήθηκαν. Οποιαδήποτε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα διενεργείται αποκλειστικά για τους σκοπούς της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό και είναι σύμφωνη με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4).

10.   Η αμοιβαία διοικητική συνεργασία και συνδρομή παρέχονται δωρεάν.

11.   Τα αιτήματα παροχής πληροφοριών δεν εμποδίζουν τις αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν μέτρα σύμφωνα με τη σχετική εθνική και ενωσιακή νομοθεσία για τη διερεύνηση και αποτροπή πιθανών παραβάσεων του παρόντος κανονισμού.

(*2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1213/2010 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2010, για τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τη διασύνδεση των εθνικών ηλεκτρονικών μητρώων των επιχειρήσεων οδικών μεταφορών (ΕΕ L 335 της 18.12.2010, σ. 21)."

(*3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του Συστήματος Πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά και την κατάργηση της απόφασης 2008/49/ΕΚ (“κανονισμός ΙΜΙ”) (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 1)."

(*4)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).»."

14)

Στο άρθρο 23, προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 1 παράγραφος 2, έως τις 21 Μαΐου 2022 οι επιχειρήσεις οδικών εμπορευματικών μεταφορών που εκτελούν διεθνείς μεταφορές αποκλειστικά μέσω μηχανοκίνητων οχημάτων ή συνδυασμών οχημάτων των οποίων η επιτρεπόμενη μεικτή μάζα δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους εξαιρούνται από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν προβλέπει άλλως η νομοθεσία του κράτους μέλους εγκατάστασης.

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 16 παράγραφος 2, η απαίτηση καταχώρισης της αποτίμησης επικινδυνότητας της επιχείρησης στα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα εφαρμόζεται 14 μήνες μετά την έναρξη ισχύος της εκτελεστικής πράξης σχετικά με κοινό τύπο υπολογισμού της αποτίμησης της επικινδυνότητας, που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/22/ΕΚ.».

15)

Το άρθρο 24 απαλείφεται.

16)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 24α

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 8 παράγραφος 9 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από τις 20 Αυγούστου 2020.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 9 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (*5).

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 9 τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

(*5)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.»."

17)

Το άρθρο 25 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οσάκις γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*6).

(*6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»·"

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οσάκις γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.».

18)

Το άρθρο 26 τροποποιείται ως εξής:

α)

ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Υποβολή εκθέσεων και επανεξέταση»·

β)

στην παράγραφο 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

τον αριθμό των αδειών που χορηγήθηκαν δυνάμει του παρόντος κανονισμού ανά τύπο και ανά έτος, τον αριθμό των αδειών που ανεστάλησαν, τον αριθμό των αδειών που ανακλήθηκαν, τον αριθμό των πράξεων κήρυξης ακαταλληλότητας και τους λόγους στους οποίους στηρίζονται οι αποφάσεις αυτές. Οι εκθέσεις σχετικά με την περίοδο μετά τις 21 Μαΐου 2022 περιλαμβάνουν επίσης ανάλυση των στοιχείων αυτών ανά:

i)

οδικούς μεταφορείς επιβατών·

ii)

οδικούς μεταφορείς εμπορευμάτων αποκλειστικά με μηχανοκίνητα οχήματα ή συνδυασμούς οχημάτων· των οποίων η επιτρεπόμενη μεικτή μάζα δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους· και

iii)

όλους τους άλλους οδικούς μεταφορείς εμπορευμάτων·»·

γ)

προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«3.   Κάθε δύο χρόνια, τα κράτη μέλη υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα αιτήματα που έχουν υποβάλει βάσει του άρθρου 18 παράγραφοι 4 ως 9, τις απαντήσεις που έχουν λάβει από άλλα κράτη μέλη και τα μέτρα που έχουν λάβει βάσει των πληροφοριών που τους παρασχέθηκαν.

4.   Έως τις 21 Αυγούστου 2023, με βάση τις πληροφορίες που συλλέγονται από την Επιτροπή δυνάμει της παραγράφου 3 και με βάση επιπλέον στοιχεία, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο λεπτομερή έκθεση σχετικά με την έκταση της διοικητικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, τις ενδεχόμενες ανεπάρκειες στο επίπεδο αυτό και τους πιθανούς τρόπους βελτίωσης της συνεργασίας. Με βάση την έκθεση, η Επιτροπή αξιολογεί αν χρειάζεται να εισηγηθεί πρόσθετα μέτρα.

5.   Η Επιτροπή αξιολογεί την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού έως τις 21 Αυγούστου 2023 και υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του.

6.   Μετά την έκθεση της παραγράφου 5, η Επιτροπή αξιολογεί τακτικά τον παρόντα κανονισμό και υποβάλλει τα αποτελέσματα της αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

7.   Ανάλογα με την περίπτωση, οι εκθέσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 5 και 6 συνοδεύονται από σχετικές νομοθετικές προτάσεις.».

19)

Το παράρτημα IV τροποποιείται ως εξής:

α)

ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Πλέον σοβαρές παραβάσεις κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 2»·

β)

στο σημείο 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

υπέρβαση κατά 50 % ή περισσότερο, κατά τη διάρκεια ημερήσιας περιόδου εργασίας, του μέγιστου χρονικού ορίου ημερήσιου χρόνου εργασίας.»·

γ)

το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.

Απουσία ταχογράφου και/ή μηχανισμού για τον περιορισμό της ταχύτητας ή ύπαρξη στο όχημα και/ή δόλια χρήση συσκευής ικανής να τροποποιεί την καταγραφή στοιχείων στη συσκευή ελέγχου και/ή τον μηχανισμό για τον περιορισμό της ταχύτητας ή παραποίηση των φύλλων καταγραφής ή των δεδομένων που τηλεφορτώνονται από τον ταχογράφο και/ή την κάρτα οδηγού.».

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1072/2009

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 1, η παράγραφος 5 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

έως τις 20 Μαΐου 2022: οι εμπορευματικές μεταφορές με οχήματα των οποίων η επιτρεπόμενη μεικτή μάζα δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους·»·

β)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«γα)

από τις 21 Μαΐου 2022: οι εμπορευματικές μεταφορές με οχήματα των οποίων η επιτρεπόμενη μεικτή μάζα δεν υπερβαίνει τους 2,5 τόνους·».

2)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 2, το τρίτο εδάφιο απαλείφεται·

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η κοινοτική άδεια και τα επικυρωμένα γνήσια αντίγραφα είναι σύμφωνα με το υπόδειγμα που παρατίθεται στο παράρτημα II, το οποίο καθορίζει επίσης τους σχετικούς όρους χρήσης. Περιέχουν τουλάχιστον δύο από τα χαρακτηριστικά ασφαλείας που απαριθμούνται στο παράρτημα I.

Στην περίπτωση οχημάτων χρησιμοποιούμενων για τη μεταφορά εμπορευμάτων, των οποίων η επιτρεπόμενη μεικτή μάζα δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους και για τα οποία εφαρμόζονται οι χαμηλότερες οικονομικές απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, η αρχή έκδοσης αναγράφει στο τμήμα “ειδικές παρατηρήσεις” της κοινοτικής άδειας ή του επικυρωμένου γνήσιου αντιγράφου το ακόλουθο κείμενο: “≤ 3,5 t”.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 14β, για την τροποποίηση των παραρτημάτων I και II προκειμένου να τα προσαρμόζει στην τεχνολογική πρόοδο.».

3)

Στο άρθρο 5, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 14β, για την τροποποίηση του παραρτήματος III προκειμένου να το προσαρμόζει στην τεχνολογική πρόοδο.».

4)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.   Οι μεταφορείς δεν επιτρέπεται να εκτελούν ενδομεταφορές με το ίδιο όχημα ή, αν πρόκειται για συνδυασμούς συζευγμένων οχημάτων, με το μηχανοκίνητο όχημα του ίδιου οχήματος στο ίδιο κράτος μέλος εντός τεσσάρων ημερών μετά το πέρας της ενδομεταφοράς στο εν λόγω κράτος μέλος.»·

β)

στην παράγραφο 3, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οι εθνικές οδικές εμπορευματικές μεταφορές που πραγματοποιούνται στο κράτος μέλος υποδοχής από μη εγκατεστημένο μεταφορέα λογίζονται σύμφωνες προς τον παρόντα κανονισμό μόνο εάν ο μεταφορέας μπορεί να παράσχει σαφείς αποδείξεις σχετικά με την προηγούμενη διεθνή μεταφορά και κάθε μετέπειτα πραγματοποιηθείσα ενδομεταφορά. Στην περίπτωση που το όχημα βρισκόταν στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής κατά την περίοδο των τεσσάρων ημερών πριν από τη διεθνή μεταφορά, ο μεταφορέας παρέχει επίσης σαφείς αποδείξεις σχετικά με όλες τις μεταφορές που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο αυτή.»·

γ)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4α.   Οι αποδείξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 επιδεικνύονται ή διαβιβάζονται στον αρμόδιο για τον έλεγχο υπάλληλο του κράτους μέλους υποδοχής κατόπιν αιτήματος και κατά τη διάρκεια του καθ’ οδόν ελέγχου. Μπορούν να επιδεικνύονται ή να διαβιβάζονται ηλεκτρονικά, με τη χρήση αναθεωρήσιμου δομημένου μορφότυπου που μπορεί να χρησιμοποιηθεί απευθείας για αποθήκευση και επεξεργασία από υπολογιστές, όπως ηλεκτρονική φορτωτική βάσει του πρόσθετου πρωτοκόλλου της Γενεύης της σύμβασης περί του συμβολαίου για τη διεθνή οδική μεταφορά εμπορευμάτων (CMR) όσον αφορά την ηλεκτρονική φορτωτική της 20ής Φεβρουαρίου 2008. Στη διάρκεια του καθ’ οδόν ελέγχου, ο οδηγός μπορεί να επικοινωνεί με την έδρα της επιχείρησης, τον διαχειριστή μεταφορών ή άλλο πρόσωπο ή οντότητα ώστε να παράσχει, πριν τελειώσει ο καθ’ οδόν έλεγχος, τυχόν αποδείξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3.»·

δ)

η παράγραφος 5 τροποποιείται ως εξής:

«5.   Κάθε μεταφορέας που έχει στο κράτος μέλος εγκατάστασης το δικαίωμα να εκτελεί για λογαριασμό τρίτου τις οδικές εμπορευματικές μεταφορές που προσδιορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 στοιχεία α) έως γα) σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού επιτρέπεται, υπό τους όρους του παρόντος κεφαλαίου, να εκτελεί, κατά περίπτωση, ίδιας φύσεως ενδομεταφορές ή ενδομεταφορές με οχήματα της ίδιας κατηγορίας.».

5)

Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 3, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η Επιτροπή εξετάζει την κατάσταση, βάσει ιδίως των πιο πρόσφατων στοιχείων και, αφού συμβουλευθεί την επιτροπή που συγκροτείται δυνάμει του άρθρου 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*7), αποφασίζει, εντός προθεσμίας ενός μηνός αφότου λάβει την αίτηση του κράτους μέλους, αν είναι αναγκαίο να ληφθούν μέτρα διασφάλισης, και τα θεσπίζει, εάν κριθεί αναγκαίο.

(*7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, για τους ταχογράφους στον τομέα των οδικών μεταφορών, ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών και τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών (ΕΕ L 60 της 28.2.2014, σ. 1).»·"

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«7.   Επιπλέον των παραγράφων 1 έως 6 του παρόντος άρθρου και κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4 της οδηγίας 92/106/ΕΟΚ, τα κράτη μέλη μπορούν, όταν απαιτείται για να αποφευχθεί η κατάχρηση της διάταξης αυτής με την παροχή απεριόριστων και συνεχών υπηρεσιών που συνίστανται σε αρχικές ή τελικές οδικές διαδρομές εντός κράτους μέλους υποδοχής που αποτελούν μέρος συνδυασμένης μεταφοράς μεταξύ κρατών μελών, να προβλέπουν ότι το άρθρο 8 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται στους μεταφορείς όταν εκτελούν τέτοιες αρχικές και/ή τελικές διαδρομές εμπορευματικών μεταφορών εντός αυτού του κράτους μέλους. Αναφορικά με τις εν λόγω διαδρομές οδικών εμπορευματικών μεταφορών, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν περίοδο μεγαλύτερη από εκείνη των επτά ημερών που ορίζεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και μπορούν να προβλέπουν συντομότερη περίοδο από εκείνη των τεσσάρων ημερών που ορίζεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2α του παρόντος κανονισμού. Η εφαρμογή του άρθρου 8 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού στις εν λόγω μεταφορές δεν θίγει τις απαιτήσεις που απορρέουν από την οδηγία 92/106/ΕΟΚ. Τα κράτη μέλη που κάνουν χρήση της παρέκκλισης που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή πριν από την εφαρμογή των σχετικών εθνικών τους μέτρων. Επανεξετάζουν τα εν λόγω μέτρα τουλάχιστον κάθε πέντε έτη και κοινοποιούν στην Επιτροπή τα αποτελέσματα της εν λόγω επανεξέτασης. Δημοσιοποιούν τους κανόνες, καθώς και τη διάρκεια των αντίστοιχων χρονικών περιόδων, με διαφανή τρόπο.».

6)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 10α

Έλεγχοι

1.   Για την περαιτέρω επιβολή των υποχρεώσεων που ορίζονται στο παρόν κεφάλαιο, τα κράτη μέλη μεριμνούν για την εφαρμογή συνεκτικής εθνικής στρατηγικής για την επιβολή στο έδαφός τους. Η στρατηγική αυτή εστιάζει στις επιχειρήσεις υψηλής επικινδυνότητας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 9 της οδηγίας 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*8).

2.   Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε οι έλεγχοι που προβλέπονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2006/22/ΕΚ να περιλαμβάνουν έλεγχο των ενδομεταφορών, όπου αρμόζει.

3.   Τουλάχιστον δύο φορές ετησίως, τα κράτη μέλη διενεργούν συντονισμένους καθ’ οδόν ελέγχους σε ενδομεταφορές. Οι έλεγχοι διενεργούνται ταυτόχρονα από τις εθνικές αρχές οι οποίες είναι αρμόδιες για την επιβολή των κανόνων στον τομέα των οδικών μεταφορών δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, με την κάθε εθνική αρχή να διενεργεί τον έλεγχο στο έδαφός της. Τα κράτη μέλη μπορούν να συνδυάζουν τις δραστηριότητες αυτές με εκείνες που προβλέπονται στο άρθρο 5 της οδηγίας 2006/22/ΕΚ. Τα εθνικά σημεία επαφής που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό και τον τύπο των παραβάσεων που εντοπίζονται μετά τη διενέργεια των συντονισμένων καθ’ οδόν ελέγχων.

(*8)  Οδηγία 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για καθορισμό ελάχιστων προϋποθέσεων για την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 561/2006 και (ΕΕ) αριθ. 165/2014 και της οδηγίας 2002/15/ΕΚ σχετικά με την κοινωνική νομοθεσία όσον αφορά δραστηριότητες οδικών μεταφορών και για την κατάργηση της οδηγίας 88/599/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 102 της 11.4.2006, σ. 35).»."

7)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 14α

Ευθύνη

Τα κράτη μέλη καθορίζουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις κατά των αποστολέων, των πρακτόρων μεταφορών, των εργολάβων και των υπεργολάβων για μη συμμόρφωση με τα κεφάλαια II και III, σε περίπτωση που γνώριζαν ή, βάσει όλων των σχετικών περιστάσεων, όφειλαν να γνωρίζουν ότι οι υπηρεσίες μεταφοράς που ανέθεσαν, ενείχαν παραβάσεις του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 14β

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 4 παράγραφος 4 και στο άρθρο 5 παράγραφος 4 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από τις 20 Αυγούστου 2020.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 4 και στο άρθρο 5 παράγραφος 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (*9).

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 4 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

(*9)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.»."

8)

Το άρθρο 15 απαλείφεται.

9)

Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 17

Υποβολή εκθέσεων και επανεξέταση

1.   Έως τις 31 Μαρτίου κάθε δεύτερου έτους, το αργότερο, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τον αριθμό των μεταφορέων που κατείχαν κοινοτική άδεια στις 31 Δεκεμβρίου καθενός από τα δύο προηγούμενα έτη και για τον αριθμό των επικυρωμένων γνήσιων αντιγράφων που αντιστοιχούν στα κυκλοφορούντα κατά την ημερομηνία αυτή οχήματα. Οι εκθέσεις για την περίοδο μετά τις 20 Μαΐου 2022 περιλαμβάνουν επίσης ανάλυση των στοιχείων αυτών ανά οδικούς μεταφορείς εμπορευμάτων που εκτελούν διεθνείς μεταφορές αποκλειστικά με οχήματα των οποίων η επιτρεπόμενη μεικτή μάζα δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους και τους υπόλοιπους οδικούς μεταφορείς εμπορευμάτων.

2.   Έως τις 31 Μαρτίου κάθε δεύτερου έτους, το αργότερο, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τον αριθμό των βεβαιώσεων οδηγού που εκδόθηκαν στη διάρκεια καθενός από τα δύο προηγούμενα ημερολογιακά έτη, καθώς και για τον συνολικό αριθμό των βεβαιώσεων οδηγού σε κυκλοφορία στις 31 Δεκεμβρίου καθενός από τα δύο προηγούμενα έτη. Οι εκθέσεις για την περίοδο μετά τις 20 Μαΐου 2022 περιλαμβάνουν επίσης ανάλυση των στοιχείων αυτών ανά οδικούς μεταφορείς εμπορευμάτων που εκτελούν διεθνείς μεταφορές αποκλειστικά με οχήματα των οποίων η επιτρεπόμενη μεικτή μάζα δεν υπερβαίνει τους 3,5 τόνους, και τους υπόλοιπους οδικούς μεταφορείς εμπορευμάτων.

3.   Έως τις 21 Αυγούστου 2022, το αργότερο, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή την εθνική στρατηγική τους για την επιβολή που έχει εγκριθεί σύμφωνα με το άρθρο 10α. Έως τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, το αργότερο, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τον αριθμό των ενεργειών επιβολής που πραγματοποιήθηκαν στη διάρκεια του προηγούμενου ημερολογιακού έτους σύμφωνα με το άρθρο 10α, συμπεριλαμβανομένου, όπου ενδείκνυται, του αριθμού των διενεργηθέντων ελέγχων. Στις πληροφορίες αυτές περιλαμβάνεται ο αριθμός των οχημάτων που ελέγχθηκαν.

4.   Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση για την κατάσταση της ενωσιακής αγοράς οδικών μεταφορών έως τις 21 Αυγούστου 2024. Η έκθεση περιλαμβάνει ανάλυση της κατάστασης της αγοράς, στην οποία περιλαμβάνεται αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των ελέγχων και της εξέλιξης των όρων άσκησης του επαγγέλματος.

5.   Η Επιτροπή αξιολογεί την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ιδίως την επίπτωση των τροποποιήσεων του άρθρου 8, που πραγματοποιήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΕ) 2020/1055 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*10), έως τις 21 Αυγούστου 2023 και υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

6.   Μετά την έκθεση της παραγράφου 5, η Επιτροπή αξιολογεί τακτικά τον παρόντα κανονισμό και υποβάλλει τα αποτελέσματα της αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

7.   Ανάλογα με την περίπτωση, οι εκθέσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 5 και 6 συνοδεύονται από σχετικές νομοθετικές προτάσεις.

(*10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2020/1055 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2020,, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 και (ΕΕ) 1024/2012 με στόχο την προσαρμογή τους στις εξελίξεις στον κλάδο των οδικών μεταφορών (ΕΕ L 249 της 31.7.2020, σ. 17).»."

Άρθρο 3

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012

Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«15.

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα και για την κατάργηση της οδηγίας 96/26/ΕΚ του Συμβουλίου (*11): Άρθρο 18 παράγραφος 8.

Άρθρο 4

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 21 Φεβρουαρίου 2022.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2020.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

D.M. SASSOLI

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

J. KLOECKNER


(1)  ΕΕ C 197 της 8.6.2018, σ. 38.

(2)  ΕΕ C 176 της 23.5.2018, σ. 57.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 4ης Απριλίου 2019 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 7ης Απριλίου 2020 (ΕΕ C 153 της 7.5.2020, σ. 1). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Ιουλίου 2020 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα και για την κατάργηση της οδηγίας 96/26/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 51).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 72).

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 και (ΕΚ) αριθ. 2135/98 του Συμβουλίου καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 του Συμβουλίου (ΕΕ L 102 της 11.4.2006, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για καθορισμό ελάχιστων προϋποθέσεων για την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 561/2006 και (ΕΕ) αριθ. 165/2014 και της οδηγίας 2002/15/ΕΚ σχετικά με την κοινωνική νομοθεσία όσον αφορά δραστηριότητες οδικών μεταφορών και για την κατάργηση της οδηγίας 88/599/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 102 της 11.4.2006, σ. 35).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(9)  Οδηγία 92/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 7ης Δεκεμβρίου 1992, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για ορισμένες συνδυασμένες εμπορευματικές μεταφορές μεταξύ των κρατών μελών (ΕΕ L 368 της 17.12.1992, σ. 38).

(10)  Κανονισμός (EE) 2019/1149 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αρχής Εργασίας, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 883/2004, (ΕΕ) αριθ. 492/2011 και (ΕΕ) 2016/589 και την κατάργηση της απόφασης (ΕΕ) 2016/344 (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 21).

(11)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(12)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του Συστήματος Πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά και την κατάργηση της απόφασης 2008/49/ΕΚ («κανονισμός ΙΜΙ») (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 1).


31.7.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 249/33


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2020/1056 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 15ης Ιουλίου 2020

για τις ηλεκτρονικές πληροφορίες σχετικά με τις εμπορευματικές μεταφορές

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 91και το άρθρο 100 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η αποτελεσματικότητα των εμπορευματικών μεταφορών και της εφοδιαστικής είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της Ένωσης, τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και την κοινωνική και οικονομική συνοχή όλων των περιφερειών της Ένωσης.

(2)

Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι να ενθαρρυνθεί η ψηφιοποίηση των εμπορευματικών μεταφορών και της εφοδιαστικής ώστε να μειωθούν τα διοικητικά έξοδα, να βελτιωθούν οι ικανότητες επιβολής από πλευράς των αρμοδίων αρχών και να ενισχυθεί η αποδοτικότητα και η βιωσιμότητα των μεταφορών.

(3)

Η διακίνηση εμπορευμάτων, συμπεριλαμβανομένων των αποβλήτων, συνοδεύεται από μεγάλο όγκο πληροφοριών, οι οποίες εξακολουθούν να ανταλλάσσονται σε έντυπη μορφή μεταξύ των επιχειρήσεων, αλλά και μεταξύ των επιχειρήσεων και των αρμόδιων αρχών. Η χρήση έντυπων εγγράφων αντιπροσωπεύει σημαντικό διοικητικό φόρτο για τις επιχειρήσεις εφοδιαστικής και πρόσθετο κόστος για τις επιχειρήσεις εφοδιαστικής και τους συναφείς κλάδους (όπως το εμπόριο και η μεταποίηση), ιδίως για τις ΜΜΕ, ενώ έχει αρνητικό αντίκτυπο στο περιβάλλον.

(4)

Η έλλειψη ενιαίου νομικού πλαισίου σε επίπεδο Ένωσης, το οποίο να απαιτεί από τις αρμόδιες αρχές να δέχονται τις πληροφορίες σχετικά με τις εμπορευματικές μεταφορές που απαιτούνται από τη νομοθεσία, σε ηλεκτρονική μορφή, θεωρείται ο κύριος λόγος για την έλλειψη προόδου προς την απλούστευση και τη μεγαλύτερη αποδοτικότητα των ανταλλαγών πληροφοριών που μπορούν να προσφέρουν τα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα. Η αποδοχή πληροφοριών εκ μέρους των αρμόδιων αρχών σε ηλεκτρονική μορφή με κοινές προδιαγραφές θα διευκόλυνε όχι μόνο την επικοινωνία μεταξύ των αρμόδιων αρχών και των οικονομικών φορέων, αλλά επίσης –εμμέσως– την ανάπτυξη ομοιόμορφης και απλουστευμένης ηλεκτρονικής επικοινωνίας μεταξύ επιχειρήσεων σε ολόκληρη την Ένωση. Επίσης θα οδηγήσει στη σημαντική εξοικονόμηση διοικητικών δαπανών για τους οικονομικούς φορείς, και ιδίως για τις ΜΜΕ, που αντιπροσωπεύουν τη μεγάλη πλειονότητα των εταιρειών μεταφορών και εφοδιαστικής στην Ένωση.

(5)

Ορισμένοι τομείς της νομοθεσίας της Ένωσης για τις μεταφορές απαιτούν από τις αρμόδιες αρχές να δέχονται ψηφιοποιημένες πληροφορίες, αλλά αυτό σε καμία περίπτωση δεν αφορά το σύνολο της σχετικών νομικών πράξεων της Ένωσης. Θα πρέπει να είναι δυνατή η χρήση ηλεκτρονικών μέσων για τη διάθεση των κανονιστικών πληροφοριών σχετικά με τις μεταφορές εμπορευμάτων στις αρμόδιες αρχές σε ολόκληρη την επικράτεια της Ένωσης για όλες τις σχετικές φάσεις των μεταφορών που διεξάγονται στο εσωτερικό της Ένωσης. Επιπλέον, η συγκεκριμένη δυνατότητα θα πρέπει να ισχύει για όλες τις κανονιστικές πληροφορίες και σε όλους τους τρόπους μεταφοράς.

(6)

Επομένως, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να υποχρεούνται να δέχονται πληροφορίες που υποβάλλονται ηλεκτρονικά όταν οι οικονομικοί φορείς έχουν την υποχρέωση να υποβάλλουν πληροφορίες ως απόδειξη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις που προβλέπονται σε ενωσιακές νομικές πράξεις οι οποίες καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό. Η απαίτηση αυτή θα πρέπει επίσης να καλύπτει πληροφορίες που ζητούνται από τις αρχές ως επιπλέον πληροφορίες, σύμφωνα με τις διατάξεις των εν λόγω ενωσιακών νομικών πράξεων, για παράδειγμα, όταν ορισμένες πληροφορίες λείπουν. Το ίδιο θα πρέπει να ισχύει στην περίπτωση που, βάσει του εθνικού δικαίου, απαιτείται η παροχή κανονιστικών πληροφοριών πανομοιότυπων, εν όλω ή εν μέρει, με τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται δυνάμει ενωσιακών νομικών πράξεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντα κανονισμού. Οι αρχές θα πρέπει επίσης να επιδιώκουν να επικοινωνούν ηλεκτρονικά με τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορές σχετικά με τις εν λόγω πληροφορίες. Η επικοινωνία αυτή θα πρέπει να πραγματοποιείται με την επιφύλαξη σχετικών διατάξεων ενωσιακών νομικών πράξεων και του εθνικού δικαίου που αφορούν τις επακόλουθες ενέργειες κατά τη διάρκεια ή κατόπιν ελέγχων κανονιστικών πληροφοριών. Η υποχρέωση των αρμόδιων αρχών να δέχονται πληροφορίες που υποβάλλονται ηλεκτρονικά από οικονομικούς φορείς θα πρέπει επίσης να τηρείται όταν διατάξεις ενωσιακών νομικών πράξεων ή του εθνικού δικαίου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντα κανονισμού απαιτούν πληροφορίες στις οποίες γίνεται επίσης αναφορά σε σχετικές διεθνείς συμβάσεις όπως οι συμβάσεις που διέπουν διεθνή συμβόλαια μεταφοράς με διαφορετικά μέσα μεταφοράς, για παράδειγμα η σύμβαση του ΟΗΕ «περί του συμβολαίου διά τη διεθνή οδικήν μεταφοράν εμπορευμάτων» (CMR), η σύμβαση για τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές (COTIF), το ψήφισμα 672 της ΙΑΤΑ για την ηλεκτρονική αεροπορική φορτωτική, η σύμβαση για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων στις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές (σύμβαση του Μόντρεαλ) και η σύμβαση της Βουδαπέστης για τις συμβάσεις εμπορευματικών μεταφορών μέσω των εσωτερικών πλωτών οδών (CMNI).

(7)

Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός έχει σκοπό μόνο να διευκολύνει και να ενθαρρύνει την παροχή πληροφοριών μεταξύ των οικονομικών φορέων και των αρμόδιων αρχών με ηλεκτρονικά μέσα, δεν θα πρέπει να θίγει τις διατάξεις των ενωσιακών νομικών πράξεων ή του εθνικού δικαίου που καθορίζουν το περιεχόμενο των κανονιστικών πληροφοριών και, ειδικότερα, δεν θα πρέπει να επιβάλλει πρόσθετες απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών ή γλωσσικές απαιτήσεις. Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι να καταστεί εφικτή η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών μέσω της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων αντί έντυπων εγγράφων, ωστόσο δεν θα πρέπει να θίγει με τη δυνατότητα των ενδιαφερόμενων οικονομικών φορέων να παρουσιάζουν τις πληροφορίες αυτές σε έντυπη μορφή, όπως προβλέπεται στις σχετικές διατάξεις ενωσιακών νομικών πράξεων ή του εθνικού δικαίου, ούτε θα πρέπει να θίγει τις σχετικές ενωσιακές απαιτήσεις των εγγράφων προς χρήση για τη διαρθρωμένη παρουσίαση των εν λόγω πληροφοριών. Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να θίγει τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), όσον αφορά διαδικαστικές απαιτήσεις για τη μεταφορά αποβλήτων και τις διατάξεις που αναφέρονται σε τελωνειακούς ελέγχους. Επίσης ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις αρμοδιότητες των τελωνειακών αρχών ή τις αρμοδιότητες άλλων αρχών, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) ή στις εκτελεστικές ή τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδόθηκαν σύμφωνα με τους όρους του ή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/1239 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5).

(8)

Η χρήση ηλεκτρονικών μέσων για την ανταλλαγή κανονιστικών πληροφοριών μπορεί να μειώσει τις διοικητικές δαπάνες για τους οικονομικούς φορείς και να ενισχύσει την αποδοτικότητα των αρμόδιων αρχών. Τόσο οι οικονομικοί φορείς όσο και οι αρμόδιες αρχές θα χρειαστεί να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για την πραγματοποίηση ηλεκτρονικών ανταλλαγών κανονιστικών πληροφοριών εμπορευματικών μεταφορών (eFTI) σε μορφή αναγνώσιμη από μηχανή μέσω των πλατφορμών που βασίζονται σε τεχνολογίες των πληροφοριών και των επικοινωνιών (πλατφόρμες eFTI), συμπεριλαμβανομένης της απόκτησης του απαραίτητου εξοπλισμού. Ωστόσο, οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να συνεχίσουν να φέρουν την ευθύνη για την παροχή πληροφοριών σε μορφή αναγνώσιμη από τον άνθρωπο όποτε λαμβάνουν συγκεκριμένο τέτοιο αίτημα από τις αρμόδιες αρχές προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους σε περιστάσεις όπου η πρόσβαση σε πλατφόρμα eFTI δεν είναι εφικτή.

(9)

Προκειμένου να δοθεί στους οικονομικούς φορείς η δυνατότητα να υποβάλλουν τις σχετικές πληροφορίες σε ηλεκτρονική μορφή με τον ίδιο τρόπο σε όλα τα κράτη μέλη, είναι αναγκαία η θέσπιση κοινών προδιαγραφών οι οποίες θα πρέπει να εγκριθούν από την Επιτροπή μέσω κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό.

(10)

Οι κοινές προδιαγραφές για τον ορισμό και τα τεχνικά χαρακτηριστικά των στοιχείων δεδομένων θα πρέπει να διασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα των δεδομένων καθορίζοντας ενιαίο ολοκληρωμένο σύνολο δεδομένων που θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την ηλεκτρονική κοινοποίηση των πληροφοριών. Το εν λόγω ολοκληρωμένο σύνολο δεδομένων πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία δεδομένων τα οποία αντιστοιχούν στις απαιτήσεις πληροφοριών που περιέχουν οι σχετικές διατάξεις των ενωσιακών νομικών πράξεων και του εθνικού δικαίου, όταν κάθε στοιχείο δεδομένων που είναι κοινό για ένα ή περισσότερα υποσύνολα πρέπει να περιλαμβάνεται μόνο μία φορά.

(11)

Οι κοινές προδιαγραφές θα πρέπει επίσης να καθορίζουν κοινές διαδικασίες και λεπτομερείς κανόνες για την πρόσβαση και επεξεργασία αυτών των πληροφοριών από τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης τυχόν σχετικής επικοινωνίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών και των ενδιαφερόμενων οικονομικών φορέων, όπως οι αιτήσεις για επιπλέον πληροφορίες, που απαιτούνται ώστε οι αρμόδιες αρχές να εξασκούν τα αντίστοιχα καθήκοντά τους για την επιβολή των κανονιστικών ρυθμίσεων σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των ενωσιακών νομικών πράξεων και του εθνικού δικαίου.

(12)

Κατά τον καθορισμό των εν λόγω κοινών προδιαγραφών, θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι σχετικές προδιαγραφές για την ανταλλαγή δεδομένων που προβλέπονται στις σχετικές ενωσιακές νομικές πράξεις και περιέχονται στα σχετικά ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα για την ανταλλαγή δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των πολυτροπικών προτύπων, και οι αρχές και οι συστάσεις που προβλέπονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 23ης Μαρτίου 2017 υπό τον τίτλο το «ευρωπαϊκό πλαίσιο διαλειτουργικότητας - στρατηγική εφαρμογής», το οποίο παρέχει μια προσέγγιση για την παροχή ευρωπαϊκών ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών με την οποία συμφώνησαν από κοινού τα κράτη μέλη. Θα πρέπει επίσης να ληφθεί μέριμνα ώστε οι εν λόγω προδιαγραφές να παραμείνουν τεχνολογικά ουδέτερες και ανοικτές σε καινοτόμες τεχνολογίες.

(13)

Προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί το κόστος τόσο για τις αρμόδιες αρχές όσο και για τους οικονομικούς φορείς, θα μπορούσε να εξεταστεί η δημιουργία σημείων πρόσβασης για τις αρμόδιες αρχές. Τα εν λόγω σημεία πρόσβασης θα λειτουργούν μόνο ως ενδιάμεσοι ανάμεσα στις πλατφόρμες eFTI και τις αρμόδιες αρχές, συνεπώς δεν πρέπει ούτε να επεξεργάζονται ούτε να αποθηκεύουν τα δεδομένα eFTI στα οποία διευκολύνουν την πρόσβαση, εκτός από μεταδεδομένα που συνδέονται με την επεξεργασία δεδομένων eFTI, όπως τα ημερολόγια λειτουργίας που είναι απαραίτητα για σκοπούς παρακολούθησης ή για στατιστικούς σκοπούς. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να συμφωνήσουν να δημιουργήσουν κοινά σημεία πρόσβασης για τις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές τους.

(14)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθορίζει τις λειτουργικές απαιτήσεις που ισχύουν για τις πλατφόρμες eFTI, οι οποίες θα πρέπει να χρησιμοποιούνται από τους οικονομικούς φορείς για την υποβολή κανονιστικών πληροφοριών για τις εμπορευματικές μεταφορές σε ηλεκτρονική μορφή στις αρμόδιες αρχές ώστε να πληρούνται οι όροι για την υποχρεωτική αποδοχή των εν λόγω πληροφοριών από τις αρμόδιες αρχές, όπως ορίζεται στον παρόντα κανονισμό. Θα πρέπει επίσης να θεσπιστούν οι απαιτήσεις για τους τρίτους παρόχους υπηρεσιών πλατφόρμας (πάροχοι υπηρεσιών eFTI). Οι εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει ιδίως να εξασφαλίζουν ότι όλα τα δεδομένα eFTI μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας μόνο σύμφωνα με ένα ολοκληρωμένο σύστημα ελέγχου της πρόσβασης με βάση δικαιώματα το οποίο παρέχει ανάθεση λειτουργιών, ότι όλες οι αρμόδιες αρχές μπορούν να έχουν άμεση πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα σύμφωνα με τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους στον τομέα της επιβολής του νόμου, ότι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με ηλεκτρονικά μέσα μπορεί να πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) και ότι η επεξεργασία ευαίσθητων εμπορικών πληροφοριών μπορεί να πραγματοποιείται κατά τρόπο ώστε να τηρείται το απόρρητο των εν λόγω πληροφοριών.

(15)

Η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει προδιαγραφές σχετικά με τις λειτουργικές απαιτήσεις για τις πλατφόρμες eFTI. Κατά την έγκριση των εν λόγω προδιαγραφών, η Επιτροπή θα πρέπει να επιδιώξει να εξασφαλίσει τη διαλειτουργικότητα των πλατφορμών eFTI, ώστε να διευκολύνει την ανταλλαγή δεδομένων ανάμεσα σε αυτές τις πλατφόρμες και να επιτρέψει στους οικονομικούς φορείς να χρησιμοποιούν την πλατφόρμα eFTI της επιλογής τους. Για τη διευκόλυνση της εφαρμογής και την ελαχιστοποίηση του κόστους, η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει επίσης υπόψη σχετικές τεχνικές λύσεις και πρότυπα που εφαρμόζονται σε υφιστάμενα συστήματα ΤΠΕ. Παράλληλα, η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίσει ότι οι εν λόγω προδιαγραφές παραμένουν τεχνολογικά ουδέτερες στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, προκειμένου να ενθαρρύνεται η συνεχής καινοτομία και να αποφεύγεται ο εγκλωβισμός σε συγκεκριμένες τεχνολογίες.

(16)

Για την οικοδόμηση της εμπιστοσύνης τόσο των αρμόδιων αρχών όσο και των οικονομικών φορέων όσον αφορά τη συμμόρφωση των πλατφορμών eFTI και των παρόχων υπηρεσιών eFTI με τις εν λόγω λειτουργικές απαιτήσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν σύστημα πιστοποίησης βασιζόμενο στη διαπίστευση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7). Για να αξιοποιηθούν τα οφέλη της πιστοποίησης, προτρέπονται οι πάροχοι συστημάτων ΤΠΕ που χρησιμοποιούνται ήδη να διασφαλίσουν ότι τα εν λόγω συστήματα συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις για τις πλατφόρμες eFTI που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και να υποβάλουν αίτηση για πιστοποίηση. Η πιστοποίηση των συστημάτων ΤΠΕ θα πρέπει να πραγματοποιείται χωρίς καθυστέρηση.

(17)

Η χρήση των πλατφορμών eFTI εγγυάται στους οικονομικούς φορείς την αποδοχή των κανονιστικών πληροφοριών και παρέχει στις αρμόδιες αρχές αξιόπιστη και ασφαλή πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες. Ωστόσο, και παρά την υποχρέωση όλων των αρμόδιων αρχών να αποδέχονται τις πληροφορίες που υποβάλλονται μέσω πιστοποιημένης πλατφόρμας eFTI σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, η χρήση άλλων συστημάτων ICT θα πρέπει να επιτρέπεται αν ένα κράτος μέλος το επιλέξει. Ταυτόχρονα, ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να εμποδίζει τη χρήση των πλατφορμών eFTI μεταξύ επιχειρήσεων, ή να εμποδίζει τη χρήση πρόσθετων λειτουργιών στις πλατφόρμες eFTI, υπό τον όρο ότι κάτι τέτοιο δεν επηρεάζει δυσμενώς την επεξεργασία των κανονιστικών πληροφοριών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού σε συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

(18)

Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή της υποχρέωσης αποδοχής κανονιστικών πληροφοριών που υποβάλλονται σε ηλεκτρονική μορφή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες. Ειδικότερα, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για τη θέσπιση κοινών διαδικασιών και λεπτομερών κανόνων για τις αρμόδιες αρχές σχετικά με την πρόσβαση στις εν λόγω κανονιστικές πληροφορίες και την επεξεργασία αυτών, όταν οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς υποβάλλουν ηλεκτρονικά τις εν λόγω πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων λεπτομερών κανόνων και τεχνικών προδιαγραφών, και για τη θέσπιση λεπτομερών προδιαγραφών εφαρμογής των απαιτήσεων για τις πλατφόρμες eFTI και τους παρόχους υπηρεσιών eFTI. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να εξασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8).

(19)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την τροποποίηση του μέρους Α του παραρτήματος I, ώστε να λαμβάνονται υπόψη τυχόν κατ’ εξουσιοδότηση ή εκτελεστικές πράξεις που εκδίδονται από την Επιτροπή, οι οποίες θεσπίζουν νέες ενωσιακές απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών όσον αφορά τη μεταφορά εμπορευμάτων· και την τροποποίηση του μέρους Β του παραρτήματος I, ώστε να ενσωματώνονται οι κατάλογοι απαιτήσεων κανονιστικών πληροφοριών που ισχύουν στο εθνικό δίκαιο, οι οποίοι έχουν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και ώστε να ενσωματώνεται κάθε νέα διάταξη της σχετικής εθνικής νομοθεσίας η οποία εισάγει αλλαγές στις εθνικές απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών ή θεσπίζει νέες σχετικές απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και που έχουν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό· και σχετικά με τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τη θέσπιση και την τροποποίηση του κοινού συνόλου δεδομένων και των υποσυνόλων δεδομένων σχετικών με τις αντίστοιχες απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό· και τη συμπλήρωση ορισμένων τεχνικών πτυχών του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά τους κανόνες πιστοποίησης και τη χρήση ένδειξης πιστοποίησης των πλατφορμών eFTI και τους κανόνες πιστοποίησης των παρόχων υπηρεσιών eFTI. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι οποίες να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (9).

Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλίζεται η ισότιμη συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. Επιπλέον, για την ανάπτυξη και την κατάρτιση των εν λόγω πράξεων είναι σημαντική η συμμετοχή όλων των σχετικών ενδιαφερόμενων μερών στα κατάλληλα φόρουμ, όπως στην ομάδα εμπειρογνωμόνων που θεσπίστηκε με την απόφαση της Επιτροπής της 13ης Σεπτεμβρίου 2018 που καθορίζει το φόρουμ για τις ψηφιακές υπηρεσίες μεταφορών και εφοδιαστικής.

(20)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, συγκεκριμένα η εξασφάλιση ενιαίας προσέγγισης όσον αφορά την αποδοχή, από τις αρμόδιες αρχές, πληροφοριών σχετικά με τις εμπορευματικές μεταφορές που υποβάλλονται ηλεκτρονικά, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω της ανάγκης θέσπισης κοινών απαιτήσεων, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα απαιτούμενα για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(21)

Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με ηλεκτρονικά μέσα, όπως απαιτείται στο πλαίσιο των κανονιστικών πληροφοριών σχετικά με τις εμπορευματικές μεταφορές, θα πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

(22)

Η Επιτροπή θα πρέπει να διενεργήσει αξιολόγηση του παρόντος κανονισμού. Θα πρέπει να συλλέγονται πληροφορίες για την τεκμηρίωση της εν λόγω αξιολόγησης και για την εκτίμηση των επιδόσεων του παρόντος κανονισμού ως προς τον επιδιωκόμενο στόχο.

(23)

Η αποτελεσματική και αποδοτική επιβολή απαιτεί την άμεση και σε πραγματικό χρόνο πρόσβαση όλων των αρμόδιων αρχών στις σχετικές κανονιστικές πληροφορίες σε ηλεκτρονική μορφή. Για τον σκοπό αυτόν, και σύμφωνα με την αρχή «εξ ορισμού ψηφιακός χαρακτήρας», που αναφέρεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 19ης Απριλίου με τίτλο «Σχέδιο δράσης της ΕΕ για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση 2016-2020 - επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού της διακυβέρνησης», η χρήση ηλεκτρονικών μέσων θα πρέπει να καταστεί ο κύριος τρόπος ανταλλαγής κανονιστικών πληροφοριών μεταξύ των οικονομικών φορέων και των αρμόδιων αρχών. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει πιθανές πρωτοβουλίες προκειμένου να καταστίσει υποχρεωτική για οικονομικούς φορείς τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων για τη διάθεση κανονιστικών πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές. Η Επιτροπή θα πρέπει να προτείνει, κατά περίπτωση, αντίστοιχες πρωτοβουλίες, συμπεριλαμβανομένων πιθανών τροποποιήσεων του παρόντα κανονισμού και άλλων σχετικών ενωσιακών νομικών πράξεων. Με στόχο τη βελτίωση των ικανοτήτων επιβολής των αρμόδιων αρχών και την ελαχιστοποίηση του κόστους τόσο για τις αρμόδιες αρχές όσο και για τους οικονομικούς φορείς, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να εξετάσει τη λήψη περαιτέρω μέτρων όπως η ενισχυμένη διαλειτουργικότητα των συστημάτων και πλατφορμών ΤΠΕ που χρησιμοποιούνται για την καταγραφή και την επεξεργασία κανονιστικών πληροφοριών και ένα κοινό σημείο πρόσβασης σε αυτά, όπως προβλέπεται στο λοιπό ενωσιακό δίκαιο για τις μεταφορές.

(24)

Ο παρών κανονισμός δεν μπορεί να εφαρμοστεί αποτελεσματικά πριν από την έναρξη ισχύος των κατ’ εξουσιοδότηση και των εκτελεστικών πράξεων που προβλέπονται σε αυτόν. Για τον λόγο αυτόν, η Επιτροπή έχει τη νομική υποχρέωση να εγκρίνει τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές πράξεις και θα πρέπει να αρχίσει να τις εξετάζει άμεσα ώστε να εξασφαλίσει την έγκαιρη έγκριση των σχετικών προδιαγραφών, ει δυνατόν, πριν τις αντίστοιχες προθεσμίες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Η έγκαιρη έγκριση των εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων είναι καίριας σημασίας για τα κράτη μέλη και οι οικονομικοί φορείς να έχουν αρκετό χρόνο για να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Επομένως, οι διάφορες περίοδοι εφαρμογής στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να ορίζονται αναλόγως.

(25)

Ομοίως, η υποχρέωση κοινοποίησης για τα κράτη μέλη δυνάμει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να εκτελείται εντός ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, προκειμένου να επιτραπεί στην Επιτροπή να εκδώσει την πρώτη κατ’ εξουσιοδότηση πράξη δυνάμει του παρόντος κανονισμού εγκαίρως.

(26)

Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων κλήθηκε να γνωμοδοτήσει σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10),

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει νομικό πλαίσιο για την ηλεκτρονική κοινοποίηση κανονιστικών πληροφοριών ανάμεσα στους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς και τις αρμόδιες αρχές σχετικά με τη μεταφορά εμπορευμάτων στην επικράτεια της Ένωσης.

Για τον σκοπό αυτόν, ο παρών κανονισμός:

α)

καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους οι αρμόδιες αρχές υποχρεούνται να αποδέχονται κανονιστικές πληροφορίες όταν οι εν λόγω πληροφορίες υποβάλλονται ηλεκτρονικά από τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς·

β)

καθορίζει τους κανόνες για την παροχή υπηρεσιών σχετικών με την ηλεκτρονική υποβολή κανονιστικών πληροφοριών από τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς στις αρμόδιες αρχές.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται:

α)

στις απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών που ορίζονται:

i)

στο άρθρο 6 παράγραφος του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 11 του Συμβουλίου (11)·

ii)

στο άρθρο 3 της οδηγίας 92/106/ΕΟΚ (12)·

iii)

στο άρθρο 8 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13)·

iv)

στο άρθρο 16 στοιχείο γ) και άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006·ο παρών κανονισμός δεν θίγει τους τελωνειακούς ελέγχους, όπως προβλέπεται στις σχετικές διατάξεις ενωσιακών νομικών πράξεων·

v)

στο παράρτημα Α, τμήμα 5, κεφάλαιο 5.4 της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας για τις διεθνείς οδικές μεταφορές επικινδύνων εμπορευμάτων (ADR), η οποία συνήφθη στη Γενεύη στις 30 Σεπτεμβρίου 1957, όπως αναφέρεται στο παράρτημα I τμήμα I.1 της οδηγίας 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14)· στο μέρος 5, κεφάλαιο 5.4 των κανονισμών για τη διεθνή σιδηροδρομική μεταφορά επικινδύνων εμπορευμάτων (RID), το οποίο εμφανίζεται ως προσάρτημα Γ της COTIF, η οποία συνήφθη στο Βίλνιους στις 3 Ιουνίου 1999, όπως αναφέρεται στο παράρτημα II τμήμα II.1 της εν λόγω οδηγίας· και στο μέρος 5, κεφάλαιο 5.4 των κανονισμών που επισυνάπτονται στην Ευρωπαϊκή Συμφωνία σχετικά με τις διεθνείς μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων μέσω της εσωτερικής ναυσιπλοΐας (ADN), που συνήφθη στη Γενεύη στις 26 Μαΐου 2000, όπως αναφέρεται στο παράρτημα III τμήμα III.1 της εν λόγω οδηγίας·

β)

στις απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών που ορίζονται σε κατ’ εξουσιοδότηση ή εκτελεστικές πράξεις τις οποίες εκδίδει η Επιτροπή σύμφωνα με νομική πράξη της Ένωσης που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου ή σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/797 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15) ή τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 300/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16). Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση ή εκτελεστικές πράξεις απαριθμούνται στο μέρος Α του παραρτήματος I του παρόντος κανονισμού·

γ)

στις απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών που ορίζονται στις διατάξεις του εθνικού δικαίου που απαριθμούνται στο μέρος Β του παραρτήματος I του παρόντος κανονισμού.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή έως τις 21 Αυγούστου 2021 τις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας και τις αντίστοιχες απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών που απαιτούν την παροχή πληροφοριών οι οποίες είναι πανομοιότυπες, εν όλω ή εν μέρει, με τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις των κανονιστικών πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β).

Μετά την κοινοποίηση αυτή, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή κάθε διάταξη του εθνικού δικαίου που:

α)

εισάγει αλλαγές στις απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών που ορίζονται στις διατάξεις του εθνικού δικαίου οι οποίες απαριθμούνται στο μέρος Β του παραρτήματος I· ή

β)

θεσπίζει νέες σχετικές απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών οι οποίες απαιτούν την παροχή πληροφοριών πανομοιότυπων, εν όλω ή εν μέρει, με τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β).

Τα κράτη μέλη προβαίνουν στις κοινοποιήσεις αυτές εντός ενός μηνός από την έγκριση αυτών των διατάξεων.

3.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 14 για την τροποποίηση:

α)

του μέρους Α του παραρτήματος I προκειμένου να ενσωματώσει αναφορές σε τυχόν απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου·

β)

του μέρους Β του παραρτήματος I προκειμένου να ενσωματώσει ή να διαγράψει αναφορές στο εθνικό δίκαιο και σε απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών σύμφωνα με τις κοινοποιήσεις που πραγματοποιούνται δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«κανονιστικές πληροφορίες»: πληροφορίες, ανεξαρτήτως του αν υποβάλλονται με τη μορφή εγγράφου, οι οποίες αφορούν τη μεταφορά εμπορευμάτων στην επικράτεια της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της διαμετακόμισης εμπορευμάτων, και οι οποίες πρέπει να υποβάλλονται από ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα σύμφωνα με τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, ώστε να αποδεικνύεται η συμμόρφωση προς τις σχετικές απαιτήσεις των πράξεων που καθορίζουν τις εν λόγω διατάξεις·

2)

«απαίτηση κανονιστικών πληροφοριών»: η απαίτηση παροχής κανονιστικών πληροφοριών·

3)

«αρμόδια αρχή»: δημόσια αρχή, οργανισμός ή άλλος φορέας που έχει την αρμοδιότητα εκτέλεσης καθηκόντων δυνάμει των νομικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 και για τον οποίο είναι απαραίτητη η πρόσβαση σε κανονιστικές πληροφορίες, όπως ο έλεγχος, η επιβολή, η επικύρωση ή η παρακολούθηση της συμμόρφωσης στην επικράτεια κράτους μέλους·

4)

«ηλεκτρονικές πληροφορίες σχετικά με τις εμπορευματικές μεταφορές» ή «eFTI»: σύνολο στοιχείων δεδομένων που υποβάλλονται σε επεξεργασία με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων για την ανταλλαγή κανονιστικών πληροφοριών μεταξύ των ενδιαφερόμενων οικονομικών φορέων και μεταξύ των ενδιαφερομένων οικονομικών φορέων και των αρμόδιων αρχών·

5)

«υποσύνολο δεδομένων eFTI»: ένα σύνολο διαρθρωμένων στοιχείων δεδομένων τα οποία αντιστοιχούν στις κανονιστικές πληροφορίες που απαιτούνται δυνάμει μιας συγκεκριμένης ενωσιακής ή εθνικής νομικής πράξης που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1·

6)

«κοινό σύνολο δεδομένων eFTI»: ένα ολοκληρωμένο σύνολο διαρθρωμένων στοιχείων δεδομένων που αντιστοιχούν σε όλα τα υποσύνολα δεδομένων eFTI, όπου τα στοιχεία δεδομένων που είναι κοινά στα διάφορα υποσύνολα δεδομένων eFTI περιλαμβάνονται μόνο μία φορά·

7)

«στοιχείο δεδομένων»: η μικρότερη μονάδα πληροφορίας η οποία έχει μοναδικό ορισμό και ακριβή τεχνικά χαρακτηριστικά, όπως μορφότυπο, μήκος και τύπο χαρακτήρων·

8)

«επεξεργασία»: πράξη ή σειρά πράξεων που πραγματοποιείται σε eFTI, με ή χωρίς τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων, όπως η συλλογή, η καταγραφή, η οργάνωση, η διάρθρωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή η μεταβολή, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η κοινολόγηση με διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλη μορφή διάθεσης eFTI, η ευθυγράμμιση ή ο συνδυασμός, ο περιορισμός, η διαγραφή ή η καταστροφή·

9)

«ημερολόγιο λειτουργίας»: αυτοματοποιημένη καταγραφή της ηλεκτρονικής επεξεργασίας eFΤΙ·

10)

«πλατφόρμα eFTI»: λύση που βασίζεται στην τεχνολογία των πληροφοριών και των επικοινωνιών (ΤΠΕ), όπως λειτουργικό σύστημα, λειτουργικό περιβάλλον ή βάση δεδομένων, προς χρήση για την επεξεργασία eFΤΙ·

11)

«υπεύθυνος ανάπτυξης πλατφόρμας eFTI»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει αναπτύξει ή αποκτήσει πλατφόρμα eFTI είτε για σκοπούς επεξεργασίας κανονιστικών πληροφοριών που σχετίζονται με τη δική του οικονομική δραστηριότητα είτε για τη διάθεσή της στην αγορά·

12)

«υπηρεσία eFTI»: υπηρεσία επεξεργασίας eFTI μέσω πλατφόρμας eFTI, μεμονωμένη ή σε συνδυασμό με άλλες λύσεις ΤΠΕ, συμπεριλαμβανομένων άλλων πλατφορμών eFΤΙ·

13)

«πάροχος υπηρεσιών eFTI»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παρέχει υπηρεσία eFTI στους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς βάσει σύμβασης·

14)

«ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας»: φορέας μεταφορών ή εφοδιαστικής ή κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την υποβολή κανονιστικών πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τις σχετικές απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών·

15)

«μορφή αναγνώσιμη από τον άνθρωπο»: τρόπος παρουσίασης δεδομένων σε ηλεκτρονική μορφή που μπορεί να χρησιμοποιείται ως πληροφορία από φυσικό πρόσωπο χωρίς να απαιτείται περαιτέρω επεξεργασία·

16)

«μορφή αναγνώσιμη από μηχανή»: τρόπος παρουσίασης δεδομένων σε ηλεκτρονική μορφή που μπορεί να χρησιμοποιείται για αυτόματη επεξεργασία από μηχανή·

17)

«οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης»: οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008, ο οποίος είναι διαπιστευμένος σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό για τη διενέργεια της αξιολόγησης της συμμόρφωσης πλατφορμών eFTI ή παρόχων υπηρεσιών eFΤΙ·

18)

«μεταφορά»: η μεταφορά καθορισμένου συνόλου εμπορευμάτων, συμπεριλαμβανομένων των αποβλήτων, ανάμεσα στο πρώτο σημείο παραλαβής και το τελικό σημείο παράδοσης σύμφωνα με τους όρους μεμονωμένης σύμβασης μεταφοράς ή πολλαπλών διαδοχικών συμβάσεων μεταφοράς συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της μετάβασης από έναν τρόπο μεταφοράς σε άλλον, ανεξάρτητα από την ποσότητα ή τον αριθμό των μεταφερόμενων εμπορευματοκιβωτίων, πακέτων ή τεμαχίων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΥΠΟΒΑΛΛΟΝΤΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΑ

Άρθρο 4

Απαιτήσεις για τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 5 παράγραφοι 1, 2 και 3, οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που προβλέπει το παρόν άρθρο.

2.   Όταν οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς υποβάλλουν ηλεκτρονικά κανονιστικές πληροφορίες σε αρμόδια αρχή, το πράττουν με βάση δεδομένα που έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία σε πιστοποιημένη πλατφόρμα eFTI και, κατά περίπτωση, από πιστοποιημένο πάροχο υπηρεσιών eFTI. Οι εν λόγω κανονιστικές πληροφορίες υποβάλλονται από τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς σε μορφή αναγνώσιμη από μηχανή και, κατόπιν αιτήματος της αρμόδιας αρχής, σε μορφή αναγνώσιμη από τον άνθρωπο.

3.   Οι πληροφορίες σε μορφή αναγνώσιμη από μηχανή υποβάλλονται μέσω επαληθευμένης και ασφαλούς σύνδεσης με την πηγή δεδομένων μιας πλατφόρμας eFTI. Οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς γνωστοποιούν τον μοναδικό ηλεκτρονικό αναγνωριστικό σύνδεσμο όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο ε), ο οποίος επιτρέπει στην αρμόδια αρχή να ταυτοποιεί με μοναδικό τρόπο τις κανονιστικές πληροφορίες που αφορούν τη μεταφορά.

4.   Οι πληροφορίες σε μορφή αναγνώσιμη από τον άνθρωπο που απαιτούνται από τις αρμόδιες αρχές υποβάλλονται επιτόπου, στην οθόνη των ηλεκτρονικών συσκευών που ανήκουν στον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα.

Άρθρο 5

Απαιτήσεις όσον αφορά τις αρμόδιες αρχές

1.   Μετά το πέρας 30 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της πρώτης από τις κατ’ εξουσιοδότηση ή εκτελεστικές πράξεις των άρθρων 7 και 8, οι αρμόδιες αρχές αποδέχονται κανονιστικές πληροφορίες που υποβάλλονται ηλεκτρονικά από τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς σύμφωνα με το άρθρο 4, μεταξύ άλλων όταν τέτοιες κανονιστικές πληροφορίες ζητούνται από τις αρμόδιες αρχές ως πρόσθετη πληροφόρηση.

2.   Εφόσον ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας έχει υποβάλει τις κανονιστικές πληροφορίες που απαιτούνται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 ηλεκτρονικά, σε εφαρμογή του άρθρου 4 του παρόντος κανονισμού, οι οικείες αρμόδιες αρχές αποδέχονται επίσης τις εν λόγω κανονιστικές πληροφορίες χωρίς τη συμφωνία που προβλέπεται στο άρθρο 26 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006.

3.   Εφόσον οι κανονιστικές πληροφορίες που απαιτούνται δυνάμει συγκεκριμένης ενωσιακής νομικής πράξης ή εθνικού δικαίου που προβλέπει το άρθρο 2 παράγραφος 1 περιλαμβάνουν επίσημη επικύρωση, όπως σφραγίδες ή πιστοποιητικά, η αντίστοιχη αρχή παρέχει την εν λόγω επικύρωση ηλεκτρονικά, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται από τις κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στα άρθρα 7 και 8.

4.   Προκειμένου να τηρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους1 έως 3 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα που επιτρέπουν σε όλες τις αρμόδιες αρχές τους να έχουν πρόσβαση στις κανονιστικές πληροφορίες που υποβάλλουν οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς σε εφαρμογή του άρθρου 4 και να τις επεξεργάζονται. Τα εν λόγω μέτρα συμμορφώνονται με τις κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στα άρθρα 7 και 8.

Άρθρο 6

Εμπιστευτικές εμπορικές πληροφορίες

Οι αρμόδιες αρχές, οι πάροχοι υπηρεσιών eFTI και οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς λαμβάνουν μέτρα για να εξασφαλίζουν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των εμπορικών πληροφοριών που υποβάλλονται σε επεξεργασία και ανταλλάσσονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και για να διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες αυτές είναι προσβάσιμες και επεξεργάσιμες μόνον κατόπιν χορήγησης άδειας.

Άρθρο 7

Κοινό σύνολο δεδομένων eFTI και υποσύνολα δεδομένων eFTI

1.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 14 προκειμένου να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό, θεσπίζοντας και τροποποιώντας το κοινό σύνολο δεδομένων eFTI και τα υποσύνολα δεδομένων eFTI σχετικών με τις αντίστοιχες απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, συμπεριλαμβανομένων των αντίστοιχων προδιαγραφών για τον ορισμό και τα τεχνικά χαρακτηριστικά για κάθε στοιχείο δεδομένων που περιλαμβάνεται στο κοινό σύνολο δεδομένων eFTI και τα υποσύνολα δεδομένων eFTI.

2.   Κατά την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή:

α)

λαμβάνει υπόψη σχετικές διεθνείς συμβάσεις και δίκαιο της Ένωσης· και

β)

επιδιώκει να εξασφαλίσει τη διαλειτουργικότητα του κοινού συνόλου δεδομένων eFTI και των υποσυνόλων δεδομένων eFTI με σχετικά μοντέλα δεδομένων που γίνονται δεκτά διεθνώς ή σε επίπεδο Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων πολυτροπικών μοντέλων δεδομένων.

3.   Η πρώτη τέτοια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη καλύπτει όλα τα στοιχεία τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 1 και εκδίδεται το αργότερο έως τις 21 Φεβρουαρίου 2023.

Άρθρο 8

Κοινές διαδικασίες και κοινοί κανόνες πρόσβασης

1.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που ορίζουν κοινές διαδικασίες και αναλυτικούς κανόνες, συμπεριλαμβανομένων κοινών τεχνικών προδιαγραφών, για την πρόσβαση των αρμόδιων αρχών σε πλατφόρμες eFTI, καθώς και διαδικασίες για την επεξεργασία των κανονιστικών πληροφοριών και για την επικοινωνία μεταξύ αρμοδίων αρχών και των ενδιαφερόμενων οικονομικών φορέων σχετικά με τις εν λόγω πληροφορίες.

2.   Όταν εκδίδει τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή επιδιώκει να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα των διοικητικών διαδικασιών και να ελαχιστοποιήσει το κόστος συμμόρφωσης τόσο για τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς όσο και για τις αρμόδιες αρχές.

3.   Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15 παράγραφος 2. Η πρώτη τέτοια εκτελεστική πράξη καλύπτει όλα τα στοιχεία τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και εκδίδεται το αργότερο έως τις 21 Φεβρουαρίου 2023.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΠΛΑΤΦΟΡΜΕΣ eFTI ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΟΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ eFTI

ΤΜΗΜΑ 1

Απαιτήσεις για πλατφόρμες eFTI και παροχουσ υπηρεσίων eFTI

Άρθρο 9

Λειτουργικές απαιτήσεις για πλατφόρμες eFTI

1.   Οι πλατφόρμες eFTI που χρησιμοποιούνται για την επεξεργασία κανονιστικών πληροφοριών διαθέτουν λειτουργίες που εξασφαλίζουν ότι:

α)

τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να υποβάλλονται σε επεξεργασία σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679·

β)

τα δεδομένα εμπορικού χαρακτήρα μπορούν να υποβάλλονται σε επεξεργασία σύμφωνα με το άρθρο 6·

γ)

οι αρμόδιες αρχές έχουν πρόσβαση στα δεδομένα και μπορούν να τα επεξεργαστούν σύμφωνα με τις προδιαγραφές που θεσπίζονται με κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στα άρθρα 7 και 8·

δ)

οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς μπορούν να υποβάλλουν τις πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 4·

ε)

μπορεί να καθορίζεται μοναδικός ηλεκτρονικός αναγνωριστικός σύνδεσμος μεταξύ μεταφοράς και των σχετικών στοιχείων δεδομένων, συμπεριλαμβανομένης της διαρθρωμένης αναφοράς στην πλατφόρμα eFTI όπου υποβάλλονται τα δεδομένα, όπως ένας μοναδικός αναγνωριστικός κωδικός·

στ)

τα δεδομένα μπορούν να υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο βάσει εξουσιοδοτημένης και επαληθευμένης πρόσβασης·

ζ)

κάθε επεξεργασία δεδομένων καταγράφεται δεόντως στα ημερολόγια λειτουργίας ώστε να καθίσταται εφικτή τουλάχιστον η ταυτοποίηση κάθε μεμονωμένης πράξης επεξεργασίας, του φυσικού ή νομικού προσώπου που εκτέλεσε την πράξη και της αλληλουχίας των πράξεων σε κάθε μεμονωμένο στοιχείο δεδομένων· εάν μια πράξη περιλαμβάνει την τροποποίηση ή τη διαγραφή υφιστάμενου στοιχείου δεδομένων, διατηρείται το αρχικό στοιχείο δεδομένων·

η)

τα δεδομένα μπορούν να αρχειοθετούνται και να παραμένουν προσβάσιμα για τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τις σχετικές ενωσιακές νομικές πράξεις και το εθνικό δίκαιο που καθορίζει τις αντίστοιχες απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών·

θ)

τα ημερολόγια λειτουργίας στα οποία γίνεται αναφορά στο στοιχείο ζ) της παρούσας παραγράφου αρχειοθετούνται και παραμένουν προσβάσιμα για τις αρμόδιες αρχές, για σκοπούς ελέγχου, για το χρονικό διάστημα που προβλέπεται από τις σχετικές ενωσιακές νομικές πράξεις και το εθνικό δίκαιο που καθορίζουν τις αντίστοιχες απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών και, για σκοπούς παρακολούθησης, για τις χρονικές περιόδους που προβλέπονται στο άρθρο 17·

ι)

τα δεδομένα προστατεύονται από την αλλοίωση και την κλοπή·

ια)

τα επεξεργασμένα στοιχεία δεδομένων αντιστοιχούν στο κοινό σύνολο δεδομένων eFTI και στα υποσύνολα δεδομένων eFTI όπως καθορίζεται από τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 7, και μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία σε οποιαδήποτε από τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης όπως προβλέπουν οι σχετικές ενωσιακές νομικές πράξεις και το εθνικό δίκαιο που καθορίζει τις αντίστοιχες απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών.

2.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που καθορίζουν λεπτομερείς προδιαγραφές σχετικά με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15 παράγραφος 2. Κατά την έκδοση αυτών των προδιαγραφών, η Επιτροπή:

α)

επιδιώκει να εξασφαλίσει τη διαλειτουργικότητα των πλατφορμών eFΤΙ·

β)

λαμβάνει υπόψη σχετικές υφιστάμενες τεχνικές λύσεις και πρότυπα·

γ)

εξασφαλίζει ότι οι προδιαγραφές αυτές παραμένουν, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, τεχνολογικά ουδέτερες.

Η πρώτη τέτοια εκτελεστική πράξη καλύπτει όλα τα στοιχεία τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και εκδίδεται το αργότερο έως τις 21 Αυγούστου 2023.

Άρθρο 10

Απαιτήσεις για παρόχους υπηρεσιών eFTI

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών eFTI διασφαλίζουν ότι:

α)

τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία αποκλειστικά από εξουσιοδοτημένους χρήστες και σύμφωνα με σαφώς καθορισμένα και ανατεθειμένα δικαιώματα επεξεργασίας εντός της πλατφόρμας eFTI, σύμφωνα με τις σχετικές απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών·

β)

τα δεδομένα αποθηκεύονται και είναι προσβάσιμα σύμφωνα με τις ενωσιακές νομικές πράξεις και το εθνικό δίκαιο που καθορίζουν τις αντίστοιχες απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών·

γ)

οι αρμόδιες αρχές έχουν άμεση πρόσβαση σε κανονιστικές πληροφορίες για εμπορευματική μεταφορά, οι οποίες υποβάλλονται σε επεξεργασία μέσω των πλατφορμών eFTI των παρόχων, χωρίς επιβαρύνσεις ή τέλη·

δ)

τα δεδομένα είναι κατάλληλα διασφαλισμένα, μεταξύ άλλων, έναντι της μη εξουσιοδοτημένης ή παράνομης επεξεργασίας και της τυχαίας απώλειας, καταστροφής ή φθοράς.

2.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που καθορίζουν λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 15 παράγραφος 2. Η πρώτη τέτοια εκτελεστική πράξη που καλύπτει όλα τα στοιχεία τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου εκδίδεται το αργότερο έως τις 21 Αυγούστου 2023.

ΤΜΗΜΑ 2

Πιστοποίηση

Άρθρο 11

Οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης

1.   Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαπιστεύονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 για τους σκοπούς της πιστοποίησης των πλατφορμών eFTI και των παρόχων υπηρεσιών eFTI, όπως ορίζεται στα άρθρα 12 και 13 του παρόντος κανονισμού.

2.   Για τους σκοπούς της διαπίστευσης, οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληρούν τις απαιτήσεις του παραρτήματος II. Οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης γνωστοποιούν στην εντεταλμένη εθνική αρχή σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου τη διεύθυνση του ιστότοπου όπου δημοσιεύουν τις πληροφορίες σχετικά με τους διαπιστευμένους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένου επικαιροποιημένου καταλόγου αυτών των οργανισμών.

3.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει αρχή που διατηρεί επικαιροποιημένο κατάλογο των διαπιστευμένων οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, των πλατφορμών eFTI και των παρόχων υπηρεσιών eFTI που έχουν έγκυρη πιστοποίηση με βάση τις πληροφορίες που υποβάλλονται δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 12 παράγραφος 2 και του άρθρου 13 παράγραφος 2. Οι εν λόγω εντεταλμένες εθνικές αρχές καθιστούν τον εν λόγω κατάλογο δημόσια διαθέσιμο σε επίσημο ιστότοπο της κυβέρνησης στο διαδίκτυο.

4.   Έως τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, οι εν λόγω εντεταλμένες εθνικές αρχές γνωστοποιούν στην Επιτροπή τον κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 καθώς και τη διεύθυνση του ιστότοπου στον οποίο δημοσιεύεται ο εν λόγω κατάλογος. Η Επιτροπή δημοσιεύει στον επίσημο ιστότοπό της τις εν λόγω διευθύνσεις ιστότοπων.

Άρθρο 12

Πιστοποίηση πλατφορμών eFTI

1.   Κατόπιν αίτησης του υπευθύνου ανάπτυξης πλατφόρμας eFTI, ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αξιολογεί τη συμμόρφωση της πλατφόρμας eFTI με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1. Στην περίπτωση θετικής αξιολόγησης, ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης εκδίδει πιστοποιητικό συμμόρφωσης για την εν λόγω πλατφόρμα eFTI. Στην περίπτωση αρνητικής αξιολόγησης, ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης παρέχει την αιτιολόγηση της αρνητικής αξιολόγησης στον αιτούντα.

2.   Κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης διατηρεί επικαιροποιημένο κατάλογο με τις πλατφόρμες eFTI που έχει πιστοποιήσει και των οποίων την πιστοποίηση έχει ανακαλέσει ή αναστείλει. Καθιστά τον εν λόγω κατάλογο δημόσια διαθέσιμο στον ιστότοπό του και γνωστοποιεί τον σύνδεσμο προς τη διεύθυνση του εν λόγω ιστότοπου στην εντεταλμένη εθνική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3.

3.   Οι πληροφορίες που υποβάλλονται στις αρμόδιες αρχές μέσω πιστοποιημένης πλατφόρμας eFTI συνοδεύονται από ένδειξη πιστοποίησης.

4.   Ο υπεύθυνος ανάπτυξης της πλατφόρμας eFTI υποβάλλει αίτηση επανεξέτασης της πιστοποίησής του σε περίπτωση αναθεώρησης των τεχνικών προδιαγραφών που ορίζονται στις εκτελεστικές πράξεις οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 2.

5.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 14 για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τον καθορισμό κανόνων πιστοποίησης πλατφορμών eFTI και χρήσης της ένδειξης πιστοποίησης, συμπεριλαμβανομένων κανόνων ανανέωσης, αναστολής και ανάκλησης της πιστοποίησης.

Άρθρο 13

Πιστοποίηση παρόχων υπηρεσιών eFTI

1.   Κατόπιν αίτησης παρόχου υπηρεσιών eFTI, ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αξιολογεί τη συμμόρφωση του παρόχου υπηρεσιών eFTI προς τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1. Στην περίπτωση θετικής αξιολόγησης, ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης εκδίδει πιστοποιητικό συμμόρφωσης. Στην περίπτωση αρνητικής αξιολόγησης, οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης παρέχουν την αιτιολόγηση της αρνητικής αξιολόγησης στον αιτούντα.

2.   Κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης διατηρεί επικαιροποιημένο κατάλογο των παρόχων υπηρεσιών eFTI που έχει πιστοποιήσει και των οποίων την πιστοποίηση έχει ανακαλέσει ή αναστείλει. Καθιστά τον εν λόγω κατάλογο δημόσια διαθέσιμο στον ιστότοπό του και γνωστοποιεί τη διεύθυνση του εν λόγω ιστότοπου στην εντεταλμένη εθνική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3.

3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 14 για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού καθορίζοντας κανόνες πιστοποίησης των παρόχων υπηρεσιών eFTI, συμπεριλαμβανομένων κανόνων ανανέωσης, αναστολής και ανάκλησης της πιστοποίησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 14

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων κατά το άρθρο 2 παράγραφος 3, το άρθρο 7, το άρθρο 12 παράγραφος 5 και το άρθρο 13 παράγραφος 3 ανατίθεται στην Επιτροπή για διάστημα πέντε ετών από τις 20 Αυγούστου 2020. Η Επιτροπή καταρτίζει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίσης διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 3, στο άρθρο 7, στο άρθρο 12 παράγραφος 5 και στο άρθρο 13 παράγραφος 3 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος τυχόν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες οι οποίοι ορίζονται από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.   Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 3, του άρθρου 7, του άρθρου 12 παράγραφος 5 και του άρθρου 13 παράγραφος 3 αρχίζει να ισχύει μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει η περίοδος αυτή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 15

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όποτε γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 16

Επανεξέταση

1.   Το αργότερο έως τις 21 Φεβρουαρίου 2029, η Επιτροπή διενεργεί αξιολόγηση του παρόντος κανονισμού και υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις κύριες διαπιστώσεις της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή.

Η Επιτροπή αξιολογεί επίσης πιθανές πρωτοβουλίες προκειμένου ειδικότερα:

α)

να θεσπίσει την υποχρέωση των οικονομικών φορέων να υποβάλλουν ηλεκτρονικά κανονιστικές πληροφορίες προς τις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

β)

να θεσπίσει περαιτέρω διαλειτουργικότητα και διασυνδεσιμότητα ανάμεσα στο περιβάλλον eFTI και στα διαφορετικά συστήματα και πλατφόρμες ΤΠΕ που χρησιμοποιούνται για την καταγραφή και επεξεργασία κανονιστικών πληροφοριών όπως προβλέπεται στο λοιπό ενωσιακό δίκαιο για τις μεταφορές.

Οι αξιολογήσεις αυτές καλύπτουν ιδίως την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού και άλλων σχετικών νομοθεσίας της Ένωσης και συνοδεύεται, όπου αρμόζει, από νομοθετική πρόταση.

2.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή όλα τα αναγκαία στοιχεία που ορίζει το άρθρο 17 για την εκπόνηση της έκθεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 17

Παρακολούθηση

Έως τις 21 Αυγούστου 2027, και ανά πενταετία, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή, στη βάση των ημερολογίων λειτουργίας που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχεία ζ) και ι) πόσες φορές οι αρμόδιες αρχές είχαν πρόσβαση και επεξεργάστηκαν τις κανονιστικές πληροφορίες που υπέβαλαν ηλεκτρονικά οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς σύμφωνα με το άρθρο 4.

Οι εν λόγω πληροφορίες παρέχονται αναφορικά με κάθε έτος που καλύπτεται από την περίοδο υποβολής αναφορών.

Άρθρο 18

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Εφαρμόζεται από τις 21 Αυγούστου 2024.

3.   Ωστόσο, το άρθρο 2 παράγραφος 2, το άρθρο 5 παράγραφος 4, το άρθρο 7, το άρθρο 8, το άρθρο 9 παράγραφος 2 και το άρθρο 10 παράγραφος 2 εφαρμόζονται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2020.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

D.M. SASSOLI

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

J. KLOECKNER


(1)  ΕΕ C 62 της 15.2.2019, σ. 265.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2019 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 7ης Απριλίου 2020 (ΕΕ C 157 της 8.5.2020, σ. 1). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 8ης Ιουλίου 2020 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για τις μεταφορές αποβλήτων (ΕΕ L 190 της 12.7.2006, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1239 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για τη θέσπιση ευρωπαϊκού περιβάλλοντος ναυτιλιακής ενιαίας θυρίδας και για την κατάργηση της οδηγίας 2010/65/ΕΕ (ΕΕ L 198 της 25.7.2019, σ. 64).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 του Συμβουλίου (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(9)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(10)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(11)  ΕΟΚ Συμβούλιο: Κανονισμός αριθ. 11 περί καταργήσεως των διακρίσεων στον τομέα των τιμών και όρων μεταφοράς κατ’ εφαρμογή του άρθρου 79 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΕ P 52 της 16.8.1960, σ. 1121).

(12)  Οδηγία 92/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 7ης Δεκεμβρίου 1992, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για ορισμένες συνδυασμένες εμπορευματικές μεταφορές μεταξύ των κρατών μελών (ΕΕ L 368 της 17.12.1992, σ. 38).

(13)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 72).

(14)  Οδηγία 2008/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τις εσωτερικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων (ΕΕ L 260 της 30.9.2008, σ. 13).

(15)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/797 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 138 της 26.5.2016, σ. 44).

(16)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 300/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2008, για τη θέσπιση κοινών κανόνων στο πεδίο της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2320/2002 (ΕΕ L 97 της 9.4.2008, σ. 72).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΕΜΠΙΠΤΟΥΝ ΣΤΟ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ

ΜΕΡΟΣ Α – Απαιτήσεις κανονιστικών πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Κατάλογος κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β):

1)

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1998 της Επιτροπής (1) σχετικά με τον καθορισμό λεπτομερών μέτρων εφαρμογής των κοινών βασικών προτύπων ασφάλειας των αερομεταφορών από έκνομες ενέργειες: Παράρτημα 6.3.2.6 σημεία α), β), γ), δ), ε), στ) και ζ).

ΜΕΡΟΣ Β – Εθνικό δίκαιο

Παρακάτω παρατίθενται οι σχετικές διατάξεις του εθνικού δικαίου που απαιτούν την παροχή πληροφοριών πανομοιότυπων, εν όλω ή εν μέρει, με τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β).

[κράτος μέλος]

1)

Νομική πράξη: [διάταξη]


(1)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/1998 της Επιτροπής, της 5ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τον καθορισμό λεπτομερών μέτρων εφαρμογής των κοινών βασικών προτύπων ασφάλειας των αερομεταφορών από έκνομες ενέργειες (ΕΕ L 299 της 14.11.2015, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

1.   

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συγκροτείται βάσει του εθνικού δικαίου και διαθέτει νομική προσωπικότητα.

2.   

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι τρίτος φορέας ανεξάρτητος από τον οργανισμό ή την πλατφόρμα eFTI ή τον πάροχο υπηρεσιών πλατφόρμας που αξιολογεί.

Ο οργανισμός που ανήκει σε ένωση επιχειρήσεων ή επαγγελματική ομοσπονδία που εκπροσωπεί τις επιχειρήσεις οι οποίες συμμετέχουν στον σχεδιασμό, την κατασκευή, την παροχή, τη συναρμολόγηση, τη χρήση ή τη συντήρηση πλατφόρμας eFTI ή τον πάροχο υπηρεσιών πλατφόρμας που αξιολογεί μπορεί να θεωρείται οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, υπό την προϋπόθεση ότι αποδεικνύεται η ανεξαρτησία του και η απουσία σύγκρουσης συμφερόντων.

3.   

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν συμπίπτουν με τον σχεδιαστή, τον κατασκευαστή, τον προμηθευτή, τον υπεύθυνο εγκατάστασης, τον αγοραστή, τον ιδιοκτήτη, τον χρήστη ή τον συντηρητή της πλατφόρμας eFTI ή τον πάροχο υπηρεσιών πλατφόρμας που αξιολογούν ούτε με τον αντιπρόσωπο των ανωτέρω.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εμπλέκονται άμεσα στον σχεδιασμό, την παραγωγή ή την κατασκευή, την εμπορία, την εγκατάσταση, τη χρήση ή τη συντήρηση της εν λόγω πλατφόρμας eFTI, ούτε σχετίζονται άμεσα με τον πάροχο υπηρεσιών πλατφόρμας, ούτε εκπροσωπούν μέρη που εμπλέκονται στις δραστηριότητες αυτές. Δεν αναλαμβάνουν καμία δραστηριότητα που μπορεί να θίξει την ανεξάρτητη κρίση ή την ακεραιότητά τους σε σχέση με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τις οποίες είναι διαπιστευμένοι. Τούτο ισχύει ιδίως για τις συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης εξασφαλίζουν ότι οι δραστηριότητες των θυγατρικών ή των υπεργολάβων τους δεν επηρεάζουν την εμπιστευτικότητα, την αντικειμενικότητα ή την αμεροληψία των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

4.   

Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το προσωπικό τους εκτελούν τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης με τη μεγαλύτερη επαγγελματική ακεραιότητα και την απαιτούμενη τεχνική επάρκεια στον συγκεκριμένο τομέα και είναι απαλλαγμένοι από κάθε πίεση και προτροπή, κυρίως οικονομική, που θα ήταν δυνατόν να επηρεάσει την κρίση τους ή τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων τους όσον αφορά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, ιδιαίτερα από πρόσωπα ή ομάδες προσώπων που έχουν συμφέρον από τα αποτελέσματα αυτών των δραστηριοτήτων.

5.   

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι σε θέση να εκτελεί όλα τα καθήκοντα τα σχετικά με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης που του έχουν ανατεθεί βάσει των διατάξεων των άρθρων 12 και 13 του παρόντος κανονισμού, είτε τα καθήκοντα αυτά εκτελούνται από τον ίδιο τον οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης είτε για λογαριασμό του και υπό την ευθύνη του.

Ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει:

α)

το αναγκαίο προσωπικό με τις τεχνικές γνώσεις και την επαρκή και κατάλληλη πείρα για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β)

τις αναγκαίες περιγραφές των διαδικασιών σύμφωνα με τις οποίες διενεργείται η αξιολόγηση της συμμόρφωσης και εξασφαλίζεται η διαφάνεια και η δυνατότητα αναπαραγωγής αυτών των διαδικασιών·

γ)

τις αναγκαίες διαδικασίες για να ασκεί τις δραστηριότητές του λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος της επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της και τον βαθμό πολυπλοκότητας της οικείας τεχνολογίας.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει τα αναγκαία μέσα για την εκτέλεση των τεχνικών και διοικητικών καθηκόντων που συνδέονται με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης με τον ενδεδειγμένο τρόπο.

6.   

Το προσωπικό που είναι αρμόδιο για τη διεξαγωγή των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει:

α)

εις βάθος τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση που καλύπτει όλες τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β)

επαρκή γνώση των απαιτήσεων των αξιολογήσεων που διενεργεί και επαρκές κύρος για τη διενέργεια των αξιολογήσεων αυτών·

γ)

κατάλληλη γνώση και κατανόηση των απαιτήσεων που ορίζονται στα άρθρα 9 και 10 του παρόντος κανονισμού·

δ)

την απαιτούμενη ικανότητα να καταρτίζει τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης, τα πρακτικά και τις εκθέσεις που αποδεικνύουν τη διεξαγωγή των αξιολογήσεων.

7.   

Η αμεροληψία των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, των διευθυντικών στελεχών του και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι εγγυημένη.

Οι αμοιβές των διευθυντικών στελεχών και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ενός οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εξαρτώνται από τον αριθμό των αξιολογήσεων που διενεργούνται ή από τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών.

8.   

Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης συνάπτουν ασφάλεια αστικής ευθύνης, εάν η ευθύνη αυτή δεν καλύπτεται από το κράτος βάσει του εθνικού δικαίου ή εάν η αξιολόγηση της συμμόρφωσης δεν πραγματοποιείται υπό την άμεση ευθύνη του κράτους μέλους.

9.   

Το προσωπικό του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεσμεύεται να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο για κάθε πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 13 του παρόντος κανονισμού ή διάταξη του εθνικού δικαίου για την εφαρμογή τους, εξαιρουμένης της σχέσης με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιούνται οι δραστηριότητες του οργανισμού. Τα δικαιώματα κυριότητας προστατεύονται.

10.   

Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης συμμετέχουν ή διασφαλίζουν ότι το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης έχει κατατοπιστεί σχετικά με τις δραστηριότητες τυποποίησης και τις σχετικές κανονιστικές δραστηριότητες.


ΟΔΗΓΙΕΣ

31.7.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 249/49


ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2020/1057 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 15ης Ιουλίου 2020

για τη θέσπιση ειδικών κανόνων σχετικά με την οδηγία 96/71/ΕΚ και την οδηγία 2014/67/ΕΕ για την απόσπαση οδηγών στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/22/ΕΚ, όσον αφορά τις απαιτήσεις επιβολής, και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 91 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Προκειμένου να δημιουργηθεί ασφαλής, αποδοτικός και κοινωνικά υπεύθυνος τομέας οδικών μεταφορών, είναι απαραίτητο να εξασφαλιστούν, αφενός, κατάλληλες συνθήκες εργασίας και κοινωνική προστασία για τους οδηγούς και, αφετέρου, κατάλληλες συνθήκες για την επιχειρηματικότητα και τον δίκαιο ανταγωνισμό για τους μεταφορείς στον τομέα των οδικών μεταφορών («μεταφορείς»). Δεδομένου του υψηλού βαθμού κινητικότητας του εργατικού δυναμικού στον τομέα των οδικών μεταφορών, απαιτούνται ειδικοί τομεακοί κανόνες για να διασφαλιστεί ισορροπία μεταξύ της ελευθερίας των μεταφορέων να παρέχουν διασυνοριακές υπηρεσίες, της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, των κατάλληλων εργασιακών συνθηκών και κοινωνικής προστασίας για τους οδηγούς.

(2)

Εν όψει της εγγενούς μεγάλης κινητικότητας των υπηρεσιών οδικών μεταφορών χρειάζεται να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι οδηγοί επωφελούνται των δικαιωμάτων τους και ότι οι μεταφορείς, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι μικρές επιχειρήσεις, δεν αντιμετωπίζουν δυσανάλογους διοικητικούς φραγμούς ή διακρίσεις κατά τους ελέγχους οι οποίοι περιορίζουν αδικαιολόγητα την ελευθερία τους να παρέχουν διασυνοριακές υπηρεσίες. Για τον ίδιο λόγο, οι εθνικοί κανόνες που εφαρμόζονται στις οδικές μεταφορές πρέπει να είναι αναλογικοί και παράλληλα δικαιολογημένοι, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να εξασφαλιστούν κατάλληλες εργασιακές συνθήκες και κοινωνική προστασία για τους οδηγούς και να διευκολυνθεί η άσκηση της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών οδικών μεταφορών με βάση τον θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ εθνικών και ξένων μεταφορέων.

(3)

Η ισορροπία ανάμεσα στη βελτίωση των κοινωνικών και εργασιακών συνθηκών για τους οδηγούς και στη διευκόλυνση της άσκησης της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών οδικών μεταφορών με βάση τον θεμιτό ανταγωνισμό ανάμεσα στους εθνικούς και τους ξένους μεταφορείς είναι καίριας σημασίας για την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(4)

Από την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας της υφιστάμενης κοινωνικής νομοθεσίας της Ένωσης στον τομέα των οδικών μεταφορών, έχουν εντοπιστεί ορισμένα κενά στις υπάρχουσες διατάξεις και ελλείψεις στην επιβολή τους, όπως εκείνα σχετικά με τη χρήση εταιρειών-βιτρινών. Επιπλέον, υπάρχουν ορισμένες αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά την ερμηνεία, την εφαρμογή και την επιβολή των εν λόγω διατάξεων, γεγονός που δημιουργεί μεγάλο διοικητικό φόρτο για τους οδηγούς και τους μεταφορείς. Αυτό δημιουργεί ανασφάλεια δικαίου, με αρνητικές συνέπειες στις κοινωνικές και εργασιακές συνθήκες των οδηγών και στους όρους του δίκαιου ανταγωνισμού για τους μεταφορείς στον τομέα.

(5)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή των οδηγιών 96/71/ΕΚ (4) και 2014/67/ΕΕ (5) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, θα πρέπει να ενισχυθούν οι έλεγχοι και η συνεργασία σε επίπεδο Ένωσης ώστε να αντιμετωπιστεί η απάτη σχετικά με την απόσπαση οδηγών.

(6)

Η Επιτροπή, στην πρόταση που υπέβαλε στις 8 Μαρτίου 2016 για την αναθεώρηση της οδηγίας 96/71/ΕΚ, αναγνώρισε ότι η εφαρμογή αυτής της οδηγίας εγείρει ιδιαίτερα νομικά ζητήματα και δυσχέρειες στον υψηλού βαθμού κινητικότητας τομέα των οδικών μεταφορών και ανέφερε ότι αυτά τα ζητήματα θα αντιμετωπίζονταν καλύτερα με ειδική για τον τομέα των οδικών μεταφορών νομοθεσία.

(7)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και αναλογική εφαρμογή της οδηγίας 96/71/ΕΚ στον τομέα των οδικών μεταφορών, είναι απαραίτητο να θεσπιστούν ειδικοί τομεακοί κανόνες που να αποτυπώνουν τις ιδιαιτερότητες του υψηλού βαθμού κινητικότητας εργατικού δυναμικού στον τομέα των οδικών μεταφορών και να παρέχουν ισορροπία ανάμεσα στην κοινωνική προστασία των οδηγών και στην ελευθερία των μεταφορέων να παρέχουν διασυνοριακές υπηρεσίες. Οι διατάξεις της οδηγίας 96/71/ΕΚ σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων και της οδηγίας 2014/67/ΕΕ σχετικά με την επιβολή των διατάξεων αυτών ισχύουν για τον τομέα των οδικών μεταφορών και θα πρέπει να υπόκεινται στους ειδικούς κανόνες που ορίζει η παρούσα οδηγία.

(8)

Λόγω της μεγάλης κινητικότητας του τομέα των μεταφορών, οι οδηγοί γενικά δεν αποσπώνται σε άλλο κράτος μέλος στο πλαίσιο συμβάσεων παροχής υπηρεσιών για μεγάλα χρονικά διαστήματα, όπως συμβαίνει μερικές φορές σε άλλους τομείς. Θα πρέπει συνεπώς να διευκρινιστεί σε ποιες περιπτώσεις οι κανόνες σχετικά με τη μακροχρόνια απόσπαση της οδηγίας 96/71/ΕΚ δεν εφαρμόζονται στους οδηγούς αυτούς.

(9)

Οι ισορροπημένοι τομεακοί κανόνες για την απόσπαση θα πρέπει να βασίζονται στην ύπαρξη ενός επαρκούς δεσμού του οδηγού και της παρεχόμενης υπηρεσίας με το έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής. Για να διευκολυνθεί η εφαρμογή των εν λόγω κανόνων, θα πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των διαφόρων τύπων μεταφορών, αναλόγως του βαθμού σύνδεσης με το έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής.

(10)

Όταν ένας οδηγός εκτελεί διμερείς μεταφορές από το κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένη η επιχείρηση (το «κράτος μέλος εγκατάστασης») στο έδαφος άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας ή πίσω στο κράτος μέλος εγκατάστασης, η φύση της υπηρεσίας συνδέεται στενά με το κράτος μέλος εγκατάστασης. Είναι πιθανό ένας οδηγός να εκτελέσει σειρά διμερών μεταφορών κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού. Θα ήταν δυσανάλογος περιορισμός στην ελευθερία παροχής διασυνοριακών υπηρεσιών οδικών μεταφορών εάν οι κανόνες περί απόσπασης, και, ως εκ τούτου, οι όροι και οι συνθήκες απασχόλησης που κατοχυρώνονται στο κράτος μέλος υποδοχής, εφαρμόζονταν στις εν λόγω διμερείς μεταφορές.

(11)

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι διεθνείς μεταφορές υπό διαμετακόμιση μέσω του εδάφους κράτους μέλους δεν συνιστούν περίπτωση απόσπασης. Οι ως άνω μεταφορές χαρακτηρίζονται από το γεγονός ότι ο οδηγός διέρχεται από το κράτος μέλος χωρίς να προβαίνει σε φόρτωση/εκφόρτωση εμπορευμάτων ή επιβίβαση/αποβίβαση επιβατών, και ως εκ τούτου δεν υπάρχει σημαντικός δεσμός μεταξύ των δραστηριοτήτων του οδηγού και του κράτους μέλους διέλευσης. Συνεπώς, το αν η παρουσία του οδηγού σε κράτος μέλος θεωρείται ότι πραγματοποιείται στο πλαίσιο διαμετακόμισης δεν επηρεάζεται από στάσεις του ταξιδιού, παραδείγματος χάρη, για λόγους υγιεινής.

(12)

Όταν ένας οδηγός εκτελεί συνδυασμένη μεταφορά, η φύση της παρεχόμενης υπηρεσίας στη διάρκεια της αρχικής ή της τελικής οδικής διαδρομής συνδέεται στενά με το κράτος μέλος εγκατάστασης εάν η οδική διαδρομή από μόνη της είναι διμερής μεταφορά. Αντιθέτως, όταν η μεταφορά στη διάρκεια της οδικής διαδρομής πραγματοποιείται εντός του κράτους μέλους υποδοχής ή ως μη διμερής διεθνής μεταφορά, υπάρχει επαρκής δεσμός με το έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής, και, ως εκ τούτου, στις περιπτώσεις αυτές θα πρέπει να εφαρμόζονται οι κανόνες περί απόσπασης.

(13)

Όταν ο οδηγός εκτελεί άλλους τύπους μεταφορών, ιδίως ενδομεταφορές ή μη διμερείς διεθνείς μεταφορές, υπάρχει επαρκής δεσμός με το έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής. Ο δεσμός υπάρχει στην περίπτωση των ενδομεταφορών, όπως ορίζονται με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 (6) και (ΕΚ) αριθ. 1073/2009 (7) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, δεδομένου ότι ολόκληρη η μεταφορά λαμβάνει χώρα σε κράτος μέλος υποδοχής και συνεπώς η υπηρεσία συνδέεται στενά με το έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής. Μία μη διμερής διεθνής μεταφορά χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι ο οδηγός εκτελεί διεθνή μεταφορά εκτός του κράτους μέλους εγκατάστασης της επιχείρησης που προβαίνει στην απόσπαση. Ως εκ τούτου, οι παρεχόμενες υπηρεσίες συνδέονται μάλλον με το σχετικό κράτος μέλος υποδοχής παρά με το κράτος μέλος εγκατάστασης. Στις εν λόγω περιπτώσεις, απαιτούνται ειδικοί τομεακοί κανόνες μόνον όσον αφορά τις διοικητικές απαιτήσεις και τα μέτρα ελέγχου.

(14)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι, σύμφωνα με την οδηγία 2014/67/ΕΕ, οι όροι και οι συνθήκες απασχόλησης που αναφέρονται στο άρθρο 3 της οδηγίας 96/71/ΕΚ, όπως καθορίζονται από εθνική νομοθεσία, ρύθμιση ή διοικητική διάταξη, ή σε συλλογικές συμφωνίες ή διαιτητικές αποφάσεις οι οποίες, στο έδαφός τους, έχουν αναγορευθεί σε κανόνες γενικής εφαρμογής ή εφαρμόζονται με άλλον τρόπο σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 8 της οδηγίας 96/71/ΕΚ, διατίθενται με προσιτό και διαφανή τρόπο στις επιχειρήσεις μεταφορών από άλλα κράτη μέλη και στους αποσπασμένους οδηγούς. Αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, εκείνους τους όρους και τις συνθήκες απασχόλησης που ορίζονται μέσω συλλογικών συμφωνιών που ισχύουν γενικά για όλες τις παρόμοιες επιχειρήσεις στη σχετική γεωγραφική περιοχή. Οι σχετικές πληροφορίες θα πρέπει να καλύπτουν, ειδικότερα, τα συστατικά στοιχεία των αποδοχών που καθίστανται υποχρεωτικά με τις εν λόγω πράξεις. Σύμφωνα με την οδηγία 2014/67/ΕΕ, πρέπει να επιδιώκεται η συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.

(15)

Οι μεταφορείς της Ένωσης αντιμετωπίζουν αυξανόμενο ανταγωνισμό από μεταφορείς που εδρεύουν σε τρίτες χώρες. Συνεπώς, είναι εξαιρετικά σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι οι μεταφορείς της Ένωσης δεν υφίστανται διακρίσεις. Σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 4 της οδηγίας 96/71/ΕΚ, οι επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες σε κράτος μη μέλος δεν μπορούν να τυγχάνουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης από τις επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες σε κράτος μέλος. Η αρχή αυτή θα πρέπει να εφαρμόζεται ιδίως όσον αφορά τους ειδικούς κανόνες περί απόσπασης που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. Θα πρέπει, ιδίως, να εφαρμόζεται όταν οι μεταφορείς τρίτων χωρών εκτελούν μεταφορές βάσει διμερών ή πολυμερών συμφωνιών που παρέχουν πρόσβαση στην ενωσιακή αγορά.

(16)

Το πολυμερές σύστημα ποσοστώσεων της Ευρωπαϊκής διάσκεψης υπουργών Μεταφορών («ΕΔΥΜ») αποτελεί ένα από τα κύρια μέσα που διέπουν την πρόσβαση των μεταφορέων τρίτων χωρών στην ενωσιακή αγορά και την πρόσβαση των μεταφορέων της Ένωσης σε αγορές τρίτων χωρών. Ο αριθμός των αδειών που χορηγούνται σε κάθε κράτος μέλος της ΕΔΥΜ αποφασίζεται σε ετήσια βάση. Τα κράτη μέλη πρέπει να τηρούν την υποχρέωσή τους να μην κάνουν διακρίσεις σε βάρος των επιχειρήσεων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων όπου συμφωνούνται προϋποθέσεις για την πρόσβαση στην ενωσιακή αγορά στο πλαίσιο της ΕΔΥΜ.

(17)

Η αρμοδιότητα διαπραγμάτευσης και σύναψης της ευρωπαϊκής συμφωνίας για την εργασία των πληρωμάτων των οχημάτων που εκτελούν διεθνείς οδικές μεταφορές («AETR») ανήκει στην Ένωση ως μέρος των αποκλειστικών εξωτερικών της αρμοδιοτήτων. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), η Ένωση θα πρέπει να ευθυγραμμίζει τους μηχανισμούς ελέγχου που μπορούν να χρησιμοποιούνται για να ελέγχεται η τήρηση των εθνικών και ενωσιακών κοινωνικών διατάξεων από τις επιχειρήσεις τρίτων χωρών με τους μηχανισμούς ελέγχου που ισχύουν για τις επιχειρήσεις της Ένωσης.

(18)

Έχουν επίσης εντοπιστεί δυσκολίες στην εφαρμογή των κανόνων για την απόσπαση εργαζομένων που ορίζονται στην οδηγία 96/71/ΕΚ και των κανόνων για τις διοικητικές απαιτήσεις που προβλέπονται στην οδηγία 2014/67/ΕΕ στον υψηλού βαθμού κινητικότητας τομέα των οδικών μεταφορών. Ασυντόνιστα εθνικά μέτρα για την εφαρμογή και επιβολή των διατάξεων σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στον τομέα των οδικών μεταφορών έχουν δημιουργήσει ανασφάλεια δικαίου και μεγάλο διοικητικό φόρτο στους μεταφορείς που δεν είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση. Ως αποτέλεσμα, έχουν δημιουργηθεί αδικαιολόγητοι περιορισμοί στην ελευθερία παροχής διασυνοριακών υπηρεσιών οδικών μεταφορών, με αρνητικές παράπλευρες συνέπειες για τις θέσεις εργασίας και την ανταγωνιστικότητα των μεταφορέων. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητη η εναρμόνιση των διοικητικών απαιτήσεων και των μέτρων ελέγχου. Με αυτόν τον τρόπο θα αποφευχθούν οι άσκοπες καθυστερήσεις για τους μεταφορείς.

(19)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική επιβολή των ειδικών τομεακών κανόνων για την απόσπαση εργαζομένων και να αποφευχθεί ένας δυσανάλογος διοικητικός φόρτος για τους μεταφορείς που δεν είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση, θα πρέπει να καθοριστούν ειδικές διοικητικές απαιτήσεις και μέτρα ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών, με πλήρη αξιοποίηση εργαλείων ελέγχου όπως ο ψηφιακός ταχογράφος. Για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία και στην οδηγία 96/71/ΕΚ, και ταυτόχρονα για να ελαττωθεί η πολυπλοκότητα του εν λόγω έργου, θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να επιβάλλουν στους μεταφορείς μόνον τις οριζόμενες στην παρούσα οδηγία διοικητικές απαιτήσεις και τα οριζόμενα στην παρούσα οδηγία μέτρα ελέγχου, τα οποία είναι προσαρμοσμένα στον τομέα των οδικών μεταφορών.

(20)

Οι επιχειρήσεις μεταφορών χρειάζονται ασφάλεια δικαίου σχετικά με τους κανόνες και τις απαιτήσεις που καλούνται να τηρήσουν. Οι εν λόγω κανόνες και απαιτήσεις θα πρέπει να είναι σαφείς, κατανοητές και ευπρόσιτες για τις επιχειρήσεις μεταφορών και θα πρέπει να επιτρέπουν τη διενέργεια αποτελεσματικών ελέγχων. Είναι σημαντικό οι νέοι κανόνες να μην εισάγουν έναν περιττό διοικητικό φόρτο και να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τα συμφέροντα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

(21)

Ο διοικητικός φόρτος και τα καθήκοντα διαχείρισης εγγράφων που βαρύνουν τους οδηγούς θα πρέπει να είναι εύλογα. Ως εκ τούτου, παρότι ορισμένα έγγραφα θα πρέπει να είναι διαθέσιμα στο όχημα για επιθεώρηση κατά τη διάρκεια καθ’ οδόν ελέγχων, άλλα έγγραφα θα πρέπει να καθίστανται διαθέσιμα μέσω της δημόσιας διασύνδεσης που συνδέεται με το Σύστημα Πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά (IMI) που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9), από τους μεταφορείς και, όπου είναι αναγκαίο, από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να χρησιμοποιούν το πλαίσιο αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των κρατών μελών που προβλέπεται στην οδηγία 2014/67/ΕΕ.

(22)

Για να διευκολυνθεί ο έλεγχος της συμμόρφωσης με τους κανόνες περί απόσπασης που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, οι μεταφορείς θα πρέπει να υποβάλλουν δήλωση απόσπασης στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στα οποία αποσπούν οδηγούς.

(23)

Προκειμένου να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος για τους μεταφορείς, είναι αναγκαίο να απλουστευθεί η διαδικασία αποστολής και ενημέρωσης των δηλώσεων απόσπασης. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα πρέπει να αναπτύξει μια πολύγλωσση δημόσια διασύνδεση, στην οποία θα έχουν πρόσβαση οι μεταφορείς και μέσω της οποίας θα μπορούν να υποβάλλουν και να ενημερώνουν τις πληροφορίες για τις αποσπάσεις και, όπου χρειάζεται, να υποβάλλουν άλλα σχετικά έγγραφα στο ΙΜΙ.

(24)

Δεδομένου ότι σε ορισμένα κράτη μέλη οι κοινωνικοί εταίροι διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην επιβολή της κοινωνικής νομοθεσίας στον τομέα των οδικών μεταφορών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν στους εθνικούς κοινωνικούς εταίρους τις σχετικές πληροφορίες που έχουν διαμοιραστεί μέσω του ΙΜΙ, με αποκλειστικό σκοπό τον έλεγχο της συμμόρφωσης με τους κανόνες περί απόσπασης και με παράλληλη τήρηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10). Οι σχετικές πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται στους κοινωνικούς εταίρους με άλλα μέσα εκτός του ΙΜΙ.

(25)

Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για να καθοριστούν οι λειτουργικές δυνατότητες της συνδεδεμένης στο ΙΜΙ δημόσιας διασύνδεσης. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11).

(26)

Η κατάλληλη, αποτελεσματική και συνεπής επιβολή των κανόνων για τον χρόνο εργασίας και ανάπαυσης έχει κρίσιμη σημασία για τη βελτίωση της οδικής ασφάλειας, την προστασία των εργασιακών συνθηκών των οδηγών και την πρόληψη στρεβλώσεων του ανταγωνισμού λόγω μη συμμόρφωσης. Ως εκ τούτου, είναι επιθυμητό να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής των υφιστάμενων ομοιόμορφων απαιτήσεων επιβολής που ορίζονται στην οδηγία 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12) ώστε να περιλαμβάνει τον έλεγχο της συμμόρφωσης με τις διατάξεις για τον χρόνο εργασίας που ορίζονται στην οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13).

(27)

Λαμβανομένων υπόψη των σειρών δεδομένων που απαιτούνται για τον έλεγχο της συμμόρφωσης με τους κανόνες για τον χρόνο εργασίας οι οποίοι καθορίζονται στην οδηγία 2002/15/ΕΚ, η έκταση των καθ’ οδόν ελέγχων εξαρτάται από την ανάπτυξη και την υιοθέτηση τεχνολογίας που να επιτρέπει την κάλυψη επαρκούς χρονικής περιόδου. Οι καθ’ οδόν έλεγχοι θα πρέπει να αφορούν μόνο τις πτυχές που μπορούν να ελεγχθούν αποτελεσματικά με τον ταχογράφο και με σχετικές συσκευές ελέγχου επί του οχήματος, και οι ολοκληρωμένοι έλεγχοι θα πρέπει να διενεργούνται μόνον στις εγκαταστάσεις επιχειρήσεων.

(28)

Οι καθ’ οδόν έλεγχοι θα πρέπει να διενεργούνται γρήγορα και αποτελεσματικά, ώστε να ολοκληρώνονται όσο το δυνατόν συντομότερα και με την ελάχιστη καθυστέρηση για τον οδηγό. Θα πρέπει να γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ των υποχρεώσεων των μεταφορέων και των υποχρεώσεων των οδηγών.

(29)

Θα πρέπει να προωθηθεί περαιτέρω η συνεργασία μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών μέσω συντονισμένων ελέγχων, τους οποίους τα κράτη μέλη θα πρέπει να προσπαθήσουν να επεκτείνουν σε ελέγχους στις εγκαταστάσεις επιχειρήσεων. Η Ευρωπαϊκή Αρχή Εργασίας, της οποίας το πεδίο δραστηριοτήτων, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1149 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14), καλύπτει την οδηγία 2006/22/ΕΚ, θα μπορούσε να παίξει σημαντικό ρόλο στην παροχή βοήθειας προς τα κράτη μέλη που διενεργούν συντονισμένους ελέγχους και θα μπορούσε επίσης να στηρίξει τις προσπάθειες εκπαίδευσης και κατάρτισης.

(30)

Η διοικητική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά την εφαρμογή κοινωνικών κανόνων στον τομέα των οδικών μεταφορών έχει αποδειχθεί ανεπαρκής, πράγμα που καθιστά τη διασυνοριακή επιβολή δυσχερέστερη, μη αποδοτική και ασυνεπή. Συνεπώς, είναι απαραίτητο να θεσπιστεί πλαίσιο αποτελεσματικής επικοινωνίας και αμοιβαίας συνδρομής, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής δεδομένων για παραβάσεις και της ανταλλαγής πληροφοριών για καλές πρακτικές επιβολής.

(31)

Με σκοπό την προώθηση της αποτελεσματικής διοικητικής συνεργασίας και της αποτελεσματικής ανταλλαγής πληροφοριών, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15) απαιτεί από τα κράτη μέλη να διασυνδέσουν τα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα τους μέσω του Ευρωπαϊκού Μητρώου Επιχειρήσεων Οδικών Μεταφορών (ERRU). Οι πληροφορίες που είναι προσβάσιμες μέσω του εν λόγω συστήματος στους καθ’ οδόν ελέγχους θα πρέπει να διευρυνθούν.

(32)

Για τη διευκόλυνση και τη βελτίωση της επικοινωνίας μεταξύ των κρατών μελών, τη διασφάλιση μιας πιο ομοιόμορφης εφαρμογής των κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των μεταφορών και τη διευκόλυνση της συμμόρφωσης των μεταφορέων με τις διοικητικές απαιτήσεις κατά την απόσπαση οδηγών, η Επιτροπή θα πρέπει να αναπτύξει μία ή περισσότερες νέες ενότητες για το IMI. Είναι σημαντικό το ΙΜΙ να επιτρέπει τη διεξαγωγή ελέγχων της εγκυρότητας των δηλώσεων απόσπασης στη διάρκεια των καθ’ οδόν ελέγχων.

(33)

Η ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο της αποτελεσματικής διοικητικής συνεργασίας και της αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των κρατών μελών θα πρέπει να συνάδει με τους κανόνες για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που ορίζονται στους κανονισμούς (ΕΕ) 2016/679 και (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16). Η ανταλλαγή πληροφοριών μέσω του IMI θα πρέπει επίσης να είναι σύμφωνη με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2012.

(34)

Προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα, η αποδοτικότητα και η συνέπεια της επιβολής, είναι επιθυμητό να αναπτυχθούν τα χαρακτηριστικά και να επεκταθεί η χρήση των υφιστάμενων εθνικών συστημάτων αποτίμησης επικινδυνότητας. Η πρόσβαση στα δεδομένα που περιέχουν τα συστήματα αποτίμησης επικινδυνότητας θα επιτρέψει στις αρμόδιες αρχές ελέγχου του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους να επικεντρωθούν καλύτερα σε μη συμμορφούμενους μεταφορείς. Η ύπαρξη κοινού τύπου υπολογισμού της αποτίμησης επικινδυνότητας μιας επιχείρησης μεταφορών αναμένεται να συμβάλει στην πιο δίκαιη μεταχείριση των μεταφορέων κατά τη διάρκεια των ελέγχων.

(35)

Ως συνέπεια της έναρξης ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, οι εξουσίες που ανατίθενται στην Επιτροπή δυνάμει της οδηγίας 2006/22/ΕΚ θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

(36)

Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή της οδηγίας 2006/22/ΕΚ, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή για να αυξήσει το ελάχιστο ποσοστό των ημερών που εργάστηκαν οι οδηγοί από τα κράτη μέλη στο 4 %, να αποσαφηνίσει περαιτέρω τους ορισμούς των κατηγοριών από τα στατιστικά στοιχεία που θα συγκεντρωθούν, να ορίσει ένα όργανο για την ενεργή προώθηση της ανταλλαγής πληροφοριών εμπειρίας και γνώσεως μεταξύ των κρατών μελών, να καθορίσει έναν κοινό τύπο υπολογισμού της αποτίμησης της επικινδυνότητας μιας επιχείρησης, να καθορίσει κατευθυντήριες γραμμές για την καλύτερη πρακτική εφαρμογής, να καθορίσει κοινή προσέγγιση για την καταγραφή και τον έλεγχο των χρονικών περιόδων που αφορούν άλλη εργασία και για την καταγραφή και τον έλεγχο των περιόδων τουλάχιστον μίας εβδομάδας κατά τις οποίες ο οδηγός βρίσκεται μακριά από το όχημα και δεν είναι σε θέση να ασκεί δραστηριότητες με το όχημα αυτό, και να προαγάγει κοινή προσέγγιση για την εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας, να ενθαρρύνει συνεκτική προσέγγιση και εναρμονισμένη ερμηνεία του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 από τις αρχές επιβολής του νόμου και να διευκολύνει το διάλογο μεταξύ του τομέα μεταφορών και των αρχών επιβολής του νόμου. Ιδίως, κατά την έκδοση εκτελεστικών πράξεων για την ανάπτυξη ενός κοινού τύπου υπολογισμού της αποτίμησης της επικινδυνότητας μιας επιχείρησης, η Επιτροπή θα πρέπει να εξασφαλίσει την ίση μεταχείριση των επιχειρήσεων κατά τη συνεκτίμηση των κριτηρίων που ορίζονται στην παρούσα οδηγία. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(37)

Για να αποτυπωθούν οι εξελίξεις των βέλτιστων πρακτικών όσον αφορά τους ελέγχους και τον τυποποιημένο εξοπλισμό που πρέπει να διατίθεται στις ομάδες ελέγχου και για να θεσπιστεί ή να επικαιροποιηθεί η στάθμιση της βαρύτητας των παραβάσεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 ή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17), θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ με σκοπό την αναθεώρηση, αντιστοίχως, των παραρτημάτων I και ΙΙ και του παραρτήματος III της οδηγίας 2006/22/ΕΚ. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι οποίες να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (18). Ειδικότερα, για να εξασφαλιστεί ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

(38)

Επομένως, η οδηγία 2006/22/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(39)

Ορισμένοι ειδικοί κανόνες περί απόσπασης απευθύνονται στις επιχειρήσεις μεταφορών και, ως εκ τούτου, οι επιχειρήσεις αυτές φέρουν τις συνέπειες των παραβάσεων των εν λόγω κανόνων που ενδεχομένως θα διαπράξουν. Ωστόσο, για να αποφεύγονται οι παραβάσεις από επιχειρήσεις που αναλαμβάνουν την παροχή υπηρεσιών μεταφοράς από οδικούς μεταφορείς εμπορευμάτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να προβλέψουν σαφείς και προβλέψιμους κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις για τους αποστολείς, τους μεταφορείς φορτίων, τους πράκτορες μεταφορών, τους εργολάβους και τους υπεργολάβους σε περιπτώσεις που αυτοί γνώριζαν, ή, δεδομένων όλων των σχετικών περιστάσεων, όφειλαν να γνωρίζουν, ότι οι υπηρεσίες μεταφοράς που ανέθεσαν ενείχαν παραβάσεις των ειδικών κανόνων περί απόσπασης.

(40)

Προκειμένου να διασφαλιστούν δίκαιες συνθήκες ανταγωνισμού και ίσοι όροι για εργαζόμενους και επιχειρήσεις, είναι αναγκαίο να σημειωθεί πρόοδος στην ευφυή επιβολή της νομοθεσίας και να παρέχεται κάθε δυνατή στήριξη για την πλήρη εισαγωγή και χρήση συστημάτων αποτίμησης επικινδυνότητας.

(41)

Η Επιτροπή θα πρέπει να εκτιμήσει τις επιπτώσεις της εφαρμογής και της επιβολής των κανόνων για την απόσπαση εργαζομένων στον τομέα των οδικών μεταφορών και να υποβάλει έκθεση με θέμα τα αποτελέσματα της εκτίμησης αυτής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, μαζί με νομοθετική πρόταση αν κριθεί σκόπιμο.

(42)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η εξασφάλιση, αφενός, κατάλληλων συνθηκών εργασίας και κοινωνικής προστασίας για τους οδηγούς και, αφετέρου, κατάλληλων συνθηκών για την επιχειρηματικότητα και τον δίκαιο ανταγωνισμό για τους μεταφορείς, δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της παρούσας οδηγίας, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(43)

Τα εθνικά μέτρα για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας εφαρμόζονται από την ημερομηνία 18 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας. Η οδηγία (ΕΕ) 2018/957 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19) πρόκειται να ισχύσει για τον τομέα των οδικών μεταφορών, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας, από τις 2 Φεβρουαρίου 2022,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Ειδικοί κανόνες για την απόσπαση οδηγών

1.   Το παρόν άρθρο θεσπίζει ειδικούς κανόνες σχετικά με ορισμένες πτυχές της οδηγίας 96/71/ΕΚ αναφορικά με την απόσπαση οδηγών στον τομέα των οδικών μεταφορών και της οδηγίας 2014/67/ΕΕ αναφορικά με τις διοικητικές απαιτήσεις και τα μέτρα ελέγχου για την απόσπαση αυτών των οδηγών.

2.   Οι ως άνω ειδικοί κανόνες ισχύουν για τους οδηγούς που απασχολούνται από επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε ένα κράτος μέλος το οποίο λαμβάνει το διεθνικό μέτρο που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο α) της οδηγίας 96/71/ΕΚ.

3.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 96/71/ΕΚ, δεν θεωρείται αποσπασμένος ένας οδηγός για τον σκοπό της οδηγίας 96/71/ΕΚ όταν εκτελεί διμερείς μεταφορές για τη μεταφορά εμπορευμάτων.

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως διμερής μεταφορά εμπορευμάτων νοείται η μεταφορά εμπορευμάτων, με βάση σύμβαση μεταφοράς, από το κράτος μέλος εγκατάστασης, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα, ή από άλλο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα στο κράτος μέλος εγκατάστασης.

Από τις 2 Φεβρουαρίου 2022, ημερομηνία από την οποία οι οδηγοί απαιτείται, δυνάμει του άρθρου 34 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, να καταγράφουν χειροκίνητα τα δεδομένα διέλευσης των συνόρων, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν την εξαίρεση για τις διμερείς μεταφορές όσον αφορά εμπορεύματα που προβλέπεται στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, επίσης όταν, επιπλέον της διμερούς μεταφοράς, ο οδηγός εκτελεί μία δραστηριότητα φόρτωσης και/ή εκφόρτωσης στα κράτη μέλη ή στις τρίτες χώρες που διασχίζει, υπό την προϋπόθεση ότι ο οδηγός δεν φορτώνει εμπορεύματα και δεν τα εκφορτώνει στο ίδιο κράτος μέλος.

Όταν μια διμερής μεταφορά που ξεκινά από το κράτος μέλος εγκατάστασης, στη διάρκεια της οποίας δεν εκτελείται επιπλέον δραστηριότητα, ακολουθείται από διμερή μεταφορά στο κράτος μέλος εγκατάστασης, η εξαίρεση για επιπλέον δραστηριότητες που ορίζεται στο τρίτο εδάφιο ισχύει για μέγιστο αριθμό δύο επιπλέον δραστηριοτήτων φόρτωσης και/ή εκφόρτωσης, υπό τους όρους που αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο.

Οι εξαιρέσεις για επιπλέον δραστηριότητες που ορίζονται στο τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται μόνο μέχρι την ημερομηνία από την οποία οι ευφυείς ταχογράφοι που είναι συμβατοί με την απαίτηση καταγραφής διελεύσεων των συνόρων και συμπληρωματικών δραστηριοτήτων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, απαιτείται να τοποθετηθούν στα οχήματα για τα οποία εκδίδεται άδεια κυκλοφορίας για πρώτη φορά σε κράτος μέλος, όπως ορίζεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο του εν λόγω κανονισμού. Από την ημερομηνία αυτή, οι εξαιρέσεις για επιπλέον δραστηριότητες που ορίζονται στο τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου ισχύουν αποκλειστικά για τους οδηγούς που χρησιμοποιούν οχήματα εφοδιασμένα με ευφυείς ταχογράφους, όπως προβλέπεται στα άρθρα 8, 9 και 10 του εν λόγω κανονισμού.

4.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 96/71/ΕΚ, δεν θεωρείται αποσπασμένος ένας οδηγός για τον σκοπό της οδηγίας 96/71/ΕΚ όταν εκτελεί διμερείς μεταφορές επιβατών.

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως διμερής μεταφορά υπό διεθνή έκτακτη ή τακτική μεταφορά επιβατών, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/2009, νοείται όταν ο οδηγός πραγματοποιεί οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενέργειες:

α)

επιβιβάζει επιβάτες στο κράτος μέλος εγκατάστασης και τους αποβιβάζει σε άλλο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα·

β)

επιβιβάζει επιβάτες σε κράτος μέλος ή τρίτη χώρα και τους αποβιβάζει στο κράτος μέλος εγκατάστασης· ή

γ)

επιβιβάζει και αποβιβάζει επιβάτες στο κράτος μέλος εγκατάστασης για τους σκοπούς πραγματοποίησης τοπικών εκδρομών σε άλλο κράτος μέλος ή τρίτη χώρα, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1073/2009.

Από τις 2 Φεβρουαρίου 2022, ημερομηνία από την οποία οι οδηγοί απαιτείται, δυνάμει του άρθρου 34 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, να καταγράφουν χειροκίνητα τα δεδομένα διέλευσης των συνόρων, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν επίσης την εξαίρεση για τις διμερείς μεταφορές επιβατών που προβλέπεται στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου όταν, επιπλέον της διμερούς μεταφοράς, ο οδηγός επίσης επιβιβάζει επιβάτες μία φορά ή/και αποβιβάζει επιβάτες μία φορά σε κράτη μέλη ή τρίτες χώρες από τις οποίες διέρχεται ο οδηγός, υπό την προϋπόθεση ότι ο οδηγός δεν παρέχει υπηρεσίες μεταφοράς επιβατών μεταξύ δύο σημείων εντός του κράτους μέλους διέλευσης. Το ίδιο ισχύει και για το ταξίδι της επιστροφής.

Η εξαίρεση αυτή για επιπλέον δραστηριότητες που ορίζεται στο τρίτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου εφαρμόζεται μόνο μέχρι την ημερομηνία από την οποία οι ευφυείς ταχογράφοι που είναι συμβατοί με την απαίτηση καταγραφής διελεύσεων των συνόρων και συμπληρωματικών δραστηριοτήτων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, απαιτείται να τοποθετηθούν στα οχήματα για τα οποία εκδίδεται άδεια κυκλοφορίας για πρώτη φορά σε κράτος μέλος, όπως ορίζεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο του εν λόγω κανονισμού. Από την ημερομηνία αυτή, η εξαίρεση για επιπλέον δραστηριότητες που ορίζεται στο τρίτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου ισχύει αποκλειστικά για τους οδηγούς που χρησιμοποιούν οχήματα εφοδιασμένα με ευφυείς ταχογράφους, όπως προβλέπεται στα άρθρα 8, 9 και 10 του εν λόγω κανονισμού.

5.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 96/71/ΕΚ, δεν θεωρείται αποσπασμένος για τους σκοπούς της οδηγίας 96/71/ΕΚ οδηγός που διέρχεται από το έδαφος κράτους μέλους χωρίς να προβαίνει σε φόρτωση ή εκφόρτωση εμπορευμάτων και επιβίβαση ή αποβίβαση επιβατών.

6.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 96/71/ΕΚ, δεν θεωρείται αποσπασμένος για τους σκοπούς της οδηγίας 96/71/ΕΚ οδηγός που διέρχεται από το έδαφος κράτους μέλους όταν ο οδηγός εκτελεί την αρχική ή τελική οδική διαδρομή μιας συνδυασμένης μεταφοράς, όπως ορίζεται στην οδηγία 92/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου (20), εάν η οδική διαδρομή από μόνη της συνίσταται σε διμερείς μεταφορές όπως ορίζεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

7.   Οδηγός που εκτελεί ενδομεταφορές, όπως ορίζονται στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 και (ΕΚ) αριθ. 1073/2009, θεωρείται αποσπασμένος βάσει της οδηγίας 96/71/ΕΚ.

8.   Για τους σκοπούς του άρθρου 3 παράγραφος 1α της οδηγίας 96/71/ΕΚ, η απόσπαση θεωρείται ότι λήγει όταν ο οδηγός εγκαταλείπει το κράτος μέλος υποδοχής κατά την εκτέλεση διεθνούς μεταφοράς εμπορευμάτων ή επιβατών. Η εν λόγω περίοδος απόσπασης δεν επιτρέπεται να σωρεύεται με προηγούμενες περιόδους απόσπασης στο πλαίσιο τέτοιων διεθνών μεταφορών που πραγματοποιούνται από τον ίδιο οδηγό ή από άλλο οδηγό τον οποίο αντικαθιστά.

9.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, σύμφωνα με την οδηγία 2014/67/ΕΕ, οι όροι και οι συνθήκες απασχόλησης που αναφέρονται στο άρθρο 3 της οδηγίας 96/71/ΕΚ, όπως καθορίζονται από εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις, ή σε συλλογικές συμβάσεις ή διαιτητικές αποφάσεις οι οποίες, στο έδαφός τους, έχουν αναγορευθεί σε κανόνες γενικής εφαρμογής ή εφαρμόζονται με άλλον τρόπο σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 8 της οδηγίας 96/71/ΕΚ, διατίθενται με προσιτό και διαφανή τρόπο στις επιχειρήσεις μεταφορών από άλλα κράτη μέλη και στους αποσπασμένους οδηγούς. Οι σχετικές πληροφορίες καλύπτουν, ειδικότερα, τα συστατικά στοιχεία των αποδοχών που καθίστανται υποχρεωτικά με τις εν λόγω πράξεις, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των συλλογικών συμφωνιών που ισχύουν γενικά για όλες τις παρόμοιες επιχειρήσεις στη σχετική γεωγραφική περιοχή.

10.   Οι εγκατεστημένες σε τρίτο κράτος επιχειρήσεις μεταφορών δεν τυγχάνουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης από τις επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες σε κράτος μέλος, ακόμη και όταν εκτελούν μεταφορές βάσει διμερών ή πολυμερών συμφωνιών που χορηγούν πρόσβαση στην ενωσιακή αγορά ή σε μέρη της αγοράς αυτής.

11.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 9 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 2014/67/ΕΕ, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν μόνο τις παρακάτω διοικητικές απαιτήσεις και μέτρα ελέγχου όσον αφορά την απόσπαση οδηγών:

α)

υποχρέωση του μεταφορέα που είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος να υποβάλει δήλωση απόσπασης στις εθνικές αρμόδιες αρχές κράτους μέλους στο οποίο είναι αποσπασμένος ο οδηγός το αργότερο κατά την έναρξη της απόσπασης, χρησιμοποιώντας τυποποιημένο πολύγλωσσο έντυπο της δημόσιας διασύνδεσης που συνδέεται με το Σύστημα Πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά («ΙΜΙ»), το οποίο θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2012· η εν λόγω δήλωση απόσπασης περιλαμβάνει τις παρακάτω πληροφορίες:

i)

την ταυτότητα του μεταφορέα, τουλάχιστον με τη μορφή του αριθμού της κοινοτικής άδειας εφόσον ο αριθμός αυτός είναι διαθέσιμος·

ii)

τα στοιχεία επικοινωνίας του διαχειριστή μεταφορών ή άλλου αρμόδιου επικοινωνίας στο κράτος μέλος εγκατάστασης που λειτουργούν ως σύνδεσμοι με τις αρμόδιες αρχές στο κράτος μέλος υποδοχής όπου παρέχονται οι υπηρεσίες και αποστέλλουν και λαμβάνουν έγγραφα ή ειδοποιήσεις·

iii)

την ταυτότητα, τη διεύθυνση κατοικίας και τον αριθμό της άδειας οδήγησης του οδηγού·

iv)

την ημερομηνία έναρξης της σύμβασης εργασίας του οδηγού και το εφαρμοστέο σε αυτήν δίκαιο·

v)

την προβλεπόμενη ημερομηνία έναρξης και λήξης της απόσπασης·

vi)

τις πινακίδες κυκλοφορίας των μηχανοκίνητων οχημάτων·

vii)

το αν οι παρεχόμενες υπηρεσίες μεταφοράς είναι: μεταφορά εμπορευμάτων, μεταφορά επιβατών, διεθνείς μεταφορές ή ενδομεταφορές·

β)

υποχρέωση του μεταφορέα να εξασφαλίζει ότι ο οδηγός έχει στη διάθεσή του σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή καθώς και υποχρέωση του ίδιου του οδηγού να διατηρεί και να διαθέτει, όταν του ζητείται καθ’ οδόν:

i)

αντίγραφο της δήλωσης απόσπασης που υποβλήθηκε μέσω του ΙΜΙ·

ii)

αποδείξεις ως προς τις μεταφορές που λαμβάνουν χώρα στο κράτος μέλος υποδοχής, όπως ηλεκτρονική φορτωτική (e-CMR) ή τις αποδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1072/2009·

iii)

τις καταγραφές του ταχογράφου και ιδίως τα σύμβολα της χώρας των κρατών μελών στα οποία ο οδηγός υπήρξε παρών κατά την εκτέλεση διεθνών οδικών μεταφορών ή ενδομεταφορών, σύμφωνα με τις απαιτήσεις καταγραφής και τήρησης αρχείων βάσει των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 561/2006 και (ΕΕ) αριθ. 165/2014·

γ)

υποχρέωση του μεταφορέα να αποστείλει μέσω της συνδεδεμένης στο ΙΜΙ δημόσιας διασύνδεσης, μετά την περίοδο της απόσπασης και κατόπιν άμεσου αιτήματος των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών όπου πραγματοποιήθηκε η απόσπαση, αντίγραφα των εγγράφων που αναφέρονται στο στοιχείο β) σημεία ii) και iii) της παρούσας παραγράφου καθώς και έγγραφα σχετικά με την αμοιβή των οδηγών για την περίοδο της απόσπασης, τη σύμβαση εργασίας ή ισοδύναμο έγγραφο κατά την έννοια του άρθρου 3 της οδηγίας 91/533/ΕΟΚ του Συμβουλίου (21), τα δελτία καταγραφής χρόνου που αφορούν την εργασία του οδηγού και τις αποδείξεις πληρωμής.

Ο μεταφορέας αποστέλλει τα έγγραφα τεκμηρίωσης μέσω της συνδεδεμένης στο ΙΜΙ δημόσιας διασύνδεσης το αργότερο οκτώ εβδομάδες από την ημερομηνία του αιτήματος. Εάν ο μεταφορέας δεν υποβάλει την απαιτούμενη τεκμηρίωση εντός της προβλεπόμενης χρονικής περιόδου, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η απόσπαση μπορούν να ζητήσουν, μέσω του ΙΜΙ, συνδρομή από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης, σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7 της οδηγίας 2014/67/ΕΕ. Όταν πραγματοποιείται ένα τέτοιο αίτημα αμοιβαίας συνδρομής, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του μεταφορέα έχουν πρόσβαση στη δήλωση απόσπασης και σε άλλες σχετικές πληροφορίες που έχει υποβάλει ο μεταφορέας μέσω της συνδεδεμένης στο ΙΜΙ δημόσιας διασύνδεσης.

Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης εξασφαλίζουν ότι τα έγγραφα που ζητούν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η απόσπαση παρέχονται μέσω του ΙΜΙ εντός 25 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία του αιτήματος αμοιβαίας συνδρομής.

Προκειμένου να εξακριβωθεί το εάν οι οδηγοί δεν πρέπει να θεωρούνται αποσπασμένοι, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλουν ως μέτρο ελέγχου μόνον την υποχρέωση για τον οδηγό να τηρεί και να διαθέτει, όταν του ζητείται σε καθ’ οδόν έλεγχο, σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή, τις αποδείξεις σχετικά με τη σχετική διεθνή μεταφορά, όπως η ηλεκτρονική φορτωτική (e-CMR) ή τις αποδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1072/2009, καθώς και τις καταγραφές του ταχογράφου όπως αναφέρεται στο στοιχείο β) σημείο iii) της παρούσας παραγράφου.

12.   Για τους σκοπούς του ελέγχου, ο μεταφορέας διατηρεί ενημερωμένες στη δημόσια διασύνδεση που είναι συνδεδεμένη στο ΙΜΙ τις δηλώσεις απόσπασης που αναφέρονται στην παράγραφο 11 στοιχείο α).

13.   Οι πληροφορίες από τις δηλώσεις απόσπασης αποθηκεύονται στο αποθετήριο του ΙΜΙ για τους σκοπούς των ελέγχων για περίοδο 24 μηνών.

Ένα κράτος μέλος μπορεί να επιτρέπει στην αρμόδια αρχή να παρέχει στους εθνικούς κοινωνικούς εταίρους, με άλλο μέσο εκτός του ΙΜΙ, τις σχετικές πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στο ΙΜΙ στον βαθμό που απαιτείται για τον έλεγχο της συμμόρφωσης με τους κανόνες περί απόσπασης και σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και τις εθνικές πρακτικές, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

οι πληροφορίες αφορούν απόσπαση στο έδαφος του σχετικού κράτους μέλους·

β)

οι πληροφορίες χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την επιβολή των κανόνων περί απόσπασης· και

γ)

κάθε επεξεργασία δεδομένων διενεργείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

14.   Έως τις 2 Φεβρουαρίου 2021, η Επιτροπή προσδιορίζει με εκτελεστική πράξη τις λειτουργικές δυνατότητες της συνδεδεμένης στο ΙΜΙ δημόσιας διασύνδεσης. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2.

15.   Τα κράτη μέλη αποφεύγουν άσκοπες καθυστερήσεις κατά την υλοποίηση των μέτρων ελέγχου, οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις στη διάρκεια και τις ημερομηνίες απόσπασης.

16.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται στενά μεταξύ τους και παρέχουν αμοιβαία βοήθεια και όλες τις συναφείς πληροφορίες, υπό τους όρους που προβλέπονται στην οδηγία 2014/67/ΕΕ και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1071/2009.

Άρθρο 2

Τροποποίηση της οδηγίας 2006/22/ΕΚ

Η οδηγία 2006/22/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οδηγία 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για καθορισμό ελάχιστων προϋποθέσεων για την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 561/2006 και (ΕΕ) αριθ. 165/2014 και της οδηγίας 2002/15/ΕΚ σχετικά με την κοινωνική νομοθεσία όσον αφορά δραστηριότητες οδικών μεταφορών και για την κατάργηση της οδηγίας 88/599/ΕΟΚ του Συμβουλίου».

2)

Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Αντικείμενο

«Η παρούσα οδηγία καθορίζει τις ελάχιστες προϋποθέσεις για την εφαρμογή των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 561/2006 (*1) και (ΕΕ) αριθ. 165/2014 (*2) και της οδηγίας 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3).

(*1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 και (ΕΚ) αριθ. 2135/98 του Συμβουλίου καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 του Συμβουλίου (ΕΕ L 102 της 11.4.2006, σ. 1)."

(*2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, για τους ταχογράφους στον τομέα των οδικών μεταφορών, ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών και τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών (ΕΕ L 60 της 28.2.2014, σ. 1)."

(*3)  Οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών (ΕΕ L 80 της 23.3.2002, σ. 35).»."

3)

Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι έλεγχοι αυτοί καλύπτουν ετησίως ευρεία και αντιπροσωπευτική διατομή μετακινούμενων εργαζομένων, οδηγών, επιχειρήσεων και οχημάτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 561/2006 και (ΕΕ) αριθ. 165/2014 και μετακινούμενων εργαζομένων και οδηγών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2002/15/ΕΚ. Οι καθ’ οδόν έλεγχοι συμμόρφωσης με την οδηγία 2002/15/ΕΚ περιορίζονται σε πτυχές που μπορούν να ελέγχονται αποτελεσματικά με τον ταχογράφο και των σχετικών συσκευών ελέγχου. Ολοκληρωμένος έλεγχος της συμμόρφωσης με την οδηγία 2002/15/ΕΚ μπορεί να διενεργηθεί μόνο στις εγκαταστάσεις επιχειρήσεων.»·

β)

στην παράγραφο 3, το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κάθε κράτος μέλος οργανώνει τους ελέγχους κατά τρόπο ώστε να ελέγχεται τουλάχιστον το 3 % των ημερών που εργάσθηκαν οι οδηγοί οχημάτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 561/2006 και (ΕΕ) αριθ. 165/2014. Στη διάρκεια του καθ’ οδόν ελέγχου, επιτρέπεται στον οδηγό να επικοινωνεί με την έδρα της επιχείρησης, τον διαχειριστή μεταφορών ή άλλο πρόσωπο ή οντότητα ώστε να παράσχει, πριν το πέρας του καθ’ οδόν ελέγχου, τυχόν αποδείξεις που λείπουν από το όχημα· αυτό ισχύει με την επιφύλαξη της υποχρέωσης του οδηγού να εξασφαλίζει την ορθή χρήση του ταχογράφου.

Από την 1η Ιανουαρίου 2012 η Επιτροπή δύναται, μέσω εκτελεστικής πράξης, να αυξήσει το ελάχιστο ποσοστό σε 4 %, υπό την προϋπόθεση ότι τα στατιστικά στοιχεία που συλλέγονται δυνάμει του άρθρου 3 αποδεικνύουν ότι, κατά μέσο όρο, άνω των 90 % όλων των ελεγχόμενων οχημάτων διαθέτει ψηφιακό ταχογράφο. Κατά τη λήψη της απόφασής της, η Επιτροπή λαμβάνει επίσης υπόψη την αποτελεσματικότητα των υφιστάμενων μέτρων επιβολής του νόμου, ιδίως τη διαθεσιμότητα δεδομένων ψηφιακού ταχογράφου στις εγκαταστάσεις των επιχειρήσεων. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2.»·

γ)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3α.   Κάθε κράτος μέλος οργανώνει ελέγχους της συμμόρφωσης με την οδηγία 2002/15/ΕΚ, λαμβάνοντας υπόψη το σύστημα αποτίμησης επικινδυνότητας που προβλέπεται στο άρθρο 9 της παρούσας οδηγίας. Στους ως άνω ελέγχους υποβάλλεται μια επιχείρηση όταν ένας ή περισσότεροι από τους οδηγούς της παραβαίνουν διαρκώς ή σοβαρά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 561/2006 ή τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 165/2014.»·

δ)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Οι πληροφορίες οι οποίες υποβάλλονται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 και το άρθρο 13 της οδηγίας 2002/15/ΕΚ περιλαμβάνουν τον αριθμό των οδηγών που ελέγχθηκαν καθ’ οδόν, τον αριθμό των ελέγχων στις εγκαταστάσεις επιχειρήσεων, τον αριθμό των εργάσιμων ημερών που ελέγχθηκαν και τον αριθμό καθώς και τη φύση των παραβάσεων που αναφέρθηκαν, και καταδεικνύουν εάν πρόκειται για μεταφορά προσώπων ή εμπορευμάτων.».

4)

Το πέμπτο εδάφιο του άρθρου 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή, εφόσον απαιτείται, διευκρινίζει περαιτέρω, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τους ορισμούς των κατηγοριών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β). Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2.».

5)

Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 5

Συντονισμένοι έλεγχοι

Τα κράτη μέλη διενεργούν, τουλάχιστον έξι φορές τον χρόνο, συντονισμένους καθ’ οδόν ελέγχους οδηγών και οχημάτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 561/2006 ή (ΕΕ) αριθ. 165/2014. Επιπλέον, τα κράτη μέλη επιδιώκουν την οργάνωση συντονισμένων ελέγχων στις εγκαταστάσεις επιχειρήσεων.

Οι συντονισμένοι έλεγχοι διενεργούνται ταυτόχρονα από τις αρχές επιβολής του νόμου δύο ή περισσότερων κρατών μελών, καθεμία από τις οποίες ενεργεί εντός της επικράτειάς της.».

6)

Στο άρθρο 6, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις επιχειρήσεων προγραμματίζονται λαμβανομένης υπόψη της προηγούμενης εμπειρίας όσον αφορά τις διάφορες κατηγορίες μεταφορών και επιχειρήσεων. Έλεγχοι διενεργούνται επίσης σε περιπτώσεις που έχουν εντοπιστεί καθ’ οδόν σοβαρές παραβάσεις των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 561/2006 ή (ΕΕ) αριθ. 165/2014 ή της οδηγίας 2002/15/ΕΚ.».

7)

Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

να διαβιβάζει στην Επιτροπή τα ανά διετία στατιστικά στοιχεία δυνάμει του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006·»·

ii)

προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«δ)

να διασφαλίζει την ανταλλαγή πληροφοριών με τα άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 8 της παρούσας οδηγίας σχετικά με την εφαρμογή των εθνικών διατάξεων μεταφοράς της παρούσας οδηγίας και της οδηγίας 2002/15/ΕΚ.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η ανταλλαγή στοιχείων, εμπειρίας και πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών προωθείται ενεργά, κατά κύριο λόγο αλλά όχι αποκλειστικά, μέσω της επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 και μέσω κάθε παρόμοιου φορέα που είναι δυνατόν να ορίσει η Επιτροπή μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2.».

8)

Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8

Ανταλλαγή πληροφοριών

1.   Πληροφορίες που έχουν ανταλλαχθεί διμερώς δυνάμει του άρθρου 22 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 ανταλλάσσονται μεταξύ των καθορισμένων φορέων που έχουν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 7 της παρούσας οδηγίας:

α)

τουλάχιστον μία φορά ανά εξάμηνο μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας·

β)

έπειτα από αιτιολογημένη αίτηση κράτους μέλους σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.

2.   Ένα κράτος μέλος παρέχει τις πληροφορίες που ζητά ένα άλλο κράτος μέλος δυνάμει της παραγράφου 1 στοιχείο β) εντός 25 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης. Τα κράτη μέλη μπορούν να συμφωνήσουν αμοιβαία μικρότερο χρονικό όριο. Σε επείγουσες περιπτώσεις ή σε περιπτώσεις που απαιτούν μόνο μία απλή εξέταση μητρώων, όπως τα μητρώα του συστήματος αποτίμησης επικινδυνότητας, οι ζητούμενες πληροφορίες παρέχονται εντός τριών εργάσιμων ημερών.

Όταν το κράτος μέλος που έχει λάβει την αίτηση θεωρεί ότι η αίτηση αυτή είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη, ενημερώνει αναλόγως το κράτος μέλος που υπέβαλε την αίτηση, εντός 10 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης. Το κράτος μέλος που υπέβαλε την αίτηση τεκμηριώνει περαιτέρω την αίτηση. Όταν το αιτούν κράτος μέλος δεν δύναται να τεκμηριώσει περαιτέρω την αίτηση, το κράτος μέλος που έχει λάβει την αίτηση μπορεί να την απορρίψει.

Όταν είναι δύσκολη ή αδύνατη η ανταπόκριση σε αίτηση παροχής πληροφοριών ή η διενέργεια ελέγχων, επιθεωρήσεων ή ερευνών, το κράτος μέλος που έχει λάβει την αίτηση ενημερώνει αναλόγως, εντός 10 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης, το κράτος μέλος που υπέβαλε την αίτηση, τεκμηριώνοντας και αιτιολογώντας δεόντως την εν λόγω δυσκολία ή αδυναμία. Τα εμπλεκόμενα κράτη μέλη συζητούν μεταξύ τους με στόχο την εξεύρεση λύσης.

Σε περίπτωση επίμονων καθυστερήσεων στη διαβίβαση των πληροφοριών στο κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου είναι αποσπασμένος ο εργαζόμενος, η Επιτροπή ενημερώνεται και λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα.

3.   Η ανταλλαγή πληροφοριών που προβλέπεται στο παρόν άρθρο πραγματοποιείται μέσω του Συστήματος Πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά (IMI) που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4). Αυτό δεν εφαρμόζεται στις πληροφορίες τις οποίες ανταλλάσσουν τα κράτη μέλη μέσω άμεσης αναζήτησης στα εθνικά ηλεκτρονικά μητρώα όπως αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*5).

(*4)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του Συστήματος Πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά και την κατάργηση της απόφασης 2008/49/ΕΚ (“κανονισμός ΙΜΙ”) (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 1)."

(*5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα και για την κατάργηση της οδηγίας 96/26/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 51).»."

9)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη εισάγουν σύστημα αποτίμησης επικινδυνότητας για τις επιχειρήσεις ανάλογα με τον σχετικό αριθμό και τη βαρύτητα οποιασδήποτε παράβασης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 ή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014 ή των εθνικών διατάξεων μεταφοράς της οδηγίας 2002/15/ΕΚ στο εθνικό δίκαιο, την οποία διαπράττει μια συγκεκριμένη επιχείρηση.

Έως τις 2 Ιουνίου 2021, η Επιτροπή καθορίζει με εκτελεστικές πράξεις κοινό τύπο υπολογισμού της αποτίμησης της επικινδυνότητας μιας επιχείρησης. Ο εν λόγω κοινός τύπος υπολογισμού θα λαμβάνει υπόψη τον αριθμό, τη βαρύτητα και τη συχνότητα των παραβάσεων, και τα αποτελέσματα των ελέγχων όπου δεν εντοπίστηκε παράβαση, καθώς και το αν η επιχείρηση οδικών μεταφορών χρησιμοποιούσε ευφυή ταχογράφο, δυνάμει του κεφαλαίου II του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, σε όλα τα οχήματά της. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 12 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας.»·

β)

στην παράγραφο 2, η δεύτερη περίοδος απαλείφεται·

γ)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Στο παράρτημα III ορίζεται αρχικός κατάλογος παραβάσεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014 μαζί με στάθμιση της βαρύτητάς τους.

Προκειμένου να θεσπιστεί ή να ενημερωθεί η στάθμιση της βαρύτητας των παραβάσεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 ή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 15α της παρούσας οδηγίας για την τροποποίηση του παραρτήματος III, ώστε να ληφθούν υπόψη οι κανονιστικές εξελίξεις και θέματα οδικής ασφάλειας.

Στην κατηγορία των πιο σοβαρών παραβάσεων θα πρέπει να περιλαμβάνονται οι παραβάσεις όπου η μη συμμόρφωση με τις σχετικές διατάξεις των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 561/2006 και (ΕΕ) αριθ. 165/2014 δημιουργεί σοβαρό κίνδυνο θανάτου ή βαριάς προσωπικής βλάβης.»·

δ)

προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4.   Προκειμένου να διευκολυνθούν οι στοχευμένοι έλεγχοι καθ’ οδόν, τα δεδομένα που περιέχονται στο εθνικό σύστημα αποτίμησης επικινδυνότητας είναι προσβάσιμα από όλες τις αρμόδιες αρχές ελέγχου του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους κατά τη στιγμή του ελέγχου.

5.   Τα κράτη μέλη θέτουν τις πληροφορίες που περιέχονται στο εθνικό τους σύστημα αποτίμησης επικινδυνότητας, μέσω διαλειτουργικών εθνικών ηλεκτρονικών μητρώων όπως αναφέρεται στο άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1071/2009, άμεσα στη διάθεση των αρμόδιων αρχών άλλων κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού.».

10)

Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η Επιτροπή θεσπίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη βέλτιστη πρακτική επιβολής του νόμου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 12 παράγραφος 2.

Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές δημοσιεύονται σε έκθεση της Επιτροπής ανά διετία.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η Επιτροπή θεσπίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, κοινή προσέγγιση για την καταγραφή και τον έλεγχο των χρονικών περιόδων που αφορούν άλλη εργασία, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006, συμπεριλαμβανομένου του είδους της καταγραφής και των ειδικών περιπτώσεων στις οποίες πρόκειται να πραγματοποιηθεί, καθώς και για την καταγραφή και τον έλεγχο των περιόδων τουλάχιστον μίας εβδομάδας κατά τις οποίες ο οδηγός βρίσκεται μακριά από το όχημα και δεν είναι σε θέση να ασκεί δραστηριότητες με το όχημα αυτό. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 12 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας.».

11)

Τα άρθρα 12 έως 15 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 12

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014. Η επιτροπή αυτή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*6).

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Εάν η επιτροπή δεν διατυπώσει γνώμη, η Επιτροπή δεν εκδίδει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης, και εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 13

Μέτρα εφαρμογής

Κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις ιδίως με έναν από τους ακόλουθους στόχους:

α)

την προαγωγή κοινής προσέγγισης για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας·

β)

την ενθάρρυνση συνεκτικής προσέγγισης και εναρμονισμένης ερμηνείας του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 από τις αρχές επιβολής του νόμου·

γ)

τη διευκόλυνση του διαλόγου μεταξύ του τομέα μεταφορών και των αρχών επιβολής του νόμου.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 12 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 14

Διαπραγματεύσεις με τρίτες χώρες

Μόλις αρχίσει να ισχύει η παρούσα οδηγία, η Ένωση προσέρχεται σε διαπραγματεύσεις με τις ενδιαφερόμενες τρίτες χώρες με σκοπό την εφαρμογή κανόνων ισοδύναμων προς τους κανόνες που θεσπίζονται με την παρούσα οδηγία.

Έως την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων αυτών τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή, όπως ορίζεται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006, στοιχεία για τους ελέγχους που διενεργήθηκαν σε οχήματα από τρίτες χώρες.

Άρθρο 15

Ενημέρωση των παραρτημάτων

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 15α για την τροποποίηση των παραρτημάτων I και ΙΙ, ώστε να επιφέρει τις απαραίτητες προσαρμογές που να αντανακλούν τις εξελίξεις των βέλτιστων πρακτικών.

(*6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»."

12)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 15α

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 9 παράγραφος 3 και στο άρθρο 15 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από την 1η Αυγούστου 2020. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 3 και στο άρθρο 15 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (*7).

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 3 και του άρθρου 15 τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

(*7)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.»."

13)

Το παράρτημα I τροποποιείται ως εξής:

α)

το Μέρος Α τροποποιείται ως εξής:

i)

τα σημεία 1) και 2) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1)

ημερήσιες και εβδομαδιαίες περίοδοι οδήγησης, διαλείμματα και ημερήσιες και εβδομαδιαίες περίοδοι ανάπαυσης· επίσης τα φύλλα καταγραφής των προηγούμενων ημερών που πρέπει να φέρονται επί του οχήματος σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014 ή/και τα δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί για το αυτό χρονικό διάστημα στην κάρτα οδηγού ή/και στη μνήμη της συσκευής ελέγχου σύμφωνα με το παράρτημα II της παρούσας οδηγίας ή/και στις εκτυπώσεις·

2)

για την περίοδο την αναφερόμενη στο άρθρο 36 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014, περιπτώσεις κατά τις οποίες σημειώνεται υπέρβαση της επιτρεπόμενης ταχύτητας του οχήματος, η οποία ορίζεται ως κάθε περίοδος διάρκειας άνω του 1 λεπτού κατά την οποία η ταχύτητα του οχήματος υπερβαίνει τα 90 km/h για οχήματα κατηγορίας N3 ή τα 105 km/h για οχήματα κατηγορίας M3 (οι κατηγορίες N3 και M3 ορίζονται στην οδηγία 2007/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*8)

(*8)  Οδηγία 2007/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση πλαισίου για την έγκριση των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους, και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά (ΕΕ L 263 της 9.10.2007, σ. 1).»·"

ii)

το σημείο 4) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4)

ορθή λειτουργία της συσκευής ελέγχου (εντοπισμός ενδεχόμενης αντικανονικής χρησιμοποίησης της συσκευής ή/και της κάρτας οδηγού ή/και των φύλλων καταγραφής) ή, ανάλογα με την περίπτωση, παρουσία των εγγράφων που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006·»·

iii)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«6)

ο αυξημένος μέγιστος εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας των 60 ωρών όπως ορίζεται στο άρθρο 4 στοιχείο α) της οδηγίας 2002/15/ΕΚ· άλλος εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας όπως ορίζεται στα άρθρα 4 και 5 της οδηγίας 2002/15/ΕΚ, μόνο υπό την προϋπόθεση ότι η τεχνολογία επιτρέπει τη διενέργεια αποτελεσματικών ελέγχων.»·

β)

το Μέρος Β τροποποιείται ως εξής:

i)

στο πρώτο εδάφιο, προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«4)

συμμόρφωση με το μέγιστο μέσο εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας, διαλείμματα και απαιτήσεις νυκτερινής εργασίας όπως ορίζεται στα άρθρα 4, 5 και 7 της οδηγίας 2002/15/ΕΚ.

5)

τήρηση των υποχρεώσεων των επιχειρήσεων όσον αφορά την πληρωμή καταλύματος για τον οδηγό και την οργάνωση του χρόνου εργασίας των οδηγών, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφοι 8 και 8α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006.»·

ii)

το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη μπορούν, εάν το κρίνουν σκόπιμο, να ελέγχουν τη συνυπευθυνότητα άλλων ηθικών αυτουργών ή συνεργών στην αλυσίδα μεταφοράς, όπως φορτωτές, μεταφορείς ή συμβαλλόμενοι, σε περίπτωση εντοπισμού παράβασης, συμπεριλαμβανόμενης της επαλήθευσης ότι οι συμβάσεις για την παροχή της υπηρεσίας μεταφοράς επιτρέπουν τη συμμόρφωση προς τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 561/2006 και (ΕΕ) αριθ. 165/2014.».

Άρθρο 3

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012

Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«13.

Οδηγία 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για καθορισμό ελάχιστων προϋποθέσεων για την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 561/2006 και (ΕΕ) αριθ. 165/2014 και της οδηγίας 2002/15/ΕΚ σχετικά με την κοινωνική νομοθεσία όσον αφορά δραστηριότητες οδικών μεταφορών και για την κατάργηση της οδηγίας 88/599/ΕΟΚ του Συμβουλίου (*9): άρθρο 8.

14.

Οδηγία (ΕΕ) 2020/1057 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2020, για τη θέσπιση ειδικών κανόνων σχετικά με την οδηγία 96/71/ΕΚ και την οδηγία 2014/67/ΕΕ για την απόσπαση οδηγών στον τομέα των οδικών μεταφορών και την τροποποίηση της οδηγίας 2006/22/ΕΚ όσον αφορά τις απαιτήσεις επιβολής και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 (*10): άρθρο 1 παράγραφος 14.

Άρθρο 4

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 165/2014. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 5

Ποινές και κυρώσεις

1.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις κατά των αποστολέων, των πρακτόρων μεταφορών, των εργολάβων και των υπεργολάβων για μη συμμόρφωση με τις εθνικές διατάξεις που θεσπίστηκαν δυνάμει του άρθρου 1, σε περίπτωση που γνώριζαν, ή, δεδομένων όλων των σχετικών περιστάσεων, όφειλαν να γνωρίζουν, ότι οι υπηρεσίες μεταφορών που ανέθεσαν ενείχαν παραβάσεις των εν λόγω διατάξεων.

2.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλουν στις παραβάσεις των εθνικών διατάξεων που θεσπίστηκαν δυνάμει του άρθρου 1 και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλιστεί η εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές, αποτρεπτικές και δεν εισάγουν διακρίσεις.

Άρθρο 6

Ευφυής επιβολή

Με την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας 2014/67/ΕΕ και για την περαιτέρω επιβολή των υποχρεώσεων που ορίζονται στο άρθρο 1 της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζεται συνεκτική εθνική στρατηγική επιβολής στην επικράτειά τους. Η στρατηγική αυτή εστιάζεται στις επιχειρήσεις υψηλής επικινδυνότητας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 9 της οδηγίας 2006/22/ΕΚ.

Άρθρο 7

Αξιολόγηση

1.   Η Επιτροπή αξιολογεί την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, ιδίως τις επιπτώσεις του άρθρου 1, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025, και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Η έκθεση της Επιτροπής συνοδεύεται, ενδεχομένως, από νομοθετική πρόταση. Η έκθεση δημοσιοποιείται.

2.   Μετά την υποβολή της έκθεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή αξιολογεί τακτικά την παρούσα οδηγία και υποβάλλει τα αποτελέσματα της αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης, ανάλογα με την περίπτωση συνοδεύονται από σχετικές προτάσεις.

Άρθρο 8

Κατάρτιση

Τα κράτη μέλη συνεργάζονται για την παροχή εκπαίδευσης και κατάρτισης στις αρχές επιβολής του νόμου, με βάση τα υφιστάμενα συστήματα επιβολής.

Οι εργοδότες είναι υπεύθυνοι να εξασφαλίζουν ότι οι οδηγοί τους αποκτούν γνώσεις σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 9

Μεταφορά

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο έως τις 2 Φεβρουαρίου 2022. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Εφαρμόζουν τα μέτρα αυτά από τις 2 Φεβρουαρίου 2022.

Τα μέτρα αυτά, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 10

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 11

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 15 Ιουλίου 2020.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

D.M. SASSOLI

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

J. KLOECKNER


(1)  ΕΕ C 197 της 8.6.2018, σ. 45.

(2)  ΕΕ C 176 της 23.5.2018, σ. 57.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 4ης Απριλίου 2019 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 7ης Απριλίου 2020 (ΕΕ C 149 της 5.5.2020, σ. 1). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Ιουλίου 2020 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4)  Οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (ΕΕ L 18 της 21.1.1997, σ. 1).

(5)  Οδηγία 2014/67/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για την εφαρμογή της οδηγίας 96/71/ΕΚ σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του Συστήματος Πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά («κανονισμός ΙΜΙ») (ΕΕ L 159 της 28.5.2014, σ. 11).

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1072/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 72).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τη θέσπιση κοινών κανόνων πρόσβασης στη διεθνή αγορά μεταφορών με πούλμαν και λεωφορεία και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 561/2006 (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 88).

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 και (ΕΚ) αριθ. 2135/98 του Συμβουλίου καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 του Συμβουλίου (ΕΕ L 102 της 11.4.2006, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του Συστήματος Πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά και την κατάργηση της απόφασης 2008/49/ΕΚ («κανονισμός ΙΜΙ») (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 1).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(12)  Οδηγία 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για καθορισμό ελάχιστων προϋποθέσεων για την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 και (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με την κοινωνική νομοθεσία όσον αφορά δραστηριότητες οδικών μεταφορών και για την κατάργηση της οδηγίας 88/599/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 102 της 11.4.2006, σ. 35).

(13)  Οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών (ΕΕ L 80 της 23.3.2002, σ. 35).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1149 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αρχής Εργασίας, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 883/2004, (ΕΕ) αριθ. 492/2011 και (ΕΕ) 2016/589 και την κατάργηση της απόφασης (ΕΕ) 2016/344 (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 21).

(15)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1071/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων όσον αφορά τους όρους που πρέπει να πληρούνται για την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα και για την κατάργηση της οδηγίας 96/26/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 51).

(16)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

(17)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, για τους ταχογράφους στον τομέα των οδικών μεταφορών, ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών και τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών (ΕΕ L 60 της 28.2.2014, σ. 1).

(18)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(19)  Οδηγία (ΕΕ) 2018/957 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 2018, για την τροποποίηση της οδηγίας 96/71/ΕΚ σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (ΕΕ L 173 της 9.7.2018, σ. 16).

(20)  Οδηγία 92/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 7ης Δεκεμβρίου 1992, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για ορισμένες συνδυασμένες εμπορευματικές μεταφορές μεταξύ των κρατών μελών (ΕΕ L 368 της 17.12.1992, σ. 38).

(21)  Οδηγία 91/533/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Οκτωβρίου 1991, σχετικά με την υποχρέωση του εργοδότη να ενημερώνει τον εργαζόμενο για τους όρους που διέπουν τη σύμβαση ή τη σχέση εργασίας (ΕΕ L 288 της 18.10.1991, σ. 32).