ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 258

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

62ό έτος
9 Οκτωβρίου 2019


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/1681 της Επιτροπής της 1ης Αυγούστου 2019 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 692/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές στον τομέα του τουρισμού, όσον αφορά τις προθεσμίες διαβίβασης και την προσαρμογή των παραρτημάτων I και ΙΙ ( 1 )

1

 

*

Εκτελεστικόσ Κανονισμόσ (ΕΕ) 2019/1682 Τησ Επιτροπήσ της 2ας Οκτωβρίου 2019 για την καταχώριση γεωγραφικής ένδειξης αλκοολούχου ποτού δυνάμει του άρθρου 30 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/787 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου Ямболска гроздова ракия/Гроздова ракия от Ямбол/Yambolska grozdova rakya/Grozdova rakya ot Yambol

6

 

*

Εκτελεστικόσ Κανονισμόσ (ΕΕ) 2019/1683 της Επιτροπής της 2ας Οκτωβρίου 2019 για την έγκριση μη ήσσονος σημασίας τροποποίησης των προδιαγραφών ονομασίας καταχωρισμένης στο μητρώο προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων [Crème d’Isigny (ΠΟΠ)]

8

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/1684 της Επιτροπής της 2ας Οκτωβρίου 2019 για την έγκριση μη ήσσονος σημασίας τροποποίησης των προδιαγραφών ονομασίας καταχωρισμένης στο μητρώο προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων [Banon (ΠΟΠ)]

10

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός 2019/1685 της Επιτροπής της 4ης Οκτωβρίου 2019 για τον ορισμό ενός κέντρου αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καλή μεταχείριση των ζώων όσον αφορά τα πουλερικά και άλλα μικρά εκτρεφόμενα ζώα ( 1 )

11

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/1686 της Επιτροπής της 8ης Οκτωβρίου 2019 για την έγκριση της επέκτασης της χρήσης απομονωμένης βασικής πρωτεΐνης ορού γάλακτος βοοειδών ως νέου τροφίμου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2283 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2470 της Επιτροπής ( 1 )

13

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/1687 της Επιτροπής της 8ης Οκτωβρίου 2019 για τροποποίηση του παραρτήματος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2179 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές κεραμικών πλακιδίων καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

18

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/1688 της Επιτροπής της 8ης Οκτωβρίου 2019 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές μειγμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου καταγωγής Ρωσίας, Τρινιδάδ και Τομπάγκο και Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής

21

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ.

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

9.10.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 258/1


ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/1681 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 1ης Αυγούστου 2019

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 692/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές στον τομέα του τουρισμού, όσον αφορά τις προθεσμίες διαβίβασης και την προσαρμογή των παραρτημάτων I και ΙΙ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 692/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουλίου 2011, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές στον τομέα του τουρισμού και την κατάργηση της οδηγίας 95/57/ΕΚ του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 2 και το άρθρο 9 παράγραφος 5,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 692/2011 καθορίζει τις προθεσμίες διαβίβασης των ευρωπαϊκών στατιστικών στον τομέα του τουρισμού.

(2)

Η επικαιρότητα αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της ποιότητας των επίσημων στατιστικών και η τεχνική ανάπτυξη επιτρέπει στις στατιστικές αρχές να παράγουν στοιχεία με μικρότερες καθυστερήσεις. Συνεπώς, οι προθεσμίες διαβίβασης για τα μηνιαία στοιχεία σχετικά με την πληρότητα των τουριστικών καταλυμάτων θα πρέπει να συντομευθούν, λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων πρακτικών συλλογής στοιχείων στα κράτη μέλη.

(3)

Η καταπολέμηση της εποχικότητας παραμένει κρίσιμη δράση για τις δημόσιες αρχές και τους οικονομικούς φορείς στον τομέα του τουρισμού σε εθνικό, περιφερειακό επίπεδο και σε επίπεδο προορισμών. Επομένως, τα μηνιαία στοιχεία σχετικά με τις διανυκτερεύσεις σε τουριστικά καταλύματα θα πρέπει να διαβιβάζονται σε περιφερειακό επίπεδο.

(4)

Ο τουρισμός είναι ένας από τους οικονομικούς τομείς που συμβάλλουν στη δημιουργία ευκαιριών αλλά και προκλήσεων για τις ευρωπαϊκές πόλεις, και η μέτρηση της σημασίας του τουρισμού για την ανάπτυξη κάθε πόλης συμβάλλει στη συγκριτική αξιολόγηση, την ανάλυση και τον σχεδιασμό σχετικών αναπτυξιακών στρατηγικών. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να διαβιβάζονται τα στοιχεία για τις διανυκτερεύσεις σε τουριστικά καταλύματα σε μεγάλες ή πολύ τουριστικές πόλεις.

(5)

Ο τουρισμός συμβάλλει σημαντικά στη γαλάζια οικονομία με υψηλό δυναμικό για βιώσιμες θέσεις εργασίας και ανάπτυξη, και ο παράκτιος τουρισμός μπορεί να αναλυθεί καλύτερα για διάφορους βαθμούς αστικοποίησης της περιοχής. Συνεπώς, θα πρέπει να διαβιβάζονται στοιχεία για τις διανυκτερεύσεις σε τουριστικά καταλύματα που αναλύουν από κοινού τον παράκτιο ή τον μη παράκτιο χαρακτήρα και τον βαθμό αστικοποίησης.

(6)

Ο τουρισμός είναι μια οικονομική δραστηριότητα κατά την οποία οι αποφάσεις σχετικά με την προσφορά και τη ζήτηση συχνά λαμβάνονται σε επίπεδο προορισμού, πέρα από το επίπεδο των περιφερειών NUTS 2 για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 692/2011. Επομένως, τα στοιχεία σχετικά με τις διανυκτερεύσεις σε τουριστικά καταλύματα θα πρέπει να διαβιβάζονται στο επίπεδο περιφερειών NUTS 3.

(7)

Η οδηγία (ΕΕ) 2015/2302 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια και τους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς (2) εφαρμόζεται σε οργανωμένα ταξίδια που προσφέρονται προς πώληση ή πωλούνται από εμπόρους σε ταξιδιώτες, καθώς και σε συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς που διευκολύνονται από εμπόρους για ταξιδιώτες.

(8)

Η προσφορά και η χρήση υπηρεσιών παροχής καταλύματος και μεταφοράς μέσω επιγραμμικών πλατφορμών μπορούν να προσφέρουν περισσότερες επιλογές στους πελάτες και να δημιουργήσουν νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις και τους πολίτες, προκαλώντας θετικές και αρνητικές παράπλευρες συνέπειες· το φαινόμενο αυτό μπορεί να μετρηθεί με βάση τη ζήτηση, χρησιμοποιώντας το πλαίσιο για τις ευρωπαϊκές στατιστικές στον τομέα του τουρισμού. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να γίνουν προσαρμογές στις μεταβλητές και τις κατανομές για τα τουριστικά ταξίδια.

(9)

Κατά συνέπεια, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 692/2011 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως, χωρίς ωστόσο να επιβληθεί σημαντικός πρόσθετος διοικητικός φόρτος στα κράτη μέλη και στους απαντήσαντες,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 692/2011 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Στο άρθρο 9, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν:

α)

τα επικυρωμένα ετήσια στοιχεία που αναφέρονται στα τμήματα 1 και 2 του παραρτήματος I εντός προθεσμίας έξι μηνών από τη λήξη της περιόδου αναφοράς, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στο παράρτημα I·

β)

τα επικυρωμένα μηνιαία στοιχεία που αναφέρονται στο τμήμα 2 του παραρτήματος I εντός προθεσμίας 8 εβδομάδων από τη λήξη των περιόδων αναφοράς για τα έτη αναφοράς 2020 και 2021, και εντός προθεσμίας 6 εβδομάδων από τη λήξη της περιόδου αναφοράς από το έτος αναφοράς 2022·

γ)

τα επικυρωμένα στοιχεία που αναφέρονται στο τμήμα 4 του παραρτήματος I εντός προθεσμίας 9 μηνών από τη λήξη της περιόδου αναφοράς, εφόσον το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος επιλέγει να τα διαβιβάσει·

δ)

τα επικυρωμένα στοιχεία που αναφέρονται στο παράρτημα II εντός προθεσμίας έξι μηνών από τη λήξη της περιόδου αναφοράς.»·

(2)

το παράρτημα I τροποποιείται ως εξής:

α)

στο τμήμα 2, σημείο «A. Μεταβλητές και κατανομές προς διαβίβαση για τα ετήσια στοιχεία»

i)

η πρώτη σειρά του πίνακα στο σημείο «1. Σε περιφερειακό επίπεδο NUTS 2 και σε εθνικό επίπεδο» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τύπος καταλύματος

Μεταβλητές

Κατανομές

Σύνολο (όλα τα είδη των τουριστικών καταλυμάτων)

Αριθμός διανυκτερεύσεων από μόνιμους κατοίκους σε τουριστικά καταλύματα

Αριθμός διανυκτερεύσεων από μη μόνιμους κατοίκους σε τουριστικά καταλύματα

Τύπος τοποθεσίας α) και β)

Περιφέρειες επιπέδου NUTS 3

Μήνες του έτους αναφοράς [προαιρετικό, εάν το επίπεδο NUTS 2 καλύπτει ολόκληρο το κράτος μέλος]»

ii)

στον πίνακα «2. Σε εθνικό επίπεδο», προστίθεται η ακόλουθη σειρά στο επάνω μέρος:

«Τύπος καταλύματος

Μεταβλητές

Κατανομές

Σύνολο (όλα τα είδη τουριστικών καταλυμάτων)

Αριθμός διανυκτερεύσεων από μόνιμους κατοίκους σε τουριστικά καταλύματα

Αριθμός διανυκτερεύσεων από μη μόνιμους κατοίκους σε τουριστικά καταλύματα

Τύπος τοποθεσίας α) σε συνδυασμό με τον τύπο τοποθεσίας β)

Πόλεις»

β)

το σημείο «Δ. Βασικοί δείκτες ταχείας ένδειξης» απαλείφεται·

γ)

στο τμήμα 3 προστίθεται το ακόλουθο σημείο ΣΤ:

«ΣΤ. Πόλεις

Οι πόλεις για τις οποίες διαβιβάζονται στοιχεία συμμορφώνονται με το άρθρο 4β παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1059/2003 και περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

τις πόλεις οι οποίες, από κοινού, αντιπροσωπεύουν το 90 % των ετήσιων διανυκτερεύσεων σε τουριστικά καταλύματα στις πόλεις της χώρας·

την πρωτεύουσα·

όλες τις πόλεις με πληθυσμό ίσο ή μεγαλύτερο από 200 000 κατοίκους.

Για τον σκοπό αυτό, οι πόλεις είναι οι τοπικές διοικητικές μονάδες (ΤΔΜ) στις οποίες τουλάχιστον το 50 % του πληθυσμού ζει σε αστικά κέντρα· ένα αστικό κέντρο είναι ένα σύμπλεγμα συνεχών φατνίων καννάβου 1 km2, με πυκνότητα τουλάχιστον 1 500 κατοίκους ανά km2 και συνολικά πληθυσμό τουλάχιστον 50 000 κατοίκους. Η Επιτροπή (Eurostat), από κοινού με τα κράτη μέλη, επικαιροποιεί τακτικά τον κατάλογο των πόλεων. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν τα στοιχεία για τον πιο πρόσφατο κατάλογο των πόλεων, τα οποία είναι διαθέσιμα στις 31 Δεκεμβρίου του έτους αναφοράς.»·

(3)

Στο παράρτημα II, στο τμήμα 2, το σημείο «A. Μεταβλητές προς διαβίβαση», οι σειρές 8 έως 15 του πίνακα αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

 

«Μεταβλητές

Κατηγορίες προς διαβίβαση

Περιοδικότητα

8.

Κύριο μέσο μεταφοράς

α)

Αεροπορικές μεταφορές (πτητικές υπηρεσίες, τακτικές ή ναυλωμένες, ή άλλες αεροπορικές υπηρεσίες)

β)

Θαλάσσιες/πλωτές μεταφορές (π.χ. επιβατικές γραμμές και επιβατηγά οχηματαγωγά, κρουαζιερόπλοια, σκάφη αναψυχής, ενοικιαζόμενα σκάφη)

γ)

Σιδηροδρομικές μεταφορές

δ)

Λεωφορεία, υπεραστικά λεωφορεία (τακτικά/προγραμματισμένα ή έκτακτα/μη προγραμματισμένα)

(δ1)

[προαιρετικό] Τακτικές/προγραμματισμένες μεταφορές με λεωφορείο ή υπεραστικό λεωφορείο

(δ2)

[προαιρετικό] Έκτακτες/μη προγραμματισμένες μεταφορές με λεωφορείο ή υπεραστικό λεωφορείο

ε)

Μηχανοκίνητα οχήματα ιδιωτικής χρήσης (ιδιόκτητα ή ενοικιαζόμενα, συμπεριλαμβανομένων των αυτοκινήτων φίλων/συγγενών)

στ)

Μισθωμένα οχήματα (συμπεριλαμβανομένων των πλατφορμών συνεπιβατισμού)

ζ)

Άλλο (π.χ. ποδήλατα)

Ετήσια

9.

Κύριο είδος καταλύματος

α)

Ενοικιαζόμενα καταλύματα: ξενοδοχεία ή παρόμοια καταλύματα

β)

Ενοικιαζόμενα καταλύματα: εγκαταστάσεις κατασκήνωσης, εγκαταστάσεις για τροχόσπιτα ή για ρυμουλκούμενα οχήματα (μη προοριζόμενα για κατοικία)

γ)

Ενοικιαζόμενα καταλύματα: π.χ. σπίτια, επαύλεις, διαμερίσματα· ενοικιαζόμενο/-α δωμάτιο/-α σε κατοικία

δ)

Ενοικιαζόμενα καταλύματα: άλλα ενοικιαζόμενα καταλύματα (π.χ. ξενώνες νέων, μαρίνες, μονάδες υγείας)

ε)

Μη ενοικιαζόμενα καταλύματα: ιδιόκτητη κατοικία διακοπών

στ)

Μη ενοικιαζόμενα καταλύματα: παροχή καταλύματος δωρεάν από συγγενείς ή φίλους

ζ)

Μη ενοικιαζόμενα καταλύματα: άλλα μη ενοικιαζόμενα καταλύματα

Ετήσια

10.

Κράτηση του ταξιδιού: κράτηση του κύριου είδους καταλύματος μέσω του διαδικτύου

α)

Ναι

β)

Όχι

Τριετής

11.

Κράτηση του ταξιδιού: δίαυλος κράτησης για το κύριο είδος καταλύματος

α)

απευθείας με τον πάροχο καταλύματος

β)

μέσω ταξιδιωτικού πρακτορείου, γραφείου οργανωμένων ταξιδιών, δικτυακής πύλης ή πρακτορείου μίσθωσης ακινήτου βραχυχρόνιας διαμονής ή καταλύματος διακοπών, με πολλούς παρόχους καταλυμάτων

γ)

Δεν χρειάστηκε κράτηση

Τριετής

11α.

[Μόνο για ταξίδια με κατάλυμα που κρατήθηκε στο διαδίκτυο μέσω ταξιδιωτικού πρακτορείου, γραφείου οργανωμένων ταξιδιών, δικτυακής πύλης ή πρακτορείου μίσθωσης ακινήτου βραχυχρόνιας διαμονής ή καταλύματος διακοπών· μόνο για ταξίδια που περιλαμβάνουν τα κύρια είδη καταλύματος “ενοικιαζόμενα καταλύματα: π.χ. σπίτια, επαύλεις, διαμερίσματα· ενοικιαζόμενο/-α δωμάτιο/-α σε κατοικία”]

Κράτηση των κύριων ειδών καταλύματος μέσω ιστοτόπου ή εφαρμογής, όπως Airbnb, Booking.com, Expedia, HomeAway

α)

Ναι

β)

Όχι

Τριετής

12.

Κράτηση του ταξιδιού: κράτηση του κύριου μέσου μεταφοράς μέσω του διαδικτύου

α)

Ναι

β)

Όχι

Τριετής

13.

Κράτηση του ταξιδιού: δίαυλος κράτησης για το κύριο μέσο μεταφοράς

α)

απευθείας με τον πάροχο υπηρεσίας μεταφοράς

β)

μέσω ταξιδιωτικού πρακτορείου, γραφείου οργανωμένων ταξιδιών, δικτυακής πύλης

γ)

Δεν χρειάστηκε κράτηση

Τριετής

13α.

[Προαιρετικό] [Μόνο για ταξίδια με μεταφορά για την οποία η κράτηση έγινε στο διαδίκτυο μέσω ταξιδιωτικού πρακτορείου, γραφείου οργανωμένων ταξιδιών, δικτυακής πύλης]

Κράτηση του κύριου μέσου μεταφοράς μέσω ιστοτόπου ή εφαρμογής, όπως BlaBlaCar

α)

Ναι

β)

Όχι

Τριετής

14.

Κράτηση του ταξιδιού: οργανωμένο ταξίδι

α)

Ναι

β)

Όχι

Τριετής

15.

Κράτηση του ταξιδιού: κράτηση του οργανωμένου ταξιδιού μέσω διαδικτύου

α)

Ναι

β)

Όχι

Τριετής

15α.

Δαπάνες κάθε τουρίστα κατά τη διάρκεια του οργανωμένου ταξιδιού

 

Ετήσια»

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2020.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 1η Αυγούστου 2019.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 192 της 6.7.2011, σ. 17.

(2)  ΕΕ L 326 της 11.12.2015, σ. 1.


9.10.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 258/6


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/1682 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 2ας Οκτωβρίου 2019

για την καταχώριση γεωγραφικής ένδειξης αλκοολούχου ποτού δυνάμει του άρθρου 30 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/787 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «Ямболска гроздова ракия/Гроздова ракия от Ямбол/Yambolska grozdova rakya/Grozdova rakya ot Yambol»

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/787 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, για τον ορισμό, την περιγραφή, την παρουσίαση και την επισήμανση των αλκοολούχων ποτών, τη χρήση των ονομασιών των αλκοολούχων ποτών στην παρουσίαση και επισήμανση άλλων τροφίμων, την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων για τα αλκοολούχα ποτά, τη χρήση της αιθυλικής αλκοόλης και των προϊόντων απόσταξης γεωργικής προέλευσης σε ποτά με αλκοόλη, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 (1), και ιδίως το άρθρο 30 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), η Επιτροπή εξέτασε την αίτηση της Βουλγαρίας με ημερομηνία 7 Ιανουαρίου 2014 για την καταχώριση της γεωγραφικής ένδειξης «Ямболска гроздова ракия/Гроздова ракия от Ямбол/Yambolska grozdova rakya/Grozdova rakya ot Yambol».

(2)

Αφού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αίτηση είναι σύμφωνη με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 110/2008, η Επιτροπή δημοσίευσε τις βασικές προδιαγραφές του τεχνικού φακέλου κατ’ εφαρμογή του άρθρου 17 παράγραφος 6 του εν λόγω κανονισμού, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (3).

(3)

Καμία δήλωση ένστασης δεν έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή βάσει του άρθρου 17 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008.

(4)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/787, ο οποίος αντικαθιστά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 110/2008, άρχισε να ισχύει την 25η Μαΐου 2019. Σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού, το κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 σχετικά με τις γεωγραφικές ενδείξεις καταργείται από τις 8 Ιουνίου 2019. Ο κανονισμός για την προστασία θα πρέπει, επομένως, να εκδοθεί σύμφωνα με τον νέο κανονισμό.

(5)

Επομένως, η ένδειξη «Ямболска гроздова ракия/Гроздова ракия от Ямбол/Yambolska grozdova rakya/Grozdova rakya ot Yambol» θα πρέπει να καταχωριστεί ως γεωγραφική ένδειξη,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Καταχωρίζεται η γεωγραφική ένδειξη «Ямболска гроздова ракия/Гроздова ракия от Ямбол/Yambolska grozdova rakya/Grozdova rakya ot Yambol». Σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/787, ο παρών κανονισμός παρέχει στην ονομασία «Ямболска гроздова ракия/Гроздова ракия от Ямбол/Yambolska grozdova rakya/Grozdova rakya ot Yambol» την προστασία που προβλέπεται στο άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/787.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Οκτωβρίου 2019.

Για την Επιτροπή

εξ ονόματος του Προέδρου,

Phil HOGAN

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 130 της 17.5.2019, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 110/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2008, σχετικά με τον ορισμό, την περιγραφή, την παρουσίαση, την επισήμανση και την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων των αλκοολούχων ποτών και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου (ΕΕ L 39 της 13.2.2008, σ. 16).

(3)  ΕΕ C 435 της 3.12.2018, σ. 5.


9.10.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 258/8


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/1683 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 2ας Οκτωβρίου 2019

για την έγκριση μη ήσσονος σημασίας τροποποίησης των προδιαγραφών ονομασίας καταχωρισμένης στο μητρώο προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων [«Crème d’Isigny» (ΠΟΠ)]

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (1), και ιδίως το άρθρο 52 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, η Επιτροπή εξέτασε την αίτηση της Γαλλίας για την έγκριση τροποποίησης των προδιαγραφών της προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης «Crème d’Isigny», η οποία καταχωρίστηκε δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/96 της Επιτροπής (2). Η τροποποίηση αυτή περιλαμβάνει την τροποποίηση της ονομασίας «Crème d’Isigny» σε «Crème d’Isigny»/«Crème fraîche d’Isigny».

(2)

Με επιστολή της 16ης Οκτωβρίου 2017, οι γαλλικές αρχές κοινοποίησαν στην Επιτροπή ότι χορηγήθηκε μεταβατική περίοδος με καταληκτική ημερομηνία τις 31 Δεκεμβρίου 2022, δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, σε δέκα εγκατεστημένες στην επικράτειά τους επιχειρήσεις, οι οποίες πληρούν τους όρους του εν λόγω άρθρου σύμφωνα με το διάταγμα της 12ης Σεπτεμβρίου 2017 για την τροποποίηση των προδιαγραφών των προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης «Beurre d’Isigny» και «Crème d’Isigny», το οποίο δημοσιεύτηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 2017 στην Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας. Με επιστολή της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, οι ίδιες αρχές κοινοποίησαν το κείμενο ενός νέου διατάγματος, της 30ής Αυγούστου 2018, για την τροποποίηση του διατάγματος της 12ης Σεπτεμβρίου 2017, στο οποίο αναφέρονται οι επωνυμίες των εν λόγω επιχειρήσεων. Κατά την εθνική διαδικασία ένστασης, οι εν λόγω επιχειρήσεις, οι οποίες διέθεταν νομίμως το προϊόν «Crème d’Isigny» στο εμπόριο συνεχώς επί τουλάχιστον πέντε έτη πριν από την υποβολή της αίτησης, υπέβαλαν ένσταση. Έξι επιχειρήσεις υπέβαλαν ένσταση κατά της ακόλουθης διάταξης: «Κάθε αγελάδα σε γαλακτοφορία έχει στη διάθεσή της τουλάχιστον 35 άρια (φυσικών, προσωρινών ή ετήσιων) λειμώνων εκ των οποίων 20 τουλάχιστον άρια χρησιμοποιούνται για βοσκή ή 10 τουλάχιστον άρια χρησιμοποιούνται για βοσκή, η οποία συνοδεύεται από τη χορήγηση νωπής χορτονομής». Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις είναι οι εξής: GAEC des normandes (αριθμός SIRET: 38531072700016), GAEC des Quesnel (αριθμός SIRET: 41022988100011), GAEC du chalet (αριθμός SIRET: 34005162200017), GAEC de la cour des mares (αριθμός SIRET: 34897314000026), GAEC du hameau (αριθμός SIRET: 38259121200016) και GAEC du petit flot (αριθμός SIRET: 43783781800016). Δύο επιχειρήσεις υπέβαλαν ένσταση κατά της ακόλουθης διάταξης: «Το νωπό ή διατηρημένο χόρτο αποτελεί κατά μέσο όρο το 40 % τουλάχιστον του σιτηρεσίου, εκφραζόμενο σε ξηρά ουσία, κατά τη διάρκεια των 7 τουλάχιστον μηνών βόσκησης». Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις είναι οι εξής: EARL des clôtures (αριθμός SIRET: 51075733900013) και GAEC du Clos Roset (αριθμός SIRET: 48310227300016). Δύο επιχειρήσεις υπέβαλαν ένσταση κατά της ακόλουθης διάταξης: «Κατά τη διάρκεια της υπόλοιπης περιόδου του έτους (περίοδος εκτός βόσκησης) το μερίδιο του χόρτου (νωπού ή διατηρημένου), εκφραζόμενο σε ξηρά ουσία, πρέπει να αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 20 % του καθημερινού σιτηρεσίου». Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις είναι οι εξής: GAEC de la Ronchette (αριθμός SIRET: 49754563200018) και GAEC du Village Culot.

(3)

Δεδομένου ότι η εν λόγω τροποποίηση δεν είναι ήσσονος σημασίας κατά την έννοια του άρθρου 53 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, η Επιτροπή δημοσίευσε την αίτηση τροποποίησης, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 50 παράγραφος 2 στοιχείο α) του εν λόγω κανονισμού, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (3).

(4)

Δεδομένου ότι δεν έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή καμία δήλωση ένστασης βάσει του άρθρου 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, πρέπει να εγκριθεί η τροποποίηση των προδιαγραφών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται η τροποποίηση των προδιαγραφών η οποία έχει δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφορά την ονομασία «Crème d’Isigny» (ΠΟΠ).

Άρθρο 2

Η προστασία που χορηγείται δυνάμει του άρθρου 1 υπόκειται στη μεταβατική περίοδο την οποία χορήγησε η Γαλλία βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 στις επιχειρήσεις που πληρούν τους όρους του εν λόγω άρθρου με τα διατάγματα της 12ης Σεπτεμβρίου 2017 και της 30ής Αυγούστου 2018 σχετικά με την τροποποίηση των προδιαγραφών των προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης «Beurre d’Isigny» και «Crème d’Isigny», τα οποία δημοσιεύτηκαν στις 20 Σεπτεμβρίου 2017 και στις 6 Σεπτεμβρίου 2018 αντίστοιχα στην Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Οκτωβρίου 2019.

Για την Επιτροπή

εξ ονόματος του Προέδρου,

Phil HOGAN

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/96 της Επιτροπής, της 12ης Ιουνίου 1996, σχετικά με την καταχώρηση των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92 του Συμβουλίου. (ΕΕ L 148 της 21.6.1996, σ. 1).

(3)  ΕΕ C 176 της 22.5.2019, σ. 7.


9.10.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 258/10


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/1684 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 2ας Οκτωβρίου 2019

για την έγκριση μη ήσσονος σημασίας τροποποίησης των προδιαγραφών ονομασίας καταχωρισμένης στο μητρώο προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων [«Banon» (ΠΟΠ)]

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (1), και ιδίως το άρθρο 52 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, η Επιτροπή εξέτασε την αίτηση της Γαλλίας για την έγκριση τροποποίησης των προδιαγραφών της προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης «Banon», η οποία καταχωρίστηκε δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 641/2007 της Επιτροπής (2), όπως τροποποιήθηκε με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1211/2013 της Επιτροπής (3).

(2)

Δεδομένου ότι η εν λόγω τροποποίηση δεν είναι ήσσονος σημασίας κατά την έννοια του άρθρου 53 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, η Επιτροπή δημοσίευσε την αίτηση τροποποίησης, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 50 παράγραφος 2 στοιχείο α) του εν λόγω κανονισμού, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (4).

(3)

Δεδομένου ότι δεν έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή καμία δήλωση ένστασης βάσει του άρθρου 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, πρέπει να εγκριθεί η τροποποίηση των προδιαγραφών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται η τροποποίηση των προδιαγραφών η οποία έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφορά την ονομασία «Banon» (ΠΟΠ).

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Οκτωβρίου 2019.

Για την Επιτροπή

εξ ονόματος του Προέδρου,

Phil HOGAN

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 641/2007 της Επιτροπής, της 11ης Ιουνίου 2007, για την καταχώριση ονομασίας στο μητρώο των προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και των προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων Banon (ΠΟΠ) (ΕΕ L 150 της 12.6.2007, σ. 3).

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1211/2013 της Επιτροπής, της 25ης Νοεμβρίου 2013 για την έγκριση μη ήσσονος σημασίας τροποποίησης των προδιαγραφών ονομασίας καταχωρισμένης στο μητρώο προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων [Banon (ΠΟΠ)] (ΕΕ L 317 της 28.11.2013, σ. 21).

(4)  ΕΕ C 177 της 23.5.2019, σ. 2.


9.10.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 258/11


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 2019/1685 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 4ης Οκτωβρίου 2019

για τον ορισμό ενός κέντρου αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καλή μεταχείριση των ζώων όσον αφορά τα πουλερικά και άλλα μικρά εκτρεφόμενα ζώα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EE) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές και των κανόνων για την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων, την υγεία των φυτών και τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, για την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 999/2001, (ΕΚ) αριθ. 396/2005, (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, (EE) αριθ. 652/2014, (ΕΕ) 2016/429 και (ΕΕ) 2016/2031, των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1/2005 και (ΕΚ) αριθ. 1099/2009 και των οδηγιών του Συμβουλίου 98/58/ΕΚ, 1999/74/ΕΚ, 2007/43/ΕΚ, 2008/119/ΕΚ και 2008/120/ΕΚ και για την κατάργηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004, των οδηγιών του Συμβουλίου 89/608/ΕΟΚ, 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ, 91/496/ΕΟΚ, 96/23/ΕΚ, 96/93/ΕΚ και 97/78/ΕΚ και της απόφασης 92/438/ΕΟΚ του Συμβουλίου (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους) (1), και ιδίως το άρθρο 95 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/329 της Επιτροπής (2) ορίζει την κοινοπραξία με επικεφαλής το Wageningen Livestock Research, στην οποία συμμετέχουν επίσης το Πανεπιστήμιο του Aarhus και το Ινστιτούτο Friedrich-Loeffler-Institute, ως κέντρο αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καλή μεταχείριση των ζώων αρμόδιο για την υποστήριξη των οριζόντιων δραστηριοτήτων της Επιτροπής και των κρατών μελών στον τομέα των απαιτήσεων καλής διαβίωσης των ζώων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625. Σύμφωνα με τα καθήκοντα που ορίζονται στο πολυετές πρόγραμμα εργασίας των κέντρων αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι δραστηριότητες του εν λόγω κέντρου αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καλή μεταχείριση των ζώων επικεντρώνονται στην καλή μεταχείριση των χοίρων.

(2)

Στη συνέχεια, σύμφωνα με το άρθρο 95 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, η Επιτροπή πραγματοποίησε δημόσια πρόσκληση υποβολής προτάσεων για την επιλογή και τον ορισμό ενός δεύτερου κέντρου αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καλή μεταχείριση των ζώων το οποίο θα πρέπει να υποστηρίζει τις οριζόντιες δραστηριότητες της Επιτροπής και των κρατών μελών σε σχέση με την εφαρμογή των κανόνων που καθορίζουν απαιτήσεις για τα πουλερικά και άλλα μικρά εκτρεφόμενα ζώα.

(3)

Η επιτροπή αξιολόγησης και επιλογής που ορίστηκε για την εν λόγω δημόσια πρόσκληση υποβολής προτάσεων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η κοινοπραξία με επικεφαλής την Agence Nationale de Sécurité Sanitaire de l’Alimentation (Γαλλία), στην οποία συμμετέχουν και το Institut de Recerca I Tecnologia Agroalimentàries (Ισπανία), το Aarhus Universitet — Institut for Husydrivendskab (Δανία) και το Istituto Zooprofilattico Sperimentale della Lombardia e dell’Emilia Romagna (Ιταλία) πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 95 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 και θα μπορούσε να είναι αρμόδια για τα καθήκοντα που ορίζονται στο άρθρο 96 του εν λόγω κανονισμού, όσον αφορά τα πουλερικά και άλλα μικρά εκτρεφόμενα ζώα.

(4)

Κατά συνέπεια, η εν λόγω κοινοπραξία θα πρέπει να οριστεί ως κέντρο αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καλή μεταχείριση των ζώων σε σχέση με τα πουλερικά και άλλα μικρά εκτρεφόμενα ζώα, αρμόδιο για τα υποστηρικτικά καθήκοντα στον βαθμό που αυτά θα περιλαμβάνονται στα ετήσια ή πολυετή προγράμματα εργασίας των κέντρων αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα ετήσια ή πολυετή προγράμματα εργασίας πρέπει να καταρτίζονται σύμφωνα με τους στόχους και τις προτεραιότητες των οικείων προγραμμάτων εργασίας που εγκρίνονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 36 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 652/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3).

(5)

Το άρθρο 95 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 προβλέπει ότι ο ορισμός ενός κέντρου αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καλή μεταχείριση των ζώων πρέπει να είναι χρονικά περιορισμένος ή να επανεξετάζεται τακτικά. Συνεπώς, ο ορισμός του κέντρου αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καλή μεταχείριση των ζώων όσον αφορά τα πουλερικά και άλλα μικρά εκτρεφόμενα ζώα θα πρέπει να επανεξετάζεται ανά πενταετία.

(6)

Στο ορισθέν κέντρο αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καλή μεταχείριση των ζώων όσον αφορά τα πουλερικά και τα άλλα μικρά εκτρεφόμενα ζώα θα πρέπει να δοθεί επαρκής χρόνος για να καταρτίσει το πρόγραμμα εργασίας του για την επόμενη δημοσιονομική περίοδο. Κατά συνέπεια, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμοστεί από την 1η Ιανουαρίου του 2020,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   ακόλουθη κοινοπραξία ορίζεται ως κέντρο αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καλή μεταχείριση των ζώων αρμόδιο για τη στήριξη των οριζόντιων δραστηριοτήτων της Επιτροπής και των κρατών μελών στον τομέα των απαιτήσεων για την καλή μεταχείριση των ζώων όσον αφορά τα πουλερικά και άλλα μικρά εκτρεφόμενα ζώα:

Ονομασία:

:

Κοινοπραξία με επικεφαλής την Agence Nationale de Sécurité Sanitaire de l’Alimentation (Γαλλία), στην οποία συμμετέχουν επίσης το Institut de Recerca I Tecnologia Agroalimentàries (Ισπανία), το Aarhus Universitet — Institut for Husydrivendskab (Δανία) και το Istituto Zooprofilattico Sperimentale della Lombardia e dell’Emilia Romagna (Ιταλία)

Διεύθυνση:

:

14 rue Pierre et Marie Curie

94701 Maisons-Alfort Cedex

ΓΑΛΛΙΑ

2.   Ο ορισμός επανεξετάζεται κάθε πέντε έτη, αρχής γενομένης από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2020.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 4 Οκτωβρίου 2019.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 95 της 7.4.2017, σ. 1.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/329 της Επιτροπής, της 5ης Μαρτίου 2018, για τον ορισμό ενός κέντρου αναφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καλή μεταχείριση των ζώων (ΕΕ L 63 της 6.3.2018, σ. 13).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 652/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση διατάξεων σχετικά με τη διαχείριση των δαπανών που αφορούν, αφενός, τη διατροφική αλυσίδα, την υγεία των ζώων και την καλή μεταχείριση των ζώων και, αφετέρου, την υγεία των φυτών και το φυτικό αναπαραγωγικό υλικό, για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 98/56/ΕΚ, 2000/29/ΕΚ και 2008/90/ΕΚ, των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 178/2002, (ΕΚ) αριθ. 882/2004 και (ΕΚ) αριθ. 396/2005, της οδηγίας 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 66/399/ΕΟΚ, 76/894/ΕΟΚ και 2009/470/ΕΚ (ΕΕ L 189 της 27.6.2014, σ. 1).


9.10.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 258/13


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/1686 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 8ης Οκτωβρίου 2019

για την έγκριση της επέκτασης της χρήσης απομονωμένης βασικής πρωτεΐνης ορού γάλακτος βοοειδών ως νέου τροφίμου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2283 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2470 της Επιτροπής

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2283 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τα νέα τρόφιμα, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 258/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1852/2001 της Επιτροπής (1), και ιδίως το άρθρο 12,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2015/2283 προβλέπει ότι μόνο τα νέα τρόφιμα που έχουν εγκριθεί και περιλαμβάνονται στον ενωσιακό κατάλογο μπορούν να διατίθενται στην αγορά εντός της Ένωσης.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283, εκδόθηκε ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/2470 της Επιτροπής (2), ο οποίος θεσπίζει ενωσιακό κατάλογο εγκεκριμένων νέων τροφίμων.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283, η Επιτροπή είναι αρμόδια να αποφασίσει για την έγκριση και τη διάθεση ενός νέου τροφίμου στην αγορά της Ένωσης και για την επικαιροποίηση του ενωσιακού καταλόγου.

(4)

Με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2018/1632 της Επιτροπής (3) εγκρίθηκε η διάθεση στην αγορά της απομονωμένης βασικής πρωτεΐνης ορού γάλακτος βοοειδών ως νέου τροφίμου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2283 και τροποποιήθηκε ο ενωσιακός κατάλογος με τα εγκεκριμένα νέα τρόφιμα.

(5)

Στις 10 Οκτωβρίου 2018 η εταιρεία Armor Protéines S.A.S. υπέβαλε αίτημα στην Επιτροπή για την επέκταση της χρήσης της απομονωμένης βασικής πρωτεΐνης ορού γάλακτος βοοειδών κατά την έννοια του άρθρου 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283. Οι αιτούμενες τροποποιήσεις αφορούν τη χρήση της απομονωμένης βασικής πρωτεΐνης ορού γάλακτος βοοειδών σε τρόφιμα για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 609/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) και σε συμπληρώματα διατροφής, όπως ορίζονται στην οδηγία 2002/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) για βρέφη έως 12 μηνών.

(6)

Στις 24 Ιανουαρίου 2019 η Επιτροπή ζήτησε τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (η «Αρχή») και συγκεκριμένα να διενεργήσει πρόσθετη αξιολόγηση για την επέκταση της χρήσης της απομονωμένης βασικής πρωτεΐνης ορού γάλακτος βοοειδών ως νέου τροφίμου σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283.

(7)

Στις 14 Μαρτίου 2019, η Αρχή εξέδωσε την επιστημονική γνώμη «Safety of whey basic protein isolate for extended uses in foods for special medical purposes and food supplements for infants pursuant to Regulation (EU) 2015/2283» (Ασφάλεια της απομονωμένης βασικής πρωτεΐνης ορού γάλακτος βοοειδών για εκτεταμένες χρήσεις σε τρόφιμα για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς και συμπληρώματα διατροφής για βρέφη σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2283) (6). Η εν λόγω επιστημονική γνώμη είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις του άρθρου 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283.

(8)

Η εν λόγω επιστημονική γνώμη παρείχε επαρκή στοιχεία τα οποία αποδεικνύουν ότι η απομονωμένη βασική πρωτεΐνη ορού γάλακτος βοοειδών, στην προτεινόμενη επέκταση των χρήσεων και στα προτεινόμενα επίπεδα χρήσης σε τρόφιμα για ειδικούς σκοπούς και σε συμπληρώματα διατροφής για βρέφη έως 12 μηνών, συμμορφώνεται με το άρθρο 12 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283. Στην εν λόγω γνώμη η Αρχή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η επέκταση των χρήσεων δεν θα αυξήσει την πιθανή πρόσληψη του νέου τροφίμου σε σύγκριση με εκείνη που είχε αξιολογήσει στη γνώμη της του 2018 (7). Επομένως, κρίνεται σκόπιμο να τροποποιηθεί ο ενωσιακός κατάλογος με τα εγκεκριμένα νέα τρόφιμα ώστε να συμπεριλάβει την εν λόγω επέκταση των εγκεκριμένων χρήσεων για την απομονωμένη βασική πρωτεΐνη ορού γάλακτος βοοειδών.

(9)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Η καταχώριση στον ενωσιακό κατάλογο εγκεκριμένων νέων τροφίμων, σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2017/2470, που αναφέρεται στην ουσία απομονωμένη βασική πρωτεΐνη ορού γάλακτος βοοειδών τροποποιείται όπως ορίζεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

2.   Η καταχώριση στον ενωσιακό κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει τους όρους χρήσης και τις απαιτήσεις επισήμανσης που καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

3.   Η έγκριση που προβλέπεται στο παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 609/2013 και της οδηγίας 2002/46/ΕΚ.

Άρθρο 2

Το παράρτημα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2470 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 8 Οκτωβρίου 2019.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 327 της 11.12.2015, σ. 1.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/2470 της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 2017, για την κατάρτιση ενωσιακού καταλόγου νέων τροφίμων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2283 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα νέα τρόφιμα (ΕΕ L 351 της 30.12.2017, σ. 72).

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/1632 της Επιτροπής, της 30ής Οκτωβρίου 2018, για την έγκριση της διάθεσης στην αγορά απομονωμένης βασικής πρωτεΐνης ορού γάλακτος βοοειδών ως νέου τροφίμου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2283 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2470 της Επιτροπής (ΕΕ L 272 της 31.10.2018, σ. 23).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 609/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2013, για τα τρόφιμα τα οποία προορίζονται για βρέφη και μικρά παιδιά και για τα τρόφιμα που προορίζονται για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς, και ως υποκατάστατα του συνόλου του διαιτολογίου για τον έλεγχο του σωματικού βάρους και για την κατάργηση της οδηγίας 92/52/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών της Επιτροπής 96/8/ΕΚ, 1999/21/ΕΚ, 2006/125/ΕΚ και 2006/141/ΕΚ, της οδηγίας 2009/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των κανονισμών της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 41/2009 και (ΕΚ) αριθ. 953/2009 (ΕΕ L 181 της 29.6.2013, σ. 35).

(5)  Οδηγία 2002/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 2002, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί των συμπληρωμάτων διατροφής (ΕΕ L 183 της 12.7.2002, σ. 51).

(6)  EFSA Journal 2019· 17(4):5659.

(7)  EFSA Journal 2018· 16(7):5360.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2470 τροποποιείται ως εξής:

(1)

Στον πίνακα 1 (Εγκεκριμένα νέα τρόφιμα) η καταχώριση για την «απομονωμένη βασική πρωτεΐνη ορού γάλακτος βοοειδών» αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«Εγκεκριμένο νέο τρόφιμο

Προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να χρησιμοποιηθεί το νέο τρόφιμο

Επιπρόσθετες ειδικές απαιτήσεις επισήμανσης

Άλλες απαιτήσεις

Προστασία δεδομένων

Απομονωμένη βασική πρωτεΐνη ορού γάλακτος βοοειδών

Συγκεκριμένη κατηγορία τροφίμων

Ανώτατα επίπεδα

Η ονομασία του νέου τροφίμου στην επισήμανση των τροφίμων στα οποία περιέχεται είναι “απομονωμένη πρωτεΐνη ορού γάλακτος”.

Τα συμπληρώματα διατροφής που περιέχουν απομονωμένη βασική πρωτεΐνη ορού γάλακτος βοοειδών φέρουν την ακόλουθη δήλωση:

“Το παρόν συμπλήρωμα διατροφής δεν πρέπει να καταναλώνεται από παιδιά/εφήβους κάτω των τριών/δεκαοκτώ (*) ετών”

(*) Ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα για την οποία προορίζεται το συμπλήρωμα διατροφής.

 

Εγκρίθηκε στις 20 Νοεμβρίου 2018. Η παρούσα καταχώριση βασίζεται σε επιστημονικά στοιχεία βιομηχανικής ιδιοκτησίας και επιστημονικά δεδομένα που προστατεύονται σύμφωνα με το άρθρο 26 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283. Αιτών: Armor Protéines S.A.S., 19 bis, rue de la Libération 35460 Saint-Brice-en-Coglès, Γαλλία. Κατά τη διάρκεια της προστασίας δεδομένων, το νέο τρόφιμο “απομονωμένη βασική πρωτεΐνη ορού γάλακτος βοοειδών” επιτρέπεται να διατίθεται στην αγορά εντός της Ένωσης μόνον από την Armor Protéines S.A.S., εκτός εάν επόμενος αιτών λάβει έγκριση για το νέο τρόφιμο χωρίς αναφορά στα επιστημονικά αποδεικτικά στοιχεία βιομηχανικής ιδιοκτησίας ή στα επιστημονικά δεδομένα που προστατεύονται σύμφωνα με το άρθρο 26 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283 ή με τη σύμφωνη γνώμη της Armor Protéines S.A.S. Ημερομηνία εκπνοής της προστασίας δεδομένων: 20 Νοεμβρίου 2023.»

Παρασκευάσματα για βρέφη, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 609/2013

Παρασκευάσματα δεύτερης βρεφικής ηλικίας, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 609/2013

Τρόφιμα υποκατάστασης του συνόλου του διαιτολογίου για τον έλεγχο του σωματικού βάρους, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 609/2013

Τρόφιμα για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 609/2013

Συμπληρώματα διατροφής, όπως ορίζονται στην οδηγία 2002/46/ΕΚ

30 mg/100 g (σε σκόνη)

3,9 mg/100 mL (ανασυσταθέν)

30 mg/100 g (σε σκόνη)

4,2 mg/100 mL (ανασυσταθέν)

300 mg/ημέρα

30 mg/100 g (παρασκευάσματος σε σκόνη για βρέφη κατά τους πρώτους μήνες της ζωής τους μέχρι την εισαγωγή κατάλληλων συμπληρωματικών τροφών)

3,9 mg/100 mL (ανασυσταθέντος παρασκευάσματος για βρέφη κατά τους πρώτους μήνες της ζωής τους μέχρι την εισαγωγή κατάλληλων συμπληρωματικών τροφών)

30 mg/100 g (παρασκευάσματος σε σκόνη για βρέφη κατά την εισαγωγή κατάλληλων συμπληρωματικών τροφών)

4,2 mg/100 mL (ανασυσταθέντος παρασκευάσματος για βρέφη κατά την εισαγωγή κατάλληλων συμπληρωματικών τροφών)

58 mg/ημέρα για μικρά παιδιά

380 mg/ημέρα για παιδιά και εφήβους ηλικίας από 3 έως 18 ετών

610 mg/ημέρα για ενήλικες

25 mg/ημέρα για τα βρέφη

58 mg/ημέρα για μικρά παιδιά

250 mg/ημέρα για παιδιά και εφήβους ηλικίας από 3 έως 18 ετών

610 mg/ημέρα για ενήλικες

2)

Στον πίνακα 2 (Προδιαγραφές) η καταχώριση για την «απομονωμένη βασική πρωτεΐνη ορού γάλακτος βοοειδών» αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

Εγκεκριμένο νέο τρόφιμο

Προδιαγραφές

Απομονωμένη βασική πρωτεΐνη ορού γάλακτος βοοειδών

Περιγραφή

Η απομονωμένη βασική πρωτεΐνη ορού γάλακτος βοοειδών είναι σκόνη υποκίτρινου γκρίζου χρώματος που λαμβάνεται από αποκορυφωμένο γάλα βοοειδών μέσω μιας σειράς βημάτων απομόνωσης και καθαρισμού.

Χαρακτηριστικά/Σύνθεση

Ολική πρωτεΐνη (κατά βάρος προϊόντος): ≥ 90 %

Γαλακτοφερίνη (κατά βάρος προϊόντος): 25-75 %

Γαλακτοϋπεροξειδάση (κατά βάρος προϊόντος): 10-40 %

Άλλες πρωτεΐνες (κατά βάρος προϊόντος): ≤ 30 %

TGF-β2: -18 mg/100 g

Υγρασία: ≤ 6,0 %

pH (διάλυμα 5 % κατ’ όγκο): 5,5 – 7,6

Λακτόζη: ≤ 3,0 %

Λίπος: ≤ 4,5 %

Τέφρα: ≤ 3,5 %

Σίδηρος: ≤ 25 mg/100 g

Βαρέα μέταλλα

Μόλυβδος: < 0,1 mg/kg

Κάδμιο: < 0,2 mg/kg

Υδράργυρος: < 0,6 mg/kg

Αρσενικό: < 0,1 mg/kg

Μικροβιολογικά κριτήρια:

Αριθμός αερόβιων μεσόφιλων: ≤ 10 000 CFU/g

Enterobacteriaceae: ≤ 10 CFU/g

Escherichia coli: Αρνητική/g

Σταφυλόκοκκοι θετικοί στην πηκτάση: Αρνητική/g

Salmonella: Αρνητική/25 g

Listeria: Αρνητική/25 g

Cronobacter spp.: Αρνητική/25 g

Ευρωτομύκητες: ≤ 50 CFU/g

Ζυμομύκητες: ≤ 50 CFU/g

CFU: Colony Forming Units (μονάδες σχηματισμού αποικιών)’.


9.10.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 258/18


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/1687 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 8ης Οκτωβρίου 2019

για τροποποίηση του παραρτήματος 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2179 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές κεραμικών πλακιδίων καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1),

Έχοντας υπόψη τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2017/2179 της Επιτροπής, της 22ας Νοεμβρίου 2017, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές κεραμικών πλακιδίων καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας έπειτα από επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων αντιντάμπινγκ σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), και ιδίως το άρθρο 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

A.   ΤΑ ΙΣΧΥΟΝΤΑ ΜΕΤΡΑ

(1)

Στις 12 Σεπτεμβρίου 2011, το Συμβούλιο επέβαλε, με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 917/2011 (3) («η αρχική έρευνα»), οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές κεραμικών πλακιδίων (το «υπό εξέταση προϊόν») καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας («ΛΔΚ»). Λόγω του μεγάλου αριθμού συνεργαζόμενων παραγωγών-εξαγωγέων στην Κίνα κατά την αρχική έρευνα, επελέγη δείγμα Κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων και επιβλήθηκαν ατομικοί κατ’ αξίαν δασμολογικοί συντελεστές που κυμαίνονταν από 13,9 % (4) έως 36,5 % στις εταιρείες που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, ενώ σε άλλες συνεργαζόμενες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα επιβλήθηκε δασμολογικός συντελεστής 30,6 %. Ο δασμός για όλες τις άλλες εταιρείες που επιβλήθηκε στους μη συνεργαζόμενους Κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς ανήλθε σε 69,7 %.

(2)

Στις 22 Νοεμβρίου 2017, έπειτα από επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, η Επιτροπή αποφάσισε, με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2017/2179, να διατηρήσει τους ισχύοντες δασμούς αντιντάμπινγκ.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2179, η Επιτροπή μπορεί να τροποποιήσει το παράρτημα I του εν λόγω κανονισμού με τη χορήγηση σε νέο παραγωγό-εξαγωγέα του δασμολογικού συντελεστή που εφαρμόζεται στις συνεργασθείσες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα ή στις οποίες δεν χορηγήθηκε ατομική μεταχείριση, δηλαδή του σταθμισμένου μέσου δασμολογικού συντελεστή ύψους 30,6 %, στην περίπτωση που οποιοσδήποτε νέος παραγωγός-εξαγωγέας στη ΛΔΚ προσκομίσει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία στην Επιτροπή.

B.   ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΝΕΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥ-ΕΞΑΓΩΓΕΑ

(4)

Τον Οκτώβριο του 2018, η εταιρεία Zhuhai Xuri Ceramics Co., Ltd («η αιτούσα») αναγγέλθηκε, μετά τη δημοσίευση του εκτελεστικού κανονισμού (EE) 2017/2179, και υπέβαλε αίτηση για να της χορηγηθεί μεταχείριση νέου παραγωγού-εξαγωγέα και, ως εκ τούτου, να υπόκειται στον δασμολογικό συντελεστή που εφαρμόζεται στις συνεργαζόμενες εταιρείες στη ΛΔΚ που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα ή στις οποίες δεν χορηγήθηκε ατομική μεταχείριση, δηλαδή 30,6 %. Η αιτούσα ισχυρίστηκε ότι πληρούσε και τα τρία κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 2 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2179.

(5)

Η Επιτροπή, για να καθορίσει κατά πόσον η αιτούσα πληρούσε τα εν λόγω κριτήρια, ζήτησε από την τελευταία να συμπληρώσει ένα ερωτηματολόγιο. Μετά την ανάλυση των απαντήσεων στο ερωτηματολόγιο, η Επιτροπή θεώρησε ότι η αιτούσα είχε παράσχει επαρκείς πληροφορίες και δεν ζήτησε περαιτέρω αποδεικτικά στοιχεία.

(6)

Η Επιτροπή ενημέρωσε τον κλάδο παραγωγής της Ένωσης σχετικά με το αίτημα για τη μεταχείριση νέου παραγωγού-εξαγωγέα και του έδωσε την ευκαιρία να υποβάλει τις παρατηρήσεις του. Η Επιτροπή δεν έλαβε καμία παρατήρηση.

Γ.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ

(7)

Όσον αφορά την προϋπόθεση που ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο α) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2179, το πρώτο κριτήριο, η Επιτροπή εξέτασε διεξοδικά το βιβλίο πωλήσεων της αιτούσας που καλύπτει την περίοδο της έρευνας. Στο βιβλίο εμφανίζονταν μόνο οι εγχώριες πωλήσεις.

(8)

Κατόπιν περαιτέρω επαλήθευσης άλλων στοιχείων σχετικά με τις πωλήσεις, των τελωνειακών στατιστικών στοιχείων και τεκμηρίωσης της ΕΕ δεν βρέθηκαν στοιχεία που να υποδηλώνουν ότι η αιτούσα εξήγαγε το υπό εξέταση προϊόν στην Ένωση πριν από την περίοδο της έρευνας ή κατά τη διάρκεια αυτής. Ως εκ τούτου, με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αιτούσα πληρούσε το πρώτο κριτήριο.

(9)

Όσον αφορά την προϋπόθεση που ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο β) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2179, το δεύτερο κριτήριο, η Επιτροπή επισήμανε ότι η εταιρική διάρθρωση της αιτούσας αποτελούνταν από δέκα συνδεδεμένες εταιρείες. Δύο από αυτές τις συνδεδεμένες εταιρείες συμμετείχαν στην παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος κατά την περίοδο της έρευνας, αλλά λειτουργούσαν μόνο σε εθνικό επίπεδο. Με βάση τα στοιχεία που υποβλήθηκαν, δεν εντοπίστηκαν περαιτέρω εμπορικοί ή επιχειρησιακοί δεσμοί με τους εξαγωγείς ή τους παραγωγούς από τη ΛΔΚ που υπόκεινται στα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ. Πέντε από αυτές τις συνδεδεμένες εταιρείες ιδρύθηκαν μετά την περίοδο της έρευνας και οι υπόλοιπες τρεις δεν συμμετείχαν σε καμία εμπορική δραστηριότητα σε σχέση με το υπό εξέταση προϊόν. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αιτούσα πληρούσε το δεύτερο κριτήριο.

(10)

Όσον αφορά την προϋπόθεση που ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο γ) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2179, το τρίτο κριτήριο, με βάση τα αποδεικτικά έγγραφα που υποβλήθηκαν, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η αιτούσα δεν είχε εξαγάγει το υπό εξέταση προϊόν στην Ένωση μετά την περίοδο της έρευνας. Ελλείψει άλλων στοιχείων, η αιτούσα προσκόμισε αποδεικτικά στοιχεία των αμετάκλητων συμβατικών συμφωνιών για τις πωλήσεις σημαντικών ποσοτήτων του υπό εξέταση προϊόντος στην Ένωση. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αιτούσα πληρούσε το τρίτο κριτήριο.

(11)

Ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης δεν προσκόμισε αποδεικτικά στοιχεία/πληροφορίες που να δείχνουν ότι κάποιο από τα τρία κριτήρια δεν πληρούνταν από την αιτούσα.

Δ.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(12)

Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αιτούσα πληρούσε τα τρία κριτήρια που απαιτούνται για να της χορηγηθεί μεταχείριση νέου παραγωγού-εξαγωγέα. Ως εκ τούτου, η επωνυμία της αιτούσας θα πρέπει να προστεθεί στον κατάλογο των συνεργαζόμενων παραγωγών που δεν περιελήφθησαν στο δείγμα ή στους οποίους δεν χορηγήθηκε ατομική μεταχείριση, ο οποίος παρατίθεται στο παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2179.

Ε.   ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

(13)

Η αιτούσα και ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων κρίθηκε σκόπιμο να χορηγηθεί στη Zhuhai Xuri Ceramics Co., Ltd ο δασμολογικός συντελεστής αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στους συνεργασθέντες Κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς που δεν συμμετείχαν στο δείγμα.

(14)

Δόθηκε στα μέρη η δυνατότητα να υποβάλουν παρατηρήσεις οι οποίες ελήφθησαν δεόντως υπόψη, εφόσον αυτό ήταν δικαιολογημένο.

(15)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που συγκροτήθηκε δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Η ακόλουθη εταιρεία προστίθεται στον κατάλογο των συνεργαζόμενων παραγωγών που δεν περιελήφθησαν στο δείγμα ή στους οποίους δεν χορηγήθηκε ατομική μεταχείριση, ο οποίος παρατίθεται στο παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2179:

Επωνυμία

Πρόσθετος κωδικός TARIC

Zhuhai Xuri Ceramics Co., Ltd

C505

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 8 Οκτωβρίου 2019.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016 (ΕΕ L 176 της 30.6.2016, σ. 21).

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/2179 της Επιτροπής, της 22ας Νοεμβρίου 2017 (ΕΕ L 307 της 23.11.2017, σ. 25).

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 917/2011 του Συμβουλίου, της 12ης Σεπτεμβρίου 2011, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές κεραμικών πλακιδίων καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 238 της 15.9.2011, σ. 1).

(4)  Ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 917/2011 τροποποιήθηκε στη συνέχεια με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/409 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2015.


9.10.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 258/21


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/1688 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 8ης Οκτωβρίου 2019

για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές μειγμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου καταγωγής Ρωσίας, Τρινιδάδ και Τομπάγκο και Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.1.   Έναρξη

(1)

Στις 13 Αυγούστου 2018 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κίνησε έρευνα αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές στην Ένωση μειγμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου καταγωγής Ρωσίας, Τρινιδάδ και Τομπάγκο και Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής («οι οικείες χώρες»), με βάση το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («ο βασικός κανονισμός»). Η ανακοίνωση για την έναρξη της έρευνας δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2).

(2)

Η Επιτροπή κίνησε την έρευνα κατόπιν καταγγελίας που υποβλήθηκε στις 29 Ιουνίου 2018 από την εταιρεία Fertilizers Europe («ο καταγγέλλων») εξ ονόματος παραγωγών που αντιπροσωπεύουν πάνω από το 50 % της συνολικής ενωσιακής παραγωγής μειγμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου («ΟΝΑ»). Η καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ και συνακόλουθης σημαντικής ζημίας, στοιχεία τα οποία ήταν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη της έρευνας.

1.2.   Καταγραφή

(3)

Κατά τη διάρκεια της περιόδου πριν από την κοινοποίηση πορισμάτων και σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 5α του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή επέβαλε την υποχρέωση καταγραφής των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2019/455 της Επιτροπής (3). Η καταγραφή των εισαγωγών σταμάτησε με την έναρξη ισχύος των προσωρινών μέτρων που αναφέρονται στην επόμενη αιτιολογική σκέψη.

1.3.   Προσωρινά μέτρα

(4)

Στις 12 Απριλίου 2019 η Επιτροπή επέβαλε προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές στην Ένωση ουρίας και νιτρικού αμμωνίου («ΟΝΑ») καταγωγής Ρωσίας, Τρινιδάδ και Τομπάγκο και Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής («ΗΠΑ») με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2019/576 της Επιτροπής (4) («ο κανονισμός για την επιβολή προσωρινού δασμού»).

(5)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 26 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η έρευνα για την πρακτική ντάμπινγκ και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2017 έως τις 30 Ιουνίου 2018 («η περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ») και η εξέταση των συναφών τάσεων για την εκτίμηση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2015 έως το τέλος της περιόδου έρευνας («η εξεταζόμενη περίοδος»).

1.4.   Επακόλουθη διαδικασία

(6)

Μετά την κοινοποίηση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και του σκεπτικού βάσει των οποίων επιβλήθηκε προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ («κοινοποίηση προσωρινών πορισμάτων»), οι καταγγέλλοντες, ο ενωσιακός παραγωγός OCI Nitrogen BV («OCI Nitrogen»), διάφορες ενώσεις που εκπροσωπούν τα συμφέροντα των χρηστών και άλλων οικονομικών φορέων, οι τέσσερις συνεργαζόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς και η κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας υπέβαλαν γραπτές παρατηρήσεις, γνωστοποιώντας τις απόψεις τους σχετικά με τα προσωρινά πορίσματα.

(7)

Τα μέρη που το ζήτησαν έγιναν δεκτά σε ακρόαση. Πραγματοποιήθηκαν ακροάσεις με τον καταγγέλλοντα, συνοδευόμενο από τους ενωσιακούς παραγωγούς του δείγματος AB Achema και Grupa Azoty Zaklady Azotowe Pulawy SA, τον ενωσιακό παραγωγό του δείγματος OCI Nitrogen, διάφορες ενώσεις που εκπροσωπούν τα συμφέροντα των χρηστών και άλλων οικονομικών φορέων και ορισμένων εκ των μελών τους, καθώς και τους τέσσερις συνεργαζόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς. Επιπλέον, κατόπιν αιτήματος ενός από τους Ρώσους παραγωγούς-εξαγωγείς, της Eurochem, διεξήχθη ακρόαση με τον σύμβουλο ακροάσεων στις διαδικασίες εμπορικών προσφυγών. Οι συστάσεις του συμβούλου ακροάσεων, όπως διατυπώθηκαν κατά την εν λόγω ακρόαση, αποτυπώνονται στον παρόντα κανονισμό. Στις 27 Μαΐου 2019 η Επιτροπή απέστειλε στους Ρώσους παραγωγούς-εξαγωγείς κοινοποίηση συμπληρωματικών πορισμάτων, όπου περιλαμβάνονταν οι αντίστοιχοι υπολογισμοί της υποτιμολόγησης και της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές.

(8)

Η Επιτροπή εξακολούθησε να αναζητεί και να επαληθεύει όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για τα τελικά της πορίσματα. Στην περίπτωση κάποιων παραγωγών-εξαγωγέων, για τους οποίους έγιναν δεκτοί ορισμένοι ισχυρισμοί για προσαρμογές των υπολογισμών του περιθωρίου ντάμπινγκ ή για τους οποίους απαιτήθηκαν πρόσθετες ειδικές διευκρινίσεις ανά εταιρεία, παρασχέθηκαν γραπτώς συμπληρωματικές ατομικές κοινοποιήσεις στα αντίστοιχα ενδιαφερόμενα μέρη. Η Επιτροπή εξέτασε τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη και τις έλαβε υπόψη, κατά περίπτωση, στις ειδικές κοινοποιήσεις ανά εταιρεία.

(9)

Στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού προβλεπόταν ότι οι γραπτές παρατηρήσεις σχετικά με τον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού έπρεπε να υποβληθούν εντός 15 ημερολογιακών ημερών από την έναρξη ισχύος του εν λόγω κανονισμού. Στις 24 Ιουνίου 2019 η Eurochem απέστειλε συμπληρωματικές γραπτές παρατηρήσεις σχετικά με τα ακόλουθα στοιχεία: i) τον υπολογισμό των εξόδων πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων μίας από τις εταιρείες-παραγωγούς, ii) τη νομική βάση και τους υπολογισμούς της προσαρμογής του φυσικού αερίου, iii) την εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 2α του βασικού κανονισμού και iv) την κοινοποίηση συμπληρωματικών πορισμάτων που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 7. Στις 21 Ιουνίου 2019 και στις 28 Ιουνίου 2019 η Acron απέστειλε συμπληρωματικές γραπτές παρατηρήσεις σχετικά με την κοινοποίηση συμπληρωματικών πορισμάτων της 27ης Μαΐου 2019 και την ακρίβεια των υπολογισμών του προσωρινού περιθωρίου αντιντάμπινγκ. Οι παρατηρήσεις που διατυπώνονται στα εν λόγω υποβληθέντα έγγραφα αναλύθηκαν για τους σκοπούς της κοινοποίησης οριστικών πορισμάτων μόνο στον βαθμό που σχετίζονταν με την κοινοποίηση συμπληρωματικών πορισμάτων που παρασχέθηκε στις εταιρείες στις 27 Μαΐου 2019 σύμφωνα με το σημείο 7 δεύτερη περίπτωση της ανακοίνωσης για την έναρξη της παρούσας έρευνας. Στις 8 Ιουλίου 2019 η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής υπέβαλε γραπτές παρατηρήσεις σχετικά με την κοινοποίηση προσωρινών πορισμάτων. Παράλληλα με την κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων, η Επιτροπή κάλεσε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν εκ νέου τυχόν παρατηρήσεις οι οποίες διατυπώθηκαν μετά το πέρας των προθεσμιών που προβλέπονταν στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού, στην ανακοίνωση για την έναρξη της έρευνας ή σε τυχόν περαιτέρω επικοινωνία με την Επιτροπή επί του θέματος αυτού, εφόσον τα ενδιαφερόμενα μέρη το κρίνουν σκόπιμο σύμφωνα με την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων. Η Επιτροπή εξέτασε όλα τα έγγραφα που υποβλήθηκαν εμπρόθεσμα από τα ενδιαφερόμενα μέρη ως παρατηρήσεις σχετικά με την κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων, συμπεριλαμβανομένων των παρατηρήσεων που υποβλήθηκαν σε συνέχεια της συμπληρωματικής κοινοποίησης οριστικών πορισμάτων προς τους Ρώσους παραγωγούς-εξαγωγείς της 6ης Αυγούστου 2019.

(10)

Η Επιτροπή ενημέρωσε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων σκόπευε να επιβάλει οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές στην Ένωση μειγμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου καταγωγής Ρωσίας, Τρινιδάδ και Τομπάγκο και Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής («κοινοποίηση τελικών πορισμάτων»). Ορίστηκε προθεσμία εντός της οποίας όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούσαν να διατυπώσουν παρατηρήσεις σχετικά με την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων. Ελήφθησαν παρατηρήσεις από όλους τους συνεργαζόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς, τη Fertilizers Europe, την Grupa Azoty Zaklady Azotowe Pulawy S. A. («Grupa Azoty»), τις ενώσεις χρηστών AGPB και IFA, την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και την κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Στις εταιρείες Eurochem και Acron, καθώς και στην κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας παραχωρήθηκε ακρόαση με τις υπηρεσίες της Επιτροπής, και επιπλέον η Eurochem και η MHTL ζήτησαν την παρέμβαση του συμβούλου ακροάσεων στις εμπορικές διαδικασίες. Στις 23 Ιουλίου 2019 και τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη συμμετείχαν σε ακρόαση ενώπιον του συμβούλου ακροάσεων.

(11)

Οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν από τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων όσων υποβλήθηκαν εκπρόθεσμα σχετικά με την κοινοποίηση προσωρινών πορισμάτων, όπως αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 9, εξετάστηκαν και ελήφθησαν υπόψη όπου κρίθηκε σκόπιμο στον παρόντα κανονισμό.

1.5.   Δειγματοληψία

(12)

Μετά την κοινοποίηση προσωρινών πορισμάτων, διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη υπέβαλαν παρατηρήσεις σχετικά με το δείγμα των ενωσιακών παραγωγών. Το δείγμα δεν μεταβλήθηκε ως αποτέλεσμα των εν λόγω παρατηρήσεων. Δεδομένης της φύσης τους, οι παρατηρήσεις αυτές εξετάζονται στα τμήματα 4 και 5 κατωτέρω.

(13)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά τη δειγματοληψία, επιβεβαιώθηκαν οι αιτιολογικές σκέψεις 9 έως 19 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

1.6.   Περίοδος έρευνας και εξεταζόμενη περίοδος

(14)

Ελλείψει παρατηρήσεων όσον αφορά την περίοδο έρευνας και την εξεταζόμενη περίοδο, επιβεβαιώθηκε η αιτιολογική σκέψη 26 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

2.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

2.1.   Ισχυρισμοί όσον αφορά το πεδίο κάλυψης του προϊόντος

(15)

Κατόπιν του αιτήματος που υποβλήθηκε από τους ενωσιακούς παραγωγούς Grupa Azoty και Agropolychim, η Επιτροπή διευκρίνισε ότι ο ισχυρισμός που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 33 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού διατυπώθηκε και από τους δύο αυτούς παραγωγούς. Η Επιτροπή επιβεβαίωσε επίσης ότι το πεδίο κάλυψης του προϊόντος στο πλαίσιο της έρευνας περιλαμβάνει μείγματα ουρίας και νιτρικού αμμωνίου σε υδατικά ή αμμωνιακά διαλύματα που ενδέχεται να περιέχουν πρόσθετες ύλες, τα οποία επί του παρόντος υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 3102 80 00.

(16)

Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, οι εταιρείες Fertilizers Europe, Grupa Azoty και Agropolychim εξέφρασαν την ανησυχία τους ότι η αναφορά του κωδικού ΣΟ 3102 80 00 από την Επιτροπή θα μπορούσε ακουσίως να έχει ως συνέπεια οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος να πραγματοποιούνται με τους κωδικούς ΣΟ 3102 90 και 3105 51 προκειμένου να αποφεύγονται οι δασμοί. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι ο ορισμός του προϊόντος, όπως παρασχέθηκε από τους καταγγέλλοντες, αντικατοπτρίζει ακριβώς την περιγραφή των εμπορευμάτων που εμπίπτουν στον κωδικό ΣΟ 3102 80 00 και ότι, συνεπώς, οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος μπορούν να υπαχθούν μόνο στον συγκεκριμένο κωδικό ΣΟ για τελωνειακούς σκοπούς. Η υπαγωγή σε οποιονδήποτε άλλον κωδικό ΣΟ θα συνιστούσε απάτη.

2.2.   Συμπέρασμα

(17)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά το πεδίο κάλυψης του προϊόντος, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματα που περιγράφονται στις αιτιολογικές σκέψεις 27 έως 34 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 15 ανωτέρω.

3.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

3.1.   Ρωσία

3.1.1.   Παραγωγοί-εξαγωγείς

(18)

Ελλείψει παρατηρήσεων όσον αφορά την περιγραφή των Ρώσων παραγωγών-εξαγωγέων και των διαύλων διανομής τους, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 35 έως 37 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

3.1.2.   Κανονική αξία

(19)

Οι λεπτομέρειες για τον υπολογισμό της κανονικής αξίας καθορίζονταν στις αιτιολογικές σκέψεις 38 έως 61 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(20)

Ελήφθησαν παρατηρήσεις σχετικά με τον υπολογισμό της κανονικής αξίας τόσο από την κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας όσο και από τους δύο Ρώσους παραγωγούς-εξαγωγείς. Χάριν μεγαλύτερης σαφήνειας, οι ισχυρισμοί σχετικά με τη μεθοδολογία υπολογισμού της κανονικής αξίας, όπως παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 38 έως 41, 43 έως 48 και 50 έως 51 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, και το ζήτημα της προσαρμογής του κόστους του φυσικού αερίου, όπως περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 52 έως 60 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, εξετάζονται χωριστά.

(21)

Όσον αφορά τη μεθοδολογία υπολογισμού της κανονικής αξίας, και οι δύο Ρώσοι παραγωγοί ζήτησαν πρόσθετες προσαρμογές για τις πωλήσεις μέσω διαύλων εγχώριων συνδεδεμένων εμπόρων για την κατασκευή της εγχώριας τιμής εκ του εργοστασίου. Η Eurochem επανέλαβε τον ισχυρισμό της ότι θα έπρεπε να είχαν αφαιρεθεί τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα του εγχώριου εμπόρου. Επιπλέον, μετά την κοινοποίηση προσωρινών πορισμάτων, ισχυρίστηκε ότι θα έπρεπε επίσης να είχε αφαιρεθεί το κέρδος του εγχώριου εμπόρου. Η Acron ζήτησε την αφαίρεση του κόστους μεταφοράς και διεκπεραίωσης για τον δίαυλο διανομής στις περιπτώσεις στις οποίες τα εμπορεύματα μεταφέρονται όντως στην αποθήκη του εγχώριου συνδεδεμένου εμπόρου.

(22)

Για τους σκοπούς του υπολογισμού της εγχώριας τιμής εκ του εργοστασίου, και σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή θεώρησε τους εγχώριους παραγωγούς και τους εγχώριους εμπόρους ως ενιαίες οικονομικές οντότητες. Ως εκ τούτου, η τιμή δεν είναι προσαρμοσμένη ώστε να ληφθούν υπόψη τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα, καθώς και το κέρδος του εμπόρου. Επίσης, δεν είναι προσαρμοσμένη ώστε να ληφθούν υπόψη οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ της εγκατάστασης παραγωγής και της αποθήκης της εταιρείας, ακόμη και αν πρόκειται για αποθήκη συνδεδεμένου εμπόρου — καθώς εναπόκειται στην εταιρεία να αποφασίσει αν τα εμπορεύματα θα αποσταλούν απευθείας στους πελάτες ή πρώτα στην αποθήκη του συνδεδεμένου εμπόρου. Κατά συνέπεια, οι ισχυρισμοί για τις προαναφερθείσες προσαρμογές των εγχώριων τιμών απορρίφθηκαν.

(23)

Μετά την κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων, η Acron διατύπωσε εκ νέου το αίτημά της για την αφαίρεση του κόστους μεταφοράς και διεκπεραίωσης που συνδέεται με τη μεταφορά των εμπορευμάτων μεταξύ της εγκατάστασης παραγωγής και της αποθήκης του εγχώριου συνδεδεμένου εμπόρου. Η εταιρεία διατύπωσε συμπληρωματικό αίτημα για την αφαίρεση των εξόδων πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων και του κέρδους του εγχώριου συνδεδεμένου εμπόρου. Ωστόσο, δεν παρασχέθηκαν νέα αποδεικτικά στοιχεία ή επιχειρήματα τα οποία θα άλλαζαν το συμπέρασμα της Επιτροπής που παρατίθεται στην αιτιολογική σκέψη 22 για τις ενιαίες οικονομικές οντότητες στην εγχώρια αγορά.

(24)

Παρ’ όλα αυτά, όσον αφορά τις δαπάνες που συνδέονται με τη μεταφορά των εμπορευμάτων μεταξύ της εγκατάστασης παραγωγής και της αποθήκης του εγχώριου συνδεδεμένου εμπόρου, η Acron επισήμανε επιπλέον ότι, εφόσον οι εν λόγω δαπάνες δεν αφαιρέθηκαν από την εγχώρια τιμή, ομοίως δεν θα έπρεπε να είχαν αφαιρεθεί και από τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό της κανονικής αξίας.

(25)

Αυτό το αίτημα της εταιρείας έγινε δεκτό. Η Επιτροπή προέβη σε εκ νέου υπολογισμό της κανονικής αξίας για την Acron, αυξάνοντας τα έξοδα πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων της εταιρείας, όπως ζητήθηκε. Ωστόσο, παρά την αύξηση των εξόδων πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων, όλες οι εγχώριες συναλλαγές της Acron παρέμειναν επικερδείς και, συνεπώς, το περιθώριο ντάμπινγκ δεν μεταβλήθηκε. Η διόρθωση του εν λόγω υπολογισμού κοινοποιήθηκε στην Acron στο πλαίσιο της συμπληρωματικής κοινοποίησης οριστικών πορισμάτων.

(26)

Επιπλέον, και οι δύο Ρώσοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η σύγκριση της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής δεν πραγματοποιήθηκε στο ίδιο στάδιο εμπορίας, εφόσον οι εγχώριοι συνδεδεμένοι έμποροι αντιμετωπίζονται ως ενιαίες οικονομικές οντότητες και, συνεπώς, τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα και τα κέρδη τους δεν αφαιρούνται από την εγχώρια τιμή, ενώ οι συνδεδεμένοι έμποροι σε τρίτες χώρες ή στην ΕΕ δεν αντιμετωπίζονται ως ενιαίες οικονομικές οντότητες και, συνεπώς, πραγματοποιούνται οι εν λόγω προσαρμογές της τιμής.

(27)

Ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται. Η Επιτροπή επισημαίνει καταρχάς ότι ο ισχυρισμός δεν αφορά την προσαρμογή του σταδίου εμπορίας. Αντιθέτως, και οι δύο εταιρείες αμφισβητούν τον προσδιορισμό της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, προκειμένου να αποτυπωθεί ορθά η καταβληθείσα ή καταβλητέα τιμή στην εγχώρια αγορά για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, δεν αφαιρούνται τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα και τα κέρδη των εγχώριων συνδεδεμένων εμπόρων. Στο ίδιο πνεύμα, προκειμένου να καθοριστεί μια αξιόπιστη τιμή εξαγωγής στα σύνορα της Ένωσης όπου υπάρχουν ενδιάμεσοι έμποροι που είναι συνδεδεμένοι με τους παραγωγούς-εξαγωγείς, πρέπει να κατασκευάσει την τιμή εξαγωγής με βάση την τιμή στην οποία τα εισαγόμενα προϊόντα μεταπωλούνται για πρώτη φορά σε ανεξάρτητο αγοραστή σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, το οποίο αναφέρει επίσης ότι πρέπει να αφαιρούνται οι προσαρμογές για όλα τα έξοδα που έχουν ανακύψει μεταξύ της εισαγωγής και της μεταπώλησης, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων και του κέρδους των συνδεδεμένων εμπόρων.

(28)

Η Eurochem διατύπωσε συμπληρωματικό ισχυρισμό σχετικά με το επίπεδο των εξόδων πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων ενός εκ των παραγωγών της, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό της κανονικής αξίας.

(29)

Όσον αφορά τον συγκεκριμένο παραγωγό, η Επιτροπή χρησιμοποίησε στον προσωρινό υπολογισμό της το αρχικό επίπεδο των εγχώριων εξόδων πώλησης και γενικών και διοικητικών εξόδων, όπως παρασχέθηκε από τον παραγωγό στην απάντησή του στο ερωτηματολόγιο. Κατά τη διάρκεια της επιτόπιας επαλήθευσης, εξετάστηκε διαφορετική κατανομή ορισμένων γενικών εξόδων και ελήφθη για περαιτέρω εξέταση εναλλακτική εκδοχή της κατανομής των εξόδων πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων. Ωστόσο, η Επιτροπή αποφάσισε προσωρινά ότι η αρχική απάντηση της εταιρείας και η κατανομή των εξόδων πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων μεταξύ των εγχώριων και των εξαγωγικών πωλήσεων αποτύπωνε με μεγαλύτερη ακρίβεια την κατανομή του κόστους.

(30)

Στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση προσωρινών πορισμάτων και την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, η Eurochem προσκόμισε περαιτέρω στοιχεία που αποδεικνύουν ότι τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα θα έπρεπε να κατανεμηθούν όχι μόνο στις εγχώριες πωλήσεις αλλά και στις εξαγωγικές πωλήσεις. Δεδομένου ότι από τα στοιχεία αυτά προέκυψε ότι τα εν λόγω έξοδα πράγματι δεν συνδέονταν μόνο με εγχώριες πωλήσεις, η Επιτροπή έκανε δεκτό αυτόν τον ισχυρισμό και προσάρμοσε αναλόγως το περιθώριο ντάμπινγκ. Η διόρθωση του εν λόγω υπολογισμού κοινοποιήθηκε στην Eurochem στο πλαίσιο της συμπληρωματικής κοινοποίησης οριστικών πορισμάτων.

(31)

Μετά την κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων, η Acron προέβαλε συμπληρωματικό ισχυρισμό όσον αφορά τον υπολογισμό της κανονικής αξίας. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι, στην περίπτωσή της, οι εγχώριες τιμές δεν θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν στον υπολογισμό της κανονικής αξίας, καθώς οι αντίστοιχες συναλλαγές δεν πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις.

(32)

Καταρχάς, η υπόθεση στην οποία βασίζεται ο ισχυρισμός της Acron φαίνεται να προκύπτει από παρανόηση των ενεργειών της Επιτροπής. Η Επιτροπή δεν χρησιμοποίησε ως βάση για τον υπολογισμό την κανονική αξία των εγχώριων πωλήσεων της εν λόγω εταιρείας, αλλά κατασκεύασε την κανονική αξία σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, καθώς οι εγχώριες πωλήσεις δεν ήταν αντιπροσωπευτικές από άποψη όγκου. Ωστόσο, σύμφωνα με την απόφαση της ειδικής ομάδας του ΠΟΕ (5) εν προκειμένω, για την κατασκευή της κανονικής αξίας χρησιμοποιήθηκαν τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα και το κέρδος των εγχώριων συναλλαγών που πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις. Οι εγχώριες πωλήσεις, σε αντίθεση με τα όσα δήλωσε η εταιρεία, θεωρήθηκε ότι πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις καθώς ήταν επικερδείς. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό αυτόν.

(33)

Όσον αφορά την προσαρμογή του κόστους του φυσικού αερίου, η κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας και οι δύο Ρώσοι παραγωγοί-εξαγωγείς επανέλαβαν τις παρατηρήσεις και τους ισχυρισμούς που είχαν διατυπώσει σε προηγούμενο στάδιο σχετικά με τα ακόλουθα:

α)

την ασυμβατότητα της πραγματοποιηθείσας προσαρμογής του κόστους με τον ΠΟΕ·

β)

τη μη ύπαρξη στρεβλώσεων στην τιμή του φυσικού αερίου στη Ρωσία. Σύμφωνα με τα ενδιαφερόμενα μέρη, η τιμή του φυσικού αερίου στη Ρωσία αντικατοπτρίζει τις κανονικές συνθήκες της αγοράς·

γ)

τη χρήση εσφαλμένης μεθοδολογίας για την προσαρμογή, καθώς, κατά την άποψη των ενδιαφερόμενων μερών, η όποια προσαρμογή θα έπρεπε να εφαρμοστεί μόνο στην τιμή του φυσικού αερίου χωρίς το σχετικό κόστος μεταφοράς του και με διαφορετικό υπολογισμό του περιθωρίου κέρδους για πρόσθετες επιβαρύνσεις·

δ)

την εφαρμογή της προσαρμογής και στις αγορές από εγχώριους προμηθευτές, ανεξάρτητους από την Gazprom·

ε)

την καταλληλότητα της τιμής Waidhaus ως σημείου αναφοράς που χρησιμοποιήθηκε για την προσαρμογή.

(34)

Στην απάντησή της στον πρώτο ισχυρισμό, η Επιτροπή επισήμανε ότι η ειδική ομάδα του ΠΟΕ στη διαφορά μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας (6), την οποία επικαλέστηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη, απέρριψε την προσαρμογή του φυσικού αερίου που πραγματοποίησε η Ουκρανία. Η ειδική ομάδα έκρινε ότι οι ουκρανικές αρχές δεν παρουσίασαν κατάλληλη βάση η οποία να αιτιολογεί την απόφαση απόρριψης της εγχώριας τιμής του φυσικού αερίου στη Ρωσία και δεν προέβησαν σε επαρκείς προσαρμογές για να διασφαλίσουν ότι η υποκατάστατη τιμή του φυσικού αερίου αντικατοπτρίζει το κόστος στη Ρωσία. Επομένως, η βασική παράβαση που διαπίστωσε η ειδική ομάδα δεν είναι ουσιαστική αλλά διαδικαστική. Με άλλα λόγια, η ειδική ομάδα δεν απέρριψε τη δυνατότητα να εφαρμοστεί προσαρμογή του κόστους του φυσικού αερίου, αλλά θεώρησε ότι η εν λόγω απόρριψη δεν είχε αιτιολογηθεί επαρκώς από την Ουκρανία στη συγκεκριμένη περίπτωση. Κατά συνέπεια, φαίνεται ότι οι ισχυρισμοί σχετικά με την υπόθεση ενώπιον του ΠΟΕ δεν είναι συναφείς με την παρούσα έρευνα.

(35)

Τα ενδιαφερόμενα μέρη παρέπεμψαν επίσης στην απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου στην υπόθεση Ευρωπαϊκή Ένωση — Μέτρα αντιντάμπινγκ για το βιοντίζελ από την Αργεντινή (DS473). Η εν λόγω παραπομπή είναι άστοχη. Πρώτον, η Επιτροπή επισήμανε ότι οι πραγματικές περιστάσεις που οδήγησαν στη διαφορά στην υπόθεση DS473 είναι διαφορετικές από τις πραγματικές περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης. Πράγματι, στην υπόθεση για το βιοντίζελ από την Αργεντινή, η Επιτροπή προσάρμοσε το κόστος των εγχώριων πρώτων υλών λόγω των διαφορετικών εξαγωγικών φόρων που εφαρμόζονταν στις πρώτες ύλες και στο βιοντίζελ. Στην παρούσα υπόθεση, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το κόστος του φυσικού αερίου είχε υποστεί στρέβλωση από το κράτος για τους λόγους που υπενθυμίζονται στην αιτιολογική σκέψη 36 κατωτέρω (επί της ουσίας, η ανάμειξη του κράτους στον καθορισμό της τιμής του φυσικού αερίου στη Ρωσία δεν περιορίζεται στην ύπαρξη ενός εξαγωγικού φόρου, αλλά έχει πολύ ισχυρότερο χαρακτήρα). Η Επιτροπή επισήμανε επίσης ότι το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι δεν ήταν νόμιμη η προσαρμογή που πραγματοποίησε η Επιτροπή στην υπόθεση βιοντίζελ και αντιπαρέβαλε τις περιστάσεις της υπόθεσης βιοντίζελ με εκείνες που επικρατούν στη Ρωσία όσον αφορά την αγορά φυσικού αερίου, για την οποία είχε αποφανθεί ότι δικαιολογείται η προσαρμογή της τιμής του φυσικού αερίου. Ως εκ τούτου, στην υπόθεση T-111/14, Unitec Bio κατά Συμβουλίου, το Γενικό Δικαστήριο επισήμανε στις σκέψεις 49 και 50 ότι: « (49) Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, στη σκέψη 44 της αποφάσεως της 7ης Φεβρουαρίου 2013, Acron και Dorogobuzh κατά Συμβουλίου (T‑235/08, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2013:65), το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι το φυσικό αέριο παρείχετο υποχρεωτικώς σε πολύ χαμηλή τιμή στους οικείους παραγωγούς-εξαγωγείς δυνάμει της ρωσικής ρυθμίσεως, το κόστος παραγωγής του οικείου προϊόντος στην υπόθεση επί της οποίας εξεδόθη η απόφαση αυτή επηρεαζόταν από τη στρέβλωση της εσωτερικής ρωσικής αγοράς ως προς την τιμή του φυσικού αερίου, δεδομένου ότι η τιμή αυτή δεν διαμορφωνόταν από τις δυνάμεις της αγοράς. Έκρινε επομένως ότι τα θεσμικά όργανα δικαιούντο να συμπεράνουν ότι κάποιο από τα στοιχεία των λογιστικών βιβλίων των μερών που άσκησαν προσφυγή στην υπόθεση επί της οποίας εξεδόθη η εν λόγω απόφαση δεν μπορούσε να θεωρηθεί εύλογο και ότι, κατά συνέπεια, το εν λόγω στοιχείο έπρεπε να αναπροσαρμοστεί διά προσφυγής σε άλλες πηγές προερχόμενες από αγορές τις οποίες θεωρούσαν πιο αντιπροσωπευτικές. (50) Εντούτοις, όπως ορθώς υποστήριξε η προσφεύγουσα, εν αντιθέσει προς την κατάσταση που αποτελούσε το αντικείμενο της υποθέσεως επί της οποίας εξεδόθη η απόφαση της 7ης Φεβρουαρίου 2013, Acron και Dorogobuzh κατά Συμβουλίου (T‑235/08, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2013:65), από τη δικογραφία δεν συνάγεται ότι οι τιμές των κύριων πρώτων υλών στην Αργεντινή υπέκειντο σε απευθείας ρύθμιση. Συγκεκριμένα, το σύστημα ΔΦΕ, που έλαβαν υπόψη τους τα θεσμικά όργανα, προέβλεπε απλώς εξαγωγικούς φόρους με διαφορετικούς συντελεστές επί των κύριων πρώτων υλών και επί του βιοντίζελ. ».

(36)

Ανεξαρτήτως των συμπληρωματικών επιχειρημάτων που παρέθεσαν τα ενδιαφερόμενα μέρη, υπάρχουν ορισμένα αδιαμφισβήτητα πραγματικά περιστατικά βάσει των οποίων η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υφίσταται στρέβλωση στην αγορά φυσικού αερίου στη Ρωσία (βλέπε αιτιολογική σκέψη 53 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού). Αυτά είναι κυρίως i) το γεγονός ότι η μέγιστη εγχώρια τιμή του φυσικού αερίου ρυθμίζεται από το ρωσικό κράτος για την Gazprom, η οποία εξακολουθεί να είναι μακράν η μεγαλύτερη επιχείρηση παραγωγής και πώλησης φυσικού αερίου στη Ρωσία, καθώς και ιδιοκτήτρια των αγωγών φυσικού αερίου, ii) η ύπαρξη εξαγωγικού φόρου 30 % επί του φυσικού αερίου, iii) το γεγονός ότι η ρωσική κυβέρνηση ρυθμίζει τα τιμολόγια μεταφοράς και τις τιμές των υπηρεσιών εφοδιαστικής και των τελών προμήθειας και υπηρεσιών, και iv) το γεγονός ότι οι τιμές του φυσικού αερίου στη Ρωσία ρυθμίζονται από το κράτος όχι μόνο μέσω ομοσπονδιακών νόμων αλλά και βάσει στόχων πολιτικής.

(37)

Όσον αφορά το σημείο iv) ανωτέρω, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 215 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η εγχώρια τιμή διαμορφώνεται με τη χρήση μαθηματικού τύπου της τιμής του φυσικού αερίου ή καθορίζεται με βάση τιμαριθμική αναπροσαρμογή· ο τιμάριθμος που πρέπει να χρησιμοποιείται δημοσιεύεται τακτικά στις προβλέψεις της κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης του ρωσικού υπουργείου Οικονομικής Ανάπτυξης. Στο ίδιο έγγραφο αναφέρεται (7) ότι, προκειμένου να περιοριστεί η αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου, προτείνεται να βελτιστοποιηθεί το πρόγραμμα επενδύσεων της Gazprom, ενώ για να τονωθεί η αύξηση της κατανάλωσης φυσικού αερίου στη Ρωσία, θα αναπτυχθεί και θα εφαρμοστεί μηχανισμός για την υποχρεωτική επέκταση της παραγωγικής ικανότητας του Ενοποιημένου Συστήματος Προμήθειας Φυσικού Αερίου (UGSS), ο οποίος θα υποχρεώνει την Gazprom να παρέχει κατάλληλες επενδύσεις κατά προτεραιότητα. Στις προβλέψεις γίνεται επίσης αναφορά στην ανάγκη να εφαρμοστεί διαφορετική μέθοδος για την κατανομή του κόστους μεταφοράς μεταξύ των εγχώριων και των εξαγωγικών πωλήσεων κατά τον προσδιορισμό των τιμολογίων μεταφοράς.

(38)

Επιπλέον, ο ισχυρισμός ότι η εγχώρια τιμή που ρυθμίζεται από το ρωσικό κράτος καλύπτει το κόστος της Gazprom δεν ήταν δυνατό να επαληθευτεί λόγω της μη συνεργασίας της κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας. Τα επιχειρήματα που παρέθεσαν οι Ρώσοι παραγωγοί-εξαγωγείς (στην επονομαζόμενη «έκθεση Brattle») βασίζονται σε εκτιμήσεις του συνολικού κόστους της Gazprom και όχι σε πραγματικά αριθμητικά στοιχεία. Επιπροσθέτως, ισχυρίστηκαν ότι ένας άλλος Ρώσος παραγωγός με αποκλειστικά εγχώριες πωλήσεις και παρόμοιο επίπεδο εγχώριων τιμών με εκείνο της Gazprom είναι κερδοφόρος, παραβλέποντας το γεγονός ότι οι εταιρείες μπορεί να έχουν εντελώς διαφορετικό επίπεδο και δομή κόστους.

(39)

Ως απάντηση στον τρίτο ισχυρισμό, θα πρέπει να σημειωθεί ότι μόνο το κόστος της πρώτης ύλης αντικαθίσταται με την τιμή αναφοράς. Σύμφωνα με την τρέχουσα μεθοδολογία, η Επιτροπή χρησιμοποίησε εκτιμήσεις ως βάση για το κόστος μεταφοράς από τα σύνορα της Ένωσης προς τον Ρώσο προμηθευτή φυσικού αερίου. Ωστόσο, το κόστος μεταφοράς στη Ρωσία από τον προμηθευτή φυσικού αερίου προς τους παραγωγούς-εξαγωγείς και τυχόν άλλες πρόσθετες επιβαρύνσεις βασίζεται, όπου είναι δυνατόν, στα πραγματικά αριθμητικά στοιχεία που παρασχέθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 36, το εν λόγω κόστος ρυθμιζόταν από το ρωσικό κράτος· ωστόσο, σε αντίθεση με την περίπτωση των τιμών του φυσικού αερίου, δεν υπήρχαν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για να υποστηριχθεί το πόρισμα ότι το εν λόγω κόστος είχε επίσης υποστεί στρέβλωση εξαιτίας της κρατικής ρύθμισης. Η Επιτροπή επαλήθευσε ότι τα αριθμητικά στοιχεία που παρασχέθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς προέρχονταν από την ίδια πηγή με τα αριθμητικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν στην καταγγελία (συντελεστές της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Τιμολόγησης). Εφόσον θεωρήθηκε ότι τα αριθμητικά στοιχεία που υποβλήθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς ήταν τα πλέον πρόσφατα στοιχεία που παρασχέθηκαν από οποιοδήποτε από τα ενδιαφερόμενα μέρη, η Επιτροπή τα έκανε δεκτά.

(40)

Ως απάντηση στον τέταρτο ισχυρισμό, όπως εξηγήθηκε ήδη στην αιτιολογική σκέψη 55 στοιχείο γ) του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η προσαρμογή του φυσικού αερίου εφαρμόζεται στο σύνολο των αγορών εγχώριου ρωσικού φυσικού αερίου, ανεξαρτήτως του αν ο προμηθευτής είναι η Gazprom. Το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι η Gazprom καθορίζει τις τιμές στη ρωσική αγορά όχι μόνον υποστηρίζεται από τη δεσπόζουσα θέση της συγκεκριμένης εταιρείας, αλλά επίσης επιβεβαιώνεται σαφώς και από τους ελεγχθέντες λογαριασμούς της βασικής (από άποψη μεριδίου αγοράς) ιδιωτικής επιχείρησης που είναι ανταγωνίστρια της Gazprom στην εγχώρια αγορά —της Novatek (8). Κατά συνέπεια, οι πωλήσεις φυσικού αερίου σε στρεβλωμένη τιμή από την Gazprom επηρεάζουν το επίπεδο τιμών άλλων προμηθευτών φυσικού αερίου στη Ρωσία, οι οποίοι ενίοτε πραγματοποιούν πωλήσεις ακόμη και σε ελαφρώς χαμηλότερες τιμές από τις τιμές της Gazprom.

(41)

Τέλος, όσον αφορά το σημείο αναφοράς που χρησιμοποιήθηκε για την προσαρμογή του φυσικού αερίου, οι παρατηρήσεις σχετικά με την κοινοποίηση προσωρινών πορισμάτων δεν μετέβαλαν την άποψη της Επιτροπής, η οποία εξακολουθεί να θεωρεί κατάλληλο σημείο αναφοράς την αποκαλούμενη «τιμή Waidhaus». Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 55 στοιχείο δ) και στην αιτιολογική σκέψη 58 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η τιμή αυτή ήταν κοντά σε άλλες σημαντικές τιμές στην Ευρώπη και η χρήση της ως σημείου αναφοράς επιβεβαιώθηκε από τις αντίστοιχες αποφάσεις του Δικαστηρίου (9). Το γεγονός ότι το φυσικό αέριο που εξάγεται στο Waidhaus και το φυσικό αέριο που καταναλώνεται στη Ρωσία έχουν διαφορετική θερμιδική αξία δεν τα καθιστά διαφορετικά προϊόντα και αντιμετωπίστηκε μέσω χωριστής προσαρμογής.

(42)

Λαμβάνοντας υπόψη τις αιτιολογικές σκέψεις 34 έως 41, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η προσαρμογή του κόστους του φυσικού αερίου που εφαρμόστηκε κατά το προσωρινό στάδιο, καθώς και η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε, συνάδουν επίσης με τους κανόνες του ΠΟΕ δεδομένης της ειδικής κατάστασης της ρωσικής αγοράς φυσικού αερίου.

(43)

Μετά την κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων, και οι δύο Ρώσοι παραγωγοί-εξαγωγείς επανέλαβαν ορισμένες από τις δηλώσεις τους όσον αφορά τη συμβατότητα της εν λόγω προσαρμογής με τους κανόνες του ΠΟΕ και τη δεσπόζουσα θέση της Gazprom στη ρωσική εγχώρια αγορά φυσικού αερίου. Ωστόσο, δεν προσκομίστηκαν πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία ή επιχειρήματα τα οποία να αλλάξουν το συμπέρασμα της Επιτροπής που παρατίθεται στην αιτιολογική σκέψη 42.

(44)

Τα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν περαιτέρω ότι δεν ήταν ορθά τα στοιχεία για τον συντελεστή μετατροπής μεταξύ των μονάδων μέτρησης, για τις προσαρμογές προκειμένου να ληφθεί υπόψη το κόστος μεταφοράς και το περιθώριο κέρδους των διανομέων, καθώς και για τον εξαγωγικό φόρο 30 % που περιλαμβάνεται στην προσαρμοσμένη τιμή του φυσικού αερίου.

(45)

Μετά την κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων, η Eurochem ισχυρίστηκε επιπλέον ότι χρησιμοποιήθηκε εσφαλμένη συναλλαγματική ισοτιμία στον υπολογισμό της προσαρμογής του κόστους μεταφοράς. Επιπλέον, η εταιρεία ζήτησε να πραγματοποιηθεί πρόσθετη προσαρμογή ώστε να ληφθούν υπόψη τα γερμανικά τέλη δικτύου.

(46)

Ως απάντηση στις ανωτέρω παρατηρήσεις, πραγματοποιήθηκαν οι ακόλουθες διορθώσεις:

α)

Η μονάδα μέτρησης του όγκου φυσικού αερίου που χρησιμοποιήθηκε στην τιμολόγηση Waidhaus είναι εκατομμύρια βρετανικές θερμικές μονάδες (mmBtu). Μετά τις παρατηρήσεις σχετικά με την κοινοποίηση προσωρινών πορισμάτων, ο συντελεστής μετατροπής άλλαξε σε 1 mmBtu = 31,899 κυβικά μέτρα.

β)

Η προσαρμογή του κόστους μεταφοράς μεταβλήθηκε, ώστε να ληφθούν υπόψη τα πραγματικά έξοδα μεταφοράς που καταβλήθηκαν από τους Ρώσους παραγωγούς στη Ρωσία. Ωστόσο, για την προσαρμογή του κόστους μεταφοράς από το Waidhaus (10) προς τα ρωσικά σύνορα, η Επιτροπή χρησιμοποίησε τα αριθμητικά στοιχεία που παρασχέθηκαν στην καταγγελία. τα αριθμητικά στοιχεία που παρατίθενται στην έκθεση Brattle δεν θεωρήθηκαν ακριβέστερα διότι παρέπεμπαν σε πηγές που χρησιμοποιούσαν δεδομένα τα οποία είχαν συλλεχθεί πριν από την περίοδο έρευνας. Το κόστος μεταφοράς από τα ρωσικά σύνορα προς τα αντίστοιχα ρωσικά κοιτάσματα φυσικού αερίου από όπου προμηθεύονταν φυσικό αέριο οι παραγωγοί-εξαγωγείς βασίζεται στο ρυθμιζόμενο τιμολόγιο (11)·

γ)

Το περιθώριο κέρδους 15 % για τη διανομή που χρησιμοποιήθηκε στους προσωρινούς υπολογισμούς αναθεωρήθηκε προς τα κάτω, και κυμάνθηκε από 1 έως 5 %. Όλα τα έξοδα πέραν του κόστους του φυσικού αερίου και των εξόδων μεταφοράς (συμπεριλαμβανομένης της μεταβίβασης) ελήφθησαν υπόψη για τον υπολογισμό του περιθωρίου κέρδους. Όπου ήταν δυνατόν, χρησιμοποιήθηκαν οι πραγματικές πρόσθετες επιβαρύνσεις των συναλλαγών αγοράς φυσικού αερίου κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας και, όπου δεν υπήρχαν δεδομένα, χρησιμοποιήθηκε εύλογη εκτίμηση, όπως εξηγήθηκε στις ειδικές κοινοποιήσεις ανά εταιρεία. Η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό της Eurochem, ότι δηλαδή δεν θα έπρεπε να εφαρμοστεί εγχώριο περιθώριο κέρδους αφού κανένα περιθώριο κέρδους δεν λαμβάνεται υπόψη στη ρωσική τιμή εξαγωγής φυσικού αερίου, διότι στον υπολογισμό της ρυθμιζόμενης τιμής εξαγωγής δεν λαμβάνεται υπόψη αυτό το κόστος (12) ούτε παρέχονται περαιτέρω στοιχεία που να αποδεικνύουν την ύπαρξη τέτοιου περιθωρίου κέρδους·

δ)

Το αίτημα για αφαίρεση του εξαγωγικού φόρου 30 % από την τιμή αναφοράς απορρίφθηκε —ο εν λόγω φόρος είναι ένα από τα μέτρα που προκάλεσαν στρέβλωση της αγοράς φυσικού αερίου στη Ρωσία, επομένως είναι εύλογο να υποτεθεί ότι η εγχώρια τιμή του φυσικού αερίου θα ήταν υψηλότερη τουλάχιστον κατά 30 % εάν δεν υπήρχε ο εξαγωγικός φόρος. Εφόσον αποτελεί μέρος του κόστους του φυσικού αερίου ρωσικής καταγωγής στην αγορά της Ένωσης, ως εκ τούτου, αποτελεί μέρος της βασικής τιμής αναφοράς·

ε)

ο ισχυρισμός όσον αφορά τη συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποιήθηκε στον υπολογισμό της προσαρμογής του κόστους μεταφοράς έγινε δεκτός και οι υπολογισμοί τροποποιήθηκαν αναλόγως·

στ)

το αίτημα για προσαρμογή ώστε να ληφθούν υπόψη τα γερμανικά τέλη δικτύου κρίνεται μη συναφές, καθώς η τιμή Waidhaus είναι στο επίπεδο CIF στα σύνορα της Γερμανίας (και, συνεπώς, στην τιμή αυτή δεν λαμβάνονται υπόψη τυχόν γερμανικά τέλη δικτύου).

(47)

Ο αναθεωρημένος υπολογισμός της προσαρμογής του φυσικού αερίου παρασχέθηκε στους Ρώσους παραγωγούς-εξαγωγείς σε ειδική κοινοποίηση τόσο κατά το στάδιο της κοινοποίησης οριστικών πορισμάτων όσο και μετά τις αναθεωρήσεις που πραγματοποιήθηκαν σε συνέχεια των παρατηρήσεων που περιγράφονται στην αιτιολογική σκέψη 45 και στην αιτιολογική σκέψη 46 στοιχεία β), γ) και ε) μέσω συμπληρωματικής κοινοποίησης οριστικών πορισμάτων. Η προσαρμογή δεν επηρέασε την κανονική αξία της Acron διότι, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 61 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, μόνο μια αύξηση του προσαρμοσμένου κόστους παραγωγής σε επίπεδο που θα καθιστούσε μη επικερδείς τις εγχώριες συναλλαγές της Acron κατά την ΠΕ θα είχε ως αποτέλεσμα τη μεταβολή του περιθωρίου ντάμπινγκ. Μετά τις διορθώσεις που επήλθαν στην κανονική αξία της Eurochem, σε συνέχεια των παρατηρήσεων σχετικά με την κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων, η αναθεωρημένη προσαρμογή του φυσικού αερίου δεν μετέβαλε την κανονική αξία της Eurochem και συνεπώς δεν είχε αντίκτυπο στον υπολογισμό του περιθωρίου ντάμπινγκ.

(48)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά την κανονική αξία, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματα που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 38 έως 61 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, όπως διευκρινίζεται στις αιτιολογικές σκέψεις 17 έως 38 ανωτέρω.

3.1.3.   Τιμή εξαγωγής

(49)

Οι λεπτομέρειες για τον υπολογισμό της τιμής εξαγωγής καθορίζονταν στις αιτιολογικές σκέψεις 62 έως 65 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(50)

Καταρχάς, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Επιτροπή συμφώνησε με τον ισχυρισμό της Eurochem για τον υπολογισμό χωριστών περιθωρίων ντάμπινγκ για τους δύο παραγωγούς-εξαγωγείς του ομίλου, καθώς τα δεδομένα που παρασχέθηκαν από την εταιρεία καθιστούσαν δυνατή την ανάλυση των πωλήσεων ανά παραγωγό. Η εν λόγω ανάλυση μπορούσε να πραγματοποιηθεί παρά το γεγονός ότι εμπλέκονταν πολλές εμπορικές εταιρείες και το κόστος των δύο παραγωγών διέφερε, συμπεριλαμβανομένου του κόστους πωλήσεων για τις εξαγωγές στην Ένωση. Τα χωριστά περιθώρια ντάμπινγκ συνδυάστηκαν στη συνέχεια σε ένα σταθμισμένο μέσο περιθώριο για τον όμιλο Eurochem με βάση τον όγκο πωλήσεων στην Ένωση. Η Eurochem έλαβε ειδική κοινοποίηση με τον νέο υπολογισμό του περιθωρίου ντάμπινγκ ανά παραγωγό. Στον νέο υπολογισμό, η Επιτροπή έλαβε υπόψη, κατά περίπτωση, τις τεχνικές παρατηρήσεις της εταιρείας για τον υπολογισμό.

(51)

Ο δεύτερος Ρώσος παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι, κατά την προσαρμογή της τιμής εξαγωγής του, θα πρέπει να αφαιρεθεί το πραγματικό κέρδος του συνδεδεμένου εξαγωγέα του στην Ελβετία και του συνδεδεμένου εισαγωγέα του στη Γαλλία, και όχι ένα εκτιμώμενο εύλογο κέρδος. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το πραγματικό κέρδος των εν λόγω εταιρειών βασίζεται στις τιμές μεταβίβασης. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό.

(52)

Η εταιρεία ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι η Επιτροπή υπολόγισε εσφαλμένα το κόστος της αραίωσης, καθώς η μετατροπή που εφαρμόστηκε στους όγκους συναλλαγών για την κατασκευή της τιμής εξαγωγής για το αραιωμένο προϊόν θα πρέπει επίσης να εφαρμοστεί και στις αξίες των συναλλαγών του αραιωμένου προϊόντος. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η διαφορά τιμών μεταξύ του εξαγόμενου προϊόντος και του αραιωμένου προϊόντος αποτυπώνεται ήδη στη μετατροπή των όγκων συναλλαγών, διότι η εν λόγω μετατροπή αυξάνει την τιμή ανά μονάδα του αραιωμένου προϊόντος σαν να μην ήταν αραιωμένο. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(53)

Μετά την κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων, η Acron ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή είχε προβεί σε διπλή μέτρηση του κόστους αραίωσης του συνδεδεμένου εισαγωγέα της στη Γαλλία, καθώς τα σχετικά έξοδα αφαιρέθηκαν, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, από την τιμή πώλησης και ταυτόχρονα δεν αφαιρέθηκαν από τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα της εταιρείας. Ωστόσο, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς της εταιρείας, το κόστος αραίωσης αφαιρέθηκε από τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα (13).

(54)

Επιπλέον, η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι ο Γάλλος συνδεδεμένος εισαγωγέας της είχε συσταθεί ακριβώς πριν από την περίοδο έρευνας και ξεκίνησε τις πωλήσεις μόλις το τελευταίο τρίμηνο της περιόδου έρευνας. Επομένως, κατά την άποψη της εταιρείας, η Επιτροπή θα έπρεπε να προσαρμόσει την τιμή εξαγωγής μόνο για το ένα τέταρτο των εξόδων πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων.

(55)

Η εταιρεία είχε γενικά και διοικητικά έξοδα καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Ακόμη και αν τα έξοδα αυτά ήταν προγενέστερα των πρώτων πωλήσεων, εφόσον η εταιρεία επιδιδόταν μόνο σε αγορά, αραίωση και μεταπώληση ΟΝΑ, τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα συνδέονταν με το υπό εξέταση προϊόν. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός απορρίπτεται.

(56)

Επιπλέον, μετά τη συμπληρωματική κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων, ένας Ρώσος παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν θα πρέπει να αφαιρέσει το περιθώριο κέρδους 4 % ενός μη συνδεδεμένου εισαγωγέα από τις τιμές πώλησης του Γερμανού συνδεδεμένου εμπόρου του προς μη συνδεδεμένους πελάτες στην ΕΕ. Ο παραγωγός ισχυρίστηκε ότι η γερμανική οντότητα δεν ενεργούσε ως μη συνδεδεμένος εισαγωγέας για τις πωλήσεις σε μη συνδεδεμένους πελάτες στην ΕΕ, καθώς δεν προέβαινε στις διατυπώσεις που συνδέονται με την εισαγωγή του υπό εξέταση προϊόντος στην αγορά της ΕΕ.

(57)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι ο συνδεδεμένος Γερμανός έμπορος θεωρήθηκε συνδεδεμένος εισαγωγέας, καθώς ασκούσε όλες τις δραστηριότητες ενός εισαγωγέα. Ως εκ τούτου, η τιμή μεταπώλησης θα πρέπει κανονικά να καλύπτει τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα του εισαγωγέα καθώς και το κέρδος· πρόκειται, δηλαδή, ακριβώς για την προσαρμογή για την οποία γίνεται λόγος. Πραγματοποιώντας την προσαρμογή αυτή, η Επιτροπή δεν προέβη σε λεπτομερή ανάλυση ανά συναλλαγή ή ανά πελάτη όσον αφορά τις πράξεις στις οποίες προέβη η εταιρεία σε σχέση με συγκεκριμένες συναλλαγές εισαγωγής και μεταπώλησης. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός απορρίπτεται.

(58)

Ελλείψει συμπληρωματικών παρατηρήσεων όσον αφορά την τιμή εξαγωγής, πέραν εκείνων που καλύπτονται ήδη από τις αιτιολογικές σκέψεις 41 έως 44 ανωτέρω, επιβεβαιώθηκαν οι αιτιολογικές σκέψεις 62 έως 65 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

3.1.4.   Σύγκριση

(59)

Ελλείψει συμπληρωματικών παρατηρήσεων όσον αφορά τη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής, πέραν εκείνων που καλύπτονται ήδη από τα σημεία 3.1.2 και 3.1.3 ανωτέρω, επιβεβαιώθηκαν οι αιτιολογικές σκέψεις 66 έως 67 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

3.1.5.   Περιθώρια ντάμπινγκ

(60)

Όπως αναφέρεται λεπτομερώς στις αιτιολογικές σκέψεις 17 έως 47, η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις παρατηρήσεις των ενδιαφερόμενων μερών και υπολόγισε εκ νέου τα περιθώρια ντάμπινγκ για τη Ρωσία.

(61)

Τα οριστικά περιθώρια ντάμπινγκ, εκφρασμένα ως ποσοστό της τιμής CIF (κόστους, ασφάλισης και ναύλου) στα σύνορα της Ένωσης, πριν από την καταβολή δασμού, έχουν ως εξής:

Εταιρεία

Οριστικό περιθώριο ντάμπινγκ

Όμιλος Acron

31,9 %

Όμιλος Eurochem

20,0 %

Όλες οι άλλες εταιρείες

31,9 %

(62)

Οι υπολογισμοί των ατομικών περιθωρίων ντάμπινγκ μετά τις διορθώσεις και τις προσαρμογές που πραγματοποιήθηκαν σε συνέχεια των παρατηρήσεων των Ρώσων παραγωγών-εξαγωγέων μετά την κοινοποίηση προσωρινών πορισμάτων κοινοποιήθηκαν εκ νέου στις εν λόγω εταιρείες.

3.2.   Τρινιδάδ και Τομπάγκο

3.2.1.   Κανονική αξία

(63)

Οι λεπτομέρειες για τον υπολογισμό της κανονικής αξίας καθορίζονται στις αιτιολογικές σκέψεις 74 έως 79 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(64)

Στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση προσωρινών πορισμάτων, η Methanol Holdings (Trinidad) Limited («MHTL») επανέλαβε ορισμένους τεχνικούς ισχυρισμούς που αφορούν ειδικά τη συγκεκριμένη εταιρεία σε σχέση με την κατασκευή της κανονικής αξίας, ειδικότερα ως προς το κόστος παραγωγής, τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα, καθώς και το κέρδος, που πρέπει να χρησιμοποιηθούν στον υπολογισμό.

(65)

Η Επιτροπή εξέτασε αυτούς τους ισχυρισμούς. Ένας από τους ισχυρισμούς αφορούσε το ζήτημα που εξετάζεται στην αιτιολογική σκέψη 78 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού (συγκεκριμένα, ο ισχυρισμός έγινε δεκτός από την Επιτροπή). Εφόσον τα νέα επιχειρήματα της MHTL έρχονταν σε αντίφαση με τον αρχικό της ισχυρισμό, χωρίς να τεκμηριώνεται η μεταβολή αυτή, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε. Επιπλέον, η Επιτροπή έκρινε δικαιολογημένο έναν από τους υπόλοιπους ισχυρισμούς. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή προσάρμοσε ανάλογα τον υπολογισμό της κανονικής αξίας. Εφόσον οι παρατηρήσεις αφορούσαν δεδομένα της συγκεκριμένης εταιρείας που χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς και αντιμετωπίστηκαν ως εμπιστευτικές, δεδομένου ότι αφορούν το κόστος παραγωγής και τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα, οι λόγοι της απόρριψης ή της αποδοχής τους εξηγήθηκαν στο ενδιαφερόμενο μέρος στην ειδική κοινοποίηση.

3.2.2.   Τιμή εξαγωγής

(66)

Οι λεπτομέρειες για τον υπολογισμό της τιμής εξαγωγής καθορίζονται στις αιτιολογικές σκέψεις 80 έως 82 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(67)

Στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση προσωρινών πορισμάτων, η MHTL προέβαλε ορισμένους τεχνικούς ισχυρισμούς που αφορούν ειδικά τη συγκεκριμένη εταιρεία σε σχέση με τον υπολογισμό της τιμής εξαγωγής, ειδικότερα όσον αφορά τα δεδομένα για τον προσδιορισμό της τιμής εξαγωγής και τις προσαρμογές της τιμής που πραγματοποιήθηκαν ως προς τα καταβληθέντα έξοδα μεταξύ της εισαγωγής και της μεταπώλησης.

(68)

Η Επιτροπή εξέτασε αυτούς τους ισχυρισμούς και έκρινε δικαιολογημένους ορισμένους εξ αυτών. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή προσάρμοσε τον υπολογισμό της τιμής εξαγωγής. Εφόσον οι παρατηρήσεις αφορούσαν δεδομένα της συγκεκριμένης εταιρείας που χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς και αντιμετωπίστηκαν ως εμπιστευτικές, δεδομένου ότι αφορούν τις τιμές μεταβίβασης και άλλα έξοδα, οι λόγοι της απόρριψης ή της αποδοχής τους εξηγήθηκαν στο ενδιαφερόμενο μέρος στην ειδική κοινοποίηση.

3.2.3.   Σύγκριση

(69)

Ελλείψει παρατηρήσεων σχετικά με την τιμή εξαγωγής, επιβεβαιώθηκαν οι αιτιολογικές σκέψεις 83 και 84 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

3.2.4.   Περιθώρια ντάμπινγκ

(70)

Όπως αναφέρεται λεπτομερώς στις αιτιολογικές σκέψεις 50 έως 57 ανωτέρω, η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις παρατηρήσεις της MHTL και υπολόγισε εκ νέου τα περιθώρια ντάμπινγκ για το Τρινιδάδ και Τομπάγκο.

(71)

Τα οριστικά περιθώρια ντάμπινγκ, εκφρασμένα ως ποσοστό της τιμής CIF στα σύνορα της Ένωσης, πριν από την καταβολή δασμού, έχουν ως εξής:

Εταιρεία

Οριστικό περιθώριο ντάμπινγκ

Methanol Holdings (Trinidad) Limited

55,8 %

Όλες οι άλλες εταιρείες

55,8 %

(72)

Δεν ελήφθησαν παρατηρήσεις όσον αφορά τους υπολογισμούς του ντάμπινγκ της MHTL μετά την κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων.

3.3.   Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

3.3.1.   Κανονική αξία

(73)

Οι λεπτομέρειες για τον υπολογισμό της κανονικής αξίας καθορίζονται στις αιτιολογικές σκέψεις 90 έως 98 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(74)

Στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση προσωρινών πορισμάτων, η CF Industries Holdings («CFI») ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή προέβη εσφαλμένα στην προσωρινή απόρριψη του αιτήματός της CFI για προσδιορισμό της κερδοφορίας των εγχώριων πωλήσεων με βάση το κόστος παραγωγής κάθε μονάδας παραγωγής χωριστά, όταν κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο έλεγχος του προσδιορισμού της κερδοφορίας κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις διενεργείται σε επίπεδο νομικής οντότητας.

(75)

Εν προκειμένω, η CFI υποστήριξε ότι το εν λόγω σκεπτικό στερείται νομικής αιτιολόγησης καθώς στην απόφαση Alumina (14) το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι στο άρθρο 2 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ δεν περιλαμβάνεται εξαντλητικός κατάλογος των μεθόδων βάσει των οποίων να μπορεί να προσδιοριστεί αν οι τιμές που εφαρμόζονται αντιστοιχούν σε συνήθεις εμπορικές πράξεις, και ότι κατά τον έλεγχο του κριτηρίου των συνήθων εμπορικών πράξεων η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάζει την κερδοφορία του προϊόντος που πωλείται ως προς το κόστος παραγωγής του συγκεκριμένου προϊόντος.

(76)

Επιπλέον, η CFI αναφέρθηκε στην προσέγγιση της Επιτροπής σε προηγούμενες έρευνες (15) όπου η Επιτροπή χρησιμοποιούσε συστηματικά το κόστος παραγωγής ανά μονάδα παραγωγής για να προσδιορίσει την κερδοφορία των εγχώριων πωλήσεων.

(77)

Τέλος, η CFI ισχυρίστηκε ότι παρέθεσε στοιχεία βάσει των οποίων είναι δυνατός ο εντοπισμός των συναλλαγών πωλήσεων έως τη μονάδα παραγωγής όπου παράχθηκαν τα προϊόντα.

(78)

Η Επιτροπή εξέτασε τους ισχυρισμούς που διατυπώνονται στις αιτιολογικές σκέψεις 74 έως 77 και διαπίστωσε ότι στην απόφαση Alumina το Δικαστήριο απλώς ανέφερε το γεγονός ότι στο άρθρο 2 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ δεν περιλαμβάνεται εξαντλητικός κατάλογος των μεθόδων βάσει των οποίων προσδιορίζεται αν οι εγχώριες πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις. Το Δικαστήριο, ωστόσο, δεν υποχρέωσε την Επιτροπή να διενεργήσει την εξέταση για τμήματα μιας εταιρείας που δεν συνιστούν χωριστή νομική οντότητα.

(79)

Επιπλέον, στις έρευνες στις οποίες παρέπεμψε η CFI, η Επιτροπή εξέτασε μεμονωμένες μονάδες παραγωγής, διότι οι εν λόγω εταιρείες, αν και ήταν μέλη του ίδιου ομίλου, αποτελούσαν χωριστές νομικές οντότητες.

(80)

Κατόπιν των πορισμάτων της Επιτροπής, όπως εξηγούνται στις αιτιολογικές σκέψεις 78 και 79, δεν ήταν απαραίτητο να εξεταστεί αν τα στοιχεία που υπέβαλε η CFI θα καθιστούσαν δυνατό να διαπιστωθεί σαφής σύνδεση μεταξύ των ατομικών εγχώριων συναλλαγών πωλήσεων και των μονάδων παραγωγής. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό αυτόν.

(81)

Στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων, η CFI διατύπωσε εκ νέου τον ισχυρισμό της όσον αφορά την κερδοφορία των εγχώριων πωλήσεων. Η εταιρεία υποστήριξε ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε λάβει υπόψη όχι μόνο το αν οι μονάδες παραγωγής είναι χωριστές νομικές οντότητες αλλά και κατά πόσον η δομή του ομίλου επιτρέπει την ταυτοποίηση του παραγωγού στο πλαίσιο του ομίλου όσον αφορά τις πωλήσεις και την παραγωγή, παραπέμποντας επανειλημμένα στα πορίσματα της Επιτροπής στην έρευνα για τους σωλήνες κάθε είδους χωρίς συγκόλληση (βλέπε αιτιολογική σκέψη 76).

(82)

Όσον αφορά τον ανωτέρω ισχυρισμό, η Επιτροπή υπενθύμισε ότι η έρευνα στην οποία παρέπεμψε η CFI παρουσιάζει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Το συμπέρασμα της Επιτροπής στην έρευνα για τους σωλήνες κάθε είδους χωρίς συγκόλληση, ότι δηλαδή μπορούσαν να υπολογιστούν ατομικά περιθώρια ντάμπινγκ καθώς ήταν δυνατή η ταυτοποίηση του παραγωγού όσον αφορά τις πωλήσεις και την παραγωγή, θα είχε εφαρμογή μόνον εφόσον πληρούνταν η πρώτη βασική προϋπόθεση — ήτοι, οι οικείες εταιρείες στην παρούσα έρευνα να αποτελούν χωριστές νομικές οντότητες, κάτι που δεν ισχύει στην περίπτωση της CFI.

(83)

Επιπλέον, ακόμη και αν η Επιτροπή εξέταζε το ενδεχόμενο να αξιολογήσει την κερδοφορία των εγχώριων πωλήσεων ανά μονάδα παραγωγής, δεν θα ήταν δυνατή σε όλες τις περιπτώσεις η ταυτοποίηση του παραγωγού. Η εταιρεία πραγματοποιεί πωλήσεις στην οικεία εγχώρια αγορά είτε απευθείας από μονάδα παραγωγής είτε μέσω σημαντικού αριθμού δεξαμενών διανομής. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι μονάδες παραγωγής προμήθευαν περισσότερες από μία δεξαμενές διανομής και οι περισσότερες δεξαμενές διανομής προμηθεύονταν προϊόντα από περισσότερες από μία μονάδες παραγωγής. Το στοιχείο αυτό καθιστά αδύνατη τη σαφή σύνδεση μεταξύ μιας συναλλαγής πώλησης και της μονάδας παραγωγής στην οποία είχε παραχθεί το συγκεκριμένο προϊόν.

(84)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό αυτόν.

3.3.2.   Τιμή εξαγωγής

(85)

Ελλείψει παρατηρήσεων σχετικά με την τιμή εξαγωγής, επιβεβαιώθηκαν οι αιτιολογικές σκέψεις 99 έως 100 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

3.3.3.   Σύγκριση

(86)

Οι αιτιολογικές σκέψεις 101 και 102 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού εξηγούν τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιήθηκε η σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής.

(87)

Στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση προσωρινών πορισμάτων, η CFI ισχυρίστηκε ότι, προκειμένου να είναι δυνατή η δίκαιη σύγκριση, η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε εφαρμόσει δύο προσαρμογές σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο ια) του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ: προσαρμογή της ποσότητας και προσαρμογή του κόστους.

(88)

Όσον αφορά την προσαρμογή της ποσότητας, η CFI ισχυρίστηκε ότι θα έπρεπε να γίνει προσαρμογή της τιμής των εγχώριων συναλλαγών πωλήσεων ώστε να ληφθεί υπόψη ο αντίκτυπος που είχαν στην τιμή πώλησης οι διαφορετικές ποσότητες που διοχετεύθηκαν στην εγχώρια αγορά σε σύγκριση με την αγορά της Ένωσης, καθώς η ποσότητα των ατομικών συναλλαγών είναι συνήθως μικρή στην εγχώρια αγορά αλλά μεγάλη κατά την εξαγωγή στην Ένωση.

(89)

Εν προκειμένω, η CFI παρέθεσε επίσης υπολογισμό από τον οποίο προέκυπτε διαφορά στη σταθμισμένη μέση εγχώρια τιμή πώλησης για διαφορετικές ποσότητες πωλήσεων. Παρότι η Επιτροπή αναγνώρισε την ύπαρξη διαφοράς στην τιμή, δεν μπορούσε να αποκλείσει το ενδεχόμενο η εν λόγω διαφορά στην τιμή να είχε προκληθεί από άλλους παράγοντες, όπως ο εποχικός χαρακτήρας του υπό εξέταση προϊόντος, η χρονική στιγμή της υπογραφής της υποκείμενης σύμβασης, καθώς και ο όγκος της υποκείμενης σύμβασης (αντί της μεμονωμένης αποστολής).

(90)

Επιπλέον, η εταιρεία δεν παρουσίασε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι έλαβε υπόψη την ποσότητα πωλήσεων κατά τη διαπραγμάτευση της τιμής πώλησης (τιμολογιακή πολιτική, ανταλλαγές μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κ.λπ.). Τέλος, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι τυχόν πρόσθετο κόστος που συνδέεται με τη διεκπεραίωση και τη μεταφορά μικρών ποσοτήτων, έναντι μεγάλων ποσοτήτων, ελήφθη υπόψη ως προσαρμογή. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό αυτόν.

(91)

Όσον αφορά την προσαρμογή του κόστους, η CFI ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε προσαρμόσει την εγχώρια τιμή πώλησης ώστε να ληφθεί υπόψη η διαφορά του κόστους παραγωγής των επιμέρους μονάδων παραγωγής. Η CFI παρέθεσε ορισμένα επιχειρήματα που αφορούν ειδικά τη συγκεκριμένη εταιρεία προς υποστήριξη του ισχυρισμού αυτού.

(92)

Η Επιτροπή εξέτασε τα εν λόγω επιχειρήματα, έκρινε μη δικαιολογημένο τον ισχυρισμό και επομένως τον απέρριψε. Δεδομένου ότι τα επιχειρήματα αντιμετωπίστηκαν ως εμπιστευτικά, οι λόγοι απόρριψής τους εξηγήθηκαν στο ενδιαφερόμενο μέρος στην ειδική κοινοποίηση.

(93)

Στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων, η CFI διατύπωσε εκ νέου τον ισχυρισμό της όσον αφορά την προσαρμογή του κόστους. Ωστόσο, η εταιρεία δεν προσκόμισε κανένα νέο αποδεικτικό στοιχείο προς υποστήριξη του ισχυρισμού αυτού. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(94)

Επιπλέον, η CFI υποστήριξε επανειλημμένα ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε εφαρμόσει προσαρμογή ώστε να ληφθεί υπόψη η διαφορά των ποσοτήτων που πωλούνται συνήθως στην εγχώρια αγορά και εκείνων που εξάγονται στην Ένωση. Η CFI ισχυρίστηκε ότι οι διαφορές των τιμών δεν αποτυπώνονταν στο περιθώριο που ζητήθηκε για το κόστος μεταφοράς, επειδή στη διαδικασία σύγκρισης τιμών που χρησιμοποιήθηκε για την αξιολόγηση της προσαρμογής της ποσότητας δεν συμπεριλήφθηκε το κόστος μεταφοράς. Η CFI ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι υπάρχουν σημαντικές οικονομίες κλίμακας (κυρίως στα έξοδα διοίκησης, εμπορικής προώθησης και πωλήσεων, αλλά και στον προγραμματισμό παραγωγής κ.λπ.), που επιτρέπουν στην εταιρεία να χρεώνει χαμηλότερες τιμές εκ του εργοστασίου.

(95)

Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι, παρότι η σύγκριση του επιπέδου τιμών πραγματοποιήθηκε με τιμές χωρίς καμία προσαρμογή, οι όποιες οικονομίες κλίμακας που επιτεύχθηκαν λόγω της μεταφοράς και διεκπεραίωσης μεγάλων αποστολών έναντι των μικρών αποστολών είχαν ήδη ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο των εν λόγω προσαρμογών. Όσον αφορά τις οικονομίες κλίμακας σε σχέση με τα έξοδα διοίκησης, εμπορικής προώθησης και πωλήσεων, η CFI δεν προσκόμισε κανένα αποδεικτικό στοιχείο προς υποστήριξη του ισχυρισμού αυτού. Επιπλέον, τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα που όντως πραγματοποιήθηκαν αποτυπώθηκαν στην εγχώρια τιμή πώλησης των επικερδών συναλλαγών που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό της κανονικής αξίας. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.

(96)

Εφόσον και οι δύο ισχυρισμοί της CFI απορρίφθηκαν, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τις αιτιολογικές σκέψεις 101 και 102 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

3.3.4.   Περιθώρια ντάμπινγκ

(97)

Όπως εξηγείται αναλυτικά στις αιτιολογικές σκέψεις 60 έως 77 ανωτέρω, η Επιτροπή απέρριψε όλους τους ισχυρισμούς σχετικά με τον υπολογισμό του ντάμπινγκ της CFI και συνεπώς επιβεβαίωσε τα προσωρινά περιθώρια ντάμπινγκ για τις ΗΠΑ.

(98)

Τα οριστικά περιθώρια ντάμπινγκ, εκφρασμένα ως ποσοστό της τιμής CIF στα σύνορα της Ένωσης, πριν από την καταβολή δασμού, έχουν ως εξής:

Εταιρεία

Οριστικό περιθώριο ντάμπινγκ

CF Industries Holdings, Inc.

37,3 %

Όλες οι άλλες εταιρείες

37,3 %

4.   ΖΗΜΙΑ

4.1.   Ορισμός του ενωσιακού κλάδου παραγωγής και της ενωσιακής παραγωγής

(99)

Οι παραγωγοί-εξαγωγείς Acron και CFI παρατήρησαν ότι δύο ενωσιακοί παραγωγοί, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν κατά προσέγγιση το 30 % της ενωσιακής παραγωγής, αντιτάχθηκαν στην καταγγελία. Η CFI επισήμανε ακόμη ότι δεν παρουσιάστηκαν διάφοροι άλλοι παραγωγοί οι οποίοι δεν επηρεάζονταν από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο έρευνας και αμφισβήτησε την αξιοπιστία των δεικτών ζημίας.

(100)

Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι το δείγμα περιλαμβάνει τρεις από τους τέσσερις μεγαλύτερους ενωσιακούς παραγωγούς που αντιπροσωπεύουν συνολικά πάνω από το 50 % της ενωσιακής παραγωγής και των πωλήσεων στην Ένωση. Ως εκ τούτου, το δείγμα είναι σαφώς αντιπροσωπευτικό για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής. Επιπλέον, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 134 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, πολλοί δείκτες ζημίας καθορίστηκαν σε μακροοικονομικό επίπεδο και, ως εκ τούτου, βασίστηκαν στο σύνολο των ενωσιακών παραγωγών.

(101)

Επιπροσθέτως, η έναρξη της έρευνας υποστηρίχθηκε από παραγωγούς που αντιπροσωπεύουν πάνω από το 50 % της ενωσιακής παραγωγής και, συνεπώς, πληρούνται οι νομικές απαιτήσεις περί νομιμοποίησης.

(102)

Ελλείψει περαιτέρω παρατηρήσεων όσον αφορά το εν λόγω τμήμα, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 108 έως 109 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.2.   Ενωσιακή κατανάλωση

(103)

Ελλείψει παρατηρήσεων όσον αφορά την ενωσιακή κατανάλωση, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 110 έως 112 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.3.   Εισαγωγές από τις οικείες χώρες

(104)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας Acron επισήμανε ότι οι εισαγωγές από τις σωρευτικά εξετασθείσες χώρες δεν αυξήθηκαν μετά το 2016 και ότι τυχόν μεταγενέστερη αύξηση οφειλόταν στη μείωση των εισαγωγών από τρίτες χώρες. Η εταιρεία δήλωσε ότι δεν ήταν δυνατό να σημειωθεί σημαντική αύξηση των εισαγωγών ενός υγρού λιπάσματος όπως το ΟΝΑ, διότι μια τέτοια αύξηση περιορίζεται από τις ικανότητες σε επίπεδο εφοδιαστικής και αποθεμάτων. Στο ίδιο πνεύμα, ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI και η ένωση χρηστών AGPB ισχυρίστηκαν ότι, για την εκτίμηση της αύξησης του όγκου των εισαγωγών από τις οικείες χώρες κατά την εξεταζόμενη περίοδο, η Επιτροπή δεν είχε λάβει υπόψη ότι μέρος αυτής της αύξησης του όγκου είχε προκύψει προς αντικατάσταση είτε των εισαγωγών από την Αίγυπτο, οι οποίες είχαν μειωθεί απότομα, είτε των όγκων που διοχετεύονταν προηγουμένως από ενωσιακό παραγωγό, ο οποίος στο μεταξύ είχε σταματήσει να παράγει ΟΝΑ. Ως εκ τούτου, ο πρόσθετος όγκος εισαγωγών από τις οικείες χώρες κατά την εξεταζόμενη περίοδο που θα μπορούσε να είχε πλήξει τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής θα αντιστοιχούσε σε λιγότερο από το ήμισυ των 672 000 τόνων που αναφέρονται στον πίνακα 2 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Ωστόσο, η Επιτροπή παρατήρησε εν προκειμένω ότι, όπως προκύπτει από τον πίνακα 2 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, οι εισαγωγές από τις οικείες χώρες αυξήθηκαν από το 2016 έως την περίοδο έρευνας σε καθένα από τα αντίστοιχα έτη, τόσο σε απόλυτους όρους όσο και σε σχέση με το μέγεθος της αγοράς. Κατά συνέπεια, οι ισχυρισμοί αυτοί απορρίφθηκαν.

(105)

Οι ενώσεις χρηστών AGPB και IFA ισχυρίστηκαν ότι το μερίδιο αγοράς του ενωσιακού κλάδου παραγωγής είχε βελτιωθεί μετά την περίοδο έρευνας. Επί του ζητήματος αυτού, πρώτον, η Επιτροπή κατά κανόνα εξετάζει τις τάσεις που είναι σημαντικές για την εκτίμηση της ζημίας, συμπεριλαμβανομένων των εισαγωγών, με βάση μια δεδομένη πολυετή περίοδο αναφοράς η οποία είναι η ίδια για όλα τα συναφή δεδομένα και η οποία λήγει ακριβώς πριν από την έναρξη της έρευνας. Γεγονότα που εικάζεται ότι συνέβησαν σε μεταγενέστερη χρονική στιγμή θα πρέπει καταρχήν να μην λαμβάνονται υπόψη καθώς δεν εμπίπτουν στην εν λόγω περίοδο αναφοράς. Δεύτερον, είναι πιθανό η ανάπτυξη του μεριδίου αγοράς του ενωσιακού κλάδου παραγωγής μετά την περίοδο έρευνας να είχε επηρεαστεί και στρεβλωθεί από αυτή καθαυτή την έναρξη της έρευνας. Τρίτον, για τον υπολογισμό του μεριδίου αγοράς μετά την περίοδο έρευνας, θα έπρεπε απαραιτήτως η Επιτροπή να έχει λάβει και επαληθεύσει πιο πρόσφατα δεδομένα σχετικά με τις πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Ένωσης, κάτι που δεν ίσχυε εν προκειμένω. Κατά συνέπεια, για όλους αυτούς τους λόγους, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(106)

Οι παραγωγοί-εξαγωγείς Acron, CFI και Eurochem αμφισβήτησαν τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης που πραγματοποίησε η Επιτροπή. Πρώτον, διαφώνησαν με το γεγονός ότι η Επιτροπή, για ένα μέρος των τιμών πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, χρησιμοποίησε την τιμή του προϊόντος που παραδόθηκε σε λιμένες όπως η Ρουέν (Γαλλία) και η Γάνδη (Βέλγιο), όπως εξηγείται δεόντως στις αιτιολογικές σκέψεις 128 και 129 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Επίσης επί του ζητήματος αυτού, η Eurochem υποστήριξε ότι στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού δεν κατέστη σαφές για πόσες από τις εν λόγω πωλήσεις ίσχυε αυτό.

(107)

Η Επιτροπή διευκρίνισε ότι, για τους σκοπούς των υπολογισμών της υποτιμολόγησης, είχε καθορίσει μία τιμή πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής για τον μοναδικό εξαγόμενο τύπο προϊόντος από τις οικείες χώρες (ΟΝΑ με περιεκτικότητα σε άζωτο 32 %). Η τιμή αυτή ήταν η επαληθευμένη τιμή πώλησης του συγκεκριμένου τύπου προϊόντος των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος. Περίπου το 40 % των πωλήσεων αυτών ήταν σε λιμένες όπως η Ρουέν ή η Γάνδη και οι εν λόγω τιμές πώλησης προσαρμόστηκαν για τους λόγους που παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη 128 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Για το υπόλοιπο 60 % των πωλήσεων στην Ένωση που πραγματοποιήθηκαν από τα μέρη του δείγματος, χρησιμοποιήθηκε η τιμή πώλησης εκ του εργοστασίου, καθώς για τις εν λόγω πωλήσεις δεν απαιτούνταν θαλάσσιες εμπορευματικές μεταφορές για να μεταφερθεί το προϊόν στο βασικό σημείο σύγκρισης (συνήθως στη Ρουέν ή στη Γάνδη). Η σταθμισμένη μέση τιμή πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής που προέκυψε με αυτόν τον τρόπο χρησιμοποιήθηκε για τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης. Επομένως, η δήλωση ότι χρησιμοποιήθηκαν διαφορετικοί τύποι προϊόντος για τη σύγκριση, όπως διατυπώνεται στην αιτιολογική σκέψη 130 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, ήταν εσφαλμένη, καθώς όλες οι εισαγωγές από τις οικείες χώρες αφορούσαν τον ίδιο τύπο προϊόντος, δηλαδή ΟΝΑ με περιεκτικότητα σε άζωτο 32 % —και μόνον ο συγκεκριμένος τύπος προϊόντος χρησιμοποιήθηκε και από την πλευρά του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Επίσης, στις αιτιολογικές σκέψεις 127 και 129 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού περιλαμβάνονται αναφορές, αφενός, στο «ένα τρίτο» των πωλήσεων του ενωσιακού κλάδου παραγωγής που επιβαρύνονται με ναύλο θαλάσσιας μεταφοράς για παράδοση σε λιμένες της δυτικής Ευρώπης και, αφετέρου, στα «δύο τρίτα» των υπόλοιπων πωλήσεων του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, αναφορές οι οποίες δεν είναι απόλυτα ακριβείς και θα έπρεπε, αντ’ αυτών, να γίνεται λόγος για το «40 %» και το «60 %», αντιστοίχως.

(108)

Ο ενωσιακός παραγωγός OCI Nitrogen ισχυρίστηκε ότι κανένας από τους λόγους που προβάλλονται από την Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 128 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού δεν θα δικαιολογούσε παρέκκλιση από τη συνήθη πρακτική της που συνίσταται στη σύγκριση της τιμής CIF στα σύνορα της Ένωσης των παραγωγών-εξαγωγέων με την τιμή εκ του εργοστασίου των ενωσιακών παραγωγών. Ισχυρίστηκε δε ότι οι προβαλλόμενοι λόγοι είτε ήταν πολύ συνήθεις σε πολλές έρευνες αντιντάμπινγκ, είτε στόχευαν αδίκως σε αντιστάθμιση ανταγωνιστικών μειονεκτημάτων από τα οποία πλήττονται οι παραγωγοί λόγω της γεωγραφικής θέσης τους, είτε θα ίσχυαν εξίσου και για τους παραγωγούς-εξαγωγείς. Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, η Eurochem διατύπωσε παρόμοιες παρατηρήσεις. Η Επιτροπή απέρριψε αυτόν τον ισχυρισμό, καθώς θεώρησε ότι, από το κείμενο της προαναφερόμενης αιτιολογικής σκέψης, ήταν σαφές ότι η κατάσταση στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν τόσο εξαιρετική που πράγματι επέβαλλε τη χρήση της επιλεγμένης προσέγγισης. Τα εν λόγω ενδιαφερόμενα μέρη δεν παρέθεσαν αντικειμενικούς λόγους κατά της προσέγγισης της Επιτροπής. Αμφισβήτησαν επίσης το ότι η εν λόγω προσέγγιση είχε εφαρμοστεί παλαιότερα από την Επιτροπή σε παρόμοιες εξαιρετικές περιστάσεις. Παρότι εν προκειμένω δεν έχει σημασία αν η Επιτροπή είχε όντως εφαρμόσει αυτήν την προσέγγιση παλαιότερα, η Επιτροπή είχε πράγματι κατά καιρούς χρειαστεί να προσφύγει στη συγκεκριμένη μεθοδολογία σε προηγούμενες έρευνες στις οποίες είχαν ανακύψει παρόμοιες περίπλοκες καταστάσεις, όπως στην πρόσφατη έρευνα σχετικά με τις ράβδους οπλισμού σκυροδέματος από χάλυβα υψηλών επιδόσεων σε κόπωση (16). Ακόμη και αν οι λόγοι μη παρέκκλισης από τη μέθοδο της τιμής εκ του εργοστασίου ήταν ενδεχομένως διαφορετικοί στην παρούσα έρευνα, όπως ισχυρίζεται η Eurochem, το στοιχείο αυτό καταδεικνύει ότι η Επιτροπή το θεωρεί σκόπιμο να παρεκκλίνει από την πάγια προσέγγισή της εφόσον το απαιτούν οι περιστάσεις.

(109)

Όσον αφορά την τιμή εξαγωγής των συνεργαζόμενων παραγωγών-εξαγωγέων, η συντριπτική πλειονότητα των πωλήσεων παραδόθηκαν σε λιμένες της δυτικής Ευρώπης, όπως η Ρουέν ή η Γάνδη. Η τιμή εξαγωγής που χρησιμοποιήθηκε στους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης περιλάμβανε τη μεταφορά για παράδοση στο επίπεδο CIF στους λιμένες των συγκεκριμένων τοποθεσιών. Για τη μικρή ποσότητα πωλήσεων που δηλώθηκαν σε άλλα μέρη της Ένωσης, η τιμή εξαγωγής περιλάμβανε επίσης τη μεταφορά έως το επίπεδο CIF στα σύνορα της Ένωσης. Επομένως, ο υπολογισμός της υποτιμολόγησης εξασφάλιζε συμμετρία μεταξύ της πλευράς της Ένωσης και της πλευράς των εξαγωγών.

(110)

Συνεπώς, η Επιτροπή επέμεινε στην άποψή της ότι η προσαρμογή ορισμένων πωλήσεων του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στο επίπεδο CIF στην παρούσα έρευνα ήταν κατάλληλη για τους λόγους που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 126 έως 131 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Σαφώς, ο συνδυασμός των πραγματικών περιστατικών της εν λόγω αγοράς, όπως περιγράφονται στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού, δημιουργεί μια εξαιρετική κατάσταση. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(111)

Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, η Eurochem αμφισβήτησε τη συμμετρία μεταξύ της πλευράς του ενωσιακού κλάδου παραγωγής και της πλευράς των εξαγωγών, ισχυριζόμενη, βάσει στοιχείων που αντλήθηκαν από την Eurostat, ότι το 35 % των εισαγωγών από τη Ρωσία δεν πραγματοποιήθηκαν προς τη Γαλλία και το Βέλγιο και, συνεπώς, δεν διήλθαν από λιμένες όπως η Ρουέν ή η Γάνδη. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι για αυτό το 35 % των ρωσικών πωλήσεων προς την Ένωση, η τιμή του ενωσιακού κλάδου παραγωγής περιλάμβανε προσαρμογή για τη μεταφορά προς τη Ρουέν ή τη Γάνδη, ενώ οι ρωσικές εισαγωγές δεν πραγματοποιήθηκαν σ’ αυτό το επίπεδο. Ο ισχυρισμός απορρίφθηκε, καθώς όσον αφορά τις πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής που χρησιμοποιήθηκαν στη σύγκριση, χρησιμοποιήθηκαν οι τιμές CIF αντί για τις τιμές εκ του εργοστασίου μόνον όπου κρίθηκε σκόπιμο στην περίπτωση των πωλήσεων (συνήθως για τις πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν μέσω της Ρουέν ή της Γάνδης), και όχι για όλες τις άλλες πωλήσεις.

(112)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξαν ότι η μεθοδολογία που εφαρμόστηκε για τον υπολογισμό της υποτιμολόγησης ήταν εσφαλμένη και ασύμβατη με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 10ης Απριλίου 2019, δηλαδή μία ημέρα πριν από την επιβολή των προσωρινών μέτρων, στην υπόθεση T-301/16, Jindal Saw Ltd και Jindal Saw Italia SpA κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής («Jindal Saw») (17). Ειδικότερα, υποστηρίχθηκε ότι η τιμή του ενωσιακού κλάδου παραγωγής που χρησιμοποιήθηκε για τους υπολογισμούς αυτούς και οι τιμές εξαγωγής δεν ήταν στο ίδιο στάδιο εμπορίας. Τα ενδιαφερόμενα μέρη δήλωσαν ότι οι τιμές του ενωσιακού κλάδου παραγωγής προσαρμόστηκαν ώστε να αντικατοπτρίζουν τις τιμές στον τόπο παράδοσης στον τελικό χρήση, ενώ οι τιμές των παραγωγών-εξαγωγέων ελήφθησαν στην αξία CIF στα σύνορα της Ένωσης, ανεξαρτήτως του τόπου παράδοσης στον τελικό χρήστη. Στο ίδιο πνεύμα, υποστηρίχθηκε ότι η απόφαση Jindal Saw υποχρέωνε την Επιτροπή να συγκρίνει τις τιμές πώλησης στην Ένωση στους πρώτους ανεξάρτητους αγοραστές με τις τιμές πώλησης των συνδεδεμένων εταιρειών των παραγωγών-εξαγωγέων στους πρώτους ανεξάρτητους αγοραστές. Η Επιτροπή δεν είχε πράξει κάτι τέτοιο, καθώς για τους παραγωγούς-εξαγωγείς είχε μειώσει τις τιμές των πωλήσεών τους στην Ένωση κατά το ποσό των εξόδων πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων, ενώ δεν είχε προβεί σε αντίστοιχη αφαίρεση για τις πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής μέσω συνδεδεμένων εμπόρων. Ένα από τα μέρη ισχυρίστηκε επίσης ότι στη μεθοδολογία της Επιτροπής δεν είχε ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι δεν είχαν όλες οι πωλήσεις του ως τελικό προορισμό τη βελγική και τη γαλλική αγορά και ότι στις τιμές που χρησιμοποιήθηκαν δεν περιλαμβάνονταν τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα, καθώς και το κέρδος, των συνδεδεμένων εμπόρων του για την παράδοση στους πελάτες του.

(113)

Όσον αφορά την υπόθεση Jindal Saw, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ως σφάλμα το γεγονός ότι η Επιτροπή αφαίρεσε τα έξοδα πώλησης των συνδεδεμένων εισαγωγέων της Jindal Saw στην Ένωση από τις πωλήσεις στον πρώτο ανεξάρτητο αγοραστή, ενώ τα έξοδα πώλησης των συνδεδεμένων οντοτήτων πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής δεν αφαιρέθηκαν από τις τιμές πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στον πρώτο ανεξάρτητο πελάτη. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έκρινε ότι η σύγκριση των δύο τιμών δεν έγινε με συμμετρικό τρόπο στο ίδιο στάδιο εμπορίας.

(114)

Η Επιτροπή αποφάσισε να συμπληρώσει τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης που είχαν πραγματοποιηθεί στο προσωρινό στάδιο με βάση την εν λόγω πρόσφατη δικαστική απόφαση και τις παρατηρήσεις που ελήφθησαν επ’ αυτής από τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η Επιτροπή επισήμανε ότι η υπόθεση Jindal Saw ουσιαστικά αφορά ζητήματα δίκαιης σύγκρισης μεταξύ των τιμών εισαγωγής και των τιμών του ενωσιακού κλάδου παραγωγής και του σταδίου εμπορίας. Όσον αφορά τον καθορισμό της μέσης τιμής πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, οι συναλλαγές πωλήσεων μέσω συνδεδεμένων μερών αντιστοιχούσαν μόλις στο 40 % περίπου των πωλήσεων του ενωσιακού κλάδου παραγωγής που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα και χρησιμοποιήθηκαν για τη σύγκριση. Τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα, καθώς και το κέρδος των συνδεδεμένων εμπόρων, ήταν χαμηλά και, δεδομένου ότι οι περισσότερες πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής δεν πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένων εμπόρων, η διαπίστωση της υποτιμολόγησης για τις σωρευτικές εισαγωγές δεν θα είχε αναιρεθεί ακόμη και αν οι υπολογισμοί είχαν προσαρμοστεί ώστε να ληφθούν υπόψη τα στοιχεία αυτά. Πράγματι, οι πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στους συνδεδεμένους εμπόρους πραγματοποιήθηκαν σε τιμές αγοράς και δεν υπήρχε σημαντική διαφορά μεταξύ των τιμών πώλησης σε συνδεδεμένα μέρη και των αντίστοιχων τιμών σε μη συνδεδεμένους πελάτες. Η αφαίρεση των εξόδων πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων και του κέρδους των συνδεδεμένων οντοτήτων πώλησης της Ένωσης θα καταδείκνυε και πάλι υποτιμολόγηση για όλους τους παραγωγούς-εξαγωγείς (πλην ενός) και σε κάθε περίπτωση θα διαπιστωνόταν υποτιμολόγηση για καθεμία από τις οικείες χώρες. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή υποστήριξε ότι η μεθοδολογία για τον καθορισμό της υποτιμολόγησης στο προσωρινό στάδιο δεν ήταν προδήλως ακατάλληλη, όπως τη χαρακτήρισαν διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη.

(115)

Πάντως, η καταλληλότητα του προσωρινού υπολογισμού της υποτιμολόγησης επιβεβαιώθηκε περαιτέρω από έναν πρόσθετο υπολογισμό στον οποίο δεν συμπεριλήφθηκαν οι πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής μέσω συνδεδεμένων εμπόρων. Το μερίδιο των πωλήσεων που χρησιμοποιήθηκε σε αυτόν τον υπολογισμό εξακολουθούσε να αντιστοιχεί σε μεγάλο και αντιπροσωπευτικό όγκο πωλήσεων του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, δηλαδή περίπου 60 % του ΟΝΑ με περιεκτικότητα σε άζωτο 32 % που πωλήθηκε στην Ένωση από τα ενδιαφερόμενα μέρη του δείγματος. Ο όγκος αυτός ήταν παρόμοιος με τον όγκο των εισαγωγών από τη Ρωσία και τις ΗΠΑ και σαφώς υψηλότερος από τις εισαγωγές από το Τρινιδάδ και Τομπάγκο. Επίσης, στον πρόσθετο αυτόν υπολογισμό δεν συμπεριλήφθηκε ένα πολύ μικρό ποσοστό πωλήσεων σε τελικούς χρήστες. Επομένως, οι ενωσιακές πωλήσεις ήταν στο ίδιο στάδιο εμπορίας με τα αριθμητικά στοιχεία για το σύνολο των εισαγωγών. Από τον δεύτερο αυτόν υπολογισμό προέκυψε υποτιμολόγηση σε ελαφρώς υψηλότερα επίπεδα απ’ ό,τι με την εφαρμογή της μεθοδολογίας που καθορίστηκε σε προσωρινή βάση. Τα περιθώρια του εν λόγω υπολογισμού κυμαίνονταν μεταξύ 3,7 % και 11,2 %. Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, η Eurochem ισχυρίστηκε ότι από τον υπολογισμό αυτόν δεν θα προέκυπτε δίκαιη σύγκριση, καθώς συγκρίνονταν μόνον οι πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής σε μη συνδεδεμένους πελάτες, αφενός, με τις πωλήσεις της εταιρείας σε συνδεδεμένα μέρη, αφετέρου. Ωστόσο, η παρατήρηση αυτή είναι εσφαλμένη, καθώς οι πωλήσεις της Eurochem που χρησιμοποιήθηκαν στη σύγκριση είναι οι πωλήσεις της σε μη συνδεδεμένους πελάτες, κατάλληλα προσαρμοσμένες σε επίπεδο CIF. Η Eurochem πρότεινε επίσης τη χρήση διαφόρων χρεώσεων μεταφοράς (που παρατίθενται σε πίνακα στο έγγραφο των παρατηρήσεών της σχετικά με την κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων) για τον υπολογισμό της τιμής CIF των ενωσιακών παραγωγών. Ωστόσο, φαίνεται ότι οι χρεώσεις αυτές είναι οι χρεώσεις της Eurochem και αφορούν σημεία αναχώρησης που δεν χρησιμοποιούνται από τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής. Συνεπώς, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε καθώς θα καθιστούσε τον υπολογισμό λιγότερο ακριβή.

(116)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι από τους συμπληρωματικούς αυτούς υπολογισμούς κατέστη περισσότερο σαφές ότι οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ πραγματοποιήθηκαν σε τιμές οι οποίες συνιστούν υποτιμολόγηση σε σχέση με τις τιμές του ενωσιακού κλάδου παραγωγής ανεξαρτήτως της χρησιμοποιούμενης μεθοδολογίας. Κατά συνέπεια, οι ισχυρισμοί που προέβαλαν τα μέρη σχετικά με την πτυχή αυτή απορρίφθηκαν.

(117)

Πέραν της διαπιστωθείσας υποτιμολόγησης, η έρευνα κατέδειξε επίσης ότι, σε κάθε περίπτωση, ο αντίκτυπος των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ήταν η συμπίεση των τιμών στην αγορά της Ένωσης κατά την περίοδο έρευνας. Ο κανονισμός για την επιβολή προσωρινού δασμού ήδη εστίασε στην ύπαρξη συμπίεσης των τιμών, κυρίως στις αιτιολογικές σκέψεις 149, 166 και 167. Αυτό επιβεβαιώνεται περαιτέρω από τα δεδομένα που υποβλήθηκαν ως απάντηση στο επιχείρημα ενός ενδιαφερόμενου μέρους που παρατίθεται κατωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 131. Πράγματι, όπως αναλύεται περαιτέρω στις αιτιολογικές σκέψεις 125 και 131, στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού η συμπίεση των τιμών στην αγορά της Ένωσης επισημάνθηκε σαφώς, καθώς οι τιμές πώλησης δεν μπορούσαν να αυξηθούν για να καλύψουν σημαντικές αυξήσεις του κόστους, όπως καταδεικνύεται σαφέστατα από τον πίνακα 7. Η αδυναμία του ενωσιακού κλάδου παραγωγής να αυξήσει τις τιμές πώλησης προκλήθηκε από τον αντίκτυπο που είχαν στην αγορά της Ένωσης οι αυξανόμενοι όγκοι εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Όλα αυτά τα δεδομένα έδειξαν ότι, πέραν της τελικής υποτιμολόγησης, οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ προκάλεσαν σημαντική συμπίεση των τιμών κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ.

(118)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας MHTL υποστήριξε επίσης ότι ο υπολογισμός της υποτιμολόγησης δεν ήταν σύμφωνος με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 30ής Νοεμβρίου 2011 στην υπόθεση T-107/08, Transnational Company «Kazchrome» AO και ENRC Marketing AG κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ευρωπαϊκής Επιτροπής («Kazchrome») (18). Σύμφωνα με την εν λόγω απόφασηγια τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης (και της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές) θα πρέπει να χρησιμοποιείται η τελική τιμή προς τον πελάτη, και όχι μια «θεωρητική τιμή, κατασκευασμένη από την Επιτροπή». Ωστόσο, η απόφαση αυτή απαιτεί το σημείο σύγκρισης να είναι το πραγματικό σημείο στο οποίο οι καταναλωτές συγκρίνουν τις τιμές στην αγορά της Ένωσης. Έχοντας κατά νου ότι το βασικό σημείο σύγκρισης για τις τιμές στην αγορά της Ένωσης ήταν η τιμή CIF μετά την καταβολή του δασμού και ότι οι τιμές CIF στα σύνορα λαμβάνονταν υπόψη μεταξύ άλλων και όταν οι εισαγωγές εκτελωνίζονταν στη δυτική Ευρώπη στη Ρουέν και στη Γάνδη, η Επιτροπή ήταν πεπεισμένη ότι ο υπολογισμός συνάδει πλήρως με την απόφαση Kazchrome.

(119)

Επιπλέον, η Επιτροπή επισήμανε ότι η υπόθεση Kazchrome αφορούσε μια ειδική κατάσταση σχετική με εμπορεύματα τα οποία εισέρχονταν στην αγορά της ΕΕ πρώτα μέσω Λιθουανίας (υπό διαμετακόμιση) και από εκεί μεταφέρονταν στο Ρότερνταμ όπου εκτελωνίζονταν. Στην περίπτωση εκείνη, η Επιτροπή είχε αποφασίσει να υπολογίσει την υποτιμολόγηση και την πώληση σε χαμηλότερες τιμές με βάση την τιμή στο σημείο διαμετακόμισης, και όχι την τιμή μετά τον εκτελωνισμό. Αυτό δεν ίσχυε στην παρούσα έρευνα, κατά την οποία δεν αμφισβητήθηκε το γεγονός ότι η τιμή που χρησιμοποιήθηκε για τους υπολογισμούς της πώλησης σε τιμές χαμηλότερες από τις τιμές της Ένωσης και τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης βασιζόταν στην τιμή CIF μετά τον εκτελωνισμό.

(120)

Η Επιτροπή ήταν πεπεισμένη ότι οι τιμές εξαγωγής όπως καθορίστηκαν από την Επιτροπή και οι τιμές εκ του εργοστασίου του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, προσαρμοσμένες κατά περίπτωση στο επίπεδο CIF, παρέχουν τη βάση για μια δίκαιη και εύλογη σύγκριση. Θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι μια τέλεια σύγκριση θα σήμαινε ότι μόνον οι προσφορές για την ίδια σύμβαση θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη, διότι μόνο σε εκείνη την περίπτωση θα ήταν οι όροι πώλησης πανομοιότυποι. Καθώς δεν είναι δυνατόν να γίνει τέλεια σύγκριση, η Επιτροπή ήταν πεπεισμένη ότι μια μέθοδος η οποία χρησιμοποιεί μέσες τιμές που έχουν συλλεγεί για παρόμοια προϊόντα σε χρονικό διάστημα που αντιστοιχεί σε περίοδο έρευνας ενός έτους, είναι δίκαιη. Η μεθοδολογία αυτή είχε σαφώς ανακοινωθεί κατά την κοινοποίηση.

(121)

Επιπλέον, η Επιτροπή θεώρησε ότι η μέθοδος υπολογισμού της υποτιμολόγησης που συνιστάται από τα ενδιαφερόμενα μέρη θα οδηγούσε σε άνιση μεταχείριση για τον υπολογισμό των περιθωρίων τους καθώς και των περιθωρίων των άλλων παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος που πραγματοποιούν πωλήσεις σε ανεξάρτητους εισαγωγείς. Η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε για τους άλλους παραγωγούς-εξαγωγείς βασίστηκε σε μια τιμή εξαγωγής σε επίπεδο CIF η οποία ασφαλώς αποκλείει τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα της Ένωσης και τα κέρδη από τη μεταπώληση στην Ένωση μετά τον εκτελωνισμό. Η μεθοδολογία που ακολούθησε η Επιτροπή διασφάλιζε ότι και οι δύο περιπτώσεις (συγκεκριμένα, οι περιπτώσεις στις οποίες οι εξαγωγές πραγματοποιήθηκαν σε συνδεδεμένους ή σε ανεξάρτητους φορείς στην Ένωση) έτυχαν ίσης μεταχείρισης. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(122)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας Acron υποστήριξε ότι στον υπολογισμό της υποτιμολόγησης θα έπρεπε να είχε γίνει διάκριση μεταξύ του ΟΝΑ με περιεκτικότητα σε άζωτο 32 % και του ΟΝΑ με περιεκτικότητα σε άζωτο 30 % λόγω των μεγάλων όγκων πωλήσεων που είχε πραγματοποιήσει στην αγορά της Ένωσης. Ο ισχυρισμός αυτός διατυπώθηκε εκ νέου μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων. Ωστόσο, σύμφωνα με τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε για τους υπολογισμούς της πρακτικής ντάμπινγκ του εν λόγω παραγωγού-εξαγωγέα, οι μεταπωλήσεις αραιωμένων προϊόντων μετατράπηκαν σε ΟΝΑ με περιεκτικότητα σε άζωτο 32 %, καθώς το συγκεκριμένο προϊόν είχε εισαχθεί από το συνδεδεμένο μέρος. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(123)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI υποστήριξε ότι το δείγμα των ενωσιακών παραγωγών δεν ήταν αντιπροσωπευτικό, καθώς οι παραγωγοί που είναι εγκατεστημένοι στο ανατολικό τμήμα της Ένωσης θα υπερεκπροσωπούνταν σε σύγκριση με τους παραγωγούς των άλλων τμημάτων. Εάν η Επιτροπή είχε μεταβάλει το δείγμα κατόπιν των παρατηρήσεων που είχαν υποβληθεί κατά το αρχικό στάδιο της έρευνας (βλέπε επίσης αιτιολογική σκέψη 12 ανωτέρω), οι πωλήσεις με υψηλό κόστος μεταφοράς από την Ανατολική Ευρώπη θα είχαν πολύ μικρότερη παρουσία στα αριθμητικά στοιχεία του δείγματος. Κατά συνέπεια, υποστήριξε ότι η τιμή πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής που χρησιμοποιήθηκε για την υποτιμολόγηση και το ποσοστό υποτιμολόγησης θα ήταν σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα. Επιπλέον, ο παραγωγός-εξαγωγέας υπέθεσε ότι οι πωλήσεις του παραγωγού του δείγματος OCI Nitrogen δεν χρησιμοποιήθηκαν στους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης (και της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές), καθώς η συγκεκριμένη εταιρεία δεν πωλούσε τον τύπο προϊόντος που εξαγόταν στην Ένωση από τον εν λόγω παραγωγό-εξαγωγέα.

(124)

Η Επιτροπή έχει ήδη επιβεβαιώσει την αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος των ενωσιακών παραγωγών στην αιτιολογική σκέψη 13 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Το δείγμα περιλάμβανε πάνω από το 50 % της συνολικής παραγωγής και του όγκου πωλήσεων στην Ένωση και βασίζεται στη μεγαλύτερη ποσότητα παραγωγής και πωλήσεων των συνεργαζόμενων παραγωγών, συμπεριλαμβανομένων των τριών μεγαλύτερων συνεργαζόμενων παραγωγών. Όσον αφορά την υποτιθέμενη υπερεκπροσώπηση των παραγωγών της Ανατολικής Ευρώπης, δεν κρίθηκε σκόπιμο να αποκλειστούν οι δύο μεγαλύτεροι παραγωγοί. Επομένως, το δείγμα είχε καταρτιστεί σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού και καταρτίστηκε με αντικειμενικό τρόπο. Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, οι ενώσεις χρηστών AGPB και IFA αμφισβήτησαν επίσης την αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος και ειδικότερα παρέπεμψαν σε δημοσίευμα στον Τύπο που εξέδωσε η Yara προκειμένου να δείξουν ότι οι ενωσιακοί παραγωγοί εν γένει δεν υπέστησαν ζημία. Ωστόσο, η Επιτροπή υπενθύμισε ότι η Yara Sluiskil BV είχε επιλεγεί αρχικά για να συμπεριληφθεί στο δείγμα, όμως αρνήθηκε να συνεργαστεί. Επίσης, ένα δημοσίευμα στον Τύπο το οποίο καλύπτει έναν μεμονωμένο ενωσιακό παραγωγό δεν θέτει υπό αμφισβήτηση την αντιπροσωπευτικότητα του επιλεγμένου δείγματος. Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση των ΗΠΑ ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν θα έπρεπε να είχε προβεί σε δειγματοληψία αλλά να είχε συμπεριλάβει στην έρευνα όλους τους ενωσιακούς παραγωγούς. Ήδη πριν από την έναρξη της έρευνας, λόγω του μεγάλου αριθμού των οικείων ενωσιακών παραγωγών, και προκειμένου να ολοκληρωθεί η έρευνα εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών, η Επιτροπή αποφάσισε να περιορίσει σε έναν εύλογο αριθμό τους ενωσιακούς παραγωγούς που θα συμμετάσχουν στην έρευνα, επιλέγοντας σχετικό δείγμα. Η πρακτική αυτή συνάδει πλήρως με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού. Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος άσκησε επίσης κριτική όσον αφορά το δείγμα, διότι θεωρούσε ότι επρόκειτο για μεροληπτική επιλογή των καταγγελλόντων παραγωγών και ότι είχαν παραβλεφθεί οι μη καταγγέλλοντες παραγωγοί. Υπενθυμίζεται ότι το δείγμα επιλέχθηκε με βάση τους όγκους παραγωγής και πωλήσεων όλων των γνωστών παραγωγών, και όχι μόνο των καταγγελλουσών εταιρειών, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Στην πραγματικότητα, αρχικά επιλέχθηκε ένας αντιτιθέμενος ενωσιακός παραγωγός, αλλά το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος αρνήθηκε να συνεργαστεί. Αντικαταστάθηκε δε από άλλον αντιτιθέμενο παραγωγό. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ αμφισβήτησε εντέλει αν τα ενδιαφερόμενα μέρη του δείγματος αντιστοιχούσαν σε μεγάλο ποσοστό της ενωσιακής παραγωγής ΟΝΑ όπως απαιτείται βάσει του άρθρου 4.1 της συμφωνίας αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ. Πρώτον, στο άρθρο 4.1 της συμφωνίας αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ γίνεται αναφορά στον ορισμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής και όχι σε δειγματοληψία (και συνεπώς δεν απαιτείται το επιλεγμένο δείγμα να αντιστοιχεί σε μεγάλο ποσοστό της ενωσιακής παραγωγής). Στο άρθρο 6 της συμφωνίας αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ και στο άρθρο 17 του βασικού κανονισμού γίνεται αναφορά στη δειγματοληψία και, όπως επισημαίνεται ανωτέρω, το δείγμα που επιλέχθηκε συμμορφωνόταν πλήρως με τις εν λόγω διατάξεις. Κατά συνέπεια, οι παρατηρήσεις αυτές απορρίφθηκαν.

(125)

Όσον αφορά τα δεδομένα πωλήσεων που χρησιμοποιήθηκαν για να προσδιοριστεί η υποτιμολόγηση, η Επιτροπή υπογράμμισε ότι η έρευνα έδειξε (αιτιολογικές σκέψεις 149 και 165 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού) ότι οι τιμές του ενωσιακού κλάδου παραγωγής κατά την περίοδο έρευνας είχαν συμπιεστεί σοβαρά λόγω των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και αυτό ίσχυε ιδιαίτερα για τη μεγάλη ποσότητα των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν σε σημαντικές τοποθεσίες εισαγωγής, όπως η Ρουέν και η Γάνδη. Στον πίνακα 10 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού φαίνεται ότι ο αντίκτυπος αυτής της εξέλιξης ήταν να υποστεί ζημίες ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής κατά την περίοδο έρευνας. Επομένως, δεν θα ήταν ορθό να υποτεθεί ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής κατόρθωσε να ανακτήσει πλήρως το κόστος με το οποίο επιβαρύνθηκε (συμπεριλαμβανομένου του κόστους μεταφοράς). Κατά συνέπεια, η Επιτροπή υποστήριξε ότι οι τιμές στην αγορά της Ένωσης είχαν συμπιεστεί από το 2016 έως την περίοδο έρευνας. Στον φάκελο δεν υπάρχουν πληροφορίες που να υποδεικνύουν ότι οι τιμές των ενωσιακών παραγωγών που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα διέφεραν σημαντικά από τις τιμές των παραγωγών του δείγματος. Επομένως, η επιλογή διαφορετικών ενωσιακών παραγωγών για το δείγμα δεν θα ήταν πιθανό να επηρεάσει τη διαπιστωθείσα υποτιμολόγηση και συμπίεση των τιμών. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε. Όσον αφορά τις πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής που χρησιμοποιήθηκαν για τους διενεργηθέντες υπολογισμούς της υποτιμολόγησης, η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι οι εισαγωγές ΟΝΑ με περιεκτικότητα σε άζωτο 32 % συγκρίθηκαν αποκλειστικά με τις πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής για τον ίδιο τύπο προϊόντος.

(126)

Πέραν της προαναφερθείσας νομολογίας των δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο παραγωγός-εξαγωγέας MHTL επικαλέστηκε και άλλους λόγους για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η μεθοδολογία της Επιτροπής για τη διαπίστωση της υποτιμολόγησης δεν ήταν νόμιμη. Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, που καλύπτει την κατασκευή της τιμής εξαγωγής σε περίπτωση πωλήσεων μέσω συνδεδεμένου μέρους στην Ένωση, κατ’ αναλογία για τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης και της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές, αντιβαίνει στο άρθρο 3 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, καθώς η εν λόγω διάταξη εφαρμόζεται μόνο στον υπολογισμό της πρακτικής ντάμπινγκ και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί στο πλαίσιο της ανάλυσης της ζημίας. Τέλος, η μεθοδολογία που εφαρμόστηκε παραβιάζει επίσης το δίκαιο του ΠΟΕ, καθώς δεν αντιπροσωπεύει δίκαιη σύγκριση.

(127)

Η Επιτροπή υπενθύμισε ότι, όσον αφορά τον προσδιορισμό του περιθωρίου υποτιμολόγησης, καθώς επίσης και όσον αφορά τη διαπίστωση της ύπαρξης υποτιμολόγησης για την οικεία χώρα, ο βασικός κανονισμός δεν υπαγορεύει συγκεκριμένη μεθοδολογία. Συνεπώς, η Επιτροπή διαθέτει ευρύ περιθώριο διακριτικής ευχέρειας κατά την αξιολόγηση αυτού του παράγοντα. Η εν λόγω διακριτική ευχέρεια περιορίζεται από την ανάγκη να βασίζονται τα συμπεράσματα σε θετικά αποδεικτικά στοιχεία και στη διεξαγωγή αντικειμενικής εξέτασης, όπως απαιτείται βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Η Επιτροπή υπενθύμισε επίσης ότι το άρθρο 3 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού προβλέπει συγκεκριμένα ότι η ύπαρξη σημαντικής υποτιμολόγησης πρέπει να εξετάζεται στο επίπεδο των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, και όχι στο επίπεδο τυχόν μεταγενέστερης τιμής μεταπώλησης στην αγορά της Ένωσης.

(128)

Σε αυτή τη βάση, όσον αφορά τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της υποτιμολόγησης (ιδίως την τιμή εξαγωγής), η Επιτροπή πρέπει να προσδιορίσει το πρώτο σημείο κατά το οποίο λαμβάνει (ή μπορεί να λάβει) χώρα ο ανταγωνισμός με τους ενωσιακούς παραγωγούς στην αγορά της Ένωσης. Αυτό το σημείο είναι στην πραγματικότητα η τιμή αγοράς από τον πρώτο μη συνδεδεμένο εισαγωγέα, διότι η εταιρεία έχει καταρχήν την επιλογή να προμηθευτεί είτε από τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής είτε από προμηθευτές στο εξωτερικό. Η αξιολόγηση αυτή θα πρέπει να βασίζεται στην τιμή εξαγωγής στα σύνορα της Ένωσης, η οποία θεωρείται ότι είναι επιπέδου συγκρίσιμου με την τιμή εκ του εργοστασίου του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Στην περίπτωση των εξαγωγικών πωλήσεων μέσω συνδεδεμένων εισαγωγέων, το χρονικό σημείο σύγκρισης θα πρέπει να είναι αμέσως μετά τη διέλευση του αγαθού από τα σύνορα της Ένωσης και όχι σε μεταγενέστερο στάδιο της αλυσίδας διανομής, π.χ. κατά την πώληση στον τελικό χρήστη του αγαθού. Συνεπώς, κατ’ αναλογία προς την προσέγγιση που ακολουθείται για τους υπολογισμούς του περιθωρίου ντάμπινγκ, η τιμή εξαγωγής κατασκευάζεται με βάση την τιμή μεταπώλησης στον πρώτο ανεξάρτητο πελάτη, δεόντως προσαρμοσμένη σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού. Δεδομένου ότι το εν λόγω άρθρο είναι η μοναδική διάταξη του βασικού κανονισμού που παρέχει καθοδήγηση σχετικά με την κατασκευή της τιμής εξαγωγής, η κατ’ αναλογία εφαρμογή του είναι δικαιολογημένη. Όσον αφορά τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης, η Επιτροπή επισήμανε ότι η χρήση του άρθρου 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού δεν οδηγούσε σε ασύμμετρη σύγκριση (σε αντιδιαστολή με την υπόθεση Jindal Saw) διότι για τη σύγκριση της υποτιμολόγησης η τιμή-στόχος του ενωσιακού κλάδου παραγωγής κατασκευάστηκε ώστε να περιλαμβάνει το κόστος παραγωγής, τα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα και το στοχευόμενο κέρδος της οντότητας παραγωγής και, συνεπώς, είναι συγκρίσιμη με την κατασκευασμένη τιμή εξαγωγής. Με άλλα λόγια, τα έξοδα των συνδεδεμένων οντοτήτων πώλησης των ενωσιακών παραγωγών δεν ελήφθησαν υπόψη κατά τη σύγκριση της τιμής-στόχου του ενωσιακού κλάδου παραγωγής με την κατασκευασμένη τιμή εξαγωγής.

(129)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας Eurochem ισχυρίστηκε επίσης ότι ο υπολογισμός της υποτιμολόγησης που πραγματοποίησε η Επιτροπή περιείχε διάφορα σφάλματα εκ παραδρομής, ιδίως όσον αφορά τον υπολογισμό της τιμής εξαγωγής σε επίπεδο CIF, και αφού διόρθωσε τα σφάλματα αυτά, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές του στην Ένωση δεν πραγματοποιήθηκαν σε τιμές που συνιστούν υποτιμολόγηση σε σύγκριση με τις τιμές του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Η Επιτροπή ανέλυσε τους ισχυρισμούς αυτούς και, όπου κρίθηκε σκόπιμο, προέβη αντιστοίχως σε εκ νέου υπολογισμό της τιμής εξαγωγής. Πάντως, η Επιτροπή κατέληξε και πάλι στο συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές του συγκεκριμένου παραγωγού-εξαγωγέα πραγματοποιήθηκαν σε τιμές που συνιστούν υποτιμολόγηση σε σύγκριση με τις τιμές του ενωσιακού κλάδου παραγωγής.

(130)

Ο ίδιος παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή θα πρέπει να παράσχει ανάλυση των υπολογισμών της υποτιμολόγησης ανά όρους παράδοσης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Η Επιτροπή θεώρησε περιττή την παροχή τέτοιας ανάλυσης, λαμβανομένων υπόψη των λεπτομερών εξηγήσεων που δόθηκαν όσον αφορά τις πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Ένωσης. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(131)

Η Fertilizers Europe επισήμανε ότι η συμπίεση και η μείωση των τιμών ήταν σαφείς κατά την περίοδο έρευνας και ότι μπορεί να είναι περισσότερο επιζήμιες και από την υποτιμολόγηση. Εν προκειμένω, η Επιτροπή υπενθύμισε ότι στις αιτιολογικές σκέψεις 166 και 167 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού είχε ήδη καταλήξει στο συμπέρασμα ότι πράγματι οι τιμές της αγοράς της Ένωσης είχαν συμπιεστεί το 2017 και ότι, κατά την περίοδο έρευνας, οι τιμές της αγοράς της Ένωσης είχαν συμπιεστεί καθώς οι περαιτέρω αυξήσεις του κόστους του φυσικού αερίου δεν οδήγησαν σε αυξήσεις των τιμών πώλησης λόγω του αντίκτυπου των αυξανόμενων όγκων εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Είναι σαφές ότι ήταν δυνατό να συμβεί εξαιτίας της συγκέντρωσης των εισαγωγών σε λιμένες όπως η Γάνδη και η Ρουέν, λόγω της διαφάνειας της αγοράς και επειδή το ΟΝΑ είναι ένα πολύ ομοιογενές προϊόν, το οποίο αγοράζεται σχεδόν αποκλειστικά με βάση την τιμή. Ως εκ τούτου, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής αναγκάστηκε να προβεί σε πωλήσεις με ταχέως μειούμενα περιθώρια, με αποκορύφωμα να σημειώσει ζημία της τάξης του 3,5 % κατά την περίοδο έρευνας.

(132)

Για την περαιτέρω διερεύνηση του ισχυρισμού ορισμένων ενδιαφερόμενων μερών ότι οι υπολογισμοί της υποτιμολόγησης δεν πραγματοποιήθηκαν στο ίδιο στάδιο εμπορίας, η Επιτροπή εξέτασε τους εμπλεκόμενους τύπους πελατών. Πραγματοποιήθηκαν μεγάλοι όγκοι εισαγωγών από τις οικείες χώρες προς εισαγωγείς και διανομείς. Οι ενωσιακοί παραγωγοί του δείγματος πραγματοποίησαν πωλήσεις σε εμπόρους, διανομείς, επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου γεωργικών προϊόντων και μεγάλους συνεταιρισμούς. Όλοι εν λόγω πελάτες αγόρασαν χύδην και παρέδωσαν μεγάλες ποσότητες στους δικούς τους πελάτες. Μόνον ένα πολύ μικρό ποσοστό των πωλήσεων του ενωσιακού κλάδου παραγωγής που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα πραγματοποιήθηκαν σε τελικούς χρήστες και δεν χρησιμοποιήθηκαν στον υπολογισμό που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 115. Επομένως, προέκυψε το συμπέρασμα ότι οι υπολογισμοί της υποτιμολόγησης πραγματοποιήθηκαν στο ίδιο στάδιο εμπορίας.

(133)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε λάβει υπόψη την εποχικότητα των τιμών κατά τη διενέργεια των υπολογισμών της για την υποτιμολόγηση. Δεδομένου ότι το ΟΝΑ δεν εφαρμόζεται με ομοιόμορφο τρόπο καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, οι τιμές παρουσιάζουν σημαντικές αποκλίσεις ανάλογα με τη χρονική στιγμή της αγοράς. Επιπλέον, η αγορά του προϊόντος εκτός εποχής, και κατ’ επέκταση σε πολύ χαμηλότερη τιμή, θα συνεπαγόταν επίσης πολύ υψηλότερο κόστος αποθήκευσης από το ποσό που είχε χρησιμοποιήσει η Επιτροπή για την προσαρμογή των τιμών εισαγωγής προς αποθήκευση στους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης (και της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές).

(134)

Η Επιτροπή εξέτασε τις πληροφορίες που παρασχέθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος ανά ημερομηνία τιμολογίου προκειμένου, αφενός, να ελέγξει αν οι τιμές κατά την περίοδο έρευνας παρουσίαζαν διακυμάνσεις που υποδεικνύουν εποχική μεταβολή και, αφετέρου, να διαπιστώσει ποια μέρη πραγματοποιούσαν πωλήσεις κατά την περίοδο υψηλής/χαμηλής ζήτησης. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι, κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, οι τιμές βρίσκονταν στο υψηλότερο σημείο τους στο διάστημα από τον Ιανουάριο έως τον Μάρτιο του 2018. Από την ανάλυση διαπιστώθηκε επίσης ότι οι πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής ήταν σχετικά ομοιόμορφα κατανεμημένες από την άποψη της ποσότητας σε όλη τη διάρκεια του έτους. Επιπλέον, οι εισαγωγές από τις οικείες χώρες ήταν σχετικά ομοιόμορφα κατανεμημένες σε όλη τη διάρκεια του έτους. Ως εκ τούτου, από τα διαθέσιμα δεδομένα δεν προέκυψαν στοιχεία που να αποδεικνύουν σημαντικό και σταθερό εποχικό αντίκτυπο στον υπολογισμό. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(135)

Οι δύο Ρώσοι παραγωγοί-εξαγωγείς Acron και Eurochem ισχυρίστηκαν ότι ο υπολογισμός της υποτιμολόγησης που πραγματοποίησε η Επιτροπή περιείχε διάφορα σφάλματα εκ παραδρομής. Ειδικότερα, ο ένας εξ αυτών αμφισβήτησε τον υπολογισμό των τιμών CIF όσον αφορά τη μετατροπή του αραιωμένου προϊόντος στο εξαγόμενο προϊόν μετά την εφαρμογή μεθόδου μετατροπής των ποσοτήτων. Όπως επισημαίνεται στην αιτιολογική σκέψη 52, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(136)

Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση των ΗΠΑ υποστήριξε ότι η ανάλυση της Επιτροπής για τις επιπτώσεις στις τιμές, συμπεριλαμβανομένης της υποτιμολόγησης, δεν βασίστηκε σε δεδομένα που να καλύπτουν ολόκληρη την εξεταζόμενη περίοδο αντί μόνο τις τιμές κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται. Τα πορίσματα που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 164 έως 166 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού σχετικά με τις επιπτώσεις στις τιμές βασίζονται σε ανάλυση που καλύπτει ολόκληρη την εξεταζόμενη περίοδο. Πράγματι, οι τιμές εισαγωγής από τις οικείες χώρες μειώθηκαν κατά ποσοστό από 30 % έως 34 % ανάλογα με τη χώρα κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Αυτή η μείωση των τιμών πώλησης ήταν ιδιαίτερα εμφανής το 2016 (πτώση κατά ποσοστό από 23 % έως 27 %, ανάλογα με τη χώρα, σε σύγκριση με το 2015), που ήταν επίσης το έτος κατά το οποίο καταγράφηκε η μεγαλύτερη ετήσια αύξηση, ήτοι 50 %, όσον αφορά τον όγκο εισαγωγών από τις οικείες χώρες. Το 2016 ήταν επίσης το έτος κατά το οποίο σημειώθηκε η μεγαλύτερη μείωση των τιμών πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής (πτώση κατά 26 %) και ξεκίνησε να μειώνεται η κερδοφορία του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Οι τάσεις των τιμών, τόσο όσον αφορά τις εισαγωγές όσο και τις τιμές του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, καταδεικνύουν τη συμπίεση/μείωση των τιμών που προκλήθηκε από τις επίμαχες εισαγωγές κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Επιπλέον, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 152 κατωτέρω, η υποτιμολόγηση είναι μόνον ένας παράγοντας στο πλαίσιο μιας πολύ ευρύτερης ανάλυσης των επιπτώσεων στις τιμές, όπου η συμπίεση/μείωση των τιμών αποτελεί βασικό επιχείρημα υπέρ της αιτιώδους συνάφειας.

(137)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά τις εισαγωγές από τις οικείες χώρες, η Επιτροπή επιβεβαίωσε όλα τα άλλα συμπεράσματα που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 113 έως 131 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.4.   Οικονομική κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής

4.4.1.   Γενικές παρατηρήσεις

(138)

Ελλείψει παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 132 έως 136 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.4.2.   Μακροοικονομικοί δείκτες

(139)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ζήτησαν διευκρινίσεις σχετικά με τη μεθοδολογία και την πηγή των μακροοικονομικών δεικτών που παρουσιάστηκαν στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού. Η Επιτροπή επιβεβαιώνει, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 134 και στους σχετικούς πίνακες του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, ότι η πηγή των δεδομένων για τους μακροοικονομικούς δείκτες ήταν η Fertilizers Europe. Ωστόσο, τα αριθμητικά στοιχεία που παρασχέθηκαν από τη Fertilizers Europe δεν έγιναν σε όλες τις περιπτώσεις δεκτά όπως υποβλήθηκαν. Πράγματι, για ορισμένους δείκτες, και ειδικότερα για την παραγωγή, την παραγωγική ικανότητα, τη χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας και τον συνολικό όγκο πωλήσεων, η Επιτροπή αντικατέστησε ορισμένα δεδομένα που παρασχέθηκαν από τη Fertilizers Europe και αφορούσαν ειδικά τη συγκεκριμένη εταιρεία εάν διέφεραν από τα επαληθευμένα δεδομένα μίας από τις εταιρείες του δείγματος. Επιπλέον, προκειμένου να προκύψει αξιόπιστη ανάλυση των δεδομένων των πωλήσεων μεταξύ συνδεδεμένων και μη συνδεδεμένων μερών και των πωλήσεων και εξαγωγών στην Ένωση, χρησιμοποιήθηκαν τα επαληθευμένα δεδομένα του δείγματος ως κλείδα κατανομής. Τέλος, εξετάστηκαν τα δεδομένα της Fertilizers Europe για τα τελικά αποθέματα και την απασχόληση, αλλά αποφασίστηκε ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί παρέκταση με βάση τα επαληθευμένα δεδομένα του δείγματος, καθώς θεωρήθηκαν περισσότερο αξιόπιστα. Τα ενδιαφερόμενα μέρη έλαβαν αυτές τις διευκρινίσεις κατά τη διάρκεια των ακροάσεων που διεξήχθησαν μετά την κοινοποίηση προσωρινών πορισμάτων.

(140)

Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, ο παραγωγός-εξαγωγέας Acron κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ανωτέρω εξήγηση καταδεικνύει ότι η ανάλυση της Επιτροπής όσον αφορά τους μακροοικονομικούς δείκτες είχε ως εκ τούτου βασιστεί σε μη επαληθευμένα δεδομένα και ήταν ανακριβής. Ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε. Η προαναφερόμενη διαδικασία περιγράφει ακριβώς το αντίθετο από αυτό που ισχυρίστηκε η Acron, δηλαδή μια λεπτομερή και διεξοδική επαλήθευση των δεδομένων που υποβλήθηκαν από τον κλάδο παραγωγής και το σκεπτικό για τον καλύτερο δυνατό τρόπο αξιοποίησης των δεδομένων αυτών.

(141)

Στις γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλε έπειτα από ακρόαση, καθώς επίσης και μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, ο παραγωγός-εξαγωγέας Acron ισχυρίστηκε ότι τα αριθμητικά στοιχεία για τη χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας που αναφέρονταν στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού ήταν υπερεκτιμημένα λόγω των «εργοστασίων μεταστροφής» από την παραγωγή ΟΝΑ προς την παραγωγή άλλων λιπασμάτων υψηλότερης προστιθέμενης αξίας. Ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI υπέβαλε παρατηρήσεις σχετικά με τα αριθμητικά στοιχεία που αναφέρονταν στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού σχετικά με την παραγωγική ικανότητα και τη χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας. Ισχυρίστηκε ότι τα αριθμητικά στοιχεία για την παραγωγική ικανότητα ήταν μάλλον υπερβολικά υψηλά επειδή περιλάμβαναν και την αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα.

(142)

Πρώτον, ισχύει ότι τα αριθμητικά στοιχεία που εμφανίζονται στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού περιλάμβαναν ένα στοιχείο αχρησιμοποίητης παραγωγικής ικανότητας. Εάν δεν είχε συμπεριληφθεί η αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα, τότε η συνολική παραγωγική ικανότητα κατά την περίοδο έρευνας θα ήταν περίπου 7 000 000 τόνοι (και όχι 8 385 000 τόνοι), και η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας θα ανερχόταν σε ποσοστό 56 % (και όχι 46 %). Ακόμη και αν δεν συμπεριλαμβανόταν η αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα, η τάση κατά την περίοδο ανάλυσης θα εξακολουθούσε να είναι πτωτική και πολύ παρόμοια με τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(143)

Δεύτερον, όσον αφορά την παραγωγική ικανότητα και τη χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας, όπως αναφέρεται στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού, η Επιτροπή θεώρησε στην ανάλυσή της ότι οι παραγωγοί είναι σε θέση (σε ορισμένο βαθμό) να αλλάξουν την παραγωγή μεταξύ διαφόρων προϊόντων που έχουν ως βάση το άζωτο. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν θεώρησε ότι η παραγωγική ικανότητα και η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας συνιστούσαν παράγοντες που είχαν σημαντική επίπτωση στην εικόνα της ζημίας στην παρούσα έρευνα.

(144)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας Acron ισχυρίστηκε ότι ο συντελεστής χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας του ενωσιακού κλάδου παραγωγής ήταν 100 % και ότι όλη η αναφερθείσα αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή άλλων λιπασμάτων. Ωστόσο, δεν παρέθεσε αποδεικτικά στοιχεία που να υποστηρίζουν τον ισχυρισμό αυτόν, ενώ τα αριθμητικά στοιχεία για την παραγωγική ικανότητα και τη χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας που παρουσιάζονται στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού έχουν επαληθευτεί δεόντως. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(145)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά τους μακροοικονομικούς δείκτες, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 137 έως 147 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.4.3.   Μικροοικονομικοί δείκτες

(146)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας Eurochem ισχυρίστηκε ότι, λαμβανομένων υπόψη διαφόρων αναφορών που περιλαμβάνονται στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού σχετικά με τη διακύμανση των τιμών του φυσικού αερίου, οι ενωσιακοί παραγωγοί θα έπρεπε να είχαν παράσχει μη εμπιστευτική σύνοψη που να δείχνει την τάση των αντίστοιχων τιμών αγοράς φυσικού αερίου. Ωστόσο, οι τιμές αγοράς φυσικού αερίου από τους παραγωγούς του δείγματος δεν ζητήθηκαν αυτές καθαυτές στο ερωτηματολόγιο και, συνεπώς, δεν παρασχέθηκαν στις απαντήσεις σε αυτό. Οι τιμές αυτές ελήφθησαν και επαληθεύτηκαν κατά τις επιτόπιες επαληθεύσεις, και τα παραρτήματα που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια της επιτόπιας επαλήθευσης αντιμετωπίστηκαν ως εμπιστευτικά επειδή αποκαλύπτουν το εσωτερικό κόστος των ενωσιακών παραγωγών. Σε συγκεντρωτική και μη εμπιστευτική μορφή, εξελίχθηκαν ως εξής:

Τιμές αγοράς φυσικού αερίου από τους παραγωγούς του δείγματος (τιμαριθμικά αναπροσαρμοσμένες)

2015

2016

2017

ΠΕ

100

72

83

89

(147)

παραγωγός-εξαγωγέας CFI υπέβαλε παρατηρήσεις σχετικά με την αιτιολογική σκέψη 158 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού όσον αφορά την ικανότητα άντλησης κεφαλαίων. Το εν λόγω μέρος υποστήριξε ότι, γενικά, η ικανότητα μιας εταιρείας να αντλεί κεφάλαια δεν συνδέεται άμεσα με τις ταμειακές ροές αλλά μάλλον με τη συνολική οικονομική υγεία της εταιρείας. Ωστόσο, στην παρούσα έρευνα, ένας ενωσιακός παραγωγός απέδειξε ότι κατά κανόνα χρηματοδοτεί τις επενδύσεις από τα πλεονάσματα ταμειακών ροών. Επιπλέον, στην έρευνα διαπιστώθηκε σαφής επιδείνωση της συνολικής οικονομικής κατάστασης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Συνεπώς, το ζήτημα που τέθηκε δεν ανέτρεψε τα πορίσματα που παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη 158 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(148)

Η CFI ισχυρίστηκε επίσης ότι η ζημία την οποία υπέστη ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής θα ήταν διαφορετική εάν είχε αναλυθεί χωριστά για κάθε ενωσιακό παραγωγό. Αυτό θα συνέβαινε λόγω ζητημάτων όπως το κόστος προμήθειας φυσικού αερίου ή η γεωγραφική τους θέση.

(149)

Η ανάλυση της ζημίας πραγματοποιήθηκε βάσει του συνολικού ενωσιακού κλάδου παραγωγής και όχι ανά μεμονωμένο παραγωγό. Συνεπώς, η κατάσταση επιμέρους εταιρειών/ομίλων δεν είναι σημαντική για τη συνολική εκτίμηση. Πάντως, στη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση, η έρευνα έδειξε ότι οι τάσεις και για τους τρεις ενωσιακούς παραγωγούς του δείγματος (που θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικοί της κατάστασης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής) ήταν παρόμοιες και αρνητικές. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(150)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας Acron και η κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας αμφισβήτησαν το συμπέρασμα σχετικά με τη ζημία, υποβάλλοντας παρατηρήσεις σχετικά με ορισμένους δείκτες ζημίας, για τους οποίους ισχυρίστηκαν ότι εμφάνισαν θετική εξέλιξη σε κάποιο στάδιο της περιόδου ανάλυσης ή ακόμη και πριν από αυτή. Ωστόσο, οποιαδήποτε ουσιαστική εκτίμηση πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλους τους παράγοντες που απαριθμούνται στο άρθρο 3 του βασικού κανονισμού, όπως πράγματι έκανε η Επιτροπή στην προκειμένη περίπτωση. Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή απέρριψε τους ισχυρισμούς αυτούς.

(151)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά τους μικροοικονομικούς δείκτες, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 148 έως 158 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.4.4.   Συμπέρασμα σχετικά με τη ζημία

(152)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά το συμπέρασμα σχετικά με τη ζημία, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 159 έως 161 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

5.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

5.1.   Επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

(153)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας MHTL ισχυρίστηκε ότι η αξιολόγηση της αιτιώδους συνάφειας βασίστηκε στην ύπαρξη υποτιμολόγησης. Καθώς θεωρεί ότι η μεθοδολογία για τη διαπίστωση υποτιμολόγησης είναι εσφαλμένη, ολόκληρη η ανάλυση της αιτιώδους συνάφειας είναι επίσης εσφαλμένη και παραβιάζει το άρθρο 3 παράγραφοι 2, 3, 5, 6, 7 και 8 του βασικού κανονισμού.

(154)

Σε συνέχεια της ανάλυσης των παρατηρήσεων που ελήφθησαν μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι οι εισαγωγές από τις οικείες χώρες ήταν σε τιμές που συνιστούν υποτιμολόγηση σε σύγκριση με τις τιμές πώλησης των ενωσιακών παραγωγών. Πάντως, στην ανάλυση της αιτιώδους συνάφειας ελήφθησαν υπόψη πολλοί άλλοι παράγοντες πέραν της διαπίστωσης της υποτιμολόγησης. Πράγματι, στις αιτιολογικές σκέψεις 166 και 167 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η συμπίεση των τιμών όπως και η μείωση των τιμών κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας που προκλήθηκε από τις επίμαχες εισαγωγές αποτελεί βασικό επιχείρημα υπέρ της αιτιώδους συνάφειας. Στον πίνακα 7 του εν λόγω κανονισμού καταδεικνύεται επίσης ότι κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου οι τιμές πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής μειώθηκαν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι το κόστος που αυτός επωμίστηκε. Στο ίδιο πνεύμα, από το 2016 έως την περίοδο έρευνας οι τιμές πώλησης μειώθηκαν, ενώ το μοναδιαίο κόστος παραγωγής είχε αυξηθεί σημαντικά. Και οι δύο τάσεις κατέδειξαν ότι η συμπίεση των τιμών προκλήθηκε από τις επίμαχες εισαγωγές. Το πόρισμα αυτό επιβεβαιώθηκε στην τελική ανάλυση και, ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός του παραγωγού-εξαγωγέα απορρίφθηκε.

(155)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά την απόδοση της διαπιστωθείσας ζημίας στις επίμαχες εισαγωγές, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 163 έως 167 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

5.2.   Επιπτώσεις άλλων παραγόντων

(156)

Αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη διαφώνησαν με τον ρόλο τον οποίο αποδίδει η Επιτροπή στις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στις αιτιολογικές σκέψεις 163 έως 167 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, καθώς υποστήριξαν ότι για τη ζημία ευθύνονται άλλοι παράγοντες. Οι εν λόγω ισχυρισμοί εξετάζονται κατωτέρω.

5.2.1.   Η (παγκόσμια) τιμή της ουρίας

(157)

Αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη επανέλαβαν τον ισχυρισμό ότι η εξέλιξη των τιμών του ΟΝΑ συσχετίζεται στις περισσότερες αγορές με την εξέλιξη των τιμών της ουρίας. Διαφώνησαν με την ανάλυση του ισχυρισμού αυτού από την Επιτροπή, όπως διατυπώνεται στις αιτιολογικές σκέψεις 176 και 177 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, διότι δεν περιγράφει επακριβώς το επιχείρημα ότι αιτία της ζημίας που υπέστη ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής είναι η εξέλιξη των τιμών της ουρίας, και όχι οι εισαγωγές από τις οικείες χώρες.

(158)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI σχολίασε επίσης ότι η παρατήρηση της Επιτροπής στην αιτιολογική σκέψη 149 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού ότι οι τιμές πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής μειώθηκαν το 2016 λόγω αύξησης των εισαγωγών και ότι οι εν λόγω τιμές παρέμειναν στη συνέχεια συμπιεσμένες δεν υποστηρίζεται από τα πραγματικά περιστατικά. Η εξέλιξη των τιμών πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής μπορούν να αποδοθούν εξολοκλήρου στην εξέλιξη των τιμών της ουρίας. Ο ίδιος ισχυρισμός διατυπώθηκε εκ νέου μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων και προβλήθηκε επίσης από την Eurochem.

(159)

Η Επιτροπή συμφώνησε ότι οι τάσεις των τιμών της ουρίας και του ΟΝΑ εν γένει συσχετίζονται. Πράγματι, βάσει των πληροφοριών από διάφορες πηγές στατιστικών στοιχείων, υπάρχει κάποιος βαθμός συσχέτισης μεταξύ της εξέλιξης των τιμών των δύο λιπασμάτων. Ορισμένες φορές η συσχέτιση είναι ισχυρή και άλλες φορές, όπως κατά την εξεταζόμενη περίοδο, οι τάσεις στην Ένωση όσον αφορά το ΟΝΑ και την ουρία εξελίσσονται διαφορετικά. Για παράδειγμα, στο έγγραφο που υπέβαλε στις 26 Απριλίου 2019, ο καταγγέλλων παρέθεσε τις σημαντικές διαφορές τιμής που αναφέρθηκαν σε δημοσιεύσεις εμπορικού χαρακτήρα μεταξύ των τιμών της ουρίας και του ΟΝΑ ανά μονάδα αζώτου στην Ένωση σε διαφορετικά χρονικά σημεία της εξεταζόμενης περιόδου.

(160)

Ο ενωσιακός παραγωγός OCI Nitrogen παρατήρησε ότι αύξηση των εισαγωγών ΟΝΑ θα έπρεπε να προκαλέσει μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ των τιμών του ΟΝΑ και της ουρίας «χωρίς συνυπολογισμό του αζώτου», προκειμένου να δικαιολογηθεί το πόρισμα της αιτιώδους συνάφειας όσον αφορά τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Από την ανάλυση που διενέργησε δεν προκύπτει σημαντική αύξηση της διαφοράς στους μήνες κατά τους οποίους αυξήθηκαν οι όγκοι των εισαγωγών και, συνεπώς, το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των επίμαχων εισαγωγών και της ζημίας που υπέστησαν οι ενωσιακοί παραγωγοί.

(161)

Ωστόσο, ακόμη και αν θα μπορούσε να υπάρχει συσχέτιση, αυτό δεν σημαίνει ότι οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ δεν μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνες για τη ζημία που υπέστη ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής. Όσον αφορά τον αντίκτυπο των εν λόγω εισαγωγών στην κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, η Επιτροπή υπενθύμισε ότι, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, η μεγαλύτερη πτώση στις τιμές εισαγωγής (−30 %) και η σημαντικότερη αύξηση του όγκου εισαγωγών (+50 %) σημειώθηκαν το 2016. Κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής απώλεσε μερίδιο αγοράς (−14 %), μειώθηκαν οι τιμές πώλησής του (−26 %) και ξεκίνησε η θεαματική πτώση της κερδοφορίας του, η οποία οδήγησε εντέλει σε σημαντικές ζημίες κατά την περίοδο έρευνας. Με βάση τα πραγματικά αυτά περιστατικά, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί η ύπαρξη σαφούς αιτιώδους συνάφειας μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και της ζημίας.

(162)

Η ανάλυση που πραγματοποίησε ο εν λόγω ενωσιακός παραγωγός δεν εντόπισε αυτή τη συνάφεια βασιζόμενη σε μηνιαία ανάλυση του όγκου εισαγωγών και της διαφοράς τιμής των εν λόγω μηνιαίων εισαγωγών «χωρίς συνυπολογισμό της ουρίας». Η Επιτροπή διαφώνησε με την ανάλυση αυτή. Πρώτον, τόσο η ουρία όσο και το ΟΝΑ περιέχουν άζωτο και εφαρμόζονται από τον ίδιο κλάδο παραγωγής-χρήστη (δηλαδή τους γεωργούς). Κατά συνέπεια, η ύπαρξη κάποιου είδους συσχέτισης δεν προξενεί έκπληξη. Δεύτερον, στη σύγκριση της «προσαρμοσμένης» διαφοράς τιμής με όγκους εισαγωγών σε μηνιαία βάση δεν λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι συχνά οι τιμές συμφωνούνται μήνες πριν από τον πραγματικό χρόνο εισόδου των προϊόντων στην Ένωση και ποικίλλουν ανάλογα με την περίοδο κατά την οποία καθορίζονται. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεώρησε ότι δεν υφίσταται βάση i) για «προσαρμογή» των τιμών, όπως αυτή που εφάρμοσε το ενδιαφερόμενο μέρος στον ισχυρισμό του, και ii) για την απόδοση μεγάλης αξίας στην επακόλουθη μηνιαία ανάλυσή του. Με βάση τα ανωτέρω, οποιαδήποτε συσχέτιση μεταξύ των τιμών της ουρίας και του ΟΝΑ δεν μπορεί να αποδυναμώσει την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και της ζημίας.

(163)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI διαφώνησε με το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι οι τιμές άμεσης παράδοσης για την ουρία σε διάφορα σημεία σε ολόκληρο τον κόσμο δείχνουν διακυμάνσεις των τιμών, ανάλογα με την αγορά, κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Υποστήριξε ότι, για την ακρίβεια, οι πληροφορίες στις οποίες αναφέρεται η Επιτροπή καταδεικνύουν ότι υπάρχει συσχέτιση μεταξύ των παγκόσμιων τιμών της ουρίας. Επιπλέον, άσκησε κριτική σχετικά με τις τέσσερις αγορές στις οποίες αναφέρεται το υλικό στο οποίο παραπέμπει η υποσημείωση 15 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, καθώς δύο εξ αυτών βρίσκονται στην Κίνα —όπου η Επιτροπή θεωρεί ότι υπάρχει στρέβλωση όσον αφορά την ουρία— ενώ επίσης ισχυρίστηκε ότι απουσίαζαν τιμές αγοράς που αποτελούν σημείο αναφοράς, όπως οι τιμές FOB επί της φορτηγίδας στον Κόλπο των ΗΠΑ ή οι τιμές FOB της ουρίας σε κοκκώδη μορφή στη Μέση Ανατολή, οι οποίες κατά τους ισχυρισμούς είναι πολύ πιο σημαντικές. Εν προκειμένω, η Επιτροπή επισήμανε ότι, όσον αφορά την ποιότητα του υλικού, δεδομένου ότι κανένα ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπέβαλε εγκαίρως γραφήματα ελεύθερα δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας σχετικά με τις τιμές του λιπάσματος, η Επιτροπή χρησιμοποίησε ορισμένες διαθέσιμες πληροφορίες, οι οποίες ήταν ελεύθερες δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και από τις οποίες προκύπτει σε κάθε περίπτωση ότι κατά το πρόσφατο παρελθόν η τιμολόγηση της ουρίας εμφάνιζε διαφορετικές τάσεις σε διαφορετικά μέρη του κόσμου.

(164)

Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, η Eurochem εξέφρασε επίσης την αντίθεσή της σε σχέση με το γεγονός ότι η Επιτροπή χρησιμοποίησε προσωρινά κινεζικές τιμές για να καταδείξει την απουσία συσχέτισης και ότι δεν χρησιμοποίησε τις παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν καθυστερημένα. Ωστόσο, η Επιτροπή εξέτασε όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το ζήτημα αυτό και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η παγκόσμια τιμή της ουρίας δεν είχε σημαντικό αντίκτυπο στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής. Η άποψη αυτή επιβεβαιώθηκε περαιτέρω για τους λόγους που παρατίθενται στην επόμενη αιτιολογική σκέψη.

(165)

Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, η Fertilizers Europe προσκόμισε περαιτέρω στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η συσχέτιση μεταξύ των τιμών της ουρίας και του ΟΝΑ διακόπηκε κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας και ακόμη περισσότερο έπειτα από αυτή. Τα στοιχεία κατά βάση επιβεβαίωσαν το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι η συσχέτιση δεν είναι διαρθρωτικά ισχυρή, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς διαφόρων ενδιαφερόμενων μερών.

(166)

Η εταιρεία OCI Nitrogen διαφώνησε επίσης με το γεγονός ότι η Επιτροπή, στην αιτιολογική σκέψη 176 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, χρησιμοποίησε πληροφορίες οι οποίες ήταν δημόσια διαθέσιμες στο διαδίκτυο, ενώ οι εν λόγω πληροφορίες δεν είχαν συμπεριληφθεί στον ανοικτό φάκελο της υπόθεσης. Σύμφωνα με το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος, το άρθρο 2 παράγραφος 6α στοιχεία γ) και ε) του βασικού κανονισμού υποχρεώνει την Επιτροπή να χρησιμοποιεί μόνο πληροφορίες οι οποίες περιλαμβάνονται στον φάκελο της έρευνας και οι οποίες μπορούν να επαληθευτούν δεόντως από την Επιτροπή, ενέργεια που δεν είναι δυνατόν να εκτελεστεί στην προκειμένη περίπτωση, καθώς το μέρος από το οποίο προήλθαν οι πληροφορίες αρνήθηκε να συνεργαστεί στην έρευνα.

(167)

Η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό αυτόν και επισήμανε ότι το άρθρο 2 παράγραφος 6α στοιχεία γ) και ε) του βασικού κανονισμού δεν είναι συναφές στην προκειμένη περίπτωση, καθώς αφορά υπολογισμούς ντάμπινγκ στην περίπτωση σημαντικών στρεβλώσεων σε μια χώρα εξαγωγής. Επιπλέον, στο πλαίσιο της επίδειξης επιμέλειας, η Επιτροπή οφείλει να διασταυρώνει τις πληροφορίες στις οποίες βασίζονται οι ισχυρισμοί των ενδιαφερόμενων μερών με άλλες σχετικές πηγές πληροφοριών. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή διασταύρωσε ορισμένα στοιχεία σχετικά με τις τιμές της ουρίας τα οποία παρασχέθηκαν από την εταιρεία OCI Nitrogen με μια παρουσίαση του 2018 την οποία δημοσίευσε στον δικτυακό του τόπο ένας άλλος ενωσιακός παραγωγός που συμμετέχει στην παρούσα διαδικασία. Η εν λόγω παρουσίαση περιλαμβάνει γράφημα σχετικά με τις τιμές της ουρίας από τον Ιανουάριο του 2015 σε διάφορα μέρη του κόσμου, όπως αναφέρθηκαν από παρόχους πληροφοριών της αγοράς.

(168)

Επομένως, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 177 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η (παγκόσμια) τιμή της ουρίας δεν θα μπορούσε να έχει σημαντικό αντίκτυπο στις τιμές πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής και στη ζημιογόνο κατάστασή του.

5.2.2.   Άλλοι παράγοντες

(169)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας Eurochem διαφώνησε με την παρατήρηση της Επιτροπής στην αιτιολογική σκέψη 155 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού ότι οι εισαγωγές ευθύνονται για τη συμπίεση των τιμών πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, επισημαίνοντας ότι οι τιμές του ενωσιακού κλάδου παραγωγής μειώθηκαν λόγω της αύξησης του κόστους του φυσικού αερίου από το 2017. Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, ο ισχυρισμός αυτός διατυπώθηκε εκ νέου. Και η κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας ισχυρίστηκε επίσης ότι η αύξηση του κόστους του φυσικού αερίου επηρέασε την κερδοφορία του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Το ζήτημα αυτό εξετάστηκε ήδη στις αιτιολογικές σκέψεις 178 έως 180 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Παρότι η εξέλιξη της τιμής του φυσικού αερίου θα μπορούσε να αποτελέσει αιτία για την αύξηση του κόστους, ούτε η αύξηση του κόστους του φυσικού αερίου ούτε άλλες αυξήσεις κόστους αποτέλεσαν την αιτία για την αδυναμία του ενωσιακού κλάδου παραγωγής να αυξήσει τις οικείες τιμές (οι οποίες είχαν συμπιεστεί λόγω των επίμαχων εισαγωγών) προκειμένου να αποφύγει τις ζημίες που διαπιστώθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Ένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκε ότι η κερδοφορία του ενωσιακού κλάδου παραγωγής σημείωσε ραγδαία και έντονη πτώση το 2017 και κατά την περίοδο έρευνας, διότι ο κλάδος είχε αποφασίσει να «ενεργήσει ενάντια στην αγορά» και να διατηρήσει τις τιμές στο σχετικά χαμηλό επίπεδο του 2016, παρά τη σημαντική αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου και, κατά συνέπεια, του κόστους. Το ενδιαφερόμενο μέρος ανέφερε ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής διέθετε άλλες επιλογές, στοιχείο το οποίο δεν υποστηρίζεται από τα πραγματικά περιστατικά που περιλαμβάνονται στον φάκελο και από τα οποία προκύπτει ότι, ακόμη και με τις τιμές αυτές, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής απώλεσε μερίδιο αγοράς της τάξης του 3,5 % στην Ένωση μεταξύ του 2016 και της περιόδου έρευνας (πίνακας 5 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού). Η απώλεια μεριδίου αγοράς της Ένωσης, της τάξης των 2,1 εκατοστιαίων μονάδων, την οποία υπέστη ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής από το 2016 έρχεται σε αντίθεση με την αύξηση του μεριδίου αγοράς, της τάξης των 3,7 εκατοστιαίων μονάδων, η οποία παρατηρήθηκε για τις επίμαχες εισαγωγές κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου (πίνακας 2 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού). Κατά την ίδια περίοδο, από το 2016 έως την περίοδο έρευνας, οι μέσες τιμές εισαγωγής από τις οικείες χώρες μειώθηκαν περαιτέρω κατά ποσοστό άνω του 7 % (πίνακας 3 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού). Ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής δεν μπορούσε να αυξήσει τις οικείες τιμές πώλησης σύμφωνα με την αύξηση του κόστους προκειμένου να περιορίσει την απώλεια μεριδίου αγοράς, με αποτέλεσμα να σημειωθεί σημαντική συμπίεση των τιμών και θεαματική πτώση της κερδοφορίας. Με άλλα λόγια, η αιτία της πτώσης της κερδοφορίας ήταν η συμπίεση των τιμών που προκλήθηκε από τους αυξημένους όγκους των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ καθώς, στο πλαίσιο ενός τέτοιου σεναρίου, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής δεν μπορούσε να αυξήσει τις οικείες τιμές πώλησης ώστε να αντικατοπτρίζουν την εν λόγω αύξηση του κόστους. Υπό αυτήν την έννοια, η εξέλιξη της τιμής του φυσικού αερίου δεν εξηγεί τη συρρίκνωση των κερδών στην προκειμένη περίπτωση και δεν μπορεί να θεωρηθεί παράγοντας που συμβάλλει στη ζημιογόνο κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής.

(170)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη προέβαλαν τον ισχυρισμό ότι η ανάλυση της αιτιώδους συνάφειας επηρεάστηκε από την επιλογή του δείγματος, το οποίο θεώρησαν μη αντιπροσωπευτικό του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, καθώς οι παραγωγοί AB Achema και Grupa Azoty αντιμετώπιζαν δυσκολίες που συνδέονταν ειδικά με τις εταιρείες τους και δεν αφορούσαν όλους τους άλλους ενωσιακούς παραγωγούς. Ειδικότερα, επανέλαβαν ότι για τις εταιρείες AB Achema και Grupa Azoty ίσχυαν ρυθμιζόμενες και υψηλές τιμές φυσικού αερίου και ότι οι εν λόγω εταιρείες έπρεπε να καλύπτουν υπερβολικά υψηλό κόστος μεταφοράς για τις πωλήσεις τους στη δυτική Ευρώπη, όπου πωλούνταν οι μεγαλύτερες ποσότητες ΟΝΑ. Οι ισχυρισμοί αυτοί διατυπώθηκαν εκ νέου μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων.

(171)

Σχετικά με τον ισχυρισμό αυτόν, θα πρέπει να σημειωθεί, πρώτον, ότι οι μακροοικονομικοί δείκτες στην εκτίμηση της ζημίας λαμβάνονται από όλους τους ενωσιακούς παραγωγούς, όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 134 έως 136 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Μόνο οι μικροοικονομικοί δείκτες αξιολογούνται στο επίπεδο των παραγωγών του δείγματος. Κατά συνέπεια, η αρνητική τάση των περισσότερων μακροοικονομικών δεικτών, ιδιαίτερα όσον αφορά τους όγκους παραγωγής, τους όγκους πωλήσεων και το μερίδιο αγοράς, δεν επηρεάζεται από τη σύνθεση του δείγματος. Δεύτερον, όπως ήδη αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 124 ανωτέρω, το δείγμα επιλέχθηκε βάσει του όγκου παραγωγής και πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας και αντιστοιχεί σε περισσότερο από το 50 % της παραγωγής και του όγκου πωλήσεων στην Ένωση. Ως εκ τούτου, κρίνεται αντιπροσωπευτικό και πλήρως συμμορφούμενο με τις διατάξεις του άρθρου 17 του βασικού κανονισμού.

(172)

Όσον αφορά το ζήτημα των τιμών του φυσικού αερίου, όπως καταβλήθηκαν από τις εταιρείες AB Achema και Grupa Azoty, η Επιτροπή εξέτασε, και στους τρεις ενωσιακούς παραγωγούς του δείγματος, τον τρόπο και το κόστος προμήθειας φυσικού αερίου. Παρότι οι τιμές του φυσικού αερίου και οι λοιπές δαπάνες για την προμήθεια φυσικού αερίου ποικίλλουν μεταξύ των κρατών μελών, ήταν σαφές ότι η τάση της τιμής του φυσικού αερίου ήταν παρόμοια και για τους τρεις παραγωγούς. Το κόστος του φυσικού αερίου μειώθηκε το 2016 και αυξήθηκε το 2017 και κατά την περίοδο έρευνας (βλέπε επίσης τον πίνακα στην αιτιολογική σκέψη 146 ανωτέρω). Και οι τρεις παραγωγοί σημείωσαν σταθερή πτώση της κερδοφορίας τους κατά την περίοδο ανάλυσης, καθώς τα υψηλότερα έξοδα (εκ των οποίων το μεγαλύτερο είναι το φυσικό αέριο, το οποίο παρουσιάζει και τις εντονότερες διακυμάνσεις) δεν αντισταθμίστηκαν από υψηλότερες τιμές πώλησης το 2017 και κατά την περίοδο έρευνας. Με άλλα λόγια, ακόμη και αν οι απόλυτοι αριθμοί για ορισμένους από τους δείκτες αυτούς διέφεραν ενδεχομένως από τον ένα παραγωγό στον άλλον (όπως ισχυρίστηκε η Eurochem μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων), η ζημία ήταν προφανής και στους τρεις παραγωγούς και στον φάκελο δεν υπάρχουν ενδείξεις ή αποδείξεις βάσει των οποίων να προκύπτει ότι διαφορετικό δείγμα θα είχε οδηγήσει σε διαφορετικά πορίσματα όσον αφορά τη ζημία.

(173)

Όσον αφορά το θέμα ότι η γεωγραφική θέση των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος προκάλεσε ζημία λόγω του κόστους που συνεπάγεται η μεταφορά του υπό εξέταση προϊόντος στην αγορά, κατά την περίοδο έρευνας υπήρχαν 20 γνωστοί παραγωγοί του υπό εξέταση προϊόντος με εγκαταστάσεις παραγωγής σε όλα τα μέρη της Ένωσης. Επιπλέον, στο πλαίσιο του δείγματος, παρότι μέρος του όγκου πωλήσεων μεταφερόταν μέσω θαλάσσιων εμπορευματικών μεταφορών σε άλλα μέρη της Ένωσης, οι περισσότερες πωλήσεις πραγματοποιούνταν μάλλον σε τοπικό επίπεδο (19). Τρίτον, δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο οι παραγωγοί να έχουν πελάτες σε αποστάσεις οι οποίες συνεπάγονται σημαντικό κόστος μεταφοράς. Ωστόσο, το στοιχείο που είναι σημαντικό για την έρευνα της Επιτροπής είναι ότι οι τιμές σε αυτές τις αγορές είναι συμπιεσμένες λόγω του αντίκτυπου που είχαν οι αθέμιτα τιμολογηθείσες εισαγωγές. Επίσης, θα πρέπει να επισημανθεί ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής κατόρθωσε να καταγράψει εύλογα κέρδη κατά τα δύο πρώτα έτη της περιόδου ανάλυσης παρά τη γεωγραφική του θέση.

(174)

Για τις πωλήσεις στη Ρουέν ή στη Γάνδη, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 107 ανωτέρω, το κόστος μεταφοράς στο σημείο CIF αντιστοιχούσε περίπου στο 15 έως 20 % της τιμής CIF. Ωστόσο, το κόστος αυτό έπρεπε να καλύπτεται σε ετήσια βάση και, το 2015 και το 2016, ο κλάδος παραγωγής στο σύνολό του, συμπεριλαμβανομένων των παραγωγών με κόστος CIF αυτού του ύψους, παρουσίασε κερδοφορία. Όπως προαναφέρθηκε, οι τάσεις στην προκειμένη περίπτωση δείχνουν ότι η ζημία ήταν προφανής και για τους τρεις παραγωγούς του δείγματος και όχι μόνο για εκείνους που είναι εγκατεστημένοι στην Πολωνία και στη Λιθουανία. Συνάχθηκε, συνεπώς, το συμπέρασμα ότι το κόστος μεταφοράς που συνδέεται με τη μεταφορά του προϊόντος στην αγορά δεν αποδυναμώνει την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και της ζημίας που υπέστη ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής.

(175)

Η εταιρεία OCI Nitrogen παρατήρησε ότι η Επιτροπή είχε παραβλέψει το επιχείρημα ότι οι ολοκληρωμένες εγκαταστάσεις αποτελούν βασικό παράγοντα στον κλάδο των λιπασμάτων. Ισχυρίστηκε ότι η έλλειψη ολοκληρωμένων εγκαταστάσεων της γραμμής παραγωγής ΟΝΑ με γραμμές παραγωγής άλλων λιπασμάτων καθιστά τον παραγωγό ευάλωτο σε διακυμάνσεις της αγοράς και αποτελεί παράδειγμα αυτοπροκληθείσας ζημίας. Ωστόσο, και οι τρεις εταιρείες του δείγματος παράγουν ΟΝΑ και άλλα λιπάσματα σε ολοκληρωμένες εγκαταστάσεις. Το γεγονός ότι ορισμένοι παραγωγοί βασίζονται στο ΟΝΑ σε μεγαλύτερο βαθμό από άλλους παραγωγούς δεν συνεπάγεται ότι προκάλεσαν τη ζημία οι ίδιοι. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(176)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI υποστήριξε ότι η παραγωγικότητα μειώθηκε κατά 1 % ενώ το κόστος εργασίας αυξήθηκε κατά 10 % και ότι, καθώς το εν λόγω πρόσθετο κόστος δεν συνδέεται με τις εισαγωγές, θα έπρεπε να είχε ληφθεί υπόψη στην ανάλυση που διενέργησε η Επιτροπή για την αιτιώδη συνάφεια.

(177)

Η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό αυτόν καθώς η αύξηση του μέσου κόστους εργασίας ανά εργαζόμενο δεν αντικατοπτριζόταν σε παρόμοια μεταβολή του μοναδιαίου κόστους παραγωγής, το οποίο, αντιθέτως και όπως αποδεικνύεται από τον πίνακα 7 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, μειώθηκε κατά 11 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Επιπλέον, η μείωση της παραγωγικότητας μπορεί να αποδοθεί στη συνολική μείωση της παραγωγής ΟΝΑ από τους ενωσιακούς παραγωγούς κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, η οποία συνδέεται επίσης με την πίεση των εισαγωγών στην ενωσιακή αγορά ΟΝΑ.

(178)

Ο ενωσιακός παραγωγός OCI Nitrogen και οι παραγωγοί-εξαγωγείς CFI και Acron ισχυρίστηκαν επίσης ότι η Επιτροπή εσφαλμένα απέρριψε τον αντίκτυπο της εποχικότητας στις τιμές στην αιτιολογική σκέψη 186 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Πιο συγκεκριμένα, διατύπωσαν την άποψη ότι η Επιτροπή δεν δύναται να ισχυρίζεται ότι η χρήση ετήσιου μέσου όρου θα αντισταθμίσει τη σημασία της εποχικότητας της τιμής. Υποστήριξαν ότι η εταιρεία AB Achema είχε αναφέρει ότι είχε μειώσει τις δραστηριότητες και την παραγωγή της κατά 50 % στο διάστημα μεταξύ Ιουνίου και Οκτωβρίου 2016 και ότι συνήθως αναστέλλει μέρος της παραγωγής της σε ετήσια βάση, κατά κανόνα το καλοκαίρι όταν οι αγορές προσφέρουν χαμηλότερες τιμές για τα λιπάσματα δεδομένης της μειωμένης ζήτησης. Όσον αφορά την αναστολή της παραγωγής της AB Achema, από την έρευνα καταδείχθηκε ότι όχι μόνο η AB Achema αλλά και άλλοι παραγωγοί ΟΝΑ μειώνουν ή διακόπτουν προσωρινά την παραγωγή για λόγους συντήρησης ή επισκευών. Είναι εύλογο τέτοιου είδους δραστηριότητες, όπου είναι δυνατόν, να προγραμματίζονται σε περίοδο χαμηλότερης ζήτησης. Επιπλέον, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 166 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, ορισμένες διακοπές της παραγωγής στην Ένωση συνδέονται με το πλαίσιο της συμπιεσμένης αγοράς. Σε κάθε περίπτωση, όπως έχει ήδη συναχθεί σε συνέχεια της ανάλυσης σχετικά με το εύρος και τις τιμές πώλησης στις αιτιολογικές σκέψεις 133 έως 134 ανωτέρω, δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν οποιονδήποτε σημαντικό και συνεπή αντίκτυπο της εποχικότητας στην ανάλυση των τιμών. Η Επιτροπή θεωρεί δίκαιη τη χρήση ετήσιου μέσου όρου των τιμών, καθώς πρόκειται για συνήθη πρακτική στον κλάδο του ΟΝΑ να εξασφαλίζονται ορισμένοι όγκοι και τιμές στο δεύτερο εξάμηνο του έτους για παραδόσεις στο πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι ο εν λόγω ισχυρισμός θα πρέπει να απορριφθεί.

(179)

Οι παραγωγοί-εξαγωγείς CFI και Eurochem ισχυρίστηκαν ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής είχε τονώσει τις εξαγωγικές πωλήσεις του εις βάρος των πωλήσεων στην Ένωση, και ότι το στοιχείο αυτό —και όχι η αύξηση των εισαγωγών από τις οικείες χώρες— οδήγησε στη μείωση του μεριδίου αγοράς του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Η Eurochem ισχυρίστηκε επίσης ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής είχε αποφασίσει να εστιάσει σε περισσότερο επικερδή αζωτούχα προϊόντα, όπως το νιτρικό αμμώνιο, εις βάρος της αγοράς ΟΝΑ στην Ένωση, ισχυρισμός ο οποίος διατυπώθηκε εκ νέου μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων. Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, διατυπώθηκε επίσης εκ νέου ο ισχυρισμός ότι οι εισαγωγές θα ήταν απαραίτητες για να καλυφθεί το κενό, καθώς, κατά τους ισχυρισμούς, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής δεν ενδιαφερόταν να παράγει ΟΝΑ για τους πελάτες του στην Ένωση. Όπως εξηγήθηκε ήδη στο σημείο 5.2.2 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, οι αυξημένες πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στις εξαγωγικές αγορές του (κατά περίπου 280 000 τόνους) αντιστάθμισαν κατά μικρό μόνο μέρος την απώλεια περίπου 700 000 τόνων στην αγορά της Ένωσης. Ακόμη και αν λάβει κανείς υπόψη τη μείωση της κατανάλωσης κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου, δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι οι εν λόγω αυξημένες εξαγωγικές πωλήσεις στέρησαν από τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής τη δυνατότητα να εξυπηρετήσει την πελατειακή βάση του στην Ένωση. Η Επιτροπή κρίνει ότι η στροφή της παραγωγής από ορισμένους ενωσιακούς παραγωγούς (όπως αναγνωρίζεται στην αιτιολογική σκέψη 139 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού) συνιστά εύλογο μέτρο που εφαρμόστηκε από τους ενωσιακούς παραγωγούς οι οποίοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με πτώση της κερδοφορίας και μείωση των τιμών του ΟΝΑ στην Ένωση λόγω των εισαγωγών από τις οικείες χώρες. Επιπλέον, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, η αυξημένη έμφαση στις εξαγωγικές αγορές δεν είναι δυνατόν να συνέβαλε στη ζημία του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, αλλά ενδέχεται, αντιθέτως, να μετρίασε σε περιορισμένο βαθμό τη ζημία που προκλήθηκε από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Υπενθυμίζεται ότι το ποσοστό χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας του ενωσιακού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά την εξεταζόμενη περίοδο κατά 7 εκατοστιαίες μονάδες σε 46 %. Κατά συνέπεια, η αύξηση των εξαγωγικών πωλήσεων δεν επηρέασε αρνητικά την ικανότητα του ενωσιακού κλάδου παραγωγής να εξυπηρετεί την αγορά της Ένωσης. Επομένως, οι ισχυρισμοί αυτοί απορρίπτονται.

(180)

Η κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας ισχυρίστηκε ότι το γεγονός πως στη σελίδα 57 της καταγγελίας γίνεται αναφορά σε αύξηση της χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας από τους ενωσιακούς παραγωγούς κατά 21 % την περίοδο 2013-2017 συνεπάγεται την απουσία συνάφειας μεταξύ της εικαζόμενης εφαρμογής πρακτικής ντάμπινγκ από τη Ρωσία και της σημαντικής ζημίας του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται. Στον πίνακα 4 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού καταδεικνύεται μείωση της χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου.

(181)

Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, η Eurochem ισχυρίστηκε ότι η δυναμική της αγοράς, και όχι οι εισαγωγές από τις οικείες χώρες, ήταν η αιτία που προκάλεσε τη ζημία που υπέστη ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής. Η εν λόγω δυναμική της αγοράς αφορούσε την πτώση των τιμών της ουρίας και την εξέλιξη του κόστους του φυσικού αερίου. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός φάνηκε να αποτελεί αναδιατύπωση των προηγούμενων ισχυρισμών της συγκεκριμένης εταιρείας καθώς και ισχυρισμών που διατύπωσαν άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, οι οποίοι είχαν προηγουμένως εξεταστεί και απορριφθεί. Παρ’ όλα αυτά, συνοψίζοντας τα πορίσματα της Επιτροπής, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής απέδειξε ότι το 2015 και το 2016 κατόρθωσε να σημειώσει κέρδη είτε οι τιμές του φυσικού αερίου ήταν υψηλές είτε χαμηλές. Ωστόσο, γεγονός ήταν ότι η αύξηση των όγκων των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ σε χαμηλές τιμές που οδήγησε σε συμπίεση των τιμών το 2017 και κατά την περίοδο έρευνας εμπόδισε τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής να αυξήσει τις τιμές για να καλύψει τα έξοδά του. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός ότι η δυναμική της αγοράς ήταν εκείνη που προκάλεσε τη ζημία, και όχι οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, απορρίφθηκε.

(182)

Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, η CFI και η IFA ισχυρίστηκαν ότι οι πρόσθετοι φόροι που υποχρεώθηκε να καταβάλει ο ενωσιακός παραγωγός του δείγματος AB Achema κατά την περίοδο έρευνας είχαν αντίκτυπο στην κερδοφορία της εταιρείας και των ενδιαφερόμενων μερών του δείγματος. Συνεπώς, η Επιτροπή θα έπρεπε να το είχε λάβει αυτό υπόψη ως παράγοντα που θα μπορούσε να είχε προκαλέσει ζημία. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το κόστος αγοράς φυσικού αερίου (συμπεριλαμβανομένων τελών, φόρων και εξόδων μεταφοράς) μειώθηκε και για τους τρεις παραγωγούς κατά την περίοδο ανάλυσης. Για την ακρίβεια, το κόστος αγοράς φυσικού αερίου ακολούθησε παρόμοια τάση και για τους τρεις παραγωγούς. Δεν υπήρξαν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι πρόσθετοι φόροι ενός μεμονωμένου ενωσιακού παραγωγού είχαν σημαντικό αντίκτυπο στην κερδοφορία του κλάδου παραγωγής του δείγματος. Αντιθέτως, η συρρίκνωση της κερδοφορίας του ενωσιακού κλάδου παραγωγής οφειλόταν στην αδυναμία του ενωσιακού κλάδου παραγωγής να αυξήσει τις τιμές του ανάλογα με τις συνολικές αυξήσεις του κόστους. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

5.2.3.   Συμπέρασμα

(183)

Βάσει των ανωτέρω και ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κανένας από τους άλλους παράγοντες που εξετάστηκαν τόσο στο προσωρινό στάδιο όσο και στο οριστικό στάδιο δεν ήταν ικανός να επιφέρει σημαντικό αντίκτυπο στη ζημιογόνο κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Ως εκ τούτου, κανένας από τους παράγοντες, είτε αναλύθηκε σε μεμονωμένη βάση είτε σε συλλογική βάση, δεν αποδυνάμωσε την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και της ζημίας που υπέστη ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής σε σημείο που η εν λόγω συνάφεια να πάψει πλέον να είναι γνήσια και ουσιαστική, επιβεβαιώνοντας το συμπέρασμα που παρατίθεται στην αιτιολογική σκέψη 190 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

6.   ΕΠΙΠΕΔΟ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

(184)

Οι Ρώσοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η μη εφαρμογή του κανόνα του χαμηλότερου δασμού βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 2α του βασικού κανονισμού μόνο σε σχέση με τις εισαγωγές από τη Ρωσία θα είχε ως αποτέλεσμα την είσπραξη δασμών αντιντάμπινγκ κατά τρόπο που εισάγει διακρίσεις και αντιβαίνει στο άρθρο 9.2 της συμφωνίας αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ.

(185)

Η Επιτροπή σημειώνει εξαρχής ότι η εφαρμογή του κανόνα του χαμηλότερου δασμού δεν είναι υποχρεωτική βάσει της συμφωνίας αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ, καθώς στο άρθρο 9.1 αναφέρεται ότι η εφαρμογή του «είναι επιθυμητή». Δεν υπάρχουν συμπληρωματικές διατάξεις που να εξηγούν τις ουσιαστικές ρυθμίσεις της εφαρμογής του όταν οι χώρες-μέλη του ΠΟΕ αποφασίζουν να εφαρμόσουν τον κανόνα αυτόν. Κατά συνέπεια, η ΕΕ διαθέτει ευρύ περιθώριο διακριτικής ευχέρειας όσον αφορά τις ρυθμίσεις εφαρμογής του κανόνα του χαμηλότερου δασμού.

(186)

Η Επιτροπή επισημαίνει περαιτέρω ότι, σε αντίθεση με την ερμηνεία των εν λόγω παραγωγών-εξαγωγέων, ο κανόνας του χαμηλότερου δασμού εξακολουθεί να είναι εφαρμοστέος δυνάμει του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ, όπως τροποποιήθηκε τελευταία στις 30 Μαΐου 2018. Το στοιχείο που άλλαξε μετά την εν λόγω τροποποίηση είναι οι ρυθμίσεις εφαρμογής του, καθώς σε περιπτώσεις στις οποίες υπάρχουν στρεβλώσεις όσον αφορά τις πρώτες ύλες βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 2α, το περιθώριο ντάμπινγκ θεωρείται ότι αντανακλά τη ζημία που υπέστη ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής, όπως επεξηγείται επίσης στις αιτιολογικές σκέψεις 221 έως 237 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(187)

Κατάσταση διακρίσεων μπορεί να προκύψει μόνον όταν σε δύο καταστάσεις που είναι παρόμοιες επιφυλάσσεται διαφορετική μεταχείριση ή όταν σε δύο καταστάσεις που είναι διαφορετικές επιφυλάσσεται όμοια μεταχείριση. Σε αυτή τη λογική βασίζεται και η διάταξη περί μη εισαγωγής διακρίσεων δυνάμει του άρθρου 9.2 της συμφωνίας αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ, ανεξάρτητα από το αν εφαρμόζεται επίσης στις ρυθμίσεις εφαρμογής του κανόνα του χαμηλότερου δασμού, ο οποίος δεν είναι υποχρεωτικός βάσει της συμφωνίας.

(188)

Στην προκειμένη περίπτωση, η Επιτροπή διαπίστωσε την ύπαρξη στρεβλώσεων όσον αφορά τις πρώτες ύλες βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 2α του βασικού κανονισμού μόνο σε σχέση με τη Ρωσία και όχι σε σχέση με τις άλλες χώρες εξαγωγής που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας, όπως επεξηγείται περαιτέρω στην αιτιολογική σκέψη 217. Ως εκ τούτου, η κατάσταση των παραγωγών-εξαγωγέων στη Ρωσία, όπου υφίστανται στρεβλώσεις όσον αφορά τις πρώτες ύλες, δεν είναι συγκρίσιμη με την κατάσταση των παραγωγών-εξαγωγέων στο Τρινιδάδ και Τομπάγκο και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, όπου δεν διαπιστώνονται τέτοιου είδους στρεβλώσεις. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

6.1.   Εξέταση του περιθωρίου που επαρκεί για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής για το Τρινιδάδ και Τομπάγκο και για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

(189)

Αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η υπόθεση Jindal Saw θα επηρέαζε επίσης τον υπολογισμό των περιθωρίων πώλησης σε χαμηλότερες τιμές. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι το περιθώριο πώλησης σε χαμηλότερες τιμές που χρησιμοποιήθηκε στην παρούσα έρευνα ως το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας ορίστηκε με χρήση του κόστους παραγωγής των ενωσιακών παραγωγών. Δεν προστέθηκε κόστος στο εργοστασιακό κόστος για την κάλυψη των δαπανών των συνδεδεμένων εταιρειών πωλήσεων, εφόσον υπάρχουν, του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Συνεπώς, η ασυμμετρία η οποία, όπως διαπιστώθηκε από το Γενικό Δικαστήριο, επηρέασε τους υπολογισμούς της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές στην υπόθεση Jindal Saw δεν υφίσταται στην παρούσα υπόθεση και, κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.

(190)

Υπενθυμίζεται ότι στο προσωρινό στάδιο το περιθώριο πώλησης σε χαμηλότερες τιμές υπολογίστηκε με τη χρήση κατασκευασμένης τιμής-στόχου σε επίπεδο CIF για περίπου το 40 % των πωλήσεων του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Το κόστος από EXW σε CIF αντιπροσώπευε από 15 έως 20 % της τιμής CIF. Το κόστος αυτό αναθεωρήθηκε ελαφρώς προς τα πάνω στο οριστικό στάδιο για να διορθωθεί ένα σφάλμα υπολογισμού ήσσονος σημασίας όσον αφορά ορισμένες τιμές CIF ενός από τους ενωσιακούς παραγωγούς του δείγματος, εξαιτίας του οποίου οι τιμές αυτές είχαν εκτιμηθεί σε ελαφρώς χαμηλότερα επίπεδα από τα πραγματικά. Τα σχετικά πραγματικά αριθμητικά στοιχεία είναι εμπιστευτικά και γνωστοποιήθηκαν στο οικείο ενδιαφερόμενο μέρος.

(191)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν έπρεπε να υπολογίσει το στοχευόμενο κέρδος βάσει του κέρδους που επιτεύχθηκε κατά την περίοδο 2013-2015, καθώς η περίοδος από το 2006 έως το 2015 θα αντιστοιχούσε σε εξαιρετικά κέρδη για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής λόγω των εξαιρετικά υψηλών παγκόσμιων τιμών της ουρίας. Στο ίδιο πνεύμα, ο παραγωγός-εξαγωγέας MHTL ισχυρίστηκε ότι το στοχευόμενο κέρδος που χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό της τιμής-στόχου ορίστηκε σε αδικαιολόγητα υψηλό επίπεδο. Ισχυρίστηκε ότι το εν λόγω στοχευόμενο κέρδος της τάξης του 10 % δεν συνάδει με το στοχευόμενο κέρδος του 8 % και το στοχευόμενο κέρδος του 5 % που προσδιορίστηκαν σε σειρά άλλων ερευνών σχετικά με λιπάσματα κατά τα έτη 2000 και 2001. Η Επιτροπή δεν θα μπορούσε να παράσχει στοιχεία που να υποδεικνύουν αλλαγή των περιστάσεων η οποία να οδηγεί σε τέτοιο υψηλότερο στοχευόμενο κέρδος. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να οριστεί στο 6 %, το οποίο είναι το ελάχιστο επίπεδο σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2γ του βασικού κανονισμού.

(192)

Θα πρέπει να επισημανθεί εν προκειμένω ότι, κατά την επιλογή της μεθοδολογίας για τον ορισμό του στοχευόμενου κέρδους στην παρούσα έρευνα και κατά τον προσδιορισμό της κατάλληλης περιόδου, η Επιτροπή έλαβε υπόψη το ενδεχόμενο διακύμανσης των ποσοστών κέρδους. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 154 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, το 2015 επιτεύχθηκε ποσοστό κέρδους της τάξης του 14 %, όταν η διείσδυση των εισαγωγών ήταν ακόμη περιορισμένη. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό ότι το ποσοστό του 10 % που χρησιμοποίησε ήταν αδικαιολόγητα υψηλό ή εξαιρετικό.

(193)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI ισχυρίστηκε ότι εφόσον και άλλες αιτίες εκτός των εισαγωγών αποτέλεσαν επίσης πηγή ζημίας για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής ή τουλάχιστον συνέτειναν ως επιβαρυντικός παράγοντας, θα ήταν σκόπιμη η αναπροσαρμογή προς τα κάτω του στοχευόμενου κέρδους, ώστε να αποτυπωθεί ο αντίκτυπος των εν λόγω άλλων αιτιών. Ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.

(194)

Όπως διαπιστώθηκε στην αιτιολογική σκέψη 183 η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν συνέβαλαν άλλοι παράγοντες στη ζημιογόνο κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Επιπλέον, όπως επεξηγήθηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 198 και 199 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, το στοχευόμενο κέρδος ορίστηκε σύμφωνα με τους νέους κανόνες που προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2γ του βασικού κανονισμού. Στο άρθρο 7 παράγραφος 2γ αναφέρονται διάφοροι παράγοντες χωρίς να προσδιορίζεται κάποια ιεραρχία μεταξύ τους. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη το επίπεδο κερδοφορίας πριν από την αύξηση των εισαγωγών από τις χώρες που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας, το επίπεδο κερδοφορίας που απαιτείται για την κάλυψη του πλήρους κόστους και των επενδύσεων, της έρευνας και ανάπτυξης (Ε & Α) και της καινοτομίας, και το επίπεδο κερδοφορίας που αναμένεται υπό κανονικές συνθήκες ανταγωνισμού. Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 2γ του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το μέσο σταθμισμένο κέρδος που πέτυχε ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής κατά την περίοδο 2013-2015, δηλαδή ακριβώς πριν από την αύξηση των εισαγωγών και την παράλληλη μείωση της κερδοφορίας του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Με τον τρόπο αυτόν διασφαλίστηκε ότι το στοχευόμενο κέρδος αντικατοπτρίζει κανονικές συνθήκες ανταγωνισμού στην αγορά, καθώς το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εξακολουθούσε να είναι χαμηλό. Η αύξηση των εισαγωγών και η μείωση της κερδοφορίας με αφετηρία το 2016 είναι σαφής και κανένας άλλος παράγοντας, εξεταζόμενος μεμονωμένα ή συλλογικά, δεν αποδυνάμωσε την αιτιώδη συνάφεια, όπως αναλύεται στην αιτιολογική σκέψη 190 του κανονισμού για την επιβολή οριστικού δασμού.

(195)

Μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων, η Επιτροπή αναθεώρησε ελαφρώς τον υπολογισμό της όσον αφορά το μελλοντικό κόστος συμμόρφωσης δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 2δ. Επικαιροποίησε το αναμενόμενο κόστος των δικαιωμάτων εκπομπής της ΕΕ (EUA) (βλέπε αιτιολογική σκέψη 202 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού), χρησιμοποιώντας αυτή τη φορά τις προβλεπόμενες τιμές όπως αναφέρονται στην έκδοση Bloomberg New Energy Finance με ημερομηνία 30 Μαΐου 2019. Η εν λόγω μέση τιμή των EUA προσδιορίζεται οριστικά στα 25,81 EUR ανά τόνο παραγόμενου CO2, έναντι της τιμής των 24,14 EUR ανά τόνο παραγόμενου CO2 που είχε προσδιοριστεί στο προσωρινό στάδιο. Επίσης, όπου κρίθηκε σκόπιμο, αναθεωρήθηκαν ελαφρώς και άλλα στοιχεία του υπολογισμού. Βάσει των ανωτέρω, προσδιορίστηκε πρόσθετο κόστος 3,8 % (αντί για 3,7 % στο προσωρινό στάδιο) και το εν λόγω κόστος προστέθηκε στη μη ζημιογόνο τιμή. Σε συμπληρωματικό σημείωμα στον φάκελο προς εξέταση από τα ενδιαφερόμενα μέρη αναλύονται οι λεπτομέρειες των αναθεωρήσεων αυτών. Δεν υποβλήθηκαν παρατηρήσεις από τα ενδιαφερόμενα μέρη, πέραν εκείνων που εξετάζονται στην αιτιολογική σκέψη 197.

(196)

Οι εταιρείες CFI και Acron ισχυρίστηκαν επίσης ότι δεν έπρεπε να πραγματοποιηθεί προσαρμογή από την Επιτροπή για το μελλοντικό κόστος συμμόρφωσης δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 2δ, διότι το πόρισμα της Επιτροπής δεν θα επιβεβαίωνε την ύπαρξη θετικών αποδεικτικών στοιχείων και επαρκούς βαθμού βεβαιότητας ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής θα πραγματοποιήσει τις εν λόγω μελλοντικές δαπάνες. Παρατήρησε επίσης ότι στερείται συνέπειας και ορθότητας ο υπολογισμός μιας τιμής-στόχου που βασίζεται σε παλαιότερα στοιχεία για το κόστος παραγωγής και το κέρδος, ενώ ταυτόχρονα αντικατοπτρίζει και μελλοντικά στοιχεία κόστους. Ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε, καθώς στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού αναλύεται διεξοδικά η νομική βάση για την προσαρμογή του μελλοντικού κόστους συμμόρφωσης, ενώ επίσης η μέθοδος για τον υπολογισμό του κόστους αυτού βασίζεται σε θετικά αποδεικτικά στοιχεία τα οποία αντιστοιχούν στα βέλτιστα διαθέσιμα δεδομένα.

(197)

Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, η Fertilizers Europe ισχυρίστηκε ότι εντωμεταξύ η μέση τιμή των EUA θα είχε αυξηθεί περαιτέρω, προσκομίζοντας στοιχεία από διαφορετική πηγή από εκείνη που χρησιμοποιήθηκε στο προσωρινό και στο οριστικό στάδιο (δηλαδή το Bloomberg New Energy Finance). Συνεπώς, η Fertilizers Europe ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή θα πρέπει να επαναξιολογήσει το εν λόγω ζήτημα. Ωστόσο, η Επιτροπή θεώρησε εξαιρετικά σημαντικό να υπάρχει σαφήνεια ως προς την πηγή και τον χρόνο (τόσο για τον προσωρινό όσο και για τον οριστικό προσδιορισμό) του σημείου αναφοράς που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό του αναμενόμενου κόστους των EUA. Συνεπώς, τα αριθμητικά στοιχεία που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 195 επιβεβαιώνονται.

(198)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας MHTL ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή είχε υπολογίσει εσφαλμένα το περιθώριο πώλησης σε χαμηλότερες τιμές βάσει κατασκευασμένης τιμής εξαγωγής CIF για τους λόγους που αναφέρονται επίσης στην αιτιολογική σκέψη 126 ανωτέρω. Η Επιτροπή ισχυρίστηκε ότι, όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 108-110, είναι σκόπιμο για ορισμένες πωλήσεις το κόστος παραγωγής να προσδιορίζεται σε επίπεδο CIF προκειμένου να οριστεί το περιθώριο ζημίας σε ακριβές και ουσιαστικό επίπεδο για τους σκοπούς της εξασφάλισης δίκαιης σύγκρισης.

(199)

Ο ίδιος παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε επίσης ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε χρησιμοποιήσει διαφορετική τιμή CIF ως παρονομαστή για τους υπολογισμούς της ζημίας, ώστε να αποτυπώνονται οι συμβατικές ιδιαιτερότητες των πωλήσεων στην αγορά της Ένωσης. Ωστόσο, συνιστά πάγια πρακτική της Επιτροπής να χρησιμοποιείται η πραγματική τιμή που δηλώνεται στο τελωνείο της Ένωσης για τον προσδιορισμό του παρονομαστή στο πλαίσιο των υπολογισμών του ντάμπινγκ και της ζημίας. Η μέθοδος αυτή αποτελεί δίκαιο τρόπο προσδιορισμού των περιθωρίων και διασφαλίζει ότι τόσο το περιθώριο ντάμπινγκ όσο και το περιθώριο πώλησης σε χαμηλότερες τιμές προσδιορίζονται ως ποσοστό της ίδιας τιμής. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(200)

Το αποτέλεσμα των οριστικών υπολογισμών παρουσιάζεται στον κατωτέρω πίνακα.

Χώρα

Εταιρεία

Περιθώριο ντάμπινγκ (%)

Περιθώριο πώλησης σε χαμηλότερες τιμές (%)

Τρινιδάδ και Τομπάγκο

Methanol Holdings (Trinidad) Limited

55,8

16,2

Τρινιδάδ και Τομπάγκο

Όλες οι άλλες εταιρείες

55,8

16,2

Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

CF Industries Holdings, Inc.

37,3

23,9

Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

Όλες οι άλλες εταιρείες

37,3

23,9

6.2.   Εξέταση του περιθωρίου που είναι επαρκές για την εξουδετέρωση της ζημίας που υπέστη ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής όσον αφορά τη Ρωσία

(201)

Από τη σύγκριση μεταξύ της οριστικής σταθμισμένης μέσης τιμής εισαγωγής των συνεργαζόμενων παραγωγών-εξαγωγέων στη Ρωσία και της οριστικής τιμής-στόχου του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, η οποία πραγματοποιήθηκε για να εξεταστεί, όσον αφορά τη Ρωσία, αν το περιθώριο ντάμπινγκ που προσδιορίστηκε προσωρινά ήταν υψηλότερο από το περιθώριο που είναι επαρκές για την εξουδετέρωση της ζημίας που υπέστη ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής, προέκυψε το ακόλουθο αποτέλεσμα:

Χώρα

Εταιρεία

Περιθώριο ντάμπινγκ (%)

Περιθώριο πώλησης σε χαμηλότερες τιμές (%)

Ρωσία

PJSC Acron

31,9

13,7

Ρωσία

Συμμετοχική εταιρεία «Azot»

20,0

16,3

Ρωσία

Συμμετοχική εταιρεία «Nevinnomyssky Azot»

20,0

16,3

Ρωσία

Όλες οι άλλες εταιρείες

31,9

16,3

(202)

Επιβεβαιώθηκε, ως εκ τούτου, ότι το περιθώριο πώλησης σε χαμηλότερες τιμές ήταν χαμηλότερο από το περιθώριο ντάμπινγκ και ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να προβεί στην εξέταση που απαιτείται βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 2α του βασικού κανονισμού.

(203)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Eurochem ισχυρίστηκε ότι η τιμή πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής που χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές θα έπρεπε να μειωθεί κατά 7 EUR/τόνο, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η διαφορά του κόστους παραγωγής ανά τόνο ΟΝΑ μεταξύ του 2017 και της περιόδου έρευνας, καθώς αυτή η αύξηση του κόστους είχε κατά τα λεγόμενα προκληθεί από την αύξηση του κόστους του φυσικού αερίου και ότι, συνεπώς, δεν θα έπρεπε να συνδεθεί με τις επίμαχες εισαγωγές. Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η τιμή πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής θα έπρεπε να μειωθεί περαιτέρω κατά 15-20 % διότι η απομακρυσμένη γεωγραφική του θέση αποτελεί ακόμη μία αιτία ζημίας.

(204)

Για τους λόγους που εξηγούνται στις αιτιολογικές σκέψεις 169, 173 και 174 ανωτέρω, ούτε η εξέλιξη της τιμής του φυσικού αερίου ούτε το κόστος μεταφοράς ούτε η γεωγραφική θέση των παραγωγών του δείγματος μπορούν να θεωρηθούν παράγοντες που συντέλεσαν στη ζημιογόνο κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Επιπλέον, όπως επιβεβαιώνεται στην αιτιολογική σκέψη 124 ανωτέρω, το δείγμα των ενωσιακών παραγωγών είναι αντιπροσωπευτικό του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στο σύνολό του και δεν προκαλεί στρέβλωση των αριθμητικών στοιχείων λόγω της γεωγραφικής θέσης των οικείων ενδιαφερόμενων μερών.

(205)

Όσον αφορά το στοχευόμενο κέρδος που χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό της τιμής-στόχου του ενωσιακού κλάδου παραγωγής (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 198-200 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού και τις αιτιολογικές σκέψεις 191-194 ανωτέρω), μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων η Acron ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή θα έπρεπε είτε να κοινοποιήσει το επιτευχθέν σταθμισμένο μέσο κέρδος του ενωσιακού κλάδου παραγωγής για το 2013 και το 2014 που χρησιμοποιήθηκε, μαζί με το κέρδος του 2015, για τον υπολογισμό του σταθμισμένου μέσου στοχευόμενου κέρδους των ετών 2013-2015 που χρησιμοποιήθηκε, είτε να εφαρμόσει το στοχευόμενο κέρδος 8 % που χρησιμοποιήθηκε σε προσφάτως περατωθείσα έρευνα επανεξέτασης για το νιτρικό αμμώνιο. Η Επιτροπή διαφώνησε με το σκεπτικό στο οποίο βασίζεται ο ισχυρισμός. Ωστόσο, όσον αφορά την κερδοφορία του ενωσιακού κλάδου παραγωγής το 2013 και το 2014, εφόσον το κέρδος των ενδιαφερόμενων μερών του δείγματος για το 2015 ήταν 14 % και το σταθμισμένο μέσο περιθώριο κέρδους που σημειώθηκε ήταν 10 %, είναι σαφές ότι τα κέρδη που κατέγραψε ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής ήταν αισθητά χαμηλότερα το 2013 και το 2014 σε σύγκριση με το 2015. Τα ακριβή σταθμισμένα μέσα ποσοστά κέρδους των παραγωγών του δείγματος για το 2013 και το 2014 τα οποία χρησιμοποιήθηκαν στον υπολογισμό δεν είναι δυνατόν να παρασχεθούν, καθώς ένας από τους παραγωγούς του δείγματος (OCI Nitrogen) δεν ήταν σε θέση να παράσχει στην Επιτροπή τα στοιχεία κερδοφορίας του κατά τα έτη πριν από το 2015 και, συνεπώς, ο υπολογισμός για τα έτη αυτά βασιζόταν στην κερδοφορία δύο μόνο παραγωγών. Επομένως, δεν ήταν δυνατή η κοινοποίηση αυτών των αριθμητικών στοιχείων, λαμβανομένου υπόψη του εμπιστευτικού χαρακτήρα των στοιχείων κερδοφορίας. Ωστόσο, η σταθμισμένη μέση κερδοφορία του ενωσιακού κλάδου παραγωγής για καθένα από αυτά τα έτη που χρησιμοποιήθηκε στον υπολογισμό του 10 % κυμάνθηκε από 5 % έως 9 %.

(206)

Η Acron ισχυρίστηκε επίσης ότι η προσαρμογή για το μελλοντικό κόστος συμμόρφωσης δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 2δ δεν δικαιολογείται, ελλείψει οριστικής απόδειξης ότι το εν λόγω κόστος θα βαρύνει τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής. Ο ισχυρισμός αυτός εξετάζεται στην αιτιολογική σκέψη 196 ανωτέρω. Η Επιτροπή επέμεινε στην άποψή της ότι το εν λόγω αυξημένο μελλοντικό κόστος συμμόρφωσης υπολογίστηκε ορθά σύμφωνα με τις θετικές πληροφορίες που περιλαμβάνονται στον φάκελο. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

6.3.   Στρεβλώσεις όσον αφορά τις πρώτες ύλες

(207)

Η εξέταση των στρεβλώσεων όσον αφορά τις πρώτες ύλες καθώς και οι λόγοι για την εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 2α σε σχέση με τη Ρωσία παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 207 έως 220 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(208)

Και οι δύο Ρώσοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι στην καταγγελία δεν περιλαμβάνονταν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την κίνηση έρευνας βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 2α του βασικού κανονισμού.

(209)

Στην αιτιολογική σκέψη 207 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο καταγγέλλων είχε παράσχει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία ως προς το θέμα αυτό και αναφέρθηκε συγκεκριμένα στην εφαρμογή διπλής τιμολόγησης στη Ρωσία όσον αφορά το φυσικό αέριο. Ειδικότερα, στην καταγγελία περιλαμβανόταν παράδειγμα της λειτουργίας μιας ρωσικής μονάδας, συμπεριλαμβανομένου του κόστους παραγωγής, από το οποίο προέκυπτε σαφώς ότι το κόστος του φυσικού αερίου αντιπροσωπεύει πολύ περισσότερο από το 17 % του κόστους παραγωγής. Επιπροσθέτως, η καταγγελία περιείχε σύγκριση των εγχώριων τιμών του ρωσικού φυσικού αερίου με τις τιμές εξαγωγής στην Ένωση, από την οποία προέκυπτε ότι οι δεύτερες ήταν αισθητά υψηλότερες. Τέλος, τόσο στην καταγγελία όσο και στη συνοπτική παρουσίαση περιλαμβάνονταν ρητές αναφορές στην εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 2α του βασικού κανονισμού, δεδομένων των τεχνητά χαμηλών —καθοριζόμενων από το κράτος— εγχώριων τιμών του φυσικού αερίου, οι οποίες, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, συνιστούν διαρθρωτική στρέβλωση. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός απορρίπτεται.

(210)

Επιπλέον, ένας από τους Ρώσους παραγωγούς-εξαγωγείς αμφισβήτησε τα πορίσματα της έρευνας όσον αφορά τις προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 7 παράγραφος 2α του βασικού κανονισμού. Παρότι δεν αμφισβήτησε την ύπαρξη φόρου εξαγωγής της τάξης του 30 %, μονοπωλίου μίας εταιρείας για την εξαγωγή φυσικού αερίου και συστήματος διπλής τιμολόγησης, όπως περιγράφονται στις αιτιολογικές σκέψεις 212 έως 215 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος εξέφρασε αντιρρήσεις σχετικά με δύο προϋποθέσεις του άρθρου 7 παράγραφος 2α του βασικού κανονισμού:

α)

το γεγονός ότι ως αποτέλεσμα των εν λόγω στρεβλωτικών μέτρων η τιμή του φυσικού αερίου στη ρωσική αγορά είναι αισθητά χαμηλότερη σε σύγκριση με τις τιμές στις αντιπροσωπευτικές διεθνείς αγορές,

β)

το γεγονός ότι το κόστος του φυσικού αερίου αντιπροσώπευε περισσότερο από το 17 % του κόστους παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος.

(211)

Όσον αφορά το πρώτο σημείο, η εταιρεία επανέλαβε τα επιχειρήματά της ότι η τιμή Waidhaus και η αγορά της Ένωσης στο σύνολό της δεν μπορούν να θεωρηθούν «αντιπροσωπευτική διεθνής αγορά», σε αντίθεση με την αγορά των ΗΠΑ.

(212)

Όπως επεξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 55 στοιχείο δ) του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η Επιτροπή έκρινε ότι η τιμή Waidhaus αποτελεί κατάλληλο σημείο αναφοράς για την αντιπροσωπευτική τιμή της διεθνούς αγοράς. Ωστόσο, θα πρέπει να αναφερθεί ότι, ακόμη και αν η Επιτροπή θεωρούσε ότι η αγορά των ΗΠΑ συνιστά αντιπροσωπευτική διεθνή αγορά, η ρυθμιζόμενη τιμή στη ρωσική αγορά θα εξακολουθούσε να είναι κατά 20 % χαμηλότερη.

(213)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό της εταιρείας ότι το κόστος του φυσικού αερίου, εξαιρουμένου του κόστους μεταφοράς, αντιπροσώπευε λιγότερο από το 17 % του κόστους παραγωγής του ΟΝΑ, θα πρέπει να επαναληφθεί ότι σύμφωνα με τα στοιχεία που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο των απαντήσεων και των δύο παραγωγών στο ερωτηματολόγιο, το φυσικό αέριο αντιπροσώπευε περισσότερο από το 17 % του κόστους παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος. Το πόρισμα αυτό επιβεβαιώθηκε από υπολογισμό στον οποίο ελήφθησαν υπόψη μη στρεβλωμένες τιμές φυσικού αερίου, ήτοι η τιμή Waidhaus, η οποία ήταν εκείνη που κρίθηκε κατάλληλη στην προκειμένη περίπτωση, με ή χωρίς συνυπολογισμό του κόστους μεταφοράς. Επομένως, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.

(214)

Επιπλέον, και οι δύο Ρώσοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η διαπίστωση της ύπαρξης στρέβλωσης όσον αφορά τις πρώτες ύλες σε επίπεδο χώρας και η επακόλουθη απόφαση να οριστούν τα μέτρα στο επίπεδο του περιθωρίου ντάμπινγκ δεν μπορεί να εφαρμοστεί στις επιμέρους εταιρείες χωρίς εκτίμηση της κατάστασης της καθεμίας μεμονωμένα. Οι Ρώσοι εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι δεν έπρεπε να υποστούν κυρώσεις λόγω της μη συνεργασίας της κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τα πορίσματα σχετικά με την ύπαρξη στρέβλωσης όσον αφορά τις πρώτες ύλες να βασιστούν εν μέρει στο άρθρο 18 του βασικού κανονισμού.

(215)

Εν προκειμένω, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η εν λόγω διαπίστωση πραγματοποιήθηκε βάσει των στοιχείων που υποβλήθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς. Πράγματι, η ανάλυση του κόστους παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος, η σύγκριση της τιμής αγοράς φυσικού αερίου από τις εταιρείες με την τιμή αναφοράς χωρίς στρεβλώσεις (διορθωμένη στο επίπεδο της τιμής στις ρωσικές μονάδες παραγωγής) και το μερίδιο του κόστους του φυσικού αερίου στο κόστος παραγωγής τους, καθώς και οι πηγές εφοδιασμού με το εν λόγω φυσικό αέριο, βασίστηκαν στο σύνολό τους στα επιμέρους στοιχεία των εταιρειών. Λόγω της φύσης ορισμένων από τις στρεβλώσεις που διαπιστώθηκαν στη ρωσική αγορά φυσικού αερίου, η επιμέρους συμπεριφορά των παραγωγών-εξαγωγέων ήταν άνευ σημασίας. Για παράδειγμα, επωφελούνταν από τη στρεβλωμένη τιμή του φυσικού αερίου που προέκυπτε από περιορισμούς επί των εξαγωγών και από τον φόρο εξαγωγής, ανεξάρτητα από την πηγή εφοδιασμού της καθεμίας με φυσικό αέριο (υπό την προϋπόθεση ότι επρόκειτο για φυσικό αέριο ρωσικής καταγωγής). Τέλος, κανένα ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπέβαλε τυχόν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι δεν εφαρμόστηκαν τα μέτρα που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 211 έως 214 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(216)

Τέλος, τόσο η κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας όσο και οι δύο Ρώσοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 2α παραβιάζει τους κανόνες του ΠΟΕ, καθώς θα επιβληθεί κατά τρόπο που συνεπάγεται διακριτική μεταχείριση των Ρώσων παραγωγών-εξαγωγέων σε σύγκριση με τους παραγωγούς-εξαγωγείς από τις άλλες δύο χώρες που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας.

(217)

Ο ισχυρισμός περί διακριτικής μεταχείρισης των Ρώσων παραγωγών-εξαγωγέων δεν τεκμηριώθηκε. Κατόπιν των αρχικών παρατηρήσεων των ενδιαφερόμενων μερών από τη Ρωσία, η Επιτροπή εξέτασε στο πλαίσιο της έρευνας την ενδεχόμενη εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 2α σε σχέση με τους παραγωγούς-εξαγωγείς από το Τρινιδάδ και Τομπάγκο και από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Η Επιτροπή διερεύνησε τους ισχυρισμούς των ενδιαφερόμενων μερών αλλά κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 2α δεν θα ήταν δικαιολογημένη, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 195 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού:

(1)

είτε τα μέτρα που προσδιορίστηκαν δεν ενέπιπταν στο είδος των στρεβλώσεων που απαριθμούνται στο άρθρο 7 παράγραφος 2α·

(2)

είτε ο χαρακτήρας των μέτρων δεν ήταν τέτοιος ώστε να επηρεάζει την τιμή της πρώτης ύλης.

(218)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή απέρριψε αυτόν τον ισχυρισμό.

(219)

Μετά την κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων, και οι δύο Ρώσοι παραγωγοί-εξαγωγείς επανέλαβαν τους ισχυρισμούς τους περί διακριτικής μεταχείρισης της Ρωσίας στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, και ειδικότερα δεδομένης της οργάνωσης της αγοράς φυσικού αερίου στο Τρινιδάδ και Τομπάγκο.

(220)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό αυτόν, η Επιτροπή υπενθύμισε ότι καμία από τις υποτιθέμενες στρεβλώσεις της αγοράς φυσικού αερίου στο Τρινιδάδ και Τομπάγκο δεν περιλαμβάνεται στους εξαγωγικούς περιορισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2α του βασικού κανονισμού.

(221)

Επιπλέον, η Eurochem διατύπωσε εκ νέου τον ισχυρισμό της ότι το κόστος του φυσικού αερίου δεν αντιπροσώπευε ποσοστό 17 % του κόστους παραγωγής. Ωστόσο, δεν παρουσιάστηκαν νέα αποδεικτικά στοιχεία ή επιχειρήματα τα οποία θα άλλαζαν το συμπέρασμα της Επιτροπής εν προκειμένω, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 213 ανωτέρω.

(222)

Τέλος, η Eurochem αμφισβήτησε τα πορίσματα της Επιτροπής όσον αφορά τον προσδιορισμό της ύπαρξης στρέβλωσης της αγοράς φυσικού αερίου σε επίπεδο χώρας για τη Ρωσία. Η εταιρεία επισήμανε συγκεκριμένα ότι επιβάλλεται φόρος εξαγωγής ύψους 30 % μόνο στην Gazprom, ο οποίος δεν εφαρμόζεται στις εξαγωγικές πωλήσεις των ιδιωτών παραγωγών φυσικού αερίου που ήταν οι βασικοί προμηθευτές φυσικού αερίου της Eurochem.

(223)

Ως απάντηση στον ισχυρισμό αυτόν, θα πρέπει να τονιστεί ότι στους ιδιώτες παραγωγούς φυσικού αερίου στη Ρωσία δεν επιτρέπεται να πραγματοποιούν καθόλου εξαγωγές. Επιπλέον, η εξαγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου (με ή χωρίς περιορισμό), που αποτελεί τη βάση του ισχυρισμού της Eurochem, είναι άνευ σημασίας στην παρούσα υπόθεση, καθώς δεν διαπιστώθηκε ότι το υγροποιημένο φυσικό αέριο αποτελεί πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται στην παραγωγή ΟΝΑ από τους Ρώσους παραγωγούς-εξαγωγείς και, συνεπώς, δεν αποτέλεσε αντικείμενο ανάλυσης δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 2α του βασικού κανονισμού στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας.

(224)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τις στρεβλώσεις όσον αφορά τις πρώτες ύλες στη ρωσική εγχώρια αγορά, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματα που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 207 έως 220 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, όπως διευκρινίζεται στις αιτιολογικές σκέψεις 207 έως 222 ανωτέρω.

6.4.   Συμφέρον της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2β του βασικού κανονισμού

(225)

Ένας από τους Ρώσους παραγωγούς-εξαγωγείς ισχυρίστηκε ότι η εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 2α δεν θα ήταν προς το συμφέρον της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2β του βασικού κανονισμού. Τα επιχειρήματα υπέρ του ισχυρισμού αυτού εξετάζονται κατωτέρω. Αρκετά άλλα ενδιαφερόμενα μέρη διατύπωσαν επίσης παρατηρήσεις σχετικά με ορισμένες πτυχές της ανάλυσης, οι οποίες εξετάζονται επίσης.

6.4.1.   Πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα στη χώρα εξαγωγής

(226)

Και οι δύο Ρώσοι παραγωγοί-εξαγωγείς αμφισβήτησαν τα προσωρινά πορίσματα σχετικά με την πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα. Η Acron ισχυρίστηκε ότι λειτουργεί αξιοποιώντας την πλήρη παραγωγική της ικανότητα, ενώ η Eurochem προέβλεψε μείωση των ρωσικών εξαγωγών ΟΝΑ από το 2020.

(227)

Οι ισχυρισμοί αυτοί δεν υπονομεύουν τα συνολικά πορίσματα της Επιτροπής όσον αφορά την πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα στη Ρωσία συνολικά και το εξαγωγικό δυναμικό της Ρωσίας, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον. Η Επιτροπή απέρριψε τους ισχυρισμούς αυτούς και επιβεβαίωσε τα συμπεράσματα που παρατίθενται στο τμήμα 6.4.1 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

6.4.2.   Ανταγωνισμός για τις πρώτες ύλες

(228)

Οι Ρώσοι παραγωγοί ισχυρίζονται ότι δεν έχουν αθέμιτο πλεονέκτημα όσον αφορά το φυσικό αέριο λόγω της ρύθμισης των τιμών του φυσικού αερίου στη Ρωσία. Οι εταιρείες επισήμαναν τον αυξανόμενο ανταγωνισμό στην εγχώρια ρωσική αγορά και την αυξανόμενη σημασία των προμηθευτών πλην της Gazprom.

(229)

Λαμβανομένης υπόψη της δεσπόζουσας θέσης της Gazprom με τη ρυθμιζόμενη από το κράτος μέγιστη τιμή και το μονοπώλιό της στις εξαγωγές φυσικού αερίου, άλλοι μικρότεροι πάροχοι πρέπει να προσφέρουν χαμηλότερες τιμές από τη ρυθμιζόμενη αυτή τιμή προκειμένου να μπορούν να είναι ανταγωνιστικοί. Το στοιχείο αυτό υποδηλώνει ότι, σε αντίθεση με τα όσα υπέβαλαν οι Ρώσοι παραγωγοί, ο ανταγωνισμός στη Ρωσία εξακολουθεί να είναι περιορισμένος. Επιπλέον, οι ρωσικές εταιρείες απολαμβάνουν το αθέμιτο πλεονέκτημα που προκύπτει από τον φόρο εξαγωγής του 30 % που επιβάλλεται στις πωλήσεις φυσικού αερίου.

(230)

Ένας από τους Ρώσους παραγωγούς ισχυρίστηκε ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής εισήγαγε σημαντικές ποσότητες αμμωνίας από τη Ρωσία και ότι, ως εκ τούτου, επωφελήθηκε επίσης εμμέσως από τις χαμηλές τιμές του φυσικού αερίου στη Ρωσία, καθώς η αμμωνία αποτελεί ημιπροϊόν για την παραγωγή λιπασμάτων. Τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής παρήγε αμμωνία από φυσικό αέριο προερχόμενο από διάφορες πηγές και δεν εισήγε σημαντικές ποσότητες αμμωνίας από τη Ρωσία. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

6.4.3.   Επιπτώσεις στις αλυσίδες εφοδιασμού για τις εταιρείες της Ένωσης

(231)

Ένας Ρώσος παραγωγός-εξαγωγέας επισήμανε ότι οι αλυσίδες εφοδιασμού θα επηρεαστούν αρνητικά από την επιβολή μέτρων στο επίπεδο του περιθωρίου ντάμπινγκ, όπως καταδεικνύεται από την ισχυρή συμμετοχή χρηστών. Η Επιτροπή είναι, ωστόσο, της άποψης ότι η αντίδραση των χρηστών συνιστά ανταπόκριση στην αιτιολογική σκέψη 253 του κανονισμού για την επιβολή οριστικού δασμού, στην οποία ενθαρρύνονται τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις απόψεις τους σχετικά με τα συμφέροντα των χρηστών. Οι απόψεις αυτές αναλύθηκαν και εξετάζονται στο τμήμα 7.3 κατωτέρω.

(232)

Ένα άλλο ενδιαφερόμενο μέρος παρατήρησε ότι η ζήτηση, τουλάχιστον σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, ήταν έντονα ανελαστική διότι το ΟΝΑ είναι το μοναδικό υγρό λίπασμα και για την παραγωγή του απαιτούνται σημαντικές επενδύσεις σε δεξαμενές και εξοπλισμό ψεκασμού. Αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη επέμειναν στην ανεπαρκή παραγωγή ΟΝΑ στην Ένωση, η οποία αδυνατεί να καλύψει την ενωσιακή κατανάλωση, λόγω μεταστροφής ή πλήρους διακοπής της παραγωγής από τους ενωσιακούς παραγωγούς κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών.

(233)

Όσον αφορά την ανελαστικότητα της ζήτησης, η Επιτροπή συμφώνησε ότι για την εφαρμογή υγρών λιπασμάτων απαιτείται διαφορετικός εξοπλισμός χρήστη από αυτόν που απαιτείται για την εφαρμογή στερεών λιπασμάτων. Ωστόσο, τα μέτρα αντιντάμπινγκ δεν έχουν ως στόχο να υποχρεώσουν τις γεωργικές εκμεταλλεύσεις να αντικαταστήσουν το ΟΝΑ με άλλα λιπάσματα (η εν λόγω αντικατάσταση κρίνεται σε κάθε περίπτωση δυνατή από ορισμένους οικονομικούς φορείς), αλλά να δημιουργήσουν ίσους όρους ανταγωνισμού. Σχετικά με το γεγονός ότι η ενωσιακή παραγωγή ΟΝΑ είναι μικρότερη από την κατανάλωση ΟΝΑ στην Ένωση, από την έρευνα δεν διαπιστώθηκε κίνδυνος από την άποψη του εφοδιασμού της ενωσιακής αγοράς. Χώρες όπως η Αλγερία και η Λευκορωσία συνιστούν εναλλακτικές πηγές αντί των οικείων χωρών. Σε κάθε περίπτωση, οι δασμοί αντιντάμπινγκ επί των εισαγωγών από τις οικείες χώρες θα είχαν απλώς ως αποτέλεσμα οι τιμές των εισαγωγών αυτών να ανέλθουν σε επίπεδο θεμιτού ανταγωνισμού. Τέλος, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 255 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, οι ενωσιακοί παραγωγοί ΟΝΑ έχουν την ικανότητα/δυνατότητα να αυξήσουν την παραγωγή ΟΝΑ όταν δραστηριοποιούνται σε πλαίσιο ίσων όρων ανταγωνισμού. Οι ισχυρισμοί των ενδιαφερόμενων μερών σχετικά με την ικανότητα μεταστροφής και τις διακοπές της παραγωγής εξετάστηκαν στην αιτιολογική σκέψη 178 ανωτέρω.

6.4.4.   Συμπέρασμα

(234)

Με βάση τα ανωτέρω και ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, επιβεβαιώθηκαν τα συμπεράσματα που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 222 έως 237 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

7.   ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

7.1.   Συμφέρον του ενωσιακού κλάδου παραγωγής

(235)

Οι ενώσεις χρηστών AGPB και IFA αμφισβήτησαν την ανάγκη επιβολής δασμών αντιντάμπινγκ, καθώς οι τιμές των λιπασμάτων στην Ένωση διατηρούνται με συνέπεια σε ανώτερα επίπεδα από τις παγκόσμιες τιμές, και η αγορά αζώτου στην Ένωση προστατεύεται ήδη με εισαγωγικούς δασμούς και δασμούς αντιντάμπινγκ (π.χ. επί των εισαγωγών νιτρικού αμμωνίου). Η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό ότι οι ενωσιακοί παραγωγοί δεν υπέστησαν ζημία, καθώς στο τμήμα 4 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού και στο τμήμα 4 του παρόντος κανονισμού διαπιστώνεται σαφώς η ζημιογόνος κατάσταση των ενωσιακών παραγωγών ΟΝΑ.

(236)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας Acron αμφισβήτησε το αν οι δασμοί αντιντάμπινγκ θα είναι προς το συμφέρον των ενωσιακών παραγωγών, καθώς οι μεγαλύτεροι ενωσιακοί παραγωγοί δεν υποστήριξαν την καταγγελία. Ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI και η ένωση χρηστών AGPB αμφισβήτησαν το αν οι δασμοί αντιντάμπινγκ θα είναι προς το συμφέρον των ενωσιακών παραγωγών, καθώς, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους, οι ενωσιακοί παραγωγοί του 50 % περίπου της ενωσιακής παραγωγής δεν ζήτησαν προστασία μέσω δασμών αντιντάμπινγκ.

(237)

Θα πρέπει πρώτον να διευκρινιστεί ότι το αναφερόμενο αριθμητικό στοιχείο δεν είναι ορθό, καθώς ο όγκος του ΟΝΑ που παράγεται από τους καταγγέλλοντες αντιστοιχεί στο 55-70 % της συνολικής ενωσιακής παραγωγής. Δεύτερον, ο όγκος του ΟΝΑ που παράγεται από τους δύο παραγωγούς οι οποίοι εξέφρασαν την αντίθεσή τους για την έρευνα αντιπροσωπεύει το 25-35 % της συνολικής ενωσιακής παραγωγής. Συνεπώς, οι υπόλοιποι όγκοι παραγωγής, δηλαδή οι όγκοι ΟΝΑ που παρασκευάζονται από παραγωγούς οι οποίοι δεν έλαβαν θέση σχετικά με την έρευνα, είναι περιορισμένοι.

(238)

Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι, ακόμη και αν ένας ενωσιακός παραγωγός αντιτίθεται στην κίνηση έρευνας αντιντάμπινγκ ή στην επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ, αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι ο εν λόγω παραγωγός δεν θα επωφεληθεί από τα μέτρα τα οποία ενδέχεται να επιβληθούν. Βάσει των ανωτέρω, το συμπέρασμα ότι η απουσία μέτρων είναι πιθανό να έχει αρνητική επίπτωση στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής, ενώ η επιβολή μέτρων θα βελτιώσει την κατάστασή του, παραμένει ακλόνητο και ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(239)

Ελλείψει τυχόν άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά το συμφέρον του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, επιβεβαιώθηκαν τα συμπεράσματα που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 239 και 240 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

7.2.   Συμφέρον των μη συνδεδεμένων εισαγωγέων

(240)

Ελλείψει τυχόν παρατηρήσεων όσον αφορά το συμφέρον των μη συνδεδεμένων εισαγωγέων, επιβεβαιώθηκαν τα συμπεράσματα που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 241 έως 243 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

7.3.   Συμφέρον των χρηστών

(241)

Στην αιτιολογική σκέψη 253 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, τα ενδιαφερόμενα μέρη ενθαρρύνθηκαν να υποβάλουν τις απόψεις τους σχετικά με τα συμφέροντα των χρηστών, ώστε η Επιτροπή να είναι σε θέση να αναλύσει περαιτέρω και να ολοκληρώσει την εκτίμησή της σε σχέση με τους χρήστες, και ιδιαίτερα τους γεωργούς. Αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ δεν είναι προς το συμφέρον της Ένωσης. Οι παρατηρήσεις και οι πληροφορίες που ελήφθησαν σε συνέχεια της κοινοποίησης των προσωρινών πορισμάτων και σχετικά με την παρούσα ανάλυση εξετάζονται ακολούθως, όπως και οι περιορισμένες παρατηρήσεις επί του τμήματος αυτού που υποβλήθηκαν μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων.

(242)

Ως προκαταρκτική παρατήρηση, υπενθυμίζεται ότι, όσον αφορά το είδος της ανάλυσης που διεξήχθη, η Επιτροπή, εφαρμόζοντας την πάγια πρακτική της σε σχέση με το συμφέρον της Ένωσης, επικεντρώθηκε στην ανάλυση του αντίκτυπου μιας ενδεχόμενης αύξησης του κόστους και στην ανάλυση της επίπτωσης των δασμών αντιντάμπινγκ για τους εισαγωγείς, τους χρήστες και άλλους οικονομικούς φορείς. Η ανάλυση κατά κανόνα βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις πληροφορίες που έχουν ληφθεί από τα ενδιαφερόμενα μέρη. Ανάλογα με το επίπεδο συνεργασίας των χρηστών (δηλαδή αν οι απαντήσεις στα αναλυτικά ερωτηματολόγια ήταν πλήρεις), είναι επίσης δυνατόν να πραγματοποιηθεί ανάλυση της κερδοφορίας τους. Στην παρούσα έρευνα, ωστόσο, δεδομένων των πολυάριθμων και διαφορετικών γεωργικών εκμεταλλεύσεων και άλλων πιθανώς ενδιαφερόμενων οικονομικών φορέων, η Επιτροπή έκρινε ανέφικτη τη διενέργεια επαρκών «επιτόπιων αναλύσεων». Αντιθέτως, η Επιτροπή έκρινε καταλληλότερο να αξιοποιήσει στατιστικά στοιχεία και άλλα δεδομένα που ήταν ήδη διαθέσιμα, δηλαδή προερχόμενα από τις σχετικές εξειδικευμένες υπηρεσίες εντός της Επιτροπής.

(243)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η ένωση χρηστών AGPB συμφώνησε με τον υπολογισμό της Επιτροπής ότι το ΟΝΑ αντιπροσωπεύει λιγότερο από 1 % των συνολικών γεωργικών δαπανών στην Ένωση (20) παρότι διαφωνούσε με την εκτίμηση της Επιτροπής ως προς το σημείο αυτό. Ωστόσο, η ένωση χρηστών IFA διαφώνησε με το ποσοστό αυτό, με την αιτιολογία ότι δεν λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι ο ενωσιακός γεωργικός τομέας καλύπτει εκατομμύρια διαφορετικές πραγματικότητες. Ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI ισχυρίστηκε ότι αυτό το μέρος της ανάλυσης της Επιτροπής δεν ήταν συνεπές με τα υπόλοιπα μέρη της έρευνας, καθώς ο αντίκτυπος στους γεωργούς είχε υπολογιστεί στο επίπεδο του γεωργικού τομέα ως συνόλου, ενώ στα λοιπά μέρη της έρευνας η Επιτροπή είχε εστιάσει στο ΟΝΑ.

(244)

Πρώτον, όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι ο αντίκτυπος στον γεωργικό τομέα ως σύνολο δεν είναι συναφής, η Επιτροπή δεν έλαβε —ούτε στο προσωρινό στάδιο, ούτε στο οριστικό στάδιο— επαληθεύσιμα αριθμητικά στοιχεία σχετικά με τον αντίκτυπο που θα μπορούσαν να έχουν τα μέτρα στους ενωσιακούς χρήστες ΟΝΑ ως μεμονωμένη ομάδα χρηστών. Συνεπώς, η Επιτροπή είχε αρχικά υπολογίσει, με χρήση των βέλτιστων διαθέσιμων και αξιόπιστων πηγών στατιστικών στοιχείων και σύμφωνα με την πάγια πρακτική της όπως περιγράφεται ανωτέρω, τον αντίκτυπο που θα είχαν τα μέτρα στο σύνολο του γεωργικού τομέα, λαμβάνοντας υπόψη ότι το ΟΝΑ είναι ένα, αλλά όχι το συνηθέστερο (αζωτούχο) λίπασμα στην Ένωση (21). Το ίδιο το ενδιαφερόμενο μέρος που ισχυρίστηκε ότι αυτό το μέρος της ανάλυσης δεν ήταν συνεπές με τα υπόλοιπα υπέβαλε αριθμητικά στοιχεία που δεν αφορούσαν το ΟΝΑ (22) όταν δεν είχε στη διάθεσή του στοιχεία ειδικά για το ΟΝΑ.

(245)

Επιπλέον, όπως επεξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 251 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η Επιτροπή υπολόγισε επίσης τον αντίκτυπο στο «χειρότερο σενάριο», δηλαδή τον αντίκτυπο του πλέον υψηλού προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ σε ειδικευμένη γεωργική εκμετάλλευση η οποία χρησιμοποιεί αποκλειστικά το ΟΝΑ ως αζωτούχο λίπασμα. Η περίπτωση αυτή είναι ένα εξαιρετικά ακραίο, θεωρητικό σενάριο. Κατά τη διεξαγωγή της ανάλυσης αυτής, η Επιτροπή βασίστηκε σε στατιστικά στοιχεία σχετικά με ειδικές ομάδες χρηστών αποτελούμενες από γεωργούς που χρησιμοποιούσαν κυρίως ΟΝΑ. Η Επιτροπή γνωστοποίησε επίσης στα ενδιαφερόμενα μέρη το αποτέλεσμα της ανάλυσης αυτής.

(246)

Ο ίδιος παραγωγός-εξαγωγέας αναγνώρισε ότι η Επιτροπή είχε παράσχει έναν υπολογισμό με βάση το χειρότερο σενάριο, αλλά διαφώνησε με την προσαρμογή που πραγματοποιήθηκε —προκειμένου να αναχθεί ένα αριθμητικό στοιχείο του 2013 στο επίπεδο του 2017— σε σχέση με τη συμβολή των αζωτούχων λιπασμάτων στις καλλιέργειες σιτηρών, ελαιούχων και πρωτεϊνούχων φυτών για γεωργική εκμετάλλευση στη βόρεια Γαλλία που ειδικεύεται στον σίτο. Και πάλι, η προσαρμογή αυτή πραγματοποιήθηκε βάσει αξιόπιστων πηγών στατιστικών στοιχείων, όπως εξηγείται στην υποσημείωση 28 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Επίσης, οι πλέον πρόσφατες τιμές των οικονομικών λογαριασμών για τη γεωργία της Γαλλίας απαιτούν την προσαρμογή προς τα κάτω που πραγματοποιήθηκε από την Επιτροπή (23). Το ενδιαφερόμενο μέρος αμφισβήτησε επίσης ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας το ΟΝΑ αντιπροσώπευε περίπου το 10 % του κόστους παραγωγής των γεωργικών εκμεταλλεύσεων που ειδικεύονται στον μαλακό σίτο στη Γαλλία και χρησιμοποιούν το ΟΝΑ ως αποκλειστική πηγή αζωτούχων λιπασμάτων, όπως διαπιστώθηκε από την Επιτροπή. Το ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπέβαλε, ωστόσο, κανένα στοιχείο που να τεκμηριώνει τον ισχυρισμό αυτόν. Επομένως, οι ισχυρισμοί αυτοί απορρίπτονται.

(247)

Η ένωση χρηστών AGPB συμφώνησε ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας το ΟΝΑ αντιπροσώπευε έως και 10 % του κόστους παραγωγής των γεωργικών εκμεταλλεύσεων που ειδικεύονται στον μαλακό σίτο στη Γαλλία, όπως υποστήριξε η Επιτροπή (24), ενώ ο καταγγέλλων υπέβαλε υπολογισμούς που επισημαίνουν ότι το μερίδιο του κόστους των λιπασμάτων στο πλαίσιο του κόστους εισροών των γεωργών είναι περιορισμένο (25). Οι ενώσεις χρηστών AGPB και IFA πρότειναν μια εναλλακτική αντί της μεθοδολογίας της Επιτροπής, από την οποία προέκυπτε ένα πόρισμα σχετικά με τις συνολικές γεωργικές δαπάνες στην Ένωση, ακολουθούμενο από το «χειρότερο σενάριο» που περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 250 και 251 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Τα πορίσματα των ενδιαφερόμενων μερών αφορούν ομάδα Γάλλων χρηστών (26) ευρύτερη από αυτήν του «χειρότερου σεναρίου» που χρησιμοποιήθηκε από την Επιτροπή. Στον βαθμό που η εναλλακτική μεθοδολογία των ενδιαφερόμενων μερών κατέληξε σε συμπέρασμα το οποίο ναι μεν διαφέρει αλλά δεν απέχει πολύ από αυτό της Επιτροπής, η Επιτροπή έκρινε ότι τα δημοσιευμένα στοιχεία του Δικτύου Γεωργικής Λογιστικής Πληροφόρησης (ΔΓΛΠ) σχετικά με τους χρήστες που καλλιεργούν σιτηρά, ελαιούχα και πρωτεϊνούχα φυτά στη Γαλλία δεν αναιρούν τα συμπεράσματά της σχετικά με το συμφέρον της Ένωσης όσον αφορά τους γεωργούς.

(248)

Η IFA ισχυρίστηκε επίσης ότι η Επιτροπή είχε υποεκτιμήσει το μερίδιο του ΟΝΑ στο συνολικό κόστος παραγωγής των γεωργών, λαμβανομένης υπόψη της αύξησης της τιμής του ΟΝΑ που παρατηρήθηκε από τον Σεπτέμβριο του 2018. Η Επιτροπή επισήμανε ότι η περίοδος έρευνας που επελέγη για την παρούσα έρευνα είναι η περίοδος από την 1η Ιουλίου 2017 έως τις 30 Ιουνίου 2018 και ότι, κατά συνέπεια, ορθώς και σύμφωνα με τον βασικό κανονισμό δεν χρησιμοποίησε στοιχεία που αφορούν το δεύτερο εξάμηνο του 2018 για την προαναφερόμενη ανάλυση. Ωστόσο, πραγματοποιήθηκε ανάλυση των εξελίξεων που σημειώθηκαν μετά την περίοδο έρευνας, οι οποίες ελήφθησαν υπόψη κατά τον προσδιορισμό της μορφής των μέτρων όπως επεξηγείται στο τμήμα 10.1.

(249)

Η ίδια ένωση διαφώνησε με το γεγονός ότι η Επιτροπή, κατά τον υπολογισμό της επίπτωσης ενός δασμού στο κόστος παραγωγής των γεωργικών εκμεταλλεύσεων που ειδικεύονται στον μαλακό σίτο στη Γαλλία και που χρησιμοποιούν το ΟΝΑ ως αποκλειστική πηγή αζωτούχου λιπάσματος, είχε θεωρήσει ότι μόνο το 70 % των δαπανών των εκμεταλλεύσεων αυτών για λιπάσματα αντιστοιχούσε σε ΟΝΑ, καθώς τα αζωτούχα λιπάσματα αντιστοιχούν στο 70 % της συνολικής χρήσης λιπασμάτων στην Ένωση. Ωστόσο, δεν κατόρθωσε να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό της, ο οποίος αποδεικνύεται αβάσιμος δεδομένων των στοιχείων αγρονομικής αποτελεσματικότητας που υποβλήθηκαν από τον καταγγέλλοντα στο t19.002185 Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός του ενδιαφερόμενου μέρους απορρίπτεται.

(250)

Η ένωση χρηστών Copa-Cogeca επανέλαβε ότι οι δασμοί συνεπάγονται πρόσθετα έξοδα τα οποία οι γεωργοί δεν μπορούν να μετακυλίσουν κατάντη στην αλυσίδα γεωργικών τροφίμων, με αποτέλεσμα να υποβαθμίζονται το εισόδημα και η ανταγωνιστικότητα των γεωργών. Οι ενώσεις χρηστών AGPB και IFA επισήμαναν ότι η ανταγωνιστικότητα των ενωσιακών γεωργών παρεμποδίζεται ήδη από εισαγωγικούς δασμούς και/ή δασμούς αντιντάμπινγκ (π.χ. επί των εισαγωγών νιτρικού αμμωνίου) οι οποίοι προστατεύουν τους παραγωγούς αζώτου στην Ένωση και επιβαρύνουν τους ενωσιακούς γεωργούς με 1 δισεκατ. EUR ετησίως. Ακόμη και αν η Επιτροπή παραδεχτεί ότι, ανάλογα με την καλλιέργεια και την αγορά της, οι γεωργοί θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες στη μετακύλιση ορισμένων αυξήσεων κόστους, στην αιτιολογική σκέψη 254 κατωτέρω παρατίθεται η πρόβλεψη σταθερού γεωργικού εισοδήματος στην Ένωση στο εγγύς μέλλον. Η Επιτροπή υπενθυμίζει επίσης ότι στην αιτιολογική σκέψη 249 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το ΟΝΑ αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 1 % περίπου του συνολικού γεωργικού κόστους στην Ένωση και 10 % του συνολικού κόστους για τις ειδικευμένες γεωργικές εκμεταλλεύσεις (αιτιολογική σκέψη 251). Επομένως, μια αύξηση των τιμών που θα προκύψει από μέτρα, αν υπάρξουν, δεν αναμένεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στον γεωργικό τομέα συνολικά στην Ένωση. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός απορρίπτεται.

(251)

Σε κοινή ακρόαση που ακολούθησε την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, αρκετοί χρήστες ισχυρίστηκαν ότι ο αντίκτυπος των μέτρων στους γεωργούς θα είναι πολύ μεγαλύτερος από αυτόν που υπολόγισε η Επιτροπή. Ισχυρίστηκαν ότι το κόστος παραγωγής ορισμένων από τους πλέον θιγόμενους γεωργούς θα αυξηθεί κατά 5 έως και 12 %, αντί κατά 3 έως 5 % που είχε υπολογίσει η Επιτροπή. Οι ισχυρισμοί αυτοί βασίζονταν σε έναν συνδυασμό μαρτυριών ή υποβληθέντων στοιχείων επιλεγμένων γεωργών, τα οποία δεν ήταν δυνατόν να επαληθευτούν, καθώς και στατιστικών δεδομένων. Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, λαμβανομένων υπόψη των αναθεωρημένων δασμολογικών επιπέδων και της αναθεωρημένης μορφής των μέτρων, όπως εξηγείται στο τμήμα 8.1 κατωτέρω, τα ενδιαφερόμενα μέρη μείωσαν τις προβλέψεις τους κατά 6 % έως 9 % κατά μέγιστο, ανάλογα με το αν το ΟΝΑ αντιπροσώπευε το 70 % του κόστους των λιπασμάτων των εν λόγω γεωργικών εκμεταλλεύσεων, που η Επιτροπή θεώρησε πιο ρεαλιστική εκδοχή σ’ αυτό το «ακραίο» σενάριο, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 248 ανωτέρω, ή το 100 % του κόστους αυτού. Ωστόσο, αυτές οι προβλεπόμενες αυξήσεις κόστους βασίζονταν επίσης στις τιμές του ΟΝΑ τον Φεβρουάριο του 2019, που όχι μόνο δεν εμπίπτει στην περίοδο έρευνας αλλά και ήταν ένας μήνας κατά τον οποίο οι τιμές έφτασαν σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα (σημείωσαν απότομη πτώση μετέπειτα). Επιπλέον, οι ισχυρισμοί βασίζονταν στην παραδοχή ότι η συνολική αύξηση του κόστους λόγω των οριστικών δασμών θα ήταν στο επίπεδο του σχετικά υψηλού ειδικού δασμού που υπολογίστηκε για έναν από τους Ρώσους παραγωγούς-εξαγωγείς, κάτι που αποτελεί υπερβολή αν ληφθεί υπόψη το μερίδιο αγοράς του συγκεκριμένου αυτού παραγωγού. Επομένως, οι ισχυρισμοί αυτοί απορρίπτονται.

(252)

Μετά την εφαρμογή προσωρινών μέτρων, η Copa-Cogeca υπολόγισε ότι η πρόσθετη επιβάρυνση λόγω του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ για τους γεωργούς στην Ένωση θα ανέλθει σε 559 εκατ. EUR ετησίως, ενώ η ένωση χρηστών IFA υπολόγισε το ποσό αυτό σε 312 εκατ. EUR. Σύμφωνα με την ένωση χρηστών AGPB, η εν λόγω πρόσθετη επιβάρυνση θα ανέλθει σε 502 εκατ. EUR ετησίως. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι για να καταλήξουν στα αριθμητικά αυτά στοιχεία, τα ενδιαφερόμενα μέρη φαίνεται ότι έλαβαν υπόψη διαφορετικά στοιχεία αναφοράς από εκείνα που χρησιμοποίησε η Επιτροπή, δηλαδή τους υψηλότερους προσωρινούς δασμούς και τις τιμές του ΟΝΑ σε περιόδους κατά τις οποίες αυτές ήταν (εξαιρετικά) υψηλές. Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, η Fertilizers Europe υποστήριξε ότι το συνολικό κόστος του δασμού που θα επιβληθεί για τους γεωργούς θα ανερχόταν σε 32,8 εκατομμύρια EUR ανά έτος. Ωστόσο, στον υπολογισμό της παρέβλεψε τον δυνητικό αντίκτυπο του δασμού στις τιμές του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Η Επιτροπή κρίνει ότι για τους γεωργούς στην Ένωση, με βάση την παραδοχή ότι οι εισαγωγείς θα μετακυλίσουν το 100 % του κόστους του δασμού σε αυτούς, τα μέτρα αντιντάμπινγκ στο επίπεδο που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό θα δημιουργήσουν πρόσθετη επιβάρυνση μέγιστου ύψους 90 εκατ. EUR ετησίως. Ο αριθμός αυτός βασίζεται στους ειδικούς δασμούς που θα επιβληθούν για τις οικείες χώρες καταγωγής, με βάση την κατανάλωση ΟΝΑ και τα μερίδια αγοράς κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, και προβλέπει επίσης αύξηση των τιμών πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής.

(253)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI επέκρινε το γεγονός ότι, βάσει του τμήματος 7.3 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, δεν πραγματοποιήθηκε εκτίμηση του αντίκτυπου ενός δασμού αντιντάμπινγκ στην κερδοφορία των γεωργών, ενώ σύμφωνα με την έκθεση που εξέδωσε η ΓΔ AGRI της Επιτροπής, η οποία αναφέρεται στην υποσημείωση 24 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, μια γεωργική εκμετάλλευση σίτου στη βόρεια Γαλλία το 2013 υπέστη ζημία της τάξης του 10 %. Στο ίδιο πνεύμα, οι δύο ενώσεις χρηστών, AGPB και IFA, υποστήριξαν ότι θα έπρεπε να μετρηθεί η επίπτωση του δασμού αντιντάμπινγκ στο κέρδος των γεωργών και όχι ο αντίκτυπός του στο κόστος παραγωγής. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, από την ανάλυση αυτή θα προέκυπτε ότι τα τρέχοντα περιθώρια κέρδους των γεωργών είναι πολύ περιορισμένα και ότι η αύξηση του κόστους λόγω των δασμών αντιντάμπινγκ θα μπορούσε να έχει καταστροφικές συνέπειες για τη βιωσιμότητα πολλών γεωργικών εκμεταλλεύσεων στην Ένωση. Τα ενδιαφερόμενα μέρη διαφώνησαν με το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι ένας δασμός στο επίπεδο που επιβλήθηκε προσωρινά δεν θα έχει δυσανάλογα υψηλό αντίκτυπο στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις που ειδικεύονται στον μαλακό σίτο στη Γαλλία. Σύμφωνα με ένα εξ αυτών, για τους Γάλλους καλλιεργητές σπόρων που ειδικεύονται στις καλλιέργειες σιτηρών, ελαιούχων και πρωτεϊνούχων φυτών, οποιοδήποτε πρόσθετο κόστος λόγω των μέτρων θα αφαιρούσε από αυτούς τα πενιχρά κέρδη που αποκομίζουν επί του παρόντος. Ο Ρώσος παραγωγός-εξαγωγέας Acron επισήμανε ότι το ηθικό των γεωργών είναι εξαιρετικά χαμηλό, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, λόγω καταστροφικών συγκομιδών, πανδημιών σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις, αβεβαιότητας εξαιτίας του κλίματος και των αγορών και λόγω του ότι οι τιμές πώλησης είναι χαμηλότερες από το κόστος παραγωγής. Κατά την άποψη του άλλου Ρώσου παραγωγού-εξαγωγέα, η σοβαρότητα των αυξήσεων των τιμών ελλείψει οικονομικά προσιτών εναλλακτικών προϊόντων θα θέσει σε κίνδυνο έναν τομέα όπου τα εισοδήματα των γεωργικών εκμεταλλεύσεων είναι ήδη επισφαλή.

(254)

Οι ανωτέρω ισχυρισμοί όσον αφορά την κερδοφορία των γεωργών απορρίπτονται.

(255)

Πρώτον, όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 241 ανωτέρω, η ανάλυση της Επιτροπής βασίζεται στα στοιχεία που έλαβε από τα ενδιαφερόμενα μέρη και σε αξιόπιστα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία και άλλα δεδομένα. Δεύτερον, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι δημόσια διαθέσιμες έρευνες δημιουργούν αμφιβολίες σχετικά με τον σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο των δασμών αντιντάμπινγκ στη βιωσιμότητα των ενωσιακών γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Στη Γαλλία, η οποία αναμένεται να παραμείνει σημαντικός καθαρός εξαγωγέας σιτηρών σε ενωσιακό επίπεδο (27), οι τιμές και οι αποδόσεις του σίτου κατά τις τελευταίες δύο περιόδους ήταν στην πραγματικότητα βελτιωμένες σε σύγκριση με την περίοδο 2015/2016 (28), ενώ το 2017 και το 2018 οι γεωργοί σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιρλανδία και η Γαλλία εμφάνισαν σχετικά καλές οικονομικές επιδόσεις (29). Ακόμη και αν η κερδοφορία μιας ειδικευμένης γεωργικής εκμετάλλευσης σίτου στη Γαλλία το 2013 ήταν αρνητική (30), στη σελίδα 79 του εγγράφου σχετικά με τις προβλέψεις για τις γεωργικές αγορές και το γεωργικό εισόδημα κατά την περίοδο 2018-2030 με τίτλο «EU Agricultural outlook for markets and income 2018-2030» (31) γίνεται λόγος για σταθεροποίηση του γεωργικού εισοδήματος ανά μονάδα ετήσιας εργασίας καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου προβλέψεων. Στο ίδιο έγγραφο αναφέρεται ότι το γεωργικό εισόδημα σε ονομαστικούς όρους θα διατηρηθεί σταθερό κατά την περίοδο των προβλέψεων, παραμένοντας περίπου στο επίπεδο της περιόδου 2016-2018 και ότι η τρέχουσα κατάσταση σχετικά με τις επιδοτήσεις ισχύει για ολόκληρη την περίοδο προβλέψεων. Σύμφωνα με το ίδιο έγγραφο, προβλέπεται συνέχιση της ανάπτυξης της παραγωγής σιτηρών στην Ένωση, η οποία αναμένεται να ανέλθει σε 325 εκατομμύρια τόνους έως το 2030 (σε σύγκριση με 284 εκατομμύρια τόνους το 2018), ενώ οι τιμές αναμένεται να παραμείνουν σχετικά σταθερές, με την τιμή του μαλακού σίτου, για παράδειγμα, να ανέρχεται περίπου στα 180 EUR ανά τόνο.

(256)

Σε συνέχεια των ανωτέρω, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι δύο ενώσεις χρηστών που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 252 ανωτέρω συμφώνησαν με τη δήλωση της Επιτροπής ότι οι περισσότεροι ενωσιακοί γεωργοί βασίζονται σε περισσότερες από μία καλλιέργειες. Το γεγονός αυτό μπορεί να αποτελεί γεωργική ανάγκη, αλλά σε κάθε περίπτωση θεωρείται ότι συνιστά δίχτυ ασφαλείας για τους γεωργούς, καθώς οι τάσεις των τιμών και του εισοδήματος ποικίλλουν μεταξύ καλλιεργειών. Πράγματι, σχεδόν το 50 % της παραγωγής των Γάλλων γεωργών που ειδικεύονται στην παραγωγή μαλακού σίτου (δηλαδή η ομάδα που θεωρείται ότι επηρεάζεται στην περίπτωση του «χειρότερου σεναρίου») διαφοροποιείται σε άλλες καλλιέργειες.

(257)

Ακόμη και αν η Επιτροπή δεν δύναται να αποκλείσει ότι οι οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ στο επίπεδο που προσδιορίστηκαν ενδέχεται να έχουν αρνητικό αντίκτυπο σε μέρος των δραστηριοτήτων ορισμένων γεωργικών εκμεταλλεύσεων, ο αντίκτυπος όσον αφορά την απώλεια κέρδους σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις στο μέλλον δεν μπορεί να ποσοτικοποιηθεί δεδομένης της κυκλικότητας και των αβεβαιοτήτων που είναι εγγενείς στη γεωργική δραστηριότητα. Σε κάθε περίπτωση, από την έρευνα προέκυψε ότι δεν υφίσταται σχέση μεταξύ της τιμής του ΟΝΑ και του καθαρού περιθωρίου κέρδους είτε των δραστηριοτήτων των γαλλικών γεωργικών εκμεταλλεύσεων που αφορούν τον μαλακό σίτο στην περίπτωση του «χειρότερου σεναρίου» είτε των γαλλικών γεωργικών εκμεταλλεύσεων που ειδικεύονται στις καλλιέργειες σιτηρών, ελαιούχων και πρωτεϊνούχων φυτών. Πράγματι, δεν υπάρχουν ενδείξεις στον φάκελο βάσει των οποίων να προκύπτει ιστορικά ότι η αύξηση του εισοδήματος των γεωργών μπορεί να συνδεθεί με μείωση των τιμών του ΟΝΑ ή ότι η μείωση του εισοδήματος των γεωργών μπορεί να συνδεθεί με αύξηση των τιμών του ΟΝΑ, όπως φαίνεται στον κατωτέρω πίνακα:

Image 1

(258)

Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, οι ενώσεις χρηστών AGPB και IFA υπογράμμισαν ότι η ομάδα των γεωργών που πλήττονται περισσότερο από τα μέτρα είχαν υποστεί μείωση των εισοδημάτων τους για μεγάλο χρονικό διάστημα και, συνεπώς, ακόμη και αν το εισόδημά τους επρόκειτο να σταθεροποιηθεί, θα βρισκόταν σε χαμηλά επίπεδα και επομένως θα πλήττονταν σοβαρά από τα μέτρα. Ωστόσο, ελλείψει σύνδεσης μεταξύ της τιμής του ΟΝΑ και του περιθωρίου που παρουσιάζεται στον ανωτέρω πίνακα, δεν είναι δυνατό να προβλεφθεί ότι οι επιπτώσεις που θα έχουν τα μέτρα στα κέρδη των γεωργών θα είναι σοβαρές. Πράγματι, η έκταση των πραγματικών επιπτώσεων θα εξαρτάται από πάρα πολλούς παράγοντες.

(259)

Η ένωση χρηστών IFA ζήτησε από την Επιτροπή να μην παράσχει στήριξη σε έναν μη αποδοτικό κλάδο μεταποίησης ο οποίος έχει περιορισμένο αντίκτυπο στον ιστό των αγροτικών οικονομιών της Ένωσης, σε αντίθεση με τον κλάδο της γεωργίας. Ο ισχυρισμός αυτός είναι αδικαιολόγητος και, ως εκ τούτου, απορρίπτεται. Ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής είναι βιώσιμος και αποδοτικός όταν εξασφαλίζονται σε αυτόν ίσοι όροι ανταγωνισμού.

(260)

Οι ενώσεις χρηστών AGPB και IFA αμφισβήτησαν, σε αντίθεση με το πόρισμα της Επιτροπής, ότι οι ενωσιακοί γεωργοί έχουν στη διάθεσή τους εργαλεία κάλυψης αντιστάθμισης κινδύνου. Η Επιτροπή επισήμανε ότι οι απόψεις των ενδιαφερόμενων μερών σχετικά με το ζήτημα αυτό διαφέρουν: στο έγγραφο (32) που υπέβαλε ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI στις 29 Απριλίου 2019 αναφερόταν ότι χρησιμοποιούνται τα εργαλεία που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 251 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, οι AGPB και IFA υποστήριξαν ότι «οι ασφάλειες για την κάλυψη του περιθωρίου κέρδους δεν χρησιμοποιούνται προς το παρόν σε σημαντικό βαθμό στον τομέα της γεωργίας στην ΕΕ» και ότι δεν υπάρχουν ευρέως διαθέσιμα εργαλεία αντιστάθμισης τιμών για τις γεωργικές εισροές. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός δεν τεκμηριώθηκε.

(261)

Ο εν λόγω παραγωγός-εξαγωγέας αμφισβήτησε την αξία των πορισμάτων της Επιτροπής που διατυπώνονται στην αιτιολογική σκέψη 251 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, δηλαδή i) ότι πολλές γεωργικές εκμεταλλεύσεις στην Ένωση βασίζονται σε περισσότερες καλλιέργειες και ii) ότι οι γεωργοί έχουν στη διάθεσή τους αρκετά εργαλεία για την εξασφάλιση ΟΝΑ σε εύλογες τιμές. Όσον αφορά το σημείο i), υποστήριξε ότι οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις που ειδικεύονται στον σίτο, συμπεριλαμβανομένης της εκμετάλλευσης που ανέφερε ως παράδειγμα η Επιτροπή, είναι μεν ήδη σχετικά διαφοροποιημένες αλλά ότι ο αντίκτυπος ενός δασμού αντιντάμπινγκ σε καλλιέργειες εκτός του σίτου θα είναι επίσης σοβαρός, όπως καταδεικνύεται από τις ενώσεις γεωργών. Όσον αφορά το σημείο ii), επισήμανε ότι αυτά τα εργαλεία χρησιμοποιούνται ήδη από γεωργούς στην τρέχουσα κατάσταση και, συνεπώς, το γεγονός αυτό δεν θα μετρίαζε τον αντίκτυπο τυχόν δασμού. Η Επιτροπή διαφώνησε με το ενδιαφερόμενο μέρος διότι, δεδομένου ότι συνολικά και τα δύο σημεία i) και ii) είναι επωφελή για τους γεωργούς, δεν υπάρχει λόγος να μην είναι επωφελή στο πλαίσιο τυχόν αυξημένου κόστους λόγω των μέτρων αντιντάμπινγκ.

(262)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας Acron ανέφερε ότι το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν κατόρθωσε να προβεί σε εκτίμηση σχετικά με τις θέσεις εργασίας που σχετίζονται με το ΟΝΑ σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις δεν σημαίνει ότι δεν διακυβεύονται θέσεις εργασίας που σχετίζονται με το ΟΝΑ σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις. Ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI διαφώνησε με την άποψη της Επιτροπής ότι ο αντίκτυπος των μέτρων αντιντάμπινγκ στην απασχόληση θα είναι περιορισμένος ενόψει της προβλεπόμενης σημαντικής μείωσης του ανθρώπινου δυναμικού στον τομέα λόγω των βελτιώσεων της παραγωγικότητας. Το ενδιαφερόμενο μέρος επισήμανε επίσης την αναμενόμενη αύξηση (ορισμένων) δαπανών των γεωργών στο διάστημα μεταξύ 2017 και 2030.

(263)

Η Επιτροπή διευκρίνισε ότι η αιτιολογική σκέψη 252 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού θα πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οι δασμοί αντιντάμπινγκ δεν αναμένεται να επιταχύνουν τη μείωση του εργατικού δυναμικού που έχει ήδη (και προηγουμένως) προβλεφθεί ότι θα συνεχιστεί σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις στην Ένωση. Όσον αφορά την προβλεπόμενη αύξηση του κόστους, η αιτιολογική σκέψη 254 ανωτέρω αναφέρεται σε κάθε περίπτωση σε σταθεροποίηση του γεωργικού εισοδήματος.

(264)

Ελλείψει τυχόν άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά το συμφέρον των χρηστών, επιβεβαιώθηκαν τα συμπεράσματα των αιτιολογικών σκέψεων 241 έως 252 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

7.4.   Άλλοι παράγοντες

(265)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κανένα από τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στον φάκελο δεν υποδεικνύει ότι τυχόν αύξηση της τιμής του ΟΝΑ θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στην τιμή άλλων λιπασμάτων, καθώς, σύμφωνα με το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος, οι τιμές του ΟΝΑ και του νιτρικού αμμωνίου κινούνται παράλληλα. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός αντικρούστηκε από το υλικό των ακροάσεων που υποβλήθηκε από χρήστες (33), σύμφωνα με το οποίο οι τιμές νιτρικού αμμωνίου στην Ένωση δεν συμβάδιζαν με τις παγκόσμιες τιμές. Ο ισχυρισμός που προβλήθηκε από την ένωση χρηστών Copa-Cogeca ότι οι δασμοί θα αυξήσουν τις τιμές άλλων αζωτούχων λιπασμάτων απορρίφθηκε επίσης για τους ίδιους λόγους.

(266)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI διαφώνησε με τα πορίσματα της Επιτροπής όσον αφορά τις θέσεις εργασίας που σχετίζονται με το ΟΝΑ, όπως διατυπώνονται στην αιτιολογική σκέψη 257 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Το ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπέβαλε εναλλακτικό υπολογισμό ή υπολογισμό των θέσεων εργασίας που σχετίζονται με το ΟΝΑ σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις στην Ένωση. Κατά συνέπεια, οι παρατηρήσεις του απορρίφθηκαν.

(267)

Ο Ρώσος παραγωγός-εξαγωγέας Acron αμφισβήτησε την υποσημείωση 32 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού («το αποτύπωμα άνθρακα του νιτρικού αμμωνίου στην ΕΕ είναι 1,1 τόνος ισοδύναμου CO2 ανά τόνο προϊόντος, 2,3 στις ΗΠΑ και 2,6 στη Ρωσία») αναφέροντας ότι το δικό του αποτύπωμα άνθρακα από την παραγωγή ΟΝΑ είναι 0,7 τόνοι ισοδύναμου CO2 ανά τόνο προϊόντος (34) και 0,6-0,8 για τη Ρωσία. Η Επιτροπή δεν έχει δικά της στοιχεία αναφοράς για το αποτύπωμα άνθρακα του ΟΝΑ. Ως εκ τούτου, όπως αναφέρεται σαφώς στην εν λόγω υποσημείωση, στα στοιχεία ελήφθησαν υπόψη οι τιμές νιτρικού αμμωνίου από υπολογιστή αποτυπώματος τρίτου μέρους. Οι ευρωπαϊκοί φορείς δημοσιεύουν στοιχεία τα οποία καταδεικνύουν τη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα από τις εταιρείες της Ένωσης (35).

(268)

Η φινλανδική κεντρική ένωση παραγωγών γεωργικών προϊόντων και ιδιοκτητών δασών MTK επέμεινε ότι τα μέτρα θα παρεμποδίσουν τη χρήση του ΟΝΑ, το οποίο, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, συνιστά μια πολύ φιλική για το περιβάλλον μέθοδο λίπανσης. Ο παραγωγός-εξαγωγέας Acron ισχυρίστηκε ότι οι εναλλακτικές επιλογές αντί του ΟΝΑ δεν είναι μόνο ακριβότερες και περισσότερο δαπανηρές ως προς την εφαρμογή τους αλλά ταυτόχρονα και περισσότερο ρυπογόνες. Το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος αναφέρθηκε σε μελέτη σχετικά με τη γεωργία ως σημαντική πηγή ρύπανσης με οξείδιο του αζώτου στην Καλιφόρνια και ισχυρίστηκε ότι, λόγω των περιβαλλοντικών κινδύνων της χρήσης εναλλακτικών επιλογών αντί του ΟΝΑ, η Επιτροπή δεν πρέπει να παρεμποδίσει την παροχή οικονομικά προσιτού ΟΝΑ στην Ένωση με την επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ. Ωστόσο, στην αιτιολογική σκέψη 256 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού υπενθυμίζεται ότι, ακόμη και αν το ΟΝΑ έχει πολλαπλά αγρονομικά πλεονεκτήματα, δεν είναι ουδέτερο για το περιβάλλον. Καθώς τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν κατόρθωσαν να προσκομίσουν επαρκή συναφή υποστηρικτικά αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το θέμα αυτό, οι ισχυρισμοί απορρίφθηκαν.

(269)

Η Acron ισχυρίστηκε επίσης ότι οι δασμοί θα επηρεάσουν αρνητικά τους διανομείς και τις αλυσίδες εφοδιασμού της Ευρώπης. Καθώς το ενδιαφερόμενο μέρος δεν κατόρθωσε να προσκομίσει κανένα υποστηρικτικό αποδεικτικό στοιχείο σχετικά με το θέμα αυτό, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(270)

Η ένωση MTK έθεσε το ερώτημα ποιος θα επωφεληθεί από τους δασμούς αντιντάμπινγκ, επισημαίνοντας ότι οι περισσότερες μεγάλες εταιρείες λιπασμάτων στην αγορά της Ένωσης δεν έχουν έδρα στην Ένωση. Εν προκειμένω, η Επιτροπή υπενθύμισε τη νομική υποχρέωση που υπέχει να επιβάλλει δασμούς αντιντάμπινγκ όταν πληρούνται οι νομικές απαιτήσεις, ανεξάρτητα από τις φορολογικές εισφορές ή άλλες παραμέτρους.

(271)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας Acron ισχυρίστηκε ότι οι ενωσιακοί παραγωγοί προσπαθούσαν να χειραγωγήσουν τις τιμές του ΟΝΑ. Οι συνεργαζόμενες ενώσεις χρηστών επισήμαναν αυξημένη συγκέντρωση στο εσωτερικό των ενωσιακών παραγωγών και πιθανές πρακτικές που αντιβαίνουν στον ανταγωνισμό από τους ενωσιακούς παραγωγούς λιπασμάτων. Ελλείψει διαπίστωσης από τυχόν σχετικές αρχές ότι οι ενωσιακοί παραγωγοί ΟΝΑ εφάρμοσαν πρακτικές που αντιβαίνουν στον ανταγωνισμό, οι παρατηρήσεις αυτές απορρίφθηκαν.

7.5.   Συμπέρασμα σχετικά με το συμφέρον της Ένωσης

(272)

Με βάση τα ανωτέρω και ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, επιβεβαιώθηκαν τα συμπεράσματα που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 239 έως 258 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

8.   ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(273)

Με βάση τα συμπεράσματα που συνάχθηκαν όσον αφορά το ντάμπινγκ, τη ζημία, την αιτιώδη συνάφεια και το συμφέρον της Ένωσης, θα πρέπει να επιβληθούν οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ προκειμένου να αποφευχθεί η πρόκληση περαιτέρω ζημίας στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής από τις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

8.1.   Μορφή των μέτρων

(274)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI ισχυρίστηκε ότι οι δασμοί κατ’ αξίαν δεν θα είναι κατάλληλοι στο τρέχον πλαίσιο αυξανόμενων τιμών, καθώς θα έχουν ως αποτέλεσμα υπερβολικά υψηλό επίπεδο προστασίας, δεν θα παράσχουν κίνητρα στους ενωσιακούς παραγωγούς για μείωση του κόστους, θα διογκώσουν αδικαιολόγητα τις τιμές στην Ένωση και θα ενθαρρύνουν την Gazprom να συνεχίσει τις πωλήσεις φυσικού αερίου στην αγορά της Ένωσης σε υπερβολικές τιμές. Κατά συνέπεια, ισχυρίστηκε ότι ο όποιος δασμός θα πρέπει να λάβει τη μορφή ελάχιστης τιμής αναφοράς CIF πριν από την καταβολή του δασμού, καθώς με τον τρόπο αυτόν θα προσφέρει επαρκές επίπεδο προστασίας για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής χωρίς να τιμωρεί αδικαιολόγητα τον γεωργικό κλάδο. Οι ενώσεις χρηστών AGPB και IFA ανέφεραν ότι μια ελάχιστη τιμή εισαγωγής θα είναι συνεπής με την πρακτική της Επιτροπής (36) στην περίπτωση αυξήσεων της τιμής μετά την περίοδο έρευνας και θα παράσχει ένα δίχτυ ασφαλείας για τον ενωσιακό κλάδο λιπασμάτων, περιορίζοντας ταυτόχρονα τόσο την αύξηση της επιβάρυνσης του κόστους για τους ενωσιακούς γεωργούς όσο και τη ζημία για την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών της Ένωσης στον γεωργικό τομέα.

(275)

Ωστόσο, δεδομένων των πορισμάτων της έρευνας σε σχέση με τον αντίκτυπο στους χρήστες, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η λήψη μέτρων με τη μορφή ελάχιστης τιμής εισαγωγής δεν θα ήταν δικαιολογημένη στην παρούσα υπόθεση. Οι ισχυρισμοί περί ελάχιστης τιμής εισαγωγής, ως εκ τούτου, απορρίφθηκαν.

(276)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας MHTL ζήτησε την επιβολή ειδικού δασμού i) δεδομένων των αυξημένων τιμών του ΟΝΑ μετά την περίοδο έρευνας· ii) για τον περιορισμό τυχόν πιθανού σοβαρού αντίκτυπου στους χρήστες· και iii) διότι ο ειδικός δασμός ανά τόνο είναι καταλληλότερος για τον καταγγέλλοντα, καθώς οι εισαγωγές από το οικείο ενδιαφερόμενο μέρος πραγματοποιούνται μόνο μέσω συνδεδεμένης εταιρείας πωλήσεων.

(277)

Η Επιτροπή ανέλυσε τις μέσες τιμές εισαγωγής του ΟΝΑ κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, της περιόδου έρευνας και της περιόδου μετά την έρευνα. Οι διαφοροποιήσεις της τιμής ήταν σημαντικές, κυρίως λόγω της ισχυρής διακύμανσης της τιμής του φυσικού αερίου, που συνιστά τη βασική πρώτη ύλη του ΟΝΑ. Δεδομένης αυτής της μεταβλητότητας των τιμών εισαγωγής του ΟΝΑ, υπάρχει πραγματικός κίνδυνος ένας δασμός κατ’ αξίαν είτε να μην επαρκεί για την εξάλειψη της ζημίας όταν οι τιμές είναι χαμηλές είτε να βλάπτει αδικαιολόγητα τον κλάδο των χρηστών όταν οι τιμές αυξάνονται. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο ειδικός δασμός ήταν καταλληλότερος από έναν δασμό κατ’ αξίαν, δεδομένων των ειδικών περιστάσεων στην παρούσα υπόθεση.

(278)

Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, ο καταγγέλλων, η Grupa Azoty και η Agropolychim εξέφρασαν την αντίθεσή τους στην επιβολή μέτρων με τη μορφή ειδικού δασμού. Δεδομένου ότι οι ενωσιακοί παραγωγοί δεν έχουν λάβει ακόμη πλήρη αποκατάσταση, λαμβανομένης υπόψη της μεταβλητότητας των τιμών του φυσικού αερίου και του ΟΝΑ και με δεδομένες τις συμπιεσμένες τιμές του ΟΝΑ κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, θεώρησαν καταλληλότερο έναν δασμό κατ’ αξίαν. Όπως εξηγήθηκε στην αιτιολογική σκέψη 276 ανωτέρω, η υψηλή μεταβλητότητα των τιμών είναι ακριβώς ένας από τους βασικούς λόγους για την επιβολή ειδικού δασμού. Βάσει των ανωτέρω, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(279)

Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, οι AGPB και IFA επανέλαβαν ότι εάν η Επιτροπή επρόκειτο να επιβάλει οριστικούς δασμούς, θα έπρεπε να το πράξει με τη μορφή ελάχιστης τιμής εισαγωγής. Τα ενδιαφερόμενα μέρη θεώρησαν ότι τα σχετικά πορίσματα στο πλαίσιο της τρέχουσας έρευνας είναι τα ίδια με εκείνα που δικαιολογούσαν τη χρήση της συγκεκριμένης προσέγγισης σε έρευνα που περατώθηκε από την Επιτροπή το 2011 (37). Όσον αφορά τον ισχυρισμό αυτόν, ακόμη και αν οι περιστάσεις παρουσίαζαν ομοιότητες, αποτελεί πάγια προσέγγιση της Επιτροπής να αξιολογεί κάθε περίπτωση μεμονωμένα. Στην περίπτωση αυτή, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 274, από τα πορίσματα όσον αφορά τα συμφέροντα των χρηστών δεν κρίνεται επιβεβλημένος ο καθορισμός ελάχιστης τιμής εισαγωγής. Υπενθυμίζεται ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας οι τιμές ήταν σχετικά χαμηλές και εάν καθοριζόταν ελάχιστη τιμή εισαγωγής στη βάση αυτή, θα υπήρχε πραγματικός κίνδυνος τα μέτρα να μην προστατεύσουν επαρκώς τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής από τη διαπιστωθείσα ζημιογόνο πρακτική ντάμπινγκ. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

8.2.   Οριστικά μέτρα

(280)

Βάσει των ανωτέρω, το ποσό του δασμού ισούται με το καθορισμένο κατ’ αποκοπήν ποσό ανά τόνο ΟΝΑ, όπως διευκρινίζεται κατωτέρω:

Χώρα

Εταιρεία

Περιθώριο ντάμπινγκ (%)

Περιθώριο ζημίας (%)

Οριστικός δασμολογικός συντελεστής (%)

Οριστικός κατ’ αποκοπήν δασμολογικός συντελεστής — EUR ανά τόνο

Ρωσία

PJSC Acron

31,9

31,9

31,9

42,47

Ρωσία

Συμμετοχική εταιρεία «Azot»

20,0

20,0

20,0

27,77

Ρωσία

Συμμετοχική εταιρεία «Nevinnomyssky Azot»

20,0

20,0

20,0

27,77

Ρωσία

Όλες οι άλλες εταιρείες

31,9

31,9

31,9

42,47

Τρινιδάδ και Τομπάγκο

Methanol Holdings (Trinidad) Limited

55,8

16,2

16,2

22,24

Τρινιδάδ και Τομπάγκο

Όλες οι άλλες εταιρείες

55,8

16,2

16,2

22,24

Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

CF Industries Holdings, Inc.

37,3

23,9

23,9

29,48

Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

Όλες οι άλλες εταιρείες

37,3

23,9

23,9

29,48

(281)

Οι ατομικοί δασμολογικοί συντελεστές αντιντάμπινγκ για κάθε εταιρεία οι οποίοι προσδιορίζονται στον παρόντα κανονισμό καθορίστηκαν βάσει των πορισμάτων της παρούσας έρευνας. Όπως εξηγείται επίσης στις αιτιολογικές σκέψεις 35, 74 και 90 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού κανονισμού, στην προκειμένη περίπτωση, το επίπεδο συνεργασίας ήταν υψηλό, αφού οι εισαγωγές των συνεργαζόμενων παραγωγών-εξαγωγέων στις οικείες χώρες αποτελούσαν το σύνολο των εξαγωγών προς την Ένωση κατά την περίοδο έρευνας. Ως εκ τούτου, οι υπολειπόμενοι δασμοί αντιντάμπινγκ ορίστηκαν στο επίπεδο των συνεργαζόμενων εταιρειών.

(282)

Μια εταιρεία μπορεί να ζητήσει την εφαρμογή του ατομικού της δασμολογικού συντελεστή αντιντάμπινγκ σε περίπτωση μεταγενέστερης αλλαγής της επωνυμίας της. Η αίτηση πρέπει να απευθύνεται στην Επιτροπή (38). Η αίτηση πρέπει να περιέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες για να αποδείξει ότι η μεταβολή δεν επηρεάζει το δικαίωμα της εταιρείας να επωφελείται από τον δασμολογικό συντελεστή που εφαρμόζεται σε αυτήν. Εάν η αλλαγή επωνυμίας της εταιρείας δεν θίγει το δικαίωμά της να επωφελείται από τον δασμολογικό συντελεστή που εφαρμόζεται σε αυτήν, θα δημοσιεύεται ανακοίνωση σχετικά με την αλλαγή επωνυμίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

8.3.   Οριστική είσπραξη των προσωρινών δασμών

(283)

Δεδομένων των περιθωρίων ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν και λαμβανομένου υπόψη του επιπέδου της ζημίας που προκλήθηκε στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής, θα πρέπει να εισπραχθούν οριστικά τα ποσά που είχαν καταβληθεί ως εγγύηση μέσω του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ, ο οποίος επιβλήθηκε με τον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(284)

Όσον αφορά τις εισαγωγές από τη Ρωσία και από το Τρινιδάδ και Τομπάγκο, οι οριστικοί δασμολογικοί συντελεστές είναι χαμηλότεροι από τους προσωρινούς δασμολογικούς συντελεστές. Επομένως, τα ποσά που έχουν καταβληθεί ως εγγύηση και υπερβαίνουν τον συντελεστή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ θα πρέπει να αποδεσμευτούν.

8.4.   Αναδρομική ισχύς

(285)

Όπως αναφέρεται στο τμήμα 1.2, η Επιτροπή υπέβαλε σε καταγραφή τις εισαγωγές μειγμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου σε υδατικά ή αμμωνιακά διαλύματα κατά τη διάρκεια της περιόδου πριν από την κοινοποίηση πορισμάτων, δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφος 5α του βασικού κανονισμού.

(286)

Κατά τη διάρκεια του οριστικού σταδίου της έρευνας, αξιολογήθηκαν τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν στο πλαίσιο της καταγραφής. Η Επιτροπή ανέλυσε κατά πόσον πληρούνταν τα κριτήρια βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού για αναδρομική είσπραξη οριστικών δασμών.

(287)

Από την ανάλυση της Επιτροπής δεν προέκυψε σημαντική αύξηση των εισαγωγών κατά τη διάρκεια των τριών εβδομάδων της περιόδου πριν από την κοινοποίηση πορισμάτων σε σύγκριση με το επίπεδο των εισαγωγών κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Σε μηνιαία μέση βάση, οι εισαγωγές από τις τρεις οικείες χώρες μειώθηκαν από 144 020 τόνους σε 66 080 τόνους, δηλαδή σημείωσαν μείωση κατά 54 % (πηγή: προσαρμοσμένα στοιχεία της Eurostat, μεταξύ άλλων και σε βάση pro rata temporis). Συνεπώς, δεν πληρούται η προϋπόθεση βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 4 στοιχείο δ) του βασικού κανονισμού.

(288)

Η Επιτροπή, κατά συνέπεια, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αναδρομική είσπραξη οριστικών δασμών για την περίοδο των τριών εβδομάδων κατά τη διάρκεια των οποίων καταγράφηκαν οι εισαγωγές δεν δικαιολογείται στην προκειμένη περίπτωση.

9.   ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΓΙΑ ΑΝΑΛΗΨΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ

(289)

Ένας Ρώσος παραγωγός-εξαγωγέας («ο αιτών») υπέβαλε οικειοθελή προσφορά για ανάληψη υποχρέωσης ως προς τις τιμές σύμφωνα με το άρθρο 8 του βασικού κανονισμού. Η Επιτροπή παρατήρησε ότι η εν λόγω προσφορά ελήφθη πολύ μετά την προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 8 του βασικού κανονισμού σε συνδυασμό με το άρθρο 20 του βασικού κανονισμού, το οποίο αναφέρεται στην κοινοποίηση τελικών πορισμάτων.

(290)

Στο άρθρο 8 του βασικού κανονισμού προβλέπεται η δυνατότητα προσφοράς (και αποδοχής) ανάληψης υποχρέωσης ως προς τις τιμές σε εξαιρετικές περιπτώσεις μετά την εν λόγω προθεσμία. Ωστόσο, η Επιτροπή ανέλυσε την προσφορά για ανάληψη υποχρέωσης και έκρινε ότι η αποδοχή της θα ήταν πρακτικά ανεφάρμοστη για τους ακόλουθους λόγους.

(291)

Η προτεινόμενη ελάχιστη τιμή εισαγωγής δεν επαρκούσε για την εξάλειψη των ζημιογόνων επιπτώσεων του ντάμπινγκ. Η προσφορά δεν συμμορφωνόταν με το άρθρο 8 του βασικού κανονισμού. Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο του βασικού κανονισμού, η ελάχιστη τιμή εισαγωγής στο πλαίσιο της προσφοράς για ανάληψη υποχρέωσης ως προς τις τιμές θα πρέπει να καθοριστεί στο επίπεδο που απαιτείται για να εξαλειφθεί η ζημία που υφίσταται ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής. Στην επόμενη παράγραφο του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι κατά την εξέταση του επιπέδου αυτού εφαρμόζεται το άρθρο 7 παράγραφοι 2α έως 2δ.

(292)

Επιπλέον, ο αιτών πωλεί το υπό εξέταση προϊόν μέσω συνδεδεμένων εταιρειών εντός της Ένωσης και κάποια ποσότητα του εισαγόμενου προϊόντος υποβάλλεται σε περαιτέρω μεταποίηση εντός της Ένωσης πριν πωληθεί σε μη συνδεδεμένα μέρη. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή, μία από αυτές τις συνδεδεμένες εταιρείες πωλεί το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας καθώς και άλλα προϊόντα (δηλαδή λιπάσματα) στην αγορά της Ένωσης, και είναι πιθανό τα εν λόγω άλλα προϊόντα να πωλούνται στους ίδιους πελάτες.

(293)

Εάν το συνδεδεμένο μέρος στην Ένωση και ο αιτών πωλούν το υπό εξέταση προϊόν και άλλα προϊόντα στους ίδιους πελάτες στην Ένωση, οι τιμές για τις εν λόγω συναλλαγές θα μπορούσαν να καθοριστούν με τέτοιον τρόπο ώστε να αντισταθμίζουν την ελάχιστη τιμή εισαγωγής που αποτελεί αντικείμενο της ανάληψης υποχρέωσης. Ωστόσο, μια τέτοια αντιστάθμιση δεν θα μπορούσε να εντοπιστεί με τις δραστηριότητες παρακολούθησης, καθώς η δομή των τιμών για την πλειονότητα των προϊόντων που παράγονται και πωλούνται από τη συνδεδεμένη εταιρεία στην Ένωση δεν υπόκειται σε καμία δημόσια διαθέσιμη πηγή. Συνεπώς, δεν μπορεί να αξιολογηθεί αν οι τιμές που καταβάλλουν οι πελάτες ανταποκρίνονται στην αξία των προϊόντων ή αν σ’ αυτές λαμβάνεται υπόψη η ενδεχόμενη έκπτωση για την αντιστάθμιση των συναλλαγών που υπόκεινται στην ανάληψη υποχρέωσης για τις οποίες πρέπει να τηρείται ελάχιστη τιμή εισαγωγής. Κατά συνέπεια, υπάρχει υψηλός κίνδυνος διασταυρούμενης αντιστάθμισης με τις πωλήσεις ΟΝΑ και άλλων προϊόντων στους ίδιους πελάτες.

(294)

Ως εκ τούτου, η παρακολούθηση της εν λόγω ανάληψης υποχρέωσης θα ήταν πρακτικά ανεφάρμοστη και ανέφικτη.

(295)

Η Επιτροπή απέστειλε στον αιτούντα επιστολή στην οποία εκτίθενται οι λόγοι απόρριψης της προσφοράς για ανάληψη υποχρέωσης και παρέχεται στον αιτούντα η ευκαιρία να υποβάλει τις παρατηρήσεις του σχετικά με την εν λόγω απόφαση. Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από τον αιτούντα όσον αφορά το γεγονός ότι η προσφορά υποβλήθηκε πολύ καθυστερημένα στο πλαίσιο της διαδικασίας, το επίπεδο της ελάχιστης τιμής εισαγωγής και το κατά πόσον μπορεί να εφαρμοστεί πρακτικά η ανάληψη υποχρέωσης.

(296)

Ο αιτών ισχυρίστηκε ότι η προσφορά υποβλήθηκε εντός της προθεσμίας για την υποβολή παρατηρήσεων σχετικά με τη συμπληρωματική κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων, και παρέπεμψε στο άρθρο 20 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού. Ωστόσο, η προσφορά θα έπρεπε να είχε αποσταλεί εντός της προθεσμίας για την υποβολή παρατηρήσεων σχετικά με την κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων, και όχι της προθεσμίας που ορίστηκε για τις παρατηρήσεις σχετικά με τη συμπληρωματική κοινοποίηση οριστικών πορισμάτων. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό αυτόν.

(297)

Στις παρατηρήσεις του, ο αιτών δεν συμφώνησε με το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι η ελάχιστη τιμή εισαγωγής είναι υπερβολικά χαμηλή και πρότεινε ποσοτικό ανώτατο όριο σε συνδυασμό με την ελάχιστη τιμή εισαγωγής. Όπως δηλώνεται στην αιτιολογική σκέψη 290, το άρθρο 7 παράγραφοι 2α έως 2δ θα πρέπει να εφαρμόζεται κατά την εξέταση του κατά πόσον η ελάχιστη τιμή εισαγωγής θα επαρκούσε για την εξάλειψη του ζημιογόνου ντάμπινγκ και, συνεπώς, ο ισχυρισμός θα πρέπει να απορριφθεί.

(298)

Ο αιτών πρότεινε επίπεδα ελάχιστων τιμών για τα άλλα προϊόντα που πωλεί στην αγορά της Ένωσης. Ωστόσο, αυτό θα συνεπαγόταν μεγάλο φόρτο παρακολούθησης και, ως εκ τούτου, η Επιτροπή επέμεινε στην άποψή της ότι η παρακολούθηση της προταθείσας ανάληψης υποχρέωσης θα ήταν πρακτικά ανεφάρμοστη.

(299)

Ο αιτών απέστειλε αναθεωρημένη εκδοχή της προσφοράς για ανάληψη υποχρέωσης σε πολύ καθυστερημένο στάδιο της διαδικασίας. Παρότι ο αιτών πρότεινε ελάχιστη τιμή εισαγωγής στο απαιτούμενο επίπεδο για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής, η Επιτροπή εξακολούθησε να θεωρεί την παρακολούθηση της εν λόγω ανάληψης υποχρέωσης πρακτικά ανεφάρμοστη και ανέφικτη για τους λόγους που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 291, 292 και 297 ανωτέρω και, ως εκ τούτου, απέρριψε την τελική προσφορά.

10.   ΤΕΛΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ

(300)

Δυνάμει του άρθρου 109 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (39), για τα ποσά που πρέπει να επιστραφούν σύμφωνα με απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το επιτόκιο που καταβάλλεται θα πρέπει να είναι εκείνο που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατά τις κύριες πράξεις της επαναχρηματοδότησης, όπως αυτό δημοσιεύεται στη σειρά C της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης την πρώτη ημερολογιακή ημέρα κάθε μήνα.

(301)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές μειγμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου σε υδατικά ή αμμωνιακά διαλύματα, τα οποία επί του παρόντος εμπίπτουν στον κωδικό ΣΟ 3102 80 00, καταγωγής Ρωσίας, Τρινιδάδ και Τομπάγκο και Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

2.   Ο δασμός αντιντάμπινγκ συνίσταται σε καθορισμένο κατ’ αποκοπήν ποσό ανά τόνο, το οποίο εφαρμόζεται στις εισαγωγές του προϊόντος που περιγράφεται στην παράγραφο 1 και παράγεται από τις εταιρείες που παρατίθενται κατωτέρω, και έχει ως εξής:

Χώρα

Εταιρεία

Καθορισμένο κατ’ αποκοπήν ποσό δασμού (EUR ανά τόνο)

Πρόσθετος κωδικός TARIC

Ρωσία

PJSC Acron

42,47

C500

Ρωσία

Συμμετοχική εταιρεία «Azot»

27,77

C501

Ρωσία

Συμμετοχική εταιρεία «Nevinnomyssky Azot»

27,77

C504

Ρωσία

Όλες οι άλλες εταιρείες

42,47

C999

Τρινιδάδ και Τομπάγκο

Methanol Holdings (Trinidad) Limited

22,24

C502

Τρινιδάδ και Τομπάγκο

Όλες οι άλλες εταιρείες

22,24

C999

Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

CF Industries Holdings, Inc.

29,48

C503

Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

Όλες οι άλλες εταιρείες

29,48

C999

3.   Η εφαρμογή των ατομικών δασμολογικών συντελεστών που καθορίζονται για τις εταιρείες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 εξαρτάται από την προσκόμιση στις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών έγκυρου εμπορικού τιμολογίου, στο οποίο αναγράφεται δήλωση που φέρει ημερομηνία και υπογραφή υπαλλήλου της οντότητας που εκδίδει το τιμολόγιο, με αναφορά του ονόματος και της θέσης του/της, με την ακόλουθη διατύπωση: « Ο/Η κάτωθι υπογεγραμμένος/-η πιστοποιώ ότι ο (όγκος) του (υπό εξέταση προϊόντος) που πωλήθηκε για εξαγωγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και περιλαμβάνεται στο παρόν τιμολόγιο κατασκευάστηκε από την (επωνυμία και διεύθυνση εταιρείας) (πρόσθετος κωδικός TARIC) στην [οικεία χώρα]. Δηλώνω ότι τα στοιχεία που αναγράφονται στο παρόν τιμολόγιο είναι πλήρη και ακριβή. ». Σε περίπτωση μη προσκόμισης του εν λόγω τιμολογίου, εφαρμόζεται ο δασμός που ισχύει για όλες τις άλλες εταιρείες.

4.   Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

Άρθρο 2

Τα ποσά που είχαν δεσμευτεί υπό μορφή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2019/576 της Επιτροπής εισπράττονται οριστικά. Τα ποσά που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση και υπερβαίνουν τους οριστικούς συντελεστές του δασμού αντιντάμπινγκ αποδεσμεύονται.

Άρθρο 3

Δεν εισπράττεται αναδρομικά οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ για τις καταγεγραμμένες εισαγωγές. Τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 1 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2019/455 παύουν να τηρούνται.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 8 Οκτωβρίου 2019.

Για την Επιτροπή

O Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 176 της 30.6.2016, σ. 21.

(2)  Ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές μειγμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου καταγωγής Ρωσίας, Τρινιδάδ και Τομπάγκο και Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. ΕΕ C 284 της 13.8.2018, σ. 9.

(3)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/455 της Επιτροπής, της 20ής Μαρτίου 2019, για την υποχρέωση καταγραφής των εισαγωγών μειγμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου καταγωγής Ρωσίας, Τρινιδάδ και Τομπάγκο και Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (ΕΕ L 79 της 21.3.2019, σ. 9).

(4)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/576 της Επιτροπής, της 10ης Απριλίου 2019, για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές μειγμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου καταγωγής Ρωσίας, Τρινιδάδ και Τομπάγκο και Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (ΕΕ L 100 της 11.4.2019, σ. 7).

(5)  DS337 Ευρωπαϊκές Κοινότητες — Μέτρο αντιντάμπινγκ για τον σολομό εκτροφής από τη Νορβηγία.

(6)  DS493 — Ουκρανία — Μέτρα αντιντάμπινγκ για το νιτρικό αμμώνιο.

(7)  Τμήμα 3.2 του εν λόγω εγγράφου.

(8)  Βλέπε υποσημείωση 8 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(9)  Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα) της 7ης Φεβρουαρίου 2013, Eurochem Mineral and Chemical Company OAO (EuroChem MCC) κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Τ-84/07, ECLI:EU:T:2013:64, και απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα) της 7ης Φεβρουαρίου 2013, Acron OAO κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, T-118/10, ECLI:EU:T:2013:67.

(10)  Τιμή Waidhaus είναι η τιμή αναφοράς του ρωσικού φυσικού αερίου στη Γερμανία –μέσω σειράς διαφόρων αγωγών από τη Ρωσία στη Γερμανία– που αντικατοπτρίζει την τιμή CIF στα γερμανικά σύνορα.

(11)  ФЕДЕРАЛЬНАЯ СЛУЖБА ПО ТАРИФАМ ПРИКАЗ, от 8 июня 2015 года N 216-э/1, Об утверждении тарифов на услуги по транспортировке газа по магистральным газопроводам ОАО "Газпром", входящим в Единую систему газоснабжения, для независимых организаций (с изменениями на 14 февраля 2018 года), [Διάταξη της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Τιμολόγησης της 8ης Ιουνίου 2015 αριθ. 216-e/1 Σχετικά με την έγκριση των τιμολογίων για τις υπηρεσίες μεταφοράς φυσικού αερίου μέσω των αγωγών φυσικού αερίου της PJSC Gazprom που περιλαμβάνονται στο Ενοποιημένο Σύστημα Προμήθειας Φυσικού Αερίου, για ανεξάρτητους οργανισμούς (με τροποποιήσεις της 14ης Φεβρουαρίου 2018)].

http://docs.cntd.ru/document/420282257.

(12)  ФЕДЕРАЛЬНАЯ СЛУЖБА ПО ТАРИФАМ ПРИКАЗ от 9 июля 2014 г. N 1142-э ОБ УТВЕРЖДЕНИИ ПОЛОЖЕНИЯ ОБ ОПРЕДЕЛЕНИИ ФОРМУЛЫ ЦЕНЫ ГАЗА, (Διάταξη της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Τιμολόγησης της 9ης Ιουλίου 2014 αριθ. 1142-e ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΓΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ ΤΙΜΗΣ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΑΕΡΙΟΥ)

διατίθεται στη διεύθυνση http://www.gazprom.com/f/posts/98/377922/prikaz_1142-e.pdf (προσπελάστηκε τελευταία στις 31 Ιουλίου 2019).

(13)  Τεκμήρια 2 και 13 από την επιτόπια επαλήθευση στη Γαλλία.

(14)  Υπόθεση C-393/13 P, Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά Alumina d.o.o., ECLI:EU:C:2014:2245, σκέψη 25.

(15)  Για παράδειγμα, σωλήνες κάθε είδους χωρίς συγκόλληση, εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 585/2012 του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2012, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων σωλήνων κάθε είδους χωρίς συγκόλληση, από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Ρωσίας και Ουκρανίας, μετά από επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009, και για την περάτωση της διαδικασίας επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων όσον αφορά τις εισαγωγές ορισμένων σωλήνων κάθε είδους χωρίς συγκόλληση, από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Κροατίας, ΕΕ L 174 της 4.7.2012, σ. 5, αιτιολογική σκέψη 60. Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/1469 της Επιτροπής, της 1ης Οκτωβρίου 2018, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων σωλήνων κάθε είδους χωρίς συγκόλληση από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Ρωσίας και Ουκρανίας, κατόπιν επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 246 της 2.10.2018, σ. 20, αιτιολογική σκέψη 81).

(16)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1246 της Επιτροπής, της 28ης Ιουλίου 2016, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ράβδων οπλισμού σκυροδέματος από χάλυβα υψηλών επιδόσεων σε κόπωση, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 204 της 29.7.2016, σ. 70).

(17)  http://curia.europa.eu/juris/document/document_print.jsf?docid=212842&text=&dir=&doclang=EL&part=1&occ=first&mode=lst&pageIndex=0&cid=593705

(18)  Υπόθεση T-107/08, Transnational Company «Kazchrome» AO και ENRC Marketing AG κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ECLI:EU:T:2011:704.

(19)  Μετά την κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, ο παραγωγός-εξαγωγέας CFI υποστήριξε ότι αυτό δεν αποτυπωνόταν στον υπολογισμό της υποτιμολόγησης και της πώλησης σε χαμηλότερες τιμές. Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει. Το γεγονός ότι οι περισσότερες πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής πραγματοποιήθηκαν σε περισσότερο τοπικό επίπεδο είχε ως αποτέλεσμα να χρησιμοποιηθούν οι τιμές εκ του εργοστασίου για το 60 % περίπου των τιμών πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής που χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης, και η προσαρμογή της τιμής-στόχου ως προς το κόστος μεταφοράς στους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης βασίζεται επίσης σε αυτή την αναλογία.

(20)  t19.001843.

(21)  http://www.fertilizerseurope.com/fileadmin/user_upload/publications/statistics_publications/Stat_website.pdf

(22)  Στο σημείο 4.3.3 του εγγράφου που υπέβαλε στις 29 Απριλίου 2019, ο παραγωγός-εξαγωγέας (CFI) δεν παρέχει αριθμητικά στοιχεία για τις θέσεις εργασίας που συνδέονται ειδικά με το ΟΝΑ αλλά αναφέρει ότι «…9 εκατομμύρια άνθρωποι απασχολούνταν στον γεωργικό κλάδο το 2017».

(23)  Βλέπε σελίδα 7 του εγγράφου https://ec.europa.eu/agriculture/sites/agriculture/files/statistics/factsheets/pdf/fr_en.pdf

(24)  Στο t19.001843, η AGPB αναφέρει τα εξής: «Από τα στοιχεία μας που προέρχονται από το Observatoire Arvalis/Unigrains/CerFrance, του Οκτωβρίου του 2018 … τα αζωτούχα λιπάσματα αντιπροσώπευαν … το 10 % του συνολικού κόστους παραγωγής χειμερινού σίτου στη Γαλλία κατά την περίοδο 2017/2018».

(25)  Βλέπε t19.002111, όπου ο καταγγέλλων υπολογίζει ότι για τη Γαλλία τα λιπάσματα αποτελούσαν το 8,6 % των συνολικού κόστους της ενδιάμεσης κατανάλωσης κατά την περίοδο από το 2015 έως το 2017, καθώς και την εξέλιξη των συνιστωσών γεωργικών εισροών στην Ένωση, όπως παρουσιάζεται στη σελίδα 10 του εγγράφου https://ec.europa.eu/agriculture/sites/agriculture/files/statistics/factsheets/pdf/eu_en.pdf (επικαιροποιήθηκε τον Μάιο του 2018).

(26)  Στο t19.002212 τα εν λόγω ενδιαφερόμενα μέρη παρουσιάζουν υπολογισμούς σύμφωνα με τους οποίους κατά την περίοδο 2017/2018 το κόστος του ΟΝΑ αντιπροσώπευε ποσοστό από 9 έως 16 % για επιλεγμένους Γάλλους χρήστες. Οι εν λόγω επιλεγμένοι Γάλλοι χρήστες είναι γεωργικές εκμεταλλεύσεις που ειδικεύονται σε καλλιέργειες σιτηρών, ελαιούχων και πρωτεϊνούχων φυτών (τύπος 15 ή «COP» στη βάση δεδομένων του ΔΓΛΠ της ΓΔ AGRI). Βλέπε, επίσης, το t19.001992 για έγγραφα αναφοράς που χρησιμοποιήθηκαν από τα ενδιαφερόμενα μέρη (όπως https://ec.europa.eu/agriculture/sites/agriculture/files/fadn/sector-fiches/tf15_fr.pdf).

(27)  Για την πρόβλεψη, βλέπε σελίδα 35 του εγγράφου της ΓΔ AGRI «EU Agricultural outlook for markets and income 2018-2030», Δεκέμβριος 2018.

(28)  Οι τιμές και οι αποδόσεις παρατίθενται στη σελίδα 4 του εγγράφου που υπέβαλε ο καταγγέλλων σχετικά με το συμφέρον της Ένωσης στο t19.002111.

(29)  Βλέπε τα στοιχεία που υπέβαλε ο καταγγέλλων στο t19.002185, και συγκεκριμένα τις έρευνες σχετικά με τους γεωργικούς λογαριασμούς στα παραρτήματα.

(30)  Σύμφωνα με την έκθεση «EU Cereal farms report base on 2013 FADN data» της ΓΔ AGRI, σ. 44, σε γεωργική εκμετάλλευση που ειδικεύεται στην καλλιέργεια μαλακού σίτου στη Γαλλία το 2013 το ακαθάριστο περιθώριο ήταν +49 EUR/τόνο, ενώ το καθαρό περιθώριο (προ των αμοιβών των ιδίων συντελεστών παραγωγής) ήταν -19 EUR/τόνο.

(31)  https://ec.europa.eu/info/sites/info/files/food-farming-fisheries/farming/documents/medium-term-outlook-2018-report_en.pdf

(32)  t19.002016.

(33)  Διαφάνεια 10 του υλικού ακροάσεων των ενδιαφερόμενων μερών, t19.002212.

(34)  Ο υπολογισμός της Acron διατίθεται στο t19.002053.

(35)  https://www.eea.europa.eu/themes/industry/industrial-pollution/industrial-pollution-country-profiles-2018/2018-industrial-pollution-country-profiles

(36)  Τα ενδιαφερόμενα μέρη παρέπεμψαν στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/1953 της Επιτροπής, της 29ης Οκτωβρίου 2015, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Ιαπωνίας, Δημοκρατίας της Κορέας, Ρωσικής Ομοσπονδίας και Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, ΕΕ L 84 της 30.10.2015, σ. 109· στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 901/2001 του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 2001, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ουρίας καταγωγής Ρωσίας, ΕΕ L 127 της 9.5.2001, σ. 11· και στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 457/2011 του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 2011, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές μελαμίνης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, ΕΕ L 124 της 13.5.2011, σ. 2, αιτιολογικές σκέψεις 62–65 και 76.

(37)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 457/201 του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 2011, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές μελαμίνης καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 124 της 13.5.2011, σ. 2).

(38)  European Commission, Directorate-General for Trade, Directorate H, Rue de la Loi 170, 1040 Brussels, Βέλγιο.

(39)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1).