ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

61ό έτος
21 Δεκεμβρίου 2018


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 663/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 94/22/ΕΚ, 98/70/ΕΚ, 2009/31/ΕΚ, 2009/73/ΕΚ, 2010/31/ΕΕ, 2012/27/ΕΕ και 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2009/119/ΕΚ και (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 1 )

1

 

*

Κανονισμός (EE) 2018/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2018, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 516/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά την εκ νέου δέσμευση των υπόλοιπων ποσών που έχουν δεσμευτεί προς στήριξη της εφαρμογής των αποφάσεων (ΕΕ) 2015/1523 και (ΕΕ) 2015/1601 του Συμβουλίου ή την κατανομή των εν λόγω ποσών σε άλλες δράσεις στο πλαίσιο των εθνικών προγραμμάτων

78

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ( 1 )

82

 

*

Οδηγία (EE) 2018/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 2012/27/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση ( 1 )

210

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

21.12.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/1999 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 11ης Δεκεμβρίου 2018

για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 663/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 94/22/ΕΚ, 98/70/ΕΚ, 2009/31/ΕΚ, 2009/73/ΕΚ, 2010/31/ΕΕ, 2012/27/ΕΕ και 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2009/119/ΕΚ και (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 192 παράγραφος 1 και το άρθρο 194 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο παρών κανονισμός θέτει την απαραίτητη νομοθετική βάση για αξιόπιστη, περιεκτική, οικονομικά αποδοτική, διαφανή και προβλέψιμη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα (μηχανισμός διακυβέρνησης), η οποία διασφαλίζει την επίτευξη των στόχων και επιδιώξεων της Ενεργειακής Ένωσης για το 2030 και των μακροπρόθεσμων στόχων και των επιδιώξεων της Ενεργειακής Ένωσης, σύμφωνα με τη συμφωνία του Παρισιού του 2015 για την αλλαγή του κλίματος μετά την 21η διάσκεψη των συμβαλλομένων μερών της σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή («συμφωνία του Παρισιού»), με συμπληρωματικές, συνεκτικές και φιλόδοξες προσπάθειες εκ μέρους της Ένωσης και των κρατών μελών της, ενώ περιορίζει τη διοικητική πολυπλοκότητα.

(2)

Η Ενεργειακή Ένωση θα πρέπει να καλύπτει πέντε διαστάσεις: ενεργειακή ασφάλεια· εσωτερική αγορά ενέργειας· ενεργειακή απόδοση· απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές· και έρευνα, καινοτομία και ανταγωνιστικότητα.

(3)

Ο σκοπός της δημιουργίας ανθεκτικής Ενεργειακής Ένωσης με επίκεντρο μια φιλόδοξη πολιτική για το κλίμα είναι να έχουν οι καταναλωτές της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, πρόσβαση σε ασφαλή, βιώσιμη, ανταγωνιστική και οικονομική ενέργεια, και να προωθηθούν η έρευνα και η καινοτομία μέσω της προσέλκυσης επενδύσεων, στόχος για τον οποίο απαιτείται ο θεμελιώδης μετασχηματισμός του ενεργειακού συστήματος της Ευρώπης. Αυτός ο μετασχηματισμός συνδέεται επίσης στενά με την ανάγκη διαφύλαξης, προστασίας και βελτίωσης της ποιότητας του περιβάλλοντος καθώς και προαγωγής της συνετής και ορθολογικής χρησιμοποίησης των φυσικών πόρων, ιδίως μέσω της προώθησης της ενεργειακής απόδοσης και της εξοικονόμησης ενέργειας και της ανάπτυξης νέων και ανανεώσιμων μορφών ενέργειας. Ο σκοπός αυτός μπορεί να επιτευχθεί μόνο με συντονισμένη δράση, η οποία θα συνδυάζει νομοθετικές και μη νομοθετικές πράξεις σε ενωσιακό, περιφερειακό, εθνικό και τοπικό επίπεδο.

(4)

Μια πλήρως λειτουργική και ανθεκτική Ενεργειακή Ένωση θα προσέδιδε στην Ένωση ηγετικό ρόλο όσον αφορά την καινοτομία, τις επενδύσεις, τη μεγέθυνση και την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη, γεγονός που με τη σειρά του θα αποτελέσει καλό παράδειγμα πρακτικής με την οποία η επίτευξη υψηλών στόχων όσον αφορά τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής συνδέεται με μέτρα για την προώθηση της καινοτομίας, των επενδύσεων και της μεγέθυνσης.

(5)

Παράλληλα με τον παρόντα κανονισμό, η Επιτροπή έχει αναπτύξει και εγκρίνει σειρά πρωτοβουλιών στον τομέα πολιτικής για την ενέργεια, ιδίως όσον αφορά την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, την ενεργειακή απόδοση, συμπεριλαμβανομένης της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων, και τη σχεδίαση της αγοράς. Αυτές οι πρωτοβουλίες αποτελούν δέσμη με βασικό θέμα την προτεραιότητα της ενεργειακής απόδοσης, την παγκόσμια πρωτοπορία της Ένωσης όσον αφορά την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και τη δίκαιη συμφωνία για τους καταναλωτές ενέργειας, μεταξύ άλλων με την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας και την προαγωγή του θεμιτού ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά.

(6)

Στα συμπεράσματά του της 23ης και 24ης Οκτωβρίου 2014, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενέκρινε πλαίσιο για την ενέργεια και το κλίμα για το 2030 για την Ένωση με άξονα τέσσερις βασικές επιδιώξεις σε επίπεδο Ένωσης: μείωση τουλάχιστον κατά 40 % των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (ΑτΘ) στο σύνολο της οικονομίας, ενδεικτική επιδίωξη βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης κατά τουλάχιστον 27 %, η οποία θα επανεξεταστεί έως το 2020, με σκοπό την αύξηση του επιπέδου σε 30 %, μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που καταναλώνεται στην Ένωση τουλάχιστον 27 %, και διασύνδεση ηλεκτρικής ενέργειας τουλάχιστον 15 %. Διευκρινίζεται ότι η επιδίωξη για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές είναι δεσμευτική σε επίπεδο Ένωσης και αναμένεται να υλοποιηθεί με τη συνεισφορά των κρατών μελών στο πλαίσιο της ανάγκης συλλογικής επίτευξης της ενωσιακής επιδίωξης. Μια αναδιατύπωση της οδηγίας 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) εισήγαγε μια νέα, δεσμευτική επιδίωξη τουλάχιστον 32 % όσον αφορά την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές για την Ένωση για το 2030, συμπεριλαμβανομένης διάταξης για επανεξέταση με στόχο την αύξηση της επιδίωξης σε επίπεδο Ένωσης έως το 2023. Τροποποιήσεις στην οδηγία 2012/27/EΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) όρισαν σε τουλάχιστον 32,5 % την επιδίωξη σε επίπεδο Ένωσης για βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης το 2030, συμπεριλαμβανομένης διάταξης για επανεξέταση με στόχο την αύξηση των επιδιώξεων σε επίπεδο Ένωσης.

(7)

Η δεσμευτική επιδίωξη εγχώριας μείωσης των ΑτΘ κατά τουλάχιστον 40 % σε όλους τους τομείς της οικονομίας έως το 2030 σε σύγκριση με το 1990 εγκρίθηκε επισήμως ως προβλεπόμενη εθνικά καθορισμένη συνεισφορά της Ένωσης και των κρατών μελών της στη συμφωνία του Παρισιού κατά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου των Υπουργών Περιβάλλοντος στις 6 Μαρτίου 2015. Η συμφωνία του Παρισιού επικυρώθηκε από την Ένωση στις 5 Οκτωβρίου 2016 (6) και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Νοεμβρίου 2016. Αντικαθιστά την προσέγγιση που ίσχυε σύμφωνα με το πρωτόκολλο του Κιότο του 1997, που εγκρίθηκε από την Ένωση με την απόφαση 2002/358/ΕΚ του Συμβουλίου (7) και που δεν θα συνεχισθεί πέραν του 2020. Το σύστημα της Ένωσης για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων αναφορικά με τις εκπομπές και τις απορροφήσεις θα πρέπει να επικαιροποιηθεί αναλόγως.

(8)

Η συμφωνία του Παρισιού αύξησε το επίπεδο της παγκόσμιας φιλοδοξίας για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και θέτει ένα μακροπρόθεσμο σκοπό που συνάδει με τον στόχο να συγκρατηθεί η μέση αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη σαφώς κάτω των 2 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα και να συνεχιστούν οι προσπάθειες ώστε να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας στον 1,5 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα.

(9)

Για την επίτευξη των σκοπών της θερμοκρασίας που τίθενται στη συμφωνία του Παρισιού, η Ένωση θα πρέπει να αποσκοπεί στην επίτευξη ισορροπίας μεταξύ των ανθρωπογενών εκπομπών ΑτΘ από πηγές και των απορροφήσεων από καταβόθρες το συντομότερο δυνατόν και, ενδεχομένως, να επιτύχει στη συνέχεια αρνητικές εκπομπές.

(10)

Όσον αφορά το κλιματικό σύστημα, οι συνολικές ανθρωπογενείς εκπομπές που συσσωρεύονται με την πάροδο του χρόνου είναι σημαντικές για τη συνολική συγκέντρωση ΑτΘ στην ατμόσφαιρα. Η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει διάφορα σενάρια για τη συνεισφορά της Ένωσης στους μακροπρόθεσμους στόχους, μεταξύ δε άλλων ένα σενάριο για την επίτευξη καθαρά μηδενικών εκπομπών ΑτΘ στην Ένωση έως το 2050 και αρνητικών εκπομπών στη συνέχεια, καθώς και τις επιπτώσεις των σεναρίων αυτών στον εναπομένοντα προϋπολογισμό για τον άνθρακα σε παγκόσμιο και ενωσιακό επίπεδο. Η Επιτροπή θα πρέπει να ετοιμάσει ανάλυση για τους σκοπούς της μακροπρόθεσμης ενωσιακής στρατηγικής για τη συνεισφορά της Ένωσης στις δεσμεύσεις της συμφωνίας του Παρισιού να διατηρηθεί η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη αρκετά κάτω των 2 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα και να συνεχιστούν οι προσπάθειες για τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας σε 1,5 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα, συμπεριλαμβανομένων διάφορων σεναρίων, μεταξύ άλλων του σεναρίου για την επίτευξη καθαρών μηδενικών εκπομπών ΑτΘ στο εσωτερικό της Ένωσης έως το 2050 και αρνητικών εκπομπών στη συνέχεια και τις επιπτώσεις τους στον προϋπολογισμό για τον άνθρακα σε παγκόσμιο και ενωσιακό επίπεδο.

(11)

Μολονότι η Ένωση δεσμεύτηκε να επιτύχει φιλόδοξες μειώσεις των εκπομπών ΑτΘ έως το 2030, η απειλή της κλιματικής αλλαγής συνιστά παγκόσμιο ζήτημα. Η Ένωση και τα κράτη μέλη της θα πρέπει, συνεπώς, να συνεργαστούν με τους διεθνείς εταίρους τους, προκειμένου να διασφαλίσουν ένα υψηλό επίπεδο φιλοδοξίας όλων των μερών, σύμφωνα με τους μακροπρόθεσμους σκοπούς της συμφωνίας του Παρισιού.

(12)

Στα συμπεράσματά του της 23ης και 24ης Οκτωβρίου 2014, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε επίσης ότι θα πρέπει να αναπτυχθεί ένας αξιόπιστος και διαφανής μηχανισμός διακυβέρνησης χωρίς περιττό διοικητικό φόρτο και με επαρκή ευελιξία για τα κράτη μέλη, ώστε να διασφαλιστεί ότι η Ένωση θα επιτύχει τους σκοπούς της ενεργειακής πολιτικής της, σεβόμενη, παράλληλα, πλήρως την ελευθερία των κρατών μελών να καθορίζουν το ενεργειακό τους μείγμα. Τόνισε ότι ένας τέτοιος μηχανισμός διακυβέρνησης θα πρέπει να βασιστεί σε ήδη υπάρχουσες δομές, όπως τα εθνικά προγράμματα για το κλίμα, τα εθνικά σχέδια για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και την ενεργειακή απόδοση, όπως και στην ανάγκη εξορθολογισμού και συγκερασμού των χωριστών σκελών του σχεδιασμού και της υποβολής εκθέσεων. Ακόμη, συμφωνήθηκε να ενισχυθούν ο ρόλος και τα δικαιώματα των καταναλωτών, η διαφάνεια και η προβλεψιμότητα για τους επενδυτές, μεταξύ άλλων με συστηματική παρακολούθηση βασικών δεικτών για ένα οικονομικό, ασφαλές, ανταγωνιστικό, προστατευμένο και βιώσιμο ενεργειακό σύστημα, καθώς και να διευκολυνθεί ο συντονισμός των εθνικών κλιματικών και ενεργειακών πολιτικών και να προωθηθεί η περιφερειακή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών.

(13)

Στην ανακοίνωσή της της 25ης Φεβρουαρίου 2015 σχετικά με μια στρατηγική πλαίσιο για μια ανθεκτική Ενεργειακή Ένωση με μακρόπνοη πολιτική για την κλιματική αλλαγή, η Επιτροπή αναφέρεται στην ανάγκη ενοποιημένου μηχανισμού διακυβέρνησης, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι όλες οι σχετικές με την ενέργεια δράσεις σε ενωσιακό, περιφερειακό, εθνικό και τοπικό επίπεδο θα συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων της Ενεργειακής Ένωσης, διευρύνοντας με τον τρόπο αυτό το πεδίο εφαρμογής της διακυβέρνησης και στις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης, πέραν του Πλαισίου για την ενέργεια και το κλίμα για το 2030.

(14)

Στην ανακοίνωσή της της 18ης Νοεμβρίου 2015 σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης, η Επιτροπή διευκρίνισε περαιτέρω ότι τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα, όπου περιλαμβάνονται και οι πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης, αποτελούν απαραίτητα εργαλεία για πιο στρατηγικό σχεδιασμό της πολιτικής για την ενέργεια και το κλίμα. Στο πλαίσιο της εν λόγω ανακοίνωσης, οι κατευθύνσεις της Επιτροπής προς τα κράτη μέλη σχετικά με τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα αποτέλεσαν τη βάση, προκειμένου τα κράτη μέλη να ξεκινήσουν την κατάρτιση εθνικών σχεδίων για την περίοδο 2021 έως 2030 και καθόρισαν τους βασικούς πυλώνες του μηχανισμού διακυβέρνησης. Στην ανακοίνωση διευκρινίστηκε επίσης ότι η διακυβέρνηση αυτή θα πρέπει να εδράζεται στον νόμο.

(15)

Στα συμπεράσματά τους της 26ης Νοεμβρίου 2015 σχετικά με το σύστημα διακυβέρνησης της Ενεργειακής Ένωσης, το Συμβούλιο αναγνώρισε ότι η διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης θα αποτελέσει ουσιαστικό εργαλείο για την αποδοτική και αποτελεσματική οικοδόμηση της Ενεργειακής Ένωσης και την επίτευξη των στόχων της. Το Συμβούλιο υπογράμμισε ότι ο μηχανισμός διακυβέρνησης θα πρέπει να βασίζεται στις αρχές ενσωμάτωσης του στρατηγικού σχεδιασμού και της υποβολής εκθέσεων σχετικά με την υλοποίηση των πολιτικών για το κλίμα και την ενέργεια, καθώς και στον συντονισμό μεταξύ των υπευθύνων για την ενεργειακή και κλιματική πολιτική σε ενωσιακό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Υπογράμμισε επίσης ότι ο μηχανισμός διακυβέρνησης θα πρέπει να διασφαλίζει την επίτευξη των ενεργειακών και των κλιματικών επιδιώξεων για το 2030 και να παρακολουθεί τη συλλογική πρόοδο της Ένωσης προς την επίτευξη των στόχων πολιτικής και για τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης.

(16)

Στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 2015 με τίτλο «Η πορεία προς μια Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Ένωση» τονίζεται η ανάγκη για έναν μηχανισμό διακυβέρνησης της Ενεργειακής Ένωσης που θα είναι φιλόδοξος, αξιόπιστος, διαφανής, δημοκρατικός και στον οποίο θα συμμετέχει πλήρως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και η ανάγκη να διασφαλιστεί η επίτευξη των κλιματικών και των ενεργειακών επιδιώξεων για το 2030.

(17)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έχει επανειλημμένα τονίσει ότι είναι αναγκαίο να ληφθούν επείγοντα μέτρα που θα διασφαλίζουν την επίτευξη ελάχιστης επιδίωξης διασυνδέσεων ηλεκτρικής ενέργειας σε ποσοστό 10 %. Στα συμπεράσματά του της 23ης και 24ης Οκτωβρίου 2014, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε ότι η Επιτροπή, υποστηριζόμενη από τα κράτη μέλη, θα λάβει επείγοντα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει την υλοποίηση της ελάχιστης επιδίωξης του 10 % των ηλεκτρικών διασυνδέσεων κατά προτεραιότητα, το αργότερο δε το 2020 τουλάχιστον για τα κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμη επιτύχει ελάχιστο επίπεδο ενσωμάτωσης στην εσωτερική αγορά ενέργειας. Στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 23ης Νοεμβρίου 2017 σχετικά με την ενίσχυση των ενεργειακών δικτύων της Ευρώπης, αξιολογείται η πρόοδος προς την επίτευξη της επιδίωξης διασύνδεσης σε ποσοστό 10 % και προτείνονται τρόποι υλοποίησης της επιδίωξης διασύνδεσης σε ποσοστό 15 % για το 2030.

(18)

Κύριος στόχος του μηχανισμού διακυβέρνησης θα πρέπει συνεπώς να είναι η εξασφάλιση των συνθηκών για την επίτευξη των στόχων της Ενεργειακής Ένωσης και, ειδικά, των επιδιώξεων του πλαισίου για την ενέργεια και το κλίμα για το 2030, στον τομέα της μείωσης των εκπομπών ΑτΘ, της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και της ενεργειακής απόδοσης. Οι εν λόγω στόχοι και επιδιώξεις απορρέουν από την πολιτική της Ένωσης στον τομέα της ενέργειας και από την ανάγκη διαφύλαξης, προστασίας και βελτίωσης της ποιότητας του περιβάλλοντος, καθώς και προαγωγής της συνετής και ορθολογικής χρησιμοποίησης των φυσικών πόρων, όπως προβλέπεται στις Συνθήκες της ΕΕ. Κανένας από αυτούς τους στόχους, οι οποίοι είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι, δεν μπορεί να θεωρηθεί δευτερεύων σε σχέση με τους άλλους. Ο παρών κανονισμός συνδέεται επομένως με την εφαρμογή του τομεακού δικαίου για την επίτευξη των ενεργειακών και των κλιματικών επιδιώξεων για το 2030. Τα κράτη μέλη χρειάζονται ευελιξία κατά την επιλογή των ενδεδειγμένων πολιτικών για το εθνικό ενεργειακό τους μείγμα και τις προτιμήσεις τους, αλλά η ευελιξία αυτή θα πρέπει να συνάδει με την περαιτέρω ενοποίηση της αγοράς, τον αυξημένο ανταγωνισμό και την επίτευξη των κλιματικών και των ενεργειακών στόχων, καθώς και με τη σταδιακή μετάβαση προς μια βιώσιμη οικονομία χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών.

(19)

Μια κοινωνικά αποδεκτή και δίκαιη μετάβαση σε βιώσιμη, με χαμηλές εκπομπές άνθρακα οικονομία απαιτεί αλλαγές στην επενδυτική συμπεριφορά, όσον αφορά τόσο τις δημόσιες όσο και τις ιδιωτικές επενδύσεις, και παροχή κινήτρων σε ολόκληρο το φάσμα πολιτικής, λαμβάνοντας υπόψη τους πολίτες και τις περιφέρειες που θα μπορούσαν να επηρεαστούν αρνητικά από τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Για τη μείωση των εκπομπών ΑτΘ θα πρέπει να ενισχυθεί η αποδοτικότητα και η καινοτομία στην ευρωπαϊκή οικονομία, και ιδίως θα πρέπει, επίσης, να δημιουργηθούν βιώσιμες θέσεις εργασίας, μεταξύ άλλων στους τομείς υψηλής τεχνολογίας, και να επέλθουν βελτιώσεις στην ποιότητα του αέρα και τη δημόσια υγεία.

(20)

Δεδομένων των διεθνών δεσμεύσεων που αναλήφθηκαν στο πλαίσιο της συμφωνίας του Παρισιού, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποβάλλουν εκθέσεις σχετικά με τις δράσεις που αναλαμβάνουν για να καταργήσουν σταδιακά τις επιδοτήσεις ενέργειας, ιδίως για τα ορυκτά καύσιμα. Κατά την υποβολή εκθέσεων, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να βασιστούν στους υφιστάμενους ορισμούς για τις επιδοτήσεις σε ορυκτά καύσιμα που χρησιμοποιούνται διεθνώς.

(21)

Επειδή τα ΑτΘ και οι ατμοσφαιρικοί ρύποι προέρχονται κυρίως από συνήθεις πηγές, η πολιτική μείωσης των ΑτΘ μπορεί να έχει παράλληλα θετικές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία και στην ποιότητα του αέρα, ιδίως στις αστικές περιοχές, αντισταθμίζοντας με αυτόν τον τρόπο τις βραχυπρόθεσμες δαπάνες για τον μετριασμό των ΑτΘ. Καθώς τα δεδομένα που αναφέρονται στο πλαίσιο της οδηγίας (ΕΕ) 2016/2284 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) αποτελούν σημαντική συμβολή στην κατάρτιση της απογραφής ΑτΘ και των εθνικών σχεδίων, θα πρέπει να αναγνωριστεί η σημασία της συλλογής συνεκτικών δεδομένων και της υποβολής εκθέσεων με συνεκτικά δεδομένα μεταξύ της οδηγίας (ΕΕ) 2016/2284 και της απογραφής ΑτΘ.

(22)

Η πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) υποδεικνύει την ανάγκη συνεργειών και συνοχής με τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων βάσει άλλων νομικών πράξεων, ιδίως της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10), του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 166/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11), του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12) και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 517/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13). Η χρήση συνεκτικών δεδομένων για την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές ΑτΘ είναι ουσιώδης για τη διασφάλιση της ποιότητας των εν λόγω εκθέσεων.

(23)

Σε συμφωνία με την ισχυρή δέσμευση της Επιτροπής για βελτίωση του νομοθετικού έργου και στο πλαίσιο της συνέπειας με μια πολιτική που προωθεί την έρευνα, την καινοτομία και τις επενδύσεις, ο μηχανισμός διακυβέρνησης θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση του διοικητικού φόρτου και της πολυπλοκότητας για τα κράτη μέλη και τους σχετικούς συμφεροντούχους, την Επιτροπή και άλλα θεσμικά όργανα της Ένωσης. Θα πρέπει να συμβάλει επίσης στη διασφάλιση της συνοχής και της επάρκειας των πολιτικών και των μέτρων σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο όσον αφορά τον μετασχηματισμό του ενεργειακού συστήματος σε μια βιώσιμη οικονομία χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών.

(24)

Η επίτευξη των στόχων και επιδιώξεων της Ενεργειακής Ένωσης θα πρέπει να διασφαλιστεί με έναν συνδυασμό πρωτοβουλιών της Ένωσης και συνεκτικών εθνικών πολιτικών που θα καθορίζονται στα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα. Στο τομεακό δίκαιο της Ένωσης για την ενέργεια και το κλίμα προβλέπονται απαιτήσεις σχεδιασμού, οι οποίες αποτέλεσαν χρήσιμα εργαλεία για την προώθηση αλλαγών σε εθνικό επίπεδο. Η εισαγωγή τους σε διαφορετικές χρονικές στιγμές οδήγησε σε αλληλοεπικαλύψεις και ανεπαρκή συνεκτίμηση των συνεργειών και των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των τομέων πολιτικής, σε βάρος της σχέσης κόστους-αποδοτικότητας. Συνεπώς, οι τρέχουσες χωριστές διαδικασίες σχεδιασμού, υποβολής εκθέσεων και παρακολούθησης στους τομείς του κλίματος και της ενέργειας θα πρέπει κατά το δυνατόν να εξορθολογιστούν και να ενοποιηθούν.

(25)

Τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα θα πρέπει να καλύπτουν δεκαετείς περιόδους και να παρέχουν επισκόπηση της τρέχουσας κατάστασης του ενεργειακού συστήματος και της πολιτικής. Θα πρέπει να θέτουν εθνικούς στόχους για τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης και αντίστοιχες πολιτικές και μέτρα για την ικανοποίηση αυτών των στόχων και να θεμελιώνονται αναλυτικά. Στα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα που θα καλύψουν την πρώτη περίοδο από το 2021 έως το 2030 θα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στις επιδιώξεις για το 2030 που αφορούν τη μείωση των εκπομπών ΑτΘ, την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, την ενεργειακή απόδοση και τη διασύνδεση ηλεκτρικής ενέργειας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποσκοπούν στο να διασφαλίζουν ότι τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα είναι συνεπή με τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών και ότι συμβάλλουν στην επίτευξή τους. Στα ενοποιημένα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα, τα κράτη μέλη μπορούν να βασίζονται σε υφιστάμενες εθνικές στρατηγικές ή σχέδια. Για το πρώτο προσχέδιο και το τελικό ενοποιημένο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα, προβλέπεται διαφορετική προθεσμία σε σύγκριση με τα επόμενα σχέδια, προκειμένου να παρέχεται στα κράτη μέλη επαρκής χρόνος προετοιμασίας για τα πρώτα τους σχέδια μετά την έκδοση του παρόντος κανονισμού. Ωστόσο, τα κράτη μέλη παροτρύνονται να παράσχουν τα πρώτα τους ενοποιημένα εθνικά προσχέδια για την ενέργεια και το κλίμα το ταχύτερο δυνατόν το 2018, ώστε να καταστεί δυνατή η δέουσα προετοιμασία, ιδίως για τον διευκολυντικό διάλογο που πρόκειται να συγκληθεί το 2018 σύμφωνα με την απόφαση 1/CP.21 της διάσκεψης των συμβαλλόμενων μερών της σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (UNFCCC).

(26)

Στα ενοποιημένα εθνικά σχέδιά τους για την ενέργεια και το κλίμα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εκτιμήσουν τον αριθμό των νοικοκυριών που πλήττονται από ενεργειακή φτώχεια, λαμβάνοντας υπόψη τις αναγκαίες εγχώριες ενεργειακές υπηρεσίες που χρειάζονται για να διασφαλίζονται οι βασικές συνθήκες διαβίωσης στο αντίστοιχο εθνικό πλαίσιο, την υφιστάμενη κοινωνική πολιτική και άλλες σχετικές πολιτικές, καθώς και τις ενδεικτικές κατευθύνσεις της Επιτροπής για τους σχετικούς δείκτες, συμπεριλαμβανομένης της γεωγραφικής διασποράς, που βασίζονται σε μια κοινή προσέγγιση για την ενεργειακή φτώχεια. Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος διαπιστώσει ότι έχει σημαντικό αριθμό νοικοκυριών σε ενεργειακή φτώχεια, θα πρέπει να συμπεριλάβει στο σχέδιό του έναν εθνικό ενδεικτικό στόχο μείωσης της ενεργειακής φτώχειας.

(27)

Θα πρέπει να καθιερωθεί υποχρεωτικό υπόδειγμα για τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα, ώστε να διασφαλιστεί ότι όλα τα εθνικά σχέδια θα είναι ολοκληρωμένα, και να διευκολυνθεί η σύγκριση και η συγκεντρωτική ανάλυση των εθνικών σχεδίων, διασφαλίζοντας παράλληλα επαρκή ευελιξία στα κράτη μέλη να ορίζουν τις λεπτομέρειες των εθνικών σχεδίων τους, όπου θα αντικατοπτρίζονται οι εθνικές προτιμήσεις και ιδιαιτερότητες.

(28)

Η εφαρμογή πολιτικών και μέτρων στους τομείς της ενέργειας και του κλίματος έχει επιπτώσεις στο περιβάλλον. Συνεπώς, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν στο κοινό την έγκαιρη και αποτελεσματική παροχή της δυνατότητας να συμμετέχει και να παρέχει τη γνώμη του στην κατάρτιση των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα, κατά περίπτωση, με τις διατάξεις της οδηγίας 2001/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14) και με τη σύμβαση της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (ΟΗΕ/ΗΕ) σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα της 25ης Ιουνίου 1998 («σύμβαση του Aarhus»). Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να εξασφαλίζουν τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στην κατάρτιση των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα και να αποσκοπούν στη μείωση της διοικητικής πολυπλοκότητας κατά την τήρηση των υποχρεώσεών τους περί δημόσιας διαβούλευσης.

(29)

Κατά τη διεξαγωγή δημόσιων διαβουλεύσεων, και σύμφωνα με τη σύμβαση του Aarhus, τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποσκοπούν στη διασφάλιση ισότιμης συμμετοχής και στο να διασφαλίσουν ότι το κοινό ενημερώνεται με δημόσιες ανακοινώσεις ή άλλα κατάλληλα μέσα, όπως τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, ότι το κοινό μπορεί να έχει πρόσβαση σε όλα τα σχετικά έγγραφα και ότι έχουν τεθεί σε εφαρμογή οι πρακτικές ρυθμίσεις που αφορούν τη συμμετοχή του κοινού.

(30)

Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να καθιερώσει έναν μόνιμο πολυεπίπεδο ενεργειακό διάλογο, ο οποίος θα συγκεντρώνει τις τοπικές αρχές, τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, την επιχειρηματική κοινότητα, τους επενδυτές και άλλους σχετικούς συμφεροντούχους, προκειμένου να συζητούνται οι διάφορες σχεδιαζόμενες επιλογές για την ενεργειακή και κλιματική πολιτική. Στο πλαίσιο αυτού του διαλόγου, θα πρέπει να είναι δυνατόν να συζητούνται τόσο το ενοποιημένο εθνικό σχέδιο του κράτους μέλους για την ενέργεια και το κλίμα όσο και η μακροπρόθεσμη στρατηγική του. Ο διάλογος μπορεί να διεξάγεται μέσω οποιασδήποτε εθνικής δομής, όπως δικτυακού τόπου, πλατφόρμας δημόσιας διαβούλευσης ή άλλων διαδραστικών εργαλείων επικοινωνίας.

(31)

Η περιφερειακή συνεργασία παίζει ουσιαστικό ρόλο στην αποτελεσματική επίτευξη των στόχων της Ενεργειακής Ένωσης κατά τρόπο οικονομικά αποδοτικό. Η Επιτροπή θα πρέπει να διευκολύνει τέτοιου είδους συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών. Θα πρέπει να δίνεται στα κράτη μέλη η δυνατότητα να σχολιάζουν τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα άλλων κρατών μελών πριν από την οριστικοποίησή τους, για να αποφεύγονται ασυνέπειες και ενδεχόμενες αρνητικές επιπτώσεις σε άλλα κράτη μέλη και να διασφαλίζεται ότι οι κοινοί στόχοι επιτυγχάνονται συλλογικά. Η περιφερειακή συνεργασία κατά την εκπόνηση και την οριστικοποίηση των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα, όπως και κατά την επακόλουθη εφαρμογή τους, θα πρέπει να είναι καθοριστικής σημασίας για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των μέτρων και για την προώθηση της ενοποίησης της αγοράς και της ενεργειακής ασφάλειας.

(32)

Κατά τη συνεργασία τους στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα υφιστάμενα φόρα περιφερειακής συνεργασίας, όπως το σχέδιο διασύνδεσης των αγορών ενέργειας της περιοχής της Βαλτικής (BEMIP), τη συνδεσιμότητα της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης (CESEC), την κεντρο-δυτική περιφερειακή αγορά ενέργειας (CWREM), την πρωτοβουλία των χωρών της Βόρειας Θάλασσας για το υπεράκτιο δίκτυο (NSCOGI), το Πενταμερές Φόρουμ για την Ενέργεια, τις διασυνδέσεις για τη Νοτιοδυτική Ευρώπη και την Ευρωμεσογειακή Εταιρική Σχέση. Τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να εξετάσουν το ενδεχόμενο συνεργασίας με τα συμβαλλόμενα μέρη της Ενεργειακής Κοινότητας, με τρίτες χώρες που είναι μέλη του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου και, κατά περίπτωση, με άλλες σχετικές τρίτες χώρες. Επιπλέον, προκειμένου να προωθήσει την ολοκλήρωση της αγοράς, τις οικονομικά αποδοτικές πολιτικές, την αποτελεσματική συνεργασία, τις εταιρικές σχέσεις και τις διαβουλεύσεις, η Επιτροπή μπορεί να εντοπίζει περαιτέρω ευκαιρίες περιφερειακής συνεργασίας που να καλύπτουν μία ή περισσότερες από τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, με μακροπρόθεσμο όραμα και με βάση τις υπάρχουσες συνθήκες της αγοράς.

(33)

Η Επιτροπή μπορεί να διεξάγει συζητήσεις με τις σχετικές τρίτες χώρες προκειμένου να διερευνήσει τη δυνατότητα να επεκταθεί σε αυτές η εφαρμογή των διατάξεων που θεσπίζει ο παρών κανονισμός, ιδίως δε εκείνων που αφορούν την περιφερειακή συνεργασία.

(34)

Τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα θα πρέπει να είναι σταθερά, ώστε να διασφαλίζουν τη διαφάνεια και την προβλεψιμότητα των εθνικών πολιτικών και μέτρων, προκειμένου να διασφαλίζεται η επενδυτική ασφάλεια. Ωστόσο, θα πρέπει να επικαιροποιούνται τα εθνικά σχέδια μία φορά κατά τη διάρκεια της καλυπτόμενης δεκαετούς περιόδου, ώστε να δίνεται στα κράτη μέλη η δυνατότητα να προσαρμόζονται σε σημαντικές μεταβαλλόμενες συνθήκες. Για τα σχέδια της περιόδου από το 2021 έως το 2030, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επικαιροποιήσουν τα σχέδιά τους έως τις 30 Ιουνίου 2024. Οι στόχοι, οι επιδιώξεις και οι συνεισφορές θα πρέπει να τροποποιούνται μόνο προκειμένου να αντικατοπτρίζουν αυξημένη γενική φιλοδοξία, ειδικά όσον αφορά τις επιδιώξεις του 2030 για την ενέργεια και το κλίμα. Στις επικαιροποιήσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιδιώκουν τον μετριασμό των ενδεχόμενων αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων που καθίστανται εμφανή στην ενοποιημένη έκθεση.

(35)

Οι σταθερές μακροπρόθεσμες στρατηγικές μείωσης των εκπομπών είναι ζωτικής σημασίας για τη συμβολή στον οικονομικό μετασχηματισμό, τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την ανάπτυξη και την επίτευξη ευρύτερων σκοπών βιώσιμης ανάπτυξης, καθώς και για την επιδίωξη, με ένα δίκαιο και οικονομικά αποδοτικό τρόπο, του μακροπρόθεσμου σκοπού που τέθηκε στη συμφωνία του Παρισιού. Επιπλέον, τα μέρη της συμφωνίας του Παρισιού καλούνται να κοινοποιήσουν, έως το 2020, τις μακροπρόθεσμες αναπτυξιακές τους στρατηγικές χαμηλών εκπομπών ΑτΘ για τα μέσα του αιώνα. Στο πλαίσιο αυτό, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή στις 22 Μαρτίου 2018 να υποβάλει, έως το πρώτο τρίμηνο του 2019, πρόταση για μία στρατηγική μακροπρόθεσμων μειώσεων των εκπομπών ΑτΘ στην Ένωση, σύμφωνα με τη συμφωνία του Παρισιού, λαμβάνοντας υπόψη τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα.

(36)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αναπτύξουν μακροπρόθεσμες στρατηγικές με προοπτική τουλάχιστον 30 ετών, συμβάλλοντας στην εκπλήρωση των δεσμεύσεων που έχουν αναλάβει τα κράτη μέλη σύμφωνα με τη UNFCCC και τη συμφωνία του Παρισιού, στο πλαίσιο του στόχου της συμφωνίας του Παρισιού να διατηρηθεί η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη αρκετά κάτω των 2 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα και να συνεχιστούν οι προσπάθειες για τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας σε 1,5 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα και την επίτευξη μακροπρόθεσμων μειώσεων των εκπομπών ΑτΘ και ενίσχυσης των απορροφήσεων από καταβόθρες σε όλους τους τομείς, σύμφωνα με τον στόχο της Ένωσης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αναπτύξουν τις στρατηγικές τους με ανοικτό και διαφανή τρόπο και να εξασφαλίσουν αποτελεσματικές ευκαιρίες συμμετοχής του κοινού στην κατάρτισή τους. Τα ενοποιημένα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα και οι μακροπρόθεσμες στρατηγικές θα πρέπει να είναι συνεπή μεταξύ τους.

(37)

Ο τομέας της χρήσης γης, της αλλαγής χρήσεων γης και της δασοκομίας (LULUCF) είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένος και πολύ ευάλωτος στις κλιματικές αλλαγές. Παράλληλα, ο τομέας έχει τεράστιες δυνατότητες να παρέχει μακροπρόθεσμα κλιματικά οφέλη και να συμβάλει σημαντικά στην επίτευξη των ενωσιακών και των διεθνών μακροπρόθεσμων κλιματικών σκοπών. Δύναται να συμβάλει ποικιλοτρόπως στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, ιδίως μέσω της μείωσης των εκπομπών και της διατήρησης και ενίσχυσης των καταβοθρών και αποθεμάτων άνθρακα, καθώς και της παροχής βιολογικών υλικών που μπορούν να υποκαταστήσουν ορυκτά ή υλικά με υψηλή περιεκτικότητα σε άνθρακα. Ιδιαίτερη σημασία έχουν οι μακροπρόθεσμες στρατηγικές που υποστηρίζουν βιώσιμες επενδύσεις οι οποίες αποσκοπούν στην αύξηση της αποτελεσματικής δέσμευσης του άνθρακα, τη βιώσιμη διαχείριση των πόρων και τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα και προσαρμοστικότητα των δεξαμενών άνθρακα.

(38)

Κατά την ανάπτυξη περαιτέρω διασυνδέσεων, είναι σημαντικό να γίνει πλήρης εκτίμηση του κόστους και του οφέλους, συμπεριλαμβανομένων των πλήρων τεχνικών, κοινωνικοοικονομικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όπως απαιτείται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 347/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15) και να ληφθούν υπόψη οι θετικές εξωτερικότητες των διασυνδέσεων, όπως η ενσωμάτωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η ασφάλεια του εφοδιασμού και η αύξηση του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά.

(39)

Όπως ισχύει για τον σχεδιασμό, στο τομεακό δίκαιο της Ένωσης για την ενέργεια και το κλίμα καθορίζονται απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων, πολλές από τις οποίες αποτέλεσαν χρήσιμα εργαλεία για την προώθηση αλλαγών σε εθνικό επίπεδο, συμπληρωματικά προς τις μεταρρυθμίσεις της αγοράς, ωστόσο οι απαιτήσεις αυτές εισήχθησαν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, με αποτέλεσμα να προκύψει επικάλυψη και οικονομική αναποτελεσματικότητα, καθώς και ανεπαρκής συνεκτίμηση των συνεργειών και των αλληλεπιδράσεων μεταξύ τομέων πολιτικής, όπως ο μετριασμός των ΑτΘ, η ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, η ενεργειακή απόδοση και η ενοποίηση της αγοράς. Για την εξισορρόπηση της ανάγκης διασφάλισης κατάλληλης παρακολούθησης της εφαρμογής των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα και της ανάγκης μείωσης της διοικητικής πολυπλοκότητας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθιερώσουν την υποβολή εκθέσεων ανά διετία αναφορικά με την εφαρμογή των σχεδίων και με άλλες εξελίξεις στο ενεργειακό σύστημα. Ωστόσο, η υποβολή ορισμένων εκθέσεων, ειδικά όσον αφορά τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων στον τομέα του κλίματος που πηγάζουν από τη UNFCCC και το δίκαιο της Ένωσης, θα εξακολουθούσε να είναι αναγκαία σε ετήσια βάση.

(40)

Στις ενοποιημένες εθνικές εκθέσεις προόδου για την ενέργεια και το κλίμα των κρατών μελών θα πρέπει να αντικατοπτρίζονται τα στοιχεία που καθορίζονται στο υπόδειγμα για τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα. Λεπτομέρειες σχετικά με το υπόδειγμα για τις ενοποιημένες εθνικές εκθέσεις προόδου για την ενέργεια και το κλίμα θα πρέπει να παρέχονται σε μεταγενέστερες εκτελεστικές πράξεις, δεδομένου του τεχνικού χαρακτήρα τους και του γεγονότος ότι οι πρώτες εκθέσεις προόδου πρόκειται να υποβληθούν το 2023. Οι εκθέσεις προόδου θα πρέπει να διενεργούνται, προκειμένου να διασφαλίζεται η διαφάνεια έναντι της Ένωσης, των άλλων κρατών μελών, των περιφερειακών και τοπικών αρχών, των παραγόντων της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των καταναλωτών, οποιωνδήποτε άλλων σχετικών συμφεροντούχων και του ευρέος κοινού. Αυτές θα πρέπει να περιλαμβάνουν και τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης και, για την πρώτη περίοδο, να δίνουν συγχρόνως έμφαση στους τομείς που καλύπτονται από τις επιδιώξεις του Πλαισίου για την Ενέργεια και το Κλίμα για το 2030.

(41)

Βάσει της UNFCCC, απαιτείται από την Ένωση και τα κράτη μέλη της να αναπτύσσουν, να ενημερώνουν τακτικά, να δημοσιεύουν και να υποβάλλουν στη Διάσκεψη των Μερών τις εθνικές απογραφές ανθρωπογενών εκπομπών από πηγές και απορροφήσεων από καταβόθρες των ΑτΘ, χρησιμοποιώντας συγκρίσιμες μεθοδολογίες, οι οποίες θα αποτελούν προϊόν συμφωνίας της Διάσκεψης των Μερών. Οι απογραφές ΑτΘ παίζουν ουσιαστικό ρόλο στη διασφάλιση της δυνατότητας παρακολούθησης της προόδου όσον αφορά την υλοποίηση της διάστασης της απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές και την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις νομοθετικές πράξεις στον τομέα του κλίματος, ειδικά τον κανονισμό (EΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16) και τον κανονισμό (EΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17).

(42)

Σύμφωνα με την απόφαση 1/CP.16 της διάσκεψης των μερών της UNFCCC, απαιτείται η καθιέρωση εθνικών ρυθμίσεων για την αξιολόγηση των ανθρωπογενών εκπομπών από πηγές και των απορροφήσεων από καταβόθρες όλων των ΑτΘ. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθιστά δυνατή την καθιέρωση τέτοιων εθνικών ρυθμίσεων.

(43)

Η πείρα που αποκομίστηκε από την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 απέδειξε τη σημασία της διαφάνειας, της ακρίβειας, της συνέπειας, της πληρότητας και της συγκρισιμότητας των πληροφοριών. Βάσει αυτής της πείρας, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να διασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη θα χρησιμοποιούν αξιόπιστα και συνεπή δεδομένα και παραδοχές στις πέντε διαστάσεις και θα δημοσιοποιούν τις διαθέσιμες συνεκτικές πληροφορίες για τις παραδοχές, τις παραμέτρους και τις μεθοδολογίες που χρησιμοποιούνται για τα τελικά σενάρια και τις προβλέψεις, συνεκτιμώντας τους στατιστικούς περιορισμούς, τα εμπορικώς ευαίσθητα δεδομένα και τη συμμόρφωση με τους κανόνες προστασίας των δεδομένων, και ότι θα υποβάλλουν στοιχεία σχετικά με τις πολιτικές και τα μέτρα, καθώς και τις προβλέψεις τους ως βασικές συνιστώσες των εκθέσεων προόδου. Οι πληροφορίες αυτών των εκθέσεων θα παίξουν ουσιαστικό ρόλο στην έγκαιρη υλοποίηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/842. Η λειτουργία και η συνεχής βελτίωση των συστημάτων σε επίπεδο Ένωσης και κρατών μελών σε συνδυασμό με καλύτερες οδηγίες υποβολής εκθέσεων θα πρέπει να συμβάλουν σημαντικά στη διαρκή ενίσχυση των πληροφοριών που είναι απαραίτητες για την παρακολούθηση της προόδου όσον αφορά τη διάσταση της απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές.

(44)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να διασφαλίζει την υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη σχετικά με την προσαρμογή στην αλλαγή του κλίματος και την παροχή οικονομικής και τεχνολογικής στήριξης, καθώς και στήριξης για την ανάπτυξη ικανοτήτων, στις αναπτυσσόμενες χώρες, διευκολύνοντας με αυτόν τον τρόπο την εκπλήρωση των δεσμεύσεων της Ένωσης βάσει της UNFCCC και της συμφωνίας του Παρισιού. Επιπλέον, οι πληροφορίες σχετικά με τις εθνικές δράσεις προσαρμογής και την υποστήριξη παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στο πλαίσιο των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα, ειδικά όσον αφορά την προσαρμογή στις αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής που σχετίζονται με την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Ένωσης, όπως η διαθεσιμότητα νερού ψύξης για τους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και η διαθεσιμότητα βιομάζας για την παραγωγή ενέργειας, καθώς και τις πληροφορίες για τη στήριξη που σχετίζεται με την εξωτερική διάσταση της Ενεργειακής Ένωσης.

(45)

Στη συμφωνία του Παρισιού επαναβεβαιώνεται ότι τα μέρη θα πρέπει, όταν λαμβάνουν μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, να σέβονται, να προωθούν και να λαμβάνουν υπόψη τις αντίστοιχες υποχρεώσεις τους όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ισότητα των φύλων. Επομένως, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενσωματώνουν επαρκώς τη διάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη διάσταση της ισότητας των φύλων στα ενοποιημένα εθνικά σχέδιά τους για την ενέργεια και το κλίμα καθώς και στις μακροπρόθεσμες στρατηγικές τους. Στις εκθέσεις προόδου που υποβάλλουν ανά διετία, θα πρέπει να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με το πώς η εφαρμογή των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων τους για την ενέργεια και το κλίμα συμβάλλει στην προώθηση τόσο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όσο και της ισότητας των φύλων.

(46)

Προκειμένου να περιοριστεί ο διοικητικός φόρτος για τα κράτη μέλη και την Επιτροπή, η Επιτροπή θα πρέπει να δημιουργήσει μια επιγραμμική πλατφόρμα (ηλεκτρονική πλατφόρμα) για να διευκολύνει την επικοινωνία, να προωθήσει τη συνεργασία και τη διαφάνεια και να διευκολύνει την πρόσβαση του κοινού στην ενημέρωση. Με τον τρόπο αυτόν θα διευκολυνθεί η έγκαιρη υποβολή των εκθέσεων καθώς και η αύξηση της διαφάνειας στις εθνικές εκθέσεις. Η ηλεκτρονική πλατφόρμα θα πρέπει να συμπληρώνει, να επεκτείνει και να αξιοποιεί τις υπάρχουσες διαδικασίες υποβολής εκθέσεων, τις βάσεις δεδομένων και τα ηλεκτρονικά εργαλεία, όπως αυτά του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος, της Eurostat και του Κοινού Κέντρου Ερευνών, και την εμπειρία που αποκομίστηκε από το σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου της Ένωσης.

(47)

Η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίζει ότι τα τελικά ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα είναι επιγραμμικά διαθέσιμα στο κοινό. Η ηλεκτρονική πλατφόρμα, αφ' ης στιγμής τεθεί σε λειτουργία, θα πρέπει να χρησιμοποιείται από την Επιτροπή για να φιλοξενεί και να δημοσιοποιεί τα τελικά ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα, τις επικαιροποιήσεις τους, τις μακροπρόθεσμες στρατηγικές και άλλες σχετικές πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη. Πριν αρχίσει να λειτουργεί η ηλεκτρονική πλατφόρμα, η Επιτροπή θα χρησιμοποιήσει τους δικούς της δικτυακούς τόπους για να διευκολύνει την επιγραμμική πρόσβαση του κοινού στα τελικά ολοκληρωμένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα.

(48)

Όσον αφορά τα δεδομένα που πρέπει να παρέχονται στην Επιτροπή μέσω εθνικού σχεδιασμού και υποβολής εκθέσεων, στις πληροφορίες των κρατών μελών δεν θα πρέπει να επαναλαμβάνονται τα δεδομένα και τα στατιστικά στοιχεία που έχουν ήδη διατεθεί από τη Eurostat στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18) με τον ίδιο μορφότυπο όπως προβλέπεται από τις υποχρεώσεις σχεδιασμού και υποβολής εκθέσεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και εφόσον εξακολουθούν να διατίθενται από την Επιτροπή (Eurostat) με τις ίδιες τιμές. Εφόσον είναι διαθέσιμα και κρίνεται κατάλληλο από άποψη χρόνου, τα δεδομένα της έκθεσης και οι προβλέψεις που παρέχονται στα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα θα πρέπει να χρησιμοποιούν ως βάση και να συμφωνούν με τα δεδομένα της Eurostat και τη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται για την υποβολή ευρωπαϊκών στατιστικών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009.

(49)

Ενόψει της συλλογικής επίτευξης των στόχων της στρατηγικής για την Ενεργειακή Ένωση, ιδίως δε της δημιουργίας μιας πλήρως λειτουργικής και ανθεκτικής Ενεργειακής Ένωσης, θα είναι απαραίτητο η Επιτροπή να αξιολογεί τα ενοποιημένα εθνικά προσχέδια για την ενέργεια και το κλίμα, τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα και, βάσει εκθέσεων προόδου, την εφαρμογή τους. Για την πρώτη δεκαετή περίοδο, αυτό αφορά ιδίως την επίτευξη των επιδιώξεων της Ένωσης για το 2030 σχετικά με την ενέργεια και το κλίμα και τις εθνικές συνεισφορές στις επιδιώξεις αυτές. Η αξιολόγηση αυτή θα πρέπει να διενεργείται σε διετή βάση και, μόνο εφόσον κρίνεται απαραίτητο, ετησίως και να ενσωματώνεται στις εκθέσεις της Επιτροπής σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης.

(50)

Με τον δέοντα σεβασμό προς το δικαίωμα πρωτοβουλίας της Επιτροπής, τη συνήθη νομοθετική διαδικασία και τη θεσμική ισορροπία αρμοδιοτήτων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο θα πρέπει να εξετάζουν σε ετήσια βάση την πρόοδο που έχει επιτευχθεί από την Ενεργειακή Ένωση σε όλες τις διαστάσεις των πολιτικών για την ενέργεια και το κλίμα.

(51)

Η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογεί τον συνολικό αντίκτυπο των πολιτικών και των μέτρων των ολοκληρωμένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα στη λειτουργία των ενωσιακών μέτρων πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια, ιδίως όσον αφορά την ανάγκη για πρόσθετες πολιτικές και μέτρα της Ένωσης ενόψει της αναγκαίας αύξησης της μείωσης και των απορροφήσεων των εκπομπών ΑτΘ στην Ένωση σύμφωνα με τις δεσμεύσεις της συμφωνίας του Παρισιού.

(52)

Οι αεροπορικές μεταφορές έχουν επιπτώσεις στο κλίμα του πλανήτη λόγω των εκπομπών CO2, καθώς επίσης και άλλων εκπομπών, συμπεριλαμβανομένων των εκπομπών οξειδίων του αζώτου, και λόγω των μηχανισμών αύξησης θυσανόμορφων νεφών. Υπό το πρίσμα της ταχέως και αναπτυσσόμενης επιστημονικής κατανόησης αυτών των επιπτώσεων, στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2013 προβλέπεται ήδη επικαιροποιημένη αξιολόγηση των επιπτώσεων από τις αεροπορικές μεταφορές που δεν σχετίζονται με τις εκπομπές CO2 στο κλίμα του πλανήτη. Η μοντελοποίηση που χρησιμοποιείται για τον σκοπό αυτόν θα πρέπει να προσαρμόζεται στην επιστημονική πρόοδο. Αφού αξιολογήσει τις εν λόγω επιπτώσεις, η Επιτροπή θα πρέπει, έως την 1η Ιανουαρίου 2020, να υποβάλει επικαιροποιημένη ανάλυση των επιπτώσεων της αεροπορίας που δεν έχουν σχέση με το CO2, συνοδευόμενη, ενδεχομένως, από πρόταση για τον καλύτερο τρόπο αντιμετώπισης αυτών των επιπτώσεων.

(53)

Σύμφωνα με τις ισχύουσες κατευθυντήριες γραμμές της UNFCCC για την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τα ΑτΘ, ο υπολογισμός και η υποβολή εκθέσεων για τις εκπομπές μεθανίου βασίζονται στο δυναμικό υπερθέρμανσης του πλανήτη (ΔΥΠ) σε χρονικό ορίζοντα 100 ετών. Δεδομένου του υψηλού ΔΥΠ και του σχετικά σύντομου ατμοσφαιρικού κύκλου ζωής του μεθανίου, που έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο κλίμα βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, η Επιτροπή θα πρέπει να αναλύει τις επιπτώσεις της εφαρμογής πολιτικών και μέτρων για τη μείωση των βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων επιπτώσεων των εκπομπών μεθανίου στις εκπομπές ΑτΘ εντός της Ένωσης. Η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει επιλογές πολιτικής για την ταχεία αντιμετώπιση των εκπομπών μεθανίου και θα πρέπει να διατυπώνει ένα στρατηγικό σχέδιο της Ένωσης για το μεθάνιο ως αναπόσπαστο μέρος της μακροπρόθεσμης στρατηγικής της Ένωσης.

(54)

Για τη διασφάλιση της συνοχής μεταξύ των εθνικών και ενωσιακών πολιτικών και στόχων της Ενεργειακής Ένωσης, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη και, κατά περίπτωση, τα κράτη μέλη μεταξύ τους θα πρέπει να βρίσκονται σε διαρκή διάλογο. Η Επιτροπή θα πρέπει, κατά περίπτωση, να εκδίδει συστάσεις προς τα κράτη μέλη, μεταξύ άλλων για το επίπεδο φιλοδοξίας που χαρακτηρίζει τα ενοποιημένα εθνικά προσχέδια για την ενέργεια και το κλίμα, την επακόλουθη εφαρμογή των πολιτικών και των μέτρων των κοινοποιημένων ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα, όπως και για άλλες εθνικές πολιτικές και μέτρα που σχετίζονται με την υλοποίηση της Ενεργειακής Ένωσης. Αν και οι συστάσεις δεν έχουν δεσμευτική ισχύ, όπως ορίζεται στο άρθρο 288 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), τα κράτη μέλη θα πρέπει, ωστόσο, να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τους αυτές τις συστάσεις και να επεξηγούν στις επόμενες εκθέσεις προόδου τους τρόπους με τους οποίους το έπραξαν. Σε ό,τι αφορά την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, η αξιολόγηση της Επιτροπής οφείλεται να βασίζεται στα αντικειμενικά κριτήρια. Όταν η Επιτροπή εκδίδει σύσταση σχετικά με προσχέδιο εθνικού σχεδίου κράτους μέλους, θα πρέπει να το πράττει το συντομότερο δυνατόν, λαμβάνοντας υπόψη, αφενός, την ανάγκη να προστεθούν ορισμένες ποσοτικοποιημένες προγραμματισμένες συνεισφορές από όλα τα κράτη μέλη, προκειμένου η Επιτροπή να αξιολογήσει τη φιλοδοξία σε επίπεδο Ένωσης, και, αφετέρου, την ανάγκη παροχής επαρκούς χρόνου στο οικείο κράτος μέλος, ώστε να λάβει δεόντως υπόψη του τις συστάσεις της Επιτροπής πριν από την οριστικοποίηση του εθνικού σχεδίου, καθώς και την ανάγκη να αποφευχθεί ο κίνδυνος καθυστέρησης του εθνικού σχεδίου του κράτους μέλους.

(55)

Η οικονομικά αποδοτική ανάπτυξη της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές αποτελεί ένα από τα βασικά αντικειμενικά κριτήρια για την αξιολόγηση των συνεισφορών των κρατών μελών. Η διάρθρωση του κόστους της ανάπτυξης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές είναι πολύπλοκη και ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό μεταξύ των κρατών μελών. Δεν περιλαμβάνει μόνο το κόστος των καθεστώτων στήριξης, αλλά, μεταξύ άλλων, τις δαπάνες σύνδεσης των εγκαταστάσεων, το σύστημα εφεδρείας, την παροχή ασφάλειας του συστήματος και τις δαπάνες που απορρέουν από τη συμμόρφωση με περιβαλλοντικούς περιορισμούς. Επομένως, κατά τη σύγκριση των κρατών μελών με βάση το κριτήριο αυτό, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλες οι δαπάνες που συνδέονται με την ανάπτυξη, είτε βαρύνουν το κράτος μέλος, είτε τους τελικούς καταναλωτές ή τους φορείς ανάπτυξης έργων. Οι συστάσεις της Επιτροπής όσον αφορά τις φιλοδοξίες των κρατών μελών για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές θα πρέπει να βασίζονται σε έναν μαθηματικό τύπο που ορίζεται στον παρόντα κανονισμό και βασίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια. Επομένως, η αξιολόγηση της φιλοδοξίας των κρατών μελών σχετικά με την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές θα πρέπει να είναι ενδεικτική της σχετικής προσπάθειας που καταβάλλουν τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τις συναφείς συνθήκες που επηρεάζουν την ανάπτυξη ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Η αξιολόγηση θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει δεδομένα προερχόμενα από ανεξάρτητες ποσοτικές ή ποιοτικές πηγές δεδομένων.

(56)

Εάν η φιλοδοξία των ενοποιημένων εθνικών προγραμμάτων για την ενέργεια και το κλίμα ή των επικαιροποιήσεών τους δεν είναι επαρκής για τη συλλογική επίτευξη των στόχων της Ενεργειακής Ένωσης και, για την πρώτη περίοδο, ιδίως για τις επιδιώξεις του 2030 σχετικά με την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και την ενεργειακή απόδοση, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει μέτρα σε επίπεδο Ένωσης, ώστε να διασφαλίζεται η συλλογική επίτευξη των εν λόγω στόχων και επιδιώξεων (γεφυρώνοντας με τον τρόπο αυτόν τα ενδεχόμενα «κενά φιλοδοξίας»). Εάν η πρόοδος της Ένωσης ως προς αυτούς τους στόχους και τις επιδιώξεις δεν επαρκεί για την υλοποίησή τους, η Επιτροπή θα πρέπει, εκτός από την έκδοση συστάσεων, να προτείνει μέτρα και να ασκεί τις αρμοδιότητές της σε επίπεδο Ένωσης ή τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν πρόσθετα μέτρα για να εξασφαλιστεί η επίτευξη των εν λόγω στόχων και επιδιώξεων (καλύπτοντας με τον τρόπο αυτόν τις ενδεχόμενες «αποκλίσεις υλοποίησης»). Στα μέτρα αυτά θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη οι πρώιμες προσπάθειες των κρατών μελών προς την επίτευξη της επιδίωξης για το 2030 για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, επιτυγχάνοντας το 2020 ή νωρίτερα μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές άνω της εθνικής δεσμευτικής επιδίωξής τους ή σημειώνοντας έγκαιρη πρόοδο στην επίτευξη της εθνικής δεσμευτικής τους επιδίωξης για το 2020 ή στην εφαρμογή της συνεισφοράς τους στη δεσμευτική επιδίωξη της Ένωσης για τουλάχιστον 32 % ποσοστό ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές το 2030. Όσον αφορά την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, στα μέτρα αυτά μπορούν επίσης να περιλαμβάνονται προαιρετικές χρηματοδοτικές συνεισφορές των κρατών μελών σε ενωσιακό μηχανισμό χρηματοδότησης για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές υπό τη διαχείριση της Επιτροπής, ο οποίος θα χρησιμοποιείται για να συμβάλει στα πιο οικονομικά αποδοτικά έργα στον τομέα της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην Ένωση, παρέχοντας έτσι στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να συμβάλουν στην επίτευξη της ενωσιακής επιδίωξης με το μικρότερο δυνατό κόστος. Οι εθνικές επιδιώξεις των κρατών μελών για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές για το 2020 θα πρέπει να λειτουργούν ως μερίδιο βάσης για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές από το 2021 και μετά και θα πρέπει να διατηρηθούν καθ' όλη την περίοδο. Στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, πρόσθετα μέτρα μπορούν, ιδίως, να στοχεύουν στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των προϊόντων, των κτιρίων και των μεταφορών.

(57)

Οι εθνικές επιδιώξεις των κρατών μελών όσον αφορά την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές για το 2020 όπως ορίζονται στο παράρτημα I της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19) θα πρέπει να λειτουργούν ως σημείο εκκίνησης για την εθνική ενδεικτική πορεία τους για την περίοδο από το 2021 έως το 2030, εκτός εάν ένα κράτος μέλος αποφασίσει οικειοθελώς να ορίσει υψηλότερο σημείο εκκίνησης. Επιπλέον, θα πρέπει να συνιστούν για αυτήν την περίοδο υποχρεωτικό βασικό μερίδιο που αποτελεί επίσης μέρος της οδηγίας (EΕ) 2018/2001. Κατά συνέπεια, κατά την περίοδο αυτή, το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας κάθε κράτους μέλους δεν θα πρέπει να είναι κατώτερο από το βασικό μερίδιό του.

(58)

Εάν κράτος μέλος δεν διατηρεί το βασικό μερίδιό του όπως μετράται για μια περίοδο ενός έτους, θα πρέπει, εντός ενός έτους, να λαμβάνει πρόσθετα μέτρα για την κάλυψη αυτής της απόκλισης στο βασικό του σενάριο. Όταν ένα κράτος μέλος έχει πράγματι λάβει τα εν λόγω αναγκαία μέτρα και έχει εκπληρώσει την υποχρέωσή του να καλύψει την απόκλιση, θα πρέπει να θεωρείται ότι συμμορφώνεται με τις υποχρεωτικές απαιτήσεις του σεναρίου αναφοράς του από τη χρονική στιγμή στην οποία εμφανίστηκε η εν λόγω απόκλιση, τόσο στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού όσο και στο πλαίσιο της οδηγίας (EΕ) 2018/2001.

(59)

Προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα επαρκούς παρακολούθησης και έγκαιρης διορθωτικής δράσης από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή και για να αποφευχθεί το φαινόμενο του «λαθρεπιβάτη», οι ενδεικτικές πορείες όλων των κρατών μελών και, ως εκ τούτου, και η ενδεικτική πορεία της Ένωσης θα πρέπει να φθάσουν το 2022, το 2025 και το 2027 τουλάχιστον ορισμένα ελάχιστα ποσοστά της συνολικής αύξησης της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που προβλέπεται για το 2030, όπως ορίζεται στον παρόντα κανονισμό. Η επίτευξη αυτών των «σημείων αναφοράς» το 2022, το 2025 και το 2027 θα αξιολογηθεί από την Επιτροπή με βάση, μεταξύ άλλων, τις ενοποιημένες εθνικές εκθέσεις προόδου για την ενέργεια και το κλίμα τις οποίες τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποβάλουν. Τα κράτη μέλη που βρίσκονται κάτω από τα σημεία αναφοράς τους θα πρέπει να εξηγήσουν στην επόμενη έκθεση προόδου τους τον τρόπο με τον οποίο θα καλύψουν την απόκλιση. Εάν τα ενδεικτικά σημεία αναφοράς της Ένωσης δεν τηρούνται, τα κράτη μέλη που δεν έχουν επιτύχει τα σημεία αναφοράς τους θα πρέπει να καλύψουν αυτή την απόκλιση εφαρμόζοντας πρόσθετα μέτρα.

(60)

Η Ένωση και τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν όσο το δυνατόν πιο επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τις εκπομπές και τις απορροφήσεις ΑτΘ. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να επιτρέψει να γίνονται οι εκτιμήσεις αυτές το ταχύτερο δυνατόν με τη χρήση στατιστικών και άλλων πληροφοριών, όπως τα δορυφορικά δεδομένα που παρέχονται από το πρόγραμμα Copernicus που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 377/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (20) και από άλλα δορυφορικά συστήματα.

(61)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (EΕ) 2018/842, η προσέγγιση του κύκλου ετήσιων δεσμεύσεων που ορίστηκε στην απόφαση αριθ. 406/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (21) θα πρέπει να συνεχιστεί. Η προσέγγιση αυτή απαιτεί ολοκληρωμένη αναθεώρηση των απογραφών ΑτΘ των κρατών μελών, ώστε να είναι δυνατή η αξιολόγηση της συμμόρφωσης και η εφαρμογή διορθωτικών μέτρων, κατά περίπτωση. Είναι αναγκαία μια διαδικασία για την εξέταση σε ενωσιακό επίπεδο των απογραφών ΑτΘ που υποβάλλουν τα κράτη μέλη, ώστε να διασφαλιστεί ότι η συμμόρφωση με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/842 αξιολογείται κατά τρόπο αξιόπιστο, συνεπή, διαφανή και έγκαιρο.

(62)

Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίσουν στενή συνεργασία σε όλα τα θέματα σχετικά με την υλοποίηση της Ενεργειακής Ένωσης, με τη στενή συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στα θέματα που αφορούν τον παρόντα κανονισμό. Η Επιτροπή θα πρέπει, κατά περίπτωση, να συνεπικουρεί τα κράτη μέλη στην εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ειδικά όσον αφορά την κατάρτιση των ολοκληρωμένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα και τη σχετική ανάπτυξη ικανοτήτων, μεταξύ άλλων με την κινητοποίηση εσωτερικών πόρων από την εσωτερική ικανότητα σχεδιασμού και, κατά περίπτωση, με τη βοήθεια εξωτερικής εμπειρογνωμοσύνης.

(63)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι στα ενοποιημένα εθνικά σχέδιά τους για την ενέργεια και το κλίμα λαμβάνονται υπόψη οι τελευταίες ειδικές ανά χώρα συστάσεις που εκδίδονται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.

(64)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να χρησιμοποιούν την αρχή της ενεργειακής απόδοσης κατά προτεραιότητα, που σημαίνει ότι, πριν από τη λήψη αποφάσεων για τον σχεδιασμό, την πολιτική και τις επενδύσεις στον τομέα της ενέργειας, θα πρέπει να εξετάζουν εάν η λήψη οικονομικά αποδοτικών και τεχνικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά ορθών εναλλακτικών μέτρων ενεργειακής απόδοσης θα μπορούσε να αντικαταστήσει εν όλω ή εν μέρει τα προβλεπόμενα μέτρα σχεδιασμού, πολιτικής και επενδύσεων, εξακολουθώντας να επιτυγχάνει τους στόχους των αντίστοιχων αποφάσεων. Αυτό περιλαμβάνει ιδίως την αντιμετώπιση της ενεργειακής απόδοσης ως καίριου στοιχείου και ως βασικού παράγοντα των μελλοντικών επενδυτικών αποφάσεων για τις ενεργειακές υποδομές στην Ένωση. Αυτές οι οικονομικά αποδοτικές εναλλακτικές λύσεις περιλαμβάνουν μέτρα προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα της ενεργειακής ζήτησης και της ενεργειακής προσφοράς, ιδίως μέσω οικονομικά αποδοτικών ενεργειακών εξοικονομήσεων στην τελική χρήση, μέσω πρωτοβουλιών για ανταπόκριση στη ζήτηση, καθώς και μέσω μιας πιο αποτελεσματικής μετατροπής, μεταφοράς και διανομής ενέργειας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνουν τη διάδοση αυτής της αρχής στην περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση, καθώς και στον ιδιωτικό τομέα.

(65)

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος θα πρέπει να επικουρεί, όπου αρμόζει και σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών του, την Επιτροπή στις εργασίες αξιολόγησης, παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων.

(66)

Η αρμοδιότητα έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή, ώστε να τροποποιήσει το γενικό πλαίσιο των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα (υπόδειγμα), με στόχο να προσαρμόσει αυτό το υπόδειγμα στις τροποποιήσεις του πλαισίου πολιτικής της Ένωσης για την ενέργεια και το κλίμα που συνδέονται άμεσα και συγκεκριμένα με τις συνεισφορές της Ένωσης βάσει της UNFCCC και της συμφωνίας του Παρισιού, να λάβει υπόψη τις αλλαγές στο ΔΥΠ και τις διεθνώς συμφωνηθείσες οδηγίες απογραφής, να ορίσει ουσιαστικές απαιτήσεις για το σύστημα απογραφής της Ένωσης και να καταρτίσει τα μητρώα. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι οποίες να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (22). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να διασφαλιστεί ισότιμη συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο θα πρέπει να λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών και οι εμπειρογνώμονές τους θα πρέπει να έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ' εξουσιοδότηση πράξεων. Επίσης, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη, κατά περίπτωση, τις αποφάσεις που εγκρίθηκαν βάσει της UNFCCC και της συμφωνίας του Παρισιού.

(67)

Προκειμένου να εξασφαλισθούν ομοιόμορφες συνθήκες για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά τις ενοποιημένες εθνικές εκθέσεις προόδου για την ενέργεια και το κλίμα· την υποβολή ενοποιημένων εκθέσεων σχετικά με τις εθνικές δράσεις προσαρμογής, τη χρηματοδοτική και τεχνολογική στήριξη στις αναπτυσσόμενες χώρες και τα έσοδα από πλειστηριασμό· την ετήσια υποβολή εκθέσεων για προσεγγιστικές απογραφές ΑτΘ, απογραφών ΑτΘ και εκτιμώμενων εκπομπών και απορροφήσεων ΑτΘ· τον ενωσιακό μηχανισμό χρηματοδότησης για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, τα εθνικά συστήματα απογραφής· την επανεξέταση της απογραφής· τα ενωσιακά και εθνικά συστήματα για πολιτικές και μέτρα και προβλέψεις· και την υποβολή εκθέσεων για πολιτικές και μέτρα και προβλέψεις ΑτΘ, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 (23).

(68)

Προκειμένου να ασκεί τις εκτελεστικές εξουσίες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, η Επιτροπή θα πρέπει να επικουρείται στα καθήκοντά της δυνάμει του παρόντος κανονισμού από μια Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή που επαναφέρει την υπάρχουσα Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή που θεσπίστηκε με το άρθρο 8 της απόφασης 93/389/ΕΟΚ, το άρθρο 9 της απόφασης αριθ. 280/2004/ΕΚ και το άρθρο 26 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 και από Επιτροπή της Ενεργειακής Ένωσης. Για να εξασφαλιστεί η συνέπεια των πολιτικών και να μεγιστοποιηθούν οι συνέργειες μεταξύ των τομέων, ειδικοί για το κλίμα και την ενέργεια θα πρέπει να προσκαλούνται στις συνεδριάσεις και των δύο επιτροπών κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(69)

Η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού το 2024 και στη συνέχεια ανά πενταετία και να υποβάλει, κατά περίπτωση, τροποποιητικές προτάσεις, ώστε να διασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή του και η επίτευξη των στόχων του. Οι επανεξετάσεις αυτές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις εξελίξεις και να επικαιροποιούνται βάσει των αποτελεσμάτων της παγκόσμιας απογραφής της συμφωνίας του Παρισιού.

(70)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να ενοποιεί, τροποποιεί, αντικαθιστά και καταργεί ορισμένες υποχρεώσεις σχεδιασμού, υποβολής εκθέσεων και παρακολούθησης που περιέχονται επί του παρόντος στις τομεακές νομοθετικές πράξεις της Ένωσης για την ενέργεια και το κλίμα, ώστε να διασφαλιστεί εξορθολογισμένη και ενοποιημένη προσέγγιση των κύριων σκελών σχεδιασμού, υποβολής εκθέσεων και παρακολούθησης. Επομένως, θα πρέπει να τροποποιηθούν ανάλογα οι ακόλουθες νομοθετικές πράξεις:

Η οδηγία 94/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (24),

Η οδηγία 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (25),

Η οδηγία 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (26),

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 663/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (27),

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (28),

Η οδηγία 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (29),

Η οδηγία 2009/119/ΕΚ του Συμβουλίου (30),

Η οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (31),

Η οδηγία 2012/27/ΕΕ,

Η οδηγία 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (32),

Η οδηγία (EE) 2015/652 του Συμβουλίου (33).

(71)

Για λόγους συνοχής και ασφάλειας δικαίου, καμία διάταξη του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να εμποδίζει την εφαρμογή των παρεκκλίσεων σύμφωνα με το σχετικό τομεακό δίκαιο της Ένωσης στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και της ετοιμότητας αντιμετώπισης των κινδύνων στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας.

(72)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει επίσης να ενσωματώνει πλήρως τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013. Κατά συνέπεια, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 525/2013 θα πρέπει να καταργηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2021. Ωστόσο, για να διασφαλιστεί η συνέχεια της εφαρμογής της απόφασης αριθ. 406/2009/ΕΚ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2013 και ότι ορισμένες πτυχές που συνδέονται με την εφαρμογή του πρωτοκόλλου του Κιότο θα εξακολουθήσουν να είναι νομικά κατοχυρωμένες, είναι απαραίτητο ορισμένες διατάξεις να εξακολουθήσουν να ισχύουν μετά την εν λόγω ημερομηνία.

(73)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς μόνο από τα κράτη μέλη μπορούν όμως, εξαιτίας της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της προτεινόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει μηχανισμό διακυβέρνησης για:

α)

την εφαρμογή στρατηγικών και μέτρων σχεδιασμένων για την επίτευξη των στόχων και των επιδιώξεων της Ενεργειακής Ένωσης και των μακροπρόθεσμων δεσμεύσεων της Ένωσης για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου σύμφωνα με τη συμφωνία του Παρισιού και, για την πρώτη δεκαετή περίοδο από το 2021 έως το 2030, για την επίτευξη ιδίως των ενεργειακών και κλιματικών επιδιώξεων της Ένωσης για το 2030,

β)

την τόνωση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, κατά περίπτωση και σε περιφερειακό επίπεδο, για την επίτευξη των στόχων και των επιδιώξεων της Ενεργειακής Ένωσης,

γ)

τη διασφάλιση της έγκαιρης υποβολής, της διαφάνειας, της ακρίβειας, της συνέπειας, της συγκρισιμότητας και της πληρότητας των εκθέσεων της Ένωσης και των κρατών μελών της προς τη UNFCCC και τη γραμματεία της συμφωνίας του Παρισιού,

δ)

τη συμβολή σε μεγαλύτερη κανονιστική ασφάλεια καθώς και σε μεγαλύτερη ασφάλεια των επενδυτών και τη συνδρομή στην πλήρη αξιοποίηση των ευκαιριών για οικονομική ανάπτυξη, τόνωση των επενδύσεων, δημιουργία θέσεων απασχόλησης και κοινωνική συνοχή.

Ο μηχανισμός διακυβέρνησης βασίζεται σε μακροπρόθεσμες στρατηγικές, σε ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα που καλύπτουν δεκαετείς περιόδους, αρχής γενομένης από την περίοδο 2021 έως 2030, τις αντίστοιχες ενοποιημένες εθνικές εκθέσεις προόδου των κρατών μελών για την ενέργεια και το κλίμα και τις ενοποιημένες ρυθμίσεις παρακολούθησης από την Επιτροπή. Ο μηχανισμός διακυβέρνησης διασφαλίζει αποτελεσματικές ευκαιρίες συμμετοχής του κοινού στην κατάρτιση των εν λόγω εθνικών σχεδίων και των εν λόγω μακροπρόθεσμων στρατηγικών. Περιλαμβάνει δομημένη, διαφανή, επαναληπτική διαδικασία μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών για το σκοπό της οριστικοποίησης των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα και της ακόλουθης εφαρμογής τους, συμπεριλαμβανομένης της περιφερειακής συνεργασίας και της αντίστοιχης δράσης της Επιτροπής.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης οι οποίες είναι στενά συνδεδεμένες και αλληλοενισχυόμενες:

α)

ενεργειακή ασφάλεια,

β)

εσωτερική αγορά ενέργειας,

γ)

ενεργειακή απόδοση,

δ)

απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές και

ε)

έρευνα, καινοτομία και ανταγωνιστικότητα.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«πολιτικές και μέτρα»: όλα τα μέσα που συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα και/ή την επίτευξη των δεσμεύσεων που απορρέουν από το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) της UNFCCC, όπου μπορεί να περιλαμβάνονται και μέσα που δεν έχουν ως κύριο στόχο τον περιορισμό και τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου ή την αλλαγή του ενεργειακού συστήματος,

2)

«υπάρχουσες πολιτικές και μέτρα»: οι εφαρμοζόμενες πολιτικές και μέτρα και οι εγκεκριμένες πολιτικές και μέτρα,

3)

«εφαρμοζόμενες πολιτικές και μέτρα»: εφαρμοζόμενες πολιτικές και μέτρα για τα οποία, κατά την ημερομηνία υποβολής του ενοποιημένου εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα ή της ενοποιημένης εθνικής έκθεσης προόδου για την ενέργεια και το κλίμα, ισχύει μία ή περισσότερες από τις παρακάτω συνθήκες: άμεσα εφαρμοστέα ενωσιακή ή εθνική νομοθεσία έχει τεθεί σε ισχύ, έχουν συναφθεί μία ή περισσότερες εθελούσιες συμφωνίες, έχουν χορηγηθεί χρηματοδοτικοί πόροι, έχουν κινητοποιηθεί ανθρώπινοι πόροι,

4)

«εγκεκριμένες πολιτικές και μέτρα»: οι πολιτικές και τα μέτρα για τα οποία έχει ληφθεί επίσημη κυβερνητική απόφαση πριν από την ημερομηνία υποβολής του ενοποιημένου εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα ή της ενοποιημένης εθνικής έκθεσης προόδου για την ενέργεια και το κλίμα και υφίσταται σαφής δέσμευση για τη συνέχιση της εφαρμογής τους,

5)

«προγραμματισμένες πολιτικές και μέτρα»: επιλογές που είναι υπό συζήτηση και οι οποίες έχουν βάσιμες πιθανότητες έγκρισης και εφαρμογής μετά την ημερομηνία υποβολής του ενοποιημένου εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα ή της ενοποιημένης εθνικής έκθεσης προόδου για την ενέργεια και το κλίμα,

6)

«σύστημα πολιτικών και μέτρων και προβλέψεων»: σύστημα θεσμικών, νομικών και διαδικαστικών ρυθμίσεων που καταρτίζονται για την υποβολή εκθέσεων όσον αφορά τις πολιτικές, τα μέτρα και τις προβλέψεις σχετικά με τις ανθρωπογενείς εκπομπές από πηγές και τις απορροφήσεις από καταβόθρες αερίων του θερμοκηπίου, όπως και με το ενεργειακό σύστημα, όπως απαιτείται, μεταξύ άλλων, από το άρθρο 39,

7)

«προβλέψεις»: προβλέψεις για τις ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από πηγές και τις απορροφήσεις από καταβόθρες ή εξελίξεις του ενεργειακού συστήματος, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον ποσοτικών εκτιμήσεων για ακολουθία τεσσάρων ετών που λήγουν σε 0 ή 5 και έπονται άμεσα του έτους υποβολής της έκθεσης,

8)

«προβλέψεις χωρίς μέτρα»: προβλέψεις για τις ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από πηγές και τις απορροφήσεις από καταβόθρες στις οποίες δεν λαμβάνονται υπόψη τα αποτελέσματα όλων των πολιτικών και των μέτρων που έχουν προγραμματιστεί, θεσπιστεί ή τεθεί σε εφαρμογή μετά το έτος που επιλέγεται ως αφετηρία της συγκεκριμένης πρόβλεψης,

9)

«προβλέψεις με μέτρα»: προβλέψεις για τις ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από πηγές και τις απορροφήσεις από καταβόθρες οι οποίες περιλαμβάνουν τα αποτελέσματα, ως προς τις μειώσεις των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου ή τις εξελίξεις του ενεργειακού συστήματος, των πολιτικών και των μέτρων που έχουν θεσπιστεί και τεθεί σε εφαρμογή,

10)

«προβλέψεις με πρόσθετα μέτρα»: προβλέψεις για τις ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από πηγές και τις απορροφήσεις από καταβόθρες ή τις εξελίξεις στο ενεργειακό σύστημα, οι οποίες περιλαμβάνουν τα αποτελέσματα, ως προς τις μειώσεις των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, των πολιτικών και των μέτρων που έχουν θεσπιστεί και τεθεί σε εφαρμογή για τον μετριασμό της αλλαγής του κλίματος ή την ικανοποίηση των ενεργειακών στόχων, καθώς και των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων προς τον σκοπό αυτόν,

11)

«ενεργειακές και κλιματικές επιδιώξεις της Ένωσης για το 2030»: η δεσμευτική επιδίωξη της Ένωσης για εγχώρια μείωση κατά τουλάχιστον 40 % των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε σύγκριση με το 1990 σε όλους τους τομείς της οικονομίας με ορίζοντα επίτευξης το 2030, η δεσμευτική επιδίωξη σε επίπεδο Ένωσης για την επίτευξη μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που καταναλώνεται στην Ένωση τουλάχιστον 32 % έως το 2030, η πρωταρχική επιδίωξη σε επίπεδο Ένωσης για βελτίωση κατά τουλάχιστον 32,5 % της ενεργειακής απόδοσης το 2030 και η επιδίωξη διασύνδεσης ηλεκτρικής ενέργειας σε ποσοστό 15 % το 2030 ή τυχόν επακόλουθες σχετικές επιδιώξεις που θα συμφωνηθούν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για το 2030,

12)

«εθνικό σύστημα απογραφών»: σύστημα θεσμικών, νομικών και διαδικαστικών ρυθμίσεων, το οποίο έχει θεσπιστεί σε κράτος μέλος για την εκτίμηση των ανθρωπογενών εκπομπών από πηγές και των απορροφήσεων από καταβόθρες αερίων του θερμοκηπίου, καθώς και για την υποβολή εκθέσεων και την αρχειοθέτηση των πληροφοριών απογραφής,

13)

«δείκτης»: ποσοτικός ή ποιοτικός συντελεστής ή μεταβλητή που συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση της προόδου κατά την εφαρμογή,

14)

«βασικοί δείκτες»: οι δείκτες προόδου αναφορικά με τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης που προτείνονται από την Επιτροπή,

15)

«τεχνικές διορθώσεις»: προσαρμογές των εκτιμήσεων της εθνικής απογραφής αερίων του θερμοκηπίου, οι οποίες γίνονται στο πλαίσιο της επανεξέτασης που διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 38, όταν τα υποβληθέντα δεδομένα απογραφής δεν είναι πλήρη ή έχουν συγκεντρωθεί κατά τρόπο μη σύμφωνο προς τους σχετικούς διεθνείς ή ενωσιακούς κανόνες ή κατευθυντήριες γραμμές, και οι οποίες προορίζονται να αντικαταστήσουν τις εκτιμήσεις που υποβλήθηκαν αρχικά,

16)

«διασφάλιση της ποιότητας»: σχεδιασμένο σύστημα διαδικασιών επανεξέτασης, στόχος του οποίου είναι να εξασφαλίζεται ότι τηρούνται οι στόχοι ποιότητας των δεδομένων και ότι υποβάλλονται οι βέλτιστες δυνατές εκτιμήσεις και πληροφορίες με σκοπό την υποστήριξη της αποτελεσματικότητας του προγράμματος ποιοτικού ελέγχου και τη συνδρομή προς τα κράτη μέλη,

17)

«ποιοτικός έλεγχος»: σύστημα συνήθων τεχνικών δραστηριοτήτων για τη μέτρηση και τον έλεγχο της ποιότητας των πληροφοριών και των εκτιμήσεων που καταρτίζονται, με σκοπό την εξασφάλιση της ακεραιότητας, της ακρίβειας και της πληρότητας των δεδομένων, τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση σφαλμάτων και παραλείψεων, την τεκμηρίωση και την αρχειοθέτηση των δεδομένων και άλλου υλικού που χρησιμοποιείται και την καταγραφή όλων των δραστηριοτήτων διασφάλισης ποιότητας,

18)

«προτεραιότητα στην ενεργειακή απόδοση»: η μέγιστη συνεκτίμηση, στο πλαίσιο των αποφάσεων σχεδιασμού και πολιτικής και επενδύσεων στον τομέα της ενέργειας, εναλλακτικών και οικονομικά αποδοτικών μέτρων ενεργειακής απόδοσης, για την αύξηση της αποτελεσματικότητας στη ζήτηση και προσφορά ενέργειας, ιδίως μέσω οικονομικά αποδοτικών ενεργειακών εξοικονομήσεων στην τελική χρήση, μέσω πρωτοβουλιών για ανταπόκριση στη ζήτηση και μέσω πιο αποτελεσματικής μετατροπής, μεταφοράς και διανομής ενέργειας, με παράλληλη όμως επίτευξη των στόχων των αποφάσεων αυτών,

19)

«σχέδιο ΣΕΤ»: το Στρατηγικό Σχέδιο Ενεργειακής Τεχνολογίας, όπως ορίζεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 15ης Σεπτεμβρίου 2015 με τίτλο «Προς ένα ολοκληρωμένο στρατηγικό σχέδιο ενεργειακών τεχνολογιών (σχέδιο ΣΕΤ): Επιτάχυνση του μετασχηματισμού του ευρωπαϊκού ενεργειακού συστήματος»,

20)

«πρώιμες προσπάθειες»:

α)

στο πλαίσιο της εκτίμησης μιας δυνητικής απόκλισης μεταξύ της επιδίωξης της Ένωσης για ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές για το 2030 και των συλλογικών συνεισφορών των κρατών μελών, το επίτευγμα ενός κράτους μέλους να έχει μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές πάνω από την εθνική δεσμευτική του επιδίωξη για το 2020, όπως ορίζεται στο παράρτημα I της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, ή η πρώιμη πρόοδος ενός κράτους μέλους προς την επίτευξη της εθνικής δεσμευτικής του επιδίωξης για το 2020,

β)

στο πλαίσιο των συστάσεων της Επιτροπής που βασίζονται στην αξιολόγηση βάσει του άρθρου 29 παράγραφος 1 στοιχείο β) όσον αφορά την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, η πρώιμη, από την πλευρά ενός κράτους μέλους, εφαρμογή της συνεισφοράς του στη δεσμευτική επιδίωξη της Ένωσης για ποσοστό ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές τουλάχιστον 32 % το 2030, μετρώμενη σε σχέση με τα εθνικά σημεία αναφοράς του για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές,

21)

«περιφερειακή συνεργασία»: η συνεργασία μεταξύ δύο ή περισσότερων κρατών μελών που συμμετέχουν σε εταιρική σχέση που καλύπτει μία ή περισσότερες από τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης,

22)

«ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές» ή «ανανεώσιμη ενέργεια»: η ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές ή ανανεώσιμη ενέργεια όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

23)

«ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας»: η ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 4) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

24)

«καθεστώς στήριξης»: το καθεστώς στήριξης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 5) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

25)

«ανανέωση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές»: όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

26)

«κοινότητα ανανεώσιμης ενέργειας»: η κοινότητα ανανεώσιμης ενέργειας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 16) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

27)

«τηλεθέρμανση» ή «τηλεψύξη»: η τηλεθέρμανση ή η τηλεψύξη όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 19) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

28)

«απόβλητα»: τα απόβλητα όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 23) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

29)

«βιομάζα»: η βιομάζα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 24) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

30)

«γεωργική βιομάζα»: η γεωργική βιομάζα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 25) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

31)

«δασική βιομάζα»: η δασική βιομάζα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 26) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

32)

«καύσιμα βιομάζας»: τα καύσιμα βιομάζας όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 27) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

33)

«βιοαέρια»: τα βιοαέρια όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 28) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

34)

«βιορευστά»: τα βιορευστά όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 32) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

35)

«βιοκαύσιμα»: τα βιοκαύσιμα όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 33) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

36)

«προηγμένα βιοκαύσιμα»: τα προηγμένα βιοκαύσιμα όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 34) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

37)

«ανακυκλωμένα ανθρακούχα καύσιμα»: τα ανακυκλωμένα ανθρακούχα καύσιμα όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 35) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

38)

«αμυλούχα φυτά»: τα αμυλούχα φυτά όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 39) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

39)

«καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών»: οι καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών όπως ορίζοναι στο άρθρο 2 σημείο 40) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

40)

«λιγνοκυτταρινούχες ύλες»: οι λιγνοκυτταρινούχες ύλες όπως ορίζοται στο άρθρο 2 σημείο 41) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

41)

«υπόλειμμα»: το υπόλειμμα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 43) της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

42)

«κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας»: η κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 2) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

43)

«τελική κατανάλωση ενέργειας»: η τελική κατανάλωση ενέργειας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 3) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

44)

«ενεργειακή απόδοση»: η ενεργειακή απόδοση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 4) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

45)

«εξοικονόμηση ενέργειας»: η εξοικονόμηση ενέργειας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 5) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

46)

«βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης»: η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 6) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

47)

«ενεργειακή υπηρεσία»: η ενεργειακή υπηρεσία όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 7) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

48)

«συνολικό ωφέλιμο εμβαδόν δαπέδου»: το συνολικό ωφέλιμο εμβαδόν δαπέδου όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

49)

«σύστημα ενεργειακής διαχείρισης»: το σύστημα ενεργειακής διαχείρισης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 11) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

50)

«υπόχρεο μέρος»: το υπόχρεο μέρος όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 14) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

51)

«δημόσια αρχή επιβολής»: η δημόσια αρχή επιβολής όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 17) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

52)

«επιμέρους δράση»: η επιμέρους δράση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 19) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

53)

«διανομέας ενέργειας»: ο διανομέας ενέργειας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 20) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

54)

«διαχειριστής συστήματος διανομής»: ο διαχειριστής συστήματος διανομής όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 6) της οδηγίας 2009/72/ΕΚ και στο άρθρο 2 σημείο 6) της οδηγίας 2009/73/ΕΚ,

55)

«εταιρεία λιανικής πώλησης ενέργειας»: η εταιρεία λιανικής πώλησης ενέργειας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 22) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

56)

«πάροχος ενεργειακής υπηρεσίας»: ο πάροχος ενεργειακής υπηρεσίας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 24) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

57)

«σύμβαση ενεργειακής απόδοσης»: η σύμβαση ενεργειακής απόδοσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 27) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

58)

«συμπαραγωγή»: η συμπαραγωγή όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 30) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

59)

«κτίριο»: κτίριο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1) της οδηγίας 2010/31/ΕΕ,

60)

«κτίριο με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας»: κτίριο με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 2) της οδηγίας 2010/31/ΕΕ,

61)

«αντλία θερμότητας»: η αντλία θερμότητας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 18) της οδηγίας 2010/31/ΕΕ,

62)

«ορυκτά καύσιμα»: μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με βάση τον άνθρακα, όπως τα στερεά καύσιμα, το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα

Άρθρο 3

Ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα

1.   Έως την 31η Δεκεμβρίου 2019, και εν συνεχεία έως την 1η Ιανουαρίου 2029 και ανά δέκα έτη εφεξής, κάθε κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή ενοποιημένο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα. Τα σχέδια περιέχουν τα στοιχεία που καθορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και στο παράρτημα I. Το πρώτο σχέδιο καλύπτει την περίοδο 2021-2030, λαμβάνοντας υπόψη την πιο μακροπρόθεσμη προοπτική. Τα μεταγενέστερα σχέδια καλύπτουν την ακριβώς επόμενη δεκαετή περίοδο που έπεται της λήξης της περιόδου που καλύπτεται από το προηγούμενο σχέδιο.

2.   Τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα αποτελούνται από τις παρακάτω κύριες ενότητες:

α)

επισκόπηση της διαδικασίας που ακολουθήθηκε για την κατάρτιση του ενοποιημένου εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα, η οποία περιλαμβάνει συνοπτική παρουσίαση, περιγραφή της δημόσιας διαβούλευσης και της συμμετοχής των συμφεροντούχων με τα σχετικά αποτελέσματά τους, καθώς και περιγραφή της περιφερειακής συνεργασίας με άλλα κράτη μέλη για την κατάρτιση του σχεδίου, όπως ορίζεται στα άρθρα 10, 11 και 12 και στο παράρτημα Ι μέρος 1 τμήμα Α σημείο 1,

β)

περιγραφή των εθνικών στόχων, επιδιώξεων και συνεισφορών που αφορούν τις διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 και το παράρτημα Ι,

γ)

περιγραφή των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων σχετικά με τους αντίστοιχους στόχους, επιδιώξεις και συνεισφορές που καθορίζονται στο στοιχείο β), καθώς και γενική επισκόπηση των επενδύσεων που απαιτούνται για την επίτευξη των αντίστοιχων στόχων, επιδιώξεων και συνεισφορών,

δ)

περιγραφή της τρέχουσας κατάστασης των πέντε διαστάσεων της Ενεργειακής Ένωσης, μεταξύ άλλων σχετικά με το ενεργειακό σύστημα και τις εκπομπές και απορροφήσεις αερίων του θερμοκηπίου, καθώς και προβλέψεις σχετικά με τους στόχους που αναφέρονται στο στοιχείο β) με βάση ήδη υπάρχουσες πολιτικές και μέτρα,

ε)

κατά περίπτωση, περιγραφή των κανονιστικών και μη κανονιστικών φραγμών και εμποδίων που παρεμποδίζουν την επίτευξη των στόχων, των επιδιώξεων ή των συνεισφορών που συνδέονται με την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και την ενεργειακή απόδοση,

στ)

εκτίμηση επιπτώσεων των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στο στοιχείο β), συμπεριλαμβανομένης της συνοχής τους με τους μακροπρόθεσμους στόχους μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου βάσει της συμφωνίας του Παρισιού και με τις μακροπρόθεσμες στρατηγικές που αναφέρονται στο άρθρο 15,

ζ)

γενική εκτίμηση επιπτώσεων των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων για την ανταγωνιστικότητα που συνδέονται με τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης,

η)

παράρτημα το οποίο συντάσσεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις και τη δομή που καθορίζεται στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού και ορίζει τις μεθοδολογίες και τα μέτρα πολιτικής των κρατών μελών για την εκπλήρωση της απαίτησης εξοικονόμησης ενέργειας σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ και το παράρτημα V αυτής.

3.   Όσον αφορά τα ενοποιημένα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα, τα κράτη μέλη:

α)

περιορίζουν τη διοικητική πολυπλοκότητα και τις δαπάνες για όλους τους σχετικούς συμφεροντούχους,

β)

λαμβάνουν υπόψη τις αλληλεξαρτήσεις των πέντε διαστάσεων της Ενεργειακής Ένωσης, και συγκεκριμένα την αρχή της προτεραιότητας στην ενεργειακή απόδοση,

γ)

χρησιμοποιούν αξιόπιστα και συνεκτικά δεδομένα και παραδοχές και στις πέντε διαστάσεις, κατά περίπτωση,

δ)

εκτιμούν τον αριθμό των νοικοκυριών που πλήττονται από ενεργειακή φτώχεια, λαμβάνοντας υπόψη τις αναγκαίες εγχώριες ενεργειακές υπηρεσίες που χρειάζονται για να διασφαλίζονται τα βασικά πρότυπα διαβίωσης στο αντίστοιχο εθνικό πλαίσιο, την υφιστάμενη κοινωνική πολιτική και άλλες σχετικές πολιτικές, καθώς και τις ενδεικτικές κατευθύνσεις της Επιτροπής για τους δείκτες που σχετίζονται με την ενεργειακή φτώχεια.

Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος διαπιστώσει, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο στοιχείο δ), ότι έχει σημαντικό αριθμό νοικοκυριών σε ενεργειακή φτώχεια, βάσει της αξιολόγησής του επί επαληθεύσιμων δεδομένων, συμπεριλαμβάνει στο σχέδιό του έναν εθνικό ενδεικτικό στόχο μείωσης της ενεργειακής φτώχειας. Τα οικεία κράτη μέλη περιγράφουν, στα ενοποιημένα εθνικά σχέδιά τους για την ενέργεια και το κλίμα, τις πολιτικές και τα μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας, εφόσον υπάρχουν, περιλαμβανομένων των μέτρων κοινωνικής πολιτικής και άλλων σχετικών εθνικών προγραμμάτων.

4.   Κάθε κράτος μέλος δημοσιοποιεί το ενοποιημένο εθνικό σχέδιό του για την ενέργεια και το κλίμα που υποβάλλει στην Επιτροπή δυνάμει του παρόντος άρθρου.

5.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 43 για την τροποποίηση του παραρτήματος I μέρος 1 τμήμα Α σημεία 2.1.1 και 3.1.1, του παραρτήματος I μέρος 1 τμήμα Β σημεία 4.1 και 4.2.1 και του παραρτήματος I μέρος 2 σημείο 3, με σκοπό την προσαρμογή τους σε τροποποιήσεις του ενωσιακού πλαισίου πολιτικής για την ενέργεια και το κλίμα που συνδέονται άμεσα και συγκεκριμένα με τις συνεισφορές της Ένωσης στο πλαίσιο της UNFCCC και της συμφωνίας του Παρισιού.

Άρθρο 4

Εθνικοί στόχοι, επιδιώξεις και συνεισφορές για τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης

Κάθε κράτος μέλος καθορίζει στο ενοποιημένο εθνικό του σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα τους ακόλουθους κύριους στόχους, επιδιώξεις και συνεισφορές, όπως ορίζονται στο παράρτημα Ι τμήμα Α, σημείο 2:

α)

όσον αφορά τη διάσταση της «απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές»:

1)

αναφορικά με τις εκπομπές και απορροφήσεις αερίων του θερμοκηπίου και ενόψει της συνεισφοράς στην επιδίωξη μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου σε όλους τους τομείς της οικονομίας στην Ένωσης:

i)

τη δεσμευτική εθνική επιδίωξη του κράτους μέλους για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και τα ετήσια δεσμευτικά εθνικά όρια σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/842,

ii)

τις δεσμεύσεις του κράτους μέλους σύμφωνα με τον κανονισμό (EΕ) 2018/841,

iii)

κατά περίπτωση, για την επίτευξη των στόχων και των επιδιώξεων της Ενεργειακής Ένωσης και των μακροπρόθεσμων δεσμεύσεων της Ένωσης για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που συνάδουν με τη συμφωνία του Παρισιού, άλλους στόχους και επιδιώξεις, συμπεριλαμβανομένων τομεακών επιδιώξεων και σκοπών προσαρμογής,

2)

αναφορικά με την ανανεώσιμη ενέργεια:

Ενόψει της επίτευξης της δεσμευτικής επιδίωξης της Ένωσης για ανανεώσιμη ενέργεια σε ποσοστό τουλάχιστον 32 % έως το 2030, όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, συνεισφορά στην εν λόγω επιδίωξη στο πλαίσιο του μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας από το κράτος μέλος το 2030, με ενδεικτική πορεία της εν λόγω συνεισφοράς από το 2021 και εφεξής. Έως το 2022, η ενδεικτική πορεία θα φτάσει σε ένα σημείο αναφοράς τουλάχιστον 18 % της συνολικής αύξησης του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μεταξύ της δεσμευτικής εθνικής επιδίωξης για το 2020 του εν λόγω κράτους μέλους και της συνεισφοράς του στην επίτευξη της επιδίωξης για το 2030. Έως το 2025, η ενδεικτική πορεία θα φτάσει σε ένα σημείο αναφοράς τουλάχιστον 43 % της συνολικής αύξησης του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μεταξύ της δεσμευτικής εθνικής επιδίωξης για το 2020 του εν λόγω κράτους μέλους και της συνεισφοράς του στην επίτευξη της επιδίωξης για το 2030. Έως το 2027, η ενδεικτική πορεία θα φτάσει σε ένα σημείο αναφοράς τουλάχιστον 65 % της συνολικής αύξησης του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μεταξύ της δεσμευτικής εθνικής επιδίωξης για το 2020 του εν λόγω κράτους μέλους και της συνεισφοράς του στην επίτευξη της επιδίωξης για το 2030.

Έως το 2030, η ενδεικτική πορεία θα φθάσει τουλάχιστον την προγραμματισμένη συνεισφορά του κράτους μέλους. Εάν ένα κράτος μέλος αναμένεται να υπερβεί τη δεσμευτική εθνική επιδίωξή του για το 2020, η ενδεικτική πορεία του μπορεί να αρχίσει στο επίπεδο που προβλέπεται να επιτύχει. Οι ενδεικτικές πορείες των κρατών μελών, συνολικά, ανέρχονται στα σημεία αναφοράς της Ένωσης για το 2022, το 2025 και το 2027 και στη δεσμευτική επιδίωξη της Ένωσης για ποσοστό τουλάχιστον 32 % ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για το 2030. Ανεξάρτητα από τη συνεισφορά του στην επιδίωξη της Ένωσης και την ενδεικτική πορεία του για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ένα κράτος μέλος είναι ελεύθερο να υποδεικνύει πιο φιλόδοξους στόχους για σκοπούς εθνικής πολιτικής,

β)

όσον αφορά τη διάσταση της «ενεργειακής απόδοσης»:

1)

την ενδεικτική εθνική συνεισφορά ενεργειακής απόδοσης για την επίτευξη των επιδιώξεων ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης ύψους τουλάχιστον 32,5 % το 2030, όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 και στο άρθρο 3 παράγραφος 5 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ, με βάση είτε την πρωτογενή είτε την τελική κατανάλωση ενέργειας, την εξοικονόμηση πρωτογενούς ή τελικής ενέργειας ή την ενεργειακή ένταση.

Τα κράτη μέλη εκφράζουν τη συνεισφορά τους δηλώνοντας το απόλυτο επίπεδο κατανάλωσης πρωτογενούς ενέργειας και κατανάλωσης τελικής ενέργειας για το 2020, καθώς και το απόλυτο επίπεδο κατανάλωσης πρωτογενούς ενέργειας και κατανάλωσης τελικής ενέργειας για το 2030, με ενδεικτική πορεία για την εν λόγω συνεισφορά από το 2021 και εφεξής. Εξηγούν τη μεθοδολογία στην οποία στηρίχθηκαν και τους συντελεστές μετατροπής που χρησιμοποιήθηκαν,

2)

το σωρευτικό ποσό εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση που επιτεύχθηκε κατά την περίοδο 2021-2030 σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο β) για τις υποχρεώσεις εξοικονόμησης ενέργειας δυνάμει της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

3)

τα ενδεικτικά ορόσημα της μακροπρόθεσμης στρατηγικής ανακαίνισης του εθνικού αποθέματος οικιστικών και μη οικιστικών κτιρίων, δημόσιων και ιδιωτικών, τον χάρτη πορείας με τους μετρήσιμους δείκτες προόδου που καθορίζονται σε εθνικό επίπεδο, μια βασιζόμενη σε στοιχεία εκτίμηση των αναμενόμενων εξοικονομήσεων ενέργειας και ευρύτερων ωφελειών, καθώς και τις συνεισφορές στις επιδιώξεις ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης δυνάμει της οδηγίας 2012/27/ΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 2α της οδηγίας 2010/31/ΕΕ,

4)

το συνολικό εμβαδόν προς ανακαίνιση ή τις ισοδύναμες ετήσιες εξοικονομήσεις ενέργειας που θα επιτευχθούν από το 2021 έως το 2030 σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ για τον υποδειγματικό ρόλο των κτιρίων των δημοσίων φορέων,

γ)

όσον αφορά τη διάσταση της «ενεργειακής ασφάλειας»:

1)

τους εθνικούς στόχους αναφορικά με:

την αύξηση της διαφοροποίησης των πηγών ενέργειας και την προμήθεια από τρίτες χώρες, που μπορεί να έχουν ως στόχο τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης από εισαγωγές,

την αύξηση της ευελιξίας του εθνικού ενεργειακού συστήματος και

την αντιμετώπιση περιορισμένου ή διακοπτόμενου εφοδιασμού μιας πηγής ενέργειας, με στόχο τη βελτίωση της ανθεκτικότητας των περιφερειακών και εθνικών ενεργειακών συστημάτων, συμπεριλαμβανομένου ενός χρονοδιαγράμματος επίτευξης των στόχων,

δ)

όσον αφορά τη διάσταση της «εσωτερικής αγοράς ενέργειας»:

1)

το επίπεδο διασυνδεσιμότητας ηλεκτρικής ενέργειας στο οποίο αποσκοπεί το κράτος μέλος έως το 2030, λαμβάνοντας υπόψη την επιδίωξη διασύνδεσης ηλεκτρικής ενέργειας σε ποσοστό τουλάχιστον 15 % για το 2030, με μια στρατηγική σύμφωνα με την οποία το επίπεδο από το 2021 και εφεξής θα ορίζεται σε στενή συνεργασία με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, λαμβάνοντας υπόψη την επιδίωξη διασύνδεσης του 10 % για το 2020 και τους δείκτες του επείγοντος χαρακτήρα της δράσης που βασίζεται στη διαφορά τιμής στη χονδρική αγορά, την ονομαστική μεταφορική δυναμικότητα των γραμμών διασύνδεσης σε σχέση με το φορτίο αιχμής και την εγκατεστημένη ικανότητα παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές, όπως ορίζεται στο παράρτημα I μέρος 1 τμήμα A σημείο 2.4.1. Κάθε νέα γραμμή διασύνδεσης υπόκειται σε κοινωνικοοικονομική και περιβαλλοντική ανάλυση κόστους-οφέλους και εφαρμόζεται μόνον εάν τα δυνητικά οφέλη υπερτερούν του κόστους,

2)

βασικά έργα υποδομών μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και αερίου, και, κατά περίπτωση, έργα εκσυγχρονισμού, τα οποία είναι αναγκαία για την επίτευξη των στόχων και επιδιώξεων βάσει των πέντε διαστάσεων της Ενεργειακής Ένωσης,

3)

τους εθνικούς στόχους που σχετίζονται με άλλες πτυχές της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, όπως: η αύξηση της ευελιξίας του συστήματος, ιδίως μέσω πολιτικών και μέτρων που σχετίζονται με τη διαμόρφωση των τιμών βάσει τιμών αγοράς σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο· η ενοποίηση και σύζευξη της αγοράς, με σκοπό την αύξηση της εμπορεύσιμης δυναμικότητας των υφιστάμενων γραμμών διασύνδεσης, τα ευφυή δίκτυα, η συγκέντρωση, η ανταπόκριση στη ζήτηση, η αποθήκευση, η κατανεμημένη παραγωγή, οι μηχανισμοί διανομής, αναδιανομής και περιορισμού και οι ενδείξεις σχετικά με τις τιμές σε πραγματικό χρόνο, συμπεριλαμβανομένου χρονοδιαγράμματος υλοποίησης των στόχων, καθώς και άλλοι εθνικοί στόχοι που σχετίζονται με την εσωτερική αγορά ενέργειας, όπως ορίζονται στο παράρτημα Ι μέρος 1 τμήμα Α σημείο 2.4.3,

ε)

όσον αφορά τη διάσταση της «έρευνας, καινοτομίας και ανταγωνιστικότητας»:

1)

τους εθνικούς στόχους και τις επιδιώξεις χρηματοδότησης δημόσιων και, εάν υπάρχουν, ιδιωτικών έργων έρευνας και καινοτομίας που σχετίζονται με την Ενεργειακή Ένωση, συμπεριλαμβανομένου, κατά περίπτωση, χρονοδιαγράμματος για την υλοποίηση των στόχων· αποτύπωση των προτεραιοτήτων της στρατηγικής της Ενεργειακής Ένωσης και, κατά περίπτωση, του σχεδίου ΣΕΤ. Κατά τον καθορισμό των στόχων, επιδιώξεων και συνεισφορών του, το κράτος μέλος μπορεί να αξιοποιεί τις υπάρχουσες εθνικές στρατηγικές ή σχέδια που είναι συμβατά με το δίκαιο της Ένωσης,

2)

εφόσον υπάρχουν, τους εθνικούς στόχους για το 2050 που αφορούν την προώθηση των τεχνολογιών καθαρής ενέργειας.

Άρθρο 5

Διαδικασία ορισμού της συνεισφοράς των κρατών μελών στον τομέα της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές

1.   Στη συνεισφορά του στο μερίδιό του ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη κατανάλωση τελικής ενέργειας για το 2030 και το τελευταίο έτος της περιόδου που καλύπτεται από τα μεταγενέστερα εθνικά σχέδια, σύμφωνα με το άρθρο 4 στοιχείο α) σημείο 2), κάθε κράτος μέλος λαμβάνει υπόψη τα εξής:

α)

τα μέτρα που προβλέπονται στην οδηγία (ΕΕ) 2018/2001,

β)

τα μέτρα που ελήφθησαν για την επίτευξη της επιδίωξης ενεργειακής απόδοσης και εγκρίθηκαν σύμφωνα με την οδηγία 2012/27/ΕΕ,

γ)

οποιαδήποτε άλλα υφιστάμενα μέτρα για την προώθηση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στα κράτη μέλη και, ενδεχομένως, σε επίπεδο Ένωσης,

δ)

τη δεσμευτική εθνική επιδίωξη για το 2020 για ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειάς του που ορίζεται στο παράρτημα Ι της οδηγίας (EΕ) 2018/2001,

ε)

τυχόν σχετικές περιστάσεις που επηρεάζουν την ανάπτυξη της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, όπως:

i)

η δίκαιη κατανομή της ανάπτυξης στην Ένωση,

ii)

οι οικονομικές συνθήκες και το οικονομικό δυναμικό, συμπεριλαμβανομένου του κατά κεφαλήν ΑΕΠ,

iii)

το δυναμικό για οικονομικά αποδοτική ανάπτυξη ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές,

iv)

οι γεωγραφικοί, περιβαλλοντικοί και φυσικοί περιορισμοί, συμπεριλαμβανομένων των μη διασυνδεδεμένων περιοχών και περιφερειών,

v)

το επίπεδο ηλεκτρικής διασύνδεσης μεταξύ των κρατών μελών,

vi)

άλλες σχετικές περιστάσεις, ιδίως οι πρώιμες προσπάθειες.

Σε ό,τι αφορά το πρώτο εδάφιο στοιχείο ε), κάθε κράτος μέλος αναφέρει στο ενοποιημένο εθνικό σχέδιό του για την ενέργεια και το κλίμα ποιες σχετικές περιστάσεις που επηρεάζουν την ανάπτυξη ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές έχει λάβει υπόψη.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν συλλογικά ότι το άθροισμα των συνεισφορών τους όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ανέρχεται σε τουλάχιστον 32 % επί της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας σε επίπεδο Ένωσης έως το 2030.

Άρθρο 6

Διαδικασία ορισμού της συνεισφοράς των κρατών μελών στον τομέα της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές

1.   Στην ενδεικτική εθνική συνεισφορά του ως προς την ενεργειακή απόδοση για το 2030 και για το τελευταίο έτος της καλυπτόμενης περιόδου για τα επόμενα εθνικά σχέδια, σύμφωνα με το άρθρο 4 στοιχείο β) σημείο 1), κάθε κράτος μέλος λαμβάνει υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ, η κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης το 2020 δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 1 483 εκατομμύρια ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας ή τα 1 086 εκατομμύρια ΤΙΠ τελικής ενέργειας και ότι η κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης το 2030 δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 1 273 εκατομμύρια ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας και/ή τα 956 εκατομμύρια ΤΙΠ τελικής ενέργειας.

Επιπλέον, κάθε κράτος μέλος λαμβάνει υπόψη:

α)

τα μέτρα που προβλέπονται στην οδηγία 2012/27/EΕ,

β)

άλλα μέτρα για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης στο κράτος μέλος και σε επίπεδο Ένωσης.

2.   Στη συνεισφορά του που αναφέρεται στην παράγραφο 1, κάθε κράτος μέλος δύναται να λαμβάνει υπόψη τις εθνικές περιστάσεις που επηρεάζουν την κατανάλωση πρωτογενούς και τελικής ενέργειας, όπως:

α)

τις εναπομένουσες οικονομικά αποδοτικές δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας,

β)

την εξέλιξη και την πρόγνωση του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος,

γ)

τις αλλαγές στις εισαγωγές και τις εξαγωγές ενέργειας,

δ)

τις αλλαγές στο ενεργειακό μείγμα και στην ανάπτυξη της δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα και

ε)

την έγκαιρη δράση.

Όσον αφορά το πρώτο εδάφιο, κάθε κράτος μέλος αναφέρει στο ενοποιημένο εθνικό του σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα ποιες σχετικές περιστάσεις που επηρεάζουν την κατανάλωση πρωτογενούς και τελικής ενέργειας έχει λάβει υπόψη, εάν υπάρχουν τέτοιες.

Άρθρο 7

Εθνικές πολιτικές και μέτρα για τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης

Τα κράτη μέλη περιγράφουν, σύμφωνα με το παράρτημα I, στο ενοποιημένο εθνικό σχέδιό τους για την ενέργεια και το κλίμα, τις κύριες υπάρχουσες και προγραμματισμένες πολιτικές και μέτρα για την επίτευξη ιδίως των στόχων που καθορίζονται στο εθνικό σχέδιο, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των μέτρων που προβλέπουν περιφερειακή συνεργασία και κατάλληλη χρηματοδότηση σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης της κινητοποίησης προγραμμάτων και μέσων της Ένωσης.

Τα κράτη μέλη παρέχουν γενική επισκόπηση των επενδύσεων που απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων, επιδιώξεων και συνεισφορών που καθορίζονται στο εθνικό σχέδιο, καθώς και γενική αξιολόγηση των πηγών των εν λόγω επενδύσεων.

Άρθρο 8

Αναλυτική βάση των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα

1.   Τα κράτη μέλη περιγράφουν, σύμφωνα με τη δομή και τον μορφότυπο που καθορίζεται στο παράρτημα I, την τρέχουσα κατάσταση για καθεμία από τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του ενεργειακού συστήματος και των εκπομπών και απορροφήσεων αερίων του θερμοκηπίου κατά την υποβολή του ενοποιημένου εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα ή βάσει των τελευταίων διαθέσιμων πληροφοριών. Τα κράτη μέλη ορίζουν και περιγράφουν, επίσης, τις προβλέψεις για καθεμιά από τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης, για τουλάχιστον τη διάρκεια του εν λόγω σχεδίου, που αναμένεται να προκύψουν από τις υπάρχουσες πολιτικές και μέτρα. Τα κράτη μέλη καταβάλλουν προσπάθειες για να περιγράψουν πρόσθετες πιο μακροπρόθεσμες προοπτικές για τις πέντε διαστάσεις πέραν της διάρκειας του ενοποιημένου εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα, όπου κρίνεται σκόπιμο και εφικτό.

2.   Τα κράτη μέλη περιγράφουν στο ενοποιημένο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα την εκτίμησή τους σε εθνικό και, κατά περίπτωση, σε περιφερειακό επίπεδο ως προς:

α)

τις επιπτώσεις στην ανάπτυξη του ενεργειακού συστήματος και τις εκπομπές και απορροφήσεις αερίων του θερμοκηπίου για τη διάρκεια του σχεδίου και για περίοδο δέκα ετών μετά το τελευταίο έτος που καλύπτεται από το σχέδιο, βάσει των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων ή ομάδων μέτρων, συμπεριλαμβανομένης μιας αντιπαραβολής με τις προβλέψεις βάσει των υπαρχουσών πολιτικών και μέτρων ή ομάδων μέτρων όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1,

β)

τις μακροοικονομικές επιπτώσεις και, στο μέτρο του δυνατού, τις επιπτώσεις των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων ή ομάδων μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 7 και εξειδικεύονται περαιτέρω στο παράρτημα I, σε επίπεδο υγείας, σε περιβαλλοντικό επίπεδο, σε επίπεδο δεξιοτήτων και σε κοινωνικό επίπεδο, για την πρώτη δεκαετή περίοδο και τουλάχιστον έως το 2030, συμπεριλαμβανομένης μιας αντιπαραβολής με τις προβλέψεις βάσει των υπαρχουσών πολιτικών και μέτρων ή ομάδων μέτρων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Η μεθοδολογία που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση των εν λόγω επιπτώσεων δημοσιοποιείται,

γ)

την αλληλεπίδραση μεταξύ των υπαρχουσών πολιτικών και μέτρων ή ομάδων μέτρων και των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων ή ομάδων μέτρων στο πλαίσιο μιας διάστασης πολιτικής και μεταξύ των υπαρχουσών πολιτικών και μέτρων ή ομάδων μέτρων και των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων ή ομάδων μέτρων διαφορετικών διαστάσεων για την πρώτη δεκαετή περίοδο και τουλάχιστον έως το 2030. Οι προβλέψεις σχετικά με την ασφάλεια του εφοδιασμού, τις υποδομές και την ενοποίηση της αγοράς συνδέονται με αξιόπιστα σενάρια ενεργειακής απόδοσης,

δ)

τον τρόπο με τον οποίο οι υπάρχουσες πολιτικές και μέτρα και οι προγραμματισμένες πολιτικές και μέτρα πρόκειται να προσελκύσουν τις επενδύσεις που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή τους.

3.   Τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση του κοινού εκτενείς πληροφορίες σχετικά με τις παραδοχές, τις παραμέτρους και τις μεθοδολογίες που χρησιμοποιούνται για τα τελικά σενάρια και τις προβλέψεις, λαμβάνοντας υπόψη τους στατιστικούς περιορισμούς, τα εμπορικώς ευαίσθητα δεδομένα και τη συμμόρφωση με τους κανόνες προστασίας των δεδομένων.

Άρθρο 9

Προσχέδια ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα

1.   Έως την 31η Δεκεμβρίου 2018, και εν συνεχεία έως την 1η Ιανουαρίου 2028 και ανά δέκα έτη εφεξής, κάθε κράτος μέλος καταρτίζει και υποβάλλει στην Επιτροπή προσχέδιο του ενοποιημένου εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 και το παράρτημα Ι.

2.   Η Επιτροπή αξιολογεί τα ενοποιημένα εθνικά προσχέδια για την ενέργεια και το κλίμα και δύναται να εκδίδει ειδικές ανά χώρα συστάσεις προς τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 34 το αργότερο έξι μήνες πριν από την προθεσμία υποβολής των εν λόγω ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα. Οι συστάσεις αυτές μπορούν να εξετάζουν ιδίως:

α)

το επίπεδο φιλοδοξίας των στόχων, επιδιώξεων και συνεισφορών με στόχο τη συλλογική επίτευξη των στόχων της Ενεργειακής Ένωσης και, ιδίως, των επιδιώξεων της Ένωσης για το 2030 όσον αφορά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση, καθώς και το επίπεδο διασυνδεσιμότητας ηλεκτρικής ενέργειας στο οποίο αποσκοπεί το κράτος μέλος το 2030 όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 στοιχείο δ), λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις σχετικές περιστάσεις που επηρεάζουν την ανάπτυξη της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και την κατανάλωση ενέργειας, όπως αναφέρονται από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος στο προσχέδιο του ενοποιημένου εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα, καθώς και τους δείκτες του επείγοντος χαρακτήρα της δράσης για διασυνδεσιμότητα, που ορίζονται στο παράρτημα Ι μέρος 1 τμήμα Α σημείο 2.4.1,

β)

τις πολιτικές και τα μέτρα σχετικά με τους στόχους σε επίπεδο κράτους μέλους και Ένωσης, καθώς και άλλες πολιτικές και μέτρα με ενδεχόμενο διασυνοριακό ενδιαφέρον,

γ)

οποιεσδήποτε πρόσθετες πολιτικές και μέτρα που ενδεχομένως απαιτούνται στο πλαίσιο των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα,

δ)

τις αλληλεπιδράσεις και τη συνοχή των υπαρχουσών και των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων που περιλαμβάνονται στο ενοποιημένο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα στο πλαίσιο μίας διάστασης και μεταξύ διαφορετικών διαστάσεων της Ενεργειακής Ένωσης.

3.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει δεόντως υπόψη τις συστάσεις της Επιτροπής στο ενοποιημένο εθνικό του σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα. Εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δεν λάβει υπόψη σύσταση ή ουσιώδες μέρος αυτής, το εν λόγω κράτος μέλος παρέχει και δημοσιοποιεί την αιτιολόγησή του.

4.   Στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 10, κάθε κράτος μέλος θέτει στη διάθεση του κοινού τα ενοποιημένα εθνικά προσχέδιά του για την ενέργεια και το κλίμα.

Άρθρο 10

Δημόσια διαβούλευση

Με την επιφύλαξη άλλων απαιτήσεων του ενωσιακού δικαίου, κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει στο κοινό την έγκαιρη και αποτελεσματική παροχή της δυνατότητας να συμμετέχει στην κατάρτιση του ενοποιημένου εθνικού προσχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα – σε ό,τι αφορά τα σχέδια για την περίοδο 2021-2030, στην κατάρτιση του τελικού σχεδίου αρκετά πριν από την έγκρισή του – καθώς και των μακροπρόθεσμων στρατηγικών που αναφέρονται στο άρθρο 15. Κάθε κράτος μέλος επισυνάπτει κατά την υποβολή των εγγράφων αυτών στην Επιτροπή σύνοψη των απόψεων ή των προσωρινών απόψεων του κοινού. Στον βαθμό που εφαρμόζεται η οδηγία 2001/42/ΕΚ, οι διαβουλεύσεις που διενεργούνται επί του προσχεδίου σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία θεωρείται ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις δημόσιας διαβούλευσης του παρόντος κανονισμού.

Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι το κοινό ενημερώνεται. Κάθε κράτος μέλος θέτει εύλογα χρονοδιαγράμματα, τα οποία παρέχουν στο κοινό επαρκή χρόνο για να ενημερωθεί, να συμμετάσχει και να εκφράσει τις απόψεις του. Κάθε κράτος μέλος μεριμνά για την ενημέρωση του κοινού.

Κάθε κράτος μέλος περιορίζει τη διοικητική πολυπλοκότητα κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 11

Πολυεπίπεδος διάλογος για το κλίμα και την ενέργεια

Κάθε κράτος μέλος καθιερώνει πολυεπίπεδο διάλογο για το κλίμα και την ενέργεια σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες, στο πλαίσιο του οποίου οι τοπικές αρχές, οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, η επιχειρηματική κοινότητα, οι επενδυτές και άλλοι σχετικοί συμφεροντούχοι, καθώς και το ευρύ κοινό, μπορούν να συμμετέχουν ενεργά και να συζητούν τα διάφορα σενάρια που προβλέπονται για τις ενεργειακές και κλιματικές πολιτικές, μεταξύ άλλων μακροπρόθεσμα, και να αξιολογούν την πρόοδο, εκτός εάν έχει ήδη κάποια δομή που εξυπηρετεί τον ίδιο σκοπό. Τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα μπορούν να συζητούνται στο πλαίσιο αυτού του διαλόγου.

Άρθρο 12

Περιφερειακή συνεργασία

1.   Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις υφιστάμενες και δυνητικές μορφές περιφερειακής συνεργασίας, για την αποτελεσματική επίτευξη των στόχων, των επιδιώξεων και των συνεισφορών που καθορίζονται στα ενοποιημένα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα.

2.   Αρκετά πριν από την υποβολή του προσχεδίου του ενοποιημένου εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα στην Επιτροπή κατά το άρθρο 9 παράγραφος 1 – σε ό,τι αφορά τα σχέδια για την περίοδο από το 2021 έως το 2030, κατά την κατάρτιση του τελικού σχεδίου αρκετά πριν από την έγκρισή του – κάθε κράτος μέλος προσδιορίζει τις δυνατότητες περιφερειακής συνεργασίας και διαβουλεύεται με τα όμορα κράτη μέλη, μεταξύ άλλων στα φόρα περιφερειακής συνεργασίας. Αν κριθεί σκόπιμο από το κράτος μέλος που συντάσσει το σχέδιο, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί, κατά περίπτωση, να διαβουλεύεται με άλλα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον. Τα νησιωτικά κράτη μέλη χωρίς ενεργειακές διασυνδέσεις με άλλα κράτη μέλη διενεργούν τις εν λόγω διαβουλεύσεις με τα όμορα κράτη μέλη με τα οποία μοιράζονται θαλάσσια σύνορα. Στα κράτη μέλη με τα οποία πραγματοποιούνται οι διαβουλεύσεις θα πρέπει να παρέχεται εύλογη προθεσμία για να αντιδράσουν. Κάθε κράτος μέλος ορίζει στο προσχέδιο του ενοποιημένου εθνικού του σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα – σε ό,τι αφορά τα σχέδια για την περίοδο από το 2021 έως το 2030, στο τελικό εθνικό τους σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα – τουλάχιστον τα προσωρινά αποτελέσματα των εν λόγω περιφερειακών διαβουλεύσεων, συμπεριλαμβανομένου, κατά περίπτωση, του τρόπου με τον οποίο έχουν ληφθεί υπόψη οι παρατηρήσεις των κρατών μελών ή τρίτων χωρών με τα οποία έγιναν οι διαβουλεύσεις.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να συμμετέχουν σε εθελοντική από κοινού σύνταξη τμημάτων των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων τους για την ενέργεια και το κλίμα και των εκθέσεων προόδου τους, μεταξύ άλλων σε φόρα περιφερειακής συνεργασίας. Εάν το πράξουν, το αποτέλεσμα αντικαθιστά τα αντίστοιχα τμήματα των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων τους για την ενέργεια και το κλίμα και των εκθέσεων προόδου τους. Κατόπιν αιτήματος δύο ή περισσότερων κρατών μελών, η Επιτροπή διευκολύνει αυτό το εγχείρημα.

4.   Για να διευκολυνθούν η ολοκλήρωση της αγοράς και οι οικονομικά αποδοτικές πολιτικές και μέτρα, τα κράτη μέλη, κατά την περίοδο μεταξύ της προθεσμίας για την υποβολή των ενοποιημένων εθνικών προσχεδίων τους για την ενέργεια και το κλίμα και της προθεσμίας για την υποβολή των τελικών τους σχεδίων, παρουσιάζουν τα σχετικά τμήματα του προσχεδίου του ενοποιημένου εθνικού τους σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα σε σχετικά φόρα περιφερειακής συνεργασίας με στόχο την οριστικοποίησή τους. Εφόσον απαιτείται, η Επιτροπή διευκολύνει αυτήν τη συνεργασία και τη διαβούλευση μεταξύ των κρατών μελών και, εάν εντοπίσει ευκαιρίες για περαιτέρω περιφερειακή συνεργασία, μπορεί να παρέχει ενδεικτική καθοδήγηση στα κράτη μέλη, προκειμένου να διευκολυνθεί και να διασφαλισθεί η αποτελεσματική συνεργασία και διαδικασία διαβούλευσης.

5.   Τα κράτη μέλη εξετάζουν τις παρατηρήσεις των άλλων κρατών μελών, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 στο τελικό ενοποιημένο εθνικό τους σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα, και επεξηγούν στα εν λόγω σχέδια τον τρόπο συνεκτίμησης των εν λόγω παρατηρήσεων.

6.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη συνεχίζουν να συνεργάζονται σε περιφερειακό επίπεδο, και, κατά περίπτωση, στα φόρα περιφερειακής συνεργασίας, κατά την υλοποίηση των συναφών πολιτικών και των μέτρων των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων τους για την ενέργεια και το κλίμα.

7.   Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εξετάσουν το ενδεχόμενο συνεργασίας με τα συμβαλλόμενα μέρη της Ενεργειακής Κοινότητας και με τρίτες χώρες που είναι μέλη του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου.

8.   Στον βαθμό που εφαρμόζονται οι διατάξεις της οδηγίας 2001/42/ΕΚ, οι διασυνοριακές διαβουλεύσεις που πραγματοποιήθηκαν για το προσχέδιο σύμφωνα με το άρθρο 7 της εν λόγω οδηγίας θεωρείται ότι ικανοποιούν τις υποχρεώσεις για την περιφερειακή συνεργασία βάσει του παρόντος κανονισμού, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 13

Αξιολόγηση των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα

Με βάση τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα και τις κοινοποιηθείσες επικαιροποιήσεις τους σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 14, η Επιτροπή αξιολογεί ειδικά εάν:

α)

οι στόχοι, οι επιδιώξεις και οι συνεισφορές επαρκούν για τη συλλογική επίτευξη των στόχων της Ενεργειακής Ένωσης και, για την πρώτη δεκαετή περίοδο ιδίως, των επιδιώξεων του πλαισίου για την ενέργεια και το κλίμα για το 2030 της Ένωσης,

β)

τα σχέδια συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις των άρθρων 3 έως 12 και τα κράτη μέλη έχουν λάβει δεόντως υπόψη τις συστάσεις της Επιτροπής που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 34.

Άρθρο 14

Επικαιροποίηση των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα

1.   Έως την 30ή Ιουνίου 2023 και στη συνέχεια έως την 1η Ιανουαρίου 2033 και εφεξής ανά 10 έτη, κάθε κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή σχέδιο επικαιροποίησης του τελευταίου κοινοποιηθέντος ενοποιημένου εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα ή παρέχουν στην Επιτροπή τους λόγους για τους οποίους το σχέδιο δεν χρειάζεται επικαιροποίηση.

2.   Έως την 30ή Ιουνίου 2024 και στη συνέχεια έως την 1η Ιανουαρίου 2034 και εφεξής ανά 10 έτη, κάθε κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή επικαιροποίηση του τελευταίου κοινοποιηθέντος ενοποιημένου εθνικού του σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα, εκτός εάν έχει επισημάνει τους λόγους για τους οποίους το σχέδιο δεν χρειάζεται επικαιροποίηση σύμφωνα με την παράγραφο 1.

3.   Στην επικαιροποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, κάθε κράτος μέλος τροποποιεί τον εθνικό του στόχο, επιδίωξη ή συνεισφορά σε σχέση με κάθε ποσοτικοποιημένο ενωσιακό στόχο, επιδίωξη ή συνεισφορά που καθορίζεται στο άρθρο 4 στοιχείο α) σημείο 1), για να αποτυπώσει αυξημένη φιλοδοξία σε σύγκριση με αυτήν που καθορίζεται στο τελευταίο κοινοποιημένο ενοποιημένο εθνικό του σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα. Στην επικαιροποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, κάθε κράτος μέλος τροποποιεί τον εθνικό του στόχο, επιδίωξη ή συνεισφορά σε σχέση με κάθε ποσοτικοποιημένο ενωσιακό στόχο, επιδίωξη ή συνεισφορά που καθορίζεται στο άρθρο 4 στοιχείο α) σημείο 2) και στοιχείο β), μόνο για να αποτυπώσει ίση ή αυξημένη φιλοδοξία σε σύγκριση με αυτήν που καθορίζεται στο τελευταίο κοινοποιημένο ενοποιημένο εθνικό του σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα.

4.   Τα κράτη μέλη, στο επικαιροποιημένο ενοποιημένο εθνικό σχέδιό τους για την ενέργεια και το κλίμα, επιδιώκουν τον μετριασμό των ενδεχόμενων αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων που καθίστανται εμφανείς στην ενοποιημένη έκθεση σύμφωνα με τα άρθρα 17 έως 25.

5.   Στις επικαιροποιήσεις τους που αναφέρονται στην παράγραφο 2 τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τις τελευταίες ειδικές ανά χώρα συστάσεις που εκδίδονται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, καθώς και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη συμφωνία του Παρισιού.

6.   Οι διαδικασίες που καθορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 και στα άρθρα 10 και 12 εφαρμόζονται κατά την κατάρτιση και την αξιολόγηση των επικαιροποιημένων ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα.

7.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να επιφέρουν αλλαγές και προσαρμογές στις εθνικές πολιτικές που καθορίζονται ή αναφέρονται στα ενοποιημένα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα ανά πάσα στιγμή, εφόσον οι εν λόγω αλλαγές και προσαρμογές περιλαμβάνονται στην ενοποιημένη εθνική έκθεση προόδου για την ενέργεια και το κλίμα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Μακροπρόθεσμες στρατηγικές

Άρθρο 15

Μακροπρόθεσμες στρατηγικές

1.   Έως την 1η Ιανουαρίου 2020 και στη συνέχεια έως την 1η Ιανουαρίου 2029 και εφεξής ανά 10 έτη, κάθε κράτος μέλος καταρτίζει και υποβάλλει στην Επιτροπή τη μακροπρόθεσμη στρατηγική του με προοπτική τουλάχιστον 30 ετών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, εφόσον χρειάζεται, να επικαιροποιούν τις στρατηγικές αυτές ανά πενταετία.

2.   Αποσκοπώντας στην επίτευξη των συνολικών κλιματικών στόχων που αναφέρονται στην παράγραφο 3, η Επιτροπή εγκρίνει, έως την 1η Απριλίου 2019, πρόταση για μακροπρόθεσμη στρατηγική της Ένωσης για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σύμφωνα με τη συμφωνία του Παρισιού, λαμβάνοντας υπόψη τα ενοποιημένα εθνικά προσχέδια των κρατών μελών για την ενέργεια και το κλίμα. Η μακροπρόθεσμη στρατηγική που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο περιλαμβάνει ανάλυση που καλύπτει τουλάχιστον:

α)

διάφορα σενάρια για τη συμβολή της Ένωσης στην επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στην παράγραφο 3, μεταξύ δε άλλων ένα σενάριο για την επίτευξη καθαρών μηδενικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στο εσωτερικό της Ένωσης έως το 2050 και αρνητικών εκπομπών στη συνέχεια,

β)

τις επιπτώσεις των σεναρίων που αναφέρονται στο στοιχείο α) στον υπολειπόμενο προϋπολογισμό για τον άνθρακα σε παγκόσμιο και ενωσιακό επίπεδο, ώστε να τροφοδοτηθεί η συζήτηση σχετικά με την οικονομική αποδοτικότητα, την αποτελεσματικότητα και τη δίκαιη κατανομή της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

3.   Οι μακροπρόθεσμες στρατηγικές των κρατών μελών και της Ένωσης συμβάλλουν:

α)

στην υλοποίηση των δεσμεύσεων της Ένωσης και των κρατών μελών βάσει της UNFCCC και της συμφωνίας του Παρισιού για μείωση των ανθρωπογενών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και ενίσχυση των απορροφήσεων από καταβόθρες και στην προώθηση της αυξημένης δέσμευσης άνθρακα,

β)

στην υλοποίηση του στόχου της συμφωνίας του Παρισιού για συγκράτηση της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη πολύ κάτω από τους 2 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα και στην προσπάθεια περιορισμού της αύξησης της θερμοκρασίας σε 1,5 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα,

γ)

στην επίτευξη μακροπρόθεσμων μειώσεων στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και την ενίσχυση των απορροφήσεων από καταβόθρες σε όλους τους τομείς σε συμφωνία με τον στόχο της Ένωσης, στο πλαίσιο των απαραίτητων μειώσεων σύμφωνα με τη Διακυβερνητική επιτροπή για την κλιματική αλλαγή (IPCC) για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της Ένωσης με οικονομικά αποδοτικό τρόπο και την ενίσχυση των απορροφήσεων από καταβόθρες προς επίτευξη των σκοπών της συμφωνίας του Παρισιού για τη θερμοκρασία, ώστε να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ των ανθρωπογενών εκπομπών από πηγές και των απορροφήσεων από καταβόθρες των αερίων του θερμοκηπίου εντός της Ένωσης όσο το δυνατόν νωρίτερα και, κατά περίπτωση, επίτευξη αρνητικών εκπομπών στη συνέχεια,

δ)

σε ένα ενεργειακό σύστημα εντός της Ένωσης υψηλής ενεργειακής απόδοσης βασιζόμενο σε μεγάλο βαθμό στις ανανεώσιμες πηγές.

4.   Οι μακροπρόθεσμες στρατηγικές των κρατών μελών θα πρέπει να περιλαμβάνουν τα στοιχεία που παρατίθενται στο παράρτημα IV. Επιπλέον, οι μακροπρόθεσμες στρατηγικές των κρατών μελών και της Ένωσης καλύπτουν:

α)

τις συνολικές μειώσεις εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και τις ενισχύσεις των απορροφήσεων από καταβόθρες,

β)

τις μειώσεις εκπομπών και τις ενισχύσεις απορροφήσεων στους επιμέρους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρικής ενέργειας, της βιομηχανίας, των μεταφορών, της θέρμανσης και ψύξης και του κτιριακού τομέα (οικιστικού και τριτογενούς), του αγροτικού τομέα, των αποβλήτων και της χρήσης γης, της αλλαγής χρήσης γης και της δασοκομίας (LULUCF),

γ)

την αναμενόμενη πρόοδο σε σχέση με τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, συμπεριλαμβανομένης της έντασης αερίων του θερμοκηπίου, της έντασης CO2 του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, των σχετικών εκτιμήσεων για τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις και των στρατηγικών για σχετική έρευνα, ανάπτυξη και καινοτομία,

δ)

στο μέτρο του δυνατού, τις αναμενόμενες κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις των μέτρων για την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των πτυχών που αφορούν τη μακροοικονομική και την κοινωνική ανάπτυξη, τους κινδύνους και τα οφέλη για την υγεία, καθώς και την προστασία του περιβάλλοντος,

ε)

συνδέσεις με άλλους εθνικούς μακροπρόθεσμους στόχους, σχέδια και άλλες πολιτικές και μέτρα, και επενδύσεις.

5.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 43 για την τροποποίηση του παραρτήματος IV με σκοπό την προσαρμογή του στις εξελίξεις της μακροπρόθεσμης στρατηγικής της Ένωσης ή του πλαισίου πολιτικής της Ένωσης για την ενέργεια και το κλίμα, που συνδέονται άμεσα και συγκεκριμένα με τις σχετικές αποφάσεις που εκδίδονται στο πλαίσιο της UNFCCC και, ιδίως, της συμφωνίας του Παρισιού.

6.   Τα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα είναι συνεπή προς τις μακροπρόθεσμες στρατηγικές που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

7.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενημερώνουν και δημοσιοποιούν αμέσως τις αντίστοιχες μακροπρόθεσμες στρατηγικές τους και τις τυχόν επικαιροποιήσεις τους, μεταξύ άλλων μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας που αναφέρεται στο άρθρο 28. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή δημοσιοποιούν τα σχετικά δεδομένα των τελικών αποτελεσμάτων, λαμβάνοντας υπόψη τα εμπορικώς ευαίσθητα δεδομένα και τη συμμόρφωση με τους κανόνες προστασίας των δεδομένων.

8.   Η Επιτροπή στηρίζει τα κράτη μέλη στην κατάρτιση των μακροπρόθεσμων στρατηγικών τους, παρέχοντας πληροφορίες για την κατάσταση των βασικών επιστημονικών γνώσεων και προσφέροντας ευκαιρίες ανταλλαγής γνώσεων και βέλτιστων πρακτικών, συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της παροχής κατευθύνσεων προς τα κράτη μέλη κατά τη φάση ανάπτυξης και εφαρμογής των στρατηγικών τους.

9.   Η Επιτροπή αξιολογεί κατά πόσον οι εθνικές μακροπρόθεσμες στρατηγικές είναι κατάλληλες για την συλλογική επίτευξη των στόχων και των επιδιώξεων της Ενεργειακής Ένωσης που προβλέπονται στο άρθρο 1 και παρέχει πληροφορίες για οποιαδήποτε εναπομένουσα συλλογική απόκλιση.

Άρθρο 16

Στρατηγικό σχέδιο για το μεθάνιο

Δεδομένου του υψηλού δυναμικού υπερθέρμανσης του πλανήτη και του σχετικά σύντομου ατμοσφαιρικού κύκλου ζωής του μεθανίου, η Επιτροπή αναλύει τις επιπτώσεις της εφαρμογής πολιτικών και μέτρων για τη μείωση του βραχυπρόθεσμου και μεσοπρόθεσμου αντικτύπου των εκπομπών μεθανίου επί των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην Ένωση. Λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους της κυκλικής οικονομίας, κατά περίπτωση, η Επιτροπή εξετάζει επιλογές πολιτικής για την ταχεία αντιμετώπιση των εκπομπών μεθανίου και διατυπώνει ένα στρατηγικό σχέδιο της Ένωσης για το μεθάνιο ως αναπόσπαστο μέρος της μακροπρόθεσμης στρατηγικής της Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 15.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Υποβολή εκθέσεων

Τμήμα 1

Διετείς εκθέσεις προόδου και παρακολούθηση τους

Άρθρο 17

Ενοποιημένες εθνικές εκθέσεις προόδου για την ενέργεια και το κλίμα

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 26, έως τις 15 Μαρτίου 2023 και εφεξής ανά δύο έτη, κάθε κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την κατάσταση εφαρμογής του ενοποιημένου εθνικού του σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα με τη μορφή ενοποιημένης εθνικής έκθεσης προόδου για την ενέργεια και το κλίμα που καλύπτει και τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης.

2.   Η ενοποιημένη εθνική έκθεση προόδου για την ενέργεια και το κλίμα καλύπτει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

πληροφορίες σχετικά με την πρόοδο ως προς την επίτευξη των στόχων, των επιδιώξεων και των συνεισφορών που καθορίζονται στο ενοποιημένο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα και σχετικά με τη χρηματοδότηση και την υλοποίηση απαραίτητων πολιτικών και μέτρων για την επίτευξή τους, συμπεριλαμβανομένης μιας αξιολόγησης των πραγματικών επενδύσεων σε σχέση με τις αρχικές επενδυτικές παραδοχές,

β)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με την πρόοδο στη θέσπιση του διαλόγου που αναφέρεται στο άρθρο 11,

γ)

τις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 20 έως 25 και, κατά περίπτωση, τις επικαιροποιήσεις πολιτικών και μέτρων σύμφωνα με τα εν λόγω άρθρα,

δ)

πληροφορίες σχετικά με την προσαρμογή σύμφωνα με το άρθρο 4 στοιχείο α) σημείο 1),

ε)

στο μέτρο του δυνατού, την ποσοτικοποίηση του αντίκτυπου των πολιτικών και των μέτρων του ενοποιημένου εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα όσον αφορά την ποιότητα του αέρα και τις εκπομπές ατμοσφαιρικών ρύπων.

Η Ένωση και τα κράτη μέλη υποβάλλουν διετείς εκθέσεις σύμφωνα με την απόφαση 2/CP.17 της διάσκεψης των μερών της UNFCCC και εθνικές ανακοινώσεις σύμφωνα με το άρθρο 12 της UNFCCC στη γραμματεία της UNFCCC.

3.   Η ενοποιημένη εθνική έκθεση προόδου για την ενέργεια και το κλίμα καλύπτει τις πληροφορίες που περιέχονται στις ετήσιες εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 3 και τις πληροφορίες για τις πολιτικές και τα μέτρα, καθώς και τις προβλέψεις για τις ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από πηγές και τις απορροφήσεις από καταβόθρες, που περιέχονται στις εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 18.

4.   Η Επιτροπή, συνεπικουρούμενη από την επιτροπή Ενεργειακής Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 στοιχείο β), εκδίδει εκτελεστικές πράξεις προκειμένου να καθορίσει τη δομή, τον μορφότυπο, τις τεχνικές λεπτομέρειες και τη διαδικασία για τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 6.

5.   Η συχνότητα και η κλίμακα των πληροφοριών και των επικαιροποιήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ) αντισταθμίζονται από την ανάγκη διασφάλισης επαρκούς επενδυτικής ασφάλειας.

6.   Σε περίπτωση έκδοσης από την Επιτροπή συστάσεων σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 1 ή 2, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος περιλαμβάνει στην ενοποιημένη εθνική έκθεση προόδου για την ενέργεια και το κλίμα πληροφορίες σχετικά με τις πολιτικές και τα μέτρα που ενέκρινε και έθεσε σε εφαρμογή για την ικανοποίηση των εν λόγω συστάσεων. Κατά περίπτωση, στις πληροφορίες αυτές περιλαμβάνεται αναλυτικό χρονοδιάγραμμα εφαρμογής.

Εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος αποφασίσει να μην λάβει υπόψη σύσταση ή ουσιώδες τμήμα αυτής, παρέχει την αιτιολόγησή του.

7.   Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν τις εκθέσεις που υποβάλλουν στην Επιτροπή δυνάμει του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 18

Υποβολή ενοποιημένων εκθέσεων σχετικά με τις πολιτικές και τα μέτρα για τα αέρια του θερμοκηπίου και τις προβλέψεις

1.   Έως τις 15 Μαρτίου 2021 και εφεξής ανά δύο έτη, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με:

α)

τις οικείες εθνικές πολιτικές και τα μέτρα ή την ομάδα μέτρων, όπως ορίζεται στο παράρτημα VI και

β)

τις οικείες εθνικές προβλέψεις για τις ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από πηγές και τις απορροφήσεις από καταβόθρες, οργανωμένες ανά αέριο ή ομάδα αερίων (υδροφθοράνθρακες και υπερφθοράνθρακες), όπως παρατίθενται στο παράρτημα V μέρος 2. Στις εθνικές προβλέψεις λαμβάνονται υπόψη οι πολιτικές και τα μέτρα που θεσπίστηκαν σε επίπεδο Ένωσης και περιλαμβάνονται οι πληροφορίες που καθορίζονται στο παράρτημα VII.

2.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν τις πλέον επικαιροποιημένες προβλέψεις που έχουν στη διάθεσή τους. Σε περίπτωση που κράτος μέλος δεν υποβάλει, έως τις 15 Μαρτίου κάθε δεύτερου έτους, πλήρεις προβλέψεις και η Επιτροπή είναι βέβαιη ότι τα κενά στις εκτιμήσεις, τα οποία έχουν εντοπιστεί με τις διαδικασίες διασφάλισης της ποιότητας και ελέγχου της ποιότητας που εφαρμόζει, δεν μπορούν να αναπληρωθούν από το συγκεκριμένο κράτος μέλος, η Επιτροπή δύναται να εκπονήσει τις εκτιμήσεις που είναι αναγκαίες για την κατάρτιση των ενωσιακών προβλέψεων σε διαβούλευση με το οικείο κράτος μέλος.

3.   Σε περίπτωση ουσιαστικών αλλαγών στις πληροφορίες που καθίστανται διαθέσιμες δυνάμει της παραγράφου 1 στη διάρκεια του πρώτου έτους της περιόδου υποβολής εκθέσεων, το κράτος μέλος διαβιβάζει τις αλλαγές αυτές στην Επιτροπή έως τις 15 Μαρτίου του έτους που έπεται της προηγούμενης έκθεσης.

4.   Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν, σε ηλεκτρονικό μορφότυπο, τις εθνικές προβλέψεις τους σύμφωνα με την παράγραφο 1 και τις σχετικές εκτιμήσεις κόστους και επιπτώσεων των εθνικών πολιτικών και μέτρων στην υλοποίηση των πολιτικών της Ένωσης που σχετίζονται με τον περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε συνδυασμό με τυχόν σχετικές τεχνικές αναφορές στις οποίες βασίζονται. Οι εν λόγω προβλέψεις και εκτιμήσεις θα πρέπει να περιλαμβάνουν περιγραφές των μοντέλων και των μεθοδολογικών προσεγγίσεων που χρησιμοποιήθηκαν, καθώς και τους ορισμούς και τις υποκείμενες παραδοχές.

Άρθρο 19

Υποβολή ενοποιημένων εκθέσεων σχετικά με τις εθνικές δράσεις προσαρμογής, τη χρηματοδοτική και τεχνολογική στήριξη στις αναπτυσσόμενες χώρες και τα έσοδα από πλειστηριασμό

1.   Έως τις 15 Μαρτίου 2021 και εφεξής ανά δύο έτη, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με τον εθνικό σχεδιασμό και τις στρατηγικές προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, όπου περιγράφονται οι δράσεις που έχουν τεθεί σε εφαρμογή και προγραμματιστεί για τη διευκόλυνση της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που καθορίζονται στο παράρτημα VIII μέρος 1 και βάσει των απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων που έχουν συμφωνηθεί στο πλαίσιο της UNFCCC και της συμφωνίας του Παρισιού.

2.   Έως τις 31 Ιουλίου 2021 και ανά έτος εφεξής (έτος Χ), τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή πληροφορίες για τη χρήση των εσόδων που περιήλθαν στο κράτος μέλος από τον πλειστηριασμό δικαιωμάτων σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 και το άρθρο 3δ παράγραφος 1 ή 2 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που ορίζονται στο παράρτημα VIII μέρος 3.

3.   Έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2021 και ανά έτος εφεξής (έτος X), τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με τη στήριξη στις αναπτυσσόμενες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που ορίζονται στο παράρτημα VIII μέρος 2 και βάσει των σχετικών απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων που έχουν συμφωνηθεί στο πλαίσιο της UNFCCC και της συμφωνίας του Παρισιού.

4.   Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν τις εκθέσεις που υποβάλλουν στην Επιτροπή βάσει του παρόντος άρθρου, εξαιρουμένων των πληροφοριών που προσδιορίζονται στο παράρτημα VIII μέρος 2 στοιχείο β).

5.   Η Επιτροπή, συνεπικουρούμενη από την Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 στοιχείο α), εκδίδει εκτελεστικές πράξεις προκειμένου να καθορίσει τη δομή, τον μορφότυπο και τις διαδικασίες υποβολής των πληροφοριών που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη δυνάμει του παρόντος άρθρου.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 6.

Άρθρο 20

Υποβολή ενοποιημένων εκθέσεων σχετικά με την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές

Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν στις ενοποιημένες εθνικές εκθέσεις προόδου για την ενέργεια και το κλίμα πληροφορίες σχετικά με:

α)

την εφαρμογή των ακόλουθων πορειών και στόχων:

1)

την ενδεικτική εθνική πορεία του συνολικού μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη κατανάλωση τελικής ενέργειας από το 2021 έως το 2030,

2)

τις εκτιμώμενες πορείες για το τομεακό μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη κατανάλωση τελικής ενέργειας από το 2021 έως το 2030, στον τομέα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, της θέρμανσης και ψύξης και των μεταφορών,

3)

τις εκτιμώμενες πορείες ανά τεχνολογία ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για την επίτευξη των συνολικών και τομεακών πορειών σε σχέση με την κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές από το 2021 έως το 2030, συμπεριλαμβανομένης της συνολικής αναμενόμενης ακαθάριστης κατανάλωσης τελικής ενέργειας ανά τεχνολογία και ανά τομέα σε εκατομμύρια ΤΙΠ και της συνολικής προγραμματισμένης εγκατεστημένης δυναμικότητας ανά τεχνολογία και ανά τομέα σε MW,

4)

τις πορείες ζήτησης βιοενέργειας, κατανεμημένης κατά θερμότητα, ηλεκτρική ενέργεια και μεταφορές, και τις πορείες προμήθειας βιομάζας, ανά πρώτη ύλη και προέλευση (με διάκριση μεταξύ εγχώριας παραγωγής και εισαγωγών). Για τη δασική βιομάζα, εκτίμηση της πηγής της και των επιπτώσεων στην καταβόθρα LULUCF,

5)

κατά περίπτωση, άλλες εθνικές πορείες και στόχους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είναι μακροπρόθεσμοι και τομεακοί, (όπως το μερίδιο ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από βιομάζα χωρίς την παραγωγή θερμότητας, το μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην τηλεθέρμανση, τη χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε κτίρια, την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που παράγεται από αστικά κέντρα, κοινότητες ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και ιδιοκατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές), την ενέργεια η οποία ανακτάται από την ιλύ που αποκτάται μέσω της επεξεργασίας των λυμάτων,

β)

την εφαρμογή των ακόλουθων πολιτικών και μέτρων:

1)

τις εφαρμοζόμενες, εγκεκριμένες και προγραμματισμένες πολιτικές και μέτρα για την επίτευξη της εθνικής συνεισφοράς στη δεσμευτική ενωσιακή επιδίωξη για το 2030 για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 στοιχείο α) σημείο 2) του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων τομεακών και τεχνολογικών μέτρων, με ειδική επανεξέταση της εφαρμογής των μέτρων που ορίζονται στα άρθρα 23 έως 28 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

2)

εφόσον υπάρχουν, ειδικά μέτρα για την περιφερειακή συνεργασία,

3)

με την επιφύλαξη των άρθρων 107 και 108 ΣΛΕΕ, ειδικά μέτρα για τη χρηματοδοτική στήριξη, συμπεριλαμβανομένης της στήριξης της Ένωσης και της χρήσης κονδυλίων της Ένωσης, για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας, της θέρμανσης και ψύξης και των μεταφορών,

4)

κατά περίπτωση, αξιολόγηση της στήριξης στην ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές την οποία οφείλουν να διενεργούν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

5)

ειδικά μέτρα για την εκπλήρωση των απαιτήσεων των άρθρων 15 έως 18 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

6)

κατά περίπτωση, ειδικά μέτρα για την εκτίμηση, τη διαφάνεια και τη μείωση της ανάγκης για υποχρεωτική δυναμικότητα που μπορεί να οδηγήσει σε περικοπή της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές,

7)

σύνοψη των πολιτικών και των μέτρων βάσει του υποστηρικτικού πλαισίου που τα κράτη μέλη πρέπει να θέσουν σε εφαρμογή σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 6 και το άρθρο 22 παράγραφος 5 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 για την προώθηση και διευκόλυνση της ανάπτυξης της ιδιοκατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και των κοινοτήτων ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές,

8)

μέτρα που προωθούν τη χρήση ενέργειας από βιομάζα, ιδίως από για αξιοποίηση της βιομάζας με νέους τρόπους, στα οποία λαμβάνεται υπόψη η διαθεσιμότητα βιομάζας, συμπεριλαμβανομένης της βιώσιμης βιομάζας καθώς και μέτρα για τη βιωσιμότητα της βιομάζας που παράγεται και χρησιμοποιείται,

9)

μέτρα που εφαρμόζονται για την αύξηση του μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στους τομείς της θέρμανσης, της ψύξης και των μεταφορών,

10)

πολιτικές και μέτρα που διευκολύνουν την αποδοχή των συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας,

γ)

όπως καθορίζονται στο παράρτημα IX μέρος 1.

Άρθρο 21

Υποβολή ενοποιημένων εκθέσεων σχετικά με την ενεργειακή απόδοση

Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν στις ενοποιημένες εθνικές εκθέσεις προόδου για την ενέργεια και το κλίμα πληροφορίες σχετικά με:

α)

την εφαρμογή των ακόλουθων πορειών, στόχων και επιδιώξεων:

1)

την ενδεικτική πορεία για την ετήσια κατανάλωση πρωτογενούς και τελικής ενέργειας από το 2021 έως το 2030 ως εθνική συνεισφορά εξοικονόμησης ενέργειας για την επίτευξη της επιδίωξης σε επίπεδο Ένωσης για το 2030, συμπεριλαμβανομένης της υποκείμενης μεθοδολογίας,

2)

τα ενδεικτικά ορόσημα της μακροπρόθεσμης στρατηγικής για την ανακαίνιση του εθνικού κτιριακού αποθέματος τόσο των δημόσιων όσο και των ιδιωτικών οικιστικών και μη οικιστικών κτιρίων, καθώς και τις συνεισφορές στις επιδιώξεις ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης σύμφωνα με την οδηγία 2012/27/ΕΕ σε συμφωνία με το άρθρο 2α της οδηγίας 2010/31/ΕΕ,

3)

κατά περίπτωση, επικαιροποίηση άλλων εθνικών στόχων, οι οποίοι καθορίζονται στο εθνικό σχέδιο,

β)

την εφαρμογή των ακόλουθων πολιτικών και μέτρων:

1)

εφαρμοζόμενες, εγκεκριμένες και προγραμματισμένες πολιτικές και μέτρα για την επίτευξη της ενδεικτικής εθνικής συνεισφοράς ενεργειακής απόδοσης για το 2030, καθώς και άλλους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 6, συμπεριλαμβανομένων μέτρων και μέσων που έχουν προγραμματιστεί (μεταξύ άλλων και οικονομικού χαρακτήρα) για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων, των μέτρων για την αξιοποίηση του δυναμικού ενεργειακής απόδοσης των υποδομών αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και άλλων μέτρων για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης,

2)

κατά περίπτωση, μηχανισμούς της αγοράς που παρέχουν κίνητρα για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, μεταξύ των οποίων, όχι όμως κατ' αποκλειστικότητα, ενεργειακοί φόροι, εισφορές και επιδόματα,

3)

εθνικό καθεστώς επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης και εναλλακτικά μέτρα δυνάμει των άρθρων 7α και 7β της οδηγίας 2012/27/ΕΕ, και σύμφωνα με το παράρτημα III του παρόντος κανονισμού,

4)

μακροπρόθεσμες στρατηγικές ανακαίνισης σύμφωνα με το άρθρο 2α της οδηγίας 2010/31/ΕΕ,

5)

πολιτικές και μέτρα για την προώθηση των ενεργειακών υπηρεσιών στον δημόσιο τομέα και μέτρα για την άρση των ρυθμιστικών και μη ρυθμιστικών φραγμών που παρεμποδίζουν τη σύναψη συμβάσεων ενεργειακής απόδοσης και άλλα πρότυπα υπηρεσιών ενεργειακής απόδοσης,

6)

περιφερειακή συνεργασία στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, κατά περίπτωση,

7)

με την επιφύλαξη των άρθρων 107 και 108 ΣΛΕΕ, μέτρα χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένης της στήριξης της Ένωσης και της χρήσης κονδυλίων της Ένωσης, στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης σε εθνικό επίπεδο, κατά περίπτωση,

γ)

όπως ορίζονται στο μέρος 2 του παραρτήματος IX.

Άρθρο 22

Υποβολή ενοποιημένων εκθέσεων σχετικά με την ενεργειακή ασφάλεια

Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν στις ενοποιημένες εθνικές εκθέσεις προόδου για την ενέργεια και το κλίμα πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή:

α)

εθνικών στόχων για τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας και εφοδιασμού,

β)

κατά περίπτωση, εθνικών στόχων για τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης από εισαγωγές από τρίτες χώρες,

γ)

εθνικών στόχων για την ανάπτυξη της ικανότητας αντιμετώπισης του περιορισμένου ή διακοπτόμενου εφοδιασμού ενός ενεργειακού πόρου, συμπεριλαμβανομένων του αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας,

δ)

εθνικών στόχων για την αύξηση της ευελιξίας του εθνικού συστήματος ενέργειας, ιδίως μέσω της ανάπτυξης εγχώριων πηγών ενέργειας, ανταπόκρισης στη ζήτηση και αποθήκευσης ενέργειας,

ε)

εφαρμοζόμενων, εγκεκριμένων και προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ),

στ)

της περιφερειακής συνεργασίας για την εφαρμογή των στόχων και των πολιτικών που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ),

ζ)

με την επιφύλαξη των άρθρων 107 και 108 ΣΛΕΕ, μέτρων χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων της στήριξης της Ένωσης και της χρήσης κονδυλίων της Ένωσης, στον εν λόγω τομέα σε εθνικό επίπεδο, κατά περίπτωση.

Άρθρο 23

Υποβολή ενοποιημένων εκθέσεων σχετικά με την εσωτερική αγορά ενέργειας

1.   Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν στις ενοποιημένες εθνικές εκθέσεις προόδου τους για την ενέργεια και το κλίμα πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή των ακόλουθων στόχων και μέτρων:

α)

του επιπέδου διασυνδεσιμότητας ηλεκτρικής ενέργειας, στο οποίο αποσκοπεί το κράτος μέλος έως το 2030 λαμβάνοντας υπόψη την επιδίωξη του 15 % τουλάχιστον για τη διασύνδεση ηλεκτρικής ενέργειας για το 2030 και τους δείκτες που ορίζονται στο παράρτημα Ι μέρος 1 τμήμα Α σημείο 2.4.1, καθώς και των μέτρων για την εφαρμογή της στρατηγικής για την επίτευξη αυτού του επιπέδου, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τη χορήγηση αδειών,

β)

των βασικών έργων για τις υποδομές μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και αερίου, τα οποία είναι απαραίτητα για την επίτευξη των στόχων και επιδιώξεων στο πλαίσιο των πέντε διαστάσεων της Ενεργειακής Ένωσης,

γ)

κατά περίπτωση, των προβλεπόμενων κύριων έργων υποδομής εκτός από τα έργα κοινού ενδιαφέροντος, συμπεριλαμβανομένων των έργων υποδομής στα οποία συμμετέχουν τρίτες χώρες, και, στο μέτρο του εφικτού, μια γενική αξιολόγηση της συμβατότητάς τους με τους σκοπούς και τις επιδιώξεις της Ενεργειακής Ένωσης, καθώς και της συνεισφοράς σε αυτά,

δ)

των εθνικών στόχων σχετικά με άλλες πλευρές της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, όπως η αύξηση της ευελιξίας του συστήματος, η ενοποίηση και η σύζευξη της αγοράς, με σκοπό την αύξηση της εμπορεύσιμης δυναμικότητας των γραμμών διασύνδεσης, τα ευφυή δίκτυα, η συγκέντρωση, η ανταπόκριση στη ζήτηση, η αποθήκευση, η κατανεμημένη παραγωγή, οι μηχανισμοί διανομής, αναδιανομής και περιορισμού, οι ενδείξεις σχετικά με τις τιμές σε πραγματικό χρόνο,

ε)

κατά περίπτωση, των εθνικών στόχων και μέτρων σχετικά με τη χωρίς διακρίσεις συμπερίληψη της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, την ανταπόκριση από την πλευρά της ζήτησης και την αποθήκευση, μεταξύ άλλων μέσω συγκέντρωσης, σε όλες τις αγορές ενέργειας,

στ)

κατά περίπτωση, των εθνικών στόχων και μέτρων που διασφαλίζουν ότι οι καταναλωτές συμμετέχουν στο ενεργειακό σύστημα και αποκομίζουν οφέλη από την αυτοπαραγωγή και τις νέες τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένων των έξυπνων μετρητών,

ζ)

μέτρων σχετικά με τη διασφάλιση της επάρκειας του συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας,

η)

εφαρμοζόμενων, εγκεκριμένων και προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ζ),

θ)

της περιφερειακής συνεργασίας για την εφαρμογή των στόχων και των πολιτικών που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως η),

ι)

με την επιφύλαξη των άρθρων 107 και 108 ΣΛΕΕ, των μέτρων χρηματοδότησης σε εθνικό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης της στήριξης της Ένωσης και της χρήσης κονδυλίων της Ένωσης, στον τομέα της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, μεταξύ άλλων για την επιδίωξη της διασύνδεσης ηλεκτρικής ενέργειας, κατά περίπτωση,

ια)

μέτρων για την ενίσχυση της ευελιξίας του ενεργειακού συστήματος όσον αφορά την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, συμπεριλαμβανομένων της ανάπτυξης της σύζευξης της ενδοημερήσιας αγοράς και των διασυνοριακών αγορών εξισορρόπησης.

2.   Οι πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 1 είναι συνεπείς με και, κατά περίπτωση, βασίζονται στην έκθεση των εθνικών ρυθμιστικών αρχών που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 1 στοιχείο ε) της οδηγίας 2009/72/ΕΚ και στο άρθρο 41 παράγραφος 1 στοιχείο ε) της οδηγίας 2009/73/ΕΚ.

Άρθρο 24

Υποβολή ενοποιημένων εκθέσεων σχετικά με την ενεργειακή φτώχεια

Όπου εφαρμόζεται το άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο δ) δεύτερο εδάφιο, το οικείο κράτος μέλος περιλαμβάνει στην ολοκληρωμένη εθνική έκθεση προόδου του για την ενέργεια και το κλίμα:

α)

πληροφορίες σχετικά με την πρόοδο προς τον εθνικό ενδεικτικό στόχο μείωσης του αριθμού των νοικοκυριών σε ενεργειακή φτώχεια και

β)

ποσοτικές πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των νοικοκυριών σε ενεργειακή φτώχεια και, εφόσον είναι διαθέσιμες, πληροφορίες σχετικά με τις πολιτικές και τα μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας.

Η Επιτροπή διαβιβάζει τα δεδομένα που κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το παρόν άρθρο στο Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο Ενεργειακής Φτώχειας.

Άρθρο 25

Υποβολή ενοποιημένων εκθέσεων σχετικά με την έρευνα, την καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα

Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν στις ενοποιημένες εθνικές εκθέσεις προόδου τους για την ενέργεια και το κλίμα πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή των ακόλουθων στόχων και μέτρων:

α)

κατά περίπτωση, εθνικών στόχων και πολιτικών που μεταφέρουν σε εθνικό πλαίσιο τους στόχους και τις πολιτικές του σχεδίου ΣΕΤ,

β)

εθνικών στόχων για τις συνολικές δημόσιες και, εφόσον υπάρχουν, ιδιωτικών δαπανών για την έρευνα και την καινοτομία σχετικά με τεχνολογίες καθαρής ενέργειας, καθώς και για το τεχνολογικό κόστος και την ανάπτυξη επιδόσεων,

γ)

κατά περίπτωση, εθνικούς στόχων, συμπεριλαμβανομένων των μακροπρόθεσμων επιδιώξεων για το 2050 σχετικά με την εφαρμογή τεχνολογιών για την απαλλαγή των ενεργοβόρων και υψηλής έντασης άνθρακα βιομηχανικών τομέων από τις ανθρακούχες εκπομπές και, κατά περίπτωση, για τις σχετικές υποδομές μεταφοράς, χρήσης και αποθήκευσης άνθρακα,

δ)

εθνικών στόχων για τη σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων στον τομέα της ενέργειας, ιδίως για τα ορυκτά καύσιμα,

ε)

εφαρμοζόμενων, εγκεκριμένων και προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στα στοιχεία β) και γ),

στ)

της συνεργασίας με άλλα κράτη μέλη για την εφαρμογή των στόχων και πολιτικών που αναφέρονται στα στοιχεία β) έως δ), συμπεριλαμβανομένου του συντονισμού των πολιτικών και μέτρων στο πλαίσιο του σχεδίου ΣΕΤ, όπως είναι η προσαρμογή των προγραμμάτων έρευνας και των κοινών προγραμμάτων,

ζ)

μέτρων χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων της στήριξης της Ένωσης και της χρήσης κονδυλίων της Ένωσης, στον εν λόγω τομέα σε εθνικό επίπεδο, κατά περίπτωση.

Τμήμα 2

Ετήσια υποβολή εκθέσεων

Άρθρο 26

Ετήσια υποβολή εκθέσεων

1.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν εκθέσεις στην Επιτροπή, έως τις 15 Μαρτίου 2021 και εφεξής (έτος Χ) ανά έτος, σχετικά με:

α)

τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας 2009/119/ΕΚ,

β)

τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα IX σημείο 3 της οδηγίας 2013/30/ΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 25 της εν λόγω οδηγίας.

2.   Έως τις 31 Ιουλίου 2021, και ανά έτος εφεξής (έτος X), τα κράτη μέλη υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τις προσεγγιστικές τους απογραφές αερίων του θερμοκηπίου για το έτος X-1.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, η Επιτροπή εκπονεί ετησίως μια ενωσιακή κατά προσέγγιση απογραφή των αερίων του θερμοκηπίου, με βάση τις κατά προσέγγιση απογραφές των αερίων του θερμοκηπίου των κρατών μελών ή, εάν ένα κράτος μέλος δεν έχει κοινοποιήσει τις κατά προσέγγιση απογραφές του μέχρι την εν λόγω ημερομηνία, με βάση δικές της εκτιμήσεις. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τις πληροφορίες αυτές έως τις 30 Σεπτεμβρίου κάθε έτους.

3.   Από το 2023, τα κράτη μέλη προσδιορίζουν και υποβάλλουν στην Επιτροπή τα τελικά δεδομένα απογραφής αερίων του θερμοκηπίου έως τις 15 Μαρτίου κάθε έτους (έτος X) και τα προκαταρκτικά δεδομένα έως τις 15 Ιανουαρίου κάθε έτους, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών για τα αέρια του θερμοκηπίου και για την απογραφή που παρατίθενται στο παράρτημα V. Η έκθεση για τα τελικά δεδομένα απογραφής αερίων του θερμοκηπίου περιλαμβάνει επίσης πλήρη και επικαιροποιημένη έκθεση εθνικής απογραφής. Εντός τριών μηνών από την παραλαβή των εκθέσεων, η Επιτροπή κοινοποιεί τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα V μέρος 1 στοιχείο ιδ), στην Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 στοιχείο α).

4.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στη γραμματεία της UNFCCC έως τις 15 Απριλίου κάθε έτους εθνικές απογραφές, οι οποίες περιλαμβάνουν πληροφορίες που διαβιβάζονται στην Επιτροπή σχετικά με τα τελικά δεδομένα απογραφής αερίων του θερμοκηπίου, σύμφωνα με την παράγραφο 3. Η Επιτροπή σε συνεργασία με τα κράτη μέλη εκπονεί ετησίως, έως τις 15 Απριλίου κάθε έτους, ενωσιακή απογραφή των αερίων του θερμοκηπίου, και εκπονεί έκθεση για την ενωσιακή απογραφή των αερίων του θερμοκηπίου, τις οποίες υποβάλλει στη γραμματεία της UNFCCC.

5.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή τα προκαταρκτικά και τα τελικά δεδομένα εθνικών απογραφών έως τις 15 Ιανουαρίου και τις 15 Μαρτίου αντίστοιχα, για τα έτη 2027 και 2032, όπως καταρτίζονται για τους οικείους λογαριασμούς LULUCF για τον σκοπό των εκθέσεων συμμόρφωσης σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841.

6.   Ανατίθεται Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 43 για τα ακόλουθα:

α)

την τροποποίηση του παραρτήματος V μέρος 2, με την προσθήκη ή τη διαγραφή ουσιών από τον κατάλογο των αερίων του θερμοκηπίου, σύμφωνα με τις συναφείς αποφάσεις που λαμβάνουν τα όργανα της UNFCCC ή της συμφωνίας του Παρισιού,

β)

τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τον καθορισμό τιμών για το δυναμικό υπερθέρμανσης του πλανήτη και τον προσδιορισμό των κατευθυντήριων γραμμών για τις απογραφές που εφαρμόζονται, σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις που λαμβάνουν τα όργανα της UNFCCC ή της συμφωνίας του Παρισιού.

7.   Η Επιτροπή, επικουρούμενη από την Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 στοιχείο α), εκδίδει εκτελεστικές πράξεις προκειμένου να καθορίσει τη δομή, τις τεχνικές λεπτομέρειες, τον μορφότυπο και τις διαδικασίες υποβολής των προσεγγιστικών απογραφών των αερίων του θερμοκηπίου που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, των απογραφών των αερίων του θερμοκηπίου δυνάμει της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, καθώς και των εκτιμώμενων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και των απορροφήσεων σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841.

Όταν προτείνει τις εν λόγω εκτελεστικές πράξεις, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα χρονοδιαγράμματα της UNFCCC ή της συμφωνίας του Παρισιού για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις πληροφορίες αυτές, καθώς και με τις σχετικές αποφάσεις που λαμβάνουν τα όργανα της UNFCCC ή της συμφωνίας του Παρισιού, προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμόρφωση της Ένωσης με τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων ως συμβαλλόμενου μέρους της UNFCCC και της συμφωνίας του Παρισιού. Στις εκτελεστικές πράξεις αυτές καθορίζονται επίσης οι προθεσμίες για τη συνεργασία και τον συντονισμό της Επιτροπής με τα κράτη μέλη κατά την εκπόνηση της έκθεσης με θέμα την ενωσιακή απογραφή των αερίων του θερμοκηπίου.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 6.

Άρθρο 27

Υποβολή εκθέσεων για τις επιδιώξεις του 2020

Έως τις 30 Απριλίου 2022, κάθε κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την επίτευξη της εθνικής του επιδίωξης ενεργειακής απόδοσης για το 2020 που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/27/EΕ, παρέχοντας τις πληροφορίες που ορίζονται στο μέρος 2 του παραρτήματος IX του παρόντος κανονισμού, και των εθνικών συνολικών επιδιώξεων όσον αφορά το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές το 2020 όπως καθορίζονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2009/28/ΕΚ όπως ισχύει στις 31 Δεκεμβρίου 2020, παρέχοντας τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τα μερίδια ανά τομέα (ηλεκτρική ενέργεια, θέρμανση και ψύξη, και μεταφορές) και τα συνολικά μερίδια της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές το 2020,

β)

τα μέτρα που λαμβάνονται για την επίτευξη των εθνικών επιδιώξεων για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές για το 2020, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που αφορούν τα καθεστώτα στήριξης, των εγγυήσεων προέλευσης και της απλούστευσης των διοικητικών διαδικασιών,

γ)

το μερίδιο της ενέργειας από τα βιοκαύσιμα και βιορευστά που παράγονται από σιτηρά και άλλα αμυλούχα, σακχαρούχα και ελαιούχα φυτά στην κατανάλωση ενέργειας στον τομέα των μεταφορών,

δ)

το μερίδιο της ενέργειας από τα βιοκαύσιμα και βιοαέρια για τις μεταφορές που παράγονται από πρώτες ύλες και άλλα καύσιμα που περιλαμβάνονται στο παράρτημα IX μέρος Α της οδηγίας 2009/28/ΕΚ όπως ισχύει στις 31 Δεκεμβρίου 2020, στην κατανάλωση ενέργειας στον τομέα των μεταφορών.

Τμήμα 3

Πλατφόρμα υποβολής εκθέσεων

Άρθρο 28

Ηλεκτρονική πλατφόρμα

1.   Η Επιτροπή δημιουργεί επιγραμμική πλατφόρμα (ηλεκτρονική πλατφόρμα) για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών, την προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και τη διευκόλυνση της δημόσιας πρόσβασης στις πληροφορίες.

2.   Τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν την ηλεκτρονική πλατφόρμα για την υποβολή των εκθέσεων που αναφέρονται στο παρόν κεφάλαιο στην Επιτροπή, μόλις αυτή τεθεί σε λειτουργία.

3.   Η ηλεκτρονική πλατφόρμα τίθεται σε λειτουργία από την 1η Ιανουαρίου 2020. Η Επιτροπή χρησιμοποιεί την ηλεκτρονική πλατφόρμα για τη διευκόλυνση της επιγραμμικής πρόσβασης του κοινού στις εκθέσεις που αναφέρονται στο παρόν κεφάλαιο, στα τελικά ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα, στις επικαιροποιήσεις τους, και στις μακροπρόθεσμες στρατηγικές χαμηλών εκπομπών που αναφέρονται στο άρθρο 15, λαμβάνοντας υπόψη τα εμπορικώς ευαίσθητα δεδομένα και τη συμμόρφωση με τους κανόνες προστασίας των δεδομένων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Συγκεντρωτική αξιολόγηση της προόδου και των μέτρων πολίτικης για την επίτευξη των επιδιώξεων της Ένωσης — παρακολούθηση από την Επιτροπή

Άρθρο 29

Αξιολόγηση της προόδου

1.   Έως τις 31 Οκτωβρίου 2021 και εφεξής ανά δύο έτη, η Επιτροπή αξιολογεί, ιδιαίτερα βάσει των ενοποιημένων εθνικών εκθέσεων προόδου για την ενέργεια και το κλίμα, άλλων πληροφοριών που υποβάλλονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού και των δεικτών και ευρωπαϊκών στατιστικών και δεδομένων, αν υπάρχουν, τα εξής:

α)

την πρόοδο που έχει σημειωθεί σε ενωσιακό επίπεδο ως προς την επίτευξη των στόχων της Ενεργειακής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των επιδιώξεων της Ένωσης για το 2030 για την ενέργεια και το κλίμα για την πρώτη δεκαετή περίοδο, ιδίως με στόχο να αποφευχθούν τυχόν κενά στις επιδιώξεις της Ένωσης για το 2030 για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και την ενεργειακή απόδοση,

β)

την πρόοδο που έχει σημειωθεί από κάθε κράτος μέλος ως προς την επίτευξη των στόχων, των επιδιώξεων και των συνεισφορών του, καθώς και ως προς την εφαρμογή των πολιτικών και των μέτρων που καθορίζονται στο εκάστοτε ενοποιημένο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα,

γ)

τις συνολικές επιπτώσεις των αεροπορικών μεταφορών στο κλίμα του πλανήτη, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν σχετίζονται με τις εκπομπές CO2 ή τα αποτελέσματά τους, με βάση τα δεδομένα εκπομπών που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 26, και βελτιώνει την ποσοτικοποίηση αυτή λαμβάνοντας υπόψη τις επιστημονικές εξελίξεις και τα δεδομένα εναέριας κυκλοφορίας, κατά περίπτωση,

δ)

τον συνολικό αντίκτυπο των πολιτικών και μέτρων των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα στη λειτουργία των ενωσιακών μέτρων πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια,

ε)

τον συνολικό αντίκτυπο των πολιτικών και των μέτρων που περιλαμβάνονται στα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα για τη λειτουργία του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΕΔΕ της ΕΕ) και για το ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης δικαιωμάτων στην ευρωπαϊκή αγορά άνθρακα.

2.   Στον τομέα της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η Επιτροπή, ως μέρος της αξιολόγησης η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1, αξιολογεί την πρόοδο που σημειώθηκε στο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση της Ένωσης με βάση την ενδεικτική ενωσιακή πορεία που αρχίζει από το 20 % το 2020, φθάνει σε σημεία αναφοράς τουλάχιστον 18 % το 2022, 43 % το 2025 και 65 % το 2027 της συνολικής αύξησης στο μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μεταξύ της ενωσιακής επιδίωξης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για το 2020 και της ενωσιακής επιδίωξης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για το 2030, και προσεγγίζει την ενωσιακή επιδίωξη ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για το 2030 για ποσοστό τουλάχιστον 32 % το 2030.

3.   Στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, η Επιτροπή, ως μέρος της αξιολόγησης η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1, αξιολογεί την πρόοδο που σημειώθηκε ως προς τη συλλογική επίτευξη μέγιστης κατανάλωσης ενέργειας σε ενωσιακό επίπεδο της τάξεως των 1 273 εκατομμυρίων ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας και 956 εκατομμυρίων ΤΙΠ τελικής ενέργειας το 2030 σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ.

Κατά τη διενέργεια της αξιολόγησης, η Επιτροπή λαμβάνει τα εξής μέτρα:

α)

εξετάζει αν επιτυγχάνεται το ενωσιακό ορόσημο της μη υπέρβασης των 1 483 εκατομμυρίων ΤΙΠ κατανάλωσης πρωτογενούς ενέργειας και των 1 086 εκατομμυρίων ΤΙΠ κατανάλωσης τελικής ενέργειας το 2020,

β)

αξιολογεί αν η πρόοδος των κρατών μελών υποδηλώνει ότι η Ένωση στο σύνολό της βρίσκεται σε σωστή πορεία όσον αφορά το επίπεδο της κατανάλωσης ενέργειας το 2030, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, λαμβάνοντας υπόψη την αξιολόγηση των πληροφοριών που διαβιβάζουν τα κράτη μέλη στις ενοποιημένες εθνικές εκθέσεις προόδου για την ενέργεια και το κλίμα,

γ)

χρησιμοποιεί τα αποτελέσματα μοντελοποιήσεων για τις μελλοντικές τάσεις της κατανάλωσης ενέργειας σε επίπεδο Ένωσης και σε εθνικό επίπεδο και χρησιμοποιεί άλλη συμπληρωματική ανάλυση,

δ)

λαμβάνει δεόντως υπόψη τις σχετικές περιστάσεις που επηρεάζουν την κατανάλωση πρωτογενούς και τελικής ενέργειας, τις οποίες αναφέρουν τα κράτη μέλη στα ενοποιημένα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2.

4.   Στον τομέα της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, στο πλαίσιο της αξιολόγησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή αξιολογεί την πρόοδο η οποία συντελέσθηκε όσον αφορά το επίπεδο διασυνδεσιμότητας ηλεκτρικής ενέργειας στο οποίο αποσκοπεί το κράτος μέλος για το 2030.

5.   Έως τις 31 Οκτωβρίου 2021 και ανά έτος εφεξής, η Επιτροπή αξιολογεί, ιδίως βάσει των πληροφοριών που υποβάλλονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, αν η Ένωση και τα κράτη μέλη της έχουν σημειώσει επαρκή πρόοδο ως προς την εκπλήρωση των ακόλουθων απαιτήσεων:

α)

των δεσμεύσεων βάσει του άρθρου 4 της UNFCCC και του άρθρου 3 της συμφωνίας του Παρισιού, οι οποίες ορίζονται στις αποφάσεις που έλαβε η διάσκεψη των μερών της UNFCCC ή η διάσκεψη των μερών της UNFCCC συνερχόμενη ως σύνοδος των μερών της συμφωνίας του Παρισιού,

β)

των υποχρεώσεων που καθορίζονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (EΕ) 2018/842 και στο άρθρο 4 του κανονισμού (EΕ) 2018/841,

γ)

των στόχων που καθορίζονται στο ενοποιημένο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της Ενεργειακής Ένωσης και για την πρώτη δεκαετή περίοδο, προκειμένου να εκπληρωθούν οι επιδιώξεις για το 2030 για την ενέργεια και το κλίμα.

6.   Στην αξιολόγησή της, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις τελευταίες ειδικές ανά χώρα συστάσεις που εκδίδονται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.

7.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με την αξιολόγησή της σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ως μέρος της έκθεσης σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 35.

Άρθρο 30

Ασυνέπειες με τους βασικούς στόχους και επιδιώξεις της Ενεργειακής Ένωσης δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842

1.   Με βάση την αξιολόγηση σύμφωνα με το άρθρο 29, η Επιτροπή εκδίδει συστάσεις προς κράτος μέλος δυνάμει του άρθρου 34, αν οι εξελίξεις της πολιτικής στο συγκεκριμένο κράτος μέλος εμφανίζουν ασυνέπειες με τους βασικούς στόχους της Ενεργειακής Ένωσης.

2.   Ένα κράτος μέλος που προτίθεται να χρησιμοποιήσει την ευελιξία σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 περιλαμβάνει στο ενοποιημένο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα, μόλις τα συγκεκριμένα στοιχεία καταστούν διαθέσιμα, το επίπεδο προβλεπόμενης χρήσης και τις προγραμματισμένες πολιτικές και μέτρα εκπλήρωσης των απαιτήσεων που ορίζονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841 για την περίοδο από το 2021 έως το 2030.

Άρθρο 31

Μέτρα σε περίπτωση ανεπαρκούς φιλοδοξίας των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα

1.   Εάν, βάσει της αξιολόγησής της για τα προσχέδια των ολοκληρωμένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα με το άρθρο 9 ή της αξιολόγησής της για τα σχέδια επικαιροποίησης των τελικών σχεδίων σύμφωνα με το άρθρο 14, και στο πλαίσιο της επαναληπτικής διαδικασίας, η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι στόχοι, οι επιδιώξεις και οι συνεισφορές των κρατών μελών είναι ανεπαρκείς για τη συλλογική επίτευξη των στόχων της Ενεργειακής Ένωσης και, ιδίως, για την πρώτη δεκαετή περίοδο, για την ενωσιακή δεσμευτική επιδίωξη για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές έως το 2030 και για την ενωσιακή επιδίωξη για την ενεργειακή απόδοση έως το 2030, τότε η Επιτροπή εκδίδει – σε ό,τι αφορά την ενωσιακή επιδίωξη για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές – και δύναται να εκδώσει – σε ό,τι αφορά τους άλλους στόχους της Ενεργειακής Ένωσης – συστάσεις προς τα κράτη μέλη των οποίων τις συνεισφορές κρίνει ανεπαρκείς, προκειμένου να αυξήσει τη φιλοδοξία τους και να διασφαλίσει ένα επαρκές επίπεδο συλλογικής φιλοδοξίας.

2.   Εάν προκύψει απόκλιση μεταξύ της επιδίωξης της Ένωσης για το 2030 και των συλλογικών συνεισφορών των κρατών μελών στον τομέα της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η Επιτροπή βασίζει την αξιολόγησή της στον μαθηματικό τύπο που παρατίθεται στο παράρτημα II, ο οποίος βασίζεται στα αντικειμενικά κριτήρια που απαριθμούνται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο ε) σημεία i) έως v), συνεκτιμώντας δεόντως τις σχετικές περιστάσεις που επηρεάζουν την ανάπτυξη ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, όπως αναφέρεται από το κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο.

Εάν προκύψει απόκλιση μεταξύ της επιδίωξης της Ένωσης για το 2030 και του αθροίσματος των εθνικών συνεισφορών στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, η Επιτροπή αξιολογεί ιδίως τις σχετικές περιστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, τις πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη στα ολοκληρωμένα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα, τα αποτελέσματα που προκύπτουν από ασκήσεις μοντελοποίησης σε σχέση με τις μελλοντικές τάσεις στην κατανάλωση ενέργειας, καθώς και άλλες συμπληρωματικές αναλύσεις, κατά περίπτωση.

Με την επιφύλαξη των άλλων διατάξεων του παρόντος άρθρου, και με μοναδικό σκοπό την αξιολόγηση του κατά πόσον προκύπτει απόκλιση μεταξύ της επιδίωξης της Ένωσης για το 2030 και των συλλογικών συνεισφορών των κρατών μελών, η Επιτροπή, στην αξιολόγησή της, προβαίνει σε μια υποθετική παραδοχή όσον αφορά την εθνική συνεισφορά των κρατών μελών που δεν υπέβαλαν τα σχέδια των ολοκληρωμένων εθνικών τους σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1.

Στην υποθετική της αυτή παραδοχή, στον τομέα της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη την εθνική δεσμευτική επιδίωξη του κράτους μέλους για το 2020, όπως ορίζεται στο παράρτημα I της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, τα αποτελέσματα των ασκήσεων μοντελοποίησης σχετικά με την ανάπτυξη ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και τα αποτελέσματα του μαθηματικού τύπου που παρατίθεται στο παράρτημα II του παρόντος κανονισμού. Στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, λαμβάνει υπόψη τις ασκήσεις μοντελοποίησης σχετικά με τις μελλοντικές τάσεις της κατανάλωσης ενέργειας και άλλες συμπληρωματικές αναλύσεις, κατά περίπτωση.

Κατά την αξιολόγηση των συνεισφορών στην ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, με βάση τον τύπο του παραρτήματος ΙΙ, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη κάθε δυνητική αρνητική επίπτωση στην ασφάλεια εφοδιασμού και τη σταθερότητα του δικτύου σε μικρά ή απομονωμένα ενεργειακά συστήματα ή στα συστήματα των κρατών μελών όπου ενδέχεται να υπάρξουν σημαντικές επιπτώσεις λόγω αλλαγής της συγχρονισμένης περιοχής.

Κατά την αξιολόγηση των συνεισφορών στην ενεργειακή απόδοση, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις δυνητικές επιπτώσεις στη λειτουργία του συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας και στη σταθερότητα του δικτύου στα κράτη μέλη όπου ενδέχεται να υπάρξουν σημαντικές επιπτώσεις λόγω αλλαγής της συγχρονισμένης περιοχής.

3.   Αν με βάση την οικεία αξιολόγηση των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα και των επικαιροποιήσεών τους δυνάμει του άρθρου 14 η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι στόχοι, οι επιδιώξεις και οι συνεισφορές των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα ή των επικαιροποιήσεών τους είναι ανεπαρκείς για τη συλλογική επίτευξη των στόχων της Ενεργειακής Ένωσης και, ιδίως, για την πρώτη δεκαετή περίοδο, για τις επιδιώξεις της Ένωσης για το 2030 για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και την ενεργειακή απόδοση, προτείνει μέτρα και ασκεί τις εξουσίες της σε ενωσιακό επίπεδο προκειμένου να διασφαλιστεί η συλλογική επίτευξη των εν λόγω στόχων και επιδιώξεων. Όσον αφορά την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, στα εν λόγω μέτρα λαμβάνεται υπόψη το επίπεδο φιλοδοξίας των συνεισφορών των κρατών μελών για την επιδίωξη της Ένωσης για το 2030 που ορίζεται στα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα και στις επικαιροποιήσεις τους.

Άρθρο 32

Μέτρα σε περίπτωση ανεπαρκούς προόδου ως προς τους ενεργειακούς και κλιματικούς στόχους και επιδιώξεις της Ένωσης

1.   Αν, με βάση την αξιολόγηση δυνάμει του άρθρου 29 παράγραφος 1 στοιχείο β), η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι σημειώνεται ανεπαρκής πρόοδος από κράτος μέλος στην επίτευξη των στόχων, των επιδιώξεων και των συνεισφορών του, στα σημεία αναφοράς του για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές ή στην εφαρμογή των πολιτικών και μέτρων που καθορίζονται στο ενοποιημένο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα, εκδίδει συστάσεις προς το εν λόγω κράτος μέλος δυνάμει του άρθρου 34.

Στις συστάσεις της στον τομέα της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις σχετικές περιστάσεις που επισημαίνονται από το κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο. Η Επιτροπή λαμβάνει επίσης υπόψη τα έργα παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, για τα οποία έχει ληφθεί τελική απόφαση επένδυσης, υπό τον όρο ότι αυτά τα έργα τίθενται σε λειτουργία κατά το διάστημα 2021-2030 και έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην εθνική συνεισφορά κράτους μέλους.

Στις συστάσεις της στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, η Επιτροπή λαμβάνει δεόντως υπόψη τα αντικειμενικά κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) και τις σχετικές εθνικές περιστάσεις που επισημαίνονται από το κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2.

2.   Αν, με βάση τη συγκεντρωτική αξιολόγηση των ενοποιημένων εθνικών εκθέσεων προόδου των κρατών μελών για την ενέργεια και το κλίμα δυνάμει του άρθρου 29 παράγραφος 1 στοιχείο α) και με τη στήριξη άλλων πηγών πληροφοριών, κατά περίπτωση, η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η Ένωση ενδέχεται να μην επιτύχει τους στόχους της Ενεργειακής Ένωσης και, ιδίως, για την πρώτη δεκαετή περίοδο, τις επιδιώξεις του πλαισίου της Ένωσης για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030, δύναται να εκδώσει συστάσεις προς όλα τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 34, προκειμένου να μετριάσει τον εν λόγω κίνδυνο.

Στον τομέα της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η Επιτροπή αξιολογεί εάν τα εθνικά μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 3 είναι επαρκή για να επιτευχθούν οι επιδιώξεις της Ένωσης για ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Σε περίπτωση που τα εθνικά μέτρα είναι ανεπαρκή, η Επιτροπή, εκτός από τις εν λόγω συστάσεις, προτείνει, κατά περίπτωση, μέτρα και ασκεί τις εξουσίες της σε ενωσιακό επίπεδο, προκειμένου να διασφαλίσει ιδίως την επίτευξη της επιδίωξης της Ένωσης για το 2030 όσον αφορά την ανανεώσιμη ενέργεια.

Στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, η Επιτροπή, εκτός από τις εν λόγω συστάσεις, προτείνει, κατά περίπτωση, μέτρα και ασκεί τις εξουσίες της σε ενωσιακό επίπεδο, προκειμένου να διασφαλίσει ιδίως την επίτευξη της επιδίωξης της Ένωσης για το 2030 όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση.

Στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, τα εν λόγω πρόσθετα μέτρα μπορούν ειδικότερα να βελτιώσουν την ενεργειακή απόδοση:

α)

των προϊόντων, δυνάμει της οδηγίας 2009/125/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (34) και του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1369 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (35),

β)

των κτιρίων, δυνάμει των οδηγιών 2010/31/ΕΕ και 2012/27/ΕΕ και

γ)

των μεταφορών.

3.   Αν, στον τομέα της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα, με βάση την αξιολόγησή της δυνάμει του άρθρου 29 παράγραφοι 1 και 2, ότι ένα ή περισσότερα από τα σημεία αναφοράς της ενδεικτικής πορείας της Ένωσης το 2022, το 2025 και το 2027 που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 2 δεν έχουν επιτευχθεί, τα κράτη μέλη που έχουν πέσει κάτω από ένα ή περισσότερα από τα εθνικά σημεία αναφοράς τους το 2022, το 2025 και το 2027 που αναφέρονται στο άρθρο 4 στοιχείο α) σημείο 2) διασφαλίζουν, προκειμένου να καλύψουν την απόκλιση σε σύγκριση με το εθνικό σημείο αναφοράς τους, ότι εφαρμόζονται πρόσθετα μέτρα εντός ενός έτους από την ημερομηνία παραλαβής της αξιολόγησης της Επιτροπής, όπως:

α)

εθνικά μέτρα για την ενίσχυση της ανάπτυξης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές,

β)

προσαρμογή του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης, το οποίο καθορίζεται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 της οδηγίας (EΕ) 2018/2001,

γ)

προσαρμογή του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης, το οποίο καθορίζεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 της οδηγίας (EΕ) 2018/2001,

δ)

καταβολή εθελοντικής χρηματικής πληρωμής στον μηχανισμό χρηματοδότησης της Ένωσης για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, που δημιουργήθηκε σε επίπεδο Ένωσης για να συμβάλει σε έργα ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και τον οποίο διαχειρίζεται άμεσα ή έμμεσα η Επιτροπή όπως ορίζεται στο άρθρο 33,

ε)

χρήση των μηχανισμών συνεργασίας που προβλέπονται στην οδηγία (ΕΕ) 2018/2001.

Στα μέτρα αυτά λαμβάνονται υπόψη οι εκτιμήσεις της Επιτροπής, όπως εκτίθενται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη περιλαμβάνουν τα εν λόγω μέτρα ως τμήμα της ενοποιημένης εθνικής έκθεσης προόδου τους για την ενέργεια και το κλίμα.

4.   Από την 1 Ιανουαρίου 2021 και εφεξής, το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας κάθε κράτους μέλους δεν θα είναι κατώτερο από βασικό μερίδιο ίσο με τη δεσμευτική εθνική συνολική επιδίωξη για το μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές το 2020, όπως προβλέπει το άρθρο 3 παράγραφος 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001. Εάν κράτος μέλος δεν διατηρήσει το βασικό μερίδιό του όπως μετράται για περίοδο ενός έτους, το εν λόγω κράτος μέλος λαμβάνει, εντός ενός έτους, πρόσθετα μέτρα, όπως αυτά που περιγράφονται στα στοιχεία α) έως ε) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, τα οποία επαρκούν να καλύψουν την απόκλιση εντός ενός έτους.

Η τήρηση από τα κράτη μέλη της υποχρέωσης κάλυψης της απόκλισης όσον αφορά το βασικό μερίδιο θεωρείται ότι συμφωνεί με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην πρώτη φράση του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου και στο άρθρο 3 παράγραφος 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001. Καθ' όλη την περίοδο εμφάνισης της απόκλισης.

Για τους σκοπούς του στοιχείου δ) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη δύνανται να χρησιμοποιούν τα έσοδά τους από τα ετήσια δικαιώματα εκπομπής σύμφωνα με την οδηγία 2003/87/ΕΚ.

5.   Όταν το μερίδιο ενός κράτους μέλους στην ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές μειώνεται κάτω από ένα ή περισσότερα από τα εθνικά του σημεία αναφοράς το 2022, το 2025 και το 2027, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 στοιχείο α) σημείο 2), περιλαμβάνει στην επόμενη ολοκληρωμένη έκθεση που υποβάλλεται προς την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 17, επεξήγηση του τρόπου με τον οποίο θα καλύψει την απόκλιση σε σύγκριση με τα εθνικά σημεία αναφοράς του.

6.   Αν στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, με την επιφύλαξη άλλων μέτρων σε ενωσιακό επίπεδο δυνάμει του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα, με βάση την αξιολόγησή της δυνάμει του άρθρου 29 παράγραφοι 1 και 3, που θα έχει διεξαχθεί έως τα έτη 2022, 2025 και 2027, ότι η πρόοδος ως προς τη συλλογική επίτευξη των επιδιώξεων της Ένωσης για την ενεργειακή απόδοση που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο είναι ανεπαρκής, τότε προτείνει μέτρα και ασκεί τις εξουσίες της σε ενωσιακό επίπεδο επιπροσθέτως αυτών που καθορίζονται στην οδηγία 2010/31/ΕΕ και στην οδηγία 2012/27/ΕΕ, προκειμένου να διασφαλιστεί η επίτευξη των επιδιώξεων ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης για το 2030.

7.   Κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου περιγράφει λεπτομερώς τα συμπληρωματικά μέτρα που έχουν εφαρμοστεί, εγκριθεί και προγραμματιστεί ως μέρος της επόμενης έκθεσης προόδου που αναφέρεται στο άρθρο 17.

8.   Αν, στον τομέα των διασυνδέσεων, η Επιτροπή συμπεραίνει, με βάση την αξιολόγησή της δυνάμει του άρθρου 29 παράγραφοι 1 και 4, για το έτος 2025 ότι η πρόοδος είναι ανεπαρκής, η Επιτροπή συνεργάζεται με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη έως το έτος 2026, για την αντιμετώπιση των περιστάσεων που ανέκυψαν.

Άρθρο 33

Μηχανισμός χρηματοδότησης της Ένωσης για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές

1.   Έως την 1η Ιανουαρίου 2021, η Επιτροπή θεσπίζει τον μηχανισμό χρηματοδότησης της Ένωσης για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που αναφέρεται στο άρθρο 32 παράγραφος 3 στοιχείο δ), με σκοπό την υποβολή προσφορών για τη στήριξη νέων σχεδίων ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην Ένωση, με στόχο την κάλυψη της απόκλισης στην ενδεικτική πορεία της Ένωσης. Η στήριξη μπορεί να παρέχεται, μεταξύ άλλων, υπό μορφή πριμοδότησης επιπλέον των τιμών της αγοράς και χορηγείται σε έργα που υποβάλλουν προσφορά για το χαμηλότερο κόστος ή τη χαμηλότερη πριμοδότηση.

2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ο μηχανισμός χρηματοδότησης συμβάλλει στο υποστηρικτικό πλαίσιο σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 με σκοπό τη στήριξη της ανάπτυξης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε ολόκληρη την Ένωση, ανεξάρτητα από την ύπαρξη απόκλισης στην ενδεικτική πορεία της Ένωσης. Για τον σκοπό αυτό:

α)

οι πληρωμές από τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 32 μπορούν να συμπληρώνονται από πρόσθετες πηγές, όπως κονδύλια της Ένωσης, συνεισφορές από τον ιδιωτικό τομέα ή πρόσθετες πληρωμές από τα κράτη μέλη, προκειμένου να συμβάλουν στην επίτευξη της επιδίωξης της Ένωσης,

β)

ο μηχανισμός χρηματοδότησης μπορεί, μεταξύ άλλων, να παρέχει στήριξη υπό τη μορφή χαμηλότοκων δανείων, επιχορηγήσεων ή συνδυασμού και των δύο, και μπορεί να στηρίζει, μεταξύ άλλων, κοινά έργα μεταξύ κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 και τη συμμετοχή των κρατών μελών σε κοινά έργα με τρίτες χώρες που αναφέρονται στο άρθρο 11 της εν λόγω οδηγίας.

3.   Τα κράτη μέλη διατηρούν το δικαίωμα να αποφασίζουν κατά πόσον, και εάν ναι, υπό ποιους όρους, επιτρέπουν στις εγκαταστάσεις που βρίσκονται στο έδαφός τους να λαμβάνουν στήριξη από τον μηχανισμό χρηματοδότησης.

4.   Η Επιτροπή, συνεπικουρούμενη από την Επιτροπή της Ενεργειακής Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 στοιχείο β), δύναται να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των αναγκαίων διατάξεων για τη θέσπιση και λειτουργία του μηχανισμού χρηματοδότησης, και συγκεκριμένα:

α)

τη μεθοδολογία για τον υπολογισμό του μέγιστου επιπέδου πριμοδότησης για κάθε προσφορά,

β)

το σχεδιασμό της διαδικασίας υποβολής προσφορών που θα εφαρμοστεί, συμπεριλαμβανομένων των όρων παράδοσης και των συναφών κυρώσεων,

γ)

τη μεθοδολογία για τον υπολογισμό των πληρωμών των κρατών μελών και των συνακόλουθων στατιστικών οφελών για τα συνεισφέροντα κράτη μέλη,

δ)

τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη συμμετοχή των κρατών μελών, έχοντας υπόψη την ανάγκη να διασφαλιστεί τόσο η συνέχεια του μηχανισμού μέσω επαρκούς διάρκειας της πληρωμής του κράτους μέλους όσο και το μέγιστο επίπεδο ευελιξίας για τη συμμετοχή των κρατών μελών,

ε)

τις διατάξεις που εξασφαλίζουν τη συμμετοχή και/ή την έγκριση των κρατών μελών υποδοχής, και, όπου απαιτείται, τις απαραίτητες διατάξεις που αφορούν τις πρόσθετες επιβαρύνσεις για το κόστος του συστήματος.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 6.

5.   Κάθε χρόνο, η ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που παράγεται από εγκαταστάσεις τις οποίες χρηματοδοτεί ο μηχανισμός χρηματοδότησης αποδίδεται στατιστικά στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, αντικατοπτρίζοντας τις σχετικές τους πληρωμές. Τα έργα που στηρίζονται από αυτόν τον μηχανισμό χρηματοδότησης και τα οποία χρηματοδοτούνται από άλλες πηγές εκτός από τις πληρωμές των κρατών μελών δεν προσμετρώνται στις εθνικές συνεισφορές των κρατών μελών, αλλά στην επίτευξη της δεσμευτικής επιδίωξης της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.

Άρθρο 34

Συστάσεις της Επιτροπής προς τα κράτη μέλη

1.   Η Επιτροπή εκδίδει, κατά περίπτωση, συστάσεις προς τα κράτη μέλη, προκειμένου να διασφαλιστεί η επίτευξη των στόχων της Ενεργειακής Ένωσης. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τις συστάσεις αυτές άμεσα.

2.   Όταν στον παρόντα κανονισμό γίνεται αναφορά στο παρόν άρθρο, εφαρμόζονται οι ακόλουθες αρχές:

α)

το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος λαμβάνει δεόντως υπόψη τη σύσταση σε πνεύμα αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών και της Ένωσης και μεταξύ των κρατών μελών,

β)

το κράτος μέλος καθορίζει στην ενοποιημένη εθνική έκθεση προόδου για την ενέργεια και το κλίμα που υποβάλλεται το επόμενο έτος μετά την έκδοση της σύστασης, τον τρόπο με τον οποίο έλαβε δεόντως υπόψη τη σύσταση. Εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος αποφασίσει να μην απευθύνει σύσταση ή ουσιώδες τμήμα αυτής, το εν λόγω κράτος μέλος παρέχει την αιτιολόγησή του,

γ)

οι συστάσεις θα πρέπει να είναι συμπληρωματικές των τελευταίων ειδικών ανά χώρα συστάσεων που εκδόθηκαν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.

Άρθρο 35

Έκθεση σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης

1.   Έως τις 31 Οκτωβρίου κάθε έτους, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης.

2.   Η έκθεση σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

την αξιολόγηση που πραγματοποιείται δυνάμει του άρθρου 29,

β)

κατά περίπτωση, συστάσεις δυνάμει του άρθρου 34,

γ)

την έκθεση για τη λειτουργία της αγοράς διοξειδίου του άνθρακα που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 5 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών για την εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 2 αυτής,

δ)

ανά διετία, από το 2023, έκθεση σχετικά με την αειφορία της βιοενέργειας της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που καθορίζονται στο παράρτημα X,

ε)

ανά διετία, έκθεση σχετικά με τα εθελοντικά συστήματα για τα οποία η Επιτροπή έχει εγκρίνει απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που καθορίζονται στο παράρτημα XI του παρόντος κανονισμού,

στ)

συνολική έκθεση προόδου σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2009/72/ΕΚ,

ζ)

συνολική έκθεση προόδου σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2009/73/ΕΚ, σύμφωνα με το άρθρο 52 της εν λόγω οδηγίας,

η)

συνολική έκθεση προόδου σχετικά με τα καθεστώτα επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης και τα εναλλακτικά μέτρα πολιτικής όπως αναφέρεται στα άρθρα 7α και 7β της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

θ)

ανά διετία, γενική έκθεση προόδου σχετικά με την ανακαίνιση του εθνικού αποθέματος οικιστικών και μη οικιστικών κτιρίων, δημόσιων και ιδιωτικών, σύμφωνα με τους χάρτες πορείας που καθορίζονται στις μακροπρόθεσμες στρατηγικές ανακαίνισης που κάθε κράτος μέλος θεσπίζει σύμφωνα με το άρθρο 2α της οδηγίας 2010/31/ΕΕ,

ι)

κάθε τέσσερα έτη, συνολική έκθεση προόδου των κρατών μελών όσον αφορά την αύξηση του αριθμού των κτιρίων με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ,

ια)

συνολική έκθεση προόδου σχετικά με την πρόοδο των κρατών μελών όσον αφορά τη δημιουργία ενοποιημένης και λειτουργικής αγοράς ενέργειας,

ιβ)

την πραγματική ποιότητα καυσίμων στα διάφορα κράτη μέλη και τη γεωγραφική κάλυψη των καυσίμων με μέγιστη περιεκτικότητα σε θείο 10 mg/kg, με σκοπό την παροχή επισκόπησης των δεδομένων ποιότητας των καυσίμων στα διάφορα κράτη μέλη, όπως κοινοποιούνται δυνάμει της οδηγίας 98/70/ΕΚ,

ιγ)

έκθεση προόδου όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα,

ιδ)

την πρόοδο των κρατών μελών προς τη σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων στον τομέα της ενέργειας, ιδίως για τα ορυκτά καύσιμα,

ιε)

άλλα θέματα σχετικά με την υλοποίηση της Ενεργειακής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της δημόσιας και της ιδιωτικής χρηματοδοτικής στήριξης,

ιστ)

έως τις 31 Οκτωβρίου 2019 και εφεξής ανά τέσσερα έτη, αξιολόγηση της εφαρμογής της οδηγίας 2009/31/ΕΚ.

Άρθρο 36

Παρακολούθηση του μηχανισμού διακυβέρνησης

Στο πλαίσιο της κατάστασης της Ενεργειακής Ένωσης όπως αναφέρεται στο άρθρο 35, η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εξετάζουν σε ετήσια βάση την πρόοδο που έχει επιτευχθεί από την Ενεργειακή Ένωση σε όλες τις διαστάσεις των πολιτικών για την ενέργεια και το κλίμα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Ενωσιακά και εθνικά συστήματα για τις εκπομπές και τις απορροφήσεις από καταβόθρες των αέριων του θερμοκηπίου

Άρθρο 37

Ενωσιακά και εθνικά συστήματα απογραφής

1.   Έως την 1η Ιανουαρίου 2021, τα κράτη μέλη θεσπίζουν, διαχειρίζονται και επιδιώκουν να βελτιώνουν συνεχώς εθνικά συστήματα απογραφής για την εκτίμηση των ανθρωπογενών εκπομπών από πηγές και τις απορροφήσεις από καταβόθρες των αερίων του θερμοκηπίου που απαριθμούνται στο παράρτημα V μέρος 2 και για τη διασφάλιση έγκαιρης υποβολής, διαφάνειας, ακρίβειας, συνέπειας, συγκρισιμότητας και πληρότητας των απογραφών τους για τα αέρια του θερμοκηπίου.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι οικείες αρμόδιες αρχές απογραφής έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες που καθορίζονται στο παράρτημα XII του παρόντος κανονισμού, ότι κάνουν χρήση των συστημάτων υποβολής εκθέσεων που θεσπίστηκαν βάσει του άρθρου 20 του κανονισμού (ΕE) αριθ. 517/2014 για τη βελτίωση των εκτιμήσεων σχετικά με τα φθοριούχα αέρια στις εθνικές απογραφές αερίων του θερμοκηπίου και ότι είναι σε θέση να διενεργούν τους ετήσιους ελέγχους συνέπειας που αναφέρονται στα στοιχεία θ) και ι) του μέρους 1 του παραρτήματος V του παρόντος κανονισμού.

3.   Θεσπίζεται ενωσιακό σύστημα απογραφής το οποίο εξασφαλίζει την έγκαιρη υποβολή, τη διαφάνεια, την ακρίβεια, τη συνέπεια, τη συγκρισιμότητα και την πληρότητα των εθνικών απογραφών σχετικά με την ενωσιακή απογραφή αερίων του θερμοκηπίου. Η Επιτροπή διαχειρίζεται, διατηρεί και επιδιώκει να βελτιώνει συνεχώς το εν λόγω σύστημα, το οποίο περιλαμβάνει τη δημιουργία προγράμματος διασφάλισης της ποιότητας και ελέγχου της ποιότητας, τον καθορισμό ποιοτικών στόχων και την εκπόνηση σχεδίου διασφάλισης της ποιότητας και ελέγχου της ποιότητας της απογραφής, διαδικασίες για τη συμπλήρωση των εκτιμήσεων εκπομπών προς εκπόνηση της ενωσιακής απογραφής δυνάμει της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου και των επανεξετάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 38.

4.   Η Επιτροπή διενεργεί αρχικό έλεγχο της ακρίβειας των προκαταρκτικών δεδομένων απογραφής αερίων του θερμοκηπίου που θα υποβάλλουν τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 3. Αποστέλλει τα αποτελέσματα των ελέγχων αυτών στα κράτη μέλη εντός έξι εβδομάδων από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής. Τα κράτη μέλη απαντούν σε οποιοδήποτε σχετικό ερώτημα που προκύπτει από τον αρχικό έλεγχο έως τις 15 Μαρτίου, μαζί με την υποβολή της οριστικής απογραφής για το έτος X-2.

5.   Εάν κράτος μέλος δεν υποβάλει τα δεδομένα απογραφής που απαιτούνται για την εκπόνηση της ενωσιακής απογραφής έως τις 15 Μαρτίου, η Επιτροπή δύναται να καταρτίσει εκτιμήσεις προς συμπλήρωση των δεδομένων που υπέβαλε το κράτος μέλος, σε διαβούλευση και στενή συνεργασία με το εν λόγω κράτος μέλος. Προς τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή χρησιμοποιεί τις κατευθυντήριες γραμμές που εφαρμόζονται για την κατάρτιση των εθνικών απογραφών αερίων του θερμοκηπίου.

6.   Η Επιτροπή, συνεπικουρούμενη από την Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 στοιχείο α), εκδίδει εκτελεστικές πράξεις, προκειμένου να καθορίσει τη δομή, τον μορφότυπο και τη διαδικασία υποβολής των πληροφοριών που αφορούν τα εθνικά συστήματα απογραφής και τις απαιτήσεις όσον αφορά τη θέσπιση, τη διαχείριση και τη λειτουργία των εθνικών συστημάτων απογραφής.

Όταν προτείνει τις εν λόγω εκτελεστικές πράξεις, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τυχόν σχετικές αποφάσεις που λαμβάνουν τα όργανα της UNFCCC ή της συμφωνίας του Παρισιού.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 6.

7.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 43 για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού με τη θέσπιση κανόνων σχετικά με τις απαιτήσεις όσον αφορά τη δημιουργία, τη διαχείριση και τη λειτουργία του ενωσιακού συστήματος απογραφής. Όταν προτείνει τις εν λόγω κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τυχόν σχετικές αποφάσεις που λαμβάνουν τα όργανα της UNFCCC ή της συμφωνίας του Παρισιού.

Άρθρο 38

Επανεξέταση της απογραφής

1.   Με σκοπό την παρακολούθηση των μειώσεων ή των περιορισμών των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου των κρατών μελών δυνάμει των άρθρων 4, 9 και 10 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 και της μείωσης των εκπομπών και της ενίσχυσης των απορροφήσεών τους από καταβόθρες δυνάμει των άρθρων 4 και 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841, καθώς και κάθε άλλης επιδίωξης για μείωση ή περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που προβλέπεται στο ενωσιακό δίκαιο, η Επιτροπή διενεργεί το 2027 και το 2032 συνολική επανεξέταση των εθνικών δεδομένων απογραφής που υποβάλλουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού. Τα κράτη μέλη συμμετέχουν πλήρως σε αυτήν τη διαδικασία.

2.   Η συνολική επανεξέταση της παραγράφου 1 περιλαμβάνει:

α)

ελέγχους για την εξακρίβωση της διαφάνειας, της ακρίβειας, της συνέπειας, της συγκρισιμότητας και της πληρότητας των πληροφοριών που υποβάλλονται,

β)

ελέγχους για τον εντοπισμό περιπτώσεων στις οποίες τα δεδομένα απογραφής έχουν καταρτιστεί κατά τρόπο μη σύμφωνο με τις κατευθυντήριες γραμμές της UNFCCC ή τους ενωσιακούς κανόνες,

γ)

ελέγχους για τον εντοπισμό περιπτώσεων στις οποίες η λογιστική αποτίμηση LULUCF διεξάγεται κατά τρόπο μη σύμφωνο με τις κατευθυντήριες γραμμές της UNFCCC ή τους ενωσιακούς κανόνες και

δ)

κατά περίπτωση, υπολογισμό των αναγκαίων τεχνικών διορθώσεων που προκύπτουν, σε διαβούλευση με τα κράτη μέλη.

3.   Η Επιτροπή, συνεπικουρούμενη από την Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 στοιχείο α), εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό του χρονοδιαγράμματος και της διαδικασίας για την πραγματοποίηση των συνολικών επανεξετάσεων, συμπεριλαμβανομένων των εργασιών που καθορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, μεταξύ άλλων ώστε να διασφαλιστεί η δέουσα διαβούλευση με τα κράτη μέλη όσον αφορά τα συμπεράσματα των επανεξετάσεων.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 6.

4.   Η Επιτροπή προσδιορίζει, με εκτελεστική πράξη, το συνολικό άθροισμα των εκπομπών για τα αντίστοιχα έτη, που προκύπτει από τα διορθωμένα δεδομένα απογραφής για κάθε κράτος μέλος μετά την ολοκλήρωση της επανεξέτασης, η οποία χωρίζεται μεταξύ δεδομένων για εκπομπές που σχετίζονται με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 και δεδομένων για εκπομπές που αναφέρονται στο στοιχείο γ) του μέρους 1 του παραρτήματος V του παρόντος κανονισμού, και επίσης προσδιορίζει το συνολικό άθροισμα εκπομπών και απορροφήσεων που σχετίζονται με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841.

5.   Τα δεδομένα για κάθε κράτος μέλος όπως έχουν καταγραφεί στα μητρώα που συστάθηκαν δυνάμει του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841 τέσσερις μήνες μετά την ημερομηνία δημοσίευσης της εκτελεστικής πράξης που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο της συμμόρφωσης με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841, συμπεριλαμβανομένων των μεταβολών των δεδομένων αυτών λόγω της χρήσης από το συγκεκριμένο κράτος μέλος των δυνατοτήτων ευελιξίας που προβλέπονται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841.

6.   Τα δεδομένα για κάθε κράτος μέλος τα οποία καταγράφηκαν στα μητρώα που έχουν συσταθεί δυνάμει του άρθρου 12 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 δύο μήνες μετά την ημερομηνία του ελέγχου της συμμόρφωσης με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841 που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο συμμόρφωσης δυνάμει του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 για τα έτη 2021 και 2026. Ο έλεγχος της συμμόρφωσης δυνάμει του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 για καθένα από τα έτη 2022 έως 2025 και 2027 έως 2030 διενεργείται ένα μήνα ακριβώς μετά την ημερομηνία του ελέγχου συμμόρφωσης του προηγούμενου έτους. Ο εν λόγω έλεγχος περιλαμβάνει μεταβολές των δεδομένων αυτών λόγω της χρήσης από το συγκεκριμένο κράτος μέλος των δυνατοτήτων ευελιξίας που προβλέπονται στα άρθρα 5, 6 και 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842.

Άρθρο 39

Ενωσιακά και εθνικά συστήματα για πολιτικές και μέτρα και προβλέψεις

1.   Έως την 1η Ιανουαρίου 2021, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή διαχειρίζονται και επιδιώκουν να βελτιώνουν συνεχώς τα εθνικά και ενωσιακά συστήματα, αντιστοίχως, για την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις πολιτικές και τα μέτρα, καθώς και για την υποβολή προβλέψεων όσον αφορά τις ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από πηγές και τις απορροφήσεις από καταβόθρες. Τα συστήματα περιλαμβάνουν όλες τις σχετικές θεσμικές, νομικές και διαδικαστικές ρυθμίσεις που θεσπίζονται σε κράτος μέλος και στην Ένωση για την αξιολόγηση των πολιτικών και την κατάρτιση προβλέψεων όσον αφορά τις ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από πηγές και τις απορροφήσεις από καταβόθρες.

2.   Σκοπός των κρατών μελών και της Επιτροπής είναι να εξασφαλίσουν την έγκαιρη υποβολή, τη διαφάνεια, την ακρίβεια, τη συνέπεια, τη συγκρισιμότητα και την πληρότητα των υποβαλλόμενων πληροφοριών σχετικά με τις πολιτικές και τα μέτρα, καθώς και των προβλέψεων για τις ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από πηγές και τις απορροφήσεις από καταβόθρες, όπως αναφέρεται στο άρθρο 18, συμπεριλαμβανομένων της χρήσης και της εφαρμογής των δεδομένων, των μεθόδων και των μοντέλων και της εκτέλεσης των δραστηριοτήτων διασφάλισης της ποιότητας και ελέγχου της ποιότητας και της ανάλυσης ευαισθησίας.

3.   Η Επιτροπή, συνεπικουρούμενη από την Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 στοιχείο α), εκδίδει εκτελεστικές πράξεις προκειμένου να καθορίσει τη δομή, τον μορφότυπο και τη διαδικασία υποβολής των πληροφοριών σχετικά με τα εθνικά και ενωσιακά συστήματα για πολιτικές και μέτρα, καθώς και προβλέψεις δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 18.

Όταν προτείνει τις εν λόγω εκτελεστικές πράξεις, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις σχετικές αποφάσεις που λαμβάνουν τα όργανα της UNFCCC ή της συμφωνίας του Παρισιού, συμπεριλαμβανομένων διεθνώς συμφωνηθεισών απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων, καθώς και χρονοδιαγραμμάτων για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις πληροφορίες αυτές.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 6.

Άρθρο 40

Σύσταση και λειτουργία των μητρώων

1.   Η Ένωση και τα κράτη μέλη συστήνουν και διατηρούν μητρώα για την ακριβή καταγραφή των εθνικά καθορισμένων συνεισφορών δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 13 της συμφωνίας του Παρισιού και διεθνώς μεταβιβαζόμενων αποτελεσμάτων μετριασμού δυνάμει του άρθρου 6 της εν λόγω συμφωνίας.

2.   Η Ένωση και τα κράτη μέλη δύνανται να διατηρούν τα μητρώα τους σε ενιαίο σύστημα, από κοινού με ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη.

3.   Τα δεδομένα στα μητρώα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου διατίθενται στον κεντρικό διαχειριστή ο οποίος ορίζεται δυνάμει του άρθρου 20 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

4.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 43, προκειμένου να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό συστήνοντας τα μητρώα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και προκειμένου να πραγματοποιηθεί, μέσω των μητρώων της Ένωσης και των κρατών μελών, η απαραίτητη τεχνική εφαρμογή των σχετικών αποφάσεων της UNFCCC ή οργάνων της συμφωνίας του Παρισιού, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

Συνεργασία και υποστήριξη

Άρθρο 41

Συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Ένωσης

1.   Τα κράτη μέλη συνεργάζονται και συντονίζονται πλήρως μεταξύ τους και με την Ένωση όσον αφορά τις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, ειδικότερα όσον αφορά:

α)

τη διαδικασία κατάρτισης, έκδοσης, κοινοποίησης και αξιολόγησης των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα δυνάμει των άρθρων 9 έως 13,

β)

τη διαδικασία εκπόνησης, έκδοσης, κοινοποίησης και αξιολόγησης της ενοποιημένης εθνικής έκθεσης προόδου για την ενέργεια και το κλίμα δυνάμει του άρθρου 17 και της ετήσιας υποβολής εκθέσεων δυνάμει του άρθρου 26,

γ)

τη διαδικασία σχετικά με τις συστάσεις της Επιτροπής και τον χειρισμό των εν λόγω συστάσεων δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφοι 2 και 3, του άρθρου 17 παράγραφος 6, του άρθρου 30 παράγραφος 1, του άρθρου 31 παράγραφος 1 και του άρθρου 32 παράγραφοι 1 και 2,

δ)

την κατάρτιση της ενωσιακής απογραφής των αερίων του θερμοκηπίου και της έκθεσης για την ενωσιακή απογραφή των αερίων του θερμοκηπίου δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 4,

ε)

τη σύνταξη της ενωσιακής εθνικής κοινοποίησης δυνάμει του άρθρου 12 της UNFCCC και της ενωσιακής έκθεσης διετίας δυνάμει της απόφασης 2/CP.17 ή μεταγενέστερων συναφών αποφάσεων που λαμβάνουν τα όργανα της UNFCCC,

στ)

τις διαδικασίες επανεξέτασης και συμμόρφωσης στο πλαίσιο της UNFCCC και της συμφωνίας του Παρισιού σύμφωνα με κάθε απόφαση η οποία εφαρμόζεται δυνάμει της UNFCCC, καθώς και την ενωσιακή διαδικασία επανεξέτασης των απογραφών αερίων του θερμοκηπίου των κρατών μελών που αναφέρεται στο άρθρο 38,

ζ)

τυχόν προσαρμογές μετά τη διαδικασία επανεξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 38 ή άλλες αλλαγές στις απογραφές και τις εκθέσεις που υποβάλλονται ή πρόκειται να υποβληθούν με θέμα τις απογραφές, στη γραμματεία της UNFCCC,

η)

την κατάρτιση της ενωσιακής κατά προσέγγιση απογραφής των αερίων του θερμοκηπίου δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 2.

2.   Η Επιτροπή παρέχει τεχνική υποστήριξη στα κράτη μέλη όσον αφορά τις υποχρεώσεις στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους.

Άρθρο 42

Ρόλος του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος συνεπικουρεί την Επιτροπή στο έργο της όσον αφορά τις διαστάσεις της απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές και της ενεργειακής απόδοσης με στόχο τη συμμόρφωση με τα άρθρα 15 έως 21, και τα άρθρα 26, 28, 29, 35, 37, 38, 39 και 41, σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας. Αυτό περιλαμβάνει συνδρομή όπως απαιτείται με:

α)

συγκέντρωση των πληροφοριών που υποβάλλουν τα κράτη μέλη όσον αφορά τις πολιτικές και τα μέτρα, καθώς και τις προβλέψεις,

β)

διεξαγωγή διαδικασιών διασφάλισης της ποιότητας και ελέγχου της ποιότητας των πληροφοριών που υποβάλλουν τα κράτη μέλη όσον αφορά τις προβλέψεις, καθώς και τις πολιτικές και τα μέτρα,

γ)

κατάρτιση εκτιμήσεων ή συμπλήρωση εκείνων που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή με δεδομένα σχετικά με προβλέψεις που δεν έχουν υποβληθεί από τα κράτη μέλη,

δ)

συγκέντρωση δεδομένων, όπου διατίθενται και τα οποία έχουν ληφθεί από ευρωπαϊκές στατιστικές και είναι κατάλληλα από πλευράς χρονοδιαγράμματος, όπως απαιτεί η έκθεση σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο που καταρτίστηκε από την Επιτροπή,

ε)

διάδοση των πληροφοριών που συγκεντρώνονται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων της διατήρησης και της επικαιροποίησης βάσης δεδομένων σχετικά με τις πολιτικές και τα μέτρα των κρατών μελών για τον μετριασμό και της ευρωπαϊκής πλατφόρμας προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή για τις επιπτώσεις, τα τρωτά σημεία και την προσαρμογή στην αλλαγή του κλίματος,

στ)

διεξαγωγή διαδικασιών διασφάλισης της ποιότητας και ελέγχου της ποιότητας για την εκπόνηση της ενωσιακής απογραφής των αερίων του θερμοκηπίου,

ζ)

κατάρτιση της ενωσιακής απογραφής αερίων του θερμοκηπίου και σύνταξη της έκθεσης για την ενωσιακή απογραφή των αερίων του θερμοκηπίου,

η)

κατάρτιση εκτιμήσεων για τα δεδομένα που δεν αναφέρονται στις εθνικές απογραφές των αερίων του θερμοκηπίου,

θ)

διενέργεια της επανεξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 38,

ι)

κατάρτιση της ενωσιακής κατά προσέγγιση απογραφής των αερίων του θερμοκηπίου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 43

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 παράγραφος 5, στο άρθρο 15 παράγραφος 5, στο άρθρο 26 παράγραφος 6, στο άρθρο 37 παράγραφος 7 και στο άρθρο 40 παράγραφος 4 εξουσία έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 24 Δεκεμβρίου 2018. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 5, στο άρθρο 15 παράγραφος 5, στο άρθρο 26 παράγραφος 6, στο άρθρο 37 παράγραφος 7 και στο άρθρο 40 παράγραφος 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση μιας κατ' εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ' εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Η κατ' εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 5, του άρθρου 15 παράγραφος 5, του άρθρου 26 παράγραφος 6, του άρθρου 37 παράγραφος 7 και του άρθρου 40 παράγραφος 4 τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 44

Επιτροπές

1.   Η Επιτροπή συνεπικουρείται από:

α)

Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή για την εφαρμογή των ζητημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 5, στο άρθρο 26 παράγραφος 7, στο άρθρο 37 παράγραφος 6, στο άρθρο 38 παράγραφος 3 και στο άρθρο 39 παράγραφος 3 και

β)

Επιτροπή της Ενεργειακής Ένωσης για την εφαρμογή των ζητημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 4 και στο άρθρο 33 παράγραφος 4.

2.   Οι εν λόγω επιτροπές αποτελούν επιτροπές κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Η Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου αντικαθιστά την επιτροπή που θεσπίζεται με το άρθρο 26 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013.

4.   Όταν μία από τις επιτροπές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εξετάζει οριζόντια ζητήματα και κοινές δράσεις, ενημερώνει σχετικώς την άλλη επιτροπή που αναφέρεται στην παράγραφο 1, προκειμένου να διασφαλισθεί η συνέπεια των πολιτικών και να μεγιστοποιηθούν οι συνέργειες μεταξύ των τομέων.

5.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει τον αντιπρόσωπο ή τους αντιπροσώπους του στην Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή και στην Επιτροπή της Ενεργειακής Ένωσης. Οι αντιπρόσωποι κάθε επιτροπής προσκαλούνται στις συνεδριάσεις της άλλης επιτροπής.

6.   Οσάκις γίνεται αναφορά στο παρόν άρθρο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 45

Επανεξέταση

Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός έξι μηνών από κάθε παγκόσμια απογραφή που έχει συμφωνηθεί δυνάμει του άρθρου 14 της συμφωνίας του Παρισιού για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, τη συνεισφορά του στη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης, τη συνεισφορά του στους μακροπρόθεσμους σκοπούς της συμφωνίας του Παρισιού, την πρόοδο προς την επίτευξη των επιδιώξεων για την ενέργεια και το κλίμα για το 2030 και των πρόσθετων στόχων της Ενεργειακής Ένωσης και τη συμμόρφωση των διατάξεων σχεδιασμού, υποβολής εκθέσεων και παρακολούθησης που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό με τη λοιπή νομοθεσία της Ένωσης ή τις μελλοντικές αποφάσεις που σχετίζονται με την UNFCCC και τη συμφωνία του Παρισιού. Οι εκθέσεις της Επιτροπής μπορούν να συνοδεύονται, κατά περίπτωση, από νομοθετικές προτάσεις.

Άρθρο 46

Τροποποιήσεις της οδηγίας 94/22/ΕΚ

Η οδηγία 94/22/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

στο άρθρο 8, η παράγραφος 2 απαλείφεται·

2)

το άρθρο 9 απαλείφεται.

Άρθρο 47

Τροποποιήσεις της οδηγίας 98/70/ΕΕ

Η οδηγία 98/70/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 7α τροποποιείται ως εξής:

α)

στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

ο συνολικός όγκος κάθε τύπου παρεχόμενου καυσίμου ή ενέργειας· και»·

β)

στην παράγραφο 2, το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους προμηθευτές να μειώσουν όσο το δυνατόν πιο σταδιακά τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κύκλου ζωής ανά μονάδα ενέργειας από το παρεχόμενο καύσιμο ή ενέργεια κατά 10 % έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020, σε σύγκριση με το βασικό πρότυπο καυσίμου που παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙ της οδηγίας (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου. Η μείωση αυτή συνίσταται σε:»

2)

στο άρθρο 8, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι οι πληροφορίες που υποβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 διατίθενται έγκαιρα με κατάλληλα μέσα.».

Άρθρο 48

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2009/31/ΕΕ

Η οδηγία 2009/31/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 27, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ανά τετραετία, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας καθώς και το μητρώο που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο β). Η πρώτη έκθεση διαβιβάζεται στην Επιτροπή μέχρι τις 30 Ιουνίου 2011. Η έκθεση συντάσσεται με βάση ερωτηματολόγιο ή σχεδιάγραμμα που εγκρίνεται από την Επιτροπή με τη μορφή εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφος 2. Το ερωτηματολόγιο ή σχεδιάγραμμα διαβιβάζεται στα κράτη μέλη τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την προθεσμία υποβολής της έκθεσης.».

2)

Στο άρθρο 38, η παράγραφος 1 απαλείφεται.

Άρθρο 49

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 663/2009

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 663/2009 τροποποιείται ως εξής:

1)

στο άρθρο 27, οι παράγραφοι 1 και 3 απαλείφονται·

2)

το άρθρο 28 απαλείφεται.

Άρθρο 50

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 715/2009

Στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 715/2009, το άρθρο 29 απαλείφεται.

Άρθρο 51

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2009/73/ΕΚ

Η οδηγία 2009/73/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

το άρθρο 5 απαλείφεται·

2)

το άρθρο 52 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 52

Υποβολή εκθέσεων

Η Επιτροπή παρακολουθεί και επανεξετάζει την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και υποβάλλει γενική έκθεση προόδου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ως παράρτημα στην έκθεση σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1).

(*1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 663/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 94/22/ΕΚ, 98/70/ΕΚ, 2009/31/ΕΚ, 2009/73/ΕΚ, 2010/31/ΕΕ, 2012/27/ΕΕ και 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2009/119/ΕΚ και (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 1).»."

Άρθρο 52

Τροποποίηση της οδηγίας 2009/119/ΕΚ του Συμβουλίου

Στο άρθρο 6 της οδηγίας 2009/119/ΕΚ, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Έως τις 15 Μαρτίου έκαστου ημερολογιακού έτους, κάθε κράτος μέλος διαβιβάζει στην Επιτροπή συνοπτικό αντίγραφο του καταλόγου της παραγράφου 1, αναφέροντας τουλάχιστον τις ποσότητες και τον χαρακτήρα των αποθεμάτων έκτακτης ανάγκης που περιλαμβάνονται στον κατάλογο την τελευταία ημέρα του προηγούμενου ημερολογιακού έτους.».

Άρθρο 53

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2010/31/ΕΕ

Η οδηγία 2010/31/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 2α τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Κάθε κράτος μέλος θεσπίζει μακροπρόθεσμη στρατηγική ανακαίνισης του εθνικού δυναμικού οικιστικών και μη οικιστικών κτιρίων, δημόσιων και ιδιωτικών, και μετατροπής του σε υψηλής ενεργειακής απόδοσης και απαλλαγμένο από ανθρακούχες εκπομπές κτιριακό δυναμικό έως το 2050, διευκολύνοντας την οικονομικά αποδοτική μετατροπή υφιστάμενων κτιρίων σε κτίρια με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας. Κάθε μακροπρόθεσμη στρατηγική ανακαίνισης περιλαμβάνει:»·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«8.   Η μακροπρόθεσμη στρατηγική ανακαίνισης κάθε κράτους μέλους υποβάλλεται στην Επιτροπή, στο πλαίσιο του τελικού ενοποιημένου εθνικού του σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα που αναφέρεται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2). Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού, η πρώτη μακροπρόθεσμη στρατηγική ανακαίνισης σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου υποβάλλεται στην Επιτροπή έως τις 10 Μαρτίου 2020.

(*2)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 663/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 94/22/ΕΚ, 98/70/ΕΚ, 2009/31/ΕΚ, 2009/73/ΕΚ, 2010/31/ΕΕ, 2012/27/ΕΕ και 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2009/119/ΕΚ και (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 1).»·"

2)

στο άρθρο 5 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, η πρόταση «Η σχετική έκθεση μπορεί να συμπεριληφθεί στα σχέδια δράσης για την ενεργειακή απόδοση που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 2 της οδηγίας 2006/32/ΕΚ» απαλείφεται·

3)

στο άρθρο 9, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Ως μέρος της έκθεσης σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, η Επιτροπή υποβάλλει ανά τέσσερα έτη έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την πρόοδο των κρατών μελών σχετικά με την αύξηση του αριθμού των κτιρίων με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας. Με βάση τις εν λόγω πληροφορίες που υποβάλλονται, η Επιτροπή, εφόσον χρειάζεται, καταρτίζει σχέδιο δράσης και προτείνει συστάσεις και μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 34 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 για την αύξηση του αριθμού των εν λόγω κτιρίων και ενθαρρύνει τις βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά την αποδοτική από άποψη κόστους μετατροπή υφιστάμενων κτιρίων σε κτίρια με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας.»·

4)

στο άρθρο 10, οι παράγραφοι 2 και 3 απαλείφονται·

5)

στο άρθρο 14 παράγραφος 3, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η εν λόγω έκθεση υποβάλλεται στην Επιτροπή στο πλαίσιο των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων των κρατών μελών για την ενέργεια και το κλίμα που αναφέρονται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999»·

6)

στο άρθρο 15 παράγραφος 3, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η εν λόγω έκθεση υποβάλλεται στην Επιτροπή στο πλαίσιο των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων των κρατών μελών για την ενέργεια και το κλίμα που αναφέρονται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.».

Άρθρο 54

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2012/27/ΕΕ

Η οδηγία 2012/27/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1)

το άρθρο 4 απαλείφεται·

2)

στο άρθρο 18 παράγραφος 1, το στοιχείο ε) απαλείφεται·

3)

Το άρθρο 24 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 1, 3, 4 και 11 απαλείφονται·

β)

η παράγραφος 2 απαλείφεται·

4)

το παράρτημα XIV απαλείφεται.

Άρθρο 55

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2013/30/ΕΕ

Στο άρθρο 25 της οδηγίας 2013/30/ΕΕ, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ετησίως έκθεση στην Επιτροπή, ως μέρος της ετήσιας υποβολής εκθέσεων που αναφέρεται στο άρθρο 26 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3), για τις πληροφορίες που καθορίζονται στο παράρτημα IX σημείο 3.

Άρθρο 56

Τροποποιήσεις της οδηγίας (ΕΕ) 2015/652

Η οδηγία (ΕΕ) 2015/652 τροποποιείται ως εξής:

1)

στο άρθρο 5, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Κάθε χρόνο, πριν από την 31 Δεκεμβρίου, τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή τα δεδομένα για το προηγούμενο ημερολογιακό έτος σχετικά με τη συμμόρφωση με το άρθρο 7α της οδηγίας 98/70/ΕΚ, σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ της παρούσας οδηγίας.»·

2)

στο παράρτημα I μέρος 2, το σημείο 1 στοιχείο η) και τα σημεία2, 3, 4 και 7 απαλείφονται.

3)

Το παράρτημα III τροποποιείται ως εξής:

α)

το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Τα κράτη μέλη υποβάλλουν έκθεση για τα στοιχεία που παρατίθενται στο σημείο 3. Τα στοιχεία αυτά πρέπει να παρέχονται για όλα τα καύσιμα και την ενέργεια που διατίθενται στην αγορά κάθε κράτους μέλους. Όταν στα ορυκτά καύσιμα αναμειγνύονται διαφορετικά βιοκαύσιμα, πρέπει να παρέχονται τα στοιχεία για κάθε βιοκαύσιμο.»·

β)

στο σημείο 3, τα στοιχεία ε) και στ) απαλείφονται.

4)

Το παράρτημα IV τροποποιείται ως εξής:

α)

τα ακόλουθα υποδείγματα για την κοινοποίηση των πληροφοριών με σκοπό να εξασφαλιστεί η συνέπεια των υποβαλλόμενων στοιχείων απαλείφονται:

Προέλευση – Μεμονωμένοι προμηθευτές

Προέλευση – Όμιλοι προμηθευτών

Τόπος αγοράς

β)

στις σημειώσεις μορφοτύπου, τα σημεία 8 και 9 απαλείφονται.

Άρθρο 57

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 525/2013 καταργείται από την 1η Ιανουαρίου 2021, με την επιφύλαξη των μεταβατικών διατάξεων που ορίζονται στο άρθρο 58 του παρόντος κανονισμού, με εξαίρεση το άρθρο 26 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 που καταργείται από τις 24 Δεκεμβρίου 2018. Οι αναφορές στον καταργούμενο κανονισμό νοούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό και νοούνται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος XIII.

Άρθρο 58

Μεταβατικές διατάξεις

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 57 του παρόντος κανονισμού, το άρθρο 7 και το άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία α) και δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 εξακολουθούν να ισχύουν όσον αφορά τις εκθέσεις που περιέχουν τα δεδομένα που απαιτούνται σύμφωνα με τα εν λόγω άρθρα για τα έτη 2018, 2019 και 2020.

Το άρθρο 11 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 εξακολουθεί να ισχύει όσον αφορά τη δεύτερη περίοδο δέσμευσης του Πρωτοκόλλου του Κιότο.

Το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 εξακολουθεί να ισχύει όσον αφορά τις επανεξετάσεις των δεδομένων απογραφής αερίων του θερμοκηπίου για τα έτη 2018, 2019 και 2020.

Το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 εξακολουθεί να ισχύει όσον αφορά την υποβολή της έκθεσης σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο.

Για λόγους συνοχής και ασφάλειας δικαίου, καμία διάταξη του παρόντος κανονισμού δεν εμποδίζει την εφαρμογή των παρεκκλίσεων σύμφωνα με το σχετικό τομεακό δίκαιο της Ένωσης στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και της ετοιμότητας αντιμετώπισης των κινδύνων στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας.

Άρθρο 59

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 40, το άρθρο 53 παράγραφοι 2, 3 και 4, το άρθρο 54 παράγραφος 3 στοιχείο α), το άρθρο 54 παράγραφος 4 και το άρθρο 55 εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2021.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 11 Δεκεμβρίου 2018.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

J. BOGNER-STRAUSS


(1)  ΕΕ C 246 της 28.7.2017, σ. 34.

(2)  ΕΕ C 342 της 12.10.2017, σ. 111.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Νοεμβρίου 2018 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 4ης Δεκεμβρίου 2018.

(4)  Οδηγία 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και την τροποποίηση και τη συνακόλουθη κατάργηση των οδηγιών 2001/77/ΕΚ και 2003/30/ΕΚ (ΕΕ L 140 της 5.6.2009, σ. 16).

(5)  Οδηγία 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 1).

(6)  Απόφαση (ΕΕ) 2016/1841 του Συμβουλίου, της 5ης Οκτωβρίου 2016, για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας του Παρισιού που εγκρίθηκε στο πλαίσιο της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (ΕΕ L 282 της 19.10.2016, σ. 1).

(7)  Απόφαση 2002/358/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Απριλίου 2002, για την έγκριση, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, του Πρωτοκόλλου του Κυότο στη Σύμβαση-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές και την από κοινού τήρηση των σχετικών δεσμεύσεων (ΕΕ L 130 της 15.5.2002, σ. 1).

(8)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/2284 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2016, σχετικά με τη μείωση των εθνικών εκπομπών ορισμένων ατμοσφαιρικών ρύπων, την τροποποίηση της οδηγίας 2003/35/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2001/81/ΕΚ (ΕΕ L 344 της 17.12.2016, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, σχετικά με μηχανισμό παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και άλλων πληροφοριών σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο που αφορούν την αλλαγή του κλίματος και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 280/2004/ΕΚ (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 13).

(10)  Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32).

(11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 166/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιανουαρίου 2006, για τη σύσταση ευρωπαϊκού μητρώου έκλυσης και μεταφοράς ρύπων και για την τροποποίηση των οδηγιών 91/689/EΟΚ και 96/61/EΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 33 της 4.2.2006, σ. 1).

(12)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1099/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για τις στατιστικές ενέργειας (ΕΕ L 304 της 14.11.2008, σ. 1).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 517/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για τα φθοριούχα αέρια του θερμοκηπίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 842/2006 (ΕΕ L 150 της 20.5.2014, σ. 195).

(14)  Οδηγία 2001/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2001, σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων (ΕΕ L 197 της 21.7.2001, σ. 30).

(15)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 347/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2013, σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις διευρωπαϊκές ενεργειακές υποδομές, την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1364/2006/ΕΚ και την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 713/2009, (ΕΚ) αριθ. 714/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 (ΕΕ L 115 της 25.4.2013, σ. 39).

(16)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, για τις δεσμευτικές ετήσιες μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη από το 2021 έως το 2030, στο πλαίσιο της συμβολής στη δράση για το κλίμα για την τήρηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τη συμφωνία του Παρισιού και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 (ΕΕ L 156 της 19.6.2018, σ. 26).

(17)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τη συμπερίληψη των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και των απορροφήσεων από δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγής χρήσης γης και δασοπονίας στο πλαίσιο για το κλίμα και την ενέργεια έως το 2030, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 525/2013 και της απόφασης αριθ. 529/2013/ΕΕ (ΕΕ L 156 της 19.6.2018, σ. 1).

(18)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1101/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση στη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφοριών που καλύπτονται από το στατιστικό απόρρητο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές και της απόφασης 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου για τη σύσταση επιτροπής του στατιστικού προγράμματος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164).

(19)  Οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2018 σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (βλέπε σελίδα 82 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(20)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 377/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Απριλίου 2014, για τη θέσπιση του προγράμματος Copernicus και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 911/2010 (ΕΕ L 122 της 24.4.2014, σ. 44).

(21)  Απόφαση αριθ. 406/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, περί των προσπαθειών των κρατών μελών να μειώσουν τις οικείες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, ώστε να τηρηθούν οι δεσμεύσεις της Κοινότητας για μείωση των εκπομπών αυτών μέχρι το 2020 (ΕΕ L 140 της 5.6.2009, σ. 136).

(22)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(23)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(24)  Οδηγία 94/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 1994, για τους όρους χορήγησης και χρήσης των αδειών αναζήτησης, εξερεύνησης και παραγωγής υδρογονανθράκων (ΕΕ L 164 της 30.6.1994, σ. 3).

(25)  Οδηγία 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 1998, σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων βενζίνης και ντίζελ και την τροποποίηση της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 350 της 28.12.1998, σ. 58).

(26)  Οδηγία 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ, 2008/1/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 (ΕΕ L 140 της 5.6.2009, σ. 114).

(27)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 663/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση προγράμματος ενίσχυσης της οικονομικής ανάκαμψης με τη χορήγηση κοινοτικής χρηματοδοτικής συνδρομής για έργα στον τομέα της ενέργειας (ΕΕ L 200 της 31.7.2009, σ. 31).

(28)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1775/2005 (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 36).

(29)  Οδηγία 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και την κατάργηση της οδηγίας 2003/55/ΕΚ (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 94).

(30)  Οδηγία 2009/119/ΕΚ του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2009, σχετικά με υποχρέωση διατήρησης ενός ελάχιστου επιπέδου αποθεμάτων αργού πετρελαίου ή/και προϊόντων πετρελαίου από τα κράτη μέλη (ΕΕ L 265 της 9.10.2009, σ. 9).

(31)  Οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2010, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (ΕΕ L 153 της 18.6.2010, σ. 13).

(32)  Οδηγία 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2013, για την ασφάλεια των υπεράκτιων εργασιών πετρελαίου και φυσικού αερίου και την τροποποίηση της οδηγίας 2004/35/ΕΚ (ΕΕ L 178 της 28.6.2013, σ. 66).

(33)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου, της 20ής Απριλίου 2015, για τον καθορισμό των μεθόδων υπολογισμού και των απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων σύμφωνα με την οδηγία 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων βενζίνης και ντίζελ (ΕΕ L 107 της 25.4.2015, σ. 26).

(34)  Οδηγία 2009/125/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τη θέσπιση πλαισίου για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού όσον αφορά τα συνδεόμενα με την ενέργεια προϊόντα (ΕΕ L 285 της 31.10.2009, σ. 10).

(35)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1369 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2017, σχετικά με τον καθορισμό ενός πλαισίου για την ενεργειακή σήμανση και για την κατάργηση της οδηγίας 2010/30/ΕΕ (ΕΕ L 198 της 28.7.2017, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΛΙΜΑ

Μέρος 1

Γενικό πλαίσιο

ΤΜΗΜΑ A: ΕΘΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ

1.   ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ

1.1.   Συνοπτική παρουσίαση

i.

Πολιτικό, οικονομικό, περιβαλλοντικό και κοινωνικό πλαίσιο του σχεδίου

ii.

Στρατηγική σχετικά με τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης

iii.

Συνοπτικός πίνακας με τους βασικούς στόχους, τις πολιτικές και τα μέτρα του σχεδίου

1.2.   Επισκόπηση της ισχύουσας κατάστασης ως προς την πολιτική

i.

Εθνικό και ενωσιακό ενεργειακό σύστημα και πλαίσιο πολιτικής του εθνικού σχεδίου

ii.

Ισχύουσες ενεργειακές και κλιματικές πολιτικές και μέτρα σχετικά με τις πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης

iii.

Βασικά ζητήματα διασυνοριακού ενδιαφέροντος

iv.

Διοικητική δομή εφαρμογής των εθνικών πολιτικών για την ενέργεια και το κλίμα

1.3.   Διαβουλεύσεις και συμμετοχή εθνικών και ενωσιακών φορέων και έκβασή τους

i.

Συμμετοχή του εθνικού κοινοβουλίου

ii.

Συμμετοχή τοπικών και περιφερειακών αρχών

iii.

Διαβουλεύσεις με συμφεροντούχους, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών εταίρων, και συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και του ευρέος κοινού

iv.

Διαβουλεύσεις με άλλα κράτη μέλη

v.

Επαναληπτική διαδικασία με την Επιτροπή

1.4.   Περιφερειακή συνεργασία στην εκπόνηση του σχεδίου

i.

Στοιχεία που υπόκεινται σε κοινό ή συντονισμένο σχεδιασμό με άλλα κράτη μέλη

ii.

Επεξήγηση του τρόπου θεώρησης της περιφερειακής συνεργασίας στο σχέδιο

2.   ΕΘΝΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΕΠΙΔΙΩΞΕΙΣ

2.1.   Διάσταση απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές

2.1.1.   Εκπομπές και απορροφήσεις ΑτΘ (1)

i.

Τα στοιχεία που παρατίθενται στο άρθρο 4 στοιχείο α) σημείο 1)

ii.

Κατά περίπτωση, άλλοι εθνικοί στόχοι και επιδιώξεις που συνάδουν με τη συμφωνία του Παρισιού και τις υφιστάμενες μακροπρόθεσμες στρατηγικές. Κατά περίπτωση για τη συνεισφορά στη συνολική δέσμευση της Ένωσης για μείωση των εκπομπών ΑτΘ, άλλοι στόχοι και επιδιώξεις, συμπεριλαμβανομένων των τομεακών επιδιώξεων και των σκοπών προσαρμογής, εάν υπάρχουν

2.1.2.   Ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές

i.

Τα στοιχεία που παρατίθενται στο άρθρο 4 στοιχείο α) σημείο 2)

ii.

Εκτιμώμενες πορείες για το τομεακό μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη κατανάλωση τελικής ενέργειας από το 2021 έως το 2030, στους τομείς της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, της θέρμανσης και ψύξης και των μεταφορών

iii.

Εκτιμώμενες πορείες της τεχνολογίας ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές την οποία σκοπεύει να χρησιμοποιήσει το κράτος μέλος για την επίτευξη των συνολικών και τομεακών πορειών για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές από το 2021 έως το 2030, συμπεριλαμβανομένων της αναμενόμενης συνολικής ακαθάριστης κατανάλωσης τελικής ενέργειας ανά τεχνολογία και τομέα σε εκατομμύρια ΤΙΠ και της συνολικής προγραμματισμένης εγκαταστημένης δυναμικότητας (διαιρούμενη κατά νέα δυναμικότητα και ανανέωση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές) ανά τεχνολογία και τομέα σε MW

iv.

Εκτιμώμενες πορείες για τη ζήτηση βιοενέργειας, διαχωρισμένη σε θέρμανση, παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και μεταφορές, και για την προσφορά βιομάζας, σε πρώτες ύλες και προέλευση (διακρίνοντας μεταξύ εγχώριας παραγωγής και εισαγωγών). Όσον αφορά τη δασική βιομάζα, αξιολόγηση της πηγής της και των επιπτώσεων στην καταβόθρα LULUCF

v.

Κατά περίπτωση, άλλες εθνικές πορείες και στόχοι, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είναι μακροπρόθεσμοι ή τομεακοί (π.χ. μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε τηλεθέρμανση, χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε κτίρια, ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που παράγεται από πόλεις, κοινότητες ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και ιδιοκατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, ενέργεια που ανακτάται από την ιλύ που αποκτάται μέσω της επεξεργασίας λυμάτων)

2.2.   Διάσταση ενεργειακής απόδοσης

i.

Τα στοιχεία που παρατίθενται στο άρθρο 4 στοιχείο β)

ii.

Τα ενδεικτικά ορόσημα για το 2030, το 2040 και το 2050, οι μετρήσιμοι δείκτες προόδου που καθορίζονται σε εθνικό επίπεδο, μια βασιζόμενη σε στοιχεία εκτίμηση των αναμενόμενων εξοικονομήσεων ενέργειας και ευρύτερων ωφελειών και οι συνεισφορές τους στις επιδιώξεις ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης, όπως περιλαμβάνονται στους χάρτες πορείας που καθορίζονται στις μακροπρόθεσμες στρατηγικές ανακαίνισης για το εθνικό απόθεμα οικιστικών και μη οικιστικών κτιρίων, δημόσιων και ιδιωτικών, σύμφωνα με το άρθρο 2α της οδηγίας 2010/31/ΕΕ

iii.

Κατά περίπτωση, άλλοι εθνικοί στόχοι, συμπεριλαμβανομένων μακροπρόθεσμων επιδιώξεων ή στρατηγικών και τομεακών επιδιώξεων, και εθνικοί στόχοι σε τομείς όπως η ενεργειακή απόδοση στον τομέα των μεταφορών και όσον αφορά τη θέρμανση και την ψύξη

2.3.   Διάσταση ενεργειακής ασφάλειας

i.

Τα στοιχεία που παρατίθενται στο άρθρο 4 στοιχείο γ)

ii.

Εθνικοί στόχοι όσον αφορά τη μείωση: της διαφοροποίησης των ενεργειακών πηγών και του εφοδιασμού από τρίτες χώρες για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των περιφερειακών και εθνικών συστημάτων ενέργειας

iii.

Κατά περίπτωση, εθνικοί στόχοι όσον αφορά τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης από εισαγωγές από τρίτες χώρες, με στόχο την αύξηση της ανθεκτικότητας των περιφερειακών και εθνικών συστημάτων ενέργειας

iv.

Εθνικοί στόχοι όσον αφορά την αύξηση της ευελιξίας του εθνικού συστήματος ενέργειας, ιδίως μέσω της ανάπτυξης εγχώριων πηγών ενέργειας, ανταπόκρισης στη ζήτηση και αποθήκευσης ενέργειας

2.4.   Διάσταση εσωτερικής αγοράς ενέργειας

2.4.1.   Διασυνδεσιμότητα ηλεκτρικής ενέργειας

i.

Ο βαθμός της διασυνδεσιμότητας ηλεκτρικής ενέργειας στην οποία αποσκοπεί το κράτος μέλος για το 2030, λαμβάνοντας υπόψη την επιδίωξη διασύνδεσης ηλεκτρικής ενέργειας σε ποσοστό τουλάχιστον 15 % για το 2030, με μια στρατηγική σύμφωνα με την οποία το επίπεδο από το 2021 και εφεξής ορίζεται σε στενή συνεργασία με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, λαμβάνοντας υπόψη την επιδίωξη διασύνδεσης τού 10 % για το 2020 και τους ακόλουθους δείκτες του επείγοντος χαρακτήρα της δράσης:

1)

διαφορά τιμής στην αγορά χονδρικής που υπερβαίνει ένα ενδεικτικό κατώτατο όριο των 2 EUR/MWh μεταξύ κρατών μελών, περιφερειών ή ζωνών προσφοράς,

2)

ονομαστική δυναμικότητα μεταφοράς των γραμμών διασύνδεσης κάτω του 30 % του φορτίου αιχμής,

3)

ονομαστική δυναμικότητα μεταφοράς των γραμμών διασύνδεσης κάτω του 30 % της εγκατεστημένης παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

Κάθε νέα γραμμή διασύνδεσης υπόκειται σε κοινωνικοοικονομική και περιβαλλοντική ανάλυση κόστους-οφέλους και εφαρμόζεται μόνον εάν τα δυνητικά οφέλη υπερτερούν του κόστους.

2.4.2.   Υποδομές μεταφοράς ενέργειας

i.

Βασικοί έργα υποδομών για τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας και αερίου, και, κατά περίπτωση, έργα εκσυγχρονισμού, τα οποία απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων και επιδιώξεων βάσει των πέντε διαστάσεων της στρατηγικής της Ενεργειακής Ένωσης

ii.

Κατά περίπτωση, κύρια προβλεπόμενα έργα υποδομών πέρα από τα έργα κοινού ενδιαφέροντος (EKE) (2)

2.4.3.   Ενοποίηση της αγοράς

i.

Εθνικοί στόχοι που σχετίζονται με άλλες πτυχές της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, όπως η αύξηση της ευελιξίας του συστήματος, ιδίως σε σχέση με την προώθηση ανταγωνιστικά καθοριζόμενων τιμών ηλεκτρικής ενέργειας σύμφωνα με το σχετικό τομεακό δίκαιο, η ενοποίηση και σύζευξη της αγοράς, με σκοπό την αύξηση της εμπορεύσιμης δυναμικότητας των γραμμών διασύνδεσης, τα ευφυή δίκτυα, η συγκέντρωση, η ανταπόκριση στη ζήτηση, η αποθήκευση, η κατανεμημένη παραγωγή, οι μηχανισμοί διανομής, αναδιανομής και περιορισμού και οι ενδείξεις σχετικά με τις τιμές σε πραγματικό χρόνο, συμπεριλαμβανομένου χρονοδιαγράμματος υλοποίησης των στόχων

ii.

Κατά περίπτωση, εθνικοί στόχοι που σχετίζονται με τη χωρίς διακρίσεις συμμετοχή της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, την ανταπόκριση στη ζήτηση και την αποθήκευση, μεταξύ άλλων μέσω συγκέντρωσης, σε όλες τις ενεργειακές αγορές, συμπεριλαμβανομένου χρονοδιαγράμματος υλοποίησης των στόχων

iii.

Κατά περίπτωση, εθνικοί στόχοι που σχετίζονται με τη διασφάλιση της συμμετοχής των καταναλωτών στο ενεργειακό σύστημα και αποκόμιση οφελών για τους καταναλωτές από την αυτοπαραγωγή και τις νέες τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένων των έξυπνων μετρητών

iv.

Εθνικοί στόχοι σχετικά με τη διασφάλιση της επάρκειας του ηλεκτρικού συστήματος, καθώς και για την ευελιξία του ενεργειακού συστήματος σχετικά με την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, συμπεριλαμβανομένου χρονοδιαγράμματος υλοποίησης των στόχων

v.

Κατά περίπτωση, εθνικοί στόχοι για την προστασία των καταναλωτών ενέργειας και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του τομέα λιανικής διάθεσης της ενέργειας

2.4.4.   Ενεργειακή φτώχεια

Κατά περίπτωση, εθνικοί στόχοι σχετικά με την ενεργειακή φτώχεια συμπεριλαμβανομένου χρονοδιαγράμματος υλοποίησης των στόχων

2.5.   Διάσταση έρευνας, καινοτομίας και ανταγωνιστικότητας

i.

Εθνικοί στόχοι και χρηματοδοτικές επιδιώξεις περί δημόσιας και, εφόσον υπάρχει, ιδιωτικής έρευνας και καινοτομίας σχετικά με την Ενεργειακή Ένωση, συμπεριλαμβανομένου, κατά περίπτωση, χρονοδιαγράμματος υλοποίησης των στόχων

ii.

Εφόσον υπάρχουν, εθνικοί στόχοι για το 2050 που συνδέονται με την προώθηση καθαρών τεχνολογιών ενέργειας και, κατά περίπτωση, εθνικοί στόχοι συμπεριλαμβανομένων μακροπρόθεσμων επιδιώξεων (2050) για την ανάπτυξη τεχνολογιών χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, καθώς και για την απαλλαγή των βιομηχανικών τομέων με υψηλή ένταση ενέργειας και άνθρακα από τις ανθρακούχες εκπομπές και, κατά περίπτωση, για τις σχετικές υποδομές μεταφοράς και αποθήκευσης του άνθρακα

iii.

Κατά περίπτωση, εθνικοί στόχοι σχετικά με την ανταγωνιστικότητα

3.   ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ

3.1.   Διάσταση απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές

3.1.1.   Εκπομπές και απορροφήσεις ΑτΘ

i.

Πολιτικές και μέτρα για την επίτευξη της επιδίωξης που έχει τεθεί βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 όπως αναφέρεται στο σημείο 2.1.1 και πολιτικές και μέτρα για τη συμμόρφωση με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841, τα οποία θα καλύπτουν όλους τους βασικούς κλάδους εκπομπών και τους τομείς για τη βελτίωση των απορροφήσεων, αποβλέποντας στο μακροπρόθεσμο όραμα και σκοπό δημιουργίας οικονομίας χαμηλών εκπομπών και την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ εκπομπών και απορροφήσεων σύμφωνα με τη συμφωνία του Παρισιού

ii.

Κατά περίπτωση, η περιφερειακή συνεργασία στον εν λόγω τομέα

iii.

Κατά περίπτωση, με την επιφύλαξη της δυνατότητας εφαρμογής των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων, τα μέτρα χρηματοδότησης συμπεριλαμβανομένης της υποστήριξης και της χρήσης των πόρων της Ένωσης σε αυτόν τον τομέα σε εθνικό επίπεδο

3.1.2.   Ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές

i.

Πολιτικές και μέτρα για την επίτευξη της εθνικής συνεισφοράς στη δεσμευτική σε επίπεδο Ένωσης επιδίωξη για το 2030 σχετικά με την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και τις πορείες που αναφέρονται στο άρθρο 4 στοιχείο α) σημείο 2) και, κατά περίπτωση και εφόσον υπάρχουν, τα στοιχεία που αναφέρονται στο σημείο 2.1.2 του παρόντος παραρτήματος, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών ανά τομέα και τεχνολογία μέτρων (3)

ii.

Κατά περίπτωση, ειδικά μέτρα για την περιφερειακή συνεργασία, καθώς επίσης και, προαιρετικά, την εκτιμώμενη πλεονασματική παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που θα πρέπει να μεταφερθεί σε άλλα κράτη μέλη προκειμένου να επιτευχθεί η εθνική συνεισφορά και οι πορείες που αναφέρονται στο σημείο 2.1.2

iii.

Ειδικά μέτρα σχετικά με την οικονομική υποστήριξη, κατά περίπτωση, συμπεριλαμβανομένης της υποστήριξης και της χρήσης των πόρων της Ένωσης για την προώθηση της παραγωγής και της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, τη θέρμανση και ψύξη και τις μεταφορές

iv.

Κατά περίπτωση, αξιολόγηση της στήριξης στην ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές την οποία οφείλουν να διενεργούν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001

v.

Ειδικά μέτρα για τη σύσταση ενός ή περισσότερων σημείων επαφής, την απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών, την παροχή πληροφοριών και κατάρτισης και τη διευκόλυνση της σύναψης συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας

Σύνοψη των πολιτικών και των μέτρων βάσει του υποστηρικτικού πλαισίου που τα κράτη μέλη πρέπει να θέσουν σε εφαρμογή σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 6 και το άρθρο 22 παράγραφος 5 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 για την προώθηση και διευκόλυνση της ανάπτυξης της ιδιοκατανάλωσης και των κοινοτήτων ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές

vi.

Αξιολόγηση της αναγκαιότητας οικοδόμησης νέων υποδομών για τηλεθέρμανση και τηλεψύξη που παράγονται από ανανεώσιμες πηγές

vii.

Κατά περίπτωση, ειδικά μέτρα σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από βιομάζα, ειδικά για την αξιοποίηση της βιομάζας με νέους τρόπους λαμβάνοντας υπόψη:

τη διαθεσιμότητα βιομάζας, συμπεριλαμβανομένης της βιώσιμης βιομάζας: τόσο εγχώριο δυναμικό όσο και εισαγωγές από τρίτες χώρες

άλλες χρήσεις της βιομάζας από άλλους τομείς (γεωργία και δασικούς τομείς), καθώς επίσης και μέτρα για τη βιωσιμότητα της παραγωγής και χρήσης της βιομάζας

3.1.3.   Άλλα στοιχεία της διάστασης

i.

Κατά περίπτωση, εθνικές πολιτικές και μέτρα που επηρεάζουν τον τομέα ΣΕΔΕ της ΕΕ και την αξιολόγηση της συμπληρωματικότητας και των επιπτώσεων στο ΣΕΔΕ της ΕΕ

ii.

Πολιτικές και μέτρα για την επίτευξη άλλων εθνικών επιδιώξεων, κατά περίπτωση

iii.

Πολιτικές και μέτρα για την επίτευξη κινητικότητας χαμηλών εκπομπών (συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτροδότησης του τομέα των μεταφορών)

iv.

Κατά περίπτωση, εθνικές πολιτικές, χρονοδιαγράμματα και μέτρα που έχουν προγραμματιστεί για τη σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων για την ενέργεια, ιδίως για τα ορυκτά καύσιμα

3.2.   Διάσταση ενεργειακής απόδοσης

Προγραμματισμένες πολιτικές, μέτρα και προγράμματα για την επίτευξη των ενδεικτικών εθνικών συνεισφορών ενεργειακής απόδοσης για το 2030 καθώς και άλλων στόχων που αναφέρονται στο σημείο 2.2, συμπεριλαμβανομένων των προγραμματισμένων μέτρων και μέσων (μεταξύ άλλων χρηματοδοτικού χαρακτήρα) για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων, ιδίως όσον αφορά τα παρακάτω:

i.

Καθεστώτα επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης και εναλλακτικά μέτρα πολιτικής βάσει των άρθρων 7α και 7β και του άρθρου 20 παράγραφος 6 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ που θα πρέπει να καταρτιστούν σύμφωνα με το παράρτημα IIΙ του παρόντος κανονισμού

ii.

Μακροπρόθεσμη στρατηγική ανακαίνισης για τη στήριξη της ανακαίνισης του εθνικού αποθέματος οικιστικών και μη οικιστικών κτιρίων, δημόσιων και ιδιωτικών (4), συμπεριλαμβανομένων πολιτικών, μέτρων και δράσεων για την προώθηση οικονομικά συμφέρουσας ριζικής ανακαίνισης και πολιτικών και δράσεων που θα εστιάζονται στα τμήματα του εθνικού αποθέματος κτιρίων με τις χειρότερες επιδόσεις, σύμφωνα με το άρθρο 2α της οδηγίας 2010/31/ΕΕ

iii.

Περιγραφή της πολιτικής και των μέτρων για την προώθηση των ενεργειακών υπηρεσιών στον δημόσιο τομέα και των μέτρων για την εξάλειψη των ρυθμιστικών και μη φραγμών που παρακωλύουν τις συμβάσεις ενεργειακών επιδόσεων και άλλων μοντέλων υπηρεσιών ενεργειακής απόδοσης (5)

iv.

Άλλες προγραμματισμένες πολιτικές, μέτρα και προγράμματα για την επίτευξη των ενδεικτικών εθνικών συνεισφορών ενεργειακής απόδοσης για το 2030 καθώς και άλλων στόχων που αναφέρονται στο σημείο 2.2 (για παράδειγμα, μέτρα για την προώθηση του υποδειγματικού ρόλου των δημόσιων κτιρίων και των ενεργειακά αποδοτικών δημόσιων συμβάσεων, μέτρα για την προώθηση των ενεργειακών ελέγχων και των συστημάτων ενεργειακής διαχείρισης (6), μέτρα σχετικά με την πληροφόρηση και κατάρτιση των καταναλωτών (7), και άλλα μέτρα για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης (8))

v.

Κατά περίπτωση, περιγραφή πολιτικών και μέτρων για την προώθηση του ρόλου των τοπικών κοινοτήτων ενέργειας όσον αφορά τη συμβολή τους στην υλοποίηση των πολιτικών και των μέτρων των σημείων i, ii, iii και iv

vi.

Περιγραφή των μέτρων για την αξιοποίηση του δυναμικού ενεργειακής απόδοσης των υποδομών φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας (9)

vii.

Περιφερειακή συνεργασία σε αυτόν τον τομέα, κατά περίπτωση

viii.

Μέτρα χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένης της στήριξης της Ένωσης και της χρήσης των πόρων της Ένωσης, στον τομέα σε εθνικό επίπεδο

3.3.   Διάσταση ενεργειακής ασφάλειας (10)

i.

Πολιτικές και μέτρα που σχετίζονται με τα στοιχεία τα οποία παρατίθενται στο σημείο 2.3 (11)

ii.

Περιφερειακή συνεργασία στον εν λόγω τομέα

iii.

Κατά περίπτωση, χρηματοδότηση μέτρων στον εν λόγω τομέα σε εθνικό επίπεδο, μεταξύ άλλων με τη στήριξη της Ένωσης και τη χρήση πόρων της Ένωσης

3.4.   Διάσταση εσωτερικής αγοράς ενέργειας (12)

3.4.1.   Υποδομές ηλεκτρικής ενέργειας

i.

Πολιτικές και μέτρα για την επίτευξη του στοχοθετημένου επιπέδου διασυνδεσιμότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 στοιχείο δ)

ii.

Περιφερειακή συνεργασία σε αυτόν τον τομέα (13)

iii.

Κατά περίπτωση, χρηματοδότηση μέτρων στον εν λόγω τομέα σε εθνικό επίπεδο, μεταξύ άλλων με τη στήριξη της Ένωσης και τη χρήση πόρων της Ένωσης

3.4.2.   Υποδομές μεταφοράς ενέργειας

i.

Πολιτικές και μέτρα που σχετίζονται με τα στοιχεία τα οποία παρατίθενται στο σημείο 2.4.2, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, ειδικών μέτρων για την υλοποίηση έργων κοινού ενδιαφέροντος (EKE) και άλλων βασικών έργων υποδομών

ii.

Περιφερειακή συνεργασία σε αυτόν τον τομέα (14)

iii.

Κατά περίπτωση, χρηματοδότηση μέτρων στον εν λόγω τομέα σε εθνικό επίπεδο, μεταξύ άλλων με τη στήριξη της Ένωσης και τη χρήση πόρων της Ένωσης

3.4.3.   Ενοποίηση της αγοράς

i.

Πολιτικές και μέτρα που σχετίζονται με τα στοιχεία τα οποία παρατίθενται στο σημείο 2.4.3

ii.

Μέτρα για αύξηση της ευελιξίας του ενεργειακού συστήματος όσον αφορά την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, όπως τα ευφυή δίκτυα, η συγκέντρωση, η ανταπόκριση στη ζήτηση, η αποθήκευση, η κατανεμημένη παραγωγή, οι μηχανισμοί διανομής, αναδιανομής και περιορισμού, οι ενδείξεις σχετικά με τις τιμές σε πραγματικό χρόνο, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης ενδοημερήσιας σύζευξης της αγοράς και διασυνοριακών αγορών εξισορρόπησης

iii.

Κατά περίπτωση, μέτρα για τη διασφάλιση της χωρίς διακρίσεις συμμετοχής της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, της ανταπόκρισης στη ζήτηση και της αποθήκευσης, μεταξύ άλλων μέσω συγκέντρωσης, σε όλες τις ενεργειακές αγορές

iv.

Πολιτικές και μέτρα για την προστασία των καταναλωτών, ειδικά των ευάλωτων και, κατά περίπτωση, εκείνων που πλήττονται από ενεργειακή πενία και τη βελτίωση του ανταγωνισμού και της διεκδικησιμότητας της λιανικής αγοράς ενέργειας

v.

Περιγραφή των μέτρων για τη διευκόλυνση και την ανάπτυξη της ανταπόκρισης στη ζήτηση, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που επιδρούν στις τιμές για να υποστηρίξουν τη δυναμική τιμολόγηση (15)

3.4.4.   Ενεργειακή φτώχεια

i.

Κατά περίπτωση, πολιτικές και μέτρα για την επίτευξη των στόχων που τίθενται στο σημείο 2.4.4

3.5.   Διάσταση έρευνας, καινοτομίας και ανταγωνιστικότητας

i.

Πολιτικές και μέτρα που σχετίζονται με τα στοιχεία τα οποία παρατίθενται στο σημείο 2.5

ii.

Κατά περίπτωση, συνεργασία με άλλα κράτη μέλη στον εν λόγω τομέα, συμπεριλαμβανομένων, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, πληροφοριών σχετικά με τον τρόπο μεταφοράς των στόχων και πολιτικών του σχεδίου ΣΕΤ σε εθνικό πλαίσιο

iii.

Κατά περίπτωση, χρηματοδότηση μέτρων στον εν λόγω τομέα σε εθνικό επίπεδο, μεταξύ άλλων με τη στήριξη της Ένωσης και τη χρήση πόρων της Ένωσης

ΤΜΗΜΑ B: ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΒΑΣΗ (16)

4.   ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΙΣ ΙΣΧΥΟΥΣΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΙΣΧΥΟΝΤΑ ΜΕΤΡΑ (17) , (18)

4.1.   Προβλεπόμενη εξέλιξη των κύριων εξωγενών παραγόντων που επηρεάζουν το ενεργειακό σύστημα και τις εξελίξεις όσον αφορά τις εκπομπές ΑτΘ

i.

Μακροοικονομικές προβλέψεις (ΑΕΠ και αύξηση πληθυσμού)

ii.

Τομεακές μεταβολές που αναμένεται να επηρεάσουν το ενεργειακό σύστημα και τις εκπομπές ΑτΘ

iii.

Παγκόσμιες ενεργειακές τάσεις, διεθνείς τιμές ορυκτών καυσίμων, τιμή διοξειδίου του άνθρακα βάσει του ΣΕΔΕ της ΕΕ

iv.

Εξελίξεις στο τεχνολογικό κόστος

4.2.   Διάσταση απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές

4.2.1.   Εκπομπές και απορροφήσεις ΑτΘ

i.

Τάσεις στις τρέχουσες εκπομπές και απορροφήσεις ΑτΘ στο ΣΕΔΕ της ΕΕ, στους τομείς επιμερισμού των προσπαθειών και LULUCF και στους διάφορους ενεργειακούς τομείς

ii.

Προβλέψεις σχετικά με τις τομεακές εξελίξεις όσον αφορά τις υφιστάμενες εθνικές και ενωσιακές πολιτικές και μέτρα τουλάχιστον έως το 2040 (συμπεριλαμβανομένου του έτους 2030)

4.2.2.   Ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές

i.

Τρέχον μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στη συνολική ακαθάριστη κατανάλωση τελικής ενέργειας και σε διάφορους τομείς (θέρμανση και ψύξη, ηλεκτρική ενέργεια και μεταφορές), καθώς επίσης ανά τεχνολογία σε καθέναν από τους εν λόγω τομείς

ii.

Ενδεικτικές προβλέψεις σχετικά με τις εξελίξεις όσον αφορά τις υφιστάμενες πολιτικές για το έτος 2030 (με προοπτική για το έτος 2040)

4.3.   Διάσταση ενεργειακής απόδοσης

i.

Τρέχουσα κατανάλωση πρωτογενούς και τελικής ενέργειας στην οικονομία και ανά τομέα (συμπεριλαμβανομένων της βιομηχανίας, της οικιακής κατανάλωσης, των υπηρεσιών και των μεταφορών)

ii.

Τρέχον δυναμικό για τη συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης και την αποδοτική τηλεθέρμανση και τηλεψύξη (19)

iii.

Προβλέψεις με συνυπολογισμό των υφιστάμενων πολιτικών, μέτρων και προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης, όπως περιγράφονται στο σημείο 1.2. ii) για την κατανάλωση πρωτογενούς και τελικής ενέργειας για κάθε τομέα τουλάχιστον έως το 2040 (συμπεριλαμβανομένου του έτους 2030) (20)

iv.

Επίπεδα βέλτιστου κόστους των απαιτήσεων ελάχιστης ενεργειακής απόδοσης που απορρέουν από εθνικούς υπολογισμούς, σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ

4.4.   Διάσταση ενεργειακής ασφάλειας

i.

Τρέχον ενεργειακό μείγμα, εγχώριες πηγές ενέργειας, εξάρτηση από εισαγωγές, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κινδύνων

ii.

Προβλέψεις σχετικά με τις εξελίξεις όσον αφορά τις υφιστάμενες πολιτικές και τα μέτρα τουλάχιστον έως το 2040 (συμπεριλαμβανομένου του έτους 2030)

4.5.   Διάσταση εσωτερικής αγοράς ενέργειας

4.5.1.   Διασυνδεσιμότητα ηλεκτρικής ενέργειας

i.

Τρέχον επίπεδο διασυνδεσιμότητας και κύριες γραμμές διασύνδεσης (21)

ii.

Προβλέψεις σχετικά με τις απαιτήσεις επέκτασης των γραμμών διασύνδεσης (συμπεριλαμβανομένου του έτους 2030) (22)

4.5.2.   Υποδομές μεταφοράς ενέργειας

i.

Βασικά χαρακτηριστικά των υφιστάμενων υποδομών μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και αερίου (23)

ii.

Προβλέψεις σχετικά με τις απαιτήσεις επέκτασης του δικτύου τουλάχιστον έως το 2040 (συμπεριλαμβανομένου του έτους 2030) (24)

4.5.3.   Αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και αερίου, τιμές ενέργειας

i.

Τρέχουσα κατάσταση των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και αερίου, συμπεριλαμβανομένων των τιμών της ενέργειας

ii.

Προβλέψεις σχετικά με τις εξελίξεις όσον αφορά τις υφιστάμενες πολιτικές και τα μέτρα τουλάχιστον έως το 2040 (συμπεριλαμβανομένου του έτους 2030)

4.6.   Διάσταση έρευνας, καινοτομίας και ανταγωνιστικότητας

i.

Τρέχουσα κατάσταση του τομέα τεχνολογιών χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών και, στο μέτρο του δυνατού, θέση του στην παγκόσμια αγορά (η ανάλυση αυτή θα πρέπει να γίνει σε ενωσιακό ή παγκόσμιο επίπεδο)

ii.

Τρέχον επίπεδο δαπανών για δημόσια και, εφόσον υπάρχει, ιδιωτική έρευνα σε τεχνολογίες χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, τρέχων αριθμός ευρεσιτεχνιών και τρέχων αριθμός ερευνητών

iii.

Ανάλυση των τρεχόντων στοιχείων των τιμών τα οποία αποτελούν τις τρεις βασικές συνιστώσες των τιμών (ενέργεια, δίκτυο, φόροι/εισφορές)

iv.

Περιγραφή των επιδοτήσεων ενέργειας, μεταξύ άλλων και για τα ορυκτά καύσιμα

5.   ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΡΩΝ (25)

5.1.   Επιπτώσεις των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων που περιγράφονται στο τμήμα 3 επί του ενεργειακού συστήματος και των εκπομπών και απορροφήσεων ΑτΘ, συμπεριλαμβανομένης σύγκρισης των προβλέψεων με βάση τις υφιστάμενες πολιτικές και μέτρα (όπως περιγράφεται στο τμήμα 4).

i.

Προβλέψεις για την ανάπτυξη του ενεργειακού συστήματος και των εκπομπών και απορροφήσεων ΑτΘ, καθώς επίσης, κατά περίπτωση, και των εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/2284 βάσει των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων τουλάχιστον έως δέκα έτη μετά την περίοδο που καλύπτεται από το σχέδιο (συμπεριλαμβανομένου του τελευταίου έτους της περιόδου που καλύπτεται από το σχέδιο), συμπεριλαμβανομένων σχετικών πολιτικών και μέτρων της Ένωσης.

ii.

Αξιολόγηση της αλληλεπίδρασης των πολιτικών (μεταξύ υφιστάμενων πολιτικών και μέτρων και προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων στο πλαίσιο μιας διάστασης πολιτικής και μεταξύ υφιστάμενων πολιτικών και μέτρων και προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων διαφορετικών διαστάσεων) τουλάχιστον έως το τελευταίο έτος της περιόδου που καλύπτεται από το σχέδιο, με σκοπό ιδίως την επίτευξη σαφούς κατανόησης του αντίκτυπου των πολιτικών ενεργειακής απόδοσης / εξοικονόμησης ενέργειας στο μέγεθος του ενεργειακού συστήματος και τη μείωση του κινδύνου άσκοπων επενδύσεων στον ενεργειακό εφοδιασμό

iii.

Αξιολόγηση των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των υφιστάμενων πολιτικών και μέτρων και των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων, και μεταξύ των εν λόγω πολιτικών και μέτρων και των μέτρων της Ένωσης για το κλίμα και την ενέργεια

5.2.   Μακροοικονομικές επιπτώσεις και, στο μέτρο του δυνατού, επιπτώσεις στην υγεία, το περιβάλλον, την απασχόληση και την εκπαίδευση, επιπτώσεις στις ικανότητες και κοινωνικές επιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένων των πτυχών δίκαιης μετάβασης (από άποψη κόστους και ωφελειών καθώς επίσης και σχέσης κόστους/απόδοσης) των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων που περιγράφονται στο τμήμα 3 τουλάχιστον έως το τελευταίο έτος της περιόδου που καλύπτεται από το σχέδιο, συμπεριλαμβανομένης σύγκρισης με προβλέψεις βάσει των υφιστάμενων πολιτικών και μέτρων

5.3.   Επισκόπηση των επενδυτικών αναγκών

i.

υφιστάμενες επενδυτικές ροές και παραδοχές προβλεπόμενων επενδύσεων όσον αφορά τις προγραμματισμένες πολιτικές και μέτρα

ii.

παράγοντες κινδύνου τομέα ή αγοράς ή εμπόδια στο εθνικό ή περιφερειακό πλαίσιο

iii.

ανάλυση της πρόσθετης δημόσιας χρηματοδοτικής στήριξης ή της παροχής πόρων για την κάλυψη κενών που έχουν εντοπιστεί στο πλαίσιο του σημείου ii

5.4.   Επιπτώσεις των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων που περιγράφονται στο τμήμα 3 σε άλλα κράτη μέλη και στην περιφερειακή συνεργασία τουλάχιστον έως το τελευταίο έτος της περιόδου που καλύπτεται από το σχέδιο, συμπεριλαμβανομένης σύγκρισης με προβλέψεις βάσει των υφιστάμενων πολιτικών και μέτρων

i.

Επιπτώσεις στο ενεργειακό σύστημα στα γειτονικά και άλλα κράτη μέλη στην περιφέρεια, στο μέτρο του δυνατού

ii.

Επιπτώσεις στις τιμές της ενέργειας, τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας και την ενοποίηση της αγοράς ενέργειας

iii.

Κατά περίπτωση, επιπτώσεις στην περιφερειακή συνεργασία

Μέρος 2

Κατάλογος παραμέτρων και μεταβλητών που πρέπει να αναφέρονται στο τμήμα B των εθνικών σχεδίων (26) (27) (28) (29)

Οι ακόλουθες παράμετροι, μεταβλητές, ενεργειακά ισοζύγια και δείκτες πρέπει να αναφέρονται στο τμήμα Β «Αναλυτική βάση» των εθνικών σχεδίων, αν χρησιμοποιούνται:

1.   Γενικές παράμετροι και μεταβλητές

1)

Πληθυσμός [εκατομμύρια]

2)

ΑΕΠ [εκατομμύρια ευρώ]

3)

Τομεακή ακαθάριστη προστιθέμενη αξία (συμπεριλαμβανομένων των κύριων βιομηχανικών, κατασκευαστικών, υπηρεσιακών και αγροτικών τομέων) [εκατομμύρια ευρώ]

4)

Αριθμός νοικοκυριών [χιλιάδες]

5)

Μέγεθος νοικοκυριού [ένοικοι/νοικοκυριό]

6)

Διαθέσιμο εισόδημα νοικοκυριών [ευρώ]

7)

Αριθμός επιβατοχιλιομέτρων: όλοι οι τρόποι μεταφοράς, π.χ. κατανομή μεταξύ οδικών (τα αυτοκίνητα και τα λεωφορεία θα πρέπει να διαχωρίζονται εφόσον είναι εφικτό), σιδηροδρομικών, αεροπορικών μεταφορών και εγχώριας ναυσιπλοΐας (κατά περίπτωση) [εκατομμύρια pkm]

8)

Τονοχιλιόμετρα μεταφοράς εμπορευμάτων: όλοι οι τρόποι μεταφοράς εκτός της διεθνούς ναυτιλίας, π.χ. κατανομή μεταξύ οδικών, σιδηροδρομικών, αεροπορικών μεταφορών και εγχώριας ναυσιπλοΐας (εσωτερική ναυσιπλοΐα και εθνική ναυτιλία) [εκατομμύρια tkm]

9)

Διεθνείς τιμές εισαγωγών πετρελαίου, φυσικού αερίου και γαιάνθρακα [EUR/GJ ή EUR/ΤΙΠ] με βάση τις συστάσεις της Επιτροπής

10)

Τιμή του ΣΕΔΕ της ΕΕ για το διοξείδιο του άνθρακα [EUR/EUA] με βάση τις συστάσεις της Επιτροπής

11)

Παραδοχές περί συναλλαγματικών ισοτιμιών μετατροπής σε EUR και σε USD (κατά περίπτωση) [EUR/νόμισμα και USD/νόμισμα]

12)

Αριθμός βαθμοημερών θέρμανσης (HDD)

13)

Αριθμός βαθμοημερών ψύξης (CDD)

14)

Παραδοχές περί τεχνολογικού κόστους που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη μοντελοποίηση των κύριων συναφών τεχνολογιών

2.   Ενεργειακά ισοζύγια και δείκτες

2.1.   Ενεργειακός εφοδιασμός

1)

Εγχώρια παραγωγή ανά τύπο καυσίμου (όλα τα ενεργειακά προϊόντα που παράγονται σε σημαντικές ποσότητες) [χΤΙΠ (ktoe) (χιλιότονοι ισοδυνάμου πετρελαίου)]

2)

Καθαρές εισαγωγές ανά τύπο καυσίμου (συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρικής ενέργειας και της κατανομής σε ενδοευρωπαϊκές και εξωευρωπαϊκές καθαρές εισαγωγές [χΤΙΠ]

3)

Εξάρτηση από εισαγωγές από τρίτες χώρες [%]

4)

Κύριες πηγές εισαγωγών (χώρες) για τους κύριους φορείς ενέργειας (συμπεριλαμβανομένου του αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας)

5)

Ακαθάριστη εσωτερική κατανάλωση ανά πηγή τύπου καυσίμου (συμπεριλαμβανομένων στερεών, όλων των ενεργειακών προϊόντων: γαιάνθρακας, αργό πετρέλαιο και πετρελαϊκά προϊόντα, φυσικό αέριο, πυρηνική ενέργεια, ηλεκτρική ενέργεια, παραγόμενη θερμότητα, ανανεώσιμες πηγές, απόβλητα) [χΤΙΠ]

2.2.   Ηλεκτρική ενέργεια και θέρμανση

1)

Ακαθάριστη ηλεκτροπαραγωγή [GWh]

2)

Ακαθάριστη ηλεκτροπαραγωγή ανά καύσιμο (όλα τα ενεργειακά προϊόντα) [GWh]

3)

Μερίδιο της συνδυασμένης παραγωγής θερμότητας και ηλεκτρικής ισχύος επί της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας [ποσοστό επί τοις εκατό]

4)

Δυναμικότητα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ανά πηγή συμπεριλαμβανομένων των αποσύρσεων και όλων των νέων επενδύσεων [MW]

5)

Παραγωγή θερμότητας από θερμική ηλεκτροπαραγωγή

6)

Παραγωγή θερμότητας από εγκαταστάσεις συνδυασμένης παραγωγής θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της θερμότητας από βιομηχανικά απόβλητα

7)

Δυναμικότητες διασυνοριακής διασύνδεσης για το αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια [Ορισμός ηλεκτρικής ενέργειας σύμφωνα με την έκβαση των υπό εξέλιξη συζητήσεων στη βάση της επιδίωξης διασυνδεσιμότητας 15 %] και των προβλεπόμενων ποσοστών χρήσης τους

2.3.   Τομέας μετατροπής

1)

Εισροές καυσίμου στη θερμική ηλεκτροπαραγωγή (συμπεριλαμβανομένων στερεών, πετρελαίου, αερίου) [χΤΙΠ]

2)

Εισροές καυσίμου σε άλλες διαδικασίες μετατροπής [χΤΙΠ]

2.4.   Κατανάλωση ενέργειας

1)

Κατανάλωση πρωτογενούς και τελικής ενέργειας [χΤΙΠ]

2)

Κατανάλωση τελικής ενέργειας ανά τομέα (συμπεριλαμβανομένων βιομηχανικού, οικιστικού, τριτογενή, γεωργικού και μεταφορών (συμπεριλαμβανομένης κατανομής μεταξύ επιβατών και εμπορευμάτων, όταν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία)) [χΤΙΠ]

3)

Κατανάλωση τελικής ενέργειας ανά καύσιμο (όλα τα ενεργειακά προϊόντα) [χΤΙΠ]

4)

Μη ενεργειακή κατανάλωση τελικής ενέργειας [χΤΙΠ]

5)

Ένταση πρωτογενούς ενέργειας της συνολικής οικονομίας (κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας ανά ΑΕΠ [toe/EUR]

6)

Ένταση τελικής ενέργειας ανά τομέα (συμπεριλαμβανομένων βιομηχανικού, οικιστικού, τριτογενούς και μεταφορών επιβατών (συμπεριλαμβανομένων κατανομής μεταξύ επιβατών και εμπορευμάτων, όταν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία), μεταφορών εμπορευμάτων)

2.5.   Τιμές

1)

Τιμές ηλεκτρικής ενέργειας ανά τύπο τομέα χρήσης (οικιακό, βιομηχανικό, τριτογενή)

2)

Εθνικές τιμές λιανικής καυσίμου (συμπεριλαμβανομένων φόρων, ανά πηγή και τομέα) [EUR/χΤΙΠ]

2.6.   Επενδύσεις

Δαπάνες επενδύσεων στους τομείς μετατροπής, παροχής, μεταφοράς και διανομής ενέργειας

2.7.   Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

1)

Ακαθάριστη κατανάλωση τελικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη κατανάλωση τελικής ενέργειας ανά τομέα (ηλεκτρική ενέργεια, θέρμανση και ψύξη, μεταφορές) και ανά τεχνολογία

2)

Παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας από ανανεώσιμες πηγές στα κτίρια· αυτό περιλαμβάνει, εφόσον διατίθενται, αναλυτικά δεδομένα σχετικά με την ενέργεια που παράγεται, καταναλώνεται και διοχετεύεται στο δίκτυο μέσω των ηλιακών φωτοβολταϊκών συστημάτων, των ηλιακών θερμικών συστημάτων, της βιομάζας, των αντλιών θέρμανσης, των γεωθερμικών συστημάτων, καθώς επίσης όλων των άλλων αποκεντρωμένων συστημάτων ανανεώσιμων πηγών)

3)

Κατά περίπτωση, άλλες εθνικές πορείες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είναι μακροπρόθεσμες ή τομεακές (μερίδιο των βιοκαυσίμων που βασίζονται στις τροφές και των προηγμένων βιοκαυσίμων, μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην τηλεθέρμανση, καθώς επίσης και ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που παράγεται από πόλεις και κοινότητες ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

3.   Δείκτες σχετικοί με τις εκπομπές και τις απορροφήσεις ΑτΘ

1)

Εκπομπές ΑτΘ ανά τομέα πολιτικής (ΣΕΔΕ της ΕΕ, επιμερισμός των προσπαθειών και LULUCF)

2)

Εκπομπές ΑτΘ ανά τομέα της διακυβερνητικής επιτροπής για την κλιματική αλλαγή και ανά αέριο (όπου αρμόζει να διακρίνονται μεταξύ ΣΕΔΕ της ΕΕ και τομέων επιμερισμού των προσπαθειών (ESD)) [tCO2eq]

3)

Ένταση άνθρακα της συνολικής οικονομίας [tCO2eq/ΑΕΠ]

4)

Δείκτες σχετικοί με τις εκπομπές CO2

α)

Ένταση ΑτΘ της εγχώριας παραγωγής θερμότητας και ηλεκτρικής ισχύος [tCO2eq/MWh]

β)

Ένταση ΑτΘ της τελικής κατανάλωσης ενέργειας ανά τομέα [tCO2eq/toe]

5)

Παράμετροι που δεν σχετίζονται με τις εκπομπές CO2

α)

Ζωικό κεφάλαιο: γαλακτοπαραγωγικά βοοειδή [1 000 κεφάλια], μη γαλακτοπαραγωγικά βοοειδή [1 000 κεφάλια], πρόβατα [1 000 κεφάλια], χοίροι [1 000 κεφάλια], πουλερικά [1 000 κεφάλια]

β)

Εισροή αζώτου από τη χρήση συνθετικών λιπασμάτων [kt αζώτου]

γ)

Εισροή αζώτου από τη χρήση κόπρου [kt αζώτου]

δ)

Δέσμευση αζώτου από καλλιέργειες που δεσμεύουν το N [kt αζώτου]

ε)

Άζωτο σε υπολείμματα καλλιεργειών που επιστρέφουν στο έδαφος [kt αζώτου]

στ)

Περιοχή καλλιεργούμενων οργανικών εδαφών [εκτάρια]

ζ)

Παραγωγή στερεών αστικών αποβλήτων (MSW)

η)

Αστικά στερεά απόβλητα (MSW) που καταλήγουν σε χώρους υγειονομικής ταφής

θ)

Μερίδιο ανάκτησης CH4 επί της συνολικής παραγωγής CH4 από χώρους υγειονομικής ταφής αποβλήτων [%]


(1)  Οφείλεται να διασφαλιστεί η συνέπεια με τις μακροπρόθεσμες στρατηγικές δυνάμει του άρθρου 15.

(2)  Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 347/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2013, σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις διευρωπαϊκές ενεργειακές υποδομές, την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1364/2006/ΕΚ και την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 713/2009, (ΕΚ) αριθ. 714/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 (ΕΕ L 115 της 25.4.2013, σ. 39).

(3)  Κατά τον σχεδιασμό των εν λόγω μέτρων, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη το τέλος του κύκλου ζωής των υφιστάμενων εγκαταστάσεων και τις δυνατότητες ανανέωσης σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές.

(4)  Σύμφωνα με το άρθρο 2α της οδηγίας 2010/31/ΕΕ.

(5)  Σύμφωνα με το άρθρο 18 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ.

(6)  Σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ.

(7)  Σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 17 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ.

(8)  Σύμφωνα με το άρθρο 19 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ.

(9)  Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ.

(10)  Οι πολιτικές και τα μέτρα αντικατοπτρίζουν την πρώτη αρχή της προτεραιότητας της ενεργειακής απόδοσης.

(11)  Θα πρέπει να διασφαλιστεί η συνοχή με τα σχέδια προληπτικής δράσης και έκτακτης ανάγκης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1938 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2017, σχετικά με τα μέτρα κατοχύρωσης της ασφάλειας εφοδιασμού με αέριο και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 994/2010 (ΕΕ L 280 της 28.10.2017, σ. 1), καθώς και με τα σχέδια ετοιμότητας αντιμετώπισης κινδύνων, στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) 2018/2001 [όπως προτείνεται από το έγγραφο COM(2016) 862 για την ετοιμότητα αντιμετώπισης κινδύνων στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και για την κατάργηση της οδηγίας 2005/89/ΕΚ].

(12)  Οι πολιτικές και τα μέτρα αντικατοπτρίζουν την πρώτη αρχή της προτεραιότητας της ενεργειακής απόδοσης.

(13)  Πέραν των περιφερειακών ομάδων έργων κοινού ενδιαφέροντος (EKE) που θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 347/2013.

(14)  Πέραν των περιφερειακών ομάδων έργων κοινού ενδιαφέροντος (EKE) που θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 347/2013.

(15)  Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 8 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ.

(16)  Βλ. μέρος 2 για λεπτομερή λίστα των παραμέτρων και των μεταβλητών που θα πρέπει να αναφερθούν στο τμήμα Β του σχεδίου.

(17)  Η τρέχουσα κατάσταση ανταποκρίνεται στην ημερομηνία υποβολής του εθνικού σχεδίου (ή την πιο πρόσφατη διαθέσιμη ημερομηνία). Οι υφιστάμενες πολιτικές και τα μέτρα περιλαμβάνουν εφαρμοζόμενες και θεσπισμένες πολιτικές και μέτρα. Οι θεσπισμένες πολιτικές και τα θεσπισμένα μέτρα είναι εκείνα για τα οποία έχει ληφθεί επίσημη κυβερνητική απόφαση από την ημερομηνία υποβολής του εθνικού σχεδίου και για τα οποία υπάρχει σαφής δέσμευση για την εφαρμογή τους. Οι εφαρμοζόμενες πολιτικές και τα εφαρμοζόμενα μέτρα είναι εκείνα για τα οποία ισχύει ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω κατά την ημερομηνία υποβολής του ενοποιημένου εθνικού σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα ή των ενοποιημένων εθνικών εκθέσεων προόδου για την ενέργεια και το κλίμα: άμεσα εφαρμοστέα ενωσιακή νομοθεσία ή εθνική νομοθεσία είναι σε ισχύ, μία ή περισσότερες εθελούσιες συμφωνίες έχουν θεσπιστεί, έχουν διατεθεί οι οικονομικοί πόροι, έχουν κινητοποιηθεί οι ανθρώπινοι πόροι.

(18)  Η επιλογή εξωγενών παραγόντων μπορεί να βασίζεται στις υποθέσεις του σεναρίου αναφοράς της ΕΕ για το 2016 ή σε άλλα επακόλουθα σενάρια πολιτικής για τις ίδιες μεταβλητές. Επιπρόσθετα, τα ειδικά ανά κράτος μέλος αποτελέσματα του σεναρίου αναφοράς της ΕΕ για το 2016, καθώς επίσης και τα αποτελέσματα των επακόλουθων σεναρίων πολιτικής ενδέχεται να αποδειχθούν χρήσιμη πηγή πληροφοριών κατά την κατάρτιση εθνικών προβλέψεων με βάση τις υφιστάμενες πολιτικές και μέτρα και τις εκτιμήσεις επιπτώσεων.

(19)  Σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ.

(20)  Αυτή η πρόβλεψη αναφοράς βασισμένη στο ισχύον καθεστώς αποτελεί τη βάση για την επιδίωξη κατανάλωσης πρωτογενούς και τελικής ενέργειας για το 2030 που περιγράφεται στο σημείο 2.3 και τους συντελεστές μετατροπής.

(21)  Με αναφορά σε επισκοπήσεις των υφιστάμενων υποδομών μεταφοράς από διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς (ΔΣΜ).

(22)  Με αναφορά στα σχέδια ανάπτυξης του εθνικού δικτύου και τα σχέδια περιφερειακών επενδύσεων των ΔΣΜ.

(23)  Με αναφορά στις επισκοπήσεις των υφιστάμενων υποδομών μεταφοράς από τους ΔΣΜ.

(24)  Με αναφορά στα σχέδια ανάπτυξης του εθνικού δικτύου και τα σχέδια περιφερειακών επενδύσεων των ΔΣΜ.

(25)  Οι προγραμματισμένες πολιτικές και τα προγραμματισμένα μέτρα αποτελούν επιλογές υπό συζήτηση και έχουν βάσιμες πιθανότητες έγκρισης και εφαρμογής μετά την ημερομηνία υποβολής του εθνικού σχεδίου. Οι προβλέψεις που προκύπτουν βάσει του τμήματος 5.1.i θα πρέπει συνεπώς να περιλαμβάνουν όχι μόνο τις εφαρμοζόμενες και τις θεσπισμένες πολιτικές και μέτρα (προβλέψεις βάσει υφιστάμενων πολιτικών και μέτρων), αλλά επίσης τις προγραμματισμένες πολιτικές και τα προγραμματισμένα μέτρα.

(26)  Σχετικά με το σχέδιο που καλύπτει την περίοδο από το 2021 έως το 2030: Για κάθε παράμετρο/μεταβλητή της λίστας, θα πρέπει να αναφέρονται οι τάσεις κατά τα έτη 2005-2040 (2005-2050 όπου κρίνεται κατάλληλο) συμπεριλαμβανομένου του έτους 2030 σε πενταετή διαστήματα τόσο στο τμήμα 4 όσο και στο τμήμα 5. Θα πρέπει να υποδεικνύεται η παράμετρος βάσει εξωγενών παραδοχών έναντι της τιμής υπολογισμού βάσει του μοντέλου.

(27)  Στο μέτρο του δυνατού, τα αναφερόμενα δεδομένα και οι προβλέψεις βασίζονται και συνάδουν με τα δεδομένα και τη μεθοδολογία της EUROSTAT που χρησιμοποιούνται για την υποβολή έκθεσης των ευρωπαϊκών στατιστικών στοιχείων στη σχετική τομεακή νομοθεσία, καθώς οι ευρωπαϊκές στατιστικές αποτελούν την πρωταρχική πηγή στατιστικών δεδομένων που χρησιμοποιούνται για την υποβολή εκθέσεων και την παρακολούθηση, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009 σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές.

(28)  Σημείωση: όλες οι προβλέψεις θα πρέπει να πραγματοποιούνται βάσει σταθερών τιμών (χρησιμοποιούνται οι τιμές 2016 ως έτος αναφοράς)

(29)  Η Επιτροπή θα παρέχει συστάσεις σχετικά με τις βασικές παραμέτρους για τις προβλέψεις, καλύπτοντας τουλάχιστον τις τιμές εισαγωγών πετρελαίου, αερίου και γαιάνθρακα, καθώς και τις τιμές του ΣΕΔΕ της ΕΕ για το διοξείδιο του άνθρακα.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΕΘΝΙΚΕΣ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΡΙΔΙΟ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΑΠΟ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ ΣΤΗΝ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΤΕΛΙΚΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΤΟ 2030

1.

Ο ακόλουθος ενδεικτικός τύπος αντιπροσωπεύει τα αντικειμενικά κριτήρια που απαριθμούνται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο ε) σημεία i) έως v), το καθένα από τα οποία εκφράζεται σε ποσοστιαίες μονάδες:

α)

η δεσμευτική εθνική επιδίωξη του κράτους μέλους για το 2020, όπως ορίζεται στην τρίτη στήλη του πίνακα στο παράρτημα I της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

β)

μια κατ' αποκοπήν συνεισφορά («CFlat»),

γ)

μια συνεισφορά με βάση το κατά κεφαλήν ΑΕΠ («CGDP»),

δ)

μια συνεισφορά με βάση το δυναμικό («CPotential»),

ε)

μια συνεισφορά που αντανακλά το επίπεδο διασύνδεσης του κράτους μέλους («CInterco»).

2.

Η συνεισφορά CFlat είναι ίδια για όλα τα κράτη μέλη. Το άθροισμα των CFlat όλων των κρατών μελών ισοδυναμεί με το 30 % της διαφοράς μεταξύ των επιδιώξεων της Ένωσης για το 2030 και το 2020.

3.

Η συνεισφορά CGDP κατανέμεται μεταξύ των κρατών μελών με βάση τον δείκτη του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Eurostat ο οποίος έχει ως σημείο αναφοράς τον μέσο όρο της Ένωσης για την περίοδο από το 2013 έως το 2017, εκπεφρασμένο σε μονάδα αγοραστικής δύναμης, και του οποίου το ανώτατο όριο για κάθε επιμέρους κράτος μέλος είναι το 150 % του μέσου όρου της Ένωσης. Το άθροισμα των CGDP όλων των κρατών μελών ισοδυναμεί με το 30 % της διαφοράς μεταξύ των επιδιώξεων της Ένωσης για το 2030 και το 2020.

4.

Η συνεισφορά CPotential κατανέμεται μεταξύ των κρατών μελών με βάση την διαφορά μεταξύ του μεριδίου ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ενός κράτους μέλους το 2030, όπως παρουσιάζεται στο σενάριο PRIMES και της εθνικής δεσμευτικής επιδίωξής του για το 2020. Το άθροισμα των CPotential όλων των κρατών μελών ισοδυναμεί με το 30 % της διαφοράς μεταξύ των επιδιώξεων της Ένωσης για το 2030 και το 2020.

5.

Η συνεισφορά CInterco κατανέμεται μεταξύ των κρατών μελών με βάση έναν δείκτη του μεριδίου της διασύνδεσης ηλεκτρικής ενέργειας ο οποίος έχει ως σημείο αναφοράς τον μέσο όρο της Ένωσης το 2017, μετρούμενο με την καθαρή δυναμικότητα μεταφοράς επί της συνολικής εγκατεστημένης δυναμικότητας παραγωγής, και του οποίου το ανώτατο όριο για κάθε επιμέρους κράτος μέλος είναι το 150 % του μέσου όρου της Ένωσης. Το άθροισμα των CInterco όλων των κρατών μελών ισοδυναμεί με το 10 % της διαφοράς μεταξύ των επιδιώξεων της Ένωσης για το 2030 και το 2020.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΩΝ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 7 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2012/27/ΕΕ

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή την προτεινόμενη λεπτομερή μεθοδολογία τους δυνάμει του παραρτήματος V σημείο 5 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ για τη λειτουργία των καθεστώτων επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης και των εναλλακτικών μέτρων που αναφέρονται στα άρθρα 7α και 7β και στο άρθρο 20 παράγραφος 6 της εν λόγω οδηγίας.

1.   Υπολογισμός του επιπέδου των απαιτήσεων εξοικονόμησης ενέργειας που πρέπει να επιτευχθούν στο σύνολο της περιόδου από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2030, υποδεικνύοντας τον τρόπο που λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

η ετήσια τελική κατανάλωση ενέργειας κατά μέσο όρο για την πιο πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019 [σε χΤΙΠ],

β)

το συνολικό σωρευτικό ποσό εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση που θα επιτευχθεί [σε χΤΙΠ], σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

γ)

δεδομένα που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της τελικής κατανάλωσης ενέργειας και τις πηγές των δεδομένων αυτών, συμπεριλαμβανομένων της αιτιολόγησης για τη χρήση εναλλακτικών στατιστικών πηγών και τυχόν διαφορών των ποσοτήτων που προκύπτουν (σε περίπτωση χρήσης άλλων πηγών πέραν της Eurostat).

2.   Τα κράτη μέλη που αποφασίζουν να χρησιμοποιήσουν οποιαδήποτε από τις δυνατότητες που παρέχει το άρθρο 7 παράγραφος 2 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ κοινοποιούν επίσης τον υπολογισμό τους για το επίπεδο της απαίτησης εξοικονόμησης ενέργειας που πρέπει να επιτευχθεί για το σύνολο της περιόδου από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31 Δεκεμβρίου 2030, παρουσιάζοντας τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνονται επίσης υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

το δικό τους ετήσιο ποσοστό αποταμίευσης,

β)

το δικό τους σενάριο υπολογισμού και η ενέργεια που χρησιμοποιείται σε μεταφορές, εν όλω ή εν μέρει, και εξαιρείται από τον υπολογισμό [σε χΤΙΠ],

γ)

υπολογιζόμενη σωρευτική ποσότητα της εξοικονόμησης ενέργειας για το σύνολο της περιόδου από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2030 (πριν από την εφαρμογή των επιλογών που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχεία β) έως ζ) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ) [σε χΤΙΠ],

δ)

εφαρμογή των επιλογών που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχεία β) έως ζ) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ:

i)

τελική κατανάλωση ενέργειας σε βιομηχανικές δραστηριότητες [σε χΤΙΠ] οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ εξαιρείται από τον υπολογισμό, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχείο β) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

ii)

ποσότητα εξοικονόμησης ενέργειας [σε χΤΙΠ] που επιτυγχάνεται στους τομείς ενεργειακής μετατροπής, διανομής και μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων των αποτελεσματικών υποδομών τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχείο γ) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

iii)

ποσότητα εξοικονόμησης ενέργειας [σε χΤΙΠ] που προκύπτει από μεμονωμένες δράσεις οι οποίες υλοποιήθηκαν για πρώτη φορά από την 31η Δεκεμβρίου 2008 και συνεχίζουν να έχουν επιπτώσεις το 2020 και έπειτα, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχείο δ) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

iv)

ποσότητα εξοικονόμησης ενέργειας [σε χΤΙΠ] που προκύπτει από μέτρα πολιτικής, υπό τον όρο ότι μπορεί να αποδειχθεί ότι τα εν λόγω μέτρα πολιτικής έχουν ως αποτέλεσμα επιμέρους δράσεις που πραγματοποιήθηκαν από την 1η Ιανουαρίου 2018 και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2020, οι οποίες αποφέρουν εξοικονομήσεις μετά την 31η Δεκεμβρίου 2020, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχείο ε) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

v)

ποσότητα ενέργειας που παράγεται [σε χΤΙΠ] σε κτίρια για ιδία χρήση ως συνέπεια μέτρων πολιτικής που προάγουν τη νέα εγκατάσταση τεχνολογιών που βασίζονται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχείο στ) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

vi)

ποσότητα εξοικονόμησης ενέργειας [σε χΤΙΠ] που υπερβαίνει τη σωρευτική εξοικονόμηση ενέργειας που απαιτείται κατά την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020, την οποία τα κράτη μέλη υπολογίζουν για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2030, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχείο ζ) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

ε)

συνολική σωρευτική ποσότητα εξοικονόμησης ενέργειας (ύστερα από την εφαρμογή των επιλογών που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχεία β) έως ζ) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ).

3.   Μέτρα πολιτικής σχετικά με την επίτευξη της απαίτησης για εξοικονόμηση η οποία αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ:

3.1.   Καθεστώτα επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 7α της οδηγίας 2012/27/ΕΕ:

α)

περιγραφή του καθεστώτος επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης,

β)

αναμενόμενη σωρευτική και ετήσια ποσότητα εξοικονόμησης και διάρκεια της περιόδου ή των περιόδων υποχρέωσης,

γ)

υπόχρεα συμβαλλόμενα μέρη και οι υποχρεώσεις τους,

δ)

στοχευόμενοι τομείς,

ε)

επιλέξιμες ενέργειες που προβλέπονται στο πλαίσιο του μέτρου,

στ)

πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή των ακόλουθων διατάξεων της οδηγίας 2012/27/ΕΕ:

i)

κατά περίπτωση, ειδικές δράσεις, μερίδιο της εξοικονόμησης που πρέπει να επιτευχθεί στα νοικοκυριά που πλήττονται από ενεργειακή φτώχεια σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 11,

ii)

εξοικονόμηση που επιτυγχάνεται από παρόχους ενεργειακών υπηρεσιών ή άλλα τρίτα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με το άρθρο 7α παράγραφος 6 στοιχείο α),

iii)

«τραπεζικές συναλλαγές και δανειοληψία» σύμφωνα με το άρθρο 7α παράγραφος 6 στοιχείο β),

ζ)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με την εμπορία της εξοικονόμησης ενέργειας.

3.2   Εναλλακτικά μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 7β και το άρθρο 20 παράγραφος 6 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ (εκτός φορολόγησης):

α)

τύπος μέτρου πολιτικής,

β)

σύντομη περιγραφή του μέτρου πολιτικής συμπεριλαμβανομένων των χαρακτηριστικών σχεδιασμού για κάθε μέτρο πολιτικής που έχει κοινοποιηθεί,

γ)

αναμενόμενη συνολική σωρευτική και ετήσια ποσότητα εξοικονόμησης ανά μέτρο και/ή ποσότητα εξοικονόμησης ενέργειας σχετικά με οποιαδήποτε ενδιάμεση περίοδο,

δ)

δημόσιες αρχές επιβολής, συμμετέχοντα ή εξουσιοδοτηθέντα μέρη και οι ευθύνες τους σχετικά με την εφαρμογή του μέτρου ή των πολιτικής,

ε)

στοχευόμενοι τομείς,

στ)

επιλέξιμες ενέργειες που προβλέπονται στο πλαίσιο του μέτρου,

ζ)

κατά περίπτωση, συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής ή μεμονωμένες ενέργειες που στοχεύουν στην αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας.

3.3.   Πληροφορίες σχετικά με τα φορολογικά μέτρα:

α)

σύντομη περιγραφή του φορολογικού μέτρου,

β)

διάρκεια του φορολογικού μέτρου,

γ)

δημόσια αρχή επιβολής,

δ)

αναμενόμενη σωρευτική και ετήσια ποσότητα εξοικονόμησης ανά μέτρο,

ε)

στοχευόμενοι τομείς και κατηγορίες φορολογουμένων,

στ)

μεθοδολογία υπολογισμού, συμπεριλαμβανομένων των ελαστικοτήτων των τιμών που χρησιμοποιούνται και του τρόπου με τον οποίο έχουν καθοριστεί, σύμφωνα με το παράρτημα V σημείο 4 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ.

4.   Μεθοδολογία υπολογισμού για τα μέτρα όπως κοινοποιήθηκε βάσει των άρθρων 7α και 7β και του άρθρου 20 παράγραφος 6 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ (εκτός των φορολογικών μέτρων):

α)

μέθοδοι μετρήσεων που χρησιμοποιήθηκαν και αναφέρονται στο παράρτημα V σημείο 1 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

β)

μέθοδος έκφρασης της εξοικονόμησης ενέργειας (εξοικονόμηση πρωτογενούς ή τελικής ενέργειας),

γ)

διάρκεια ζωής των μέτρων, ρυθμός με τον οποίο οι εξοικονομήσεις μειώνονται με τον χρόνο και προσέγγιση που χρησιμοποιήθηκε προκειμένου να ληφθεί υπόψη η διάρκεια ζωής της εξοικονόμησης,

δ)

σύντομη περιγραφή της μεθοδολογίας υπολογισμού συμπεριλαμβανομένου του τρόπου διασφάλισης της προσθετικότητας και της σημαντικότητας της εξοικονόμησης, καθώς και ποιες μεθοδολογίες και κριτήρια αναφοράς χρησιμοποιούνται για τις προβλεπόμενες και τις κλιμακωτές εξοικονομήσεις,

ε)

πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης ενδεχόμενων επικαλύψεων μεταξύ των μέτρων και των μεμονωμένων δράσεων προκειμένου να αποφευχθεί η διπλή μέτρηση των εξοικονομήσεων ενέργειας,

στ)

κατά περίπτωση, κλιματικές διαφοροποιήσεις και προσέγγιση που χρησιμοποιήθηκε.

5.   Παρακολούθηση και επαλήθευση

α)

σύντομη περιγραφή του συστήματος παρακολούθησης και επαλήθευσης και της διαδικασίας επαλήθευσης,

β)

δημόσια αρχή επιβολής και κύριες αρμοδιότητές της ως υπεύθυνης του συστήματος παρακολούθησης και επαλήθευσης σχετικά με το καθεστώς επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης ή των εναλλακτικών μέτρων,

γ)

εξάρτηση της παρακολούθησης και της επαλήθευσης από τα υπόχρεα, τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα συμβαλλόμενα μέρη,

δ)

στατιστικά σημαντική αναλογία των μέτρων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης και αναλογία και κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν για τον προσδιορισμό και την επιλογή αντιπροσωπευτικού δείγματος,

ε)

υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων για τα υπόχρεα μέρη (εξοικονόμηση που επιτεύχθηκε από κάθε υπόχρεο μέρος ή κάθε υποκατηγορία του υπόχρεου μέρους και συνολική εξοικονόμηση στο πλαίσιο του καθεστώτος),

στ)

δημοσίευση της εξοικονόμησης ενέργειας που επιτυγχάνεται (κάθε χρόνο) στο πλαίσιο του καθεστώτος επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης και των εναλλακτικών μέτρων,

ζ)

πληροφορίες σχετικά με το δίκαιο των κρατών μελών για τις κυρώσεις που θα επιβληθούν σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης,

η)

πληροφορίες σχετικά με τα προβλεπόμενα μέτρα πολιτικής που προβλέπονται σε περίπτωση που η πρόοδος δεν είναι ικανοποιητική.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ

1.   ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΩΝ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ

1.1.   Συνοπτική παρουσίαση

1.2.   Νομικό και πολιτικό πλαίσιο

1.3.   Δημόσια διαβούλευση

2.   ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ

2.1.   ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΤΘ ΚΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΡΡΟΦΉΣΕΩΝ ΑΠΟ ΚΑΤΑΒΟΘΡΕΣ

2.1.1.   Προβλεπόμενες μειώσεις εκπομπών και ενίσχυση των απορροφήσεων από καταβόθρες έως το 2050

2.1.2.   Εθνική επιδίωξη για το 2030 και εξής, εφόσον διατίθενται στοιχεία, και ενδεικτικά ορόσημα για το 2040 και 2050

2.1.3.   Πολιτικές και μέτρα προσαρμογής

2.2.   ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΑΠΟ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ

2.2.1   Στο μέτρο του δυνατού, το εκτιμώμενο πιθανό μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην τελική κατανάλωση ενέργειας έως το 2050

2.3.   ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

2.3.1.   Στο μέτρο του δυνατού, η εκτιμώμενη πιθανή κατανάλωση ενέργειας έως το 2050

2.4.   ΕΙΔΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΑΝΑ ΤΟΜΕΑ

2.4.1.   Ενεργειακό σύστημα

2.4.1.1.   Προβλεπόμενη ή δυνητική μελλοντική πορεία ή εύρος των εκπομπών

2.4.1.2.   Γενική περιγραφή των βασικών φορέων ώθησης της ενεργειακής απόδοσης και της ευελιξίας από την πλευρά της ζήτησης και της εξέλιξής τους από το 2021 και εξής

2.4.2.   Βιομηχανία

2.4.2.1.   Αναμενόμενες μειώσεις εκπομπών ανά τομέα και ζήτηση ενέργειας

2.4.2.2.   Γενική επισκόπηση των πολιτικών, των υφιστάμενων σχεδίων και των μέτρων για την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές, όπως περιγράφονται στο παράρτημα Ι μέρος 1 τμήμα Α σημείο 2.1

2.4.3.   Μεταφορές

2.4.3.1.   Αναμενόμενες εκπομπές και πηγές ενέργειας ανά είδος μεταφορών (π.χ. αυτοκίνητα και ημιφορτηγά, βαρέα οδικά οχήματα, ναυτιλία, αεροπορία, σιδηροδρομικές μεταφορές)

2.4.3.2.   Επιλογές απαλλαγής από ανθρακούχες εκπομπές

2.4.4.   Γεωργία και χρήση γης, αλλαγή χρήσης γης και δασοκομία (LULUCF)

2.4.4.1.   Στο μέτρο του δυνατού, αναμενόμενες εκπομπές από πηγές και από κάθε ΑτΘ

2.4.4.2.   Προβλεπόμενες επιλογές μείωσης των εκπομπών

2.4.4.3.   Συνδέσεις με τις πολιτικές γεωργίας και αγροτικής ανάπτυξης

3.   ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ

3.1.   Εκτιμήσεις των απαιτούμενων επενδύσεων

3.2.   Πολιτικές και μέτρα για συναφή έρευνα, ανάπτυξη και καινοτομία

4.   ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΥ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΠΤΥΧΙΩΝ

5.   ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ (κατά περίπτωση)

5.1.   Λεπτομέρειες όσον αφορά τη μοντελοποίηση (συμπεριλαμβανομένων των παραδοχών) και/ή αναλύσεις, δείκτες κ.λπ.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΟΓΡΑΦΕΣ ΑΤΘ

Μέρος 1

Πληροφορίες που πρέπει να συμπεριληφθούν στις εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 3:

α)

οι ανθρωπογενείς τους εκπομπές ΑτΘ που καταγράφονται στο μέρος 2 του παρόντος παραρτήματος και οι ανθρωπογενείς εκπομπές ΑτΘ που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 για το έτος X-2,

β)

δεδομένα σχετικά με τις ανθρωπογενείς εκπομπές μονοξειδίου του άνθρακα (CO), διοξειδίου του θείου (SO2), οξειδίων του αζώτου (NOx) και πτητικών οργανικών ενώσεων, σύμφωνα με τα δεδομένα που ήδη περιλαμβάνονται σε εκθέσεις δυνάμει του άρθρου 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/2284 για το έτος X-2,

γ)

ανθρωπογενείς εκπομπές ΑτΘ από πηγές και οι απορροφήσεις του CO2 από καταβόθρες που προκύπτουν από τον LULUCF, για το έτος X-2, σύμφωνα με τις μεθοδολογίες που καθορίζονται στο μέρος 3 του παρόντος παραρτήματος. Τα εν λόγω δεδομένα είναι επίσης συναφή με την έκθεση συμμόρφωσης σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841,

δ)

τυχόν μεταβολές στις πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) για τα έτη ανάμεσα στο σχετικό έτος ή την περίοδο αναφοράς και το έτος X-3, με επισήμανση των λόγων για τις εν λόγω μεταβολές,

ε)

πληροφορίες σχετικά με τους δείκτες, όπως καθορίζεται στο μέρος 4 του παρόντος παραρτήματος, για το έτος X-2,

στ)

συνοπτικές πληροφορίες σχετικά με τις πραγματοποιηθείσες μεταφορές δυνάμει του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 και των άρθρων 12 και 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841 για το έτος X-1,

ζ)

πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που λήφθηκαν για τη βελτίωση των εκτιμήσεων των απογραφών, συγκεκριμένα σε περιοχές της απογραφής που έχουν υποστεί προσαρμογές ή έχουν αποτελέσει αντικείμενο συστάσεων κατόπιν αξιολογήσεων από εμπειρογνώμονες,

η)

πραγματική ή η εκτιμώμενη κατανομή των εξακριβωμένων εκπομπών που αναφέρθηκαν από τους φορείς εκμετάλλευσης των εγκαταστάσεων στο πλαίσιο της οδηγίας 2003/87/ΕΚ στις κατηγορίες πηγών της εθνικής απογραφής ΑτΘ και η αναλογία εκείνων των εξακριβωμένων εκπομπών επί του συνόλου των εκπομπών ΑτΘ που έχουν αναφερθεί σε εκείνες τις κατηγορίες πηγών, για το έτος X-2,

θ)

κατά περίπτωση, τα αποτελέσματα των ελέγχων που διενεργήθηκαν για τη συνέπεια των εκπομπών που αναφέρθηκαν στις απογραφές ΑτΘ, για το έτος X-2, με τις εξακριβωμένες εκπομπές που έχουν αναφερθεί στο πλαίσιο της οδηγίας 2003/87/ΕΚ,

ι)

κατά περίπτωση, τα αποτελέσματα των ελέγχων που διενεργήθηκαν για τη συνέπεια των δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για την εκτίμηση των εκπομπών κατά την κατάρτιση των απογραφών των ΑτΘ, για το έτος X-2, με:

i)

δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για την κατάρτιση των απογραφών ατμοσφαιρικών ρύπων σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/2284,

ii)

δεδομένα που γνωστοποιήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 και το παράρτημα VII του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 517/2014,

iii)

δεδομένα σχετικά με την ενέργεια που γνωστοποιήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 4 και το παράρτημα B του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1099/2008,

ια)

περιγραφή των μεταβολών του οικείου εθνικού συστήματος απογραφής, εφόσον υπάρχουν,

ιβ)

περιγραφή των μεταβολών του εθνικού μητρώου, εφόσον υπάρχουν,

ιγ)

πληροφορίες για τα οικεία σχέδια διασφάλισης της ποιότητας και ποιοτικού ελέγχου, γενική αξιολόγηση αβεβαιότητας, γενική αξιολόγηση πληρότητας και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο της έκθεσης για την εθνική απογραφή ΑτΘ κρίνεται απαραίτητο για την εκπόνηση της έκθεσης με θέμα την ενωσιακή απογραφή ΑτΘ,

ιδ)

πληροφορίες σχετικά με τις προθέσεις του κράτους μέλους να κάνει χρήση του περιθωρίου ευελιξίας του άρθρου 5 παράγραφοι 4 και 5 και του άρθρου 7 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 και της δυνατότητας χρήσης των εσόδων βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 6 του εν λόγω κανονισμού.

Ένα κράτος μέλος δύναται να ζητήσει να του χορηγηθεί από την Επιτροπή παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) για να εφαρμόσει διαφορετική μεθοδολογία από εκείνη που προβλέπεται στο μέρος 3 του παρόντος παραρτήματος, όταν η απαιτούμενη βελτίωση της μεθοδολογίας δεν δύναται να επιτευχθεί εγκαίρως ώστε να ληφθεί υπόψη η βελτίωση της απογραφής των ΑτΘ για την περίοδο από το 2021 έως το 2030, ή όταν το κόστος βελτίωσης της μεθοδολογίας θα ήταν δυσανάλογα υψηλό συγκριτικά με τα οφέλη της εφαρμογής αυτής της μεθοδολογίας για τη βελτίωση του απολογισμού των εκπομπών και απορροφήσεων, λόγω της μικρής σημασίας των εκπομπών και απορροφήσεων από τις σχετικές δεξαμενές άνθρακα. Τα κράτη μέλη που επιθυμούν να επωφεληθούν από την παρέκκλιση αυτή υποβάλουν αιτιολογημένο αίτημα στην Επιτροπή έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020, υποδεικνύοντας μέχρι πότε θα μπορούσε να εφαρμοστεί η βελτίωση της μεθοδολογίας, την προτεινόμενη εναλλακτική μεθοδολογία ή και τα δύο, καθώς και αξιολόγηση των πιθανών επιπτώσεων στην ακρίβεια του απολογισμού. Η Επιτροπή δύναται να ζητήσει την υποβολή πρόσθετων πληροφοριών εντός συγκεκριμένου, εύλογου χρονικού διαστήματος. Εφόσον η Επιτροπή κρίνει δικαιολογημένο το αίτημα, εγκρίνει την παρέκκλιση. Σε περίπτωση απόρριψης του αιτήματος, η Επιτροπή αιτιολογεί την απόφασή της.

Μέρος 2

Τα ΑτΘ που πρέπει να καλυφθούν είναι:

 

Διοξείδιο του άνθρακα (CO2)

 

Μεθάνιο (CH4)

 

Υποξείδιο του αζώτου (N2O)

 

Εξαφθοριούχο θείο (SF6)

 

Τριφθοριούχο άζωτο (NF3)

Υδροφθοράνθρακες (HFC):

HFC-23 CHF3

HFC-32 CH2F2

HFC-41 CH3F

HFC-125 CHF2CF3

HFC-134 CHF2CHF2

HFC-134a CH2FCF3

HFC-143 CH2FCHF2

HFC-143a CH3CF3

HFC-152 CH2FCH2F

HFC-152a CH3CHF2

HFC-161 CH3CH2F

HFC-227ea CF3CHFCF3

HFC-236cb CF3CF2CH2F

HFC-236ea CF3CHFCHF2

HFC-236fa CF3CH2CF3

HFC-245fa CHF2CH2CF3

HFC-245ca CH2FCF2CHF2

HFC-365mfc CH3CF2CH2CF3

HFC-43-10mee CF3CHFCHFCF2CF3 ή (C5H2F10)

Υπερφθοράνθρακες (PFC):

PFC-14, Υπερφθορομεθάνιο, CF4

PFC-116, Υπερφθοροαιθάνιο, C2F6

PFC-218, Υπερφθοροπροπάνιο, C3F8

PFC-318, Υπερφθοροκυκλοβουτάνιο, c-C4F8

Υπερφθοροκυκλοπροπάνιο c-C3F6

PFC-3-1-10, Υπερφθοροβουτάνιο, C4F10

PFC-4-1-12, Υπερφθοροπεντάνιο, C5F12

PFC-5-1-14, Υπερφθοροεξάνιο, C6F14

PFC-9-1-18, C10F18

Μέρος 3

Μεθοδολογίες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων στον τομέα LULUCF

Γεωγραφικά συγκεκριμένα δεδομένα αλλαγής χρήσης γης σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC του 2006 για τις εθνικές απογραφές ΑτΘ.

Μεθοδολογία 1ης βαθμίδας σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες 2006 IPCC για τις εθνικές απογραφές ΑτΘ.

Για τις εκπομπές και τις απορροφήσεις για δεξαμενή άνθρακα που αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 25 % - 30 % των εκπομπών ή απορροφήσεων σε κατηγορία πηγής ή καταβόθρας στην οποία έχει δοθεί προτεραιότητα στο πλαίσιο του εθνικού συστήματος απογραφής κράτους μέλους επειδή η εκτίμησή του παρουσιάζει σημαντική επιρροή στο σύνολο της απογραφής της χώρας σχετικά με τα ΑτΘ από την άποψη του απόλυτου επιπέδου εκπομπών και απορροφήσεων, η τάση στις εκπομπές και τις απορροφήσεις ή η αβεβαιότητα στις εκπομπές και τις απορροφήσεις στις κατηγορίες χρήσης γης, τουλάχιστον στη μεθοδολογία της 2ης βαθμίδας σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές 2006 IPCC για τις εθνικές απογραφές ΑτΘ.

Τα κράτη μέλη παροτρύνονται να εφαρμόσουν τη μεθοδολογία 3ης βαθμίδας, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες 2006 IPCC για τις εθνικές απογραφές ΑτΘ.

Μέρος 4

Δείκτες απογραφής

Τίτλος δείκτη

Δείκτης

ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ B0

Ειδικές εκπομπές CO2 δημόσιων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής και σταθμών αυτοπαραγωγών, t/TJ

Εκπομπές CO2 από δημόσιους θερμοηλεκτρικούς σταθμούς και σταθμούς αυτοπαραγωγών, kt διαιρούμενο με όλα τα προϊόντα — απόδοση από τους δημόσιους θερμοηλεκτρικούς σταθμούς και τους σταθμούς αυτοπαραγωγών, PJ

ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ E0

Ειδικές εκπομπές CO2 σταθμών αυτοπαραγωγών, t/TJ

Εκπομπές CO2 από αυτοπαραγωγούς, kt διαιρούμενο με όλα τα προϊόντα που παράγονται από θερμοηλεκτρικούς σταθμούς αυτοπαραγωγών, PJ

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ A1.1

Συνολική ένταση CO2 — βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα, t/εκατομμύρια EUR

Συνολικές εκπομπές CO2 από τον σίδηρο και τον χάλυβα, kt διαιρούμενου με την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία – βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ A1.2

Σχετική με την ενέργεια ένταση CO2 — χημική βιομηχανία, t/εκατομμύρια EUR

Σχετικές με την ενέργεια εκπομπές CO2 χημικές βιομηχανίες, kt διαιρούμενη με την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία – χημική βιομηχανία

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ A1.3

Σχετική με την ενέργεια ένταση CO2 — βιομηχανία γυαλιού, κεραμικών και οικοδομικών υλικών, t/εκατομμύριο ευρώ

Σχετικές με την ενέργεια εκπομπές CO2 γυαλί, κεραμικά και οικοδομικά υλικά, kt διαιρούμενο με την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία– βιομηχανία γυαλιού, κεραμικών και οικοδομικών υλικών

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ A1.4

Σχετική με την ενέργεια ένταση CO2 — βιομηχανία τροφίμων, ποτών και καπνού, t/εκατομμύριο EUR

Σχετικές με την ενέργεια εκπομπές CO2 από τη βιομηχανία τροφίμων, ποτών και καπνού, kt διαιρούμενο με την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία — βιομηχανία τροφίμων, ποτών και καπνού, εκατομμύριο ευρώ (EC95)

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ A1.5

Σχετική με την ενέργεια ένταση CO2 — βιομηχανία χαρτιού και εκτυπώσεων, t/εκατομμύριο EUR

Σχετικές με την ενέργεια εκπομπές CO2 από τη βιομηχανία χαρτιού και εκτυπώσεων, kt - Ακαθάριστη προστιθέμενη αξία — βιομηχανία χαρτιού και εκτυπώσεων, εκατομμύριο EUR (EC95)

ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΑ A0

Ειδικές εκπομπές CO2 των νοικοκυριών για τη θέρμανση του χώρου, t/m2

Εκπομπές CO2 των νοικοκυριών για τη θέρμανση του χώρου διαιρούμενες διά της επιφάνειας των μόνιμα κατειλημμένων κατοικιών, εκατομμύρια m2

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ B0

Ειδικές εκπομπές CO2 του εμπορικού και θεσμικού τομέα για τη θέρμανση του χώρου, kg/m2

Εκπομπές CO2 από τη θέρμανση του χώρου στον εμπορικό και θεσμικό τομέα, kt διαιρούμενου διά του εμβαδού των κτιρίων υπηρεσιών, εκατομμύρια m2

ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ B0

Ειδικές σχετικές με το ντίζελ εκπομπές CO2 των επιβατικών αυτοκινήτων, g/100 km

ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ B0

Ειδικές σχετικές με τη βενζίνη εκπομπές CO2 των επιβατικών αυτοκινήτων, g/100 km


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΤΘ

Πληροφορίες που πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στις εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 18:

α)

περιγραφή του οικείου εθνικού συστήματος υποβολής εκθέσεων σχετικά με τις πολιτικές και τα μέτρα, ή τις ομάδες μέτρων, καθώς και των εκθέσεων σχετικά με τις προβλέψεις των ανθρωπογενών εκπομπών ΑτΘ μέσω εκπομπών και απορροφήσεων από καταβόθρες δυνάμει του άρθρου 39 παράγραφος 1 ή πληροφορίες για τυχόν μεταβολές που πραγματοποιήθηκαν στο εν λόγω σύστημα για το οποίο έχει ήδη παρασχεθεί τέτοιου είδους περιγραφή

β)

επικαιροποιήσεις σχετικά με τις μακροπρόθεσμες στρατηγικές τους που αναφέρονται στο άρθρο 15 και πρόοδος της υλοποίησης των εν λόγω στρατηγικών

γ)

πληροφορίες σχετικά με τις εθνικές πολιτικές και μέτρα ή τις ομάδες μέτρων και σχετικά με την υλοποίηση των πολιτικών και μέτρων της Ένωσης, ή ομάδων μέτρων, που περιορίζουν ή μειώνουν τις εκπομπές ΑτΘ από πηγές ή βελτιώνουν τις απορροφήσεις από τις δεξαμενές που παρουσιάζονται σε τομεακή βάση και οργανώνονται ανά αέριο ή ομάδα αερίων (HFC και PFC) που καταγράφονται στο παράρτημα V μέρος 2. Οι εν λόγω πληροφορίες αναφέρονται σε ισχύουσες και συναφείς εθνικές πολιτικές ή πολιτικές της Ένωσης και περιλαμβάνουν τα κάτωθι:

i)

τον στόχο της πολιτικής ή του μέτρου και μια σύντομη περιγραφή της πολιτικής ή του μέτρου

ii)

το είδος του μέσου άσκησης της πολιτικής,

iii)

το στάδιο εφαρμογής της πολιτικής ή του μέτρου ή της ομάδας μέτρων,

iv)

τους δείκτες που χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της προόδου με την πάροδο του χρόνου,

v)

εφόσον είναι διαθέσιμες, ποσοτικές εκτιμήσεις των επιπτώσεων στις εκπομπές μέσω πηγών ή απορροφήσεων από δεξαμενές ΑτΘ που αναλύονται ως εξής:

πορίσματα της εκ των προτέρων αξιολόγησης των αποτελεσμάτων μεμονωμένων πολιτικών και μέτρων ή ομάδων πολιτικών και μέτρων για τον μετριασμό των κλιματικών αλλαγών. Οι εκτιμήσεις παρέχονται για σειρά τεσσάρων ετών που θα τελειώνουν σε 0 ή 5 αμέσως μετά το έτος αναφοράς, με διαχωρισμό μεταξύ των εκπομπών ΑτΘ που καλύπτονται από την οδηγία 2003/87/ΕΚ, τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/842 και τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841,

αποτελέσματα των εκ των υστέρων αξιολογήσεων των επιπτώσεων των μεμονωμένων ή ομάδων πολιτικών και μέτρων για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, όπου διατίθενται, με διαχωρισμό μεταξύ των εκπομπών ΑτΘ που καλύπτονται από την οδηγία 2003/87/ΕΚ, τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/842 και τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841,

vi)

διαθέσιμες εκτιμήσεις του προβλεπόμενου κόστους και οφέλους των πολιτικών και μέτρων, καθώς επίσης και εκτιμήσεις των πραγματοποιηθεισών δαπανών και ωφελειών των πολιτικών και μέτρων,

vii)

κάθε υπάρχουσα αναφορά στις εκτιμήσεις του κόστους και των επιπτώσεων των εθνικών πολιτικών και μέτρων, τις πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση των πολιτικών και μέτρων της Ένωσης που περιορίζουν ή μειώνουν τις εκπομπές ΑτΘ από πηγές ή βελτιώνουν τις απορροφήσεις από καταβόθρες και τις συνοδευτικές τεχνικές εκθέσεις,

viii)

αξιολόγηση της συνεισφοράς της πολιτικής ή του μέτρου στην επίτευξη της μακροπρόθεσμης στρατηγικής που αναφέρεται στο άρθρο 15,

δ)

πληροφορίες σχετικά με τις προγραμματισμένες πρόσθετες εθνικές πολιτικές και μέτρα, ή ομάδες μέτρων, που προβλέπονται με στόχο τη μείωση των εκπομπών ΑτΘ πέραν των δεσμεύσεών τους στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 και του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841,

ε)

πληροφορίες σχετικά με τη σχέση μεταξύ των διαφόρων πολιτικών και μέτρων, ή ομάδων μέτρων, που έχουν αναφερθεί δυνάμει του στοιχείου γ) και σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι εν λόγω πολιτικές και τα μέτρα, ή οι ομάδες μέτρων, συμβάλλουν σε διάφορα σενάρια προβλέψεων.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΤΘ

Πληροφορίες που πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στις εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 18:

α)

προβλέψεις χωρίς μέτρα όπου διατίθενται, προβλέψεις με μέτρα και, όπου διατίθενται, προβλέψεις με πρόσθετα μέτρα,

β)

συνολικές προβλέψεις σχετικά με τα ΑτΘ και χωριστές εκτιμήσεις για τις προβλεπόμενες εκπομπές ΑτΘ για τις πηγές εκπομπών που καλύπτονται από την οδηγία 2003/87/ΕΚ και από τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/842 και τις προβλεπόμενες εκπομπές μέσω πηγών και απορροφήσεων από καταβόθρες στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841,

γ)

την επίπτωση των πολιτικών και μέτρων που έχουν προσδιοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο α). Στις περιπτώσεις όπου δεν περιλαμβάνονται τέτοιου είδους πολιτικές και μέτρα, αυτό αναφέρεται και επεξηγείται με σαφήνεια,

δ)

αποτελέσματα της ανάλυσης ευαισθησίας που πραγματοποιείται για τις προβλέψεις και πληροφορίες σχετικά με τα μοντέλα και τις παραμέτρους που χρησιμοποιούνται,

ε)

όλες οι σχετικές αναφορές στην αξιολόγηση και οι τεχνικές εκθέσεις που υποστηρίζουν τις προβλέψεις που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 4.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIIΙ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΘΝΙΚΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ, ΤΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΠΟΥ ΠΑΡΕΧΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΣΟΔΑ ΑΠΟ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥΣ

Μέρος 1

Υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις δράσεις προσαρμογής

Πληροφορίες που πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στις εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 1:

α)

κύριοι σκοποί, στόχοι και θεσμικό πλαίσιο προσαρμογής,

β)

προβλέψεις σχετικά με την κλιματική αλλαγή, συμπεριλαμβανομένων των ακραίων καιρικών συνθηκών, των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, της αξιολόγησης της κλιματικής τρωτότητας και των κινδύνων, καθώς και των κύριων κλιματικών κινδύνων,

γ)

ικανότητα προσαρμογής,

δ)

σχέδια και στρατηγικές προσαρμογής,

ε)

πλαίσιο παρακολούθησης και αξιολόγησης,

στ)

η πρόοδος που έχει σημειωθεί στην υλοποίηση, συμπεριλαμβανομένων των καλών πρακτικών και των αλλαγών στη διακυβέρνηση.

Μέρος 2

Υποβολή εκθέσεων σχετικά με τη στήριξη που παρέχεται στις αναπτυσσόμενες χώρες

Πληροφορίες που πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στις εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 3:

α)

πληροφορίες σχετικά με τη χρηματοδοτική στήριξη που έχει δεσμευτεί και παρασχεθεί στις αναπτυσσόμενες χώρες για το έτος X-1, συμπεριλαμβανομένων των κάτωθι:

i)

ποσοτικά στοιχεία σχετικά με τους δημόσιους και τους κινητοποιημένους χρηματοδοτικούς πόρους από το κράτος μέλος. Οι πληροφορίες σχετικά με τις χρηματοδοτικές ροές πρέπει να βασίζονται στους λεγόμενους «Δείκτες του Ρίο» για τη στήριξη που σχετίζεται με τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και τη στήριξη που σχετίζεται με την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, και σε άλλα συστήματα εντοπισμού που έχουν θεσπιστεί από την Επιτροπή Αναπτυξιακής Βοήθειας του ΟΟΣΑ,

ii)

ποιοτικά μεθοδολογικά στοιχεία που επεξηγούν τη μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό των ποσοτικών στοιχείων, καθώς και επεξήγηση της μεθοδολογίας για την ποσοτικοποίηση των δεδομένων τους, και, κατά περίπτωση, άλλα στοιχεία σχετικά με τους ορισμούς και τις μεθοδολογίες που χρησιμοποιήθηκαν για τον προσδιορισμό τυχόν αριθμητικών στοιχείων, ιδίως σχετικά με πληροφορίες που έχουν αναφερθεί σχετικά με κινητοποιημένες χρηματοδοτικές ροές,

iii)

διαθέσιμες πληροφορίες για δραστηριότητες του κράτους μέλους σχετικά με δημόσια χρηματοδότηση έργων μεταφοράς τεχνολογίας και έργων ανάπτυξης ικανοτήτων σε αναπτυσσόμενες χώρες στο πλαίσιο της UNFCCC, αναφέροντας επίσης εάν το έργο μεταφοράς τεχνολογίας ή ανάπτυξης ικανοτήτων χρησιμοποιήθηκε για τον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής ή την προσαρμογή σε αυτές, την αποδέκτρια χώρα, ει δυνατόν το ύψος της στήριξης που παρασχέθηκε και τον τύπο της μεταφερθείσας τεχνολογίας ή του έργου ανάπτυξης ικανοτήτων,

β)

διαθέσιμες πληροφορίες για το έτος X και τα ακόλουθα έτη σχετικά με την προβλεπόμενη παροχή στήριξης, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών για προγραμματισμένες δραστηριότητες σχετικά με έργα μεταφοράς τεχνολογίας και δημόσια χρηματοδότηση έργων ανάπτυξης ικανοτήτων για τις αναπτυσσόμενες χώρες στο πλαίσιο της UNFCCC και σχετικά με τις τεχνολογίες που πρόκειται να μεταφερθούν και τα έργα ανάπτυξης ικανοτήτων, αναφέροντας επίσης εάν το έργο μεταφοράς τεχνολογίας ή ανάπτυξης ικανοτήτων χρησιμοποιήθηκε για τον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής ή την προσαρμογή σε αυτές, την αποδέκτρια χώρα, ει δυνατόν τη στήριξη που πρόκειται να παρασχεθεί και τον τύπο της μεταφερθείσας τεχνολογίας ή του έργου ανάπτυξης ικανοτήτων.

Μέρος 3

Υποβολή εκθέσεων σχετικά με τα έσοδα από πλειστηριασμούς

Πληροφορίες που πρέπει να περιληφθούν στις εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 2:

α)

πληροφορίες για τη χρήση των εσόδων από τον πλειστηριασμό δικαιωμάτων από το κράτος μέλος κατά τη διάρκεια του έτους X-1 δυνάμει του άρθρου 10 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, που περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με έσοδα τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί για έναν ή περισσότερους από τους σκοπούς που προσδιορίζονται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας ή ποσό ίσο με τα συγκεκριμένα έσοδα, και για τις δράσεις που έχουν αναληφθεί δυνάμει του άρθρου αυτού,

β)

πληροφορίες σχετικά με τη χρήση, όπως ορίζεται από το κράτος μέλος, όλων των εσόδων που προέκυψαν για το κράτος μέλος από τη δημοπράτηση δικαιωμάτων εκπομπής του κλάδου αερομεταφορών δυνάμει του άρθρου 3δ παράγραφος 1 ή 2 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, οι οποίες παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 3δ παράγραφος 4 της εν λόγω οδηγίας.

Τα έσοδα από πλειστηριασμούς που δεν έχουν εκταμιευτεί μέχρι την υποβολή της έκθεσης από το κράτος μέλος στην Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφος 2 ποσοτικοποιούνται και αναφέρονται σε εκθέσεις των επόμενων ετών.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΧ

ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΒΟΛΗ ΕΚΘΕΣΕΩΝ

Μέρος 1

Πρόσθετες υποχρεώσεις σχετικά με την υποβολή εκθέσεων στον τομέα της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές

Περιλαμβάνονται οι ακόλουθες πρόσθετες πληροφορίες, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά, δυνάμει του άρθρου 20 στοιχείο γ):

α)

η λειτουργία του συστήματος εγγυήσεων προέλευσης της ηλεκτρικής ενέργειας, του αερίου και της θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές, ο βαθμός έκδοσης και κατάργησης εγγυήσεων προέλευσης και η προκύπτουσα ετήσια εθνική κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, καθώς και τα μέτρα που λήφθηκαν προκειμένου να διασφαλιστεί η αξιοπιστία και η προστασία κατά της απάτης στο σύστημα,

β)

οι ποσότητες βιοκαυσίμων, βιοαερίων ανανεώσιμων καυσίμων μεταφορών μη βιολογικής προέλευσης, ανακυκλωμένων ανθρακούχων καυσίμων και ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνεται στον τομέα μεταφορών, και, κατά περίπτωση, η απόδοσή τους ως προς την εξοικονόμηση σχετικά με τα αέρια του θερμοκηπίου, με διάκριση μεταξύ καυσίμων που παράγονται από διαφορετικούς τύπους καλλιεργειών τροφίμων και ζωοτροφών και κάθε είδους πρώτων υλών που περιλαμβάνονται στο παράρτημα IX της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

γ)

οι εξελίξεις στη διαθεσιμότητα, την προέλευση και τη χρήση πηγών βιομάζας για ενεργειακούς σκοπούς,

δ)

οι αλλαγές στις τιμές βασικών αγαθών και στις χρήσεις γης εντός του κράτους μέλους, οι οποίες συνδέονται με την αυξημένη χρήση βιομάζας και άλλων μορφών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στο συγκεκριμένο κράτος μέλος,

ε)

η εκτιμώμενη πλεονασματική παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που θα μπορούσε να μεταφερθεί σε άλλα κράτη μέλη έτσι ώστε να συμμορφώνονται με το άρθρο 3 παράγραφος 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 και να επιτυγχάνουν τις εθνικές συνεισφορές και πορείες που αναφέρονται στο άρθρο 4 στοιχείο α) σημείο 2) του παρόντος κανονισμού,

στ)

κατά περίπτωση, η εκτιμώμενη ζήτηση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που πρέπει να καλυφθεί από άλλα μέσα πέραν της εγχώριας παραγωγής έως το 2030, συμπεριλαμβανομένων των εισαγόμενων πρώτων υλών βιομάζας,

ζ)

η τεχνολογική ανάπτυξη και αξιοποίηση των βιοκαυσίμων που παράγονται από πρώτες ύλες που καταγράφονται στο παράρτημα IX της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001,

η)

εφόσον υπάρχουν, οι εκτιμώμενες επιπτώσεις από την παραγωγή ή τη χρήση βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας στη βιοποικιλότητα, τους υδάτινους πόρους, τη διαθεσιμότητα και την ποιότητα του νερού, την ποιότητα του εδάφους και του αέρα στο κράτος μέλος,

θ)

περιπτώσεις απάτης που έχουν παρατηρηθεί στην αλυσίδα επιτήρησης των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των καυσίμων βιομάζας,

ι)

πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο εκτίμησης του μεριδίου των βιοδιασπώμενων αποβλήτων στα απόβλητα που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή ενέργειας και με τα μέτρα που λήφθηκαν για τη βελτίωση και την εξακρίβωση των εν λόγω εκτιμήσεων,

ια)

η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας από ανανεώσιμες πηγές σε κτίρια, περιλαμβανομένων αναλυτικών δεδομένων σχετικά με την ενέργεια που παράγεται, καταναλώνεται και διοχετεύεται στο δίκτυο μέσω των ηλιακών φωτοβολταϊκών συστημάτων, των ηλιακών θερμικών συστημάτων, της βιομάζας, των αντλιών θέρμανσης, των γεωθερμικών συστημάτων, καθώς και όλων των άλλων αποκεντρωμένων συστημάτων ανανεώσιμων πηγών,

ιβ)

κατά περίπτωση, το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην τηλεθέρμανση, καθώς και η ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που παράγεται από πόλεις και κοινότητες ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές,

ιγ)

πρωτογενής παροχή στέρεης βιομάζας (σε 1 000 m3, εκτός όσον αφορά το σημείο 1) στοιχείο β) σημείο iii), που θα προβλέπεται σε τόνους)

1)

Δασική βιομάζα που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ενέργειας (εγχώρια παραγωγή και εισαγωγές)

α)

Κύρια βιομάζα από δάση που χρησιμοποιείται απευθείας για την παραγωγή ενέργειας

i)

Εφόσον διατίθενται στοιχεία, κλαδιά και κορυφές δέντρων (η συμπερίληψη στην έκθεση είναι προαιρετική)

ii)

Κατά περίπτωση, κούτσουρα (η συμπερίληψη στην έκθεση είναι προαιρετική)

iii)

Στρογγυλή ξυλεία (διαχωρισμένη σε βιομηχανική στρογγυλή ξυλεία και καυσόξυλα)

β)

Κατά περίπτωση, παραπροϊόντα δασικής βιομηχανίας που χρησιμοποιούνται απευθείας για την παραγωγή ενέργειας

i)

Κατά περίπτωση, φλοιός

ii)

Ροκανίδια, πριονίδι και άλλα μόρια ξύλου

iii)

Κατά περίπτωση, μαύρο υγρό πολτοποίησης και ακατέργαστο ταλλέλαιο

γ)

Κατά περίπτωση, ανακτημένη μετά την κατανάλωση ξυλεία που χρησιμοποιείται απευθείας για την παραγωγή ενέργειας

δ)

Κατεργασμένα ξυλοκαύσιμα που παράγονται από πρώτες ύλες που δεν αναφέρονται στο σημείο 1) στοιχείο α), β) ή γ):

i)

Κατά περίπτωση, ξυλάνθρακας

ii)

Συσσωματώματα ξύλου και πλίνθες ξύλου

2)

Εφόσον διατίθενται στοιχεία, βιομάζα γεωργικής προέλευσης που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ενέργειας (εγχώρια παραγωγή, εισαγωγές και εξαγωγές)

α)

Ενεργειακές καλλιέργειες για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ή θερμότητας (συμπεριλαμβανομένων των πρεμνοφυών δασών βραχυχρόνιας αμειψισποράς)

β)

Υπολείμματα γεωργικής καλλιέργειας για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ή θερμότητας

3)

Εφόσον διατίθενται στοιχεία, βιομάζα από οργανικά απόβλητα που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ενέργειας (εγχώρια παραγωγή, εισαγωγές και εξαγωγές)

α)

Οργανικό κλάσμα βιομηχανικών αποβλήτων

β)

Οργανικό κλάσμα αστικών αποβλήτων

γ)

Ιλύς λυμάτων

ιδ)

Κατανάλωση τελικής ενέργειας από στέρεη βιομάζα (ποσό στέρεης βιομάζας που χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή ενέργειας στους ακόλουθους τομείς):

1)

Ενεργειακός τομέας

α)

Ηλεκτροπαραγωγή

β)

Συνδυασμένη παραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας

γ)

Θερμότητα

2)

Εσωτερικός βιομηχανικός τομέας (ηλεκτρική ενέργεια που έχει καταναλωθεί και αυτοπαραχθεί, ΣΠΗΘ και θερμότητα)

3)

Άμεση τελική κατανάλωση στον οικιστικό τομέα

4)

Άλλα

Μέρος 2

Πρόσθετες υποχρεώσεις σχετικά με την υποβολή εκθέσεων στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης

Στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, περιλαμβάνονται οι ακόλουθες πρόσθετες πληροφορίες δυνάμει του άρθρου 21 στοιχείο γ):

α)

οι κύριες νομοθετικές και μη νομοθετικές πολιτικές, μέτρα και χρηματοδοτικά μέτρα και προγράμματα που υλοποιήθηκαν τα έτη X-2 και X-1 (όπου X είναι το έτος στο οποίο πρέπει να υποβληθεί η έκθεση) για την επίτευξη των στόχων τους που αναφέρονται στο άρθρο 4 στοιχείο β) και προωθούν τις αγορές ενεργειακών υπηρεσιών, βελτιώνουν την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, τα μέτρα για τη χρήση της δυναμικής ενεργειακής απόδοσης των υποδομών αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας και θέρμανσης και ψύξης, βελτιώνουν τις πληροφορίες και τα προσόντα, άλλα μέτρα για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης,

β)

η σωρευτική ποσότητα εξοικονόμησης ενέργειας που επιτεύχθηκε μέσω του άρθρου 7 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ κατά τα έτη X-3 και X-2,

γ)

το ύψος των εξοικονομήσεων που επιτεύχθηκαν από τα μέτρα πολιτικής για τη μείωση της ενεργειακής φτώχειας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 11 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

δ)

κατά περίπτωση, το ύψος των εξοικονομήσεων που επιτεύχθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχείο γ) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

ε)

η πρόοδος σε κάθε τομέα και λόγοι για τους οποίους η κατανάλωση ενέργειας παρέμεινε σταθερή ή παρουσίασε αύξηση κατά τα έτη X-3 και X-2 στους τομείς κατανάλωσης τελικής ενέργειας,

στ)

η συνολική επιφάνεια δαπέδου των κτιρίων με συνολικό ωφέλιμο εμβαδόν που υπερβαίνει τα 250 m2 κυριότητας και κατοχής της κεντρικής διοίκησης των κρατών μελών, την 1η Ιανουαρίου του έτους X-2 και X-1, τα οποία δεν ικανοποίησαν τις απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

ζ)

η συνολική επιφάνεια δαπέδου των κτιρίων που θερμαίνονται και/ή ψύχονται κυριότητας και κατοχής της κεντρικής διοίκησης των κρατών μελών τα οποία ανακαινίστηκαν το έτος X-3 και X-2 όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ ή ο βαθμός εξοικονόμησης ενέργειας στα επιλέξιμα κτήρια κυριότητας και κατοχής της κεντρικής διοίκησης των κρατών μελών όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

η)

ο αριθμός των ενεργειακών ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν το έτος X-3 και X-2. Επιπρόσθετα, ο συνολικός εκτιμώμενος αριθμός των μεγάλων εταιρειών στην επικράτειά τους στις οποίες εφαρμόζεται το άρθρο 8 παράγραφος 4 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ και ο αριθμός των ενεργειακών ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν σε εκείνες τις επιχειρήσεις κατά το έτος X-3 και X-2,

θ)

ο εφαρμοσμένος εθνικός συντελεστής ηλεκτρικής ενέργειας και αιτιολόγηση σε περίπτωση που αυτός διαφέρει από τον προκαθορισμένο συντελεστή που αναφέρεται στην υποσημείωση (3) του παραρτήματος IV της οδηγίας 2012/27/ΕΕ,

ι)

ο αριθμός και η επιφάνεια δαπέδου των νεόδμητων και των ανακαινισμένων κτιρίων με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας το έτος X-2 και X-1, όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ, βάσει στατιστικής δειγματοληψίας εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο,

ια)

διαδικτυακός σύνδεσμος στον ιστότοπο όπου παρατίθεται η λίστα ή η διεπαφή των παρόχων ενεργειακών υπηρεσιών που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της οδηγίας 2012/27/ΕΕ.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Χ

ΕΚΘΕΣΗ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΒΙΟΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Η έκθεση βιωσιμότητας της βιοενέργειας της EE σχετικά με την ενέργεια που προέρχεται από βιομάζα, η οποία πρέπει να εγκρίνεται ανά διετία από την Επιτροπή μαζί με την έκθεση σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης δυνάμει του άρθρου 35 παράγραφος 2 στοιχείο δ), περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τα σχετικά περιβαλλοντικά οφέλη και το κόστος των διάφορων βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας, τις επιπτώσεις σε αυτά των πολιτικών εισαγωγών της Ένωσης, τις συνέπειες στην ασφάλεια του εφοδιασμού και τους τρόπους επίτευξης μιας ισορροπημένης προσέγγισης ανάμεσα στην εγχώρια παραγωγή και τις εισαγωγές,

β)

τις επιπτώσεις της παραγωγής και χρήσης βιομάζας στη βιωσιμότητα στην Ένωση και σε τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της επίπτωσης στη βιοποικιλότητα,

γ)

δεδομένα και ανάλυση τρέχουσας και προβλεπόμενης διαθεσιμότητας και ζήτησης της αειφόρου βιομάζας, καθώς και τον αντίκτυπο της αυξημένης ζήτησης της βιομάζας στους κλάδους που κάνουν χρήση βιομάζας,

δ)

την τεχνολογική ανάπτυξη και αξιοποίηση των βιοκαυσίμων που παράγονται από πρώτες ύλες που καταγράφονται στο παράρτημα IX της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, και αξιολόγηση της διαθεσιμότητας πρώτων υλών και του ανταγωνισμού για τους πόρους λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές της κυκλικής οικονομίας και της ιεράρχησης των αποβλήτων που θεσπίζεται στην οδηγία 2008/98/ΕΚ,

ε)

πληροφορίες και ανάλυση των διαθέσιμων αποτελεσμάτων της επιστημονικής έρευνας όσον αφορά τις έμμεσες αλλαγές της χρήσης γης σε σχέση με όλες τις οδούς παραγωγής, περιλαμβανομένης της αξιολόγησης του κατά πόσον το φάσμα της αβεβαιότητας που εντοπίζεται στην ανάλυση στην οποία βασίζονται οι εκτιμήσεις των εκπομπών λόγω έμμεσης αλλαγής της χρήσης γης μπορεί να περιοριστεί, και εάν μπορούν να λαμβάνονται υπόψη ο πιθανός αντίκτυπος των πολιτικών της Ένωσης, όπως για παράδειγμα των πολιτικών για το περιβάλλον, το κλίμα και τη γεωργία,

στ)

όσον αφορά τις τρίτες χώρες και τα κράτη μέλη που αποτελούν σημαντική πηγή βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας που καταναλώνονται στην Ένωση, πληροφορίες σχετικά με τα εθνικά μέτρα που λήφθηκαν για την τήρηση των κριτηρίων βιωσιμότητας και εξοικονόμησης ΑτΘ που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφοι 2 έως 7 και στο άρθρο 29 παράγραφος 10 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, για την προστασία του εδάφους, των υδάτων και του αέρα, και

ζ)

συγκεντρωτικές πληροφορίες από τη βάση δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.

Κατά την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τη μείωση των εκπομπών ΑτΘ από τη χρήση βιομάζας, η Επιτροπή χρησιμοποιεί τα ποσά που γνωστοποιούν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το παράρτημα IX μέρος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών μέσων τιμών των εκτιμώμενων έμμεσων εκπομπών λόγω αλλαγής στη χρήση γης και του σχετικού εύρους που προκύπτουν από την ανάλυση ευαισθησίας όπως ορίζεται στο παράρτημα VIII της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τα δεδομένα που αφορούν τις προσωρινές μέσες τιμές των εκτιμώμενων έμμεσων εκπομπών λόγω αλλαγής στη χρήση γης και το σχετικό εύρος που προκύπτει από τη δημοσίως διαθέσιμη ανάλυση ευαισθησίας. Επιπρόσθετα, η Επιτροπή αξιολογεί εάν και σε ποιο βαθμό θα άλλαζε η εκτίμηση της άμεσης εξοικονόμησης εκπομπών σε περίπτωση καταλογισμού των παραπροϊόντων μέσω προσέγγισης υποκατάστασης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΧI

ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΧΕΙ ΕΚΔΩΣΕΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 30 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ (ΕΕ) 2018/2001

Στην έκθεση σχετικά με τα εθελοντικά συστήματα σε σχέση με τα οποία η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001, η οποία θα πρέπει να εγκρίνεται ανά διετία από την Επιτροπή μαζί με την έκθεση σχετικά με την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 2 στοιχείο ε) του παρόντος κανονισμού, αξιολογούνται από την Επιτροπή κατ' ελάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

η ανεξαρτησία, ο τρόπος διεξαγωγής και η συχνότητα των ελέγχων, τόσο ως προς τι δηλώνεται όσον αφορά τις εν λόγω πτυχές στα έγγραφα του συστήματος, κατά την έγκριση του σχετικού συστήματος από την Επιτροπή, όσο και ως προς τις βέλτιστες πρακτικές της βιομηχανίας,

β)

η διαθεσιμότητα και η πείρα και η διαφάνεια στην εφαρμογή των μεθόδων εντοπισμού και αντιμετώπισης περιπτώσεων μη συμμόρφωσης, ιδιαίτερα όσον αφορά τον χειρισμό περιπτώσεων ή ισχυρισμών περί σοβαρών παραπτωμάτων από μέλη του συστήματος,

γ)

η διαφάνεια, σε σχέση κυρίως με τη δυνατότητα πρόσβασης στο σύστημα, η διαθεσιμότητα των μεταφράσεων στις επίσημες γλώσσες των χωρών και των περιφερειών από τις οποίες προέρχονται οι πρώτες ύλες, η δυνατότητα πρόσβασης στον κατάλογο των πιστοποιημένων φορέων και στα σχετικά πιστοποιητικά, καθώς και η δυνατότητα πρόσβασης στις εκθέσεις του ελεγκτή,

δ)

η συμμετοχή των συμφεροντούχων, ιδίως όσον αφορά τη διαβούλευση με τις αυτόχθονες και τις τοπικές κοινότητες πριν από τη λήψη αποφάσεων κατά τη διάρκεια της κατάρτισης και της επανεξέτασης του συστήματος, καθώς και κατά τη διάρκεια των ελέγχων, και η ανταπόκριση στις παρεμβάσεις τους,

ε)

η γενικότερη ευρωστία του συστήματος, κυρίως υπό το πρίσμα κανόνων διαπίστευσης, των προσόντων και της ανεξαρτησίας των ελεγκτών και των οικείων φορέων του συστήματος,

στ)

εφόσον διατίθενται, εμπορικές επικαιροποιήσεις του συστήματος, η ποσότητα των πρώτων υλών και των βιοκαυσίμων που έχουν πιστοποιηθεί, ανά χώρα καταγωγής και είδος, ο αριθμός των συμμετεχόντων,

ζ)

η ευχερής και αποτελεσματική εφαρμογή συστήματος εντοπισμού των τεκμηρίων συμμόρφωσης με τα κριτήρια βιωσιμότητας που το σύστημα παρέχει στο μέλος ή στα μέλη του, δεδομένου ότι το εν λόγω σύστημα έχει σκοπό να λειτουργεί ως μέσο πρόληψης της απάτης, με επίκεντρο, ιδίως, τον εντοπισμό, την αντιμετώπιση και την παρακολούθηση περιπτώσεων στις οποίες υπάρχουν υπόνοιες απάτης ή άλλων παρατυπιών και, κατά περίπτωση, αριθμός διαπιστωμένων περιπτώσεων απάτης ή παρατυπίας,

η)

δυνατότητα εξουσιοδότησης φορέων να εγκρίνουν και να εποπτεύουν οργανισμούς πιστοποίησης,

θ)

κριτήρια έγκρισης ή διαπίστευσης οργανισμών πιστοποίησης,

ι)

κανόνες παρακολούθησης των οργανισμών πιστοποίησης,

ια)

τρόποι διευκόλυνσης ή βελτίωσης της προώθησης των βέλτιστων πρακτικών.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΧII

ΕΘΝΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 37 περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)

τα δεδομένα και τις μεθόδους που αποτελούν αντικείμενο έκθεσης όσον αφορά τις δραστηριότητες και τις εγκαταστάσεις βάσει της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, με σκοπό την κατάρτιση εθνικών απογραφών ΑτΘ για τη διασφάλιση της συνοχής των εκπομπών ΑτΘ που δηλώνονται στο πλαίσιο του ΣΕΕ της ΕΕ με τα δεδομένα που καταγράφονται στις εθνικές απογραφές ΑτΘ,

β)

τα δεδομένα που συλλέγονται μέσω συστημάτων υποβολής εκθέσεων για τα φθοριούχα αέρια στους συναφείς τομείς, που θεσπίστηκαν δυνάμει του άρθρου 20 του κανονισμού (EΕ) αριθ. 517/2014 με σκοπό την κατάρτιση των εθνικών απογραφών ΑτΘ,

γ)

τις εκπομπές, τα υποκείμενα δεδομένα και τις μεθοδολογίες που αποτελούν αντικείμενο εκθέσεων των βιομηχανικών μονάδων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 166/2006, με σκοπό την κατάρτιση των εθνικών απογραφών ΑτΘ,

δ)

τα δεδομένα που αναφέρονται δυνάμει του κανονισμού (EK) αριθ. 1099/2008,

ε)

τα δεδομένα που συλλέγονται μέσω γεωγραφικού εντοπισμού των περιοχών γης στο πλαίσιο υφιστάμενων προγραμμάτων και ερευνών της Ένωσης και των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένης της έρευνας πλαισίου χρήσης/κάλυψης γης (LUCAS) και του προγράμματος Copernicus.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIIΙ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 525/2013

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 15

Άρθρο 5

Άρθρο 37 παράγραφοι 1, 2, και 6, παράρτημα XII

Άρθρο 6

Άρθρο 37 παράγραφοι 3 και7

Άρθρο 7

Άρθρο 26 παράγραφοι 3, 4, 6 και 7, παράρτημα V

Άρθρο 8

Άρθρο 26 παράγραφοι 2 και7

Άρθρο 9

Άρθρο 37 παράγραφοι 4 και5

Άρθρο 10

Άρθρο 40

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 39

Άρθρο 13

Άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο α) και άρθρο 18 παράγραφοι 3 και4, παράρτημα VΙ

Άρθρο 14

Άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β) και άρθρο 18 παράγραφοι 2, 3 και 4, παράρτημα VII

Άρθρο 15

Άρθρο 19 παράγραφος 1, παράρτημα VIII μέρος 1

Άρθρο 16

Άρθρο 19 παράγραφος 3 και παράρτημα VIΙΙ μέρος 2

Άρθρο 17

Άρθρο 19 παράγραφοι 2, 4, και 5, παράρτημα VIII μέρος 3

Άρθρο 18

Άρθρο 17 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 19

Άρθρο 20

Άρθρο 21

Άρθρο 29 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και άρθρο 29 παράγραφοι 5 και 7

Άρθρο 22

Άρθρο 23

Άρθρο 41 παράγραφος 1 στοιχεία δ), ε), στ), ζ) και η)

Άρθρο 24

Άρθρο 42

Άρθρο 25

Άρθρο 26

Άρθρο 44 παράγραφος 1 στοιχείο α) και άρθρο 44 παράγραφοι 2, 3, και 6

Άρθρο 27

Άρθρο 28

Άρθρο 57

Άρθρο 29


21.12.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328/78


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (EE) 2018/2000 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 12ης Δεκεμβρίου 2018

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 516/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά την εκ νέου δέσμευση των υπόλοιπων ποσών που έχουν δεσμευτεί προς στήριξη της εφαρμογής των αποφάσεων (ΕΕ) 2015/1523 και (ΕΕ) 2015/1601 του Συμβουλίου ή την κατανομή των εν λόγω ποσών σε άλλες δράσεις στο πλαίσιο των εθνικών προγραμμάτων

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 78 παράγραφος 2 και το άρθρο 79 παράγραφοι 2 και 4,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι να καταστήσει δυνατή την εκ νέου δέσμευση των υπόλοιπων ποσών που έχουν δεσμευτεί προς στήριξη της εφαρμογής των αποφάσεων (ΕΕ) 2015/1523 (2) και (ΕΕ) 2015/1601 (3) του Συμβουλίου που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 516/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) ή την κατανομή των εν λόγω ποσών σε άλλες δράσεις στο πλαίσιο των εθνικών προγραμμάτων σύμφωνα με τις προτεραιότητες της Ένωσης και τις ανάγκες των κρατών μελών σε συγκεκριμένους τομείς του ασύλου και της μετανάστευσης. Σκοπός είναι επίσης να διασφαλίζεται ότι η εν λόγω εκ νέου δέσμευση ή κατανομή πραγματοποιείται με διαφάνεια.

(2)

Η Επιτροπή δέσμευσε κονδύλια για τα εθνικά προγράμματα των κρατών μελών στο πλαίσιο του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης προς στήριξη της εφαρμογής των αποφάσεων (ΕΕ) 2015/1523 και (ΕΕ) 2015/1601. Η απόφαση (ΕΕ) 2015/1601 τροποποιήθηκε με την απόφαση (ΕΕ) 2016/1754 του Συμβουλίου (5). Οι εν λόγω αποφάσεις έχουν πλέον παύσει να ισχύουν.

(3)

Μέρος της χρηματοδότησης που κατανεμήθηκε δυνάμει των αποφάσεων (ΕΕ) 2015/1523 και (ΕΕ) 2015/1601 το 2016 και σε ορισμένες περιπτώσεις το 2017 παραμένει διαθέσιμο στα εθνικά προγράμματα των κρατών μελών.

(4)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να κάνουν χρήση των υπόλοιπων ποσών για να συνεχίσουν να πραγματοποιούν μετεγκαταστάσεις, δεσμεύοντάς τα εκ νέου για την ίδια δράση στο πλαίσιο των εθνικών προγραμμάτων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να δεσμεύσουν εκ νέου ή να μεταφέρουν τουλάχιστον το 20 % των εν λόγων ποσών σε ενέργειες στο πλαίσιο εθνικών προγραμμάτων, για τη μεταφορά αιτούντων διεθνή προστασία ή δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για επανεγκατάσταση ή κάθε άλλη ειδική εισδοχή για ανθρωπιστικούς λόγους, καθώς και για προπαρασκευαστικά μέτρα για τη μεταφορά αιτούντων διεθνή προστασία μετά την άφιξή τους στην Ένωση, μεταξύ άλλων διά θαλάσσης, ή για τη μεταφορά των δικαιούχων διεθνούς προστασίας. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνουν μόνο τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχεία α), β), ε) και στ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 516/2014.

(5)

Εφόσον αιτιολογείται δεόντως στην αναθεώρηση των εθνικών προγραμμάτων των κρατών μελών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιήσουν έως το 80 % των εν λόγω ποσών για την αντιμετώπιση άλλων προκλήσεων στους τομείς του ασύλου και της μετανάστευσης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 516/2014. Οι ανάγκες των κρατών μελών στους εν λόγω τομείς παραμένουν σημαντικές. Η εκ νέου δέσμευση των υπόλοιπων ποσών για την ίδια δράση ή η μεταφορά τους σε άλλες δράσεις στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος θα πρέπει να είναι δυνατή μόνο μία φορά και με την έγκριση της Επιτροπής. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι η κατανομή των πόρων πραγματοποιείται με πλήρη σεβασμό των αρχών που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), ιδίως των αρχών της αποτελεσματικότητας και της διαφάνειας.

(6)

Η ομάδα στόχος των ατόμων που είναι επιλέξιμα για μεταφορά, καθώς και ο αριθμός των κρατών μελών από τα οποία πραγματοποιούνται μεταφορές, θα πρέπει να διευρυνθούν ώστε να παρέχεται μεγαλύτερη ευελιξία στα κράτη μέλη όταν πραγματοποιούν μεταφορές, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές ανάγκες των ασυνόδευτων ανηλίκων ή άλλων ευάλωτων αιτούντων και την ειδική κατάσταση των μελών των οικογενειών των δικαιούχων διεθνούς προστασίας. Οι ειδικές διατάξεις σχετικά με τα κατ' αποκοπή ποσά για επανεγκατάσταση και μεταφορά των δικαιούχων διεθνούς προστασίας από ένα κράτος μέλος σε άλλο θα πρέπει να αντανακλούν την εν λόγω διεύρυνση.

(7)

Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να διαθέτουν επαρκή χρόνο για να αναθεωρούν τα εθνικά προγράμματα, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι σχετικές αλλαγές που προβλέπει ο παρών κανονισμός. Ως εκ τούτου, στο υπόλοιπο των ποσών που έχουν δεσμευθεί προς στήριξη της εφαρμογής των αποφάσεων (ΕΕ) 2015/1523 και (ΕΕ) 2015/1601 θα πρέπει να εφαρμοστεί παρέκκλιση από το άρθρο 50 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 514/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), με παράταση κατά έξι μήνες της προθεσμίας αποδέσμευσης για να ολοκληρωθεί η διαδικασία επανεξέτασης των εθνικών προγραμμάτων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 514/2014.

(8)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να διαθέτουν επαρκή χρόνο για να κάνουν χρήση των ποσών που δεσμεύονται εκ νέου για την ίδια δράση ή που μεταφέρονται σε άλλες δράσεις πριν από την αποδέσμευση των ποσών αυτών. Ως εκ τούτου, όταν οι εν λόγω εκ νέου δεσμεύσεις ή μεταφορές ποσών στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος εγκρίνονται από την Επιτροπή, τα οικεία ποσά θα πρέπει να θεωρείται ότι έχουν δεσμευθεί το έτος της αναθεώρησης του εθνικού προγράμματος που εγκρίνει τη σχετική εκ νέου δέσμευση ή μεταφορά.

(9)

Η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει ετησίως έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή των πόρων για τη μεταφορά των αιτούντων διεθνή προστασία και των δικαιούχων διεθνούς προστασίας, ιδίως όσον αφορά τις μεταφορές ποσών σε άλλες δράσεις στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος όπως προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό.

(10)

Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει τη χρηματοδότηση που είναι διαθέσιμη δυνάμει του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 516/2014.

(11)

Οι στόχοι του παρόντος κανονισμού επιδιώκονται με την επιφύλαξη των υπό εξέλιξη διαπραγματεύσεων σχετικά με την αναμόρφωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013 του Συμβουλίου (8).

(12)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 και το άρθρο 4α παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

(13)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 και το άρθρο 4α παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Ιρλανδία γνωστοποίησε, με επιστολή της 7ης Δεκεμβρίου 2018 ότι επιθυμεί να συμμετάσχει στην έκδοση και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(14)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και τη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

(15)

Δεδομένης της ανάγκης να αποφευχθεί η αποδέσμευση των υπόλοιπων ποσών που έχουν δεσμευθεί προς στήριξη της εφαρμογής των αποφάσεων (ΕΕ) 2015/1523 και (ΕΕ) 2015/1601, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(16)

Εάν ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 516/2014 δεν τροποποιηθεί πριν από το τέλος του 2018, η σχετική χρηματοδότηση δεν θα είναι πλέον διαθέσιμη για χρήση από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο των εθνικών προγραμμάτων που υποστηρίζονται από το Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης. Έχοντας υπόψη τον επείγοντα χαρακτήρα της τροποποίησης του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 516/2014, θα πρέπει να προβλεφθεί παρέκκλιση από την προθεσμία των οκτώ εβδομάδων που προβλέπεται στο άρθρο 4 του πρωτοκόλλου αριθ. 1 σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ, στη ΣΛΕΕ και στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας.

(17)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 516/2014 θα πρέπει κατά συνέπεια να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 516/2014 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

α)

Ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« Πόροι για τη μεταφορά αιτούντων διεθνή προστασία ή δικαιούχων διεθνούς προστασίας »·

β)

στην παράγραφο 1, η φράση «δικαιούχο διεθνούς προστασίας» αντικαθίσταται από τη φράση «αιτούντα διεθνή προστασία ή δικαιούχο διεθνούς προστασίας»·

γ)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«3.   Τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου συμπληρωματικά ποσά διατίθενται στα κράτη μέλη για πρώτη φορά στις επιμέρους αποφάσεις χρηματοδότησης που εγκρίνουν το εθνικό τους πρόγραμμα σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 514/2014 και στη συνέχεια σε απόφαση χρηματοδότησης η οποία προσαρτάται στις αποφάσεις του εθνικού προγράμματός τους. Εκ νέου δεσμεύσεις των ποσών αυτών για την ίδια δράση στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος ή μεταφορές των εν λόγω ποσών σε άλλες δράσεις στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος είναι δυνατές εφόσον αιτιολογείται δεόντως στην αναθεώρηση του σχετικού εθνικού προγράμματος. Ένα ποσό μπορεί να δεσμευθεί εκ νέου ή να μεταφερθεί μόνο μία φορά. Η Επιτροπή εγκρίνει την εκ νέου δέσμευση ή τη μεταφορά μέσω της αναθεώρησης του εθνικού προγράμματος.

Όσον αφορά τα ποσά που προκύπτουν από τα προσωρινά μέτρα που θεσπίστηκαν με τις αποφάσεις (ΕΕ) 2015/1523 (*1) και (ΕΕ) 2015/1601 (*2) του Συμβουλίου, προκειμένου να ενισχυθεί η αλληλεγγύη και σύμφωνα με το άρθρο 80 ΣΛΕΕ, τα κράτη μέλη δεσμεύουν τουλάχιστον το 20 % των εν λόγων ποσών σε δράσεις στο πλαίσιο εθνικών προγραμμάτων για τη μεταφορά αιτούντων διεθνή προστασία ή δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για επανεγκατάσταση ή κάθε άλλη ειδική εισδοχή για ανθρωπιστικούς λόγους, καθώς και για προπαρασκευαστικά μέτρα για τη μεταφορά αιτούντων διεθνή προστασία μετά την άφιξή τους στην Ένωση, μεταξύ άλλων διά θαλάσσης, ή για τη μεταφορά των δικαιούχων διεθνούς προστασίας. Τα μέτρα αυτά δεν περιλαμβάνουν κανένα μέτρο σχετικό με την κράτηση. Όταν ένα κράτος μέλος δεσμεύει εκ νέου ή μεταφέρει πόρους κάτω από το εν λόγω ελάχιστο ποσοστό, δεν είναι δυνατόν να μεταφερθεί η διαφορά μεταξύ του ποσού που έχει δεσμευτεί εκ νέου ή έχει μεταφερθεί και του ελάχιστου ποσοστού σε άλλες ενέργειες στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος.

(*1)  Απόφαση (ΕΕ) 2015/1523 του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2015, για τη θέσπιση προσωρινών μέτρων στον τομέα της διεθνούς προστασίας υπέρ της Ιταλίας και της Ελλάδας (ΕΕ L 239 της 15.9.2015, σ. 146)."

(*2)  Απόφαση (ΕΕ) 2015/1601 του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2015, για τη θέσπιση προσωρινών μέτρων στον τομέα της διεθνούς προστασίας υπέρ της Ιταλίας και της Ελλάδας (ΕΕ L 248 της 24.9.2015, σ. 80).»·"

δ)

παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«3α.   Για τους σκοπούς του άρθρου 50 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 514/2014, όταν ποσά που προκύπτουν από τα προσωρινά μέτρα που θεσπίστηκαν με τις αποφάσεις (ΕΕ) 2015/1523 και (ΕΕ) 2015/1601 δεσμεύονται εκ νέου για την ίδια δράση στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος ή μεταφέρονται σε άλλες δράσεις στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, τα οικεία ποσά θεωρείται ότι έχουν δεσμευθεί το έτος της αναθεώρησης του εθνικού προγράμματος που εγκρίνει την εν λόγω εκ νέου δέσμευση ή μεταφορά.

3β.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 50 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 514/2014, η προθεσμία για την αποδέσμευση των ποσών που αναφέρονται στην παράγραφο 3α του παρόντος άρθρου παρατείνεται κατά έξι μήνες.

3γ.   Η Επιτροπή κάνει κάθε χρόνο απολογισμό της εφαρμογής του παρόντος άρθρου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.»·

ε)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Για την αποτελεσματική υλοποίηση των στόχων της αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 80 ΣΛΕΕ και εντός των ορίων των διαθέσιμων πόρων, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 26 του παρόντος κανονισμού για την προσαρμογή, εάν κριθεί απαραίτητο, των κατ' αποκοπή ποσών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των τρεχόντων δεικτών του πληθωρισμού, των σχετικών εξελίξεων στον τομέα της μεταφοράς αιτούντων διεθνή προστασία και δικαιούχων διεθνούς προστασίας από ένα κράτος μέλος σε άλλο και στον τομέα της επανεγκατάστασης και κάθε άλλης ειδικής εισδοχής για ανθρωπιστικούς λόγους, καθώς και παραγόντων που μπορούν να αξιοποιήσουν στο έπακρο τη χρήση του χρηματοδοτικού κινήτρου που παρέχεται με το κατ' αποκοπή ποσό.».

2)

Στον τίτλο και στην εισαγωγική φράση του άρθρου 25, η φράση «δικαιούχων διεθνούς προστασίας» αντικαθίσταται από τη φράση «αιτούντων διεθνή προστασία ή δικαιούχων διεθνούς προστασίας».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Στρασβούργο, 12 Δεκεμβρίου 2018.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

J. BOGNER-STRAUSS


(1)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2018 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2018.

(2)  Απόφαση (ΕΕ) 2015/1523 του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2015, για τη θέσπιση προσωρινών μέτρων στον τομέα της διεθνούς προστασίας υπέρ της Ιταλίας και της Ελλάδας (ΕΕ L 239 της 15.9.2015, σ. 146).

(3)  Απόφαση (ΕΕ) 2015/1601 του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2015, για τη θέσπιση προσωρινών μέτρων στον τομέα της διεθνούς προστασίας υπέρ της Ιταλίας και της Ελλάδας (ΕΕ L 248 της 24.9.2015, σ. 80).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 516/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για τη δημιουργία του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης, την τροποποίηση της απόφασης 2008/381/ΕΚ του Συμβουλίου και την κατάργηση των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου αριθ. 573/2007/ΕΚ και αριθ. 575/2007/ΕΚ και της απόφασης 2007/435/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 150 της 20.5.2014, σ. 168).

(5)  Απόφαση (ΕΕ) 2016/1754 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2016, για την τροποποίηση της απόφασης (ΕΕ) 2015/1601 για τη θέσπιση προσωρινών μέτρων στον τομέα της διεθνούς προστασίας υπέρ της Ιταλίας και της Ελλάδας (ΕΕ L 268 της 1.10.2016, σ. 82).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 514/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, σχετικά με τον καθορισμό γενικών διατάξεων όσον αφορά το Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και το μέσο για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας, της πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης κρίσεων (ΕΕ L 150 της 20.5.2014, σ. 112).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα (ΕΕ L 180 της 29.6.2013, σ. 31).


ΟΔΗΓΙΕΣ

21.12.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328/82


ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2018/2001 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 11ης Δεκεμβρίου 2018

για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές

(αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 194 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) έχει τροποποιηθεί επανειλημμένα και ουσιωδώς (5). Με την ευκαιρία νέων τροποποιήσεων, είναι σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας, η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 194 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), η προώθηση των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας είναι ένας από τους στόχους της ενεργειακής πολιτικής της Ένωσης. Ο στόχος αυτός επιδιώκεται μέσω της παρούσας οδηγίας. Η αυξημένη χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ή «ανανεώσιμη ενέργεια» αποτελεί σημαντική συνιστώσα της δέσμης μέτρων που απαιτούνται για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και τη συμμόρφωση με τη δέσμευση της Ένωσης βάσει της συμφωνίας του Παρισιού του 2015 για την αλλαγή του κλίματος μετά την 21η διάσκεψη των μερών της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή («συμφωνία του Παρισιού»), και με το πλαίσιο πολιτικής της Ένωσης για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030, συμπεριλαμβανομένου του δεσμευτικού στόχου της Ένωσης για μείωση των εκπομπών κατά τουλάχιστον 40 % έως το 2030 σε σύγκριση με το 1990. Ο δεσμευτικός στόχος της Ένωσης σχετικά με την ανανεώσιμη ενέργεια για το 2030 και οι συνεισφορές των κρατών μελών στον στόχο αυτό, συμπεριλαμβανομένων των βασικών τους μεριδίων σε σχέση με τους εθνικούς συνολικούς στόχους τους για το 2020, έχουν πρωταρχική σημασία για την ενεργειακή και περιβαλλοντική πολιτική της Ένωσης. Άλλα τέτοια στοιχεία πρωταρχικής σημασίας περιλαμβάνονται στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας, όπως, για παράδειγμα, η ανάπτυξη της θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η ανάπτυξη ανανεώσιμων καυσίμων κίνησης.

(3)

Η αυξημένη χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές έχει επίσης να διαδραματίσει θεμελιώδη ρόλο στην προώθηση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού, της βιώσιμης και οικονομικά προσιτής ενέργειας, της τεχνολογικής ανάπτυξης και της καινοτομίας, καθώς και της τεχνολογικής και βιομηχανικής πρωτοπορίας, προσφέροντας παράλληλα οφέλη για το περιβάλλον, την κοινωνία και την υγεία και δημιουργώντας μεγάλες ευκαιρίες απασχόλησης και περιφερειακής ανάπτυξης, ιδίως σε αγροτικές και απομονωμένες περιοχές, σε αραιοκατοικημένες περιοχές ή εδάφη ή σε περιοχές με μερική αποβιομηχάνιση.

(4)

Ειδικότερα, η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, η πρόοδος της τεχνολογίας και η παροχή κινήτρων για την ευρύτερη χρήση των δημόσιων συγκοινωνιών, η χρήση τεχνολογιών ενεργειακής απόδοσης και η προώθηση της χρήσης ανανεώσιμης ενέργειας στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας, της θέρμανσης και της ψύξης, καθώς και στις μεταφορές, αποτελούν αποτελεσματικά εργαλεία, σε συνδυασμό με μέτρα ενεργειακής απόδοσης, για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην Ένωση και της ενεργειακής εξάρτησης της Ένωσης.

(5)

Η οδηγία 2009/28/ΕΚ θέσπισε κανονιστικό πλαίσιο για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές το οποίο καθόρισε δεσμευτικούς εθνικούς στόχους προς επίτευξη έως το 2020 σχετικά με το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας στην κατανάλωση ενέργειας και τις μεταφορές. Η ανακοίνωση της Επιτροπής της 22ας Ιανουαρίου 2014 με τίτλο «Πλαίσιο πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια κατά την περίοδο από το 2020 έως το 2030», καθόρισε πλαίσιο για τις μελλοντικές πολιτικές της Ένωσης στους τομείς της ενέργειας και του κλίματος και προώθησε την κοινή αντίληψη για τον τρόπο ανάπτυξης των πολιτικών αυτών μετά το 2020. Η Επιτροπή πρότεινε ο στόχος της Ένωσης για το 2030 όσον αφορά το μερίδιο ανανεώσιμης ενέργειας που καταναλώνεται στην Ένωση να ανέρχεται σε τουλάχιστον 27 %. Η πρόταση αυτή, η οποία εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στα συμπεράσματά του της 23ης και 24ης Οκτωβρίου 2014, τα οποία ανέφεραν ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να θέσουν δικούς τους, πιο φιλόδοξους, εθνικούς στόχους ώστε να πραγματοποιήσουν και να υπερβούν τις προβλεπόμενες συνεισφορές τους στην επίτευξη του στόχου της Ένωσης για το 2030.

(6)

Στα ψηφίσματά του της 5ης Φεβρουαρίου 2014 με τίτλο «Πλαίσιο για τις πολιτικές που αφορούν το κλίμα και την ενέργεια με χρονικό ορίζοντα το έτος 2030» και της 23ης Ιουνίου 2016 με τίτλο «Έκθεση προόδου στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας», το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προχώρησε περαιτέρω από την πρόταση της Επιτροπής ή τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, τονίζοντας ότι, υπό το πρίσμα της συμφωνίας του Παρισιού και των πρόσφατων μειώσεων του κόστους των τεχνολογιών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, είναι επιθυμητό να τεθούν αισθητά πιο φιλόδοξοι στόχοι.

(7)

Θα πρέπει, επομένως, να ληφθούν υπόψη οι φιλοδοξίες που ορίζονται στη συμφωνία του Παρισιού καθώς και οι τεχνολογικές εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης του κόστους των επενδύσεων σε ανανεώσιμη ενέργεια.

(8)

Είναι επομένως σκόπιμο να οριστεί ενωσιακός δεσμευτικός στόχος για μερίδιο ανανεώσιμης ενέργειας στο 32 % τουλάχιστον. Επιπλέον, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει κατά πόσον ο στόχος αυτός θα αναθεωρηθεί προς τα πάνω δεδομένων των σημαντικών μειώσεων του κόστους στην παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, των διεθνών δεσμεύσεων της Ένωσης όσον αφορά την απαλλαγή από τις εκπομπές άνθρακα ή της σημαντικής μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας στην Ένωση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προσδιορίσουν τη συνεισφορά τους στην επίτευξη του στόχου αυτού στο πλαίσιο των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων τους για την ενέργεια και το κλίμα μέσω της διαδικασίας διακυβέρνησης που καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6).

(9)

Ο καθορισμός δεσμευτικού στόχου για την ανανεώσιμη ενέργεια σε επίπεδο Ένωσης για το 2030 θα συνέχιζε να ενθαρρύνει την ανάπτυξη τεχνολογιών που παράγουν ανανεώσιμη ενέργεια και να δημιουργεί αίσθημα ασφάλειας στους επενδυτές. Ένας στόχος που καθορίζεται σε ενωσιακό επίπεδο θα προσέφερε μεγαλύτερη ευελιξία στα κράτη μέλη ώστε να επιτύχουν τους στόχους τους για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου με τον πλέον αποδοτικό τρόπο από άποψη κόστους, σύμφωνα με τις ιδιαίτερες εθνικές τους περιστάσεις, τα ενεργειακά τους μείγματα και το δυναμικό παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας.

(10)

Για να εξασφαλιστεί η παγίωση των αποτελεσμάτων που επιτεύχθηκαν δυνάμει της οδηγίας 2009/28/ΕΚ, οι εθνικοί στόχοι 2020 θα πρέπει να αποτελέσουν την ελάχιστη συνεισφορά των κρατών μελών στο νέο πλαίσιο για το 2030. Τα εθνικά μερίδια ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές δεν θα πρέπει ποτέ να υπολείπονται των εν λόγω συνεισφορών. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο, τα σχετικά κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν τα κατάλληλα κατά τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999 μέτρα για να φτάσουν και πάλι εκείνη τη βασική γραμμή αναφοράς. Αν ένα κράτος μέλος δεν έχει φτάσει το βασικό του μερίδιο αναφοράς βάσει μετρήσεων που καλύπτουν περίοδο 12 μηνών, θα πρέπει, εντός 12 μηνών από το τέλος της εν λόγω περιόδου, να λάβει πρόσθετα μέτρα για να το επιτύχει οπότε τεκμαίρεται ότι έχει εκπληρώσει τις υποχρεωτικές απαιτήσεις του βασικού μεριδίου αναφοράς του, τόσο στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας όσο και στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 για το σύνολο της επίμαχης περιόδου. Επομένως, το εν λόγω κράτος μέλος δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι παρέβη την υποχρέωσή του να διατηρήσει το βασικό μερίδιο αναφοράς του για τη χρονική περίοδο κατά την οποία εμφανίστηκε το χάσμα. Τόσο το πλαίσιο του 2020 όσο και του 2030 εξυπηρετούν τους στόχους της περιβαλλοντικής και της ενεργειακής πολιτικής της Ένωσης.

(11)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν πρόσθετα μέτρα αν το μερίδιο ανανεώσιμης ενέργειας σε ενωσιακό επίπεδο δεν ακολουθήσει την πορεία της Ένωσης προς τον στόχο για ανανεώσιμη ενέργεια της τάξης του 32 % τουλάχιστον. Όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999, εάν η Επιτροπή διαπιστώσει χάσμα στις φιλοδοξίες κατά την αξιολόγηση των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα, μπορεί να λάβει ενωσιακά μέτρα προς επίτευξη του στόχου. Εάν κατά την αξιολόγηση των ενοποιημένων εθνικών εκθέσεων προόδου των κρατών μελών για την ενέργεια και το κλίμα, η Επιτροπή διαπιστώσει την ύπαρξη χάσματος υλοποίησης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόσουν τα μέτρα του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, τα οποία τους παρέχουν επαρκή ευελιξία επιλογής.

(12)

Για να υποστηριχθούν οι φιλόδοξες συνεισφορές των κρατών μελών στον ενωσιακό στόχο, θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα χρηματοδοτικό πλαίσιο για τη διευκόλυνση των επενδύσεων σε έργα ανανεώσιμης ενέργειας στα σχετικά κράτη μέλη, μεταξύ άλλων και με τη χρήση χρηματοπιστωτικών μέσων.

(13)

Η Επιτροπή θα πρέπει να εστιάσει τη χρηματοδότηση στη μείωση του κόστους κεφαλαίου των έργων ανανεώσιμης ενέργειας καθώς το κόστος αυτό έχει ουσιαστικό αντίκτυπο στο κόστος των έργων ανανεώσιμης ενέργειας και στην ανταγωνιστικότητά τους, καθώς και στην ανάπτυξη των βασικών υποδομών για την αύξηση της τεχνικά και οικονομικά προσιτής υιοθέτησης της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, όπως η υποδομή του δικτύου μεταφοράς και διανομής, τα ευφυή δίκτυα και οι διασυνδέσεις.

(14)

Η Επιτροπή θα πρέπει να διευκολύνει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των αρμόδιων εθνικών ή περιφερειακών αρχών ή φορέων, για παράδειγμα με τακτικές συνεδριάσεις, για την εξεύρεση κοινής προσέγγισης με σκοπό την προώθηση της ευρύτερης υιοθέτησης οικονομικά αποδοτικών έργων ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνει επενδύσεις σε νέες, ευέλικτες και καθαρές τεχνολογίες και τη χάραξη κατάλληλης στρατηγικής για τη διαχείριση της απόσυρσης των τεχνολογιών που δεν συμβάλλουν στη μείωση των εκπομπών ή δεν παρέχουν επαρκή ευελιξία, με βάση διαφανή κριτήρια και αξιόπιστα σήματα τιμών της αγοράς.

(15)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1099/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), οι οδηγίες 2001/77/ΕΚ (8) και 2003/30/ΕΚ (9) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και η οδηγία 2009/28/ΕΚ, διατύπωσαν ορισμούς για τις διάφορες μορφές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Το δίκαιο της Ένωσης για την εσωτερική αγορά ενέργειας διατυπώνει ορισμούς για τον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας εν γένει. Για λόγους ασφάλειας δικαίου και σαφήνειας, ενδείκνυται να εφαρμόζονται οι εν λόγω ορισμοί και στην παρούσα οδηγία.

(16)

Τα καθεστώτα στήριξης για την ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές ή «ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια» έχουν αποδειχτεί αποτελεσματικός τρόπος για την ανάπτυξη της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Εάν και όταν τα κράτη μέλη αποφασίσουν να εφαρμόσουν καθεστώτα στήριξης, η εν λόγω στήριξη θα πρέπει να παρέχεται με τρόπο που θα στρεβλώνει λιγότερο τη λειτουργία των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας. Προς τον σκοπό αυτό, όλο και περισσότερα κράτη μέλη παρέχουν στήριξη επιπλέον των εσόδων της αγοράς και καθιερώνουν συστήματα βασιζόμενα στην αγορά για να καθορίσουν το αναγκαίο επίπεδο στήριξης. Μαζί με μέτρα μέσω των οποίων προσαρμόζεται η αγορά στην αύξηση του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η στήριξη αυτή αποτελεί βασικό στοιχείο για την διάδοση της ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας στην αγορά, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τη διαφορετική ικανότητα των μικρών και μεγάλων παραγωγών να ανταποκρίνονται στα μηνύματα της αγοράς.

(17)

Οι εγκαταστάσεις μικρής κλίμακας μπορούν να αυξήσουν σημαντικά την αποδοχή εκ μέρους του κοινού και να εξασφαλίσουν την υλοποίηση έργων ανανεώσιμης ενέργειας, ιδίως τοπικών. Για να εξασφαλιστεί η συμμετοχή παρόμοιων εγκαταστάσεων ενδέχεται να εξακολουθούν να είναι αναγκαίοι ειδικοί όροι, συμπεριλαμβανομένων των εγγυημένων τιμών αγοράς, ώστε να εξασφαλιστεί η θετική σχέση κόστους-οφέλους, κατά το δίκαιο της Ένωσης για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Ο ορισμός των εγκαταστάσεων μικρής κλίμακας για τον σκοπό της εξασφάλισης παρόμοιας ενίσχυσης είναι σημαντικό να παρέχει ασφάλεια δικαίου στους επενδυτές. Οι κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων περιέχουν ορισμούς των εγκαταστάσεων μικρής κλίμακας.

(18)

Σύμφωνα με το άρθρο 108 ΣΛΕΕ, η Επιτροπή έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να αξιολογεί τη συμβατότητα των μέτρων κρατικών ενισχύσεων με την εσωτερική αγορά, τα οποία τα κράτη μέλη ενδέχεται να λάβουν για την ανάπτυξη ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Η εν λόγω αξιολόγηση γίνεται με βάση το άρθρο 107 παράγραφος 3 ΣΛΕΕ και σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις και κατευθυντήριες γραμμές που ενδέχεται να εγκρίνει η Επιτροπή. Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την αποκλειστική αρμοδιότητα της Επιτροπής που κατοχυρώνει η ΣΛΕΕ.

(19)

Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές θα πρέπει να αναπτυχθεί με το χαμηλότερο δυνατό κόστος για τους καταναλωτές και τους φορολογούμενους. Κατά τον σχεδιασμό των καθεστώτων στήριξης και τη χορήγηση της στήριξης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιδιώκουν την ελαχιστοποίηση του συνολικού κόστους εγκατάστασης του συστήματος σε όλη την πορεία μείωσης των εκπομπών άνθρακα με σκοπό την επίτευξη του στόχου μιας οικονομίας χαμηλών εκπομπών άνθρακα έως το 2050. Έχει καταδειχθεί ότι οι μηχανισμοί που βασίζονται στην αγορά, όπως οι διαδικασίες υποβολής προσφορών, συχνά μειώνουν ουσιαστικά το κόστος στήριξης σε ανταγωνιστικές αγορές. Ωστόσο, ενίοτε, οι διαδικασίες αυτές μπορεί να μην οδηγούν απαραίτητα σε αποτελεσματική τιμολόγηση. Συνεπώς, μπορεί να χρειαστεί να εξεταστούν ισορροπημένες απαλλαγές για να εξασφαλιστεί η οικονομική αποδοτικότητα και να ελαχιστοποιηθεί το συνολικό κόστος στήριξης. Πιο συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να χορηγούν απαλλαγές από τις διαδικασίες υποβολής προσφορών και την άμεση πώληση για εγκαταστάσεις μικρής κλίμακας και έργα επίδειξης ώστε να συνεκτιμάται το μικρότερο δυναμικό τους. Δεδομένου ότι η Επιτροπή αξιολογεί κατά περίπτωση τη συμβατότητα της στήριξης στην ανανεώσιμη ενέργεια με την εσωτερική αγορά, οι απαλλαγές θα πρέπει να τηρούν τα κατώτατα όρια που ορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές περί κρατικών ενισχύσεων για την περιβαλλοντική προστασία και την ενέργεια. Στις κατευθυντήριες γραμμές 2014-2020, τα όρια αυτά είναι 1 MW (και 6 MW ή 6 μονάδες παραγωγής για αιολική ενέργεια) και 500 kW (και 3 MW ή 3 μονάδες παραγωγής για αιολική ενέργεια) σε ό,τι αφορά τις απαλλαγές για τις διαδικασίες υποβολής προσφορών και για την άμεση πώληση αντιστοίχως. Για να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των διαδικασιών υποβολής προσφορών ως προς την ελαχιστοποίηση του συνολικού κόστους στήριξης, οι διαδικασίες αυτές θα πρέπει κατ' αρχήν να είναι ανοικτές σε όλους αδιακρίτως τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Καθώς τα κράτη μέλη αναπτύσσουν τα καθεστώτα στήριξής, μπορούν να περιορίζουν τις διαδικασίες υποβολής προσφορών σε συγκεκριμένες τεχνολογίες όταν αυτό είναι απαραίτητο για να αποφευχθούν μη ικανοποιητικά αποτελέσματα όσον αφορά τους περιορισμούς του δικτύου, τη σταθερότητα του δικτύου, το κόστος για την ενσωμάτωση στο σύστημα, την ανάγκη επίτευξης διαφοροποίησης του ενεργειακού μείγματος και το μακροπρόθεσμο δυναμικό των τεχνολογιών.

(20)

Στα συμπεράσματά του της 23ης και 24ης Οκτωβρίου 2014 για το «Πλαίσιο πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030», το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τόνισε τη σημασία μιας περισσότερο διασυνδεδεμένης εσωτερικής αγοράς ενέργειας και την ανάγκη επαρκούς στήριξης για την ενσωμάτωση των ολοένα αυξανόμενων επιπέδων μεταβλητής ανανεώσιμης ενέργειας, ώστε να καταφέρει η Ένωση να εκπληρώσει τις φιλοδοξίες της για ανάληψη ηγετικού ρόλου κατά την ενεργειακή μετάβαση. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό και επείγον να αυξηθεί το επίπεδο διασύνδεσης και να σημειωθεί πρόοδος προς την επίτευξη των στόχων που έχουν συμφωνηθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, για να αξιοποιηθεί πλήρως το δυναμικό της Ενεργειακής Ένωσης.

(21)

Όταν αναπτύσσουν καθεστώτα στήριξης για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάζουν τη διαθέσιμη βιώσιμη προσφορά βιομάζας και να λαμβάνουν υπόψη τις αρχές της κυκλικής οικονομίας και της ιεράρχησης των αποβλήτων όπως ορίζονται στην οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10) ώστε να αποφεύγονται περιττές στρεβλώσεις των αγορών πρώτων υλών. Η πρόληψη των αποβλήτων και η ανακύκλωσή τους θα πρέπει να αποτελούν προτεραιότητα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποφεύγουν τη δημιουργία καθεστώτων στήριξης που θα έρχονταν σε αντίθεση με τους στόχους για την επεξεργασία των αποβλήτων και θα οδηγούσαν σε μη αποδοτική χρήση των ανακυκλώσιμων αποβλήτων.

(22)

Κάθε κράτος μέλος διαθέτει διαφορετικό δυναμικό ανανεώσιμης ενέργειας και εφαρμόζει διαφορετικά καθεστώτα στήριξης της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Τα περισσότερα κράτη μέλη εφαρμόζουν καθεστώτα στήριξης μόνο για μορφές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές οι οποίες παράγονται στο έδαφός τους. Για την εύρυθμη λειτουργία των εθνικών καθεστώτων στήριξης έχει ζωτική σημασία να μπορούν τα κράτη μέλη να συνεχίσουν να ελέγχουν τις επιπτώσεις και το κόστος των εθνικών καθεστώτων στήριξης σύμφωνα με το διαφορετικό δυναμικό τους. Ένα σημαντικό μέσο για την επίτευξη του στόχου της παρούσας οδηγίας παραμένει η εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των εθνικών καθεστώτων στήριξης κατά τις οδηγίες 2001/77/ΕΚ και 2009/28/ΕΚ, για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών και να μπορέσουν τα κράτη μέλη να σχεδιάσουν αποτελεσματικά εθνικά μέτρα για τις αντίστοιχες συνεισφορές τους στην επίτευξη του ενωσιακού στόχου για την ανανεώσιμη ενέργεια για το 2030, καθώς και για τους τυχόν εθνικούς στόχους. Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να διευκολύνει τη διασυνοριακή στήριξη της ανανεώσιμης ενέργειας χωρίς να θίγονται με δυσανάλογο τρόπο τα εθνικά καθεστώτα στήριξης.

(23)

Το άνοιγμα των καθεστώτων στήριξης στη διασυνοριακή συμμετοχή περιορίζει τις αρνητικές επιπτώσεις στην εσωτερική αγορά ενέργειας και μπορεί, υπό ορισμένες συνθήκες, να βοηθήσει τα κράτη μέλη να επιτύχουν τον ενωσιακό στόχο με οικονομικότερο τρόπο. Η διασυνοριακή συμμετοχή είναι επίσης το φυσικό επακόλουθο της ανάπτυξης της πολιτικής της Ένωσης για την ανανεώσιμη ενέργεια, η οποία προωθεί τη σύγκλιση και τη συνεργασία στην επίτευξη του δεσμευτικού ενωσιακού στόχου. Ως εκ τούτου είναι αναγκαίο να ενθαρρυνθούν τα κράτη μέλη να ανοίξουν τη στήριξη και σε έργα που πραγματοποιούνται σε άλλα κράτη μέλη και να καθορίσουν διάφορους τρόπους υλοποίησης του σταδιακού αυτού ανοίγματος, τηρουμένης της ΣΛΕΕ, και ιδίως των άρθρων 30, 34 και 110. Δεδομένου ότι οι ροές ηλεκτρικής ενέργειας δεν μπορούν να εντοπιστούν, είναι σκόπιμο να συνδεθεί το άνοιγμα των καθεστώτων στήριξης στη διασυνοριακή συμμετοχή με μερίδια που επιδιώκουν πραγματικά επίπεδα φυσικών διασυνδέσεων και να δοθεί στα κράτη μέλη η δυνατότητα να περιορίσουν τα καθεστώτα ανοικτής στήριξης στα κράτη μέλη με τα οποία τα δίκτυά τους συνδέονται απευθείας, ως πρακτικό μέσο για να αποδεικνύεται η ύπαρξη φυσικών ροών μεταξύ των κρατών μελών. Αυτό δεν θα πρέπει, ωστόσο, να επηρεάζει με κανέναν τρόπο τη διαζωνική και διασυνοριακή λειτουργία των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας.

(24)

Για να εξασφαλιστεί ότι το άνοιγμα των καθεστώτων στήριξης είναι αμοιβαίως επωφελές, θα πρέπει να υπογράφονται συμφωνίες συνεργασίας μεταξύ των συμμετεχόντων κρατών μελών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διατηρούν τον έλεγχο του ρυθμού ανάπτυξης δυναμικότητας ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στο έδαφός τους, προκειμένου κυρίως να ληφθεί υπόψη το κόστος ενσωμάτωσης και οι απαιτούμενες επενδύσεις στο δίκτυο. Συνεπώς, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να περιορίζουν τη συμμετοχή των εγκαταστάσεων που βρίσκονται στο έδαφός τους σε διαγωνισμούς που προκηρύσσονται από άλλα κράτη μέλη. Οι εν λόγω συμφωνίες συνεργασίας θα πρέπει να εξετάζουν επαρκώς όλες τις σχετικές πτυχές, όπως τον τρόπο με τον οποίο υπολογίζεται το κόστος που αφορά έργο το οποίο έχει κατασκευαστεί από ένα κράτος μέλος στο έδαφος άλλου, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών που συνδέονται με την ενίσχυση δικτύων, τη μεταβίβαση ενέργειας, τις δυνατότητες αποθήκευσης και τις εφεδρικές δυνατότητες, καθώς και τις ενδεχόμενες συμφορήσεις στο δίκτυο. Στις εν λόγω συμφωνίες, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τα μέτρα που ενδέχεται να επιτρέπουν την οικονομικά αποδοτική ενσωμάτωση αυτής της πρόσθετης δυναμικότητας ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, είτε είναι κανονιστικής φύσης (για παράδειγμα εάν σχετίζονται με τον σχεδιασμό της αγοράς) είτε πρόκειται για πρόσθετες επενδύσεις σε διάφορες πηγές ευελιξίας (για παράδειγμα διασυνδέσεις, αποθήκευση, ανταπόκριση στη ζήτηση ή ευέλικτη παραγωγή).

(25)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποφεύγουν στρεβλωτικές καταστάσεις που έχουν ως αποτέλεσμα την εκτεταμένη εισαγωγή πόρων από τρίτες χώρες. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να εξεταστεί και να προωθηθεί η προσέγγιση με βάση τον κύκλο ζωής.

(26)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίσουν ότι οι κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας μπορούν να συμμετάσχουν στα διαθέσιμα καθεστώτα στήριξης επί ίσοις όροις με άλλους μεγάλους συμμετέχοντες. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να λάβουν μέτρα, όπως η παροχή πληροφοριών, η παροχή τεχνικής και χρηματοδοτικής στήριξης, η μείωση των διοικητικών απαιτήσεων, η παροχή κριτηρίων υποβολής προσφορών εστιασμένων στην κοινότητα, η δημιουργία ειδικών περιόδων υποβολής προσφορών για τις κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας ή η παροχή της δυνατότητας στις κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας να αμείβονται μέσω άμεσης στήριξης όταν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις για τις μικρές εγκαταστάσεις.

(27)

Ο σχεδιασμός της υποδομής που απαιτείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις πολιτικές που αφορούν τη συμμετοχή όσων επηρεάζονται από τα έργα, ιδίως των τοπικών πληθυσμών.

(28)

Θα πρέπει να παρέχονται στους καταναλωτές πλήρεις πληροφορίες και ενημέρωση για τα οφέλη των συστημάτων θέρμανσης και ψύξης από άποψης ενεργειακής απόδοσης και για το χαμηλότερο κόστος λειτουργίας των ηλεκτρικών οχημάτων, ώστε να μπορούν να κάνουν ατομικές καταναλωτικές επιλογές σε ό,τι αφορά την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και να αποφεύγουν τον εγκλωβισμό σε συγκεκριμένες τεχνολογίες.

(29)

Με την επιφύλαξη των άρθρων 107 και 108 ΣΛΕΕ, οι πολιτικές στήριξης της ανανεώσιμης ενέργειας θα πρέπει να είναι προβλέψιμες και σταθερές χωρίς αδικαιολόγητες ή αναδρομικές αλλαγές. Μια απρόβλεπτη και ασταθής πολιτική έχει άμεσο αντίκτυπο στο κόστος χρηματοδότησης του κεφαλαίου, στο κόστος ανάπτυξης έργων και, επομένως, στο συνολικό κόστος ανάπτυξης της ανανεώσιμης ενέργειας στην Ένωση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν ώστε η αναθεώρηση τυχόν στήριξης που χορηγείται σε έργα ανανεώσιμης ενέργειας να μην μειώνει την οικονομική τους βιωσιμότητα. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προωθούν οικονομικά αποδοτικές πολιτικές στήριξης και να διασφαλίζουν την οικονομική τους βιωσιμότητα. Πέραν τούτου, θα πρέπει να δημοσιεύεται μακροπρόθεσμο ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα που να καλύπτει τις κύριες πτυχές της αναμενόμενης στήριξης, χωρίς να θίγεται η ικανότητα των κρατών μελών να αποφασίζουν τα κονδύλια του προϋπολογισμού στα χρόνια που καλύπτει το χρονοδιάγραμμα.

(30)

Οι υποχρεώσεις των κρατών μελών να καταρτίζουν εθνικά σχέδια δράσης για την ανανεώσιμη ενέργεια και να εκπονούν εκθέσεις προόδου και η υποχρέωση της Επιτροπής να υποβάλλει έκθεση προόδου των κρατών μελών είναι ουσιώδους σημασίας για να αυξηθεί η διαφάνεια, να υπάρξει σαφήνεια για τους επενδυτές και τους καταναλωτές και να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική παρακολούθηση. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 ενσωματώνει τις υποχρεώσεις αυτές στο σύστημα διακυβέρνησης της Ενεργειακής Ένωσης όπου εξορθολογίζονται οι υποχρεώσεις σχεδιασμού, υποβολής εκθέσεων και παρακολούθησης στους τομείς της ενέργειας και του κλίματος. Η πλατφόρμα διαφάνειας για την ανανεώσιμη ενέργεια ενσωματώνεται επίσης στην ευρύτερη ηλεκτρονική πλατφόρμα που συστάθηκε με τον εν λόγω κανονισμό.

(31)

Είναι αναγκαίο να τεθούν διαφανείς και αδιαμφισβήτητοι κανόνες για τον υπολογισμό του μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και για τον καθορισμό των πηγών αυτών.

(32)

Κατά τον υπολογισμό της συμβολής της υδροηλεκτρικής ενέργειας και της αιολικής ενέργειας για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να μετριαστούν οι επιδράσεις των διαφορών κλίματος με τη χρήση ενός κανόνα εξομάλυνσης. Εκτός αυτού, η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται με συστήματα αποθήκευσης μέσω άντλησης νερού που έχει προηγουμένως αντληθεί στον άνω ταμιευτήρα δεν θα πρέπει να θεωρείται ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια.

(33)

Για να λειτουργήσουν, οι αντλίες θερμότητας που επιτρέπουν τη χρήση της ενέργειας περιβάλλοντος και της γεωθερμικής ενέργειας στο ωφέλιμο επίπεδο θερμοκρασίας, ή τα συστήματα που παρέχουν ψύξη, χρειάζονται ηλεκτρική ενέργεια ή άλλη βοηθητική ενέργεια. Συνεπώς, η ενέργεια που χρησιμοποιείται για τη λειτουργία των συστημάτων αυτών θα πρέπει να αφαιρείται από το σύνολο της χρήσιμης ή της απαχθείσας από την περιοχή ενέργειας. Θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μόνο τα συστήματα θέρμανσης και ψύξης που προσφέρουν σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό ενέργειας ή ποσοστό απαχθείσας από μια περιοχή ενέργειας από αυτό που καταναλώνουν για τη λειτουργία τους. Τα συστήματα ψύξης συμβάλλουν στη χρήση ενέργειας στα κράτη μέλη και είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμο οι μέθοδοι υπολογισμού να λαμβάνουν υπόψη το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας που χρησιμοποιείται στα συστήματα αυτά σε όλους τους τομείς τελικής χρήσης.

(34)

Τα συστήματα παθητικής ενέργειας χρησιμοποιούν τον σχεδιασμό κτιρίων για να δεσμεύσουν ενέργεια. Η ενέργεια που λαμβάνεται με αυτόν τον τρόπο θεωρείται εξοικονομηθείσα. Για να αποφευχθεί η διπλή προσμέτρηση, η ενέργεια που δεσμεύεται με αυτό τον τρόπο δεν θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

(35)

Σε ορισμένα κράτη μέλη οι αερομεταφορές έχουν μεγάλο μερίδιο στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας. Λαμβάνοντας υπόψη τους τρέχοντες τεχνολογικούς και κανονιστικούς περιορισμούς που εμποδίζουν την εμπορική χρήση των βιοκαυσίμων στις αερομεταφορές, είναι επομένως σκόπιμο να προβλεφθεί για τα εν λόγω κράτη μέλη μερική απαλλαγή σε ό,τι αφορά τον υπολογισμό της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας στις εθνικές αερομεταφορές, επιτρέποντάς τους να αποκλείουν από τον εν λόγω υπολογισμό το ποσοστό κατά το οποίο υπερβαίνουν κατά μιάμιση φορά τον μέσο όρο της Ένωσης για την ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας στις αερομεταφορές το 2005, όπως εκτιμάται από την Eurostat, ήτοι 6,18 %. Δεδομένου του νησιωτικού και περιφερειακού χαρακτήρα τους, η Κύπρος και η Μάλτα βασίζονται κυρίως στην αεροπορία ως τρόπο μεταφοράς που έχει ζωτική σημασία για τους πολίτες και την οικονομία τους. Ως αποτέλεσμα, στην Κύπρο και τη Μάλτα το μερίδιο των αερομεταφορών στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας είναι δυσανάλογα υψηλό, ήτοι πάνω από τρεις φορές τον μέσο όρο της Ένωσης το 2005, και συνεπώς οι χώρες αυτές θίγονται δυσανάλογα από τους τρέχοντες τεχνολογικούς και κανονιστικούς περιορισμούς. Είναι επομένως σκόπιμο να προβλεφθεί ότι θα επωφελούνται από απαλλαγή η οποία πρόκειται να καλύπτει το ποσοστό κατά το οποίο υπερβαίνουν τον μέσο όρο ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας της Ένωσης στις αερομεταφορές το 2005, όπως εκτιμάται από την Eurostat, ήτοι 4,12 %.

(36)

Η ανακοίνωση της Επιτροπής της 20ής Ιουλίου 2016 με τίτλο «Ευρωπαϊκή στρατηγική για την κινητικότητα χαμηλών εκπομπών» επισήμανε την ιδιαίτερη σημασία, μεσοπρόθεσμα, των προηγμένων βιοκαυσίμων και ανανεώσιμων υγρών και αερίων καυσίμων μη βιολογικής προέλευσης για τις αερομεταφορές.

(37)

Για να διασφαλιστεί ότι ο κατάλογος πρώτων υλών για παραγωγή προηγμένων βιοκαυσίμων, άλλων βιοκαυσίμων και βιοαερίων, όπως ορίζεται στο παράρτημα της παρούσας οδηγίας, λαμβάνει υπόψη τις αρχές ιεράρχησης των αποβλήτων κατά την οδηγία 2008/98/ΕΚ, τα ενωσιακά κριτήρια αειφορίας και την ανάγκη διασφάλισης ότι το εν λόγω παράρτημα δεν δημιουργεί πρόσθετη ζήτηση για καλλιεργούμενη γη προωθώντας παράλληλα τη χρήση αποβλήτων και υπολειμμάτων, η Επιτροπή, στο πλαίσιο της τακτικής αξιολόγησης του εν λόγω παραρτήματος, θα πρέπει να εξετάζει το ενδεχόμενο συμπερίληψης πρόσθετων πρώτων υλών που δεν έχουν σημαντικές στρεβλωτικές επιπτώσεις στις αγορές προϊόντων ή παραπροϊόντων, αποβλήτων ή υπολειμμάτων.

(38)

Για να μειωθεί το κόστος επίτευξης του ενωσιακού στόχου που θέτει η παρούσα οδηγία και να παρασχεθεί στα κράτη μέλη ευελιξία ώστε να συμμορφωθούν με την υποχρέωσή τους να εξακολουθήσουν να επιτυγχάνουν τους εθνικούς τους στόχους για το 2020 και μετά το έτος αυτό, κρίνεται σκόπιμο, αφενός, να διευκολυνθεί η κατανάλωση, στα κράτη μέλη, ενέργειας παραγομένης από ανανεώσιμες πηγές σε άλλα κράτη μέλη και, αφετέρου, να δοθεί στα κράτη μέλη η δυνατότητα να συνυπολογίζουν στο οικείο μερίδιο ανανεώσιμης ενέργειας την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που καταναλώνεται σε άλλα κράτη μέλη. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή θα πρέπει να συστήσει πλατφόρμα της Ένωσης για την ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας (« Union renewable development platform - URDP») η οποία να επιτρέπει την εμπορία μεριδίων ανανεώσιμης ενέργειας μεταξύ των κρατών μελών πέραν των συμφωνιών διμερούς συνεργασίας. Η URDP συμπληρώνει το εθελοντικό άνοιγμα των καθεστώτων στήριξης σε έργα που υλοποιούνται σε άλλα κράτη μέλη. Οι συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών περιλαμβάνουν στατιστικές μεταβιβάσεις, κοινά έργα μεταξύ κρατών μελών ή κοινά καθεστώτα στήριξης.

(39)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να επιδιώξουν κάθε κατάλληλη συνεργασία για να πετύχουν τους στόχους της παρούσας οδηγίας και να ενημερώνουν τους πολίτες για τα οφέλη της χρήσης μηχανισμών συνεργασίας. Η συνεργασία αυτή μπορεί να πραγματοποιείται σε όλα τα επίπεδα, διμερώς ή πολυμερώς. Εκτός από τους μηχανισμούς που επηρεάζουν τον υπολογισμό και την επίτευξη του στόχου για το μερίδιο ανανεώσιμης ενέργειας, οι οποίοι προβλέπονται αποκλειστικά στην παρούσα οδηγία, όπως στατιστικές μεταβιβάσεις μεταξύ κρατών μελών – είτε πραγματοποιούνται διμερώς ή μέσω της URDP – κοινά έργα και κοινά καθεστώτα στήριξης, η συνεργασία μπορεί να λαμβάνει τη μορφή, για παράδειγμα, ανταλλαγής πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών, όπως προβλέπεται ιδίως στην ηλεκτρονική πλατφόρμα που συστήνεται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999, και άλλου εθελοντικού συντονισμού μεταξύ καθεστώτων στήριξης κάθε μορφής.

(40)

Η εισαγόμενη ηλεκτρική ενέργεια, η οποία παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας εκτός της Ένωσης, θα πρέπει να είναι δυνατό να συνυπολογίζεται στα μερίδια ανανεώσιμης ενέργειας των κρατών μελών. Για να εξασφαλιστεί ο κατάλληλος αντίκτυπος από την αντικατάσταση των μη ανανεώσιμων μορφών ενέργειας από ανανεώσιμη ενέργεια στην Ένωση και στις τρίτες χώρες, είναι σκόπιμο οι εν λόγω εισαγωγές να μπορούν να εντοπίζονται και να υπολογίζονται με αξιόπιστο τρόπο. Θα εξεταστεί η σύναψη συμφωνιών με τρίτες χώρες για την οργάνωση της εν λόγω εμπορίας ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας. Εάν, βάσει απόφασης που λαμβάνεται δυνάμει της Συνθήκης για την Ενεργειακή Κοινότητα (11), τα συμβαλλόμενα σε αυτή μέρη δεσμεύονται από τις σχετικές διατάξεις της παρούσας οδηγίας, τα μέτρα συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών, κατά την παρούσα οδηγία, θα πρέπει να εφαρμόζονται σε αυτά.

(41)

Όταν τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν κοινά έργα με μία ή περισσότερες τρίτες χώρες για την παραγωγή ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας, τα έργα αυτά θα πρέπει να αφορούν μόνον εγκαταστάσεις πρόσφατης κατασκευής ή εγκαταστάσεις με πρόσφατη αύξηση δυναμικότητας. Κατ' αυτόν τον τρόπο, θα εξασφαλίζεται ότι το ποσοστό ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στη συνολική κατανάλωση ενέργειας της τρίτης χώρας δεν μειώνεται λόγω της εισαγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην Ένωση.

(42)

Πέρα από τη θέσπιση ενωσιακού πλαισίου για την προώθηση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η παρούσα οδηγία συμβάλλει και στον δυνητικό θετικό αντίκτυπο της Ένωσης και των κρατών μελών στην τόνωση της ανάπτυξης του τομέα της ανανεώσιμης ενέργειας σε τρίτες χώρες. Η Ένωση και τα κράτη μέλη θα πρέπει να προωθήσουν την έρευνα, την ανάπτυξη και τις επενδύσεις στην παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας στις αναπτυσσόμενες χώρες και σε άλλες χώρες-εταίρους, με πλήρη σεβασμό του διεθνούς δικαίου, ενισχύοντας την περιβαλλοντική και οικονομική τους βιωσιμότητα και την ικανότητά τους για εξαγωγή ανανεώσιμης ενέργειας.

(43)

Η διαδικασία για την έγκριση, την πιστοποίηση και την αδειοδότηση σταθμών παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας θα πρέπει να είναι αντικειμενική, διαφανής, αμερόληπτη και αναλογική, όταν οι κανόνες εφαρμόζονται σε συγκεκριμένα έργα. Ειδικότερα, είναι σκόπιμο να αποφευχθεί άσκοπη επιβάρυνση που θα μπορούσε να προκύψει από την κατάταξη έργων ανανεώσιμης ενέργειας στις εγκαταστάσεις που παρουσιάζουν υψηλό κίνδυνο για την υγεία.

(44)

Για την ταχεία ανάπτυξη της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και υπό το πρίσμα της γενικής υψηλής αειφορίας και της περιβαλλοντικής ωφέλειάς τους, τα κράτη μέλη θα πρέπει, κατά την εφαρμογή των διοικητικών κανόνων ή κατά τον σχεδιασμό δομών και νομοθεσίας για την αδειοδότηση εγκαταστάσεων σε σχέση με τη μείωση της ρύπανσης και τον έλεγχο βιομηχανικών εγκαταστάσεων, για την καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης ή για την πρόληψη ή ελαχιστοποίηση των απορρίψεων επικίνδυνων ουσιών στο περιβάλλον, να λαμβάνουν υπόψη τη συμβολή της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην επίτευξη των στόχων για το περιβάλλον και την αλλαγή του κλίματος, ιδίως σε σύγκριση με εγκαταστάσεις μη ανανεώσιμης ενέργειας.

(45)

Θα πρέπει να εξασφαλίζεται η συνοχή μεταξύ των στόχων της παρούσας οδηγίας και της υπόλοιπης περιβαλλοντικής νομοθεσίας της Ένωσης. Συγκεκριμένα, κατά τις διαδικασίες αξιολόγησης, σχεδιασμού ή αδειοδότησης εγκαταστάσεων ανανεώσιμης ενέργειας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη όλο το περιβαλλοντικό δίκαιο της Ένωσης και τη συμβολή της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην επίτευξη στόχων περιβάλλοντος και αλλαγής του κλίματος, ιδίως σε σύγκριση με εγκαταστάσεις μη ανανεώσιμης ενέργειας.

(46)

Η γεωθερμική ενέργεια αποτελεί σημαντική τοπική πηγή ανανεώσιμης ενέργειας που συνήθως έχει σημαντικά λιγότερες εκπομπές από τα ορυκτά καύσιμα ενώ οι εκπομπές ορισμένων τύπων γεωθερμικών σταθμών παραγωγής είναι σχεδόν μηδενικές. Ωστόσο, ανάλογα με τα γεωλογικά χαρακτηριστικά μιας περιοχής, η παραγωγή γεωθερμικής ενέργειας ενδέχεται να προκαλέσει έκλυση αερίων του θερμοκηπίου και άλλων ουσιών από υπόγεια υγρά και άλλους γεωλογικούς σχηματισμούς του υπεδάφους, οι οποίες είναι επιβλαβείς για την υγεία και το περιβάλλον. Ως εκ τούτου η Επιτροπή θα πρέπει να διευκολύνει μόνο την ανάπτυξη γεωθερμικής ενέργειας με μικρό περιβαλλοντικό αντίκτυπο η οποία οδηγεί σε μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σε σύγκριση με τις μη ανανεώσιμες πηγές.

(47)

Σε εθνικό, περιφερειακό και κατά περίπτωση τοπικό επίπεδο, οι κανόνες και οι υποχρεώσεις για ελάχιστες απαιτήσεις όσον αφορά τη χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στα νεόδμητα και στα ανακαινισμένα κτίρια οδήγησαν σε σημαντική αύξηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να ενθαρρύνονται σε ευρύτερη ενωσιακή κλίμακα και παράλληλα να προωθείται η χρήση ενεργειακά αποδοτικότερων εφαρμογών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε συνδυασμό με μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας και ενεργειακής απόδοσης στους οικοδομικούς κανονισμούς και κώδικες.

(48)

Για να διευκολυνθεί και να επιταχυνθεί η θέσπιση ελάχιστων επιπέδων για τη χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε κτίρια, ο υπολογισμός αυτών των ελάχιστων επιπέδων στα νεόδμητα και τα υφιστάμενα κτίρια που υφίστανται ριζική ανακαίνιση θα πρέπει να παρέχει επαρκή βάση για να εκτιμηθεί κατά πόσον η συμπερίληψη ελάχιστων επιπέδων ανανεώσιμης ενέργειας είναι τεχνικά, λειτουργικά και οικονομικά εφικτή. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να επιτρέπουν τη χρήση αποδοτικής τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης ή, όταν δεν υπάρχουν συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, άλλων ενεργειακών υποδομών ώστε να εκπληρωθούν οι απαιτήσεις αυτές.

(49)

Για να εξασφαλιστεί ότι τα εθνικά μέτρα για την ανάπτυξη της θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας βασίζονται σε πλήρη χαρτογράφηση και ανάλυση του εθνικού δυναμικού ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και ενέργειας από απόβλητα, και ότι τα εν λόγω μέτρα προβλέπουν αυξημένη ενσωμάτωση της ανανεώσιμης ενέργειας, στηρίζοντας μεταξύ άλλων καινοτόμες τεχνολογίες όπως οι αντλίες θερμότητας, η γεωθερμική και η ηλιοθερμική τεχνολογία, και των πηγών απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης, είναι σκόπιμο να απαιτηθεί από τα κράτη μέλη να προβούν σε εκτίμηση του εθνικού τους δυναμικού ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και της χρήσης απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης, ιδίως για να διευκολυνθεί η ενσωμάτωση της ανανεώσιμης ενέργειας στις εγκαταστάσεις θέρμανσης και ψύξης και να προωθηθεί η ανταγωνιστική και αποδοτική τηλεθέρμανση και τηλεψύξη. Για να διασφαλιστεί συνέπεια με τις απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης για θέρμανση και ψύξη και να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος, η εκτίμηση αυτή θα πρέπει να συμπεριληφθεί στις διεξοδικές αξιολογήσεις που πραγματοποιούνται και κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 14 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12).

(50)

Έχει αποδειχθεί ότι η έλλειψη διαφανών κανόνων και συντονισμού μεταξύ των διαφόρων φορέων έγκρισης εμποδίζει την ανάπτυξη ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Η παροχή καθοδήγησης στους αιτούντες καθ' όλη τη διάρκεια των διαδικασιών διοικητικής αίτησης και αδειοδότησης μέσω διοικητικού σημείου επαφής έχει στόχο να μειώσει την πολυπλοκότητα για τους φορείς υλοποίησης του έργου και να αυξήσει την αποδοτικότητα και τη διαφάνεια, μεταξύ άλλων για τους αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και τις κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας. Τέτοια καθοδήγηση πρέπει να παρέχεται στο κατάλληλο διοικητικό επίπεδο, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων των κρατών μελών. Τα ενιαία σημεία επαφής θα πρέπει να είναι σε θέση να καθοδηγήσουν τον αιτούντα και να τον διευκολύνουν σε ολόκληρη τη διοικητική διαδικασία ώστε να μην είναι αναγκασμένος να επικοινωνήσει με άλλους διοικητικούς φορείς για να ολοκληρώσει τη διαδικασία, εκτός αν ο αιτών επιλέξει να το πράξει.

(51)

Οι χρονοβόρες διοικητικές διαδικασίες συνιστούν σοβαρό διοικητικό φραγμό και είναι δαπανηρές. Η απλοποίηση των διαδικασιών διοικητικής αδειοδότησης και σαφείς προθεσμίες για τις αποφάσεις που πρέπει να λάβουν οι σχετικές αρχές που είναι αρμόδιες για τη χορήγηση της έγκρισης για την εγκατάσταση παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με βάση μια πλήρη αίτηση θα πρέπει να καθιστούν τις διαδικασίες πιο αποτελεσματικές, μειώνοντας έτσι το διοικητικό κόστος. Θα πρέπει να διατίθεται εγχειρίδιο διαδικασιών για να καταστεί ευκολότερη η κατανόηση των διαδικασιών για τους φορείς υλοποίησης του έργου και τους πολίτες που επιθυμούν να επενδύσουν σε ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Για να προωθηθεί η υιοθέτηση ανανεώσιμης ενέργειας από τις πολύ μικρές, τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) και τους μεμονωμένους πολίτες, σύμφωνα με τους στόχους της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να οριστεί διαδικασία απλής κοινοποίησης προς τον αρμόδιο φορέα για τις συνδέσεις με το δίκτυο όταν πρόκειται για μικρά έργα ανανεώσιμης ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των αποκεντρωμένων έργων, όπως είναι οι ηλιακές εγκαταστάσεις στέγης. Για να καλυφθούν οι αυξανόμενες ανάγκες για την αλλαγή ενεργειακής πηγής σε υφιστάμενους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμη ενέργεια, οι διαδικασίες αδειοδότησης θα πρέπει να εξορθολογιστούν. Η παρούσα οδηγία, και ιδίως οι διατάξεις για την οργάνωση και τη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας αδειοδότησης, θα πρέπει να εφαρμόζονται με την επιφύλαξη του διεθνούς και του ενωσιακού δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων για την προστασία του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας. Σε εξαιρετικές, δεόντως αιτιολογημένες περιστάσεις, οι αρχικές προθεσμίες θα πρέπει να μπορούν να παρατείνονται μέχρι ένα έτος.

(52)

Το χάσμα ενημέρωσης και επιμόρφωσης, ιδίως στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης, θα πρέπει να εξαλειφθεί για να ενθαρρυνθεί η ανάπτυξη ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

(53)

Στον βαθμό που η πρόσβαση ή η άσκηση του επαγγέλματος του εγκαταστάτη είναι νομοθετικώς κατοχυρωμένο επάγγελμα, οι προϋποθέσεις αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων καθορίζονται στην οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13). Η παρούσα οδηγία, επομένως, εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

(54)

Ενώ η οδηγία 2005/36/ΕΚ θεσπίζει απαιτήσεις για την αμοιβαία αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων, μεταξύ άλλων των αρχιτεκτόνων, χρειάζεται να διασφαλιστεί περαιτέρω ότι οι πολεοδόμοι και οι αρχιτέκτονες λαμβάνουν δεόντως υπόψη τον βέλτιστο συνδυασμό της ανανεώσιμης ενέργειας και των τεχνολογιών υψηλής απόδοσης στα σχέδια και τις μελέτες τους. Επομένως, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν σαφείς οδηγίες. Αυτό θα πρέπει να γίνεται με την επιφύλαξη της εν λόγω οδηγίας, και ιδίως των άρθρων 46 και 49.

(55)

Ο μόνος σκοπός των εγγυήσεων προέλευσης, οι οποίες εκδίδονται για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, είναι να δείχνουν στον τελικό πελάτη ότι ένα συγκεκριμένο μερίδιο ή ποσότητα ενέργειας έχει παραχθεί από ανανεώσιμες πηγές. Μια εγγύηση προέλευσης μπορεί να μεταβιβάζεται από έναν κάτοχο σε άλλον, ανεξάρτητα από την ενέργεια την οποία αφορά. Ωστόσο, για να εξασφαλίζεται ότι μια μονάδα ανανεώσιμης ενέργειας κοινοποιείται μόνον άπαξ σε έναν πελάτη, θα πρέπει να αποφεύγονται η διπλή προσμέτρηση και η διπλή κοινοποίηση των εγγυήσεων προέλευσης. Η ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, για την οποία η συνοδευτική εγγύηση προέλευσης έχει πωληθεί χωριστά από τον παραγωγό, δεν θα πρέπει να κοινοποιείται ή να πωλείται στον τελικό πελάτη ως ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Είναι σημαντικό να γίνεται διάκριση μεταξύ των πράσινων πιστοποιητικών που χρησιμοποιούνται για τα καθεστώτα στήριξης και των εγγυήσεων προέλευσης.

(56)

Είναι σκόπιμο να επιτραπεί στην αγορά καταναλωτών ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας να συμβάλλει στην ανάπτυξη της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Επομένως, τα κράτη μέλη θα πρέπει να απαιτούν από τους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας που κοινοποιούν το ενεργειακό τους μείγμα στους τελικούς πελάτες σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ή που εμπορεύονται ενέργεια στους καταναλωτές με αναφορά στην κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, να χρησιμοποιούν εγγυήσεις προέλευσης από εγκαταστάσεις που παράγουν ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές.

(57)

Είναι σημαντικό να παρέχονται πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο η ηλεκτρική ενέργεια για την οποία χορηγείται στήριξη κατανέμεται στους τελικούς πελάτες. Για να βελτιωθεί η ποιότητα της ενημέρωσης των καταναλωτών τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι εκδίδονται εγγυήσεις προέλευσης για όλες τις μονάδες ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που αποφασίζουν να μην εκδώσουν εγγυήσεις προέλευσης σε παραγωγούς που λαμβάνουν επίσης χρηματοδοτική στήριξη. Αν τα κράτη μέλη αποφασίσουν να εκδώσουν εγγυήσεις προέλευσης σε παραγωγούς που λαμβάνουν επίσης χρηματοδοτική στήριξη ή να μην εκδώσουν εγγυήσεις προέλευσης απευθείας στους παραγωγούς, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν με ποια μέσα και μηχανισμούς υπολογίζουν την αγοραία αξία αυτών των εγγυήσεων προέλευσης. Όταν οι παραγωγοί ανανεώσιμης ενέργειας λαμβάνουν επίσης χρηματοδοτική στήριξη, η αγοραία αξία των εγγυήσεων προέλευσης για την ίδια παραγωγή θα πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη στο σχετικό καθεστώς στήριξης.

(58)

Η οδηγία 2012/27/ΕΕ θεσπίζει εγγυήσεις προέλευσης για την απόδειξη της προέλευσης της ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης. Ωστόσο, δεν ορίζεται καμία χρήση για αυτές τις εγγυήσεις προέλευσης, οπότε η χρήση τους μπορεί επίσης να επιτρέπεται και κατά την γνωστοποίηση της χρήσης ενέργειας από συμπαραγωγή θερμότητας και ηλεκτρισμού υψηλής απόδοσης.

(59)

Οι ισχύουσες εγγυήσεις προέλευσης για την ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές θα πρέπει να επεκταθούν και στο αέριο από ανανεώσιμες πηγές. Η επέκταση του συστήματος των εγγυήσεων προέλευσης σε ενέργεια από μη ανανεώσιμες πηγές θα πρέπει να αποτελεί επιλογή για τα κράτη μέλη. Με τον τρόπο αυτό θα παρασχεθεί ενιαίος τρόπος απόδειξης στους τελικούς πελάτες της προέλευσης των αερίων από ανανεώσιμες πηγές, όπως το βιομεθάνιο, και θα διευκολυνθεί η αύξηση του διασυνοριακού εμπορίου των αερίων αυτών. Θα καταστεί επίσης δυνατή η δημιουργία εγγυήσεων προέλευσης για άλλα αέρια από ανανεώσιμες πηγές, όπως το υδρογόνο.

(60)

Για την ολοκληρωμένη μεταβλητή παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές πρέπει να υποστηριχθεί η ενσωμάτωση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στο δίκτυο μεταφοράς και διανομής και η χρήση συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας, ιδίως όσον αφορά τους κανόνες περί κατανομής και πρόσβασης στο δίκτυο. Το πλαίσιο για την ενσωμάτωση της ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας θεσπίζεται σε άλλη ενωσιακή νομοθεσία για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, το εν λόγω πλαίσιο δεν περιλαμβάνει διατάξεις για την ενσωμάτωση του αερίου από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στο δίκτυο αερίου. Επομένως, είναι αναγκαίο να περιληφθούν παρόμοιες διατάξεις στην παρούσα οδηγία.

(61)

Οι ευκαιρίες για οικονομική μεγέθυνση μέσω της καινοτομίας και μιας βιώσιμης και ανταγωνιστικής ενεργειακής πολιτικής έχουν αναγνωρισθεί. Η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές εξαρτάται συχνά από τοπικές ή περιφερειακές ΜΜΕ. Οι ευκαιρίες για ανάπτυξη των τοπικών επιχειρήσεων, βιώσιμη ανάπτυξη και απασχόληση υψηλής ποιότητας, τις οποίες προσφέρουν στα κράτη μέλη και τις περιφέρειές τους οι επενδύσεις στην περιφερειακή και τοπική παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, είναι σημαντικές. Συνεπώς, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να προωθήσουν και να στηρίξουν μέτρα κρατικής και περιφερειακής ανάπτυξης στους τομείς αυτούς, να ενθαρρύνουν την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών στην παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ανάμεσα σε τοπικές και περιφερειακές αναπτυξιακές πρωτοβουλίες και να ενισχύσουν την παροχή τεχνικής βοήθειας και προγραμμάτων κατάρτισης, για να βελτιωθεί η κανονιστική, τεχνική και οικονομική εμπειρογνωμοσύνη και να ενισχυθούν οι γνώσεις γύρω από τις διαθέσιμες χρηματοδοτικές δυνατότητες, συμπεριλαμβανομένης της περισσότερο στοχευμένης χρήσης των πόρων της Ένωσης, όπως η χρήση χρηματοδότησης από την πολιτική συνοχής στον εν λόγω τομέα.

(62)

Οι περιφερειακές και οι τοπικές αρχές θέτουν συχνά πιο φιλόδοξους στόχους για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που υπερβαίνουν τους εθνικούς στόχους. Οι περιφερειακές και οι τοπικές δεσμεύσεις για την ενίσχυση της ανάπτυξης της ανανεώσιμης ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης υποστηρίζονται σήμερα μέσω δικτύων όπως το Σύμφωνο των Δημάρχων, οι πρωτοβουλίες Έξυπνες Πόλεις ή Έξυπνες Κοινότητες, καθώς και μέσω της ανάπτυξης σχεδίων δράσης για τη βιώσιμη ενέργεια. Τα δίκτυα αυτά είναι απαραίτητα και θα πρέπει να επεκταθούν, δεδομένου ότι αυξάνουν την ευαισθητοποίηση και διευκολύνουν τις ανταλλαγές βέλτιστων πρακτικών και την παροχή της διαθέσιμης χρηματοδοτικής στήριξης. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να στηρίξει τη διασυνοριακή συνεργασία των ενδιαφερόμενων καινοτόμων περιφερειών και τοπικών αρχών συμβάλλοντας στην καθιέρωση μηχανισμών συνεργασίας, όπως ο ευρωπαϊκός όμιλος εδαφικής συνεργασίας που επιτρέπει στις δημόσιες αρχές διαφόρων κρατών μελών να συνεργαστούν για την παροχή κοινών υπηρεσιών και την υλοποίηση κοινών έργων, χωρίς να απαιτούνται η εκ των προτέρων υπογραφή και επικύρωση διεθνούς συμφωνίας από τα εθνικά κοινοβούλια. Άλλα καινοτόμα μέτρα για την προσέλκυση περισσότερων επενδύσεων στις νέες τεχνολογίες, όπως οι συμβάσεις ενεργειακής απόδοσης και οι διαδικασίες τυποποίησης στη δημόσια χρηματοδότηση, θα πρέπει να εξεταστούν επίσης.

(63)

Κατά την ενθάρρυνση της ανάπτυξης της αγοράς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, είναι ανάγκη να λαμβάνεται υπόψη ο θετικός αντίκτυπος όσον αφορά τις ευκαιρίες περιφερειακής και τοπικής ανάπτυξης, τις εξαγωγικές προοπτικές, την κοινωνική συνοχή και τις ευκαιρίες απασχόλησης, ιδίως για τις ΜΜΕ και τους ανεξάρτητους παραγωγούς ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των αυτοκαταναλωτών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και των κοινοτήτων ανανεώσιμης ενέργειας.

(64)

Η συγκεκριμένη κατάσταση των εξόχως απόκεντρων περιοχών αναγνωρίζεται στο άρθρο 349 ΣΛΕΕ. Ο ενεργειακός τομέας στις περιοχές αυτές συχνά χαρακτηρίζεται από απομόνωση, περιορισμένη προσφορά και εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, ενώ οι περιοχές αυτές διαθέτουν σημαντικές τοπικές πηγές ανανεώσιμης ενέργειας. Οι εξόχως απόκεντρες περιοχές θα μπορούσαν επομένως να λειτουργήσουν ως παράδειγμα για την εφαρμογή καινοτόμων ενεργειακών τεχνολογιών για την Ένωση. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να προωθηθεί η υιοθέτηση ανανεώσιμης ενέργειας ώστε να αυξηθεί η ενεργειακή αυτονομία των περιοχών αυτών και να αναγνωριστεί η κατάστασή τους όσον αφορά το δυναμικό ανανεώσιμης ενέργειας και τις ανάγκες δημόσιας στήριξης. Θα πρέπει να προβλεφθεί παρέκκλιση με περιορισμένο αντίκτυπο σε τοπικό επίπεδο, η οποία θα επιτρέπει στα κράτη μέλη να θεσπίζουν ειδικά κριτήρια για να διασφαλίζουν την επιλεξιμότητα για χρηματοδοτική στήριξη για την κατανάλωση ορισμένων καυσίμων βιομάζας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να θεσπίζουν ειδικά κριτήρια για τις εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν καύσιμα βιομάζας και βρίσκονται σε εξόχως απόκεντρες περιοχές, όπως ορίζονται στο άρθρο 349 ΣΛΕΕ, καθώς και για τη βιομάζα που χρησιμοποιείται ως καύσιμο στις εν λόγω εγκαταστάσεις αλλά δεν τηρεί τα εναρμονισμένα κριτήρια αειφορίας, ενεργειακής απόδοσης και μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που ορίζονται στην παρούσα οδηγία. Τα εν λόγω ειδικά κριτήρια για τα καύσιμα βιομάζας θα πρέπει να εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το εάν η βιομάζα αυτή προέρχεται από κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα. Επιπλέον, τα τυχόν ειδικά κριτήρια θα πρέπει να δικαιολογούνται αντικειμενικά για λόγους ενεργειακής ανεξαρτησίας της απόκεντρης περιοχής και ομαλής μετάβασης προς τα κριτήρια αειφορίας, ενεργειακής απόδοσης και μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για τα καύσιμα βιομάζας της παρούσας οδηγίας στην εν λόγω περιοχή.

Δεδομένου ότι το ενεργειακό μείγμα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στις περιοχές αυτές αποτελείται ουσιαστικά σε μεγάλο βαθμό από μαζούτ, είναι αναγκαίο να μπορούν σε αυτές τις περιοχές να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα κριτήρια μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Ως εκ τούτου, θα ήταν σκόπιμο να προβλεφθεί ειδικό συγκριτικό ορυκτό καύσιμο για την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται στις εξόχως απόκεντρες περιοχές. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν την τήρηση των ειδικών κριτηρίων που έχουν εγκρίνει. Τέλος, τα κράτη μέλη θα πρέπει, με την επιφύλαξη της στήριξης που παρέχεται στα πλαίσια των καθεστώτων στήριξης σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, να μην αρνούνται να λάβουν υπόψη, για λοιπούς λόγους αειφορίας, τα βιοκαύσιμα και τα βιορευστά που λαμβάνονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Η απαγόρευση αυτή διασφαλίζει ότι τα βιοκαύσιμα και τα βιορευστά που τηρούν τα εναρμονισμένα κριτήρια της παρούσας οδηγίας θα εξακολουθήσουν να επωφελούνται από τους στόχους διευκόλυνσης του εμπορίου της παρούσας οδηγίας, μεταξύ άλλων και όσον αφορά τις σχετικές εξόχως απόκεντρες περιοχές.

(65)

Είναι σκόπιμο να επιτραπεί η ανάπτυξη των τεχνολογιών αποκεντρωμένης παραγωγής και αποθήκευσης ανανεώσιμης ενέργειας χωρίς διακρίσεις και χωρίς να παρεμποδίζεται η χρηματοδότηση επενδύσεων σε υποδομές. Η στροφή προς την αποκεντρωμένη παραγωγή προσφέρει πολλά οφέλη, όπως η αξιοποίηση τοπικών ενεργειακών πηγών, η αύξηση της τοπικής ασφάλειας ενεργειακού εφοδιασμού, η μεταφορά σε μικρότερες αποστάσεις και η μείωση των απωλειών ενέργειας κατά τη μεταφορά. Μια τέτοια αποκέντρωση προωθεί επίσης την ανάπτυξη και τη συνοχή των κοινοτήτων παρέχοντας πηγές εισοδήματος και θέσεις εργασίας σε τοπικό επίπεδο.

(66)

Με την αυξανόμενη σημασία της αυτοκατανάλωσης ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί ορισμός των «αυτοκαταναλωτών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές» και «των αυτοκαταναλωτών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που ενεργούν από κοινού», καθώς και να καθιερωθεί κανονιστικό πλαίσιο που θα ενισχύσει τη θέση των αυτοκαταναλωτών, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να παράγουν, να καταναλώνουν, να αποθηκεύουν και να πωλούν ηλεκτρική ενέργεια χωρίς δυσανάλογες επιβαρύνσεις. Οι πολίτες που ζουν σε διαμερίσματα, για παράδειγμα, θα πρέπει να μπορούν να επωφελούνται από την ενίσχυση της θέσης τους ως καταναλωτών στον ίδιο βαθμό με τα νοικοκυριά σε μονοκατοικίες. Ωστόσο τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προβαίνουν σε διάκριση μεταξύ μεμονωμένων αυτοκαταναλωτών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και αυτοκαταναλωτών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που ενεργούν από κοινού λόγω των διαφορετικών χαρακτηριστικών τους εφόσον όμως η διαφορετική μεταχείριση είναι αναλογική και δικαιολογημένη.

(67)

Η ενίσχυση της θέσης των αυτοκαταναλωτών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που ενεργούν από κοινού προσφέρει επίσης ευκαιρίες στις κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας να προωθήσουν την ενεργειακή απόδοση σε επίπεδο νοικοκυριού και συμβάλλει στην καταπολέμηση της ενεργειακής πενίας μέσω της μείωσης της κατανάλωσης και των χαμηλότερων τιμολογίων προμήθειας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εκμεταλλευτούν αυτή την ευκαιρία δεόντως, αξιολογώντας, μεταξύ άλλων, τη δυνατότητα συμμετοχής νοικοκυριών που διαφορετικά δεν θα μπορούσαν ίσως να συμμετάσχουν, συμπεριλαμβανομένων των ευάλωτων καταναλωτών και των ενοικιαστών.

(68)

Οι αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζουν μεροληπτικό ή δυσανάλογο φόρτο και κόστος ούτε αδικαιολόγητες επιβαρύνσεις. Θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η συνεισφορά τους στην επίτευξη του στόχου για το κλίμα και την ενέργεια, καθώς και το κόστος και τα οφέλη που επιφέρουν στο ευρύτερο ενεργειακό σύστημα. Στον βαθμό αυτό τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει γενικά να χρεώνουν για ενέργεια που παράγεται και καταναλώνεται μέσα στον ίδιο χώρο από αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν αμερόληπτες και αναλογικές επιβαρύνσεις στην εν λόγω ηλεκτρική ενέργεια αν είναι απαραίτητο για να εξασφαλιστεί η οικονομική βιωσιμότητα του ηλεκτρικού συστήματος, να περιοριστεί η στήριξη στο αντικειμενικώς αναγκαίο και να αξιοποιηθούν τα οικεία καθεστώτα στήριξης. Ταυτόχρονα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι αυτοκαταναλωτές συμβάλλουν με ισορροπημένο και επαρκή τρόπο στο συνολικό σύστημα επιμερισμού του κόστους παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας όταν αυτή διοχετεύεται στο δίκτυο.

(69)

Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει κατά κανόνα να μη χρεώνουν για ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται και καταναλώνεται από επιμέρους αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μέσα στον ίδιο χώρο. Ωστόσο, για να μην θιγεί η οικονομική σταθερότητα των καθεστώτων στήριξης της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, το κίνητρο αυτό θα μπορούσε να περιορίζεται σε μικρές εγκαταστάσεις δυναμικού μέχρι 30 kW. Σε ορισμένες περιπτώσεις τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν επιβαρύνσεις σε αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για την ηλεκτρική ενέργεια που αυτοκαταναλώνεται, εφόσον τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τα καθεστώτα στήριξής τους αποδοτικά και εφαρμόζουν μη διακριτική και αποτελεσματική πρόσβαση στα καθεστώτα αυτά. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να χορηγήσουν μερική απαλλαγή από τις επιβαρύνσεις ή τις εισφορές ή συνδυασμό απαλλαγών, καθώς και στήριξη, μέχρι το επίπεδο που απαιτεί η οικονομική βιωσιμότητα τέτοιων έργων.

(70)

Η συμμετοχή των τοπικών πληθυσμών και των τοπικών αρχών σε έργα ανανεώσιμης ενέργειας μέσω των κοινοτήτων ανανεώσιμης ενέργειας είχε ως αποτέλεσμα σημαντική προστιθέμενη αξία όσον αφορά την τοπική αποδοχή της ανανεώσιμης ενέργειας και την πρόσβαση σε πρόσθετα ιδιωτικά κεφάλαια, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα τοπικές επενδύσεις, περισσότερες επιλογές για τους καταναλωτές και μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών στην ενεργειακή μετάβαση. Η σπουδαιότητα της τοπικής συμμετοχής ενισχύεται ακόμη περισσότερο στο πλαίσιο της αύξησης της δυναμικότητας παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας στο μέλλον. Η λήψη μέτρων ώστε οι κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας να μπορούν να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις με άλλους παραγωγούς επιδιώκει επίσης να αυξηθεί η συμμετοχή των τοπικών πληθυσμών σε έργα ανανεώσιμης ενέργειας και, κατά συνέπεια, να αυξηθεί η αποδοχή της ανανεώσιμης ενέργειας.

(71)

Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των τοπικών κοινοτήτων ανανεώσιμης ενέργειας ως προς το μέγεθος, την ιδιοκτησιακή δομή και τον αριθμό των έργων μπορούν να παρεμποδίσουν τον ισότιμο ανταγωνισμό με τους μεγάλους παραγωγούς, και συγκεκριμένα τους ανταγωνιστές με μεγαλύτερα έργα ή χαρτοφυλάκια. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να επιλέγουν οποιαδήποτε νομική οντότητα για τις κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας, εφόσον η οντότητα μπορεί, ενεργώντας για ίδιο λογαριασμό, να ασκεί δικαιώματα και να αναλαμβάνει ορισμένες υποχρεώσεις. Για να αποφεύγονται οι καταχρήσεις και να εξασφαλίζεται η ευρεία συμμετοχή, οι κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας θα πρέπει να είναι ικανές να παραμένουν αυτόνομες σε σχέση με μεμονωμένα μέλη και άλλους παραδοσιακούς παράγοντες της αγοράς που συμμετέχουν στην κοινότητα ως μέλη ή μέτοχοι, ή που συνεργάζονται με άλλο τρόπο, πχ με μια επένδυση. Η συμμετοχή σε έργα παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας θα πρέπει να είναι ανοιχτή σε όλα τα εν δυνάμει τοπικά μέλη με βάση αντικειμενικά και διαφανή κριτήρια που δεν εισάγουν διακρίσεις. Στα μέτρα αντιστάθμισης των μειονεκτημάτων λόγω των ιδιομορφιών των τοπικών κοινοτήτων ανανεώσιμης ενέργειας ως προς το μέγεθος, την δομή ιδιοκτησίας και τον αριθμό σχεδίων περιλαμβάνεται η παροχή στις κοινότητες αυτές της δυνατότητας να δραστηριοποιούνται στο ενεργειακό σύστημα και η διευκόλυνση της ένταξής τους στην αγορά. Οι κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας θα πρέπει να μπορούν να μοιράζονται μεταξύ τους την ενέργεια που παράγεται από τις εγκαταστάσεις κοινοτικής ιδιοκτησίας. Ωστόσο, τα μέλη των κοινοτήτων δεν πρέπει να εξαιρούνται από τα σχετικά έξοδα, επιβαρύνσεις, εισφορές και φόρους που θα επιβάρυναν τους τελικούς καταναλωτές που δεν είναι μέλη της κοινότητας, παραγωγούς σε παρόμοια κατάσταση ή όποτε χρησιμοποιείται οποιοδήποτε είδος υποδομής δημόσιου δικτύου για τις εν λόγω μεταβιβάσεις.

(72)

Οι οικιακοί καταναλωτές και οι κοινότητες που δραστηριοποιούνται στην αυτοκατανάλωση ανανεώσιμης ενέργειας θα πρέπει να διατηρούν τα δικαιώματά τους ως καταναλωτές, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων σύναψης σύμβασης με προμηθευτή της επιλογής τους και αλλαγής προμηθευτή.

(73)

Ο τομέας της θέρμανσης και της ψύξης, που αντιπροσωπεύει περίπου το ήμισυ της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στην Ένωση, είναι καθοριστικής σημασίας για να επιταχυνθεί η απαλλαγή του ενεργειακού συστήματος από τις εκπομπές άνθρακα. Επιπλέον, αποτελεί επίσης στρατηγικό τομέα όσον αφορά την ενεργειακή ασφάλεια, καθώς προβλέπεται ότι, έως το 2030, η θέρμανση και η ψύξη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα αντιπροσωπεύουν το 40 % της κατανάλωσης ανανεώσιμης ενέργειας. Ωστόσο, η έλλειψη εναρμονισμένης στρατηγικής σε επίπεδο Ένωσης, η μη εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους και ο κατακερματισμός των αγορών θέρμανσης και ψύξης οδήγησαν σε σχετικά αργή πρόοδο μέχρι σήμερα στον τομέα αυτό.

(74)

Διάφορα κράτη μέλη εφαρμόζουν μέτρα στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης για την επίτευξη του οικείου στόχου για την ανανεώσιμη ενέργεια έως το 2020. Εντούτοις, λόγω της έλλειψης δεσμευτικών εθνικών στόχων για μετά το 2020, τα υπόλοιπα εθνικά κίνητρα ενδέχεται να μην επαρκούν για να επιτευχθούν οι μακροπρόθεσμοι στόχοι της απαλλαγής από τις εκπομπές άνθρακα για το 2030 και το 2050. Με σκοπό την εναρμόνιση με τους εν λόγω στόχους, την ενίσχυση της ασφάλειας για τους επενδυτές και την προώθηση της ανάπτυξης ενωσιακής αγοράς θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με ταυτόχρονη τήρηση της αρχής της προτεραιότητας στην ενεργειακή απόδοση, είναι σκόπιμο να ενθαρρυνθούν οι προσπάθειες των κρατών μελών ώστε η παροχή θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές να συμβάλει στη σταδιακή αύξηση του μεριδίου της ανανεώσιμης ενέργειας. Με δεδομένο τον κατακερματισμένο χαρακτήρα ορισμένων αγορών θέρμανσης και ψύξης, έχει ύψιστη σημασία να διασφαλιστεί ευελιξία στον σχεδιασμό των συγκεκριμένων προσπαθειών. Είναι επίσης σημαντικό να διασφαλιστεί ότι η ενδεχόμενη υιοθέτηση της θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές δεν θα έχει δυσμενείς περιβαλλοντικές παράπλευρες επιπτώσεις ούτε δυσανάλογο συνολικό κόστος. Για να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος αυτός, κατά την αύξηση του μεριδίου της ανανεώσιμης ενέργειας στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η κατάσταση στα κράτη μέλη όπου το μερίδιο αυτό είναι ήδη πολύ μεγάλο ή στα κράτη μέλη όπου δεν χρησιμοποιείται η απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη, όπως η Κύπρος και η Μάλτα.

(75)

Η τηλεθέρμανση και τηλεψύξη αντιπροσωπεύουν σήμερα περίπου το 10 % της ζήτησης για θερμότητα σε ολόκληρη την Ένωση, με μεγάλες διαφορές μεταξύ των κρατών μελών. Στη στρατηγική της Επιτροπής για τη θέρμανση και την ψύξη αναγνωρίζεται το δυναμικό απαλλαγής της τηλεθέρμανσης από τις εκπομπές άνθρακα μέσω της αύξησης της ενεργειακής απόδοσης και της ανάπτυξης ανανεώσιμης ενέργειας.

(76)

Στη στρατηγική για την Ενεργειακή Ένωση αναγνωρίστηκε επίσης ο ρόλος των πολιτών στην ενεργειακή μετάβαση, καθώς οι πολίτες αναλαμβάνουν την ευθύνη για τη μετάβαση αυτή, επωφελούνται από τις νέες τεχνολογίες για να μειώσουν τους λογαριασμούς τους και συμμετέχουν ενεργά στην αγορά.

(77)

Θα πρέπει να τονιστούν οι πιθανές συνέργειες μεταξύ της προσπάθειας αύξησης της υιοθέτησης της θέρμανσης και ψύξης από ανανεώσιμες πηγές και των υφιστάμενων συστημάτων δυνάμει της οδηγίας 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14) και της οδηγίας 2012/27/ΕΕ. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν τις υφιστάμενες διοικητικές δομές για να υλοποιήσουν την προσπάθεια αυτή, για να μετριαστεί ο διοικητικός φόρτος.

(78)

Στον τομέα της τηλεθέρμανσης, έχει επομένως καίρια σημασία να καταστεί δυνατή η αντικατάσταση του καυσίμου σε ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και να αποτραπούν ο εγκλωβισμός σε συγκεκριμένες κανονιστικές ρυθμίσεις και τεχνολογίες και ο τεχνολογικός αποκλεισμός, με την ενίσχυση των δικαιωμάτων των παραγωγών ανανεώσιμης ενέργειας και των τελικών καταναλωτών, καθώς και να δοθούν στους τελικούς καταναλωτές τα εργαλεία για να διευκολυνθεί η επιλογή τους μεταξύ των λύσεων που προσφέρουν την υψηλότερη ενεργειακή απόδοση με συνεκτίμηση των μελλοντικών αναγκών θέρμανσης και ψύξης σύμφωνα με τα κριτήρια αναμενόμενης απόδοσης των κτιρίων. Οι τελικοί καταναλωτές θα πρέπει να λαμβάνουν διαφανείς και αξιόπιστες πληροφορίες για την αποδοτικότητα των συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης και το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στη συγκεκριμένη παροχή τους θέρμανσης ή ψύξης.

(79)

Για να προστατευθούν οι καταναλωτές από μη αποδοτικά συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, καθώς και να τους δοθεί η δυνατότητα να παράγουν τη θέρμανση ή την ψύξη τους από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και με σημαντικά καλύτερη ενεργειακή απόδοση, θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να αποσυνδέουν και συνεπώς να διακόπτουν την υπηρεσία θέρμανσης ή ψύξης από μη αποδοτικό σύστημα τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης σε επίπεδο ολόκληρου κτιρίου καταγγέλλοντας τη σύμβασή τους ή, όταν η σύμβαση καλύπτει πολλά κτίρια, τροποποιώντας τη σύμβαση με τον φορέα εκμετάλλευσης της τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης.

(80)

Για την προετοιμασία της μετάβασης σε προηγμένα βιοκαύσιμα και για την ελαχιστοποίηση των συνολικών επιπτώσεων από την άμεση και έμμεση αλλαγή της χρήσης γης, είναι σκόπιμο να περιοριστεί η ποσότητα βιοκαυσίμων και βιορευστών που παράγεται από σιτηρά και άλλα αμυλούχα, σακχαρούχα και ελαιούχα φυτά που μπορεί να προσμετρούνται στην επίτευξη των στόχων που θέτει η παρούσα οδηγία, χωρίς να περιορίζεται η συνολική δυνατότητα χρήσης των εν λόγω βιοκαυσίμων και βιορευστών. Η θέσπιση ενωσιακού ορίου δεν θα πρέπει να εμποδίζει τα κράτη μέλη να προβλέπουν χαμηλότερα όρια στην ποσότητα βιοκαυσίμων και βιορευστών που παράγονται από σιτηρά και άλλα αμυλούχα, σακχαρούχα και ελαιούχα φυτά που μπορεί να προσμετρούνται σε εθνικό επίπεδο στην επίτευξη των στόχων που θέτει η παρούσα οδηγία, χωρίς να περιορίζεται η συνολική δυνατότητα χρήσης των εν λόγω βιοκαυσίμων και βιορευστών.

(81)

Η οδηγία 2009/28/ΕΚ θέσπισε μια σειρά κριτηρίων αειφορίας, συμπεριλαμβανομένων κριτηρίων για την προστασία των εδαφών με υψηλή αξία βιοποικιλότητας και των εκτάσεων με υψηλά αποθέματα άνθρακα, αλλά δεν κάλυψε το θέμα της έμμεσης αλλαγής της χρήσης γης. Η έμμεση αλλαγή της χρήσης γης συμβαίνει όταν η καλλιέργεια φυτών για βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας εκτοπίζει την παραδοσιακή παραγωγή φυτών για τρόφιμα και ζωοτροφές. Αυτή η πρόσθετη ζήτηση μπορεί να αυξήσει την πίεση στη γη και να οδηγήσει στην επέκταση των γεωργικών εκτάσεων σε περιοχές με υψηλά αποθέματα άνθρακα, όπως δάση, υγροβιότοποι και τυρφώνες, προκαλώντας επιπρόσθετες εκπομπές των αερίων θερμοκηπίου. Στην οδηγία (ΕΕ) 2015/1513 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15) αναγνωρίζεται ότι το μέγεθος των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που συνδέονται με την έμμεση αλλαγή της χρήσης γης είναι ικανό να ακυρώσει το σύνολο ή μέρος της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου λόγω της χρήσης επιμέρους βιοκαυσίμων, βιορευστών ή καυσίμων βιομάζας. Αν και υπάρχουν κίνδυνοι που πηγάζουν από την έμμεση αλλαγή της χρήσης γης, η έρευνα έδειξε ότι η κλίμακα των επιπτώσεων εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, μεταξύ άλλων τον τύπο πρώτης ύλης που χρησιμοποιείται για την παραγωγή καυσίμου, το ύψος της πρόσθετης ζήτησης για πρώτη ύλη που δημιουργεί η χρήση βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας και τον βαθμό στον οποίο οι εκτάσεις με υψηλά αποθέματα άνθρακα προστατεύονται σε ολόκληρη την υφήλιο.

Παρόλο που το επίπεδο εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που προκαλεί η έμμεση αλλαγή της χρήσης γης δεν μπορεί επί του παρόντος να καθοριστεί κατηγορηματικά με το επίπεδο ακρίβειας που απαιτείται για να συμπεριληφθεί στη μεθοδολογία υπολογισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι έμμεσης αλλαγής της χρήσης γης εντοπίζονται στα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας που παράγονται από πρώτες ύλες για τις οποίες παρατηρείται σημαντική επέκταση της περιοχής παραγωγής σε εκτάσεις με υψηλά αποθέματα άνθρακα. Κατά συνέπεια, είναι γενικά σκόπιμο να περιοριστούν τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας που προέρχονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών τα οποία προωθούνται με βάση την παρούσα οδηγία και επιπλέον να ζητηθεί από τα κράτη μέλη να ορίσουν ένα συγκεκριμένο και σταδιακά μειούμενο όριο για τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας που παράγονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών, για τα οποία παρατηρείται σημαντική επέκταση της περιοχής παραγωγής σε εκτάσεις με υψηλά αποθέματα άνθρακα. Τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας χαμηλού κινδύνου έμμεσης αλλαγής στη χρήση γης θα πρέπει να εξαιρεθούν από το συγκεκριμένο και σταδιακά μειούμενο όριο.

(82)

Η αύξηση της εσοδείας στους γεωργικούς τομείς μέσω βελτιωμένων γεωργικών πρακτικών, επενδύσεων σε καλύτερα μηχανήματα και μετάδοσης τεχνογνωσίας, πέραν του επιπέδου που θα είχε επιτευχθεί αν δεν υπήρχαν καθεστώτα προώθησης της παραγωγικότητας στον τομέα των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των καυσίμων βιομάζας που προέρχονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών, καθώς και η καλλιέργεια τροφίμων σε γη που δεν είχε χρησιμοποιηθεί προηγουμένως για καλλιέργεια τροφίμων, μπορούν να μετριάσουν την έμμεση αλλαγή της χρήσης γης. Αν αποδεικνύεται ότι τέτοια μέτρα οδήγησαν σε αύξηση της παραγωγής που υπερβαίνει την αναμενόμενη αύξηση της παραγωγικότητας, τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας που παράγονται από τέτοιες πρόσθετες πρώτες ύλες θα πρέπει να θεωρούνται βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας χαμηλού κινδύνου έμμεσης αλλαγής στη χρήση γης. Οι ετήσιες διακυμάνσεις της εσοδείας θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε αυτό το πλαίσιο.

(83)

Με την οδηγία (ΕΕ) 2015/1513, η Επιτροπή κλήθηκε να υποβάλει χωρίς καθυστέρηση ολοκληρωμένη πρόταση για μια οικονομικώς συμφέρουσα και τεχνολογικά ουδέτερη πολιτική για την περίοδο μετά το 2020, ώστε να δημιουργηθεί μακροπρόθεσμη προοπτική για επενδύσεις σε βιώσιμα βιοκαύσιμα με χαμηλό κίνδυνο πρόκλησης έμμεσης αλλαγής της χρήσης γης με πρωταρχικό στόχο την απαλλαγή του τομέα των μεταφορών από τις εκπομπές άνθρακα. Η επιβολή υποχρέωσης στα κράτη μέλη να ζητούν από τους προμηθευτές καυσίμων να παρέχουν ένα συνολικό μερίδιο καυσίμων από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μπορεί να προσφέρει ασφάλεια στους επενδυτές και να ενθαρρύνει τη συνεχή ανάπτυξη εναλλακτικών καυσίμων κίνησης από ανανεώσιμες πηγές, συμπεριλαμβανομένων των προηγμένων βιοκαυσίμων, των ανανεώσιμων υγρών και αέριων καυσίμων κίνησης μη βιολογικής προέλευσης και της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα των μεταφορών. Εφόσον οι ανανεώσιμες εναλλακτικές επιλογές ενδέχεται να μην είναι διαθέσιμες ή οικονομικά αποδοτικές για όλους τους προμηθευτές καυσίμων, είναι σκόπιμο τα κράτη μέλη να έχουν τη δυνατότητα να προβαίνουν σε διάκριση μεταξύ προμηθευτών καυσίμων και να απαλλάσσουν, εφόσον απαιτείται, συγκεκριμένες κατηγορίες προμηθευτών καυσίμων από την εν λόγω υποχρέωση. Καθώς η εμπορία καυσίμων κίνησης είναι εύκολη, οι προμηθευτές καυσίμων στα κράτη μέλη με χαμηλή προσφορά σχετικών πόρων είναι πιθανόν να μπορούν εύκολα να προμηθευτούν ανανεώσιμα καύσιμα από άλλες πηγές.

(84)

Θα πρέπει να δημιουργηθεί μια ενωσιακή βάση δεδομένων για να διασφαλιστεί η διαφάνεια και η ιχνηλασιμότητα των ανανεώσιμων καυσίμων. Παρά το γεγονός ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν ή να δημιουργούν εθνικές βάσεις δεδομένων, οι εν λόγω εθνικές βάσεις δεδομένων θα πρέπει να συνδέονται με την ενωσιακή βάση δεδομένων, για να διασφαλίζεται η άμεση διαβίβαση δεδομένων και η εναρμόνιση των ροών δεδομένων.

(85)

Τα προηγμένα βιοκαύσιμα και άλλα βιοκαύσιμα και βιοαέρια τα οποία παράγονται από πρώτες ύλες που καταγράφονται σε παράρτημα της παρούσας οδηγίας, τα ανανεώσιμα υγρά και αέρια καύσιμα για μεταφορές μη βιολογικής προέλευσης και η ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές στις μεταφορές μπορούν να συμβάλουν στη μείωση των εκπομπών άνθρακα, ενισχύοντας την απαλλαγή του ενωσιακού τομέα των μεταφορών από τις εκπομπές άνθρακα με οικονομικά αποδοτικό τρόπο και βελτιώνοντας μεταξύ άλλων την ενεργειακή διαφοροποίηση στον τομέα των μεταφορών, με ταυτόχρονη προώθηση της καινοτομίας, της ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας στην οικονομία της Ένωσης και μείωση της εξάρτησης από τις εισαγωγές ενέργειας. Η επιβολή υποχρέωσης στα κράτη μέλη να ζητούν από τους προμηθευτές καυσίμων ένα ελάχιστο μερίδιο προηγμένων βιοκαυσίμων και ορισμένων βιοαερίων έχει στόχο να ενθαρρύνει τη συνεχή ανάπτυξη των προηγμένων καυσίμων, συμπεριλαμβανομένων των βιοκαυσίμων. Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι η εν λόγω υποχρέωση προωθεί επίσης τη βελτίωση των επιδόσεων των παρεχόμενων καυσίμων για την εκπλήρωση της εν λόγω υποχρέωσης όσον αφορά τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου. Η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει τις επιδόσεις των εν λόγω καυσίμων όσον αφορά τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, την τεχνική καινοτομία και την αειφορία.

(86)

Στον τομέα των ευφυών μεταφορών, είναι σημαντικό να αυξηθεί η ανάπτυξη και η εκμετάλλευση της ηλεκτρικής κινητικότητας στις οδικές μεταφορές, καθώς και να επισπευσθεί η ενσωμάτωση προηγμένων τεχνολογιών σε καινοτόμους σιδηρόδρομους.

(87)

Η ηλεκτροκίνηση αναμένεται να αποτελέσει σημαντικό μέρος της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα των μεταφορών έως το 2030. Θα πρέπει να προβλεφθούν περαιτέρω κίνητρα δεδομένης της ταχείας ανάπτυξης της ηλεκτροκίνησης και των προοπτικών του τομέα αυτού από την άποψη της ανάπτυξης και της απασχόλησης στην Ένωση. Θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν πολλαπλασιαστές για την ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια που προορίζεται για τον τομέα των μεταφορών για να προωθηθεί η χρήση ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας στον τομέα των μεταφορών και να μειωθεί το συγκριτικό μειονέκτημα στις στατιστικές ενέργειας. Καθώς δεν είναι δυνατό να καταγράφεται κάθε ηλεκτρική ενέργεια που παρέχεται για οδικά οχήματα στις στατιστικές μέσω ειδικών μετρήσεων, όπως η φόρτιση στο σπίτι, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται πολλαπλασιαστές ώστε να εξασφαλίζεται η ορθή καταγραφή του θετικού αντικτύπου των ηλεκτροκίνητων και βασιζόμενων στην ανανεώσιμη ενέργεια μεταφορών. Θα πρέπει να διερευνηθούν οι επιλογές για να εξασφαλιστεί ότι η νέα ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στον τομέα των μεταφορών επιτυγχάνεται με πρόσθετη δυναμικότητα παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

(88)

Λαμβανομένων υπόψη των κλιματικών περιορισμών που περιορίζουν τη δυνατότητα κατανάλωσης ορισμένων ειδών βιοκαυσίμων λόγω προβληματισμών για το περιβάλλον, τις τεχνικές πτυχές ή την υγεία, καθώς και λόγω του μεγέθους και της δομής της αγοράς καυσίμων, είναι σκόπιμο η Κύπρος και η Μάλτα να μπορούν να λαμβάνουν υπόψη αυτούς τους εγγενείς περιορισμούς για να μπορεί να αποδεικνύεται η συμμόρφωση προς τις εθνικές υποχρεώσεις χρήσεις ανανεώσιμης ενέργειας που βαρύνουν τους προμηθευτές καυσίμων.

(89)

Η προώθηση καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα μπορεί επίσης να συμβάλει στους στόχους πολιτικής της ενεργειακής διαφοροποίησης και της απαλλαγής των μεταφορών από τις εκπομπές άνθρακα, εφόσον πληρούν τα ενδεδειγμένα ελάχιστα όρια μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να συμπεριληφθούν τα καύσιμα αυτά στην υποχρέωση για τους προμηθευτές καυσίμων, ωστόσο θα πρέπει να παρέχεται συγχρόνως η δυνατότητα στα κράτη μέλη να μην περιλαμβάνουν τα καύσιμα αυτά στην υποχρέωση, εφόσον δεν επιθυμούν να το πράξουν. Δεδομένου του μη ανανεώσιμου χαρακτήρα τους, τα εν λόγω καύσιμα δεν θα πρέπει να συνυπολογίζονται στο συνολικό στόχο της Ένωσης για ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές.

(90)

Τα υγρά και αέρια καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης από ανανεώσιμες πηγές έχουν σημασία για την αύξηση του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε τομείς που αναμένεται να βασιστούν σε υγρά καύσιμα σε μακροπρόθεσμη βάση. Για να εξασφαλιστεί ότι τα καύσιμα από ανανεώσιμες πηγές μη βιολογικής προέλευσης συμβάλλουν στη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου, η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται για την παραγωγή καυσίμων θα πρέπει να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές. Η Επιτροπή θα πρέπει να αναπτύξει, μέσω κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, αξιόπιστη ενωσιακή μεθοδολογία που να εφαρμόζεται σε περιπτώσεις που η ηλεκτρική ενέργεια προέρχεται από το δίκτυο. Η εν λόγω μεθοδολογία θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι υπάρχει χρονική και γεωγραφική αντιστοιχία μεταξύ της μονάδας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, με την οποία ο παραγωγός έχει συνάψει διμερή σύμβαση αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, και της παραγωγής καυσίμων. Για παράδειγμα, τα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης δεν μπορούν να θεωρηθούν πλήρως ανανεώσιμα, αν παράγονται τη στιγμή κατά την οποία η συμβεβλημένη μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν παράγει ηλεκτρική ενέργεια. Ένα άλλο παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση συμφόρησης του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας, κατά την οποία τα καύσιμα μπορούν να θεωρούνται πλήρως ανανεώσιμα μόνο όταν τόσο οι σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας όσο και τα εργοστάσια παραγωγής καυσίμου βρίσκονται στην ίδια πλευρά της συμφόρησης. Επιπλέον, θα πρέπει να υπάρχει ένα στοιχείο προσθετικότητας, με την έννοια ότι ο παραγωγός καυσίμων συμβάλλει στην ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας ή στη χρηματοδότησή της.

(91)

Οι πρώτες ύλες με χαμηλές επιπτώσεις λόγω έμμεσης αλλαγής της χρήσης γης όταν χρησιμοποιούνται για βιοκαύσιμα, θα πρέπει να προωθηθούν διότι συμβάλλουν στην απαλλαγή της οικονομίας από τις εκπομπές άνθρακα. Οι πρώτες ύλες για προηγμένα βιοκαύσιμα και βιοαέρια για μεταφορές, για τα οποία υπάρχει πιο καινοτόμος και λιγότερο ώριμη τεχνολογία και απαιτείται επομένως υψηλότερο επίπεδο στήριξης, θα πρέπει, ιδίως, να συμπεριληφθούν σε παράρτημα της παρούσας οδηγίας. Για να εξασφαλιστεί ότι αυτό ενημερώνεται σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες τεχνολογικές εξελίξεις και ότι, παράλληλα, αποφεύγονται ανεπιθύμητες αρνητικές συνέπειες, η Επιτροπή θα πρέπει να αναθεωρεί το εν λόγω παράρτημα για να εξεταστεί η δυνατότητα προσθήκης νέων πρώτων υλών.

(92)

Το κόστος σύνδεσης των νέων παραγωγών αερίου από ανανεώσιμες πηγές στα διασυνδεδεμένα συστήματα αερίου θα πρέπει να βασίζεται σε αντικειμενικά, διαφανή και αμερόληπτα κριτήρια και θα πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη το όφελος το οποίο αποφέρουν στα διασυνδεδεμένα συστήματα αερίου οι εγκατεστημένοι τοπικοί παραγωγοί αερίου από ανανεώσιμες πηγές.

(93)

Για την πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων που προσφέρει η βιομάζα, στην έννοια της οποίας δεν περιλαμβάνονται η τύρφη ή τα υλικά που είναι ενσωματωμένα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και/ή έχουν μετατραπεί σε ορυκτά, με σκοπό να συμβάλει στην απαλλαγή της οικονομίας από τις εκπομπές άνθρακα μέσω της χρήσης της για υλικά και ενέργεια, η Ένωση και τα κράτη μέλη θα πρέπει να προωθήσουν τις ενεργειακές χρήσεις που εξασφαλίζονται μόνο με την μεγαλύτερη αειφόρο εκμετάλλευση των υπαρχόντων πόρων ξυλείας και γεωργικών πόρων και την ανάπτυξη νέων συστημάτων δασοπονίας και γεωργικής παραγωγής, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

(94)

Τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας θα πρέπει πάντα να παράγονται με αειφόρο τρόπο. Συνεπώς, θα πρέπει να είναι υποχρεωτικό τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας, τα οποία χρησιμοποιούνται με σκοπό τη συμμόρφωση προς τον ενωσιακό στόχο που θέτει η παρούσα οδηγία και τα οποία τυγχάνουν ενίσχυσης από καθεστώτα να πληρούν τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Η εναρμόνιση αυτών των κριτηρίων για τα βιοκαύσιμα και τα βιορευστά είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη των στόχων της ενεργειακής πολιτικής της Ένωσης, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 194 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ. Η εν λόγω εναρμόνιση εξασφαλίζει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ενέργειας και, επομένως, διευκολύνει, ιδίως όσον αφορά την υποχρέωση των κρατών μελών να μην αρνούνται να λάβουν υπόψη, για λοιπούς λόγους αειφορίας, τα βιοκαύσιμα και τα βιορευστά που λαμβάνονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών στον τομέα των συμμορφούμενων βιοκαυσίμων και βιορευστών. Τα θετικά αποτελέσματα της εναρμόνισης των κριτηρίων αυτών στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ενέργειας και στην αποφυγή της στρέβλωσης του ανταγωνισμού στην Ένωση δεν μπορούν να ανατραπούν. Στην περίπτωση των καυσίμων βιομάζας, θα πρέπει τα κράτη μέλη να έχουν τη δυνατότητα να θέσουν πρόσθετα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου.

(95)

Η Ένωση θα πρέπει να λάβει τα κατάλληλα μέτρα, στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας, μεταξύ άλλων προωθώντας τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας που χρησιμοποιούνται για παραγωγή θέρμανσης ή ψύξης και ηλεκτρικής ενέργειας.

(96)

Η παραγωγή γεωργικών πρώτων υλών για βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας, καθώς και τα κίνητρα που προβλέπει η παρούσα οδηγία για την προώθηση της χρήσης τους, δεν θα πρέπει να ενθαρρύνει την καταστροφή εδαφών με βιοποικιλότητα. Οι εν λόγω εξαντλήσιμοι πόροι, των οποίων η παγκόσμια αξία αναγνωρίστηκε σε διάφορα διεθνή κείμενα, θα πρέπει να διαφυλαχθούν. Είναι επομένως αναγκαίο να προβλεφθούν κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για να διασφαλιστεί ότι τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας επωφελούνται από την παροχή κινήτρων, μόνον εφόσον υπάρχει εγγύηση ότι οι γεωργικές πρώτες ύλες δεν προέρχονται από περιοχές με βιοποικιλότητα ή, στην περίπτωση περιοχών που έχουν χαρακτηριστεί με σκοπό την προστασία της φύσης ή την προστασία σπάνιων, απειλούμενων ή υπό εξαφάνιση οικοσυστημάτων ή ειδών, εφόσον η σχετική αρμόδια αρχή αποδείξει ότι η παραγωγή των γεωργικών πρώτων υλών δεν παρεμποδίζει τους σκοπούς αυτούς.

(97)

Τα δάση θα πρέπει να θεωρούνται ότι έχουν βιοποικιλότητα σύμφωνα με τα κριτήρια αειφορίας, όταν είναι πρωτογενή δάση κατά τον ορισμό που χρησιμοποιεί ο Οργανισμός Επισιτισμού και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) στην Αξιολόγηση των Παγκόσμιων Δασικών Πόρων του ή όταν προστατεύονται από την εθνική νομοθεσία για την προστασία της φύσης. Δάση με βιοποικιλότητα θα πρέπει να θεωρούνται οι περιοχές όπου συγκομίζονται δασικά προϊόντα πλην του ξύλου, εφόσον οι επιπτώσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας είναι περιορισμένες. Άλλοι τύποι δασών, όπως ορίζονται από τον FAO, όπως τα τροποποιημένα φυσικά δάση, τα ημιφυσικά δάση και οι φυτείες, δεν θα πρέπει να θεωρούνται πρωτογενή δάση. Επιπροσθέτως, λαμβάνοντας υπόψη τη μεγάλη βιοποικιλότητα ορισμένων λειμώνων, τόσο των εύκρατων όσο και των τροπικών κλιμάτων, συμπεριλαμβανομένων της σαβάνας, των στεπών, των θαμνωδών περιοχών και των βοσκοτόπων μεγάλης βιοποικιλότητας, κρίνεται επίσης σκόπιμο τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας που παράγονται από γεωργικές πρώτες ύλες προερχόμενες από τα εν λόγω εδάφη να μην έχουν δικαίωμα στα κίνητρα που προβλέπει η παρούσα οδηγία. Για να θεσπιστούν κατάλληλα κριτήρια για τον ορισμό αυτών των μεγάλης βιοποικιλότητας λειμώνων σύμφωνα με τα βέλτιστα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα και συναφή διεθνή πρότυπα, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή.

(98)

Δεν θα πρέπει να αλλάξουν χρήση με σκοπό την παραγωγή γεωργικών πρώτων υλών για βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας τα εδάφη των οποίων η μετατροπή θα οδηγούσε σε απώλεια του αποθέματος άνθρακα, η οποία δεν θα μπορούσε, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος δεδομένου του επείγοντος χαρακτήρα της αντιμετώπισης της αλλαγής του κλίματος, να αντισταθμιστεί από τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου χάρη στην παραγωγή και τη χρήση βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας. Αυτό θα απάλλασσε τους οικονομικούς φορείς από άσκοπες και επαχθείς έρευνες και θα απέτρεπε τη μετατροπή εδαφών με υψηλό απόθεμα άνθρακα που αποδεικνύονται ως μη επιλέξιμα για παραγωγή γεωργικών πρώτων υλών για βιοκαύσιμα βιορευστά και καύσιμα βιομάζας. Η απογραφή των παγκόσμιων αποθεμάτων άνθρακα δείχνει ότι οι υγροβιότοποι και οι περιοχές που υπόκεινται σε συνεχή αναδάσωση με συγκόμωση μεγαλύτερη του 30 %, θα πρέπει να συμπεριληφθούν στην εν λόγω κατηγορία.

(99)

Στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής, οι γεωργοί της Ένωσης θα πρέπει να τηρούν ένα ολοκληρωμένο σύνολο περιβαλλοντικών απαιτήσεων για να λαμβάνουν άμεση στήριξη. Η τήρηση των απαιτήσεων αυτών μπορεί να επαληθευτεί αποτελεσματικά στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής. Η συμπερίληψη των απαιτήσεων αυτών στο σύστημα αειφορίας δεν ενδείκνυται, καθώς τα κριτήρια αειφορίας για τη βιοενέργεια θα πρέπει να καθορίζουν αντικειμενικούς κανόνες γενικής εφαρμογής. Η επαλήθευση της συμμόρφωσης βάσει της παρούσας οδηγίας θα προκαλούσε επίσης τον κίνδυνο δημιουργίας περιττού διοικητικού φόρτου.

(100)

Οι γεωργικές πρώτες ύλες για την παραγωγή βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας θα πρέπει να παράγονται με μεθόδους που συνάδουν με την προστασία της ποιότητας του εδάφους και του οργανικού άνθρακα του εδάφους. Η ποιότητα του εδάφους και ο άνθρακας του εδάφους θα πρέπει, επομένως, να περιλαμβάνονται σε συστήματα παρακολούθησης των φορέων εκμετάλλευσης ή των εθνικών αρχών.

(101)

Είναι σκόπιμο να καθιερωθούν κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σε επίπεδο Ένωσης για τα καύσιμα βιομάζας που χρησιμοποιούνται στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης, για να εξακολουθήσει να διασφαλίζεται η σημαντική μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σε σύγκριση με τα εναλλακτικά ορυκτά καύσιμα, να αποφευχθούν ακούσιες επιπτώσεις στην αειφορία και να προωθηθεί η εσωτερική αγορά. Οι εξόχως απόκεντρες περιοχές θα πρέπει να είναι σε θέση να αξιοποιούν τους πόρους τους για να αυξήσουν την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και την ενεργειακή τους ανεξαρτησία.

(102)

Για να διασφαλιστεί ότι, παρά την αυξανόμενη ζήτηση για δασική βιομάζα, η συγκομιδή εκτελείται με αειφόρο τρόπο σε δάση των οποίων εξασφαλίζεται η αναγέννηση, ότι δίνεται ιδιαίτερη προσοχή σε περιοχές που έχουν χαρακτηριστεί ρητά ζώνες ειδικής προστασίας της βιοποικιλότητας, των τοπίων και συγκεκριμένων φυσικών στοιχείων, ότι οι πόροι βιοποικιλότητας διατηρούνται και τα αποθέματα άνθρακα ιχνηλατούνται, οι ξυλώδεις πρώτες ύλες θα πρέπει να προέρχονται μόνο από δάση τα οποία υλοτομούνται σύμφωνα με τις αρχές της αειφόρου διαχείρισης των δασών που αναπτύσσονται βάσει διεθνών διαδικασιών περί δασών, όπως η Forest Europe, και που εφαρμόζονται μέσω εθνικών νόμων ή των βέλτιστων πρακτικών διαχείρισης σε επίπεδο περιοχής εφοδιασμού. Οι φορείς εκμετάλλευσης θα πρέπει να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος χρήσης μη αειφόρου δασικής βιομάζας για την παραγωγή βιοενέργειας. Προς τον σκοπό αυτό, οι φορείς εκμετάλλευσης θα πρέπει να εφαρμόσουν μια προσέγγιση βάσει επικινδυνότητας. Εν προκειμένω, είναι σκόπιμο η Επιτροπή να καταρτίσει μέσω εκτελεστικών πράξεων επιχειρησιακές οδηγίες για την επαλήθευση της συμμόρφωσης με την προσέγγιση βάσει επικινδυνότητας, μετά από διαβούλευση με την επιτροπή για τη βιωσιμότητα των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των καυσίμων βιομάζας.

(103)

Η υλοτόμηση για ενεργειακούς σκοπούς αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται, οδηγώντας έτσι σε αύξηση των εισαγωγών πρώτων υλών από τρίτες χώρες, καθώς και σε αύξηση της παραγωγής των εν λόγω υλικών εντός της Ένωσης. Θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι η συγκομιδή πραγματοποιείται με αειφόρο τρόπο.

(104)

Για να ελαχιστοποιηθεί ο διοικητικός φόρτος, τα ενωσιακά κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο στην ηλεκτρική ενέργεια και τη θέρμανση από καύσιμα βιομάζας που παράγονται σε εγκαταστάσεις με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη από 20 MW.

(105)

Τα καύσιμα βιομάζας θα πρέπει να μετατρέπονται σε ηλεκτρική ενέργεια και θερμότητα με αποδοτικό τρόπο, για να μεγιστοποιηθεί η ενεργειακή ασφάλεια και η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, να περιοριστούν οι εκπομπές ατμοσφαιρικών ρύπων και να ελαχιστοποιηθεί η πίεση στους περιορισμένους πόρους βιομάζας.

(106)

Το ελάχιστο όριο μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από βιοκαύσιμα, βιορευστά και βιοαέρια για μεταφορές παραγόμενα σε νέες εγκαταστάσεις θα πρέπει να αυξηθεί, για να βελτιωθεί το συνολικό ισοζύγιο αερίων θερμοκηπίου και για να αποθαρρυνθούν περαιτέρω επενδύσεις σε εγκαταστάσεις με χαμηλές επιδόσεις στη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Με την αύξηση αυτή διασφαλίζονται οι επενδύσεις σε δυναμικότητα παραγωγής βιοκαυσίμων, βιορευστών και βιοαερίων για μεταφορές.

(107)

Με βάση την πείρα από την πρακτική εφαρμογή των ενωσιακών κριτηρίων αειφορίας, είναι σκόπιμο να ενισχυθεί ο ρόλος των εθελοντικών διεθνών και εθνικών συστημάτων πιστοποίησης για την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τα κριτήρια αειφορίας με εναρμονισμένο τρόπο.

(108)

Είναι προς το συμφέρον της Ένωσης να ενθαρρύνει την καθιέρωση εθελοντικών διεθνών ή εθνικών συστημάτων θέσπισης προτύπων για την παραγωγή αειφόρων βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας και πιστοποίησης ότι η παραγωγή των βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας τηρεί τα εν λόγω πρότυπα. Για τον λόγο αυτό, θα πρέπει να προβλεφθεί ότι τα συστήματα θα αναγνωρίζεται ότι παρέχουν αξιόπιστες πληροφορίες και στοιχεία, εφόσον τηρούν τα κατάλληλα πρότυπα αξιοπιστίας, διαφάνειας και ανεξάρτητου ελέγχου. Για να διασφαλιστεί ότι η συμμόρφωση με τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου επαληθεύεται κατά τρόπο αξιόπιστο και εναρμονισμένο και, ιδίως, για την πρόληψη της απάτης, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να καθορίσει λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής, συμπεριλαμβανομένων κατάλληλων προτύπων αξιοπιστίας, διαφάνειας και ανεξάρτητου ελέγχου για εφαρμογή από τα εθελοντικά συστήματα.

(109)

Τα εθελοντικά συστήματα διαδραματίζουν όλο και σημαντικότερο ρόλο στην απόδειξη της συμμόρφωσης με τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των καυσίμων βιομάζας. Είναι επομένως σκόπιμο η Επιτροπή να απαιτεί, στο πλαίσιο των εθελοντικών συστημάτων, συμπεριλαμβανομένων όσων ήδη έχουν αναγνωριστεί από την Επιτροπή, τακτική υποβολή εκθέσεων για τη δραστηριότητά τους. Οι εκθέσεις αυτές θα πρέπει να δημοσιοποιούνται για την αύξηση της διαφάνειας και τη βελτίωση της εποπτείας από την Επιτροπή και να παρέχουν τις αναγκαίες πληροφορίες ώστε η Επιτροπή να είναι σε θέση να υποβάλει έκθεση για τη λειτουργία των εθελοντικών συστημάτων, με σκοπό τον προσδιορισμό βέλτιστων πρακτικών και την τυχόν υποβολή πρότασης για την προώθηση τέτοιων πρακτικών.

(110)

Για να διευκολυνθεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, θα πρέπει να γίνονται δεκτά σε όλα τα κράτη μέλη τα αποδεικτικά στοιχεία για τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σχετικά με τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας τα οποία έχουν αποκτηθεί σύμφωνα με σύστημα αναγνωρισμένο από την Επιτροπή. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να συμβάλουν στη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των αρχών πιστοποίησης των εθελοντικών συστημάτων, εποπτεύοντας τη λειτουργία των οργανισμών πιστοποίησης που είναι διαπιστευμένοι από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης και ενημερώνοντας τα εθελοντικά συστήματα για τυχόν σχετικές παρατηρήσεις.

(111)

Για να αποφευχθεί η δυσανάλογη διοικητική επιβάρυνση θα πρέπει να θεσπιστεί κατάλογος προκαθορισμένων τιμών για τις κοινές οδούς παραγωγής βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας, ο οποίος θα πρέπει να επικαιροποιείται και να επεκτείνεται όταν υπάρχουν περαιτέρω αξιόπιστα δεδομένα. Οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει πάντοτε να μπορούν να απαιτούν το επίπεδο μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας που θεσπίζεται στον εν λόγω κατάλογο. Αν η προκαθορισμένη τιμή μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από μία οδό παραγωγής είναι χαμηλότερη από το απαιτούμενο ελάχιστο επίπεδο μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, οι παραγωγοί που επιθυμούν να αποδείξουν τη συμμόρφωσή τους προς το συγκεκριμένο ελάχιστο επίπεδο θα πρέπει να υποχρεούνται να καταδείξουν ότι οι πραγματικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που προέρχονται από τη διαδικασία παραγωγής τους είναι χαμηλότερες από αυτές οι οποίες ελήφθησαν υπόψη κατά τον υπολογισμό των προκαθορισμένων τιμών.

(112)

Είναι ανάγκη να θεσπιστούν σαφείς κανόνες που να βασίζονται σε αντικειμενικά και αμερόληπτα κριτήρια, για τον υπολογισμό της μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας, καθώς και από τα συγκριτικά τους ορυκτά καύσιμα.

(113)

Σύμφωνα με τις τρέχουσες τεχνικές και επιστημονικές γνώσεις, στη μεθοδολογία λογιστικής απεικόνισης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η μετατροπή των στερεών και αέριων καυσίμων βιομάζας σε τελική ενέργεια, ώστε να υπάρχει συνοχή με τον υπολογισμό της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για τους σκοπούς της προσμέτρησης στον ενωσιακό στόχο που θέτει η παρούσα οδηγία. Ο καταλογισμός εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σε παραπροϊόντα, σε αντιδιαστολή με τα απόβλητα και τα υπολείμματα, θα πρέπει επίσης να επανεξετάζεται όταν η ηλεκτρική ενέργεια ή η θέρμανση και η ψύξη παράγονται σε σταθμούς συμπαραγωγής και πολλαπλής παραγωγής.

(114)

Εάν μετατραπεί η χρήση εδαφών με υψηλά αποθέματα άνθρακα, μέσα στο έδαφος ή στη βλάστησή, με σκοπό την καλλιέργεια πρώτων υλών για βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας, μέρος του αποθηκευμένου άνθρακα γενικά θα απελευθερωθεί στην ατμόσφαιρα σχηματίζοντας διοξείδιο του άνθρακα (CO2). Η μετατροπή χρήσης έχει ως αρνητικό αντίκτυπο τη δημιουργία αερίων θερμοκηπίου, γεγονός που εξουδετερώνει τον θετικό αντίκτυπο των αερίων θερμοκηπίου των βιοκαυσίμων, των βιορευστών ή των καυσίμων βιομάζας, σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις με μεγάλη διαφορά. Επομένως, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι συνολικές επιπτώσεις αυτής της μετατροπής χρήσης όσον αφορά τον άνθρακα, κατά τον υπολογισμό της μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου χάρη στη χρήση ορισμένων βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας. Αυτό είναι αναγκαίο για να διασφαλιστεί ότι κατά τον υπολογισμό της μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου λαμβάνονται υπόψη οι συνολικές επιπτώσεις, όσον αφορά τον άνθρακα, από τη χρήση βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας.

(115)

Για τον υπολογισμό των επιπτώσεων της μετατροπής των γαιών σε επίπεδο αερίων του θερμοκηπίου, οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να είναι σε θέση να χρησιμοποιούν τρέχουσες τιμές για τα αποθέματα άνθρακα που συνδέονται με τις χρήσεις γης αναφοράς και τις χρήσεις γης μετά τη μετατροπή. Θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να χρησιμοποιούν τυποποιημένες τιμές. Η μεθοδολογία της διακυβερνητικής ομάδας μελετών των αλλαγών του κλίματος (Intergovernmental Panel on Climate Change - IPCC) είναι κατάλληλη βάση για τέτοιες τυποποιημένες τιμές. Το έργο αυτό δεν είναι αυτή τη στιγμή διατυπωμένο σε μορφή που να είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί άμεσα από τους οικονομικούς φορείς. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θα πρέπει να αναθεωρήσει τις κατευθυντήριες γραμμές, της 10ης Ιουνίου 2010, για τον υπολογισμό των εδαφικών αποθεμάτων άνθρακα για τους σκοπούς των κανόνων υπολογισμού του αντίκτυπου των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των συγκριτικών τους ορυκτών καυσίμων στα αέρια θερμοκηπίου όπως ορίζονται σε παράρτημα της παρούσας οδηγίας, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη συνοχή με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16).

(116)

Τα παραπροϊόντα από την παραγωγή και χρήση καυσίμων θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Η μέθοδος υποκατάστασης είναι κατάλληλη για ανάλυση πολιτικής, αλλά όχι για κανονιστικούς σκοπούς που αφορούν τους μεμονωμένους οικονομικούς φορείς και τις μεμονωμένες αποστολές καυσίμων για μεταφορές. Σε αυτές τις περιπτώσεις, καταλληλότερη είναι η μέθοδος κατανομής ενέργειας διότι εφαρμόζεται εύκολα, είναι προβλέψιμη σε βάθος χρόνου, ελαχιστοποιεί τα αντιπαραγωγικά κίνητρα και παράγει αποτελέσματα γενικά συγκρίσιμα με εκείνα της μεθόδου υποκατάστασης. Για τους σκοπούς της ανάλυσης πολιτικής, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης, στις εκθέσεις της, να παρουσιάζει αποτελέσματα χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της υποκατάστασης.

(117)

Τα παραπροϊόντα διαφέρουν από τα υπολείμματα και τα γεωργικά υπολείμματα, καθώς αποτελούν τον πρωταρχικό σκοπό της διεργασίας παραγωγής. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να αποσαφηνιστεί ότι τα υπολείμματα γεωργικής καλλιέργειας είναι υπολείμματα και όχι παραπροϊόντα. Αυτό δεν έχει επιπτώσεις στην υφιστάμενη μεθοδολογία αλλά αποσαφηνίζει τις ισχύουσες διατάξεις.

(118)

Η καθιερωμένη μέθοδος χρήσης της κατανομής ενέργειας ως κανόνα για τον επιμερισμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου μεταξύ των παραπροϊόντων λειτούργησε καλά και θα πρέπει να συνεχιστεί. Είναι σκόπιμο να ευθυγραμμιστεί η μεθοδολογία για τον υπολογισμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που προέρχονται από τη χρήση συνδυασμένης πηγής ηλεκτρισμού και θερμότητας (ΣΠΗΘ), όταν η ΣΠΗΘ χρησιμοποιείται για την επεξεργασία βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας, με τη μεθοδολογία που εφαρμόζεται στη ΣΠΗΘ για τελική χρήση.

(119)

Η μεθοδολογία λαμβάνει υπόψη τις μειωμένες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που προκύπτουν από τη χρήση ΣΠΗΘ, σε σύγκριση με τη χρήση σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και σταθμών αμιγούς παραγωγής θερμότητας, με συνεκτίμηση της ωφελιμότητας της θερμότητας σε σύγκριση με την ηλεκτρική ενέργεια και της ωφελιμότητας της θερμότητας σε διάφορες θερμοκρασίες. Συνάγεται ότι στις υψηλότερες θερμοκρασίες θα πρέπει να αντιστοιχεί μεγαλύτερο μερίδιο των συνολικών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, απ' ό,τι στη θερμότητα σε χαμηλή θερμοκρασία, όταν η θερμότητα συμπαράγεται με ηλεκτρική ενέργεια. Η μεθοδολογία αυτή λαμβάνει υπόψη ολόκληρη τη οδό παραγωγής μέχρι την τελική ενέργεια, συμπεριλαμβανομένης της μετατροπής σε θερμότητα ή ηλεκτρική ενέργεια.

(120)

Τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό αυτών των προκαθορισμένων τιμών είναι σκόπιμο να λαμβάνονται από ανεξάρτητες επιστημονικές πηγές και, ανάλογα με την περίπτωση, να επικαιροποιούνται ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών των πηγών αυτών. Η Επιτροπή θα πρέπει να παροτρύνει τις πηγές αυτές να εξετάζουν, όταν επικαιροποιούν τις εργασίες τους, τις εκπομπές από την καλλιέργεια, τον αντίκτυπο των περιφερειακών και των κλιματικών συνθηκών, τον αντίκτυπο της καλλιέργειας με αειφόρους γεωργικές μεθόδους και μεθόδους βιολογικής γεωργίας και τις επιστημονικές συμβολές των παραγωγών στην Ένωση και στις τρίτες χώρες και στην κοινωνία των πολιτών.

(121)

Η παγκόσμια ζήτηση γεωργικών πρώτων υλών αυξάνεται συνεχώς. Η αυξανόμενη αυτή ζήτηση είναι πιθανόν να αντιμετωπιστεί εν μέρει με την αύξηση των εδαφών που χρησιμοποιούνται για τη γεωργία. Η αποκατάσταση των εδαφών που έχουν υποβαθμιστεί σοβαρά και, κατά συνέπεια, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως έχουν για γεωργική παραγωγή, αποτελεί έναν τρόπο για την αύξηση των αρόσιμων εκτάσεων. Επειδή η προαγωγή των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των καυσίμων βιομάζας θα συμβάλει στην αύξηση της ζήτησης γεωργικών πρώτων υλών, το σύστημα αειφορίας θα πρέπει να προάγει την αποκατάσταση των εδαφών που έχουν υποβαθμιστεί.

(122)

Για να διασφαλιστεί η εναρμονισμένη εφαρμογή της μεθοδολογίας υπολογισμού των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και να ευθυγραμμιστεί με τα πλέον πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για να προσαρμόζει τις μεθοδολογικές αρχές και τις τιμές που είναι αναγκαίες για να αξιολογεί κατά πόσον έχουν τηρηθεί τα κριτήρια μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και για να εξετάζει εάν οι εκθέσεις που υποβάλλονται από τα κράτη μέλη και τρίτες χώρες περιέχουν ακριβή δεδομένα για τις εκπομπές από καλλιέργειες πρώτων υλών.

(123)

Τα ευρωπαϊκά δίκτυα φυσικού αερίου ενοποιούνται ολοένα και περισσότερο. Η προώθηση της παραγωγής και χρήσης βιομεθανίου, η διοχέτευσή του σε δίκτυο φυσικού αερίου και το διασυνοριακό του εμπόριο δημιουργούν την ανάγκη να υπολογιστεί σωστά η ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και να αποφευχθούν τα διπλά κίνητρα που προκύπτουν από διαφορετικά καθεστώτα στήριξης σε διάφορα κράτη μέλη. Το σύστημα ισοζυγίου μάζας που σχετίζεται με την επαλήθευση της αειφορίας της βιοενέργειας και η νέα ενωσιακή βάση δεδομένων έχουν στόχο να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση αυτών των ζητημάτων.

(124)

Για την επίτευξη των στόχων της παρούσας οδηγίας θα πρέπει η Ένωση και τα κράτη μέλη να διαθέσουν σημαντικά κονδύλια στην έρευνα και την ανάπτυξη για τεχνολογίες ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Ειδικότερα, το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Καινοτομίας και Τεχνολογίας θα πρέπει να αποδώσει υψηλή προτεραιότητα στην έρευνα και την ανάπτυξη τεχνολογιών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

(125)

Η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει, ανάλογα με την περίπτωση, να αντικατοπτρίζει τις διατάξεις της σύμβασης για την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα, ιδίως όπως αυτή εφαρμόζεται μέσω της οδηγίας 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17).

(126)

Για να τροποποιηθούν ή να συμπληρωθούν ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ όσον αφορά τη θέσπιση της μεθόδου υπολογισμού της ποσότητας ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που χρησιμοποιείται για ψύξη και τηλεψύξη και την αναθεώρηση της μεθόδου υπολογισμού της ενέργειας από αντλίες θερμότητας· τη θέσπιση της URDP και τον καθορισμό των όρων για την οριστικοποίηση των συναλλαγών στατιστικής μεταβίβασης μεταξύ των κρατών μελών μέσω της URDP· τη θέσπιση ενδεδειγμένων ελάχιστων ορίων μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου των καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα· τη θέσπιση και, εφόσον απαιτείται, την αναθεώρησή κριτηρίων πιστοποίησης των βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας με χαμηλό κίνδυνο έμμεσης αλλαγής στη χρήση γης και καθορισμού των πρώτων υλών με υψηλό κίνδυνο έμμεσης αλλαγής στη χρήση γης, για τις οποίες παρατηρείται σημαντική επέκταση της περιοχής παραγωγής σε γη με υψηλά αποθέματα άνθρακα και σταδιακή μείωση της συνεισφοράς τους στους στόχους της παρούσας οδηγίας· την προσαρμογή του ενεργειακού περιεχομένου των καυσίμων κίνησης στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο· τη θέσπιση της ενωσιακής μεθόδου καθορισμού των κανόνων μέσω των οποίων οι οικονομικοί φορείς πρόκειται να συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις να υπολογίζουν την ηλεκτρική ενέργεια ως πλήρως ανανεώσιμη όταν χρησιμοποιείται στην παραγωγή υγρών και αέριων καυσίμων κίνησης μη βιολογικής προέλευσης από ανανεώσιμες πηγές ή από το δίκτυο· τον καθορισμό της μεθόδου υπολογισμού του μεριδίου βιοκαυσίμων και βιοαερίου για μεταφορές που προκύπτει από την επεξεργασία βιομάζας με ορυκτά καύσιμα σε κοινή διαδικασία και της μεθόδου υπολογισμού της μείωσης εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από ανανεώσιμα υγρά και αέρια καύσιμα για μεταφορές μη βιολογικής προέλευσης και καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα ώστε να διασφαλίζεται ότι οι πιστωτικές μονάδες μείωσης εκπομπών αερίων θερμοκηπίου δίδονται μόνο άπαξ· την τροποποίηση μέσω προσθήκης, αλλά όχι αφαίρεσης, των καταλόγων πρώτων υλών για την παραγωγή προηγμένων βιοκαυσίμων και άλλων βιοκαυσίμων και βιοαερίου, καθώς και τη συμπλήρωση ή τροποποίηση των κανόνων υπολογισμού των επιπτώσεων των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των συγκριτικών τους ορυκτών καυσίμων στα αέρια θερμοκηπίου. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξαγάγει η Επιτροπή κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, και οι διαβουλεύσεις αυτές να πραγματοποιηθούν σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (18). Ειδικότερα, για να διασφαλιστεί ισότιμη συμμετοχή στην προετοιμασία κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ' εξουσιοδότηση πράξεων.

(127)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να εγκρίνονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19).

(128)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, ιδίως η επίτευξη μεριδίου τουλάχιστον 32 % ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης έως το 2030, δεν μπορεί να επιτευχθεί πλήρως από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω της κλίμακας της δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση δύναται να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του εν λόγω στόχου μέτρα.

(129)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση της 28ης Σεπτεμβρίου 2011 των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα (20), τα κράτη μέλη έχουν αναλάβει να συνοδεύουν, σε δικαιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των οικείων μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση μεταξύ των συστατικών στοιχείων μιας οδηγίας και των αντίστοιχων μερών των πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί τη διαβίβαση αυτών των εγγράφων δικαιολογημένη.

(130)

Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που συνιστούν ουσιαστικές τροποποιήσεις της οδηγίας 2009/28/ΕΚ. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο διατάξεων που δεν τροποποιούνται απορρέει από την προϋπάρχουσα οδηγία.

(131)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά την προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας 2013/18/ΕΕ του Συμβουλίου (21) και της οδηγίας (ΕΕ) 2015/1513,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κοινό πλαίσιο προώθησης της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Θέτει έναν δεσμευτικό ενωσιακό στόχο για το συνολικό μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης το 2030. Καθορίζει επίσης κανόνες για τη χρηματοδοτική στήριξη της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές, την αυτοκατανάλωση παρόμοιας ηλεκτρικής ενέργειας, για τη χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στους τομείς θέρμανσης, ψύξης και μεταφορών, την περιφερειακή συνεργασία μεταξύ κρατών μελών και με τρίτες χώρες, τις εγγυήσεις προέλευσης, τις διοικητικές διαδικασίες, την πληροφόρηση και την κατάρτιση. Καθιερώνει επίσης κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ισχύουν οι σχετικοί ορισμοί της οδηγίας 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (22):

Ισχύουν επίσης οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές» ή «ανανεώσιμη ενέργεια»: η ενέργεια από ανανεώσιμες μη ορυκτές πηγές ήτοι αιολική, ηλιακή (ηλιακή θερμική και ηλιακή φωτοβολταϊκή) και γεωθερμική ενέργεια, ενέργεια του περιβάλλοντος, παλιρροϊκή, κυματική και λοιπές μορφές ενέργειας των ωκεανών, υδροηλεκτρική, από βιομάζα, ενέργεια από τα εκλυόμενα στους χώρους υγειονομικής ταφής αέρια, από τα αέρια που παράγονται σε σταθμούς επεξεργασίας λυμάτων και τα βιοαέρια·

2)

«ενέργεια του περιβάλλοντος»: η φυσική θερμική ενέργεια και ενέργεια συσσωρευθείσα στο περιβάλλον με συγκεκριμένα όρια, που μπορεί να αποθηκεύεται στον αέρα του περιβάλλοντος, εκτός του απορριπτόμενου αέρα, ή στα επιφανειακά ύδατα ή στα ύδατα αποχέτευσης·

3)

«γεωθερμική ενέργεια»: ενέργεια αποθηκευόμενη υπό μορφή θερμότητας κάτω από τη στερεή επιφάνεια της γης

4)

«ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας»: τα ενεργειακά βασικά προϊόντα που παραδίδονται για ενεργειακούς σκοπούς στη βιομηχανία, στις μεταφορές, στα νοικοκυριά, στις υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων υπηρεσιών, στη γεωργία, στη δασοκομία και στην αλιεία, συμπεριλαμβανομένης της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας από τον ενεργειακό κλάδο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, θερμότητας και καυσίμου μεταφορών, συμπεριλαμβανομένων των απωλειών ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας κατά τη διανομή και τη μεταφορά·

5)

«καθεστώς στήριξης»: κάθε μέσο, καθεστώς ή μηχανισμός που εφαρμόζεται από κράτος μέλος ή ομάδα κρατών μελών και προωθεί τη χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μειώνοντας το κόστος της εν λόγω ενέργειας, αυξάνοντας την τιμή πώλησής της ή αυξάνοντας, με την επιβολή υποχρέωσης χρήσης ανανεώσιμης ενέργειας ή με άλλον τρόπο, την αγοραζόμενη ποσότητα της εν λόγω ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων αλλά όχι αποκλειστικά, των επενδυτικών ενισχύσεων, των φορολογικών απαλλαγών ή μειώσεων, των επιστροφών φόρων, των καθεστώτων στήριξης της υποχρέωσης χρήσης ανανεώσιμης ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που χρησιμοποιούν πράσινα πιστοποιητικά, και τα καθεστώτα άμεσης στήριξης των τιμών συμπεριλαμβανομένων των εγγυημένων τιμών αγοράς και των καταβολών διαφορικής ή σταθερής προσαύξησης·

6)

«υποχρέωση χρήσης ανανεώσιμης ενέργειας»: το καθεστώς στήριξης το οποίο απαιτεί από τους παραγωγούς ενέργειας την υποχρέωση να συμπεριλαμβάνουν ένα συγκεκριμένο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην παραγωγή τους, απαιτεί από τους προμηθευτές ενέργειας να συμπεριλαμβάνουν ένα συγκεκριμένο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ενέργεια που προμηθεύουν ή απαιτεί από τους καταναλωτές ενέργειας να συμπεριλαμβάνουν ένα συγκεκριμένο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην κατανάλωσή τους, συμπεριλαμβανομένων καθεστώτων δυνάμει των οποίων οι απαιτήσεις αυτές είναι δυνατόν να ικανοποιούνται με τη χρήση πράσινων πιστοποιητικών·

7)

«χρηματοδοτικά μέσα»: τα χρηματοδοτικά μέσα όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 29) του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ)) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (23)·

8)

«ΜΜΕ»: μικροεπιχείρηση, μικρή ή μεσαία επιχείρηση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του παραρτήματος στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής (24)·

9)

«απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη»: η αναπόφευκτη θερμότητα ή ψύξη που παράγεται ως παραπροϊόν σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις, εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής ή στον τριτογενή τομέα, η οποία θα διαχεόταν αχρησιμοποίητη στον αέρα ή το νερό αν δεν υπήρχε πρόσβαση σε σύστημα τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης, όπου έχει χρησιμοποιηθεί ή πρόκειται να χρησιμοποιηθεί διαδικασία συμπαραγωγής ή όπου η συμπαραγωγή δεν είναι εφικτή·

10)

«ανανέωση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές»: η ανακαίνιση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους ή μερικής αντικατάστασης εγκαταστάσεων ή συστημάτων και εξοπλισμού λειτουργίας, με σκοπό την αντικατάσταση του παραγωγικού δυναμικού ή την αύξηση της αποδοτικότητας ή της ισχύος της εγκατάστασης·

11)

«διαχειριστής συστήματος διανομής»: ο διαχειριστής όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 6 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ και στο άρθρο 2 σημείο 6 της οδηγίας 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (25)·

12)

«εγγύηση προέλευσης»: ηλεκτρονικό έγγραφο το οποίο χρησιμεύει μόνον ως απόδειξη προς τον τελικό καταναλωτή ότι δεδομένο μερίδιο ή ποσότητα ενέργειας έχει παραχθεί από ανανεώσιμες πηγές·

13)

«υπολειμματικό ενεργειακό μείγμα»: το συνολικό ετήσιο ενεργειακό μείγμα κράτους μέλους, εξαιρουμένου του μεριδίου που καλύπτεται από τις εγγυήσεις προέλευσης που έχουν ακυρωθεί·

14)

«αυτοκαταναλωτής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές»: τελικός πελάτης ο οποίος λειτουργεί εντός των εγκαταστάσεών του που βρίσκονται εντός καθορισμένων ορίων ή, όπου επιτρέπεται από κράτος μέλος, σε άλλες εγκαταστάσεις, και ο οποίος παράγει ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές για τις δικές του ανάγκες και μπορεί να αποθηκεύει ή να πωλεί αυτοπαραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, υπό την προϋπόθεση ότι, για τους μη οικιακούς αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, οι δραστηριότητες αυτές δεν αποτελούν την κύρια εμπορική ή επαγγελματική δραστηριότητά τους·

15)

«αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που ενεργούν από κοινού»: ομάδα τουλάχιστον δύο από κοινού ενεργούντων αυτοκαταναλωτών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά το σημείο 14) οι οποίοι βρίσκονται στο ίδιο κτίριο ή πολυκατοικία·

16)

«κοινότητα ανανεώσιμης ενέργειας»: νομική οντότητα:

α)

η οποία, σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, στηρίζεται σε ανοικτή και εθελοντική συμμετοχή, έχει αυτονομία και τελεί υπό τον ουσιαστικό έλεγχο των μετόχων ή των μελών που βρίσκονται κοντά στα έργα ανανεώσιμης ενέργειας που ανήκουν και αναπτύσσονται από εν την εν λόγω νομική οντότητα·

β)

της οποίας οι μέτοχοι ή τα μέλη είναι φυσικά πρόσωπα, ΜΜΕ ή τοπικές αρχές και δήμοι·

γ)

της οποίας ο πρωταρχικός στόχος είναι να προσφέρει στους μετόχους ή στα μέλη της ή στις τοπικές περιοχές όπου δραστηριοποιείται, περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά οφέλη σε επίπεδο κοινότητας και όχι οικονομικά κέρδη·

17)

«σύμβαση αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές»: σύμβαση βάσει της οποίας νομικό ή φυσικό πρόσωπο συμφωνεί να αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές απευθείας από παραγωγό ηλεκτρικής ενέργειας·

18)

«εμπορία μεταξύ ομότιμων» ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές: η πώληση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μεταξύ συμμετεχόντων στην αγορά μέσω σύμβασης με προκαθορισμένους όρους που διέπουν την αυτόματη εκτέλεση και το διακανονισμό της συναλλαγής απευθείας μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά ή εμμέσως μέσω τρίτου πιστοποιημένου συμμετέχοντος στην αγορά, όπως ενός φορέα συγκέντρωσης. Το δικαίωμα εμπορίας μεταξύ ομοτίμων δεν θίγει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών που συμμετέχουν ως τελικοί πελάτες, παραγωγοί, προμηθευτές ή φορείς συγκέντρωσης·

19)

«τηλεθέρμανση ή τηλεψύξη»: η διανομή θερμικής ενέργειας υπό μορφή ατμού, ζεστού νερού ή ψυκτικών υγρών, από κεντρικές ή αποκεντρωμένες πηγές παραγωγής μέσω δικτύου σε πολλά κτίρια ή περιοχές, για τη θέρμανση ή ψύξη χώρων και τη βιομηχανική θέρμανση ή ψύξη·

20)

«αποδοτικό σύστημα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης»: αποδοτικό σύστημα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 41 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ·

21)

«συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης»: η συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 34 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ·

22)

«πιστοποιητικό ενεργειακής απόδοσης»: πιστοποιητικό ενεργειακής απόδοσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 12 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ·

23)

«απόβλητα»: τα οριζόμενα στο άρθρο 3 σημείο 1 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ απόβλητα, με την εξαίρεση των ουσιών που έχουν σκοπίμως τροποποιηθεί ή μολυνθεί για να εμπίπτουν στον παρόντα ορισμό·

24)

«βιομάζα»: το βιοαποικοδομήσιμο κλάσμα προϊόντων, αποβλήτων και υπολειμμάτων βιολογικής προέλευσης από τη γεωργία, συμπεριλαμβανομένων των φυτικών και των ζωικών ουσιών, από τη δασοκομία και τους συναφείς κλάδους, συμπεριλαμβανομένης της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας, καθώς και το βιοαποικοδομήσιμο κλάσμα αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένων των βιομηχανικών και αστικών αποβλήτων και απορριμμάτων, βιολογικής προέλευσης·

25)

«γεωργική βιομάζα»: η βιομάζα που παράγεται από τη γεωργία·

26)

«δασική βιομάζα»: η βιομάζα που παράγεται από τη δασοκομία·

27)

«καύσιμα βιομάζας»: αέρια και στερεά καύσιμα που παράγονται από βιομάζα·

28)

«βιοαέρια»: αέρια καύσιμα που παράγονται από βιομάζα·

29)

«βιολογικά απόβλητα»: τα βιολογικά απόβλητα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 4 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ·

30)

«περιοχή εφοδιασμού»: η γεωγραφικά καθορισμένη περιοχή από την οποία προέρχονται οι πρώτες ύλες δασικής βιομάζας, για την οποία είναι διαθέσιμες αξιόπιστες και ανεξάρτητες πληροφορίες και όπου οι συνθήκες είναι επαρκώς ομοιογενείς ώστε να μπορεί να αξιολογηθεί ο κίνδυνος που συνδέεται με την αειφορία και τη νομιμότητα της δασικής βιομάζας·

31)

«αναγέννηση δασών»: η ανάπλαση δασικού είδους με φυσικά ή τεχνητά μέσα μετά την αφαίρεση του προηγούμενου είδους με υλοτομία ή ως αποτέλεσμα φυσικών αιτιών, συμπεριλαμβανομένων των πυρκαγιών ή καταιγίδων·

32)

«βιορευστά»: υγρά καύσιμα για ενεργειακούς σκοπούς, εξαιρουμένων των μεταφορών, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρικής ενέργειας και της θέρμανσης και της ψύξης, τα οποία παράγονται από βιομάζα·

33)

«βιοκαύσιμα»: υγρά καύσιμα μεταφορών τα οποία παράγονται από βιομάζα·

34)

«προηγμένα βιοκαύσιμα»: βιοκαύσιμα που παράγονται από τις πρώτες ύλες του παραρτήματος IX μέρος Α·

35)

«καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα»: υγρά και αέρια καύσιμα που παράγονται από ροές στερεών ή υγρών αποβλήτων μη ανανεώσιμης προέλευσης, που δεν είναι κατάλληλα για την ανάκτηση υλικών, σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ, ή από αέρια επεξεργασίας αποβλήτων και καυσαέρια μη ανανεώσιμης προέλευσης που παράγονται αναπόφευκτα και μη σκόπιμα από τη παραγωγική διεργασία σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις·

36)

«υγρά και αέρια καύσιμα μεταφορών μη βιολογικής προέλευσης από ανανεώσιμες πηγές»: υγρά ή αέρια καύσιμα τα οποία χρησιμοποιούνται στον τομέα των μεταφορών, πλην των βιοκαυσίμων ή των βιοαερίων, το ενεργειακό περιεχόμενο των οποίων προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πλην της βιομάζας·

37)

«βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας χαμηλού κινδύνου έμμεσης αλλαγής στη χρήση γης»: τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας των οποίων οι πρώτες ύλες παράχθηκαν στο πλαίσιο συστημάτων με τα οποία αποφεύγονται οι συνέπειες της εκτόπισης που οφείλονται σε βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας που προέρχονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών μέσω βελτιωμένων γεωργικών πρακτικών καθώς και μέσω της καλλιέργειας σε περιοχές που δεν χρησιμοποιούνταν προηγουμένως για καλλιέργεια και στις οποίες η παραγωγή πραγματοποιούταν σύμφωνα με τα κριτήρια αειφορίας για τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας που προβλέπονται στο άρθρο 29·

38)

«προμηθευτής καυσίμων»: φορέας που προμηθεύει την αγορά με καύσιμα και είναι υπεύθυνος για τη διέλευση των καυσίμων από σημείο επιβολής ειδικού φόρου κατανάλωσης ή, στην περίπτωση ηλεκτρικής ενέργειας ή εάν δεν οφείλεται ειδικός φόρος κατανάλωσης ή όταν αιτιολογείται δεόντως, κάθε άλλος σχετικός φορέας που έχει οριστεί από κράτος μέλος·

39)

«αμυλούχα φυτά»: φυτά στα οποία συγκαταλέγονται κυρίως τα σιτηρά, ανεξαρτήτως εάν χρησιμοποιείται μόνο ο σπόρος ή ολόκληρο το φυτό, όπως στην περίπτωση του χλωρού αραβοσίτου, οι κόνδυλοι και τα ριζώματα όπως οι πατάτες, το κολοκάσι, οι γλυκοπατάτες, η μανιόκα και η διοσκουρέα, καθώς και οι βολβοί, όπως η κολοκασία η εδώδιμος και το ξανθόσωμα το βελόφυλλο·

40)

«καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών»: αμυλούχα φυτά, σακχαρούχα ή ελαιούχα φυτά που παράγονται σε γεωργικές εκτάσεις ως κύρια καλλιέργεια εξαιρουμένων των υπολειμμάτων, των αποβλήτων ή των λιγνοκυτταρινούχων υλών, μη συμπεριλαμβανομένου των ενδιάμεσων καλλιεργειών, όπως οι εμβόλιμες καλλιέργειες και οι καλλιέργειες εδαφοκάλυψης, υπό την προϋπόθεση ότι η χρήση αυτών των ενδιάμεσων καλλιεργειών δεν προκαλεί ζήτηση πρόσθετης γης·

41)

«λιγνοκυτταρινούχες ύλες»: ύλες που συντίθενται από λιγνίνη, κυτταρίνη και ημικυτταρίνη, όπως η βιομάζα που προέρχεται από τα δάση, οι ξυλώδεις ενεργειακές καλλιέργειες, καθώς και τα υπολείμματα και τα λύματα των δασοπονικών βιομηχανιών·

42)

«μη εδώδιμες κυτταρινούχες ύλες»: ύλες που συντίθενται κυρίως από κυτταρίνη και ημικυτταρίνη και των οποίων η περιεκτικότητα σε λιγνίνη είναι χαμηλότερη σε σχέση με αυτή των λιγνοκυτταρινούχων υλών· σε αυτές περιλαμβάνονται υπολείμματα φυτών που καλλιεργούνται ως τρόφιμα και ζωοτροφές (όπως το άχυρο, τα φύλλα και οι μίσχοι, οι φλοιοί και τα κελύφη), φυτά ενεργειακών χορτοκαλλιεργειών με χαμηλή περιεκτικότητα σε άμυλο, όπως η ήρα, το panicum virgatum, ο μίσχανθος, το καλάμι, καλλιέργειες εδαφοκάλυψης πριν και μετά τις κύριες καλλιέργειες, επίσπορες καλλιέργειες, βιομηχανικά υπολείμματα,, επίσης από φυτά που καλλιεργούνται ως τρόφιμα και ζωοτροφές μετά την εκχύλιση φυτικών ελαίων, σακχάρων, αμύλων και πρωτεϊνών, καθώς και ύλες από βιολογικά απόβλητα, όταν οι επίσπορες καλλιέργειες και οι καλλιέργειες εδαφοκάλυψης νοούνται ως προσωρινοί, βραχείας διάρκειας βοσκότοποι που περιλαμβάνουν συνδυασμό χόρτου-ψυχανθών με χαμηλή περιεκτικότητα σε άμυλο για την παραγωγή χορτονομής για ζώα και για τη βελτίωση της γονιμότητας του εδάφους με σκοπό την επίτευξη υψηλότερων αποδόσεων των αροτραίων κύριων καλλιεργειών·

43)

«υπόλειμμα»: η ουσία που δεν αποτελεί το τελικό προϊόν την παραγωγή του οποίου επιδιώκει άμεσα η διεργασία παραγωγής, ούτε αποτελεί πρωταρχικό στόχο της διεργασίας παραγωγής και για την παραγωγή του οποίου η διεργασία αυτή δεν έχει τροποποιηθεί σκόπιμα·

44)

«υπολείμματα από τη γεωργία, την υδατοκαλλιέργεια, την αλιεία και τη δασοκομία»: τα υπολείμματα που δημιουργούνται άμεσα από τη γεωργία, την υδατοκαλλιέργεια, την αλιεία και τη δασοκομία και που δεν περιλαμβάνουν τα υπολείμματα από τις συναφείς βιομηχανίες ή τη συναφή μεταποίηση·

45)

«πραγματική τιμή»: η μείωση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για ορισμένες ή όλες τις φάσεις μιας συγκεκριμένης διαδικασίας παραγωγής βιοκαυσίμων, βιορευστών ή καυσίμων βιομάζας, η οποία υπολογίζεται με τη μεθοδολογία του παραρτήματος V μέρος Γ ή του παραρτήματος VI μέρος Β·

46)

«τυπική τιμή»: εκτίμηση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και της μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για συγκεκριμένη διαδικασία παραγωγής βιοκαυσίμων, βιορευστών ή καυσίμων βιομάζας, που είναι αντιπροσωπευτική της κατανάλωσης της Ένωσης·

47)

«προκαθορισμένη τιμή»: τιμή η οποία προκύπτει βάσει τυπικής τιμής με την εφαρμογή προκαθορισμένων παραγόντων και η οποία, υπό συνθήκες που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, μπορεί να χρησιμοποιείται αντί της πραγματικής τιμής.

Άρθρο 3

Δεσμευτικός συνολικός στόχος σε επίπεδο Ένωσης για το 2030

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν συλλογικά ότι το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης ανέρχεται το 2030 σε τουλάχιστον 32 %. Η Επιτροπή αξιολογεί τον στόχο αυτόν, με σκοπό να υποβάλει, έως το 2023, νομοθετική πρόταση για την αύξηση του, αν υπάρξουν περαιτέρω σημαντικές μειώσεις κόστους στην παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, ή, όπου χρειάζεται, για την τήρηση των διεθνών δεσμεύσεων της Ένωσης για την απαλλαγή από τις εκπομπές άνθρακα ή όταν σημαντική μείωση στην κατανάλωση ενέργειας στην Ένωση δικαιολογεί τέτοια αύξηση.

2.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τις εθνικές συνεισφορές για τη συλλογική επίτευξη του δεσμευτικού συνολικού στόχου της Ένωσης κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου στο πλαίσιο των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα, σύμφωνα με τα άρθρα 3 έως 5 και τα άρθρα 9 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999. Κατά την εκπόνηση των προσχεδίων των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων τους, τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τους τον τύπο του παραρτήματος ΙΙ του εν λόγω κανονισμού.

Εάν, με βάση την αξιολόγηση των προσχεδίων των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων για την ενέργεια και το κλίμα, που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι εθνικές συνεισφορές των κρατών μελών είναι ανεπαρκείς για τη συλλογική επίτευξη του δεσμευτικού συνολικού στόχου της Ένωσης, ακολουθεί τη διαδικασία του άρθρου 9 και του άρθρου 31 του εν λόγω κανονισμού.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές τους πολιτικές, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεων από το άρθρο 25 έως το άρθρο 28 της παρούσας οδηγίας και τα εθνικά καθεστώτα στήριξης, να σχεδιάζονται λαμβανομένης δεόντως υπόψη της ιεράρχησης των αποβλήτων κατά το άρθρο 4 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ, με σκοπό να αποφεύγονται οι αδικαιολόγητες στρεβλώσεις στις αγορές πρώτων υλών. Τα κράτη μέλη δεν παρέχουν καμία στήριξη για ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που παράγεται από την αποτέφρωση αποβλήτων, εάν δεν έχουν τηρηθεί οι υποχρεώσεις χωριστής συλλογής που ορίζονται στην εν λόγω οδηγία.

4.   Από την 1η Ιανουαρίου 2021 και μετά, το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας κάθε κράτους μέλους δεν θα πρέπει να είναι μικρότερο από το βασικό μερίδιο αναφοράς που προβλέπεται στην τρίτη στήλη του πίνακα στο παράρτημα I μέρος A της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν τη συμμόρφωση με αυτό το βασικό μερίδιο αναφοράς. Εάν ένα κράτος μέλος δεν διατηρεί το βασικό του μερίδιο αναφοράς, όπως μετράται για οποιαδήποτε περίοδο ενός έτους, εφαρμόζεται το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 32 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.

5.   Η Επιτροπή υποστηρίζει τις μεγάλες φιλοδοξίες των κρατών μελών μέσω ενός ευνοϊκού πλαισίου που περιλαμβάνει την ενισχυμένη χρήση κονδυλίων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων πρόσθετων κονδυλίων για τη διευκόλυνση μιας δίκαιης μετάβασης των περιφερειών μεγάλης έντασης άνθρακα προς την αύξηση του μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, ιδίως χρηματοδοτικών μέσων, ειδικότερα για τους ακόλουθους σκοπούς:

α)

μείωση του κόστους κεφαλαίου για τα έργα ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

β)

ανάπτυξη έργων και προγραμμάτων για την ένταξη των ανανεώσιμων πηγών στο ενεργειακό σύστημα, για την αύξηση της ευελιξίας του ενεργειακού συστήματος, για τη διατήρηση της σταθερότητας του δικτύου και για τη διαχείριση των συμφορήσεων δικτύου·

γ)

ανάπτυξη της υποδομής του δικτύου μεταφοράς και διανομής, των ευφυών δικτύων, των εγκαταστάσεων αποθήκευσης και των διασυνδέσεων, με σκοπό την επίτευξη διασυνδεσιμότητας ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδο 15 % έως το 2030, για να αυξηθεί το τεχνικά και οικονομικά προσιτό επίπεδο διείσδυσης ανανεώσιμης ενέργειας στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας·

δ)

ενίσχυση της περιφερειακής συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών και ανάμεσα σε κράτη μέλη και τρίτες χώρες, μέσω κοινών έργων, κοινών καθεστώτων στήριξης και ανοίγματος των καθεστώτων στήριξης για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε παραγωγούς εγκατεστημένους σε άλλα κράτη μέλη.

6.   Η Επιτροπή δημιουργεί πλατφόρμα διευκόλυνσης για να στηρίζει τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν μηχανισμούς συνεργασίας για να συνεισφέρουν στον δεσμευτικό συνολικό στόχο της Ένωσης κατά την παράγραφο 1.

Άρθρο 4

Καθεστώτα στήριξης της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές

1.   Προκειμένου να επιτευχθεί ή να ξεπεραστεί ο ενωσιακός στόχος που καθορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 καθώς και η συνεισφορά κάθε κράτους μέλους στον εν λόγω στόχο που έχει τεθεί σε εθνικό επίπεδο για την ανάπτυξη ανανεώσιμης ενέργειας, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν καθεστώτα στήριξης.

2.   Τα καθεστώτα στήριξης της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές παρέχουν κίνητρα για την ενσωμάτωση της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας με βάση και γνώμονα την αγορά, αποφεύγοντας παράλληλα τις περιττές στρεβλώσεις των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και λαμβάνοντας υπόψη το κόστος που ενδέχεται να προκύψει λόγω της ενσωμάτωσης της ανανεώσιμης ενέργειας στο σύστημα και τη σταθερότητα του δικτύου.

3.   Τα καθεστώτα στήριξης της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σχεδιάζονται με τρόπο ώστε να μεγιστοποιείται η ενσωμάτωση της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και να διασφαλίζεται ότι οι παραγωγοί ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ανταποκρίνονται στις τιμές της αγοράς και μεγιστοποιούν τα έσοδά τους από την αγορά.

Για τον σκοπό αυτό, στα καθεστώτα άμεσης στήριξης των τιμών η στήριξη παρέχεται με τη μορφή προσαύξησης επί της τιμής της αγοράς, η οποία θα μπορούσε να είναι, μεταξύ άλλων, διαφορική ή σταθερή.

Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρέσουν από την παρούσα παράγραφο τις εγκαταστάσεις μικρής κλίμακας και τα έργα επίδειξης, με την επιφύλαξη του εφαρμοστέου ενωσιακού δικαίου για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η στήριξη της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές χορηγείται με τρόπο ανοικτό, διαφανή, ανταγωνιστικό, αδιάκριτο και οικονομικά αποδοτικό.

Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαιρέσουν από τη διαδικασία υποβολής προσφορών τις εγκαταστάσεις μικρής κλίμακας και τα έργα επίδειξης.

Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εξετάσουν τη θέσπιση μηχανισμών για να διασφαλιστεί η περιφερειακή διαφοροποίηση της ανάπτυξης ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, ιδίως για να εξασφαλιστεί η οικονομικά αποδοτική ενσωμάτωση στο σύστημα.

5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν τις διαδικασίες υποβολής προσφορών σε συγκεκριμένες τεχνολογίες, αν το άνοιγμα των καθεστώτων στήριξης προς όλους τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές θα οδηγούσε σε κατώτερο του βέλτιστου αποτέλεσμα, όσον αφορά:

α)

το μακροπρόθεσμο δυναμικό μιας συγκεκριμένης τεχνολογίας·

β)

την ανάγκη επίτευξης διαφοροποίησης·

γ)

κόστος ενσωμάτωσης στο δίκτυο·

δ)

τους περιορισμούς και τη σταθερότητα των δικτύων·

ε)

για τη βιομάζα, την ανάγκη αποφυγής στρεβλώσεων των αγορών πρώτων υλών.

6.   Όταν η στήριξη για ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές χορηγείται με διαδικασία υποβολής προσφορών και για να εξασφαλιστεί υψηλό ποσοστό υλοποίησης των έργων, τα κράτη μέλη:

α)

θεσπίζουν και δημοσιεύουν αμερόληπτα και διαφανή κριτήρια συμμετοχής στη διαδικασία και καθορίζουν σαφείς ημερομηνίες και κανόνες υλοποίησης του έργου·

β)

παρέχουν πληροφορίες για προηγούμενες διαδικασίες υποβολής προσφορών, συμπεριλαμβανομένων των ποσοστών υλοποίησης των έργων.

7.   Για να αυξηθεί η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες και στα μικρά νησιά, τα κράτη μέλη μπορούν να προσαρμόσουν τα καθεστώτα οικονομικής στήριξης έργων ευρισκομένων στις εν λόγω περιφέρειες, ώστε να λαμβάνουν υπόψη το κόστος παραγωγής που συνδέεται με τις ιδιαίτερες συνθήκες απομόνωσης και εξωτερικής εξάρτησης που επικρατούν εκεί.

8.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2021 και στη συνέχεια ανά τριετία, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση για την απόδοση της στήριξης για ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές η οποία χορηγείται μέσω διαδικασιών υποβολής προσφορών στην Ένωση, στην οποία αναλύεται συγκεκριμένα η δυνατότητα, μέσω των διαδικασιών αυτών:

α)

να επιτυγχάνεται μείωση του κόστους·

β)

να επιτυγχάνονται τεχνολογικές βελτιώσεις·

γ)

να επιτυγχάνονται υψηλά ποσοστά υλοποίησης·

δ)

να εξασφαλίζεται η ισότιμη συμμετοχή των μικρών φορέων και, κατά περίπτωση, των τοπικών αρχών·

ε)

να περιορίζονται οι επιπτώσεις στο περιβάλλον·

στ)

να εξασφαλίζεται η αποδοχή σε τοπικό επίπεδο·

ζ)

να εξασφαλίζονται η ασφάλεια του εφοδιασμού και η ενσωμάτωση στο δίκτυο.

9.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των άρθρων 107 και 108 ΣΛΕΕ.

Άρθρο 5

Άνοιγμα των καθεστώτων στήριξης της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές

1.   Τα κράτη μέλη έχουν δικαίωμα να αποφασίζουν σύμφωνα με τα άρθρα 7 έως 13 της παρούσας οδηγίας σε ποιο βαθμό υποστηρίζουν την ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που παράγεται σε άλλο κράτος μέλος. Ωστόσο, τα κράτη μέλη δύνανται να ανοίγουν τη συμμετοχή σε καθεστώτα στήριξης της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε παραγωγούς άλλων κρατών μελών υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

Όταν επιτρέπουν τη συμμετοχή σε καθεστώτα στήριξης της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η στήριξη για ένα ενδεικτικό ποσοστό της νέας ισχύος που πρόκειται να λάβει στήριξη ή του προϋπολογισμού που διατίθεται γι' αυτήν κάθε έτος είναι ανοικτή για παραγωγούς που είναι εγκατεστημένοι σε άλλα κράτη μέλη.

Αυτά τα ενδεικτικά ποσοστά μπορούν να είναι, κατ' έτος, τουλάχιστον 5 % από το 2023 έως το 2026 και τουλάχιστον 10 % από το 2027 έως το 2030 ή, εφόσον αυτό είναι χαμηλότερο, να ορίζονται στο επίπεδο διασυνδεσιμότητας των οικείων κρατών μελών κατά τη διάρκεια δεδομένου έτους.

Για να αποκτήσουν περαιτέρω πείρα εφαρμογής, τα κράτη μέλη μπορούν να διοργανώσουν ένα ή περισσότερα πιλοτικά καθεστώτα στήριξης στα πλαίσια των οποίων η στήριξη είναι ανοικτή σε παραγωγούς οι οποίοι βρίσκονται σε άλλα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν απόδειξη ότι πραγματοποιείται φυσική εισαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Προς τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίσουν τη συμμετοχή στα καθεστώτα στήριξής τους σε παραγωγούς που βρίσκονται σε κράτη μέλη με τα οποία υπάρχει άμεση σύνδεση μέσω γραμμών διασύνδεσης. Ωστόσο, τα κράτη μέλη δεν μεταβάλλουν ούτε επηρεάζουν κατά άλλο τρόπο τα διαζωνικά χρονοδιαγράμματα και την κατανομή δυναμικότητας εξαιτίας των παραγωγών οι οποίοι συμμετέχουν σε διασυνοριακά καθεστώτα στήριξης. Οι διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας καθορίζονται μόνο από το αποτέλεσμα της κατανομής δυναμικότητας σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

3.   Εάν ένα κράτος μέλος ανοίξει τη συμμετοχή σε καθεστώτα στήριξης σε παραγωγούς που είναι εγκατεστημένοι σε άλλα κράτη μέλη, τα οικεία κράτη μέλη συμφωνούν τις αρχές αυτής της συμμετοχής. Οι συμφωνίες καλύπτουν τουλάχιστον τις αρχές της κατανομής της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η οποία τυγχάνει διασυνοριακής στήριξης.

4.   Η Επιτροπή, κατ' αίτηση των οικείων κρατών μελών, επικουρεί τα κράτη μέλη καθ' όλη τη διαδικασία διαπραγμάτευσης με τον καθορισμό των ρυθμίσεων συνεργασίας, παρέχοντας πληροφορίες και αναλύσεις, συμπεριλαμβανομένων ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων για το άμεσο και έμμεσο κόστος και τα οφέλη της συνεργασίας, καθώς και με καθοδήγηση και εμπειρογνωμοσύνη καθ' όλη τη διαδικασία. Η Επιτροπή μπορεί να ενθαρρύνει ή να διευκολύνει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και να αναπτύσσει πρότυπα συμφωνιών συνεργασίας για τη διευκόλυνση της διαδικασίας. Η Επιτροπή αξιολογεί έως το 2025 το κόστος και τα οφέλη της ανάπτυξης της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην Ένωση σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

5.   Έως το 2023, η Επιτροπή προβαίνει σε αξιολόγηση της εφαρμογής του παρόντος άρθρου. Κατά την αξιολόγηση αυτή εξετάζεται κατά πόσον είναι αναγκαίο να εισαχθεί υποχρέωση των κρατών μελών για μερικό άνοιγμα των εθνικών καθεστώτων στήριξης προς την ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές σε παραγωγούς που είναι εγκατεστημένοι σε άλλα κράτη μέλη με στόχο άνοιγμα κατά 5 % μέχρι το 2025 και κατά 10 % μέχρι το 2030.

Άρθρο 6

Σταθερότητα της χρηματοδοτικής στήριξης

1.   Με την επιφύλαξη των προσαρμογών που απαιτούνται για τη συμμόρφωση με τα άρθρα 107 και 108 ΣΛΕΕ, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το επίπεδο της στήριξης που έχει χορηγηθεί σε έργα ανανεώσιμης ενέργειας και οι συνοδευτικοί όροι δεν αναθεωρούνται με τρόπο ο οποίος επηρεάζει αρνητικά τα δικαιώματα που παρέχονται στο πλαίσιο αυτό και υπονομεύει την οικονομική βιωσιμότητα των έργων που λαμβάνουν ήδη στήριξη.

2.   Τα κράτη μέλη δύνανται να προσαρμόζουν το επίπεδο της στήριξης σύμφωνα με αντικειμενικών κριτηρίων, υπό την προϋπόθεση ότι τα κριτήρια αυτά καθορίζονται στο πλαίσιο του αρχικού σχεδιασμού του καθεστώτος στήριξης.

3.   Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν μακροπρόθεσμο πρόγραμμα με την αναμενόμενη κατανομή της στήριξης, το οποίο, ως πλαίσιο αναφοράς, καλύπτει τουλάχιστον τα επόμενα πέντε έτη, ή, στην περίπτωση περιορισμών του δημοσιονομικού σχεδιασμού, τα επόμενα τρία έτη, και περιέχει, κατά περίπτωση, το ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα, τη συχνότητα των διαδικασιών υποβολής προσφορών, αν συντρέχει περίπτωση, την αναμενόμενη δυναμικότητα και τον προϋπολογισμό ή τη μέγιστη μοναδιαία στήριξη που αναμένεται να διατεθεί, καθώς και, αν ισχύει, τις αναμενόμενες επιλέξιμες τεχνολογίες. Το εν λόγω χρονοδιάγραμμα επικαιροποιείται σε ετήσια βάση ή, όταν κρίνεται αναγκαίο, ανάλογα με τις πρόσφατες εξελίξεις της αγοράς ή την αναμενόμενη κατανομή της στήριξης.

4.   Τα κράτη μέλη αξιολογούν τουλάχιστον κάθε πέντε έτη την αποτελεσματικότητα των εθνικών καθεστώτων στήριξης για ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές και τις κυριότερες διανεμητικές επιπτώσεις τους στις διάφορες κατηγορίες καταναλωτών και στις επενδύσεις. Η εν λόγω αξιολόγηση λαμβάνει υπόψη τις επιπτώσεις των πιθανών μεταβολών των καθεστώτων στήριξης. Ο ενδεικτικός μακροπρόθεσμος προγραμματισμός που αφορά τις αποφάσεις για τη στήριξη και τον σχεδιασμό νέας στήριξης λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα της αξιολόγησης αυτής. Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν την αξιολόγηση στις σχετικές εκθέσεις προόδου και τις επικαιροποιήσεις των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων τους για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999.

Άρθρο 7

Υπολογισμός του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές

1.   Η ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε κάθε κράτος μέλος υπολογίζεται ως το άθροισμα:

α)

της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές·

β)

της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για τον τομέα θέρμανσης και ψύξης· και

γ)

της τελικής κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στις μεταφορές.

Για την εφαρμογή του στοιχείου α), β) ή γ) του πρώτου εδαφίου, το φυσικό αέριο, η ηλεκτρική ενέργεια και το υδρογόνο από ανανεώσιμες ενεργειακές πηγές λαμβάνονται υπόψη μία μόνον φορά κατά τον υπολογισμό του μεριδίου ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 29 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας που δεν πληρούν τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφοι 2 έως 7 και 10 δεν λαμβάνονται υπόψη.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α), η ακαθάριστη τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές υπολογίζεται ως η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται σε ένα κράτος μέλος από ανανεώσιμες πηγές, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και από κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας και εξαιρουμένης της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται με συστήματα αποθήκευσης μέσω άντλησης από νερό που έχει προηγουμένως αντληθεί στον άνω ταμιευτήρα.

Σε σταθμούς πολλαπλών καυσίμων που χρησιμοποιούν ανανεώσιμες και μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, λαμβάνεται υπόψη μόνο το μέρος της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές. Για τους σκοπούς του εν λόγω υπολογισμού, η συμβολή κάθε πηγής ενέργειας υπολογίζεται με βάση το ενεργειακό της περιεχόμενο.

Η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από υδροηλεκτρική και αιολική ενέργεια λαμβάνεται υπόψη σύμφωνα με τους κανόνες τυποποίησης του παραρτήματος II.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), η ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για τον τομέα θέρμανσης και ψύξης υπολογίζεται ως η ποσότητα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης που παράγεται σε ένα κράτος μέλος από ανανεώσιμες πηγές, συν την κατανάλωση άλλων μορφών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στη βιομηχανία, στα νοικοκυριά, στις υπηρεσίες, στη γεωργία, στη δασοκομία και στην αλιεία για θέρμανση, ψύξη και για βιομηχανικούς σκοπούς.

Σε σταθμούς πολλαπλών καυσίμων που χρησιμοποιούν ανανεώσιμες και μη ανανεώσιμες ενεργειακές πηγές, λαμβάνεται υπόψη μόνον το κλάσμα της θέρμανσης και ψύξης που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές. Για τους σκοπούς του εν λόγω υπολογισμού, η συμβολή κάθε πηγής ενέργειας υπολογίζεται με βάση το ενεργειακό της περιεχόμενο.

Η ενέργεια περιβάλλοντος και η γεωθερμική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για θέρμανση και ψύξη μέσω αντλιών θερμότητας και συστημάτων τηλεψύξης λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), υπό την προϋπόθεση ότι η τελική ενέργεια που παρέχεται υπερβαίνει κατά πολύ την αρχική ενέργεια που χρησιμοποιείται για τη λειτουργία των αντλιών θερμότητας. Η ποσότητα της θερμικής ή ψυκτικής ενέργειας που θεωρείται ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας υπολογίζεται σύμφωνα με τη μέθοδο που ορίζεται στο παράρτημα VΙΙ και συνυπολογίζει τη χρήση ενέργειας σε όλους τους τομείς τελικής χρήσης.

Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), δεν λαμβάνεται υπόψη η θερμική ενέργεια που παράγεται από συστήματα παθητικής ενέργειας με τα οποία επιτυγχάνεται χαμηλότερη κατανάλωση ενέργειας με παθητικό τρόπο, μέσω του σχεδιασμού του κτιρίου ή από τη θερμότητα που παράγεται από ενέργεια από μη ανανεώσιμες πηγές.

Το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2021, η Επιτροπή εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 35, για τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με τον καθορισμό μεθοδολογίας για τον υπολογισμό της ποσότητας ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που χρησιμοποιούνται για ψύξη και τηλεψύξη, και για την τροποποίηση του παραρτήματος VII για τον υπολογισμό της παραγωγής ενέργειας από αντλίες θερμότητας.

Η μεθοδολογία αυτή θα περιλαμβάνει συντελεστές ελάχιστης εποχιακής απόδοσης για αντλίες θερμότητας που λειτουργούν σε αντίστροφη λειτουργία.

4.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ), εφαρμόζονται οι ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

Η τελική κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα των μεταφορών υπολογίζεται ως το άθροισμα όλων των βιοκαυσίμων, των καυσίμων βιομάζας και των ανανεώσιμων υγρών και αέριων καυσίμων κίνησης μη βιολογικής προέλευσης που καταναλώνονται στον τομέα των μεταφορών. Ωστόσο, τα μη βιολογικής προέλευσης υγρά και αέρια καύσιμα για μεταφορές που παράγονται από ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές θεωρείται ότι αποτελούν μέρος του υπολογισμού κατά την παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) μόνο όταν υπολογίζεται η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται σε ένα κράτος μέλος από ανανεώσιμες πηγές.

β)

Για τον υπολογισμό της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στις μεταφορές, χρησιμοποιούνται οι τιμές σχετικά με το ενεργειακό περιεχόμενο των καυσίμων κίνησης που παρατίθενται στο παράρτημα III. Για τον προσδιορισμό του ενεργειακού περιεχομένου των καυσίμων κίνησης που δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα III, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τα αντίστοιχα πρότυπα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Τυποποίησης (European Standards Organisation - ESO) για να προσδιορίσουν τη θερμογόνο δύναμη των καυσίμων. Όταν δεν έχουν εγκριθεί πρότυπα ESO για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τα σχετικά πρότυπα του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης (International Organization for Standardisation - ISO).

5.   Το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές υπολογίζεται διαιρώντας την ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές διά της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας από όλες τις ενεργειακές πηγές, και εκφράζεται ως ποσοστό.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, το άθροισμα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου προσαρμόζεται σύμφωνα με τα άρθρα 8, 10, 12 και 13.

Κατά τον υπολογισμό της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας ενός κράτους μέλους για τους σκοπούς μέτρησης της συμμόρφωσής του προς τους στόχους και την ενδεικτική πορεία που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, η ποσότητα ενέργειας που καταναλίσκεται στην αεροπορία υπολογίζεται ότι δεν υπερβαίνει, ως ποσοστό της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας του εν λόγω κράτους μέλους, το 6,18 %. Για την Κύπρο και την Μάλτα, η ποσότητα ενέργειας που καταναλίσκεται στις αερομεταφορές, ως ποσοστό της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας των εν λόγω κρατών μελών, υπολογίζεται ότι δεν υπερβαίνει το 4,12 %.

6.   Η μεθοδολογία και οι ορισμοί που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1099/2008.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη συνοχή των στατιστικών στοιχείων που χρησιμοποιούνται κατά τον υπολογισμό αυτών των τομεακών και συνολικών μεριδίων και των στατιστικών στοιχείων που διαβιβάζονται στην Επιτροπή δυνάμει του εν λόγω κανονισμού.

Άρθρο 8

Πλατφόρμα της Ένωσης για την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τις στατιστικές μεταβιβάσεις μεταξύ των κρατών μελών

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να συμφωνούν για τη στατιστική μεταβίβαση συγκεκριμένης ποσότητας ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές από ένα κράτος μέλος σε άλλο. H μεταβιβαζόμενη ποσότητα:

α)

αφαιρείται από την ποσότητα ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές η οποία λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό του μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές του μεταβιβάζοντος κράτους μέλους για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας· και

β)

προστίθεται στην ποσότητα ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές η οποία λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό του μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές του κράτους μέλους που δέχεται τη μεταβίβαση για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

2.   Για να διευκολυνθεί η επίτευξη του δεσμευτικού στόχου της Ένωσης όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας, καθώς και οι αντίστοιχες συνεισφορές των κρατών μελών, στον στόχο κατά το άρθρο 3 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας και για να διευκολυνθούν οι στατιστικές μεταβιβάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή ιδρύει πλατφόρμα της Ένωσης για την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ( Union renewable development platform - « URDP »). Τα κράτη μέλη μπορούν να υποβάλλουν, σε εθελοντική βάση, ετήσια στοιχεία στην URDP για τις εθνικές συνεισφορές τους στον δεσμευτικό στόχο της Ένωσης για το 2030 ή για κάθε δείκτη αναφοράς που έχει οριστεί για την παρακολούθηση της προόδου με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999, συμπεριλαμβανομένων των ποσών κατά τα οποία αναμένονται να υπολείπονται ή να υπερβούν την συνεισφορά τους, καθώς και ένδειξη της τιμής στην οποία είναι διατεθειμένα να δεχτούν τη μεταβίβαση κάθε ενδεχόμενης πλεονάζουσας παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές από ή προς άλλο κράτος μέλος. Η τιμή των μεταβιβάσεων καθορίζεται κατά περίπτωση με βάση τον μηχανισμό αντιστοίχισης ζήτησης και προσφοράς της URDP .

3.   Η Επιτροπή διασφαλίζει ότι η URDP είναι σε θέση να αντιστοιχίσει τη ζήτηση και την προσφορά για ποσότητες ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές οι οποίες λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό του μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές του κράτους μέλους με βάση τις τιμές ή οποιαδήποτε άλλα πρόσθετα κριτήρια καθορίζονται από το κράτος μέλος στο οποίο μεταβιβάζεται η ενέργεια.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 35 για τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με τη θέσπιση της URDP και με τον καθορισμό των όρων της οριστικοποίησης των συναλλαγών κατά την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.

4.   Οι ρυθμίσεις των παραγράφων 1 και 2 μπορούν να ισχύουν επί ένα ή περισσότερα ημερολογιακά έτη και κοινοποιούνται στην Επιτροπή ή οριστικοποιούνται στην URDP το αργότερο εντός 12 μηνών μετά το τέλος κάθε έτους κατά το οποίο ισχύουν. Στις πληροφορίες που διαβιβάζονται στην Επιτροπή συγκαταλέγονται η ποσότητα και η τιμή της συγκεκριμένης ενέργειας. Για τις μεταβιβάσεις που οριστικοποιούνται στην URDP , δημοσιοποιούνται τα συμμετέχοντα μέρη και οι πληροφορίες για τη συγκεκριμένη μεταβίβαση στο πλαίσιο των εν λόγω συναλλαγών.

5.   Οι μεταβιβάσεις οριστικοποιούνται μετά την κοινοποίησή τους στην Επιτροπή από όλα τα ενεχόμενα στη μεταβίβαση κράτη μέλη ή αφού εκπληρωθούν όλοι οι όροι εκκαθάρισης στην URDP, ανάλογα με την περίπτωση .

Άρθρο 9

Κοινά έργα μεταξύ κρατών μελών

1.   Δύο ή περισσότερα κράτη μέλη μπορούν να συνεργάζονται σε κοινά έργα οποιουδήποτε τύπου τα οποία αφορούν την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, θέρμανσης ή ψύξης από ανανεώσιμες πηγές. Στη συνεργασία μπορούν να συμμετέχουν ιδιωτικοί φορείς.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το ποσοστό ή την ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας, θέρμανσης ή ψύξης από ανανεώσιμες πηγές που παράγεται από οποιοδήποτε κοινό έργο της επικράτειάς τους το οποίο άρχισε να λειτουργεί μετά την 25 Ιουνίου 2009, ή από την αυξημένη δυναμικότητα εγκατάστασης που ανακαινίστηκε μετά την ημερομηνία αυτή, και η οποία καταλογίζεται στο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές άλλου κράτους μέλους για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

3.   Η κοινοποίηση της παραγράφου 2:

α)

περιγράφει την προτεινόμενη εγκατάσταση ή ταυτοποιεί την ανακαινισθείσα εγκατάσταση·

β)

προσδιορίζει το ποσοστό ή την ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας ή θέρμανσης ή ψύξης που παράγεται από την εγκατάσταση, η οποία πρόκειται να καταλογιστεί στο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές του άλλου κράτους μέλους·

γ)

προσδιορίζει το κράτος μέλος εξ ονόματος του οποίου πραγματοποιείται η κοινοποίηση και

δ)

διευκρινίζει την περίοδο, σε ολόκληρα ημερολογιακά έτη, κατά την οποία η ηλεκτρική ενέργεια ή θέρμανση ή ψύξη η οποία παράγεται από την εγκατάσταση από ανανεώσιμες πηγές πρόκειται να καταλογιστεί στο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές του άλλου κράτους μέλους.

4.   Η διάρκεια ενός κοινού έργου όπως αναφέρεται στο παρόν άρθρο μπορεί να εκτείνεται πέραν του 2030.

5.   Οι κοινοποιήσεις δυνάμει του παρόντος άρθρου δεν τροποποιούνται ή αποσύρονται χωρίς την κοινή συμφωνία του κοινοποιούντος κράτους μέλους και του κράτους μέλους που προσδιορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο γ).

6.   Η Επιτροπή, μετά από αίτηση των ενδιαφερόμενων κρατών μελών, διευκολύνει την εκτέλεση κοινών έργων μεταξύ των κρατών μελών, ιδίως μέσω της χορήγησης ειδικής τεχνικής βοήθειας και συνδρομής για την υλοποίηση έργων.

Άρθρο 10

Επιπτώσεις των κοινών έργων μεταξύ κρατών μελών

1.   Εντός τριών μηνών από το τέλος κάθε έτους που περιλαμβάνεται στην περίοδο του άρθρου 9 παράγραφος 3 στοιχείο δ), το κράτος μέλος που προέβη στην κοινοποίηση δυνάμει του άρθρου 9 εκδίδει κοινοποιητική επιστολή στην οποία αναφέρονται:

α)

η συνολική ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας ή θέρμανσης ή ψύξης η οποία παρήχθη από ανανεώσιμες πηγές κατά τη διάρκεια του εν λόγω έτους από την εγκατάσταση η οποία αποτελεί αντικείμενο της κοινοποίησης δυνάμει του άρθρου 9 και

β)

η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας ή θέρμανσης ή ψύξης η οποία παρήχθη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κατά τη διάρκεια του εν λόγω έτους από την εν λόγω εγκατάσταση και η οποία θα καταλογιστεί στο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές άλλου κράτους μέλους σύμφωνα με τους όρους της κοινοποίησης.

2.   Το κοινοποιούν κράτος μέλος υποβάλλει την κοινοποιητική επιστολή στο κράτος μέλος εξ ονόματος του οποίου πραγματοποιείται η κοινοποίηση, και στην Επιτροπή.

3.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας ή θέρμανσης ή ψύξης από ανανεώσιμες πηγές η οποία κοινοποιείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β):

α)

αφαιρείται από την ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας ή θέρμανσης ή ψύξης από ανανεώσιμες πηγές η οποία λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό του μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές του κράτους μέλους που εκδίδει την κοινοποιητική επιστολή δυνάμει της παραγράφου 1 και

β)

προστίθεται στην ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας ή θέρμανσης ή ψύξης από ανανεώσιμες πηγές η οποία λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό του μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές του κράτους μέλους που λαμβάνει την κοινοποιητική επιστολή δυνάμει της παραγράφου 2.

Άρθρο 11

Κοινά έργα μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών

1.   Ένα ή περισσότερα κράτη μέλη μπορούν να συνεργάζονται με μία ή περισσότερες τρίτες χώρες για κοινά έργα οποιουδήποτε τύπου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Η συνεργασία αυτή, στην οποία μπορούν να συμμετέχουν ιδιωτικοί φορείς, πραγματοποιείται με πλήρη σεβασμό του διεθνούς δικαίου.

2.   Η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές σε τρίτη χώρα λαμβάνεται υπόψη μόνον για τους σκοπούς του υπολογισμού των μεριδίων ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές των κρατών μελών εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η ηλεκτρική ενέργεια καταναλίσκεται στην Ένωση, απαίτηση η οποία θεωρείται ότι πληρούται όπου:

i)

ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας ισοδύναμη προς την καταλογιζόμενη ηλεκτρική ενέργεια έχει οριστεί σαφώς στην κατανεμόμενη δυναμικότητα διασύνδεσης από όλους τους αρμόδιους φορείς εκμετάλλευσης συστημάτων μεταφοράς στη χώρα προέλευσης, στη χώρα προορισμού και, ανάλογα με την περίπτωση, σε κάθε τρίτη χώρα διέλευσης,

ii)

ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας ισοδύναμη προς την καταλογιζόμενη ηλεκτρική ενέργεια έχει εγγραφεί σαφώς στον ισολογισμό του αρμόδιου φορέα εκμετάλλευσης συστήματος μεταφοράς από την ενωσιακή πλευρά διασύνδεσης και

iii)

η οριζόμενη δυναμικότητα και η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας από την εγκατάσταση που αναφέρεται στο στοιχείο β) αφορούν την ίδια χρονική περίοδο·

β)

η ηλεκτρική ενέργεια παράγεται από εγκατάσταση η οποία άρχισε να λειτουργεί μετά τις 25 Ιουνίου 2009 ή από την αυξημένη δυναμικότητα εγκατάστασης η οποία ανακαινίστηκε μετά την ημερομηνία αυτή, στο πλαίσιο κοινού έργου που αναφέρεται στην παράγραφο 1·

γ)

για την παραγόμενη και εξαγόμενη ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας δεν έχει χορηγηθεί στήριξη δυνάμει καθεστώτος στήριξης τρίτης χώρας πλην επενδυτικής ενίσχυσης που χορηγείται στην εγκατάσταση και

δ)

η ηλεκτρική ενέργεια έχει παραχθεί σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, σε τρίτη χώρα η οποία είναι συμβαλλόμενο μέρος της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών ή άλλων διεθνών συμβάσεων ή συνθηκών για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 4, τα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν από την Επιτροπή να λαμβάνεται υπόψη η ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που παράγεται και καταναλίσκεται σε τρίτη χώρα, στο πλαίσιο της κατασκευής σταθμού διασύνδεσης με μεγάλο χρονικό περιθώριο αποπεράτωσης μεταξύ κράτους μέλους και τρίτης χώρας υπό τους ακόλουθους όρους:

α)

η κατασκευή του σταθμού διασύνδεσης έχει αρχίσει το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2026·

β)

ο σταθμός διασύνδεσης δεν μπορεί να ξεκινήσει τη λειτουργία του πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2030·

γ)

ο σταθμός διασύνδεσης μπορεί να ξεκινήσει τη λειτουργία του έως τις 31 Δεκεμβρίου 2032·

δ)

αφού ξεκινήσει να λειτουργεί, ο σταθμός διασύνδεσης θα χρησιμοποιείται για την εξαγωγή στην Ένωση, σύμφωνα με την παράγραφο 2, ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές·

ε)

η εφαρμογή σχετίζεται με κοινό έργο που πληροί τα κριτήρια των στοιχείων β) και γ) της παραγράφου 2 και θα χρησιμοποιήσει τον σταθμό διασύνδεσης αφού τεθεί σε λειτουργία, καθώς και με ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που δεν είναι μεγαλύτερη από την ποσότητα που θα εξάγεται στην Ένωση αφού ξεκινήσει η λειτουργία του σταθμού διασύνδεσης.

4.   Το ποσοστό ή η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από οποιαδήποτε εγκατάσταση στο έδαφος τρίτης χώρας, η οποία καταλογίζεται στο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενός ή περισσότερων κρατών μελών για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, κοινοποιείται στην Επιτροπή. Όταν εμπλέκονται περισσότερα του ενός κράτη μέλη, η κατανομή αυτού του ποσοστού ή της ποσότητας μεταξύ κρατών μελών κοινοποιείται στην Επιτροπή. Αυτό το ποσοστό ή η ποσότητα δεν υπερβαίνει το ποσοστό ή την ποσότητα που όντως εξάγεται και καταναλίσκεται στην Ένωση και που αντιστοιχεί στην ποσότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) σημεία i) και ii) του παρόντος άρθρου και πληροί τις προϋποθέσεις του στοιχείου α) της εν λόγω παραγράφου. Η κοινοποίηση πραγματοποιείται από κάθε κράτος μέλος στο συνολικό εθνικό στόχο του οποίου καταλογίζεται το ποσοστό ή η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας.

5.   Η κοινοποίηση της παραγράφου 4:

α)

περιγράφει την προβλεπόμενη εγκατάσταση ή ταυτοποιεί την ανακαινισθείσα εγκατάσταση·

β)

προσδιορίζει το ποσοστό ή την ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από την εγκατάσταση, η οποία θα καταλογιστεί στο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κράτους μέλους καθώς και, τηρουμένης της εμπιστευτικότητας, τις αντίστοιχες χρηματοοικονομικές ρυθμίσεις·

γ)

διευκρινίζει την περίοδο, σε ολόκληρα ημερολογιακά έτη, κατά την οποία η ηλεκτρική ενέργεια καταλογίζεται στο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές του κράτους μέλους και

δ)

περιλαμβάνει γραπτή αποδοχή των στοιχείων β) και γ) από την τρίτη χώρα στο έδαφος της οποίας θα λειτουργήσει η εγκατάσταση και μία ένδειξη του ποσοστού ή της ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από την εγκατάσταση και θα χρησιμοποιηθεί εντός της χώρας αυτής.

6.   Η διάρκεια ενός κοινού έργου όπως αναφέρεται στο παρόν άρθρο μπορεί να εκτείνεται πέραν του 2030.

7.   Οι κοινοποιήσεις δυνάμει του παρόντος άρθρου τροποποιούνται ή αποσύρονται μόνο όταν υπάρχει κοινή συμφωνία μεταξύ του κοινοποιούντος κράτους μέλους και της τρίτης χώρας που αναγνώρισε το κοινό έργο σύμφωνα με την παράγραφο 5 στοιχείο δ).

8.   Τα κράτη μέλη και η Ένωση παροτρύνουν τα αρμόδια όργανα της Ενεργειακής Κοινότητας να λάβουν, σύμφωνα με τη συνθήκη για την Ενεργειακή Κοινότητα, τα μέτρα που απαιτούνται ώστε να επιτρέπεται στα συμβαλλόμενα μέρη να εφαρμόζουν τις διατάξεις περί συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών που ορίζονται στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 12

Επιπτώσεις των κοινών έργων μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών

1.   Εντός 12 μηνών από το τέλος κάθε έτους που περιλαμβάνεται στην περίοδο του άρθρου 11 παράγραφος 5 στοιχείο γ), το κράτος μέλος που προέβη στην κοινοποίηση εκδίδει κοινοποιητική επιστολή στην οποία αναφέρονται:

α)

η συνολική ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας η οποία παρήχθη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κατά τη διάρκεια του εν λόγω έτους από την εγκατάσταση, η οποία αποτελεί αντικείμενο της κοινοποίησης δυνάμει του άρθρου 11·

β)

η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας η οποία παρήχθη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κατά τη διάρκεια του εν λόγω έτους από την εγκατάσταση, η οποία καταλογίζεται στο μερίδιο ενέργειάς του από ανανεώσιμες πηγές σύμφωνα με την κοινοποίηση δυνάμει του άρθρου 11 και

γ)

απόδειξη συμμόρφωσης προς τις προϋποθέσεις του άρθρου 11 παράγραφος 2.

2.   Το κράτος μέλος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υποβάλλει την επιστολή κοινοποίησης στην Επιτροπή και στην τρίτη χώρα η οποία έχει αναγνωρίσει το έργο σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 5 στοιχείο δ).

3.   Για τον υπολογισμό των μεριδίων ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές βάσει της παρούσας οδηγίας, η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές η οποία κοινοποιείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) προστίθεται στην ποσότητα ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές η οποία λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των μεριδίων ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές του κράτους μέλους που εκδίδει την επιστολή κοινοποίησης.

Άρθρο 13

Κοινά καθεστώτα στήριξης

1.   Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών δυνάμει του άρθρου 5, δύο ή περισσότερα κράτη μέλη μπορούν, εθελοντικά, να αποφασίσουν να συνενώσουν ή να συντονίσουν μερικώς τα εθνικά τους καθεστώτα στήριξης. Στις περιπτώσεις αυτές, ορισμένη ποσότητα ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές η οποία παράγεται στο έδαφος συμμετέχοντος κράτους μέλους μπορεί να καταλογίζεται στο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές άλλου συμμετέχοντος κράτους μέλους εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος:

α)

προβαίνει σε στατιστική μεταβίβαση συγκεκριμένων ποσοτήτων ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές από ένα κράτος μέλος σε άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 8 ή

β)

καθιερώνει κανόνα κατανομής για τον οποίον συμφωνούν τα συμμετέχοντα κράτη μέλη και βάσει του οποίου ποσότητες ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατανέμονται μεταξύ των συμμετεχόντων κρατών μελών.

Ο κανόνας κατανομής όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β) κοινοποιείται στην Επιτροπή εντός τριών μηνών το πολύ από το τέλος του πρώτου έτους κατά το οποίο ισχύει.

2.   Εντός τριών μηνών από το τέλος κάθε έτους, κάθε κράτος μέλος το οποίο προέβη σε κοινοποίηση δυνάμει της παραγράφου 1 δεύτερο εδάφιο εκδίδει κοινοποιητική επιστολή στην οποία αναφέρεται η συνολική ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας ή θέρμανσης ή ψύξης η οποία παρήχθη κατά τη διάρκεια του έτους από ανανεώσιμες πηγές και η οποία υπόκειται στον κανόνα κατανομής.

3.   Για τους σκοπούς του υπολογισμού των μεριδίων ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας ή θέρμανσης ή ψύξης από ανανεώσιμες πηγές η οποία κοινοποιείται σύμφωνα με την παράγραφο 2 ανακατανέμεται μεταξύ των ενδιαφερόμενων κρατών μελών σύμφωνα με τον κοινοποιηθέντα κανόνα κατανομής.

4.   Η Επιτροπή διανέμει κατευθυντήριες γραμμές και βέλτιστες πρακτικές και, κατ' αίτηση των ενδιαφερόμενων κρατών μελών, διευκολύνει τη θέσπιση κοινών καθεστώτων στήριξης μεταξύ των κρατών μελών.

Άρθρο 14

Αύξηση δυναμικότητας

Για τους σκοπούς του άρθρου 9 παράγραφος 2 και του άρθρου 11 παράγραφος 2 στοιχείο β), οι μονάδες ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που οφείλονται σε αύξηση της δυναμικότητας της εγκατάστασης θεωρείται ότι παρήχθησαν από χωριστή εγκατάσταση η οποία άρχισε να λειτουργεί τη στιγμή κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η αύξηση δυναμικότητας.

Άρθρο 15

Διοικητικές διαδικασίες, κανονισμοί και κώδικες

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ώστε οι εθνικοί κανόνες για τις διαδικασίες έγκρισης, πιστοποίησης και χορήγησης άδειας που εφαρμόζονται στους σταθμούς και τα συνδεδεμένα δίκτυα μεταφοράς και διανομής για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, θέρμανσης ή ψύξης από ανανεώσιμες πηγές, στη διαδικασία μετατροπής της βιομάζας σε βιοκαύσιμα, βιορευστά, καύσιμα βιομάζας ή άλλα ενεργειακά προϊόντα και σε ανανεώσιμα υγρά και αέρια καύσιμα μεταφορών μη βιολογικής προέλευσης να είναι αναλογικοί και αναγκαίοι και να συμβάλλουν στην εφαρμογή της αρχής της προτεραιότητας στην ενεργειακή απόδοση.

Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα δέοντα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι:

α)

οι διοικητικές διαδικασίες απλουστεύονται και διεκπεραιώνονται με ταχείες διαδικασίες στο κατάλληλο διοικητικό επίπεδο και ορίζονται προβλέψιμα χρονοδιαγράμματα για τις διαδικασίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο·

β)

οι κανόνες για την έγκριση, την πιστοποίηση και τη χορήγηση άδειας είναι αντικειμενικοί, διαφανείς και αναλογικοί, δεν δημιουργούν διακρίσεις μεταξύ των αιτούντων, και λαμβάνουν πλήρως υπόψη τις ιδιαιτερότητες των επιμέρους τεχνολογιών ανανεώσιμης ενέργειας·

γ)

τα διοικητικά τέλη που καταβάλλουν οι καταναλωτές, οι πολεοδόμοι, οι αρχιτέκτονες, οι κατασκευαστές και οι εγκαταστάτες και προμηθευτές εξοπλισμού και συστημάτων είναι διαφανή και ανάλογα του κόστους και

δ)

καθορίζονται απλουστευμένες και λιγότερο επαχθείς διαδικασίες αδειοδότησης, μεταξύ άλλων μέσω απλής κοινοποίησης, για αποκεντρωμένα συστήματα και για την παραγωγή και αποθήκευση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

2.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τις τεχνικές προδιαγραφές που πρέπει να πληρούν ο εξοπλισμός και τα συστήματα ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για να μπορούν να επωφεληθούν από καθεστώτα στήριξης. Όταν υπάρχουν ευρωπαϊκά πρότυπα, όπως τα οικολογικά σήματα, τα ενεργειακά σήματα και άλλα τεχνικά συστήματα αναφοράς που έχουν θεσπιστεί από τους ευρωπαϊκούς φορείς τυποποίησης, οι εν λόγω τεχνικές προδιαγραφές εκφράζονται με βάση τα εν λόγω πρότυπα. Οι τεχνικές προδιαγραφές αυτές δεν προβλέπουν το πού πρέπει να πιστοποιούνται ο εξοπλισμός και τα συστήματα και δεν συνιστούν εμπόδιο στην ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές να περιλαμβάνουν διατάξεις για την ενσωμάτωση και την ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας, μεταξύ άλλων για την αυτοκατανάλωση ανανεώσιμης ενέργειας και τις κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας, καθώς και τη χρήση της αναπόφευκτης απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης κατά τον προγραμματισμό, συμπεριλαμβανομένου του έγκαιρου χωροταξικού σχεδιασμού, τον σχεδιασμό, την κατασκευή και την ανακαίνιση αστικών υποδομών, βιομηχανικών, εμπορικών ή οικιστικών περιοχών και ενεργειακών υποδομών, συμπεριλαμβανομένων των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας, τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, φυσικού αερίου και εναλλακτικών καυσίμων. Τα κράτη μέλη παροτρύνουν τους τοπικούς και περιφερειακούς διοικητικούς φορείς να περιλαμβάνουν συστήματα θέρμανσης και ψύξης που παράγονται από ανανεώσιμες πηγές στον πολεοδομικό προγραμματισμό των πόλεων, κατά περίπτωση, και να διαβουλεύονται με τους φορείς εκμετάλλευσης των δικτύων για να αντικατοπτρίζεται ο αντίκτυπος των προγραμμάτων ενεργειακής απόδοσης και ανταπόκρισης στη ζήτηση, καθώς και των ειδικών διατάξεων για την αυτοκατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και τις κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας, στα σχέδια ανάπτυξης υποδομών των φορέων εκμετάλλευσης.

4.   Τα κράτη μέλη εισάγουν κατάλληλα μέτρα στους οικείους οικοδομικούς κανονισμούς και κώδικες για να αυξήσουν το μερίδιο κάθε μορφής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον οικοδομικό τομέα.

Όταν θεσπίζουν τέτοια μέτρα ή στα καθεστώτα στήριξής τους, τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν, κατά περίπτωση, υπόψη εθνικά μέτρα που αφορούν ουσιαστικές αυξήσεις της αυτοκατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, της τοπικής αποθήκευσης ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης, σε σχέση με τη συμπαραγωγή και με τα παθητικά κτίρια, ή κτίρια χαμηλής ή μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας.

Τα κράτη μέλη απαιτούν, στους οικείους οικοδομικούς κανονισμούς και κώδικες ή με άλλο τρόπο με ισοδύναμο αποτέλεσμα, τη χρήση στοιχειώδους επιπέδου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στα νέα κτίρια και στα υφιστάμενα κτίρια που υποβάλλονται σε σημαντική ανακαίνιση στον βαθμό που αυτό είναι τεχνικά, λειτουργικά και οικονομικά εφικτό και που αντικατοπτρίζει τα αποτελέσματα του υπολογισμού των βέλτιστων από πλευράς κόστους επιπέδων που εκτελείται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 της οδηγίας 2010/31/ΕΕ, και στο βαθμό που δεν επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα του αέρα εσωτερικού χώρου. Τα κράτη μέλη επιτρέπουν την τήρηση του στοιχειώδους αυτού επιπέδου, μεταξύ άλλων, μέσω της αποδοτικής τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης με χρήση σε σημαντικό μερίδιο ανανεώσιμης ενέργειας και απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης.

Οι απαιτήσεις που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο ισχύουν για τις ένοπλες δυνάμεις μόνον στο μέτρο που η εφαρμογή του δεν έρχεται σε σύγκρουση με τη φύση και τον κύριο στόχο των δραστηριοτήτων των ενόπλων δυνάμεων και με την εξαίρεση του υλικού που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για στρατιωτικούς σκοπούς.

5.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, από την 1η Ιανουαρίου 2012 και μετά, τα νέα δημόσια κτίρια και τα υφιστάμενα δημόσια κτίρια που υπόκεινται σε ριζική ανακαίνιση, σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο να διαδραματίζουν υποδειγματικό ρόλο στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη μπορούν, μεταξύ άλλων, να επιτρέπουν την εκπλήρωση αυτής της υποχρέωσης μέσω της συμμόρφωσης με τις διατάξεις για κτίρια σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας όπως απαιτείται στην οδηγία 2010/31/ΕΕ ή με πρόβλεψη ότι οι στέγες των δημόσιων ή μικτών ιδιωτικών-δημόσιων κτιρίων χρησιμοποιούνται από τρίτους για εγκαταστάσεις παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

6.   Όσον αφορά τους οικοδομικούς κανονισμούς και κώδικες, τα κράτη μέλη προωθούν τη χρήση συστημάτων και εξοπλισμού θέρμανσης και ψύξης που χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές και επιτυγχάνουν σημαντική μείωση της κατανάλωσης ενέργειας. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν ενεργειακά ή οικολογικά σήματα ή άλλα κατάλληλα πιστοποιητικά ή πρότυπα που αναπτύχθηκαν σε εθνικό ή ενωσιακό επίπεδο, όπου αυτά υφίστανται, και διασφαλίζουν περαιτέρω την παροχή επαρκών πληροφοριών και συμβουλών για εναλλακτικές επιλογές ανανεώσιμης ενέργειας υψηλής ενεργειακής απόδοσης, καθώς και για ενδεχόμενα χρηματοδοτικά μέσα και κίνητρα που είναι διαθέσιμα σε περίπτωση αντικατάστασης, με στόχο την προώθηση αυξημένου ποσοστού αντικατάστασης των παλιών συστημάτων θέρμανσης και της ενισχυμένης μετάβασης σε λύσεις που βασίζονται σε ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, σύμφωνα με την οδηγία 2010/31/ΕΕ.

7.   Τα κράτη μέλη διενεργούν εκτίμηση του δυναμικού τους στον τομέα της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και της χρήσης της απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης για θέρμανση και ψύξη. Η εκτίμηση αυτή περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, χωρική ανάλυση των περιοχών που ενδείκνυνται για ανάπτυξη χαμηλού οικολογικού κινδύνου και το δυναμικό για έργα μικρής κλίμακας σε επίπεδο νοικοκυριών και περιλαμβάνεται στη δεύτερη συνολική αξιολόγηση που απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ για πρώτη φορά έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020 και στις επόμενες επικαιροποιήσεις των συνολικών αξιολογήσεων.

8.   Τα κράτη μέλη αξιολογούν τους κανονιστικούς και διοικητικούς φραγμούς για τις μακροπρόθεσμες συμβάσεις αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και εξαλείφουν τους αδικαιολόγητους φραγμούς και διευκολύνουν την υιοθέτηση τέτοιων συμβάσεων. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν οι εν λόγω συμβάσεις δεν υπόκεινται σε διαδικασίες ή επιβαρύνσεις που είναι δυσανάλογες ή εισάγουν διακρίσεις.

Τα κράτη μέλη περιγράφουν τις πολιτικές και τα μέτρα που διευκολύνουν την υιοθέτηση των συμβάσεων αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στα ενοποιημένα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα και τις εκθέσεις προόδου τους δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.

Άρθρο 16

Οργάνωση και διάρκεια της διαδικασίας αδειοδότησης

1.   Τα κράτη μέλη δημιουργούν ή ορίζουν ένα ή περισσότερα σημεία επαφής. Αυτά τα σημεία επαφής, κατόπιν αιτήματος του αιτούντος, παρέχουν καθοδήγηση και διευκολύνουν το σύνολο της διοικητικής διαδικασίας αδειοδότησης. Σε ολόκληρη τη διαδικασία ο αιτών επικοινωνεί μόνο με ένα σημείο επαφής. Η διαδικασία αδειοδότησης καλύπτει τις σχετικές διοικητικές άδειες εγκατάστασης, ανανέωσης και εκμετάλλευσης σταθμών παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και τα πάγια στοιχεία που απαιτούνται για τη σύνδεσή τους στο δίκτυο. Η διαδικασία αδειοδότησης περιλαμβάνει όλες τις διαδικασίες από τη βεβαίωση της παραλαβής της αίτησης έως την κοινοποίηση του αποτελέσματος της διαδικασίας που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

2.   Το σημείο επαφής καθοδηγεί τον αιτούντα κατά τη διοικητική διαδικασία υποβολής αίτησης αδειοδότησης με διαφανή τρόπο έως την έκδοση μίας ή περισσότερων αποφάσεων από τις υπεύθυνες αρχές στο τέλος της διαδικασίας, του παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες και εμπλέκει, ενδεχομένως, και άλλες διοικητικές αρχές. Οι αιτούντες έχουν τη δυνατότητα να υποβάλλουν όλα τα σχετικά έγγραφα και σε ψηφιακή μορφή.

3.   Το σημείο επαφής καθιστά διαθέσιμο εγχειρίδιο διαδικασιών για τους φορείς υλοποίησης έργων παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και παρέχει παράλληλα την πληροφόρηση αυτή και στο διαδίκτυο, με ειδική αναφορά και στα έργα μικρής κλίμακας και τα έργα αυτοκαταναλωτών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Οι πληροφορίες που παρέχονται στο διαδίκτυο καθοδηγούν επίσης τον αιτούντα προς το σχετικό με την αίτησή του σημείο επαφής. Εάν κράτος μέλος διαθέτει περισσότερα σημεία επαφής, η πληροφόρηση στο διαδίκτυο υποδεικνύει το σημείο επαφής που είναι αρμόδιο για την αίτηση του αιτούντα.

4.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 7, η διαδικασία αδειοδότησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν υπερβαίνει τα δύο έτη για τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, συμπεριλαμβανομένων όλων των διαδικασιών των σχετικών αρμόδιων αρχών. Σε εξαιρετικές περιστάσεις, δεόντως αιτιολογημένες, αυτή η διετία μπορεί να παραταθεί για ένα επιπλέον έτος.

5.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 7, η διαδικασία αδειοδότησης δεν υπερβαίνει το ένα έτος για εγκαταστάσεις με δυναμικότητα ηλεκτρικής ενέργειας κάτω των 150kW. Σε εξαιρετικές περιστάσεις, δεόντως αιτιολογημένες, αυτή η περίοδος ενός έτους μπορεί να παραταθεί για ένα επιπλέον έτος το πολύ.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αιτούντες έχουν εύκολη πρόσβαση σε απλές διαδικασίες επίλυσης διαφορών περί τη διαδικασία αδειοδότησης και την έκδοση αδειών εγκατάστασης και λειτουργίας σταθμών παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, εναλλακτικών μηχανισμών εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών.

6.   Τα κράτη μέλη διευκολύνουν την ανανέωση ενεργειακής πηγής υφιστάμενων σταθμών παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές διασφαλίζοντας απλουστευμένη και ταχεία διαδικασία αδειοδότησης. Η διάρκεια της εν λόγω διαδικασίας δεν υπερβαίνει το ένα έτος.

Σε εξαιρετικές περιστάσεις, δεόντως αιτιολογημένες, όπως για επιτακτικούς λόγους ασφαλείας όταν το έργο ανανέωσης ενεργειακής πηγής επηρεάζει σημαντικά την αρχική δυναμικότητα, το μέγεθος ή την απόδοση του δικτύου ή της εγκατάστασης, αυτή η περίοδος ενός έτους μπορεί να παραταθεί για ένα επιπλέον έτος.

7.   Οι προθεσμίες του παρόντος άρθρου ισχύουν, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που απορρέουν από το ισχύον περιβαλλοντικό δίκαιο της Ένωσης, στην περίπτωση δικαστικών προσφυγών, ένδικων μέσων και άλλων διαδικασιών ενώπιον δικαστηρίου και εναλλακτικών μηχανισμών επίλυσης διαφορών, περιλαμβανομένων διαδικασιών προσφυγής και εξωδικαστικών προσφυγών και βοηθημάτων, και μπορούν να παραταθούν για τη διάρκεια των εν λόγω διαδικασιών.

8.   Τα κράτη μέλη μπορούν να καθιερώσουν διαδικασίες απλής γνωστοποίησης για τις συνδέσεις με το δίκτυο για έργα ανανέωσης σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1. Εάν το πράξουν, η ανανέωση σταθμού ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές επιτρέπεται αφού κοινοποιηθεί στην οικεία αρχή ότι δεν αναμένονται σοβαρές αρνητικές περιβαλλοντικές ή κοινωνικές επιπτώσεις. Η εν λόγω αρχή αποφασίζει εντός έξι μηνών από την παραλαβή της κοινοποίησης εάν αυτή επαρκεί.

Εάν η οικεία αρχή αποφασίσει ότι η κοινοποίηση επαρκεί, χορηγεί αυτομάτως την άδεια. Εάν αποφασίσει ότι η κοινοποίηση δεν επαρκεί, είναι αναγκαίο να υποβληθεί αίτηση για νέα άδεια και ισχύουν οι προθεσμίες της παραγράφου 6.

Άρθρο 17

Διαδικασίες απλής κοινοποίησης για τις συνδέσεις με το δίκτυο

1.   Τα κράτη μέλη καθιερώνουν διαδικασία απλής κοινοποίησης για συνδέσεις με το δίκτυο με την οποία εγκαταστάσεις ή συγκεντρωτικές μονάδες παραγωγής αυτοκαταναλωτών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και έργα επίδειξης ανανεώσιμης ενέργειας με δυναμικότητα ηλεκτροπαραγωγής ίση ή μικρότερη από 10,8 kW, ή ισοδύναμη για συνδέσεις εκτός των τριφασικών, συνδέονται στο δίκτυο έπειτα από κοινοποίηση στον διαχειριστή συστήματος διανομής.

Ο διαχειριστής συστήματος διανομής μπορεί εντός περιορισμένης περιόδου από την ημερομηνία κοινοποίησης να απορρίψει την αιτούμενη σύνδεση στο δίκτυο ή να προτείνει εναλλακτικό σημείο σύνδεσης δικτύου για αιτιολογημένους λόγους ασφαλείας ή τεχνικής ασυμβατότητας των στοιχείων του συστήματος. Σε περίπτωση θετικής απόφασης από τον διαχειριστή συστήματος διανομής ή αν δεν ληφθεί απόφαση από τον διαχειριστή συστήματος διανομής εντός ενός μηνός από την κοινοποίηση, η εγκατάσταση ή η συγκεντρωτική μονάδα παραγωγής μπορούν να συνδεθούν.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν διαδικασία απλής κοινοποίησης για εγκαταστάσεις ή συγκεντρωτικές μονάδες παραγωγής με δυναμικότητα ηλεκτροπαραγωγής μεγαλύτερη από 10,8 kW και έως 50 kW, εφόσον διατηρούνται η σταθερότητα, η αξιοπιστία και η ασφάλεια του δικτύου.

Άρθρο 18

Πληροφόρηση και κατάρτιση

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες για τα μέτρα στήριξης διατίθενται σε όλους τους ενδιαφερόμενους, όπως καταναλωτές, συμπεριλαμβανομένων των καταναλωτών χαμηλού εισοδήματος, ευάλωτων καταναλωτών, αυτοκαταναλωτών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, κοινοτήτων ανανεώσιμης ενέργειας, κατασκευαστές, εγκαταστάτες, αρχιτέκτονες, προμηθευτές εξοπλισμού και συστημάτων θέρμανσης, ψύξης και ηλεκτρικής ενέργειας, και προμηθευτές οχημάτων συμβατών με τη χρήση ανανεώσιμης ενέργειας και ευφυών συστημάτων μεταφορών.

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι πληροφορίες για τα καθαρά οφέλη, το κόστος και την ενεργειακή απόδοση του εξοπλισμού και των συστημάτων για τη χρήση θέρμανσης, ψύξης και ηλεκτρισμού από ανανεώσιμες πηγές διατίθενται είτε από τους προμηθευτές του εξοπλισμού ή των συστημάτων είτε από τις αρμόδιες αρχές.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ώστε καθεστώτα πιστοποίησης ή ισοδύναμα συστήματα χαρακτηρισμού να είναι διαθέσιμα για τους εγκαταστάτες μικρής κλίμακας λεβήτων και θερμαστρών βιομάζας, ηλιακών φωτοβολταϊκών και ηλιοθερμικών συστημάτων, γεωθερμικών συστημάτων μικρού βάθους και αντλιών θερμότητας. Τα εν λόγω καθεστώτα μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τα υφιστάμενα καθεστώτα και δομές, ανάλογα με την περίπτωση, και βασίζονται στα κριτήρια του παραρτήματος IV. Κάθε κράτος μέλος αναγνωρίζει την πιστοποίηση που έχει χορηγηθεί από άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με αυτά τα κριτήρια.

4.   Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν πληροφορίες για τα καθεστώτα πιστοποίησης ή ισοδύναμα συστήματα χαρακτηρισμού που αναφέρονται στην παράγραφο 3. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να δημοσιοποιούν τον κατάλογο εγκαταστατών οι οποίοι διαθέτουν τα σχετικά προσόντα ή είναι πιστοποιημένοι σύμφωνα με την παράγραφο 3.

5.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την παροχή οδηγιών προς όλους τους ενδιαφερομένους, ιδίως δε τους πολεοδόμους και τους αρχιτέκτονες, ώστε αυτοί να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τον βέλτιστο συνδυασμό ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, τεχνολογιών υψηλής απόδοσης, καθώς και τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης κατά τον σχεδιασμό, τον προγραμματισμό, τη δόμηση και την ανακαίνιση βιομηχανικών, εμπορικών ή οικιστικών ζωνών.

6.   Τα κράτη μέλη, όπου κρίνεται σκόπιμο με τη συμμετοχή των τοπικών και περιφερειακών αρχών, εκπονούν προγράμματα ενημέρωσης, ευαισθητοποίησης, παροχής οδηγιών ή κατάρτισης για να ενημερώνουν τους πολίτες για τους τρόπους με τους οποίους μπορούν να ασκούν τα δικαιώματά τους ως ενεργοί πελάτες και για τα πλεονεκτήματα και τις πρακτικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένων των τεχνικών και οικονομικών πτυχών, της ανάπτυξης και της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, μεταξύ άλλων μέσω της αυτοκατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ή στο πλαίσιο κοινοτήτων ανανεώσιμης ενέργειας.

Άρθρο 19

Εγγυήσεις προέλευσης για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές

1.   Για τους σκοπούς της απόδειξης στους τελικούς πελάτες του μεριδίου ή της ποσότητας ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στο ενεργειακό μείγμα προμηθευτή ενέργειας και στην ενέργεια που παρέχεται στους καταναλωτές βάσει σύμβασης που συνάπτεται με αναφορά της κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να είναι δυνατόν να παρέχεται εγγύηση για την προέλευση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με αντικειμενικά, διαφανή και αμερόληπτα κριτήρια.

2.   Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να εκδίδεται εγγύηση προέλευσης ύστερα από σχετικό αίτημα παραγωγού ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, εκτός αν τα κράτη μέλη αποφασίσουν, για λόγους που αφορούν τον λογιστικό υπολογισμό της αγοραίας αξίας της εγγύησης προέλευσης, να μην εκδώσουν παρόμοια εγγύηση προέλευσης σε παραγωγό χρηματοδοτούμενο από καθεστώς στήριξης. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν την έκδοση εγγυήσεων προέλευσης για ενέργεια από μη ανανεώσιμες πηγές. Η έκδοση εγγυήσεων προέλευσης μπορεί να εξαρτάται από ένα ελάχιστο όριο εγκατεστημένης ισχύος. Η εγγύηση προέλευσης αντιστοιχεί σε τυποποιημένη ενέργεια 1 MWh. Δεν επιτρέπεται να εκδίδονται περισσότερες από μία εγγυήσεις προέλευσης για κάθε μονάδα παραγόμενης ενέργειας.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η ίδια μονάδα ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές να λαμβάνεται υπόψη μόνον άπαξ.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όταν ένας παραγωγός χρηματοδοτείται από καθεστώς στήριξης, η αγοραία αξία της εγγύησης προέλευσης για την ίδια παραγωγή λαμβάνεται δεόντως υπόψη στο οικείο καθεστώς στήριξης.

Θεωρείται ότι η αγοραία αξία της εγγύησης προέλευσης για την ίδια παραγωγή έχει ληφθεί δεόντως υπόψη σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν η χρηματοδοτική στήριξη χορηγείται μέσω διαδικασίας υποβολής προσφορών ή συστήματος διαπραγματεύσιμων πράσινων πιστοποιητικών·

β)

όταν η αγοραία αξία των εγγυήσεων προέλευσης λαμβάνεται διοικητικά υπόψη στο επίπεδο της χρηματοδοτικής στήριξης ή

γ)

όταν οι εγγυήσεις προέλευσης δεν εκδίδονται απευθείας στον παραγωγό αλλά σε προμηθευτή ή καταναλωτή ο οποίος αγοράζει την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές είτε σε ανταγωνιστικό περιβάλλον είτε μέσω μακροπρόθεσμης σύμβασης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

Για να ληφθεί υπόψη η αγοραία αξία της εγγύησης προέλευσης, τα κράτη μέλη μπορούν, μεταξύ άλλων, να εκδώσουν εγγύηση προέλευσης σε παραγωγό και να την ακυρώσουν αμέσως.

Η εγγύηση προέλευσης δεν σχετίζεται με τη συμμόρφωση του κράτους μέλους προς το άρθρο 3. Οι μεταβιβάσεις εγγυήσεων προέλευσης, χωριστά ή μαζί με την υλική μεταβίβαση ενέργειας, δεν επηρεάζουν την απόφαση των κρατών μελών να χρησιμοποιούν στατιστικές μεταβιβάσεις, κοινά έργα ή κοινά καθεστώτα στήριξης για να συμμορφωθούν προς το άρθρο 3 ή για να υπολογίζουν την ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σύμφωνα με το άρθρο 7.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι εγγυήσεις προέλευσης ισχύουν για 12 μήνες από την παραγωγή της σχετικής μονάδας ενέργειας. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλες οι εγγυήσεις προέλευσης που δεν έχουν ανακληθεί λήγουν το αργότερο 18 μήνες μετά από την παραγωγή της μονάδας ενέργειας. Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν τις εγγυήσεις προέλευσης που έχουν λήξει στον υπολογισμό του υπολειπόμενου ενεργειακού μείγματός τους.

4.   Για τους σκοπούς της κοινοποίησης που αναφέρεται στις παραγράφους 8 και 13, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις ενέργειας να ανακαλούν τις εγγυήσεις προέλευσης το αργότερο εντός έξι μηνών από τη λήξη τους.

5.   Τα κράτη μέλη ή οι οριζόμενοι αρμόδιοι φορείς εποπτεύουν την έκδοση, τη μεταβίβαση και την ανάκληση των εγγυήσεων προέλευσης. Οι οριζόμενοι αρμόδιοι φορείς δεν έχουν αλληλεπικαλυπτόμενες γεωγραφικές αρμοδιότητες και είναι ανεξάρτητοι από τις δραστηριότητες παραγωγής, εμπορίου και εφοδιασμού.

6.   Τα κράτη μέλη ή οι οριζόμενοι αρμόδιοι φορείς θεσπίζουν κατάλληλους μηχανισμούς για να εξασφαλίζουν την ηλεκτρονική έκδοση, μεταβίβαση και ανάκληση των εγγυήσεων προέλευσης και ότι οι εγγυήσεις αυτές είναι ακριβείς, αξιόπιστες και μη παραποιήσιμες. Τα κράτη μέλη και οι οριζόμενοι αρμόδιοι φορείς διασφαλίζουν ότι οι απαιτήσεις που επιβάλλουν συμμορφώνονται με το πρότυπο CEN - EN 16325.

7.   Στην εγγύηση προέλευσης προσδιορίζονται τουλάχιστον:

α)

η πηγή ενέργειας από την οποία παρήχθη η ενέργεια και οι ημερομηνίες έναρξης και λήξης της παραγωγής της·

β)

κατά πόσον η εγγύηση προέλευσης αφορά:

i)

ηλεκτρική ενέργεια,

ii)

φυσικό αέριο, συμπεριλαμβανομένου του υδρογόνου ή

iii)

θέρμανση ή ψύξη·

γ)

η ονομασία, ο τόπος, το είδος και η δυναμικότητα της εγκατάστασης στην οποία παρήχθη η ενέργεια·

δ)

εάν η εγκατάσταση έχει λάβει επενδυτική στήριξη και εάν η μονάδα ενέργειας έχει επωφεληθεί καθ' οιονδήποτε τρόπο από εθνικό καθεστώς στήριξης, και τη μορφή του καθεστώτος στήριξης·

ε)

η ημερομηνία κατά την οποία άρχισε να λειτουργεί η εγκατάσταση και

στ)

η ημερομηνία και η χώρα έκδοσης και ο ενιαίος αριθμός αναγνώρισης.

Στις εγγυήσεις προέλευσης από εγκαταστάσεις κάτω των 50 kW είναι δυνατόν να αναγράφονται απλουστευμένες πληροφορίες.

8.   Εάν ένας προμηθευτής ηλεκτρικής ενέργειας υποχρεούται να αποδεικνύει το μερίδιο ή την ποσότητα ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που περιέχεται στο ενεργειακό του μείγμα για τους σκοπούς του άρθρου 3 παράγραφος 9 στοιχείο α) της οδηγίας 2009/72/ΕΚ, το αποδεικνύει χρησιμοποιώντας τις εγγυήσεις προέλευσης εκτός:

α)

σε σχέση με το μερίδιο του ενεργειακού του μείγματος που αντιστοιχεί σε εμπορικές προσφορές που δεν ιχνηλατούνται, εάν υπάρχουν, για τις οποίες ο προμηθευτής μπορεί να χρησιμοποιήσει το υπολειπόμενο μείγμα ή

β)

εάν κράτος μέλος αποφασίσει να μην εκδώσει εγγυήσεις προέλευσης σε παραγωγό που χρηματοδοτείται από καθεστώς στήριξης.

Αν τα κράτη μέλη έχουν προβλέψει εγγυήσεις προέλευσης για άλλα είδη ενέργειας, οι προμηθευτές χρησιμοποιούν πάντα προς κοινοποίηση το ίδιο είδος εγγυήσεων προέλευσης με την παρεχόμενη ενέργεια. Ομοίως, οι εγγυήσεις προέλευσης που δημιουργούνται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 10 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ μπορούν να χρησιμοποιούνται ως μέσο απόδειξης της ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από εγκαταστάσεις συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης. Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης με τη χρήση ανανεώσιμων πηγών μπορεί να εκδίδεται μόνο μία εγγύηση προέλευσης, στην οποία προσδιορίζονται και τα δύο χαρακτηριστικά.

9.   Τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν τις εγγυήσεις προέλευσης που εκδίδουν άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, αποκλειστικά ως απόδειξη των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και στην παράγραφο 7 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) έως στ). Τα κράτη μέλη μπορούν να αρνούνται την αναγνώριση εγγύησης προέλευσης μόνον εάν έχουν βάσιμες αμφιβολίες όσον αφορά την ακρίβεια, την αξιοπιστία ή την αλήθειά της. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις αρνήσεις αυτές και την αιτιολόγησή τους.

10.   Αν η Επιτροπή κρίνει ότι άρνηση αναγνώρισης της εγγύησης προέλευσης είναι αβάσιμη, μπορεί να εκδίδει απόφαση με την οποία υποχρεώνει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να την αναγνωρίσει.

11.   Τα κράτη μέλη δεν αναγνωρίζουν τις εγγυήσεις προέλευσης που εκδίδει τρίτη χώρα, εκτός εάν η Ένωση έχει συνάψει συμφωνία με την εν λόγω χώρα για την αμοιβαία αναγνώριση των εγγυήσεων προέλευσης που εκδίδονται στην Ένωση και των συμβατών συστημάτων εγγυήσεων προέλευσης που εφαρμόζονται στην εν λόγω τρίτη χώρα, και μόνο σε περίπτωση άμεσης εισαγωγής ή εξαγωγής ενέργειας.

12.   Τα κράτη μέλη μπορούν, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, να καθορίζουν αντικειμενικά, διαφανή και αμερόληπτα κριτήρια για τη χρήση των εγγυήσεων σύμφωνα με τις υποχρεώσεις του άρθρου 3 παράγραφος 9 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ.

13.   Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση αξιολόγησης των επιλογών για τη θέσπιση οικολογικού σήματος για ολόκληρη την Ένωση με στόχο την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που παράγεται από νέες εγκαταστάσεις. Οι προμηθευτές χρησιμοποιούν τις πληροφορίες που περιλαμβάνουν οι εγγυήσεις προέλευσης για να αποδεικνύουν τη συμμόρφωσή τους με τις απαιτήσεις του εν λόγω σήματος.

Άρθρο 20

Πρόσβαση στα δίκτυα και εκμετάλλευση των δικτύων

1.   Όπου κρίνεται σκόπιμο, τα κράτη μέλη εξετάζουν την ανάγκη επέκτασης της υφιστάμενης δικτυακής υποδομής φυσικού αερίου για να διευκολύνουν την ενσωμάτωση του φυσικού αερίου από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

2.   Όπου κρίνεται σκόπιμο, τα κράτη μέλη απαιτούν από τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς και διανομής της επικράτειάς τους να δημοσιεύουν τεχνικούς κανόνες σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 2009/73/ΕΚ, ιδίως δε κανόνες για τη σύνδεση με το δίκτυο που περιλαμβάνουν απαιτήσεις για την ποιότητα, την οσμή και την πίεση του φυσικού αερίου. Τα κράτη μέλη απαιτούν επίσης από τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς και διανομής να δημοσιεύουν τα τιμολόγια σύνδεσης για τη σύνδεση φυσικού αερίου από ανανεώσιμες πηγές βάσει αντικειμενικών, διαφανών και αμερόληπτων κριτηρίων.

3.   Με βάση την οικεία εκτίμηση που περιλαμβάνεται στα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα με το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, για την αναγκαιότητα κατασκευής νέων υποδομών για τηλεθέρμανση και τηλεψύξη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με σκοπό την επίτευξη του ενωσιακού στόχου που ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την ανάπτυξη υποδομής τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης που να εξυπηρετεί την παραγωγή θέρμανσης και ψύξης από μεγάλες μονάδες βιομάζας, ηλιακής ενέργειας, ενέργειας περιβάλλοντος και γεωθερμικής ενέργειας, καθώς και από απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη.

Άρθρο 21

Αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι καταναλωτές να έχουν δικαίωμα να γίνουν αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές με βάση το παρόν άρθρο.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, μεμονωμένα ή μέσω φορέων σωρευτικής εκπροσώπησης, να δικαιούνται:

α)

να παράγουν ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, μεταξύ άλλων για δική τους κατανάλωση, να αποθηκεύουν και να πωλούν την πλεονάζουσα παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, μεταξύ άλλων μέσω συμβάσεων αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας και συμβάσεων εμπορίας χωρίς διαμεσολάβηση, χωρίς να υπόκεινται:

i)

σε σχέση με την ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώνουν από το δίκτυο ή διοχετεύουν σε αυτό, σε μεροληπτικές ή δυσανάλογα επαχθείς διαδικασίες και επιβαρύνσεις και σε τέλη δικτύου που δεν αντανακλούν το κόστος·

ii)

σε σχέση με την αυτοπαραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που παραμένει στις εγκαταστάσεις τους, σε μεροληπτικές ή δυσανάλογα επαχθείς διαδικασίες και σε οποιαδήποτε επιβάρυνση ή τέλος·

β)

να εγκαθιστούν και να λειτουργούν συστήματα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας σε συνδυασμό με εγκαταστάσεις που παράγουν ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές για αυτοκατανάλωση, χωρίς να είναι υπόχρεοι σε οποιαδήποτε διπλή χρέωση, όπως τέλη δικτύου, για την αποθηκευμένη ηλεκτρική ενέργεια η οποία παραμένει στις εγκαταστάσεις τους·

γ)

να διατηρούν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους ως τελικοί καταναλωτές·

δ)

να λαμβάνουν αμοιβή, μεταξύ άλλων, κατά περίπτωση, μέσω καθεστώτων στήριξης, για την αυτοπαραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που διοχετεύουν στο δίκτυο, η οποία αποτυπώνει την αγοραία αξία της εν λόγω ηλεκτρικής ενέργειας και λαμβάνει ενδεχομένως υπόψη τη μακροπρόθεσμη αξία της για το δίκτυο, το περιβάλλον και την κοινωνία.

3.   Τα κράτη μέλη δύνανται να επιβάλλουν αμερόληπτες και αναλογικές χρεώσεις και τέλη σε αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε σχέση με την αυτοπαραγόμενη ηλεκτρική τους ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, η οποία παραμένει στις εγκαταστάσεις τους, σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

εάν η αυτοπαραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές λαμβάνει αποτελεσματική στήριξη, μόνο εφόσον δεν υπονομεύονται η οικονομική βιωσιμότητα του έργου και ο χαρακτήρας κινήτρου αυτής της στήριξης·

β)

από 1ης Δεκεμβρίου 2026, εάν το συνολικό μερίδιο των εγκαταστάσεων αυτοκατανάλωσης υπερβαίνει το 8 % της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος ηλεκτρικής ενέργειας ενός κράτους μέλους, και αν αποδειχθεί από ανάλυση κόστους-οφέλους από την εθνική ρυθμιστική αρχή του εν λόγω κράτους μέσω ανοικτής, διαφανούς και συμμετοχικής διαδικασίας, ότι η παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο ii) είτε προκαλεί σημαντικά δυσανάλογη επιβάρυνση στη μακροπρόθεσμη οικονομική βιωσιμότητα του ηλεκτρικού συστήματος ή δημιουργεί κίνητρο που υπερβαίνει το αντικειμενικά απαραίτητο για την επίτευξη οικονομικώς συμφέρουσας ανάπτυξης της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και ότι αυτή η επιβάρυνση ή το κίνητρο δεν είναι δυνατό να ελαχιστοποιηθεί μέσω άλλων εύλογων δράσεων ή

γ)

εάν η αυτοπαραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές παράγεται σε εγκαταστάσεις με δυναμικότητα ηλεκτροπαραγωγής που υπερβαίνει τα 30 kW.

4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που βρίσκονται στο ίδιο κτίριο, συμπεριλαμβανομένων των πολυκατοικιών, δικαιούνται να συμμετέχουν από κοινού σε δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και ότι έχουν τη δυνατότητα να ρυθμίζουν μεταξύ τους τον επιμερισμό της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που παράγεται στη μονάδα ή τις μονάδες τους, με την επιφύλαξη των εν ισχύ τελών δικτύου και άλλων σχετικών χρεώσεων, τελών, εισφορών και φόρων εφαρμοστέων σε κάθε αυτοκαταναλωτή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Τα κράτη μέλη δύνανται να προβούν σε διάκριση μεταξύ αυτοκαταναλωτών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και αυτοκαταναλωτών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που ενεργούν από κοινού. Τυχόν διαφορετική μεταχείριση είναι αναλογική και δεόντως αιτιολογημένη.

5.   Η εγκατάσταση του αυτοκαταναλωτή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μπορεί να τελεί υπό την κυριότητα ή τη διαχείριση ενός τρίτου μέρους όσον αφορά την εγκατάσταση, τη λειτουργία, συμπεριλαμβανομένης της μέτρησης και της συντήρησης, εφόσον το τρίτο μέρος παραμένει υπό τις εντολές του αυτοκαταναλωτή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Το ίδιο το τρίτο μέρος δεν θεωρείται αυτοκαταναλωτής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

6.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν ευνοϊκό πλαίσιο για να προωθήσουν και να διευκολύνουν την ανάπτυξη της αυτοκατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές με βάση αξιολόγηση των υφιστάμενων αδικαιολόγητων φραγμών στην αυτοκατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και του δυναμικού της στο έδαφος και τα ενεργειακά δίκτυά τους. Το εν λόγω πλαίσιο, μεταξύ άλλων:

α)

καλύπτει την πρόσβαση όλων των τελικών πελατών στην αυτοκατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, συμπεριλαμβανομένων όσων ζουν σε νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος ή ευάλωτα νοικοκυριά·

β)

αντιμετωπίζει τους αδικαιολόγητους φραγμούς για τη χρηματοδότηση των έργων στην αγορά και περιλαμβάνει μέτρα για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση·

γ)

αντιμετωπίζει άλλους πιθανούς αδικαιολόγητους κανονιστικούς φραγμούς για την αυτοκατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, μεταξύ άλλων και για τους ενοίκους·

δ)

περιλαμβάνει κίνητρα για τους ιδιοκτήτες κτιρίων προκείμενου να δημιουργούν ευκαιρίες για αυτοκατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, μεταξύ άλλων και για τους ενοικιαστές·

ε)

παρέχει στους αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, για την αυτοπαραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που εγχέουν στο δίκτυο, πρόσβαση χωρίς διακρίσεις στα σχετικά καθεστώτα στήριξης, καθώς και σε όλα τα τμήματα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας·

στ)

διασφαλίζει ότι οι αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές συμβάλλουν επαρκώς και με ισορροπημένο τρόπο στον συνολικό επιμερισμό του κόστους του συστήματος όταν η ηλεκτρική ενέργεια εγχέεται στο δίκτυο.

Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν σύνοψη των πολιτικών και των μέτρων στο πλαίσιο του ευνοϊκού πλαισίου, και αξιολόγηση της εφαρμογής τους στα ενοποιημένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα και στις εκθέσεις προόδου τους δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.

7.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των άρθρων 107 και 108 ΣΛΕΕ.

Άρθρο 22

Κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελικοί πελάτες, ιδίως οι οικιακοί, έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν σε κοινότητα ανανεώσιμης ενέργειας διατηρώντας παράλληλα τα δικαιώματα ή τις υποχρεώσεις που έχουν ως τελικοί πελάτες, και χωρίς να υπόκεινται σε όρους ή διαδικασίες που δεν αιτιολογούνται ή εισάγουν διακρίσεις, και θα απέτρεπαν τη συμμετοχή τους σε κοινότητα ανανεώσιμης ενέργειας, εφόσον, στην περίπτωση των ιδιωτικών επιχειρήσεων, η συμμετοχή τους δεν συνιστά την κύρια εμπορική ή επαγγελματική τους δραστηριότητα.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας έχουν δικαίωμα:

α)

να παράγουν, να καταναλώνουν, να αποθηκεύουν και να πωλούν ανανεώσιμη ενέργεια, μεταξύ άλλων μέσω συμβάσεων αγοράς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές·

β)

να επιμερίζουν εντός της κοινότητας ανανεώσιμης ενέργειας την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που παράγεται από τις μονάδες παραγωγής ιδιοκτησίας της κοινότητας ανανεώσιμης ενέργειας, με την επιφύλαξη των άλλων απαιτήσεων του παρόντος άρθρου και της διασφάλισης των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των μελών της κοινότητας ανανεώσιμης ενέργειας ως τελικών καταναλωτών·

γ)

να έχουν πρόσβαση σε όλες τις κατάλληλες αγορές ενέργειας τόσο απευθείας όσο και μέσω σωρευτικής εκπροσώπησης κατά τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις.

3.   Τα κράτη μέλη πραγματοποιούν αξιολόγηση των φραγμών και των δυνατοτήτων ανάπτυξης των κοινοτήτων ανανεώσιμης ενέργειας στο έδαφός τους.

4.   Τα κράτη μέλη παρέχουν ευνοϊκό πλαίσιο για την προώθηση και τη διευκόλυνση της ανάπτυξης κοινοτήτων ανανεώσιμης ενέργειας. Το πλαίσιο αυτό διασφαλίζει, μεταξύ άλλων, ότι:

α)

καταργούνται οι αδικαιολόγητοι κανονιστικοί και διοικητικοί φραγμοί για τις κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας·

β)

οι κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας που παρέχουν ενέργεια ή υπηρεσίες σωρευτικής εκπροσώπησης ή άλλες εμπορικές υπηρεσίες σχετικές με την ενέργεια υπόκεινται στις ρυθμίσεις που αφορούν τις εν λόγω δραστηριότητες·

γ)

ο διαχειριστής του δικτύου διανομής συνεργάζεται με τις κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας για να διευκολύνει τις μεταβιβάσεις ενέργειας εντός των κοινοτήτων ανανεώσιμης ενέργειας·

δ)

οι κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας υπόκεινται σε δίκαιες, αναλογικές και διαφανείς διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών καταχώρισης και αδειοδότησης, και σε τέλη δικτύου που αντικατοπτρίζουν το κόστος, καθώς και σε τέλη, εισφορές και φόρους, διασφαλίζοντας ότι συμβάλλουν με τρόπο επαρκή, δίκαιο και ισορροπημένο στον συνολικό επιμερισμό του κόστους του ηλεκτρικού συστήματος, σύμφωνα με διαφανή ανάλυση κόστους-ωφέλειας των κατανεμημένων πηγών ενέργειας που αναπτύσσουν οι εθνικές αρμόδιες αρχές·

ε)

οι κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας δεν υπόκεινται σε διακριτική μεταχείριση σε σχέση με τις δραστηριότητές, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους ως τελικών πελατών, παραγωγών, προμηθευτών, διαχειριστών συστημάτων διανομής ή λοιπών συμμετεχόντων στην αγορά·

στ)

η συμμετοχή σε κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας είναι προσβάσιμη σε όλους τους καταναλωτές, περιλαμβανομένων των καταναλωτών από νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος ή ευάλωτα νοικοκυριά·

ζ)

διατίθενται εργαλεία για τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε χρηματοδότηση και πληροφόρηση·

η)

παρέχεται στις δημόσιες αρχές κανονιστική στήριξη και στήριξη για την ανάπτυξη ικανοτήτων για τη δημιουργία κοινοτήτων ανανεώσιμης ενέργειας και τη διευκόλυνση της άμεσης συμμετοχής των αρχών·

θ)

υπάρχουν κανόνες που διασφαλίζουν την ισότιμη και χωρίς διακρίσεις μεταχείριση των καταναλωτών που συμμετέχουν στην κοινότητα ανανεώσιμης ενέργειας.

5.   Τα κύρια στοιχεία που διέπουν το ευνοϊκό πλαίσιο της παραγράφου 4 και την εφαρμογή του συμπεριλαμβάνονται στις επικαιροποιήσεις των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων των κρατών μελών για την ενέργεια και το κλίμα και στις εκθέσεις προόδου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999.

6.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι κοινότητες ανανεώσιμης ενέργειας είναι ανοιχτές στη διασυνοριακή συμμετοχή.

7.   Με την επιφύλαξη των άρθρων 107 και 108 ΣΛΕΕ, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη κατά τον σχεδιασμό καθεστώτων στήριξης τις ιδιαιτερότητες των κοινοτήτων ανανεώσιμης ενέργειας, ώστε να τους επιτρέπουν να συναγωνίζονται για στήριξη επί ίσοις όροις με τους άλλους συμμετέχοντες στην αγορά.

Άρθρο 23

Ενσωμάτωση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στη θέρμανση και την ψύξη

1.   Προκειμένου να προωθηθεί η χρήση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης, κάθε κράτος μέλος επιδιώκει να αυξήσει το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον εν λόγω τομέα κατά ενδεικτικό ποσοστό 1,3 ποσοστιαίων μονάδων κατά μέσο όρο ετησίως, υπολογιζόμενο για τις περιόδους 2021 έως 2025 και 2026 έως 2030 αρχής γενομένης από το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης το 2020, και εκφραζόμενο ως εθνικό μερίδιο της τελικής κατανάλωσης ενέργειας και υπολογιζόμενο σύμφωνα με τη μεθοδολογία του άρθρου 7, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Η αύξηση αυτή περιορίζεται σε ενδεικτική τιμή 1,1 ποσοστιαίων μονάδων για τα κράτη μέλη όπου δεν χρησιμοποιείται απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη. Όπου αρμόζει, τα κράτη μέλη δίνουν προτεραιότητα στις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνολογίες.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, κατά τον υπολογισμό του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης και της μέσης ετήσιας αύξησής τους κατά τα οριζόμενα στην εν λόγω παράγραφο, τα κράτη μέλη:

α)

μπορούν να συνυπολογίζουν την απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη εντός του ορίου του 40 % της μέσης ετήσιας αύξησης·

β)

όταν έχουν μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης άνω του 60 % μπορούν να υπολογίζουν κάθε τέτοιο μερίδιο ως συμμορφούμενο προς τη μέση ετήσια αύξηση· και

γ)

όταν έχουν μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για θέρμανση και ψύξη άνω του 50 % και έως 60 % μπορούν να υπολογίζουν κάθε τέτοιο μερίδιο ως συμμορφούμενο προς το ήμισυ της μέσης ετήσιας αύξησης.

Όταν αποφασίζουν τα μέτρα που θα λάβουν για να αναπτύξουν την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης, τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τη σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας συνυπολογίζοντας τους διαρθρωτικούς φραγμούς που προκύπτουν από το υψηλό μερίδιο του φυσικού αερίου ή της ψύξης και ή των δομών διασκορπισμένης οικιστικής διάρθρωσης με χαμηλή πληθυσμιακή πυκνότητα.

Αν αναμένεται τα εν λόγω μέτρα να επιφέρουν μείωση της μέσης ετήσιας αύξησης σε σχέση με αυτή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη τη δημοσιοποιούν, για παράδειγμα στο πλαίσιο των ενοποιημένων εθνικών εκθέσεων προόδου τους για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα με το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, και παρέχουν στην Επιτροπή αιτιολόγηση που περιλαμβάνει την επιλογή των μέτρων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να καταρτίσουν και να δημοσιοποιήσουν κατάλογο μέτρων, βάσει αντικειμενικών, διαφανών κριτηρίων που δεν εισάγουν διακρίσεις, και μπορούν να ορίσουν και να δημοσιοποιήσουν τους εκτελεστικούς φορείς, όπως προμηθευτές καυσίμων, δημόσιοι ή επαγγελματικοί φορείς, που πρέπει να συνεισφέρουν στη μέση ετήσια αύξηση κατά την παράγραφο 1.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόσουν τη μέση ετήσια αύξηση κατά την παράγραφο 1, μεταξύ άλλων, μέσω μίας ή περισσότερων από τις ακόλουθες επιλογές:

α)

φυσική ενσωμάτωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ή απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης στην ενέργεια και στα καύσιμα που χρησιμοποιούνται για θέρμανση και ψύξη·

β)

άμεσα μέτρα μετριασμού, όπως η εγκατάσταση σε κτίρια άκρως αποδοτικών συστημάτων θέρμανσης και ψύξης που λειτουργούν με ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές ή η χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ή η χρήση απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης για βιομηχανικές διαδικασίες θέρμανσης και ψύξης·

γ)

έμμεσα μέτρα μετριασμού που καλύπτονται από εμπορεύσιμα πιστοποιητικά που αποδεικνύουν τη συμμόρφωση με την υποχρέωση της παραγράφου 1 μέσω της στήριξης έμμεσων μέτρων μετριασμού, τα οποία εφαρμόζονται από άλλον οικονομικό φορέα, όπως ένας ανεξάρτητος εγκαταστάτης τεχνολογιών ανανεώσιμης ενέργειας ή μια εταιρεία ενεργειακών υπηρεσιών που παρέχει υπηρεσίες εγκατάστασης στον τομέα της ανανεώσιμης ενέργειας·

δ)

άλλα μέτρα πολιτικής με ισοδύναμο αποτέλεσμα για την επίτευξη της ετήσιας αύξησης της παραγράφου 1, συμπεριλαμβανομένων των φορολογικών μέτρων ή άλλων οικονομικών κινήτρων.

Κατά τη λήψη και εφαρμογή αποφάσεων για τα μέτρα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη επιδιώκουν να εξασφαλίζουν ότι τα μέτρα είναι προσβάσιμα σε όλους τους καταναλωτές, και ειδικότερα σε όσους ζουν σε νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος ή σε ευάλωτα νοικοκυριά που δεν θα διέθεταν διαφορετικά επαρκή αρχικά κεφάλαια για να ωφεληθούν.

5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις δομές που δημιουργήθηκαν βάσει των εθνικών υποχρεώσεων ενεργειακής απόδοσης του άρθρου 7 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ για την εφαρμογή και την παρακολούθηση των μέτρων της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

6.   Όπου οι φορείς ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η συνεισφορά των φορέων να είναι μετρήσιμη και επαληθεύσιμη και οι φορείς να υποβάλλουν ετήσια έκθεση σχετικά με:

α)

τη συνολική ποσότητα παρεχόμενης ενέργειας για θέρμανση και ψύξη,

β)

τη συνολική ποσότητα ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που παρέχεται για θέρμανση και ψύξη,

γ)

την ποσότητα απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης που παρέχεται για θέρμανση και ψύξη,

δ)

το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και της απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης στη συνολική ποσότητα παρεχόμενης ενέργειας για θέρμανση και ψύξη και

ε)

το είδος της πηγής ανανεώσιμης ενέργειας.

Άρθρο 24

Τηλεθέρμανση και τηλεψύξη

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να παρέχονται πληροφορίες στους τελικούς καταναλωτές για τις ενεργειακές επιδόσεις και το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στα συστήματά τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης τους κατά τρόπο εύκολα προσβάσιμο, όπως για παράδειγμα στους ιστότοπους των προμηθευτών, σε ετήσιους λογαριασμούς ή κατόπιν αιτήματος.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα και καθορίζουν τις αναγκαίες προϋποθέσεις ώστε να μπορούν οι καταναλωτές των συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης που δεν αποτελούν αποδοτικά συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης ή που δεν πρόκειται έως την 31η Δεκεμβρίου 2025 να γίνουν παρόμοιο σύστημα, βάσει σχεδίου που εγκρίνει η αρμόδια αρχή, να αποσυνδεθούν καταγγέλλοντας ή τροποποιώντας τη σύμβασή τους για να παράγουν οι ίδιοι θέρμανση ή ψύξη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Αν η καταγγελία της σύμβασης αφορά υλική αποσύνδεση, μπορεί να εξαρτάται από αποζημίωση για δαπάνες που προκύπτουν άμεσα από την υλική αποσύνδεση και το μη αποσβεσθέν μέρος των πάγιων στοιχείων που απαιτούνται για την παροχή θέρμανσης και ψύξης στον συγκεκριμένο πελάτη.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίσουν το δικαίωμα αποσύνδεσης με καταγγελία ή τροποποίηση της σύμβασής τους σύμφωνα με την παράγραφο 2 στους πελάτες που είναι σε θέση να αποδείξουν ότι η προβλεπόμενη εναλλακτική λύση προμήθειας για θέρμανση ή ψύξη έχει ως αποτέλεσμα αισθητά καλύτερη ενεργειακή απόδοση. Η αξιολόγηση της ενεργειακής απόδοσης της εναλλακτικής λύσης προμήθειας μπορεί να βασίζεται στο πιστοποιητικό ενεργειακής απόδοσης.

4.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίζεται ότι τα συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης συμβάλλουν στην αύξηση που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας με την υλοποίηση μίας τουλάχιστον από τις ακόλουθες δύο επιλογές:

α)

Προσπάθεια αύξησης του μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και από απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη της τηλεθέρμανσης και της τηλεψύξης κατά τουλάχιστον 1 ποσοστιαία μονάδα ως ετήσιο μέσο όρο που υπολογίζεται για τις περιόδους 2021 έως 2025 και 2026 έως 2030 αρχής γενομένης από το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και από πηγές απορριπτόμενης θερμότητας και ψύξης της τηλεθέρμανσης και της τηλεψύξης το 2020, εκφραζόμενου ως μεριδίου επί της τελικής κατανάλωσης ενέργειας της τηλεθέρμανσης και της τηλεψύξης, εφαρμόζοντας μέτρα που μπορούν να αναμένονται ότι θα προκαλέσουν τη μέση ετήσια αυτή αύξηση σε έτη με κανονικές κλιματικές συνθήκες.

Τα κράτη μέλη με μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και από απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη στον τομέα της τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης άνω του 60 % μπορούν να υπολογίζουν κάθε τέτοιο μερίδιο ως συμμορφούμενο προς τη μέση ετήσια αύξηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του παρόντος στοιχείου.

Τα κράτη μέλη ορίζουν τα μέτρα που είναι αναγκαία για την υλοποίηση της μέσης ετήσιας αύξησης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του παρόντος στοιχείου στα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα κατά το παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.

β)

Μέριμνα ώστε οι διαχειριστές συστημάτων τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης να είναι υποχρεωμένοι να συνδέουν προμηθευτές ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και από απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη ή να είναι υποχρεωμένοι να προτείνουν να συνδέουν και να αγοράζουν θέρμανση και ψύξη που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και από απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη από τρίτους προμηθευτές με βάση αμερόληπτα κριτήρια που καθορίζει η αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους όταν χρειάζεται να κάνουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:

i)

να εξυπηρετηθεί η ζήτηση από νέους πελάτες·

ii)

να αντικαταστήσουν υφιστάμενες δυναμικότητες παραγωγής θέρμανσης ή ψύξης·

iii)

να επεκτείνουν υφιστάμενες δυναμικότητες παραγωγής θέρμανσης ή ψύξης.

5.   Όταν κράτος μέλος υλοποιεί τη δυνατότητα της παραγράφου 4 στοιχείο β), ο διαχειριστής συστήματος τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης μπορεί να αρνηθεί να συνδέσει και να αγοράσει θέρμανση ή ψύξη από τρίτους προμηθευτές όταν:

α)

το σύστημα δεν διαθέτει την απαραίτητη δυναμικότητα λόγω άλλων παροχών από απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη, από θερμότητα ή ψύξη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή από θερμότητα ή ψύξη που παράγονται με συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης·

β)

η θερμότητα ή η ψύξη που παρέχεται από τον τρίτο προμηθευτή δεν πληροί τις τεχνικές παραμέτρους που είναι αναγκαίες για τη σύνδεση και την εξασφάλιση αξιόπιστης και ασφαλούς λειτουργίας του συστήματος τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης ή

γ)

ο φορέας μπορεί να αποδείξει ότι η παροχή πρόσβασης θα οδηγούσε σε υπερβολική αύξηση του κόστους θέρμανσης ή ψύξης για τους τελικούς πελάτες σε σχέση με το κόστος της χρήσης της κύριας τοπικής παροχής θέρμανσης και ψύξης με την οποία θα ανταγωνιζόταν η ανανεώσιμη πηγή ενέργειας ή η απορριπτόμενη θερμότητα και ψύξη.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όταν ο διαχειριστής συστήματος τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης αρνείται να συνδέσει προμηθευτή θέρμανσης ή ψύξης κατά το πρώτο εδάφιο, να παρέχεται πληροφόρηση για τους λόγους της άρνησης, καθώς και για τις προϋποθέσεις και τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν στο σύστημα για να επιτραπεί η σύνδεση από τον εν λόγω φορέα προς την αρμόδια αρχή σύμφωνα με την παράγραφο 9.

6.   Όταν ένα κράτος μέλος ασκεί τη δυνατότητα της παραγράφου 4 στοιχείο β), μπορεί να εξαιρεί τους διαχειριστές των κατωτέρω συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης από την εφαρμογή του εν λόγω στοιχείου:

α)

συστήματα αποδοτικής τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης·

β)

συστήματα αποδοτικής τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης που χρησιμοποιούν συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης·

γ)

συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης που, βάσει σχεδίου εγκεκριμένου από την αρμόδια αρχή, καθίστανται συστήματα αποδοτικής τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2025·

δ)

τα συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ κάτω των 20 MW.

7.   Το δικαίωμα αποσύνδεσης μέσω καταγγελίας ή τροποποίησης σύμβασης σύμφωνα με την παράγραφο 2 μπορεί να ασκείται από μεμονωμένους πελάτες, από κοινές επιχειρήσεις αποτελούμενες από πελάτες ή από μέρη που ενεργούν για λογαριασμό πελατών. Για πολυκατοικίες, η εν λόγω αποσύνδεση μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο σε επίπεδο ολόκληρου του κτιρίου, σύμφωνα με την ισχύουσα οικιστική νομοθεσία.

8.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους διαχειριστές συστημάτων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας να αξιολογούν τουλάχιστον ανά τέσσερα έτη, σε συνεργασία με τους διαχειριστές συστημάτων τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης στις αντίστοιχες περιοχές τους, το δυναμικό των συστημάτων τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης για παροχή υπηρεσιών εξισορρόπησης και άλλων υπηρεσιών συστήματος, συμπεριλαμβανομένης της ανταπόκρισης στη ζήτηση και της αποθήκευσης της πλεονάζουσας ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές, και να εξετάζουν κατά πόσο η χρήση του ως άνω δυναμικού θα ήταν πιο ασφαλής και οικονομικά αποδοτική από εναλλακτικές λύσεις.

9.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα δικαιώματα των καταναλωτών και οι κανόνες λειτουργίας των συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης σύμφωνα με το παρόν άρθρο καθορίζονται και εφαρμόζονται με σαφήνεια από την αρμόδια αρχή.

10.   Ένα κράτος μέλος δεν υποχρεούται να εφαρμόσει τις παραγράφους 2 έως 9 του παρόντος άρθρου αν:

α)

το μερίδιο τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης που διαθέτει είναι λιγότερο ή ίσο του 2 % της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας θέρμανσης και ψύξης του την 24η Δεκεμβρίου 2018·

β)

το μερίδιο τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης που διαθέτει αυξάνεται πέραν του 2 % μέσω της ανάπτυξης νέων αποδοτικών συστημάτων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης βάσει των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων του για την ενέργεια και το κλίμα κατά το παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 ή κατά την αξιολόγηση του άρθρου 15 παράγραφος 7 της παρούσας οδηγίας ή

γ)

το μερίδιο των συστημάτων της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου αντιστοιχεί σε πάνω από το 90 % των συνολικών πωλήσεων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης σε ένα κράτος μέλος.

Άρθρο 25

Προώθηση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα των μεταφορών

1.   Για να προωθηθεί η χρήση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα των μεταφορών, κάθε κράτος μέλος ορίζει υποχρέωση των προμηθευτών καυσίμων να μεριμνούν ώστε το μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας στον τομέα των μεταφορών να είναι τουλάχιστον 14 % μέχρι το 2030 (ελάχιστο μερίδιο) σύμφωνα με ενδεικτική πορεία καθοριζόμενη από το κράτος μέλος και υπολογιζόμενη σύμφωνα με τη μεθοδολογία που ορίζεται στο παρόν άρθρο και στα άρθρα 26 και 27. Η Επιτροπή αξιολογεί αυτήν την υποχρέωση, με σκοπό να υποβάλει, έως το 2023, νομοθετική πρόταση για την αύξησή της, στην περίπτωση που υπάρξουν περαιτέρω σημαντικές μειώσεις κόστους στην παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, εφόσον απαιτείται για την τήρηση των διεθνών δεσμεύσεων της Ένωσης όσον αφορά την απαλλαγή από τις εκπομπές άνθρακα ή όταν αυτό δικαιολογείται από σημαντική μείωση στην κατανάλωση ενέργειας στην Ένωση.

Τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν ή να διακρίνουν μεταξύ των διαφορετικών προμηθευτών καυσίμων και φορέων ενέργειας κατά τον καθορισμό της υποχρέωσης των προμηθευτών καυσίμων, διασφαλίζοντας ότι λαμβάνονται υπόψη οι διαφορετικοί βαθμοί ωριμότητας και το κόστος των διαφορετικών τεχνολογιών.

Για τον υπολογισμό του ελάχιστου μεριδίου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη:

α)

λαμβάνουν υπόψη τα ανανεώσιμα υγρά και αέρια καύσιμα για μεταφορές μη βιολογικής προέλευσης και όταν χρησιμοποιούνται ως ενδιάμεσα προϊόντα για την παραγωγή συμβατικών καυσίμων και

β)

μπορεί να λαμβάνουν υπόψη τα καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα.

Εντός του ελάχιστου μεριδίου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η συνεισφορά των προηγμένων βιοκαυσίμων και του βιοαερίου που παράγονται από τις πρώτες ύλες που απαριθμούνται στο παράρτημα IX μέρος Α ως μερίδιο της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας στον τομέα των μεταφορών είναι τουλάχιστον ίση με 0,2 % το 2022, τουλάχιστον 1 % το 2025 και τουλάχιστον 3,5 % έως το 2030.

Τα κράτη μέλη δύνανται να εξαιρούν τους προμηθευτές καυσίμων οι οποίοι προμηθεύουν καύσιμα με τη μορφή ηλεκτρικής ενέργειας και ανανεώσιμων υγρών και αερίων καυσίμων κίνησης μη βιολογικής προέλευσης, από την υποχρέωση να συμμορφώνονται με το ελάχιστο μερίδιο των προηγμένων βιοκαυσίμων και του βιοαερίου που παράγεται από τις πρώτες ύλες που απαριθμούνται στο παράρτημα IX μέρος Α σε σχέση με τα εν λόγω καύσιμα.

Κατά τη θέσπιση της υποχρέωσης στο πλαίσιο του πρώτου και του τέταρτου εδαφίου ώστε να εξασφαλίζεται η επίτευξη του εκεί οριζόμενου μεριδίου, τα κράτη μέλη μπορούν, μεταξύ άλλων, να εγκρίνουν μέτρα που αφορούν ειδικά τον όγκο, το ενεργειακό περιεχόμενο ή τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου εφόσον αποδεικνύεται ότι έχουν επιτευχθεί τα ελάχιστα μερίδια που προβλέπονται στο πρώτο και το τέταρτο εδάφιο.

2.   Η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τη χρήση των ανανεώσιμων υγρών και αέριων καυσίμων κίνησης μη βιολογικής προέλευσης πλην των καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα είναι τουλάχιστον 70 % από την 1η Ιανουαρίου 2021.

Έως την 21η Ιανουαρίου 2021, η Επιτροπή εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 35 για τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με τη θέσπιση ενδεδειγμένων ελάχιστων ορίων για τη μείωση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου των καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα μέσω εκτίμησης του κύκλου ζωής, η οποία λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε καυσίμου.

Άρθρο 26

Ειδικοί κανόνες για τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας που παράγονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών

1.   Για τον υπολογισμό της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ενός κράτους μέλους που αναφέρεται στο άρθρο 7 και του ελάχιστου μεριδίου που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, η συνεισφορά των βιοκαυσίμων και των βιορευστών, καθώς και των καυσίμων βιομάζας που καταναλώνονται στις μεταφορές, εάν παράγονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών, δεν υπερβαίνει περισσότερο από μία ποσοστιαία μονάδα το μερίδιο των καυσίμων αυτών στην τελική κατανάλωση ενέργειας στους τομείς οδικών και σιδηροδρομικών μεταφορών το 2020 στο εν λόγω κράτος μέλος, με μέγιστο ποσοστό 7 % της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στον τομέα των οδικών και σιδηροδρομικών μεταφορών στο εν λόγω κράτος μέλος.

Όταν το εν λόγω μερίδιο είναι κάτω από 1 % σε ένα κράτος μέλος, μπορεί να αυξηθεί έως το πολύ 2 % της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης στον τομέα των οδικών και σιδηροδρομικών μεταφορών.

Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν χαμηλότερο όριο και να κάνουν διάκριση, για τους σκοπούς του άρθρου 29 παράγραφος 1, μεταξύ διαφορετικών ειδών βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας που παράγονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών, λαμβανομένων υπόψη των βέλτιστων διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων για τις επιπτώσεις από την έμμεση αλλαγή στη χρήση γης. Τα κράτη μέλη μπορούν για παράδειγμα να καθορίσουν χαμηλότερο όριο για το μερίδιο των προερχόμενων από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας που παράγονται από ελαιούχα φυτά.

Αν το μερίδιο των βιοκαυσίμων και των βιορευστών, καθώς και των καυσίμων βιομάζας που καταναλώνονται στις μεταφορές, παράγονται δε από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών σε κράτος μέλος, είναι περιορισμένο σε ποσοστό χαμηλότερο του 7 % ή κράτος μέλος αποφασίσει να περιορίσει το μερίδιο περαιτέρω, τότε το εν λόγω κράτος μπορεί να μειώσει το ελάχιστο μερίδιο του άρθρου 25 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο αντιστοίχως κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες το πολύ.

2.   Για τον υπολογισμό της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας ενός κράτους μέλους από τις ανανεώσιμες πηγές του άρθρου 7, και του ελαχίστου μεριδίου του πρώτου εδαφίου του άρθρου 25 παράγραφος 1, το μερίδιο βιοκαυσίμων υψηλού κινδύνου έμμεσης αλλαγής στη χρήση γης, βιορευστών ή καυσίμων βιομάζας που παράγονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών σχετικά με τις οποίες παρατηρείται σημαντική επέκταση της περιοχής παραγωγής σε εκτάσεις με μεγάλα αποθέματα άνθρακα, δεν υπερβαίνει το επίπεδο της κατανάλωσης αυτών των καυσίμων στο εν λόγω κράτος μέλος το 2019, εκτός εάν έχουν πιστοποιηθεί ως βιοκαύσιμα, βιορευστά ή καύσιμα βιομάζας χαμηλού κινδύνου έμμεσης αλλαγής στη χρήση γης, σύμφωνα με παρούσα παράγραφο.

Από την 31η Δεκεμβρίου 2023 και έως την 31η Δεκεμβρίου 2030 το αργότερο, το εν λόγω όριο μειώνεται σταδιακά ώσπου να φθάσει το 0 %.

Η Επιτροπή υποβάλλει, έως την 1η Φεβρουαρίου 2019, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση για την κατάσταση της επέκτασης της παγκόσμιας παραγωγής των σχετικών καλλιεργειών τροφίμων και ζωοτροφών.

Η Επιτροπή εκδίδει, έως την 1η Φεβρουαρίου 2019, κατ' εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 35 για τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με τον καθορισμό των κριτηρίων πιστοποίησης των βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας χαμηλού κινδύνου έμμεσης αλλαγής στη χρήση γης και για τον καθορισμό των πρώτων υλών υψηλού κινδύνου έμμεσης αλλαγής στη χρήση γης, σχετικά με τις οποίες παρατηρείται σημαντική επέκταση της περιοχής παραγωγής σε εκτάσεις με μεγάλα αποθέματα άνθρακα. Η έκθεση και η συνοδευτική κατ' εξουσιοδότηση πράξη βασίζονται στα βέλτιστα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα.

Η Επιτροπή επανεξετάζει, έως την 1η Σεπτεμβρίου 2023, τα κριτήρια που καθορίζονται στις κατ' εξουσιοδότηση πράξεις του τέταρτου εδαφίου με βάση τα βέλτιστα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα και εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 35 για την τροποποίηση, εφόσον απαιτείται, των κριτηρίων αυτών και την συμπερίληψη της πορείας με σκοπό τη σταδιακή μείωση της συνεισφοράς στους στόχους του άρθρου 3 παράγραφος 1 και του ελάχιστου μεριδίου του άρθρου 25 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο για τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας υψηλού κινδύνου έμμεσης αλλαγής στη χρήση γης, τα οποία παράγονται από πρώτες ύλες για τις οποίες παρατηρείται σημαντική επέκταση της παραγωγής σε εκτάσεις με μεγάλα αποθέματα άνθρακα.

Άρθρο 27

Κανόνες υπολογισμού σε σχέση με τα ελάχιστα μερίδια ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στις μεταφορές

1.   Για τον υπολογισμό των ελάχιστων μεριδίων του άρθρου 25 παράγραφος 1 πρώτο και τέταρτο εδάφιο, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις:

α)

για τον υπολογισμό του παρονομαστή, δηλαδή του ενεργειακού περιεχομένου των καυσίμων για οδικές και σιδηροδρομικές μεταφορές που παρέχονται προς κατανάλωση ή χρήση στην αγορά, λαμβάνονται υπόψη η βενζίνη, το πετρέλαιο ντίζελ, το φυσικό αέριο, τα βιοκαύσιμα, το βιοαέριο, τα ανανεώσιμα υγρά και αέρια καύσιμα για μεταφορές μη βιολογικής προέλευσης, τα ανακυκλωμένα ανθρακούχα καύσιμα και η ηλεκτρική ενέργεια που παρέχεται στον τομέα των οδικών και σιδηροδρομικών μεταφορών·

β)

για τον υπολογισμό του αριθμητή, δηλαδή της ποσότητας ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που καταναλώνεται στον τομέα των μεταφορών για τους σκοπούς του άρθρου 25 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, λαμβάνονται υπόψη το ενεργειακό περιεχόμενο όλων των μορφών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που παρέχονται σε όλους τους τομείς των μεταφορών, περιλαμβανομένης της ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας που παρέχεται στους τομείς των οδικών και σιδηροδρομικών μεταφορών. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να λάβουν υπόψη τα καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα.

Για τον υπολογισμό του αριθμητή, το μερίδιο των βιοκαυσίμων και των βιοαερίων τα οποία παράγονται από τις πρώτες ύλες που απαριθμούνται στο παράρτημα IX μέρος Β περιορίζεται, εκτός από την Κύπρο και τη Μάλτα, στο 1,7 % του ενεργειακού περιεχομένου των καυσίμων κίνησης που παρέχονται προς κατανάλωση ή χρήση στην αγορά. Τα κράτη μέλη μπορούν, εφόσον υπάρχει λόγος, να τροποποιούν το εν λόγω όριο λαμβάνοντας υπόψη τη διαθεσιμότητα των πρώτων υλών. Οποιαδήποτε παρόμοια τροποποίηση υπόκειται στην έγκριση της Επιτροπής.

γ)

για τον υπολογισμό τόσο του αριθμητή όσο και του παρονομαστή, χρησιμοποιούνται οι τιμές σχετικά με το ενεργειακό περιεχόμενο των καυσίμων κίνησης που παρατίθενται στο παράρτημα III. Για τον προσδιορισμό του ενεργειακού περιεχομένου των καυσίμων κίνησης που δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα III, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τα αντίστοιχα πρότυπα ESO για να προσδιορίσουν τη θερμογόνο δύναμη των καυσίμων. Όταν δεν έχουν εγκριθεί πρότυπα ESO για τον σκοπό αυτό, χρησιμοποιούνται τα σχετικά πρότυπα ISO. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 35 για την τροποποίηση της παρούσας οδηγίας όσον αφορά την προσαρμογή του ενεργειακού περιεχομένου των καυσίμων κίνησης, όπως ορίζονται στο παράρτημα III, σύμφωνα με την επιστημονική και τεχνική πρόοδο.

2.   Για να αποδειχθεί η τήρηση των ελαχίστων ποσοστών του άρθρου 25 παράγραφος 1:

α)

το ποσοστό βιοκαυσίμων και βιοαερίου για τις μεταφορές, που παράγεται από πρώτες ύλες του παραρτήματος ΙΧ, μπορεί να υπολογιστεί ότι είναι δύο φορές το ενεργειακό του περιεχόμενο·

β)

το ποσοστό ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας θεωρείται ότι είναι τέσσερεις φορές το ενεργειακό του περιεχόμενο όταν παρέχεται σε οδικά οχήματα και μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι 1,5 φορές το ενεργειακό του περιεχόμενο όταν παρέχεται στις σιδηροδρομικές μεταφορές·

γ)

με την εξαίρεση των καυσίμων που παράγονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών, το ποσοστό καυσίμων που παρέχεται στον αεροπορικό και ναυτιλιακό τομέα θεωρείται ότι είναι 1,2 φορές το ενεργειακό του περιεχόμενο.

3.   Για τον υπολογισμό του μεριδίου ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας στην ηλεκτρική ενέργεια που διατίθεται στα οδικά και σιδηροδρομικά οχήματα, για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψιν την διετία πριν το έτος διάθεσης του ηλεκτρισμού στο έδαφός τους.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, για τον προσδιορισμό του μεριδίου της ηλεκτρικής ενέργειας για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, στην περίπτωση ηλεκτρικής ενέργειας που λαμβάνεται από άμεση σύνδεση με εγκατάσταση που παράγει ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια και που παρέχεται σε οδικά οχήματα, η εν λόγω ηλεκτρική ενέργεια λογίζεται πλήρως ως ανανεώσιμη.

Για να εξασφαλισθεί ότι η αναμενόμενη αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας στον τομέα των μεταφορών πέρα από το ισχύον βασικό σενάριο αναφοράς καλύπτεται από επιπρόσθετες δυνατότητες ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η Επιτροπή αναπτύσσει πλαίσιο για την προσθετικότητα στο τομέα των μεταφορών και αναπτύσσει διαφορετικές επιλογές για τον προσδιορισμό του βασικού σεναρίου αναφοράς των κρατών μελών και για τη μέτρηση της προσθετικότητας.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, όταν χρησιμοποιείται ηλεκτρική ενέργεια για την παραγωγή ανανεώσιμων υγρών και αέριων καυσίμων κίνησης μη βιολογικής προέλευσης, είτε άμεσα ή για την παραγωγή ενδιάμεσων προϊόντων, για τον προσδιορισμό του μεριδίου της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές χρησιμοποιείται το μέσο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στη χώρα παραγωγής, όπως μετρήθηκε δύο έτη πριν από το υπό συζήτηση έτος.

Ωστόσο, η ηλεκτρική ενέργεια που λαμβάνεται μέσω άμεσης σύνδεσης με εγκατάσταση ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές μπορεί να προσμετράται πλήρως ως ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια για την παραγωγή των εν λόγω ανανεώσιμων υγρών και αέριων καυσίμων κίνησης μη βιολογικής προέλευσης εάν η εγκατάσταση:

α)

αρχίζει να λειτουργεί μετά ή ταυτόχρονα με την εγκατάσταση παραγωγής ανανεώσιμων υγρών και αέριων καυσίμων κίνησης μη βιολογικής προέλευσης και

β)

δεν είναι συνδεδεμένη με το δίκτυο ή είναι συνδεδεμένη με το δίκτυο αλλά μπορεί να αποδειχθεί ότι η αντίστοιχη ηλεκτρική ενέργεια έχει παρασχεθεί χωρίς εισαγωγή ενέργειας από το δίκτυο.

Η ηλεκτρική ενέργεια που έχει παρασχεθεί από το δίκτυο μπορεί να υπολογίζεται ως πλήρως ανανεώσιμη εάν παράγεται αποκλειστικά από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και έχουν αποδειχθεί οι ανανεώσιμες ιδιότητες όπως και λοιπά ενδεδειγμένα κριτήρια, διασφαλίζοντας ότι οι ανανεώσιμες ιδιότητες της εν λόγω ηλεκτρικής ενέργειας διεκδικούνται μόνο μία φορά και μόνο σε ένα τομέα τελικής χρήσης.

Έως την 31η Δεκεμβρίου 2021, η Επιτροπή εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 35 για τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με τη θέσπιση ενωσιακής μεθοδολογίας που ορίζει λεπτομερείς κανόνες συμμόρφωσης για τους οικονομικούς φορείς προς τις απαιτήσεις που ορίζονται στο πέμπτο και έκτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

Άρθρο 28

Άλλες διατάξεις για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές στον τομέα των μεταφορών

1.   Με σκοπό την ελαχιστοποίηση του κινδύνου πολλαπλής διεκδίκησης μεμονωμένων παρτίδων στην Ένωση, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενισχύουν τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών συστημάτων και μεταξύ των εθνικών συστημάτων και των εθελοντικών καθεστώτων και ελεγκτών που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 30, συμπεριλαμβανομένης, όπου απαιτείται, της ανταλλαγής δεδομένων. Όταν η αρμόδια αρχή κράτους μέλους υποπτεύεται ή διαπιστώνει απάτη ενημερώνει, κατά περίπτωση, τα υπόλοιπα κράτη μέλη.

2.   Η Επιτροπή μεριμνά ώστε να δημιουργηθεί ενωσιακή βάση δεδομένων που να επιτρέπει την ιχνηλάτηση των υγρών και αερίων καυσίμων κίνησης που είναι επιλέξιμα για συνυπολογισμό στον αριθμητή του άρθρου 27 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ). Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους σχετικούς οικονομικούς φορείς να εισαγάγουν στην εν λόγω βάση δεδομένων τις πληροφορίες για τις συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν και τα χαρακτηριστικά αειφορίας αυτών των καυσίμων, μεταξύ των οποίων οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κατά τον κύκλο ζωής τους, με αφετηρία το σημείο παραγωγής τους και μέχρι τον προμηθευτή καυσίμων ο οποίος διαθέτει το καύσιμο στην αγορά. Ένα κράτος μέλος μπορεί να δημιουργήσει εθνική βάση δεδομένων που συνδέεται με την ενωσιακή βάση δεδομένων διασφαλίζοντας ότι οι πληροφορίες που εισάγονται στην εν λόγω βάση διαβιβάζονται αμέσως από τη μία βάση στην άλλη.

Οι προμηθευτές καυσίμων καταχωρίζουν τις πληροφορίες που απαιτούνται για την επαλήθευση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του άρθρου 25 παράγραφος 1 πρώτο και τέταρτο εδάφιο στην οικεία βάση δεδομένων.

3.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2021, τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα για να εξασφαλίσουν τη διαθεσιμότητα καυσίμων από ανανεώσιμες πηγές για τις μεταφορές, συμπεριλαμβανομένων σημείων επαναφόρτισης μεγάλης ισχύος προσπελάσιμων στο κοινό και άλλων υποδομών ανεφοδιασμού, όπως προβλέπεται στα εθνικά πλαίσια πολιτικής τους σύμφωνα με την οδηγία 2014/94/ΕΕ.

4.   Τα κράτη μέλη έχουν πρόσβαση στην ενωσιακή βάση δεδομένων που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Λαμβάνουν μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι σε κάθε κράτος μέλος οι οικονομικοί φορείς εισάγουν τις σωστές πληροφορίες. Η Επιτροπή απαιτεί από τα καθεστώτα, τα οποία αποτελούν αντικείμενο απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 4 της παρούσας οδηγίας, να επαληθεύουν τη συμμόρφωση προς την απαίτηση αυτήν κατά τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς τα κριτήρια αειφορίας για τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας και δημοσιεύει ανά διετία, συγκεντρωτικές πληροφορίες από την ενωσιακή βάση δεδομένων σύμφωνα με το παράρτημα VIII του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.

5.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2021, η Επιτροπή εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 35 για τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με τον καθορισμό της μεθοδολογίας για τον προσδιορισμό του μεριδίου βιοκαυσίμων και βιοαερίων για μεταφορές που προκύπτουν από την επεξεργασία βιομάζας με ορυκτά καύσιμα σε κοινή διαδικασία, και τον καθορισμό της μεθοδολογίας εκτίμησης της μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από ανανεώσιμα υγρά και αέρια καύσιμα για μεταφορές μη βιολογικής προέλευσης και από καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα, ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν παρέχεται πίστωση για την αποφυγή CO2 για του οποίου τη δέσμευση έχει ήδη δοθεί πίστωση εκπομπών βάσει άλλων δικαιϊκών διατάξεων.

6.   Έως τις 25 Ιουνίου 2019 και εν συνεχεία κάθε δύο έτη, η Επιτροπή διενεργεί αξιολόγηση του καταλόγου των πρώτων υλών που παρατίθενται στο παράρτημα IX μέρη Α και Β για την προσθήκη πρώτων υλών, σύμφωνα με τις αρχές που προβλέπει το τρίτο εδάφιο.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 35 για την τροποποίηση του καταλόγου των πρώτων υλών που ορίζεται στο παράρτημα IX μέρη Α και Β, ως προς την προσθήκη πρώτων υλών αλλά όχι ως προς την αφαίρεσή τους. Οι πρώτες ύλες που μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία μόνο με προηγμένες τεχνολογίες προστίθενται στο παράρτημα IX μέρος Α, ενώ οι πρώτες ύλες που μπορούν να μεταποιηθούν με επεξεργασία σε βιοκαύσιμα ή σε βιοαέρια για μεταφορές με ώριμες τεχνολογίες προστίθενται στο παράρτημα IX μέρος B.

Αυτές οι κατ' εξουσιοδότηση πράξεις βασίζονται σε ανάλυση των δυνατοτήτων χρήσης των πρώτων υλών ως πρώτης ύλης για την παραγωγή βιοκαυσίμων και βιοαερίων για μεταφορές, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ακόλουθα:

α)

τις αρχές της κυκλικής οικονομίας και της ιεράρχησης των αποβλήτων που θεσπίζονται στην οδηγία 2008/98/ΕΚ·

β)

τα ενωσιακά κριτήρια αειφορίας του άρθρου 29 παράγραφοι 2 έως 7·

γ)

την ανάγκη να αποφευχθούν σημαντικές στρεβλωτικές επιπτώσεις στις αγορές για τα παραπροϊόντα, τα απόβλητα ή τα υπολείμματα·

δ)

τις δυνατότητες για την ουσιαστική μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σε σύγκριση με τα ορυκτά καύσιμα με βάση εκτίμηση του κύκλου ζωής των εκπομπών·

ε)

την ανάγκη αποφυγής αρνητικών επιπτώσεων για το περιβάλλον και τη βιοποικιλότητα·

στ)

την ανάγκη να αποφευχθεί η δημιουργία πρόσθετης ζήτησης για γη.

7.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025, στο πλαίσιο της διετούς αξιολόγησης της προόδου που πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999, η Επιτροπή αξιολογεί κατά πόσον η υποχρέωση για τα προηγμένα βιοκαύσιμα και το βιοαέριο που παράγονται από πρώτες ύλες του μέρους Α του παραρτήματος ΙΧ, κατά το άρθρο 25 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο, πράγματι τονώνει την καινοτομία και εξασφαλίζει τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου στον τομέα των μεταφορών. Η Επιτροπή αναλύει επίσης κατά πόσον η εφαρμογή του παρόντος άρθρου αποτρέπει αποτελεσματικά τον διπλό καταλογισμό της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

Η Επιτροπή υποβάλλει, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, πρόταση τροποποίησης της υποχρέωσης για τα προηγμένα βιοκαύσιμα και το βιοαέριο που παράγονται από πρώτες ύλες του μέρους Α του παραρτήματος ΙΧ, κατά το άρθρο 25 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο.

Άρθρο 29

Κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας

1.   Η ενέργεια από τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος εδαφίου μόνον εφόσον πληρούν τα κριτήρια αειφορίας και τα κριτήρια μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου των παραγράφων 2 έως 7 και 10:

α)

για τη συνεισφορά στον στόχο της Ένωσης του άρθρου 3 παράγραφος 1 και των μεριδίων της ανανεώσιμης ενέργειας των κρατών μελών·

β)

για την αξιολόγηση της τήρησης της υποχρέωσης χρήσης ανανεώσιμης ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης του άρθρου 25·

γ)

για τον προσδιορισμό της επιλεξιμότητας για χρηματοδοτική υποστήριξη για την κατανάλωση βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας.

Ωστόσο, για να λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ), τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας που παράγονται από απόβλητα και υπολείμματα, πλην των υπολειμμάτων υδατοκαλλιεργειών και αλιείας, των γεωργικών και των δασικών υπολειμμάτων, χρειάζεται να τηρούν μόνον τα κριτήρια μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που ορίζονται στην παράγραφο 10. Το παρόν εδάφιο εφαρμόζεται επίσης στα απόβλητα και τα υπολείμματα που μεταποιούνται πρώτα σε προϊόν πριν από την περαιτέρω μεταποίησή τους σε βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας.

Η ηλεκτρική ενέργεια, η θέρμανση και η ψύξη που παράγονται από αστικά στερεά απόβλητα δεν υπόκεινται στα κριτήρια μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που ορίζονται στην παράγραφο 10.

Τα καύσιμα βιομάζας πληρούν τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που προβλέπονται στις παραγράφους 2 έως 7 και 10 εάν χρησιμοποιούνται σε εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, θερμότητας και ψύξης ή καυσίμων με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ τουλάχιστον 20 MW στην περίπτωση των στερεών καυσίμων βιομάζας και με δυναμικότητα συνολικής ονομαστικής θερμικής ισχύος τουλάχιστον 2 MW στην περίπτωση των αέριων καυσίμων βιομάζας. Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σε εγκαταστάσεις με μικρότερη συνολική ονομαστική θερμική ισχύ.

Τα κριτήρια αειφορίας και τα κριτήρια μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου των παραγράφων 2 έως 7 και 10 εφαρμόζονται ανεξάρτητα από τη γεωγραφική προέλευση της βιομάζας.

2.   Τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας τα οποία παράγονται από απόβλητα και υπολείμματα όχι δασών αλλά γεωργικών εκτάσεων λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ), μόνο εάν οι φορείς εκμετάλλευσης ή οι εθνικές αρχές έχουν θεσπίσει σχέδια παρακολούθησης ή διαχείρισης προς αντιμετώπιση των επιπτώσεων στην ποιότητα του εδάφους και του εδαφικού άνθρακα. Πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο παρακολούθησης και διαχείρισης των επιπτώσεων υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3.

3.   Τα παραγόμενα από γεωργική βιομάζα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και καύσιμα βιομάζας που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) δεν παράγονται από πρώτες ύλες προερχόμενες από εδάφη με υψηλή αξία βιοποικιλότητας, δηλαδή από εδάφη που είχαν έναν από τους ακόλουθους χαρακτηρισμούς τον Ιανουάριο του 2008 ή μετέπειτα, ανεξαρτήτως εάν τα εδάφη αυτά εξακολουθούν να έχουν αυτόν τον χαρακτηρισμό:

α)

πρωτογενή δάση και άλλες δασώδεις εκτάσεις, ήτοι δάση και άλλες δασώδεις εκτάσεις γηγενών ειδών, εφόσον δεν υπάρχει σαφής ένδειξη ανθρώπινης δραστηριότητας και δεν έχουν διαταραχθεί σημαντικά οι οικολογικές διεργασίες·

β)

δάση και άλλες δασικές εκτάσεις μεγάλης βιοποικιλότητας, οι οποίες παρουσιάζουν μεγάλο πλούτο ειδών και καμία υποβάθμιση ή έχουν χαρακτηριστεί ως εκτάσεις μεγάλης βιοποικιλότητας από τη σχετική αρμόδια αρχή, εκτός εάν υποβάλλονται στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η παραγωγή των εν λόγω πρώτων υλών δεν θίγει τους ανωτέρω σκοπούς προστασίας της φύσης·

γ)

περιοχές:

i)

των οποίων η φύση έχει κηρυχθεί ως προστατευόμενη εκ του νόμου ή από τη σχετική αρμόδια αρχή ή

ii)

για την προστασία σπάνιων, απειλούμενων ή υπό εξαφάνιση οικοσυστημάτων ή ειδών, αναγνωρισμένες από διεθνείς συμφωνίες ή περιλαμβανόμενες σε καταλόγους που καταρτίζονται από διακυβερνητικές οργανώσεις ή τη Διεθνή Ένωση για τη Διατήρηση της Φύσης και των Φυσικών Πόρων, με την επιφύλαξη της αναγνώρισής τους σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 30 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο,

εκτός εάν υποβάλλονται στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η παραγωγή των εν λόγω πρώτων υλών δεν θίγει τους ανωτέρω σκοπούς προστασίας της φύσης·

δ)

λειμώνες μεγάλης βιοποικιλότητας με επιφάνεια μεγαλύτερη από ένα εκτάριο:

i)

φυσικοί λειμώνες μεγάλης βιοποικιλότητας, ήτοι λειμώνες οι οποίοι θα παραμείνουν λειμώνες ελλείψει ανθρώπινων δραστηριοτήτων και στους οποίους διατηρούνται η σύνθεση των φυσικών ειδών και τα οικολογικά χαρακτηριστικά και διεργασίες ή

ii)

μη φυσικοί λειμώνες μεγάλης βιοποικιλότητας, ήτοι λειμώνες οι οποίοι θα παύσουν να είναι λειμώνες ελλείψει ανθρώπινων δραστηριοτήτων και οι οποίοι παρουσιάζουν μεγάλο πλούτο ειδών και καμία υποβάθμιση και έχουν χαρακτηριστεί ως μεγάλης βιοποικιλότητας από τη σχετική αρμόδια αρχή, εκτός αν αποδεικνύεται ότι η συγκομιδή πρώτων υλών είναι απαραίτητη για τη διατήρηση του χαρακτηρισμού τους ως λειμώνων μεγάλης βιοποικιλότητας.

Η Επιτροπή δύναται να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για να εξειδικεύει περαιτέρω τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των λειμώνων που καλύπτονται από το στοιχείο δ) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 34 παράγραφος 3.

4.   Τα παραγόμενα από γεωργική βιομάζα βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) δεν παράγονται από πρώτες ύλες προερχόμενες από εκτάσεις μεγάλων αποθεμάτων άνθρακα, δηλαδή από εκτάσεις που είχαν τον Ιανουάριο του 2008 και δεν έχουν πλέον ένα από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α)

υγροβιότοποι, δηλαδή εκτάσεις καλυπτόμενες ή κορεσμένες από νερό είτε μόνιμα είτε για σημαντικό μέρος του έτους·

β)

συνεχώς δασωμένες περιοχές, δηλαδή εκτάσεις με επιφάνεια μεγαλύτερη από ένα εκτάριο, με δένδρα ύψους άνω των πέντε μέτρων και με συγκόμωση μεγαλύτερη του 30 %, ή με δένδρα που έχουν τη δυνατότητα να φθάσουν, επιτόπου, τα όρια αυτά·

γ)

εκτάσεις με επιφάνεια μεγαλύτερη από ένα εκτάριο, με δένδρα ύψους άνω των 5 μέτρων και με συγκόμωση μεταξύ 10 % και 30 %, ή με δένδρα που έχουν τη δυνατότητα να φθάσουν, επιτόπου, τα όρια αυτά, εκτός αν παρασχεθούν στοιχεία σύμφωνα με τα οποία τα αποθέματα άνθρακα στη συγκεκριμένη περιοχή πριν και μετά τη μετατροπή είναι τέτοια που, αν εφαρμοστεί η μεθοδολογία που καθορίζεται στο παράρτημα V μέρος Γ, πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 10 του παρόντος άρθρου.

Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται αν κατά τον χρόνο λήψης των πρώτων υλών η έκταση είχε τα ίδια χαρακτηριστικά με εκείνα που είχε τον Ιανουάριο του 2008.

5.   Τα παραγόμενα από γεωργική βιομάζα βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) δεν παράγονται από πρώτες ύλες που προέρχονται από εκτάσεις που είχαν χαρακτηριστεί τυρφώνες τον Ιανουάριο του 2008, εκτός εάν αποδειχτεί ότι η καλλιέργεια και η συγκομιδή της συγκεκριμένης πρώτης ύλης δεν συνεπάγεται την αποξήρανση προηγουμένως μη αποξηραμένου εδάφους.

6.   Τα παραγόμενα από δασική βιομάζα βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας, τα οποία λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ), πληρούν τα εξής κριτήρια ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος χρήσης δασικής βιομάζας παραγόμενης με μη αειφόρο τρόπο:

α)

η χώρα συγκομιδής της δασικής βιομάζας διαθέτει νομοθεσία σε εθνικό ή υποεθνικό επίπεδο που εφαρμόζεται στον τομέα της συγκομιδής, καθώς και συστήματα παρακολούθησης και επιβολής, ώστε να διασφαλίζεται:

i)

η νομιμότητα των δραστηριοτήτων συγκομιδής·

ii)

η αναγέννηση των δασών στις εκτάσεις συγκομιδής ·

iii)

ότι οι περιοχές που ορίζονται από τους διεθνείς ή εθνικούς νόμους ή από τη σχετική αρμόδια αρχή για λόγους προστασίας της φύσης, μεταξύ άλλων εντός των υγροβιότοπων και των τυρφώνων, προστατεύονται·

iv)

ότι η συγκομιδή εκτελείται με γνώμονα τη διατήρηση της ποιότητας του εδάφους και της βιοποικιλότητας με στόχο την ελαχιστοποίηση των αρνητικών επιπτώσεων και

v)

ότι η συγκομιδή διατηρεί ή βελτιώνει τη μακροπρόθεσμη παραγωγική ικανότητα του δάσους·

β)

όταν τα αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου δεν είναι διαθέσιμα, τα παραγόμενα από δασική βιομάζα βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) εφόσον υπάρχουν συστήματα διαχείρισης σε επίπεδο δασικής περιοχής εφοδιασμού ώστε να διασφαλίζεται:

i)

η νομιμότητα των δραστηριοτήτων συγκομιδής·

ii)

η αναγέννηση των δασών στις εκτάσεις συγκομιδής ·

iii)

ότι οι περιοχές που ορίζονται από τους διεθνείς ή τους εθνικούς νόμους ή από τη σχετική αρμόδια αρχή με σκοπό την προστασία της φύσης, μεταξύ άλλων εντός των υγροβιότοπων και των τυρφώνων, προστατεύονται εκτός εάν υποβάλλονται στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η συγκομιδή των εν λόγω πρώτων υλών δεν θίγει τους ανωτέρω σκοπούς προστασίας της φύσης·

iv)

ότι η συγκομιδή πραγματοποιείται με βάση τη διατήρηση της ποιότητας του εδάφους και της βιοποικιλότητας με στόχο την ελαχιστοποίηση των αρνητικών επιπτώσεων και

v)

ότι η συγκομιδή διατηρεί ή βελτιώνει τη μακροπρόθεσμη παραγωγική ικανότητα του δάσους.

7.   Τα παραγόμενα από δασική βιομάζα βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) συμμορφώνονται προς τις ακόλουθες απαιτήσεις ως προς τη χρήση της γης, την αλλαγή στη χρήση της γης και τις δασοκομικές δραστηριότητες ( land-use, land-use change and forestry - LULUCF):

α)

η χώρα ή ο οργανισμός περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης από την οποία προέρχεται η δασική βιομάζα:

i)

είναι συμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας του Παρισιού ·

ii)

έχει υποβάλει εθνικά καθορισμένη συνεισφορά στη σύμβαση-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (UNFCCC), η οποία καλύπτει τις εκπομπές και τις απορροφήσεις από τη γεωργία, τη δασοκομία και τη χρήση γης και διασφαλίζει ότι οι μεταβολές του αποθέματος άνθρακα που συνδέονται με τη συγκομιδή βιομάζας προσμετρούνται στη δέσμευση της χώρας για μείωση ή περιορισμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σύμφωνα με την εθνικά καθορισμένη συνεισφορά· ή

iii)

υπάρχει νομοθεσία σε εθνικό ή υποεθνικό επίπεδο, σύμφωνα με το άρθρο 5 της συμφωνίας του Παρισιού, που εφαρμόζεται στην περιοχή της συγκομιδής, για τη διατήρηση και την ενίσχυση των αποθεμάτων άνθρακα και των καταβοθρών διοξειδίου του άνθρακα, και παρέχει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι αναφερόμενες εκπομπές στον τομέα LULUCF δεν υπερβαίνουν τις απορροφήσεις·

β)

όταν τα αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρονται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου δεν είναι διαθέσιμα, τα παραγόμενα από δασική βιομάζα βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ), εφόσον εφαρμόζονται συστήματα διαχείρισης σε επίπεδο δασικής περιοχής εφοδιασμού ώστε να διασφαλίζεται η διατήρηση των επιπέδων των αποθεμάτων και των καταβοθρών άνθρακα στο δάσος ή η ενίσχυσή τους σε βάθος χρόνου.

8.   Έως τις 31 Ιανουαρίου 2021, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον ορισμό επιχειρησιακών κατευθύνσεων για τον τρόπο συγκέντρωσης των αποδεικτικών στοιχείων που καταδεικνύουν τη συμμόρφωση με τα κριτήρια των παραγράφων 6 και 7 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 34 παράγραφος 3.

9.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2026, η Επιτροπή αξιολογεί κατά πόσον τα κριτήρια που ορίζονται στις παραγράφους 6 και 7 ελαχιστοποιούν πράγματι τον κίνδυνο χρήσης δασικής βιομάζας που προέρχεται από μη αειφόρο παραγωγή και πληρούν τα κριτήρια LULUCF, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία.

Η Επιτροπή υποβάλλει, κατά περίπτωση, νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση των κριτηρίων που ορίζονται στις παραγράφους 6 και 7 για την περίοδο μετά το 2030.

10.   Η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που επιτυγχάνεται με τη χρήση βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας, τα οποία λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς της παραγράφου 1 είναι:

α)

τουλάχιστον 50 % για βιοκαύσιμα, βιοαέριο που καταναλώνεται στον τομέα των μεταφορών και βιορευστά παραγόμενα σε εγκαταστάσεις που τέθηκαν σε λειτουργία στις ή πριν από τις 5 Οκτωβρίου 2015·

β)

τουλάχιστον 60 % για βιοκαύσιμα, βιοαέριο που καταναλώνεται στον τομέα των μεταφορών και βιορευστά παραγόμενα σε εγκαταστάσεις που τέθηκαν σε λειτουργία από τις 6 Οκτωβρίου 2015 έως 31 Δεκεμβρίου 2020·

γ)

τουλάχιστον 65 % για βιοκαύσιμα, βιοαέριο που καταναλώνεται στον τομέα των μεταφορών και βιορευστά παραγόμενα σε εγκαταστάσεις που τίθενται σε λειτουργία από την 1η Ιανουαρίου 2021·

δ)

τουλάχιστον 70 % για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, θέρμανσης και ψύξης από καύσιμα βιομάζας που χρησιμοποιούνται σε εγκαταστάσεις που τίθενται σε λειτουργία από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως 31 Δεκεμβρίου 2025 και 80 % για εγκαταστάσεις που τίθενται σε λειτουργία από την 1η Ιανουαρίου 2026.

Μια εγκατάσταση θεωρείται ότι είναι σε λειτουργία μόλις αρχίσει η φυσική παραγωγή βιοκαυσίμων, βιοαερίου που καταναλώνεται στον τομέα των μεταφορών και βιορευστών και η φυσική παραγωγή θέρμανσης και ψύξης, και ηλεκτρικής ενέργειας από καύσιμα βιομάζας.

Η μείωση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που επιτυγχάνεται με τη χρήση βιοκαυσίμων, βιοαερίου που καταναλώνεται στον τομέα των μεταφορών, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας που χρησιμοποιούνται σε εγκαταστάσεις παραγωγής θέρμανσης, ψύξης και ηλεκτρικής ενέργειας υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 1.

11.   Η ηλεκτρική ενέργεια από καύσιμα βιομάζας λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) μόνον εάν πληροί μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

παράγεται σε εγκαταστάσεις με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ κάτω των 50 MW·

β)

για εγκαταστάσεις με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ από 50 έως 100 MW, παράγεται με την εφαρμογή τεχνολογίας συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης για εγκαταστάσεις αποκλειστικής ηλεκτροπαραγωγής που πληρούν τα επίπεδα καθαρής ηλεκτρικής απόδοσης που συνδέεται με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές (BAT-AEEL), όπως ορίζονται στην εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2017/1442 της Επιτροπής (26)·

γ)

για εγκαταστάσεις με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ άνω των 100 MW, παράγεται είτε με την εφαρμογή τεχνολογίας συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης, ή για εγκαταστάσεις αποκλειστικής ηλεκτροπαραγωγής που επιτυγχάνουν καθαρή ηλεκτρική απόδοση 36 %·

δ)

παράγεται με την εφαρμογή δέσμευσης και αποθήκευσης CO2 από βιομάζα.

Για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος άρθρου, οι εγκαταστάσεις αποκλειστικής ηλεκτροπαραγωγής λαμβάνονται υπόψη μόνον εάν δεν χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα ως κύριο καύσιμο και μόνο εάν δεν υπάρχουν οικονομικά αποδοτικές δυνατότητες για την εφαρμογή της τεχνολογίας συμπαραγωγής υψηλής απόδοσης, σύμφωνα με την αξιολόγηση που διενεργείται βάσει του άρθρου 14 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ.

Για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β) του παρόντος άρθρου, η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται μόνο σε εγκαταστάσεις που τίθενται σε λειτουργία ή μεταστρέφονται στη χρήση καυσίμων βιομάζας μετά τις 25 Δεκεμβρίου 2021. Για τους σκοπούς του στοιχείου γ) πρώτο εδάφιο παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου, η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της δημόσιας στήριξης που χορηγείται βάσει καθεστώτων στήριξης σύμφωνα με το άρθρο 4 που εγκρίνονται έως τις 25 Δεκεμβρίου 2021.

Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν αυστηρότερες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης από τις αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο σε εγκαταστάσεις με μικρότερη ονομαστική θερμική ισχύ.

Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στην ηλεκτρική ενέργεια από εγκαταστάσεις που αποτελούν αντικείμενο ειδικής κοινοποίησης στην Επιτροπή από κράτος μέλος βάσει δεόντως τεκμηριωμένης ύπαρξης κινδύνων για την ασφάλεια εφοδιασμού σε ηλεκτρική ενέργεια. Η Επιτροπή, αφού αξιολογήσει την κοινοποίηση, εκδίδει απόφαση λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που περιλαμβάνονται σε αυτή.

12.   Για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος άρθρου, και με την επιφύλαξη του άρθρου 25 και του άρθρου 26, τα κράτη μέλη δεν αρνούνται να λάβουν υπόψη, για λοιπούς λόγους αειφορίας, τα βιοκαύσιμα και τα βιορευστά που λαμβάνονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της δημόσιας στήριξης που χορηγείται βάσει καθεστώτων στήριξης που εγκρίνονται πριν από τις 25 Δεκεμβρίου 2018.

13.   Για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη δύνανται να παρεκκλίνουν, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, από τα κριτήρια των παραγράφων 2 έως 7 και 10 και 11 του παρόντος άρθρου, θεσπίζοντας διαφορετικά κριτήρια που ισχύουν για:

α)

τις εγκαταστάσεις που βρίσκονται σε εξόχως απόκεντρες περιοχές κατά το άρθρο 349 ΣΛΕΕ, εφόσον στις εν λόγω εγκαταστάσεις παράγεται ηλεκτρική ενέργεια ή θέρμανση ή ψύξη από καύσιμα βιομάζας και

β)

καύσιμα βιομάζας που χρησιμοποιούνται στις εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α) του παρόντος εδαφίου, ανεξαρτήτως του τόπου προέλευσης της εν λόγω βιομάζας, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά τα κριτήρια αιτιολογούνται αντικειμενικά για λόγους ότι ο στόχος τους είναι να εξασφαλίσουν, για τη συγκεκριμένη εξόχως απόκεντρη περιοχή, την ομαλή σταδιακή εφαρμογή των κριτηρίων που ορίζονται στις παραγράφους 2 έως 7 και 10 και 11 του παρόντος άρθρου και, με αυτόν τον τρόπο, να παρέχουν κίνητρα για τη μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα στα βιώσιμα καύσιμα βιομάζας.

Τα διάφορα κριτήρια που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο υπόκεινται σε ειδική κοινοποίηση από το οικείο κράτος μέλος προς την Επιτροπή.

14.   Για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ), τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν πρόσθετα κριτήρια αειφορίας για τα καύσιμα βιομάζας.

Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2026, η Επιτροπή προβαίνει σε αξιολόγηση των επιπτώσεων που ενδέχεται να έχουν τα εν λόγω πρόσθετα κριτήρια για την εσωτερική αγορά, συνοδευόμενη, εφόσον απαιτείται, από νομοθετική πρόταση ώστε να εξασφαλισθεί η εναρμόνιση.

Άρθρο 30

Επαλήθευση της τήρησης των κριτηρίων αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου

1.   Όταν βιοκαύσιμα, βιορευστά και καύσιμα βιομάζας ή άλλα καύσιμα δυνάμενα να συνυπολογισθούν στον αριθμητή του άρθρου 27 παράγραφος 1 στοιχείο β) πρόκειται να ληφθούν υπόψη για τους σκοπούς που αναφέρονται στα άρθρα 23 και 25 και στο άρθρο 29 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ), τα κράτη μέλη απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να αποδείξουν ότι πληρούνται τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου του άρθρου 29 παράγραφοι 2 έως 7 και 10. Για τους σκοπούς αυτούς, απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να χρησιμοποιούν ένα σύστημα ισοζυγίου μάζας το οποίο:

α)

επιτρέπει παρτίδες πρώτων υλών ή καυσίμων βιομάζας με διαφορετικά χαρακτηριστικά αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου να αναμειγνύονται για παράδειγμα σε περιέκτη, εγκατάσταση επεξεργασίας ή εφοδιαστικής, υποδομή μεταφοράς και διανομής ή χώρο εγκαταστάσεων·

β)

επιτρέπει παρτίδες πρώτων υλών με διαφορετικό ενεργειακό περιεχόμενο να αναμειγνύονται προς περαιτέρω επεξεργασία, εφόσον το μέγεθος των παρτίδων προσαρμόζεται στο ενεργειακό περιεχόμενό τους·

γ)

απαιτεί οι πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και τα μεγέθη των παρτίδων που αναφέρονται στο στοιχείο α) να αποδίδονται επίσης και στο μείγμα· και

δ)

προβλέπει ότι το σύνολο όλων των παρτίδων που αποσύρονται από το μείγμα περιγράφεται ως έχον τα ίδια χαρακτηριστικά αειφορίας, στις ίδιες ποσότητες, με το σύνολο όλων των παρτίδων που προστίθενται στο μείγμα και απαιτεί το ισοζύγιο αυτό να επιτευχθεί στη διάρκεια κατάλληλου χρονικού διαστήματος.

Το σύστημα ισοζυγίου μάζας εξασφαλίζει ότι κάθε παρτίδα υπολογίζεται μόνο μία φορά στο άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) για τον υπολογισμό της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και περιλαμβάνει πληροφορίες ως προς την παροχή ή όχι στήριξης στην παραγωγή της παρτίδας και, αν παρέχεται στήριξη, ως προς το είδος του καθεστώτος στήριξης.

2.   Όταν μια παρτίδα υποβάλλεται σε επεξεργασία, οι πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου της παρτίδας προσαρμόζονται και αποδίδονται στο παραγόμενο προϊόν σύμφωνα με τους ακόλουθους κανόνες:

α)

όταν από την επεξεργασία παρτίδας πρώτων υλών προκύπτει μόνο ένα προϊόν που προορίζεται για την παραγωγή βιοκαυσίμων, βιορευστών ή καυσίμων βιομάζας, ανανεώσιμων υγρών και αέριων καυσίμων κίνησης μη βιολογικής προέλευσης ή καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα, το μέγεθος της παρτίδας και οι σχετικές ποσότητες που αντιστοιχούν στα χαρακτηριστικά αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου προσαρμόζονται με την εφαρμογή συντελεστή προσαρμογής που αντιπροσωπεύει τον λόγο της μάζας του προϊόντος που προορίζεται για παρόμοια παραγωγή προς τη μάζα των πρώτων υλών που εισέρχονται στη διαδικασία·

β)

όταν από την επεξεργασία παρτίδας πρώτων υλών προκύπτουν περισσότερα του ενός προϊόντα που προορίζονται για την παραγωγή βιοκαυσίμων, βιορευστών ή καυσίμων βιομάζας, ανανεώσιμων υγρών και αέριων καυσίμων κίνησης μη βιολογικής προέλευσης ή καυσίμων ανακυκλωμένου άνθρακα για κάθε προϊόν εφαρμόζεται χωριστός συντελεστής προσαρμογής και χωριστό ισοζύγιο μάζας.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι οικονομικοί φορείς υποβάλλουν αξιόπιστες πληροφορίες όσον αφορά την τήρηση των κριτηρίων αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου του άρθρου 25 παράγραφος 2, και των κριτηρίων αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου του άρθρου 29 παράγραφοι 2 έως 7 και 10 και ότι οι οικονομικοί φορείς θέτουν στη διάθεση του οικείου κράτους μέλους, κατόπιν σχετικού αιτήματος, τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για τη διαμόρφωση των πληροφοριών. Τα κράτη μέλη υποχρεώνουν τους οικονομικούς φορείς να εξασφαλίζουν τον δέοντα ανεξάρτητο έλεγχο των πληροφοριών που υποβάλλουν, και να παρέχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν τη διενέργεια ελέγχου. Για τη συμμόρφωση με το άρθρο 29 παράγραφος 6 στοιχείο α) και το άρθρο 29 παράγραφος 7 στοιχείο α) μπορεί να διενεργείται επιθεώρηση πρώτου ή δεύτερου βαθμού μέχρι το πρώτο σημείο συγκέντρωσης της δασικής βιομάζας. Η επιθεώρηση επαληθεύει ότι τα συστήματα που χρησιμοποιούνται από τους οικονομικούς φορείς είναι ακριβή, αξιόπιστα και δεν επιδέχονται απάτη και περιλαμβάνει επίσης επαλήθευση που διασφαλίζει ότι τα υλικά δεν τροποποιούνται ούτε απορρίπτονται σκόπιμα, ούτως ώστε η παρτίδα ή μέρος αυτής να μετατραπεί ενδεχομένως σε απόβλητα ή υπολείμματα. Αξιολογούνται η συχνότητα και η μεθοδολογία των δειγματοληψιών και η ορθότητα των δεδομένων.

Οι υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο ισχύουν ανεξαρτήτως αν τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά ή τα καύσιμα βιομάζας, τα ανανεώσιμα υγρά και αέρια καύσιμα για μεταφορές μη βιολογικής προέλευσης και τα καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα παράγονται εντός της Ένωσης ή εισάγονται. Οι πληροφορίες για τη γεωγραφική προέλευση και τον τύπο πρώτης ύλης των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των καυσίμων βιομάζας ανά προμηθευτή καυσίμων τίθενται στη διάθεση των καταναλωτών στους δικτυακούς τόπους των διαχειριστών συστημάτων, των προμηθευτών ή των οικείων αρμόδιων αρχών και ενημερώνονται ετησίως.

Τα κράτη μέλη υποβάλουν συνολικά τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου στην Επιτροπή η οποία και τις δημοσιεύει συγκεντρωτικώς στην πλατφόρμα ηλεκτρονικής υποβολής εκθέσεων του άρθρου 28 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 τηρώντας το απόρρητο των εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών.

4.   Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει ότι εθελοντικά εθνικά ή διεθνή καθεστώτα που ορίζουν πρότυπα για την παραγωγή βιοκαυσίμων, βιορευστών ή καυσίμων βιομάζας ή άλλων καυσίμων που είναι επιλέξιμα για συνυπολογισμό στον αριθμητή του άρθρου 27 παράγραφος 1 στοιχείο β) παρέχουν ακριβή δεδομένα για τις μειώσεις εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για τους σκοπούς του άρθρου 25 παράγραφος 2 και του άρθρου 29 παράγραφος 10, αποδεικνύουν ότι οι ρυθμίσεις του άρθρου 27 παράγραφος 3 και του άρθρου 28 παράγραφοι 2 και 4 έχουν τηρηθεί ή αποδεικνύουν ότι οι παρτίδες βιοκαυσίμων, βιορευστών ή καυσίμων βιομάζας τηρούν τα κριτήρια αειφορίας του άρθρου 29 παράγραφοι 2 έως 7. Για να αποδείξουν ότι πληρούνται τα κριτήρια του άρθρου 29 παράγραφοι 6 και 7 για τη δασική βιομάζα, οι φορείς εκμετάλλευσης μπορούν να παράσχουν απευθείας τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία σε επίπεδο περιοχής εφοδιασμού. Η Επιτροπή μπορεί να αναγνωρίζει ζώνες για την προστασία σπάνιων, απειλούμενων ή υπό εξαφάνιση οικοσυστημάτων ή ειδών, αναγνωρισμένες από διεθνείς συμφωνίες ή περιλαμβανόμενες σε καταλόγους που καταρτίζονται από διακυβερνητικές οργανώσεις ή τη Διεθνή Ένωση για τη Διατήρηση της Φύσης και των Φυσικών Πόρων για τους σκοπούς του άρθρου 29 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημείο ii).

Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει ότι τα εν λόγω καθεστώτα περιέχουν ακριβείς πληροφορίες για τα μέτρα που λαμβάνονται για την προστασία του εδάφους, του νερού και του αέρα, την αποκατάσταση των υποβαθμισμένων εδαφών, την αποφυγή της υπερκατανάλωσης νερού σε περιοχές που υποφέρουν από λειψυδρία, καθώς και για την πιστοποίηση των βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας με χαμηλό κίνδυνο έμμεσης αλλαγής στη χρήση γης.

5.   Η Επιτροπή εκδίδει αποφάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 34 παράγραφος 1. Η διάρκεια ισχύος των αποφάσεων αυτών δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη.

Η Επιτροπή απαιτεί από κάθε εθελοντικό καθεστώς για το οποίο έχει εκδοθεί απόφαση δυνάμει της παραγράφου 4, να της υποβάλλει ετησίως έως τις 30 Απριλίου έκθεση που να καλύπτει όλα τα στοιχεία που προσδιορίζονται στο παράρτημα ΙΧ του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999. Η έκθεση καλύπτει το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Η απαίτηση υποβολής έκθεσης ισχύει μόνο για τα εθελοντικά καθεστώτα τα οποία ήδη λειτουργούν επί τουλάχιστον 12μηνο.

Η Επιτροπή καθιστά διαθέσιμες τις εκθέσεις που καταρτίζονται από τα εθελοντικά καθεστώτα, σε συγκεντρωτική μορφή ή πλήρως, ανάλογα με την περίπτωση, στην πλατφόρμα ηλεκτρονικής υποβολής εκθέσεων του άρθρου 28 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.

6.   Τα κράτη μέλη μπορούν να δημιουργήσουν εθνικά καθεστώτα στα οποία η συμμόρφωση με τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφοι 2 έως 7 και 10 και με τα ελάχιστα όρια μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για ανανεώσιμα υγρά και αέρια καύσιμα για μεταφορές μη βιολογικής προέλευσης και καύσιμα ανακυκλωμένου άνθρακα τα οποία ορίζονται και εγκρίνονται κατά το άρθρο 25 παράγραφος 2 και σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 5, επαληθεύεται σε ολόκληρη την αλυσίδα επιτήρησης με συμμετοχή των αρμόδιων εθνικών αρχών.

Ένα κράτος μέλος μπορεί να κοινοποιήσει το εθνικό καθεστώς του στην Επιτροπή. Η Επιτροπή αξιολογεί κατά προτεραιότητα το καθεστώς αυτό ώστε να διευκολυνθεί η αμοιβαία διμερής και πολυμερής αναγνώριση των καθεστώτων για την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των καυσίμων βιομάζας και με τα κριτήρια μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για άλλα καύσιμα επιλέξιμα να προσμετρηθούν στον αριθμητή του άρθρου 27 παράγραφος 1 στοιχείο β). Η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, εάν το υποβληθέν εθνικό καθεστώς συμμορφώνεται προς την παρούσα οδηγία. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 34 παράγραφος 3.

Αν η απόφαση είναι θετική, τα θεσπιζόμενα κατά το παρόν άρθρο συστήματα δεν αρνούνται την αμοιβαία αναγνώριση του συστήματος του κράτους μέλους αυτού όσον αφορά την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου όπως ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφοι 2 έως 7 και 10 και με τα ελάχιστα όρια μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου τα οποία ορίζονται και εγκρίνονται κατά το άρθρο 25 παράγραφος 2.

7.   Η Επιτροπή εκδίδει αποφάσεις κατά την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου μόνον εάν το υπό συζήτηση καθεστώς πληροί κατάλληλα πρότυπα αξιοπιστίας, διαφάνειας και ανεξάρτητου ελέγχου και παρέχει επαρκείς εγγυήσεις ότι τα υλικά δεν έχουν σκοπίμως τροποποιηθεί ή απορριφθεί ώστε η παρτίδα ή μέρος αυτής να εμπίπτει στο παράρτημα IX. Στην περίπτωση των καθεστώτων μέτρησης της μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, τα καθεστώτα αυτά πρέπει επίσης να πληρούν τις μεθοδολογικές απαιτήσεις του παραρτήματος V ή VI. Οι κατάλογοι των ζωνών με υψηλή αξία από άποψη βιοποικιλότητας όπως αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημείο ii), πληρούν κατάλληλα πρότυπα αντικειμενικότητας και συνέπειας με διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα και να προβλέπουν τις δέουσες διαδικασίες προσφυγής.

Τα εθελοντικά καθεστώτα της παραγράφου 4 δημοσιεύουν τακτικά και τουλάχιστον ετησίως κατάλογο των οργανισμών πιστοποίησης που χρησιμοποιούνται για τη διενέργεια ανεξάρτητου ελέγχου με μνεία του φορέα ή της εθνικής δημόσιας αρχής που ενέκρινε τον κάθε οργανισμό πιστοποίησης και του φορέα ή της εθνικής δημόσιας αρχής που ευθύνεται για την παρακολούθησή του.

8.   Για να διασφαλιστεί ότι η συμμόρφωση με τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου καθώς και με τις διατάξεις για τα βιοκαύσιμα χαμηλού ή υψηλού κινδύνου άμεσης ή έμμεσης αλλαγής στη χρήση γης, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας, επαληθεύεται με αποτελεσματικό και εναρμονισμένο τρόπο και ειδικότερα για την αποτροπή περιπτώσεων απάτης, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον προσδιορισμό των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής, συμπεριλαμβανομένων κατάλληλων λεπτομερών προδιαγραφών αξιοπιστίας, διαφάνειας και διενέργειας ανεξάρτητου ελέγχου και απαιτεί την εφαρμογή αυτών των προδιαγραφών από όλα τα εθελοντικά καθεστώτα. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 34 παράγραφος 3.

Στις εν λόγω εκτελεστικές πράξεις, η Επιτροπή δίνει ιδιαίτερη προσοχή στην ανάγκη ελαχιστοποίησης του διοικητικού φόρτου. Οι εκτελεστικές πράξεις αυτές ορίζουν προθεσμία για την εφαρμογή των προδιαγραφών από τα εθελοντικά καθεστώτα. Η Επιτροπή μπορεί να καταργεί αποφάσεις για την αναγνώριση εθελοντικών καθεστώτων δυνάμει της παραγράφου 4 αν τα εν λόγω καθεστώτα δεν εφαρμόζουν αυτές τις προδιαγραφές εμπροθέσμως. Αν ένα κράτος μέλος αμφιβάλλει ότι ένα εθελοντικό καθεστώς λειτουργεί σύμφωνα με τα πρότυπα αξιοπιστίας, διαφάνειας και ανεξάρτητου ελέγχου που αποτελούν τη βάση για τις κατά την παράγραφο 4 αποφάσεις, η Επιτροπή διερευνά το ζήτημα και λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα.

9.   Όταν ένας οικονομικός φορέας υποβάλλει αποδείξεις ή δεδομένα που έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο καθεστώτος για το οποίο έχει ληφθεί απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 4 ή 6 του παρόντος άρθρου, στον βαθμό που καλύπτονται από την εν λόγω απόφαση, το κράτος μέλος δεν απαιτεί από τον προμηθευτή να υποβάλει περαιτέρω αποδείξεις της τήρησης των κριτηρίων αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου του άρθρου 29 παράγραφοι 2 έως 7 και 10.

Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών εποπτεύουν τη λειτουργία των οργανισμών πιστοποίησης που διενεργούν ανεξάρτητο έλεγχο στο πλαίσιο εθελοντικού καθεστώτος. Κατόπιν αιτήματος των αρμοδίων αρχών, οι οργανισμοί πιστοποίησης υποβάλλουν όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την εποπτεία της λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένης της ακριβούς ημερομηνίας, χρόνου και τόπου διεξαγωγής των ελέγχων. Αν τα κράτη μέλη διαπιστώσουν κρούσματα μη συμμόρφωσης, ενημερώνουν αμέσως το εθελοντικό καθεστώς.

10.   Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, μεταξύ άλλων βάσει αιτήματος οικονομικού φορέα, η Επιτροπή εξετάζει, με βάση όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, κατά πόσον έχουν τηρηθεί τα κριτήρια αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου του άρθρου 29 παράγραφοι 2 έως 7 και 10 σε σχέση με πηγή βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας και τα ελάχιστα όρια μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου τα οποία ορίζονται και εγκρίνονται κατά το άρθρο 25 παράγραφος 2.

Εντός έξι μηνών από την παραλαβή αυτού του αιτήματος, και σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει άρθρο 34 παράγραφος 3, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, αποφασίζει αν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί είτε:

α)

να λάβει υπόψη τα βιοκαύσιμα, βιορευστά ή καύσιμα βιομάζας και άλλα καύσιμα επιλέξιμα να προσμετρηθούν στον αριθμητή του άρθρου 27 παράγραφος 1 στοιχείο β) που προέρχονται από τη συγκεκριμένη πηγή για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) ή

β)

να απαιτεί, κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου, από τον προμηθευτή της πηγής βιοκαυσίμων, βιορευστών ή καυσίμων βιομάζας και άλλων καυσίμων επιλέξιμων να προσμετρηθούν στον αριθμητή του άρθρου 27 παράγραφος 1 στοιχείο β) να προσκομίσει περαιτέρω αποδείξεις συμμόρφωσης με τα εν λόγω κριτήρια αειφορίας και τα εν λόγω ελάχιστα όρια μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Άρθρο 31

Υπολογισμός του αντικτύπου των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των καυσίμων βιομάζας στα αέρια θερμοκηπίου

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 29 παράγραφος 10, η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τη χρήση βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας υπολογίζεται με έναν από τους ακόλουθους τρόπους:

α)

όταν η προκαθορισμένη τιμή για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για την οδό παραγωγής προβλέπεται στο παράρτημα V μέρος Α ή Β για τα βιοκαύσιμα και τα βιορευστά και στο παράρτημα VI μέρος A για τα καύσιμα βιομάζας όταν η τιμή el έχει υπολογισθεί για τα εν λόγω βιοκαύσιμα ή βιορευστά σύμφωνα με το παράρτημα V μέρος Γ σημείο 7 και για τα εν λόγω καύσιμα βιομάζας σύμφωνα με το παράρτημα VI μέρος Β σημείο 7 ισούται ή είναι μικρότερη του μηδενός, χρησιμοποιώντας αυτή την προκαθορισμένη τιμή·

β)

χρησιμοποιώντας μια πραγματική τιμή υπολογιζόμενη σύμφωνα με τη μεθοδολογία που καθορίζεται στο παράρτημα V μέρος Γ για τα βιοκαύσιμα και τα βιορευστά και στο παράρτημα VI μέρος Β για τα καύσιμα βιομάζας·

γ)

χρησιμοποιώντας μια τιμή υπολογιζόμενη ως το άθροισμα των παραγόντων των τύπων που αναφέρονται στο παράρτημα V μέρος Γ σημείο 1, όταν μπορούν να χρησιμοποιούνται αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές του παραρτήματος V μέρος Δ ή Ε για ορισμένους παράγοντες, και πραγματικές τιμές που υπολογίζονται με τη μεθοδολογία του παραρτήματος V μέρος Γ, για όλους τους άλλους παράγοντες·

δ)

χρησιμοποιώντας μια τιμή υπολογιζόμενη ως το άθροισμα των παραγόντων των τύπων που αναφέρονται στο παράρτημα VI μέρος Β σημείο 1, όταν μπορούν να χρησιμοποιούνται αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές του παραρτήματος VI μέρος Γ για ορισμένους παράγοντες, και πραγματικές τιμές που υπολογίζονται με τη μεθοδολογία του παραρτήματος VI μέρος Γ, για όλους τους άλλους παράγοντες.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να υποβάλλουν στην Επιτροπή εκθέσεις οι οποίες περιλαμβάνουν πληροφορίες για τις τυπικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από την καλλιέργεια γεωργικών πρώτων υλών των ζωνών της επικράτειάς τους που ταξινομούνται στο επίπεδο 2 της στατιστικής ονοματολογίας των εδαφικών μονάδων («NUTS») ή σε αναλυτικότερο επίπεδο NUTS σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (27). Οι εν λόγω εκθέσεις συνοδεύονται από περιγραφή της μεθόδου και των πηγών δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό του επιπέδου των εκπομπών. Η μέθοδος λαμβάνει υπόψη τα χαρακτηριστικά του εδάφους, το κλίμα και την αναμενόμενη απόδοση πρώτων υλών.

3.   Στην περίπτωση εδαφών εκτός της Ένωσης, εκθέσεις ισοδύναμες προς τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 οι οποίες καταρτίζονται από τους αρμόδιους φορείς μπορούν να υποβάλλονται στην Επιτροπή.

4.   Η Επιτροπή δύναται, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να αποφασίζει ότι οι εκθέσεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνουν ακριβή δεδομένα για τις μετρήσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που σχετίζονται με την καλλιέργεια πρώτων υλών για γεωργική βιομάζα οι οποίες παράγονται στις περιοχές που περιλαμβάνονται στις εν λόγω εκθέσεις για τους σκοπούς του άρθρου 29 παράγραφος 10. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 34 παράγραφος 3.

Τα δεδομένα αυτά, μετά από παρόμοιες αποφάσεις, μπορούν να χρησιμοποιούνται αντί των αναλυτικών προκαθορισμένων τιμών για καλλιέργεια που παρατίθενται στο παράρτημα V μέρος Δ ή Ε για τα βιοκαύσιμα και τα βιορευστά και στο παράρτημα VI μέρος Γ για τα καύσιμα βιομάζας.

5.   Η Επιτροπή επανεξετάζει διαρκώς τα παραρτήματα V και VI, αποβλέποντας, όπου αιτιολογείται, στην προσθήκη ή την αναθεώρηση τιμών για οδούς παραγωγής βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας. Κατά την επανεξέταση συνεκτιμάται επίσης η ανάγκη τροποποίησης της μεθοδολογίας στο παράρτημα V μέρος Γ και στο παράρτημα VI μέρος Β.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 35, για την τροποποίηση, εφόσον απαιτείται, των παραρτημάτων V και VI, προσθέτοντας ή αναθεωρώντας τις προκαθορισμένες τιμές ή τροποποιώντας τη μεθοδολογία.

Σε περίπτωση τροποποίησης ή προσθήκης στον κατάλογο των προκαθορισμένων τιμών στα παραρτήματα V και VI:

α)

όταν η συμβολή ενός παράγοντα στις συνολικές εκπομπές είναι μικρή, όταν υπάρχει περιορισμένη διακύμανση ή όταν το κόστος ή η δυσκολία καθορισμού των πραγματικών τιμών είναι μεγάλα, προκαθορισμένες τιμές είναι οι τυπικές των κανονικών διαδικασιών παραγωγής·

β)

σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, οι προκαθορισμένες τιμές είναι συντηρητικές σε σύγκριση με τις κανονικές διαδικασίες παραγωγής.

6.   Όπου απαιτείται, για την ενιαία εφαρμογή του παραρτήματος V μέρος Γ και του παραρτήματος VI μέρος Β, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις στις οποίες διευκρινίζονται λεπτομερώς οι τεχνικές προδιαγραφές, συμπεριλαμβανομένων των ορισμών, των συντελεστών μετατροπής, του υπολογισμού των ετήσιων εκπομπών από καλλιέργειες ή/και της μείωσης των εκπομπών που επιτυγχάνεται με τις μεταβολές στο απόθεμα άνθρακα της υπέργειας και υπόγειας βλάστησης σε ήδη καλλιεργούμενη γη, του υπολογισμού της μείωσης των εκπομπών από τη δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα, την αντικατάσταση διοξειδίου του άνθρακα και την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 34 παράγραφος 3.

Άρθρο 32

Εκτελεστικές πράξεις

Οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 29 παράγραφος 8, στο άρθρο 30 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο, στο άρθρο 30 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 30 παράγραφος 8 πρώτο εδάφιο, στο άρθρο 31 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο και στο άρθρο 31 παράγραφος 6 της παρούσας οδηγίας, λαμβάνουν πλήρως υπόψη τις διατάξεις περί μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σύμφωνα με το άρθρο 7α της οδηγίας 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (28).

Άρθρο 33

Παρακολούθηση από την Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί την προέλευση των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των καυσίμων βιομάζας που καταναλώνονται στην Ένωση, καθώς και τον αντίκτυπο που έχει η παραγωγή τους, συμπεριλαμβανομένου του αντικτύπου της μετατόπισης, στις χρήσεις γης στην Ένωση και στις κύριες προμηθεύτριες τρίτες χώρες. Η παρακολούθηση αυτή βασίζεται στα ολοκληρωμένα εθνικά σχέδια για το κλίμα και την ενέργεια και στις αντίστοιχες εκθέσεις προόδου των κρατών μελών δυνάμει των άρθρων 3, 17 και 20 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, και στις εκθέσεις των σχετικών τρίτων χωρών, διακυβερνητικών οργανισμών, σε επιστημονικές μελέτες και σε άλλες κατάλληλες πηγές πληροφοριών. Η Επιτροπή παρακολουθεί επίσης τις αλλαγές στις τιμές βασικών αγαθών που συνδέονται με τη χρήση βιομάζας για ενεργειακούς σκοπούς και τις συνακόλουθες θετικές και αρνητικές επιπτώσεις στην επισιτιστική ασφάλεια.

2.   Η Επιτροπή διατηρεί διάλογο και ανταλλάσσει πληροφορίες με τρίτες χώρες και με παραγωγούς βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας, οργανώσεις καταναλωτών και την κοινωνία των πολιτών για τη γενική εφαρμογή των μέτρων της παρούσας οδηγίας που αφορούν τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή αποδίδει ιδιαίτερη προσοχή στις επιπτώσεις που ενδέχεται να έχει η παραγωγή βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας στην τιμή των τροφίμων.

3.   Το 2026 η Επιτροπή υποβάλλει, κατά περίπτωση, νομοθετική πρόταση σχετικά με το κανονιστικό πλαίσιο για την προώθηση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για τη μετά το 2030 περίοδο.

Για τον σκοπό αυτό, στην εν λόγω πρόταση λαμβάνονται υπόψη η πείρα από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των οικείων κριτηρίων αειφορίας και μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, και οι τεχνολογικές εξελίξεις στον τομέα της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

4.   Το 2032 η Επιτροπή δημοσιοποιεί έκθεση για την αξιολόγηση της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 34

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή Ενεργειακής Ένωσης που θεσπίζεται στο άρθρο 44 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.

2.   Παρά την παράγραφο 1, για θέματα που άπτονται της αειφορίας των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των καυσίμων βιομάζας, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για τη βιωσιμότητα των βιοκαυσίμων, των βιορευστών και των καυσίμων βιομάζας. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Στις περιπτώσεις παραπομπής στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Στις περιπτώσεις που η επιτροπή δεν εκφέρει γνώμη, η Επιτροπή δεν εκδίδει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης και εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 35

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 8 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 25 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 26 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο, στο άρθρο 26 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο, στο άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχείο γ), στο άρθρο 27 παράγραφος 3 έβδομο εδάφιο, στο άρθρο 28 παράγραφος 5, στο άρθρο 28 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο και στο άρθρο 31 παράγραφος 5 πέμπτο εδάφιο, εξουσία έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 24 Δεκεμβρίου 2018. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσία έκδοσης των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 πέμπτο εδάφιο ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο δύο ετών από τις 24 Δεκεμβρίου 2018.

4.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 πέμπτο εδάφιο, στο άρθρο 8 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 25 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 26 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο, στο άρθρο 26 παράγραφος 2 πέμπτο εδάφιο, στο άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχείο γ), στο άρθρο 27 παράγραφος 3 έβδομο εδάφιο, στο άρθρο 28 παράγραφος 5, στο άρθρο 28 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο και στο άρθρο 31 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

5.   Πριν από την έκδοση μιας κατ' εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

6.   Μόλις εκδώσει μια κατ' εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

7.   Η κατ' εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 3, του άρθρου 8 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, του άρθρου 25 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, του άρθρου 26 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο, του άρθρου 26 παράγραφος 2 πέμπτο εδάφιο, του άρθρου 27 παράγραφος 1 στοιχείο γ), του άρθρου 27 παράγραφος 3 έβδομο εδάφιο, του άρθρου 28 παράγραφος 5, του άρθρου 28 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο και του άρθρου 31 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο, τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 36

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με τα άρθρα 2 έως 13, 15 έως 31 και 37 και τα παραρτήματα ΙΙ, ΙΙΙ και V έως ΙΧ το αργότερο την 30ή Ιουνίου 2021. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι παραπομπές προς την οδηγία που καταργείται από την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της παραπομπής και η διατύπωση αυτής της δήλωσης καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

3.   Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εφαρμογή των παρεκκλίσεων σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

Άρθρο 37

Κατάργηση

Η οδηγία 2009/28/EΚ, όπως τροποποιήθηκε με τις οδηγίες που εμφαίνονται στο παράρτημα X μέρος A, καταργείται από την 1η Ιουλίου 2021, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα X μέρος B και με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών το 2020 όπως καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 και το μέρος Α του παραρτήματος Ι της οδηγίας 2009/28/ΕΚ.

Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος XI.

Άρθρο 38

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 39

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 11 Δεκεμβρίου 2018.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

H Πρόεδρος

J. BOGNER-STRAUSS


(1)  ΕΕ C 246 της 28.7.2017, σ. 55.

(2)  ΕΕ C 342 της 12.10.2017, σ. 79.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Νοεμβρίου 2018 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 4ης Δεκεμβρίου 2018.

(4)  Οδηγία 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και την τροποποίηση και τη συνακόλουθη κατάργηση των οδηγιών 2001/77/ΕΚ και 2003/30/ΕΚ (ΕΕ L 140 της 5.6.2009, σ. 16).

(5)  Βλέπε παράρτημα X μέρος Α.

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 663/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 94/22/ΕΚ, 98/70/ΕΚ, 2009/31/ΕΚ, 2009/73/ΕΚ, 2010/31/ΕΕ, 2012/27/ΕΕ και 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2009/119/ΕΚ και (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1099/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για τις στατιστικές ενέργειας (ΕΕ L 304 της 14.11.2008, σ. 1).

(8)  Οδηγία 2001/77/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 2001, για την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ L 283 της 27.10.2001, σ. 33).

(9)  Οδηγία 2003/30/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Μαΐου 2003, σχετικά με την προώθηση της χρήσης βιοκαυσίμων ή άλλων ανανεώσιμων καυσίμων για τις μεταφορές (ΕΕ L 123 της 17.5.2003, σ. 42).

(10)  Οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (ΕΕ L 312 της 22.11.2008, σ. 3).

(11)  ΕΕ L 198 της 20.7.2006, σ. 18.

(12)  Οδηγία 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2012 για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 1).

(13)  Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων (ΕΕ L 255 της 30.9.2005, σ. 22).

(14)  Οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Μαΐου 2010 για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (ΕΕ L 153 της 18.6.2010, σ. 13).

(15)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/1513 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Σεπτεμβρίου 2015, για την τροποποίηση της οδηγίας 98/70/ΕΚ σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων βενζίνης και ντίζελ και για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/28/ΕΚ σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (ΕΕ L 239 της 15.9.2015, σ. 1).

(16)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, σχετικά με μηχανισμό παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και άλλων πληροφοριών σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο που αφορούν την αλλαγή του κλίματος και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 280/2004/ΕΚ (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 13).

(17)  Οδηγία 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες και για την κατάργηση της οδηγίας 90/313/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 41 της 14.2.2003, σ. 26).

(18)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(19)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(20)  ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.

(21)  Οδηγία 2013/18/ΕΕ του Συμβουλίου, της 13ης Μαΐου 2013, για την προσαρμογή της οδηγίας 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, λόγω της προσχώρησης της Δημοκρατίας της Κροατίας (ΕΕ L 158 της 10.6.2013, σ. 230).

(22)  Οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 55).

(23)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1).

(24)  Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).

(25)  Οδηγία 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και την κατάργηση της οδηγίας 2003/55/ΕΚ (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 94).

(26)  Εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2017/1442 της Επιτροπής, της 31ης Ιουλίου 2017, για τον καθορισμό των συμπερασμάτων για τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές (ΒΔΤ) βάσει της οδηγίας 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά μεγάλες μονάδες καύσης (ΕΕ L 212 της 17.8.2017, σ. 1).

(27)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, για τη θέσπιση μιας κοινής ονοματολογίας των εδαφικών στατιστικών μονάδων (NUTS) (ΕΕ L 154 της 21.6.2003, σ. 1).

(28)  Οδηγία 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 1998, σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων βενζίνης και ντίζελ και την τροποποίηση της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 350 της 28.12.1998, σ. 58).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΕΘΝΙΚΟΙ ΣΥΝΟΛΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΡΙΔΙΟ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΑΠΟ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ ΣΤΗΝ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΤΕΛΙΚΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΤΟ 2020 (1)

Α.   Εθνικοί συνολικοί στόχοι

 

Μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας το 2005 (S2005)

Στόχος για το μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας το 2020 (S2020)

Βέλγιο

2,2 %

13 %

Βουλγαρία

9,4 %

16 %

Τσεχική Δημοκρατία

6,1 %

13 %

Δανία

17,0 %

30 %

Γερμανία

5,8 %

18 %

Εσθονία

18,0 %

25 %

Ιρλανδία

3,1 %

16 %

Ελλάδα

6,9 %

18 %

Ισπανία

8,7 %

20 %

Γαλλία

10,3 %

23 %

Κροατία

12,6 %

20 %

Ιταλία

5,2 %

17 %

Κύπρος

2,9 %

13 %

Λετονία

32,6 %

40 %

Λιθουανία

15,0 %

23 %

Λουξεμβούργο

0,9 %

11 %

Ουγγαρία

4,3 %

13 %

Μάλτα

0,0 %

10 %

Κάτω Χώρες

2,4 %

14 %

Αυστρία

23,3 %

34 %

Πολωνία

7,2 %

15 %

Πορτογαλία

20,5 %

31 %

Ρουμανία

17,8 %

24 %

Σλοβενία

16,0 %

25 %

Σλοβακική Δημοκρατία

6,7 %

14 %

Φινλανδία

28,5 %

38 %

Σουηδία

39,8 %

49 %

Ηνωμένο Βασίλειο

1,3 %

15 %


(1)  Για να είναι δυνατή η επίτευξη των εθνικών στόχων που ορίζονται στο παρόν παράρτημα, τονίζεται ότι οι κατευθυντήριες γραμμές περί κρατικών ενισχύσεων για την περιβαλλοντική προστασία αναγνωρίζουν τη διαρκή ανάγκη για εθνικούς μηχανισμούς στήριξης της προαγωγής της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΑΝΟΝΑΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΙΟΛΙΚΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Για τον καταλογισμό της υδροηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται σε ένα δεδομένο κράτος μέλος, εφαρμόζεται ο ακόλουθος κανόνας:

(QN(norm))(CN[(/(i)(N 14))(QiCi)] 15), όπου:

N

=

έτος αναφοράς·

QN(norm)

=

τυποποιημένη ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που έχει παραχθεί από όλους τους υδροηλεκτρικούς σταθμούς του δεδομένου κράτους μέλους το έτος N, για λογιστικούς σκοπούς·

Qi

=

η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που όντως παράγουν το έτος i όλοι οι υδροηλεκτρικοί σταθμοί του συγκεκριμένου κράτους μέλους, μετρούμενη σε GWh, εξαιρουμένης της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται με συστήματα αποθήκευσης μέσω άντλησης νερού που έχει προηγουμένως αντληθεί στον άνω ταμιευτήρα·

Ci

=

η συνολική εγκατεστημένη ισχύς, αφαιρουμένων των συστημάτων αποθήκευσης μέσω άντλησης, όλων των υδροηλεκτρικών σταθμών του κράτους μέλους στο τέλος του έτους i, μετρούμενη σε MW.

Για τον καταλογισμό της χερσαίας αιολικής ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται σε ένα δεδομένο κράτος μέλος, εφαρμόζεται ο ακόλουθος κανόνας:

(QN(norm))((CN CN 12)((/(i)(Nn))Qi(/(j)(Nn))(Cj Cj 12))), όπου:

N

=

έτος αναφοράς·

QN(norm)

=

τυποποιημένη ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που έχει παραχθεί από όλους τους χερσαίους αιολικούς σταθμούς του δεδομένου κράτους μέλους το έτος Ν, για λογιστικούς σκοπούς·

Qi

=

η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που όντως παράγουν το έτος i όλοι οι χερσαίοι αιολικοί σταθμοί του συγκεκριμένου κράτους μέλους, μετρούμενη σε GWh·

Cj

=

η συνολική εγκατεστημένη ισχύς όλων των χερσαίων αιολικών σταθμών του κράτους μέλους στο τέλος του έτους j, μετρούμενη σε MW·

n

=

4 ή ο αριθμός ετών που προηγούνται του έτους N για το οποίο υπάρχουν δεδομένα δυναμικού και παραγωγής για το συγκεκριμένο κράτος μέλος, εάν ο αριθμός αυτός είναι χαμηλότερος.

Για τον καταλογισμό της υπεράκτιας αιολικής ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται σε ένα δεδομένο κράτος μέλος, εφαρμόζεται ο ακόλουθος κανόνας:

(QN(norm))((CN CN 12)((/(i)(Nn))Qi(/(j)(Nn))(Cj Cj 12))), όπου:

N

=

έτος αναφοράς·

QN(norm)

=

τυποποιημένη ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που έχει παραχθεί από όλους τους χερσαίους αιολικούς σταθμούς του δεδομένου κράτους μέλους το έτος Ν, για λογιστικούς σκοπούς·

Qi

=

η ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που όντως παράγουν το έτος i όλοι οι υπεράκτιοι αιολικοί σταθμοί του συγκεκριμένου κράτους μέλους, μετρούμενη σε GWh·

Cj

=

η συνολική εγκατεστημένη ισχύς όλων των υπεράκτιων αιολικών σταθμών του κράτους μέλους στο τέλος του έτους j, μετρούμενη σε MW·

n

=

4 ή ο αριθμός ετών που προηγούνται του έτους N για το οποίο υπάρχουν δεδομένα δυναμικού και παραγωγής για το συγκεκριμένο κράτος μέλος, εάν ο αριθμός αυτός είναι χαμηλότερος.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ

Καύσιμο

Ενεργειακό περιεχόμενο κατά βάρος (κατώτερη θερμογόνος δύναμη, MJ/kg)

Ενεργειακό περιεχόμενο κατ' όγκο (κατώτερη θερμογόνος δύναμη, MJ/l)

ΚΑΥΣΙΜΑ ΑΠΟ ΒΙΟΜΑΖΑ ΚΑΙ/Ή ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΒΙΟΜΑΖΑΣ

Βιο-προπάνιο

46

24

Καθαρά φυτικά έλαια (έλαια από ελαιούχα φυτά, παραγόμενα με συμπίεση, εκχύλιση ή ανάλογες μεθόδους, φυσικά ή εξευγενισμένα αλλά μη χημικώς τροποποιημένα)

37

34

Βιοντίζελ – μεθυλεστέρας λιπαρών οξέων (μεθυλεστέρας που παράγεται από έλαια προερχόμενα από βιομάζα)

37

33

Βιοντίζελ – αιθυλεστέρας λιπαρών οξέων (αιθυλεστέρας που παράγεται από έλαια προερχόμενα από βιομάζα)

38

34

Βιοαέριο που μπορεί να καθαριστεί και να αναβαθμιστεί σε ποιότητα φυσικού αερίου

50

Υδρογονοκατεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε θερμοχημική κατεργασία με υδρογόνο) προερχόμενο από βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του ντίζελ

44

34

Υδρογονοκατεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε θερμοχημική κατεργασία με υδρογόνο) προερχόμενο από βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση της βενζίνης

45

30

Υδρογονοκατεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε θερμοχημική κατεργασία με υδρογόνο) προερχόμενο από βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του καυσίμου αεριωθουμένων

44

34

Υδρογονοκατεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε θερμοχημική κατεργασία με υδρογόνο) προερχόμενο από βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του υγροποιημένου αερίου πετρελαίου

46

24

Συνεπεξεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε επεξεργασία σε διυλιστήριο ταυτόχρονα με ορυκτά καύσιμα) προερχόμενο από βιομάζα ή πυρολυμένη βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του ντίζελ

43

36

Συνεπεξεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε επεξεργασία σε διυλιστήριο ταυτόχρονα με ορυκτά καύσιμα) προερχόμενο από βιομάζα ή πυρολυμένη βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση της βενζίνης

44

32

Συνεπεξεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε επεξεργασία σε διυλιστήριο ταυτόχρονα με ορυκτά καύσιμα) προερχόμενο από βιομάζα ή πυρολυμένη βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του καυσίμου αεριωθουμένων

43

33

Συνεπεξεργασμένο έλαιο (που έχει υποβληθεί σε επεξεργασία σε διυλιστήριο ταυτόχρονα με ορυκτά καύσιμα) προερχόμενο από βιομάζα, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του υγραερίου-LPG

46

23

ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΑ ΚΑΥΣΙΜΑ ΠΟΥ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΠΑΡΑΧΘΟΥΝ ΑΠΟ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ, ΣΥΜΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΗΣ ΤΗΣ ΒΙΟΜΑΖΑΣ

Μεθανόλη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

20

16

Αιθανόλη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

27

21

Προπανόλη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

31

25

Βουτανόλη από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

33

27

Ντίζελ Fischer-Tropsch (συνθετικός υδρογονάνθρακας ή μείγμα συνθετικών υδρογονανθράκων, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του ντίζελ)

44

34

Βενζίνη Fischer-Tropsch (συνθετικός υδρογονάνθρακας ή μείγμα συνθετικών υδρογονανθράκων που παράγεται από βιομάζα, το οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση της βενζίνης)

44

33

Καύσιμο αεριωθουμένων Fischer-Tropsch (συνθετικός υδρογονάνθρακας ή μείγμα συνθετικών υδρογονανθράκων που παράγεται από βιομάζα, το οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του καυσίμου αεριωθουμένων)

44

33

Υγραέριο-LPG Fischer-Tropsch (συνθετικός υδρογονάνθρακας ή μείγμα συνθετικών υδρογονανθράκων, που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για την αντικατάσταση του υγραερίου-LPG)

46

24

Διμεθυλαιθέρας (DME)

28

19

Υδρογόνο από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

120

ETBE (αιθυλοτριτοβουτυλαιθέρας που παράγεται από αιθανόλη)

36 (εκ των οποίων 37 % από ανανεώσιμες πηγές)

27 (εκ των οποίων 37 % από ανανεώσιμες πηγές)

MTBE (μεθυλοτριτοβουτυλαιθέρας που παράγεται από βιομεθανόλη)

35 (εκ των οποίων 22 % από ανανεώσιμες πηγές)

26 (εκ των οποίων 22 % από ανανεώσιμες πηγές)

TAEE (τριταμυλαιθυλαιθέρας που παράγεται από αιθανόλη)

38 (εκ των οποίων 29 % από ανανεώσιμες πηγές)

29 (εκ των οποίων 29 % από ανανεώσιμες πηγές)

TAME (τριταμυλομεθυλαιθέρας που παράγεται από μεθανόλη)

36 (εκ των οποίων 18 % από ανανεώσιμες πηγές)

28 (εκ των οποίων 18 % από ανανεώσιμες πηγές)

THxEE (τριτεξυλαιθυλαιθέρας που παράγεται από αιθανόλη)

38 (εκ των οποίων 25 % από ανανεώσιμες πηγές)

30 (εκ των οποίων 25 % από ανανεώσιμες πηγές)

THxME (τριτεξυλομεθυλαιθέρας που παράγεται από μεθανόλη)

38 (εκ των οποίων 14 % από ανανεώσιμες πηγές)

30 (εκ των οποίων 14 % από ανανεώσιμες πηγές)

ΟΡΥΚΤΑ ΚΑΥΣΙΜΑ

Βενζίνη

43

32

Ντίζελ

43

36


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΤΩΝ

Τα καθεστώτα πιστοποίησης ή τα ισοδύναμα καθεστώτα χαρακτηρισμού του άρθρου 18 παράγραφος 3, βασίζονται στα ακόλουθα κριτήρια:

1.

Η διαδικασία πιστοποίησης ή χαρακτηρισμού είναι διαφανής και σαφώς καθορισμένη από τα κράτη μέλη ή από τον διοικητικό φορέα που αυτά ορίζουν.

2.

Οι εγκαταστάτες συστημάτων βιομάζας, αντλιών θερμότητας, γεωθερμικών μικρού βάθους, ηλιακών φωτοβολταϊκών και ηλιοθερμικών συστημάτων ενέργειας πιστοποιούνται στο πλαίσιο αναγνωρισμένου προγράμματος κατάρτισης ή από αναγνωρισμένο πάροχο κατάρτισης.

3.

Η αναγνώριση του προγράμματος κατάρτισης ή του παρόχου κατάρτισης γίνεται από τα κράτη μέλη ή από τον διοικητικό φορέα που αυτά ορίζουν. Ο φορέας αναγνώρισης βεβαιώνεται για τη συνέχεια και την περιφερειακή ή εθνική κάλυψη του προγράμματος κατάρτισης που προσφέρει ο πάροχος κατάρτισης. Ο πάροχος κατάρτισης διαθέτει κατάλληλες τεχνικές εγκαταστάσεις πρακτικής εξάσκησης και ιδίως εργαστηριακό εξοπλισμό ή ανάλογες εγκαταστάσεις. Πέραν της βασικής κατάρτισης, ο πάροχος κατάρτισης προσφέρει επίσης βραχύτερους κύκλους επιμόρφωσης επί επίκαιρων θεμάτων, συμπεριλαμβανομένων των νέων τεχνολογιών, που να επιτρέπουν τη διά βίου μάθηση σχετικά με τις εγκαταστάσεις. Ο πάροχος κατάρτισης μπορεί να είναι ο κατασκευαστής σχετικού εξοπλισμού ή συστημάτων, ιδρύματα ή ενώσεις.

4.

Η κατάρτιση που οδηγεί στην πιστοποίηση ή τον χαρακτηρισμό της επαγγελματικής επάρκειας εγκαταστάτη περιλαμβάνει ένα θεωρητικό και ένα πρακτικό σκέλος. Στο τέλος της κατάρτισης, ο εγκαταστάτης διαθέτει δεξιότητες εγκατάστασης των σχετικών εξοπλισμών και συστημάτων που να ανταποκρίνονται στις προσδοκίες απόδοσης και αξιοπιστίας των πελατών, επιδεικνύει δεξιοτεχνία και παράγει ποιοτικές εργασίες, και τηρεί όλους τους εφαρμοστέους κώδικες και πρότυπα, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αφορούν την ενέργεια και την οικολογική σήμανση.

5.

Η παροχή κατάρτισης ολοκληρώνεται με τη διενέργεια εξετάσεων από τις οποίες εξαρτάται η χορήγηση πιστοποιητικού ή ο χαρακτηρισμός. Οι εξετάσεις περιλαμβάνουν πρακτική αξιολόγηση επιτυχούς εγκατάστασης λεβήτων ή θερμαστρών βιομάζας, αντλιών θερμότητας, γεωθερμικών εγκαταστάσεων μικρού βάθους, ηλιακών φωτοβολταϊκών ή ηλιοθερμικών εγκαταστάσεων.

6.

Τα καθεστώτα πιστοποίησης ή τα ισοδύναμα καθεστώτα χαρακτηρισμού του άρθρου 18 παράγραφος 3, λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις ακόλουθες κατευθυντήριες γραμμές:

α)

Θα πρέπει να προσφέρονται αναγνωρισμένα προγράμματα κατάρτισης για τους εγκαταστάτες με επαγγελματική πείρα, που έχουν παρακολουθήσει ή παρακολουθούν τους ακόλουθους τύπους κατάρτισης:

i)

για τους εγκαταστάτες λεβήτων και θερμαστρών βιομάζας: κατάρτιση υδραυλικού, εγκαταστάτη σωληνώσεων, μηχανικού θέρμανσης ή τεχνικού εγκαταστάσεων υγιεινής, θέρμανσης ή ψύξης, ως προαπαιτούμενο,

ii)

για τους εγκαταστάτες αντλιών θερμότητας: κατάρτιση υδραυλικού ή μηχανικού ψυκτικού εξοπλισμού, και βασικές γνώσεις ηλεκτρολογίας και υδραυλικής (κοπή σωλήνων, ηλεκτροκόλληση σωλήνων, κόλληση σωλήνων με κόλλα, θερμομόνωση, σφράγιση εξαρτημάτων, ανίχνευση διαρροών και εγκατάσταση συστημάτων θέρμανσης ή ψύξης), ως προαπαιτούμενο,

iii)

για τους εγκαταστάτες ηλιακών φωτοβολταϊκών ή ηλιοθερμικών συστημάτων: κατάρτιση υδραυλικού ή ηλεκτρολόγου, και γνώσεις υδραυλικής, ηλεκτρολογίας και τεχνικής στεγών, συμπεριλαμβανομένων γνώσεων ηλεκτροκόλλησης σωλήνων, κόλλησης σωλήνων με κόλλα, σφράγισης εξαρτημάτων, ανίχνευσης υδραυλικών διαρροών, ικανότητα σύνδεσης καλωδιώσεων, εξοικείωσης με τα βασικά υλικά επικάλυψης και των μεθόδων υδρομόνωσης και στεγανοποίησης στεγών, ως προαπαιτούμενο ή

iv)

πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης που παρέχει στους εγκαταστάτες κατάλληλες δεξιότητες που αντιστοιχούν σε τριετή εκπαίδευση στους τομείς δεξιοτήτων που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) ή γ), και το οποίο περιλαμβάνει τόσο θεωρητική εκπαίδευση όσο και πρακτική επαγγελματική εξάσκηση.

β)

Το θεωρητικό σκέλος της κατάρτισης των εγκαταστατών θερμαστρών και λεβήτων βιομάζας θα πρέπει να παρέχει σφαιρική εικόνα της κατάστασης της αγοράς βιομάζας και να καλύπτει οικολογικές πτυχές, τα βιοκαύσιμα, την εφοδιαστική, την πυροπροστασία, τις σχετικές επιδοτήσεις, τις τεχνικές καύσης, τα συστήματα ανάφλεξης, τις βέλτιστες υδραυλικές λύσεις, σύγκριση κόστους – κερδών, καθώς και τον σχεδιασμό, την εγκατάσταση και τη συντήρηση λεβήτων και θερμαστρών βιομάζας. Η κατάρτιση θα πρέπει επίσης να παρέχει επαρκή γνώση των τυχόν ευρωπαϊκών προτύπων που αφορούν τις τεχνολογίες και τα βιοκαύσιμα, όπως τα συσσωματώματα βιομάζας, και της εθνικής και της ενωσιακής νομοθεσίας που αφορά τη βιομάζα.

γ)

Το θεωρητικό σκέλος της κατάρτισης των εγκαταστατών αντλιών θερμότητας θα πρέπει να παρέχει σφαιρική εικόνα της κατάστασης της αγοράς αντλιών θερμότητας και να καλύπτει τους γεωθερμικούς πόρους και τις θερμοκρασίες εδάφους των διαφόρων περιοχών, την αναγνώριση των εδαφών και των πετρωμάτων από άποψη θερμικής αγωγιμότητας, τους κανονισμούς που διέπουν τη χρήση γεωθερμικών πόρων, τη σκοπιμότητα χρησιμοποίησης αντλιών θερμότητας σε κτίρια και τον προσδιορισμό του καταλληλότερου συστήματος αντλίας θερμότητας, καθώς και τις αντίστοιχες τεχνικές απαιτήσεις, απαιτήσεις ασφάλειας, φιλτραρίσματος αέρα, σύνδεσης με την πηγή θερμότητας και διάταξης συστήματος. Η κατάρτιση θα πρέπει επίσης να παρέχει επαρκή γνώση των τυχόν ευρωπαϊκών προτύπων που αφορούν τις αντλίες θερμότητας και της σχετικής εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας. Οι εγκαταστάτες θα πρέπει να αποκτούν τις ακόλουθες βασικές δεξιότητες:

i)

βασική κατανόηση της φυσικής και των αρχών λειτουργίας μιας αντλίας θερμότητας, συμπεριλαμβανομένων των χαρακτηριστικών του κύκλου της αντλίας: σχέση μεταξύ των χαμηλών θερμοκρασιών του απαγωγέα θερμότητας, των υψηλών θερμοκρασιών της πηγής θερμότητας και της απόδοσης του συστήματος, προσδιορισμός του συντελεστή απόδοσης και του εποχιακού συντελεστή απόδοσης (seasonal performance factor - SPF),

ii)

κατανόηση των επιμέρους στοιχείων των αντλιών θερμότητας και της λειτουργίας τους στον κύκλο της αντλίας, και ιδίως του συμπιεστή, της βαλβίδας εκτόνωσης, του εξατμιστή, του συμπυκνωτή, των κατασκευαστικών στοιχείων και εξαρτημάτων, των λιπαντικών ελαίων, των ψυκτικών μέσων, των δυνατοτήτων υπερθέρμανσης, υπόψυξης και ψύξης και

iii)

ικανότητα επιλογής και διαστασιολόγησης των συστατικών μερών σε τυπικές καταστάσεις εγκατάστασης, και ιδίως ικανότητα προσδιορισμού των τυπικών τιμών των θερμικών φορτίων διαφορετικών κτιρίων και για την παραγωγή θερμού νερού βάσει της κατανάλωσης ενέργειας, ικανότητα προσδιορισμού της ισχύος της αντλίας θερμότητας στο θερμικό φορτίο για την παραγωγή θερμού νερού, στη μάζα αποθήκευσης του κτιρίου και στη διακοπτόμενη παροχή ρεύματος· προσδιορισμός του συστατικού μέρους που θα χρησιμεύει ως δεξαμενή αποθήκευσης και του όγκου του, και επιλογή ενσωμάτωσης δεύτερου συστήματος θέρμανσης.

δ)

Το θεωρητικό σκέλος της κατάρτισης των εγκαταστατών ηλιακών φωτοβολταϊκών και ηλιοθερμικών συστημάτων θα πρέπει να παρέχει σφαιρική εικόνα της κατάστασης της αγοράς των ηλιακών προϊόντων και των συγκρίσεων κόστους και κέρδους, και να καλύπτει τις οικολογικές πτυχές, τα συστατικά μέρη, τα χαρακτηριστικά και τη διαστασιολόγηση των ηλιακών συστημάτων, την επιλογή συστημάτων ακριβείας και τη διαστασιολόγηση των συστατικών μερών, τον προσδιορισμό της ζήτησης θερμότητας, την πυροπροστασία, τις σχετικές επιδοτήσεις, καθώς και τον σχεδιασμό, την εγκατάσταση και τη συντήρηση ηλιακών φωτοβολταϊκών και ηλιοθερμικών εγκαταστάσεων. Η κατάρτιση πρέπει επίσης να παρέχει επαρκή γνώση των τυχόν ευρωπαϊκών προτύπων που αφορούν τις τεχνολογίες και τις πιστοποιήσεις όπως η «Solar Keymark», καθώς και της σχετικής εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας. Οι εγκαταστάτες θα πρέπει να αποκτούν τις ακόλουθες βασικές δεξιότητες:

i)

την ικανότητα εργασίας και χρήσης των απαιτούμενων εργαλείων και εξοπλισμών με ασφάλεια, τηρουμένων των κωδίκων και προτύπων ασφαλείας, και ικανότητα προσδιορισμού των υδραυλικών, ηλεκτρολογικών και άλλων κινδύνων που συνδέονται με τις ηλιακές εγκαταστάσεις,

ii)

την ικανότητα αναγνώρισης των συστημάτων και των συστατικών μερών των ενεργητικών και παθητικών συστημάτων, συμπεριλαμβανομένου του μηχανολογικού σχεδιασμού τους, και την ικανότητα προσδιορισμού της θέσης των συστατικών μερών και της διάταξης και διαμόρφωσης του συστήματος,

iii)

την ικανότητα προσδιορισμού της απαιτούμενης θέσης, προσανατολισμού και κλίσης του ηλιακού φωτοβολταϊκού συλλέκτη και του ηλιακού θερμοσίφωνα, λαμβανομένων υπόψη της σκίασης, της ηλιακής πρόσβασης, της δομικής ακεραιότητας, της καταλληλότητας της εγκατάστασης για το εκάστοτε κτίριο ή κλίμα, και την ικανότητα αναγνώρισης των κατάλληλων μεθόδων εγκατάστασης για τους διαφορετικούς τύπους στέγης και της αναλογίας εξοπλισμού που απαιτείται για την εγκατάσταση και

iv)

για τα ηλιακά φωτοβολταϊκά συστήματα ειδικότερα, την ικανότητα αναπροσαρμογής του ηλεκτρολογικού σχεδιασμού, και ιδίως ικανότητα προσδιορισμού των ονομαστικών εντάσεων ρεύματος, επιλογής των κατάλληλων αγωγών και ροών για κάθε ηλεκτρικό κύκλωμα, επιλογής του κατάλληλου μεγέθους, δυναμικότητας και θέσης κάθε συνδεδεμένου εξοπλισμού και υποσυστήματος και επιλογής κατάλληλου σημείου διασύνδεσης.

ε)

Η πιστοποίηση του εγκαταστάτη θα πρέπει να έχει περιορισμένη χρονική διάρκεια, ώστε για την ανανέωσή της να απαιτείται η παρακολούθηση μαθημάτων υπενθύμισης ή άλλου προγράμματος επιμόρφωσης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΚΑΝΟΝΕΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΥ ΤΩΝ ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΩΝ, ΤΩΝ ΒΙΟΡΕΥΣΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΩΝ ΤΟΥΣ ΟΡΥΚΤΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΣΤΑ ΑΕΡΙΑ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ

Α.   ΤΥΠΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΤΙΜΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΙ ΧΩΡΙΣ ΚΑΘΑΡΕΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΑΝΘΡΑΚΑ ΛΟΓΩ ΑΛΛΑΓΩΝ ΣΤΙΣ ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ

Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (χωρίς βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

67 %

59 %

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (με βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

77 %

73 %

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (χωρίς βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*))

73 %

68 %

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (με βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*))

79 %

76 %

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (χωρίς βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*))

58 %

47 %

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (με βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*))

71 %

64 %

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

48 %

40 %

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*)),

55 %

48 %

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*))

40 %

28 %

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση δασικών υπολειμμάτων ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*))

69 %

68 %

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

47 %

38 %

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*))

53 %

46 %

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*))

37 %

24 %

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση δασικών υπολειμμάτων ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*))

67 %

67 %

αιθανόλη ζαχαροκάλαμου

70 %

70 %

το ποσοστό αιθυλοτριτοβουτυλαιθέρα (ΕΤΒΕ) που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης

το ποσοστό τριταμυλαιθυλαιθέρα (ΤΑΕΕ) που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης

βιοντίζελ κράμβης

52 %

47 %

βιοντίζελ ηλίανθου

57 %

52 %

βιοντίζελ σπόρων σόγιας

55 %

50 %

βιοντίζελ φοινικέλαιου (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

32 %

19 %

βιοντίζελ φοινικέλαιου (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

51 %

45 %

βιοντίζελ από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

88 %

84 %

βιοντίζελ από τετηγμένα ζωικά λίπη (**)

84 %

78 %

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

51 %

47 %

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

58 %

54 %

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

55 %

51 %

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

34 %

22 %

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

53 %

49 %

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

87 %

83 %

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από τετηγμένα ζωικά λίπη (**)

83 %

77 %

καθαρό φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

59 %

57 %

καθαρό φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

65 %

64 %

καθαρό φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

63 %

61 %

καθαρό φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

40 %

30 %

καθαρό φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

59 %

57 %

καθαρό έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

98 %

98 %

(*)

Οι προκαθορισμένες τιμές για τις διεργασίες που χρησιμοποιούν ΣΠΗΘ είναι έγκυρες μόνο εάν όλη η θερμότητα διεργασίας παρέχεται με ΣΠΗΘ.

(**)

Ισχύει μόνο για τα βιοκαύσιμα που παράγονται από ζωικά παραπροϊόντα τα οποία ταξινομούνται ως υλικό κατηγορίας 1 και 2 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1), παραπροϊόντα για τα οποία δεν λαμβάνονται υπόψη οι εκπομπές που συνδέονται με την εξυγίανση ως μέρος της αξιοποίησης.

B.   ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΤΥΠΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΤΙΜΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΑ ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΑ —ΑΝΥΠΑΡΚΤΑ Ή ΥΠΑΡΧΟΝΤΑ ΣΕ ΑΜΕΛΗΤΕΕΣ ΠΟΣΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΤΟ 2016— ΠΟΥ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΙ ΧΩΡΙΣ ΚΑΘΑΡΕΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΑΝΘΡΑΚΑ ΛΟΓΩ ΑΛΛΑΓΩΝ ΣΤΙΣ ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ

Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

αιθανόλη από άχυρο σίτου

85 %

83 %

ντίζελ Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

85 %

85 %

ντίζελ Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

82 %

82 %

βενζίνη Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

85 %

85 %

βενζίνη Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

82 %

82 %

Διμεθυλαιθέρας (DME) από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

86 %

86 %

διμεθυλαιθέρας (DME) από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

83 %

83 %

μεθανόλη από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

86 %

86 %

μεθανόλη από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

83 %

83 %

ντίζελ Fischer-Tropsch από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

89 %

89 %

βενζίνη Fischer-Tropsch από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

89 %

89 %

διμεθυλαιθέρας (DME) από ενσωματωμένο σύστημα αεριοποίησης μαύρου υγρού πολτοποίησης σε μονάδα χαρτοπολτού

89 %

89 %

μεθανόλη από ενσωματωμένο σύστημα αεριοποίησης μαύρου υγρού πολτοποίησης σε μονάδα χαρτοπολτού

89 %

89 %

το ποσοστό μεθυλοτριτοβουτυλαιθέρα (ΜΤΒΕ) που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής μεθανόλης

Γ.   ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

1.

Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που οφείλονται στην παραγωγή και τη χρήση καυσίμων μεταφορών, βιοκαυσίμων και βιορευστών για τις μεταφορές υπολογίζονται ως εξής:

α)

Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που οφείλονται στην παραγωγή και τη χρήση βιοκαυσίμων υπολογίζονται σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο:

E = eec + el + ep + etd + eu – esca – eccs – eccr,

όπου:

E

=

συνολικές εκπομπές από τη χρήση του καυσίμου,

eec

=

εκπομπές από τη λήψη ή την καλλιέργεια των πρώτων υλών,

el

=

ετήσιες εκπομπές από την τροποποίηση των αποθεμάτων άνθρακα που οφείλονται σε αλλαγή των χρήσεων γης,

ep

=

εκπομπές από την επεξεργασία,

etd

=

εκπομπές από τη μεταφορά και διανομή,

eu

=

εκπομπές από το χρησιμοποιούμενο καύσιμο,

esca

=

μείωση εκπομπών μέσω σώρευσης άνθρακα στο έδαφος χάρη στην καλύτερη γεωργική διαχείριση,

eccs

=

μείωση εκπομπών μέσω δέσμευσης και αποθήκευσης CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς και

eccr

=

μείωση εκπομπών μέσω δέσμευσης και αντικατάστασης CO2.

Οι εκπομπές από την κατασκευή των μηχανημάτων και εξοπλισμών δεν λαμβάνονται υπόψη.

β)

Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από την παραγωγή και τη χρήση βιορευστών υπολογίζονται όπως για τα βιοκαύσιμα (Ε), αλλά με την αναγκαία επέκταση για να συμπεριληφθεί η ενεργειακή μετατροπή σε παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια και/ή θερμότητα ή ψύξη, ως εξής:

i)

Για ενεργειακές εγκαταστάσεις που παράγουν μόνο θερμότητα:

Formula

ii)

Για ενεργειακές εγκαταστάσεις που παράγουν μόνο ηλεκτρική ενέργεια:

Formula

όπου:

ECh,el

=

Συνολικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από το τελικό ενεργειακό προϊόν.

E

=

Συνολικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου του βιορευστού πριν από την τελική μετατροπή.

ηel

=

Η ηλεκτρική απόδοση, η οποία ορίζεται ως η ετησίως παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια διαιρούμενη διά της ετήσιας εισροής βιορευστού βάσει του ενεργειακού περιεχομένου του.

ηh

=

Η θερμική απόδοση, η οποία ορίζεται ως η ετησίως παραγόμενη ωφέλιμη θερμότητα διαιρούμενη διά της ετήσιας εισροής βιορευστού βάσει του ενεργειακού περιεχομένου του.

iii)

Για την ηλεκτρική ενέργεια ή τη μηχανική ενέργεια η οποία προέρχεται από ενεργειακές εγκαταστάσεις που παράγουν ωφέλιμη θερμότητα ταυτόχρονα με ηλεκτρική και/ή μηχανική ενέργεια:

Formula

iv)

Για την ωφέλιμη θερμότητα η οποία προέρχεται από ενεργειακές εγκαταστάσεις που παράγουν θερμότητα ταυτόχρονα με ηλεκτρική και/ή μηχανική ενέργεια:

Formula

όπου:

ECh,el

=

Συνολικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από το τελικό ενεργειακό προϊόν.

E

=

Συνολικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου του βιορευστού πριν από την τελική μετατροπή.

ηel

=

Η ηλεκτρική απόδοση, η οποία ορίζεται ως η ετησίως παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια διαιρούμενη διά της ετήσιας εισροής καυσίμου βάσει του ενεργειακού περιεχομένου του.

ηh

=

Η θερμική απόδοση, η οποία ορίζεται ως η ετησίως παραγόμενη ωφέλιμη θερμότητα διαιρούμενη διά της ετήσιας εισροής καυσίμου βάσει του ενεργειακού περιεχομένου του.

Cel

=

Κλάσμα εξέργειας στην ηλεκτρική ενέργεια, και/ή τη μηχανική ενέργεια, λαμβανόμενο ίσο προς 100 % (Cel = 1).

Ch

=

Βαθμός απόδοσης Carnot (κλάσμα εξέργειας στην ωφέλιμη θερμότητα).

Ο βαθμός απόδοσης Carnot, Ch, για ωφέλιμη θερμότητα σε διάφορες θερμοκρασίες ορίζεται ως:

Formula

όπου:

Th

=

Θερμοκρασία, μετρούμενη ως απόλυτη θερμοκρασία (kelvin) της ωφέλιμης θερμότητας στο σημείο παραλαβής.

T0

=

Θερμοκρασία περιβάλλοντος, που λαμβάνεται ίση προς 273,15 kelvin (0 oC)

Αν η πλεονάζουσα θερμότητα εξάγεται για τη θέρμανση κτιρίων σε θερμοκρασία κάτω των 150 oC (423,15 kelvin), ο Ch μπορεί εναλλακτικά να ορίζεται ως εξής:

Ch

=

Βαθμός απόδοσης Carnot σε θερμότητα υπό θερμοκρασία 150 oC (423,15 kelvin), ίσος προς: 0,3546

Για τους σκοπούς του εν λόγω υπολογισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«συμπαραγωγή»: η ταυτόχρονη παραγωγή θερμικής και ηλεκτρικής και/ή μηχανικής ενέργειας με μία μόνο διαδικασία·

β)

«ωφέλιμη θερμότητα»: η θερμότητα που παράγεται για να καλυφθεί οικονομικά δικαιολογημένη ζήτηση θερμότητας για σκοπούς θέρμανσης και ψύξης·

γ)

«οικονομικά δικαιολογημένη ζήτηση»: η ζήτηση που δεν υπερβαίνει τις ανάγκες θέρμανσης ή ψύξης και η οποία διαφορετικά θα καλυπτόταν σύμφωνα με τις συνθήκες της αγοράς.

2.

Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που οφείλονται στη χρήση των βιοκαυσίμων και βιορευστών εκφράζονται ως εξής:

α)

οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που οφείλονται στη χρήση βιοκαυσίμων (E) εκφράζονται σε γραμμάρια ισοδυνάμου CO2 ανά MJ καυσίμου (gCO2eq/MJ)·

β)

οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που οφείλονται στη χρήση βιορευστών (EC) εκφράζονται σε γραμμάρια ισοδύναμου CO2 ανά MJ τελικού ενεργειακού προϊόντος (θερμότητας ή ηλεκτρικής ενέργειας) (g CO2eq /MJ.).

Όταν η θερμότητα και η ψύξη συμπαράγονται με ηλεκτρική ενέργεια, οι εκπομπές κατανέμονται μεταξύ της θερμότητας και της ηλεκτρικής ενέργειας [όπως στο σημείο 1 στοιχείο β)], ασχέτως αν η θερμότητα χρησιμοποιείται πράγματι για σκοπούς θέρμανσης ή ψύξης (2).

Όταν οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τη λήψη ή την καλλιέργεια πρώτων υλών eec εκφράζονται σε g CO2eq /ξηρό τόνο πρώτων υλών, η μετατροπή σε γραμμάρια ισοδύναμου CO2 ανά MJ καυσίμου (g CO2eq /MJ) υπολογίζεται ως εξής (3):

Formula

όπου:

Formula

Formula

Οι εκπομπές ανά ξηρό τόνο πρώτων υλών υπολογίζονται ως εξής:

Formula

3.

Η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που οφείλεται στα βιοκαύσιμα και βιορευστά υπολογίζεται ως εξής:

α)

μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που οφείλεται στα βιοκαύσιμα:

ΜΕΙΩΣΗ = (EF(t) – EB)/EF(t),

όπου:

EB

=

συνολικές εκπομπές από το βιοκαύσιμο· και

EF(t)

=

συνολικές εκπομπές από το συγκριτικό ορυκτό καύσιμο για μεταφορές

β)

μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που οφείλεται στην παραγωγή θερμότητας και ψύξης και ηλεκτρικής ενέργειας από βιορευστά:

ΜΕΙΩΣΗ = (ECF(h&c,el,) – ECB(h&c,el)/ECF (h&c,el),

όπου:

ECB(h&c,el)

=

συνολικές εκπομπές από τη θερμότητα ή την ηλεκτρική ενέργεια, και

ECF(h&c,el)

=

συνολικές εκπομπές από το συγκριτικό ορυκτό καύσιμο για ωφέλιμη θερμότητα ή ηλεκτρική ενέργεια.

4.

Τα αέρια θερμοκηπίου που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς του σημείου 1 είναι τα ακόλουθα: CO2, N2O και CH4. Για τους σκοπούς του υπολογισμού της ισοδυναμίας CO2, στα αέρια αυτά αποδίδονται οι ακόλουθες τιμές:

CO2

:

1

N2O

:

298

CH4

:

25

5.

Στις εκπομπές από τη λήψη ή την καλλιέργεια των πρώτων υλών, eec, συμπεριλαμβάνονται οι εκπομπές από την ίδια τη διαδικασία εξόρυξης· από τη συλλογή, την ξήρανση και την αποθήκευση των πρώτων υλών· από τα απόβλητα και τις διαρροές· και από την παραγωγή των χημικών ουσιών ή προϊόντων που χρησιμοποιούνται για τη λήψη και την καλλιέργεια. Δεν λαμβάνεται υπόψη η δέσμευση του CO2 κατά την καλλιέργεια των πρώτων υλών. Για τις εκτιμήσεις των εκπομπών από τις καλλιέργειες γεωργικής βιομάζας μπορούν να χρησιμοποιούνται περιφερειακοί μέσοι όροι για τις εκπομπές από καλλιέργειες οι οποίες περιλαμβάνονται στις εκθέσεις του άρθρου 31 παράγραφος 4 ή οι πληροφορίες για τις αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για τις εκπομπές από καλλιέργειες που περιλαμβάνονται στο παρόν παράρτημα, εάν δεν είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν πραγματικές τιμές. Ελλείψει σχετικών πληροφοριών στις εν λόγω εκθέσεις, επιτρέπεται να υπολογίζονται οι μέσοι όροι βάσει των τοπικών γεωργικών πρακτικών με χρήση, για παράδειγμα, δεδομένων ομάδας γεωργικών εκμεταλλεύσεων, εάν δεν είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν πραγματικές τιμές.

6.

Για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 1 στοιχείο α), η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου χάρη στη βελτίωση της διαχείρισης της γεωργίας, esca, όπως η στροφή στη μειωμένη ή μηδενική άροση, η βελτιωμένη αμειψισπορά, η χρήση προστατευτικών καλλιεργειών, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης των υπολειμμάτων καλλιεργειών, και η χρήση οργανικών βελτιωτικών εδάφους (π.χ. κομπόστ, προϊόν ζύμωσης της κοπριάς), λαμβάνεται υπόψη μόνο εφόσον υποβάλλονται αξιόπιστα και επαληθεύσιμα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ο άνθρακας του εδάφους αυξήθηκε ή σύμφωνα με τα οποία είναι εύλογο να έχει αυξηθεί κατά τη διάρκεια της καλλιέργειας των εξεταζόμενων πρώτων υλών, με συνεκτίμηση των εκπομπών στις περιπτώσεις όπου οι πρακτικές αυτές οδηγούν σε αυξημένη χρήση λιπασμάτων και ζιζανιοκτόνων (4).

7.

Οι ετήσιες εκπομπές από τη μεταβολή των αποθεμάτων άνθρακα λόγω αλλαγής της χρήσης γης, el, υπολογίζονται με ισομερή διαίρεση των συνολικών εκπομπών μιας εικοσαετίας. Για τον υπολογισμό αυτών των εκπομπών, εφαρμόζεται ο ακόλουθος τύπος:

el = (CSR – CSA) × 3,664 × 1/20 × 1/P – eB(5)

όπου:

el

=

ετήσιες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τη μεταβολή των αποθεμάτων άνθρακα λόγω αλλαγής της χρήσης γης (μετρούμενες σε μάζα (γραμμάρια) ισοδυνάμου CO2 ανά μονάδα ενέργειας παραγόμενης από βιοκαύσιμο ή βιορευστό (megajoule)). Οι «καλλιεργήσιμες εκτάσεις» (6) και οι «πολυετείς καλλιέργειες» (7) θεωρούνται ως μία χρήση γης,

CSR

=

απόθεμα άνθρακα ανά μονάδα επιφάνειας συνδεόμενο με τη χρήση γης αναφοράς (μετρούμενο ως μάζα (τόνοι) άνθρακα ανά μονάδα επιφάνειας, συμπεριλαμβανομένων του εδάφους και της βλάστησης). Η χρήση γης αναφοράς είναι η χρήση γης τον Ιανουάριο του 2008 ή 20 έτη πριν από τη λήψη των πρώτων υλών, όποια είναι η μεταγενέστερη ημερομηνία,

CSA

=

απόθεμα άνθρακα ανά μονάδα επιφάνειας συνδεόμενο με την πραγματική χρήση γης (μετρούμενο ως μάζα (τόνοι) άνθρακα ανά μονάδα επιφάνειας, συμπεριλαμβανομένων του εδάφους και της βλάστησης). Όταν το απόθεμα άνθρακα συσσωρεύεται επί περισσότερα του ενός έτη, η τιμή του CSA είναι το υπολογιζόμενο απόθεμα ανά μονάδα επιφάνειας ύστερα από 20 έτη ή όταν η καλλιέργεια ωριμάσει, όποια ημερομηνία προηγείται,

P

=

παραγωγικότητα της καλλιέργειας (μετρούμενη ως ενέργεια παραγόμενη από βιοκαύσιμα ή βιορευστά ανά μονάδα επιφάνειας ετησίως) και

eB

=

προσαύξηση 29 gCO2eq/MJ για τα βιοκαύσιμα ή βιορευστά των οποίων η βιομάζα προέρχεται από αποκατεστημένα υποβαθμισμένα εδάφη υπό τους όρους του σημείου 8.

8.

Η προσαύξηση 29 g CO2eq /MJ αναγνωρίζεται εφόσον διατεθούν στοιχεία ότι τα εδάφη:

α)

δεν χρησιμοποιούνταν για γεωργικούς ή οιουσδήποτε άλλους σκοπούς τον Ιανουάριο 2008 και

β)

είναι σοβαρά υποβαθμισμένα, συμπεριλαμβανομένων των εδαφών που προηγουμένως χρησιμοποιούνταν για γεωργικούς σκοπούς.

Η προσαύξηση 29 g CO2eq /MJ εφαρμόζεται επί 20 το πολύ έτη από την ημερομηνία μετατροπής των εδαφών σε γεωργική εκμετάλλευση, υπό τον όρον ότι εξασφαλίζονται τακτική αύξηση του αποθέματος άνθρακα και μείωση της διάβρωσης των σοβαρά υποβαθμισμένων εδαφών του στοιχείου β).

9.

«Σοβαρά υποβαθμισμένα εδάφη»: εδάφη των οποίων η περιεκτικότητα σε αλάτι αυξήθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια σημαντικής περιόδου ή των οποίων η περιεκτικότητα σε οργανικές ύλες είναι ιδιαίτερα χαμηλή και τα οποία είναι σοβαρά διαβρωμένα·

10.

Η Επιτροπή επανεξετάζει, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020, οδηγό για τον υπολογισμό των αποθεμάτων άνθρακα του εδάφους (8) βάσει των κατευθυντήριων γραμμών της IPCC (Διακυβερνητική Ομάδα για την Αλλαγή του Κλίματος) του 2006 για τις εθνικές στατιστικές απογραφές αερίων του θερμοκηπίου – τόμος 4 και σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2013 και τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9). Μετά την εκπόνησή του από την Επιτροπή, ο οδηγός αυτός χρησιμεύει ως βάση για τον υπολογισμό των αποθεμάτων άνθρακα του εδάφους για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

11.

Στις εκπομπές από την επεξεργασία, ep, περιλαμβάνονται οι εκπομπές από την ίδια τη διαδικασία επεξεργασίας, από τα απόβλητα και τις διαρροές, από τα απόβλητα και τις διαρροές· και από την παραγωγή των χημικών ουσιών ή προϊόντων που χρησιμοποιούνται στην επεξεργασία, καθώς και οι εκπομπές CO2 που προέρχονται από τον άνθρακα που περιέχεται σε ορυκτές πηγές, είτε αυτές καίγονται πράγματι κατά την διαδικασία, είτε όχι.

Για τον υπολογισμό της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας μη παραγόμενης στη μονάδα παραγωγής καυσίμου, η ένταση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου της παραγωγής και διανομής αυτής της ηλεκτρικής ενέργειας λογίζεται ως ίση με τη μέση ένταση εκπομπών της παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας σε μια δεδομένη περιφέρεια. Κατ' εξαίρεση του κανόνα αυτού οι παραγωγοί μπορούν να χρησιμοποιούν μια μέση τιμή για την ηλεκτρική ενέργεια που έχει παραχθεί από έναν μεμονωμένο σταθμό ηλεκτροπαραγωγής, εφόσον ο σταθμός αυτός δεν είναι συνδεδεμένος με το δίκτυο ηλεκτροδότησης.

Στις εκπομπές από την επεξεργασία συμπεριλαμβάνονται οι εκπομπές από την ξήρανση ενδιάμεσων προϊόντων και υλικών, κατά περίπτωση.

12.

Στις εκπομπές από τη μεταφορά και διανομή, etd, συμπεριλαμβάνονται οι εκπομπές από τη μεταφορά πρώτων υλών και ημιτελών υλικών και από την αποθήκευση και διανομή τελικών υλικών. Οι εκπομπές από τη μεταφορά και τη διανομή που πρέπει να ληφθούν υπόψη στο σημείο 5 δεν καλύπτονται από το σημείο αυτό.

13.

Οι εκπομπές του χρησιμοποιούμενου καυσίμου, eu, λογίζονται ως μηδενικές για τα βιοκαύσιμα και τα βιορευστά.

Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου εκτός από το CO2 (N2O και CH4) του χρησιμοποιούμενου καυσίμου συμπεριλαμβάνονται στον συντελεστή eu για τα βιορευστά.

14.

Η μείωση εκπομπών μέσω δέσμευσης CO2 και γεωλογικής αποθήκευσης του άνθρακα eccs, που δεν έχει ήδη ληφθεί υπόψη στο ep, περιορίζεται στις εκπομπές που αποφεύγονται μέσω της δέσμευσης και αποθήκευσης του εκπεμπόμενου CO2 που συνδέεται άμεσα με την εξόρυξη, μεταφορά, επεξεργασία και διανομή του καυσίμου, εφόσον αποθηκεύεται σύμφωνα με την οδηγία 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10).

15.

Η μείωση εκπομπών μέσω δέσμευσης CO2 και αντικατάστασης του άνθρακα eccr, συνδέεται άμεσα με την παραγωγή του βιοκαυσίμου ή του βιορευστού στο οποίο καταλογίζονται και περιορίζεται στις εκπομπές που αποφεύγονται μέσω της δέσμευσης του CO2 που προέρχεται από βιομάζα και που χρησιμοποιείται για την αντικατάσταση CO2 προερχόμενου από ορυκτές πηγές στην παραγωγή εμπορικών προϊόντων και υπηρεσιών.

16.

Όταν μια μονάδα συμπαραγωγής —που παρέχει θερμότητα και/ή ηλεκτρική ενέργεια για τη διαδικασία παραγωγής καυσίμου για το οποίο υπολογίζονται οι εκπομπές— παράγει πλεονάζουσα ηλεκτρική ενέργεια και/ή πλεονάζουσα ωφέλιμη θερμότητα, οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κατανέμονται μεταξύ της ηλεκτρικής ενέργειας και της ωφέλιμης θερμότητας ανάλογα με τη θερμοκρασία της θερμότητας (που αντανακλά την ωφελιμότητα της θερμότητας). Το ωφέλιμο μέρος της θερμότητας υπολογίζεται πολλαπλασιάζοντας το ενεργειακό περιεχόμενό της με τον βαθμό απόδοσης Carnot Ch, που υπολογίζεται ως εξής::

Formula

όπου:

Th

=

Θερμοκρασία, μετρούμενη ως απόλυτη θερμοκρασία (kelvin) της ωφέλιμης θερμότητας στο σημείο παραλαβής.

T0

=

Θερμοκρασία περιβάλλοντος, που λαμβάνεται ίση προς 273,15 kelvin (0 oC)

Αν η πλεονάζουσα θερμότητα εξάγεται για τη θέρμανση κτιρίων σε θερμοκρασία κάτω των 150 oC (423,15 kelvin), ο Ch μπορεί εναλλακτικά να ορίζεται ως εξής:

Ch

=

Βαθμός απόδοσης Carnot σε θερμότητα υπό θερμοκρασία 150 oC (423,15 kelvin), ίσος προς: 0,3546

Για τους σκοπούς του υπολογισμού αυτού, χρησιμοποιείται η πραγματική απόδοση, η οποία ορίζεται ως η ετησίως παραγόμενη μηχανική, ηλεκτρική και θερμική ενέργεια διαιρούμενη, αντιστοίχως, διά της ετήσιας εισροής ενέργειας.

Για τους σκοπούς του εν λόγω υπολογισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«συμπαραγωγή»: η ταυτόχρονη παραγωγή θερμικής και ηλεκτρικής και/ή μηχανικής ενέργειας με μία μόνο διαδικασία·

β)

«ωφέλιμη θερμότητα»: η θερμότητα που παράγεται για να καλυφθεί οικονομικά δικαιολογημένη ζήτηση θερμότητας για σκοπούς θέρμανσης ή ψύξης·

γ)

«οικονομικά δικαιολογημένη ζήτηση»: η ζήτηση που δεν υπερβαίνει τις ανάγκες θέρμανσης ή ψύξης και η οποία διαφορετικά θα καλυπτόταν σύμφωνα με τις συνθήκες της αγοράς.

17.

Όταν μια διαδικασία παραγωγής καυσίμου παράγει, σε συνδυασμό, το καύσιμο για το οποίο υπολογίζονται οι εκπομπές και ένα ή περισσότερα άλλα προϊόντα («παραπροϊόντα»), οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου διαιρούνται μεταξύ του τελικού καυσίμου ή του ενδιάμεσου καύσιμου προϊόντος και των παραπροϊόντων κατ' αναλογία προς το ενεργειακό τους περιεχόμενο (που προσδιορίζεται από την κατώτερη θερμογόνο δύναμη στην περίπτωση παραπροϊόντων διαφορετικών από την ηλεκτρική ενέργεια και τη θερμότητα). Η ένταση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου της πλεονάζουσας ωφέλιμης θερμότητας ή της πλεονάζουσας ηλεκτρικής ενέργειας είναι ίδια με την ένταση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου της θερμότητας ή της ηλεκτρικής ενέργειας που παρέχεται στη διαδικασία παραγωγής καυσίμου και προσδιορίζεται με τον υπολογισμό της έντασης εκπομπών αερίων θερμοκηπίου όλων των εισροών και εκπομπών, συμπεριλαμβανομένων των πρώτων υλών και των εκπομπών CH4 και N2O, προς και από τη μονάδα συμπαραγωγής, τον λέβητα ή άλλες συσκευές παροχής θερμότητας ή ηλεκτρικής ενέργειας στη διαδικασία παραγωγής καυσίμου. Στην περίπτωση της συμπαραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας, ο υπολογισμός πραγματοποιείται σύμφωνα με το σημείο 16.

18.

Για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 17, οι προς διαίρεση εκπομπές είναι eec + el + esca + τα κλάσματα εκπομπών ep, etd, eccs και eccr που παράγονται κατά τα στάδια της διαδικασίας μέχρι και το στάδιο παραγωγής παραπροϊόντος. Εάν ο καταλογισμός εκπομπών σε παραπροϊόντα έχει γίνει σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας στο πλαίσιο του κύκλου ζωής, το κλάσμα των εκπομπών που αποδίδονται κατά το τελευταίο αυτό στάδιο της διαδικασίας στο ενδιάμεσο καύσιμο προϊόν χρησιμοποιείται για τους σκοπούς αυτούς, αντί του συνόλου των εκπομπών αυτών.

Στην περίπτωση των βιοκαυσίμων και βιορευστών, για τους σκοπούς του εν λόγω υπολογισμού λαμβάνονται υπόψη όλα τα παραπροϊόντα. Δεν καταλογίζονται εκπομπές σε απόβλητα και υπολείμματα. Για τους σκοπούς του υπολογισμού, τα παραπροϊόντα που έχουν αρνητικό ενεργειακό περιεχόμενο λογίζονται ως έχοντα μηδενικό ενεργειακό περιεχόμενο.

Τα απόβλητα και τα υπολείμματα, όπως κορυφές δέντρων και κλαδιά, άχυρο, φλοιοί, σπάδικες αραβοσίτου και κελύφη καρπών, και τα υπολείμματα επεξεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της ακαθάριστης γλυκερίνης (ήτοι, μη διυλισμένης γλυκερίνης) και της βαγάσσης, λογίζεται ότι έχουν μηδενικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κατά τον κύκλο ζωής τους μέχρι τη διαδικασία συλλογής τους, ασχέτως αν μεταποιούνται σε ενδιάμεσα προϊόντα πριν από τη μετατροπή τους σε τελικά προϊόντα.

Στην περίπτωση των καυσίμων που παράγονται σε διυλιστήρια, πλην του συνδυασμού μονάδων επεξεργασίας με λέβητες ή μονάδες συμπαραγωγής που παρέχουν θερμότητα και/ή ηλεκτρική ενέργεια στη μονάδα επεξεργασίας, η μονάδα ανάλυσης για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 17 είναι το διυλιστήριο.

19.

Στην περίπτωση των βιοκαυσίμων, για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 3, οι εκπομπές από το συγκριτικό ορυκτό καύσιμο EF(t) είναι 94 g CO2eq/MJ.

Στην περίπτωση των βιορευστών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 3, η τιμή του συγκριτικού ορυκτού καυσίμου ECF(e) είναι 183 g CO2eq/MJ.

Στην περίπτωση των βιορευστών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ωφέλιμης θερμότητας, καθώς και για την παραγωγή θέρμανσης και/ή ψύξης, για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 3, η τιμή του συγκριτικού ορυκτού καυσίμου ECF(h&c) είναι 80 g CO2eq/MJ.

Δ.   ΑΝΑΛΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΤΙΜΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΑ ΚΑΙ ΤΑ ΒΙΟΡΕΥΣΤΑ

Αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για την καλλιέργεια: «eec» όπως ορίζεται στο μέρος Γ του παρόντος παραρτήματος, συμπεριλαμβανομένων των εκπομπών N2O από εδάφη

Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου και βιορευστού

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

αιθανόλη ζαχαρότευτλων

9,6

9,6

αιθανόλη αραβοσίτου

25,5

25,5

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου

27,0

27,0

αιθανόλη ζαχαροκάλαμου

17,1

17,1

το ποσοστό ΕΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης

το ποσοστό ΤΑΕΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης

βιοντίζελ κράμβης

32,0

32,0

βιοντίζελ ηλίανθου

26,1

26,1

βιοντίζελ σπόρων σόγιας

21,2

21,2

βιοντίζελ σπόρων σόγιας

26,2

26,2

βιοντίζελ από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

0

0

βιοντίζελ από τετηγμένα ζωικά λίπη (**)

0

0

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

33,4

33,4

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

26,9

26,9

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

22,1

22,1

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο

27,4

27,4

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

0

0

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από τετηγμένα ζωικά λίπη (**)

0

0

καθαρό φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

33,4

33,4

καθαρό φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

27,2

27,2

καθαρό φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

22,2

22,2

καθαρό φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο

27,1

27,1

καθαρό έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

0

0

Αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για την καλλιέργεια: «eec» – μόνο για τις εκπομπές N2O από εδάφη (περιλαμβάνονται ήδη στις αναλυτικές τιμές για τις εκπομπές από καλλιέργειες στον πίνακα «eec»)

Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου και βιορευστού

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

αιθανόλη ζαχαρότευτλων

4,9

4,9

αιθανόλη αραβοσίτου

13,7

13,7

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου

14,1

14,1

αιθανόλη ζαχαροκάλαμου

2,1

2,1

το ποσοστό ΕΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης

το ποσοστό ΤΑΕΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης

βιοντίζελ κράμβης

17,6

17,6

βιοντίζελ ηλίανθου

12,2

12,2

βιοντίζελ σπόρων σόγιας

13,4

13,4

βιοντίζελ σπόρων σόγιας

16,5

16,5

βιοντίζελ από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

0

0

βιοντίζελ από τετηγμένα ζωικά λίπη (**)

0

0

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

18,0

18,0

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

12,5

12,5

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

13,7

13,7

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο

16,9

16,9

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

0

0

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από τετηγμένα ζωικά λίπη (**)

0

0

καθαρό φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

17,6

17,6

καθαρό φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

12,2

12,2

καθαρό φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

13,4

13,4

καθαρό φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο

16,5

16,5

καθαρό έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

0

0

Αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για την επεξεργασία: «ep» όπως ορίζεται στο μέρος Γ του παρόντος παραρτήματος

Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου και βιορευστού

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (χωρίς βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

18,8

26,3

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (με βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

9,7

13,6

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (χωρίς βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*1))

13,2

18,5

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (με βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*1))

7,6

10,6

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (χωρίς βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*1))

27,4

38,3

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (με βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*1))

15,7

22,0

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

20,8

29,1

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*1))

14,8

20,8

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*1))

28,6

40,1

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση δασικών υπολειμμάτων ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*1))

1,8

2,6

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

21,0

29,3

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*1))

15,1

21,1

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*1))

30,3

42,5

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση δασικών υπολειμμάτων ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*1))

1,5

2,2

αιθανόλη ζαχαροκάλαμου

1,3

1,8

το ποσοστό ΕΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης

το ποσοστό ΤΑΕΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης

βιοντίζελ κράμβης

11,7

16,3

βιοντίζελ ηλίανθου

11,8

16,5

βιοντίζελ σπόρων σόγιας

12,1

16,9

βιοντίζελ φοινικέλαιου (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

30,4

42,6

βιοντίζελ φοινικέλαιου (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

13,2

18,5

βιοντίζελ από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

9,3

13,0

βιοντίζελ από τετηγμένα ζωικά λίπη (*2)

13,6

19,1

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

10,7

15,0

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

10,5

14,7

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

10,9

15,2

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

27,8

38,9

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

9,7

13,6

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

10,2

14,3

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από τετηγμένα ζωικά λίπη (*2)

14,5

20,3

καθαρό φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

3,7

5,2

καθαρό φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

3,8

5,4

καθαρό φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

4,2

5,9

καθαρό φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

22,6

31,7

καθαρό φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

4,7

6,5

καθαρό έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

0,6

0,8

Αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές μόνο για την εκχύλιση ελαίων (περιλαμβάνονται ήδη στις αναλυτικές τιμές για τις εκπομπές από καλλιέργειες στον πίνακα «ep»)

Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου και βιορευστού

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

βιοντίζελ κράμβης

3,0

4,2

βιοντίζελ ηλίανθου

2,9

4,0

βιοντίζελ σπόρων σόγιας

3,2

4,4

βιοντίζελ φοινικέλαιου (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

20,9

29,2

βιοντίζελ φοινικέλαιου (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

3,7

5,1

βιοντίζελ από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

0

0

βιοντίζελ από τετηγμένα ζωικά λίπη (**)

4,3

6,1

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

3,1

4,4

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

3,0

4,1

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

3,3

4,6

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

21,9

30,7

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

3,8

5,4

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

0

0

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από τετηγμένα ζωικά λίπη (**)

4,3

6,0

καθαρό φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

3,1

4,4

καθαρό φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

3,0

4,2

καθαρό φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

3,4

4,7

καθαρό φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

21,8

30,5

καθαρό φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

3,8

5,3

καθαρό έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

0

0

Αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για τη μεταφορά και τη διανομή: «etd» όπως ορίζεται στο μέρος Γ του παρόντος παραρτήματος

Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου και βιορευστού

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (χωρίς βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

2,3

2,3

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (με βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

2,3

2,3

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (χωρίς βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*3))

2,3

2,3

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (με βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*3))

2,3

2,3

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (χωρίς βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*3))

2,3

2,3

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (με βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*3))

2,3

2,3

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*3))

2,2

2,2

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

2,2

2,2

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*3))

2,2

2,2

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση δασικών υπολειμμάτων ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*3))

2,2

2,2

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

2,2

2,2

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*3))

2,2

2,2

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*3))

2,2

2,2

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση δασικών υπολειμμάτων ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘV (*3))

2,2

2,2

αιθανόλη ζαχαροκάλαμου

9,7

9,7

το ποσοστό ΕΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης

το ποσοστό ΤΑΕΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης

βιοντίζελ κράμβης

1,8

1,8

βιοντίζελ ηλίανθου

2,1

2,1

βιοντίζελ σπόρων σόγιας

8,9

8,9

βιοντίζελ φοινικέλαιου (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

6,9

6,9

βιοντίζελ φοινικέλαιου (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

6,9

6,9

βιοντίζελ από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

1,9

1,9

βιοντίζελ από τετηγμένα ζωικά λίπη (*4)

1,7

1,7

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

1,7

1,7

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

2,0

2,0

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

9,2

9,2

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

7,0

7,0

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

7,0

7,0

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

1,7

1,7

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από τετηγμένα ζωικά λίπη (*4)

1,5

1,5

καθαρό φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

1,4

1,4

καθαρό φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

1,7

1,7

καθαρό φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

8,8

8,8

καθαρό φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

6,7

6,7

καθαρό φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

6,7

6,7

καθαρό έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

1,4

1,4

Αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για τη μεταφορά και τη διανομή του τελικού καυσίμου μόνο. Περιλαμβάνονται ήδη στον πίνακα των «εκπομπών από τη μεταφορά και τη διανομή etd» όπως ορίζεται στο μέρος Γ του παρόντος παραρτήματος, αλλά οι ακόλουθες τιμές είναι χρήσιμες εάν ένας οικονομικός φορέας επιθυμεί να δηλώσει τις πραγματικές εκπομπές από τη μεταφορά φυτών ή ελαίων μόνο).

Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου και βιορευστού

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (χωρίς βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

1,6

1,6

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (με βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

1,6

1,6

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (χωρίς βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*5))

1,6

1,6

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (με βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*5))

1,6

1,6

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (χωρίς βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*5))

1,6

1,6

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (με βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*5))

1,6

1,6

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

1,6

1,6

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*5))

1,6

1,6

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*5))

1,6

1,6

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση δασικών υπολειμμάτων ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*5))

1,6

1,6

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

1,6

1,6

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*5))

1,6

1,6

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*5))

1,6

1,6

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση δασικών υπολειμμάτων ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*5))

1,6

1,6

αιθανόλη ζαχαροκάλαμου

6,0

6,0

το ποσοστό αιθυλοτριτοβουτυλαιθέρα (ΕΤΒΕ) που προέρχεται από ανανεώσιμη αιθανόλη

Θα θεωρούνται ίδιες με τις τιμές που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης

το ποσοστό τριταμυλαιθυλαιθέρα (ΤΑΕΕ) που προέρχεται από ανανεώσιμη αιθανόλη

Θα θεωρούνται ίδιες με τις τιμές που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης

βιοντίζελ κράμβης

1,3

1,3

βιοντίζελ ηλίανθου

1,3

1,3

βιοντίζελ σπόρων σόγιας

1,3

1,3

βιοντίζελ φοινικέλαιου (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

1,3

1,3

βιοντίζελ φοινικέλαιου (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

1,3

1,3

βιοντίζελ από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

1,3

1,3

βιοντίζελ από τετηγμένα ζωικά λίπη (*6)

1,3

1,3

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

1,2

1,2

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

1,2

1,2

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

1,2

1,2

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

1,2

1,2

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

1,2

1,2

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

1,2

1,2

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από τετηγμένα ζωικά λίπη (*6)

1,2

1,2

καθαρό φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

0,8

0,8

καθαρό φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

0,8

0,8

καθαρό φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

0,8

0,8

καθαρό φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

0,8

0,8

καθαρό φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

0,8

0,8

καθαρό έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

0,8

0,8

Σύνολο για την καλλιέργεια, την επεξεργασία, τη μεταφορά και τη διανομή

Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου και βιορευστού

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (χωρίς βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

30,7

38,2

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (με βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

21,6

25,5

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (χωρίς βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*7))

25,1

30,4

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (με βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*7))

19,5

22,5

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (χωρίς βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*7))

39,3

50,2

αιθανόλη ζαχαρότευτλων (με βιοαέριο από υπολείμματα απόσταξης, με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*7))

27,6

33,9

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

48,5

56,8

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*7))

42,5

48,5

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*7))

56,3

67,8

αιθανόλη αραβοσίτου (με χρήση δασικών υπολειμμάτων ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*7))

29,5

30,3

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε συμβατικό λέβητα)

50,2

58,5

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*7))

44,3

50,3

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση λιγνίτη ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ* (*7))

59,5

71,7

άλλα σιτηρά εξαιρουμένης της αιθανόλης αραβοσίτου (με χρήση δασικών υπολειμμάτων ως καυσίμου διεργασίας σε σταθμό ΣΠΗΘ (*7))

30,7

31,4

αιθανόλη ζαχαροκάλαμου

28,1

28,6

το ποσοστό ΕΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης

το ποσοστό ΤΑΕΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής αιθανόλης

βιοντίζελ κράμβης

45,5

50,1

βιοντίζελ ηλίανθου

40,0

44,7

βιοντίζελ σπόρων σόγιας

42,2

47,0

βιοντίζελ φοινικέλαιου (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

63,5

75,7

βιοντίζελ φοινικέλαιου (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

46,3

51,6

βιοντίζελ από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

11,2

14,9

βιοντίζελ από τετηγμένα ζωικά λίπη (*8)

15,3

20,8

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

45,8

50,1

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

39,4

43,6

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

42,2

46,5

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

62,2

73,3

υδρογονοκατεργασμένο φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

44,1

48,0

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

11,9

16,0

υδρογονοκατεργασμένο έλαιο από τετηγμένα ζωικά λίπη (*8)

16,0

21,8

καθαρό φυτικό έλαιο από κραμβέλαιο

38,5

40,0

καθαρό φυτικό έλαιο από ηλιέλαιο

32,7

34,3

καθαρό φυτικό έλαιο από σογιέλαιο

35,2

36,9

καθαρό φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (ανοικτή δεξαμενή λυμάτων)

56,3

65,4

καθαρό φυτικό έλαιο από φοινικέλαιο (με δέσμευση μεθανίου στη μονάδα επεξεργασίας)

38,4

57,2

καθαρό έλαιο από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια

2,0

2,2

Ε.   ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΑΝΑΛΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΤΙΜΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΑ ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΑ ΚΑΙ ΒΙΟΡΕΥΣΤΑ, ΑΝΥΠΑΡΚΤΑ Ή ΥΠΑΡΧΟΝΤΑ ΣΕ ΑΜΕΛΗΤΕΕΣ ΠΟΣΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΤΟ 2016

Αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για την καλλιέργεια: «eec» όπως ορίζεται στο μέρος Γ του παρόντος παραρτήματος, συμπεριλαμβανομένων των εκπομπών N2O (συμπεριλαμβανομένων των θρυμμάτων από απόβλητα ξύλου ή ξυλεία καλλιέργειας)

Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου και βιορευστού

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

αιθανόλη από άχυρο σίτου

1,8

1,8

ντίζελ Fischer-Tropsch από υπολείμματα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

3,3

3,3

ντίζελ Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

8,2

8,2

βενζίνη Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

8,2

8,2

βενζίνη Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

12,4

12,4

διμεθυλαιθέρας (DME) από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

3,1

3,1

διμεθυλαιθέρας (DME) από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

7,6

7,6

μεθανόλη από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

3,1

3,1

μεθανόλη από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

7,6

7,6

ντίζελ Fischer-Tropsch από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

2,5

2,5

βενζίνη Fischer-Tropsch από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

2,5

2,5

διμεθυλαιθέρας (DME) από ενσωματωμένο σύστημα αεριοποίησης μαύρου υγρού πολτοποίησης σε μονάδα χαρτοπολτού

2,5

2,5

μεθανόλη από ενσωματωμένο σύστημα αεριοποίησης μαύρου υγρού πολτοποίησης σε μονάδα χαρτοπολτού

2,5

2,5

το ποσοστό ΜΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής μεθανόλης

Αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για τις εκπομπές N2O από εδάφη (περιλαμβάνονται στις αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για τις εκπομπές από καλλιέργειες στον πίνακα «eec»)

Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου και βιορευστού

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

αιθανόλη από άχυρο σίτου

0

0

ντίζελ Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

0

0

ντίζελ Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

4,4

4,4

βενζίνη Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

0

0

βενζίνη Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

4,4

4,4

διμεθυλαιθέρας (DME) από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

0

0

διμεθυλαιθέρας (DME) από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

4,1

4,1

μεθανόλη από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

0

0

μεθανόλη από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

4,1

4,1

ντίζελ Fischer-Tropsch από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

0

0

βενζίνη Fischer-Tropsch από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

0

0

διμεθυλαιθέρας (DME) από ενσωματωμένο σύστημα αεριοποίησης μαύρου υγρού πολτοποίησης σε μονάδα χαρτοπολτού

0

0

μεθανόλη από ενσωματωμένο σύστημα αεριοποίησης μαύρου υγρού πολτοποίησης σε μονάδα χαρτοπολτού

0

0

το ποσοστό ΜΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής μεθανόλης

Αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για την επεξεργασία: «ep» όπως ορίζεται στο μέρος Γ του παρόντος παραρτήματος

Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου και βιορευστού

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

αιθανόλη από άχυρο σίτου

4,8

6,8

ντίζελ Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

0,1

0,1

ντίζελ Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

0,1

0,1

βενζίνη Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

0,1

0,1

βενζίνη Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

0,1

0,1

διμεθυλαιθέρας από απόβλητα ξύλου (DME) σε αυτόνομο σταθμό

0

0

διμεθυλαιθέρας από ξυλεία καλλιέργειας (DME) σε αυτόνομο σταθμό

0

0

μεθανόλη από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

0

0

μεθανόλη από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

0

0

ντίζελ Fischer-Tropsch από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

0

0

βενζίνη Fischer-Tropsch από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

0

0

διμεθυλαιθέρας (DME) από ενσωματωμένο σύστημα αεριοποίησης μαύρου υγρού πολτοποίησης σε μονάδα χαρτοπολτού

0

0

μεθανόλη από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

0

0

το ποσοστό ΜΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής μεθανόλης

Αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για τη μεταφορά και τη διανομή: «etd» όπως ορίζεται στο μέρος Γ του παρόντος παραρτήματος

Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου και βιορευστού

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

αιθανόλη από άχυρο σίτου

7,1

7,1

ντίζελ Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

10,3

10,3

ντίζελ Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

8,4

8,4

βενζίνη Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

10,3

10,3

βενζίνη Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

8,4

8,4

διμεθυλαιθέρας από απόβλητα ξύλου (DME) σε αυτόνομο σταθμό

10,4

10,4

διμεθυλαιθέρας από ξυλεία καλλιέργειας (DME) σε αυτόνομο σταθμό

8,6

8,6

μεθανόλη από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

10,4

10,4

μεθανόλη από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

8,6

8,6

ντίζελ Fischer-Tropsch από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

7,7

7,7

βενζίνη Fischer-Tropsch από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

7,9

7,9

διμεθυλεθαίρας (DME) από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

7,7

7,7

μεθανόλη από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

7,9

7,9

το ποσοστό ΜΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής μεθανόλης

Αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για τη μεταφορά και τη διανομή του τελικού καυσίμου μόνο. Περιλαμβάνονται ήδη στον πίνακα των «εκπομπών από τη μεταφορά και τη διανομή etd» όπως ορίζεται στο μέρος Γ του παρόντος παραρτήματος, αλλά οι ακόλουθες τιμές είναι χρήσιμες εάν ένας οικονομικός φορέας επιθυμεί να δηλώσει τις πραγματικές εκπομπές από τη μεταφορά πρώτων υλών μόνο).

Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου και βιορευστού

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

αιθανόλη από άχυρο σίτου

1,6

1,6

ντίζελ Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

1,2

1,2

ντίζελ Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

1,2

1,2

βενζίνη Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

1,2

1,2

βενζίνη Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

1,2

1,2

Διμεθυλαιθέρας (DME) από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

2,0

2,0

διμεθυλαιθέρας (DME) από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

2,0

2,0

μεθανόλη από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

2,0

2,0

μεθανόλη από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

2,0

2,0

ντίζελ Fischer-Tropsch από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

2,0

2,0

βενζίνη Fischer-Tropsch από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

2,0

2,0

διμεθυλαιθέρας (DME) από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

2,0

2,0

μεθανόλη από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

2,0

2,0

το ποσοστό ΜΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής μεθανόλης

Σύνολο για την καλλιέργεια, την επεξεργασία, τη μεταφορά και τη διανομή

Οδός παραγωγής βιοκαυσίμου και βιορευστού

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

αιθανόλη από άχυρο σίτου

13,7

15,7

ντίζελ Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

13,7

13,7

ντίζελ Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

16,7

16,7

βενζίνη Fischer-Tropsch από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

13,7

13,7

βενζίνη Fischer-Tropsch από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

16,7

16,7

διμεθυλαιθέρας (DME) από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

13,5

13,5

διμεθυλαιθέρας (DME) από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

16,2

16,2

μεθανόλη από απόβλητα ξύλου σε αυτόνομο σταθμό

13,5

13,5

μεθανόλη από ξυλεία καλλιέργειας σε αυτόνομο σταθμό

16,2

16,2

ντίζελ Fischer-Tropsch από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

10,2

10,2

βενζίνη Fischer-Tropsch από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

10,4

10,4

διμεθυλαιθέρας (DME) από ενσωματωμένο σύστημα αεριοποίησης μαύρου υγρού πολτοποίησης σε μονάδα χαρτοπολτού

10,2

10,2

μεθανόλη από ολοκληρωμένη αεριοποίηση μαύρου υγρού πολτοποίησης σε εργοστάσιο χαρτοπολτού

10,4

10,4

το ποσοστό ΜΤΒΕ που προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές

Ίδιες τιμές με εκείνες που προβλέπονται για τη χρησιμοποιούμενη οδό παραγωγής μεθανόλης


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, περί υγειονομικών κανόνων για ζωικά υποπροϊόντα και παράγωγα προϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 (κανονισμός για τα ζωικά υποπροϊόντα) (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 1).

(2)  Η θερμότητα ή η απορριπτόμενη θερμότητα χρησιμοποιείται για την παραγωγή ψύξης (ψυχρού αέρα ή νερού) μέσω ψυκτών απορρόφησης. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να υπολογίζονται μόνο οι εκπομπές που σχετίζονται με τη θερμότητα που παράγεται ανά MJ θερμότητας, ασχέτως αν η τελική χρήση της θερμότητας είναι πράγματι η θέρμανση ή η ψύξη μέσω ψυκτών απορρόφησης.

(3)  Ο τύπος για τον υπολογισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τη λήψη ή την καλλιέργεια πρώτων υλών eec περιγράφει περιπτώσεις στις οποίες οι πρώτες ύλες μετατρέπονται σε βιοκαύσιμα σε ένα στάδιο. Σε πιο περίπλοκες αλυσίδες εφοδιασμού χρειάζονται προσαρμογές για τον υπολογισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τη λήψη ή την καλλιέργεια πρώτων υλών eec για ενδιάμεσα προϊόντα.

(4)  Σχετικό αποδεικτικό στοιχείο μπορούν να αποτελέσουν μετρήσεις του άνθρακα του εδάφους, π.χ. μια πρώτη μέτρηση πριν αρχίσει η καλλιέργεια και μετέπειτα μετρήσεις σε τακτά διαστήματα, με διαφορά ετών μεταξύ τους. Στην περίπτωση αυτή, μέχρι την εκτέλεση της δεύτερης μέτρησης, η αύξηση του εδαφικού άνθρακα θα υπολογίζεται βάσει αντιπροσωπευτικών δοκιμών ή εδαφικών μοντέλων. Από τη δεύτερη μέτρηση και μετά, η αύξηση του εδαφικού άνθρακα και η τάξη μεγέθους της θα διαπιστώνονται με βάση τις μετρήσεις.

(5)  Η σταθερά που προκύπτει από τη διαίρεση του μοριακού βάρους του CO2 (44,010 g/mol) με το μοριακό βάρος του άνθρακα (12,011 g/mol) ισούται προς 3,664.

(6)  Πρόκειται για τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις κατά IPCC.

(7)  Ως πολυετείς καλλιέργειες ορίζονται οι καλλιέργειες στις οποίες η συγκομιδή των βλαστών δεν είναι συνήθως ετήσια, όπως οι πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου και ο ελαιοφοίνικας.

(8)  Απόφαση 2010/335/ΕΕ της Επιτροπής, της 10ης Ιουνίου 2010, για τις κατευθυντήριες γραμμές του υπολογισμού των εδαφικών αποθεμάτων άνθρακα για τους σκοπούς του παραρτήματος V της οδηγίας 2009/28/ΕΚ (ΕΕ L 151της 17.6.2010, σ. 19).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τη συμπερίληψη των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και των απορροφήσεων από δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγής χρήσης γης και δασοπονίας στο πλαίσιο για το κλίμα και την ενέργεια έως το 2030, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 525/2013 και της απόφασης (EE) αριθ. 529/2013/ΕΕ (ΕΕ L 156 της 19.6.2018, σ. 1).

(10)  Οδηγία 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και 2008/1/ΕΚ, και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 (ΕΕ L 140 της 5.6.2009, σ. 114).

(**)  Ισχύει μόνο για τα βιοκαύσιμα που παράγονται από ζωικά παραπροϊόντα τα οποία ταξινομούνται ως υλικό κατηγορίας 1 και 2 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, παραπροϊόντα για τα οποία δεν λαμβάνονται υπόψη οι εκπομπές που συνδέονται με την εξυγίανση ως μέρος της αξιοποίησης.

(**)  

Σημείωση: Ισχύει μόνο για τα βιοκαύσιμα που παράγονται από ζωικά παραπροϊόντα τα οποία ταξινομούνται ως υλικό κατηγορίας 1 και 2 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, παραπροϊόντα για τα οποία δεν λαμβάνονται υπόψη οι εκπομπές που συνδέονται με την εξυγίανση ως μέρος της αξιοποίησης.

(*1)  Οι προκαθορισμένες τιμές για τις διεργασίες που χρησιμοποιούν ΣΠΗΘ είναι έγκυρες μόνο εάν όλη η θερμότητα διεργασίας παρέχεται με ΣΠΗΘ.

(*2)  

Σημείωση: Ισχύει μόνο για τα βιοκαύσιμα που παράγονται από ζωικά παραπροϊόντα τα οποία ταξινομούνται ως υλικό κατηγορίας 1 και 2 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, παραπροϊόντα για τα οποία δεν λαμβάνονται υπόψη οι εκπομπές που συνδέονται με την εξυγίανση ως μέρος της αξιοποίησης.

(**)  

Σημείωση: Ισχύει μόνο για τα βιοκαύσιμα που παράγονται από ζωικά παραπροϊόντα τα οποία ταξινομούνται ως υλικό κατηγορίας 1 και 2 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, παραπροϊόντα για τα οποία δεν λαμβάνονται υπόψη οι εκπομπές που συνδέονται με την εξυγίανση ως μέρος της αξιοποίησης.

(*3)  Οι προκαθορισμένες τιμές για τις διεργασίες που χρησιμοποιούν ΣΠΗΘ είναι έγκυρες μόνο εάν όλη η θερμότητα διεργασίας παρέχεται με ΣΠΗΘ.

(*4)  

Σημείωση: Ισχύει μόνο για τα βιοκαύσιμα που παράγονται από ζωικά παραπροϊόντα τα οποία ταξινομούνται ως υλικό κατηγορίας 1 και 2 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, παραπροϊόντα για τα οποία δεν λαμβάνονται υπόψη οι εκπομπές που συνδέονται με την εξυγίανση ως μέρος της αξιοποίησης.

(*5)  Οι προκαθορισμένες τιμές για τις διεργασίες που χρησιμοποιούν ΣΠΗΘ είναι έγκυρες μόνο εάν όλη η θερμότητα διεργασίας παρέχεται με ΣΠΗΘ.

(*6)  

Σημείωση: Ισχύει μόνο για τα βιοκαύσιμα που παράγονται από ζωικά υποπροϊόντα τα οποία ταξινομούνται ως υλικό κατηγορίας 1 και 2 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, για τα οποία δεν λαμβάνονται υπόψη οι εκπομπές που συνδέονται με την εξυγίανση ως μέρος της αξιοποίησης.

(*7)  Οι προκαθορισμένες τιμές για τις διεργασίες που χρησιμοποιούν ΣΠΗΘ είναι έγκυρες μόνο εάν όλη η θερμότητα διεργασίας παρέχεται με ΣΠΗΘ

(*8)  

Σημείωση: Ισχύει μόνο για τα βιοκαύσιμα που παράγονται από ζωικά παραπροϊόντα τα οποία ταξινομούνται ως υλικό κατηγορίας 1 και 2 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, παραπροϊόντα για τα οποία δεν λαμβάνονται υπόψη οι εκπομπές που συνδέονται με την εξυγίανση ως μέρος της αξιοποίησης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙ

ΚΑΝΟΝΕΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΥ ΤΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΒΙΟΜΑΖΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΩΝ ΤΟΥΣ ΟΡΥΚΤΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΣΤΑ ΑΕΡΙΑ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ

Α.   ΤΥΠΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΤΙΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΕΡΙΩΝ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ ΑΠΟ ΤΑ ΚΑΥΣΙΜΑ ΒΙΟΜΑΖΑΣ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΙ ΧΩΡΙΣ ΚΑΘΑΡΕΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΑΝΘΡΑΚΑ ΛΟΓΩ ΑΛΛΑΓΩΝ ΣΤΙΣ ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ

ΘΡΥΜΜΑΤΑ ΞΥΛΟΥ

Σύστημα παραγωγής καυσίμων βιομάζας

Απόσταση μεταφοράς

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

Θερμότητα

Ηλεκτρική ενέργεια

Θερμότητα

Ηλεκτρική ενέργεια

Θρύμματα ξύλου από δασικά υπολείμματα

1 έως 500 km

93 %

89 %

91 %

87 %

500 έως 2 500 km

89 %

84 %

87 %

81 %

2 500 έως 10 000 km

82 %

73 %

78 %

67 %

Άνω των 10 000 km

67 %

51 %

60 %

41 %

Θρύμματα ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Ευκάλυπτος)

2 500 έως 10 000 km

77 %

65 %

73 %

60 %

Θρύμματα ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Λεύκα – Με λίπανση)

1 έως 500 km

89 %

83 %

87 %

81 %

500 έως 2 500 km

85 %

78 %

84 %

76 %

2 500 έως 10 000 km

78 %

67 %

74 %

62 %

Άνω των 10 000 km

63 %

45 %

57 %

35 %

Θρύμματα ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Λεύκα – Χωρίς λίπανση)

1 έως 500 km

91 %

87 %

90 %

85 %

500 έως 2 500 km

88 %

82 %

86 %

79 %

2 500 έως 10 000 km

80 %

70 %

77 %

65 %

Άνω των 10 000 km

65 %

48 %

59 %

39 %

Θρύμματα ξύλου από κορμοξυλεία

1 έως 500 km

93 %

89 %

92 %

88 %

500 έως 2 500 km

90 %

85 %

88 %

82 %

2 500 έως 10 000 km

82 %

73 %

79 %

68 %

Άνω των 10 000 km

67 %

51 %

61 %

42 %

Θρύμματα ξύλου από βιομηχανικά υπολείμματα

1 έως 500 km

94 %

92 %

93 %

90 %

500 έως 2 500 km

91 %

87 %

90 %

85 %

2 500 έως 10 000 km

83 %

75 %

80 %

71 %

Άνω των 10 000 km

69 %

54 %

63 %

44 %


ΣΥΣΣΩΜΑΤΩΜΑΤΑ (ΠΕΛΕΤ) ΞΥΛΟΥ (*1)

Σύστημα παραγωγής καυσίμων βιομάζας

Απόσταση μεταφοράς

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

Θερμότητα

Ηλεκτρική ενέργεια

Θερμότητα

Ηλεκτρική ενέργεια

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από δασικά υπολείμματα

Περίπτωση 1

1 έως 500 km

58 %

37 %

49 %

24 %

500 έως 2 500 km

58 %

37 %

49 %

25 %

2 500 έως 10 000 km

55 %

34 %

47 %

21 %

Άνω των 10 000 km

50 %

26 %

40 %

11 %

Περίπτωση 2α

1 έως 500 km

77 %

66 %

72 %

59 %

500 έως 2 500 km

77 %

66 %

72 %

59 %

2 500 έως 10 000 km

75 %

62 %

70 %

55 %

Άνω των 10 000 km

69 %

54 %

63 %

45 %

Περίπτωση 3α

1 έως 500 km

92 %

88 %

90 %

85 %

500 έως 2 500 km

92 %

88 %

90 %

86 %

2 500 έως 10 000 km

90 %

85 %

88 %

81 %

Άνω των 10 000 km

84 %

76 %

81 %

72 %

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Ευκάλυπτος)

Περίπτωση 1

2 500 έως 10 000 km

52 %

28 %

43 %

15 %

Περίπτωση 2α

2 500 έως 10 000 km

70 %

56 %

66 %

49 %

Περίπτωση 3α

2 500 έως 10 000 km

85 %

78 %

83 %

75 %

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Λεύκα – Με λίπανση)

Περίπτωση 1

1 έως 500 km

54 %

32 %

46 %

20 %

500 έως 10 000 km

52 %

29 %

44 %

16 %

Άνω των 10 000 km

47 %

21 %

37 %

7 %

Περίπτωση 2α

1 έως 500 km

73 %

60 %

69 %

54 %

500 έως 10 000 km

71 %

57 %

67 %

50 %

Άνω των 10 000 km

66 %

49 %

60 %

41 %

Περίπτωση 3α

1 έως 500 km

88 %

82 %

87 %

81 %

500 έως 10 000 km

86 %

79 %

84 %

77 %

Άνω των 10 000 km

80 %

71 %

78 %

67 %

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Λεύκα – Χωρίς λίπανση)

Περίπτωση 1

1 έως 500 km

56 %

35 %

48 %

23 %

500 έως 10 000 km

54 %

32 %

46 %

20 %

Άνω των 10 000 km

49 %

24 %

40 %

10 %

Περίπτωση 2α

1 έως 500 km

76 %

64 %

72 %

58 %

500 έως 10 000 km

74 %

61 %

69 %

54 %

Άνω των 10 000 km

68 %

53 %

63 %

45 %

Περίπτωση 3α

1 έως 500 km

91 %

86 %

90 %

85 %

500 έως 10 000 km

89 %

83 %

87 %

81 %

Άνω των 10 000 km

83 %

75 %

81 %

71 %

Κορμοξυλεία

Περίπτωση 1

1 έως 500 km

57 %

37 %

49 %

24 %

500 έως 2 500 km

58 %

37 %

49 %

25 %

2 500 έως 10 000 km

55 %

34 %

47 %

21 %

Άνω των 10 000 km

50 %

26 %

40 %

11 %

Περίπτωση 2α

1 έως 500 km

77 %

66 %

73 %

60 %

500 έως 2 500 km

77 %

66 %

73 %

60 %

2 500 έως 10 000 km

75 %

63 %

70 %

56 %

Άνω των 10 000 km

70 %

55 %

64 %

46 %

Περίπτωση 3α

1 έως 500 km

92 %

88 %

91 %

86 %

500 έως 2 500 km

92 %

88 %

91 %

87 %

2 500 έως 10 000 km

90 %

85 %

88 %

83 %

Άνω των 10 000 km

84 %

77 %

82 %

73 %

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από υπολείμματα της βιομηχανίας ξύλου

Περίπτωση 1

1 έως 500 km

75 %

62 %

69 %

55 %

500 έως 2 500 km

75 %

62 %

70 %

55 %

2 500 έως 10 000 km

72 %

59 %

67 %

51 %

Άνω των 10 000 km

67 %

51 %

61 %

42 %

Περίπτωση 2α

1 έως 500 km

87 %

80 %

84 %

76 %

500 έως 2 500 km

87 %

80 %

84 %

77 %

2 500 έως 10 000 km

85 %

77 %

82 %

73 %

Άνω των 10 000 km

79 %

69 %

75 %

63 %

Περίπτωση 3α

1 έως 500 km

95 %

93 %

94 %

91 %

500 έως 2 500 km

95 %

93 %

94 %

92 %

2 500 έως 10 000 km

93 %

90 %

92 %

88 %

Άνω των 10 000 km

88 %

82 %

85 %

78 %


ΓΕΩΡΓΙΚΕΣ ΟΔΟΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

Σύστημα παραγωγής καυσίμων βιομάζας

Απόσταση μεταφοράς

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

Θερμότητα

Ηλεκτρική ενέργεια

Θερμότητα

Ηλεκτρική ενέργεια

Γεωργικά υπολείμματα με πυκνότητα < 0,2 t/m3  (*2)

1 έως 500 km

95 %

92 %

93 %

90 %

500 έως 2 500 km

89 %

83 %

86 %

80 %

2 500 έως 10 000 km

77 %

66 %

73 %

60 %

Άνω των 10 000 km

57 %

36 %

48 %

23 %

Γεωργικά υπολείμματα με πυκνότητα > 0,2 t/m3  (*3)

1 έως 500 km

95 %

92 %

93 %

90 %

500 έως 2 500 km

93 %

89 %

92 %

87 %

2 500 έως 10 000 km

88 %

82 %

85 %

78 %

Άνω των 10 000 km

78 %

68 %

74 %

61 %

Σύμπηκτα αχύρου

1 έως 500 km

88 %

82 %

85 %

78 %

500 έως 10 000 km

86 %

79 %

83 %

74 %

Άνω των 10 000 km

80 %

70 %

76 %

64 %

Μπρικέτες υπολειμμάτων ζαχαροκάλαμου

500 έως 10 000 km

93 %

89 %

91 %

87 %

Άνω των 10 000 km

87 %

81 %

85 %

77 %

Αλεύρι από φοινικοπυρήνες

Άνω των 10 000 km

20 %

-18 %

11 %

-33 %

Αλεύρι από φοινικοπυρήνες (χωρίς εκπομπές CH4 από τη μονάδα επεξεργασίας)

Άνω των 10 000 km

46 %

20 %

42 %

14 %


ΒΙΟΑΕΡΙΟ ΓΙΑ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ (*4)

Σύστημα παραγωγής βιοαερίου

Τεχνολογική επιλογή

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

Υγρή κοπριά (1)

Περίπτωση 1

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο (2)

146 %

94 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο (3)

246 %

240 %

Περίπτωση 2

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

136 %

85 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

227 %

219 %

Περίπτωση 3

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

142 %

86 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

243 %

235 %

Ολόκληρο φυτό αραβοσίτου (4)

Περίπτωση 1

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

36 %

21 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

59 %

53 %

Περίπτωση 2

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

34 %

18 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

55 %

47 %

Περίπτωση 3

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

28 %

10 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

52 %

43 %

Βιολογικά απόβλητα

Περίπτωση 1

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

47 %

26 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

84 %

78 %

Περίπτωση 2

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

43 %

21 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

77 %

68 %

Περίπτωση 3

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

38 %

14 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

76 %

66 %


ΒΙΟΑΕΡΙΟ ΓΙΑ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ – ΜΕΙΓΜΑΤΑ ΚΟΠΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΑΒΟΣΙΤΟΥ

Σύστημα παραγωγής βιοαερίου

Τεχνολογική επιλογή

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

Κοπριά – Αραβόσιτος

80 % έως 20 %

Περίπτωση 1

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

72 %

45 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

120 %

114 %

Περίπτωση 2

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

67 %

40 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

111 %

103 %

Περίπτωση 3

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

65 %

35 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

114 %

106 %

Κοπριά – Αραβόσιτος

70 % έως 30 %

Περίπτωση 1

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

60 %

37 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

100 %

94 %

Περίπτωση 2

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

57 %

32 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

93 %

85 %

Περίπτωση 3

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

53 %

27 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

94 %

85 %

Κοπριά – Αραβόσιτος

60 % έως 40 %

Περίπτωση 1

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

53 %

32 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

88 %

82 %

Περίπτωση 2

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

50 %

28 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

82 %

73 %

Περίπτωση 3

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

46 %

22 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

81 %

72 %


ΒΙΟΜΕΘΑΝΙΟ ΚΙΝΗΣΗΣ (*5)

Σύστημα παραγωγής βιομεθανίου

Τεχνολογικές επιλογές

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου - τυπική τιμή

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου - προκαθορισμένη τιμή

Υγρή κοπριά

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

117 %

72 %

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, με καύση απαερίων

133 %

94 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

190 %

179 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, με καύση απαερίων

206 %

202 %

Ολόκληρο φυτό αραβοσίτου

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

35 %

17 %

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, με καύση απαερίων

51 %

39 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

52 %

41 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, με καύση απαερίων

68 %

63 %

Βιολογικά απόβλητα

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

43 %

20 %

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, με καύση απαερίων

59 %

42 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

70 %

58 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, με καύση απαερίων

86 %

80 %


ΒΙΟΜΕΘΑΝΙΟ – ΜΕΙΓΜΑΤΑ ΚΟΠΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΑΒΟΣΙΤΟΥ (*6)

Σύστημα παραγωγής βιομεθανίου

Τεχνολογικές επιλογές

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου - τυπική τιμή

Μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου - προκαθορισμένη τιμή

Κοπριά – Αραβόσιτος

80 % έως 20 %

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, χωρίς καύση απαερίων (5)

62 %

35 %

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, με καύση απαερίων (6)

78 %

57 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

97 %

86 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, με καύση απαερίων

113 %

108 %

Κοπριά – Αραβόσιτος

70 % έως 30 %

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

53 %

29 %

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, με καύση απαερίων

69 %

51 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

83 %

71 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, με καύση απαερίων

99 %

94 %

Κοπριά – Αραβόσιτος

60 % έως 40 %

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

48 %

25 %

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, με καύση απαερίων

64 %

48 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

74 %

62 %

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, με καύση απαερίων

90 %

84 %

B.   ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

1.

Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που οφείλονται στην παραγωγή και τη χρήση καυσίμων βιομάζας υπολογίζονται ως εξής:

α)

Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που οφείλονται στην παραγωγή και τη χρήση καυσίμων βιομάζας πριν από τη μετατροπή σε ηλεκτρική ενέργεια, θερμότητα και ψύξη υπολογίζονται σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο:

E = eec + el + ep + etd + eu – esca – eccs – eccr,

όπου:

E

=

συνολικές εκπομπές από την παραγωγή του καυσίμου πριν από τη μετατροπή ενέργειας,

eec

=

εκπομπές από τη λήψη ή την καλλιέργεια των πρώτων υλών,

el

=

ετήσιες εκπομπές από τη μεταβολή των αποθεμάτων άνθρακα λόγω αλλαγής της χρήσης γης,

ep

=

εκπομπές από την επεξεργασία,

etd

=

εκπομπές από τη μεταφορά και διανομή,

eu

=

εκπομπές από το χρησιμοποιούμενο καύσιμο,

esca

=

μείωση εκπομπών μέσω σώρευσης άνθρακα στο έδαφος χάρη στην καλύτερη γεωργική διαχείριση,

eccs

=

μείωση εκπομπών μέσω δέσμευσης και αποθήκευσης CO2 και

eccr

=

μείωση εκπομπών μέσω δέσμευσης και αντικατάστασης CO2.

Οι εκπομπές από την κατασκευή των μηχανημάτων και εξοπλισμών δεν λαμβάνονται υπόψη.

β)

Στην περίπτωση της ταυτόχρονης χώνευσης διαφόρων υποστρωμάτων σε μονάδα βιοαερίου για την παραγωγή βιοαερίου ή βιομεθανίου, οι τυπικές και οι προκαθορισμένες τιμές των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου υπολογίζονται ως εξής:

Formula

όπου:

E

=

εκπομπές αερίων θερμοκηπίου ανά MJ βιοαερίου ή βιομεθανίου που παράγεται από την ταυτόχρονη χώνευση του καθορισμένου μείγματος υποστρωμάτων

Sn

=

μερίδιο των πρώτων υλών n στο ενεργειακό περιεχόμενο

En

=

εκπομπή σε gCO2/MJ για την οδό παραγωγής n όπως προβλέπεται στο μέρος Δ του παρόντος παραρτήματος (*)

Formula

όπου:

Pn

=

ενεργειακή απόδοση [MJ] ανά χιλιόγραμμο εισροής υγρών πρώτων υλών n (**)

Wn

=

συντελεστής στάθμισης του υποστρώματος n που ορίζεται ως:

Formula

όπου:

In

=

Ετήσια εισροή υποστρώματος n στον χωνευτήρα [τόνο νωπής ουσίας]

AMn

=

Μέση ετήσια υγρασία του υποστρώματος n [kg νερού/kg νωπής ουσίας]

SMn

=

Τυπική υγρασία για το υπόστρωμα n (***).

(*)

Για ζωική κοπριά που χρησιμοποιείται ως υπόστρωμα, προστίθεται προσαύξηση 45 g CO2eq/MJ κοπριάς (– 54 kg CO2eq/t νωπής ουσίας) για καλύτερη γεωργική διαχείριση και διαχείριση της κοπριάς.

(**)

Οι ακόλουθες τιμές Pn χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των τυπικών και προκαθορισμένων τιμών:

 

P(Αραβόσιτος): 4,16 [MJβιοαερίου/kgυγρού αραβοσίτου @ υγρασία 65 %]

 

P(Κοπριά): 0,50 [MJβιοαερίου/kgυγρής κοπριάς @ υγρασία 90 %]

 

P(Βιολογικά απόβλητα) 3,41 [MJβιοαερίου/kg υγρών βιολογικών αποβλήτων @ υγρασία 76 %]

(***)

Χρησιμοποιούνται οι ακόλουθες τιμές της τυπικής υγρασίας για το υπόστρωμα SMn:

 

SM(Αραβόσιτος): 0,65 [kg νερού/kg νωπής ουσίας]

 

SM(Κοπριά): 0,90 [kg νερού/kg νωπής ουσίας]

 

SM(Βιολογικά απόβλητα): 0,76 [kg νερού/kg νωπής ουσίας]

γ)

Στην περίπτωση της ταυτόχρονης χώνευσης n υποστρωμάτων σε μονάδα βιοαερίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ή βιομεθανίου, οι πραγματικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου του βιοαερίου και του βιομεθανίου υπολογίζονται ως εξής:

Formula

όπου:

E

=

συνολικές εκπομπές από την παραγωγή βιοαερίου ή βιομεθανίου πριν από τη μετατροπή ενέργειας,

Sn

=

μερίδιο των πρώτων υλών n, σε κλάσμα εισροής στον χωνευτήρα,

eec,n

=

εκπομπές από τη λήψη ή την καλλιέργεια των πρώτων υλών n,

etd,πρώτη ύλη,n

=

εκπομπές από τη μεταφορά των πρώτων υλών n στον χωνευτήρα,

el,n

=

ετήσιες εκπομπές από τη μεταβολή των αποθεμάτων άνθρακα λόγω αλλαγής της χρήσης γης, για τις πρώτες ύλες n,

esca

=

μείωση εκπομπών μέσω της καλύτερης γεωργικής διαχείρισης των πρώτων υλών n (*),

ep

=

εκπομπές από την επεξεργασία,

etd,προϊόν

=

εκπομπές από τη μεταφορά και τη διανομή βιοαερίου και/ή βιομεθανίου,

eu

=

εκπομπές από το χρησιμοποιούμενο καύσιμο, δηλαδή τα αέρια θερμοκηπίου εκπεμπόμενα κατά την καύση,

eccs

=

μείωση εκπομπών μέσω δέσμευσης και αποθήκευσης CO2 και

eccr

=

μείωση εκπομπών μέσω δέσμευσης και αντικατάστασης του CO2.

(*)

Για esca a προσαύξηση 45 gCO2eq/MJ κοπριάς για καλύτερη γεωργική διαχείριση και διαχείριση της κοπριάς όταν χρησιμοποιείται ζωική κοπριά ως υπόστρωμα για την παραγωγή βιοαερίου και βιομεθανίου.

δ)

Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τη χρήση καυσίμων βιομάζας στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, θερμότητας και ψύξης, περιλαμβανόμενης της ενεργειακής μετατροπής σε παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια ή/και θερμότητα ή ψύξη, υπολογίζονται ως εξής:

i)

Για ενεργειακές εγκαταστάσεις που παράγουν μόνο θερμότητα:

Formula

ii)

Για ενεργειακές εγκαταστάσεις που παράγουν μόνο ηλεκτρική ενέργεια:

Formula

όπου:

ECh,el

=

Συνολικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από το τελικό ενεργειακό προϊόν.

E

=

Συνολικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου του καυσίμου πριν από την τελική μετατροπή.

ηel

=

Η ηλεκτρική απόδοση, η οποία ορίζεται ως η ετησίως παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια διαιρούμενη διά της ετήσιας εισροής καυσίμου βάσει του ενεργειακού περιεχομένου του.

ηh

=

Η θερμική απόδοση, η οποία ορίζεται ως η ετησίως παραγόμενη ωφέλιμη θερμότητα διαιρούμενη διά της ετήσιας εισροής καυσίμου βάσει του ενεργειακού περιεχομένου του.

iii)

Για την ηλεκτρική ενέργεια ή τη μηχανική ενέργεια η οποία προέρχεται από ενεργειακές εγκαταστάσεις που παράγουν ωφέλιμη θερμότητα ταυτόχρονα με ηλεκτρική και/ή μηχανική ενέργεια:

Formula

iv)

Για την ωφέλιμη θερμότητα η οποία προέρχεται από ενεργειακές εγκαταστάσεις που παράγουν θερμότητα ταυτόχρονα με ηλεκτρική και/ή μηχανική ενέργεια:

Formula

όπου:

ECh,el

=

Συνολικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από το τελικό ενεργειακό προϊόν.

E

=

Συνολικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου του καυσίμου πριν από την τελική μετατροπή.

ηel

=

Η ηλεκτρική απόδοση, η οποία ορίζεται ως η ετησίως παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια διαιρούμενη διά της ετήσιας εισροής ενέργειας βάσει του ενεργειακού περιεχομένου της.

ηh

=

Η θερμική απόδοση, η οποία ορίζεται ως η ετησίως παραγόμενη ωφέλιμη θερμότητα διαιρούμενη διά της ετήσιας εισροής ενέργειας βάσει του ενεργειακού περιεχομένου της.

Cel

=

Κλάσμα εξέργειας στην ηλεκτρική ενέργεια, και/ή τη μηχανική ενέργεια, λαμβανόμενο ίσο προς 100 % (Cel = 1).

Ch

=

Βαθμός απόδοσης Carnot (κλάσμα εξέργειας στην ωφέλιμη θερμότητα).

Ο βαθμός απόδοσης Carnot, Ch, για ωφέλιμη θερμότητα σε διάφορες θερμοκρασίες ορίζεται ως:

Formula

όπου:

Th

=

Θερμοκρασία, μετρούμενη ως απόλυτη θερμοκρασία (kelvin) της ωφέλιμης θερμότητας στο σημείο παραλαβής.

T0

=

Θερμοκρασία περιβάλλοντος, που λαμβάνεται ίση προς 273,15 kelvin (0 oC)

Αν η πλεονάζουσα θερμότητα εξάγεται για τη θέρμανση κτιρίων σε θερμοκρασία κάτω των 150 oC (423,15 kelvin), ο Ch μπορεί εναλλακτικά να ορίζεται ως εξής:

Ch

=

Βαθμός απόδοσης Carnot σε θερμότητα υπό θερμοκρασία 150 oC (423,15 kelvin), ίσος προς: 0,3546

Για τους σκοπούς του υπολογισμού αυτού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

i)

«συμπαραγωγή»: η ταυτόχρονη παραγωγή θερμικής και ηλεκτρικής και/ή μηχανικής ενέργειας με μία μόνο διαδικασία·

ii)

«ωφέλιμη θερμότητα»: η θερμότητα που παράγεται για να καλυφθεί οικονομικά δικαιολογημένη ζήτηση θερμότητας για σκοπούς θέρμανσης ή ψύξης·

iii)

«οικονομικά δικαιολογημένη ζήτηση»: η ζήτηση που δεν υπερβαίνει τις ανάγκες θέρμανσης ή ψύξης και η οποία διαφορετικά θα καλυπτόταν σύμφωνα με τις συνθήκες της αγοράς.

2.

Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που οφείλονται στη χρήση καυσίμων βιομάζας εκφράζονται ως εξής:

α)

οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που οφείλονται στη χρήση καυσίμων βιομάζας (E) εκφράζονται σε γραμμάρια ισοδυνάμου CO2 ανά MJ καυσίμου (g CO2eq/MJ).

β)

οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τη θέρμανση ή την ηλεκτρική ενέργεια, που παράγονται από καύσιμα βιομάζας (EC), εκφράζονται σε γραμμάρια ισοδύναμου CO2 ανά MJ τελικού ενεργειακού προϊόντος (θερμότητας ή ηλεκτρικής ενέργειας) (g CO2eq/MJ).

Όταν η θέρμανση και η ψύξη συμπαράγονται με ηλεκτρική ενέργεια, οι εκπομπές κατανέμονται μεταξύ της θερμότητας και της ηλεκτρικής ενέργειας [όπως στο σημείο 1 στοιχείο δ)], ασχέτως αν η θερμότητα χρησιμοποιείται για σκοπούς θέρμανσης ή ψύξης. (7)

Όταν οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τη λήψη ή την καλλιέργεια πρώτων υλών eec εκφράζονται σε g CO2eq/ξηρό τόνο πρώτων υλών, η μετατροπή σε γραμμάρια ισοδύναμου CO2 ανά MJ καυσίμου (gCO2eq/MJ) υπολογίζεται ως εξής (8):

Formula

Όπου:

Formula

Formula

Οι εκπομπές ανά ξηρό τόνο πρώτων υλών υπολογίζονται ως εξής:

Formula

3.

Η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που επιτυγχάνεται με τη χρήση των καυσίμων βιομάζας υπολογίζεται ως εξής:

α)

μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που επιτυγχάνεται με τη χρήση καυσίμων βιομάζας ως καυσίμων για μεταφορές:

ΜΕΙΩΣΗ = (EF(t) – EB)/EF(t)

όπου:

EB

=

συνολικές εκπομπές από καύσιμα βιομάζας χρησιμοποιούμενα στις μεταφορές, και

EF(t)

=

συνολικές εκπομπές από το συγκριτικό ορυκτό καύσιμο για μεταφορές

β)

μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που επιτυγχάνεται με την παραγωγή θερμότητας και ψύξης και ηλεκτρικής ενέργειας από καύσιμα βιομάζας:

ΜΕΙΩΣΗ = (ECF(h&c,el) – ECB(h&c,el))/ECF (h&c,el),

όπου:

ECB(h&c,el)

=

συνολικές εκπομπές από τη θερμότητα ή την ηλεκτρική ενέργεια,

ECF(h&c,el)

=

συνολικές εκπομπές από το συγκριτικό ορυκτό καύσιμο για ωφέλιμη θερμότητα ή ηλεκτρική ενέργεια.

4.

Τα αέρια θερμοκηπίου που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς του σημείου 1 είναι τα ακόλουθα: CO2, N2O και CH4. Για τους σκοπούς του υπολογισμού της ισοδυναμίας CO2, στα αέρια αυτά αποδίδονται οι ακόλουθες τιμές:

 

CO2: 1

 

N2O: 298

 

CH4: 25

5.

Στις εκπομπές από τη λήψη, τη συγκομιδή ή την καλλιέργεια των πρώτων υλών (eec) συμπεριλαμβάνονται οι εκπομπές από την ίδια τη διαδικασία λήψης, συγκομιδής ή καλλιέργειας, από τη συλλογή, την ξήρανση και την αποθήκευση των πρώτων υλών, από τα απόβλητα και τις διαρροές· και από την παραγωγή των χημικών ουσιών ή προϊόντων που χρησιμοποιούνται για τη λήψη και την καλλιέργεια. Δεν λαμβάνεται υπόψη η δέσμευση του CO2 κατά την καλλιέργεια των πρώτων υλών. Για τις εκτιμήσεις των εκπομπών από τις καλλιέργειες γεωργικής βιομάζας μπορούν να χρησιμοποιούνται περιφερειακοί μέσοι όροι για τις εκπομπές από καλλιέργειες οι οποίες περιλαμβάνονται στις εκθέσεις του άρθρου 31 παράγραφος 4 της παρούσας οδηγίας ή οι πληροφορίες για τις αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για τις εκπομπές από καλλιέργειες που περιλαμβάνονται στο παρόν παράρτημα, εάν δεν είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν πραγματικές τιμές. Ελλείψει σχετικών πληροφοριών στις προαναφερόμενες εκθέσεις, επιτρέπεται να υπολογίζονται μέσοι όροι βάσει των τοπικών γεωργικών πρακτικών με χρήση, για παράδειγμα, δεδομένων ομάδας γεωργικών εκμεταλλεύσεων, εάν δεν είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν πραγματικές τιμές.

Για τις εκτιμήσεις των εκπομπών από την καλλιέργεια και τη συγκομιδή δασικής βιομάζας μπορούν να χρησιμοποιούνται μέσοι όροι των εκπομπών από την καλλιέργεια και τη συγκομιδή, υπολογιζόμενοι για γεωγραφικές περιοχές σε εθνικό επίπεδο, εάν δεν είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν πραγματικές τιμές.

6.

Για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 1 στοιχείο α), η μείωση των εκπομπών χάρη στη βελτίωση της διαχείρισης της γεωργίας esca, όπως η στροφή στη μειωμένη ή μηδενική άροση, η βελτιωμένη αμειψισπορά, η χρήση προστατευτικών καλλιεργειών, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης των υπολειμμάτων καλλιεργειών, και η χρήση οργανικών βελτιωτικών εδάφους (π.χ. κομπόστ, προϊόν ζύμωσης της κοπριάς), λαμβάνεται υπόψη μόνο εφόσον υποβάλλονται αξιόπιστα και επαληθεύσιμα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ο άνθρακας του εδάφους αυξήθηκε ή σύμφωνα με τα οποία είναι εύλογο να έχει αυξηθεί κατά τη διάρκεια της καλλιέργειας των εξεταζόμενων πρώτων υλών, με συνεκτίμηση των εκπομπών στις περιπτώσεις όπου οι πρακτικές αυτές οδηγούν σε αυξημένη χρήση λιπασμάτων και ζιζανιοκτόνων. (9)

7.

Οι ετήσιες εκπομπές από τη μεταβολή των αποθεμάτων άνθρακα λόγω αλλαγής της χρήσης γης, el, υπολογίζονται με ισομερή διαίρεση των συνολικών εκπομπών μιας εικοσαετίας. Για τον υπολογισμό αυτών των εκπομπών, εφαρμόζεται ο ακόλουθος τύπος:

e1 = (CSR – CSA) × 3,664 × 1/20 × 1/P– eB(10)

όπου:

el

=

ετήσιες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τη μεταβολή των αποθεμάτων άνθρακα λόγω αλλαγής της χρήσης γης (μετρούμενες σε μάζα ισοδυνάμου CO2 ανά μονάδα ενέργειας παραγόμενης από καύσιμο βιομάζας). Οι «καλλιεργήσιμες εκτάσεις» (11) και οι «πολυετείς καλλιέργειες» (12) θεωρούνται ως μία χρήση γης,

CSR

=

απόθεμα άνθρακα ανά μονάδα επιφάνειας συνδεόμενο με τη χρήση γης αναφοράς (μετρούμενο ως μάζα (τόνοι) άνθρακα ανά μονάδα επιφάνειας, συμπεριλαμβανομένων του εδάφους και της βλάστησης). Η χρήση γης αναφοράς είναι η χρήση γης τον Ιανουάριο του 2008 ή 20 έτη πριν από τη λήψη των πρώτων υλών, όποια είναι η μεταγενέστερη ημερομηνία,

CSA

=

απόθεμα άνθρακα ανά μονάδα επιφάνειας συνδεόμενο με την πραγματική χρήση γης (μετρούμενο ως μάζα (τόνοι) άνθρακα ανά μονάδα επιφάνειας, συμπεριλαμβανομένων του εδάφους και της βλάστησης). Όταν το απόθεμα άνθρακα συσσωρεύεται επί περισσότερα του ενός έτη, η τιμή του CSA είναι το υπολογιζόμενο απόθεμα ανά μονάδα επιφάνειας ύστερα από 20 έτη ή όταν η καλλιέργεια ωριμάσει, όποια ημερομηνία προηγείται,

P

=

παραγωγικότητα της καλλιέργειας (μετρούμενη ως ενέργεια παραγόμενη από καύσιμο βιομάζας ανά μονάδα επιφάνειας ετησίως) και

eB

=

προσαύξηση 29 gCO2eq/MJ καυσίμου βιομάζας του οποίου η βιομάζα προέρχεται από αποκατεστημένα υποβαθμισμένα εδάφη υπό τους όρους του σημείου 8.

8.

Η προσαύξηση 29 gCO2eq/MJ αναγνωρίζεται εφόσον διατεθούν στοιχεία ότι τα εδάφη:

α)

δεν χρησιμοποιούνταν για γεωργικούς σκοπούς τον Ιανουάριο του 2008 ή για κάθε άλλη δραστηριότητα και

β)

είναι σοβαρά υποβαθμισμένα, συμπεριλαμβανομένων των εδαφών που προηγουμένως χρησιμοποιούνταν για γεωργικούς σκοπούς.

Η προσαύξηση 29 gCO2eq/MJ εφαρμόζεται επί 20 το πολύ έτη από την ημερομηνία μετατροπής των εδαφών σε γεωργική εκμετάλλευση, υπό τον όρον ότι εξασφαλίζονται τακτική αύξηση του αποθέματος άνθρακα και μείωση της διάβρωσης των σοβαρά υποβαθμισμένων εδαφών του στοιχείου β).

9.

«Σοβαρά υποβαθμισμένα εδάφη»: εδάφη των οποίων η περιεκτικότητα σε αλάτι αυξήθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια σημαντικής περιόδου ή των οποίων η περιεκτικότητα σε οργανικές ύλες είναι ιδιαίτερα χαμηλή και τα οποία είναι σοβαρά διαβρωμένα·

10.

Σύμφωνα με το παράρτημα V μέρος Γ σημείο 10 της παρούσας οδηγίας, της απόφασης 2010/335/ΕΕ της Επιτροπής (13) η οποία περιλαμβάνει οδηγίες για τον υπολογισμό των αποθεμάτων άνθρακα του εδάφους σε σχέση με την παρούσα οδηγία, βάσει των κατευθυντήριων γραμμών της IPCC (Διακυβερνητική Ομάδα για την Αλλαγή του Κλίματος) του 2006 για τις εθνικές στατιστικές απογραφές αερίων του θερμοκηπίου – τόμος 4, και σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2013 και τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841, χρησιμοποιείται ως βάση για τον υπολογισμό των αποθεμάτων άνθρακα του εδάφους.

11.

Στις εκπομπές από την επεξεργασία, ep, περιλαμβάνονται οι εκπομπές από την ίδια τη διαδικασία επεξεργασίας, από τα απόβλητα και τις διαρροές, από τα απόβλητα και τις διαρροές· και από την παραγωγή των χημικών ουσιών ή προϊόντων που χρησιμοποιούνται στην επεξεργασία, καθώς και οι εκπομπές CO2 που προέρχονται από τον άνθρακα που περιέχεται σε ορυκτές πηγές, είτε αυτές καίγονται πράγματι κατά την διαδικασία, είτε όχι.

Για τον υπολογισμό της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας μη παραγόμενης στη μονάδα παραγωγής στερεού ή αερίου καυσίμου βιομάζας, η ένταση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου της παραγωγής και διανομής αυτής της ηλεκτρικής ενέργειας λογίζεται ως ίση με τη μέση ένταση εκπομπών της παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας σε μια δεδομένη περιφέρεια. Κατ' εξαίρεση του κανόνα αυτού οι παραγωγοί μπορούν να χρησιμοποιούν μια μέση τιμή για την ηλεκτρική ενέργεια που έχει παραχθεί από έναν μεμονωμένο σταθμό ηλεκτροπαραγωγής, εφόσον ο σταθμός αυτός δεν είναι συνδεδεμένος με το δίκτυο ηλεκτροδότησης.

Στις εκπομπές από την επεξεργασία συμπεριλαμβάνονται οι εκπομπές από την ξήρανση ενδιάμεσων προϊόντων και υλικών, κατά περίπτωση.

12.

Στις εκπομπές από τη μεταφορά και διανομή, etd, συμπεριλαμβάνονται οι εκπομπές από τη μεταφορά πρώτων υλών και ημιτελών υλικών και από την αποθήκευση και διανομή τελικών υλικών. Οι εκπομπές από τη μεταφορά και τη διανομή που πρέπει να ληφθούν υπόψη στο σημείο 5 δεν καλύπτονται από το σημείο αυτό.

13.

Οι εκπομπές CO2 από το χρησιμοποιούμενο καύσιμο, eu,, λογίζονται ως μηδενικές για τα καύσιμα βιομάζας. Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου εκτός από το CO2 (CH4 και N2O) από το χρησιμοποιούμενο καύσιμο συμπεριλαμβάνονται στον συντελεστή eu.

14.

Η μείωση εκπομπών μέσω δέσμευσης CO2 και γεωλογικής αποθήκευσης του άνθρακα eccs, που δεν έχει ήδη ληφθεί υπόψη στο ep, περιορίζεται στις εκπομπές που αποφεύγονται μέσω της δέσμευσης και αποθήκευσης του εκπεμπόμενου CO2 που συνδέεται άμεσα με την εξόρυξη, μεταφορά, επεξεργασία και διανομή του καυσίμου, εφόσον αποθηκεύεται σύμφωνα με την οδηγία 2009/31/ΕΚ.

15.

Η μείωση εκπομπών μέσω δέσμευσης CO2 και αντικατάστασης του άνθρακα, eccr, σχετίζεται άμεσα με την παραγωγή του καυσίμου βιομάζας στο οποίο καταλογίζονται, και περιορίζεται στις εκπομπές που αποφεύγονται μέσω της δέσμευσης του CO2 που προέρχεται από βιομάζα και που χρησιμοποιείται προς υποκατάσταση του ορυκτής προέλευσης CO2 στηνπαραγωγή εμπορικών προϊόντων και υπηρεσιών.

16.

Όταν μια μονάδα συμπαραγωγής —που παρέχει θερμότητα και/ή ηλεκτρική ενέργεια για μια διαδικασία παραγωγής καυσίμου βιομάζας για το οποίο υπολογίζονται οι εκπομπές— παράγει πλεονάζουσα ηλεκτρική ενέργεια και/ή πλεονάζουσα ωφέλιμη θερμότητα, οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου διαιρούνται μεταξύ της ηλεκτρικής ενέργειας και της ωφέλιμης θερμότητας ανάλογα με τη θερμοκρασία της θερμότητας (που αντανακλά την ωφελιμότητα της θερμότητας). Το ωφέλιμο μέρος της θερμότητας υπολογίζεται πολλαπλασιάζοντας το ενεργειακό περιεχόμενό της με τον βαθμό απόδοσης Carnot Ch, που υπολογίζεται ως εξής:

Formula

όπου:

Th

=

Θερμοκρασία, μετρούμενη ως απόλυτη θερμοκρασία (kelvin) της ωφέλιμης θερμότητας στο σημείο παραλαβής.

T0

=

Θερμοκρασία περιβάλλοντος, που λαμβάνεται ίση προς 273,15 kelvin (0 oC)

Αν η πλεονάζουσα θερμότητα εξάγεται για τη θέρμανση κτιρίων σε θερμοκρασία κάτω των 150 oC (423,15 kelvin), ο Ch μπορεί εναλλακτικά να ορίζεται ως εξής:

Ch

=

Βαθμός απόδοσης Carnot σε θερμότητα υπό θερμοκρασία 150 oC (423,15 kelvin), ίσος προς: 0,3546

Για τους σκοπούς του υπολογισμού αυτού, χρησιμοποιείται η πραγματική απόδοση, η οποία ορίζεται ως η ετησίως παραγόμενη μηχανική, ηλεκτρική και θερμική ενέργεια διαιρούμενη, αντιστοίχως, διά της ετήσιας εισροής ενέργειας.

Για τους σκοπούς του εν λόγω υπολογισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«συμπαραγωγή»: η ταυτόχρονη παραγωγή θερμικής και ηλεκτρικής και/ή μηχανικής ενέργειας με μία μόνο διαδικασία·

β)

«ωφέλιμη θερμότητα»: η θερμότητα που παράγεται για να καλυφθεί οικονομικά δικαιολογημένη ζήτηση θερμότητας για σκοπούς θέρμανσης ή ψύξης·

γ)

«οικονομικά δικαιολογημένη ζήτηση»: η ζήτηση που δεν υπερβαίνει τις ανάγκες θέρμανσης ή ψύξης και η οποία διαφορετικά θα καλυπτόταν σύμφωνα με τις συνθήκες της αγοράς.

17.

Όταν μια διαδικασία παραγωγής καυσίμου βιομάζας παράγει, σε συνδυασμό, το καύσιμο για το οποίο υπολογίζονται οι εκπομπές και ένα ή περισσότερα άλλα προϊόντα («παραπροϊόντα»), οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου διαιρούνται μεταξύ του τελικού καυσίμου ή του ενδιάμεσου καύσιμου προϊόντος και των παραπροϊόντων κατ' αναλογία προς το ενεργειακό τους περιεχόμενο (που προσδιορίζεται από την κατώτερη θερμογόνο δύναμη στην περίπτωση παραπροϊόντων διαφορετικών από την ηλεκτρική ενέργεια και τη θερμότητα). Η ένταση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου της πλεονάζουσας ωφέλιμης θερμότητας ή της πλεονάζουσας ηλεκτρικής ενέργειας είναι ίδια με την ένταση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου της θερμότητας ή της ηλεκτρικής ενέργειας που παρέχεται για τη διαδικασία παραγωγής καυσίμου και προσδιορίζεται με τον υπολογισμό της έντασης εκπομπών αερίων θερμοκηπίου όλων των εισροών και εκπομπών, συμπεριλαμβανομένων των πρώτων υλών και των εκπομπών CH4 και N2O, προς και από τη μονάδα συμπαραγωγής, τον λέβητα ή άλλες συσκευές παροχής θερμότητας ή ηλεκτρικής ενέργειας στη διαδικασία παραγωγής καυσίμου βιομάζας. Στην περίπτωση της συμπαραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας, ο υπολογισμός πραγματοποιείται σύμφωνα με το σημείο 16.

18.

Για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 17, οι προς διαίρεση εκπομπές είναι eec + el + esca + τα κλάσματα εκπομπών ep, etd, eccs και eccr που παράγονται κατά τα στάδια της διαδικασίας μέχρι και το στάδιο παραγωγής παραπροϊόντος. Εάν ο καταλογισμός εκπομπών σε παραπροϊόντα έχει γίνει σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας στο πλαίσιο του κύκλου ζωής, το κλάσμα των εκπομπών που αποδίδονται κατά το τελευταίο αυτό στάδιο της διαδικασίας στο ενδιάμεσο καύσιμο προϊόν χρησιμοποιείται για τον σκοπό αυτό, αντί του συνόλου των εκπομπών αυτών.

Στην περίπτωση του βιοαερίου και του βιομεθανίου, για τους σκοπούς του εν λόγω υπολογισμού λαμβάνονται υπόψη όλα τα παραπροϊόντα που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του σημείου 7. Δεν καταλογίζονται εκπομπές σε απόβλητα και υπολείμματα. Για τους σκοπούς του ίδιου υπολογισμού, τα παραπροϊόντα που έχουν αρνητικό ενεργειακό περιεχόμενο λογίζονται ως έχοντα μηδενικό ενεργειακό περιεχόμενο.

Τα απόβλητα και τα υπολείμματα, όπως κορυφές δέντρων και κλαδιά, άχυρο, φλοιοί, σπάδικες αραβοσίτου και κελύφη καρπών, και τα υπολείμματα επεξεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της ακαθάριστης γλυκερίνης (ήτοι, μη διυλισμένης γλυκερίνης) και βαγάσσης,, λογίζεται ότι έχουν μηδενικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κατά τον κύκλο ζωής τους μέχρι τη διαδικασία συλλογής τους, ασχέτως αν μεταποιούνται σε ενδιάμεσα προϊόντα πριν από τη μετατροπή τους σε τελικά προϊόντα.

Στην περίπτωση των καυσίμων βιομάζας που παράγονται σε διυλιστήρια, πλην του συνδυασμού μονάδων επεξεργασίας με λέβητες ή μονάδες συμπαραγωγής που παρέχουν θερμότητα και/ή ηλεκτρική ενέργεια στη μονάδα επεξεργασίας, η μονάδα ανάλυσης για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 17 είναι το διυλιστήριο.

19.

Στην περίπτωση των καυσίμων βιομάζας που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 3 η τιμή του συγκριτικού ορυκτού καυσίμου ECF(el) είναι 183 g CO2eq/MJ ηλεκτρικής ενέργειας ή 212 g CO2eq/MJ ηλεκτρικής ενέργειας για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές.

Στην περίπτωση των καυσίμων βιομάζας που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ωφέλιμης θερμότητας, καθώς και για την παραγωγή θερμότητας και/ή ψύξης, για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 3, η τιμή του συγκριτικού ορυκτού καυσίμου ECF(h) είναι 80 g CO2eq/MJ θερμότητας.

Στην περίπτωση των καυσίμων βιομάζας που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ωφέλιμης θερμότητας, στην οποία μπορεί να αποδειχθεί η άμεση φυσική υποκατάσταση του άνθρακα, για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 3 η τιμή του συγκριτικού ορυκτού καυσίμου ECF(h) είναι 124 g CO2eq/MJ θερμότητας.

Στην περίπτωση των καυσίμων βιομάζας που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα για μεταφορές, για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 3 η τιμή του συγκριτικού ορυκτού καυσίμου EF(t) είναι 94 g CO2eq/MJ.

Γ.   ΑΝΑΛΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΤΙΜΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΥΣΙΜΑ ΒΙΟΜΑΖΑΣ

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου

Σύστημα παραγωγής καυσίμων βιομάζας

Απόσταση μεταφοράς

Τυπικές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου

g CO2eq /MJ)

Προκαθορισμένες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου

(g CO2eq /MJ)

Καλλιέργεια

Επεξεργασία

Μεταφορά

Εκπομπές εκτός CO2 από το χρησιμοποιούμενο καύσιμο

Καλλιέργεια

Επεξεργασία

Μεταφορά

Εκπομπές εκτός CO2 από το χρησιμοποιούμενο καύσιμο

Θρύμματα ξύλου από δασικά υπολείμματα

1 έως 500 km

0,0

1,6

3,0

0,4

0,0

1,9

3,6

0,5

500 έως 2 500 km

0,0

1,6

5,2

0,4

0,0

1,9

6,2

0,5

2 500 έως 10 000 km

0,0

1,6

10,5

0,4

0,0

1,9

12,6

0,5

Άνω των 10 000 km

0,0

1,6

20,5

0,4

0,0

1,9

24,6

0,5

Θρύμματα ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Ευκάλυπτος)

2 500 έως 10 000 km

4,4

0,0

11,0

0,4

4,4

0,0

13,2

0,5

Θρύμματα ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Λεύκα – με λίπανση)

1 έως 500 km

3,9

0,0

3,5

0,4

3,9

0,0

4,2

0,5

500 έως 2 500 km

3,9

0,0

5,6

0,4

3,9

0,0

6,8

0,5

2 500 έως 10 000 km

3,9

0,0

11,0

0,4

3,9

0,0

13,2

0,5

Άνω των 10 000 km

3,9

0,0

21,0

0,4

3,9

0,0

25,2

0,5

Θρύμματα ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Λεύκα – Χωρίς λίπανση)

1 έως 500 km

2,2

0,0

3,5

0,4

2,2

0,0

4,2

0,5

500 έως 2 500 km

2,2

0,0

5,6

0,4

2,2

0,0

6,8

0,5

2 500 έως 10 000 km

2,2

0,0

11,0

0,4

2,2

0,0

13,2

0,5

Άνω των 10 000 km

2,2

0,0

21,0

0,4

2,2

0,0

25,2

0,5

Θρύμματα ξύλου από κορμοξυλεία

1 έως 500 km

1,1

0,3

3,0

0,4

1,1

0,4

3,6

0,5

500 έως 2 500 km

1,1

0,3

5,2

0,4

1,1

0,4

6,2

0,5

2 500 έως 10 000 km

1,1

0,3

10,5

0,4

1,1

0,4

12,6

0,5

Άνω των 10 000 km

1,1

0,3

20,5

0,4

1,1

0,4

24,6

0,5

Θρύμματα ξύλου από υπολείμματα της βιομηχανίας ξύλου

1 έως 500 km

0,0

0,3

3,0

0,4

0,0

0,4

3,6

0,5

500 έως 2 500 km

0,0

0,3

5,2

0,4

0,0

0,4

6,2

0,5

2 500 έως 10 000 km

0,0

0,3

10,5

0,4

0,0

0,4

12,6

0,5

Άνω των 10 000 km

0,0

0,3

20,5

0,4

0,0

0,4

24,6

0,5

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου

Σύστημα παραγωγής καυσίμων βιομάζας

Απόσταση μεταφοράς

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένες τιμές

(g CO2eq/MJ)

 

 

Καλλιέργεια

Επεξεργασία

Μεταφορά & διανομή

Εκπομπές εκτός CO2 από το χρησιμοποιούμενο καύσιμο

Καλλιέργεια

Επεξεργασία

Μεταφορά & διανομή

Εκπομπές εκτός CO2 από το χρησιμοποιούμενο καύσιμο

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από δασικά υπολείμματα (περίπτωση 1)

1 έως 500 km

0,0

25,8

2,9

0,3

0,0

30,9

3,5

0,3

500 έως 2 500 km

0,0

25,8

2,8

0,3

0,0

30,9

3,3

0,3

2 500 έως 10 000 km

0,0

25,8

4,3

0,3

0,0

30,9

5,2

0,3

Άνω των 10 000 km

0,0

25,8

7,9

0,3

0,0

30,9

9,5

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από δασικά υπολείμματα (περίπτωση 2α)

1 έως 500 km

0,0

12,5

3,0

0,3

0,0

15,0

3,6

0,3

500 έως 2 500 km

0,0

12,5

2,9

0,3

0,0

15,0

3,5

0,3

2 500 έως 10 000 km

0,0

12,5

4,4

0,3

0,0

15,0

5,3

0,3

Άνω των 10 000 km

0,0

12,5

8,1

0,3

0,0

15,0

9,8

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από δασικά υπολείμματα (περίπτωση 3α)

1 έως 500 km

0,0

2,4

3,0

0,3

0,0

2,8

3,6.

0,3

500 έως 2 500 km

0,0

2,4

2,9

0,3

0,0

2,8

3,5

0,3

2 500 έως 10 000 km

0,0

2,4

4,4

0,3

0,0

2,8

5,3

0,3

Άνω των 10 000 km

0,0

2,4

8,2

0,3

0,0

2,8

9,8

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου

(Ευκάλυπτος – περίπτωση 1)

2 500 έως 10 000 km

3,9

24,5

4,3

0,3

3,9

29,4

5,2

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου

(Ευκάλυπτος – περίπτωση 2α)

2 500 έως 10 000 km

5,0

10,6

4,4

0,3

5,0

12,7

5,3

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου

(Ευκάλυπτος – περίπτωση 3α)

2 500 έως 10 000 km

5,3

0,3

4,4

0,3

5,3

0,4

5,3

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου

(Λεύκα – Με λίπανση – περίπτωση 1)

1 έως 500 km

3,4

24,5

2,9

0,3

3,4

29,4

3,5

0,3

500 έως 10 000 km

3,4

24,5

4,3

0,3

3,4

29,4

5,2

0,3

Άνω των 10 000 km

3,4

24,5

7,9

0,3

3,4

29,4

9,5

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου

(Λεύκα – Με λίπανση – περίπτωση 2α)

1 έως 500 km

4,4

10,6

3,0

0,3

4,4

12,7

3,6

0,3

500 έως 10 000 km

4,4

10,6

4,4

0,3

4,4

12,7

5,3

0,3

Άνω των 10 000 km

4,4

10,6

8,1

0,3

4,4

12,7

9,8

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου

(Λεύκα – Με λίπανση – περίπτωση 3α)

1 έως 500 km

4,6

0,3

3,0

0,3

4,6

0,4

3,6

0,3

500 έως 10 000 km

4,6

0,3

4,4

0,3

4,6

0,4

5,3

0,3

Άνω των 10 000 km

4,6

0,3

8,2

0,3

4,6

0,4

9,8

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου

(Λεύκα – χωρίς λίπανση – περίπτωση 1)

1 έως 500 km

2,0

24,5

2,9

0,3

2,0

29,4

3,5

0,3

500 έως 2 500 km

2,0

24,5

4,3

0,3

2,0

29,4

5,2

0,3

2 500 έως 10 000 km

2,0

24,5

7,9

0,3

2,0

29,4

9,5

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου

(Λεύκα – χωρίς λίπανση – περίπτωση 2α)

1 έως 500 km

2,5

10,6

3,0

0,3

2,5

12,7

3,6

0,3

500 έως 10 000 km

2,5

10,6

4,4

0,3

2,5

12,7

5,3

0,3

Άνω των 10 000 km

2,5

10,6

8,1

0,3

2,5

12,7

9,8

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου

(Λεύκα – χωρίς λίπανση – περίπτωση 3α)

1 έως 500 km

2,6

0,3

3,0

0,3

2,6

0,4

3,6

0,3

500 έως 10 000 km

2,6

0,3

4,4

0,3

2,6

0,4

5,3

0,3

Άνω των 10 000 km

2,6

0,3

8,2

0,3

2,6

0,4

9,8

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από κορμοξυλεία (περίπτωση 1)

1 έως 500 km

1,1

24,8

2,9

0,3

1,1

29,8

3,5

0,3

500 έως 2 500 km

1,1

24,8

2,8

0,3

1,1

29,8

3,3

0,3

2 500 έως 10 000 km

1,1

24,8

4,3

0,3

1,1

29,8

5,2

0,3

Άνω των 10 000 km

1,1

24,8

7,9

0,3

1,1

29,8

9,5

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από κορμοξυλεία (περίπτωση 2α)

1 έως 500 km

1,4

11,0

3,0

0,3

1,4

13,2

3,6

0,3

500 έως 2 500 km

1,4

11,0

2,9

0,3

1,4

13,2

3,5

0,3

2 500 έως 10 000 km

1,4

11,0

4,4

0,3

1,4

13,2

5,3

0,3

Άνω των 10 000 km

1,4

11,0

8,1

0,3

1,4

13,2

9,8

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από κορμοξυλεία (περίπτωση 3α)

1 έως 500 km

1,4

0,8

3,0

0,3

1,4

0,9

3,6

0,3

500 έως 2 500 km

1,4

0,8

2,9

0,3

1,4

0,9

3,5

0,3

2 500 έως 10 000 km

1,4

0,8

4,4

0,3

1,4

0,9

5,3

0,3

Άνω των 10 000 km

1,4

0,8

8,2

0,3

1,4

0,9

9,8

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από υπολείμματα της βιομηχανίας ξύλου (περίπτωση 1)

1 έως 500 km

0,0

14,3

2,8

0,3

0,0

17,2

3,3

0,3

500 έως 2 500 km

0,0

14,3

2,7

0,3

0,0

17,2

3,2

0,3

2 500 έως 10 000 km

0,0

14,3

4,2

0,3

0,0

17,2

5,0

0,3

Άνω των 10 000 km

0,0

14,3

7,7

0,3

0,0

17,2

9,2

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από υπολείμματα της βιομηχανίας ξύλου (περίπτωση 2α)

1 έως 500 km

0,0

6,0

2,8

0,3

0,0

7,2

3,4

0,3

500 έως 2 500 km

0,0

6,0

2,7

0,3

0,0

7,2

3,3

0,3

2 500 έως 10 000 km

0,0

6,0

4,2

0,3

0,0

7,2

5,1

0,3

Άνω των 10 000 km

0,0

6,0

7,8

0,3

0,0

7,2

9,3

0,3

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από υπολείμματα της βιομηχανίας ξύλου (περίπτωση 3α)

1 έως 500 km

0,0

0,2

2,8

0,3

0,0

0,3

3,4

0,3

500 έως 2 500 km

0,0

0,2

2,7

0,3

0,0

0,3

3,3

0,3

2 500 έως 10 000 km

0,0

0,2

4,2

0,3

0,0

0,3

5,1

0,3

Άνω των 10 000 km

0,0

0,2

7,8

0,3

0,0

0,3

9,3

0,3

Γεωργικές οδοί παραγωγής

Σύστημα παραγωγής καυσίμων βιομάζας

Απόσταση μεταφοράς

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπικές τιμές (g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένες τιμές (g CO2eq/MJ)

 

 

Καλλιέργεια

Επεξεργασία

Μεταφορά & διανομή

Εκπομπές εκτός CO2 από το χρησιμοποιούμενο καύσιμο

Καλλιέργεια

Επεξεργασία

Μεταφορά & διανομή

Εκπομπές εκτός CO2 από το χρησιμοποιούμενο καύσιμο

Γεωργικά υπολείμματα με πυκνότητα < 0,2 t/m3

1 έως 500 km

0,0

0,9

2,6

0,2

0,0

1,1

3,1

0,3

500 έως 2 500 km

0,0

0,9

6,5

0,2

0,0

1,1

7,8

0,3

2 500 έως 10 000 km

0,0

0,9

14,2

0,2

0,0

1,1

17,0

0,3

Άνω των 10 000 km

0,0

0,9

28,3

0,2

0,0

1,1

34,0

0,3

Γεωργικά υπολείμματα με πυκνότητα > 0,2 t/m3

1 έως 500 km

0,0

0,9

2,6

0,2

0,0

1,1

3,1

0,3

500 έως 2 500 km

0,0

0,9

3,6

0,2

0,0

1,1

4,4

0,3

2 500 έως 10 000 km

0,0

0,9

7,1

0,2

0,0

1,1

8,5

0,3

Άνω των 10 000 km

0,0

0,9

13,6

0,2

0,0

1,1

16,3

0,3

Σύμπηκτα αχύρου

1 έως 500 km

0,0

5,0

3,0

0,2

0,0

6,0

3,6

0,3

500 έως 10 000 km

0,0

5,0

4,6

0,2

0,0

6,0

5,5

0,3

Άνω των 10 000 km

0,0

5,0

8,3

0,2

0,0

6,0

10,0

0,3

Μπρικέτες βαγάσσης

500 έως 10 000 km

0,0

0,3

4,3

0,4

0,0

0,4

5,2

0,5

Άνω των 10 000 km

0,0

0,3

8,0

0,4

0,0

0,4

9,5

0,5

Αλεύρι από φοινικοπυρήνες

Άνω των 10 000 km

21,6

21,1

11,2

0,2

21,6

25,4

13,5

0,3

Αλεύρι από φοινικοπυρήνες (χωρίς εκπομπές CH4 από τη μονάδα επεξεργασίας)

Άνω των 10 000 km

21,6

3,5

11,2

0,2

21,6

4,2

13,5

0,3

Αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για το βιοαέριο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας

Σύστημα παραγωγής καυσίμων βιομάζας

Τεχνολογία

ΤΥΠΙΚΕΣ ΤΙΜΕΣ [g CO2eq /MJ]

ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΤΙΜΕΣ [g CO2eq /MJ]

Καλλιέργεια

Επεξεργασία

Εκπομπές εκτός CO2 από το χρησιμοποιούμενο καύσιμο

Μεταφορά

Πιστωτικά μόρια για διαχείριση κοπριάς

Καλλιέργεια

Επεξεργασία

Εκπομπές εκτός CO2 από το χρησιμοποιούμενο καύσιμο

Μεταφορά

Πιστωτικά μόρια για διαχείριση κοπριάς

Υγρή κοπριά (14)

περίπτωση 1

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

0,0

69,6

8,9

0,8

– 107,3

0,0

97,4

12,5

0,8

– 107,3

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

0,0

0,0

8,9

0,8

– 97,6

0,0

0,0

12,5

0,8

– 97,6

περίπτωση 2

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

0,0

74,1

8,9

0,8

– 107,3

0,0

103,7

12,5

0,8

– 107,3

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

0,0

4,2

8,9

0,8

– 97,6

0,0

5,9

12,5

0,8

– 97,6

περίπτωση 3

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

0,0

83,2

8,9

0,9

– 120,7

0,0

116,4

12,5

0,9

– 120,7

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

0,0

4,6

8,9

0,8

– 108,5

0,0

6,4

12,5

0,8

– 108,5

Ολόκληρο φυτό αραβοσίτου (15)

περίπτωση 1

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

15,6

13,5

8,9

0.0 (16)

15,6

18,9

12,5

0,0

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

15,2

0,0

8,9

0,0

15,2

0,0

12,5

0,0

περίπτωση 2

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

15,6

18,8

8,9

0,0

15,6

26,3

12,5

0,0

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

15,2

5,2

8,9

0,0

15,2

7,2

12,5

0,0

περίπτωση 3

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

17,5

21,0

8,9

0,0

17,5

29,3

12,5

0,0

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

17,1

5,7

8,9

0,0

17,1

7,9

12,5

0,0

Βιολογικά απόβλητα

περίπτωση 1

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

0,0

21,8

8,9

0,5

0,0

30,6

12,5

0,5

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

0,0

0,0

8,9

0,5

0,0

0,0

12,5

0,5

περίπτωση 2

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

0,0

27,9

8,9

0,5

0,0

39,0

12,5

0,5

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

0,0

5,9

8,9

0,5

0,0

8,3

12,5

0,5

περίπτωση 3

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

0,0

31,2

8,9

0,5

0,0

43,7

12,5

0,5

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

0,0

6,5

8,9

0,5

0,0

9,1

12,5

0,5

Αναλυτικές προκαθορισμένες τιμές για το βιομεθάνιο

Σύστημα παραγωγής βιομεθανίου

Τεχνολογική επιλογή

ΤΥΠΙΚΕΣ ΤΙΜΕΣ [g CO2eq/MJ]

ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΤΙΜΕΣ [g CO2eq/MJ]

Καλλιέργεια

Επεξεργασία

Αναβάθμιση

Μεταφορά

Συμπίεση στο πρατήριο καυσίμων

Πιστωτικά μόρια για διαχείριση κοπριάς

Καλλιέργεια

Επεξεργασία

Αναβάθμιση

Μεταφορά

Συμπίεση στο πρατήριο καυσίμων

Πιστωτικά μόρια για διαχείριση κοπριάς

Υγρή κοπριά

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

χωρίς καύση απαερίων

0,0

84,2

19,5

1,0

3,3

-124,4

0,0

117,9

27,3

1,0

4,6

-124,4

με καύση απαερίων

0,0

84,2

4,5

1,0

3,3

-124,4

0,0

117,9

6,3

1,0

4,6

-124,4

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

χωρίς καύση απαερίων

0,0

3,2

19,5

0,9

3,3

-111,9

0,0

4,4

27,3

0,9

4,6

-111,9

με καύση απαερίων

0,0

3,2

4,5

0,9

3,3

-111,9

0,0

4,4

6,3

0,9

4,6

-111,9

Ολόκληρο φυτό αραβοσίτου

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

χωρίς καύση απαερίων

18,1

20,1

19,5

0,0

3,3

18,1

28,1

27,3

0,0

4,6

με καύση απαερίων

18,1

20,1

4,5

0,0

3,3

18,1

28,1

6,3

0,0

4,6

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

χωρίς καύση απαερίων

17,6

4,3

19,5

0,0

3,3

17,6

6,0

27,3

0,0

4,6

με καύση απαερίων

17,6

4,3

4,5

0,0

3,3

17,6

6,0

6,3

0,0

4,6

Βιολογικά απόβλητα

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

χωρίς καύση απαερίων

0,0

30,6

19,5

0,6

3,3

0,0

42,8

27,3

0,6

4,6

με καύση απαερίων

0,0

30,6

4,5

0,6

3,3

0,0

42,8

6,3

0,6

4,6

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

χωρίς καύση απαερίων

0,0

5,1

19,5

0,5

3,3

0,0

7,2

27,3

0,5

4,6

με καύση απαερίων

0,0

5,1

4,5

0,5

3,3

0,0

7,2

6,3

0,5

4,6

Δ.   ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΤΥΠΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΤΙΜΕΣ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΕΡΙΩΝ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ ΓΙΑ ΟΔΟΥΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΒΙΟΜΑΖΑΣ

Σύστημα παραγωγής καυσίμων βιομάζας

Απόσταση μεταφοράς

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή (g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή (g CO2eq/MJ)

Θρύμματα ξύλου από δασικά υπολείμματα

1 έως 500 km

5

6

500 έως 2 500 km

7

9

2 500 έως 10 000 km

12

15

Άνω των 10 000 km

22

27

Θρύμματα ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Ευκάλυπτος)

2 500 έως 10 000 km

16

18

Θρύμματα ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Λεύκα – Με λίπανση)

1 έως 500 km

8

9

500 έως 2 500 km

10

11

2 500 έως 10 000 km

15

18

άνω των 10 000 km

25

30

Θρύμματα ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Λεύκα – Χωρίς λίπανση)

1 έως 500 km

6

7

500 έως 2 500 km

8

10

2 500 έως 10 000 km

14

16

άνω των 10 000 km

24

28

Θρύμματα ξύλου από κορμοξυλεία

1 έως 500 km

5

6

500 έως 2 500 km

7

8

2 500 έως 10 000 km

12

15

άνω των 10 000 km

22

27

Θρύμματα ξύλου από βιομηχανικά υπολείμματα

1 έως 500 km

4

5

500 έως 2 500 km

6

7

2 500 έως 10 000 km

11

13

Άνω των 10 000 km

21

25

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από δασικά υπολείμματα (περίπτωση 1)

1 έως 500 km

29

35

500 έως 2 500 km

29

35

2 500 έως 10 000 km

30

36

Άνω των 10 000 km

34

41

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από δασικά υπολείμματα (περίπτωση 2α)

1 έως 500 km

16

19

500 έως 2 500 km

16

19

2 500 έως 10 000 km

17

21

Άνω των 10 000 km

21

25

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από δασικά υπολείμματα (περίπτωση 3α)

1 έως 500 km

6

7

500 έως 2 500 km

6

7

2 500 έως 10 000 km

7

8

Άνω των 10 000 km

11

13

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Ευκάλυπτος – περίπτωση 1)

2 500 έως 10 000 km

33

39

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Ευκάλυπτος – περίπτωση 2α)

2 500 έως 10 000 km

20

23

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Ευκάλυπτος – περίπτωση 3α)

2 500 έως 10 000 km

10

11

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Λεύκα – με λίπανση – περίπτωση 1)

1 έως 500 km

31

37

500 έως 10 000 km

32

38

Άνω των 10 000 km

36

43

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Λεύκα – με λίπανση – περίπτωση 2α)

1 έως 500 km

18

21

500 έως 10 000 km

20

23

Άνω των 10 000 km

23

27

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Λεύκα – με λίπανση – περίπτωση 3α)

1 έως 500 km

8

9

500 έως 10 000 km

10

11

Άνω των 10 000 km

13

15

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Λεύκα – χωρίς λίπανση – περίπτωση 1)

1 έως 500 km

30

35

500 έως 10 000 km

31

37

Άνω των 10 000 km

35

41

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Λεύκα – χωρίς λίπανση – περίπτωση 2α)

1 έως 500 km

16

19

500 έως 10 000 km

18

21

Άνω των 10 000 km

21

25

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου (Λεύκα – χωρίς λίπανση – περίπτωση 3α)

1 έως 500 km

6

7

500 έως 10 000 km

8

9

Άνω των 10 000 km

11

13

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από κορμοξυλεία (περίπτωση 1)

1 έως 500 km

29

35

500 έως 2 500 km

29

34

2 500 έως 10 000 km

30

36

Άνω των 10 000 km

34

41

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από κορμοξυλεία (περίπτωση 2α)

1 έως 500 km

16

18

500 έως 2 500 km

15

18

2 500 έως 10 000 km

17

20

Άνω των 10 000 km

21

25

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από κορμοξυλεία (περίπτωση 3α)

1 έως 500 km

5

6

500 έως 2 500 km

5

6

2 500 έως 10 000 km

7

8

Άνω των 10 000 km

11

12

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από υπολείμματα της βιομηχανίας ξύλου (περίπτωση 1)

1 έως 500 km

17

21

500 έως 2 500 km

17

21

2 500 έως 10 000 km

19

23

Άνω των 10 000 km

22

27

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από υπολείμματα της βιομηχανίας ξύλου (περίπτωση 2α)

1 έως 500 km

9

11

500 έως 2 500 km

9

11

2 500 έως 10 000 km

10

13

Άνω των 10 000 km

14

17

Πλίνθοι (μπρικέτες) ή συσσωματώματα (πέλετ) ξύλου από υπολείμματα της βιομηχανίας ξύλου (περίπτωση 3α)

1 έως 500 km

3

4

500 έως 2 500 km

3

4

2 500 έως 10 000

5

6

Άνω των 10 000 km

8

10

Η περίπτωση 1 αφορά διαδικασίες στις οποίες χρησιμοποιείται λέβητας φυσικού αερίου για την παροχή της θερμότητας διεργασίας στη μονάδα παραγωγής πέλετ. Η ηλεκτρική ενέργεια διεργασίας αγοράζεται από το δίκτυο.

Η περίπτωση 2α αφορά διαδικασίες στις οποίες χρησιμοποιείται λέβητας που τροφοδοτείται με θρύμματα ξύλου για την παροχή της θερμότητας διεργασίας στη μονάδα παραγωγής πέλετ. Η ηλεκτρική ενέργεια διεργασίας αγοράζεται από το δίκτυο.

Η περίπτωση 3α αφορά διαδικασίες στις οποίες χρησιμοποιείται μονάδα ΣΠΗΘ, που τροφοδοτείται με θρύμματα ξύλου, για την παροχή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας στη μονάδα παραγωγής πέλετ.

Σύστημα παραγωγής καυσίμων βιομάζας

Απόσταση μεταφοράς

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου - τυπική τιμή (g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου - προκαθορισμένη τιμή (g CO2eq/MJ)

Γεωργικά υπολείμματα με πυκνότητα <0,2 t/m3  (17)

1 έως 500 km

4

4

500 έως 2 500 km

8

9

2 500 έως 10 000 km

15

18

Άνω των 10 000 km

29

35

Γεωργικά υπολείμματα με πυκνότητα > 0,2 t/m3  (18)

1 έως 500 km

4

4

500 έως 2 500 km

5

6

2 500 έως 10 000 km

8

10

Άνω των 10 000 km

15

18

Σύμπηκτα αχύρου

1 έως 500 km

8

10

500 έως 10 000 km

10

12

Άνω των 10 000 km

14

16

Μπρικέτες βαγάσσης

500 έως 10 000 km

5

6

Άνω των 10 000 km

9

10

Αλεύρι από φοινικοπυρήνες

Άνω των 10 000 km

54

61

Αλεύρι από φοινικοπυρήνες (χωρίς εκπομπές CH4 από τη μονάδα επεξεργασίας)

Άνω των 10 000 km

37

40

Τυπικές και προκαθορισμένες τιμές – βιοαέριο για ηλεκτρική ενέργεια

Σύστημα παραγωγής βιοαερίου

Τεχνολογική επιλογή

Τυπική τιμή

Προκαθορισμένη τιμή

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου

(g CO2eq/MJ)

Βιοαέριο για ηλεκτρική ενέργεια από υγρή ζωική κοπριά

Περίπτωση 1

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο (19)

– 28

3

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο (20)

– 88

– 84

Περίπτωση 2

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

– 23

10

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

– 84

– 78

Περίπτωση 3

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

– 28

9

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

– 94

– 89

Βιοαέριο για ηλεκτρική ενέργεια από ολόκληρο φυτό αραβοσίτου

Περίπτωση 1

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

38

47

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

24

28

Περίπτωση 2

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

43

54

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

29

35

Περίπτωση 3

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

47

59

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

32

38

Βιοαέριο για ηλεκτρική ενέργεια από βιολογικά απόβλητα

Περίπτωση 1

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

31

44

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

9

13

Περίπτωση 2

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

37

52

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

15

21

Περίπτωση 3

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

41

57

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

16

22

Τυπικές και προκαθορισμένες τιμές για το βιομεθάνιο

Σύστημα παραγωγής βιομεθανίου

Τεχνολογική επιλογή

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου - τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου - προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

Βιομεθάνιο από υγρή κοπριά

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, χωρίς καύση απαερίων (21)

-20

22

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, με καύση απαερίων (22)

-35

1

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

-88

-79

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, με καύση απαερίων

-103

-100

Βιομεθάνιο από ολόκληρο φυτό αραβοσίτου

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

58

73

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, με καύση απαερίων

43

52

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

41

51

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, με καύση απαερίων

26

30

Βιομεθάνιο από βιολογικά απόβλητα

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

51

71

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, με καύση απαερίων

36

50

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

25

35

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, με καύση απαερίων

10

14

Τυπικές και προκαθορισμένες τιμές – βιοαέριο για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας – μείγματα κοπριάς και αραβοσίτου: Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου με μερίδια παρεχόμενα σε βάση νωπής μάζας

Σύστημα παραγωγής βιοαερίου

Τεχνολογικές επιλογές

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – τυπική τιμή

(g CO2eq/MJ)

Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου – προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

Κοπριά – Αραβόσιτος

80 % έως 20 %

Περίπτωση 1

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

17

33

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

-12

-9

Περίπτωση 2

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

22

40

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

-7

-2

Περίπτωση 3

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

23

43

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

-9

-4

Κοπριά – Αραβόσιτος

70 % έως 30 %

Περίπτωση 1

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

24

37

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

0

3

Περίπτωση 2

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

29

45

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

4

10

Περίπτωση 3

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

31

48

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

4

10

Κοπριά – Αραβόσιτος

60 % έως 40 %

Περίπτωση 1

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

28

40

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

7

11

Περίπτωση 2

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

33

47

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

12

18

Περίπτωση 3

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο

36

52

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο

12

18

Παρατηρήσεις

Η περίπτωση 1 αφορά οδούς παραγωγής στις οποίες η ηλεκτρική ενέργεια και η θερμότητα που απαιτούνται για τη διαδικασία παρέχονται από τον ίδιο τον κινητήρα συμπαραγωγής.

Η περίπτωση 2 αφορά οδούς παραγωγής στις οποίες η ηλεκτρική ενέργεια που απαιτείται για τη διαδικασία παρέχεται από το δίκτυο και η θερμότητα διεργασίας από τον ίδιο τον κινητήρα συμπαραγωγής. Σε ορισμένα κράτη μέλη, δεν επιτρέπεται στους φορείς εκμετάλλευσης να υποβάλουν αίτηση επιδότησης για την ακαθάριστη παραγωγή και η περίπτωση 1 αποτελεί την πιθανότερη περίπτωση.

Η περίπτωση 3 αφορά οδούς παραγωγής στις οποίες η ηλεκτρική ενέργεια που απαιτείται για τη διαδικασία παρέχεται από το δίκτυο και η θερμότητα διεργασίας από λέβητα βιοαερίου. Η περίπτωση αυτή αφορά ορισμένες εγκαταστάσεις στις οποίες ο κινητήρας συμπαραγωγής βρίσκεται εκτός της μονάδας και το βιοαέριο πωλείται (αλλά δεν αναβαθμίζεται σε βιομεθάνιο).

Τυπικές και προκαθορισμένες τιμές – βιομεθάνιο – μείγματα κοπριάς και αραβοσίτου: Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου με μερίδια παρεχόμενα σε βάση νωπής μάζας

Σύστημα παραγωγής βιομεθανίου

Τεχνολογικές επιλογές

Τυπική τιμή

Προκαθορισμένη τιμή

(g CO2eq/MJ)

(g CO2eq/MJ)

Κοπριά – Αραβόσιτος

80 % έως 20 %

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

32

57

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, με καύση απαερίων

17

36

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

-1

9

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, με καύση απαερίων

-16

-12

Κοπριά – Αραβόσιτος

70 % έως 30 %

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

41

62

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, με καύση απαερίων

26

41

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

13

22

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, με καύση απαερίων

-2

1

Κοπριά – Αραβόσιτος

60 % έως 40 %

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

46

66

Προϊόν χώνευσης σε ανοιχτό χώρο, με καύση απαερίων

31

45

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, χωρίς καύση απαερίων

22

31

Προϊόν χώνευσης σε κλειστό χώρο, με καύση απαερίων

7

10

Στην περίπτωση του βιομεθανίου που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κίνησης σε μορφή συμπιεσμένου βιομεθανίου, τιμή 3,3 g CO2eq/MJ βιομεθανίου πρέπει να προστίθεται στις τυπικές τιμές και τιμή 4,6 g CO2eq/MJ βιομεθανίου στις προκαθορισμένες τιμές.


(*1)  

Η περίπτωση 1 αφορά διαδικασίες στις οποίες χρησιμοποιείται λέβητας φυσικού αερίου για την παροχή της θερμότητας διεργασίας στη μονάδα παραγωγής πέλετ. Η ηλεκτρική ενέργεια για τη μονάδα παραγωγής πέλετ παρέχεται από το δίκτυο.

Η περίπτωση 2α αφορά διαδικασίες στις οποίες χρησιμοποιείται λέβητας θρυμμάτων ξύλου, που τροφοδοτείται με προξηραμένα θρύμματα ξύλου, για την παροχή της θερμότητας διεργασίας. Η ηλεκτρική ενέργεια για τη μονάδα παραγωγής πέλετ παρέχεται από το δίκτυο.

Η περίπτωση 3α αφορά διαδικασίες στις οποίες χρησιμοποιείται μονάδα ΣΠΗΘ, που τροφοδοτείται με προξηραμένα θρύμματα ξύλου, για την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας στη μονάδα παραγωγής πέλετ.

(*2)  Αυτή η ομάδα υλικών περιλαμβάνει γεωργικά υπολείμματα με χαμηλή φαινόμενη πυκνότητα, όπως αχυρόμπαλες, σκύβαλα βρώμης, φλοιοί ρυζιού και δέματα βαγάσσης (μη εξαντλητικός κατάλογος).

(*3)  Στην ομάδα των γεωργικών υπολειμμάτων με υψηλότερη φαινόμενη πυκνότητα περιλαμβάνονται υλικά όπως σπάδικες αραβοσίτου, κελύφη καρπών, φλοιοί σπερμάτων σόγιας, κελύφη φοινικοπυρήνων (μη εξαντλητικός κατάλογος).

(*4)  

Η περίπτωση 1 αφορά οδούς παραγωγής στις οποίες η ηλεκτρική ενέργεια και η θερμότητα που απαιτούνται για τη διαδικασία παρέχονται από τον ίδιο τον κινητήρα συμπαραγωγής.

Η περίπτωση 2 αφορά οδούς παραγωγής στις οποίες η ηλεκτρική ενέργεια που απαιτείται για τη διαδικασία παρέχεται από το δίκτυο και η θερμότητα διεργασίας από τον ίδιο τον κινητήρα συμπαραγωγής. Σε ορισμένα κράτη μέλη, δεν επιτρέπεται στους φορείς εκμετάλλευσης να υποβάλουν αίτηση επιδότησης για την ακαθάριστη παραγωγή και η περίπτωση 1 αποτελεί την πιθανότερη περίπτωση.

Η περίπτωση 3 αφορά οδούς παραγωγής στις οποίες η ηλεκτρική ενέργεια που απαιτείται για τη διαδικασία παρέχεται από το δίκτυο και η θερμότητα διεργασίας από λέβητα βιοαερίου. Η περίπτωση αυτή αφορά ορισμένες εγκαταστάσεις στις οποίες ο κινητήρας συμπαραγωγής βρίσκεται εκτός της μονάδας και το βιοαέριο πωλείται (αλλά δεν αναβαθμίζεται σε βιομεθάνιο).

(1)  Στις τιμές για την παραγωγή βιοαερίου από κοπριά περιλαμβάνονται οι αρνητικές εκπομπές για τις εκπομπές που εξοικονομούνται με τη διαχείριση της ακατέργαστης κοπριάς. Η εξεταζόμενη τιμή esca ισούται με – 45 gCO2eq/MJ κοπριάς που χρησιμοποιείται σε αναερόβια χώνευση.

(2)  Η ανοικτή αποθήκευση του προϊόντος χώνευσης έχει ως αποτέλεσμα πρόσθετες εκπομπές CH4 και N2O. Το μέγεθος αυτών των εκπομπών αλλάζει ανάλογα με τις συνθήκες περιβάλλοντος, τα είδη υποστρώματος και την απόδοση της χώνευσης (βλ. κεφάλαιο 5 για περισσότερες λεπτομέρειες).

(3)  Η κλειστή αποθήκευση σημαίνει ότι το προϊόν χώνευσης που προκύπτει από τη διαδικασία χώνευσης αποθηκεύεται σε αεροστεγή δεξαμενή και ότι το πρόσθετο βιοαέριο που εκλύεται κατά την αποθήκευση θεωρείται ότι ανακτάται για την παραγωγή πρόσθετης ηλεκτρικής ενέργειας ή πρόσθετου βιομεθανίου. Στη διαδικασία αυτή δεν περιλαμβάνονται εκπομπές αερίων θερμοκηπίου.

(4)  Το ολόκληρο φυτό αραβοσίτου νοείται ως αραβόσιτος που συγκομίζεται ως ζωοτροφή και ενσιρώνεται για συντήρηση.

(*5)  Η μείωση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για το βιομεθάνιο αφορά μόνο το συμπιεσμένο βιομεθάνιο σε σχέση με την τιμή 94 gCO2eq/MJ για το συγκριτικό ορυκτό καύσιμο κίνησης.

(*6)  Η μείωση για το βιομεθάνιο αφορά μόνο το συμπιεσμένο βιομεθάνιο σε σχέση με την τιμή 94 gCO2eq/MJ για το συγκριτικό ορυκτό καύσιμο κίνησης.

(5)  Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται οι εξής κατηγορίες τεχνολογιών αναβάθμισης του βιοαερίου σε βιομεθάνιο: προσρόφηση με εναλλαγή πίεσης (Pressure Swing Absorption - PSA), απορρόφηση νερού (Pressure Water Scrubbing - PWS), διαχωρισμός με μεμβράνες, με κρυογονική διαδικασία και απορρόφηση με διαλύτη διμεθυλαιθέρων πολυαιθυλενικής γλυκόλης (Organic Physical Scrubbing - OPS). Περιλαμβάνει εκπομπή 0,03 MJ CH4/MJ βιομεθανίου για την εκπομπή μεθανίου στα απαέρια.

(6)  Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται οι εξής κατηγορίες τεχνολογιών αναβάθμισης του βιοαερίου σε βιομεθάνιο: απορρόφηση νερού (Pressure Water Scrubbing – PWS) με ανακύκλωση του νερού, προσρόφηση με εναλλαγή πίεσης (Pressure Swing Absorption – PSA), χημική απορρόφηση, απορρόφηση με διαλύτη διμεθυλαιθέρων πολυαιθυλενικής γλυκόλης (Organic Physical Scrubbing – OPS), διαχωρισμός με μεμβράνες και κρυογονική αναβάθμιση. Στην κατηγορία αυτή δεν λαμβάνονται υπόψη εκπομπές μεθανίου (το μεθάνιο, εφόσον υπάρχει στα απαέρια, καίγεται).

(7)  Η θερμότητα ή η απορριπτόμενη θερμότητα χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ψύξης (παγωμένου αέρα ή νερού) μέσω ψυκτών απορρόφησης. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να υπολογίζονται μόνο οι εκπομπές που σχετίζονται με τη θερμότητα που παράγεται ανά MJ θερμότητας, ασχέτως αν η τελική χρήση της θερμότητας είναι πράγματι η θέρμανση ή η ψύξη μέσω ψυκτών απορρόφησης.

(8)  Ο τύπος για τον υπολογισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τη λήψη ή την καλλιέργεια πρώτων υλών eec περιγράφει περιπτώσεις στις οποίες οι πρώτες ύλες μετατρέπονται σε βιοκαύσιμα σε ένα στάδιο. Σε πιο περίπλοκες αλυσίδες εφοδιασμού χρειάζονται προσαρμογές για τον υπολογισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τη λήψη ή την καλλιέργεια πρώτων υλών eec για ενδιάμεσα προϊόντα.

(9)  Σχετικό αποδεικτικό στοιχείο μπορούν να αποτελέσουν μετρήσεις του άνθρακα του εδάφους, π.χ. μια πρώτη μέτρηση πριν αρχίσει η καλλιέργεια και μετέπειτα μετρήσεις σε τακτά διαστήματα, με διαφορά ετών μεταξύ τους. Στην περίπτωση αυτή, μέχρι την εκτέλεση της δεύτερης μέτρησης, η αύξηση του εδαφικού άνθρακα θα υπολογίζεται βάσει αντιπροσωπευτικών δοκιμών ή εδαφικών μοντέλων. Από τη δεύτερη μέτρηση και μετά, η αύξηση του εδαφικού άνθρακα και η τάξη μεγέθους της θα διαπιστώνονται με βάση τις μετρήσεις.

(10)  Η σταθερά που προκύπτει από τη διαίρεση του μοριακού βάρους του CO2 (44,010 g/mol) με το μοριακό βάρος του άνθρακα (12,011 g/mol) ισούται προς 3,664.

(11)  Πρόκειται για τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις κατά IPCC.

(12)  Ως πολυετείς καλλιέργειες ορίζονται οι καλλιέργειες στις οποίες η συγκομιδή των βλαστών δεν είναι συνήθως ετήσια, όπως οι πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου και ο ελαιοφοίνικας.

(13)  Απόφαση 2010/335/ΕΕ της Επιτροπής, της 10ης Ιουνίου 2010, για τις κατευθυντήριες γραμμές του υπολογισμού των εδαφικών αποθεμάτων άνθρακα για τους σκοπούς του παραρτήματος V της οδηγίας 2009/28/ΕΚ (ΕΕ L 151 της 17.6.2010, σ. 19).

(14)  Στις τιμές για την παραγωγή βιοαερίου από κοπριά περιλαμβάνονται οι αρνητικές εκπομπές για τις εκπομπές που εξοικονομούνται με τη διαχείριση της ακατέργαστης κοπριάς. Η εξεταζόμενη τιμή esca ισούται με – 45 g CO2eq/MJ κοπριάς που χρησιμοποιείται σε αναερόβια χώνευση.

(15)  Το ολόκληρο φυτό αραβοσίτου πρέπει να ερμηνεύεται ως αραβόσιτος που συγκομίζεται ως ζωοτροφή και ενσιρώνεται για συντήρηση.

(16)  Η μεταφορά γεωργικών πρώτων υλών στην εγκατάσταση μεταποίησης περιλαμβάνεται στην τιμή «καλλιέργεια», σύμφωνα με τη μεθοδολογία που περιγράφεται στο έγγραφο COM(2010) 11. Η τιμή για τη μεταφορά ενσιρώματος αραβοσίτου αντιστοιχεί σε 0,4 g CO2eq/MJ βιοαερίου.

(17)  Αυτή η ομάδα υλικών περιλαμβάνει γεωργικά υπολείμματα με χαμηλή φαινόμενη πυκνότητα, όπως αχυρόμπαλες, σκύβαλα βρώμης, φλοιοί ρυζιού και δέματα βαγάσσης (μη εξαντλητικός κατάλογος).

(18)  Στην ομάδα των γεωργικών υπολειμμάτων με υψηλότερη φαινόμενη πυκνότητα περιλαμβάνονται υλικά όπως σπάδικες αραβοσίτου, κελύφη καρπών, φλοιοί σπερμάτων σόγιας, κελύφη φοινικοπυρήνων (μη εξαντλητικός κατάλογος).

(19)  Η ανοιχτή αποθήκευση του προϊόντος χώνευσης έχει ως αποτέλεσμα πρόσθετες εκπομπές μεθανίου που κυμαίνονται ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες, το υπόστρωμα και την απόδοση της χώνευσης. Στους υπολογισμούς αυτούς, οι ποσότητες λαμβάνονται ως ίσες με 0,05 MJ CH4/MJ βιοαερίου για την κοπριά, 0,035 MJ CH4/MJ βιοαερίου για τον αραβόσιτο και 0,01 MJ CH4/MJ βιοαερίου για τα βιολογικά απόβλητα.

(20)  Η κλειστή αποθήκευση σημαίνει ότι το προϊόν χώνευσης που προκύπτει από τη διαδικασία χώνευσης αποθηκεύεται σε αεροστεγή δεξαμενή και ότι το πρόσθετο βιοαέριο που εκλύεται κατά την αποθήκευση θεωρείται ότι ανακτάται για την παραγωγή πρόσθετης ηλεκτρικής ενέργειας ή πρόσθετου βιομεθανίου.

(21)  Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται οι εξής κατηγορίες τεχνολογιών αναβάθμισης του βιοαερίου σε βιομεθάνιο: προσρόφηση με εναλλαγή πίεσης (Pressure Swing Absorption – PSA), απορρόφηση νερού (Pressure Water Scrubbing – PWS), διαχωρισμός με μεμβράνες, με κρυογονική διαδικασία και απορρόφηση με διαλύτη διμεθυλαιθέρων πολυαιθυλενικής γλυκόλης (Organic Physical Scrubbing – OPS). Περιλαμβάνει εκπομπή 0,03 MJ CH4/MJ βιομεθανίου για την εκπομπή μεθανίου στα απαέρια.

(22)  Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται οι εξής κατηγορίες τεχνολογιών αναβάθμισης του βιοαερίου σε βιομεθάνιο: απορρόφηση νερού (Pressure Water Scrubbing – PWS) με ανακύκλωση του νερού, προσρόφηση με εναλλαγή πίεσης (Pressure Swing Absorption – PSA), χημική απορρόφηση, απορρόφηση με διαλύτη διμεθυλαιθέρων πολυαιθυλενικής γλυκόλης (Organic Physical Scrubbing – OPS), διαχωρισμός με μεμβράνες και κρυογονική αναβάθμιση. Στην κατηγορία αυτή δεν λαμβάνονται υπόψη εκπομπές μεθανίου (το μεθάνιο, εφόσον υπάρχει στα απαέρια, καίγεται).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΑΠΟ ΑΝΤΛΙΕΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ

Το ποσό της αεροθερμικής, γεωθερμικής ή υδροθερμικής ενέργειας που δεσμεύεται από αντλίες θερμότητας και μπορεί να θεωρηθεί ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ERES, υπολογίζεται σύμφωνα με τον ακόλουθο τύπο:

ERES = Qusable * (1 – 1/SPF)

όπου:

=

Qusable

=

η υπολογιζόμενη συνολική χρήσιμη θερμική ενέργεια από αντλίες θερμότητας σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 7 παράγραφος 4, εφαρμόζεται ως εξής: λαμβάνονται υπόψη μόνο αντλίες θερμότητας για τις οποίες SPF > 1,15 * 1/η.

=

SPF

=

ο υπολογιζόμενος παράγοντας μέσης εποχιακής απόδοσης για τις συγκεκριμένες αντλίες θερμότητας.

=

η

=

ο λόγος μεταξύ της συνολικής ακαθάριστης παραγωγής ενέργειας και της κατανάλωσης πρωτογενούς ενέργειας για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και υπολογίζεται ως μέσος όρος της ΕΕ επί τη βάσει στοιχείων της Eurostat.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΜΕΡΟΣ Α   ΠΡΟΣΩΡΙΝΕΣ ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΛΟΓΩ ΕΜΜΕΣΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΓΗΣ ΑΠΟ ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΩΝ,ΒΙΟΡΕΥΣΤΩΝ ΚΑΥΣΙΜΩΝ ΒΙΟΜΑΖΑΣ (g CO2eq/MJ) (1)

Ομάδα πρώτων υλών

Μέση τιμή (2)

Διεκατοστημοριακό εύρος σύμφωνα με την ανάλυση ευαισθησίας (3)

Σιτηρά και άλλα αμυλούχα φυτά

12

8 έως 16

Σακχαρούχα φυτά

13

4 έως 17

Ελαιούχα φυτά

55

33 έως 66

ΜΕΡΟΣ Β   ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΑ, ΒΙΟΡΕΥΣΤΑ ΚΑΙ ΚΑΥΣΙΜΑ ΒΙΟΜΑΖΑΣ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΟΙ ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΛΟΓΩ ΕΜΜΕΣΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΓΗΣ ΘΕΩΡΟΥΝΤΑΙ ΜΗΔΕΝΙΚΕΣ

Τα βιοκαύσιμα, τα βιορευστά και τα καύσιμα βιομάζας που παράγονται από τις ακόλουθες κατηγορίες πρώτων υλών θα θεωρούνται ότι έχουν μηδενικές εκπομπές λόγω έμμεσης αλλαγής της χρήσης γης:

(1)

πρώτες ύλες που δεν απαριθμούνται στο μέρος Α του παρόντος παραρτήματος,

(2)

πρώτες ύλες των οποίων η παραγωγή έχει επιφέρει άμεση αλλαγή της χρήσης γης, δηλαδή μετάβαση από μια από τις ακόλουθες κατηγορίες κάλυψης γης κατά IPCC: δασική γη, λειμώνες, υγροβιότοπους, οικισμούς ή λοιπά εδάφη σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις ή εκτάσεις πολυετών καλλιεργειών (4). Στην περίπτωση αυτή η τιμή εκπομπών λόγω άμεσης αλλαγής της χρήσης γης (el) θα πρέπει να έχει υπολογιστεί σύμφωνα με το παράρτημα V μέρος Γ σημείο 7.


(1)  Οι εδώ αναφερόμενες μέσες τιμές αντιστοιχούν στον σταθμισμένο μέσο όρο των μεμονωμένων τιμών πρώτων υλών. Το ύψος των τιμών στο παράρτημα είναι ευαίσθητο στην κλίμακα παραδοχών (πχ μεταχείριση των συμπροϊόντων, πορεία των αποδόσεων, αποθέματα άνθρακος και εκτοπισμός άλλων εμπορευμάτων) χρησιμοποιουμένων στα οικονομικά μοντέλα που έχουν αναπτυχθεί για τον υπολογισμό τους. Αν και κατά συνέπεια είναι αδύνατο να χαρακτηρισθεί η κλίμακα αβεβαιότητας που ενέχουν οι εκτιμήσεις αυτές, έγινε μια ανάλυση ευαισθησίας για τα αποτελέσματα με βάση την τυχαία διακύμανση βασικών παραμέτρων, η λεγομένη ανάλυση Monte Carlo.

(2)  Οι αναφερόμενες μέσες τιμές αντιστοιχούν στον σταθμισμένο μέσο όρο των ανά πρώτη ύλη τιμών βάσει χωριστών προσομοιώσεων.

(3)  Το προβλεπόμενο εύρος αντιστοιχεί στο 90 % των αποτελεσμάτων με χρησιμοποίηση των τιμών του πέμπτου και ενενηκοστού πέμπτου εκατοστημόριου που προέκυψαν από την ανάλυση. Ως πέμπτο εκατοστημόριο νοείται τιμή κάτω της οποίας τοποθετείται το 5 % των παρατηρήσεων (δηλαδή το 5 % των συνολικών δεδομένων έδειξε αποτελέσματα κάτω των 8, 4 και 33 g CO2eq/MJ). Ως ενενηκοστό πέμπτο εκατοστημόριο νοείται τιμή κάτω της οποίας τοποθετείται το 95 % των παρατηρήσεων (δηλαδή το 5 % των συνολικών δεδομένων έδειξε αποτελέσματα άνω των 16, 17 και 66 g CO2eq/MJ).

(4)  Ως πολυετείς καλλιέργειες ορίζονται οι καλλιέργειες στις οποίες η συγκομιδή των βλαστών δεν είναι συνήθως ετήσια, όπως οι πρεμνοφυείς καλλιέργειες δασικών ειδών μικρού περίτροπου χρόνου και ο ελαιοφοίνικας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

Μέρος Α. Πρώτες ύλες για την παραγωγή βιοαερίου για μεταφορές και προηγμένων βιοκαυσίμων, των οποίων η συμβολή στα ελάχιστα ποσοστά του άρθρου 25 παράγραφος 1 πρώτο και τέταρτο εδάφιο μπορεί να θεωρείται ότι είναι το διπλάσιο του ενεργειακού περιεχομένου τους:

α)

Φύκη, εφόσον καλλιεργούνται στην ξηρά σε τεχνητές λίμνες ή φωτοβιοαντιδραστήρες.

β)

Κλάσματα βιομάζας των μεικτών αστικών αποβλήτων, αλλά όχι των διαχωριζόμενων οικιακών απορριμμάτων για τα οποία ισχύουν στόχοι ανακύκλωσης σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2008/98/ΕΚ.

γ)

Βιολογικά απόβλητα κατά το άρθρο 3 σημείο 4 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ από νοικοκυριά, τα οποία συλλέγονται χωριστά κατά το άρθρο 3 σημείο 11 της εν λόγω οδηγίας.

δ)

Κλάσματα βιομάζας των βιομηχανικών αποβλήτων που δεν είναι κατάλληλα για χρήση στην τροφική αλυσίδα των ανθρώπων και των ζώων, περιλαμβανομένων των υλικών που προέρχονται από το λιανικό και χονδρικό εμπόριο και από τη βιομηχανία γεωργικών τροφίμων καθώς και αλιευτικών προϊόντων και προϊόντων υδατοκαλλιέργειας, εκτός από τις πρώτες ύλες που απαριθμούνται στο μέρος Β του παρόντος παραρτήματος.

ε)

Άχυρο.

στ)

Ζωική κοπριά και λυματολάσπη.

ζ)

Λύματα μονάδων παραγωγής φοινικέλαιου και τσαμπιά άδειων καρπών ελαιούχων φοινίκων.

η)

Πίσσα ταλλελαίου.

θ)

Ακατέργαστη γλυκερίνη.

ι)

Βαγάσση.

ια)

Στέμφυλα σταφυλιών και οινολάσπη.

ιβ)

Κελύφη καρπών.

ιγ)

Φλοιοί.

ιδ)

Σπάδικες αραβοσίτου χωρίς πυρήνες.

ιε)

Κλάσματα βιομάζας αποβλήτων και υπολειμμάτων που προέρχονται από τη δασοκομία και τις συναφείς βιομηχανίες, ήτοι φλοιοί, κλαδιά, προεμπορικές αραιώσεις, φύλλα, βελόνες, κορυφές δέντρων, πριονίδι, ροκανίδια, μαύρη αλισίβα, καφέ αλισίβα, λάσπη από ίνες, λιγνίνη και ταλλέλαιο.

ιστ)

Άλλες μη εδώδιμες κυτταρινούχες ύλες.

ιζ)

Άλλες λιγνοκυτταρούχες ύλες πλην των σανιδοκορμών και της πριστής ξυλείας.

Μέρος Β. Πρώτες ύλες για την παραγωγή βιοκαυσίμων και βιοαερίου για μεταφορές, των οποίων η συμβολή στο ελάχιστο μερίδιο που καθορίζεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο είναι περιορισμένη και μπορεί να θεωρείται ότι είναι το διπλάσιο του ενεργειακού περιεχομένου τους:

α)

Χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια.

β)

Ζωικά λίπη των κατηγοριών 1 και 2 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1069/2009


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X

ΜΕΡΟΣ Α

Καταργούμενη οδηγία, με κατάλογο των διαδοχικών της τροποποιήσεων (κατά το άρθρο 37)

Οδηγία 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 140 της 5.6.2009, σ. 16)

 

Οδηγία 2013/18/ΕΕ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 158 της 10.6.2013, σ. 230)

 

Οδηγία (ΕΕ) 2015/1513 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(EE L 239 της 15.9.2015, σ. 1)

Μόνο το άρθρο 2

ΜΕΡΟΣ Β

Προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο

(αναφέρεται στο άρθρο 36)

Οδηγία

Προθεσμία μεταφοράς

2009/28/ΕΚ

25 Ιουνίου 2009

2013/18/ΕΕ

1η Ιουλίου 2013

(ΕΕ) 2015/1513

10 Σεπτεμβρίου 2017


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI

Πίνακας αντιστοιχίας

Οδηγία 2009/28/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο εισαγωγική φράση

Άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο εισαγωγική φράση

Άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο σημείο 1

Άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο σημείο 2

Άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο στοιχείο γ)

Άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο σημείο 3

Άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο στοιχείο δ)

Άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο στοιχεία ε), στ), ζ), η), θ), ι), ια), ιβ), ιγ), ιδ), ιε), ιστ), ιζ), ιη), ιθ), κ), κα), κβ) και κγ)

Άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο σημεία 24), 4), 19), 32), 33), 12), 5), 6), 45), 46), 47), 23), 39), 41), 42), 43), 36), 44) και 37)

Άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο σημεία 7), 8), 9), 10), 11), 13), 14), 15), 16), 17), 18), 20), 21), 22), 25), 26), 27), 28), 29), 30), 31), 34), 35), 38) και 40)

Άρθρο 3

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 4 πρώτο, δεύτερο, τρίτο και τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 3 πρώτο, δεύτερο, τρίτο και τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 3 πέμπτο και έκτο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 4

Άρθρο 5 παράγραφος 5

Άρθρο 27 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ)

Άρθρο 5 παράγραφοι 6 και 7

Άρθρο 7 παράγραφοι 5 και 6

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 6 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 8 παράγραφοι 4 και 5

Άρθρο 7 παράγραφοι 1, 2, 3, 4 και 5

Άρθρο 9 παράγραφοι 1, 2, 3, 4 και 5

Άρθρο 9 παράγραφος 6

Άρθρο 8

Άρθρο 10

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 11 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 11 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο δ)

Άρθρο 10

Άρθρο 12

Άρθρο 11 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 13 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 13 παράγραφος 4

Άρθρο 12

Άρθρο 14

Άρθρο 13 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 13 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 13 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχεία α) και β)

Άρθρο 13 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχεία γ), δ), ε) και στ)

Άρθρο 15 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχεία α), β), γ) και δ)

Άρθρο 13 παράγραφοι 2, 3, 4 και 5

Άρθρο 15 παράγραφοι 2, 3, 4 και 5

Άρθρο 13 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 13 παράγραφος 6 δεύτερο, τρίτο, τέταρτο και πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφοι 7 και 8

Άρθρο 16

Άρθρο 17

Άρθρο 14

Άρθρο 18

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 2 πρώτο, δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 19 παράγραφος 2 πρώτο, δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 19 παράγραφος 2 τέταρτο και πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 19 παράγραφος 2 έκτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 3

Άρθρο 19 παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 15 παράγραφοι 4 και 5

Άρθρο 19 παράγραφοι 5 και 6

Άρθρο 15 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 19 παράγραφος 7 πρώτο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 15 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) σημείο i)

Άρθρο 19 παράγραφος 7 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) σημείο i)

Άρθρο 19 παράγραφος 7 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) σημείο ii)

Άρθρο 15 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) σημείο ii)

Άρθρο 19 παράγραφος 7 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) σημείο iii)

Άρθρο 15 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο στοιχεία γ), δ), ε) και στ)

Άρθρο 19 παράγραφος 7 πρώτο εδάφιο στοιχεία γ), δ), ε) και στ)

Άρθρο 19 παράγραφος 7 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 7

Άρθρο 19 παράγραφος 8

Άρθρο 15 παράγραφος 8

Άρθρο 15 παράγραφοι 9 και 10

Άρθρο 19 παράγραφοι 9 και 10

Άρθρο 19 παράγραφος 11

Άρθρο 15 παράγραφος 11

Άρθρο 19 παράγραφος 12

Άρθρο 15 παράγραφος 12

Άρθρο 19 παράγραφος 13

Άρθρο 16 παράγραφοι 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7 και 8

Άρθρο 16 παράγραφοι 9, 10 και 11

Άρθρο 20 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 21

Άρθρο 22

Άρθρο 23

Άρθρο 24

Άρθρο 25

Άρθρο 26

Άρθρο 27

Άρθρο 28

Άρθρο 17 παράγραφος 1 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 29 παράγραφος 1 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 29 παράγραφος 1 τρίτο, τέταρτο και πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 2 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 29 παράγραφος 10 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 29 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 29 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 17 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχεία β) και γ)

Άρθρο 29 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχεία γ) και δ)

Άρθρο 29 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 4

Άρθρο 29 παράγραφος 4

Άρθρο 17 παράγραφος 5

Άρθρο 29 παράγραφος 5

Άρθρο 17 παράγραφοι 6 και 7

Άρθρο 29 παράγραφοι 6, 7, 8, 9, 10 και 11

Άρθρο 17 παράγραφος 8

Άρθρο 29 παράγραφος 12

Άρθρο 17 παράγραφος 9

Άρθρο 29 παράγραφοι 13 και 14

Άρθρο 18 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 30 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), γ) και δ)

Άρθρο 30 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 30 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 2

Άρθρο 30 παράγραφος 2

Άρθρο 18 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 3 δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 3 τέταρτο και πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 3 δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 4 δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 4 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 4 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 5 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 7 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 8 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 5 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 5 πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 6 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 5 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 6 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 6 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 6 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 6 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 6 πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 6 πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 7 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 9 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 9 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφοι 8 και 9

Άρθρο 30 παράγραφος 10

Άρθρο 19 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 31 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 19 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 31 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 31 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο δ)

Άρθρο 19 παράγραφοι 2, 3 και 4

Άρθρο 31 παράγραφοι 2, 3 και 4

Άρθρο 19 παράγραφος 5

Άρθρο 19 παράγραφος 7 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 31 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 19 παράγραφος 7 πρώτο εδάφιο πρώτη, δεύτερη, τρίτη και τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 19 παράγραφος 7 δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 31 παράγραφος 5 δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 19 παράγραφος 8

Άρθρο 31 παράγραφος 6

Άρθρο 20

Άρθρο 32

Άρθρο 22

Άρθρο 23 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 33 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 23 παράγραφοι 3, 4, 5, 6, 7 και 8

Άρθρο 23 παράγραφος 9

Άρθρο 33 παράγραφος 3

Άρθρο 23 παράγραφος 10

Άρθρο 33 παράγραφος 4

Άρθρο 24

Άρθρο 25 παράγραφος 1

Άρθρο 34 παράγραφος 1

Άρθρο 25 παράγραφος 2

Άρθρο 34 παράγραφος 2

Άρθρο 25 παράγραφος 3

Άρθρο 34 παράγραφος 3

Άρθρο 25α παράγραφος 1

Άρθρο 35 παράγραφος 1

Άρθρο 25α παράγραφος 2

Άρθρο 35 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 25α παράγραφος 3

Άρθρο 35 παράγραφος 4

Άρθρο 35 παράγραφος 5

Άρθρο 25α παράγραφοι 4 και 5

Άρθρο 35 παράγραφοι 6 και 7

Άρθρο 26

Άρθρο 27

Άρθρο 36

Άρθρο 37

Άρθρο 28

Άρθρο 38

Άρθρο 29

Άρθρο 39

Παράρτημα I

Παράρτημα I

Παράρτημα II

Παράρτημα II

Παράρτημα III

Παράρτημα III

Παράρτημα IV

Παράρτημα IV

Παράρτημα V

Παράρτημα V

Παράρτημα VΙ

Παράρτημα VΙ

Παράρτημα VII

Παράρτημα VII

Παράρτημα VIII

Παράρτημα VIII

Παράρτημα IX

Παράρτημα IX

Παράρτημα X

Παράρτημα XI


21.12.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 328/210


ΟΔΗΓΙΑ (EE) 2018/2002 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 11ης Δεκεμβρίου 2018

σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 2012/27/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 194 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η συγκράτηση της ενεργειακής ζήτησης συνιστά μια εκ των πέντε διαστάσεων της στρατηγικής για την Ενεργειακή Ένωση που καθορίστηκε με την ανακοίνωση της Επιτροπής της 25ης Φεβρουαρίου 2015 με τίτλο «Στρατηγική πλαίσιο για μια ανθεκτική Ενεργειακή Ένωση με μακρόπνοη πολιτική για την κλιματική αλλαγή». Με τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης σε ολόκληρη την ενεργειακή αλυσίδα, συμπεριλαμβανομένων της παραγωγής, της μεταφοράς, της διανομής και της τελικής χρήσης της ενέργειας, θα ωφεληθεί το περιβάλλον, θα βελτιωθούν η ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και η δημόσια υγεία, θα μειωθούν οι εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου, θα βελτιωθεί η ενεργειακή ασφάλεια με τη μείωση της εξάρτησης από την εισαγόμενη ενέργεια από χώρες εκτός της Ένωσης, θα περικοπεί το ενεργειακό κόστος για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, θα μετριασθεί η ενεργειακή ένδεια και θα επέλθει αύξηση της ανταγωνιστικότητας, περισσότερες θέσεις εργασίας και αυξημένη οικονομική δραστηριότητα σε όλους τους τομείς της οικονομίας, με αποτέλεσμα την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των πολιτών. Αυτό συνάδει με τις δεσμεύσεις της Ένωσης στο πλαίσιο της Ενεργειακής Ένωσης και του παγκόσμιου θεματολογίου για το κλίμα που καθορίστηκε με τη συμφωνία του Παρισιού του 2015 για την αλλαγή του κλίματος κατόπιν της 21ης διάσκεψη των μερών της σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (4) («συμφωνία του Παρισιού»), και καθορίζει ότι η αύξηση της παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας θα πρέπει να διατηρηθεί σαφώς χαμηλότερα από τους 2 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα, να συνεχισθούν δε οι προσπάθειες για περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας σε 1,5 °C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα.

(2)

Η οδηγία 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) αποτελεί ένα στοιχείο προόδου προς την επίτευξη της Ενεργειακής Ένωσης, στο πλαίσιο της οποίας η ενεργειακή απόδοση οφείλεται να αντιμετωπίζεται ως αυτοτελής πηγή ενέργειας. Η αρχή για την προτεραιότητα στην ενεργειακή απόδοση θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τον καθορισμό νέων κανόνων για την πλευρά της προσφοράς και για άλλους τομείς πολιτικής. Η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίσει ότι η ενεργειακή απόδοση και η ανταπόκριση στη ζήτηση μπορούν να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις με τη δυναμικότητα παραγωγής. Η ενεργειακή απόδοση είναι ανάγκη να εξετάζεται όποτε λαμβάνονται αποφάσεις σχετικές με τον προγραμματισμό του ενεργειακού συστήματος ή αποφάσεις χρηματοδότησης. Είναι ανάγκη να πραγματοποιούνται βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης όποτε είναι οικονομικά αποδοτικότερες από ισοδύναμες λύσεις στο σκέλος της προσφοράς. Αυτό αναμένεται να βοηθήσει στην αξιοποίηση πολλών οφελών της ενεργειακής απόδοσης για την Ένωση, ιδίως για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.

(3)

Η ενεργειακή απόδοση θα πρέπει να αναγνωρισθεί ως καίριο στοιχείο και προτεραιότητα των μελλοντικών αποφάσεων για επενδύσεις στις ενεργειακές υποδομές της Ένωσης.

(4)

Για την επίτευξη ενός φιλόδοξου στόχου ενεργειακής απόδοσης, απαιτείται η άρση των φραγμών, προκειμένου να διευκολυνθεί η επένδυση σε μέτρα ενεργειακής απόδοσης. Ένα βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση είναι η διευκρίνιση της Eurostat της 19ης Σεπτεμβρίου 2017 σχετικά με το πώς πρέπει να καταγράφονται οι συμβάσεις ενεργειακής απόδοσης στους εθνικούς λογαριασμούς, η οποία απομακρύνει τις αβεβαιότητες και διευκολύνει τη χρήση τέτοιων συμβάσεων.

(5)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 23ης και 24ης Οκτωβρίου 2014 υποστήριξε στόχο ενεργειακής απόδοσης 27 % για το 2030 σε επίπεδο Ένωσης, ο οποίος θα επανεξετασθεί έως το 2020 με γνώμονα στόχο 30 % σε ενωσιακό επίπεδο. Στο ψήφισμά του της 15ης Δεκεμβρίου 2015 με τίτλο «Η πορεία προς μια Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Ένωση», το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να αξιολογήσει, επιπροσθέτως, τη βιωσιμότητα του στόχου του 40 % για την ενεργειακή απόδοση για το ίδιο χρονικό διάστημα. Επομένως, κρίνεται σκόπιμο να τροποποιηθεί η οδηγία 2012/27/ΕΕ, ώστε να προσαρμοσθεί στην προοπτική του 2030.

(6)

Η ανάγκη να υλοποιήσει η Ένωση τους στόχους ενεργειακής απόδοσής της σε επίπεδο Ένωσης, εκπεφρασμένους σε πρωτογενή και/ή τελική κατανάλωση ενέργειας, θα πρέπει να καθορισθεί με σαφήνεια υπό μορφή στόχου τουλάχιστον 32,5 % για το 2030. Οι προβολές που έγιναν το 2007 έδειξαν πρωτογενή κατανάλωση ενέργειας το 2030 1 887 εκατομμυρίων ΤΙΠ και τελική κατανάλωση ενέργειας 1 416 εκατομμυρίων ΤΙΠ. Η μείωση 32,5 % έχει ως αποτέλεσμα 1 273 εκατομμύρια ΤΙΠ και 956 εκατομμύρια ΤΙΠ το 2030 αντίστοιχα. Ο εν λόγω στόχος, που είναι της ίδιας φύσης με τον ενωσιακό στόχο για το 2020, θα πρέπει να αξιολογηθεί από την Επιτροπή με στόχο την αναθεώρησή του προς τα πάνω έως το 2023, σε περίπτωση σημαντικής μείωσης του κόστους ή, όπου απαιτείται, για την τήρηση των διεθνών δεσμεύσεων της Ένωσης σχετικά με την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές. Σε επίπεδο κρατών μελών δεν υφίστανται δεσμευτικοί στόχοι με ορίζοντα το 2020 και το 2030 αντίστοιχα και η ελευθερία των κρατών μελών να καθορίζουν τις εθνικές συνεισφορές τους με βάση είτε την κατανάλωση πρωτογενούς ή τελικής ενέργειας ή την εξοικονόμηση πρωτογενούς ή τελικής ενέργειας, είτε την ενεργειακή ένταση, θα πρέπει να εξακολουθήσει να μην περιορίζεται. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν τις ενδεικτικές εθνικές συνεισφορές τους στην ενεργειακή απόδοση λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης το 2030 δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 1 273 εκατομμύρια ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας και/ή τα 956 εκατομμύρια ΤΙΠ τελικής ενέργειας. Αυτό σημαίνει ότι η κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας στην Ένωση θα πρέπει να μειωθεί κατά 26 % και η τελική κατανάλωση ενέργειας κατά 20 % σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2005. Η τακτική αξιολόγηση της προόδου προς την επίτευξη των στόχων της Ένωσης για το 2030 είναι αναγκαία και προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6).

(7)

Η λειτουργική απόδοση των ενεργειακών συστημάτων σε οποιαδήποτε δεδομένη χρονική στιγμή εξαρτάται από την ικανότητα απρόσκοπτης και ευέλικτης τροφοδότησης του δικτύου με ενέργεια από διάφορες πηγές – με διαφορετικούς χρόνους αδράνειας και εκκίνησης. Η βελτίωση αυτής της απόδοσης θα καταστήσει δυνατή την καλύτερη χρήση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

(8)

Η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης μπορεί να συμβάλει στην ενίσχυση της οικονομικής απόδοσης. Τα κράτη μέλη και η Ένωση θα πρέπει να επιδιώκουν τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας ανεξάρτητα από τα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης.

(9)

Η υποχρέωση των κρατών μελών να χαράξουν και να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή μακροπρόθεσμες στρατηγικές για την κινητοποίηση επενδύσεων και τη διευκόλυνση της ανακαίνισης του εθνικού κτιριακού τους αποθέματος διαγράφεται από την οδηγία 2012/27/ΕΕ και προστίθεται στην οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) στην οποία η εν λόγω υποχρέωση εντάσσεται στα μακροπρόθεσμα σχέδια για κτίρια με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας (ΚΣΜΚΕ) και την απαλλαγή των κτιρίων από ανθρακούχες εκπομπές.

(10)

Ενόψει του πλαισίου για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030, η υποχρέωση εξοικονόμησης ενέργειας που έχει καθορίσει η οδηγία 2012/27/ΕΕ θα πρέπει να επεκταθεί χρονικά πέραν του 2020. Η επέκταση αυτή θα δημιουργήσει μεγαλύτερη σταθερότητα για τους επενδυτές και, συνεπώς, θα ενθαρρύνει τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις και τα μακροπρόθεσμα μέτρα ενεργειακής απόδοσης, όπως η ριζική ανακαίνιση κτιρίων με μακροπρόθεσμο στόχο τη διευκόλυνση της οικονομικά αποδοτικής μετατροπής των υφιστάμενων κτιρίων σε κτίρια ΚΣΜΚΕ. Η υποχρέωση εξοικονόμησης ενέργειας έχει σημαντικό ρόλο στη δημιουργία ανάπτυξης και θέσεων εργασίας σε τοπικό επίπεδο και θα πρέπει να συνεχιστεί ώστε να διασφαλιστεί ότι η Ένωση μπορεί να επιτύχει τους στόχους της για την ενέργεια και το κλίμα δημιουργώντας περαιτέρω ευκαιρίες και να κόψει τον δεσμό μεταξύ κατανάλωσης ενέργειας και οικονομικής ανάπτυξης. Η συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα είναι σημαντική προκειμένου να αξιολογηθεί υπό ποιες προϋποθέσεις μπορούν να αποδεσμευτούν οι ιδιωτικές επενδύσεις για έργα ενεργειακής απόδοσης και να αναπτυχθούν νέα μοντέλα εσόδων για την καινοτομία στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης.

(11)

Τα μέτρα βελτιώσεως ενεργειακής απόδοσης έχουν επίσης θετικό αντίκτυπο στην ποιότητα του αέρα, καθώς τα κτίρια υψηλότερης ενεργειακής απόδοσης συμβάλλουν στη μείωση της ζήτησης καυσίμων θέρμανσης, συμπεριλαμβανομένων των στερεών καυσίμων θέρμανσης. Επομένως, τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας του αέρα εσωτερικών χώρων και του εξωτερικού αέρα και βοηθούν να επιτευχθούν με οικονομικά αποδοτικό τρόπο οι στόχοι της πολιτικής της Ένωσης για την ποιότητα του αέρα, όπως καθορίζονται ιδίως στην οδηγία (ΕΕ) 2016/2284 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8).

(12)

Τα κράτη μέλη απαιτείται να επιτύχουν σωρευτική εξοικονόμηση ενέργειας στην τελική χρήση για όλη την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης, από το 2021 έως το 2030, που θα ισοδυναμεί με νέα ετήσια εξοικονόμηση ύψους τουλάχιστον 0,8 % της τελικής κατανάλωσης ενέργειας. Η εν λόγω υποχρέωση θα μπορούσε να τηρηθεί με νέα μέτρα πολιτικής που θα ληφθούν κατά τη διάρκεια της νέας περιόδου επιβολής της υποχρέωσης από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2030 ή με επιμέρους νέες δράσεις που θα προκύψουν από τη λήψη μέτρων πολιτικής κατά τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου ή πριν από αυτήν, με την προϋπόθεση ότι οι επιμέρους δράσεις που επιφέρουν εξοικονόμηση ενέργειας αναλαμβάνονται κατά τη διάρκεια της νέας περιόδου. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να δύνανται να χρησιμοποιήσουν καθεστώς επιβολής υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης ή εναλλακτικά μέτρα πολιτικής ή και τα δύο. Επιπλέον, θα πρέπει να υφίστανται διάφορες επιλογές, όπως το αν η ενέργεια που χρησιμοποιείται στις μεταφορές περιλαμβάνεται πλήρως ή εν μέρει στο βασικό σενάριο υπολογισμού, ώστε να παρέχεται στα κράτη μέλη ευελιξία ως προς τον τρόπο υπολογισμού της ποσότητας της οικείας εξοικονόμησης ενέργειας, διασφαλίζοντας παράλληλα την επίτευξη της απαιτούμενης σωρευτικής εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση ισοδύναμης με νέα ετήσια εξοικονόμηση ύψους τουλάχιστον 0,8 %.

(13)

Θα ήταν ωστόσο δυσανάλογο να επιβληθεί η απαίτηση αυτή στην Κύπρο και τη Μάλτα. Η αγορά ενέργειας αυτών των μικρών νησιωτικών κρατών μελών παρουσιάζει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τα οποία περιορίζουν σημαντικά το διαθέσιμο φάσμα μέτρων για την εκπλήρωση της υποχρέωσης εξοικονόμησης ενέργειας, όπως η ύπαρξη ενός μόνο προμηθευτή ηλεκτρικής ενέργειας, η απουσία συστημάτων φυσικού αερίου και δικτύων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, καθώς και το μικρό μέγεθος των εταιρειών διανομής πετρελαίου. Αυτά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά έχουν ακόμη μεγαλύτερο αρνητικό αντίκτυπο λόγω του μικρού μεγέθους της αγοράς ενέργειας των εν λόγω κρατών μελών. Ως εκ τούτου, η Κύπρος και η Μάλτα θα πρέπει να υποχρεούνται μόνο να επιτυγχάνουν σωρευτική εξοικονόμηση ενέργειας στην τελική χρήση ισοδύναμη με νέα ετήσια εξοικονόμηση ύψους 0,24 % της τελικής κατανάλωσης ενέργειας για την περίοδο 2021-2030.

(14)

Όταν χρησιμοποιούν καθεστώς επιβολής υποχρέωσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίζουν υπόχρεα μέρη μεταξύ των διανομέων ενέργειας, των εταιρειών λιανικής πώλησης ενέργειας και των διανομέων καυσίμων κίνησης ή των εταιρειών λιανικής πώλησης καυσίμων κίνησης με βάση αντικειμενικά και αμερόληπτα κριτήρια. Ο ορισμός ή η εξαίρεση από τον ορισμό ορισμένων κατηγοριών των εν λόγω διανομέων ή εταιρειών λιανικής πώλησης δεν θα πρέπει να θεωρούνται ασύμβατα με την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων. Τα κράτη μέλη δύνανται ως εκ τούτου να επιλέγουν κατά πόσον οι εν λόγω διανομείς ή εταιρείες λιανικής πώλησης ή μόνο συγκεκριμένες κατηγορίες αυτών ορίζονται ως υπόχρεα μέρη.

(15)

Τα μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης στις μεταφορές των κρατών μελών είναι επιλέξιμα να ληφθούν υπόψη για την επίτευξη της υποχρέωσής τους για εξοικονόμηση ενέργειας στην τελική χρήση. Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν πολιτικές που προορίζονται, μεταξύ άλλων, να προωθούν πιο αποδοτικά οχήματα, τη στροφή των μεταφορών προς την ποδηλασία, την πεζοπορία και τις ομαδικές μεταφορές ή σχεδιασμό για την κινητικότητα και πολεοδομικό σχεδιασμό που μειώνουν τη ζήτηση για μεταφορές. Επιπλέον, τα συστήματα που επιταχύνουν τη χρήση νέων, αποδοτικότερων οχημάτων ή οι πολιτικές που προάγουν τη μετάβαση σε καύσιμα καλύτερων επιδόσεων τα οποία μειώνουν τη χρήση ενέργειας ανά χιλιόμετρο μπορούν επίσης να είναι επιλέξιμα, υπό την προϋπόθεση της συμμόρφωσης προς τους κανόνες περί σημαντικότητας και προσθετικότητας που καθορίζονται στο παράρτημα V της οδηγίας 2012/27/ΕΕ όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει, ενδεχομένως, να συνάδουν με τα εθνικά πλαίσια πολιτικής των κρατών μελών που θεσπίστηκαν βάσει της οδηγίας 2014/94/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9).

(16)

Τα μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10) και τα οποία συντελούν σε βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης που μπορούν να επαληθευτούν, καθώς και να μετρηθούν ή να εκτιμηθούν, μπορούν να θεωρηθούν ένας αποδοτικός τρόπος για την τήρηση από τα κράτη μέλη της υποχρέωσής τους για εξοικονόμηση ενέργειας βάσει της οδηγίας 2012/27/ΕΕ όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία.

(17)

Ως εναλλακτική ως προς την απαίτηση για τα υπόχρεα μέρη να επιτύχουν την ποσότητα σωρευτικής εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση που ορίζει το άρθρο 7 παράγραφος 1 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία, θα πρέπει να δύνανται τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο των καθεστώτων επιβολής της υποχρέωσής τους, να επιτρέπουν ή να επιβάλλουν στα υπόχρεα μέρη να συνεισφέρουν σε εθνικό ταμείο ενεργειακής απόδοσης.

(18)

Με την επιφύλαξη του άρθρου 7 παράγραφοι 4 και 5 όπως εισήχθησαν από την παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη και τα υπόχρεα μέρη θα πρέπει να κάνουν χρήση όλων των διαθέσιμων μέσων και τεχνολογιών για την επίτευξη της σωρευτικής εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση που απαιτείται, μεταξύ άλλων προωθώντας βιώσιμες τεχνολογίες σε αποδοτικά συστήματα τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, σε υποδομές αποδοτικής θέρμανσης και ψύξης και σε ενεργειακούς ελέγχους ή ισοδύναμα συστήματα διαχείρισης, υπό την προϋπόθεση ότι η δηλούμενη εξοικονόμηση ενέργειας συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του άρθρου 7 και του παραρτήματος V της οδηγίας 2012/27/ΕΕ όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιδιώκουν μεγάλο βαθμό ευελιξίας κατά τον σχεδιασμό και την εφαρμογή εναλλακτικών μέτρων πολιτικής.

(19)

Τα μακροπρόθεσμα μέτρα ενεργειακής απόδοσης θα εξακολουθήσουν να παρέχουν εξοικονόμηση ενέργειας μετά το 2020· ωστόσο, για να συμβάλουν στον στόχο ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης για το 2030, τα μέτρα αυτά θα πρέπει να αποφέρουν νέα εξοικονόμηση μετά το 2020. Από την άλλη πλευρά, η εξοικονόμηση ενέργειας που θα επιτευχθεί μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2020 δεν θα πρέπει να συνυπολογιστεί στην απαιτούμενη σωρευτική εξοικονόμηση ενέργειας στην τελική χρήση για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020.

(20)

Η νέα εξοικονόμηση θα πρέπει να είναι επιπρόσθετη της συνήθους, ώστε η εξοικονόμηση που θα επιτυγχανόταν ούτως ή άλλως να μη συνυπολογίζεται στην επίτευξη των απαιτήσεων εξοικονόμησης ενέργειας. Προκειμένου να υπολογίζονται οι επιπτώσεις των μέτρων που θεσπίζονται, θα πρέπει να συνυπολογίζεται μόνο η καθαρή εξοικονόμηση, μετρούμενη ως η μεταβολή της κατανάλωσης ενέργειας που αποδίδεται απευθείας στα συγκεκριμένα μέτρα ενεργειακής απόδοσης. Για να υπολογίζουν την καθαρή εξοικονόμηση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν ένα βασικό σενάριο σχετικά με το πώς θα εξελισσόταν η κατάσταση εάν δεν είχε ληφθεί το συγκεκριμένο μέτρο. Το εν λόγω μέτρο πολιτικής θα πρέπει να αξιολογείται με βάση αυτό το βασικό σενάριο. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το γεγονός ότι ενδέχεται να υλοποιηθούν άλλα μέτρα πολιτικής κατά το ίδιο χρονικό πλαίσιο, τα οποία επίσης ενδέχεται να έχουν επίπτωση στην ποσότητα εξοικονόμησης ενέργειας, ώστε να μην είναι δυνατόν να αποδοθούν αποκλειστικά και μόνο στο συγκεκριμένο μέτρο πολιτικής όλες οι παρατηρούμενες αλλαγές από την άσκηση συγκεκριμένου αξιολογούμενου μέτρου πολιτικής. Οι δράσεις του υπόχρεου, του συμμετέχοντος ή του εξουσιοδοτηθέντος θα πρέπει να συμβάλουν στην επίτευξη της δηλούμενης εξοικονόμησης ενέργειας, ώστε να διασφαλίζεται η εκπλήρωση της υποχρέωσης της σημαντικότητας.

(21)

Είναι σημαντικό να ληφθούν υπόψη, κατά περίπτωση, όλα τα στάδια στην ενεργειακή αλυσίδα στον υπολογισμό της εξοικονόμησης ενέργειας προκειμένου να αυξηθούν οι δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας κατά τη μεταφορά και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας.

(22)

Η αποτελεσματική διαχείριση των υδάτων μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην εξοικονόμηση ενέργειας. Οι τομείς υδάτων και λυμάτων αντιπροσωπεύουν το 3,5 % της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας στην Ένωση και το εν λόγω ποσοστό αναμένεται να αυξηθεί. Ταυτόχρονα, οι διαρροές ύδατος αντιπροσωπεύουν το 24 % των συνολικών υδάτων που καταναλώνονται στην Ένωση, ο δε ενεργειακός τομέας έχει τη μεγαλύτερη κατανάλωση ύδατος, δεδομένου ότι του αναλογεί το 44 % της κατανάλωσης. Οι δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας μέσω της χρήσης έξυπνων τεχνολογιών και διεργασιών θα πρέπει να διερευνηθούν πλήρως.

(23)

Σύμφωνα με το άρθρο 9 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι πολιτικές ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης θα πρέπει να ευνοούν την ένταξη και, συνεπώς, θα πρέπει να διασφαλίζουν τη δυνατότητα πρόσβασης των καταναλωτών στα μέτρα ενεργειακής απόδοσης. Οι βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων θα πρέπει ιδίως να ωφελούν τα ευάλωτα νοικοκυριά, συμπεριλαμβανομένων όσων πλήττονται από ενεργειακή ένδεια και, κατά περίπτωση, όσους επωφελούνται κοινωνικής στέγασης. Τα κράτη μέλη μπορούν ήδη να απαιτούν από τα υπόχρεα μέρη να συμπεριλαμβάνουν κοινωνικούς στόχους στα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, σε σχέση με την ενεργειακή ένδεια, και αυτή η δυνατότητα θα πρέπει να επεκταθεί και στα εναλλακτικά μέτρα πολιτικής και τα εθνικά ταμεία ενεργειακής απόδοσης και να μετατραπεί σε υποχρέωση, επιτρέποντας παράλληλα στα κράτη μέλη να διατηρήσουν πλήρη ευελιξία σε ό,τι αφορά το μέγεθος, το πεδίο εφαρμογής και το περιεχόμενό τους. Εάν ένα καθεστώς επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης δεν επιτρέπει μέτρα που αφορούν μεμονωμένους καταναλωτές ενέργειας, το κράτος μέλος δύναται να λάβει μέτρα για τον μετριασμό της ενεργειακής ένδειας μέσω εναλλακτικών μέτρων πολιτικής αποκλειστικά.

(24)

Περίπου 50 εκατομμύρια νοικοκυριά στην Ένωση πλήττονται από ενεργειακή ένδεια. Ως εκ τούτου, τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης πρέπει να κατέχουν κεντρική θέση σε κάθε οικονομικά αποδοτική στρατηγική για την αντιμετώπιση της ενεργειακής ένδειας και της ευάλωτης θέσης των καταναλωτών και να είναι συμπληρωματικά στις πολιτικές κοινωνικής ασφάλειας σε επίπεδο κρατών μελών. Για να διασφαλιστεί ότι τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης μειώνουν την ενεργειακή ένδεια των ενοικιαστών κατά τρόπο βιώσιμο, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας των μέτρων αυτών, καθώς και η οικονομική προσιτότητά τους για τους ιδιοκτήτες και τους ενοικιαστές, και να εξασφαλίζεται επαρκής οικονομική υποστήριξη για τα εν λόγω μέτρα σε επίπεδο κράτους μέλους. Το κτιριακό απόθεμα της Ένωσης είναι ανάγκη, μακροπρόθεσμα, να μετατρέπεται σε ΚΣΜΚΕ, σύμφωνα με τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού. Οι τρέχοντες ρυθμοί ανακαίνισης κτιρίων είναι ανεπαρκείς και τα κτίρια που κατοικούνται από πολίτες χαμηλού εισοδήματος οι οποίοι πλήττονται από ενεργειακή ένδεια παρουσιάζουν και τη μεγαλύτερη δυσκολία προσέγγισης. Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία σε σχέση με τις υποχρεώσεις εξοικονόμησης ενέργειας, τα καθεστώτα επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης και τα εναλλακτικά μέτρα πολιτικής έχουν ως εκ τούτου ιδιαίτερη σημασία.

(25)

Οι χαμηλότερες δαπάνες των καταναλωτών για την ενέργεια θα πρέπει να επιτυγχάνονται βοηθώντας τους καταναλωτές να μειώσουν την οικεία κατανάλωση ενέργειας μέσω της μείωσης των ενεργειακών αναγκών των κτιρίων και των βελτιώσεων στην απόδοση των συσκευών, που θα πρέπει να συνδυάζονται με τη διαθεσιμότητα ενσωματωμένων στις δημόσιες μεταφορές τρόπων μεταφοράς χαμηλής ενέργειας και τη χρήση ποδηλάτου.

(26)

Έχει ζωτική σημασία να ενισχυθεί η ευαισθητοποίηση όλων των πολιτών της Ένωσης για τα οφέλη της αυξημένης ενεργειακής απόδοσης και να τους δοθούν ακριβείς πληροφορίες σχετικά με τους τρόπους επίτευξής της. Η αυξημένη ενεργειακή απόδοση είναι, επίσης, άκρως σημαντική για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Ένωσης μέσω της μείωσης της εξάρτησής της από την εισαγωγή καυσίμων από τρίτες χώρες.

(27)

Το κόστος και τα οφέλη όλων των μέτρων ενεργειακής απόδοσης που λαμβάνονται, συμπεριλαμβανομένων των περιόδων απόσβεσης, θα πρέπει να καθίστανται απολύτως διαφανή προς τους καταναλωτές.

(28)

Κατά την εφαρμογή της οδηγίας 2012/27/ΕΕ όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία και τη λήψη άλλων μέτρων στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στις συνέργειες μεταξύ των μέτρων ενεργειακής απόδοσης και της αποδοτικής χρήσης των φυσικών πόρων, σύμφωνα με τις αρχές της κυκλικής οικονομίας.

(29)

Αξιοποιώντας νέα επιχειρηματικά μοντέλα και τεχνολογίες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προσπαθήσουν να προωθούν και να διευκολύνουν τη λήψη μέτρων ενεργειακής απόδοσης, μεταξύ άλλων μέσω καινοτόμων υπηρεσιών ενέργειας για μεγάλους και μικρούς πελάτες.

(30)

Μεταξύ των μέτρων που καθορίζονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 15ης Ιουλίου 2015 με τίτλο «Νέα Συμφωνία για τους Καταναλωτές Ενέργειας», στο πλαίσιο της Ενεργειακής Ένωσης και της στρατηγικής για τη θέρμανση και την ψύξη, είναι αναγκαίο να ενισχυθούν τα στοιχειώδη δικαιώματα των καταναλωτών για επακριβή, αξιόπιστη, σαφή και έγκαιρη πληροφόρηση σχετικά με την ενέργεια που καταναλώνουν. Τα άρθρα 9 έως 11 και το παράρτημα VII της οδηγίας 2012/27/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθούν ώστε να προβλεφθεί συχνή και αυξημένη ανταπόκριση όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας, όπου είναι τεχνικά εφικτό και οικονομικά αποδοτικό με βάση τις υπάρχουσες συσκευές μέτρησης. Η παρούσα οδηγία διευκρινίζει ότι το αν η τοπική μέτρηση είναι οικονομικά αποδοτική ή όχι εξαρτάται από το αν το σχετικό κόστος είναι ανάλογο με την πιθανή εξοικονόμηση ενέργειας. Η εκτίμηση του κατά πόσο η τοπική μέτρηση είναι οικονομικά αποδοτική μπορεί να λαμβάνει υπόψη τις επιπτώσεις άλλων συγκεκριμένων και προγραμματισμένων μέτρων σε δεδομένο κτίριο, όπως τυχόν επικείμενη ανακαίνιση.

(31)

Η παρούσα οδηγία διευκρινίζει επίσης ότι τα δικαιώματα που σχετίζονται με την τιμολόγηση και τις πληροφορίες τιμολόγησης ή κατανάλωσης θα πρέπει να ισχύουν για τους καταναλωτές θέρμανσης, ψύξης ή ζεστού νερού οικιακής χρήσης από κεντρική πηγή, ακόμα και όταν δεν υφίσταται άμεση και ατομική συμβατική σχέση με προμηθευτή ενέργειας. Ο ορισμός του όρου «τελικός καταναλωτής» μπορεί να νοείται ότι αναφέρεται μόνο σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που αγοράζουν ενέργεια με βάση άμεση, ατομική σύμβαση με προμηθευτή ενέργειας. Για τους σκοπούς των σχετικών διατάξεων, θα πρέπει να εισαχθεί, ως εκ τούτου, ο όρος «τελικός χρήστης», για να καλύπτεται ευρύτερη ομάδα καταναλωτών και θα πρέπει, εκτός από τους τελικούς καταναλωτές που αγοράζουν θέρμανση, ψύξη ή ζεστό νερό οικιακής χρήσης για ιδία τελική χρήση, να καλύπτει επίσης τους ενοίκους μεμονωμένων κτιρίων ή μεμονωμένων μονάδων πολυκατοικιών ή κτιρίων πολλαπλών χρήσεων όπου οι εν λόγω μονάδες τροφοδοτούνται από κεντρική πηγή και όπου οι ένοικοι δεν έχουν άμεση ή ατομική σύμβαση με τον προμηθευτή ενέργειας. Ο όρος «τοπική μέτρηση» θα πρέπει να παραπέμπει στη μέτρηση κατανάλωσης σε μεμονωμένες μονάδες των εν λόγω κτιρίων.

(32)

Για να επιτευχθεί η διαφάνεια του καταμερισμού της ατομικής κατανάλωσης θερμικής ενέργειας και, με αυτόν τον τρόπο, να διευκολυνθεί η εφαρμογή της τοπικής μέτρησης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι έχουν θεσπισθεί διαφανείς, δημοσίως διαθέσιμοι εθνικοί κανόνες σχετικά με την κατανομή του κόστους της κατανάλωσης θέρμανσης, ψύξης και ζεστού νερού οικιακής χρήσης σε πολυκατοικίες και κτίρια πολλαπλών χρήσεων. Επιπλέον της διαφάνειας, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να εξετάσουν τη λήψη μέτρων για την ενίσχυση του ανταγωνισμού στην παροχή υπηρεσιών τοπικής μέτρησης και να διασφαλίσουν, με τον τρόπο αυτόν, ότι τυχόν δαπάνες, με τις οποίες επιβαρύνονται οι τελικοί χρήστες, είναι εύλογες.

(33)

Έως τις 25 Οκτωβρίου 2020, οι νεοεγκατεστημένοι μετρητές θερμότητας και οι κατανεμητές κόστους θέρμανσης θα πρέπει να είναι αναγνώσιμοι εξ αποστάσεως, ώστε να διασφαλίζουν οικονομικά αποδοτική και συχνή παροχή πληροφοριών κατανάλωσης. Οι τροποποιήσεις στην οδηγία 2012/27/ΕΕ που εισάγονται με την παρούσα οδηγία σχετικά με τη μέτρηση για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης, με την τοπική μέτρηση και τον επιμερισμό του κόστους για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης, με την απαίτηση εξ αποστάσεως ανάγνωσης, με τις πληροφορίες τιμολόγησης και κατανάλωσης για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης, με το κόστος πρόσβασης στη μέτρηση και στις πληροφορίες τιμολόγησης και κατανάλωσης για τη θέρμανση, την ψύξη και το ζεστό νερό οικιακής χρήσης και με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την πληροφόρηση τιμολόγησης και κατανάλωσης για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης πρόκειται να εφαρμόζονται μόνο για τη θέρμανση, την ψύξη και το ζεστό νερό οικιακής χρήσης από κεντρική πηγή. Τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να αποφασίσουν εάν οι τεχνολογίες μέτρησης με συσκευές τις οποίες φέρουν οχήματα ή πεζοί (walk-by ή drive-by) πρόκειται να θεωρούνται αναγνώσιμες εξ αποστάσεως ή όχι. Οι συσκευές με δυνατότητα εξ αποστάσεως ανάγνωσης δεν απαιτούν την πρόσβαση σε μεμονωμένα διαμερίσματα ή μονάδες για την ανάγνωσή τους.

(34)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη το γεγονός ότι η επιτυχής εφαρμογή νέων τεχνολογιών για τη μέτρηση της κατανάλωσης ενέργειας απαιτεί ενισχυμένη επένδυση στην εκπαίδευση και τις δεξιότητες τόσο για τους χρήστες όσο και για τους προμηθευτές ενέργειας.

(35)

Οι πληροφορίες που αφορούν την τιμολόγηση και οι ετήσιοι λογαριασμοί συνιστούν ένα σημαντικό μέσο πληροφόρησης των πελατών για την ενεργειακή τους κατανάλωση. Τα δεδομένα σχετικά με την κατανάλωση και το κόστος μπορούν, επίσης, να μεταφέρουν άλλες πληροφορίες που βοηθούν τους καταναλωτές να συγκρίνουν το τρέχον πρόγραμμά τους με άλλες προσφορές και να κάνουν χρήση της διαχείρισης παραπόνων και εναλλακτικών μηχανισμών επίλυσης διαφορών. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαφωνίες σχετικά με τους λογαριασμούς αποτελούν συχνή αιτία παραπόνων των καταναλωτών και παράγοντας που συντελεί σε συστηματικά χαμηλά επίπεδα ικανοποίησης και συμμετοχής των καταναλωτών με τους ενεργειακούς τους παρόχους, είναι αναγκαίο να καταστούν οι λογαριασμοί απλούστεροι, σαφέστεροι και ευκολότερα κατανοητοί και παράλληλα να υπάρξει μέριμνα για την παροχή των αναγκαίων πληροφοριών με χωριστά μέσα, όπως οι πληροφορίες τιμολόγησης, τα εργαλεία πληροφόρησης και οι ετήσιοι λογαριασμοί, προκειμένου οι καταναλωτές να μπορούν να ρυθμίζουν την ενεργειακή τους κατανάλωση, να συγκρίνουν προσφορές και να αλλάζουν προμηθευτή.

(36)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποστηρίζονται από καλά σχεδιασμένα και αποτελεσματικά χρηματοδοτικά μέσα της Ένωσης, όπως τα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων και με χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΕΤΑΑ), τα οποία θα πρέπει να υποστηρίζουν επενδύσεις στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης σε όλα τα στάδια της ενεργειακής αλυσίδας και να χρησιμοποιούν πλήρη ανάλυση κόστους-οφέλους με βάση μοντέλο διαφοροποιημένων προεξοφλητικών επιτοκίων. Η χρηματοδοτική υποστήριξη θα πρέπει να εστιάζεται σε οικονομικά αποδοτικές μεθόδους για την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης, που να οδηγούν σε μείωση της κατανάλωσης ενέργειας. Η ΕΤΕπ και η ΕΤΑΑ θα πρέπει, από κοινού με εθνικές αναπτυξιακές τράπεζες, να σχεδιάζουν, να παράγουν και να χρηματοδοτούν προγράμματα και έργα προσαρμοσμένα στον τομέα της απόδοσης, μεταξύ άλλων για τα νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν ενεργειακή ένδεια.

(37)

Για να καταστεί δυνατό να επικαιροποιηθούν τα παραρτήματα της οδηγίας 2012/27/ΕΕ και οι εναρμονισμένες τιμές αναφοράς απόδοσης, είναι αναγκαίο να παραταθεί η ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων, σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι οποίες να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (11). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί ή ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής οι οποίες αφορούν την προετοιμασία κατ' εξουσιοδότηση πράξεων.

(38)

Για να καταστεί δυνατή η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της οδηγίας 2012/27/ΕΕ όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία, θα πρέπει να εισαχθεί απαίτηση για διενέργεια γενικής επανεξέτασης της εν λόγω οδηγίας και υποβολής έκθεσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο το αργότερο έως τις 28 Φεβρουαρίου 2024. Η εν λόγω επανεξέταση θα πρέπει να είναι μεταγενέστερη του παγκόσμιου απολογισμού της σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή το 2023, προκειμένου να καταστούν δυνατές οι αναγκαίες ευθυγραμμίσεις στην εν λόγω εισακτέα διαδικασία, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τις εξελίξεις στην οικονομία και την καινοτομία.

(39)

Θα πρέπει να δοθεί πρωταγωνιστικός ρόλος στις τοπικές και περιφερειακές αρχές όσον αφορά την ανάπτυξη, τον σχεδιασμό, την εκτέλεση και την αξιολόγηση των μέτρων που προβλέπονται στην οδηγία 2012/27/ΕΕ, ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν κατάλληλα στις κλιματικές, πολιτισμικές και κοινωνικές ιδιαιτερότητές τους.

(40)

Αντανακλώντας την τεχνολογική πρόοδο και την αυξανόμενη χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, ο προκαθορισμένος συντελεστής για την εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας σε kWh θα πρέπει να επανεξεταστεί ώστε να αντικατοπτρίζει τις αλλαγές στον συντελεστή πρωτογενούς ενέργειας (PEF) για την ηλεκτρική ενέργεια. Ο υπολογισμός του PEF για την ηλεκτρική ενέργεια αντικατοπτρίζει το ενεργειακό μείγμα και βασίζεται στις ετήσιες μέσες τιμές. Για την ηλεκτροπαραγωγή από πυρηνικούς σταθμούς και την παραγωγή θερμότητας χρησιμοποιείται η μέθοδος υπολογισμού του «φυσικού ενεργειακού περιεχομένου» και για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας από ορυκτά καύσιμα και βιομάζα χρησιμοποιείται η μέθοδος της «τεχνικής απόδοσης της μετατροπής». Όσον αφορά την άκαυστη ανανεώσιμη ενέργεια, χρησιμοποιείται η μέθοδος του άμεσου ισοδυνάμου με βάση την προσέγγιση της «συνολικής πρωτογενούς ενέργειας». Για τον υπολογισμό του ποσοστού πρωτογενούς ενέργειας για την ηλεκτρική ενέργεια στη συμπαραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας, εφαρμόζεται η μέθοδος που καθορίζεται στο παράρτημα II της οδηγίας 2012/27/ΕΕ. Χρησιμοποιείται η μέση θέση στην αγορά, αντί της οριακής. Οι αποδόσεις μετατροπής θεωρείται ότι ανέρχονται στο 100 % για άκαυστη ανανεώσιμη ενέργεια, στο 10 % για γεωθερμικές μονάδες και στο 33 % για πυρηνικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής. Ο υπολογισμός της συνολικής απόδοσης για συμπαραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας υπολογίζεται βάσει των πλέον πρόσφατων στοιχείων της Eurostat. Όσον αφορά τα όρια του συστήματος, ο PEF είναι 1 για όλες τις πηγές ενέργειας. Η τιμή του PEF αναφέρεται στο 2018 και βασίζεται σε δεδομένα που παρεμβάλλονται από την πιο πρόσφατη έκδοση του σεναρίου αναφοράς PRIMES για το 2015 και το 2020 και προσαρμόζονται με δεδομένα της Eurostat έως το 2016. Η ανάλυση καλύπτει τα κράτη μέλη και τη Νορβηγία. Το σύνολο δεδομένων για τη Νορβηγία βασίζεται σε δεδομένα του Ευρωπαϊκού δικτύου διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

(41)

Η εξοικονόμηση ενέργειας που προκύπτει από την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου δεν θα πρέπει να δηλώνεται, εκτός εάν προκύπτει από μέτρο που υπερβαίνει τα ελάχιστα απαιτούμενα από την οικεία ενωσιακή νομική πράξη, είτε με καθορισμό πιο φιλόδοξων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης σε επίπεδο κράτους μέλους είτε με αύξηση της εφαρμογής του μέτρου. Τα κτίρια προσφέρουν σημαντικές δυνατότητες για περαιτέρω αύξηση της ενεργειακής απόδοσης και η ανακαίνιση των κτιρίων αποτελεί ουσιαστικό και μακροπρόθεσμο στοιχείο με οικονομίες κλίμακας για την αύξηση της εξοικονόμησης ενέργειας. Χρειάζεται επομένως να διευκρινιστεί ότι είναι δυνατόν να δηλώνεται όλη η εξοικονόμηση ενέργειας που προκύπτει από μέτρα προώθησης της ανακαίνισης υφιστάμενων κτιρίων, εφόσον υπερβαίνει την εξοικονόμηση που θα επερχόταν χωρίς το μέτρο πολιτικής και εφόσον το κράτος μέλος αποδείξει ότι τα υπόχρεα, τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη έχουν συμβάλει όντως στην επίτευξη της εξοικονόμησης ενέργειας που δηλώνεται.

(42)

Σύμφωνα με τη στρατηγική της Ενεργειακής Ένωσης και τις αρχές βελτίωσης του νομοθετικού μέτρου, θα πρέπει να δίνεται μεγαλύτερη σημασία στους κανόνες παρακολούθησης και επαλήθευσης για την εφαρμογή των καθεστώτων επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης και εναλλακτικών μέτρων πολιτικής, μεταξύ άλλων στην απαίτηση ελέγχου ενός στατιστικά αντιπροσωπευτικού δείγματος μέτρων. Στην οδηγία 2012/27/ΕΕ, όπως τροποποιείται από την παρούσα οδηγία, «στατιστικά σημαντικό ποσοστό και αντιπροσωπευτικό δείγμα των μέτρων βελτίωσης εξοικονόμησης απόδοσης» θα πρέπει να νοείται ότι απαιτεί τον καθορισμό ενός υποσυνόλου στατιστικού πληθυσμού των εν λόγω μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας, με τρόπο που να αντιπροσωπεύει με ακρίβεια το σύνολο του πληθυσμού όλων των μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας, και, συνεπώς, να επιτρέπει ευλόγως αξιόπιστα συμπεράσματα όσον αφορά την εμπιστοσύνη στο σύνολο των μέτρων.

(43)

Ενέργεια που παράγεται επί ή εντός κτιρίων με τεχνολογίες ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μειώνει την ποσότητα της ενέργειας που παρέχεται από ορυκτά καύσιμα. Η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και η χρήση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον κτιριακό τομέα συνιστούν σημαντικά μέτρα μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης της Ένωσης και των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ιδίως ενόψει των φιλόδοξων στόχων για το κλίμα και την ενέργεια για το 2030, καθώς και της συνολικής δέσμευσης που διατυπώθηκε στο πλαίσιο της συμφωνίας του Παρισιού. Για τους σκοπούς της σωρευτικής υποχρέωσής τους για εξοικονόμηση ενέργειας, τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν υπόψη, κατά περίπτωση, την εξοικονόμηση ενέργειας που προκύπτει από την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές επί ή εντός κτιρίων για ιδία χρήση προκειμένου να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους για εξοικονόμηση ενέργειας.

(44)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011 (12), τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα μέρη των νομικών πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη.

(45)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, ήτοι η επίτευξη των στόχων ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης κατά 20 % έως το 2020 και τουλάχιστον κατά 32,5 % έως το 2030 και η προετοιμασία του εδάφους για περαιτέρω μέτρα για την ενεργειακή απόδοση πέραν των εν λόγω ημερομηνιών, δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως εξαιτίας της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των εν λόγω στόχων.

(46)

Επομένως, η οδηγία 2012/27/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 2012/27/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 1, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κοινό πλαίσιο μέτρων για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης εντός της Ένωσης προκειμένου να διασφαλισθεί η επίτευξη των πρωταρχικών στόχων της Ένωσης για το 2020 για 20 % στην ενεργειακή απόδοση και των πρωταρχικών στόχων της για το 2030 για τουλάχιστον 32,5 % στην ενεργειακή απόδοση και προετοιμάζει το έδαφος για περαιτέρω βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης μετά τις εν λόγω χρονολογίες.

Η παρούσα οδηγία καθορίζει κανόνες με σκοπό την άρση των φραγμών στην αγορά ενέργειας και την εξάλειψη των αδυναμιών της αγοράς που παρεμποδίζουν την απόδοση στον εφοδιασμό και τη χρήση ενέργειας και προβλέπει τον καθορισμό ενδεικτικών εθνικών στόχων ενεργειακής απόδοσης και συνεισφορών για το 2020 και το 2030.

Η παρούσα οδηγία συμβάλλει στην εφαρμογή της αρχής της προτεραιότητας στην ενεργειακή απόδοση.».

2)

Στο άρθρο 3, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4.   Έως τις 31 Οκτωβρίου 2022, η Επιτροπή αξιολογεί κατά πόσον η Ένωση έχει επιτύχει τους πρωταρχικούς της στόχους ενεργειακής απόδοσης για το 2020.

5.   Κάθε κράτος μέλος καθορίζει ενδεικτικές εθνικές συνεισφορές ενεργειακής απόδοσης για την επίτευξη των στόχων της Ένωσης για το 2030 του άρθρου 1 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 (*1) Κατά τον καθορισμό των συνεισφορών αυτών, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη ότι η κατανάλωση ενέργειας της Ένωσης το 2030 δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 1 273 εκατομμύρια ΤΙΠ πρωτογενούς ενέργειας και/ή τα 956 εκατομμύρια ΤΙΠ τελικής ενέργειας. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις συνεισφορές αυτές στην Επιτροπή ως μέρος των ολοκληρωμένων εθνικών σχεδίων τους για την ενέργεια και το κλίμα όπως αναφέρονται και σύμφωνα με το άρθρο 3 και τα άρθρα 7 έως 12 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999.

6.   Η Επιτροπή αξιολογεί τους πρωταρχικούς στόχους ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης για το 2030 που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, με σκοπό την υποβολή νομοθετικής πρότασης έως το 2023 για την αναθεώρηση των εν λόγω στόχων προς τα πάνω σε περίπτωση σημαντικής μείωσης του κόστους οφειλόμενης στις οικονομικές ή τεχνολογικές εξελίξεις ή, όπου απαιτείται, για την τήρηση των διεθνών δεσμεύσεων της Ένωσης σχετικά με την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές.

(*1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 663/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 94/22/ΕΚ, 98/70/ΕΚ, 2009/31/ΕΚ, 2009/73/ΕΚ, 2010/31/ΕΕ, 2012/27/ΕΕ και 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2009/119/ΕΚ και (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 1).»."

3)

Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 7

Υποχρέωση εξοικονόμησης ενέργειας

1.   Τα κράτη μέλη επιτυγχάνουν σωρευτικό στόχο εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση, ο οποίος ισοδυναμεί τουλάχιστον με:

α)

νέα εξοικονόμηση κάθε έτος από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020, ίση με το 1,5 % των κατ' όγκον ετήσιων πωλήσεων ενέργειας σε τελικούς καταναλωτές, υπολογιζόμενη κατά μέσο όρο κατά την πλέον πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2013. Οι κατ' όγκον πωλήσεις ενέργειας που χρησιμοποιείται στις μεταφορές μπορούν να εξαιρούνται εν όλω ή εν μέρει από αυτόν τον υπολογισμό,

β)

νέα εξοικονόμηση κάθε έτος από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2030 ίση με το 0,8 % της ετήσιας τελικής κατανάλωσης ενέργειας, υπολογιζόμενη κατά μέσο όρο κατά την πλέον πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019. Κατά παρέκκλιση από την εν λόγω υποχρέωση, η Κύπρος και η Μάλτα επιτυγχάνουν νέα ετήσια εξοικονόμηση από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2030 ισοδύναμη με το 0,24 % της ετήσιας τελικής κατανάλωσης ενέργειας, κατά μέσο όρο κατά την πλέον πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019.

Τα κράτη μέλη μπορούν να συνυπολογίζουν την εξοικονόμηση ενέργειας που προκύπτει από μέτρα πολιτικής τα οποία θεσπίστηκαν έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 ή μετά την εν λόγω ημερομηνία, εφόσον τα μέτρα αυτά συντελούν σε νέες επιμέρους δράσεις που διεξάγονται μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2020.

Τα κράτη μέλη εξακολουθούν να επιτυγχάνουν νέα ετήσια εξοικονόμηση σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο στοιχείο β) για δεκαετείς περιόδους μετά το 2030, εκτός εάν από τις επανεξετάσεις της Επιτροπής έως το 2027 και κάθε δέκα έτη εφεξής συνάγεται το συμπέρασμα ότι δεν είναι απαραίτητη η επίτευξη των μακροπρόθεσμων στόχων της Ένωσης για το κλίμα και την ενέργεια για το 2050.

Τα κράτη μέλη αποφασίζουν τον τρόπο σταδιακής εισαγωγής της υπολογισθείσας ποσότητας νέας εξοικονόμησης σε κάθε περίοδο όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β), υπό τον όρο ότι η απαιτούμενη συνολική σωρευτική εξοικονόμηση ενέργειας στην τελική χρήση έχει επιτευχθεί έως τη λήξη κάθε περιόδου επιβολής της υποχρέωσης.

2.   Με την προϋπόθεση ότι τα κράτη μέλη επιτυγχάνουν τουλάχιστον την οικεία υποχρέωση σωρευτικής εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), μπορούν να υπολογίζουν την απαιτούμενη ποσότητα εξοικονομούμενης ενέργειας μέσω ενός ή περισσότερων από τους ακόλουθους τρόπους:

α)

εφαρμόζοντας ποσοστό ετήσιας εξοικονόμησης στις πωλήσεις ενέργειας σε τελικούς καταναλωτές ή στην τελική κατανάλωση ενέργειας, υπολογιζόμενη κατά μέσο όρο κατά την πλέον πρόσφατη τριετή περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2019,

β)

εξαιρώντας, εν όλω ή εν μέρει, την ενέργεια που χρησιμοποιείται στις μεταφορές από το βασικό σενάριο υπολογισμού,

γ)

χρησιμοποιώντας οποιαδήποτε από τις επιλογές που ορίζονται στην παράγραφο 4.

3.   Στην περίπτωση που τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τις δυνατότητες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α), β) ή γ), καθορίζουν:

α)

το δικό τους ποσοστό ετήσιας εξοικονόμησης που θα ισχύει για τον υπολογισμό της σωρευτικής τους εξοικονόμησης ενέργειας στην τελική χρήση, η οποία διασφαλίζει ότι η τελική ποσότητα της καθαρής εξοικονόμησης ενέργειάς τους δεν είναι κατώτερη από την απαιτούμενη βάσει της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), και

β)

το δικό τους βασικό σενάριο υπολογισμού, από το οποίο μπορεί να εξαιρείται, εν όλω ή εν μέρει, η ενέργεια που χρησιμοποιείται στις μεταφορές.

4.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, κάθε κράτος μέλος μπορεί:

α)

να πραγματοποιεί τον υπολογισμό που απαιτείται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) χρησιμοποιώντας τις τιμές 1 % το 2014 και το 2015, 1,25 % το 2016 και το 2017 και 1,5 % το 2018, το 2019 και το 2020,

β)

να εξαιρεί από τον υπολογισμό το σύνολο ή μέρος των κατ' όγκον πωλήσεων ενέργειας που χρησιμοποιείται, για την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α), ή τελικής ενέργειας που καταναλώνεται, για την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στο στοιχείο β) του εν λόγω εδαφίου, στις βιομηχανικές δραστηριότητες που απαριθμούνται στο παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ,

γ)

να προσμετρά στην ποσότητα απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας την εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται στους τομείς μετατροπής, μεταφοράς και διανομής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των υποδομών αποδοτικής τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, ως αποτέλεσμα της εφαρμογής των απαιτήσεων του άρθρου 14 παράγραφος 4, του άρθρου 14 παράγραφος 5 στοιχείο β), του άρθρου 15 παράγραφοι 1 έως 6 και του άρθρου 15 παράγραφος 9. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα πολιτικής που πρόκειται να λάβουν βάσει του παρόντος στοιχείου για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2030 στο πλαίσιο των ολοκληρωμένων εθνικών σχεδίων τους για την ενέργεια και το κλίμα. Ο αντίκτυπος των εν λόγω μέτρων υπολογίζεται σύμφωνα με το παράρτημα V και περιλαμβάνεται στα εν λόγω σχέδια,

δ)

να προσμετρά στην ποσότητα απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας την εξοικονόμηση ενέργειας η οποία προκύπτει από επιμέρους δράσεις οι οποίες εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά από τις 31 Δεκεμβρίου 2008 και έπειτα και εξακολουθούν να έχουν αντίκτυπο το 2020 όσον αφορά την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) και μετά το 2020 όσον αφορά την περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) και η οποία είναι δυνατό να μετρηθεί και να επαληθευθεί,

ε)

να προσμετρά στην ποσότητα απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας την εξοικονόμηση ενέργειας που προκύπτει από μέτρα πολιτικής, εφόσον μπορεί να τεκμηριωθεί ότι τα εν λόγω μέτρα οδηγούν σε επιμέρους δράσεις που διεξάγονται από την 1η Ιανουαρίου 2018 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 και επιφέρουν εξοικονόμηση μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2020,

στ)

να εξαιρεί από τον υπολογισμό της ποσότητας απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας 30 % της επαληθεύσιμης ποσότητας ενέργειας που παράγεται επί ή εντός κτιρίων προς ιδίαν χρήση συνεπεία μέτρων πολιτικής που προάγουν τη νέα εγκατάσταση τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας,

ζ)

να προσμετρά, στην ποσότητα απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας, την εξοικονόμηση ενέργειας που υπερβαίνει την εξοικονόμηση ενέργειας που απαιτείται για την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης από 1 Ιανουαρίου 2014 έως 31 Δεκεμβρίου 2020, υπό τον όρο ότι η εξοικονόμηση αυτή προκύπτει από επιμέρους δράσεις που διεξάγονται στο πλαίσιο των μέτρων πολιτικής που αναφέρονται στα άρθρα 7α και 7β, που κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη στα εθνικά σχέδια δράσης τους για την ενεργειακή απόδοση και που αναφέρονται στις εκθέσεις προόδου τους σύμφωνα με το άρθρο 24.

5.   Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν και υπολογίζουν τις επιπτώσεις των προτιμώμενων επιλογών δυνάμει της παραγράφου 4 ξεχωριστά για τις περιόδους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β):

α)

για τον υπολογισμό της απαιτούμενης ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας για την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α), τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν την παράγραφο 4 στοιχεία α) έως δ). Ο συνδυασμός όλων των προτιμώμενων επιλογών δυνάμει της παραγράφου 4 δεν υπερβαίνει το 25 % της ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α),

β)

για τον υπολογισμό της απαιτούμενης ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας για την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν την παράγραφο 4 στοιχεία β) έως ζ), με την προϋπόθεση ότι οι επιμέρους δράσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχείο δ) εξακολουθούν να έχουν αντίκτυπο που μπορεί να επαληθευθεί και να μετρηθεί μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2020. Ο συνδυασμός όλων των προτιμώμενων επιλογών βάσει της παραγράφου 4 δεν οδηγεί σε μείωση άνω του 35 % της ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας που υπολογίζεται με βάση τις παραγράφους 2 και 3.

Ανεξάρτητα από το αν τα κράτη μέλη εξαιρούν εν όλω ή εν μέρει την ενέργεια που χρησιμοποιείται στις μεταφορές από το βασικό σενάριο υπολογισμού τους ή χρησιμοποιούν οποιαδήποτε από τις επιλογές που παρατίθενται στην παράγραφο 4, διασφαλίζουν ότι η υπολογισθείσα καθαρή ποσότητα νέας εξοικονόμησης που πρόκειται να επιτευχθεί ως προς την τελική κατανάλωση ενέργειας κατά την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2030 δεν είναι κατώτερη της ποσότητας που προκύπτει από την εφαρμογή του ποσοστού ετήσιας εξοικονόμησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β).

6.   Τα κράτη μέλη περιγράφουν στα ολοκληρωμένα εθνικά σχέδιά τους για την ενέργεια και το κλίμα σύμφωνα με το παράρτημα III του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999 τον υπολογισμό της ποσότητας εξοικονόμησης ενέργειας που πρόκειται να επιτευχθεί καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως την 31η Δεκεμβρίου 2030 που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και, ενδεχομένως, εξηγούν πώς καθορίστηκαν το ποσοστό ετήσιας εξοικονόμησης και το βασικό σενάριο υπολογισμού, καθώς και πώς και σε ποιο βαθμό εφαρμόστηκαν οι επιλογές που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.

7.   Η εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2020 δεν συνυπολογίζεται στην ποσότητα απαιτούμενης εξοικονόμησης ενέργειας για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020.

8.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη που επιτρέπουν στα υπόχρεα μέρη να χρησιμοποιούν την επιλογή που αναφέρεται στο άρθρο 7α παράγραφος 6 στοιχείο β) μπορούν, για τους σκοπούς του στοιχείου α) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, να προσμετρούν την εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται σε οποιοδήποτε έτος μετά το 2010 και πριν από την περίοδο επιβολής της υποχρέωσης που αναφέρεται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου σαν η εν λόγω εξοικονόμηση ενέργειας να είχε επιτευχθεί μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2013 και πριν από την 1η Ιανουαρίου 2021, υπό τον όρο ότι συντρέχουν όλες οι ακόλουθες περιστάσεις:

α)

το καθεστώς επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης βρισκόταν σε ισχύ σε οποιαδήποτε στιγμή μεταξύ της 31ης Δεκεμβρίου 2009 και της 31ης Δεκεμβρίου 2014 και περιλαμβανόταν στο πρώτο εθνικό σχέδιο δράσης για την ενεργειακή απόδοση του κράτους μέλους που υποβλήθηκε βάσει του άρθρου 24 παράγραφος 2,

β)

η εξοικονόμηση προέκυψε στο πλαίσιο του καθεστώτος επιβολής της υποχρέωσης,

γ)

η εξοικονόμηση υπολογίζεται σύμφωνα με το παράρτημα V,

δ)

τα έτη για τα οποία οι εξοικονομήσεις υπολογίζονται ως επιτευχθείσες έχουν αναφερθεί στα εθνικά σχέδια δράσης για την ενεργειακή απόδοση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2.

9.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η εξοικονόμηση που απορρέει από τα μέτρα πολιτικής που αναφέρονται στα άρθρα 7α και 7β και το άρθρο 20 παράγραφος 6 να υπολογίζεται σύμφωνα με το παράρτημα V.

10.   Τα κράτη μέλη επιτυγχάνουν την απαιτούμενη εξοικονόμηση ενέργειας δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου είτε με την καθιέρωση καθεστώτος επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης όπως αναφέρεται στο άρθρο 7α είτε με τη λήψη εναλλακτικών μέτρων πολιτικής, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7β. Τα κράτη μέλη δύνανται να συνδυάζουν το καθεστώς επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης με εναλλακτικά μέτρα πολιτικής.

11.   Κατά τον σχεδιασμό μέτρων για την τήρηση των υποχρεώσεών τους για την επίτευξη εξοικονόμησης ενέργειας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη μετριασμού της ενεργειακής ένδειας, σύμφωνα με κριτήρια που έχουν καθοριστεί από αυτά, συνεκτιμώντας τις διαθέσιμες πρακτικές τους σε αυτόν τον τομέα, απαιτώντας, στον βαθμό που κρίνεται σκόπιμο, ένα ποσοστό μέτρων ενεργειακής απόδοσης στο πλαίσιο των εθνικών καθεστώτων επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης, εναλλακτικών μέτρων πολιτικής ή προγραμμάτων ή μέτρων χρηματοδοτούμενων στο πλαίσιο εθνικού ταμείου ενεργειακής απόδοσης να εφαρμόζεται κατά προτεραιότητα σε ευάλωτα νοικοκυριά, συμπεριλαμβανομένων όσων πλήττονται από ενεργειακή ένδεια, και, κατά περίπτωση, στην κοινωνική στέγαση.

Τα κράτη μέλη παρέχουν πληροφόρηση σχετικά με τα αποτελέσματα των μέτρων μετριασμού της ενεργειακής ένδειας στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας στις ενοποιημένες εθνικές τους εκθέσεις προόδου για την ενέργεια και το κλίμα, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999.

12.   Τα κράτη μέλη αποδεικνύουν ότι, όταν υπάρχει επικάλυψη του αντικτύπου των μέτρων πολιτικής ή των επιμέρους δράσεων, δεν μετράται διπλά η εξοικονόμηση ενέργειας.».

4)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 7α

Καθεστώτα επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης

1.   Εφόσον τα κράτη μέλη αποφασίσουν να τηρήσουν την υποχρέωση επίτευξης της απαιτούμενης εξοικονόμησης δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1 με την καθιέρωση καθεστώτος επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης, μεριμνούν ώστε τα υπόχρεα μέρη που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και δραστηριοποιούνται στην επικράτεια του εκάστοτε κράτους μέλους να επιτυγχάνουν, με την επιφύλαξη του άρθρου 7 παράγραφοι 4 και 5, την οικεία απαιτούμενη σωρευτική εξοικονόμηση ενέργειας στην τελική χρήση που καθορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1.

Εφόσον συντρέχει περίπτωση, τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν ότι τα υπόχρεα μέρη οφείλουν να πραγματοποιήσουν την εν λόγω εξοικονόμηση, εν όλω ή εν μέρει, με τη μορφή συνεισφοράς στο εθνικό ταμείο ενεργειακής απόδοσης σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 6.

2.   Τα κράτη μέλη ορίζουν, με βάση αντικειμενικά και αμερόληπτα κριτήρια, υπόχρεα μέρη μεταξύ των διανομέων ενέργειας, των εταιρειών λιανικής πώλησης ενέργειας και των διανομέων καυσίμων κίνησης ή των εταιρειών λιανικής πώλησης καυσίμων κίνησης που δραστηριοποιούνται στην επικράτειά τους. Η απαραίτητη εξοικονόμηση ενέργειας για την εκπλήρωση της υποχρέωσης επιτυγχάνεται από τα υπόχρεα μέρη μεταξύ των τελικών καταναλωτών, που ορίζονται από το κράτος μέλος, ανεξάρτητα από τον υπολογισμό βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 ή, εάν τα κράτη μέλη λάβουν σχετική απόφαση, με πιστοποιημένη εξοικονόμηση που προκύπτει από άλλα μέρη σύμφωνα με το στοιχείο α) της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου.

3.   Όταν εταιρείες λιανικής πώλησης ενέργειας ορίζονται ως υπόχρεα μέρη δυνάμει της παραγράφου 2, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, κατά την εκπλήρωση της υποχρέωσής τους, οι εταιρείες λιανικής πώλησης ενέργειας δεν δημιουργούν εμπόδια στους καταναλωτές σε σχέση με την αλλαγή προμηθευτή.

4.   Τα κράτη μέλη εκφράζουν την ποσότητα της εξοικονομούμενης ενέργειας που απαιτείται από κάθε υπόχρεο μέρος ως κατανάλωση είτε τελικής είτε πρωτογενούς ενέργειας. Η μέθοδος που επιλέγεται για να εκφραστεί η απαιτούμενη εξοικονόμηση ενέργειας χρησιμοποιείται επίσης για τον υπολογισμό της εξοικονόμησης που δηλώνουν τα υπόχρεα μέρη. Εφαρμόζονται οι συντελεστές μετατροπής που αναφέρονται στο παράρτημα IV.

5.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή συστήματα μέτρησης, ελέγχου και επαλήθευσης με βάση τα οποία διενεργείται τεκμηριωμένη επαλήθευση σε τουλάχιστον ένα στατιστικά σημαντικό ποσοστό και αντιπροσωπευτικό δείγμα των μέτρων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης που εφαρμόζουν τα υπόχρεα μέρη. Η μέτρηση, ο έλεγχος και η επαλήθευση πραγματοποιούνται ανεξάρτητα από τα υπόχρεα μέρη.

6.   Στο πλαίσιο του καθεστώτος επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης, τα κράτη μέλη μπορούν να πράττουν ένα ή και τα δύο από τα ακόλουθα:

α)

να επιτρέπουν στα υπόχρεα μέρη να προσμετρούν, στο πλαίσιο της υποχρέωσής τους, την πιστοποιημένη εξοικονόμηση ενέργειας που επέτυχαν οι πάροχοι ενεργειακών υπηρεσιών ή άλλα τρίτα μέρη, ακόμη και όταν τα υπόχρεα μέρη προωθούν μέτρα μέσω άλλων εγκεκριμένων από το κράτος φορέων ή μέσω δημόσιων αρχών, ανεξαρτήτως εάν σε αυτές συμμετέχουν επίσημες συμπράξεις και σε συνδυασμό ενδεχομένως με άλλες πηγές χρηματοδότησης. Όταν τα κράτη μέλη το επιτρέπουν, μεριμνούν ώστε η πιστοποίηση της εξοικονόμησης ενέργειας να ακολουθεί θεσμοθετημένη στα κράτη μέλη διαδικασία έγκρισης, η οποία είναι σαφής, διαφανής και ανοικτή προς όλους τους συμμετέχοντες και η οποία αποσκοπεί στην ελαχιστοποίηση του κόστους πιστοποίησης,

β)

να επιτρέπουν στα υπόχρεα μέρη να προσμετρούν την εξοικονόμηση που επιτεύχθηκε σε ένα συγκεκριμένο έτος σαν να είχε επιτευχθεί σε ένα από τα τέσσερα προηγούμενα ή τρία επόμενα έτη, εφόσον η σχετική ημερομηνία δεν υπερβαίνει τη λήξη των περιόδων επιβολής της υποχρέωσης που καθορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1.

Τα κράτη μέλη αξιολογούν και, εφόσον απαιτείται, λαμβάνουν μέτρα για την ελαχιστοποίηση του αντικτύπου των άμεσων και έμμεσων δαπανών των καθεστώτων επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης στην ανταγωνιστικότητα των ενεργοβόρων βιομηχανιών που εκτίθενται στον διεθνή ανταγωνισμό.

7.   Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν, σε ετήσια βάση, την εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται από κάθε υπόχρεο μέρος ή κάθε υποκατηγορία υπόχρεου μέρους, καθώς και συνολικά στο πλαίσιο του καθεστώτος.

Άρθρο 7β

Εναλλακτικά μέτρα πολιτικής

1.   Εφόσον τα κράτη μέλη αποφασίσουν να τηρήσουν την υποχρέωση επίτευξης της απαιτούμενης εξοικονόμησης δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1 με τη λήψη εναλλακτικών μέτρων πολιτικής, μεριμνούν, με την επιφύλαξη του άρθρου 7 παράγραφοι 4 και 5, ώστε η απαιτούμενη εξοικονόμηση ενέργειας δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1 να επιτυγχάνεται στους τελικούς καταναλωτές.

2.   Για όλα τα μέτρα πλην των φορολογικών, τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή συστήματα μέτρησης, ελέγχου και επαλήθευσης, με βάση τα οποία διενεργείται τεκμηριωμένη επαλήθευση σε τουλάχιστον ένα στατιστικά σημαντικό ποσοστό και αντιπροσωπευτικό δείγμα των μέτρων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης που εφαρμόζουν τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη. Η μέτρηση, ο έλεγχος και η επαλήθευση πραγματοποιούνται ανεξάρτητα από τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη.».

5)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Μέτρηση φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας»,

β)

στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, εφόσον είναι τεχνικώς εφικτό, οικονομικώς εύλογο και ανάλογο προς τη δυνητική εξοικονόμηση ενέργειας, παρέχονται σε ανταγωνιστική τιμή στους τελικούς καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου ατομικοί μετρητές που να αναγράφουν επακριβώς την πραγματική ενεργειακή κατανάλωσή τους και να παρέχουν πληροφορίες όσον αφορά τον πραγματικό χρόνο χρήσης.»,

γ)

η παράγραφος 3 διαγράφεται,

6)

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 9α

Μέτρηση για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι παρέχονται σε ανταγωνιστική τιμή, στους τελικούς καταναλωτές τηλεθέρμανσης, τηλεψύξης και ζεστού νερού οικιακής χρήσης, μετρητές που αναγράφουν επακριβώς την πραγματική ενεργειακή κατανάλωσή τους.

2.   Εφόσον σε ένα κτίριο παρέχεται θέρμανση, ψύξη ή ζεστό νερό οικιακής χρήσης από κεντρική πηγή που εξυπηρετεί πολλά κτίρια ή από σύστημα τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης, εγκαθίσταται μετρητής στον εναλλάκτη θερμότητας ή στο σημείο διανομής.

Άρθρο 9β

Τοπική μέτρηση και επιμερισμός του κόστους για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης

1.   Σε πολυκατοικίες και σε κτίρια πολλαπλών χρήσεων όπου η θέρμανση ή η ψύξη παρέχεται από κεντρική πηγή ή από σύστημα τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης, εγκαθίστανται ατομικοί μετρητές για τη μέτρηση της κατανάλωσης για θέρμανση ή ψύξη ή για ζεστό νερό οικιακής χρήσης σε κάθε κτιριακή μονάδα, όπου αυτό είναι τεχνικά εφικτό και οικονομικά αποδοτικό με κριτήριο την αναλογικότητα προς τη δυνητική εξοικονόμηση ενέργειας.

Σε περίπτωση που η χρήση ατομικών μετρητών δεν είναι τεχνικά εφικτή ή οικονομικώς αποδοτική για τη μέτρηση της κατανάλωσης θέρμανσης σε κάθε κτιριακή μονάδα, χρησιμοποιούνται ατομικοί κατανεμητές κόστους θέρμανσης για τη μέτρηση της κατανάλωσης θέρμανσης σε κάθε θερμαντικό σώμα., εκτός εάν το συγκεκριμένο κράτος μέλος αποδείξει ότι η εγκατάσταση των εν λόγω κατανεμητών κόστους θέρμανσης δεν θα ήταν οικονομικώς αποδοτική. Στις περιπτώσεις αυτές, είναι δυνατόν να εξετάζονται εναλλακτικές και οικονομικώς αποδοτικές μέθοδοι μέτρησης της κατανάλωσης θέρμανσης. Τα γενικά κριτήρια, οι μέθοδοι και/ή οι διαδικασίες καθορισμού της αδυναμίας τεχνικής εφαρμογής και της έλλειψης οικονομικής αποδοτικότητας προσδιορίζονται σαφώς και δημοσιεύονται από κάθε κράτος μέλος.

2.   Σε νέες πολυκατοικίες και σε κατοικήσιμα τμήματα νέων κτιρίων πολλαπλών χρήσεων, που διαθέτουν κεντρική πηγή θέρμανσης για ζεστό νερό οικιακής χρήσης ή τροφοδοτούνται από συστήματα τηλεθέρμανσης, τοποθετούνται ατομικοί μετρητές για ζεστό νερό οικιακής χρήσης, παρά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο.

3.   Σε πολυκατοικίες ή κτίρια πολλαπλών χρήσεων που διαθέτουν τηλεθέρμανση ή τηλεψύξη ή εφόσον σε τέτοια κτίρια είναι διαδεδομένα τα κοινόχρηστα συστήματα ψύξης ή θέρμανσης, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να έχουν θεσπισθεί διαφανείς, δημοσίως διαθέσιμοι εθνικοί κανόνες περί κατανομής του κόστους της κατανάλωσης θέρμανσης, ψύξης ή ζεστού νερού οικιακής χρήσης στα κτίρια αυτά, ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια και η ακρίβεια του καταμερισμού της ατομικής κατανάλωσης. Όπου ενδείκνυται, οι κανόνες αυτοί περιλαμβάνουν κατευθυντήριες γραμμές για τον τρόπο κατανομής του κόστους της ενέργειας με τις ακόλουθες χρήσεις:

α)

ζεστό νερό οικιακής χρήσης,

β)

θερμότητα που εκλύεται από την κεντρική εγκατάσταση του κτιρίου για θέρμανση των κοινόχρηστων χώρων, εφόσον τα κλιμακοστάσια και οι διάδρομοι είναι εξοπλισμένοι με θερμαντικά σώματα,

γ)

για τον σκοπό της θέρμανσης ή της ψύξης διαμερισμάτων.

Άρθρο 9γ

Απαίτηση εξ αποστάσεως ανάγνωσης

1.   Για τους σκοπούς των άρθρων 9α και 9β, οι μετρητές και οι ατομικοί κατανεμητές κόστους θέρμανσης που έχουν εγκατασταθεί μετά τις 25 Οκτωβρίου 2020 είναι συσκευές με δυνατότητα εξ αποστάσεως ανάγνωσης. Οι προϋποθέσεις τεχνικής εφικτότητας και οικονομικής αποδοτικότητας που καθορίζονται στο άρθρο 9β παράγραφος 1 εξακολουθούν να ισχύουν.

2.   Μετρητές και κατανεμητές κόστους θέρμανσης που δεν παρέχουν τη δυνατότητα ανάγνωσης εξ αποστάσεως αλλά έχουν ήδη εγκατασταθεί εξοπλίζονται με τη δυνατότητα ανάγνωσης εξ αποστάσεως ή αντικαθίστανται με συσκευές που παρέχουν τη δυνατότητα εξ αποστάσεως ανάγνωσης το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2027, εκτός εάν το οικείο κράτος μέλος αποδείξει ότι αυτό δεν είναι οικονομικά αποδοτικό.».

7)

Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)

ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Πληροφορίες τιμολόγησης για το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια»,

β)

στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Στις περιπτώσεις που οι τελικοί πελάτες δεν διαθέτουν τους ευφυείς μετρητές που αναφέρονται στις οδηγίες 2009/72/ΕΚ και 2009/73/ΕΚ, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν, έως την 31η Δεκεμβρίου 2014, ότι οι πληροφορίες τιμολόγησης είναι αξιόπιστες και ακριβείς και βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, σύμφωνα με το παράρτημα VII σημείο 1.1, εφόσον αυτό είναι τεχνικά δυνατόν και οικονομικά αιτιολογημένο.».

8)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 10α

Πληροφορίες τιμολόγησης και κατανάλωσης για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης

1.   Όπου έχουν εγκατασταθεί μετρητές και κατανεμητές κόστους θέρμανσης, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες τιμολόγησης και κατανάλωσης είναι αξιόπιστες και ακριβείς και βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση ή τις ενδείξεις του κατανεμητή κόστους θέρμανσης, σύμφωνα με το παράρτημα VIΙα σημεία 1 και 2 για όλους τους τελικούς καταναλωτές, δηλαδή τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που αγοράζουν θέρμανση, ψύξη ή ζεστό νερό οικιακής χρήσης για ιδία τελική χρήση ή τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που κατοικούν σε μονοκατοικία ή σε διαμέρισμα πολυκατοικίας ή κτιρίου πολλαπλών χρήσεων που τροφοδοτείται με θέρμανση, ψύξη ή ζεστό νερό οικιακής χρήσης από κεντρική πηγή που δεν έχει άμεση ή ατομική σύμβαση με τον προμηθευτή ενέργειας.

Η υποχρέωση αυτή, σε περίπτωση που αυτό προβλέπεται από το κράτος μέλος, με εξαίρεση την περίπτωση επιμερισμένης μέτρησης της κατανάλωσης βάσει κατανεμητών κόστους θέρμανσης δυνάμει του άρθρου 9β, μπορεί να εκπληρώνεται από σύστημα που επιτρέπει στον τελικό καταναλωτή ή τον τελικό χρήστη να ελέγχει τακτικά και να κοινοποιεί το αποτέλεσμα της μέτρησης που αναγράφεται στον μετρητή του. Μόνο όταν ο τελικός καταναλωτής ή ο τελικός χρήστης δεν έχει γνωστοποιήσει τα αποτελέσματα αυτής της μέτρησης για δεδομένη περίοδο τιμολόγησης, η τιμολόγηση βασίζεται σε κατ' εκτίμηση ή σε κατ' αποκοπήν χρέωση.

2.   Τα κράτη μέλη:

α)

απαιτούν, αν υπάρχουν πληροφορίες που αφορούν την ενεργειακή τιμολόγηση και το ιστορικό της κατανάλωσης ή τις ενδείξεις του κατανεμητή κόστους θέρμανσης των τελικών χρηστών, να διατίθενται κατ' αίτηση του τελικού χρήστη σε πάροχο ενεργειακών υπηρεσιών τον οποίο ορίζει ο τελικός χρήστης,

β)

διασφαλίζουν ότι στους τελικούς καταναλωτές προσφέρεται η επιλογή παροχής των πληροφοριών τιμολόγησης και των λογαριασμών με ηλεκτρονικό τρόπο,

γ)

διασφαλίζουν ότι στους λογαριασμούς παρέχονται σε όλους τους τελικούς χρήστες σαφείς και κατανοητές πληροφορίες σύμφωνα με το παράρτημα VIΙα σημείο 3 και

δ)

προάγουν την κυβερνοασφάλεια και διασφαλίζουν την προστασία της ιδιωτικότητας και των δεδομένων των τελικών χρηστών σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό δίκαιο.

Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι, κατόπιν αιτήματος του τελικού καταναλωτή, η παροχή πληροφοριών τιμολόγησης δεν θεωρείται ότι συνιστά αίτημα προς πληρωμή. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι προσφέρονται ευέλικτες ρυθμίσεις για τις πληρωμές.

3.   Τα κράτη μέλη αποφασίζουν ποιος θα επιφορτισθεί με την ευθύνη παροχής των πληροφοριών των παραγράφων 1 και 2 σε τελικούς χρήστες χωρίς άμεση ή ατομική σύμβαση με προμηθευτή ενέργειας.».

9)

Το άρθρο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 11

Κόστος πρόσβασης στα στοιχεία που αφορούν τη μέτρηση και την τιμολόγηση για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελικοί καταναλωτές λαμβάνουν ατελώς όλους τους λογαριασμούς τους και τα στοιχεία για την κατανάλωση ενέργειας και ότι οι τελικοί καταναλωτές έχουν κατάλληλη και δωρεάν πρόσβαση στα στοιχεία της κατανάλωσή τους.».

10)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 11α

Κόστος πρόσβασης στη μέτρηση και στις πληροφορίες τιμολόγησης και κατανάλωσης για τη θέρμανση, την ψύξη και το ζεστό νερό οικιακής χρήσης

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελικοί χρήστες λαμβάνουν δωρεάν όλους τους λογαριασμούς τους και τις πληροφορίες τιμολόγησης της κατανάλωσης ενέργειας και ότι οι τελικοί χρήστες έχουν κατάλληλη και δωρεάν πρόσβαση στα στοιχεία της κατανάλωσής τους.

2.   Παρά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η κατανομή του κόστους των πληροφοριών τιμολόγησης για την ατομική κατανάλωση θέρμανσης, ψύξης και ζεστού νερού οικιακής χρήσης σε πολυκατοικίες και κτίρια πολλαπλών χρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 9β γίνεται σε μη κερδοσκοπική βάση. Οι δαπάνες που προκύπτουν από την ανάθεση αυτού του καθήκοντος σε τρίτο μέρος, όπως σε πάροχο υπηρεσιών ή σε τοπικό προμηθευτή ενέργειας, οι οποίες καλύπτουν τη μέτρηση, την κατανομή και τον υπολογισμό της πραγματικής ατομικής κατανάλωσης σε κτίρια αυτού του είδους, μπορούν να μετακυλίονται στους τελικούς χρήστες, υπό τον όρο ότι οι δαπάνες αυτές είναι εύλογες.

3.   Προκειμένου να διασφαλιστεί ο εύλογος χαρακτήρας των δαπανών για υπηρεσίες τοπικής μέτρησης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2, τα κράτη μέλη μπορούν να τονώσουν τον ανταγωνισμό στον εν λόγω τομέα παροχής υπηρεσιών με τη λήψη κατάλληλων μέτρων, όπως η σύσταση ή η κατ' άλλον τρόπο προώθηση της χρήσης των διαγωνισμών ή της χρήσης διαλειτουργικών συσκευών και συστημάτων για τη διευκόλυνση της εναλλαγής μεταξύ παρόχων υπηρεσιών.».

11)

Στο άρθρο 15, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020, η Επιτροπή εκπονεί, κατόπιν διαβούλευσης με τους σχετικούς συμφεροντούχους, κοινή μεθοδολογία προκειμένου να ενθαρρύνει τους διαχειριστές δικτύων να περιορίσουν τις απώλειες, να εφαρμόσουν πρόγραμμα επενδύσεων σε οικονομικά και ενεργειακά αποδοτικές υποδομές, και να λαμβάνουν δεόντως υπόψη την ενεργειακή απόδοση και την ευελιξία του δικτύου.».

12)

Στο άρθρο 20, παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«3α.   Για την κινητοποίηση ιδιωτικής χρηματοδότησης υπέρ μέτρων ενεργειακής απόδοσης και ενεργειακών ανακαινίσεων, σύμφωνα με την οδηγία 2010/31/ΕΕ, η Επιτροπή διεξάγει διάλογο τόσο με τα δημόσια όσο και τα ιδιωτικά χρηματοοικονομικά ιδρύματα, προκειμένου να σχεδιάσει τις πιθανές δράσεις που μπορεί να αναλάβει.

3β.   στις δράσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3α περιλαμβάνονται οι ακόλουθες:

α)

η κινητοποίηση κεφαλαιακών επενδύσεων στην ενεργειακή απόδοση με εξέταση των ευρύτερων επιπτώσεων της εξοικονόμησης ενέργειας έναντι της διαχείρισης του χρηματοοικονομικού κινδύνου,

β)

η διασφάλιση καλύτερων δεδομένων για τις ενεργειακές και χρηματοδοτικές επιδόσεις μέσω:

i)

της περαιτέρω εξέτασης του τρόπου με τον οποίο οι επενδύσεις ενεργειακής απόδοσης βελτιώνουν τις υποκείμενες αξίες ενεργητικού,

ii)

της υποστήριξης μελετών για να εκτιμηθεί η αποτίμηση σε νόμισμα των μη ενεργειακών οφελών που αποφέρουν οι επενδύσεις στην ενεργειακή απόδοση.

3γ.   για τους σκοπούς της κινητοποίησης ιδιωτικής χρηματοδότησης σε μέτρα ενεργειακής απόδοσης και ενεργειακής ανακαίνισης, τα κράτη μέλη, κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας:

α)

εξετάζουν τρόπους για καλύτερη αξιοποίηση των ενεργειακών ελέγχων βάσει του άρθρου 8 προς επηρεασμό της διαδικασίας λήψης αποφάσεων,

β)

αξιοποιούν με τον καλύτερο τρόπο τις δυνατότητες και τα εργαλεία που προτείνονται στην πρωτοβουλία “Έξυπνη χρηματοδότηση για έξυπνα κτίρια”.

3δ.   Έως την 1η Ιανουαρίου 2020, η Επιτροπή παρέχει καθοδήγηση στα κράτη μέλη σχετικά με τρόπους απελευθέρωσης των ιδιωτικών επενδύσεων.».

13)

Στο άρθρο 22, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 23, για την τροποποίηση της παρούσας οδηγίας μέσω της προσαρμογής στην τεχνική πρόοδο των τιμών, των μεθόδων υπολογισμού, του προκαθορισμένου συντελεστή πρωτογενούς ενέργειας και των απαιτήσεων των παραρτημάτων I έως V, των παραρτημάτων VII έως Χ και του παραρτήματος XII.».

14)

Το άρθρο 23 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η εξουσία έκδοσης κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που προβλέπεται στο άρθρο 22 ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 24 Δεκεμβρίου 2018. Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση σχετικά με την ανάθεση της εν λόγω αρμοδιότητας το αργότερο εννέα μήνες πριν από το τέλος της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση παρατείνεται σιωπηρά για περιόδους ίσης διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εγείρουν αντιρρήσεις για την εν λόγω παράταση, το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.»,

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3α.   Πριν εκδώσει κατ' εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες που ορίζονται από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (*2).

(*2)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.»."

15)

Το άρθρο 24 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4α.   Στο πλαίσιο της έκθεσης για την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τη λειτουργία της αγοράς άνθρακα, σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 1 και το άρθρο 35 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999, λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.»,

β)

προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«12.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019, η Επιτροπή αξιολογεί την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής του ορισμού των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων για τους σκοπούς του άρθρου 8 παράγραφος 4 και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Το συντομότερο δυνατόν μετά την υποβολή της εν λόγω έκθεσης, η Επιτροπή εγκρίνει, ενδεχομένως, νομοθετικές προτάσεις.

13.   Έως την 1η Ιανουαρίου 2021, η Επιτροπή διενεργεί εκτίμηση των δυνατοτήτων ενεργειακής απόδοσης κατά τη μετατροπή, τον μετασχηματισμό, τη μετάδοση, τη μεταφορά και την αποθήκευση ενέργειας και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται, ενδεχομένως, από νομοθετικές προτάσεις.

14.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2021, η Επιτροπή, εκτός αν έχουν εν τω μεταξύ προταθεί αλλαγές στις διατάξεις που αφορούν την αγορά λιανικής στην οδηγία 2009/73/ΕΚ σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου, διενεργεί αξιολόγηση και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τις διατάξεις που αφορούν τη μέτρηση, την τιμολόγηση και την πληροφόρηση του καταναλωτή για το φυσικό αέριο, με στόχο την ενδεχόμενη ευθυγράμμισή τους προς τις σχετικές διατάξεις για την ηλεκτρική ενέργεια στην οδηγία 2009/72/ΕΚ, προκειμένου να ενισχυθεί η προστασία των καταναλωτών και να δοθεί η δυνατότητα στους τελικούς καταναλωτές να λαμβάνουν συχνότερα σαφείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με την κατανάλωσή τους φυσικού αερίου και να ρυθμίζουν την οικεία χρήση ενέργειας. Το συντομότερο δυνατόν μετά την υποβολή της εν λόγω έκθεσης, η Επιτροπή εγκρίνει, ενδεχομένως, νομοθετικές προτάσεις.

15.   Έως τις 28 Φεβρουαρίου 2024 και μετέπειτα ανά πενταετία, η Επιτροπή αξιολογεί την παρούσα οδηγία και υποβάλλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Η εν λόγω αξιολόγηση περιλαμβάνει:

α)

εξέταση του αν είναι σκόπιμο να προσαρμοσθούν, μετά το 2030, οι απαιτήσεις και η εναλλακτική προσέγγιση που προβλέπεται στο άρθρο 5,

β)

εκτίμηση της γενικής αποτελεσματικότητας της παρούσας οδηγίας και της ανάγκης να προσαρμοσθεί περαιτέρω η πολιτική ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης σύμφωνα με τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού του 2015 για την κλιματική αλλαγή κατά την 21η διάσκεψη των μερών της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (*3) και υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην οικονομία και την καινοτομία.

Η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται, ενδεχομένως, από προτάσεις για περαιτέρω μέτρα.

(*3)  ΕΕ L 282 της 19.10.2016, σ. 4.»."

16)

Τα παραρτήματα τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία έως τις 25 Ιουνίου 2020.

Ωστόσο, τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν με το άρθρο 1 σημεία 5) έως 10) και το παράρτημα σημεία 3 και 4 έως τις 25 Οκτωβρίου 2020.

Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις λεπτομέρειες της εν λόγω παραπομπής.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 11 Δεκεμβρίου 2018.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

J. BOGNER-STRAUSS


(1)  ΕΕ C 246 της 28.7.2017, σ. 42.

(2)  ΕΕ C 342 της 12.10.2017, σ. 119.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Νοεμβρίου 2018 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 4ης Δεκεμβρίου 2018.

(4)  ΕΕ L 282 της 19.10.2016, σ. 4.

(5)  Οδηγία 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 663/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 94/22/ΕΚ, 98/70/ΕΚ, 2009/31/ΕΚ, 2009/73/ΕΚ, 2010/31/ΕΕ, 2012/27/ΕΕ και 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2009/119/ΕΚ και (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(7)  Οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2010, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (ΕΕ L 153 της 18.6.2010, σ. 13).

(8)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/2284 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2016, σχετικά με τη μείωση των εθνικών εκπομπών ορισμένων ατμοσφαιρικών ρύπων, την τροποποίηση της οδηγίας 2003/35/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2001/81/ΕΚ (ΕΕ L 344 της 17.12.2016, σ. 1).

(9)  Οδηγία 2014/94/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2014, για την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων (ΕΕ L 307 της 28.10.2014, σ. 1).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τις δεσμευτικές ετήσιες μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη από το 2021 έως το 2030, στο πλαίσιο της συμβολής στη δράση για το κλίμα για την τήρηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τη συμφωνία του Παρισιού και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 (ΕΕ L 156 της 19.6.2018, σ. 26).

(11)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(12)  ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τα παραρτήματα της οδηγίας 2012/27/ΕΕ τροποποιούνται ως εξής:

1.

στο παράρτημα IV, η υποσημείωση 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(3)

Ισχύει όταν η εξοικονόμηση ενέργειας υπολογίζεται σε όρους πρωτογενούς ενέργειας με χρήση προσέγγισης από κάτω προς τα πάνω με γνώμονα την τελική κατανάλωση ενέργειας. Για την εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας σε kWh, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν συντελεστή που καθορίζεται μέσω διαφανούς μεθόδου με βάση τις εθνικές συνθήκες που επηρεάζουν την κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας, προκειμένου να διασφαλίζεται ο ακριβής υπολογισμός της πραγματικής εξοικονόμησης. Οι εν λόγω συνθήκες είναι αιτιολογημένες και επαληθεύσιμες και βασίζονται σε αντικειμενικά και αμερόληπτα κριτήρια. Για την εξοικονόμηση ηλεκτρικής ενέργειας σε kWh, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν προκαθορισμένο συντελεστή 2,1 ή να χρησιμοποιούν τη διακριτική τους ευχέρεια για να καθορίσουν διαφορετικό συντελεστή εφόσον μπορούν να τον δικαιολογήσουν. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη το ενεργειακό τους μείγμα που περιλαμβάνεται στα ολοκληρωμένα εθνικά σχέδιά τους για την ενέργεια και το κλίμα τα οποία κοινοποιούνται στην Επιτροπή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999. Έως τις 25 Δεκεμβρίου 2022 και εν συνεχεία ανά τετραετία, η Επιτροπή αναθεωρεί τον προκαθορισμένο συντελεστή με βάση παρατηρούμενα στοιχεία. Η εν λόγω αναθεώρηση διενεργείται λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεών της σε άλλα τμήματα του ενωσιακού δικαίου, όπως η οδηγία 2009/125/ΕΚ και ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/1369 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2017, σχετικά με τον καθορισμό ενός πλαισίου για την ενεργειακή σήμανση και για την κατάργηση της οδηγίας 2010/30/ΕΕ (ΕΕ L 198 της 28.7.2017, σ. 1).».

2)

Το παράρτημα V αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Κοινές μέθοδοι και αρχές για τον υπολογισμό των επιπτώσεων των καθεστώτων επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης ή άλλων μέτρων πολιτικής δυνάμει των άρθρων 7, 7α και 7β και του άρθρου 20 παράγραφος 6:

1.   Μέθοδοι για τον υπολογισμό της εξοικονόμησης ενέργειας, εκτός εκείνης που προκύπτει από φορολογικά μέτρα για τους σκοπούς των άρθρων 7, 7α και 7β και του άρθρου 20 παράγραφος 6.

Τα υπόχρεα, συμμετέχοντα ή εξουσιοδοτηθέντα μέρη ή οι δημόσιες αρχές επιβολής μπορούν να χρησιμοποιούν τις ακόλουθες μεθόδους για να υπολογίζουν την εξοικονόμηση ενέργειας:

α)

την προβλεπόμενη εξοικονόμηση, με βάση τα αποτελέσματα ανεξάρτητου ελέγχου προηγούμενων ενεργειακών βελτιώσεων σε παρόμοιες εγκαταστάσεις. Η γενική προσέγγιση ονομάζεται “εκ των προτέρων”,

β)

την καταμετρημένη εξοικονόμηση, στο πλαίσιο της οποίας η εξοικονόμηση από την εφαρμογή μέτρου ή δέσμης μέτρων προσδιορίζεται με την καταγραφή της πραγματικής μείωσης της χρήσης ενέργειας, λαμβανομένων δεόντως υπόψη παραγόντων όπως η προσθετικότητα, ο βαθμός πληρότητας, τα επίπεδα παραγωγής και οι καιρικές συνθήκες που ενδέχεται να επηρεάζουν την κατανάλωση. Η γενική προσέγγιση ονομάζεται “εκ των υστέρων”,

γ)

την κλιμακωτή εξοικονόμηση, όταν χρησιμοποιούνται εκτιμήσεις μηχανικού για την εξοικονόμηση. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο όταν είναι δύσκολη ή δυσανάλογα δαπανηρή η εξαγωγή έγκυρων δεδομένων από μετρήσεις σε συγκεκριμένη εγκατάσταση, π.χ. αντικατάσταση συμπιεστή ή ηλεκτρικού κινητήρα διαφορετικής κατάταξης σε kWh από εκείνον για τον οποίο υπάρχουν ανεξάρτητες μετρήσεις όσον αφορά την εξοικονόμηση, ή όταν οι εκτιμήσεις αυτές διεξάγονται βάσει εθνικών μεθοδολογιών και κριτηρίων αναφοράς από ειδικευμένους ή πιστοποιημένους εμπειρογνώμονες, οι οποίοι εργάζονται ανεξάρτητα από τα υπόχρεα, τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα εμπλεκόμενα μέρη,

δ)

την εξοικονόμηση σύμφωνα με έρευνα, όταν προσδιορίζεται η ανταπόκριση των καταναλωτών σε συμβουλές, ενημερωτικές εκστρατείες, καθεστώτα επισήμανσης ή πιστοποίησης ή “έξυπνες” μετρήσεις. Η προσέγγιση αυτή μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο για εξοικονόμηση που προκύπτει από αλλαγές στη συμπεριφορά των καταναλωτών. Δεν χρησιμοποιείται για εξοικονόμηση που προκύπτει από την εγκατάσταση υλικών μέτρων εξοικονόμησης.

2.   Για τον υπολογισμό της εξοικονόμησης ενέργειας από μέτρο ενεργειακής απόδοσης για τους σκοπούς των άρθρων 7, 7α και 7β και του άρθρου 20 παράγραφος 6, εφαρμόζονται οι ακόλουθες αρχές:

α)

Η εξοικονόμηση αποδεικνύεται ότι είναι συμπληρωματική εκείνης που θα είχε επιτευχθεί ούτως ή άλλως χωρίς τη δραστηριότητα των υπόχρεων, των συμμετεχόντων ή των εξουσιοδοτηθέντων μερών ή των αρμόδιων δημόσιων αρχών επιβολής. Για να υπολογίσουν την εξοικονόμηση που μπορεί να χαρακτηρισθεί ως συμπληρωματική, τα κράτη μέλη εξετάζουν το πώς θα εξελισσόταν η χρήση και η ζήτηση ενέργειας χωρίς τη λήψη του συγκεκριμένου μέτρου πολιτικής λαμβάνοντας υπόψη τουλάχιστον τους εξής παράγοντες: τάσεις κατανάλωσης ενέργειας, αλλαγές στη συμπεριφορά των καταναλωτών, τεχνολογική πρόοδο και αλλαγές που οφείλονται σε άλλα μέτρα που εφαρμόζονται σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο.

β)

Ως εξοικονόμηση που προκύπτει από την εφαρμογή υποχρεωτικού ενωσιακού δικαίου θεωρείται η εξοικονόμηση που θα είχε προκύψει ούτως ή άλλως και, ως εκ τούτου, δεν δηλώνεται ως εξοικονόμηση ενέργειας για τους σκοπούς του άρθρου 7 παράγραφος 1. Κατά παρέκκλιση από την εν λόγω υποχρέωση, η εξοικονόμηση που αφορά την ανακαίνιση υφιστάμενων κτιρίων μπορεί να δηλώνεται ως εξοικονόμηση ενέργειας για τους σκοπούς του άρθρου 7 παράγραφος 1, με την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται το κριτήριο της σημαντικότητας που αναφέρεται στο σημείο 3 στοιχείο η) του παρόντος παραρτήματος. Εξοικονόμηση που προκύπτει από την εφαρμογή εθνικών ελάχιστων απαιτήσεων που έχουν θεσπιστεί για νέα κτίρια πριν από τη μεταφορά της οδηγίας 2010/31/ΕΕ στο εθνικό δίκαιο μπορεί να δηλώνεται ως εξοικονόμηση ενέργειας για τους σκοπούς του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο α), με την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται το κριτήριο της σημαντικότητας που αναφέρεται στο σημείο 3 στοιχείο η) του παρόντος παραρτήματος και ότι η εν λόγω εξοικονόμηση έχει κοινοποιηθεί από τα κράτη μέλη στα εθνικά τους σχέδια δράσης για την ενεργειακή απόδοση σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2.

γ)

Λαμβάνεται υπόψη μόνο η εξοικονόμηση που υπερβαίνει τα ακόλουθα επίπεδα:

i)

τα πρότυπα επιδόσεων της Ένωσης για τις εκπομπές από τα καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα και τα καινούργια ελαφρά επαγγελματικά οχήματα κατ' εφαρμογή των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 443/2009 (*1) και (ΕΕ) αριθ. 510/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2),

ii)

τις απαιτήσεις της Ένωσης που αφορούν την απόσυρση από την αγορά ορισμένων συνδεόμενων με την ενέργεια προϊόντων κατ' εφαρμογή εκτελεστικών μέτρων δυνάμει της οδηγίας 2009/125/ΕΚ.

δ)

Επιτρέπονται πολιτικές με σκοπό να ενθαρρυνθούν υψηλότερα επίπεδα ενεργειακής απόδοσης προϊόντων, εξοπλισμού, μεταφορικών συστημάτων, οχημάτων και καυσίμων, κτιρίων και δομικών στοιχείων, διαδικασιών ή αγορών.

ε)

Τα μέτρα που προάγουν την εγκατάσταση τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μικρής κλίμακας επί ή εντός κτιρίων μπορούν να είναι επιλέξιμα να ληφθούν υπόψη για την εκπλήρωση εξοικονόμησης ενέργειας που απαιτείται βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1, εφόσον συντελούν σε εξοικονόμηση ενέργειας που μπορεί να επαληθευθεί και να μετρηθεί ή να εκτιμηθεί. Ο υπολογισμός της εξοικονόμησης ενέργειας είναι σύμφωνος με τις απαιτήσεις του παρόντος παραρτήματος.

στ)

Όσον αφορά πολιτικές που επιταχύνουν τη χρήση πιο αποδοτικών προϊόντων και οχημάτων, η εξοικονόμηση μπορεί να λαμβάνεται πλήρως υπόψη, εφόσον αποδεικνύεται ότι η εν λόγω αντικατάσταση λαμβάνει χώρα πριν λήξει ο μέσος αναμενόμενος κύκλος ζωής των προϊόντων ή των οχημάτων ή πριν από τη συνήθη αντικατάσταση των προϊόντων ή των οχημάτων και η εξοικονόμηση δηλώνεται μόνο για την περίοδο μέχρι τη λήξη του μέσου αναμενόμενου κύκλου ζωής των προϊόντων ή των οχημάτων που πρόκειται να αντικατασταθούν.

ζ)

Όταν προωθούν τη λήψη μέτρων ενεργειακής απόδοσης, τα κράτη μέλη μεριμνούν, όπου συντρέχει περίπτωση, ώστε να διατηρηθούν ή, εφόσον δεν υφίστανται, να καθιερωθούν προδιαγραφές ποιότητας για προϊόντα, υπηρεσίες και την εγκαθίδρυση μέτρων.

η)

Για να συνυπολογισθούν οι κλιματικές διακυμάνσεις μεταξύ περιοχών, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να προσαρμόσουν την εξοικονόμηση σε μια σταθερή τιμή ή να ορίσουν διαφορετικές τιμές εξοικονόμησης ενέργειας συναρτήσει των διακυμάνσεων της θερμοκρασίας μεταξύ περιοχών.

θ)

Κατά τον υπολογισμό της εξοικονόμησης ενέργειας λαμβάνεται υπόψη ο κύκλος ζωής των μέτρων και ο ρυθμός μείωσης της εξοικονόμησης με την πάροδο του χρόνου. Κατά τον εν λόγω υπολογισμό συνυπολογίζεται η εξοικονόμηση που επιτυγχάνεται με κάθε επιμέρους δράση κατά την περίοδο από την ημερομηνία εφαρμογής της έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 ή την 31η Δεκεμβρίου 2030, ανάλογα με την περίπτωση. Εναλλακτικά, τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν διαφορετική μέθοδο η οποία κρίνεται ότι επιτυγχάνει τουλάχιστον την ίδια συνολική εξοικονόμηση. Κατά τη χρήση άλλης μεθόδου, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η συνολική εξοικονομούμενη ενέργεια η οποία υπολογίζεται βάσει της εν λόγω μεθόδου δεν υπερβαίνει την εξοικονόμηση ενέργειας που θα προέκυπτε από τον υπολογισμό της όταν υπολογίζεται η εξοικονόμηση κάθε επιμέρους δράσης κατά την περίοδο από την ημερομηνία εφαρμογής της έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 ή την 31η Δεκεμβρίου 2030, ανάλογα με την περίπτωση. Τα κράτη μέλη περιγράφουν λεπτομερώς στα ολοκληρωμένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα που καταρτίζουν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999 την άλλη μέθοδο και τις διατάξεις που εισήγαγαν για να διασφαλίσουν ότι τηρούν τη δεσμευτική υποχρέωση υπολογισμού.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τηρούνται οι ακόλουθες απαιτήσεις για τα μέτρα πολιτικής που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 7β και το άρθρο 20 παράγραφος 6:

α)

τα μέτρα πολιτικής και οι επιμέρους δράσεις έχουν ως αποτέλεσμα επαληθεύσιμη εξοικονόμηση ενέργειας κατά την τελική χρήση,

β)

καθορίζεται με σαφήνεια η ευθύνη κάθε συμμετέχοντος μέρους, εξουσιοδοτηθέντος μέρους ή δημόσιας αρχής επιβολής, ανάλογα με την περίπτωση,

γ)

προσδιορίζεται με διαφάνεια η εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται ή πρόκειται να επιτευχθεί,

δ)

η ποσότητα της εξοικονόμησης ενέργειας που απαιτείται ή που πρόκειται να επιτευχθεί από το μέτρο πολιτικής εκφράζεται ως κατανάλωση είτε τελικής είτε πρωτογενούς ενέργειας, χρησιμοποιώντας τους συντελεστές μετατροπής που ορίζονται στο παράρτημα IV,

ε)

υποβάλλεται και δημοσιοποιείται ετήσια έκθεση για την εξοικονόμηση ενέργειας που επέτυχαν τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη, τα συμμετέχοντα μέρη και οι δημόσιες αρχές επιβολής, μαζί με τα στοιχεία της ετήσιας τάσης εξοικονόμησης ενέργειας,

στ)

παρακολούθηση των αποτελεσμάτων και λήψη κατάλληλων μέτρων, εάν η πρόοδος δεν είναι ικανοποιητική,

ζ)

η εξοικονόμηση ενέργειας από επιμέρους δράση δεν δηλώνεται από περισσότερα του ενός μέρη,

η)

αποδεικνύεται ότι οι δραστηριότητες του συμμετέχοντος μέρους, του εξουσιοδοτηθέντος μέρους ή της δημόσιας αρχής επιβολής είχαν σημαντική συμβολή στην επίτευξη της δηλούμενης εξοικονόμησης ενέργειας.

4.   Για τον προσδιορισμό της εξοικονόμησης ενέργειας από φορολογικά μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 7β, εφαρμόζονται οι ακόλουθες αρχές:

α)

λαμβάνεται υπόψη μόνο εξοικονόμηση ενέργειας από φορολογικά μέτρα που υπερβαίνουν τα ελάχιστα επίπεδα φορολογίας των καυσίμων, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας 2003/96/ΕΚ (*3) ή 2006/112/ΕΚ (*4) του Συμβουλίου,

β)

η ελαστικότητα των τιμών για τον υπολογισμό των επιπτώσεων των (ενεργειακών) φορολογικών μέτρων αντιπροσωπεύει την ανταπόκριση της ζήτησης ενέργειας στις μεταβολές των τιμών και υπολογίζεται με βάση τις πρόσφατες και αντιπροσωπευτικές επίσημες πηγές στοιχείων,

γ)

η εξοικονόμηση ενέργειας από συνοδευτικά μέσα φορολογικής πολιτικής, περιλαμβανομένων των φορολογικών κινήτρων ή της πληρωμής σε ταμείο, υπολογίζεται χωριστά.

5.   Κοινοποίηση της μεθοδολογίας

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1999, τη λεπτομερή μεθοδολογία που προτείνουν για τη λειτουργία των καθεστώτων επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης και τα εναλλακτικά μέτρα που αναφέρονται στα άρθρα 7α και 7β και στο άρθρο 20 παράγραφος 6. Με εξαίρεση την περίπτωση φορολόγησης, η εν λόγω κοινοποίηση περιλαμβάνει λεπτομερή στοιχεία σχετικά με:

α)

το επίπεδο της εξοικονόμησης ενέργειας που απαιτείται δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) ή την εξοικονόμηση που αναμένεται να επιτευχθεί συνολικά κατά την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2021 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2030,

β)

τα υπόχρεα, τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη ή τις δημόσιες αρχές επιβολής,

γ)

τους στοχευόμενους τομείς,

δ)

τα μέτρα πολιτικής και τις επιμέρους δράσεις, περιλαμβανομένης της αναμενόμενης συνολικής ποσότητας σωρευτικής εξοικονόμησης ενέργειας για κάθε μέτρο,

ε)

τη διάρκεια της περιόδου υποχρέωσης για το καθεστώς επιβολής της υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης,

στ)

τις δράσεις που προβλέπονται με το μέτρο πολιτικής,

ζ)

τη μεθοδολογία υπολογισμού, καθώς και το πώς προσδιορίστηκε η προσθετικότητα και η σημαντικότητα και ποιες μεθοδολογίες και κριτήρια αναφοράς χρησιμοποιούνται για την προβλεπόμενη και κλιμακωτή εξοικονόμηση,

η)

τον κύκλο ζωής των μέτρων και τον τρόπο υπολογισμού τους ή σε τι βασίζονται,

θ)

την προσέγγιση που θα χρησιμοποιηθεί για την αντιμετώπιση των κλιματικών διακυμάνσεων στο κράτος μέλος,

ι)

τα συστήματα παρακολούθησης και επαλήθευσης των μέτρων δυνάμει των άρθρων 7α και 7β και με ποιο τρόπο διασφαλίζεται η ανεξαρτησία τους από τα υπόχρεα, τα συμμετέχοντα ή τα εξουσιοδοτηθέντα μέρη,

ια)

στην περίπτωση φορολόγησης:

i)

τους στοχευόμενους τομείς και την κατηγορία φορολογουμένων,

ii)

τη δημόσια αρχή επιβολής,

iii)

την εξοικονόμηση που αναμένεται να επιτευχθεί,

iv)

τη διάρκεια ισχύος του φορολογικού μέτρου και

v)

τη μεθοδολογία υπολογισμού, περιλαμβανομένης της χρησιμοποιούμενης ελαστικότητας των τιμών και του τρόπου με τον οποίο έχει προκύψει.

.

(*1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 443/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με τα πρότυπα επιδόσεων για τις εκπομπές από τα καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα, στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης προσέγγισης της Κοινότητας για τη μείωση των εκπομπών CO2 από ελαφρά οχήματα (ΕΕ L 140 της 5.6.2009, σ. 1)."

(*2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 510/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2011, σχετικά με τα πρότυπα επιδόσεων για τις εκπομπές από τα καινούργια ελαφρά επαγγελματικά οχήματα όσον αφορά τις εκπομπές, στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης προσέγγισης της Ένωσης για τη μείωση των εκπομπών CO2 από ελαφρά οχήματα (ΕΕ L 145 της 31.5.2011, σ. 1)."

(*3)  Οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51)."

(*4)  Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1)."

3)

Στο παράρτημα VII, ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ελάχιστες απαιτήσεις για την τιμολόγηση και την πληροφόρηση τιμολόγησης με βάση την πραγματική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου».

4)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο παράρτημα:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIΙα

Ελάχιστες απαιτήσεις για την πληροφόρηση τιμολόγησης και κατανάλωσης για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό οικιακής χρήσης

1.   Τιμολόγηση με βάση την πραγματική κατανάλωση ή τις ενδείξεις του κατανεμητή κόστους θέρμανσης

Προκειμένου να είναι σε θέση οι τελικοί καταναλωτές να ρυθμίζουν οι ίδιοι την ενεργειακή τους κατανάλωση, η τιμολόγηση πραγματοποιείται με βάση την πραγματική κατανάλωση ή τις ενδείξεις του κατανεμητή κόστους θέρμανσης τουλάχιστον μία φορά ετησίως.

2.   Ελάχιστη συχνότητα τιμολόγησης ή πληροφόρηση κατανάλωσης

Από τις 25 Οκτωβρίου 2020, εφόσον έχουν εγκατασταθεί εξ αποστάσεως αναγνώσιμοι μετρητές ή κατανεμητές κόστους θέρμανσης, οι πληροφορίες τιμολόγησης ή κατανάλωσης οι οποίες βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση ή τις ενδείξεις των κατανεμητών κόστους θέρμανσης παρέχονται στους τελικούς χρήστες τουλάχιστον ανά τρίμηνο κατόπιν αίτησης ή όταν οι τελικοί καταναλωτές έχουν επιλέξει να λαμβάνουν ηλεκτρονική τιμολόγηση, ειδάλλως δύο φορές ετησίως.

Από την 1η Ιανουαρίου 2022, εφόσον έχουν εγκατασταθεί εξ αποστάσεως αναγνώσιμοι μετρητές ή κατανεμητές κόστους θέρμανσης, η πληροφόρηση τιμολόγησης ή κατανάλωσης με βάση την πραγματική κατανάλωση ή τις ενδείξεις κατανεμητή κόστους θέρμανσης παρέχεται στους τελικούς χρήστες τουλάχιστον μηνιαίως. Μπορεί επίσης να διατίθεται μέσω του διαδικτύου και να επικαιροποιείται όσο συχνά επιτρέπεται από τις συσκευές και τα συστήματα μέτρησης που χρησιμοποιούνται. Η θέρμανση και η ψύξη επιτρέπεται να εξαιρούνται από την εν λόγω απαίτηση εκτός των εποχών θέρμανσης/ψύξης.

3.   Ελάχιστες πληροφορίες που περιλαμβάνονται στον λογαριασμό

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ακόλουθες πληροφορίες διατίθενται στους τελικούς χρήστες με σαφείς και κατανοητούς όρους στους λογαριασμούς ή μαζί με αυτούς στις περιπτώσεις που βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση ή τις ενδείξεις του κατανεμητή κόστους θέρμανσης:

α)

οι τρέχουσες πραγματικές τιμές και η πραγματική κατανάλωση ενέργειας ή το συνολικό κόστος θέρμανσης και οι ενδείξεις του κατανεμητή κόστους θέρμανσης,

β)

πληροφορίες για το μείγμα καυσίμων που χρησιμοποιείται και τις αντίστοιχες ετήσιες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, μεταξύ άλλων και για τους τελικούς χρήστες τηλεθέρμανσης ή τηλεψύξης, καθώς και περιγραφή των διαφορετικών φόρων, εισφορών και τιμολογίων. Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν το πεδίο της υποχρέωσης παροχής πληροφόρησης για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, ούτως ώστε να περιλαμβάνονται μόνο παροχές από τα συστήματα τηλεθέρμανσης με συνολική ονομαστική θερμική ισχύ άνω των 20 MW,

γ)

συγκρίσεις της τρέχουσας κατανάλωσης των τελικών χρηστών με την κατανάλωση κατά την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους, υπό μορφή διαγράμματος, με διορθωμένα τα στοιχεία των κλιματικών διακυμάνσεων για τη θέρμανση και την ψύξη,

δ)

τα στοιχεία επικοινωνίας των οργανώσεων των τελικών καταναλωτών, των οργανισμών ενέργειας ή συναφών οργανισμών, μαζί με διευθύνσεις ιστοτόπων, από τους οποίους μπορούν να αντλούνται πληροφορίες για τα διαθέσιμα μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, συγκρίσεις των χαρακτηριστικών των τελικών χρηστών και αντικειμενικές τεχνικές προδιαγραφές για τον εξοπλισμό χρήσης ενέργειας,

ε)

πληροφορίες για τις σχετικές διαδικασίες υποβολής καταγγελιών, τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης ή εναλλακτικούς μηχανισμούς επίλυσης διαφορών, όπως ισχύουν στα κράτη μέλη,

στ)

συγκρίσεις με τον μέσο κανονικό ή υποδειγματικό τελικό καταναλωτή της ίδιας κατηγορίας χρήστη. Στην περίπτωση των ηλεκτρονικών τιμολογίων, οι συγκρίσεις αυτές μπορούν αντ' αυτού να διατίθεται στο διαδίκτυο και να επισημαίνεται στους λογαριασμούς.

Οι λογαριασμοί που δεν βασίζονται στην πραγματική κατανάλωση ή τις ενδείξεις του κατανεμητή κόστους θέρμανσης περιλαμβάνουν σαφή και κατανοητή εξήγηση του τρόπου με τον οποίο υπολογίστηκε το ποσό που αναφέρεται στον λογαριασμό και τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία δ) και ε).

.

5)

Στο παράρτημα IX, το μέρος 1 τέταρτο εδάφιο στοιχείο ζ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ζ)

Οικονομική ανάλυση: Κατάλογος στοιχείων

Για τις οικονομικές αναλύσεις λαμβάνονται υπόψη όλα τα σχετικά οικονομικά στοιχεία.

Τα κράτη μέλη μπορούν να αξιολογούν και να λαμβάνουν υπόψη κατά τη λήψη αποφάσεων το κόστος και την εξοικονόμηση ενέργειας από την αυξημένη ευελιξία στον ενεργειακό εφοδιασμό και από τη βελτιστοποίηση της λειτουργίας των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας, περιλαμβανομένου και του κόστους που αποφεύγεται και της εξοικονόμησης από μειωμένες επενδύσεις υποδομών στην ανάλυση των σεναρίων.

Το κόστος και τα οφέλη που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

i)

Οφέλη

Αξία της παραγωγής προς τον καταναλωτή (θερμότητα και ηλεκτρική ενέργεια)

Εξωτερικά οφέλη, όπως περιβαλλοντικά οφέλη, οφέλη σε σχέση με τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, καθώς και οφέλη υγείας και ασφάλειας, κατά το δυνατόν

Επίδραση στην αγορά εργασίας, ενεργειακή ασφάλεια και ανταγωνιστικότητα, κατά το δυνατόν,

ii)

Κόστος

Κόστος κεφαλαίου εγκαταστάσεων και εξοπλισμού

Κόστος κεφαλαίου των συνδεδεμένων ενεργειακών δικτύων

Μεταβλητό και πάγιο λειτουργικό κόστος

Κόστος ενέργειας

Κόστος για το περιβάλλον, την υγεία και την ασφάλεια, κατά το δυνατόν

Κόστος αγοράς εργασίας, ενεργειακή ασφάλεια και ανταγωνιστικότητα, κατά το δυνατόν.».

6)

Στο παράρτημα XII, το πρώτο εδάφιο στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

θεσπίζουν και δημοσιοποιούν τους τυποποιημένους κανόνες τους για την ανάληψη και τον επιμερισμό του κόστους των τεχνικών προσαρμογών, όπως συνδέσεις με το ηλεκτρικό δίκτυο, ενισχύσεις του δικτύου και εισαγωγή νέων δικτύων, βελτίωση της λειτουργίας του δικτύου και κανόνες σχετικά με την αμερόληπτη εφαρμογή των κωδικών δικτύου, οι οποίοι είναι απαραίτητοι προκειμένου να ενταχθούν νέοι παραγωγοί που τροφοδοτούν το διασυνδεδεμένο δίκτυο με ηλεκτρική ενέργεια που προέρχεται από συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης,».

(*1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 443/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με τα πρότυπα επιδόσεων για τις εκπομπές από τα καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα, στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης προσέγγισης της Κοινότητας για τη μείωση των εκπομπών CO2 από ελαφρά οχήματα (ΕΕ L 140 της 5.6.2009, σ. 1).

(*2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 510/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2011, σχετικά με τα πρότυπα επιδόσεων για τις εκπομπές από τα καινούργια ελαφρά επαγγελματικά οχήματα όσον αφορά τις εκπομπές, στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης προσέγγισης της Ένωσης για τη μείωση των εκπομπών CO2 από ελαφρά οχήματα (ΕΕ L 145 της 31.5.2011, σ. 1).

(*3)  Οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51).

(*4)  Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1).»