ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 156

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

61ό έτος
19 Ιουνίου 2018


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τη συμπερίληψη των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και των απορροφήσεων από δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγής χρήσης γης και δασοπονίας στο πλαίσιο για το κλίμα και την ενέργεια έως το 2030, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 525/2013 και της απόφασης (EE) αριθ. 529/2013/ΕΕ ( 1)

1

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τις δεσμευτικές ετήσιες μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη από το 2021 έως το 2030, στο πλαίσιο της συμβολής στη δράση για το κλίμα για την τήρηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τη συμφωνία του Παρισιού και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 ( 1)

26

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία (ΕΕ) 2018/843 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, και για την τροποποίηση των οδηγιών 2009/138/ΕΚ και 2013/36/ΕΕ ( 1)

43

 

*

Οδηγία (ΕΕ) 2018/844 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, για την τροποποίηση της οδηγίας 2010/31/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων και της οδηγίας 2012/27/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση ( 1)

75

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

19.6.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 156/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/841 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 30ής Μαΐου 2018

σχετικά με τη συμπερίληψη των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και των απορροφήσεων από δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγής χρήσης γης και δασοπονίας στο πλαίσιο για το κλίμα και την ενέργεια έως το 2030, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 525/2013 και της απόφασης (EE) αριθ. 529/2013/ΕΕ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 192 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στα συμπεράσματά του της 23ης-24ης Οκτωβρίου 2014 σχετικά με το πλαίσιο πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια έως το 2030 ενέκρινε δεσμευτικό στόχο για μείωση κατά τουλάχιστον 40 % των εγχώριων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου στο σύνολο της οικονομίας έως το 2030 σε σύγκριση με το 1990, και ο εν λόγω στόχος επιβεβαιώθηκε στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17ης-18ης Μαρτίου 2016.

(2)

Τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 23ης-24ης Οκτωβρίου 2014 ανέφεραν ότι ο στόχος για μείωση των εκπομπών κατά τουλάχιστον 40 % θα έπρεπε να επιτευχθεί συλλογικά από την Ένωση με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο, με μειώσεις στο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΕΔΕ της ΕΕ»), που προβλέπεται στην οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), και στους τομείς εκτός ΣΕΔΕ, που θα ανέρχονται, αντίστοιχα, σε 43 % και 30 % έως το 2030 σε σύγκριση με το 2005, και με κατανομή των προσπαθειών βάσει του σχετικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ.

(3)

Ο παρών κανονισμός αποτελεί μέρος της υλοποίησης των δεσμεύσεων της Ένωσης βάσει της συμφωνίας του Παρισιού (5) στο πλαίσιο της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (United Nations Framework Convention on Climate Change - «UNFCCC»). Η συμφωνία του Παρισιού συνάφθηκε, εξ ονόματος της Ένωσης, στις 5 Οκτωβρίου 2016 με την απόφαση (ΕΕ) 2016/1841 του Συμβουλίου (6). Η δέσμευση της Ένωσης για μειώσεις των εκπομπών στο σύνολο της οικονομίας ορίστηκε στην εθνικά καθορισμένη πρόθεση συνεισφοράς που υποβλήθηκε ενόψει της συμφωνίας του Παρισιού από την Ένωση και τα κράτη μέλη της στη Γραμματεία της UNFCCC στις 6 Μαρτίου 2015. Η συμφωνία του Παρισιού τέθηκε σε ισχύ στις 4 Νοεμβρίου 2016. Η Ένωση οφείλει να συνεχίσει να μειώνει τις εκπομπές της αερίων θερμοκηπίου και να αυξάνει τις απορροφήσεις σύμφωνα με τη συμφωνία του Παρισιού.

(4)

Η συμφωνία του Παρισιού, μεταξύ άλλων, θέτει ένα μακροπρόθεσμο στόχο σύμφωνο με την επιδίωξη να συγκρατηθεί η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας σαφώς κάτω των 2 βαθμών Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα και να συνεχιστούν οι προσπάθειες ώστε να διατηρηθεί στον 1,5 βαθμό Κελσίου πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα. Τα δάση, οι γεωργικές εκτάσεις και οι υγροβιότοποι θα διαδραματίσουν καίριο ρόλο στην επίτευξη αυτού του στόχου. Στη συμφωνία του Παρισιού, τα συμβαλλόμενα μέρη αναγνωρίζουν επίσης ως θεμελιώδη προτεραιότητα τη διασφάλιση της επισιτιστικής ασφάλειας και την εξάλειψη της πείνας, στο πλαίσιο της βιώσιμης ανάπτυξης και των προσπαθειών να εξαλειφθεί η φτώχεια, καθώς και τον ιδιαίτερα ευάλωτο χαρακτήρα των συστημάτων παραγωγής τροφίμων έναντι των δυσμενών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, προωθώντας έτσι την ανθεκτικότητα στην κλιματική αλλαγή και την ανάπτυξη με χαμηλές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, με τρόπο που δεν απειλεί την παραγωγή τροφίμων. Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της συμφωνίας του Παρισιού, τα μέρη θα πρέπει να αυξήσουν τις συλλογικές τους προσπάθειες. Τα μέρη θα πρέπει να καταρτίσουν, να κοινοποιήσουν και να διατηρήσουν διαδοχικές εθνικά καθορισμένες συνεισφορές. Η συμφωνία του Παρισιού αντικαθιστά την προσέγγιση που υιοθετήθηκε στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου του Κιότο του 1997, του οποίου η ισχύς θα εκπνεύσει το 2020. Η συμφωνία του Παρισιού απαιτεί επίσης την ισορροπία μεταξύ των ανθρωπογενών εκπομπών από πηγές και των απορροφήσεων από καταβόθρες αερίων θερμοκηπίου κατά το δεύτερο μισό του τρέχοντος αιώνα και καλεί τα Μέρη να λάβουν μέτρα για τη διατήρηση και την ενίσχυση, κατά περίπτωση, των καταβοθρών και των δεξαμενών αερίων θερμοκηπίου, συμπεριλαμβανομένων των δασών.

(5)

Ο τομέας της χρήσης γης, της αλλαγής χρήσης γης και της δασοπονίας (land use, land use change and forestry - «LULUCF») έχει τις δυνατότητες να παράσχει μακροπρόθεσμα κλιματικά οφέλη και, κατ’ αυτόν τον τρόπο, να συμβάλει στην επίτευξη του στόχου της Ένωσης για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, καθώς και των μακροπρόθεσμων κλιματικών στόχων της συμφωνίας του Παρισιού. Ο τομέας LULUCF παρέχει επίσης βιοϋλικά που μπορούν να υποκαταστήσουν υλικά υψηλής έντασης ορυκτών ή άνθρακα και, ως εκ τούτου, παίζει σημαντικό ρόλο στη μετάβαση σε μια οικονομία με χαμηλές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου. Δεδομένου ότι οι απορροφήσεις μέσω του τομέα LULUCF είναι αναστρέψιμες, θα πρέπει να θεωρούνται χωριστός πυλώνας στο πλαίσιο της ενωσιακής πολιτικής για το κλίμα.

(6)

Τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 23ης-24ης Οκτωβρίου 2014 ανέφεραν ότι θα πρέπει να αναγνωριστούν οι πολλαπλοί στόχοι του τομέα της γεωργίας και της χρήσης γης, όπου η δυνατότητα μετριασμού είναι χαμηλότερη, καθώς και η ανάγκη διασφάλισης της συνοχής μεταξύ των στόχων της Ένωσης για την επισιτιστική ασφάλεια και την κλιματική αλλαγή. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να εξετάσει ποια είναι τα βέλτιστα μέσα για την ενθάρρυνση της βιώσιμης εντατικοποίησης της παραγωγής τροφίμων, με ταυτόχρονη βελτιστοποίηση της συμβολής του τομέα στη μείωση και τη δέσμευση των αερίων θερμοκηπίου, μεταξύ άλλων μέσω της δημιουργίας νέων δασών, και να καθορίσει μια πολιτική σχετικά με τον τρόπο συμπερίληψης του τομέα LULUCF στο πλαίσιο μετριασμού των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου έως το 2030, αμέσως μόλις το επιτρέψουν οι τεχνικές συνθήκες και οπωσδήποτε πριν από το 2020.

(7)

Οι πρακτικές βιώσιμης διαχείρισης στον τομέα LULUCF μπορούν να συμβάλουν ποικιλοτρόπως στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, ιδίως μέσω της μείωσης των εκπομπών και της διατήρησης και ενίσχυσης των καταβοθρών και των αποθεμάτων άνθρακα. Για την αποτελεσματικότητα των μέτρων που στοχεύουν στην αύξηση της δέσμευσης του άνθρακα, είναι πολύ σημαντική η μακροπρόθεσμη σταθερότητα και προσαρμοστικότητα των δεξαμενών άνθρακα. Επιπλέον, οι πρακτικές βιώσιμης διαχείρισης μπορούν να διατηρούν την παραγωγικότητα, την αναπαραγωγική ικανότητα και τη ζωτικότητα του τομέα LULUCF και, ως εκ τούτου, προωθούν την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, μειώνοντας παράλληλα το αποτύπωμα άνθρακα και το οικολογικό αποτύπωμα του εν λόγω τομέα.

(8)

Η ανάπτυξη βιώσιμων και καινοτόμων πρακτικών και τεχνολογιών, συμπεριλαμβανομένης της αγροοικολογίας και της αγροδασοπονίας, μπορεί να ενισχύσει τον ρόλο του τομέα LULUCF όσον αφορά τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτή, καθώς και να αυξήσει την παραγωγικότητα και την ανθεκτικότητα του εν λόγω τομέα. Καθώς ο τομέας LULUCF χαρακτηρίζεται από μεγάλα χρονικά διαστήματα για τις αποδόσεις, οι μακροπρόθεσμες στρατηγικές είναι σημαντικές ώστε να ενισχυθεί η χρηματοδότηση της έρευνας για την ανάπτυξη βιώσιμων και καινοτόμων πρακτικών και τεχνολογιών και τις σχετικές επενδύσεις. Οι επενδύσεις σε προληπτικές δράσεις, όπως οι πρακτικές βιώσιμης διαχείρισης, μπορούν να μειώσουν τους κίνδυνους που συνδέονται με φυσικές διαταραχές.

(9)

Στα συμπεράσματά του της 22ας-23ης Ιουνίου 2017, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επιβεβαίωσε την πλήρη δέσμευση της Ένωσης και των κρατών μελών της στο θεματολόγιο του 2030 για τη βιώσιμη ανάπτυξη, το οποίο στοχεύει μεταξύ άλλων στη διασφάλιση της βιώσιμης διαχείρισης των δασών.

(10)

Η δράση για τη μείωση της αποψίλωσης και της υποβάθμισης των δασών και την προαγωγή της βιώσιμης διαχείρισης των δασών στις αναπτυσσόμενες χώρες είναι σημαντική. Στο πλαίσιο αυτό, στα συμπεράσματά του της 21ης Οκτωβρίου 2009 και της 14ης Οκτωβρίου 2010, το Συμβούλιο υπενθύμισε τους στόχους της Ένωσης για τη μείωση της συνολικής αποψίλωσης των τροπικών δασών κατά τουλάχιστον 50 % έως το 2020 σε σύγκριση με τα σημερινά επίπεδα, καθώς και για παύση της απώλειας της παγκόσμιας δασικής κάλυψης μέχρι το 2030 το αργότερο.

(11)

Η απόφαση αριθ. 529/2013/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) θέτει κανόνες λογιστικής καταγραφής για τις εκπομπές και τις απορροφήσεις από τον τομέα LULUCF, και έχει έτσι συμβάλει στην ανάπτυξη πολιτικών που οδήγησαν στην ένταξη του τομέα LULUCF στη δέσμευση της Ένωσης για μείωση των εκπομπών. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να βασίζεται στους υφιστάμενους κανόνες λογιστικής καταγραφής, επικαιροποιώντας και βελτιώνοντάς τους για την περίοδο από το 2021 έως το 2030. Θα πρέπει να ορίζει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά την εφαρμογή των εν λόγω κανόνων λογιστικής καταγραφής και θα πρέπει επίσης να απαιτεί από τα κράτη μέλη να μεριμνούν ώστε ο τομέας LULUCF στο σύνολό του να μην παράγει καθαρές εκπομπές και να συνεισφέρει στον στόχο της ενίσχυσης των καταβοθρών σε βάθος χρόνου. Δεν θα πρέπει να θεσπίζει υποχρεώσεις λογιστικής καταγραφής ή υποβολής εκθέσεων από ιδιωτικούς φορείς, συμπεριλαμβανομένων των αγροτών και των δασοκόμων.

(12)

Ο τομέας LULUCF, συμπεριλαμβανομένων των γεωργικών εκτάσεων, έχει άμεσο και σημαντικό αντίκτυπο στη βιοποικιλότητα και τις υπηρεσίες οικοσυστημάτων. Για τον λόγο αυτό, σημαντικός στόχος των πολιτικών που επηρεάζουν τον τομέα αυτό είναι να εξασφαλίζεται η συνοχή τους με τους στόχους της στρατηγικής της Ένωσης για τη βιοποικιλότητα. Θα πρέπει να γίνουν ενέργειες για την υλοποίηση και τη στήριξη δραστηριοτήτων στον τομέα αυτό όσον αφορά τόσο τον μετριασμό όσο και την προσαρμογή. Θα πρέπει επίσης να εξασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ της κοινής γεωργικής πολιτικής και του παρόντος κανονισμού. Όλοι οι τομείς χρειάζεται να συνεισφέρουν στον βαθμό που τους αναλογεί σε ό,τι αφορά τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

(13)

Οι υγροβιότοποι είναι αποτελεσματικά οικοσυστήματα για την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα. Συνεπώς η προστασία και η αποκατάσταση των υγροβιότοπων θα μπορούσε να μειώσει τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου στον τομέα LULUCF. Η βελτίωση των κατευθυντήριων γραμμών της διακυβερνητικής επιτροπής για την κλιματική αλλαγή (Intergovernmental Panel on Climate Change - «IPCC») του 2006 για τους υγροβιότοπους θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο αυτό.

(14)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμβολή του τομέα LULUCF στην επίτευξη του στόχου της Ένωσης για μείωση κατά τουλάχιστον 40 % των εκπομπών και του μακροπρόθεσμου στόχου της συμφωνίας του Παρισιού, είναι απαραίτητο ένα άρτιο λογιστικό σύστημα. Για να αποκτηθούν επακριβείς λογαριασμοί εκπομπών και απορροφήσεων σύμφωνα με τις εθνικές απογραφές αερίων του θερμοκηπίου της ΙΡCC του 2006 (κατευθυντήριες γραμμές της IPCC), θα πρέπει να αξιοποιούνται οι τιμές που αναφέρονται σε ετήσια βάση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) για τις κατηγορίες χρήσης γης και τη μετατροπή μεταξύ κατηγοριών χρήσης γης, ώστε να εξορθολογιστούν οι προσεγγίσεις που χρησιμοποιούνται βάσει της UNFCCC και του πρωτοκόλλου του Κιότο. Εκτάσεις που μετατρέπονται σε άλλη κατηγορία χρήσης γης θα πρέπει να θεωρούνται ότι βρίσκονται σε διαδικασία μετάβασης προς την εν λόγω κατηγορία για προκαθορισμένη περίοδο 20 ετών που αναφέρεται στις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC. Τα κράτη μέλη θα πρέπει μόνο να μπορούν να παρεκκλίνουν από την εν λόγω προκαθορισμένη τιμή για δασωμένες εκτάσεις και μόνο σε περιορισμένες περιπτώσεις οι οποίες δικαιολογούνται βάσει των κατευθυντήριων γραμμών της IPCC. Οι αλλαγές στις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC, όπως εγκρίθηκαν από τη διάσκεψη των μερών της UNFCCC ή τη διάσκεψη των μερών συνερχόμενη ως Συνεδρίαση των μερών της συμφωνίας του Παρισιού, θα πρέπει να αποτυπώνονται, κατά περίπτωση, στις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων βάσει του παρόντος κανονισμού.

(15)

Οι διεθνώς συμφωνηθείσες κατευθυντήριες γραμμές της IPCC αναφέρουν ότι οι εκπομπές από την καύση βιομάζας δύνανται να καταγράφονται λογιστικά ως μηδενικές στον τομέα της ενέργειας, με την προϋπόθεση ότι οι εκπομπές αυτές αντιστοιχούν στον τομέα LULUCF. Στην Ένωση, οι εκπομπές από την καύση βιομάζας λογίζονται επί του παρόντος ως μηδενικές σύμφωνα με το άρθρο 38 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 601/2012 της Επιτροπής (9) και τις διατάξεις που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2013· ως εκ τούτου, η συνοχή με τις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC θα διασφαλιζόταν μόνο αν οι εν λόγω εκπομπές αποτυπώνονταν με ακρίβεια στον παρόντα κανονισμό.

(16)

Οι εκπομπές και οι απορροφήσεις από τις δασικές εκτάσεις εξαρτώνται από ορισμένες φυσικές συνθήκες, τα δυναμικά χαρακτηριστικά των δασών που σχετίζονται με την ηλικία τους, καθώς και τις παρελθούσες και σημερινές πρακτικές διαχείρισης οι οποίες διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών. Η χρήση έτους βάσης δεν θα καθιστούσε δυνατό τον συνυπολογισμό των παραγόντων αυτών, καθώς και των επακόλουθων κυκλικών επιπτώσεών τους στις εκπομπές και τις απορροφήσεις ή των διαχρονικών τους διακυμάνσεων. Αντιθέτως, οι σχετικοί λογιστικοί κανόνες θα πρέπει να προβλέπουν τη χρήση επιπέδων αναφοράς, ώστε να εξαιρούνται οι επιδράσεις φυσικών και ειδικών ανά χώρα χαρακτηριστικών. Τα επίπεδα αναφοράς δασικών εκτάσεων θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την τυχόν μη ισορροπημένη ηλικιακή διάρθρωση των δασών και δεν θα πρέπει να περιορίζουν αδικαιολόγητα την ένταση της διαχείρισης των δασών στο μέλλον ώστε οι καταβόθρες άνθρακα να μπορούν να διατηρηθούν ή να ενισχυθούν σε βάθος χρόνου. Δεδομένης της ιδιαίτερης ιστορικής κατάστασης της Κροατίας, το επίπεδο αναφοράς των δασικών της εκτάσεων θα μπορούσε επίσης να λαμβάνει υπόψη την κατοχή του εδάφους της και τις περιστάσεις κατά τον πόλεμο και μετά τη λήξη του που επηρέασαν τη διαχείριση των δασών στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς. Οι σχετικοί λογιστικοί κανόνες λαμβάνουν υπόψη τις αρχές βιώσιμης διαχείρισης των δασών όπως έχουν εγκριθεί στην υπουργική διάσκεψη για την προστασία των δασών στην Ευρώπη («Forest Europe»).

(17)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποβάλλουν στην Επιτροπή εθνικά σχέδια λογιστικής καταγραφής δασικών εκτάσεων, περιλαμβάνοντας επίπεδα αναφοράς δασικών εκτάσεων. Ενόψει της απουσίας διεθνούς επανεξέτασης βάσει της UNFCCC ή του πρωτοκόλλου του Κιότο, θα πρέπει να καθιερωθεί διαδικασία επανεξέτασης ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια και η βελτίωση της ποιότητας των λογιστικών καταγραφών στην κατηγορία της διαχειριζόμενης δασικής έκτασης.

(18)

Όταν η Επιτροπή αξιολογεί τα εθνικά σχέδια λογιστικής καταγραφής δασικών εκτάσεων, συμπεριλαμβανομένων των προτεινόμενων σε αυτά επιπέδων αναφοράς δασικών εκτάσεων, θα πρέπει να αξιοποιεί τις καλές πρακτικές και την εμπειρία από τις επανεξετάσεις των εμπειρογνωμόνων δυνάμει της UNFCCC, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων από τα κράτη μέλη. Η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίζει ότι εμπειρογνώμονες από τα κράτη μέλη συμμετέχουν στην τεχνική αξιολόγηση του κατά πόσον τα προτεινόμενα επίπεδα αναφοράς δασικών εκτάσεων έχουν καθοριστεί σύμφωνα με τα κριτήρια και τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Τα αποτελέσματα της τεχνικής αξιολόγησης θα πρέπει να διαβιβάζονται προς ενημέρωση στη μόνιμη δασική επιτροπή που έχει συσταθεί με την απόφαση 89/367/ΕΟΚ του Συμβουλίου (10). Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη και την κοινωνία των πολιτών. Τα εθνικά σχέδια λογιστικής καταγραφής δασικών εκτάσεων θα πρέπει να δημοσιοποιούνται σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία.

(19)

Η αυξημένη βιώσιμη χρήση προϊόντων υλοτομίας μπορεί να περιορίσει σημαντικά τις εκπομπές με το αποτέλεσμα της υποκατάστασης και να αυξήσει τις απορροφήσεις τους. Οι λογιστικοί κανόνες θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι τα κράτη μέλη θα καταγράφουν επακριβώς και με διαφάνεια στους λογαριασμούς τους για τις LULUCF τις αλλαγές στη δεξαμενή άνθρακα προϊόντων υλοτομίας τη στιγμή που συμβαίνουν τέτοιες αλλαγές, ώστε να αναγνωρίζουν και να παρέχουν κίνητρα για ενισχυμένη χρήση προϊόντων υλοτομίας με μακρά διάρκεια ζωής. Η Επιτροπή θα πρέπει να παρέχει καθοδήγηση σχετικά με τη μεθοδολογία που σχετίζεται με τη λογιστική καταγραφή των προϊόντων υλοτομίας.

(20)

Φυσικές διαταραχές, όπως οι δασικές πυρκαγιές, η προσβολή από έντομα και ασθένειες, τα ακραία καιρικά φαινόμενα και οι γεωλογικές διαταραχές, που ξεφεύγουν από τον έλεγχο ενός κράτους μέλους και δεν επηρεάζονται ουσιωδώς από αυτό, μπορούν να οδηγήσουν σε προσωρινές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου στον τομέα LULUCF ή να αναστρέψουν προγενέστερες απορροφήσεις. Δεδομένου ότι η αναστροφή αυτή μπορεί επίσης να είναι αποτέλεσμα διαχειριστικών αποφάσεων, όπως οι αποφάσεις υλοτόμησης ή δενδροφύτευσης, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι ανθρωπογενείς αναστροφές απορροφήσεων καταγράφονται πάντοτε με ακρίβεια στους λογαριασμούς για τις LULUCF. Επιπλέον, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να παρέχει στα κράτη μέλη περιορισμένη δυνατότητα εξαίρεσης από τους λογαριασμούς τους για τις LULUCF των εκπομπών που οφείλονται σε διαταραχές οι οποίες ξεφεύγουν από τον έλεγχό τους. Ωστόσο, ο τρόπος εφαρμογής των σχετικών διατάξεων από τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να συνεπάγεται αδικαιολόγητο υποκαταλογισμό.

(21)

Ανάλογα με τις εθνικές προτιμήσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να επιλέγουν κατάλληλες εθνικές πολιτικές για την επίτευξη των δεσμεύσεών τους στον τομέα LULUCF, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας εξισορρόπησης των εκπομπών από μια κατηγορία γης με τις απορροφήσεις από κάποια άλλη κατηγορία γης. Θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να σωρεύουν τις καθαρές απορροφήσεις τους εντός της περιόδου από το 2021 έως το 2030. Οι μεταφορές προς άλλα κράτη μέλη θα πρέπει να εξακολουθήσουν να παρέχονται ως επιπλέον δυνατότητα, και τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να χρησιμοποιούν τα ετήσια δικαιώματα εκπομπών που καθορίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11) ώστε να υπάρχει συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό. Η χρήση της ευελιξίας που ορίζεται στον παρόντα κανονισμό δεν θα θέτει σε κίνδυνο το συνολικό επίπεδο φιλοδοξιών των στόχων της Ένωσης για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου.

(22)

Τα διαχειριζόμενα με βιώσιμο τρόπο δάση είναι κανονικά καταβόθρες που συμβάλλουν στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής. Κατά την περίοδο αναφοράς από το 2000 έως το 2009, ο αναφερόμενος μέσος όρος απορροφήσεων από καταβόθρες από τις δασικές εκτάσεις ήταν 372 εκατομμύρια τόνοι ισοδυνάμου CO2 ετησίως για το σύνολο της Ένωσης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι καταβόθρες και οι δεξαμενές, συμπεριλαμβανομένων των δασών, διατηρούνται και βελτιώνονται, κατά περίπτωση, με σκοπό την επίτευξη του στόχου της συμφωνίας του Παρισιού και την επίτευξη των φιλόδοξων στόχων της Ένωσης για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου έως το 2050.

(23)

Οι απορροφήσεις από διαχειριζόμενες δασικές εκτάσεις θα πρέπει να καταγράφονται σε σχέση με μακρόπνοο επίπεδο αναφοράς δασικών εκτάσεων. Η πρόβλεψη για μελλοντικές απορροφήσεις από καταβόθρες θα πρέπει να στηρίζεται σε προεκβολή των πρακτικών διαχείρισης των δασών και της έντασης ως προς μια περίοδο αναφοράς. Τυχόν μείωση καταβόθρας σε σχέση με το επίπεδο αναφοράς θα πρέπει να καταγράφεται λογιστικά ως εκπομπές. Τυχόν ειδικές εθνικές συνθήκες και πρακτικές, όπως υλοτομία χαμηλότερης έντασης της συνήθους ή δάση που γηράσκουν κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη.

(24)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαθέτουν ορισμένη ευελιξία για προσωρινή αύξηση της έντασης της υλοτομίας σύμφωνα με πρακτικές βιώσιμης διαχείρισης των δασών που συμβαδίζουν με τον στόχο που καθορίζεται στη συμφωνία του Παρισιού, με την προϋπόθεση ότι εντός της Ένωσης οι συνολικές εκπομπές δεν υπερβαίνουν τις συνολικές απορροφήσεις στον τομέα LULUCF. Στο πλαίσιο αυτής της ευελιξίας, σε κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να χορηγείται ένα βασικό ποσό αντιστάθμισης υπολογιζόμενο βάσει συντελεστή, εκφρασμένου ως ποσοστού των αναφερόμενων από κάθε κράτος μέλος καταβοθρών για την περίοδο από το 2000 έως το 2009, για να αντισταθμίζονται οι καταγεγραμμένες εκπομπές από τις διαχειριζόμενες δασικές εκτάσεις. Θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν αντιστάθμιση μόνο μέχρι το επίπεδο όπου τα δάση τους δεν αποτελούν πλέον καταβόθρες.

(25)

Τα κράτη μέλη με πολύ υψηλή δασική κάλυψη σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ένωσης και ιδίως τα μικρότερα κράτη μέλη με πολύ υψηλή δασική κάλυψη εξαρτώνται περισσότερο σε σχέση με άλλα κράτη μέλη από τις διαχειριζόμενες δασικές εκτάσεις για να εξισορροπούν τις εκπομπές σε άλλες κατηγορίες λογιστικής καταγραφής εκτάσεων και, ως εκ τούτου, θα επηρεάζονταν σε μεγαλύτερο βαθμό και θα είχαν περιορισμένες δυνατότητες για την αύξηση της δασικής τους κάλυψης. Ο συντελεστής αντιστάθμισης θα πρέπει, επομένως, να αυξηθεί βάσει της δασικής κάλυψης και έκτασης, ούτως ώστε στα κράτη μέλη με πολύ μικρή εδαφική έκταση και πολύ υψηλή δασική κάλυψη σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ένωσης να χορηγηθεί το υψηλότερο ποσοστό του συντελεστή αντιστάθμισης για την περίοδο αναφοράς.

(26)

Στα συμπεράσματά του της 9ης Μαρτίου 2012, το Συμβούλιο αναγνώρισε τις ιδιαιτερότητες των πλούσιων σε δάση χωρών. Οι εν λόγω ιδιαιτερότητες αφορούν ιδίως τις περιορισμένες δυνατότητες εξισορρόπησης των εκπομπών και των απορροφήσεων. Δεδομένου ότι είναι το πιο πλούσιο σε δάση κράτος μέλος και λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων γεωγραφικών χαρακτηριστικών της, η Φινλανδία αντιμετωπίζει ιδιαίτερες δυσκολίες εν προκειμένω. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να χορηγηθεί στη Φινλανδία περιορισμένη πρόσθετη αντιστάθμιση.

(27)

Για να παρακολουθείται η πρόοδος των κρατών μελών ως προς την υλοποίηση της ανειλημμένης τους δέσμευσης βάσει του παρόντος κανονισμού και για να εξασφαλίζεται ότι οι πληροφορίες σχετικά με τις εκπομπές και τις απορροφήσεις είναι διαφανείς, ακριβείς, συνεπείς, πλήρεις και συγκρίσιμες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποβάλλουν στην Επιτροπή τις σχετικές απογραφές αερίων θερμοκηπίου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2013, και οι έλεγχοι συμμόρφωσης βάσει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις εν λόγω απογραφές. Αν ένα κράτος μέλος προτίθεται να εφαρμόσει στις διαχειριζόμενες δασικές εκτάσεις την ευελιξία που ορίζεται στον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να συμπεριλάβει στην έκθεση συμμόρφωσης το ποσό της αντιστάθμισης που σκοπεύει να χρησιμοποιήσει.

(28)

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος θα πρέπει να επικουρεί την Επιτροπή, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το οικείο ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του Οργανισμού, με το σύστημα της ετήσιας υποβολής εκθέσεων για τις εκπομπές και τις απορροφήσεις αερίων θερμοκηπίου, την αξιολόγηση των πληροφοριών σχετικά με τις εφαρμοζόμενες πολιτικές και μέτρα, καθώς και τις εθνικές προβλέψεις, την αξιολόγηση των προγραμματισμένων πρόσθετων πολιτικών και μέτρων, και τους ελέγχους συμμόρφωσης που διενεργούνται από την Επιτροπή στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού.

(29)

Προκειμένου να προβλεφθεί η κατάλληλη λογιστική καταγραφή των συναλλαγών στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της χρησιμοποίησης της ευελιξίας και της παρακολούθησης της συμμόρφωσης, καθώς και να προαχθεί η ενισχυμένη χρήση προϊόντων ξυλείας με μακρά διάρκεια ζωής, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς την τεχνική προσαρμογή ορισμών, συμπεριλαμβανομένων των ελάχιστων τιμών για τον ορισμό των δασών, καταλόγων των αερίων θερμοκηπίου και των δεξαμενών άνθρακα, που καθορίζουν τα επίπεδα αναφοράς δασικών εκτάσεων των κρατών μελών για τις περιόδους 2021-2025 και 2026-2030, αντίστοιχα, της προσθήκης νέων κατηγοριών προϊόντων υλοτομίας, της αναθεώρησης της μεθοδολογίας και των απαιτήσεων παροχής πληροφοριών σχετικά με τις φυσικές διαταραχές, ώστε να αποτυπώνονται οι αλλαγές στις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC, και της λογιστικής καταγραφής των συναλλαγών μέσω του ενωσιακού μητρώου. Οι αναγκαίες διατάξεις που αφορούν τη λογιστική καταγραφή των συναλλαγών θα πρέπει να περιέχονται σε μία μόνο πράξη που να συνδυάζει τις λογιστικές διατάξεις σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2013, τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/842, τον παρόντα κανονισμό και την οδηγία 2003/87/ΕΚ. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι οποίες να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (12). Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

(30)

Στο πλαίσιο της τακτικής υποβολής εκθέσεων δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να αξιολογήσει τα αποτελέσματα του διαλόγου διευκόλυνσης του 2018 υπό την UNFCCC («διάλογος Talanoa»). Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να επανεξεταστεί το 2024 και στη συνέχεια ανά πενταετία, προκειμένου να αξιολογείται η συνολική λειτουργία του. Η επανεξέταση θα πρέπει να βασιστεί στα αποτελέσματα του διαλόγου Talanoa και της παγκόσμιας απογραφής στο πλαίσιο της συμφωνίας του Παρισιού. Το πλαίσιο για την περίοδο μετά το 2030 θα πρέπει να είναι σύμφωνο με τους μακροπρόθεσμους στόχους και τις δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν στο πλαίσιο της συμφωνίας του Παρισιού.

(31)

Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική, διαφανής και οικονομικά αποδοτική υποβολή εκθέσεων και επαλήθευση των εκπομπών και των απορροφήσεων αερίων θερμοκηπίου, καθώς και κάθε άλλης πληροφορίας που απαιτείται για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις δεσμεύσεις των κρατών μελών, θα πρέπει να προστεθούν στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2013 απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων.

(32)

Προκειμένου να διευκολυνθεί η συλλογή δεδομένων και η βελτίωση της μεθοδολογίας, η χρήση των εκτάσεων γης θα πρέπει να καταγράφεται και να αναφέρεται με τη χρήση γεωγραφικής ιχνηλάτησης κάθε χερσαίας περιοχής, σε αντιστοιχία με τα εθνικά και τα ενωσιακά συστήματα συλλογής δεδομένων. Για τη συλλογή των απαιτούμενων δεδομένων, θα πρέπει να αξιοποιούνται κατά τον βέλτιστο δυνατό τρόπο τα υφιστάμενα προγράμματα και έρευνες της Ένωσης και των κρατών μελών της, μεταξύ άλλων η στατιστική έρευνα του πλαισίου χρήσης/κάλυψης γης (Land Use/Cover Area frame Survey - «LUCAS»), το ευρωπαϊκό πρόγραμμα παρακολούθησης της γης Copernicus και το ευρωπαϊκό δορυφορικό σύστημα πλοήγησης Galileo. Η διαχείριση των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής δεδομένων για την υποβολή εκθέσεων, την επαναχρησιμοποίηση και τη διάδοση, θα πρέπει να συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην οδηγία 2007/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13).

(33)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 525/2013 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(34)

Η απόφαση αριθ. 529/2013/ΕΕ θα πρέπει να εξακολουθήσει να ισχύει για τις υποχρεώσεις λογιστικής καταγραφής και τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων για τη λογιστική περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2013 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020. Για τις λογιστικές περιόδους από 1ης Ιανουαρίου 2021, θα πρέπει να εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός.

(35)

Η απόφαση αριθ. 529/2013/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(36)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, ιδίως ο καθορισμός των δεσμεύσεων των κρατών μελών στον τομέα LULUCF οι οποίες συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων της συμφωνίας του Παρισιού και του στόχου της Ένωσης για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για την περίοδο από το 2021 έως το 2030, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν, όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων τους, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα απαιτούμενα για την επίτευξη των εν λόγω στόχων,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τις δεσμεύσεις των κρατών μελών σχετικά με τον τομέα της χρήσης γης, της αλλαγής χρήσης γης και της δασοπονίας (land use, land use change and forestry - «LULUCF»), οι οποίες συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων της συμφωνίας του Παρισιού και του στόχου της Ένωσης για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για την περίοδο από το 2021 έως το 2030. Ο παρών κανονισμός παραθέτει επίσης τους κανόνες για τη λογιστική καταγραφή των εκπομπών και των απορροφήσεων από τον τομέα LULUCF και τον έλεγχο της συμμόρφωσης των κρατών μελών με τις εν λόγω δεσμεύσεις.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός καλύπτει τις εκπομπές και τις απορροφήσεις αερίων θερμοκηπίου που απαριθμούνται στο παράρτημα I τμήμα Α, που αναφέρονται σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 και οι οποίες λαμβάνουν χώρα σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες κατηγορίες λογιστικής καταγραφής γης στις επικράτειες των κρατών μελών:

α)

Κατά την περίοδο από το 2021 έως το 2025 και από το 2026 έως το 2030:

i)   «δασωμένες εκτάσεις»: εκτάσεις γης που είχαν δηλωθεί ως καλλιεργήσιμες εκτάσεις, χορτολιβαδικές εκτάσεις, υγροβιότοποι, οικισμοί ή εκτάσεις άλλης χρήσης, και έχουν μετατραπεί σε δασικές εκτάσεις,

ii)   «αποψιλωμένες εκτάσεις»: εκτάσεις γης που είχαν δηλωθεί ως δασικές εκτάσεις και έχουν μετατραπεί σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις, χορτολιβαδικές εκτάσεις, υγροβιότοπους, οικισμούς ή εκτάσεις άλλης χρήσης,

iii)   «διαχειριζόμενες καλλιεργήσιμες εκτάσεις»:

εκτάσεις γης που είχαν δηλωθεί ως καλλιεργήσιμες εκτάσεις που παραμένουν καλλιεργήσιμες εκτάσεις,

χορτολιβαδικές εκτάσεις, υγροβιότοποι, οικισμοί ή άλλες εκτάσεις που έχουν μετατραπεί σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις ή

καλλιεργήσιμες εκτάσεις που έχουν μετατραπεί σε υγροβιότοπους, οικισμούς ή άλλες εκτάσεις,

iv)   «διαχειριζόμενες χορτολιβαδικές εκτάσεις»:

εκτάσεις γης που είχαν δηλωθεί ως χορτολιβαδικές εκτάσεις και παραμένουν χορτολιβαδικές εκτάσεις,

καλλιεργήσιμες εκτάσεις, υγροβιότοποι, οικισμοί ή άλλες εκτάσεις που έχουν μετατραπεί σε χορτολιβαδικές εκτάσεις ή

χορτολιβαδικές εκτάσεις που έχουν μετατραπεί σε υγροβιότοπους, οικισμούς και άλλες εκτάσεις,

v)   «διαχειριζόμενες δασικές εκτάσεις»: εκτάσεις γης που είχαν δηλωθεί ως δασικές εκτάσεις και παραμένουν δασικές εκτάσεις.

β)

Από το 2026: «διαχειριζόμενοι υγροβιότοποι»: εκτάσεις γης που είχαν δηλωθεί ως:

υγροβιότοποι και παραμένουν υγροβιότοποι,

οικισμοί ή άλλες εκτάσεις γης που έχουν μετατραπεί σε υγροβιότοπους ή

υγροβιότοποι που έχουν μετατραπεί σε οικισμούς ή άλλες εκτάσεις.

2.   Κατά την περίοδο από το 2021 έως το 2025, ένα κράτος μέλος δύναται να συμπεριλάβει στο πεδίο της δέσμευσής του δυνάμει του άρθρου 4 του παρόντος κανονισμού τις εκπομπές και τις απορροφήσεις αερίων θερμοκηπίου που απαριθμούνται στο παράρτημα I τμήμα Α του παρόντος κανονισμού, όπως αναφέρονται σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013, και που λαμβάνουν χώρα στην κατηγορία λογιστικής καταγραφής γης των διαχειριζόμενων υγροβιότοπων της επικράτειάς του. Ο παρών κανονισμός ισχύει επίσης για τέτοιου είδους εκπομπές και απορροφήσεις που συμπεριλήφθηκαν από κράτος μέλος.

3.   Όταν ένα κράτος μέλος προτίθεται, δυνάμει της παραγράφου 2, να συμπεριλάβει τους διαχειριζόμενους υγροβιότοπους στο πεδίο της δέσμευσής του, το γνωστοποιεί στην Επιτροπή έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020.

4.   Εφόσον είναι απαραίτητο με βάση την κτηθείσα πείρα από την εφαρμογή της βελτίωσης των κατευθυντήριων γραμμών της IPCC, η Επιτροπή μπορεί να υποβάλει προτάσεις για την αναβολή της υποχρεωτικής λογιστικής καταγραφής των διαχειριζόμενων υγροβιότοπων για πρόσθετη περίοδο πέντε ετών.

Άρθρο 3

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «καταβόθρα»: κάθε διεργασία, δραστηριότητα ή μηχανισμός που απορροφά από την ατμόσφαιρα αέριο θερμοκηπίου, αερόλυμα ή πρόδρομη ουσία αερίου θερμοκηπίου·

2)   «πηγή»: κάθε διεργασία, δραστηριότητα ή μηχανισμός που ελευθερώνει στην ατμόσφαιρα αέριο θερμοκηπίου, αερόλυμα ή πρόδρομη ουσία αερίου θερμοκηπίου·

3)   «δεξαμενή άνθρακα»: το σύνολο ή μέρος βιογεωχημικού στοιχείου ή συστήματος που βρίσκεται στην επικράτεια κράτους μέλους και εντός του οποίου αποθηκεύεται άνθρακας, κάθε πρόδρομη ουσία αερίου θερμοκηπίου που περιέχει άνθρακα ή κάθε αέριο θερμοκηπίου που περιέχει άνθρακα·

4)   «απόθεμα άνθρακα»: η μάζα άνθρακα που είναι αποθηκευμένη σε δεξαμενή άνθρακα·

5)   «προϊόν υλοτομίας»: κάθε προϊόν υλοτομίας που εξέρχεται από τόπο υλοτομίας·

6)   «δάσος»: χερσαία έκταση οριζόμενη με βάση τις ελάχιστες τιμές μεγέθους έκτασης, συγκόμωσης ή ισοδύναμου ξυλαποθέματος και δυνητικού ύψους των δέντρων κατά την ωριμότητα στο σημείο ανάπτυξης των δέντρων, όπως προσδιορίζονται για κάθε κράτος μέλος στο παράρτημα II. Στα δάση περιλαμβάνονται εκτάσεις με δέντρα, συμπεριλαμβανομένων ομάδων νεαρών, φυσικά αναπτυσσόμενων δέντρων ή φυτειών που δεν έχουν ακόμη φθάσει τις ελάχιστες τιμές συγκόμωσης ή ισοδύναμου ξυλαποθέματος ή το προαναφερόμενο ελάχιστο ύψος που προβλέπονται στο παράρτημα II, συμπεριλαμβανομένης κάθε έκτασης που κανονικά αποτελεί τμήμα δασικής έκτασης, αλλά, λόγω ανθρώπινης παρέμβασης, όπως η υλοτομία, ή φυσικών αιτίων δεν καλύπτεται προσωρινά από δέντρα, αναμένεται όμως να μετατραπεί εκ νέου σε δάσος·

7)   «επίπεδο αναφοράς δασικών εκτάσεων»: εκτίμηση, που εκφράζεται σε τόνους ισοδυνάμου CO2 ετησίως, του μέσου όρου των ετήσιων καθαρών εκπομπών ή απορροφήσεων από τις διαχειριζόμενες δασικές εκτάσεις στην επικράτεια κράτους μέλους, τις περιόδους από το 2021 έως το 2025 και από το 2026 έως το 2030, βάσει των κριτηρίων που τίθενται στον παρόντα κανονισμό·

8)   «χρόνος υποδιπλασιασμού»: ο αριθμός των ετών που χρειάζονται για να μειωθεί στο ήμισυ η αρχική τιμή της ποσότητας άνθρακα που αποθηκεύεται σε μια κατηγορία προϊόντων υλοτομίας·

9)   «φυσική διαταραχή» ή «φυσικές διαταραχές»: συμβάντα ή περιστάσεις που δεν οφείλονται στον άνθρωπο, προκαλούν σημαντικές εκπομπές σε δάση και εκφεύγουν του ελέγχου του οικείου κράτους μέλους, υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος μέλος αδυνατεί αντικειμενικά να περιορίσει σημαντικά την επίδραση των συμβάντων ή των περιστάσεων στις εκπομπές, ακόμη και μετά την επέλευσή τους·

10)   «στιγμιαία οξείδωση»: η λογιστική μέθοδος στην οποία χρησιμοποιείται η παραδοχή ότι το σύνολο της ποσότητας άνθρακα που είναι αποθηκευμένη σε προϊόντα υλοτομίας ελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα τη χρονική στιγμή της υλοτόμησης.

2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16, προκειμένου να τροποποιεί ή να απαλείφει τους ορισμούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ή να προσθέτει νέους ορισμούς, προκειμένου να προσαρμόζει την εν λόγω παράγραφο στις επιστημονικές εξελίξεις ή την τεχνική πρόοδο και να διασφαλίζει τη συνοχή μεταξύ των εν λόγω ορισμών και τυχόν μεταβολών των σχετικών ορισμών με τις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC όπως εγκρίθηκαν από τη διάσκεψη των μερών της UNFCCC ή τη διάσκεψη των μερών συνερχόμενη ως Συνεδρίαση των μερών της συμφωνίας του Παρισιού.

Άρθρο 4

Δεσμεύσεις

Για την περίοδο από το 2021 έως το 2025 και από το 2026 έως το 2030, λαμβανομένων υπόψη των δυνατοτήτων ευελιξίας που προβλέπονται στα άρθρα 12 και 13, κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε οι εκπομπές να μην υπερβαίνουν τις απορροφήσεις, οι οποίες υπολογίζονται ως το άθροισμα των συνολικών εκπομπών και των συνολικών απορροφήσεων στην επικράτειά του σε όλες τις κατηγορίες λογιστικής καταγραφής γης που αναφέρονται στο άρθρο 2, όπως καταγράφονται λογιστικά σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 5

Γενικοί λογιστικοί κανόνες

1.   Κάθε κράτος μέλος καταρτίζει και τηρεί λογαριασμούς στους οποίους καταγράφονται επακριβώς οι εκπομπές και οι απορροφήσεις που προκύπτουν από τις κατηγορίες λογιστικής καταγραφής γης που αναφέρονται στο άρθρο 2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι λογαριασμοί τους και τα λοιπά δεδομένα που παρέχονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού να είναι ακριβή, πλήρη, συνεπή, συγκρίσιμα και διαφανή. Τα κράτη μέλη επισημαίνουν τις εκπομπές με θετικό πρόσημο (+) και τις απορροφήσεις με αρνητικό πρόσημο (-).

2.   Τα κράτη μέλη αποφεύγουν κάθε ενδεχόμενο διπλής καταγραφής εκπομπών ή απορροφήσεων, ιδίως μεριμνώντας ώστε οι εκπομπές και οι απορροφήσεις να μην καταγράφονται λογιστικά σε περισσότερες από μία κατηγορίες λογιστικής καταγραφής γης.

3.   Όταν μεταβάλλεται η χρήση γης, τα κράτη μέλη αλλάζουν 20 χρόνια μετά την ημερομηνία της εν λόγω μεταβολής, την κατηγοριοποίηση των δασικών εκτάσεων, καλλιεργήσιμων εκτάσεων, χορτολιβαδικών εκτάσεων, υγροβιότοπων, οικισμών και άλλων εκτάσεων από τον οικείο τύπο γης που μετατράπηκε σε άλλο τύπο γης στην κατηγορία των εκτάσεων αυτών που παραμένουν εκτάσεις του ίδιου τύπου.

4.   Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν στους λογαριασμούς τους για κάθε κατηγορία λογιστικής καταγραφής γης κάθε μεταβολή του αποθέματος άνθρακα από τις δεξαμενές άνθρακα που απαριθμούνται στο παράρτημα I τμήμα Β. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να μη συμπεριλάβουν στους λογαριασμούς τους τις μεταβολές των αποθεμάτων άνθρακα για τις δεξαμενές άνθρακα υπό την προϋπόθεση ότι η δεξαμενή άνθρακα δεν αποτελεί πηγή. Ωστόσο, η εν λόγω επιλογή μη συμπερίληψης των μεταβολών αποθεμάτων άνθρακα στους λογαριασμούς δεν εφαρμόζεται σχετικά με τις δεξαμενές άνθρακα της υπέργειας βιομάζας, του νεκρού ξύλου και των προϊόντων υλοτομίας, στην κατηγορία λογιστικής καταγραφής γης των διαχειριζόμενων δασικών εκτάσεων.

5.   Τα κράτη μέλη τηρούν πλήρες και ακριβές αρχείο όλων των δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για την κατάρτιση των λογαριασμών τους.

6.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16 για την τροποποίηση του παραρτήματος I προκειμένου να αποτυπώνονται οι αλλαγές στις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC όπως εγκρίθηκαν από τη διάσκεψη των μερών της UNFCCC ή τη διάσκεψη των μερών συνερχόμενη ως Συνεδρίαση των μερών της συμφωνίας του Παρισιού.

Άρθρο 6

Λογιστική καταγραφή των δασωμένων και των αποψιλωμένων εκτάσεων

1.   Τα κράτη μέλη καταγράφουν λογιστικά τις εκπομπές και τις απορροφήσεις από δασωμένες εκτάσεις γης και αποψιλωμένες εκτάσεις, ως συνολικές εκπομπές και συνολικές απορροφήσεις για κάθε έτος κατά τις περιόδους από το 2021 έως το 2025 και από το 2026 έως το 2030.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5 παράγραφος 3, όταν η χρήση γης μετατρέπεται από καλλιεργήσιμη έκταση, χορτολιβαδική έκταση, υγροβιότοπο, οικισμούς ή άλλες εκτάσεις σε δασική έκταση, ένα κράτος μέλος μπορεί να αλλάξει την κατηγοριοποίηση τέτοιας γης από γη που μετατράπηκε σε δασική έκταση σε «δασική έκταση που εξακολουθεί να είναι δασική» 30 έτη έπειτα από την ημερομηνία της εν λόγω μετατροπής, αν τούτο δικαιολογείται δεόντως με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC.

3.   Στους υπολογισμούς για τις εκπομπές και τις απορροφήσεις σε δασωμένες και αποψιλωμένες εκτάσεις γης, κάθε κράτος μέλος καθορίζει τη δασική έκταση χρησιμοποιώντας τις παραμέτρους που καθορίζονται στο παράρτημα II.

Άρθρο 7

Λογιστική καταγραφή των διαχειριζόμενων καλλιεργήσιμων εκτάσεων, των διαχειριζόμενων χορτολιβαδικών εκτάσεων και των διαχειριζόμενων υγροβιότοπων

1.   Κάθε κράτος μέλος καταγράφει λογιστικά τις εκπομπές και τις απορροφήσεις από τις διαχειριζόμενες καλλιεργήσιμες εκτάσεις ως εκπομπές και απορροφήσεις κατά τις περιόδους από το 2021 έως το 2025 και από το 2026 έως το 2030, μείον την τιμή που προκύπτει πολλαπλασιάζοντας επί πέντε τις μέσες ετήσιες εκπομπές και απορροφήσεις του κράτους μέλους που προκύπτουν από τις διαχειριζόμενες καλλιεργήσιμες εκτάσεις κατά την περίοδο βάσης από το 2005 έως το 2009.

2.   Κάθε κράτος μέλος καταγράφει λογιστικά τις εκπομπές και τις απορροφήσεις από τις διαχειριζόμενες χορτολιβαδικές εκτάσεις ως εκπομπές και απορροφήσεις κατά τις περιόδους από το 2021 έως το 2025 και από το 2026 έως το 2030, μείον την τιμή που προκύπτει πολλαπλασιάζοντας επί πέντε τις μέσες ετήσιες εκπομπές και απορροφήσεις του κράτους μέλους που προκύπτουν από τις διαχειριζόμενες χορτολιβαδικές εκτάσεις κατά την περίοδο βάσης από το 2005 έως το 2009.

3.   Κατά την περίοδο από το 2021 έως το 2025, κάθε κράτος μέλος που, δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 2, συμπεριλαμβάνει τους διαχειριζόμενους υγροβιότοπους στο πεδίο των δεσμεύσεών του και όλα τα κράτη μέλη, κατά την περίοδο από το 2026 έως το 2030, καταγράφουν λογιστικά τις εκπομπές και τις απορροφήσεις από τους διαχειριζόμενους υγροβιότοπους ως εκπομπές και απορροφήσεις κατά τις αντίστοιχες περιόδους, μείον την τιμή που προκύπτει πολλαπλασιάζοντας επί πέντε τις μέσες ετήσιες εκπομπές και απορροφήσεις του κράτους μέλους που προκύπτουν από τους διαχειριζόμενους υγροβιότοπους κατά την περίοδο βάσης από το 2005 έως το 2009.

4.   Κατά την περίοδο από το 2021 έως το 2025, τα κράτη μέλη που, δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 2, επέλεξαν να μη συμπεριλάβουν τους διαχειριζόμενους υγροβιότοπους στο πεδίο εφαρμογής των δεσμεύσεών τους, αναφέρουν παρ’ όλα αυτά στην Επιτροπή τις εκπομπές και τις απορροφήσεις από τη χρήση γης που είχαν δηλωθεί ως:

α)

υγροβιότοποι που παραμένουν υγροβιότοποι,

β)

οικισμοί ή άλλες εκτάσεις που έχουν μετατραπεί σε υγροβιότοπους ή

γ)

υγροβιότοποι που έχουν μετατραπεί σε οικισμούς ή άλλες εκτάσεις.

Άρθρο 8

Λογιστική καταγραφή διαχειριζόμενων δασικών εκτάσεων

1.   Κάθε κράτος μέλος καταγράφει λογιστικά τις εκπομπές και τις απορροφήσεις από τις διαχειριζόμενες δασικές εκτάσεις ως εκπομπές και απορροφήσεις κατά τις περιόδους από το 2021 έως το 2025 και από το 2026 έως το 2030, μείον την τιμή που προκύπτει πολλαπλασιάζοντας επί πέντε το επίπεδο αναφοράς δασικών εκτάσεων του οικείου κράτους μέλους.

2.   Όταν το αποτέλεσμα του υπολογισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου είναι αρνητικό σε σχέση με το επίπεδο αναφοράς δασικών εκτάσεων ενός κράτους μέλους, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος θα πρέπει να περιλαμβάνει στους λογαριασμούς διαχειριζόμενων δασικών εκτάσεων συνολικές καθαρές απορροφήσεις που δεν υπερβαίνουν το ισοδύναμο του 3,5 % των εκπομπών του συγκεκριμένου κράτους μέλους κατά το έτος ή την περίοδο βάσης του, όπως ορίζεται στο παράρτημα III, πολλαπλασιασμένο επί πέντε. Οι καθαρές απορροφήσεις από τις δεξαμενές άνθρακα του νεκρού ξύλου και των προϊόντων υλοτομίας, εκτός της κατηγορίας του χαρτιού που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α), στην κατηγορία λογιστικής καταγραφής γης των διαχειριζόμενων δασικών εκτάσεων, δεν υπόκεινται σε αυτόν τον περιορισμό.

3.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή το εθνικό τους σχέδιο λογιστικής καταγραφής δασικών εκτάσεων που περιλαμβάνει προτεινόμενο επίπεδο αναφοράς δασικών εκτάσεων έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018 για την περίοδο από το 2021 έως το 2025 και έως τις 30 Ιουνίου 2023 για την περίοδο από το 2026 έως το 2030. Το εθνικό σχέδιο λογιστικής καταγραφής δασικών εκτάσεων περιέχει όλα τα στοιχεία που απαριθμούνται στο παράρτημα IV τμήμα Β και δημοσιοποιείται, μεταξύ άλλων στο διαδίκτυο.

4.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν το εθνικό τους επίπεδο αναφοράς δασικών εκτάσεων με βάση τα κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα IV τμήμα Α. Για την Κροατία, το επίπεδο αναφοράς της των δασικών εκτάσεων μπορεί επίσης να λαμβάνει υπόψη, πέραν των κριτηρίων που ορίζονται στο παράρτημα IV τμήμα Α, την κατοχή του εδάφους της και τις περιστάσεις κατά τον πόλεμο και μετά τη λήξη του που είχαν αντίκτυπο στη διαχείριση των δασών στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς.

5.   Το επίπεδο αναφοράς δασικών εκτάσεων βασίζεται στη συνέχιση της πρακτικής βιώσιμης διαχείρισης των δασών, όπως τεκμηριώνεται την περίοδο από το 2000 έως το 2009 λαμβάνοντας υπόψη για τα εθνικά δάση τα δυναμικά χαρακτηριστικά τους που σχετίζονται με την ηλικία τους, χρησιμοποιώντας τα βέλτιστα διαθέσιμα δεδομένα.

Τα επίπεδα αναφοράς δασικών εκτάσεων, όπως καθορίζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, λαμβάνουν υπόψη τον μελλοντικό αντίκτυπο των δυναμικών χαρακτηριστικών που σχετίζονται με την ηλικία των δασών προκειμένου να μην περιοριστεί αδικαιολόγητα η ένταση διαχείρισης των δασών ως βασικό στοιχείο της πρακτικής βιώσιμης διαχείρισης των δασών, με στόχο τη διατήρηση ή την ενίσχυση των καταβοθρών άνθρακα σε βάθος χρόνου.

Τα κράτη μέλη επιδεικνύουν συνέπεια μεταξύ των μεθόδων και των δεδομένων που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό του προτεινόμενου επιπέδου αναφοράς δασικών εκτάσεων στο εθνικό σχέδιο λογιστικής καταγραφής δασικών εκτάσεων και εκείνων που χρησιμοποιούνται για την υποβολή εκθέσεων για τις διαχειριζόμενες δασικές εκτάσεις.

6.   Η Επιτροπή, έπειτα από διαβούλευση με εμπειρογνώμονες που ορίζονται από τα κράτη μέλη, προβαίνει σε τεχνική αξιολόγηση των εθνικών σχεδίων λογιστικής καταγραφής δασικών εκτάσεων που υποβάλλονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου με σκοπό την αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο τα προτεινόμενα επίπεδα αναφοράς δασικών εκτάσεων έχουν προσδιοριστεί σύμφωνα με τις αρχές και τις απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 4 και 5 του παρόντος άρθρου και στο άρθρο 5 παράγραφος 1. Επιπλέον, η Επιτροπή διαβουλεύεται με τα ενδιαφερόμενα μέρη και την κοινωνία των πολιτών. Η Επιτροπή δημοσιεύει σύνοψη των εργασιών που πραγματοποιήθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των απόψεων που διατυπώνουν οι εμπειρογνώμονες οι οποίοι διορίζονται από τα κράτη μέλη, και των σχετικών συμπερασμάτων.

Η Επιτροπή διατυπώνει, όπου είναι απαραίτητο, τεχνικές συστάσεις προς τα κράτη μέλη που αποτυπώνουν τα συμπεράσματα της τεχνικής αξιολόγησης με σκοπό να διευκολύνει την τεχνική αναθεώρηση των προτεινόμενων επιπέδων αναφοράς δασικών εκτάσεων. Η Επιτροπή δημοσιεύει τις εν λόγω τεχνικές συστάσεις.

7.   Όταν είναι αναγκαίο με βάση τις τεχνικές αξιολογήσεις και, κατά περίπτωση, τις τεχνικές συστάσεις, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν τα αναθεωρημένα προτεινόμενα επίπεδα αναφοράς δασικών εκτάσεων στην Επιτροπή έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019 για την περίοδο από το 2021 έως το 2025 και έως τις 30 Ιουνίου 2024 για την περίοδο από το 2026 έως το 2030. Η Επιτροπή δημοσιεύει τα προτεινόμενα επίπεδα αναφοράς δασικών εκτάσεων που διαβιβάζουν σε αυτήν τα κράτη μέλη.

8.   Με βάση τα προτεινόμενα επίπεδα αναφοράς δασικών εκτάσεων που υποβάλλουν τα κράτη μέλη, την τεχνική αξιολόγηση που πραγματοποιείται σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου και, κατά περίπτωση, το αναθεωρημένο προτεινόμενο επίπεδο αναφοράς δασικών εκτάσεων που υποβάλλεται βάσει της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16 για την τροποποίηση του παραρτήματος IV ώστε να καθοριστούν τα επίπεδα αναφοράς δασικών εκτάσεων που πρέπει να εφαρμοστούν από τα κράτη μέλη για τις περιόδους από το 2021 έως το 2025 και από το 2026 έως το 2030.

9.   Εάν κράτος μέλος δεν υποβάλει επίπεδο αναφοράς δασικών εκτάσεων στην Επιτροπή μέχρι τις ημερομηνίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και, κατά περίπτωση, στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16 για την τροποποίηση του παραρτήματος IV ώστε να καθοριστεί το επίπεδο αναφοράς δασικών εκτάσεων που πρέπει να εφαρμοστεί από το εν λόγω κράτος μέλος για την περίοδο από το 2021 έως το 2025 ή από το 2026 έως το 2030, με βάση τυχόν τεχνική αξιολόγηση που πραγματοποιείται σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου.

10.   Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 8 και 9 εκδίδονται έως τις 31 Οκτωβρίου 2020 για την περίοδο από το 2021 έως το 2025 και έως τις 30 Απριλίου 2025 για την περίοδο από το 2026 έως το 2030.

11.   Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέπεια κατά την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη, όπου χρειάζεται, υποβάλλουν στην Επιτροπή τεχνικές διορθώσεις που δεν απαιτούν τροποποιήσεις των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου 8 ή 9 του παρόντος άρθρου μέχρι τις ημερομηνίες που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1.

Άρθρο 9

Λογιστική καταγραφή των προϊόντων υλοτομίας

1.   Στους λογαριασμούς που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 και στο άρθρο 8 παράγραφος 1, σχετικά με τα προϊόντα υλοτομίας, τα κράτη μέλη κατ’ καταγράφουν τις εκπομπές και τις απορροφήσεις που προκύπτουν από μεταβολές της δεξαμενής άνθρακα των προϊόντων υλοτομίας που εμπίπτουν στις ακόλουθες κατηγορίες, με τη χρήση της συνάρτησης διάσπασης πρώτης τάξεως, τις μεθοδολογίες και τις προκαθορισμένες τιμές χρόνου υποδιπλασιασμού που καθορίζονται στο παράρτημα V:

α)

χαρτί·

β)

ξυλόφυλλα·

γ)

πριστή ξυλεία.

2.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16 για την τροποποίηση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και του παραρτήματος V, προσθέτοντας νέες κατηγορίες προϊόντων υλοτομίας με επίδραση δέσμευσης του άνθρακα, με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC όπως εγκρίθηκαν από τη διάσκεψη των μερών της UNFCCC ή τη διάσκεψη των μερών συνερχόμενη ως Συνεδρίαση των μερών της συμφωνίας του Παρισιού, και διασφαλίζοντας την περιβαλλοντική ακεραιότητα.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προσδιορίζουν τα προϊόντα υλικών ξυλείας, μεταξύ άλλων φλοιούς, που εμπίπτουν στο πλαίσιο των υφιστάμενων και νέων κατηγοριών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, αντίστοιχα, με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC όπως εγκρίθηκαν από τη διάσκεψη των μερών της UNFCCC ή τη διάσκεψη των μερών συνερχόμενη ως Συνεδρίαση των μερών της συμφωνίας του Παρισιού, με την προϋπόθεση ότι τα διαθέσιμα δεδομένα είναι διαφανή και επαληθεύσιμα.

Άρθρο 10

Λογιστική καταγραφή των φυσικών διαταραχών

1.   Στο τέλος της κάθε περιόδου από το 2021 έως το 2025 και από το 2026 έως το 2030, τα κράτη μέλη δύνανται να εξαιρούν από τους λογαριασμούς τους που αφορούν δασωμένες εκτάσεις και διαχειριζόμενες δασικές εκτάσεις, τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που οφείλονται σε φυσικές διαταραχές και οι οποίες υπερβαίνουν τις μέσες εκπομπές που προκλήθηκαν από φυσικές διαταραχές κατά την περίοδο από το 2001 έως το 2020, εξαιρουμένων των έκτροπων στατιστικών τιμών («βασικού επιπέδου»). Το εν λόγω βασικό επίπεδο υπολογίζεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο και το παράρτημα VI.

2.   Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος εφαρμόζει τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1:

α)

υποβάλλει στην Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με το βασικό επίπεδο για τις κατηγορίες λογιστικής καταγραφής γης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και σχετικά με τα δεδομένα και τις μεθοδολογίες που χρησιμοποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα VI και

β)

εξαιρεί από τη λογιστική καταγραφή έως το 2030 όλες τις επακόλουθες απορροφήσεις για τις εκτάσεις που επλήγησαν από φυσικές διαταραχές.

3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16 για την τροποποίηση του παραρτήματος VI προκειμένου να αναθεωρήσει τις απαιτήσεις μεθοδολογίας και παροχής πληροφοριών του παραρτήματος αυτού ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι αλλαγές στις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC όπως εγκρίθηκαν από τη διάσκεψη των μερών της UNFCCC ή τη διάσκεψη των μερών συνερχόμενη ως Συνεδρίαση των μερών της συμφωνίας του Παρισιού.

Άρθρο 11

Ευελιξία

1.   Τα κράτη μέλη δύνανται να χρησιμοποιήσουν:

α)

τη γενική ευελιξία που ορίζεται στο άρθρο 12 και

β)

προκειμένου να συμμορφωθούν με τη δέσμευση του άρθρου 4, την ευελιξία σχετικά με διαχειριζόμενες δασικές εκτάσεις που ορίζεται στο άρθρο 13.

2.   Εάν κράτος μέλος δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις παρακολούθησης που προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο δα) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013, ο κεντρικός διαχειριστής που έχει οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 20 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ («κεντρικός διαχειριστής») απαγορεύει προσωρινά στο εν λόγω κράτος μέλος τη μεταφορά ή την αποταμίευση κατ’ εφαρμογή του άρθρου 12 παράγραφοι 2 και 3 του παρόντος κανονισμού ή τη χρήση της ευελιξίας σχετικά με διαχειριζόμενες δασικές εκτάσεις του άρθρου 13 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 12

Γενική ευελιξία

1.   Όταν οι συνολικές εκπομπές υπερβαίνουν τις συνολικές απορροφήσεις σε ένα κράτος μέλος και αυτό το κράτος μέλος έχει επιλέξει να χρησιμοποιήσει τις δυνατότητες ευελιξίας του και έχει ζητήσει να διαγράψει τα ετήσια δικαιώματα εκπομπής δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842, αυτή η ποσότητα των διαγραφέντων ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής λαμβάνεται υπόψη κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του κράτους μέλους προς τη δέσμευσή του δυνάμει του άρθρου 4 του παρόντος κανονισμού.

2.   Στον βαθμό που οι συνολικές απορροφήσεις υπερβαίνουν τις συνολικές εκπομπές σε κράτος μέλος και κατόπιν αφαίρεσης της τυχόν ποσότητας που λαμβάνεται υπόψη σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842, το κράτος μέλος δύναται να μεταφέρει την υπολειπόμενη ποσότητα απορροφήσεων σε κάποιο άλλο κράτος μέλος. Η μεταφερόμενη ποσότητα λαμβάνεται υπόψη κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του κράτους μέλους υποδοχής προς τη δέσμευσή του δυνάμει του άρθρου 4 του παρόντος κανονισμού.

3.   Στον βαθμό που οι συνολικές απορροφήσεις υπερβαίνουν τις συνολικές εκπομπές σε κράτος μέλος κατά την περίοδο από το 2021 έως το 2025 και κατόπιν αφαίρεσης της τυχόν ποσότητας που λαμβάνεται υπόψη σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 ή που μεταφέρεται σε άλλο κράτος μέλος κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, το κράτος μέλος δύναται να αποταμιεύσει την υπολειπόμενη ποσότητα απορροφήσεων για την περίοδο από το 2026 έως το 2030.

4.   Προκειμένου να αποφεύγεται η διπλή καταγραφή, η ποσότητα των καθαρών απορροφήσεων που έχουν ληφθεί υπόψη σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 αφαιρείται από την ποσότητα του συγκεκριμένου κράτους μέλους που είναι διαθέσιμη για μεταφορά σε άλλο κράτος μέλος ή για αποταμίευση, κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 13

Ευελιξία σχετικά με διαχειριζόμενες δασικές εκτάσεις

1.   Όταν σε ένα κράτος μέλος οι συνολικές εκπομπές υπερβαίνουν τις συνολικές απορροφήσεις στις κατηγορίες λογιστικής καταγραφής γης που αναφέρονται στο άρθρο 2, όπως καταγράφονται λογιστικά σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, το εν λόγω κράτος μέλος δύναται να χρησιμοποιήσει τις δυνατότητες ευελιξίας που ορίζονται στο παρόν άρθρο σχετικά με διαχειριζόμενες δασικές εκτάσεις προκειμένου να συμμορφωθεί με το άρθρο 4.

2.   Όταν το αποτέλεσμα του υπολογισμού που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 είναι θετικός αριθμός, το οικείο κράτος μέλος δικαιούται να αντισταθμίσει τις εν λόγω εκπομπές εάν:

α)

το κράτος μέλος έχει περιλάβει, στη στρατηγική που έχει υποβάλει σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013, εν εξελίξει ή σχεδιαζόμενα συγκεκριμένα μέτρα που διασφαλίζουν τη διατήρηση ή βελτίωση, κατά περίπτωση, δασικών καταβοθρών και δεξαμενών και

β)

οι συνολικές εκπομπές εντός της Ένωσης να μην υπερβαίνουν τις συνολικές απορροφήσεις στις κατηγορίες λογιστικής καταγραφής γης που αναφέρονται στο άρθρο 2 του παρόντος κανονισμού για την περίοδο κατά την οποία το κράτος μέλος προτίθεται να κάνει χρήση της αντιστάθμισης. Κατά την αξιολόγηση του κατά πόσον οι συνολικές εκπομπές εντός της Ένωσης υπερβαίνουν τις συνολικές απορροφήσεις, η Επιτροπή διασφαλίζει ότι αποφεύγεται από τα κράτη μέλη η διπλή καταγραφή, ιδίως κατά την άσκηση των δυνατοτήτων ευελιξίας που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/842.

3.   Όσον αφορά το ποσό της αντιστάθμισης, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί να επωφεληθεί της αντιστάθμισης μόνον:

α)

για καταβόθρες που καταγράφονται λογιστικά ως εκπομπές σε σχέση με το επίπεδο αναφοράς των δασικών εκτάσεών του και

β)

έως το μέγιστο ποσό αντιστάθμισης για το εν λόγω κράτος μέλος που ορίζεται στο παράρτημα VII για την περίοδο από το 2021 έως το 2030.

4.   Η Φινλανδία μπορεί να αντισταθμίσει μέχρι και 10 εκατομμύρια τόνους εκπομπών ισοδυνάμου CO2 υπό την προϋπόθεση ότι πληροί τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία α) και β).

Άρθρο 14

Έλεγχος συμμόρφωσης

1.   Έως τις 15 Μαρτίου 2027 για την περίοδο από το 2021 έως το 2025 και έως τις 15 Μαρτίου 2032 για την περίοδο από το 2026 έως το 2030, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή έκθεση συμμόρφωσης που περιέχει το ισοζύγιο των συνολικών εκπομπών και των συνολικών απορροφήσεων για την αντίστοιχη περίοδο για καθεμία από τις κατηγορίες λογιστικής καταγραφής γης που ορίζονται στο άρθρο 2, εφαρμόζοντας λογιστικούς κανόνες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

Η εν λόγω έκθεση περιέχει επιπλέον, κατά περίπτωση, λεπτομέρειες σχετικά με την πρόθεση χρήσης των δυνατοτήτων ευελιξίας που αναφέρονται στο άρθρο 11 και τα σχετικά ποσά ή με τη χρήση αυτών των δυνατοτήτων ευελιξίας και των σχετικών ποσών.

2.   Η Επιτροπή προβαίνει σε ενδελεχή εξέταση των εκθέσεων συμμόρφωσης που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου για τους σκοπούς της αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το άρθρο 4.

3.   Η Επιτροπή προετοιμάζει έκθεση το 2027, για την περίοδο από το 2021 έως το 2025, και το 2032, για την περίοδο από το 2026 έως το 2030, σχετικά με τις συνολικές εκπομπές και τις συνολικές απορροφήσεις αερίων του θερμοκηπίου στην Ένωση, για καθεμία από τις κατηγορίες λογιστικής καταγραφής γης που αναφέρονται στο άρθρο 2, υπολογιζόμενων ως οι συνολικές εκπομπές και οι συνολικές απορροφήσεις που αναφέρθηκαν για την περίοδο μείον την τιμή που προκύπτει πολλαπλασιάζοντας επί πέντε τις μέσες ετήσιες εκπομπές και απορροφήσεις της Ένωσης που αναφέρθηκαν για την περίοδο από το 2000 έως το 2009.

4.   Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος επικουρεί την Επιτροπή κατά την εφαρμογή του πλαισίου παρακολούθησης και συμμόρφωσης που προβλέπεται στο παρόν άρθρο, σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του.

Άρθρο 15

Μητρώο

1.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16 του παρόντος κανονισμού για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού προκειμένου να ορίσει κανόνες για την καταγραφή των ποσοτήτων των εκπομπών και απορροφήσεων για κάθε κατηγορία λογιστικής καταγραφής γης σε κάθε κράτος μέλος, και προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η λογιστική καταγραφή που διενεργείται σε σχέση με την άσκηση των δυνατοτήτων ευελιξίας σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 13 του παρόντος κανονισμού μέσω του ενωσιακού μητρώου που θεσπίστηκε κατ’ εφαρμογή του άρθρου 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 είναι ορθή.

2.   Ο κεντρικός διαχειριστής πραγματοποιεί αυτοματοποιημένο έλεγχο κάθε συναλλαγής στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού και, εφόσον απαιτείται, απαγορεύει συναλλαγές, για να διασφαλίζει ότι δεν σημειώνονται παρατυπίες.

3.   Το κοινό έχει πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.

Άρθρο 16

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 παράγραφος 2, στο άρθρο 5 παράγραφος 6, στο άρθρο 8 παράγραφοι 8 και 9, στο άρθρο 9 παράγραφος 2, στο άρθρο 10 παράγραφος 3 και στο άρθρο 15 παράγραφος 1 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 9 Ιουλίου 2018. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2, στο άρθρο 5 παράγραφος 6, στο άρθρο 8 παράγραφοι 8 και 9, στο άρθρο 9 παράγραφος 2, στο άρθρο 10 παράγραφος 3 και στο άρθρο 15 παράγραφος 1 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 2, του άρθρου 5 παράγραφος 6, του άρθρου 8 παράγραφοι 8 και 9, του άρθρου 9 παράγραφος 2, του άρθρου 10 παράγραφος 3 και του άρθρου 15 παράγραφος 1 τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 17

Επανεξέταση

1.   Ο παρών κανονισμός επανεξετάζεται τακτικά, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τις διεθνείς εξελίξεις και προσπάθειες που καταβλήθηκαν για την επίτευξη των μακροπρόθεσμων στόχων της συμφωνίας του Παρισιού.

Με βάση τα πορίσματα της έκθεσης που προετοιμάζεται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 3 και τα αποτελέσματα της αξιολόγησης που διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο β), η Επιτροπή υποβάλλει, όπου κρίνεται σκόπιμο, προτάσεις ώστε να εξασφαλιστεί ότι γίνεται σεβαστή η ακεραιότητα του συνολικού στόχου της Ένωσης για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου έως το 2030 και η συμβολή του στην επίτευξη των στόχων της συμφωνίας του Παρισιού.

2.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο εντός έξι μηνών από κάθε παγκόσμιο απολογισμό που έχει συμφωνηθεί δυνάμει του άρθρου 14 της συμφωνίας του Παρισιού αναφορικά με τη λειτουργία του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης κατά περίπτωση αξιολόγησης του αντίκτυπου των δυνατοτήτων ευελιξίας που αναφέρονται στο άρθρο 11, καθώς και τη συμβολή του παρόντος κανονισμού στον συνολικό στόχο της Ένωσης για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου έως το 2030 και τη συμβολή του στην επίτευξη των στόχων της συμφωνίας του Παρισιού, ιδίως ως προς την ανάγκη για πρόσθετες πολιτικές και μέτρα της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου πλαισίου για μετά το 2030, ενόψει των απαιτούμενων αυξήσεων στις μειώσεις και τις απορροφήσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου στην Ένωση, και υποβάλλει προτάσεις, εφόσον απαιτείται.

Άρθρο 18

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 525/2013 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 7, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«δα)

από το 2023, τις εκπομπές και τις απορροφήσεις τους που προβλέπονται από το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1) σύμφωνα με τις μεθοδολογίες που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙα του παρόντος κανονισμού·

(*1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τη συμπερίληψη των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και των απορροφήσεων από δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγής χρήσης γης και δασοπονίας στο πλαίσιο για το κλίμα και την ενέργεια έως το 2030, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 525/2013 και της απόφασης αριθ. 529/2013/ΕΕ (ΕΕ L 156 της 19.6.2018, σ. 1).»·"

β)

προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Ένα κράτος μέλος δύναται να ζητήσει να του χορηγηθεί παρέκκλιση από την Επιτροπή από το πρώτο εδάφιο στοιχείο δα) για να εφαρμόσει διαφορετική μεθοδολογία από αυτή που προβλέπεται στο παράρτημα ΙΙΙα, όταν η απαιτούμενη βελτίωση της μεθοδολογίας δεν δύναται να επιτευχθεί εγκαίρως, ώστε η βελτίωση να μπορεί να συμπεριληφθεί στην απογραφή των αερίων θερμοκηπίου για την περίοδο από το 2021 έως το 2030 ή όταν το κόστος βελτίωσης της μεθοδολογίας θα ήταν δυσανάλογα υψηλό σε σύγκριση με τα οφέλη από την εφαρμογή της εν λόγω μεθοδολογίας για τη βελτίωση της λογιστικής καταγραφής των εκπομπών και των απορροφήσεων λόγω της μικρής σημασίας των εκπομπών και απορροφήσεων από τις σχετικές δεξαμενές άνθρακα. Τα κράτη μέλη που επιθυμούν να επωφεληθούν από την παρούσα παρέκκλιση υποβάλλουν αιτιολογημένη αίτηση στην Επιτροπή έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020, όπου θα αναφέρουν το χρονικό σημείο υλοποίησης της προτεινόμενης μεθοδολογικής βελτίωσης, την εναλλακτική μεθοδολογία ή και τα δύο, και θα αξιολογούν τις δυνητικές επιπτώσεις στην ακρίβεια της λογιστικής καταγραφής. Η Επιτροπή δύναται να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες, οι οποίες θα πρέπει να υποβληθούν εντός συγκεκριμένου εύλογου διαστήματος. Όταν η Επιτροπή θεωρεί ότι η αίτηση είναι δικαιολογημένη, εγκρίνει τη ζητούμενη παρέκκλιση. Εάν η Επιτροπή απορρίψει την αίτηση, αιτιολογεί επαρκώς την απόφασή της.».

2)

Στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο γ), προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«viii)

από το 2023, πληροφορίες σχετικά με τις εθνικές πολιτικές και τα μέτρα που εφαρμόζονται προς την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841, καθώς και πληροφορίες για τις σχεδιαζόμενες πρόσθετες εθνικές πολιτικές και μέτρα που προβλέπονται με σκοπό τον περιορισμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου ή την ενίσχυση των καταβοθρών πέρα από τις δεσμεύσεις τους δυνάμει του εν λόγω κανονισμού·».

3)

Στο άρθρο 14 παράγραφος 1, παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«βα)

από το 2023, συνολικές προβλέψεις για τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και χωριστές εκτιμήσεις για τις προβλεπόμενες εκπομπές και απορροφήσεις αερίων θερμοκηπίου που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841».

4)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο παράρτημα:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IIΙΑ

Μεθοδολογίες για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο δα)

Προσέγγιση 3: Δεδομένα μετατροπής χρήσης γης με γεωγραφικό προσδιορισμό σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC του 2006 για τις εθνικές απογραφές αερίων θερμοκηπίου.

Μεθοδολογία βαθμίδας 1 σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC του 2006 για τις εθνικές απογραφές αερίων θερμοκηπίου.

Για τις εκπομπές και τις απορροφήσεις για δεξαμενή άνθρακα που αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 25-30 % των εκπομπών ή απορροφήσεων σε κατηγορία πηγής ή καταβόθρας που χρήζει προτεραιότητας στο εθνικό σύστημα απογραφής ενός κράτους μέλους, επειδή η εκτίμησή της έχει σημαντική επίδραση στη συνολική απογραφή των αερίων θερμοκηπίου μιας χώρας αναφορικά με το απόλυτο επίπεδο εκπομπών και απορροφήσεων, την τάση των εκπομπών και των απορροφήσεων ή την αβεβαιότητα όσον αφορά τις εκπομπές και τις απορροφήσεις σε κατηγορίες χρήσης γης, μεθοδολογία τουλάχιστον βαθμίδας 2, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC του 2006 για τις εθνικές απογραφές αερίων θερμοκηπίου.

Τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να εφαρμόζουν τη μεθοδολογία βαθμίδας 3, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC του 2006 για τις εθνικές απογραφές αερίων θερμοκηπίου.».

Άρθρο 19

Τροποποίηση της απόφασης αριθ. 529/2013/ΕΕ

Η απόφαση αριθ. 529/2013/ΕΕ τροποποιείται ως εξής

1)

Στο άρθρο 3 παράγραφος 2, το πρώτο εδάφιο διαγράφεται.

2)

Στο άρθρο 6, η παράγραφος 4 διαγράφεται.

Άρθρο 20

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 30 Μαΐου 2018.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

L. PAVLOVA


(1)  ΕΕ C 75 της 10.3.2017, σ. 103.

(2)  ΕΕ C 272 της 17.8.2017, σ. 36.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Απριλίου 2018 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 14ης Μαΐου 2018.

(4)  Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32).

(5)  ΕΕ L 282 της 19.10.2016, σ. 4.

(6)  Απόφαση (ΕΕ) 2016/1841 του Συμβουλίου, της 5ης Οκτωβρίου 2016, για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας του Παρισιού που εγκρίθηκε στο πλαίσιο της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (ΕΕ L 282 της 19.10.2016, σ. 1).

(7)  Απόφαση αριθ. 529/2013/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, σχετικά με λογιστικούς κανόνες για τις εκπομπές και τις απορροφήσεις αερίων θερμοκηπίου από δραστηριότητες σχετιζόμενες με τις χρήσεις γης, τις αλλαγές χρήσεων γης και τη δασοπονία και πληροφόρηση για δράσεις σχετιζόμενες με τις δραστηριότητες αυτές (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 80).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, σχετικά με μηχανισμό παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και άλλων πληροφοριών σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο που αφορούν την αλλαγή του κλίματος και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 280/2004/ΕΚ (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 13).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 601/2012 της Επιτροπής, της 21ης Ιουνίου 2012, για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κατ’ εφαρμογή της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 181 της 12.7.2012, σ. 30).

(10)  Απόφαση 89/367/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1989, για τη σύσταση μόνιμης δασικής επιτροπής (ΕΕ L 165 της 15.6.1989, σ. 14).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τις δεσμευτικές ετήσιες μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη από το 2021 έως το 2030, στο πλαίσιο της συμβολής στη δράση για το κλίμα για την τήρηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τη συμφωνία του Παρισιού και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 (βλέπε σελίδα 26 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(12)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(13)  Οδηγία 2007/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2007, για τη δημιουργία υποδομής χωρικών πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (Inspire) (ΕΕ L 108 της 25.4.2007, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΑΕΡΙΑ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ ΚΑΙ ΔΕΞΑΜΕΝΕΣ ΑΝΘΡΑΚΑ

A.

Αέρια θερμοκηπίου όπως αναφέρονται στο άρθρο 2:

α)

διοξείδιο του άνθρακα (CO2)

β)

μεθάνιο (CH4)

γ)

υποξείδιο του αζώτου (N2O).

Τα εν λόγω αέρια θερμοκηπίου εκφράζονται σε τόνους ισοδυνάμου CO2 και καθορίζονται σύμφωνα τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2013.

B.

Δεξαμενές άνθρακα όπως αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 4:

α)

υπέργεια βιομάζα,

β)

υπόγεια βιομάζα,

γ)

στρωμνή,

δ)

νεκρό ξύλο,

ε)

οργανικός άνθρακας του εδάφους,

στ)

προϊόντα υλοτομίας στις κατηγορίες λογιστικής καταγραφής γης των δασωμένων εκτάσεων και των διαχειριζόμενων δασικών εκτάσεων.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΤΙΜΕΣ ΕΚΤΑΣΗΣ, ΣΥΓΚΟΜΩΣΗΣ ΚΑΙ ΥΨΟΥΣ ΔΕΝΔΡΩΝ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ

Κράτος μέλος

Έκταση (ha)

Ποσοστό συγκόμωσης (%)

Ύψος δέντρων (μ)

Βέλγιο

0,5

20

5

Βουλγαρία

0,1

10

5

Τσεχική Δημοκρατία

0,05

30

2

Δανία

0,5

10

5

Γερμανία

0,1

10

5

Εσθονία

0,5

30

2

Ιρλανδία

0,1

20

5

Ελλάδα

0,3

25

2

Ισπανία

1,0

20

3

Γαλλία

0,5

10

5

Κροατία

0,1

10

2

Ιταλία

0,5

10

5

Κύπρος

0,3

10

5

Λετονία

0,1

20

5

Λιθουανία

0,1

30

5

Λουξεμβούργο

0,5

10

5

Ουγγαρία

0,5

30

5

Μάλτα

1,0

30

5

Ολλανδία

0,5

20

5

Αυστρία

0,05

30

2

Πολωνία

0,1

10

2

Πορτογαλία

1,0

10

5

Ρουμανία

0,25

10

5

Σλοβενία

0,25

30

2

Σλοβακία

0,3

20

5

Φινλανδία

0,5

10

5

Σουηδία

0,5

10

5

Ηνωμένο Βασίλειο

0,1

20

2


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΕΤΟΣ ΒΑΣΗΣ Ή ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΟΡΙΟΥ ΚΑΤ’ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 8 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Κράτος μέλος

Έτος βάσης/Περίοδος

Βέλγιο

1990

Βουλγαρία

1988

Τσεχική Δημοκρατία

1990

Δανία

1990

Γερμανία

1990

Εσθονία

1990

Ιρλανδία

1990

Ελλάδα

1990

Ισπανία

1990

Γαλλία

1990

Κροατία

1990

Ιταλία

1990

Κύπρος

1990

Λετονία

1990

Λιθουανία

1990

Λουξεμβούργο

1990

Ουγγαρία

1985-87

Μάλτα

1990

Ολλανδία

1990

Αυστρία

1990

Πολωνία

1988

Πορτογαλία

1990

Ρουμανία

1989

Σλοβενία

1986

Σλοβακία

1990

Φινλανδία

1990

Σουηδία

1990

Ηνωμένο Βασίλειο

1990


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΕΘΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΣ ΔΑΣΙΚΩΝ ΕΚΤΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΕΙ ΤΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΔΑΣΙΚΩΝ ΕΚΤΑΣΕΩΝ ΕΝΟΣ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ

A.   Κριτήρια και κατευθυντήριες γραμμές για τον καθορισμό των επιπέδων αναφοράς δασικών εκτάσεων

Το επίπεδο αναφοράς δασικών εκτάσεων κράτους μέλους καθορίζεται σύμφωνα με τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

το επίπεδο αναφοράς είναι συνεπές με τον στόχο της επίτευξης ισορροπίας μεταξύ των ανθρωπογενών εκπομπών από πηγές και των απορροφήσεων από καταβόθρες αερίων θερμοκηπίου κατά το δεύτερο μισό αυτού του αιώνα, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης δυνητικών απορροφήσεων από γηράσκοντα δασικά αποθέματα, που, σε διαφορετική περίπτωση, ενδέχεται να εμφαίνουν σταδιακά φθίνουσες καταβόθρες·

β)

το επίπεδο αναφοράς διασφαλίζει τον αποκλεισμό της απλής παρουσίας αποθεμάτων άνθρακα από τη λογιστική καταγραφή·

γ)

το επίπεδο αναφοράς θα πρέπει να διασφαλίζει ένα άρτιο και αξιόπιστο λογιστικό σύστημα το οποίο εξασφαλίζει την κατάλληλη λογιστική καταγραφή των εκπομπών και των απορροφήσεων που προκύπτουν από τη χρήση βιομάζας·

δ)

το επίπεδο αναφοράς περιλαμβάνει τη δεξαμενή άνθρακα των προϊόντων υλοτομίας, παρέχοντας με αυτό τον τρόπο μια σύγκριση μεταξύ της παραδοχής στιγμιαίας οξείδωσης και της εφαρμογής της συνάρτησης διάσπασης πρώτης τάξεως και τιμών χρόνου υποδιπλασιασμού·

ε)

τεκμαίρεται ότι είναι σταθερή η σχέση μεταξύ της στερεής και της ενεργειακής χρήσης της δασικής βιομάζας με βάση τα στοιχεία για την περίοδο από το 2000 έως το 2009·

στ)

το επίπεδο αναφοράς θα πρέπει να είναι συνεπές με τον στόχο της συνεισφοράς στη διατήρηση της βιοποικιλότητας και τη βιώσιμη χρήση των φυσικών πόρων, όπως ορίζεται στη δασική στρατηγική της ΕΕ, τις εθνικές δασικές πολιτικές του εκάστοτε κράτους μέλους και τη στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα·

ζ)

το επίπεδο αναφοράς είναι συνεπές με τις εθνικές προβλέψεις για τις ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από πηγές και τις απορροφήσεις από καταβόθρες που δηλώνονται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013·

η)

το επίπεδο αναφοράς είναι συνεπές με τις απογραφές αερίων θερμοκηπίου και τα σχετικά ιστορικά δεδομένα και βασίζονται σε διαφανή, πλήρη, συνεκτικά, συγκρίσιμα και ακριβή στοιχεία. Ειδικότερα, το υπόδειγμα που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του επιπέδου αναφοράς είναι σε θέση να αναπαράγει τα ιστορικά δεδομένα από την εθνική απογραφή των αερίων θερμοκηπίου.

B.   Στοιχεία του εθνικού σχεδίου λογιστικής καταγραφής δασικών εκτάσεων

Το εθνικό σχέδιο λογιστικής καταγραφής δασικών εκτάσεων που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 8 περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

γενική περιγραφή του καθορισμού του επιπέδου αναφοράς δασικών εκτάσεων και περιγραφή του τρόπου με τον οποίο ελήφθησαν υπόψη τα κριτήρια του παρόντος κανονισμού·

β)

αναγνωριστικά στοιχεία των δεξαμενών άνθρακα και των αερίων θερμοκηπίου που έχουν περιληφθεί στο επίπεδο αναφοράς δασικών εκτάσεων, αιτιολόγηση για την τυχόν παράλειψη δεξαμενής άνθρακα από τον καθορισμό του επιπέδου αναφοράς δασικών εκτάσεων και απόδειξη της συνοχής μεταξύ των δεξαμενών που περιλαμβάνονται στο επίπεδο αναφοράς δασικών εκτάσεων·

γ)

περιγραφή των προσεγγίσεων, μεθόδων και μοντέλων, συμπεριλαμβανομένων των ποσοτικών πληροφοριών, που χρησιμοποιούνται στον καθορισμό του επιπέδου αναφοράς δασικών εκτάσεων, σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη υποβληθείσα έκθεση εθνικής απογραφής, και περιγραφή στοιχείων τεκμηρίωσης σχετικά με τις πρακτικές και την ένταση βιώσιμης διαχείρισης των δασών καθώς και εγκριθεισών εθνικών πολιτικών·

δ)

πληροφορίες σχετικά με τα ποσοστά συλλογής που αναμένεται να αναπτυχθούν υπό διαφορετικά σενάρια πολιτικής·

ε)

περιγραφή του τρόπου με τον οποίο ελήφθη υπόψη καθένα από τα ακόλουθα στοιχεία κατά τον καθορισμό του επιπέδου αναφοράς δασικών εκτάσεων:

i)

την έκταση δάσους υπό διαχείριση·

ii)

εκπομπές και απορροφήσεις από δασικές εκτάσεις και προϊόντα υλοτομίας, όπως παρουσιάζονται στις απογραφές αερίων θερμοκηπίου, και σχετικά ιστορικά δεδομένα·

iii)

χαρακτηριστικά των δασών, συμπεριλαμβανομένων δυναμικών χαρακτηριστικών που σχετίζονται με την ηλικία των δασών, των διαβαθμίσεων αύξησης, του περίτροπου χρόνου και άλλων πληροφοριών σχετικά με τις συνήθεις δραστηριότητες διαχείρισης των δασών·

iv)

ιστορικά και μελλοντικά ποσοστά συγκομιδής με διάκριση μεταξύ ενεργειακών και μη ενεργειακών χρήσεων.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΣΥΝΑΡΤΗΣΗ ΔΙΑΣΠΑΣΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΤΑΞΕΩΣ, ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΤΙΜΕΣ ΧΡΟΝΟΥ ΥΠΟΔΙΠΛΑΣΙΑΣΜΟΥ ΓΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΥΛΟΤΟΜΙΑΣ

Μεθοδολογικά ζητήματα

Εάν δεν είναι δυνατόν να γίνει διάκριση μεταξύ των προϊόντων υλοτομίας στις κατηγορίες λογιστικής καταγραφής γης των δασωμένων εκτάσεων και των διαχειριζόμενων δασικών εκτάσεων, ένα κράτος μέλος μπορεί να επιλέξει να καταγράφει λογιστικά τα προϊόντα υλοτομίας με την παραδοχή ότι όλες οι εκπομπές και οι απορροφήσεις πραγματοποιούνται στις διαχειριζόμενες δασικές εκτάσεις.

Τα προϊόντα υλοτομίας σε χώρους διάθεσης στερεών αποβλήτων και τα προϊόντα υλοτομίας που συγκομίζονται για ενεργειακούς σκοπούς καταγράφονται λογιστικά επί τη βάσει της στιγμιαίας οξείδωσης.

Τα εισαγόμενα προϊόντα υλοτομίας, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους, δεν καταγράφονται λογιστικά από το κράτος μέλος εισαγωγής («προσέγγιση παραγωγής»).

Για τα εξαγόμενα προϊόντα υλοτομίας, τα ειδικά ανά χώρα δεδομένα αναφέρονται στις ειδικές ανά χώρα τιμές χρόνου υποδιπλασιασμού και τη χρήση των προϊόντων υλοτομίας στη χώρα εισαγωγής.

Οι ειδικές ανά χώρα τιμές χρόνου υποδιπλασιασμού για προϊόντα υλοτομίας που τίθενται σε κυκλοφορία στην αγορά της Ένωσης δεν θα πρέπει να αποκλίνουν από εκείνες που χρησιμοποιούνται από το κράτος μέλος εισαγωγής.

Τα κράτη μέλη μπορούν, αποκλειστικά για λόγους ενημέρωσης, να περιλαμβάνουν στα στοιχεία που υποβάλλουν το ποσοστό ξυλείας για ενεργειακούς σκοπούς που εισάγεται από χώρες εκτός της Ένωσης και τις χώρες προέλευσης αυτής της ξυλείας.

Αντί των μεθοδολογιών και των προκαθορισμένων τιμών χρόνου υποδιπλασιασμού του παρόντος παραρτήματος, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν ειδικές ανά χώρα μεθοδολογίες και τιμές χρόνου υποδιπλασιασμού, υπό τον όρο ότι αυτές οι μεθοδολογίες και τιμές προσδιορίζονται με βάση διαφανή και επαληθεύσιμα δεδομένα και ότι οι χρησιμοποιούμενες μεθοδολογίες είναι τουλάχιστον εξίσου αναλυτικές και ακριβείς με αυτές που ορίζονται στο παρόν παράρτημα.

Προκαθορισμένες τιμές χρόνου υποδιπλασιασμού:

Χρόνος υποδιπλασιασμού είναι ο αριθμός των ετών που χρειάζονται για να μειωθεί στο ήμισυ η αρχική τιμή της ποσότητας άνθρακα που αποθηκεύεται σε προϊόντα υλοτομίας.

Οι προκαθορισμένες τιμές χρόνου υποδιπλασιασμού είναι οι ακόλουθες:

α)

2 έτη για το χαρτί,

β)

25 έτη για τα ξυλόφυλλα,

γ)

35 έτη για την πριστή ξυλεία

Τα κράτη μέλη μπορούν να προσδιορίζουν τα προϊόντα υλικών ξυλείας, μεταξύ άλλων φλοιούς, που εμπίπτουν στο πλαίσιο των κατηγοριών που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) ανωτέρω, με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές της IPCC όπως εγκρίθηκαν από τη διάσκεψη των μερών της UNFCCC ή τη διάσκεψη των μερών συνερχόμενη ως Συνεδρίαση των μερών της συμφωνίας του Παρισιού, με την προϋπόθεση ότι τα διαθέσιμα δεδομένα είναι διαφανή και επαληθεύσιμα. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να χρησιμοποιούν ειδικές ανά χώρα υποκατηγορίες στο πλαίσιο οποιασδήποτε από τις ως άνω κατηγορίες.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΒΑΣΙΚΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΦΥΣΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ

1.

Για τον υπολογισμό του βασικού επιπέδου, παρέχονται οι ακόλουθες πληροφορίες:

α)

ιστορικά επίπεδα των εκπομπών λόγω φυσικών διαταραχών·

β)

το είδος ή τα είδη φυσικής διαταραχής που περιλαμβάνονται στην εκτίμηση·

γ)

εκτιμήσεις για τις συνολικές ετήσιες εκπομπές όσον αφορά τα συγκεκριμένα είδη φυσικής διαταραχής για το χρονικό διάστημα από το 2001 έως το 2020, ταξινομημένες κατά κατηγορία λογιστικής καταγραφής γης·

δ)

απόδειξη διασφάλισης συνοχής της χρονολογικής σειράς σε όλες τις σχετικές παραμέτρους, συμπεριλαμβανομένης της ελάχιστης έκτασης, των μεθοδολογιών εκτίμησης εκπομπών, της κάλυψης των δεξαμενών άνθρακα και των αερίων.

2.

Το βασικό επίπεδο υπολογίζεται ως ο μέσος όρος της χρονολογικής σειράς 2001-2020, εξαιρουμένων όλων των ετών κατά τα οποία καταγράφηκαν ασυνήθη επίπεδα εκπομπών, ήτοι εξαιρουμένων όλων των έκτροπων στατιστικών τιμών. Ο προσδιορισμός των έκτροπων στατιστικών τιμών πραγματοποιείται ως εξής:

α)

υπολογίζεται η αριθμητική μέση τιμή και η τυπική απόκλιση ολόκληρης της χρονολογικής σειράς 2001-2020·

β)

εξαιρούνται από τη χρονολογική σειρά όλα τα έτη κατά τα οποία οι ετήσιες εκπομπές υπερβαίνουν το διπλάσιο της τυπικής απόκλισης από τον μέσο όρο·

γ)

επανυπολογίζεται η μέση αριθμητική τιμή και η τυπική απόκλιση της χρονολογικής σειράς 2001-2020 πλην των ετών που εξαιρέθηκαν στο στοιχείο β)·

δ)

επαναλαμβάνονται τα στοιχεία β) και γ) έως ότου παύσουν να προκύπτουν έκτροπες τιμές.

3.

Μετά τον υπολογισμό του βασικού επιπέδου σύμφωνα με το σημείο 2 του παρόντος παραρτήματος, εάν το ποσό των εκπομπών που, σε ένα συγκεκριμένο έτος κατά τις περιόδους από το 2021 έως το 2025 και από το 2026 έως το 2030, υπερβαίνει το βασικό επίπεδο συν ένα περιθώριο, το ποσό των εκπομπών που υπερβαίνει το βασικό επίπεδο δύναται να εξαιρεθεί σύμφωνα με το άρθρο 10. Το περιθώριο ισούται με πιθανότητα της τάξεως του 95 %.

4.

Οι ακόλουθες εκπομπές δεν εξαιρούνται:

α)

εκπομπές οφειλόμενες σε δραστηριότητες υλοτομίας και υπολειμματικής υλοτομίας που πραγματοποιήθηκαν σε έκταση μετά από συμβάντα φυσικών διαταραχών·

β)

εκπομπές οφειλόμενες σε προδιαγεγραμμένη καύση που έλαβε χώρα σε έκταση σε οποιοδήποτε έτος της περιόδου από το 2021 έως το 2025 ή από το 2026 έως το 2030·

γ)

εκπομπές σε εκτάσεις που υπέστησαν αποψίλωση μετά από συμβάντα φυσικών διαταραχών.

5.

Οι απαιτήσεις παροχής πληροφοριών κατά το άρθρο 10 παράγραφος 2 περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)

προσδιορισμό όλων των χερσαίων εκτάσεων που επλήγησαν από φυσικές διαταραχές κατά το συγκεκριμένο έτος, συμπεριλαμβανομένης της γεωγραφικής θέσης τους, καθώς και του έτους και του είδους των φυσικών διαταραχών·

β)

απόδειξη ότι δεν επήλθε κατά το υπόλοιπο διάστημα της περιόδου από το 2021 έως το 2025 ή από το 2026 έως το 2030 αποψίλωση σε εκτάσεις που επλήγησαν από φυσικές διαταραχές και των οποίων οι εκπομπές εξαιρέθηκαν από τη λογιστική καταγραφή·

γ)

περιγραφή των επαληθεύσιμων μεθόδων και κριτηρίων που θα εφαρμοστούν για να διαπιστωθεί αν θα επέλθει αποψίλωση στις εν λόγω εκτάσεις κατά τα επόμενα έτη της περιόδου από το 2021 έως το 2025 ή από το 2026 έως το 2030·

δ)

όπου είναι εφικτό, περιγραφή των μέτρων που έλαβε το κράτος μέλος για την πρόληψη ή τον περιορισμό των συνεπειών των εν λόγω φυσικών διαταραχών·

ε)

όπου είναι εφικτό, περιγραφή των μέτρων που έλαβε το κράτος μέλος για την αποκατάσταση των εκτάσεων που επλήγησαν από τις εν λόγω φυσικές διαταραχές.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΜΕΓΙΣΤΟ ΠΟΣΟ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΠΟΥ ΔΙΑΤΙΘΕΤΑΙ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΥΕΛΙΞΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΔΙΑΧΕΙΡΙΖΟΜΕΝΕΣ ΔΑΣΙΚΕΣ ΕΚΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 13 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3 ΣΤΟΙΧΕΙΟ β)

Κράτος μέλος

Αναφερόμενος μέσος όρος απορροφήσεων από καταβόθρες δασικής έκτασης για την περίοδο από το 2000 έως το 2009 σε εκατ. τόνους ισοδυνάμου CO2 ετησίως

Όριο αντιστάθμισης εκφρασμένο σε εκατομμύρια τόνους ισοδυνάμου CO2 για την περίοδο από το 2021 έως 2030

Βέλγιο

–3,61

–2,2

Βουλγαρία

–9,31

–5,6

Τσεχική Δημοκρατία

–5,14

–3,1

Δανία

–0,56

–0,1

Γερμανία

–45,94

–27,6

Εσθονία

–3,07

–9,8

Ιρλανδία

–0,85

–0,2

Ελλάδα

–1,75

–1,0

Ισπανία

–26,51

–15,9

Γαλλία

–51,23

–61,5

Κροατία

–8,04

–9,6

Ιταλία

–24,17

–14,5

Κύπρος

–0,15

–0,03

Λετονία

–8,01

–25,6

Λιθουανία

–5,71

–3,4

Λουξεμβούργο

–0,49

–0,3

Ουγγαρία

–1,58

–0,9

Μάλτα

0,00

0,0

Ολλανδία

–1,72

–0,3

Αυστρία

–5,34

–17,1

Πολωνία

–37,50

–22,5

Πορτογαλία

–5,13

–6,2

Ρουμανία

–22,34

–13,4

Σλοβενία

–5,38

–17,2

Σλοβακία

–5,42

–6,5

Φινλανδία

–36,79

–44,1

Σουηδία

–39,55

–47,5

Ηνωμένο Βασίλειο

–16,37

–3,3


19.6.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 156/26


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/842 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 30ής Μαΐου 2018

σχετικά με τις δεσμευτικές ετήσιες μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη από το 2021 έως το 2030, στο πλαίσιο της συμβολής στη δράση για το κλίμα για την τήρηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τη συμφωνία του Παρισιού και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 192 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 23ης-24ης Οκτωβρίου 2014 σχετικά με το πλαίσιο πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια έως το 2030 εγκρίθηκε δεσμευτικός στόχος μείωσης κατά τουλάχιστον 40 %, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990, των εγχώριων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου έως το 2030 για το σύνολο της οικονομίας και ο εν λόγω στόχος επαληθεύτηκε στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17ης-18ης Μαρτίου 2016.

(2)

Στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 23ης-24ης Οκτωβρίου 2014 προβλεπόταν ότι ο στόχος μείωσης των εκπομπών κατά τουλάχιστον 40 % θα πρέπει να επιτευχθεί συλλογικά από την Ένωση με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο, με τις μειώσεις στους τομείς του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΕΔΕ της ΕΕ») που προβλέπονται από την οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) και τους τομείς εκτός ΣΕΔΕ να ανέρχονται σε 43 % και 30 % αντίστοιχα έως το 2030, σε σύγκριση με το 2005. Όλοι οι τομείς της οικονομίας θα πρέπει να συμβάλλουν στην επίτευξη των εν λόγω μειώσεων των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και όλα τα κράτη μέλη θα πρέπει να συμμετέχουν στην προσπάθεια αυτή, με μια δίκαιη και αλληλέγγυα κατανομή. Η μεθοδολογία για τον καθορισμό των εθνικών στόχων μείωσης των εκπομπών για τους τομείς εκτός ΣΕΔΕ, με όλα τα στοιχεία που εφαρμόζονται στην απόφαση αριθ. 406/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), θα πρέπει να συνεχιστεί έως το 2030, με τις προσπάθειες να κατανέμονται βάσει του σχετικού κατά κεφαλήν ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕγχΠ). Όλα τα κράτη μέλη θα πρέπει να συμβάλουν στη συνολική ενωσιακή μείωση το 2030 με τους στόχους τους να κυμαίνονται από 0 % έως – 40 % σε σύγκριση με το 2005. Οι εθνικοί στόχοι στο πλαίσιο της ομάδας των κρατών μελών με κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ άνω του μέσου όρου της Ένωσης θα πρέπει να προσαρμόζονται σχετικά, ώστε να αντικατοπτρίζουν την οικονομική αποδοτικότητα κατά τρόπο δίκαιο και ισορροπημένο. Η επίτευξη αυτών των μειώσεων των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου αναμένεται να ενισχύσει την αποτελεσματικότητα και την καινοτομία στην ενωσιακή οικονομία και ιδίως να προαγάγει βελτιώσεις, κυρίως στους τομείς των κτιρίων, της γεωργίας, της διαχείρισης των αποβλήτων και των μεταφορών, στον βαθμό που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(3)

Ο παρών κανονισμός αποτελεί μέρος της εφαρμογής της συνεισφοράς της Ένωσης στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού (6) που εγκρίθηκε στο πλαίσιο της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για τις κλιματικές μεταβολές («UNFCCC»). Η Συμφωνία του Παρισιού συνήφθη, εξ ονόματος της Ένωσης, στις 5 Οκτωβρίου 2016 με την απόφαση (ΕΕ) 2016/1841 του Συμβουλίου (7). H δέσμευση της Ένωσης για μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου στο σύνολο της οικονομίας εκτέθηκε στην εθνικά καθορισμένη πρόθεση συνεισφοράς που υποβλήθηκε ενόψει της συμφωνίας του Παρισιού από την Ένωση και τα κράτη μέλη της στη Γραμματεία της UNFCCC στις 6 Μαρτίου 2015. Η συμφωνία του Παρισιού τέθηκε σε ισχύ στις 4 Νοεμβρίου 2016 και αντικαθιστά την προσέγγιση που υιοθετήθηκε στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου του Κιότο του 1997, του οποίου η ισχύς θα εκπνεύσει το 2020.

(4)

Η συμφωνία του Παρισιού, μεταξύ άλλων, θέτει έναν μακροπρόθεσμο στόχο σύμφωνο με τον σκοπό να συγκρατηθεί η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας σαφώς κάτω των 2 βαθμών Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα και να συνεχιστούν οι προσπάθειες ώστε να διατηρηθεί στον 1,5 βαθμό Κελσίου πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα. Τονίζει, επίσης, τη σημασία της προσαρμογής στις δυσμενείς επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και του να καταστούν οι χρηματοδοτικές ροές συμβατές με την επίτευξη χαμηλών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και την κλιματικά ανθεκτική ανάπτυξη. Η συμφωνία του Παρισιού απαιτεί, επίσης, την ισορροπία μεταξύ των ανθρωπογενών εκπομπών από πηγές και των απορροφήσεων από καταβόθρες των αερίων θερμοκηπίου κατά το δεύτερο ήμισυ του τρέχοντος αιώνα και καλεί τα μέρη να αναλάβουν δράση για τη διατήρηση και την ενίσχυση, κατά περίπτωση, των καταβοθρών και των ταμιευτήρων αερίων του θερμοκηπίου, συμπεριλαμβανομένων των δασών.

(5)

Στα συμπεράσματά του της 29ης-30ής Οκτωβρίου 2009, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υποστήριξε τον στόχο της Ένωσης για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 80-95 % έως το 2050 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990, στο πλαίσιο των αναγκαίων μειώσεων που πρέπει να επιφέρουν οι ανεπτυγμένες χώρες ως ομάδα σύμφωνα με τη διακυβερνητική επιτροπή για την κλιματική αλλαγή (IPCC).

(6)

Οι εθνικά καθορισμένες συνεισφορές των μερών της συμφωνίας του Παρισιού θα αντικατοπτρίζουν την υψηλότερη δυνατή φιλοδοξία και θα αντιπροσωπεύουν μια διαχρονική εξέλιξη. Επιπλέον, τα μέρη της συμφωνίας του Παρισιού θα πρέπει να προσπαθούν να διαμορφώνουν και να κοινοποιούν μακροπρόθεσμες στρατηγικές ανάπτυξης με χαμηλές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού. Το Συμβούλιο, στα συμπεράσματά του της 13ης Οκτωβρίου 2017, αναγνωρίζει τη σημασία των μακροπρόθεσμων στόχων και των πενταετών κύκλων επανεξέτασης στην υλοποίηση της Συμφωνίας του Παρισιού και υπογραμμίζει τη σημασία των μακροπρόθεσμων στρατηγικών ανάπτυξης με χαμηλές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ως εργαλεία πολιτικής για τη χάραξη αξιόπιστης πορείας και τις μακροπρόθεσμες αλλαγές πολιτικής που απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων της συμφωνίας του Παρισιού.

(7)

Η μετάβαση σε καθαρή ενέργεια απαιτεί αλλαγές στην επενδυτική συμπεριφορά και παροχή κινήτρων σε ολόκληρο το φάσμα πολιτικής. Αποτελεί βασική προτεραιότητα της Ένωσης να δημιουργήσει μια ανθεκτική Ενεργειακή Ένωση που θα παρέχει ασφαλή, αειφόρο, ανταγωνιστική και οικονομικά προσιτή ενέργεια στους πολίτες της. Για να επιτευχθεί τούτο, απαιτείται η συνέχιση των φιλόδοξων κλιματικών δράσεων με τον παρόντα κανονισμό και η πρόοδος όσον αφορά τις άλλες πτυχές της Ενεργειακής Ένωσης, όπως ορίζονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 25ης Φεβρουαρίου 2015 με τίτλο «Στρατηγική-πλαίσιο για μια ανθεκτική Ενεργειακή Ένωση με μακρόπνοη πολιτική για την κλιματική αλλαγή».

(8)

Μια σειρά ενωσιακών μέτρων ενισχύουν τη δυνατότητα των κρατών μελών να εκπληρώσουν τις κλιματικές υποχρεώσεις και έχουν ζωτική σημασία για την επίτευξη των απαραίτητων μειώσεων των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου στους τομείς που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνεται η νομοθεσία για τα φθοριούχα αέρια θερμοκηπίου και τις μειώσεις των εκπομπών CO2 από οδικά οχήματα, ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ενεργειακή απόδοση και κυκλική οικονομία, καθώς και χρηματοδοτικά μέσα της Ένωσης για τις επενδύσεις που συνδέονται με το κλίμα.

(9)

Στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 19ης-20ής Μαρτίου 2015 σημειώνεται ότι η Ένωση έχει αναλάβει τη δέσμευση να οικοδομήσει μια Ενεργειακή Ένωση που θα περιλαμβάνει μακρόπνοη πολιτική για το κλίμα με βάση τη στρατηγική-πλαίσιο της Επιτροπής, οι πέντε διαστάσεις της οποίας είναι στενά αλληλένδετες και αλληλοενισχυόμενες. Η συγκράτηση της ενεργειακής ζήτησης συνιστά μια εκ των πέντε διαστάσεων της στρατηγικής για την Ενεργειακή Ένωση. Η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Μπορεί, επίσης, να είναι προς όφελος του περιβάλλοντος και της υγείας, να οδηγήσει στη βελτίωση της ενεργειακής ασφάλειας και τη μείωση του κόστους της ενέργειας για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, να συμβάλει στην άμβλυνση της ενεργειακής ένδειας και να οδηγήσει στην αύξηση των θέσεων εργασίας και της οικονομικής δραστηριότητας στο σύνολο της οικονομίας. Τα μέτρα που συμβάλλουν στη μεγαλύτερη αξιοποίηση των τεχνολογιών εξοικονόμησης ενέργειας στους τομείς των κτιρίων, της βιομηχανίας και των μεταφορών θα μπορούσε να αποτελέσουν οικονομικά αποδοτικό τρόπο που θα βοηθήσει τα κράτη μέλη να επιτύχουν τους στόχους τους βάσει του παρόντος κανονισμού.

(10)

Η εξάπλωση και η ανάπτυξη βιώσιμων και καινοτόμων πρακτικών και τεχνολογιών μπορεί να ενισχύσει το ρόλο του γεωργικού τομέα σε σχέση με τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτήν, ιδίως μέσω της μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και της διατήρησης και ενίσχυσης των καταβοθρών και αποθεμάτων άνθρακα. Προκειμένου να μειωθεί το αποτύπωμα άνθρακα και το οικολογικό αποτύπωμα του γεωργικού τομέα, με παράλληλη διατήρηση της παραγωγικότητας, της ικανότητας αναγέννησης και της ζωτικότητάς του, είναι σημαντικό να ενισχυθεί η δράση για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτήν, καθώς και η χρηματοδότηση της έρευνας για την ανάπτυξη βιώσιμων και καινοτόμων πρακτικών και τεχνολογιών και οι επενδύσεις σε αυτές.

(11)

Ο γεωργικός τομέας έχει άμεσο και σημαντικό αντίκτυπο στη βιοποικιλότητα και τα οικοσυστήματα. Για τον λόγο αυτό, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ του στόχου του παρόντος κανονισμού και άλλων ενωσιακών πολιτικών και στόχων, όπως είναι η κοινή γεωργική πολιτική και οι στόχοι που σχετίζονται με τη στρατηγική για τη βιοποικιλότητα, τη δασική στρατηγική και τη στρατηγική για την κυκλική οικονομία.

(12)

Ο τομέας των μεταφορών αντιπροσωπεύει σχεδόν το ένα τέταρτο των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου της Ένωσης. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να μειωθούν οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και οι κίνδυνοι που συνδέονται με την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα στον τομέα των μεταφορών, μέσω μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης και μετά το 2020 για την προώθηση της μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και της ενεργειακής απόδοσης στις μεταφορές, για τις ηλεκτρικές μετακινήσεις, για τη μετάβαση σε περισσότερο βιώσιμους τρόπους μεταφοράς, καθώς και για βιώσιμες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στις μεταφορές. Η μετάβαση προς την κινητικότητα χαμηλών εκπομπών στο πλαίσιο της ευρύτερης μετάβασης σε ασφαλή και αειφόρο οικονομία χαμηλές εκπομπές άνθρακα μπορεί να διευκολυνθεί μέσω της θέσπισης ευνοϊκών όρων και ισχυρών κινήτρων, καθώς και μακροπρόθεσμων στρατηγικών που να είναι σε θέση να ενισχύσουν τις επενδύσεις.

(13)

Οι επιπτώσεις των ενωσιακών και εθνικών πολιτικών και μέτρων για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να αξιολογούνται σύμφωνα με τις υποχρεώσεις παρακολούθησης και αναφοράς βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8).

(14)

Με την επιφύλαξη των εξουσιών της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής, η μεθοδολογία για την ενσωμάτωση, που υλοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2014-2020, θα πρέπει, κατά περίπτωση, να συνεχιστεί και να βελτιωθεί, με σκοπό να ανταποκριθεί στις προκλήσεις και τις επενδυτικές ανάγκες σχετικά με τη δράση για το κλίμα από το 2021 και εξής. Η χρηματοδότηση της Ένωσης θα πρέπει να συνάδει με τους στόχους της Ένωσης για το πλαίσιο πολιτικής για το κλίμα και την ενέργεια του 2030 και τους μακροπρόθεσμους στόχους που διατυπώνονται στη Συμφωνία του Παρισιού, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα των δημόσιων δαπανών. Η Επιτροπή θα πρέπει να εκπονήσει έκθεση σχετικά με τον αντίκτυπο της ενωσιακής χρηματοδότησης που χορηγείται από τον προϋπολογισμό της Ένωσης ή, άλλως, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης σχετικά με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου στους τομείς που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό ή την οδηγία 2003/87/ΕΚ.

(15)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καλύπτει τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τις κατηγορίες ενέργειας, βιομηχανικών διεργασιών και χρήσης προϊόντων, γεωργίας και αποβλήτων της IPCC, όπως προσδιορίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2013, εξαιρουμένων των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τις δραστηριότητες που απαριθμούνται στο παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

(16)

Τα δεδομένα που αναφέρονται επί του παρόντος στους εθνικούς καταλόγους απογραφής των αερίων θερμοκηπίου καθώς και στα μητρώα, τόσο στα εθνικά όσο και στο ενωσιακό, δεν επαρκούν ώστε να προσδιοριστούν, σε επίπεδο κράτους μέλους, οι εκπομπές CO2 της πολιτικής αεροπορίας σε εθνικό επίπεδο, οι οποίες δεν καλύπτονται από την οδηγία 2003/87/ΕΚ. Με τη θέσπιση των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων, η Ένωση δεν θα πρέπει να επιβάλει στα κράτη μέλη ή στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) επιβαρύνσεις δυσανάλογες προς τους επιδιωκόμενους στόχους. Οι εκπομπές CO2 από πτήσεις οι οποίες δεν καλύπτονται από την οδηγία 2003/87/ΕΚ αντιπροσωπεύουν πολύ μικρό μέρος των συνολικών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και η καθιέρωση συστήματος υποβολής εκθέσεων για τις εκπομπές αυτές θα απέβαινε υπερβολικά επαχθής, λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων απαιτήσεων για τον ευρύτερο τομέα δυνάμει της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. Συνεπώς, οι εκπομπές CO2 από την κατηγορία πηγών «1.A.3.A πολιτική αεροπορία» της IPCC θα πρέπει να θεωρούνται μηδενικές για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

(17)

Η μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σε κάθε κράτος μέλος έως το 2030 θα πρέπει να καθορίζεται σε σχέση με το επίπεδο των αναθεωρημένων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου του 2005 του σχετικού κράτους μέλους που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, εξαιρουμένων των εξακριβωμένων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από εγκαταστάσεις που λειτουργούσαν το 2005 και που συμπεριλήφθηκαν στο ΣΕΔΕ της ΕΕ μετά το 2005. Τα ετήσια δικαιώματα εκπομπών από την περίοδο 2021 έως 2030 θα πρέπει να καθορίζονται με βάση τα στοιχεία που υποβάλλονται από τα κράτη μέλη και εξετάζονται από την Επιτροπή.

(18)

Η προσέγγιση των ετήσιων δεσμευτικών εθνικών ορίων που έχει επιλεγεί με την απόφαση αριθ. 406/2009/ΕΚ θα πρέπει να συνεχιστεί από το 2021 έως το 2030. Οι κανόνες για τον καθορισμό των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής κάθε κράτους μέλους, όπως προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να ακολουθούν την ίδια μεθοδολογία όπως και για τα κράτη μέλη με αρνητικά όρια που απορρέουν από την εν λόγω απόφαση, αλλά με την έναρξη της πορείας υπολογισμού στα πέντε δωδεκατημόρια της απόστασης από το 2019 έως το 2020 ή το 2020 για τον μέσο όρο των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά την περίοδο 2016-2018 και με τη λήξη της πορείας αυτής να αποτελεί το όριο για το 2030 για κάθε κράτος μέλος. Προκειμένου να εξασφαλισθούν κατάλληλες συνεισφορές στον ενωσιακό στόχο μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για την περίοδο από το 2021 έως το 2030, η ημερομηνία έναρξης της πορείας υπολογισμού θα πρέπει να προσδιορίζεται για κάθε κράτος μέλος ανάλογα με το ποιο χρονικό σημείο οδηγεί σε χαμηλότερο δικαίωμα. Προσαρμογή των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής για το 2021 θα πρέπει να προβλέπεται για τα κράτη μέλη τόσο με θετικό όριο δυνάμει της απόφασης αριθ. 406/2009/ΕΚ, όσο και με αύξηση των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής μεταξύ 2017 και 2020 που καθορίζεται σύμφωνα με την απόφαση 2013/162/ΕΕ της Επιτροπής (9) και την εκτελεστική απόφαση 2013/634/ΕΕ της Επιτροπής (10), ώστε να αντικατοπτρίζεται η χωρητικότητα για την αύξηση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά τα εν λόγω έτη.

Θα πρέπει να παρέχεται μια πρόσθετη αναπροσαρμογή για ορισμένα κράτη μέλη σε αναγνώριση της έκτακτης κατάστασής τους βάσει της οποίας διαθέτουν αφενός ένα θετικό όριο δυνάμει της απόφασης αριθ. 406/2009/ΕΚ και, αφετέρου, είτε τις χαμηλότερες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου ανά κάτοικο, σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση, ή το χαμηλότερο ποσοστό εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τομείς που δεν καλύπτονται από την εν λόγω απόφαση σε σύγκριση με τις συνολικές τους εκπομπές αερίων θερμοκηπίου. Η εν λόγω πρόσθετη προσαρμογή θα πρέπει να καλύπτει μόνο μέρος των μειώσεων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που απαιτούνται κατά την περίοδο από το 2021 έως το 2029, για να διατηρηθούν τα κίνητρα για πρόσθετες μειώσεις εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και για να μην επηρεάζουν την επίτευξη του στόχου του 2030, λαμβάνοντας υπόψη τη χρήση των λοιπών προσαρμογών και των δυνατοτήτων ευελιξίας που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

(19)

Προκειμένου να διασφαλισθούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού σχετικά με τον καθορισμό των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής για τα κράτη μέλη, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11).

(20)

Στα συμπεράσματά του της 23ης-24ης Οκτωβρίου 2014, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επεσήμανε ότι η διαθεσιμότητα και χρήση των υφιστάμενων μέσων ευελιξίας εντός των εκτός ΣΕΔΕ τομέων θα πρέπει να ενισχυθεί σημαντικά, προκειμένου να εξασφαλιστεί η οικονομική αποδοτικότητα των συλλογικών προσπαθειών της Ένωσης και η σύγκλιση των κατά κεφαλήν εκπομπών αερίων θερμοκηπίου έως το 2030. Ως μέσο για την ενίσχυση της συνολικής οικονομικής αποδοτικότητας των συνολικών μειώσεων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να αποταμιεύουν και να δανείζονται μέρος των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής τους. Θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να μεταφέρουν μέρος των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής τους σε άλλα κράτη μέλη. Θα πρέπει να εξασφαλίζεται η διαφάνεια των μεταφορών αυτών και θα πρέπει να γίνονται με τρόπο που εξυπηρετεί αμφότερα τα κράτη μέλη, περιλαμβανομένων της διενέργειας πλειστηριασμού, της χρήσεως μεσαζόντων της αγοράς που δρουν βάσει πρακτορείου ή μέσω διμερών διευθετήσεων. Κάθε τέτοια μεταφορά θα μπορούσε να είναι αποτέλεσμα έργου ή προγράμματος για τη μείωση των αερίων θερμοκηπίου που υλοποιείται στο κράτος μέλος της πώλησης και που χρηματοδοτείται από το κράτος μέλος που επωφελείται. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να ενθαρρύνουν τη δημιουργία συμπράξεων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα για έργα δυνάμει του άρθρου 24α παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

(21)

Θα πρέπει να δημιουργηθεί νέα μορφή εφάπαξ ευελιξίας για να διευκολυνθεί η επίτευξη των στόχων για τα κράτη μέλη με εθνικούς στόχους μείωσης πολύ πάνω τόσο από το μέσο όρο της Ένωσης, όσο και από το οικονομικά αποδοτικό δυναμικό μείωσής τους, καθώς και για τα κράτη μέλη που δεν κατένειμαν δωρεάν τυχόν δικαιώματα του ΣΕΔΕ της ΕΕ σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις το 2013. Για να διαφυλαχθεί ο σκοπός του αποθεματικού για τη σταθερότητα της αγοράς, το οποίο θεσπίστηκε με την απόφαση (ΕΕ) 2015/1814 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12) για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών ανισορροπιών προσφοράς και ζήτησης στο ΣΕΔΕ της ΕΕ, τα δικαιώματα ΣΕΔΕ της ΕΕ που λήφθηκαν υπόψη για την εφάπαξ ευελιξία θα πρέπει να θεωρηθούν ως δικαιώματα ΣΕΔΕ της ΕΕ σε κυκλοφορία κατά τον προσδιορισμό του συνολικού αριθμού των δικαιωμάτων ΣΕΔΕ της ΕΕ σε κυκλοφορία κατά τη διάρκεια ενός δεδομένου έτους. Η Επιτροπή θα πρέπει να κρίνει, κατά την πρώτη της επανεξέταση στο πλαίσιο της εν λόγω απόφασης, εάν θα εξακολουθήσει να υπολογίζει ότι τα εν λόγω δικαιώματα ΣΕΔΕ της ΕΕ βρίσκονται σε κυκλοφορία.

(22)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13) θεσπίζει λογιστικούς κανόνες για τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και τις απορροφήσεις από δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγής χρήσης γης και δασοπονίας («land use, land-use change and forestry - LULUCF»). Δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού δεν θα πρέπει να καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό. Εντούτοις, ενώ το περιβαλλοντικό αποτέλεσμα βάσει του παρόντος κανονισμού όσον αφορά τις μειώσεις που γίνονται στα επίπεδα των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου επηρεάζεται από τη συνεκτίμηση μιας ποσότητας έως το άθροισμα των συνολικών καθαρών απορροφήσεων και των συνολικών καθαρών εκπομπών από δασωμένες εκτάσεις, αποδασωμένες εκτάσεις, διαχειριζόμενες καλλιεργήσιμες εκτάσεις, διαχειριζόμενες χορτολιβαδικές εκτάσεις και, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, διαχειριζόμενες δασικές εκτάσεις, καθώς και, όπου ορίζεται ως υποχρεωτικό στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841 , διαχειριζόμενους υγροτόπους, όπως ορίζονται στον εν λόγω κανονισμό, θα πρέπει να περιληφθεί στον παρόντα κανονισμό, ως επιπλέον δυνατότητα των κρατών μελών προκειμένου να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, όπου χρειάζεται, ευελιξία των LULUCF για μέγιστη ποσότητα 280 εκατομμυρίων τόνων ισοδυνάμου CO2 των εν λόγω απορροφήσεων, κατανεμημένης μεταξύ των κρατών μελών. Το εν λόγω συνολικό ποσό και η κατανομή του μεταξύ των κρατών μελών θα πρέπει να συνιστούν αναγνώριση του χαμηλότερου δυναμικού μετριασμού του γεωργικού τομέα και του τομέα χρήσης γης, καθώς και της κατάλληλης συμβολής του εν λόγω τομέα στον μετριασμό και τη δέσμευση των αερίων θερμοκηπίου. Επιπλέον, η οικειοθελής διαγραφής ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής βάσει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να καθιστά δυνατή τη συνεκτίμηση των εν λόγω ποσών κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των κρατών μελών προς τις απαιτήσεις του κανονισμού (EU) 2018/841 .

(23)

Στις 30 Νοεμβρίου 2016, η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης («πρόταση διακυβέρνησης»), η οποία απαιτεί από τα κράτη μέλη να καταρτίσουν ολοκληρωμένα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα στο πλαίσιο του στρατηγικού σχεδιασμού της πολιτικής για την ενέργεια και το κλίμα και για τις πέντε βασικές διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης. Σύμφωνα με την πρόταση διακυβέρνησης, τα εθνικά σχέδια που θα καλύπτουν την περίοδο από το 2021 έως το 2030 καλούνται να διαδραματίσουν θεμελιώδη ρόλο για τον σχεδιασμό των κρατών μελών της συμμόρφωσής τους με τον παρόντα κανονισμό και τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841 . Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη οφείλουν να καθορίσουν τις πολιτικές και τα μέτρα για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό και τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841 , με προοπτικές για τον μακροπρόθεσμο στόχο για την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ εκπομπών και απορροφήσεων αερίων θερμοκηπίου με βάση τη συμφωνία του Παρισιού. Τα εν λόγω σχέδια οφείλουν, επίσης, να προβαίνουν σε εκτίμηση των επιπτώσεων των προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων για την επίτευξη των στόχων. Σύμφωνα με την πρόταση διακυβέρνησης, η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να υποδείξει στις συστάσεις της σχετικά με το σχέδιο εθνικών σχεδίων την καταλληλότητα του επιπέδου φιλοδοξίας και της επακόλουθης εφαρμογής των πολιτικών και των μέτρων. Η πιθανή χρήση της ευελιξίας των LULUCF για τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την κατάρτιση των εν λόγω σχεδίων.

(24)

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος αποσκοπεί στην υποστήριξη της αειφόρου ανάπτυξης και τη συμβολή στην επίτευξη σημαντικής και μετρήσιμης βελτίωσης της κατάστασης του περιβάλλοντος, παρέχοντας στους πολιτικούς ιθύνοντες, στους δημόσιους φορείς και στο κοινό επίκαιρες, στοχευμένες, πρόσφορες και αξιόπιστες πληροφορίες. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος θα πρέπει να επικουρεί την Επιτροπή, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του Οργανισμού.

(25)

Τυχόν αναπροσαρμογές στην κάλυψη, όπως καθορίζεται στα άρθρα 11, 24, 24α και 27 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, θα πρέπει να αντισταθμίζονται από αντίστοιχη αναπροσαρμογή της μέγιστης ποσότητας των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό. Ως εκ τούτου, όταν τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν πρόσθετες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από εγκαταστάσεις οι οποίες προηγουμένως καλύπτονταν από την οδηγία 2003/87/ΕΚ στις δεσμεύσεις τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, τα εν λόγω κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν πρόσθετες πολιτικές και μέτρα στους τομείς που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό προκειμένου να μειωθούν οι εν λόγω εκπομπές αερίων θερμοκηπίου.

(26)

Σε αναγνώριση των προηγούμενων προσπαθειών που καταβλήθηκαν από το 2013 από τα κράτη μέλη που είχαν κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ κάτω από τον μέσο όρο της Ένωσης το 2013, είναι σκόπιμο να καθοριστεί ένα περιορισμένο αποθεματικό ασφάλειας ειδικού σκοπού που να αντιστοιχεί, κατ’ ανώτατο όριο, σε 105 εκατομμύρια τόνους ισοδυνάμου CO2, διατηρώντας παράλληλα την περιβαλλοντική ακεραιότητα του παρόντος κανονισμού, καθώς και τα κίνητρα για δράσεις των κρατών μελών πέραν των ελάχιστων εισφορών βάσει του παρόντος κανονισμού. Το απόθεμα ασφάλειας θα πρέπει να είναι επωφελές για τα κράτη μέλη των οποίων το κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ ήταν κάτω του μέσου όρου της Ένωσης για το έτος 2013, των οποίων οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου παραμένουν κάτω από τα οικεία ετήσια δικαιώματα εκπομπής από το 2013 έως το 2020 και τα οποία έχουν προβλήματα να επιτύχουν τον στόχο τους των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για το 2030, παρά τη χρήση άλλων δυνατοτήτων ευελιξίας που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Ένα αποθεματικό ασφάλειας αυτού του μεγέθους θα κάλυπτε σημαντικό μέρος των προβλεπόμενων ομαδικών ελλειμμάτων των επιλέξιμων κρατών μελών για την περίοδο 2021 έως 2030, χωρίς πρόσθετες πολιτικές, διατηρώντας παράλληλα τα κίνητρα για συμπληρωματικές ενέργειες. Το αποθεματικό ασφάλειας θα πρέπει να είναι διαθέσιμο στα κράτη μέλη το 2032, υπό ορισμένους όρους και υπό την προϋπόθεση ότι η χρήση του δεν υπονομεύει την επίτευξη του στόχου μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου της Ένωσης της τάξης του 30 % για το έτος 2030 στους τομείς που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό.

(27)

Προκειμένου να αποτυπώνονται οι εξελίξεις στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841 , καθώς και να διασφαλιστεί η ακριβής λογιστική καταγραφή στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το δικαίωμα χρήσης των λογιστικών κατηγοριών εκτάσεων των διαχειριζόμενων δασικών εκτάσεων και των διαχειριζόμενων υγροτόπων δυνάμει της ευελιξίας των LULUCF και σχετικά με τη λογιστική καταγραφή των συναλλαγών βάσει του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης των δυνατοτήτων ευελιξίας, της εφαρμογής ελέγχων συμμόρφωσης και της ακριβούς λειτουργίας του αποθεματικού ασφάλειας, μέσω του μητρώου που θεσπίστηκε δυνάμει του άρθρου 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 («ενωσιακό μητρώο»). Οι πληροφορίες όσον αφορά τη λογιστική καταγραφή βάσει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να είναι προσιτές στο κοινό. Οι αναγκαίες διατάξεις για τη λογιστική καταγραφή των συναλλαγών θα πρέπει να περιέχονται σε μία μόνο πράξη, η οποία θα συνδυάζει τις λογιστικές διατάξεις σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2013, τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841 , τον παρόντα κανονισμό και την οδηγία 2003/87/ΕΚ. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξαγάγει κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, και οι εν λόγω διαβουλεύσεις να πραγματοποιηθούν σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (14). Ειδικότερα, προκειμένου να εξασφαλιστεί ισότιμη συμμετοχή στην κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών και οι εμπειρογνώμονες των εν λόγω οργάνων έχουν συστηματική πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

(28)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να επανεξεταστεί το 2024 και στη συνέχεια ανά πενταετία, προκειμένου να αξιολογείται η συνολική λειτουργικότητά του, ειδικότερα όσον αφορά την ανάγκη για αυξημένη αυστηρότητα των πολιτικών και των μέτρων της Ένωσης. Η επανεξέταση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, αναδυόμενες εθνικές περιστάσεις και να επικαιροποιείται βάσει των αποτελεσμάτων του διαλόγου διευκόλυνσης του 2018 υπό την αιγίδα της UNFCCC («διάλογος Ταλανόα») και της παγκόσμιας απογραφής της συμφωνίας του Παρισιού. Στο πλαίσιο της επανεξέτασης, θα πρέπει επίσης να εκτιμηθεί η ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής, ώστε να διασφαλισθεί η επάρκεια των υποχρεώσεων που θεσπίζονται από τον παρόντα κανονισμό. Επιπλέον, στο πλαίσιο της τακτικής υποβολής εκθέσεων δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013, η Επιτροπή θα πρέπει, μέχρι τις 31 Οκτωβρίου 2019, να αξιολογήσει τα αποτελέσματα του διαλόγου Ταλανόα. Η αναθεώρηση για την περίοδο πέραν του 2030 θα πρέπει να ευθυγραμμισθεί με τους μακροπρόθεσμους στόχους και τις δεσμεύσεις στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού και, προς τον σκοπό αυτό, να αντανακλά τη διαχρονική πρόοδο.

(29)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποδοτική, διαφανής και οικονομικά αποτελεσματική υποβολή εκθέσεων και επαλήθευση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και άλλων πληροφοριών που απαιτούνται για την αξιολόγηση της προόδου ως προς τα ετήσια δικαιώματα εκπομπών των κρατών μελών, οι απαιτήσεις για την υποβολή ετήσιων εκθέσεων και αξιολόγησης δυνάμει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να ενσωματώνονται στα σχετικά άρθρα του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013. Ο εν λόγω κανονισμός θα πρέπει, επίσης, να διασφαλίζει ότι η πρόοδος των κρατών μελών κατά την πραγματοποίηση των μειώσεων των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου εξακολουθεί να αξιολογείται σε ετήσια βάση, λαμβάνοντας υπόψη την πρόοδο σε πολιτικές και μέτρα της Ένωσης και πληροφορίες από τα κράτη μέλη. Κάθε δύο χρόνια, η αξιολόγηση θα πρέπει να περιλαμβάνει την προβλεπόμενη πρόοδο της Ένωσης προς την επίτευξη των στόχων αυτής και των κρατών μελών για μείωση προς την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους. Ωστόσο, η εφαρμογή εκπτώσεων θα πρέπει να εξετάζεται μόνο σε πενταετή διαστήματα, έτσι ώστε να μπορεί να συνυπολογιστεί η ενδεχόμενη συνεισφορά από δασωμένες εκτάσεις, αποδασωμένες εκτάσεις, διαχειριζόμενες καλλιεργήσιμες εκτάσεις και διαχειριζόμενες χορτολιβαδικές εκτάσεις που παρέχεται κατ’ εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841 . Αυτό ισχύει με την επιφύλαξη του καθήκοντος της Επιτροπής να εξασφαλίζει τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις των κρατών μελών που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό ή της εξουσίας της Επιτροπής να κινήσει διαδικασία επί παραβάσει για τον σκοπό αυτό.

(30)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 525/2013 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(31)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, ιδίως ο καθορισμός υποχρεώσεων των κρατών μελών σχετικά με τις ελάχιστες συνεισφορές τους για την περίοδο από το 2021 έως το 2030 στην επίτευξη του στόχου της Ένωσης για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και στη συμβολή στην επίτευξη των στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων τους, να επιτευχθούν καλύτερα στο επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα απαιτούμενα για την επίτευξη των εν λόγω στόχων.

(32)

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τυχόν αυστηρότερους εθνικούς στόχους των κρατών μελών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει υποχρεώσεις των κρατών μελών σχετικά με τις ελάχιστες συνεισφορές τους για την περίοδο από το 2021 έως το 2030, με σκοπό την επίτευξη του στόχου της Ένωσης για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου το 2030 κατά 30 % κάτω από τα επίπεδα του 2005 στους τομείς που καλύπτονται από το άρθρο 2 του παρόντος κανονισμού, και συμβάλει στην επίτευξη των στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού. Ο παρών κανονισμός επιπλέον θεσπίζει κανόνες για τον καθορισμό των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπών και για την αξιολόγηση της προόδου των κρατών μελών στην επίτευξη των ελάχιστων συνεισφορών τους.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός ισχύει για τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τις κατηγορίες πηγών της IPCC της ενέργειας, βιομηχανικές διεργασίες και χρήση προϊόντων, γεωργία και απόβλητα, όπως προσδιορίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2013, εξαιρουμένων των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τις δραστηριότητες που απαριθμούνται στο παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 7 και του άρθρου 9 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και στις απορροφήσεις που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841.

3.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, οι εκπομπές CO2 από την κατηγορία πηγών «1.A.3.A πολιτική αεροπορία» της IPCC θεωρούνται μηδενικές.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «εκπομπές αερίων θερμοκηπίου»: οι εκπομπές που εκφράζονται σε τόνους CO2 ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα (CO2), μεθανίου (CH4), υποξειδίου του αζώτου (N2O), υδροφθορανθράκων (HFCs), υπερφθορανθράκων (PFCs), τριφθοριούχου αζώτου (NF3) και εξαφθοριούχου θείου (SF6), οι οποίες καθορίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2013 και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού,

2)   «ετήσια δικαιώματα εκπομπής»: οι μέγιστες επιτρεπόμενες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου για κάθε έτος μεταξύ 2021 και 2030, οι οποίες καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3 και το άρθρο 10,

3)   «δικαίωμα του ΣΕΔΕ της ΕΕ»:: «δικαίωμα» όπως ορίζεται στο άρθρο 3 στοιχείο α) της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

Άρθρο 4

Ετήσια επίπεδα εκπομπών για την περίοδο από 2021 έως 2030

1.   Κάθε κράτος μέλος μειώνει, το 2030, τις οικείες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου τουλάχιστον κατά το ποσοστό που καθορίζεται για το εν λόγω κράτος μέλος στο παράρτημα I, σε σχέση με τις εκπομπές του αερίων θερμοκηπίου κατά το έτος 2005, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

2.   Με την επιφύλαξη των δυνατοτήτων ευελιξίας που προβλέπονται στα άρθρα 5, 6 και 7 του παρόντος κανονισμού και της προσαρμογής σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και λαμβάνοντας υπόψη κάθε μείωση που προκύπτει από την εφαρμογή του άρθρου 7 της απόφασης αριθ. 406/2009/ΕΚ, κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου για κάθε έτος μεταξύ 2021 και 2029 δεν υπερβαίνουν το επίπεδο που ορίζεται από μια γραμμική τροχιά, που αρχίζει από τη μέση τιμή των οικείων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά τα έτη 2016, 2017 και 2018 που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και λήγει το 2030 στο όριο που τίθεται για το εν λόγω κράτος μέλος στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού. Η γραμμική τροχιά ενός κράτους μέλους αρχίζει είτε στα πέντε δωδεκατημόρια της απόστασης από το 2019 έως το 2020 ή εντός του 2020, ανάλογα με το ποιο οδηγεί σε χαμηλότερα δικαιώματα για το εν λόγω κράτος μέλος.

3.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής για τα έτη από το 2021 έως το 2030, εκφραζόμενα σε τόνους ισοδύναμου CO2, όπως ορίζεται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Για τους σκοπούς των εν λόγω εκτελεστικών πράξεων, η Επιτροπή πραγματοποιεί διεξοδική επανεξέταση της πιο πρόσφατης εθνικής απογραφής των δεδομένων για τα έτη 2005 και 2016-2018 που υποβάλλεται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις αναφέρουν την τιμή των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κάθε κράτους μέλους για το 2005 που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής που προσδιορίζονται στις παραγράφους 1 και 2.

4.   Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις προσδιορίζουν επίσης, με βάση τα ποσοστά που κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3, τις συνολικές ποσότητες που μπορεί να λαμβάνονται υπόψη για τη συμμόρφωση ενός κράτους μέλους κατά το άρθρο 9 μεταξύ 2021 και 2030. Εάν το άθροισμα των συνολικών ποσοτήτων όλων των κρατών μελών υπερβαίνει το συλλογικό σύνολο των 100 εκατομμυρίων, οι συνολικές ποσότητες για κάθε κράτος μέλος μειώνονται σε αναλογική βάση, ούτως ώστε να μην υπάρχει υπέρβαση του συλλογικού συνόλου.

5.   Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 14.

Άρθρο 5

Δυνατότητες ευελιξίας μέσω δανεισμού, αποταμίευσης και μεταβίβασης

1.   Όσον αφορά τα έτη 2021 έως 2025, ένα κράτος μέλος δύναται να δανειστεί ποσότητα έως και 10 % από τα ετήσια δικαιώματα εκπομπής του για το επόμενο έτος.

2.   Όσον αφορά τα έτη 2026 έως 2029, ένα κράτος μέλος δύναται να δανειστεί ποσότητα έως και 5 % από τα ετήσια δικαιώματα εκπομπής του για το επόμενο έτος.

3.   Ένα κράτος μέλος του οποίου οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου για ένα δεδομένο έτος είναι χαμηλότερες από τα ετήσια δικαιώματα εκπομπής του για το εν λόγω έτος, λαμβάνοντας υπόψη τη χρήση των δυνατοτήτων ευελιξίας σύμφωνα με το παρόν άρθρο και το άρθρο 6, δύναται:

α)

όσον αφορά το 2021, να αποταμιεύσει αυτό το πλεονάζον μέρος των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής του για τα επόμενα έτη έως το 2030, και

β)

όσον αφορά τα έτη 2022 έως 2029, να αποταμιεύσει αυτό το πλεονάζον μέρος των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής του μέχρι επιπέδου 30 % των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής του μέχρι το εν λόγω έτος για τα επόμενα έτη έως το 2030.

4.   Ένα κράτος μέλος δύναται να μεταβιβάσει έως και 5 % των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής του για ένα δεδομένο έτος σε άλλα κράτη μέλη όσον αφορά τα έτη 2021 έως 2025 και έως και 10 % όσον αφορά τα έτη 2026 έως 2030. Το λαμβάνον κράτος μέλος δύναται να χρησιμοποιήσει την εν λόγω ποσότητα για συμμόρφωση σύμφωνα με το άρθρο 9 για το δεδομένο έτος ή για επόμενα έτη έως το 2030.

5.   Ένα κράτος μέλος του οποίου οι αναθεωρημένες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου για ένα δεδομένο έτος είναι χαμηλότερες από τα ετήσια δικαιώματα εκπομπής του για το εν λόγω έτος, λαμβάνοντας υπόψη τη χρήση των δυνατοτήτων ευελιξίας σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 4 του παρόντος άρθρου και το άρθρο 6, δύναται να μεταβιβάσει το εν λόγω πλεονάζον μέρος των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής του σε άλλα κράτη μέλη. Το λαμβάνον κράτος μέλος δύναται να χρησιμοποιήσει την εν λόγω ποσότητα για συμμόρφωση σύμφωνα με το άρθρο 9 για το εν λόγω έτος ή για επόμενα έτη έως το 2030.

6.   Τα κράτη μέλη δύνανται να χρησιμοποιούν τα έσοδα που προκύπτουν από τις μεταβιβάσεις ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής δυνάμει των παραγράφων 4 και 5 για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής στην Ένωση ή σε τρίτες χώρες. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για οποιαδήποτε δράση αναλαμβάνεται δυνάμει της παρούσας παραγράφου.

7.   Οποιαδήποτε μεταβίβαση ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής δυνάμει των παραγράφων 4 και 5 ενδέχεται να προκύπτει ως αποτέλεσμα έργου ή προγράμματος μετριασμού των αερίων θερμοκηπίου που εκτελείται στο κράτος μέλος πώλησης και να ανταμείβεται από το λαμβάνον κράτος μέλος, υπό την προϋπόθεση ότι αποφεύγεται η διπλή καταγραφή και ότι διασφαλίζεται η ιχνηλασιμότητα.

8.   Τα κράτη μέλη δύνανται να χρησιμοποιούν πιστώσεις από έργα που εκχωρούνται δυνάμει του άρθρου 24α παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ για συμμόρφωση σύμφωνα με το άρθρο 9 του παρόντος κανονισμού, χωρίς κανένα ποσοτικό όριο, υπό την προϋπόθεση ότι αποφεύγεται η διπλή καταγραφή.

Άρθρο 6

Ευελιξία για ορισμένα κράτη μέλη μετά τη μείωση των δικαιωμάτων ΣΕΔΕ της ΕΕ

1.   Τα κράτη μέλη που απαριθμούνται στο παράρτημα II του παρόντος κανονισμού μπορούν να έχουν περιορισμένη ακύρωση δικαιωμάτων ΣΕΔΕ της ΕΕ που δεν υπερβαίνουν τα 100 εκατομμύρια κατά ανώτατο όριο, τα οποία λαμβάνονται συλλογικά υπόψη για τη συμμόρφωσή τους σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Η ακύρωση αυτή πραγματοποιείται από τις ποσότητες πλειστηριασμού του εκάστοτε κράτους μέλους δυνάμει του άρθρου 10 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

2.   Τα δικαιώματα ΣΕΔΕ της ΕΕ που λαμβάνονται υπόψη δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου θεωρούνται δικαιώματα ΣΕΔΕ της ΕΕ σε κυκλοφορία για τους σκοπούς του άρθρου 1 παράγραφος 4 της απόφασης (ΕΕ) 2015/1814.

Η Επιτροπή κρίνει, κατά την πρώτη της επανεξέταση δυνάμει του άρθρου 3 της εν λόγω απόφασης, εάν θα εξακολουθήσει να λαμβάνει υπόψη κατά το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

3.   Τα κράτη μέλη που απαριθμούνται στο παράρτημα II κοινοποιούν στην Επιτροπή έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019 κάθε πρόθεση να χρησιμοποιήσουν την περιορισμένη ακύρωση των δικαιωμάτων ΣΕΔΕ της ΕΕ που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, έως το ποσοστό που ορίζεται στο παράρτημα II για κάθε έτος της περιόδου 2021 έως 2030 για κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, με σκοπό τη συμμόρφωσή του σύμφωνα με το άρθρο 9.

Τα κράτη μέλη που απαριθμούνται στο παράρτημα II μπορούν να αποφασίσουν να αναθεωρήσουν το κοινοποιηθέν ποσοστό προς τα κάτω μία φορά το 2024 και μία φορά το 2027. Σε αυτήν την περίπτωση, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή αυτήν την απόφαση έως τις 31 Δεκεμβρίου 2024 ή έως τις 31 Δεκεμβρίου 2027, αντίστοιχα.

4.   Κατόπιν αίτησης κράτους μέλους, ο κεντρικός διαχειριστής που έχει οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ («κεντρικός διαχειριστής») λαμβάνει υπόψη ποσότητα που δεν υπερβαίνει τη συνολική ποσότητα που καθορίζεται κατά το άρθρο 4 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού για τη συμμόρφωση του εν λόγω κράτους μέλους σύμφωνα το άρθρο 9 του παρόντος κανονισμού. Το ένα δέκατο της συνολικής ποσότητας των δικαιωμάτων ΣΕΔΕ της ΕΕ που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού ακυρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ για κάθε έτος από το 2021 έως το 2030 για το εν λόγω κράτος μέλος.

5.   Εφόσον κράτος μέλος, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, έχει κοινοποιήσει στην Επιτροπή την απόφασή του να αναθεωρήσει το ήδη κοινοποιηθέν ποσοστό προς τα κάτω, ακυρώνεται κατ’ αντιστοιχία μικρότερη ποσότητα δικαιωμάτων ΣΕΔΕ της ΕΕ για το εν λόγω κράτος μέλος όσον αφορά κάθε έτος από το 2026 έως το 2030 ή από το 2028 έως το 2030, αντίστοιχα.

Άρθρο 7

Πρόσθετη χρήση έως και 280 εκατομμυρίων καθαρών απορροφήσεων από LULUCF

1.   Στον βαθμό που οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου ενός κράτους μέλους υπερβαίνουν τα ετήσια δικαιώματα εκπομπής του για ένα δεδομένο έτος, συμπεριλαμβανομένων τυχόν ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπών που αποταμιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, ποσότητα η οποία δεν υπερβαίνει το άθροισμα των συνολικών καθαρών απορροφήσεων και των συνολικών καθαρών εκπομπών από τις συνδυασμένες λογιστικές κατηγορίες εκτάσεων δασωμένων εκτάσεων, αποδασωμένων εκτάσεων, διαχειριζόμενων καλλιεργήσιμων εκτάσεων και διαχειριζόμενων χορτολιβαδικών εκτάσεων και, βάσει των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που εγκρίνονται βάσει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, διαχειριζόμενων δασικών εκτάσεων και διαχειριζόμενων υγροτόπων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841 , μπορεί να λαμβάνεται υπόψη για τη συμμόρφωσή του σύμφωνα με το άρθρο 9 του παρόντος κανονισμού για το εν λόγω έτος, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

η σωρευτική ποσότητα που λαμβάνεται υπόψη για το εν λόγω κράτος μέλος για όλα τα έτη της περιόδου από το 2021 έως το 2030 δεν υπερβαίνει το μέγιστο ποσό των συνολικών καθαρών απορροφήσεων που καθορίζεται στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού για το εν λόγω κράτος μέλος,

β)

η εν λόγω ποσότητα είναι μεγαλύτερη από τις απαιτήσεις του εν λόγω κράτους μέλους, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841 ,

γ)

το κράτος μέλος δεν έχει αποκτήσει από άλλα κράτη μέλη περισσότερες καθαρές απορροφήσεις σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841 από όσες έχει μεταβιβάσει,

δ)

το κράτος μέλος έχει συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841 και

ε)

το κράτος μέλος έχει υποβάλει περιγραφή της προβλεπόμενης χρήσης της ευελιξίας που είναι διαθέσιμη στο πλαίσιο της παρούσας παραγράφου σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013.

2.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 13 του παρόντος κανονισμού για την τροποποίηση του τίτλου του παραρτήματος III σε σχέση με τις λογιστικές κατηγορίες εκτάσεων, προκειμένου:

α)

να αποτυπώνεται η συνεισφορά της λογιστικής κατηγορίας εκτάσεων των διαχειριζόμενων δασικών εκτάσεων, με παράλληλο σεβασμό του μέγιστου ποσού των συνολικών καθαρών απορροφήσεων για κάθε κράτος μέλος που αναφέρονται στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού, όταν οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που καθορίζουν τα επίπεδα αναφοράς για τα δάση εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 8 ή 9 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841 και

β)

να αποτυπώνεται η συνεισφορά της λογιστικής κατηγορίας εκτάσεων των διαχειριζόμενων δασικών εκτάσεων, με παράλληλο σεβασμό του μέγιστου ποσού των συνολικών καθαρών απορροφήσεων για κάθε κράτος μέλος που αναφέρονται στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού, όταν όλα τα κράτη μέλη οφείλουν να προσμετρούν την κατηγορία αυτή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/841 .

Άρθρο 8

Διορθωτικά μέτρα

1.   Εάν η Επιτροπή διαπιστώσει, κατά την ετήσια αξιολόγησή της σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 και λαμβάνοντας υπόψη την προβλεπόμενη χρήση των δυνατοτήτων ευελιξίας που αναφέρονται στα άρθρα 5, 6 και 7 του παρόντος κανονισμού, ότι ένα κράτος μέλος δεν σημειώνει επαρκή πρόοδο στην πλήρωση των υποχρεώσεών του σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος κανονισμού, το εν λόγω κράτος μέλος δύναται να υποβάλλει, εντός τριών μηνών, στην Επιτροπή διορθωτικό σχέδιο δράσης που περιλαμβάνει:

α)

επιπρόσθετες δράσεις που εκτελεί το κράτος μέλος, ώστε να εκπληρώνει τις ειδικές υποχρεώσεις του δυνάμει του άρθρου 4 του παρόντος κανονισμού, μέσω εσωτερικών πολιτικών και μέτρων, καθώς και με την υλοποίηση ενωσιακής δράσης,

β)

αυστηρό χρονοδιάγραμμα προς υλοποίηση των εν λόγω δράσεων, το οποίο επιτρέπει την αποτίμηση της ετήσιας προόδου όσον αφορά την υλοποίηση.

2.   Σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος επικουρεί την Επιτροπή στο έργο της αξιολόγησης τέτοιων διορθωτικών σχεδίων δράσης.

3.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει γνώμη σχετικά με τη σθεναρότητα των διορθωτικών σχεδίων δράσης που υποβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 και σε αυτήν την περίπτωση εκδίδει γνώμη εντός τεσσάρων μηνών από την παραλαβή των εν λόγω σχεδίων. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος λαμβάνει στον μέγιστο βαθμό υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής και αναθεωρεί το διορθωτικό σχέδιο δράσης του αναλόγως.

Άρθρο 9

Έλεγχος συμμόρφωσης

1.   Το 2027 και το 2032, εάν οι αναθεωρημένες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου ενός κράτους μέλους υπερβαίνουν τα ετήσια δικαιώματα εκπομπής του για οποιοδήποτε συγκεκριμένο έτος της περιόδου, έχοντας λάβει υπόψη την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και τις δυνατότητες ευελιξίας που χρησιμοποιούνται βάσει των άρθρων 5, 6 και 7, εφαρμόζονται τα ακόλουθα μέτρα:

α)

προσθήκη στην ποσότητα εκπομπών αερίων θερμοκηπίου του κράτους μέλους το επόμενο έτος ίση με την ποσότητα σε τόνους ισοδύναμου CO2 των πλεοναζουσών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, πολλαπλασιαζόμενη επί τον συντελεστή 1,08 σύμφωνα με τα μέτρα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 12, και

β)

στο κράτος μέλος απαγορεύεται προσωρινά να μεταβιβάζει μέρος των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής σε άλλο κράτος μέλος, έως ότου αυτό συμμορφωθεί με το άρθρο 4.

Ο κεντρικός διαχειριστής υλοποιεί την απαγόρευση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β) στο ενωσιακό μητρώο.

2.   Εάν οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου ενός κράτους μέλους είτε για την περίοδο από το 2021 έως το 2025 είτε για την περίοδο από το 2026 έως το 2030 που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/841 υπερέβησαν τις απορροφήσεις του, όπως προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 12 του εν λόγω κανονισμού, ο κεντρικός διαχειριστής αφαιρεί από τα ετήσια δικαιώματα εκπομπής του εν λόγω κράτους μέλους ποσότητα ίση με τις εν λόγω πλεονάζουσες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου σε τόνους ισοδύναμου CO2 για τα σχετικά έτη.

Άρθρο 10

Προσαρμογές

1.   Η Επιτροπή προσαρμόζει τα ετήσια δικαιώματα εκπομπής για κάθε κράτος μέλος δυνάμει του άρθρου 4 του παρόντος κανονισμού, έτσι ώστε να αντικατοπτρίζουν:

α)

τις προσαρμογές του αριθμού των δικαιωμάτων ΣΕΔΕ της ΕΕ που εκχωρούνται δυνάμει του άρθρου 11 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ οι οποίες προέκυψαν από μεταβολή της κάλυψης των πηγών βάσει της εν λόγω οδηγίας, σύμφωνα με τις αποφάσεις της Επιτροπής που εκδόθηκαν δυνάμει της εν λόγω οδηγίας σχετικά με την τελική έγκριση των εθνικών σχεδίων κατανομής για την περίοδο 2008 έως 2012,

β)

τις προσαρμογές προς τον αριθμό των δικαιωμάτων ΣΕΔΕ της ΕΕ ή πιστώσεων, αντιστοίχως, που πραγματοποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 24 και 24α της οδηγίας 2003/87/ΕΚ όσον αφορά στη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σε ένα κράτος μέλος και

γ)

τις προσαρμογές προς τον αριθμό των δικαιωμάτων ΣΕΔΕ της ΕΕ που σχετίζονται με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από εγκαταστάσεις που εξαιρούνται από το ΣΕΔΕ της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 27 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, για το χρονικό διάστημα που εξαιρούνται.

2.   Η ποσότητα που περιλαμβάνεται στο παράρτημα IV προστίθεται στα ετήσια δικαιώματα εκπομπής που προβλέπονται για το 2021 για κάθε κράτος μέλος που αναφέρεται στο εν λόγω παράρτημα.

3.   Η Επιτροπή δημοσιεύει τα αριθμητικά στοιχεία που προκύπτουν από τις εν λόγω προσαρμογές.

Άρθρο 11

Αποθεματικό ασφάλειας

1.   Αποθεματικό ασφάλειας που αντιστοιχεί σε ποσότητα έως 105 εκατομμυρίων τόνων ισοδύναμου CO2 δημιουργείται στο ενωσιακό μητρώο, υπό την προϋπόθεση της εκπλήρωσης του στόχου της Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 1. Το αποθεματικό ασφάλειας διατίθεται επιπλέον των δυνατοτήτων ευελιξίας που προβλέπονται στα άρθρα 5, 6 και 7.

2.   Κράτος μέλος μπορεί να επωφελείται από το αποθεματικό ασφάλειας εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ του σε τιμές αγοράς το 2013, όπως δημοσιεύθηκε από τη Eurostat τον Απρίλιο του 2016, ήταν χαμηλότερο από τον μέσο όρο της Ένωσης,

β)

οι σωρευτικές εκπομπές του αερίων θερμοκηπίου για τα έτη από το 2013 έως το 2020 στους τομείς που καλύπτει ο παρών κανονισμός είναι χαμηλότερες από τα σωρευτικά ετήσια δικαιώματα εκπομπής του για τα έτη από το 2013 έως το 2020 και

γ)

οι εκπομπές του αερίων θερμοκηπίου υπερβαίνουν τα ετήσια δικαιώματα εκπομπής του την περίοδο από το 2026 έως το 2030, εντούτοις έχει:

i)

εξαντλήσει τις δυνατότητες ευελιξίας δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφοι 2 και 3,

ii)

χρησιμοποιήσει στον μέγιστο δυνατό βαθμό τις καθαρές απορροφήσεις σύμφωνα με το άρθρο 7, ακόμα και αν η ποσότητα αυτή δεν ανέρχεται στο επίπεδο που καθορίζεται στο παράρτημα III και

iii)

δεν έχει πραγματοποιήσει καμία καθαρή μεταβίβαση σε άλλα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 5.

3.   Κράτος μέλος που πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου λαμβάνει επιπλέον ποσότητα από το αποθεματικό ασφάλειας η οποία δεν υπερβαίνει το έλλειμμά του προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για συμμόρφωση σύμφωνα με το άρθρο 9. Η ποσότητα αυτή δεν υπερβαίνει το 20 % της συνολικής υπερκάλυψης του στόχου του την περίοδο από το 2013 έως το 2020.

Εάν προκύπτει ότι η συλλογική ποσότητα που πρόκειται να ληφθεί από όλα τα κράτη μέλη που πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου υπερβαίνει το όριο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η ποσότητα που πρόκειται να ληφθεί από καθένα από τα εν λόγω κράτη μέλη μειώνεται κατ’ αναλογία.

4.   Οποιαδήποτε ποσότητα εναπομένει στο αποθεματικό ασφάλειας μετά την κατανομή σύμφωνα με την παράγραφο 3 πρώτο εδάφιο διανέμεται μεταξύ των κρατών μελών που αναφέρονται στο εν λόγω εδάφιο αναλογικά προς το εναπομένον έλλειμμά τους, αλλά χωρίς υπέρβασή του. Η ποσότητα αυτή μπορεί για καθένα από τα εν λόγω κράτη μέλη να προστίθεται στο ποσοστό που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο.

5.   Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 για το έτος 2020, η Επιτροπή, για κάθε κράτος μέλος που πληροί τις προϋποθέσεις στα στοιχεία α) και β) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, δημοσιεύει τις ποσότητες που αντιστοιχούν στο 20 % της συνολικής υπερκάλυψης του στόχου του την περίοδο από το 2013 έως το 2020, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 12

Μητρώο

1.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 13 για τη συμπλήρωση του παρόντος κανονισμού προκειμένου να εξασφαλίζεται η ορθή λογιστική καταγραφή βάσει του παρόντος κανονισμού μέσω του ενωσιακού μητρώου όσον αφορά:

α)

τα ετήσια δικαιώματα εκπομπής,

β)

τις δυνατότητες ευελιξίας που ασκούνται δυνάμει των άρθρων 5, 6 και 7,

γ)

τους ελέγχους της συμμόρφωσης σύμφωνα με το άρθρο 9,

δ)

τις προσαρμογές δυνάμει του άρθρου 10 και

ε)

το αποθεματικό ασφάλειας δυνάμει του άρθρου 11.

2.   Ο κεντρικός διαχειριστής διενεργεί αυτοματοποιημένο έλεγχο κάθε συναλλαγής στο ενωσιακό μητρώο που απορρέει από τον παρόντα κανονισμό και, εφόσον απαιτείται, απαγορεύει συναλλαγές για να διασφαλίζει ότι δεν σημειώνονται παρατυπίες.

3.   Το κοινό έχει πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως ε) και στην παράγραφο 2.

Άρθρο 13

Άσκηση της ανάθεσης εξουσιών

1.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.   Η εξουσία έκδοσης των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 και στο άρθρο 12 παράγραφος 1 ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 9 Ιουλίου 2018. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με την εξουσιοδότηση το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση παρατείνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο διατυπώσει αντιρρήσεις για μια τέτοια παράταση το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 και στο άρθρο 12 παράγραφος 1 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που προσδιορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει την εγκυρότητα των ήδη ισχυουσών κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες οι οποίοι ορίζονται από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.   Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

6.   Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη η οποία εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 2 και του άρθρου 12 παράγραφος 1 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν ενημερώσει αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 14

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για την αλλαγή του κλίματος που έχει συσταθεί κατ’ εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή σε αυτήν την παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 15

Επανεξέταση

1.   Ο παρών κανονισμός τελεί υπό αναθεώρηση, λαμβάνοντας μεταξύ άλλων υπόψη εξελισσόμενες εθνικές περιστάσεις, τον τρόπο με τον οποίο όλοι οι τομείς της οικονομίας συμβάλλουν στη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, τις διεθνείς εξελίξεις και τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την επίτευξη των μακροχρόνιων στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού.

2.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός έξι μηνών από κάθε καθολική απογραφή που συμφωνείται δυνάμει του άρθρου 14 της Συμφωνίας του Παρισιού, σχετικά με τη λειτουργία του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της ισορροπίας μεταξύ προσφοράς και ζήτησης ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής, καθώς και σχετικά με τη συμβολή του παρόντος κανονισμού στον συνολικό στόχο της Ένωσης για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου το 2030 και τη συμβολή του στους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού, ιδίως όσον αφορά την ανάγκη για πρόσθετες πολιτικές και μέτρα της Ένωσης με σκοπό τις απαραίτητες μειώσεις εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από την Ένωση και τα κράτη μέλη της, καθώς και ενός πλαισίου μετά το 2030, και μπορεί να υποβάλλει προτάσεις, κατά περίπτωση.

Οι εν λόγω εκθέσεις λαμβάνουν υπόψη τις στρατηγικές που εκπονούνται σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 με σκοπό να συμβάλουν στην εκπόνηση μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής της Ένωσης.

Άρθρο 16

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 525/2013 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 7, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«αα)

από το 2023, οι οικείες ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων θερμοκηπίου που αναφέρονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1) για το έτος X-2, σύμφωνα με τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων της UNFCCC,

(*1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, για τις δεσμευτικές ετήσιες μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη από το 2021 έως το 2030, στο πλαίσιο της συμβολής στη δράση για το κλίμα για την τήρηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τη συμφωνία του Παρισιού και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 (ΕΕ L 156 της 19.6.2018, σ. 26).»,"

β)

το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στις εκθέσεις τους, τα κράτη μέλη ενημερώνουν ετησίως την Επιτροπή σχετικά με τυχόν προθέσεις τους να κάνουν χρήση των δυνατοτήτων ευελιξίας του άρθρου 5 παράγραφοι 4 και 5 και του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 , καθώς και των εσόδων σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 6 του εν λόγω κανονισμού. Εντός τριών μηνών από την παραλαβή των πληροφοριών αυτών από τα κράτη μέλη, η Επιτροπή κοινοποιεί τις πληροφορίες στην επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 26 του παρόντος κανονισμού.».

2)

Στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο γ), προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«ix)

από το 2023, πληροφορίες σχετικά με τις εθνικές πολιτικές και τα μέτρα που εφαρμόζονται προς την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 και πληροφορίες για τις σχεδιαζόμενες πρόσθετες εθνικές πολιτικές και μέτρα που προβλέπονται με σκοπό τον περιορισμό των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου ή την ενίσχυση των καταβοθρών πέρα από τις δεσμεύσεις τους δυνάμει του εν λόγω κανονισμού,».

3)

Στο άρθρο 14 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«στ)

από το 2023, συνολικές προβλέψεις αερίων θερμοκηπίου και ξεχωριστές εκτιμήσεις για τις προβλεπόμενες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου για τις πηγές εκπομπών που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/842 και την οδηγία 2003/87/ΕΚ.».

4)

Στο άρθρο 21 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«γ)

των υποχρεώσεων δυνάμει του άρθρου 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 . Η αξιολόγηση λαμβάνει υπόψη την πρόοδο ως προς τις ενωσιακές πολιτικές και μέτρα, καθώς και τις πληροφορίες από τα κράτη μέλη. Κάθε δύο χρόνια, η αξιολόγηση περιλαμβάνει επίσης την προβλεπόμενη πρόοδο της Ένωσης ως προς την εφαρμογή της εθνικά καθορισμένης πρόθεσης συνεισφοράς στη Συμφωνία του Παρισιού που περιέχει τη δέσμευση της Ένωσης για μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου στο σύνολο της οικονομίας και την προβλεπόμενη πρόοδο των κρατών μελών ως προς την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους δυνάμει του εν λόγω κανονισμού.».

Άρθρο 17

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 30 Μαΐου 2018.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

L. PAVLOVA


(1)  ΕΕ C 75 της 10.3.2017, σ. 103.

(2)  ΕΕ C 272 της 17.8.2017, σ. 36.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Απριλίου 2018 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 14ης Μαΐου 2018.

(4)  Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32).

(5)  Απόφαση αριθ. 406/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, περί των προσπαθειών των κρατών μελών να μειώσουν τις οικείες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, ώστε να τηρηθούν οι δεσμεύσεις της Κοινότητας για μείωση των εκπομπών αυτών μέχρι το 2020 (ΕΕ L 140 της 5.6.2009, σ. 136).

(6)  Συμφωνία του Παρισιού (ΕΕ L 282 της 19.10.2016, σ. 4).

(7)  Απόφαση (ΕΕ) 2016/1841 του Συμβουλίου, της 5ης Οκτωβρίου 2016, για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας του Παρισιού που εγκρίθηκε στο πλαίσιο της σύμβασης-πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (ΕΕ L 282 της 19.10.2016, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, σχετικά με μηχανισμό παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και άλλων πληροφοριών σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο που αφορούν την αλλαγή του κλίματος και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 280/2004/ΕΚ (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 13).

(9)  Απόφαση 2013/162/ΕΕ της Επιτροπής, της 26ης Μαρτίου 2013, για τον προσδιορισμό των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπής των κρατών μελών για την περίοδο 2013-2020 σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 406/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 90 της 28.3.2013, σ. 106).

(10)  Εκτελεστική απόφαση 2013/634/ΕΕ της Επιτροπής, της 31ης Οκτωβρίου 2013, σχετικά με τις αναπροσαρμογές των ετήσιων δικαιωμάτων εκπομπών των κρατών μελών για την περίοδο 2013-2020 σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 406/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 292 της 1.11.2013, σ. 19).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(12)  Απόφαση (ΕΕ) 2015/1814 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2015, σχετικά με τη θέσπιση και τη λειτουργία αποθεματικού για τη σταθερότητα της αγοράς όσον αφορά το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου και την τροποποίηση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ (ΕΕ L 264 της 9.10.2015, σ. 1).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τη συμπερίληψη των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και των απορροφήσεων από δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγής χρήσης γης και δασοπονίας στο πλαίσιο για το κλίμα και την ενέργεια έως το 2030, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 525/2013 και της απόφασης (EE) αριθ. 529/2013/ΕΕ (βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(14)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΕΡΙΩΝ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 4 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

 

Μειώσεις εκπομπών αερίων θερμοκηπίου των κρατών μελών το 2030 σχετικά με τα επίπεδά τους για το 2005 που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3

Βέλγιο

–35  %

Βουλγαρία

–0  %

Τσεχική Δημοκρατία

–14  %

Δανία

–39  %

Γερμανία

–38  %

Εσθονία

–13  %

Ιρλανδία

–30  %

Ελλάδα

–16  %

Ισπανία

–26  %

Γαλλία

–37  %

Κροατία

–7  %

Ιταλία

–33  %

Κύπρος

–24  %

Λετονία

–6  %

Λιθουανία

–9  %

Λουξεμβούργο

–40  %

Ουγγαρία

–7  %

Μάλτα

–19  %

Κάτω Χώρες

–36  %

Αυστρία

–36  %

Πολωνία

–7  %

Πορτογαλία

–17  %

Ρουμανία

–2  %

Σλοβενία

–15  %

Σλοβακία

–12  %

Φινλανδία

–39  %

Σουηδία

–40  %

Ηνωμένο Βασίλειο

–37  %


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΠΟΥ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗ ΑΚΥΡΩΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΣΕΔΕ ΤΗΣ ΕΕ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΛΗΦΘΕΙ ΥΠΟΨΗ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 6

 

Μέγιστο ποσοστό εκπομπών αερίων θερμοκηπίου του 2005 που προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3

Βέλγιο

2  %

Δανία

2  %

Ιρλανδία

4  %

Λουξεμβούργο

4  %

Μάλτα

2  %

Κάτω Χώρες

2  %

Αυστρία

2  %

Φινλανδία

2  %

Σουηδία

2  %


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΚΑΘΑΡΕΣ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΔΑΣΩΜΕΝΕΣ ΕΚΤΑΣΕΙΣ, ΑΠΟΔΑΣΩΜΕΝΕΣ ΕΚΤΑΣΕΙΣ, ΔΙΑΧΕΙΡΙΖΟΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΣΙΜΕΣ ΕΚΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΖΟΜΕΝΕΣ ΧΟΡΤΟΛΙΒΑΔΙΚΕΣ ΕΚΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΔΥΝΑΝΤΑΙ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΟΥΝ ΥΠΟΨΗ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 2021 ΕΩΣ 2030 ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 7 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΣΤΟΙΧΕΙΟ Α)

 

Μέγιστη ποσότητα που εκφράζεται σε εκατομμύρια τόνους ισοδύναμου CO2

Βέλγιο

3,8

Βουλγαρία

4,1

Τσεχική Δημοκρατία

2,6

Δανία

14,6

Γερμανία

22,3

Εσθονία

0,9

Ιρλανδία

26,8

Ελλάδα

6,7

Ισπανία

29,1

Γαλλία

58,2

Κροατία

0,9

Ιταλία

11,5

Κύπρος

0,6

Λετονία

3,1

Λιθουανία

6,5

Λουξεμβούργο

0,25

Ουγγαρία

2,1

Μάλτα

0,03

Κάτω Χώρες

13,4

Αυστρία

2,5

Πολωνία

21,7

Πορτογαλία

5,2

Ρουμανία

13,2

Σλοβενία

1,3

Σλοβακία

1,2

Φινλανδία

4,5

Σουηδία

4,9

Ηνωμένο Βασίλειο

17,8

Μέγιστο σύνολο:

280


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΠΟΣΟ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 10 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

 

Τόνοι ισοδύναμου CO2

Βουλγαρία

1 602 912

Τσεχική Δημοκρατία

4 440 079

Εσθονία

145 944

Κροατία

1 148 708

Λετονία

1 698 061

Λιθουανία

2 165 895

Ουγγαρία

6 705 956

Μάλτα

774 000

Πολωνία

7 456 340

Πορτογαλία

1 655 253

Ρουμανία

10 932 743

Σλοβενία

178 809

Σλοβακία

2 160 210


ΟΔΗΓΙΕΣ

19.6.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 156/43


ΟΔΗΓΊΑ (ΕΕ) 2018/843 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 30ής Μαΐου 2018

για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, και για την τροποποίηση των οδηγιών 2009/138/ΕΚ και 2013/36/ΕΕ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) αποτελεί το βασικό νομικό μέσο για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Η εν λόγω οδηγία, η οποία είχε προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο έως τις 26 Ιουνίου 2017, καθορίζει ένα αποτελεσματικό και ολοκληρωμένο νομικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση της συγκέντρωσης χρημάτων ή περιουσιακών στοιχείων για τρομοκρατικούς σκοπούς, απαιτώντας από τα κράτη μέλη να εντοπίζουν, να αντιλαμβάνονται και να μετριάζουν τους κινδύνους σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

(2)

Οι πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις αποκάλυψαν τις αναδυόμενες νέες τάσεις, ιδίως όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι τρομοκρατικές ομάδες χρηματοδοτούν και διεξάγουν τις δραστηριότητές τους. Ορισμένες σύγχρονες υπηρεσίες τεχνολογίας καθίστανται όλο και πιο δημοφιλείς ως εναλλακτικά χρηματοπιστωτικά συστήματα ενώ παραμένουν εκτός του πεδίου εφαρμογής της νομοθεσίας της Ένωσης ή επωφελούνται από εξαιρέσεις από νομικές απαιτήσεις που ίσως δεν δικαιολογούνται πλέον. Προκειμένου να συμβαδίσουμε με τις εξελισσόμενες τάσεις, θα πρέπει να ληφθούν περαιτέρω μέτρα για την αύξηση της διαφάνειας των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, των εταιρικών και άλλων νομικών οντοτήτων καθώς και των εμπιστευμάτων και νομικών μορφωμάτων που έχουν δομή ή λειτουργίες παρεμφερείς με τα εμπιστεύματα («παρεμφερή νομικά μορφώματα»), με στόχο τη βελτίωση του υφιστάμενου προληπτικού πλαισίου και την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Σημειωτέον ότι τα μέτρα που θα ληφθούν θα πρέπει να είναι ανάλογα με τους κινδύνους.

(3)

Οι εκθέσεις των Ηνωμένων Εθνών, της Interpol και της Ευρωπόλ κάνουν λόγο για την ολοένα και αυξανόμενη σύγκλιση οργανωμένου εγκλήματος και τρομοκρατίας. H σχέση μεταξύ του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας και οι δεσμοί μεταξύ των εγκληματικών και των τρομοκρατικών ομάδων συνιστούν όλο και μεγαλύτερη απειλή για την ασφάλεια της Ένωσης. Η πρόληψη της χρήσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα κάθε στρατηγικής για την αντιμετώπιση αυτής της απειλής.

(4)

Αν και έχουν επέλθει σημαντικές βελτιώσεις στην υιοθέτηση και την εφαρμογή των προτύπων της Ειδικής Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης (FATF) και στην υποστήριξη του έργου του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης σχετικά με τη διαφάνεια από τα κράτη μέλη κατά τα τελευταία έτη, είναι σαφής η ανάγκη να αυξηθεί η συνολική διαφάνεια του οικονομικού και χρηματοπιστωτικού περιβάλλοντος της Ένωσης. Η πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας μπορεί να είναι αποτελεσματική μόνο αν το περιβάλλον είναι εχθρικό για τους εγκληματίες που αναζητούν καταφύγιο για τα οικονομικά τους μέσω αδιαφανών δομών. Η ακεραιότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης εξαρτάται από τη διαφάνεια εταιρικών σχημάτων και άλλων νομικών οντοτήτων, εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων. Η παρούσα οδηγία έχει στόχο όχι μόνο να εντοπίζει και να διερευνά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, αλλά και να την αποτρέψει στο μέλλον. Η ενίσχυση της διαφάνειας θα μπορούσε να αποτελέσει ισχυρό αποτρεπτικό παράγοντα.

(5)

Ενώ θα πρέπει να επιδιώκονται οι στόχοι της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 και τυχόν τροποποιήσεις της θα πρέπει να συνάδουν με τις εν εξελίξει δράσεις της Ένωσης στον τομέα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, οι τροποποιήσεις αυτές θα πρέπει να γίνονται λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το θεμελιώδες δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και την τήρηση και την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας. Η ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών με τίτλο «Το ευρωπαϊκό θεματολόγιο για την ασφάλεια» υπέδειξε την ανάγκη λήψης μέτρων για την αντιμετώπιση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας με πιο αποτελεσματικό και ολοκληρωμένο τρόπο, τονίζοντας ότι η διείσδυση στις χρηματοπιστωτικές αγορές επιτρέπει τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17ης-18ης Δεκεμβρίου 2015 τόνισαν επίσης την ανάγκη να αναληφθεί γρήγορα περαιτέρω δράση κατά της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας σε όλους τους τομείς.

(6)

Η ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με τίτλο «Σχέδιο δράσης για την ενίσχυση του αγώνα κατά της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας» υπογραμμίζει την ανάγκη προσαρμογής στις νέες απειλές και τροποποίησης της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 αναλόγως.

(7)

Τα μέτρα της Ένωσης θα πρέπει επίσης να αντανακλούν με ακρίβεια τις εξελίξεις και τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί σε διεθνές επίπεδο. Συνεπώς, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (ΣΑΗΕ) 2195 (2014) σχετικά με απειλές κατά της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας, καθώς και οι αποφάσεις 2199 (2015) και 2253 (2015) του ΣΑΗΕ σχετικά με απειλές κατά της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας που προκαλούνται από τρομοκρατικές πράξεις. Οι εν λόγω αποφάσεις του ΣΑΗΕ αφορούν αντιστοίχως τους δεσμούς μεταξύ τρομοκρατίας και διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος, την παρεμπόδιση των τρομοκρατικών ομάδων να αποκτήσουν πρόσβαση σε διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, και την επέκταση του πλαισίου κυρώσεων ώστε να συμπεριληφθεί το Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε.

(8)

Οι πάροχοι υπηρεσιών ανταλλαγής μεταξύ εικονικών νομισμάτων και παραστατικών νομισμάτων (δηλαδή κερμάτων και χαρτονομισμάτων τα οποία αναγνωρίζονται ως νόμιμο χρήμα, και ηλεκτρονικού χρήματος μιας χώρας που γίνεται δεκτό στις συναλλαγές στη χώρα έκδοσής του), καθώς και οι πάροχοι υπηρεσιών θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών δεν έχουν υποχρέωση κατά την ενωσιακή νομοθεσία να εντοπίζουν την ύποπτη δραστηριότητα. Συνεπώς, οι τρομοκρατικές ομάδες είναι πιθανώς σε θέση να μεταφέρουν χρήματα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ένωσης ή εντός δικτύων εικονικών νομισμάτων, συγκαλύπτοντας μεταφορές ή επωφελούμενες από έναν ορισμένο βαθμό ανωνυμίας στις εν λόγω πλατφόρμες. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 ούτως ώστε να περιλαμβάνει παρόχους υπηρεσιών ανταλλαγής μεταξύ εικονικών και παραστατικών νομισμάτων, καθώς και παρόχους υπηρεσιών θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών. Για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (ΚΞΧ/ΧΤ), οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να μπορούν, μέσω υπόχρεων οντοτήτων, να παρακολουθούν τη χρήση των εικονικών νομισμάτων. Μια τέτοια παρακολούθηση θα παρείχε ισορροπημένη και αναλογική προσέγγιση, διασφαλίζοντας την τεχνολογική πρόοδο και τον υψηλό βαθμό διαφάνειας που έχει επιτευχθεί στον τομέα της εναλλακτικής χρηματοδότησης και της κοινωνικής επιχειρηματικότητας.

(9)

Η ανωνυμία των εικονικών νομισμάτων καθιστά δυνατή τη δυνητική αθέμιτη χρήση τους για εγκληματικούς σκοπούς. Η συμπερίληψη παρόχων που ασχολούνται με υπηρεσίες ανταλλαγής μεταξύ εικονικών νομισμάτων και παραστατικών νομισμάτων και παρόχων υπηρεσιών θεματοφυλακής πορτοφολιών δεν θα αντιμετωπίσει εξολοκλήρου το ζήτημα της ανωνυμίας που συνδέεται με συναλλαγές σε εικονικά νομίσματα, από τη στιγμή που μεγάλο μέρος του περιβάλλοντος εικονικών νομισμάτων θα παραμείνει ανώνυμο διότι οι χρήστες μπορούν επίσης να συναλλάσσονται χωρίς τους εν λόγω παρόχους. Για την καταπολέμηση των κινδύνων που σχετίζονται με την ανωνυμία, οι εθνικές Μονάδες Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (ΜΧΠ) θα πρέπει να μπορούν να αποκτούν πληροφορίες που θα τους δίνουν τη δυνατότητα να συσχετίζουν τις διευθύνσεις του εικονικού νομίσματος με την ταυτότητα του ιδιοκτήτη του. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να αξιολογηθεί περαιτέρω η δυνατότητα να επιτρέπεται στους χρήστες να δηλώνουν οι ίδιοι τα στοιχεία τους στις αρμόδιες αρχές σε εθελοντική βάση.

(10)

Τα εικονικά νομίσματα δεν θα πρέπει να συγχέονται με το ηλεκτρονικό χρήμα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 2) της οδηγίας 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), με την ευρύτερη έννοια των «χρηματικών ποσών» κατά το άρθρο 4 σημείο 25) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), ούτε με νομισματική αξία αποθηκευμένη σε μέσα που εξαιρούνται όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 3 στοιχεία ια) και ιβ) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, ούτε με νομίσματα ηλεκτρονικών παιχνιδιών, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά μέσα στο περιβάλλον των συγκεκριμένων παιχνιδιών. Παρόλο που τα εικονικά νομίσματα μπορούν να χρησιμοποιούνται συχνά ως μέσο πληρωμής, και θα μπορούσαν επίσης να χρησιμοποιηθούν και για άλλους διαφορετικούς σκοπούς και να βρουν ευρύτερες εφαρμογές όπως ως μέσα ανταλλαγής, επενδυτικοί σκοποί, προϊόντα αποθήκευσης αξίας ή χρήσεις σε διαδικτυακά καζίνα. Στόχος της παρούσας οδηγίας είναι να καλύψει όλες τις δυνητικές χρήσεις των εικονικών νομισμάτων.

(11)

Τα τοπικά νομίσματα, γνωστά επίσης ως συμπληρωματικά νομίσματα, που χρησιμοποιούνται σε πολύ περιορισμένα δίκτυα, όπως πόλεις ή περιφέρειες, και μεταξύ μικρού αριθμού χρηστών δεν θα πρέπει να θεωρούνται εικονικά νομίσματα.

(12)

Οι επιχειρηματικές σχέσεις ή συναλλαγές σε τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου θα πρέπει να περιορίζονται όταν εντοπίζονται σημαντικές αδυναμίες στο καθεστώς ΚΞΧ/ΧΤ των οικείων τρίτων χωρών, εκτός εάν εφαρμόζονται κατάλληλα πρόσθετα μέτρα ελαχιστοποίησης του κινδύνου ή αντίμετρα. Όταν πρόκειται για τέτοιες περιπτώσεις υψηλού κινδύνου, και για τέτοιες επιχειρηματικές σχέσεις ή δοσοληψίες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη για τη διαχείριση και τον μετριασμό αυτών των κινδύνων. Ως εκ τούτου, κάθε κράτος μέλος καθορίζει σε εθνικό επίπεδο το είδος των ενισχυμένων μέτρων δέουσας επιμέλειας που πρέπει να ληφθούν όσον αφορά τις τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου. Αυτές οι διαφορετικές προσεγγίσεις μεταξύ των κρατών μελών δημιουργούν αδύνατα σημεία σχετικά με τη διαχείριση των επιχειρηματικών σχέσεων με τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου που προσδιορίζονται από την Επιτροπή. Είναι σημαντικό να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα του καταλόγου των τρίτων χωρών υψηλού κινδύνου που καταρτίστηκε από την Επιτροπή, μέσω παροχής εναρμονισμένης αντιμετώπισης αυτών των χωρών σε επίπεδο Ένωσης. Αυτή η εναρμονισμένη προσέγγιση θα πρέπει να επικεντρωθεί κυρίως σε ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, όπου τέτοια μέτρα δεν επιβάλλονται ήδη από την εθνική νομοθεσία. Σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις, θα πρέπει να επιτραπεί στα κράτη μέλη να ζητούν από τις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν όπου χρειάζεται πρόσθετα μέτρα μετριασμού συμπληρωματικά προς τα ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, σύμφωνα με μια προσέγγιση που θα βασίζεται στην επικινδυνότητα και λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές περιστάσεις των επιχειρηματικών σχέσεων ή συναλλαγών. Διεθνείς οργανισμοί και φορείς καθορισμού προτύπων με αρμοδιότητα στον τομέα της πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας μπορεί να κάνουν έκκληση για την εφαρμογή κατάλληλων μέτρων αντιμετώπισης για την προστασία του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος από τους συνεχείς και ουσιαστικούς κινδύνους που ενέχει η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που προέρχονται από ορισμένες χώρες. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ζητούν από τις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν πρόσθετα μέτρα μετριασμού σχετικά με τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου που εντοπίζονται από την Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη εκκλήσεις για αντίμετρα και συστάσεις, όπως εκείνες που εκφράζονται από τη FATF, και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από διεθνείς συμφωνίες.

(13)

Δεδομένης της εξελισσόμενης φύσης των απειλών και των ευπαθειών που σχετίζονται με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, η Ένωση θα πρέπει να υιοθετήσει μια ολοκληρωμένη προσέγγιση σχετικά με τη συμμόρφωση των εθνικών καθεστώτων ΚΞΧ/ΧΤ με τις απαιτήσεις σε επίπεδο Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των εν λόγω εθνικών καθεστώτων. Για τον σκοπό της παρακολούθησης της ορθής μεταφοράς των απαιτήσεων της Ένωσης στα εθνικά καθεστώτα ΚΞΧ/ΧΤ, της αποτελεσματικής εφαρμογής των απαιτήσεων αυτών και της ικανότητας των εν λόγω καθεστώτων να επιτύχουν ένα αποτελεσματικό προληπτικό πλαίσιο, η Επιτροπή θα πρέπει να βασίσει την αξιολόγησή της στα εθνικά καθεστώτα ΚΞΧ/ΧΤ, με την επιφύλαξη των αξιολογήσεων που διεξάγονται από διεθνείς οργανισμούς και φορείς καθορισμού προτύπων με αρμοδιότητα στον τομέα της πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, όπως η FATF ή η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για την αξιολόγηση μέτρων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

(14)

Οι προπληρωμένες κάρτες γενικής χρήσης έχουν νόμιμες χρήσεις και αποτελούν μέσο που συμβάλλει στην κοινωνική και χρηματοοικονομική ένταξη. Ωστόσο, οι ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες είναι εύκολο να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση τρομοκρατικών επιθέσεων και της εφοδιαστικής των τρομοκρατών. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να στερηθούν οι τρομοκράτες αυτό το μέσο χρηματοδότησης των επιχειρήσεών τους, μέσω περαιτέρω μείωσης των ορίων και των μέγιστων ποσών κάτω από τα οποία οι υπόχρεες οντότητες επιτρέπεται να μην εφαρμόζουν ορισμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας προς τον πελάτη τα οποία προβλέπονται από την οδηγία (ΕΕ) 2015/849. Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις ανάγκες των καταναλωτών στη χρήση προπληρωμένων μέσων γενικής χρήσης και χωρίς να εμποδίζεται η χρήση των εν λόγω μέσων για την προώθηση της κοινωνικής και χρηματοοικονομικής ένταξης, είναι σημαντικό να μειωθούν τα υφιστάμενα όρια για τις ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες γενικής χρήσης και να εντοπίζεται ο πελάτης στις περιπτώσεις πράξεων πληρωμής εξ αποστάσεως, όταν το ποσό συναλλαγής υπερβαίνει τα 50 EUR.

(15)

Ενώ η χρήση των ανώνυμων προπληρωμένων καρτών που εκδίδονται στην Ένωση περιορίζεται ουσιαστικά μόνον στην επικράτεια της Ένωσης, αυτό δεν συμβαίνει πάντα με παρόμοιες κάρτες που εκδίδονται σε τρίτες χώρες. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι οι ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες που εκδίδονται εκτός της Ένωσης μπορούν να χρησιμοποιούνται στην Ένωση μόνον εφόσον μπορεί να θεωρηθεί ότι συμμορφώνονται με απαιτήσεις ισοδύναμες με εκείνες που ορίζονται στο δίκαιο της Ένωσης. Ο εν λόγω κανόνας θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ σε πλήρη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις της Ένωσης όσον αφορά το διεθνές εμπόριο, ιδίως τις διατάξεις της Γενικής Συμφωνίας για τις Συναλλαγές στον Τομέα των Υπηρεσιών.

(16)

Οι ΜΧΠ διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον προσδιορισμό των χρηματοπιστωτικών πράξεων των τρομοκρατικών δικτύων, ιδίως των διασυνοριακών, και στον εντοπισμό των χρηματοδοτών τους. Οι οικονομικές πληροφορίες μπορούν να αποδειχθούν καίριας σημασίας στην προσπάθεια να έρθουν στο φως οι μέθοδοι διευκόλυνσης των τρομοκρατικών πράξεων και τα δίκτυα και τα σχέδια των τρομοκρατικών οργανώσεων. Λόγω της έλλειψης περιοριστικών διεθνών προτύπων, οι ΜΧΠ διατηρούν σημαντικές διαφορές όσον αφορά τις λειτουργίες, τις αρμοδιότητες και τις εξουσίες τους. Τα κράτη μέλη οφείλουν να καταβάλουν προσπάθειες προκειμένου να εξασφαλίσουν μια πιο αποτελεσματική και συντονισμένη προσέγγιση για τη διεξαγωγή οικονομικών ερευνών σχετικά με την τρομοκρατία, συμπεριλαμβανομένων των ερευνών που σχετίζονται με αθέμιτη χρήση εικονικών νομισμάτων. Ωστόσο, οι τρέχουσες διαφορές δεν θα πρέπει να επηρεάζουν τη δραστηριότητα μιας ΜΧΠ, ιδίως την ικανότητά της να αναπτύσσει προληπτικές αναλύσεις για την υποστήριξη όλων των αρχών που είναι επιφορτισμένες με δραστηριότητες παροχής πληροφοριών, ερευνητικές και δικαστικές δραστηριότητες, καθώς και με τη διεθνή συνεργασία. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οι ΜΧΠ θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες και να μπορούν να τις ανταλλάσσουν χωρίς εμπόδια, μεταξύ άλλων μέσω της κατάλληλης συνεργασίας με τις αρχές επιβολής του νόμου. Σε όλες τις περιπτώσεις όπου υπάρχει υποψία εγκληματικότητας και, ειδικότερα, σε υποθέσεις που αφορούν τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, οι πληροφορίες θα πρέπει να ρέουν άμεσα και γρήγορα, χωρίς αδικαιολόγητες καθυστερήσεις. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί περαιτέρω η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα των ΜΧΠ, μέσω αποσαφήνισης των εξουσιών και της συνεργασίας μεταξύ των ΜΧΠ.

(17)

Οι ΜΧΠ θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνουν από οποιαδήποτε υπόχρεη οντότητα όλες τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με τις λειτουργίες της. Η απρόσκοπτη πρόσβασή τους στις πληροφορίες είναι απαραίτητη για να εξασφαλιστεί ότι οι ροές χρήματος μπορούν να εντοπιστούν σωστά και τα παράνομα δίκτυα και οι ροές να ανιχνεύονται σε πρώιμο στάδιο. Η ανάγκη των ΜΧΠ να λάβουν πρόσθετες πληροφορίες από υπόχρεες οντότητες βάσει υποψίας για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας μπορεί να προκληθεί από προηγούμενη έκθεση για ύποπτες συναλλαγές που αναφέρεται στη ΜΧΠ, αλλά μπορεί επίσης να προκληθεί και από άλλα μέσα, όπως ανάλυση της ίδιας της ΜΧΠ, πληροφορίες που παρέχονται από τις αρμόδιες αρχές ή πληροφορίες που διατηρούνται από άλλη ΜΧΠ. Ως εκ τούτου, οι ΜΧΠ θα πρέπει να μπορούν στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων τους να λαμβάνουν πληροφορίες από οποιαδήποτε υπόχρεη οντότητα, ακόμη και χωρίς να συνταχθεί προηγούμενη έκθεση από την επιμέρους υπόχρεη οντότητα. Τούτο δεν περιλαμβάνει την υποβολή αδιακρίτως αιτήσεων παροχής πληροφοριών προς τις υπόχρεες οντότητες στο πλαίσιο της ανάλυσης της ΜΧΠ, αλλά μόνο αιτήσεις πληροφοριών που βασίζονται σε επαρκώς καθορισμένες προϋποθέσεις. Μια ΜΧΠ θα πρέπει επίσης να μπορεί να αποκτήσει τις εν λόγω πληροφορίες βάσει αιτήματος που υποβάλλεται από άλλη ΜΧΠ της Ένωσης και να ανταλλάσσει τις πληροφορίες με την αιτούσα ΜΧΠ.

(18)

Αποστολή των ΜΧΠ είναι να συγκεντρώνουν και να αναλύουν τις πληροφορίες που λαμβάνουν, προκειμένου να διαπιστώνουν σχέσεις μεταξύ ύποπτων συναλλαγών και συναφών εγκληματικών δραστηριοτήτων, ώστε να προλαμβάνεται και να καταπολεμείται η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, και επίσης να διαδίδουν τα αποτελέσματα των αναλύσεών τους και κάθε άλλη συμπληρωματική σχετική πληροφορία στις αρμόδιες αρχές όταν υπάρχουν υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, συναφή βασικά αδικήματα ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Μια ΜΧΠ δεν θα πρέπει να αποφεύγει ή να αρνείται την ανταλλαγή πληροφοριών με άλλη ΜΧΠ, αυτεπάγγελτα ή κατόπιν αιτήματος, για λόγους όπως η έλλειψη εντοπισμού συναφών βασικών αδικημάτων, τα χαρακτηριστικά των εθνικών ποινικών νόμων και οι διαφορές μεταξύ των ορισμών των συναφών βασικών αδικημάτων ή η έλλειψη αναφοράς σε συγκεκριμένα συναφή βασικά αδικήματα. Παρομοίως, μια ΜΧΠ θα πρέπει να χορηγεί την προηγούμενη συγκατάθεσή της σε άλλη ΜΧΠ για να διαβιβάσει τις πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές, ανεξάρτητα από τον τύπο των ενδεχόμενων συναφών βασικών αδικημάτων, προκειμένου να καταστεί δυνατό να διενεργηθεί αποτελεσματικά η λειτουργία της διάδοσης. Οι ΜΧΠ έχουν αναφέρει δυσκολίες στην ανταλλαγή πληροφοριών λόγω διαφορών στον κατά το εθνικό δίκαιο ορισμό μερικών βασικών αδικημάτων, όπως τα φορολογικά, που δεν έχουν εναρμονισθεί από την ενωσιακή νομοθεσία. Οι διαφορές αυτές δεν θα πρέπει να παρεμποδίζουν την αμοιβαία ανταλλαγή, τη διάδοση στις αρμόδιες αρχές, καθώς και τη χρήση των εν λόγω πληροφοριών κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας. Οι ΜΧΠ θα πρέπει να εξασφαλίζουν ταχέως, εποικοδομητικά και αποτελεσματικά την ευρύτερη δυνατή διεθνή συνεργασία με ΜΧΠ τρίτων χωρών σε σχέση με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, συναφή βασικά αδικήματα και χρηματοδότηση της τρομοκρατίας σύμφωνα με τις συστάσεις της FATF και τις αρχές της ομάδας Egmont για ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών.

(19)

Οι πληροφορίες προληπτικού χαρακτήρα που αφορούν τα πιστωτικά ιδρύματα και τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, όπως οι σχετιζόμενες με την καταλληλότητα και την αξιοπιστία των διευθυντών και των μετόχων, τους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, τη διοίκηση ή τη συμμόρφωση και τη διαχείριση κινδύνου, είναι συχνά απαραίτητες για την επαρκή εποπτεία ΚΞΧ/ΧΤ αυτών των ιδρυμάτων. Παρομοίως, οι πληροφορίες ΚΞΧ/ΧΤ είναι επίσης σημαντικές για την προληπτική εποπτεία αυτών των ιδρυμάτων. Συνεπώς, η ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών και η συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών ΚΞΧ/ΧΤ για την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών και των φορέων προληπτικής εποπτείας δεν θα πρέπει να εμποδίζεται από την ανασφάλεια δικαίου που μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα της έλλειψης σαφών διατάξεων σε αυτόν τον τομέα. Η αποσαφήνιση του νομικού πλαισίου είναι ακόμη πιο σημαντική καθώς η προληπτική εποπτεία έχει, σε ορισμένες περιπτώσεις, ανατεθεί σε επόπτες που δεν ανήκουν στον τομέα ΚΞΧ/ΧΤ, όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).

(20)

Η καθυστερημένη πρόσβαση στις πληροφορίες από ΜΧΠ και άλλες αρμόδιες αρχές σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών και θυρίδων ασφαλείας, ειδικά ανώνυμων, δυσχεραίνει την ανίχνευση των μεταφορών χρηματικών ποσών που αφορούν την τρομοκρατία. Τα εθνικά δεδομένα που επιτρέπουν την εξακρίβωση των τραπεζικών λογαριασμών και των λογαριασμών πληρωμών και των θυρίδων ασφαλείας που ανήκουν σε ένα άτομο είναι κατακερματισμένα και, ως εκ τούτου, δεν είναι προσβάσιμα εγκαίρως στις ΜΧΠ και τις άλλες αρμόδιες αρχές. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να ιδρυθούν κεντρικοί αυτοματοποιημένοι μηχανισμοί, όπως μητρώο ή σύστημα ανάκτησης δεδομένων, σε όλα τα κράτη μέλη ως αποτελεσματικό μέσο για την απόκτηση έγκαιρης πρόσβασης στις πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών και των κατόχων θυρίδων ασφαλείας, των πληρεξουσίων και των πραγματικών δικαιούχων τους. Κατά την εφαρμογή των διατάξεων για την πρόσβαση, είναι σκόπιμο να χρησιμοποιούνται προϋπάρχοντες μηχανισμοί υπό τον όρο ότι οι εθνικές ΜΧΠ μπορούν να έχουν πρόσβαση άμεσα και χωρίς παρεμβολές στα δεδομένα που ζητούν. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν την τροφοδότηση στον εν λόγω μηχανισμό άλλων πληροφοριών που κρίνονται αναγκαίες και αναλογικές για τον αποτελεσματικότερο μετριασμό των κινδύνων σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Θα πρέπει να εξασφαλίζεται η απόλυτη εμπιστευτικότητα σχετικά με τις έρευνες αυτές και τις αιτήσεις για συναφείς πληροφορίες από τις ΜΧΠ και τις αρμόδιες αρχές πλην των αρχών που είναι αρμόδιες για την άσκηση ποινικής δίωξης.

(21)

Για να γίνει σεβαστή η ιδιωτική ζωή και να προστατευτούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα ελάχιστα δεδομένα που είναι απαραίτητα για τη διενέργεια ερευνών για ΚΞΧ/ΧΤ θα πρέπει να αποθηκεύονται σε κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς για λογαριασμούς τραπεζών και πληρωμών, όπως μητρώα ή συστήματα ανάκτησης δεδομένων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να καθορίσουν ποια δεδομένα είναι χρήσιμο και αναλογικό να συγκεντρώνουν, λαμβάνοντας υπόψη τα ισχύοντα συστήματα και τις νομικές παραδόσεις ώστε να καθίσταται δυνατή η ουσιαστική ταυτοποίηση των πραγματικών δικαιούχων. Κατά τη μεταφορά των διατάξεων σχετικά με αυτούς τους μηχανισμούς στο εθνικό δίκαιο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίζουν περιόδους διατήρησης ισοδύναμες προς την περίοδο για τη διατήρηση των εγγράφων και των πληροφοριών που αποκτούν στο πλαίσιο εφαρμογής των μέτρων δέουσας επιμέλειας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παρατείνουν την περίοδο διατήρησης σε γενική βάση μέσω της νομοθεσίας, χωρίς να απαιτούνται αποφάσεις ανά περίπτωση. Το διάστημα επιπρόσθετης διατήρησης δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα πέντε επιπρόσθετα χρόνια. Αυτό το διάστημα δεν θα πρέπει να εμποδίζει το εθνικό δίκαιο να θεσπίζει άλλες απαιτήσεις διατήρησης δεδομένων επιτρέποντας κατά περίπτωση αποφάσεις προκειμένου να διευκολύνονται οι ποινικές ή διοικητικές διαδικασίες. Η πρόσβαση στους μηχανισμούς αυτούς θα πρέπει να βασίζεται στην αρχή «ανάγκη γνώσης».

(22)

Η ακριβής εξακρίβωση και ο έλεγχος των δεδομένων των φυσικών και νομικών προσώπων είναι απαραίτητα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Οι τελευταίες τεχνικές εξελίξεις στην ψηφιοποίηση των συναλλαγών και των πληρωμών επιτρέπουν την ασφαλή απομακρυσμένη ή ηλεκτρονική εξακρίβωση. Τα εν λόγω μέσα εξακρίβωσης, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, ιδίως σε σχέση με τα κοινοποιηθέντα ηλεκτρονικά συστήματα εξακρίβωσης και τους τρόπους εξασφάλισης διασυνοριακής νομικής αναγνώρισης, τα οποία προσφέρουν υψηλού επιπέδου ασφαλή εργαλεία και παρέχουν ένα σημείο αναφοράς βάσει του οποίου μπορεί να ελεγχθεί η αξιολόγηση των μεθόδων εξακρίβωσης που έχουν συσταθεί σε εθνικό επίπεδο. Επιπλέον, μπορεί να λαμβάνονται υπόψη άλλες ασφαλείς διαδικασίες απομακρυσμένης ή ηλεκτρονικής εξακρίβωσης, που έχουν ρυθμιστεί, αναγνωριστεί, εγκριθεί ή γίνονται δεκτές σε εθνικό επίπεδο από την αρμόδια εθνική αρχή. Όπου αρμόζει, στη διαδικασία εξακρίβωσης θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη η αναγνώριση ηλεκτρονικών εγγράφων και οι υπηρεσίες εμπιστοσύνης όπως εκτίθενται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014. Η αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στην εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

(23)

Για τον προσδιορισμό των πολιτικώς εκτεθειμένων προσώπων στην Ένωση, θα πρέπει να εκδοθούν από τα κράτη μέλη κατάλογοι που προσδιορίζουν τα ειδικά καθήκοντα που, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρούνται σημαντικό δημόσιο λειτούργημα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ζητούν από κάθε διεθνή οργανισμό διαπιστευμένο στην επικράτειά τους να δημιουργήσει και να διατηρεί ενήμερο ένα κατάλογο σημαντικών δημοσίων λειτουργημάτων στους κόλπους του.

(24)

Η προσέγγιση για την αναθεώρηση των υφιστάμενων πελατών στο σημερινό πλαίσιο βασίζεται στον κίνδυνο. Ωστόσο, δεδομένου του υψηλότερου κινδύνου της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και των συναφών βασικών αδικημάτων, τα οποία συνδέονται με ορισμένες ενδιάμεσες δομές, η εν λόγω προσέγγιση ενδέχεται να μην επιτρέπει την έγκαιρη ανίχνευση και εκτίμηση των κινδύνων. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι παρακολουθούνται επίσης σε τακτική βάση ορισμένες σαφώς προσδιορισμένες κατηγορίες υφιστάμενων πελατών.

(25)

Τα κράτη μέλη επί του παρόντος απαιτείται να εξασφαλίζουν ότι οι εταιρικές και άλλες νομικές οντότητες που έχουν συσταθεί εντός της επικράτειάς τους αποκτούν και διατηρούν επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο τους. Η ανάγκη για ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τον εντοπισμό των εγκληματιών, οι οποίοι διαφορετικά θα μπορούσαν να αποκρύπτουν την ταυτότητά τους πίσω από μια εταιρική δομή. Το παγκόσμια διασυνδεδεμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα καθιστά δυνατή την απόκρυψη και τη μεταφορά κεφαλαίων σε όλο τον κόσμο, και τα άτομα που νομιμοποιούν έσοδα από παράνομες δραστηριότητες, οι χρηματοδότες της τρομοκρατίας, καθώς και άλλοι εγκληματίες κάνουν όλο και περισσότερο χρήση της εν λόγω δυνατότητας.

(26)

Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ο συγκεκριμένος παράγοντας που καθορίζει ποιο κράτος μέλος είναι αρμόδιο για την παρακολούθηση και την καταγραφή πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων. Λόγω των διαφορών στα νομικά συστήματα των κρατών μελών, ορισμένα εμπιστεύματα και παρεμφερή νομικά μορφώματα δεν παρακολουθούνται και δεν είναι καταχωρισμένα πουθενά στην Ένωση. Οι πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων θα πρέπει να καταχωρίζονται εκεί όπου είναι εγκατεστημένοι ή διαμένουν οι εμπιστευματοδόχοι των εμπιστευμάτων και τα πρόσωπα που κατέχουν ισοδύναμες θέσεις σε παρεμφερή νομικά μορφώματα. Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική παρακολούθηση και καταχώριση πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο των εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων, είναι επίσης απαραίτητη η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών. Η διασύνδεση των μητρώων των κρατών μελών που αφορούν τους πραγματικούς δικαιούχους των εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων θα καθιστούσε τις πληροφορίες αυτές προσιτές, και επίσης θα διασφάλιζε ότι αποφεύγεται η πολλαπλή καταχώριση των ίδιων εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων εντός της Ένωσης.

(27)

Οι κανόνες που ισχύουν για εμπιστεύματα και παρεμφερή νομικά μορφώματα όσον αφορά την πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο θα πρέπει να είναι συγκρίσιμες με τους αντίστοιχους κανόνες που ισχύουν για τις εταιρικές και άλλες νομικές οντότητες. Λαμβάνοντας υπόψη το ευρύ φάσμα των τύπων εμπιστευμάτων που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην Ένωση καθώς και την ακόμη μεγαλύτερη ποικιλία παρεμφερών νομικών μορφωμάτων, η απόφαση σχετικά με το αν ένα εμπίστευμα ή παρεμφερές νομικό μόρφωμα είναι συγκρίσιμο ή όχι με εταιρικές και άλλες νομικές οντότητες θα πρέπει να λαμβάνεται από τα κράτη μέλη. Η εθνική νομοθεσία που μεταφέρει τις εν λόγω διατάξεις στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να αποσκοπεί στην αποτροπή της χρησιμοποίησης εμπιστευμάτων ή παρεμφερών νομικών μορφωμάτων για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, χρηματοδότηση της τρομοκρατίας ή συναφή βασικά αδικήματα.

(28)

Λαμβάνοντας υπόψη τα διαφορετικά χαρακτηριστικά των εμπιστευμάτων και των παρεμφερών νομικών μορφωμάτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και σύμφωνα με τους κανόνες για την προστασία των δεδομένων, να προσδιορίζουν το επίπεδο διαφάνειας όσον αφορά τα εμπιστεύματα και τα παρεμφερή νομικά μορφώματα που δεν είναι συγκρίσιμα με τις εταιρικές και άλλες νομικές οντότητες. Οι σχετικοί κίνδυνοι νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας μπορούν να διαφέρουν, βάσει των χαρακτηριστικών του τύπου του εμπιστεύματος ή του παρεμφερούς νομικού μορφώματος, και η κατανόηση των κινδύνων αυτών μπορεί να εξελίσσεται με την πάροδο του χρόνου, για παράδειγμα ως αποτέλεσμα των εθνικών και υπερεθνικών εκτιμήσεων κινδύνου. Για το λόγο αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν ευρύτερη πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων, εφόσον η πρόσβαση αυτή αποτελεί απαραίτητο και αναλογικό μέτρο για τον θεμιτό στόχο της πρόληψης της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Κατά τον καθορισμό του επιπέδου διαφάνειας των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο αυτών των εμπιστευμάτων ή παρεμφερών νομικών μορφωμάτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των φυσικών προσώπων, ιδίως του δικαιώματος στην ιδιωτικότητα και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων θα πρέπει να παραχωρείται σε οποιοδήποτε πρόσωπο μπορεί να αποδείξει ότι έχει έννομο συμφέρον. Η πρόσβαση θα πρέπει επίσης να παρέχεται σε κάθε πρόσωπο που υποβάλλει έγγραφη αίτηση που αφορά εμπίστευμα ή παρεμφερές νομικό μόρφωμα το οποίο κατέχει ή έχει στην κυριότητά του ελέγχουσα συμμετοχή σε οποιαδήποτε εταιρική ή άλλη νομική οντότητα έχει συσταθεί εκτός της Ένωσης, μέσω άμεσης ή έμμεσης κυριότητας, μεταξύ άλλων μέσω μετοχών στον κομιστή ή μέσω ελέγχου με άλλα μέσα. Τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις χορήγησης πρόσβασης σε αιτήσεις παροχής πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων θα πρέπει να είναι αρκούντως σαφή και σύμφωνα με τους στόχους της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απορρίψουν γραπτή αίτηση, εάν έχουν βάσιμους λόγους να υποπτεύονται ότι η γραπτή αίτηση δεν είναι σύμφωνη με τους στόχους της παρούσας οδηγίας.

(29)

Για να διασφαλιστεί ασφάλεια δικαίου και ισότιμοι όροι ανταγωνισμού, είναι σημαντικό να καθορίζεται σαφώς ποια νομικά μορφώματα εγκατεστημένα σε ολόκληρη την Ένωση θα πρέπει να θεωρηθούν παρεμφερή με εμπιστεύματα ως εκ των καθηκόντων ή της δομής τους. Ως εκ τούτου, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να υποχρεούται να προσδιορίζει τα εμπιστεύματα, εφόσον αναγνωρίζονται από το εθνικό δίκαιο, και τα παρεμφερή νομικά μορφώματα που μπορούν να συσταθούν σύμφωνα με το εθνικό νομικό πλαίσιο ή έθιμο και που έχουν δομή ή λειτουργία παρεμφερή με τα εμπιστεύματα, όπως τη δυνατότητα διαχωρισμού ή αποσύνδεσης μεταξύ της νόμιμης και της πραγματικής κυριότητας των περιουσιακών στοιχείων. Στη συνέχεια, τα κράτη μέλη θα πρέπει να κοινοποιούν στην Επιτροπή τις κατηγορίες, την περιγραφή των χαρακτηριστικών, τα ονόματα και, όπου αρμόζει, τη νομική βάση αυτών των εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων ενόψει της δημοσίευσής τους στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ώστε να καθίσταται δυνατή η ταυτοποίησή τους από άλλα κράτη μέλη. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι τα εμπιστεύματα και τα παρεμφερή νομικά μορφώματα ενδέχεται να έχουν διαφορετικά νομικά χαρακτηριστικά σε ολόκληρη την Ένωση. Όταν τα χαρακτηριστικά του εμπιστεύματος ή του παρεμφερούς νομικού μορφώματος είναι συγκρίσιμα στη δομή ή τις λειτουργίες με τα χαρακτηριστικά εταιρικών και άλλων νομικών οντοτήτων, η πρόσβαση του κοινού σε πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο θα συνέβαλλε στην καταπολέμηση της κατάχρησης των εμπιστευμάτων και των παρεμφερών νομικών μορφωμάτων, με τον ίδιο τρόπο που η πρόσβαση του κοινού μπορεί να συμβάλει στην πρόληψη της αθέμιτης χρήσης εταιρικών και άλλων νομικών οντοτήτων για σκοπούς νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

(30)

Η δημόσια πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικές με τον πραγματικό δικαιούχο επιτρέπει μεγαλύτερο έλεγχο των πληροφοριών από την κοινωνία των πολιτών, συμπεριλαμβανομένου του Τύπου και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, και συμβάλλει στη διατήρηση της εμπιστοσύνης στην ακεραιότητα των επιχειρηματικών συναλλαγών και του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Μπορεί να συμβάλει στην καταπολέμηση της κατάχρησης των εταιρικών και άλλων νομικών οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων για σκοπούς νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τόσο βοηθώντας τις έρευνες όσο και μέσω αποτελεσμάτων που συνδέονται με τη φήμη, δεδομένου ότι οποιοσδήποτε θα μπορούσε να συνάψει συναλλαγές γνωρίζει την ταυτότητα των πραγματικών δικαιούχων. Διευκολύνει επίσης την έγκαιρη και αποτελεσματική διάθεση πληροφοριών στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, καθώς και στις αρχές, συμπεριλαμβανομένων των αρχών τρίτων χωρών, οι οποίες συμμετέχουν στην καταπολέμηση αυτών των αδικημάτων. Η πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές θα βοηθούσε επίσης τις έρευνες σχετικά με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, συναφή βασικά αδικήματα και χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

(31)

Η εμπιστοσύνη στις χρηματοπιστωτικές αγορές από τους επενδυτές και το ευρύ κοινό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ύπαρξη ακριβούς καθεστώτος γνωστοποίησης που παρέχει διαφάνεια στις δομές του πραγματικού δικαιούχου και του ελέγχου των εταιρειών. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα συστήματα εταιρικής διακυβέρνησης που χαρακτηρίζονται από συγκεντρωμένη ιδιοκτησία, όπως εκείνη στην Ένωση. Αφενός, οι μεγάλοι επενδυτές με σημαντικά δικαιώματα ψήφου και ταμειακών ροών ενδέχεται να ενθαρρύνουν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και απόδοση της επιχείρησης. Αφετέρου, ωστόσο, οι ελέγχοντες πραγματικοί δικαιούχοι με μεγάλες ομάδες ψηφοφορίας ενδέχεται να έχουν κίνητρα για να εκτρέπουν τα εταιρικά περιουσιακά στοιχεία και ευκαιρίες για προσωπικό όφελος σε βάρος των επενδυτών μειοψηφίας. Η δυνητική ενίσχυση της εμπιστοσύνης στις χρηματοπιστωτικές αγορές θα πρέπει να θεωρείται θετική παρενέργεια και όχι σκοπός της αύξησης της διαφάνειας, ο οποίος είναι η δημιουργία ενός περιβάλλοντος λιγότερο πιθανού να χρησιμοποιηθεί για τους σκοπούς της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

(32)

Η εμπιστοσύνη στις χρηματοπιστωτικές αγορές από τους επενδυτές και το ευρύ κοινό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ύπαρξη ακριβούς καθεστώτος γνωστοποίησης που παρέχει διαφάνεια όσον αφορά τον πραγματικό δικαιούχο και τις δομές ελέγχου των εταιρικών και άλλων νομικών οντοτήτων και ορισμένων τύπων εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτρέπουν την πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο με αρκετά συνεκτικό και συντονισμένο τρόπο, θεσπίζοντας σαφείς κανόνες για την πρόσβαση του κοινού, ούτως ώστε οι τρίτοι να είναι σε θέση να εξακριβώνουν, σε όλη την Ένωση, ποιοι είναι οι πραγματικοί δικαιούχοι εταιρικών και άλλων νομικών οντοτήτων καθώς και ορισμένων τύπων εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων.

(33)

Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτρέπουν την πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο, όσον αφορά εταιρικές και άλλες νομικές οντότητες, με αρκετά συνεκτικό και συντονισμένο τρόπο, μέσω των κεντρικών μητρώων στα οποία ορίζονται οι πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο, θεσπίζοντας σαφή κανόνα για τη δημόσια πρόσβαση, ούτως ώστε οι τρίτοι να είναι σε θέση να εξακριβώνουν, σε όλη την Ένωση, ποιοι είναι οι πραγματικοί δικαιούχοι εταιρικών και νομικών οντοτήτων. Είναι σημαντικό επίσης να θεσπιστεί ένα συνεκτικό νομικό πλαίσιο που να εξασφαλίζει καλύτερη πρόσβαση στις πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων, από τη στιγμή που έχουν καταχωριστεί εντός της Ένωσης. Οι κανόνες που ισχύουν για εμπιστεύματα και παρεμφερή νομικά μορφώματα όσον αφορά την πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο θα πρέπει να είναι συγκρίσιμοι με τους αντίστοιχους κανόνες που ισχύουν για τις εταιρικές και άλλες νομικές οντότητες.

(34)

Σε όλες τις περιπτώσεις, τόσο όσον αφορά τις εταιρικές και άλλες νομικές οντότητες, καθώς και τα εμπιστεύματα και παρεμφερή νομικά μορφώματα, θα πρέπει να αναζητηθεί δίκαιη ισορροπία μεταξύ αφενός του γενικού δημόσιου συμφέροντος για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και αφετέρου των θεμελιωδών δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων. Το σύνολο των δεδομένων που πρέπει να τίθενται στη διάθεση του κοινού θα πρέπει να περιορίζεται, να ορίζεται σαφώς και αναλυτικά και να είναι γενικού χαρακτήρα, ούτως ώστε να ελαχιστοποιείται η δυνητική βλάβη των πραγματικών δικαιούχων. Ταυτόχρονα, οι πληροφορίες που καθίστανται προσβάσιμες στο κοινό δεν θα πρέπει να διαφέρουν σημαντικά από τα δεδομένα που συλλέγονται επί του παρόντος. Για να περιοριστεί η παρέμβαση στο δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής τους, γενικά, και στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τους, ειδικότερα, οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να αφορούν ουσιαστικά την κατάσταση των πραγματικών δικαιούχων των εταιρικών και άλλων νομικών οντοτήτων και των εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων και θα πρέπει να αφορούν αυστηρά τη σφαίρα της οικονομικής δραστηριότητας στην οποία λειτουργούν οι πραγματικοί δικαιούχοι. Αν ένα ανώτατο διοικητικό στέλεχος έχει ταυτοποιηθεί ως ο πραγματικός δικαιούχος εκ μόνου του γεγονότος ότι κατέχει αυτή τη θέση και όχι μέσω ιδιοκτησιακού δικαιώματος που κατέχει ή ελέγχου που ασκεί με άλλα μέσα, τούτο θα πρέπει να εμφαίνεται σαφώς στα μητρώα. Όσον αφορά τις πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι οι πληροφορίες αυτές θα περιλαμβάνονται στο κεντρικό μητρώο, ιδίως για πραγματικούς δικαιούχους που δεν είναι υπήκοοι. Προκειμένου να διευκολύνουν τις διαδικασίες καταχώρισης και δεδομένου ότι η μεγάλη πλειονότητα των πραγματικών δικαιούχων θα είναι υπήκοοι του κράτους διατήρησης του κεντρικού μητρώου, τα κράτη μέλη μπορούν να θεωρούν ότι ένας πραγματικός δικαιούχος είναι της δικής τους ιθαγένειας εφόσον δεν έχει γίνει εγγραφή για το αντίθετο.

(35)

Ο ενισχυμένος δημόσιος έλεγχος θα συμβάλει στην πρόληψη της κατάχρησης των νομικών οντοτήτων και των νομικών μορφωμάτων, συμπεριλαμβανομένης της φοροαποφυγής. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό οι πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο να παραμένουν διαθέσιμες μέσω των εθνικών μητρώων και μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων για τουλάχιστον πέντε έτη από τότε που οι λόγοι εγγραφής των πληροφοριών αυτών, όσον αφορά το εμπίστευμα ή ένα παρεμφερές νομικό μόρφωμα, έπαυσαν να υφίστανται. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να παρέχουν βάσει του νόμου την επεξεργασία των πληροφοριών για τον πραγματικό δικαιούχο, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για άλλους σκοπούς, αν η εν λόγω επεξεργασία ανταποκρίνεται σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος και αποτελεί απαραίτητο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για τον νόμιμο επιδιωκόμενο στόχο.

(36)

Επιπλέον, με τον στόχο της εξασφάλισης αναλογικής και ισορροπημένης προσέγγισης και της εγγύησης των δικαιωμάτων στην ιδιωτική ζωή και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να εισάγουν εξαιρέσεις από τη γνωστοποίηση μέσω των μητρώων πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο και την πρόσβαση σε αυτές, σε εξαιρετικές περιστάσεις, όταν οι πληροφορίες αυτές θα εξέθεταν τον πραγματικό δικαιούχο σε δυσανάλογο κίνδυνο εξαπάτησης, απαγωγής, εκβιασμού, εκβίασης, παρενόχλησης, βίας ή εκφοβισμού. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν επιγραμμική εγγραφή, προκειμένου να προσδιορίζουν κάθε πρόσωπο που ζητεί πληροφορίες από το μητρώο, καθώς και την καταβολή τέλους για την πρόσβαση στις πληροφορίες του μητρώου.

(37)

Η διασύνδεση των κεντρικών μητρώων των κρατών μελών που περιέχουν πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο μέσω της ευρωπαϊκής κεντρικής πλατφόρμας που συστάθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2017/1132 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), απαιτεί τον συντονισμό εθνικών συστημάτων με ποικίλα τεχνικά χαρακτηριστικά. Αυτό συνεπάγεται την έγκριση τεχνικών μέτρων και προδιαγραφών που πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις διαφορές μεταξύ μητρώων. Προκειμένου να διασφαλισθούν ενιαίοι όροι εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή για τη διευθέτηση τέτοιων τεχνικών και επιχειρησιακών ζητημάτων. Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9). Σε κάθε περίπτωση, η συμμετοχή των κρατών μελών στη λειτουργία του όλου συστήματος θα πρέπει να εξασφαλίζεται με τακτικό διάλογο μεταξύ της Επιτροπής και των αντιπροσώπων των κρατών μελών σχετικά με τα θέματα που αφορούν τη λειτουργία του συστήματος και σχετικά με τη μελλοντική του ανάπτυξη.

(38)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10), εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Κατά συνέπεια, τα φυσικά πρόσωπα των οποίων τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διατηρούνται στα εθνικά μητρώα που τους ταυτοποιούν ως πραγματικούς δικαιούχους θα πρέπει να ενημερώνονται αναλόγως. Επιπλέον, θα πρέπει να διατίθενται μόνον δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι επικαιροποιημένα και αντιστοιχούν όντως στους πραγματικούς δικαιούχους και οι δικαιούχοι θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με τα δικαιώματά τους εντός του τρέχοντος ενωσιακού νομικού πλαισίου προστασίας των δεδομένων, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 και την οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11), και τις ισχύουσες διαδικασίες άσκησης των εν λόγω δικαιωμάτων. Επιπλέον, προκειμένου να αποφευχθεί η κατάχρηση των πληροφοριών που περιέχονται στα μητρώα και να εξισορροπηθούν τα δικαιώματα των πραγματικών δικαιούχων, τα κράτη μέλη μπορεί να θεωρήσουν σκόπιμο να θέτουν στη διάθεση του πραγματικού δικαιούχου τις πληροφορίες σχετικά με τον αιτούντα μαζί με τη νομική βάση της αίτησης.

(39)

Σε περιπτώσεις που η αναφορά αποκλίσεων από τις ΜΧΠ και τις αρμόδιες αρχές θα έθετε σε κίνδυνο διεξαγόμενη έρευνα, οι ΜΧΠ ή οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να καθυστερούν την αναφορά της απόκλισης μέχρι τη στιγμή κατά την οποία οι λόγοι της μη αναφοράς παύουν να υφίστανται. Επιπλέον, οι ΜΧΠ και οι αρμόδιες αρχές δεν θα πρέπει να γνωστοποιούν αποκλίσεις όταν κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο προς κάθε διάταξη εμπιστευτικότητας του εθνικού δικαίου ή θα συνιστούσε αδίκημα πληροφόρησης.

(40)

Η παρούσα οδηγία ισχύει υπό την επιφύλαξη της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/680.

(41)

Η πρόσβαση στις πληροφορίες και ο ορισμός του έννομου συμφέροντος θα πρέπει να διέπονται από το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ή διαμένει ο εμπιστευματοδόχος ή το πρόσωπο που κατέχει ισοδύναμη θέση σε παρεμφερές νομικό μόρφωμα. Όταν ο εμπιστευματοδόχος ενός εμπιστεύματος ή παρεμφερούς νομικού μορφώματος δεν είναι εγκατεστημένος ούτε διαμένει σε κράτος μέλος, η πρόσβαση στις πληροφορίες και ο ορισμός του έννομου συμφέροντος θα πρέπει να διέπονται από το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο είναι καταχωρισμένες οι πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο του εμπιστεύματος ή του παρεμφερούς νομικού μορφώματος σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

(42)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίζουν το έννομο συμφέρον, τόσο ως γενική έννοια όσο και ως κριτήριο για την πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο στο εθνικό τους δίκαιο. Ειδικότερα, οι ορισμοί αυτοί δεν θα πρέπει να περιορίζουν την έννοια του έννομου συμφέροντος σε υποθέσεις εκκρεμών διοικητικών ή νομικών διαδικασιών, και θα πρέπει να επιτρέπουν να λαμβάνεται υπόψη η προληπτική δράση στον τομέα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και των συναφών βασικών αδικημάτων, η οποία αναλαμβάνεται από μη κυβερνητικές οργανώσεις και ερευνητικούς δημοσιογράφους, κατά περίπτωση. Μόλις γίνει η διασύνδεση των μητρώων πραγματικών δικαιούχων των κρατών μελών, θα πρέπει να χορηγείται πρόσβαση τόσο εθνική όσο και διασυνοριακή στο μητρώο κάθε κράτους μέλους βάσει του ορισμού του έννομου συμφέροντος του κράτους μέλους όπου κατεγράφη η πληροφορία σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο του εμπιστεύματος ή του παρεμφερούς νομικού μορφώματος βάσει της παρούσας οδηγίας, δυνάμει απόφασης που λαμβάνεται από τις αρμόδιες αρχές του εν λόγω κράτους μέλους. Σε σχέση με τα μητρώα πραγματικών δικαιούχων των κρατών μελών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν επίσης τη δυνατότητα θέσπισης μηχανισμών προσφυγής κατά αποφάσεων που χορηγούν ή αρνούνται την πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο. Για να εξασφαλισθεί η συνεκτική και αποτελεσματική καταχώριση και ανταλλαγή πληροφοριών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι αρχές τους που είναι επιφορτισμένες με το μητρώο που δημιουργείται για να δίνει πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο εμπιστευμάτων και άλλων παρεμφερών νομικών μορφωμάτων συνεργάζονται με τους ομολόγους τους σε άλλα κράτη μέλη, ανταλλάσσοντας πληροφορίες σχετικά με εμπιστεύματα και παρεμφερή νομικά μορφώματα που διέπονται από το δίκαιο ενός κράτους μέλους ενώ η διοίκησή τους γίνεται σε άλλο κράτος μέλος.

(43)

Οι διασυνοριακές σχέσεις ανταπόκρισης με ίδρυμα πελάτη της τρίτης χώρας χαρακτηρίζονται από τον διαρκή, επαναληπτικό χαρακτήρα τους. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη, όταν απαιτούν τη λήψη μέτρων αυξημένης δέουσας επιμέλειας σε αυτό το ιδιαίτερο πλαίσιο, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη ότι οι σχέσεις ανταπόκρισης δεν περιλαμβάνουν εφάπαξ συναλλαγές ή την απλή ανταλλαγή δυνατοτήτων αποστολής μηνυμάτων. Επιπλέον, αναγνωρίζοντας ότι όλες οι διασυνοριακές υπηρεσίες τραπεζικής ανταπόκρισης δεν παρουσιάζουν το ίδιο επίπεδο κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, η ένταση των μέτρων που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία μπορεί να διέπεται από την εφαρμογή των αρχών της προσέγγισης με βάση τον κίνδυνο και δεν προδικάζει το επίπεδο του κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που παρουσιάζεται από το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ανταπόκρισης.

(44)

Είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι οι κανόνες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας εφαρμόζονται σωστά από την υπόχρεη οντότητα. Σ’ αυτό το πλαίσιο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενισχύσουν τον ρόλο των δημόσιων αρχών που ενεργούν ως αρμόδιες αρχές με καθορισμένες αρμοδιότητες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων των ΜΧΠ, των αρχών που ασκούν καθήκοντα διερεύνησης ή δίωξης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των συναφών βασικών αδικημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, της ανεύρεσης και κατάσχεσης ή δέσμευσης και δήμευσης του προϊόντος εγκληματικών δραστηριοτήτων, των αρχών που λαμβάνουν εκθέσεις σχετικά με τη διασυνοριακή μεταφορά νομισμάτων και διαπραγματεύσιμων τίτλων στον κομιστή και των αρχών που έχουν εποπτικές αρμοδιότητες ή αρμοδιότητες παρακολούθησης που αποσκοπούν στη διασφάλιση της συμμόρφωσης από τις υπόχρεες οντότητες. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενισχύσουν τον ρόλο άλλων σχετικών αρχών συμπεριλαμβανομένων των αρχών κατά της διαφθοράς και των φορολογικών αρχών.

(45)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν την αποτελεσματική και αμερόληπτη εποπτεία όλων των υπόχρεων οντοτήτων, κατά προτίμηση από δημόσιες αρχές μέσω χωριστής και ανεξάρτητης εθνικής ρυθμιστικής ή εποπτικής αρχής.

(46)

Οι εγκληματίες διακινούν παράνομες προσόδους μέσω πολυάριθμων χρηματοπιστωτικών διαμεσολαβητών για να μην ανακαλυφθούν. Συνεπώς είναι σημαντικό να επιτρέπεται στα πιστωτικά ιδρύματα και στους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς να ανταλλάσσουν πληροφορίες, όχι μόνο μεταξύ μελών ομίλων, αλλά και με άλλα πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, εφόσον διασφαλίζεται η προστασία των δεδομένων όπως ορίζεται στην εθνική νομοθεσία.

(47)

Οι αρμόδιες αρχές που εποπτεύουν τις υπόχρεες οντότητες για τη συμμόρφωσή τους με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να μπορούν να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν εμπιστευτικές πληροφορίες, ανεξάρτητα από τον αντίστοιχο χαρακτήρα ή την κατάστασή τους. Προς τούτο, οι εν λόγω αρμόδιες αρχές θα πρέπει να έχουν επαρκή νομική βάση για την ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών, η δε συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων εποπτικών αρχών ΚΞΧ/ΧΤ και των φορέων προληπτικής εποπτείας δεν θα πρέπει να εμποδίζεται ακουσίως από την ανασφάλεια δικαίου που μπορεί να οφείλεται στην έλλειψη σαφών διατάξεων σε αυτόν τον τομέα. Η εποπτεία της αποτελεσματικής εφαρμογής της πολιτικής του ομίλου σχετικά με την ΚΞΧ/ΧΤ θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις αρχές και τις λεπτομέρειες εφαρμογής της ενοποιημένης εποπτείας όπως ορίζεται στη σχετική ευρωπαϊκή τομεακή νομοθεσία.

(48)

Η ανταλλαγή πληροφοριών και η παροχή συνδρομής μεταξύ αρμόδιων αρχών των κρατών μελών είναι κεφαλαιώδης για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να απαγορεύουν ή να θέτουν παράλογους ή υπερβολικά περιοριστικούς όρους σε αυτή την ανταλλαγή πληροφοριών και την παροχή συνδρομής.

(49)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα (12), τα κράτη μέλη δεσμεύτηκαν να επισυνάπτουν στην κοινοποίηση των εθνικών μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, όταν δικαιολογείται, και ένα ή περισσότερα έγγραφα που διευκρινίζουν τον δεσμό ανάμεσα στα στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα τμήματα των εθνικών πράξεων μεταφοράς. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί τη διαβίβαση αυτών των εγγράφων δικαιολογημένη.

(50)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, ήτοι η προστασία του χρηματοπιστωτικού συστήματος μέσω της πρόληψης, του εντοπισμού και της διερεύνησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, επειδή μεμονωμένα μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη για την προστασία των χρηματοπιστωτικών τους συστημάτων μπορεί να μη συνάδουν με τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και με τους κανόνες του κράτους δικαίου και της δημόσιας τάξης της Ένωσης, μπορεί όμως εξαιτίας της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(51)

Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ο «Χάρτης»), και ιδίως το δικαίωμα στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (άρθρο 7 του Χάρτη), το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 8 του Χάρτη) και την επιχειρηματική ελευθερία (άρθρο 16 του Χάρτη).

(52)

Κατά την εκπόνηση έκθεσης αξιολόγησης της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει να αποδίδει τη δέουσα προσοχή στον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των αρχών που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη.

(53)

Δεδομένης της ανάγκης να εφαρμοστούν επειγόντως μέτρα που λαμβάνονται με σκοπό την ενίσχυση του καθεστώτος της Ένωσης που έχει καθιερωθεί για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και έχοντας υπόψη τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί από τα κράτη μέλη για τη γρήγορη μεταφορά της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 στο εθνικό δίκαιο, οι τροποποιήσεις στην οδηγία (ΕΕ) 2015/849 θα πρέπει να μεταφερθούν στο εθνικό δίκαιο έως τις 10 Ιανουαρίου 2020. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να συγκροτήσουν μητρώα πραγματικών δικαιούχων για εταιρικές και άλλες νομικές οντότητες έως τις 10 Ιανουαρίου 2020 και για τα εμπιστεύματα και παρεμφερή νομικά μορφώματα έως τις 10 Μαρτίου 2020. Τα κεντρικά μητρώα θα πρέπει να διασυνδέονται μέσω της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Πλατφόρμας έως τις 10 Μαρτίου 2021. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να δημιουργήσουν κεντρικούς αυτόματους μηχανισμούς που θα επιτρέπουν την ταυτοποίηση των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών, λογαριασμών πληρωμών και θυρίδων ασφαλείας έως τις 10 Σεπτεμβρίου 2020.

(54)

Ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13), η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος γνωμοδότησε στις 2 Φεβρουαρίου 2017 (14),

(55)

Συνεπώς, η οδηγία (ΕΕ) 2015/849 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849

Η οδηγία (ΕΕ) 2015/849 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3) τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

ελεγκτές, εξωτερικούς λογιστές και φορολογικούς συμβούλους, και κάθε άλλο πρόσωπο που δεσμεύεται να παρέχει, είτε άμεσα είτε μέσω άλλων προσώπων με τα οποία το εν λόγω άλλο πρόσωπο συνδέεται, υλική βοήθεια, συνδρομή ή συμβουλές σχετικά με φορολογικά θέματα, ως κύρια επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα·»·

β)

το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

μεσίτες ακινήτων, μεταξύ άλλων όταν ενεργούν ως ενδιάμεσοι για την εκμίσθωση ακινήτων, αλλά μόνο σε σχέση με συναλλαγές για τις οποίες το μηνιαίο μίσθωμα ανέρχεται σε 10 000 EUR ή περισσότερο·»·

γ)

προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ζ)

παρόχους που ασχολούνται με υπηρεσίες ανταλλαγής μεταξύ εικονικών νομισμάτων και παραστατικών νομισμάτων·

η)

παρόχους υπηρεσιών θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών·

θ)

πρόσωπα που εμπορεύονται ή ενεργούν ως μεσάζοντες στο εμπόριο έργων τέχνης, ακόμη και όταν αυτό πραγματοποιείται από αίθουσες τέχνης και οίκους δημοπρασιών, όταν η αξία της συναλλαγής ή σειράς συνδεδεμένων πράξεων ανέρχεται σε 10 000 EUR ή περισσότερο·

ι)

πρόσωπα που αποθηκεύουν, εμπορεύονται ή ενεργούν ως μεσάζοντες στο εμπόριο έργων τέχνης, όταν αυτό πραγματοποιείται από ελεύθερους λιμένες, όταν η αξία της συναλλαγής ή σειράς συνδεδεμένων πράξεων ανέρχεται σε 10 000 EUR ή περισσότερο.».

2)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

το σημείο 4) τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

τρομοκρατικά εγκλήματα, εγκλήματα που σχετίζονται με τρομοκρατική ομάδα και εγκλήματα που σχετίζονται με τρομοκρατικές δραστηριότητες, όπως ορίζεται στους τίτλους II και ΙΙΙ της οδηγίας (ΕΕ) 2017/541 (*1)·

(*1)  Οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 31.3.2017, σ. 6).»·"

ii)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

δραστηριότητες εγκληματικών οργανώσεων, όπως ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 της απόφασης-πλαίσιο αριθ. 2008/841/ΔΕΥ του Συμβουλίου (*2)·

(*2)  Απόφαση-πλαίσιο 2008/841/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2008, για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος (ΕΕ L 300 της 11.11.2008, σ. 42).»·"

β)

στο σημείο 6), το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

σε περίπτωση εμπιστευμάτων (trusts) - όλα τα ακόλουθα πρόσωπα:

i)

του ή των εμπιστευματοπάροχων·

ii)

του ή των εμπιστευματοδόχων·

iii)

ο ή οι προστάτες εάν υπάρχουν·

iv)

οι δικαιούχοι· ή όταν τα άτομα που αποτελούν δικαιούχους του νομικού μορφώματος ή της νομικής οντότητας δεν έχουν προσδιοριστεί ακόμη, η κατηγορία προσώπων προς το συμφέρον της οποίας έχει κυρίως συσταθεί ή λειτουργεί το νομικό μόρφωμα ή η νομική οντότητα·

v)

οποιοδήποτε άλλο φυσικό πρόσωπο ασκεί τον τελικό έλεγχο του εμπιστεύματος μέσω άμεσης ή έμμεσης ιδιοκτησίας ή με άλλα μέσα·»·

γ)

το σημείο 16) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«16)

ως «ηλεκτρονικό χρήμα» νοείται το ηλεκτρονικό χρήμα, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 2) της οδηγίας 2009/110/ΕΚ, όμως με εξαίρεση τη νομισματική αξία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφοι 4 και 5 της εν λόγω οδηγίας·»·

δ)

προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«18)

ως «εικονικά νομίσματα» νοείται μια ψηφιακή αναπαράσταση αξίας που δεν εκδίδεται από κεντρική τράπεζα ή δημόσια αρχή ούτε έχει την εγγύησή τους, δεν συνδέεται κατ’ ανάγκη με νομίμως κυκλοφορούν νόμισμα και δεν διαθέτει το νομικό καθεστώς νομίσματος ή χρήματος, όμως γίνεται αποδεκτή από φυσικά ή νομικά πρόσωπα ως μέσο συναλλαγής και μπορεί να μεταφέρεται, να αποθηκεύεται ή να διακινείται ηλεκτρονικά.·

19)

ως «πάροχος υπηρεσιών θεματοφυλακής πορτοφολιών» νοείται μια οντότητα που παρέχει υπηρεσίες για τη διασφάλιση ιδιωτικών κρυπτογραφικών κλειδιών για λογαριασμό των πελατών της, με στόχο τη διακράτηση, αποθήκευση και μεταβίβαση εικονικών νομισμάτων.».

3)

Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 2, τα στοιχεία β) και γ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

τους κινδύνους που συνδέονται με κάθε συγκεκριμένο τομέα, συμπεριλαμβανομένων, όπου αρμόζει, εκτιμήσεων του χρηματικού όγκου της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, που παρέχονται από την Eurostat για καθέναν από αυτούς τους τομείς·

γ)

τα πιο συνηθισμένα μέσα που χρησιμοποιούνται για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, περιλαμβανομένων, κατά περίπτωση, όσων χρησιμοποιούνται ιδίως στις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών, ανεξάρτητα από τον χαρακτηρισμό των τελευταίων ως υψηλού κινδύνου δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 2.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η Επιτροπή θέτει την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στη διάθεση των κρατών μελών και των υπόχρεων οντοτήτων προκειμένου να τα βοηθήσει στον εντοπισμό, την κατανόηση, τη διαχείριση και τον μετριασμό του κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και για να επιτρέψει σε άλλους ενδιαφερόμενους φορείς, περιλαμβανομένων των εθνικών νομοθετών, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, των Ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών (ΕΕΑ) και των αντιπροσώπων των ΜΧΠ να κατανοήσουν καλύτερα τους κινδύνους. Οι εκθέσεις δημοσιοποιούνται το αργότερο έξι μήνες μετά τη διάθεσή τους στα κράτη μέλη, εκτός από τα στοιχεία των εκθέσεων που περιέχουν διαβαθμισμένες πληροφορίες.».

4)

Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 4 προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«στ)

αναφέρει τη θεσμική δομή και τις ευρείες διαδικασίες του συστήματος ΚΞΧ/ΧΤ που εφαρμόζει, μεταξύ άλλων της ΜΧΠ, των φορολογικών αρχών και των εισαγγελικών αρχών, καθώς και των ανθρώπινων και οικονομικών πόρων που διατίθενται, στο βαθμό που είναι διαθέσιμες αυτές οι πληροφορίες·

ζ)

αναφέρει τις εθνικές προσπάθειες και τους πόρους (εργατικό δυναμικό και προϋπολογισμός) που διατίθενται για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.»·

β)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Τα κράτη μέλη θέτουν τα αποτελέσματα των εκτιμήσεων κινδύνου που διενεργούν, συμπεριλαμβανομένων των επικαιροποιήσεών τους, στη διάθεση της Επιτροπής, των ΕΕΑ και των άλλων κρατών μελών. Άλλα κράτη μέλη μπορούν να παρέχουν σχετικές επιπρόσθετες πληροφορίες, όπου είναι σκόπιμο, στο κράτος μέλος που διενεργεί την εκτίμηση κινδύνου. Δημοσιοποιείται περίληψη της εκτίμησης. Η περίληψη αυτή δεν περιέχει διαβαθμισμένες πληροφορίες.».

5)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 64 με σκοπό να επισημανθούν οι τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη τις στρατηγικές ανεπάρκειες, ιδίως στους ακόλουθους τομείς:

α)

το νομικό και θεσμικό πλαίσιο καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στην τρίτη χώρα, ιδίως:

i)

την ποινικοποίηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας·

ii)

τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη·

iii)

τις απαιτήσεις σχετικά με την τήρηση αρχείων·

iv)

τις απαιτήσεις σχετικά με τις αναφορές ύποπτων συναλλαγών·

v)

τη διαθεσιμότητα ακριβών και έγκαιρων πληροφοριών προς τις αρμόδιες αρχές σχετικά με την πραγματική κυριότητα των νομικών προσώπων και μορφωμάτων·

β)

τις εξουσίες των αρμόδιων αρχών της τρίτης χώρας και τις διαδικασίες που εφαρμόζουν με στόχο την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων επαρκώς αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων, καθώς και τις πρακτικές της τρίτης χώρας σχετικά με τη συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών·

γ)

την αποτελεσματικότητα του συστήματος ΚΞΧ/ΧΤ της τρίτης χώρας όσον αφορά την αντιμετώπιση των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.»·

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η Επιτροπή κατά την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2, λαμβάνει υπόψη, όπου κρίνεται απαραίτητο, τις σχετικές εκτιμήσεις, αξιολογήσεις ή εκθέσεις που συντάσσουν διεθνείς οργανισμοί και φορείς καθορισμού προτύπων με αρμοδιότητες στον τομέα της πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.».

6)

Στο άρθρο 10, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη απαγορεύουν στα πιστωτικά ιδρύματα και τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς να τηρούν ανώνυμους λογαριασμούς, ανώνυμα βιβλιάρια καταθέσεων ή ανώνυμες θυρίδες ασφαλείας. Τα κράτη μέλη απαιτούν σε κάθε περίπτωση οι κάτοχοι και οι δικαιούχοι υφιστάμενων ανώνυμων λογαριασμών, ανώνυμων βιβλιαρίων καταθέσεων ή ανώνυμων θυρίδων ασφαλείας να υπαχθούν σε μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη έως τις 10 Ιανουαρίου 2019 και οπωσδήποτε πριν χρησιμοποιηθούν καθ’ οιονδήποτε τρόπο οι λογαριασμοί, τα βιβλιάρια καταθέσεων ή οι θυρίδες ασφαλείας.».

7)

Το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

Στο πρώτο εδάφιο, τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από τα ακόλουθα:

«α)

το μέσο πληρωμής δεν διαθέτει δυνατότητα επαναφόρτισης ή έχει ανώτατο μηνιαίο όριο πράξεων πληρωμής 150 EUR που μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνον στο συγκεκριμένο κράτος μέλος·

β)

το ανώτατο ποσό που αποθηκεύεται ηλεκτρονικά δεν υπερβαίνει τα 150 EUR·»·

ii)

το δεύτερο εδάφιο διαγράφεται·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η παρέκκλιση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν ισχύει σε περίπτωση εξόφλησης σε μετρητά ή ανάληψης σε μετρητά της νομισματικής αξίας του ηλεκτρονικού χρήματος όταν το εξοφλούμενο ποσό υπερβαίνει τα 50 EUR, ή σε περίπτωση εξ αποστάσεως συναλλαγών πληρωμής όπως ορίζονται στο άρθρο 4 σημείο 6) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3) όταν το καταβαλλόμενο ποσό υπερβαίνει τα 50 EUR ανά συναλλαγή.

(*3)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 2002/65/ΕΚ, 2009/110/ΕΚ, 2013/36/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και την κατάργηση της οδηγίας 2007/64/ΕΚ (ΕΕ L 337 της 23.12.2015, σ. 35).»·"

γ)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί που ενεργούν ως αγοραστές να δέχονται μόνον τις πληρωμές που πραγματοποιούνται με ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες που έχουν εκδοθεί σε τρίτες χώρες, όπου οι εν λόγω κάρτες πληρούν απαιτήσεις ισοδύναμες με εκείνες των παραγράφων 1 και 2.

Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην δέχονται στο έδαφός τους τις πληρωμές που πραγματοποιούνται με ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες.».

8)

Το άρθρο 13 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

την εξακρίβωση και την επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη βάσει εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών από αξιόπιστη και ανεξάρτητη πηγή, συμπεριλαμβανομένων, όπου υπάρχουν, μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, σχετικών υπηρεσιών εμπιστοσύνης όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4) ή οποιασδήποτε άλλης ασφαλούς, εξ αποστάσεως ή ηλεκτρονικής, διαδικασίας ταυτοποίησης που ρυθμίζεται, αναγνωρίζεται, εγκρίνεται ή γίνεται δεκτή από την αρμόδια αρχή·

(*4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 73).»"

β)

στο τέλος του στοιχείου β) προστίθεται η ακόλουθη φράση:

«Σε περίπτωση που ο πραγματικός δικαιούχος που προσδιορίζεται είναι το ανώτατο διοικητικό στέλεχος που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 6 στοιχείο α) σημείο ii), οι υπόχρεες οντότητες λαμβάνουν τα αναγκαία εύλογα μέτρα για την εξακρίβωση της ταυτότητας του φυσικού προσώπου που κατέχει τη θέση του ανώτατου διοικητικού στελέχους και τηρούν αρχείο με τις δράσεις που αναλήφθηκαν, καθώς και τις ενδεχόμενες δυσκολίες που διαπιστώθηκαν κατά τη διαδικασία επαλήθευσης.».

9)

Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, προστίθεται η ακόλουθη πρόταση:

«Κάθε φορά που συνάπτεται νέα πελατειακή σχέση με εταιρική ή άλλη νομική οντότητα, με εμπίστευμα ή νομικό μόρφωμα που έχει δομή ή λειτουργίες παρεμφερείς των εμπιστευμάτων («παρεμφερές νομικό μόρφωμα») που υπόκεινται στην καταχώριση πληροφοριών σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους σύμφωνα με το άρθρο 30 ή 31, οι υπόχρεες οντότητες συγκεντρώνουν απόδειξη της εγγραφής, ή απόσπασμα του μητρώου.»·

β)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, όχι μόνον σε όλους τους νέους πελάτες, αλλά και στους υπάρχοντες πελάτες την κατάλληλη χρονική στιγμή, ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου, ή όταν μεταβάλλονται οι σχετικές περιστάσεις του πελάτη, ή όταν η υπόχρεη οντότητα έχει οποιοδήποτε καθήκον βάσει του νόμου κατά τη διάρκεια του σχετικού ημερολογιακού έτους να επικοινωνήσει με τον πελάτη με σκοπό την αναθεώρηση κάθε ουσιαστικής πληροφορίας που σχετίζεται με τον πραγματικό δικαιούχο ή δικαιούχους, ή εάν η υπόχρεη οντότητα είχε αυτό το καθήκον στο πλαίσιο της οδηγίας 2011/16/ΕΕ (*5) του Συμβουλίου.

(*5)  Οδηγία 2011/16/EE του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας και με την κατάργηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ (ΕΕ L 64 της 11.3.2011, σ. 1).»."

10)

Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα άρθρα 18α έως 24, καθώς επίσης και σε άλλες περιπτώσεις υψηλότερου κινδύνου που προσδιορίζονται από τα κράτη μέλη ή τις υπόχρεες οντότητες, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, ώστε να διαχειρίζονται και να μετριάζουν κατάλληλα τους κινδύνους αυτούς.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εξετάζουν, όσο είναι ευλόγως δυνατό, το ιστορικό και τον σκοπό όλων των συναλλαγών που πληρούν τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

είναι πολύπλοκες συναλλαγές·

ii)

είναι ασυνήθιστα μεγάλες συναλλαγές·

iii)

ακολουθούν ένα ασυνήθιστο μοτίβο·

iv)

δεν έχουν προφανή οικονομικό ή νόμιμο σκοπό.

Ειδικότερα, οι υπόχρεες οντότητες αυξάνουν τον βαθμό και τη φύση της παρακολούθησης της επιχειρηματικής σχέσης, προκειμένου να προσδιοριστεί αν οι εν λόγω συναλλαγές ή δραστηριότητες φαίνονται ύποπτες.».

11)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 18α:

«Άρθρο 18α

1.   Όσον αφορά τις επιχειρηματικές σχέσεις ή τις συναλλαγές με τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου που χαρακτηρίζονται έτσι σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν τα ακόλουθα ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη:

α)

τη συλλογή πρόσθετων πληροφοριών σχετικά με τον πελάτη και τον πραγματικό δικαιούχο ή δικαιούχους·

β)

τη συλλογή πρόσθετων πληροφοριών για τον σχεδιαζόμενο χαρακτήρα της επιχειρηματικής σχέσης·

γ)

τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με την προέλευση των κεφαλαίων και την πηγή του πλούτου του πελάτη και του πραγματικού δικαιούχου ή δικαιούχων·

δ)

τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τις αιτίες των συναλλαγών που σχεδιάζονται ή εκτελούνται·

ε)

την απόκτηση της έγκρισης ανώτερων διευθυντικών στελεχών για την έναρξη ή τη συνέχιση της επιχειρηματικής σχέσης·

στ)

τη διεξαγωγή ενισχυμένης παρακολούθησης της επιχειρηματικής σχέσης, μέσω αύξησης του αριθμού και του χρονοδιαγράμματος των ελέγχων που εφαρμόζονται, και μέσω επιλογής προτύπων των συναλλαγών που χρήζουν περαιτέρω εξέτασης.

Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εξασφαλίζουν, κατά περίπτωση, η πρώτη πληρωμή να πραγματοποιείται μέσω λογαριασμού στο όνομα του πελάτη σε πιστωτικό ίδρυμα που υπάγεται σε πρότυπα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη τα οποία δεν είναι λιγότερο αυστηρά από εκείνα που ορίζονται στην παρούσα οδηγία.

2.   Εκτός από τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 και σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ένωσης, τα κράτη μέλη απαιτούν από υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν, όπου αρμόζει, ένα ή περισσότερα πρόσθετα μέτρα μετριασμού σε πρόσωπα και νομικές οντότητες που εκτελούν συναλλαγές με τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου που χαρακτηρίζονται έτσι σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2. Τα μέτρα αυτά συνίστανται σε ένα ή σε όλα από τα παρακάτω:

α)

στην εφαρμογή πρόσθετων στοιχείων ενισχυμένης δέουσας επιμέλειας·

β)

στην εισαγωγή ενισχυμένων σχετικών μηχανισμών αναφοράς ή συστηματικής αναφοράς χρηματοοικονομικών συναλλαγών·

γ)

στον περιορισμό των επιχειρηματικών σχέσεων ή των συναλλαγών με φυσικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες από τις τρίτες χώρες που χαρακτηρίζονται ως χώρες υψηλού κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2.

3.   Εκτός από τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν, όπου αρμόζει, ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα σχετικά με με τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου που χαρακτηρίζονται έτσι σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2, σε συμμόρφωση με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ένωσης:

α)

άρνηση της ίδρυσης θυγατρικών ή υποκαταστημάτων ή γραφείων εκπροσώπησης υπόχρεων οντοτήτων από την ενδιαφερόμενη χώρα, ή συνεκτίμηση με άλλο τρόπο του γεγονότος ότι η σχετική υπόχρεη οντότητα προέρχεται από χώρα που δεν διαθέτει επαρκή καθεστώτα ΚΞΧ/ΧΤ·

β)

απαγόρευση σε υπόχρεες οντότητες να ιδρύουν υποκαταστήματα ή γραφεία εκπροσώπησης στην ενδιαφερόμενη χώρα, ή συνεκτίμηση με άλλο τρόπο του γεγονότος ότι το σχετικό υποκατάστημα ή γραφείο εκπροσώπησης θα βρισκόταν σε χώρα που δεν διαθέτει επαρκή καθεστώτα ΚΞΧ/ΧΤ·

γ)

απαίτηση για αυξημένη εποπτική εξέταση ή απαίτηση για αυξημένο εξωτερικό έλεγχο για τα υποκαταστήματα και τις θυγατρικές υπόχρεων οντοτήτων που ευρίσκονται στην εν λόγω χώρα·

δ)

απαίτηση αυξημένου εξωτερικού ελέγχου για τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους σε σχέση με οποιοδήποτε από τα υποκαταστήματα και τις θυγατρικές που βρίσκονται στην ενδιαφερόμενη χώρα·

ε)

απαίτηση τα πιστωτικά και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί να αναθεωρούν και να τροποποιούν ή, αν είναι απαραίτητο, να τερματίζουν τις διασυνοριακές σχέσεις ανταπόκρισης με ίδρυμα πελάτη από την ενδιαφερόμενη χώρα.

4.   Κατά τη θέση σε ισχύ ή εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη, κατά περίπτωση, τις σχετικές εκτιμήσεις, αξιολογήσεις ή εκθέσεις που συντάσσουν διεθνείς οργανισμοί και φορείς καθορισμού προτύπων με αρμοδιότητες στον τομέα της πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας σχετικά με τους κινδύνους που αντιπροσωπεύουν συγκεκριμένες τρίτες χώρες.

5.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα μέτρα που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 πριν από τη θέση τους σε ισχύ ή την εφαρμογή τους.».

12)

Στο άρθρο 19, το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Όσον αφορά τις διασυνοριακές σχέσεις ανταπόκρισης που αφορούν εκτέλεση πληρωμών με ίδρυμα πελάτη από τρίτη χώρα, τα κράτη μέλη, εκτός από τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που προβλέπονται στο άρθρο 13, απαιτούν από τα πιστωτικά τους ιδρύματα και τους χρηματοπιστωτικούς τους οργανισμούς όταν συνάπτουν επιχειρηματική σχέση:».

13)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 20α

1.   Κάθε κράτος μέλος εκδίδει και τηρεί ενήμερο κατάλογο που προσδιορίζει τα ακριβή καθήκοντα τα οποία, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις θεωρούνται σημαντικό δημόσιο λειτούργημα για τους σκοπούς του άρθρου 3 παράγραφος 9. Τα κράτη μέλη ζητούν από όλους τους διεθνείς οργανισμούς που είναι διαπιστευμένοι στην επικράτειά τους να εκδίδουν και να τηρούν ενήμερο κατάλογο των σημαντικών δημόσιων λειτουργημάτων του κάθε διεθνούς οργανισμού για τους σκοπούς του άρθρου 3 παράγραφος 9. Οι κατάλογοι αυτοί διαβιβάζονται στην Επιτροπή και δύνανται να δημοσιοποιούνται.

2.   Η Επιτροπή καταρτίζει και τηρεί ενήμερο τον κατάλογο των ακριβών καθηκόντων τα οποία θεωρούνται σημαντικό δημόσιο λειτούργημα σε επίπεδο θεσμικών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης. Ο εν λόγω κατάλογος περιλαμβάνει επίσης τυχόν καθήκοντα που ενδέχεται να ανατεθούν σε αντιπροσώπους τρίτων χωρών και διεθνών οργανισμών διαπιστευμένων στο επίπεδο της Ένωσης.

3.   Η Επιτροπή καταρτίζει, με βάση τους καταλόγους που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου, ενιαίο κατάλογο όλων των σημαντικών δημόσιων λειτουργημάτων για τους σκοπούς του άρθρου 3 παράγραφος 9. Ο ενιαίος αυτός κατάλογος δημοσιοποιείται.

4.   Τα δημόσια λειτουργήματα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου υποβάλλονται σε επεξεργασία σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 41 παράγραφος 2.».

14)

Στο άρθρο 27, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπόχρεες οντότητες στις οποίες απευθύνεται ο πελάτης λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίσουν ότι κατάλληλα αντίγραφα των δεδομένων εξακρίβωσης και ελέγχου της ταυτότητας, συμπεριλαμβανομένων, πληροφοριών που αποκτώνται με μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης εφόσον είναι διαθέσιμα, σχετικών υπηρεσιών εμπιστοσύνης, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014, ή οποιασδήποτε άλλης ασφαλούς, εξ αποστάσεως ή ηλεκτρονικής, διαδικασίας ταυτοποίησης που ρυθμίζεται, αναγνωρίζεται, εγκρίνεται ή γίνεται δεκτή από τις σχετικές εθνικές αρχές.».

15)

Το άρθρο 30 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εταιρικές και άλλες νομικές οντότητες που έχουν την εταιρική τους έδρα στην επικράτειά τους υποχρεούνται να αποκτούν και να φυλάσσουν επαρκείς, ακριβείς και τρέχουσες πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους τους, συμπεριλαμβανομένων των λεπτομερειών των δικαιωμάτων που κατέχουν οι πραγματικοί δικαιούχοι. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι παραβιάσεις του παρόντος άρθρου αποτελούν αντικείμενο αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών μέτρων ή κυρώσεων.»·

ii)

προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πραγματικοί δικαιούχοι των εταιρικών ή άλλων νομικών οντοτήτων, μεταξύ άλλων μέσω μετοχών, δικαιωμάτων ψήφου, δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, μέσω μετοχών στον κομιστή, ή μέσω ελέγχου με άλλα μέσα, να παρέχουν στις εν λόγω οντότητες όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες προκειμένου η εταιρική ή άλλη νομική οντότητα να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του πρώτου εδαφίου.»·

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Τα κράτη μέλη απαιτούν οι πληροφορίες που φυλάσσονται στο κεντρικό μητρώο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 να είναι επαρκείς, ακριβείς και τρέχουσες, και συγκροτούν μηχανισμούς προς τούτο. Οι εν λόγω μηχανισμοί περιλαμβάνουν την απαίτηση από τις υπόχρεες οντότητες και, εφόσον κρίνεται σκόπιμο και στο βαθμό που η απαίτηση αυτή δεν παρεμβαίνει αδικαιολόγητα στις λειτουργίες τους, από τις αρμόδιες αρχές, να αναφέρουν οποιαδήποτε αναντιστοιχία εντοπίζουν μεταξύ των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο που ευρίσκονται στα κεντρικά μητρώα και των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο που ευρίσκονται στη διάθεσή τους. Σε περίπτωση που αναφερθούν αναντιστοιχίες, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα για την επίλυση των διαφορών με έγκαιρο τρόπο και, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, ότι θα περιληφθεί ειδική μνεία στο κεντρικό μητρώο στο μεταξύ.»·

γ)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι στις πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο έχουν πρόσβαση σε κάθε περίπτωση:

α)

οι αρμόδιες αρχές και οι ΜΧΠ, χωρίς κανένα περιορισμό·

β)

οι υπόχρεες οντότητες, στο πλαίσιο των μέτρων δέουσας επιμέλειας για τον πελάτη σύμφωνα με το κεφάλαιο II·

γ)

οποιοδήποτε μέλος του ευρύτερου κοινού.

Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο στοιχείο γ) έχουν πρόσβαση τουλάχιστον στο όνομα, τον μήνα και το έτος γέννησης, τη χώρα διαμονής και την υπηκοότητα του πραγματικού δικαιούχου, καθώς επίσης και στο είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχει.

Τα κράτη μέλη μπορούν, υπό προϋποθέσεις που θα καθορίζονται στο εθνικό δίκαιο, να προβλέπουν πρόσβαση σε επιπρόσθετες πληροφορίες που επιτρέπουν την ταυτοποίηση του πραγματικού δικαιούχου. Οι εν λόγω επιπρόσθετες πληροφορίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον την ημερομηνία γέννησης ή στοιχεία επικοινωνίας σύμφωνα με τους κανόνες προστασίας δεδομένων.»·

δ)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«5α.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να καταστήσουν διαθέσιμες τις πληροφορίες που περιέχονται στα εθνικά μητρώα τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 3 υπό τον όρο της ηλεκτρονικής εγγραφής και την καταβολή τέλους, το οποίο δεν πρέπει να υπερβαίνει τα διοικητικά έξοδα της διάθεσης των πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών της συντήρησης και της ανάπτυξης του μητρώου.»·

ε)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και οι ΜΧΠ διαθέτουν έγκαιρη και απεριόριστη πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες που διατηρούνται στο κεντρικό μητρώο της παραγράφου 3, χωρίς να ειδοποιείται η οικεία οντότητα. Τα κράτη μέλη επιτρέπουν επίσης την ταχεία πρόσβαση των υπόχρεων οντοτήτων, όταν λαμβάνονται μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη σύμφωνα με το κεφάλαιο II.

Αρμόδιες αρχές που έχουν πρόσβαση στο κεντρικό μητρώο, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 3, είναι οι δημόσιες αρχές με καθορισμένες αρμοδιότητες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και οι φορολογικές αρχές, οι εποπτικές αρχές υπόχρεων οντοτήτων και οι αρχές που ασκούν καθήκοντα διερεύνησης ή δίωξης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των συναφών βασικών αδικημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, εντοπισμού και κατάσχεσης ή δέσμευσης και δήμευσης περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες.»·

στ)

η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και οι ΜΧΠ είναι σε θέση να παρέχουν εγκαίρως και δωρεάν τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3 στις αρμόδιες αρχές και τις ΜΧΠ άλλων κρατών μελών.»·

ζ)

οι παράγραφοι 9 και 10 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«9.   Σε εξαιρετικές περιπτώσεις που θα καθοριστούν από το εθνικό δίκαιο, όταν η πρόσβαση που αναφέρεται στην παράγραφο 5 στοιχεία β) και γ) του πρώτου εδαφίου θα εξέθετε τον πραγματικό δικαιούχο σε δυσανάλογο κίνδυνο εξαπάτησης, απαγωγής, εκβιασμού, εκβίασης, παρενόχλησης, βίας ή εκφοβισμού ή εάν ο πραγματικός δικαιούχος είναι ανήλικος ή άλλως νομικά ανίκανος, τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν κατά περίπτωση εξαίρεση από την πρόσβαση στο σύνολο ή σε μέρος των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εξαιρέσεις αυτές χορηγούνται μόνον κατόπιν λεπτομερούς αξιολόγησης της εξαιρετικής φύσης των περιστάσεων. Εξασφαλίζονται τα δικαιώματα σε διοικητική επανεξέταση της απόφασης εξαίρεσης και σε αποτελεσματική δικαστική προσφυγή. Τα κράτη μέλη που έχουν χορηγήσει εξαιρέσεις δημοσιοποιούν ετήσια στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των εξαιρέσεων που χορηγήθηκαν και τους λόγους που δηλώθηκαν, και υποβάλλουν τα δεδομένα στην Επιτροπή.

Οι εξαιρέσεις που προβλέπονται δυνάμει του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου δεν ισχύουν για τα πιστωτικά ιδρύματα και τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς ή για τις υπόχρεες οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3) στοιχείο β) όταν πρόκειται για δημοσίους υπαλλήλους.

10.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα κεντρικά μητρώα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου διασυνδέονται μέσω της ευρωπαϊκής κεντρικής πλατφόρμας που συστάθηκε με το άρθρο 22 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*6). Η σύνδεση των κεντρικών μητρώων των κρατών μελών με την πλατφόρμα συστήνεται σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές και διαδικασίες που καθορίζονται από τις εκτελεστικές πράξεις που έχουν εγκριθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 24 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 και με το άρθρο 31α της παρούσας οδηγίας.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου διατίθενται μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων που δημιουργήθηκε με το άρθρο 22 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία των κρατών μελών που εφαρμόζουν τις παραγράφους 5, 5α και 6 του παρόντος άρθρου.

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθίστανται διαθέσιμες μέσω των εθνικών μητρώων και μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων τουλάχιστον επί πέντε έτη και το πολύ για 10 έτη μετά τη διαγραφή της εταιρικής ή άλλης νομικής οντότητας από το μητρώο. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους και με την Επιτροπή με σκοπό να εφαρμόσουν τους διάφορους τύπους πρόσβασης σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

(*6)  Οδηγία (ΕΕ) 2017/1132 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, σχετικά με ορισμένες πτυχές του εταιρικού δίκαιου (ΕΕ L 169 της 30.6.2017, σ. 46).»."

16)

Το άρθρο 31 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το παρόν άρθρο ισχύει για τα εμπιστεύματα και άλλα παρεμφερή νομικά μορφώματα, όπως, μεταξύ άλλων, fiducie, ορισμένοι τύποι Treuhand ή fideicomiso, εφόσον αυτά έχουν δομή ή λειτουργίες παρεμφερείς των εμπιστευμάτων. Τα κράτη μέλη ορίζουν τα χαρακτηριστικά προκειμένου να καθορίζεται σε ποιες περιπτώσεις ορισμένα νομικά μορφώματα έχουν δομή ή λειτουργίες παρεμφερείς των εμπιστευμάτων έχοντας υπόψιν τα νομικά μορφώματα που διέπονται από το δίκαιό τους.

Κάθε κράτος μέλος απαιτεί από τους εμπιστευματοδόχους σε ρητό εμπίστευμα (express trust) του οποίου η διαχείριση γίνεται στο εν λόγω κράτος μέλος να αποκτούν και να διατηρούν επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους του εμπιστεύματος. Οι εν λόγω πληροφορίες περιλαμβάνουν την ταυτότητα:

α)

του ή των εμπιστευματοπάροχων·

β)

του ή των εμπιστευματοδόχων·

γ)

του ή των προστατών (εάν υπάρχουν)·

δ)

των δικαιούχων ή της κατηγορίας δικαιούχων· και

ε)

οποιουδήποτε άλλου φυσικού προσώπου ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο επί του εμπιστεύματος.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι παραβιάσεις του παρόντος άρθρου αποτελούν αντικείμενο αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών μέτρων ή κυρώσεων.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εμπιστευματοδόχοι ή τα πρόσωπα που κατέχουν ισοδύναμη θέση σε παρεμφερή νομικά μορφώματα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου γνωστοποιούν την ιδιότητά τους αυτή και παρέχουν εγκαίρως στις υπόχρεες οντότητες τις πληροφορίες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, όταν, ως εμπιστευματοδόχοι ή κάτοχοι ισοδύναμης θέσης σε παρεμφερές νομικό μόρφωμα, συνάπτουν επιχειρηματική σχέση ή πραγματοποιούν περιστασιακή συναλλαγή που υπερβαίνει τα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 11 στοιχεία β), γ) και δ).»·

γ)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3α.   Τα κράτη μέλη απαιτούν οι πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο ρητών εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων κατά την παράγραφο 1 να τηρούνται σε κεντρικό μητρώο πραγματικών δικαιούχων, το οποίο συγκροτείται από το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος ή διαμένει ο εμπιστευματοδόχος του εμπιστεύματος ή το πρόσωπο που κατέχει ισοδύναμη θέση σε παρεμφερές νομικό μόρφωμα.

Όταν ο τόπος εγκατάστασης ή διαμονής του εμπιστευματοδόχου του εμπιστεύματος ή του προσώπου που κατέχει ισοδύναμη θέση σε παρεμφερές νομικό μόρφωμα βρίσκεται εκτός της Ένωσης, οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 τηρούνται σε κεντρικό μητρώο που έχει συσταθεί από το κράτος μέλος στο οποίο ο εμπιστευματοδόχος του εμπιστεύματος ή το πρόσωπο που κατέχει ισοδύναμη θέση σε παρεμφερές νομικό μόρφωμα συνάπτει επιχειρηματική σχέση ή αποκτά ακίνητη περιουσία εξ ονόματος του εμπιστεύματος ή του παρεμφερούς νομικού μορφώματος.

Όταν οι εμπιστευματοδόχοι του εμπιστεύματος ή τα πρόσωπα που κατέχουν ισοδύναμη θέση σε παρεμφερές νομικό μόρφωμα είναι εγκατεστημένοι ή διαμένουν σε διαφορετικά κράτη μέλη, ή όταν ο εμπιστευματοδόχος του εμπιστεύματος ή το πρόσωπο που κατέχει ισοδύναμη θέση σε παρεμφερές νομικό μόρφωμα συνάπτει πολλαπλές επιχειρηματικές σχέσεις εξ ονόματος του εμπιστεύματος ή του παρεμφερούς νομικού μορφώματος σε διαφορετικά κράτη μέλη, ένα πιστοποιητικό με την απόδειξη της εγγραφής ή ένα απόσπασμα των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο σε μητρώο που τηρείται από ένα κράτος μέλος μπορεί να θεωρηθεί επαρκές προκειμένου να θεωρηθεί ότι η υποχρέωση καταχώρισης πληρούται.»·

δ)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο εμπιστεύματος ή παρεμφερούς νομικού μορφώματος είναι προσβάσιμες σε κάθε περίπτωση από:

α)

τις αρμόδιες αρχές και ΜΧΠ, χωρίς κανένα περιορισμό·

β)

τις υπόχρεες οντότητες, στο πλαίσιο των διατάξεων για τη δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη σύμφωνα με το κεφάλαιο II·

γ)

κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που μπορεί να αποδείξει έννομο συμφέρον.

δ)

κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που υποβάλλει έγγραφη αίτηση που αφορά εμπίστευμα ή παρεμφερές νομικό μόρφωμα το οποίο κατέχει ή έχει στην κυριότητά του ελέγχουσα συμμετοχή σε οποιαδήποτε εταιρική ή άλλη νομική οντότητα πλην εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 1, μέσω άμεσης ή έμμεσης κυριότητας, μεταξύ άλλων μέσω μετοχών στον κομιστή ή μέσω ελέγχου με άλλα μέσα.

Οι πληροφορίες που είναι προσβάσιμες από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα των στοιχείων γ) και δ) του πρώτου εδαφίου συνίστανται στο όνομα, τον μήνα και το έτος γέννησης, και τη χώρα διαμονής και την υπηκοότητα του πραγματικού δικαιούχου, καθώς επίσης και στο είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχει.

Τα κράτη μέλη μπορούν, υπό προϋποθέσεις που θα καθορίζονται στο εθνικό δίκαιο, να προβλέπουν πρόσβαση σε επιπρόσθετες πληροφορίες που επιτρέπουν την ταυτοποίηση του πραγματικού δικαιούχου. Οι εν λόγω επιπρόσθετες πληροφορίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον την ημερομηνία γέννησης ή στοιχεία επικοινωνίας, σύμφωνα με τους κανόνες προστασίας δεδομένων. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στα πρόσωπα που αναφέρονται στα στοιχεία γ) και δ) ευρύτερη πρόσβαση στις πληροφορίες που τηρούνται στο μητρώο σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο.

Αρμόδιες αρχές που έχουν πρόσβαση στο κεντρικό μητρώο, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 3, είναι οι δημόσιες αρχές με καθορισμένες αρμοδιότητες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και οι φορολογικές αρχές, οι εποπτικές αρχές υπόχρεων οντοτήτων και οι αρχές που ασκούν καθήκοντα διερεύνησης ή δίωξης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των συναφών βασικών αδικημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, εντοπισμού και κατάσχεσης ή δέσμευσης και δήμευσης περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες.»·

ε)

παρεμβάλλεται η εξής παράγραφος:

«4α.   Τα κράτη μέλη δύνανται να επιλέξουν να καταστήσουν διαθέσιμες τις πληροφορίες που ευρίσκονται στα εθνικά τους μητρώα κατά την παράγραφο 3α εφόσον γίνει επιγραμμική εγγραφή και καταβολή ενός τέλους που δεν θα υπερβαίνει το διοικητικό κόστος της διάθεσης των πληροφοριών, περιλαμβανομένου και του κόστους ανάπτυξης και διατήρησης του μητρώου.»·

στ)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Τα κράτη μέλη απαιτούν οι πληροφορίες που φυλάσσονται στο κεντρικό μητρώο που αναφέρεται στην παράγραφο 3α να είναι επαρκείς, ακριβείς και τρέχουσες, και συγκροτούν μηχανισμούς προς τούτο. Οι εν λόγω μηχανισμοί περιλαμβάνουν την απαίτηση από τις υπόχρεες οντότητες και, εφόσον κρίνεται σκόπιμο και στο βαθμό που η απαίτηση αυτή δεν παρεμβαίνει αδικαιολόγητα στις λειτουργίες τους, από τις αρμόδιες αρχές, να αναφέρουν οποιαδήποτε αναντιστοιχία εντοπίζουν μεταξύ των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο που διατίθενται στα κεντρικά μητρώα και των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο που τίθενται στη διάθεσή τους. Σε περίπτωση που αναφερθούν αναντιστοιχίες, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι θα ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για την επίλυση των διαφορών με έγκαιρο τρόπο και, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, ότι θα περιληφθεί ειδική μνεία στο κεντρικό μητρώο στο μεταξύ.»·

ζ)

η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και οι ΜΧΠ είναι σε θέση να παρέχουν εγκαίρως και δωρεάν τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3 στις αρμόδιες αρχές και τις ΜΧΠ άλλων κρατών μελών.»·

η)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«7α.   Σε εξαιρετικές περιπτώσεις που θα καθοριστούν από το εθνικό δίκαιο, όταν η πρόσβαση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 πρώτο εδάφιο στοιχεία β), γ) και δ) θα εξέθετε τον πραγματικό δικαιούχο σε δυσανάλογο κίνδυνο εξαπάτησης, απαγωγής, εκβιασμού, εκβίασης, παρενόχλησης, βίας ή εκφοβισμού ή εάν ο πραγματικός δικαιούχος είναι ανήλικος ή άλλως νομικά ανίκανος, τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν κατά περίπτωση εξαίρεση από την πρόσβαση στο σύνολο ή σε μέρος των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εξαιρέσεις αυτές χορηγούνται κατόπιν λεπτομερούς αξιολόγησης της εξαιρετικής φύσης των περιστάσεων. Τα δικαιώματα σε διοικητική επανεξέταση της απόφασης εξαίρεσης και σε αποτελεσματική δικαστική προσφυγή είναι εξασφαλισμένα. Τα κράτη μέλη που έχουν χορηγήσει εξαιρέσεις δημοσιοποιούν ετήσια στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των εξαιρέσεων που χορηγήθηκαν και τους λόγους που δηλώθηκαν, και υποβάλλουν τα δεδομένα στην Επιτροπή.

Οι εξαιρέσεις που προβλέπονται δυνάμει του πρώτου εδαφίου δεν ισχύουν για τα πιστωτικά ιδρύματα και τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και για τις υπόχρεες οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3) στοιχείο β) όταν πρόκειται για δημοσίους υπαλλήλους.

Όταν ένα κράτος μέλος αποφασίσει να καθιερώσει εξαίρεση σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, δεν περιορίζει την πρόσβαση σε πληροφορίες από τις αρμόδιες αρχές και τις ΜΧΠ.»·

θ)

η παράγραφος 8 διαγράφεται·

ι)

η παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα κεντρικά μητρώα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου διασυνδέονται μέσω της ευρωπαϊκής κεντρικής πλατφόρμας που συστάθηκε με το άρθρο 22 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132. Η σύνδεση των κεντρικών μητρώων των κρατών μελών με την πλατφόρμα συστήνεται σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές και διαδικασίες που καθορίζονται από τις εκτελεστικές πράξεις που έχουν εγκριθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 24 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 και με το άρθρο 31α της παρούσας οδηγίας.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου διατίθενται μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων που δημιουργείται με το άρθρο 22 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 σύμφωνα με τα εθνικά δίκαια των κρατών μελών που εφαρμόζουν τις παραγράφους 4 και 5 του παρόντος άρθρου.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν επαρκή μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν ότι μόνον οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι οποίες είναι επικαιροποιημένες και αντιστοιχούν στους πραγματικούς δικαιούχους, διατίθενται μέσω των εθνικών τους μητρώων και μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων, και η πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες συνάδει με τους κανόνες προστασίας των δεδομένων.

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθίστανται διαθέσιμες μέσω των εθνικών μητρώων και μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων τουλάχιστον επί πέντε έτη και το πολύ για 10 έτη αφού οι λόγοι καταγραφής των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο κατά την παράγραφο 3α έπαυσαν να υφίστανται. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται με την Επιτροπή με σκοπό να εφαρμόσουν τους διάφορους τύπους πρόσβασης σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 4α.»·

ια)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«10.   Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή τις κατηγορίες, την περιγραφή των χαρακτηριστικών, τις επωνυμίες και, όπου αρμόζει, τη νομική βάση των εμπιστευμάτων και των παρεμφερών νομικών μορφωμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 έως τις 10 Ιουλίου 2019. Η Επιτροπή δημοσιεύει τον ενοποιημένο κατάλογο των εν λόγω εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης έως τις 10 Σεπτεμβρίου 2019.

Έως τις 26 Ιουνίου 2020, η Επιτροπή υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο στην οποία αξιολογείται κατά πόσον όλα τα εμπιστεύματα και τα παρεμφερή νομικά μορφώματα κατά την παράγραφο 1, τα οποία διέπονται από το δίκαιο των κρατών μελών, προσδιορίστηκαν δεόντως και υπήχθησαν στις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία. Κατά περίπτωση, η Επιτροπή λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να αναλάβει δράση με βάση τα πορίσματα της εν λόγω έκθεσης.».

17)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 31α

Εκτελεστικές πράξεις

Όπου χρειάζεται, επιπρόσθετα στις εκτελεστικές πράξεις που εκδίδονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 24 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 και σύμφωνα με το πεδίο εφαρμογής των άρθρων 30 και 31 της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θεσπίζει, με εκτελεστικές πράξεις, τις τεχνικές προδιαγραφές και τις διαδικασίες που απαιτούνται για τη διασύνδεση των κεντρικών μητρώων των κρατών μελών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφος 10 και στο άρθρο 31 παράγραφος 9, όσον αφορά:

α)

τις τεχνικές προδιαγραφές για τον καθορισμό της δέσμης τεχνικών δεδομένων που είναι αναγκαία για να επιτελέσει η πλατφόρμα τις λειτουργίες της καθώς και της μεθόδου αποθήκευσης, χρήσης και προστασίας αυτών των δεδομένων·

β)

τα κοινά κριτήρια σύμφωνα με τα οποία οι πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο διατίθενται μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων, ανάλογα με το επίπεδο πρόσβασης που χορηγείται από τα κράτη μέλη·

γ)

τις τεχνικές λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο πρόκειται να καθίστανται διαθέσιμες οι πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους·

δ)

τους τεχνικούς όρους διαθεσιμότητας των υπηρεσιών που παρέχει το σύστημα διασύνδεσης των μητρώων·

ε)

τους τεχνικούς όρους σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής των διάφορων τύπων πρόσβασης σε πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο βάσει του άρθρου 30 παράγραφος 5 και του άρθρου 31 παράγραφος 4·

στ)

τους όρους πληρωμής, όταν η πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο υπόκειται στην καταβολή τέλους σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 5α και το άρθρο 31 παράγραφος 4α λαμβάνοντας υπόψη τις διαθέσιμες δυνατότητες πληρωμής, όπως οι συναλλαγές πληρωμής εξ αποστάσεως.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 64α παράγραφος 2.

Στις εκτελεστικές πράξεις της, η Επιτροπή επιδιώκει να επαναχρησιμοποιεί ήδη δοκιμασμένη τεχνολογία και υφιστάμενες πρακτικές. Η Επιτροπή διασφαλίζει ότι τα συστήματα που θα αναπτυχθούν δεν συνεπάγονται δαπάνες πέρα από τον βαθμό που είναι απολύτως αναγκαίος για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Οι εκτελεστικές πράξεις της Επιτροπής χαρακτηρίζονται από διαφάνεια και ανταλλαγή εμπειριών και πληροφοριών μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών.».

18)

Στο άρθρο 32 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«9.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 34 παράγραφος 2, στο πλαίσιο των καθηκόντων της, κάθε ΜΧΠ δύναται να ζητεί, να λαμβάνει και να χρησιμοποιεί πληροφορίες από κάθε υπόχρεη οντότητα για τους σκοπούς που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, ακόμη και αν δεν έχει υποβληθεί προηγούμενη έκθεση, σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή το άρθρο 34 παράγραφος 1.».

19)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 32α

1.   Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς, όπως κεντρικά μητρώα ή κεντρικά συστήματα ηλεκτρονικής ανάκτησης δεδομένων, που επιτρέπουν την εξακρίβωση, εγκαίρως, οποιωνδήποτε φυσικών ή νομικών προσώπων που κατέχουν ή ελέγχουν λογαριασμούς πληρωμής, τραπεζικούς λογαριασμούς προσδιοριζόμενους από αριθμό ΙΒΑΝ, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 260/2012 του ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*7), και θυρίδες ασφαλείας που τηρούνται από πιστωτικό ίδρυμα εντός της επικράτειάς τους. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα χαρακτηριστικά των εν λόγω εθνικών μηχανισμών.

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που διατηρούνται στους κεντρικούς μηχανισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου είναι άμεσα προσβάσιμες, απευθείας και χωρίς παρεμβολές, στις εθνικές ΜΧΠ. Οι πληροφορίες είναι επίσης προσβάσιμες στις εθνικές αρμόδιες αρχές για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους βάσει της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κάθε ΜΧΠ δύναται να παρέχει εγκαίρως, σύμφωνα με το άρθρο 53, σε οποιεσδήποτε άλλες ΜΧΠ πληροφορίες που διατηρούνται στους κεντρικούς μηχανισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

3.   Οι ακόλουθες πληροφορίες είναι προσβάσιμες και έχουν δυνατότητα αναζήτησης μέσω των κεντρικών μηχανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1:

—   για τον κάτοχο λογαριασμού πελάτη και κάθε πρόσωπο που σκοπεύει να ενεργήσει για λογαριασμό του πελάτη: το ονοματεπώνυμο, συμπληρωμένο είτε με τα άλλα στοιχεία αναγνώρισης που απαιτούνται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο α) είτε με ένα μοναδικό αριθμό αναγνώρισης·

—   για τον πραγματικό δικαιούχο του κατόχου λογαριασμού πελάτη: το ονοματεπώνυμο, συμπληρωμένο είτε με τα άλλα στοιχεία αναγνώρισης που απαιτούνται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο β) είτε με ένα μοναδικό αριθμό αναγνώρισης·

—   για τον τραπεζικό λογαριασμό ή τον λογαριασμό πληρωμών: ο αριθμός IBAN και η ημερομηνία ανοίγματος και κλεισίματος του λογαριασμού.»·

—   για τη θυρίδα ασφαλείας: το ονοματεπώνυμο του μισθωτή, συμπληρωμένο είτε με τα άλλα στοιχεία αναγνώρισης που απαιτούνται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή ένας ενιαίος αριθμός αναγνώρισης και η διάρκεια της περιόδου μίσθωσης.

4.   Τα κράτη μέλη μπορεί να εξετάσουν το ενδεχόμενο να απαιτήσουν να είναι προσβάσιμες και αναζητήσιμες μέσω των κεντρικών μηχανισμών και άλλες πληροφορίες που θεωρούνται ζωτικής σημασίας για τις ΜΧΠ και τις αρμόδιες αρχές για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους βάσει της παρούσας οδηγίας.

5.   Έως τις 26 Ιουνίου 2020, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση στην οποία αξιολογεί τους όρους και τις τεχνικές προδιαγραφές και διαδικασίες για την ασφαλή και αποτελεσματική διασύνδεση των κεντρικών αυτοματοποιημένων μηχανισμών. Κατά περίπτωση, η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται από νομοθετική πρόταση.

(*7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 260/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2012, για την καθιέρωση τεχνικών απαιτήσεων και επιχειρηματικών κανόνων για τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις σε ευρώ και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009 (ΕΕ L 94 της 30.3.2012, σ. 22).»."

20)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 32β

1.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στις ΜΧΠ και τις αρμόδιες αρχές πρόσβαση σε πληροφορίες που επιτρέπουν την έγκαιρη εξακρίβωση οποιωνδήποτε φυσικών ή νομικών προσώπων κατέχουν ακίνητη περιουσία, μεταξύ άλλων μέσω μητρώων ή ηλεκτρονικών συστημάτων ανάκτησης δεδομένων, όπου είναι διαθέσιμα τέτοια μητρώα ή συστήματα.

2.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση στην οποία αξιολογεί την αναγκαιότητα και την αναλογικότητα της εναρμόνισης των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στα μητρώα και αξιολογεί την ανάγκη για διασύνδεση αυτών των μητρώων. Κατά περίπτωση, η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται από νομοθετική πρόταση.».

21)

Στο άρθρο 33 παράγραφος 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

παρέχοντας αμελλητί στη ΜΧΠ, κατόπιν αιτήματός της, όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες.».

22)

Στο άρθρο 34, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Οι αυτορρυθμιζόμενοι φορείς που ορίζονται από τα κράτη μέλη δημοσιεύουν ετήσια έκθεση η οποία περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με:

α)

τα μέτρα που έχουν ληφθεί σύμφωνα με τα άρθρα 58, 59 και 60·

β)

τον αριθμό των αναφορών παραβάσεων που ελήφθησαν όπως αναφέρεται στο άρθρο 61, όπου αρμόζει·

γ)

τον αριθμό των εκθέσεων που ελήφθησαν από τον αυτορρυθμιζόμενο φορέα όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 και τον αριθμό των εκθέσεων που διαβιβάστηκαν από τον αυτορρυθμιζόμενο φορέα στη ΜΧΠ, όπου αρμόζει·

δ)

όπου αρμόζει, τον αριθμό και την περιγραφή των μέτρων που εφαρμόστηκαν βάσει των άρθρων 47 και 48 για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης των υπόχρεων οντοτήτων προς τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με:

i)

τα άρθρα 10 έως 24 (δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη)·

ii)

τα άρθρα 33, 34 και 35 (αναφορά ύποπτων συναλλαγών)·

iii)

το άρθρο 40 (τήρηση αρχείων)· και

iv)

τα άρθρα 45 και 46 (εσωτερικοί έλεγχοι).».

23)

Το άρθρο 38 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 38

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων και των αντιπροσώπων της υπόχρεης οντότητας, τα οποία αναφέρουν υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας εσωτερικά ή στη ΜΧΠ, να τυγχάνουν νομικής προστασίας από την έκθεσή τους σε απειλές, αντίποινα ή εχθρικές ενέργειες, ιδίως δε από εργασιακές ενέργειες που είναι δυσμενείς ή που εισάγουν διακρίσεις.

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα άτομα που εκτίθενται σε απειλές, αντίποινα ή εχθρικές ενέργειες ή εργασιακές ενέργειες που είναι δυσμενείς ή που εισάγουν διακρίσεις εκ του λόγου ότι έχουν αναφέρει υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας είτε εσωτερικά ή στη ΜΧΠ, μπορούν να υποβάλλουν καταγγελία κατά τρόπο ασφαλή στις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές. Χωρίς να θίγεται ο εμπιστευτικός χαρακτήρας των πληροφοριών που συγκεντρώνονται από τη ΜΧΠ, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι τα άτομα αυτά έχουν το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής για την προάσπιση των δικαιωμάτων τους βάσει της παρούσας παραγράφου.».

24)

Στο άρθρο 39, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η απαγόρευση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζει τη γνωστοποίηση μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών από τα κράτη μέλη, υπό τον όρο να ανήκουν στον ίδιο όμιλο, ή μεταξύ των εν λόγω οντοτήτων και των υποκαταστημάτων τους και των θυγατρικών που ευρίσκονται σε τρίτες χώρες, των οποίων την κυριότητα έχουν κατά πλειοψηφία, εφόσον τα εν λόγω υποκαταστήματα και οι εν λόγω θυγατρικές συμμορφώνονται πλήρως προς τις πολιτικές και τις διαδικασίες που ισχύουν σε επίπεδο ομίλου, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών για την ανταλλαγή πληροφοριών εντός του ομίλου, σύμφωνα με το άρθρο 45, και εφόσον οι εν λόγω πολιτικές και διαδικασίες ομίλου πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία.».

25)

Στο άρθρο 40, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

στην περίπτωση της διαδικασίας δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, αντίγραφο των εγγράφων και των πληροφοριών που απαιτούνται για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που ορίζονται στο κεφάλαιο II, συμπεριλαμβανομένων, όπου είναι διαθέσιμες, πληροφοριών που αποκτώνται με μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, σχετικές υπηρεσίες εμπιστοσύνης, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014, ή με οποιαδήποτε άλλη ασφαλή, εξ αποστάσεως ή ηλεκτρονική, διαδικασία ταυτοποίησης που ρυθμίζεται, αναγνωρίζεται, εγκρίνεται ή γίνεται δεκτή από τις σχετικές εθνικές αρχές, για χρονικό διάστημα πέντε ετών μετά το τέλος της επιχειρηματικής τους σχέσης με τον πελάτη ή μετά την ημερομηνία της περιστασιακής συναλλαγής·»·

β)

προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Η περίοδος διατήρησης που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου περαιτέρω διατήρησης που δεν θα υπερβαίνει τα πέντε επιπλέον χρόνια, εφαρμόζεται επίσης σε σχέση με τα δεδομένα που είναι προσβάσιμα μέσω των κεντρικών μηχανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 32α.».

26)

Το άρθρο 43 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 43

Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει της παρούσας οδηγίας με σκοπό την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας όπως αναφέρονται στο άρθρο 1 θεωρείται ζήτημα δημόσιου συμφέροντος σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*8).

(*8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).»."

27)

Το άρθρο 44 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 44

1.   Για τους σκοπούς της συμβολής στην προετοιμασία των εκτιμήσεων των κινδύνων, σύμφωνα με το άρθρο 7, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι είναι σε θέση να επανεξετάζουν την αποτελεσματικότητα των συστημάτων τους όσον αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, με την τήρηση ολοκληρωμένων στατιστικών για θέματα που αφορούν την αποτελεσματικότητα των συστημάτων αυτών.

2.   Οι στατιστικές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν:

α)

μετρήσιμα δεδομένα σχετικά με το μέγεθος και τη σημασία των διαφόρων τομέων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού των φυσικών προσώπων και των οντοτήτων, καθώς και της οικονομικής σημασίας εκάστου τομέα·

β)

μετρήσιμα δεδομένα σχετικά με τις φάσεις αναφοράς, διερεύνησης και δικαστικής διαδικασίας του εθνικού συστήματος ΚΞΧ/ΧΤ, όπου συμπεριλαμβάνονται ο αριθμός αναφορών για ύποπτες συναλλαγές που υποβλήθηκαν στη ΜΧΠ, η συνέχεια που δόθηκε σε αυτές τις αναφορές και, σε ετήσια βάση, ο αριθμός των υποθέσεων που διερευνήθηκαν, ο αριθμός των προσώπων που διώχθηκαν, ο αριθμός των προσώπων που καταδικάστηκαν για αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τα είδη των βασικών αδικημάτων, όπου διατίθενται οι σχετικές πληροφορίες, και η αξία, σε ευρώ, των περιουσιακών στοιχείων που δεσμεύθηκαν, κατασχέθηκαν ή δημεύθηκαν·

γ)

εφόσον διατίθενται, δεδομένα που προσδιορίζουν τον αριθμό και το ποσοστό αναφορών οι οποίες οδήγησαν σε περαιτέρω έρευνα, μαζί με την ετήσια έκθεση προς τις υπόχρεες οντότητες, η οποία να παρέχει λεπτομέρειες σχετικά με τη χρησιμότητα των αναφορών που υπέβαλαν και τη συνέχεια που τους δόθηκε·

δ)

δεδομένα όσον αφορά τον αριθμό των διασυνοριακών αιτήσεων παροχής πληροφοριών που υποβλήθηκαν, απορρίφθηκαν και απαντήθηκαν πλήρως ή εν μέρει από τη ΜΧΠ, ανά αντισυμβαλλόμενη χώρα·

ε)

τους ανθρώπινους πόρους που έχουν διατεθεί στις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία από ΚΞΧ/ΧΤ, καθώς και τους ανθρώπινους πόρους που έχουν διατεθεί στις ΜΧΠ για την εκπλήρωση των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 32·

στ)

τον αριθμό των επιτόπιων και μη εποπτικών δράσεων, τον αριθμό των παραβάσεων που διαπιστώθηκαν βάσει εποπτικών δράσεων και τις κυρώσεις/διοικητικά μέτρα που εφαρμόστηκαν από τις εποπτικές αρχές.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη δημοσίευση ενοποιημένης επισκόπησης των στατιστικών στοιχείων τους σε ετήσια βάση.

4.   Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν σε ετήσια βάση στην Επιτροπή τις στατιστικές που αναφέρονται στην παράγραφο 2. H Επιτροπή δημοσιεύει ετήσια έκθεση στην οποία συνοψίζονται και εξηγούνται οι στατιστικές που αναφέρονται στην παράγραφο 2, η οποία διατίθεται στον ιστότοπό της.».

28)

Στο άρθρο 45, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Τα κράτη μέλη και οι ΕΕΑ αλληλοενημερώνονται σχετικά με τις περιπτώσεις στις οποίες το δίκαιο μιας τρίτης χώρας δεν επιτρέπει την εφαρμογή των πολιτικών και διαδικασιών που απαιτούνται βάσει της παραγράφου 1. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μπορεί να αναληφθεί συντονισμένη δράση προκειμένου να επιτευχθεί λύση. Όταν εκτιμούν ποιες τρίτες χώρες δεν επιτρέπουν την εφαρμογή των πολιτικών και διαδικασιών που απαιτούνται βάσει της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη και οι ΕΕΑ λαμβάνουν υπόψη τυχόν νομικούς περιορισμούς που μπορεί να παρεμποδίζουν την ορθή εφαρμογή αυτών των πολιτικών και διαδικασιών, μεταξύ των οποίων το απόρρητο, η προστασία των δεδομένων και άλλοι περιορισμοί που περιορίζουν την ανταλλαγή των πληροφοριών που μπορεί να είναι χρήσιμες γι’ αυτόν τον σκοπό.».

29)

Στο άρθρο 47, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών ανταλλαγής μεταξύ των εικονικών νομισμάτων και παραστατικών νομισμάτων και οι πάροχοι υπηρεσιών θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών έχουν εγγραφεί σε μητρώο, ότι τα ανταλλακτήρια συναλλάγματος και οι υπηρεσίες ρευστοποίησης επιταγών, καθώς και οι φορείς παροχής υπηρεσιών σε εμπιστεύματα και σε επιχειρήσεις έχουν λάβει άδεια ή έχουν εγγραφεί σε μητρώο, και οι πάροχοι υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών υπόκεινται σε ρυθμίσεις.».

30)

Το άρθρο 48 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Προκειμένου να διευκολυνθεί και να προωθηθεί η αποτελεσματική συνεργασία, και ιδίως η ανταλλαγή πληροφοριών, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή τον κατάλογο των αρμοδίων αρχών των υπόχρεων οντοτήτων που απαριθμούνται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων επικοινωνίας τους. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που παρέχονται στην Επιτροπή παραμένουν επικαιροποιημένες.

Η Επιτροπή δημοσιεύει μητρώο αυτών των αρχών και των στοιχείων επικοινωνίας τους στον ιστότοπό της. Οι αρχές που καταχωρίζονται στο μητρώο χρησιμεύουν, εντός του πεδίου των αρμοδιοτήτων τους, ως σημείο επαφής για τις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών. Οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας των κρατών μελών χρησιμεύουν επίσης ως σημείο επαφής για τις ΕΕΑ.

Προκειμένου να διασφαλιστεί η κατάλληλη εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη απαιτούν όλες οι υπόχρεες οντότητες να υπόκεινται σε επαρκή εποπτεία, συμπεριλαμβανομένων των εξουσιών για τη διεξαγωγή επιτόπιας και μη επιτόπιας εποπτείας, και λαμβάνουν κατάλληλα και αναλογικά διοικητικά μέτρα για τη διόρθωση της κατάστασης σε περίπτωση παραβιάσεων.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές έχουν επαρκή εξουσία, συμπεριλαμβανόμενης της εξουσίας να απαιτούν την προσκόμιση οποιωνδήποτε πληροφοριών σχετικών με την παρακολούθηση της συμμόρφωσης και να διενεργούν ελέγχους, και διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς, ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το προσωπικό των εν λόγω αρχών διαθέτει υψηλή ακεραιότητα και τα απαιτούμενα προσόντα, και διατηρεί υψηλό επαγγελματικό επίπεδο, μεταξύ άλλων και σε ζητήματα εμπιστευτικότητας, προστασίας των δεδομένων και κανόνων για την αντιμετώπιση της σύγκρουσης συμφερόντων.»·

γ)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο η υπόχρεη οντότητα λειτουργεί εγκαταστάσεις να διασφαλίζουν με εποπτικές δράσεις ότι οι εν λόγω εγκαταστάσεις τηρούν τις εθνικές διατάξεις αυτού του κράτους μέλους οι οποίες μεταφέρουν την παρούσα οδηγία στο εσωτερικό δίκαιο.

Σε περίπτωση πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών που ανήκουν σε όμιλο, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένη μια μητρική επιχείρηση συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στα οποία είναι εγκατεστημένα τα ιδρύματα που αποτελούν μέρος του ομίλου.

Στην περίπτωση των ιδρυμάτων του άρθρου 45 παράγραφος 9, η αναφερόμενη στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου εποπτεία μπορεί να περιλαμβάνει τη λήψη κατάλληλων και αναλογικών μέτρων για την αντιμετώπιση σοβαρών ελλείψεων που απαιτούν άμεσες λύσεις. Τα εν λόγω μέτρα είναι προσωρινά και λήγουν όταν αντιμετωπισθούν οι ελλείψεις που έχουν επισημανθεί, μεταξύ άλλων, με τη συνδρομή ή τη συνεργασία των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους καταγωγής της υπόχρεης οντότητας, σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2.»·

δ)

Στην παράγραφο 5 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Στην περίπτωση πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών που ανήκουν σε όμιλο, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένη μια μητρική επιχείρηση εποπτεύουν την αποτελεσματική εφαρμογή των πολιτικών και διαδικασιών σε επίπεδο ομίλου που αναφέρονται στο άρθρο 45 παράγραφος 1. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένα τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί που αποτελούν μέρος του ομίλου συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένη η μητρική επιχείρηση.».

31)

Το άρθρο 49 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 49

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ιθύνοντες, οι ΜΧΠ, οι εποπτικές αρχές και άλλες αρμόδιες αρχές, που συμμετέχουν στην ΚΞΧ/ΧΤ, καθώς και οι φορολογικές αρχές και οι αρχές επιβολής του νόμου όταν ενεργούν εντός του πεδίου της παρούσας οδηγίας, να διαθέτουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς που να τους επιτρέπουν να συνεργάζονται και να συντονίζονται σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά την ανάπτυξη και την εφαρμογή πολιτικών και δραστηριοτήτων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, μεταξύ άλλων, με σκοπό την εκπλήρωση της υποχρέωσής τους δυνάμει του άρθρου 7.».

32)

Στο κεφάλαιο VI τμήμα 3, παρεμβάλλεται το ακόλουθο υποτμήμα:

«Υποτμήμα ΙΙα

Συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών

Άρθρο 50α

Τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν ή θέτουν παράλογους ή υπερβολικά περιοριστικούς όρους στην ανταλλαγή πληροφοριών ή τη συνδρομή μεταξύ αρμόδιων αρχών για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές δεν απορρίπτουν αίτημα για συνδρομή με την αιτιολόγηση ότι:

α)

το αίτημα θεωρείται επίσης ότι περιλαμβάνει φορολογικά θέματα·

β)

η εθνική νομοθεσία απαιτεί από την υπόχρεη οντότητα να τηρεί απόρρητο ή εμπιστευτικότητα, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι πληροφορίες που ζητούνται προστατεύονται από νομικό προνόμιο ή επαγγελματικό απόρρητο, όπως αυτά περιγράφονται στο άρθρο 34 παράγραφος 2·

γ)

βρίσκεται σε εξέλιξη έρευνα, διερεύνηση ή διαδικασία στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, εκτός εάν η συνδρομή θα παρεμπόδιζε την εν λόγω έρευνα, διερεύνηση ή διαδικασία·

δ)

η φύση ή η κατάσταση της αιτούσας ομολόγου αρμόδιας αρχής είναι διαφορετική από εκείνη της αρμόδιας αρχής προς την οποία απευθύνεται το αίτημα.».

33)

Το άρθρο 53 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ ανταλλάσσουν, αυτεπάγγελτα ή κατόπιν αιτήματος, κάθε πληροφορία που μπορεί να είναι χρήσιμη για την επεξεργασία ή την ανάλυση πληροφοριών από τη ΜΧΠ όσον αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, καθώς και το εμπλεκόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ανεξάρτητα από το είδος των συναφών βασικών αδικημάτων και ακόμη και αν το είδος των συναφών βασικών αδικημάτων δεν αναγνωρίζεται κατά την ανταλλαγή.»·

β)

στην παράγραφο 2 δεύτερο εδάφιο, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η εν λόγω ΜΧΠ λαμβάνει πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 1 και διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση τις απαντήσεις.».

34)

Στο άρθρο 54, προστίθεται το εξής εδάφιο:

«Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ ορίζουν τουλάχιστον έναν υπεύθυνο ή σημείο επικοινωνίας που λαμβάνει αιτήματα παροχής πληροφοριών από ΜΧΠ σε άλλα κράτη μέλη.».

35)

Στο άρθρο 55, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η προηγούμενη συγκατάθεση της ερωτώμενης ΜΧΠ για τη διάδοση των πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές παρέχεται αμελλητί και στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ανεξάρτητα από τον τύπο των συναφών βασικών αδικημάτων. Η ερωτώμενη ΜΧΠ δεν αρνείται να δώσει τη συγκατάθεσή της για τη διάδοση των πληροφοριών, εκτός εάν αυτό δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεών της για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή θα μπορούσε να παρακωλύσει τη διενέργεια ποινικής έρευνας ή διαφορετικά δεν θα συμμορφωνόταν με θεμελιώδεις αρχές του εθνικού δικαίου του εν λόγω κράτους μέλους. Οποιαδήποτε τέτοια άρνηση συγκατάθεσης επεξηγείται δεόντως. Οι εν λόγω εξαιρέσεις προσδιορίζονται κατά τρόπο ώστε να προλαμβάνονται η κατάχρηση και οι αδικαιολόγητοι περιορισμοί της διάδοσης πληροφοριών προς τις αρμόδιες αρχές.».

36)

Το άρθρο 57 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 57

Οι διαφορές μεταξύ των κατά το εθνικό δίκαιο ορισμών των βασικών αδικημάτων όπως αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 4 δεν εμποδίζουν την ικανότητα των ΜΧΠ να παρέχουν συνδρομή σε άλλη ΜΧΠ και δεν περιορίζουν την ανταλλαγή, τη διάδοση και τη χρήση πληροφοριών σύμφωνα με τα άρθρα 53, 54 και 55.».

37)

Στο κεφάλαιο VI τμήμα 3, προστίθεται το ακόλουθο υποτμήμα:

«Υποτμήμα IIΙα

Συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών που εποπτεύουν πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και άλλων αρχών που δεσμεύονται από επαγγελματικό απόρρητο

Άρθρο 57α

1.   Τα κράτη μέλη απαιτούν όλα τα πρόσωπα που εργάζονται ή έχουν εργαστεί στις αρμόδιες αρχές που εποπτεύουν πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς αναφορικά με τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία, και οι ελεγκτές ή οι εμπειρογνώμονες που ενεργούν για λογαριασμό αυτών των αρμόδιων αρχών, να δεσμεύονται από την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου.

Με την επιφύλαξη των ποινικών ερευνών και διαδικασιών, οι εμπιστευτικές πληροφορίες που λαμβάνουν τα πρόσωπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δυνάμει της παρούσας οδηγίας μπορούν να γνωστοποιούνται μόνο με συνοπτική ή συγκεντρωτική μορφή, με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μπορεί να προσδιοριστεί η ταυτότητα μεμονωμένων πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών.

2.   Η παράγραφος 1 δεν εμποδίζει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ:

α)

αρμόδιων αρχών που εποπτεύουν πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς σε κράτος μέλος σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή άλλες νομοθετικές πράξεις που συνδέονται με την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών·

β)

αρμόδιων αρχών που εποπτεύουν πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς σε διαφορετικά κράτη μέλη σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή άλλες νομοθετικές πράξεις που συνδέονται με την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) όταν ενεργεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου (*9). Αυτή η ανταλλαγή πληροφοριών υπόκειται στους όρους του επαγγελματικού απόρρητου όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Έως τις 10 Ιανουαρίου 2019, οι αρμόδιες αρχές που εποπτεύουν πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και την ΕΚΤ, ενεργώντας σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 και το άρθρο 56 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*10), καταλήγουν, με τη στήριξη των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, σε συμφωνία σχετικά με τους πρακτικούς όρους της ανταλλαγής πληροφοριών.

3.   Οι αρμόδιες αρχές που εποπτεύουν πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και λαμβάνουν εμπιστευτικές πληροφορίες όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, χρησιμοποιούν τις πληροφορίες αυτές μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

κατά την άσκηση των καθηκόντων τους σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή σύμφωνα με άλλες νομοθετικές πράξεις στον τομέα ΚΞΧ/ΧΤ, προληπτικής ρύθμισης και εποπτείας πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής κυρώσεων·

β)

κατά την άσκηση προσφυγής κατά απόφασης της αρμόδιας αρχής που εποπτεύει πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένης δικαστικής διαδικασίας·

γ)

στο πλαίσιο δικαστικών διαδικασιών που έχουν κινηθεί δυνάμει ειδικών διατάξεων που προβλέπονται από το δίκαιο της Ένωσης που έχει εκδοθεί στον τομέα της παρούσας οδηγίας ή στον τομέα της προληπτικής ρύθμισης και της εποπτείας των πιστωτικών ιδρυμάτων και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών.

4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές που εποπτεύουν πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς συνεργάζονται μεταξύ τους για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ανεξάρτητα από την αντίστοιχη φύση τους ή το αντίστοιχο καθεστώς τους. Αυτή η συνεργασία περιλαμβάνει επίσης τη δυνατότητα διενέργειας, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της ερωτώμενης αρμόδιας αρχής, ερευνών για λογαριασμό αιτούσας αρμόδιας αρχής, και την επακόλουθη ανταλλαγή των πληροφοριών που λαμβάνονται μέσω αυτών των ερευνών.

5.   Τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν στις εθνικές αρμόδιες αρχές τους που εποπτεύουν πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς να συνάπτουν συμφωνίες συνεργασίας που προβλέπουν συνεργασία και ανταλλαγές εμπιστευτικών πληροφοριών με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών που αποτελούν ομολόγους των εν λόγω εθνικών αρμόδιων αρχών. Οι εν λόγω συμφωνίες συνεργασίας συνάπτονται με βάση την αμοιβαιότητα και μόνο εφόσον οι πληροφορίες που παρέχονται καλύπτονται από απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου τουλάχιστον ισοδύναμες με αυτές που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που γίνονται αντικείμενο ανταλλαγής σύμφωνα με αυτές τις συμφωνίες συνεργασίας χρησιμοποιούνται για τον σκοπό της εκτέλεσης των εποπτικών καθηκόντων των εν λόγω αρχών.

Όταν η πληροφορία που γίνεται αντικείμενο ανταλλαγής προέρχεται από άλλο κράτος μέλος, γνωστοποιείται μόνο έπειτα από ρητή συμφωνία της αρμόδιας αρχής που τη γνωστοποίησε και, κατά περίπτωση, μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους έδωσε τη συγκατάθεσή της η αρχή αυτή.

Άρθρο 57β

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 57α παράγραφοι 1 και 3, και με την επιφύλαξη του άρθρου 34 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αρμόδιων αρχών στο ίδιο κράτος μέλος ή σε διαφορετικά κράτη μέλη, μεταξύ των αρμόδιων αρχών και των αρχών στις οποίες έχει ανατεθεί η εποπτεία οντοτήτων του χρηματοπιστωτικού τομέα και φυσικών ή νομικών προσώπων που ενεργούν κατά την άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων τους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3) και των αρχών που κατά νόμον ευθύνονται για την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών αγορών κατά την άσκηση των αντίστοιχων εποπτικών καθηκόντων τους.

Οι πληροφορίες που λαμβάνονται υπόκεινται σε κάθε περίπτωση σε απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 57α παράγραφος 1.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 57α παράγραφοι 1 και 3, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν, δυνάμει διατάξεων που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο, τη γνωστοποίηση ορισμένων πληροφοριών σε άλλες εθνικές αρχές που είναι κατά νόμον αρμόδιες επί θεμάτων εποπτείας των χρηματοπιστωτικών αγορών, ή έχουν καθορισμένες αρμοδιότητες στο πεδίο της διερεύνησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των συναφών βασικών αδικημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Ωστόσο, οι εμπιστευτικές πληροφορίες που ανταλλάσσονται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο χρησιμοποιούνται μόνο για τον σκοπό της εκτέλεσης των νόμιμων καθηκόντων των οικείων αρχών. Τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές υπόκεινται σε απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 57α παράγραφος 1.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν τη γνωστοποίηση ορισμένων πληροφοριών για την εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, όσον αφορά τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία, προς κοινοβουλευτικές εξεταστικές επιτροπές, εθνικά ελεγκτικά συνέδρια και άλλες οντότητες των κρατών μελών που αναλαμβάνουν τη διενέργεια ερευνών, υπό τις εξής προϋποθέσεις:

α)

οι οντότητες έχουν ακριβή εντολή βάσει του εθνικού δικαίου να ερευνούν ή να ελέγχουν τις ενέργειες των αρχών που είναι επιφορτισμένες με την εποπτεία αυτών των πιστωτικών ιδρυμάτων ή με τη θέσπιση νόμων σχετικά με την εν λόγω εποπτεία·

β)

οι πληροφορίες είναι απολύτως αναγκαίες για την εκπλήρωση της εντολής που αναφέρεται στο στοιχείο α)·

γ)

τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες υπόκεινται σε απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου βάσει του εθνικού δικαίου τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 57α παράγραφος 1·

δ)

όταν η πληροφορία προέρχεται από άλλο κράτος μέλος, γνωστοποιείται μόνο με τη ρητή συγκατάθεση των αρμόδιων αρχών που τη γνωστοποίησαν και μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους έδωσαν τη συγκατάθεσή τους οι εν λόγω αρχές.

(*9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63)."

(*10)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).»."

38)

Στο άρθρο 58 παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν περαιτέρω ότι, όταν οι αρμόδιες αρχές τους εντοπίζουν παραβάσεις που υπόκεινται σε ποινικές κυρώσεις, ενημερώνουν εγκαίρως τις αρχές επιβολής του νόμου.».

39)

Το άρθρο 61 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές καθώς και, κατά περίπτωση, οι αυτορρυθμιζόμενοι φορείς, θεσπίζουν αποτελεσματικούς και αξιόπιστους μηχανισμούς για την ενθάρρυνση των καταγγελιών στις αρμόδιες αρχές και στους αυτορρυθμιζόμενους φορείς ενδεχόμενων ή πραγματικών παραβάσεων των εθνικών διατάξεων που μεταφέρουν στο εθνικό δίκαιο την παρούσα οδηγία.

Για το σκοπό αυτό, παρέχουν έναν ή περισσότερους ασφαλείς διαύλους επικοινωνίας για άτομα που επιθυμούν να προβούν σε αναφορές όπως αυτές του πρώτου εδαφίου. Τέτοιου είδους δίαυλοι εξασφαλίζουν ότι η ταυτότητα των προσώπων που παρέχουν πληροφορίες είναι γνωστές μόνο στις αρμόδιες αρχές καθώς και, όπου αρμόζει, στους αυτορρυθμιζόμενους φορείς.»·

β)

στην παράγραφο 3 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων και των αντιπροσώπων της υπόχρεης οντότητας, τα οποία αναφέρουν υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας εσωτερικά ή στη ΜΧΠ, να τυγχάνουν νομικής προστασίας από την έκθεσή τους σε απειλές, αντίποινα ή εχθρικές ενέργειες, ιδίως δε από εργασιακές ενέργειες που είναι δυσμενείς ή που εισάγουν διακρίσεις.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα άτομα που εκτίθενται σε απειλές, εχθρικές ενέργειες ή εργασιακές ενέργειες που είναι δυσμενείς ή που εισάγουν διακρίσεις επειδή αναφέρουν υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας εσωτερικά ή στη ΜΧΠ, έχουν δικαίωμα να υποβάλλουν καταγγελία κατά τρόπο ασφαλή στις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές. Χωρίς να θίγεται ο εμπιστευτικός χαρακτήρας των συλλεγομένων από τα ΜΧΠ πληροφοριών, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα οικεία άτομα θα έχουν το δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων τους βάσει της παρούσας παραγράφου.».

40)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 64α

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας («επιτροπή») όπως αναφέρεται στο άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/847 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*11). Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 (*12).

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(*11)  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/847 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, περί στοιχείων που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών και περί κατάργησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1781/2006 (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 1)."

(*12)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»."

41)

Το άρθρο 65 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 65

1.   Έως τις 11 Ιανουαρίου 2022, και εν συνεχεία ανά τριετία, η Επιτροπή εκπονεί έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας και την υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει ειδικότερα:

α)

παρουσίαση των ειδικών μέτρων και μηχανισμών που έχουν θεσπιστεί σε επίπεδο Ένωσης και κρατών μελών για την πρόληψη και την αντιμετώπιση των αναδυόμενων προβλημάτων και νέων εξελίξεων που παρουσιάζουν κίνδυνο για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ένωσης·

β)

δράσεις επακολούθησης που ανελήφθησαν σε επίπεδο Ένωσης και κρατών μελών με βάση ανησυχίες που περιήλθαν στην αντίληψή τους, συμπεριλαμβανομένων τυχόν καταγγελιών σχετικά με εθνικές νομοθετικές διατάξεις που παρακωλύουν την άσκηση των εξουσιών εποπτείας και έρευνας των αρμόδιων αρχών και των αυτορρυθμιζόμενων φορέων·

γ)

μνεία της διαθεσιμότητας σχετικών πληροφοριών για τις αρμόδιες αρχές και τις ΜΧΠ των κρατών μελών, για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας·

δ)

παρουσίαση της διεθνούς συνεργασίας και της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ αρμόδιων αρχών και ΜΧΠ·

ε)

παρουσίαση των αναγκαίων ενεργειών της Επιτροπής προκειμένου να ελεγχθεί κατά πόσο τα κράτη μέλη ενεργούν σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και να εκτιμηθούν αναδυόμενα προβλήματα και νέες εξελίξεις στα κράτη μέλη·

στ)

ανάλυση της εφικτότητας ειδικών μέτρων και μηχανισμών σε επίπεδο Ένωσης και κρατών μελών σχετικά με τις δυνατότητες συλλογής και πρόσβασης στις πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο εταιρικών και άλλων νομικών οντοτήτων που έχουν συσταθεί εκτός της Ένωσης και της αναλογικότητας των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 20 στοιχείο β)·

ζ)

αξιολόγηση του κατά πόσον έγιναν σεβαστά τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η πρώτη έκθεση που θα δημοσιευτεί έως τις 11 Ιανουαρίου 2022, συνοδεύεται, αν είναι απαραίτητο, από κατάλληλες νομοθετικές προτάσεις, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, αυτών που αφορούν τα εικονικά νομίσματα, εξουσιοδοτήσεις για τη σύσταση και τη διατήρηση κεντρικής βάσης δεδομένων με σκοπό την καταχώριση των ταυτοτήτων των χρηστών και των διευθύνσεων πορτοφολιού που είναι προσβάσιμες από τις ΜΧΠ, καθώς και φόρμες για τη δήλωση των στοιχείων από τους ίδιους τους χρήστες εικονικών νομισμάτων και για τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων των κρατών μελών και μια βάσει κινδύνου εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 20 στοιχείο β).

2.   Έως την 1η Ιουνίου 2019, η Επιτροπή αξιολογεί το πλαίσιο για τη συνεργασία των ΜΧΠ με τρίτες χώρες, τα εμπόδια και τις ευκαιρίες ενίσχυσης της συνεργασίας μεταξύ των ΜΧΠ της Ένωσης, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται η δυνατότητα δημιουργίας ενός μηχανισμού συντονισμού και στήριξης.

3.   Η Επιτροπή υποβάλλει αν χρειαστεί έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο προκειμένου να εκτιμηθεί η ανάγκη και η αναλογικότητα της μείωσης του ποσοστού για τον προσδιορισμό των πραγματικών δικαιούχων νομικών οντοτήτων, με βάση οποιαδήποτε σύσταση εκδοθεί στο πλαίσιο αυτό από διεθνείς οργανισμούς και φορείς καθορισμού προτύπων με αρμοδιότητα στον τομέα της πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ως αποτέλεσμα νέας εκτιμήσεως, και υποβάλει νομοθετική πρόταση, εφόσον είναι σκόπιμο.».

42)

Στο άρθρο 67, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία έως την 26η Ιουνίου 2017.

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν το άρθρο 12 παράγραφος 3 από τις 10 Ιουλίου 2020.

Τα κράτη μέλη συγκροτούν τα κεντρικά μητρώα πραγματικών δικαιούχων που αναφέρονται στα άρθρα 30 και 31 έως τις 10 Ιανουαρίου 2020 και τα μητρώα του άρθρου άρθρο 31 έως τις 10 Μαρτίου 2020 και τους κεντρικούς αυτόματους μηχανισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 32α έως τις 10 Σεπτεμβρίου 2020.

Η Επιτροπή εξασφαλίζει τη διασύνδεση των μητρώων που αναφέρεται στα άρθρα 30 και 31 σε συνεργασία με τα κράτη μέλη έως τις 10 Μαρτίου 2021.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των μέτρων που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.».

43)

Στο παράρτημα II σημείο 3), το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3)

Γεωγραφικοί παράγοντες κινδύνου - καταχώριση, έδρα, διαμονή σε:».

44)

Το παράρτημα III τροποποιείται ως εξής:

α)

στο σημείο 1) προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ζ)

πελάτης είναι υπήκοος τρίτης χώρας που υποβάλλει αίτηση για χορήγηση δικαιώματος διαμονής ή ιθαγένειας στο κράτος μέλος με αντάλλαγμα μεταφορές κεφαλαίων, αγορά ιδιοκτησίας ή κρατικών ομολόγων, ή επενδύσεις σε εταιρείες στο εν λόγω κράτος μέλος.»·

β)

το σημείο 2) τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

επιχειρηματικές σχέσεις ή συναλλαγές χωρίς φυσική παρουσία των μερών, χωρίς ορισμένες διασφαλίσεις, όπως μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, σχετικές υπηρεσίες εμπιστοσύνης όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014, ή οποιαδήποτε άλλη ασφαλής, εξ αποστάσεως ή ηλεκτρονική, διαδικασία ταυτοποίησης που ρυθμίζεται, αναγνωρίζεται, εγκρίνεται ή γίνεται δεκτή από τις σχετικές εθνικές αρχές·»·

ii)

προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«στ)

συναλλαγές που συνδέονται με πετρέλαιο, πολύτιμα μέταλλα, προϊόντα καπνού, πολιτιστικά τεχνουργήματα και άλλα αντικείμενα αρχαιολογικής, ιστορικής, πολιτιστικής και θρησκευτικής σημασίας ή σπάνιας επιστημονικής αξίας, καθώς και ελεφαντοστό και προστατευόμενα είδη.».

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2009/138/ΕΚ

Στο άρθρο 68 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«iv)

αρχών αρμόδιων για την εποπτεία των υπόχρεων οντοτήτων που απαριθμούνται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημεία 1) και 2) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*13) αναφορικά με τη συμμόρφωση προς αυτήν την οδηγία·

Άρθρο 3

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2013/36/ΕΕ

Στο άρθρο 56 πρώτο εδάφιο της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ζ)

αρχών αρμόδιων για την εποπτεία των υπόχρεων οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημεία 1) και 2) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*14) αναφορικά με τη συμμόρφωση προς αυτήν την οδηγία.

Άρθρο 4

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι απαραίτητες προκειμένου να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο έως τις 10 Ιανουαρίου 2020. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 5

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 6

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 30 Μαΐου 2018.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

L. PAVLOVA


(1)  ΕΕ C 459 της 9.12.2016, σ. 3.

(2)  ΕΕ C 34 της 2.2.2017, σ. 121.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 19ης Απριλίου 2018 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 14ης Μαΐου 2018.

(4)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).

(5)  Οδηγία 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για την ανάληψη, άσκηση και προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, την τροποποίηση των οδηγιών 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2000/46/ΕΚ (ΕΕ L 267 της 10.10.2009, σ. 7).

(6)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 2002/65/ΕΚ, 2009/110/ΕΚ, 2013/36/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και την κατάργηση της οδηγίας 2007/64/ΕΚ (ΕΕ L 337 της 23.12.2015, σ. 35).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 73).

(8)  Οδηγία (ΕΕ) 2017/1132 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, σχετικά με ορισμένες πτυχές του εταιρικού δίκαιου (ΕΕ L 169 της 30.6.2017, σ. 46).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(11)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τον σκοπό της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 89).

(12)  ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.

(13)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(14)  ΕΕ C 85 της 18.3.2017, σ. 3.


19.6.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 156/75


ΟΔΗΓΊΑ (ΕΕ) 2018/844 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 30ής Μαΐου 2018

για την τροποποίηση της οδηγίας 2010/31/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων και της οδηγίας 2012/27/ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 194 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Ένωση έχει δεσμευθεί να αναπτύξει ένα βιώσιμο, ανταγωνιστικό, ασφαλές και απαλλαγμένο από ανθρακούχες εκπομπές ενεργειακό σύστημα. Η Ενεργειακή Ένωση και το πλαίσιο πολιτικής για την ενέργεια και το κλίμα με ορίζοντα το 2030 θεσπίζουν φιλόδοξες δεσμεύσεις της Ένωσης για περαιτέρω μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 40 % έως το 2030, σε σύγκριση με το 1990, αύξηση του ποσοστού ανανεώσιμης ενέργειας που καταναλώνεται, εξοικονόμηση ενέργειας που αντιστοιχεί στο επίπεδο των φιλοδοξιών της Ένωσης, και βελτίωση της ενεργειακής ασφάλειας, της ανταγωνιστικότητας και της βιωσιμότητας της Ευρώπης.

(2)

Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί, η αναθεώρηση των νομοθετικών πράξεων για την ενεργειακή απόδοση της Ένωσης που πραγματοποιήθηκε το 2016 συνδυάζει επαναξιολόγηση του στόχου της Ένωσης για την ενεργειακή απόδοση με ορίζοντα το 2030, όπως ζητήθηκε από τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου το 2014, την επανεξέταση των βασικών διατάξεων της οδηγίας 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) και της οδηγίας 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), και ενίσχυση του χρηματοδοτικού πλαισίου, συμπεριλαμβανομένων των Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών και Επενδυτικών Ταμείων (ΕΔΕΤ) και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΤΣΕ), πράγμα που, τελικά, θα συμβάλει στη βελτίωση των οικονομικών όρων των επενδύσεων στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης στην αγορά.

(3)

Η οδηγία 2010/31/ΕΕ απαίτησε από την Επιτροπή να επανεξετάσει την εν λόγω οδηγία, έως την 1η Ιανουαρίου 2017, βάσει της εμπειρίας που έχει αποκτηθεί και της προόδου που έχει σημειωθεί κατά την εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας και, εφόσον απαιτείται, να υποβάλλει σχετικές προτάσεις.

(4)

Στο πλαίσιο της προετοιμασίας για την εν λόγω επανεξέταση, η Επιτροπή προχώρησε σε μια σειρά ενεργειών προκειμένου να συγκεντρώσει στοιχεία για τον τρόπο εφαρμογής της οδηγίας 2010/31/ΕΕ στα κράτη μέλη, εστιάζοντας στις πτυχές που υπήρξαν επιτυχείς, αλλά και σε εκείνες που θα μπορούσαν να βελτιωθούν.

(5)

Το αποτέλεσμα της επανεξέτασης και της εκτίμησης επιπτώσεων της Επιτροπής έδειξε ότι απαιτούνται ορισμένες τροποποιήσεις προκειμένου να ενισχυθούν οι ισχύουσες διατάξεις της οδηγίας 2010/31/ΕΕ και να απλουστευθούν ορισμένες πτυχές.

(6)

Η Ένωση έχει δεσμευτεί να αναπτύξει ένα βιώσιμο, ανταγωνιστικό, ασφαλές και απαλλαγμένο από ανθρακούχες εκπομπές ενεργειακό σύστημα, έως το 2050. Για να επιτύχουν τον εν λόγω στόχο, τα κράτη μέλη και οι επενδυτές χρειάζονται μέτρα τα οποία να στοχεύουν στην επίτευξη του μακροπρόθεσμου στόχου για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και την απαλλαγή έως το 2050 του κτιριακού δυναμικού από ανθρακούχες εκπομπές, οι οποίες ευθύνονται για περίπου 36 % του συνόλου των εκπομπών CO2 της Ένωσης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιδιώξουν μια οικονομικά αποδοτική ισορροπία μεταξύ της απαλλαγής του ενεργειακού εφοδιασμού από ανθρακούχες εκπομπές και της μείωσης της τελικής κατανάλωσης ενέργειας. Προς τούτο, τα κράτη μέλη και οι επενδυτές χρειάζονται ένα ξεκάθαρο όραμα για να κατευθύνουν τις πολιτικές τους και τις επενδυτικές αποφάσεις τους, το οποίο περιλαμβάνει ενδεικτικά εθνικά ορόσημα και ενέργειες σε σχέση με την ενεργειακή απόδοση, ώστε να επιτευχθούν οι βραχυπρόθεσμοι (2030), οι μεσοπρόθεσμοι (2040), και οι μακροπρόθεσμοι (2050) στόχοι. Έχοντας υπόψη τους εν λόγω στόχους και λαμβάνοντας υπόψη τις συνολικές φιλοδοξίες της Ένωσης σχετικά με την ενεργειακή απόδοση, είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να προσδιορίσουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα των μακροπρόθεσμων στρατηγικών τους ανακαίνισης και να παρακολουθούν τις εξελίξεις με τη θέσπιση εγχώριων δεικτών προόδου, σύμφωνα με τις εθνικές συνθήκες και εξελίξεις.

(7)

Η συμφωνία του Παρισιού του 2015 για την κλιματική αλλαγή, η οποία εγκρίθηκε μετά την 21η διάσκεψη των μερών της σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (COP 21), ενισχύει τις προσπάθειες της Ένωσης για απαλλαγή του κτιριακού δυναμικού της από ανθρακούχες εκπομπές. Λαμβάνοντας υπόψη ότι περίπου το 50 % της τελικής κατανάλωσης ενέργειας της Ένωσης χρησιμοποιείται για θέρμανση και ψύξη, και, από αυτό, το 80 % χρησιμοποιείται σε κτίρια, η επίτευξη των στόχων της Ένωσης για την ενέργεια και το κλίμα συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τις προσπάθειες της Ένωσης να ανακαινίσει το κτιριακό της δυναμικό δίνοντας προτεραιότητα στην ενεργειακή απόδοση, χρησιμοποιώντας την αρχή της «προτεραιότητας στην ενεργειακή απόδοση» και εξετάζοντας τις δυνατότητες ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

(8)

Οι διατάξεις σχετικά με τις μακροπρόθεσμες στρατηγικές ανακαίνισης που προβλέπονται στην οδηγία 2012/27/ΕΕ θα πρέπει να μεταφερθούν στην οδηγία 2010/31/ΕΕ, όπου εντάσσονται αποτελεσματικότερα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούν τις μακροπρόθεσμες στρατηγικές τους ανακαίνισης προκειμένου να αντιμετωπίσουν το ζήτημα της πυρασφάλειας και τους κινδύνους που συνδέονται με την έντονη σεισμική δραστηριότητα που επηρεάζουν τόσο τις ανακαινίσεις για βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης όσο και τη διάρκεια ζωής των κτιρίων.

(9)

Προκειμένου να επιτευχθεί ένα κτιριακό δυναμικό με υψηλή ενεργειακή απόδοση, απαλλαγμένο από εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, και να εξασφαλιστεί ότι οι μακροπρόθεσμες στρατηγικές ανακαίνισης θα επιφέρουν την απαιτούμενη πρόοδο στη μετατροπή των υφιστάμενων κτιρίων σε κτίρια με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας, ιδιαίτερα με αύξηση των ριζικών ανακαινίσεων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν σαφείς κατευθυντήριες γραμμές, να περιγράφουν στοχευμένες δράσεις με μετρήσιμα αποτελέσματα καθώς και να προωθούν την ίση πρόσβαση στη χρηματοδότηση, μεταξύ άλλων για τα τμήματα του εθνικού κτιριακού δυναμικού που παρουσιάζουν τις χειρότερες επιδόσεις, για τους καταναλωτές που βρίσκονται σε ενεργειακή ένδεια, για τις κοινωνικές κατοικίες και για τα νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν διλήμματα λόγω αντικρουόμενων κινήτρων, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη το προσιτό κόστος. Για να στηριχτούν περαιτέρω οι αναγκαίες βελτιώσεις του εθνικού δυναμικού ενοικιαζόμενων κτιρίων τους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν τη δυνατότητα θέσπισης ή συνέχισης της εφαρμογής απαιτήσεων για συγκεκριμένο επίπεδο ενεργειακής απόδοσης για τα μισθωμένα ακίνητα, σύμφωνα με το πρότυπο των πιστοποιητικών ενεργειακής απόδοσης.

(10)

Σύμφωνα με την εκτίμηση επιπτώσεων της Επιτροπής, χρειάζεται ετήσιος μέσος όρος ανακαινίσεων 3 %, προκειμένου να υλοποιηθούν με οικονομικά αποδοτικό τρόπο οι φιλοδοξίες της Ένωσης για ενεργειακή απόδοση. Εκτιμώντας ότι κάθε αύξηση κατά 1 % της ενεργειακής εξοικονόμησης μειώνει κατά 2,6 % τις εισαγωγές αερίου, σαφείς στόχοι για την ανακαίνιση του υφιστάμενου κτιριακού δυναμικού είναι εξαιρετικά σημαντικοί. Ως εκ τούτου, οι προσπάθειες για αύξηση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων θα συμβάλουν δραστικά στην ενεργειακή ανεξαρτησία της Ένωσης και θα προσφέρουν, επιπλέον, σημαντικές δυνατότητες για τη δημιουργία θέσεων εργασίας στην Ένωση, ιδίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν υπόψη την ανάγκη σαφούς σύνδεσης μεταξύ των μακροπρόθεσμων στρατηγικών ανακαίνισης και συναφών πρωτοβουλιών για την προώθηση της ανάπτυξης δεξιοτήτων και της κατάρτισης στους τομείς των κατασκευών και της ενεργειακής απόδοσης.

(11)

Θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη για άμβλυνση της ενεργειακής πενίας, σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται από τα κράτη μέλη. Κατά την περιγραφή των εθνικών τους δράσεων για περιορισμό της ενεργειακής πενίας στο πλαίσιο των στρατηγικών τους ανακαίνισης, τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να προσδιορίζουν τι εννοούν ως κατάλληλες δράσεις.

(12)

Τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο των μακροπρόθεσμων στρατηγικών τους ανακαίνισης και κατά τον σχεδιασμό δράσεων και μέτρων, θα μπορούσαν να χρησιμοποιούν έννοιες όπως «σημείο ενεργοποίησης», ήτοι μια κατάλληλη στιγμή στη διάρκεια του κύκλου ζωής ενός κτιρίου, για παράδειγμα από την άποψη της σχέσης κόστους - αποδοτικότητας ή από την άποψη της παρενόχλησης, για την πραγματοποίηση ανακαινίσεων με στόχο τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης.

(13)

Οι κατευθυντήριες γραμμές της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας του 2009 ορίζουν ότι, όσον αφορά την ποιότητα του αέρα εσωτερικού χώρου, τα κτίρια με καλύτερη απόδοση παρέχουν υψηλότερα επίπεδα άνεσης και ευεξίας για τους ενοίκους τους και βελτιώνουν την υγεία. Οι θερμικές γέφυρες, η ανεπαρκής μόνωση και οι απρόβλεπτοι δίοδοι αέρα μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα θερμοκρασίες επιφάνειας κάτω του σημείου δρόσου και υγρασία. Έχει επομένως σημασία να εξασφαλίζεται πλήρης και ομοιογενής μόνωση του κτιρίου, συμπεριλαμβανομένων των μπαλκονιών, των παραθύρων, των στεγών, των τοίχων, των θυρών και των δαπέδων, και να αποδίδεται ιδιαίτερη προσοχή ώστε η θερμοκρασία οποιασδήποτε εσωτερικής επιφάνειας του κτιρίου να μην πέφτει κάτω από τη θερμοκρασία του σημείου δρόσου.

(14)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποστηρίζουν τις αναβαθμίσεις της ενεργειακής απόδοσης υφιστάμενων κτιρίων που συμβάλλουν στη δημιουργία υγιεινού περιβάλλοντος εσωτερικών χώρων, μεταξύ άλλων με την αφαίρεση του αμιάντου και άλλων επιβλαβών ουσιών, την αποφυγή της παράνομης αφαίρεσης επιβλαβών ουσιών και τη διευκόλυνση της συμμόρφωσης προς τις υπάρχουσες νομοθετικές πράξεις όπως οι οδηγίες 2009/148/ΕΚ (6) και (ΕΕ) 2016/2284 (7) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

(15)

Είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι τα μέτρα για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων δεν εστιάζουν μόνο στο κέλυφος του κτιρίου, αλλά καλύπτουν όλα τα συναφή στοιχεία και τεχνικά συστήματα του κτιρίου, όπως τα παθητικά στοιχεία που συμμετέχουν σε παθητικές τεχνικές με στόχο τη μείωση των ενεργειακών αναγκών για θέρμανση ή ψύξη και της χρήσης ενέργειας για φωτισμό και για εξαερισμό, βελτιώνοντας με τον τρόπο αυτό τη θερμική και οπτική άνεση.

(16)

Οι χρηματοπιστωτικοί μηχανισμοί, τα κίνητρα και η κινητοποίηση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών για ανακαινίσεις σχετιζόμενες με την ενεργειακή απόδοση κτιρίων θα πρέπει να διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στις μακροπρόθεσμες εθνικές στρατηγικές και να προάγονται δραστήρια από τα κράτη μέλη. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνουν την ενθάρρυνση ενυπόθηκων δανείων για πιστοποιημένες ενεργειακές ανακαινίσεις κτιρίων, την προώθηση επενδύσεων για τις δημόσιες αρχές σε ενεργειακά αποδοτικό κτιριακό δυναμικό, για παράδειγμα μέσω συμπράξεων δημοσίου-ιδιωτικού τομέα ή προαιρετικών συμβάσεων ενεργειακής απόδοσης, τη μείωση του διαφαινόμενου κινδύνου των επενδύσεων, την παροχή προσβάσιμων και διαφανών συμβουλευτικών εργαλείων όπως υπηρεσίες μιας στάσης που παρέχουν ολοκληρωμένες υπηρεσίες ανακαινίσεων στον ενεργειακό τομέα, καθώς και την εφαρμογή άλλων μέτρων και πρωτοβουλιών όπως αυτά που αναφέρονται στην πρωτοβουλία της Επιτροπής «Έξυπνη χρηματοδότηση για έξυπνα κτίρια».

(17)

Λύσεις που βασίζονται στη φύση, όπως η ορθά σχεδιασμένη δενδροφύτευση, οι «πράσινες» σκεπές και οι «πράσινοι» τοίχοι που παρέχουν μόνωση και σκίαση σε κτίρια, συμβάλλουν στη μείωση της ζήτησης ενέργειας περιορίζοντας την ανάγκη για θέρμανση και ψύξη και βελτιώνοντας την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων.

(18)

Θα πρέπει να ενθαρρύνεται η έρευνα και η πειραματική εφαρμογή νέων λύσεων για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των ιστορικών κτιρίων και χώρων, και να διασφαλίζεται παράλληλα η προστασία και η διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς.

(19)

Για τα νέα κτίρια και τα κτίρια που υφίστανται ανακαινίσεις μεγάλης κλίμακας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν την εγκατάσταση εναλλακτικών συστημάτων υψηλής απόδοσης, εφόσον αυτό είναι τεχνικά, λειτουργικά και οικονομικά εφικτό, αντιμετωπίζοντας παράλληλα τα ζητήματα των υγιεινών κλιματικών συνθηκών εσωτερικού χώρου, της πυρασφάλειας και των κινδύνων που συνδέονται με την έντονη σεισμική δραστηριότητα, σύμφωνα με τους εγχώριους κανόνες ασφαλείας.

(20)

Για την επίτευξη των στόχων της πολιτικής ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων, η διαφάνεια των πιστοποιητικών ενεργειακής απόδοσης θα πρέπει να βελτιωθεί με τη διασφάλιση ότι όλες οι απαραίτητες παράμετροι για τους υπολογισμούς, τόσο για την πιστοποίηση όσο και για τις ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης, καθορίζονται και εφαρμόζονται με συνέπεια. Για παράδειγμα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν κατάλληλα μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται ότι η απόδοση των τεχνικών συστημάτων κτιρίων που έχουν εγκατασταθεί, αντικατασταθεί, ή αναβαθμιστεί, όπως αυτά για θέρμανση χώρου, κλιματισμό ή παραγωγή ζεστού νερού, τεκμηριώνεται ενόψει της πιστοποίησης του κτιρίου και του ελέγχου της συμμόρφωσης.

(21)

Η εγκατάσταση στα υπάρχοντα κτίρια συσκευών αυτορρύθμισης για την αυτόνομη ρύθμιση της θερμοκρασίας σε κάθε δωμάτιο ή, όπου αυτό δικαιολογείται, σε καθορισμένη θερμαινόμενη ζώνη της κτιριακής μονάδας θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν είναι οικονομικά βιώσιμη, για παράδειγμα όταν το κόστος είναι χαμηλότερο του 10 % του συνολικού κόστους των αντικαθιστώμενων μονάδων παραγωγής θερμότητας.

(22)

Η καινοτομία και οι νέες τεχνολογίες παρέχουν στα κτίρια τη δυνατότητα να συμβάλουν στη συνολική απαλλαγή της οικονομίας από ανθρακούχες εκπομπές, μεταξύ άλλων στον τομέα των μεταφορών. Για παράδειγμα, τα κτίρια μπορούν να αξιοποιηθούν για την ανάπτυξη της αναγκαίας υποδομής για την έξυπνη φόρτιση των ηλεκτροκίνητων οχημάτων και παρέχουν επίσης στα κράτη μέλη μια βάση, εάν το επιλέξουν, να χρησιμοποιούν μπαταρίες αυτοκινήτου ως πηγή ενέργειας.

(23)

Σε συνδυασμό με αυξημένο μερίδιο παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, τα ηλεκτρικά οχήματα παράγουν χαμηλότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και έχουν ως αποτέλεσμα καλύτερη ποιότητα του αέρα. Τα ηλεκτρικά οχήματα αποτελούν σημαντική συνιστώσα της μετάβασης σε καθαρή ενέργεια, η οποία βασίζεται σε μέτρα ενεργειακής απόδοσης, εναλλακτικά καύσιμα, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και καινοτόμες λύσεις για τη διαχείριση της ενεργειακής ευελιξίας. Οι οικοδομικοί κώδικες, μπορούν να αξιοποιηθούν αποτελεσματικά για τη θέσπιση στοχευμένων απαιτήσεων που στηρίζουν την ανάπτυξη υποδομών επαναφόρτισης στους χώρους στάθμευσης αυτοκινήτων σε κτίρια που προορίζονται για κατοικίες και για άλλες χρήσεις. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέψουν μέτρα για την απλούστευση της εγκατάστασης υποδομών επαναφόρτισης με σκοπό την αντιμετώπιση εμποδίων, όπως τα διαφορετικά κίνητρα και τα διοικητικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν μεμονωμένοι ιδιοκτήτες όταν επιθυμούν να εγκαταστήσουν ένα σημείο επαναφόρτισης στον δικό τους χώρο στάθμευσης.

(24)

Η υποδομή αγωγών καλωδίωσης επιτρέπει την ταχεία ανάπτυξη σημείων επαναφόρτισης εάν και όπου χρειάζονται. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίσουν την ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης με ισορροπημένο και οικονομικά αποδοτικό τρόπο. Ειδικότερα, κάθε σημαντική ανακαίνιση που αφορά ηλεκτρικές υποδομές θα πρέπει να συνοδεύεται από την ανάπτυξη κατάλληλων υποδομών καλωδίωσης. Κατά τη θέσπιση απαιτήσεων για την ηλεκτροκίνηση στην εθνική νομοθεσία, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις πιθανές διαφορετικές συνθήκες, όπως η κυριότητα των κτιρίων και των παρακείμενων χώρων στάθμευσης, οι δημόσιοι χώροι στάθμευσης που βρίσκονται υπό τη διαχείριση ιδιωτικών φορέων και τα κτίρια που προορίζονται συγχρόνως για κατοικίες και για άλλες χρήσεις.

(25)

Μια άμεσα διαθέσιμη υποδομή θα μειώσει το κόστος της εγκατάστασης σημείων επαναφόρτισης για τους μεμονωμένους ιδιοκτήτες και θα εξασφαλίσει στους χρήστες ηλεκτρικών οχημάτων πρόσβαση σε σημεία επαναφόρτισης. Η θέσπιση απαιτήσεων για την ηλεκτροκίνηση σε επίπεδο Ένωσης όσον αφορά τον εκ των προτέρων εξοπλισμό των χώρων στάθμευσης και την εγκατάσταση σημείων φόρτισης αποτελεί αποτελεσματικό τρόπο για την προώθηση των ηλεκτρικών οχημάτων στο εγγύς μέλλον, ενώ παράλληλα καθιστά δυνατή την περαιτέρω ανάπτυξη με μειωμένο κόστος μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.

(26)

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις απαιτήσεις τους για την εγκατάσταση ελάχιστου αριθμού σημείων επαναφόρτισης για κτίρια που δεν προορίζονται για κατοικία με πάνω από 20 θέσεις στάθμευσης, οι οποίες θα ισχύσουν από το 2025, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις εθνικές, περιφερειακές και τοπικές συνθήκες, καθώς και τις πιθανές διαφοροποιημένες ανάγκες και ιδιαιτερότητες ανάλογα με την περιοχή, την τυπολογία των κτιρίων, την εξυπηρέτηση από τα μέσα μαζικής μεταφοράς και άλλα συναφή κριτήρια, ώστε να διασφαλιστεί αναλογική και κατάλληλη εγκατάσταση σημείων επαναφόρτισης.

(27)

Ωστόσο, ορισμένες γεωγραφικές περιοχές με συγκεκριμένες αδυναμίες μπορεί να αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες δυσκολίες στην εκπλήρωση των απαιτήσεων σε θέματα ηλεκτροκίνησης. Αυτό θα μπορούσε να αφορά τις εξόχως απόκεντρες περιοχές κατά την έννοια του άρθρου 349 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), λόγω του απομακρυσμένου και νησιωτικού τους χαρακτήρα, της μικρής έκτασης, της δύσκολης μορφολογίας και κλίματος, καθώς και τα απομονωμένα μικροσυστήματα, το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας των οποίων ενδέχεται να πρέπει να εξελιχθεί ώστε να καλυφθεί η περαιτέρω ηλεκτροκίνηση των τοπικών μεταφορών. Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να μην εφαρμόζουν της απαιτήσεις όσον αφορά την ηλεκτροκίνηση. Παρά την εν λόγω παρέκκλιση, η ηλεκτροκίνηση των μεταφορών μπορεί να αποτελέσει ισχυρό εργαλείο για την αντιμετώπιση προβλημάτων ποιότητας του αέρα ή ασφάλειας εφοδιασμού που αντιμετωπίζουν συχνά οι εν λόγω περιοχές και τα εν λόγω μικροσυστήματα.

(28)

Κατά την εφαρμογή των απαιτήσεων όσον αφορά τις υποδομές ηλεκτροκίνησης που προβλέπονται στις τροποποιήσεις της οδηγίας 2010/31/ΕΕ, όπως ορίζονται στην παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν την ανάγκη για ολιστικό και συνεκτικό αστικό σχεδιασμό, καθώς και την προαγωγή εναλλακτικών, ασφαλών και βιώσιμων τρόπων μεταφοράς και της υποκείμενης υποδομής, για παράδειγμα μέσω ειδικής υποδομής στάθμευσης για ηλεκτρικά ποδήλατα και για τα οχήματα ατόμων μειωμένης κινητικότητας.

(29)

Τα προγράμματα δράσης της ψηφιακής ενιαίας αγοράς και της Ενεργειακής Ένωσης θα πρέπει να εναρμονιστούν και να εξυπηρετούν κοινούς σκοπούς. Η ψηφιοποίηση του ενεργειακού συστήματος μεταβάλλει με ταχείς ρυθμούς το τοπίο στον τομέα της ενέργειας, από την ενσωμάτωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως τα ευφυή δίκτυα και τα έτοιμα για έξυπνες εφαρμογές κτίρια («smart ready»). Προκειμένου να ψηφιοποιηθεί ο κτιριακός τομέας, οι στόχοι συνδεσιμότητας και οι φιλοδοξίες της Ένωσης για την ανάπτυξη δικτύων επικοινωνιών υψηλής χωρητικότητας έχουν σημασία για την ανάπτυξη έξυπνων κατοικιών και καλά διασυνδεδεμένων κοινοτήτων. Θα πρέπει να παρασχεθούν στοχευμένα κίνητρα για την προώθηση συστημάτων έτοιμων για έξυπνες εφαρμογές και ψηφιακών λύσεων στο δομημένο περιβάλλον. Η εξέλιξη αυτή προσφέρει νέες ευκαιρίες για εξοικονόμηση ενέργειας, δεδομένου ότι παρέχει στους καταναλωτές πιο ακριβείς πληροφορίες για τα καταναλωτικά τους πρότυπα και επιτρέπει στον διαχειριστή του συστήματος να διαχειρίζεται αποδοτικότερα το δίκτυο.

(30)

Ο δείκτης ευφυούς ετοιμότητας των κτιρίων θα πρέπει να χρησιμοποιείται για να μετρά την ικανότητα των κτιρίων να χρησιμοποιούν τεχνολογίες των πληροφοριών και των επικοινωνιών και ηλεκτρονικά συστήματα προκειμένου να προσαρμόζουν τη λειτουργία των κτιρίων στις ανάγκες των ενοίκων και του δικτύου και να βελτιώνουν την ενεργειακή απόδοση και τις συνολικές επιδόσεις των κτιρίων. Ο δείκτης ευφυούς ετοιμότητας των κτιρίων θα πρέπει να αυξήσει την ευαισθητοποίηση των ιδιοκτητών και των ενοίκων ως προς την αξία του αυτοματισμού κτιρίων και της ηλεκτρονικής παρακολούθησης των τεχνικών συστημάτων κτιρίων, και να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στους ενοίκους σχετικά με την πραγματική εξοικονόμηση χάρη στις νέες αυτές ενισχυμένες λειτουργίες. Η χρήση του συστήματος αξιολόγησης της ευφυούς ετοιμότητας των κτιρίων θα πρέπει να είναι προαιρετική για τα κράτη μέλη.

(31)

Προκειμένου να προσαρμοστεί η οδηγία 2010/31/ΕΕ στην τεχνολογική πρόοδο, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, ώστε να συμπληρώσει την εν λόγω οδηγία θεσπίζοντας τον ορισμό του «δείκτη ευφυούς ετοιμότητας» των κτιρίων και μεθοδολογία σύμφωνα με την οποία πρέπει να υπολογίζεται. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να πραγματοποιεί η Επιτροπή κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, και οι εν λόγω διαβουλεύσεις να διεξάγονται σύμφωνα με τις αρχές που προβλέπονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (8). Ειδικότερα, προκειμένου να εξασφαλιστεί ισότιμη συμμετοχή στην κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματική πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

(32)

Προκειμένου να διασφαλιστούν ομοιόμορφες συνθήκες για την εφαρμογή της οδηγίας 2010/31/ΕΕ, όπως τροποποιείται με την παρούσα οδηγία, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες σχετικά με τις λεπτομέρειες για την εφαρμογή ενός προαιρετικού κοινού συστήματος της Ένωσης για την αξιολόγηση της ευφυούς ετοιμότητας των κτιρίων. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9).

(33)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τα χρηματοπιστωτικά μέτρα που αφορούν την ενεργειακή απόδοση χρησιμοποιούνται κατά τον βέλτιστο τρόπο στην ανακαίνιση κτιρίων, θα πρέπει να συνδέονται με την ποιότητα των εργασιών ανακαίνισης, λαμβάνοντας υπόψη την επιδιωκόμενη ή επιτευχθείσα εξοικονόμηση ενέργειας. Τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει ως εκ τούτου να συνδέονται με την απόδοση του εξοπλισμού ή των υλικών που χρησιμοποιούνται για την ανακαίνιση, με το επίπεδο πιστοποίησης ή προσόντων του εγκαταστάτη, με ενεργειακό έλεγχο ή με τη βελτίωση που έχει επιτευχθεί ως αποτέλεσμα της ανακαίνισης, η οποία θα πρέπει να αξιολογείται συγκρίνοντας τα πιστοποιητικά ενεργειακής απόδοσης που εκδίδονται πριν και μετά από την ανακαίνιση, χρησιμοποιώντας πρότυπες τιμές ή άλλη διαφανή και αναλογική μέθοδο.

(34)

Τα υφιστάμενα ανεξάρτητα συστήματα ελέγχου που προορίζονται για τα πιστοποιητικά ενεργειακής απόδοσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον έλεγχο της συμμόρφωσης και θα πρέπει να ενισχυθούν προκειμένου να εξασφαλιστεί η καλή τους ποιότητα. Όταν τα ανεξάρτητα συστήματα ελέγχου για τα πιστοποιητικά ενεργειακής απόδοσης συμπληρώνονται από προαιρετική βάση δεδομένων, επιπλέον των απαιτήσεων της οδηγίας 2010/31/ΕΕ όπως τροποποιείται με την παρούσα οδηγία, η βάση αυτή μπορεί να χρησιμοποιείται για τον έλεγχο της συμμόρφωσης και την παραγωγή στατιστικών σχετικά με το περιφερειακό ή εθνικό δυναμικό κτιρίων. Χρειάζονται δεδομένα υψηλής ποιότητας για το κτιριακό δυναμικό και αυτό θα μπορούσε εν μέρει να επιτευχθεί μέσω των βάσεων δεδομένων που πλέον σχεδόν όλα τα κράτη μέλη αναπτύσσουν και διαχειρίζονται στο πλαίσιο των πιστοποιητικών ενεργειακής απόδοσης.

(35)

Σύμφωνα με την αξιολόγηση των επιπτώσεων της Επιτροπής, οι διατάξεις που αφορούν τις επιθεωρήσεις των συστημάτων θέρμανσης και κλιματισμού αποδείχθηκαν ανεπαρκείς διότι δεν διασφαλίζουν επαρκώς την αρχική και διαρκή απόδοση των εν λόγω τεχνικών συστημάτων. Ακόμα και φθηνές τεχνικές λύσεις ενεργειακής απόδοσης με σύντομη περίοδο απόσβεσης, όπως η υδραυλική εξισορρόπηση του συστήματος θέρμανσης και η εγκατάσταση ή αντικατάσταση των θερμοστατικών βαλβίδων ελέγχου, δεν αξιοποιούνται επαρκώς. Οι διατάξεις σχετικά με τις επιθεωρήσεις θα πρέπει να τροποποιηθούν ώστε να εξασφαλίζεται καλύτερο αποτέλεσμα. Οι τροποποιήσεις αυτές θα πρέπει να εστιάσουν τις επιθεωρήσεις στα συστήματα κεντρικής θέρμανσης και στα συστήματα κλιματισμού συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων εκείνων που συνδυάζονται με συστήματα εξαερισμού. Οι εν λόγω τροποποιήσεις θα πρέπει να εξαιρούν τα μικρά συστήματα θέρμανσης όπως οι ηλεκτρικοί θερμαντήρες και οι θερμάστρες ξύλου όταν αυτά δεν υπερβαίνουν τα ελάχιστα όρια για τη διενέργεια επιθεώρησης σύμφωνα με την οδηγία 2010/31/ΕΕ όπως τροποποιείται με την παρούσα οδηγία.

(36)

Κατά την εκτέλεση των επιθεωρήσεων και προκειμένου να επιτευχθούν στην πράξη οι επιδιωκόμενες βελτιώσεις ενεργειακής απόδοσης κτιρίου, στόχος θα πρέπει να είναι η βελτίωση της πραγματικής ενεργειακής απόδοσης των συστημάτων θέρμανσης, των συστημάτων κλιματισμού και των συστημάτων εξαερισμού υπό κανονικές συνθήκες χρήσης. Η πραγματική απόδοση των συστημάτων αυτών καθορίζεται από την ενέργεια που χρησιμοποιείται στο πλαίσιο δυναμικά μεταβαλλόμενων τυπικών ή μέσων συνθηκών λειτουργίας. Οι συνθήκες αυτές απαιτούν ως επί το πλείστον μέρος μόνον της ονομαστικής ικανότητας παραγωγής και συνεπώς οι επιθεωρήσεις των συστημάτων θέρμανσης, των συστημάτων κλιματισμού και των συστημάτων εξαερισμού θα πρέπει να περιλαμβάνουν αξιολόγηση των σχετικών ικανοτήτων του εξοπλισμού για βελτίωση της απόδοσης του συστήματος υπό μεταβαλλόμενες συνθήκες, όπως υπό συνθήκες μερικής λειτουργίας.

(37)

Έχει αποδειχθεί ότι ο αυτοματισμός των κτιρίων και η ηλεκτρονική παρακολούθηση των τεχνικών συστημάτων κτιρίων μπορούν να υποκαταστήσουν αποτελεσματικά τους ελέγχους, ιδίως για τα μεγάλα συστήματα, και προσφέρει μεγάλες δυνατότητες για οικονομικά αποδοτική και σημαντική εξοικονόμηση ενέργειας τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τις επιχειρήσεις. Η εγκατάσταση τέτοιου εξοπλισμού θα πρέπει να θεωρείται η πλέον οικονομικά αποδοτική εναλλακτική λύση έναντι των ελέγχων σε μεγάλα μη προοριζόμενα για κατοικία κτίρια ή σε πολυκατοικίες επαρκούς μεγέθους ώστε να διασφαλίζεται η απόσβεση του εξοπλισμού σε λιγότερο από τρία έτη, δεδομένου ότι καθιστά δυνατή τη λήψη δράσης βάσει των παρεχόμενων πληροφοριών, εξασφαλίζοντας διαχρονικά εξοικονομήσεις ενέργειας. Για τις εγκαταστάσεις μικρής κλίμακας, η τεκμηρίωση των επιδόσεων του συστήματος από τους εγκαταστάτες θα πρέπει να επιτρέπει την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τις ελάχιστες προβλεπόμενες απαιτήσεις για όλα τα τεχνικά συστήματα του κτιρίου.

(38)

Η τρέχουσα δυνατότητα που διαθέτουν τα κράτη μέλη να επιλέγουν μέτρα που βασίζονται στην παροχή συμβουλών ως εναλλακτική της επιθεώρησης των συστημάτων θέρμανσης, των συστημάτων κλιματισμού, των συστημάτων συνδυασμού θέρμανσης και εξαερισμού και των συστημάτων συνδυασμού κλιματισμού και εξαερισμού θα διατηρηθεί εφόσον, σε έκθεση που υποβάλλεται στην Επιτροπή, τεκμηριώνεται ότι το συνολικό αποτέλεσμά τους είναι ισοδύναμο με το αποτέλεσμα επιθεώρησης πριν από την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων.

(39)

Η διεξαγωγή τακτικών επιθεωρήσεων των συστημάτων θέρμανσης και των συστημάτων κλιματισμού δυνάμει της οδηγίας 2010/31/ΕΕ απαίτησε σημαντικές διοικητικές και χρηματοοικονομικές επενδύσεις από τα κράτη μέλη και τον ιδιωτικό τομέα, ιδίως όσον αφορά την κατάρτιση και τη διαπίστευση των εμπειρογνωμόνων, τη διασφάλιση και τον έλεγχο της ποιότητας καθώς και το κόστος των επιθεωρήσεων. Τα κράτη μέλη που έχουν θεσπίσει τα αναγκαία μέτρα για την καθιέρωση τακτικών επιθεωρήσεων και έχουν εφαρμόσει αποτελεσματικά συστήματα ελέγχου, μπορεί να κρίνουν σκόπιμο να συνεχίσουν να εφαρμόζουν τα εν λόγω συστήματα, μεταξύ άλλων και για μικρότερα συστήματα θέρμανσης και συστήματα κλιματισμού. Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να κοινοποιούν τις εν λόγω αυστηρότερες απαιτήσεις στην Επιτροπή.

(40)

Με την επιφύλαξη του δικαιώματος επιλογής των κρατών μελών όσον αφορά την εφαρμογή των προτύπων σχετικά με την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων που έχουν εκπονηθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN) στο πλαίσιο της εντολής M/480 της Επιτροπής, η αναγνώριση και η προαγωγή τους από όλα τα κράτη μέλη θα είχε θετικό αντίκτυπο στην εφαρμογή της οδηγίας 2010/31/ΕΕ όπως τροποποιείται με την παρούσα οδηγία.

(41)

Η σύσταση (ΕΕ) 2016/1318 της Επιτροπής (10) σχετικά με την προώθηση των κτιρίων με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο η εφαρμογή της οδηγίας 2010/31/ΕΕ θα μπορούσε να διασφαλίσει ταυτόχρονα τη μετατροπή του κτιριακού αποθέματος και τη μεταστροφή προς πιο βιώσιμο ενεργειακό εφοδιασμό, υποστηρίζοντας έτσι και τη στρατηγική για θέρμανση και ψύξη. Προκειμένου να διασφαλιστεί η κατάλληλη εφαρμογή, θα πρέπει να επικαιροποιηθεί το γενικό πλαίσιο για τον υπολογισμό της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων και θα πρέπει να προωθηθεί η βελτίωση της απόδοσης του κελύφους των κτιρίων, με την υποστήριξη των εργασιών του CEN, στο πλαίσιο της εντολής M/480 της Επιτροπής. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέγουν να συμπληρώνουν τα ανωτέρω παρέχοντας επιπρόσθετους αριθμητικούς δείκτες, για παράδειγμα σχετικά με τη χρήση ενέργειας του συνόλου του κτιρίου ή τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.

(42)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εμποδίζει τα κράτη μέλη να θεσπίζουν πιο φιλόδοξες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης για τα κτίρια και για τα δομικά στοιχεία τους, εφόσον οι εν λόγω απαιτήσεις είναι συμβατές με το ενωσιακό δίκαιο. Το γεγονός ότι οι απαιτήσεις αυτές μπορούν, σε ορισμένες περιπτώσεις, να περιορίζουν την εγκατάσταση ή χρήση προϊόντων που υπόκεινται σε άλλη εφαρμοστέα ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης συνάδει προς τους στόχους των οδηγιών 2010/31/ΕΕ και 2012/27/ΕΕ, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω απαιτήσεις δεν αποτελούν αδικαιολόγητο φραγμό για το εμπόριο.

(43)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η μείωση της απαιτούμενης ενέργειας για την κάλυψη της ενεργειακής ζήτησης που συνδέεται με την τυπική χρήση των κτιρίων, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως εξαιτίας της εγγυημένης συνοχής κοινών στόχων, κοινής αντίληψης και κοινής πολιτικής βούλησης, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του εν λόγω στόχου.

(44)

Η παρούσα οδηγία σέβεται πλήρως τις εθνικές ιδιαιτερότητες και διαφορές των κρατών μελών και τις αρμοδιότητές τους σύμφωνα με το άρθρο 194 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ. Επιπλέον, σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η δυνατότητα ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών προκειμένου να διευκολυνθεί η μετάβαση σε κτιριακό δυναμικό υψηλής ενεργειακής απόδοσης στην Ένωση.

(45)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής της 28ης Σεπτεμβρίου 2011 σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα (11), τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση μεταξύ των συστατικών στοιχείων μιας οδηγίας και των αντίστοιχων μερών των νομοθετικών πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη.

(46)

Επομένως, οι οδηγίες 2010/31/ΕΕ και 2012/27/ΕΕ θα πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2010/31/ΕΕ

Η οδηγία 2010/31/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

το σημείο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.

«τεχνικό σύστημα κτιρίου»: τεχνικός εξοπλισμός κτιρίου ή κτιριακής μονάδας για θέρμανση και ψύξη χώρου, εξαερισμό, παραγωγή ζεστού νερού για οικιακή χρήση, ενσωματωμένη εγκατάσταση φωτισμού, αυτοματισμό και έλεγχο κτιρίου, επιτόπια παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ή συνδυασμός των εν λόγω συστημάτων, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων που χρησιμοποιούν ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές·»,

β)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

«3α.

«σύστημα αυτοματισμού και ελέγχου κτιρίου»: σύστημα που περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα, λογισμικά και μηχανικές υπηρεσίες που μπορούν να υποστηρίξουν την ενεργειακά αποδοτική, οικονομική και ασφαλή λειτουργία των τεχνικών συστημάτων κτιρίου μέσω αυτόματων ελέγχων και διευκόλυνσης της χειροκίνητης διαχείρισης των εν λόγω τεχνικών συστημάτων κτιρίου·»,

γ)

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία:

«15α.

«σύστημα θέρμανσης»: ο συνδυασμός των στοιχείων που απαιτούνται για επεξεργασία του αέρα εσωτερικού χώρου, μέσω της οποίας αυξάνεται η θερμοκρασία·

15β.

«μονάδα παραγωγής θερμότητας»: το μέρος συστήματος θέρμανσης που παράγει ωφέλιμη θερμότητα χρησιμοποιώντας μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες διεργασίες:

α)

καύση καυσίμων, για παράδειγμα, σε λέβητα·

β)

αξιοποίηση του φαινομένου Joule στα θερμαντικά στοιχεία συστήματος θέρμανσης με ηλεκτρικές αντιστάσεις·

γ)

δέσμευση της θερμότητας από τον ατμοσφαιρικό αέρα, τον απαγόμενο αέρα εξαερισμού, ή πηγή νερού ή θερμότητας εδάφους με χρήση αντλίας θερμότητας·

15γ.

«συμβάσεις ενεργειακής απόδοσης»: οι συμβάσεις ενεργειακής απόδοσης όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 27 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1) ·

(*1)  Οδηγία 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 1).»,"

δ)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«20.

«απομονωμένο μικροσύστημα»: κάθε απομονωμένο μικροσύστημα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 27 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2).

(*2)  Οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 55).»."

2)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 2α

Μακροπρόθεσμη στρατηγική ανακαίνισης

1.   Κάθε κράτος μέλος θεσπίζει μακροπρόθεσμη στρατηγική ανακαίνισης του εθνικού δυναμικού κτιρίων, δημόσιων και ιδιωτικών, που προορίζονται για κατοικίες ή για άλλες χρήσεις και τη μετατροπή του σε υψηλής ενεργειακής απόδοσης και απαλλαγμένο από ανθρακούχες εκπομπές κτιριακό δυναμικό έως το 2050, διευκολύνοντας την οικονομικά αποδοτική μετατροπή υφιστάμενων κτιρίων σε κτίρια με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας. Κάθε μακροπρόθεσμη στρατηγική ανακαίνισης υποβάλλεται σύμφωνα με τις ισχύουσες υποχρεώσεις σχεδιασμού και αναφοράς και περιλαμβάνει τα εξής:

α)

επισκόπηση του εθνικού κτιριακού δυναμικού η οποία βασίζεται, κατά περίπτωση, σε στατιστική δειγματοληψία και το αναμενόμενο ποσοστό ανακαινισμένων κτιρίων το 2020,

β)

τον προσδιορισμό οικονομικώς αποδοτικών προσεγγίσεων για τις ανακαινίσεις ανάλογα με τον τύπο κτιρίου και την κλιματική ζώνη, λαμβάνοντας υπόψη πιθανά κατάλληλα σημεία ενεργοποίησης στον κύκλο ζωής του κτιρίου, κατά περίπτωση,

γ)

πολιτικές και δράσεις για την τόνωση οικονομικώς αποδοτικής από άποψη κόστους ριζικής ανακαίνισης κτιρίων, περιλαμβανομένης της σταδιακής ριζικής ανακαίνισης, καθώς και για την υποστήριξη στοχευμένων οικονομικώς αποδοτικών από άποψη κόστους μέτρων και ανακαινίσεων, παραδείγματος χάριν με τη θέσπιση προαιρετικού συστήματος διαβατηρίων ανακαίνισης κτιρίων,

δ)

επισκόπηση των πολιτικών και των δράσεων που αφορούν τα τμήματα του εθνικού κτιριακού δυναμικού που παρουσιάζουν τις χειρότερες επιδόσεις, τα διλήμματα λόγω αντικρουόμενων κινήτρων και τις αποτυχίες της αγοράς, και περιγραφή εθνικών δράσεων που συμβάλλουν στην άμβλυνση της ενεργειακής πενίας,

ε)

πολιτικές και δράσεις που αφορούν όλα τα δημόσια κτίρια,

στ)

επισκόπηση των εθνικών πρωτοβουλιών για την προώθηση έξυπνων τεχνολογιών και καλά διασυνδεδεμένων κτιρίων και κοινοτήτων, καθώς και τη βελτίωση των δεξιοτήτων και της εκπαίδευσης στον κατασκευαστικό τομέα και τον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, και

ζ)

τεκμηριωμένη εκτίμηση της αναμενόμενης εξοικονόμησης ενέργειας και του γενικότερου οφέλους, μεταξύ άλλων σε σχέση με την υγεία, την ασφάλεια και την ποιότητα του αέρα.

2.   Στις μακροπρόθεσμες εθνικές στρατηγικές του ανακαίνισης, κάθε κράτος μέλος παρουσιάζει χάρτη πορείας με μέτρα και μετρήσιμους εθνικούς δείκτες προόδου, ενόψει του μακροπρόθεσμου στόχου του 2050 για μείωση των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου στην Ένωση κατά 80-95 % σε σχέση με το 1990, προκειμένου να διασφαλιστεί εθνικό κτιριακό δυναμικό υψηλής ενεργειακής απόδοσης και απαλλαγμένο από ανθρακούχες εκπομπές και προκειμένου να διευκολυνθεί η οικονομικά αποδοτική μετατροπή υφιστάμενων κτιρίων σε κτίρια με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας. Ο χάρτης πορείας περιλαμβάνει ενδεικτικά ορόσημα για το 2030, το 2040 και το 2050, και προσδιορίζει με ποιόν τρόπο τα ορόσημα αυτά συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων ενεργειακής απόδοσης της Ένωσης σύμφωνα με την οδηγία 2012/27/ΕΕ.

3.   Προκειμένου να στηρίξουν την κινητοποίηση επενδύσεων για τις ανακαινίσεις που είναι απαραίτητες για την επίτευξη των στόχων της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη διευκολύνουν την πρόσβαση στους κατάλληλους μηχανισμούς που επιτρέπουν:

α)

την ομαδοποίηση των έργων, για παράδειγμα μέσω επενδυτικών πλατφορμών ή ομάδων και μέσω κοινοπραξιών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, προκειμένου να καθίσταται δυνατή η πρόσβαση των επενδυτών και η προσφορά συνδυαστικών λύσεων σε δυνητικούς πελάτες,

β)

τη μείωση των διαφαινόμενων κινδύνων των δραστηριοτήτων ενεργειακής απόδοσης για τους επενδυτές και τον ιδιωτικό τομέα,

γ)

τη χρησιμοποίηση δημόσιας χρηματοδότησης για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων και την αντιμετώπιση συγκεκριμένων ανεπαρκειών της αγοράς,

δ)

τον προσανατολισμό των επενδύσεων προς ένα ενεργειακά αποδοτικό κτιριακό δυναμικό, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της Eurostat, και

ε)

προσιτά και διαφανή συμβουλευτικά εργαλεία, όπως υπηρεσίες μίας στάσης για τους καταναλωτές και συμβουλευτικές υπηρεσίες για θέματα ενέργειας, όσον αφορά τις ενδεδειγμένες ενεργειακά αποδοτικές ανακαινίσεις και τα κατάλληλα χρηματοδοτικά μέσα.

4.   Η Επιτροπή συλλέγει και δημοσιοποιεί, τουλάχιστον στις δημόσιες αρχές, βέλτιστες πρακτικές σχετικά με επιτυχημένα δημόσια και ιδιωτικά συστήματα χρηματοδότησης για ενεργειακές ανακαινίσεις, καθώς και πληροφορίες σχετικά με συστήματα για την ομαδοποίηση έργων ενεργειακής ανακαίνισης μικρής κλίμακας. Η Επιτροπή εντοπίζει και δημοσιοποιεί βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά τα χρηματοδοτικά κίνητρα για την ανακαίνιση από την άποψη του καταναλωτή λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορές οικονομικής αποδοτικότητας μεταξύ των κρατών μελών.

5.   Προκειμένου να στηρίξει την ανάπτυξη της μακροπρόθεσμης στρατηγικής του όσον αφορά τις ανακαινίσεις, κάθε κράτος μέλος διεξάγει δημόσια διαβούλευση σχετικά με την εν λόγω στρατηγική προτού την υποβάλλει στην Επιτροπή. Κάθε κράτος μέλος επισυνάπτει περίληψη των αποτελεσμάτων της δημόσιας διαβούλευσης ως παράρτημα στη μακροπρόθεσμη εθνική στρατηγική ανακαίνισης.

Κάθε κράτος μέλος καθορίζει τις πρακτικές λεπτομέρειες όσον αφορά τις διαβουλεύσεις με όλους ανεξαιρέτως τους ενδιαφερόμενους κατά τη διάρκεια της εφαρμογής της μακροπρόθεσμης εθνικής του πολιτικής ανακαινίσεων.

6.   Κάθε κράτος μέλος επισυνάπτει σε παράρτημα της μακροπρόθεσμης στρατηγικής ανακαίνισης τις λεπτομέρειες της εφαρμογής της πλέον πρόσφατης εθνικής του μακροπρόθεσμης στρατηγικής ανακαίνισης, συμπεριλαμβανομένων των σχεδιαζόμενων πολιτικών και δράσεων.

7.   Κάθε κράτος μέλος μπορεί να χρησιμοποιεί τη μακροπρόθεσμη στρατηγική του ανακαίνισης προκειμένου να αντιμετωπίσει το ζήτημα της πυρασφάλειας και τους κινδύνους που συνδέονται με την έντονη σεισμική δραστηριότητα ή πυρκαγιές και επηρεάζουν τόσο τις ενεργειακές ανακαινίσεις όσο και τη διάρκεια ζωής των κτιρίων.».

3)

Το άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 6

Νέα κτίρια

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα νέα κτίρια να πληρούν τις ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4.

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, πριν από την έναρξη της κατασκευής νέων κτιρίων, έχει ληφθεί υπόψη η τεχνική, περιβαλλοντική και οικονομική σκοπιμότητα εγκατάστασης εναλλακτικών συστημάτων υψηλής απόδοσης, εφόσον είναι διαθέσιμα.».

4)

Στο άρθρο 7, το πέμπτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Όσον αφορά τα κτίρια που υφίστανται ανακαίνιση μεγάλης κλίμακας, τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τα εναλλακτικά συστήματα υψηλής απόδοσης, στον βαθμό που αυτό είναι τεχνικά, λειτουργικά και οικονομικά εφικτό, και αντιμετωπίζουν τα ζητήματα της δημιουργίας υγιεινών κλιματικών συνθηκών εσωτερικού χώρου, της πυρασφάλειας και των κινδύνων που συνδέονται με την έντονη σεισμική δραστηριότητα.».

5)

Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8

Τεχνικά συστήματα κτιρίων, ηλεκτροκίνηση και δείκτης ευφυούς ετοιμότητας των κτιρίων

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν, προκειμένου να βελτιστοποιηθεί η ενεργειακή χρήση των τεχνικών συστημάτων κτιρίων, συστημικές απαιτήσεις όσον αφορά τη συνολική ενεργειακή απόδοση, την ορθή εγκατάσταση και τη σωστή διαστασιολόγηση, ρύθμιση και έλεγχο των τεχνικών συστημάτων κτιρίων που εγκαθίστανται σε υφιστάμενα κτίρια. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εφαρμόζουν αυτές τις απαιτήσεις όσον αφορά τα συστήματα και σε νέα κτίρια.

Οι απαιτήσεις όσον αφορά τα συστήματα καθορίζονται για νέα, τεχνικά συστήματα κτιρίων ή συστήματα με τα οποία αντικαθίστανται ή αναβαθμίζονται τα υφιστάμενα και εφαρμόζονται στον βαθμό που αυτό είναι τεχνικά, λειτουργικά και οικονομικά εφικτό.

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τα νέα κτίρια, εφόσον αυτό είναι τεχνικά και οικονομικά εφικτό, να είναι εξοπλισμένα με συστήματα αυτορρύθμισης για την αυτόνομη ρύθμιση της θερμοκρασίας σε κάθε δωμάτιο ή, όπου αυτό δικαιολογείται, σε καθορισμένη θερμαινόμενη ζώνη της κτιριακής μονάδας. Στα υπάρχοντα κτίρια, η εγκατάσταση τέτοιων συσκευών αυτορρύθμισης απαιτείται όταν αντικαθίσταται η μονάδα παραγωγής θερμότητας, εφόσον αυτό είναι τεχνικά και οικονομικά εφικτό.

2.   Όσον αφορά τα νέα μη προοριζόμενα για κατοικία κτίρια καθώς και τα μη προοριζόμενα για κατοικία κτίρια που υφίστανται ανακαίνιση μεγάλης κλίμακας με περισσότερους από δέκα χώρους στάθμευσης αυτοκινήτων, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την εγκατάσταση τουλάχιστον ενός σημείου επαναφόρτισης κατά την έννοια της οδηγίας 2014/94/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3) καθώς και υποδομή καλωδίωσης, δηλαδή αγωγούς διέλευσης ηλεκτρικών καλωδίων, για τουλάχιστον έναν χώρο στάθμευσης ανά πέντε, προκειμένου να καταστεί δυνατή σε μεταγενέστερο στάδιο η εγκατάσταση σημείων επαναφόρτισης για ηλεκτρικά οχήματα όταν:

α)

ο χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων βρίσκεται εντός του κτιρίου και, σε περίπτωση ανακαινίσεων μεγάλης κλίμακας, τα μέτρα ανακαίνισης περιλαμβάνουν την ανακαίνιση των χώρων στάθμευσης αυτοκινήτων ή την ηλεκτρική υποδομή του κτιρίου· ή

β)

ο χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων βρίσκεται σε παρακείμενο χώρο και, σε περίπτωση ανακαινίσεων μεγάλης κλίμακας, τα μέτρα ανακαίνισης περιλαμβάνουν την ανακαίνιση του χώρου στάθμευσης αυτοκινήτων ή την ηλεκτρική υποδομή του χώρου στάθμευσης.

Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έως την 1η Ιανουαρίου 2023 σχετικά με τη δυνητική συμβολή της πολιτικής ακινήτων της Ένωσης στην προώθηση της ηλεκτροκίνησης και προτείνει σχετικά μέτρα κατά περίπτωση.

3.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις απαιτήσεις για την εγκατάσταση ενός ελάχιστου αριθμού σημείων επαναφόρτισης σε όλα τα κτίρια που δεν προορίζονται για κατοικία και διαθέτουν περισσότερες από είκοσι θέσεις στάθμευσης έως την 1η Ιανουαρίου 2025.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην καθορίσουν ή να μην εφαρμόσουν τις απαιτήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 σε κτίρια που ανήκουν και χρησιμοποιούνται από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, όπως ορίζεται στον τίτλο I του παραρτήματος της σύστασης 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής (*4).

5.   Όσον αφορά τα νέα κτίρια κατοικιών καθώς και τα κτίρια κατοικιών που υφίστανται ανακαίνιση μεγάλης κλίμακας, με περισσότερους από δέκα χώρους στάθμευσης αυτοκινήτων, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την εγκατάσταση υποδομής καλωδίωσης, δηλαδή αγωγούς διέλευσης ηλεκτρικών καλωδίων, για κάθε θέση στάθμευσης προκειμένου να καταστεί δυνατή σε μεταγενέστερο στάδιο η εγκατάσταση σημείων επαναφόρτισης για ηλεκτρικά οχήματα, όταν:

α)

ο χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων βρίσκεται εντός του κτιρίου και, για ανακαινίσεις μεγάλης κλίμακας, τα μέτρα ανακαίνισης περιλαμβάνουν την ανακαίνιση των χώρων στάθμευσης αυτοκινήτων ή την ηλεκτρική υποδομή του κτιρίου· ή

β)

ο χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων βρίσκεται σε παρακείμενο χώρο και, για ανακαινίσεις μεγάλης κλίμακας, τα μέτρα ανακαίνισης περιλαμβάνουν την ανακαίνιση του χώρου στάθμευσης αυτοκινήτων ή την ηλεκτρική υποδομή του χώρου στάθμευσης.

6.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην εφαρμόσουν τις παραγράφους 2, 3 και 5 σε συγκεκριμένες κατηγορίες κτιρίων όταν:

α)

σε σχέση με τις παραγράφους 2 και 5, οι αιτήσεις οικοδομικής άδειας ή ισοδύναμες αιτήσεις έχουν υποβληθεί έως τις 10 Μαρτίου 2021,

β)

η απαιτούμενη υποδομή καλωδίωσης βασίζεται σε απομονωμένα μικροσυστήματα ή τα κτίρια βρίσκονται σε εξόχως απόκεντρες περιοχές κατά την έννοια του άρθρου 349 ΣΛΕΕ, εάν αυτό θα προκαλούσε σημαντικά προβλήματα για τη λειτουργία του τοπικού συστήματος ενέργειας και θα έθετε σε κίνδυνο τη σταθερότητα του τοπικού δικτύου,

γ)

το κόστος των εγκαταστάσεων επαναφόρτισης και καλωδίωσης υπερβαίνει το 7 % του συνολικού κόστους της μεγάλης κλίμακας ανακαίνισης του κτιρίου,

δ)

πρόκειται για δημόσιο κτίριο για το οποίο ήδη ισχύουν συγκρίσιμες απαιτήσεις σύμφωνα με τη μεταφορά της οδηγίας 2014/94/ΕΕ.

7.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν μέτρα για την απλοποίηση της εγκατάστασης σημείων επαναφόρτισης σε νέα και υφιστάμενα κτίρια κατοικιών ή κτίρια για άλλες χρήσεις και αντιμετωπίζουν πιθανά ρυθμιστικά εμπόδια, μεταξύ άλλων με διαδικασίες έκδοσης αδειών και έγκρισης, χωρίς να θίγεται η νομοθεσία περί ιδιοκτησίας και περί μισθώσεως των κρατών μελών.

8.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη συνεκτικών πολιτικών για τα κτίρια, τους τομείς της ήπιας και πράσινης κινητικότητας και του πολεοδομικού σχεδιασμού.

9.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, όταν εγκαθίσταται, αντικαθίσταται ή αναβαθμίζεται τεχνικό σύστημα κτιρίου, να αξιολογείται η συνολική ενεργειακή απόδοση του μεταβαλλόμενου τμήματος και, όπου ενδείκνυται, του συνολικού συστήματος. Τα αποτελέσματα τεκμηριώνονται και διαβιβάζονται στον ιδιοκτήτη του κτιρίου, ώστε να παραμένουν διαθέσιμα και να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για επαλήθευση της συμμόρφωσης με τις ελάχιστες απαιτήσεις που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και για την έκδοση πιστοποιητικών ενεργειακής απόδοσης. Με την επιφύλαξη του άρθρου 12, τα κράτη μέλη αποφασίζουν εάν απαιτούν ή όχι την έκδοση νέου πιστοποιητικού ενεργειακής απόδοσης.

10.   Η Επιτροπή εκδίδει, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019, κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 23, για τη συμπλήρωση της παρούσας οδηγίας με τη θέσπιση προαιρετικού κοινού συστήματος της Ένωσης για την αξιολόγηση της ευφυούς ετοιμότητας των κτιρίων. Η αξιολόγηση θα βασίζεται σε εκτίμηση του κτιρίου ή της κτιριακής μονάδας όσον αφορά την ικανότητα προσαρμογής της λειτουργίας του στις ανάγκες των ενοίκων και του δικτύου, και τη δυνατότητα βελτίωσης της ενεργειακής του απόδοσης και των συνολικών επιδόσεων.

Σύμφωνα με το παράρτημα Ια, το προαιρετικό κοινό σύστημα της Ένωσης για την αξιολόγηση της ευφυούς ετοιμότητας των κτιρίων:

α)

θεσπίζει τον ορισμό του δείκτη ευφυούς ετοιμότητας, και

β)

καθορίζει μεθοδολογία σύμφωνα με την οποία αυτός πρέπει να υπολογίζεται.

11.   Η Επιτροπή, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019, και αφού συμβουλευθεί τα ενδιαφερόμενα μέρη, εκδίδει εκτελεστική πράξη διευκρινίζοντας τις τεχνικές λεπτομέρειες για την αποτελεσματική υλοποίηση του συστήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 10 του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένου χρονοδιαγράμματος για μη δεσμευτική δοκιμαστική εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο, και αποσαφηνίζει τη συμπληρωματική σχέση του συστήματος προς τα πιστοποιητικά ενεργειακής απόδοσης που αναφέρονται στο άρθρο 11.

Η εκτελεστική πράξη αυτή εγκρίνεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 26 παράγραφος 3.

(*3)  Οδηγία 2014/94/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2014, για την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων (ΕΕ L 307 της 28.10.2014, σ. 1)."

(*4)  Σύσταση της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).»."

6)

Το άρθρο 10 παράγραφος 6 τροποποιείται ως εξής:

«6.   Τα κράτη μέλη συνδέουν τα οικονομικά τους μέτρα για βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης κατά την ανακαίνιση κτιρίων με τις στοχευόμενες ή επιτυγχανόμενες εξοικονομήσεις ενέργειας, όπως προσδιορίζονται σύμφωνα με ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω κριτήρια:

α)

την ενεργειακή απόδοση του εξοπλισμού ή του υλικού που χρησιμοποιείται για την ανακαίνιση, όπου ο εξοπλισμός ή το υλικό που χρησιμοποιείται για την ανακαίνιση πρέπει να εγκαθίσταται από υπεύθυνο εγκατάστασης με κατάλληλο επίπεδο πιστοποίησης ή προσόντων,

β)

πρότυπες τιμές για τον υπολογισμό της εξοικονόμησης ενέργειας σε κτίρια,

γ)

τη βελτίωση που επιτεύχθηκε λόγω της ανακαίνισης με σύγκριση των πιστοποιητικών ενεργειακών επιδόσεων που έχουν εκδοθεί πριν και μετά από την ανακαίνιση,

δ)

τα αποτελέσματα ενεργειακού ελέγχου,

ε)

τα αποτελέσματα άλλης σχετικής διαφανούς και αναλογικής μεθόδου που καταδεικνύει τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης.

6α.   Οι βάσεις δεδομένων για τα πιστοποιητικά ενεργειακής απόδοσης επιτρέπουν τη συλλογή δεδομένων σχετικά με τη μετρηθείσα ή υπολογιζόμενη κατανάλωση ενέργειας συγκεκριμένων κτιρίων, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον των δημόσιων κτιρίων για τα οποία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 13, έχει εκδοθεί πιστοποιητικό ενεργειακής απόδοσης σύμφωνα με το άρθρο 12.

6β.   Διατίθενται τουλάχιστον συγκεντρωτικά και ανώνυμα δεδομένα, σύμφωνα με τις ενωσιακές και τις εθνικές απαιτήσεις προστασίας των δεδομένων, για στατιστικούς και ερευνητικούς σκοπούς, καθώς και στον ιδιοκτήτη του κτιρίου.».

7)

Τα άρθρα 14 και 15 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 14

Επιθεώρηση συστημάτων θέρμανσης

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα για την καθιέρωση τακτικών επιθεωρήσεων των προσβάσιμων τμημάτων των συστημάτων θέρμανσης χώρου ή των συστημάτων συνδυασμού θέρμανσης και εξαερισμού χώρου ωφέλιμης ονομαστικής ισχύος άνω των 70 kW, όπως η μονάδα παραγωγής θερμότητας, το σύστημα ελέγχου και η αντλία ή οι αντλίες κυκλοφορίας που χρησιμοποιούνται για τη θέρμανση κτιρίων. Η επιθεώρηση περιλαμβάνει αξιολόγηση του βαθμού απόδοσης και του μεγέθους της μονάδας παραγωγής θερμότητας σε σύγκριση με τις θερμαντικές ανάγκες του κτιρίου και λαμβάνει υπόψη, ενδεχομένως, τις δυνατότητες του συστήματος θέρμανσης ή του συστήματος συνδυασμού θέρμανσης και εξαερισμού χώρου να βελτιστοποιήσει την απόδοσή του σε τυπικές ή μέσες συνθήκες λειτουργίας.

Εφόσον δεν έχουν γίνει αλλαγές στο σύστημα θέρμανσης ή στο σύστημα συνδυασμού θέρμανσης και εξαερισμού χώρου ή στις απαιτήσεις θέρμανσης του κτιρίου μετά από επιθεώρηση δυνάμει της παρούσας παραγράφου, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να μην ζητούν να επαναληφθεί η αξιολόγηση του μεγέθους της μονάδας παραγωγής θερμότητας.

2.   Τα τεχνικά συστήματα κτιρίων που καλύπτονται ρητά από συμφωνηθέν κριτήριο ενεργειακής απόδοσης ή συμβατική ρύθμιση που προσδιορίζει συμφωνηθέν επίπεδο βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, όπως οι συμβάσεις ενεργειακής απόδοσης ή των οποίων τη λειτουργία έχει αναλάβει φορέας εκμετάλλευσης ή διαχειριστής δικτύου και τα οποία, ως εκ τούτου, υπόκεινται σε μέτρα παρακολούθησης της απόδοσης ως προς το σύστημα, εξαιρούνται από τις απαιτήσεις της παραγράφου 1, με την προϋπόθεση ότι ο συνολικός αντίκτυπος αυτής της προσέγγισης είναι ισοδύναμος με τον αντίκτυπο της παραγράφου 1.

3.   Εναλλακτικά προς τις διατάξεις της παραγράφου 1 και υπό τον όρο ότι ο συνολικός αντίκτυπος είναι ισοδύναμος με τον αντίκτυπο της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να λάβουν μέτρα για να εξασφαλίσουν την παροχή συμβουλών στους χρήστες σχετικά με την αντικατάσταση των μονάδων παραγωγής θερμότητας, άλλες τροποποιήσεις του συστήματος θέρμανσης ή του συστήματος συνδυασμού θέρμανσης και εξαερισμού χώρου και εναλλακτικές λύσεις για την αξιολόγηση της απόδοσης και του ενδεδειγμένου μεγέθους των εν λόγω συστημάτων.

Προτού εφαρμόσει τα εναλλακτικά μέτρα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, κάθε κράτος μέλος τεκμηριώνει, υποβάλλοντας έκθεση στην Επιτροπή, την ισοδυναμία του αντικτύπου αυτών των μέτρων με τον αντίκτυπο των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Η εν λόγω έκθεση υποβάλλεται σύμφωνα με τις ισχύουσες υποχρεώσεις σχεδιασμού και αναφοράς.

4.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις απαιτήσεις προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι, εφόσον είναι τεχνικά και οικονομικά εφικτό, τα μη προοριζόμενα για κατοικία κτίρια με συστήματα θέρμανσης ή συστήματα συνδυασμού θέρμανσης και εξαερισμού χώρου ωφέλιμης ονομαστικής ισχύος άνω των 290 kW, θα έχουν εξοπλιστεί έως το 2025 με συστήματα αυτοματισμού και ελέγχου.

Τα συστήματα αυτοματισμού και ελέγχου κτιρίων επιτρέπουν:

α)

τη συνεχή παρακολούθηση, καταγραφή, ανάλυση και δυνατότητα προσαρμογής της κατανάλωσης ενέργειας·

β)

τη συγκριτική αξιολόγηση της ενεργειακής απόδοσης του κτιρίου, εντοπίζοντας απώλειες στην αποδοτικότητα των τεχνικών συστημάτων του κτιρίου και ενημερώνοντας τον υπεύθυνο των εγκαταστάσεων ή της τεχνικής διαχείρισης του κτιρίου σχετικά με τις δυνατότητες βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης· και

γ)

την επικοινωνία με διασυνδεδεμένα τεχνικά συστήματα κτιρίου και άλλες συσκευές εντός του κτιρίου, και τη διαλειτουργικότητα με τεχνικά συστήματα κτιρίου διαφορετικών κατοχυρωμένων τεχνολογιών, μηχανισμών ή κατασκευαστών.

5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν απαιτήσεις προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι τα προοριζόμενα για κατοικία κτίρια είναι εξοπλισμένα με:

α)

λειτουργία συνεχούς ηλεκτρονικής παρακολούθησης που μετρά την αποδοτικότητα των συστημάτων και ενημερώνει τους ιδιοκτήτες ή διαχειριστές του κτιρίου για τυχόν σημαντική μείωση της αποδοτικότητας ή για ανάγκη συντήρησης του συστήματος, και

β)

λειτουργίες αποτελεσματικού ελέγχου για τη διασφάλιση βέλτιστης παραγωγής, διανομής, αποθήκευσης και κατανάλωσης ενέργειας.

6.   Τα κτίρια που συμμορφώνονται με την παράγραφο 4 ή 5, εξαιρούνται από τις απαιτήσεις της παραγράφου 1.

Άρθρο 15

Επιθεώρηση συστημάτων κλιματισμού

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα για την καθιέρωση τακτικών επιθεωρήσεων των προσβάσιμων τμημάτων συστημάτων κλιματισμού, ή συστημάτων συνδυασμού κλιματισμού και εξαερισμού, ωφέλιμης ονομαστικής ισχύος άνω των 70 kW. Η επιθεώρηση περιλαμβάνει αξιολόγηση του βαθμού απόδοσης και του μεγέθους του συστήματος κλιματισμού σε σύγκριση με τις ανάγκες ψύξης του κτιρίου και λαμβάνει υπόψη, ενδεχομένως, τις δυνατότητες του συστήματος κλιματισμού ή του συστήματος συνδυασμού κλιματισμού και εξαερισμού να βελτιστοποιήσει την απόδοσή του υπό τυπικές ή μέσες συνθήκες λειτουργίας.

Εφόσον δεν έχουν γίνει αλλαγές στο σύστημα κλιματισμού ή στο σύστημα συνδυασμού κλιματισμού κα εξαερισμού ή στις απαιτήσεις ψύξης του κτιρίου μετά από επιθεώρηση η οποία διεξάγεται δυνάμει της παρούσας παραγράφου, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να μην ζητούν να επαναληφθεί η αξιολόγηση του μεγέθους του συστήματος κλιματισμού.

Τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν πιο αυστηρές απαιτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 3 εξαιρούνται από την υποχρέωση να τις γνωστοποιούν στην Επιτροπή.

2.   Τα τεχνικά συστήματα κτιρίων που καλύπτονται ρητά από συμφωνηθέν κριτήριο ενεργειακής απόδοσης ή συμβατική ρύθμιση που προσδιορίζει συμφωνηθέν επίπεδο βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης, όπως οι συμβάσεις ενεργειακής απόδοσης ή των οποίων τη λειτουργία έχει αναλάβει φορέας εκμετάλλευσης ή διαχειριστής δικτύου και τα οποία, ως εκ τούτου, υπόκεινται σε μέτρα παρακολούθησης της απόδοσης ως προς το σύστημα, εξαιρούνται από τις απαιτήσεις της παραγράφου 1, υπό την προϋπόθεση ότι ο συνολικός αντίκτυπος της προσέγγισης αυτής είναι ισοδύναμος με τον αντίκτυπο που προκύπτει από την παράγραφο 1.

3.   Εναλλακτικά προς τις διατάξεις της παραγράφου 1 και υπό την προϋπόθεση ότι ο συνολικός αντίκτυπος είναι ισοδύναμος με τον αντίκτυπο που προκύπτει από την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να λάβουν μέτρα για να εξασφαλίσουν την παροχή συμβουλών στους χρήστες σχετικά με την αντικατάσταση των συστημάτων κλιματισμού ή των συστημάτων συνδυασμού κλιματισμού και εξαερισμού, άλλες τροποποιήσεις του συστήματος κλιματισμού ή του συστήματος συνδυασμού κλιματισμού και εξαερισμού, και εναλλακτικές λύσεις για την αξιολόγηση της απόδοσης και του ενδεδειγμένου μεγέθους των εν λόγω συστημάτων.

Προτού εφαρμόσει τα εναλλακτικά μέτρα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, κάθε κράτος μέλος τεκμηριώνει, υποβάλλοντας έκθεση στην Επιτροπή, την ισοδυναμία του αντικτύπου αυτών των μέτρων με τον αντίκτυπο των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Η εν λόγω έκθεση υποβάλλεται σύμφωνα με τις ισχύουσες υποχρεώσεις σχεδιασμού και αναφοράς.

4.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις απαιτήσεις προκειμένου να εξασφαλιστεί, εφόσον είναι τεχνικά και οικονομικά εφικτό, ότι τα μη προοριζόμενα για κατοικία κτίρια με σύστημα κλιματισμού, ή συνδυασμού κλιματισμού και εξαερισμού, ονομαστικής ισχύος άνω των 290 kW θα έχουν εξοπλιστεί έως το 2025 με συστήματα αυτοματισμού και ελέγχου.

Τα συστήματα αυτοματισμού και ελέγχου κτιρίων επιτρέπουν:

α)

τη συνεχή παρακολούθηση, καταγραφή, ανάλυση και δυνατότητα προσαρμογής της κατανάλωσης ενέργειας·

β)

τη συγκριτική αξιολόγηση της ενεργειακής απόδοσης του κτιρίου, εντοπίζοντας απώλειες στην αποδοτικότητα των τεχνικών συστημάτων του κτιρίου και ενημερώνοντας τον υπεύθυνο των εγκαταστάσεων ή της τεχνικής διαχείρισης του κτιρίου σχετικά με τις δυνατότητες βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης· και

γ)

την επικοινωνία με συνδεδεμένα τεχνικά συστήματα κτιρίου και άλλες συσκευές εντός του κτιρίου, και τη διαλειτουργικότητα με τεχνικά συστήματα κτιρίου διαφορετικών κατοχυρωμένων τεχνολογιών, μηχανισμών και κατασκευαστών.

5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν απαιτήσεις προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι τα προοριζόμενα για κατοικία κτίρια είναι εξοπλισμένα με:

α)

λειτουργία συνεχούς ηλεκτρονικής παρακολούθησης που μετρά την αποδοτικότητα των συστημάτων και ενημερώνει τους ιδιοκτήτες ή διαχειριστές του κτιρίου για τυχόν σημαντική μείωση της αποδοτικότητας ή για ανάγκη συντήρησης του συστήματος, και

β)

λειτουργίες αποτελεσματικού ελέγχου για τη διασφάλιση βέλτιστης παραγωγής, διανομής, αποθήκευσης και κατανάλωσης ενέργειας.

6.   Τα κτίρια που συμμορφώνονται με την παράγραφο 4 ή 5, εξαιρούνται από τις απαιτήσεις της παραγράφου 1.».

8)

Το άρθρο 19 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 19

Επανεξέταση

Η Επιτροπή, επικουρούμενη από την επιτροπή του άρθρου 26, αξιολογεί την παρούσα οδηγία, το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2026, βάσει της εμπειρίας που αποκτάται και της προόδου που σημειώνεται κατά την εφαρμογή της και, εφόσον απαιτείται, υποβάλλει σχετικές προτάσεις.

Στο πλαίσιο αυτής της επανεξέτασης, η Επιτροπή εξετάζει με ποιόν τρόπο τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να εφαρμόσουν ολοκληρωμένη προσέγγιση σε επίπεδο συνοικίας ή γειτονιάς στο πλαίσιο της ενωσιακής πολιτικής για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι κάθε κτίριο πληροί τις ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης, για παράδειγμα μέσω συνολικών προγραμμάτων ανακαίνισης που προορίζονται για σύνολο κτιρίων σε συγκεκριμένο χωροταξικό πλαίσιο και όχι για ένα μόνο κτίριο.

Η Επιτροπή αξιολογεί, συγκεκριμένα, την ανάγκη για περαιτέρω εναρμόνιση των πιστοποιητικών ενεργειακής απόδοσης σύμφωνα με το άρθρο 11.».

9)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 19α

Μελέτη σκοπιμότητας

Η Επιτροπή διενεργεί, πριν από το 2020, μελέτη σκοπιμότητας στην οποία εξετάζει τις δυνατότητες και το χρονοδιάγραμμα για την καθιέρωση επιθεωρήσεων των αυτόνομων συστημάτων εξαερισμού και προαιρετικού διαβατηρίου ανακαίνισης κτιρίου που συμπληρώνει τα πιστοποιητικά ενεργειακής απόδοσης, με σκοπό να προσφέρει οδικό χάρτη για τη μακροπρόθεσμη και σταδιακή ανακαίνιση συγκεκριμένου κτιρίου με βάση κριτήρια ποιότητας, μετά τη διενέργεια ενεργειακού ελέγχου, και περιγράφει ενδεδειγμένα μέτρα και ανακαινίσεις που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την ενεργειακή απόδοση.».

10)

Στο άρθρο 20 παράγραφος 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τα κράτη μέλη παρέχουν συγκεκριμένα στους ιδιοκτήτες ή τους ενοικιαστές των κτιρίων πληροφορίες σχετικά με τα πιστοποιητικά ενεργειακής απόδοσης, περιλαμβανομένων του σκοπού και των στόχων τους, των οικονομικά συμφερόντων μέτρων και, κατά περίπτωση, των χρηματοδοτικών μέσων για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης του κτιρίου και την αντικατάσταση των λεβήτων ορυκτών καυσίμων με πιο βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις. Τα κράτη μέλη παρέχουν τις πληροφορίες μέσω προσιτών και διαφανών συμβουλευτικών εργαλείων όπως συμβουλευτικές υπηρεσίες σχετικά με τις ανακαινίσεις και υπηρεσίες μιας στάσης.».

11)

Το άρθρο 23 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 23

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στα άρθρα 5, 8 και 22 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από την 9η Ιουλίου 2018. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στα άρθρα 5, 8 και 22 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.

5.   Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   H κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 5, 8 ή 22 τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.».

12)

Τα άρθρα 24 και 25 απαλείφονται.

13)

Το άρθρο 26 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 26

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.»

14)

Τα παραρτήματα τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

Τροποποίηση της οδηγίας 2012/27/ΕΕ

Το άρθρο 4 της οδηγίας 2012/27/ΕΕ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

Ανακαίνιση κτιρίων

Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν μια πρώτη έκδοση των μακροπρόθεσμων στρατηγικών για την κινητοποίηση επενδύσεων για την ανακαίνιση του αποτελούμενου από κατοικίες και εμπορικά κτίρια, δημόσια και ιδιωτικά, εθνικού κτιριακού αποθέματος έως τις 30 Απριλίου 2014 και, στη συνέχεια, την αναθεωρούν ανά τριετία και την υποβάλλουν στην Επιτροπή ως μέρος των εθνικών σχεδίων δράσης για την ενεργειακή απόδοση.».

Άρθρο 3

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία έως τις 10 Μαρτίου 2020. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι παραπομπές οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που μεταφέρουν στο εσωτερικό δίκαιο την οδηγία 2010/31/ΕΕ ή την οδηγία 2012/27/ΕΕ θεωρούνται ως παραπομπές στις εν λόγω οδηγίες όπως τροποποιούνται με την παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τον τρόπο πραγματοποίησης αυτής της παραπομπής και τον τρόπο διατύπωσης αυτής της δήλωσης.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 4

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 5

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 30 Μαΐου 2018.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

L. PAVLOVA


(1)  ΕΕ C 246 της 28.7.2017, σ. 48.

(2)  ΕΕ C 342 της 12.10.2017, σ. 119.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Απριλίου 2018 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 14ης Μαΐου 2018.

(4)  Οδηγία 2012/27/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ενεργειακή απόδοση, την τροποποίηση των οδηγιών 2009/125/ΕΚ και 2010/30/ΕΕ και την κατάργηση των οδηγιών 2004/8/ΕΚ και 2006/32/ΕΚ (ΕΕ L 315 της 14.11.2012, σ. 1).

(5)  Οδηγία 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2010, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (ΕΕ L 153 της 18.6.2010, σ. 13).

(6)  Οδηγία 2009/148/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που οφείλονται στην έκθεσή τους στον αμίαντο κατά τη διάρκεια της εργασίας (ΕΕ L 330 της 16.12.2009, σ. 28).

(7)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/2284 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2016, σχετικά με τη μείωση των εθνικών εκπομπών ορισμένων ατμοσφαιρικών ρύπων, την τροποποίηση της οδηγίας 2003/35/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2001/81/ΕΚ (ΕΕ L 344 της 17.12.2016, σ. 1).

(8)  ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(10)  Σύσταση (EE) 2016/1318 της Επιτροπής, της 29ης Ιουλίου 2016, σχετικά με κατευθυντήριες γραμμές για την προώθηση των κτιρίων με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας και τις βέλτιστες πρακτικές για να εξασφαλιστεί ότι έως το 2020 όλα τα νέα κτίρια θα είναι κτίρια με σχεδόν μηδενική κατανάλωση ενέργειας (ΕΕ L 208 της 2.8.2016, σ. 46).

(11)  ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τα παραρτήματα της οδηγίας 2010/31/ΕΕ τροποποιούνται ως εξής:

1)

Το παράρτημα I τροποποιείται ως εξής:

α)

το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Η ενεργειακή απόδοση ενός κτιρίου προσδιορίζεται βάσει της υπολογιζόμενης ή της πραγματικής χρήσης ενέργειας και αντικατοπτρίζει τη συνήθη ενέργεια που καταναλώνει το κτίριο για θέρμανση χώρου, ψύξη χώρου, ζεστό νερό για οικιακή χρήση, εξαερισμό, ενσωματωμένη εγκατάσταση φωτισμού και άλλα τεχνικά συστήματα του κτιρίου.

Η ενεργειακή απόδοση κτιρίου εκφράζεται με αριθμητικό δείκτη χρήσης πρωτογενούς ενέργειας σε kWh/(m2.y), με σκοπό τόσο την πιστοποίηση της ενεργειακής απόδοσης όσο και τη συμμόρφωση με τις ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης. Η μεθοδολογία που εφαρμόζεται για τον προσδιορισμό της ενεργειακής απόδοσης κτιρίου είναι διαφανής και ανοικτή στην καινοτομία.

Τα κράτη μέλη περιγράφουν τις οικείες εθνικές μεθόδους υπολογισμού σύμφωνα με τα εθνικά παραρτήματα των γενικών προτύπων, ήτοι ISO 52000-1, 52003-1, 52010-1, 52016-1, και 52018-1, που έχουν εκπονηθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN) στο πλαίσιο της εντολής M/480. Η παρούσα διάταξη δεν συνιστά νομική κωδικοποίηση των εν λόγω προτύπων.»,

β)

το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.

Οι ενεργειακές ανάγκες για θέρμανση χώρου, ψύξη χώρου, ζεστό νερό οικιακής χρήσης, φωτισμό, εξαερισμό και άλλα τεχνικά συστήματα του κτιρίου υπολογίζονται με τρόπο ώστε να διασφαλίζονται τα βέλτιστα επίπεδα υγιεινής, ποιότητας του αέρα εσωτερικού χώρου και άνεσης που ορίζονται από τα κράτη μέλη σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο.

Ο υπολογισμός της πρωτογενούς ενέργειας βασίζεται σε συντελεστές πρωτογενούς ενέργειας ή συντελεστές στάθμισης ανά φορέα ενέργειας, οι οποίοι μπορούν να βασίζονται στους εθνικούς, περιφερειακούς ή τοπικούς ετήσιους, και πιθανόν επίσης εποχιακούς ή μηνιαίους, σταθμισμένους μέσους όρους ή σε πιο συγκεκριμένες πληροφορίες που διατίθενται για μεμονωμένα αστικά συστήματα.

Οι συντελεστές πρωτογενούς ενέργειας ή οι συντελεστές στάθμισης καθορίζονται από τα κράτη μέλη. Κατά την εφαρμογή αυτών των συντελεστών για τον υπολογισμό της ενεργειακής απόδοσης, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι χρησιμοποιείται η βέλτιστη ενεργειακή απόδοση του κελύφους του κτιρίου.

Κατά τον καθορισμό των συντελεστών πρωτογενούς ενέργειας με σκοπό τον υπολογισμό της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων, τα κράτη μέλη μπορούν να συνυπολογίζουν την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που προσφέρει ο φορέας ενέργειας και την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές που παράγεται και χρησιμοποιείται επιτόπου, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό εφαρμόζεται αδιακρίτως.»,

γ)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«2α.

Προκειμένου να εκφράσουν την ενεργειακή απόδοση ενός κτιρίου, τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν πρόσθετους αριθμητικούς δείκτες συνολικής χρήσης πρωτογενούς ενέργειας και εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που παράγονται σε kg CO2eq/(m2.y).»,

δ)

στο σημείο 4, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.

Λαμβάνεται υπόψη η θετική επίδραση των κατωτέρω παραγόντων:».

2)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο παράρτημα:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΑ

ΚΟΙΝΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΥΦΥΟΥΣ ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ

1.

Η Επιτροπή θεσπίζει τον ορισμό του δείκτη ευφυούς ετοιμότητας όσον αφορά τα κτίρια και μεθοδολογία σύμφωνα με την οποία αυτός πρέπει να υπολογίζεται, προκειμένου να αξιολογηθεί κτίριο ή κτιριακή μονάδα όσον αφορά την ικανότητα προσαρμογής στις ανάγκες των ενοίκων και του δικτύου και βελτίωσης της ενεργειακής του απόδοσης και των γενικότερων επιδόσεων.

Ο δείκτης ευφυούς ετοιμότητας βασίζεται σε χαρακτηριστικά που αφορούν την εξοικονόμηση ενέργειας, τη συγκριτική αξιολόγηση και την ευελιξία, βελτιωμένες λειτουργίες και δυνατότητες που προκύπτουν από περισσότερο διασυνδεδεμένες και έξυπνες συσκευές.

Η μεθοδολογία λαμβάνει υπόψη ορισμένα στοιχεία όπως οι έξυπνοι μετρητές, τα συστήματα αυτοματισμού και ελέγχου, οι συσκευές αυτορρύθμισης για τη ρύθμιση της εσωτερικής θερμοκρασίας αέρα, οι ενσωματωμένες οικιακές εφαρμογές, τα σημεία επαναφόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων, η αποθήκευση ενέργειας και οι λεπτομερείς λειτουργίες και η διαλειτουργικότητα αυτών των στοιχείων, καθώς και τα οφέλη για τις κλιματολογικές συνθήκες στο εσωτερικό του κτιρίου, την ενεργειακή αποτελεσματικότητα, τα επίπεδα επιδόσεων και την επιτρεπόμενη ευελιξία.

2.

Η μεθοδολογία βασίζεται σε τρεις βασικές λειτουργίες όσον αφορά το κτίριο και τα τεχνικά του συστήματα:

α)

την ικανότητα διατήρησης των επιπέδων ενεργειακής απόδοσης και της λειτουργίας του κτιρίου μέσω της προσαρμογής της ενεργειακής κατανάλωσης, για παράδειγμα μέσω της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές·

β)

την ικανότητα προσαρμογής του τρόπου λειτουργίας του κτιρίου στις ανάγκες των ενοίκων, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τη φιλικότητα προς τον χρήστη, τη διατήρηση υγιεινών κλιματικών εσωτερικών συνθηκών και τη δυνατότητα ενημέρωσης όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας· και

γ)

την ευελιξία ενός κτιρίου όσον αφορά τη συνολική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας, περιλαμβανομένης της ικανότητάς του να καθιστά δυνατή τη συμμετοχή σε ενεργητική και παθητική καθώς και άμεση και έμμεση ανταπόκριση στη ζήτηση, όσον αφορά το δίκτυο, για παράδειγμα μέσω δυνατοτήτων ευελιξίας και μεταφοράς φορτίου.

3.

Η μεθοδολογία μπορεί επίσης να λαμβάνει υπόψη:

α)

τη διαλειτουργικότητα μεταξύ των συστημάτων (έξυπνοι μετρητές, συστήματα αυτοματισμού και ελέγχου των κτιρίων, ενσωματωμένες οικιακές εφαρμογές, συσκευές αυτορρύθμισης για τη ρύθμιση της εσωτερικής θερμοκρασίας αέρα εντός του κτιρίου, αισθητήρες ποιότητας του εσωτερικού αέρα και συστήματα εξαερισμού), και

β)

τη θετική επίδραση των υφιστάμενων δικτύων επικοινωνιών, ιδίως την ύπαρξη κατάλληλης για υψηλές ταχύτητες υλικής υποδομής μέσα στα κτίρια, όπως το εκούσιο «σήμα ευρυζωνικής υποδομής», και την ύπαρξη σημείου πρόσβασης για πολυκατοικίες, σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 2014/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1).

4.

Η μεθοδολογία δεν έχει αρνητικές συνέπειες επί των υφισταμένων εθνικών συστημάτων πιστοποίησης της ενεργειακής απόδοσης και βασίζεται σε συναφείς πρωτοβουλίες σε εθνικό επίπεδο, λαμβάνοντας ταυτοχρόνως υπόψη τις αρχές της κυριότητας του χρήστη, της προστασίας των δεδομένων, της ιδιωτικότητας και της ασφάλειας, σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης για την προστασία των δεδομένων και της ιδιωτικότητας καθώς και τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές για την κυβερνοασφάλεια.

5.

Η μεθοδολογία καθορίζει την πλέον ενδεδειγμένη μορφή της παραμέτρου του δείκτη ευφυούς ετοιμότητας και είναι απλή, διαφανής και εύκολα κατανοητή για τους καταναλωτές, τους ιδιοκτήτες, τους επενδυτές, και τους συμμετέχοντες στην αγορά ανταπόκρισης στη ζήτηση.

3)

Το παράρτημα II τροποποιείται ως εξής:

α)

στο σημείο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι αρμόδιες αρχές ή οι φορείς στους οποίους οι αρμόδιες αρχές έχουν εκχωρήσει την ευθύνη της εφαρμογής του ανεξάρτητου συστήματος ελέγχου πραγματοποιούν τυχαία δειγματοληψία από όλα τα πιστοποιητικά ενεργειακής απόδοσης που εκδίδονται ετησίως και τα υποβάλλουν σε επαλήθευση. Το δείγμα είναι επαρκές ώστε να εξασφαλίζονται στατιστικώς σημαντικά αποτελέσματα όσον αφορά τη συμμόρφωση.»,

β)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«3.

Όταν προστίθενται πληροφορίες σε βάση δεδομένων, παρέχεται στις εθνικές αρχές η δυνατότητα ταυτοποίησης του συντάκτη της προσθήκης, για σκοπούς παρακολούθησης και επαλήθευσης.».


(*1)  Οδηγία 2014/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για μέτρα μείωσης του κόστους εγκατάστασης υψίρρυθμων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών (ΕΕ L 155 της 23.5.2014, σ. 1).».