ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 327

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

60ό έτος
9 Δεκεμβρίου 2017


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2225 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2017, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 όσον αφορά τη χρήση του συστήματος εισόδου/εξόδου

1

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ) για την καταχώριση δεδομένων εισόδου και εξόδου και δεδομένων άρνησης εισόδου των υπηκόων τρίτων χωρών που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών, τον καθορισμό των όρων πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου και την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και (ΕΕ) αριθ. 1077/2011

20

 

 

Διορθωτικά

 

*

Διορθωτικό στον κανονισμό (EE) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου ( ΕΕ L 347 της 20.12.2013 )

83

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

9.12.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 327/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/2225 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 30ής Νοεμβρίου 2017

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 όσον αφορά τη χρήση του συστήματος εισόδου/εξόδου

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 77 παράγραφος 2 στοιχείο β),

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) θεσπίζει τις προϋποθέσεις, τα κριτήρια και τους λεπτομερείς κανόνες για τη διέλευση από τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) αποσκοπεί στη δημιουργία ενός κεντρικού συστήματος καταχώρισης δεδομένων εισόδου και εξόδου και δεδομένων άρνησης εισόδου όσον αφορά τους υπηκόους τρίτων χωρών που διέρχονται από τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ένωσης για βραχεία παραμονή.

(3)

Για τη διεξαγωγή ελέγχων σε υπηκόους τρίτων χωρών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399, οι οποίοι περιλαμβάνουν την επαλήθευση της ταυτότητας υπηκόων τρίτων χωρών, την εξακρίβωση της ταυτότητάς τους ή και τα δύο, καθώς και επαλήθευση ότι ο συγκεκριμένος υπήκοος τρίτης χώρας δεν έχει υπερβεί τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών, οι συνοριοφύλακες θα πρέπει να χρησιμοποιούν όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων του συστήματος εισόδου/εξόδου που ιδρύεται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2226 («ΣΕΕ»), όπου απαιτείται. Τα αποθηκευμένα στο ΣΕΕ δεδομένα θα πρέπει επίσης να χρησιμοποιούνται για να επαληθεύεται ότι οι υπήκοοι τρίτων χωρών οι οποίοι διαθέτουν θεώρηση για μία ή για δύο μόνο εισόδους δεν έχουν υπερβεί τον μέγιστο αριθμό επιτρεπόμενων εισόδων.

(4)

Σε ορισμένες περιπτώσεις οι υπήκοοι τρίτων χωρών πρέπει να δίνουν βιομετρικά δεδομένα για να γίνει ο συνοριακός έλεγχος. Οι προϋποθέσεις εισόδου των υπηκόων αυτών θα πρέπει συνεπώς να τροποποιηθούν καθιστώντας την παροχή των εν λόγω βιομετρικών δεδομένων υποχρεωτική. Όταν υπήκοος τρίτης χώρας αρνείται να παράσχει βιομετρικά δεδομένα για τη δημιουργία του ατομικού φακέλου του ή για τη διεξαγωγή των συνοριακών ελέγχων, θα πρέπει να του απαγορεύεται η είσοδος.

(5)

Για να εξασφαλιστεί η πλήρης αποτελεσματικότητα του ΣΕΕ, οι έλεγχοι κατά την είσοδο και την έξοδο πρέπει να διενεργούνται κατά τρόπο εναρμονισμένο στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ.

(6)

Για τη δημιουργία του ΣΕΕ απαιτείται η προσαρμογή των διαδικασιών ελέγχου των προσώπων κατά τη διέλευση των συνόρων όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ. Συγκεκριμένα, το ΣΕΕ έχει ως στόχο την κατάργηση της σφράγισης, κατά την είσοδο και την έξοδο, των ταξιδιωτικών εγγράφων υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους έχει χορηγηθεί άδεια βραχείας παραμονής και την αντικατάστασή της με την ηλεκτρονική καταχώριση εισόδου και εξόδου απευθείας στο ΣΕΕ. Επίσης, στις διαδικασίες συνοριακού ελέγχου πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η διαλειτουργικότητα ΣΕΕ και Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) που θεσπίστηκε με την απόφαση 2004/512/ΕΚ του Συμβουλίου (5). Τέλος, το ΣΕΕ δίνει τη δυνατότητα χρήσης νέων τεχνολογιών για τις συνοριακές διελεύσεις ταξιδιωτών για σκοπούς βραχείας παραμονής. Οι εν λόγω προσαρμογές των διαδικασιών συνοριακού ελέγχου θα πρέπει να τεθούν σε ισχύ στα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν το ΣΕΕ κατά την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του ΣΕΕ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2226.

(7)

Για μία περίοδο έξι μηνών μετά την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ, οι συνοριοφύλακες θα πρέπει να συνυπολογίζουν τη διάρκεια παραμονής των υπηκόων τρίτων χωρών στην επικράτεια των κρατών μελών κατά τους έξι μήνες που προηγούνται της εισόδου ή της εξόδου ελέγχοντας τις σφραγίδες στα ταξιδιωτικά έγγραφα, καθώς και τα δεδομένα εισόδου/εξόδου που έχουν καταχωριστεί στο ΣΕΕ. Το εν λόγω μέτρο αναμένεται να επιτρέψει τη διενέργεια των απαιτούμενων εξακριβώσεων στις περιπτώσεις που ένα πρόσωπο θα έχει λάβει άδεια βραχείας παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών κατά τη διάρκεια των έξι μηνών που προηγούνται της θέσης σε λειτουργία του ΣΕΕ. Επίσης, χρειάζονται ειδικές διατάξεις για τους εν λόγω υπηκόους τρίτων χωρών που έχουν μεν εισέλθει στην επικράτεια των κρατών μελών αλλά δεν έχουν εξέλθει από αυτήν πριν από την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η τελευταία είσοδος θα πρέπει να καταχωρίζεται επίσης στο ΣΕΕ κατά την έξοδο των υπηκόων τρίτων χωρών από την επικράτεια των κρατών μελών.

(8)

Λαμβάνοντας υπόψη τη διαφορετική κατάσταση που επικρατεί στα κράτη μέλη και σε διάφορα σημεία διέλευσης των μεταξύ τους συνόρων σε ό,τι αφορά τον αριθμό των υπηκόων τρίτων χωρών που διέρχονται από τα σύνορα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να αποφασίζουν αν και σε ποιο βαθμό θα κάνουν χρήση τεχνολογιών όπως τα συστήματα αυτοεξυπηρέτησης, e-gates, και συστήματα αυτοματοποιημένου συνοριακού ελέγχου. Όταν χρησιμοποιούνται τέτοιες τεχνολογίες, οι έλεγχοι στα εξωτερικά σύνορα κατά την είσοδο και την έξοδο θα πρέπει να διενεργούνται κατά τρόπο εναρμονισμένο και θα πρέπει να διασφαλίζεται κατάλληλο επίπεδο ασφάλειας.

(9)

Επιπροσθέτως, είναι απαραίτητο να διευκρινιστούν οι αρμοδιότητες και οι ρόλοι των συνοριοφυλάκων όταν χρησιμοποιούνται οι εν λόγω τεχνολογίες. Θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι τα αποτελέσματα των συνοριακών ελέγχων που διενεργούνται με αυτοματοποιημένα μέσα είναι διαθέσιμα στους συνοριοφύλακες, ώστε να μπορούν να λαμβάνουν τις κατάλληλες αποφάσεις. Επίσης, είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί η εποπτεία της χρήσης των συστημάτων αυτοεξυπηρέτησης, e-gates, και συστημάτων αυτοματοποιημένου συνοριακού ελέγχου από τους ταξιδιώτες, προκειμένου να αποτρέπονται η δόλια συμπεριφορά και οι δόλιες χρήσεις τους. Επιπροσθέτως, κατά τη διεξαγωγή αυτής της εποπτείας, οι συνοριοφύλακες θα πρέπει να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στους ανηλίκους και να είναι σε θέση να αναγνωρίζουν πρόσωπα τα οποία χρήζουν προστασίας.

(10)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να μπορούν να θεσπίζουν εθνικά προγράμματα διευκόλυνσης σε εθελοντική βάση ώστε να επιτρέπουν εξαιρέσεις κατά την είσοδο από ορισμένες πτυχές ενδελεχών ελέγχων για υπηκόους τρίτων χωρών που έχουν υποβληθεί σε προκαταρκτικό έλεγχο. Όπου χρησιμοποιούνται τέτοια εθνικά προγράμματα διευκόλυνσης, αυτά θα πρέπει να ακολουθούν ένα εναρμονισμένο μοντέλο και να εγγυώνται ένα κατάλληλο επίπεδο ασφάλειας.

(11)

Ο παρών κανονισμός ισχύει με την επιφύλαξη της εφαρμογής της οδηγίας 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6).

(12)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, ο οποίος έγκειται στην τροποποίηση των ισχυουσών διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, μπορεί να επιτευχθεί μόνο σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(13)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και, συνεπώς, δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στη εφαρμογή του. Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός αναπτύσσει το κεκτημένο του Σένγκεν, η Δανία πρέπει να αποφασίσει, σύμφωνα με το άρθρο 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, εντός έξι μηνών αφότου το Συμβούλιο αποφασίσει σχετικά με τον παρόντα κανονισμό, αν θα τον εφαρμόσει στο εθνικό της δίκαιο.

(14)

Ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στις οποίες δεν συμμετέχει το Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με την απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου (7)· ως εκ τούτου, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

(15)

Ο παρών κανονισμός συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στις οποίες δεν συμμετέχει η Ιρλανδία, σύμφωνα με την απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου (8)· ως εκ τούτου, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

(16)

Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν κατά την έννοια της συμφωνίας που έχει συναφθεί από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας σχετικά με τη σύνδεση των εν λόγω χωρών προς την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (9), οι οποίες εμπίπτουν στον τομέα του άρθρου 1 στοιχείο Α της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου (10).

(17)

Όσον αφορά την Ελβετία, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, κατά την έννοια της συμφωνίας που έχει συναφθεί μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (11), οι οποίες εμπίπτουν στον τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 1 στοιχείο Α της απόφασης 1999/437/ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 3 της απόφασης 2008/146/ΕΚ του Συμβουλίου (12).

(18)

Όσον αφορά το Λιχτενστάιν, ο παρών κανονισμός συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν κατά την έννοια του πρωτοκόλλου που υπεγράφη μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (13), οι οποίες εμπίπτουν στον τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 1 στοιχείο Α της απόφασης 1999/437/ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 3 της απόφασης 2011/350/ΕΕ του Συμβουλίου (14).

(19)

Όσον αφορά την Βουλγαρία, την Κροατία, την Κύπρο και τη Ρουμανία, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 που αφορούν το ΣΕΕ θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνο όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 66 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 . Επομένως, είναι απαραίτητο να προβλεφθούν ειδικές μεταβατικές διατάξεις σχετικά με τη σφράγιση για τα κράτη μέλη που δεν θα πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 66 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού κατά την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του ΣΕΕ, εν αναμονή της σύνδεσής τους με το ΣΕΕ. Οι εν λόγω μεταβατικές διατάξεις θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι η σφράγιση των ταξιδιωτικών εγγράφων παράγει τα ίδια αποτελέσματα με την καταγραφή εισόδου/εξόδου στο ΣΕΕ.

(20)

Τα κράτη μέλη που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 66 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 κατά την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ θα πρέπει να συνεχίσουν να σφραγίζουν συστηματικά κατά την είσοδο και την έξοδο τα ταξιδιωτικά έγγραφα των υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους έχει χορηγηθεί άδεια βραχείας παραμονής. Τα εν λόγω κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάζουν τις σφραγίδες εισόδου και εξόδου του ταξιδιωτικού εγγράφου του εκάστοτε υπηκόου τρίτης χώρας προκειμένου να εξακριβωθεί, με σύγκριση των ημερομηνιών εισόδου και εξόδου, ότι το πρόσωπο αυτό δεν έχει ήδη υπερβεί την ανώτατη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια του συγκεκριμένου κράτους μέλους. Η σφράγιση των ταξιδιωτικών εγγράφων και η εξέταση των σφραγίδων θα πρέπει να συνεχιστούν μέχρι το οικείο κράτος μέλος να συνδεθεί με το ΣΕΕ όπως ορίζεται στο άρθρο 66 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

(21)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/399 θα πρέπει συνεπώς να τροποποιηθεί αναλόγως.

(22)

Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων κλήθηκε να γνωμοδοτήσει σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15) και εξέδωσε γνώμη στις 21 Σεπτεμβρίου 2016,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/399 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 2, προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«22.   «σύστημα εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ)»: το σύστημα που θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1)·

23.   «σύστημα αυτοεξυπηρέτησης»: αυτοματοποιημένο σύστημα το οποίο πραγματοποιεί όλους ή ορισμένους από τους συνοριακούς ελέγχους που εφαρμόζονται σε πρόσωπα και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εκ των προτέρων εγγραφή δεδομένων στο ΣΕΕ·

24.   «ηλεκτρονική θύρα»: υποδομή που λειτουργεί με ηλεκτρονικά μέσα και στην οποία πραγματοποιείται η πραγματική διέλευση από εξωτερικό σύνορο ή εσωτερικό σύνορο όπου δεν έχουν ακόμα αρθεί οι έλεγχοι·

25.   «σύστημα αυτοματοποιημένου συνοριακού ελέγχου»: σύστημα το οποίο επιτρέπει την αυτοματοποιημένη διέλευση από τα σύνορα και το οποίο αποτελείται από σύστημα αυτοεξυπηρέτησης και ηλεκτρονική θύρα·

26.   «επιβεβαίωση της γνησιότητας και της ακεραιότητας των δεδομένων του μικροκυκλώματος»: η διαδικασία με την οποία επαληθεύεται, μέσω πιστοποιητικών, ότι τα δεδομένα στο ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης (μικροκύκλωμα) προέρχονται από την εκδίδουσα αρχή και δεν έχουν αλλοιωθεί.

2)

Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«στ)

παρέχουν τα βιομετρικά δεδομένα, εάν απαιτούνται για:

i)

τη δημιουργία του ατομικού φακέλου του ΣΕΕ σύμφωνα με τα άρθρα 16 και 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226·

ii)

τη διεξαγωγή των συνοριακών ελέγχων σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχείο α) σημείο i) και στοιχείο ζ) σημείο i) του παρόντος κανονισμού, το άρθρο 23 παράγραφοι 2 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και, κατά περίπτωση, το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2).

β)

Στο άρθρο 6 εισάγεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Η περίοδος 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου υπολογίζεται ως ενιαία περίοδος για τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν το ΣΕΕ με βάση τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2226. Η περίοδος αυτή υπολογίζεται ξεχωριστά για καθένα από τα κράτη μέλη που δεν χρησιμοποιούν το ΣΕΕ.».

3)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 6α

Υπήκοοι τρίτων χωρών τα δεδομένα των οποίων πρέπει να εισάγονται στο ΣΕΕ

1.   Εισάγονται στο ΣΕΕ τα δεδομένα εισόδου και εξόδου για τις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων, σύμφωνα με τα άρθρα 16, 17, 19 και 20 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226:

α)

υπηκόους τρίτων χωρών στους οποίους έχει χορηγηθεί άδεια βραχείας παραμονής σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού·

β)

υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι είναι μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης, έναντι των οποίων εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ και οι οποίοι δεν διαθέτουν δελτίο διαμονής δυνάμει της εν λόγω οδηγίας·

γ)

υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι:

i)

είναι μέλη της οικογένειας υπηκόου τρίτης χώρας που απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με εκείνο των πολιτών της Ένωσης δυνάμει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της αφενός και τρίτης χώρας αφετέρου· και

ii)

δεν διαθέτουν δελτίο διαμονής σύμφωνα με την οδηγία 2004/38/ΕΚ ή άδεια διαμονής δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1030/2002.

2.   Τα δεδομένα υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους δεν δίνεται άδεια εισόδου για βραχεία παραμονή σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντος κανονισμού εισάγονται στο ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

3.   Δεν καταχωρίζονται στο ΣΕΕ τα δεδομένα για τις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων:

α)

υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι είναι μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης, έναντι των οποίων εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ και οι οποίοι διαθέτουν δελτίο διαμονής σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία, είτε αυτοί συνοδεύουν είτε συναντούν τον εν λόγω πολίτη της Ένωσης·

β)

υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι είναι μέλη της οικογένειας υπηκόου τρίτης χώρας είτε αυτοί συνοδεύουν είτε συναντούν τον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας όταν:

i)

ο εν λόγω υπήκοος τρίτης χώρας απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με εκείνο των πολιτών της Ένωσης δυνάμει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και τρίτης χώρας, αφετέρου, και

ii)

οι εν λόγω υπήκοοι τρίτης χώρας είναι κάτοχοι δελτίου διαμονής δυνάμει της οδηγίας 2004/38/ΕΚ ή άδειας διαμονής δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1030/2002·

γ)

κατόχους αδειών διαμονής που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημείο 16, εκτός εκείνων που καλύπτονται από τα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου·

δ)

κατόχους θεώρησης για παραμονή μακράς διάρκειας·

ε)

υπηκόους τρίτων χωρών που ασκούν το δικαίωμα κινητικότητας σύμφωνα με την οδηγία 2014/66/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3) ή την οδηγία (ΕΕ) 2016/801 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4)·

στ)

υπηκόους της Ανδόρας, του Μονακό και του Αγίου Μαρίνου και κατόχους διαβατηρίων που έχουν εκδοθεί από το κράτος της Πόλης του Βατικανού·

ζ)

πρόσωπα ή κατηγορίες προσώπων που εξαιρούνται ή επωφελούνται από συγκεκριμένους κανόνες όσον αφορά τους συνοριακούς ελέγχους και συγκεκριμένα:

i)

αρχηγούς κρατών, αρχηγούς κυβερνήσεων και τα μέλη της εθνικής κυβέρνησης με τη συνοδεία των συζύγων τους, και μέλη της επίσημης αντιπροσωπείας τους, και μονάρχες και άλλα ανώτερα μέλη βασιλικής οικογένειας σύμφωνα με το παράρτημα VII σημείο 1·

ii)

κυβερνήτες και άλλα μέλη του πληρώματος αεροσκαφών σύμφωνα με το παράρτημα VII σημείο 2·

iii)

ναυτικούς σύμφωνα με το παράρτημα VII σημείο 3 και ναυτικούς οι οποίοι παραμένουν στην επικράτεια κράτους μέλους μόνο κατά τον ελλιμενισμό του πλοίου τους και στη ζώνη του λιμένος·

iv)

διασυνοριακούς εργαζομένους σύμφωνα με το παράρτημα VII σημείο 5·

v)

υπηρεσίες διάσωσης, αστυνομίες, πυροσβεστικές δυνάμεις σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης και συνοριοφύλακες σύμφωνα με το παράρτημα VII σημείο 7·

vi)

υπεράκτιους εργαζομένους σύμφωνα με το παράρτημα VII σημείο 8·

vii)

μέλη πληρώματος και επιβάτες κρουαζιερόπλοιων σύμφωνα με τα σημεία 3.2.1, 3.2.2 και 3.2.3 του παραρτήματος VI·

viii)

επιβάτες σκαφών αναψυχής που δεν υπόκεινται σε συνοριακούς ελέγχους σύμφωνα με τα σημεία 3.2.4, 3.2.5 και 3.2.6 του παραρτήματος VI·

η)

πρόσωπα που επωφελούνται της παρέκκλισης από την υποχρέωση διέλευσης των εξωτερικών συνόρων μόνο στα συνοριακά σημεία διέλευσης και κατά τη διάρκεια καθορισμένων ωρών λειτουργίας, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2·

θ)

πρόσωπα που προσκομίζουν ισχύουσα άδεια τοπικής διασυνοριακής κυκλοφορίας για τη διέλευση από τα σύνορα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1931/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*5)·

ι)

μέλη του πληρώματος επιβατικών και εμπορικών αμαξοστοιχιών που εκτελούν διεθνή δρομολόγια·

ια)

άτομα που προσκομίζουν για τη διέλευση των συνόρων:

i)

έγκυρο έγγραφο διευκόλυνσης της σιδηροδρομικής διέλευσης το οποίο έχει εκδοθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 693/2003 του Συμβουλίου (*6)· ή

ii)

έγκυρο έγγραφο διευκόλυνσης της διέλευσης το οποίο έχει εκδοθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 693/2003, εφόσον διέρχονται τα σύνορα σιδηροδρομικώς και δεν αποβιβάζονται εντός του εδάφους κράτους μέλους.

4)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

στο στοιχείο α), το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εάν το ταξιδιωτικό έγγραφο περιέχει ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης (μικροκύκλωμα), η γνησιότητα και η ακεραιότητα των δεδομένων του μικροκυκλώματος επιβεβαιώνονται με τη χρήση της πλήρους έγκυρης σειράς πιστοποιητικών, εκτός και αν αυτό είναι τεχνικά αδύνατο, ή, στην περίπτωση ταξιδιωτικού εγγράφου που έχει εκδοθεί από τρίτη χώρα, αδύνατο λόγω της έλλειψης έγκυρων πιστοποιητικών·»·

ii)

στο στοιχείο β), προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«για πρόσωπα των οποίων η έξοδος υπόκειται σε καταχώριση στο ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 6α του παρόντος κανονισμού, διενεργείται επαλήθευση της ταυτότητάς τους σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και, κατά περίπτωση, ταυτοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού.»·

β)

η παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο α) σημείο i) δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για τα διαβατήρια και τα ταξιδιωτικά έγγραφα που ενσωματώνουν ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης (μικροκύκλωμα), ελέγχεται η γνησιότητα και η ακεραιότητα των δεδομένων του μικροκυκλώματος ανάλογα με τη διαθεσιμότητα έγκυρων πιστοποιητικών.

Με εξαίρεση τους υπηκόους τρίτων χωρών των οποίων έχει δημιουργηθεί ήδη ατομικός φάκελος στο ΣΕΕ, εάν το ταξιδιωτικό έγγραφο περιέχει εικόνα του προσώπου που είναι εγγεγραμμένη στο ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης (μικροκύκλωμα) και η εν λόγω πρόσβαση στην εικόνα του προσώπου είναι τεχνικά εφικτή, η επαλήθευση περιλαμβάνει την επαλήθευση της εικόνας του προσώπου, με ηλεκτρονική αντιπαραβολή της εν λόγω εικόνας με την πραγματική εικόνα του προσώπου του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας,. Εάν αυτό είναι τεχνικά και νομικά εφικτό, η εν λόγω επαλήθευση μπορεί να διενεργηθεί μέσω της αντιπαραβολής των πραγματικών δακτυλικών αποτυπωμάτων με τα δακτυλικά αποτυπώματα που έχουν καταχωρισθεί στο ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης (μικροκύκλωμα)·»·

ii)

στο στοιχείο α), το σημείο iii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«iii)

για πρόσωπα των οποίων η είσοδος ή η άρνηση εισόδου υπόκειται σε καταχώριση στο ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 6α του παρόντος κανονισμού, διενεργείται επαλήθευση της ταυτότητάς τους σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και, κατά περίπτωση, ταυτοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού·»·

iii)

στο στοιχείο α) παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«iiiα)

για πρόσωπα των οποίων η είσοδος ή η άρνηση εισόδου υπόκειται σε καταχώριση στο ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 6α του παρόντος κανονισμού, επαλήθευση ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν έχει ήδη συμπληρώσει ή υπερβεί τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών και, για υπηκόους τρίτων χωρών που διαθέτουν θεώρηση για μία ή για δύο μόνο εισόδους, επαλήθευση ότι δεν έχουν υπερβεί τον μέγιστο αριθμό επιτρεπόμενων εισόδων, με χρήση του ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226,»·

iv)

στο στοιχείο ζ) το σημείο i) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«i)

επαλήθευση της ταυτότητας και της ιθαγένειας του υπηκόου τρίτης χώρας και της γνησιότητας και της ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου για τη διέλευση των συνόρων, μεταξύ άλλων με αναζήτηση στοιχείων στις οικείες βάσεις δεδομένων, ιδίως:

1)

στο SIS·

2)

στη βάση δεδομένων SLTD της Interpol·

3)

στις εθνικές βάσεις δεδομένων που περιέχουν πληροφορίες για κλαπέντα, υπεξαιρεθέντα, απολεσθέντα και ακυρωθέντα ταξιδιωτικά έγγραφα.

Για τα διαβατήρια και τα ταξιδιωτικά έγγραφα που ενσωματώνουν ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης (μικροκύκλωμα), ελέγχεται η γνησιότητα και η ακεραιότητα των δεδομένων του μικροκυκλώματος, ανάλογα με τη διαθεσιμότητα έγκυρων πιστοποιητικών.

Με εξαίρεση τους υπηκόους τρίτων χωρών για τους οποίους έχει δημιουργηθεί ήδη ατομικός φάκελος στο ΣΕΕ, εάν το ταξιδιωτικό έγγραφο περιέχει εικόνα του προσώπου που είναι εγγεγραμμένη στο ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης (μικροκύκλωμα) και αν η εν λόγω εικόνα είναι τεχνικά εφικτή, η επαλήθευση περιλαμβάνει την επαλήθευση της εν λόγω εικόνας, με ηλεκτρονική αντιπαραβολή της με την πραγματική εικόνα του προσώπου του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας. Εάν αυτό είναι τεχνικά και νομικά εφικτό, η εν λόγω επαλήθευση δύναται να διενεργείται με αντιπαραβολή των πραγματικών δακτυλικών αποτυπωμάτων με τα δακτυλικά αποτυπώματα που έχουν καταχωρισθεί στο ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης (μικροκύκλωμα).»·

v)

στο στοιχείο ζ) προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«iii)

για πρόσωπα των οποίων η έξοδος υπόκειται σε καταχώριση στο ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 6α του παρόντος κανονισμού, διενεργείται επαλήθευση της ταυτότητάς τους σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και, κατά περίπτωση, ταυτοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού,

iv)

για πρόσωπα των οποίων η έξοδος υπόκειται σε καταχώριση στο ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 6α του παρόντος κανονισμού, επαλήθευση ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν έχει υπερβεί τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών, με αναζήτηση στο ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.»·

vi)

στο στοιχείο η) το σημείο ii) διαγράφεται·

vii)

το στοιχείο θ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«θ)

Για λόγους εξακρίβωσης της ταυτότητας προσώπου που δεν πληροί ή δεν πληροί πλέον τους όρους που διέπουν την είσοδο, την παραμονή ή τη διαμονή στην επικράτεια των κρατών μελών, μπορεί να γίνεται αναζήτηση στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και στο ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 27 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226»·

γ)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«9.   Ο υπήκοος τρίτης χώρας ενημερώνεται σχετικά με τον μέγιστο αριθμό ημερών επιτρεπόμενης παραμονής, που συνυπολογίζει τον αριθμό εισόδων και τη διάρκεια παραμονής που επιτρέπεται από τη θεώρηση. Η ενημέρωση αυτή παρέχεται είτε από τον συνοριοφύλακα τη στιγμή των συνοριακών ελέγχων είτε μέσω του εξοπλισμού που είναι εγκατεστημένος στο σημείο διέλευσης των συνόρων και δίνει τη δυνατότητα στον υπήκοο τρίτης χώρας να χρησιμοποιήσει τη διαδικτυακή υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226».

5)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 8α

Χρήση συστημάτων αυτοεξυπηρέτησης για την εκ των προτέρων καταχώριση δεδομένων στο ΣΕΕ

1.   Τα πρόσωπα η διέλευση των οποίων από τα σύνορα υπόκειται σε καταχώριση στο ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 6α μπορούν να χρησιμοποιούν συστήματα αυτοεξυπηρέτησης για την εκ των προτέρων καταχώριση στο ΣΕΕ των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου, εφόσον πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις:

α)

το ταξιδιωτικό έγγραφο περιέχει ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης (μικροκύκλωμα) και η γνησιότητα και ακεραιότητα των δεδομένων του μικροκυκλώματος επιβεβαιώνονται με τη χρήση της πλήρους έγκυρης σειράς πιστοποιητικών·

β)

το ταξιδιωτικό έγγραφο περιέχει εικόνα προσώπου καταγεγραμμένη στο ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης (μικροκύκλωμα), η οποία είναι τεχνικά προσβάσιμη από το σύστημα αυτοεξυπηρέτησης, ώστε να εξακριβώνεται η ταυτότητα του κατόχου του ταξιδιωτικού εγγράφου μέσω αντιπαραβολής της εικόνας προσώπου που είναι καταγεγραμμένη στο μικροκύκλωμα και της πραγματικής εικόνας του προσώπου· εάν αυτό είναι τεχνικά και νομικά εφικτό, η επαλήθευση αυτή μπορεί να διενεργηθεί μέσω της αντιπαραβολής των πραγματικών δακτυλικών αποτυπωμάτων με τα δακτυλικά αποτυπώματα που έχουν καταχωρισθεί στο ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης (μικροκύκλωμα) του ταξιδιωτικού εγγράφου.

2.   Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, το σύστημα αυτοεξυπηρέτησης εξακριβώνει αν το πρόσωπο έχει ήδη καταχωριστεί στο ΣΕΕ και εξακριβώνει την ταυτότητα του υπηκόου τρίτης χώρας σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

3.   Σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, το σύστημα αυτοεξυπηρέτησης πραγματοποιεί ταυτοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 27 του εν λόγω κανονισμού.

Επιπλέον, σύμφωνα με τα το άρθρο 23 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, όταν πραγματοποιείται ταυτοποίηση στο ΣΕΕ:

α)

για υπηκόους τρίτης χώρας η διέλευση των οποίων από τα εξωτερικά σύνορα υπόκειται σε υποχρέωση θεώρησης, εάν από την αναζήτηση στο VIS με τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 προκύψει ότι το πρόσωπο είναι καταγεγραμμένο στο VIS, πραγματοποιείται επαλήθευση αποτυπωμάτων με αντιπαραβολή στα δεδομένα του VIS σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Σε περιπτώσεις στις οποίες δεν κατέστη δυνατή η εξακρίβωση του προσώπου σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, πραγματοποιείται πρόσβαση στα δεδομένα του VIS για ταυτοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008,

β)

για υπηκόους τρίτης χώρας η διέλευση των οποίων από τα εξωτερικά σύνορα δεν υπόκειται σε υποχρέωση θεώρησης και οι οποίοι δεν εντοπίζονται στο ΣΕΕ κατόπιν της ταυτοποίησης που διεξάγεται σύμφωνα με το άρθρο 27 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, το VIS χρησιμοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 19α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

4.   Σε περίπτωση που δεδομένα σχετικά με το πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δεν είναι καταγεγραμμένα στο ΣΕΕ σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3:

α)

οι υπήκοοι τρίτης χώρας η διέλευση των οποίων από τα εξωτερικά σύνορα υπόκειται σε υποχρέωση θεώρησης εγγράφουν εκ των προτέρων στο ΣΕΕ, μέσω του συστήματος αυτοεξυπηρέτησης, τα δεδομένα που παρατίθενται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 και στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία γ) έως στ) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και, κατά περίπτωση, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 6 του εν λόγω κανονισμού και οι υπήκοοι τρίτης χώρας η διέλευση των οποίων από τα εξωτερικά σύνορα δεν υπόκειται σε υποχρέωση θεώρησης εγγράφουν εκ των προτέρων στο ΣΕΕ, μέσω του συστήματος αυτοεξυπηρέτησης, τα δεδομένα που παρατίθενται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο γ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) του εν λόγω κανονισμού και, κατά περίπτωση, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του εν λόγω κανονισμού·

β)

στη συνέχεια, το πρόσωπο παραπέμπεται σε συνοριοφύλακα, ο οποίος:

i)

προβαίνει σε εκ των προτέρων εγγραφή των δεδομένων αυτών εάν όλα τα απαιτούμενα δεδομένα δεν ήταν δυνατόν να συλλεχθούν μέσω του συστήματος αυτοεξυπηρέτησης,

ii)

επαληθεύει:

ότι το ταξιδιωτικό έγγραφο που χρησιμοποιήθηκε στο σύστημα αυτοεξυπηρέτησης αντιστοιχεί σε αυτό που προσκομίζει το πρόσωπο που βρίσκεται ενώπιον του συνοριοφύλακα,

ότι η πραγματική εικόνα του οικείου προσώπου αντιστοιχεί στην εικόνα προσώπου που καταχωρίστηκε μέσω του συστήματος αυτοεξυπηρέτησης, και

για πρόσωπα που δεν διαθέτουν την απαιτούμενη θεώρηση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 539/2001, ότι τα πραγματικά αποτυπώματα του οικείου προσώπου αντιστοιχούν στα αποτυπώματα που καταχωρίστηκαν μέσω του συστήματος αυτοεξυπηρέτησης·

iii)

όταν έχει ληφθεί απόφαση που επιτρέπει ή απαγορεύει την είσοδο, επιβεβαιώνει τα δεδομένα που αναφέρονται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου και εισάγει στο ΣΕΕ τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 16 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) και 18 παράγραφος 6 στοιχεία α), β), γ) και δ) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

5.   Εάν από τις ενέργειες που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 προκύψει ότι υπάρχουν δεδομένα καταγεγραμμένα στο ΣΕΕ για το πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, το σύστημα αυτοεξυπηρέτησης αξιολογεί αν πρέπει να ενημερωθούν περισσότερα δεδομένα από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχείο α).

6.   Εάν, η αξιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο 5, αποκαλύψει ότι το πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 διαθέτει ατομικό φάκελο καταχωρισμένο στο ΣΕΕ, αλλά απαιτείται ενημέρωση των δεδομένων του, το πρόσωπο:

α)

ενημερώνει τα δεδομένα στο ΣΕΕ εγγράφοντας τα δεδομένα εκ των προτέρων στο σύστημα αυτοεξυπηρέτησης·

β)

παραπέμπεται σε συνοριοφύλακα ο οποίος εξακριβώνει την ορθότητα των ενημερωμένων δεδομένων σύμφωνα με το στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου και, όταν ληφθεί απόφαση έγκρισης ή άρνησης εισόδου, ενημερώνει τον ατομικό φάκελο σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

7.   Η λειτουργία των συστημάτων αυτοεξυπηρέτησης πραγματοποιείται υπό την εποπτεία συνοριοφύλακα ο οποίος είναι υπεύθυνος να εντοπίζει τυχόν ακατάλληλη, δόλια ή αντικανονική χρήση του συστήματος αυτοεξυπηρέτησης.

Άρθρο 8β

Χρήση συστημάτων αυτοεξυπηρέτησης και ηλεκτρονικών θυρών για τη συνοριακή διέλευση προσώπων των οποίων η διέλευση υπόκειται σε καταχώριση στο ΣΕΕ

1.   Η χρήση συστήματος αυτοεξυπηρέτησης μπορεί να επιτρέπεται σε πρόσωπα των οποίων η διέλευση από τα σύνορα υπόκειται σε καταχώριση στο ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 6α, για τη διενέργεια των συνοριακών ελέγχων τους, εάν πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις:

α)

το ταξιδιωτικό έγγραφο περιέχει ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης (μικροκύκλωμα) και η γνησιότητα και ακεραιότητα των δεδομένων του μικροκυκλώματος επιβεβαιώνονται με τη χρήση της πλήρους έγκυρης σειράς πιστοποιητικών·

β)

το ταξιδιωτικό έγγραφο περιέχει εικόνα προσώπου καταγεγραμμένη στο ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης (μικροκύκλωμα), η οποία είναι τεχνικά προσβάσιμη από το σύστημα αυτοεξυπηρέτησης, ώστε να εξακριβώνεται η ταυτότητα του κατόχου του ταξιδιωτικού εγγράφου μέσω αντιπαραβολής της εν λόγω εικόνας προσώπου ή της πραγματικής εικόνας του προσώπου· και

γ)

το πρόσωπο έχει ήδη εγγραφεί ή εγγραφεί εκ των προτέρων στο ΣΕΕ.

2.   Στην περίπτωση που πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, οι συνοριακοί έλεγχοι κατά την είσοδο που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 και στο άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β) και οι συνοριακοί έλεγχοι κατά την έξοδο που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 και στο άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχεία ζ) και η) μπορούν να διεξάγονται μέσω συστήματος αυτοεξυπηρέτησης. Όταν διεξάγονται μέσω συστήματος αυτοματοποιημένου συνοριακού ελέγχου, οι συνοριακοί έλεγχοι κατά την έξοδο περιλαμβάνουν τους ελέγχους που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχείο η).

Στην περίπτωση που επιτραπεί η πρόσβαση προσώπου σε εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης που έχει θεσπιστεί από κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 8δ, οι συνοριακοί έλεγχοι που διενεργούνται με σύστημα αυτοεξυπηρέτησης κατά την είσοδο δύνανται να παραλείπουν την εξέταση των πτυχών που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχείο α) σημεία iv) και v) κατά τη διέλευση του εν λόγω προσώπου των εξωτερικών συνόρων του συγκεκριμένου κράτους μέλους ή των εξωτερικών συνόρων κράτους μέλους που έχει συνάψει συμφωνία με το κράτος μέλος που επέτρεψε την είσοδο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 8στ παράγραφος 9.

3.   Κατά την είσοδο και την έξοδο, τα αποτελέσματα των συνοριακών ελέγχων που διεξάγονται μέσω του συστήματος αυτοεξυπηρέτησης τίθενται στη διάθεση συνοριοφύλακα. Ο εν λόγω συνοριοφύλακας παρακολουθεί τα αποτελέσματα των συνοριακών ελέγχων και, λαμβάνοντάς τα υπόψη, επιτρέπει την είσοδο ή την έξοδο ή, διαφορετικά, παραπέμπει το πρόσωπο σε συνοριοφύλακα ο οποίος διενεργεί περαιτέρω ελέγχους.

4.   Το εν λόγω πρόσωπο παραπέμπεται σε συνοριοφύλακα σύμφωνα με την παράγραφο 3 σε μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

εάν δεν πληρούνται μία ή περισσότερες από τις προϋποθέσεις που απαριθμούνται στην παράγραφο 1·

β)

εάν από τους ελέγχους κατά την είσοδο ή την έξοδο σύμφωνα με την παράγραφο 2 προκύπτει ότι δεν πληρούνται οι όροι εισόδου ή εξόδου·

γ)

εάν τα αποτελέσματα των ελέγχων κατά την είσοδο ή την έξοδο σύμφωνα με την παράγραφο 2 θέτουν υπό αμφισβήτηση την ταυτότητα του προσώπου ή όταν αποκαλύπτουν ότι το πρόσωπο θεωρείται απειλή κατά της εσωτερικής ασφάλειας, της δημόσιας τάξης, των διεθνών σχέσεων οποιουδήποτε κράτους μέλους ή της δημόσιας υγείας·

δ)

στην περίπτωση που εγείρονται αμφιβολίες·

ε)

εάν δεν υπάρχουν διαθέσιμες ηλεκτρονικές θύρες.

5.   Εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4, ο συνοριοφύλακας που εποπτεύει τη διέλευση των συνόρων μπορεί να αποφασίσει, για άλλους λόγους, να παραπέμψει το πρόσωπο το οποίο χρησιμοποιεί το σύστημα αυτοεξυπηρέτησης σε συνοριοφύλακα.

6.   Η χρήση ηλεκτρονικής θύρας μπορεί να επιτρέπεται σε πρόσωπα η διέλευση των οποίων από τα σύνορα υπόκειται σε καταχώριση στο ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 6α παράγραφος 1 και τα οποία χρησιμοποίησαν σύστημα αυτοεξυπηρέτησης για την πραγματοποίηση των συνοριακών ελέγχων τους. Όταν χρησιμοποιείται ηλεκτρονική θύρα, η αντίστοιχη καταχώριση στο μητρώο εισόδου/εξόδου και η σύνδεση αυτού του μητρώου με τον ατομικό φάκελο του αντίστοιχου προσώπου σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 πραγματοποιούνται κατά τη συνοριακή διέλευση μέσω της ηλεκτρονικής θύρας. Όταν η ηλεκτρονική θύρα και το σύστημα αυτοεξυπηρέτησης δεν βρίσκονται στο ίδιο φυσικό σημείο, πραγματοποιείται επαλήθευση της ταυτότητας του χρήστη στην ηλεκτρονική θύρα, προκειμένου να διαπιστωθεί ότι το πρόσωπο που χρησιμοποιεί την ηλεκτρονική θύρα είναι όντως το πρόσωπο που χρησιμοποίησε το σύστημα αυτοεξυπηρέτησης. Η επαλήθευση πραγματοποιείται με τη χρήση τουλάχιστον ενός βιομετρικού αναγνωριστικού στοιχείου.

7.   Σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) ή β) του παρόντος άρθρου ή και στα δύο στοιχεία, ένα μέρος των συνοριακών ελέγχων κατά την είσοδο σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β) και ένα μέρος των συνοριακών ελέγχων κατά την έξοδο σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχεία ζ) και η) μπορεί να διεξαχθεί με τη χρήση συστήματος αυτοεξυπηρέτησης. Ο συνοριοφύλακας μπορεί να εκτελεί μόνο τις εν λόγω επαληθεύσεις, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β) και σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχεία ζ) και η), που δεν ήταν δυνατόν να διενεργηθούν μέσω του συστήματος αυτοεξυπηρέτησης. Επίσης, ο εν λόγω συνοριοφύλακας εξακριβώνει ότι το ταξιδιωτικό έγγραφο που χρησιμοποιήθηκε στο σύστημα αυτοεξυπηρέτησης αντιστοιχεί σε αυτό που έχει το πρόσωπο που βρίσκεται ενώπιόν του.

8.   Η λειτουργία των συστημάτων αυτοεξυπηρέτησης και των ηλεκτρονικών θυρών πραγματοποιείται υπό την εποπτεία συνοριοφύλακα ο οποίος είναι υπεύθυνος να εντοπίζει τυχόν ακατάλληλη, δόλια ή αντικανονική χρήση του συστήματος αυτοεξυπηρέτησης, της ηλεκτρονικής θύρας ή και των δύο.

9.   Το παρόν άρθρο ισχύει με την επιφύλαξη της δυνατότητας των κρατών μελών να επιτρέπουν τη χρήση συστημάτων αυτοεξυπηρέτησης, ηλεκτρονικών θυρών, ή και των δύο, για τη συνοριακή διέλευση πολιτών της Ένωσης, των πολιτών κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελευθέρων Συναλλαγών του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, των πολιτών της Ελβετίας και υπηκόων τρίτων χωρών των οποίων η συνοριακή διέλευση δεν υπόκειται σε καταχώριση στο ΣΕΕ.

Άρθρο 8γ

Πρότυπα για τα συστήματα αυτοματοποιημένου συνοριακού ελέγχου

Τα συστήματα αυτοματοποιημένου συνοριακού ελέγχου σχεδιάζονται, κατά το δυνατόν, κατά τρόπο ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν από όλους, με εξαίρεση τα παιδιά ηλικίας κάτω των 12 ετών. Σχεδιάζονται επίσης κατά τρόπο ώστε να σέβονται πλήρως την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ιδίως σε περιπτώσεις που αφορούν ευάλωτα πρόσωπα. Εάν τα κράτη μέλη αποφασίσουν να χρησιμοποιούν τα συστήματα αυτοματοποιημένου συνοριακού ελέγχου, διασφαλίζουν την παρουσία επαρκούς προσωπικού για την παροχή βοήθειας στα άτομα που χρησιμοποιούν τα συστήματα αυτά.

Άρθρο 8δ

Εθνικά προγράμματα διευκόλυνσης

1.   Κάθε κράτος μέλος μπορεί να θεσπίσει εθελοντικό πρόγραμμα («εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης»), προκειμένου να δίνει τη δυνατότητα σε υπηκόους τρίτων χωρών, ή σε υπηκόους μιας συγκεκριμένης τρίτης χώρας οι οποίοι δεν απολαύουν του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας δυνάμει του δικαίου της Ένωσης, να επωφελούνται από τις διευκολύνσεις που παρέχονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 κατά τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων κράτους μέλους.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχείο α), όσον αφορά υπηκόους τρίτων χωρών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης στο εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης, οι ενδελεχείς έλεγχοι κατά την είσοδο δεν οφείλουν να περιλαμβάνουν υποχρεωτική εξέταση των πτυχών που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχείο α) σημεία iv) και v) κατά τη διέλευση των εν λόγω υπηκόων τρίτων χωρών από τα εξωτερικά σύνορα κράτους μέλους.

3.   Το κράτος μέλος διενεργεί προκαταρκτικό έλεγχο των υπηκόων τρίτων χωρών που υποβάλλουν αίτηση συμμετοχής στο εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης για να επαληθεύσει ιδιαίτερα ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4.

Ο προκαταρκτικός έλεγχος επί των εν λόγω υπηκόων τρίτων χωρών διενεργείται από τους συνοριοφύλακες, από τις αρχές θεώρησης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4 σημείο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 ή από τις αρχές μετανάστευσης όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

4.   Οι αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 3 παρέχουν πρόσβαση σε πρόσωπο στο εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης μόνο εφόσον πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις:

α)

ο αιτών πληροί τους όρους εισόδου που ορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1·

β)

το ταξιδιωτικό έγγραφο του αιτούντος και, ενδεχομένως, η θεώρηση, η θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας ή η άδεια διαμονής είναι έγκυρα και όχι πλαστά ή παραποιημένα·

γ)

ο αιτών αποδεικνύει την ανάγκη για συχνό ή τακτικό ταξίδι ή αιτιολογεί την πρόθεσή του να ταξιδεύει συχνά ή τακτικά·

δ)

o αιτών αποδεικνύει την ακεραιότητα και την αξιοπιστία του και ιδίως, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, τη νόμιμη χρήση προηγούμενων θεωρήσεων ή θεωρήσεων περιορισμένης εδαφικής ισχύος, την οικονομική του κατάσταση στη χώρα καταγωγής και την πραγματική πρόθεσή του να εγκαταλείψει την επικράτεια των κρατών μελών πριν από το πέρας της επιτρεπόμενης περιόδου παραμονής. Σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, οι αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου έχουν πρόσβαση στο ΣΕΕ για να εξακριβώνουν ότι ο αιτών δεν έχει προγενέστερα υπερβεί τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών·

ε)

ο αιτών αιτιολογεί τον σκοπό και τους όρους της προβλεπόμενης παραμονής·

στ)

ο αιτών διαθέτει επαρκή μέσα διαβίωσης τόσο για τη διάρκεια της προβλεπόμενης παραμονής όσο και για την επιστροφή στη χώρα καταγωγής ή διαμονής ή ο αιτών είναι σε θέση να αποκτήσει αυτά τα μέσα νομίμως·

ζ)

πραγματοποιείται αναζήτηση στο SIS.

5.   Η πρώτη πρόσβαση στο εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης παρέχεται για μέγιστο διάστημα ενός έτους. Η πρόσβαση μπορεί να παραταθεί για μέγιστο διάστημα πέντε επιπλέον ετών ή έως τη λήξη της ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου, τυχόν εκδοθεισών θεωρήσεων πολλαπλών εισόδων, θεωρήσεων για παραμονή μακράς διάρκειας και αδειών διαμονής, αναλόγως ποιο διάστημα είναι βραχύτερο.

Σε περίπτωση παράτασης, το κράτος μέλος επανεκτιμά κάθε χρόνο την κατάσταση κάθε υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος έχει πρόσβαση στο εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης, ώστε να διασφαλίζεται ότι, βάσει ενημερωμένων πληροφοριών, ο εν λόγω υπήκοος τρίτης χώρας εξακολουθεί να πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 4. Η επανεκτίμηση αυτή μπορεί να διενεργείται με την ευκαιρία των συνοριακών ελέγχων.

6.   Οι ενδελεχείς έλεγχοι κατά την είσοδο σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β) και οι ενδελεχείς έλεγχοι κατά την έξοδο σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχείο ζ) περιλαμβάνουν επίσης την επαλήθευση του γεγονότος ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας διαθέτει έγκυρη πρόσβαση στο εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης.

Οι συνοριοφύλακες μπορούν να προβαίνουν στην επαλήθευση των στοιχείων του υπηκόου τρίτης χώρας που επωφελείται από το εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης κατά την είσοδο σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β) και κατά την έξοδο σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχείο ζ) χωρίς ηλεκτρονική αντιπαραβολή βιομετρικών στοιχείων, αλλά με αντιπαραβολή της εικόνας προσώπου που λαμβάνεται από το ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης (μικροκύκλωμα) και της εικόνας προσώπου στον ατομικό φάκελο ΣΕΕ του υπηκόου τρίτης χώρας με το πρόσωπο του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας. Πλήρης επαλήθευση των στοιχείων διενεργείται τυχαία και βάσει ανάλυσης κινδύνου.

7.   Οι αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 3 ανακαλούν αμέσως την πρόσβαση υπηκόου τρίτης χώρας στο εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης εάν καθίσταται προφανές ότι οι όροι πρόσβασης στο εν λόγω πρόγραμμα δεν πληρούνταν ή δεν πληρούνται πλέον.

8.   Κατά την επαλήθευση σύμφωνα με την παράγραφο 3 για το αν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4, δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στην εκτίμηση του κατά πόσον ο αιτών παρουσιάζει κίνδυνο παράνομης μετανάστευσης ή κίνδυνο για την ασφάλεια οποιουδήποτε κράτους μέλους και κατά πόσον ο αιτών προτίθεται να εγκαταλείψει την επικράτεια των κρατών μελών κατά τη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής.

Τα μέσα διαβίωσης για την προβλεπόμενη παραμονή αξιολογούνται ανάλογα με τη διάρκεια και τον σκοπό της προβλεπόμενης παραμονής ή παραμονών και σε σχέση με τις μέσες τιμές στέγασης και διατροφής στο ή στα οικεία κράτη μέλη, οι οποίες υπολογίζονται με βάση τιμές οικονομικών ξενοδοχείων, βάσει των ποσών αναφοράς που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφος 1 στοιχείο γ). Απόδειξη οικονομικής κάλυψης, ιδιωτικού καταλύματος ή και των δύο μπορεί επίσης να αποτελέσει αποδεικτικό στοιχείο επαρκών μέσων διαβίωσης.

Η εξέταση αίτησης βασίζεται ιδίως στην εγκυρότητα και αξιοπιστία των υποβληθέντων εγγράφων και στην αλήθεια και αξιοπιστία των δηλώσεων του αιτούντος. Εάν ένα κράτος μέλος που είναι αρμόδιο να εξετάσει μια αίτηση έχει αμφιβολίες σχετικά με τον αιτούντα, τις δηλώσεις του αιτούντος ή τα συνοδευτικά έγγραφα που έχουν παρασχεθεί, μπορεί να συμβουλευτεί άλλα κράτη μέλη πριν λάβει οποιαδήποτε απόφαση σχετικά με την αίτηση.

9.   Δύο ή περισσότερα κράτη μέλη τα οποία έχουν θεσπίσει το δικό τους εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης σύμφωνα με το παρόν άρθρο μπορούν να συνάψουν μεταξύ τους συμφωνία, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι δικαιούχοι των εθνικών τους προγραμμάτων διευκόλυνσης μπορούν να επωφεληθούν από τις διευκολύνσεις που αναγνωρίζονται από το άλλο ή τα άλλα εθνικά προγράμματα διευκόλυνσης. Εντός ενός μηνός από τη σύναψη της συμφωνίας, διαβιβάζεται αντίγραφό της στην Επιτροπή.

10.   Κατά τη θέσπιση παρόμοιου εθνικού προγράμματος διευκόλυνσης, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το λειτουργικό σύστημα του προγράμματος συμμορφώνεται με τα πρότυπα ασφαλείας δεδομένων που προβλέπονται στο άρθρο 43 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226. Τα κράτη μέλη διενεργούν κατάλληλη αξιολόγηση κινδύνου ως προς την ασφάλεια των πληροφοριών και οι αρμοδιότητες στον τομέα της ασφάλειας, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, καθίστανται σαφείς.

11.   Έως το τέλος του τρίτου έτους εφαρμογής του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο αξιολόγηση της εφαρμογής του. Βάσει αυτής της αξιολόγησης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δύνανται να καλέσουν την Επιτροπή να προτείνει τη θέσπιση προγράμματος της Ένωσης για τακτικούς και υποβληθέντες σε προκαταρκτικό έλεγχο ταξιδιώτες υπηκόους τρίτων χωρών.».

6)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Ακόμη και σε περίπτωση απλούστευσης των ελέγχων, ο συνοριοφύλακας καταχωρίζει τα δεδομένα στο ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 6α. Όταν τα δεδομένα δεν είναι δυνατόν να καταχωριστούν με ηλεκτρονικά μέσα, καταχωρίζονται ιδιοχείρως.»·

β)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 3α:

«3α.   Εάν είναι τεχνικά αδύνατη η εισαγωγή δεδομένων στο κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ ή στην περίπτωση βλάβης του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ, εφαρμόζονται όλες οι κατωτέρω διατάξεις:

i)

κατά παρέκκλιση από το άρθρο 6α του παρόντος κανονισμού, τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 16 έως 20 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 αποθηκεύονται προσωρινά στην εθνική ενιαία διεπαφή, όπως ορίζεται στο άρθρο 7 του εν λόγω κανονισμού. Εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, τα δεδομένα αποθηκεύονται προσωρινώς επιτόπου υπό ηλεκτρονική μορφή. Και στις δύο περιπτώσεις, τα δεδομένα εισάγονται στο κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ μόλις διορθωθεί η τεχνική αδυναμία ή βλάβη. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα και αναπτύσσουν την απαιτούμενη υποδομή, τον απαιτούμενο εξοπλισμό και τους απαιτούμενους πόρους, προκειμένου να διασφαλίσουν ότι είναι δυνατή η εν λόγω προσωρινή αποθήκευση σε τοπικό επίπεδο οποιαδήποτε στιγμή και για οποιοδήποτε από τα σημεία διέλευσης των συνόρων τους.

Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης διενέργειας συνοριακών ελέγχων βάσει του παρόντος κανονισμού στην εξαιρετική περίπτωση κατά την οποία είναι τεχνικώς αδύνατη η εισαγωγή δεδομένων στο κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ και την εθνική ενιαία διεπαφή, ενώ η προσωρινή αποθήκευση σε τοπικό επίπεδο δεδομένων σε ηλεκτρονική μορφή είναι τεχνικώς αδύνατη, ο συνοριοφύλακας αποθηκεύει ιδιοχείρως τα δεδομένα εισόδου/εξόδου σύμφωνα με τα άρθρα 16 έως 20 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, με εξαίρεση τα βιομετρικά δεδομένα, και επιθέτει σφραγίδα εισόδου ή εξόδου στο ταξιδιωτικό έγγραφο του υπηκόου τρίτης χώρας. Τα δεδομένα αυτά εισάγονται στο κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ μόλις υπάρξει η τεχνική δυνατότητα.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή κατά το άρθρο 21 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, σχετικά με τη σφράγιση ταξιδιωτικών εγγράφων στην περίπτωση των εξαιρετικών περιπτώσεων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο του παρόντος σημείου·

ii)

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχείο α) σημείο iii) και στοιχείο ζ) σημείο iv) του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά υπηκόους τρίτων χωρών που διαθέτουν θεώρηση όπως αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β), εάν είναι τεχνικά δυνατόν, η επαλήθευση της ταυτότητας του κατόχου της θεώρησης πραγματοποιείται με απευθείας αναζήτηση στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.».

7)

Στο άρθρο 10, παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«3α.   Εάν τα κράτη μέλη αποφασίσουν τη χρησιμοποίηση ηλεκτρονικών θυρών, συστημάτων αυτοεξυπηρέτησης ή συστημάτων αυτοματοποιημένου συνοριακού ελέγχου, χρησιμοποιούν τις πινακίδες που προβλέπονται στο μέρος Δ του παραρτήματος III για τον προσδιορισμό των αντίστοιχων λωρίδων.

3β.   Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη αποφασίσουν να δημιουργήσουν εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης σύμφωνα με το άρθρο 8δ, μπορούν να αποφασίσουν να χρησιμοποιούν ειδικούς διαδρόμους για τους υπηκόους τρίτων χωρών που επωφελούνται από το εν λόγω εθνικό πρόγραμμα. Χρησιμοποιούν τις πινακίδες που προβλέπονται στο μέρος Ε του παραρτήματος III για τον προσδιορισμό των αντίστοιχων λωρίδων.».

8)

Το άρθρο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 11

Σφράγιση ταξιδιωτικών εγγράφων

1.   Όταν προβλέπεται ρητώς από το εθνικό του δίκαιο, ένα κράτος μέλος μπορεί, κατά την είσοδο και την έξοδο, να σφραγίζει τα ταξιδιωτικά έγγραφα υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους έχει χορηγηθεί άδεια διαμονής ή θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας εκδοθείσα από το εν λόγω κράτος μέλος.

2.   Το ταξιδιωτικό έγγραφο υπηκόου τρίτης χώρας, ο οποίος είναι κάτοχος εγγράφου διευκόλυνσης της σιδηροδρομικής διέλευσης που έχει εκδοθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 693/2003 σφραγίζεται κατά την είσοδο και την έξοδο. Επιπλέον, το ταξιδιωτικό έγγραφο υπηκόου τρίτης χώρας, ο οποίος είναι κάτοχος έγκυρου εγγράφου διευκόλυνσης της διέλευσης που έχει εκδοθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 693/2003, και διέρχεται τα σύνορα σιδηροδρομικώς χωρίς να αποβιβάζεται στο έδαφος κράτους μέλους, σφραγίζεται κατά την είσοδο και την έξοδο.

3.   Τα ταξιδιωτικά έγγραφα των υπηκόου τρίτης χώρας που εισέρχονται ή εξέρχονται, με βάση εθνική θεώρηση βραχείας παραμονής για μία ή για δύο εισόδους, από την επικράτεια κράτους μέλους που δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν, αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ, σφραγίζονται κατά την είσοδο και την έξοδο.

4.   Οι πρακτικές ρυθμίσεις της σφράγισης ορίζονται στο παράρτημα IV.».

9)

Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 12

Τεκμήριο διάρκειας βραχείας παραμονής

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 12α, εάν δεν έχει δημιουργηθεί ατομικός φάκελος στο ΣΕΕ για υπήκοο τρίτης χώρας ευρισκόμενο στην επικράτεια κράτους μέλους ή η καταχώριση εισόδου/εξόδου του υπηκόου τρίτης χώρας δεν περιλαμβάνει ημερομηνία εξόδου μετά την ημερομηνία λήξης της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής, οι αρμόδιες εθνικές αρχές μπορούν να τεκμαίρουν ότι ο εν λόγω υπήκοος τρίτης χώρας δεν πληροί ή έχει παύσει να πληροί τις προϋποθέσεις της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών.

2.   Το τεκμήριο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν ισχύει για υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δύνανται να προσκομίζουν, με οποιοδήποτε μέσο, αξιόπιστη απόδειξη ότι απολαύουν του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας βάσει του δικαίου της Ένωσης ή ότι διαθέτουν άδεια διαμονής ή θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας. Το άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 εφαρμόζεται κατά περίπτωση.

3.   Το τεκμήριο της παραγράφου 1 ανατρέπεται αν ο υπήκοος τρίτης χώρας προσκομίσει, με οποιοδήποτε μέσο, αξιόπιστη απόδειξη, όπως εισιτήρια ή αποδεικτικά στοιχεία της παρουσίας του εκτός της επικράτειας του κράτους μέλους ή της ημερομηνίας λήξης προηγούμενης άδειας διαμονής ή θεώρησης για παραμονή μακράς διάρκειας, από τα οποία να συνάγεται ότι έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις όσον αφορά τη διάρκεια βραχείας παραμονής.

Στην περίπτωση ανατροπής του τεκμηρίου οι αρμόδιες αρχές δημιουργούν ατομικό φάκελο στο ΣΕΕ, εάν χρειάζεται, ή σημειώνουν στο ΣΕΕ την ημερομηνία κατά την οποία, καθώς και τον τόπο στον οποίο, ο υπήκοος τρίτης χώρας διήλθε τα εξωτερικά σύνορα ενός από τα κράτη μέλη ή τα εσωτερικά σύνορα κράτους μέλους που δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν, αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

4.   Σε περίπτωση μη ανατροπής του τεκμηρίου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, επιτρέπεται η επιστροφή υπηκόου τρίτης χώρας ευρισκόμενου στην επικράτεια των κρατών μελών σύμφωνα με την οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*7).

Ο υπήκοος τρίτης χώρας που απολαύει του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης μπορεί να επιστραφεί μόνο σύμφωνα με την οδηγία 2004/38/ΕΚ.

10)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 12α

Μεταβατική περίοδος και μεταβατικά μέτρα

1.   Για περίοδο 180 ημερών από την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ, προκειμένου να εξακριβώνεται κατά την είσοδο και έξοδο ότι ένα πρόσωπο που εισήλθε για βραχεία διαμονή δεν έχει υπερβεί τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής και ενδεχομένως για να ελέγχεται κατά την είσοδο ότι δεν έχει γίνει υπέρβαση του αριθμού εισόδων που επιτρέπει η θεώρηση βραχείας διαμονής για μία ή δύο εισόδους, οι συνοριοφύλακες λαμβάνουν υπόψη την παραμονή στην επικράτεια των κρατών μελών κατά τη διάρκεια των 180 ημερών που προηγούνται της εισόδου ή της εξόδου, ελέγχοντας τις σφραγίδες στα ταξιδιωτικά έγγραφα επιπλέον των δεδομένων εισόδου/εξόδου που έχουν καταχωριστεί στο ΣΕΕ.

2.   Όταν ένα πρόσωπο έχει εισέλθει στην επικράτεια των κρατών μελών πριν την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ και εξέρχεται αυτής μετά από την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ, δημιουργείται κατά την έξοδο ατομικό μητρώο στο ΣΕΕ και η ημερομηνία της συγκεκριμένης εισόδου καταγράφεται στο μητρώο εισόδου/εξόδου σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 . Η εφαρμογή της παρούσας παραγράφου δεν υπόκειται στον περιορισμό της περιόδου των 180 ημερών από τη θέση σε λειτουργία του ΣΕΕ όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1. Στην περίπτωση ασυμφωνίας μεταξύ της ημερομηνίας της σφραγίδας εισόδου και των δεδομένων που έχουν καταχωριστεί στο ΣΕΕ, υπερισχύει η ημερομηνία της σφραγίδας εισόδου.».

11)

Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 2 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Τα δεδομένα υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους δεν δίνεται άδεια εισόδου για βραχεία παραμονή καταχωρίζονται στο ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 6α παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

β)

Στην παράγραφο 3 το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Με την επιφύλαξη ενδεχόμενης αποζημίωσης βάσει του εθνικού δικαίου, ο υπήκοος τρίτης χώρας δικαιούται να ζητήσει τη διόρθωση των δεδομένων που έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ ή της ακυρωθείσας σφραγίδας εισόδου, ή και των δύο, και τυχόν άλλων ακυρώσεων ή προσθηκών, από το κράτος μέλος το οποίο του απαγόρευσε την είσοδο εφόσον αποδειχθεί, συνεπεία της προσφυγής, ότι η απόφαση περί άρνησης εισόδου ήταν αβάσιμη.».

12)

Το άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

Οι αρχηγοί κρατών, οι αρχηγοί κυβερνήσεων και τα μέλη της εθνικής κυβέρνησης με τη συνοδεία των συζύγων τους και τα μέλη της επίσημης αντιπροσωπείας τους, οι μονάρχες και άλλα ανώτερα μέλη της βασιλικής οικογένειας·».

13)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 42α

Μεταβατικά μέτρα για τα κράτη μέλη που δεν εφαρμόζουν ακόμη το ΣΕΕ

1.   Τα ταξιδιωτικά έγγραφα των υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι διέρχονται από τα σύνορα των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 66 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 σφραγίζονται συστηματικά κατά την είσοδο και την έξοδο.

Τα ταξιδιωτικά έγγραφα των υπηκόων τρίτων χωρών, στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 6α παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του παρόντος κανονισμού και οι οποίοι διέρχονται από τα σύνορα των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 66 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, σφραγίζονται συστηματικά κατά την είσοδο και την έξοδο.

Οι εν λόγω υποχρεώσεις σφράγισης εφαρμόζονται και στην περίπτωση απλούστευσης των συνοριακών ελέγχων σύμφωνα με το άρθρο 9 του παρόντος κανονισμού.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, δεν σφραγίζονται τα ταξιδιωτικά έγγραφα υπηκόων τρίτων χωρών, τα οποία προβλέπονται στο άρθρο 6α παράγραφος 3 στοιχεία α), β) και στ), στο άρθρο 6α παράγραφος 3 στοιχείο ζ) σημεία i), ii), iii) και vii) και στο άρθρο 6α παράγραφος 3 στοιχείο ι).

3.   Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού που αφορούν τα δεδομένα εισόδου/εξόδου που έχουν καταχωριστεί στο ΣΕΕ και την έλλειψη τέτοιων δεδομένων στο ΣΕΕ, ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχείο α) σημείο iiiα) και στοιχείο ζ) σημείο iv), το άρθρο 8δ παράγραφος 4 στοιχείο δ) και το άρθρο 12, εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στη σφραγίδα εισόδου και εξόδου.

4.   Σε περίπτωση που ανατραπεί το τεκμήριο που αφορά την εκπλήρωση των προϋποθέσεων της διάρκειας παραμονής, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2, ο υπήκοος τρίτης χώρας ο οποίος βρίσκεται στο έδαφος κράτους μέλους που δεν εφαρμόζει ακόμη το ΣΕΕ δικαιούται να ζητήσει να αναγραφεί στο ταξιδιωτικό του έγγραφο η ημερομηνία και το σημείο διέλευσής του από τα εξωτερικά σύνορα ή τα εσωτερικά σύνορα του εν λόγω κράτους μέλους. Ο υπήκοος της τρίτης χώρας μπορεί επίσης να λάβει έντυπο όπως το προβλεπόμενο στο παράρτημα VIII.

5.   Εφαρμόζονται οι διατάξεις που αφορούν τη σφράγιση, οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα IV.

6.   Τα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 66 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 σφραγίζουν τα ταξιδιωτικά έγγραφα των υπηκόων τρίτων χωρών, των οποίων η είσοδος για βραχεία παραμονή έχει απορριφθεί στα σύνορα. Η σφράγιση πραγματοποιείται σύμφωνα με τις προδιαγραφές που καθορίζονται στο παράρτημα V μέρος A σημείο 1(δ).

7.   Οι υποχρεώσεις σφράγισης βάσει των παραγράφων 1 έως 6 ισχύουν μέχρι την ημερομηνία έναρξης της λειτουργίας του ΣΕΕ στο οικείο κράτος μέλος.».

14)

Τα παραρτήματα III, IV, V και VII τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του ΣΕΕ, όπως καθορίζεται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 66 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται, από την ημερομηνία σύνδεσής τους με το ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, στα αναφερόμενα στο προαναφερθέν άρθρο κράτη μέλη τα οποία δεν εφαρμόζουν ακόμη το ΣΕΕ. Εν αναμονή της σύνδεσης τους με το ΣΕΕ, οι μεταβατικές διατάξεις σχετικά με τη σφράγιση ταξιδιωτικών εγγράφων που καθορίζονται στο άρθρο 42α του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, ισχύουν για τα εν λόγω κράτη μέλη.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Βρυξέλλες, 30 Νοεμβρίου 2017.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. MAASIKAS


(1)  ΕΕ C 487 της 28.12.2016, σ. 66.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2017 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Νοεμβρίου 2017.

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ L 77 της 23.3.2016, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ) για την καταχώριση δεδομένων εισόδου και εξόδου και δεδομένων άρνησης εισόδου των υπηκόων τρίτων χωρών που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον καθορισμό των όρων πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου, και την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 (βλέπε σελίδα 20 της Επίσημης Εφημερίδας).

(5)  Απόφαση 2004/512/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2004, για τη δημιουργία του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) (ΕΕ L 213 της 15.6.2004, σ. 5).

(6)  Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ (ΕΕ L 158 της 30.4.2004, σ. 77).

(7)  Απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43).

(8)  Απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20).

(9)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.

(10)  Απόφαση 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής της συμφωνίας που έχει συναφθεί από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31).

(11)  ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 52.

(12)  Απόφαση 2008/146/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2008, για τη σύναψη εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 1).

(13)  ΕΕ L 160 της 18.6.2011, σ. 21.

(14)  Απόφαση 2011/350/ΕΕ του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2011, για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν, όσον αφορά την κατάργηση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα και την κυκλοφορία των προσώπων (ΕΕ L 160 της 18.6.2011, σ. 19).

(15)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(*1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ) για την καταχώριση δεδομένων εισόδου και εξόδου και δεδομένων άρνησης εισόδου των υπηκόων τρίτων χωρών που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και τον καθορισμό των όρων πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου, και την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν και την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 (ΕΕ L 327 της 9.12.2017, σ. 20).».

(*2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας (Κανονισμός VIS) (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 60).».

(*3)  Οδηγία 2014/66/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών στο πλαίσιο ενδοεταιρικής μετάθεσης (ΕΕ L 157 της 27.5.2014, σ. 1).

(*4)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/801 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την έρευνα, τις σπουδές, την πρακτική άσκηση, την εθελοντική υπηρεσία, τις ανταλλαγές μαθητών ή τα εκπαιδευτικά προγράμματα και την απασχόληση των εσωτερικών άμισθων βοηθών (au pair) (ΕΕ L 132 της 21.5.2016, σ. 21).

(*5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1931/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, περί κανόνων σχετικά με την τοπική διασυνοριακή κυκλοφορία στα εξωτερικά χερσαία σύνορα των κρατών μελών και τροποποιήσεως των διατάξεων της σύμβασης Σένγκεν (ΕΕ L 405 της 30.12.2006, σ. 1).

(*6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 693/2003 του Συμβουλίου, της 14ης Απριλίου 2003, για την καθιέρωση ειδικού εγγράφου διευκόλυνσης της διέλευσης (FTD) και εγγράφου διευκόλυνσης της σιδηροδρομικής διέλευσης (FRTD) και για την τροποποίηση της κοινής προξενικής εγκυκλίου και του κοινού εγχειριδίου (ΕΕ L 99 της 17.4.2003, σ. 8).».

(*7)  Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών (ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 98).».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τα παραρτήματα του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 τροποποιούνται ως εξής:

1.

Στο παράρτημα III προστίθενται τα ακόλουθα μέρη:

«ΜΕΡΟΣ Δ

Μέρος Δ1: Λωρίδες αυτοματοποιημένου συνοριακού ελέγχου για τους πολίτες ΕΕ/ΕΟΧ/Ελβετίας

Image Image

Αστέρια δεν απαιτούνται για Ελβετία, Λιχτενστάιν, Νορβηγία και Ισλανδία

Μέρος Δ2: Λωρίδες αυτοματοποιημένου συνοριακού ελέγχου για τους υπηκόους τρίτων χωρών

Image Image

Μέρος Δ3: Λωρίδες αυτοματοποιημένου συνοριακού ελέγχου για όλα τα διαβατήρια

Image Image

Μέρος E: Λωρίδες για καταχωρισμένους ταξιδιώτες

Image ».

2.

Το παράρτημα IV τροποποιείται ως εξής:

α)

το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Το ταξιδιωτικό έγγραφο υπηκόου τρίτης χώρας, ο οποίος είναι κάτοχος εγγράφου διευκόλυνσης της σιδηροδρομικής διέλευσης που έχει εκδοθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 693/2003 σφραγίζεται κατά την είσοδο και την έξοδο. Το ταξιδιωτικό έγγραφο υπηκόου τρίτης χώρας, ο οποίος είναι κάτοχος έγκυρου εγγράφου διευκόλυνσης της διέλευσης που έχει εκδοθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 693/2003, και ο οποίος διέρχεται τα σύνορα σιδηροδρομικώς και δεν αποβιβάζεται στο έδαφος κράτους μέλους, σφραγίζεται επίσης κατά την είσοδο και την έξοδο. Επιπλέον, όταν προβλέπεται ρητώς από το εθνικό του δίκαιο, ένα κράτος μέλος μπορεί να επιθέτει σφραγίδα, κατά την είσοδο και την έξοδο, στα ταξιδιωτικά έγγραφα των υπηκόων τρίτων χωρών που διαθέτουν άδεια διαμονής ή θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας που έχει χορηγήσει το ίδιο κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 11 του παρόντος κανονισμού.

Τα ταξιδιωτικά έγγραφα του υπηκόου τρίτης χώρας που εισέρχεται ή εξέρχεται, με βάση θεώρηση βραχείας παραμονής υπηκόου για μία ή για δύο εισόδους, από την επικράτεια κράτους μέλους που δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ, σφραγίζονται κατά την είσοδο και την έξοδο.»·

β)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

«1α.

Τα ειδικά χαρακτηριστικά αυτών των σφραγίδων καθορίζονται στην απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής Σένγκεν SCH/COM-EX (94) 16 αναθ. και SCH/Gem-Handb (93) 15 (CONFIDENTIAL).»·

γ)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

«2α.

Κατά την είσοδο και έξοδο υπηκόων τρίτων χωρών που υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης και στην υποχρέωση σφράγισης, η σφραγίδα τίθεται στην απέναντι σελίδα από αυτή στην οποία έχει τοποθετηθεί η θεώρηση. Ωστόσο, αν αυτή η σελίδα δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί, η σφραγίδα τοποθετείται στην επόμενη σελίδα. Η ζώνη που προορίζεται για ανάγνωση από μηχανήματα δεν σφραγίζεται.»·

δ)

το σημείο 3 διαγράφεται.

3.

Το παράρτημα V τροποποιείται ως εξής:

α)

το μέρος Α τροποποιείται ως εξής:

i)

το σημείο 1 στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

για υπηκόους τρίτων χωρών των οποίων δεν επιτρέπεται η είσοδος για παραμονή βραχείας διάρκειας, καταχωρίζονται στο ΣΕΕ τα δεδομένα σχετικά με την άρνηση εισόδου σύμφωνα με το άρθρο 6α παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226·»·

ii)

το σημείο 1 στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

για υπηκόους τρίτων χωρών των οποίων η άρνηση εισόδου δεν καταχωρίζεται στο ΣΕΕ, τίθεται επί του διαβατηρίου σφραγίδα εισόδου, που διαγράφεται από σταυρό με μαύρη ανεξίτηλη μελάνη και γράφει απέναντι, στα δεξιά, επίσης με ανεξίτηλη μελάνη το ή τα γράμματα που αντιστοιχούν στον ή τους λόγους της άρνησης εισόδου, των οποίων ο κατάλογος περιλαμβάνεται στο ενιαίο έντυπο άρνησης εισόδου όπως αναφέρεται στο μέρος Β του παρόντος παραρτήματος. Επιπλέον, για αυτές τις κατηγορίες προσώπων, ο συνοριοφύλακας καταχωρίζει κάθε άρνηση εισόδου σε μητρώο ή σε κατάλογο, τα οποία θα μνημονεύουν την ταυτότητα και την ιθαγένεια του υπηκόου τρίτης χώρας, τα στοιχεία του εγγράφου που επιτρέπει τη διέλευση των συνόρων από τον υπήκοο τρίτης χώρας, καθώς και τον λόγο και την ημερομηνία της άρνησης εισόδου·»·

iii)

στο σημείο 1 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οι πρακτικές ρυθμίσεις της σφράγισης ορίζονται στο παράρτημα IV.»·

β)

στο Μέρος Β, το «ενιαίο έντυπο άρνησης εισόδου στα σύνορα» τροποποιείται ως εξής:

i)

μετά το γράμμα I), προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Ι)

Αρνήθηκε να παράσχει τα βιομετρικά δεδομένα, εφόσον του ζητήθηκαν

για τη δημιουργία του ατομικού φακέλου στο σύστημα εισόδου/εξόδου

προς διενέργεια των συνοριακών ελέγχων.»·

ii)

στο τμήμα με τίτλο «παρατηρήσεις» προστίθεται το ακόλουθο κείμενο κάτω από τη λέξη «παρατηρήσεις»:

«

(Επισημαίνεται από τον συνοριοφύλακα, εάν τα δεδομένα αποθηκεύονται στο σύστημα εισόδου/εξόδου)

Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ενημερώνεται με το παρόν ότι τα προσωπικά δεδομένα που το αφορούν και οι πληροφορίες σχετικά με την παρούσα άρνηση εισόδου καταχωρίζονται στο σύστημα εισόδου/εξόδου σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

Σύμφωνα με το άρθρο 52 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έχει το δικαίωμα να λάβει τα δεδομένα σχετικά με την καταχώρισή του στο σύστημα εισόδου/εξόδου και μπορεί να ζητήσει να διορθωθούν τα δεδομένα που το αφορούν και είναι ανακριβή και να διαγραφούν τα δεδομένα που έχουν καταχωριστεί παράνομα.».

4.

Το παράρτημα VII σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Αρχηγοί κρατών, αρχηγοί κυβερνήσεων και τα μέλη της εθνικής κυβέρνησης με τη συνοδεία των συζύγων τους και τα μέλη της επίσημης αντιπροσωπείας τους, και μονάρχες και άλλα ανώτερα μέλη της βασιλικής οικογένειας

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 6 και τα άρθρα 8 έως 14, οι αρχηγοί κρατών, οι αρχηγοί κυβερνήσεων και τα μέλη της εθνικής κυβέρνησης με τη συνοδεία των συζύγων τους και τα μέλη της επίσημης αντιπροσωπείας τους καθώς και οι μονάρχες και άλλα ανώτερα μέλη της βασιλικής οικογένειας, όταν προσκαλούνται επισήμως από κυβερνήσεις των κρατών μελών ή από διεθνείς οργανισμούς, εφόσον η άφιξη και η αναχώρησή τους έχει προαναγγελθεί επισήμως διά της διπλωματικής οδού, δεν υποβάλλονται σε συνοριακούς ελέγχους.».


9.12.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 327/20


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/2226 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 30ής Νοεμβρίου 2017

σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ) για την καταχώριση δεδομένων εισόδου και εξόδου και δεδομένων άρνησης εισόδου των υπηκόων τρίτων χωρών που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών, τον καθορισμό των όρων πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου και την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και (ΕΕ) αριθ. 1077/2011

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 77 παράγραφος 2 στοιχεία β) και δ) και το άρθρο 87 παράγραφος 2 στοιχείο α),

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στην ανακοίνωσή της, της 13ης Φεβρουαρίου 2008, με τίτλο «Προετοιμασία των επόμενων σταδίων όσον αφορά τη διαχείριση των συνόρων στην Ευρωπαϊκή Ένωση» η Επιτροπή τονίζει την ανάγκη να θεσπισθεί, στο πλαίσιο της ενωσιακής στρατηγικής για την ολοκληρωμένη διαχείριση των συνόρων, ένα σύστημα εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ) που θα καταγράφει ηλεκτρονικά τον τόπο και την ημερομηνία εισόδου και εξόδου των υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους παρέχεται άδεια βραχείας παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών και θα υπολογίζει τη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής τους.

(2)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 19ης και 20ής Ιουνίου 2008 επεσήμανε τη σημασία της συνέχισης των προσπαθειών για την ανάπτυξη της ενωσιακής στρατηγικής ολοκληρωμένης διαχείρισης των συνόρων, η οποία περιλαμβάνει καλύτερη χρήση των σύγχρονων τεχνολογιών προς βελτίωση της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων.

(3)

Στην ανακοίνωσή της της 10ης Ιουνίου 2009 με τίτλο «Ένας χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης στην υπηρεσία των πολιτών», η Επιτροπή προτείνει τη θέσπιση ενός ηλεκτρονικού συστήματος για την καταγραφή της εισόδου και εξόδου από την επικράτεια των κρατών μελών κατά τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων, ώστε να διασφαλιστεί αποτελεσματικότερη διαχείριση της πρόσβασης στην εν λόγω επικράτεια.

(4)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στη σύνοδό του της 23ης και 24ης Ιουνίου 2011, ζήτησε την ταχεία προώθηση των εργασιών για τα «έξυπνα σύνορα». Στις 25 Οκτωβρίου 2011, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με τίτλο «Ευφυή σύνορα - Επιλογές και μελλοντική πορεία».

(5)

Στις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές που εξέδωσε τον Ιούνιο του 2014, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επεσήμανε ότι η ζώνη του Σένγκεν, η οποία επιτρέπει στους πολίτες να ταξιδεύουν χωρίς ελέγχους στα εσωτερικά σύνορα, και ο συνεχώς αυξανόμενος αριθμός ατόμων που ταξιδεύουν προς την Ένωση καθιστούν απαραίτητη την αποτελεσματική διαχείριση των κοινών εξωτερικών συνόρων της Ένωσης ώστε να διασφαλίζεται ισχυρή προστασία. Επεσήμανε επίσης ότι η Ένωση πρέπει να κινητοποιήσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της για να στηρίξει τα κράτη μέλη στο έργο τους και για τον σκοπό αυτόν, η ολοκληρωμένη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων θα πρέπει να εκσυγχρονιστεί με οικονομικά αποδοτικό τρόπο ώστε να διασφαλίζεται έξυπνη διαχείριση των συνόρων μεταξύ άλλων με σύστημα εισόδου/εξόδου και με τη στήριξη του νέου Οργανισμού για τη Διαχείριση Συστημάτων ΤΠ Μεγάλης Κλίμακας (eu-LISA).

(6)

Στην ανακοίνωσή της της 13ης Μαΐου 2015 με τίτλο «Ένα ευρωπαϊκό θεματολόγιο για τη μετανάστευση» η Επιτροπή επεσήμανε ότι μια νέα φάση θα προκύψει με την πρωτοβουλία για την «έξυπνη διαχείριση των συνόρων», με στόχο τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της διέλευσης των συνόρων, χάρη στη διευκόλυνση της διέλευσης για τη μεγάλη πλειονότητα των καλή την πίστει ταξιδιωτών τρίτων χωρών και, παράλληλα, στην ενίσχυση της καταπολέμησης της παράτυπης μετανάστευσης με τη δημιουργία ενός μητρώου όπου θα καταγράφονται όλες οι διασυνοριακές διελεύσεις από υπηκόους τρίτων χωρών, με πλήρη σεβασμό της αναλογικότητας.

(7)

Προκειμένου να βελτιωθεί περαιτέρω η διαχείριση των εξωτερικών συνόρων και, ιδίως, να εξακριβώνεται η τήρηση των διατάξεων περί επιτρεπόμενης περιόδου παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών, θα πρέπει να θεσπιστεί σύστημα εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ), που θα καταγράφει ηλεκτρονικά τον χρόνο και τον τόπο εισόδου και εξόδου υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους παρέχεται άδεια βραχείας παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών και θα υπολογίζει τη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής τους. Το σύστημα αυτό θα αντικαταστήσει την υποχρέωση σφράγισης των διαβατηρίων των υπηκόων τρίτων χωρών που ισχύει σε όλα τα κράτη μέλη.

(8)

Είναι απαραίτητο να καθοριστούν οι στόχοι του ΣΕΕ, οι κατηγορίες δεδομένων που θα εισάγονται σε αυτό, οι σκοποί χρησιμοποίησης των δεδομένων, τα κριτήρια εισαγωγής τους, οι αρχές που εξουσιοδοτούνται να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα, λεπτομερέστεροι κανόνες για την επεξεργασία και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και η τεχνική αρχιτεκτονική του ΣΕΕ, οι κανόνες λειτουργίας και χρήσης του και η διαλειτουργικότητά του με άλλα συστήματα πληροφοριών. Είναι επίσης αναγκαίο να προσδιοριστούν οι αρμοδιότητες για το ΣΕΕ.

(9)

Το ΣΕΕ θα πρέπει να ισχύει για τους υπηκόους τρίτων χωρών που γίνονται δεκτοί για βραχεία παραμονή στην επικράτεια των κρατών μελών και για τους υπηκόους τρίτων χωρών στους οποίους η είσοδος για βραχεία παραμονή έχει απαγορευθεί.

(10)

Το ΣΕΕ θα πρέπει να χρησιμοποιείται στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών που εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν. Είναι επιθυμητό τα κράτη μέλη που δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν να το εφαρμόσουν πλήρως μέχρι την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ. Ωστόσο, αν δεν μπορεί να επιτευχθεί η άρση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα μέχρι την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ, είναι απαραίτητο να προσδιοριστούν οι προϋποθέσεις λειτουργίας του ΣΕΕ από τα κράτη μέλη που δεν εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν και να τεθούν διατάξεις σχετικά με τη λειτουργία και τη χρήση του ΣΕΕ στα εσωτερικά σύνορα όπου οι έλεγχοι δεν έχουν ακόμη αρθεί.

Σε ό,τι αφορά τις προϋποθέσεις λειτουργίας του, το ΣΕΕ θα πρέπει να χρησιμοποιείται στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών που δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν, αλλά για τα οποία η επαλήθευση έχει ήδη ολοκληρωθεί επιτυχώς σύμφωνα με την εφαρμοστέα διαδικασία αξιολόγησης Σένγκεν, στα οποία έχει χορηγηθεί παθητική πρόσβαση στο σύστημα πληροφοριών για τις θεωρήσεις (VIS) που θεσπίστηκε με την απόφαση 2004/512/ΕΚ του Συμβουλίου (3) για το σκοπό της λειτουργίας του ΣΕΕ και για τα οποία οι διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν που αφορούν το σύστημα πληροφοριών Σένγκεν (SIS), το οποίο θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) έχουν τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με τη σχετική Πράξη προσχώρησης. Σε ό,τι αφορά τις διατάξεις σχετικά με τη λειτουργία και τη χρήση του ΣΕΕ από τα κράτη μέλη που πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις, το ΣΕΕ θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε όλα τα εσωτερικά σύνορα των κρατών μελών όπου δεν έχουν ακόμη αρθεί οι έλεγχοι. Ωστόσο, θα πρέπει να εφαρμόζονται ειδικές διατάξεις για τη λειτουργία και χρήση του ΣΕΕ σε αυτά τα σύνορα, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο αντίκτυπος της διαδικασίας των συνοριακών ελέγχων, και παράλληλα να μην θιγεί το επίπεδο ασφάλειας και η ορθή λειτουργία του ΣΕΕ καθώς και οι λοιπές υποχρεώσεις συνοριακών ελέγχων με βάση τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5).

(11)

Η διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής των υπηκόων τρίτων χωρών στην επικράτεια των κρατών μελών για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού προκύπτει από το ισχύον κεκτημένο Σένγκεν.

(12)

Στο ΣΕΕ θα πρέπει να συμπεριληφθεί αυτοματοποιημένος υπολογιστής ο οποίος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα διαστήματα παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών που χρησιμοποιούν το ΣΕΕ για να υπολογίσει το συνολικό όριο των 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών. Τυχόν παρατάσεις της επιτρεπόμενης παραμονής θα πρέπει να συνυπολογίζονται στο εν λόγω συνολικό όριο μετά την επακόλουθη είσοδο του υπηκόου τρίτης χώρας στην επικράτεια των κρατών μελών. Τα διαστήματα παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών που δεν χρησιμοποιούν ακόμα το ΣΕΕ θα πρέπει να καταμετρώνται χωριστά βάσει των σφραγίδων που τίθενται στα ταξιδιωτικά έγγραφα των υπηκόων τρίτων χωρών.

(13)

Ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής θα πρέπει να λαμβάνει μόνο υπόψη τα διαστήματα παραμονής σε κράτη μέλη που δεν εφαρμόζουν ακόμη το κεκτημένο του Σένγκεν πλήρως αλλά χρησιμοποιούν το ΣΕΕ μόνο προς επαλήθευση της συμμόρφωσης με το συνολικό όριο των 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών και προς επαλήθευση της διάρκειας ισχύος της θεώρησης βραχείας παραμονής του Σένγκεν. Ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής δεν θα πρέπει να υπολογίζει τη διάρκεια της παραμονής που επιτρέπεται βάσει εθνικής θεώρησης βραχείας παραμονής εκδιδομένης από κράτος μέλος που δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ. Κατά τον υπολογισμό της διάρκειας παραμονής που επιτρέπεται βάσει θεώρησης βραχείας παραμονής στο Σένγκεν, ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής δεν θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη διάρκεια παραμονής στην επικράτεια κρατών μελών που δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιούν το ΣΕΕ.

(14)

Θα πρέπει να θεσπισθούν ακριβείς κανόνες όσον αφορά την αρμοδιότητα για την ανάπτυξη και τη λειτουργία του ΣΕΕ και την αρμοδιότητα των κρατών μελών όσον αφορά τη σύνδεση τους με το ΣΕΕ. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη λειτουργική διαχείριση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που θεσπίσθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), θα πρέπει να αναλάβει την ανάπτυξη και τη λειτουργική διαχείριση ενός κεντρικού ΣΕΕ, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 θα πρέπει επομένως να τροποποιηθεί αναλόγως.

(15)

Στόχοι του ΣΕΕ θα πρέπει να είναι η βελτίωση της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων, η πρόληψη της παράνομης μετανάστευσης και η διευκόλυνση της διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών. Το ΣΕΕ θα πρέπει ιδίως να συμβάλει, κατά περίπτωση, στην ταυτοποίηση των προσώπων που δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τους όρους σχετικά με τη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών. Επιπλέον, το ΣΕΕ θα πρέπει να συμβάλει στην πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων.

(16)

Το ΣΕΕ θα πρέπει να αποτελείται από ένα κεντρικό σύστημα (κεντρικό σύστημα ΣΕΕ), το οποίο περιλαμβάνει μια μηχανοργανωμένη κεντρική βάση βιομετρικών και αλφαριθμητικών δεδομένων, μια εθνική ενιαία διεπαφή σε κάθε κράτος μέλος, έναν ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος πληροφοριών για τις θεωρήσεις (κεντρικό σύστημα VIS) του VIS, και μια υποδομή ασφαλούς και κρυπτογραφημένης επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ και των εθνικών ενιαίων διεπαφών. Κάθε κράτος μέλος συνδέει τις υποδομές των εθνικών συνόρων του με την εθνική ενιαία διεπαφή με ασφαλή τρόπο. Για να υπάρχει δυνατότητα συλλογής και διαβίβασης στατιστικών στοιχείων, θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα κεντρικό αποθετήριο δεδομένων. Για να μπορούν οι υπήκοοι τρίτων χωρών να ελέγχουν ανά πάσα στιγμή την υπολειπομένη περίοδο παραμονής, θα πρέπει να αναπτυχθεί μια διαδικτυακή υπηρεσία. Η υπηρεσία αυτή θα πρέπει να επιτρέψει και στους μεταφορείς να επαληθεύσουν αν οι υπήκοοι τρίτων χωρών που έχουν θεώρηση Schengen βραχείας παραμονής για μία ή δύο εισόδους έχουν ήδη χρησιμοποιήσει τον αριθμό εισόδων που επιτρέπει η θεώρησή τους. Στο στάδιο της ανάπτυξης της εν λόγω διαδικτυακής υπηρεσίας θα πρέπει να πραγματοποιηθούν διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερόμενους φορείς. Κατά τον καθορισμό των τεχνικών προδιαγραφών για την πρόσβαση των μεταφορέων στη διαδικτυακή υπηρεσία, ο αντίκτυπος στη μεταφορά επιβατών και στους μεταφορείς θα πρέπει να περιορίζεται όσο είναι δυνατόν. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να εξεταστεί η κατάλληλη ενσωμάτωση στα σχετικά συστήματα.

(17)

Θα πρέπει να δημιουργηθεί διαλειτουργικότητα μεταξύ ΣΕΕ και VIS μέσω ενός διαύλου άμεσης επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος VIS και του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ ώστε οι συνοριακές αρχές που χρησιμοποιούν το ΣΕΕ να έχουν πρόσβαση στο VIS για την ανάκτηση δεδομένων που αφορούν τις θεωρήσεις με σκοπό τη δημιουργία ή την ενημέρωση των καταχωρίσεων εισόδου/εξόδου ή των καταχωρίσεων άρνησης εισόδου και να μπορούν να επαληθεύουν την ισχύ της θεώρησης και την ταυτότητα του κατόχου της με την απευθείας αναζήτηση δακτυλικών αποτυπωμάτων στο VIS στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, καθώς και να εξακριβώνουν την ταυτότητα των υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης με τα δακτυλικά αποτυπώματα που είναι καταχωρισμένα στο VIS. Η διαλειτουργικότητα θα πρέπει επίσης να επιτρέπει στις συνοριακές αρχές και τις αρχές θεώρησης που χρησιμοποιούν το VIS να έχουν άμεση πρόσβαση στο ΣΕΕ από το VIS για τους σκοπούς της εξέτασης των αιτήσεων θεώρησης και λήψης των αποφάσεων που σχετίζονται με τις αιτήσεις αυτές και της παροχής στις αρχές θεώρησης της δυνατότητας να ενημερώνουν στο ΣΕΕ τα στοιχεία που αφορούν τις θεωρήσεις, σε περίπτωση ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης μιας θεώρησης. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) θα πρέπει επομένως να τροποποιηθεί αναλόγως. Η άντληση δεδομένων που αφορούν τις θεωρήσεις από το VIS, η εισαγωγή τους στο ΣΕΕ και η ενημέρωση δεδομένων από το VIS στο ΣΕΕ θα πρέπει να είναι μια αυτοματοποιημένη διαδικασία, από τη στιγμή που η σχετική λειτουργία δρομολογηθεί από την οικεία αρχή. Η διαλειτουργικότητα μεταξύ του ΣΕΕ και του VIS θα πρέπει να τηρεί την αρχή του οριοθετημένου σκοπού.

(18)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθορίσει ποιες αρχές των κρατών μελών είναι δυνατόν να εξουσιοδοτηθούν προκειμένου να έχουν πρόσβαση στο ΣΕΕ για να εισάγουν, να τροποποιούν, να διαγράφουν ή να συμβουλεύονται τα δεδομένα για τους ειδικούς σκοπούς του ΣΕΕ και όταν χρειάζεται για την άσκηση των καθηκόντων τους.

(19)

Κάθε επεξεργασία δεδομένων του ΣΕΕ θα πρέπει να είναι ανάλογη προς τους επιδιωκόμενους στόχους και αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων των αρμόδιων αρχών. Κατά τη χρήση του ΣΕΕ, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διασφαλίζουν τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και ακεραιότητας των προσώπων για τα οποία ζητούνται δεδομένα, χωρίς διακρίσεις για λόγους φύλου, φυλής, χρώματος, εθνοτικής καταγωγής ή κοινωνικής προέλευσης, γενετικών χαρακτηριστικών, γλώσσας, θρησκείας ή πεποιθήσεων, πολιτικών φρονημάτων ή κάθε άλλης γνώμης, ιδιότητας μέλους εθνικής μειονότητας, περιουσίας, γέννησης, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού.

(20)

Το ΣΕΕ θα πρέπει να καταγράφει και να επεξεργάζεται αλφαριθμητικά και βιομετρικά δεδομένα κυρίως με σκοπό να βελτιωθεί η διαχείριση των εξωτερικών συνόρων, να αποτραπεί η παράνομη μετανάστευση και να διευκολυνθεί η διαχείριση των μεταναστευτικών ροών. Επιπλέον, θα πρέπει να υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συγκεντρώνονται στο ΣΕΕ με στόχο τη συμβολή στην αποτροπή, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων, μόνο υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Η χρήση των βιομετρικών δεδομένων, παρότι θίγει την ιδιωτική σφαίρα των ταξιδιωτών, έχει διπλή δικαιολογία. Πρώτον, τα βιομετρικά δεδομένα αποτελούν αξιόπιστη μέθοδο για την εξακρίβωση της ταυτότητας των υπηκόων τρίτων χωρών που βρίσκονται στην επικράτεια των κρατών μελών αλλά δεν έχουν στην κατοχή τους ταξιδιωτικά έγγραφα ή άλλο μέσο για την εξακρίβωση της ταυτότητάς τους, το οποίο αποτελεί συνήθη κατάσταση για τους παράτυπους μετανάστες. Δεύτερον, τα βιομετρικά δεδομένα επιτρέπουν την πιο αξιόπιστη αντιστοίχιση των δεδομένων εισόδου και εξόδου των νόμιμων ταξιδιωτών. Η χρήση της εικόνας του προσώπου σε συνδυασμό με τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων καθιστά δυνατή τη μείωση του όγκου των δακτυλικών αποτυπωμάτων προς καταχώριση, ενώ εξασφαλίζεται το ίδιο αποτέλεσμα όσον αφορά την ακρίβεια της ταυτοποίησης.

(21)

Στο ΣΕΕ θα πρέπει να καταχωρίζονται τέσσερα δακτυλικά αποτυπώματα ανά υπήκοο τρίτων χωρών που απαλλάσσεται από την υποχρέωση θεώρησης, εάν αυτό είναι σωματικά εφικτό, για να γίνεται ακριβής επαλήθευση και εξακρίβωση της ταυτότητας ώστε να είναι βέβαιο ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν έχει καταχωρισθεί ήδη υπό άλλη ταυτότητα ή με άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο, και να διασφαλίζεται ότι υπάρχουν πάντοτε επαρκή δεδομένα για την επίτευξη των σκοπών του ΣΕΕ. Τα δακτυλικά αποτυπώματα των κατόχων θεωρήσεων τρίτων χωρών θα πρέπει να ελέγχονται κατ’ αντιπαραβολή προς το VIS. Η εικόνα του προσώπου των υπηκόων τρίτων χωρών που υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης όσο και αυτών που απαλλάσσονται θα πρέπει να καταχωρίζεται στο ΣΕΕ. Τα δακτυλικά αποτυπώματα ή οι εικόνες του προσώπου θα πρέπει να χρησιμοποιούνται ως βιομετρικό αναγνωριστικό στοιχείο για την επαλήθευση της ταυτότητας των υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι έχουν καταχωρισθεί προηγουμένως στο ΣΕΕ για όσο χρονικό διάστημα δεν έχει διαγραφεί ο ατομικός φάκελός τους. Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες κάθε σημείου διέλευσης των συνόρων και τα διάφορα είδη συνόρων, οι εθνικές αρχές θα πρέπει να καθορίζουν, για κάθε σημείο συνοριακής διέλευσης, αν τα δακτυλικά αποτυπώματα ή η εικόνα του προσώπου θα χρησιμοποιούνται ως το κύριο βιομετρικό αναγνωριστικό στοιχείο για τη διενέργεια των απαιτούμενων επαληθεύσεων.

(22)

Για την καταπολέμηση των τρομοκρατικών εγκλημάτων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων, είναι απαραίτητο να τίθενται στη διάθεση των εντεταλμένων αρχών όσο το δυνατόν πιο ενημερωμένες πληροφορίες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Η πρόσβαση στα δεδομένα του VIS για σκοπούς επιβολής του νόμου έχει ήδη αποδείξει τη χρησιμότητά της για την ταυτοποίηση ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους βίαια και για τη συνδρομή ερευνητών ώστε να σημειώσουν ουσιαστική πρόοδο σε υποθέσεις που σχετίζονται με εμπορία ανθρώπων, τρομοκρατία ή λαθρεμπόριο ναρκωτικών. Η πρόσβαση στα δεδομένα του ΣΕΕ είναι απαραίτητη για τους σκοπούς της πρόληψης, εξακρίβωσης ή διερεύνησης τρομοκρατικών εγκλημάτων, όπως αναφέρονται στην οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων, όπως αναφέρονται στην απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου (9). Θα πρέπει να είναι δυνατόν τα δεδομένα ΣΕΕ να χρησιμοποιηθούν ως εργαλείο επαλήθευσης της ταυτότητας τόσο όταν ο υπήκοος τρίτης χώρας έχει καταστρέψει τα έγγραφά του, όσο και όταν οι εντεταλμένες αρχές διερευνούν ένα έγκλημα χρησιμοποιώντας τα δακτυλικά αποτυπώματα ή εικόνες προσώπου για να προσδιορίσουν την ταυτότητα κάποιου. Θα πρέπει επίσης να είναι δυνατόν τέτοια δεδομένα να χρησιμοποιηθούν ως εργαλείο για τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων, μέσω της παρακολούθησης των ταξιδιωτικών διαδρομών ενός υπόπτου για τέλεση εγκλήματος ή ενός θύματος εγκλήματος. Ως εκ τούτου, τα δεδομένα του ΣΕΕ θα πρέπει να είναι διαθέσιμα στις εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών και στον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου, η οποία θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10) («Ευρωπόλ»), υπό τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Οι προϋποθέσεις πρόσβασης στο ΣΕΕ για τους σκοπούς της πρόληψης, εξακρίβωσης ή διερεύνησης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων θα πρέπει να επιτρέπουν επίσης στις εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών να αντιμετωπίζουν τους υπόπτους που χρησιμοποιούν πολλαπλές ταυτότητες. Για τον σκοπό αυτό, η πρόσβαση στο ΣΕΕ δε θα πρέπει να εμποδίζεται όταν βγαίνει θετικό αποτέλεσμα κατά την αναζήτηση σε σχετική βάση δεδομένων, πριν την πρόσβαση στο ΣΕΕ. Για τους σκοπούς επιβολής του νόμου και για την πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων, η πραγματοποίηση έρευνας στη βάση δεδομένων κρίνεται αναλογική εφόσον υφίσταται υπέρτερο δημόσιο συμφέρον για την ασφάλεια. Κάθε έρευνα πρέπει να αιτιολογείται δεόντως και να είναι ανάλογη προς το επικαλούμενο συμφέρον.

(23)

Δικαίωμα αναζήτησης στα δεδομένα του ΣΕΕ θα πρέπει να έχουν μόνο οι εντεταλμένες αρχές οι αρμόδιες για την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων για τις οποίες τα κράτη μέλη μπορούν να εγγυηθούν ότι ισχύουν όλες οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού, καθώς και εκείνες της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11), και η σωστή εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων μπορεί να ελεγχθεί από τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της εποπτικής αρχής που ιδρύθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2016/680.

(24)

Η Ευρωπόλ διαδραματίζει καίριο ρόλο όσον αφορά τη συνεργασία μεταξύ των αρχών των κρατών μελών στον τομέα της διασυνοριακής διερεύνησης εγκλημάτων, συμβάλλοντας στην πρόληψη, τη διεξαγωγή αναλύσεων και τη διεξαγωγή ερευνών σε επίπεδο Ένωσης. Κατά συνέπεια, η Ευρωπόλ θα πρέπει επίσης να έχει πρόσβαση στο ΣΕΕ στο πλαίσιο της εκτέλεσης των καθηκόντων της και σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων θα πρέπει να παρακολουθεί την επεξεργασία των δεδομένων από την Ευρωπόλ και να διασφαλίζει την πλήρη συμμόρφωση με τους ισχύοντες κανόνες για την προστασία των δεδομένων.

(25)

Η πρόσβαση στο ΣΕΕ για τους σκοπούς της πρόληψης, εξακρίβωσης ή διερεύνησης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων συνιστά παρέμβαση στα θεμελιώδη δικαιώματα του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής των ατόμων και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των προσώπων των οποίων τα προσωπικά δεδομένα υφίστανται επεξεργασία στο ΣΕΕ. Κάθε τέτοια παρέμβαση πρέπει να είναι σύννομη, πρέπει να διατυπώνεται με επαρκή σαφήνεια ώστε να επιτρέπει στα άτομα να προσαρμόζουν τη συμπεριφορά τους, να προστατεύει τους πολίτες από καταχρήσεις και τέλος να προσδιορίζει με επαρκή σαφήνεια το πεδίο της διακριτικής ευχέρειας που αναγνωρίζεται στις αρμόδιες αρχές και τον τρόπο άσκησης της ευχέρειας αυτής. Επιπλέον, σε μια δημοκρατική κοινωνία, κάθε παρέμβαση στα εν λόγω θεμελιώδη δικαιώματα πρέπει να περιορισμένη στο βαθμό που είναι απαραίτητη για την προστασία έννομου και ανάλογου συμφέροντος και να είναι ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο στόχο.

(26)

Η αντιπαραβολή δεδομένων βάσει ίχνους δακτυλικού αποτυπώματος που μπορεί να βρεθεί στον τόπο του εγκλήματος («λανθάνον δακτυλικό αποτύπωμα»), είναι θεμελιώδους σημασίας για την αστυνομική συνεργασία. Η δυνατότητα αντιπαραβολής ενός λανθάνοντος δακτυλικού αποτυπώματος με τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων που αποθηκεύονται στο ΣΕΕ σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρηθεί ότι ο δράστης ή το θύμα ενδέχεται να έχει καταχωρισθεί στο ΣΕΕ είναι απαραίτητη για τις εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών κατά την πρόληψη, εξακρίβωση ή διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων όταν, για παράδειγμα, τα μόνα αποδεικτικά στοιχεία στον τόπο του εγκλήματος είναι λανθάνοντα δακτυλικά αποτυπώματα.

(27)

Είναι απαραίτητο να ορισθούν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών καθώς και το κεντρικό σημείο πρόσβασης μέσω των οποίων θα υποβάλλονται αιτήσεις πρόσβασης στα δεδομένα του ΣΕΕ και να τηρηθεί κατάλογος των επιχειρησιακών μονάδων στο εσωτερικό των εντεταλμένων αρχών που θα είναι εξουσιοδοτημένες να ζητούν τέτοια πρόσβαση για τον ειδικό σκοπό της πρόληψης, εξακρίβωσης ή διερεύνησης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων.

(28)

Οι αιτήσεις πρόσβασης στα δεδομένα του ΣΕΕ θα πρέπει να υποβάλλονται από τις επιχειρησιακές μονάδες που έχουν ορισθεί στο εσωτερικό των εντεταλμένων αρχών στο κεντρικό σημείο πρόσβασης, και να είναι δεόντως αιτιολογημένες. Οι επιχειρησιακές αυτές μονάδες που είναι εξουσιοδοτημένες να ζητούν πρόσβαση στα δεδομένα του ΣΕΕ δεν θα πρέπει να λειτουργούν ως αρχές επαλήθευσης. Το κεντρικό σημείο πρόσβασης θα πρέπει να είναι φορέας ή οντότητα που, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, ασκεί δημόσια εξουσία και θα πρέπει να είναι σε θέση, χάρη στην ποιότητα και τον αριθμό του προσωπικού του, να επαληθεύει αποτελεσματικά ότι πληρούνται σε κάθε περίπτωση οι προϋποθέσεις πρόσβασης στο ΣΕΕ. Τα κεντρικά σημεία πρόσβασης θα πρέπει να ενεργούν ανεξάρτητα από τις εντεταλμένες αρχές και θα πρέπει να είναι υπεύθυνα, με ανεξάρτητο τρόπο, για την εξασφάλιση αυστηρής συμμόρφωσης με τις προϋποθέσεις πρόσβασης που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, εφόσον είναι αναγκαία η ταχεία πρόσβαση στα δεδομένα προκειμένου να αντιμετωπισθεί συγκεκριμένη και πραγματική απειλή που έχει σχέση με τρομοκρατικά εγκλήματα ή άλλες σοβαρές αξιόποινες πράξεις, το κεντρικό σημείο πρόσβασης θα πρέπει να είναι σε θέση να διεκπεραιώνει αμέσως την αίτηση και στη συνέχεια να προβαίνει σε επαλήθευση.

(29)

Για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο συστηματικών ερευνών, η επεξεργασία των δεδομένων στο ΣΕΕ θα πρέπει να γίνεται αποκλειστικά σε ειδικές περιπτώσεις και μόνον όταν είναι απαραίτητη για τους σκοπούς της πρόληψης, εξακρίβωσης και διερεύνησης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων. Οι εντεταλμένες αρχές και η Ευρωπόλ θα πρέπει να ζητούν πρόσβαση στα δεδομένα του ΣΕΕ μόνον όταν έχουν βάσιμους λόγους να πιστεύουν ότι η πρόσβαση θα τους δώσει πληροφορίες που θα τους βοηθήσουν ουσιαστικά στην πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων.

(30)

Επιπλέον, η πρόσβαση στο ΣΕΕ για την ταυτοποίηση άγνωστων υπόπτων, δραστών ή θυμάτων τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων, θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο εφόσον έχουν πραγματοποιηθεί αναζητήσεις στις εθνικές βάσεις δεδομένων του κράτους μέλους και η αναζήτηση στα συστήματα αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων όλων των κρατών μελών με βάση την απόφαση 2008/615/ΔΕΥ του Συμβουλίου (12) έχει πραγματοποιηθεί εξολοκλήρου ή δεν έχει πραγματοποιηθεί εξολοκλήρου εντός δύο ημερών από την έναρξή της.

(31)

Για μια αποτελεσματική αντιπαραβολή και ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν πλήρως και να αξιοποιούν τις υφιστάμενες διεθνείς συμφωνίες και το ισχύον δίκαιο της Ένωσης όσον αφορά την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως την απόφαση 2008/615/ΔΕΥ.

(32)

Τα αποθηκευμένα στο ΣΕΕ δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν θα πρέπει να διατηρούνται για μεγαλύτερο διάστημα από το απολύτως αναγκαίο για την επεξεργασία τους διάστημα. Είναι επαρκές να διατηρούνται στο ΣΕΕ τα δεδομένα που αφορούν υπηκόους τρίτων χωρών που έχουν τηρήσει τη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής για περίοδο τριών ετών για τους σκοπούς της διαχείρισης των συνόρων, ώστε οι υπήκοοι αυτοί να μην υποχρεωθούν να εγγραφούν ξανά στο ΣΕΕ, προτού παρέλθει η περίοδος αυτή. Η εν λόγω τριετής περίοδος διατήρησης των δεδομένων θα μειώσει την ανάγκη συχνών επανεγγραφών και θα ωφελήσει όλους τους ταξιδιώτες, καθώς θα μειωθεί τόσο ο μέσος χρόνος διέλευσης των συνόρων όσο και ο χρόνος αναμονής εκεί. Ακόμη και για ταξιδιώτη που εισέρχεται μόνο μία φορά στην επικράτεια των κρατών μελών, το γεγονός ότι άλλοι ταξιδιώτες που έχουν ήδη εγγραφεί στο ΣΕΕ δεν χρειάζεται να επανεγγραφούν πριν περάσει η τριετία διατήρησης των δεδομένων θα μειώσει τον χρόνο αναμονής στο σημείο διέλευσης των συνόρων. Αυτή η τριετής περίοδος είναι επίσης αναγκαία για τη διευκόλυνση και την επίσπευση της διέλευσης των συνόρων, μεταξύ άλλων με τη χρήση αυτοματοποιημένων συστημάτων και συστημάτων αυτοεξυπηρέτησης. Είναι επίσης σκόπιμο να οριστεί τριετής περίοδος διατήρησης των δεδομένων των υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους απαγορεύθηκε η είσοδος για βραχεία παραμονή. Για τους υπηκόους τρίτων χωρών μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης στον οποίο εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13) ή υπηκόου τρίτης χώρας που απολαύει του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης και οι οποίοι δεν είναι κάτοχοι του αναφερόμενου στην οδηγία 2004/38/ΕΚ δελτίου διαμονής, είναι σκόπιμο να διατηρείται κάθε διπλή καταχώριση εισόδου/εξόδου για μέγιστο διάστημα ενός έτους μετά την ημερομηνία εξόδου τους από την επικράτεια των κρατών μελών που συνδέονται με την καταχώριση αυτή. Μετά την πάροδο της περιόδου διατήρησης τα δεδομένα θα πρέπει να διαγράφονται αυτομάτως.

(33)

Απαιτείται περίοδος διατήρησης πέντε ετών για τα δεδομένα που αφορούν υπηκόους τρίτων χωρών που δεν εξήλθαν από την επικράτεια των κρατών μελών εντός της επιτρεπόμενης περιόδου παραμονής, προκειμένου να υποστηριχθεί η διαδικασία ταυτοποίησης και επιστροφής. Τα εν λόγω δεδομένα θα πρέπει να διαγράφονται αυτόματα μετά την περίοδο των πέντε ετών, εκτός αν υπάρχουν λόγοι να διαγραφούν νωρίτερα.

(34)

Απαιτούνται μια τριετής περίοδος διατήρησης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των υπηκόων τρίτων χωρών που έχουν τηρήσει τη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής και των υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους απαγορεύθηκε η είσοδος για βραχεία παραμονή, καθώς και μια πενταετής περίοδος διατήρησης για τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των υπηκόων τρίτων χωρών που δεν έχουν εξέλθει από το έδαφος των κρατών μελών εντός της επιτρεπόμενης περιόδου παραμονής, ώστε οι συνοριοφύλακες να μπορούν να διενεργούν την απαραίτητη ανάλυση κινδύνου που απαιτείται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399 προτού επιτρέψουν σε ταξιδιώτη να εισέλθει στην επικράτεια των κρατών μελών. Η επεξεργασία των αιτήσεων θεώρησης από τις προξενικές αρχές απαιτεί επίσης την ανάλυση του ταξιδιωτικού ιστορικού του αιτούντος προκειμένου να αξιολογηθεί η χρήση των προηγούμενων θεωρήσεων και η τήρηση των όρων επιτρεπόμενης παραμονής. Η μη σφράγιση του διαβατηρίου θα αντισταθμίζεται από την αναζήτηση στο ΣΕΕ. Το ταξιδιωτικό ιστορικό που είναι διαθέσιμο στο ΣΕΕ θα πρέπει, επομένως, να καλύπτει μια χρονική περίοδο επαρκή για τους σκοπούς της έκδοσης θεώρησης.

Κατά τη διεξαγωγή αναλύσεων κινδύνου στα σύνορα και την επεξεργασία αιτήσεων θεώρησης, το ταξιδιωτικό ιστορικό των υπηκόων τρίτων χωρών θα πρέπει να ελέγχεται για να διαπιστωθεί εάν έχουν υπερβεί στο παρελθόν τη μέγιστη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής τους. Είναι συνεπώς απαραίτητο να διατηρούνται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των υπηκόων τρίτων χωρών που δεν έχουν εξέλθει από την επικράτεια των κρατών μελών εντός της επιτρεπόμενης περιόδου παραμονής για μεγαλύτερη περίοδο, πέντε ετών, σε σύγκριση με εκείνη για τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υπηκόων τρίτων χωρών που έχουν τηρήσει τη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής και των υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους έχει απαγορευθεί η είσοδος για βραχεία παραμονή.

(35)

Θα πρέπει να θεσπισθούν κανόνες σχετικά με την ευθύνη των κρατών μελών σε περίπτωση ζημίας λόγω παράβασης του παρόντος κανονισμού.

(36)

Με την επιφύλαξη των ειδικότερων κανόνων του παρόντος κανονισμού για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14) θα πρέπει να εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν η επεξεργασία αυτή διενεργείται από τις εντεταλμένες αρχές ή τα κεντρικά σημεία πρόσβασης των κρατών μελών για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης ή εξακρίβωσης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων.

(37)

Με την επιφύλαξη των ειδικότερων κανόνων του παρόντος κανονισμού για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, οι εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που θεσπίζονται βάσει της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 θα πρέπει να ισχύουν για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες αρχές για τον σκοπό της πρόληψης, διερεύνησης ή εξακρίβωσης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

(38)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15) θα πρέπει να ισχύει για τις δραστηριότητες των θεσμικών και λοιπών οργάνων ή οργανισμών της Ένωσης όταν εκτελούν τα καθήκοντά τους ως υπεύθυνοι για τη λειτουργική διαχείριση του ΣΕΕ.

(39)

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνει ένα κράτος μέλος δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να διαβιβάζονται ή να τίθενται στη διάθεση οποιασδήποτε τρίτης χώρας, διεθνούς οργανισμού ή τρίτου μέρους εγκατεστημένου εντός ή εκτός της Ένωσης. Ως εξαίρεση από τον κανόνα αυτό, θα πρέπει να είναι δυνατή η διαβίβαση τέτοιων προσωπικών δεδομένων σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό όταν αυτό γίνεται με αυστηρούς όρους και είναι απαραίτητο σε μεμονωμένες περιπτώσεις, προκειμένου να διευκολυνθεί η ταυτοποίηση υπηκόου τρίτης χώρας σε σχέση με την επιστροφή του. Ελλείψει απόφασης επάρκειας με την έννοια εκτελεστικής πράξης δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 ή κατάλληλων διασφαλίσεων σχετικά με τη διαβίβαση δυνάμει του ανωτέρω κανονισμού, τα δεδομένα ΣΕΕ για τον σκοπό της επιστροφής θα πρέπει να μπορούν κατ’ εξαίρεση να διαβιβάζονται σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό μόνο εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για σημαντικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος όπως αναφέρονται στον εν λόγω κανονισμό.

(40)

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη δυνάμει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει επίσης να μπορούν να διαβιβαστούν σε τρίτη χώρα σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις στις οποίες υπάρχει άμεσος κίνδυνος που σχετίζεται με τρομοκρατικό έγκλημα ή άμεσος κίνδυνος για τη ζωή ενός προσώπου ο οποίος σχετίζεται με σοβαρή αξιόποινη πράξη. Ως άμεσος κίνδυνος για τη ζωή ενός προσώπου θα πρέπει να νοείται ο κίνδυνος σοβαρής αξιόποινης πράξης σε βάρος αυτού του προσώπου, όπως η βαριά σωματική βλάβη, το παράνομο εμπόριο ανθρώπινων οργάνων και ιστών, η απαγωγή, η παράνομη κατακράτηση και ομηρία, η σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών και η παιδική πορνογραφία, και ο βιασμός. Αυτά τα δεδομένα θα πρέπει να διαβιβάζονται σε τρίτη χώρα μόνο αν είναι εξασφαλισμένη η αμοιβαία παροχή προς τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν το ΣΕΕ κάθε πληροφορίας σχετικής με τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου που έχει η αιτούσα τρίτη χώρα. Θα πρέπει να είναι δυνατό οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών των οποίων οι εντεταλμένες αρχές έχουν πρόσβαση στο ΣΕΕ δυνάμει του παρόντος κανονισμού να διαβιβάζουν τα δεδομένα ΣΕΕ σε κράτη μέλη που δεν χρησιμοποιούν το ΣΕΕ και σε κράτη μέλη στα οποία δεν ισχύει ο παρών κανονισμός. Αυτή η παροχή πληροφοριών θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο δεόντως αιτιολογημένου αιτήματος και να περιορίζεται στα αναγκαία για την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων. Θα πρέπει ένα κράτος μέλος που χρησιμοποιεί το ΣΕΕ να μπορεί να παρέχει τέτοιες πληροφορίες μόνο αν είναι εξασφαλισμένη η αμοιβαία παροχή προς τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν το ΣΕΕ κάθε πληροφορίας σχετικής με τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου που έχει το αιτούν κράτος μέλος. Η οδηγία (ΕΕ) 2016/680 εφαρμόζεται σε κάθε περαιτέρω επεξεργασία των δεδομένων που λαμβάνονται από το ΣΕΕ.

(41)

Σε κάθε κράτος μέλος, η εποπτική αρχή που ιδρύεται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 θα πρέπει να ελέγχει τη νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη, ενώ ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων θα πρέπει να ελέγχει τις δραστηριότητες των θεσμικών και λοιπών οργάνων ή οργανισμών της Ένωσης που έχουν σχέση με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων και οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους για την παρακολούθηση του ΣΕΕ.

(42)

Σε κάθε κράτος μέλος, η εποπτική αρχή που ιδρύεται σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/680 θα πρέπει να παρακολουθεί τη νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη για σκοπούς επιβολής του νόμου.

(43)

Επιπροσθέτως, πέρα από τις διατάξεις περί πληροφόρησης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, οι υπήκοοι τρίτων χωρών, τα δεδομένα των οποίων πρόκειται να καταγραφούν στο ΣΕΕ, θα πρέπει να ενημερώνονται από τα κράτη μέλη γραπτώς με κάθε κατάλληλο μέσο, όπως φυλλάδια, αφίσες ή ηλεκτρονικά μέσα.

(44)

Για την αποτελεσματική παρακολούθηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να γίνεται αξιολόγησή του ανά τακτά χρονικά διαστήματα.

(45)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και να φροντίζουν για την εφαρμογή τους.

(46)

Προκειμένου να διασφαλισθούν ενιαίοι όροι εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16).

(47)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η εγκαθίδρυση του ΣΕΕ, καθώς και η δημιουργία κοινών υποχρεώσεων, όρων και διαδικασιών για τη χρήση των δεδομένων, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως εξαιτίας της κλίμακας και του αντικτύπου της δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των εν λόγω στόχων.

(48)

Μετά τη έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ, η σύμβαση εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής Ένωσης Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας, σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα (17) («σύμβαση εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν») θα πρέπει να τροποποιηθεί όσον αφορά τις διμερείς συμφωνίες που συνάπτονται από τα κράτη μέλη και τη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής πέραν των 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών για υπηκόους τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης. Στη συνολική αξιολόγηση που διενεργεί για το ΣΕΕ, η Επιτροπή θα πρέπει να συμπεριλάβει εκτίμηση για τη χρήση των διμερών συμφωνιών των κρατών μελών. Η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να περιλάβει στην πρώτη έκθεση αξιολόγησης επιλογές ενόψει της σταδιακής κατάργησης τέτοιων διμερών συμφωνιών και της αντικατάστασής τους από ενωσιακή πράξη.

(49)

Οι προβλεπόμενες δαπάνες για το ΣΕΕ είναι χαμηλότερες από τον προϋπολογισμό που προορίζεται για τα «έξυπνα σύνορα» με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 515/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18). Κατά συνέπεια, μετά την έκδοση του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή θα πρέπει, μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξης όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 515/2014, να προβεί σε ανακατανομή του ποσού που δίδεται σήμερα για την ανάπτυξη συστημάτων πληροφορικής προς στήριξη της διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών στα εξωτερικά σύνορα.

(50)

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή της οδηγίας 2004/38/ΕΚ.

(51)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και, συνεπώς, δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στη εφαρμογή του. Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός αναπτύσσει το κεκτημένο του Σένγκεν, η Δανία πρέπει να αποφασίσει, σύμφωνα με το άρθρο 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, εντός έξι μηνών αφότου το Συμβούλιο αποφασίσει σχετικά με τον παρόντα κανονισμό, αν θα τον εφαρμόσει στο εθνικό της δίκαιο.

(52)

Ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στις οποίες δεν συμμετέχει το Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με την απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου (19)· ως εκ τούτου, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

(53)

Ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στις οποίες δεν συμμετέχει η Ιρλανδία, σύμφωνα με την απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου (20)· ως εκ τούτου, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στη θέσπιση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

(54)

Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν κατά την έννοια της συμφωνίας που έχει συναφθεί από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας σχετικά με τη σύνδεση των εν λόγω χωρών προς την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (21), οι οποίες εμπίπτουν στον τομέα του άρθρου 1 στοιχείο Α της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου (22).

(55)

Όσον αφορά την Ελβετία, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, κατά την έννοια της συμφωνίας που έχει συναφθεί μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (23), οι οποίες διατάξεις εμπίπτουν στον τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 1 στοιχείο Α της απόφασης 1999/437/ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 3 της απόφασης 2008/146/ΕΚ του Συμβουλίου (24) και με το άρθρο 3 της απόφασης 2008/149/ΔΕΥ του Συμβουλίου (25).

(56)

Όσον αφορά το Λιχτενστάιν, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου Σένγκεν, κατά την έννοια του πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (26), οι οποίες διατάξεις εμπίπτουν στον τομέα στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 1 στοιχείο Α της απόφασης 1999/437/ΕΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 3 της απόφασης 2011/350/ΕΕ του Συμβουλίου (27) και με το άρθρο 3 της απόφασης 2011/349/ΕΕ του Συμβουλίου (28).

(57)

Όσον αφορά την Κύπρο, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και την Κροατία, οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού που σχετίζονται με το SIS και το VIS συνιστούν διατάξεις βασιζόμενες στο κεκτημένο του Σένγκεν ή συνδεόμενες άλλως με αυτό, κατά την έννοια, αντιστοίχως, του άρθρου 3 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2003, του άρθρου 4 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2005 και του άρθρου 4 παράγραφος 2 της πράξης προσχώρησης του 2011, σε συνδυασμό με την απόφαση 2010/365/ΕΕ του Συμβουλίου (29), την απόφαση (ΕΕ) 2017/733 του Συμβουλίου (30) και την απόφαση (ΕΕ)2017/1908 (31).

Επιπλέον, η λειτουργία του ΣΕΕ απαιτεί τη χορήγηση παθητικής πρόσβασης στο VIS και την εφαρμογή όλων των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν σε σχέση με το SIS σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου. Οι προϋποθέσεις αυτές μπορούν να πληρούνται μόνο κατόπιν επιτυχούς ολοκλήρωσης της επαλήθευσης σύμφωνα την εφαρμοστέα διαδικασία αξιολόγησης του Σένγκεν. Ως εκ τούτου, το ΣΕΕ θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο από τα κράτη μέλη που πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις κατά την έναρξη λειτουργίας του. Τα κράτη μέλη που δεν χρησιμοποιούν το ΣΕΕ από την πρώτη έναρξη λειτουργίας θα πρέπει να συνδεθούν με το ΣΕΕ σύμφωνα με τη διαδικασία του παρόντος κανονισμού, μόλις πληρωθούν όλες αυτές οι προϋποθέσεις.

(58)

Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων κλήθηκε να γνωμοδοτήσει σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και εξέδωσε γνώμη στις 21 Σεπτεμβρίου 2016.

(59)

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει αυστηρούς κανόνες για την πρόσβαση στο ΣΕΕ όπως και τις απαραίτητες διασφαλίσεις πρόσβασης. Δίνει επίσης στους ενδιαφερομένους δικαιώματα πρόσβασης, διόρθωσης, συμπλήρωσης, διαγραφής και προσφυγής, ιδίως το δικαίωμα προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου, καθώς και την επίβλεψη των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων από δημόσιες ανεξάρτητες αρχές. Η παρούσα οδηγία σέβεται επομένως τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως το δικαίωμα στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, την απαγόρευση της δουλείας και της αναγκαστικής εργασίας, το δικαίωμα στην ελευθερία και την ασφάλεια, τον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το δικαίωμα στη μη εφαρμογή διακρίσεων, τα δικαιώματα του παιδιού, τα δικαιώματα των ηλικιωμένων, τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες και το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου.

(60)

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη σύμβαση της Γενεύης, της 28ης Ιουλίου 1951, περί της νομικής καταστάσεως των προσφύγων, όπως συμπληρώθηκε από το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει «σύστημα εισόδου/εξόδου» (ΣΕΕ) για:

α)

την καταγραφή και εναποθήκευση της ημερομηνίας, της ώρας και του τόπου εισόδου και εξόδου υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι διέρχονται από τα σύνορα των κρατών μελών όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ,

β)

τον υπολογισμό της διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής αυτών των υπηκόων τρίτων χωρών,

γ)

τη δημιουργία ειδοποιήσεων απευθυνόμενων στα κράτη μέλη όταν λήγει η επιτρεπόμενη παραμονή, και

δ)

την καταγραφή και εναποθήκευση της ημερομηνίας, της ώρας και του τόπου άρνησης εισόδου σε υπηκόους τρίτων χωρών στους οποίους έχει απαγορευθεί η είσοδος για βραχεία παραμονή, της αρχής του κράτους μέλους που απαγόρευσε την είσοδο, καθώς και των λόγων της άρνησης.

2.   Για τους σκοπούς της πρόληψης, εξακρίβωσης και διερεύνησης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων, ο παρών κανονισμός καθορίζει επίσης τους όρους υπό τους οποίους οι εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών και η Ευρωπόλ δύνανται να αποκτήσουν πρόσβαση στο ΣΕΕ.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε:

α)

υπηκόους τρίτων χωρών στους οποίους χορηγείται άδεια βραχείας παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών, με την επιφύλαξη των συνοριακών ελέγχων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399 για τη διέλευση των συνόρων όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, και

β)

υπηκόους τρίτων χωρών, κατά την είσοδο και την έξοδο στην επικράτεια των κρατών μελών, οι οποίοι:

i)

είναι μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης έναντι του οποίου εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ ή υπηκόου τρίτης χώρας που απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με εκείνο των πολιτών της Ένωσης δυνάμει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και τρίτης χώρας, αφετέρου· και

ii)

δεν είναι κάτοχοι του δελτίου διαμονής σύμφωνα με την οδηγία 2004/38/ΕΚ ή άδειας διαμονής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 του Συμβουλίου (32).

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται επίσης σε υπηκόους τρίτων χωρών των οποίων η είσοδος για βραχεία παραμονή στην επικράτεια των κρατών μελών έχει απαγορευθεί, σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399.

3.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε:

α)

υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι είναι μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης έναντι των οποίων εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ και οι οποίοι διαθέτουν δελτίο διαμονής δυνάμει της εν λόγω οδηγίας είτε συνοδεύουν ή συναντούν τον εν λόγω πολίτη της Ένωσης είτε όχι·

β)

υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι είναι μέλη της οικογένειας υπηκόου τρίτης χώρας είτε συνοδεύουν ή συναντούν τον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας είτε όχι, όταν:

i)

ο εν λόγω υπήκοος τρίτης χώρας απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με εκείνο των πολιτών της Ένωσης δυνάμει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και τρίτης χώρας, αφετέρου· και

ii)

οι εν λόγω υπήκοοι τρίτης χώρας είναι κάτοχοι δελτίου διαμονής σύμφωνα με την οδηγία 2004/38/ΕΚ ή άδειας διαμονής δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1030/2002·

γ)

κατόχους αδειών διαμονής που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημείο 16 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 εκτός όσων καλύπτονται από τα στοιχεία α) και β) της εν λόγω παραγράφου·

δ)

υπηκόους τρίτων χωρών που ασκούν το δικαίωμα κινητικότητας σύμφωνα με την οδηγία 2014/66/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (33) ή την οδηγία (ΕΕ) 2016/801 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (34)·

ε)

κατόχους θεώρησης για παραμονή μακράς διαρκείας·

στ)

υπηκόους της Ανδόρας, του Μονακό και του Αγίου Μαρίνου και κατόχους διαβατηρίων που έχουν εκδοθεί από το κράτος της Πόλης του Βατικανού·

ζ)

πρόσωπα ή κατηγορίες προσώπων που εξαιρούνται από τους συνοριακούς ελέγχους ή επωφελούνται από τους ειδικούς κανόνες σχετικά με τους συνοριακούς ελέγχους κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6α παράγραφος 3 στοιχείο ζ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

η)

πρόσωπα ή κατηγορίες προσώπων κατά το άρθρο 6α παράγραφος 3 στοιχεία η), θ), ι) και ια) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399.

4.   Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού όσον αφορά τον υπολογισμό της διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής και τη δημιουργία ειδοποιήσεων προς τα κράτη μέλη όταν η επιτρεπόμενη παραμονή έχει λήξει, δεν ισχύουν για τους υπηκόους τρίτων χωρών, οι οποίοι:

α)

είναι μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης έναντι του οποίου εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ ή υπηκόου τρίτης χώρας που απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με εκείνο των πολιτών της Ένωσης δυνάμει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και τρίτης χώρας, αφετέρου· και

β)

δεν είναι κάτοχοι του αναφερόμενου στην οδηγία 2004/38/ΕΚ δελτίου διαμονής ή άδειας διαμονής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002.

Άρθρο 3

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «εξωτερικά σύνορα»: τα εξωτερικά σύνορα όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

2)   «εσωτερικά σύνορα»: τα εσωτερικά σύνορα όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

3)   «συνοριακή αρχή»: ο συνοριοφύλακας στον οποίο έχει ανατεθεί, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, η διενέργεια συνοριακών ελέγχων όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

4)   «αρχή μετανάστευσης»: η αρμόδια αρχή η οποία σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο είναι υπεύθυνη για ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:

α)

να ελέγχει εντός του εδάφους των κρατών μελών εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου ή επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών·

β)

να εξετάζει τις προϋποθέσεις και να λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με τη διαμονή των υπηκόων τρίτων χωρών στην επικράτεια των κρατών μελών, εφόσον η αρχή αυτή δεν είναι «αποφαινόμενη αρχή» όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο στ) της οδηγίας 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, (35) και, κατά περίπτωση, να παρέχει συμβουλές σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 377/2004 του Συμβουλίου (36)·

γ)

για την επιστροφή των υπηκόων τρίτων χωρών σε τρίτες χώρες καταγωγής ή διέλευσης·

5)   «αρχή θεώρησης»: η αρχή όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008·

6)   «υπήκοος τρίτης χώρας»: κάθε πρόσωπο που δεν είναι πολίτης της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 20 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ, με εξαίρεση τα πρόσωπα τα οποία απολαύουν δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδυνάμου με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης, βάσει συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και τρίτων χωρών, αφετέρου·

7)   «ταξιδιωτικό έγγραφο»: διαβατήριο ή άλλο ισοδύναμο έγγραφο που επιτρέπει στον δικαιούχο να διέλθει τα εξωτερικά σύνορα και στο οποίο μπορεί να επιτίθεται θεώρηση·

8)   «βραχεία παραμονή»: παραμονή στην επικράτεια των κρατών μελών διάρκειας έως και 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

9)   «θεώρηση βραχείας παραμονής»: θεώρηση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (37)·

10)   «εθνική θεώρηση βραχείας παραμονής»: άδεια που εκδίδεται από κράτος μέλος το οποίο δεν εφαρμόζει πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν για προβλεπόμενη παραμονή στην επικράτεια του συγκεκριμένου κράτους μέλους με διάρκεια όχι μεγαλύτερη των 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών·

11)   «επιτρεπόμενη παραμονή»: ο ακριβής αριθμός ημερών κατά τις οποίες ο υπήκοος τρίτης χώρας επιτρέπεται να παραμείνει νομίμως στην επικράτεια του κράτους μέλους, υπολογιζόμενος από την ημερομηνία εισόδου σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις·

12)   «υπεύθυνο κράτος μέλος»: το κράτος μέλος που εισήγαγε τα δεδομένα στο ΣΕΕ·

13)   «επαλήθευση»: η διαδικασία που συνίσταται στη σύγκριση σειρών δεδομένων για να διαπιστωθεί η εγκυρότητα μιας δηλωθείσας ταυτότητας (έλεγχος με τη σύγκριση δύο δειγμάτων)·

14)   «εξακρίβωση ταυτότητας»: η διαδικασία καθορισμού της ταυτότητας προσώπου μέσω αναζήτησης σε βάση δεδομένων χρησιμοποιώντας πολλαπλές σειρές δεδομένων (έλεγχος με σύγκριση πολλαπλών δειγμάτων)·

15)   «αλφαριθμητικά δεδομένα»: δεδομένα που αποτελούνται από γράμματα, ψηφία, ειδικούς χαρακτήρες, διαστήματα και σημεία στίξεως·

16)   «δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων»: τα δεδομένα που σχετίζονται με τα τέσσερα δακτυλικά αποτυπώματα του δείκτη, του μέσου δακτύλου, του παράμεσου δακτύλου και του μικρού δακτύλου του δεξιού χεριού, εάν υπάρχουν, ειδάλλως του αριστερού χεριού·

17)   «εικόνα προσώπου»: ψηφιακές εικόνες προσώπου·

18)   «βιομετρικά δεδομένα»: τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων και η εικόνα προσώπου·

19)   «πρόσωπο που υπερβαίνει την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής»: υπήκοος τρίτης χώρας που δεν πληροί ή δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις όσον αφορά τη διάρκεια επιτρεπόμενης βραχείας παραμονής του στην επικράτεια των κρατών μελών·

20)   «eu-LISA»: ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη λειτουργική διαχείριση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1077/2011·

21)   «εποπτικές αρχές»: η εποπτική αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και η εποπτική αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680·

22)   «δεδομένα ΣΕΕ»: όλα τα δεδομένα που αποθηκεύονται στο κεντρικό ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 14 και τα άρθρα 16 έως 20·

23)   «επιβολή του νόμου»: η πρόληψη, η εξακρίβωση ή η διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων·

24)   «τρομοκρατικό έγκλημα»: έγκλημα που, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, αντιστοιχεί ή είναι ισοδύναμο με τα αναφερόμενα στην οδηγία (ΕΕ) 2017/541 εγκλήματα,

25)   «σοβαρή αξιόποινη πράξη»: η μορφή εγκλήματος που αντιστοιχεί ή είναι ισοδύναμη με ένα από τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 παράγραφος 2 της απόφασης-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ εγκλήματα, εφόσον τιμωρούνται κατά το εθνικό δίκαιο με στερητική της ελευθερίας ποινή ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας ανώτατης διάρκειας τουλάχιστον τριών ετών·

26)   «εντεταλμένη αρχή»: η αρχή η οποία ορίζεται από κράτος μέλος δυνάμει του άρθρου 29 ως αρμόδια για την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων·

27)   «σύστημα αυτοεξυπηρέτησης»: σύστημα αυτοεξυπηρέτησης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 23 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

28)   «ηλεκτρονική θύρα»: ηλεκτρονική θύρα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 24 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

29)   «ποσοστό μη καταχώρισης» (FTER): το ποσοστό των καταχωρίσεων με ανεπαρκή ποιότητα βιομετρικών δεδομένων·

30)   «ποσοστό ψευδώς θετικής ταυτοποίησης» (FPIR): το ποσοστό αντιστοιχίσεων που δίνει ο βιομετρικός έλεγχος, οι οποίες δεν ανήκουν στον υπό έλεγχο ταξιδιώτη·

31)   «ποσοστό ψευδώς αρνητικής ταυτοποίησης» (FNIR): το ποσοστό αποτυχημένων αντιστοιχίσεων σε βιομετρική έρευνα παρά το γεγονός ότι βιομετρικά δεδομένα του ταξιδιώτη έχουν καταχωριστεί.

2.   Οι όροι του άρθρου 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 έχουν την ίδια έννοια και στον παρόντα κανονισμό, εφόσον τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υπόκεινται σε επεξεργασία από τις αρχές των κρατών μελών για τους σκοπούς του άρθρου 6 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού.

3.   Οι όροι του άρθρου 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 έχουν την ίδια έννοια και στον παρόντα κανονισμό, εφόσον τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υπόκεινται σε επεξεργασία από τις αρχές των κρατών μελών για τους σκοπούς του άρθρου 6 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 4

Σύνορα στα οποία το ΣΕΕ λειτουργεί και χρήση του ΣΕΕ στα εν λόγω σύνορα

1.   Το ΣΕΕ λειτουργεί στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών.

2.   Τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν εισάγουν το ΣΕΕ στα εσωτερικά τους σύνορα με τα κράτη μέλη τα οποία δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά λειτουργούν το ΣΕΕ.

3.   Τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν και τα κράτη μέλη που δεν το εφαρμόζουν ακόμη πλήρως αλλά χρησιμοποιούν το ΣΕΕ εισάγουν το ΣΕΕ στα εσωτερικά σύνορά τους με τα κράτη μέλη τα οποία δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν ούτε χρησιμοποιούν το ΣΕΕ.

4.   Τα κράτη μέλη που δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιούν το ΣΕΕ εισάγουν το ΣΕΕ στα εσωτερικά τους σύνορα ως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399.

5.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 23 παράγραφος 2 τρίτο και τέταρτο εδάφιο καθώς και το άρθρο 27, τα κράτη μέλη που δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιούν το ΣΕΕ, εισάγουν το ΣΕΕ χωρίς βιομετρικές λειτουργικές δυνατότητες στα εσωτερικά χερσαία σύνορα με κράτος μέλος το οποίο δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ. Όταν σε αυτά τα εσωτερικά σύνορα υπήκοος τρίτης χώρας δεν έχει ακόμη καταχωρισθεί στο ΣΕΕ, δημιουργείται ατομικός φάκελος του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας χωρίς καταχώριση βιομετρικών δεδομένων. Τα βιομετρικά δεδομένα προστίθενται στο επόμενο σημείο διέλευσης συνόρων όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ με βιομετρικές λειτουργικές δυνατότητες.

Άρθρο 5

Συγκρότηση του ΣΕΕ

Ο «eu-LISA» αναπτύσσει το ΣΕΕ και διασφαλίζει τη λειτουργική του διαχείριση, συμπεριλαμβανομένων των λειτουργικών δυνατοτήτων για την επεξεργασία βιομετρικών δεδομένων όπως αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ), καθώς και την επαρκή ασφάλεια του ΣΕΕ.

Άρθρο 6

Στόχοι του ΣΕΕ

1.   Με την καταχώριση και την αποθήκευση δεδομένων στο ΣΕΕ και με την παροχή στα κράτη μέλη πρόσβασης στα εν λόγω δεδομένα, το ΣΕΕ επιδιώκει:

α)

την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των συνοριακών ελέγχων με τον υπολογισμό και την παρακολούθηση της διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής κατά την είσοδο και την έξοδο των υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους χορηγείται άδεια βραχείας παραμονής·

β)

να βοηθήσει στην ταυτοποίηση υπηκόου τρίτης χώρας που δεν πληροί ή δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις εισόδου ή βραχείας παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών·

γ)

την παροχή της δυνατότητας ταυτοποίησης και εντοπισμού προσώπων που υπερβαίνουν την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής και την παροχή της δυνατότητας στις εθνικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα·

δ)

την παροχή της δυνατότητας ηλεκτρονικού ελέγχου στο ΣΕΕ των περιπτώσεων άρνησης εισόδου·

ε)

την παροχή της δυνατότητας αυτοματοποίησης των συνοριακών ελέγχων σε υπηκόους τρίτων χωρών·

στ)

την παροχή στις αρχές θεώρησης της δυνατότητας πρόσβασης σε πληροφορίες σχετικά με τη νόμιμη χρήση προηγούμενων θεωρήσεων·

ζ)

την ενημέρωση των υπηκόων τρίτων χωρών για τη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής τους·

η)

τη συγκέντρωση στατιστικών στοιχείων για τις εισόδους και τις εξόδους, τις αρνήσεις εισόδου και τις υπερβάσεις της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό να βελτιωθεί η εκτίμηση του κινδύνου υπέρβασης και να υποστηριχθεί η χάραξη μεταναστευτικής πολιτικής της Ένωσης με βάση αποδεικτικά στοιχεία·

θ)

την καταπολέμηση της υποκλοπής ταυτότητας και της κατάχρησης ταξιδιωτικών εγγράφων.

2.   Με τη χορήγηση πρόσβασης σε εντεταλμένες αρχές σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, το ΣΕΕ επιδιώκει:

α)

να συμβάλλει στην πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων·

β)

να παρέχει τη δυνατότητα παραγωγής πληροφοριών για έρευνες που συνδέονται με τρομοκρατικά εγκλήματα ή άλλες σοβαρές αξιόποινες πράξεις, περιλαμβανομένης της ταυτοποίησης δραστών, υπόπτων ή θυμάτων των εν λόγω πράξεων που έχουν περάσει τα εξωτερικά σύνορα.

3.   Το ΣΕΕ, κατά περίπτωση, στηρίζει τα κράτη μέλη για τη λειτουργία των εθνικών τους προγραμμάτων διευκόλυνσης που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 8δ του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, προκειμένου να διευκολυνθεί η διέλευση των συνόρων για τους υπηκόους τρίτων χωρών, ως ακολούθως:

α)

παρέχοντας στις εθνικές αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 8δ του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 τη δυνατότητα πρόσβασης σε πληροφορίες σχετικά με προηγούμενες περιόδους βραχείας παραμονής ή αρνήσεις εισόδου για τους σκοπούς της εξέτασης των αιτήσεων πρόσβασης σε εθνικά προγράμματα διευκόλυνσης και της έκδοσης αποφάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 25 του παρόντος κανονισμού·

β)

ενημερώνοντας τις συνοριακές αρχές ότι χορηγείται πρόσβαση στο εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης.

Άρθρο 7

Τεχνική αρχιτεκτονική του ΣΕΕ

1.   Το ΣΕΕ αποτελείται από:

α)

κεντρικό σύστημα (κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ)·

β)

εθνική ενιαία διεπαφή (NUI) σε κάθε κράτος μέλος που βασίζεται σε κοινές τεχνικές προδιαγραφές και είναι πανομοιότυπη για όλα τα κράτη μέλη, η οποία καθιστά δυνατή την ασφαλή σύνδεση του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ με τις εθνικές συνοριακές υποδομές στα κράτη μέλη·

γ)

ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος του VIS·

δ)

ασφαλή και κρυπτογραφημένη υποδομή επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ και των NUΙ·

ε)

τη διαδικτυακή υπηρεσία του άρθρου 13·

στ)

το αποθετήριο δεδομένων, το οποίο δημιουργείται σε κεντρικό επίπεδο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 63 παράγραφος 2.

2.   Το κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ φιλοξενείται από τον eu-LISA στις τεχνικές εγκαταστάσεις του. Παρέχει τις λειτουργικές δυνατότητες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με τις προϋποθέσεις διαθεσιμότητας, ποιότητας και ταχύτητας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 37 παράγραφος 3.

3.   Με την επιφύλαξη της απόφασης 2008/602/ΕΚ της Επιτροπής (38), ορισμένα στοιχεία υλισμικού και λογισμικού της υποδομής επικοινωνίας του ΣΕΕ είναι κοινά με την υποδομή επικοινωνίας του VIS που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 της απόφασης 2004/512/ΕΚ. Εξασφαλίζεται ο λογικός διαχωρισμός των δεδομένων του VIS και του ΣΕΕ.

Άρθρο 8

Διαλειτουργικότητα με το VIS

1.   Ο eu-LISA θεσπίζει ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος VIS προκειμένου να καταστεί δυνατή η διαλειτουργικότητα μεταξύ του ΣΕΕ και του VIS. Η απευθείας αναζήτηση μεταξύ του VIS και του ΣΕΕ είναι δυνατή όπου αυτό προβλέπεται τόσο από τον παρόντα κανονισμό όσο και από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Η ανάκτηση από το VIS δεδομένων που αφορούν τις θεωρήσεις, η εισαγωγή τους στο ΣΕΕ και η ενημέρωση δεδομένων από το VIS στο ΣΕΕ είναι αυτοματοποιημένες από τη στιγμή που η σχετική λειτουργία δρομολογηθεί από την οικεία αρχή.

2.   Η διαλειτουργικότητα επιτρέπει στις συνοριακές αρχές που χρησιμοποιούν το ΣΕΕ να συμβουλεύονται το VIS από το ΣΕΕ ούτως ώστε:

α)

να ανακτούν και να εισάγουν τα δεδομένα που αφορούν τις θεωρήσεις απευθείας από το VIS με σκοπό τη δημιουργία ή την ενημέρωση της καταχώρισης εισόδου/εξόδου ή της καταχώρισης άρνησης εισόδου ενός κατόχου θεώρησης στο ΣΕΕ, σύμφωνα με τα άρθρα 14, 16 και 18 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 18α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008·

β)

να ανακτούν και να εισάγουν τα δεδομένα που αφορούν τις θεωρήσεις απευθείας από το VIS με σκοπό την ενημέρωση της καταχώρισης εισόδου/εξόδου σε περίπτωση ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης θεώρησης, σύμφωνα με το άρθρο 19 του παρόντος κανονισμού και τα άρθρα 13, 14 και 18α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008·

γ)

να επαληθεύουν, σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 18 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, τη γνησιότητα και την εγκυρότητα της σχετικής θεώρησης ή κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου στην επικράτεια των κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399·

δ)

να επαληθεύουν στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ εάν υπήκοος τρίτης χώρας που απαλλάσσεται από την υποχρέωση της οικείας θεώρησης έχει ήδη καταχωρισθεί στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 19α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008· και

ε)

όταν η ταυτότητα κατόχου θεώρησης επαληθεύεται με τη χρήση δακτυλικών αποτυπωμάτων, να επαληθεύουν στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ την ταυτότητα κατόχου θεώρησης μέσω αντιπαραβολής με τα δακτυλικά του αποτυπώματα που έχουν καταχωρισθεί στο VIS, σύμφωνα με το άρθρο 23 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 18 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

3.   Η διαλειτουργικότητα επιτρέπει στις αρχές θεώρησης που χρησιμοποιούν το VIS να συμβουλεύονται το ΣΕΕ από το VIS ούτως ώστε:

α)

να εξετάζουν τις αιτήσεις θεώρησης και να λαμβάνουν αποφάσεις επί των εν λόγω αιτήσεων, σύμφωνα με το άρθρο 24 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 15 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008·

β)

να εξετάζουν για τα κράτη μέλη που δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιούν το ΣΕΕ, αιτήσεις χορήγησης εθνικών θεωρήσεων βραχείας παραμονής και να λαμβάνουν αποφάσεις επί των εν λόγω αιτήσεων·

γ)

να ενημερώνουν τα δεδομένα που αφορούν τις θεωρήσεις στην καταχώριση εισόδου/εξόδου σε περίπτωση ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης θεώρησης, σύμφωνα με το άρθρο 19 του παρόντος κανονισμού και τα άρθρα 13 και 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

4.   Για τη λειτουργία της διαδικτυακής υπηρεσίας του ΣΕΕ που αναφέρεται στο άρθρο 13, το VIS ενημερώνει καθημερινώς τη χωριστή βάση δεδομένων «μόνο για ανάγνωση» που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 5 μέσω μονόδρομης εξαγωγής του ελάχιστου αναγκαίου υποσυνόλου δεδομένων VIS.

Άρθρο 9

Πρόσβαση στο ΣΕΕ για εισαγωγή, τροποποίηση, διαγραφή και αναζήτηση δεδομένων

1.   Η πρόσβαση στο ΣΕΕ για την εισαγωγή, τροποποίηση, διαγραφή και αναζήτηση των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 14 και στα άρθρα 16 έως 20 επιφυλάσσεται αποκλειστικά στο δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των εθνικών αρχών κάθε κράτους μέλους που είναι αρμόδιες για τους σκοπούς που ορίζονται στα άρθρα 23 έως 35. Η εν λόγω πρόσβαση περιορίζεται στον βαθμό που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων των ανωτέρω εθνικών αρχών σύμφωνα με τους σκοπούς αυτούς και είναι ανάλογη προς τους επιδιωκόμενους στόχους.

2.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες είναι συνοριακές αρχές, αρχές θεώρησης και αρχές μετανάστευσης για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού. Το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμόδιων εθνικών αρχών έχει πρόσβαση στο ΣΕΕ για να εισάγει, να τροποποιεί, να διαγράφει ή να συμβουλεύεται δεδομένα. Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί κατάλογο των εν λόγω αρχών χωρίς καθυστέρηση στον eu-LISA. Στον κατάλογο προσδιορίζεται ο σκοπός για τον οποίο κάθε αρχή έχει πρόσβαση στα δεδομένα που έχουν αποθηκευθεί στο ΣΕΕ.

3.   Οι αρχές που έχουν το δικαίωμα να συμβουλεύονται τα δεδομένα ΣΕΕ ή να έχουν πρόσβαση σε αυτά με σκοπό την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων ορίζονται σύμφωνα με το κεφάλαιο IV.

Άρθρο 10

Γενικές αρχές

1.   Κάθε αρμόδια αρχή εξουσιοδοτημένη να έχει πρόσβαση στο ΣΕΕ διασφαλίζει ότι η χρήση του ΣΕΕ είναι απαραίτητη, κατάλληλη και αναλογική.

2.   Κάθε αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι η χρήση του ΣΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της λήψης βιομετρικών δεδομένων, τηρεί τις διασφαλίσεις που προβλέπονται στη σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού. Συγκεκριμένα, όταν λαμβάνονται τα δεδομένα παιδιών, πρωταρχικό μέλημα αποτελεί το βέλτιστο συμφέρον τους.

Άρθρο 11

Αυτοματοποιημένος υπολογιστής και υποχρέωση ενημέρωσης των υπηκόων τρίτων χωρών για την υπολειπόμενη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής

1.   Το ΣΕΕ περιλαμβάνει αυτοματοποιημένο υπολογιστή που αναφέρει τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής, για τους υπηκόους τρίτων χωρών που έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ.

Ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής δεν εφαρμόζεται σε υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι:

α)

είναι μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης έναντι του οποίου εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ ή υπηκόου τρίτης χώρας που απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με εκείνο των πολιτών της Ένωσης δυνάμει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και τρίτης χώρας, αφετέρου· και

β)

δεν είναι κάτοχοι του αναφερόμενου στην οδηγία 2004/38/ΕΚ δελτίου διαμονής ή άδειας διαμονής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002.

2.   Ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές:

α)

κατά την είσοδο, σχετικά με τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής υπηκόων τρίτων χωρών και αν έχει ήδη εξαντληθεί ο αριθμός των επιτρεπόμενων εισόδων των θεωρήσεων βραχείας παραμονής για μία ή δύο εισόδους·

β)

κατά τους ελέγχους ή τις επαληθεύσεις που διενεργούνται εντός της επικράτειας των κρατών μελών, σχετικά με την υπολειπόμενη επιτρεπόμενη παραμονή ή την υπέρβαση της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής των υπηκόων τρίτων χωρών·

γ)

κατά την έξοδο, σχετικά με κάθε υπέρβαση της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής υπηκόων τρίτων χωρών·

δ)

κατά την εξέταση και τη λήψη απόφασης επί αιτήσεων θεώρησης βραχείας παραμονής, σχετικά με τη μέγιστη υπολειπόμενη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής βάσει των προβλεπόμενων ημερομηνιών εισόδου.

3.   Οι συνοριακές αρχές ενημερώνουν τον υπήκοο τρίτης χώρας σχετικά με τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής, που λαμβάνει υπόψη τον αριθμό εισόδων και τη διάρκεια παραμονής που επιτρέπεται από τη θεώρηση, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399. Η ενημέρωση αυτή παρέχεται είτε από τον συνοριοφύλακα τη στιγμή των συνοριακών ελέγχων είτε μέσω εξοπλισμού εγκατεστημένου στο σημείο διέλευσης των συνόρων που επιτρέπει στον υπήκοο τρίτης χώρας να συμβουλευτεί τη διαδικτυακή υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος κανονισμού.

4.   Για υπηκόους τρίτων χωρών που υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης και διαμένουν, βάσει θεώρησης βραχείας παραμονής ή εθνικής θεώρησης βραχείας παραμονής, σε κράτος μέλος που δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ, ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής δεν αναφέρει την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής βάσει της θεώρησης βραχείας παραμονής ή της εθνικής θεώρησης βραχείας παραμονής.

Στην περίπτωση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής επαληθεύει μόνο:

α)

τη συμμόρφωση με το συνολικό όριο των 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών, και

β)

για τις θεωρήσεις βραχείας παραμονής, τη συμμόρφωση με τη διάρκεια ισχύος των εν λόγω θεωρήσεων.

5.   Για να επαληθευθεί αν οι υπήκοοι τρίτων χωρών που κατέχουν θεώρηση βραχείας παραμονής για μία ή δύο εισόδους έχουν ήδη χρησιμοποιήσει τον αριθμό των εισόδων που επιτρέπει η θεώρηση βραχείας παραμονής τους, ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής λαμβάνει υπόψη μόνο τις εισόδους στην επικράτεια των κρατών μελών που εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν. Η εν λόγω επαλήθευση δεν διενεργείται, ωστόσο, κατά την είσοδο στην επικράτεια των κρατών μελών που δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιούν το ΣΕΕ.

6.   Ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής εφαρμόζεται επίσης σε περιπτώσεις βραχείας παραμονής βάσει θεώρησης βραχείας παραμονής με περιορισμένη εδαφική ισχύ που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009. Στην περίπτωση αυτή, ο αυτοματοποιημένος υπολογιστής λαμβάνει υπόψη την επιτρεπόμενη παραμονή, όπως ορίζεται από την εν λόγω θεώρηση, ανεξαρτήτως εάν ο σωρευτικός χρόνος παραμονής του οικείου υπηκόου τρίτης χώρας υπερβαίνει τις 90 ημέρες εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών.

Άρθρο 12

Μηχανισμός πληροφοριών

1.   Το ΣΕΕ περιλαμβάνει μηχανισμό που εντοπίζει αυτομάτως τόσο τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου που δεν περιέχουν δεδομένα εξόδου αμέσως μετά την ημερομηνία λήξης της επιτρεπόμενης παραμονής όσο και τις καταχωρίσεις στις οποίες σημειώθηκε υπέρβαση της μέγιστης διάρκειας επιτρεπόμενης παραμονής.

2.   Για τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι διέρχονται τα σύνορα βάσει έγκυρου εγγράφου διευκόλυνσης της διέλευσης εκδοθέντος σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 693/2003 του Συμβουλίου (39) (FTD), το ΣΕΕ περιλαμβάνει μηχανισμό που εντοπίζει αυτόματα τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου που δεν περιέχουν δεδομένα εξόδου αμέσως μετά την ημερομηνία λήξης της επιτρεπόμενης παραμονής, ενώ επίσης εντοπίζει αυτομάτως τις καταχωρίσεις στις οποίες σημειώθηκε υπέρβαση της μέγιστης διάρκειας επιτρεπόμενης παραμονής.

3.   Κατάλογος παραγόμενος από το ΣΕΕ, ο οποίος περιέχει τα αναφερόμενα στα άρθρα 16 και 17 δεδομένα όλων των ταυτοποιημένων προσώπων που υπερέβησαν την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής, τίθεται στη διάθεση των εντεταλμένων σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 αρμόδιων εθνικών αρχών, προκειμένου αυτές να μπορέσουν να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα.

Άρθρο 13

Διαδικτυακή υπηρεσία

1.   Για να μπορούν οι υπήκοοι τρίτων χωρών να επαληθεύουν ανά πάσα στιγμή την υπολειπόμενη επιτρεπόμενη παραμονή, διατίθεται ασφαλής διαδικτυακή πρόσβαση σε διαδικτυακή υπηρεσία που φιλοξενείται από τον eu-LISA στις τεχνικές εγκαταστάσεις του, η οποία επιτρέπει στους εν λόγω υπηκόους να υποβάλλουν τα δεδομένα που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο β) σε συνδυασμό με την προβλεπόμενη ημερομηνία εισόδου ή εξόδου, ή και τις δύο. Στη βάση αυτή, η διαδικτυακή υπηρεσία δίνει στους υπηκόους αυτούς απάντηση «OK/NOT OK», καθώς και πληροφορίες σχετικά με την υπολειπόμενη επιτρεπόμενη παραμονή.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, για προβλεπόμενη παραμονή σε κράτος μέλος το οποίο δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ, η διαδικτυακή υπηρεσία δεν παρέχει καμία πληροφορία σχετικά με την επιτρεπόμενη παραμονή βάσει θεώρησης βραχείας παραμονής ή εθνικής θεώρησης βραχείας παραμονής.

Στην περίπτωση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η διαδικτυακή υπηρεσία παρέχει τη δυνατότητα στους υπηκόους τρίτων χωρών να επαληθεύουν τη συμμόρφωση με το συνολικό όριο των 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών και να λαμβάνουν ενημέρωση σχετικά με την υπολειπόμενη επιτρεπόμενη παραμονή βάσει αυτού του ορίου. Η ενημέρωση αυτή παρέχεται για τα διαστήματα παραμονής εντός της περιόδου 180 ημερών που προηγείται της αναζήτησης στη διαδικτυακή υπηρεσία ή της προβλεπόμενης ημερομηνίας εισόδου ή εξόδου, ή και των δύο.

3.   Για να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 1 στοιχείο β) της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν, οι μεταφορείς χρησιμοποιούν τη διαδικτυακή υπηρεσία που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου με σκοπό να επαληθεύσουν αν οι υπήκοοι τρίτων χωρών που κατέχουν θεώρηση βραχείας παραμονής για μία ή δύο εισόδους έχουν ήδη χρησιμοποιήσει τον αριθμό εισόδων που επιτρέπει η θεώρησή τους. Οι μεταφορείς παρέχουν τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος κανονισμού. Σε αυτή τη βάση, η διαδικτυακή υπηρεσία δίνει στους μεταφορείς απάντηση «OK/NOT OK». Οι μεταφορείς μπορούν να αποθηκεύουν τις πληροφορίες που αποστέλλονται και την απάντηση που λαμβάνεται σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο. Οι μεταφορείς θεσπίζουν σύστημα επαλήθευσης προκειμένου να διασφαλίζεται ότι μόνο εξουσιοδοτημένο προσωπικό μπορεί να έχει πρόσβαση στη διαδικτυακή υπηρεσία. Η απάντηση «OK/NOT OK» δεν μπορεί να εκλαμβάνεται ως απόφαση για την έγκριση ή την άρνηση εισόδου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399.

4.   Για τον σκοπό της εφαρμογής του άρθρου 26 παράγραφος 2 της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν ή για τον σκοπό της επίλυσης κάθε ενδεχόμενης διαφοράς που προκύπτει δυνάμει του άρθρου 26 της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν, ο eu-LISA διατηρεί αρχείο καταχωρίσεων όλων των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων που πραγματοποιούνται από τους μεταφορείς εντός της διαδικτυακής υπηρεσίας. Στο εν λόγω αρχείο εμφανίζονται η ημερομηνία και η ώρα κάθε πράξης επεξεργασίας, τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για την έρευνα, τα δεδομένα που διαβίβασε η διαδικτυακή υπηρεσία και το όνομα του οικείου μεταφορέα.

Οι καταχωρίσεις αποθηκεύονται για περίοδο δύο ετών. Οι καταχωρίσεις προστατεύονται καταλλήλως έναντι μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης.

5.   Η διαδικτυακή υπηρεσία χρησιμοποιεί χωριστή βάση δεδομένων μόνο για ανάγνωση η οποία ενημερώνεται σε καθημερινή βάση μέσω μονόδρομης εξαγωγής του ελάχιστου αναγκαίου υποσυνόλου δεδομένων ΣΕΕ και VIS. Ο eu-LISA είναι υπεύθυνος για την ασφάλεια της διαδικτυακής υπηρεσίας, για την ασφάλεια των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιέχει και για τη διαδικασία εξαγωγής των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στη χωριστή βάση δεδομένων μόνο για ανάγνωση.

6.   Η διαδικτυακή υπηρεσία δεν παρέχει στους μεταφορείς τη δυνατότητα να επαληθεύουν αν οι υπήκοοι τρίτων χωρών που κατέχουν εθνική θεώρηση βραχείας παραμονής για μία ή δύο εισόδους έχουν ήδη χρησιμοποιήσει τον αριθμό των εισόδων που επιτρέπει η εν λόγω θεώρηση.

7.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που αφορούν τους λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις προϋποθέσεις λειτουργίας της διαδικτυακής υπηρεσίας και τους κανόνες προστασίας δεδομένων και ασφάλειας που εφαρμόζονται στη διαδικτυακή υπηρεσία. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 68 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 14

Διαδικασίες εισαγωγής δεδομένων στο ΣΕΕ

1.   Οι συνοριακές αρχές επαληθεύουν, σύμφωνα με το άρθρο 23, αν έχει ήδη δημιουργηθεί ατομικός φάκελος στο ΣΕΕ για τον υπήκοο τρίτης χώρας, καθώς και την ταυτότητά του. Αν υπήκοος τρίτης χώρας χρησιμοποιεί σύστημα αυτοεξυπηρέτησης για την προεγγραφή δεδομένων ή για τη διενέργεια συνοριακών ελέγχων, η επαλήθευση γίνεται μέσω του συστήματος αυτοεξυπηρέτησης.

2.   Αν έχει ήδη δημιουργηθεί ατομικός φάκελος για τον υπήκοο τρίτης χώρας, η συνοριακή αρχή, όπου είναι απαραίτητο:

α)

ενημερώνει τα δεδομένα του ατομικού φακέλου, ειδικά τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18, κατά περίπτωση, και

β)

εισάγει καταχώριση εισόδου ή εξόδου για κάθε είσοδο και έξοδο σύμφωνα με τα άρθρα 16 και 17 ή, κατά περίπτωση, καταχώριση της άρνησης εισόδου σύμφωνα με το άρθρο 18.

Οι καταχωρίσεις που αναφέρονται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου συνδέονται με τον ατομικό φάκελο του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας.

Κατά περίπτωση, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφοι 1, 2, 4 και 5 προστίθενται στην καταχώριση εισόδου/εξόδου του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας. Τα ταξιδιωτικά έγγραφα και στοιχεία ταυτότητας που χρησιμοποιούνται νόμιμα από υπήκοο τρίτης χώρας προστίθενται στον ατομικό του φάκελο.

Εάν έχει ήδη καταχωρισθεί ατομικός φάκελος και ο υπήκοος τρίτης χώρας προσκομίσει έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο το οποίο διαφέρει από εκείνο που είχε ήδη καταχωρισθεί, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β) ενημερώνονται επίσης σύμφωνα με το άρθρο 15.

3.   Στις περιπτώσεις που απαιτείται να εισαχθούν ή να ενημερωθούν τα δεδομένα της καταχώρισης εισόδου/εξόδου κατόχου θεώρησης, οι συνοριακές αρχές μπορούν να ανακτήσουν από το VIS και να εισαγάγουν στο ΣΕΕ τα δεδομένα που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία γ) έως στ) του παρόντος κανονισμού απευθείας από το VIS σύμφωνα με το άρθρο 8 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 18α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

4.   Αν δεν υπάρχει προηγούμενη καταχώριση υπηκόου τρίτης χώρας στο ΣΕΕ, η συνοριακή αρχή δημιουργεί ατομικό φάκελο του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας εισάγοντας τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφοι 1 και 6, στο άρθρο 17 παράγραφος 1 και στο άρθρο 18 παράγραφος 1, κατά περίπτωση.

5.   Εάν υπήκοος τρίτης χώρας χρησιμοποιεί σύστημα αυτοεξυπηρέτησης για την προεγγραφή δεδομένων, εφαρμόζεται το άρθρο 8α του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399. Σε αυτήν την περίπτωση, ο υπήκοος τρίτης χώρας μπορεί να προεγγράψει τα δεδομένα του ατομικού φακέλου ή, κατά περίπτωση, τα δεδομένα της καταχώρισης εισόδου/εξόδου που πρέπει να ενημερωθούν. Τα δεδομένα επιβεβαιώνονται από τις συνοριακές αρχές όταν η απόφαση έγκρισης ή άρνησης εισόδου έχει ληφθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399. Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία γ) έως στ) του παρόντος κανονισμού μπορούν να ανακτώνται από το VIS και να εισάγονται στο ΣΕΕ.

6.   Εάν υπήκοος τρίτης χώρας χρησιμοποιεί σύστημα αυτοεξυπηρέτησης για τη διενέργεια των συνοριακών ελέγχων, εφαρμόζεται το άρθρο 8β του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399. Σε αυτήν την περίπτωση, η επαλήθευση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου διενεργείται μέσω του συστήματος αυτοεξυπηρέτησης.

7.   Εάν υπήκοος τρίτης χώρας χρησιμοποιεί ηλεκτρονική θύρα για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων, ή των εσωτερικών συνόρων στα οποία οι έλεγχοι δεν έχουν ακόμα καταργηθεί, εφαρμόζεται το άρθρο 8β του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399. Σε αυτήν την περίπτωση, η αντίστοιχη εγγραφή της καταχώρισης εισόδου/εξόδου και η σύνδεση της καταχώρισης αυτής με τον εκάστοτε ατομικό φάκελο πραγματοποιείται μέσω της ηλεκτρονικής θύρας.

8.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 20 του παρόντος κανονισμού και του άρθρου 12 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, εάν η επιτρεπόμενη βραχεία παραμονή υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος βρίσκεται στην επικράτεια κράτους μέλους αρχίζει αμέσως μετά την παραμονή βάσει αδείας διαμονής ή θεώρησης για παραμονή μακράς διαρκείας και δεν έχει ήδη δημιουργηθεί ατομικός φάκελος, ο εν λόγω υπήκοος τρίτης χώρας μπορεί να ζητήσει από τις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, να δημιουργήσουν τον ατομικό φάκελο και την καταχώριση εισόδου/εξόδου εισάγοντας τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφοι 1, 2 και 6 και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού. Αντί των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού οι εν λόγω αρμόδιες αρχές, εισάγουν την ημερομηνία έναρξης της επιτρεπόμενης βραχείας παραμονής και, αντί των δεδομένων του άρθρου 16 παράγραφος 2 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, εισάγουν την επωνυμία της αρχής που εισήγαγε τα δεδομένα αυτά.

Άρθρο 15

Εικόνα προσώπου των υπηκόων τρίτων χωρών

1.   Όταν είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί ατομικός φάκελος ή να ενημερωθεί η εικόνα προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β), η εικόνα προσώπου λαμβάνεται ζωντανά.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν δεν μπορούν να πληρούνται οι προδιαγραφές ποιότητας και ανάλυσης που έχουν καθορισθεί για την εγγραφή της ζωντανής εικόνας προσώπου στο ΣΕΕ, η εικόνα προσώπου μπορεί να εξάγεται ηλεκτρονικά από το τσιπ του ηλεκτρονικού μηχανικώς αναγνώσιμου ταξιδιωτικού εγγράφου (eMRTD). Σε αυτές τις περιπτώσεις, η εικόνα προσώπου εισάγεται στον ατομικό φάκελο μόνο αφού επαληθευθεί ηλεκτρονικά ότι η εικόνα προσώπου που έχει καταχωρισθεί στο τσιπ του eMRTD αντιστοιχεί στη ζωντανή εικόνα προσώπου του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας.

3.   Κάθε κράτος μέλος διαβιβάζει ετησίως έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παραγράφου 2 στην Επιτροπή. Στην έκθεση περιλαμβάνεται ο αριθμός των ενδιαφερόμενων υπηκόων τρίτων χωρών και επίσης εξηγούνται οι εξαιρετικές περιπτώσεις που αντιμετωπίστηκαν.

4.   Η εικόνα προσώπου υπηκόων τρίτης χώρας έχει επαρκή ανάλυση και ποιότητα για να χρησιμοποιείται στην αυτοματοποιημένη βιομετρική αντιστοίχιση.

5.   Εντός δύο ετών από την έναρξη της λειτουργίας του ΣΕΕ, η Επιτροπή καταρτίζει έκθεση σχετικά με τα πρότυπα ποιότητας των εικόνων προσώπου που είναι αποθηκευμένες στο VIS και για το αν οι εικόνες αυτές επιτρέπουν τη βιομετρική αντιστοίχιση με σκοπό τη χρήση των εικόνων προσώπου που είναι αποθηκευμένες στο VIS στα σύνορα και εντός της επικράτειας των κρατών μελών για την επαλήθευση της ταυτότητας υπηκόων τρίτων χωρών που υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, χωρίς να αποθηκεύονται οι εν λόγω εικόνες προσώπου στο ΣΕΕ. Η Επιτροπή διαβιβάζει την εν λόγω έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η έκθεση συνοδεύεται, αν θεωρηθεί αναγκαίο από την Επιτροπή, από νομοθετικές προτάσεις, μεταξύ των οποίων προτάσεις για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, ή και των δύο, όσον αφορά τη χρήση των εικόνων προσώπου υπηκόων τρίτων χωρών που είναι αποθηκευμένες στο VIS για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο.

Άρθρο 16

Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υπηκόων τρίτων χωρών υποκειμένων σε υποχρέωση θεώρησης

1.   Στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, η συνοριακή αρχή δημιουργεί τον ατομικό φάκελο του υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος υπόκειται σε υποχρέωση θεώρησης, εισάγοντας τα ακόλουθα δεδομένα:

α)

επώνυμο· όνομα/ονόματα· ημερομηνία γέννησης· ιθαγένεια ή ιθαγένειες· φύλο·

β)

το είδος και τον αριθμό του ταξιδιωτικού εγγράφου ή εγγράφων και τον κωδικό τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου ή εγγράφων·

γ)

την ημερομηνία λήξης της ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου ή εγγράφων·

δ)

την εικόνα προσώπου όπως αναφέρεται στο άρθρο 15.

2.   Σε κάθε είσοδο υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος υπόκειται σε υποχρέωση θεώρησης σε σύνορο όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, εισάγονται τα ακόλουθα δεδομένα σε καταχώριση εισόδου/εξόδου:

α)

η ημερομηνία και η ώρα εισόδου·

β)

το σημείο διέλευσης των συνόρων στην είσοδο και η αρχή που επέτρεψε την είσοδο·

γ)

κατά περίπτωση, το καθεστώς του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας εξ ου εμφαίνεται ότι πρόκειται για υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος:

i)

είναι μέλος της οικογένειας πολίτη της Ένωσης έναντι του οποίου εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ ή υπηκόου τρίτης χώρας που απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με εκείνο των πολιτών της Ένωσης δυνάμει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και τρίτης χώρας, αφετέρου, και

ii)

δεν είναι κάτοχος του αναφερόμενου στην οδηγία 2004/38/ΕΚ δελτίου διαμονής ή άδειας διαμονής σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002·

δ)

ο αριθμός της αυτοκόλλητης θεώρησης βραχείας παραμονής, μαζί με τον κωδικό τριών γραμμάτων του κράτους μέλους έκδοσης, το είδος της θεώρησης βραχείας παραμονής, η ημερομηνία λήξης της μέγιστης διάρκειας παραμονής που επιτρέπεται από τη θεώρηση βραχείας παραμονής, που ενημερώνεται σε κάθε είσοδο, και η ημερομηνία λήξης ισχύος της θεώρησης βραχείας παραμονής, κατά περίπτωση·

ε)

κατά την πρώτη είσοδο βάσει της θεώρησης βραχείας παραμονής, ο αριθμός των εισόδων και η διάρκεια της παραμονής βάσει της θεώρησης βραχείας παραμονής όπως αναγράφεται στην αυτοκόλλητη θεώρηση βραχείας παραμονής·

στ)

κατά περίπτωση, η πληροφορία ότι η θεώρηση βραχείας παραμονής έχει εκδοθεί με περιορισμένη εδαφική ισχύ, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009·

ζ)

για τα κράτη μέλη τα οποία δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιούν το ΣΕΕ, κοινοποίηση, κατά περίπτωση, με την ένδειξη ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας χρησιμοποίησε εθνική θεώρηση βραχείας παραμονής για να εισέλθει.

Το αρχείο εισόδου/εξόδου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο συνδέεται με τον ατομικό φάκελο του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας χρησιμοποιώντας τον ατομικό αριθμό αναφοράς που έχει δημιουργηθεί από το ΣΕΕ κατά τη δημιουργία του συγκεκριμένου ατομικού φακέλου.

3.   Σε κάθε έξοδο υπηκόου τρίτης χώρας που υπόκειται σε υποχρέωση θεώρησης από σύνορο όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ τα ακόλουθα δεδομένα εισάγονται στην καταχώριση εισόδου/εξόδου:

α)

η ημερομηνία και η ώρα εξόδου·

β)

το σημείο διέλευσης των συνόρων κατά την έξοδο.

Όταν ο εν λόγω υπήκοος τρίτης χώρας χρησιμοποιεί θεώρηση διαφορετική από τη θεώρηση που καταχωρίσθηκε κατά την τελευταία καταχώριση εισόδου, τα δεδομένα της καταχώρισης εισόδου/εξόδου που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 στοιχεία δ) έως ζ) ενημερώνονται αναλόγως.

Το αρχείο εισόδου/εξόδου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο συνδέεται με τον ατομικό φάκελο του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας.

4.   Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν δεδομένα εξόδου αμέσως μετά την ημερομηνία λήξης της επιτρεπόμενης παραμονής, τίθεται στην καταχώριση εισόδου/εξόδου επισήμανση από το ΣΕΕ και τα δεδομένα του υπηκόου τρίτης χώρας, ο οποίος υπόκειται σε υποχρέωση θεώρησης και διαπιστώνεται ότι έχει υπερβεί την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής, εισάγονται στον κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 12.

5.   Για να δημιουργηθεί ή να ενημερωθεί η καταχώριση εισόδου/εξόδου υπηκόου τρίτης χώρας υποκειμένου σε υποχρέωση θεώρησης, η συνοριακή αρχή μπορεί να ανακτήσει από το VIS και να εισαγάγει στο ΣΕΕ τα δεδομένα που προβλέπονται στην παράγραφο 2 στοιχεία γ) έως στ) του παρόντος άρθρου σύμφωνα με το άρθρο 18α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

6.   Όταν ο υπήκοος τρίτης χώρας επωφελείται από εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 8δ του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, τα ενδιαφερόμενο κράτος μέλος εισάγει κοινοποίηση στον ατομικό φάκελο του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας, αναφέροντας ποιο είναι το εθνικό πρόγραμμα διευκόλυνσης του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.

7.   Οι ειδικές διατάξεις του παραρτήματος II ισχύουν για τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι διέρχονται τα σύνορα βάσει έγκυρου FTD.

Άρθρο 17

Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης

1.   Η συνοριακή αρχή δημιουργεί τον ατομικό φάκελο των υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης εισάγοντας τα ακόλουθα:

α)

τα δεδομένα που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ)·

β)

την εικόνα προσώπου ως αναφέρεται στο άρθρο 15·

γ)

τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων του δεξιού χεριού, εάν υπάρχουν, ειδάλλως τα αντίστοιχα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων του αριστερού χεριού· η ανάλυση και η ποιότητα των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων είναι επαρκείς ώστε τα δεδομένα αυτά να χρησιμοποιούνται στην αυτοματοποιημένη βιομετρική αντιστοίχιση·

δ)

κατά περίπτωση, τα δεδομένα που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 6.

2.   Για υπηκόους τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, εφαρμόζονται το άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ), το άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β) και άρθρο 16 παράγραφος 4, τηρουμένων των αναλογιών.

3.   Τα παιδιά ηλικίας κάτω των 12 ετών απαλλάσσονται από την υποχρέωση λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων.

4.   Τα πρόσωπα που αδυνατούν να δώσουν δακτυλικά αποτυπώματα για σωματικούς λόγους απαλλάσσονται από την υποχρέωση λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων.

Ωστόσο, αν αυτή η σωματική αδυναμία είναι προσωρινή, το γεγονός αυτό καταχωρίζεται στο ΣΕΕ και το πρόσωπο υποχρεούται να υποβληθεί σε λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων κατά την έξοδο ή την επόμενη είσοδο. Αυτές οι πληροφορίες διαγράφονται από το ΣΕΕ μετά τη λήψη των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Οι συνοριακές αρχές έχουν το δικαίωμα να ζητούν περαιτέρω διευκρινίσεις για τους λόγους της προσωρινής αδυναμίας λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την εφαρμογή κατάλληλων διαδικασιών που εγγυώνται τον σεβασμό της αξιοπρέπειας του προσώπου, σε περίπτωση δυσκολίας κατά τη λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων.

5.   Όταν ο ενδιαφερόμενος απαλλάσσεται από την υποχρέωση λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων δυνάμει των παραγράφων 3 ή 4, στο ειδικό πεδίο δεδομένων αναγράφεται η ένδειξη «άνευ αντικειμένου».

Άρθρο 18

Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για υπηκόους τρίτων χωρών για τους οποίους ελήφθη απόφαση άρνησης εισόδου

1.   Εάν έχει ληφθεί απόφαση από τη συνοριακή αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 14 και το παράρτημα V του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, να μην επιτραπεί η είσοδος υπηκόου τρίτης χώρας για βραχεία παραμονή στην επικράτεια των κρατών μελών, και εφόσον δεν έχει ήδη καταχωρισθεί φάκελος στο ΣΕΕ για τον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας, η συνοριακή αρχή δημιουργεί ατομικό φάκελο στον οποίο εισάγει:

α)

για τους υπηκόους τρίτων χωρών που υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, τα αλφαριθμητικά δεδομένα που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού και, κατά περίπτωση, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού·

β)

για τους υπηκόους τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, τα αλφαριθμητικά δεδομένα που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού.

2.   Στην περίπτωση κατά την οποία δεν επιτρέπεται η είσοδος σε υπήκοο τρίτης χώρας για λόγο που αντιστοιχεί στο παράρτημα V Μέρος Β σημεία Β, Δ ή Η του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 και δεν έχει ήδη καταχωρισθεί φάκελος με βιομετρικά δεδομένα στο ΣΕΕ για τον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας, η συνοριακή αρχή δημιουργεί ατομικό φάκελο στον οποίο εισάγει τα αλφαριθμητικά δεδομένα που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 1 ή του άρθρου 17 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, αναλόγως, καθώς και τα ακόλουθα δεδομένα:

α)

για υπηκόους τρίτων χωρών που υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, την εικόνα προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του παρόντος κανονισμού·

β)

για υπηκόους τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, τα βιομετρικά δεδομένα που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) του παρόντος κανονισμού·

γ)

για υπηκόους τρίτων χωρών που υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης και δεν έχουν καταχωρισθεί στο VIS, την εικόνα προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του παρόντος κανονισμού και τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, εάν ισχύει ο λόγος που αντιστοιχεί στο παράρτημα V Μέρος Β, σημείο Η του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 και τα βιομετρικά δεδομένα του υπηκόου τρίτης χώρας έχουν εισαχθεί στην ειδοποίηση SIS με αποτέλεσμα την άρνηση εισόδου, τα βιομετρικά δεδομένα του υπηκόου τρίτης χώρας δεν εισάγονται στο ΣΕΕ.

4.   Στην περίπτωση κατά την οποία σε υπήκοο τρίτης χώρας δεν επιτρέπεται η είσοδος για λόγο που αντιστοιχεί στο παράρτημα V Μέρος Β σημείο Θ του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 και δεν έχει ήδη καταχωρισθεί φάκελος με βιομετρικά δεδομένα στο ΣΕΕ για τον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας, τα βιομετρικά δεδομένα εισάγονται στο ΣΕΕ μόνο όταν δεν επιτραπεί η είσοδος επειδή ο υπήκοος τρίτης χώρας θεωρείται ότι συνιστά απειλή κατά της εσωτερικής ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των στοιχείων της δημόσιας τάξης.

5.   Εάν σε υπήκοο τρίτης χώρας δεν επιτραπεί η είσοδος για λόγο που αντιστοιχεί στο παράρτημα V Μέρος B σημείο Ι του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, η αρχή συνοριακού ελέγχου δημιουργεί τον ατομικό φάκελο του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας χωρίς να προσθέσει βιομετρικά δεδομένα. Εάν ο υπήκοος τρίτης χώρας διαθέτει eMRTD, η εικόνα προσώπου εξάγεται από το εν λόγω eMRTD.

6.   Αν η συνοριακή αρχή αποφασίσει κατά το άρθρο 14 και το παράρτημα V του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 να απαγορεύσει την είσοδο υπηκόου τρίτης χώρας για βραχεία διαμονή στην επικράτεια των κρατών μελών, τα ακόλουθα δεδομένα εισάγονται σε χωριστή καταχώριση άρνησης εισόδου:

α)

η ημερομηνία και η ώρα άρνησης εισόδου·

β)

το σημείο διέλευσης των συνόρων·

γ)

η αρχή η οποία αρνήθηκε την είσοδο·

δ)

το σημείο ή τα σημεία τα οποία αντιστοιχούν στον λόγο ή τους λόγους για την άρνηση εισόδου, σύμφωνα με το παράρτημα V Μέρος Β του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399.

Επιπλέον, για τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, τα δεδομένα που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία δ) έως ζ) του παρόντος κανονισμού εισάγονται στην καταχώριση άρνησης εισόδου.

Για να δημιουργηθεί ή να ενημερωθεί η καταχώριση άρνησης εισόδου υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, η αρμόδια αρχή συνοριακού ελέγχου μπορεί να ανακτήσει από το VIS και να εισαγάγει στο ΣΕΕ τα δεδομένα που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία δ), ε) και στ) του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με το άρθρο 18α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

7.   Η καταχώριση άρνησης εισόδου της παραγράφου 6 συνδέεται με τον ατομικό φάκελο του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας.

Άρθρο 19

Δεδομένα που προστίθενται σε περίπτωση ανάκλησης, ακύρωσης ή παράτασης αδείας βραχείας παραμονής

1.   Σε περίπτωση που έχει ληφθεί απόφαση για την ανάκληση ή ακύρωση αδείας βραχείας παραμονής ή θεώρησης, ή για την παράταση της διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής ή της θεώρησης, η αρμόδια αρχή η οποία έλαβε την απόφαση προσθέτει τα ακόλουθα δεδομένα στην τελευταία σχετική καταχώριση εισόδου/εξόδου:

α)

πληροφορίες για την κατάσταση της διαδικασίας, με την ένδειξη ότι η άδεια βραχείας παραμονής ή η θεώρηση έχει ανακληθεί ή ακυρωθεί ή ότι παρατάθηκε η διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής ή της θεώρησης·

β)

τα στοιχεία της αρχής που ανακάλεσε ή ακύρωσε την άδεια βραχείας παραμονής ή τη θεώρηση ή παρέτεινε τη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής ή της θεώρησης·

γ)

τον τόπο και την ημερομηνία της απόφασης για την ανάκληση ή ακύρωση της αδείας βραχείας παραμονής ή της θεώρησης ή για την παράταση της διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής ή της θεώρησης·

δ)

κατά περίπτωση, τον νέο αριθμό της αυτοκόλλητης θεώρησης, που περιλαμβάνει τον κωδικό τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης·

ε)

κατά περίπτωση, την περίοδο παράτασης της διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής·

στ)

κατά περίπτωση, τη νέα ημερομηνία λήξης της ισχύος της επιτρεπόμενης παραμονής ή της θεώρησης.

2.   Όταν η διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής έχει παραταθεί κατά το άρθρο 20 παράγραφος 2 της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν, η αρμόδια αρχή που παρέτεινε τη διάρκεια προσθέτει τα δεδομένα σχετικά με το διάστημα παράτασης της επιτρεπόμενης παραμονής στην τελευταία σχετική καταχώριση εισόδου/εξόδου, όπως και την ενδεχόμενη ένδειξη ότι η επιτρεπόμενη παραμονή παρατάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2 στοιχείο β) της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν.

3.   Αν έχει ληφθεί απόφαση ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης θεώρησης, η αρχή θεώρησης που έλαβε την απόφαση ανακτά αμέσως και εισάγει τα δεδομένα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου από το VIS απευθείας στο ΣΕΕ σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

4.   Η καταχώριση εισόδου/εξόδου αναφέρει τους λόγους της ανάκλησης ή ακύρωσης της βραχείας παραμονής, οι οποίοι είναι:

α)

απόφαση επιστροφής που έχει ληφθεί σύμφωνα με την οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (40)·

β)

κάθε άλλη απόφαση που λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, με αποτέλεσμα την επιστροφή, την απομάκρυνση ή την οικειοθελή αναχώρηση του υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος δεν πληροί ή δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις εισόδου ή επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών.

5.   Η καταχώριση εισόδου/εξόδου αναφέρει τους λόγους παράτασης της διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής.

6.   Όταν ένα πρόσωπο έχει αναχωρήσει ή απομακρυνθεί από την επικράτεια των κρατών μελών κατ’ εφαρμογή απόφασης σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή εισάγει τα δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 στη σχετική καταχώριση εισόδου/εξόδου της συγκεκριμένης εισόδου.

Άρθρο 20

Στοιχεία εισαγόμενα όταν το τεκμήριο ότι υπήκοος τρίτης χώρας δεν πληροί τις προϋποθέσεις διάρκειας της επιτρεπόμενης παραμονής ανατραπεί

Με την επιφύλαξη του άρθρου 22, εάν δεν έχει δημιουργηθεί ατομικός φάκελος στο ΣΕΕ για υπήκοο τρίτης χώρας που βρίσκεται στην επικράτεια κράτους μέλους ή δεν υφίσταται τελευταία σχετική καταχώριση εισόδου/εξόδου για τον ανωτέρω, οι αρμόδιες εθνικές αρχές μπορούν να τεκμαίρουν ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν πληροί ή δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις σχετικά με τη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής εντός της επικράτειας των κρατών μελών.

Στην περίπτωση του πρώτου εδαφίου του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 και, αν το τεκμήριο αυτό ανατραπεί σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, οι αρμόδιες αρχές:

α)

δημιουργούν ατομικό φάκελο για τον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας στο ΣΕΕ, αν είναι απαραίτητο·

β)

ενημερώνουν την τελευταία καταχώριση εισόδου/εξόδου εισάγοντας τα ελλείποντα δεδομένα, σύμφωνα με τα άρθρα 16 και 17 του παρόντος κανονισμού· ή

γ)

διαγράφουν υφιστάμενο φάκελο, όταν αυτό προβλέπεται από το άρθρο 35 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 21

Εναλλακτικές διαδικασίες σε περίπτωση που είναι τεχνικά αδύνατη η εισαγωγή δεδομένων λόγω βλάβης του ΣΕΕ

1.   Όταν είναι τεχνικά αδύνατη η εισαγωγή δεδομένων στο κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ ή σε περίπτωση βλάβης του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ, τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 16 έως 20 αποθηκεύονται προσωρινά στην NUI. Όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, τα δεδομένα αποθηκεύονται προσωρινά σε τοπικό επίπεδο σε ηλεκτρονική μορφή. Και στις δύο περιπτώσεις, τα δεδομένα εισάγονται στο ΣΕΕ μόλις διορθωθεί η τεχνική αδυναμία ή βλάβη. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα και αναπτύσσουν την απαιτούμενη υποδομή, εξοπλισμό και πόρους, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η εν λόγω προσωρινή τοπική αποθήκευση μπορεί να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε στιγμή και για οποιοδήποτε από τα σημεία διέλευσης των συνόρων τους.

2.   Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης διενέργειας συνοριακών ελέγχων βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, η συνοριακή αρχή, στην εξαιρετική περίπτωση κατά την οποία είναι τεχνικώς αδύνατη η εισαγωγή δεδομένων στο κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ και την NUI, ενώ η προσωρινή αποθήκευση σε τοπικό επίπεδο δεδομένων σε ηλεκτρονική μορφή είναι τεχνικώς αδύνατη, αποθηκεύει ιδιοχείρως τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 16 έως 20 του παρόντος κανονισμού, με εξαίρεση τα βιομετρικά δεδομένα, και επιθέτει σφραγίδα εισόδου ή εξόδου στο ταξιδιωτικό έγγραφο του υπηκόου τρίτης χώρας. Τα δεδομένα αυτά εισάγονται στο ΣΕΕ μόλις υπάρξει η τεχνική δυνατότητα.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τη σφράγιση ταξιδιωτικών εγγράφων στις εξαιρετικές περιπτώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με τους λεπτομερείς κανόνες για την ενημέρωση που πρέπει να της παρέχεται. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 68 παράγραφος 2.

3.   Το ΣΕΕ επισημαίνει ότι τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 16 έως 20 καταχωρίσθηκαν κατά την εναλλακτική διαδικασία και ότι ο ατομικός φάκελος που δημιουργήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου έχει ελλιπή βιομετρικά δεδομένα. Τα βιομετρικά δεδομένα εισάγονται στο ΣΕΕ κατά την επόμενη διέλευση των συνόρων.

Άρθρο 22

Μεταβατική περίοδος και μεταβατικά μέτρα

1.   Για περίοδο 180 ημερών από την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ, προκειμένου να επαληθεύεται κατά την είσοδο και κατά την έξοδο ότι οι υπήκοοι τρίτων χωρών στους οποίους έχει επιτραπεί βραχεία παραμονή δεν έχουν υπερβεί τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής και, κατά περίπτωση, για να επαληθεύεται κατά την είσοδο ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν έχει υπερβεί τον αριθμό εισόδων που επιτρέπονται από τη θεώρηση βραχείας παραμονής για μία ή δύο εισόδους, οι αρμόδιες συνοριακές αρχές λαμβάνουν υπόψη τα διαστήματα παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών κατά τη διάρκεια των 180 ημερών που προηγούνται της εισόδου ή της εξόδου, ελέγχοντας τις σφραγίδες στα ταξιδιωτικά έγγραφα επιπλέον των δεδομένων εισόδου/εξόδου που έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ.

2.   Εφόσον υπήκοος τρίτης χώρας έχει εισέλθει στην επικράτεια των κρατών μελών πριν την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ και εξέρχεται από αυτήν μετά την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ, δημιουργείται ατομικός φάκελος κατά την έξοδο και η ημερομηνία της εισόδου, όπως είναι σφραγισμένη στο διαβατήριο, εισάγεται στην καταχώριση εισόδου/εξόδου σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2. Ο κανόνας αυτός δεν υπόκειται στον περιορισμό των 180 ημερών από την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Σε περίπτωση ασυμφωνίας μεταξύ της εν λόγω σφραγίδας εισόδου και των δεδομένων ΣΕΕ, υπερισχύει η σφραγίδα.

Άρθρο 23

Χρήση δεδομένων για επαλήθευση στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ

1.   Οι συνοριακές αρχές έχουν πρόσβαση στο ΣΕΕ για να επαληθεύουν την ταυτότητα και την ήδη υπάρχουσα καταχώριση του υπηκόου τρίτης χώρας, για να ενημερώνουν τα δεδομένα ΣΕΕ, κατά περίπτωση, και για να τα συμβουλεύονται στον βαθμό που απαιτείται για τη διενέργεια συνοριακών ελέγχων.

2.   Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, οι συνοριακές αρχές έχουν πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α).

Επιπλέον, για τους σκοπούς της αναζήτησης στο VIS για την επαλήθευση σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, για τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, οι συνοριακές αρχές αρχίζουν έρευνα στο VIS απευθείας από το ΣΕΕ, χρησιμοποιώντας τα ίδια αλφαριθμητικά δεδομένα ή, κατά περίπτωση, συμβουλεύονται το VIS σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

Αν από την έρευνα στο ΣΕΕ με τα δεδομένα που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα σχετικά με τον υπήκοο τρίτης χώρας, οι συνοριακές αρχές συγκρίνουν τη ζωντανή εικόνα προσώπου του υπηκόου τρίτης χώρας με την εικόνα προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού ή προβαίνουν, στην περίπτωση των υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, σε επαλήθευση των δακτυλικών αποτυπωμάτων τους με αντιπαραβολή στο ΣΕΕ και, στην περίπτωση υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, σε επαλήθευση των δακτυλικών αποτυπωμάτων απευθείας με αντιπαραβολή στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Για την επαλήθευση των δακτυλικών αποτυπωμάτων με αντιπαραβολή στο VIS για τους κατόχους θεώρησης, οι συνοριακές αρχές μπορούν να αρχίσουν την έρευνα στο VIS απευθείας από το ΣΕΕ όπως προβλέπεται στο άρθρο 18 παράγραφος 6 του εν λόγω κανονισμού.

Εάν η επαλήθευση της εικόνας προσώπου αποτύχει, η επαλήθευση διενεργείται με τη χρήση δακτυλικών αποτυπωμάτων και αντιστρόφως.

3.   Αν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, παρέχεται στη συνοριακή αρχή πρόσβαση στα δεδομένα του ατομικού φακέλου του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας, καθώς και στην ή τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου ή άρνησης εισόδου που συνδέονται με αυτόν τον φάκελο.

4.   Όταν από την έρευνα με τα αλφαριθμητικά δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου προκύπτει ότι δεν έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, όταν η επαλήθευση του υπηκόου τρίτης χώρας σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου δεν ολοκληρωθεί με επιτυχία ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την ταυτότητα του υπηκόου τρίτης χώρας, οι συνοριακές αρχές έχουν πρόσβαση σε δεδομένα για ταυτοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 27 του παρόντος κανονισμού.

Επιπλέον της ταυτοποιήσεως κατά το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, ισχύουν τα εξής:

α)

για υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης, εάν από την έρευνα στο VIS με τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 προκύψει ότι τα δεδομένα υπηκόου τρίτης χώρας έχουν καταχωρισθεί στο VIS, πραγματοποιείται επαλήθευση δακτυλικών αποτυπωμάτων με αντιπαραβολή στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Για τον σκοπό αυτό, η συνοριακή αρχή μπορεί να αρχίσει έρευνα από το ΣΕΕ στο VIS, όπως προβλέπεται στο άρθρο 18 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Σε περιπτώσεις όπου δεν καθίσταται δυνατή η επαλήθευση του υπηκόου τρίτης χώρας σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, οι συνοριακές αρχές έχουν πρόσβαση στα δεδομένα του VIS για ταυτοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

β)

για υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης και οι οποίοι δεν εντοπίζονται στο ΣΕΕ κατόπιν της ταυτοποίησης που εκτελείται σύμφωνα με το άρθρο 27 του παρόντος κανονισμού, το VIS χρησιμοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 19α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Η συνοριακή αρχή μπορεί να αρχίσει έρευνα από το ΣΕΕ στο VIS, όπως προβλέπεται στο άρθρο 19α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

5.   Για υπηκόους τρίτων χωρών των οποίων τα δεδομένα έχουν ήδη καταχωρισθεί στο ΣΕΕ, αλλά των οποίων ο ατομικός φάκελος δημιουργήθηκε στο ΣΕΕ από κράτος μέλος που δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ, και των οποίων τα δεδομένα εισήχθησαν στο ΣΕΕ βάσει εθνικής θεώρησης βραχείας παραμονής, οι συνοριακές αρχές συμβουλεύονται το VIS σύμφωνα με την παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) όταν, για πρώτη φορά μετά τη δημιουργία του ατομικού φακέλου, ο υπήκοος τρίτης χώρας σκοπεύει να διέλθει τα σύνορα κράτους μέλους το οποίο εφαρμόζει πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν και χρησιμοποιεί το ΣΕΕ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΕΕ ΑΠΟ ΑΛΛΕΣ ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 24

Χρήση του ΣΕΕ για την εξέταση και τη λήψη απόφασης για θεωρήσεις

1.   Οι αρχές θεώρησης συμβουλεύονται το ΣΕΕ για να εξετάζουν τις αιτήσεις θεώρησης και να λαμβάνουν τις σχετικές αποφάσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι αποφάσεις ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης της περιόδου ισχύος θεώρησης που έχει χορηγηθεί, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 810/2009.

Επιπλέον, οι αρχές θεώρησης κράτους μέλους το οποίο δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν, αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ, συμβουλεύονται το ΣΕΕ όταν εξετάζουν αιτήσεις εθνικών θεωρήσεων βραχείας παραμονής και λαμβάνουν τις σχετικές αποφάσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι αποφάσεις ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης της περιόδου ισχύος εθνικής θεώρησης βραχείας παραμονής που έχει χορηγηθεί.

2.   Στις αρχές θεώρησης παρέχεται πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών στο ΣΕΕ απευθείας από το VIS με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα δεδομένα:

α)

τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1) στοιχεία α), β) και γ)·

β)

τον αριθμό της αυτοκόλλητης θεώρησης βραχείας παραμονής, που περιλαμβάνει τον κωδικό τριών γραμμάτων του κράτους μέλους έκδοσης, ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο δ)·

γ)

τα δακτυλικά αποτυπώματα, μόνα ή σε συνδυασμό με την εικόνα προσώπου.

3.   Αν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, παρέχεται στις αρχές θεώρησης πρόσβαση στα δεδομένα του ατομικού φακέλου του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας και στις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου, καθώς και στις καταχωρίσεις άρνησης εισόδου που συνδέονται με τον εν λόγω ατομικό φάκελο. Στις αρχές θεώρησης παρέχεται πρόσβαση στον αυτοματοποιημένο υπολογιστή ώστε να ελέγχουν τη μέγιστη υπολειπόμενη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής. Οι αρχές θεώρησης έχουν επίσης πρόσβαση στο ΣΕΕ και στον αυτοματοποιημένο υπολογιστή όταν εξετάζουν και λαμβάνουν απόφαση σχετικά με νέα αίτηση θεώρησης, προκειμένου να υπολογίσουν αυτομάτως τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής.

4.   Στις αρχές θεώρησης κράτους μέλους που δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ παρέχεται πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών στο ΣΕΕ με τη βοήθεια ενός ή περισσοτέρων από τα δεδομένα που ορίζονται στην παράγραφο 2. Αν από την έρευνα προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, τους παρέχεται πρόσβαση στα δεδομένα του ατομικού φακέλου του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας και στις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου, καθώς και στις καταχωρίσεις άρνησης εισόδου που συνδέονται με τον εν λόγω ατομικό φάκελο. Στις αρχές θεώρησης κράτους μέλους που δεν εφαρμόζει ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν αλλά χρησιμοποιεί το ΣΕΕ παρέχεται πρόσβαση στον αυτοματοποιημένο υπολογιστή προκειμένου να υπολογίσουν τη μέγιστη υπολειπόμενη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής. Οι αρχές θεώρησης έχουν επίσης πρόσβαση στο ΣΕΕ και στον αυτοματοποιημένο υπολογιστή όταν εξετάζουν και λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με νέες αιτήσεις θεώρησης, προκειμένου να υπολογίσουν τη μέγιστη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής.

Άρθρο 25

Χρήση του ΣΕΕ για την εξέταση αιτήσεων πρόσβασης σε εθνικά προγράμματα διευκόλυνσης

1.   Οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 8δ του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 συμβουλεύονται το ΣΕΕ για τους σκοπούς της εξέτασης αιτήσεων πρόσβασης στα εθνικά προγράμματα διευκόλυνσης που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο, και της έκδοσης αποφάσεων που έχουν σχέση με τις εν λόγω αιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων απόρριψης, ανάκλησης ή παράτασης της περιόδου ισχύος της πρόσβασης στα εθνικά προγράμματα διευκόλυνσης, σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο.

2.   Στις αρμόδιες αρχές παρέχεται πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:

α)

τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1) στοιχεία α), β) και γ) ή τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1) στοιχείο α)·

β)

τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων ή τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων σε συνδυασμό με την εικόνα προσώπου.

3.   Αν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, παρέχεται στην αρμόδια αρχή πρόσβαση στα δεδομένα του ατομικού φακέλου του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας και στις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου, καθώς και στις καταχωρίσεις άρνησης εισόδου που συνδέονται με τον εν λόγω ατομικό φάκελο.

Άρθρο 26

Πρόσβαση σε δεδομένα για επαλήθευση εντός της επικράτειας των κρατών μελών

1.   Για να επαληθευθεί η ταυτότητα του υπηκόου τρίτης χώρας, να ελεγχθεί ή να επαληθευθεί αν πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου ή επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών, ή και τα δύο, οι αρχές μετανάστευσης των κρατών μελών έχουν πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α).

Αν από την έρευνα προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα σχετικά με τον υπήκοο τρίτης χώρας, οι αρχές μετανάστευσης δύνανται:

α)

να συγκρίνουν τη ζωντανή εικόνα προσώπου του υπηκόου τρίτης χώρας με την εικόνα προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού· ή

β)

να επαληθεύουν τα δακτυλικά αποτυπώματα των υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης με αντιπαραβολή στο ΣΕΕ και των υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης με αντιπαραβολή στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

2.   Αν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, παρέχεται στις αρχές μετανάστευσης πρόσβαση στον αυτοματοποιημένο υπολογιστή, στα δεδομένα του ατομικού φακέλου του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας, στην καταχώριση ή τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου και σε κάθε καταχώριση άρνησης εισόδου που συνδέονται με τον εν λόγω ατομικό φάκελο.

3.   Όταν από την έρευνα με τα δεδομένα που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου προκύπτει ότι δεν έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, όταν η επαλήθευση του υπηκόου τρίτης χώρας δεν ολοκληρωθεί με επιτυχία ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την ταυτότητα του υπηκόου τρίτης χώρας, οι αρχές μετανάστευσης έχουν πρόσβαση σε δεδομένα για ταυτοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 27.

Άρθρο 27

Πρόσβαση σε δεδομένα για ταυτοποίηση

1.   Οι συνοριακές αρχές ή οι αρχές μετανάστευσης έχουν πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών με τη βοήθεια των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων ή των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων σε συνδυασμό με την εικόνα προσώπου, αποκλειστικά για τον σκοπό της ταυτοποίησης κάθε υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος ενδέχεται να έχει ήδη καταχωρισθεί στο ΣΕΕ με διαφορετική ταυτότητα ή ο οποίος δεν πληροί ή δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις εισόδου ή παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών.

Όταν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων ή των δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων σε συνδυασμό με την εικόνα προσώπου προκύπτει ότι δεν έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα σχετικά με τον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας, η πρόσβαση σε δεδομένα για ταυτοποίηση πραγματοποιείται με αντιπαραβολή στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, πριν από οποιαδήποτε ταυτοποίηση με αντιπαραβολή στο VIS, οι αρμόδιες αρχές έχουν πρώτα πρόσβαση στο VIS σύμφωνα με τα άρθρα 18 ή 19α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

Αν τα δακτυλικά αποτυπώματα του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ή αν η έρευνα με τα δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων, μόνα ή σε συνδυασμό με την εικόνα προσώπου, αποτύχει, η έρευνα πραγματοποιείται με όλα ή μερικά από τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α).

2.   Εάν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που ορίζονται στην παράγραφο 1 προκύψει ότι έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας, παρέχεται στην αρμόδια αρχή πρόσβαση στα δεδομένα του ατομικού φακέλου και στις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου και στις καταχωρίσεις άρνησης εισόδου που συνδέονται με αυτόν.

Άρθρο 28

Διατήρηση δεδομένων που ανακτώνται από το ΣΕΕ

Δεδομένα που ανακτώνται από το ΣΕΕ σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο μπορούν να διατηρούνται σε εθνικούς φακέλους μόνο εφόσον αυτό είναι αναγκαίο σε συγκεκριμένη περίπτωση, σύμφωνα με τον σκοπό για τον οποίο ανακτήθηκαν και το σχετικό ενωσιακό δίκαιο, ιδίως όσον αφορά την προστασία των δεδομένων, και για διάστημα όχι μεγαλύτερο από το απολύτως αναγκαίο για τη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟ ΣΕΕ ΓΙΑ ΣΚΟΠΟΥΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

Άρθρο 29

Εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρχές που έχουν το δικαίωμα να συμβουλεύονται τα δεδομένα ΣΕΕ με σκοπό την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων.

2.   Κάθε κράτος μέλος τηρεί κατάλογο των εντεταλμένων αρχών. Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στον eu-LISA και την Επιτροπή τις εντεταλμένες αρχές του και δύναται ανά πάσα στιγμή να τροποποιήσει ή να αντικαταστήσει την κοινοποίησή του.

3.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει ένα κεντρικό σημείο πρόσβασης το οποίο έχει πρόσβαση στο ΣΕΕ. Το κεντρικό αυτό σημείο ελέγχει ότι πληρούνται οι προβλεπόμενες στο άρθρο 32 προϋποθέσεις για να ζητηθεί πρόσβαση στο ΣΕΕ.

Η εντεταλμένη αρχή και το κεντρικό σημείο πρόσβασης μπορούν να είναι μέλη του ίδιου οργανισμού εφόσον το επιτρέπει το εθνικό δίκαιο, αλλά το κεντρικό σημείο πρόσβασης ενεργεί απολύτως ανεξάρτητα από τις εντεταλμένες αρχές κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του κατά τον παρόντα κανονισμό. Το κεντρικό σημείο πρόσβασης λειτουργεί χωριστά από τις εντεταλμένες αρχές και δεν λαμβάνει οδηγίες από αυτές όσον αφορά το αποτέλεσμα της επαλήθευσης την οποία πραγματοποιεί ανεξάρτητα.

Τα κράτη μέλη δύνανται να ορίζουν πλείονα του ενός κεντρικά σημεία πρόσβασης ώστε να αντιστοιχούν προς την οργανωτική και διοικητική δομή τους κατ’ εκπλήρωση των συνταγματικών ή νομικών υποχρεώσεών τους.

4.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στον eu-LISA και την Επιτροπή το κεντρικό σημείο πρόσβασής τους και δύναται ανά πάσα στιγμή να τροποποιήσουν ή να αντικαταστήσουν τις κοινοποιήσεις τους.

5.   Σε εθνικό επίπεδο, κάθε κράτος μέλος τηρεί κατάλογο των επιχειρησιακών μονάδων εντός των εντεταλμένων αρχών που έχουν εξουσιοδοτηθεί να ζητούν πρόσβαση στα δεδομένα ΣΕΕ μέσω των κεντρικών σημείων πρόσβασης.

6.   Μόνο το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των κεντρικών σημείων πρόσβασης έχει πρόσβαση στο ΣΕΕ σύμφωνα με τα άρθρα 31 και 32.

Άρθρο 30

Ευρωπόλ

1.   Η Ευρωπόλ ορίζει μία από τις επιχειρησιακές μονάδες της ως «εντεταλμένη αρχή της Ευρωπόλ» και την εξουσιοδοτεί να ζητά πρόσβαση στο ΣΕΕ μέσω του ορισθέντος κεντρικού σημείου πρόσβασης της Ευρωπόλ που αναφέρεται στην παράγραφο 2 με σκοπό τη στήριξη και ενίσχυση της δράσης των κρατών μελών για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων.

2.   Η Ευρωπόλ ορίζει ειδικευμένη μονάδα με δεόντως εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους της Ευρωπόλ για να ενεργεί ως κεντρικό σημείο πρόσβασης της Ευρωπόλ. Το κεντρικό σημείο πρόσβασης ελέγχει ότι πληρούνται οι προβλεπόμενες στο άρθρο 33 προϋποθέσεις για να ζητηθεί πρόσβαση στο ΣΕΕ.

Το κεντρικό σημείο πρόσβασης της Ευρωπόλ ενεργεί ανεξάρτητα κατά την άσκηση των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος κανονισμού και δεν λαμβάνει οδηγίες από την εντεταλμένη αρχή της Ευρωπόλ όσον αφορά το αποτέλεσμα της επαλήθευσης.

Άρθρο 31

Διαδικασία πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου

1.   Η επιχειρησιακή μονάδα του άρθρου 29 παράγραφος 5 υποβάλλει αιτιολογημένο ηλεκτρονικό ή γραπτό αίτημα στο κεντρικό σημείο πρόσβασης που αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 3 για την πρόσβαση στα δεδομένα ΣΕΕ. Μόλις παραληφθεί αίτημα πρόσβασης, το κεντρικό σημείο πρόσβασης εξακριβώνει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις πρόσβασης του άρθρου 32. Εάν οι προϋποθέσεις πρόσβασης πληρούνται, το κεντρικό σημείο πρόσβασης διεκπεραιώνει το αίτημα. Τα δεδομένα ΣΕΕ στα οποία ζητήθηκε πρόσβαση διαβιβάζονται στις επιχειρησιακές μονάδες που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 5 κατά τρόπο που δεν θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια των δεδομένων.

2.   Σε επείγουσες περιπτώσεις, όπου υπάρχει ανάγκη να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος για τη ζωή προσώπου που συνδέεται με τρομοκρατικά εγκλήματα ή άλλες σοβαρές αξιόποινες πράξεις, το κεντρικό σημείο πρόσβασης του άρθρου 29 παράγραφος 3 διεκπεραιώνει αμέσως το αίτημα και απλώς ελέγχει εκ των υστέρων αν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις του άρθρου 32, καθώς και το κατά πόσον υπήρχε πράγματι επείγουσα περίπτωση. Η εκ των υστέρων εξακρίβωση διενεργείται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση το αργότερο επτά εργάσιμες ημέρες μετά τη διεκπεραίωση του αιτήματος.

3.   Όταν η εκ των υστέρων επαλήθευση καταδεικνύει ότι η πρόσβαση στα δεδομένα του ΣΕΕ δεν ήταν δικαιολογημένη, όλες οι αρχές που είχαν πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα καταστρέφουν τις πληροφορίες στις οποίες υπήρχε πρόσβαση από το ΣΕΕ και ενημερώνουν το οικείο κεντρικό σημείο πρόσβασης του κράτους μέλους στο οποίο έγινε το αίτημα για την καταστροφή των πληροφοριών.

Άρθρο 32

Προϋποθέσεις πρόσβασης στα δεδομένα του ΣΕΕ εκ μέρους των εντεταλμένων αρχών

1.   Οι εντεταλμένες αρχές μπορούν να έχουν πρόσβαση στο ΣΕΕ προς αναζήτηση δεδομένων, όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η πρόσβαση με σκοπό την αναζήτηση δεδομένων είναι απαραίτητη για τον σκοπό της πρόληψης, της εξακρίβωσης ή της διερεύνησης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης·

β)

η πρόσβαση με σκοπό την αναζήτηση δεδομένων είναι απαραίτητη και αναλογική σε συγκεκριμένη υπόθεση·

γ)

υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία ή βάσιμοι λόγοι να θεωρηθεί ότι η αναζήτηση δεδομένων στο ΣΕΕ θα συμβάλει στην πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση οποιασδήποτε από τις εν λόγω αξιόποινες πράξεις, ιδίως όταν υπάρχει βάσιμη υπόνοια ότι ο ύποπτος, ο δράστης ή το θύμα τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης εμπίπτει σε κατηγορία που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό.

2.   Η πρόσβαση στο ΣΕΕ ως εργαλείο για τον σκοπό της ταυτοποίησης ενός άγνωστου υπόπτου, δράστη ή εικαζόμενου θύματος ενός τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης επιτρέπεται, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και οι εξής πρόσθετες προϋποθέσεις:

α)

έχει διεξαχθεί προηγούμενη έρευνα σε εθνικές βάσεις δεδομένων· και

β)

σε περίπτωση ερευνών με δακτυλικά αποτυπώματα, έχει κινηθεί προηγούμενη έρευνα στο σύστημα αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων των άλλων κρατών μελών σύμφωνα με την απόφαση 2008/615/ΔΕΥ όπου οι αντιπαραβολές των δακτυλικών αποτυπωμάτων είναι τεχνικώς διαθέσιμες, και η έρευνα αυτή είτε έχει πραγματοποιηθεί εξολοκλήρου είτε δεν έχει πραγματοποιηθεί εξολοκλήρου εντός δύο ημερών από την έναρξή της.

Ωστόσο, οι πρόσθετες προϋποθέσεις των σημείων α) και β) του πρώτου εδαφίου δεν ισχύουν όταν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι η αντιπαραβολή με τα συστήματα των άλλων κρατών μελών δεν θα οδηγήσει στην επαλήθευση της ταυτότητας του υποκειμένου των δεδομένων ή σε επείγουσα περίπτωση όπου είναι αναγκαίο να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος για τη ζωή ενός προσώπου συνδεομένου με τρομοκρατικό έγκλημα ή άλλη σοβαρή αξιόποινη πράξη. Οι εν λόγω βάσιμοι λόγοι περιλαμβάνονται στο ηλεκτρονικό ή γραπτό αίτημα αντιπαραβολής με τα δεδομένα ΣΕΕ που απέστειλε η επιχειρησιακή μονάδα της εντεταλμένης αρχής στο κεντρικό σημείο πρόσβασης.

Αίτημα για αναζήτηση στο VIS για το ίδιο υποκείμενο δεδομένων μπορεί να υποβληθεί παράλληλα με αίτημα για αναζήτηση στο ΣΕΕ σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην απόφαση 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου (41).

3.   Η πρόσβαση στο ΣΕΕ, ως εργαλείο για την αναζήτηση του ταξιδιωτικού ιστορικού ή των περιόδων επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών ενός γνωστού υπόπτου, δράστη ή εικαζόμενου θύματος τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης, επιτρέπεται όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1.

4.   Η αναζήτηση στο ΣΕΕ προς το σκοπό της ταυτοποίησης όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 περιορίζεται στην έρευνα στον ατομικό φάκελο με οποιοδήποτε από τα ακόλουθα δεδομένα ΣΕΕ:

α)

δακτυλικά αποτυπώματα υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης ή κατόχων FTD. Για να διενεργηθεί η εν λόγω αναζήτηση στο ΣΕΕ, μπορούν να χρησιμοποιούνται λανθάνοντα δακτυλικά αποτυπώματα και, επομένως, να αντιπαραβάλλονται με τα δακτυλικά αποτυπώματα που είναι αποθηκευμένα στο ΣΕΕ·

β)

εικόνες προσώπου.

Η αναζήτηση στο ΣΕΕ, σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος αναζήτησης, παρέχει πρόσβαση σε οποιαδήποτε άλλα δεδομένα λαμβάνονται από τον ατομικό φάκελο, όπως αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφοι 1 και 6, στο άρθρο 17 παράγραφος 1 και στο άρθρο 18 παράγραφος 1.

5.   Η αναζήτηση στο ΣΕΕ για το ταξιδιωτικό ιστορικό του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας περιορίζεται στην έρευνα με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα δεδομένα ΣΕΕ στον ατομικό φάκελο, στις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου ή στις καταχωρίσεις άρνησης εισόδου:

α)

επώνυμο/επώνυμα, όνομα/ονόματα, ημερομηνία γέννησης, ιθαγένεια ή ιθαγένειες ή/και φύλο·

β)

είδος και αριθμό του ταξιδιωτικού εγγράφου ή εγγράφων, κωδικό τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης και ημερομηνία λήξεως ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου·

γ)

αριθμό της αυτοκόλλητης θεώρησης και ημερομηνία λήξεως ισχύος της θεώρησης·

δ)

δακτυλικά αποτυπώματα, συμπεριλαμβάνοντας τη σύγκρισή τους με τα λανθάνοντα δακτυλικά αποτυπώματα·

ε)

εικόνα προσώπου·

στ)

ημερομηνία και ώρα εισόδου, αρχή που εξέδωσε την άδεια εισόδου και σημείο συνοριακής διέλευσης εισόδου·

ζ)

ημερομηνία και ώρα εξόδου και σημείο συνοριακής διέλευσης εξόδου.

Η αναζήτηση στο ΣΕΕ, σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος αναζήτησης, παρέχει πρόσβαση στα δεδομένα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, καθώς και σε οποιαδήποτε άλλα δεδομένα λαμβάνονται από τον ατομικό φάκελο, τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου και τις καταχωρίσεις άρνησης εισόδου, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων σε σχέση με την ανάκληση ή την επέκταση αδείας βραχείας παραμονής, σύμφωνα με το άρθρο 19.

Άρθρο 33

Διαδικασία και προϋποθέσεις πρόσβασης της Ευρωπόλ στα δεδομένα του ΣΕΕ

1.   Η Ευρωπόλ έχει πρόσβαση στο ΣΕΕ προς αναζήτηση δεδομένων, εάν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η αναζήτηση είναι απαραίτητη για τη στήριξη και ενίσχυση της δράσης των κρατών μελών για την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων της Ευρωπόλ·

β)

η αναζήτηση δεδομένων είναι απαραίτητη και αναλογική σε συγκεκριμένη υπόθεση·

γ)

υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία ή βάσιμοι λόγοι να θεωρηθεί ότι η αναζήτηση δεδομένων στο ΣΕΕ θα συμβάλει στην πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση οποιασδήποτε από τις εν λόγω αξιόποινες πράξεις, ιδίως όταν υπάρχει βάσιμη υπόνοια ότι ο ύποπτος, ο δράστης ή το θύμα τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης εμπίπτει σε κατηγορία που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό.

2.   Η πρόσβαση στο ΣΕΕ, ως εργαλείο ταυτοποίησης ενός άγνωστου υπόπτου, δράστη ή εικαζόμενου θύματος τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης, επιτρέπεται υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 και εφόσον η αναζήτηση, κατά προτεραιότητα, των δεδομένων που είναι αποθηκευμένα στις βάσεις δεδομένων οι οποίες είναι τεχνικά και νομικά προσβάσιμες από την Ευρωπόλ δεν επέτρεψε την ταυτοποίηση του ενδιαφερομένου προσώπου.

Αίτημα για αναζήτηση στο VIS για το ίδιο υποκείμενο δεδομένων μπορεί να υποβληθεί παράλληλα με αίτημα για αναζήτηση στο ΣΕΕ υπό τις προϋποθέσεις της απόφασης 2008/633/ΔΕΥ.

3.   Οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 παράγραφοι 3, 4 και 5 εφαρμόζονται αναλόγως.

4.   Η εντεταλμένη αρχή της Ευρωπόλ μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένο ηλεκτρονικό αίτημα για την αναζήτηση όλων των δεδομένων ΣΕΕ ή συγκεκριμένου συνόλου δεδομένων ΣΕΕ στο κεντρικό σημείο πρόσβασης της Ευρωπόλ που αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφος 2. Μόλις παραληφθεί αίτημα πρόσβασης, το κεντρικό σημείο πρόσβασης της Ευρωπόλ εξακριβώνει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις πρόσβασης που τίθενται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Εάν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις πρόσβασης, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό του κεντρικού σημείου πρόσβασης διεκπεραιώνει τα αιτήματα. Τα δεδομένα ΣΕΕ στα οποία ζητήθηκε πρόσβαση διαβιβάζονται στην εντεταλμένη αρχή της Ευρωπόλ με τρόπο που δεν θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια των δεδομένων.

5.   Η Ευρωπόλ επεξεργάζεται μόνο πληροφορίες που λαμβάνει μέσω της αναζήτησης των δεδομένων του ΣΕΕ με την επιφύλαξη της έγκρισης του κράτους μέλους που καταχώρισε τα δεδομένα στο σύστημα. Αυτή η έγκριση επιτυγχάνεται μέσω της εθνικής μονάδας Ευρωπόλ του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 34

Περίοδος διατήρησης δεδομένων

1.   Κάθε αρχείο εισόδου/εξόδου ή αρχείο άρνησης εισόδου που συνδέεται με έναν ατομικό φάκελο αποθηκεύεται στο κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ για διάστημα τριών ετών από την ημερομηνία του αρχείου εξόδου ή του αρχείου άρνησης εισόδου, κατά περίπτωση.

2.   Κάθε ατομικός φάκελος μαζί με τη συνδεδεμένη καταχώριση ή καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου ή άρνησης εισόδου αποθηκεύεται στο κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ για διάστημα τριών ετών και μίας ημέρας από την ημερομηνία της τελευταίας καταχώρισης εξόδου, ή της άρνησης εισόδου, αν δεν υπάρχει καταχώριση εισόδου εντός τριών ετών από την ημερομηνία της τελευταίας καταχώρισης εξόδου ή άρνησης εισόδου.

3.   Αν δεν υπάρχει καμία καταχώριση εξόδου μετά την ημερομηνία εκπνοής της περιόδου επιτρεπόμενης παραμονής, τα δεδομένα αποθηκεύονται για διάστημα πέντε ετών μετά την ημερομηνία λήξης της περιόδου της επιτρεπόμενης παραμονής. Το ΣΕΕ ενημερώνει αυτομάτως τα κράτη μέλη τρεις μήνες πριν από την προγραμματισμένη διαγραφή των δεδομένων σχετικά με τα πρόσωπα που υπερβαίνουν την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής προκειμένου να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 όλες οι καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου που δημιουργούνται για υπηκόους τρίτων χωρών με καθεστώς του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο β), διατηρούνται στο ΣΕΕ για μέγιστο χρονικό διάστημα ενός έτους μετά την έξοδο αυτών των υπηκόων τρίτης χώρας. Εάν δεν υπάρχει καταχώριση εξόδου, τα δεδομένα διατηρούνται για περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία της τελευταίας καταχώρισης εισόδου.

5.   Μετά τη λήξη της περιόδου διατήρησης που αναφέρεται στις παραγράφους 1 έως 4, τα εν λόγω δεδομένα απαλείφονται αυτομάτως από το κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ.

Άρθρο 35

Τροποποίηση δεδομένων και πρόωρη διαγραφή δεδομένων

1.   Το αρμόδιο κράτος μέλος δικαιούται να τροποποιήσει δεδομένα που έχει εισαγάγει στο ΣΕΕ, διορθώνοντας, συμπληρώνοντας ή διαγράφοντάς τα.

2.   Εάν το αρμόδιο κράτος μέλος έχει αποδείξεις ότι τα δεδομένα που καταγράφονται στο ΣΕΕ είναι για αντικειμενικούς λόγους ανακριβή ή ελλιπή ή ότι τα δεδομένα υποβλήθηκαν σε επεξεργασία στο ΣΕΕ κατά παράβαση του παρόντα κανονισμού, επαληθεύει τα οικεία δεδομένα και, εφόσον χρειάζεται, τα διορθώνει ή τα συμπληρώνει ή τα διαγράφει χωρίς καθυστέρηση από το ΣΕΕ και, κατά περίπτωση, από τον κατάλογο των ταυτοποιημένων προσώπων που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3. Τα δεδομένα μπορούν επίσης να ελεγχθούν και διορθωθούν, συμπληρωθούν ή διαγραφούν μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, σύμφωνα με το άρθρο 52.

3.   Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου, όταν ένα κράτος μέλος πλην του αρμόδιου κράτους μέλους έχει αποδείξεις που καταδεικνύουν ότι τα δεδομένα που καταγράφονται στο ΣΕΕ είναι για αντικειμενικούς λόγους ανακριβή ή ελλιπή, ή ότι τα δεδομένα υποβλήθηκαν σε επεξεργασία στο ΣΕΕ κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού, επαληθεύει τα εν λόγω δεδομένα εάν αυτό μπορεί να γίνει χωρίς διαβούλευση με το αρμόδιο κράτος μέλος και, εφόσον χρειάζεται, τα διορθώνει ή τα συμπληρώνει ή τα διαγράφει από το ΣΕΕ χωρίς καθυστέρηση και, κατά περίπτωση, από τον κατάλογο των ταυτοποιημένων προσώπων που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3. Όταν δεν είναι δυνατόν να ελεγχθούν τα δεδομένα χωρίς διαβούλευση με το αρμόδιο κράτος μέλος, επικοινωνεί με τις αρχές του αρμόδιου κράτους μέλους εντός προθεσμίας επτά ημερών και το αρμόδιο κράτος μέλος επαληθεύει την ακρίβεια των δεδομένων και τη νομιμότητα της επεξεργασίας τους εντός προθεσμίας ενός μηνός. Τα δεδομένα μπορούν επίσης να ελεγχθούν και διορθωθούν, συμπληρωθούν ή διαγραφούν μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας, σύμφωνα με το άρθρο 52.

4.   Όταν ένα κράτος μέλος έχει αποδείξεις ότι τα δεδομένα σχετικά με θεωρήσεις που έχουν καταχωρισθεί στο ΣΕΕ είναι προδήλως ανακριβή ή ελλιπή, ή ότι τα εν λόγω δεδομένα υποβλήθηκαν σε επεξεργασία στο ΣΕΕ κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού, επαληθεύει πρώτα την ακρίβεια των εν λόγω δεδομένων με αντιπαραβολή στο VIS και, κατά περίπτωση, τα διορθώνει ή τα συμπληρώνει ή τα διαγράφει στο ΣΕΕ. Όπου τα δεδομένα που έχουν καταγραφεί στο VIS είναι τα ίδια όπως και στο ΣΕΕ, ενημερώνουν το αρμόδιο κράτος μέλος για την εισαγωγή αυτών των δεδομένων στο VIS αμέσως μέσω του VIS σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Το αρμόδιο για την εισαγωγή των δεδομένων στο VIS κράτος μέλος επαληθεύει τα εν λόγω δεδομένα και, εφόσον χρειάζεται, τα διορθώνει, τα συμπληρώνει ή τα διαγράφει αμέσως από το VIS και ενημερώνει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος το οποίο, εφόσον χρειάζεται, τα διορθώνει, τα συμπληρώνει ή τα διαγράφει χωρίς καθυστέρηση από το ΣΕΕ και, κατά περίπτωση, από τον κατάλογο των ταυτοποιημένων προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 3.

5.   Τα δεδομένα σχετικά με τα ταυτοποιημένα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 12 διαγράφονται χωρίς καθυστέρηση από τον κατάλογο που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο και διορθώνονται ή συμπληρώνονται στο ΣΕΕ, όταν ο ενδιαφερόμενος υπήκοος τρίτης χώρας προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του αρμόδιου κράτους μέλους ή του κράτους μέλους στο οποίο έχει υποβληθεί η αίτηση, ότι αναγκάστηκε να υπερβεί τη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής λόγω απρόβλεπτου και σοβαρού συμβάντος, ότι έχει αποκτήσει νόμιμο δικαίωμα παραμονής, ή σε περίπτωση σφαλμάτων. Με την επιφύλαξη τυχόν διοικητικής ή μη δικαστικής προσφυγής ο υπήκοος τρίτης χώρας δικαιούται να έχει πρόσβαση σε πραγματική δικαστική προσφυγή για να εξασφαλίσει τη διόρθωση, τη συμπλήρωση ή τη διαγραφή των δεδομένων.

6.   Αν υπήκοος τρίτης χώρας έχει αποκτήσει την ιθαγένεια κράτους μέλους ή έχει υπαχθεί στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2 παράγραφος 3 πριν από τη λήξη της εφαρμοστέας περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 34, ο ατομικός φάκελος, οι καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου που συνδέονται με τον εν λόγω ατομικό φάκελο σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 16 και 17, και οι καταχωρίσεις άρνησης εισόδου που συνδέονται με τον εν λόγω ατομικό φάκελο σύμφωνα με το άρθρο 18 διαγράφονται από το ΣΕΕ καθώς και, κατά περίπτωση, από τον κατάλογο των ταυτοποιημένων προσώπων που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3 χωρίς καθυστέρηση και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός πέντε εργάσιμων ημερών από τότε που ο υπήκοος τρίτης χώρας απέκτησε την ιθαγένεια κράτους μέλους ή υπήχθη στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2 παράγραφος 3 πριν από τη λήξη της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 34:

α)

από το κράτος μέλος του οποίου έχει αποκτήσει την ιθαγένεια, ή

β)

από το κράτος μέλος που χορήγησε την άδεια ή το δελτίο διαμονής ή τη θεώρηση για παραμονή μακράς διαρκείας.

Σε περίπτωση που ο υπήκοος τρίτης χώρας αποκτήσει την υπηκοότητα της Ανδόρας, του Μονακό ή του Αγίου Μαρίνου, ή αν ο υπήκοος τρίτης χώρας είναι κάτοχος διαβατηρίου εκδοθέντος από το κράτος της Πόλεως του Βατικανού ενημερώνει για την αλλαγή αυτήν τις αρμόδιες αρχές του επόμενου κράτους μέλους στο οποίο θα εισέλθει. Το εν λόγω κράτος μέλος διαγράφει τα δεδομένα του χωρίς καθυστέρηση από το ΣΕΕ. Ο υπήκοος τρίτης χώρας έχει πρόσβαση σε πραγματική δικαστική προσφυγή για να εξασφαλίσει τη διαγραφή των δεδομένων.

7.   Το κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ ενημερώνει αμέσως όλα τα κράτη μέλη για τη διαγραφή των δεδομένων ΣΕΕ και, κατά περίπτωση, από τον κατάλογο των ταυτοποιημένων προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 3.

8.   Σε περίπτωση που κράτος μέλος άλλο από το αρμόδιο κράτος μέλος έχει τροποποιήσει, συμπληρώσει ή διαγράψει δεδομένα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, το εν λόγω κράτος μέλος καθίσταται αρμόδιο για την τροποποίηση ή τη διαγραφή τους. Το ΣΕΕ καταγράφει όλες τις τροποποιήσεις, συμπληρώσεις και διαγραφές δεδομένων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΑΝΑΠΤΥΞΗ, ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ

Άρθρο 36

Έκδοση εκτελεστικών πράξεων από την Επιτροπή πριν από την ανάπτυξη

Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που είναι αναγκαίες για την ανάπτυξη και την τεχνική εφαρμογή του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ, των NUI, της υποδομής επικοινωνίας, της διαδικτυακής υπηρεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 13 και του αποθετηρίου δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 63 παράγραφος 2 και, ειδικότερα, μέτρα που αφορούν:

α)

τις προδιαγραφές για την ποιότητα, την ευκρίνεια και τη χρήση των δακτυλικών αποτυπωμάτων για τη βιομετρική επαλήθευση και εξακρίβωση ταυτότητας στο ΣΕΕ·

β)

τις προδιαγραφές για την ποιότητα, την ευκρίνεια και τη χρήση της εικόνας προσώπου για τη βιομετρική επαλήθευση και εξακρίβωση ταυτότητας στο ΣΕΕ, μεταξύ άλλων και στην περίπτωση που έχει ανακτηθεί ηλεκτρονικά από το eMRTD·

γ)

την εισαγωγή δεδομένων σύμφωνα με τα άρθρα 16 έως 20·

δ)

την πρόσβαση στα δεδομένα σύμφωνα με τα άρθρα 23 έως 33·

ε)

την τροποποίηση, διαγραφή και πρόωρη διαγραφή δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 35·

στ)

την τήρηση αρχείων και την πρόσβαση σε αυτά σύμφωνα με το άρθρο 46·

ζ)

τις απαιτήσεις επιδόσεων, μεταξύ άλλων τις ελάχιστες προδιαγραφές για τον τεχνικό εξοπλισμό και τις απαιτήσεις σχετικά με τις βιομετρικές επιδόσεις του ΣΕΕ, ιδίως όσον αφορά το απαιτούμενο ποσοστό ψευδώς θετικής ταυτοποίησης, το ποσοστό ψευδώς αρνητικής ταυτοποίησης και το ποσοστό μη καταχώρισης·

η)

τις προδιαγραφές και τις προϋποθέσεις για τη διαδικτυακή υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 13, συμπεριλαμβανομένων ειδικών διατάξεων για την προστασία δεδομένων σε περίπτωση που αυτά παρέχονται από μεταφορείς ή σε μεταφορείς·

θ)

τη δημιουργία και το υψηλό επίπεδο σχεδιασμού της διαλειτουργικότητας όπως αναφέρεται στο άρθρο 8·

ι)

τις προδιαγραφές και τις προϋποθέσεις για το αποθετήριο δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 63 παράγραφος 2·

ια)

την κατάρτιση του καταλόγου ταυτοποιημένων προσώπων που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3 και τη διαδικασία με την οποία ο κατάλογος τίθεται στη διάθεση των κρατών μελών·

ιβ)

τις προδιαγραφές των τεχνικών λύσεων για τη σύνδεση των κεντρικών σημείων πρόσβασης σύμφωνα με τα άρθρα 31, 32 και 33 και για μια τεχνική λύση για τη συλλογή των στατιστικών δεδομένων που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 8.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 68 παράγραφος 2.

Για την έκδοση των εκτελεστικών πράξεων που ορίζονται στο στοιχείο θ) του πρώτου εδαφίου του παρόντος άρθρου, η επιτροπή που συστήνεται βάσει του άρθρου 68 του παρόντος κανονισμού συμβουλεύεται την επιτροπή VIS που συστήνεται βάσει του άρθρου 49 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008.

Άρθρο 37

Ανάπτυξη και λειτουργική διαχείριση

1.   Ο eu-LISA είναι υπεύθυνος για την ανάπτυξη του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ, των NUI, της επικοινωνιακής υποδομής και του ασφαλούς διαύλου επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος VIS. Ο eu-LISA είναι επίσης υπεύθυνος για την ανάπτυξη της διαδικτυακής υπηρεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 13 και του αποθετηρίου δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 63 παράγραφος 2, σύμφωνα με τους λεπτομερείς όρους που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 7 και στο άρθρο 63 παράγραφος 2 και τις προδιαγραφές και προϋποθέσεις που εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 36 πρώτη παράγραφος σημεία η) και ι).

Ο eu-LISA προσδιορίζει τον σχεδιασμό της φυσικής αρχιτεκτονικής του ΣΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της επικοινωνιακής υποδομής του, καθώς και τις τεχνικές προδιαγραφές και την εξέλιξή τους όσον αφορά το κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ, τις NUI, την υποδομή επικοινωνιών, τον ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ, του κεντρικού συστήματος VIS, της διαδικτυακής υπηρεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 13 του παρόντος κανονισμού και του αποθετηρίου δεδομένων του άρθρου 63 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού. Οι εν λόγω τεχνικές προδιαγραφές εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο του eu-LISA, με την επιφύλαξη της ευνοϊκής γνώμης της Επιτροπής. Ο eu-LISA εφαρμόζει επίσης τις ενδεχόμενες αναγκαίες προσαρμογές στο VIS οι οποίες προκύπτουν από την επίτευξη διαλειτουργικότητας με το ΣΕΕ, καθώς και από την εφαρμογή των τροποποιήσεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 που αναφέρονται στο άρθρο 61 του παρόντος κανονισμού.

Ο eu-LISA αναπτύσσει και υλοποιεί το κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ, τις NUI, την επικοινωνιακή υποδομή, τον ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος VIS, τη διαδικτυακή υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 13 και το αποθετήριο δεδομένων του άρθρου 63 παράγραφος 2 το συντομότερο δυνατόν μετά την έγκριση από την Επιτροπή των μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 36.

Η ανάπτυξη συνίσταται στην εκπόνηση και εφαρμογή των τεχνικών προδιαγραφών, τη διεξαγωγή δοκιμών που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο β) και τον συνολικό συντονισμό του έργου.

Κατά την ανάπτυξη και εφαρμογή του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ, των NUI, της επικοινωνιακής υποδομής, του ασφαλούς διαύλου επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος VIS, της διαδικτυακής υπηρεσίας του άρθρου 13 και του αποθετηρίου δεδομένων του άρθρου 63 παράγραφος 2, το eu-LISA εκτελεί επίσης και τα εξής:

α)

διενεργεί αξιολόγηση κινδύνου ως προς την ασφάλεια στο πλαίσιο της ανάπτυξης του ΣΕΕ·

β)

τηρεί τις αρχές της ιδιωτικότητας εκ σχεδιασμού και εξ ορισμού σε όλη τη διάρκεια του κύκλου ανάπτυξης του ΣΕΕ·

γ)

διενεργεί αξιολόγηση κινδύνου ως προς την ασφάλεια όσον αφορά τη διαλειτουργικότητα με το VIS που αναφέρεται στο άρθρο 8 και αξιολογεί τα απαιτούμενα μέτρα ασφαλείας που χρειάζονται για την εφαρμογή της διαλειτουργικότητας με το VIS.

2.   Κατά τη φάση σχεδιασμού και ανάπτυξης, συστήνεται συμβούλιο διαχείρισης προγράμματος αποτελούμενο από δέκα το πολύ μέλη. Αποτελείται από επτά μέλη διορισμένα από το διοικητικό συμβούλιο του eu-LISA εκ των τακτικών ή αναπληρωματικών μελών του, τον πρόεδρο της συμβουλευτικής ομάδας του ΣΕΕ που αναφέρεται στο άρθρο 69, ένα μέλος που εκπροσωπεί τον eu-LISA και διορίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή του και ένα μέλος διορισμένο από την Επιτροπή. Τα μέλη που διορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο του eu-LISA εκλέγονται μόνο από τα κράτη μέλη που δεσμεύονται πλήρως δυνάμει του δικαίου της Ένωσης από τις νομοθετικές πράξεις που διέπουν την ανάπτυξη, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τη χρήση όλων των συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας που διαχειρίζεται ο eu-LISA και τα οποία πληρούν τους όρους του άρθρου 66 παράγραφος 2.

Το συμβούλιο διαχείρισης προγράμματος συνέρχεται τακτικά και τουλάχιστον τρεις φορές ανά τρίμηνο. Διασφαλίζει την κατάλληλη διαχείριση της φάσης σχεδιασμού και ανάπτυξης του ΣΕΕ, καθώς και τη συνοχή μεταξύ του κεντρικού και των εθνικών έργων ΣΕΕ.

Το συμβούλιο διαχείρισης προγράμματος υποβάλλει γραπτές εκθέσεις κάθε μήνα στο διοικητικό συμβούλιο του eu-LISA σχετικά με την πρόοδο του έργου. Το συμβούλιο διαχείρισης προγράμματος δεν έχει εξουσία λήψης αποφάσεων ούτε εντολή να εκπροσωπεί τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του eu-LISA.

Το διοικητικό συμβούλιο του eu-LISA θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό του συμβουλίου διαχείρισης προγράμματος, ο οποίος περιλαμβάνει ειδικότερα κανόνες σχετικά με:

α)

την προεδρία·

β)

τους τόπους συνεδριάσεων·

γ)

την προετοιμασία των συνεδριάσεων·

δ)

τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων στις συνεδριάσεις·

ε)

σχέδια επικοινωνίας που διασφαλίζουν πλήρη ενημέρωση σε μη συμμετέχοντα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του eu-LISA.

Η προεδρία του συμβουλίου διαχείρισης ασκείται από κράτος μέλος το οποίο δεσμεύεται πλήρως δυνάμει του δικαίου της Ένωσης από τις νομοθετικές πράξεις που διέπουν την ανάπτυξη, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τη χρήση όλων των συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας που διαχειρίζεται ο eu-LISA.

Όλα τα έξοδα ταξιδιού και παραμονής που πραγματοποιούνται από τα μέλη του συμβουλίου διαχείρισης προγράμματος καταβάλλονται από τον eu-LISA και εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, το άρθρο 10 του εσωτερικού κανονισμού του eu-LISA. Για τη γραμματεία του συμβουλίου διαχείρισης προγράμματος μεριμνά ο eu-LISA.

Κατά τη διάρκεια της φάσης σχεδιασμού και ανάπτυξης, η συμβουλευτική ομάδα ΣΕΕ που αναφέρεται στο άρθρο 69 απαρτίζεται από τους εθνικούς διαχειριστές έργου για το ΣΕΕ και αυτής προεδρεύει ο eu-LISA. Συνέρχεται τακτικά και τουλάχιστον τρεις φορές ανά τρίμηνο μέχρι την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ. Υποβάλλει έκθεση ύστερα από κάθε συνεδρίαση στο συμβούλιο διαχείρισης προγράμματος. Παρέχει τεχνική εμπειρογνωμοσύνη για την υποστήριξη των καθηκόντων του συμβουλίου διαχείρισης προγράμματος και παρακολουθεί το επίπεδο της προετοιμασίας των κρατών μελών.

3.   Ο eu-LISA είναι αρμόδιος για τη λειτουργική διαχείριση του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ, των NUI και του ασφαλούς διαύλου επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος VIS. Εξασφαλίζει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, ότι χρησιμοποιείται πάντοτε η καλύτερη διαθέσιμη τεχνολογία, βάσει ανάλυσης κόστους-οφέλους, για το κεντρικό σύστημα ΣΕΕ, τα NUI, την υποδομή επικοινωνίας, τον ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος VIS, τη διαδικτυακή υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 13 και το αποθετήριο δεδομένων του άρθρου 63 παράγραφος 2. Ο eu-LISA είναι επίσης αρμόδιος για τη λειτουργική διαχείριση της υποδομής επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ και των NUI, καθώς και για τη διαδικτυακή υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 13 και το αποθετήριο δεδομένων του άρθρου 63 παράγραφος 2.

Η λειτουργική διαχείριση του ΣΕΕ περιλαμβάνει όλες τις εργασίες που απαιτούνται για τη λειτουργία του ΣΕΕ επί 24ώρου βάσεως, 7 ημέρες την εβδομάδα, κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα κανονισμό, ειδικότερα όσον αφορά τη συντήρηση και τις τεχνικές εξελίξεις οι οποίες είναι αναγκαίες ώστε το ΣΕΕ να λειτουργεί σε ικανοποιητικό βαθμό επιχειρησιακής αρτιότητας, ιδίως όσον αφορά τον χρόνο απόκρισης όταν υποβάλλεται ερώτηση στο κεντρικό σύστημα ΣΕΕ από τις συνοριακές αρχές, σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές.

4.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 17 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ένωσης, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου (42) ο eu-LISA διασφαλίζει ότι τα μέλη του προσωπικού του που απαιτείται να δουλέψουν με δεδομένα ΣΕΕ ή με δεδομένα αποθηκευμένα στο ΣΕΕ, εφαρμόζουν τους δέοντες κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου ή άλλη ισοδύναμη υποχρέωση εχεμύθειας. Η εν λόγω υποχρέωση εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και αφού το οικείο προσωπικό παύσει να ασκεί τα καθήκοντά του ή να απασχολείται στη συγκεκριμένη θέση εργασίας ή μετά τον τερματισμό των δραστηριοτήτων του.

Άρθρο 38

Ευθύνες των κρατών μελών και της Ευρωπόλ

1.   Κάθε κράτος μέλος είναι αρμόδιο για:

α)

την ενοποίηση των υφιστάμενων εθνικών συνοριακών υποδομών και τη σύνδεση τους με την NUΙ·

β)

την οργάνωση, τη διαχείριση, τη λειτουργία και τη συντήρηση των υφιστάμενων εθνικών συνοριακών υποδομών του και τη σύνδεσή τους με το ΣΕΕ για τους σκοπούς του άρθρου 6 με εξαίρεση το άρθρο 6 παράγραφος 2·

γ)

την οργάνωση κεντρικών σημείων πρόσβασης και τη σύνδεσή τους με την NUI για τους σκοπούς επιβολής του νόμου·

δ)

τη διαχείριση και τις λεπτομέρειες πρόσβασης στο ΣΕΕ του δεόντως εξουσιοδοτημένου προσωπικού των αρμοδίων εθνικών αρχών, βάσει του παρόντος κανονισμού, και τη δημιουργία και τακτική ενημέρωση καταλόγου του εν λόγω προσωπικού και των προσόντων του.

2.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει μια εθνική αρχή η οποία παρέχει στις αναφερόμενες στο άρθρο 9 παράγραφος 2 αρμόδιες αρχές πρόσβαση στο ΣΕΕ. Κάθε κράτος μέλος συνδέει την αρμόδια εθνική αρχή με την NUI. Κάθε κράτος μέλος συνδέει τα αντίστοιχα κεντρικά σημεία πρόσβασής του που αναφέρονται στο άρθρο 29 με την NUI.

3.   Κάθε κράτος μέλος χρησιμοποιεί αυτοματοποιημένες διαδικασίες επεξεργασίας των δεδομένων του ΣΕΕ.

4.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι τεχνικές επιδόσεις της υποδομής συνοριακών ελέγχων, η διαθεσιμότητα αυτών, η διάρκεια των συνοριακών ελέγχων και η ποιότητα των δεδομένων παρακολουθούνται στενά προκειμένου να διασφαλίζεται ότι πληρούν τις συνολικές απαιτήσεις για την ορθή λειτουργία του ΣΕΕ και την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας συνοριακού ελέγχου.

5.   Πριν εξουσιοδοτηθεί για την επεξεργασία δεδομένων που έχουν αποθηκευθεί στο ΣΕΕ, το προσωπικό των αρχών που έχουν δικαίωμα πρόσβασης στο ΣΕΕ λαμβάνει τη δέουσα κατάρτιση ιδίως για την ασφάλεια και τους κανόνες προστασίας των δεδομένων, καθώς και για τα σχετικά θεμελιώδη δικαιώματα.

6.   Τα κράτη μέλη δεν επεξεργάζονται τα δεδομένα που περιλαμβάνονται ή ανακτώνται από το ΣΕΕ για σκοπούς άλλους από αυτούς που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

7.   Η Ευρωπόλ αναλαμβάνει τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στο στοιχείο δ) της παραγράφου 1 και στις παραγράφους 3, 5 και 6. Συνδέει και είναι υπεύθυνη για την εν λόγω σύνδεση του κεντρικού σημείου πρόσβασης της Ευρωπόλ με το ΣΕΕ.

Άρθρο 39

Ευθύνη όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων

1.   Όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο ΣΕΕ, κάθε κράτος μέλος ορίζει την αρχή που θεωρείται υπεύθυνη για την επεξεργασία, σύμφωνα με το άρθρο 4 σημείο 7) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, και η οποία έχει την κεντρική ευθύνη για την επεξεργασία των δεδομένων από το εν λόγω κράτος μέλος. Κάθε κράτος μέλος ανακοινώνει το όνομα αυτής της αρχής στην Επιτροπή.

Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει τη νομιμότητα της επεξεργασίας των δεδομένων που έχουν συλλεγεί και καταγραφεί στο ΣΕΕ και ιδίως ότι πρόσβαση στα δεδομένα έχει μόνο το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό για την εκτέλεση των καθηκόντων του. Το αρμόδιο κράτος μέλος διασφαλίζει, ιδίως, ότι τα δεδομένα:

α)

συλλέγονται νομίμως και με πλήρη σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας·

β)

καταχωρίζονται νομίμως στο ΣΕΕ·

γ)

είναι ακριβή και ενημερωμένα κατά τη διαβίβασή τους στο ΣΕΕ.

2.   Ο eu-LISA διασφαλίζει ότι το ΣΕΕ λειτουργεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 36. Ειδικότερα, ο eu-LISA:

α)

λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να κατοχυρώσει την ασφάλεια του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ και της υποδομής επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ και της NUI, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών·

β)

διασφαλίζει ότι μόνο το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό έχει πρόσβαση στα δεδομένα που αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας στο ΣΕΕ.

3.   Ο eu-LISA ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή καθώς και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων για τα μέτρα που λαμβάνει σύμφωνα με την παράγραφο 2 ενόψει της έναρξης λειτουργίας του ΣΕΕ.

Άρθρο 40

Διατήρηση δεδομένων σε εθνικούς φακέλους και εθνικά συστήματα εισόδου/εξόδου

1.   Ένα κράτος μέλος μπορεί να διατηρεί τα αλφαριθμητικά δεδομένα τα οποία έχει το ίδιο καταχωρίσει στο ΣΕΕ, σύμφωνα με τους σκοπούς του ΣΕΕ, στο εθνικό σύστημα εισόδου/εξόδου ή σε αντίστοιχους εθνικούς φακέλους σε πλήρη συμμόρφωση με το δίκαιο της Ένωσης.

2.   Τα δεδομένα δεν διατηρούνται σε εθνικά συστήματα εισόδου/εξόδου ή αντίστοιχους εθνικούς φακέλους για περισσότερο χρόνο από ό,τι διατηρούνται στο ΣΕΕ.

3.   Κάθε χρήση δεδομένων που δεν είναι σύμφωνη με την παράγραφο 1 θεωρείται καταχρηστική βάσει του εθνικού δικαίου κάθε κράτους μέλους, καθώς και του δικαίου της Ένωσης.

4.   Το παρόν άρθρο δεν ερμηνεύεται ως απαίτηση για τυχόν τεχνική προσαρμογή του ΣΕΕ. Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν δεδομένα σύμφωνα με το παρόν άρθρο εφόσον αναλάβουν το κόστος και τον κίνδυνο χρησιμοποιώντας τα δικά τους τεχνικά μέσα.

Άρθρο 41

Κοινοποίηση δεδομένων σε τρίτες χώρες, διεθνείς οργανισμούς και σε ιδιωτικές οντότητες

1.   Δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στο ΣΕΕ δεν διαβιβάζονται ούτε διατίθενται σε τρίτη χώρα, διεθνή οργανισμό ή ιδιωτική οντότητα.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος κανονισμού μπορούν να διαβιβάζονται από τις συνοριακές αρχές ή τις αρχές μετανάστευσης σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό που απαριθμούνται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού σε μεμονωμένες περιπτώσεις, εφόσον απαιτείται για να αποδειχθεί η ταυτότητα υπηκόων τρίτων χωρών αποκλειστικά για τον σκοπό της επιστροφής τους, μόνο εφόσον πληρούται ένας από τους ακόλουθους όρους:

α)

η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση σχετικά με την επαρκή προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην εν λόγω τρίτη χώρα, σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679·

β)

προβλέπονται κατάλληλες εγγυήσεις κατά την έννοια του άρθρου 46 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, όπως μέσω συμφωνίας επανεισδοχής που βρίσκεται σε ισχύ μεταξύ της Ένωσης ή κράτους μέλους και της εν λόγω τρίτης χώρας· ή

γ)

εφαρμόζεται το άρθρο 49 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.

3.   Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος κανονισμού μπορούν να διαβιβασθούν κατά την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου μόνο αν πληρούνται όλοι οι εξής όροι:

α)

η διαβίβαση των δεδομένων διενεργείται σύμφωνα με τις συναφείς διατάξεις του δικαίου της Ένωσης, ιδίως τις διατάξεις για την προστασία των δεδομένων, περιλαμβανομένου του κεφαλαίου V του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, καθώς και σύμφωνα με τις συμφωνίες επανεισδοχής και το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους το οποίο διαβιβάζει τα δεδομένα·

β)

η τρίτη χώρα ή ο διεθνής οργανισμός συμφώνησε να επεξεργαστεί τα δεδομένα μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους παρασχέθηκαν· και

γ)

έχει εκδοθεί απόφαση επιστροφής, ληφθείσα σύμφωνα με την οδηγία 2008/115/ΕΚ, σε σχέση με τον ενδιαφερόμενο υπήκοο τρίτης χώρας, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει ανασταλεί η εφαρμογή της εν λόγω απόφασης επιστροφής και ότι δεν έχει ασκηθεί προσφυγή που να μπορεί να οδηγήσει στην αναστολή της εφαρμογής της.

4.   Οι διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς σύμφωνα με την παράγραφο 2 δεν θίγουν τα δικαιώματα των αιτούντων και των δικαιούχων διεθνούς προστασίας, ιδιαίτερα όσον αφορά τη μη επαναπροώθηση.

5.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνει ένα κράτος μέλος ή η Ευρωπόλ από το κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου δεν διαβιβάζονται ούτε τίθενται στη διάθεση τρίτης χώρας, διεθνούς οργανισμού ή ιδιωτικής οντότητας εγκατεστημένης εντός ή εκτός της Ένωσης. Η απαγόρευση εφαρμόζεται επίσης εάν τα εν λόγω δεδομένα υπόκεινται σε περαιτέρω επεξεργασία σε εθνικό επίπεδο, ή μεταξύ των κρατών μελών σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/680.

6.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ), στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β), στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α) μπορούν να διαβιβάζονται από την εντεταλμένη αρχή προς τρίτη χώρα σε μεμονωμένες περιπτώσεις, μόνον εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

πρόκειται για εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, όπου υπάρχει:

i)

επικείμενος κίνδυνος που συνδέεται με τρομοκρατικό έγκλημα· ή

ii)

επικείμενος κίνδυνος για τη ζωή προσώπου και ο κίνδυνος αυτός συνδέεται με σοβαρή αξιόποινη πράξη·

β)

η διαβίβαση δεδομένων είναι αναγκαία για την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση στην επικράτεια των κρατών μελών ή στη σχετική τρίτη χώρα ενός τέτοιου τρομοκρατικού εγκλήματος ή σοβαρής αξιόποινης πράξης·

γ)

η εντεταλμένη αρχή έχει πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα σύμφωνα με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 31 και 32·

δ)

η διαβίβαση διενεργείται σύμφωνα με τους ισχύοντες όρους που προβλέπονται στην οδηγία (ΕΕ) 2016/680, ιδίως στο κεφάλαιο V·

ε)

έχει υποβληθεί δεόντως αιτιολογημένο γραπτό ή ηλεκτρονικό αίτημα από την τρίτη χώρα· και

στ)

εξασφαλίζεται η αμοιβαία παροχή προς τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν το ΣΕΕ κάθε πληροφορίας σχετικής με τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου που έχει στη διάθεσή της η αιτούσα τρίτη χώρα.

Κάθε διαβίβαση που γίνεται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσης παραγράφου τεκμηριώνεται και η τεκμηρίωση τίθεται στη διάθεση της εποπτικής αρχής που συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, κατόπιν αιτήματος που συμπεριλαμβάνει την ημερομηνία και την ώρα της διαβίβασης, πληροφορίες σχετικά με την αποδέκτρια αρμόδια αρχή, την αιτιολόγηση της διαβίβασης και τα διαβιβαζόμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

Άρθρο 42

Όροι για τη διαβίβαση δεδομένων σε κράτος μέλος που δεν χρησιμοποιεί ακόμη το ΣΕΕ και σε κράτος μέλος όπου δεν εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός

1.   Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ), στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β), στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο α) μπορούν να διαβιβάζονται από την εντεταλμένη αρχή προς κράτος μέλος που δεν χρησιμοποιεί ακόμη το ΣΕΕ και προς κράτος μέλος όπου δεν εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός σε μεμονωμένες περιπτώσεις, μόνον εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

πρόκειται για εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, όπου υπάρχει:

i)

επικείμενος κίνδυνος που συνδέεται με τρομοκρατικό έγκλημα· ή

ii)

σοβαρή αξιόποινη πράξη·

β)

η διαβίβαση δεδομένων είναι αναγκαία για την πρόληψη, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση τέτοιου τρομοκρατικού εγκλήματος ή σοβαρής αξιόποινης πράξης·

γ)

η εντεταλμένη αρχή έχει πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα σύμφωνα με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 31 και 32·

δ)

εφαρμόζεται η οδηγία (ΕΕ) 2016/680·

ε)

υποβάλλεται δεόντως αιτιολογημένο γραπτό ή ηλεκτρονικό αίτημα· και

στ)

εξασφαλίζεται η αμοιβαία παροχή προς τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν το ΣΕΕ κάθε πληροφορίας σχετικής με τις καταχωρίσεις εισόδου/εξόδου που έχει στη διάθεσή της το αιτούν κράτος μέλος.

Κάθε διαβίβαση που πραγματοποιείται βάσει του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου τεκμηριώνεται και η τεκμηρίωση τίθεται στη διάθεση της εποπτικής αρχής που συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, κατόπιν αιτήματος που συμπεριλαμβάνει την ημερομηνία και την ώρα της διαβίβασης, πληροφορίες σχετικά με την αποδέκτρια αρμόδια αρχή, την αιτιολόγηση της διαβίβασης και τα διαβιβαζόμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Όταν παρέχονται δεδομένα δυνάμει του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι ίδιοι όροι με αυτούς που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1, το άρθρο 45 παράγραφοι 1 και 3, το άρθρο 48 και το άρθρο 58 παράγραφος 4.

Άρθρο 43

Ασφάλεια των δεδομένων

1.   Το αρμόδιο κράτος μέλος κατοχυρώνει την ασφάλεια των δεδομένων πριν και κατά τη διάρκεια της διαβίβασής τους στην NUI. Κάθε κράτος μέλος κατοχυρώνει την ασφάλεια των δεδομένων που λαμβάνει από το ΣΕΕ.

2.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα σε σχέση με τις εθνικές συνοριακές υποδομές του, συμπεριλαμβανομένου σχεδίου ασφαλείας και σχεδίου συνέχισης των δραστηριοτήτων και αποκατάστασης της λειτουργίας έπειτα από καταστροφή, προκειμένου:

α)

να προβλέπεται η υλική προστασία των δεδομένων, καθώς και σχέδια έκτακτης ανάγκης για την προστασία υποδομών ζωτικής σημασίας·

β)

να εμποδίζεται η πρόσβαση μη εξουσιοδοτημένων προσώπων σε εξοπλισμό επεξεργασίας δεδομένων και στις εθνικές εγκαταστάσεις εντός των οποίων το κράτος μέλος εκτελεί εργασίες σύμφωνα με τους σκοπούς του ΣΕΕ·

γ)

να εμποδίζεται η άνευ εξουσιοδότησης ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή αφαίρεση υποθεμάτων δεδομένων·

δ)

να εμποδίζεται η άνευ εξουσιοδότησης καταχώριση δεδομένων, καθώς και η άνευ εξουσιοδότησης εξέταση, τροποποίηση ή διαγραφή αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

ε)

να εμποδίζεται η χρησιμοποίηση συστημάτων αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα που χρησιμοποιούν εξοπλισμό διαβίβασης δεδομένων·

στ)

να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη επεξεργασία δεδομένων στο ΣΕΕ και κάθε μη εξουσιοδοτημένη τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων που έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία στο ΣΕΕ·

ζ)

να διασφαλίζεται ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα για πρόσβαση στο ΣΕΕ έχουν πρόσβαση μόνο σε δεδομένα που καλύπτονται από την άδεια πρόσβασής τους, με ατομικές και αποκλειστικές ταυτότητες χρήστη και μόνο με εμπιστευτικά μέσα πρόσβασης·

η)

να διασφαλίζεται ότι όλες οι αρχές που έχουν δικαίωμα πρόσβασης στο ΣΕΕ δημιουργούν προφίλ τα οποία περιγράφουν τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των προσώπων που έχουν εξουσιοδοτηθεί να εισάγουν, να τροποποιούν, να διαγράφουν, να συμβουλεύονται και να ερευνούν τα δεδομένα, και ότι οι αρχές καθιστούν αυτά τα προφίλ διαθέσιμα στις εποπτικές αρχές·

θ)

να εξασφαλίζεται η δυνατότητα επαλήθευσης και προσδιορισμού των φορέων στους οποίους μπορούν να διαβιβάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μέσω εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων·

ι)

να εξασφαλίζεται η δυνατότητα επαλήθευσης και προσδιορισμού των δεδομένων που έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία στο ΣΕΕ, καθώς και το πότε, από ποια πρόσωπα και για ποιον σκοπό έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία·

ια)

να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς ή από το ΣΕΕ, ή κατά τη μεταφορά υποθεμάτων δεδομένων, ιδίως μέσω κατάλληλων τεχνικών κρυπτογράφησης·

ιβ)

να διασφαλίζεται ότι, σε περίπτωση διακοπής, θα είναι δυνατή η αποκατάσταση της φυσιολογικής λειτουργίας των εγκατεστημένων συστημάτων·

ιγ)

να εξασφαλίζεται η αξιοπιστία μέσω μέριμνας ότι οποιεσδήποτε αστοχίες στη λειτουργία του ΣΕΕ θα κοινοποιούνται αρμοδίως·

ιδ)

να παρακολουθείται η αποτελεσματικότητα των μέτρων ασφαλείας της παρούσας παραγράφου και να λαμβάνονται τα απαραίτητα οργανωτικά μέτρα εσωτερικού ελέγχου ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό.

3.   Όσον αφορά τη λειτουργία του ΣΕΕ, ο eu-LISA λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο για να επιτύχει τους στόχους της παραγράφου 2, συμπεριλαμβανομένης της έγκρισης σχεδίου ασφαλείας και σχεδίου συνέχισης των δραστηριοτήτων και αποκατάστασης της λειτουργίας έπειτα από καταστροφή. Ο eu-LISA εξασφαλίζει την αξιοπιστία μεριμνώντας ώστε να λαμβάνονται τα αναγκαία τεχνικά μέτρα για την αποκατάσταση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε περίπτωση αλλοίωσης οφειλόμενης σε δυσλειτουργία του συστήματος.

4.   Ο eu-LISA και τα κράτη μέλη συνεργάζονται προκειμένου να εξασφαλίζουν εναρμονισμένη προσέγγιση στην ασφάλεια των δεδομένων, βασισμένη σε διαδικασία διαχείρισης κινδύνων ασφαλείας που καλύπτει ολόκληρο το ΣΕΕ.

Άρθρο 44

Συμβάντα που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια

1.   Κάθε γεγονός που έχει ή ενδέχεται να έχει επίπτωση στην ασφάλεια του ΣΕΕ και μπορεί να προκαλέσει ζημία ή απώλεια των αποθηκευμένων στο ΣΕΕ δεδομένων θεωρείται συμβάν που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια, ειδικά σε περιπτώσεις όπου ενδέχεται να έχει αποκτηθεί μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση σε δεδομένα ή σε περιπτώσεις όπου έχει θιγεί ή ενδέχεται να έχουν θιγεί η διαθεσιμότητα, η ακεραιότητα και ο εμπιστευτικός χαρακτήρας δεδομένων.

2.   Συμβάντα που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια αντιμετωπίζονται κατά τρόπο που να εξασφαλίζεται ταχεία, αποτελεσματική και κατάλληλη αντίδραση.

3.   Με την επιφύλαξη της γνωστοποίησης και κοινοποίησης μιας παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 33 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, το άρθρο 30 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, ή και τα δύο, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή, τον eu-LISA και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων για τα συμβάντα που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια. Σε περίπτωση συμβάντος που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ, ο eu-LISA ενημερώνει την Επιτροπή και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.

4.   Οι πληροφορίες σχετικά με συμβάν που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια, το οποίο έχει ή ενδέχεται να έχει επίπτωση στη λειτουργία του ΣΕΕ ή στη διαθεσιμότητα, την ακεραιότητα και τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των δεδομένων, παρέχονται στα κράτη μέλη και κοινοποιούνται σύμφωνα με το σχέδιο διαχείρισης συμβάντων που θα παράσχει ο eu-LISA.

5.   Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και ο eu-LISA συνεργάζονται σε περίπτωση συμβάντος σχετικού με την ασφάλεια.

Άρθρο 45

Ευθύνη

1.   Κάθε πρόσωπο ή κράτος μέλος που υπέστη υλική ή μη ζημία ως αποτέλεσμα παράνομης επεξεργασίας ή πράξης ασυμβίβαστης προς τον παρόντα κανονισμό, δικαιούται να λάβει αποζημίωση από το κράτος μέλος που ευθύνεται για τη ζημία που υπέστη. Το κράτος μέλος αυτό απαλλάσσεται πλήρως ή εν μέρει από την ευθύνη αυτή εάν αποδείξει ότι δεν ευθύνεται κατά κανέναν τρόπο για το ζημιογόνο περιστατικό.

2.   Αν η μη τήρηση από ένα κράτος μέλος των υποχρεώσεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό προκαλέσει ζημία στο ΣΕΕ, το συγκεκριμένο κράτος μέλος υπέχει ευθύνη για την εν λόγω ζημία, εκτός εάν και εφόσον ο eu-LISA ή ένα άλλο κράτος μέλος που συμμετέχει στο ΣΕΕ δεν έλαβε εύλογα μέτρα για να αποτρέψει την πρόκληση ζημίας ή να περιορίσει τις συνέπειές της.

3.   Οι αξιώσεις αποζημίωσης κατά κράτους μέλους για τις ζημίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, διέπονται από το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους κατά του οποίου εγείρονται.

Άρθρο 46

Τήρηση αρχείου καταχωρίσεων από τον eu-LISA και τα κράτη μέλη

1.   Ο eu-LISA τηρεί αρχείο καταχωρίσεων όλων των επεξεργασιών δεδομένων στο πλαίσιο του ΣΕΕ. Το εν λόγω αρχείο περιέχει τα ακόλουθα:

α)

τον σκοπό της πρόσβασης που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2·

β)

την ημερομηνία και ώρα·

γ)

τα δεδομένα που διαβιβάσθηκαν, σύμφωνα με τα άρθρα 16 έως 19·

δ)

τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για την έρευνα σύμφωνα με τα άρθρα 23 έως 27· και

ε)

το όνομα της αρχής που εισήγαγε ή ανέκτησε τα δεδομένα αυτά.

2.   Για τις διαβουλεύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 8, τηρείται αρχείο καταχωρίσεων για κάθε πράξη επεξεργασίας δεδομένων που διενεργείται εντός του ΣΕΕ και του VIS σύμφωνα με το παρόν άρθρο και το άρθρο 34 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008. Ο eu-LISA διασφαλίζει ιδίως ότι το σχετικό αρχείο καταχωρίσεων των εν λόγω επεξεργασιών δεδομένων τηρείται όταν οι αρμόδιες αρχές ξεκινούν επεξεργασία δεδομένων απευθείας από το ένα σύστημα στο άλλο.

3.   Επιπλέον των παραγράφων 1 και 2, κάθε κράτος μέλος τηρεί αρχεία καταχωρίσεων για το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό που επεξεργάζεται τα δεδομένα του ΣΕΕ.

4.   Τα εν λόγω αρχεία καταχωρίσεων μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για τον έλεγχο της προστασίας δεδομένων, και για τον έλεγχο του παραδεκτού ενός αιτήματος και του συννόμου της επεξεργασίας δεδομένων, και για να διασφαλιστεί η ασφάλεια δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 43. Τα εν λόγω αρχεία καταχωρίσεων προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα έναντι μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης και διαγράφονται ένα έτος μετά τη λήξη της προθεσμίας διατήρησης που αναφέρεται στο άρθρο 34, εκτός και εάν είναι αναγκαία για διαδικασία ελέγχου που έχει ήδη κινηθεί.

Άρθρο 47

Αυτοπαρακολούθηση

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε κάθε αρχή που έχει δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα του ΣΕΕ να λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα συμμόρφωσής της με τον παρόντα κανονισμό και να συνεργάζεται, όταν είναι αναγκαίο, με τις εποπτικές αρχές.

Άρθρο 48

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν την επιβολή κυρώσεων για κάθε χρήση των δεδομένων που εισάγονται στο ΣΕΕ κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού με την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, το άρθρο 84 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και το άρθρο 57 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680.

Άρθρο 49

Προστασία δεδομένων

1.   Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον eu-LISA βάσει του παρόντος κανονισμού υπόκειται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

2.   Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από εθνικές αρχές βάσει του παρόντος κανονισμού υπόκειται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2016/679, εξαιρουμένης της επεξεργασίας για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

3.   Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών βάσει του παρόντος κανονισμού για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680.

4.   Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ βάσει του παρόντος κανονισμού υπόκειται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) 2016/794.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 50

Δικαίωμα πληροφόρησης

1.   Με την επιφύλαξη του δικαιώματος πληροφόρησης που ορίζεται στο άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, οι υπήκοοι τρίτων χωρών των οποίων τα δεδομένα πρόκειται να καταχωρισθούν στο ΣΕΕ ενημερώνονται γραπτώς από το αρμόδιο κράτος μέλος σχετικά με τα ακόλουθα:

α)

για το γεγονός ότι τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ μπορούν να έχουν πρόσβαση στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου·

β)

την υποχρέωση των υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης και κατόχων FTD να υποβληθούν στη λήψη των δακτυλικών τους αποτυπωμάτων·

γ)

την υποχρέωση όλων των υπηκόων τρίτων χωρών που υπόκεινται σε καταχώριση στο ΣΕΕ, να υποβληθούν σε καταγραφή της εικόνας του προσώπου τους·

δ)

τον υποχρεωτικό χαρακτήρα της συλλογής των δεδομένων για την εξέταση των προϋποθέσεων εισόδου·

ε)

το γεγονός ότι δεν θα επιτραπεί η είσοδος εάν υπήκοος τρίτης χώρας αρνηθεί να παράσχει τα ζητούμενα βιομετρικά δεδομένα για καταχώριση, επαλήθευση ή ταυτοποίηση στο ΣΕΕ·

στ)

το δικαίωμα να ενημερώνονται σχετικά με τη μέγιστη υπολειπομένη διάρκεια της επιτρεπόμενης παραμονής τους σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3·

ζ)

το γεγονός ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι αποθηκευμένα στο ΣΕΕ μπορεί να διαβιβάζονται σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό που απαριθμούνται στο παράρτημα I για τους σκοπούς της επιστροφής, σε τρίτη χώρα σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 6 και σε κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 42·

η)

ότι δικαιούνται να ζητήσουν από τον υπεύθυνο της επεξεργασίας πρόσβαση σε δεδομένα που τους αφορούν, να ζητήσουν τη διόρθωση ανακριβών δεδομένων που τους αφορούν, τη συμπλήρωση ελλιπών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν ή τη διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προϊόντων παράνομης επεξεργασίας που τους αφορούν, ή τον περιορισμό της επεξεργασίας τους, καθώς και ότι δικαιούνται να λάβουν πληροφορίες για τις διαδικασίες άσκησης αυτών των δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων επικοινωνίας με τον υπεύθυνο της επεξεργασίας και με τις εποπτικές αρχές, ή με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, κατά περίπτωση, που εξετάζουν καταγγελίες οι οποίες αφορούν την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

θ)

το γεγονός ότι η πρόσβαση στα δεδομένα του ΣΕΕ γίνεται για σκοπούς διαχείρισης συνόρων και διευκόλυνσης, μέσω επεξήγησης που διευκρινίζει ότι οι υπερβάσεις της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής οδηγούν αυτομάτως στην προσθήκη τους στον κατάλογο ταυτοποιημένων προσώπων του άρθρου 12 παράγραφος 3, καθώς και τις πιθανές συνέπειες της υπέρβασης της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής·

ι)

την ορισθείσα περίοδο διατήρησης των δεδομένων για αρχεία εισόδου και εξόδου, για αρχεία άρνησης εισόδου και για ατομικούς φακέλους, σύμφωνα με το άρθρο 34·

ια)

το δικαίωμα των προσώπων που υπερβαίνουν την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής για διαγραφή των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα από τον κατάλογο ταυτοποιημένων προσώπων που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3 και διόρθωση αυτών στο ΣΕΕ, εφόσον παρέχουν στοιχεία τα οποία αποδεικνύουν ότι υπερέβησαν την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής λόγω απρόβλεπτων και σοβαρών συμβάντων·

ιβ)

το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας στις εποπτικές αρχές.

2.   Οι παρεχόμενες σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου πληροφορίες παρέχονται γραπτώς με οποιοδήποτε κατάλληλο μέσο σε μορφή ευσύνοπτη, διαφανή, κατανοητή και εύκολα προσβάσιμη και σε γλώσσα την οποία ο ενδιαφερόμενος κατανοεί ή εικάζεται ευλόγως ότι την κατανοεί, προκειμένου να εξασφαλίζει ότι οι υπήκοοι τρίτης χώρας ενημερώνονται σχετικά με τα δικαιώματά τους κατά τη στιγμή που δημιουργείται ο ατομικός φάκελος του εν λόγω ενδιαφερομένου σύμφωνα με τα άρθρα 16, 17 ή 18.

3.   Η Επιτροπή εξασφαλίζει, επίσης, τη δημιουργία δικτυακού τόπου που περιλαμβάνει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

4.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη σύνταξη των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 68 παράγραφος 2.

5.   Η Επιτροπή παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σε υπόδειγμα. Το υπόδειγμα συντάσσεται κατά τρόπο που επιτρέπει στα κράτη μέλη να το συμπληρώνουν με πρόσθετες πληροφορίες που αφορούν ειδικά τα κράτη μέλη. Οι εν λόγω πληροφορίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων, τη δυνατότητα συνδρομής από τις εποπτικές αρχές, καθώς και τα στοιχεία επικοινωνίας με τον υπεύθυνο της επεξεργασίας και τον υπεύθυνο προστασίας των δεδομένων, και με τις εποπτικές αρχές. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με τις προδιαγραφές και τις προϋποθέσεις για τον διαδικτυακό τόπο που προβλέπεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται πριν από την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 68 παράγραφος 2.

Άρθρο 51

Ανταλλαγή πληροφοριών

Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τις εποπτικές αρχές και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, διεξάγει, ταυτόχρονα με την έναρξη της λειτουργίας του ΣΕΕ, ενημερωτική εκστρατεία για την πληροφόρηση του κοινού και, ιδίως, των υπηκόων τρίτων χωρών σχετικά με τους σκοπούς του ΣΕΕ, το είδος των δεδομένων που αποθηκεύονται στο ΣΕΕ, τις αρχές που έχουν δικαίωμα πρόσβασης και τα ατομικά δικαιώματα των ενδιαφερόμενων προσώπων. Οι εκστρατείες ενημέρωσης πραγματοποιούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα.

Άρθρο 52

Δικαίωμα πρόσβασης, διόρθωσης, συμπλήρωσης και διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και περιορισμού της επεξεργασίας τους

1.   Τα αιτήματα υπηκόων τρίτων χωρών που αφορούν τα δικαιώματα που προβλέπονται στα άρθρα 15 έως 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 μπορούν να απευθύνονται στην αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους.

Το αρμόδιο κράτος μέλος ή το κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται το αίτημα απαντά στο σχετικό αίτημα εντός 45 ημερών από την παραλαβή του.

2.   Αν το αίτημα διόρθωσης, συμπλήρωσης ή διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή περιορισμού της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα απευθύνεται σε κράτος μέλος διαφορετικό από το αρμόδιο κράτος μέλος, οι αρχές του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα ελέγχουν την ακρίβεια των δεδομένων και τη νομιμότητα της επεξεργασίας τους στο ΣΕΕ εντός 30 ημερών από την παραλαβή του αιτήματος, όταν ο έλεγχος αυτός είναι δυνατόν να γίνει χωρίς διαβούλευση με το αρμόδιο κράτος μέλος. Σε αντίθετη περίπτωση, το κράτος μέλος στο οποίο έχει απευθυνθεί το αίτημα επικοινωνεί με τις αρχές του αρμοδίου κράτους μέλους εντός επτά ημερών και το αρμόδιο κράτος μέλος επαληθεύει την ακρίβεια των δεδομένων και τη νομιμότητα της επεξεργασίας των δεδομένων εντός 30 ημερών από την επικοινωνία αυτή.

3.   Εάν διαπιστωθεί ότι τα δεδομένα τα οποία έχουν καταγραφεί στο ΣΕΕ είναι προδήλως ανακριβή, ελλιπή ή έχουν καταγραφεί παράνομα, το αρμόδιο κράτος μέλος ή, κατά περίπτωση, το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα, τα διορθώνει, τα συμπληρώνει ή τα διαγράφει ή περιορίζει την επεξεργασία τους σύμφωνα με το άρθρο 35. Το αρμόδιο κράτος μέλος ή, κατά περίπτωση, το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα, επιβεβαιώνει γραπτώς και χωρίς καθυστέρηση στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ότι προέβη στη διόρθωση, συμπλήρωση ή διαγραφή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν το εν λόγω πρόσωπο ή σε περιορισμό της επεξεργασίας αυτών.

Αν διαπιστωθεί ότι δεδομένα σχετικά με θεωρήσεις τα οποία έχουν καταγραφεί στο ΣΕΕ είναι προδήλως εσφαλμένα, ελλιπή ή έχουν καταγραφεί παράνομα, το αρμόδιο κράτος μέλος ή, κατά περίπτωση, το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα ελέγχει πρώτα την ακρίβεια αυτών των δεδομένων με αντιπαραβολή στο VIS και, εφόσον χρειάζεται, προβαίνει στην τροποποίησή τους στο ΣΕΕ. Σε περίπτωση που τα δεδομένα που έχουν καταγραφεί στο VIS είναι τα ίδια με εκείνα του ΣΕΕ, το αρμόδιο κράτος μέλος ή, κατά περίπτωση, το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα έρχεται σε επαφή με τις αρχές του κράτους μέλους που είναι αρμόδιο για εισαγωγή των εν λόγω δεδομένων στο VIS εντός επτά ημερών μετά τη συμπλήρωση του ελέγχου. Το αρμόδιο για την εισαγωγή των δεδομένων στο VIS κράτος μέλος επαληθεύει την ακρίβεια των δεδομένων που αφορούν τις θεωρήσεις και τη νομιμότητα της επεξεργασίας τους στο ΣΕΕ εντός 30 ημερών και ενημερώνει το αρμόδιο κράτος μέλος ή το κράτος μέλος στο οποίο έχει υποβληθεί το αίτημα, το οποίο, εφόσον χρειάζεται, διορθώνει ή συμπληρώνει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή περιορίζει την επεξεργασία αυτών στο ΣΕΕ ή τα διαγράφει από αυτό χωρίς καθυστέρηση και, κατά περίπτωση, από τον κατάλογο ταυτοποιημένων προσώπων του άρθρου 12 παράγραφος 3.

4.   Αν το αρμόδιο κράτος μέλος ή, κατά περίπτωση, το κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα δεν συμφωνεί ότι τα δεδομένα που έχουν καταγραφεί στο ΣΕΕ είναι προδήλως ανακριβή, ελλιπή ή ότι έχουν καταγραφεί παράνομα, το κράτος μέλος αυτό εκδίδει διοικητική απόφαση, στην οποία εξηγεί εγγράφως και χωρίς καθυστέρηση στον ενδιαφερόμενο υπήκοο τρίτης χώρας τους λόγους για τους οποίους δεν είναι διατεθειμένο να διορθώσει, να συμπληρώσει ή να διαγράψει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν ή να περιορίσει την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων.

5.   Το κράτος μέλος που έλαβε τη διοικητική απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου παρέχει, επίσης, στον ενδιαφερόμενο υπήκοο τρίτης χώρας πληροφορίες σχετικά με τα βήματα στα οποία μπορεί να προβεί εάν δεν αποδέχεται την εξήγηση. Σε αυτά μπορεί να περιλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με τρόπο άσκησης προσφυγής ή υποβολής καταγγελίας ενώπιον των αρμοδίων αρχών ή δικαστηρίων του εν λόγω κράτους μέλους, καθώς και κάθε συνδρομή που μπορεί να του παρασχεθεί σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διαδικαστικές διατάξεις του εν λόγω κράτους μέλους, μεταξύ άλλων από την εποπτική αρχή που θεσπίζεται με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.

6.   Οποιοδήποτε αίτημα που υποβάλλεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 περιέχει τα ελάχιστα στοιχεία που είναι αναγκαία για την εξακρίβωση της ταυτότητας του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας. Δακτυλικά αποτυπώματα μπορούν να ζητηθούν για τον σκοπό αυτό μόνο σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και όπου υπάρχουν ουσιαστικές αμφιβολίες σχετικά με την ταυτότητα του αιτούντος. Τα στοιχεία αυτά χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την άσκηση των δικαιωμάτων του υπηκόου τρίτης χώρας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και διαγράφονται αμέσως μετά.

7.   Οσάκις ένα πρόσωπο υποβάλει αίτημα σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή του αρμόδιου κράτους μέλους ή του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα τηρεί αρχείο στο οποίο καταχωρίζεται εγγράφως η υποβολή του αιτήματος. Το εν λόγω έγγραφο περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τη διαχείριση του αιτήματος και την επιληφθείσα αρχή. Η αρμόδια αρχή θέτει το σχετικό έγγραφο στη διάθεση της εποπτικής αρχής που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, εντός επτά ημερών.

Άρθρο 53

Συνεργασία για την επιβολή των δικαιωμάτων προστασίας δεδομένων

1.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται ενεργά για να κατοχυρωθούν τα δικαιώματα που προβλέπονται στο άρθρο 52.

2.   Σε κάθε κράτος μέλος, η εποπτική αρχή που θεσπίζεται με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, επικουρεί και συμβουλεύει, εφόσον της ζητηθεί, το υποκείμενο των δεδομένων κατά την άσκηση του δικαιώματός του να διορθώσει, να συμπληρώσει ή να διαγράψει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν ή να περιορίσει την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

Για να επιτευχθούν οι σκοποί που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, η εποπτική αρχή του αρμόδιου κράτους μέλους, το οποίο διαβίβασε τα δεδομένα, συνεργάζεται με την εποπτική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα.

Άρθρο 54

Προσφυγές

1.   Με την επιφύλαξη των άρθρων 77 έως 79 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, σε κάθε κράτος μέλος, κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να ασκεί προσφυγή ή να υποβάλλει καταγγελία στις αρμόδιες αρχές ή τα δικαστήρια του κράτους μέλους που του αρνήθηκε το δικαίωμα πρόσβασης ή το δικαίωμα διόρθωσης, συμπλήρωσης ή διαγραφής δεδομένων που το αφορούν, όπως προβλέπεται στο άρθρο 52 και στο άρθρο 53 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού. Το δικαίωμα της άσκησης προσφυγής ή της υποβολής καταγγελίας ισχύει και για περιπτώσεις στις οποίες αιτήματα για πρόσβαση, διόρθωση, συμπλήρωση ή διαγραφή δεν έλαβαν απάντηση εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 52 ή δεν διεκπεραιώθηκαν ποτέ από τον υπεύθυνο επεξεργασίας των δεδομένων.

2.   Η συνδρομή της εποπτικής αρχής, που θεσπίζεται με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, είναι διαθέσιμη καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.

Άρθρο 55

Άσκηση της εποπτείας από την εποπτική αρχή

1.   Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε η εποπτική αρχή που θεσπίζεται με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, να ελέγχει με ανεξαρτησία τη νομιμότητα της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στα κεφάλαια II, III, V και VI του παρόντος κανονισμού από το εν λόγω κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένης της διαβίβασής τους προς και από το ΣΕΕ.

2.   Η εποπτική αρχή που θεσπίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 μεριμνά ώστε να διενεργείται έλεγχος των λειτουργιών επεξεργασίας δεδομένων που επιτελούνται στο εθνικό σύστημα, σύμφωνα με τα συναφή διεθνή πρότυπα ελέγχου, τουλάχιστον ανά τριετία από την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ. Τα αποτελέσματα του ελέγχου μπορούν να λαμβάνονται υπόψη στις αξιολογήσεις που διενεργούνται στο πλαίσιο του μηχανισμού που θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1053/2013 του Συμβουλίου (43). Η εποπτική αρχή που θεσπίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 δημοσιεύει ετησίως τον αριθμό των αιτημάτων για διόρθωση, συμπλήρωση ή διαγραφή δεδομένων, ή περιορισμό της επεξεργασίας τους, τη δράση που ανελήφθη ακολούθως και τον αριθμό των διορθώσεων, συμπληρώσεων, διαγραφών και περιορισμών επεξεργασίας που πραγματοποιήθηκαν κατόπιν αιτήματος των ενδιαφερομένων προσώπων.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η εποπτική αρχή τους που θεσπίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 να διαθέτει επαρκείς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων που της έχει ανατεθεί κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, και να έχουν πρόσβαση σε συμβουλές από πρόσωπα με επαρκείς γνώσεις στον τομέα των βιομετρικών δεδομένων.

4.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην εποπτική αρχή που θεσπίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 όλες τις πληροφορίες που ζητούνται και, συγκεκριμένα, της παρέχει πληροφορίες για τις δραστηριότητες που διενεργούνται σύμφωνα με το άρθρο 38, το άρθρο 39 παράγραφος 1 και το άρθρο 43. Τα κράτη μέλη παρέχουν στην εποπτική αρχή που θεσπίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 πρόσβαση στα αρχεία καταχωρίσεών τους σύμφωνα με το άρθρο 46 και της επιτρέπουν την πρόσβαση, ανά πάσα στιγμή, σε όλες τις σχετικές με το ΣΕΕ εγκαταστάσεις του.

Άρθρο 56

Άσκηση εποπτείας από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων

1.   Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων είναι αρμόδιος για την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του eu-LISA που αφορούν το ΣΕΕ και οφείλει να εξασφαλίζει ότι οι δραστηριότητες αυτές ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων μεριμνά ώστε να διενεργείται, σύμφωνα με τα συναφή διεθνή πρότυπα ελέγχου και τουλάχιστον ανά τριετία, έλεγχος των δραστηριοτήτων του eu-LISA σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η έκθεση σχετικά με τον εν λόγω έλεγχο υποβάλλεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, τον eu-LISA και τις εποπτικές αρχές. Ο eu-LISA δύναται να διατυπώσει παρατηρήσεις πριν από την έγκριση της έκθεσης.

3.   Ο eu-LISA παρέχει στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων τις πληροφορίες που ζητούνται, του παρέχει πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα και στις καταχωρίσεις του που αναφέρονται στο άρθρο 46 καθώς και πρόσβαση στο σύνολο των εγκαταστάσεών του ανά πάσα στιγμή.

Άρθρο 57

Συνεργασία μεταξύ των εποπτικών αρχών και του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων

1.   Οι εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, καθένας εκ των οποίων ενεργεί εντός του πεδίου των οικείων αρμοδιοτήτων του, συνεργάζονται ενεργά στα πλαίσια των οικείων καθηκόντων τους και εξασφαλίζουν τη συντονισμένη εποπτεία του ΣΕΕ και των εθνικών συνοριακών υποδομών.

2.   Οι εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων ανταλλάσσουν σχετικές πληροφορίες, αλληλοβοηθούνται κατά τη διενέργεια ελέγχων και επιθεωρήσεων, εξετάζουν τυχόν δυσκολίες όσον αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, αξιολογούν προβλήματα που μπορεί να ανακύψουν κατά την άσκηση ανεξάρτητου ελέγχου ή κατά την άσκηση των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων, συντάσσουν εναρμονισμένες προτάσεις ώστε να εξευρεθούν κοινές λύσεις σε τυχόν προβλήματα, και προάγουν την ευαισθητοποίηση όσον αφορά τα δικαιώματα για την προστασία των δεδομένων, όταν κριθεί απαραίτητο.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, οι εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων συνεδριάζουν τουλάχιστον δύο φορές κάθε έτος στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων που θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 («το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων»). Το κόστος και η διοργάνωση των εν λόγω συνεδριάσεων βαρύνει το εν λόγω Συμβούλιο. Κατά την πρώτη συνεδρίαση εγκρίνονται οι σχετικοί διαδικαστικοί κανόνες. Αναλόγως των αναγκών, γίνεται από κοινού η επεξεργασία περαιτέρω μεθόδων εργασίας.

4.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων υποβάλλει ανά διετία κοινή έκθεση δραστηριοτήτων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τον eu-LISA. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει ένα κεφάλαιο για κάθε κράτος μέλος, το οποίο συντάσσουν οι εποπτικές αρχές του εν λόγω κράτους μέλους.

Άρθρο 58

Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα οποία υπάρχει πρόσβαση σύμφωνα με το κεφάλαιο IV

1.   Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι το εθνικό δίκαιο, οι κανονισμοί και οι διοικητικές διατάξεις που εκδίδονται σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/680 εφαρμόζονται από τις εθνικές αρχές του και στο ζήτημα της πρόσβασης στο ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων και όσον αφορά τα δικαιώματα των προσώπων στων οποίων τα δεδομένα υπάρχει πρόσβαση.

2.   Η εποπτική αρχή που θεσπίζεται με το άρθρο 41 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 ελέγχει τη νομιμότητα της πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εκ μέρους των κρατών μελών σύμφωνα με το κεφάλαιο IV του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της μετάβασής τους προς και από το ΣΕΕ. Το άρθρο 55 παράγραφοι 3 και 4 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται αναλόγως.

3.   Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794 και εποπτεύεται από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.

4.   Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα οποία υπάρχει πρόσβαση από το ΣΕΕ σύμφωνα με το κεφάλαιο IV γίνεται μόνο για σκοπούς πρόληψης, εξακρίβωσης ή διερεύνησης της συγκεκριμένης υπόθεσης για την οποία ζητήθηκαν τα δεδομένα από κράτος μέλος ή από την Ευρωπόλ.

5.   Το ιστορικό της έρευνας τηρείται στο κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ, στις εντεταλμένες αρχές, στα κεντρικά σημεία πρόσβασης και στην Ευρωπόλ με σκοπό να παρασχεθεί δυνατότητα στην εποπτική αρχή, που θεσπίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, και στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων να εποπτεύουν τη συμμόρφωση της διαδικασίας επεξεργασίας δεδομένων με τους κανόνες της Ένωσης και τους εθνικούς κανόνες όσον αφορά την προστασία των δεδομένων. Με εξαίρεση τον παραπάνω σκοπό, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και το ιστορικό της έρευνας, απαλείφονται από όλους τους εθνικούς φακέλους και από τους φακέλους της Ευρωπόλ μετά την παρέλευση 30 ημερών, εκτός εάν τα συγκεκριμένα δεδομένα και καταχωρίσεις απαιτούνται για τη διεξαγωγή συνεχιζόμενης δικαστικής έρευνας για την οποία ζητήθηκαν από κράτος μέλος ή από την Ευρωπόλ.

Άρθρο 59

Καταχώριση και τεκμηρίωση

1.   Κάθε κράτος μέλος και η Ευρωπόλ εξασφαλίζουν ότι όλες οι πράξεις επεξεργασίας δεδομένων που απορρέουν από αιτήσεις πρόσβασης στα δεδομένα του ΣΕΕ σύμφωνα με το κεφάλαιο IV καταχωρίζονται ή τεκμηριώνονται προκειμένου να ελεγχθεί το παραδεκτό της αίτησης, η νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων και η ακεραιότητα και ασφάλεια των δεδομένων, καθώς και για σκοπούς αυτοελέγχου.

2.   Το αρχείο καταχώρισης ή η τεκμηρίωση αναφέρει σε όλες τις περιπτώσεις:

α)

τον ακριβή σκοπό της αίτησης πρόσβασης στα δεδομένα του ΣΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του σχετικού τρομοκρατικού εγκλήματος ή άλλης σοβαρής αξιόποινης πράξης και, όσον αφορά την Ευρωπόλ, τον ακριβή σκοπό της αίτησης πρόσβασης·

β)

εύλογες αιτιολογήσεις για τη μη διενέργεια αντιπαραβολής με άλλα κράτη μέλη, βάσει της απόφασης 2008/615/ΔΕΥ, σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 2 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού·

γ)

τα στοιχεία του εθνικού φακέλου·

δ)

την ημερομηνία και την ακριβή ώρα της αίτησης πρόσβασης εκ μέρους του κεντρικού σημείου πρόσβασης προς το κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ·

ε)

το όνομα της αρχής που έχει ζητήσει πρόσβαση στα δεδομένα·

στ)

κατά περίπτωση, τη χρήση της διαδικασίας επείγοντος που αναφέρεται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και τη ληφθείσα απόφαση σε σχέση με την εκ των υστέρων επαλήθευση·

ζ)

τα δεδομένα που αφορούσε η πρόσβαση·

η)

σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες ή τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794, την προσωπική ταυτότητα χρήστη του υπαλλήλου που διενήργησε την αναζήτηση και του υπαλλήλου που διέταξε τη χορήγηση δεδομένων.

3.   Τα αρχεία καταχωρίσεων και η τεκμηρίωση χρησιμοποιούνται μόνο για την παρακολούθηση της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων και για την κατοχύρωση της ακεραιότητας και ασφάλειας των δεδομένων. Μόνο αρχεία καταχωρίσεων που δεν περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση που αναφέρεται στο άρθρο 72 του παρόντος κανονισμού. Η εποπτική αρχή που θεσπίζεται με το άρθρο 41 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 και είναι αρμόδια για τον έλεγχο του παραδεκτού της αίτησης, τον έλεγχο της νομιμότητας της επεξεργασίας των δεδομένων και της ακεραιότητας και ασφάλειας των δεδομένων, έχει, εφόσον το ζητήσει, πρόσβαση σε αυτά τα αρχεία καταχωρίσεων για τους σκοπούς της εκτέλεσης των καθηκόντων της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΛΛΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Άρθρο 60

Τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν

Το άρθρο 20 της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν τροποποιείται ως εξής:

1)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η παράγραφος 1 δεν θίγει το δικαίωμα κάθε συμβαλλόμενου μέρους να παρατείνει πέραν των 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών την παραμονή αλλοδαπού στην επικράτειά του:

α)

σε εξαιρετικές περιστάσεις· ή

β)

βάσει διμερούς συμφωνίας που έχει συναφθεί πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας σύμβασης και έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή σύμφωνα με παράγραφο 2δ.»·

2)

παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«2α.   Η παραμονή αλλοδαπού στην επικράτεια συμβαλλόμενου μέρους είναι δυνατόν να παραταθεί βάσει διμερούς συμφωνίας σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο β), κατόπιν αιτήματος του αλλοδαπού, το οποίο υποβάλλεται στις αρμόδιες αρχές του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους κατά την είσοδο ή κατά τη διάρκεια της παραμονής του αλλοδαπού, το αργότερο την τελευταία εργάσιμη ημέρα από τις 90 ημέρες της παραμονής του εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών.

Σε περίπτωση που ο αλλοδαπός δεν έχει υποβάλει αίτημα κατά τη διάρκεια παραμονής 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών, η παραμονή του μπορεί να παραταθεί βάσει διμερούς συμφωνίας που έχει συναφθεί από ένα συμβαλλόμενο μέρος, η δε παραμονή του πέραν των 90 ημερών εντός οποιασδήποτε περιόδου 180 ημερών πριν δοθεί η παράταση είναι δυνατόν να θεωρείται νόμιμη από τις αρμόδιες αρχές του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους, υπό τον όρο ότι ο εν λόγω αλλοδαπός παρουσιάζει αξιόπιστα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι στη διάρκεια της περιόδου έχει παραμείνει μόνο στην επικράτεια του συγκεκριμένου συμβαλλόμενου μέρους.

2β.   Σε περίπτωση παράτασης της παραμονής δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, οι αρμόδιες αρχές του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους εισάγουν τα δεδομένα που σχετίζονται με την παράταση στην τελευταία σχετική καταχώριση εισόδου/εξόδου που συνδέεται με τον ατομικό φάκελο του αλλοδαπού μέσα στο σύστημα εισόδου/εξόδου που ιδρύει ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1). Τα εν λόγω δεδομένα εισάγονται σύμφωνα με το άρθρο 19 του ανωτέρω κανονισμού.

2γ.   Όταν η παραμονή παρατείνεται δυνάμει της παραγράφου 2, ο ενδιαφερόμενος αλλοδαπός επιτρέπεται να παραμένει μόνο στην επικράτεια του εν λόγω συμβαλλόμενου μέρους και να εξέρχεται από τα εξωτερικά σύνορα αυτού.

Η αρμόδια αρχή που παρέτεινε την παραμονή ενημερώνει τον ενδιαφερόμενο αλλοδαπό ότι η παράταση της παραμονής επιτρέπεται μόνο για την επικράτεια του συγκεκριμένου συμβαλλομένου μέρους και ότι ο ίδιος θα εξέλθει από τα εξωτερικά σύνορα του εν λόγω συμβαλλομένου μέρους.

2δ.   Έως τις 30 Μαρτίου 2018, τα συμβαλλόμενα μέρη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των συναφών διμερών συμφωνιών που εφαρμόζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο β). Εάν συμβαλλόμενο μέρος παύσει να εφαρμόζει οποιαδήποτε από αυτές τις διμερείς συμφωνίες, το κοινοποιεί στην Επιτροπή. Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης πληροφορίες σχετικά με τις εν λόγω διμερείς συμφωνίες, αναφέροντας τουλάχιστον τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και τις ενδιαφερόμενες τρίτες χώρες, τα δικαιώματα που απορρέουν από τις εν λόγω συμφωνίες για τους αλλοδαπούς καθώς και οποιαδήποτε αλλαγή στις συμφωνίες αυτές.

(*1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ) για την καταχώριση δεδομένων εισόδου και εξόδου και δεδομένων άρνησης εισόδου των υπηκόων τρίτων χωρών που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών, τον καθορισμό των όρων πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου και την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 (ΕΕ L 327 της 9.12.2017, σ. 20).»."

Άρθρο 61

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008

O κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 10 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«δα)

εφόσον απαιτείται, ένδειξη ότι η θεώρηση έχει εκδοθεί με περιορισμένη εδαφική ισχύ, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009.»·

β)

προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ιβ)

εφόσον απαιτείται, το καθεστώς του προσώπου από το οποίο προκύπτει ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας είναι μέλος της οικογένειας πολίτη της Ένωσης έναντι του οποίου εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2) ή υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με αυτό των πολιτών της Ένωσης βάσει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και κρατών μελών της, αφενός, και τρίτης χώρας, αφετέρου.

(*2)  Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ (ΕΕ L 158 της 30.4.2004, σ. 77).».·"

2)

Στο άρθρο 13 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Αν ληφθεί απόφαση ακύρωσης ή ανάκλησης θεώρησης, η αρχή θεώρησης που έλαβε την απόφαση ανακτά άμεσα και εξάγει από το VIS στο σύστημα εισόδου/εξόδου που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3) (ΣΕΕ) τα δεδομένα που απαριθμούνται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.

(*3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ) για την καταχώριση δεδομένων εισόδου και εξόδου και δεδομένων άρνησης εισόδου των υπηκόων τρίτων χωρών που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών, τον καθορισμό των όρων πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου και την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 (ΕΕ L 327 της 9.12.2017, σ. 20).»."

3)

Στο άρθρο 14 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Η αρχή θεώρησης που έλαβε την απόφαση παράτασης της περιόδου ισχύος ή/και της διάρκειας παραμονής χορηγηθείσας θεώρησης ανακτά άμεσα και εξάγει από το VIS στο ΣΕΕ τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

4)

Το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

επώνυμο· όνομα/ονόματα· ημερομηνία γεννήσεως, ιθαγένεια ή ιθαγένειες· φύλο·

γ)

είδος και αριθμός του ταξιδιωτικού εγγράφου· κωδικός τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου· και ημερομηνία λήξεως ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου·»·

β)

προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4.   Για τους σκοπούς της διενέργειας αναζήτησης στο ΣΕΕ για την εξέταση και λήψη αποφάσεων σχετικά με αιτήσεις θεώρησης σύμφωνα με το άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, παρέχεται στην αρμόδια αρχή θεώρησης πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών στο ΣΕΕ απευθείας από το VIS με τη βοήθεια ενός ή περισσοτέρων από τα δεδομένα που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο.

5.   Όταν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου προκύπτει ότι δεν έχουν καταχωρισθεί στο VIS δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την ταυτότητα του υπηκόου τρίτης χώρας, η αρμόδια αρχή θεώρησης έχει πρόσβαση σε δεδομένα για ταυτοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 20.»·

5)

στο κεφάλαιο III προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 17α

Διαλειτουργικότητα με το ΣΕΕ

1.   Από την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ όπως προβλέπεται στο άρθρο 66 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, δημιουργείται διαλειτουργικότητα μεταξύ του ΣΕΕ και του VIS για να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και ταχύτητα κατά τους συνοριακούς ελέγχους. Για τον σκοπό αυτόν, ο eu-LISA θεσπίζει ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος VIS. Η απευθείας πρόσβαση μεταξύ των συστημάτων του ΣΕΕ και του VIS είναι δυνατή μόνο εάν αυτό προβλέπεται και από τον παρόντα κανονισμό και από τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2226. Η ανάκτηση από το VIS δεδομένων που αφορούν τις θεωρήσεις, η εξαγωγή τους στο ΣΕΕ και η ενημέρωση δεδομένων από το VIS στο ΣΕΕ καθίσταται αυτοματοποιημένη διαδικασία, από τη στιγμή που η σχετική πράξη δρομολογηθεί από την ενδιαφερόμενη αρχή.

2.   Η διαλειτουργικότητα επιτρέπει στις αρχές θεώρησης που χρησιμοποιούν το VIS να συμβουλεύονται το ΣΕΕ από το VIS:

α)

κατά την εξέταση και λήψη απόφασης για αιτήσεις θεώρησης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και στο άρθρο 15 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού·

β)

προκειμένου να ανακτούν και να εισάγουν τα δεδομένα που αφορούν τις θεωρήσεις απευθείας από το VIS στο ΣΕΕ σε περίπτωση ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης μιας θεώρησης, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και τα άρθρα 13 και 14 του παρόντος κανονισμού.

3.   Η διαλειτουργικότητα παρέχει τη δυνατότητα στις συνοριακές αρχές που χρησιμοποιούν το ΣΕΕ να συμβουλεύονται το VIS από το ΣΕΕ ούτως ώστε:

α)

να ανακτούν τα δεδομένα που αφορούν τις θεωρήσεις απευθείας από το VIS και να τα εισάγουν στο ΣΕΕ με σκοπό τη δημιουργία ή την ενημέρωση της καταχώρισης εισόδου/εξόδου ή της καταχώρισης άρνησης εισόδου του κατόχου της θεώρησης στο ΣΕΕ, σύμφωνα με τα άρθρα 14, 16 και 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και το άρθρο 18α του παρόντος κανονισμού·

β)

να ανακτούν τα δεδομένα που αφορούν τις θεωρήσεις απευθείας από το VIS και να τα εισάγουν στο ΣΕΕ σε περίπτωση ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης μιας θεώρησης, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και τα άρθρα 13 και 14 του παρόντος κανονισμού·

γ)

να επαληθεύουν τη γνησιότητα και την εγκυρότητα της θεώρησης, το εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου στην επικράτεια των κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4) ή και τα δύο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού·

δ)

να ελέγχουν αν υπήκοοι τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, οι οποίοι δεν έχουν ατομικό φάκελο καταγεγραμμένο στο ΣΕΕ, είχαν προηγουμένως καταχωρισθεί στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και το άρθρο 19α του παρόντος κανονισμού·

ε)

να επαληθεύουν, σε περίπτωση που η ταυτότητα κατόχου θεώρησης επαληθεύεται με τη χρήση δακτυλικών αποτυπωμάτων, την ταυτότητα κατόχου θεώρησης μέσω αντιπαραβολής με δακτυλικά αποτυπώματα που είναι καταχωρισμένα στο VIS, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφοι 2 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και το άρθρο 18 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού.

4.   Για τη λειτουργία της διαδικτυακής υπηρεσίας του ΣΕΕ που αναφέρεται στο άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, το VIS ενημερώνει καθημερινώς τη χωριστή βάση δεδομένων μόνο για ανάγνωση που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 5 του εν λόγω κανονισμού μέσω μονόδρομης εξαγωγής του ελάχιστου αναγκαίου υποσυνόλου δεδομένων VIS.

5.   Σύμφωνα με το άρθρο 36 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, η Επιτροπή θεσπίζει τα αναγκαία μέτρα για τη δημιουργία και το υψηλό επίπεδο σχεδιασμού της διαλειτουργικότητας σύμφωνα με το άρθρο 37 του εν λόγω κανονισμού. Προκειμένου να επιτευχθεί η διαλειτουργικότητα με το ΣΕΕ, η διαχειριστική αρχή μεριμνά για τις απαιτούμενες εξελίξεις και προσαρμογές του κεντρικού VIS, της εθνικής διεπαφής σε κάθε κράτος μέλος, καθώς και της υποδομής επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού VIS και των εθνικών διεπαφών. Τα κράτη μέλη προσαρμόζουν και αναπτύσσουν τις εθνικές υποδομές.

(*4)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ L 77 της 23.3.2016, σ. 1).»."

6)

Το άρθρο 18 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 18

Πρόσβαση στα δεδομένα για επαλήθευση στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ

1.   Με αποκλειστικό σκοπό να επαληθεύσουν την ταυτότητα των κατόχων θεώρησης, το γνήσιο, τη χρονική και εδαφική ισχύ και το καθεστώς της θεώρησης ή αν πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου στην επικράτεια των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, ή και τα δύο, οι αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, έχουν πρόσβαση στο VIS για τη διενέργεια ερευνών χρησιμοποιώντας τα ακόλουθα δεδομένα:

α)

επώνυμο, όνομα/ονόματα· ημερομηνία γεννήσεως· ιθαγένεια/ιθαγένειες· φύλο· είδος και αριθμός του ταξιδιωτικού εγγράφου/εγγράφων· κωδικός τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου/εγγράφων και ημερομηνία λήξεως ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου/εγγράφων· ή

β)

τον αριθμό της αυτοκόλλητης θεώρησης.

2.   Αποκλειστικά για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, όταν δρομολογείται έρευνα στο ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, η αρμόδια συνοριακή αρχή μπορεί να εκκινήσει έρευνα στο VIS απευθείας από το ΣΕΕ, χρησιμοποιώντας τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, όταν δρομολογείται έρευνα στο ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφοι 2 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, η αρμόδια συνοριακή αρχή μπορεί να πραγματοποιεί έρευνα στο VIS χωρίς τη χρήση της διαλειτουργικότητας με το ΣΕΕ, εφόσον το απαιτούν οι συγκεκριμένες περιστάσεις, ιδίως στην περίπτωση όπου, λόγω της ειδικής κατάστασης υπηκόου τρίτης χώρας, κρίνεται καταλληλότερη η έρευνα με τη χρήση των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου ή στην περίπτωση προσωρινής τεχνικής αδυναμίας αναζήτησης των δεδομένων του ΣΕΕ ή βλάβης του ΣΕΕ.

4.   Εάν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 δείξει ότι δεδομένα είναι αποθηκευμένα στο VIS για μία ή περισσότερες εκδοθείσες ή παραταθείσες θεωρήσεις που είναι εντός της περιόδου ισχύος τους και στο πλαίσιο της εδαφικής ισχύος τους για τη διέλευση των συνόρων, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ εξουσιοδοτείται να συμβουλευθεί τα ακόλουθα δεδομένα που περιέχονται στον σχετικό φάκελο αίτησης καθώς και σε συνδεδεμένο ή συνδεδεμένους φακέλους αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4, αποκλειστικά για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου:

α)

την κατάσταση της θεώρησης και τα δεδομένα που λαμβάνονται από το έντυπο αίτησης, που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφοι 2 και 4·

β)

φωτογραφίες·

γ)

τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 10, 13 και 14 και έχουν καταχωρισθεί σχετικά με θεώρηση ή θεωρήσεις που έχουν εκδοθεί, ακυρωθεί, ανακληθεί ή σχετικά με θεώρηση ή θεωρήσεις των οποίων η διάρκεια ισχύος έχει παραταθεί.

Επιπλέον, για τους κατόχους θεώρησης για τους οποίους, για νομικούς λόγους, δεν απαιτείται η παροχή συγκεκριμένων δεδομένων ή είναι για αντικειμενικούς λόγους αδύνατον να δοθούν τα δεδομένα αυτά, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ λαμβάνει ειδοποίηση που αφορά το συγκεκριμένο πεδίο ή τα συγκεκριμένα πεδία δεδομένων, στην οποία αναγράφεται η ένδειξη «άνευ αντικειμένου».

5.   Εάν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δείξει ότι στο VIS έχουν καταχωρισθεί δεδομένα σχετικά με τον κάτοχο θεώρησης όχι όμως και ισχύουσα θεώρηση η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ εξουσιοδοτείται να συμβουλευθεί τα ακόλουθα δεδομένα τού ή των φακέλων αίτησης, καθώς και του ή των συνδεδεμένων φακέλων αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4, αποκλειστικά για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου:

α)

την κατάσταση της θεώρησης και τα δεδομένα που λαμβάνονται από το έντυπο αίτησης, που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφοι 2 και 4·

β)

φωτογραφίες·

γ)

τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 10, 13 και 14 έχουν καταχωρισθεί σχετικά με θεώρηση ή θεωρήσεις που έχουν εκδοθεί, ακυρωθεί, ανακληθεί ή σχετικά με θεώρηση ή θεωρήσεις των οποίων η διάρκεια ισχύος έχει παραταθεί.

6.   Εκτός από την αναζήτηση που διενεργείται βάσει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ επαληθεύει την ταυτότητα του προσώπου με αντιπαραβολή στο VIS, αν η έρευνα με τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δείξει ότι τα δεδομένα σχετικά με το πρόσωπο έχουν καταγραφεί στο VIS και πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η ταυτότητα του προσώπου δεν μπορεί να εξακριβωθεί με αντιπαραβολή στο ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, επειδή:

i)

ο κάτοχος της θεώρησης δεν έχει καταχωρισθεί ακόμη στο ΣΕΕ·

ii)

στο εκάστοτε συνοριακό σημείο διέλευσης, η ταυτότητα επαληθεύεται με τη χρήση δακτυλικών αποτυπωμάτων σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226·

iii)

υπάρχουν αμφιβολίες ως προς την ταυτότητα του κατόχου θεώρησης·

iv)

για οποιονδήποτε άλλο λόγο·

β)

η ταυτότητα του προσώπου μπορεί να επαληθευτεί με αντιπαραβολή στο ΣΕΕ αλλά εφαρμόζεται το άρθρο 23 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

Οι αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ επαληθεύουν τα δακτυλικά αποτυπώματα του κατόχου της θεώρησης σε αντιπαραβολή με τα δακτυλικά αποτυπώματα που έχουν καταγραφεί στο VIS. Για τους κατόχους θεώρησης των οποίων τα δακτυλικά αποτυπώματα δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν, η έρευνα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 διενεργείται μόνο με τα αλφαριθμητικά δεδομένα που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

7.   Για τους σκοπούς της επαλήθευσης των δακτυλικών αποτυπωμάτων με αντιπαραβολή στο VIS, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 6, η αρμόδια αρχή μπορεί να εκκινήσει έρευνα από το ΣΕΕ στο VIS.

8.   Όταν η επαλήθευση του κατόχου θεώρησης ή της θεώρησης αποτυγχάνει ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ταυτότητα του κατόχου θεώρησης ή το γνήσιο της θεώρησης ή του ταξιδιωτικού εγγράφου, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμοδίων αρχών που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, έχει πρόσβαση στα δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 1 και 2.».

7)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 18α

Ανάκτηση των δεδομένων του VIS για τη δημιουργία ή την ενημέρωση καταχώρισης εισόδου/εξόδου ή καταχώρισης άρνησης εισόδου κατόχου θεώρησης στο ΣΕΕ

Αποκλειστικά με σκοπό τη δημιουργία ή την ενημέρωση του αρχείου εισόδου/εξόδου ή του αρχείου άρνησης εισόδου κατόχου θεώρησης στο ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 και τα άρθρα 16 και 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, παρέχεται στην αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, πρόσβαση για να ανακτά από το VIS και να εισάγει στο ΣΕΕ τα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στο VIS και απαριθμούνται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία γ) έως στ) του εν λόγω κανονισμού.».

8)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 19α

Χρήση του VIS πριν από τη δημιουργία στο ΣΕΕ των ατομικών φακέλων υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης

1.   Προς το σκοπό ελέγχου αν ένα πρόσωπο έχει προηγουμένως καταχωρισθεί στο VIS, οι αρμόδιες αρχές που διενεργούν ελέγχους των εξωτερικών σημείων συνοριακής διέλευσης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399 συμβουλεύονται το VIS πριν από τη δημιουργία στο ΣΕΕ του ατομικού φακέλου υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

2.   Για τον σκοπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, όταν εφαρμόζεται το άρθρο 23 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και η έρευνα που αναφέρεται στο άρθρο 27 του εν λόγω κανονισμού καταδείξει ότι δεν έχουν καταχωρισθεί δεδομένα σχετικά με υπήκοο τρίτης χώρας στο ΣΕΕ, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ έχει πρόσβαση για τη διενέργεια έρευνας στο VIS χρησιμοποιώντας τα ακόλουθα δεδομένα: επώνυμο· όνομα/ονόματα· ημερομηνία γεννήσεως· ιθαγένεια/ιθαγένειες· φύλο· είδος και αριθμός του ταξιδιωτικού εγγράφου· κωδικό τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου και ημερομηνία λήξεως ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου.

3.   Αποκλειστικά για τον σκοπό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, πέραν της έρευνας που άρχισε στο ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ μπορεί να εκκινήσει έρευνα στο VIS απευθείας από το ΣΕΕ, χρησιμοποιώντας τα αλφαριθμητικά δεδομένα που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

4.   Επιπλέον, αν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 προκύψει ότι έχουν καταγραφεί στο VIS δεδομένα σχετικά με υπήκοο τρίτης χώρας, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ επαληθεύει τα δακτυλικά αποτυπώματα του υπηκόου τρίτης χώρας σε αντιπαραβολή με τα δακτυλικά αποτυπώματα που έχουν καταγραφεί στο VIS. Η αρχή αυτή μπορεί να ξεκινήσει την επαλήθευση από το ΣΕΕ. Για τους υπηκόους τρίτης χώρας των οποίων τα δακτυλικά αποτυπώματα δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν, η έρευνα διενεργείται μόνο με τα αλφαριθμητικά δεδομένα που προβλέπονται στην παράγραφο 2.

5.   Εάν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και την επαλήθευση που διενεργείται βάσει της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου προκύψει ότι στο VIS έχουν καταχωρισθεί δεδομένα σχετικά με το πρόσωπο, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ εξουσιοδοτείται να συμβουλευθεί τα ακόλουθα δεδομένα που περιέχονται στον σχετικό φάκελο αίτησης, καθώς και σε φάκελο ή φακέλους αίτησης συνδεδεμένων σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4, αποκλειστικά για τον σκοπό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου:

α)

την κατάσταση της θεώρησης και τα δεδομένα που λαμβάνονται από το έντυπο αίτησης, που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφοι 2 και 4·

β)

φωτογραφίες·

γ)

τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 10, 13 και 14 και έχουν καταχωρισθεί σχετικά με θεώρηση ή θεωρήσεις που έχουν εκδοθεί, ακυρωθεί, ανακληθεί ή των οποίων η διάρκεια ισχύος έχει παραταθεί.

6.   Όταν η επαλήθευση που προβλέπεται στην παράγραφο 4 ή 5 του παρόντος άρθρου αποτυγχάνει ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ταυτότητα του προσώπου ή για το γνήσιο του ταξιδιωτικού εγγράφου, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμοδίων αρχών που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ έχει πρόσβαση στα δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 1 και 2. Η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ δύναται να εκκινεί από το ΣΕΕ την ταυτοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 20.».

9)

Στο άρθρο 20 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Αποκλειστικά προς τον σκοπό εξακρίβωσης της ταυτότητας προσώπων που ενδεχομένως έχουν προηγουμένως καταχωρισθεί στο VIS ή δεν πληρούν ή δεν πληρούν πια τις προϋποθέσεις που διέπουν την είσοδο, παραμονή και κατοικία στην επικράτεια των κρατών μελών, οι αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ ή στην επικράτεια των κρατών μελών σχετικά με το αν πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου, παραμονής και κατοικίας στην επικράτεια των κρατών μελών, εξουσιοδοτούνται να πραγματοποιούν έρευνες στο VIS με βάση τα δακτυλικά αποτυπώματα του εν λόγω προσώπου.».

10)

Στο άρθρο 26, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3α.   Από τις 30 Ιουνίου 2018, η διαχειριστική αρχή είναι υπεύθυνη για τα καθήκοντα που αναφέρονται στην παράγραφο 3.».

11)

Το άρθρο 34 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Κάθε κράτος μέλος και η διαχειριστική αρχή τηρούν αρχεία για όλες τις πράξεις επεξεργασίας δεδομένων στο πλαίσιο του VIS. Στα εν λόγω αρχεία:

α)

καταγράφεται ο σκοπός της πρόσβασης που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 και στα άρθρα 15 έως 22·

β)

η ημερομηνία και ώρα·

γ)

ο τύπος δεδομένων που διαβιβάσθηκαν όπως αναφέρεται στα άρθρα 9 έως 14·

δ)

ο τύπος δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για την έρευνα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2, στο άρθρο 17, στο άρθρο 18 παράγραφοι 1 και 6, στο άρθρο 19 παράγραφος 1, στο άρθρο 19α παράγραφοι 2 και 4, στο άρθρο 20 παράγραφος 1, στο άρθρο 21 παράγραφος 1 και στο άρθρο 22 παράγραφος 1· και

ε)

το όνομα της αρχής που εισήγαγε ή έλαβε τα δεδομένα.

Επιπλέον, κάθε κράτος μέλος τηρεί αρχεία για το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό που εισήγαγε ή έλαβε τα δεδομένα αυτά.»·

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Για τις πράξεις που απαριθμούνται στο άρθρο 17α, τηρείται αρχείο κάθε πράξης επεξεργασίας δεδομένων που εκτελείται στο πλαίσιο του VIS και του ΣΕΕ, σύμφωνα με το παρόν άρθρο και το άρθρο 46 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

Άρθρο 62

Τροποποιήσεις στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1077/2011

O κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 1, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Ο Οργανισμός είναι υπεύθυνος για τη λειτουργική διαχείριση του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II), του συστήματος πληροφοριών για τις θεωρήσεις, του Eurodac και του συστήματος εισόδου/εξόδου που θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*5) (ΣΕΕ).

(*5)  Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ) για την καταχώριση δεδομένων εισόδου και εξόδου και δεδομένων άρνησης εισόδου των υπηκόων τρίτων χωρών που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών, τον καθορισμό των όρων πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου και την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 (ΕΕ L 327 της 9.12.2017, σ. 20).»."

2)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 5α

Καθήκοντα σχετικά με το ΣΕΕ

Σχετικά με το ΣΕΕ, ο Οργανισμός εκτελεί:

α)

τα καθήκοντα που του ανατίθενται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2226·

β)

καθήκοντα σχετικά με την κατάρτιση στην τεχνική χρήση του ΣΕΕ.»·.

3)

Στο άρθρο 7 οι παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Τα καθήκοντα σχετικά με τη λειτουργική διαχείριση της επικοινωνιακής υποδομής μπορούν να ανατεθούν σε εξωτερικούς ιδιωτικούς φορείς ή οντότητες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*6). Στην περίπτωση αυτή, ο πάροχος του δικτύου δεσμεύεται από τα μέτρα ασφάλειας της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου και δεν έχει επ’ ουδενί πρόσβαση στα λειτουργικά δεδομένα του SIS II, του VIS, του Eurodac ή του ΣΕΕ, ούτε και στη σχετική με το SIS II ανταλλαγή SIRENE.

6.   Με την επιφύλαξη των υφισταμένων συμβάσεων όσον αφορά το δίκτυο του SIS II, του VIS, του Eurodac και του ΣΕΕ, η διαχείριση των κλειδιών κρυπτογράφησης παραμένει στην αρμοδιότητα του Οργανισμού και δεν μπορεί να ανατεθεί εξωτερικά σε οποιαδήποτε οντότητα του ιδιωτικού τομέα.

(*6)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).»."

4)

Στο άρθρο 8, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο Οργανισμός παρακολουθεί τις εξελίξεις που σημειώνονται στην έρευνα σχετικά με τη λειτουργική διαχείριση του SIS II, του VIS, του Eurodac, του ΣΕΕ και άλλων πληροφοριακών συστημάτων μεγάλης κλίμακας.».

5)

Στο άρθρο 12, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ιθα)

εγκρίνει τις εκθέσεις σχετικά με την ανάπτυξη του ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

β)

Το στοιχείο κ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«κ)

εγκρίνει τις εκθέσεις για την τεχνική λειτουργία του SIS II σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 και το άρθρο 66 παράγραφος 4 της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ αντίστοιχα, του VIS σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και το άρθρο 17 παράγραφος 3 της απόφασης 2008/633/ΔΕΥ και του ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

γ)

Το στοιχείο κβ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«κβ)

διατυπώνει παρατηρήσεις σχετικά με τις εκθέσεις του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων για τους ελέγχους σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006, το άρθρο 42 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, το άρθρο 31 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013 και το άρθρο 56 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και διασφαλίζει ότι δίδεται η κατάλληλη συνέχεια στους εν λόγω ελέγχους.».

δ)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«κδα)

δημοσιεύει στατιστικές σχετικά με το ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 63 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

ε)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«κστα)

εξασφαλίζει την ετήσια έκδοση του καταλόγων των αρμοδίων αρχών σύμφωνα με το άρθρο 65 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

6)

Στο άρθρο 15, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η Ευρωπόλ και η Eurojust μπορούν να παρίστανται στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου ως παρατηρητές, όταν στην ημερήσια διάταξη περιλαμβάνεται θέμα που αφορά το SIS II σε σχέση με την εφαρμογή της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ. Επίσης, η Ευρωπόλ μπορεί να παρίσταται στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου ως παρατηρητής, όταν στην ημερήσια διάταξη περιλαμβάνεται θέμα που αφορά το VIS, σε σχέση με την εφαρμογή της απόφασης 2008/633/ΔΕΥ ή θέμα που αφορά το Eurodac, σε σχέση με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013 ή θέμα που αφορά το ΣΕΕ σε σχέση με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

7)

Στο άρθρο 17 γίνονται οι εξής τροποποιήσεις:

α)

η παράγραφος 5 στοιχείο ζ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ζ)

με την επιφύλαξη του άρθρου 17 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων, θεσπίζει απαιτήσεις εμπιστευτικότητας, όπως ορίζει το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006, το άρθρο 17 της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ, το άρθρο 26 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008, το άρθρο 4 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 603/2013 και το άρθρο 37 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.»·

β)

στην παράγραφο 6 προστίθεται το εξής σημείο:

«κ)

εκθέσεις για την κατάσταση ανάπτυξης του ΣΕΕ κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 72 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.».

8)

Το άρθρο 19 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1 παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο:

«δα)

συμβουλευτική ομάδα ΣΕΕ·»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Ευρωπόλ και η Eurojust μπορούν να διορίζουν από έναν εκπρόσωπο στη συμβουλευτική ομάδα SIS II. Η Ευρωπόλ μπορεί, επίσης, να διορίζει εκπρόσωπο στις συμβουλευτικές ομάδες VIS, Eurodac και ΣΕΕ.»·

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 63

Χρήση δεδομένων για την υποβολή εκθέσεων και την κατάρτιση στατιστικών

1.   Το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, της Επιτροπής και του eu-LISA έχει πρόσβαση για να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα, αποκλειστικά για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων και κατάρτισης στατιστικών, χωρίς να επιτρέπεται η ατομική ταυτοποίηση και σύμφωνα με τις διασφαλίσεις περί αποφυγής διακρίσεων που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2:

α)

την κατάσταση της θεώρησης·

β)

την ιθαγένεια, το φύλο και το έτος γέννησης του υπηκόου τρίτης χώρας·

γ)

την ημερομηνία και το συνοριακό σημείο διέλευσης κατά την είσοδο σε κράτος μέλος και την ημερομηνία και το συνοριακό σημείο διέλευσης κατά την έξοδο από κράτος μέλος·

δ)

το είδος του ταξιδιωτικού εγγράφου και τον κωδικό τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης·

ε)

τον αριθμό των ταυτοποιημένων ως προσώπων που υπερβαίνουν την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής κατά το άρθρο 12, την ιθαγένειά τους και το σημείο διέλευσης των συνόρων κατά την είσοδο·

στ)

τα δεδομένα που έχουν εισαχθεί σχετικά με τυχόν ανακληθείσα άδεια παραμονής ή οποιαδήποτε άδεια παραμονής της οποίας παρατάθηκε η ισχύς·

ζ)

τον κωδικό τριών γραμμάτων του κράτους μέλους που εξέδωσε τη θεώρηση, κατά περίπτωση·

η)

τον αριθμό των προσώπων που εξαιρούνται από την υποχρέωση λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφοι 3 και 4·

θ)

τον αριθμό των υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους απαγορεύεται η είσοδος, την ιθαγένεια των υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους απαγορεύεται η είσοδος, το είδος των συνόρων (χερσαία, εναέρια ή θαλάσσια), το συνοριακό σημείο διέλευσης στο οποίο τους απαγορεύθηκε η είσοδος και τους λόγους για τους οποίους τους απαγορεύθηκε η είσοδος, όπως αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 6 στοιχείο δ).

Το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό του Οργανισμού Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής όπως θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1624 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (44) έχει πρόσβαση για να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα για τον σκοπό της διεξαγωγής αναλύσεων κινδύνου και αξιολογήσεων τρωτότητας που αναφέρονται στα άρθρα 11 και 13 του εν λόγω κανονισμού.

2.   Για τον σκοπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ο eu-LISA καταρτίζει, εφαρμόζει και φιλοξενεί ένα αποθετήριο δεδομένων σε κεντρικό επίπεδο στις τεχνικές εγκαταστάσεις του, το οποίο περιέχει τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Το εν λόγω αποθετήριο δεδομένων δεν επιτρέπει την ταυτοποίηση των ατόμων, αλλά επιτρέπει στις αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου να αποκτούν εξατομικευμένες εκθέσεις και στατιστικές σχετικά με τις εισόδους και εξόδους, τις αρνήσεις εισόδου και τις υπερβάσεις της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής υπηκόων τρίτων χωρών, για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των συνοριακών ελέγχων, τη βοήθεια στα προξενεία για την επεξεργασία των αιτήσεων θεώρησης και την υποστήριξη της χάραξης μεταναστευτικής πολιτικής της Ένωσης με βάση αποδεικτικά στοιχεία. Το εν λόγω αποθετήριο δεδομένων περιέχει επίσης καθημερινά στατιστικά στοιχεία σχετικά με τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 4. Η πρόσβαση στο κεντρικό αποθετήριο παρέχεται μέσω ασφαλούς πρόσβασης μέσω του TESTA με έλεγχο πρόσβασης και ειδικά προφίλ χρήστη, αποκλειστικά για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων και των στατιστικών. Οι λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη λειτουργία του εν λόγω αποθετηρίου δεδομένων και τους κανόνες προστασίας δεδομένων και ασφαλείας που ισχύουν για αυτό θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 68 παράγραφος 2.

3.   Οι διαδικασίες που θεσπίζονται από τον eu-LISA για να παρακολουθείται η ανάπτυξη και η λειτουργία του ΣΕΕ οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 72 παράγραφος 1, περιλαμβάνουν τη δυνατότητα παραγωγής τακτικών στατιστικών για τη διασφάλιση της εν λόγω παρακολούθησης.

4.   Κάθε τρίμηνο, ο eu-LISA δημοσιεύει στατιστικές για το ΣΕΕ που δείχνουν ιδίως τον αριθμό, την ιθαγένεια, την ηλικία, το φύλο, τη διάρκεια παραμονής και το συνοριακό σημείο διέλευσης εισόδου των προσώπων που υπερβαίνουν την επιτρεπόμενη διάρκεια παραμονής, των υπηκόων τρίτων χωρών στους οποίους απαγορεύθηκε η είσοδος, καθώς και τους λόγους της άρνησης, και των υπηκόων τρίτων χωρών των οποίων η άδεια παραμονής ανακλήθηκε ή παρατάθηκε, καθώς και τον αριθμό των υπηκόων τρίτων χωρών που εξαιρούνται από την υποχρέωση λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων.

5.   Στο τέλος κάθε έτους, καταρτίζονται στατιστικές σε ετήσια έκθεση για το συγκεκριμένο έτος. Οι στατιστικές περιλαμβάνουν ανάλυση των δεδομένων για έκαστο των κρατών μελών. Η έκθεση δημοσιεύεται και διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, τον Οργανισμό Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων και τις εθνικές εποπτικές αρχές.

6.   Κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, ο eu-LISA παρέχει στατιστικές για συγκεκριμένες πτυχές που σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, καθώς και τις στατιστικές σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Άρθρο 64

Δαπάνες

1.   Οι δαπάνες που προκύπτουν από την εγκατάσταση και τη λειτουργία του κεντρικού συστήματος ΣΕΕ, της επικοινωνιακής υποδομής, της NUI, της διαδικτυακής υπηρεσίας και του αποθετηρίου δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 63 παράγραφος 2 βαρύνουν τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης.

2.   Οι δαπάνες που προκύπτουν σχετικά με την ενσωμάτωση των υφιστάμενων υποδομών των εθνικών συνόρων και τη σύνδεση τους με την NUI, καθώς και σχετικά με τη φιλοξενία της NUI βαρύνουν τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης.

Εξαιρούνται οι ακόλουθες δαπάνες:

α)

γραφείο διαχείρισης έργου των κρατών μελών (συνεδριάσεις, αποστολές, γραφεία)·

β)

φιλοξενία εθνικών συστημάτων ΤΠ (χώρος, εφαρμογή, ηλεκτρική ενέργεια, ψύξη)·

γ)

λειτουργία εθνικών συστημάτων ΤΠ (φορείς εκμετάλλευσης και συμβάσεις υποστήριξης)·

δ)

προσαρμογή των υφιστάμενων συστημάτων ελέγχου των συνόρων και αστυνόμευσης για τα εθνικά συστήματα εισόδου-εξόδου·

ε)

διαχείριση έργου των εθνικών συστημάτων εισόδου-εξόδου·

στ)

σχεδιασμός, ανάπτυξη, εφαρμογή, λειτουργία και συντήρηση εθνικών δικτύων επικοινωνίας·

ζ)

αυτόματα συστήματα συνοριακού ελέγχου, συστήματα αυτοεξυπηρέτησης και ηλεκτρονικές πύλες.

3.   Οι δαπάνες που προκύπτουν από τα κεντρικά σημεία πρόσβασης, όπως αναφέρονται στα άρθρα 29 και 30, βαρύνουν κάθε κράτος μέλος και την Ευρωπόλ αντιστοίχως. Οι δαπάνες που προκύπτουν από τη σύνδεση των εν λόγω κεντρικών σημείων πρόσβασης με την NUI και το ΣΕΕ βαρύνουν κάθε κράτος μέλος και την Ευρωπόλ αντιστοίχως.

4.   Κάθε κράτος μέλος και η Ευρωπόλ δημιουργούν και συντηρούν με δικές τους δαπάνες την τεχνική υποδομή που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του κεφαλαίου IV και είναι υπεύθυνα για τις δαπάνες που απορρέουν από την πρόσβαση στο ΣΕΕ για τον σκοπό αυτόν.

Άρθρο 65

Κοινοποιήσεις

1.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή την αναφερόμενη στο άρθρο 39 αρχή η οποία θεωρείται ως υπεύθυνη επεξεργασίας.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στον eu-LISA τις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 και έχουν πρόσβαση για να εισάγουν, να διορθώνουν, να συμπληρώνουν, να διαγράφουν, να συμβουλεύονται ή να αναζητούν δεδομένα. Τρεις μήνες από τη θέση σε λειτουργία του ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 66, ο eu-LISA δημοσιεύει ενοποιημένο κατάλογο των εν λόγω αρχών στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν, επίσης, χωρίς καθυστέρηση οποιαδήποτε σχετική αλλαγή. Σε περίπτωση που υπάρχουν σχετικές αλλαγές, ο eu-LISA δημοσιεύει μια φορά τον χρόνο ενημερωμένη και ενοποιημένη έκδοση των εν λόγω πληροφοριών.

3.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στον eu-LISA τις εντεταλμένες αρχές τους και τα κεντρικά τους σημεία πρόσβασης που αναφέρονται στο άρθρο 29 και γνωστοποιεί χωρίς καθυστέρηση οποιαδήποτε σχετική τροποποίηση.

4.   Η Ευρωπόλ κοινοποιεί στην Επιτροπή και στον eu-LISA την εντεταλμένη αρχή της και το κεντρικό της σημείο πρόσβασης που αναφέρονται στο άρθρο 30 και γνωστοποιεί χωρίς καθυστέρηση οποιαδήποτε σχετική τροποποίηση.

5.   Ο eu-LISA ενημερώνει την Επιτροπή για την επιτυχή ολοκλήρωση των δοκιμών που αναφέρονται στο άρθρο 66 παράγραφος 1 στοιχείο β).

6.   Η Επιτροπή δημοσιεύει τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 3 και 4 στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε περίπτωση που οι πληροφορίες αυτές αλλάξουν, η Επιτροπή δημοσιεύει μια φορά τον χρόνο ενημερωμένη και ενοποιημένη έκδοση των εν λόγω πληροφοριών. Η Επιτροπή διατηρεί δημόσιο ιστότοπο ο οποίος ενημερώνεται συνεχώς και περιλαμβάνει τις εν λόγω πληροφορίες.

Άρθρο 66

Έναρξη της λειτουργίας

1.   Η Επιτροπή αποφασίζει την ημερομηνία από την οποία θα αρχίσει να λειτουργεί το ΣΕΕ, αφού πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

έχουν θεσπισθεί τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 36 και στο άρθρο 50 παράγραφοι 4 και 5·

β)

ο eu-LISA έχει ανακοινώσει την επιτυχή ολοκλήρωση πλήρους δοκιμής του ΣΕΕ, η οποία διεξάγεται από τον eu-LISA σε συνεργασία με τα κράτη μέλη·

γ)

τα κράτη μέλη έχουν επικυρώσει τις τεχνικές και νομικές ρυθμίσεις για τη συλλογή και διαβίβαση των δεδομένων που αναφέρονται στα άρθρα 16 έως 20 του ΣΕΕ και τις έχουν κοινοποιήσει στην Επιτροπή·

δ)

τα κράτη μέλη έχουν ενημερώσει την Επιτροπή όπως αναφέρεται στο άρθρο 65 παράγραφοι 1 και 2.

2.   Το ΣΕΕ χρησιμοποιείται από:

α)

τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν, και

β)

τα κράτη μέλη τα οποία δεν εφαρμόζουν ακόμη πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν, αλλά για οποία πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

η επαλήθευση σύμφωνα με τις ισχύουσες διαδικασίες αξιολόγησης Σένγκεν έχει ήδη ολοκληρωθεί επιτυχώς·

ii)

οι διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν που αφορούν το SIS έχουν τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με την πράξη προσχώρησής τους· και

iii)

οι διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν που αφορούν το VIS και είναι αναγκαίες για τη λειτουργία του ΣΕΕ, όπως ορίζει ο παρών κανονισμός, τέθηκαν σε ισχύ σύμφωνα με την πράξη προσχώρησής τους.

3.   Κράτος μέλος μη καλυπτόμενο από την παράγραφο 2 συνδέεται με το ΣΕΕ μόλις διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 στοιχεία β), γ) και δ) και της παραγράφου 2 στοιχείο β). Η Επιτροπή αποφασίζει την ημερομηνία από την οποία θα αρχίσει να λειτουργεί το ΣΕΕ στα εν λόγω κράτη μέλη.

4.   Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τα αποτελέσματα των δοκιμών που διεξάγονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β).

5.   Η αναφερόμενη στις παραγράφους 1 και 3 απόφαση της Επιτροπής δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

6.   Τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ θα αρχίσουν να χρησιμοποιούν το ΣΕΕ από την ημερομηνία που καθορίζει η Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή, κατά περίπτωση, την παράγραφο 3.

Άρθρο 67

Θέουτα και Μελίλια

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τους ειδικούς κανόνες που εφαρμόζονται στις πόλεις Θέουτα και Μελίλια, όπως ορίζονται στη δήλωση του Βασιλείου της Ισπανίας για τις πόλεις Θέουτα και Μελίλια στην τελική πράξη της συμφωνίας προσχώρησης του Βασιλείου της Ισπανίας στη σύμβαση εφαρμογής της συμφωνίας Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985.

Άρθρο 68

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 69

Συμβουλευτική ομάδα

Ο eu-LISA συγκροτεί συμβουλευτική ομάδα με σκοπό να της παρέχει εμπειρογνωμοσύνη σε σχέση με το ΣΕΕ ιδίως στο πλαίσιο της προετοιμασίας του ετήσιου προγράμματος εργασίας του και της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων του. Κατά τη φάση σχεδιασμού και ανάπτυξης του ΣΕΕ εφαρμόζεται το άρθρο 37 παράγραφος 2.

Άρθρο 70

Κατάρτιση

Ο eu-LISA εκτελεί καθήκοντα σχετικά με την παροχή κατάρτισης όσον αφορά την τεχνική χρήση του ΣΕΕ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1077/2011.

Άρθρο 71

Πρακτικό εγχειρίδιο

Η Επιτροπή, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη, τον eu-LISA και άλλους σχετικούς οργανισμούς, καθιστά διαθέσιμο πρακτικό εγχειρίδιο για την εφαρμογή και τη διαχείριση του ΣΕΕ. Το πρακτικό εγχειρίδιο παρέχει τεχνικές και επιχειρησιακές κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές. Η Επιτροπή υιοθετεί το πρακτικό εγχειρίδιο υπό μορφή σύστασης.

Άρθρο 72

Παρακολούθηση και αξιολόγηση

1.   Ο eu-LISA διασφαλίζει ότι εφαρμόζονται διαδικασίες για την παρακολούθηση της ανάπτυξης του ΣΕΕ σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους όσον αφορά τον σχεδιασμό και το κόστος, καθώς και για την παρακολούθηση της λειτουργίας του ΣΕΕ σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους όσον αφορά τα τεχνικά αποτελέσματα, τη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας, την ασφάλεια και την ποιότητα των υπηρεσιών.

2.   Έως τις 30 Ιουνίου 2018 και, στη συνέχεια, ανά εξάμηνο κατά τη διάρκεια της φάσης ανάπτυξης του ΣΕΕ, ο eu-LISA υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την τρέχουσα κατάσταση της ανάπτυξης του ΣΕΕ, των ενιαίων διεπαφών και της επικοινωνιακής υποδομής μεταξύ του ΣΕΕ και των ενιαίων διεπαφών. Η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με τις δαπάνες που προκύπτουν και πληροφορίες σχετικά με οποιονδήποτε κίνδυνο μπορεί να έχει επίπτωση στο συνολικό κόστος του ΣΕΕ, το οποίο βαρύνει τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 64 παράγραφος 1 και το άρθρο 64 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο. Μετά την ανάπτυξη του ΣΕΕ, υποβάλλεται από τον eu-LISA έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο στην οποία επεξηγείται λεπτομερώς πώς επιτεύχθηκαν οι στόχοι, ιδίως όσον αφορά τον σχεδιασμό και το κόστος, και αιτιολογούνται τυχόν αποκλίσεις.

3.   Για τους σκοπούς της τεχνικής συντήρησης, ο eu-LISA έχει πρόσβαση στις αναγκαίες πληροφορίες σε σχέση με τις εκτελούμενες στο ΣΕΕ εργασίες επεξεργασίας δεδομένων.

4.   Δύο έτη μετά την έναρξη της λειτουργίας του ΣΕΕ και κατόπιν ανά διετία, ο eu-LISA υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή έκθεση σχετικά με την τεχνική λειτουργία του ΣΕΕ, καθώς και την ασφάλειά του.

5.   Τρία έτη μετά την έναρξη της λειτουργίας του ΣΕΕ και κατόπιν ανά τετραετία, η Επιτροπή καταρτίζει έκθεση συνολικής αξιολόγησης του ΣΕΕ. Η εν λόγω συνολική αξιολόγηση περιλαμβάνει:

α)

αξιολόγηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού·

β)

εξέταση των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων σε σχέση με τους στόχους και τις επιπτώσεις στα θεμελιώδη δικαιώματα·

γ)

αξιολόγηση του κατά πόσον εξακολουθεί να ισχύει η λογική που διαπνέει το ΣΕΕ·

δ)

αξιολόγηση της επάρκειας των βιομετρικών δεδομένων που είναι απαραίτητα για την ορθή λειτουργία του ΣΕΕ·

ε)

αξιολόγηση της χρήσης των σφραγίδων στις εξαιρετικές περιστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 21 παράγραφος 2·

στ)

αξιολόγηση της ασφάλειας του ΣΕΕ·

ζ)

αξιολόγηση τυχόν επιπτώσεων, συμπεριλαμβανομένων τυχόν δυσανάλογων επιπτώσεων στην κυκλοφορία στα σημεία διέλευσης των συνόρων και όσων έχουν δημοσιονομικό αντίκτυπο στον προϋπολογισμό της Ένωσης.

Η αξιολόγηση περιλαμβάνει όλες τις απαραίτητες συστάσεις. Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων και τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 168/2007 του Συμβουλίου (45).

Οι εκθέσεις αυτές περιλαμβάνουν, επίσης, αξιολόγηση της χρήσης των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 60 τόσο από άποψη συχνότητας (αριθμός των υπηκόων τρίτων χωρών που κάνουν χρήση των εν λόγω διατάξεων ανά κράτος μέλος, η ιθαγένειά τους, μέση διάρκεια παραμονής τους) όσο και από άποψη πρακτικών επιπτώσεων, λαμβανομένων υπόψη τυχόν σχετικών εξελίξεων στην πολιτική θεωρήσεων της Ένωσης. Η πρώτη έκθεση αξιολόγησης μπορεί να περιλαμβάνει επιλογές ενόψει της σταδιακής κατάργησης των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 60 και της αντικατάστασής τους από ένα ενωσιακό κείμενο. Συνοδεύεται, εφόσον απαιτείται, από νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση των διατάξεων του άρθρου 60.

6.   Τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ παρέχουν στον eu-LISA και στην Επιτροπή τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπόνηση των εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5, σύμφωνα με τις ποσοτικές παραμέτρους που καθορίζονται εκ των προτέρων από την Επιτροπή, τον Οργανισμό eu-LISA ή αμφότερα. Οι συγκεκριμένες πληροφορίες δεν θέτουν σε κίνδυνο μεθόδους εργασίας ούτε περιλαμβάνουν πληροφορίες που αποκαλύπτουν πηγές, μέλη του προσωπικού ή έρευνες των εντεταλμένων αρχών.

7.   Ο eu-LISA παρέχει στην Επιτροπή τις πληροφορίες που απαιτούνται για την κατάρτιση των συνολικών αξιολογήσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 5.

8.   Με σεβασμό στις διατάξεις του εθνικού δικαίου σχετικά με τη δημοσίευση ευαίσθητων πληροφοριών, κάθε κράτος μέλος και η Ευρωπόλ καταρτίζουν ετήσιες εκθέσεις για την αποτελεσματικότητα της πρόσβασης στα δεδομένα του ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου, οι οποίες περιλαμβάνουν πληροφορίες και στατιστικά στοιχεία για:

α)

το κατά πόσο η αναζήτηση διεξήχθη με σκοπό την επαλήθευση ή για τα αρχεία εισόδου/εξόδου, καθώς και το είδος του τρομοκρατικού εγκλήματος ή της σοβαρής αξιόποινης πράξης που οδήγησαν στην αναζήτηση·

β)

τους λόγους που τεκμηριώνουν την υποψία ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό·

γ)

τους λόγους για τη μη δρομολόγηση της αναζήτησης στα συστήματα αυτοματοποιημένης αναγνώρισης δακτυλικών αποτυπωμάτων άλλων κρατών μελών δυνάμει της απόφασης 2008/615/ΔΕΥ, σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 2 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού·

δ)

τον αριθμό των αιτημάτων πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου·

ε)

τον αριθμό και το είδος των περιπτώσεων στις οποίες η πρόσβαση στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου οδήγησε σε επιτυχείς ταυτοποιήσεις·

στ)

τον αριθμό και το είδος των υποθέσεων στις οποίες χρησιμοποιήθηκαν οι επείγουσες διαδικασίες του άρθρου 31 παράγραφος 2 και του άρθρου 32 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, συμπεριλαμβανομένων των υποθέσεων των οποίων ο επείγων χαρακτήρας δεν έγινε δεκτός κατά την εκ των υστέρων επαλήθευση στην οποία προέβη το κεντρικό σημείο πρόσβασης.

Διατίθεται στα κράτη μέλη τεχνική λύση ώστε να διευκολυνθεί η συλλογή των δεδομένων του πρώτου εδαφίου της παρούσης παραγράφου για τον σκοπό της παραγωγής των στατιστικών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο. Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με τις προδιαγραφές της τεχνικής λύσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 68 παράγραφος 2.

Οι ετήσιες εκθέσεις των κρατών μελών και της Ευρωπόλ διαβιβάζονται στην Επιτροπή έως τις 30 Ιουνίου του επόμενου έτους.

Άρθρο 73

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την ημερομηνία που καθορίζεται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, με εξαίρεση τις εξής διατάξεις που εφαρμόζονται από τις 29 Δεκεμβρίου 2017: άρθρα 5, 36, 37, 38, 43, 51 του παρόντος κανονισμού· σημείο 5) του άρθρου 61 του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά το άρθρο 17α παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008· σημείο 10) του άρθρου 61 του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά το άρθρο 26 παράγραφος 3α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008· και τα άρθρα 62, 64, 65, 66, 68, 69 και 70 και το άρθρο 72 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Βρυξέλλες, 30 Νοεμβρίου 2017.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. TAJANI

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. MAASIKAS


(1)  ΕΕ C 487 της 28.12.2016, σ. 66.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2017 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Νοεμβρίου 2017.

(3)  Απόφαση 2004/512/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2004, για τη δημιουργία του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) (ΕΕ L 213 της 15.6.2004, σ. 5).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη δημιουργία, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (ΕΕ L 381 της 28.12.2006, σ. 4).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ L 77 της 23.3.2016, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη λειτουργική διαχείριση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης (ΕΕ L 286 της 1.11.2011, σ. 1).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας (κανονισμός VIS) (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 60).

(8)  Οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 31.3.2017, σ. 6).

(9)  Απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών (ΕΕ L 190 της 18.7.2002, σ. 1).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαΐου 2016 για τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Ευρωπόλ) και την αντικατάσταση και κατάργηση των αποφάσεων του Συμβουλίου 2009/371/ΔΕΥ, 2009/934/ΔΕΥ, 2009/935/ΔΕΥ, 2009/936/ΔΕΥ και 2009/968/ΔΕΥ (ΕΕ L 135 της 24.5.2016, σ. 53).

(11)  Οδηγία (EE) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 89).

(12)  Απόφαση 2008/615/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την αναβάθμιση της διασυνοριακής συνεργασίας, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του διασυνοριακού εγκλήματος (ΕΕ L 210 της 6.8.2008, σ. 1).

(13)  Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ (ΕΕ L 158 της 30.4.2004, σ. 77).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(15)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(16)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(17)  ΕΕ L 239 της 22.9.2000, σ. 19.

(18)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 515/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 για τη θέσπιση, στο πλαίσιο του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, του μέσου χρηματοδοτικής στήριξης στον τομέα των εξωτερικών συνόρων και των θεωρήσεων και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 574/2007/ΕΚ (ΕΕ L 150 της 20.5.2014, σ. 143).

(19)  Απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43).

(20)  Απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20).

(21)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.

(22)  Απόφαση 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής της συμφωνίας που έχει συναφθεί από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31).

(23)  ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 52.

(24)  Απόφαση 2008/146/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2008, για τη σύναψη εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 1).

(25)  Απόφαση 2008/149/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2008, για την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 50).

(26)  ΕΕ L 160 της 18.6.2011, σ. 21.

(27)  Απόφαση 2011/350/ΕΕ του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2011, για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν, όσον αφορά την κατάργηση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα και την κυκλοφορία των προσώπων (ΕΕ L 160 της 18.6.2011, σ. 19).

(28)  Απόφαση 2011/349/ΕΕ του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2011, για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν όσον αφορά ιδίως τη δικαστική συνεργασία σε ποινικά θέματα και την αστυνομική συνεργασία (ΕΕ L 160 της 18.6.2011, σ. 1).

(29)  Απόφαση 2010/365/ΕΕ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2010, σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν όσον αφορά το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν στη Δημοκρατία της Βουλγαρίας και τη Ρουμανία (ΕΕ L 166 της 1.7.2010, σ. 17).

(30)  Απόφαση (ΕΕ) 2017/733 του Συμβουλίου, της 25ης Απριλίου 2017, σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν όσον αφορά το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν στη Δημοκρατία της Κροατίας (ΕΕ L 108 της 26.4.2017, σ. 31).

(31)  Απόφαση (ΕΕ) 2017/1908 του Συμβουλίου της 12ης Οκτωβρίου 2017, σχετικά με την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν που αφορούν το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις στη Δημοκρατία της Βουλγαρίας και στη Ρουμανία (ΕΕ L 269 της 19.10.2017, σ. 39).

(32)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για την καθιέρωση αδειών διαμονής ενιαίου τύπου για τους υπηκόους τρίτων χωρών (ΕΕ L 157 της 15.6.2002, σ. 1).

(33)  Οδηγία 2014/66/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών στο πλαίσιο ενδοεταιρικής μετάθεσης (ΕΕ L 157 της 27.5.2014, σ. 1).

(34)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/801 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την έρευνα, τις σπουδές, την πρακτική άσκηση, την εθελοντική υπηρεσία, τις ανταλλαγές μαθητών ή τα εκπαιδευτικά προγράμματα και την απασχόληση των εσωτερικών άμισθων βοηθών (au pair) (ΕΕ L 132 της 21.5.2016, σ. 21).

(35)  Οδηγία 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 180 της 29.6.2013, σ. 60).

(36)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 377/2004 του Συμβουλίου της 19ης Φεβρουαρίου 2004 για τη δημιουργία δικτύου αξιωματικών συνδέσμων μετανάστευσης (ΕΕ L 64 της 2.3.2004, σ. 1).

(37)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων (κώδικας θεωρήσεων) (ΕΕ L 243 της 15.9.2009, σ. 1).

(38)  Απόφαση 2008/602/ΕΚ της Επιτροπής, της 17ης Ιουνίου 2008, για τον καθορισμό της διάρθρωσης και των απαιτήσεων των εθνικών διεπαφών και της υποδομής επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και των εθνικών διεπαφών κατά τη φάση ανάπτυξης (ΕΕ L 194 της 23.7.2008, σ. 3).

(39)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 693/2003 του Συμβουλίου, της 14ης Απριλίου 2003, για την καθιέρωση ειδικού εγγράφου διευκόλυνσης της διέλευσης (FTD) και εγγράφου διευκόλυνσης της σιδηροδρομικής διέλευσης (FRTD) και για την τροποποίηση της κοινής προξενικής εγκυκλίου και του κοινού εγχειριδίου (ΕΕ L 99 της 17.4.2003, σ. 8).

(40)  Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών (ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 98).

(41)  Απόφαση 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την πρόσβαση στο Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) των εντεταλμένων αρχών των κρατών μελών καθώς και της Ευρωπόλ, προς αναζήτηση δεδομένων για την πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 129).

(42)  ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1 (Ελληνική ειδική έκδοση: κεφάλαιο 01 τόμος 001 σ. 108).

(43)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1053/2013 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2013, σχετικά με τη θέσπιση ενός μηχανισμού αξιολόγησης και παρακολούθησης για την επαλήθευση της εφαρμογής του κεκτημένου του Σένγκεν και την κατάργηση της απόφασης της εκτελεστικής επιτροπής της 16ης Σεπτεμβρίου 1998 σχετικά με τη σύσταση της μόνιμης επιτροπής για την αξιολόγηση και την εφαρμογή της σύμβασης Σένγκεν (ΕΕ L 295 της 6.11.2013, σ. 27).

(44)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1624 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2016, για την Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή και Ακτοφυλακή και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 863/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 του Συμβουλίου και της απόφασης 2005/267/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 251 της 16.9.2016, σ. 1).

(45)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 168/2007 του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2007, για την ίδρυση Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 53 της 22.2.2007, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΣΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 41 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

1.

Οι Οργανισμοί των Ηνωμένων Εθνών (όπως η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες)·

2.

Ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (ΔΟΜ)·

3.

Η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΕΙΔΙΚΕς ΔΙΑΤΑΞΕΙς ΓΙΑ ΤΟΥς ΥΠΗΚΟΟΥς ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΔΙΕΡΧΟΝΤΑΙ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ ΒΑΣΕΙ ΕΓΚΥΡΟΥ FTD

1)

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 16 παράγραφοι 1 έως 3 του παρόντος κανονισμού, για τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι διέρχονται τα σύνορα βάσει έγκυρου FTD οι αρχές συνοριακού ελέγχου:

α)

δημιουργούν ή ενημερώνουν τον ατομικό τους φάκελο ο οποίος περιέχει τα δεδομένα που προβλέπονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος κανονισμού. Επιπλέον, ο ατομικός τους φάκελος αναφέρει ότι ο ενδιαφερόμενος υπήκοος τρίτης χώρας διαθέτει FTD. Η εν λόγω ένδειξη συνεπάγεται αυτομάτως την προσθήκη στο αρχείο εισόδου/εξόδου του χαρακτηριστικού του FTD που αφορά τις πολλαπλές εισόδους,

β)

καταχωρίζουν σε αρχείο εισόδου/εξόδου κάθε μία από τις εισόδους βάσει έγκυρου FTD, εισάγοντας τα δεδομένα που ορίζονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος κανονισμού καθώς και την ένδειξη ότι η είσοδος πραγματοποιήθηκε βάσει FTD.

Για να υπολογιστεί η μέγιστη διάρκεια της διέλευσης, η ημερομηνία και η ώρα εισόδου λογίζονται ως αφετηρία της διάρκειας αυτής. Η ημερομηνία και ώρα λήξης της επιτρεπόμενης διέλευσης υπολογίζονται αυτομάτως από το ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 693/2003.

2)

Επιπλέον, κατά την πρώτη είσοδο βάσει FTD, η ημερομηνία λήξης ισχύος του FTD εισάγεται στο αρχείο εισόδου/εξόδου.

3)

Το άρθρο 16 παράγραφοι 3 και 4 εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, για τους υπηκόους τρίτων χωρών που είναι κάτοχοι FTD.

4)

Για την επαλήθευση σε σύνορο όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ και εντός της επικράτειας των κρατών μελών, οι υπήκοοι τρίτων χωρών που διέρχονται τα σύνορα βάσει έγκυρου FTD υπόκεινται, τηρουμένων των αναλογιών, στις επαληθεύσεις και τις ταυτοποιήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 23 και 26 του παρόντος κανονισμού και στο άρθρο 19α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και τα οποία ισχύουν για τους υπηκόους τρίτων χωρών που δεν υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης.

5)

Τα σημεία 1 έως 4 δεν εφαρμόζονται επί υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι διέρχονται τα σύνορα βάσει έγκυρου FTD, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

διέρχονται τα σύνορα σιδηροδρομικώς· και

β)

δεν αποβιβάζονται εντός της επικράτειας κράτους μέλους.


Διορθωτικά

9.12.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 327/83


Διορθωτικό στον κανονισμό (EE) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 347 της 20ής Δεκεμβρίου 2013 )

Στη σελίδα 603, υποσημείωση 3, τέταρτη περίπτωση:

αντί:

«—

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 183/2005: άρθρο 5 παράγραφος 1 και παράρτημα I μέρος Α τίτλος I παράγραφος 4 στοιχεία ε) και ζ) και τίτλος II παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και ε)· άρθρο 5 παράγραφος 5· παράρτημα III παράγραφοι 1 και 2· και άρθρο 5 παράγραφος 6, και»

διάβαζε:

«—

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 183/2005: άρθρο 5 παράγραφος 1 και παράρτημα I μέρος Α τίτλος I παράγραφος 4 στοιχεία ε) και ζ) και τίτλος II παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και ε)· άρθρο 5 παράγραφος 5· παράρτημα III (υπό “ΣΙΤΙΣΗ”, σημείο 1. “Αποθήκευση”, πρώτη και τελευταία πρόταση, και σημείο 2. “Διανομή”, τρίτη πρόταση), άρθρο 5 παράγραφος 6, και».